Τεύχος 334

Page 1

:

ΙΙΘΕΟΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ · ΑΡ. 334 ·


V ine ένας επιτυχημένος* ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ! ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

The Writing School Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΣΧΟΛΗ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ ΤΗΣ ΑΓΓΛΙΑΣ ΤΩΡΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΜΕ ΤΗΝ ΜΕΘΟΔΟ ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑΣ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΟΡΙΟ ΗΛΙΚΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΠΟΥΔΑΣΤΕΣ ΔΩΡΕΑΝ ΤΟ ΕΝΤΥΠΟ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

"ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΓΙΝΕΙΣ ΕΝΑΣ ΕΠΙΤΥΧΗΜΕΝΟΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ" ΓΡΑΨΤΕ ΜΑΣ ΝΑ ΣΑΣ ΤΟ ΣΤΕΙΛΟΥΜΕ ΣΤΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ:

REGINA STUDIES L T D ’’THE WRITING SC H O O L”

Τ.Θ. 51277 - 1A 145 10 ΚΗΦΙΣΙΑ ΤΗΛ.: (01) 8131684 - FAX: (01) 6229289


Ε Κ Δ Ο Σ Ε Ι Σ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ 5 0 0 ΝΕΑ ΒΙ ΒΛΙ Α ΣΕ 4 Χ Ρ Ο Ν Ι Α Κ Α Θ Ε Χ Ρ Ο Ν Ο ΠΡΩΤΟΙ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΘΕ ΧΡΟΝΟ ΤΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ BEST SELLERS Κ Α Θ Ε Χ Ρ Ο Ν Ο ΚΑΙ Κ Α Λ Υ Τ Ε Ρ Ο Ι ΕΛΑΤΕ ΜΑΖΙ ΜΑΣ Η ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΚΛΟΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ


ΝΤΟΡΑ ΓΐΑΝΝΑΚΟΠΟΪΛΟΪ

του νυφικου Μυθιστόρημα ΤΡΙΤΗ ΕΚΔΟΣΗ ΕΚ ΔΟ ΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ


Ζυραννα Ζατελη

με το φως του λυ επανέρχονται Μυθιστόρημα σε δέκα ιστορίες ΔΕΚΑΤΗ ΤΡΙΤΗ ΕΚΔΟΣΗ ΕΚ ΔΟ ΣΕΙΣ ΚΑ Σ^ΑΝΙΩ ΤΗ



Ή μητέρα του σκύλου mmmmmmm Μυθιστόρημα wmmtmwmmm ΤΡΙΑ Κ Ο ΣΤΗ ΠΡΩΤΗ ΕΚΔΟΣΗ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ


Η εποχή

τωνκαφέδων

mmmmmmmmmmm Μυθιστόρημα ΔΕΚΑΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΕΚΔΟΣΗ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ



Ε ϊ γ ε ν ι α Φ α κ ιν ο ϊ

ήταν το πρόσχημα Μυθιστόρημα ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΚΔΟΣΗ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ


Τ. J. Α Χ Ο Ν

ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ «ΤΑΟ ΚΑΙ

Σ. Θ Ε Ο ΔΟ Σ ΙΟ Υ & Μ . ΔΑ Ν Ε Ζ Η Σ

ΤΑ ΑΣΤΡΑ ΚΑΙ ΟΙ ΜΥΘΟΙ ΤΟΥΣ

Ε Κ Δ Ο Σ Ε Ι Σ

Δ Ι Α Υ Λ Ο Σ

Β α λτετσ ίου 10 & Ιπποκράτου ς, Α θ ή να 106 80 - Τ ηλ. & Fax: 36.17.473



τα βιβλία της «γνώσης»

ΚΑΡΑ ΓΙΟΥΝΑΣ ΛΟΥΒΕ ΑΛΚΜΒΙΣΤ ΒΟΚΚΑΚΙΟΣ 17 Ιστορίες από το δεκαήμερο

ΝΙΚΟΣ ΧΑΤΖΗ ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΓΚΙΚΑΣ Τα όνειρα

ΒΙΡΤΖΙΝΙΑ ΓΟΥΛΦ Φλας

TENT ΧΙΟΥΖ Μύθοι τον πρώιμου κόσμου

ΠΗΤΕΡΚΑΡΕΫ Ο χοντρός στην ιστορία

ΝΑΘΑΝ1ΕΛ ΧΩΘΟΡΝ Το άλικο γράμμα

ΛΑΡΑ ΚΑΡΝΤΕΛΛΑ Γύρω από τη Λάουρα

ΜΠΑΡΜΠΕ NT' ΩΡΕΒΙΓΥ Οι διαβολικές

ΛΑΡΑ ΚΑΡΝΤΕΛΛΑ Ή θελα να φορέσω παντελόνια

ΖΑΝΕΤ ΟΥΙΝΤΕΡΣΟΝ Εχει κι αλλού πορτοκαλιές

ΜΑΡΙΑ ΚΟΡΤΙ Το τραγούδι των σειρήνων

ΤΖΟΥΖΕΠΕ ΠΟΝΤΙΤΖΑ Η μεγάλη βραδιά

ΑΝΝΑ ΜΕΣΣΙΝΑ Η φοινικιά τον Ρουσαφά

ΑΕΒΡΑΖΓΚΟΝ Χωρίς επινοήσεις

ΟΝΟΡΕ ΝΤΕ ΜΠΑΛΖΑΚ Η γεροντοκόρη

Ο ΣΕΣΑΝ - I. ΜΠ. ΜΑΣΛΟΦΣΚΙ Εσείς που δεν έτνχε ποτέ να σας σκοτώσουν

ΜΑΝΦΡΕΝΤ ΜΠΗΛΕΡ Ή ρεμη σαν τη νύχτα

ΣΑΒΕΡΙΟ ΣΤΡΛ I I Ο άνθρωπος στο βάθος του πηγαδιού

ΑΝΡΙ-ΦΡΕΝΤΕΡΙΚ ΜΠΛΑΝ Τα αγρίμια παλεύουν στο λυκόφως

ΓΚΟΥΕΡΡΙΝΟ ΤΖΟΡΤΖΕΤΊΤ Ά νθρωποι και άλλα ζώα

ΖΑΝΕΤ ΟΥΪΝΤΕΡΣΟΝ Το φύλο της κερασιάς

ΦΟΥΛΒΙΟ ΤΙΜΙΤΣΑ Η βενετσιάνα κληρονόμος

ΤΟΜΑΣ ΧΑΡΝΤΥ Κάτω από το δέντρο

ΓΚ. Κ. ΤΣΕΣΤΕΡΣΟΝ Η αθωότητα τον πατρός Μπράουν ΣΙ ΡΤΖΙΟ ΨΙ ΡΡΕΡΟ 1ΙΛ ΓΡΙΤΣΙΑ ΧΑΪΣΜΙΘ Οι απρόσκλητοι ΙΤΑΛΟ ΚΑΛΒΙΝ0 Ο ανύπαρκτος ιππότης ΦΟΥΛΒΙΟ ΤΟΜΙΤΣΑ Αντίστροφες φυγές ΑΝΡΙ-ΦΡΕΝΤΕΡΙΚ ΜΠΛΑΝ Δαιμονομανία

\

εκδόσεις «γνώση

»

Ιπποκράτους 31, 106 80 Αθήνα τηλ. 36 20 941, 36 21 194


Φ I Ν 1 Ε Ν Α

ΒΙΒΛΙΟ

όχι

μό

ΓΙΑ Ο ΣΟΥΣ

«θα ήθελαν να είναι 20 χρονών το 1936»

ΓΚΑΛΙΝΤΕΘ

ΜανουέλΒάθκεθ Μονταλμπάν Γκαλίντεθ

μαζί με τις δυο προηγούμενες επιτυχίες του διάσημου ισπανοΰ συγγραφέα

g

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΕΛΦΙΝΙ, ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΕΟΥΣ 23-25, 106 77 ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ.: 36 30 955, fax : 64 50 764 «


ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ

ΕΚΟ ΦΙΤΖΕΡΑΛΝΤ ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ M A N Ζ Ο Λ Α ΜΟΝΤΑΛΜΠΑΝ ΜΕΡΙΜΕ Φ Ο Κ Ν ΕΡ Μ Ο ΥΖΙΛ Ν Α Μ Π Ο Κ Ο Φ ΓΚΑΡΝΤΝΕΡ Ζ ΙΝ Τ ΤΖΑ ΙΗ Μ Σ ΣΑΝΣΟΜ ΛΟΡΕΝΣ Ν Τ Ο Σ Π Α Σ Ο Σ ΝΤΕΛΕΝΤΑ ΝΑΜΠΟΚΟΦ ΡΕΝΤΓΚΡΕΪΒ ΧΕΜΙΝΓΟΥΕΪ ΜΠΡΑΟΥΝ ΒΙΛΛΙΕ ΝΤΕ Λ’ ΙΛ ΑΝΤΑΜ ΣΕΒΙΝΙΕ ΦΟΚΝΕΡ ΖΙΝΤ ντος παςος τζαιημς εκο«οκνβρλορενς™ π.βρ

. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΕΛΦΙΝΙ, ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΕΟΥΣ 23-25, 106 77 ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ.: 36 30 955, fax: 64 50 764 I


Ζητήστε τους καταλόγους των Εκδόσεών μας. Εκτός από τον ΓΕΝΙΚΟ, υπάρχουν κι οι εξής: □ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

□ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΥ

□ ΦΙΛΟΛΟΓΟΥ

Ο ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ & ΑΝΘΡΩΠΟΥ

□ ΦΥΣΙΚΟΥ-ΧΗΜΙΚΟΥ

□ ΠΑΙΔΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

□ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

Τέλος, ιδιαίτερα κατατοπιστικά είναι τα αναλυτικά φυλλάδια για κάθε εκδοτικό πρόγραμμα του Οίκου μας. ·&

Μπορείτε ν’ αγοράσετε τα βιβλία που σας ενδιαφέρουν και με πιστωτικές κάρτες (DINERS, ΕΘΝΟΚΑΡΤΑ, ΕΜΠΟΡΟΚΑΡΤΑ). ΛΕΙΤΟΥΡΓΕΙ ΤΜΗΜΑ ΑΝΤΙΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΓΙΑ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 103 -

Σ Ο Α Ω Ν Ο Σ G Β

U I

T Β

Ε Λ

I

Τ Η A. - F A X Ν

0

Β Π

Ω

■ Ε Λ

3600127 R Ε

G I

0


εκ Β ό & χ I Δρόμοι στη μουσική παιδεία

ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗ 36 & ΔΙΔΟΤΟΥ ΑΘΗΝΑ 106 80 Τ Η Λ : 3300 202 3300 239 FAX: 3611 387 ΒΑΜΒΑΚΑΡΗΣ Δ. Δρόμοι στη ιιουσική παιδεία

Η ΔΗΜΟΥ Γ. Η Διαβητική αγωγή στο σχολείο

ΝΤΙΝΟΠΟΥΛΟΣ Α. Zar je ονο Sarajevo ?

ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΑ

ΦΥΣΙΚΗ


ΒΙΒΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΜΟΥΣΙΚΗ 1979-1994. ΔΕΚΑΠΕΝΤΕ ΧΡΟΝΙΑ ΝΕΦΕΛΗ Θρασύβουλος Γεωργιάδης

Κρίστοφερ Σμιυλ

Μ ΟΥΣΙΚΗ ΚΑΙ Γ Λ Ω Σ ΣΑ

Μ ΟΥΣΙΚΗ - ΚΟΙΝΩΝΙΑ - Ε Κ Π Α ΙΔ ΕΥ ΣΗ

Μετάφρ.: Δημήτρης Θέμελης

Μετάφρ.: Μιχάλης Γρηγορίου

Μιχάλης Γρηγορίου Μ ΟΥΣΙΚΗ Γ ια παιδιά και για έξυπνους μεγάλους

Μανώλης Καλομοίρης

Ίρβιν Στάμπλερ ΕΓΚ Υ Κ Λ Ο Π Α ΙΔ ΕΙΑ Τ Η Σ POP, ROCK και SOUL Μετάφρ.: Κ. Λυμπερης - Β. Δουβίτσας

Η ΖΩΗ ΜΟΥ ΚΑΙ Η ΤΕΧ Ν Η ΜΟΥ

Όττο Κάρολυ Ε ΙΣ Α Γ Ω Γ Η Σ Τ Η ΜΟΥΣΙΚΗ Μετάφρ.: Τρισεύγενη Καλοκόρη

Ιγκόρ Στραβινσκυ Μ ΟΥΣΙΚΗ Π Ο ΙΗ ΤΙΚ Η Μετάφρ. Μιχάλης Γρηγορίου

Άαρων Κόπλαντ

Γιάννης Φιλόπουλος

Μ ΟΥΣΙΚΗ ΚΑΙ Φ ΑΝΤΑΣΙΑ

ΕΙΣ Α Γ Ω Γ Η ΣΤ Η Ν ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΥΦΩΝΙΚΗ ΕΚ Κ Λ Η Σ ΙΑ ΣΤΙΚ Η ΜΟΥΣΙΚΗ

Μετάφρ.: Μιχάλης Γρηγορίου

Άννα Μαγκνταλενα Μπάχ ΤΟ Μ ΙΚ ΡΟ ΧΡΟΝ ΙΚ Ο Μετάφρ.: Τατιάνα Κωνσταντινίδη

Γιάννης Φιλόπουλος

Πάουλ Μπεκερ

Ρ Ω Σ ΙΚ Ε Σ Ε Π ΙΔ Ρ Α Σ Ε ΙΣ Σ Τ Η Ν ΕΛΛ Η Ν ΙΚ Η ΠΟΛΥΦΩΝΙΚΗ ΕΚ Κ Λ Η Σ ΙΑ ΣΤΙΚ Η ΜΟΥΣΙΚΗ

Η Ο Ρ Χ Η ΣΤ Ρ Α Μετάφρ.: Μιχάλης Γρηγορίου

Τζων Μπλάκινγκ

Ουμπερτο Φιόρι

Η Ε Κ Φ ΡΑ ΣΗ Τ Η Σ Α Ν Θ ΡΩ Π ΙΝ Η Σ Μ Ο Υ ΣΙΚ Ο ΤΗ ΤΑ Σ

ΤΖΟ ΧΙΑ, ΓΟΥΝΤΥ ΓΚΑΘΡΥ, ΜΠΟΜΠ ΝΤΥΛΑΝ Ιστορία του λαδιού τραγουδιού των ΗΠΑ

Μετάφρ: Μιχάλης Γρηγορίου

Έρικ Σάλτσμαν Ε ΙΣ Α Γ Ω Γ Η Σ Τ Η Μ ΟΥΣΙΚΗ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ Μετάφρ.: Γιώργος Ζερβός

Αήο Σμιθ

Μετάφρ.: Νέλλη Γκανά

Κώστας Χατζηδουλής Β Α ΣΙΛ Η Σ Τ Σ ΙΤ Σ Α Ν Η Σ Η ζωή και το έργο του

ΣΗ Μ Ε ΙΩ Σ Ε ΙΣ Γ ΙΑ ΤΗ ΦΥΣΗ Τ Η Σ Μ ΟΥ ΣΙΚ Η Σ

Κώστας Χατζηδουλής

Μετάφρ.: Ν. Σαββάτης - Κ. Θεοφιλόπουλος

ΡΕΜ Π Ε Τ ΙΚ Η ΙΣ Τ Ο Ρ ΙΑ No 1

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΝΕΦΕΛΗ ...Προωθούν το καλό βιβλίο ΑΣΚΛΗΠΙΟΥ 6 - ΑΘΗΝΑ 106 80 - ΤΗΛ. 3607744


ΒΙΒΛ ΙΟ Θ Η Κ Η ΤΗ Σ ΤΕΧ Ν Η Σ 1979-1994. ΔΕΚΑΠΕΝΤΕ ΧΡΟΝΙΑ ΝΕΦΕΛΗ Μ ανώλης Ανδρόνικος 0 ΠΛΑΤΩΝ ΚΑΙ Η ΤΕΧΝΗ Εμμανουήλ-Γεώργιος Βακαλό ΟΠΤΙΚΗ ΣΥΝΤΑΞΗ Μετάφρ.: Κυρ. Σταμελος

Ε μίλ Βεραρεν ΡΕΜΠΡΑΝΤ Μετάφρ.: Π. Βερνάρδος

Δανιήλ ΕΠΙΛΟΓΗ ΑΠΟ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ 1973-1985 Α γάπη Ε υαγγελίδη ΧΟΡΟΙ ΤΟΥ ΜΕΣΑΙΩΝΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ Σ τέλλα Θεοδωράκη ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΕΣ Βασίλι Κ αντίνσκυ ΓΙΑ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΗ Μετάφρ.: Μηνάς Παράοχης

Π άουλ Κλεε ΤΑ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ 1898-1918 Μετάφρ.: Γιώργος Κεντρωτής

Ρίτσαρντ Κράους ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΧΟΡΟΥ Μετάφρ.: Γ. Σιδηρόπουλος - Μ. Καχαβούλια

Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα Ο ΡΟΝΤΕΝ ΚΑΙ Η ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα ΜΠΑΟΥΧΑΟΥΖ Νίκη Λοϊζίδη Ο ΥΠΕΡΡΕΑΛΙΣΜΟΣ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ Νίκη Λοϊζίδη Ο ΤΖΙΟΡΤΖΙΟ ΝΤΕ ΚΙΡΙΚΟ ΚΑΙ Η ΣΟΥΡΕΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Μωρίς Μερλώ-Ποντύ Η ΑΜΦΙΒΟΛΙΑ ΤΟΥ ΣΕΖΑΝ ΤΟ ΜΑΤΙ ΚΑΙ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ Μετάφρ.: Αλέχα Μουρίχη

Γιώργος Μουρελος ΘΕΜΑΤΑ ΑΙΣΘΗΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ Γιώργος Μουρελος ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΔΥΝΑΤΟΥ Μονρόε Μπερντσλεϋ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΑΙΣΘΗΤΙΚΩΝ ΘΕΩΡΙΩΝ Μετάφρ.: Δημοαθένης Κούρτοβικ Επιμέλεια: Παύλος Χριστοδουλίδης

Τσεζαρε Μπράντι ΑΡΚΑΔΙΟΣ Ή ΠΕΡΙ ΓΛΥΠΤΙΚΗΣ Μετάφρ.: Σπύρος Ηλιόπουλος

Νιζίνσκυ ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ Μετάφρ.: Βερονίκη Δαλακούρα

'Ερβιν Πανόφσκι ΜΕΛΕΤΕΣ ΕΙΚΟΝΟΛΟΓΙΑΣ Μετάφρ.: Ανδρέας Παππάς

Γιάννης Π απάς ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ Ζωρζ Πεγε Η ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ ΣΤΟΝ 19ο ΑΙΩΝΑ Μετάφρ.: Άλκης Χαραλαμπίδης

Τ ζαφ φ ε - Ρότερς Η ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ ΣΤΟΝ 20ο ΑΙΩΝΑ Μετάφρ.: Άλκης Χαραλαμπίδης

Λόρα Τσάπμαν Η ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ Μετάφρ.: Ανδρεας Λαπούρτας κ.ά. Επιμέλεια: Παύλος Χριστοδουλίδης

Νίκη Λοϊζίδη Ο ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΜΙΝΩΤΑΥΡΟΥ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ

Ε. Φ οσιγιόν Η ΖΩΗ ΤΩΝ ΜΟΡΦΩΝ

Νίκη Λοϊζίδη ΑΠΟΓΕΙΟ ΚΑΙ ΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑΚΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ

Πήτερ Φοόλερ ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ

Ε Κ Δ Ο Σ Ε I ...Προωθούν ΑΣΚΛΗΠΙΟΥ 6 - ΑΘΗΙ

Μετάφρ.: Αφροδίτη Κούρια

Μετάφρ.: Ηρώ Κανακάκη

Ν Ε Φ Ε Α Η ι καλό βιβλίο 106 80 - ΤΗΛ.: 3607744


Κ

Υ

Κ

Λ

Ο

Φ

Ο

Ρ

Ε

Ι

ΝΑΣΟΣ ΔΕΤΖΓι'ΤΖΗ Σ ΑΠΑΝΤΑ ΤΑ ΕΛΑΧΙΣΤΑ ΕΥΡΙΣΚΟΜΕΝΑ

Σ Υ Ν Ε Ν Τ Ε Υ Ξ Ε ΙΣ ΚΑΙ

ΕΡΕΥ ΝΕΣ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΑ Β Ρ ΙΗ Λ ΙΔ Η Σ ΑΘΗΝΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ

1994

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ


Κ Υ Κ Λ Ο Φ Ο Ρ Ε Ι

Ε Κ Δ ΟΣ Ε Ι Σ Γ Α Β Ρ Ι ΗΛ Ι ΛΗ


ΔΙΑΒΑΖΩ: Α. Μεταξά 26, Αθήνα -1 0 6 81 Σύνταξη: 33.01.239 Λογιστήριο: 33.01.241 Διαφημίσεις: 33.01.313 Συνδρομές: 33.01.315 FAX: 33.01.315

ΧΡΟΝΙΚΑ

22

Μ Ο Λ Ε ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΑΝ Γράφουν οι: Τιτίκα Δημητρούλια (Τ.Δ.), Γιάννης Μπασκόζος (Γ.Μ.), Δημήτρης Τσατσούλης (Δ. Τ.). Επιμέλεια Ηρ. Παπαλέξης

Ιδρυτής: Περικλής Αθανασόπουλος

24

Η Α ΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Διευθυντής: Γιώργος Γαλάντης Αρχισυντάκτης: Ηρακλής Παπαλέξης Σύνταξη: Κατερίνα Γρυπονησιώτη, Βασίλης Καλαμαράς, Ηρακλής Παπαλέξης, Βάσω Σπάθή, Καίτη Τοπάλη Οικονομικός υπεύθυνος: Βάσω Σπάθή Συνδρομές: Κατερίνα Γρυπονησιώτη Διαφημίσεις: Ηρακλής Παπαλέξης Καλλιτεχνική επιμέλεια: Νένη Ράις Γλωσσική επιμέλεια-Διορθώσεις: Βίκυ Κωτσοβέλου

25

ΕΡΕΥΝΑ Ο θεσμός των Γραμματέα των σχολείων και η προσφο­ ρά του στη λειτουργία των σχολικών μονάδων Γράφει ο Θανάσης Αλαμάνης

Τεύχος 334 27 Απριλίου 1994 Τιμή-.Αρχ. 1000

Στοιχειοθεσία-Ηλεκτρονική ΣελιδοποίησηΦΟμς-Μοντάζ: LEGATO Ε.Π.Ε., Χαλκοκονδύλη 9 (πλ. Κάνιγγος), τηλ.: 33.02.055-56 Fax: 36.48.223 Εκτύπωση: Αφοί Τσαλδάρη Ο.Ε., Φυλής 35, Καματερό, τηλ.: 23.18.444 Βιβλιοδεσία: Νικ. Κατριβάνος και Σία Ο.Ε., Στ. Γόνατά 48, τηλ. 57.49.951 Διανομή: Νέο Πρακτορείο Τύπου Ιδιοκτήτης-Εκδότης: Γιώργος Γαβαλάς & ΣΙΑ Ε.Ε. Κεντρική διάθεση: Αθήνα: «Διαβάζω» Θεσσαλονίκη: Βιβλιοπωλείο «Κέντρο του βιβλίου» Λασσάντη 9 τηλ. 237.463 Εξώφυλλο: Πάνος Φειδάκης

34

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ Ο Αλέκος Φασιανός μιλάει στον Ηρ. Παπαλέξη

ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ 4Λ TJ

Πεζογραφία Ν .Δ. Τριανταφυλλόπουλου: Λιμενάρχης Ευρίπου Γράφει ο Θεόδ. Θεοδώρου

47 “ '

Πεζογρ«φί« Χρήστου Χωμενίδη: Το σοφό παιδί Γράφει ο Δημ. Τσατσούλης

γλ

Μελετη Γιάννη Καλιόρη: Γλωσσικός Α φελληνισμός Γράφει ο Γ. Ζησιμόπουλος

if τυ

Παιδικό Αγγέλας Καστρινάκη: Εκδρομές με φίλες Γράφει ο Διον. Κωστίδης

ΓΛ

Ποίηση Μαρίας Ράλλη-Υδραίου: Αναλώσιμα Γράφει ο Γ. Πετρόπουλος

ΠΛΑΙΣΙΟ

Αλέκο? Φασιανό?

ΤΟ ΖΩΓΡΑΦΕΙ0 Ν


ΔΕΛΤΙΟ 57

Βιβλιογραφικό Δελτίο

62

Κριτικογραφία

Α φ ιέ ρ ω μ α 66

Κων/νος Δημ. Μαλαφάντης: Χρονολόγιο Κωστή Παλαμά (1859-1943)

1C 'J

Απόστολος Σαχίνης: Οι κριτικοί του κριτικού Παλαμά

λλ

Κ. Μητσάκης: Πρόταση για μΐα φιλολογική έκδοση του «Τραγουδιστή» του Κ. Παλα­ μά

1 ΑΟ υ

Κώστας Στεργιόπουλος: Ο Παλαμάς χτες και σήμερα

11C 11 υ

Άντα Κατσίκη-Γκίβαλου: Παλαμάς και δημοτικό τραγούδι: Υποκοριστικά παράλληλα

122

-I λ λ

Βαγγέλης Αθανασόπουλος: Το μεγαλείο και η αθλιότητα ενός ρηματικού όντος.

Ιφιγένεια Μποτουροπούλου: Ο Κωστής Παλαμάς κι ο Ernest Renan

■| -I λ

Αλέξης Ζήρας: Ο Λευτέρης Πούλιος, κληροδόχος του Παλαμά. Μια αναμενόμενη συνάντηση

•1λ λ ύ ν

Κ. Γ. Κασίνης: Για μια φιλο­ λογική έκδοση των Απάντων του Παλαμά


ελληνική πεζογραφία

Ι

ο καινούριο μυθιστόρημα της Ευγενίας Φακίνου, Η Μερόπη ήταν το πρόσχημα (Αθήνα, Καστανιώτης, 1994. Σελ. 170), που μόλις κυκλοφόρησε, προκαλεί τον αναγνώστη από τον τίτλο ακόμα όπως όλα τα έργα της συγγραφέως. Η πρόκληση συνεχίζεται και σε επίπεδο αφήγησης: η Αλεξάνδρα ψόιχνει να βρει την αδελφή της, Μερόπη, που κατευθύνεται στη θάλασσα με τα βαμμένα κόκ­ κινα οστά μιας άγνωστης γυναίκας. Στην πορεία των δύο γυναι­ κών παρεμβάλλονται πρόσωπα μυθολογικών διαστάσεων, τα οποία καταργούν στο τέλος το ίδιο το κείμενο. Η Ε. Φακίνου συνθέτει λαϊκές παραδόσεις με σουρεαλιστικά στοιχεία, δημι­ ουργεί τύπους - και όχι χαρακτήρες-, σε ένα μυθιστόρημα έντονα αυτοαναφορικό, με μεταλογοτεχνικές προθέσεις. Αλλη μια πρότα­ ση για το παράδοξο προς αξιολόγησιν. Τ.Δ.

ξένη πεζογραφία I ' ύο νουβέλες του Αυστριακού Άρτουρ Σνίτσλερ (1862 -1931), σε V μετάφραση του Γιώργου Δεπάστα, κυκλοφόρησαν από τις εκ\ δόσεις Ολκός (Αθήνα, 1994. Σελ. 168. Δρχ. 1400). Πρόκειται για I I τις: Η Δεσποινίς Έλζε και ο Ανθυπολοχαγός Γκουστλ, γραμμέI I νες αντίστοιχα στα 1924 και 1900. Πίσω από τους εσωτερικούς I I μονολόγους που διατρέχουν και τα δύο κείμενα, τεχνική που ει1 I σάγεται για πρώτη φορά στη γερμανική λογοτεχνία με τον V «Γκουστλ», υφέρπει το εβραϊκό πρόβλημα αλλά και μια κοινωνι­ κή κριτική. Η αρτιότερη «Δις Έλζε» ενσωματώνει στον αφηγηματι­ κό της μονόλογο ποικίλα είδη λόγου ώστε να τον καθιστά από­ λυτα πολυφωνι!<ό. Στην εποχή τους, τα δύο κείμενα ξεσήκωσαν αντιδράσεις ενώ η δημοσίευση του σατιρικού για τον κώδικα τιμής των αξιωματικών «Γκουστλ», στοίχισε στον συγγραφέα του την καθαίρεση από το αξίωμα του στρατιωτικού γιατρού. Δ.Τ.


-------------------χρονικά 23

δοκίμια

{ Ε π ισ η μ ά ν σ ε ις

Ι

ε όπλο την ποιητικάτητα της γλώσσας ποιεί τις επεμβάσεις του στην επικαιρότητα, ο Γιώργος Σταματάπουλος στο βιβλίο του Αμμουδιές στην απρόσιτη διαφάνεια (Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 1994. Σελ. 312. Δρχ. 2500). Ιδιότυπα κείμενα/χρονογραφήματα μιας άλλης αντίληψης για επικοινωνία, οι «Αμμουδιές» δημιουργούν ανάπαυλες στη στείρα λεξιλαγνεία των ΜΜΕ ωθώντας το συμβεβηκός στη χωροχρονική του διά­ χυση. Ό π ω ς ο Κ. Ζουράρις εύστροφα επι-θέτει στην «εισαγω­ γή» του, ο συγγραφέας «πολιτεύεται χωρίς να πολιτικολογεί, διακρίνει εν διακρίσει δίχως να φατριάζεται». Σκέψεις, στοχα­ σμοί και κάποιες κριτικές βιβλίου, που δεν κρύβουν τις προ­ σωπικές επιλογές, συνθέτουν το σώμα μιας θελκτικά σχεδια­ σμένης έκδοσης.

πολίτικη

«ΜΈΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΠΕΤΑΩ» □α Μ’ ένα οποιοδήποτε βιβλία άραγε; Μ’ένα χ α λ ά βιβλίο θα □ □□ Γιατί χαι τα βιβλία, όπως χαι τ’ άλλα πράγματα, δεν έχουν όλα την ίδια ποιότητα, χι ούτε όλες οι επιλογές έχουν τις ίδιες συνέπειες. □ □□ □ Το σλόγχαν αυτό θα μπορούσε να είναι «θυγατρικό» ενός άλ­ λου, ευρύτερου: «Με καθετί κα­ λό πετάω». □ □□□□

Ι

η γνωριμία μας με Μ ια Αλλη Ευρώπη (Αθήνα, Ύψιλον, 1993. Σελ. 224. Δρχ. 2200) προτείνει η δημοσιογράφος Τέτα Παπαδοποόλου μέσα από συνεντεύξεις με 20 διανοοούμενους που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα, οι περισσότεροι, με τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης ή διαδραματίζουν σημαντικό πολιτι­ σμικό ρόλο στη διαμόρφωση της ταυτότητας της σύγχρονης Ευρώπης: Καστοριάδης, Βιντάλ-Νακέ, Μορέν, αλλά και Χάβελ, Ντούμπτσεκ, Γκέρεμεκ, Κόνραντ ή Σλάπσακ είναι μερικά από τα ονόματα που συνθέτουν αυτό το ποικιλόμορφο αλλά συμπληρωματικό παζλ μιας Ευρώπης που επιδιώκει τη συνύ­ παρξή της μέσα απ ό τις επιμέρους ιδιαιτερότητές της. Πολύ­ μορφες απόψεις, κριτική ματιά, αποκαλυπτική παρέμβαση, οι συνομιλητές της Τ.Π. διατυπώνουν σκέψεις χωρίς περιφρά­ σεις, τολμούν, προχωρούν. Αξίζει να διαβαστούν. Δ.Τ.

Γιατί το ζητούμενο είναι να πατάμε γερά αλλά χαι να βρί­ σκουμε τον τρόπο να πετάμε ψη­ λά κάπου κάπου...

□ Ένα άλλο σλόγκαν μας καλεί: «Ζηστε σαν πρωταγωνι­ στές». □α Για να λέμε και του «στρα­ βού» το δίκιο, η ζωή του καθενός μας είναι μια κινηματογρα­ φική ταινία που δεν γυρίστηκε, ένα βιβλίο που δεν γράφτηκε... □ □□ Με πρωταγωνιστή τον εαυτό μας.

παιδικά

Μ

Μ άρω Αόίζου προσπαθεί να εξοικειώσει το πα ιδ ί με τους φό­ βους, τα πρώ τα άγχη, τον μη-ορατό κόσμο που υπάρχει γύ­ ρω του... Η Κατερίνα και ο Αόρατος παίζουν κρυφτό (Εικο­ νογράφηση: Βαγγέλης Παυλίδης, Πατάκης, Αθήνα, 1993). Το βιβλίο κερδίζει χάρη στην εξαίρετη εικονογράφηση του Παυλί­ δη. Γ.Μ.

□ □□□ Αλλάζει η ουσία επειδή δεν πέφτουν πάνω μας οι προβολείς της δημοσιότητας; □ □□□□ Ας πρωταγωνιστήσουμε, λοι­ πόν, συνειδητά στη ζωή μας αξιοποιωντας τις δυνατότητες πρωτοβουλίας.ρου διαθέτουμε ή που κάθε μέρα κερδίζουμε... Α


jA y o p a

Αίολος - Αθ. Αριστοτέλης - Αθ. Βαγιονάκης - Αθ. Γκρπσης - Γεωργιάδης - Καλλιθέα. Δωδώνη - Αθ. Ειρμός - Δράμα. Ελευθερουδάκης - Αθ. Ενδοχώρα - Αθ. Εστία - Αθ. Ευριπίδης - Χαλάνδρι. Ιανός - Θεσσ. Καραθίας - Ρουσσόπουλος - Αθ. Κεντρί - Θεσσ. Λέσχη του Βιβλίου - Αθ. Λοξίας - Θεσσ. Μάτι - Κατερίνη. Μεθενίτης - Πάτρα. Μποστάνογλου - Πειραιάς. Πλαίσιο - Ρέθυμνο

| Αλφαβητάρι Ν Ε Α ΣΥΝΟΡΑ ΖΑΤΕΛΗ Ζ.: Και με το φως του λύκου επανέρχονται ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ | ΤΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ Π.: Η πρώτη εμφάνιση ΕΣΤΙΑ | ΜΕΡΚΟΥΡΗ Μ.: Γεννήθηκα Ελληνίδα ΖΑΒΡΑΝΟΣ

I

ΓΕΡΜΑΝΟΣ Φ.: Τα ερωτικά της Κορσικής ΚΑΚΤΟΣ

| ΦΑΚΙΝΟΥ Ε.: Η Μερόπη ήταν το πρόσχημα ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ | ΕΣΚΙΒΕΛ Λ.: Σαν νερό σε ζεστή σοκολάτα ΩΚΕΑΝΙΔΑ I Αλφαβητάριο Τα καλά παιδιά ΤΟΥΜΠΗΣ ΓΚΑΜΠΙΟΝ

Μαθήματα πιάνου ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ

| ΓΕΡΜΑΝΟΣ Φ.: Η εκτέλεση ΚΑΚΤΟΣ ΖΩΓΡΑΦΟΥ Λ.: Η αγάπη άργησε μια μέρα Α Λ ΕΞΑΝΔΡΕΙΑ Κ Ο ΥΜ ΑΝΤΑΡΕΑΣ Μ.: Η συμμορία της άρπας ΚΕΔΡΟΣ ΣΟΛΩΜ ΟΥ-ΞΑΝΘΑΚΗ Β.: Το γράμμα ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΗ | ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ Α : Από την κατοχή στον εμφύλιο ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΜΑΧΜΟΥΝΤ-ΧΟΦΕΡ Ο.: Ποτέ χωρίς την κόρη μου ΨΥΧΟΓΙΟΣ Ο ΥΟ ΛΛΕΡ Ρ.Τ.: Οι γέφυρες του Μάντισον ΩΚΕΑΝΙΔΑ ΟΥΩΡΤΟΝ Ε.: Τα χρόνια της αθωότητας ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ


Ο Θεσμός του Γραμματέα των σχολείων m n] προσφορά του οτΐ] λειτουργία Ο των σχολικών μονάδων I.

Εισαγωγή - Οριοθέτηση του θέματος

ταν ο νομοθέτης αποφά­ σιζε να εισάγει το θεσμό του σχολικού γραμματέα (στο εξής σ.γ) στις δύο πρώ­ τες βαθμίδες της εκπαιδευτι­ κής διαδικασίας1, πετύχαινε ουσιαστικά ένα τριπλό αποτέ­ λεσμα - αναγνώριζε και κατοχύρωνε νομοθετικά τη διοικητική λει­ τουργία μέσα στο χώρο του σχολείου, - τη διεχώριζε από την εκπαι­ δευτική όμοιά της, και - την αναμόρφωνε με την το­ ποθέτηση εξειδικευμένων ατό­ μων ενταγμένων εργασιακά στον συγκεκριμένο χώρο. Ήδη από το 19ο αιώνα ο θε­ σμός του γραμματέα υπήρξε μια αναγκαιότητα για την Γ7 βάθμια εκπαίδευση, με απο­ τέλεσμα την καθιέρωσή του στο Παν/μιο Αθηνών με τον πρώτο κανονισμό λειτουργίας του2. Κάτι τέτοιο όμως δε θα μπορούσε να πραγματοποιη­ θεί στις προηγούμενες εκπαι­ δευτικές βαθμίδες επειδή: α) το εκπαιδευτικό σύστημα των δύο πρώτων βαθμιδών βρισκόταν υπό διαμόρφωση3 και επομένως η ιεράρχηση των προτεραιοτήτων προέβλεπε σε πρώτη φάση την κάλυψη

των εκπαιδευτικών μόνο ανα­ γ κώ ν β) ο αριθμός των μαθητών στο σύνολό τους, αλλά και κα­ τά εκπαιδευτική μονάδα, ήταν τόσο μικρός, ώστε η διοικητική λειτουργία μπορούσε να προ­ χωρήσει και να διεκπεραιωθεί ο όγκος του διοικητικού έργου απρόσκοπτα από το διδακτικό προσωπικό, το οποίο ανελάμβανε και αυτό. Μια έμμεση επαλήθευση της προηγούμενης τοποθέ­ τησης αποτελεί το γεγονός ότι μόλις πρόσφατα κρίθηκε ανα­ γκαία η θεσμική μεταβολή του εκπαιδευτικού καθεστώτος, με την εισαγωγή του νέου θε­ σμούγ) οι σχολικές μονάδες ανταποκρίνονταν αναλογικά στον αριθμό των εγγεγραμμένων μαθητών4 ώστε το στοιχείο της αύξησης της διοικητικής

εργασίας να μη δικαιολογεί την ανάθεσή της σε ξεχωριστά όργαναδ) ο εργασιακός φόρτος για τους απασχολούμενους και με τα διοικητικά θέματα εκ­ παιδευτικούς ήταν σαφώς μι­ κρότερος από την τελευταία 30ετία και, τέλος, ε) οι ανάγκες του εκσυγχρο­ νισμού της εκπαίδευσης γε­ νικότερα επέβαλαν την ανά­ θεση και άσκηση διοικητικών ρόλων σε εξειδικευμένα άτο­ μα. Εμβαθύνοντας στους λό­ γους που επέβαλαν την καθι­ έρωση του θεσμού, γίνεται εμ­ φανές ότι βρίσκονται σε άμε­ ση αλληλεξάρτηση και συνά­ φεια με τις εκπαιδευτικές ανά­ γκες που δημιουργήθηκαν με­ τά τη μεταπολίτευση του 1974. Γιατί παράλληλα με τις εκπαι­ δευτικές ανάγκες αυξήθηκαν


26 χρονικά ----------------και οι απαιτήσεις διοικητικής υποστήριξης των εκπαιδευτι­ κών μονάδων, προβάλλοντας ακόμα εντονότερα το αίτημα για τον εκσυγχρονισμό των δομών των δύο πρώτων βαθμι­ δών της εκπαίδευσης. Η εισαγωγή του θεσμού έγι­ νε με το ν. 817/78 (ΦΕΚ Α' 170), όπου σύμφωνα με το άρ­ θρο 6 παρ. 1 συστάθηκαν 500 θέσεις διοικητικών υπαλλή­ λων. Ακολούθως στην παρ. 3 ορίστηκε ότι «Δια Π.Δ/των προτάσει των Υπουργών Προ­ εδρίας Κυβερνήσεως, ..., δύνανται να αυξάνονται οι θέσεις της παρ. 1 του παρόντος άρ­ θρου... διά τον διορισμόν γραμματέων εις άπαντα τα Γυμνάσια και Λύκεια, τα οποία έχουν 5 τμήματα ή περισσότε­ ρα». Σε εφαρμογή του νόμου εκδόθηκε η αρ. 148716/78 (ΦΕΚ Β' 1119) απόφαση του Υπουργού ΕΠΘ «Περί κατα­ νομής θέσεων Διοικητικών Υπαλλήλων κατηγορίας ΜΕ σε Γυμνάσια και Λύκεια», με βάση την οποία τοποθετήθηκαν σ.γ. σε 98 Γυμνάσια και 72 Λύκεια της χώρας με 5 τμήματα και άνω. Η ψήφιση του ν. 1566/85 αποτέλεσε ένα δεύτερο στά­ διο κατά το οποίο ο θεσμός βελτιώθηκε και προσαρμό­ στηκε στη νέα εκπαιδευτική πραγματικότητα5. Με το άρ­ θρο 19 παρ. 6 ορίστηκε ότι «Σε κάθε σχολική μονάδα δευτερο­ βάθμιας εκπαίδευσης με μαθη­ τές πάνω από διακόσιους (200) λειτουργεί γραμματεία, στην

οποία τοποθετείται διοικητικός υπάλληλος κατηγορίας AT, ΑΡ ή ΜΕ. Στη γραμματεία των λυ­ κείων που έχουν περισσότε­ ρους από πεντακόσιους (500) μαθητές τοποθετείται και δεύ­ τερος γραμματέας, καθώς και τρίτος, αν έχουν περισσότε­ ρους από οκτακόσιους (800) μαθητές. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Παιδεί­ ας και Θρησκευμάτων, Προε­ δρίας της Κυβέρνησης και Οι­ κονομικών μπορεί να οριστεί ότι σε κάθε 12θέσιο και πάνω δημοτικό σχολείο τοποθετείται διοικητικός υπάλληλος ως γραμματέας αυτού». Οι αλλαγές που πραγματο­ ποιήθηκαν με το νέο νόμο ήταν δύο: α) Τροποποιήθηκε το μέρος της παλαιός διάταξης που αφορούσε το πλήθος των μα­ θητών που δικαιολογούσαν την τοποθέτηση σ.γ. και, β) Καθιερώθηκε ο θεσμός του σ.γ. και στην Α/βάθμια εκπαί­ δευση, με δυνητικού όμως χα­ ρακτήρα διάταξη. Οσον αφορά την πρώτη αλ­ λαγή η διαφοροποίηση δεν υπήρξε ουσιώδης αφού στην παλαιό διάταξη οριζόταν ο αριθμός των μαθητών έμμεσα (5 τμήματα x 30 μαθητές = 150) ενώ στη νέα άμεσα (200 και άνω). Στη δεύτερη περίπτωση υπήρξε πραγματική αλλαγή, αφού ο θεσμός δεν προϋπήρχε για την Α/βάθμια εκπαί­ δευση. Η καθιέρωσή του όμως με δυνητικού χαρακτήρα διά­ ταξη ενέχει κινδύνους, αφού η

υλοποίησή της εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια τριών υπουργών. Απόδειξη αποτελεί το γεγονός της μη τοποθέτη­ σης ακόμη σ.γ. σε κανένα Δη­ μοτικό σχολείο, παρά την ύπαρξη δώδεκα (12) 13/θέσιων και τεσσάρων (4) 14/θέσιων6 σε όλη την επικράτεια. II. Η θέση του σ.γ. στον οργανωτικό σχηματισμό πως προκύπτει από το νομοθετικό πλαίσιο που καλύπτει η θεσμοθέτηση θέσεων γραμματέων στα σχο­ λεία Α/βάθμιας και Β/βάθμιας εκπαίδευσης, τα πρόσωπα που τις καταλαμβάνουν έχουν την ιδιότητα του δημόσιου υπαλλήλου, γεγονός που διευκολύνει την κατάταξή τους σ’ ένα συγκεκριμένο οργανωτικό σχήμα, όπως είναι αυτό της δημόσιας διοί­ κησης7. Παράλληλα η κατάτα­ ξη αυτή είναι πολύ σημαντική από την άποψη κατανομής της ενδοϋπηρεσιακής ισχύος που διαθέτει. Η δομή της ελληνικής δη­ μόσιας διοίκησης εμφανίζεται σχηματικά ως πυραμίδα8 με κατανομή υπαλλήλων θέσεων, όπου στην κορυφή βρίσκεται το κέντρο λήψης των αποφά­ σεων και στα κατώτερα επίπε­ δα οι παράγοντες υλοποίησής τους ή εκτελεστικά όργανα. Η μεταφορά της κατανομής αυτής μέσα στο χώρο του σχολείου δίνει την εξής εικό­ να:

Ο

Σ α ς Πε;£>ιιιένουιιε;...

Σχοο^ΓΚΟΒΟΣΤΗ σ τ ο Ν έο χίας Κατά στπ]ΐ α ΛσκΛχιταού 3


----------------- χρονικά 27 Κέντρο λήψης αποφάσεων -» Σύλλογος διδασκόντων, Ανώ­ τερα διοικητικά όργανα Δ/ντής, Υποδ/ντής, Κατώτερα διοικητικά όργανα -» Διοικητι­ κό προσωπικό. Μια από τις βασικές αρχές του γραφειοκρατικού προτύ­ που οργάνωσης9 αποτελεί η ιεραρχική οργάνωση της ερ­ γασίας. Σύμφωνα με αυτήν οι θέσεις διαρθρώνονται με τη μορφή κλίμακας από επάνω προς τα κάτω, όπου το κάθε όργανο ανάλογα με τη βαθμί­ δα στην οποία βρίσκεται ασκεί εξουσία στα αμέσως κατώτε­ ρό του κ.ο.κ. Με άλλα λόγια, σε κάθε βαθμίδα ανήκει ένας κύκλος αρμοδιότητας λιγότε­ ρο ή περισσότερο εκτεταμέ­ νος, ανάλογα με το επίπεδο που κατέχει στην ιεραρχία. Όσο κατεβαίνει η ιεραρχική κλίμακα, το ποσοστό πρωτο­ βουλίας περιορίζεται και αντί­ θετα το ποσοστό εκτέλεσης αυξάνεται10. Κατά συνέπεια με την οργανωτική μορφή που εμφανίζεται σήμερα το ελληνι­ κό σχολείο, ο γραμματέας του βρίσκεται στην κατώτερη βαθ­ μίδα της διοικητικής ιεραρ­ χίας, αν εξαιρεθεί εκείνη που περιλαμβάνει το βοηθητικό προσωπικό του σχολείου (φύλακες, επιστάτες κ.λπ.). Το γεγονός καθεαυτό έχει ένα διπλό αποτέλεσμα. Οι αρ­ μοδιότητες που ασκεί έχουν πάντοτε εκτελεστικό χαρακτή­ ρα και παράλληλα δεν έχει δυνατότητα λειτουργικής εξά­ ντλησης της ιεραρχίας, αφού υπάρχει περίπτωση ο γραμμα­

ποιο σχολείο, εάν αυτό απο­ τελεί διοικητική ενέργεια που εντάσσεται στο πλαίσιο διορι­ σμού με βάση π.χ. γενικό δια­ γωνισμό πρόσληψης, τα προ­ σόντα που θα πρέπει να έχει είναι εκείνα που ζητούνται για το σύνολο των συμμετασχόντων. Εάν όμως η τοποθέτηση είναι αποτέλεσμα άλλης μορ­ φής διοικητικής ενέργειας όπως π.χ. απόσπασης, τότε κρίνεται σκόπιμο να ελεγ­ χθούν εκτός της γενικότερης III. Η Γραμματειακή υποστή­ υπηρεσιακής κατάστασης του τοποθετούμενου και τυχόν επι­ ριξη της σχολικής μονάδας πρόσθετα προσόντα που μπο­ ρεί να διαθέτει, όπως η γνώση Α. Στελεχιακό δυναμικό χειρισμού Η/Υ, ξένων γλωσ­ σών κ.ο.κ., στοιχεία που είναι πως προαναφέρθηκε η δι­ απαραίτητα για μια τόσο ευ­ άταξη που αφορά το θε­ αίσθητη θέση όσο αυτή. σμό του σ.γ. βρίσκεται στο άρθρο 19 παρ. 6 του ν. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονιστεί ότι ο μεγαλύτερος 1566/85. Το πρώτο στοιχείο όγκος των τοποθετήσεων που που προκύπτει από την ανά­ έχουν πραγματοποιηθεί μετά λυσή της είναι ότι τις συγκεκρι­ την καθιέρωση του θεσμού, μένες θέσεις τις καταλαμβά­ έγιναν, κυρίως, με μετατάξεις νουν άτομα τα οποία μπορούν υπαλλήλων από άλλες υπηρε­ να έχουν την ιδιότητα του σίες13. δημόσιου υπαλλήλου. Επομέ­ Ένα μέρος της διάταξης νως, η διαπίστωση που προκύ­ που είναι απαραίτητο να προ­ πτει prima faciae είναι ότι άτο­ σεχθεί ιδιαίτερα είναι εκείνο μα που για διάφορους λόγους που αφορά την Α/βάθμια εκ­ στερούνται των προσόντων παίδευση, επειδή ο νομοθέτης που απαιτούνται ή γενικότερα προτίμησε να τη διαφοροποιή­ έχουν κώλυμα διορισμού, λογι­ σει σε σχέση με τη Β/βάθμια. κά αποκλείονται. Επίσης, ο διο­ Συγκεκριμένα, στην περίπτω­ ρισμός αλλά και η εν γένει ση της τελευταίας ορίζει κατη­ υπηρεσιακή τους κατάσταση γορηματικά την τοποθέτηση αποτελούν το περιεχόμενο των σ.γ. στα σχολεία που έχουν γενικών ή ειδικών διατάξεων διακόσιους (200) μαθητές και που διέπουν όλα τα θέματα άνω, ενώ στην περίπτωση της των εν λόγω υπαλλήλων. Α/βάθμιας δίνει απλά τη δυνα­ Ειδικότερα, στο ζήτημα της τότητα διορισμού. τοποθέτησης του σ.γ. σε κά­ τέας να είναι βαθμολογικά αρχαιότερος του Δ/ντή, αλλά να δέχεται και να εκτελεί εντο­ λές από εκείνον. Αυτό συμβαί­ νει γιατί η υποχρέωση ιεραρχι­ κής υπαγωγής που απορρέει από τον Υπαλληλικό κώδικα11 δεν του αφήνει κανένα περι­ θώριο άσκησης αποφασιστι­ κών αρμοδιοτήτων, επειδή επι­ κεφαλής των διοικητικών υπη­ ρεσιών του σχολείου είναι ο εκάστοτε Δ/ντής12.

Ο

Σ α ς Περιμένουμε: . ..

Σ τ^Τ Κ Ο Β Ο Σ Τ Η στο ΚΓέο μ α ς Κατάστημα ΑσκΛχιπιο ύ 3


28 χρονικά ----------------Η εξουσιοδοτική διάταξη νόμου σύμφωνα με την οποία «Με κοινή απόφαση... μπορεί να οριστεί ότι σε κάθε 12θέσιο και πάνω δημοτικό σχολείο το­ ποθετείται διοικητικός υπάλλη­ λος ως γραμματέας αυτού» δημιουργεί μια ανισομερή δια­ φοροποίηση οργανώσεων, αλ­ λά και μια ανισότητα ιεράρχη­ σης αναγκών σε σχέση με τη Β/βάθμια εκπαίδευση14. Η ανι­ σότητα αυτή φθάνει έως το σημείο ο νομοθέτης να απαιτεί για την Α/βάθμια σχολείο με 80% περισσότερους μαθητές από το αντίστοιχο της Β/βάθμιας. Η ιεράρχηση αναγκών διοι­ κητικής υποστήριξης μιας σχολικής μονάδας από άποψη εργασιακού φόρτου, είναι οπωσδήποτε θεμιτή, αφού οι υψηλότερες εκπαιδευτικές βαθμίδες έχουν περισσότερες απαιτήσεις και ανάγκες. Η κα­ τανομή όμως του διοικητικού έργου προϋποθέτει την εξέτα­ ση και σύγκριση μιας σειράς παραγόντων, οι οποίοι πρέπει να ληφθούν υπόψη ώστε να επιτευχθεί ένα ορθολογικό αποτέλεσμα. Τέτοιοι παράγο­ ντες είναι, το πλήθος των σχο­ λείων, των μαθητών και κυρίως η φύση της εργασια­ κής απασχόλησης. Σε ό,τι αφορά τον πρώτο παράγοντα το πλήθος των σχολείων της Β/βάθμιας εκ­ παίδευσης κατά το σχολ. έτος 1991-92 ήταν 303215, ενώ το σύνολο των δημοτικών ήταν 7232. Από τα πρώτα, εκείνα που έχουν από 200 μαθητές

και άνω ανέρχονται σε 1700 περίπου και σ ’ αυτά έχουν το­ ποθετηθεί 500-600 γραμμα­ τείς, που σημαίνει μια κάλυψη θέσεων της τάξεως του 35% σε ολόκληρη τη χώρα16. Από την άλλη πλευρά η εικόνα είναι τελείως διαφορετική αφού σε σύνολο 1096 12/θέσιων και άνω δημοτικών σχολείων δεν έχει τοποθετηθεί κανένας σ.γ. έως σήμερα. Θα πρέπει επί­ σης να σημειωθεί ότι το ίδιο φαινόμενο παρουσιάζεται και στη Β/βάθμια εκπαίδευση για εκείνα τα σχολεία για τα οποία προβλέπεται δεύτερος ή και τρίτος ακόμη γραμματέας17. Σχετικά με τον δεύτερο πα­ ράγοντα, εάν γίνει αποδεκτός ένας στατιστικός μ.ο. 250, ο αριθμός των μαθητών που φοι­ τά σε σχολεία με 200 μαθητές και άνω φθάνει τους 425.000 περίπου, ενώ στην Α/βάθμια με μ.ο. 370 ο αριθμός που φοιτά σε 12/θέσια και άνω σχολεία φθάνει τους 410.000 περίπου. Τέλος, για τον παράγοντα της εργασιακής απασχόλη­ σης, τα καθήκοντα των σ.γ., όπως θα εκτεθεί και στην επό­ μενη ενότητα, είναι τα ίδια και για τις δύο βαθμίδες της εκ­ παίδευσης. Σύμφωνα με όσα αναφέρ­ θηκαν η δικαιολογητική βάση της διαφοροποίησης για την τοποθέτηση σ.γ. μεταξύ των δύο εκπαιδευτικών βαθμιδών εστιάζεται στο φόρτο εργασί­ ας που αναλαμβάνει να διεκπεραιώσει καθένας γρα, ιματέας στο δημοτικό, γυμνά­ σιο και λύκειο αντίστοιχα. Η

κλιμάκωση αυτή δικαιολογεί­ ται από τη φύση κάθε βαθμί­ δας και κυρίως από τις εκπαι­ δευτικές ανάγκες που καλείται να καλύψει η καθεμία. Με αυτήν την έννοια, εάν γίνει αποδεκτή η προηγούμενη θέ­ ση, παρατηρούνται δύο οργα­ νωτικές αδυναμίες του συστή­ ματος, - η πρώτη εντοπίζεται στη δι­ αφοροποίηση που λογικά θα έπρεπε να υπήρχε μεταξύ των δύο μορφών της Β/βάθμιας εκπαίδευσης γυμνασίου και λυκείου, όπου κι εκεί εμ­ φανίζεται η διαφορά εργασι­ ακού φόρτου, και - η δεύτερη περιορίζεται στην παντελή έλλειψη κάλυψης θέ­ σεων σ.γ. στην Α/βάθμια εκ­ παίδευση. Β. Διοικητική εργασία λα τα συστήματα διοικη­ τικής οργάνωσης προ­ βλέπουν, εκτός των άλ­ λων, την κατάρτιση και εφαρ­ μογή μεθόδων διοίκησης που έχουν ως βάση την επίτευξη αντικειμενικών σκοπών, όπου τα προσδωκόμενα αποτελέ­ σματα βρίσκονται σε άμεσο συσχετισμό με την ευθύνη επί­ τευξής τους. Η ευθύνη αυτή δεν μπορεί παρά να αποτελεί την υποχρέωση ενός συνόλου ενεργειών που επιτελούνται από συγκεκριμένα άτομα σε κάποιον εξειδικευμένο εργα­ σιακό τομέα. Με αυτό το σκε­ πτικό για κάθε σκοπό που επι­ λέγεται η αποτελεσματική πραγματοποίησή του ανατί-

Ο

Σ α ς Πε;£)ΐ]ΐένουιιε;...

Σχοο^ΓΚΟΒΟΣΤΗ σ τ ο Μ ά ο ] ΐ α ς Κ α τ ά σ τ π jjlα Α σ κ Λ χ ιπ ιο ύ 3


----------------- χρονικά 29 θεται σ’ ένα άτομο ή ένα ευ­ ρύτερο σύνολο. Σε μια οργάνωση, όπως εί­ ναι το σχολείο, οι σκοποί πουέχουν τεθεί είναι πολλοί. Μια πρώτη κατηγοριοποίησή τους τους διακρίνει σε φανερούς και κρυφούς. Στην πρώτη κα­ τηγορία εντάσσονται οι σκοποί που άπτονται της εκπαιδευτι­ κής διαδικασίας, όπως π.χ. εί­ ναι η μετάδοση των γνώσεων, η εκμάθηση ή η τελειοποίηση τεχνικών δεξιοτήτων κ.ο.κ. Στη δεύτερη κατηγορία περιλαμ­ βάνονται οι σκοποί που συνδέ­ ονται άμεσα με την προσωπι­ κότητα ή γενικότερα με τη διαμόρφωση του forum internum του μαθητή. Παράλληλα οι λειτουργίες που επιτελούνται για την πραγματοποίησή τους έχουν δύο μορφές, την εκπαιδευτική και τη διοικητική. Η εξειδίκευση της τελευταίας περι­ λαμβάνει το σύνολο των κα­ θηκόντων που πρέπει να ασκη­ θούν προκειμένου να διεκπεραιωθεί το διοικητικό έρ­ γο. Προς το σκοπό αυτό εκδόθηκε η αρ. 2467/2-3-83 εγκύκλιος-διαταγή του υπουρ­ γού ΕΠΘ, όπου ορίστηκαν τα καθήκοντα των σ.γ. και με την οποία υπάρχουν ορισμένες διαφοροποιήσεις με τα αναφερόμενα παρακάτω. Ο σ.γ., ως όργανο που κα­ λείται να επιτελέσει συγκε­ κριμένο έργο μέσα στο πλαί­ σιο της οργανωτικής δομής, θα πρέπει να εντοπίσει το εν­ διαφέρον του στα εξής: α) στη διοικητική εργασία

που αφορά τη λειτουργία του σχολείου ως δημόσιας υπη­ ρεσίας, εργασία που αφορά τη σχέση του με το περιβάλλον (π.χ. άλλες δημόσιες υπηρε­ σίες ή μεμονωμένα πρόσωπα), και β) στη διοικητική εργασία που σχετίζεται άμεσα με τη λειτουργία του σχολείου ως οργάνωσης καθεαυτής, εργα­ σία που αφορά τις ενδοϋπηρεσιακές σχέσεις (π.χ. λει­ τουργία συλλογικών οργά­ νων). Ξεκινώντας από την πρώτη μορφή διοικητικού έργου, ο γραμματέας πρέπει να διεκπεραιώσει τα αιτήματα που προέρχονται ή αποστέλλονται από και προς το εξωτερικό πε­ ριβάλλον του σχολείου. Αυτά μπορεί να είναι είτε η συνηθι­ σμένη υπηρεσιακή αλληλο­ γραφία, είτε αιτήματα μεμονω­ μένων ατόμων, είτε η γενικότε­ ρη επικοινωνία (τηλεφωνική, FAX, κ.ο.κ.). Έτσι, η ιεραρχική κατανομή του διοικητικού έρ­ γου επιβάλλει: α) την παραλαβή και απο­ στολή της εν γένει αλληλο­ γραφίας. β) την επαφή με προμηθευ­ τές προκειμένου να υπάρχουν τα απαραίτητα αναλώσιμα υλι­ κά για την απρόσκοπτη λει­ τουργία της σχολικής μο­ νάδας, γ) το στάδιο υλοποίησης των αποφάσεων, είτε των ατο­ μικών οργάνων διοίκησης (π.χ. Δ/ντής, Γυμνασιάρχης, κ.λπ.), είτε των συλλογικών (π.χ. σύλ­ λογος διδασκόντων),

δ) τα θέματα που αφορούν γενικά αιτήματα (π.χ. συνα­ ντήσεις εκπαιδευτικού προ­ σωπικού με γονείς), και τέλος, ε) την ενημέρωση μέσω τη­ λεφωνικών συνδιαλέξεων των ενδιαφερόμενων. Από την άλλη πλευρά, η δεύτερη μορφή διοικητικού έργου περιλαμβάνει ένα σύ­ νολο ενεργειών που επιτελούνται στο πλαίσιο της ορ­ γάνωσης και αφορούν τις εσω­ τερικές λειτουργίες της. Γι’ αυτό το λόγο ο γραμματέας εί­ ναι υποχρεωμένος να: α) Προετοιμάζει, σε συνερ­ γασία με το Δ/ντή του σχο­ λείου, την Η.Δ. των θεμάτων που θα περιλαμβάνονται στην περιοδική ή έκτακτη Γ.Σ. του συλλόγου των διδασκόντων. β) αναλαμβάνει τη διανομή της. γ) τηρεί τα πρακτικά της συγκεκριμένης συνέλευσης, τα καταχωρεί επίσημα και τα αρχειοθετεί. Είναι χαρακτη­ ριστικό το ότι στην προαναφερόμενη εγκύκλιο ορίζεται: «Κατά την κρίση του συλλόγου καθηγητών, μπορεί να παρίσταται ο γραμματέας του σχο­ λείου στις συνεδριάσεις του, οπότε και τηρεί τα πρακτικά των συνεδριάσεων». Πραγματι­ κά, είναι τουλάχιστον περίερ­ γη η παροχή διακριτικής ευχέ­ ρειας18 στη συνέλευση σε ό,τι αφορά την εν λόγω εργασία, αφού κατά τεκμήριο ο γραμ­ ματέας είναι πρόσωπο που απολαμβάνει της εμπιστοσύ­ νης της διοίκησης στον οιοδήποτε οργανωτικό σχηματισμό.

Σ α ς ΓΊετςημένουμε;...

Σχου^ΓΚΟΒΟΣΤΗ σ τ ο ΚΓάο ] ΐ α ς Κ α τ ά σ τ η μ α Α σ κ Λ χ ιτ ιιο ύ 3


30 χ ρο νικ ά -----------------Ένα ιδιαίτερο παράδειγμα αποτελούν τα Α.Ε.Ι. όπου οι γραμματείς των τμημάτων ενημερώνουν για την ισχύουσα νομοθεσία τις συνεδριά­ σεις των συλλογικών οργά­ νων...».19 δ) τηρεί βιβλίο πρωτοκόλ­ λου όπου καταχωρεί τα ει­ σερχόμενα και εξερχόμενα έγ­ γραφα με σαφή περίληψη του κειμένου, προκειμένου να υπάρχει η δυνατότητα εύ­ κολης αναζήτησης στοιχείων. ε) ενημερώνει τα υπηρεσι­ ακά βιβλία (π.χ. το βιβλίο μη­ τρώου και προόδου μαθητών) και καταχωρεί στοιχεία εκτός από βαθμολογίες, στ) συντάσσει υπηρεσιακά έγγραφα (π.χ. πιστοποιητικά σπουδών), τα οποία ακολού­ θως υπογράφονται από τους αρμοδίους παράγοντες, και τέλος ζ) τηρεί το αρχείο του σχο­ λείου. Από το βαθμό επίτευξης των προαναφερόμενων εργα­ σιών εξαρτάται - πρώτον, η αποτελεσματι­ κή λειτουργία της συγκεκρι­ μένης σχολικής μονάδας, και - δεύτερον, το μέγεθος της επιτυχίας του διοικητικού ορ­ γάνου ως καθεαυτού. IV. Κριτική θεώρηση του θεσμού ε την εισαγωγή του θε­ σμού του σ.γ. πραγμα­ τοποιήθηκε πράγματι ένα σημαντικό βήμα για τον εκσυγχρονισμό20 των εκπαι­

Μ

δευτικών δομών. Η ανάθεση της διοικητικής λειτουργίας σε υπαλλήλους που έχουν προσληφθεί για το σκοπό αυτό και η ταυτόχρονη απαλλαγή των εκπαιδευτικών από γραφειο­ κρατικές διαδικασίες, αποτε­ λούν στοιχεία αναβάθμισης των δύο πρώτων βαθμιδών του εκπαιδευτικού μας συστή­ ματος. Η πραγματικότητα κατέδειξε ότι οι ανάγκες για ριζικές ή επιμέρους μεταρρυθμίσεις στο σύνολο των οργανώσεων του ιδιωτικού ή δημόσιου το­ μέα, αποτελούν κινήσεις οι οποίες εκ των πραγμάτων κα­ τατείνουν στο να προσαρμό­ σουν τους μηχανισμούς λει­ τουργίας τους σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον, με αυτήν την έννοια οι αποφά­ σεις που παίρνονται στοχεύ­ ουν είτε σε δομικές αλλαγές, είτε σε αναμορφώσεις των εν λόγω μηχανισμών. Το μέγεθος της επιτυχίας μιας θεσμικής μεταβολής ή της απόπειρας αναμόρφωσης μηχανισμών λειτουργίας θε­ σμών, που ήδη υπάρχουν εξαρτάται από πολλούς πα­ ράγοντες, οι κυριότεροι από τους οποίους είναι: α) η προέλευση της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας, β) η έκταση, το βάθος και ο χαρακτήρας τους, γ) τα διατιθέμενα μέσα, και τέλος, δ) η αποδοχή της στο στε­ νότερο εργασιακό ή ευρύτερα κοινωνικό χώρο. Όσον αφορά τον πρώτο πα­

ράγοντα υποστηρίζεται η άπο­ ψη21 ότι «στο μέτρο που τα μεταρρυθμιστικά μέτρα προτείνονται από ενδοοργανωτικές πηγές μπορεί να αναμένεται μεγαλύτερη πιθανότητα επι­ τυχούς εφαρμογής τους και εκτέλεσης, ενώ το αντίστροφο αναμένεται για μεταρρυθμί­ σεις που προέρχονται από εξωτερικές πηγές (π.χ. πολιτι­ κή εξουσία) Στην προκειμένη περίπτωση αν και η μεταρρύθμιση προ­ ήλθε από εξωτερική πηγή (πο­ λιτική εξουσία), εντούτοις σε γενικές γραμμές κρίνεται ως επιτυχής, αφού οι ατέλειες που παρατηρούνται, π.χ. σε θέματα όπως η πλήρωση των θεσμών, καλύπτονται από τη λειτουργική αξιοπιστία του θε­ σμού, όπως εμφανίζεται κατά την εφαρμογή του22. Ο δεύτερος παράγοντας αποκτά βαρύτητα από το μέ­ γεθος ικανοποίησης του δη­ μόσιου συμφέροντος23. Πράγ­ ματι, αν και τα τρία στοιχεία που αναφέρονται παραπάνω δεν ασκούν αποφασιστική επιρροή στην επιτυχία του θε­ σμού, αφού τόσο η έκταση όσο και το βάθος της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας εί­ ναι μικρής εμβέλειας και ο χα­ ρακτήρας της παραμένει επί­ σης διοικητικός, εντούτοις η ικανοποίηση του δημόσιου συμφέροντος είναι πολύ μεγά­ λη για το λόγο ότι αφενός απε­ λευθερώνεται διδακτικό προ­ σωπικό, το οποίο ασχολείτο με διοικητικής φύσεως θέματα, και αφετέρου επιτυγχάνεται

Σ α ς ΤΊας>ι]ΐένοιτμ ε:...

Στ2«ΓΓΚΟΒΟ£ΤΗ σ τ ο Τ\Γάο ιιας Κατάστηιια Άσκλχιιιιού 3


----------------- χρονικά 31 αξιολογική χρήση εξειδικευμένου προσωπικού. Σύμψωνα με τον τρίτο πα­ ράγοντα, τα διατιθέμενα μέσα αποτελούν ένα σημαντικό ερ­ γαλείο, όχι μόνο για την πραγ­ ματοποίηση ενός συγκεκριμέ­ νου έργου αλλά και για την αύ­ ξηση της αποτελεσματικότητας24 της εργασίας εκείνου που το επιτελεί. Δυστυχώς στην περίπτωση των σ.γ. η έλ­ λειψη μηχανοργάνωσης και ο περιορισμός της εκτέλεσης του διοικητικού έργου με μέσα και τεχνικές που ίσχυαν πριν από 50 χρόνια, δε συνεισφέρει στη γρήγορη και αποτελεσμα­ τική διεκπεραίωσή του, γεγο­ νός που σημαίνει παράλληλα και χαμηλή παραγωγικότητα25. Τέλος, ο τέταρτος παράγο­ ντας υπήρξε απόλυτα καθο­ ριστικός, στην αποδοχή της θεσμικής μεταβολής που συντελέστηκε. Από τη μια πλευ­ ρά ο στενότερος εργασιακός χώρος δέχθηκε με ευχαρί­ στηση την εισαγωγή και λει­ τουργία του θεσμού, αφού με την κατανομή του διοικητικού έργου που επιτεύχθηκε ο κάθε εργαζόμενος ασχολείται με θέματα της αρμοδιότητάς του26. Από την άλλη υπήρξε και μια ευρύτερη κοινωνική αποδοχή με την έννοια της τα­ χύτερης εξυπηρέτησης του κοινωνικού συνόλου και ο συναλλασσόμενος με την υπη­ ρεσία μπορεί σε κάθε στιγμή να έχει πρόσβαση και άμεση πληροφόρηση σε θέματα που τον αφορούν.

V. Προτάσεις για τη βελτίωση του θεσμού ο πρώτο και σημαντικότε­ ρο στοιχείο στο οποίο πρέπει να προσβλέπουν όσοι δημιουργούν ένα θεσμό, είναι η αριστοποίηση (optimi­ zation) των αποτελεσμάτων του. Γι’ αυτό το λόγο η λεπτο­ μερής ανάλυση οργανωτικών και κοινωνικών παραμέτρων κρίνεται όχι απλώς απαραίτητη αλλά και αναγκαία για τη λει­ τουργία του και κατ’ ακολου­ θία επιτυχία του. Η ανάγκη εκσυγχρονισμού των ανθρώπινων δραστηριο­ τήτων σε όλα τα επίπεδα, οδή­ γησε στην ανάπτυξη νέων τε­ χνικών οργάνωσης και διοίκη­ σης με τις οποίες όχι μόνο βελτιώθηκαν τα συστήματα παροχής τους, αλλά και προω­ θήθηκε η οικονομία τους. Οι οργανωτικές επιλογές δεν αποτελούν πλέον προϊόντα διάσπαρτων και συμπτωματικών αποφάσεων, αλλά στηρί­ ζονται σε αρχές και κυρίως σε τεχνικές εξειδικευμένων ατό­ μων27. Εάν υπάρχει μια υπηρε­ σία για τη διοίκηση και οργά­ νωση της οποίας χρειάζεται κάτι περισσότερο από τις απλές, συνηθισμένες διοικητι­ κές ικανότητες που αποκτά κάποιος εμπειρικά, αυτή είναι η εκπαίδευση28. Με αυτό το σκεπτικό η σύλ­ ληψη ως ιδέας και η εφαρμογή στην πράξη του θεσμού των σ.γ. ήρθε αφενός να καλύψει το κενό που υπήρχε στην διοι­ κητική λειτουργία των σχολι­

Τ

κών μονάδων και αφετέρου να διευκολύνει την εκπαιδευτική διαδικασία στο επίπεδο της εξειδίκευσης και καταμερι­ σμού του διοικητικού έργου. Γι’ αυτό το λόγο από οργα­ νωτική σκοπιά μια πρώτη κριτι­ κή του θεσμού θα τον χαρα­ κτήριζε ως επιτυχημένο. Το ίδιο συμβαίνει όμως και λει­ τουργικά; Ένα από τα πρώτα προβλή­ ματα, που παρουσιάστηκαν, και υπάρχουν ακόμη, κατά την εφαρμογή του θεσμού, αποτέλεσε η αδυναμία κάλυψης των θέσεων που θα έπρεπε να κα­ λυφθούν σε σχέση με τα σχο­ λεία κατά τα οριζόμενα από το νόμο. Η εικόνα που παρουσιά­ ζεται σήμερα στην περιφέρεια δεν είναι η ιδανική. Για παρά­ δειγμα29 στο νομό Έβρου σε σύνολο 17 σχολείων με 200 μαθητές και άνω έχουν διορι­ στεί 3 σ.γ. που σημαίνει κά­ λυψη 18%. Στο νομό Λακωνίας σε σύνολο 9 έχουν διοριστεί 4 (κάλυψη 44%). Στο νομό Λασηθίου σε σύνολο 15 έχουν διοριστεί 8 (κάλυψη 40%). Ο μόνος τρόπος για να καλυφθεί η αδυναμία του συστήματος σε πρώτη φάση είναι η πραγ­ ματοποίηση μετατάξεων ή αποσπάσεων υπαλλήλων από άλλες υπηρεσίες, προκειμένου να στελεχώσουν τη διοικητική υπηρεσία των σχολείων30. Ένα δεύτερο λειτουργικό πρόβλημα που παρουσιάζεται είναι η συμμετοχή του σ.γ. στα όργανα διοίκησης του σχολεί­ ου που υπηρετεί. Ήδη προηγήθηκε εκτενής ανάλυση για

Σ α ς Πσ&ιμένα σμ a...

Σχο«ΓΓΚΟΒΟΣΤΗ σ τ ο Ν έ ο μ α ς Κ α τ ά σ τ η μ α Α σ κ Λ ζ ιι ζ ιο ύ 3


32 χρονικά -----------------τη θέση του στον οργανωτικό σχηματισμό. Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι αποτε­ λεί ένα απλό εκτελεστικό όρ­ γανο και τίποτε περισσότερο. Η σύγκρισή του με τον αντί­ στοιχο γραμματέα τμήματος Α.Ε.Ι. εμφανίζει παραστατικά την οργανωτική του υποβάθμιση, αφού μια από τις βασικές αρμοδιότητες όπως είναι η τή­ ρηση πρακτικών των συνε­ δριάσεων του συλλόγου δι­ δασκόντων εναπόκειται στη διακριτική τους ευχέρεια να ασκηθεί ή όχι. Η αντιμετώπιση του προ­ βλήματος θα πρέπει να γίνει σε δύο επίπεδα: α) Με τη θεσμοθέτηση των αρμοδιοτήτων του με νομο­ θετικό κείμενο ή με πράξη της εκτελεστικής λειτουργίας αυξημένης τυπικής ισχύος, όπως είναι το Π.Δ/γμα και όχι με πράξη της διοίκησης με μορφή εγκυκλίου-διαταγής, γεγονός που προϋποθέτει, τουλάχιστον μια περισσότερο εμπεριστατωμένη επεξεργα­ σία. β) Το δεύτερο επίπεδο αφο­ ρά τη συμμετοχή στα όργανα διοίκησης με αποκλειστικές και όχι συντρέχουσες αρμο­ διότητες για θέματα δι­ οικητικού και όχι εκπαιδευτι­ κού χαρακτήρα. Το τρίτο επίσης λειτουργικό πρόβλημα που παρουσιάζεται αφορά το εύρος των γνώσεων που απαιτείται να έχει ένας σ.γ. Εκτός από τον βασικό του απολυτήριο τίτλο (απολυτήριο λυκείου, πτυχίο παν/μίου) επι­ βάλλεται να διαθέτει γνώσεις πέραν των όσων του παρέχει ο συγκεκριμένος τίτλος σπου­ δών, για το λόγο ότι η ευρύτη­ τα των θεμάτων που καλείται να αντιμετωπίσει σε συσχετι­ σμό και με τη νέα τεχνολογία (Η/Υ), η οποία θα πρέπει να

αρχίσει σε κεντρικό επίπεδο (π.χ. Δ/νσης), απαιτούν ένα υπάλληλο με αυξημένες δυνατότητες. Συγκεκριμένα, η γνώση μιας βασικής ξένης γλώσσας απο­ τελεί πλέον ένα απαραίτητο εφόδιο31, γι’ αυτό και η εισα­ γωγή διδασκαλίας της Αγγλι­ κής στα δημοτικά σχολεία αποτελεί ένα σημαντικό βήμα στον εκσυγχρονισμό των δο­ μών της εκπαίδευσης. Από την άλλη πλευρά, ένα από τα αδύ­ νατα σημεία του εκπαιδευτι­ κού μας συστήματος αποτελεί η έλλειψη μηχανοργάνωσης των διοικητικών υπηρεσιών της εκπαίδευσης σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο. Δε νοείται σήμερα να εκδίδονται τίτλοι σπουδών ή άλλης μορ­ φής πιστοποιητικά, χειρόγρα­ φα. Η ανάπτυξη ενός συστή­ ματος με βάσεις δεδομένων που θα αρχίζει από το ΥΠΕΠΘ, θα περνάει μέσα από τις κατά τόπους Δ/νσεις και Γραφεία και θα καταλήγει στα σχολεία, αποτελεί μια αναγκαιότητα που θα διευκολύνει το διοικη­ τικό έργο επισπεύδοντας τις διαδικασίες32. Ακόμη η βελτίωση του επαγ­ γελματικού επιπέδου του σ.γ. περνάει μέσα από τη διαδικα­ σία της επιμόρφωσής του33. Ποτέ ένα στέλεχος της δημό­ σιας διοίκησης δεν μπορεί να θεωρηθεί αύταρκες επαγγελ­ ματικά εάν δεν παρακολουθεί τις νέες τάσεις και εξελίξεις που αναπτύσσονται στον ευρύτερο εργασιακό του χώ­ ρο. Ειδικότερα, για την εν λό­ γω κατηγορία υπαλλήλων δεν θα ήταν αρκετή η παρακολού­ θηση σεμιναρίων σε θέματα αποκλειστικά διοικητικού χα­ ρακτήρα34, αλλά επιβάλλεται η συμμετοχή τους σε προ­ γράμματα με παιδαγωγικό ή ψυχολογικό περιεχόμενο, α­

φού η καθημερινή τους επαφή με τα παιδιά προϋποθέτει μιας διαφορετικής μορφής συμπε­ ριφορά απ’ ό,τι των υπολοίπων συναδέλφων του. Τέλος, ένα πολύ σημαντικό ζήτημα που παρουσιάζεται χω­ ρίς να έχει αντιμετωπιστεί θε­ σμικά έως τώρα αποτελεί η μείωση του αριθμού μαθητών σε ένα σχολείο Β/θμιας εκ­ παίδευσης, στο οποίο όμως εί­ ναι ήδη τοποθετημένος γραμ­ ματέας35. Ως πλέον ενδεδειγμένη λύση αποτελεί η μετακίνησή του σε άλλο σχο­ λείο της ίδιας περιφέρειας που να πληροί τις προϋποθέ­ σεις του νόμου, προκειμένου αφενός να καλύπτονται τα υπηρεσιακά κενά και αφετέ­ ρου να αίρεται η ανισότητα που δημιουργείται μεταξύ των σχολικών μονάδων. Θ α νά σ ης Π. Α λα μ ά νη ς *1

Σημειώσεις 1. Εξαιρείται η προσχολική αγωγή αφού για συγκεκριμένο τύπο σχολεί­ ου δεν υπήρξε παρόμοια θεσμοθέ­ τηση. 2. Για το θεσμό βλ. Θ. Αλαμάνη «Η θε­ σμική διάσταση του Προϊσταμένου Γραμματείας των Α.Ε.Ι. Εκσυγχρονι­ σμός ή στασιμότητα;» σε Ε.Δ.Δ.Δ. τ. 4 (1992), σελ. 481 επ. passim. 3. Από την πλούσια βιβλιογραφία, βλ. ενδεικτικά Δ Γληνού «Το βασικό πρόβλημα της παιδείας», 1923, I. Τζουμελέα - Γ. Παπαδόπουλου «Η εκπαίδευσή μας τα τελευταία 100 χρόνια», 1933, X. Λέφα «Ιστορία της εκπαιδεύσεως», 1942, Α Ισηγόνη «Ιστορία της Παιδείας», 1964, Α Δημαρά «Η μεταρρύθμιση που δεν έγι­ νε», τ. Α' και Β' 1973/74, Σ. Μπουζάκη «Νεοελληνική εκπαίδευση», 1985, Θ. Χατζηστεφανίδη «Ιστορία της νεο­ ελληνικής εκπαίδευσης», 1986, Ζ. Ευαγγελόπουλου «Ιστορία της νεο­ ελληνικής εκπαίδευσης», τ. Α' και Β' 1987. 4. Σύμφωνα με το δελτίο της Γ.Σ.Υ.Ε κατά το σχολ. έτος 1936-37 η αναλογία μαθητών Μ.Ε ανά καθηγη­ τή ήταν 22, ενώ η αναλογία μαθητών


----------------- χρονικά 33 ανά σχολείο 193. Κατά το σχολ. έτος 1983-84 η αναλογία ανά διδά­ σκοντα ήταν 18 ενώ ανά σχολείο 295 (Δελτίο Ε.Σ.Υ.Ε). 5. Στο κεφ. ΣΤ' της εισηγητικής έκθε­ σης αναφέρεται: «Επεκτείνεται η το­ ποθέτηση γραμματέων στα σχολεία που έχουν μεγάλο αριθμό μαθη6. Τα 12/θέσια Δημοτικά σχολεία σε όλη την Ελλάδα ανέρχονται σε χίλια εβδομήντα (1070), (Πηγή: Δ/νση Ν βάθμιας εκπαίδευσης ΥΠΕΠΘ). 7. Για την έννοια βλ. αντί άλλων Μ. Στασινόπουλου «Μαθήματα Διοικητι­ κού Δικαίου», 1957, σελ. 35, Δ. Τσούτσου «Έννοια και περιεχόμενον της δημόσιας διοικήσεως» σε «Διοίκησις και Δίκαιον», 1979 passim, Σπ. Φλο­ γαΐτη, «Το Ελληνικό διοικητικό σύ­ στημα», 1987, σελ. 22 επ. και τέλος Α. Τάχου «Ελληνικό διοικητικό δίκαι­ ο», 1988, σελ. 13 επ. 8. Για το θέμα βλ. Θ. Αλαμάνη «Ο ρό­ λος των εγκυκλίων στη διοικητική πρακτική», Ε.Ε.Ν 1988, σελ. 72. 9. Τα χαρακτηριστικά του γραφειο­ κρατικού προτύπου οργάνωσης αναλύθηκαν από τον Μ. Weber «The theory of social and economic organizations», 1947, σελ. 328 επ. Επίσης για το ίδιο θέμα βλ. G. Cole «Management, theory and practice», 1984, σελ. 34 επ. και G. Hutton «Thinking about organizations», 1969, σελ. 135 επ. 10. Βλ. J. Chevallier «Διοικητική Επι­ στήμη», 1993, σελ. 347 (μετ. Β. Ανδρουλάκης και Β. Σουλάνδρου). 11. Βλ. άρθρο 71 π,χ. 611/77. 12. Βλ. άρθρο 11 ν. 1566/85. 13. Η πληροφόρηση προέρχεται από την Πανελλήνια Ομοσπονδία συλλόγων Υπαλλήλων Υπουργείου Παιδείας (Π.Ο.Σ.Υ.Π.). 14. Σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 6 του ν. 1566/85, ένα 12/θέσιο δημοτικό σχολείο έχει δυναμικότητα 331-360 μαθητές. 15. Περιλαμβάνεται κάθε τύπος σχο­ λείου, ημερήσια, νυκτερινά, ειδ. αγωγής, ΤΕΛ. κ.λπ. 16. Τα στοιχεία είναι κατά προσέγγιση και προέρχονται από την Π.Ο.Σ.Υ.Π. 17. Βλ. άρθρο 19 παρ. 6 εδ. 2 ν. 1566/85. 18. Για την έννοια της διακριτικής ευχέρειας βλ. I. Sharkansky «Public Administration», 1974, σελ. 114. 19. Βλ. άρθρο 3 παρ. 2 ν. 2083/92. 20. Για την ανάγκη εκσυγχρονισμού της Δημόσιας Διοίκησης, βλ. Γ. /7αηαδημητρίου «Ο εκσυγχρονισμός στη Δημόσια Διοίκηση» σε «Μελέ­

τες I», 1991, σελ. 13 επ. 21. Βλ. Α Μακρυδημήτρη «Προ­ βλήματα διοικητικής μεταρρύθ­ μισης» σε «Διοικητικές μελέτες», 1991, σελ. 13. 22. Προσωπικές μαρτυρίες δύο Δ/ντών σχολείων και ενός συνδικαλιστικού εκπροσώπου (Π.Ο.Σ.Υ.Π.) επιβεβαί­ ωσαν τη θέση αυτή. 23. Βλ. C. Caiden «Reform or re­ vitalization» σε C. Caiden-. Siedentopf «Strategies for admini; strative reform», 1982, σελ. 85 επ., την άποψή του για τις ενδογραφειοκρατικές μεταρρυθμίσεις. Για την έννοια του δημόσιου συμφέροντος από την πλούσια βι­ βλιογραφία βλ. ενδεικτικά Α. Μάνεση «Η συνταγματική αρχή της ισό­ τητας και η εφαρμογή αυτής υπό των δικαστηρίων» σε «Συνταγματι­ κή θεωρία και πράξη», 1980, σελ. 316 επ. Πρ. Δαγτόγλου «Γενικό Δι­ οικητικό δίκαιο», 1984, σελ. 113 επ. και ιδίου «Δημόσιον συμφέρον και Σύνταγμα» ΤοΣ 12 (1986) σελ. 425, Επ. Σπηλιωτόπουλου «Εγχειρίδιον διοικητικού δικαίου I», 1986, σελ. 76 επ. και τέλος F. Fleiner «Instutionem der Deutschen Verwaltungsrechts», 1932, σελ. 131 επ. (μετ. Γ. Στυμφαλιάδη). 24. Ο G. Berkley «The craft of public administration», 1978, στη σελ. 310 υποστηρίζει ότι «... effectiveness means doing the right things better». 25. Με τον όρο παραγωγικότητα (ο όρος έχει ταυτιστεί σήμερα με τον αντίστοιχο εργονομία) εννοείται ένα οικονομικό μέγεθος το οποίον προκύπτει ως το πηλίκον του παραγόμενου αποτελέσματος με έναν από τους συντελεστές παρα­ γωγής, που στην προκειμένη περί­ πτωση είναι τα μέσα που διαθέτει ο υπάλληλος. Οι Η. Koonz-C. O’Donnei «Οργάνωση και Διοίκη­ ση», 1984, (μετ. Χρ. Βαρδάκος) στη σελ. 125 υποστηρίζουν ότι «Η πα­ ραγωγικότητα εξαρτάται εν μέρει από την κατάσταση της τεχνολο­ γίας». 26. Η αναγκαιότητα, κατ’ επέκταση χρησιμότητα του θεσμού προ­ βάλλεται τόσο ως πάγιο αίτημα του συνδικαλιστικού κινήματος, όσο και από τα ίδια τα εκπαιδευτικά στελέχη (Δ/ντές σχολείων, καθηγη­ τές κ.λπ.). 27. Πρβλ. Τ. Davies «School orga­ nization», 1969, σελ. 209. 28. Πρβλ. D. Berley «The education officer and his world», 1973, σελ. 14.

