Τεύχος 116

Page 1

ΑΡΙΘ. 116 · 10.4.85 · ΔΡΧ. 150


ε κ δ ό σ ε ις «νεα σ ύ νο ρ α »

ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ τζα κ

ΛΟΝΤΟΝ: Οι ευνοούμενοι του Μίδα

L^LULUiL-LUlL

VLi <l LiLLa

Ο Τζακ Λόντον ο μεγαλύ τερ ο ς αμερικανός σ υγγραφέας των αρχών του αιώνα μας, θα φ έρ ει με το βίαιο λυρισμό του, την ενστικτώδη βιαιότητα των ηρώων του και την κριτική τη ς αμερικάνικης κοινωνίας, ένα καινούριο ρίγος σε μια χώρα όπου η π εριπ έτεια και το παράλογο είναι πια τρόπος ζωής.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ■ ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ Α.Α. ΛΙΒΑΝΗ «ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ» ΣΟΛΩΝΟΣ 94, ΤΗΛ. 3610589-3600398


ΔΙΑΒΑΖΩ

ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Ομήρου 34, Αθήνα - 106 72

Σύνταξη: 36.40.487 Λογιστήριο: 36.40.488 Συνδρομές: 36.03.011 Διαφημίσεις: 36.26.910

Π Ε Ρ ΙΕ Χ Ο Μ Ε Ν Α ΧΡΟΝΙΚΑ ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ ΔΙΑΛΟΓΟΙ: Γράφουν οι Νίκος Τσιάπας, Κλεοπάτρα Πρίφτη, Ν .Δ . Τριανταφυλλόπουλος, Σάββας Παύλου και Βασίλης Τσαρού-

2

Τεύχος 116

χης

4

10 Απριλίου 1985

Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

6

Τιμή: Δρχ. 150 Εκδότης: Άννα Πετρίδου Ιδρυτής: Περικλής Αθανασόπουλος Διευθυντής: Γιώργος Γαλάντης Σύνταξη: Κατερίνα Γρυπονησιώτου, Δημήτρης Δεληπέτρος, Θεοδώρα Ζερ­ βού, Βασίλης Καλαμαράς, Ηρακλής Παπαλέξης, Γιώργος Σαρηγιάννης, Βάσω Σπάθή, Μαρία Στασινοπούλου, Καίτη Τοπάλη

Οικονομικός υπεύθυνος: Βάσω Σπάθή Συνδρομές: Κατερίνα Γρυπονησιώτου Διαφημίσεις: Ηρακλής Παπαλέξης Σελιδοποίηση-Μοντάξ: Νένη Ράις Διορθώσεις: Π. Βλάσση - Αλεξάνδρου Στοιχειοθεσία: Φωτοκύτταρο ΕΠΕ, Υμηττού 219, τηλ. 75.16.333 Διαφάνειες εξωφύλλου: Δ. Π. Αγγελής, Πειραιώς 1, τηλ. 32.44.325 Φωτογραφίσεις-Μοντάζ: I. Χριστοδουλάκος - I. Κοργιαλάς Ο.Ε., Α. Μεταξά 26, τηλ. 36.41.134 Εκτύπωση: Αφοί Τσαλδάρη Ο.Ε., Φυ­ λής 35, Καματερό, τηλ. 26.10.918 Βιβλιοδεσία: Νικ. Κατριβάνος και Σία Ο.Ε., Στ. Γόνατά 48, τηλ. 57.49.951 Διανομή: Νέο Πρακτορείο Τύπου

ΑΦΙΕΡΩΜΑ Peter Mackridge: Χρονολόγιο Κοσμά Πολίτη Μένης Κουμανταρέας: Ο Παρασκευάς που έγινε Κοσμάς Στέλιος Ξεφλούδας: Κοσμάς Πολίτης, ο συγγραφέας και ο άνθρω­ πος Γ.Π. Σαββίδης: Δύο στοιχεία για ένα φιλολογικό μνημόσυνο Τάσος Κόρφης: Η επιστροφή ενός κοσμοπολίτη Peter Mackridge: Η κοινωνική συνείδηση στο «Τέρμα» του Κοσμά Πολίτη Τζένη Μαστοράκη: Ο χειρώναξ μεταφραστής Κοσμά Πολίτη: Santa-Barbara ΜΝΗΜΕΣ: Γιάννης Βασιλείου, Γ.Π. Σαββίδης και Μ. Παπούλια

Αθήνα: Πομώνης Διονύσιος Ζαλόγγου 1 τηλ. 36.20.889 Θεσσαλονίκη: Βιβλιοπωλείο Μ. Κοτζιά και Σία Τσιμισκή 78 τηλ. 279.720, 268.940 Υπεύθυνος τυπογραφείου: Βαγγέλης Παπαθανασόπουλος, Υμηττού 219 Εξώφυλλο: Γιώργος Γαλάντης

32 35 40 43

ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ: Γράφει ο Δημ. Χατζηαγόρου ΠΟΛΙΤΙΚΗ: Γράφει ο Χρ. Δ . Λάζος ΠΟΙΗΣΗ: Γράφουν οι Αθηνά Παπαδάκη, Θαν. Ν. Γκοτοβός και Γιολάντα Πεγκλή ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ: Γράφει ο Μάνος Κοντολέων

49 55

ΠΛΑΙΣΙΟ: Γράφει ο Βάιος Παγκουρέλης

51

57 65

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ Συνέντευξη με τον Θανάση Βαλτινό

Κεντρική διάθεση:

8 13 23 24 28

66

ΔΕΛΤΙΟ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

73

ΚΡΙΤΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

77

στο επόμενο «Διαβάζω»

αφιέρωμα στο Δοκίμιο


ΧΡΟΝΙΚΑ

Η Κοινότητα και το βιβλίο ΤΟΝ Μάιο ή τον Ιούνιο, σε μια από τις πρωτεύουσες των χω­ ρών της ΕΟΚ, - πληροφορίες στις εφημερίδες λένε ότι πρό­ κειται να είναι η Αθήνα - , θα γί­ νει συνδιάσκεψη για το βιβλίο με συμμετοχή εκπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατώνμελών, συγγραφέων και εκδο­ τών. Σε προλεγόμενο προηγούμενού μας τεύχους, είχαμε αναφερθεί στην πρωτοβουλία του υπουργού πολιτισμού της Γαλλίας, Ζαν Λανγκ σχετικά με την ενιαία τιμή του βιβλίου στη Γαλλία. Βάσει αυτής της από­ φασης φημολογείται ότι οι Έλ­ ληνες εκδότες θα επιδιώξουν να υιοθετηθεί, και από το δικό μας Υπουργείο Πολιτισμού, νό­ μος, που θα καθορίζει ενιαία την τιμή του βιβλίου σε όλα τα βιβλιοπωλεία, με βάση τις τιμές που ορίζει ο εκδότης. Ένα τ έ ­ τοιο μέτρο βέβαια δεν θα ταί­ ριαζε με την πρόσφατη αγορανομική διάταξη περί των ποσο­ στών η οποία οδηγεί σε διαφο­ ρετική αντιμετώπιση των τιμών στην αγορά από τον έναν εκδό­ τη στον άλλο, ακόμα και για τις επανεκδόσεις ενός βιβλίου. Μένει ακόμα ν’ αναφέρουμε ότι θα συζητηθεί σ’ αυτή τη συν­ διάσκεψη και το θέμα της δη­ μιουργίας μιας βιβλιοθήκης της Ευρώπης, που θα ενθαρρύνει τις μεταφράσεις, σε όλες τις κοινοτικές γλώσσες, των μεγά­ λων ευρωπαϊκών έργων των χω­ ρών της κοινότητας. Ο σημαν­ τικότερος στόχος όμως που θα επιδιωχθεί, είναι η αναγνώριση

προ λεγο μένα της ιδιαιτερότητας του βιβλίου, ως βασικού πολιτιστικού αγα­ θού και όχι ως εμπορικού προϊόντος. Αγαθό που οφείλει η κοινωνία να προστατέψει από τους νόμους του οικονομικού ανταγωνισμού.

στοίβες με σπόγγους σαν να περϊμεναν το μεταφορέα να τα πουλήσει για να πολτοποιη­ θούν. Δεν ξέρουμε πώς θα δε­ χτεί η μάλλον νεανική πελατεία του καταστήματος αυτή τη βιτρίνα και αν βοηθήσει στις πωλήσεις του. Εμάς μας ξένισε, μας θύμισε εκείνο το «Κάψτε τα βιβλία» ή ακόμα μας θύμισε σκηνή μετά από πλιάτσικο, που οι άρπαγες αφού πήραν όλα τα χρήσιμα γι’ αυτούς άφησαν τα άχρηστα. Δεν θέλουμε να θεω­ ρηθούμε ότι είμαστε σι προσ­ τάτες του βιβλίου αλλά το γε­ γονός αυτό μας πάγωσε. Αν θα γράφαμε σημεία των καιρών θα παραδεχόμαστε και τη διαδρο­ μή που σε οδηγεί σ’ αυτά τα σημεία.

Και διακοσμητικό βιβλίο; ΜΕΧΡΙ τώρα γνωρίσαμε τον διακοσμητικό ρόλο που παίζει το βιβλίο σε ορισμένα σπίτια ελλήνων που θέλουν να στολί­ σουν τους τοίχους και με κά­ ποια βιβλιοθήκη ή σύνθετο. Δεν περιμέναμε όμως ποτέ ότι το βιβλίο θα γινόταν διακοσμητικό στοιχείο σε βιτρίνα της Σόλωνος. Δεν μπορέσαμε να κα­ ταλάβουμε τη σύλληψη, που εί­ χε ο δημιουργός (ούτως ειπείν βιτριναδόρος-α) να συνδυάσει τα ροζ και βεραμάν ανοιξιάτικα μοντελάκια και τ ’ αντίστοιχα καπελάκια τους, με παλιά βι­ βλία με ωραία δεσίματα πετα­ μένα στη βιτρίνα ή δεμένα σε

Κριτικοί και κριτικογραφία ΣΤΗΝ κριτικογραφία περιλαμ­ βάνονται όλες οι επώνυμες βι­ βλιοκριτικές, που δημοσιεύο­ νται στον ημερήσιο αθηναϊκό τύπο. Αυτό διευκρινίζεται στο σημείωμα, που βρίσκεται κάτω από τον τίτλο «Κριτικογραφία», στήλης του περιοδικού στην οποία καταγράφονται οι κριτι-


χρονικα/3 κές που έχουν δημοσιευτεί στον ημερήσιο και περιοδικό τύπο της Αθήνας και της επαρ­ χίας. Και ακριβώς επειδή δημο­ σιεύεται σε κάθε τεύχος αυτό το σημείωμα, απορούμε με τις ερωτήσεις ορισμένων συντα­ κτών εντύπων, που, ανώνυμα κρίνοντας ή παρουσιάζοντας βιβλία, ζητούν να μάθουν γιατί δεν καταγράφονται και οι δικές τους κριτικές. Θα ήταν λίγο πα­ ράλογο να δημοσιεύονται ση­ μειώματα ευμενή ή δυσμενή για ένα βιβλίο χωρίς να φαίνε­ ται ο άνθρωπος, που φέρνει την ευθύνη γι’ αυτά. Δεν ξ έ ­ ρουμε ποιοι λόγοι δεν επιτρέ­ πουν σε κάποιους αξιόλογους συντάκτες, να υπογράφουν τα κείμενά τους. Είμαστε όμως πρόθυμοι να τους διαβεβαιώ­ σουμε ότι, όταν οι κριτικές τους θα γίνονται επώνυμες, θα δημοσιεύονται. Δεν είναι η πρώτη φορά που το «Διαβάζω» δέχεται τέτοια μικρά διακριτικά παράπονα. Θα θυμηθούμε κά­ ποιον αναγνώστη, που παραπο­ νιόταν, ενώ κρατούσε στα χέ­ ρια του ένα τεύχος του περιο­ δικού μας, ότι δεν είχαμε κατα­ γράψει στις στήλες του βιβλιο­ γραφικού δελτίου το βιβλίο του. Αφού ψάξαμε όλα τα βι­ βλιογραφικά δελτία εκτός του τεύχους που κρατούσε στα χέ­ ρια του, και ενώ ήμαστε σίγου­ ροι ότι κάπου το είχε πάρει το μάτι μας, του ζητήσαμε συγνώ­ μη γι’ αυτή την παράλειψη. Όμως, πριν καταγράψουμε ξα­ νά τα στοιχεία του βιβλίου του, ο αντίχειράς του μας οδήγησε σε σημείο του τεύχους, που κρατούσε στα χέρια του και, ω του θαύματος! εκεί ήταν κατα­ γραμμένο το βιβλίο του. Λοιπόν φίλοι αναγνώστες του «Διαβά­ ζω» γνωρίζουμε ότι και λάθη μάς ξεφεύγουν και ορισμένες παραλείψεις γίνονται- αλλά και σεις που έχετε σκοπό να παραπονεθείτε, πριν το κάνετε, δια­ βάστε μας προσεκτικότερα.

Ενδυματολογική εξέλιξη και γνώση ΔΕΝ ξέρουμε αν υπάρχει ειδι­ κός χώρος όπου να παρουσιά­

ζονται κριτικά τα προγράμματα κάποιων εκθέσεων που εντυ­ πωσιάζουν για την αρτιότητα της εμφάνισής τους. Δεν ξέ­ ρουμε ακόμα αν υπάρχει ένα αρχείο, όπου θα καταχωρούνται όλα αυτά τα προγράμματα, έτσι ώστε να μπορούμε να πα­ ρακολουθήσουμε την εξέλιξή τους και την ευαισθησία τους ν ’ ανταποκρίνονται στα σύγ­ χρονα ρεύματα και τις τάσεις των γραφικών τεχνών. Ο λόγος για τον οποίο κάναμε αυτές τις σκέψεις είναι ένα μικρό βιβλια­ ράκι 24 σελίδων το οποίο κυ­ κλοφόρησε με ευκαιρία την έκ­ θεση «Ελληνική γυναικεία φο-, ρεσιά άλλοτε και τώρα», έκθε­ ση που οργάνωσε στο μουσείό ελληνικής λαϊκής τέχνης το Πελοποννησιακό Λαογραφικό Ίδρυμά βοηθούμενο από το Υπουργείο Πολιτισμού και Επι­ στημών. Η Ιωάννα Παπαντωνίου πετυχαίνει μέσα σε λίγες σελί­ δες να παρουσιάσει την ιστορία της γυναικείας ενδυμασίας στον ελληνικό χώρο από το 1500 π.Χ. ώς τις μέρες μας. Οι σημαντικότερες περίοδοι ε ξέ­ λιξης του γυναικείου ενδύμα­ τος, οι σταθμοί διαφοροποίη­ σης στην αντίληψη του ντυσί­ ματος και το πέρασμα στην ευ­ ρωπαϊκή νοοτροπία αλλά και οι απόψεις για το σημερινό ντύσι­ μο, αποτελούν τον κορμό της ιστορίας του κουστουμιού, που διατρέχει με σαφήνεια και γνώ­ ση η συντάκτρια αυτού του έρ­ γου. Το κείμενο το βοηθούν και το συμπληρώνουν φωτογρα­ φίες αν και σε κάποιες απ’ αυ­ τές αδικούνται, λόγω των ξύλι­ νων επίπεδων μοντέλων, οι ιδιαίτερες φόρμες, που έδινε το κοστούμι στο γυναικείο σώ­ μα (για να μη πούμε ότι κάποιες εποχές δεν το καθιστούσε ανα­ γνωρίσιμο). Πρότασή μας, αυτό το βιβλιαράκι να συμπληρωθεί και με άλλες φωτογραφίες και σχέδια της ακάματης οραματίστριας και δημιουργού Ιωάννας Παπαντωνίου και να μοιραστεί στα σχολεία της χώρας μαςπαρακολουθώντας αυτή την εξέλιξη, τα νέα παιδιά έχουν να κάνουν πολλές διαπιστώσεις και πολλά να μάθουν γύρω απ’ την εποχή μας και τα προηγού­ μενα ήθη. Θά ’ναι μάθημα ζων­ τανής, καθημερινής ιστορίας.

ΡΕΫΜΟΝ ΚΕΝΩ

Το δέρμα των ονείρων

ΑΣΤΑΡΤΗ πρώην .ΑΣΤΕΡΙ» ΣΟΛΩΝΟΣ 121 - ΤΗΑ. 3606 597


4/χρονικα

' 3

^

δ ι ά λ ο γ ο ι

Όλα τα γράμματα, που απευθύνονται αποκλειστικά στο «Διαβάζω» και που παρουσιάζουν κάποιο γενικότερο εν­ διαφέρον, δημοσιεύονται είτε ολόκληρα (εφόσον είναι σύντομα) είτε αποσπασματικά (εάν είναι εκτενή). Για το λόγο αυτό, παρακαλούνται οι αναγνώστες που μας γρά­

Από τα Ελληνικά Ταχυδρομεία Κύριε Διευθυντά, Απαντώντας στο σχόλιο του περιοδι­ κού σας, με τίτλο «τα τέλη του βι­ βλίου» που δημοσιεύτηκε στο φύλλο της 16-1-85 του περιοδικού σας, σας πληροφορούμε τα ακόλουθα: Με το νέο τιμολόγιο που ίσχυσε από 1-12-84, δεν έγινε αύξηση των ταχ. τελών, αλλά διαφοροποίηση στην κατάταξη των αντικειμένων ορισμέ­ νων κατηγοριών, για λόγους απλο­ ποίησης του τιμολογίου, διευκόλυν­ σης των συναλλαγών και καθιέρωσης του μέτρου της προτεραιότητας στη διαβίβαση. Από την ως άνω τροποποίηση, εξαι­ ρέθηκε και εξακολουθεί να τιμολογεί­ ται με το ιδιαίτερο μειωμένο τιμολό­ γιο που ίσχυε, ο περιοδικός τύπος των εκδοτών καθώς και η κατηγορία των βιβλίων, φυλλαδίων, μουσικών τε­ μαχίων και γεωγραφικών χαρτών, που ενώ αρχικά είχε τεθεί ο περιορισμός των δέκα και άνω κατά κατάθεση για να τύχουν του μειωμένου τιμολογίου, ο Οργανισμός μας, επειδή θιγόταν από το μέτρο αυτό το μεμονωμένο βι­ βλίο, προέβη στην κατάργηση του ως άνω περιορισμού από 8-1-85 και έτσι, στο εξής, το μειωμένο τιμολόγιο ισχύει και για τα μεμονωμένως αποστελλόμενα αντικείμενα της κατηγο­ ρίας των βιβλίων, φυλλαδίων, μουσι­ κών τεμαχίων και γεωγραφικών χαρ-

φουν να είναι όσο πιό σύντομοι μπορούν και να σημειώ­ νουν το πλήρες ονοματεπώνυμο και την ακριβή διεύθυνσή τους. Πάντως, για να δημόσιευθεί ένα γράμμα, πρέπει νά 'χει φτάσει στα γραφεία του περιοδικού τουλάχιστον τρεις εβδομάδες πριν από την ημέρα κυκλοφορίας του τεύχους.