29. Η επιλογή των νομών έγινε τυχαία. 30. Η λύση προτείνεται με δεδομένη την απαγόρευση προσλήψεων στο δημόσιο τομέα. 31. Ο X. Κανελλόπουλος «Αξιοποίηση προσωπικού» σε Α Μακρυδημήτρη οπ.π. σελ. 128 γράφει: «Τέλος και η ικανότητα ευχερούς συνεννόησης σε ξένες γλώσσες θεωρούνται ως ικανότητες τεχνικού χαρακτήρα που τα σημερινά στελέχη μπορούν να αξιοποιήσουν επωφελεία προσωπική και οργανωτική». 32. Ibid σελ. 127 «Όσον αφορά τις απαιτούμενες δεξιότητες ειδικού η τεχνικού χαρακτήρα είναι ευρέως αποδεκτό ότι η ικανότητα διαχείρι­ σης των υλικών πόρων καθώς επί­ σης και της πληροφορικής τεχνολο­ γίας καθίσταται πρωταρχικής ση­ μασίας στους σημερινούς οργανι33. Για τον εννοιολογικό προσδιορισμό των όρων επιμόρφωση και μετεκ­ παίδευση, βλ. Μ. Κασσωτάκη «Από την επιμόρφωση στη μετεκπαί­ δευση του διδακτικού προσωπικού της Δημοτικής και Μέσης Εκπαί­ δευσης» σε «Σύγχρονη Εκπαί­ δευση», τ. 11 (1983), σελ. 72. Για την επιμόρφωση των εκπαιδευτι­ κών ως μοχλού ανανέωσης, αλλα­ γής ή μεταρρύθμισης στην παι­ δεία, βλ. Χρ. Τράγκου «Επιμόρφω­ ση. Όροι, στόχοι και προϋποθέ­ σεις. Αξιολόγηση επιμορφωτικής διαδικασίας» σε «Επιστημονικό βή­ μα του δασκάλου», τ. 1 (1993), σελ. 1 επ. Ούτως ή άλλως η ανάγκη επι­ μόρφωσης των δημ. υπαλλήλων γενικά έχει γίνει αντικείμενο μελέ­ τη ς πολλών επιστημόνων, βλ. εν­ δεικτικά Γ. Παπαχατζή «Το πρόβλη­ μα της μετεκπαίδευσης των ανωτάτων στελεχών της κρατικής διοικήσεως» σε Ε.Ε.Ν. (1957) σελ. 289 επ. και Λ Κόρσου «Σκέψεις επί του θέματος της μετεκπαιδεύσεως των δημοσίων υπαλλήλων» σε Ε.Δ.Δ.Δ. (1970) σελ. 23 επ. 34. Τέτοιας μορφής σεμινάρια πραγ­ ματοποιούνται από το Ι.Δ.Ε. Ε.Κ.Δ.Δ. κάθε χρόνο κατανεμημένα σε κύκλους, όπως π.χ. Σχέσεις κράτους-πολίτη, Οργάνωση-Διοίκηση, κ.λ.π. Βλ. επίσης ν. 1943/91 (ΦΕΚ Α' 50), όπου θεσμοθετείται η επιμόρφωση δημ. υπαλλήλων με τρεις μορφές: α) εισαγωγική β) εξειδίκευσης και γ) προαγωγική. 35. Π.χ. τέτοιο φαινόμενο παρατηρεπαι στη Δ/νση Β/μιας εκπαί­ δευσης του νομού Λακωνίας.


Αλέκος Φασιανός: ΓΊ

ο Ζωγραφείον του Αλέκου Φασιανού (Αθήνα, Πατάκης,

1994. Σελ. 72. Δρχ. 1.400) είναι ένα τ α ξίδ ι στο σ ώ μ α της εικασ τική ς δ η μ ιο υ ρ γ ία ς τω ν α ρ χ α ίω ν Ελλήνων, τα αγγεία, μ ια π ε ρ ιπ λ ά ν η σ η στην α ρ χα ία ελληνική ζ ω γρ α φ ική, α λλά και μ ια σ υ ν ο μ ιλ ία του δημ ιο υ ρ γ ο ύ με τις πη γ ές του. .. Σε ό σ α κατά κα ιρ ούς έχει δ ια βά σ ει, σ ε ό σ α θυμά τα ι γ ια το ν τ ρ ό π ο π ο υ ζ ω γρ ά φ ιζα ν ο ι α ρχα ίοι, στα ο νόμα τα κα ι στα έρ ­ γ α τους α να φ έρ ετα ι ο Α λέκο ς Φ α σια νός κάνοντας έτσι «Το Ζω γρα φ είον» σ ημείο α να φ ο ­ ρά ς γ ια τη ζ ω γρ α φ ική τέχνη τ ω ν π ρ ο γ ό ν ω ν μας. «Χάρη σ ’ αυτούς τους πρωτοπόρους, μπορούμε να ζωγραφίζουμε σήμερα. Εμείς δεν ανακαλύψαμε τη ζωγραφική, αλλά χρησιμοποιούμε τα ανακαλυφθέντα», σ η μ ε ιώ ν ε ι ο Α. Φ ασιανός. Κι α λλού: «Ο Αγάθαρχος

είναι ο ζωγράφος που ανακάλυψε την προοπτική. Όταν μιλάω με Δυτικούς καλλιτέχνες και ιστορικούς, τους φαίνεται αδιανόητο αυτό και μου υποδεικνύουν τον Λεονάρντο ντα Βίντσι. Αυτός μάλλον την ξανανακάλυψε». Στο «Ζωγραφείον», το μ ικρό αυτό π α ν ό ρ α μ α γ ια τη ζω γρ α φ ική τω ν α ρ χα ίω ν, δεν θα μ π ο ρ ο ύ σ α ν να λε ίπ ο υ ν τ α π α ν έ μ ο ρ φ α σ κίτσ α του Α. Φ ασιανού κα ι ο ι σ χετικές α να φ ορ ές, π ε ρ ί ζ ω γρ α φ ική ς, σ υ γγ ρ α φ έ ω ν ό π ω ς ο Στράβων, ο Α ρισ τοφ ά νης, ο Π λούταρχος, ο Ξενο­ φ ώ ν, ο Π λάτων, α λ λ ά κα ι ο ι θεω ρ η τικές τ ο π ο θ ετήσ εις του Αριστοτέλη. Για την π α ρ ά ξε ν η έκρη ξη και θεϊκή σ υ ν ά μ α της α ρ χα ία ς ελληνικής ζ ω γρ α φ ικής, π ου οδή γ η σ ε στην τελειότητα κα ι ε π η ρ έ α σ ε ό λ ο τ ον κόσ μο, μιλά ει ο Α λέκος Φ ασιανός στη συνέντευξη π ο υ α κολουθεί.

Τη συνέντευξη πήρε ο Ηρακλής Παπαλέξης Κίνητρο για να γράψετε το «Ζωγραφείον» ήταν για να καλυφθεί ένα κενό στη σχετική βι­ βλιογραφία ή από μεράκι κι αγάπη για τη ζω­ γραφική και τους ζωγράφους της αρχαίας Ελλάδας; Τ Ο Ζ Ω Γ Ρ Α Φ Ε ΙΟ άρχισε να γεννιέται πριν πάρα πολλά χρόνια, έτσι αχνά κ ι απροσδιόρι­ στα από τότε που ήμουν μαθητής της Σχολής Κα λώ ν Τεχνών. Για τί τότε ερχόντουσαν οι

πρώτες απορίες μου για το πώς ήταν η αρχαία ελληνική ζωγραφική. Α λ λ ά κα ι από τους μεγα­ λύτερους μου κα ι ιστορικούς τέχνης δεν είχα λάβει συγκεκριμένη απάντηση. Ή δ η έθεσα τις πρώτες μου παρατηρήσεις πάνω στα αρ­ χαία αγγεία για το αν τα σχέδια γινόντουσαν κατευθείαν πάνω σ ’ αυτά ή κατόπιν προετοι­ μασίας με κάποιο ανθήβολο. Κ α ι κατέληξα στο συμπέρασμα ότι τα αγγεία εζωγράφισαν οι «γραφείς» απευθείας, γιατί εγνώριζαν αυτοί οι


συνέντευξη 3 5

«Το Ζωγραφείον>

οι ζωγράφοι δυσκολεύονται να σχε­ διάσουν ένα χέρι. Γράφετε στην πρώτη σελίδα: «θα προσπα­ θήσω να αναπτύξω απ’ αυτά που θυμάμαι και έχω διαβάσει τον τρόπο που ζωγράφιζαν οι αρχαίοι». Ο αναγνώστης όμως από τις πρώτες σελίδες διαβάζει παράλληλα με τις δικές σας διηγήσεις και προσε­ κτικά επιλεγμένα αποσπάσματα από την αρχαία ελληνική γραμ­ ματεία. Το «Ζωγραφείον», λοι­ πόν, είναι μελέτη, ή μια ιστορία της αρχαίας ελληνικής ζωγραφικής;

καλλιτέχνες όλη την τέχνη και την τεχνική της αποδόσεως των σωμάτων και των διαφόρων κινήσεων. Γιατί έμπαιναν στα εργαστήρια σε ηλικία δέκα ετών, όπως σε όλα τα επαγγέλματα, ή ξυλουργός, ή υποδημα­ τοποιός κ.λπ. Έτσι, λοιπόν, μάθαιναν από μι­ κροί την τέχνη όπως μαθαίνουμε τη μητρική μας γλώσσα. Ενώ σήμερα πρέπει να τελειώ­ σουν το γυμνάσιο οι θέλοντες να φοιτήσουν στη ζωγραφική. Κι έτσι χάνονται χρόνια πο­ λύτιμα για την εκμάθηση της τέχνης. Και τώρα με τα πέντε χρόνια της σπουδής

ΙΣΩΣ να μην έχει γίνει κατα­ νοητή η σημασία του «Ζωγραφείου». Με τα ζωντανά παραδείγματα αναπτύσσω την αρχαία ζωγραφι­ κή πραγματικότητα και την επα­ νάσταση ή μάλλον το θαύμα της κλασι­ κής αρχαιότητας. Γιατί για πρώτη φορά έχουμε κίνηση στη γλυπτική και παρατήρηση της φύσης. Προηγουμένως, οι καλλιτέχνες αγνοούσαν τη φωτοσκίαση και την προοπτική και οι Έλληνες απεκάλυψαν τη σημασία του φυσικού και της ατμοσφαιρικής πραγματικό­ τητας. Ξέφυγαν από την επιπεδομορφία. Με­ τά, βέβαια, αφού τα βρήκαν αυτά, ήταν εύκο­ λο να συνεχίσουν οι άλλοι. Αυτό που μας φαίνεται εύκολο τώρα ήταν τόσο αδιανόητο πριν.


36 συνέντευξη Α π ό τον τρόπο της διήγησης και απ’ αυτά που γράφετε φαίνεται ο θαυμασμός σας για την αρ­ χαία ελληνική ζωγραφική. Δεν είναι όμως υπερβολικό να ισχυρίζεστε ότι: «εάν είχε σω­ θεί η αρχαία ελληνική ζωγραφική θα ήταν δια­ φορετική η σύγχρονη τέχνη. Ίσως να μην υπήρχε η ανάγκη της Αναγέννησης στη Δόση»; Και πάρα κάτω: «Αν δεν υπήρχε η αρχαία ζω­ γραφική, η βυζαντινή τέχνη θα ήταν ανύπαρ­ κτη»;

ΑΥΤΟ που λέω για την αναγέννηση αποδεικνύεται από τη γλυπτική και της Αναγεν­ νήσεως γιατί δεν κατάφεραν να ξεπεράσουν τα αρχαία γλυπτά. Ενώ στη ζωγραφική νομί­ ζουμε ότι ξεπέρασαν την αρχαία γιατί ακρι­ βώς δεν είχαν μείνει δείγματα ζωγραφικής. Τώρα τελευταία είδα στη Βεργίνα σ ’ έναν τά­ φο, στο αέτωμα επάνω, μια ζωγραφική με πλά­ σιμο τόνων, ένα ζευγάρι άντ"ρα και γυναίκας με κόκκινο χιτώνα σαν τη ζωγραφική Τζιότο. Η βυζαντινή ζωγραφική βγαίνει από την αρχαία, δηλ. ο τρόπος της φωτοσκιάσεως είναι ο ίδιος. Οι βυζαντινοί καλλιτέχνες δεν χρησιμοποιούσαν μοντέλο γιατί η θρησκεία το απαγόρευε. Και έτσι χρη­ σιμοποίησαν τα διδάγ­ ματα της αρ^____ _ χαίας τέχνης, παρ’ όλο που η χριστιανική θρη­ σκεία ήταν ενάντια στο αρχαίο ελληνικό πνεύμα. Οι πρώτοι όμως πατέρες της εκκλησίας όπως ο Μέγας Βασίλειος, ο Γρηγόριος Νανζιανζηνός και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος σπούδασαν στην Αθήνα και πολύ ύμνησαν την αρχαιότη­ τα. Μετά, στους ερχόμενους αιώνες έγινε δογματική η θρησκεία και ήταν εναντίον των εθνικών, αφού ο Ιουστινιανός έκλεισε το 600 μ.Χ. τη Σχολή των Αθηνών. Πρόλαβαν όμως οι βυζαντινοί ζωγράφοι από πριν να μά­ θουν τη ζωγραφική από τους αρχαίους. Έ τσι δεν είναι υπερβολή αυτά που

λέω, είναι μια πραγματικότητα. Ο Πανσέλη­ νος ζωγράφιζε σαν αρχαίος Έλληνας. Ό σο για το αν είμαι θαυμαστής της αρχαίας ελλη­ νικής ζωγραφικής απαντώ: όχι δεν είμαι μόνο θαυμαστής της ελληνικής τέχνης, αλλά κυρίως είμαι «Έλληνας». Τέλος, μια «διπλή» ερώτηση που αφορά στη ζωγραφική σας. Πόσο έχετε επηρεαστεί από την αρχαία ζωγραφική; Και δεύτερον το γεγο­ νός ότι το ζωγραφικό σας έργο /χ ' ^ εντός και εκτός Ελλάδος γνωρίζει μεγάλη επιτυχία επί δεκαετίες τί κόστος μπορεί να έχει στις εικα­ στικές σας αναζητήσεις;

ΕΧΩ επηρεαστεί από πολλούς ζωγράφους όχι μόνο αρχαίους αλλά και σύγχρονους και προαναγεννησιακούς. Από τη λαϊκή ζωγραφική, από κεντήματα, από ζωγρα­ φική κεραμικής και ό,τι έχω δει με έχει επηρεάσει. Ό σο για το δεύτερο σκέ­ λος της ερώτησής σας, θεωρώ ότι η οποιαδήποτε επιτυχία δεν έχει αλλάξει 1 τρόπο της σκέψης και της ζω­ γραφικής μου. Θα ζω­ γράφιζα με τον ίδιο τρό­ πο έστω κι αν αποτύγχα­ να ως ζωγράφος. Άλλωστε το έχω αποδείξει και στο παρελθόν. Η επι­ τυχία δεν είναι κάτι που έρχεται από τον ίδιο τον καλλιτέχνη, αλλά από την υποδοχή που του επιφυλάσσει το κοινό. Έτσι θα παρότρυνα και τους άλλους καλλιτέχνες να μην επηρεάζονται στις αναζητήσεις τους από την επιτυχία που γνωρίζουν τα έργα τους.


-

Νέες Εκδόσεις ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΝ ΤΗ Σ «ΕΣΤΙΑΣ»

ΕΛΛΗΝΙΚΗ Π Ε Ζ Ο ΓΡΑ Φ ΙΑ ΕΥΤΕΡΠΗ ΑΡΑΟΥΖΟΥ, Αιχμάλωτος χρηςτος βακαλοπουλος , 'Υπόθεση

μπέστ σέλλερ ΜΑΡΙΑ γαβαλα , Ή υπηρέτρια τών αγγέλων ΑΘΗΝΑ ΚΑΚΟΥΡΗ, Ή σπορά τοϋ άνέμου μ . καραγατςης , 'Α νέκδοτα νεανικά κείμενα αγγέλα καςτρινακη , Ε κδρομές μέ τίς φίλες Ν. Κ. ΚΥΡΙΑΖΗΣ,Ό ξένος μου ό Θεμιστοκλής Ν. Κ. ΚΥΡΙΑΖΗΣ, Ά ρτά βα ξος ό Πέρσης Γ.Ν. παπαδακης , 'Ιστορία μιας άνοχύρωτης νιότης ΚΩΣΤΑΣ ΣΑΡΔΕΛΗΣ, Ό άσάλευτος ταξιδιώτης: Τά παιδικά χρόνια τοΰ Κωστή Παλαμά ΠΕΤΡΟΣ ΤΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ, Ή πρώτη εμφάνιση ΠΕΤΡΟΣ ΧΑΡΤΟΚΟΛΛΗΣ, Οιδιπόδειο '46 -’47 κωςτας χατζηαργυρης , Ό τρόμος τοΰ υπαλλήλου

ΞΕΝΗ Λ ΟΓΟ ΤΕΧ Ν ΙΑ ΜΑΡΓΚΑΡΕΤ ΑΤΓΟΥΝΤ, Μάτι γάτας (μτφ. Ν.Κ.) φραντς ΒΕΡΦΕΛ, Οί σαράντα μέρες τοϋ Μουζά Ντάγκ (Γ τόμος, μτφ. Ά γ γ . Παρθένης) ΑΛΛΕΝ ΓΚΙΝΣΜΠΕΡΓΚ, Ημερολόγια (μτφ. Σπ. Μεϊμάρης) χερμαν μελβιλ , Μπίλλυ Μπάντ, καί άλλες ιστορίες (μτφ. Ν. Παπαγιάννη) τομας μπερνχαρτ , Μπετόν (μτφ. ’Αλέξανδρος Ίσα ρ η ς) ΕΡΡΙΚΟΣ μυρζε , Σκηνές μποέμικης ζω ής (μτφ. Κ.Θ. Παπαλεξάνδρου) ΝΤΟΝ ντελιλλο , ’Ονόματα (μτφ. Ν. Π απαγιάννη) μιλοραντ ΠΑΒΙΤΣ, Ή έσωτερική πλευρά τοΰ άνέμου (μτφ. Γκάγκα Ρόσιτς) ςαςα ςοκολωφ , Σχολή ήλιθίων (μτφ. Τατιάνα Ντίκο) γκραχαμ ΣΟΥΐΦΤ, Ό καταστηματάρχης (μτφ. Ε ρ ρ ίκ ος Μπελιές) ςτανταλ , Οί Τσέντσι (μτφ. Πέτρος Χάρης) βιντοςαβ ςτεβανοβιτς , Ή νήσος τών Βαλκανίων (μτφ. Γκάγκα Ρόσιτς) ANTONIO ταμπουκι, Ό μαΰρος άγγελος (μτφ. Τότα Κονδερτίνο) ΛΕΩΝ τολςτοϊ, Τά παιδικά καί εφηβικά χρόνια (μτφ. Βασίλης Ντινόπουλος) ΜΙΣΕΛ ΤΟΥΡΝΙΕ, Ή χρυσή σταγόνα (μτφ. Λήδα Παλλαντίου) πατρικ ΛΗ ΦΕΡΜΟΡ, Τά βιολιά τοΰ Σαίν Ζάκ (μτφ. Μαίρη Βοσταντζή) ΟΥΓΟ ΦΟΝ χοφμανςταλ , Τό παραμύθι τής 672ης νύχτας (μτφ. ’Αλ. Σινιόσογλου)

Β Ι Β Λ Ι Ο Π Ω Λ Ε Ι Ο Ν

μιςμαγια :

’Ανθολόγιο φαναριώτικης ποίησης, (έπιμ. Ά ν τε ια Φραντζή) ΚΩΣΤΑΣΟΥΡΑΝΗΣ, Ποιήματα, (έπιμ. ’Αλόη Σιδέρη) ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΜΕΛΑΧΡΙΝΟΣ, Τά ποιήματα, (έπιμ. Ά γο ρ ή Γκρέκου) ΤΑΣΟΣ αθαναςιαδης , Ά π ό τόν εαυτό μας ατούς άλλους γρήγορης βλαστός , Σωκράτης: Είρωνευτής καί ήθικός φιλόσοφος, (μτφ. Παΰλος Καλλιγας) ρομαν ΓΙΑΚΟΜΠΣΟΝ, Κείμενα γιά τήν ποιητική, τή λογοτεχνία, τή μετάφραση (μτφ. Ά ρ η ς Μπερλής) χανς - ρομπερτ γιαους , Ή ιστορία τής λογοτεχνίας ώς πρόκληση γιά τίς γραμματολογικές σπουδές (μτφ. Μ. Πεχλιβάνος) ΜΙΣΕΛ ΓΚΕΡΕΝ, Τί είναι έργο; (μτφ. Βαγγέλης Μπιτσώρης) f.m. cornford, ’Ακαδημαϊκή μικροκοσμογραφία (μτφ. Παΰλος Καλλιγας) ζαν - ρενελαντμιραλ , Μεταφράζοντας: Θεωρήματα γ ιά τήν μετάφραση (μτφ. Α. Καραβασίλης) ανρι μεςοννικ , Ποιητική τής μετάφρασης (μτφ. Λίζυ Τσιριμώκου) ζω ρζ μουνεν , Οί ωραίες άπιστες (μτφ. Ά ν τ α Κλαμπατσέα) ετιεν μπαλιμ παρ , Ό Σπινόζα καί ή πολιτική (έπιμ. Γ. Βώκος) ντενι ντιντερο , Δοκίμια γιά τήν τέχνη καί τήν αισθητική (μτφ. Κλαίρη Μιτσοτάκη) c. piault, μ . μαροπουλου (έπιμ.), Οικογένεια καί ά γαθά στήν Ε λ λά δ α καί στήν Κύπρο (συλλογικό έργο) βελιμιρ χλεμπνικωφ , Ζαούμ: Διακηρύξεις, στοχασμοί, δράματα (μτφ. Μίλτος Φραγκόπουλος)

λαιρντ αρτςερ , Βαλκανικό

ήμερολόγιο, 1934 -1941 (μτφ. Β. καί Ά λ . Κωνσταντίνου) Ε λ βετία ξεπλένει καλύτερα (μτφ. Ριχάρδος Σωμερίτης) κόριννα κανουτα , Τρία χρόνια στή Βιέννη: ’Απομνημονεύματα Έ λληνίδος φοιτήτριας φ ΑΤΙΜΑ μεερ , Πιό ψηλά άπό τήν έλπίδα: Ή βιογραφία τοΰ Νέλσον Μαντέλα (μτφ. Ά λ . Παπαθανασοπούλου) ΠΑΝΤΕΛΗΣ πρινιωτακις , Α τομικόν ήμερολόγιον: Μικρασία, 1919 -1922 (έπιμ. Ν.Α. Καββαδίας) ΓΕΩΡΓΙΟΣ χορτον , Ή μάστιγα τής ’Ασίας (έπιμ., μτφ. Βάνα Σολομωνίδου) ζαν ζιγκλερ , Ή

Γ Η Σ

« Ε Σ Τ Ι Α Σ »

ΑΘΗΝΑ

ΛΕΥΚΩΣΙΑ

ΣΟ ΛΩ Ν ΟΣ 60 -1 0 6 72 Τηλ.: 361.5077,363.7324

ΚΩΝ. Π Α Λ Α ΙΟ Λ Ο Γ Ο Υ 14 - Τ Τ 101 Τηλ.: (003572) 467.558


ΒΙΒΛΙΑ ΓΙΑ

ΤΗΝΤΕΧΝΗ /

ΦΑΣΙΑΝΟ

2 βιβλία ξεχωριστά δώρα, φτιαγμένα με το χρώμα και το φως της ζωγραφικής του Αλέκου Φασιανού

φ o tf ia r r d /*

Οχ α /JLty ο/ TTotjo ά ε ε ι ro /^ ’i ’w l ο

I,

7Τ*τΦϊι*τ>ι


ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΚΛΑΣΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ “ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ” Ρ. Ε. E A STER LIN G - Β. Μ. W. Κ Ν ΟΧ (Καθηγητές Π α νεπισ τημίου)

Ε κ δ ό σ ε ις

Δ ΗΜ .

Ν.

Π Α Π Α Δ Η Μ Α

Ιπποκράτονς 8 Αθήνα, 106 79, ΤηΙ: 36.27.318 ■ 36.42.692,

36.10.271


Ε ξαντας Ε κδοτική ΕΞΑΝΤΑΣ / Ν Η Μ ΑΤΑ Κ υκλοφορούν 1. ΡΕΝΕΖΙΡΑΡ Σ α ίξη ψ , οι ψ λόγες της ζηλοτυπίας

2. ΓΙΑΝ ΚΟΤ Θεοψαγία

3. ΦΡΙΝΤΡΙΧ ΝΙΤΣΕ Φιλοσοψικά αποσπάσματα

4. ΜΩΡΙΣ ΜΠΛΑΝΣΩ Ο χώρος της λογοτεχνίας

Ετοιμάζονται 5.

Ε.Μ. ΣΙΟΡΑΝ

Ο κακός δημιουργός

6.

ΜΕΡΑΜΠ ΜΑΜΑΡΝΑΣΒΙΛΙ Το ψαινσμενο της συνείδησης

7.

ΖΑΝ ΜΠΟΝΤΡΙΓΙΑΡ

Η διαψάνεια του κακού

ΔΙΔΟΤΟΥ 59, 106 81ΑΘΗΝΑ-ΤΗΛ.: 3622064,3604885- FAX: 3613065



ΡΟΗΟΪΚΟΣ. ΑΣΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΑΙΧΜΛ1Α: >1 ΑΡΙ.ΣΟΥΜΤΑ

Μ *1χ xsu€y(i)ioili wiwvuov£cx "Vl tt ' V N ΚΑΡΟΛΌΓ ΛΑΡΒΙΝΟΣ. x“\TI a’ KVjVPI. I \ ΛΓνΥΠ'Σ. ΚΑΛΑΙΤΙΆΝΙΣ; ΡΙ*Ν(.)ΥΛΡ. PI ΜΙΙΡΛΥΙ. ΒΙ Λ\>.Μ Ο. ΛΙ <

w ? f f

παιδιά μεγάλοι ίΜ οτψον,ς...γία π α ι δ ι ά

μεγάλοικάλλος,, μεγάλοι πολιτισμοί..

γιπαιδιά για παιδιά

λ’'.ΐμεμΐοΐάϋΐγ^μίζ^ για π α ιδια

λ·ίμά'ά^Μτο&ίες..ί,

ΊΐΟϋδίά

;ϊ4".^£^ίϊλθϊ(.·.έ§ίβ(?ίιώίϊ<^3Η^1^

...

Γ(> ΥΛΙΟΥΑΛΚΙ Ο Βΐ Μ

ΆΙΑλΚ*.Χ\χ

Ι1ΛΙ>\ΞΓ!Ϊ. \ι viA iiiijK M 'I*/V M Y Λ ι/ φ £ ^ Α Λ 0 Ν Ι Κ Ή , 5 4 ό 24τΐ>ίΛΛ. ΑΣΚΙ ΙΣΗΣ ΚΛΙ II \1\Μ \ΙΛ: \Γ ΛΡΚΣΟΥΝ I \ ZL2Y. Μ* ΑΡΕΣΟΥΝ ' - Κ" - !Ι

" -'·η -, Λ> ........................... ......................... ..

1 ...........

' |].................. .

κιμπ ιΛ\ λντη *£κν:

| S i " ' ................1 Ν|/χ·


λιμενάρχης Ευρίπου Ν. Δ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΑΛΟΓΙΟΥΛΟΣ. Λ ι μ ε ­ ν ά ρ χ η ς Ε υ ρ ίπ ο υ . Αθήνα, Κ έ δ ρ ο ς , 1993.

Π εζογραφ ία

ιλόλογος, μ’ έργο σημαντικό (ειδικότερα πάνω στα κείμενα των προτεξάδελφων Αλε­ ξανδρών, Παπαδιαμάντη και Μωραϊτίδη), καθώς και δοκιμιογράφος, ο Νίκος Δ. Τρια1 νταφυλλόπουλος προσφέρει επίσης στους αναγνώστες τη λογοτεχνική του εργασία, στην ποίηση και τον πεζό λόγο. Δουλεύο­ ντας τρεις δεκαετίες με υπομονή, σταθερό­ τητα και σύστημα, έχει δημιουργήσει ένα πολύ­ μορφο πνευματικό κεφάλαιο, που πιστεύω ότι θα συνεχιστεί και θα ολοκληρωθεί. Σήμερα θα ήθελα ν ’ αναφερθώ στην τελευταία έκδοση, τον τόμο των διηγημάτων με τον γενικό τίτλο «Λιμενάρχης Ευρίπου». Ο τόμος αρχίζει με «Το φάντασμα του ποιητή», που τρέχει στη γέφυρα, μπαίνει στη βάρκα, πυροβολείται, μα αυτό εντέλει καταφέρνει να περάσει την πόρτα του κήπου του κόκκινου σπιτιού* 1, όπου η Μύριαμ Χόπκινς Λάι έχει τη δική της περιπέ­ τεια. Κι ο «Καταραμένος αμερικάνος», στη συνέ­ χεια, ο οποίος κρατάει την «αδελφή ψυχή», έχει τη μαγεία του δυσκολοερμήνευτου ονείρου. Στο τρίτο διήγημα, «Agence consulaire de France», πόση αγάπη, πόσος πόθος, διαπερνά τις γραμμές του. Και με τι δύναμη! Στα «Τέρατα και σημεία» (ένα κράμα πραγματικότητας και μαγικής φαντα­ σίας) εντοπίζω τον τρόπο με τον οποίο ο Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος κλείνει το διήγημα τούτο:

με την πονηριά του «ρέκτη» δήμαρχου, ο οποίος όπως ο ίδιος ο δήμαρχος αφήνει να εννοηθεί γνωρίζει (μα γνωρίζει άραγε;) ποιο ακριβώς είναι το πρόσωπο του παρείσακτου φαντάσματος. Όσο για την «Επιδρομή αλλοφύλων», που είναι μια προσωπογραφία του Γιάννη Σκαρίμπα, σε μια φα­ νταστική, αλλά χαρακτηριστικά Σκαρίμπεια, δια­ πλοκή σχέσεων, που εκείνος ο ίδιος πολύ - νομί­ ζω - θα την φχαριστιόταν, και γι’ αυτό αν ζούσε θα τα ’ψελνε γερά - αλλ’ εν προκειμένω καλότρο­ πα - στον κ. Τριανταφυλλόπουλο. Γιατί ο Σκαρίμπας, που όταν θύμωνε πραγματικά έδειχνε πεί­ σμα, ήξερε και να κάνει πως θυμώνει όταν κάτι του άρεσε, πλην ένιωθε πως πρέπει να γίνει και ντόρος γύρω απ’ το θέμα. Οπότε σκηνοθετούσε ένα καβγά (πολλές φορές τρικούβερτο), που τον τράβαγε όμως μόνο ως εκεί που του χρειαζόταν και με τον τρόπο που ο ίδιος επεδίωκε. Γνώστης, λοιπόν, κι ο κ. Τριανταφυλλόπουλος των Σκαριμπικών τεχνασμάτων, αλλά και της ίδιας της τε­ χνοτροπίας του Σκαρίμπα, στο αμέσως επόμενο διήγημα, το «Νότιο λιμάνι» (ένα κείμενο ποιητι­ κό) προβάλλει ένα διάλογο (πόσο αυτός είναι φα­ νταστικός ή πόσο πραγματικός, δεν μπορεί κανείς να ξεδιαλύνει, τόσο είναι ζωντανός) ανάμεσα στο συγγραφέα και εκείνον (πιο σωστά: ένα καβγά όπου ο κυρ- Γιάννης, σκαριμπικά - σκαριμπικότατα, τα ’χει βάλει με τον κ. Τριανταφυλλόπουλο). Απ’ το κείμενο αυτό θα ήθελα να παραθέσω ένα απόσπασμα: «άχ, τό βρεμένο μου!» είπε κι άστραψε σκλη­ ρά ή δψη του, «άλλους τούς πυρπυρίξει ό έρω­ τας καί δαϋτον τόν έμούσκεψε! "Ωστε σε περιπτύχθηκε περιπαθώς ή Ούλαλούμ, Έ νδυμίωνα καλέ; Καί τό λές σά νά ’τανε τ’ αγκάλιασμά της μιά μερίδα πατσά στοϋ Μ ουχρίτσα2, καί θές τώ­ ρα, πανάθεμά σε, νά τό χάψω, κι άς τό ξεφούρ­ νισες μπίτ άλαχτάριστος, μωρέ θά σειόνταν τά


44 ετηλογη -----------------------------------δρη καί τά βουνά άν ή σκιά της μονάχα περ­ νούσε πάνουθέ τους, κι έσύ μήτε δσο τρέμει τό πούπουλο! Καί πού ’ναι τά σημάδια τής ευεργε­ σίας, ξεσκισμένο στόμα; Ξέφτι ουτιδανό, μοΰ ’ρχεται νά σ’ άποξεφτίσω γιά τή βλαστήμια σου. Τήν Οΰλαλούμ δέν τήν άξιώθηκε μήτ’ εκείνος πού περιπλανήθηκε στ’ άπεριπλάνητα, χρόνια τήν κυνηγάω κι εγώ δίχως νά δω πάρεξ τόν ίσκιο τού διακαμοϋ της στόν ύπνο μου, και Α Υ ­ ΤΗ τολοιπόν ήρθε κι έπεσε στραβή άντιπλωρά σου! Δείξε μου τότες τά χνάρια των αστεριών στή φάτσα σου, δεΐχ’ τα μου ντέ! Καί πού ’ν ’ τες οί νυχτερινές δροσιές της; Κάνε νά πεις πώς στέγνω ξαν καί σοΰ τρώω τόν καρίτζαφλο!». - Πάντα σου παράφορος καί ζηλιάρης, κυρ Γιάννη, μήτε πού άκοΰς πώς δέν τραβώ γιά τό νότιο λιμάνι, στήν ταβέρνα τού Καλαγκάτση πάγαινα νά σ’ άνταμώσω, σοΰ φέρνω γράμμα άπό τόν Μινοϋτο. Οϋρλιαξε σά νά ’χε δει τόν ά γγελό του. (οι τόνοι και τα πνεύματα όπω ς υπάρχουν στο βιβλίο, σελ. 101-103).

λόψυχα παρών βρίσκεται ο μακαρίτης και στο διήγημα «Λιμενάρχης Ευρίπου». Αυτός ο τελευταίος γρήγορα εντοπίζει το ποιος βρίσκεται πίσω απ’ τον αναγκαστικό - προς Χαλκίδα - πλου του πολυτελούς πλοίου στο οποίο επιβαίνει και η λαίδη Ελίζε Μαίηλυ, αλλ’ εντέλει τίποτα δεν μπορεί να κάνει σ’ ό,τι ο Σκαρίμπας σκαρώνει (τόση είναι η δύναμη της λογοτεχνίας, όταν αυτή έχει την ακαταμάχητη ισχύ της πραγματικής τέχνης, όπως μεγάλη και η τέχνη του κ. Τριανταφυλλόπουλου ν’ αναπλάθει πρόσωπα και να δίνει ζωή στ’ όνειρο και τη φα­ ντασία). Ας σημειωθεί εδώ ότι ο γενικός τίτλος του τό­ μου αυτού είναι παρμένος απ’ το εν λόγω διήγη­ μα. Κι αυτό δείχνει να προσδιορίζει άμεσα και με έμφαση τον τόπο των ιστοριών (Εύριπος - Χαλ­ κίδα), στον οποίο ανήκουν πρόσωπα, χώροι, κτί­ ρια όλων των διηγημάτων, όσο και τη σύνδεση αρκετών απ’ αυτά με το πρόσωπο του Γιάννη Σκαρίμπα3 (άλλωστε αυτό μας προϊδεάζει κάπως και το στην προμετωπίδα του βιβλίου απόσπασμα απ’ το «Οΰλαλούμ»). Θα πρέπει ακόμα να σημειωθεί ότι όλα τα διη­ γήματα του αναφερόμενου τόμου δεν περιέχουν μόνο πεζό λόγο, αλλά και έμμετρο παρενθετικό την κατάλληλη στιγμή της αφήγησης λόγο, που τη διακοσμεί και καθιστά την έκφραση πιο ζωντα­ νή, πιο άνετη και περισσότερο έντεχνη (αλλά και χαριτωμένη). Αυτή η συστηματική παράθεση έμ­

μετρου λόγου μέσα στον πεζό σε μια ενιαία αφη­ γηματική σύνθεση (και των δύο μαζί μορφών λό­ γου) δείχνει βέβαια τη λογοτεχνική ικανότητα κι εφευρετικότητα του κ. Τριανταφυλλόπουλου. Όμως αυτή, χωρίς τη φιλολογική συγκρότησή του γρήγορα θα μεταβαλλόταν σε απλή αφηγημα­ τική εκροή, χωρίς βαθύτερη ενατένιση της ζωής και φιλοσοφική διάθεση, χωρίς βαθύτερο περιεχό­ μενο (όπως έχει συμβεί με ταλαντούχους μεν, αλ­ λά χωρίς πραγματική καλλιέργεια λογοτέχνες). Η «Επισείουσα ανέμου» που έπεται του διηγή­ ματος «Λιμενάρχης Ευρίπου», είναι ένας σπαρτα­ ριστός διάλογος Σκαρίμπα - Τριανταφυλλόπουλου (γραμμένος προφανώς σε καλές στιγμές κεφιού). Γενικά άλλωστε ο κ. Τριανταφυλλόπουλος είναι πολύ εφευρετικός σ’ όλους αυτούς τους διαλόγους κι έχει μπει γερά στο πετσί της γλώσσας του μακαρίτη του Σκαρίμπα. Το διήγη­ μα τούτο είναι και μια αυτοειρωνεία ενός φιλόλο­ γου που τολμά να σπάσει τη σχολαστικότητα, αλ­ λά που τον κεραυνοβολεί ασταμάτητα η καχυπο­ ψία του Σκαρίμπα, εξαπολύοντας μύριους γλωσ­ σικούς μύδρους και στήνοντάς του δολερές παγί­ δες με ιστορίες καταπληκτικές. Όπως ο Σκαρί­ μπας έτσι κι ο Τριανταφυλλόπουλος διακρίνεται για την οργιαστική φαντασία μαζί με την ικανό­ τητα αστραφτερής λεξιπλασίας, έχοντας πάντως ο καθένας το δικό του ύφος, στυλ. Και στους δυο βρισκόμαστε μέσα σε παράδεισο απίθανων ιστο­ ριών, εικόνων μαγικών και αμέτρητων δροσόσταλτων λέξεων. Αλλά και οι συνηχήσεις των ονομάτων που ο διηγηματογράφος έχει βρει για τις ηρωίδες του είναι όμορφες και ποιητικές. Τα δυο τελευταία διηγήματα, είναι διηγήματα εξαίσιας αγάπης, που τα διακρίνει η χάρη του ύφους και η ευαισθησία του συγγραφέα. Το προτελευταίο, «Υλαγιαλή της γέφυρας» εί­ ναι νομίζω μια σύγχρονη γραφή για τη δύναμη της αγάπης. Θα μπορούσε ίσως κανείς να θεωρή­ σει πως εκφράζει και τη σημασία της επικοινω­ νίας ή την αξία που έχει η ευθύνη, μα πάνω απ’ όλα πιστεύω πως εκφράζει τη δύναμη της αγάπης. Είναι η αγάπη που μπορεί να κρατήσει κάτι ζω­ ντανό ή και να σώσει κάτι που κινδυνεύει. Σ υλλογίστηκα κ α ί ξανασυλλογίστηκα σάν φ ύγα νε μήπω ς στήναν κ α ινούργια μηχανή, π οιά 'Υ λα για λή κ α ί λ α για ρ νί κοπανούσαν, πάλι θά θέλει ή κνρά νά παίξει στήν Απαλάμη της τόν Ά ντώ νη , τέτοια υποψία μ ’ έτρωγε, δμως είχαν αυλλοϊσμένα πρόσωπα, τό κορίτσι κι όταν Αγρίευε ήταν λυπημένο, Ά ντώ νη δέ φ αίνεται νά ψ ευτολογάν, κοίτα νά βρεις την 'Υ λαγια λή μή χω ρίσουν ο ί στεριές μας για τ ί τότες


ετηλογη 45 φ ίλος τό φ ίλο τον φ ιλ εϊ μά παίρνει αγέρας τό φ ιλ ί Θυμάσαι πώς τό ψιλομινόριζε ό Ζ έρβας ό τενό­ ρος; Τήν Ύ -λα - για- λή, Ά ντώ νη , αν θές νά ξα­ νασμίξουμε κάποτες. Θάματα γίνονται κάτω στό λιμάνι. Στερεή καί κομψή ή γέφυρα τής Χαλκίδας υψώνει πάνωθέ του τό κατάφωτο τόξο της καί ή μιά της άκρη άκουμπάει στο μώλο τής Χριστιάνιας. Τό φεγγάρι, πού έχει γείρει πρός τή δύση, τή φωτί­ ζει πλάγια. Ούτε βροντερές μπουλντόζες ούτε άλαζονικές νταλίκες ούτε βιαστικές μπετονιέ­ ρες. ’Α πό τή βορεινή πλευρά, τής Χριστιάνιας, στό κατάστρωμα τής γέφυρας μπαίνει ενα λιγνό και ψηλομέτωπο ελάφι. «Θεέ μου! τί έλάφι...» μαγεύεται ξέπνοος. «Τάρανδος είναι, θά γίνει έλάφι δταν φτάσει στή μέση εκεί πού δένουν οί στεριές...». «Πολλά αινίγματα απόψε, θαρρώ πώς θά ξαναλαφιαστώ κι έγώ!...». «Θυμήσου τήν πλησιόχωρή σου μυθολογία! Τή θεόσταλτη άλαφίνα λέω, πού γλίτωσε τήν ώραία βασιλοκόρη άπό το μαχαίρι τοϋ θύτη». Ό τάρανδος προχωρεί άργά καί περήφανα. Φλέγεται ολόσωμος μέσα στή φωτιά τής σελίνης (σελ. 162- 163.173-174).

Το τελευταίο διήγημα του τόμου, που υπιγράψεται «Βαρδιάνος στά δεμένα», ειν’ ένα όνειρο αγά­ πης. «περνάει βροντώντας καί σπιθοβολώντας ή καρβουνιάρα πόστα, κανένα σινιάλο άπό κά­ ποιο παράθυρο, μά τί σινιάλο ζητάω τώρα; ποΰ ξέρει τό κορίτσι σέ ποιό άπό τά πενήντα δεμένα βρίσκομαι;... Τραβάει μέ τήν καρδιά περίγλυκη κατά τήν πλώρη, ζάχαρη τά νοήματά του, κά­ ντιο τό σάλιο του, ή σελήνη κρέμεται πάνω άπό τά σπίτια τής βάρυπνης πόλης, κουδουνάει τά γιορντάνια καί τά φλουριά της, μπρέ κέφια τό τρελοφέγγαρο! Θά λαμνοκοπάει στρωτά, τώρα μέσα στο χρυσογαλατένιο φώς ή "Ιλζε, μπα! κα­ θόλου δέ θά δυσκολευτεί νά βρει τήν «Πλησιφάη» κι άς π α νά ’ναι κοκκινισμένα ά πό τό καρβουνίδι τά μάτια της, δέ λαθεύει ποτές του τέ­ τοιο κορίτσι, δμως τί πείσμα, μάνα μου, τό ζαρκαδάκι, τί γινάτι ή άχνη τού ονείρου. Νότιο λιμάνι λιμνασμένο, μουδιασμένες βάρκες στά ρηχά· νεκροφόρα σούρνεται τό τραίνο, τά δεμένα βόσκουν άηχα. Νύχτιο λιμάνι πεθαμένο φέγγει σου ή σελήνη γιά κερί-

στή σιωπή μάς π αν μέ μπάρκο ξένο - πέτρωσαν στίς πλώρες οί καιροί. Σηκώνει άμίλητη τό βέλο της, πρόσωπο ανεί­ πωτης ομορφιάς ανατέλλει, τόν αγκαλιάζει σφι­ χτά καί λαχταρισμένα, γλυκά τά δάκρυά της λά­ μπουν. ’Α ρχίζει νά τή χορεύει μέ το κεφάλι γερτό πάνωθέ της. Τραγουδάει εντός του ή χαρά: *Αϊ! τό καραβάκι! μέ τήν πλώρη νά δρομεΐ στόν άφρό πάει καί πάει - ώς πάει κι ή κόρη μέσα στ’ όνειρό της τ’ αλαφρό. Νιώθει πώς - εντός της κι αυτή - τοϋ κρατάει σιγόντο. "Οταν γιά μιά στιγμή, στραμμένος κα­ τά την πρύμη, άνασηκώνει τό κεφάλι, αποσβο­ λώνεται. Τά δεμένα τοϋ νότιου λιμανιοΰ, σιωπη­ λά καί μόνο μέ τά φώτα πορείας αναμμένα, πλένε ξοπίσω τους σέ διπλή γραμμή παραγωγής, μέσα στό πέλαγο πού φωσφορίζει. - Μαίρη! βρίσκει κάποτε τή φωνή του, δές ποιά νηοπομπή άκολουθεΐ τήν «Πλησιφάη»! - Βαρδιάνε, ακόμα νά σοΰ φύγει ή θολούρα; Γιατί πλησιαφαΐζεις; Τό κότερο «Τζούλια Δεπάνου» συνοδεύουν κι δλα θά ’ναι παράνυμφοι στό γάμο μου. (σελ. 186-187,194,206- 207).

ν4’4 Τ 4Τ Ι’Τ 4Τ ^Τ Τ Τ Γ Τ ?,^ΓΠΡ,4-4^ΤίΙ

Σ ύγχρονη ελληνική πεζογραφία

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΕΤΣΕΤΙΔΗΣ Επίλογος στα χιόνια (ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ) -—ΉΜ0&+-

Μόλις Κυκλοφόρησε

... Προωθούν τό ελλη νικό βιβ λ ίο ΑΣΚΛΗΠΙΟΥ 6 - ΑΘΗΝΑ 106 80 - ΤΗΛ.: 3607744


46 ετπλογη Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος δημιουργεί λο­ γοτεχνικό έργο με την ψυχή του. Ό,τι κι αν γράφει το καταλαβαίνει κανείς πως βγαίνει απ’ την καρδιά του, είναι καρπός δουλειάς και πηγαίου ταυτόχρονα συναισθήματος, δεμένο με την πόλη στην οποία έζησε και συνεχίζει (σχεδόν αδιάκοπα) να ζει. Ο κ. Τριανταφυλλόπουλος δεν μιμείται. Γράφει τις δικές του ιστορίες, στη δική του πόλη (με την οποία υπάρχει κάτι πολύ περισσότερο από μια σύνδεση, ένα είδος μέθεξης), έχοντας δημιουργή­ σει το προσωπικό του ύφος και τη γραφή του, ται­ ριασμένα με την έκφραση της εποχής μας. Είναι ένας άριστος σύγχρονος λογοτέχνης. Μαγεμένος με τη Χαλκίδα, με το Σκαρίμπα, αλ­ λά και με τον κόσμο όλον. Γι’ αυτό, κι ενώ ξεκινά­

Π ρόκειται για μια συλλογή διη­ γημάτω ν, π ο υ αναζητούν κά­ π ο ια δικαίωση σαν κείμενα ψ υχογραφικά. Οι ιστορίες το υ ς περισ τρέφοντα ι γ ύ ρ ω α π ' τα έρ­ γ α και τις μέρες (και τις εκδρο­ μές) μερικών κοριτσιών π ο υ βρί­ σκονται λίγο π ιο π ά ν ω α π ' τη μετεφηβική ηλικία και π ρ ο σ π α ­ θούν να επιδείξουν ένα επ ίπ εδ ο πνευματικότητας. Αναμφίβολα, είναι κείμενα καλογραμμένα, έχουν προσεγμένη δια τύπω ση και αφηγηματικότητα, άλλωστε η σ υγγρα φ έα ς είναι φιλόλογος. Και είναι βέβαιο π ω ς θα π ε τ ύ ­ χαινε καλύτερα το σκοπό της, αν πρ οσ π α θού σ ε να ξεπεράσει την α σημαντότητα τω ν θεμάτω ν της, α να ζη τώ ντα ς διαφορετικά ερείσματα και αφηγηματικά π ρ ό τυ π α . Η πρ ο σ π ά θεια της

ει απ’ τη δική του πόλη, μας εκτινάσσει σε μια κα­ θολική θεώρηση, γεμάτη φρεσκάδα, πηγαίο συναίσθημα και τέχνη. Έτσι, είναι επόμενο, να μας τραβάει μαζί του και μας στον μαγεμένο κό­ σμο των αφηγήσεών του. Θεόδωρος Ε. Θεοδώρου 1

Σημειώσεις 1. Ενός κατακόκκινου και πασίγνωστου στη Χαλκίδα σπιτιού, στην άκρη του βορινού λιμανιού της πόλης, ακριβώς πάνω απ’ τη θάλασσα. 2. Παλιό και γνωστό εστιατόριο της Χαλκίδας. 3. Αυτού του σημαντικού λογοτέχνη που είχε έλθει απ’ τη Ρού­ μελη, μα αφΰτου νέος εγκαταστάθηκε στη Χαλκίδα τόσο την αγάπησε, ώστε σπάνια απομακρυνόταν έστω και για λίγο απ’ αυτήν, όπου πέθανε σε βαθιά γεράματα, πάνω από 90.

παιδικό ΑΓΓΕ Λ Α ΚΑ ΣΤΡΙΝ ΑΚΗ: Εκδρομές με φίλες. Αφηγήματα. Αθήνα, Εστία, 1993. Σελ. 124.

ηρωίδας ενός διηγήματος να κερ­ δίσει την κατανόηση και τη συμ πάθεια τω ν φιλενάδων της, σ το μέτρο π ο υ και η ίδια π α ρ α ­ χω ρεί α υ τά τα αγαθά, χωρίς να βρίσκει π ά ντο τε την επιθυμητή ανταπόκριση, είναι οπω σ δ ή πο τε μια βαρετή υπόθεση. Και, βέ­ βαια, δεν είναι κάτι το εξαιρετικό αυτή την εποχή, το κοινότατο θέμα τη ς παρακολούθησης γειτό­ νων, με το υ ς ο ποίους, α υ τό ς π ο υ

παρακολοθεί, δεν αλλάζει ούτε καλημέρα. Ο ύτε, ασφαλώ ς, έχει κάποια ψυχογραφική βαρύτητα, η πρ ο σ π ά θεια τη ς η ρωίδας να διεισδύσει α π ό μακριά στην ψ υχο­ σύνθεση και στις ιδιαιτερότητες τω ν γειτόνων, αφού, μ' αυτόν τον τρ ό πο , τα σχετικά συμπερά­ σματα βασίζονται σε δεδομένα τη ς επιφ ά νεια ς και όχι του βά­ θους. Τέτοια ασήμαντα θέματα τη ς αδιάφορης και πληκτικής κα­ θημερινότητας δεν είναι δυνατό να έχουν αξιοσημείωτη λογοτε­ χνική βαρύτητα. Μ ήπω ς, όμως, αρκεί η καλλιέπεια, η ορθή σύ­ νταξη, άρθρωση και στίξη, για να χαρακτηριστεί άρτιο, ένα π ε ζο ­ γράφημα; Ό χι. Πιστεύουμε π ω ς δεν αρκεί.

Διον. Κωστίδης


ετηλογη 47

το σοφό παιδί ΧΡΗΣΤΟΣ Α. ΧΩΜ ΕΝΙΔΗΣ. Τ ο σ ο φ ό π α ι­ δ ί, Μυθιστόρημα. Αθήνα, Ε σ τ ί α , 1993. Σελ. 312.

σ’ ένα μυθιστόρημα συνιστώντας μάλιστα το κυρίως υλικό του. Θα μπορούσε μάλιστα να υπο­ στηρίξει κανείς ότι η παιγνιώδης διάθεση που προκύπτει από τα πολλαπλά ευρήματα παρασύρει την ίδια την αφήγηση σε επικίνδυνους, για την οι­ κονομία της, πλατειασμούς που όχι μόνο λει­ τουργούν σε βάρος μιας αποτελεσματικής οργά­ Π εζογρ αφ ία νωσης που θα ανεδεΐκνυε το τελικό ζητούμενο, αλλά και εμποδίζουν την πρόσληψη της παρά­ πλευρης πλοκής, την ύφανση εκείνη που αποκρύ­ πτει εκ πρώτης όψεως η αφηγούμενη ιστορία. ρωτοεμφανιζόμενος μ’ ένα πολυσέλιδο και πυκνογραμμένο έργο, ο Χρηστός Χωμενί- Έτσι, κάποιες αναληπτικά ενσωματωμένες ιστο­ δης φαίνεται να γνωρίζει τον τρόπο να διη­ ρίες, όπως εκείνη του πατέρα, με μια αναδρομή, γείται ιστορίες και να κρατά το ενδιαφέρον μετά τη μέση του βιβλίου, στην πρότερη του γά­ του αναγνώστη του. Ευδιάκριτο προτέρημά μου ζωή του, που αν και πληροφορεί δεν δικαιο­ του αποτελεί η ρέουσα γραφή, ο απρόσκο­ λογεί πραγματικά τα δρώμενα, ή πάλι εκείνη της γριας-θείας Ναχμία, που μόνον παρεμπιπτόντως πτος λόγος, πλούσιος σε ευρήματα και εκπλήξεις, λόγος που ενσωματώνει επιδέξια ακόμα και τις αναφέρεται ως πρόσωπο της ιστορίας, μοιάζουν βωμολοχικές εκφράσεις μετατρέποντάς τις σε ορ­ αποκομμένες από το κυρίως σώμα και εγκιβωτιγανικά στοιχεία του διάχυτου χιούμορ και της κο­ σμένες σ’ αυτό χάριν της αφορμής που προσφέ­ ροϊδίας που διατρέχει το μυθιστόρημα. Ενός χιού­ ρουν για καυτηριασμό και ειρωνεία κάποιων επι­ πλέον κοινωνικών καταστάσεων. Τα επιτυχή μορ καυστικού που εκδηλώνει μιαν ανατρεπτικότητα αντίστοιχη εκείνης που πηγάζει από το κωμι­ ευρήματα, έτσι, μοιάζουν να ατονούν κάτω από κοτραγικό φινάλε ενός κόμικ που καυτηριάζει τον υπερβολικό φόρτο μιας αυτάρεσκης για την σύγχρονες τάσεις και νοοτροπίες κοινωνικές, δεί­ επινοητικότητά της διήγησης. Παρ’ όλα αυτά, ο Χωμενίδης διαθέτει, όπως χνοντας την αντίστροφή τους διάσταση ή εξοανέφερα και παραπάνω, ένα σημαντικό ατού: ο γκώνοντάς τες σε τέτοιο βαθμό που αναγκαστικά οκτάχρονος Νικολάκης δεν αποτελεί απλώς τον επιδεικνύεται η γελοία πλευρά τους. Η θεματική που επιλέγει ο Χωμενίδης βοηθάει ήρωά του αλλά και τον πρωτοπρόσωπο αφηγητή για την εικονογράφηση μιας τέτοιας οπτικής. Ο του. Ο μικρός ήρωας θα περιγράψει ο ίδιος τα γε­ οκτάχρονος ήρωάς του, ο Νικολάκης, ένα ευφά­ γονότα που τον φέρνουν από το Πάπιγκο στο Κολλέγιο όπως και τις συναναστροφές που θα νταστο χωριατόπαιδο από το Πάπιγκο, βρίσκεται, αποκτήσει από την πρώτη στιγμή της άφιξής του κάτω από αμφίσημες συγκυρίες, ως υπότροφος του Κολλεγίου Αθηνών. Η απομυθοποιητική διά­ στην Αθήνα: τον μη-προσδιορίσιμο επακριβώς θεση του αφηγητή δεν θα σταματήσει φυσικά μό­ Τζαίηκομπ που θα τον μυήσει σ’ έναν τρόπο ζωής νο στο σχολείο αυτό και κατ’ επέκταση στο εκπαι­ και γνώσεις τουλάχιστον παράδοξους για έναν δευτικό σύστημα μιας ολόκληρης κοινωνίας αλ­ οκτάχρονο, την ιδιόρρυθμη Τζούλια, η οποία τε­ λά, αντίθετα, θα επεκταθεί σε όλους τους πολιτι­ λικά θα τον υιοθετήσει, τον πατέρα και τη μάνα κούς, πολιτισμικούς και οικονομικούς θεσμούς με του με την παράξενη συμπεριφορά και την εξίσου υπερβολές που συχνά αγγίζουν τα όρια του καλα­ παράδοξη νεαρή και διπλοπρόσωπη, όπως δηλώ­ μπουριού μιας παρέας που ξάφνου μεταφέρονται νει και το όνομά της, Κατερίνα-Αλεξάνδρα, που θα αποτελέσει το αντικείμενο του εφηβικού του

^


48 ετηλογη -----------------------------------έρωτα με τις απρόβλεπτες συνέπειες. Όλα αυτά τα πρόσωπα, ωστόσο, ελάχιστα συνιστουν ανθρώπι­ να όντα. Αντίθετα θα ’λεγε κανείς, θυμίζουν καρι­ κατούρες που διαγράφουν ασυνάρτητες τροχιές. Είναι, όμως, πράγματι έτσι; Ή , απλά, «δείχνο­ νται» έτσι μέσα από τη διαστροφική εσωτερική εστίαση του πρωτοπρόσωπου αφηγητή και ήρωα της ιστορίας;

α πρέπει να ανατρέξει κανείς και σε δύο άλ­ λα συνομήλικα του ήρωα πρόσωπα, προτού επιχειρήσει να δώσει μιαν απάντηση. Αυτά είναι ο λίγο μεγαλύτερος αδελφός του, Στέ­ λιος, ένα παιδί διάνοια που κατέληξε στο τρελοκομείο, σύμφωνα τουλάχιστον με τα όσα υποστηρίζει ο μικρός ήρωας, και του οποίου την τύχη ουδέποτε θα μάθουμε πραγ­ ματικά, και ο Τόμμυ Πελεκάνος, συμμαθητής του στο Κολέγιο, Κύπριο προσφυγόπουλο με αμφισβητήσιμη προέλευση και πρότερο βίο, που ακο­ λουθεί την ίδια ακριβώς ζωή με τον Νικολάκη αφού συγκατοικώντας σαν αδελφός μαζί τον Μοι­ ράζεται εξίσου τη φροντίδα όλων, πράγμα που οδηγεί σε συχνές αντιζηλίες μαζί του. Μ: ό/λα λόγια, πληροί το ανεστραμμένο του είδωλο, α υ τό που θα ’θελε αλλά δεν μπορεί να είναι ο Νικολάκης. Στέλιος και Τόμμυ μοιάζουν έτσι προεκτά­ σεις του ήρωα, πράγμα που υποδηλώνεται μάλλον παρά συμπεραίνεται ευθέως από το Πέμπτο Μέ­ ρος του βιβλίου που αναφέρεται στην εφηβική πλέον ηλικία του ήρωα και αφού μεσολαβήσει μια σημαντική παράλειψη κάποιων χρόνων που δύσκολα βρίσκει αιτιολογία, τόσο στο επίπεδο της ιστορίας όσο και σ’ εκείνο της αφηγηματικής πράξης, από τη στιγμή που τα προηγούμενα χρό­ νια του ήρωα έχουν τόσο αναλυτικά παρασταθεί. Η χρονική αυτή παράλειψη, βέβαια, οφείλεται στην λογική αδυναμία που θα επέφερε η συνέχιση της αφήγησης μέσα από μια παιδική οπτική που αποτελούσε μέχρι τότε το ερέθισμα αλλά και το άλλοθι της περιγραφής μιας παράλογης ιστορίας. Μια οπτική που ξανασυναντάται στον έφηβο, πλέον, ήρωα που γράφει, όμως, το ημερολόγιό του κάτω από ιδιαίτερα ιδιάζουσες συνθήκες. Η ξαφ­ νική του απογείωση από το Λονδίνο και η προ­ σγείωσή του στην Ερυθρά Πλατεία της Μόσχας, όπου και τον πλημμυρίζει μια πρωτοφανής διαύ­ γεια, ενέχει κάτι από εκείνο το τραγικό πέταγμα του τέλους που κάνει ο Ποπρίτσιν στο «Ημερολό­ γιο ενός τρελού» μέσα από τον παραληρηματικό του μονόλογο. Δεν κάνω αυτή την αναφορά απερίσκεπτα. Το

μυθιστόρημα, αφήνοντας όλες τις ερμηνείες ανοι­ κτές, δομεί σποραδικά (και ίσως αυτό είναι το μει­ ονέκτημά του) τις πολλαπλές εκδοχές τής μιας και αυτής αλήθειας μέσα από την εξιστόρηση του ίδιου του του μύθου. Σε δύο, τουλάχιστον, περιπτώσεις προτείνονται οι πολλαπλές εκδοχές, η πρώτη σε αναφορά με τον πατέρα, η δεύτερη σε σχέση με την υπόθεση της επιστροφής των κλοπιμαίων από τον Τόμμυ. Όλες οι εκδοχές παραμένουν επίσης ανοικτές σε σχέση με τον τρελό αδελφό. Από την άλλη, μένουν μετέωρες, δηλαδή ουδέποτε εμφανώς υλοποιήσιμες στο σώμα του μυθιστορήματος, κάποιες αφηγηματικές «προλήψεις» σχετικά με την τύχη που θα επεφύλασσαν στον Τόμμυ αργό­ τερα και σε σχέση με την πιθανολογούμενη από τον ήρωα εμφάνιση του Στέλιου μπροστά στην Τζούλια, η οποία, όπως αποκαλύπτεται μετά το θάνατο του πατέρα, αγνοούσε την ύπαρξη του αδελφού. Σημεία που αποδεικνύονται καθοριστι­ κά για μια υποτυπώδη σκιαγράφηση του ίδιου του ήρωα/ αφηγητή, κομμάτια που συνθέτουν την πραγματική του εικόνα και τον προσομοιάζουν τελικά με τον ήρωα του Γκόγκολ. πρωτοπρόσωπη αφήγηση έχει την ιδιαίτερο­ τητα όχι μόνον να συντηρεί κάτω από ένα γραμματικό «εγώ» τη διπλή φωνή του αφη­ γητή και του ήρωα αλλά, ταυτόχρονα, να αναγκάζει σχεδόν τον αναγνώστη να αφεθεί στην αλήθεια του αφηγητή ως προσώπου το­ ποθετούμενου στο αντίστοιχο με το δικό του αφηγηματικό επίπεδο. Την αληθοφάνεια του λόγου του τελευταίου, ο αναγνώστης δεν έχει, κατ’ αρχάς κανένα λόγο να αμφισβητήσει, λησμο­ νώντας όμως αυτό που είναι κοινός τόπος πλέον για το αστυνομικό επί παραδείγματι μυθιστόρημα, όπως το έκανε αφηγηματικά ορατό η Αγκάθα Κρίστι με «Τον φόνο του Ρότζερ Ακρουντ»: o il, δηλαδή, στην πρωτοπρόσωπη αφήγηση είναι το «εγώ» του ήρωα που εκφέρει τον λόγο και επομέ­ νως μπορεί να ψεύδεται, σε σχέση με τα γεγονότα που περιγράφει, στον ίδιο βαθμό με οποιοδήποτε άλλο μυθιστορηματικό πρόσωπο. Στην περίπτωση του «Σοφού παιδιού», τόσο η παραδοξότητα των προσώπων όσο και οι εκτιθέμενες ως βιωμένες καταστάσεις και γεγονότα θα μπορούσαν κάλλιστα να οφείλονται στην παραδοξότητα της οπτι­ κής του μικρού ήρωα. Έτσι, καθόλα συνηθισμέ­ νοι ή τουλάχιστον ανεκτοί τρόποι ζωής ανάγο­ νται, κάτω από μια υπερδιογκωμένη αίσθηση υπερβολής και κατάλυσης των ορίων μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας, σε αστείρευτη πηγή παραδοξολογίας. Ακόμη περισσότερο: όταν I

ί

/


------------------------------------- ετηλογη 49 ο τρόπος περιγραφής του κόσμου δίνεται μέσα από την οπτική της παιδικής ηλικίας, όπου φα­ ντασία και πραγματικότητα προσλαμβάνεται ως ενιαίον όλο (η, .κατά Πιαζέ, αδυναμία διάκρισης από το παιδί του ψυχικού και φυσικού του κό­ σμου), τότε, η προσπάθεια μεταφοράς της οπτικής του παιδιού δεν είναι δυνατή παρά μόνον μέσα από την εκφορά του λόγου ενός ενήλικου ή, ακό­ μη ορθότερα, από έναν ενήλικο - ομοίωμα της παιδικής ηλικίας. Με αυτό το πνεύμα, είναι εδώ υποχρεωτικός ο διαχωρισμός εστιάζοντος υποκει­ μένου (ήρωα) και εκφωνούντος το λόγο (αφηγη­ ματική φωνή), αφού, στην ουσία, αυτό που επιτελείται στο «Σοφό Παιδί» δεν είναι άλλο από την προσπάθεια άλωσης του παιδικής οπτικής από τον ενήλικο λόγο. Νομίζω, έτσι, ότι το συγκεκρι­ μένο μυθιστόρημα εγγράφεται στην ίδια λογοτε­ χνική μυθολογία που στον ελληνικό χώρο δημι­ ουργεί η πάντοτε επίκαιρη «Κασσάνδρα και ο Λύ­ κος» της Μαργαρίτας Καραπάνου, ως αξεπέρα­ στο δείγμα του είδους και φθάνει μέχρι τον σχετι­ κά πρόσφατο «Ορέστη» του Δημοσθένη Δαββέτα που δεν έχει σίγουρα ακόμη τύχει της υποδοχής που του άξιζε. Στο «Σοφό Παιδί», ωστόσο, αυτή η παρέκβαση του λόγου δεν φθάνει τα όριά της. Οι αναφορές σε πραγματικά ιστορικά γεγονότα και σε συγκεκριμένους χώρους δίνουν την ευκαιρία στον αφηγητή να καυτηριάσει με εμφανή ειρω­ νεία έναν πραγματικό κόσμο σε όλο του τον παραλογισμό, ενώ η εσωτερική εστίαση στον οκτά­ χρονο ήρωα δημιουργεί το κατάλληλο άλλοθι της αθυροστομίας και του χλευασμού. Ο Νικολάκης δεν αποτελεί, σε τελευταία ανάλυση, τίποτε άλλο από το φερέφωνο της κοινωνίας του, παπαγαλίζο­ ντας μέχρι αποδιοργάνωσης την ίδια της την γλώσσα. Έτσι, ο Χωμενίδης, επιλέγοντας τον μι­ κρό Νικολάκη ως ήρωα και αφηγητή του, φαίνε­ ται να υλοποιεί μυθοπλαστικά το γνωμικό «από μικρό κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια». Και στη συγκεκριμένη περίπτωση και οι δύο αυτές ιδιότητες συνυπάρχουν! υνεκτικό ιστό της όλης αφήγησης αποτε­ λεί, πράγματι, ένα γράμμα που υποτίθεται ότι λαμβάνει ο οκτάχρονος ήρωας από τον έγκλειστο αδελφό του, το οποίο αδυνατεί να εξηγήσει πώς έφτασε στα χέρια του, όπως αδυνατεί και να καταλάβει με το παι­ δικό μυαλό του το πραγματικό νόημά του. Το πα­ ραθέτει, ωστόσο, αρκετά έγκαιρα ώστε να μπορεί ο αναγνώστης να διαπιστώσει ότι το υπόλοιπο μυθιστόρημα αποτελεί μια κατά κάποιο τρόπο υλοποίηση των όσων αυτό το γράμμα, μέσα στο

πλήρες παραλήρημά του (και ο Γκόγκολ είναι και πάλι εδώ παρών), περιγράφει. Στον αφηγητή, δεν μένει πλέον από το να μοιράσει τους ρόλους. Όσο για τη δική του προβλεπόμενη δολοφονία, θα υλοποιηθεί και αυτή μέσω του αντικαταστάτη του, της δίδυμης εικόνας του που αποτελεί ο Τόμμυ. Η ξαφνική παρουσία της παντόφλας του Στέ­ λιου στα χέρια του Νίκου, όντας στο μακρινό Λονδίνο όπου αυτός και ο Πελεκάνος έχουν φυγαδευτεί από την Τζούλια για κάποιους λίγο ως πολύ απροσδιόριστους λόγους, είναι ενδεικτική της άλλης παρουσίας που συνοδεύει εξ αρχής τον ήρωα: εκείνη του τρελού Στέλιου. Εκείνο που τε­ λικά δεν θα λεχθεί ποτέ είναι το συνδηλούμενο «και ο Στέλιος ήμουν εγώ»!

ν η παραπάνω προσπάθεια προσέγγισης του μυθιστορήματος βρίσκει πράγματι κά­ ποια κειμενικά ερείσματα που την υποστη­ ρίζουν, τότε ενισχύεται η άποψή μου ότι αυτό που στερείται το έργο είναι η οικονο­ μία στην αφήγηση. Παρ’ όλα αυτά, οι πλα­ τειασμοί, οι εμβόλιμες και αποπροσανατολιστικές συχνά ιστορίες, τα κενά και άλλες ελλείψεις στην αφηγηματική τεχνική μπορούν να λειτουργήσουν ενισχυτικά μιας άλλης παράπλευρης και πιθανόν επιδιωκόμενης εντύπωσης του αναγνώστη: εκεί­ νης ενός έργου που επιδιώκει την αποσπασματι­ κότητα, τις πολλαπλές τομές που τον αποπροσα­ νατολίζουν, που αναβάλλουν την έκβαση, που εξάρουν τελικά τον παρωδιακό του χαρακτήρα. Ακόμη και τότε παραμένει πάντως εκκρεμής η αναγκαία συνέπεια στις αφηγηματικές τεχνικές και τα τεχνάσματα που επιλέχθηκαν ώστε να υπη­ ρετηθεί σωστά το οιοδήποτε κρινόμενο ως κύριο επίπεδο πλοκής της ιστορίας και το τελικό μή­ νυμα της αφήγησης. Εδώ όμως εισερχόμαστε στο χώρο της προθετικότητας του δημιουργού και εί­ ναι πραγματικά δύσκολο να αποδείξει κανείς ότι η εντύπωση του άτεχνου κολάζ, που κάνει ορατά τα λευκά των ενώσεών του, ανήκει ή όχι στις προ­ θέσεις του. Δεν ξέρω αν η κριτική θα μπορούσε να υποστη­ ρίξει χωρίς ενδοιασμούς ότι το «Σοφό παιδί» θα συγκαταλεχθεί μεταξύ των σημαντικών μυθιστο­ ρημάτων της νεότερης λογοτεχνικής γενιάς μας. Εκείνο, όμως, που σίγουρα θα μπορούσε να διαπι­ στώσει κανείς είναι ότι, αν στόχος του βιβλίου αυτού υπήρξε η διακωμώδηση του παραδοσιακού μυθιστορηματικού είδους, αναμφισβήτητα το πε­ τυχαίνει.

Ι

Δημήτρης Τσατσούλης


50

ετηλογη

γλωσσικός αφελληνισμός Το επόμενο κεφάλαιο, είναι το κυριότερο του βιβλίου και ένα από τα πιο σημαντικά που έχουμε υπόψη μας σχετικά με το θέμα αυτό. Αλλά και για τ η ς υ π ο τ ε λ ε ία ς ) . Τρίτη έκδοση. Αθήνα, τον ίδιο το συγγραφέα πρέπει να έχει ιδιαίτερη Α ρ μ ό ς , 1993. Σελ. 120. σπουδαιότητα, δεδομένου ότι καλύπτει το με­ γαλύτερο αναλογικά μέρος του βιβλίου. Εκεί με τρόπο συστηματικό επιχειρείται η καταγραφή, όχι εξαντλητική, βέβαια, με ικανοποιητική πληρό­ Μελέτη τητα όμως, των περιπτώσεων εκείνων οι οποίες αναφέρονται στην υποχώρηση της ικανότητας της γλώσσας (διάβαζε ελληνικής κοινωνίας), να ίτε είναι κάποιος οπαδός της Νέας Δημοκρα­ αφομοιώνει τις ξένες επιρροές και που θεμελιώ­ τίας είτε όχι, θα συμφωνήσει ότι η τελευταία νουν το χαρακτηρισμό του φαινομένου ως πρό­ βλημα. Ο τίτλος άλλωστε του κεφαλαίου «περι­ κυβερνητική της θητεία ποτέ δεν κράτησε διάβαση στην περιπτωσιολογία» είναι δηλωτικός. τρισήμι χρόνια, ούτε ήταν δυνατόν βέβαια να Ξεκινώντας από το υποκεφάλαιο που το επιγράφει γίνει κάτι τέτοιο. Επέμεναν εντούτοις ομοφώ«αβασάνιστη λεξικολογική δανειοληψία» και κανως, τόσο οι δημοσιογράφοι όσο και οι πολι­ τικοί όλων των αποχρώσεων. Η ένστασή μας δενταλήγοντας σε αυτό με τον τίτλο «ποικίλοι ανώ­ αφορά την πολιτική ουσία του γεγονότος, αλλά φελοι ξενισμοί» μάς δίνει την ευκαιρία να συνει­ τη λέξη που χρησιμοποιήθηκε για να δηλωθεί το δητοποιήσουμε το πόσο έχουν μπει στη ζωή μας χρονικό αυτό διάστημα και μόνο. Η συμφωνία οι διάφοροι αυτοί ξενισμοί. Το κακό δεν βρίσκε­ που παρατηρήθηκε και η επιμονή όλων, πέραν ται βέβαια στο ότι έχουν εισαχθεί οι ξένες λέξεις, των όποιων άλλων διαφοροποιήσεων στο ίδιο λά­ αλλά στο ότι αυτές έρχονται να ωθήσουν τις ήδη θος, φανερώνει ότι το πρόβλημα της υποχώρησης υπάρχουσες ελληνικές στο περιθώριο, και, αν δεν του γλωσσικού, ας το πούμε έτσι, αισθητηρίου εί­ υπάρχουνε συνώνυμες, να ενσωματωθούν αυτού­ ναι βαθύτατα κοινωνικό και γι’ αυτό εξόχως εθνι­ σιες στο καθημερινό λεξιλόγιο αγνοώντας τους κό. Το κενό που δημιουργεί αυτή η υποχώρηση, υπάρχοντες γλωσσικούς και φωνητικούς κανόνες. έρχεται να το καλύψει η «εγκατάσταση» στη χώ­ Το ακόμα χειρότερο είναι ότι η διαδικασία αυτή ρα μας αυτούσιων ξένων γλωσσικών τύπων. πραγματοποιείται, όταν δεν περνά απαρατήρητη, Στο φαινόμενο αυτό, αναφέρεται το βιβλίο του με τη χρησιμοποίηση ψευδεπίγραφων επιχειρημά­ Γιάννη Μ. Καλιόρη, που με τίτλο «Γλωσσικός των. Αφελληνισμός» και υπότιτλο «Πέραν του μισοΣτο τρίτο κεφάλαιο, το οποίο τιτλοφορεί με τον ξενισμού και της υποτελείας» κυκλοφόρησε από μισό υπότιτλο του βιβλίου «πέραν του μισοξενιτις εκδόσεις «Αρμός». Η έκδοση αυτή είναι η τρί­ σμού...», ο συγγραφέας έχοντας ολοκληρώσει τη του έργου. Η πρώτη έγινε το 1984. αυτό που θα λέγαμε διάγνωση, φτάνει στις προτά­ Στην εισαγωγή του βιβλίου, ο συγγραφέας επι­ σεις του για τη θεραπεία. Βασιζόμενος σε αντί­ χειρεί περιγραφή του προβλήματος, τονίζοντας στοιχες προσπάθειες άλλων κοινωνιών με ανάλο­ ότι αυτό αποτελεί ένα σύμπτωμα, περισσότερο γα προβλήματα και άλλες, ίσως, ευαισθησίες, και κοινωνικής παθολογίας παρά γλωσσικής νόσου. Γίνεται καυστικός σε κάποια σημεία του κειμέ­ ειδικότερα της Γαλλικής, εισηγείται τη δημι­ νου, επικρίνοντας όλους εκείνους οι οποίοι κακο­ ουργία «κατά κάποιο τρόπο γλωσσικών τε­ λωνείων». Η πρόταση αυτή μας φέρνει, αμέσως, ποιούν τη γλώσσα, με το να χρησιμοποιούν αδό­ στο μυαλό ένα είδος λογοκρισίας και μέσα από κιμες λέξεις και φράσεις, οι οποίες δεν υπακούουν αυτή την ποδηγέτηση της σκέψης. Σπεύδει όμως, σε κανένα τυπικό, ούτε της Δημοτικής ούτε της επίσης αμέσως, να μας καθησυχάσει λέγοντας ότι Καθαρεύουσας.

ΓΙΑΝΝΗΣ Μ. ΚΑΛΙΟΡΗΣ. Γ λ ω σ σ ικ ό ς Α φελληνισμός ( Π έ ρ α ν τ ο υ μ ι σ ο ξ ε ν ι σ μ ο ύ κ α ι

Ε


------------------------------------- εττίλογη 51 εννοεί όχι κάποιον εισαγγελέα αλλά μια οργανω­ μένη και συστηματική πρωτοβουλία, το κέντρο της οποίας θα είναι η ίδια η πολιτεία, η οποία έχει στα χέρια της όλον εκείνον το μηχανισμό και, άρα τη δυνατότητα.

λύση είναι λιγότερο λανθασμένη και επικίνδυνη, από τη χρήση όλων εκείνων των βάρβαρων τύπων με τους οποίους οι (ημιμαθείς) μανιχαϊστές της μιας ή της άλλης πλευράς μάς βομβαρδίζουν. Εκεί όπου θα έπρεπε να σταθούμε είναι το μήκος της πρότασης, τεράστιο κάποιες φορές. Βέβαια έχει κάτι το αυθεντικά πρωτογενές και αυθύπαρκτο ο βιβλίο τελειώνει με ένα ήδη δημοσιευμένο αυτό το χαρακτηριστικό. Δεν οφείλεται, δηλαδή, κείμενό του1, το οποίο αποτελεί απάντηση στην ανικανότητα του συγγραφέα να εκφράσει με σε επιστολή. Με αυτό προσπαθεί να αντι- άλλο τρόπο τη σκέψη του. Αντίθετα! Όμως μερι­ κρούσει αιτιάσεις που μιλούσανε για «γλωσ­ κές περίοδοι θα μπορούσε να ήτανε μικρότερες σικό» εκ μέρους του «σωβινισμό» κ.λπ. και (μέχρι και τριανταπέντε γραμμές μετρήσαμε ανά­ να κωδικοποιήσει τις σχετικές απόψεις του. μεσα σε δυο τελείες). Ακόμα κάποιες παρεκβά­ Το ζητούμενο, λοιπόν, για το συγγραφέα, βρίσκε­ σεις, οι οποίες χαλαρώνουν τη ροή του λόγου και ται «πέραν» ακριβώς «του μισοξενισμού και της υποτελείας». Μεταξύ του υπεροπτικού σωβινι­ ίσως προκαταλαμβάνουν τη σκέψη του αναγνώ­ στη, χωρίς εντούτοις να προσφέρουν τίποτα στο σμού, δηλαδή, και της ανεδαφικής αυτάρκειας, μι­ νόημα, θα μπορούσαν να έλειπαν. Οι «υπουργοί σαλλοδοξίας αλλά και αυταρέσκειας, από τη μια, κ.λπ.», κρίνονται από το αν «κατανόησαν επιτέ­ και του ψοφοδεούς γραικυλισμού όπως και του άκριτου μιμητισμού, από την άλλη, ο συγγραφέας λους» ή όχι «τη φύση και την οξύτητα του προ­ βλήματος» και όχι βέβαια από το αν ήτανε «ζεϊέχει προκρίνει το δρόμο της αξιοπρέπειας και της μπεκικοχορεύοντες». αυτοτέλειας προσωπικής πρώτα, εθνικής μετά. Διαβάζοντας το βιβλίο, εντύπωση μας προκαλεί Η διαπίστωση εκ μέρους του συγγραφέα, της η άποψη του συγγραφέα για το ρόλο που έπαιξε, υποχώρησης της γλώσσας αλλά και καθενός του γηγενούς μπροστά στις αλλότριες επιρροές δεν αλλά και αυτόν που καλείται να παίξει η Καθα­ επιδέχεται, πιστεύουμε, αντίρρηση. Για την ερμη­ ρεύουσα, ως ένα από τα όπλα που έχουμε προκεινεία του φαινομένου, την αιτιολόγηση αλλά και μένου να ανασχεθεί ο επιταχυνόμενος αφελληνι­ τη δικαιολόγησή του, οι απόψεις μπορεί και πρέ­ σμός της γλώσσας. Σχετικά τώρα με την πρότασή του για την ανά­ πει, εφόσον τεκμηριώνονται, να είναι πολλές. Εκείνο όμως στο οποίο, επίσης, πρέπει να συμφω­ ληψη πρωτοβουλιών εκ μέρους του κράτους, πριν νήσουμε, είναι ότι ο ίδιος δεν είναι υπέρ οποιοσ­ συμφωνήσουμε, ας πούμε τα εξής: Διαβάζοντας τις απόψεις του για το ρόλο του δήποτε μορφής απομόνωσης. Δεν θα μπορούσε βέβαια να συμβαίνει κάτι τέτοιο μια και, κοινωνι­ κράτους, ο οποίος δεν μπορεί να είναι αυτός του ολόγος ο ίδιος, ξέρει πολύ καλά και διδάσκει, ότι παντεπόπτη και παναρμόδιου κηδεμόνα, ρόλος ο η ώσμωση στοιχείων μεταξύ τόπων είναι μια δια­ οποίος ίσως βολεύει προς στιγμήν, με βεβαιότητα όμως οδηγεί σε αδιέξοδα, διαπιστώνουμε ότι δηδικασία, η οποία γίνεται έτσι κι αλλιώς αλλά και ότι αποτελεί μια από τις βασικότερες προϋπο­ μιουργείται μια αντίφαση με αυτόν που του επι­ φυλάσσει διατυπώνοντας την πρότασή του. Αντί­ θέσεις για τη δημιουργία πολιτισμού. Άλλωστε φαση, η οποία την παρουσιάζει αποδυναμωμένη κανένας πολιτισμός δεν υπήρξε αυτοφυής και στα μάτια μας, ενώ μπορεί να είναι σωστή. αυθύπαρκτος. Κατά τη συγγραφή του βιβλίου έγινε χρήση του πολυτονικού συστήματος. Αυτή οπωσδήποτε ήτανε συνειδητή εκ μέρους του συγγραφέα. Για I I ωρίς αντίρηση, η πολιτεία έχει στη διάθεσή | | ττ1ζ τεράστια μέσα με καθοριζόμενη, όμως, μας εν τούτοις, που δεν ξέρουμε τη σχετική του V από τον κοινωνικό περίγυρο αποτελεσματιεπιχειρηματολογία, στερείται αιτίας, δεδομένου I κότητα. Σε μια απόφαση της πολιτείας, λοιότι οι λόγοι οι οποίοι επέβαλαν τη δημιουργία του Λ πόν, πρέπει να υπάρχει και ό,τι θα λέγαμε δεν υπάρχουν πια. Ξάφνιασμα ακόμα προκαλεί η II κοινωνική συμφωνία. Αλλιώς η απόφαση μίξη λέξεων και τύπων της Δημοτικής με αυτών I U δεν θα μπορέσει να υλοποιηθεί, ή το πολιτιτης Καθαρεύουσας. Η μίξη αυτή, που είναι σύμ­ φωνη με τις σχετικές απόψεις του συγγραφέα, με ■ I κό «πράττω» θα επιβληθεί στο κοινωνικό «θέλω», συνώνυμο το δεύτερο της δικτατορίας. το να δημιουργεί ένα αποτέλεσμα, το οποίο δεν προσβάλλει την αισθητική τού αναγνώστη και με Για να έχει, λοιπόν, το αποτέλεσμα που θέλει η πρότασή του, θα πρέπει ως προϋπόθεσή της να τη σαφήνεια των νοημάτων τα οποία μεταφέρει, υπάρχει ή η εκ των προτέρων πίεση της κοινωνίας μας οδηγεί στο να πούμε ότι σε τελευταία ανά-

Ι


52

εηάογη

------------------------------------

(να την πούμε κοινή γνώμη;), η οποία θα επιβάλ­ λει στην πολιτεία τη δημιουργία των σχετικών μη­ χανισμών αλλά, και τη δυναμική της πολιτείας τους, ή η εκ των υστέρων αποδοχή της, η οποία θα οδηγήσει στην ενσωμάτωσή της στην καθημε­ ρινή πρακτική. Με το δεδομένο αυτό, αν η ίδια η ελληνική κοινωνία δεν ξεφύγει από την αφασική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει, τότε η όποια πολιτική που θα έχει αναγκαστικό χαρα­ κτήρα είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. Το φαι­ νόμενο, δηλαδή και η καταπολέμηση ή η απο­ δοχή του, αφορά τον καθένα από όλους τους πο­ λίτες αυτής της χώρας και δευτερευόντως το κρά­ τος, του οποίου ο ρόλος δεν μπορεί να είναι, εκ των προτέρων, παρά μόνο «συμβουλευτικός». Το βιβλίο για να καταλήξουμε, είναι σημαντι­ κό. Απαραίτητο θα το χαρακτηρίζαμε σε όποιον με ανησυχία βλέπει την πορεία του Ελληνικού

αφελληνισμού και ειδικότερα το μέρος του εκείνο που αφορά τη γλώσσα. Το ότι βεβαίως από το 1984 πραγματοποίησε τρεις εκδόσεις είναι ένα κριτήριο, το οποίο δεν αφορά μόνο το βιβλίο και την αξία του, αλλά και κάποιες κοινωνικές αντι­ στάσεις, οι οποίες προφανώς αρχίζουν να σχημα­ τοποιούνται. Και πιθανώς αυτό το τελευταίο να αποτελεί το ελπιδοφόρο μήνυμα που εμμέσως μας μεταφέρει το βιβλίο. Γ . Ζησιμόπο υλος

Υ.Τ. Η Νέα Δημοκρατία κυβέρνησε τριάμισι χρόνια χωρίς, βεβαίως, καμυ. αμφισβήτηση επ’ αυτού.*1 Σημειώσεις 1. Εφημερίδα «Εξόρμηση» 28.9.84.