Όμως δε νομίζω νά 'ναι και τόσο προ­ σωπικό το θέμα για το οποίο σας γρά­ φω. Θα ήθελα να ήταν δυνατόν να έχω μια απάντηση υπεύθυνη, σε κάτι που με βασανίζει χρόνια: Η αγορά λο­ γοτεχνικών βιβλίων από ίο Υπουργείο Πολιτισμού και με ποια κριτήρια γίνε-

Όπως, από το 1959 που εκδόθηκε το πρώτο μου βιβλίο (το 1984 κυκλο­ φόρησε το 16ο) ακούω να λέγεται στα Υπουργεία (πάλαι ποτέ Παιδείας και Θρησκευμάτων, τώρα Πολιτισμού κ.λ.π.) στα τυπογραφεία, στις λογοτε­ χνικές εταιρίες, ότι η επιλογή των αγοραζομένων από το Υπουργείο βι­ βλίων γίνεται από τον κατάλογο των βιβλίων που έχουν κατατεθεί στην Εθν. Βιβλιοθήκη τον προηγούμενο χρόνο και δεν χρειάζεται τίποτε άλλο, (κρατώ όλες τις αποδείξεις καταθέσεως των βιβλίων μου). Φυσικά μια ποιότης απαιτείται, πράγμα πολύ φυ­ σικό. Μέσα σ’ αυτά τα χρόνια από το 1959, όπως γράφω και παραπάνω, κυ­ κλοφορώ 16 βιβλία μου, διηγήματα, αφηγήματα, μελέτες, δοκίμια, θέα­ τρο, ταξιδιωτικά. Απ' το πρώτο μου βι­ βλίο ήδη μεταφράστηκαν αποσπάσμα­ τα στην Ισλανδία (περιοδικό Stefnir) κι αργότερα στην Ουγγαρία, Σοβ. "Ενω­ ση, Βουλγαρία, διδάσκονται αποσπά­ σματα απ’ τα βιβλία μου σε πανεπι­ στήμια, όπως στη Βουδαπέστη από τον ελληνιστή Κάλμαν Σαμπό και στο Κίεβο απ’ την Τατιάνα ΤσερνούσοβαΜπιελέτσκυ. Δυο φορές, 1961 και 1965, θεατρικά μου έργα βραβεύτη­ καν με Α’ βραβείο απ’ τον Καλοκαιρίνειο διαγωνισμό. Όλα αυτά τα χρόνια δυο φορές μόνο συνεργάστηκα με εκδοτικούς οίκους και μόνο μια φορά Με τιμή το 1979 αγόρασε το Υπουργείο Πολι­ Ο Διευθυντής α.α. τισμού 120 βιβλία μου (εκδόσεις Σύγ­ Νίκος Τσιάπας χρονη Εποχή). Γιατί δε συνεργάζομαι Υποδ/ντής με εκδοτικούς οίκους; Δεν είναι της παρούσης στιγμής. Όμως αυτό δε νο­ μίζω ότι πρέπει νά 'χει καμιά σημασία. Κάποτε μου είπαν ότι δεν αγοράζεται θέατρο. Καλώς. Τα άλλα όμως; Βιβλία που έχουν χαρακτηρισθεί απ’ την κρι­ τική αξιόλογα, ιδίως τα ταξιδιωτικά Αγαπητό «Διαβάζω» μου; Πέρσι είχα κυκλοφορήσει το 15ο Δε συνηθίζω ν’ απασχολώ τους άλα­ βιβλίο μου ταξιδιωτικό-χρονικό με τίτλο «Κύπρος. Το νησί με την ανοι­ λους με προσωπικά μου θέματα.

Για την κρατική επιλογή βιβλίων

χτή πληγή». Αγαπήθηκε απ’ όλους όσους το διάβασαν. Δεν αγοράστηκε ούτε αυτό (δική μου έκδοσις). Πριν λίγες μέρες ήρθε απάντηση από τον Σύνδεσμο Φιλίας «ΕλλάςΚύπρος» της Θεσ/νίκης όπου σ' ένα διαγωνισμό που είχε προκηρύξει είχα την τύχη να πάρω Έπαινο σε θεατρι­ κό μου έργο που είχα υποβάλει (με ψευδώνυμο βέβαια). Και σκέφτομαι, το θεατρικό πέρα στη θεσ/κη όπου δεν έχω ούτε φί­ λους, ούτε γνωστούς πήρε μια διάκρι­ ση και στην Αθήνα τόσα χρόνια με 16 βιβλία, δύο βραβεία, 30 διαλέξειςομιλίες, λογοτεχνικές εταιρίες, φί­ λους λογοτέχνες κ.λ.π, κ.λ.π. γιατί δεν αγοράζονται τα βιβλία της Κλεο­ πάτρας Πρίφτη; Τόση χαμηλή είναι η ποιότης τους; Αν όχι ποιό το κριτή­ ριο; Η ενίσχυση του εκδοτικού εμπο­ ρικού οίκου και όχι η ενίσχυση του πνευματικού εργάτη; Βέβαια, ουδέποτε ενδιαφέρθηκα να μάθω ποιοι αποτελούν τις εκάστοτε επιτροπές. Η δουλειά μου είναι να στοχάζομαι, να μελετώ, να γράφω, να δημιουργώ κι όχι να ξετρέχω για να μου αγοράζουν τα βιβλία. Αυτό το θεωρώ ταπεινωτικό όπως και δικαίω­ μά μου να ζητώ κι εγώ ίση μεταχείρι­ ση. Με τιμή Κλεοπάτρα Πρίφτη Λογοτέχνις-Θεατρικός συγγραφέας

Μια επανόρθωση Αγαπητοί φίλοι του «Διαβάζω», Στο τεύχος για τον Κόντογλου και στο άρθρο του κ. Φ. Αρ. Δημητρακόπουλου παραπέμπεται ο αναγνώ­ στης (σ. 41) στο μελέτημα «Ο Παπαδιαμάντης και η τέχνη της Ορθοδο­ ξίας». Όμως το κείμενο αυτό δε γράφτηκε από μένα, όπως από πα­ ραδρομή αναφέρεται στο «Διαβά­ ζω», αλλά από τον αδερφό μου Δημήτρη, επιμελητή βυζαντινών αρ­ χαιοτήτων. Επί τη ευκαιρία: στο δικό μου δι­


χρονικα/5 δακτικό δοκίμιο για «το βλογημένο το μαντρί» και στη σελ. 49, στήλη β', στιχ. 1, το «αποφασισμένος» να δια­ βαστεί «απελπισμένος». Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος Θ. Θεοχάρη 3 - Χαλκίδα

Για τον Αλμπέρ Καμύ Στο αφιέρωμα του περιοδικού «Δια­ βάζω» (Αθήνα, 16-1-85, αρ. 11.0) για τον Α. Καμύ, η συνεργάτιδα του πε­ ριοδικού Τατιάνα Τσαλίκη-Μηλιώνη γράφει για το θέμα: «Ο μεσογειακός Καμύ» (σελ. 33-36). Το άρθρο της αναφέρεται στην ελληνική παιδεία του Α. Καμύ και στο «ελληνικό κλίμα» που τον επηρέασε, στην πίστη του στους Μεσογειακούς λαούς που «ξαναγεννιούνται μέσα στο φως». Στα πλαίσια αυτού του άρθρου θα ταίριαζε η αναφορά και ο σχολιασμός ενός κειμένου του Α. Καμύ που έγρα­ ψε στο Εξπρές (Παρίσι, 6-12-1955) με τίτλο «Το Ελληνόπουλο», (Τον ίδιο τίτλο έχει και το γνωστό ποίημα του Β. Ουγκό που γράφτηκε με αφορμή τις σφαγές της Χίου. Φαίνεται ότι ο Α. Καμύ σκόπιμα δίνει τον ίδιο τίτλο στο κείμενό του). Στο κείμενο αυτό ο Α. Καμύ συστρατεύεται στον αγώνα για τη σωτη­ ρία του Κύπριου ενωτικού αγωνιστή Μ. Καραολή που καταδικάστηκε από τους Άγγλους σε θάνατο δι’ απαγχο­

το αρχαιότερο ποιητικό θέμα: «το της υπάρξεως και γεννήσεως των πραγμάτων στη σημερινή τους μορ­ φή». Μα πάνω όμως σ’ αυτό κάποια άλ­ λη φορά περισσότερα. To «Eureka», από τα πιο δύσκολα έργα του Poe («Πεζό-ποίημα» το ονόμαζε ο ίδιος) και το λιγότερο αν­ θολογημένο, γι’ αυτό και άγνωστο στους περισσότερους θαυμαστές μα και μελετητές του ακόμη, αποτε­ λεί, πιστεύω, το ερμηνευτικό κλειδί για όλο το έργο του Θα πρέπει κάποτε να φωτιστεί κι αυτή η πλευρά του ποιητή για να δι­ καιωθεί έτσι η αγάπη και ο θαυμα­ σμός μας για τον Edgar Poe όπως θα προτιμούσε ο ίδιος να ονομάζεται. Το ανάτυπο που σας στέλνω (Α critical survey of recent criticism on E.A. Poe’s Eureka) αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου πάνω στο «Eureka» του Poe. Η μετάφρασή του για παρουσία­ ση, συμπληρωματική, στο αφιέρωμα για τον Poe, στο «Διαβάζω» θα ήταν μια προσφορά και ένα κέντρισμα, πιστεύω, στους θαυμαστές και με­ λετητές του έργου του E.A.Poe. Αυτή η σκέψη μόνο θα δικαίωνε τη χρήση του ανάτυπου.

νισμού. Ζητώντας τη σωτηρία του νεαρού Μ. Καραολή, ο Καμύ αναφέρεται και στον Κυπριακό αγώνα και υποστηρίζει την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Αναφέρεται ακόμα στην αξιοθαύμαστη αντίσταση του ελ­ ληνικού λαού εναντίον των Ιταλών και Γερμανών εισβολέων και ζητά από τη Βρετανία και τη Δύση να επιλύσουν το Κυπριακό πρόβλημα επιτρέποντας την Ένωση της Κύπρου με την Ελλά­ δα γιατί, εκτός των άλλων λόγων, ο ελληνικός λαός, τον οποίον ο Α. Καμύ θαυμάζει και αγαπά, μαζί με τον ισπα­ νικό λαό «είναι ανάμεσα σ' εκείνους τους λαούς που μια βάρβαρη Ευρώπη μπορεί αύριο να χρειαστεί προκειμένου να ανοικοδομήσει τον πολιτισμό της». Σάββας Παύλου Λευκωσία.

Για τον Ε. Α. Πόε Αγαπητοί φίλοι, Ετεροχρονισμένη συμβολή στο αφιέρωμα του «Διαβάζω» για τον Edgar Allan Poe. To «Eureka» του Poe είναι πάνω στα χνάρια που ακολούθησαν αιώ­ νες πιο πριν ο Ησίοδός και ο Λουκρήτιος στην προσπάθειά τους να ανακαλύψουν τα μυστικά του Σύμ-

Βασίλης Τσαρούχης Αγγλιστής Φιλόλογος, Διδάσκαλος των Αγγλικών στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.

Καταπιάνεται, δηλαδή, ο Poe με

Εκδόσεις ΠΥΛΗ TZ. ΓΚΡΟΝΤΕΚ

NTHTEP ΝΤΟΥΜ

ΖΑΝ ΚΑΖΝΕΒ 2»ikA2J€B

figH

t Ιί V -,hA■■:V· »? :

τά βιβλίο τοΰ «Εκείνο*

1•Ρ1·ΓΤ·Ρ1·Ρ T fff □ Πρώτη γνωριμία με το έργο ενός ψυχα­ ναλυτή και φιλοσό­ φου, σημαντικότε­ ρου, ίσως, απ’ τον Φρόυντ.

Ανατομία των ατο­ μικών και κοινωνικών σχέσεων, μέσα στον ίλιγγο της καταναλω­ τικής μας ζωής (Γ' ΕΚΔΟΣΗ).

Συνοπτικό διά­ γραμμα των εξελί­ ξεων της Κοινωνιολογίας, που απευθύ­ νεται στους σπουδα­ στές της και σ’ ένα ευρύτερο κοινό.

Η Επιστήμη νικάει τον καρκίνο: αυτό εί­ ναι το αισιόδοξο μή­ νυμα του Βιβλίου, που έκανε πάταγο στη Γαλλία.

ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ: INDEX Ζαλόγγου 1 Τηλ. 3623142


Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Από 7 ώς 19 Μ αρτίου 1985

Ο παρακάτω πίνακας παρουσιάζει τα εμπορικό­ τερ α βιβλία ενός δεκαπενθήμερου, σύμφωνα μ ε τα στοιχεία που μας παραχώρησαν δεκαπ έντε βιβλιοπώλες απ’ όλη την Ελλάδα, δηλώνοντας ο καθένας τους τα τρία βιβλία που είχαν τις πε­ ρισσό τερες πωλήσεις στο βιβλιοπωλείο του κα­ τά το διάστημα αυτό. Έτσι, το βιβλίο μ ε τις μ ε ­ γα λύτερ ες πωλήσεις σημειώ νεται μ ε τρ εις α στε­ ρίσκους (***), το αμέσως μ ετά μ ε δύο (**) και το τελε υ τα ίο μ ε ένα ν ( * ).

*

..

Ρόμβος - Αθ.

Λ

Μεθενίτης - Πάτρα

Λέσχη του Βιβλίου - Αθ.

Κοτζιάς - Αθ.

1. Γ. Ιωάννου: Η πρωτεύουσα των προσφύγων (Κέδρος)

1 •3

| Κιβωτός - Πειραιάς

| Δωδώνη - Αθ. | Ελευθερουδάκης - Αθ. | Ενδοχώρα - Αθ. I Εστία - Αθ.

| Δοκιμάκης - Ηράκλειο

ί

| Γωνιά του Βιβλίου - Θεσ.

Β ΙΒ Λ ΙΑ

| Αιχμή - Αθ. | Αριστοτέλης - Αθ.

|

|

Επειδή όμως είνα ι τεχνικά αδύνατο να δημοσιεύονται όλα τα βιβλία που αναφέρουν οι βιβλιοπώλες, ο πίνακας π εριλαμβάνει τελικά εκ είν α τα βιβλία που δηλώθηκαν από δύο του ­ λάχισ τον βιβλιοπώλες. Ό σο για το ενδια φ έρ ο ν και την π οιότητα των βιβλίω ν του πίνακα, σκόπιμο είνα ι να συμβου­ λεύ εσ τε τις σελίδες της «Επιλογής».

Λ

2. Μ. Κούντερα: Γελοίοι έρωτες (Οδυσσέας) 3. Γ. Ξανθούλη: Το καλοκαίρι που χάθηκε στο χειμώνα (Καστανιώτης) 4. Α. Βλάχου: Μια φορά και έναν καιρό ένας διπλωμάτης (Εστία) 5. Δ. Χαραλάμπη: Στρατός και πολιτική εξουσία (Εξάντας)

Λ

6. Μ. Δημητρίου: Ελληνικό Σοσιαλιστικό Κίνημα (Πλέθρον)

..

7. Ο. Ελύτη: Το ημερολόγιο ενός αθέατου Απριλίου (Ύψιλον) Β. Γ. Στακτόπουλου: Υπόθεση Πολκ (Γνώση) 9. Δ. Τομαζάνη: Το αμίλητο νερό (Καστανιώτης) Σημείωση: Στο βιβλιοπωλείο Αιχμή - Αθ. το βιβλίο που είχε τις περισσότερες πωλήσεις ήταν: Α. Αποστολίδη: Συνδικάτα και σοσιαλιστικός μετασχηματισμός (Αιχμή). Στη Γωνιά του Βιβλίου - Θεσ.: Κ. Μακ Κάλοου: Τα πουλιά πεθαίνουν τραγου­ δώντας (Bell).

Συνδρομές εσωτερικού 25 τευχών 3400 δρχ. - Σπουδαστική 25 τευχών 3100 δρχ. 15 τευχών 2000 δρχ. - Σπουδαστική 15 τευχών 1800 δρχ. Οργανισμών, Τραπεζών, Ιδρυμάτων: 4000 δρχ.

Συνδρομές εξωτερικού Ευρώπη 25 τευχών 41 δολ. - Σπουδαστική 25 τευχών 38 δολ. Ευρώπη 15 τευχών 27 δολ. - Σπουδαστική 15 τευχών 25 δολ. Κύπρος 25 τευχών 36 δολ. - Σπουδαστική 25 τευχών 33 δολ. Κύπρος 15 τευχών 24 δολ. - Σπουδαστική 15 τευχών 22 δολ. Αμερική - Αυστραλία - Ασία - Αφρική 25 τευχών 46 δολ. - Σπουδαστική 25 τευχών 43 δολ. 15 τευχών 30 δολ. - Σπουδαστική 15 τευχών 28 δολ.

Ιδρυμάτων, Βιβλιοθηκών Ευρώπη: 47 δολ. Κύπρος: 42 δολ. Αμερική κ.τ.λ. 52 δο>

Εμβάσματα στη διεύθυνση: Κατερίνα Γρυπονησιώτου - Περιοδικό «Διαβάζω» Ομήρου 34, 106 72 Αθήνα


Κοσμάς Πολίτης Η ελληνική πεζογραφία οφείλει στον Κοσμά Πολίτη μερικές από τις κορυφαίες στιγμές της. Το αναγνωστικό κοινό, ωστόσο, γνωρίζει περισσότερο τον Κ. Πολίτη τον Αεμονοδάσους και της Ερόικα και λιγότερο τον ώριμο τεχνίτη που με συμπυκνωμένη πια τη συγγραφική τον πείρα χαρίζει στα ελληνικά γράμματα το μυθιστόρημα Στου Χατζή φράγκου. Κι ακόμα, λίγοι έχουμε συνειδητοποιήσει ότι, σε χρόνια που το κοινό διψούσε για την παγκόσμια λογοτεχνία, και το ξενόγλωσσο βιβλίο ήταν απρόσιτο στους πολλούς, ο Κοσμάς Πολίτης μας γνώρισε με τις μεταφράσεις τον έργα των: Τολστόι, Στάινμπεκ, Τζέιμς, Άντριτς, Φώκνερ, Μπαρμπύς, Λαμπεντούζα, Τζόυς, Γκόλντιν κ.ά. Έχει ήδη συμπληρωθεί μια δεκαετία από το θάνατο τον Κοσμά Πολίτη και το «Διαβάζω» επιχειρεί μια γενικότερη θεώρηση τον έργου του. Στις επόμενες σελίδες ο αναγνώστης θα βρει αναλύσεις και νέα στοιχεία για το έργο τον Κοσμά Πολίτη, μαρτυρίες ανθρώπων που τον γνώρισαν, πληροφορίες για τη ζωή τον και πίνακες εργογραφίας και βιβλιογραφίας. Αναδημοσιεύουμε, επίσης, από την εφ. «Μάχη» τον ’4^ένα απόσπασμα από το ανολοκλήρωτο μυθιστόρημά τον Santa Barbara. Το αφιέρωμα επιμελήθηκε η Θεοδώρα Ζερβού Για το φωτογραφικό υλικό, οφείλουμε ευχαριστίες στην κ. Μ. Παπούλια και στους κ.κ. Γ.Π. Σαββίδη, Π. Μάκριτζ, Β. Καβαθά και Γ. Δάφνη. Τα σχέδια του Μ. Αργυράκη είναι από τον «Ταχυδρόμο» τού 1962 και του Λ. Χρηστάκη από την έκδοση Φέξη της «Κορομηλιάς».


8/αψιερωμα

Peter Mackridge

Χρονολόγιο Κοσμά Πολίτη (Πάρι Ταβελούδη) 1888 26 Απριλίου: Γέννηση Πάρι (Παρασκευά) Ταβελούδη στην Αθήνα. Πατέρας: Λεωνίδας (γεν. 1839), έμπορος, από τα Γέ­ λια (Πελόπη) του Λεπέτυμνου Λέσβου. Μητέρα: Καλλιόπη Χατζημάρκου από το Αϊβαλί. Αδελφή: Μαρία (γεν. 1870 στο Αϊβαλί).

1890 Η οικογένεια Ταβελούδη εγκαθίσταται στη Σμύρνη μετά από οικονομική καταστροφή. Στη συνέχεια ο Κοσμάς Πολίτης παίρνει μαθήματα αγγλικής και γαλλικής στο σπίτι του (από 6 χρόνων).

1900 Θάνατος της μητέρας του μετά από μακροχρόνια αρρώστια. Ουσιαστικά τον μεγάλωσε η αδελφή του.

1900 (περ ) - 1904 Φοιτά στην Ευαγγελική Σχολή. 1904-1905 Στο Αμερικανικό Κολλέγιο της Σμύρνης. Δεν πήρε απολυτή­ ριο.

1905-1911 Εργάζεται στην Τράπεζα Ανατολής, στη Σμύρνη.

1911-1919 Υπάλληλος στο υποκατάστημα της αυστριακής Wiener BankVerein στη Σμύρνη («Membre de la Caisse de Retraite»).

1917 (18 Δεκεμβρίου παλ. ημ. = 1 Ιανουάριου 1918). Γάμος στη Σμύρνη με την Κλάρα (γεν. 1894), το γένος Καρόλου Κρέσπι, αυστρο-ουγγρικής καταγωγής. Κατά τα τελευταία χρόνια της διαμονής του στη Σμύρνη φαίνεται ότι στο σπίτι του μαζεύον­ ταν κάθε βδομάδα μια ομάδα νέων λογοτεχνών για να διαβά­ ζουν ποίηση και να συζητούν.

Ο Κοσμάς Πολίτης νέος


αφιερω μα/9

1919-1922 Υπάλληλος στην Credit Fonder d’ Algerie et de Tunisie, στη Σμύρνη. Φτάνει στο βαθμό του υποδιευθυντή.

ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ

«Λεμονοδάσος»

1919 28 Σεπτεμβρίου: Γέννηση της κόρης του Φοίβης (Κνούλης).

1922 Σεπτέμβριος: Φεύγει οικογενειακώς από τη Σμύρνη.

1922-1923 Εργάζεται στην ίδια τράπεζα (Credit Foncier) στη Μασσαλία και στο Παρίσι.

1923 Μεταβαίνει στην Αγγλία.

1924 Προσλαμβάνεται από την Ιονική Τράπεζα στο Λονδίνο, όπου εργάζεται από τον Ιανουάριο ώς το Μάρτιο, οπότε πάει στην Ελλάδα. Το Νοέμβριο επισκέπτεται τη Σμύρνη, προφανώς για οικογενειακούς-οικονομικούς λόγους.

1925-1942 Στην Ιονική Τράπεζα (1925-1934, Υποδιευθυντής στην Αθήνα).

1926 Θάνατος του πατέρα του.

1930 Μετακομίζει στο νέο ιδιόκτητο σπίτι του στο Π. Ψύχικό (Στρατηγού Καλάρη 13). Εκδίδεται το Λεμονοδάσος.

Ιστορία μίας ζωής Έ νας συγγραφεύς εντελώς άγνωστος ώς τώρα στους φιλολογι­ κούς κύκλους, Κοσμάς Πολίτης. Ό τ α ν έλαβα ταχυδρομημένο το έρ­ γο του κάποιος είπε: πρόκειται πε­ ρί ψευδωνύμου! Θυμήθηκε πως τέ­ τοιο ψευδώνυμο υπάρχει. Μου ονόμασε μάλιστα το λόγιο, που το χρησιμοποιεί. Κι όμως, μια βραδυά, ένας άγνωστος, κοσμικός μάλ­ λον κύριος -α ν κρίνη κανείς επιπό­ λα ια από το εξωτερικό του- μπαί­ νει στο γραφείο μου. Συσταίνεται μόνος του. Είνε ο συγγραφεύς του «Λεμονοδάσους». Μ’ όλη την αυτο­ πεποίθηση που προδίδει η εμφάνι­ σή του, κάποια ελαφρή στενοχώρια προβάλλει στην κουβέντα του. Συγκίνηση τάχα; Κάθε άλλο. Απλούστατα: βρίσκεται έξω απ’ τα νερά του. Θέλει ν ’ ακούση γνώμη καθαρή και ξάστερη για το έργο του, ωμότερη και πιο ξεκομμένη από κείνες που εκτίθενται στις κρι­ τικές. «Ξέρετε γράφω πρώτη φορά. Δεν είναι αυτή η δουλειά μου». Διάβολε! Τούτο φαίνεται καθαρά. Γ ιατί στο «Λεμονοδάσος» δεν υπάρχει φιλολογία. Υπάρχει ζωή. Πληθώρα ζω ής.[...] Φώτος Πολίτης, Πρωία, 22.2.1931.

Το σπίτι τον Κ. Πολίτη σε φωτογραφία του 1974


10/αφιερωμα

1933 (ή 1934;) Εκδίδεται η Εκάτη. 1934 Σεπτέμβριος: Μετατίθεται στην Πάτρα, μετά από διάσταση με τη γυναίκα του.

1934-1942 Διευθυντής στο Υποκατάστημα Πατρών. Κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του στην Πάτρα, όπου και έγραψε την Eroica, ανα­ ζωογόνησε το εκεί υποκατάστημα και εισηγήθηκε την ίδρυση υποκαταστήματος στο Κιάτο, πράγμα το οποίο του έδωσε την ευκαιρία να επισκέπτεται συχνά και το Ξυλόκαστρο. Είχε όμως συνεχή προβλήματα με την τράπεζα, ιδίως σχετικά με την πληρωμή του δανείου που του είχε παραχωρήσει η τράπεζα για το σπίτι του, αλλά και λόγω συνεχών αιτήσεών του για αναρρωτική άδεια (από το 1937 και εμπρός). Είναι φανερό ότι είχε ιατρικά, ψυχολογικά και οικονομικά προβλήματα εκείνη την εποχή. Τέλος, κατά τη διάρκεια της μοιραίας αρρώστιας της κόρης του, το 1942, ο Κοσμάς Πολίτης είχε παρατείνει υπέρ το δέον (κατά την κρίση της διεύθυνσης) την άδειά του, και απολύθηκε. Αργότερα όμως η τράπεζα δέχτηκε ν’ αλλάξει τα επίσημα στοιχεία ώστε να φαίνεται ότι ο Κοσμάς Πολίτης «απεχώρησεν οίκειοθελώς», και του πλήρωνε τη (μάλλον πενι­ χρή) σύνταξή του.

1935 Δημοσιεύεται η Ελεονόρα σε συνέχειες στα «Νέα Γράμματα».

1937 Δημοσιεύεται σε συνέχειες στα «Νέα Γράμματα» η Eroica (το 1938 εκδίδεται σε βιβλίο).

1939 Κρατικό βραβείο μυθιστορήματος (γιά την Eroica). Δημοσιεύε­ ται η Μαρίνα στα «Νέα Γράμματα».

1942 Θάνατος της κόρης του μετά τη γέννηση θνησιγενούς βρέφους (είχε παντρευτεί το σκηνοθέτη Γιώργο Μιχαηλίδη, που πέθανε το 1981). Τον ίδιο χρόνο ο Κοσμάς Πολίτης φεύγει από την υπηρεσία του και γυρίζει στο Ψυχικό, κοντά στη γυναίκα του και την (ανύπαντρη) αδελφή του. Για να βρει λεφτά, πουλάει το σπίτι σε μαυραγορίτη, στον οποίο πληρώνει ενοίκιο.

1943 Τρεις Γυναίκες (περιλαμβάνει τις νουβέλες Ελεονόρα, Μαρίνα και Τζούλια).

1944-1945 (περ) Μέλος του ΚΚΕ. Δημοσιεύεται σε συνέχειες στα «Νέα Γράμμα­ τα» Το Γυρί (τον Απρίλιο του ’45 εκδίδεται σε βιβλίο).

Το εξώφυλλο από την a ' έκδοση

Η κόρη του Κ. Πολίτη


αφ ιερ ω μα/11

1945 (περ.) Το σπίτι του Ψυχικού δημεύεται από το Δημόσιο, στο οποίο ο Κοσμάς Πολίτης πληρώνει ενοίκιο ώς το θάνατό του. 1945-1946 Μεταφραστής στο Βρετανικό Συμβούλιο, όπου συνεργάζεται (με ανώνυμες μεταφράσεις) στην «Αγγλοελληνική Επιθεώρη­ ση». Απολύεται (σύμφωνα με δήλωση του διευθυντή του Βρετ. Συμβουλίου στην Αθήνα) όχι για πολιτικούς λόγους, «αλλά διότι ως υπάλληλος εξετέλει την εργασίαν του πλημμελώς». (Σχετική αλληλογραφία στον τύπο του ’46: «Ριζοσπάστης»: 11, 22 και 29 Αυγ., 19 Σεπτ., 3 και 25 Οκτ. «Ελεύθερα Γράμματα»: 15 Αυγ., 1 Σεπτ. και 15 Οκτ. «Ελευθερία»: 18 και 27 Αυγ. «Η Καθημερινή»: 22 Σεπτ.). Από τότε και μέχρι το θάνατό του ζει σχεδόν αποκλειστικά από τη μεταφραστική του εργασία σε διάφορους εκδοτικούς οίκους και περιοδικά. Το ’46 δημοσι­ εύεται σε συνέχειες στη «Νέα Εστία» Η κορομηλιά.

1951 Ιδρυτικό μέλος της ΕΔΑ. Υποβάλλει υποψηφιότητα βουλευτή της Ε/ι Α στην περιφέρεια Πατρών, χωρίς να εκλεγεί.

1959 Συγκεντρώνει σε έναν τόμο την Κορομηλιά και άλλα διηγήμα­ τα.

1960 Α ' Κρατικό βραβείο διηγύ··ατος (για την Κορομηλιά).

1960 Η Eroica γυρίζεται ταινία από τον Μιχ. Κακογιάννη.

1961 Μετά από επίμονη άρνηση της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών (της οποίας υπήρξε μέλος τουλάχιστον το 1947) να τον δεχτεί ως μέλος αν δεν υπογράψει δήλωση μετάνοιας, η Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών τον εκλέγει επίτιμο πρόεδρο.

1962-1963 Στον Χατζηφράγκου. Δημοσιεύεται σε συνέχειες στον «Ταχυ­ δρόμο» (εκδίδεται σε βιβλίο το 1963).

1964 Α' Κρατικό βραβείο μυθιστορήματος για το Στον Χατζηφράγκου.

1966 Θάνατος της αδελφής του Μαρίας.

[...]Έ τυ χε να θαυμάσω εδώ κι εκεί κάτι απ’ όσα διάβασα, ίσως πάλι έτυχε να με στενοχωρέσουν (πώς αλλιώς να το εκφράσω;) αλλά να με ρωτήσετε δεν ξέρω να σας πω το λόγο. Ωστόσο, βρίσκω πως γενι­ κά οι δικοί μας έχουν σοβαροφά­ νεια και μεγάλη έλλειψη χιούμορ. Κάποιος είχε.πει πως είμαστε ο μελαγχολικότερος λαός του κόσμου -μετά τους εδραίους- και νομίζω πως έχει δίκηο.[...] Στους ποιητές μας λείπει το ποιητικό παραλήρημα -ή κάνω λά­ θος; Φιλοσοφία σε στίχους, απο­ φθέγματα σε στίχους, ιστορία σε στίχους, περιαυτολογία σε στί­ χους... Τελευταία όμως διάβασα κάτι που μ’ έθελξε μουσικά: Τις Κ λεψύδρες του Ελύτη και τις Ιν­ δίες του Αντωνίου. [«Η νεοελληνική λογοτεχνία στα τελευταία είκοσι χρόνια (Έ ρευνα): Ο κ. Κοσμάς Πολίτης», Μακεδονικές Η μέρες 6 (1938), σ. 12-13],


12/αφιερωμα

1967 21 Απριλίου: Θάνατος της γυναίκας του. Σύλληψη του Κοσμά Πολίτη από την Ασφάλεια ως αριστερού· ανακρίνεται για αρ­ κετές ώρες ώσπου να τον αφήσουν ελεύθερο για να θάψει τη γυναίκα του.

1970 Το αμερικανικό περιοδικό «The Charioteer» αφιερώνει ένα τεύχος του στο έργο του Κοσμά Πολίτη - το μοναδικό αφιέρω­ μα στον Κοσμά Πολίτη μέχρι τώρα. Σε συνέντευξη στο περιοδι­ κό «Γυναίκα» δηλώνει ότι ετοιμάζει μια «μυθιστορηματική φαντασία» με τίτλο Αντικύθηρα, και ένα θεατρικό (τον Τζιντζηφίντζη) με θέμα ένα γελωτοποιό που γίνεται αυτοκράτορας του Βυζαντίου για τρεις μέρες.

1973 31 Ιανουάριου: Μπαίνει στον Ευαγγελισμό, με αναπνευστική και καρδιακή ανεπάρκεια (μέχρι 2 Μαρτίου, οπότε μεταφέρεται στον οίκο ευγηρίας Relax Palace στο Μαρούσι).

1974 16 Ιανουάριου: Ξαναμπαίνει στον Ευαγγελισμό, όπου και πε­ θαίνει στις 23 Φεβρουάριου. Τα τελευταία λόγια του: «Είμαι για τις μολόχες» (βλ. Eroica, εκδ. Ερμή, σσ. 25-26 και 183). Προτού εισαχθεί στο νοσοκομείο, παραδίδει στην κ. Μ. Παπούλια το χειρόγραφο του μυθιστορήματος του Τέρμα που δεν είχε ολοκληρώσει και που θα δημοσιευθεί το 1975. Μετά το θάνατό του το σπίτι του Ψυχικού, πού το είχε σχεδιάσει ο ίδιος και όπου είχε μείνει συνεχώς από το 1942, ρημάζεται από αγνώστους, οι οποίοι κλέβουν έπιπλα, βιβλία, χαρτιά, τιμαλφή και ό,τι άλλο υπήρχε μέσα.


αφιερωμα/13

Μένης Κουμανταρέας

Ο Παρασκευάς που έγινε Κοσμάς Ο Πάρις, χαϊδευτικό τον Παρασκενά Ταδελούόη, γεννιέται στις 26 Μαρτίου 1888 στην Αθήνα. Δυο χρόνια αργότερα, ύστερα από οικονομική καταστροφή, η οικογέ­ νεια εγκαθίσταται στη Σμύρνη. Το 1900 πεθαίνει η μητέρα τον. Ο Πάρις σπουδά­ ζει στην Ευαγγελική Σχολή -υπάρχει μια πληροφορία ότι δεν κατάφερε ν’ αποφοι­ τήσει- και στο Αμερικάνικο Κολλέγιο της Σμύρνης. Σε ηλικία είκοσι χρόνων προσ­ λαμβάνεται υπάλληλος στην Wiener Bank της Σμύρνης. Τριάντα ετών παντρεύεται την Κλάρα Κρέσπι, ανστροουγγρικής καταγωγής. Τον επόμενο χρόνο, γεννιέται η κόρη τους Φοίδη. Το 1922, «3-4 μέρες μετά την είσοδο των κεμαλικών στρατευμά­ των», φεύγουν οικογενειακός από τη Σμύρνη. Εγκαθίστανται στην Ευρώπη, πρώ­ τα στο Παρίσι για ένα μήνα, όπου αν πιστέψουμε τον ήρωα στο «Λεμονοδάσος», «άφησε πίσω το μεσαίωνα της παιδιάτικης ζωής του κι άνοιξε τα μάτια στη μισοδάρδαρη αναγέννηση της δύσης». Στη συνέχεια, φεύγει για το Λονδίνο όπου προσ­ λαμβάνεται στο εκεί κατάστημα της Ιονικής Τραπέζης. Τέλος, το 1924, σε ηλικία 36 ετών, εγ­ καθίσταται οριστικά στην Αθήνα. «Κάποιο βρα­ δινό, πήρα το δρόμο του Θησείου, ανέβηκα στο λόφο του Αστεροσκοπείου και από κει στην Πνύκα. Είδα το αθάνατο πνεύμα να κατεβαίνει μέσα στο διάφανο αιθέρα, να γίνεται χρώμα και φως εξαϋλώνοντας τις απαλές βουνογραμμές και να κατασταλάζει ολόχρυσο πάνω στον ιερό μας βράχο». Στην Αθήνα παίρνει τη θέση του chief controler στην Ιονική. Το 1925 προβιβάζεται στη θέση του υποδιευθυντή. Το 1926 πεθαίνει ο πα­ τέρας του, αυτός ο αυταρχικός πάτερ φαμίλιας όπως τον θέλουν οι φήμες που δεν άφηνε το μοναχογιό του να παίζει με τα παιδιά του δρόμου. Πεθαίνει, χωρίς ποτέ να μάθει ότι το παιδί του, που το αφήνει τριανταοχτάρη τραπεζικό, θα γί­ νει ένας από τους σημαντικότερους πεζογράφους της Ελλάδας. Αλλά γι’ αυτό, θα χρειαστεί ν’ αλ­ λάξει όνομα. Στα 1930, ο Κοσμάς Πολίτης,

Αεμονοδάσος ψευδώνυμο του Πάρι Ταβε-

λούδη, δημοσιεύει σε συνέ­ χειες το πρώτο του μυθιστό­ ρημα, το Λεμονοδάσος. Είναι ήδη 42 ετών. Αρ­ κετά αργά για το ξεκίνημα ενός συγγραφέα, αν

λάβει κανείς υπόψη τα καθιερωμένα, και αρκετά νωρίς αν αναλογιστεί το παράδειγμα του πρίγκι­ πα Τζιουζέπε ντι Λαμπεντούζα που σε ηλικία 54 ετών, το 1954, δημοσιεύει τον Γατόπαρδο, ένα από τα αριστουργήματα της λογοτεχνίας του αιώνα, μυθιστόρημα που ο Κοσμάς Πολίτης θα μεταφράσει σε προχωρημένη ηλικία, το 1970. Το 1930 είναι η χρονιά που βγαίνει η Ζωή εν τάφω του Μυριβήλη, και στην Αμερική, το Κα­ θώς Ψυχορραγώ του Φώκνερ. «Δεν συνέβηκε καμιά μεταβολή στη ζωή μου», είναι η πρώτη φράση από το Λεμονοδάσος. «Δεν ξέρω πού ν’ αποδώσω τη διάθεση που νιώθω απόψε να δω τις σκέψεις μου πάνω στο χαρτί. Δεν έχω καμιά κλίση για τη φιλολογία -ούτε είμαι βέβαια ερω­ τευμένος.» Ο συγγραφέας βρίσκεται στο άνθος της βιολο­ γικής του ακμής, αλλά όχι ακόμα της συγγραφι­ κής. Το Λεμονοδάσος έχει για σκηνικό το νησί του Πόρου και είναι μια αισθηματική ιστορία ενός νέου αρχιτέκτονα, του Παύλου, που στρο­ βιλίζεται ανάμεσα σε τυχάρπαστους έρωτες και την παρθενική αυστηρότητα με την οποία τον αντιμετωπίζει η Βίργκω, κόρη ενός αξιωματικού του ναυτικού. Το βιβλίο έχει ένα παράδοξο τέ­ λος. Υποτίθεται ότι όλη την ιστορία που αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο ο Παύλος, την παραδίνει σε χειρόγραφο κάποιος γερο-ναυτικός σ’ έναν


14/αφιερωμα φίλο του Παύλου. Σύμφωνα με το χειρόγραφο αυτό, ο Παύλος ξενιτεμένος στους τροπικούς, προφανώς για να ξεχάσει, βρίσκει έναν απρό­ σμενο θάνατο στη Σουμάτρα κάνοντας ιππασία, κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο που κάποτε είχε ονειρευτεί το θάνατό του. Παρ’ όλη την απιθανότητα αυτών των τελευταίων σελίδων, είναι φα­ νερό ότι ο Πολίτης δοκιμάζει, αδέξια ακόμα, τε­ χνικές από τα διαβάσματά του -ίσως Χένρυ Τζέημς ή Τζόζεφ Κόνραντ- μπολιάζοντας στον ξάστερο αττικό ουρανό, το ανήσυχο φως των τροπικών. Θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι το Λ ε­ μονοδάσος είναι ένα βιβλίο καραγατσικό. Υπάρ­ χει, όπως στον Καραγάτση, η πάλη ανάμεσα στο απολλώνειο και το διονυσιακό στοιχείο. Ο Καραγάτσης πληθωρικός, ρεαλιστής, αναζητώντας το πρόσωπο της νεοελληνικής αστικής κοινωνίας του μεσοπολέμου, αφέθηκε να παρασυρθεί από τις σειρήνες του φροϋδισμού. Ο Πολίτης χαμη­ λόφωνος και λυρικός, αναζητώντας τον εαυτό του και τη χαμένη αθωότητα της παιδικής ηλι­ κίας, κατέγραψε το τέλος της μπελ επόκ. Ο ένας ξεκινώντας με τον σφριγηλό Συνταγματάρχη Λιάπκιν παραμέλησε σιγά σιγά το ύφος του κι αφέθηκε στην ευκολία, ο άλλος, λιγότερο προι­ κισμένος από πρώτη όψη, κατάφερε με μια κο­ πιαστική ολιγόγραφη πορεία να φτάσει στην ου­ σία και στην απλότητα με το στερνό μυθιστόρη­ μά του. Κι εδώ σταματά οποιαδήποτε άλλη, άδι­ κη ίσως, σύγκριση ανάμεσα σε δύο άξιους συγ­ γραφείς της ίδιας γενιάς που ο ένας πέθανε 52 ετών κι ο άλλος έζησε ώς τα 86 του. Για να ξαναγυρίσω στο Λεμονοδάσος, το βι­ βλίο αυτό περιέχει μερικά ακόμα ατόφια χαρα­ κτηριστικά της γενιάς των συγγραφέων του ’30, όπως είναι η αγάπη της φύσης με τις προπολεμι­ κές ήρεμες περιγραφές του αθηναϊκού τοπίου και της θάλασσας. Όμως σε αντιπαράθεση με το Αιγαίο που μάγεψε τους ομότεχνούς του, στον Πολίτη κυριαρχεί σε όλη του τη δόξα ο Αργοσαρωνικός. Παρόλες τις ευαίσθητες, ακόμα και εξαίσιες σελίδες του, ο συγγραφέας του Λεμονοδάσονς θα είχε ίσως ξεχαστεί αν δεν υπήρχε η συνέχεια των κατοπινών βιβλίων. Μοιάζει λίγο το Λεμο­ νοδάσος με το συγγραφικό καπρίτσιο' -ένα «πρόωρο ξεμώραμα», όπως ο ίδιος λέει σε μια συνέντευξή του του 1930- ενός σαραντάχρονου κοσμοπολίτη ευπατρίδη που τις μέρες δουλεύει στην Τράπεζα, ενώ τις νύχτες, όταν δεν διασκε­ δάζει, γράφει. Είναι ίσως εξαιτίας αυτής ακριβώς της άρνη­ σης του συγγραφέα να πάρει την τέχνη του στα σοβαρά -του «ερασιτέχνη» όπως δηλώνει πολύ αργότερα σε μια συνέντευξή του το 1963- που τα βιβλία του αντανακλούν αυτή την -αντισυμβατική ματιά στη ζωή, καπρίτσιο κάποιου παραδοξολό­

γου, νοσταλγία παιδιού που δε μεγάλωσε αρκε­ τά, όνειρο ενός Ανατολίτη που έζησε με τρόπο δυτικό.