ΠΛΑΙΣΙΟ —

Η νέα

ποιή τρια Μαρία ΡάλληΥδραίου μέσα σε σύντομο χρονι­ κό διάστημα μας έδω σε δείγμα γρ α φ ή ς τη ς με τις δύο π ρ ώ τε ς τη ς ποιητικές συλλογές. Λόγω θεματικής ασυνάφειας, όμως, δεν είναι δυνατόν να συνεξετασθούν. Γι' αυ τό και εντα ύθα η κριτική θα γίνει σε καθεμιά ξεχω ­ ριστά. Η π ρ ώ τη ποιητική συλλογή, π ο υ επιγρά φ ετα ι «Αναλώσιμα», περιλαμβάνει ποιή μ α τα ελεύθε­ ρης, ω ς ε π ί το πολύ, τεχνο τρο ­ πία ς, πεζοτρ ά γου δα , χάι-κάι και γνωμικά. Αν εξαιρέσει κανείς α υ τά π ο υ η ποιή τρια ονομάζει πεζοτρ ά γου δ α και π ο υ έχουν εύ­ λογο μήκος, τ α υ πόλ οιπ ά τη ς π οιή μ α τα είναι μικρά σε μέγεθος και διακρίνονται σε τρεις θεματολογικούς κύκλους: κοινωνι­ κά, ερωτικά και φυσιολατρικά. Εδώ, η ποίησή τη ς άλλοτε είναι γυμνή και απαλλαγμένη α π ό το βάρος τω ν καλολογικών στοιχεί­ ω ν με έμφαση στο στοχασμό, τη ν ουμανιστική διάθεση και τον πόνο, και άλλοτε γεμάτη λυρι­ σμό, με ζω ντα νές εικόνες π ο υ όχι σ π άνια καταλήγουν στο αιώ ­ νιο δοξαστικό τη ς ελληνικότη­ τα ς. Σε ορισμένες, μάλιστα, περι-

ποίηση Μ ΑΡΙΑ Ρ ΑΛ ΛΗ Υ Δ Ρ Α ΙΟ Υ . Αναλώσιμα. Α θ ή να 1992. Σελ. 192 και Υπέρβαση Ζωής. Α θ ή να 1993. Σελ. 160.

π τ ώ σ ε ις στην ποίηση τη ς Μα­ ρίας Ράλλη-Υδραίου συναντάμε και α πό η χ ο υς του δημοτικού τραγουδιι ύ π ο υ εκπλήσσουν ευ­ χάριστα. Βέβαια, δεν είναι π ε ζο τρ ά ­ γουδα α υ τά π ο υ αναφέρονται έτσι στο οικείο κεφάλαιο, α φού το πεζο τρ ά γο υ δ ο υπακούει σε δικούς του αισθητικούς νόμους. Είναι π ο ιή μ α τα σε πρ ό ζα . Ό μ ω ς έχουν μια ιδιαίτερη δυναμική, γνήσιο ρομαντισμό, α νεπιτή ­ δευτη χάρη και στοχασμό ελπί­ δας. Ενώ τα χάι-κάι είναι τυπικό δείγμα του είδους γεμ ά τα στοχαστικότητα. Τέλος τα γνωμικά, ω ς π ρ ο ϊό ντα τη ς καθημερινής εμπειρίας, μας πα ρουσιά ζουν καίριες αλήθειες ο δηγούς και φ ά ­ ρους τη ς ζω ής μας.

Αντίθετα η «Υπέρβαση Ζωής», κι α υ τό σε ελεύθερη ποίηση, έχει ελεγειακό χαρακτήρα και διακρίνεται για τη φιλοσοφική διάθεση και τις έντονες μεταφυσικές τη ς προεκτάσεις. Γραμμένο για το θά να το τη ς μητέρας της, μοιραία γίνεται ύμνος και αίνος για την μ εταστάσα, ένα πραγματικό requiem για τη νεκρή, α π ' ό πο υ αναβλύζει αβία στα το αίσθημα του πό νο υ και σκιαγραφείται η διάσταση τη ς τραγικής ειρωνεί­ α ς του α νθρ ώ πο υ . Συχνά γίνεται εδώ η ποίηση τη ς Μ αρίας ΡάλληΥδραίου ομολογία πίσ τε ω ς και άρνηση του ηθικού ντετερμινι­ σμού. Μέσα δε α π ό τη ν παρθενικότητα τω ν α ισθημάτων τη ς δια­ κρίνουμε τη ν α νθρώ πινη, τη χθόνια υ πόστα ση τη ς ποιή τρια ς π ο υ γράφει όχι π ια για την αισθητική απόλαυση, αλλά για να εκφράσει το σπ αρα γμ ό της. Επιτυχές, λοιπόν, το δείγμα γρ α φ ή ς τη ς ποιήτριας. Μ πορεί να πά ει, όμως, ακόμα καλύτερα, αρκεί να προσπ α θή σει. Εμείς, π ά ντ ω ς, θα παρακολουθούμε τα βήματά της...

Γιώργος Πετρόπουλος


Σύγχρονη Ελληνική Λογοτεχνία

ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΤΡΙΒΙΖΑΣ 0 ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΣ ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΗΣ

ΜΑΝΟΣΚΟΝΤΟΛΕΩΝ ΕΡΩΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΜΙΑΣ ΠΑΙΔΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ ΠΑΝΤΕΛΗΣΚΑΛΙΟΤΣΟΣ ΤΑ ΓΟΥΡΟΥΝΙΑ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ

Κόψτε το απόκομμα και ταχυδρομήστε το οτην παρακάτω διεύθυνση, για να σας στείλουμε το Γενικό Κατάλογο των εκδόοεών μας: Σ. ΠΑΤΑΚΗΣ Α.Ε. ΒΑΛΤΕΤΣΙΟΥ 14 10680 ΑΘΗΝΑ (ΤΗΛ: 3638362, FAX: 3628950) Ονοματεπώνυμο................................................................. Διεύθυνση.......................................................................... Πόλη................................................ Τ.Κ......................... Επάγγελμα........................Ηλικία (ΔΙΑΒΑΖΩ 3/94)

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ: Σ. ΠΑΤΑΚΗΣ Α.Ε. Εμμ. Μ πενάκη 16, 106 78 Αθήνα, Τηλ.: 36.38.362, Fax: 36.28.950


Ε Κ Δ Ο Σ Ε ΙΣ « Δ Ω Δ Ω Ν Η » Α Σ Κ Λ Η Π ΙΟ Υ 3, Α Θ Η Ν Α 106 79 ΤΗΛ. 01/36.37.973

Β ΙΒ Λ ΙΟ Π Ω Λ Ε ΙΑ ΑΘΗΝΑ: ΑΣΚΛΗΠΙΟΥ 3, 106 79 ΤΗΛ. 36.41.787, FAX 36.30.312

ΓΙΑΝΝΙΝΑ: MIX. ΑΓΓΕΛΟΥ 27, 455 32 ΤΗΛ. 35.026, FAX 38.011

Β ΙΒ Λ ΙΑ Π Ο Υ Κ Υ Κ Λ Ο Φ Ο Ρ Ο Υ Ν Α) ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

1) Ε. Π. ΠΑΠΑΝΟΥΤΣΟΥ: ΗΘΙΚΗ, τόμοι 2 2) ΓΚΕΟΡΓΚ ΧΕΓΚΕΛ: Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ, μετάφρ. Δημ. Τζώρτζόπουλου 3) ΓΚΕΟΡΓΚ ΧΕΓΚΕΛ: ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ, μετάφρ. Γιάννη ΤζαβάΡ« 4) ΓΙΑΝΝΗ ΤΖΑΒΑΡΑ: ΕΡΩΤΑΣ - ΠΟΛΕΜΟΣ 5) ΟΤΤΟΦΡ. ΜΠΟΛΝΟΟΥ: ΤΟΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣΑΣΚΗΣΗΣ, μετάφρ. Ιωάν. Θεοδωρόπουλος Β) ΙΣΤΟΡΙΑ & ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

1)

ΓΙΩΡΓΟΥ ΒΕΛΟΥΔΗ: ΓΡΑΜΜΑΤΟΛΟΓΙΑ, ΘΕΩΡΙΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

Γ) ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

1) ΤΑΣΟΥ ΓΚΑΓΚΑ: ΠΑΡΑΘΥΡΑ ΔΙΧΩΣ ΟΥΡΑΝΟ, νουβέλα 2) ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΓΙΑΤΗ: ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΑΠΟ ΤΟΧΑΛΙ ΜΑΣ, διηγήματα 3) ΝΙΚΟΥΣΙΔΕΡΩΜΕΝΟΥ: ΤΟ ΚΑΪΚΙ ΠΟΥ ’ ’ΚΛΑΨΕ, διηγήματα Α) ΠΟΙΗΣΗ

1) ΤΑΚΗ ΑΝΤΩΝΙΟΥ: ΤΡΙΤΗΑΝΘΟΛΟΓΙΑ 2) ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΑΡΑΤΖΑ: ΤΑ ΔΟΝΤΙΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ 3) ΣΠΥΡΟΥ ΤΟΥΠΟΠΑΝΝΗ: ΠΛΑΝΟΔΙΟ ΦΩΣ 4) ΣΤΑΥΡΟΥΣΤΑΥΡΙΔΗ: ΘΕΡΙΝΟΗΛΙΟΣΤΑΣΙΟ 5) ΑΛΕΞΗ ΖΑΚΥΘΗΝΟΥ: ΟΞΕΝΟΣ ΚΗΠΟΣ 6) ΕΛΕΝΗΣ ΤΣΟΛΑΚΙΔΟΥ: ΛΙΓΟ ΠΡΙΝ ΞΗ­ ΜΕΡΩΣΕΙ Ε) ΜΕΛΕΤΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ

1)

ΜΠΕΡΝΑΡΣΩ: Η ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑΤΟΥ ΙΨΕΝΙΣΜΟΥ, μετάφρ. Γιώργου Χριστογιάννη

ΣΤ) ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΘΕΑΤΡΟ

1) ΟΥΙΛΛΙΑΜΣΑΙΞΠΗΡ: ΤΡΙΚΥΜΙΑ, μετάφρ. Τάσου Ρούσσου 2) ΚΑΡΛΟ ΓΚΟΛΝΤΟΝΙ: Η ΒΕΝΤΑΛΙΑ, μετά­ φρ. Αλίκης Αλεξανδράκη 3) ΙΒΑΝ ΤΟΥΡΓΚΕΝΙΕΦ: ΕΝΑΣ ΜΗΝΑΣ ΣΤΗΝ ΕΞΟΧΗ, μετάφρ. Αλέξη Σολομού

4)

ΜΟΛΙΕΡΟΥ: ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΕΙΣΜΑΤΑ, μετάφρ. Νικολάου Ποριώτη

Ζ) ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ 1) ΜΑΝΩΛΗ ΚΟΡΡΕ: ΘΕΑΤΡΟ ΤΟΜΟΣ Γ', 0 ΜΙΔΑΣ ΕΧΕΙ ΑΥΤΙΑ ΓΑΙΔΑΡΟΥ & ΠΑΤΑΡΙ 2) ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΒΑΒΛΙΔΑ: Ο ΜΕΓΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ, Ο ΑΣΤΡΟΝΑΥΤΗΣ ΚΑΙ Η ΚΟΜΗΣΣΑ 3) ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΙΛΑΚΗ: ΟΙ ΚΕΡΚΕΜΕΖΟΙ - ΡΕΒΕΚΑ ΚΑΙ ΜΑΡΚΟΣ - ΚΑΛΑΜΠΑΚΟΣ Η) ΙΣΤΟΡΙΑ 1) ΚΙΜΩΝΟΣ ΚΟΕΜΤΖΟΠΟΥΛΟΥ: ΟΙ ΛΑΖΑΙΟΙ ΤΟΥ ΟΛΥΜΠΟΥ ΚΑΙ ΑΠΟΓΟΝΟΙ Θ) ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ 1) ΗΒΗΣ ΜΕΛΕΑΓΡΟΥ: ΠΡΟΣΩΠΟ ΕΙΝΑΙ Η ΑΝΩΝΥΜΗ ΚΥΠΡΙΑ 2) ΘΑΝΑΣΗ ΠΑΝΤΟΥΛΑ: ΜΙΑ ΖΩΗ ΠΕΡΙΠΕ­ ΤΕΙΕΣ 3) ΝΙΚΟΥ ΚΟΣΜΑ: ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΟΤΖΙΟΥΛΑ 4) ΚΩΝ/ΝΟΥ ΔΟΥΚΑ: ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΜΥΣΤΙ­ ΚΟ ΤΟΥ ΟΜΗΡΟΥ I) ΓΛΩΣΣΟΛΟΓΙΑ I) ΚΩΣΤΑ ΚΥΡΙΑΚΟΥ: ΕΣΠΕΡΑΝΤΟ, 0 ΔΡΟ­ ΜΟΣ ΤΗΣ ΕΛΠΙΔΑΣ ΙΑ) ΙΣΤΟΡΙΚΗ & ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ 1) ΚΑΝΕΛΛΑΣ ΛΑΓΑΚΟΥ: Η ΕΝΔΥΜΑΣΙΑ ΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ ΑΙΩΝΕΣ 2) ΙΑΣΩΝΑ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ: ΠΥΡΟΒΑΣΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΕΝΑΡΗΔΕΣ 3) ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΠΑΝΤΟΥΛΑ: ΣΙΩΠΟΤΟΣ ΙΒ) ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ1 1) ΖΑΦΕΙΡΗ ΒΑΟΥ & ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΝΟΜΙ­ ΚΟΥ: Ο ΑΝΕΜΟΜΥΛΟΣ ΣΤΙΣ ΚΥΚΛΑΔΕΣ (ΛΕΥΚΩΜΑ)


Εκδόσεις opera Χαριλάου Τρικούπη 26, 106 79 Αθήνα, τηλ. 36 33 777 Fax: 65 27 516

Luis Sepulveda Έ ν α ς γ έ ρ ο ς π ο υ δ ιά β α ζ ε

Blaise Cendrars Μ ο ρ α β α ζ ίν ,

ισ τ ο ρ ίε ς α γ ά π η ς

β ίο ς κ α ι π ο λ ιτ ε ία

Μετάφραση: Αχιλλέας Κυριακίδης

Μετάφραση: Γιώργος Σπανός

Ήδη πολυβραβευμένος και αναγνωρισμέ­ νος, ο Luis Sepulveda, πολύπαθος Χιλιανός συγγραφέας που αγωνίζεται για τη σωτηρία του πλανήτη, περιφέρει τον ήρωά του στη ζούγκλα του Αμαζόνιου ανά­ μεσα σε Ινδιάνους, πουλιά, ερπετά και ένα πολύ επικίνδυνο αιλουροειδές. Ένας ιδιόρρυθμος ηλικιωμένος ήρωας που γνωρίζει σε βάθος τα μυστικά της άγριας φύσης και φανερώνει μία μοναδική αδυ­ ναμία στα αισθηματικά μυθιστορήματα. Τιμήθηκε με τα βραβεία: Tigre Juan, France Culture, Relais H. Μεταφράστηκε σε 15 γλώσσες.

Ένα κλασικό έργο του μεγάλου Γαλλοελβετού συγγραφέα, αντιπροσωπευ­ τικό δείγμα της λογοτεχνίας «της πε­ ριπλάνησης». Ο Μοραβαζίν, ήρωας αμφιλεγόμενος και απρόβλεπτος, ξαφνιάζει ακόμα κι αυτόν τον δημιουργό του. «Τι σόι άνθρωπος να ήταν τάχα; Κάθε φορά που τον νόμιζε κανείς ριγμένο κα­ ταγής, ανήμπορο, εξουθενωμένο από τη φοβερότερη ηθική κρίση, ξαναγεννιόταν από τις στάχτες του, ολόδροσος, καθάριος, γεμάτος εμπιστοσύνη στο άστρο του.»


Χρήστου Μπρατάκου ΕΓΚΛΩΒΙΟΣ

| [ΕΓΚΛΩΒΙΟΣ!I | ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΠΡΑΤΑΚΟΣ 1

Σ’ ένα μαγικά κατασκευασμένο κόσμο, οι αναρχικοί μετατρέπονται άλλοτε σε «επικίνδυνα ανατρεπτικά στοιχεία» και άλλοτε σε ενσαρκωτές τής πραγματικής ελευθερίας. Οι αστυνομικοί μεταμορφώνονται σε «μπάτσους, γουρούνια, δολοφόνους» ή σε πολυτίμους στυλοδάτες της ησυχίας μας. Και η αλήθεια - ποια άραγε; - κάπου εκεί ανάμεσα ψάχνει εναγώνια το δικό της αδύνατο τελικά προσωπείο. Σε αυτή την αδύνατη αναζήτηση τάσσεται με επιμονή και πάθος ο συγγραφέας. Μας προτείνει έναν ενδιάμεσο χώρο. Ένα χώρο όχι ανάμεσα στο καλό και στο κακό, αλλά ένα χώρο πέρα και πάνω του καλού και του κακού. Φωτεινή ΤσαΛίκογλου

Νίκου Νικολαΐδη του Κύπριου ΠΕΡΑ ΑΠ’ ΤΟ ΚΑΛΟ ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΚΟ

... Ο συγγραφέας δίνει ανάγλυφα τη μειονεκτική θέση της γυναίκας, ένα πρόσωπο δεύτερης κατηγορίας, με το στίγμα της γεροντοκόρης αν μείνει ανύπαντρη - με το μεγαλύτερο στίγμα, την καταφρόνια, τη γλωσσοφαγιά, τη λοιδορία, αν προσπαθήσει να βρει σύντροφο εκτός γάμου. Οι δυο αδερφές είναι δυο τραγικές μορφές, θύματα μιας κοινωνίας στενής, στενόκαρδης, στενόμυαλης, με τη σειρά της θύμα μιας πλατύτερης κοινωνίας που συμφέρον της είναι να διαμορφώνει υπόδουλες συνειδήσεις.

ΚΕΔΡΟΣ ίο εΛ/\ηνικό 6ι6ί\ίο


Η Τ Α ΞΙΝ Ο Μ Η ΣΗ των βιβλίων γίνεται με βάση το γνωστό Δεκαδικό Σύστημα Ταξινόμησης, προσαρμοσμένο στην ελληνική βιβλιογρα­ φία. Σ Τ Η Ν ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ των περιοδικών δεν περιλαμβάνονται εβδομα­ διαία έντυπα. ΤΟ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ Δελτίο συντάσσεται με την πολύτιμη συνεργα­ σία του βιβλιοπωλείου της «Εστίας».

J1ενικά έργα Βιβλιογραφία Η επεκτατική πολιτική των Σκοπιών. Συλλογή εγγράφων (1934 -1992). Θεσσαλονίη, ΙΜΧΑ, 1993. Σελ. 72. Δρχ. 1245.

φ ιλοσοφία

Αρ. 334 2 Μαρτίου 15 Μαρτίου 1994 Επιμέλεια: Έφη Απάκη

Νεότερη φιλοσοφία HABERMAS J. Ο φιλοσοφικός λόγος της νεωτερικότητας. Μει. Α. Αναγνώστου - Α. Καραστάθη. Αθήνα, Αλεξάνδρεια, 1993. Σελ. 512. Δρχ. 5200.

Αποκρυφισμός ΣΙΕΤΤΟΣ Γ.Β. Μωσαϊκά μυστήρια. Αθήνα, Πύρινος Κόσμος, 1993. Σελ. 198. Δρχ. 1900. ΓΚΟΥΡΤΖΙΕΦ Γ.Ι. Η ζωή είναι πραγματική μόνον όταν «είμαι». Αθήνα, Πύρινος Κόσμος, Σελ. 211. Δρχ. 2300.

Γενικά ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΣ Γ.Σ. Η φιλοσοφία στη Μέση Εκπαίδευση. Αθήνα. Gutenberg, 1993. Σελ. 372. BOLL-NOW O.F. Το πνεύμα της άσκησης. Εισ. - μετ. Ι.Ε. Θεοδωρόπουλος. Αθήνα, Δωδώνη, 1993. Σελ. 158. Δρχ. 2080. PAVESE C. Επιλογή από το II mestiere di vivere. Εισ. μετ. Π. Κονδύλης. Αθήνα, Στιγμή, 1993. Σελ. 125. Δρχ. 1870

Αρχαία φιλοσοφία ΜΟΥΚΑΝΟΣ Δ.Δ. Τα καθ’ αυτό αίτια των φύσει όντων. Αθήνα, 1993. Σελ. 79. Δρχ. 2080. ΛΙΟΝΕΛ Φ. Η πνευματική κληρονομιά του Πυθαγόρα. Μετ. Μ. Βλαχοπούλου. Αθήνα, Πύρινος Κόσμος, 1993. Σελ. 144. Δρχ. 1750.

MAILLY NESLE S. DE. Η αστρολογία. Μετ. Ε. Κεκροπούλου. Αθήνα, Νέα Σύνορα, 1993. Σελ. 197. Δρχ. 6760. SINGH Κ. Διαλογισμός στη γαλήνη της νύχτας. Αθήνα, Πύρι­ νος Κόσμος, 1993. Σελ. 200. Δρχ. 2200. SINGH Κ. Οι ανώτερες αξίες της ζωής. Αθήνα, Πύρινος Κό­ σμος, 1993. Σελ. 210. Δρχ. 2400.

Ω ρησκεία Γενικά ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Ν.Μ. Οι εν τη Παλαιό Διαθήκη μνημονενόμενοι τάφοι. Αθήναι, 1993. Σελ. 128. Δρχ. 3120. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Ν.Μ. Οι τάφοι των βασιλέων της δυ­ ναστείας του Δαυίδ. Αθήναι, 1993. Σελ. 63. Δρχ. 2600.


58

δελτίο----------------------------------------

ΤΕΡΕΖΗΣ Χ.Α. Η θεολογική γνωσιολογία της Ορθόδοξης Ανατολής. Αθήνα, Γρηγόρης, 1993. Σελ. 126. Δρχ. 1450.

LEMAN Κ. Πρωτότοκο και μοναχοπαίδια. Μει. Ν. Σιδέρη. Αθήνα, Αποσπερίτης, 1993. Σελ. 285. Δρχ. 2600.

Sai Bhajans. Τα ιερά τραγούδια της Ινδίας. Αθήνα, 1992. Σελ. 264. Δρχ. 3120.

Εκπαίδευση

Μυθολογία

Μνημοσύνης θρέμματα. Αφιέρωμα στη μνήμη του Ανιώνη Μωραΐτη. Αθήνα, Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας, 1993. Σελ. 357. Δρχ. 4160.

ΝΟΥΚΙΟΣ Α. - ΑΓΓΩΛΟΣ Γ. Αισώπου μύθοι. Αθήνα, Εστία, 1993. Σελ. 294. Δρχ. 2300.

οινωνικές επιστήμες

ΛΑΦΑΖΑΝΗΣ Μ. Ο Τυρνα8ίτης δάσκαλος Δημοσθένης Ανδρεάδης (1869 -1952) και τα αναγνωστικά του. Λάρισα, Γνώση, 1993. Σελ. 191. ΤΣΑΟΥΣΗΣ Δ.Γ. Το ελληνικό Πανεπιστήμιο στο κατώφλι του 21ου αιώνα. Αθήνα, Gutenberg, 1993. Σελ. 139. Δρχ. 1660.

Κοινωυιολογία ΒΙΟΛΑ Φ. Η κοινωνία της αφαίρεσης. Μετ. Μ. Βασιλείου Α. Κόκκαλη. Αθήνα, Στάχυ, 1993. Σελ. 241. Δρχ. 3000.

J1 λώσσα

Πολιτική

Ξένες Γλώσσες

MORIN Ε. - KERN Α.-Β. Γη -πατρίδα. Μει. Κ. Πατέρα. Αθήνα, Οδυσσέας, 1993. Σελ. 234. Δρχ. 2390.

Ισπανο-ελληνικό λεξικό. Αθήνα, Μέδουσα, 1993. Σελ. 698. Δρχ. 5200.

Οικονομία

J έχνες

ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ Γ. ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ. Μακροοικονομική δια­ χείριση και αναπτυξιακή εμπλοκή. Αθήνα, Gutenberg, 1993. Σελ. 203. Δρχ. 3120.

Ζωγραφική

ΠΑΝΝΓΓΣΗΣ Τ. - ΜΑΥΡΗ Δ. Τεχνολογικές δομές και μετα­ φορά τεχνολογίας στην ελληνική Βιομηχανία. Αθήνα, Gutenberg, 1993. Σελ. 203. Δρχ. 3120. ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ Α.Π. Εργασία και συνδικάτα στη μετα­ βιομηχανική κοινωνία. Αθήνα, Νέα Σύνορα, 1993. Σελ. 186. Δρχ. 2390.

Λαογραφία

Αγιον Όρος μέσα από 30 λιθογραφίες. Αθήνα, Κέντρο Ελλη­ νικής Παράδοσης, 1993. Σελ. 80. Δρχ. 3120. Μόραλης. Αθήνα, Αδάμ, 1993. Σελ. 267. Δρχ. 12480.

Ραδιοτηλεόραση ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Β. Ραντεβού το μεσημέρι. Αθήνα, 1994. Σελ. 199. Δρχ. 3120.

Ελληνικές φορεσιές. Αθήνα, Ιστορική και Εθνολογική Εται­ ρεία της Ελλάδος, 1993. Σελ. 264. Δρχ. 14560.

|^λασική Φιλολογία

ΚΩΣΤΑΚΟΥ -ΜΑΡΙΝΗ Α. Οι γιορτές του Αποστόλη. Χρισοτύγεννα Πρωτοχρονιά Φώτα. Αθήνα, Παρουσία, Σελ. 70. Δρχ. 1350.

Αρχαίοι συγγραφείς

Οικολογία

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ. Ηθικά Νικομάχεια. Απόδ. Β. Μοσκόβης. Τό­ μοι A' +Β'. Αθήνα, Νομική Βιβλιοθήκη, 1993. Σελ. 587. Δρχ. 8320. (Οι δύο Τόμοι).

Περιβαλλοντική κρίση. Θέματα θεωρίας, μεθοδολογίας και ει­ δικών προσεγγίσεων. Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, 1993. Σελ. 490.

|"| αιδαγωγική - Εκπαίδευση

ΣΟΦΟΚΛΗΣ. Οιδίπους επί Κολωνώ. Αρχ. κείμ. - εισ. - μει. ερμην. σχόλ. Α.Α. Μπάλτας. Αθήνα, Παπαδήμας, 1994. Σελ. 223.

ογοιεχνία

Παιδαγωγική

Γενικά

ΓΕΡΜΑΝΟΣ Δ. Χώρος και διαδικασίες αγωγής. Αθήνα, Gutenberg, 1993. Σελ. 182. Δρχ. 2600.

Τα έσχατα. Αθήνα, Λπινας, 1993. Σελ. 216. Δρχ. 1040.


--------------------------------------- δελπο Ποίηση ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ Η.Α. Ποιήματα (Corpus 40 -70). Αθήνα, Ερμής, 1993. Σελ. 45. ΒΟΓΑΖΙΑΝΟΣ Ε.Β. Οπτασία αποδραμούσα. Ποίηση. Αθήνα, Κορονιζή, 1993. Σελ. 39. ΒΙΤΤΩΡΑΚΗΣ ΕΛ. ΠΩΡΓΟΣ. Φως σκοτάδι, ουράνιο τόξο. Αθήνα, Γκοβόστης, 1993. Σελ. 96. ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ Π. Το σχήμα του νερού. Αθήνα, Ύψι­ λον / Βιβλία, 1993. Σελ. 62. Δρχ. 830. ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ Β. Το αρχαίο ψάρι και η μουσική. Αθήνα, Δελφίνι, 1993. Σελ. 36. Δρχ. 1560. ΠΕΤΡΙΚΑΚΗΣ Γ. Ραψωδίες. Αθήνα, Οδός Πονάς, 1994. Σελ. 38. ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ Ν. Λάφυρο αγαπημένων ημερών. Αθήνα, Νε­ φέλη, 1993. Σελ. 62. ΤΖΩΡΤΖΗΣ Γ. Το κέρασμα του απογεύματος. Αθήνα, Ίκαρος, 1993. Σελ. 37. Δρχ. 830. ΤΣΙΑΜΗΣ Μ.Ν. Δοκίμιον σιωπής. Αθήνα, Παπαδήμας, 1994. Σελ. 28. ΤΣΙΑΜΗΣ Μ.Ν. Λόγιον μνημοσύνης. Αθήνα, Παπαδήμας, 1993. Σελ. 28. ΧΟΥΛΙΑΡΑΣ Ν. Οι λεπτομέρειες του μαύρου. Ποιήματα και ει­ κόνες. Αθήνα, Νεφέλη, 1993. Σελ. 83. Δρχ. 1660.

Πεζογραφία Δέκα αστυνομικά διηγήματα. Μετ. Σ. Μαργέτης. Αθήνα, Βιβλιόπολις, 1993. Σελ. 247. Δρχ. 1870.

59

ΧΑΤΖΗΑΡΓΎΡΗΣ Κ. Ο τρόμος του υπαλλήλου και άλλα διηγή­ ματα. Αθήνα, Εστία, 1993. Σελ. 189. Δρχ. 1800. LEE L. Αντίο, παλλακίδα μου. Μετ. Λ.Γ. Αντωνόπουλος. Αθή­ να, Το Κλειδί, 1993. Σελ. 271. Δρχ. 1765. McGILL Ε. Ο μικρός Βούδας. Μετ. Σ. Κόκκαλης. Αθήνα, Το Κλειδί, 1993. Σελ. 204. Δρχ. 1765. DURRELL L. Το χαμόγελο του Τάο. Μετ. Σ. Νικολαΐδης. Αθή­ να, Αλεξάνδρεια, 1993. Σελ. 127. Δρχ. 1560. PAVESE C. Στην παραλία. Μετ. Γ. Κεντρωτής. Β' έκδοση. Αθή­ να, Ύψιλον / Βιβλία, 1993. Σελ. 141. Δρχ. 1245. PETERS Ε. Λύτρα για ένα νεκρό. Μετ. Ε. Μπονάτσου. Αθήνα, Άγρωστις, 1993. Σελ. 314. Δρχ. 2080. JOHNSON Τ. Το πέρασμα. Μυθιστόρημα. Μετ. Γ. Κοβαλένκο. Αθήνα, Αποσπερίτης, 1993. Σελ. 259. Δρχ. 2285. HIGHSMITH Ρ. Κάρολ. Μιά ασυνήθιστη ιστορία αγάπης. Μετ. X. Σπυροπούλου. Αθήνα, Πρόσπερος, 1992. Σελ. 269. Δρχ. 3120. HARRIS R. Fatherland. Μετ. Ξ. Λεκατσά -Τσομπανάκη. Αθήνα, Ψυχογιός, 1993. Σελ. 434. Δρχ. 3640.

Χρονογραφία ΡΩΜΑΣ Δ.Α. Χρονογραφήματα. Σήμερα και χθες και λίγο απ’ όλα. Τόμος Δ'. Αθήναι, 1993. Σελ. 452. Δρχ. 4500. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ Β. Τα επταήμερα του Βοκκάκιου. Αθήνα, Γαβριηλίδης, 1993. Σελ. 232. Δρχ. 2910.

Μελέτες

ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ Β. Μάγια. Αθήνα, Νέα Σύνορα, 1993. Σελ. 210. Δρχ. 1870.

Αρχές της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Τόμοι Α'+Β'. Επιμ. Ν.Μ. Παναγιωτάκης. Βενετία, 1993. Σελ. 493+615. Δρχ. 15000 (οι δύο τόμοι).

ΔΟΜΒΡΟΣ Α.Κ. Το ναυάγιο της Ζάκυνθος. Διηγήματα. Αθήνα, Θουκυδίδης, 1993. Σελ. 60. Δρχ. 1040.

ΓΕΩΡΓΑΝΤΑ Α. Εμμανουήλ Ροίδης. Αθήνα, Ιστός, 1993. Σελ. 445. Δρχ. 4160.

ΕΠΑΡΧΟΥ Κ. Θύμησες μιας ζωής. Αθήνα, Ορίζοντες, 1993. Σελ. 143. Δρχ. 1245.

ΜΠΑΚΟΣ Η.Δ. Βυζαντινή ποίησις και εικονομαχικαί έριδες. Αθήναι, 1992. Σελ. 381. Δρχ. 6240.

ΚΑΡΑΣΤΑΘΗΣ Κ.Β. Η Παναγιά η Αθηνιώτισσα. Αθήνα, Τή­ νος, 1993. Σελ. 203. Δρχ. 1870.

ΤΩΜΑΔΑΚΗΣ Ν.Β. Κλεις της βυζαντινής φιλολογίας ήτοι εισα­ γωγή εις την βυζαντινήν φιλολογίαν. Θεσσαλονίκη, Πουρναράς, 1993. Σελ. 250. Δρχ. 3640.

ΜΑΛΤΕΖΟΥ Σ. Το τριχωτό μίξερ. Αθήνα, Φιλιππότης, 1993. Σελ. 191. Δρχ. 2080. ΜΑΡΑΓΚΟΠΟΥΔΟΣ Α. Πορτραίτο θλιμμένου άντρα σε τραίνο. Αθήνα, Σμίλη, 1993. Σελ. 372. Δρχ. 3120. ΜΠΕΚΑΣ Μ. Αφροδίτη, βγάλε τα μαύρα. Αθήνα, Στοχαστής, 1993. Σελ. 132. Δρχ. 1455. ΜΩΡΑΪΤΙΔΗΣ Α. Τα διηγήματα. Τόμος Γ'. Αθήνα, Στιγμή, 1993. Σελ. 465. Δρχ. 4160. ΠΟΝΤΙΚΗΣ Γ. ...και εγένετο φως! Αθήνα, Θουκυδίδης, 1993. Σελ. 189. Δρχ. 1560. ΣΙΔΕΡΩΜΕΝΟΣ Ν. Το καΐκι που ’κλαψε. Αθήνα, Δωδώνη, 1993. Σελ. 226. Δρχ. 2285.

Δοκίμια ΛΑΜΠΡΙΔΗΣ Μ. Η ποίηση και το ηθικό πρόβλημα. Αθήνα, Εναλλακτικές Εκδόσεις, 1993. Σελ. 262. Δρχ. 2600. ΡΑΣΣΙΑΣ Β.Γ. Υπέρ της των Ελλήνων νόσου. Τόμος Β'. Η συρρίκνωση της αρχαίας ψυχής. Αθήνα, 1993. Σελ. 142. Δρχ. 2080. ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ Φ.Ι. Ο απόηχος των ουρανών. Αθήνα, 1994. Σελ. 198. Δρχ. 1765.


60 δελτίο 0 έαιρο Εργα ΜΑΤΕΣΙΣ Α. Ο βασιλικός Β' έκδοση. Λευκωσία, Κερύνεια, 1994. Σελ. 152. Δρχ. 3120. ΤΣΕΡΔΑΝΗΣ Π. Δηιάνειρα. Ηρακλής καιόμευος. Αθήνα, Δω­ δώνη, 1993. Σελ. 135. ΣΑΙΞΠΗΡ Ο. Η τρικυμία. Met. Τ. Ροΰσσος. Αθήνα, Δωδώνη, 1993. Σελ. 170. Δρχ. 1660.

ΣΑΡΛΗΣ Π. Η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Αθήνα, Anubis, 1993. Σελ. 190. Δρχ. 4720. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ Δ.Δ. Από το Βυζάντιο στο μετά Βυζάντιο. Αθήνα, Ίδρυμα Γουλανδρή -Χορν, 1993. Σελ. 27. Δρχ. 1040. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ Δ.Δ. «Πρόοδος» και «συντήρηση» στο πεδίο της εκκλησιαστικής και θρησκευτικής ζωγραφικής. Αθήνα, Ίδρυμα Γουλανδρή -Χορν, 1993. Σελ. 48. Δρχ. 1040. ΧΑΤΖΙΩΤΗΣ Κ.Χ. Πλατεία Ομονοίας. Η καρδιά της Αθήνας. Αθήνα, Σύλλογος των Αθηναίων, 1993. Σελ. 223. Δρχ. 8320.

Παγκόσμια Ιστορία

| σιορία

ΒΡΥΩΝΗΣ Σ. Το τουρκικό κράτος και η ιστορία. Η Κλείω συναντά το γκρίζο λύκο. Θεσσαλονίκη, ΙΜΧΑ, 1993. Σελ. 163. Δρχ. 1560.

Μαρτυρίες

ΤΡΑΓΕΛΗΣ Β.Π. Ρωσία και Τουρκία μέχρι τη Μικρασιατική Καταστροφή. Αθήνα, Βασιλόπουλος, 1993. Σελ. 366. Δρχ. 4160.

ΠΑΝΤΟΥΛΑΣ Θ.Σ. Μια ζωή περιπέτειες. Αθήνα, Δωδώνη, 1993. Σελ. 124. ΣΚΟΥΖΕ -ΠΕΤΡΙΔΗ Λ. Κουβεντιάζοντας με ανθρώπους που σημάδεψαν τη ζωή μου. Αθήνα, Ερμής, 1993. Σελ. 355. Δρχ. 2600.

Βιογραφίες ΣΑΡΔΕΛΗΣ Κ. Ο ασάλευτος ταξιδιώτης. Τα παιδικά χρόνια του Κωστή Παλαμά. Αθήνα, Εστία, 1993. Σελ. 269. Δρχ. 2300.

Red Power. Η αντίσταση των Ινδιάνων στον Καναδά. Αθήνα, Νότος, 1993. Σελ. 50. Δρχ. 500. ΒΑΝΕΓΚΕΜ Ρ. Επιστολή του Στάλιν στα παιδιά του, Ανατολής και Δύσης που επιτέλους έχουν συμφιλιωθεί. Μετ. Ε. Ψυχούλη -Α. Φλωροπούλου. Αθήνα, Ελεύθερος Τύπος, 1993. Σελ. 93. Δρχ. 1040.

|"| αιδικά

Ελληνική Ιστορία Αχαιοφθιωτικά. Πρακτικά του Α' Συνεδρίου Αλμυριώτικων Σπουδών. Αλμυρός, Δήμος Αλμυρού, 1993. Σελ. 534. Δρχ. 4680. Δ' Διεθνές Συνέδριο Πελοποννησιακών Σπουδών. Πρακτικά. Τόμοι Α'+Β'+Γ. Αθήνα, 1992-1993. Σελ. 466+ 408 +548. Δρχ. 14550 (οι τρεις τόμοι). ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ -ΑΤΖΑΚΑ Π. Το επάγγελμα του ψηφο­ θέτη κατά την όψιμη αρχαιότητα. (3ος -7ος αιώνας). Αθήνα, Ίδρυμα Γουλανδρή-Χορν, 1993. Σελ. 78. Δρχ. 1560. ΒΟΚΟΤΟΠΟΥΛΟΣ Π.Λ. Η κρητική ζωγραφική τον 16ο αιώνα. Αθήνα, Ίδρυμα Γουλανδρή -Χορν, 1993. Σελ. 49. Δρχ. 1040. ΔΕΛΗΠΑΝΝΗ -ΔΩΡΗ Ε. Επιβίωση της βυζαντινής και νέες μορφές της μεταβυζαντινής αρχιτεκτονικής. Αθήνα, Ίδρυμα Γουλανδρή-Χορν, 1993. Σελ. 73. Δρχ. 1560. ΚΑΤΣΙΡΕΔΟΣ Π.Κ. Γνωριμία με τη Μαγνησία. Βόλος, Δήμος Ν. Ιωνίας -Μαγνησίας. Σελ. 177. Δρχ. 4680. ΚΡΕΜΜΥΔΑΣ Β. Εμπορικές πρακτικές στο τέλος της τουρ­ κοκρατίας. Αθήνα, Ναυτικό Μουσείο Αιγαίου, 1993. Σελ. 226. Δρχ. 3640. ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΚΗΣ Γ.Ι. Ο Βενιζέλος στην Επανάσταση και την πολιτική. Ηράκλειο, 1993. Σελ. 334. Δρχ. 6240.

Γνώσεις KINDERSLEY D. Πουλιά. Απόδ. Β. Γεωργάκης. Αθήνα, Ερευνητές, 1993. Σελ. 49. BURNE D. Λουλούδια Απόδ. Π. Παπακωνσταντίνου. Αθήνα, Ερευνητές, 1993. Σελ. 61. STRATHERN Ρ. Οι δρόμοι του μεταξιού και των μπαχαρικών. Εξερεύνηση από την ξηρά. Αθήνα, Ερευνητές. Σελ. 47.

Ελεύθερα αναγνώσματα ΜΑΤΖΑΡΙΔΗΣ Π. Της ζωής του ονείρου και της χαράς. Διηγή­ ματα για μεγάλα παιδιά. Αθήνα, Κονιδάρης, 1994. Σελ. 117.

|"| εριοδικά ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ. Τεύχος 315. Δρχ. 200. ΑΝΟΙΧΤΟΙ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ. Μηνιαίο περιοδικό χριστιανικού προβληματισμού. Τεύχος 911. Δρχ. 120. ΑΝΟΙΧΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ. Διμηνιαίο εκπαιδευτικό περιοδικό. Τεύ­ χος 47. Δρχ. 500.


--------------------------------------- δελτίο 61 ΑΝΤΙ. Δεκαπενθήμερη πολιτική και πολιτιστική επιθεώρηση. Τεύχος 547. Δρχ. 300. ΓΡΑΜΜΑ / GRAMMA. Περιοδικό θεωρίας και κριτικής. Τόμος 2. ΔΙΑΒΑΖΩ. Δεκαπενθήμερη επιθεώρηση του βιβλίου. Τεύχος 332. Δρχ. 700. ΔΙΕΘΝΗΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ. Δίμηνη έκδοση. Τεύχος 18. Δρχ. 600. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΕΘΝΗΣ ΓΛΩΣΣΑ. Τριμηνιαίο περιοδικό. Τεύ­ χος 8(16). Δρχ. 400. ΕΛΛΟΠΙΑ. Περιοδικό για τα εθνικά θέματα. Τεύχος 19. Δρχ. 700. ΕΥΘΥΝΗ. Περιοδικό ελευθερίας και γλώσσας. Τεύχος 267. Δρχ. 450. ΗΛΕΙΑΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ. Διμηνιαία περιοδική έκδοση. Τεύ­ χος 2. Δρχ. 700.

ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ. Περιοδική έκδοση τεχνών και γραμμάτων. Τεύχος 8. ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ, ί,πιθεώρηση λόγου και τέχνης. Τεύχος 33-34. ΠΟΡΦΥΡΑΣ. Τριμηνιαίο περιοδικό. Τεύχος 67-68. Δρχ. 1000. ΤΟ ΣΤΕΜΜΑ. Τεύχος 50. Δρχ. 1000. ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΣΚΕΨΗ. Δίμηνη περιοδική έκδοση γραμμάτων και τεχνών. Φύλλο 183. ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΣΧΟΛΕΙΟ. Διμηνιαίο περιοδικό για την παιδεία και την εκπαίδευση. Τεύχος 20. Δρχ. 400. ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ. Προσχολική αγωγή - δη­ μοτικό - γυμνάσιο - λύκειο. Τεύχος 6. ΤΕΤΡΑΔΙΑ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ. Τριμηνιαία περιοδική έκδοση της Επιστημονικής Ένωσης του ΨΝΑ. Τεύχος 44. Δρχ 900. ΤΡΙΦΥΛΛΙΑΚΗ ΕΣΤΙΑ. Τρίμηνη περιοδική έκδοση. Τεύχος 84. Δρχ. 700. Ο ΤΥΠΟΣ. Μηνιαία δημοσιογραφική επιθεώρησις. Τεύχος 45. Δρχ. 1000.

ΗΧΟΣ ΚΑΙ HI-FI. Τεύχος 252. Δρχ. 800. ΙΑΤΡΙΚΗ. Μηνιαία έκδοση Εταιρείας Ιατρικών Σπουδών. Τό­ μος 65, τεύχος 2. ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ. Τεύχος 1603. Δρχ. 650.

Η ΥΠΑΙΘΡΙΟΣ. Περιοδικό δελτίο του Συνδέσμου Εκδρομών «Η Υπαίθριος Ζωή». Μάρτιος -Ιούνιος 1994. Δωρεάν. ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ. Τεύχος 27. Δρχ. 800.

ΝΕΑ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ. Τεύχος 113. Δρχ. 600.

ARTI. Η τέχνη σήμερα. Τεύχος 18. Δρχ. 2080.

ΟΠΕΡΑ. Τεύχος 5. Δρχ. 1000. ΠΑΝΑΙΓΥΠΤΙΑ. Περιοδική έκδοση του Συνδέσμου Αιγυπτιωτών Ελλήνων. Τεύχος 56. Δωρεάν. ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ. Έκδοση για την κοινωνία και τον πολιτισμό στην Κοζάνη. Τεύχος 71. Δρχ. 200.

MEDIA VIEW. Το περιοδικό για τα media και τη διαφήμιση. Τεύχος 2. Δρχ. 600. NEWSLETTER ΕΠΟΠΤΕΙΑ. Τεύχος 39. CTL. Δελτίο Κέντρου Λογοτεχνικής Μετάφρασης του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών. Τεύχη 16. 18.

Γνωρίστε τον Ελληνικό Πολιτισμό με τι? Εκδόσα? Ποιότητα?

ΠΑΠΑΔΗΜΑ που τιμούν τα ελληνικά -γράμματα και συμβάλλουν στην ανάπτυξη των κλασικών σπουδών και της παιδείας στην πατρίδα μας Κάθε βιβλίο μας είναι το πολυτιμότερο και φθηνότερο δώρο ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑΔΗΜΑ.

Ιπ π ο κ ρ ά το υ τ

8,

Α θ ή ν α , τηΚ .

36.27.318


Α ρ. Στην Κριπκογραφία περιλαμβάνονται όλες οι επώνυμες βιβλιοκριτι­ κές και βιβλιοπαρουσιάσεις των ελληνικών εκδόσεων που δημοσι­ εύονται στον ημερήσιο αθηναϊκό τύπο. Περιλαμβάνονται, επίσης, και κριτικές δημοσιευμένες στον περιοδικό και επαρχιακό τύπο, όσες ήταν δυνατόν να εξασφαλίσουμε ή μας απέστειλαν οι συντά­ κτες τους.

334

25 Μαρτίου 7 Απριλίου 1994 Επιμέλεια: Μαρία Τρουπάκη

θ ρ η σ κ ε ία

Λ α ο γ ρ α φ ία

Το ιερό κοράνιο. (Α. Σάβδίδης, Μεσημβρινή, 31/3).

Σταμέλος Δ.: Λαογραφική πινακοθήκη. (Δ. Κωστίδης, Διαβάζω, 332).

Κοινωνιολογία θ ε τ ι κ έ ς - Ε φ αρμοσμένες Επιστήμες Ψυχοπαίδης Κ.: Ο Max Weber και η κατασκευή εννοιών σπς Κοινωνικές Επιστήμες. (Θ. Διαμαντόπουλος, Οικονομικός Τα­ χυδρόμος, 7/4).

Λάζος X.: Η μηχανική και η τεχνολογία στην Αρχαία Ελλάδα. (ΚΙ. Τσαούσης, Έθνος, 27/3).

Πολιτική

Τ έχνες

Πάγκαλος Θ.: Παρέμβαση στην επικαιρότητα. (Κ. Τσαούσης, Έθνος, 28/3).

Lehmann D. - Winer R.: Ανάλυση του σχεδιασμού μάρκετινγκ. (Θ. Διαμαντόπουλος, Οικονομικός Ταχυδρόμος, 31/3).

Βασιλειάδης Ν.: Κατίνα Παξινού. (Γ. Σαρηγιάννης, Νέα, 5/4). Ζακυνθηνός Α.: Δισκογραφία Ελληνικής Κλασικής Μουσικής. (Ε. Σπυριδάκη, Διαβάζω, 332). Πλειός Γ.: Κινούμενη εικόνα και καλλιτεχνική επικοινωνία. (Μ. Βινιιάδης, Νέα, 6/4). Τολίκα Ο.: Επίτομο Εγκυκλοπαιδικό λεξικό της Βυζαντινής Μου­ σικής. (Δ. Σταμέλος, Ελευθεροτυπία, 30/3).

Αστρολογία

Γ λώσσι

Γουδής Χ.Δ. - Χριστοπούλου Λ.Ε. Περί αστρολογίας. (Θ. Διαμαντόπουλος, Οικονομικός Ταχυδρόμος, 31/3).

Δορμπαράκης Π.Χ.: Λεξικό της νεοελληνικής. (Π. Μπουκάλης, Καθημερινή, 5/4), (Ν.Γ.Ξ, Αθηνόραμα, 25/3). Οικονόμου Κ.: Περί της γνήσιας προφοράς της αρχαίας Ελληνι­ κής Γλώσσης. (Γ. Καργάκος, Οικονομικός Ταχυδρόμος, 31/3).

Μ ά,

Παιδαγωγική Cjaral Μ.: Φάε τη σούπα σου και τσιμουδιά. (Κ. Παπαπάνος, Πο­ λιτικά Θέματα, 25/3).

Κ λασική Φιλολογία Το έπος του Γκίλγκαμες. (Β. Χατζηδασιλείου, Ελευθεροτυπία, 30/3).


--------------------------------------- δελτίο 63 Ποίηση Λάγκε Ε.: Χαλκός (Γ. Πέγκλη, Διαβάζω, 332). Νικολάου Θ. Σκιές σιον τοίχο. (Γ.Π. Σαββίδης, Νέα, 5/4). Παναγιωτούνης Π.: Ο Μινώταυρος. (Δ. Σταμέλος, Ελευθερο­ τυπία, 23/3). Παναγουλόπουλος Γ.: Η επόμενη νύχτα. (Δ. Σταμέλος, Ελευθε­ ροτυπία, 23/3). Σουλιώτης Μ.: Βαθιά Επιφάνεια. (Γ. Πετρόπουλος, Διαβάζω, 332). Τασούλης Θ.: Οι αόρατοι εκδρομείς του Θεού. (Δ. Παυλάκου, Αυγή, 3/4). Τριβιζά - Φραντζεσκάκη Ν.: Άρθροισμα σιωπής. (Γ.Η. Πετρό­ πουλος, Ριζοσπάστης, 7/4).

Πεζογραφία Κάσδαγλης X.: Επικίνδυνη ευρεσιτεχνία. (Θ.Δ. Φραγκόπουλος, Μεσημβρινή, 31/3). Κοντοδήμος Κ.: Σιγά τον πολυέλαιο. (Μ. Κοντολέων, Αυγή, 3/4). Τατσόπουλος Π.: Η πρώτη εμφάνιση. (Μ. Θεοδοσοπούλου, Εποχή, 27/3), (Β. Χατζηβασιλείου, Ελευθεροτυπία, 6/4). Τζουμάκας Δ.: Η γυναίκα με τ’ αγκάθια στο λαιμό (Ν. Κώτσιου, Αυγή, 6/4). Τριανταφυλλόπουλος Ν.: Λιμενάρχης Ευρίπου. (Δ. Δασκαλόπουλος, Νέα, 29/3). Φίλης Γ.: Πέραν των Συμπληγάδων. (Δ. Λάλα - Κρίστ, Διαβάζω, 332). Χατζηαργύρης Κ.: Ο τρόμος του υπαλλήλου. (Β. Χατζηβασιλείου, Ελευθεροτυπία, 23/3). Αντερς Α.: Ζανζιβάρη ή ο ύστατος λόγος. (Ν. Κώτσιου, Αυγή, 23/3). ΓκίνσμπεργκΑ.: Ημερολόγιο. (Ε. Αρανήσης, Ελευθεροτυπία, 6/4). Μπάλμαν I.: 1) Ο Ιβάν, η Μελίνα κι εγώ 2) Η περίπτωση Φράντσα 3) Ρέκβιεμ για τη Φάννυ Γκόλντμαν. (Μ. Στεφανοπούλου, Αντί, 1/4). Μπόουλς Π.: Καλώς να πέσει. (Ν. Κώτσιου, Αυγή, 30/3). Μπράουν Κ.: Το αριστερό μου πόδι. (Ε. Σαραντίτη, Ελευθερο­ τυπία, 23/3). Πελίν Ε.: Οι Γέρακες. (Ε. Σπυριδάκη, Διαβάζω, 332). Ριλκε Ρ.Μ.: Οι σημειώσεις του Μαλτε Λάουριντς Μπρίγκε. (Μ. Θεοδοσοπούλου, Εποχή, 3/4). Στεβάνοβιτς Β.: Η νήσος των Βαλκανίων. (Λ. Εξαρχοπούλου, Διαβάζω, 332).

Γέητς Γ.Μ.: Ο θάνατος του Συνγκ. (Δ. Τσατσούλης, Ανπ, 1/4).

Παιδικά Καλοκύρη Ε. - Καλοκύρης Δ.: Βασίλειος Διγενής Ακρίτας. (Ε. Σαραντίτη, Ελευθεροτυπία, 6/4).

Θεατρικά Έργα Κέκκου Μ.: Αντιγόνη. (Μ. Δερμιτζάκης, Διαβάζω, 332).

Ιστορία Αγγελόπουλος Α.: Από την κατοχή στον Εμφύλιο. (Κ. Παπαπάνος, Πολιτικά Θέματα, 1/4). (Σ. Παπασπηλιόπουλος - Θ. Διαμαμαντόπουλος, Οικονομικός Ταχυδρόμος, 24/3). Βακαλόπουλος Κ.Α.: Σύγχρονα Εθνολογικά Όρια του Ελ­ ληνισμού στα Βαλκάνια. (Δ. Σταμέλος, Ελευθεροτυπία, 30/3). Χιδίρογλου Π.: Συμβολή στην Ελληνική Τουρκολογία. Τομ. Β'. (Α. Οικονομίδης, Βήμα, 3/4). Ferro Μ.: Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος 1914-1918. (Σ. Ντάλης, Αυγή, 27/4).

Βιογραφίες - Μαρτυρίες Πανόπουλος Κ.: Ο συγγραφέας και πολιτικός σχολιαστής. Χρι­ στόφορος Χρηστίδης. (Θ. Διαμαντόπουλος, Οικονομικός Τα­ χυδρόμος, 31/3). Παπουλίδης Κ.Α.: Ο Ελληνικός Κόσμος του Αντωνίου Καπούστιν. (Δ. Σταμέλος, Ελευθεροτυπία, 30/3). Παραρά - Ευτυχίδου Ν.: Στα Βουρλά μας πριν καούν. (Ε. Ζω­ γράφου, Ριζοσπάστης, 7/4). Τατάκης Β.: Απομνημονεύματα. (Ν.Λ. Φορόπουλος, Διαβάζω, 332).

Μυθολογία Lefkowitz M.R.: Γυναίκες στον ελληνικό μύθο. (Ν. Ντόκας, Ελευθεροτυπία, 27/3).

Αρχαιολογία Ανδρόνικος Μ.: Ελληνικός θησαυρός. (Δ. Παυλάκου, Αυγή, 27/3).

Μελέτες Περιοδικές Εκδόσεις Δήμου Ν.: Τα πρόσωπα της ποίησης. (Ν.Ι. Κοκκινάκη, Διαβά­ ζω, 332). Σαχίνης Α.: Τετράδια κριτικής. (Γ. Αλισανδράτος, Βήμα, 27/4). Χρηστάκης Λ.: Τα ψευδώνυμα. (Μ. Βιντιάδης, Νέα, 29/3).

Δ οκίμια Αθανασόπουλος Β.: Της παιδεύσεως της ημετέρας. (Κ. Παπαπάνος, Πολιτικά Θέματα, 25/3). Καρανίκας X.: Ο πολίτης και ο παραγωγός. (Σ. Καργάκος, Οι­ κονομικός Ταχυδρόμος, 7/4). Μπασάντης Δ.: Βιβλίο και Επικοινωνία. (Κ. Στράτος, Βήμα, 3/4).

Επίλογος 193. (Θ. Διαμαντόπουλος, Οικονομικός Ταχυδρό­ μος, 7/4).



<xJ}r

Κωστής Παλαμάς ι «τομές» στην περιοδολόγηση της συνεχούς ροής των φαινομένων της παιδείας, παρ’ όλο που αποτελούν ανά­ γκη του πνεύματος για τη συστηματικότερη και μεθοδι­ κότερη έρευνα και μελέτη τους, εντούτοις στηρίζονται σε κάποιες πυκνώσεις στοιχείων και μορφώματα ιστορι­ κών όρων που επιτρέπουν τη διάγνωση μιας κορύφωσης ή μιας αλλαγής. Στις επετείους το κυρίαρχο στοιχείο είναι ως επί το πλείστον το εξωτερικό, δηλ. η συμβατική τομή του χρό­

Ο

νου. Στην περίπτωση της πεντηκονταετήρίδας από τον θάνατο του Παλαμά πέραν της μηχανικής χρονικής τομής θα έλεγε κα­ νείς ότι διαφαίνονται τάσεις νηφαλιότερες, ήτοι επιστημονικό­ τερες, οι οποίες αντιμάχονται το σύνδρομο της σπασμωδικότητας που αποπροσανατόλιζε σοβαρά άλλοτε τις νεοελλη­ νικές σπουδές. Όσο περνά ο καιρός, τόσο περισσότερο γίνε­ ται συνείδηση πως το θέμα Παλαμάς δεν είναι δεδομένο αλλά ζητούμενο. Έτσι, το αφιέρωμα του ΔΙΑΒΑΖΩ, στο οποίο συ­ νεργάζονται πανεπιστημιακοί και κριτικοί, έχει στόχο να συμβάλει σε αυτή την προσπάθεια της νεοελληνικής επιστή­ μης: την α ν α κ ά λ υ ψ η του Παλαμά.

Επιμέλεια αφιερώματος: Κ. Γ. Κασίνης - Βαγγέλης Αθανασόπουλος.


66 αφιέρωμα Κωνσταντίνος Δημ. Μαλαφάντης

Χρονολόγιο Κωστή Παλαμά (

1859 - 1943 )*

1812 Γέννηση, στην Αθήνα (;), του Δημητρΐου I. Παλαμά, αδελφού του πατέρα του ποιητή, στο σπίτι του οποίου, στο Μεσολόγγι, πέρασε τα παιδικά του χρόνια.

1814 Γέννηση, στην Αθήνα (;), του πατέρα του Μιχαήλ I. Παλαμά.

1825 Γάμος του Κωνσταντίνου Α. Πέταλά, παππού του ποιητή από τη μητέρα του, στο Μεσολόγγι, με την Αλτάνη Γεωργάκη Κότσικα.

1849 Γέννηση, στην Πάτρα, του αδελφού του ποιητή Χριστάκη.

1859 13 Ιανουάριου. Γέννηση, στην Πάτρα, του Κωστή Παλαμά.

1861 Γέννηση στην Πάτρα, του Νίκου Μ. Παλαμά, αδελφού του ποιη­ τή.

1864 Θάνατος της μητέρας του Πηνελόπης Μ. Παλαμά, από πρόωρο τοκετό.

1865 Θάνατος του πατέρα του Μιχαήλ I. Παλαμά.


αφιέρωμα 67 1866 Οριστική εγκατάλειψη της Πάτρας και εγκατάσταση, μαζί με τον αδελφό του Χριστάκη, στο σπίτι του θείου τους Δ.Ι. Παλαμά, στο Μεσολόγγι.

1869 Σύνθεση του πρώτου ποιήματός του: «Σε αγαπώ! εφώνησα...» (Πρωθύτερα έγραψε «ένα δραματάκι», «μια κωμωδία, “Το μεθύ­ σι της Ανθούλας”» κι ένα ληστρικό διήγημα).

1873 Αποπεράτωση των σπουδών του στη Β' τάξη του Γυμνασίου με βαθμό «Λίαν Καλώς» και διαγωγή «Καλή».

1874 Δημοσίευση ποιημάτων στην τοπική εφ. «Δυτική Ελλάς». Απο­ περάτωση των σπουδών του στην Γ' τάξη του Γυμνασίου με βαθ­ μό «Κάλλιστα» και διαγωγή «Καλλίστη».

1874-1876 Π α ιδ ιο ύ Σ τίχο ι.

Αυτ.: Παλαμικό Αρχείο Ευαγγελάτου. Απογρ.:

ΙΚΠ.

1875 Αποφοίτηση από το Γυμνάσιο Μεσολογγίου με βαθμό «Κάλλιστα». Πρωτοετής φοιτητής της Νομικής Σχολής του Πανεπι­ στημίου Αθηνών. Πρωτακούει τον Αχιλλέα Παράσχο στον «Παρνασσό».

1876 Δημοσίευση του ποιήματος Τ ο γ ιο ύ λ ι στο «Αττικόν Ημερολόγιον» του Ειρηναίου Ασωπίου. Ε ρ ώ τ ω ν έπη. Ποιητική συλ­ λογή που υποβλήθηκε στον Βουτσιναίο ποιητικό αγώνα και απορρίφθηκε. Εισηγητής ο Θ. Ορφανίδης.

1878 Δημοσίευση του ποιήματος Μ ισ ο λ ό γ γ ι. Ποίημα υπό Κωνστα­ ντίνου Μ. Παλαμά. Αγγελία της ποιητικής συλλογής Π ν ο α ί (άγνωστο αν σώζεται).

1879 Διαμονή, σ’ ένα σπιτάκι της οδού Ιπποκράτους, για ένα περί­ που χρόνο, με τον Νίκο Καμπά.

1882 Διορισμός του Χριστάκη Μ. Παλαμά ως Επάρχου στην Κυπα­ ρισσία. Ταξίδι, μαζί με τον αδελφό του, και παραμονή στην Κυπαρισσία οκτώ περίπου μήνες.


68 αφιέρωμα-------------------------------------------------1885 Πρώτη εμφάνιση στον «Παρνασσό»· απαγγελία των ποιημάτων του: Π α λ η ά νιά τα και Η κ ό ρ η της Λ ή μ ν ο υ . Κυκλοφορία της συλλογής: Τ ρ α γο ύ δ ια της Π α τρ ίδ ο ς μ ο υ . Εν Αθήναις [Βιβλιοπωλείον της «Εστίας»], 1886.

1886 Το τελευταίο στιχούργημα στην καθαρεύουσα, στην εφ. «Κλειώ» Τεργέστης. ( Ο Ύ π ν ο ς των Δ ε ιλ ώ ν και Σ κ λ η ρ ώ ν Σ τίχ ω ν).

1887 Γάμος με τη (συνομήλικη) Μαρία Αποστόλη Βάλβη· τα στέφανα ά λ λ α ζ ε ο Βλάσης Γαβριηλίδης.

1888 Γράφει πρώτος στον αθηναϊκό Τύπο, μαζί με τον Ροΐδη, για το Τ α ξίδι του Ψυχάρη. Γέννηση της Ναυσικάς: το πρώτο παιδί.

1889 Η αποκαλυπτική ομιλία στον «Παρνασσό» με θέμα: Κ ά λ β ο ς ο Ζ α κ ύ νθ ιο ς . Βράβευση του Ύ μ ν ο υ εις τ η ν Α θ η ν ά ν στον Φιλαδέλφειο ποιητικό αγώνα. Εισηγητής ο Ν.Γ. Πολίτης. Κυκλο­ φορία του Ύ μ ν ο υ ε ις τ η ν Α θ η ν ά ν .

1890 Βράβευση της συλλογής Τ α Μ ά τ ια της Ψ υχή ς μ ο υ , στον Φιλαδέλφειο ποιητικό αγώνα. Εισηγητής ο Αρ. Προβελέγγιος.

1891 Γέννηση του Λέανδρου.

1892 Κυκλοφορία της συλλογής

Τ α Μ ά τ ια της Ψ υχή ς μ ο υ.

1894 Γέννηση του Άλκη (= Μιχαήλ). Σφοδρότατη επίθεση του Μι­ χαήλ Μητσάκη εναντίον του Παλαμά με πέντε άρθρα του στην εφ. «Το Άστυ».

1896 Προσκύνημα στον τάφο του Αχ. Παράσχου και απαγγελία σχετι­ κού ποιήματος. Απονομή δώρου στον Παλαμά από την Επιτρο­ πή των Ολυμπιακών Αγώνων για τον Ο λ υ μ π ια κ ό Ύ μ ν ο . «Νέα Ζωή». Προγραμματική αγγελία περιοδικού που επρόκειτο να εκδώσει με τον Ξενόπουλο. Κυκλοφορία της συλλογής Ί α μ β ο ι και Α ν ά π α ισ τ ο ι.


αφιέρωμα 69 1897 Έναρξη των διαλέξεων του, στον «Παρνασσό», για τη νεοελλη­ νική ποίηση. Πρώτη ομιλία για το δημοτικό τραγούδι. Διορι­ σμός του στη θέση του Γραμματέα του Πανεπιστημίου Αθη­ νών. Ομιλία, στον «Παρνασσό», για τον Σολωμό.

1898 24 Φεβρουάριου, θάνατος του Άλκη· 24 Φεβρουάριου - 9 Μαρτί­ ου: Σύνθεση του Τ ά φ ου. Κυκλοφορία του Τ ά φ ου.

1900 Κυκλοφορία του ποιήματος Ο ι Χ α ιρ ε τ ισ μ ο ί Πειραιεύς [Έκδοση του «Περιοδικού μας»].

τη ς Η λ ιο γ έ ν ν η τ η ς .

1901 Κυκλοφορία του διηγήματος Θ ά ν α τ ο ς Π α λ λ η κ α ρ ιο ύ (για πρώτη φορά τυπώθηκε στο περιοδικό «Εστία», 1981, σε συνέχειες). Έκδοση του βιβλίου: Διονυσίου Σολωμού, Ά π α ν τ α τα ε υ ρ ισ κ ό ­ μ ενα . Μ ετά π ρ ο λ ό γ ο υ π ε ρ ί το υ β ίο υ κ α ι τω ν έ ρ γ ω ν το υ π ο ιη το ύ υπ ό Κ ω σ τ ή Π α λα μ ά .

Ανάπαιστοι»

1903 Κυκλοφορία της Τ ρ ισ εύ γενη ς. Δράμα σε τέσσερα μέρη (Η σύν­ θεση του έργου τέλειωσε το Φεβρουάριο του ιδίου έτους). «Ορεστειακά». Σφοδρή επίθεση του Τύπου εναντίον του και οχλαγω­ γίες φοιτητών.

Ο Κ.Π. στο γραφείο του, στο Πανεπιστήμιο Αθηνών


70 αφιέρωμα-------------------------------------------------1904 Κυκλοφορία του βιβλίου του Γ ρ ά μ μ ατα Α '. Αθήνα. Κυκλοφορία της ποιητικής συλλογής Η Α σ ά λ ε υ τ η Ζ ω ή .

1907 Κυκλοφορία του Δ ω δ ε κ ά λ ο γο υ του Γ ύφ το υ. Αναχώρηση τοιΤΛέ­ ανδρου για εμπορικές σπουδές στη Γενεύη. Κυκλοφορία του βι­ βλίου Γρά μ μ ατα . Τόμος δεύτερος.

1908 «Επιτίμησις του Γραμματέως του Πανεπιστημίου» από τον υπουργό Παιδείας, γιΐιτί διακήρυξε, σε γράμμα του, πως «ο δημο­ τικισμός είναι η αρετή του».

1909 Αναχώρηση της Ναυσικάς για μουσικές σπουδές στη Γενεύη, με υποτροφία του ελληνικού Κράτους. Επικριτική μελέτη του Κ. Χατζόπουλου, στο «Νουμά», για την παλαμική ποίηση.

1910 Κυκλοφορία της

Φ λ ο γέ ρ α ς το υ Β α σ ιλ ιά μ ε τ η ν Η ρ ω ικ ή Τ ρ ιλ ο ­

γία.

1911 Απονομή του Αργυρού Σταυρού του Σωτήρος. Φοιτητικές οχλα­ γωγίες και άδικη επίθεση εναντίον του πολλών βουλευτών κατά τη συζήτηση του γλωσσικού. 9 Απριλίου: Μηνιαία προσωρινή απόλυση από τη θέση του στο Πανεπιστήμιο. Κυκλοφορία της συλλογής Ο ι Κ α η μ ο ί της Λ ιμ ν ο θ ά λ α σ σ α ς κ αι Τ α Σ α τυ ρ ικ ά Γ υμ νά σ μ α τα.

1912 Ταξίδι της Μαρίας Κ. Παλαμά στη Γενεύη, κοντά στη Ναυσικά. Ανεπιτυχής προσπάθεια παραστάσεως της Τ ρ ισ ε ύ γε ν η ς στο Θέ­ ατρο Κυβέλης. Κυκλοφορία της συλλογής Η Π ο λ ιτ ε ία κ αι η Μ ο ­ να ξιά .

1913 Κυκλοφορία του βιβλίου

Τ α πρώ τα Κ ριτικ ά .

1915 Απονομή του μεταλλίου Γραμμάτων και Τεχνών. Απονομή του Αργυρού Σταυρού των Ιπποτών του Β. Τάγματος του Σωτήρος «δΓ ευδόκιμον υπηρεσίαν». Ανάβαση, για πρώτη φορά, της Τ ρισ εύ γε ν η ς στο Δημοτικό Θέατρο από το θίασο Ζηνοβίας Παρασκευοπούλου με σκηνοθεσία Θωμά Οικονόμου. Κυκλοφορία της συλλογής Β ω μοί. Πρώτη σειρά.

Ο Κ.Π. όταν έγραψε την «Ασάλευτη Ζωή»


αφιέρωμα 71 1916 Δεύτερη έκδοση της Τ ρ ισ εύ γενη ς. Μ’ ένα γράμμα του Ν. Κονε­ μένου. Τιμητική Ζηνοβίας Παρασκευοπούλου με παράσταση της Τ ρ ισ ε ύ γε ν η ς στο Δημοτικό Θέατρο «υπό την προστασίαν της Α.Μ. του Βασιλέως». Έκδοση του έργου του Emile Verhaeren Η Ε λ έ ν η της Σ π ά ρτη ς. Λυρική τραγωδία με 4 μέρη. «Φερμέ­ νη στον ελληνικό στίχο από τον Κωστή Παλαμά».

1917 Η πρώτη διάλεξη για το έργο του Παλαμά από τον Τυμφρηστό (= Δ. Παπαδόπουλο) στο «Λύκειον Ελληνίδών» (τυπώθηκε και σε τεύχος). Απονομή του Χρυσού Σταυρού του Σωτήρος, με την ευκαιρία της ονομαστικής εορτής του βασιλέως.

1919 Κυκλοφορία της συλλογής Τ α π α ρά κ α ιρα . Έκδοση της συλλο­ γής Τ α Λ εκ α τ ετ ρ ά σ τ ιχ α στην Αλεξάντρεια.

1920 Κυκλοφορία σε β' έκδοση των συλλογών:

Ί α μ β ο ι και Α ν ά π α ι­ σ τ ο ν Ο Ύ μ ν ο ς τη ς Α θ η ν ά ς και τα Μ ά τ ια της ψ υ χή ς μ ου- Η Α σ ά λ ε υ τ η Ζ ω ή · Η Φ λ ο γέ ρ α το υ Β α σ ιλ ιά μ ε τ η ν Η ρ ω ικ ή Τ ρ ιλ ο ­ γία . Κυκλοφορία της συλλογής Δ ιη γή μ α τ α (χ.χ.).

1921 Έκδοση του βιβλίου

Ο Τ ά φ ο ς (τρίτη έκδοση) και Ο Π ρ ώ το ς Λ ό γ ο ς τω ν Π α ρ α δ ε ίσ ω ν (δεύτερη). Κυκλοφορία του βιβλίου Ο Δ ω δ ε κ ά λ ο γο ς του Γ ύ φ το υ (δεύτερη έκδοση).

1923 Τρεις διαλέξεις του Άλκη Θρύλου, στο «Ελληνικόν Ωδείον», για το έργο του Παλαμά. Εκδόθηκαν σε τεύχος το 1924. Κυκλοφορία σε β' έκδοση των συλλογών: Β ω μ ό ν Η Π ο λ ιτ ε ία και η Μ ο να ξιά Τ α παρά κ α ιρα .

1924 Απονομή του παρασήμου της «Λεγεώνος της Τιμής», από τη Γαλλική Κυβέρνηση, στους Παλαμά και Δροσΐνη.

1925 Κυκλοφορία της συλλογής Ο ι Κ α η μ ο ί τη ς Λ ιμ ν ο θ ά λ α σ σ α ς . Τ α Σ α τιρ ικ ά Γ υμ νά σ μ α τα . Ο Π ο ιη τ ή ς και τα Ν ιά τ α (β' έκδοση). κ „ , νκ '

θάνατος του αδελφού του, Χριστάκη, στα Μεσολόγγι. Ταξιδι στη Λευκάδα για τα εκατόχρονα, από τη γέννηση, του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη. Κυκλοφορία της συλλογής Ο ι Π ε ν τ α σ ύ λ λ α β ο ι - Τ α Π α θ η τικ ά Κ ρ υ φ ο μ ιλ ή μ α τ α - Ο ι Λ ύ κ ο ι - Δ ύ ο λ ο υ λ ο ύ δ ια α π ό τα ξένα . Εορτασμός των πενηντάχρονών του (1875-1925) στην Κύ­

Ο ΚΜ . απ’ το μπαλκόνι του σπιτιού του αδελφού του Χριστάκη, στο Μεσολόγγι (25.4.1926), αγναντεύε, τη Λιμνοθάλασσα


72 αφιέρωμα-------------------------------------------------προ: Λεμεσός: Σύλλογος «Μούσαι», Λάρνακα «Φιλολογικός Όμιλος».

1926 Εορτασμός των πενηντάχρονών του (1875- 1925) στον Φιλο­ λογικό Σύλλογο «Νέα Ζωή» Αλεξανδρείας. Διορίζεται ακαδη­ μαϊκός. Στο Μεσολόγγι για τις εορτές των εκατόχρονων της Εξό­ δου (1826- 1926). Έκδοση της Α σ ά λ ε υ τ η ς Ζ ω ή ς (γ' έκδοση).

1927 Κυκλοφορία της μελέτης του Ψυχάρη, Κ ω σ τ ή ς Π α λ α μ ά ς και διακοπή σχέσεων με τον Παλαμά. Εορτασμός των πενηντάχρονων (1875-1925). Ομιλητής ο Πάνος Ταγκόπουλος. Επίσκε­ ψη στη Θεσσαλονίκη. Επίσημη υποδοχή. Ανακήρυξη του ποιη­ τή επίτιμου δημότη Θεσσαλονίκης και ονοματοθέτηση μιας οδού με το όνομά του. Στο ταξίδι τον συνόδευσαν ο Λέανδρος, η Ναυσικά και ο Ν.Α. Βέης. Έκδοση του διηγήματος Θ ά ν α τ ο ς Π α λ λ η κ α ρ ιο ύ (σε γ' έκδοση).

1928 Αποχώρηση από τη θέση του Γεν. Γραμματέα του Πανεπιστημί­ ου. Κυκλοφορία του βιβλίου Π ε ζ ο ί Δ ρ ό μ ο ι Α '. Κ υ κ λ ο φ ο ρ ία του β ιβ λ ίο υ Π ε ζ ο ί Δ ρ ό μ ο ι Β'. Έ κ δ ο σ η του Τ ά φ ο υ (δ' έκδοση). Ο Π ρώ τος Α ό γ ο ς τω ν Π α ρα δ είσω ν. Αθήναι. Έκδοση της συλλο­ γής Δ ε ιλ ο ί και Σ κ λ η ρ ο ί Σ τ ίχ ο ι στο Σικάγο.

1929 Ανάληψη των καθηκόντων του ως Αντιπροέδρου της Ακαδημίας Αθηνών. Κυκλοφορία της συλλογής Ο Κ ύ κ λ ο ς τω ν Τ ετρ α σ τί­ χω ν. Έκδοση του δράματος Τ ρ ισ ε ύ γε ν η (σε γ' έκδοση). Έκδοση του βιβλίου Δ ιη γή μ α τα (σε β' έκδοση).

1930 Ανάληψη των καθηκόντων του ως Προέδρου της Ακαδημίας Αθηνών. Κυκλοφορία της συλλογής Ξ α ν α τ ο ν ισ μ έ ν η Μ ο υ σ ικ ή . Numero Special de «La Semaine Egyptienne» consacre au poete Costis Palamas. Caire, 4 (Nos 17-18), pp. 96.

1931 Κυκλοφορία της συλλογής Π ε ρ ά σ μ α τ α και Χ α ιρ ε τ ισ μ ο ί. Κυκλο­ φορία της συλλογής Τ α Δ εκ α τ ε τ ρ ά σ τ ιχ α (σε β' έκδοση).

1933 17 Ιανουάριου. Επίδοση του μεταλλίου Γκαίτε από το Γερμανό πρεσβευτή στην Αθήνα. Επίτιμος Πρόεδρος του νεοϊδρυθέντος τμήματος της Διεθνούς Ενώσεως Συγγραφέων (Pen Club). 15 Μαΐου. Απονομή του «Οικονομείου Βραβείου» (χρηματικό έπαθλο), έπειτα από ομόφωνη απόφαση της επιτροπής του Ιδρύ­ ματος του μεγάλου ευεργέτη της Τεργέστης, Δημητρίου Οικονό­


αφιέρωμα 73 μου. Έκδοση του βιβλίου Τ α Χ ρ ό ν ια μ ο υ και τα Χ α ρ τ ιά μ ο υ. Έκδοση της συλλογής Τ α Τ ρ α γο ύ δ ια της Π α τ ρ ίδ ο ς μ ο υ (β' έκ­ δοση). Έκδοση της συλλογής Δ ε ιλ ο ί και Σ κ λ η ρ ο ί Σ τ ίχ ο ι (β' έκ­ δοση).

1934 Έκδοση του βιβλίου Π ε ζ ο ί Δ ρ ό μ ο ι Γ . Κ ά π ο ιω ν ν εκ ρ ώ ν η ζωή. Απονομή του παρασήμου «De la plaque de l’Ordre de la Republique» της Ισπανικής Κυβερνήσεως στους Κ. Παλαμά και Α. Φιλαδελφέα, Πρόεδρο και Αντιπρόεδρο του Ελληνοϊσπανικου Συνδέσμου. Ημιπληγία (11 Μαίου). Έκδοση του βιβλίου Ο Δ ω δ ε κ ά λ ο γο ς του Γ ύφ του (γ' έκδοση), χ.χ.

1935 Απονομή του Μεταλλίου της Αμβροσιανής Βιβλιοθήκης του Μιλάνου. Μετακόμιση από το ιστορικό σπίτι της οδού Ασκληπι­ ού 3 στην οδό Περιάνδρου 5 της Πλάκας. Έναρξη των παραστά­ σεων της Τ ρ ισ ε ύ γε ν η ς στο «Βασιλικό Θέατρο» (19 Νοεμβρίου). Έκδοση της συλλογής Ο ι Ν ύ χ τ ε ς το υ Φ ή μ ιο υ (1931- 1932).

1936 Εορτασμός των πενηντάχρονων της πνευματικής δημιουργίας του ποιητή (1886- 1936), στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Αθήνα: 28 Φεβρουάριου. Έναρξη του εορτασμού στον «Παρ­ νασσό» με ομιλία του Ρήγα Γκόλφη. Η επιτροπή του εορτασμού ήταν: Κ. Κοτζιάς (επίτιμος Πρόεδρος), Γρ. Ξενόπουλος (Πρόε­ δρος), Τζούλια Αμπελό- Τερέντσιο (Γεν. Γραμματέας), Μέλη: Π. Νιρβάνας, Σπ. Μελάς, Κ. Τσάτσος, I. Συκουτρής, Γ. Αθανασιάδης- Νόβας, Β. Παπαδάκης, Κ. Κακούρη, Ν. Ποριώτης, Ρ. Γκόλφης και Γ.Κ. Κατσίμπαλης. Απονομή των διασήμων του Ανωτέρου Ταξιάρχου του Βασιλικού Τάγματος του Φοίνικος από τον Τελετάρχη Δ.Ν. Λεβίδη. Ομιλία στον «Παρνασσό» του Τέλλου Άγρα. Ομιλία στον «Παρνασσό» του Αγγέλου Σικελιανού. Ομι­ λία στον «Παρνασσό» του Κ.Δ. Τσάτσου. Πανηγυρικό τεύχος του περιοδικού «Ελληνίς». Ομιλία στον «Παρνασσό» του Ιω. Συκουτρή. Επίδοση του βραβείου «Γραμμάτων και Τεχνών» (με 25.000 δρχ.) του Υπουργείου Παιδείας. Επίσκεψη του Αρχιεπι­ σκόπου Αθηνών Χρυσοστόμου στο σπίτι του ποιητή και συγχα­ ρητήρια κι ευχές της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ιούνιος. Αιριερωματικό ογκώδες τεύχος του περιοδικού «Νέα Γράμματα». Εκδηλώσεις γίνονται και σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας (Καλαμάτα, Βόλο, Θεσσαλονίκη, Αλμυρό, Γρεβενά, Χίο, Πά­ τρα, Πειραιά) και της Κύπρου. Ακόμα στην Αλεξάνδρεια, Κων­ σταντινούπολη, Βερολίνο, Βουδαπέστη, Πανεπιστήμιο Κολούμπια (Η.Π.Α.). Κυκλοφορία του βιβλίου Ε κ λ ο γ ή α π ό το π ο ιη τικ ό έ ρ γ ο του Κ ω σ τ ή Π α λ α μ ά 1 8 8 6 -1 9 3 6 .

1937 Προτομή του Παλαμά στο Μεσολόγγι.


74 αφιέρωμα-------------------------------------------------1940 Έκδοση του βιβλίου δεύτερος.

Τ α Χ ρ ό ν ια μ ο υ κ αι τα Χ α ρ τ ιά μ ο υ .

Τόμος

1943 Θάνατος της Μαρίας Κ. Παλαμά, στις 9 Φεβρουάριου. Και στις 27 Φεβρουάριου, 3 π.μ., θάνατος του Ποιητή. Κηδεία του νεκρού του Ποιητή στο Α' Νεκροταφείο. Απαγγελία ποιημάτων από τους Α. Σικελιανό και Σ. Σκίπη. Η όλη τελετή παίρνει έντονο αντιστασιακό χαρακτήρα με το ψάλσιμο του «Εθνικού Ύμνου». Hommage a Costis Palamas 1859-1943. Ειδικό' τεύχος «La Semaine Egyptienne». Caire (Nos 15-16). Τεύχος επιμνημόσυνο του Κωστή Παλαμά του περιοδικού «Γράμματα» στην Αθήνα. Αφιέρωμα μεγάλου χριστουγεννιάτικου τεύχους του περιοδικού «Νέα Εστία».* * Η σύνταξη αυτού του χρονολογίου στηρίχτηκε, κυρίως, στο αναλυτικό χρονολόγιο για τη ζωή και το έργο του Κωστή Παλαμά, που έχει δημοσιευτεί στον Α' τόμο της «Αλληλογραφίας» του (1875-1915), με εισαγωγή - φιλολογική επιμέλεια - σημειώσεις Κ.Γ. Κασίνη, Αθήνα 1975, στη σειρά των εκδόσεων του «Ιδρύματος Κωστή Παλαμά». (Αυτο)βιογραφικά στοιχεία και πληροφορίες για τον Κωστή Παλαμά μπορεί να βρει ο ενδιαφερόμενος και στο έργο του ίδιου: α) «Τα Χρόνια μου και τα Χαρτιά μου», Ά παντα, τόμ. Δ ' εκδ. Μπίρης, Αθήνα 1972, σελ. 295-449 και β) «Συνεντεύξεις και Έρευναι», Άπαντα, τόμ. ΙΔ' ό.π. (εκδ. με την επιμέλεια του «Ιδρύματος Κ. Παλαμά»). Ευχαριστίες, εκφράζονται και δημοσίως, προς τον γενικό γραμματέα του «Ιδρύματος Κ. Παλαμά» κ. Δημήτρη Συναδινό για τη βοήθεια που συνεχώς, πρόθυμα, μας προσφέρει.