Στα 1933, ο Κοσμάς Πολίτης δημοσιΕ κ ά τΐΙ 1ύει τιΊν Εκάτη, το δεύτερο μυθιστόρη­ μά του.Είναι ένα βιβλίο που συγκεν­ τρώνει αρκετά από τα προτερήματα αλλά και πολλά από τα ελαττώματα μιας τέχνης που ακόμα δεν έχει σιγουρευτεί. Η αχίλλειος πτέρνα της Εκάτης είναι οι ακατάσχετες συζητή­ σεις των ηρώων που υποστηρίζουν θέσεις, ιδέες, φιλοσοφούν, στοχάζονται, ξεχνούν τελικά να γί­ νουν ήρωες του βιβλίου. Υπάρχει ένας μελοδρα­ ματικός τόνος, κάποτε επίτηδες υπερτονισμένος με σκοπό να φτάσει την ειρωνεία, ένας διαρκής αγώνας ο ονειροπόλος και ο ποιητής να ντυθεί τη μάσκα του σαρκαστή. Αισθάνεται κανείς ότι ο συγγραφέας ακροβατεί και μετεωρίζεται. Οι ίδιες οι παρόμοιες σκέψεις στα επόμενα βιβλία του θα γίνουν δράση και διάλογοι που συχνά διακόπτονται από σιωπές, λόγια που περισσότε­ ρο εννοούνται παρά λέγονται, κι η ειρωνεία θα πάρει τη μορφή αλληγορίας, όπως είναι οι ντενεκεδένιες περικεφαλαίες των παιδιών που υπο­ δύονται τους πυροσβέστες στην Ερόικα. Θα νό­ μιζε κανείς, λοιπόν, περισσότερο απ’ ό,τΐ στο Λεμονοδάσος, ότι η Εκάτη είναι ένα βιβλίο χα­ σομέρη των σαλονιών που φιλολογεί.

Θα πρέπει να μεσολάβησαν πολλά σττΙ ζωιΊ του Πολίτη που να τον ωρίμασαν σαν άνθρωπο και συγγραφέα. Διαφορετικά δεν εξηγείται αυτή η έκρηξη της Ερόικα στα 1937 -ο Πολίτης είναι ήδη σαρανταεννιά χρονών- που έρχεται να το­ ποθετήσει τον συγγραφέα της στην εμπροσθοφυ­ λακή της λογοτεχνίας του τόπου. Ζώντας τώρα στην Πάτρα, σε διάσταση με τη γυναίκα του την Κλάρα, -αυτήν που στον περίγυρό τους αποκαλούν χαϊδευτικά «θεία Κλαιρ»- και εργαζόμενος στο εκεί υποκατάστημα της Τράπεζας, δημοσι­ εύει σε συνέχειες στο δίμηνο περιοδικό τα «Νέα Γράμματα», την Ερόικα. Είναι ένα μυθιστόρημα που «γράφτηκε ουσιαστικά “επί του πιεστη­ ρίου”», όπως ο ίδιος πολύ αργότερα θα εξομο­ λογηθεί. Τι είναι η Ερόικα-, Για πρώτη φορά ο Πολίτης απομακρύνεται από τα αθηναϊκά σαλόνια, τις Στήλες του Ολυμπίου Διός και τον Πόρο, και τοποθετεί το έργο του σ’ έναν επαρχιώτικο, κι όμως περίεργα κοσμοπολίτικο περίγυρο, όπου τα ντόπια τοπωνύμια αμιλλώνται τις ιταλιάνικες ονομασίες, κι ο αγγλογαλλικός διάλογος συχνά διακόπτει τα ωραία ελληνικά, παγιδεύοντας τον Ε ο ό ικ α ”


αφιερω μα/15 αναγνώστη. Ποια είναι η πολιτεία αυτή; Νά ’ναι, τάχα η Πάτρα με την εμπορική παράδοσή της και τις διασυνδέσεις της με την Ιταλία, στην οποία ο συγγραφέας κατοικεί όταν γράφει το βι­ βλίο ή μήπως η Σμύρνη των νεανικών του χρό­ νων με το φραγκολεβαντίνικο αμάλγαμα της κοι­ νωνίας της; Ο ίδιος, σε μια συνέντευξή του πολύ αργότερα, θα γράψει: «Ζούσα τότε στην Πάτρα, και ίσως γι’ αυτό να δανείστηκα μερικά γραφικά από τον περίγυρό μου. Αλλά γιατί να τα προσ­ διορίσω, αφού η πολιτεία της Ερόικα δεν ήταν πια ούτε η Σμύρνη, ούτε βέβαια η Πάτρα;» Το πιθανότερο, λοιπόν, η Ερόικα να είναι ένα κολάζ των τόπων όπου έζησε με τον τόπο όπου ζει. Οι ήρωες του βιβλίου βρίσκονται στην απροσ­ διόριστη ηλικία των παιδιών που έπαψαν να εί­ ναι παιδιά αλλά και που δεν είναι ακόμα έφηβοι ολοκληρωμένοι. Μια δύσκολη και οδυνηρή πε­ ρίοδος -ο ίδιος φαίνεται να κουβαλούσε έντονα τα ίχνη της - που την ξαναβρίσκουμε να επανα­ λαμβάνεται με επιμονή στα μικρά ορφανά στο Γυρί, στους ήρωες της Κορομηλιάς και στ’ αλητάκια του τελευταίου του ολοκληρωμένου έργου, Στον Χατζή φράγκου. Τ’ αγόρια στην Ερόικα είναι ωραία και σκλη­ ρά και σηκώνουν με τα παιχνίδια τους σκόνη, μαζί και μια αίγλη αρχαίων ηρώων της «Ιλιάδας». Τα κορίτσια είναι ευγενικά και καλοντυμέ­ να και μοιάζουν ν’ ακουμπούν περισσότερο σ’ έναν συμβατικό τρόπο ζωής που τα προετοιμάζει να γίνουν δεσποινίδες και grandes dames του κα­ λού κόσμου. Χοροί, σχολικές εκδηλώσεις, παι­ χνίδια του δρόμου, ζωή μέσα στα ξένοιαστα σπί­ τια μιας κοινωνίας εκλεπτυσμένης και χορτασμένης, εναλλάσσονται στο βιβλίο, με κορυφαίες στιγμές το μπαλ μασκέ στους Μοντεκούκουλι, την εκδρομή στη Δεκέλεια και τη φυγή του Λοΐζου με τους θεατρίνους. Το έργο αρχίζει δυσοίω­ να με το θάνατο του Αντρέα, του πιο όμορφου και γενναίου αγοριού της συντροφιάς και κλείνει με το θάνατο του Αλέκου στην ίδια πένθιμη νό­ τα. Οι κεντρικοί ήρωες, ο Λοΐζος και η Μάνικα, ωραίοι και άτρωτοι στον ανέφικτο έρωτά τους, σκορπούν, θα έλεγε κανείς, το θάνατο στους άλ­ λους. Δίπλα στους πρωταγωνιστές, κρυμμένος στο μισόφωτο, ο αφηγητής, ο μικρός Παρασκευάς -που έχει σημαδιακά το όνομα του συγ­ γραφέα- εποπτεύει τα γεγονότα, άλλοτε μιλών­ τας στο πρώτο πληθυντικό κι άλλοτε, κάνοντας τη διήγηση προσωπικότερη, στο πρώτο ενικό, κατά τον ίδιο τρόπο που, παίζοντας με το χρόνο, χρησιμοποιεί εναλλάξ τον ενεστώτα με τον αόρι­ στο. Έχει πολλές φορές ειπωθεί ότι η Ερόικα είναι ένα ποίημα γραμμένο σε πεζό. Ο Αντρέας Καραντώνης, ο κριτικός της γενιάς του ’30, σημείω­ νε: «Είναι το μόνο πεζογράφημα της μεταπολε­ μικής λογοτεχνίας που θα μπορούσε να συντα-

Ο Κοσμάς Πολίτης στην ηλικία που έγραψε την «Ερόικα»

χθεί σε ομοιοκατάληκτους στίχους.» Τίποτα απατηλότερο από το ποιητικό αυτό προσωπείο. Έχουμε να κάνουμε μ’ ένα καθαρόαιμο πεζο­ γράφημα που το ύφος του είναι ποιητικό και κα­ θόλου ποιητικίζον. Καμιά σχέση με τα πεζοτρά­ γουδα τύπου Ζαχαρία Παπαντωνίου. Πίσω από μια ηθελημένη αοριστία, έχουμε μια σοφή συμ­ πλοκή ρυθμών που ανάλογή της βρίσκουμε στη δυτική πολυφωνική μουσική και τη λογοτεχνία της Ευρώπης, ιδιαίτερα την αγγλοσαξονική. Σε μια εποχή που οι πάντες σχεδόν προσπέφτουν γονατιστοί στη γαλλική διανόηση -με εξαίρεση την εκλεκτική συγγένεια Σεφέρη και Έ λιοτ- ο Πολίτης γράφοντας φαίνεται να έχει αφομοιώσει τον Σαίξπηρ και συμπορεύεται με τη Βιρτζίνια Γουλφ. Είναι το μυθιστόρημα ενός ανθρώπου με μεγάλη παιδείες -αποκτημένη, σίγουρα, μακριά από πανεπιστήμια και σχολειά- που τη χρησιμο­ ποιεί με φειδώ και τέχνη. Η σκηνή του μπαλ μα­ σκέ στους Μοντεκούκουλι, είναι ένα δείγμα λε­ πτότητας στον χειρισμό ετερόκλητων στοιχείων και θυμίζει τον τρόπο με τον οποίο το δράμα, οι φωνές και ο χορός ενώνονται στην όπερα. Θα έλεγε κανείς μια ηχώ της περίφημης σκηνής χο­ ρού του πρίγκιπα Σαλίνα στον Γατόπαρδο, αν το μυθιστόρημα αυτό δεν γραφόταν σχεδόν είκο­ σι χρόνια αργότερα. Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα είναι η ανάλυση του Πήτερ Μάκρητζ στην επανέκδοση της Ερόικα το 1982, το μόνο, άλλωστε, εκτεταμένο δοκίμιο για


16/αφιερωμα το βιβλίο αυτό, κι απ’ τα λίγα εξαντλητικά που διαθέτουμε για κείμενα της πεζογραφίας μας. Να είναι, άραγε, σημαδιακό ότι μια παρόμοια ανάλυση, έγινε από έναν ξένο; Ωστόσο, κι εδώ ανοίγω μια παρένθεση, οποια­ δήποτε απόπειρα για μετάφραση της Ερόικα στο εξωτερικό, σκόνταψε στο φράγμα της γλώσσας και της ασυνεννοησίας, σ’ αυτό που μοιραία φαίνεται να σκοντάφτουν τα ελληνικά βιβλία. Συγκεκριμένα, μία μετάφραση στ’ αγγλικά της Καίη Τσιτσέλη, που έχει το πλεονέκτημα να προέρχεται από έναν ομότεχνο και μάλιστα αγ­ γλόφωνο, τελικά δεν βρήκε εκδότη. Ίσως, σκέ­ φτομαι, απαραίτητη προϋπόθεση επιτυχίας της πεζογραφίας μας στο εξωτερικό να αποτελεί το φολκλόρ και επομένως το εξωτικό στοιχείο όπως συνέβη με τον Ζορμπά, το κοσμοπολίτικο με τις Ακυβέρνητες Πολιτείες ή το πολιτικό συνδυα­ σμένο με το επικαιρικό όπως το «Ζ». Η Ερόικα παραήταν ποιητική κι αφηρημένη για τους ξέ­ νους. Δεν πειράζει. Ένας Έλληνας συγγραφέας γράφει και διαβάζεται πρώτα και κύρια στην πατρίδα του. Φτάνει και περισσεύει. Η Ερόικα, όταν πρωτοκυκλοφόρησε, δημιούρ­ γησε φανατικούς θαυμαστές και νομίζω ότι οι περισσότεροι Έλληνες συγγραφείς και καλλιτέ­ χνες που βρίσκονται σήμερα στο απόγειο της δη­ μιουργίας τους, θήτευσαν σε αυτήν- έγινε και ταινία. Αποτυχημένη. Άλλο αν σήμερα μερικοί από τους φανατικούς αυτούς τείνουν να θεω­ ρούν την Ερόικα ξεπερασμένη. Μα δεν είναι άδικο για ένα βιβλίο που σφράγισε την εφηβεία μας, να το μεταχειριζόμαστε σήμερα με συγκατά­ βαση; Δεν είναι κάπως σα να σβήνουμε ένα μέ­ ρος της ίδιας της νεότητάς μας; Οι νέοι που με­ γαλώνουν σήμερα, απαλλαγμένοι από κόμπλεξ, δεν φαίνεται να έχουν την ίδια γνώμη. Πιθανόν, π,χ, ο Τσίρκας με την προβληματική και το εύ­ ρος του ή ο Χατζής με το ήθος του να τους απα­ σχολούν περισσότερο, μα από όσο ξέρω και ακούω γύρω μου, ο Κοσμάς Πολίτης κάθε άλλο παρά αδιάφορους τους αφήνει. Ίσως να μην εί­ ναι πλατιά γνωστός, κι αυτό, κατά ένα μέρος, οφείλεται στον τρόπο που διακινούνται στο εμ­ πόριο τα βιβλία του. Δεν έχει και κληρονόμους να ενδιαφερθούν. Πάντως, οι νέοι που σήμερα τον αγαπούν, παραμερίζουν και μια άλλη κατη­ γορία που κατά καιρούς του προσάπτεται. Ο Στρατής Τσίρκας, στην κατά τα άλλα υμνητική νεκρολογία που του αφιέρωσε τη μέρα της κη­ δείας του («Βήμα», 24.2.74) γράφει: «...το νόημα της Ερόικα ήταν άσχετο από τα μηνύματα εκεί­ νου του καιρού -το φασισμό, τον πόλεμο, τις φο­ βερές εκατόμβες. Για τον συγγραφέα της, ο κό­ σμος των “μεγάλων” καλά στεκόταν, ήταν “αιώ­ νιος”». Με την ίδια περίπου λογική ο Μάριο Βίττι στην εισαγωγή του σε μια μεταπολεμική έκ­ δοση του καλύτερου ίσως έργου του Μυριβήλη,

του Βασίλης ο Αρβανίτης, ψέγει τον συγγραφέα για τα φρονήματά του. Και μπορεί μεν ο Μυριβήλης να απάλειψε, κάτω από το φως κάποιας σκοπιμότητας, φράσεις, σε μεταγενέστερες εκδό­ σεις, της Ζωής εν τάφω, μπορεί ακόμα να προ­ παγάνδισε την εθνικοφροσύνη στη Μακρόνησο και στο ραδιόφωνο των Ενόπλων, ωστόσο σήμε­ ρα τον θυμόμαστε σαν έναν λαμπρό παραμυθά και μεγάλο μάστορα της δημοτικής γλώσσας. Γι’ αυτό και σε τελική ανάλυση λίγο ενδιαφέρει αν ο Κοσμάς Πολίτης έγινε το 1945 μέλος του ΚΚΕ κι αν γύρω στο ’50 δημοσίευε επιφυλλίδες μαχητι­ κές στην εφημερίδα «Δημοκρατικός». Παραμερί­ ζουμε με σχετική ευκολία τις πολιτικές ιδεολο­ γίες των συγγραφέων όταν οι συνθήκες που τις γέννησαν αμβλύνονται ή εκλείπουν, ενώ αντίθε­ τα το πέρασμα του χρόνου ξεσκεπάζει αμείλικτα το έργο που άφησαν. Χωρίς τον Μυριβήλη πάν­ τως, και χωρίς τον Κοσμά Πολίτη, η λογοτεχνία μας θα ήταν σήμερα φτωχότερη.

Θα ήταν άδικο να κρίνει καΉδη οι πρώτες μορφές των Ελεονόρα και Μαρίνα είχαν δημοσιευτεί στα «Νέα Γράμματα» το 1935 και 1939 αντίστοιχα. Τότε, ακόμα, τα λογοτεχνικά περιοδικά και οι εφημερίδες δημοσίευαν νουβέλες και μυθιστορή­ ματα σε συνέχειες, ωραία συνήθεια που από και­ ρό έχει εκλείψει. Η Ελεονόρα είναι ένα κείμενο έντονου αυτοσαρκασμού ενός «νυσταγμένου γλεντζέ» όπως χαρακτηρίζει τον αφηγητή ο συγ­ γραφέας. Σήμερα δεν μας αφορά πολύ. Όμως οι δυο νουβέλες που ακολουθούν, η Μαρίνα και ιδίως η Τζούλια, κάθε άλλο παρά τυχαίες είναι. Τα ονόματα των γυναικών αποτελούν μάλλον πρόσχημα και σύμβολα παρά πραγματικές ηρωίδες. Και τα δύο αφηγήματα έχουν σαν επίκεντρο την ξένοιαστη και ερωτύλα ζωή μιας συντροφιάς νέων. Στη Τζούλια, περισσότερο από την ηρωίδα που εμφανίζεται στο τέλος της νουβέλας, το εν­ διαφέρον συγκεντρώνεται γύρω από το περίεργο πρόσωπο ενός σκακιστή που ακούει στο ακόμα πιο περίεργο όνομα Λατακέ και που οι νεαροί της συντροφιάς παρακολουθούν ελπίζοντας να λύσουν το μυστήριό του, φτάνοντας να σταθούν αθέλητοι μάρτυρες της δολοφονίας του. Αλησμό­ νητος τύπος αυτός ο Λατακέ, με μαυροκόκκινο δέρμα, σχιστά μάτια και αιώνια λιγδιασμένα ρούχα, στέκει σαν ερωτηματικό που μένει μέχρι τέλους αναπάντητο. Η τεχνική του Πολίτη ακροΟατεί ανάμεσα στο ονειρικό και το ρεαλιστικό, με περιγραφές πα­ ραλιακών πόλεων, που με εξαίρεση το Ξυλόκαστρο, δεν ονομάζονται, και που μπορεί να είναι η Πάτρα ή το Μεσολόγγι. Έχει κανείς την αί­