Το σπίτι τον Κ.Π. στην οδό Περιάνδρου 5 της Πλάκας


αφιέρωμα 75

Απόστολος Σαχίνης

Γ

1 ον Μάρτιο του 1936 ο Αντρέας Καραντώνης

δημοσίευσε στο περιοδικό Τ α Ν έ α Γ ρ ά μ μ α ­ τα ένα σημείωμα, με τίτλο «Ή κριτική τοΰ Παλαμά»1, όπου παρατηρούσε: «Δίχως άμφιβολία ό Παλαμάς είναι ό μεγαλύτερος νεοέλληνας κριτικός καί ό μοναδικός γραμ< > ματολόγος τής λογοτεχνίας μας. Είναι ανά­ γκη απαραίτητη να μελετηθεί συστηματικά ή ση­ μαντική αυτή πλευρά τοΰ έργου του, γιατί πρέπει νά ομολογήσουμε πώς τίποτα τό ουσιαστικό δέν ειπώθηκε άκόμη γιά τόν Παλαμά κριτικό». Ο Κα­ ραντώνης εδώ διακήρυξε μια αλήθεια και διατύ­ πωσε ένα αίτημα. Την αλήθεια ότι «ό Παλαμάς είναι ό μεγαλύτερος νεοέλληνας κριτικός» τη δια­ κήρυξε τότε, χωρίς νά επιχειρήσει να την αποδεί­ ξει και να την τεκμηριώσει με παραδείγματα και παραθέματα. Έκτοτε πέρασαν πολλά χρόνια, και η άποψή του αυτή άρχισε να γίνεται παραδεκτή. Την επανέλαβε και ο γράφων το 1975, σημειώνο­ ντας: «Δέν υπάρχει αμφιβολία πώς ό μεγαλύτερος κριτικός της γενιάς τοΰ 1880, δπως εξάλλου καί δλης γενικά της νεοελληνικής λογοτεχνίας, είναι ό Κωστής Παλαμάς»2. Προηγουμένως ωστόσο ο γράφων είχε προσπαθήσει να θεμελιώσει με κρι­ τικά επιχειρήματα την άποψή του αυτή σε τέσσε­ ρα διαδοχικά μελετήματά του στα περιοδικά Ε π ο χ έ ς (το 1963 και το 1966) και Ε λ λ η ν ικ ά (το 1967 καί τό 1969)3· Από την άλλη μεριά, διερωτάται κανείς αν το αίτημα του Καραντώνη, «νά με­ λετηθεί συστηματικά ή σημαντική αυτή πλευρά τοΰ έργου» του Παλαμά, δηλαδή του λογοτεχνι­ κού κριτικού, επαληθεύτηκε σωστά και δίκαια ίσαμε σήμερα, και με ποιο τρόπο, από τους μετα­ γενέστερους κριτικούς του έργου του. Σ’ αυτό το ερώτημα θα προσπαθήσω να απαντήσω εδώ, αναλύοντας και κρίνοντας τη συμβολή ορισμένων γνωστών μελετητών του κριτικού Παλαμά: των Άριστου Καμπάνη, Κ.Θ. Δημαρά, Τέλλου Άγρα, Φάνη Μιχαλόπουλου, Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου, Αιμ. Χουρμούζιου και Νικολάου Β. Τωμαδάκη.

Ο χρονολογικά πρώτος που ασχολήθηκε, κά­ πως εκτενέστερα, με τον κριτικό Παλαμά ήταν ο Άριστος Καμπάνης το 1935 στο βιβλίο του 'Ισ το ­ ρ ία τ ή ς Ν έ α ς 'Ε λ λ η ν ίκ η ς Κ ριτικ ή ς ? . Ο Καμπάνης κρατά αμφιλεγόμενη στάση αντίκρυ στη λογοτε­ χνική κριτική του Παλαμά: πότε την επαινεί και πότε την επικρίνει. Παραθέτοντας πολλά απο­ σπάσματα (σχετικά με τις λίγες σελίδες που του αφιρερώνει στην Ισ το ρ ία του αυτή) από κριτικά μελετήματα του ποιητή, για τα οποία ωστόσο κα­ τηγορεί τον ίδιο ως κριτικό, δέχεται ότι «είναι ο πιο αντιπροσωπευτικός κριτικός της γενεάς που μπήκε στη λογοτεχνική δράσι λίγο πριν απ’ την έκδοση του Τ α ξ ιδ ιο ύ του Ψυχάρη - κι ακόμη ο κριτικός της ψυχαρικής περιόδου» (έ. α., σ. 145). Ο Καμπάνης, κινούμενος ανάμεσα στην άρνηση και την κατάφαση αναφορικά με την κριτική του


76 αφιέρωμα----------------------------------Παλαμά, διστάζει να τον αναγνωρίσει ως σπουδαίο κριτικό και καταλήγει τελικά στην επι­ φύλαξη και στην έμμεση υπονόμευση του κριτι­ κού έργου του: όπου βρίσκει και σημειώνει τις αναμφισβήτητες αρετές της κριτικής του, φρο­ ντίζει αμέσως κατόπι να τις μειώσει ή να τις αναιρέσει, αντιπαραθέτοντας τις, κατά τη γνώμη του, αδυναμίες της. Η γενικά επιφυλακτική στά­ ση του απέναντι στην κριτική του Παλαμά φανε­ ρώνει πως η κρίση του δεν λειτούργησε σωστά και πως ο ίδιος πολύ απέχει από το να θεωρεί τον Παλαμά ως τον «μεγαλύτερο κριτικό τής νεοελ­ ληνικής λογοτεχνίας»· έτσι τελικά αποδεικνύεται, από τα γραφόμενά του, πως ο Καμπάνης δεν κατανόησε, και δεν θέλησε να καταγράφει στην Ισ το ρ ία τη ς Ν έ α ς Ε λ λ η ν ικ ή ς Κ ρ ιτ ικ ή ς , τη μεγά­ λη σημασία και αξία της λογοτεχνικής κριτικής του Παλαμά. Αλλά, για να εννοήσουμε καλύτερα τη στάση του Καμπάνη αντίκρυ στον κριτικό Παλαμά, ας προχωρήσουμε στις ειδικότερες παρατηρήσεις του, που αναφέρονται στα θετικά και στα αρνη­ τικά, κατά την άποψή του, σημεία της κριτικής του Παλαμά. Και πρώτα πρώτα στα θετικά ση­ μεία ή, καλύτερα, στις αρετές, κατά Καμπάνη, του Παλαμά ως κριτικού. Εκτός από το ότι τον θεωρεί ως τον αντιπροσωπευτικότερο κριτικό της γενιάς του, όπως σημειώθηκε πιο πάνω, ο Καμπάνης παρατηρεί πως η αξία του ως κριτι­ κού βρίσκεται στην αποτίμηση «τών παλαιοτέρων μας ποιητών καί λογογράφων» (σ. 147) και αναφέρει διάφορα ονόματα πραγματικά παλαιοτέρων λογοτεχνών, για τους οποίους ο Παλαμάς έγραφε σπουδαία κριτικά κείμενα, όπως π.χ. του Σολωμού, του Κάλβου ή του Βαλαωρίτη, αλλά και άλλων συγγραφέων, όπως π.χ. του Μαρκορά, του Βιζυηνού, του Παπαδιαμάντη, του Καρκαβίτσα, που ήταν σύγχρονοι ή περίπου σύγχρονοί του και για τους οποίους επίσης δημοσίευσε αξιόλογα μελετήματα- άρα η αξία του ως κριτι­ κού δεν βρίσκεται μόνο στην αξιολόγηση των «παλαιοτέρων». αρακάτω ο Καμπάνης επισημαίνει τη με­ γάλη επίδραση που άσκησε ο κριτικός Πα­ λαμάς στους μεταγενέστερους, αν και δεν λείπουν, και στο σημείο αυτό, ol υπονο­ μεύσεις· κρατώ ωστόσο, ως θετικό στοι­ χείο, την ακόλουθη χαρακτηριστική κι ι > επιγραμματική φράση του: «"Εχουμε όλοι τόν Παλαμά στό αιμα μας» (σ. 148). Παραθέτω εδώ ολόκληρο το σχετικό με την επίδραση του Παλαμά απόσπασμά του: «Καλή ή κακή- καλή καί κακή ή έπίδρασις τού Παλαμά είναι ζωηρή

στούς συγχρόνους του λογίους... "Εχουμε δλοι τόν Παλαμά στό αιμα μας - καί περισσότερο ώς κριτικό μέ αβέβαιη καλαισθησία παρά ώς ποιη­ τή καί ώς γλωσσοπλάστη. Δέν έχουμε υπερνική­ σει τήν επίδρασή του» (σ. 148). Οι μεγαλύτερες ωστόσο αρετές του ως κριτικού, που του αναγνω­ ρίζει ο Καμπάνης, είναι κατά τη γνώμη μου οι παρακάτω δύο: ότι είναι πνεύμα ανοιχτό σε όλα τα λογοτεχνικά ρεύματα, σε όλους τους πνευμα­ τικούς ορίζοντες (σ. 148)· και ότι είναι ένας σο­ βαρός μελετητής της λογοτεχνικής μας ιστορίας, που έθεσε τις βάσεις για μια σωστή ιεράρχηση των πνευματικών μας αξιών (σ. 148). Αναφορικά με την πρώτη αρετή του, σημειώνει: ήταν ένα «πνεύμα, ανοιχτό γιά κάθε λογής θαυμασμό, γιά κάθε λογής αποκάλυψη, ένας άκούραστος περιη­ γητής τού κόσμου τών βιβλίων» (σ. 148)· και σχε­ τικά με τη δεύτερη, παρατηρεί: «Κανείς δέ θ’ άμφισβητήσει πώς μέ τόν Παλαμά άρχίζει ή σο­ βαρή αν καί κάπως ερασιτεχνική έξέτασις τής γραμματολογικής μας ιστορίας, ή πρώτη προ­ σπάθεια γιά τήν ταξιθέτηση τών έλληνικών αξιών (σ. 148) ...Τό σπόρο γιά τήν ιστορία τής λο­ γοτεχνίας [μας] τού 19ου αιώνα τόν βρίσκει κα­ νείς στόν Παλαμά» (σ. 149).

Γ

] α αρνητικά, από την άλλη μεριά, σημεία ή, καλύτερα, οι αδυναμίες του Παλαμά ως κρι­ τικού μπορεί να συνοφισθούν στις ακό­ λουθες πέντε επικριτικές παρατηρήσεις του Καμπάνη. Πρώτη: Ο Παλαμάς υπήρξε πά­ ντα επαινετικός και εγκωμιαστικός κριτι■ a κός· στην προσπάθειά του να τονώσει και να προπαγανδίσει το δημοτικιστικό κίνημα, άσκησε φατριαστική κριτική, βρίσκοντας «λόγια ένθουσιαστικά άκόμη καί γιά έργα μέτρια ή έντελώς άπαράδεκτα» (σ. 146). Αυτός είναι ένας κοινός τόπος, ένας «μύθος» και μια κοινή πλάνη των αρνητών του κριτικού Παλαμά, που επανα­ λαμβάνονται άκριτα ολοένα, χωρίς να τεκμηριώ­ νονται. Αναμφισβήτητα ο Παλαμάς υπήρξε πά­ ντα, και το διακήρυξε επανειλημμένως στα κείμε­ νά του, οπαδός της κριτικής των αρετών και των προτερημάτων, της «critique des beautes» του Chateaubriand· έτσι έβλεπε το έργο και την απο­ στολή της λογοτεχνικής κριτικής. Αλλά από το σημείο αυτό και πέρα, το να κατηγορείται ως προπαγανδιστής του δημοτικισμού προβαίνοντας σε υποχωρήσεις του κριτικού αισθητηρίου του για τις ανάγκες του γλωσσικού ζητήματος, εί­ ναι μεγάλο λάθος. Ο Παλαμάς υπήρξε σοβαρός κριτικός, με πλήρη γνώση και συνείδηση των ευθυνών του σ’ αυτό το λειτούργημα. Όποιος δια­ βάσει με προσοχή τα "Α π α ν τ ά του θα διαπιστώ­


---------------------------------- αφιέρωμα 77 σει πως σπάνια έσφαλλε στην αποτίμηση των αι­ σθητικών ποιοτήτων· ακόμα και στους συγκατα­ βατικούς προλόγους που έγραφε, στα τελευταία χρόνια της ζωής του, σε συλλογές νεότερων ποιη­ τών, διακρίνεται, ανάμεσα από τις εγκωμιαστικές γραμμές, η εύστοχη επιφυλακτική παρατήρηση. Δεύτερη: Ο Παλαμάς άσκησε κριτική pro domo sua: για να υποστηρίξει το έργο του και τους ποι­ ητικούς προσανατολισμούς του· «κι όπου ακόμη δέ φαίνεται, ή κριτική του έχει άπολογητικό, αύτοερμηνευτικό χαρακτήρα... Γιά τόν έαυτό του έργάζεται ό ποιητής- κριτικός. Γιά τή δόξα του τήν ποιητική ανησυχεί - φροντίζει (σ. 146) ...Ό Παλαμάς άπολογεϊται γιά τόν έαυτό του καί γιά τή σχολή [τήν ψυχαρική]» (σ. 147). Είναι μια μομ­ φή που θα μπορούσε να διατυπωθεί για το κριτι­ κό έργο όλων των μεγάλων λογοτεχνών - ακόμα και των σπουδαίων κριτικών5. Δεν είναι δυνατόν, και να ήθελε κανείς, να ξεφύγει ολότελα από τον εαυτό του και να κρίνει ανεξάρτητα από την πνευματική ιδιοσυγκρασία του· τις βαθύτερες, τις εσωτερικές πεποιθήσεις του, αναφορικά με τη λο­ γοτεχνική δημιουργία και την αποτίμησή της, δεν μπορεί να τις αποφύγει κανείς. Κανείς, εξάλ­ λου, δεν είναι δυνατόν να επικριθεί, γιατί εργάζε­ ται pro domo sua - αρκεί η εργασία του να έχει γενικότερη αισθητική και παιδευτική αξία, όπως έχει η κριτική του Παλαμά. Ετσι καταλήγουμε στο συμπέρασμα, πως εδώ δεν πρόκειται για αδυναμία ή για μειονέκτημα της κριτικής του Παλαμά, ή κάθε κριτικής, αλλά για ιδιότητα σύμ­ φυτη προς τη λειτουργία της. Τρίτη: Ο Παλαμάς «έχει τή μανία των παραθέσεων, όπως ό Ροίδης, ό Βλάχος, οί πρεσβύτεροί του λόγιοι»· «ή γνώμη του χάνεται μέσα στό πλήθος των ξένων γνωμών» (σ. 147). Κι αυτή είναι μια επίκριση που επανα­ λαμβάνεται μηχανικά και από μεταγενέστερους, χωρίς αποδείξεις και χωρίς διακρίσεις ανάμεσα στα διάφορα κριτικά κείμενά του. Πρώτα πρώτα, ο Παλαμάς δεν χρησιμοποιεί ποτέ τόσα παραθέματα όσα ο Εμμανουήλ Ροίδης και ο Αγγελος Βλάχος· έπειτα, όταν παραθέτει από­ ψεις άλλων μελετητών, το επιχειρεί μόνο σε ειδι­ κές μελέτες του, είτε συγκριτικής φιλολογίας είτε του έργου ξένων δημιουργών - όποτε δηλαδή του είναι απολύτως αναγκαίο, για να τεκμηριώ­ σει τις κρίσεις του και να πείσει τον αναγνώστη του· τέλος, τα παραθέματα, όχι ασυνήθης τακτι­ κή και πολλών σύγχρονων σοβαρών κριτικών, θα μπορούσαν να θεωρηθούν και ως θετικό στοιχείο της κριτικής του, αφού έτσι η κρίση του πα­ ρουσιάζεται ασφαλέστερη, δηλαδή φιλολογικότερη, βασισμένη πάνω στα πράγματα: στα λογο­ τεχνικά κείμενα. Τέταρτη: Ό Παλαμάς «υπήρξε,

πιό πολύ από κριτικός ή όδηγητής, ένας “πληροφορημένος” πληροφορητής, ένας σπορέας ιδεών - ένας εραστής τών φημισμένων αριστουργημά­ των κάθε λογοτεχνίας» (σ. 148). Η παρατήρηση αυτή, έτσι όπως διατυπώνεται, με απόλυτο τρό­ πο, δεν ευσταθεί· ο Παλαμάς ήταν και σπουδαίος κριτικός, με προσωπικές, πρωτότυπες και εύστο­ χες κρίσεις για νεοελληνικά λογοτεχνικά κείμε­ να, και σπορέας νέων ιδεών αντλημένων από τα πολλά διαβάσματά του. Αλλά και μόνο “πληροφορημένος” πληροφορητής να ήταν, δεν νομίζω πως θα ενομιμοποιεΐτο και θα εδικαιούτο κανείς να τον επικρίνει, αν ελάμβανε υπόψη του την πνευματικά υποανάπτυκτη τότε Ελλάδα. Πέμπτη: Ο Παλαμάς δεν μας έδωσε σύστημα κριτικό· δεν έγραψε συστηματική κριτική, αλλά κριτική των «περιστάσεων»· «μιά φιλοσοφία ή καί ένα “σύ­ στημα καλολογίας”, όπως θα έλεγε ο Ροίδης, δέ βγαίνει άπό τήν κριτική τοΰ Παλαμά. Μέσα της άντιφυσοϋν όλοι οί άνέμοι» (σ. 148). Παραμερί­ ζοντας το γεγονός, στο οποίο επιμένει ο Καμπάνης, ότι ο Παλαμάς δεν υπήρξε αισθητι­ κός ή φιλόσοφος, ώστε να του ζητούμε επιστημο­ νικό ή προγραμματικό καλαισθητικό σύστημα ή σύγγραμμα, παρατηρώ πως υπονοείται εδώ ότι δεν υπάρχει ενότητα στα κριτικά γραψίματα του ποιητή - πράγμα απολύτως εσφαλμένο. Σταθε­ ρές πάντα αισθητικές και κριτικές αντιλήψεις παρακολουθούν το κριτικό έργο του από την αρ­ χή ως το τέλος της σταδιοδρομίας του. Ο Παλα­ μάς κατηγορείται στο σημείο αυτό επίσης και ως κριτικός των «περιστάσεων»· ωστόσο όλοι στην Ελλάδα κριτική των «περιστάσεων» γράφουμε. Ούτε είναι δυνατόν να παραβλέψει κανείς τη ση­ μασία αυτού του είδους της κριτικής και σε μας εδώ, αλλά ακόμα και στις πιο αναπτυγμένες χώ­ ρες της δυτικής Ευρώπης. Ο Παλαμάς δεν ήταν «επαγγελματίας» κριτικός (κατά τον ορισμό του Albert Thibaudet, έ.ά.)· δεν κατείχε καθηγητική θέση για να ασκεί εκ του ασφαλούς την κριτική. Ήταν ένας σκληρά δοκιμασμένος βιοπαλαιστής, που έγραφε με το μεράκι ή το σαράκι της ποίη­ σης και της λογοτεχνίας· ό,τι μας έδωσε, στην κριτική (και μας έδωσε πολλά), το έδωσε από αγάπη για τα γράμματα. Κ.Θ. Δημαράς, στο μελέτημά του «Δημο­ τικισμός και κριτική», που πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ν έ α Ε σ τία του 19396, παρ’ όλο που αφιερώνει πολύ ολίγα στον Παλαμά ως κριτικό, θέτει σωστά, κα­ τά ιστορικό τρόπο, το ζήτημα και κρίνει θετικά τη γενική συμβολή του στη νεοελ-


78 αφιέρωμα----------------------------------ληνική κριτική. Παρακολουθεί τις πνευματικές καταβολές του στην κριτική και τις βρίσκει στον Ασώπιο και τον Ροίδη· τον θεωρεί ακόμα πολύ ανώτερο και σπουδαιότερο κριτικό από τον Ροί­ δη. Γράφει: «Ό Παλαμάς... άποτελεΐ τόν άκραΐο σταθμό τοϋ δρόμου πού ξεκίνησε από τον Άσώπιο, καί έφημίσθηκε μέ τόν Ροΐδη. Κριτική σοφή, λογία. Ή σοφία του πιό γερή καί πιό μεγάλη άπό τοΰ Ροΐδη· ή γνώση του τοΰ μηχανισμού τής πνευματικής δημιουργίας ασύγκριτα μεγαλύτερη παρά στόν Ροΐδη» (σ. 315). Αναγνωρίζει επίσης ο Κ.Θ. Δημαράς, πως ο Παλαμάς έδωσε στη λογο­ τεχνική κριτική έναν τόνο βαρύτητας, επισημό­ τητας και σοφίας, που μένει «χαρακτηριστικός μέσα στά νεοελληνικά γράμματα» (σ. 316), αλλά διαπιστώνει - όχι ορθά κατά τη γνώμη μου - πως δεν άσκησε ουσιαστική επίδραση στην εξέλιξη της νεοελληνικής κριτικής. Παρατηρεί: «Τό κρι­ τικό του έργο, πολύτιμο, μοναδικό άληθινά γιά οποίον μελετά τά Ιστορικά τής λογοτεχνίας μας, γεμάτο γνώσεις, πληροφορίες, συσχετίσεις, δέν άσκησε μιάν ουσιαστική επίδραση στήν εξέλιξη τής μεταγενέστερης κριτικής» (σ. 316). Η κρίση του αυτή, αναφορικά με την επίδραση του κριτι­ κού Παλαμά, μετριάζεται και απαλύνεται από την τελική φράση του, με την οποία, αντιφάσκοντας κάπως προς τα προηγούμενα, κλείνει το τμήμα του μελετήματός του που σχετίζεται με την κριτική του ποιητή. Σημειώνει εκεί: «Ή πνευμα­ τική έπίδραση τοΰ δλου έργου του είναι τόσο με­ γάλη στή γενιά μας, ώστε δσο κι άν άμεσα ή κρι­ τική του μέθοδος έμεινε άγονη, μπορούμε νά πούμε πώς δ,τι γόνιμο βρισκόταν σ’ αυτήν, έχει περισωθεΐ καί μένει ζωντανό» (σ. 316). Γ | α Χριστούγεννα του 1943, από αφορμή το θάνατο του ποιητή κατά τον ίδιο χρόνο, δημοσιεύτηκαν στα περιοδικά Ν έ α Ε σ τία και Γ ρ ά μ μ α τα , τρία μελετήματα για τον κριτικό Παλαμά από γνωστούς Νεοέλληνες κριτικούς: τον Τέλλο Άγρα, τον I. Μ. Πανα< > γιωτόπουλο και τον Αίμ. Χουρμούζιο· ορι­ σμένες κρίσεις για τη λογοτεχνική κριτική του Παλαμά προσθέτει επίσης, την ίδια εποχή, και ο Φάνης Μιχαλόπουλος σε μια εκτενή μελέτη του για τη γενική συμβολή του ποιητή στα νεοελλη­ νικά γράμματα. Ο Τέλλος Άγρας, αν και στις δύο μελέτες του7 για τον ποιητή Παλαμά παρουσιάζε­ ται επιφυλακτικός ώς αρνητικός, στο μελέτημά του «Ό κριτικός Παλαμάς»8 εμφανίζεται, κατά απρόσμενο και ασυνήθιστο για την κριτική ιδιο­ συγκρασία του τρόπο, απολύτως καταφατικός και εγκωμιαστικός. Δεν διστάζει να αποκαλέσει τον Παλαμά Sainte-Beuve της νεοελληνικής κρι­

τικής (σ. 179) και να διατυπώσει τη γνώμη πως η νεοελληνική κριτική αρχίζει ουσιαστικά από τον Παλαμά, γιατί προηγουμένως δεν υπήρχαν παρά μεμονωμένα κριτικά κείμενα (σ. 179-180). Γρά­ φει: «Δύσκολα θά ή μπορούσε νά φαντασθή κα­ νείς τί θά ήταν χωρίς τόν Παλαμά τά Νεοελληνι­ κά Γράμματα... "Ομως, αλήθεια, άκόμα δυσκολώτερα φαντάζεται κανείς ποιά θά ήταν, χωρίς τόν Παλαμά, ή Νεοελληνική Κριτική, ή γνωστή μας πιά ώς καθιερωμένη κριτική τής λογοτεχνίας, κ’ ή βιβλιοκρισία. Γιατί, αληθινά, ναι, μόνον μ’ αυτόν έλαβαν δλ’ αύτά οντότητα καί συνείδηση κ’ έγιναν έννοια καί πράξη. Ή Νεοελληνική Κρι­ τική γεννήθηκε μόνον άπό τήν αίσθηση εκείνη, τήν αίσθηση τοΰ κριτικού χρέους -καί μάλιστα ένός κριτικού χρέους προικισμένου μέ τήν έπιμονή καί τή δύναμη καί τήν ευγένεια πού μόνον ένας Παλαμάς μπορούσε νά τάχει. Μέ άλλον τρό­ πο, ακόμη δέν θά υπήρχε. Ό Παλαμάς στάθηκε γιά τά Ελληνικά Γράμματα δ,τι γιά τά Γαλλικά ό Σαίντ Μπέβ. (σ. 179)... Σήμερα μπορούμε νά τό ξαναπούμε άφοβα: πριν άπό τόν Παλαμά κριτική των Γραμμάτων δέν υπάρχει. Τό κριτικό του έργο είναι τό πρώτο- είναι τό κλασικό» (σ. 180). ιο κάτω ο Τέλλος Άγρας διατυπώνει μια σπουδαία κριτική παρατήρηση, πολύ ορ­ θή, που τη συναντούμε εδώ για πρώτη φο­ ρά ανάμεσα στους κριτικούς της κριτικής του Παλαμά: «Τής κριτικής τού Παλαμά ό χαρακτήρας», σημειώνει, «είναι πέρα ώς πέρα φ ιλ ο λ ο γ ικ ό ς » (σ. 184)· η κριτική του δηλαδή μένει πάντα κοντά στα κείμενα, βασίζε­ ται σ’ αυτά και προβαίνει σε συγκεκριμένες πα­ ρατηρήσεις πάνω σ’ αυτά. Ο Τέλλος Άγρας ασφαλώς γνώριζε αυτό το είδος της κριτικής ερ­ γασίας και ήταν σε θέση να το διαπιστώσει και να το εκτιμήσει, γιατί και ο ίδιος το είχε συχνά ασκήσει: η λογοτεχνική κριτική του είναι κάτ’ εξοχήν «φιλολογική». «Κριτικό σύστημα τοΰ Πα­ λαμά», γράφει ό Τέλλος Άγρας, «είναι ή ακρί­ βεια κ’ η πιστότητα, ή πολυμέρεια καί ό σεβα­ σμός. Είναι γραμματικός καί λεπτολόγος, χωρίς νά γίνεται σχολαστικός. ”Α, ναι. Ό Παλαμάς δέν είναι ύπερκριτικός... Ή κριτική του είναι λει­ τουργία, όχι ύπερλειτουργία... Ή κριτική του δέν είναι καθόλου καί πουθενά πρόσχημα κι αφορμή προσωπικής δημιουργίας, κατά τή χαριτωμένη μέθοδο τού Ουάϊλδ, άλλ’ ερμηνεία δσο γίνεται άπρόσωπη ένός ξένου δεδομένου. Καί τέτοια είναι βέβαια ή γνήσια κριτική» (σ. 184). Αλλά ο Παλαμάς, κατά τον Τέλλο Άγρα, δεν έγραφε μό­ νο «φιλολογική», έγραφε και «εμπνευσμένη» κρι­ τική: «η κριτική του,» μας λέει, «ειν’ έκείνη τών

Π


---------------------------------- αφιέρωμα 19 μεγάλων γραμμών, ή έμπνευσμένη -καί γιά τούς εμπνευσμένους Ό κριτικός δέν ντρέπεται νά μιλήση καθόλου σάν ποιητής» (σ. 184). Ο συνδυα­ σμός των δυο αυτών βασικών γνωρισμάτων της κριτικής του Παλαμά αποτελεί, κατά τη γνώμη μου, προσωπικό επίτευγμά του: την κύρια γοη­ τεία των κριτικών κειμένων του: «Αυτό είναι τό κριτικό γράψιμο τοϋ Παλαμά», συμπληρώνει πιο κάτω ο Τέλλος Άγρας, «λόγος ποιητικός, γεμά­ τος έξαρση καί φαντασία, έκφρασμένος μέ μετα­ φορές καί μέ εικόνες καί πολύ συχνά σέ τόνον λυρικό... "Ομως ποτέ τούτο δέν έγινε εις βάρος της σοβαρότητας καί τής άξιοπρέπειας καί, πρό πάντων, εις βάρος τής έρευνας, τής σταθερής καί καθαρής» (σ. 185). Ο Τέλλος Άγρας διακρίνει, κι επισημαίνει σω­ στά, κι ένα άλλο ουσιαστικό γνώρισμα του Παλα­ μά: την κριτική των αρετών και των προτερημά­ των και όχι την κριτική των αδυναμιών και των ελαττωμάτων τη θετική και όχι την αρνητική κριτική. Προσδιορίζει με οξυδέρκεια το είδος αυτό της κριτικής του Παλαμά, το αναλύει, του δίνει την πρέπουσα σημασία, και φαίνεται να συμφωνεί με την άσκησή του. «Ή Κριτική του», παρατηρεί, «βρίσκεται πάντα στήν ανιούσα· πά­ ντα στήν εξύψωση· ποτέ στήν κατάλυση ή τήν άρνηση. Μιά είναι άλλωστε δλη-δλη ή κριτική άρνηση τού Παλαμά, μιά καί τυπική: Ή Καθα­ ρεύουσα. Δέν είναι άλλη. Κριτικό του σημείωμα ή άρθρο του ή μελέτη του ή λόγος, γραμμένο μέ σκοπό νά γκρεμίση κάτι, νά χαλάση κάτι, ν’ άποδείξη κάτι - συστηματικά - κακό, δέν υπάρχει, πιστεύω, πουθενά μέσα στά κριτικά του κείμενα» (σ. 178-179)· και παρακάτω: «Δεν νομίζει καθό­ λου [ο Παλαμάς] πως οι ενθουσιασμοί δεν “της πηγαίνουν” της κριτικής - ίσως μάλιστα να πι­ στεύει ακριβώς το αντίθετο» (σ. 185). Ο Τέλλος Άγρας διαπιστώνει ακόμα και επαινεί την απέ­ ραντη «έκταση» των ενδιαφερόντων και των γραψιμάτων του Παλαμά, την «ευφορία» και την «άνεση» του κριτικού λόγου του, την «αυθεντία» των κρίσεων και των αντιλήψεών του (σ. 181183). Με βάση τις παρατηρήσεις του αυτές πλέ­ κει μεγάλα και δίκαια εγκώμια για τον κριτικό Παλαμά: «Μέ τόν Παλαμά τόν κριτικό», γράφει, «τί ευφροσύνη! Χαρά κι άγαλλίαση, ομορφιά καί διαύγεια είναι ή κριτική του τέχνη. Δέν χαίρεσαι μόνον τό άποτέλεσμά της, τό σκοπό πού έφθασε, τό συμπέρασμα πού κατάκτησε: ζηλεύεις καί τά μέσα της καί τά όργανά της καί τά συστατικά της καί τήν μέθοδό της» (σ. 181-182)· και αλλού: «Τό πώς ή κριτική είναι τό εντρύφημα τού Παλαμά, τό αισθάνεσαι από τή γοργότητα καί τήν ευστρο­ φία της, άπό τήν πολυτροπία καί τό μάκρος της,

από τή δύναμη καί τήν καθαρότητά της. Κυλά σάν ποτάμι ξέχειλο, βιαστικό, πολύπλοκο, πολυείσδυτο, άλλ’ δμως εύκολο, άπρόσκοφτο, μα­ λακό, έλαστικό, πού ή δύναμή του είναι δλη γλυκύτητα καί φιλία» (σ. 182-183), 1 I 1 / 1/ ■

πάρχουν ωστόσο και κάποιες επιφυλάξεις του Τέλλου Άγρα για τον κριτικό Παλαμά, όπως π.χ. η χρησιμοποίηση της «ξένης σκέψης» και η απουσία κριτικού «θάρI ρους» (σ. 186)· αλλά στα αρνητικά αυτά I σημεία εισάγονται πολλές εξαιρέσεις, που JL σχεδόν τα αναιρούν. Αναφορικά με το πρώτο ο Τέλλος Άγρας παρατηρεί: «”Αν ό Πα­ λαμάς αληθινά προστρέχει κάθε τόσο στις κριτι­ κές του πηγές, δέν τό κάνει βέβαια άπό τή ματαιοδοξία των σοφών... Ό Παλαμάς ό κριτικός χρω­ στά πολλά στόν Παλαμά τό σοφό, στόν άκόρεστο φιλαναγνώστη... Μ’ αυτόν τόν τρόπο, ό Παλαμάς οίκονομεϊ κριτικήν ένέργεια. "Αλλωστε, τούτο

Ο Κωστης 4 χρόνων με τον μεγαλύτερο αδελφό του Χρηστάκη στην Πάτρα

γίνεται τόσο φυσικά, τόσον απλά καί σχεδόν αυτόματα... Ή ξένη σκέψη έρχεται στήν πέννα τού Παλαμά δπως ή παροιμία στό στόμα τού λα­ ού» (σ. 186). Αμέσως πιο κάτω ο Τέλλος Άγρας κάνει μια σημαντική διάκριση και εξαιρεί τη «Νεοελληνική Φιλολογία»: «Σ’ αυτήν», λέει, «ό Παλαμάς δέν τήν έζήτησε ποτέ τήν επικουρία τής ξένης γνώμης» (σ. 187). Σχετικά με την απουσία κριτικού θάρρους, θα έπρεπε να σκεφθεί κανείς, προτού διατυπώσει αυτή την επιφύλαξη, την «άνακάλυψη» του Κάλβου, τις ουσιαστικές και επαινετικές κρίσεις του για καθαρολόγους ποιη­


80 αφιέρωμα----------------------------------τές του 19ου αιώνα, τις οξύτατες επιθέσεις του κατά του καθιερωμένου Αγγέλου Βλάχου και πολλά άλλα· οπότε θα έπρεπε να μεταβάλει την κρίση του. Αλλά κι εδώ ο Τέλλος Άγρας εισάγει εξαιρέσεις: «Γενικά, δσο προχωρεί [ό Παλαμάς] στή γραμματολογική πείρα καί στά χρόνια συνά­ μα, τόσο τό κριτικό του θάρρος φανερώνεται συχνότερα. Τολμά τώρα νά συγκρίνει τούς δι­ κούς μας μέ τούς ξένους... καί τολμά κάπου νά βρίσκη τόν δικό μας άνώτερον άπό τόν ξένο» (σ. 188). Τελειώνοντας το μελέτημά του ο Τέλλος Αγρας προσθέτει δυο ακόμα αρετές της παλαμικής κριτικής: την εισαγωγή της δημοτικής γλώσ­ σας και του «δημοτικού ύφους» στη νεοελληνική κριτική, που είναι «μεγάλη καί δίχως άλλο παρα­ γνωρισμένη αξία» (σ. 189)· και το «κριτικό τάκτ» του ποιητή. «Κάθε του κριτική», σημειώνει, «ειν’ ένα μάθημα κριτικής συμπεριφοράς. Ή αφή του έπάνω στό κρινόμενο έργο... διατηρεί πάντα τήν έμφυτη καί γνήσιαν εύγένεια των αληθινά πνευματικών άνθρώπων» (σ. 190). την πολύ ενδιαφέρουσα γενική μελέτη του για τον «Κωστή Παλαμά», που δημοσιεύθηκε στο χριστουγεννιάτικο τεύχος της Ν έ ­ α ς 'Ε σ τία ς τού 19439, ό Φάνης Μιχαλόπουλος αφιερώνει και ορισμένες σελίδες στον κριτικό Παλαμά. Από την αρχή εξαι­ ρεί και εγκωμιάζει ανεπιφύλακτα το κριτι­ κό έργο του ποιητή και την προσπάθειά του, με μελετήματα και με ουσιαστικά επιχειρήματα, να υπερασπιστεί τον αγώνα του δημοτικισμού και να καθιερώσει τους σημαντικότερους εκπροσώ­ πους του στη λογοτεχνία. Ο Φάνης Μιχαλόπουλος κρίνει τον Παλαμά ως «τόν μεγαλύτερο Ρωμιό διανοητή τής εποχής του» (σ. 175) και υποστηρίζει πως «ή κριτική εργασία του καί μό­ νον αυτή θ’ άρκοϋσε γιά νά τόν τοποθετήσει πο­ λύ ψηλά καί νά τού έξασφαλίσει μιά διακριτική θέση μέσα στό άέτωμα τής νεοελληνικής διανόη­ σης» (σ. 174). Δεν υπάρχει αμφιβολία πως θεωρεί τον Παλαμά ως σπουδαίο κριτικό. Αναφερόμενος στα λογοτεχνικά περιοδικά των αρχών του αιώνα μας (καθώς και στην Τ έχνη του Κ. Χατζόπουλου), επισημαίνει πως: «Ό Παλαμάς άφιερώνεται στή συνεργασία τών περιοδικών αυτών καί πρωτοστατεί στόν αγώνα μέ τήν κριτική του, πού ζητάει νά ξαναφέρει στήν επιφάνεια δ,τι κα­ λύτερο είχε ή Ελλάδα στό πεδίο τών πνευμα­ τικών αξιών, καί συγχρόνως νά τό τοποθετήσει, στό βάθρο του... Καμμιά πλευρά, καμμιά σχεδόν άξιόλογη προσωπικότητα τής νεοελληνικής τέ­ χνης καί ζωής δέν μένει άσχολίαστη άπό τό χαλ­

Σ

κέντερο διανοούμενο» (σ. 173). Ο Φάνης Μιχαλόπουλος, επιμένει στη συνολι­ κή εποπτεία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, που είχε ο Παλαμάς, και στη συστηματική παρακο­ λούθηση και κριτική των σπουδαιότερων συγ­ γραφέων. Οι μελέτες του για τον Κάλβο, τον Μαρκορά, τον Σολωμό, τον Βαλαωρίτη, τον Λασκαράτο και άλλους νεότερους, σημειώνει, «δέν μπορούν παρά νά κινήσουν τό θαυμασμό μας γιά τήν εποχή πού γράφτηκαν καί γιά τό πνεύμα πού αντιπροσωπεύουν» (σ. 174). Αλλά και πέρα απ’ αυτές τις γενικότερες μελέτες του ο Παλαμάς, κα­ τά τον Φάνη Μιχαλόπουλο, με τις βιβλιοκρι­ σίες του και τα «άπειρα σημειώματά» του στις εφημερίδες και τα περιοδικά, «συστηματικά θά μπορούσε νά πει κανείς πώς κρίνει κάθε βιβλίο αξιόλογο... καθώς καί κάθε τι πού δημοσιεύουν οί ξένοι γιά τήν πνευματική μας ζωή. Κανένας άλλος κατά τήν περίοδο αύτή δέν παρακολουθεί με τόσο πάθος καί δέν έξαίρει θερμότερα τά παλαιότερα καί νεώτερα έλληνικά έργα, τ’ άξια προσοχής. Τό ίδιο κάνει καί γιά τις ξένες φιλολο­ γίες καί τις ξένες αξίες» (σ. 174). Ο Φάνης Μιχα­ λόπουλος τονίζει τα χαρίσματα της κριτικής του Παλαμά, την κλίση του προς την θετική κριτική και τη θετική έκβαση της κριτικής του προσπά­ θειας. Γράφει: «'Ο χείμαρρος τού ενθουσιασμού καί τής εύγλωττίας του, ή πίστη του στόν άγώνα, οί άπέραντες γνώσεις του, καθώς καί ή κριτική του ασφάλεια, έφεραν έπιτέλους τήν ποθητή κά­ θαρση, κι οί λησμονημένες αξίες ανέβηκαν στά βάθρα πού ταίριαζαν σ’ αυτές» (σ. 174). Καταλήγοντας, ο συγγραφέας του μελετήματος αυτού παρουσιάζει με συγκίνηση το χαρακτήρα και την ψυχική δύναμη του Παλαμά ως ανθρώπου, και πλάθει μια εύστοχη καί έξοχη προσωπογρα­ φία του, που τον αναδεικνύει ως τον μόνο πραγ­ ματικό «ήρωα» του δημοτικισμού: «ΤΗταν πε­ πρωμένο αυτός ό μικροκαμωμένος άνθρωπος, μέ τά βαθειά καί χαμηλωμένα μάτια, μέ τή λιπόσαρ­ κη φυσιογνωμία καί τ’ άργό κι αμφίβολο περπά­ τημα, νά σταθεί άλύγ ιστός καί νά υψωθεί σέ πραγματικό ήρωα τής ιδέας τού δημοτικισμού κατά τήν κρίσιμη έκείνη στιγμή. ’Ά ν ό άληθινός άντρας, άν ό ανώτερος χαρακτήρας φαίνεται στήν πάλη και μέσα στή θύελλα τών αντίμαχων παθών, τότε ό Παλαμάς κατά τήν έποχή έκείνη ανέβηκε στό ψηλότερο βάθρο τού ήρωα καί μάρ­ τυρα, μόνος αυτός» (σ. 175). Ο I. Μ. Παναγιωτόπουλος δημοσίευσε τα Χρι­ στούγεννα του 1943, στο περιοδικό Γ ρ ά μ μ α τα , έ ν α εκτενές μελέτημά με τίτλο «Ή σοφία καί τό πάθος»10, στο οποίο εξετάζει και κρίνει τον Πα-


----------------------------------- αφιέρωμα 81 λαμά ως κριτικό και στοχαστή. Ο συγγραφέας του εδώ δεν είναι τόσο αρνητικός ή τόσο επι­ φυλακτικός όσο αντίκρυ στο ποιητικό έργο του Παλαμά (βλ. το παραπάνω βιβλίο του, ο. 7-182), αλλά και πάλι, ανάμεσα από τις γραμμές, σε πολ­ λές σελίδες του, παρεμβάλλονται έμμεσα ή άμεσα επιφυλάξεις και πλάγιες επικρίσεις. Ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος, φαίνεται, δεν ήταν δυνατόν να αποδεχθεί πλήρως την επιβλητική πνευματική προσωπικότητα του Παλαμά. Στο μελέτη μά του αυτό ουσιαστικά επαναλαμβάνει, με περισσολογίες κι ενοχλητικές δήθεν ωραιολογίες, γνωστά πράγματα και κοινούς τόπους για τον κριτικό και το στοχαστή Παλαμά. Μας μιλά, με επιτη­ δευμένες εκφράσεις και με ανεπίτρεπτες σε κριτι­ κό κείμενο προσωπικές εξομολογήσεις, για την «ακαταπόνητη» πνευματική δίψα του Παλαμά, για την πολυμάθειά του, για το ρόλο που έπαιξε το βιβλίο στη δημιουργία του, για τους γλωσσι­ κούς αγώνες του· κατόπι, παρακολουθεί, παρα­ θέτοντας μεγάλα αποσπάσματα από γραψίματα του ποιητή («πληθωρικά αποσπάσματα» τα αποκαλεί και ο ίδιος, βλ. ο. 215), τι έγραψε για τον Σολωμό, τον Βαλαωρίτη, τον Κάλβο· τέλος, αναφέρεται στις κυρίαρχες πνευματικές αγάπες και προτιμήσεις του Παλαμά: τον Goethe, τον Nietzsche, τον Prudhomme, τον Hugo, τον Byron και άλλους. Αλλά όλα αυτά δεν ήταν ανάγκη να τα επαναλάβει ο I. Μ. Παναγιωτόπουλος - τα έχει ήδη πει και τα έχει γράψει καλύτερα, εκτενέ­ στερα και με προσωπικότερο και ελκυστικότερο τρόπο ο ίδιος ο ποιητής. ^ ενικά, και από όσα προκύπτουν από τα πα­ ραπάνω, ο I. Μ. Παναγιωτόπουλος είναι πε­ ριγραφικός, πληροφοριακός και επιφανεια­ κός αναφορικά με τον κριτικό και στοχαστή Παλαμά: δεν εμβαθύνει στο θέμα του- δεν προσδιορίζει με ακρίβεια τι ζητούσε και τι * * επιτελούσε ο Παλαμάς με τη λογοτεχνική κριτική, ποιες ήταν οι κεντρικές ιδέες του και τα αισθητικά κριτήριά του, με ποιο τρόπο έκρινε τα λογοτεχνικά έργα. Σκορπισμένοι στις πολλές σχετικές σελίδες του και ασυστηματοποίητοι, ανάμεσα σε περισσολογίες και περιαυτολογίες, και όχι συστηματικά εξακριβωμένοι και τεκμη­ ριωμένοι, βρίσκονται οι γενικοί χαρακτηρισμοί του I. Μ. Παναγιωτόπουλου για τον κριτικό Πα­ λαμά. Πρέπει να ανατρέξει κανείς σε πολλά και διαφορετικά σημεία του μελετήματός του για να διαπιστώσει ότι ο Παλαμάς ήταν οπαδός της κρι­ τικής των αρετών (critique des beautes) ή φίλος της «αντικειμενικής», της «επιστημονικής» κριτι­ κής- και από την άλλη μεριά, ότι άσκησε την κριτι­

κή για να υπερασπιστεί το έργο του ή ότι έδειξε απαράδεκτη συγκατάβαση στην κριτική του και υπήρξε άκριτος εγκωμιαστής των συγχρόνων του. Όλα αυτά βέβαια είναι γνωστά, έχουν δια­ τυπωθεί από προηγούμενους μελετητές και επα­ ναλαμβάνονται από τον I. Μ. Παναγ κοτόπουλο· ό,τι ωστόσο έχει σημασία εδώ, είναι πως παρατη­ ρεί κανείς δύο θετικές και δύο αρνητικές κρίσεις του μελετητή για τον κριτικό Παλαμά. Αυτή η αμφιλεγόμενη στάση, αυτή η αντιφατική τοποθέ­ τηση, είναι χαρακτηριστική του I. Μ. Παναγιωτόπουλου· ο ίδιος και δέχεται και δεν δέχεται τον Παλαμά ως κριτικό: δεν υπάρχει ενιαία γραμμή στις κριτικές θέσεις του. Από εδώ ξεκινούν και εδώ έχουν τη ρίζα τους όλες οι ασυνεπείς παρα­ τηρήσεις, όλες οι αντιθετικές κρίσεις και όλες οι ατεκμηρίωτες διαπιστώσεις του μελετητή αναφο­ ρικά με τον κριτικό Παλαμά. λλά ας γίνω πιο συγκεκριμένος και ανα­ λυτικός. Γράφει ο I. Μ. Παναγιωτόπουλος: ο Παλαμάς ήταν «συνηθισμένος νά παθαίνεται καί παράφορα ν’ αγαπά» και να θε­ μελιώνει «πάντα - κι όχι αδικαιολόγητα τό στοχασμό του τόν άναλυτικό καί τόν άνιχνευτικό πάνου στό θαυμασμό καί τήν άγάπη» (σ. 218). Και παρακάτω: «Κάτι περισσό­ τερο άπό τήν άγάπη: ό θαυμασμός. Ό Παλαμάς σέ όλα του τά στησίματα αντίκρυ στήν κριτική μάς δείχνει, πώς, πριν ξεκινήσεις γιά τήν τοποθέ­ τηση, τήν ερμηνεία, τήν άξιολόγηση τοΰ καλλιτε­ χνικού έργου, πρέπει νά νιώσεις μέσα σου τήν έλξη τή βαθύτατη πρός εκείνο... Η κριτική έρχε­ ται ΰστερ’ άπό τό ψυχοσάλεμα τού ένθουσιασμού (σ. 238)... Ό Παλαμάς άπό τήν άγάπη άναβρυσμένη άντίκρυσε τήν κριτική ένέργεια... Φα­ νερό πώς τήν κριτική αισθάνεται κυριότατα στή θετική της μορφή, έρμηνευτική καί άναπλαστική μαζί τοΰ κρινόμενου έργου (σ. 239)... Άντίκρυσε τήν κριτική καί σά δύναμη προστατευτική τής καλλιτεχνικής δημιουργίας (σ. 240)... [Κατά τόν Παλαμά] έκεΐνο πού πρέπει να ζητούμε δέν είναι τό χειρότερο, μά τό καλύτερο. Ό δημιουργός αξίζει πάντα όσο άξίζουν οί πιό ευτυχισμένες εμπνεύσεις του, τά τελειότερα έργα του» (σ. 241). Και αλλού: «Άπό τό περίσσεμα καί τοΰ θαυμα­ σμού του καί τής αγάπης του μιλούσε γιά τά κα­ τορθώματα, πού έτρεφαν τή λαχτάρα του κι άναφλόγιζαν τό πνεύμα του... Καί τόσο τήν άγάπη τούτη ύψωσε σέ θαυμαστή περιωπή ό Παλαμάς, ώστε ποθούσε καί στό έργο τής κριτικής καί στό ύφος τοΰ κριτικού νά βρίσκει τό περπάτημα τοΰ λυρικού στοχασμού» (σ. 244). Σωστά παρατηρείται εδώ πως από την αγάπη, το θαυμασμό και

Α


82 αφιέρωμα----------------------------------τον ενθουσιασμό κινείται και δημιουργεί η λογο­ τεχνική κριτική του Παλαμά και πως ο ίδιος άσκησε, με συνείδηση και με συνέπεια, την κριτι­ κή των αρετών και των προτερημάτων, όπως σω­ στά διαπιστώνεται, σε άλλο σημείο, ότι ο Παλαμάς επιδίωξε να στηρίξει την κριτική του και σε αντικειμενικά κριτήρια: «Γοητευμένος, αυτός ό “άσπούδαχτος” (μά τί “άσπούδαχτος”) από τήν έπιστημοσύνη τοΰ καιροί) του, από τό πνεύμα, τό θετικό, τ’ οργανωμένο κριτικά, τό πειραματικό, τό εμπειρικό, τό προσγειωμένο, των φιλοσόφων, πού τόσο πάταγο έκαναν ολόγυρά του, προσπα­ θεί καί τήν κριτική του συνείδηση νά στηρίξει πόνου σέ δεδομένα άσάλευτα καί άντικειμενικά κατοχυρωμένα» (σ. 242). πό την άλλη μεριά, ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος παρατηρεί πως ο Παλαμάς άσκησε την κριτική για την έμμεση υποστήριξη της ποίησής του. Σημειώνει: «Υπερασπί­ ζοντας τό Βαλαωρίτη... είναι σά νά υπερα­ σπίζει καί τόν έαυτό του άπό κάποια πλευρά... Θαυμάζοντάς τον εϊταν σά νά θαύμαζεν ένα κομμάτι άπό τόν έαυτό του» (σ. 218)· «Άνυψώνοντάς τα κι έρμηνεύοντάς τα [ορισμένα ποιητικά έργα] είναι σά νά υψώνει κάι σά τά υπομνηματίζει τό δικό του τραγούδι» (σ. 222)· «Νομίζει ό άναγνώστης [σχετικά μέ ένα κριτικό κείμενό του], πώς έχει μπροστά του κά­ ποιαν άπολογία τοΰ Παλαμά γιά τό δικό του έργο» (σ. 226)· «[Ή κριτική τοΰ Παλαμά, πού κι­ νείται άπό τήν αγάπη] εϊταν πολύ περισσότερο ή άνάγκη καί τό παράπονο τοΰ δημιουργοΰ, πού ολοένα συντελοΰσε τό έργο του καί πού ποθούσε νά βλέπει τούς άλλους νά τό άγαποΰν πρώτα, νά τό κρίνουν ύστερότερα» (σ. 239). Αναφορικά με την επίκριση αυτή, έχω μιλήσει προηγουμένως, ανακρούοντας τον Άριστο Καμπάνη. Ωστόσο πιο άδικη και άστοχη είναι η άποψη του Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου για τη δήθεν «κριτική συγκα­ τάβαση» του Παλαμά και τον άκριτο έπαινο των συγχρόνων του. Γράφει π.χ. «Δέν έμεινε άπαρασάλευτος στό ταμπούρι τής έντέλειας καί συχνά ειρωνευόταν τούς ψύχραιμους πού δέν σκόρπι­ ζαν δεξιά κι άριστερά τό άφειδώλευτο έγκώμιο» (σ. 218)· «”Ισως είναι δυσάρεστο νά ειπωθεί, μά ό ποιητής, ευπαθής στό έγκώμιο... εϊταν έξαιρετικά πρόθυμος καί στήν άνταπόδοση» (σ. 230)· «Τήν κριτική των ολόγυρά του προσώπων τήν άσκησε μέ άπαράδεκτη συγκατάβαση» (σ. 238)· «Εϊταν πολύ πλατιά ή άγάπη του καί συχνά δέν ξεχώριζε καί τ’ άσκημα καί τ’ άσήμαντα άνάμεσα στ’ άλλα πού τήν άξιζαν» (σ. 239)· «Συχνά, τό περίσσεμα τούτο [της άγάπης] τό σπαταλοΰσε καί

Α

στούς ανάξιους καί ατούς μέτριους καί χάριζε τή δάφνη μέ απλοχεριά σέ δίκαιους καί σέ άδικους» (σ. 244). Όταν αυτά διατυπώνονται έτσι ανεύ­ θυνα, βασισμένα σε βιαστικές και σε αστήρικτες υποκειμενικές εντυπώσεις, χωρίς αποδεικτικά στοιχεία, μαρτυροΰν προκατάληψη και δεν πεί­ θουν. Δεν έχει παρά να διαβάσει κανείς προσε­ κτικά τους τόμους των Α π ά ν τ ω ν του Παλαμά, με κριτικές μελέτες και άρθρα του, για να διαπιστώ­ σει πόσους και ποιους έχει επαινέσει ο ποιητής χωρίς να το αξίζουν εξάλλου, και τις ατεκμηρίωτες αυτές απόψεις, περί του Παλαμά ως ακρίτου εγκωμιαστή τών συγχρόνων του, τις έχω άποκρούσει πιό πάνω, μιλώντας γιά τίς έπιφυλάξεις τοΰ Άριστου Καμπάνη. |

Λ

I. Μ. Παναγιωτόπουλος διατύπωσε και

I 1 εγκωμιαστικές κρίσεις για τον κριτικό I I Παλαμά. Διαβάζουμε π.χ. ότι ο Παλαμάς I «είχε μιάν εξαίρετα γυμνασμένη σκέψη» I I (σ. 191)· ότι «πρώτος αυτός καί γιά πρό1 I σωπα καί γιά κείμενα μίλησε καί πρώτος V αυτός μύη σε τόν τόπο του σέ κινή ματα καί σέ ρεύματα καί σέ ξανανιώματα καί σέ πισωγυρίσματα» (σ. 196)· «δτι κάτεχε τήν καθολικότητα (sic!) πού συναντοΰμε μονάχα στά πολυδύναμα πνεύματα» (σ. 203), δηλαδή δτι ή πολυμάθειά του τοΰ έπέτρεπε νά έχει τήν αίσθηση τών συνό­ λων δτι είχε «έπιβολή στήν πνευματική μας ζω­ ή», «διανοητική άρχοντιά», «άναμφισβήτητο κύ­ ρος» (σ. 203)· δτι ή έποχή του «είναι γεμάτη άπό τήν άνασαιμιά του κι άπό τή λάμψη του» (σ. 205)· ότι τα κριτικά κείμενά του υπήρξαν «υπό­ δειγμα καλαίσθητης καί φρόνιμης χρήσης τής δημοτικής» και ότι «ή φράση του, παρά τούς έλιγμούς της καί τήν πολύπλοκη κάποτε σύνθεσή της, κατέχει τήν αρετή τής φυσικότητας... Κατέ­ χει άκόμα τήν άρετή τής εύλυγισίας» (σ. 210)· δτι «σάν κριτικός καί στοχαστής έκαμε τόν “καλόν αγώνα”, γυρίζοντας καί ξαναγυρίζοντας στά πρόσωπα καί στά κείμενα, τά νεοελληνικά, πού βρίσκεται στό δρόμο τόν άληθινό» (σ. 211) «προ­ σπάθησε ν’ άγκαλιάσει τά μεγάλα προγενέστερό του πρότυπα τής νεοελληνικής λογοτεχνίας, νά ζήσει τό δίδαγμά τους καί νά μετουσιώσει σέ κρι­ τική σκέψη» (σ. 211)· ότι είχε «υψηλή» ιδέα γιά τόν ποιητικό λόγο («Τό άνέβασμα τό δυσθεώρη­ το πού έκαμε τοΰ ποιητικοΰ λόγου», σ. 233) και ότι ήταν ακέραιος πνευματικός άνθρωπος («Οί ακέριοι πνευματικοί άνθρωποι είναι λιγοστοί. Ό Παλαμάς άνάμεσά τους στάθηκε στόν καιρό του ό πρώτος καί καλύτερος» (σ. 234)· ότι ο Παλαμάς ξεχώριζε και διακρινόταν για τη «διεισδυτικότη­ τα» της κρίσης του, για τη «σοφία» της σκέψης


αφιέρωμα 83 του, για την αίσθηση που είχε των συνόλων, για το «αξιοθαύμαστο» πνευματικό ήθος του (σ. 244 καί 246). Μας λέει εδώ, πιο συγκεκριμένα, ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος: «Μέσ’ άπ’ όλη του τήν κρισολογία άναδίνεται ό ρυθμός ένός στοχασμού θρεμ­ μένου μέ άφθονη σοφία, διεισδυτικού, διαβρωτικού, θά μπορούσε νά πει κανείς, πού δέ θέλει νά χάνει καμιάν όψη, καμιά πλευρά των φαινομέ­

νων καί των πραγμάτων, πού βρίσκονται ολοένα σέ κίνηση καί πού είναι πρόθυμος, μέ τήν όποια του μπόρεση, νά δεχτεί καί τό νέο μήνυμα καί νά χαρεϊ τό άδιάκοπο ξετύλιμα τής σκέψης τών άλλων. Ό νεότερος κριτικός μπορεί νά μαθητέ­ ψει στό σχολείο τού Παλαμά... Θά βρει μέσα κεϊ τέτοιαν αφθονία άπόψεων, πού... θά βγει πάντα οπλισμένος μέ κάποιαν άνοιχτομυαλιά, μέ κάποι­ αν αίσθηση συνόλων» (σ. 244)· καί παρακάτω: «Μολονότι άκαταπόνητος... καί σέ πολλά μαχη­ τικός καί σέ όλα του παθιασμένος [ό Παλαμάς], δέν έχασε ποτέ τήν άρχοντιά του, δέν ανακατεύ­ τηκε σέ κούφιες καί βαρύβροντες λογομαχίες, δέ στάθηκε μήτε ά γ ο ρ α ϊο ς , μήτε αστόχαστα ε ρ ισ τ ι­ κ ός... Ή φυσική του άξιοπρέπεια, ή σκυθρωπή του ιδιοσυγκρασία τό κύρος πού σημάδευε όλα του τά φανερώματα συντέλεσαν, ώστε ν ’ άποχτήσει, άνάμεσα στ’ άλλα, κ’ έν’ άξιοθαύμαστο ή θ ο ς» (σ. 246).

|

|

ι επαινετικές αυτές κρίσεις του I. Μ. Παναγ κοτόπουλου είναι ιδιαίτερα επιτυχήμένες και εύστοχες. Ωστόσο δεν ισχύουν απολύτως γι’ αυτόν το μελετητή - αλλά και για τον αναγνώστη του - γιατί υπονομεύονται ολοένα από τον ίδιο κι έ τ σ ι αναι\β ροΰνται και ακυρώνονται, καθώς δια­ σκορπίζονται στα διάφορα ση­ μεία του μελετήματος και παρακολουθοΰνται συστηματικά από τις πολλαπλές επιφυλάξεις και τις ποικίλες αρνήσεις του - συχνά διατυπωμένες μάλιστα με άκομ­ ψες και ανεπίτρεπτες εκφράσεις. Σημειώνω εδώ ορισμένες από τις επιφυλάξεις και τις αρνήσεις αυτές: «’Άλλωστε, όχι μονάχα σέ τούτα», μα και σε πολλά άλλα, δε βρίσκουμε το σκάψιμο [το κριτι­ κό, του Παλαμά], συντυχαίνουμε τον άωρο καρπό μιας απλής και κάποτε μιας απλοϊκής περιέργει­ ας. Κάτι πού συνακόλουθα πρέ­ πει νά παρατηρηθεί είναι το γε­ γονός (σ. 196) το αναμφισβήτητο, πως σε πολλά του γραψίματα ο Παλαμάς αφήνει παράμερα τον κριτικό, για να αγκαλιάσει τον πληροφορητή» (σ. 197)· «Είναι τόσες οί “citations” στά κριτικά καί πληροφοριακά γραψίματα τού Παλαμά, πού συχνά πρέπει νά συλλάβουμε τή δική του σκέ­ ψη, μέ μόνο βοηθό τήν προτίμησή του σέ τούτα ή σέ κείνα τ’ άποσπάσματα τής ξέ­ νης σοφίας» (σ. 197)· «Άταίριστα πληθωρικός εδώ... δυσάρεστα, λειψός παραπέρα [ως κριτικός ό Παλαμάς]» (σ. 197)· «Ή καθαρευουσιάνικη με­ ταμφίεση τού ποιητή (σ. 206)... είναι κάτι πού πάντα ξαφνιάζει καί πού, όσο τά χρόνια περ­ νούν, περισσότερο θά δυσαρεστεΐ» (σ. 198)· «Ή εύκολογραφία του, πού στάθηκε... ό κακοποιός δαίμονας τής παραγωγής του» (σ. 210-211)· «Ξέπεφτε σέ κριτήρια, πού δέν είναι ικανά νά συγκινήσουν τούς κριτικότερους» (σ. 216)· «Ό θαυμα­ σμός του πρός τήν ποίηση τού Βαλαωρίτη θά μίνει πάντα έν’ άπό τά περισσότερο άντιλεγόμενα σημάδια τής κριτικής οξύνοιας τού Παλαμά» (σ. 217)· «Καθώς ή φιλοσοφική του διάθεση, έτσι κ’ ή κριτική του στάση άξίζουν πολύ περισσότερο γιά τις γενικές τους γραμμές παρά γιά τις (σ. 218) εφαρμογές τους στά καθέκαστα» (σ. 219)· «Τό ρώτημα έρχεται άκάλεστο: πώς μπόρεσε νά ται­

I Ι

I

I I I I 1 I


84 αφιέρωμα----------------------------------ριάσει μέσα του τό θαυμασμό του πρός τό Βαλαωρίτη καί το θαυμασμό του πρός τόν Κάλβο;» (ο. 221). Εκτός από τα άστοχα, αφελή και υπονο­ μευτικά ερωτήματα, παρατηρούμε εδώ πώς ο Παλαμάς κατηγορείται ως επιφανειακός και πληροφοριακός κριτικός, ως ευκολογράφος, ως άκριτος υμνητής του Βαλαωρίτη, ως πληθωρικός χρήστης, με πολλά παραθέματα, ξένης σοφίας· πρόκειται για κοινούς τόπους των επικριτών του Παλαμά, πού επαναλαμβάνονται άκριτα, χωρίς τεκμηρίωση, στους οποίους δόθηκε ήδη απάντη­ ση. Εδώ θα πρέπει μόνο να επισημανθεΐ ένα με­ γάλο λάθος του I. Μ. Παναγιωτόπουλου, ο οποί­ ος διαπιστώνει μεταστροφή του Παλαμά προς καθαρεύουσα κατά τα τελευταία χρόνια της στα­ διοδρομίας του- τέτοιο πράγμα δεν συμβαίνει με κανέναν τρόπο - εκτός αν εννοούμε τα άρθρα του στην εφημερίδα Ε μ π ρ ό ς, τους λόγους του στην Ακαδημία Αθηνών και τις συνεργασίες του στη «Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια», που ήταν υποχρεωμένος, για βιοποριστικούς ή άλλους λό­ γους, να γράψει και να δημοσιεύσει στην καθα­ ρεύουσα. Στο ίδιο περιοδικό και στο ίδιο τεύχος11 ο Αιμ. Χουρμούζιος δημοσίευσε επίσης ένα εκτεταμένο μελέτη μα για τον «Κριτικό» Παλαμά. Ο μελετη­ τής αυτός, αμετροεπής ως συνήθως, πληθωρικός, περιγραφικός καί περισσόλογος, αφιέρωσε 150 σελίδες τοΰ βιβλίου του, επανερχόμενος ολοένα στις ίδιες και στις ίδιες επικρίσεις, αναδιατυπώ­ νοντας συνεχώς τις αρνητικές κρίσεις του και αναδιπλώνοντας κατ’ επανάληψη τις αντίθετες προσωπικές αντιλήψεις του, για να κατακε­ ραυνώσει τον κριτικό Παλαμά με κύρια επιχει­ ρήματα τον «πανιδεατισμό» του, όπως τον αποκαλεί, δηλαδή την έλλειψη σταθερού ιδεολογι­ κού προσανατολισμού, και τον πληροφοριακό χαρακτήρα της κριτικής του, δηλαδή το ότι ήταν «μεγάλος απομυζητής ξένων ιδεών» (σ. 248), «δι­ ψαλέος πλάνης στήν ξένη σκέψη» (σ. 251) ή «ακούραστος συγκομιστής» (σ. 253) ξένης σο­ φίας· δεν του αναγνωρίζει, με άλλα λόγια, ούτε σταθερότητα στις αισθητικές και τις φιλοσοφι­ κές απόψεις του, ούτε πρωτοτυπία στις παρατη­ ρήσεις και τις κρίσεις του. Αλλά, και γενικότερα, ο Αιμ. Χουρμούζιος δεν αναγνωρίζει σχεδόν κα­ μιά αρετή στη λογοτεχνική κριτική του Παλαμά, δεν βρίσκει σχεδόν κανένα θετικό στοιχείο στην άσκησή της. Κρατά ανταγωνιστική και συχνά υπεροπτική στάση αντίκρυ στον κριτικό Παλα­ μά· είναι σε συνεχή αντιδικία μαζί του, όχι μόνο αναφορικά με τις «καθ’ έκαστον» κρίσεις και αποτιμήσεις του για πρόσωπα και θέματα της νε­ οελληνικής λογοτεχνίας, που τις παραθέτει εν

εκτάσει και προσπαθεί να τις αντικρούσει, αλλά και σχετικά με το «ιδεολογικό» και το «φιλοσο­ φικό» περιεχόμενο της κριτικής του· καί επιση­ μαίνει, τέλος, με κουραστική μονοτονία, τις «αντι­ φάσεις» του ως κριτικού, μην διακρίνοντας πουθενά ενότητα στην κριτική του. Ο Αιμ. Χουρμούζιος υπήρξε ο εχθρικότερος μελετητής του κριτικού Παλαμά, ο σφοδρότερος επικριτής της λογοτεχνικής κριτικής του, βασισμένος ιδίως σε κοινωνικά και κοινωνιολογικά - δηλαδή όχι ασφαλή ή επαρκή κριτήρια· γι’ αυτό και διέπραξε τις ιεγαλύτερες ακρισίες και αδικίες. Εξάλλου ο μελετητής αυτός, όπως παρατήρησα και πιο πάνω, γράφει πάρα πολλά, χωρίς να λέει περίπου τίποτα το ουσιαστικό· υπάρχει στο μελέτη μα αυτό ένας υπερτροφικός και άσκοπος σχολια­ σμός, κι ένας περιττός εκφραστικός πληθωρι­ σμός, χωρίς ειδικό κριτικό βάρος. Αιμ. Χουρμούζιος διαπιστώνει πως ο Πα­ λαμάς άσκησε την κριτική των αρετών (σ. 304- 305), αλλά για να την επικρίνει. Πα­ ρατηρεί: «Ό ποιητικός του ένθουσιασμός, ή συμπάθειά του, ό θαυμασμός του, τόν έμπόδισαν πολλές φορές νά φτάσει στις συναρτήσεις καί στις προεκτάσεις εκείνες πού καθιστούν τό έργο τής κριτικής γονιμότατο» (σ. 306) - ενώ αυτή ακριβώς η θετική, και όχι η αρνητική, αντιμετώπιση συγγραφέων και λογο­ τεχνικών έργων έκαναν γόνιμη, ουσιαστική και αποτελεσματική την κριτική του. Αλλού κατηγορείται ο Παλαμάς, με ηπιότερες ή και οξύτερες (όπως στο δεύτερο παράθεμα) διατυπώσεις, ότι ασχολήθηκε με τη λογοτεχνική κριτική για να υπερασπιστεί το ποιητικό έργο του. Γράφει σχε­ τικά ο Αιμ. Χουρμούζιος: «Ή αλήθεια είναι, δπως μάς τό σημαδεύει συχνά ό ποιητής, πώς ή κριτική του στάση είναι συχνά τό πιστότερο σχό­ λιο τής ποίησής του. Καί θά μπορούσε κανείς νά υποστηρίξει πώς ό Παλαμάς κι δταν ακόμα έκρι­ νε τά έργα τών τρίτων - άλλωστε καί τούτο μάς ύπανίττεται - δέν έκανε άλλο παρά νά διαφωτί­ ζει καί νά ένδοσκοπεΐ καί νά έρμηνεύει τήν ποιη­ τική του συνείδηση» (σ. 254)· καί παρακάτω: «Υπήρξε ό αιώνιος συνοδοιπόρος τών ιδεών, τών όποιωνδήποτε ιδεών καί ό αναρχικός έκλεχτικός - ένα είδος φιλοσοφικού καιροσκόπου πού προσπάθησε μέ πετυχημένες άλλοτε, μά καί πολλές φορές μέ άποτυχημένες compilations (θ’ απέδιδα τή λέξη μέ: απειθάρχητα έρανίσματα), νά δικαιολογήσει έκάστοτε τήν ποιητική πα­ ρουσία του. Γιατί, ορθά παρατηρήθηκε, ό ποιη­ τής πιστεύοντας πώς ό ίδιος είναι, δπως μάς τό


---------------------------------- αφιέρωμα 85 λέει συχνά, ό διορισμένος κριτικός των έργων του, ασχολήθηκε μέ περισσότερη επιμέλεια νά φωτίση, νά έξηγήση καί νά έπιβάλη τό ποιητικό του έργο, παρά, άφίνοντας τήν ασχολία τούτη σέ τρίτους, νά φωτίση, νά έξηγήση καί νά έπιβάλη ώρισμένες ιδέες καί αισθητικούς τρόπους. 'Υπήρξε... ό άνθρωπος πού άνοιξε δλες τις πόρ­ τες χωρίς νά φροντίση νά κλείση καμμιά» (σ. 284). Σέ ένα άλλο ση μείο του μελετή ματός του ο Αιμ. Χουρμούζιος υποστηρίξει τη λανθασμένη άπο­ ψη πώς ο Παλαμάς ήταν οπαδός της θεωρίας του milieu του Taine, της εξάρτησης δηλαδή του λο­ γοτεχνικού έργου από το φυσικό και το πνευμα­ τικό περιβάλλον. Σημειώνει: «Ήταν μαθητής και θαυμαστής του Taine» (σ. 258)· «Αποδέχτηκε τη φιλοσοφία του Ταίν μ’ ενθουσιασμό» (σ. 258)· «ο­ παδός ανεπιφύλακτος της πρωτογνώρισης τότε με τον Ταίν θεωρίας» (σ. 262). Ωστόσο, αμέσως κατόπι ο μελετητής περιπλέκει τα πράγματα, συγχέοντας την ιδέα της κοινωνικής αποστολής της τέχνης και του ποιητή, δηλαδή τη «συνάρτη­ ση ποίησης και κοινωνίας», όπως ο ίδιος παρα­ τηρεί (σ. 260), την οποία πίστευε πραγματικά ο Παλαμάς, με τη θεωρία του milieu του Taine, που είναι κάτι το εντελώς διαφορετικό, αφού εξαρτά τον ποιητή από το περιβάλλον καί, κατά κάποιον τρόπο, τον υποδουλώνει σ’ αυτό. Παρακάτω επί­ σης τα πράγματα περιπλέκονται ακόμα περισσό­ τερο για τον αναγνώστη του μελετήματος, γιατί ο Αιμ. Χουρμούζιος περιπίπτει σε κραυγαλέες αντιφάσεις: ο Παλαμάς καταδικάζεται τώρα, με σφοδρότητα ως οπαδός της αυτονομίας της τέ­ χνης. Διαβάζουμε: «’Οπαδός ώραιολάτρης τής πλατείας αυτονομίας τής τέχνης, γυρίζει πάντα ένδοσκοπικά στόν έαυτό του, κι από τό έσω προ­ σπαθεί νά άντλήση τό έξω» (σ. 267)· καί άλλου: «"Ο,τι κυρίως, άπό τά πρώτα φανερώματα τής σκέψης τοΰ ποιητή, κυριαρχεί καί διέπει ολόκλη­ ρη τήν παλαμική κριτική, ως τούς τελευταίους ένεργούς χρόνους τής διανοητικής του ζωής, είναι αυτή ή άντίληψη περί τής αυτονομίας τής τέχνης (σ. 286)... "Αν μπορεί νά νοηθή μέσα στήν παλαμικήν αισθητική πάντα συνέπεια, είναι άκριβώς αυτή ή διαρκώς έπανερχόμενη... ιδέα τοΰ αυτοσκοπού τής τέχνης. Ή τ έχ νη γ ι ά τή ν τ έ­ χ ν η 12, είναι τό ισχυρότερο περ’ άπ’ δλα έμβλημα τής παλαμικής ποιητικής» (σ. 287). Εδώ παρατη­ ρούμε μια ακόμα σύγχυση του Αιμ. Χουρμούξιου: συγχέει την ιδέα της αυτονομίας της τέχνης με το δόγμα «ή τέχνη γιά τήν τέχνη» - έννοιες ολότελα διαφορετικές· η «αυτονομία τής τέχνης» δεν αποκλείει με κανέναν τρόπο την κοινωνική

αποστολή της, πράγμα που δεν κατανοεί ο συγγραφέας του μελετήματος, γιατί την ταυτίζει με την «τέχνη γιά τήν τέχνη». Στο μελέτη μά του αυτό ο Αιμ. Χουρμούζιος, αντί να θέσει ως βασικό αίτημα και ως κέντρο της εργασίας του το κριτικό έργο του Παλαμά, έθεσε τους «νέους καιρούς» - σαν να αποτελού­ σαν οι νέοι καιροί ένα αμετάβλητο και σταθερό αισθητικό κριτήριο- κι έτσι, σαν άλλος Προκρού­ στης, έκρινε και κατέκρινε (στήν ουσία δίκασε και καταδίκασε) τον κριτικό Παλαμά με βάση τους «νέους», κατ’ αυτόν, «καιρούς». Αγνόησε ωστόσο το γεγονός πώς «οι νέοι καιροί» δεν μέ­ νουν πάντα νέοι· αγνόησε επίσης το ότι οι αισθη­ τικές αρχές δεν βρίσκονται σε σχέση άμεσης και αναγκαστικής εξάρτησης από τους «νέους και­ ρούς». Γράφει: «Ό Παλαμάς, προσπαθώντας πά­ ντα νά ύπερμαχήσει τοΰ έργου του, άγωνιζόμενος νά δικαιολογήση τήν αδυναμία τής έμπνευσής (σ. 277) του στό νά παρακολουθήση τόν πυρετό τής εξωτερικής ζωής, δοκιμάζει νά κηρύξη αισθητικές άρχές άνάπηρες καί όλότελα άπροσάρμοστες μέ τήν πραγματικότητα τών νέ­ ων καιρών» (σ. 278)· παρακάτω διαπιστώνεται «ή αδυναμία του νά παρακολουθήση τους νέους καιρούς» (σ. 291)· άλλου κατηγορεΐται ό Πα­ λαμάς γιά «συναισθηματική σκλήρυνση», γιά «δειλή υπεκφυγή», γιά «καθαρή άντίδραση πρός τά μηνύματα τών νέων καιρών» (σ. 297). Αλλά διερωτάται κανείς εδώ: Είναι πολιτικός ηγέτης ή κοινωνικός αναμορφωτής ο σπουδαίος, γενικά, ποιητής ή κριτικός για να ασχολείται με τους «καιρούς»-νέους ή παλιούς; Είναι «ακόλουθος» και «οπαδός» ο σημαντικός ποιητής ή κριτικός, ώστε να υποχρεώνεται να ακολουθήσει τους «νέ­ ους καιρούς», ή πνευματικός οδηγός; α ήταν άσκοπο και μάταιο να παρακο­ λουθήσει κανείς τη συλλογιστική του Αιμ. Χουρμούζιου και τα αβάσιμα κοινωνικά επιχειρήματα που χρησιμοποιεί για να καυτηριάσει και να κατεδαφίσει τον Πα­ λαμά ως λογοτεχνικό κριτικό. Ωστόσο πα­ ραθέτω εδώ, ενδεικτικά, ορισμένες δια­ τυπώσεις του: «’Ανάπηρη φιλοσοφία ή πολυπόδαρος πανιδεατισμός» τοΰ Παλαμά (σ. 269)· «Ή άπομάκρυνσή του άπό τή δεσπόζουσα κοινωνι­ κή ψυχολογία» παίρνει «τό χαρακτήρα ιδεολογι­ κής φυγής» (σ. 287)· «Ή πηγή άπ’ δπου άντλοΰσε ήταν πηγή ιδεολογικής σύγχυσης καί φιλοσο­ φικού κυκεώνα» (σ. 301)· «’Αδέξιος συνδυαστής πού καταφεύγει σ’ έναν καιροσκοπικό αίσθητι-


86 αφιέρωμα-----------------------------------σμό» (σ. 371)· «Δεν στάθηκε ιδεολογικός όδηγητής μας ό Παλαμάς, είν’ άλήθεια. Μάς έρριξε στό χάος» (ο. 385)· «Ντύνεται μ’ έναν παρδαλό πανιδεατισμό καί πάσχει από την έλλειψη άτομικών ιδεών» (σ. 393)· «’Αδυναμία τής αποκρυστάλλω­ σης ενός αισθητικού κριτηρίου, σύγχυση ροπών καί κατευθύνσεων, άπουσία μιας σταθερής ιδεο­ λογικής παρουσίας μέσα στό έργο του» (σ. 394). Μ’ αυτές τις αντιλήψεις και μ’ αυτή την επιθετι­ κή και ανάρμοστη φρασεολογία, που προδίδει τουλάχιστον έλλειψη πνευματικού σεβασμού, πώς μπορεί να γίνει και να θεωρηθεί κανείς αμε­ ρόληπτος κριτής ενός μεγάλου κριτικού; Τελειώ­ νω εδώ με το μελέτη μα αυτό, σημειώνοντας πως στο σχοινοτενές, περιγραφικό και πληροφοριακό κεφάλαιο «Τα καθέκαστα» (σ. 314-371), όπου μας δίνονται, με πολλά και περιττά παραθέματα, απλώς οι περιλήψεις των κριτικών παρατηρήσε­ ων και των αξιολογήσεων του Παλαμά αναφορι­ κά με τους παλαιότερους και τους σύγχρονούς του Νεοέλληνες λογοτέχνες (όπως π.χ. με τους Σολωμό, Κάλβο, Βαλαωρίτη, Μαρκορά, Βιζυηνό, Καρκαβίτσα και πολλούς άλλους), δεν υπάρ­ χει καμιά προσωπική συμβολή του Αιμ. Χουρμούζιου.