αφιερω μα/17 σθηση μιας κλειστής νεανικής ζωής που γρήγορα βουλιάζει στη ρουτίνα, την ανυπαρξία, το χάσι­ μο κάθε ιδανικού. Αυτό περισσότερο απ’ όλα τρέμει και πονά ο συγγραφέας, ότι όλες αυτές οι γυναίκες απ’ όπου κρεμόμαστε και ερωτευόμα­ στε, μισά αστεία μισά σοβαρά, μπορεί να είναι το πρελούδιο για το χαμένο παιχνίδι της ζωής, ένα ξεπούλημα σ’ αυτό που αόριστα, μέσα από μισόλογα και βουβές χειρονομίες, πιστέψαμε γι’ αληθινό κι αιώνιο. Κι ακόμα διακρίνεται το άγ­ χος της καθημερινής δουλειάς στην οποία είμα­ στε χρεωμένοι και που είναι μέρος αυτής της σκλαβιάς. Γράφει στη Τζονλια: «Φεύγοντας από το γραφείο, τινάζαμε από τους ώμους κι απ’ το μυαλό μας το φόρτο της δουλειάς. Ά ρχιζε η αυ­ θεντική ζωή μας -. Ποια άλλη σαφέστερη νύξη για τη δική του υπαλληλική ζωή στην Τράπεζα; Σε αυτά του τα κείμενα, όπως και σε πολλά άλλα, ο Κοσμάς Πολίτης δε διστάζει να παρεμ­ βάλει ξενικές λέξεις ακόμα και φράσεις ολόκλη­ ρες ή λόγια από άριες ή τραγουδάκια. Κι αυτό μας κάνει ν’ ανατρέχουμε στους ρώσους κλασι­ κούς που δε δίσταζαν ν’ αντιγράψουν από την καθημερινή ζωή τον τρόπο που μιλούσαν οι ανώτερες τάξεις. Ο Πολίτης παίζει μ’ έναν τρό­ πο συγκινητικό με τις φράσεις αυτές, κάπου οι ξένες γλώσσες τού ξυπνούν μνήμες παιδικές και νεανικές, και κάπου, μισά σκόπιμα, μισά τρυφε­ ρά, τις σαρκάζει. «Ίσως να μην μισεί κανείς πε­ ρισσότερο από μένα την αριστοκρατία και τους αριστοκράτες», λέει ο Πολίτης σε μια συνέντευ­ ξή του του 1933. Πάντως, η πρώτη ταξική νύξη, η πρώτη υπο­ ψία ότι ο συγγραφέας μπορεί κάποτε και ν’ αποστρέφεται την τάξη στην οποία ανήκει, γίνεται ήδη στο Λεμονοδάσος σε μια κατά τα άλλα αδέ­ ξια σκηνή όπου ο ήρωας μπαίνει στον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο μαζί με τους εργάτες κι εκείνοι μουρμουρίζουν πλάι του: «Εμείς πάμε στη δου­ λειά κ’ οι πλούσιοι γυρίζουν απ’ το γλέντι». «Πρόσεξε μη λερώσεις τον κύριο». Οπότε ο «κύ­ ριος» αναρωτιέται: «Τι ζητώ ανάμεσα στους θαρραλέους ανθρώπους που ολημερίς παλεύουν για να ζήσουν; Τι ντροπή να περιφέρω έτσι το αρρωστημένο μου μυαλό ανάμεσα στη δημιουρ­ γική εργασία των άλλων! Είμ’ ένας κηφήνας.» Θα νόμιζε κανείς ότι έχουμε να κάνουμε μ’ ένα δείγμα σοσιαλιστικού ρεαλισμού ή ότι, τηρουμένων των αναλογιών, διαβάζουμε κάποιες σελίδες μοσχοβίτικης πλήξης και τύψης του Ντμίτρι Γκούροφ στην Κυρία με το Σκυλάκι του Τσέχοφ. Στο Λεμονοδάσος όμως, όλα είναι ακόμα ανώ­ δυνα ή σχεδόν ανώδυνα κι ας είναι ειλικρινή. Στην Ερόικα όπως και στις Τρεις Γυναίκες, οι τύψεις του αστού Ταβελούδη, μαζί και μια τρυ­ φερή νοσταλγία της νιότης του, πυκνώνουν και παίρνουν σκοτεινότερες και πιο σημαδιακές μορφές. Η τέχνη της υποβολής του εμπρεσιονι-

στή ζωγράφου, δανείζεται εδώ το πινέλο του ρεαλιστή. Οι δυο τους αντιμάχονται, κι ο διχα­ σμός αυτός σφραγίζει τη μορφή και την ουσία στο έργο του Πάρι που έγινε Κοσμάς. Με το Γνρί (1945) -έχει μεσολαβήσει η κατοχή και ο Δεκέμβρης του ’44- μπαίνουμε " ι σε μια πιο συνειδητοποιημένη φάση του ώριμου πια Κοσμά Πολίτη, κι ο συγγρα­ φέας εντάσσεται στην αριστερά, σε χτυπητή αν­ τίθεση με τους συναδέλφους του της «ομάδας των 12» που στο σύνολό της σχεδόν αποτελείται από «εθνικόφρονες». Από τα πιο παρακινδυνευ­ μένα πράγματα θα ήταν να αφηγηθεί κανείς την υπόθεση του βιβλίου. Πρωταγωνιστής είναι η συνοικία το Γυρί, στην Πάτρα, «στα όρια της πόλης- στα όρια του κόσμου», όπως γράφει ο Πολίτης. Ένας πρωτευουσιάνος, ο Φίλιππος, βαρεμέ­ νος από ανία, φεύγει από το ξενοδοχείο του και πιάνει μια γκαρσονιέρα σ’ αυτή τη συνοικία, όπου δύο φορές την εβδομάδα, καταπώς λένε οι κακές γλώσσες, δέχεται γυναίκες. Υπάρχει η πα­ ράλληλη ιστορία της Θάλειας που έχει τα δύο παιδιά και που γίνεται πόρνη. Υπάρχει ακόμα Γ'


18/αφιερωμα το μαγαζί του Γερόλυμου και της Βιχτωρίας όπου τα βράδια συχνάζουν κύριοι και κοκότες. Η πλοκή, κατά τα άλλα ανύπαρκτη, προχωράει ανάμεσα στη σχέση του Φίλιππου με δύο γυναί­ κες, και τις σχέσεις του με τους ανθρώπους που η ζωούλα τους κυλάει ανάμεσα στη σκόνη που σηκώνει ο αέρας τα πρωινά και τον κινηματο­ γράφο που πάνε το βράδι, «α, δεν μπορείς να πεις, περάσαμε απόψε θαύμα!» Υπάρχει ακόμα το ορφανοτροφείο όπου παρακολουθούμε τη ζωή των ορφανών -σελίδες που απηχούν μνήμες από το Δρόμο με τις φάμπρικες του Στάινμπεκ, βιβλίο που ο Κοσμάς Πολίτης μεταφράζει εκείνη την εποχή- καθώς και μια υπέροχη σκηνή ψαρέ­ ματος μ’ έναν αυστηρό λυρισμό που ανακαλεί ιταλικό νεορεαλιστικό κινηματογράφο. Ο Πολίτης αφηγείται την ιστορία επίτηδες θαμπά και ασύνδετα, σα να μην ενδιαφέρεται για κανένα σκελετό. Η συνηθισμένη μέθοδός του, με τις ακραίες αισθητικές περιγραφές και τα προσωπικά αδιέξοδα, εδώ υποχωρεί σε μια μουσική συνόλου, όπου άλλοτε εμπρεσιονιστικά, και άλλοτε ρεαλιστικά, φωτίζει την επαρχία. Το βάρος, πάλι, θα έλεγα ότι είναι επιφυλαγμένο στα παιδιά, τους τροφίμους του ορφανοτροφεί­ ου με τα γκρίζα κουρεμένα κεφάλια ώς τον μι­ κρό Σάββα. Υπάρχει ένα σφίξιμο, ένας λυγμός που σχεδόν δε βγαίνει, κάτι πένθιμο που τριγυ­ ρίζει τους ανθρώπους χωρίς αυτοί να γίνονται ήρωες πραγματικοί. Ο αφηγητής, αποτραβηγμέ­ νος, μοιάζει να τα παρακολουθεί αμέτοχος. Ακόμα και η αυτοκτονία του Σάββα στις γραμ­ μές του τραίνου δεν συνταράζει τόσο, όσο αφήνει τη μουντή θλίψη ενός ακόμα περιστατικού της επαρχίας. Μένει η ασφυκτική αίσθηση του κουρνιαχτού που τυλίγει ανθρώπους και αντι­ κείμενα, η επαρχιακή λογική που συνέχει τους ανθρώπους και το μαράζι της χαμοζωής. Κι ακόμα είναι ο ύμνος των απλών ανθρώπων που η διανόηση δεν χάλασε. Λέει ο Πολίτης: «Για να επικοινωνήσουν με τη φύση, δεν υπάρχει ανάγκη από καμιά προσπάθεια γι’ αυτούς ούτε από με­ σάζοντες όπως οι τέχνες. Είναι πηγαίοι σαν παι­ διά. Βρίσκονται ολότελα κοντά στη φύση ενώ εμείς ξαναερχόμαστε σ’ αυτή αφού απομακρυν­ θήκαμε πρωτύτερα». Θα έλεγε κανείς μια ηχώ του ύστερου γερμανικού ρωμαντισμού στον Λέντς, όπως τον ξέρουμε από τον Μπύχνερ. Εδώ, σ’ αυτό το έργο, ο Πολίτης γίνεται συγ­ γραφέας κοινωνικός που συντάσσεται με το ανώνυμο πλήθος, και συνειδητοποιημένος όσο ποτέ. Γι’ αυτό και, πράγμα σπάνιο για τη λογο­ τεχνία της εποχής, υπάρχουν σαφείς νύξεις για τη μεταξική δικτατορία. Οι άνθρωποι σχολιά­ ζουν την κατάσταση πνιχτά, με τον ίδιο αδιέξο­ δο τρόπο που κυλά η ζωή τους. Καμιά σχέση με τον αφελή τρόπο που ο Πολίτης σχολίαζε την αστική τάξη στο Λεμονοδάσος. Κατά τα άλλα,

το Γυρί δεν είναι το μαγικό βιβλίο, όπως η Ερόικα. Παρότι ρεαλιστικό, πολλές φορές μάλιστα νατουραλίστικο, μας αφήνει με το ερώτημα πού τάχα αρχίζουν και πού τελειώνουν αυτές οι κομ­ ματιαστές ιστορίες των ανθρώπων της επαρχίας. Λέει πολύ σωστά ο Τσίρκας: «Αλλά με το Γυρί παρατηρείται και μια ανάσχεση στην υποβλητι­ κότητα, τις προεκτάσεις και τους υπαινιγμούς που είχε η γραφή του στο Λεμονοδάσος κι ακόμα πιο πολύ στην Ερόικα. Ο κριτικός ρεαλισμός του Πολίτη, η απόφαση να δοθούν τα πράγματα όπως στ’ αλήθεια είναι, πίεζε την ποιητική ματιά να κονταίνει το βεληνεκές της». Είναι, όντως, σαν ένας τεχνίτης που συνειδητά παρατάει το ταλέντο της μυθοπλασίας του και ψάχνει με το μικροσκόπιο τους πόρους πάνω στο ανθρώπινο σώμα να τους φωτογραφίσει. Αλλά επειδή ο πα­ λιός εαυτός του υπάρχει πάντα, μέσα στο βιβλίρ αυτό άλλοτε συγκρούονται κι άλλοτε ενορχη­ στρώνονται όλα τα θέματα των προηγούμενων βιβλίων. Οι εφήμεροι έρωτες με τις γυναίκες, η παιδική ηλικία, η ειρωνική ματιά πάνω στα πράγματα. Στο στερνό βιβλίο, που το χωρίζουν ακόμα εί­ κοσι σχεδόν χρόνια, ο Πολίτης θα καταπιαστεί ξανά με μια συνοικία, αυτή τη φορά της Σμύρνης όπου έζησε τα νεανικά του χρόνια, και τότε πια εκεί θα λάμψει με όλη τη σοφία και τη δροσιά ενός έφηβου εβδομήντα χρόνων. Μετά το Γυρί, ο κατά κόσμον

Η σπίτι της οδού Στρατηγού Καλάρη στο Ψυχικό δημεύεται κι ο συγγρα­ φέας πληρώνει εφεξής νοίκι στο Δημόσιο, ώς το θάνατό του. Η Κορομηλιά που κυκλοφόρησε το 1959, περι­ λαμβάνει εκτός από τις Τρεις Γυναίκες που επα­ ναλαμβάνονται -και που ίσως είναι ξαναδουλεμένες- δύο διηγήματα με θέματα κατοχικά και του εμφύλιου: Το Ρέμα, και Ένα διπλό καθώς και την Πρώτη Ανάσταση, ένα τρυφερό αυτοβιογραφικό διήγημα και γι’ αυτό αντάξιο του συγ­ γραφέα. Τα δύο πρώτα διηγήματα, μολονότι αγ­ γίζουν θέματα καυτά της εποχής, δεν μπορεί να πει κανείς ότι είναι αντιπροσωπευτικά του συγ­ γραφέα. Ο Πολίτης είναι, σίγουρα, περισσότερο από διηγηματογράφος, μυθιστοριογράφος. Το Ρέμα είναι η ιστορία ενός παιδιού που ζει από κοντά το θάνατο κάποιου νέου άντρα πληγωμέ­ νου από τους Γερμανούς και στο Ένα διπλό πα­ ρακολουθούμε έναν διάλογο ανάμεσα σε δύο αν­ θρώπους, που ο ένας είναι φασίστας κι ο άλλος κομμουνιστής, και παρουσιάζει περισσότερο εν­ διαφέρον από ιδεολογική άποψη παρά από συγ­ γραφική. Είναι, μάλιστα, χαρακτηριστικό παρά­ δειγμα της διάστασης που υπάρχει ανάμεσα στις


αφιερωμα/19 προθέσεις ενός συγγραφέα και τις επιτεύξεις του. Η Κορομηλιά, που δίνει τον τίτλο στο βι­ βλίο, σαν αφορμή παίρνει ένα ασημένιο μονόφραγκο του 1882 και πώς αυτό βρέθηκε στην τσέπη του ανθρώπου που διηγείται την ιστορία. Έχουμε πάλι την ποίηση της παιδικής ηλικίας και το ανάδεμα της εφηβικής. Το γράψιμο τώρα είναι πιο ρεαλιστικό, παρ’ όλο που η συγκινητι­ κή ιστορία του πνιγμού της μικρής Λενιώς και του έρωτα του αγοριού που αγαπά ένα κορίτσι μεγαλύτερο του, ηχεί απροσδόκητα ρομαντικά. Οι περιγραφές της φύσης είναι και πάλι λυρικές με τον τρόπο που μοναδικά κατέχει ο Πολίτης, αλλά το κυρίαρχο βάρος βρίσκεται στο χάος που δημιουργεί η ταξική διαφορά ανάμεσα στο αγόρι και στο κορίτσι και που παίρνει διαστάσεις για τις οποίες μόνο στο Γνρί είχαν γίνει ώς τώρα νύ­ ξεις. Εδώ ο Πολίτης μοιάζει εκτεθειμένος σ’ αυ­ τό που αποτελεί έναν από τους κεντρικούς άξο­ νες του έργου του, τον διχασμό ανάμεσα στην αστική καταγωγή του και στην λαϊκή τάξη, αυτό το «ανάμεσα στην οικογένεια και στους δρό­ μους» όπως θα πει σε μια συνομιλία του με τον Γ.Π. Σαββίδη, το 1963. Η «αργόσχολη τάξη», για να δανειστώ τον τίτλο μιας υπέροχης βουβής ταινίας του Τσάπλιν, είναι εδώ ο στόχος. Η Κορομηλιά μοιάζει με την πνιγμένη, μελαγχολική κραυγή ενός ανθρώπου που δεν μπόρεσε να ξεφύγει από κει που η μοίρα του τον έταξε. Και αυτό, ίσως, να είναι ένα παράπονο από το οποίο ο Κοσμάς Πολίτης δεν λυτρώθηκε ποτέ. Η Κορομηλιά δεν έχει το θάμπος της Ερόικα ούτε τη δύναμη που αναδίνει το Γνρί, είναι κι αυτό όπως η Εκάτη και οι Τρεις Γυναίκες, ένα μεταβατικό βιβλίο. Θα έλεγε κανείς ότι ο Πολί­ της ανάμεσα στα «καλά» βιβλία του έχει την ανάγκη μιας ανάσας, σαν ένας δρομέας μακρι­ νών αποστάσεων, που για να φτάσει το ρεκόρ του, χρειάζεται ενδιάμεσα κάποιες κούρσες με μικρότερες επιδόσεις. Θα χρειαστεί, λοιπόν, να περιμένουμε ώς το 1963, οπότε δημοσιεύεται το μυθιστόρημα Στον Χατζηφράγκον, για το οποίο, όπως ο ίδιος εξομολογήθηκε, «χάλασε έξη γαλά­ ζια μολύβια». Φαντάζομαι ότι θα ήταν και από τους τελευταίους, μιας και σήμερα οι περισσότε­ ροι πεζογράφοι «χαλάμε» τις γραφομηχανές μας. Στο διάστημα που χωρίζει την Κορομηλιά από το Στον Χατζηφράγκον, ίσως και πιο νωρίς, ο Κοσμάς Πολίτης παραιτημένος από την Τράπεζα -διωγμένος βεβαιώνουν μερικές πηγές- στρέφε­ ται σ’ αυτό που ο Τσίρκας θα χαρακτηρίσει «βιομηχανία μεταφράσεων» και που ο ίδιος στην Πρώτη Ανάσταση χαρακτηρίζει «το κατοπινό βάσανο της ζωής μου». Λένε πως τα πρώτα χρό­ νια δούλευε μόνος τη μετάφραση, αλλά ότι υστερότερα έπαιρνε τη μεταγλώττιση του κειμένου έτοιμη από μια ομάδα μεταφραστών και την ξανάπλαθε ο ίδιος. Όπως και νά ’χει, του χρωστά-

Σχέόιο του Λ. Χρηστάκη για την «Πρώτη Ανάοταση»

με πολλές και καλές μεταφράσεις. Μπορώ έτσι πρόχειρα να θυμηθώ, εκτός από όσες ήδη ανέφε­ ρα, τους Δουβλινέζους του Τζόυς που παρόλες τις κάποιες ελευθεριότητες της μεταφοράς παρα­ μένει η καλύτερη από τις υπάρχουσες στα ελλη­ νικά. Κι ακόμα το Γεφνρι τον Ντρίνα του Ίβο Άντριτς, τις Αλλόκοτες Ιστορίες του Πόε, το Στρίψιμο της βίδας του Χένρυ Τζέημς, το Ά ν ­ θρωποι και ποντίκια του Στάινμπεκ, το κεφά­ λαιο Συμφωνία από το Μόμπυ Ντικ, και πάμπολλες άλλες. Θα έπρεπε κάποιος κάποτε ν’ αποδελτιώσει τις μεταφράσεις του καταδείχνοντας έτσι την πυραμίδα του μόχθου που ύψωσε αυτός ο άνθρωπος, που κατά τα άλλα διάφορες μαρτυρίες μάς τον παρουσιάζουν ως λίγο «σνομπ», κάπως «εστέτ» και χειμερινό κολυμβη­ τή. Ο Γ.Π. Σαββίδης που του άνοιξε τις στήλες στον παλιό καλό «Ταχυδρόμο» και στο «Βήμα», μας μεταφέρει μια μαρτυρία για τις προτιμήσεις του Κοσμά Πολίτη ως μεταφραστή. Γράφει: «Μολονότι του δόθηκαν για μετάφραση μερικά από τα καλύτερα πεζογραφήματα της Γαλλικής και της Αγγλοσαξωνικής Λογοτεχνίας, το μόνο που θυμάμαι να επαίνεσε ποτέ ήταν ένα διήγημα του Σάλιντζερ -ίσως γιατί πρωταγωνιστούσαν παιδιά». Ποιος ξέρει πού είναι καταχωνιασμένη τούτη η μετάφραση ενός συγγραφέα που κι εγώ θαυμάζω και αγαπώ πολύ.