Γ

| ο 1948 ο Νικόλαος Β. Τωμαδάκης, γράφο­ ντας στο περιοδικό Α γ γ λ ο ε λ λ η ν ικ ή Ε π ιθ ε ώ ­ ρ η σ η για τον Κωστή Παλαμά ως κριτικό του Διονύσιου Σολωμού»13, αντιμετώπισε με με­ γάλη κατανόηση και το σύνολο του κριτι­ κού έργου του: το εξετίμησε και το αποτίμη• > σε με ορθούς, εύστοχους και δίκαιους χαρα­ κτηρισμούς. Ο Νικόλαος Τωμαδάκης κρατά πά­ ντα θετική στάση αντίκρυ στο κριτικό έργο του Παλαμά και το επαινεί με ουσιαστικά επιχειρήμα­ τα -ορισμένα από τα οποία διατυπώνονται για πρώτη φορά. Βλέπει και κρίνει την ουσία και την κεντρική, την τεράστιας σημασίας, συνεισφορά του Παλαμά στή νεοελληνική κριτική, και δεν αναλίσκεται σε μικρόχαρες επιφυλάξεις ή σε μίζε­ ρες, «επί μέρους» αρνητικές παρατηρήσεις. Βασι­ κή θέση του είναι πώς ο Παλαμάς, με το ιστορικό πνεύμα και τον φιλολογικό χαρακτήρα της λογο­ τεχνικής κριτικής του, διέπρεψε κυρίως «ως ιστο­ ρικός και φιλολογικός κριτικός». Ο Νικόλαος Τω­ μαδάκης επεαήμανε σωστά στο μελέτημά του, ότι ο Παλαμάς, πρώτος αυτός στή νεοελληνική λογο­ τεχνία, κατόρθωσε να συνδυάσει, βασισμένος στίς απέραντες γραμματολογικές του γνώσεις και στήν εμπνευσμένη ποιητική ιδιοσυγκρασία και ευαι­ σθησία του, την «αντικειμενική αισθητική κριτι­ κή» με την «ιστορικοφιλολογική έρευνα και μέθο­

δο». Δέν παρέλειψε επίσης να τονίσει τον αφα­ τρίαστο και αφανάτιστο χαρακτήρα της κριτικής του Παλαμά, η οποία δεν παραμέριζε τους ιδεολο­ γικά αντίθετους συγγραφείς και αναγνώριζε τα θετικά στοιχεία του έργου τους. Ο Νικόλαος Τωμαδάκης, αφού παρατηρήσει πώς ο Παλαμάς αγωνίστηκε για την επιβολή του δημοτικισμού χωρίς φανατισμούς και χωρίς ακρότητες (σ. 127) και του πρόσφερε υπηρεσίες περισσότερες από κάθε άλλον, διαπιστώνει σω­ στά ότι στήν «αξιολόγηση του πνευματικού μας παρελθόντος... ο Παλαμάς δεν έκανε διάκριση καθαρευόντων και δημοτικιστών, συνεχιστών της λόγιας παραδόσεως... και καλλιεργητών της δημώδους» (σ. 127). Η αξιολόγηση αυτή, «αυτή η γραμματολογική τοποθέτησι», προσθέτει πα­ ρακάτω, «είναι κυρίαρχη ακόμη στήν πνευματι­ κή μας ζωή καί δέν ξέρω νά έχη γίνει καμμιά αναθεώρησι της ίσαμε τό 1922 πνευματικής μας ζωής καί καμμιά καινούρια αξιολόγηση. Αυτό πού είδε ό Παλαμάς άδρά καί σέ γενικές γραμμές στέκει, κι αυτό πλουτίζομε καί έπεξεργαζόμαστε όλοι. Αυτή ή θεμελίωσι έμεινε ακλόνητη άν καί δέν έπιβλήθηκε χωρίς δυσχέρειες... ”Ας υπεν­ θυμίσω μονάχα πώς ό Ροΐδης, πριν αξιολογήση ό Παλαμάς τό πνευματικό μας παρελθόν, αρνιόταν τόν Ζαλοκώστα καί δεχόταν τόν Άχιλλέα Παρά­ σχο ισότιμο μέ τόν Βαλαωρίτη! Ό ίδιος ό Ροΐδης, στείρο κριτικό πνεύμα, έκατάλαβε έλάχιστα από τό Σολωμό» (σ. 128). Ο Παλαμάς επι­ βάλλει, κατά τον Τωμαδάκη, στήν εθνική συνεί­ δηση τους άξιους εργάτες του πνεύματος «μέ μιά επίμονη, ακατάπαυστη, φωτισμένη κριτική καί γνώσι» (σ. 129). «Επιμένω», συνεχίζει πιο κάτω ο μελετητής, «νομίζω δικαιολογημένα, στήν έξαρσι αυτή του Παλαμά ως κ ρ ιτ ικ ο ύ γ ρ α μ μ α τ ο λ ό γ ο ν , που δεν βλέπει μονάχα με συμπάθεια τα ψηλώματα της μούσας και των πιο χαμαετών της λογοτεχνίας, που δεν αναλύει καλύτερ’ από κάθε άλλον τους μεγάλους και τους σημαντικούς, δι­ κούς μας και ξένους, της εποχής του, αλλά διαθέ­ τει οργανωμένο κριτήριο γραμματολογικό και βλέπει ώ ς ισ τ ο ρ ικ ό ς κ α ί ώ ς φ ιλ ό λ ο γ ο ς κ ρ ιτ ικ ό ς » (σ. 129). Κατόπι ο Νικόλαος Τωμαδάκης σημειώνει εύ­ στοχα, πως «ό Παλαμάς δέν μπορεί νά θεωρηθή ό κριτικός τής πολιτικής σκοπιμότητος, πού πα­ ραμερίζει τούς ιδεολογικά αντίθετούς του καί υπερτιμά τούς συμπολεμιστάς του. Αυτό τό αντικριτικό στοιχείο τό αναιρεί ή αναγνώρισι κάθε άξιου λογοτέχνη μή δημοτικιστή» (σ. 132). Όλους αυτούς, δημοτικιστές και μή, «δέν τούς είδε έτσι αμέθοδα, ασυνάρτητα, μέ τις έντυπώσεις τής στιγμής καί μέ τις αντιφάσεις τού κριτι-


αφιερωμα 87 τικής. Προσοχή στήν παράδοσι, στήν εξωτερική μορφή τοϋ κειμένου καί στις τύχες του. Κι’ ακό­ μη κριτική τοϋ έργου κοιταγμένη μέ συμπάθεια απ’ τόν καλλιτέχνη πού νιώθει τήν ανθρώπινη φλόγα. Τό σύστημ’ αύτό είναι συνδυασμός τής ίστορικοφιλολογικής μεθόδου καί τής αισθη­ τικής κριτικής κι’ οφείλομε νά όμολογήσομε πώς μάς δίνει πολλά» (σ. 138). Ανακεφαλαιώνοντας τα παραπάνω, διαπιστώ­ νει κανείς πώς τη μεγάλη συμβολή του Παλαμά στή νεοελληνική λογοτεχνική κριτική κατανόη­ σαν και εξετίμησαν μόνο ο Τέλλος Άγρας και ο Νικόλαος Τωμαδάκης· γι’ αυτό και στάθηκαν ικανοί να διατυπώσουν ορθότερες και δικαιότε­ ρες κρίσεις για το κριτικό έργο του. Ωστόσο η μελέτη του έργου αυτού πρέπει να συνεχιστεί, γιατί η σωστή αρχική κρίση του Αντρέα Καραντώνη ότι «ο Παλα­ μάς είναι ο μεγαλύτερος νεοέλλη­ νας κριτικός» δεν έχει γίνει ακό­ μα, ως ώφειλε, κοινή συνείδηση των νεότερων νεοελληνιστών παρά τις εκτιμήσεις και τις αξιο­ λογήσεις αυτές. Περιμένουμε λοι­ πόν και άλλους, εκτός από τον Τέλλο Άγρα, τον Νικόλαο Τωμαδάκη και τον γράφοντα, νεότε­ ρους στά γράμματά μας μελετη­ τές, που θα εξετάσουν και θα αναλύσουν σε βάθος το τεράστιο κριτικό έργο του Παλαμά, και θα τεκμηριώσουν, στηρίζοντάς την σε επιχειρήματα, την παραπάνω Η οικογένεια Παλαμά, 1900. Ο Κωστής, η Ναυσικά, ο Λέανδρος ι ιι η Μαρία συνοπτική διαπίστωση του τής φαντασίας υπηρέτης, αλλά σάν θετικός μελε­ Αντρέα Καραντώνη. τητής, φιλόλογος πού βοηθεΐται από τήν ένόρασι καί κατευθύνει τήν ερευνά του στήν έξιχνίασι νας από τους άξιους αυτούς νεότερους με­ των πιό λεπτών καί δύσκολων αιτημάτων πού θέ­ λετητές που περιμέναμε δεν είναι, τει ένα έργο βαθύ κι αποσπασματικό σάν τοϋ Σο­ δυστυχώς, η Βενετία Αποστολίδου με το λωμοΰ, κι ακόμα τήν κριτική οσφρησι πού διαθέ­ βιβλίο της 'Ο Κ ω σ τ ή ς Π α λ α μ ά ς ισ το ρ ικ ό ς τει αυτός ό φιλολογικός ιχνηλάτης» (σ. 135). Κα­ τ η ς ν ε ο ε λ λ η ν ικ ή ς λ ο γ ο τ ε χ ν ία ς , που δημο­ τόπι ο Τωμαδάκης, αφού εξάρει τη συμβολή της σιεύτηκε προσφάτως (το 1992). Η πρόθεση κριτικής του Παλαμά στά ιστορικά ζητήματα της συγγραφέως του προσδιορίζεται από του έργου του Σολωμού και στήν εξέταση της επίδρασης που αυτό άσκησε στούς μεταγενέστε­ τον τίτλο του βιβλίου· ανταποκρίνεται ωστόσο ο ρους (σ. 136), καταλήγει, εγκωμιάζοντας ανεπι­ τίτλος στο περιεχόμενό του; Αυτό θα εξετάσω εδώ, ανεξάρτητα από τις αντιρρήσεις και τις επι­ φύλακτα την ουσιαστική και αποδοτική κριτική μέθοδό του, με τα εξής σημαντικά: «Αύτό τό διά­ φυλάξεις μου για τη σκοπιμότητα ή την αποδοτιγραμμα τών Προλεγομένων [στήν έκδοση Μαρα­ κότητα μιάς τέτοιας ειδικής εξέτασης του Κωστή σλή, πού τό επιχείρησε ό ίδιος] δείχνει τήν κριτι­ Παλαμά ως ιστορικού της νεοελληνικής λογοτε­ κή μέθοδο πού ακολουθεί ό Παλαμάς: Συνδυα­ χνίας - ιδιότητα την οποία δεν επεδίωξε και δεν σμός τής ζωής καί τοϋ έργου, γνώσι τοϋ περιβάλ­ πραγματοποίησε ποτέ. Τό βιβλίο είναι φορτωμέ­ λοντος, τών έπιδράσεων καί τής ιστορίας τής κρι- νο με περιττό υλικό, που δεν έχει σχέση πρός το

κοΰ-δημοσιογράφου. Τους είδε -καί σ’ αυτό έπιμένω ακόμα- μέ κάποια κατάρτισι, προδιάθεση καί πείρα φιλολογικού κριτικού, γραμματολόγου» (σ. 132). Στη συνέχεια του μελετήματός του ο Τωμαδάκης επαινεί τον Παλαμά ως κριτικό του Σολωμού. Γράφει πώς οι δύο κυριότερες ερ­ γασίες του για τον Σολωμό και το έργο του (δη­ λαδή τα «Προλεγόμενα» στην έκδοση Μαρασλή, 1901, και η μελέτη του, «Η Κριτική και ο Σολω­ μός» στο περιοδικό Κ ρ ιτ ικ ή , Ιανουάριος 1903), πού, κατά τη γνώμη του, «είναι μνημείο του φι­ λολογικού δαιμόνιου του Παλαμά» (σ. 137), «δεί­ χνουν τήν ευχέρεια πού είχε ό ποιητής νά προ­ βληματίζεται όχι μόνο σάν απλός στοχαστής καί

Ε


88 αφιέρωμα----------------------------------κύριο θέμα του: τις κριτικές και τίς γραμματολο­ γικές επιδόσεις του Παλαμά. Έχει πολλές επανα­ λήψεις γνωστών πραγμάτων και κοινών τόπων, πολλές περιττές και σχοινοτενείς αναπτύξεις, πολλές αναδιατυπώσεις απόψεων και αντιλήψε­ ων του ποιητή. Όλα αυτά απαρτίζουν ένα βιβλίο χαλαρό και πλαδαρό στο γράψιμο, χωρίς την άπαιτούμενη, απαραίτητη, εκφραστική ικανότη­ τα, το οποίο εκτείνεται αδικαιολόγητα σε 478 σε­ λίδες. Μεγάλη αδυναμία του βιβλίου, η οποία επιβεβαιώνεται από πολλά αποσπάσματά του, εί­ ναι το ότι υποκρύπτεται σ’ αυτό μια επιφυλακτι­ κή ή ακόμα και μια αρνητική διάθεση αντίκρυ στον Παλαμά ως κριτικό και ιστορικό της νεοελ­ ληνικής λογοτεχνίας, όπως θα αποδείξω παρα­ κάτω. Τό χειρότερο ωστόσο και το φιλολογικώς απαράδεκτο μειονέκτημά του είναι το ότι η συγγραφεύς χρησιμοποιεί και οικειοποιείται συχνά κρίσεις, παρατηρήσεις και συμπεράσματα άλλων, προηγουμένων μελετητών, χωρίς να τους αναφέρει. Προσθέτω ακόμα την άγνοια της συγγραφέως σχετικά με τη βιβλιογραφία περί του Παλαμά ως κριτικού, την οποία φαίνεται πώς συμβουλεύτηκε και την οποία παραθέτει στη σ. 15 του βιβλίου της. Εδώ υπάρχουν βασικές παραλείψεις: παραλείπονται τα σημαντικά κριτι­ κά μελετήματα του Άριστου Καμπάνη, Ισ το ρ ία τ η ς ν έ α ς ε λ λ η ν ικ ή ς κ ρ α ικ ή ς , 1935, σ. 145- 151, του I. Μ. Παναγιωτόπουλου, «Η σοφία και το πάθος», περ. Γ ρ ά μ μ α τα , τεύχος επιμνημόσυνο του Κωστή Παλαμά, 1943, σ. 17- 70 και κατόπι στο βιβλίο του Τ α Π ρ ό σ ω π α κ α ι τα Κ ε ίμ ε ν α . Γ Κ ω σ τ ή ς Π α λ α μ ά ς Η944, σ. 183- 246, του Ε. Π. ΠαΛανούτσου, «Η ποιητική του Παλαμά», περ. Ν έ α Ε σ τία 34 (1943) χριστουγεννιάτικο τεύχος, σ. 208- 228 και «Ο στοχαστής Παλαμάς», περ. Π α ιδ ε ία κ α ι Ζ ω ή , Αύγουστος και Σεπτέμβριος 1954, τώρα και τα δυό στο βιβλίο του Π α λα μ ά ς, Κ α δ ά φ η ς , Σ ικ ε λ ια ν ό ς , 21955, σ. 9-93· παραλείπονται επίσης τρία από τα τέσσερα μελετήματά μου περί του κριτικού Παλαμά (η συγγραφεύς ανα­ φέρει μόνο τ® πρώτο): στο περιοδικό Ε π ο χ ές, τεύχος 34, Φεβρουάριος 1966, σ. 157-161 και στο περιοδικό Ε λ λ η ν ικ ά 20 (1967) 245- 250 και 22 (1969) 291-296. Από όλα αυτά πολλά θα είχε να πληροφορηθεί και να ωφεληθεί η συγγραφεύς. υθύς εξαρχής πρέπει να παρατηρήσει κα­ νείς πώς είναι άστοχη η αποκλειστική εξέ­ ταση και αξιολόγηση του Παλαμά ως ιστο­ ρικού της νεοελληνικής λογοτεχνίας, και η επισήμανση, ενδεχομένως (όπως το πράτ­ τει δυστυχώς συχνά η συγγραφεύς), των αδυναμιών και των ελαττωμάτων του σ’

Ε

αυτή την προσπάθεια, την οποία ο ίδιος δεν επι­ χείρησε συνειδητά ούτε είχε την πρόθεση να την πραγματοποιήσει. Ο Παλαμάς δεν μας έδωσε ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας: ήταν σπουδαίος λογοτεχνικός κριτικός, ο μεγαλύτερος της λογοτεχνίας μας, ο οποίος, όπως κανείς άλ­ λος προηγουμένως, είχε συνείδηση της ιστορίας, του ιστορικού χρόνου, του ιστορικού γίγνεσθαι, στή λογοτεχνία και στή λογοτεχνική παραγωγή· παράλληλα ο Παλαμάς είχε τη φιλολογική συνεί­ δηση και τη γνώση - όπως το φανερώνει ιδίως στά σπουδαία μελετήματά του «Ή κριτική και ο Σολωμός» (τού 1903, δημοσιευμένο στο περ. Κ ρ ι­ τ ικ ή ) και «Αριστοτέλης Βαλαωρίτης» (η πρώτη ομιλία του, του 1914, δημοσιευμένη στο Δ ε λ τ ίο τ ο υ Ε κ π α ιδ ε υ τ ικ ο ύ Ο μ ίλ ο υ ), αλλά και αλλού στά κριτικά γραψίματά του - πώς, για να εξετάσει κανείς σωστά και υπεύθυνα τα λογοτεχνικά έργα και τους συγγραφείς τους, πρέπει να τα αντιμε­ τωπίσει σφαιρικά, από όλες τους τίς πλευρές, ώστε να θέτει γερά φιλολογικά θεμέλια, όπου θα οικοδομή θούν με ασφάλεια οι κρίσεις, οι αξιολο­ γήσεις και τα κριτικά συμπεράσματά του. Έτσι, δεν πρέπει να κριθεί και ενδεχομένως να επικριθεί σε ορισμένα σημεία του κριτικού έργου του, όπως το επιχειρεί η συγγραφεύς του βιβλίου, ως συστηματικός ιστορικός της νεοελληνικής λογο­ τεχνίας. το βιβλίο υπάρχουν πολλές περιττές και άσχετες πρός το κύριο θέμα του σελίδες, που το διογκώνουν αδικαιολόγητα και συντελούν στήν αμορφία του και στήν έλ­ λειψη ενότητάς του. Περιττή είναι π.χ., στήν αρχή του βιβλίου, η επισκόπηση και η κριτική των προηγούμενων γραμματολογι­ κών προσπαθειών στή νεοελληνική φιλολογία, καταλόγων ονομάτων ή βιβλίων, βιογραφιών, χρονικών κτλ. (σ. 30- 90)· όλα αυτά εξετάζονται αναλυτικά, με ειδικές κρίσεις και σχόλια κυρίως επικριτικά. Επαναλαμβάνονται εδώ κοι­ νοί τόποι: πράγματα γνωστά στούς ασχολουμένους με τη νεοελληνική φιλολογία. Θά μπορούσε ενδεχομένως η συγγραφεύς, αν θεωρούσε σπουδαίο το τμήμα αυτό του βιβλίου της, να το δημοσιεύσει ως ξεχωριστή και αυτοτελή μελέτη. Παρεμβάλλεται επίσης στο Ο Κ ω σ τή ς Π α λ α μ ά ς

Σ

ισ το ρ ικ ό ς τ η ς ν ε ο ε λ λ η ν ικ ή ς λ ο γ ο τ ε χ ν ία ς

ένα

εκτενές κεφάλαιο (σ. 303- 348), περιττό και άσχε­ το πρός το θέμα του βιβλίου, για τίς γραμματολο­ γίες ξένων λογοτεχνιών, με απόψεις και δια­ τυπώσεις αντλημένες από ξενόγλωσσα βοηθήμα­ τα, χωρίς καμιά προσωπική συμβολή της συγγραφέως· κατά τον ίδιο τρόπο, αν η συγγρα-


---------------------------------- αφιέρωμα 89 φεύς το θεωρούσε απαραίτητο, θα ήταν προτιμό­ τερο το τμήμα αυτό να δημοσιευθεί ξεχωριστά. Περιττό ακόμα, άσχετο πρό τη λογοτεχνική κρι­ τική του Παλαμά και αντικείμενο ενδεχομένως ιδιαίτερης πραγμάτευσης είναι και το κεφάλαιο για τις νεότερες ιστορίες της λογοτεχνίας μας (σ. 349-378), τις μεταγενέστερες από τα κριτικά μελετήματα του ποιητή, που δεν τον επηρέασαν, ούτε μπορούσαν να τον επηρεάσουν λόγω της χρονι­ κής στιγμής της δημοσίευσής τους, στο οποίο συζητούνται και κρίνονται «εν εκτάσει» τα βι­ βλία αυτά (π.χ. του Άριστου Καμπάνη, του Ηλία Βουτιερίδη, του I. Μ. Παναγ κοτόπουλου κτλ.). Στο τέλος του βιβλίου προστίθενται τέσσερα ακόμα άσχετα κεφάλαια (σ. 379- 407), όπου γίνε­ ται φανερή η επιφυλακτική στάση της συγγραφέως αντίκρυ στον Παλαμά, αφού προσπαθεί να μειώσει την αξία και τη συμβολή του στά νεοελ­ ληνικά γράμματα, προβάλλοντας τις δυσμενείς κρίσεις για τον ποιητή κυρίως της γενιάς του 1920 και παραγνωρίζοντας ή υποτιμώντας τίς ευμενείς και τίς επιτυχείς, που διατυπώθηκαν από πολλούς κατά την επόμενη χρονική περίοδο. Χαρακτηριστική για τη νοημοσύνη, τη νοοτρο­ πία, αλλά και την ακρισία της συγγραφέως είναι η επιμονή της στις επικρίσεις και τίς επιθέσεις, εναντίον του Παλαμά, του Νικόλα Κάλα - ενός αντιφατικού, άκριτου, ανόητου και όχι πνευμα­ τικά ισορροπημένου διανοούμενου, ο οποίος πέ­ ρασε διαδοχικά από όλα τα πνευματικά και τα πολιτικά ρεύματα, από το μαρξισμό ως και το φασισμό (βλ. Γιώργου Θεοτοκά - Νικόλα Κάλα, Μ ιά Α λ λ η λ ο γ ρ α φ ία , 1989, σ. 34, 39, 47), που τίς λαμβάνει υπόψη στά σοβαρά και τίς σχολιάζει με πολλή επιμέλεια και ευμένεια. Αντίθετα, η συγγραφεύς επικρίνει με οξύτητα, με άκριτα και άστοχα σχόλια και με ανεπίτρεπτες για σοβαρή φιλόλογο εκφράσεις τίς επαινετικές και εγκω­ μιαστικές κρίσεις για τον Παλαμά του Αντρέα Καραντώνη, ενός από τους σημαντικότερους αν όχι του σημαντικότερου - κριτικούς του. Δια­ βάζουμε π.χ. σχετικά: «Ό Καραντώνης βιβλιοκρίνει τήν Π ο ιη τ ικ ή τοΰ Παλαμά [στό περιοδικό ’Ι δ έ α ], τόν έπαινεΐ υπερβολικά, αλλά ή κριτική του δέν περιέχει καμιά ουσιαστική παρατήρηση γιά τόν κριτικό ή τόν αισθητικό Παλαμά» (σ. 405)· καί παρακάτω: «Ό Καραντώνης ύμνεΐ τόν Παλαμά σέ πολλά άρθρα, τά όποια δέν προσφέ­ ρουν συχνά καίριες αφορμές στό μελετητή γιά σχολιασμό» (σ. 411). Αλλού κατηγορείται ο Κα­ ραντώνης ότι έγραψε «λίβελλο» με «υβριστικό» περιεχόμενο εναντίον του Νικήτα Ράντου [= Νι­ κόλα Κάλα] (σ. 405) και ότι «παρουσιάζεται το

λιγότερο ανιστόρητος» (σ. 417), γιατί διατύπωσε απόψεις εναντίον του φαινομένου του καρυωτατισμού. Τέλος, εκφράζεται έμμεσα μομφή ενα­ ντίον του περιοδικού Τ α Ν έ α Γ ρ ά μ μ α τα γιατί «σέ καμιά στιγμή δεν εκφράζουν οποιαδήποτε επιφύλαξη ή αμφισβήτηση [γιά τον Παλαμά]. Οι αξιόλογες μελέτες για το έργο του Παλαμά που φιλοξενούν δεν είναι πολλές και απ’ αυτές μια ή δύο μόνο διατηρούν την αξία τους μέχρι σήμε­ ρα» (σ. 413). ε ένα σημείο του βιβλίου διαβάζουμε πώς ο Παλαμάς ως κριτικός «δέν αισθανόταν την υποχρέωση να εκφέρει γνώμη για όλα όσα διάβαζε, παρά μόνον γι’ αυτά που του χρη­ σίμευαν να υποστηρίξει ένα επιχείρημα, να δηλώσει μια θέση ή να δείξει κάποια κατεύ­ θυνση» (σ. 131)· έτσι όμως έχουμε έναν κρι­ τικό και όχι έναν ιστορικό της λογοτεχνίας- έτσι αναιρείται όλος ο σχεδιασμός και ο τίτλος του βι­ βλίου· έτσι η συγγραφεύς έρχεται σε αντίφαση με τη δήθεν εμβριθή εξέταση του Παλαμά από την ίδια ως συστηματικού ιστορικού της νεοελληνι­ κής λογοτεχνίας. Τό βασικό λάθος της συγγραφέ­ ως, επακόλουθο της σφαλερής σύλληψης και ορ­ γάνωσης του βιβλίου της, είναι το ότι εξετάζει διαδοχικά και χρονολογικά τίς διάφορες περιό­ δους της νεοελληνικής λογοτεχνίας (Ακριτικά ποιήματα, Κρητική λογοτεχνία, Κοραής, Κάλβος, Σολωμός, επτανησιακή σχολή, αθηναϊκός ρομα­ ντισμός, γενιά του 1880, νεότερες γενιές κ.λπ.) και διατυπώνει, με πολλά παραθέματα κειμένων του Παλαμά και με πολλές αναδιηγήσεις και αναδια­ τυπώσεις εκφράσεών του από την ίδια, τί και πώς έγραψε ο ποιητής- κριτικός για τον καθένα από τους εκπροσώπους τους. Αναμφίβολα πιο ορθή και φιλολογικώς πιο νόμιμη και αποδοτική θα ήταν η μέθοδος, σύμφωνα με την οποία θα εξετα­ ζόταν το κριτικό έργο του Παλαμά κατά τη χρο­ νολογική τάξη της συγγραφής του, οπότε θα δια­ πιστώνονταν είτε οι ενδεχόμενες μεταβολές των αντιλήψεών του (και έτσι θα αποκαλύπτονταν ol ασυνέπειές του, όπως υποστηρίξουν οι άκριτοι επικριτές του), είτε η σταθερότητά του σ’ αυτές και κατ’ ακολουθία η συνέπειά του- η πίστη του σε ορισμένες, πάντα τίς ίδιες, ιδέες· η εμμονή του στά ίδια αισθητικά κριτήρια· η ενότητα της λογο­ τεχνικής κριτικής του (όπως αποδεικνύουν οι σο­ βαροί μελετητές του). Προχωρώ τώρα στά «επί μέρους» λάθη του βι­ βλίου και της συγγραφέως του. Σημειώνεται, άκριτα και αστόχαστα, πώς «κορυφαία κατά τη γνώμη μου μελέτη για τον κριτικό Παλαμά» εί­ ναι του Αιμ. Χουρμούζιου (σ. 15), ο οποίος ανε-

Σ


90 αφιέρωμα----------------------------------ξάρτητα από τα σοβαρά λάθη του (όταν π.χ. εμ­ φανίζει τον Παλαμά οπαδό της θεωρίας του milieu του Taine), παρουσιάζεται εκεί επιφυλα­ κτικός ως αρνητικός για την κριτική του ποιητή (Πρβλ. την αναίρεση των κρίσεων και των αξιο­ λογήσεων του Χουρμούζιου στά βιβλία: Ανδρέα Καραντώνη, Κ ω σ τ ή ς Π α λα μ ά ς, α π ό τη ζω ή κ α ι το έ ρ γ ο τ ο ν , [1979], ο. 614-620 και Απόστολου Σαχίνη, Τ ετ ρ ά δ ια Κ ρ ιτ ικ ή ς 1, 1978, ο. 150-154 και 184- 187). Πιο κάτω διαβάζουμε πώς το «με­ γαλύτερο μέρος» του κριτικού έργου του Παλα­ μά είναι «ευκαιριακό και αποσπασματικό» (ο. 15) - σαν να ήταν δυνατόν, με τις πνευματικές συνθήκες που επικρατούσαν τότε στην Ελλάδα, αλλά ακόμα και τώρα, να γίνει διαφορετικά· εξάλλου, γιατί έπειτα απ’ αυτό αντιμετωπίζεται, και ελέγχεται ως ιστορικός της νεοελληνικής λο­ γοτεχνίας, ένας, κατά τη συγγραφέα, «ευκαιρια­ κός και αποσπασματικός» κριτικός; Έπειτα ο Παλαμάς δεν έγραφε τα «αξιολογότερα κείμενά» του για συγγραφείς που ήταν «συνήθως ανενερ­ γοί ή νεκροί» ούτε οι κριτικές που δημοσίευσε «γιά σύγχρονό του έργα είναι στήν πλειοψηφία τους ασήμαντα κείμενα» (ο. 16)· ο Παλαμάς, αντίθετα, έγραφε σπουδαίες κριτικές μελέτες για τους συγχρόνους του λογοτέχνες: σύγχρονοι ήταν οι Βιζυηνός, Παπαδιαμάντης, Ψυχάρης, Δροσίνης, Μαβίλης, Καρκαβίτσας, Κ. Χατζόπουλος, Μητσάκης, Βλαχογιάννης, Επισκοπόπουλος και τόσοι άλλοι, για τους οποίους έχουμε σημαντικά κριτικά κείμενα του ποιητή, απαραί­ τητα σε κάθε σημερινό μελετητή. Οι συγγραφείς αυτοί μπορούν να είναι παλαιότεροι για τη συγγραφέα του βιβλίου, δεν ήταν όμως για τον Παλαμά. Κατόπι διαβάζουμε άκριτες αρνητικές κρίσεις για την ιστορία της νεοελληνικής λογοτε­ χνίας, την οποία βέβαια ο Παλαμάς δεν έγραφε· η ανύπαρκτη αυτή ιστορία έχει κατά την Αποστολίδου «κενά, επαναλήψεις, ανακολουθίες», που αποκαλύπτουν τις «αδυναμίες και τις αμφι­ ταλαντεύσεις» του συγγραφέα της. ιο κάτω στο βιβλίο της η συγγραφεύς επι­ μένει στίς αρνητικές κρίσεις της για τον Παλαμά. Σημειώνει: «Βρισκόμαστε μπρο­ στά σε μία ανακολουθία της παλαμικής σκέψης... Αυτή είναι η πρώτη αλλά σί­ γουρα όχι η τελευταία ανακολουθία που θα συναντήσουμε στήν παλαμική σκέψη» (ο. 102)· και αλλού επικρίνεται ο Παλαμάς για τη δήθεν άγνοιά του ορισμένων ασήμαντων και άσχετων πρός τη γενική, σημαντική συμβολή του

στή νεοελληνική κριτική, πνευματικών ρευμάτων της δυτικής Ευρώπης (ο. 167). Στή συνέχεια της μελέτης της η συγγραφεύς προσπαθεί να αναιρέ­ σει ή να μειώσει την αξία της «ανακάλυψης» του Κάλβου από τον Παλαμά το 1889, γράφοντας πώς ο Κάλβος «δέν ήταν άγνωστος πρίν από το 1889» (ο. 174) και παραγνωρίζοντας ότι κανείς ως τότε δεν είχε δημοσιεύσει, όχι τίποτα το ουσιαστικό ή το σημαντικό, αλλά απολύτως τίποτα για την ποί­ ησή του· σημασία δεν έχει αν οι λόγιοι της επο­ χής, πρίν από τον Παλαμά, γνώριζαν τον Κάλβο και το έργο του, αλλά αν είχαν γραφτεί κριτικά κείμενα για την ποίησή του. Παρακάτω, χωρίς λόγο και άσχετα πρός τον Παλαμά και την κριτι­ κή του, εξυμνείται και κρίνεται ως «εύστοχη» η ακόλουθη άστοχη, άγουστη και άχαρη φράση πρώην καθηγητή της νεοελληνικής φιλολογίας, ο οποίος δεν φημίζεται για την ευθικρισία του: «Αν ο Σολωμός είναι ο μεγάλος οδοποιός της ποίησής μας, ο Βαλαωρίτης είναι ο μεγάλος γεφυροποιός» (ο. 210) - πράγμα που μαρτυρεί το μέγεθος της ακρισίας της συγγραφέως. Κατόπι συναντούμε συνεχείς επιφυλάξεις για την κριτική του Παλα­ μά: για την κριτική του περί Βαλαωρίτη (ο. 205), για την κριτική του περί Παπαδιαμάντη (ο. 262264) ή γενικές επιφυλάξεις, όπως «μείωση της ικανότητάς του να αντιμετωπίζει ιστορικά τη λο­ γοτεχνική εξέλιξη» (ο. 233). Στο Ο Κ ω σ τ ή ς Π α λ α μ ά ς ισ τ ο ρ ικ ό ς τ η ς ν ε ο ε λ ­ λ η ν ικ ή ς λ ο γ ο τ ε χ ν ία ς οι επιφυλάξεις ακόμα και οι αρνήσεις συνεχίζονται. Διαβάζουμε: ο Παλα­ μάς «δέν παρακολούθησε στενά τη συνέχεια του ηθογραφικού διηγήματος και δεν ασχολήθηκε με πεζογράφους που ξέφυγαν από τα αρχικά όριά του» (ο. 258) - σαν να ήταν υποχρεωμένος να το κάνει και μάλιστα με «στενή» (!) παρακο­ λούθηση». Πιο κάτω: «Οι παλαμικές βιβλιοκρι­ σίες είναι τα πιο προχειρογραμμένα και περιστασιακά κείμενά του» (ο. 267) - σαν να μην ήταν η βιβλιοκρισία εξ ορισμού περιστασιακό κείμενο· αλλά κι’ εδώ υπάρχει μέγα λάθος: σε πολλές βι­ βλιοκρισίες του είπε ουσιαστικά και σημαντικά πράγματα ο Παλαμάς. Κατόπι επαναλαμβάνο­ νται οι επικρίσεις για τον «ευκαιριακό χαρακτή­ ρα πολλών κριτικών κειμένων» (ο. 268) του. Επι­ φυλάξεις για το κριτικό έργο του Παλαμά δια­ τυπώνονται και παρακάτω (πρβλ. τις ο. 274,275), ενώ διαπιστώνεται «αμηχανία και αποσπασματι­ κότητα στήν παλαμική αντιμετώπιση των νεότε­ ρων ποιητών» (ο. 282-283. Δηλαδή των Γρυπάρη, Πορφύρα, Κ. Χατζόπουλο κτλ.) - διαπίστωση λανθασμένη και αθεμελίωτη. Στή συνέχεια του βιβλίου κατηγορείται ο Παλαμάς ότι δεν ήταν «σέ θέση να γράψει κάτι περισσότερο από


---------------------------------- αφιέρωμα 91 εντυπώσεις» (σ. 297) για τους πεζογράφους της γενιάς του 1930 και ότι υπάρχει «σαφέστατη συρρίκνωση των κριτηρίων του στά τέλη της δε­ καετίας του 1920 και σ’ ολόκληρη τη δεκαετία του 1930» (σ. 300)· επικρίνεται δηλαδή εδώ αυστηρά ο Παλαμάς, γιατί, σε προχωρημένη ηλι­ κία, με κακή υγεία και με λίγες σωματικές δυνά­ μεις, δεν ασχολήθηκε με τη συστηματική κριτική παρακολούθηση της λογοτεχνικής παραγωγής των νεότατων γενεών, εγκαταλείποντας κάθε προσπάθεια για μια ενδεχόμενη συμπλήρωση

του κύριου έργου του, που ήταν η ποιητική δημι­ ουργία. Μιά τέτοια νοοτροπία, όπως αυτή της συγγραφέως, δεν νομίζω πώς μπορεί να γίνει εύ­ κολα κατανοητή και παραδεκτή. Από όλα τα πα­ ραπάνω συμπεραίνει κανείς πώς ένα βιβλίο, όπως Ο Κ ω σ τ ή ς Π α λ α μ ά ς ισ τ ο ρ ικ ό ς τ η ς ν ε ο ε λ ­ λ η ν ικ ή ς λ ο γ ο τ ε χ ν ία ς , γραμμένο με προκατάλη­ ψη, με μεροληπτική και φατριαστική διάθεση, και χωρίς την αντικειμενικότητα μιάς σοβαρής και επιστημονικής εργασίας, δεν μπορεί να έχει καμιά αξία για τη φιλολογική έρευνα.

Σημειώσεις

11. Βλ. περ. Γράμματα, τεύχος επιμνημόσυνο για τον Παλαμά, 1943, σ. 71-150. Τό μελέτημά αναδημοσιεύεται στο βιβλίο του Ό Παλαμάς καί ή εποχή του 1, 1944, σ. 245-294, όπου και παραπέμπω. 12. Η υπογράμμιση του Αιμ. Χουρμούζιου. 13. Βλ., με το ψευδώνυμο Νίκος Θεοδωρακάκος, περ. Ά γγλοελληνική ’Επιθεώρηση 3 (1947-1948) 265-271, ’Απρίλιος 1948. Καί τώρα το βιβλίο Νεοελληνικά 1, 1953, σ. 122-140, όπου και παραπέμπω.

1. Βλ. Τά Νέα Γράμματα 2 (1936) 270-271. Το σημείωμα είναι ανυπόγραφο· ωστόσο στά «Περιεχόμενα» του τόμου του 1936 αποδίδεται στον Αντρέα Καραντώνη. Αλλωστε ο ίδιος ήταν ο διευθυντής του περιοδικού και είχε τη συγγραφική ευθύνη των ανυπόγραφων δημοσιεύσεων του. 2. Βλ. «Δυό κριτικοί τής γενιάς τοϋ 1880», στην ’Επιστημονική ’Επετηρίδα τής Φιλοσοφικής Σχολής τού Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, τόμος 14,1975, σ. 39. 3. Βλ. περ. ’Εποχές, τεύχος 6, Οκτώβριος 1963, σ. 64-68 και τεύ­ χος 34, Φεβρουάριος 1966, σ. 157-161, καθώς και περ. Ελλη­ νικά 20 (1967) 245-250 και 22 (1969) 291-296. Ο Μ. Γ. Μερακλής, στο μελέτημά του «Ό Παλαμάς καί τό γλωσσικό ζήτη­ μα» περ. Ή Λέξη, τεύχος 114, Μάρτης - Απρίλης 1993, σ. 164, αφιέρωμα στον Παλαμά, επισήμανε τίς παραπάνω προ­ σπάθειες του γράφοντος και «συμμερίστηκε πλήρως», όπως σημειώνει, τίς απόψεις του. 4. Αθήνα 1935, Παράρτημα Νέας'Εστίας, σ. 145-151. 5. Ο Albert Thibaudet, π,χ., για να φέρω ένα μόνο παράδειγμα, ο σπουδαιότερος Γάλλος κριτικός του μεσοπολέμου, στο βι­ βλίο του Pbysiologie de la Critique, 11930, τάσσεται κυρίως υπέρ της κριτικής των δημιουργών, των «maitres» - και όχι υπέρ της κριτικής του «παρόντος», δηλαδή της σύγχρονης, ή υπέρ της κριτικής «τών καθηγητών», δηλαδή της επαγγελ­ ματικής. Γιά το βιβλίο αυτό του Thibaudet βλ. Απόστολου Σαχίνη, Τετράδια Κριτικής 8,1993, σ. 92-103. 6. Βλ. Νέα ’Εστία 26 (1939) 1498-1511. Αναδημοσιεύτηκε στον τόμο 'Ελληνικός Ρωμαντισμός, 1982, σ. 301-322, όπου και παραπέμπω στον κριτικό Παλαμά αναφέρονται οι σελίδες 315-316. 7. Η πρώτη, με τίτλο «Ο λυρισμός του Κωστή Παλαμά και τα Παθητικά Κρυφομιλήματα», δημοσιεύτηκε στο περ. Τά Νέα Γράμματα 2 (1936) 427-446 και η δεύτερη, με τίτλο «Τά κύ­ ρια στοιχεία τής ποιητικής τον», στο περ. Γράμματα, τεύχος επιμνημόσυνο για τον Παλαμά, 1943, σ. 190-208. Και οι δύο ξαναδη μοσιεύτη καν στο βιβλίο του Τέλλου Αγρα, Κριτικά 1, 1980 σ. 113-176. Σ’ αυτές ο Τέλλος Άγρας προβαίνει κυρίως σε διαπιστώσεις και σε γενικεύσεις, συχνά χωρίς ασφαλή τεκμηρίωση, συνδυασμένες με πλάγιες επιφυλάξεις -όχι σε σαφείς αξιολογήσεις. 8. Περ. Νέα ‘Εστία 34 (1943) Χριστούγεννα, σ. 355-362. Τώρα Κριτικά 1,1980 σ. 177-190, όπου και παραπέμπω. 9. Βλ. «Κωστής Παλαμάς», περ. Νέα 'Εστία 34 (1943) Χριστού­ γεννα, σ. 126-197, όπου και παραπέμπω. 10. Βλ. περ. Γράμματα, τεύχος επιμνημόσυνο για τον Παλαμά, 1943, σ. 17- 76. Τό μελέτημά αυτό αναδημοσιεύτηκε στο βι­ βλίο του Τά Πρόσωπα καί τά Κείμενα. Γ Κωστής Παλαμ&ς, 1944, σ. 183- 246, όπου και παραπέμπω.

A

ΑΝΤΡΕΑΣ ΜΗΤΣΟΤ

4*

A *

0 Χαρτοπαίκτης έχει φοβηθεί

Λ (ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ)

*

V

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΝΕΦΕΛΗ

*

V


92 αφιέρωμα — Κ. Μητσάκης

Πρόταση για μια φιλολογική έκδοση του «Τραγουδιστή» του Κωστή Παλαμά I.

Ο Παλαμάς και το Σονέτο

Απ’ όλους τους Έλληνες ποιητές που υπέ­ κυψαν στη γοητεία του πετραρχισμού -και ουσια­ στικά δεν υπάρχει Έλληνας «παραδοσιακός» ποιητής που δεν έγραψε σονέτα· ας σημειωθεί ότι στη «Μεγάλη Ανθολογία Ελληνικού Σονέτου»1 αναφέρονται 215 Έλληνες σονετογράφοι! -ο Πα­ λαμάς έγραψε τα περισσότερα σονέτα. Μέσα στις διάφορες ποιητικές συλλογές της εποχής της ακ­ μής του, από «Τα Τραγοόδια της Πατρίδας μου» (1886) ως τη «Βραδινή Φωτιά Β» (χ. χρ.), βρίσκο­ νται σκορπισμένα 166 σονέτα! Ο εντυπωσιακός αυτός αριθμός βγαίνει από την τρίτη έκδοση των «Απάντων» του ποιητή- είναι όμως πολύ πιθανό ν’ αναθεωρηθεί στο μέλλον με τη δημοσίευση κά­ ποιων ποιημάτων που λανθάνουν σε «λευκώμα­ τα» και σε ποικίλα παλαιότερα έντυπα. Εάν τώρα στον παραπάνω αριθμό προσθέσουμε και τα 24 σονέτα της «Ξανατονισμένης Μουσικής» (1930), που είναι ελληνικές «μεταγραφές» κυρίως γαλλι­ κών σονέτων του Baudelaire (1), του Baudry (1), του L. de Lisle (1), του Hugo (1), του Lerberghe (1), του Prudhomme (18) και ενός ιταλικού σ ο ­ ν έ τ ο υ του A. Craf, τότε έχουμε ένα σύνολο 190 ποιημάτων. Και μόνον από τα αριθμητικά δεδομένα αποδεικνύεται, λοιπόν, η εντελώς ιδιαίτερη προτίμηση που έδειχνε ο Παλαμάς για την κλειστή και περί­ τεχνη φόρμα του σονέτου, δηλαδή για το εξωτικό πουλί που το πήρε ο ποιητής από την «ξένη γη την ακριβή» και το έκλεισε «στο χρυσοπλεμένο το

κλουβί»2. Όπως άλλωστε σημειώνει ο ίδιος ο Πα­ λαμάς, στον Πρόλογο της δεύτερης έκδοσης των «Δεκατετράστιχων» του «τό σονέττο δ εν έγεν νή θ η κ ε γ ιά νά πέτα έλεύθ ερ ο στά τετραπέραταή ρ θε γ ιά νά κ ελαη δ ή ατό δ εντρ ί τον. ’Ή μ έσα στά μετρη μ ένα σύρματα το ϋ κ λο υ β ιο ύ τον. Ά λ λ ’ α πό τό ν κ αιρ ό π ο ύ μ ά ς π α ρο νσ ιά στη κ εν, α ιώ νες τώρα, ό έν η σ υχά ζει. ’Α ν τ έ χ ε ι σέ κάθε μεταβολή. Κ α ί μ έ δ λα της τ ’ ά λλά γμ α τα εδώ κ ’ έκ ε ϊ τά πρω τεϊκά π ο ύ δ έν ε ίνα ι π α ρά προ σ ω ρινά κ α ί άνα π αυτικά , μ πορεί, μορφώ ματα, ή αιώ νια, π ά ντα ίδ ια κ α ί π ά ντα μία, Π οίηση, π ά ντα κρατά τό Σ ο νέττο στόν ίσκιο της ά π α ρα σά λευτο » 3.

II.

Ο Τραγουδιστής του Παλαμά

Είναι πολύ συνηθισμένο το έργο των παλαιότερων ποιητών να δημοσιεύεται σε συγκεντρωτικές εκδόσεις, σ’ αυτά που λέμε δηλαδή «Άπαντα». Τί­ ποτε όμως δεν εμποδίζει για ειδικούς λόγους κά­ ποιες ποιητικές συλλογές ή κάποια ποιήματα διά­ σπαρτα μέσα σ’ αυτές να δημοσιεύονται και χωρι­ στά, όπως λ.χ. τα σονέτα του Shakespeare, ή, για να μείνουμε στα «καθ’ ημάς», «Τα Μεσολογγίτικα» του Μ. Μαλακάση και «Τα Ερωτικά» του Κ. Π. Καβάφη4. Το σονέτο, καιρό μετά την εμφάνισή του και την πρώτη του ακμή στα ιταλικά γράμματα, άρχι­ σε σιγά-σιγά να περνάει και στις άλλες ευρωπαϊ­ κές λογοτεχνίες και να υιοθετείται με την ιταλική του ονομασία (sonnetto) προσαρμοσμένο βέβαια στις ανάγκες μεταγραφής του σε κάθε ξένη γλώσ-


αφιέρωμα 93

σα (πρβλ. αγγλικά sonnet, γαλλικά sonnet, γερμα­ νικά sonett κτλ.). Ήταν πολύ φυσικό, λοιπόν, το σονέτο να πολιτογραφηθεί και στα ελληνικά με το πατρικό του όνομα. Ωστόσο από το τέλος του πε­ ρασμένου αιώνα βλέπουμε να καταβάλλεται μια προσπάθεια εξελληνισμού του ξενικού όρου- έτσι πρώτος ο Κερκυραίος ποιητής Αντώνιος Μανουσος το αποκάλεσε «δεκατετράστιχο»5 και την ονομασία αυτή χρησιμοποίησε και ο Παλαμάς, το 1919 στα «Δεκατετράστιχά» του, για τα οποία έγραψε, λίγα χρόνια αργότερα, ότι είναι «τό π ιό π λ ο ύ σ ιο β ιβ λ ίο τ ο υ κ α ί ή ζω ή τ ο υ δ λη κ α ί ή δ ια ­ θή κ η τη ς»6. Το περίεργο ωστόσο είναι ότι ο Πα­ λαμάς στο κριτικό του σημείωμα του 1931, με το οποίο προλόγισε τη δεύτερη έκδοση της συλλο­ γής αυτής, κάνει επίμονα λόγο για το «σονέττο» (πβλ. «'Ένας Πρόλογος. ’Από την αφορμή τοΰ Σονέττου»)7. Ευτυχώς όμως που ο όρος «δεκατετρά­ στιχο», που αποδείχτηκε άβολος και άκομψος, για να μην πω και λαθεμένος, τελικά δεν επικράτησε. Όπως παρατηρεί ο J. Fuller, «ένα σονέτο είναι δεκατετράστιχο αλλά κάθε δεκατετράστιχο δεν εί­ ναι κατ’ ανάγκην και σονέτο»: «This relationship is of far greater significance than the fact that there are fourteen lines in the sonnet, for not every quatorzain is a sonnet»8. Ο Παλαμάς καλλιεργώντας το σονέτο έδειξε όλο το εύρος της ανθρώπινης ψυχής του και όλη του την απαράμιλλη δεξιοτεχνία ως στιχουργός, μολονότι ο ίδιος μιλώντας για το Λ. Μαβίλη ση­ μειώνει πως « τ ε χ ν ικ ή δ ε ξ ιο σ ύ ν η και κ α θ α ρ ή π ο ίη ­ σ η έ ν α είν α ι» 9.

Στον Πρόλογο της δεύτερης έκδοσης των «Δε­

κατετράστιχων» ο Παλαμάς αναλύει τις προθέ­ σεις του στην κυριότερη προσπάθειά του να εντα­ χθεί στην παράδοση του ευρωπαϊκού πετραρχισμού και εκθέτει μερικές πολύ ενδιαφέρουσες απόψεις του: «Μ έ τά π ρο κ είμ ενα ‘Δ εκ α τετρ ά σ τιχ α ’ δη λώ νετα ι κ υκλικ ά ό π ο λ υ ε ιδ ή ς κόσμος, π ρόσω πα κ α ι π ρά γμ α τα, π ο ύ σ υ γ κ ιν ε ϊ τό ν π ο ιη τή . ’Ε υθύμη­ σ ες κ α ί προσδοκίες, φ αντάσματα π ο ύ γίν ο ν τ α ι π λ ά ­ σματα, ό νειρ α π ο ύ ε ίνα ι γ ιά τό ν π ο ιη τή π ρ α γ μ α τ ι­ κότητες, γ ε γ ο ν ό τ α π ο ύ εξα ϋλώ νοντα ι. Κυριώ τατα, ή ενθύμηση, π ο ύ καθώ ς τό θέλει κ ά π ο υ ό Γκαίτε, π έρα σ ε α π ό τό ε ίνα ι μ α ς τό ιδιαίτερο, ζή μ α ζ ί μ α ς κ α ί μ έσα μας, μ π ο ρ ε ί ν ά κάνη δ,τι θέλει γ ιά νά μ ά ς ξ εφ ύ γη , τή ν κρατούμε π ά ντα κλεισμένη μέσα μ α ς» 10.

Ανέφερα πιο πάνω ότι είναι αναγκαία και ότι θ’ αποδειχθεί χρήσιμη μια χωριστή έκδοση των σο­ νέτων του Παλαμά, γιατί τα χαριτωμένα αυτά ποι­ ήματα χάνονται μέσα στον τεράστιο όγκο του παλαμικού έργου κι έτσι χάνεται και για τον ανα­ γνώστη η συνολική εντύπωση που μπορεί ν’ απο­ κομίσει για τον Παλαμά ως πετραρχικό ποιητή. Πρότεινα μάλιστα στην έκδοση αυτή να χρησιμο­ ποιηθεί ως τίτλος ο όρος «Τραγουδιστής», που αντιστοιχεί στον «Canzoniere» του Πετράρχη. Βέβαια ο ίδιος ο Παλαμάς σε καμιά του συλλογή δεν έχει χρησιμοποιήσει τον τίτλο αυτό που κιν­ δυνεύει έτσι να φανεί αυθαίρετος. Υπάρχουν ωστόσο δύο σονέτα, τα υπ’ αρ. 54 και 55, στα οποία γίνεται λόγος για τον «Τραγουδιστή». Με τα σονέτα αυτά ο Παλαμάς απευθύνεται στους επικριτές της ποίησής του λέγοντας τ’ ακόλουθα:


94 αφιέρωμα --------------------------------Κ α ί, φ ίλ ε μ ο ν η κ ριτή μ ου, π ρ έ π ει ακό μ α ν ά γ ν ώ ρ ιζ ε ς π ώ ς δ,τι τρα γο υ δ ο ύ μ ε, κ ι α ν μ έσ α μ α ς -π ισ τ ε ύ ο υ μ ε - τ ’ άκοϋμε, δ έν ε ϊν ’ α ίμ ’ α π ό τό α ίμ α μ α ς κ α ί σώ μα κ ι’ α π ’ τό σώ μα μ α ς π ά ντα · ξ έν ο χώμα, κ α ί τ η ν π νο ή μ α ς π λ ά σ τ ες τ ο ύ φ υσούμ ε, μ έ μ ά τ ια ά σ τέρ ια έφ τ ά ψ υ χ ο τό ζοϋμε, βρύ ση ά ρ μ ο ν ία ς του κ ά νο υ μ ε τό στόμα. Τ ρ α γ ο υ δ ι σ τ ή , π ρ ο ίκ α π λ ο ύ σ ια κ ρα τείς ά π ’ τ όν π α τέρ α θ εό τό χρυσ ο μ ίτρα κ α ί λές: - Μ ό ν ο τό π ο ύ β ο γ γ ά ε ι εντό ς μ ο υ δρά μ α δ έ ν π α ίζ ω στή σκη νή το ύ κ ό σ μ ο ν κ α ί τού ξ έ ν ο υ εγώ θ ειο ς υ π ο κ ρ ιτή ς κ α ί ή Φ α ντα σ ία τρανή σ κη νο τεχνίτρα » .

Με τον όρο «Τραγουδιστής» εδώ ο Παλαμάς εννοεί γενικά τον ποιητή. Αλλά μήπως και ο Πετράρχης με τον «Ganzoniere» του εννοούσε τίπο­ τε διαφορετικό; Στο σημείο αυτό ας προστεθεί και η πληροφο­ ρία ότι ένας Έλληνας ποιητής της πρώτης μετα­ πολεμικής γενιάς, ο Αρης Δικταίος, επίγραψε μια σειρά από τριάντα σονέτα του με τον όρο «Τρα­ γουδιστής»12. III.

Η θεματολογία των Σονε'των του Παλαμά

Σ’ ένα παλαιότερο δημοσίευμά μου είχα επιχει­ ρήσει να κατατάξω, με βάση το περιεχόμενό τους, τα ελληνικά σονέτα σε διάφορες κατηγορίες13· Ο κατάλογος εκείνος όμως πρέπει σήμερα να τροποποιηθεί ελαφρά, κυρίως με την προσθήκη κάποιων νέων κατηγοριών, για τις οποίες δεν υπήρχε πρόβλεψη στο άρθρο τού 1988, για ν’ ανταποκριθεί με μεγαλύτερη ευελιξία στο έργο του Παλαμά. Τα σονέτα, λοιπόν, του ποιητή των «Πατρίδων»14 παρουσιάζουν τον ακόλουθο θεμα­ τικό πίνακα:

β. Σονέτα για ιστορικά πρόσωπα: 49, 92, 97,143,154,155,156. γ. Σονέτα για πνευματικούς δημιουργούς: 24, 25, 30, 33, 35, 52, 117, 118, 119, 120, 140, 158,159,162,163. δ. Σονέτα για τόπους και πόλεις: 7, 8, 9, 10, 11, 12, 13, 14, 15, 16, 17, 18, 104, 107. ε. Σονέτα για μνημεία και έργα τέχνης: 27, 28, 47,105. 5. Λυρικά ή Στοχαστικά: 7, 8, 9, 10, 11, 12, 13, 14, 15, 16, 17, 18, 20, 22, 23, 26, 31, 36, 37, 42, 43, 46, 48, 51, 52, 53, 54, 55, 56, 61, 62, 76, 88, 89, 91, 105, 106, 107, 108, 109,110,111,112,113, 114, 115, 123, 124,125, 127, 128, 130, 132,136, 137,138,139,140,141, 145,147,148,149,150,151,152,157,160. 6. Μυθολογικά: 20, 21, 27, 28, 32, 44, 45, 50, 68,144. 7. Σονέτα για την οικογενειακή ζωή: 29, 64, 65, 71, 72. 8. Σονέτα για ταγλωσσικό ζήτημα: 39. * 9. Σονέτα για το σονέτο: 19, 52,153. 10. Φυσιολατρικά: 4, 77, 78, 79, 80, 81, 82, 87, 88. 11. Διάφορα: 34, 38. IV.

Μετρική των Σονέτων του Παλαμά

ΠΙΝΑΚΑΣ A

Ο Παλαμάς έχει γράψει τα σονέτα του σε μια 1. Ερωτικά: 1, 2, 3, 5, 6, 21, 41, 57, 58, 59, 60, 63, 68, 72, 73, εκπληκτική ποικιλία στίχων- έχει χρησιμοποιήσει 74, 75, 89, 90,116,121,122,126,129,130,133, όλη σχεδόν την αριθμητική κλίμακα των στίχων, 134,161,164,165,166. από τους πιο σύντομους, όπως είναι ο ιαμβικός π ε ν τ α σ ύ λ λ α β ο ς , έως τους πιο εκτενείς, όπως 2. Ηθογραφικά: είναι πάλι ο ιαμβικός δ ε κ α π εν τ α σ ύ λ λ α β ο ς. 83, 84, 85, 86. 3. Θρησκευτικά: 66, 67, 69, 70. 4. Ιστορικά: α. Σονέτα για ιστορικά γεγονότα: 93, 94, 95, 96, 97, 98, 99,101,102,103.

ΠΙΝΑΚΑΣ Β

1. Σονέτα σε ιαμβικά μέτρα. α. Ιαμβικός πεντασύλλαβος: 36, 37, 38, 39, 40, 41, 42, 43, 44, 45, 46, 47, 48, 49.


-------------------------- αφιέρωμα 95 70, 71, 75, 76, 78, 80, 85, 86, 87, 88, 89, 90, 94, β. Ιαμβικός επτασύλλαβος: 95, 97, 98,100,102,104,106,108,109,114,115, 3,160. 116, 119, 120, 121, 123, 126, 129, 130, 131, 132, γ. Ιαμβικός δεκασύλλαβος: Βλ. Ιαμβικός ενδεκα135, 136, 140, 142, 143, 144, 147, 149, 152, 153, σύλλαβος. 154,155,156,157,158,160,163,165 (συνολικά δ. Ιαμβικός ενδεκασύλλαβος: 80 φορές). 6, 26, 27, 30, 31, 33, 35, 51, 52, 53, 54, 55, 56, 57, 58, 59, 60, 61, 62, 63,64, 65, 66, 67,68,69, 70, 71, 72, 73, 74, 75, 76,77, 78, δ. αβαβ 79, 80,αββα: 82,83, 93,111,146,161. 84, 85, 86, 88, 89, 90, 91,93, 94, 95, 96,97,98, 99, 100, 101, 102, 103, 104, 105, 106, 108, 112, 113,114,115, 116, 117,118,119,120,121, 122, ε. αβαβ βααβ: 1,10,14, 46, 47, 68, 69,105,127,139,141 123,124,125, 126,127,128,129,130, 131, 132, 133,134, 135,136,137,138, 139, 145, 146, 147, στ. αβαβ βαβα: 148, 149, 150,151,152, 153,154, 155,156,157, 6, 7, 8, 16, 23, 31, 52, 64, 67, 72, 77, 79, 103, 159,165. 124,145,151,164. ε. Ιαμβικός δεκατρισύλλαβος: ζ. αββα αβαβ: 1, 7, 8, 9, 10, 11, 12, 13, 14, 15, 16, 17, 18, 20, 39, 60, 74, 92,112,113,117. 21, 22, 23, 24, 25, 29, 32, 81, 92, 107, 109, 110, 111,140, 141,142,143,144,161, 162,163,164. η. αββα αββα: 4, 19, 20, 22, 28, 32, 34, 36, 43, 44, 54, 59, 61, στ. Ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβος: 62, 63, 65, 66, 83, 84, 91, 96, 110,118,125,133, 4, 5, 28, 34,158. 134,150,162,166 (συνολικά 29 φορές). 2. Σονέτα σε τροχαϊκά μέτρα. θ. αββα βααβ: α. Τροχαϊκός οκτασύλλαβος: 10, 14, 15, 17, 18, 33, 38, 53, 81, 82, 101, 107, 2. 122,148 (συνολικά 14 φορές). β. Τροχαϊκός εννεασύλλαβος: 19. ι. αββα βαβα: 3. Σονέτα σε αναπαιστικά μέτρα. α. Αναπαιστικό τρίμετρο: 50. ΠΙΝΑΚΑΣ Γ

9,128,138 2. Η ρίμα στις τρίστιχες στροφές15. Στις τρίστιχες στροφές (τερτσίνες) των σονέ­ των του Παλαμά η ρίμα πλέκεται κατά είκοσι πέ­ ντε διαφορετικούς τρόπους:

1. Η ρίμα στις τετράστιχες στροφές14. α. αγε αεγ: Στις τετράστιχες στροφές των σονέτων του Παλαμά η ρίμα πλέκεται κατά δέκα διαφορετικούς τρόπους:

β. γγγ δδδ:

α. ααββ αβαβ: 72 β. ααββ γγδδ:

γ. γγδ. γγδ:

86 .

79, 91,133,134,153.

118,142. 5.

Πβλ. και τις μεταφράσεις υπ’ αρ. 168,190. δ. γγδ. δεε

γ. αβαβ αβαβ: 2, 3, 9, 11, 12, 13, 21, 24, 25, 26, 27, 29, 30, 35, 37, 40, 41, 42, 45, 48, 49, 50, 51, 55, 56, 57, 58,

52, 72, 90, 101, 103, 110, 114, 115, 138, 140, 145,154 (συνολικά 12 φορές).


96 αφιέρωμα -------------------------ε. γγδ. εγε.

ιη. γδδ εγε: 10, 21, 29, 65,106,128.

20 .

στ. γγδ εδε: 12, 51, 75, 87, 93, 104, 125, 132, 135, 143, 144, 146,149,150,162,165 (συνολικά 16 φορές).

ιθ. γδδ εεγ: 33, 40, 97, 127 κ. γδε γδε:

ζ. γγδ εεδ: 1, 2, 3, 18, 25, 32, 37, 39, 41, 43, 48, 62, 68, 70, 77, 92, 94, 102, 108, 109, 111, 117, 119, 124, 131, 137, 139, 161, 163, 166 (συνολικά 30 φορές). η. γδγ γδδ: 123.

κα. γδε γεδ: 64, 71, 73. κβ. γδε δγε: 55, 69.

θ. γδγ. δγδ: 7,

36, 38, 44, 45, 56, 63, 66, 67, 76, 100, 105, 159 (συνολικά 12 φορές).

8, 9,14,16, 28.

ι. γδγ δδγ: 15, 34. ια. γδγ δεε: 6, 24, 30, 58, 59, 60, 61, 81, 82, 84, 85, 88, 89, 96, 99, 107, 122, 129, 136, 147, 151, 152, 155 (συνολικά 23 φορές). ιβ. γδγ εδε: 4,11,17, 42, 46, 80,137. ιγ. γδγ εεγ: 164. ιδ. γδγ εεδ: 27, 47, 49,116,141,158. ιε. γδδ αγα: 74. ιστ. γδδ γδγ: 13, 57. ιζ. γδδ γεε: 19, 22, 23, 31, 35, 50, 53, 78, 83, 98, 99, 112, 113, 120, 121, 126, 130, 148 (συνολικά 18 φορές).

κγ. γδε εγδ: 54,160. κδ. γδε εδγ: 156. κε. εεδ ςζζ: 5 V.

Η Γλώσσα των Σονέτων του Παλαμά

Για τη γλώσσα των σονέτων του Παλαμά ισχύ­ ουν βέβαια όσα έχει παρατηρήσει ο Ν. Ανδριώτης γενικά για τη γλώσσα των ποιημάτων του Παλα­ μά16. Ιδιαίτερα όμως για τα σονέτα μπορεί κανείς να σημειώσει, ότι υπάρχει σ’ αυτά μια πλησμονή σύνθετων λέξεων (ρημάτων, ουσιαστικών, επιθέ­ των κτλ.)17, η οποία είναι σύμφωνη με τις αντιλή­ ψεις που είχαν για τη γλώσσα, και μάλιστα για την «ποιητική γλώσσα», ο Παλαμάς και οι σύγ­ χρονοί του. Πάντως ένα μεγάλο μέρος αυτού του γλωσσικού υλικού μας φαίνεται σήμερα - ασφα­ λώς γιατί εμείς οι νεότεροι έχουμε βγει μέσα από μια τελείως διαφορετική αγωγή ποιητικού λόγου, όπως τον καλλιέργησαν οι μεγάλοι ποιητές της γενιάς του Τριάντα - φτιαχτό, εξεζητημένο και πομπώδες:


αφιέρωμα 97 ΠΙΝΑΚΑΣ Δ

(κατ’ επιλογήν) αβασίλευτος, 155. άβαλτος, 142 άγεροδρομώ, 57. άγιοκέρι, 94. άγριόκρινος, 28. άγριοπούλια, 57. άδερφοποιτός, 114. άεροσάλευτος, 77,93. αηδονολαλώ, 120. άϊτονύχι, 88. άϊτοφτέρουγος, 26. άλαφροΐσκιωτος, 158. άνανθος, 67. άνεμοσκόρπιστος, 75. άνθοβυζάστρα, 82. άνθογυάλι, 79. άνθόζωστος, 71. άνθοκήπι, 71. άνθοκλάδϊ, 56. άνθονέρι, 112. άνθοσμίας, 120. άνοιχτομάτης, 148. άνονείρευτος, 70. άντηλιάδα, 159. αντίμαχος, 72. αντιστύλι, 135. άντιφεγγίδι, 112. άντιφεγγοβολώ, 55. άντίχριστός, 57. απόκοσμος, 15,60,65. άπόκοτος, 15. άραξοβόλι, 37,137. άργογερμένος, 60. άργοκυλώ, 36. άργολαλώ, 13. άργοπηγαίνω, 51,105. άρχολογώ, 99. άρχοντοσπίτι, 140. άσπροσκαλισμένος, 166. άστραποθύμηση, 115. άστρονυχτιά, 156. άστροπλού μιστός, 20. άστρόσπαρτος, 29. άστροσφαίρα, 139. άστροφάνταστος, 20. αυτοκυβέρνητος, 55. αφρογέννητος, 13,34. άφροκερνώ, 120. αχνοκέρι», 106. άχνοτάξιδος, 83.

αχνοφέγγω, 76. βαθύχρωμος, 10. βατόδεντρο, 89. βροντοκραυγάζω, 145. βροχοστάζω, 132. γλυκόβοος, 63. γλυκογγίζω, 1. γλυκόγελο, 130. γλυκογέρνω, 126. γλυκοκελαϊδώ, 125. γλυκοξημέρωμα, 163. γλυκόπυθος, 25. γλυκοσκιάζω, 61. γλυκοταίζω, 23. γλυκοχαϊδεύω, 66. γλυκοχαιρετώ, 152. γλυκοχαράζει, 77,121. γλυκοχάραμα, 64. γοργοστάζω, 9. γυμνότοιχος, 70. δαφνόκλαδο, 94. διαμαντοκάμωτος, 20. δίβουλος, 148. δίκρουνος, 133. διπρόσωπος, 14. δροσολικέρι, 81. δροσολογώ, 151. δροσοσταφύλι, 87. έρωτοτρεμούλα, 77. έρωτοχτυπη μένος, 21. έφημεριδογράφος, 74. έφτάδιπλος, 13. έφτάστερο, 17. εφτάψυχος, 26,54,125. ήδονοζάλη, 59. ήδονοστάλαχτος, 128,137. ήλιογερμός, 156. ήλιόκοσμος, 159. ήλιομεθύσι, 117. ήλιόξανθος, 87. ήλιοπλημμυρισμένος, 16. ήλιοφωτοχυσία, 137. ήμερόφαντος, 137. καλόβολος, 66. καλογνωρίζω, 84. καλοΐσκιωτος, 131. καλοκυρά, 77. καλομάννα, 93. καμαροφρύδης, 6,46. κατάβραδο, 78. κατακάθι, 130. καταλύ|ης, 28,97,148. κατάρατος, 125.

κατατρεμένος, 65. καταχνιά, 108. κερασομάζεμα, 81. κεραυνοφόρος, 27. κοσμοσεισμός, 92. κοσμοτρόφος, 11. λαοπλάνος, 97. λευκόμαλλος, 58. λευκοντυ μένος, 58. λευκοπάρθενος, 14. λευκοφόρος, 89. λευκοχαράζω, 5. λιμνοφάνταστος, 12. λιόκαλος, 163. λωτοστεφάνωτος, 11. μαγιοβότανο, 70,116. μαυρολογώ, 81. μαυροφόρος, 138. μεγαλόκοσμος, 17. μεγαλόπρεπος, 140. μελοζαχαράτος, 4. μεσονύχτιος, 62. μεταγνωμός, 150. μικρογυάλι, 59. μοσκοβόλημα, 86. μοσκοβολιά, 79,163. μοσκοβολιστός, 84. μοσκόδεντρο, 84. μοσκοκαίω, 79. μοσκολιβανισμένος, 150. μοσκολίβανο, 119,130. μοσκομυρίζω, 30. μοσκοστολίζω, 116. μυρογυάλι, 59,88. μυροκρήνη, 59. μυροστάλασμα, 59. μυροφόρος, 62,138. μυσταγωγός, 162. νεραϊδοσπαρ μένος, 138. νεχταροδροσιά, 79. νεχταροπότι, 128. νησόσπαρτος, 8. ξαναγεννητής, 99,138. ξενοσπαρμένος, 11. ξεροκαίρι, 51. ξέσπαστος, 89. ξεσπερμευτής, 102. ξώδερμος, 75. όλάγρυπνος, 31. όλάκριβος, 85. όλά*»χτος, 57,91,126. ολάρφανος, 32. όλάστράφτω, 158.


98 αφιέρωμα — όλόανθος, 61,73,117. όλογιομάτος, 30. όλογλυκαίνω, 73. ολόδροσος, 29,70. όλόχλωρος, 91,112. όλοχυτός, 122. όνειροπαρασταίνω, 91. όργοτόμος, 74. όρθόστηθος, 11. όρθοστύλωτος, 66,146. οΰρανοδρόμος, 17. παναδερφοσύνη, 104. πανάρχαιος, 15. πάντερμος, 32. παραδαρμένος, 157. παραδέρνω, 159. παρακατιανός, 140. πελεκοφόρος, 105. πεντάγνωμος, 15. πεντάμορφος, 16. πεντάρφανος, 8. περδικόστηθος, 45. πολύθεος, 82,96. πολυκάραβος, 7. πολύκαρπος, 13. πολύπαθος, 13. VI.

πολυσάλευτος, 128. πρωτογέννητος, 29. πρωτοζώ, 149. πρωτόφαντος, 97. ροδογελώ, 58. ροδοζαχαρένιος, 77. ροδοκάλ(λ)ι, 34,121. ροδοσκάζω, 87. σιγολάλημα, 89. σκληρόχερο, 29. σκοτεινάγρα, 76. σμαραγδοφόρος, 12. σπιθόβολος, 133. στηθόλαιμο, 57. συντριμμός, 124. συντυχιά, 84. σφιγγοπρόσωπος, 11. σφιχτοχέρης, 73. τοξοφόρος, 28. τουρκοφάγος, 30. τρίκορφος, 8. τρίπλευρος, 141. τρισάγιος, 31. τρισάξιος, 32. τρίσβαθος, 107. τρισελεύθερος, 32.

Κωδικοποίηση των Σονέτων του Παλαμά

Με το υλικό που έχει παρατεθεί στα προηγού­ μενα κεφάλαια της μελέτης αυτής καταφαίνεται, νομίζω, η αναγκαιότητα και η χρησιμότητα μιας χωριστής φιλολογικής έκδοσης των σονέτων του Παλαμά. Όλες οι παραπομπές στα κεφάλαια αυτά έχουν γίνει με βάση μια νέα κωδικοποιημένη αρίθμηση των 166 σονέτων, την οποία πρέπει βέ­ βαια να έχει υπ’ όψη του ο αναγνώστης. Ο πίνα­ κας Ε που ακολουθεί παρέχει όλα τα σχετικά στοιχεία: α) τον κωδικό αριθμό κάθε ποιήματος· β) τον τίτλο ή, όπου δεν υπάρχει τίτλος (πβλ. τα 12 σονέτα των «Πατρίδων» και τα 102 των «Δε­ κατετράστιχων»), τον πρώτο στίχο κάθε ποιήμα­ τος· γ) παραπομπή στην τελευταία έκδοση του κάθε ποιήματος, δηλαδή στους 16 τόμους των «Απάντων». ΠΙΝΑΚΑΣ Ε

I.

Τα Τ ρα γούδια της Π α τρίδ ο ς μ ο υ

(1886)

1. Τ’ ολόχρυσο ποτάμι (1881), Α. σ. 86. 2. Ή καλύβα (1884), Α. σ. 87.

τρισεύγενος, 32. τρίφωνος, 159. τρίψυχος, 159. ύπέρκαλος, 163. υπερκόσμιος, 24. υπέρλαμπρος, 8. ύπνοφαντασιά, 143. φεγγοβολή μα, 104. φεγγοβολιά, 16,56,79. φεγγοβόλος, 112. φεγγοβολώ, 35,94,117. φιλόσοφος, 142. φλογοβολώ, 31. φυκόστρωτος, 8. φωτοβροχή, 120. φωτοΐσκιωτος, 96. φωτοκαμμένος, 23. φωτοπροβάλλω, 46. φωτοσπαρμένος, 6. φωτοχνάρι, 104. φωτοχυσία, 62. χαλκοπράσινος, 107., χαρολεπίδα, 44. χλωρόγνεμα, 70. χρυσόνειρο, 20. ■ψευτοζώ, 136.

3. Ή φτώχεια (1884), Α. σ. 88. 4. Οί άνεμοι (1884), Α. σ. 89. 5. Ή ψυχή (1880), Α. σ. 112. II.

Τα Μ ά τια της Ψ υχή ς μ ο υ

(1892)

6. Το χάρισμα, Α. σ. 288. III.

Η Α σ ά λευτη Ζ ω ή

(1904)

Π ατρίδες (1895- σονέτα υπ’ αρ. 7-18). 7. "Οπου βογκάει τό πολυκάραβο λιμάνι... Γ. σ. 13. 8. Στή νησόσπαρτη λίμνη πού τό μαϊστράλι... Γ. σ. 14. 9. Έδώ ουρανός παντού κι όλοΰθε ήλιου άχτίνα... Γ. σ. 15. 10. Έκεΐ πού άκόμα ζοΰν οί Φαίακες τού 'Ομή­ ρου... Γ. σ. 16. 11. Ξενοσπαρμένα όνείρατα μέσ’ στά όνειρά μου... Γ. σ. 17. 12. 'Αμαρτωλός καλογερεύω στ’ 'Αγιονόρος... Γ. σ. 18. 13. Ή Ρούμελ’ είναι μιά κορώνα άπό ρουμπίνι... Γ. σ. 19. 14. Άπό τό Δούναβη ως τήν άκρη τού Ταινάρου... Γ. σ. 20.


---------------------------------15. Σάν των Φαιάκων τό καράβ’ ή Φαντασία... Γ. σ. 21. 16. Ταξιδευτής, ηύρα σ’ ακύμαντα πελάγη... Γ. σ. 22. 17. Γύρω στό έφτάστερο τ’ 'Αμάξι ούρανοδρόμος... Γ. σ. 23. 18. Πατρίδες! ’Αέρας, γή, νερό, φωτιά! Στοιχεία... Γ. σ. 24. 19. Τά σονέττα (1896). Γ. σ. 25. 20. Θεοφάνεια (1895), Γ. σ. 26. 21. Μακαρία (1895), Γ. σ. 27. 22. ’Αγορά (1896), Γ. σ. 28. 23. ’Αγάπες (1896), Γ. σ. 29. 24. "Οταν πέθανε ό Πολυλάς (1896), Γ. σ. 30. 25. Τοΰ Πέτρου Βασιλικού (1897), Γ. σ. 31. 26. Στρατιώτης και τεχνίτης (1896), Γ. σ. 32. 27. Τής Άθηνάς ανάγλυφο (1896), Γ. σ. 33. 28. ’Ανάγλυφο τής Κυνηγήτρας (1895), Γ. σ. 34. 29. Τραγούδι ενός πατέρα (1894), Γ. σ. 35. 30. Σταλμένο στόν ποιητή Λ. Μαβίλη (1896), Γ. σ. 36. 31. Ή φαντασία (1896), Γ. σ. 37. 32. Ό θάνατος τής Μακαρίας (1896), Γ. σ. 38. 33. Στόν Πάλλη γιά την «Ίλιάδα» του (1903), Γ. σ. 39. 34. Χαιρετισμός τής ρίμας (1896), Γ. σ. 40. IV.

Η Π ο λ ιτ ε ία κ α ί ή Μ ο ν α ξ ιά ( 1912)

35. "Υστερ’ άπό χρόνια (1912), Ε. σ. 475. V.

Ο ι Π εν τ α σ ύ λ λ α β ο ι κ α ί τά Π α θ η τ ικ ά Κ ρ υ φ ο μ ιλή μ α τα (1925)

36. Σπαρασμός, (44), Ζ. σ. 242,461. 37. Μοναξιά, (15), Ζ. σ. 242-3,464. 38. Σοφία, (18), Ζ. σ. 243,466. 39. Δημοτικισμός, (24), Ζ. σ. 243,499 40. Λάμια Γελούσα, (25), Ζ. σ. 244,499-500. 41. Μάνος, (26), Ζ. σ. 244,500. 42. ’Ιδέα, (27), Ζ. σ. 245,500-501. 43. Οί δρόμοι, (34), Ζ. σ. 245,506-7. 44. Άρμίδα, (42), Ζ. σ. 246,514 45. Τισιφόνη (36), Ζ. σ. 246,508. 46. Οί Εικόνες, (37), Ζ. σ. 247,508-9. 47. Ήγησώ, (38), Ζ. σ. 247,509. 48. Μ’ ένα λουλούδι, (39), Ζ. σ. 248,511-2. 49. ’Αττίλας, (49), Ζ. σ. 248,515-6. VI. Τά Παράκαιρα (1919), 50. Οί νεράιδες, Ζ. σ. 279. VII. Τά Δεκατετράστιχα (1919), 51. Ή μυστική εσύ πλάστρα, ουσία, αίτια (1)... Ζ. σ. 319.

αφιέρωμα 99

52. Τ’ άσπρο χαρτί καί τ’ αλαφρό κοντύλι (2)... Ζ. σ. 320. 53. Σ’ εμένα εσύ πού θά σταθής ταιριάζει (3)... Ζ. σ. 321. 54. Καί, φίλε μου ή κριτή μου, πρέπει άκόμα (4)... Ζ. σ. 322. 55. “Α! ή γόησσα Φαντασία μή σέ γελά (5)... Ζ. σ. 323. 56. ’Ά! κάποια λόγια... Μέσ’ άπ’ τ’ άνθοκλάδια (6)... Ζ. σ. 325. 57. Ό πυρός λίβας άνεμοδρομούσε (7)... Ζ. σ. 326. 58. Χτές βράδυ οί λογισμοί κόκκινοι κρίνοι (8)... Ζ. σ. 327. 59. Μυροστάλασμα μές στό χρυσογυάλι (9)... Ζ. σ. 328. 60. Τού έρμου δρόμου φαντάζουν ένα ένα (10)... Ζ. σ. 329. 61. Στής τραγουδίστρας τέχνης τά παλάτια (11)... Ζ. σ. 330. 62. Παραμερίστε, ’Απόλλωνες καί Πάνες (12)... Ζ. σ. 331. 63. Βωμό σού υψώνω, καίω στό κόνισμά σου (13)... Ζ. σ. 332. 64. Τής ίσιας τής άρχόντισσας γιαγιάς μου (14)... Ζ. σ. 333. 65. Στό σπίτι μου, δέν έμπαινες, πετούσες (15)... Ζ. σ. 334. * 66. Τής καρδιάς μου τό σκόρπισμα γυρεύει (16)... Ζ. σ. 336. * 67. Τά κρίματα σού τά ξομολογιέμαι (17)... Ζ. σ. 337. * 68. Στού δρόμου καί στοΰ ονείρου τό δαρμένο (18)... Ζ. σ. 338. * 69. Στό άραχνο μέτωπο ά! τών ερειπίων (19)... Ζ. σ. 339. * 70. Δαιμονικά φευγάτα άπό τόν "Αδη (20)... Ζ. σ. 340. * 71. Μέ γιορτερά τά ρούχα μου τά τρύπια (22)... Ζ. σ. 342. * 72. ΤΩ! τ’ όνομά της Φωτεινή. Εισ’ εκείνη (22)... Ζ. σ. 341. * 73. Τό διαμαντένιο τού όρθρου μου πετράδι (23)... Ζ. σ. 343. * 74. Μ’ όσα οί κούνιες κρατάν καί μ’ όσα οί τάφοι (24) ... Ζ. σ. 344. * 75. Ντραπήτε οί κούνιες καί γελάστε οί τάφοι (25) ... Ζ. σ. 34518. 76. Δύο Μοναξιές. Μιά Ευχή καί μιά Κατάρα (26)... Ζ. σ. 346. 77. Άεροσάλευτα μέσα στις γαστροΰλες (27)... Ζ. σ. 348. 78. Ή Όρτέσια, ξωθιά μάγισσα στή γάστρα (28)... Ζ. σ. 349. 79. Πώς τό κελλί μου γίνηκ’ έκκλησιά (29)... Ζ. σ. 350.


100 αφιέρωμα---------------------------------111. Πάντα νά ζώ; Κάλλιο στόν ύπνο τών μνημάτων 80. Δεν είναι μόνο τά τριαντάφυλλα, όχι (30)... Ζ. σ. (61), Ζ. σ. 384. 351. 112. Καί ώ ταξίδια καί ώ θάλασσες! Ταξίδια (62), Ζ. 81. ”Ω τά κεράσια, τά κεράσια, τά κεράσια (31)... Ζ. σ. 385. σ. 352. 113. Σέ άρχοντικών καί σ’ έκκλησιών πώς όλο (63), 82. Βασιλικέ μέ τά πλατιά τά φύλλα (32)... Ζ. σ. 353. Ζ. σ. 386. 83. Δροσιά τοΰ Θεριστή καί τοϋ άλωνάρη (33)... Ζ. 114. ’Ασάλευτη δέν είναι καμμιά ζωή (64), Ζ. σ. 387. σ. 354. 115. Στρατολάτισσα μέ τούς στρατοκόπους (65), Ζ. 84. Τό δέντρο μέ τά μοσκοβολιστά (34), Ζ. σ. 355. σ. 389. 85. Κ’ ύστερα μοϋ είπε τό ίδιο θηλυκό (35), Ζ. σ. 356. 116. Μάγδα, σέ σημαδεύει διπλή βούλλα (66), Ζ. σ. 86. Καρδιά μου, άνθιζε μέσα σου ή Στοργή (36), Ζ. 390. σ. 357. 117. Τής μυγδαλιάς τ’ όλόανθο τό κλωνάρι (67), Ζ. 87. Τά πόδια φτερωτά στά μονοπάτια (37), Ζ. σ. 358. σ. 391. 88. ’Από τις λεύκες ώς τά πολυτρίχια (38), Ζ. σ. 359. 118. Χτυπώντας ή χαϊδεύοντας, δαμάζεις (68), Ζ. σ. 89. Πιό πολύ άπ’ δλα κάποιο δειλινό (39), Ζ. σ. 360. 392. 90. Μοϋ δίνει ή μιά τό ζουμερό σταφύλι (40), Ζ. σ. 119. Μυριέλλα, είν’ ή ψυχή σου άπό θυσία (69), Ζ. σ. 361. 393. 91. νΟχι, όχι! Ή Φαντασία πώς μέ πλανά (41), Ζ. σ. 120. Φίλε, Νιρβάνα, κ’ οί άπολλώνιες Μούσες (70), 362. Ζ. σ. 394. 92. Οιος πέπνυται! Δύο λόγια, καί είναι σά χρησμός 121. Γλυκοχαράζει, ξημερώνει, ώ! κοίτα (71), Ζ. σ. (42), Ζ. σ. 364. 395. 93. Πώς ό ήλιος έγιν’ έξαφνα τό άστέρι (43), Ζ. σ. 122. Ή Μαργαρίτα εσύ; Χά! ’Ονόματα ίδια (72), Ζ. 365. 94. Τής Πολιτείας τά στόματα ώς τ’ αστέρια (44), Ζ. σ. 396. 123. Θεέ μου! Μά τίποτε δέν έχω (73), Ζ. σ. 397. σ. 366. 124. Γιά στερνή φορά τάχα μέ περνάτε (74), Ζ. σ. 95. Τής ’Ιστορίας άκράταγο τό ρέμα (45), Ζ. σ. 367. 399. 96. Πολύθεος, κοίτα, ό κόσμος. Μά δεσπότης (46), 125. Στό άποκαλυπτικό γυρτός βιβλίο (75), Ζ. σ. Ζ. σ. 368. 97. Οί δυνάμεις καί οί γνώμες τών Καισάρων (47), 400. 126. ’Αρκαδικές κ’ ή Ελένη κ’ ή Καλλιόπη (76), Ζ. Ζ. σ. 369. σ. 401. 98. Λευίτες, λαός, τραγουδιστές, δασκάλοι (48), Ζ. 127. Βρέφη, κι’ άφότου ή μάννα μάς γεννάει (77), Ζ. σ. 370. σ. 402. 99. Πέρα ώς πέρα στή γή τής ’Ιωνίας (49), Ζ. σ. 371. 128. Νεχταροπότια. Καί άσημένιοι δίσκοι (78), Ζ. σ. 100. Δωδεκάνησα, Θράκη, ’Ιωνία, πιαστήτε (50), Ζ. σ. 372. 403. 129. Δέ μπορούν νά σέ ίδούν τά μάτια δίχως (79), Ζ. 101. Ή φούχτα τών άντρείων άπό τό χιόνι (51), Ζ. σ. σ. 405. 373. 102. ’Ανοιχτέ μας τις πόρτες, Πολιτείες (52), Ζ. σ. 130. Το θάμασμα, τό παίνεμα είναι λήθια (80), Ζ. σ. 374. 406. 131. "Οταν έρχεται νά γλυκακουμπήση (81), Ζ. σ. 103. Τίς πόρτες μας άνοίγουμ’ έμεϊς μόνο (53), Ζ. σ. 375. 407. 104. Στής Παναγιάς την Πόλη τό Κοράνι (54), Ζ. σ. 132. Μέ τά ρούχα του - μή ρωτάς γιατί - (82), Ζ. σ. 376. 408. * 105. Μελλοντιστής; - Μ’ όλα ειμ’ εγώ , μ’ όλα όσα 133. "Ακου. Μιά νύχτα εκεί πού σπαρταρούσα (83), (55) , Ζ. σ. 378. Ζ. σ. 409. * 106. Στά αιώνια μέσα, στ’ άχρονα, στ’ άκέραια 134. Καί σού είπα: — Καλώς ήρθες, λαχταρούσα (56) , Ζ. σ. 379. (84), Ζ. σ. 410. 107. Δόξα στό φώς σου, ιερή γή, χαρά τών αιώνων 135. Θείο ξανάσασμα! Φέρνεις μου στά χείλη (85), (57), Ζ. σ. 380. Ζ. σ. 411. 108. Ό ποιητής ό οίστρήλατος δέν είναι (58), Ζ. σ. 136. Πόσο κοντά στόν κόσμο, καί μακριά (86), Ζ. σ. 381. 412. 109. Σοφία καί Δύναμη καί ’Αγάπη καί ’Ομορφιά 137. Πώς νά σέ πώ, ήμερόφαντη οπτασία (87), Ζ. σ. (59) , Ζ. σ. 382. 413. 110. ΤΩ τής θρησκείας τού Μηδενός ιερέα, μιά μέρα 138. Μαυροφόρα διαβαίνει μυροφόρα (88), Ζ. σ. (60) , Ζ. σ. 383. 414.


-------------------------- αφιέρωμα 101 139. Στην άγκαλιά τους δλα τά γεννάνε (89), Ζ. σ. 415. 140. Τ’ αρχαίο βιβλίο τό ένα άπό τούς ’Ωκεανούς (90) , Ζ. σ. 417. 141. Στοϋ τρίπλευρου 'Ιερού την καθεμιά πλευρά (91) , Ζ. σ. 418. 142. Φέρτε μου πρώτα τόν Έφέσιο τό μεγάλο (92), Ζ. σ. 419. 143. Πόλεμος θάρχιζε. Στά ξάγναντα, μπροστά μου (93) , Ζ. σ. 420. 144. Ό Ντουλαμάς απάνω του άλικος, πορφύρα (94) , Ζ. σ. 421. 145. Τό Τραγούδι στό δρόμο του γυρεύει (95), Ζ. σ. • 423. 146. Τό τραγούδι μου άπάνω άπ’ δλα θέλει (96), Ζ. σ. 424. 147. Κάτου εδώ μέ σκλαβώνουν καί τά μάγια (97), Ζ. σ. 425. 148. Στόν Ποιητή ξαφνικά μιλά ό Προφήτης (98), Ζ. σ. 426. 149. Μήτε ή θάλασσα, μήτε τό βουνό (99), Ζ. σ. 427. 150. Τής άγάπης τήν αγίαν έγνοια ώ! πόσο (100), Ζ. σ. 429. 151. Κ’ έπρεπε ν’ άρρωστήσεις καί νά γείρης (101), Ζ. σ. 430. 152. Καί πάμε. Εμάς προσμένει τό σπιτάκι (102), Ζ. σ. 431.

VIII. Δ ε ιλ ο ί κ α ι

Σ κ λ η ρ ο ί Σ τ ίχ ο ι

(1928)

Λ υγμοί καί Θυμοί. 153. Επίλογος στά «Δεκατετράστιχα», Θ. σ. 159. 154. Καλυψώ Κ. Κατσίμπαλη A (1919), Θ. σ. 146. 155. Καλυψώ Κ. Κατσίμπαλη Β (1920), Θ. σ. 147. 156. Καλυψώ Κ. Κατσίμπαλη Γ (1920), Θ. σ. 147. 157. Μιά Θύμηση, Θ. σ. 158. Γράμματα καί ’Αφιερώματα 158. Στό βιβλίο τού Κ. Χρηστομάνου «Γιά τήν Αυτοκρατόρισσα ’Ελισάβετ», Θ. σ. 208. 159. Emerson, Poe, Whitman, Θ. σ. 217. Περάσματα καί Χαιρετισμοί. 160. Ή μουσική, Θ. σ. 319. 161. Βηθεσδά, Θ. σ. 347. 162. Οί ψάλτες, Θ. σ. 420. 163. Στό Γαβριήλ Ντανούτσιο δταν πέρασε άπό τήν ’Αθήνα, Θ. σ. 428. IX.

Β ρ α δ ιν ή Φ ω τιά

164. Ευαγγελία (1916), ΙΑ. σ. 85. 165. Ή έβδομάδα (1937), ΙΑ. σ. 103. 166. Ήδονισμός, ΙΑ. σ. 109.

Ο Κ.Π. τότε Γενικός Γραμματέας του Πανεπιστημίου Αθηνών στο Γραφείο του Πρύτανη I. Μεσολωρά (1912)


102 αφιέρωμα-------------------------ΕΠΙΜΕΤΡΟ: ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ

X.

Ξ α ν α τ ο ν ισ μ έν η Μ ο υ σ ικ ή

(1930)

167. Ave, Dea (V. Hugo), ΙΑ. σ. 219. 168. Αυτό τό βράδι (Ch. Baudelaire), ΙΑ. σ. 252. 169. Οί ξεσκέπαστες (L. de Lisle), ΙΑ. σ. 259. 170. “Ενας άνθρωπάκος (S. Prudhomme), ΙΑ. σ. 260. 171. Ή τέχνη λυτρωμός (S. Prudhomme), ΙΑ. σ. 278. 172. Ή ζωή άπό μακρ\ά (S. Prudhomme), ΙΑ. σ. 279. 173. Ό δολοφονημένος έρωτας (S. Prudhomme), ΙΑ. σ. 280. 174. Στους ποιητές πού θάρθουν (S. Prudhomme), ΙΑ. σ. 281. 175. Ή φιλοσοφία (S. Prudhomme), ΙΑ. σ. 282.

176. “Ερωτες τής γης (S. Prudhomme), ΙΑ. σ. 283. 177. Οί άπιστοι (S. Prudhomme), ΙΑ. σ. 284. 178. Τό πάλεμα (S. Prudhomme), ΙΑ. σ. 285. 179. Ό ξένος (S. Prudhomme), ΙΑ. σ. 286. 180. Τά φτερά (S. Prudhomme), ΙΑ. σ. 287. 181. Φθινοπωρινή λύπη (S. Prudhomme), ΙΑ. σ. 288. 182. Ποΰ πάνε (S. Prudhomme), ΙΑ. σ. 289. 183. Στόν πόθο (S. Prudhomme), ΙΑ. σ. 290. 184. Τό παιδί πού πεθαίνει (S. Prudhomme), ΙΑ. σ. 201.

185. Ή τρελή (S. Prudhomme), ΙΑ. σ. 292. 186. Ή χαρά (S. Prudhomme), ΙΑ. σ. 293. 187. Τά φτερά (Ch. van Lerberghe), ΙΑ. σ. 293. 188. Ή χώρα πού γεννήθηκα (A. Graf), ΙΑ. σ. 367. 189. "Οταν εΐμουνα βασιλιάς (Ρ. Baudry), ΙΑ. σ. 408. 190. Σπινόζας (S. Prudhomme), ΙΓ. σ. 153.

Σημειώσεις 1. Βλ. Κ. Ε. Μωραΐτη, Μεγάλη Ανθολογία Ελληνικού Σονέ­ του, Αθήνα 1987. 2. Βλ. Κ. Παλαμά, Άπαντα, τ. Γ, Αθήνα χ. χρ., σ. 25. 3. Κ. Παλαμά, Άπαντα, τ. Ζ, Αθήνα χ. χρ. σ. 303. 4. Βλ. Κ. Π. Καβάφη, Ερωτικά Ποιήματα, Πρόλογος, Ε. Αρανίτση, Αθήνα 1984. 5. Βλ. Κ. Μητσάκη, Το Σονέτο στην Ελληνική Ποίηση, Αθή­ να 1962, σ. 62. 6. Κ. Παλαμά, Άπαντα, τ. Ζ, σ. 316. 7. Κ. Παλαμά, Άπαντα, τ. Ζ, σ. 303 κ.ε. 8. J. Fuller, The Sonnet, Λονδίνο 1972, σ. 2 9. Κ. Παλαμά, Άπαντα, τ. Ζ, σ. 309. 10. Κ. Παλαμά, Άπαντα, τ. Ζ, σ. 312. 11. Κ. Παλαμά, Απαντα, τ. Ζ, σ. 322. 12. Α. Δικταίου, Ποιήματα 1935-1953, Αθήνα 1953, σ. 183. 13. Κ. Μητσάκη, «Η Θεματολογία του Ελληνικού Σονέτου», Ανακύκληση, αρ. τ. 14 (Μάρτ.- Απρ. 1988) 17- 9). To κρεβάτι του Κ.Π.

14. Κ. Μητσάκη, Το Σονέτο στην Ελληνική Ποίηση, σ. 73. 15. Κ. Μητσάκη, Το Σονέτο στην Ελληνική Ποίηση, σ. 74. 16. Ν. Π. Ανδριώτη, «Η γλώσσα του Παλαμά», Νέα Εστία, Χριστούγεννα 1943, σ. 229 κ.ε. 17. Για τις σύνθετες λέξεις στον Παλαμά βλ. Ανδριώτη, «Η γλώσσα του Παλαμά», σ. 245. 18. Τα σονέτα υπ’ αρ. 66-75 των «Δεκατετράστιχων» αποτελούν μιαν «αλυσίδα» (πβλ. και την «Αλυσσον δεκατετράστιχων» του Α. Μανούσου), βλ. Κ. Μητσάκη, Το Σονέτο στην Ελλη­ νική Ποίηση, σ. 62. Αυτό το στοιχείο τεχνικής, όταν δηλα­ δή ο τελευταίος στίχος του προηγουμένου σονέτου επανα­ λαμβάνεται ως πρώτος του επομένου, συνήθως αποκαλείται corona ή crown, δηλαδή στέμμα, βλ. J. Fuller, ό.π., σ. 41: «In a corona proper, the sonnets are linked through repetition of whole lines. In the simplest form, the last line of one sonnet becomes the first line of the next, until in the final sonnet we return in the last line to the first line of the whole sequence».


αφιέρωμα 103

Κώστας Στεργιόπουλος

0 Μαμάς χτες και σήμερα ι επέτειοι είναι πάντα μια ευκαιρία όχι μόνο για να ξαναθυμόμαστε τους συγγραφείς και τους ποι­ ητές μας, μα και για να επανεξετάζουμε το έργο τους μέσα απ’ την προο­ πτική του χρόνου με πιο ψύ­ χραιμο και πιο καθαρό μάτι. Την ευκαιρία για μια τέτοια επανεκτίμηση μας δίνουν φέτο τα πενήντα χρόνια από το θάνα­ το του Κωστή Παλαμά*, μιας από τις μεγαλύτερες αναμφι­ σβήτητα φυσιογνωμίες της λο­ γοτεχνίας μας. Κι είναι ακριβώς αυτό το μέγεθος, που μας επι- ______________ βάλλει να τον ξαναδούμε από την οπτική γωνία του παρόντος σε σύγκριση με το τι ήταν στον και­ ρό του, χωρίς μυθοποίηση και θαυμαστικές υπερ­ βολές. Δεν προσθέτουμε, άλλωστε, τίποτα σ’ έναν ποι­ ητή ή σ’ έναν συγγραφέα με το ν’ αποσιωπούμε όποια τυχόν απ’ τα ιδιαίτερό του γνωρίσματα θα μπορούσαν να θεωρηθούν αρνητικά για την υστε­ ροφημία του. Θα έλεγα μάλιστα, πως όχι μονάχα δεν του προσθέτουμε τίποτα, αλλά και του αφαιρούμε, καθώς, αποσιωπώντας τα αρνητικά του στοιχεία, αλλοιώνουμε τα χαρακτηριστικά της φυσιογνωμίας του και τον στερούμε απ’ τη μοναδικότητά του. Δίχως τα χαρακτηριστικά τούτα, δε θα ήτανε πια αυτός. Θα έμοιαζε με κάποιες ρετουσαρισμένες φωτογραφίες ή με κάποια εξιδανικευμένα πορτραίτα, που τρομάζει κανείς ν’ ανα­ γνωρίσει το πρόσωπο. Όταν, προπάντων, ο συγγραφέας ή ο ποιητής έχει ήδη καταξιωθεί απ’ * Το κομμάτι αυτό είχε δοθεί για δημοσίευση στο «Διαβάζω» το

το χρονο κι επιχειρούμε μια επα­ νεκτίμησή του μέσα απ’ το πρί­ σμα μιας άλλης ιστορικής στιγ­ μής, τότε η μέγιστη τιμή που μπορούμε να του κάνουμε είναι ν ’ αποδώσουμε τη φυσιογνωμία του όπως τη βλέπουμε σήμερα και με όλα τα ιδιαίτερα γνωρίσματά της. Προκειμένου για τον πολύ­ πλευρο και πολυκύμαντο Παλα­ μά, εντούτοις, μια τέτοια αντιμε­ τώπιση θα κινδύνευε να φανεί άδικη, αν λάβουμε υπ’ όψη πώς πρόκειται για πνευματική προ­ σωπικότητα στενότερα δεμένη από άλλες με την εποχή της. Θα τον αδικούσαμε, στ’ αλήθεια, κυρίως ως ποιητή, αν επιμέναμε να τον δούμε έξω απ’ το πνευματικό κλίμα του καιρού του και να τον κρίνουμε με από­ λυτα αισθητικά κριτήρια, συγκρίνοντάς τον με τον παλαιότερό του Σολωμό ή με το νεότερο του Καβάφη. Όμως, μέσα στη σφαίρα των γραμμά­ των η μοίρα ορίζει για τον καθένα διαφορετικό ρόλο - και τούτο αποτελεί εξ ίσου ένα μέρος της μοναδικότητας και της αξίας του. Η αξιολόγηση ενός ποιητή κι ενός συγγραφέα δεν εξαρτάται μό­ νο απ’ τη διάρκεια, αλλά κι από τη σημασία και το είδος της προσφοράς του κι απ’ την έκταση που καλύπτει στην ώρα του. Έτσι, οι συγκρίσεις κα­ ταλήγουν κάποτε αταίριαστες, άμα πρόκειται για τόσο ανόμοιες περιπτώσεις κι άμα περιορίζονται μονάχα στα κριτήρια τα διαχρονικά, αφού κι η ώρα του καθενός - κι ανάμεσα σε σύγχρονους κα­ μιά φορά - διαφέρει, και το περιβάλλον κι ο τόπος ασκούν ανάλογα την επίδρασή τους, επιφέροντας πρόσθετες διαφοροποιήσεις, κι είναι κι αυτά κά­ ποιες προϋποθέσεις, για να προβούμε σ’ οποιαδή-


104 αφιέρωμα---------------------------------ποτέ σύγκριση κι αξιολόγηση. Η προσφορά του Παλαμά απλώνεται σε πολ­ λούς τομείς και σε πολλές κατευθύνσεις, μα ο κε­ ντρικός κορμός του έργου του παραμένει εθνικός. Ποιητής «πατριδολάτρης και ηρωολάτρης», κα­ θώς συνήθιζε ν’ αυτοχαρακτηρίζεται, πολύς και ποικίλος, με ανεξάντλητα πνευματικά ενδιαφέρο­ ντα, ήμερος και ορμητικός, διανοητικός κι αισθη­ ματικός, διονυσιακός και απολλώνιος, επικός και λυρικός, ακόμα και σατφικός, ήταν προπάντων, σύμφωνα και πάλι με άλλο γνωστό αυτοχαρακτηρισμό του, «ο ποιητής του καιρού του και του γέ­ νους του», που εμφανίστηκε σε μια ορισμένη στιγμή της ιστορίας μας και της λογοτεχνίας μας και διαδραμάτισε ρόλο σημαντικό με την ποίηση, με την κριτική και τη συμβολή του στον αγώνα για την επικράτηση του δημοτικισμού και, κατά δεύτερο λόγο, με την αφηγηματική του πεζογρα­ φία και τα μόνο θεατρικό του έργο, την «Τρισεύγενη», με τις μεταφράσεις των ξένων ποιητών και, τελικά, με την όλη του παρουσία. Αν για άλλους χρειάζεται να ξέρουμε λεπτομερέστερα τη ζωή τους και σε γενικές γραμμές την ιστορική τους στιγμή, για να εισδύσουμε στο έργο του ποιητή της «Ασάλευτης ζωής», πρέπει να γνωρίζουμε και τη ζωή του έθνους, τα διάφορα περιστατικά της ιστορίας και της πολιτικής ζωής του τόπου κι ολό­ κληρη την πνευματική μας παρακαταθήκη. Κι ο ίδιος είχε απόλυτη αυτοπεποίθηση κι αυτο­ συνείδηση σχετικά με τη μεγαλοσύνη του και με το ρόλο του ως εθνικού ποιητή, και δε δίσταζε να τα προβάλλει όλα αυτά κάθε τόσο και να τα δια­ σαλπίζει. Οι επιφυλακτικές κι αρνητικές κρίσεις δεν τον αναχαίτιζαν και δεν τον προβλημάτιζαν. Αντίθετα, τον εξόργιζαν, προκαλώντας του έντο­ νες αντιδράσεις. Χαρακτηριστικό είναι το παρα­ κάτω ποίημα, γραμμένο γύρω στα 1910, όπως και όσα άλλα ανήκουν στην πρώτη σειρά των « Π ε­ ν τ α σ ύ λ λ α β ω ν » , πιθανότατα ύστερα απ’ την αρνη­ τική κριτική του Κ. Χατζόπουλου. Γιατί αυτός, βέ­ βαια, πρέπει να ήταν «ο ποιητής που έγινε κριτι­ κός του»: Στον ποιητή που έγινε κριτικός μου1 "Ο ,τι κ ι ά ν κάμ ης, δ π ο υ ν ά δ ράμη ς, ά π ’ ο π ο ίο γέ ν ο ς , δ ικ ό ς μ ο υ η ξένο ς, τ ο ϋ κ ά κ ο υ ! ’Ε μ π ρ ό ς σο υ π ά ν τ α θ ά μ ’ έχης, π ίσ ω μ ο υ τρέχειςτό τ ρ έ ξ ιμ ό σ ο υ

ν ά μ η ν τ ό δ ιά ζ η ς κ α ί λ α χ α ν ιά ζ ε ις . Ν ά μ έ θ υμ ά σα ι, τ έ τ ο ιο ς ό νό μ ο ς: 'Ο π ε ζ ο δ ρ ό μ ο ς μ ια ς έ γ ν ο ια ς θ α σα ι, κ ’ ε γ ώ μ ια ς χ ά ρ η ς ό καδαλλάρη ς.

Παλαμάς αποτελεί ένα «φαινόμενο» στα γράμματά μας, όσες επιφυλάξεις κι αν προκάλεσε κι εξακολουθεί να προκαλεί, «φαι­ νόμενο» που κανένας δεν μπορεί να του αρνηθεί τη σημασία. Παρ’ όλη την αμετρο­ έπεια και το στόμφο του, παρ’ όλο τον επικαιρικό του χαρακτήρα και τη λογοκρατούμενη και γεμάτη πλατειασμούς ποίησή του, γνωρίσματα μοιραία της μεγαλοσύνης του, δεν παύει να ’ναι για τον καιρό του ποιητής μεγάλης πορείας και επιφάνειας. Ξεκίνησε με άμετρο θαυμασμό για τους Παράσχους, τους Σούτσους και τους άλλους ρομαντικούς της καθαρεύουσας, για να στραφεί στην ποίησή του, απ’ τα πρώτα κιόλας βήματα, προς τη δημοτική και τα διδάγμα­ τα του Νικόλαου Πολίτη, να δεχτεί λίγο πιο ύστε­ ρα το κήρυγμα του Ψυχάρη και ν’ αναπτυχθεί με πλήθος παραπόταμους σε προσωπικότητα πρώ­ του μεγέθους, συνδυάζοντας τη λόγια φαναριωτική με τη δημοτική παράδοση κι αντλώντας απ’ τους Αρχαίους και το Βυζάντιο, απ’ το δημοτικό τραγούδι και τον Βαλαωρίτη και, ταυτόχρονα, απ’ την ξένη λογοτεχνία και διανόηση, ιδίως από τη γαλλική ποίηση, απ’ τον παρνασσισμό και τον ρομαντισμό ως τον συμβολισμό της πρώτης πε­ ριόδου. Και κατάφερε να τ’ αφομοιώσει όλα αυτά και να δημιουργήσει πολύτομο έργο, με χαρακτή­ ρα έντονα προσωπικό κι εθνικό, απ’ όπου περνάει με αρράγιστη συνοχή και συνέχεια ολόκληρος ο ελληνισμός, ο αρχαίος, ο βυζαντινός και ο νεότε­ ρος, ενώ απ’ την άλλη μεριά ακούγονται να σα­ λεύουν τα ρεύματα και τα μηνύματα της Ευρώπης. Η ποίηση του Παλαμά είναι ένας ποταμός, που άλλοτε κατεβαίνει ορμητικός και τα νερά του γί­ νονται θολά, κι άλλοτε κυλάει ήμερος και κουρα­ σμένος, αφήνοντας συχνά, μαζί με το βάθος του, να φανεί κι όλο το ακαταστάλακτο κι αμετουσίωτο υλικό που κατεβάζει, ώστε θα ταίριαζε και στην περίπτωσή του ο χαρακτηρισμός του Χιμένεθ για τον Νερούντα: «Un grand mauvais poete»! Συνηθέστερα, η ποίησή του βρίσκεται άμεσα εξαρτη­ μένη από τη λογιοσύνη του, πράμα που γίνεται

Ο


--------------------------------- αφιέρωμα 105 φανερό τόσο απ’ το πλήθος των εκλογικευμένων εννοιών και των λόγιων αναφορών όσο κι απ’ τη βαθύτερη σύσταση της. Ακόμα και το περίφημο παλαμικό πάθος, κυριαρχικό γνώρισμα του ποιη­ τικού του έργου, εκφράζεται κι εκείνο αθροιστικά και κατά τρόπο λογοκρατικό, με αποτέλεσμα να πολλαπλασιάζεται επ’ άπειρον με το λόγο, χωρίς ποτέ να ξοδεύεται και χωρίς να μετουσιώνεται και να πυκνώνει παρά σε λιγοστές πε­ ριπτώσεις -λιγοστές, βέβαια, σε σύγκριση με την πληθώρα της ποιητικής του παραγωγής. Μέσα σ’ όλη αυτή τη στιχοπλημμύρα και την παρατακτική απαρίθμηση εννοιών και πραγμάτων, αισθημά­ των κι εντυπώσεων, επόμενο είναι να συμπαρασύρονται και να χάνο­ νται κι όσα άριστα ποιήματα δια­ σώζονται, αναντίρρητα, και σήμε­ ρα, έτσι που μόνο μια προσεκτική επιλογή θα μπορούσε ν’ αναδείξει τις ακέραιες μονάδες και τα πιο αντιπροσωπευτικά αποσπάσματα, αλλά καμωμένη από έναν σημερι­ νό κριτικό κι ανθολόγο, κι όχι όπως έγινε, όσο ζούσε ο ίδιος, από το γιο του Λέανδρο ή, αργότερα, από τους αναθρεμμένους στο πα­ λαμικό κλίμα Γ. Κ. Κατσίμπαλη και Αντρέα Καραντώνη2. Αντίθετα, η κριτική και, γενικό­ τερα, η πνευματική φυσιογνωμία του αντιπροσωπεύει τη σπουδαιό­ τερη και την πιο ανθεκτική πλευρά του, ό,τι εξακολουθεί να του εξασφαλίζει το μέγεθος και να διατηρεί ζω­ ντανό το θρύλο του. Γι’ αυτό και ως κριτικός πα­ ραμένει πολύ πιο αυθεντικός και πιο βιώσιμος. «Ά ν ή ποιητική άτμόσφαιρα τοΰ Παλαμά», παρα­ τηρεί κι ο Τέλλος Άγρας μερικούς μήνες μετά το θά­ νατο του ποιητή, «είναι συχνά πνιγηρή άπό τους δριμεΐς ατμούς στοιχείων πού δεν έχουν συγχωνευθή, δμως μέσα στήν άτμόσφαιρα τοΰ κριτικού του λόγου αισθάνεσαι άμέσως κάτι εντελώς άλλο. Διαβάζοντας τόν Παλαμά ποιητή, είναι ζήτημα άν έπιθυμώ νά γίνω κ’ έγώ ποιητής· διαβάζοντας δμως τόν Παλαμά κριτικό, ζηλεύω τήν ευδαιμονία του καί θά τήν ήθελα άμέσως καί δική μου. [...] Χαρά κι’ άγαλλίαση, ομορφιά καί διαύγεια είναι ή κριτι­ κή του τέχνη. Δεν χαίρεσαι μόνον τό άποτέλεσμά της, τό σκοπό πού έφθασε, τό συμπέρασμα πού κα­ τάκτησε: ζηλεύεις καί τά μέσα της καί τά όργανά της καί τά συστατικά της καί τη μέθοδό της»3.

Ο Παλαμάς υπήρξε η πρώτη τόσο συγκροτημέ­ νη κριτική προσωπικότητα στο χώρο των νεοελ­ ληνικών γραμμάτων. Είναι εκείνος που έβαλε τις βάσεις της γραμματολογίας μας, ανασκάπτοντας κριτικά το παρελθόν και παρακολουθώντας άγρυπνα το παρόν, προεξοφλώντας κάποτε και το μέλλον, ο πρώτος χρονολογικά σημαντικός συγκριτολόγος στον τόπο μας κι ο πρώτος απ’

όσους μίλησαν στην Ελλάδα για «καθαρή ποίη­ ση» ταυτόχρονα με τις σχετικές θεωρητικές συζη­ τήσεις στη Γαλλία, έτοιμος πάντα να ενημερωθεί για το κάθε τι και να προβάλει τις ζωντανές αξίες του καιρού του. Στο βιβλίο του « Τ α π ρώ τα κ ρ ιτι­ κ ά», όπου συγκέντρωσε τα από το 1880 περίπου ως το 1900 κυριότερα κριτικά του κείμενα, μπο­ ρούμε να σταθμίσουμε τη διορατικότητα και την κριτική ιδιοφυία του σε χρόνο «ανύποπτο», όταν ανακάλυπτε και καθιέρωνε πρώτες αξίες της λο­ γοτεχνίας μας.4 Έβγαλε κυριολεκτικά απ’ την αφάνεια τον Κάλβο5, επισήμανε σωστά τον Παπαδιαμάντη6, τον Καρκαβίτσα7 και τον διηγηματογράφο Βιζυηνό8, έφερε στο προσκήνιο τον Σο­ λωμό9 και τον Βαλαωρίτη10,ενώ παράλληλα άνοι­ γε τους κλειστούς νεοελληνικούς ορίζοντες, μεταφέροντας τα φώτα της Ευρώπης και γνωρίζοντας στο ελληνικό κοινό τις ξένες φυσιογνωμίες της


106 αφιέρωμα--------------------------------λογοτεχνίας και του πνεύματος, από τις πιο μεγά­ λες ως τις πιο μικρές, κι απ’ τις πιο παλιές ως τις πιο σύγχρονες. Οι αγώνες του, τέλος, για το γλωσ­ σικό ζήτημα και η ανεξαρτησία του απέναντι στην ισοπεδωτική ορμή του Ψυχάρη επιβεβαιώ­ νουν άλλη μια φορά την ωριμότητα του κριτικού στοχασμού του και το αίσθημα της ευθύνης που τον καθοδηγούσε. Ίσως η γλώσσα της κριτικής του -και πάλι όμως σε μικρότερο βαθμό απ’ τη γλώσσα της ποί­ ησής του- να μην αντέχει και τόσο σήμερα ως στάση και αντίληψη κριτικής γραφής, καθώς η δημοτική του, δημοτική της περιόδου των γλωσ­ σικών αγώνων, κι ο τόνος της υπερβολής στους ενθουσιασμούς και στα πάθη του ακούγονται ν’ απηχούν καθαρά μια ευαισθησία άλλου καιρού. Αλλά η οξυδέρκειά του έχει προτρέξει, αφαιρώντας σε πολλά το λόγο απ’ τους μεταγενέστερους. Η μεγάλη του εποπτεία, εξ άλλου, η συνδυαστική και συνθετική του ικανότητα και η ευρυμάθειά του στάθηκαν εφόδια όχι μικρά πλάι στ’ άλλα, για να διατηρήσει την προτεραιότητα σ’ ορισμένα θέ­ ματα και ν’ αφήσει ολοκληρωμένες κριτικές εργα­ σίες. Μα κι όπου περιορίστηκε ν’ αγγίξει μόνο το θέμα του, συχνότατα έχει διατυπώσει καίριους χα­ ρακτηρισμούς και παρατηρήσεις. Κι αν αστόχησε κάπου, κινημένος από προσωπικό πάθος ή από μια έμφυτη τάση υπερβολής στον έπαινο, πάντως, αστόχησε σε πολύ λιγότερες περιπτώσεις από άλ­ λους. Έργο «περιθωρίου», θα έλεγα, σε σύγκριση με το έργο του το ποιητικό και το κριτικό, αποτελεί η προσφορά του στον τομέα της αφηγηματικής πε­ ζογραφίας, καθώς περιορίζεται, κυρίως, στα δυο βιβλία που τύπωσε ο ίδιος: στο μεγαλύτερο δηλα­ δή σε έκταση διήγημά του « Θ ά ν α τ ο ς π α λ ικ α ρ ιο ύ » (1901), πρωτοδημοσιευμένο το 1891 στην «Εστία», και στα «Διηγήματα» (1920), όπου έχει περιμαζέψει δεκαπέντε κομμάτια, ξαναγράφοντας στη δημοτική όσα δημοσιεύτηκαν αρχικά στην καθαρεύουσα και παραλείποντας μερικά απ’ τα παλαιότερα. Αν τώρα στα παραπάνω προσθέ­ σουμε και κάποια αφηγήματά του καθαρότερα αυτοβιογραφικά, συγκεντρωμένα απ’ το γιο του Λέανδρο στον Β' τόμο τού « Τ α χ ρ ό ν ια μ ο υ κ αι τα χ α ρ τ ιά μ ο υ » (1940), επειδή εκείνος τότε ήταν άρ­ ρωστος και σε προχωρημένη ηλικία, θα έχουμε εξαντλήσει τη συμβολή του στην περιοχή του αφηγηματικού πεζού λόγου. Το πιο αξιόλογο απ’ όλα, βέβαια, όσο κι αν μας φαίνεται σήμερα ρυτιδωμένο απ’ τα χρόνια, μένει πάντα, κατά κοινή ομολογία, το « Θ ά ν α τ ο ς π α λ ι­ κ α ρ ιού». Εκεί, ο Παλαμάς ξεπέρασε τα μέτρα του

στο είδος, διευρύνοντας τους συνήθως στενούς ορίζοντες της αφηγηματικής πεζογραφίας του και δημιουργώντας στο πρόσωπο του ήρωά του έναν αντιπροσωπευτικό ελληνικό τύπο ή, πιο σωστά, μια χαρακτηριστική περίπτωση, που δένεται με τις ρίζες του ελληνισμού και τη δημοτική παράδο­ ση και βγαίνει μέσα απ’ το ελληνικό περιβάλλον του καιρού του. Ό,τι συνθέτει τον εσωτερικό χώ­ ρο του διηγήματος δεν είναι οι χαρακτήρες και η ψυχογράφησή τους, αλλά η όλη πνοή που δένει τα πρόσωπα, το μύθο και το περιβάλλον σε ενιαίο σύνολο. Καλά-καλά, μόλις ψυχογραφείται κι ο κε­ ντρικός ήρωας, ενώ οι άλλοι απομένουν σχηματι­ κοί και εξωτερικά κοιταγμένοι. Απ’ αυτή την άπο­ ψη, σε γενικές γραμμές, έχουμε μια σκέτη ηθογρα­ φία. Όμως, η φτερωμένη αφήγηση, η κρουστή γλώσσα, η σφιχτοδεμένη φράση, ο ποιητικός χρωματισμός του θέματος δίνουν πρόσθετη σημα­ σία σε τούτο το διήγημα, φορτίζουν την ατμό­ σφαιρα με δραματικό τόνο, για να προβάλει μέσα απ’ το ηθογραφικό πλαίσιο και τον λαογραφικό διάκοσμο η αντρειοσύνη κι η λεβεντιά στην άνιση μάχη της με την ανθρώπινη μοίρα.

πολύπλευρη αυτή παρουσία του Παλαμά και η επίδρασή του φτάνουν σχεδόν ως τις μέρες μας. Μετασχηματισμένες παλαμικές επιδράσεις συνεχίζονται σποραδικά και με­ τά το θάνατό του. Ειδικά, στην ποίηση και στην κριτική μερικών ωριμότερων τότε κριτικών και ποιητών του μεσοπόλεμου, που έκαναν τα πρώτα τους βήματα λίγο πιο πριν ή και μαζί με τις τελευταίες αναλαμπές του παλαμικού έργου, η επίδραση στο ύφος και στη γλώσσα, κι όταν ακόμα έχει μετασχηματιστεί, είναι πιο ευδιάκριτη. Και στην ποίηση όμως ελάχιστων εκ­ προσώπων της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς συναντάμε, εδώ κι εκεί, εκσυγχρονισμένες απηχή­ σεις του παλαμικού λόγου, πότε σε μια χειρονο­ μία, πότε σε μια κάποια εντονότερη εκλογίκευση του νεότροπου στίχου, που συνοδεύεται συνήθως από τάσεις βερμπαλισμού και ρητορείας. Οπωσδήποτε, όσο προχωρούμε στη μεταπολε­ μική περίοδο, οι απηχήσεις αυτές γίνονται ολοένα πιο σπάνιες και δύσκολα προδίνουν την προέ­ λευσή τους. Είναι περισσότερο επιβιώματα και ιδιοσυγκρασιακές συγγένειες παρά ζωντανές επι­ δράσεις, μια κι η σημερινή ποίηση βρίσκεται στους αντίποδες της παλαμικής, κι οι νεότεροι -και ιδίως οι πολύ νέοι- ή αγνοούν το έργο του ποιητή στο σύνολό του ή δεν τον συμπαθούν.

Η


αφιέρωμα 107 Ενδεικτικό απ’ αυτή την άποψη είναι το ποίημα του Λεφτέρη Πούλιου « Α μ έ ρ ικ α ν μ π α ρ σ τ η ν Α θ ή ν α » , γραμμένο στο διάστημα της χουντικής δικτατορίας, όπου ο νεότερος ποιητής, με πρό­ τυπο τα ποιήματα του Pound και του Ginsberg για τον Whitman,11 εκφράζει την αντίθεσή του όχι μόνο απέναντι στο μεγάλο πρόγονο και τον κο­ ρυφαίο εκπρόσωπο μιας άλλης εποχής, με χρεο­ κοπημένα τώρα πια όλα τα ιδανικά της, μα κι απέ­ ναντι στην ίδια την ποίησή του, αποκαλώντας τον «άμυαλο γεροξεφαντωτή», «φωνακλά», «φρικτό γερασμένο σκυλί». Σταχυολογώ εδώ τα κυριότερα σημεία: [·■·] , Ν οιώ θ ω τίς σ κ έψ εις σο υ Κ ω σ τή Π α λα μ ά · ά μ υα λε γε ρ ο ξεφ α ντω τή , κ αθ ώ ς έμ π α ιν ε ς μ έσ α ατό μ π ά ρ γλ υ κ ο κ ο ιτ ά ξ ο ν τ α ς τίς π ο υ τ ά ν ε ς κ α ί π ίν ο ν τ α ς ένα δ ιπ λ ό ουίσ κι. [...] Ο ί χ α φ ιέ δ ε ς μ ά ς κ ο ιτ ά ζ ο υ ν κ α χ ύ π ο π τ α κ α ί τά φ ώ τα σ β ύ ν ο υ ν ε σ έ μ ιά ώρα. Π ο ιο ς θά μ ά ς κ ο υ β α λ ή σ ει ατό σπίτι; Κ ω στή Π α λα μ ά, έρη μ ε φ ω νακ λά , άσω τη κ λ ή ρ α μου. [··■] Ν οιώ θ ω σ κ ο λ ια ρ ό π α ιδ ο π ο ύ τ ο ύ λ α χ ε σ τρ α β ό ξυ λο δά σκ α λος. Κ α ιρ ό λ ο γ ά ρ ια ζ α μ α ζ ί σ ο υ π ώ ς θά τά πάω . Φ ρικ τό γε ρ α σ μ έ ν ο σ κ υ λ ί π ά μ ε ν ά ξ ερ ά σ ο υ μ ε τ ’ α π ο ψ ιν ό μ α ς μ εθ ύ σ ι σ ’ ό λ ε ς τ ίς π ό ρ τ ες τώ ν κ λεισ τώ ν βιβ λιο π ω λείω ν. Π ά μ ε ν ά κ α τ ο υ ρ ή σ ο υ μ ε ό λ α τ ’ α γά λ μ α τ α τ ή ς ’Α θ ή ν α ς · π ρ ο σ κ υ ν ώ ν τ α ς μ ο ν ά χ α τοϋ Ρ ή γα . Κ α ί ν ά χω ρίσ ουμ ε ό κ α θ έ ν α ς σ τό δρό μ ο του σά π α π π ο ύ ς κ ι ε γ γ ο ν ό ς π ο ύ β ρισ τή κ α νε, φ υ λ ά ξ ο υ κ α λ ά ά π ’ τή ν τ ρέλλα μ ο υ γ έ ρ ο · δ π οτε μ ο ϋ τή δ ώ σει θά σ έ σκοτώσω. («Αμέρικαν μπαρ στη ν Α θή να » )12.

Η γλώσσα είναι απαράδεκτα υβριστική, όσο κι αν τοότο οφείλεται ως ένα βαθμό στην αγανάκτη­ ση και στην οργή την ώρα εκείνη της δικτατορίας ή και στο σαρωτικό πνεύμα της αμφισβήτησης των πάντων, που χαρακτήριζε στο ξεκίνημά της τη νεότερη αυτή γενιά. Από μιαν άλλη άποψη όμως, το ποίημα του Πούλιου μας δίνει κι ένα «καθ’ υπερβολήν» χειροπιαστό δείγμα του πόσο μακριά βρίσκονται οι νεότεροι σήμερα από το πνεύμα και το γράμμα της παλαμικής ποίησης. Ας μην ξεχνάμε, εξ άλλου, τηρώντας βέβαια τις ανα­ λογίες ανάμεσα στην εποχή της δικτατορίας της χούντας και στην εποχή της στρατοκρατίας και


108 αφιέρωμα--------------------------------της δικτατορίας του Παγκάλου, π ώ ς μιλούσε κι ο Καρυωτάκης για τον Κάλβο στη γνωστή απομί­ μησή του των ιδιόρρυθμων εκφραστικών τρόπων του ποιητή των «Ωδών», ύστερα απ’ τη διάψευση της μικρασιατικής καταστροφής, ενός γεγονότος που εσήμανε τον τελειωτικό ενταφιασμό της Με­ γάλης Ιδέας και, ταυτόχρονα, το τέλος -ή, τουλά­ χιστον, την αρχή του τέλους- της ακμής του Παλαμά: ’Α λ λ ά τό θειον εναυσμα ή φωνή σου δέν είναι τώρα πλέον. Μ άς έρχεται μακρινός κ α ί παράταιρος ήχος τυμπάνου. 'Ο λόκληρος αιών, χείμαρρος, τ η ν 'Ε λλάδα, ταραγμένος, έσάρωσεν από τά ιδανικά σου, την οικουμένην.

Υποσημειώσεις 1. Κωστή Παλαμά: «Οι πεντασύλλαβοι - Τα παθητικά κρυφομιλήματα - Οι λύκοι - Δυο λουλούδια από τα ξένα». Εκδ. I. Δ. Κολλάρος, Αθήνα 1925, σ. 14. 2. Κοίτα και «Εκλογή από το ποιητικό έργο του Κωστή Παλα­ μά», 1886-1936 [Επιμέλεια και ανθολόγηση: Λέανδρου Κ. Παλαμά]. Τυπογραφείο της «Εστίας», Αθήνα 1937. Και Κω­ στή Παλαμά: «Ανθολογία». Εκλογή: Γ. Κ. Κατσίμπαλη και Αντρέα Καραντώνη. Βιβλιοπωλείον της «Εστίας» I. Δ. Κολλάρου και Σίας Α.Ε. [Αθ. 1973]. 3. «Ο Παλαμάς κριτικός»· περιοδ. «Νέα Εστία», τόμος ΛΔ', τεύχος 397, Χριστούγεννα 1943, σ. 357. [Τώρα και Τέλλος Αγρας: «Κριτικά», τόμος Α'. Φιλολογική επιμέλεια: Κώστας Στεργιόπουλος. Ερμής, Αθ. 1980, σ. 181.] 4. Κωστή Παλαμά: «Τα πρώτα κριτικά». Εκδοτ. Οίκος Γ. Φέ­ ξη, Εν Αθήναις 1913. [Τώρα και Κωστή Παλαμά: «Άπα­ ντα», τόμος Β'. Γκοβόστης-Μπίρης <ΑΘ. 1962>.] 5. «Κάλβος ο Ζακϋνθιος»· περιοδ. «Εστία», 26 Νοεμβρίου, 3, 10 και 17 Δεκεμβρίου 1889, σσ. 341,357,375 και 391. [Τώρα και όπου στην υποσ. 4, σ. 18 και «Απαντα», τόμος Β', σελ. 28]. - Και: «Ο Κάλβος κι άλλη μια φορά»· περιοδ. «Τα Νέα Γράμματα», τόμος Β', Μάρτιος 1936, σ. 179. [Τώρα και Κω­ στή Παλαμά: «Τα χρόνια μου και τα χαρτιά μου», τόμος Β'. Εκδόσεις Έργων Κ. Παλαμά, Αθήναι 1940, σ. 159. Και «Άπαντα», τόμος Η' <1966>, σ. 538.]. 6. «Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης»· περιοδ. «Η Τέχνη», τεύχος 6, Απρίλιος 1899, σ. 138. [Τώρα και «Άπαντα», τόμος I' <1966>, σ. 310.]. - Και: «Ο Παπαδιαμάντης»· περιοδ. «Ο Νουμάς», 9 Ιανουάριου 1911, σ. 21. [Τώρα και «Άπαντα», τόμος 1'< 1966>,σ. 320.] 7. Κριτική για τα «Διηγήματα» (περιοδ. «Εστία», β' εξάμηνο 1893, σ. 58) και για τη νουβέλα «Η Λυγερή» (εφημ. «Εστία», 5 Ιαν. 1897)· όπου και στην υποσ. 4 [και «Άπα­ ντα», τόμος Β', σ. 163]. - «Οι Μαζανιέλοι»· εφημ. «Το Αστυ», 22 Φεβρ. 1899. [Τώρα και «Άπαντα», τόμος ΙΣΤ' <1969>, σ. 324.]. - Κριτική για τα «Λόγια της Πλώρης»·

Κ ράτει λοιπόν, ώ γέροντα, την επιτύμβιου πλάκα. Τό π επαλαιω μένου σου τρα γο ύδ ι κράτει. Φ ύγε παραίτησόν μας. («Εις Α νδρέαν Κ άλβον»)13.

Ο Παλαμάς έχει πάψει να γονιμοποιεί αποτελε­ σματικά τη λογοτεχνία μας, κι ανήκει πια κατά μέγα μέρος στην ιστορία. Φτάνει όμως να επιχει­ ρήσουμε για μια στιγμή να τον αφαιρέσουμε, για να δούμε πόσο μεγάλο κενό ανοίγεται και πόσο αλλάζει μονομιάς η όψη της συνέχειας. Στο ση­ μείο τούτο θα μπορούσαμε ν ’ αναρωτηθούμε κι εμείς μαζί με τον Άγρα: «Είναι λοιπόν -άδίσταχταμεγάλος ό Παλαμάς; Δέν ξέρω, μά τρέμω νά φαντα­ στώ τί θάταν ή νεοελληνική ποίηση» -ας προσθέ­ σουμε καί γενικότερα τά γράμματά μας- «χωρίς τό άνάστη μά του. "Ενα παραμύθι δίχως γίγα­ ντα- μία χώρα δίχως βουνό. Μιά θρησκεία δίχως προφήτη. Μιά ιστορία δίχως ηρώα».14 περιοδ. «Η Τέχνη», τεύχος 8-9, Ιούνιος - Ιούλιος 1899, σ. 238. [Τώρα και «Άπαντα», τόμος ΙΣΤ' <1969>, σ. 324.] 8. Κοίτα κυρίως: «Γεώργιος Βιζυηνός»· ημερολ. «Νέα Ελλάς», έτος Β', 1896, σ. 259. [Τώρα και όπου στην υποσ. 4 και «Άπαντα», τόμος Β', σ. 150] - Και: Πρόλογος στο Γ. Βιζυηνού: «Ποιος ήτον ο φονεύς του αδελφού μου» (Εκδότης I. Ν. Σιδέρης, Αθήναι [1922]) και Ομιλία στο «Θρακικόν Κέντρον» Αθηνών (29 Απριλίου 1930)· «Άπαντα», τόμος Η' <1966>, σ. 484 και 496. 9. Κοίτα Κωστής Παλαμάς: «Διονύσιος Σολωμός». Επιμέλεια: Μανόλης Χατζηγιακουμής. Εκδόσεις Ερμής, Αθήνα 1970, όπου όλα τα κριτικά κείμενα του Παλαμά για τον Σολωμό, καθώς και λεπτομερής καταγραφή των προηγούμενων δημο­ σιεύσεων. 10. Κοίτα Γιώργος Γ. Αλισανδράτος: «Πώς είδε ο Παλαμάς τους Επτανήσιους ποιητές»· περιοδ. «Εκηβόλος», τεύχος 14, Ανοιξη 1986, σ. 1177 [και σε ανάτυπο], όπου και λεπτο­ μερής καταγραφή όλων των παλαμικών κριτικών κειμένων για τον Βαλαωρίτη στις σσ. 1229-1231. 11. Κοίτα το ποίημα του Pound στη μετάφραση του Τάσου Κόρφη, με τίτλο «Μια συμφωνία» (Ezra Pound: «Lustra», μετάφραση Τάσου Κόρφη, «Πρόσπερος», Αθήνα 1977, σ. 20). Και στη μετάφραση του Νάσου Βαγενά, με τίτλο «Η συνθήκη» (Νάσος Βαγενάς: «Η πτώση του ιπταμένου», «Στιγμή», Αθήνα 1989, σ. 36). Δες και το ποίημα του Allen Ginsberg «Σουπερμάρκετ στην Καλιφόρνια» στη μετάφρα­ ση του Νάσου Βαγενά (όπου παραπάνω, σ. 26.). 12. «Έξη ποιητές» [με πρόλογο του Kimon Friar]. Αθήνα 1971, σσ. 81-82. 13. Κ. Γ. Καρυωτάκη: «Άπαντα τα Ευρισκόμενα», τόμος Α'. Φι­ λολογική επιμέλεια: Γ. Π. Σαββίδη. Αθήνα 1965, σσ. 148149. 14. «Τα κύρια στοιχεία της ποιητικής του»· περιοδ. «Γράμμα­ τα» (πρώην «Πειραϊκά Γράμματα»), τεύχος επιμνημόσυνο του Κωστή Παλαμά (εκτός σειράς). Αρχαίος Εκδοτ. Οίκος Δ. Δημητράκου Α.Ε., Αθήναι 1943, σ. 208. [Και «Κριτικά», τόμος Α', σ. 176.].


αφιέρωμα 109

Βαγγέλης Αθανασόπουλος

σο περισσότερο διαβάζει κάποιος το έργο του Παλαμά, τόσο περισσότερο καταλαβαίνει τον ίδιο■και όσο καλύ­ τερα διακρίνει τις αδυναμίες και τα όρια του έργου του, τόσο καλύτερα αναγνωρίζει τις δυνατότητες και την προοπτική του ως ανθρώπου αφιερωμένου στηντέχνη: ο Παλαμάς αποτελεί έναχαρα κτηριστικό παράδειγμα μιας πληθωρικής καλλιτεχνικής προσωπικότητας που χρησι­ μοποιεί τηλογοτεχνία γιανααντιμετωπίσει, νακρύψει και μαζί νααποκαλύψει τηνπολ­ λαπλή διάσπασή του, οργανώνοντας ή εμ­ φανίζοντας αυτήτηδιάσπασηως έναδιχα­ σμό.

Ο

Ο Κ.Π. με τη γυναίκα του και μια οικογενειακή φίλη

Το μεγαλείο και η αθλιότητα ενός ρηματικού όντος αρ’ όλην, ωστόσο, την ποιητικότητα και, συχνά, τη συνθέτη οργάνωση των έργων του- παρ’ όλη την ποιητική και ιδεολογική επικάλυψη των κειμένων του, δεν είναι δύ­ σκολο να διακρίνουμε πίσω από αυτά τα αλλεπάλληλα στρώματα της ποιητικότητας του λόγου έναν ομιλητή βασανισμένο από τη διάσπαση, έναν ομιλητή που συναισθάνεται τη διάσπασή του αλλά που -αντίθετα από ό,τι θέλει να δείχνει- δεν αρκείται μόνο σ’ αυτή τη νίκη του πάνω της, και ζητά, πέρα από τη συνειδητοποίηση της διάσπασης, να περάσει και στην έμπρακτη υποταγή και τιθάσευσή της μέσα από το καθημε­ ρινό βίωμα· ζητά να υπερβεί τη διάσπασή του ζώντας την παρούσα στιγμή: ο πραγματικός ήρωας της ποίησης του Παλαμά, εκείνος δηλαδή που σφαδάζει σχεδόν ακίνητος στην περιφέρεια και στις σκοτεινές περιοχές του έργου του, είναι ένας φαουστικός ήρωας που έχει συνειδητοποιήσει τη ματαιότητα του στοιχήματος του με τον Μεφιστο-

Π

φελή, και αναζητά με κρυφό πάθος την εμπειρία εκείνη που θα τον κάνει να πει «Στιγμή σταμάτα, είσαι τόσο ωραία!» και έτσι να χάσει το στοίχημα και μαζί μ’ αυτό και την ψυχή του1. Ο Παλαμάς ζει την πραγματικότητα γράφοντας [για] την πραγματικότητα· ζει τον πόνο του εκφράζοντάς τον -δηλαδή, συγκροτώντας τον μέσα από την ποίηση· ζει τον έρωτά του κάνοντάς τον ποίημα, και τον εξομολογείται γράφοντας πλή­ θος επιστολών. Δεν είναι τυχαίο πως ο Παλαμάς έγραψε τόσα πολλά έργα και τόσες επιστολές: ήταν ένας καλλιτέχνης που μπορούσε να έχει αντί­ ληψη και εμπειρία του πραγματικού μόνο μέσα από μια ρηματική απόδοση αυτής της αντί­ ληψης, δηλαδή μέσα από αυτό που ονομάζουμε «έκφραση». Δίνει την εντύπωση πως δεν έχει απο­ φασίσει αν ζει για να γράφει, ή γράφει για να ζει· αν η έκφραση του βιωμένου είναι μέσο ή σκοπός της ζωής, αν καταφάσκει τη ζωή επεκτείνοντας την, η αν την αναιρεί υποκαθιστώντας την.


110 αφιέρωμα---------------------------------Το παιγνίδι της ποίησης με τον έρωτα παραπέ­ μπει στην αντίληψη του Παλαμά για τον ποιητή ως υποκριτή: ο ποιητής μπορεί να παίζει με τον έρωτα, να τον απολαμβάνει και να τον ελέγχει, γιατί έχει στη διάθεσή του την ποιητική έκφραση μέσω της οποίας μπορεί να γράφει, να τραγουδά, να φτιάχνει από το τίποτα και να διαλύει, να επι­ τείνει ή να καταλύει τον έρωτα. Με τον τρόπο αυτόν η ταύτιση της ποίησης με τον έρωτα γίνεται μέσο του παιχνιδιού του φανταστικού με το πραγ­ ματικό, του ψέματος με την αλήθεια, της αυθεντι­ κής εμπειρίας με την υπόκρισή της: «Τέτοια η καλλιτεχνική, η γαληνεμένη, θέλω να ’πω, συγκίνηση, κάποιο κράμα από το εγώ και από το ουκ εγώ, κάτι λυρικό μαζί και δραματικό, ψυχή που με ειλικρίνεια τον παρασταίνει τον εαυτό της και μαζί που παίζει σε θέατρο, κατά την περίστα­ ση»2. «Οι ποιηταί, γένος όχι μόνο irritabile, μα και κά­ πως αρκετά υποκριτικό. Ταρτούφοι, με κοστούμια Δάφνηδων ειδυλλιακών ή με κινήματα οραματιστών από την Πάτμο»3. «Το πρόσωπό μου συχνοβάζει προσωπίδες και κάτου απ’ αυτές το παίξιμό μου ερμηνεύει, όμως με την αλήθεια της καλλιτεχνικής συγκίνησης, χαρακτή­ ρες, πάθη, γεγονότα. Γιατί καλλιτέχνης -μ η ν τρομά­ ζετε- σημαίνει και υποκριτής. Δόστε στη λέξη υπο­ κριτής όλη της την καλολογική βαρύτητα. Το εγώ πολυσύνθετο, και ό,τι εσείς θα φαντάζεστε ανειλικρίνεια, δεν είναι παρά τρόπος για να δηλώνουμε το είναι μας πολλαπλάσιο· δεν είναι παρά τρόπος για να το πολλαπλασιάσουμε το είναι μας. Μπορεί να μην είμαι κάποτε ο άνθρωπος των ίδιων μου αισθη­ μάτων. Αντιπροσωπεύω ανθρώπους. Η δύναμη που κυριεύει απάνου απ’ όλα μέσα μου είναι η Φαντασία. Κι από τη Φαντασία η Τέχνη. Η Φαντασία το έχει μέσα της και το αίσθημα. Ο ποιητής αηδόνι, όμως αηδόνι μεταφυσικό. Μ έσα στο στίχο λυτρώνομαι από ό,τι με πνίγει μέσα στη ζωή. Κερδίζω από την τέχνη ό,τι χάνω από τα πράγματα. Τα δικά μου τα βλέπω σαν ξένα, και γι’ αυτό τα τραγουδώ· μα και τα ξένα τραγουδώντας τα δικά μου τα κάνω»4.

κράση ζωής και ποιητικής έκφρασης εμφα­ νίζει τον Παλαμά να είναι ποιητής όχι μό­ νο γράφοντας, αλλά και ζώντας. Αυτή η ταύτιση της ζωής με την ποίηση τον οδή­ γησε στο σχηματισμό ή στην αποδοχή κά­ ποιων ιδιόρρυθμων βιοτικών συνθηκών. Η εξοικείωση ή ο εθισμός του στις συνθήκες αυτές μείωσε την ικανότητά του για συμφιλίωση με την πραγματικότητα, με τη σημασία πως δεν μπορούσε να είναι «πεζός» ακόμα και όταν ήταν υποχρεωμένος γι’ αυτό από την ίδια την ζωή. Αυτό διακρίνεται εύκολα στις επιστολές του,

Η

όπως, για παράδειγμα, σε μια επιστολή που στα εβδομήντα ένα χρόνια του έγραψε για την εικοσιεξάχρονη αγαπημένη του Στέλλα Διαλέτη. Στην επιστολή του εκείνη, όσο ο ποιητής αφήνε­ ται στη λυρική έκφραση των συναισθημάτων του, ο λόγος του είναι ισόρροπος και γοητευτικός, ενώ, όταν αισθάνεται την ανάγκη να αναφερθεί και στην αρρώστια της Στέλλας, ο λόγος του δεί­ χνει πλαστός. «Τη φρικίαση αυτή την αισθάνεται η ψυχή μου από την εντύπωση του περιβάλλοντος μέσα στο οποίον ήσυχα ήσυχα, ψιθυριστά, τη ρίχνουν τα λό­ για σου. Και όμως συνέρχομαι και χρέος μου νομί­ ζω, συγκροτώντας και πνίγοντας κάθε μου συγκίνη­ ση, να σου απευθύνω λόγια αυστηρά, πεζά, πατρικά, συνετά. Την υγεία σου τη συγκλονίζουν, πολύ καλά το γνωρίζεις, δυσάρεστες αδιαθεσίες, πόνοι σ ’ ενο­ χλούν, και συχνά σε χαιρετά ο ανεπιθύμητος αυτός πυρετός, όσ ο ν και αν επιμένουμε, κ’ εσύ κ’ εγώ, να τον ατενίζουμε με ποιητική illusion»5.

ιαπιστώνουμε, λοιπόν, πως η αδυναμία του ποιητή να γίνεται «πεζός» φτάνει συχνά στο σημείο να εκδηλώνεται ως επίφαση ποιητικότητας. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι αυτή η «ποιητικότητα» παρουσιάζεται στις ερωτικές επιστολές, όπου ο Παλαμάς υποτίθεται πως δεν πιέζεται από κάποια αξίωση για λογοτεχνικότητα. Φαίνεται, όμως, ότι προς την ποιητικότητα τον ωθεί η προσπάθειά του να ενισχύσει τη «στρατηγική της σαγήνης» που αποτελεί βασικό παράγοντα στην ερωτική αλ­ ληλογραφία του6. Η ποιητικότητα αυτή αρκετά συχνά παίρνει και φιλολογικό χαρακτήρα. Σε μιαν άλλη επιστολή προς τη Στέλλα ενώ η συγκρατη­ μένη απελπισία του κλιμακώνεται με το φόβο του πως τρελαίνεται, ξαφνικά η συγκινησιακή κλιμά­ κωση καταρρέει με μιαν αναφορά κάποιων στίχων της Noailles, όπου η τρέλα προσφωνείται ως «sublime et sombre poesie».

4

«Τι γλήγορα που έφυγες χτες. Στις 7 και 20'. Ά λ­ λοτε έφευγες περασμένες οι 8. Εγώ δεν έχω τίποτε, τίποτε να παραπονεθώ από σένα ή για σένα. Είμαι τόσο ταπεινός μπροστά σου, κ’ έτσι πρέπει να είμαι, κ’ έτσι να μένω. Je suis com m e celui qui trouve une emeraude. -Μ α ήσουν τόσο βιαστική - Είχαν τέ­ τοια λάμψη τα μάτια σου! Τέτοια δροσιά τα χέρια σου! Α! Θεέ μου! έλεγες, πως αισθανόσουν να σε κυριεύη ο πυρετός. Ο πυρετός ο μυστικός και ο τρο­ μαχτικός! Α! να μπορούσα εγώ, εγώ να τον αγόραζα από σένα ολάκερον. Εγώ έζησα όπως έζησα. Πέρα­ σα. Περνώ. Λιγάκι πρωτήτερα δεν πειράζει. Εσύ, η νεότης σου, την απαιτεί τη ζωή, είναι δικαίωμά της η ζωή. Α ς ζήσης, κι ας με θυμάσαι σαν παράξενον όνειρο. Α ισθάνομαι πως η τρέλα με παραμονεύει.


--------------------------------- αφιέρωμα 111 Συγχώρησε με. Η τρέλα που τόσον ωραία την προ­ σφωνεί κάπου η μεγάλη ποιήτρια, η Noailles: 6 folie, d sublime et sombre poesiel»1.

τας των γυναικών προς αυτόν ολοκληρώνεται, απολαμβάνεται και εκτιμάται ως μια μορφή λό­ γου, ως μια φωνή, μια γλώσσα, μια μουσική.

Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στην επιστολή 743, όπου μέσα στο ερωτικό του παραλήρημα ξαφνικά προβάλλει μια αναφορά στον ποιητή Δημήτριο Παπαρρηγόπουλο8. Η τακτική που ακο­ λουθούσε ο Παλαμάς γίνεται φανερή σε μιαν άλ­ λη ερωτική επιστολή που εννέα χρόνια πριν είχε στείλει σε μιαν άλλη αγαπημένη του, τη Μάγδα, όπου αφού της απαριθμεί τόπους και τρόπους με τους οποίους θα μπορούσαν να συναντηθούν, ξαφνικά αισθάνεται πως έχει εγκαταλείψει τον ποιητικό τόνο, και προσπαθεί να απαλείψει την κακή εντύπωση δείχνοντας πως έχει επίγνωση του ξεστρατίσματός του από την ποιητικότητα:

«[...] αφίνοντας το νυχτερινό κρεββάτι, το πρώτο αντικείμενο που αντίκρυσα ήταν η γραφή: η ιδεώδης γραφή της ιδεώδους γυναίκας· [...] Μα ποια εισ’ εσύ, που ξέρεις έτσι και μου μιλάς, έτσι και μου τρα­ γουδάς, έτσι και μου κρυφολαλείς, έτσι και μου ξεχύ­ νεσαι, έτσι και μου εμπιστεύεσαι, έτσι και μου γυμνώνεσαι, έτσι και με φτερώνεις και με σκλαβώ­ νεις: Έ ζησα τη ζωή μου, και τρικυμισμένα Kat γαλή­ νια και υποταχτικά κ’ ελεύθερα, μου δόθηκε αφορμή να δοκιμάσω και να ακούσω κάποιες φωνές και κά­ ποιες ψυχές από μέσα από τις οποίες θα ηχολογούσε κάποια μουσική και που κάποτε θ’ ανεμοπάλευε την ποίηση. Μα πρώτη φορά αντιχτυπά την ακοή μου, τρεμολάμπει στα μάτια μου, θαμπώνει την ψυχή μου, γραφή σαν τη γραφή σου, μίλημα σαν το μίλημά σου, γλώσσα σαν τη γλώσσα σου, μουσική σαν τη μουσική σου, λυρισμός σαν την ψυχή σου»11.

«Βλέπεις πόσο πεζά σου μιλώ τη στιγμή τούτη και πόσο κατέβασα τον τόνο, κάτι που θυμίζει τα σαιξ­ πηρικά δράματα, που ο στίχος και η πρόζα συναλλάζονται μεταξύ τους σύμφωνα με τα πρόσωπα και την περίσταση»9.

υτή η ποιητικότητα και φιλολογικότητα των επιστολών κάνει φανερό πως ο Παλα­ μάς είχε αναπτύξει έναν εκφρασιακό μανιε­ ρισμό που στην εκτίμησή του ταυτιζόταν με το ποιητικό και την ποίηση. Αυτό το ποιητικό ιδίωμα υπήρξε γι’ αυτόν μεγάλη δύναμη, επειδή βοήθησε το άπλωμα του έρ­ γου του, αλλά παράλληλα υπήρξε και η μεγάλη αδυναμία του, επειδή τον άφησε απροστάτευτο ή ανυποψίαστο στον κίνδυνο της εισροής μέσα στο έργο-του περιττού ή αδρανούς ποιητικού υλικού, καθώς και της παρείσφρησης ενός ύφους -όπως θα έλεγε ο ίδιος10 -maniere. Η ταύτιση ζωής και ποίησης εκδηλώνεται στα κείμενα του Παλαμά ως ταύτιση του έρωτα με την ποίηση. Το μέγεθος και η ειλικρίνεια της ταύτισης αυτής αποκαλύπτονται μέσα από την ερωτική αλ­ ληλογραφία του, η οποία από τη φύση της προσφέρεται ιδανικά για την εξέταση της λεξιλαγνείας του ποιητή. Μέσα από την αλληλογραφία, λοι­ πόν, αποκαλύπτεται πως οι έρωτές του ήταν πά­ ντα έρωτες των λέξεων. Το φαινόμενο αυτό προσ­ διορίζει τις γεροντικές ερωτικές επιστολές του, αλλά δεν παύει να αποτελεί σταθερό χαρακτηρι­ στικό και των παλαιότερων επιστολών. Για τον λόγο αυτόν προφανώς οι έρωτες του Παλαμά που ευδοκίμησαν ήταν εκείνοι κατά τους οποίους η γυναίκα ανταποκρινόταν [και] σε μια τέτοια ερω­ τική σχέση των λέξεων. Όχι, λοιπόν, μόνο ο δι­ κός του έρωτας παίρνει υπόσταση από τη στιγμή που αποκτά εκφρασιακή μορφή, αλλά και ο έρω­

Σε μια επιστολή του προς τη Μάγδα, το 1919, βλέπουμε έναν ερωτευμένο Παλαμά, που φτάνει σε παροξυσμό μόνο διαβάζοντας και γράφοντας γράμματα, ενώ γίνεται φανερό πως μια ενδεχόμε­ νη συνάντηση με την αγαπημένη του όχι μόνο δεν ήταν γι’ αυτόν απαραίτητη, αλλ’ ίσως να ήταν και καταλυτική εκείνης της illusion -όπως συνή­ θιζε να την αποκαλεί ο ίδιος- που προφανώς απο­ τελούσε τον βασικό άξονα του έρωτά του: «Δεν θα μπορέσουμε ποτέ να συναντηθούμε. Κα­ θώς εγώ μένω με την εικόνα σου, κράτα και συ το όραμά μου. Δεν θέλω να με ιδής, ενώ θα ήθελα τόσο γα σε ιδώ! Σε παρακαλώ να μου αποκριθής αμέσως μόλις λάβης το γράμμα τούτο. Διπλή ανάγκη το απαιτεί" η ανάγκη να μάθω για την πολύτιμη υγεία σου και η ανάγκη να σε συναντήσω ξανά ...στο χαρ­ τί. Τη στιγμή αυτή ένας τρόμος με κυριεύει, αν με εί­ χες μπροστά σου θα μ’ έβλεπες νάπεφτα στα πόδια σου... Παύω γιατί δεν αντέχω»12.

το απόσπασμα αυτό ο ποιητής εμφανίζεται να δηλώνει πως ένας λόγος για την αποφυγή της συνάντησης είναι ο φόβος του μήπως η φυσική παρουσία του καταστρέψει την ερω­ τική illusion της Μάγδας, αλλά αυτό πρέπει να το δεχτούμε με επιφύλαξη, επειδή είναι πιθανό να προβάλλεται απλώς ως δικαιολο­ γία. Παρ’ όλα αυτά υπάρχει μια μεγάλη αλήθεια σ’ αυτή την εξομολόγηση του Παλαμά: ότι σ’ αυτές τις ερωτικές μέσω των λέξεων σχέσεις ο ηλικιωμένος ή και γέρων ποιητής διαλέγεται κάθε φορά με ένα πλάσμα ιδανικό, με ένα πλασματικό ον, φτιαγμένο από υλικό που στα χρόνια της νεό­ τητας και ωριμότητας διοχετευόταν στην ποίηση,

Σ


112 αφιέρωμα--------------------------------δηλαδή με ένα ον που είναι κομμάτι της ποίησής του ή, αλλιώς, του εαυτού του. Για τον λόγο αυτόν το ερωτικό πάθος του Παλαμά, όσο δυνατό και αν είναι, δεν εκτρέπεται σε τέτοιο βαθμό ώστε να αποσπαστεί από την ποίηση και την ποιητικότητα, αποδεικνύοντας και με αυτό τον τρόπο πως η ερωτική αλληλογραφία του, από τα εξήντα χρόνια του και μετά, αποτέλεσε υποκατάστατο όχι απλά της ποίησης ή του έρωτα, αλλά του κράματος «ποίηση-έρωτας» που καθόρισε τη ζωή του. τη διάρκεια της αλληλογραφίας της περιό­ δου αυτής παρατηρούνται, βεβαίως, αρκετές διαφοροποιήσεις. Έτσι, αντίθετα από τα γε­ ροντικά ερωτικά γράμματα προς τη Στέλλα, στα οποία η γλωσσική έκφραση, διατύπωση και διάνθιση των αισθημάτων αποτελεί απα­ ραίτητη συνθήκη ή και προϋπόθεση, στα -πρώτα τουλάχιστον- ερωτικά γράμματα προς τη Μάγδα που γράφτηκαν ανάμεσα στα πενήντα επτά και εξήντα χρόνια του, τα αισθήματα διατη­ ρούν την πολυτιμότητα και το μυστήριό τους κρα­ τώντας γι’ αυτά ένα μέρος κρυφό και άρρητο:

Σ

«Μα κ’ εγώ απορώ γιατί σας τα γράφω όλα αυτά, γιατί σας ανοίγω έτσι τη βαθύτερη σκέψη μου! Μα δεν πρέπει ν ’ απορώ. Και είναι κάποια πράγματα που νοιώθονται χωρίς να είναι ανάγκη να ειπωθούν, και μάλιστα να γραφούν»13.

Δύο, ωστόσο, μήνες μετά, γράφει στη Μάγδα: «Η φαντασία μου έχει τόσην ένταση, που ξεπερνά την πραγματικότητα. Ό τα ν σε συλλογίζωμαι, σε βλέπω- κι όταν σε βλέπω, υπάρχεις- κι όταν υπάρχης, είσαι για μένα ό,τι αγάλια αγάλια μου φανερώ­ νεσαι στα αισθαντικά σου τα γραμμένα- ωραίο φά­ ντασμα ξεσκεπάσου, ακούμπησε, στάσου, άφησε [παράλειψη λέξεων από τους εκδότες] συγχώρεσέ με, με παραφέρνει κάτι σαν μεθύσι την ώρα τούτη- ξέρω πολύ καλά πόσο μου επιβάλλεται κάποιος νηφάλιος συγκρατημός- μα δεν μπορώ- δεν είμαι ο άνθρωπος των μέσων όρων, των συμβιβασμών, [...] με την ορ­ μή ζη η καρδιά μου, από τότε που γεννήθηκα, και τα μάτια μου γιομίζουν από εικόνες»14.

Η σημαντικότερη, λοιπόν, διαφορά ανάμεσα στις πιο παλιές και στις πιο πρόσφατες επιστολές αυτής της περιόδου δεν πρέπει να αναζητηθεί στον διαφορετικό βαθμό της αποκαλυπτικότητας του ερωτικού πάθους του ποιητή, αλλά κυρίως στον διαφορετικό βαθμό κατά τον οποίο η λέξη υποκαθιστά τη σάρκα. Ο βαθμός αυτός της υπο­ κατάστασης μεγαλώνει όσο περνούν τα χρόνια, αλλά είναι πολύ χαρακτηριστικό το γεγονός πως η υποκατάσταση αυτή σε ορισμένες επιστολές προς τη Στέλλα δίνεται η εντύπωση πως ενοχλεί

τον ποιητή, ανατρέποντας έτσι την υπόθεση πως η υποκατάσταση τον εξυπηρετούσε με οποιονδήποτε τρόπο (είτε προσφέροντας τη μοναδική πια γι’ αυτόν δυνατότητα για έρωτα, είτε επειδή υπη­ ρετούσε την ερωτική illusion): «Κανένα ίχνος από τα τρία χρόνια που πέρασαν μιας αγάπης, που μπορούμε να την ονομάσουμε μαζί και ακύμαντη και πολυκύμαντη. Αγάπης που τρέφε­ ται... με την πείνα της. Που τρώει τα ίδια της τα σπλάχνα για να σαρκωθή, να κρατηθή στη ζωή»15.

Πρόκειται, άραγε, για καυστικό αυτοσχόλιο ή για έμμεσο παράπονο; Ίσως πρόκειται για μια αλλα­ γή στάσης του ποιητή, που χάνοντας τον αυτοέ­ λεγχό του αντιδρά στον τρόπο της γεροντικής πα­ ραλλαγής της μείξης του έρωτα με την ποίηση, τον οποίο είχε υιοθετήσει έως τότε, και παρουσιά­ ζεται να διεκδικεί μια πιο απτή σχέση. Το παρα­ κάτω απόσπασμα ενισχύει αυτή την υπόθεση. «Τίποτε δε με δένει με το νερό, με τη δροσιά. Ό λ α μέσα μου γίνονται κρασί. Είναι το γράμμα σου αυτό; Ό χι. Εισ’ εσύ. Το διάβασα τρεις και πέντε φορές. Κ’ εξακολουθώ να το διαβάζω. Έφυγες χωρίς να φύγης. Και το κρατώ. Και το φιλώ. Και μεθώ. Και χορεύω. Και ρεύω. Και σε κρατώ σφιχτά, μανιακά. Και κυλιέ­ μαι και φιλιέμαι μαζί σου. Και δεν αποσταίνω. Και δε χορταίνω. Μαζί σου. Και μου έρχονται στο στόμα με τους αφρούς της μανίας λόγια χωρισμένα, ασυνάρτητα. Τρελά. Δισύλλαβα. Ξενόφωνα. Froler. Humer. Avaler. Toucher. Sucer. Embrasser. Baiser. (...) Δεν είναι γράμματά σου αυτά, ούτε αυτό είναι γράμμα μου, είναι χέρια, στόματα, φιλιά, ανατριχιάσματα, σπασμοί. Τα δάχτυλα. Τα χάϊδια. La convulsion. La perversion. Συγχώρησέ με. Μα το γράμμα, το γράμμα, το γράμμα. Με φτερώνει. Με λιώνει. Τίποτε άλλο. Ό λ α από σένα, μ’ εσένα, για σένα. Ρίξε με. Πνίξε με. Πάτησέ με. Κύλισέ με»16.

Το παραλήρημα του ποιητή κρατάει μέρες- και οι επιστολές είναι καθημερινές. Έτσι, την επόμε­ νη μέρα μεταξύ άλλων γράφει: «Μα εσύ, μην τρομάζης, μην αποτροπιασθής, μείνε στο πλάι μου, μείνε εμπρός μου, μείνε από πάνω μου, μείνε στα γόνατά μου, μείνε στα πόδια μου, μείνε όπως βούλεσαι, όπως είσαι»17.

υποκατάσταση της σάρκας από τη λέξη, τη γραμμένη λέξη, είναι ολοφάνερη και εφιαλ­ τικά έντονη, και ο Παλαμάς φαίνεται πια πως έχει παγιδευτεί από έναν τρόπο ερωτι­ κής έκφρασης που έως λίγα χρόνια πριν πί­ στευε πως του άρμοζε, τον εξυπηρετούσε και πως, πάνω απ’ όλα, κατόρθωνε να τον ελέγχει. Έτσι, ο τρόπος αυτός που θα έπρεπε να έρθει αρωγός σ’ αυτά τα γεροντικά χρόνια και να

Η


αφιέρωμα 113 προσφέρει μιαν εναλλακτική λύση, παρουσιάζεται να κλονίζει την ισορροπία του ποιητή -εκτός, βε­ βαίως, κι αν δεχτούμε αυτή την έκρηξη ως μια κο­ ρύφωση της αποτελεσματικότητάς του. Όπως και αν έχει, αυτό που εξακολουθούμε να διαπιστώνουμε είναι πως το πιο παθιασμένο μέρος της συνάντησης ή και της σχέσης του Παλαμά με την αγαπημένη του έρχεται όταν η συνάντησή τους τελειώνει, όταν ο ποιητής, μόνος πια, κλει­ σμένος στο μικρό του δωμάτιο, μπορεί, απερίσπα­ στος από την παρουσία οποιουδήποτε αλλά και της ίδιας της Στέλλας, να αφεθεί στην απόλαυση της ρηματικής έκφρασης της αγάπης του προς εκείνη, αλλά και τη ρηματική έκφραση της δικής της αγάπης προς εκείνον. Που είναι, άραγε, εκείνη η πανίσχυρη δύναμη με την οποία ο Παλαμάς κατόρθωνε σε όλη τη ζωή του να μετα­ μορφώνει κάθε πάθος και κά­ θε ένστικτο σε μορφή και ιδέα: Μήπως η μεταμορφωτική απόλυτη δύναμη της ποίη­ σης ξεχάστηκε απ’ αυτόν -δη­ λαδή χάθηκε γι’ αυτόν: τα κεί­ μενα που έγραφε ταυτόχρονα με τις επιστολές προς τη Στέλ­ λα αποδεικνύουν το αντίθετο. Ταυτόχρονα, λοιπόν, με τις επιστολές του ερωτικού πά­ θους που είδαμε παραπάνω, ο Παλαμάς επεξεργάζεται τα κείμενα που θα συνθέσουν την Π ο ιη τ ικ ή του, η οποία κυκλοφόρησε το 1933. Εκεί συναντούμε ένα απόσπασμα στο οποίο παρουσιάζεται η ποίηση ως εκείνη η δύναμη που μεταμορφώνει τον έρωτα από ένστικτο και «σαρκικό ερεθισμό» σε πνευμα­ τική αξία και ιδέα, και το τραγούδι του ποιητή « α ­ π ό λ α γ ν ε ία ς ξ έ σ π α σ μ α , α π ό έ ν α π α ιγν ίδ ι για τ η ν κ α τ ά κ τ η σ η τη ς σ ά ρ κ α ς τη ς γο η τευ τικ ή ς, π α ίρ ν ε ι α γ ά λ ια α γ ά λ ια κ αι κ ρα τά μ έ σ α τ ο υ κ αι εκ φ ρ ά ζει κ αι σ υ μ β ο λ ίζε ι ό λ α τα β α σ ίλ ε ια τω ν ιδ ε ώ ν κ αι ό λ α τα κ α ρ δ ιο χ τύ π ια , π ο υ ε ίν α ι το κ α ύ χη μ α , το β ά σ α ­ νο , η δ ό ξ α τ ω ν α ν θ ρ ώ π ω ν »18.

Το απόσπασμα αυτό αναφέρει ο Παλαμάς πως αποτελεί μέρος του ατελείωτου βιβλίου του Τ α Χ ρ ό ν ια μ ο υ κ αι τα Χ α ρ τ ιά μ ο υ που είχε αρχίσει να γράφει το 1913. Την ίδια χρονιά είχε γράψει και το «Οι δύο Λάμιες - Το πρώτο ποίημα» (1913), όπου επαναλαμβάνεται η ίδια ιδέα, αλλά με πολύ πιο σαφή τρόπο:

«Η ποίησή μου, πάθος από δω, κι από κει ερεθιστικό μαζί και καταπραϋντικό μιας άλλης αρρώστιας. Κι όσο πιο πολύ με κυρίευε το ποιητικό πάθος, τόσο πιο πολύ το πάθος αυτό μου χρησίμευε σα μέθοδος ομοι­ οπαθητική για να με γλυτώση από τ’ αρπάγια του. Η κάθαρση στο δράμα της ζωής μου. Τ ’ όνειρο το ερωτολατρικό, που είμουν ανήμπορος να το πραγματο­ ποιήσω στη ζωή, το δημιουργούσα στην ποίηση· και ξεθύμαινα. Κι αγάλια αγάλια ήρθε και της ποιήσεως η σειρά να λυτρωθή από την υποτέλειά της, να γίνη ανεξάρτητη πολιτεία, να υποτάξη τον έρωτα, να τον κάμη όργανο της εξουσίας της. Κ’ έτσι έζησα μέσα σ ’ αυτό το ταλάντεμα. Δεν το καλοξέρω. Είμουν ποι­ ητής γιατί είμουν ερωτόπαθος, ή ερωτοχτυπημένος βρισκόμουνα, σαν ποιητής που γεννήθηκα; Τραγού­ δησα, γιατί αγάπησα; -Η μήπως είταν-η-αγάπη μου, θέμα μουσικό της ερωτόβλητης φαντασίας μου για να πλά­ θω το τραγούδι μου; Πιστεύω πως είναι και τα δύο»19.

Στο απόσπασμα αυτό απο­ καλύπτεται η βαθιά σχέση του θέματος της «υποκρισίας» του ποιητή - στο οποίο αναφέρθη­ κα στην αρχή - με την ιδέα της ταύτισης ποίησης και έρω­ τα. Λίγα χρόνια πριν ξεσπάσει ο έρωτας του ποιητή για τη Στέλλα, βλέπουμε να επανα­ λαμβάνεται η ίδια ιδέα σε μια σειρά άρθρων του στον Ε λ ε ύ ­ θ ερ ο Λ ό γ ο (16, 30 Ιουνίου, 7, 14, 21 Ιουλίου 1924), με τον γενικό τίτλο «Libido»20. Εκεί ο Παλαμάς αναφέρεται στους ποιητές που κατορθώνουν να εξαϋλώσουν την ακολασία τραγουδώντας την. Τις ιδέες, άραγε, αυτές τις ξέχασε ο Παλαμάς; Ή μήπως είναι ακόμη ζωντανές και τον βασανίζουν καθώς έχει αφεθεί χωρίς αντιστάσεις στο πάθος του για τη Στέλλα; Η απάντηση δίνεται με τρόπο σαφή μέσα από την επιστολή 715, όπου ανάμεσα στα άλλα γράφει: «Κάποτ’ αισθάνομαι πως είμαι ένα κτήνος όλο με ορέξεις, με αισθήματα, ζωικά. Έ χω πολύ χώμα στο είναι μου, φλόγ’ από την κόλαση στο αίμα μου. Αλλά κ’ έτσι ποτέ δεν χάνω τον ουρανό από τα μά­ τια μου- κι αυτό με σώζει. Κοιτάζω το αστέρι. Κι αυτός είναι ο ανθρωπισμός μου. Το άστρο, το άστρο μου. Είναι η ιδέα και η μορφή. Το τραγούδι Μ ου και το πρόσωπό Σου».

Και η επιστολή κλείνει έτσι:


114 αφιέρωμα---------------------------------«Με παρασύρει η καταραμένη αυτή ερωτική μανία, η luxure, η λαγνεία που πολλές φορές αισθάνομαι πως είμαι δούλος της. Και όμως σκέπτομαι πως το πάθος αυτό τότε μόνο κυριαρχεί μέσα μου, όταν αγνά αγαπώ και για όσους αγνά αγαπώ. Και τότε με σωμένο στα χείλη μου κάθε λόγο, με παραλυμένη μέσα μου κάθε μνήμη και κάθε περίσκεψη, φέρνομαι και δέρνομαι από το λυρισμό που κάνει το ρεμβασμό και το στίχο, στον κυνισμό που φέρνει τον υστερι­ σμό στο χέρι και γεννά το χάϊδεμα...»21.

ξακολουθεί, λοιπόν, ο Παλαμάς, παρ’ όλο το γεροντικό ερωτικό πάθος του, να προ­ σπαθεί ως ποιητής να αντιμετωπίσει τον έρωτα. Αδιάψευστη απόδειξη αποτελούν τα ποιήματα της Β ρ α δ ιν ή ς Φ ω τιάς, που αποτε­ λούν μνημείο του μετασχηματισμού ενός γεροντικού ερωτικού πάθους σε αυθεντικές ποιητικές μορφές. Νικήθηκε, άραγε, η «ερωτική μανία» μέσα από τα ποιήματα αυτά; Όποιος επι­ χειρήσει μια παράλληλη ανάγνωση ορισμένων ποιημάτων της Β ρ α δ ιν ή ς Φ ω τιά ς με τις επιστολές εκείνες που ξεσκεπάζουν την ερωτική παραφορά του, μπορεί να διαπιστώσει πως ο γέρο- Παλαμάς και πάλι καταφέρνει να ζευγαρώσει το ερωτικό με το ποιητικό πάθος και με τον τρόπον αυτό να βρε­ θεί σε αρμονία και ισορροπία ο ποιητής με τον άνθρωπο. Η νίκη της ποίησης γίνεται θέμα πολλών ποιη­ μάτων της Β ρ α δ ιν ή ς Φ ω τιάς. Στο ποίημα «Άσε τα χέρια μου...» παρουσιάζεται μια διαλεκτική της περιστολής και της εξαΰλωσης του έρωτα μέσω της ποίησης. Σύμβολο αυτής της διαδικασίας γί­ νονται τα χέρια, τα χέρια εκείνα που στο απόσπα­ σμα της επιστολής που παρέθεσα προηγουμένως γίνονται όργανα ή θύματα του κυνισμού και του υστερισμού που σπρώχνει στο ερωτικό χάδι.

Ε

Ά σ ε τα χ έ ρ ια μ ο υ , σ α ν τα π α ιδ ε ύ ο υ ν δ ίψ ες ν υ χ τ ο ή μ ε ρ α κ αι σ π α ρ α γμ ο ί, ά σ ε τα χ έ ρ ια μ ο υ ν α σ ε χα ϊδ ε ύ ο υ ν , Ψ υ χ ή π ο υ ντύθ η κ ε μ ε το κορμί. Μ έ σ α μ ο υ π ο ιο ι ά γ γ ε λ ο ι, κ αι σ ε λ α τ ρ ε ύ ο υ ν , σ ε κ ρ ά ζ ο υ ν μ έ σ α μ ο υ π ο ιο ι π ειρ α σ μ ο ί; Ά σ ε τα χ έ ρ ια μ ο υ ν α σ ε γ υ ρ ε ύ ο υ ν , Ψ υ χ ή π ο υ κ ρύφ τη κ ες μ έ σ ’ σ το κ ορμ ί. Κ ό ψ ε τ ’ α ν ά ξ ια χ έ ρ ια μ ο υ και ρ ίξ ε τα κο μ μ ά τια σ τα σ κ υ λιά . Ά π ά ν ο υ α π ό τα χ έ ρ ια μ ο υ τα μ ά τ ια μ ο υ , τά μ ά τια , τα μ ά τ ια μ ο υ έχω ’γω για τα φ ιλιά . Κ ό ψ ε τα χ έ ρ ια μ ο υ μ η σ ε π α ν τ ρ έ ψ ο υ ν μ ε π ό θ ο δ ρ ά κ ο ν τ α π ο υ κ αίει κ αι λ ιώ ν ε ι.

Κ ό ψ ε τα χ έ ρ ια μ ο υ μ η σ ε μ ο λ έ ψ ο υ ν ε ίσ α ι η α ν έ γ γ ια γ η ξω θιά, α π ό χ ιό ν ι. Ά σ ε τα μ ά τ ια μ ο υ ν α σ ’ α γ κ α λ ιά σ ο υ ν α έ ρ ιν α , ά π ια σ τα , π α ρ θ ενικ ά , ά σ ε τα μ ά τ ια μ ο υ ν α τα χ ο ρ τ ά σ ο υ ν τα ρ ο δ ο κ ά λ ια σ ο υ τα π λα σ τικ ά . Γ ά λ α , τα μ ά τια μ ο υ ν α σ ε β υ ζ ά ξ ο υ ν σ τα λ ιά , σ τα λ ιά , ά σ ε τα μ ά τ ια μ ο υ ν α σ ε ρ η μ ά ξ ο υ ν , χ ρ υ σ έ Τ ιλ ιά . Σ β ύ σ ε τα μ ά τ ια μ ο υ , γ ια τ ί σ α χ έ ρ ια και κ ε ίν α α δ ιά ν τ ρ ο π α χ υ μ ά ν , ξα μ ώ νο υν, σ α ν κ α τ α λ ά ν ικ α τ ρ υ π ά ν μ α χ ι ίρια, ό ρ ν ια κ αι χ ύ ν ο ν τ α ι, φ ιλ ιά κ αι α ψ ώ νο υ ν. Σ β ύ σ ε τα μ ά τ ια μ ο υ μ έ σ ’ σ τη μ α υ ρ ίλ α τ η ν α ξ η μ έρ ω τη π ο υ θα τα πιη , σ ’ α κούω , και φ τ ά ν ει μ ο υ - μ ίλ α μ ο υ , κ ύλα τ η ν α β α σ ίλ ε υ τ η μ έ σ α μ ο υ α υγή . Γ λ υ κ ό το χ ά δ ι σ ο υ , γ λ υ κ ιά η θ ω ριά σ ο υ, ο κ ό σ μ ο ς , η ά ν ο ιξ η , το φω ς, γλ υ κ ά . Μ α ε ίν α ι γλ υ κ ύ τ ε ρ ο το μ ίλ η μ ά σ ο υ, λ ύ ρ α π ο υ π α ίζ ο υ ν ε χ έ ρ ια ο ρ φ ικ ά 11.

Η διαλεκτική της περιστολής ή εξαΰλωσης του έρωτα παρουσιάζεται εδώ μέσα από το πέρασμα από τα πιο υλικά προς τα πιο άυλα όργανα ή μέσα απόλαυσης του έρωτα: από τα χέρια στα μάτια, και από τα μάτια στη φωνή ή, πιο σωστά, στην ομιλία. Στο ποίημα «Ηδονισμός», ο ποιητής εμφανίζε­ ται στην αρχή να αναστέλλει την ποιητική λει­ τουργία των χεριών, αλλά μόνο ρητορικά, γιατί στη συνέχεια παρουσιάζονται να κάνουν αυτό που στο πρώτο δίστιχο δηλώνεται πως θα αποφύγουν. Α π ό τ ρ α γ ο ύ δ ια έ ν α ά ϋ λ ο κ ο μ π ο λ ό ι Σ ’ ε μ έ δ ε ν ή ρ θ α σ ή μ ε ρ α ν α δώσω. Μ ε τα π α ιγν ίδ ια εγώ θα σ ε λ ιγώ σ ω Κ α ι μ ε τα ξό ρ κ ια , α γά π η μ ο υ , ε ν ό ς γό η . Γ υ μ ν ο ί. Κ α ι σ α ν κ ισ σ ό ς θα σ κ α ρ φ α λώ σ ω Γ ια ν α φ άω το κ ο ρ μ ί σ ο υ π ο υ μ ε τρώ ει. Τ ο υ λ α γ κ α δ ιο ύ σ ο υ τη δ ρ ο σ ά τ η χ λ ό η Μ ε το χ έ ρ ι θ ρ α σ ά θα τ η ν π υρ ώ σω 23.

Τελικά αυτό που δίνει ο ποιητής, το ερωτικό δώρο του προς την αγαπημένη, είναι ο ποιητικός λόγος του, με τον οποίο κατορθώνει να ξεπεράσει και το φόβο του θανάτου: «Τραγουδάω, ριμάρω, / δε φοβάμαι Χάρο»24.


--------------------------------- αφιέρωμα 115 Ε ίμ ’ έ ν α δ έ ν τ ρ ο κ αι κ α ρ π ό το σ τ ίχ ο κάνω μ α να ! τ ο ν ξ υ λ ο κ ό π ο ν κ α ρ τ ε ρ ε ί ο μ π α λ ν τ ά ς . Ε σ ύ α π ο κ ά τ ο υ α π ’ τα γιο μ ά τ α μ ο υ κ λαδ ιά, Ε σ ύ α π ο κ ά τ ο υ π ο υ π ε ρ ν ά ς και σ τα μ α τά ς, ά π λ ω σ ε α γ ά λ ια τη λ ε υ κ ή σ ο υ τ η ν πο δ ιά θ έλω ν α ρίξ ω τ ο ν κ α ρ π ό μ ο υ , π ρ ιν πεθ ά νω , τ ο ν κ α ρ π ρ μ ο υ ν α ρίξ ω σ τ η ν π ο δ ιά σ ο υ ε π ά νω 25.

Και ο ποιητής γερνά, όλο γερνά, και το κάποτε υπάκουο όργανο της ποιητικής γραφής γίνεται ανίκανο να υπηρετήσει την παρά τη μεγάλη ηλι­ κία του ασίγαστη ανάγκη για ζωή - δηλαδή για γράψιμο. Γράφει στη Στέλλα: «Κοίταξέ με. Δε μπορώ, βλέπεις, με το χέρι μου να γράψω· το χέρι μου γλυστρά, η γραφή μου σα να θέλη να εξαφανισθή, να χαθή και να πάη· δε μπορώ να γράψω, κΓ έτσι που βλέπεις τα γράμματά μου δε θα μπορείς κι’ εσύ τίποτε να διαβάσης. Μα τι να γίνη; Έ λα και κάθησε κοντά μου, άφησε να σε σφίξω στα χέρια μου, στην καρδιά μου, μέσα μου. Πες μου όλα πάντα κι από την αρχή».

Και στις 25 Ιουνίου του 1933: «[...] δεν μ’ ενδιαφέρει αν είμαι στη ζωή ή αν είμαι στην παραμονή του θανάτου, αν μπορώ να γράφω ή δεν μπορώ, γράφοντας καθώς τώρα ένα ένα ψηφίο με ψηφίο, σάμπως τώρα να μαθαίνω γραφή και με χαμένο το γραφικό χαρακτήρα μου»26.

Τρεις μέρες μετά, γράφει στον Αντώνιο Χαλά: «Αρρώστησα από πάθημα που με κρατεί τώρα πε­ ρισσότερο από ένα μήνα ανίκανο να γράψω· γιατί το*1 Σημειώσεις 1. Βλ. Βαγγέλης Αθανασόπουλος, Διαλεκτική Σκέψη και Έρω­ τας. Η διαλεκτική σκέψη του ερωτικού «Faust», Αθήνα 1984, σσ. 41- 52. 2. Κωστή Παλαμά, «Η Ποιητική μου», Άπαντα, τ. I, σ. 442. 3. Στο ίδιο, σ. 477. 4. Στο ίδιο, σσ. 548- 9. Πβ. «Ένας πρόλογος. Από την αφορμή του σονέττου», Δεκατετράστιχα, Άπαντα, τ. Ζ ' σ. 313, και «Πρόλογος» στο Οι Πεντασύλλαβοι - Τα Παθητικά Κρυφομιλήματα, στο ίδιο, σσ. 437- 8. 5. Κωστή Παλαμά, Αλληλογραφία, τ. Ε' Γράμματα στη Στέλλα Διαλέτη (1929- 1934), Φιλολογική επιμέλεια: Φώτης Δημητρακόπουλος, Ίδρυμα Κωστή Παλαμά, Αθήνα 1991, επιστο­ λή 719 (3.8.30 Κυριακή βράδι), σ. 73. 6. Βλ. Παν. Μουλλάς, Ο Λόγος της Απουσίας / Δοκίμιο για την επιστολογραφία, με σαράντα ανέκδοτα γράμματα του Φώτου Πολίτη (1908- 1910), Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1992, σσ. 152 και 188. 7. Κωστή Παλαμά, Αλληλογραφία, ό.π., επιστολή 738 (Πέ­ μπτη, ό,τι εξημέρωσε. 25.9.30), σ. 102. 8. Βλ. στο ίδιο, σ. 109. 9. Κωστή Παλαμά, Αλληλογραφία, τ. Β' (1916- 1928), Εισαγω­ γή - Φιλολογική επιμέλεια - Σημειώσεις Κ.Γ. Κασίνη, Αθή­ να 1978, σ. 118. 10. Βλ. Αλληλογραφία, τ. Ε', επιστολή 757, σ. 133. 11. Στο ίδιο, επιστολή 707, σσ. 52-3. Πρ. επιστολή 713, σ. 62, επιστολή 736, σ. 98 και επιστολή 714, σ. 63. 12. Αλληλογραφία, τ. Β', επιστολή 193 (28.5.[19]), σ. 52. Πβ. στο

δ εξίμου χέρι δε θέλει πια να με υπηρετήση»27.