20/αφιερωμα Σε αυτόν τον ίδιο

Στου Χατξηφράγκου «Ταχυδρόμο», το 1962 δημοσιεύτηκε σε συ­ νέχειες το στερνό ολο­ κληρωμένο έργο του, Στου Χατξηφράγκον, με εικονογράφηση του Μίνου Αργυράκη, κι ακόμα θυμάμαι το πώς το μυθιστόρημα αυτό μας κέρδι­ σε ευθύς αμέσως όλους, νέους και μεγάλους. Πρωταγωνιστής εδώ είναι η Σμύρνη των αρχών του αιώνα, την εποχή που ο Ταβελούδης έζησε παιδί, όταν η πόλη αυτή ήταν μια πολυεθνική πρωτεύουσα κάπου 300.000 κατοίκων σε σχέση με τις 50.000 περίπου της Αθήνας. Σ’ αυτήν, εκτός από τους Έλληνες, ζούσαν και συνυπήρ­ χαν με τους Τούρκους, Εβραίοι, Αρμένηδες και Φραγκολεβαντίνοι. Ο Πάρις έζησε σε μια αρι­ στοκρατική συνοικία της, όμως το Αλάνι του Χατζηφράγκου που περιγράφει, είναι μια φτω­ χογειτονιά όπου πήγαινε να παίξει. Κι όταν πια γράφει το βιβλίο, η Αθήνα είναι μια πόλη 2.000.000 ανθρώπων κι η Σμύρνη έχει γίνει το Ιζμίρ. Έτσι, λοιπόν, όπως και στο Γυρί το βι­ βλίο παίρνει τον τίτλο του από το-όνομα μιας συνοικίας της πόλης. Αντίθετα όμως με το Γυρί, μέσα από το Αλάνι, δίνεται η φυσιογνωμία μιας ολόκληρης πόλης με τα τοπωνύμιά της, τα έθιμα, τη ντοπιολαλιά της και τους χαρακτηριστικούς τύπους της. Είναι μια γενναία βουτιά μέσα στο χρόνο και στην ιστορία. Από αυτήν την άποψη, το Γυρί ήταν μια πρόβα τζενεράλε σε αυτό που μισοκρυμμένα και ασύνειδα αποσκοπούσε η τέ-

ται χωρίς κεντρικό μυθιστορηματικόν ήρωα, μέ­ σα από σκόρπια περιστατικά και πρόσωπα και μέσα από μια φαινομενικά χαλαρή τεχνική που χωρίζεται σε παραδοσιακά κεφάλαια με τίτλους -και τι τίτλοι γοητευτικοί...- αλλά που, αγτίθετα με την παράδοση, πλοκή και χαρακτήρες ακο­ λουθούν τον δικό τους ελεύθερο δρόμο. Μοναδι­ κός συνεκτικός κρίκος είναι η πολιτεία και κά­ ποια παιδιά της.

Η αφήγηση αρχίζει μέσα Μαΐου, της Αναλήψεως, με τον Παντελή νικητή στις λεμβοδρομίες με τους Τούρκους, συνεχίζεται με τον Σταυράκη και τον Αρίστο και την παθιασμένη φιλία τους, τον παπα-Νικόλα που είναι ο μόνος που αντι­ στέκεται στην αντικατάσταση του ξύλινου πα­ λιού τέμπλου της εκκλησίας μ’ ένα νεότερο μαρ­ μάρινο και που αδιαφορώντας για την κοινωνία πηγαίνει στο σπίτι της Σιόρας Φιόρας ν’ ακούσει τον Σιόρ Ζαχαρία να παίζει το ούτι του. Βήμα προς βήμα, οδηγούμαστε μ’ έναν λανθάνοντα και υπονομευτικό τρόπο να γνωρίσουμε την Σμύρνη των αρχών του αιώνα με την ξέγνοιαστη ζωή. Ζωή που ανεπαίσθητα ταράζεται από κάποια επεισόδια με τους Τούρκους και τους Εβραίους. Κυρίως όμως, τη διήγηση διακόπτουν τέσσερις συνολικά πρωθύστερες υπομνήσεις ή προειδο­ ποιήσεις της καταστροφής που εμείς βέβαια ξέ­ ρουμε εκ των προτέρων. Λόγου χάρη, ο Σταυράκης με τον Αρίστο στέκουν σ’ ένα ύψωμα και βλέπουν το τοπίο. Γράφει τότε ο Πολίτης: «Τα θωρούσανε όλ’ αυτά, δίχως να τα χορταίνει η ψυχή τους. Τα χάραζε βαθιά ο νους μέσα στη θύμηση, σα να προαισθανότανε από τώρα, πως σε είκοσι χρόνια, μοναχά στ’ όνειρό τους θα τα βλέπανε. Όσα θα γλυτώνανε». Αντίθετα με τα καθιερωμένα, το κορύφωμα της δραματικής έν­ τασης δεν ανήκει στο τέλος του βιβλίου μα πα­ ρεμβάλλεται στη μέση, χωρίς αρίθμηση, στο υπέ­ ροχο κεφάλαιο Πάροδος, όπου ένα από τα παι­ διά της εποχής εκείνης, πρόσφυγας σήμερα και μεγάλος σε ηλικία, αφηγείται με δύναμη αρχαίας τραγωδίας, όπως υπονοεί και ο τίτλος, τη νύχτα της καταστροφής. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι το βιβλίο αποτελείται από ανεξάρτητα διηγήματα που εναλ­ λάσσουν πρόσωπα και κρατούν ενότητα τόπου και χρόνου. Δεν πρόκειται όμως για μια συρραφή, αλλά για έναν συνειδητά ελεύθερο τρόπο. Δεν διστάζει ακόμα και να παρεμβάλει ιστορίες άσχετες προς τα κύρια πρόσωπα, όπως η ιστορία του τυφλού μωρού που πληρώνει αμαρτίες γο­ νέων και με την αφορμή αυτή ξετυλίγει την αφή­ γηση ενός φονικού με ήρωα κάποιον Πέτρο Ζαγκουλέα. Και πάλι, μ’ ένα υπέροχο άλμα στο χρό­ νο, το κεφάλαιο αυτό κλείνει με τη φράση: «Χρόνια υστερότέρα, μαθεύτηκε πως ο Πέτρος Ζαγκουλέας σκοτώθηκε στον πόλεμο του Ί2». Κατά τον ίδιο τρόπο, αλ\ά με άλλα μέσα, ντοκουμενταρίστικα πολλές φορές, παρεμβάλλει μνήμες από τις θεατρικές παραστάσεις της Βερώνη και της Παρασκευοπούλου. Καθόλου όμως δημοσιογραφικά. Τα πλασματικά πρόσωπα με τα υπαρκτά δένουν σε μια ιστορικά εξακριβωμέ­ νη μυθοπλασία. Ο Αρίστος πνίγεται· την τύχη του ακολουθεί και ο φίλος του Σταυράκης. 'Οσο για τον Παν­ τελή δε θα μπορέσει να ξανάβρει τη Σιόρα Φιό-


αφιερωμα/21

ρα με τήν οποία είναι ερωτευμένος, και που με­ τακόμισε σε εβραίικο μαχαλά. Θα μπορέσει, όμως, να φέρει με τη λάμπα της ασετυλίνης που ονειρευόταν, ένα καινούριο φως στη ζωή του. Το βιβλίο τελειώνει Καθαρή Δευτέρα του επόμε­ νου χρόνου, με 'τις τσιγγάνες που ζητιανεύουν αποκριάτικα αποφάγια με την υπέροχη απο­ στροφή, «μάντζα, κοκώνα, μάντζα!» σαν ένα ακόμα πρελούδιο της προσφυγιάς και ζητιανιάς που θ’ ακολουθήσει, ενώ τα τσερκένια -οι χαρ­ ταετοί- όπως στην αρχή του έργου, κορωνίζουν στα ύψη. Το μυθιστόρημα Στον Χατζή φράκου είναι ένα βιβλίο που δεν περιγράφεται. Είναι γραμμένο με τη σοφή ακαταστασία τη; μνήμης που το γέννησε και η χαμένη ελεύθερό. που ανακαλεί κερδίζεται με την ελευθερία του αη ηγηματικού τρόπου που δεν ακουμπά πάνω σε κανένα δοσμένο αχνάρι αλλά είναι κατάκτηση του ίδιου του συγγραφέα. Τελικά, τα δύο μείζονα επιτεύγματα της πεζογραφικής πορείάς του Κοσμά Πολίτη -δε λέω ορόσημα, γιατί ορόσημο είναι και το Γυρί- είναι τα δύο μυθιστορήματά του, Ερόικα και Στον Χατζηφράγκον. Τα καλύτερα κείμενά του. Ωστόσο, αν με ρωτούσαν ποιο από τα δυο προ­ τιμώ, θα μου ήταν δύσκολο ν’ απαντήσω. Σίγου­ ρα, Στον Χατζηφράγκον υπάρχουν κατακτημένες αρετές που ο συγγραφέας της Ερόικα “δεν μπορούσε να υποπτευθεί. Υπάρχει, ακόμα, με μεγάλη ενάργεια, μια βαθιά αίσθηση της μοίρας του νεότερου ελληνισμού. Μαζί με το Νούμερο του Βενέζη, την Ιστορία τον Αιχμαλώτου του Δούκα και τα Ματωμένα Χώματα της Σωτηρίου, είναι ένα από τα τέσσερα αρτιωμένα κείμενα της λογοτεχνίας μας που αναφέρονται στον ελληνι­ σμό εκείνης της εποχής. Ενώ όμως εκείνα γρά­ φτηκαν στη νεότητα των συγγραφέων, το μυθι­

στόρημα Στον Χατζηφράγκον είναι ένα έργο γη­ ρατειών. Μολαταύτα το κείμενο ακτινοβολεί νεότητα, συνάμα και μια στοχαστική και θωπευ­ τική ματιά πάνω στ’ ανθρώπινα. Είναι ο απόλογος μιας χαμένης ευτυχίας κι ένα τέλος εποχής. Από την άλλη, η Ερόικα σφύζει από μια ποίη­ ση κι ένα πάθος ασυνήθιστα στη νεοελληνική πε-, ζογραφία -θα έλεγα μια ερωτική πράξη αποπνευματοποιημένη. Είναι συγχρόνως ένα τρυφε­ ρό όσο και σκληρό βλέμμα πάνω στην αστική τά­ ξη στην Ελλάδα, όπως μόνο ο Πάρις που τη νο­ σταλγούσε και ο Κοσμάς που θύμωνε με αυτήν, μπορούσε να δώσει. Θα ήταν, λοιπόν, δύσκολο να διαλέξει κανείς. Και μάταιο. Συμβαίνει πολ­ λές φορές και σ’ εμάς τους ίδιους τους συγγρα­ φείς να μας ζητούν να διαλέξουμε ανάμεσα στα βιβλία μας το καλύτερο. Τούτο, τις περισσότερες φορές, μολονότι μαντεύουμε την αλήθεια, μας φέρνει σε μια αμηχανία και μια στεναχώρια. Έτσι και με τα βιβλία των άλλων συγγραφέων που εκτιμούμε και αγαπάμε, ιδίως όσων εξελί­ χτηκαν και δεν επανέλαβαν τον εαυτό τους. Θα ήταν, τηρουμένων των αναλογιών, σα να μας υποχρέωναν από τον Φλωμπέρ να διαλέξουμε ανάμεσα στη Μ ποβαρύ και την Αισθηματική Αγωγή.

Μένει ακόμα ένα ημιτελές μυθιστόρημα του Πολίτη, το Τέρμα όπως το βάφτισε ο επιμελητής του, και που είναι ένα opus posthumus. Ο Κοσμάς Πολίτης θα είχε κλείσει τα ογδόντα. Και πάλι το θαύμα της νεανικότητας και του σφρίγους. Αν δεν ήταν ημιτελές, και αν το δεύτερο μέρος, κατά τη γνώ­ μη μου, βρισκόταν στο ύψος του πρώτου, θα μι­ T fo


22/αφιερωμα λούσαμε διαφορετικά. Χαίρομαι όμως που γρά­ φει ιδιαιτέρως γι’ αυτό, στις στήλες του «Διαβά­ ζω», ο Πήτερ Μάκρητζ. Δυο λόγια ακόμα για τη γλώσσα, μιας και για έναν συγγραφέα, αυτό είναι το πρώτο και το τε­ λευταίο του εργαλείο. Η γλώσσα του Κοσμά Πο­ λίτη είναι μαζί απλή και σύνθετη, δημοτική στέρεη που δανείζεται κι απ’ την καθαρεύουσα όταν λάχει. Χαρακτηριστικό είναι ότι δεν περιέ­ χει καμιά από τις υπερβολές του δημοτικισμού μέσα στον οποίο εξελίχτηκε και με τον οποίο συμβάδισε. Δεν έχει τις υπερβολές και την εγκεφαλικότητα του εργαστηρίου της γλώσσας του Καζαντζάκη, ούτε το σμιλευμένο βερμπαλισμό και την τελειοθηρία της γλώσσας του Μυριβήλη. Ούτε μπορεί να συγκριθεί με την εμπνευσμένη αλλά ακατάστατη γραφή του Καραγάτση ή με την γλυκερότητα του τελευταίου Βενέζη. Από την άποψη αυτή, ο Πολίτης, και ακόμα περισσό­ τερο ο Μπεράτης, γράφουν στρωτά ελληνικά, χωρίς αυτό να σημαίνει μια γλώσσα ορθολογική, πράγμα που κάνει, λόγου χάρη, τα δοκίμια του Θεοτοκά πιο ενδιαφέροντα από την πεζογραφία του. Είναι μια γλώσσα πρώτα απ’ όλα προσωπι­ κή για τον τρόπο που συνταιριάζει το ρεαλισμό με το ποιητικό στοιχείο και που διανθίζεται από εκφράσεις δανεισμένες από έναν διεθνισμό και γι’ αυτό σύνθετες. Δεν είναι, βέβαια, απαλλαγ­ μένη από τριβόλια και ιδιωματισμούς· ιδιαίτερα στο βιβλίο του Στον Χατζηφράγκου υπάρχει κά­ ποτε μια υπερβολική συσσώρευση ανατολίτικης ντοπιολαλιάς που μπορεί μεν να χρωματίζει το κείμενο, όμως ξενίζει και δυσκολεύει τους νεότε­ ρους ιδίως αναγνώστες, τουλάχιστον όσων οι οι­ κογένειες δεν κατάγονται από κείνες τις περιο­ χές. Κι ακόμα η γλώσσα του Κοσμά Πολίτη εί­ ναι μια γλώσσα ελεύθερη με την έννοια ότι δεν διστάζει ως προς τα εκφραστικά της μέσα. Ένας μικρός ρωτά τον ήρωα στο Γυρί: «Τ’ άτι; Τ’ είναι τ’ άτι;» «Τ’ άτι; Τ’ άλογο». «Γιατί το λέτε τότε τ’ άτι; Τ’ είναι το σωστό;» «Σκοτίστηκα! Σα μεγα­ λώσεις θα μάθεις πως ο καθένας γράφει και μι­ λάει όπως του καπνίσει >· Έδωσα, ελπίζω, μερικές νύξεις από όσα αισθάνθηκα τόσα χρόνια διαβάζοντας τούτα τα βι­ βλία, παραλείποντας να μιλήσω για το θάνατο της γυναίκας του που συνέπεσε με το θάνατο της δημοκρατίας στην Ελλάδα, το 1967, και που πε­ ριγράφω σε άλλο κείμενό μου. Όμως το μόνο που δεν μπόρεσα να καταφέρω -και κανένα κεί­ μενο που αναφέρεται σ’ έναν συγγραφέα δεν το καταφέρνει- ήταν να δώσω τη γοητεία της φω­ νής του, που χάρη σ’ αυτήν -πέρα από τις οποιεσδήποτε αρετές ή τα ελαττώματα- κρέμεται η τύχη ενός κειμένου. Γι’ αυτό κι εγώ, για ν’ αν­ τιγράψω μια φράση του από την Κορομηλιά, «φοβάμαι πως θα λείπει από την αφήγησή μου κάποια συγκίνηση αγνή, καθώς και η ελαφριά

μελαγχολία που θάμπωνε ώρες ώρες τη φωνή του φίλου μου. Ναι, φαντάζομαι πως η διήγηση χρωστάει το ενδιαφέρον της στη γοητεία της φω­ νής του ·>. Ο Κοσμάς Πολίτης έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του μόνος, στο σπίτι του Ψυχικού, που από καιρό δεν του ανήκε πια, και στη συνέχεια σ’ έναν οίκο ευγηρίας στο Μαρούσι με τον ειρω­ νικό τίτλο Relax Palace. Πέθανε στον «Ευαγγελι­ σμό» τα ξημερώματα του Σαββάτου 23 Φεβρουά­ ριου του 1974. Με το αφιέρωμα του «Διαβάζω» στον συγγρα­ φέα της Ερόικα, πραγματοποιείται ένα χρέος και ένα όνειρο μαζί. Πόσες φορές συζητώντας με τους ανθρώπους του συναφιού, δεν είχα την αί­ σθηση ότι η κουβέντα σταματούσε στη διαπίστω­ ση, «ναι, ο Πολίτης πολύ καλός συγγραφέας», ενώ μερικοί βεβαίωναν ότι «αυτός κι ο Μπερά­ της ήταν οι καλύτεροι πεζογράφοι της γενιάς τους». Παράλληλα όμως είχα την αίσθηση ότι πολλοί άλλοι τον αντιμετώπιζαν σαν έναν συγ­ γραφέα κάπως ιδιόρρυθμο, λίγο εστέτ και ντεμοντέ. Σίγουρα, αυτοί δε γνωρίζουν, για να χρη­ σιμοποιήσω και πάλι μια φράση του Κοσμά Πο­ λίτη, ότι «η παραδοξολογία είναι η ανάποδη όψη των πραγμάτων που μας επιτρέπει να τα εμ­ βαθύνουμε. Η ποιότητα ενός χαλιού, ας πούμε, καταλαβαίνεται από τους κόμπους της ανάπο­ δης». Έτσι και με τα βιβλία αυτού του ανορθό­ δοξου τελικά, και κοσμοπολίτη συγγραφέα μέσα στα χωρικά ύδατα της στερεοελλαδίτικης λογο­ τεχνίας. Κάπως ανάποδα φαντάζουν. Το ίδιο ανάποδα ακούγεται και το επώνυμό του. «Αυτός ο άνθρωπος», είχε πει κάποτε ο καθηγητής Λί­ νος Πολίτης, «έχει ένα όνομα που μοιάζει με ψευδώνυμο, κι ένα ψευδώνυμο που ακούγεται σαν επώνυμο». Ίσως γιατί ο ίδιος ήθελε, τελικά, να εξαφανίσει αυτό το Ταβελούδης που ηχεί χαϊ­ δευτικά και φέρνει στο νου ταφτάδες και βελού­ δα. Όπω ς και νά ’χει το πράγμα, χαίρομαι που έντεκα χρόνια μετά το θάνατό του, αξιώνεται να έχει επιτέλους ένα αφιέρωμα, πράγμα που στη Γαλλία, λόγου χάρη, θα ήταν αυτονόητο, γιατί εκεί, με το περίσσευμα του φιλολογικού πλούτου τους, τιμούν ακόμα και τριτεύοντες συγγραφείς τους. Κι ακόμα, ελπίζω ότι τούτο το τεύχος θα δώσει λαβή στους αναγνώστες της λογοτεχνίας στην Ελλάδα ν’ ανατρέξουν στον συγγραφέα, και στους εκδότες του να συναισθανθούν πε­ ρισσότερο την ευθύνη τους απέναντι σ’ έναν πλούτο, που κάπως αδέξια νομίζω, διαχειρίζον­ ται. Πράγμα, ίσως, που θα άφηνε αδιάφορο τον ίδιο τον Κοσμά Πολίτη. Γιατί εκείνος, είχε μείνει αγνός και αδιάφθορος, κρατώντας την ψυχή ενός παιδιού. Δεν ξέρω, αν έζησε πάντα με αυ­ τήν. Σίγουρα, όμως, με αυτήν πάντα έγραψε.