Το ίδιο επαναλαμβάνει στις επιστολές της 31ης Ιουλίου και 6ης Οκτωβρίου του ίδιου χρόνου, κα­ θώς και της 22ας Ιανουάριου του 1934 προς τον ίδιο αποδέκτη28. Αλλά και στην Ραχήλ, που επα­ νεμφανίζεται μετά από πέντε χρόνια σιωπής, γρά­ φει στις 28 Αυγουστου του 1935: «Το χέρι μου το δεξί είναι παράλυτο, _γΓ αυτό σου γράφω με πολύ κόπο με το μολύβι». Δεν μπορώ να ξέρω αν ήταν τυχαίο ή αν ήταν εκδήλωση αυτοσαρ­ κασμού, αλλά σίγουρα ο τρόπος με τον οποίο κλείνει η μικρή επιστολή μετά πέντε αράδες είναι σίγουρα τραγικό: «Σε περιμένω με εγκάρδια φιλικά χειροσφιξίματα. Κωστής Παλαμάς»29.

Το χέρι που γράφει είναι, λοιπόν, βασικό όργα­ νο για τον Παλαμά- είναι το βασικό όργανο για το γράψιμο - δηλαδή για την ποίηση, άρα για τη ζωή - δηλαδή για τον έρωτα. Όταν το χέρι αυτό μετά από ένα εγκεφαλικό δεν μπορεί να λειτουργήσει με τον τρόπο και με την ένταση που επιθυμεί ο ποιητής, τότε αυτός είτε παραπονιέται, είτε μεμψιμοιρεί, είτε αυτοοικτίρεται. Ο τιτανισμός και το μεγαλείο της ποιητικής ανάγκης που εξακολουθεί να βασανίζει τον γέροντα και άρρωστο Παλαμά, συνδυαζόμενα με αυτό το ανίκανο πια χέρι που εί­ ναι σύμβολο ενός φθαρμένου κορμιού, παίρνουν τη μορφή και γίνονται σύμβολο της αθλιότητας ενός ανθρώπου που μπορούσε να ζει μόνο γράφο­ ντας τη ζωή. ίδιο, επιστολές 195 και 231 στις σσ. 57 και 118. 13. Στο ίδιο, επιστολή 182 (2.12.18), σ. 31. 14. Στο ίδιο, επιστολή 185 (18.2.19), σ. 37. 15. Αλληλογραφία, τ. Ε', επιστολή 792, σσ. 187- 8. 16. Στο ίδιο, επιστολή 716, σ. 67. Πβ. επιστολή 706, σσ. 49- 51. 17. Στο ίδιο, σ. 68. 18. Βλ. Η Ποιητική μου, Άπαντα, τ. I', σσ. 545- 6. 19. Άπαντα, τ. Δ', σ. 335. 20. Βλ. Άπαντα, τ. ΙΒ', σσ. 176 και 178. 21. Αλληλογραφία, τ. Ε', σσ. 66-7. 22. Βραδινή Φωτιά, Άπαντα, τ. ΙΑ', σσ. 46-7. Για την ερωτική εξαΰλωση πβ. τα ποιήματα «Το Φθινόπωρο» και «Λευκό Τραγούδι», σσ. 21 και 27. Για τα χέρια βλ. και το ποίημα «Και πάλι τα χέρια μου», σσ. 105- 6. 23. Στο ίδιο, σ. 109. 24. Στο ίδιο, σ. 94. 25. «Επίγραμμα», στο ίδιο, σ. 28. 26. Αλληλογραφία, τ. Ε', επιστολή 751, σ. 121 και επιστολή 831, σ. 243. 27. Στο ίδιο, τ. Γ', επιστολή 478, σ. 152. 28. Βλ. στο ίδιο, σσ. 156,168 και 191. 29. Κωστή Παλαμά, Γράμματα στη Ραχήλ, Επιμέλεια Γ.Π. Κουρνούτου, Βιβλιοπωλείου της «Εστίας», Αθήνα 1985, σ. 517. Στην ίδια το 1923 είχε γράψει: «Από καιρό σε καιρό το χέρι μου, εκείνο ακριβώς που γράφω, πάσχει από μια νευρική κούραση· μάλιστα τον περασμένο χειμώνα η κρίσις είταν αρκετά οξεία, που ένα πρωί μου έφερε δάκρυα στα μάτια· να μη μπορώ να γράψω είναι σα να μη μπορώ να ζω» (βλ. στο ίδιο, σ. 194).


116 αφιέρωμα

ανεκτίμητη προσφορά του Κ. Παλαμά στην ελ­ ληνική δημοτική γλώσσα όχι μόνο έχει επισημανθεί από πολλούς μελετητές, αλλά είναι και ευρύτερα γνωστή. Τόσο το πρωτότυπο ποιητι­ κό του έργο, όσο και οι μελέτες του για τη δη­ μοτική γλώσσα αποτελούν ιδιαίτερη συμβολή στην καθιέρωσή της ως γλώσσας ικανής να εκφρά σει ποικιλία εννοιών, εννοιολογικών αποχρώσεων και να μνημειώσει απειρία συναισθημάτων και στο­ χασμών.

Η

Άντα Κατσίκη-Γκίβαλου

Μαμάς και δημοτικό τραγούδι: Υποκοριστικά παράλληλα λεξιλογικός πλούτος και η πολυσημία του, η λεξιπλασία, η μορφολογική πολυτυπία, αλλά και η ποικίλη συντακτική δομή τόσο του ποιητικού όσο και του πεζού λόγου του ποιητή έχουν συντελέσει στη διαμόρφωση του νεοελληνικού λόγου γενικότερα. Στη δημιουργία και καλλιέργεια της παλαμικής γλώσσας έχουν συμβάλει ιδιαίτερα τα δη­ μοτικά τραγούδια. Τόσο στη θεματολογία, όσο και στη στιχουργία, στη μορφολογική- συντακτι­ κή δομή και στο λεξιλόγιο είναι φανερά τα στοι­ χεία επίδρασής τους. Ο υποκορισμός αποτελεί έναν από τους τομείς όπου διαφαίνεται η επίδραση του δημοτικού τρα­ γουδιού στη γλώσσα του Παλαμά. Τα υποκοριστικά στη νέα ελληνική γλώσσα από μορφολογική άποψη σχηματίζονται: α) με πε­ ριφραστικό- αναλυτικό τρόπο, με την παράθεση άλλης λέξης που δηλώνει υποκορισμό, το ολίγο (μικρή α υ λ ή ) και β) με συνθετικό τρόπο, είτε με υποκοριστικές καταλήξεις (βαρκ-ούλα, δεντράκι) είτε με ορισμένα σύνθετα, όπου το α' ή το β' συνθετικό δηλώνει υποκορισμό (κοντο- ραχ- ού­ λα, μικρο-κανακάρης, μισο-γελώ)1 γ) με μικτό υποκορισμό, όπου γίνεται συνδυασμός του ανα­ λυτικού με όλες τις μορφές του συνθετικού τρό­ που του υποκορισμού (ψιλή βροχούλα, λιανή μεσούλα, μικρό παιδόπουλο). Από σημασιολογική άποψη τα υποκοριστικά εκ­ φράζουν α) μίκρυνση, μείωση, μετριασμό του πρω­

τοτύπου και β) συναισθηματική ποιότητα, συναισθηματικότητα. Συνήθως η μίκρυνση δηλώνεται με τον περιφραστικό τρόπο του υποκορισμού, ενώ η συναισθηματικότητα με το συνθετικό τρόπο (με υποκοριστικές καταλήξεις). Η συναισθηματικότητα μπορεί να εκφράζεται θετικά ως αγάπη, στοργή, τρυφερότητα, λύπη, μετριοφροσύνη, αλλά και αρ­ νητικά ως περιφρόνηση, μείωση, χλευασμός2. Τόσο στα δημοτικά τραγούδια, όσο και στα ποιήματα του Παλαμά, τα υποκοριστικά (ουσια­ στικά και επίθετα) είναι άφθονα και τις περισσό­ τερες φορές δείχνουν συναισθηματικότητα, δηλ. τρυφερότητα, φιλικότητα ή ακόμα και θερμή αγά­ πη σε έμψυχα και άψυχα. Έτσι ο φυσικός κόσμος στα δημοτικά τραγούδια παίρνει μιαν άλλη όψη που ανταποκρίνεται άμεσα στην ψυχή του λαϊκού τραγουδιστή, που βλέπει μπροστά του την ψηλή ρ α χ ο ύ λ α (5,4)3, όταν αρχίζει η ψιλή β ρ ο χ ο ύ ­ λα (11, 18), αντικρύψει το γέρο Όλυμπο με τις εξήντα δύο β ρ υ σ ο ύ λ ες (23, 8), περιμένει να βγουν οι β λ α χ ο π ο ύ λ ε ς (36, 5), που θα πάνε κι αυτές στις κ ρ υ ο β ρ υ σ ο ύ λ ε ς (40, 4), με της α υ γο ύ λ α ς τη δροσιά (46, 12), αγναντεύει από μακριά τις β α ρ κ ο ύ λ ες (128Β, 3), τραγουδάει και λέει πως «τρεις π ε ρ δ ικ ο ύ λ ε ς κάθονται» (53Α, 20), κάνει παρέα με τα κ λ εφ τό π ο υ λ α (37, 3), τα Μ ο ρ α ϊτ ό π ο υ λ α (42, 1) και τα Ρ ο υ μ ελ ιω τά κ ια (42, 1), βλέπει πως «ένα π ο υ λ ά κ ι πέρασε» (15, 7) ή ακούει συχνά τρία π ο υ λ ά κ ια (11, 1) να κελαηδούν ανάμεσα στα


----------------------------------αφιέρωμα 117 κλαδάκια (23, 10), ρωτάει το κεντημένο μ α ντη λά κ ι αν τον αγαπά η κυρά του (108, 8) που την παρομοιάζει με τρ ια ν τ α φ υ λ λ ά κ ι κόκκινο (130, 1), την καμαρώνει άταν της πλέκουν τα μ α λ λ ά κ ια της για να έρθει να τον βρει (82, 22) και πάλι ακούει το πουλάκι που βγάζει ανθρώπινη φ ω νίτσ α (53Γ, 12) και που μες στις γλυκές α υ γ ίτ σ ε ς (81, 52), φέρνει το μήνυμα της κ α λίτσ α ς του (75, 36) και «κίνησε ο ν ιο ύ τ σ ικ ο ς να πάη ν ’ αρραβωνΐση» (137,1). Τέτοιος κόσμος ανοίγεται και στην ποίηση του Παλαμά με τα διαλεχτά υποκοριστικά που τα συναντά κανείς στους στίχους του. Στην πρώτη συλλογή του Τ α Τ ρ α γ ο ύ δ ια τη ς Π α τ ρ ίδ ο ς μ ο υ , θα ακούσουμε μια φ ω νού λα (ελληνική που) γρικιέται στου Τούρκου την τρ εμ ο ύ λ α (ΤρΠΙ, 43)4, θα δούμε στης α υ γ ο ύ λ α ς τ ο φως όλα τ’ άν­ θη του Μάη που έχουν τέτοια δ ρ ο σ ο ύ λ α και εί­ ναι σαν α δ ερ φ ά κ ια πλεγμένα σε στεφάνι που το ταίριαζε το π α ιδ ά κ ι και το δείχνει στη μαν ο ύ λ α του (ΤρΠΙ, 73-74). Στην Α σ ά λ ε υ τ η Ζ ω ή (ΑΖ3, σ. 117-118) μόνο σε δυό σελίδες, στο «Μί­ λημα με τα λουλούδια» συναντούμε τα υποκορι­ στικά ουσιαστικά: φ ιλ ά κ ια , ζω ο ύ λ α , κ ο ρ ­ μ ά κ ι, γ ρ α μ μ ο ύ λ α , χ ε ιλ ά κ ια , κ α ρ δ ο ύ ­ λες κ.λπ. Ας δούμε, όμως, τον παράλληλο τρόπο υποκορι­ σμού στα δύο κείμενα με υποκοριστικές καταλή­ ξεις. Οι συνηθέστερες υποκοριστικές καταλήξεις ονομάτων και στα δύο κείμενα είναι οι ακόλουθες:

Λ α μ π ρ ά κ η ς (43, 3), Κ υ ρ ια κ ο ύ λ η ς (14, 6), Κ ω σ τα ντά κ η ς (92, 61), Τ ο υ ρ κ ο κ ω σ τα ντ ά κ η ς (48,10), Ν ικ ο λ ά κ η ς (63,13), Όλα τα αρσενικά υποκοριστικά είναι συναι­ σθηματικής ποιότητος, χαϊδευτικά. Αλλά και στο έργο του Παλαμά, συναντάμε ελάχιστα αρσενικά υποκοριστικά με καταλήξεις όπως: - ά κ ο ς α νθ ρ ω π ά κ ο ς (ΤΙ, 408) - ά κη ςδρομάκη ς (ΠΜ5, 461) - ούλη ςα δερ φ ούλη ς (ΠρΠαρΙ, 434) - ό κ α ς γ ιό κ α ς (ΠΜ5, 318) Η ελάχιστη παρουσία αρσενικών υποκοριστι­ κών και στα δύο κείμενα οφείλεται στο ότι, καθώς όλα αυτά τα υποκοριστικά δηλώνουν συναισθηματικότητα η απόδοσή τους με ουδέτερο γένος προσδίδει μεγαλύτερη ένταση! Έτσι, ενώ έχουμε αναφορά σε αρσενικό γένος, ο υποκορισμός εκφράζεται, διατυπώνεται σε ουδέ­ τερο γένος, σε παράθεση κυρίως, κι αυτό το παρα­ τηρούμε τόσο στα δημοτικά τραγούδια, όσο και στην παλαμική ποίηση. Χαρακτηριστικό παρά­ δειγμα ότι σ’ όλο τον Τ ά φ ο και στον Π ρ ώ τ ο Λ ό γ ο τω ν Π α ρ α δ ε ίσ ω ν , ποιήματα κατ’ εξοχήν συναι­ σθηματικά, όπου ο ποιητής κάνει συνεχή αναφο­ ρά στο πεθαμένο του παιδί, τον Άλκη, χρησιμο­ ποιεί μόνο δύο υποκοριστικά σε αρσενικό γένος. Και στο δημοτικό τραγούδι γίνεται ευρύτερη χρή­ ση του ουδέτερου γένους προς δήλωση του αρσε­ νικού, οπότε και τα υποκοριστικά είναι σχεδόν όλα στο ουδέτερο.

Αρσενικά

θηλυκά

Στα δημοτικά τραγούδια συναντάμε μόνο τρεις τύπους υποκοριστικών και με διαφορετικές κατα­ λήξεις. - ίκ ο ς Με αυτή την υποκοριστική κατάληξη έχουμε το ν ιο ύ τ σ ικ ο ς (90Β, 12, 90Γ 27,137,1) που απαντά τρεις φορές. Στη συγκεκριμένη περί­ πτωση η κατάληξη - ίκος «επειδή ακολουθεί άλ­ λες καταλήξεις της δημοτικής δημιουργεί σύνθε­ τες καταλήξεις όπως - ο ύ τ σ ικ ο ς » 5. - ο υ λ ή ς . Με αυτή την υποκοριστική κατάληξη έχουμε το ουσ. α δ ερ φ ο ύ λ η ς (80, 28 και S0.31) και το γ ιο ύ λ η ς (= μικρός γιος, 139, 7 m i 165, 18) που τα συναντούμε από δύο φορές το ωάτένα. - ό κας. Με αυτή την υποκοριστική κατάληξη έχουμε το ουσιαστικό γ ιό κ α ς (26, 7 και ϊόί, 1) που το συναντάμε και αυτό δύο φορές. Αυτά είναι τα τρία υποκοριστικά που βρί­ σκουμε στα δημοτικά τραγούδια6. Έχουμε, όμως, με υποκοριστικές καταλήξεις αρσενικού, κύρια ονόματα, τα οποία δεν εξετάζουμε εδώ, απλώς τα αναφέρουμε, όπως: Α η - Γ ια ν ν ά κ η ς (9Β, 2),

- ο ύ λ α . Είναι μια κοινή υποκοριστική κατάληξη που στα εξεταζόμενα κείμενα έχει μεγάλη έκταση. Αναφέρουμε ενδεικτικά παραδείγματα: Δημ. Τραγ. βαρκούλα (128Β, 3), κοντοραχούλα (60, 4), κυρούλα (85, 28), μανούλα (47, 8), ξενούλα (85, 26), περδικούλα (53Α, 26), ραχούλα (5,4). Παλαμ. βαρκούλα (Β7, 19), βρυσούλα (ΤρΠΙ, 145), γραμμούλα (ΑΖ3, 118), γρηούλα (ΤρΠΙ, 46), μανούλα (ΤρΠΙ, 74), μυρτούλα (ΤρΠΙ, 145), καρδούλα (ΤΙ, 399), ψυχούλα (ΤΙ, 391). Μερικές φορές όμως χάνει την υποκοριστική της σημασία και απλώς δημιουργεί ένα άλλο μορφολογικό τύπο θηλυκού για λόγους υφολογικούς. Δημ. Τραγ. αυγούλα (46, 12) αντί του α υγή , β ρ υ ­ σ ο ύ λ α (23, 8) αντί του β ρ ύ σ η , γλ ω σ σ ο ύ λ α (165,36) αντί του γλώ σ σ α . Παλαμ. δ ρ ο σ ο ύ λ α (ΤρΠΙ, 74) αντί του δ ρ ο σ ιά , ε υ κ ο ύ λ α (ΠΜ5,398) αντί του ευ χ ή ,


118 αφιέρωμα---------------------------------προσ ευχούλα

(ΤρΠΙ, 59) αντί του προ­

σευχή, (ΚΛΐμν5,179) αντί του τρόμος. - π ο ύ λ α . Η κατάληξη αυτή συνήθως δηλώνει υπο­ κορισμό. Δημ. Τραγ. α ρ χ ο ν τ ο π ο ύ λ α (82, 32), β λ α χ ο π ο ύ λ α (36, 5), ξ α δ ε ρ φ ο π ο ύ λ α (166, 2). Παλαμ. β ο σ κ ο π ο ύ λ α (ΜΨ1, 277), χ ω ρ ια τ ο π ο ύ λ α (ΧαιρΗλ3, 255), ψ α ρ ο π ο ύ λ α (ΚΛιμν5, 179). τρεμ ούλα

Εκτός όμως από υποκορισμό η κατάληξη - π ο ύ ­ λ α δηλώνει την κόρη του σημαινομένου από το θέμα της λέξης: Δημ. Τραγ. ε μ ιρ ο π ο ύ λ α (13, 4), μ π ε ϊο π ο ύ λ ά ( 45, 11), π α π α δ ο π ο ύ λ α (45,10). Παλαμ. Β α σ ιλ ο π ο ύ λ α (ΑΖ3, 49), ρ η γ ο π ο ύ λ α (ΤρΠΙ, 35). Ο Παλαμάς ακόμη με την κατάληξη - πουλά σχηματίζει επίθετα που δεν είναι υποκοριστικά, απλώς αντικαθιστούν άλλους μορφολογικούς τύ­ πους επιθέτων της κοινής νεοελληνικής ή περι­ φράσεις όπως: κ ρ η τ ικ ο π ο ύ λ α ρ ίμ α (Β7, 13) αντί κ ριτικ ιά ρ ίμ α ή ψ α ρ ο π ο ύ λ α λ ίμ ν η (Κλιμν5, 215) αντί λίμνη με ψάρια). - ίτσα. Υποκοριστική κατάληξη που εκφράζει και στα δημοτικά τραγούδια και στον Παλαμά συναι­ σθηματική ποιότητα. Η σημασία των υποκοριστι­ κών αυτών είναι περισσότερο χαϊδευτική παρά μικρυντική. Δημ. Τραγ. α υ γίτ σ α (81, 52), κ α λ ίτ σ α (75, 36), λ α λ ίτ σ α (89,9), φ ω ν ίτ σ α (53Γ, 12). Παλαμ. γω νίτ σ α (ΤΙ, 408), φ ω λ ίτ σ α (ΤΙ, 404). Ουδέτερα

- άκι. Είναι η πιο διαδομένη υποκοριστική κατά­ ληξη στη νέα ελληνική και φυσικά στα δημοτικά τραγούδια και την παλαμική ποίηση. Είναι φορές Συντομογραφίες Οι παραπομπές στα έργα του Κ. Παλαμά γίνονται στα Άπαντα του ποιητή εκδ. του Ιδρύματος Κωστή Παλαμά. Μετά τη συντομογραφία του τίτλου συλλογής οι αριθμοί που ακολουθούν δη­ λώνουν ο πρώτος τον τόμο των Απάντων και ο δεύτερος τη σε­ λίδα. ΑΖ = Η Ασάλευτη Ζωή Β = Βωμοί ΔΓ = Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου ΚΛιμν = Οι Καημοί της Λιμνοθάλασσας ΜΨ = Τα Μάτια της Ψυχής ,ΠΜ = Η Πολιτεία και η Μοναξιά ΤίρΠαρ = Οι Παράδεισοι. Ο Πρώτος λόγος των Παραδείσων Τ = Ο Τάφος ΤρΠ = Τα Τραγούδια της Πατρίδος μου Χαιρ Ηλ = Οι Χαιρετισμοί της Ηλιογέννητης.

όμως, που, όπως και η κατάληξη - π ο ύ λ α , χάνει την υποκοριστική της σημασία, οπότε οι παράγωγες από την κατάληξη λέξεις αποτελούν απλά υφολογικά στοιχεία. Δημ. Τραγ. κ λ α δ ά κ ι (23,10), μ α ν τ η λ ά κ ι (108,8), π ο υ λ ά κ ι (15, 7). Παλαμ. αδερφάκι (ΤρΠΙ, 74), κορμάκι (ΑΖ3, 118), παραμυθάκι (Β7, 18), φιλάκι (ΑΖ3, 117), ταιράκι (Β7, 19). - π ο υ λ ο . Αυτή η υποκοριστική κατάληξη χρησι­ μοποιείται και στα δύο κείμενα όχι μόνο για ν α δηλώσει υποκορισμό, αλλά κυρίως για να υποδη­ λώσει το αρσενικό γένος. Δημ. Τραγ. Β λ α χ ό π ο υ λ ο (70, 6), κ λ ε φ τ ό π ο υ λ ο (22, 10), Μ ο ρ α ϊτ ό π ο υ λ ο (42, 1), ν α υ τ ό π ο υ λ ο (88,16). Παλαμ. βασιλόπουλο (ΤρΠΙ, 168), δ ρ α κ ο ν τ ό π ο υ λ ο (Β7, 148), π α ιδ ό π ο υ λ ο (Β7, 74), ρ η γ ό π ο υ λ ο (ΤρΠΙ, 35). - ο ύ λ ι. Η έκταση της υποκοριστικής αυτής κατά­ ληξης είναι περιορισμένη πολύ, ιδιαίτερα στα δη­ μοτικά τραγούδια, αλλά και στην ποίηση του Πα­ λαμά, όπου επικρατεί κυρίως στα επίθετα. Δημ. Τραγ. α δ ε ρ φ ο ύ λ ι (122, 8). Παλαμ. κ ρ υ φ τ ο ύ λ ι (= κρυμμένο) (ΤΙ, 388), φτω χ ο ύ λ ι (= φτωχικό εδώ απέριττο, το φτωχούλι το μνήμα) (ΠρΠαρΙ, 429). Και στα δύο κείμενα, λοιπόν, α) κυριαρχούν υποκοριστικά που δηλώνουν συναισθηματικότητα, τρυφερότητα και όχι μίκρυνση. β) Επικρατεί η ουδέτερη υποκοριστική κατάληξη για να δηλώσει υποκορισμό λέξεων αρσενικού γένους, γ) Υποκο­ ριστικές καταλήξεις θηλυκού και ουδέτερου γέ­ νους πέρα από την μικρυντική ή συναισθηματική σημασία τους προσφέρουν, για υφολογικούς μό­ νον λόγους, έναν άλλο μορφολογικό τύπο παράλ­ ληλα με τον κανονικό, γεγονός που συμβάλλει στην πολυτυπία του ελληνικού λεξιλογίου. Σημειώσεις 1. Για τους δύο αυτούς τρόπους σχηματισμού υποκοριστικών βλ. Γ. Χατζιδάκι, Ακαδημεικά Αναγνώσματα, 3,236. 2. Περί του υποκορισμού, βλ. Γ. Μπαμπινιώτη, Ο δια συνθέσεως υποκορισμός εις την ελληνικήν, Αθήνα 1969, σ. 18- 26. 3. Η παραπομπή γίνεται στη συλλογή Ν. Πολίτη· ο πρώτος αριθμός δηλώνει τον αριθμό του τραγουδιού, ο δεύτερος το στίχο. 4. Για τις συντομογραφίες των συλλογών του Κ. Παλαμά, βλ. σελ. 6. 5. Υ. Tarabout, La Langue de Valaoritis, Athenes 1970-, σ. 481. Για την υποκοριστική κατάληξη - ούτσικος βλ· και Μ. Τριανταφυλλίδη, Νεοελληνική Γραμματική, Αθήνα 1940, & 306. 6. Εννοούμε βέβαια τη συλλογή του Ν. Πολίτη.


αφιέρωμα 119

ΓΊ

ο 1973 ο Λ. Πούλιος δημοσίευσε τη δεύτερη συλλογή ποιημάτων του, «Ποίηση 2», σε μια χρονική στιγμή με οφθαλμοφανή ιστορικά και πολιτικά συμφραζόμενα, στα οποία άλλωστε ήταν επίσης φανερό -από μια απλή αναγέννηση του νεανικού, τουλάχιστον, έργου του- ότι είχε κλητευθεί ο ποιητής. Ήδη τέσσερα χρόνια πριν, η δημοσίευση της «Ποίησης» είχε δημιουργήσει στους λογοτεχνικούς κύκλους μια αντιφατική και αμή­ χανη αίσθηση: σε μια εποχή όπου φαινόταν να θριαμβεύει και να κυριαρχεί απόλυτα στους τρόπους ποιητικής έκφρασης ο μοντερνισμός -και μάλιστα ο μοντερνισμός με τη γλωσσική και τεχνική αποτύπωση του Σεφέρη και του Σινόπουλου- εμφανιζόταν ένας ποιη­ τής που ξανάφερνε προς χρήση την πηγαία εκφορά του λόγου, τον μεγάλο βηματισμό ή και δρασκελισμό: στοιχεία δηλαδή που η κριτική και η θεωρία της μοντέρνας ποίησης θεω­ ρούσε ότι είχαν εκλείψει.

Αλέξης Ζήρας

Ο Λεύτερης Πούλιος, κληροδόχος του Μ αμά Μια αναμενόμενη συνάντηση1 Το «Αμέρικαν μπαρ στην Αθήνα» -σελ. 21-22 Ι αυτή τη δεύτερη χρονολογικά συλλογή ' του ο Λ. Πούλιος συμπεριέλαβε το ποίημα της συλλογής- περιγράφει μια φανταστική συνά­ «Αμέρικαν μπαρ στην Αθήνα», ένα ποίη­ ντηση του ποιητή με τον Κωστή Παλαμά, σε μια μα με δύο εμφανείς σημασιολογικές προ­ Αθήνα σύγχρονη, και θα μπορούσε να απαριθμηβολές: τη στάση μιας περσόνας που έχει στεί ως μια ακόμα συνάντηση, από αυτές που ο προ οφθαλμών την όψη μιας φθαρμένης Πούλιος συνήθιζε να συνδηλώνει σε αρκετά από ζωής και τη ρητά διατυπωμένη ανά­ τα πρώτα ποιήματά του (Πάουντ, Ντύλαν Τόμας, γκη πρόσδεσης σε μια γραμμή, εθ ν ο κ ε ν τ ρ ικ ά ο ρΒοσνεσένσκι, ι­ Όμηρος, Δάντης, Μπομπ Ντύλαν, σ μ ένη . Νομίζω ότι οι προβολές αυτές δεν απα­ κ.ά.), όχι πάντοτε με ορατούς τους λόγους εμφά­ σχόλησαν ιδιαίτερα όσους υποδέχθηκαν με κείμε­ νισης των προσώπων. Αναμφίβολα, η καταγωγή νά τους την ποίηση του Πούλιου, αν και στην εξέ­ του, η καθαρά ποιητική, δεν θα μπορούσε να αναλιξή της στα κατοπινά χρόνια ανέπτυξε ακόμα πε­ χθεί στην παλαμική παράδοση. Αλλά οι κα­ ρισσότερο αυτή την πλευρά: ενός λόγου ιεροφα- ταγωγές στον χώρο της λογοτεχνίας είναι, έτσι κι ντικοό, μεσσιανικού, αλλά καθόλου ιδεοληπτιαλλιώς, εξαιρετικά αδιευκρίνιστες, πράγμα που κού, στο βαθμό που δεν απομακρυνόταν ποτέ από σημαίνει, ανάμεσα στα άλλα, ότι πολλές φορές τις άμεσες αναφορές του στη νεοελληνική πραγ­ δεν είναι η γλώσσα και η τεχνική αυτές που ορίματικότητα.

Σ


120 αφιέρωμα ζουν τις συγγένειες, αλλά μάλλον ο τρόπος που διαλέγει τις συγγένειές του ένας νεότερος λογοτέ­ χνης μέσα από αυτό που του έχει, γενικά ή ειδικά, παραδοθεί. Με άλλα λόγια, το τ ί α ισ θ ά ν ε τ α ι πως τον συνδέει με όσους ονομάζουμε «δασκάλους» στην εξέλιξη της γραμματολογίας μας. Το ποίημα που μας απασχολεί είναι γραμμένο με τη γνωστή εκφραστική ελευθερία και τον πη­ γαίο αυθορμητισμό του Πουλιου, στοιχεία που επαινέθηκαν και κατακρΐθηκαν από την κριτική εκείνη που έθετε προνομιακό καθεστώς του ποιη­ τικού άρτιου την ορφική διάπλαση του λόγου, Α ν ά μ ε σ α σ τα π ε ρ ιπ λα ν ώ μ ε ν α , β ια σ τ ικ ά , η λ ίθ ια π ρ ό σ ω π α τ ου δ ρ ό μ ο υ , σ ε ε ίδ α α π ό ψ ε Κ ω σ τ ή Π α λ α μ ά

[...] Ν ιώ θ ω τις σ κ έ ψ ε ις σ ο υ Κ ω σ τ ή Π α λ α μ ά ' άμυαλε γε ρ ο ξ ε φ α ν τ ω τ ή κ αθώ ς έ μ π α ιν ε ς μ έ σ α σ το μπαρ γ λ υ κ ο κ ο ιτ ά ζ ο ν τ α ς τις π ο υ τ ά ν ε ς κ αι π ίν ο ν τ α ς ένα δ ιπ λ ό ο υ ίσ κ ι. Σ ’ α κ ο λ ο ύ θ η σ α μ έ σ α α π ό ο μ ίχ λ ε ς α π ό τ σ ιγ ά ρ α κ αι χ ά χ α ν α λ ό γ ω τω ν γ υ ν α ικ ε ίω ν μ α λ λ ιώ ν μ ο υ . Κ ά θ ισ α ν α μ ε κ ε ρ ά σ ε ις π ά νω σ τ ο ν σ α ν ιδ έ ν ιο π ά γκ ο . Δ ίπ λ α σ ε μ ια σ ειρ ά κ α θ ισ μ έ ν α α γ ά λ μ α τ α [...]

παράθεση εδώ της αναφοράς «των γυναι­ κείων μαλλιών μου», μιας αναφοράς που χρειάζεται εξωκειμενικά συμφραζόμενα και πληροφορίες για να αποκτήσει την ιδι­ αίτερη σημασία της, δραματοποιεί απροσ­ δόκητα το ποίημα. Καθώς ο σαρκασμός και η ειρωνεία της εισαγωγής σ’ αυτή τη φανταστική συνάντηση, του ενός ποιητή με τον άλλον, επιτείνονται από την αυτοαναφορά του Πουλιου, όλο το ποίημα αρχίζει να γειώνεται μέ­ σα στις διαστάσεις της συγκεκριμένης κοινωνικοιστορικής συγκυρίας. Μιας συγκυρίας που, βέ­ βαια, δεν εξαντλείται στα όρια της δεκαετίας του ’70, αλλά, διαπλέει όλη την απόσταση των είκοσι και περισσότερων χρόνων, ως τις μέρες μας, και, απροσδόκητα, αποκτά ένα πρόσθετο νόημα στις σημερινές συνθήκες υποδοχής της! *Την εποχή στην οποία δημοσιεύτηκε η «Ποίη­ ση 2» είχε ήδη υποδειχθεί από την κριτική η σχέ­ ση του συγκεκριμένου ποιήματος με το ποίημα του Άλλεν Γκίνσμπεργκ, «Ένα σουπερμάρκετ στην Καλιφόρνια» , από τη φημισμένη ιδιαίτερα

Η

συλλογή του «Το ουρλιαχτό και άλλα ποιήματα» (1956: Howl and Other Poems). Οι αναλογίες πυκνώνουν αν λάβουμε υπόψη μας ότι στο «Ουρλιαχτό» ο Γκίνσμπεργκ ανακαλεί ή επικαλεί­ ται μια επίσης φανταστική του συνάντηση με τον Ουώλτ Ουΐτμαν, μια συνάντηση όχι μόνο χαρα­ κτήρων αλλά ποιητικών ιδιοσυγκρασιών -τουλά­ χιστον έτσι όπως θέλει αυτή τη συνομιλία, τον διάλογο ο σύγχρονος Αμερικανός ποιητής: Τ ι σ κ έ ψ ε ις κ άνω γ ια σ έ ν α α π ό ψ ε, Ο υ ώ λ τ Ο υ ΐτ μ α ν , π ε ρ π α τώ ντα ς σ τα σ ο κ ά κ ια κάτω α π ’ τα δ έ ν δ ρ α μ ’ έ ν α π ο ν ο κ έ φ α λ ο α μ ή χ α ν ο ς κ ο ιτ ά ζ ο ν τ α ς τ ’ ο λ ό γ ιο μ ο φ ε γ γ ά ρ ι [...] Σ ε είδ α , Ο υ ώ λ τ Ο υ ΐτ μ α ν , ά κ λ η ρ ε , π α ν τ έ ρ η μ ε γε ρ ο φ α γ ά , ν α ψ α χ ο υ λ ε ύ ε ις τα κ ρ έα τα σ το ψ υ γείο μ π α ν ίζ ο ν τ α ς τα μ π α κ α λ ό π α ιδ α [...]1.

αυτοαναφορά που περιέχεται στην τε­ λευταία φράση, ανάλογη μ’ αυτή του Πούλιου, δεν είναι παρά το κλείσιμο του ματιού του ποιητή προς τον αναγνώστη. Όμως αυτό που έχει ιδιαίτερη σημασία και στις δύο περιπτώσεις δεν είναι η προβολή του εγώ στη σκηνοθεσία του ποιήματος· είναι η οργάνωση ενός διακειμενικού λόγου που θέλει να διατρέξει κριτικά στην ιστορία ενός ορισμένου τόπου: μια πορεία διαψεύσεων, παραμορφώσεων και τερατογενέσεων. M u ta tis m u ta n d is, βέβαια. Αν και σ τ ο ν δ ιο γ κ ω ­ μ έ ν ο , π λ η θ ω ρ ικ ό και ενορατικό λόγο που χρησι­ μοποιεί ο Πούλιος, το αποτύπωμα του χώρου, της πατρίδας, του «οικείου» θαύματος, διαφαίνεται μια βαθύτατα ρομαντική στάση, όπου το σωματι­ κό πάθος, η παραφροσύνη, το χάος, η τραγική αντίληψη για τη ζωή είναι η απόκριση του νεότε­ ρου στον γηραιότερο, στον Παλαμά και στον ιδεατισμό του, στο αναμενόμενο ατελέσφορα θαύμα:

Η

Κ ω σ τ ή Π α λ α μ ά , έ ρ η μ ε φ ω ν α κ λ ά , ά σ ω τη κ λ ή ρ α μ ο υ . Τ ι ρ ω μ ιο σ ύ ν η δ α σ κ ά λ ε υ ε ς μ ε φ ω τιά και β ο υ ή , α ν ε β α σ μ έ ν ο ς σ τ η ν κ ο ρ φ ή της ε λπ ίδ α ς, ό τ α ν ξ α φ ν ικ ά η ν ύ χ τ α π ετ ά χ τ η κ ε σ α ν μ α χ α ίρ ι α π ’ τη θ ήκη. Κ ι α π ό μ ε ιν ε ς σ τ η ν κ α ρ έκ λ α π α ρ ά λ υ τ ο ς μ ε τ ’ ό ρ α μ α μ ια ς α ύ γ ο ύ λ α ς π ο υ ά χ ν ιζ ε (...)


αφιέρωμα 121 ίναι ενδιαφέρον να διερευνήσουμε τους λό­ γους για τους οποίους ο Πούλιος «διαλέγει» για «κλήρα» του τον Παλαμά, όπως ο Γκίνσμπεργκ τον Ουίτμαν3· Μάλιστα, στην περίπτωση του «Αμέρικαν μπαρ στην ΑθήI να», με δεδομένη την έλλειψη συνέχειας ι μ στη νεοελληνική ποιητική παράδοση και τη σπασμωδική αναζήτηση καταβολών, ιδιαίτερα στους ποιητές μετά το 1960, θα μπορούσε να μας ξεγελάσει ο δανεισμός της ποιητικής σκευής του Γκίνσμπεργκ. Αλλά αυτό είναι η εύκολη και προ­ φανής ερμηνεία. Γιατί αυτή η ζήτηση της εντοπιότητας, με την πιο κυριολεκτική της έννοια, βρίσκεται και σε άλλα ποιήματα του Πούλιου4, παρουσιάζεται δε με μεγαλύτερη συχνότητα στις μεταγενέστερες συλλογές του, «Ο γυμνός ομιλη­ τής» (1977) και «Το αλληγορικό σχολείο» (1978). Το κυριότερο όμως είναι ότι αναγνωρίζει ρητά τον Παλαμά (δηλαδή την ποίησή του) ως «κλή­ ρα» του, ως «δάσκαλό» του, ως «παππού» του:

Η

[...] Ν ιώ θω σ κ ο λ ια ρ ό π α ιδ ο π ο υ το υ ’λ ά χ ε σ τρα βόξυλο δ ά σ κ α λο ς[... ]

και λίγο παρακάτω: [...] Κ α ι ν α χ ω ρ ίσ ο υ μ ε ο κ α θ ένα ς σ το δ ρ ό μ ο του σ α ν π α π π ο ύ ς κι ε γ γ ο ν ό ς π ο υ β ρ ισ τ ή κ α ν ε [ ...}

Επιπλέον, σ’ αυτό το συγκινημένο κι επαναστατημένο ποίημα, που συγκεντρώνει πολύ καθα­ ρά τα περισσότερα στοιχεία του φρονήματος για την τέχνη και τη ζωή, της αρχικής ομάδας του ’70, ο Πούλιος υιοθετεί με αρκετή προκλητικότητα μια εκλεκτική εθνοκεντρική γραμμή της ποιητικής παράδοσης, με κοινή καταγωγή, του ίδιου και του Παλαμά, τη μορφή του Ρήγα! [...] Π ά μ ε ν α κ α τ ο υ ρ ή σ ο υ μ ε ό λ α τ ’ α γά λ μ α τ α της Α θ ή ν α ς · π ρ ο σ κ υ ν ώ ν τ α ς μ ο ν ά χ α του

Κοντολογίς, «τολμάει» να αποδεχθεί την όψη εκείνη του Παλαμικού έργου που αμφισβητήθηκε περισσότερο απ’ όλες, για την αισθητική και τη λογοτεχνική της αξία, στα μεταπολεμικά χρόνια. Όχι μόνο γιατί η νεότερη κριτική στάθηκε μάλλον αρνητικά απέναντι στο ερώτημα του κατά πόσο μπορούν οι ιδέες να συμβάλλουν σε μια ερμη­ νευτική της ποίησης, αλλά και γιατί το σύνολο σχεδόν των μεταπολεμικών ποιητών έτεινε προς την απόρριψη των ιδεολογικών στρατεύσεων και του περίφημου πολιτικού «μηνύματος» της τέχνης. Αυτή άλλωστε είναι και η αιτία της συστηματικής απώθησης του Κ. Παλαμά και της ποίησής του από τη διαρθρωμένη με μοντερνιστικά κριτήρια κριτική μας, στην τελευταία τριακονταετία. Ο μεσ­ σιανικός χαρακτήρας αρκετών από τις μεγάλες συνθέσεις και ο ενορατικός λόγος του, σε συνδυα­ σμό με τη ρητορική μιάς άτριφτης ακόμα δημοτι­ κής, σταθμίζονταν διαφορετικά από τις μονογρα­ φίες του Κ.Θ. Δημαρά, του Αιμ. Χουρμούζιου και του Κ. Τσάτσου και διαφορετικά από το μετασεφερικό ρεύμα της αυστηρά κειμενικής κριτικής. Όμως ο Λευτέρης Πούλιος, ξαναπιάνοντας το νήμα του αυθόρμητου και πηγαίου ρήματος, που φαινόταν ότι είχε εξαντληθεί στον Βάρναλη, στον Σικελιανό5και, από ένα άλλο παρακλάδι, στον Ρίτσο, είναι σχεδόν μοιραίο ότι θέλει να κάνει αυτό τον φανταστικό διάλογο με τον Παλαμά. Όχι επειδή γυρεύει το χώρο του και βλέπει τον ποιητή του «Δωδεκάλογου» όπως τον έβλεπαν ορισμένοι ποιητές του ’20 και του ’30, αλλά επειδή βρίσκει μέσα από τις επικαιρικές διαφορές τις βασικές ομοιότητές τους. Μ’ όλη την αυθάδεια του Γκίν­ σμπεργκ προς τον Ουίτμαν, και, επιπλέον, μ’ όλη την απελπισία ενός άγγελου εξολοθρευτή σ’ έναν κόσμο ερειπίων6· Ε ίμ α σ τ ε ο ι ζω ν τ α ν ό τ ερ ο ι το ύτη ς τη ς νύχτα ς.

Ρήγα [■■■]*123 Σημειώσεις 1. Αλλεν Γκίνσμπεργκ, μτφρ. Αρης Μπερλής, Αθήνα 1978, σ. 37-38. Το ποίημα γράφτηκε στο Μπέρκλεϋ της Καλιφόρνιας το 1955. 2. Το «Αμέρικαν μπαρ στην Αθήνα» έχει σχολιάσει συνοπτικά και ο Μ.Γ. Μερακλής: Σύγχρονη Ελληνική Λογοτεχνία, 1945-1980, Α'. Ποίηση, Αθήνα 1986, σ. 281-282. «Δεν είναι ίσως δίχως σημασία ότι σ’ ένα από τα πιο καλά του ποιήματα [...], στο πιο καλό ίσως βιβλίο του [...], ο Πούλιος συναντάει τον Κωστή Παλαμά». 3. Ας σημειωθεί, για να εισκομιστούν κάποια επιπλέον στοι­ χεία, ώστε να γίνουν ευκρινέστεροι οι κοινοί τόποι, πως ο Παλαμάς ασχολήθηκε πέντε φορές με τον Ουίτμαν, μεταξύ 1901 και 1926. Βλ. και Γ.Κ. Κατσίμπαλης, Ελληνική Βιβλιο-

γραφία Ουώλτ Ουίτμαν (1959). 4. X. Σακελλαρίου, Παθολογία της πνευματικής ζωής, Αθήνα 1983: «Αναζήτηση γραφής στην ποίηση του Λευτέρη Πούλιου», σ. 75-76. «Ο Λ. Πούλιος, σαν αληθινός ποιητής είναι ποιητής της γενιάς του και του τόπου του. Το τονίζει εμφαντικά: Εγώ ένας Έλλην βρίσκω τον εαυτό μου στην Ελλάδα». 5. Γ.Π. Σαββίδης, Εφήμερον σπέρμα 1973-1978, Αθήνα 1978: «Η ποίηση σαν κώδικας ζωής», σ. 127-132. «Σε ανάθεση, όμως, προς την ευφροσύνη που η ροή του λόγου, προξενούσε στον Σικελιανό, τούτος ο ποιητής - το δείχνουν νομίζω και οι αμφίρροποι ρυθμοί του - νιώθει το δώρο αυτό σαν δίκοπο μαχαίρι». 6. Αλέξης Ζήρας, Γενεαλογικά. Για την ποίηση και τους ποιη­ τές του ’70, Αθήνα 1989, «Λευτέρης Πούλιος», σ. 175-188.


122 αφιέρωμα Κ. Παλαμάς έζησε σε μια ττολύ ενδια­ φέρουσα εποχή από κάθε άποψη. Πα­ ρακολούθησε με πάθος όσα συνέβαιναν στη χώρα του και στην Ευρώ­ πη και κατέγραψε τις σκέψεις του με την πολυπραγμοσύνη που τον διέκρινε, αλλά και με σεβασμό προς το μεγαλείο ορισμένων λογιών της Δύσης. Η πλούσια παρακαταθήκη που μας κλη­ ροδότησε είναι ο μίτος που μας καθοδη­ γεί στη μελέτη της προσωπικότητάς του, αλλά και η πηγή από την οποία αντλούμε πληροφορίες για το φιλολογικό σύμπαν της εποχής του. Δεν δίσ ταζε να σχολιά­ ζει, να μνημονεύει, να παραθέτει και να μεταφράζει αυτούς που θεωρούσε δα­ σκάλους του, μεταξύ των οποίων και τον Ερνέστο Ρενάν, εξέχουσα μορφή του 19ου αιώνα.

ΰ

Ιφιγένεια Μποτουροποΰλου

0 Κωστής Παλαμάς

ταν γεννιέται ο Παλαμάς (1859), ο Ρενάν (1823-1892) είναι ήδη καταξιωμένος επι­ στήμονας στη Γαλλία, με αρκετό συγγρα­ φικό έργο1 και με την ανασκαφή της αρ­ χαίας Φοινίκης στο ενεργητικό του. Από το 1863 - χρονιά που κυκλοφορεί ο Β ίο ς τ ου Ιη σ ο ύ , το πρώτο βιβλίο μιας 7τομης σειράς με θέμα την Ισ τ ο ρ ία τω ν α π α ρ χ ώ ν το υ Χ ρ ισ τ ια ν ισ μ ο ύ - ο Ρενάν γίνεται ευρύτερα γνω­ στός στην Ευρώπη και μέχρι το τέλος της ζωής του δεν θα πάψει να παράγει σημαντικότατο έργο όχι μόνο ιστορικού της θρησκείας, αλλά και φιλο­ λόγου, γλωσσολόγου, φιλοσόφου και ανατολιστή. Κάθε βιβλίο του υπήρξε κι ένα μνημείο επιστημο­ νικής έρευνας, γραμμένο επιπλέον σ’ ένα ύφος λο­ γοτεχνικό που το έκανε απαράμιλλο. Μια τέτοια προσωπικότητα δεν θα μπορούσε παρά να γίνει αντικείμενο μελέτης εκ μέρους του Παλαμά. Η συχνότητα με την οποία εμφανίζεται το όνομα του R e n a n στα γραπτά του Παλαμά είναι εντυπω­

σιακή, καθώς εντυπωσιακή είναι και η ποικιλία των ερεθισμάτων που αντλεί ο Παλαμάς από τα γραπτά του Renan. Δεν θα ήταν υπερβολή αν ισχυριζόμασταν ότι ο Παλαμάς υιοθέτησε σε πολ­ λά τον τρόπο σκέψης του Renan και τελικά η εντύπωσή μας για τον Renan, όταν διαβάζουμε Παλαμά, είναι εκείνη ενός γίγαντα του πνεύματος, μπροστά στον οποίο ο Παλαμάς κλίνει ευλαβικά το γόνυ. Οι χαρακτηρισμοί που του αποδίδει είναι πολύ χαρακτηριστικοί και δείγματα απόλυτου θαυμασμού: «φιλόσοφος αριστοτεχνικός και διανοητής υποδειγματικός»2, «αριστοτέχνης, σο­ φός»3, κριτικός νους που ξεπερνάει τα κοινά μέ­ τρα4· Δεν δίσταζε μάλιστα να ισχυριστεί ότι «μπρο­ στά σ’ ένα Ντάντε, σ’ ένα Νταβίντσι, σ’ ένα Γκαΐτε, σ’ ένα Ρενάν, οι άλλοι, κι οι πιο προικισμένοι σα μισοί και σα χλωμοί»5· Αλλά η υπέρτατη ιδιό­ τητα που ο Παλαμάς αναγνωρίζει στον Renan εί­ ναι ότι ήξερε να θέτει όρια στο έργο του, κρατώ-

Ο


--------------------------------- αφιέρωμα 123 Έρνέστου Ρενάν, καθώς μέ όλη τή χάρη τής θη­ λυκής ευαισθησίας πρό είκοσιπέντε άπάνου κάτου χρόνων μάς τήν άναπαράστησε μιά Βρετανή τεχνίτρα τοϋ Γαλλικού λόγου, ή Μαίρη Νταρμεστετέρ τή ζωή τού μεγάλου άνθρώπου μέ τή φλέβα τή θη­ λυκή, καθώς καί ό ίδιος ό Ψυχάρης θέλει, σ’ ένα άπό τά πιό πρωτότυπα κεφάλαια τού βιβλίου του· τοϋ άνθρώπου πού καί ό ίδιος είχε τή συνείδηση τής βαθιάς στοχασμένης του θηλυκότητας καί πού κάπου, άνίσως δέν έχω λάθος, μάς λέει, πώς άν ήθε­ λε στόν κόσμο ξαναγεννηθή, γυναίκα ήθελε νά γίνη. Καί τώρα, ΰστερ’ άπό τό ξεφύλλισμα τοϋ βι­ βλίου τοϋ Ψυχάρη γιά τό Ρενάν, καί άπό τό πέρα­ σμα τής κριτικής τοϋ Σουνταί, άπό τόν κόσμον αύτόν πού σάς είπα πώς άπό καιρό σέ καιρό βυθί­ ζομαι, κυνηγώντας ψυχικά λουτρά, εμπρός μου άνάβρυσ’ έξαφνα χορός πολυάριθμος δυσκολολογάριαστος, περίφημων ή μόλις γνωρισμένων, συγγραφέων καί ποιητών καί χρονικογράφων καί μελετητών, πού είχανε μιλήσει, ποιος ολίγο, ποιος πολύ, σέ βιβλία, σέ άρθρα, σέ περιοδικά, μέ σελίδες όλες ή καί μέ δύο λόγια, γιά τόν πολυπρόσωπο προ­ φήτη. Τί τρικυμία στή μνήμη μου!»7.

κι ο Ernest Renan ντας τ ο ν έλεγχο τω ν κειμ ένω ν του, χω ρίς ν α τ’ α π ογυμ νώ νει α π ’ τ η ν ομορφ ιά τους. Γιατί ο Π α λα μάς είναι κα τηγορηματικός σ ’ αυτό το σημείο: «Καί βέβαια. Θ ά χρειάζεται σέ όρια νά κράτηθης γιά ν ά δούλεψης γιά τ’ απεριόριστα»6· Α ς α κού ­ σ ουμε όμω ς τ ο ν Π α λα μά ν α εκμυστηρεύεται τα­ πεινά: «Δέν είμαι ό άνθρωπος -κάθε άλλο- πού θά μπο­ ρούσα μέ καμιάν αξίωση νά προβάλω μιλώντας οπωσδήποτε γιά τήν επιστήμη καί γιά τήν ποίηση, γιά τή σοφία καί γιά τήν άξια τού συγγραφέα των ’Αρχών του Χριστιανισμόν καί των Φιλοσοφικών Δ ιαλόγων. Είμαι ό άνθρωπος πού άπό όσα γνώρι­ σα τού Ρενάν καί περισσότερο ίσως, άπό όσα διά­ βασα γιά τόν Ρενάν, κρατώ μέσα μου ένα κοσμάκη ιδιαίτερα γιά μένα ονειρώδη, φωτοσκίαστο, αστρα­ φτερό, λατρευτό· άπό καιρό σέ καιρό βυθίζομαι στις δίπλες του καί στά κύματά του, λησμονιέμαι, ζώ τήν άσήμαντη ζωή μου, σάν κάτι νά σημαίνη. Θεέ μου! Στή μουσική σκάλα τών ιδανικών, πού μάς δίνουν τό δικαίωμα νά ζοϋμε τή ζωή, τών ιδα­ νικών, πού, κατά τή διαβάθμιση πού κάποτ’ έκαμε, νομίζω ό ίδιος ό Ρενάν, άρχίζοντας άπό ένα ποτη­ ράκι ούζο, τελειώνουν σ’ ένα πλατωνικό διάλογο, κάτι αξίζει κανείς νά σταματά στίς Ένθύμησες τών παιδικών κα ί νεανικών καιρών ή στή Ζωή τοϋ

Προφήτης πολυπρόσωπος, λοιπόν ο Renan, κατά τον Παλαμά, αλλά ένας προφήτης, που πι­ στεύει στην επιστήμη σαν σε θρησκεία, θετικιστής, αλλά όχι όπως ο Auguste Conte8· Επίσης, «πεισματάρης, ανήσυχος βλαστός της Βρεττάνης, μαζί και οίστρήλατος καί σκεπτικιστής, πού άποκρούει τήν πίστη γιά νά λατρεύη όσο παίρνει ενθουσιαστικά, ένα ιδανικό»9. Όσο για τις κρίσεις του σε σχέση με την τέχνη του Renan στο γράψιμο, παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον. Αντιμετωπίζει τα γραπτά του με συγκινητικό σεβασμό και μεγάλη προσοχή. «Tout est nuance»: αυτή η σκέψη του Renan μαγεύει τον Παλαμά, ο οποίος λέει σχετικά: «Μιά παραλλαγή ανεπαίσθητη καί άδιόρατη. Καί νά ή χάρη, καινού­ ρια, καί νά ή ομορφιά ολόδροση»10· Επαναλαμβά­ νει αυτή την άποψη σ’ ένα άρθρο για τον Ψυχάρη, όπου τον σχολιάζει επειδή περιφρονεί τις απο­ χρώσεις (nuances), ενώ ο Renan «τάς άντιτάσσει κατά τής λογικής καί θεωρεί ώς τούς μόνους ασφα­ λείς θεματοφύλακας άληθειών τινών»11. κείνο που εκπλήσσει είναι ότι ο Παλαμάς είχε διαβάσει το σύνολο των γραπτών του Renan γι’ αυτό και μπορεί να παραθέτει τις σκέψεις του σε όλους τους τομείς, δηλαδή ποίηση, τέχνη, λογοτεχνία, ιστορία, αρχιτε­ κτονική. Το έργο όμως του Renan που συγκεντρώνει τη μεγαλύτερη προσοχή και τον θαυμασμό του Παλαμά είναι η «Προσευχή πάνω στην Ακρόπολη», και σχολιάζοντας το τα­ ξίδι του Renan στην Ελλάδα σημειώνει:

Ε


124 αφιέρωμα--------------------------------«Τό κατ’ εξοχήν απασχόλησαν τήν Ιστορίαν τοϋ ανθρωπίνου πνεύματος γεγονός είναι ή κατά τό έτος 1865 άνοδος καί ή προσευχή τοΰ Έρνέστου Ρενάν επί τής Άκροπόλεως. Ό πάνσοφος ούτος Ιστο­ ρικός τοΰ ’Ισραήλ καί των ’Αρχών τοΰ Χριστιανι­ σμού, δίψυχος άνθρωπος, όμοΰ έπιστήμων καί καλ­ λιτέχνης άνωτάτης περιωπής, ό διανοητής πού “ένεσάρκωσεν εις γαλλικόν σχήμα τάς γερμανικός ιδέας” κατά τόν χαρακτηρισμόν τοΰ Taine, ό ποιη­ τής φιλόσοφος μέ τήν πλατωνικήν γοητείαν, ό άριστοτέχνης τοΰ ϋφους μέ τά άπλούστερα μέσα καί τούς μάλλον ασύλληπτους τρόπους, προσέφερεν εις τήν πολιούχον θεάν τής Σοφίας, ή όποια ήτο καί ή Μούσα του, ώς θυσίαν, τό ασμα ασμάτων τής πασιγνώστου δεήσεώς του. Ή ποίησις τοΰ πεζοΰ λόγου τοΰ Ρενάν, εάν έξαιρέσωμεν (ορισμένους στίχους τοΰ Βίκτωρος Ούγκώ, σπανίως εις τήν γαλλικήν γλώσσαν άνήλθε εις τοιοΰτον ύψος τεχνικής άπλότητος καί εκφραστικής χάριτος»12.

Μια άλλη παραπομπή που επανέρχεται συχνά στα γραπτά του Παλαμά είναι το «ελληνικόν θαύ­ μα»13, όρο που χρησιμοποίησε ο Renan για να εκφράσει το θαυμασμό του για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Επίσης, ο Παλαμάς επαναλαμβάνει για λογαριασμό του την ιδέα που εκφράζει ο Renan στην εισαγωγή του βιβλίου του Π α ιδ ικ ές κ αι ν εα ν ι­ κές α να μ νή σεις, ότι «δεν πρέπει νά γράφουμε παρά μόνο γι’ αυτά πού άγαπάμε. Ή λήθη κι ή σιωπή είναι τιμωρία πού έπιβάλλουμε σ’ ό,τι άσχημο καί κοινότοπο βρίσκουμε στή διάρκεια τής ζωής μας»14. Και τον Παλαμά τον έχουν ακριβώς κατηγορήσει ότι δεν είναι καλός κριτικός, αφού δεν γράφει παρά ευνοϊκές κριτικές15. Επίσης, τα λόγια του ήρωα του Renan στον Π α τρίκ ιο «όλα ώραΐα, όλα καλά, εξόν άπό τά μέτρια. Δέν υπάρχει τόπος γιά τό μέτριο μήτε στόν ουρανό, μήτε στήν κόλαση»16 επαναλαμ­ βάνονται απ’ τον Παλαμά σε μια κριτική για το Β υ σ σ ιν ί Τ ρ ια ν τ ά φ υ λλ ο του Π. Ροδοκανάκη17. Και σαν να γύρευε ο Παλαμάς την επιδοκιμασία του Renan για τις απόψεις του, σ’ ένα από τα «Σημειώ­ ματα στο περιθώριο» απευθύνει στον Renan το ερώτημα: «Δε λέω καλά Ρενάν;»18. ι αναφορές στον Renan απ’ την πένα του Παλαμά είναι αναρίθμητες και τελικά ο Παλαμάς μας δίνει μέσα απ’ τα γραπτά του την εικόνα μιας συνεχούς παρουσίας του πνεύματος του Renan στη σκέψη του. Πέ­ ρα όμως απ’ αυτά, του έχει αφιερώσει και μια σειρά άρθρων, γραμμένα ανάμεσα στα χρόνια 1892 και 1925. Η θεματολογία τους πα­ ρουσιάζει μεγάλη ποικιλία και φωτίζει κυρίως κά­ ποιες πλευρές της ζωής και του έργου του Renan. Τον υπερασπίζεται με πάθος κι επαινεί το έργο

Ο

του, κατηγορώντας συγχρόνως τους διώκτες του Renan. Συνολικά τα άρθρα αυτά είναι δεκατρία. Γ ] ο πρώτο άρθρο, λοιπόν, δημοσιεύεται στις ' ' 23 Σεπτεμβρίου 1892 στην Ε φ η μ ερ ίδ α με τίτλο: «Ερνέστος Ρενάν» και υπότιτλο «Εκ των σημειώσεων φιλαναγνώστου». Εδώ ο Παλαμάς παρουσιάζει τον Renan και το έρ­ γο του μέσα από τις κριτικές που κάνουν γι’ * 4 αυτόν οι Taine, Bourget και Le maitre. Κά­ νει ακόμα λόγο για το ταξίδι του Renan στην Αθήνα, μνημονεύει την «Προσευχή πάνω στην Ακρόπολη» και τον Α π ό σ τ ο λ ο Π α ύ λ ο , κι ανα­ πτύσσει μια πολύ επαινετική κριτική του τρόπου γραφής του Renan και βεβαιώνει ότι αν ο τε­ λευταίος κέρδισε την αιωνιότητα, είναι περισσό­ τερο για τη δύναμη έκφρασής του παρά για τις ιδέες του. Ας σημειωθεί τέλος ότι το άρθρο αυτό δημοσι­ εύτηκε μερικές ημέρες προ του θανάτου του Re­ nan, που συνέβη στο College de France στις 2 Οκτωβρίου 1892. Το δεύτερο κείμενο του Παλαμά δημοσιεύεται στην Χ ρ υ σ ή Β ίβ λ ο του R en a n το 1903 στη Γαλ­ λία19. Είναι χειρόγραφο και μάλιστα στα ελληνι­ κά. Με το κείμενο αυτό ο ποιητής συμμετέχει στις γιορτές προς τιμήν του Renan με την ευκαιρία των αποκαλυπτηρίων του αγάλματος20 του τε­ λευταίου στη γενέτειρά του Treguier της Βρετά­ νης. Το επόμενο άρθρο εμφανίζεται αρκετά αργότε­ ρα στην εφημερίδα Ε μ π ρ ό ς της 16ης Ιουνίου 1914 με τίτλο «Τα μετά θάνατον του Ρενάν» και εδώ ο Παλαμάς καταγράφει τη συγκίνηση που προκάλεσε στον κόσμο των διανοουμένων η μεταθανάτια έκδοση έ ρ γ ω ν το υ Renan: (...) «’’Ετη τινά μετά τόν θάνατόν του είδον τό φώς τά Θρησκευτικά κα ί Ιστορικά ανάμικτα· μέσα εις τόν χονδρόν αυτόν τόμον περιελήφθησαν εκτε­ νείς καί βραχεΐαι πραγματεΐαι καί μονογ ραφίαι έπί θεμάτων τά όποια έγγίζουν δλους τούς κύκλους τοΰ επιστητού· ιστορίαν, φιλοσοφίαν, πολιτικήν, λογο­ τεχνίαν, τόν μεσαίωνα, τήν άναγέννησιν, τήν έλληνικήν άρχαιότητα». Στη συνέχεια ο Παλαμάς ανα­ φέρει τη δημοσίευση των Νεανικών τετραδίων (1906) και των Νέων νεανικών τετραδίων (1907) και εκφράζει θαυμασμό για τα νεανικά αυτά έργα του Renan, τους «προδρόμους» του Μέλλοντος της Ε πι­ στήμης. Για τον Πατρίκιο, «μυθιστόρημα δι’ επι­ στολών πού κατέλιπεν ημιτελές», ο Παλαμάς λέει ότι είναι έργο μεγάλης λογοτεχνικής αξίας, γιατί κά­ τω από τον Renan- επιστήμονα αναδύεται ο Renanποιητής που γοητεύει με το λόγο του».


---------------------------------αφιέρωμα 125 να χρόνο αργότερα (26.12.1915), ο Παλαμάς δημοσιεύει στο Ν ο υ μ ά άρθρο με τίτλο «ο Ρενάν και οι Ψυχάρηδες». Το άρθρο αυτό χαρακτηρίζεται κατ’ αρχήν απ’ τη βα­ ρύτητα του τόνου, που δικαιολογείται αναμφίβολα, αφού γίνεται λόγος για τον Ernest Psichari, που πέθανε για τη Γαλλία στον πόλεμο του 1914. Ο Παλαμάς έγραψε αυτό το άρθρο - όπως ο ίδιος βεβαιώνει - αφού διάβα­ σε τον λόγο του γραμματέα της Γαλλικής Ακαδη­ μίας Etienne Lamy, τον αφιερωμένο στους ποιη­ τές και συγγραφείς που πέθαναν για την πατρίδα. Τον λόγο αυτόν μετέφρασε ο Πετροκόκκινος και δημοσίευσε ο Ν ουμ ά ς. Βρίσκει τον Lamy ιδιαίτε­ ρα αναρμόδιο πρόσωπο για να συγκρίνει τον Ernest Psichari με τους προγόνους του. Γιατί ο Lamy, φανατικός καθολικός, είχε χαρακτηρίσει την «Προσευχή πάνω στην Ακρόπολη» σαν «α­ ποχαιρετισμό πίστης που έσβησε σε καταστρεμένο ναό». Ο Παλαμάς εξανίσταται μπροστά σε τέ­ τοιου είδους ασέβειες και υποστηρίζει ότι και οι καλύτεροι κριτικοί, ανάμεσα στους οποίους και ο Pierre Lasserre, δεν έχουν κατορθώσει να συλλάβουν τη σημαντική διάσταση του έργου του Renan. Σύμφωνα με τον Παλαμά, η μνημειώδης φράση του Anatole France: «Τό νά στήσετε μνη­ μείο τοϋ Ρενάν είναι σά νά στήσετε μνημείο της ’Επιστήμης καί τής Σοφίας», χαρακτηρίζει με μο­ ναδικό τρόπο τη διάσταση της συμβολής του Renan στον πολιτισμό μας. Στη συνέχεια ο Πα­ λαμάς μάς χαρίζει πολύ όμορφες σελίδες, όπου υπερασπίζεται τον Renan, τους Γιάννη και Ερνέστο Ψυχάρη. Θα έλεγε μάλιστα κανείς ότι θεωρεί τιμή του να αποδείξει πως ο παππούς Ernest Renan, όπως ο πατέρας Γιάννης Ψυχάρης και ο εγγονός Ernest Psichari, αγωνίστηκαν ηρωικά, καθένας στον τομέα του, με την ίδια εντιμότητα και το ίδιο πάθος, για τον θρίαμβο της αλήθειας ενάντια στην προκατάληψη. Με τον τρόπο αυτόν ο Παλαμάς αντιτίθεται στην ιδέα που εκφράζει ο Lamy, ο οποίος θεωρεί «σχεδόν υίικήν άποστασία» τη στροφή προς τον καθολικισμό του νεαρού Ernest Psichari. Μ’ αυτή την ευκαιρία ο Παλαμάς θυμίζει άρθρο του που δημοσιεύτηκε στις 8 Νοεμ­ βρίου 1914 στον Ν ουμ ά , όπου, γράφοντας για τον θάνατο του Ernest Psichari, έλεγε: «Έζησε καί πέ­ θανε άξιος καί ύπεράξιος γόνος παππού καί πατέ­ ρα, πού οί δυό τους, δσο κι άν δέν τό ζωστήκανε τό σπαθί, μάς παρουσιάζουνε συχνά πυκνά, στό πο­ λυπρόσωπο έργο τους, ως ένα άπό τά πιό ζωηρά χα­ ρακτηριστικά του, τόν πόλεμο γιά τήν άλήθεια ένάντιο τής πρόληψης· τόν πόλεμο, κινημένο ήρωικά».

Ε

Είναι σίγουρος ότι ακριβώς επειδή είναι απ’ την ίδια «πάστα» με τους προγόνους του, ο νεαρός Ernest μπόρεσε να λάμψει στον κόσμο της λογο­ τεχνίας. Άλλο άρθρο του Παλαμά στο Ε μ π ρ ό ς στις 14 Ιανουάριου 1918 έχει τίτλο: «Ο Ρενάν επί της Ακροπόλεως». Εδώ δεν αναφέρεται κάτι καινού­ ριο για την επίσκεψη του Renan στην Αθήνα το 1865. Γίνεται μνεία - χωρίς να κατονομάζεται του βιβλίου του Emile Gebhard S o u ven irs d ’ un vieil A th e n ie n και αναφέρονται οι σημειώσεις του τελευταίου για τον Renan, του οποίου υπήρξε ξε­ ναγός. Το άρθρο αυτό όμως είναι σημαντικό γιατί μας αποκαλύπτει ότι η «Προσευχή πάνω στην Ακρόπολη» είχε μεταφραστεί στα ελληνικά από μία κυρία, της οποίας το όνομα δεν αναφέρεται. Από άλλη, όμως, πηγή μαθαίνουμε21 πως ονομα­ ζόταν Τασία Αδάμ, αλλά το κείμενο της μετάφρα­ σης αυτής, παρά τις επισταμένες προσπάθειές μας δεν βρέθηκε.

'%

εβαίως, λόγος για τον Renan γίνεται και στο άρθρο που ο Παλαμάς αφιερώνει στους «Βιογράφους του Χριστού»22. Προσπαθεί ^ να εξηγήσει την επιτυχία που είχε το βιβλίο του Ιταλού συγγραφέα Giovanni Papini Ισ το ρ ία του Χ ρ ισ τ ο ύ (1921). Και καταλήγει < w στο συμπέρασμα ότι η επιτυχία οφείλεται στο γεγονός ότι πρόκειται για «έργο τέχνης, καλ­ λιτέχνημα ποιητικόν». Προσθέτει ότι η επιτυχία του είναι ανάλογη με εκείνην που γνώρισε Ο Β ίο ς του Ιη σ ο ύ του Renan, πριν από καιρό ήδη. Ο Πα­ λαμάς αναρωτιέται: j

«Διατί εύρε καί εξακολουθεί νά εύρίσκη άναγνώστας καί θαυμαστός τό βιβλίον τοϋ συγγραφέως των Φιλοσοφικών δραμάτων καί τών ’Αναμνήσεων τής νεότητος»; Διά τήν σοφίαν του καί διά τάς θεω­ ρίας του; ’Απολύτως όχι. Κατά κυριώτατον λόγον, διά τήν μαγείαν τοϋ ϋφους τ ο ν διά τήν γλώσσαν του, άπλούστατα. Ή γλώσσα, δργανον καί μέσον επικοινωνίας - οσάκις χειρίζεται άπό τόν καλλιτέ­ χνην γίνεται καί ιδεώδες αΰτη καί σκοπός».

Το 1923 είναι η επέτειος των 100 χρόνων από τη γέννηση του Ernest Renan, και εορτάζεται τό­ σο στο Παρίσι, όσο και στην Αθήνα, με συγκινη­ τικές κι επιβλητικές εορτές. Με το άρθρο του «Ρε­ νάν» στο Ε μ π ρ ό ς της 3ης Φεβρουάριου ο Παλα­ μάς εγκαινιάζει μια σειρά επτά άρθρων αφιερωμέ­ νων στον Γάλλο φιλόσοφο. Σ’ αυτό το άρθρο γί­ νεται λόγος για την πρόταση που έκανε ο Επισκοπόπουλος (alias Nicolas Segur) να μεταφερθεί η τέφρα του Renan (από το νεκροταφείο της Montmarte) στο Πάνθεον, με την ευκαιρία της


126 αφιέρωμα-------------------------------επετείου των 100 χρόνων από τη γέννησή του. Μια εβδομάδα αργότερα, ο Παλαμάς επανέρχε­ ται στο θέμα της μεταφοράς της τέφρας του Re­ nan στο Πάνθεον. Στο άρθρο του, «Η πολιτική και ο Ρενάν» (Ε μ π ρ ός , 11 Φεβρουάριου 1923), πραγματεύεται ακριβώς το γεγονός ότι η πολιτική δεν σέβεται τίποτα και ότι οι αντιδράσεις της υπα­ γορεύονται πάντοτε από συγκεκριμένο συμφέρον, ανάλογα με την περίσταση· η εκατονταετηρίδα του Renan αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτών των αντιδράσεων, γιατί γίνεται αντικείμενο ιδεολογικών αντιπαραθέσεων. Όταν ρίχτηκε η ιδέα του εορτασμού των 100 χρόνων από τη γέν­ νηση του Renan, ο υπουργός Παιδείας αντιμετώ­ πισε την αντίθεση μερίδας βουλευτών. Αλλά η ιδέα είχε και τους υποστηρικτές της και τελικά η επέτειος του Renan γιορτάστηκε επίσημα23. Ο Παλαμάς κάνει μνεία κι ενός γεγονότος, που αφο­ ρά στον Ernest Psichari, ο οποίος σκεπτόταν να μπει στο τάγμα των δομινικανών ιερέων. Διηγεί­ ται, λοιπόν, ο Παλαμάς, ότι η Κυρία Maritain, σύ­ ζυγος του συγγραφέα Jacques Maritain, ο οποίος είχε ασπασθεί τον καθολικισμό, είχε σημειώσει στο ημερολόγιο της: «Ό Έρνέστος, πρέπει, όταν ίερωθή νά άλλάξη τό όνομά του νά όνομασθη Παύλος. Πρός έπανόρθωσιν των κατά τού ’Αποστό­ λου Παύλου ύβρεων τού Ρενάν». Και ο Παλαμάς σχολιάζει: «Αί ύβρεις τού Ρενάν δεν εινε τίποτε άλλο παρά έξοχον βιβλίον τού μεγάλου Ιστορικού των ’Α ρχώ ν τον Χ ρισ τια νισμ ού περί τού άποστόλου (Παύλου)...» Ο ποιητής βλέπει σ’ αυτή την υπόθε­ ση να παίζονται πολιτικά παιχνίδια και εκφράζει την ευχή να μας φυλάει ο Θεός τόσο από τη θρησκομανία, όσο κι απ’ τη φανατική αθεΐα. ύο ημέρες αργότερα, δηλαδή στις 13 Φε­ βρουάριου 1923, πάντα στο Ε μπρός, ο Πα­ λαμάς δημοσιεύει ένα άρθρο με τίτλο «Πώς άπέθανεν ό Ρενάν». Διηγείται εδώ αυτά που είχε γράψει ο Ψυχάρης τον Απρίλιο του 1903 στο περιοδικό G ra n d e R e v u e d e Paris, σχετικά με το θάνατο του Gaston Paris, δια­ δόχου του Renan στο College de France, που πέθανε στο ίδιο δωμάτιο με τον Renan. Τα σχετικά με τον θάνατο του Renan, ο Ψυχάρης τα επανέλα­ βε στο βιβλίο του ’Α δ ε λ φ ή Ά ν σ ε λ μ ίν η και αργό­ τερα στο βιβλίο του το αφιερωμένο στον Renan. Αλλά, πριν αρχίσει τη διήγησή του, ο Παλαμάς περιγράφει με συντομία το πρόγραμμα συμμετο­ χής των Αθηνών στον εορτασμό της εκατονταε­ τηρίδας του Renan, αν και ο ίδιος προσωπικά δεν μπόρεσε να παραβρεθεί στις εκδηλώσεις. Οι εκδη­ λώσεις αυτές έγιναν στην αίθουσα της Γαλλικής

Αρχαιολογικής Σχολής, υπό την διεύθυνση του κ. Picard, του διευθυντού της, και ο λόγος εκφωνή­ θηκε από τον κ. Περικλή Αργυρόπουλο. Εξ άλ­ λου, στις αίθουσες του Συλλόγου «Παρνασσός», ο θεολόγος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας Δ.Σ. Μπαλάνος, σε δύο συνεχόμενες Δευτέρες, μίλησε για τη ζωή και το έργο του Renan. Με την ευκαιρία αυτή, ο Παλαμάς σχο­ λιάζει: «Ή πολυσχιδής φυσιογνωμία τού μεγάλου άνδρός, παρέχει άφορμήν εις ποικίλας γνωμοδοτήσεις περί αυτού, κριτικός, άκριτους, εμπαθείς, περιπαθείς, αί όποΐαι διατρέχουν όλην τήν μουσικήν κλίμακα της διακρίσεως άπό τού λυρικού θαυμασμού μέχρι τού αναθέματος (...) Περί τό πρόσωπον καί τό εργον τού Ρενάν διεπλάσθη βαθμηδόν ιδία φιλολογική κίνησις, τής όποιας μετέχουν παντοειδείς έργάται τού διανοητικού κόσμου, άπό των αύστηροτέρων ερευνητών τής επιστήμης, μέχρι των λαμπροτέρων άντιπροσώπων τής λογοτεχνικής φαντασίας».

«Ή Χρυσή βίβλος τού Ρενάν» είναι ο τίτλος άρ­ θρου που ο Παλαμάς δημοσιεύει στις 15 Φεβρου­ άριου 1923, στο περιοδικό Π α ντο γνώ σ τη ς, δηλα­ δή δύο ημέρες αργότερα από το προηγούμενο. Εξηγεί πόσο σημαντικό είναι «τό νά πανηγυρίζει κανείς τή μνήμη τής ημέρας πού γεννήθηκε ό Ρενάν (...) Είναι σάν τό χριστιανό πού γιορτάζει τόν άγιό του, σάν τό λαό πού τιμά τόν ήρωά του». Αναφέρει στη συνέχεια την κρίση του Gabriel Monod για τον Renan, ο οποίος θεωρεί ότι ο Renan ξεπερνά­ ει κατά πολύ τα όρια ενός συνηθισμένου πνεύμα­ τος: «δλα τά γνώρισε, δλα τά κατανόησε. Ξανάπλασε στό κεφάλι του μέσα τό Σύμπαν, τό ξαναοτοχάστηκε, μπορεί νά πή κανείς, μάλιστα, μέ πολλούς τρόπους διαφορετικούς. Καί δ,τι εσώψυχα συνελάμβανε καί θεωρούσε, είχε τό χάρισμα νά τό μεταδίδη στούς άλλους μέ γοητευτική μορφή». Ο Παλαμάς μιλάει λεπτομερώς για όλες τις προσωπικότητες που ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση της Επι­ τροπής για την ίδρυση μνημείου του Renan. Ανα­ φέρει τους Clemenceau, Poincare, Briant, Jaures, Berthelot, Bergson, Seailles, Loti, Zola, Prudhomme, Rostand, Mommsen, Ibsen, Brandes, Verhaeren, κ.λπ. Τέλος, συγκινημένος ανάμεσα σ’ όσους ένιωσαν την πνευματική και ηθική αξία του μεγάλου αυτού άνδρα, ο Παλαμάς κλείνει το άρθρο με τη δική του «Δέηση έπάνω στήν ’Ακρόπολη», ως προσωπική του προσφορά στον τιμητικό εορτασμό. «Καθώς ήτο επόμενον ό Ρενάν καί μέ δλην τήν πρα­ ότητα καί τήν καλοκαγαθίαν του, μέ δλον τό άψογο ν τού βίου καί τό συγκαταβατικόν των τρόπων του, ήκολουθεΐτο, άσχέτως πρός τήν χορείαν τών θαυμαστών του, καί άπό χορούς πολεμίων,


- αφιέρωμα 127 αυτού φενακισμούς έν Ευρώπη ώς μή ύπαρχούσης αρνητών καί διωκτών. Διότι ήταν ό συγγραφεύς ήμιμαθείας, κατέφυγεν είς τήν Ελλάδα διά νά τού Βίου τοΰ Ίησοϋ». εύρη... προσήλυτους. ’Αλλ’ άπήντησεν άνυπέρβληΜε τα λόγια αυτά ο Παλαμάς αρχίζει άρθρο του με τον κώλυμμα είς τήν ροήν τών διαλογισμών του». τίτλο «ΟΙ έχθροί τοΰ Ρενάν», που δημοσιεύτηκε Και ο Παλαμάς προσθέτει ειρωνικά ότι αυτό το «κώ­ στις 17 Μαρτίου 1923 στο Εμπρός. Και εξιστορεί λυμμα» ήταν ο κύριος Ρηγόπουλος και τελειώνει με τις πολεμικές που προκάλεσε η δημοσίευση του τη φράση: «Άς μή μάς εκπλήσσει τίποτε». Β ίο υ του Ιη σ ού, στις οποίες ο Renan αρνήθηκε «Ο Ρενάν εις την μουσικήν», έτσι τιτλοφορεί ο πάντοτε ν’ απαντήσει, όπως κι ο Goethe, που Παλαμάς ένα πολύ σημαντικό άρθρο του, που δη­ αποστρεφόταν «την τέχνην ταύτην, συχνότατα της μοσιεύτηκε στις 30 Μαρτίου 1923 στο Ε μπρός. σοφιστικής, τής άνειλικρινείας, τής προπέτειας». Και είναι σημαντικό, γιατί σ’ αυτό του το άρθρο ο Τα αποκαλυπτήρια του αγάλματος τόυ Renan στο Παλαμάς εξηγεί τον λόγο για τον οποίον γράφει Treguier αποτέλεσαν βεβαίως το) έναυσμα για τόσο συχνά για τον Renan: εχθρικές εκδηλώσεις. Εκείνο όμως που εκπλήσσει τον Παλαμά είναι οι σημαντικές διαστάσεις που πή­ £»</7<r/o ρε σε παγκόσμια κλίμακα η φήμη του Renan. Και αναφέρει ότι «αξί­ 9 Λ ζει ιδιαιτέραν μνείαν ό τρόπος διά τοΰ οποίου καί άπεδοκιμάσθη καί ca έγελοιογραφήθη ό Ρενάν εις τά r ° ~ κλασσικά μας χώματα. Άρκοΰσι ■yo.'liV δύο παραδείγματα»: το βιβλίο του ■ to Παναγιώτη Σούτσου και του Ανδρέα Ρηγόπουλου. Ο Παλαμάς τα βρίσκει διασκεδαστικά και ανα­ φέρει όσα διατείνεται ο Σούτσος στο έργο του Ή Χ αριτίνη, ή τό κ άλ­

1*

λο ς τής Χ ρισ τια νική ς Θρησκείας, άντίόοτον τών κατά θεότητος τοϋ Ί η σ οϋ Χ ρισ τοϋ ληρημάτω ν τοϋ Έ ρνέσ του Ρ ενά νον (1864), και μας

’Jim

k

1c l .

πληροφορεί: «Έν τούτοις ό μέγας άείμνηστος φίλος μου, ό καθηγητής Νικόλαος Απόσπασμα από το χειρόγραφο VK. Παλαμά που δημοσιεύτηκε στη «Χρυσή Βίβλο Πολίτης ενθυμούμαι πώς γελών μ’ TOVRenan» (Παρίσι, 1903) έπληροφόρησε κάποτε δτι τό άντί«Άν επανέρχομαι συχνά είς τόν Ρενάν, δέν πράττω δοτον είχε συντεθή πρίν ό Σούτσος λάβη γνώσιν τούτο άπό κανένα σκοπόν κύριον νά ακολουθήσω τού Βίου τοϋ Ίησοϋ καί δτι καί ό πρόλογος καί ό κ’ έγώ τήν άνάγκην τής έπικαιρότητος έπί τή τίτλος τοΰ έξωφύλλου συνετέθησαν, άπλούστατα, ευκαιρία τής έκατονταετηρίδος του. Εϊνε διότι ό ύστερον, άμα τώκεραυνοβόλφ καί μόνον άγγέλματι λόγος ό όποιος έγινε τελευταϊον περί τοΰ Ρενάν, κ’ δτι τοιοΰτον έργον ειχεν ϊδη τό φώς». έξακολουθεΐ νά γίνεται, εινε γόνιμος είς πνευματι­ Και συνεχίζει: κά προβλήματα ενδιαφέροντα άσχέτως καί πρός «Κατά πολύ δέ υπερβαίνει τόν σουτσικόν άντιρεναεθνικότητας καί πρός πρόσωπα (...) Καί ιδού ό λό­ νισμόν ή μεγαλορρήμων έπίθεσις νεαρού ίδεολόγου γος τού Ρενάν έξεταζόμενος ύπό τήν έποψιν τής τής έποχής. Ούτος τόν πρόλογον ωσαύτως δραματι­ μουσικής γοητείας του (...) Θά ήδύνατό τις νά κού του δοκιμίου κατά τό έτος 1867 άρχίζει ώς έξής: όρίση μέγαν μουσικόν ποιητήν τόν Ρενάν τών Φι­ «Κατά πάσαν δέ πιθανότητα καί τό διορατικόν τού λοσοφικών δραμάτων, τής Προσευχής έπ ί τής Χριστού δέν προεΐδε τών κυρίων Ρενάν καί Ροίδου Άκροπόλεως». την νοητικήν οξυδέρκειαν. Καί ιδού καθήμένος πα­ ρά τόν Ρενάν ώς συγκατηγορούμενος ό νεάζων, Ο Παλαμάς αναφέρει στη συνέχεια τα λόγια του συγγραφεύς τής πονηράς οπωσδήποτε άλλ’ δλως Anatole France, όταν εκφώνησε λόγο με την άθώας τού άποδιδομένου είς ταύτην έγκλήματος ευκαιρία της έκατονταετηρίδος στο Παρίσι: «τά έπιστημονικά συμπεράσματα καί δεδομένα έπί τών Παπίσσης Ιω άννας (...) Καί τώ όντι· μή δυνηθείς ό κύριος Ρενάν νά έξασκήση τούς καινοτομικούς όποιων έθεμελιώθη ό Β ίος τοϋ Ί η σ ο ϋ είναι σήμερον


128 αφιέρωμα-------------------------------άστήρικτα, μετά τάς γενομένας έκτοτ’ έρευνας, με­ λετάς καί προσκτήσεις τής επιστήμης (...) Έν τούτοις, τό περιβόητον βιβλίον τοϋ Ρενάν θά έξακολουθή νά άναγινώσκεται, νά θαυμάζεται καί ν’ άγαπδται έσαεί, θά έξακολουθή νά εινε τό πέμπτον εύαγγέλιον τής έλευθέρας Χριστολατρείας. Διατί; Εϋκολον νά τό έννοήσωμεν. Διότι παρά τόν επιστή­ μονα Ρενάν, ένήργει ό ποιητής Ρενάν. Άλλ’ ή επι­ στήμη εύρίσκεται εις διηνεκή έξέλιξιν. ”Οχι δμως καί ή Τέχνη, τά έργα τής όποιας, οσάκις ταϋτα εινε προνομιούχα, ζώσιν ώς νά άποτυπώνετ’ έπ’ αυτών ή σφραγίς τής αΐωνιότητος. Ώς έργον τέχνης θά σώ­ ζεται ό Β ίος τοϋ Ί ηοοϋ». Στη συνέχεια ο Παλαμάς αναφέρει τη γνώμη του Εβραιολόγου Charles Guignebert, καθηγητή στη Σορβόνη, που ενισχύει την άποψη του Anatole France: «ό Ρενάν έξεταζόμενος ώς ποιητής, όποιος θησαυρός ευρημάτων καί θελγήτρων διά τούς πιστούς των καλαισθητικών άληθειών». Καί προσθέτει ότι αυτός είναι ο λόγος που ώθησε τον κριτικό Andre Suares ν’ αναλύσει στο περιοδικό R e v u e m u sicale το φαινόμενο που ονομάζει «μουσικό ρομαντισμό» στο έργο του Renan, παίρνοντας για παράδειγμα τον Caliban. Και συμπεραίνει «δτι ή μουσική εινει ή πάντοτε παρούσα καθοδηγός τής ποιητικότητος τοϋ έργου, δσον εις κανέν άλλο προϊόν τής ρομαντικής τέ­ χνης». Γ Π έλος, το έβδομο άρθρο αυτής της σειράς, ' * που δημοσιεύτηκε στις 18 Ιουνίου 1923 στο Εμπρός, με τίτλο «Ή δόξα τοϋ Ρενάν», απο­ τελεί κατά κάποιο τρόπο, το απόγειο του θαυμασμού του Παλαμά. Ανοίγει το άρθρο με μια σκέψη του Albert Thibaudet: «τό a > άστρον τής δόξης τοϋ Ρενάν εξακολουθεί νά διανύη άκτινοβόλον τήν τροχιάν του επί τοϋ πνευματικού όρίζοντος, άντιθέτως, πρός τό κατα­ δυόμενον άστρον τοϋ συγχρόνου του καί όμοτίμου καί ισοβαρούς εις μεγαλοφυΐαν, τοϋ Taine». Καί ο Παλαμάς συνεχίζει: «Ό Έρνέστος Ρενάν, άπασχολεΐ ποικιλοτρόπως τά πνεύματα, άναγινώσκεται κ’ εύρίσκεται πάντοτε εις τήν έπικαιρότητα, ούδ’ έγκατέλειψε τήν σκηνήν τοϋ κόσμου, όμοϋ καί διά νά θαυμάζεται άνεπιφυλάκτως καί διά νά άμφισβητήται καί άποδοκιμάζεται. Διότι ή δόξα δέν τρέφεται μόνον άπό τόν λίδανον τής λατρείας, αλλά καί άπό τάς πυράς τής φανταστικής άρνήσεως. Τό μέτρον τής έπι τών πνευμάτων έπιδράσεως τοϋ συγγραφέως τοϋ Βίου τοϋ Ίηοοϋ παρέσχεν ή πρό τίνος έορτασθεϊσα έκατονταετηρίς άπό τής γεννήσεώς του (...) Ό σάλος περί τόν άνδρα εξακολουθεί καί παρατείνεται καί σφοδρύνεται».

Ο Παλαμάς ομολογεί: «■Ήθελα διά τών συντόμων γραμμών τούτων νά έπιστήσω τήν προσοχήν τών παρακολουθούντων τοϋ είδους τούτου τά ζητήματα εις τήν ζωηράν κίνησιν, τήν παρατηρουμένην κατά τήν ώραν ταύτην περί τήν ώς άθάνατον έπιβαλλομένην, προσωπικό­ τητα αυτήν». Στη συνέχεια αναφέρει μερικές κριτικές που γρά­ φτηκαν για τον Renan και κλείνει το άρθρο ως εξής: «Καί λοιπόν θά έχη - πιθανώτατα - δίκαιον ό έν άρχή τοϋ σημειώματος τούτου μνημονευόμενος ύπ’ έμοΰ κριτικός νά γράφη: Ό Ρενάν, άν καί ποτέ δέν έννόησε καλώς τήν Ελλάδα, άν καί περί αυτής ώμίλησε πολύ έπιπολαίως, προξενεί έντύπωσιν Έλληνος, καί μάλιστα άττικοϋ. Τό ύφος του στοχαστικόν, φέρει εις τόν νοϋν, τάς μεταπτώσεις τοϋ εντόνου καί τοϋ χαλαρού, μέ τάς όποιας ό Σωκράτης έπαναδεικνύεται εις τόν Πλάτωνα, ή ό Πλάτων έκληρονόμησεν άπό τόν Σωκράτη».

α τελειώσουμε αυτό το άρθρο πάνω στον Renan και τον Παλαμά, μ’ ένα κείμενο του τελευταίου, που φέρει τον τίτλο «Ο Ρενάν του Ψυχάρη», που δημοσιεύτηκε στον Ε λεύθ ερ ο Λ ό γ ο στις 26 Ιουνίου 1925. Πρό­ κειται για την παρουσίαση του βιβλίου που ο Ψυχάρης είχε αφιερώσει στον διάσημο πεθερό του Ernest Renan: «Ερνέστος Ρενάν Κρίσεις κι αναμνήσεις». Ο Παλαμάς παρουσιάζει σημείο προς σημείο τα διάφορα κεφάλαια του βι­ βλίου. Κατά τον Παλαμά «τό κυριώτερο καί τ’ ομορφό­ τερο τοϋ βιβλίου τοϋ Ρενάν, είναι δτι προβάλλει στον απρόσεχτο ή στόν άποκλειστικό παρατηρητή, ώς άντίφαση (...) Κι έτσι, περνώντας άπό τις συμφω­ νίες στίς διαφωνίες, άπό τήν άρνηση στήν ομολογία (...) πραγματοποιούμε κάποιο όνειρο ένός μεγάλου ποιητή, ζωγραφισμένο, καθώς πάντα, ολόλαμπρα: Δέ βλέπουμε τήν άλήθεια, ό καθένας άπό τό παρά­ θυρό του μονόπλευρα- κάνουμε τό γύρο ολόκληρο τοϋ πανύψηλου βράχου καί άνεβαίνουμε στήν κορ­ φή του». Ο Παλαμάς προσεγγίζει, επίσης, άλλα σημεία που θίγει το βιβλίο, όπως τον ντιλεταντι­ σμό του Renan, τη σύγκριση ανάμεσα στον V. Hugo και τον Ε. Renan κ.λπ. Αλλά, η εικόνα την οποία κρατά τελικά ο Παλαμάς απ’ αυτό το βιβλίο είναι καθαρή και ξάστερη: ότι «ό Renan τοϋ Ψυχάρη είναι άπλούστατα άριστούργημα δχι γιατί μπορεί νά ξεφύγη άπό τήν κριτικήν επιφύλαξη καί τή γκρίνια, άλλά γιατί μάς δίνει μέσα σέ δλη του τή φαινομενική καί σάν αυτο­ σχεδιαζόμενη άταξία τών κεφαλαίων του, μέ

Θ


-------------------------------- αφιέρωμα 129 θαυμαστήν ενότητα ουσιαστική καί στή σύλληψη καί στήν έκτέλεση, τήν εικόνα τοΰ μεγάλου άνθρώπου άριστοτεχνική, μέ ρεμπράντεια συναλλάσματα τοΰ φωτεινού καί τοΰ ίσκιεροΰ». Έχοντας διατρέξει, λοιπόν, τα γραπτά του Παλαμά διαμορφώσαμε μια ιδέα για την εικόνα που είχε για τον Renan: Ο Παλαμάς είναι, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, ένας συνοδοιπόρος του Renan και μάλιστα από τους πιο πιστούς. Όταν εκφράζεται για τα μεγάλα προβλήματα της ζωής,

Σημειώσεις 1. L ’Avenir de la science (1849), Histoire generale des Langues semitiques (1855), Etudes d’histoire religieuse (1857), Le Livre de Job (1858), Essais de morale et de critique (1859). 2. K. Παλαμά, Απαντα, τ. XIV, σ. 355. 3. Ό.π., τ. X, σ. 572. 4. Ό.π., τ. X, σ. 162. 5. Ό.π., τ. VI, σ. 525. 6. Ό.π., τ. XII, σ. 56. 7. Ό.π., τ. XII, σ. 429- 430. 8. Ό.π., τ. XIII, σ. 450. 9. Ό.π., τ. XIII, σ. 163. 10. Ό.π., τ. XII, σ. 151. 11. Ό.π., τ. II, σ. 116. 12. Ό.π., τ. XIII, σσ. 346- 349. 13. Ό.π., τ. XIII, σσ. 340, 489, τ. VIII, σ. 225, τ. XII, σ. 494, τ. XV, σ. 77, τ. XIV, σ. 127 κ,λπ.

της λογοτεχνίας ή της ποίησης, βρίσκει πάντα την ευκαιρία ν’ αναφερθεί στον Renan. Έτσι, ο Renan κατέχει μια ξεχωριστή θέση στο πνεύμα του Παλαμά, που και ο ίδιος ήταν ένας «μεγά­ λος». Αλλά αυτή η επίδραση που ασκεί ο Renan επάνω του, καθώς κι απάνω στον Ροΐδη, παραμέ­ νει στο χώρο της ιδεολογίας και δεν έχει συνέπει­ ες στον τρόπο γραφής, ούτε στα θέματα που δια­ λέγει. Αναμφισβήτητα, όμως, πρόκειται για ουσιαστική επίδραση. 14. Ε. Renan, Παιδικές και νεανικές αναμνήσεις, Απαντα, τ. II, σ. 717. 15. Παλαμάς, Απαντα, τ. X, σ. 117. 16. Renan, Πατρίκιος, Απαντα, τ. IX, σ. 1552. 17. Παλαμάς, τ. VI, σ. 477. 18. Ό.π., τ. X, σ. 67. 19. Livre d’or de Renan, Παρίσι, 1903, σσ. 158-159. 20. Το άγαλμα, έργο τοο γλύπτη Jean Boucher από τη Βρετάνη, παρουσιάζει τη θεά Αθηνά μ’ ένα κλαδί ελιάς στο χέρι και τον Ernest Renan, γέρο πια, καθισμένο σ’ ένα πάγκο. Τα αποκαλυπτήρια του αγάλματος έγιναν μέσα σε κλίμα αντι­ παράθεσης μεταξύ κληρικών και αντιφρονούντων. 21. Ν. Κοντός, «Μετάφρασις της Προσευχής» του Ρενάν και μια απάντησις του Ψυχάρη, Νέα Εστία, 1.11.1962, τεύχος 848, σ. 1608. 22. Εφ. Εμπρός, 2.2.1922. 23. Η τελετή έγινε στο Παρίσι, στο Trocadero, στις 11 Μαρτίου 1923.


130 αφιέρωμα-----------------------------------------------------------------------------------------

εισήγηση που ακολουθεί αφιερώνεται με σεβασμό στη μνήμη του Γιώργου Κατσίμπαλη, στον οποίο οφείλεται η βιβλιογραφική καταγραφή, η συναγωγή, η διάσωση και η έγκυρη συγκεντρωτική έκδοση του μεγαλύτερου μέρους του παλαμικού έργου. Το εκ­ δοτικό ζήτημα είναι μέρος μιας ευρύτερης μελέτης με θέμα τα «Δεδομένα και ζητούμε­ να της παλαμικής φιλολογίας», πολλά από τα οποία αποτελούν προϋπόθεση της οραματιζόμενης φιλολογικής έκδοσης. Αν αποφάσισα ν’ ασχοληθώ τώρα με το ζήτημα αυτό, είναι γιατί θεωρώ ευκαιρία να συζητηθούν στο συνέδριο οι προτάσεις μου από φιλολ γους νεοελληνιστές, ώστε να πλουτισθεί όσο γίνεται ο προβληματισμός και να ωριμάσουν οι σχετικές απόψεις. Η προετοιμασία και ο σχεδιασμός πρέπει να βαδίσουν πάνω σε αποδε­ κτές σταθερές, για ν’ αποκλεισθεί απολύτως ο υποκειμενισμός και να εξασφαλισθεί η επιστημονικότητα της έκδοσης. Πριν απ’ όλα όμως πρέπει να συζητηθούν η αναγκαιότητα και η φυσιογνωμία μιας νέας έκδοσης. Αυτά τα δύο αποτελούν το εισαγωγικό μέρος της εισήγησης ■στο Β'Μέρος γίνεται περιγραφή της ενεστώσας κατάστασης■ το Γ' είναι η προετοιμασία, όπου χαρτογραφού­ νται τα δεδομένα στοιχεία και καθορίζονται οι προϋποθέσεις για τη θεμελίωση της έκδο­ σης και ο τρόπος εξασφάλισής τους■ στο Δ ' Μέρος προτείνεται το εκδοτικό στέμμα και ορίζονται: το χρονοδιάγραμμα, η δομή και η μορφή της οραματιζόμενης έκδοσης■το Ε' Μέρος κλείνει με βραχύτατο απόλογο. Η εισήγηση θα είναι, συνοψιστική «ένεκα του περιορι­ σμένου χρόνου» αλλά όχι αξιωματική.

Η

Κ.Γ. Κασίνης

Για μια φιλολογική έκδοση των Απάντων του Παλαμά Μέρος Α' Η Αναγκαιότητα και η Φυσιογνωμία (της Νέας "Εκδοσης) ΑΊ. Η α να γκ α ιό τη τα . Την ανάγκη μιας νέας έκδοσης του έργου τού Παλαμά υπαγορεύουν οι εξής λόγοι: (α) Η κοινή πλέον διαπίστωση πως η κυκλοφο­ ρούσα έκδοση των Α π ά ν τ ω ν δεν ικανοποιεί τους όρους της επιστημονικής δεοντολογίας και της εκδοτικής μεθοδολογίας. (β) Η διαρρεύσασα πεντηκονταετία από τον θά­ νατο του ποιητή εξασφαλίζει απαλλαγή από συναι­ σθηματισμούς και υποκειμενισμούς και επιτρέπει "νηφαλιότερες σκέψεις και αντικειμενικότητα. (γ) Τα τελευταία είκοσι περίπου χρόνια υπάρχει μια φιλολογικότερη κατάθεση στην παλαμική έρευνα, παρ’ όλο που το σύνδρομο της σπασμωδικότητας1 των νεοελληνικών σπουδών γενικά είναι παρόν με σοβαρές παρενέργειες.

(δ) Οι σημερινές φιλολογικές ανάγκες είναι απαι­ τητικότερες για απόλυτο σεβασμό της θέλησης του συγγραφέα και εξακριβωμένα κείμενα. Α'2. Η φ υ σ ιο γν ω μ ία . Παλαιότερα, με αφορμή το εκδοτικό πρόβλημα του σολωμικού έργου, είχαν γίνει πολλές συζητή­ σεις2 και ετέθησαν οι θεωρητικές βάσεις, κυρίως με τη γνωστή μελέτη του Ιωάννη Συκουτρή3, για την κριτική η οπωσδήποτε με επιστημονικές προδια­ γραφές έκδοση των νεοελληνικών λογοτεχνικών κειμένων, διότι αυτές οι εκδόσεις «αποτελούν το θεμέλιον κάθε επιστημονικής φιλολογικής μελέ­ της της εθνικής μας λογοτεχνίας»4. Το πρόβλημα που τίθεται είναι εάν κάθε νεοελληνικό κείμενο παλαιότερο ή νεότερο χρειάζεται κριτική έκδοση5 ανεξάρτητα από την παράδοσή του ή πρέπει ν’ αντιμετωπίζεται το ζήτημα κατά περίπτωση. Πι­ στεύω το δεύτερο. Στην περίπτωση του Παλαμά νομίζω πως πρέπει ν’ αποφευχθεί η κριτική έκδο-


αφιέρωμα 131

ση και κατ’ ακολουθίαν η χρήση κριτικού υπο­ μνήματος με καταχώριση όλων των διαφορών ανάμεσα στις εκδόσεις, δεδομένου ότι έχει επιμεληθεί ο ίδιος ο ποιητής το σύνολο σχεδόν των εκ­ δόσεων του πλέον απαιτητικού από γλωσσική πλευρά μέρους του έργου του· που είναι η ποίηση. Βέβαια, το εχέγγυο αυτό θ’ απουσιάζει από την έκδοση για πρώτη φορά του αξιόλογου αριθμού των αθησαύριστων ποιημάτων και ενδεχομένως μερικών ανεκδότων του Αρχείου. Το ίδιο ισχύει και για το κριτικό έργο, από το οποίο ελάχιστο εξέδωσεν ο ίδιος, όπως θ’ ακούσετε στη συνέχεια. Παρ’ όλ’ αυτά πιστεύω πως μια αυστηρή φιλολο­ γική έκδοση με γνωρίσματα την αρτιότητα, την αντικειμενικότητα και την ακρίβεια6, συνοδευμένη από πλούσιο σχολιασμό και καταχώριση των πιο ενδιαφερόντων στοιχείων του Αρχείου (αυτόγραφα, παραλλαγές, σημειώσεις), τις ενδεχόμενες παρασελίδιες διορθώσεις στα προσωπικά και άλ­ λα αντίτυπα, καθώς και την εκμετάλλευση σχο­ λίων και πληροφοριών από τους προλόγους, την αλληλογραφία κ.λπ., πρέπει να θεωρηθεί επαρκής. Η σχεδιαζόμενη έκδοση πρέπει να έχει τέτοιες προδιαγραφές, ώστε να εξασφαλισθούν η παγίωση της κατάταξης και η επεκτασιμότητα με την

προσθήκη επιμέτρων στα είδη, μια και η ανακά­ λυψη και έπειτα από την οποιαδήποτε και οποτε­ δήποτε έκδοση είναι πιθανή7 και βέβαια προσδό­ κιμη. «Το εκδοτικό πρόβλημα γενικά», γράφει ο μανώλης Χατζηγιακουμής, «προπάντων όπως πα­ ρουσιάζεται στη νεώτερη ελληνική λογοτεχνία, είναι περισσότερο θέμα φιλολογικού οραματισμού και κριτικής ευαισθησίας»8. Εκτός από τις βάσεις αυτές χρειάζεται πίστη, υπομονή και φιλο­ λογική ηθική, νομίσματα που δεν ευρίσκονται σε κοινή κυκλοφορία. Μέρος Β' Η Ενεστώσα Κατάσταση Στό μέρος αυτό θα γίνςι πρώτα αποτύπωση των από την οποία θά φανούν οι αδυναμίες τους, έπειτα θα εκτεθεί σύντομα το εν εξελίξει εκ­ δοτικό πρόγραμμα του Ιδρύματος.

Α πάντω ν,

Β' 1. Η α π ο τύ π ω σ η τω ν Α π ά ν τ ω ν Ονομάζω το τμήμα αυτό αποτύπωση και όχι κριτική, διότι τα Ά π α ν τ α δεν πρέπει να κριθούν


132 αφιέρωμα----------------------------------για κάτι πού δεν εσκόπευσαν. Εξηγούμαι από την αρχή, για να μην παρεξηγηθώ. Ασφαλώς ο Κατσίμπαλης δεν είχε την εντύπωση ότι η επιχειρούμενη από τον ίδιο έκδοση ήταν οριστική με την κα­ τάταξη λ.χ. του υλικού- τόμος Α': ποίηση, τόμος Β': κριτική, τόμος Γ': ποίηση, τόμος Δ': διήγημα, θέατρο, αυτοβιογραφία, τόμοι Ε'-Α': εναλλάξ ποίηση, κριτική9 κτλ. Η έκδοση εκείνη είχε ένα και μοναδικό στόχο- να δώσει στον ελλη­ νισμό και στην έρευνα συγκεντρωμένο το παλαμικό έργο με έγκυρα κείμενα και το κατόρθωσε. Αποτέλεσμα: η αποσδόκητη για τους πολλούς εμπορική επιτυχία10- μερικοί τόμοι έχουν σημειώ­ σει αρκετές επανεκδόσεις- το κριτικό έργο του Παλαμά έγινε προσιτό σε μεγάλο μέρος του- πριν από την έκδοση εκείνη οι γνώστες του «εμετρούνταν στα δάκτυλα μονόχειρος» κατά την προ­ σφυή φράση του Ροΐδη- οι επτά- οκτώ διδακτορι­ κές διατριβές και οι εν εξελίξει ευρισκόμενες, κα­ θώς και πολλές μελέτες πού εκπονήθησαν και εκ­ πονούνται μετά την έκδοση των Α π ά ν τ ω ν . Συνε­ πώς, τα Ά π α ν τ α προσέφεραν μεγάλες υπηρεσίες στις παλαμικές σπουδές και θα εξακολουθήσουν να προσφέρουν έως ότου έλθει το ευκτέο πλήρω­ μα του χρόνου της νέας φιλολογικής έκδοσης, οπότε θα έχουν πλέον ιστορική μόνον αξία. Γι’ αυτό, πέραν όλων των άλλων, οφείλεται μεγάλη τιμή στον πρωταγωνιστή της προσπάθειας εκεί­ νης Γιώργο Κατσίμπαλη. Η αποτύπωση λοιπόν. Θα εκτεθεί η κατάσταση και θ’ ακολουθήσουν συνοπτικά οι σημαντικότε­ ρες παρατηρήσεις. Τα Ά π α ν τ α απλώνονται σε 16 τόμους. Στούς τόμους 1, 3, 5, 7, 9 καταχωρίστη­ καν οι ποιητικές συλλογές πού εξέδωσε ο ίδιος ο Παλαμάς. Ο 11ος καταλαμβάνεται από τη μετα­ θανάτια Β ρ α δ ιν ή Φ ω τιά (1944) που εξέδωσε ο Λέανδρος και το συμπλήρωμά της που προσέθεσε ο Κατσΐμπαλης12- ακολουθούν τα Π ρ ό σ ω π α κ αι Μ ο ν ό λ ο γ ο ι, σχεδιαζόμενη συλλογή από τον Πα­ λαμά13, αλλά μη πραγματοποιηθείσα- όπως βρί­ σκεται σήμερα στα Άπαντα14 είναι σύνθεμα του Κατσίμπαλη15. Στόν ίδιο τόμο έχουν καταχωρισθεί η Ξ α ν α τ ο ν ισ μ έ ν η Μ ο υ σ ικ ή και σε «Επίμε­ τρο» τα Δ ύ ο λ ο υ λ ο ύ δ ια α π ό τα ξ έ ν α που ανήκουν στη συλλογή Ο ι Π ε ν τ α σ ύ λ λ α β ο ι - Τ α Π α θ η τ ικ ά Κ ρ υ φ ο μ ιλ ή μ α τ α - Ο ι Λ ύ κ ο ι - Δ ύ ο λ ο υ λ ο ύ δ ια α π ό τα ξ έ ν α , καθώς και οι αθησαύριστες από τον Πα­

λαμά μεταφράσεις16. Κλείνει ο τόμος με τη μετά­ φραση της Ε λ έ ν η ς τη ς Σ π ά ρ τ η ς 17 του Αιμίλιου Βεράρεν. Στους τόμους 2,4 ,6 ,8 και 10 υπάρχουν τα εκδεδομένα από τον Παλαμά βιβλία κριτικής αλλά και πλήθος άλλων μελετών, άρθρων κτλ. Συγκεκριμέ­

να: στον Β' τόμο καταχωρίζονται τα Π ρ ώ τ α Κ ρ ι­ τικ ά του 1913* ο τόμος συμπληρώνεται με δύο άλ­ λα μέρη που περιλαμβάνουν δοκίμια και άρθρα των ετών 1886-1899 και 1 του 1912. Ο Δ' τόμος περιλαμβάνει τα Δ ιη γ ή μ α τ α , την Τ ρ ισ ε ύ γ ε ν η , τον δεύτερο τόμο από Τ α Χ ρ ό ν ια μ ο υ κ α ι τα Χ α ρ τ ιά μ ο υ , κι ένα συμπλήρωμα με σχετικά κείμενα, στα οποία ο Κατσίμπαλης έδωσε τον τίτλο «Περασμέ­ να χρόνια»18. Πρόκειται δηλ. για έναν μικτό τόμο με διήγημα, θέατρο και κριτική. Ο δ' τόμος περι­ λαμβάνει τα Γ ρ ά μ μ α τ α Α ', Β 'τ ω ν ετών 1904,1907 και συμπληρώνεται μ’ ένα τρίτο μέρος με δοκίμια της ίδιας εποχής19. Στον Η' τόμο βρίσκεται ο Α ρ ι ­ σ τ ο τ έ λ η ς Β α λ α ω ρ ίτ η ς του 1924 αλλά με τρεις προσθήκες20. Ο τόμος συμπληρώνεται με δύο ακόμη μέρη (Α' Γ') που περιλαμβάνουν 20 μελέ­ τες το καθένα. Στόν I' τόμο βρίσκονται οι τρεις τόμοι των Π ε ζ ώ ν Δ ρ ό μ ω ν και η Π ο ιη τ ικ ή μ ο υ , δηλ. ο πρώτος τόμος από τα Χ ρ ό ν ια μ ο υ κ α ι τα Χ α ρ τ ιά μ ο υ . Ο ΙΒ' τόμος περιλαμβάνει μελέτες και άρθρα των ετών 1920- 1926. Ο ΙΓ'παρόμοιο υλικό των ετών 1926- 1939, καθώς επίσης τα άρ­ θρα στη Μ ε γ ά λ η Ε λ λ η ν ικ ή Ε γ κ υ κ λ ο π α ίδ ε ια και τους Λόγους του στην Ακαδημία Αθηνών της ίδιας εποχής χωρίς όμως χρονική ένταξη στα προηγούμενα. Ο ΙΔ' συγκεντρώνει τις συνεντεύ­ ξεις και τους προλόγους σε βιβλία που καλύπτουν περίοδο μισού περίπου αιώνα. Στον ΙΕ' τυπώνο­ νται αναδρομικώς μελέτες και άρθρα των ετών 1884-1897. Ο IS' συνεχίζει τον προηγούμενο με παρόμοιο υλικό των ετών 1897-1907 και συμπλη­ ρώνεται με ό,τι δεν καταχωρίσθηκε στους προη­ γούμενους τόμους, δηλαδή άρθρα, επιστολές, ση­ μειώματα, απολογίες, μελέτες από τα Π ρ α κ τ ικ ά της Ακαδημίας Αθηνών κτλ. Π α ρ α τ η ρ ή σ ε ις Θ α ομαδοποιήσω τις παρατηρήσεις χωρίς να επιμείνω σε λεπτομέρειες, αν και μόνη η αποτύ­ πωση της συγκρότησης των Α π ά ν τ ω ν αποκαλύ­ πτει ότι η έκδοση δεν ακολουθεί τη δεοντολογία της επιστημονικής εκδοτικής, θεμελιώδους κλά­ δου της νεοελληνικής φιλολογίας.

I. Π ο ίη σ η (α) Στο «Σημείωμα» του εκδότη του Α' τόμου των Α π ά ν τ ω ν αναφέρεται ρητά σε ποια ή σε ποιες εκδόσεις στηρίζεται η έκδοση των συλλογών από τα Τ ρ α γ ο ύ δ ια τη ς Π α τ ρ ίδ ο ς μ ο υ έως τον Π ρ ώ τ ο Λ ό γ ο τ ω ν Π α ρ α δ ε ίσ ω ν 21. Από τον Γ' τόμο και με­ τά, όπου βρίσκονται οι συλλογές Α σ ά λ ε υ τ η Ζ ω ή έως και την Β ρ α δ ιν ή Φ ω τιά υπάρχει σιωπή22. (β) Επεμβάσεις: Ο ι Ί α μ β ο ι κ α ι ο ι Α ν ά π α ισ τ ο ι


---------------------------------- αφιέρωμα 133 εξεδόθησαν δυο φορές από τον Παλαμά· το 1897 και το 1920. Στην έκδοση των Α π ά ν τ ω ν έχει προ­ στεθεί23 ως πρόλογος η μελέτη του 1925 με τίτλο «Πώς θυμούμαι τους Ίαμβους και τους Ανάπαι­ στους», που περιέλαβε ο Παλαμάς στον δεύτερο τόμο του έργου του Τ α Χ ρ ό ν ια μ ο υ και τα Χ α ρ τ ιά μ ο υ του 1940, κοίτη καθόλου αλλότρια με το είδος και το ύφος της μελέτης. Αναρωτιέται κανείς τί εί­ ναι ο βίος ενός λογοτέχνη χωρίς το έργο του και τί το έργο χωρίς τις περιπέτειες του βίου του. Αλλες περιπτώσεις: «Οι Χαιρετισμοί της Ηλιογέννητης»· το ποίημα τυπώθηκε το 1900 στο Π ε ρ ιο δ ικ ό ν μ α ς και το περιέλαβε αργότερα ο Παλαμάς στο τέλος των Β ω μ ώ ν και στις δύο εκδόσεις της συλλογής το 1915 και το 1922. Στα Ά π α ν τ α δεν ακολουθείται η βούληση του Παλαμά, αλλά αποσπώνται οι «Χαι­ ρετισμοί» και κατατάσσονται μετέωροι ανάμεσα στην Α σ ά λ ε υ τ η Ζ ω ή και στον Δ ω δ ε κ ά λ ο γ ο του Γ ύφ το υ 24 Ο ι Π ε ν τ α σ ύ λ λ α β ο ι - Τ α Π α θ η τικ ά Κ ρ υ φ ο μ ιλ ή μ α τ α - Ο ι Λ ύ κ ο ι - Δ ύ ο λ ο υ λ ο ύ δ ια α π ό τα ξ ένα . Ο εκδότης απέσπασε τα «Δυό λουλούδια» και τα κατεχώρισε στο «Επίμετρο» της Ξανατονισμένης Μουσικής, επειδή είναι μεταφράσεις25. Πρώτα-πρώτα, η μετάφραση είναι νέα δημιουργία έστω και πάνω σε ξένο θέμα· εξάλλου ο τίτλος Ξ α ν α τ ο ν ισ μ έ ν η Μ ο υ σ ικ ή είναι τόσο διδακτικός και εύγλωττος, ώστε δεν επιτρεπόταν τέτοια αντιμετώ­ πιση· δεύτερο· η Ξ α ν α τ ο ν ισ μ έ ν η Μ ο υ σ ικ ή εκδόθηκε το 1930, δηλ. πέντε χρόνια μετά τους Π ε ν τ α ­ σ ύ λ λ α β ο υ ς κτλ., οπότε αν έκρινε ο Παλαμάς κα­ ταλληλότερο τον δεύτερο ανθώνα, θα μεταφύτευε εκείνος τα «Δυό λουλούδια» του! Β ρ α δ ιν ή Φ ωτιά. Η μεταθανάτια αυτή συλλογή26 εκδόθηκε με επι­ μέλεια του Λέανδρου Παλαμά, πιθανότατα με βά­ ση χφφ του Αρχείου27. Ο Κατσίμπαλης πρόσθεσε άλλα τριάντα ερωτικά ποιήματα σύμφωνα, κατά την γνώμη του, με τα υπόλοιπα28. Οπωσδήποτε, η συλλογή αποτελεί ιδιαίτερο εκδοτικό πρόβλημα που θ’ αντιμετωπισθεί εν καιρώ. Π ρ ό σ ω π α και Μ ο ν ό λ ο γ ο ι. «Συλλογή» εξ ολοκλήρου κατασκευα­ σμένη από τον εκδότη των Απάντων29 παρ’ όλο που ήταν σ τ α σχέδια του Παλαμά μια συνέχεια των Βωμών30 με τον παραπάνω τίτλο.

II. Κ ρ ιτ ικ ή . Στο είδος αυτό η περιπλοκή είναι ευρείας εκτάσεως και, κατά την γνώμη μου, τελείως αδικαιο­ λόγητη. (α) Έλλειψη σχεδιασμού. Εκτός από πολλά άλ­ λα σημεία φαίνεται πως δεν υπήρξε παγιωμένο σχέδιο από την αρχή με τον αριθμό και το περιε­ χόμενο του κάθε τόμου, διότι οι τόμοι 15-16 φαί­ νονται καθαρά ως προσθήκη παραλειφθέντων, οι

δε προηγηθέντες με κριτικά δοκίμια αποτελούν εκδοτικό πρωθύστερο. (β) Διασάλευση της χρονικής σειράς. Το πρώτο έργο κριτικής που εμφανίζεται στα Ά π α ν τ α είναι τα Π ρ ώ τ α Κ ρ ιτ ικ ά του 1913, αν και πριν από αυτά ο Παλαμάς εξέδωσε τους δύο τόμους των Γ ρ α μ ­ μ ά τ ω ν το 1904 και 1907, αντίστοιχα. Τα Γ ρ ά μ μ α ­ τα όχι μόνο δεν επροτάχθησαν όλων των άλλων, αλλά εξακοντίσθησαν στον S' τόμο, αφού μεσο­ λαβεί ο τέταρτος με τα Δ ιη γή μ α τ α , την Τ ρ ισ ε ύ γε ν η κτλ. Δεν υπάρχει καμιά δικαιολογία ούτε κέρ­ δος, κατά τη γνώμη μου, από τη διασάλευση αυτή, όπως και τη γενική χρονική α-ταξία όσον αφορά στην έκδοση των αθησαύριστων αντίθετα, συ­ σκοτίζεται η προοπτική του χρόνου. (γ) Διάσπαση και ετεροχωρική διάθεση ομοειδών έργων. Τ α χ ρ ό ν ια μ ο υ κ α ι τα Χ α ρ τ ιά μ ο υ , τόμ. Β' του 1940, καταχωρίζονται στον Δ' τόμο, ενώ ο πρώτος του ομότιτλου έργου με υπότιτλο Η Π ο ιη τ ικ ή μ ο υ , διατίθεται στον Γ τόμο. (δ) Επεμβάσεις. Καί στην Κριτική υπάρχουν προσθαφαιρέσεις μελετών από έργα που εξέδωσε ο ίδιος ο Παλαμάς· λ.χ. στα Γ ρ ά μ μ α τ α Α'31, στον Α ρ ισ τ ο τ έ λ η Β α λ α ω ρ ίτ η 32, στα Χ ρ ό ν ια μ ο υ κ αι τα Χ α ρ τ ιά μ ο υ , τόμ. Β'33, κτλ. Αυτές είναι οι σημαντικότερες παρατηρήσεις34, οι οποίες νομίζω πως αρκούν για την ώρα και τον τόπο, για να δείξουν την ανεπάρκεια της έκδοσης. Π ο σ ο τ ικ ά σ το ιχ ε ία . Τι αντιπροσωπεύουν τα Ά π α ν τ α σε σχέση με το εκδεδομένο από τον Πα­ λαμά σε τόμους έργο του, και τι σε σχέση με το δημοσιευμένο σε εφημερίδες και περιοδικά, το οποίο από τούδε και στο εξής θα το ονομάζω αθη­ σαύριστο (ΑΘ); Στα Ά π α ν τ α έχουν δημοσιευθεί: (α) Εκδεδομένο έργο: Το 100% της ποίησης, της κριτικής, του διηγήματος και του θεάτρου. Από την μετάφραση έμεινε εκτός το μυθιστόρημα του Andre Laurie Π ρ ό α ς ο Ν ικ ίο υ . (β) Αθησαύριστο έργο: Ποίηση 18%, ήτοι 5535 περίπου από 317 ΑΘ, κριτική 28,7%, ήτοι 650 από τα 2266 ΑΘ, μετάφραση 100%, ήτοι 23 στις 23. Β'. 2. Τ ο ε ν ε ξ ε λ ίξ ε ι ε κ δ ο τ ικ ό π ρ ό γ ρ α μ μ α Το εν εξελίξει εκδοτικό πρόγραμμα του Ιδρύμα­ τος Παλαμά αφορά σε δύο είδη: (α) Τ η ν Α λ λ η λ ο γ ρ α φ ία Η κριτική σχολιασμένη έκδοση των τεσσάρων πρώτων άρχισε το 1975 και τελείωσε το 1988· το 1991 τυπώθηκε ο Ε' τόμος· επίκειται ο S' και ετοι­ μάζεται ο Συμπληρωματικός Ζ'. Ο έως την ώρα σχεδιασμός αυτός είναι ευεπίφορος σε ανατροπές, αν λάβει κανείς υπόψη πως όταν σχεδιάσαμε το


134 αφιέρωμα---------------------------------1970 το πρόγραμμα με τον μακαρίτη Γιώργο Κατσίμπαλη, τον καθηγητή Απόστολο Σαχίνη και τον σεβαστό φίλο Δημήτρη Συναδινό, όλους αρ­ χαία μέλη της Δ.Ε. του Ιδρύματος Παλαμά, η έκ­ δοση προβλεπόταν τρίτομη. Η πραγματοποίηση της έκδοσης εκείνης λειτούργησε ως καταλύτης των ενδοιασμών, της αδιαφορίας κτλ. τόσο, ώστε η νέα αντιμετώπιση, η αποκάλυψη, η προσφορά επιστολών συνετέλεσαν στον υπερδιπλασιασμό του όγκου. Γι’ αυτό χαρακτήρισα το εκδοτικό σχέ­ διο της Α λ λ η λ ο γ ρ α φ ία ς ευόλισθο σε ευκτέες ανα­ τροπές. (β) Τ η ν Κ ρ ιτ ικ ή Το πρόγραμμα αυτό έχει στόχο να συγκεντρώ­ σει σε τόμους το σύνολο του κριτικού και αρθρογραφικού έργου πού έμεινε εκτός των Α π ά ν τ ω ν . Οι μετρήσεις μου ανεβάζουν τον αριθμό των με­ λετών, άρθρων κτλ. στα 1616 με πιθανή απόκλιση πεντάδας. Ο αριθμός αυτός αντιπροσωπεύει το 71,3% των ΑΘ μελετών και άρθρων, μια και το 28,7% έχει περιληφθεί, όπως είπαμε, στα Ά π α ν τ α . Ο παραπάνω όγκος προβλέπεται να καλύψει 11 τόμους των 400-600 σελίδων ο καθένας. Ήδη έχουν εκδοθεί οι δύο πρώτοι τόμοι και ετοιμάζεται ο τρίτος. Ο επιδιωκόμενος ρυθμός από τούδε και στο εξής είναι δύο τόμοι τουλάχιστον κατ’ έτος.

Μέρος Γ' Η Προετοιμασία της Φιλολογικής Έκδοσης ΓΊ. Χ α ρ τ ο γ ρ ά φ η σ η τω ν δ ε δ ο μ έ ν ω ν σ τ ο ιχ ε ίω ν Ασφαλώς, η χαρτογράφηση των δεδομένων στοιχείων αποτελεί την πρώτη φάση της προετοι­ μασίας της νέας έκδοσης. Πολλοί ομιλούν για Ά π α ν τ α , αθησαύριστα, ανέκδοτα κτλ., ολίγοι όμως έχουν σαφή εικόνα ποιο είναι στο σύνολό του τ( παλαμικό έργο «καί τι αντιπροσωπεύει το εκδεδ ιμένο από τον Παλαμά» σε σχέση με το δη­ μοσιευμένο από τον ίδιο. D f να γίνει η γνώση αυτή κτήμα όλων, ώστε να μπορούν να συζητούν με στοιχεία, δηλ. επιστημονικά, ιδού η χαρτογρά­ φηση του έργου κατά είδη με τη γλώσσα των στα­ τιστικών πινάκων, με απόλυτους αριθμούς και πο­ σοστιαίες αναλογίες. Πηγή βέβαια η ανεκτίμητη Εργογραφία του Κατσίμπαλη. ΠΟΙΗΣΗ ΧΡΟΝΙΚΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ

ΕΓΓΡ

ΔΗΜ

1876-1943 (68 έτη)

60336

920

Π ΙΝ . I

Π IN. II

ΕΚΔ

ΑΘ

602,5 317,5


------------------------------------------------------------------------------------------αφιέρωμα 135 Αναγκαίες από την αρχή εξηγήσεις· οι εγγραφές στην Ε ρ γ ο γ ρ α φ ία είναι ποσό ασύμπτωτο με τον αριθμό των δημοσιευμένων, διότι κάτω από μια εγγραφή είναι δυνατόν να έχουμε ένα ή πολύ περισσό­ τερα ποιήματα37 κτλ.38 Η συντομογραφΐα ΕΚΔ σημαίνει το σύνολο των εκδεδομένων σε βιβλία έργων από τον ίδιο τον Παλαμά39· ΑΘ σημαίνει αθησαύριστα- όσα έχουν δημοσιευθεί σε περιοδικά και εφη­ μερίδες και δεν έχουν περιληφθεί σε βιβλία. Οι ποσοστιαίες αναλογίες του ΕΚΔ και ΑΘ έργου σε σχέση με το ΔΗΜ είναι 65 ,5 % και 34,5%, αντίστοιχα. Στον επόμενο πίνακα (αρ. II) παριστάνεται με απόλυτους αριθμούς η σχέση ανάμεσα στο ΔΗΜ και στο ΕΚΔ έργο. II.

Κ ρ ιτ ικ ή ΚΡΙΤΙΚΗ ΧΡΟΝΙΚΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ 1882-1939

ΕΓΓΡ

ΔΗΜ

ΕΚΔ ΕΠΙΣΤ

2518

2600

164.5

166

ΑΘ 2266.5

(57 έτη)

ΠΙΝ. III

Και σε ιστόγραμμα με απόλυτους αριθμούς (Πίν. IV)· το γκρι χρώμα δηλώνει το σύνολο των δημοσι­ εύσεων η μελανή φωτοσκίαση των ιστών δείχνει το εκδιδόμενο από τον Παλαμά κριτικό έργο.

Π ΙΝ . IV


136 αφιέρωμα III.

Δ ιή γ η μ α

ΠΙΝ. V Οι ποσοστιαίες αναλογίες: ΔΙΗΓΗΜΑ ΣΥΝΟΛΟ ΔΗΜ.: 24

ΠΙΝ. VI

IV.

Μ ετ ά φ ρ α σ η

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΧΡΟΝΙΚΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ

ΕΓΓΡ

ΔΗΜ

ΕΚΔ

Αθ

1882-1936 (55 έτη)

38

47

24

23

ΠΙΝ. VII


-------------------------------------------------------------------------------- -

αφιέρωμα 137

Και ένας συγκεντρωτικός40 πίνακας του δημοσιευμένου (ΕΚΔ και ΑΘ) έργου του Παλαμά με από­ λυτους αριθμούς: ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΤΙΚΟΣ ΕΤΟΣ ΠΟΙΗΣΗ ΚΡΙΤΙΚΗ ΔΙΗΓΗΜΑ ΘΕΑΤΡΟ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

ΧΡΟΝΙΚΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ

1876-1943 1882-1939 1884-1901,1917 1903 1882-1936

ΑΘ

602.5 317.5 164.5 2266.5 15 9 0 23

V. Α ν έ κ δ ο τ α έ ρ γα . Μετά τον θάνατο του Παλαμά δημοσιεύθηκαν αρκετά ανέκδοτα έργα από τα κατάλοιπά του, αλλά κυρίως από αρχεία τρίτων, συγγενών και μη, τα οποία κατέγραψε ο Κατσίμπαλης στις βιβλιογραφίες των ετών 1943- 1969. Συγκεκριμένα: Π ο ίη σ η : 193 ποιήματα, κυρίως πρωτόλεια και νεανικά. Κ ρ ιτ ικ ή - Η μ ε ρ ο λ ό γ ια . 10 εγγραφές (1873:1,1874: 2,1908:1,1928:1,1939:1, Αχρονολόγητα: 4) Διηγήματα: 3 (1875: 2, 1878: 1) Μεταφράσεις: 4 (1874: 2,1875: 1, Αχρονολόγητη: 1) Και σε πίνακα η Ποίηση, το πιο αξιόλογο μέρος από τα ανέκδοτα. ΑΝΕΚΔΟΤΑ

Π ΙΝ . IX


138 αφιέρωμα---------------------------------Πριν προχωρήσουμε, δίνω ένα εμβόλιμο άθροι­ σμα σκόπιμα ασχολίαστο, για ν’ αρχίσει ο νους να διαγράφει τον όγκο του αθησαύριστου έργου. Ο λόγος για την Ποίηση: 317 ΑΘ και 193 ΑΝ ποι­ ήματα, δηλ. πάνω από 500 ποιήματα σκορπισμέ­ να εδώ κι εκεί. Συνεχίζω με τις προτάσεις για τη συγκέντρωση, τη φιλολογική επεξεργασία και την έκδοση του συνόλου έργου. Γ'2. Η σ υ γκ έντρ ω σ η : Έπειτα από τα παραπάνω αριθμητικά στοιχεία γνωρίζουμε ότι έχουμε πλέον δύο πολύ ισχυρά δε­ δομένα· τη γερή βάση του εκδεδομένου έργου που επιμελήθηκε ο ίδιος ο Παλαμάς και τον αναντικα­ τάστατο οδηγό της Εργογραφίας. Επειδή όμως μία από τις κύριες αρετές τις οποίες οφείλει να έχει η φιλολογική έκδοση των Απάντων ενός συγγραφέα είναι και η πληρότητα41, δεν πρέπει να επαναπαυθούμε, αλλά: (α) να συμπληρώσουμε42 τη βιβλιογραφία Κατσίμπαλη και να συγκεντρώσουμε όλες τις άμεσες και έμμεσες αναφορές σε δημοσιεύσεις άγνωστου παλαμικού υλικού και να καταρτίσουμε έναν συμπληρωματικό οδηγό. (β) να καταλογογραφήσουμε το Αρχείο Παλαμά και να αποδελτιώσουμε χωριστά τα σωζόμενα αυτόγραφα εκδεδομένων έργων, τα αυτόγραφα αθησαύριστων, τα ολοκληρωμένα ανέκδοτα, τα σχεδιάσματα, τις παραλλαγές και όλα αυτά βέ­ βαια κατά είδη, συλλογή, έργο κ.λπ. (γ) να αποδελτιώσουμε με κάθε λεπτομέρεια το σύνολο του κριτικού έργου και της Αλληλογρα­ φίας, για να εντοπίσουμε ποιήματα άγνωστα, πα­ ραλλαγμένους στίχους γνωστών ποιημάτων, με­ ταφράσεις, κρίσεις, αναφορές. (δ) να αναζητήσουμε σε γνωστά και άγνωστα αρ­ χεία και βιβλιοθήκες τα σωζόμενα πρωτόλεια έρ­ γα του ή απόγραφά τους, επιστολές κτλ. και να τα μικροφωτογραφήσουμε ή να τα φωτοτυπήσουμε. Σημειώνεται ότι ο κανόνας της πληρότητας εί­ ναι απαράβατος, γι’ αυτό δεν χωρούν υποχωρή­ σεις μπροστά σε αξιολογικά κριτήρια του τύπου: αποκηρυγμένα από τον συγγραφέα, ηθικώς ή ιδεολογικώς τολμηρά, κ.ά. Για τον φιλόλογο και την επιστήμη όλα είναι χρήσιμα43. Γ' 3. Η γ ν η σ ιό τ η τ α . Θέμα γνησιότητας τίθεται όχι μόνο για τα απόγραφα πρωτολείων έργων του Παλαμά και τα ανώνυμα ή ψευδώνυμα πού ενδεχομένως θα ανα­ κοινωθούν, αλλά και για μερικές εγγραφές της Εργογραφίας, που δεν αντιπροσωπεύουν πραγμα­ τικά έργα44. Πολλές φορές το Αρχείο είναι δυνα­

τόν να δώσει λύση στις περιπτώσεις ανωνύμων και ψευδωνύμων ή πληροφορίες για συνεργασία μ’ εκείνο ή το άλλο έντυπο που πρέπει ν’ αξιοποιηθούν45. Γ' 4. Κ α τά τ α ξ η . Ο φιλόλογος που θ’ αναλάβει την ευθύνη μιας τέτοιας έκδοσης πρέπει να σεβασθεί τη θέληση του συγγραφέα για όσα εκείνος συμπεριέλαβε μα­ ζί46. Κανένα κριτήριο εσωτερικό, λ.χ. συγγένεια, ομοτροπία, ή εξωτερικό, λ.χ. χρονολογική σει­ ρά47, είναι δυνατόν ν’ ανατρέψει την τάξη που επέβαλεν η βούληση του συγγραφέα. Χρονολογι­ κοί πίνακες και άλλοι βοηθητικοί δείκτες είναι δυνατόν και επιβάλλεται να προστεθούν στο τέ­ λος. Η κατάταξη των συλλογών βέβαια πρέπει να εί­ ναι ειδολογική με χρονική σειρά εντός των ειδών. Με τη χρονική τάξη επιτυγχάνουμε την ιστορική προοπτική και πολλές φορές αυτοσχολιασμό των πλησιοχρόνων και ετεροπροσδιορισμό των πλησιοχώρων. Η χρονική σειρά δεν πρέπει να είναι άτεγκτη για τους δύο ή περισσότερους τόμους του ιδίου έργου ή σειράς· λ.χ. δεν πρέπει να παρεμβά­ λουμε ανάμεσα στους Π ε ζ ο ύ ς Δ ρ ό μ ο υ ς , τόμοι Α'Β' του 1928, και τον Γ'του 1934 την Π ο ιη τ ικ ή μ ο υ , επειδή εκδόθηκε το 1933. Αυτού του είδους η ευε­ λιξία είναι θέμα κριτικής ευθικρισίας που υπηρε­ τεί τελικά το ίδιο το έργο του συγγραφέα. Το αντί­ θετο θα ήταν μηχανική ακαμψία. Η κατάταξη των ειδών που έκαμε ο Κατσίμπαλης στην Εργογραφία είναι η ενδεδειγμένη. δηλ. Ποίηση, Κριτική, Διήγημα, Θέατρο, Μετάφραση. Εδώ πρέπει να προσθέσουμε ως έκτο είδος την Αλληλογραφία. Μέ τον όρο αυτό υπονοώ την επιστολογραφία του Παλαμά και πρός εκείνον. Ιδιαίτερα, όσον αφορά στην έκδοση της Αλληλογραφίας. Όλες οι επι­ στολές από και προς τον Παλαμά πρέπει να κατα­ ταχθούν χρονολογικώς, εκτός από τις τέσσερις μεγάλες συλλογές πού αποτελούν ενότητες· υπο­ νοώ την αλληλογραφία με τη Ζηρίνη, τη Διαλέτη, την Ιακωβίδη και τη Ραχήλ. Στήν προκειμένη πε­ ρίπτωση η χρονική προοπτική θα θεραπευθεί με χρονολογικό πίνακα. Σέ κάθε είδος πρέπει να επι­ τάσσονται κατά χρονολογική σειρά τα ΑΘ και τα ΑΝ από τα κατάλοιπα του Αρχείου. Συγκεκριμέναη Ποίηση κατά τους σχολαστικούς υπολογισμούς μου θα καταλάβει: τους τόμους A'- Ζ' το εκδεδομένο από τον Παλαμά έργο και η Β ρ α δ ιν ή Φωτιάακολουθούν τρεις τόμοι Η'- Θ'- I' με τα ΑΘ και τα ΑΝ. Η δομή κάθε τόμου μπορεί σχηματικώς να είναι η ακόλουθη: τα έργα με προσθήκη στιχαρίθμησης για ευνόητους λόγους- φιλολογικές σημει­


αφιέρωμα 139 ώσεις, όπου θ’ αποτυπώνεται η παράδοση και η ιστορία των κειμένων με στοιχεία για τις πρώτες δημοσιεύσεις, τις εκδόσεις, τα ενδεχομένως σωζόμενα αυτόγραφα ή αντίγραφα άλλων κ.λπ., κατα­ χώριση παραλλαγών και σχεδιασμάτων από το Αρχείο48, διαφορών ανάμεσα στίς εκδόσεις κ.λπ. Χρονολογικοί πίνακες, ευρετήριο τίτλων και πρώ­ των στίχων εάν πρόκειται για ποίηση και γενικό ευρετήριο κυρίων ονομάτων και πραγμάτων, ώστε ο κάθε τόμος να έχει αυτοτέλεια και ν’ αποτελεί όργανο μελέτης των περιεχομένων κειμένων. Γ' 5. Κ ρ ιτ ικ ή α π οκ α τ ά σ τ α σ η . Σκοπός του κυριότερου και δυσκολότερου μέ­ ρους μιας κριτικής ή φιλολογικής έκδοσης είναι να προσφέρει το κείμενο όπως το έγραψε ο συγγραφέας49- γι’ αυτό χρειάζεται γνώση του έρ­ γου, των ορθογραφικών συνηθειών του συγγρα­ φέα και των αποκλίσεων, κριτική οξύνοια, ευαι­ σθησία και υπομονή για έλεγχο και επανέλεγχο ολοκλήρου του κειμένου, για να βρίσκεται σε κά­ θε περίπτωση η ορθότερη λύση. Η εργασία αυτή όχι μόνον δεν είναι εύκολη, αλλ’ όσο προχωρούμε πρός τα εκδεδομένα στα αθησαύριστα και από εκεί στα αυτόγραφα ανέκδοτα, οι δυσκολίες πολλαπλασιάζονται. Ως βάση για τα εκδεδομένα από τον συγγραφέα έργα πρέπει να λαμβάνεται η τε­ λευταία από τον ίδιο έκδοση με επικουρική αντιβολή με τις προηγούμενες, τα ενδεχομένως σωζόμενα αυτόγραφα και την πολύτιμη βοήθεια των παρασελιδίων διορθώσεων του συγγραφέα «στα προσωπικά του αντίτυπα», όπου οι άνθρωποι και η τύχη δεν τα εξαφάνισαν. Σε όλην αυτή τη λεπτή «καί υπεύθυνη κριτική εργασία» δεν έχει θέση ο υποκειμενισμός. Καθετί πρέπει να στηρίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια, μετρήσεις, στατιστικές, κτλ. Η ηλεκτρονική επε­ ξεργασία μπορεί να προσφέρει πολλές υπηρεσίες στην ταχύτερη διεκπεραίωση αυτών των προεργα­ σιών. Και αυτά όλα για να βρεθεί η καλύτερη σε κάθε περίπτωση γραφή, αφού η ακρίβεια έχει τό­ σο μεγάλη σημασία για το τι και το πώς της τέ­ χνης. Μέρος Δ ' Η Πρόταση Δ' 1. Τ ο σ τέμ μ α Μετά τα παραπάνω το προτεινόμενο στέμμα από το οποίο θα προέλθει η φιλολογική έκδοση είναι το ακόλουθο:

Π ΙΝ .Χ

Όπου: Ε = Έ ργο ΕΚΑ = Εκδόσεις από τον Παλαμά ΔΗ = Δημοσιεύσεις ΑΥΤ = Αυτόγραφα ΑΠΓ = Απόγραφα ΑΠ = Απαντα Φ = Φιλολογική Έ κδοση

Δ' 2. Π ρ ο ϋ π ο θ έ σ ε ις κ αι χ ρ ο ν ο δ ιά γ ρ α μ μ α : Η λεπτομερής περιγραφή των προϋποθέσεων, το χρονοδιάγραμμα και ο προϋπολογισμός για την πραγματοποίηση της έκδοσης είναι το αντι­ κείμενο ερευνητικού προγράμματος, το οποίο θα υποβληθεί αρμοδίως. Για την ώρα αναφέρω ότι εκτός από τον άμισθο συντονιστή του προγράμ­ ματος, ο οποίος πρέπει να γνωρίζει το έργο του Παλαμά σε όλες του τις λεπτομέρειες50, είναι απα­ ραίτητοι 3- 4 έμμισθοι συνεργάτες φιλόλογοι για τη συμπληρωματική βιβλιογραφία, την αποδελ­ τίωση των στοιχείων, τη μικροφωτογράφηση ή φωτοτύπωση των πρώτων δημοσιεύσεων και των τόμων π ρ ιν από την έναρξη της εκτύπωσης. Για τη γιγαντιαία αυτή προσπάθεια χρειάζονται 5 χρόνια συστηματικής και σύντονης εργασίας, ώστε ν’ αρχίσει η εκτύπωση του έργου στις αρχές του 2.000 με ρυθμό 5 τόμων κατ’ έτος. Το εν εξελί­ ξει εκδοτικό πρόγραμμα του Ιδρύματος θα συνεχί­ σει την πορεία του, προσφέροντας τις πολύτιμες υπηρεσίες του στην έρευνα, ο δε καρπός αυτός θα παίξει το ρόλο προεκδόσεων της τελικής έκδοσης. Δ'3. Δ ο μ ή κ α ι μ ο ρ φ ή Ο πρώτος τόμος πρέπει να περιέχει λεπτομερή εισαγωγή, όπου θα εκτίθενται η παράδοση και η ιστορία των κειμένων, τα προβλήματα, οι εκδοτι­ κοί κανόνες, η ορθογραφία, οι λύσεις, ο τρόπος της σύνταξης των σημειώσεων, η υποτύπωση της


140 αφιέρωμα---------------------------------εκδοτικής μεταγλώσσας και των άλλων κωδικοποιημένων στοιχείων κτλ. Κάθε τόμος πρέπει να περιλαμβάνει τα κείμενα με στιχαρίθμηση, λεπτομερείς σημειώσεις, ευρε­ τήριο κυρίων ονομάτων και πραγμάτων, χρονο­ λογικό πίνακα και ενδεχομένως άλλα ευρετήρια ανάλογα με το είδος. Οι τόμοι που θα περιλάβουν την ποίηση επιπλέον γλωσσάριο και ευρετήριο τίτλων και πρώτων στίχων. Το προτεινόμενο σχήμα είναι 58X86 και ο όγκος κάθε τόμου 30-35 τυπογραφικά φύλλα, δηλ. 480-560 σελίδες, αναλόγως. Δ'4. Η σ χ ε δ ια ζ ό μ ε ν η έ κ δ ο σ η Η σχεδιαζόμενη έκδοση με τα έως την ώρα δε­ δομένα υπολογίζεται ότι θα καλύψει 45 τόμους· δηλαδή: 1 - 10: Ποίηση, 11-28: Κριτική, 29. Διή­ γημα, 30: Θέατρο, 31: Μετάφραση, 32 - 43: Αλλη­ λογραφία, 4 4 -4 5 : Ευρετήρια. Δειγματοληπτικώς σχέδιο προμετωπίδας του πρώτου τόμου (πίν. XI). Μέρος Ε' Απόλογος Κύριοι συνάδελφοι, Την οραματιζόμενη έκδοση δεν την οφείλουμε τόσο στον Παλαμά όσο στο Έθνος, διότι η παι­ δεία του Νεωτέρου Ελληνισμού στηρίζεται σε δύο ακράδαντες βάσεις: τον Κοραή και τον Παλαμά, ο δε βαθμός δεξίωσης του έργου τους ελέγχει την στάθμη της αυτογνωσίας μας. ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ

ΑΠΑΝΤΑ

Α'

Π Ο ΙΗ ΣΗ ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΔΟΣ ΜΟΥ Ο ΥΜΝΟΣ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΜΟΥ

ΙΔΡΥΜΑ ΚΩΣΤΗ ΠΑΛΑΜΑ

ΑΘΗΝΑ Π ΙΝ . XI

Σημειώσεις 1. Το σύνδρομο αυτό εξέθεσε ο Αλκής Αγγέλου στη μελέτη του, «Η σπασμωδική επιστήμη και το πρότυπο του Ερωτόκριτου», Αγγλοελληνική Επιθεώρηση, 6 (1953) 145- 152 = στο βιβλίο του Των Φώτων, Αθήνα, Ερμής 1988, σσ. 329336. 2. Υπονοώ κυρίως τις μελέτες: Ιω. Συκουτρής, «Κριτικοί εκδό­ σεις νεοελληνικών λογοτεχνημάτων», Νέα Εστία, 18 (1935) 990-1000 = Μελέται και Άρθρα, Αθήναι 1956, σσ. 420- 435, Λ. Πολίτης, «Για την έκδοση του Σολωμού», Νέα Εστία, 23 (1938) 731- 735 και 803- 814 = Γύρω στο Σολωμό, Αθήνα 1958, σσ. 9- 36 = 21985, σσ. 19- 57, Εμμ. Κριαράς, «Εκδοτι­ κά ζητήματα του σολωμικού έργου», Νέα Εστία, 44 (1948) 1414-1418. 3. Βλ. σημ. 2. 4. Συκουτρής, σ. 420. (Οι παραπομπές γίνονται στον συγκε­ ντρωτικό τόμο Μελέται και Άρθρα, ό.π.). 5. Ως παραδείγματα τέτοιων εκδόσεων αναφέρω την έκδοση του Κάλβου από τον F.M. Pontani (Ίκαρος) και εκείνη του Παπαδιαμάντη από τον Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλο (Δόμος). 6. Αποφεύγω τον όρο οριστική, που είναι δεσμευτικός. 7. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η έκδοση της Αλληλογραφίας του Παλαμά, που σχεδιάστηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’70 να καλύψει τρεις τόμους, ενώ τώρα ο σχεδιασμός περι­ λαμβάνει επτά. 8. Μαν. Κ. Χατζηγιακουμής, «Σύγχρονα σολωμικά προβλήμα­ τα», Παρνασσός, 11 (1969) 211-228 = ανάτυπο στη σειρά. Κείμενα και Μελέται Νεοελληνικής Φιλολογίας, αρ. 54, σ. 38. 9. Η κατάταξη εκείνη οφειλόταν στις εκδοτικές συνθήκες της εποχής και όχι στην άγνοια του βασικού κανόνα του ειδολο­ γικού κριτηρίου, δεδομένου ότι σε ανύποπτο χρόνο (1935) ο Συκουτρής χαρακτήρισε κωμική μια τέτοια κατάταξη των έργων του Παλαμά σε μια υποθετική έκδοση· βλ. ό.π., σσ. 426- 427. 10. Στους τέσσερις πρώτους μήνες από την έκδοση του Α' τόμου των Απάντων πουλήθηκαν 2.500 αντίτυπα· βλ. Β. Βαρίκας, «Ζή ο Παλαμάς», Ο Ταχυδρόμος, 9 Φεβρ. 1963, σ. 21. 11. Ο Κατσίμπαλης υποθέτει ότι ο Λέανδρος Παλαμάς είχε υπόψη του «κάποια χειρόγραφα του ποιητή» για τη συγκρό­ τηση της συλλογής, που δεν διασώθησαν στα κατάλοιπα του Αρχείου· βλ. Άπαντα, ΙΑ', σ. 497. 12. Κριτήριο των ποιημάτων πού περιέλαβε ο Κατσίμπαλης στο Β' ήταν ο ερωτικός χαρακτήρας· αυτόθι. 13. Βλ. σχετικά Κ.Γ. Κασίνης, «Ο δεύτερος τόμος των Βωμών», Εκηβόλος, τχ. 14 (Ανοιξη 1986) 1283-1294. 14. Άπαντα, ΙΑ', σσ. 111-195. 15. «Με βάση τα σημειώματα αυτά έχει συντεθεί η συλλογή «Πρόσωπα και Μονόλογοι» που παρουσιάζεται για πρώτη φορά σε τούτο τον τόμο των Απάντων, γράφει στο σχετικό σημείωμά του ο Κατσίμπαλης· βλ. τόμ. ΙΑ', σ. 498. 16. Άπαντα, ΙΑ', σσ. 375- 418. 17. Αυτ. σσ. 419- 493. 18. Άπαντα, Δ' σσ. 453- 567. 19. Άπαντα, S', σσ. 357- 582, και το «Σημείωμα» της σ. 586. 20. Βλ. σχετικά στο «Σημείωμα» του επιμελητή, όπου και οι τίτ­ λοι των άρθρων: Άπαντα, Η' σ. 571. 21. Άπαντα, Α' σσ. 441, 444,453,454. 22. Βλ. λ.χ. το «Σημείωμα» του Γ ' τόμου, σ. 453 κ.ε. 23. Η προσθήκη δικαιολογείται έτσι: «Τα προλεγόμενα: “Πώς θυμούμαι τους Ίαμβους και Ανάπαιστους” τα προόριζε ο ποιητής για να προλογίσει μια νέα έκδοση της συλλογής του, που δεν πραγματοποιήθηκε. Βλ. Άπαντα, Α', σ. 453.


--------------------------------- αφιέρωμα 141 24. Ο Κατσίμπαλης θεωρεί «πραγματική θέση» της συλλογής «ανάμεσα στα “Μεγάλα Οράματα” της Ασάλευτης Ζωής και στο Αωδεκάλογο του Γύφτου»■βλ. Άπαντα, Γ',σ . 454. 25. Βλ. το «Σημείωμα» του επιμελητή στα Άπαντα, Ζ ' , σ. 572. 26. Αν και φέρει χρονολογία 1944, κυκλοφόρησε τον Σεπτέμ­ βριο του 1943" βλ. σχετικά στο «Σημείωμα» του ΙΑ' τόμου, σ. 497. 27. Βλ. πιο πάνω τη σημ. 11. 28. Βλ. σημ. 12. 29. Βλ. σημ. 15. 30. Βλ. σημ. 13. 31. Βλ. σημ. 19. 32. Βλ. σημ. 20. 33. Βλ. σημ. 18. 34. Παρατηρήσεις υπάρχουν και για τα άλλα είδη, οι οποίες δεν συντρέχει λόγος ν’ αναφερθοΰν εδώ. 35. Ο Κατσίμπαλης περιέλαβε 30 ποιήματα στο Β' μέρος της Βραδινής Φωτιάς και 50 στα Πρόσωπα και τους Μονολό­ γους, δηλ. σύνολο 80. Από αυτά όμως μόνον τα 55 περίπου προέρχονται από τα ΑΘ· τα άλλα 25 είναι παρμένα από τα «ανέκδοτα», από εκείνα δηλ. που δημοσιεΰθηκαν μετά το θάνατό του. 36. Πρόκειται για τις 601 εγγραφές της Εργογραφίας υπ’ αρ. 100-700 συν τα αυτοτελή Μισολόγγι (1875) υπ’ αρ. 1 και Ισπανία (1934) υπ’ αρ. 39, που δεν περιελήφθησαν σε συλλογή από τον Παλαμά. Πρέπει να διευκρινισθεί εδώ ότι οι 14 εγγραφές του 1943 με 26 ποιήματα έχουν συνυπολογισθεί (συμβατικά) για την εξαγωγή του αρ. 603. 37. Λ.χ., η υπ’ αρ. 345 με τίτλο «Πατρίδες» περιλαμβάνει τα 12 γνωστά σονέτα που δημοσιεΰθηκαν στην εφ. Εφημερίς, 25 Δεκ. 1895 και ξανατυπώθηκαν στην Ασάλευτη Ζωή. 38. Λ.χ. υπονοώ την εγγραφή υπ’ αρ. 706 με τίτλο «Βουλή», η οποία περιλαμβάνει 24 άρθρα. Γι’ αυτό ομιλώ για ασύμπτω­ τα ποσά όσον αφορά στις ΕΓΓΡ και τις ΔΗΜ. 39. Συνυπολογίζω και τη Βραδινή Φωτιά, αν και έχει εκδοθεί μετά το θάνατο του Παλαμά (βλ. σημ. 26), διότι βάσιμα υπολογίζει ο Κατσίμπαλης ότι συγκροτήθηκε με βάση ση­ μειώματα του ίδιου του ποιητή. 40. Αν αθροίσει κανείς τα ποσά ΕΚΔ: 164,5 +ΑΘ. 2266,5 στο είδος ΚΡΙΤΙΚΗ, δεν θα βρει τον αριθμό 2600 αλλά 2431· το ελλείπον ποσό 169 είναι επιστολογραφία και 2-3 νόθα άρ­ θρα. Τα πράγματα όμως αυτά χρειάζονται λεπτομερέστερη συζήτηση που δεν είναι του παρόντος. 41. Συκουτρής, ό.π., σ. 422. 42. Με την δημοσίευση της «Βιβλιογραφίας Κωστή Παλαμά 1932-1942» στο υπό έκδοση αφιέρωμα της Νέας Εστίας, 134 (Χριστούγεννα 1993) [βλ. σσ. 273- 344] συμπληρώνεται το υπάρχον κενό, με αποτέλεσμα να έχουμε συνεχή βιβλιογρα­ φία από το 1875-1969. 43. Βλ. σημ. 41. 44. Βλ. ενδεικτικά στα Άρθρα και Χρονογραφήματα, τόμ. Β' Αθήνα 1993, σσ. ζ'- θ' 45. Ή δη ο Κατσίμπαλης έχει αξιοποιήσει στοιχεία του Αρχείου στα «Σημειώματα» των Απάντων. 46. Συκουτρής, ό.π., σ. 426. 47. «Θα ήτο κωμική η έκδοσις των Απάντων του Παλαμά π.χ., η οποία θα παρενέβαλλε μεταξύ των λυρικών συλλογών την Τρισεύγενη ή τα Πρώτα Κριτικά ή τα Γράμματα, μόνον διά να τηρήση την χρονολογικήν σειράν, κάτι δηλαδή τελείως μηχανικόν. Η ενδεικνυομένη σειρά είναι η ε ι δ ο λ ογ ι κ ή, εντός δε μιας και της αυτής ειδολογικής ενότητος θα ημπορούσε να τηρηθή η χρονολογική σειρά», γράφει ο Συκουτρής, ό.π., σσ. 426- 427. 48. Ο Συκουτρής, ό.π., σ. 427, θεωρεί αυτονόητη την έκδοση

των σχεδιασμάτων του Αρχείου μαζί με το έργο στο οποίο αναφέρονται. 49. Συκουτρής, ό.π., σ. 429. 50. «Γνώσις πλήρης και θετική του όλου έργου, ερμηνευτική οξύνοια που δεν περιφρονεί και τας ασημαντοτέρας ενδεί­ ξεις - ό,τι ακριβώς χαρακτηρίζει τον γνήσιον φιλόλογον», γράφει ο Συκουτρής, ό.π., σ. 426. 51. Μας ενδιαφέρει, εκτός του εξαντλητίκού ευρετηρίου των κυρίων ονομάτων, πού γίνεται λόγος και ποιος λ.χ. για τον ρωμαντισμό, τον συμβολισμό, την καθαρή ποίηση, τη μετά­ φραση, το μυθιστόρημα κτλ.

Ζάννά Φ. Μελά - Φλώρου (Χελωνάκια Καρέττα-Καρέττα) Σ. Εποχή


Δ

ΙΑΒΑΖΩ α φ ιερ ώ μ α τα

Ο. ντε Μ παλζάκ No 60* Δ. Γληνός No 61* Τ. Τζόυς No 62* Κ. Χατζηαργύρης No 63 Ζ. Ζενέ No 66 Νέοι λογοτέχνες No 69 Αριστοφάνης No 72* Ζ. Πρεβέρ No 73 Μ. ντε Σαντ No 77 Κ.Π. Καβάφης No 78 Χ.Λ. Μ πόρχες No 79 Μ. Κούντερα No 80* Μ. Γιουρσενάρ No 81 Α. Κοραής No 82 Κ. Μ αρξ No 83* Μ. Βίαν No 85 Νέοι Λογοτέχνες No 87 Κ. Βάρναλης No 88* Τ. Μαν No 90 Φ. Νίτσε No 91 Κ. Θεοτόκης No 92 Ρ. Μπαρτ No 93 Ν. Λαπαθιώ της No 95 Ε. Ροΐδης No 96 Ε. Ζολά No 97 Σταντάλ No 98 Μ ακρυγιάννης No 101 Λουκιανός No 102 Ντιντερό No 103 Τ. Αγρας No 104 I. Βερν No 105 Θ. Κάίρης No 106 Παραμυθάδες No 108* Ε. Έ σσε No 109 Α. Καμύ No 110 Β. Ουγκό No 111 Ε. Άλαν Πόε No 112 Φ. Κόντογλου ο 113 Σ. Μ πέκετ No 115 Κ. Πολίτης No 116 Α. Πάλλης No 118 Β. Μ αγιακόφσκι No 121 Ε. Ιονέσκο No 122 Μ. Φουκώ No 125 Ζ. Λακάν No 126 Ζ. Π ωλΣαρτρ No 127 Φ. Ντοστογιέφσκι No 131 Ν.Χ. Λώρενς No 132 Τ.Σ. Έλιοτ No 133

Μ. Ντυράς No 134 Αριστοτέλης No 135 Σ. ντε Μττωβουάρ No 136 Γ. Θεοτοκάς No 137 Φ.Σ. Φιτζέραλντ No 138 Τ. Ουίλιαμς No 139 Α. Κάλβος No 140 Γ. Σεφέρης No 142 Γ. Φλωμπέρ No 143 Ο. Έ κο No 145 Α. Δουμάς No 147 Α. Κρίστι No 149 Σ. Φρόυντ No 150 Α. Αρτώ No 151 Ο. Ουάιλντ No 152 Β. Γουλφ No 153 Γ.Β. Γκαίτε No 154 Κ. Καρυωτάκης No 157 Κ. Λεβί-Στρως No 158 Ε. Χέμινγουεϊ No 159 Ζ. Κοκτώ No 160 Μ. Χάιντεγκερ No 161 Β. Ν αμπόκοφ No 162 Α. Παπαδιαμάντης No 165 Π. Λεκατσάς No 166 Αίσω πος No 167 Λ. Αραγκόν No 168 Α. Τσέχωφ No 169 Σ. Τσίρκας No 171 Τ. Στάινμπεκ No 173 Ό μηρος No 174 Μ. ντε Θερβάντες No 176 Βολταίρος No 177 Ε. Πάουντ No 178 Μολιέρος No 179 Δ. Χατζής No 180 Ε. Ίψ εν No 181 Ν. Χάμμετ No 182 Π. Βαλερί No 183 Ζ. Μπατάιγ No 187 Ν. Καζαντζάκης No 190 Θουκυδίδ ης No 191 Φ.Γ. Λόρκα No 192 Ρ. Τσάντλερ No 193 Β. Ράιχ No 197 Ρ. Μούζιλ No 199 Λ. Τολστόι No 200 Π. Ελυάρ No 201 Ζ. Σιμ ενόν No 202 Γ. ντε Μ ωπασάν No 204 Γ. Ρίτσος No 205 Α. Ζιντ No 206

σεσ Α. Μπρετόν No 207 Μ. Μπρεχτ No 211 Α. Αλεξάνδρου No 212 Δ .Σ ολω μ ός No 213 Α. Λουπέν No 218 Φ. Πετράρχης No. 218 Γκ. Γκ. Μ άρκες No 223 Τζ. Ό ργουελ No 226 Τ. Λειβαδίτης No 288 Κ. Ντίκενς No 229 Δάντης No 230 Γκ. Απολλιναίρ No 231 Ρ. Βελεστινλής No 235 Σοφοκλής No 243 Κέρουακ No 249 Μ αρκΤ ο υαίν No 252 Γιο ύκιο Μ ισίμα No 253 Μ οράβια No 256 Μ αριβό No 257 Μ. Καραγάτσης No 258 Αρθουρ Μίλλερ No 259 Χένρυ Τζαίημς No 260 Γ.Ξενόπουλος No 265 Γκράχαμ Γκρην No 267 Γ. Σκαρίμπας No 269 Χένρυ Μίλλερ No 273 Ράινερ Μαρία Ρίλκε No 274 I. Καποδίσ τριας No 275 Γ. Βιζυηνός No 278 Ζαχαρίας Παπαντωνίου No 285 Νόρμαν Μαίηλερ No 286 Μισέλ Τουρνιέ No 287 Πίνδαρος No 294 Αντόνιο Γκράμσι No 295 Μ άριος Χάκκας NO 297 Δ ημοσθένης Βουτυράς No 298 Πηνελόπη Δέλτα No 300 Μισέλ ντε Μονταίν No 304 Αρθούρος Ρεμπώ No 305 Ανδρέας Καρκαβίτσας No 306 Σ. Μυριβήλης No 309 Μ. Αξιώτη No 311 Ε.Μ. Φόστερ No 312 Κολέτ No 313 Κ. Χατζόπουλος No 319 Ρ. Κενώ No 320 Τ. Χάρντυ No 324 Κ. Κρυστάλλης No 326 Γ. Σάνδη No 327 Σ. Εξυπερύ No 330 Κ. Παλαμάς No 334


ιττττττττττττττττττττψτττι

Σ ύγχρονη Ελληνική Π εζογραφία Η Ελλάδα αγκάλιασε το ρ ό δ ι

ΤΟΛΗΣ ΚΑΖΑΝΤΖΗΣ Ματαιότης Ματαιοτήτων

Μεγάλη εκδοτική επιτυχία: Κάθε μήνα και χιλιάδες νέα ροδόπουλα. Κυκλοφόρησε το τεύχος Απριλίου με πολλές εκπλήξεις. Μην το χάσετε. Σε περίπτωση που δεν το βρίσκετε, τηλεφωνήστε στο τηλέφωνο: 322 2802.

(ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ)

Μόλις Κυκλοφόρησε 1979-1994. ΔΕΚΑΠΕΝΤΕ ΧΡΟΝΙΑ ΝΕΦΕΛΗ

...Π ρ οω θού ν το ε λ λ η ν ικ ό β ιβ λ ίο ΑΣΚΛΗΠΙΟΥ 6 - ΑΘΗΝΑ 106 80 - ΤΗΛ. 3607744

ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

Χρηστός Δεσύλλας Η

κ ρ ύ π τ η

Έ ν α δ υ ν α τώ ν σ υ γ κ ιν ή σ ε ω ν μ υ θ ισ τ ό ρ η μ α , έ ν α π ρ ω τό τυ π ο ερ ω τικ ό έρ γ ο . Π α ρ ά λ λ η λ α , μ ια κ α τα β ύ θ ισ η σ τη ν ψ υ χ ή , π ο υ ζ η τά ει ν α π ετά ξ ει ελ εύ θ ερ η α π ό τις γ ή ιν ε ς δ ε σ μ ε ύ σ ε ις της... Η π ά λ η του α ν θ ρ ώ π ο υ ν ' α π ο φ ε ύ γ ε ι τη ν ε π ιλ ο γ ή του Κ α κ ού, π ο υ π ρ ο β ά λ λ ε ι σ υ χ ν ά μ π ρ ο σ τ ά το υ μ έ σ α α π ό θ ελ κ τικ ο ύ ς π ειρ α σ μ ο ύ ς ...

H l S i ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΤΑΚΗ 2 0 ΧΡΟΝΙΑ


ΙΑΒΑΖΩ a c p ie p c u p a r a ae. Λ , si Λογοτεχνία No 58* Λατινοαμερικανική Λογοτεχνία No 59* Η Γενιά των Μπήτνικ No 64* " -----*■— -οι του Φρόυντ Ν-----Επιθεώρηση Τέχνης No 67 Άγιον Όρος No 68 Γερμανόφωνο Θέατρο No 70 Σημειωτική No 71* Μικρασιατικός Ελληνισμός No 74 Λογοτεχνία και Κινηματογράφος No 75 Ιταλική Λογοτεχνία No 76 Σύγχρονα Ολλανδικά Γράμματα No 84 Αστυνομική Λογοτεχνία No 86 Νεοελληνικό Θέατρο No 89 Παιδικό Βιβλίο No 94* Βιβλίο και Φυλακή No 99 Λαϊκό Αισθηματικό Μυθιστόρημα No 100 Αρχαία Λυρική Ποίηση No 107 Φινλανδικά Γράμματα No 114 Δοκίμιο No 117 Κοινωνιολογία No 119 Ελληνικός Υπερρεαλισμός No 120 Κυπριακό Γράμματα No 123 Χιούμορ No 124 Θεσσαλονίκη No 128 Βυζάντιο No 129 Ελληνικό Παραμύθι No 130 Φουτουρισμός No 141 Γλωσσολογία No 144 Βιβλίο και Στρατός No 146 Βιβλία για το καλοκαίρι No 148 Αυτοβιογραφία No 155 Μετάφραση No 156 Ψυχανάλυση και Λογοτεχνία No 163 Σύγχρονοι Αγγλόφωνοι Φιλέλληνες No 154 Αλληλογραφία No 170 Επιλογή Βιβλίων ’86-’87 No 172 Οι επιστήμες στον κόσμο μας No 175 Παιδικό βιβλίο No 180 Κριτική No 184 Μουσική και Λογοτεχνία No 185 Διανοούμενοι και Εξουσία No 186 Βιβλίο και Νέες Τεχνολογίες No 188 Το νέο Μυθιστόρημα No 189 Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας No 194 Πολιτισμός και Κουλτούρα No 195 Διακοπές και Βιβλίο No 196 Το Ελληνικό Φεμινιστικό Έντυπο No 198 Βιολογία No 203 Εξπρεσιονισμός No 208 Η Πράγα των συγγραφέων No 209 Ψυχιατρική και Ψυχανάλυση No 210 Θέατρο και Παιδί No 214 Ραδιόφωνο και τηλεόραση No 215 Γαλλική Επανάσταση No 216 Κόμικς No 217 Ροκ No 219 Επιστημονική Φαντασία No 220 Ομοιοπαθητική No 221 Κοινωνικές επιστήμες No 222 Βιβλίο - Η αγοραστική συμπεριφορά του κοινού No 224 Ρομαντισμός No 225 Στρουκτουραλισμός No 227

le p a r a

Νέοι και Λογοτεχνία No 232 Ελληνική Κοινωνία και Κράτος No 233 Αναγνώσεις και κείμενα No 234 Το παιχνίδι και το παιδί No 236 Σύγχρονη Αμερικανική Πεζογραφία No 237 Ψυχογλωσσολογία No 238 Έγκλημα - Απόπειρες Ερμηνείας No 239 Το όνειρο στη λογοτεχνία No 240 Κοινωνιολογία της Σύγχρονης Οικογένειας No 241 Λογοτεχνικό βιβλίο και παιδί No 242 Θάλασσα και ταξίδια No 244 48 εκδότες προτείνουν 460 βιβλία για τις διακοπές σας No 244 Λαογραφία No 245 Ομοφυλοφιλία No 246 Δημόσια και Ιδιωτική Εκπαίδευση No 247 Βιβλίο και Εικονογράφηση No 248 Ρεαλισμός No 250 Θεολογία No 251 Τα ελληνικά μπεοτ-σέλερ του 1990 Ν' Κοινωνική Ψυχολογία No 255 Ανολοκλήρωτοι έρωτες No 261 Τηλεόραση και παιδί No 262 Το Όραμα στη Λογοτεχνία No 263 Το λυκόφως της ψυχανάλυσης No 264 Κινηματογράφος και Ιστορία No 266 Λογοτεχνία και Φωτογραφία No 271 Τρέλα και Κοινωνία No 272 Η εξουσία και η Κοινωνία No 276 Παιδί και Γιορτές No 277 Μεσοπόλεμος και Πεζογραφία No 279 Μοναξιά και Λογοτεχνία No 280 Ασθένειες συγγραφέων No 281 Η Περιπλάνηση στη λογοτεχνία No 282 Ο Αναχρονισμός στον αιώνα μας No 283 Οι Αυτόχειρες στη Λογοτεχνία No 284 Μεσαίωνας No 288 Η Λογοτεχνία και το Κακό No 289 Το Σενάριο No 290 Το Ιστορικό Μυθιστόρημα No 291 Βιβλία Α' Εξαμήνου 1992 No 292 Το Χρονογράφημα No 293 Η Ν. Υόρκη στη λογοτεχνία No 295 Φετιχισμός No 301 Δεκαετία του ’50 No 302 Βιβλία Β' Εξαμήνου 1992 No 303 Το Σώμα στο Λόγο και στην Τέχνη No 307 Δεκαετία του ’60 No 308 Γαλλική Ποίηση τα τελευταία 60 χρόνια No 310 Εξωτισμός No 314 Λογοτεχνία της Αργεντινής No 315 Βιβλία Α' εξαμήνου 1993 No 316 Θεωρία του Κινηματογράφου No 317 Οικολογία και Πολιτική No 318 Λογοτεχνία και Ζωγραφική No 321 Εθνικισμός No 322 Κοινωνική Ανθρωπολογία No 323 Παιδί και Περιβάλλον No 325 Βιβλία Β' εξαμήνου No 328 Ο ήχος της εικόνας No 329 Γεωπολιτική και Στρατηγικές No 331 Το Χόλιγουντ στη λογοτεχνία No 332 Συμβολισμός No 333


ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΥΠΑΙΘΡΟΥ

Α πό την ομ ώ νυ μ η σ υ λλο γή της ζω γρ ά φ ο υ Ζάννας Φ. Μελά - Φλώρου σ υ γγρ α φ έω ς του 6ι6λίου Χελωνάκια Καρέττα - Καρέττα (Εκδ. Σ ύ γχρ ο ν η Ε ποχή).


\

'Λ Λ ,

", V

ΔΕΚΑΟΧΤΩ ΚΕΙ ΜΕΝΑ "Ενα βιβλίο σταθμός στην Ιστορία τοΰ Κέδρου. Κυκλοφορεί σέ αναμνηστική έκδοση ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ ΝΟΡΑ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗ ΑΛΕΞ. ΑΡΓΥΡΙΟΥ ΘΑΝΑΣΗΣ ΒΑΛΤΙΝΟΣ ΛΙΝΑ ΚΑΣΔΑΓΛΗ ΝΙΚΟΣ ΚΑΣΔΑΓΛΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΟΤΖΙΑΣ ΤΑΚΗΣ ΚΟΥΦΟΠΟΥΛΟΣ ΜΕΝΗΣ ΚΟΥΜΑΝΤΑΡΕΑΣ Δ.Ν. ΜΑΡΩΝΙΤΗΣ ΣΠΥΡΟΣ ΠΛΑΣΚΟΒΙΤΗΣ ΡΟΔΗΣ ΡΟΥΦΟΣ ΤΑΚΗΣ ΣΙΝΟΠΟΥΛΟΣ ΚΑΙΗ ΤΣΙΤΣΕΛΗ ΣΤΡΑΤΗΣ ΤΣΙΡΚΑΣ Θ.Δ. ΦΡΑΓΚΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΕΙΜΩΝΑΣ

Μέ τή συμπλήρωση 40 χρόνων από τήν ίδρυσή του, ό ΚΕΔΡΟΣ άνατύπωσε καί κυκλο­ φορεί, σέ πανομοιότυπη έκδοση, τόν τόμο των Δ ε κ α ο χ τ ώ Κ ε ι μ έ ν ω ν πού έχει από χρόνια εξαντληθεί. Τιμή στους πρωτεργάτες του, σ’ αυτούς πού τόλμησαν ομαδικά καί έπωνύμως νά δηλώσουν τήν αντίθεσή τους στή δικτατορία, λύνοντας τήν σιωπή τους, ύστερα απ’ τήν άρση τής προληπτικής λογοκρισίας. Τά Δ ε κ α ο χ τ ώ Κ ε ί μ ε ν α , οπού λόγος καί πράξη γίνονται ένα, σηματοδοτούν μιά κορυφαία στιγμή αδελφοσύνης καί αλληλεγγύης μπροστά σέ απτούς κινδύνους καί δέν μπο­ ρεί παρά νά είναι αναφορά γιά τίς νεώτερες γενιές δταν, απροκάλυπτα ή μέ τρόπους «έκσυγχρονισμένους», υπονομεύεται ή έλευθερία.


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.