αφιερω μα/23

Στέλιος Ξεφλούδας

Κοσμάς Πολίτης Ο συγγραφέας και ο άνθρωπος Ο Κοσμάς Πολίτης ήταν ένας απ’ τους πιο αξιόλογους πεζογράφονς της γενιάς τον ’30. Δεν συνέχισε την παράδοση στο έργο τον που έχει βάθος, καθολικότητα. Η πεζογραφία του δεν είναι μόνο αφήγηση, ρεαλιστική εξιστόρηση

γεγονότων, είναι πριν απ' όλα λόγος, ανάπλαση του χώρον και των προσώπων που περιγράφει, ποίηση. Υπάρχουν πολλοί αφηγητές και λίγοι ποιητές τον πεζού λόγον. Α π’ το πρώτο τον βιβλίο έδειξε τα προσωπικά χαρακτηριστικά της πεζογραφίας τον. Ήταν ένας ανανεωτής τον είδους. Τα πρόσωπά του, πλάσματα ομορφιάς, αποκτούσαν προεκτάσεις, δε μέναν κλεισμένα στο περίγραμμά τους. Πρόβαλλαν την περιρρέονσα ευαισθησία τους. Η αφήγηση γινόταν μουσική συμφωνία που προκαλούσε βαθιά αισθητική συγκίνηση, ο εσωτερικός κόσμος των πλασμάτων τον

πλάταινε λαμπερός και πολύχρωμος, ένα πνευματικό υπόστρωμα ολοκλήρωνε αυτή τη συμφωνία. Όταν γνωριστήκαμε γίναμε φίλοι. Θυμάμαι την πρώτη συνάντησή μας στο σπίτι τον στο Ψυχικό. Ένιωθα τόση άνεση, μια εξοικείωση μαζί τον κι όλη την ώρα που μιλούσαμε τις περισσότερες φορές σνμπίπταν οι απόψεις μας. Τον θεωρούσα στην πνευματική πορεία συνοδοιπόρο. Η τελευταία συνάντησή μας ήταν στο σπίτι του Θεοτοκά που είχαμε συγκεντρωθεί φίλοι, εκπρόσωποι της γενιάς τον 30. Ο Κοσμάς Πολίτης ήταν ένας κύριος, ένας άνθρωπος με ευγένεια και αξιοπρέπεια που αγαπούσε το συνάνθρωπό τον, ένας φίλος που έφυγε τόσο θλιμμένος από κοντά μας, τόσο μόνος κ ίσως γι’ αυτό να φταίμε ώς ένα μέρος κ’ εμείς. Ο Στέλιος Ξεφλούδας, εισηγητής του εσωτερικού μονολόγου στην Ελ­ λάδα με «Τα τετράδια του Παύλου Φωτεινού» (1930). γεννήθηκε στην Άμφισσα το 1901 και πέθανε στις 3 Δεκεμβρίου της χρονιάς που πέρα­ σε. Ανήκει στους σημαντικούς εκπροσώπους της νεότερης πεζογραφίας μας και θεωρείται ότι έδωσε καινούριο τόνο στον πεζό μας λόγο. Ά λ­ λα βιβλία του: «Εσωτερική συμφωνία», «Εύα», «Στο φως του λευκού αγγέλου», «Άνθρωπος του Μύθου», «Οδυσσέας χωρίς Ιθάκη», «Εσύ ο κ.Χ. κι ένας μικρός πρίγκηπας». Το παραπάνω κείμενο για τον Κ.Π. είναι αδημοσίευτο και γράφτηκε στην Αίγινα το καλοκαίρι του 1982. Ευχαριστούμε τους κ.κ. Μ. Κουμανταρέα και Δ. Καψάλη που μας το παραχώρησαν.


24/αφιερωμα

Γ.Π. Σαββίδης

Δύο στοιχεία για ένα φιλολογικό μνημόσυνο (Συμβολή στην υφολογική μελέτη του Κοσμά Πολίτη) Αφιερώνεται συναδελφικά στον Peter Mackridge

Δέκα χρόνια μετά τον θάνατο τον Κοσμά Πολίτη (και παρά τρία εκατό από την γέννησή τον) παραμένουμε όλοι οφειλέτες τον, πάντως από φιλολογική και γραμ­ ματολογική σκοπιά. Έτσι, π.χ., ακόμα δεν διαθέτουμε μια συστηματική καταγρα­ φή των αναρίθμητων λεκτικών διαφορών που παρουσιάζουν οι πρώτες δημοσιεύ­ σεις και αυθεντικές εκδόσεις των κνριοτέρων έργων τον - καταγραφή που, μόνη, θα μας επέτρεπε να προβονμε σε μιαν οπωσδήποτε στερεότερη και αντικειμενικό­ τερη μελέτη όχι μόνο τον ύφους του αλλά και της συγγραφικής τον ωρίμανσης. Επίσης, η καταγραφή αυτή θα φανέρωνε ευκρινέστερα την ιδιάζουσα θέση τον Πολίτη ανάμεσα στους πεζογράφονς της λεγάμενης «Γενιάς τον ’30», πάλι από την άποψη της μαστοριάς και της καλλιτεχνικής συνείδησης. Αλήθεια, πιστεύω πως δεν έχουμε αρκετά εκτι­ μήσει ένα σχετικά κοινό χαρακτηριστικό εκείνης της κατεξοχήν πεζογραφικής Γενιάς: την συνέχι­ ση της μορφολογικής φροντίδας μετά την πρώτη δημόσια έντυπη εμφάνιση ενός έργου. Αρκεί να μνημονευτούν τα ονόματα του Καραγάτση, του Πεντζίκη ή του Σκαρίμπα, για να αμφισβητηθεί αυτόματα η στερεοσκοπική ισχύς του τελικού συμπεράσματος μιας γαλλόφωνης διδακτορικής διατριβής με θέμα τις επτά αυθεντικές εκδόσεις της Ζωής εν Τάφω του Μυριβήλη: (μεταφράζω) «Λίγοι είναι οι Έλληνες πεζογράφοι που εμόχθησαν για το έργο τους όσο εκείνος». Έστω, προσώρας, ας δεχτούμε, ως «υπόθεση εργα­ σίας», πως ανάμεσα σε αυτούς τους «λίγους» ήταν και ο Κοσμάς Πολίτης.

Η Α.Ε. ο διοικητής Σουμάτρας προς την Α.Ε.

Ελάχιστη μα χρήσιμη συμβολή σε μια τέτοια εργασία θεωρώ την απλή ανακοίνωση δύο στοι­ χείων που δεν γνωρίζω αν σώζονται σε αρμοδιότερα χέρια. Το πρώτο οφείλεται στην γενναιοφροσύνη του κ. Κ.Θ. Δημαρά, ο οποίος είχε φυ­ λάξει ένα (και τώρα μοναδικό, εικάζω) αντίτυπο από το αρχικώς τελευταίο τυπογραφικό φύλλο της πρώτης έκδοσης του Λεμονοδάσους (1930), του οποίου το δεύτερο οκτασέλιδό (σελ. 217-224) αντικαταστάθηκε τελικώς με νέα στοιχειοθεσία των σελ. 218-224. Πριν παραθέσω το καταργημένο κείμενο, διευκρινίζω ότι πρόκειται για τον επίλογο του μυθιστορήματος και πως οι σελ. 223-224 είχαν μείνει, τυπογραφικώς ορθόδοξα, λευκές.

τον Υπουργόν των Εξωτερικών εις Αθήνας.

Εξοχώτατε, Λαμβάνω την τιμήν να αναγγείλω μετά θλίψεως εις την Υμετέραν Εξοχότητα τον θάνατον ενός Έλληνος πολίτου διαμένοντος εν Σουμά-

τρα, του Παύλου Αποστόλου. Εκτελώ εγώ το λυπηρόν αυτό καθήκον δεδομένου ότι δεν υφίσταται Ελληνικόν Προξενείον εν Σουμάτρα.


αφιερω μα/25

>wr ifri

r~y~—>* prt-r,

'

_ ”ί ^ * Ζ ,Ή ι '

_

-

Χειρόγραφο του K. Πολίτη από την «Πρώτη Ανάσταση».

Ο θάνατός τον επήλθε προ δεκαημέρου, την 13ην τρέχοντος μηνάς Φεβρουάριου. Εσφραγίσθησαν αμέσως η κατοικία του και το κατάστημά τον, χθες δε εθραύσθησαν αι σφραγί­ δες δια να γίνη η καταγραφή της περιουσίας του. Επιφυλάσσομαι να αποστείλω προσεχώς το σχε­ τικόν πρωτόκολλον. Εν τω μεταξύ αποστέλλω δι’ ιδιαιτέρου φακέλλου ένα δέμα χειρογράφων τα οποία ενρέθησαν εν τη οικία τον και τα οποία υποθέτω είναι ιδιωτικής φύσεως. Ο μεταστάς, ως ήτο γνωστόν ενταύθα, με ονόένα αντήλλασσεν αλληλογραφίαν. Ελάμβανε μόνον τακτικά ελληνικός εφημερίδας. Ως εκ τού­ τον νομίζω ότι άι λεπτομέρειαι της ενταύθα ζωής του και τον θανάτου του θα ενδιαφέρουν τους τυχόν οικείους τον. Ο Παύλος Αποστόλου αφίκετο εις Σουμάτραν προ τριετίας και πλέον, κατά τον μήνα Οκτώ­ βριον του έτους 1926. μετά της Γαλλικής Αστρο­ νομικής Αποστολής ήτις είχε σκοπόν να μελετήση την τότε γενομένην ολικήν έκκλευψιν του Ηλιου ορατήν εν τη νήσω μας. Ήτο επιστήμων πλήρης μέλλοντος, εξετιμάτο δε πολύ υπό των συναδέλφων τον. Ό ταν όμως μετά δύο μήνας ανεχώρησεν η αποστολή, δεν την ηκολούθησε. Κατά κακήν τον τύχην σννεόέθη με μιγάδα τινά της κατωτάτης υποστάθμης μετά της οποίας τελικώς και σννέζη. Ήτο γνωστή ενταύθα ως γύναιον τον ελαφρού κόσμου, άπληστος, με ‘χ αρακτήρα ελεεινόν, συ­ χνά δε εκάθητο εις το εδώλιον του κατηγορουμέ­ νου ως κλέπτρια και κλεπταποδόχος. Οι γνωρίσαντες αυτήν συμφωνούν ότι δεν είχε κανένα ιδιαίτερον θέλγητρον, εκτός ίσως από την έκφρασιν των πρασίνων οφθαλμών της. Το πρόσωπον αυτό επανήλθε τώρα εις το καταγώγιον από το οποίον την είχεν ανασύρει ο μεταστάς. Ονο­

A irlp K r-t^-T μάζεται Βιργινία Χούντερ, εκείνος όμως την απεκάλει Βίργκω, χάριν συντομίας βεβαίως. Περιττόν ν’ αναφέρω ότι η ζωή του μεταατάντος, κατόπιν της συμβιώσεως αυτής, κατήντησε πραγματική κόλασις. Ήνοιξε ένα μπαρ, υπό το όνομα «Λευκός Γάτος», του οποίου ο κυριώτερος πελάτης ήτο αυτός ο ίδιος. Ευρίσκετο διαρκώς εν καταστάσει μέθης, αλλά μέθης γλυ­ κέ ίας, η οποία, δύναμαι να το βεβαιώσω ως διοι­ κητής, ουδέποτε εγένετο αφορμή διαταράξεως της τάξεως. Εκτός του εν λόγω γυναίου και του ποτού, η τρίτη του μανία ήτο η ιππασία. Εξήρχετο τακτι­ κά καθ' εκάστην Κυριακήν εις μακρούς και μο­ νήρεις περιπάτους επί του ίππου του Σαρή. Θα εκποιηθή προσεχώς και αυτός μετά των άλλων επίπλων δια δημοπρασίας. Την μεταμεσημβρίαν της Κυριακής, 12 Φε­ βρουάριου, είόον οι κάτοικοι μ ετ’ εκπλήξεως τον ίππον του μεταστάντος να καλπάζη εν εξάψει, άνευ αναβάτου, εντός των οδών της πόλεως. Τον συνέλαβε αστυνομικός τις και τη συνοδεία γνω­ στών πολιτών αφήκαν να οδηγηθούν, υπό του εν τω μεταξύ ημερεύσαντος ίππου, έξω της πόλεως. Μετά αρκετήν περιπλάνησιν εντός του δάσους εύρον τον Αποστόλου κείμενον εκτάδην και πλέοντα εντός λίμνης αίματος το οποίον προήρχετο από χαίνουσαν πληγήν εις το μετωπικόν οστούν. Ανέπνεε ακόμη και εν ω τον ετοποθέτουν επί του φορείου ήνοιξε τους οφθαλμούς, προσέβλεψε τον ίππον του και εψιθύρισε- «Αυ­ τήν την φοράν εσώθη». Ήσαν αι τελευταίοι του ακατάληπτοι λέξεις. Περιέπεσεν αμέσως εις κυ­ ματώδη κατάστασιν και την επαύριον, παρά τας επιδαψιλευθείσας άοκνους προσπάθειας των ια­ τρών, εξεμέτρησε το ζην εις το νοσοκομείον χω­ ρίς να επανεύρη τας αισθήσεις.


26/αφιερω μα Εκφράζων και πάλιν την θλίψιν μου δια τον πρόωρον και υπό τοιαύτας τραγικός συνθήκας επισυμδάντα θάνατον του Έλληνος πολίτου, Παρακαλώ δεχθήτε, Εξοχότατε, την έκφρασιν της προς Υμάς βαθυτάτης υπολήψεως. Μετά πλείστης τιμής Ι.Βαν Λ. Διοικητής Σουμάτρας Η παρούσα ιστορία είναι αντίγραφον του χει­ ρογράφου που μου ενεπιστεύθη ένας φίλος μου του Υπουργείου των Εξωτερικών. Φυσικά, έχω αλλάξει τα ονόματα των διαφό­ ρων προσώπων ώστε να μην αναγνωρίζωνται. Επίσης έχω παραλείψει διάφορα περιστατικά εν­ τελώς οικογενειακής φύσεως. Εις την τελευταία σελίδα ήταν καρφιτσωμένο και το εξής απόσπασμα Αθηναϊκής εφημερίδος. ΕΚΛΕΚΤΟΙ ΓΑΜΟΙ Αγγέλλομεν μετά χαράς τους γόμους του γνω­ στού μεγαλεμπόρου Κυρίου Ανδρέα Κοτσωνίτη μετά της ευηγμένης και μετά πολλών χαρίτων κεκοσμημένης Δδος Βιργινίας Δροσινού. Οι νεό­ νυμφοι ανεχώρησαν εις το εξωτερικόν. ΤΕΛΟΣ Το δεύτερο στοιχείο οφείλεται σε φροντίδα του ίδιου του Πολίτη. Αρχές του 1958, λογαριάζω, οπωσδήποτε αφού μας χάρισε αντίτυπα του μό­ νου δημοσιευμένου θεατρικού του έργου (Γάιος Φλάβιος Βαλέριος Αυρηλιανός Κλαύδιος Κων­ σταντίνος, 1951), μου έδωσε πολυγραφημένο δακτυλόγραφο με την οριστική μορφή της γ' εικό­ νας της Γ' πράξης, που αντικαθιστά’το τυπωμέ­ νο κείμενο των σελ. 78-80. Παραθέτω ολόκληρο το δακτυλογραφημένο κείμενο: Εικόνα τρίτη Ν’ αλλάξει, όπως την γράφω παρακάτω, από την αρχή της σελίδας 78 ώς το τέλος της εικόνας. Φάουστα: /του κλείνει το στόμα με τα δάχτυλά της/. Σαν είμαστε οι δυο μας, να μη με λες Αυγούστα. Για σένα, είμαι πάντα η Φάουστα -θ υ ­ μάσαι;- όπως μ’ έλεγες σαν είμαστε παιδιά, τότε που γνωριστήκαμε στα Μεδιόλανα. Η αλήθεια είναι πως δεν μείναμε πολύν καιρό μαζί, μας χώ­ ρισε η γιαγιά σου, η Αυγούστα Ελένη. Από τότε ένιωθα για σένα μια μεγάλη τρυφερότητα... κάτι αλλοιότικο... /Βάζει το μπράτσο της γύρω στο λαιμό του Κρίσπου, που κάνει να τραβηχτεί./

Γιατί τραβιέσαι; Με βρίσκεις πολύ γριά; Είμα­ στε σχεδόν συνομήλικοι, δεν πέρασα τα τριάντα. Κρίσπος./κάνει να σηκωθεί./ Πρέπει να πηγαί­ νω... Φάουστα. Φάουστα./Συγκρατώντας τον, με το μπράτσο πάντα γύρω στο λαιμό του./ Α, τι γλυκά που τά­ πες τ’ όνομά μου... Δές τόνε πώς κοκκίνησε! Σαν τότε, στα μικράτα μας, που σε φιλούσα -ξέρεις, γι’ αυτό, θαρρώ, μας χώρισε η γιαγιά σου. Μα τώρα, ούτ’ εκείνη δεν μπορεί νάχει αντίρηση. Εί­ μαι μητριά σου, σχεδόν μητέρα σου... μπορώ να σου δώσω την ευλογία μου... /Του τραβάει το κε­ φάλι και κολλάει τα χείλια της πάνω στα δικά του./ Κρίσπος.ΙΤινάζεται όρθιος./ Αυγούστα! Φάουστα. /Σηκώνεται, πηγαίνει κοντά του./ Κρίσπο, μήνες τώρα, τίποτε δεν κατάλαβες; κρατιό­ μουνα; κι εγώ δεν ξέρω. Μα τώρα με λαμπάδια­ σε η φλόγα μου... Κρίσπος. Και τώρα δεν τολμάω να καταλάβω. Φάουστα. Μη λες ψέμματα! Μ’ απόφευγες, χα­ μήλωνες τα μάτια, ίσως να με ποθούσες κιόλας... Κρίσπος. Μάρτυράς μου ο Δίας! Φάουστα. Μάρτυράς μου η θεά Ίσιδα, πως τί­ ποτε δεν θα με σταματήση. Αν ο πατέρας σου λέει να σε κρατήση εδώ, είναι από δική μου ενέργεια... δε θέλω, δε μπορώ να ξέρω πως θα φύγεις. Νομίζεις πως δεν βασανίστηκα; Σκότω­ να τις αισθήσεις μου σε άλλη αγκαλιά για να σε βγάλω απ’ το κορμί μου, από τη σάρκα μου που δεν σε γνώρισε, κι όμως σε νιώθει μέσα στην υφή της -να, κοίτα το μπράτσο μου πλάι στο δικό σου, κοίτα πώς λαχταρούν οι σάρκες μας να σμί­ ξουν, ω! δαίμονα! έρωτά μου! ο πόθος μου χο­ ρεύει μεσ’ το αίμα μου... Κρίσπος. Σαλώμη! Φάουστα. Να λύνω τη ζώνη μου... είμαι δική σου... Κρίσπος.ΓΤχ] σπρώχνει. Ό σο μιλάει πισωδρομίζει προς το μέρος της κρυφής πόρτας./ Αυγού­ στα!... Φρίκη! Είσαι μια... ω αν δε σεβόμουνα τον πατέρα μου, θα στόλεγα κατάμουτρα τι εί­ σαι! Με πνίγει εδώ μέσα η μπόχα που αναδίνει το μυρωμένο σου κορμί... Παληογυναίκα! Φάουστα. Κρίσπο! Ο έρωτάς μου έχει παρέα το θάνατο... Κρίσπος. Ω, αν δεν λυπόμουνα τον πατέρα μου, θα του τάλεγα όλα...


αφιερω μα/27 Φάουστα./αναστηλώνει το κορμί της/. Α, έτσι; Εμπρός! είμαι περίεργη να δω ποιον από τους δυο μας θα πιστέψει. Κρίσπος./φωνάζει βραχνά:/ Πατέρα!... Μα όχι, καλύτερα τη γλώσσα μου να κόψω. Μαινάδα! Οχιά! Μόλυσμα του θρόνου! Φάουστα. /Ψυχρά, σφυριχτά:/ Ω, φθάσαμε στα μεγάλα λόγια... όπως όλοι οι αδύνατοι και οι κουτοί. Κουτός που είσαι! τι κουτός! -και, ξέ­ ρεις, δε μ’ αρέσουνε καθόλου οι κουτοί... /Πισωδρομιάζει προς την αριστερή πόρτα. Πριν βγη, κοιτάζοντάς τον με φασαμαίν:/ Να μου το θυμά­ σαι αυτό, Καίσαρα Κρίσπο./ Βγαίνει. /Ανοίγει αθόρυβα η κρυφή πόρτα πίσω από τον Κρίσπο, και στο άνοιγμα παρουσιάζεται η Ελένη/ Ελένη./σιγανά/ Κρίσπο... Κρίσπος./ Πνιγμένα, ξαφνιασμένος./ Α, γιαγιά! Ελένη./Βάζοντας το δάχτυλο στα χείλια./ Σσσσ... Τάκουσα όλα. Κατάπιε το φαρμάκι -εγώ κατά­ πια πολλά. Σιωπή... σιωπή... αν το μάθει ο πα­ τέρας σου, μπορεί να πάθει καμμιά συμφόρηση. Τ’ άκουσα όλα... Μη φοβάσαι, γιε μου, μη νιάζεσαι, αγόρι μου, εγώ είμ’ εδώ να σε φυλάω, η γιαγιά σου που σε μοσχονάθρεψα. Και μην την ακούς πως δεν είν’ ακόμα τριαντάρα, η σουλουδιασμένη. Έκλεισε τα τριανταέξι και πάει στα τριάντα-εφτά... Έ λ’ από δω, ξέρω τα κατατόπια, όλα τα κρυφά περάσματα του παλατιού, απ’ τον καιρό, πριν χρόνια, που μας κρατούσ’ εδώ, σαν όμηρους, τον πατέρα σου κι εμένα, ο -α ς τον πω συγχωρεμένο- Αύγουστος Γαλέριος... Πρό­ σεχε, είναι μια στριφτή σκαλίτσα.../βγαίνουν από την κρυφή πόρτα/.

ΑΥΛΑΙΑ

Ίσως οφελήσει να υπενθυμίσω μια λεπτομέρεια εν μέρει ιδιωτική. Γράφοντας το έργο αυτό, με μηδαμινές ελπίδες να το ιδεί ανεβασμένο, ο Πο­ λίτης έκανε πολλαπλά το κέφι του: όχι μόνο ξα­ νάγραφε την Φαύστα του Βερναρδάκη, αλλά φανταζόταν διαρκώς (καθώς μου εμπιστεύτηκε) στον ρόλο της Φάουστας την Μελίνα Μερκούρη. Μήπως ήρθε πια η ώρα κάποιο από τα κρατικά μας θέατρα να τιμήσει, δοκιμαστικά, την μνήμη του Κοσμά Πολίτη; · Αθήνα, 11 Μαρτίου 1985


28/αφιερω μα

Τάσος Κόρφης

Η επιστροφή ενός κοσμοπολίτη Στο αρχείο τον Στρατή Δούκα, πον πριν από αρκετά χρόνια τακτοποίησα, βρήκα κι ένα χειρόγραφο αντίγραφο τον από τη νονβέλα «Κορομηλιά» τον Κοσμά Πολί­ τη. Καλογραμμένο και πεντακάθαρο, δεμένο με μια γαλάζια κορδέλα, έδειχνε όλη τη στοργή πον ο πρεσβύτης των γραμμάτων μας είχε για τα απλά, πάντοτε ακριβο­ πληρωμένα, κείμενα, πον με τη δύναμή τονς -θνσιάζοντας ώς και τα τελενταία σπαράγματα τον Εγώ- σνμπλέονν τα φορτία της πολύχρονης ανθρώπινης περιπέ­ τειας για γνώση με την παρθενικότητα των παιδιών. Και που ησνχασμένη πια η ψυχή του καλλιτέχνη, όπως εύστοχα σημειώνει στα «Γράμματα σε νέο φίλο μου», από τη φαγούρα και το άναμμα της πληγής της, είναι σε θέση ν’ ακούει τόσο καθαρά τη φύση της και να την εκφράζει τόσο ανεμπόδι­ στα, ώστε να συλλαβαίνει, με κάποιο δικό της μυστικό, ολοκληρωτικά, σίγουρα και με μια αξιοθαύμαστη ευκολία, τα πιο πολύπλοκα συμ­ περάσματα, κρύβοντας κάτω από μια απλοϊκή αφέλεια, τους πιο απόκρυφους θησαυρούς της έκφρασης.

Το θέαμα της γης από ψηλά, γράφει στην Εκά­ τη, σ. 220, η ενατένιση του κόσμου της δημιουρ­ γίας -πότε θολή, πότε με μια διαύγεια που απο­ κάλυπτε κάθε κρυφή πτυχή- όλα διυλιζόντουσαν περνώντας από το ψυχικό όραμα της Έρσης. Δεν ήτανε μια μέθη. Το μαθηματικό και ρεαλι­ στικό μυαλό του το καταλάβαινε για ουτοπία, μια ουτοπία όμως πιο δυνατή από τη λογική -μό­ νιμη, απαράλλακτη, απίθανη όπως το προαιώνιο φως.

Αυτή την πορεία της ανθρώπινης ύπαρξης από την ησυχία της φυσικής διάθεσης στους λαβύριν­ θους της γνώσης σε κοινωνικά πλαίσια -την πε­ ριπέτεια της ζωής για μια επαλήθευση- θα τη συναντήσουμε σε όλα, σχεδόν, τα μυθιστορήμα­ τα του Κοσμά Πολίτη, από το Λεμονόδασος ώς το Γυρί, όσο κι αν στο τελευταίό, ζητώντας κά­ ποια ζεστασιά στους φτωχούς ανθρώπους, προ­ σεγγίζει πιο άμεσα την πραγματικότητα της επο­ χής του. Έναν κόσμο, δηλαδή, βασισμένο πε­ ρισσότερο στο ένστικτο παρά στον ορθολογισμό, που προσπαθεί με χίλιους τρόπους να επιβιώσει πέρα από την «κάστα» των δυνατών -και στο βάθος αδύνατων- μεγαλοαστών των προηγούμε­ νων έργων του με τις έντονες και περίπλοκες ερωτικές ιστορίες και την αθεράπευτη ανία. Αδιέξοδα που τυραννούν και τον ίδιο το συγ­ γραφέα όπως, συμπορευόμενος με τους ήρωές του και αναλύοντάς τους σε βάθος, νιώθει σε κά­ θε βήμα να πυκνώνεται περισσότερο το σκοτάδι και σε κάθε φυγή να ακολουθείται από τις απα­ τηλές εκλάμψεις του ανικανοποίητου.

Εάν, όμως, το Γυρί, που δημοσιεύτηκε εφτά χρόνια ύστερα από την Ερόικα σημαδεύει την αρχή της επιστροφής, ενός αμφισβητία κοσμοπο­ λίτη συγγραφέα από το αστικό μυθιστόρημα σε λαϊκότερα πρότυπα, εκεί που η πρόθεσή του εδραιώνεται είναι στη νουβέλα Κορομηλιά1 και στο μυθιστόρημα Στου Χατζηφράγκου. Γιατί δεν είναι μόνο ο ψυχισμός των ηρώων και το περι­ βάλλον που μεταβάλλονται σ’ αυτά τα κείμενα αλλά, παράλληλα, η γλώσσα και το ύφος· που, πέρα από το γλυκερό συναισθηματισμό του Λ ε­ μονοδάσους, τον κάποιο εγκεφαλισμό της Εκά­ της και το δραματικό τόνο της Ερόικας -με τις συνεχείς διαψεύσεις των εφήβων- αγγίζουν τα όρια του χρονικού. Ώριμος πια τεχνίτης ο Κο­ σμάς Πολίτης, κουρασμένος από τις μακρινές αλλά άκαρπες οδοιπορίες κι ενδοσκοπήσεις του στις ψυχές των ανθρώπων της τάξης του, ζητάει, ξαναγυρίζοντας στις ρίζές, να μας μιλήσει απλά και καίρια. Αλλά, παίρνοντας τα πράγματα με τη σειρά, ας δούμε πρώτα τα κοινά σημεία των δύο αυτών κειμένων κι ύστερα τα ίδια τα κείμενα:


αφιερω μα/29

α. Κοινά σημεία 1. Χρόνος: Ο χρόνος της δράσης τοποθετείται στο τέλος του προηγουμένου και στις αρχές του αιώνα μας, τότε που η ζωή κυλούσε πιο φυσική και πιο αμέριμνη στην εξοχή αλλά και στις μεγά­ λες πόλεις. Ο καθορισμός του γίνεται ευκαιρια­ κά. Στην Κορομηλιά με το μονόφραγκο του 1882, που ο κύριος Μάνθος δίνει στον αφηγητή, δωρο­ δοκώντας τη σιωπή του για το βιασμό της Λενιώς και Στου Xατζηφράγκου με τη μνημόνευση του θανάτου της Βικτωρίας της Αγγλίας και εθνικών γεγονότων της εποχής. 2. Χώρος: Σ’ ένα χωριατόσπιτο της εξοχής στην Κορομηλιά που ο αφηγητής θεωρεί ακόμα τώρα σα δικό του σπίτι και που θα μείνει τέτοιο μέσα στην καρδιά του ως την τελευταία του στιγ­ μή εδώ κάτω1 και στη λαϊκή γειτονιά «Χατζηφράγκου» της Σμύρνης -με τα φτωχόσπιτα, το Αλάνι και τους τύπους της- όπου οι Ρωμιοί και μια οικογένεια Εβραίων ζουν ευτυχισμένοι και ανενόχλητοι από τους Τούρκους. 3. Τα παιδικά χρόνια: Και στα δύο έργα -χω ­ ρίς να λείπει ο κόσμος των μεγάλων- οι αφηγη­ τές ξαναγυρίζουν με νοσταλγία στα παιδικά τους χρόνια, σε άσπιλες ώρες, θαρρείς επίτηδες φτιαγμένες για τα μάτια των παιδιών μονάχα και για τα ζούδια του Θεού.3 4. Ο ρυθμός της αφήγησης: Ο αργός ρυθμός της ζωής επιδρά και στο ρυθμό της αφήγησης, που χαρακτηριστικά τονίζει τη μακαριότητα μιας εποχής που ο γιούμπασης κι ο παπάς φου­ μάρανε το ναργιλέ τους καθισμένοι πλάι πλάι (Στου Χατζηφράγκου) και η διαμονή στην εξοχή με την παρθενικότητά της υπέβαλλε στους αν­ θρώπους ν’ ανακαλύπτουν σε κάθε τι κάποιο μυ-

στήριο, μια γοητεία, κάποια κρυφή τους συλλογή (Κορομηλιά). 5. Η συνύπαρξη πραγματικού-φανταστικού: Αρκετές φορές, ιδιαίτερα στο μυθιστόρημα Στου Χατζηφράγκου, το πραγματικό συνυπάρχει με το φανταστικό σε μιαν αξεδιάλυτη ενότητα. Η ιστορία και το παραμύθι ταυτίζονται διευκολύ­ νοντας την απελευθέρωση από τη φαινομενική πραγματικότητα και την προσέγγιση των μυστι­ κών κόσμων του υποσυνειδήτου. Ο λόγος του Πολίτη αποκτάει τη σοφή απλοϊκότητα των λαϊ­ κών κειμένων με μια γλώσσα αστόλιστη, απο­ φορτισμένη από κάθε λόγιο στοιχείο, ή, ακόμα, ιδιωματική και με μικρές προτάσεις: καίριες πι­ νελιές που συλλαμβάνουν την ουσία. 6. Το τραγικό στοιχείο: Τα παιδιά και οι απλοί άνθρωποι του λαού, πιστεύει ο συγγρα­ φέας, μπορούν με την αθώα ματιά και την αγνή ■ψυχή τους να νιώσουν και να εκφράσουν πιο πειστικά το τραγικό αίσθημα. Η αμέριμνη ζωή του Γιαννάκη κοντά στο Λενιώ στην Κορομηλιά, η γεμάτη από την άυλη και απόκοσμη επιθυμία να βρίσκεται κοντά της, διακόπτεται από το βια­ σμό και την αυτοκτονία της -η σκηνή του σκοτω­ μένου από τη νεροποντή σκύλου, που προηγεί­ ται, είναι ένα πολύ επιτυχημένο εύρημα. Η ευτυ­ χισμένη γειτονιά «Χατζηφράγκου» συγκλονίζε­ ται από μια σειρά ιδιωτικών καταστροφών, ύστερα από το κεφάλαιο «Πάροδος», όπου, ευ­ καιριακά και φευγαλέα -αλλά λιτά και χωρίς πάθος- αφηγείται ένα από τα παιδιά του Αλα­ νιού, το χαμό της Σμύρνης. Και πίσω από αυτές τις καταστροφές -τις ατομικές και τις ομαδικέςβρίσκεται, συνήθως, η δύναμη, η εξουσία που αρπάζει και γκρεμίζει και δεν πονάει τους αν­ θρώπους και τον τόπο.4


30/αφιερω μα 6. Η Κορομηλιά Στην Κορομηλιά κορυφώνεται το παγανιστικό στοιχείο, που κυριαρχεί με διάφορες μορφές σε όλα σχεδόν τα έργα του Κοσμά Πολίτη. Μέσα σε μια πλούσια φύση που η έκταση, το φως, η πρα­ σινάδα, η μυρουδιά της γης, οι παλμώσεις του αέρα, εντυπωσιάζουν και, παράλληλα, φοβί­ ζουν, ένα παιδί, δέκα χρόνων, μεγαλώνει κοντά στο Θεό, μακριά από περιορισμούς και νόμους. Η πολυσύνθετη ζωή της πόλης γίνεται εδώ απλή. Υπάρχουν τ’ αγριοπερίστερα -ο ι δεκοχτούρεςπου ξαγρυπνάνε στη φυλλωσιά κάποιου κυπα­ ρισσιού, επιμένοντας πως τα ψωμιά είναι σωστά: δεκαοχτώ, η ξέθωρη πανσέληνος που κατεβαίνει πίσω από το σύδεντρο και τον προφήτη Ηλία και στέκεται σαν Άγγελος Κυρίου πάνω από την καταχνιά, το γέρικο μαντρόσκυλο, ο Μούρτζος και, προπάντων, το Λενιώ, με τα τραχιά μαλλιά και την οσμή του σταύλου-η ίδια η φύση προσωποποιημένη- που ακούει τις ψιθυριστές ομι­ λίες από κάθε φυλλαράκι και πιστεύει πως τα κορίτσια προικίζονται με τα κυπαρίσσια, που φυτεύουν οι γονείς τους όταν γεννιούνται. Ένας έρωτας, γεμάτος συντροφικότητα και κρυφό πάθος, αναπτύσσεται με την ομορφιά και την απλότητα του φυσικού, ανάμεσα στο δεκά­ χρονο αγόρι -που κυριαρχείται από έναν υποΣχέόιο τον Λ. Χρηοτάκη για την «Κορομηλιά»

λανθάνοντα αλλά έντονο αισθησιασμό- και στο μεγαλύτερό του κορίτσι. Κοιμόμουνα, γράφει,5 μονοκόμματα ώς το πρωί, πάνω στο ίδιο πλευρό. Τη νύχτα εκείνη, ωστόσο, κάτι με ξύπνησε και άνοιξα τα μάτια μου. Το καντήλι άναβε ακόμη. Μα κι ο διάδρο­ μος μπροστά στην κάμαρά μου έφεγγε από μια λευκή ανταύγεια -όπως ν’ αντιφωτούσε πάνω εκεί μια λαμπερή επιφάνεια. Ο Μούρτζος γαύγι­ ζε, όχι αγριεμένα, ένα γαύγισμα σα νά ’τανε φω­ νή ανθρώπου, γεμάτο νοσταλγία, πώς να στο εξηγήσω, κάτι σαν αίτημα ή σαν επίκληση, ένα ερώτημα στο άγνωστο -μια προσευχή; Μπορεί γι’ αυτό να μη φοβήθηκα. Ούτε ακόμα και τις αγελάδες που κάθε τόσο αναστέναζαν μ ’ ένα μουγκρητό... Τα κοκόρια αποκρίνονταν το ένα στ’ άλλο. Δεν ήταν όμως τούτες οι φωνές που με κάνανε να σηκωθώ από το κρεβάτι. Κάτι παλλόταν έξω στα χωράφια, πάνω στα κλήματα, στις φυλλω­ σιές, κάτι αναδευόταν στον αέρα και στον ουρα­ νό. Σα να σάλευε το γρασίδι, το τριφύλλι ανάσαινε -τα μολοχάνθια, τα γεράνια, οι κρίνοι, τεντώναν τα κορμάκια τους και τις ψυχές τους κι έβγαινε από κάθε φυλλαράκι μια ψιθυριστή ομι­ λία σαν αυτές που άκουγε το Λενιώ. Τά ’βλεπα όλα, τά ’κουγα, μ ’ όλο που το παράθυρο ήτανε κλειστό και τρόγυρα οι τοίχοι. Το φιτίλι τσιτσίρισε μες στο καντήλι κι έσβησε. Με μιας ένιωσα να κρυώνουνε τα πόδια μου πά­ νω στις πλάκες. Έτρεξα στο διάδρομο κι από κει στην καμαρούλα του Λενιού. Θαμπώθηκα. Μια φωτερή αχλύ μπροστά μου και μέσα στο γαλάζιο φως τ’ ολόλευκο κρεβάτι λουλάκιαζε μετέωρα σα να μην άγγιζε τη γης. Σε λίγο, όμως, θά ’ρθει η εξουσία, οι «αφέν­ τες», για να διαλύσουν αυτή την απέραντη ομορ­ φιά του φυσικού, την υποταγμένη στην αρμονία του θείου. Ο Γιαννάκης θα σμίξει με την οικογέ­ νεια του γαιοκτήμονα, του κυρίου Μάνθου, τη γυναίκα και τις κόρες του: την Άρτεμη και την Αφροδίτη, που παραθερίζουν στον κούλα τους, γοητευμένος από τα γλυκά και τα παιχνίδια, τα ευγενικά λόγια και την κρυμμένη προσποίηση και, προπάντων, τη μητρική, φροϋδικής βάσης, έλξη του προς την Άρτεμη, που φτάνει στο από­ λυτο. Ό λα τα φυσικά, τα απλά και ανίδεα πράγμα­ τα της εξοχής θα ταλαιπωρηθούν από τον εγωι­ σμό και την κατακτητικότητα των ανθρώπων της πόλης. Τα λουλούδια θ’ αποκεφαλιστούν με καμουτσικιές, τ’ αμπέλια θα ρημαχτούν, τα σκιάχτρα για τα πουλιά θα πυροβοληθούν και, τέλος, το Λενιώ θα βιαστεί από τον κύριο Μάνθο για ν’ αυτοκτονήσει σε λίγο. Η φυσική τάξη, με τη συ­ νύπαρξη ονείρου-πραγματικότητας θ’ ανατρα­ πεί. Ο Γιαννάκης θα εκδιωχθεί από τον παρά­ δεισό του επιστρέφοντας, λυπημένος, στο πατρι-


αφιερωμα/31 κό του σπίτι. Μια επιστροφή με πολλές απαισιό­ δοξες προεκτάσεις κι ένα μοναδικό παρήγορο σημάδι: τη γέννηση ενός νέου ανθρώπου. 'Ισως, ποιος ξέρει, αυτό το παιδί που εκείνος το θέλει κορίτσι -μια συνέχεια της Λενιώς;- μπορέσει να ζήσει σ’ έναν φυσικότερο κόσμο.

γ. Στου Χ ατζή φράγκου Ο σπόρος του απλού λόγου, που πέταξε τα πρώ­ τα του πράσινα φύλλα στην Κορομηλιά, θα καρ­ ποφορήσει στο μυθιστόρημα Στον Χατζηφράγκου γραμμένο στα σαραντάχρονα του χαμού της Σμύρνης, με άφθονα αυτοβιογραφικά στοιχεία, ένα βιβλίο που συνδυάζει την ανεπιτήδευτη γρα­ φή του χρονικού με την ικανότητα της αναγωγής και ανασύνδεσης των συμβάντων και της μυθο­ πλασίας του πολύπειρου πια τεχνίτη Κοσμά Πο­ λίτη. Οι προσωπικές ανησυχίες ενός παιδιού μέ­ σα στη φύση -από την ευδαιμονία ώς το αδιέξο­ δο- παραχωρούν τη θέση τους στις ομαδικές πε­ ριπέτειες μιας παιδικής συντροφιάς, που μεγα­ λώνει στη φτωχογειτονιά του «Χατζηφράγκου», μακριά από τους «καθωσπρέπει» δρόμους και τα «αριστοκρατικά» σχολεία των μεγαλοαστών.6 Το εγώ της Κορομηλιάς παραμερίζεται από τα εμείς, και η ξέγνοιαστη ζωή της εξοχής από την αναβίωση -με στοιχεία πραγματικά αλλά και φανταστικά- μιας εποχής και μιας κοινωνίας που οι διαφορές των χαρακτήρων των απλών αν­ θρώπων της, με τις κατακόρυφες εξάρσεις και πτώσεις, τις κρυφές επιθυμίες και τις διαψεύ­ σεις, τον αγώνα για την ύπαρξη και τον καημό για την ελευθερία, συνθέτουν μιαν αρμονία, μια μυστική τάξη, κυβερνημένη, όπως στη φύση, από το τυχαίο. Η ιδιαιτερότητα του συγγραφέα μπορεί εύκο­ λα να εντοπιστεί και σ’ αυτό το μυθιστόρημα και, μάλιστα, πιο ευδιάκριτα, μιας και η λιτότη­ τα του ύφους επιτρέπει την ουσιαστικότερη προ­ βολή της. Υπάρχει κι εδώ ο θαυμασμός του για την αθωότητα των παιδιών -την τρυφερότητα αλλά και τη σκληράδα τους- ο παγανισμός που υπο­ βόσκει κάτω από το φανερό ή, συνήθως, κρυμμέ­ νο αισθησιασμό και την κάποτε αναρχική διάθε­ ση, η μυθοποίηση του πραγματικού, με πρόθεση τη βαθύτερη διερεύνηση του υποσυνειδήτου των ηρώων πέρα από τα φαινόμενα λογικά σχήματα, ο εξανθρωπισμός των καταστάσεων, ο φανατι­ σμός των μαζών -από ενδογενή ή εξωτερικά αί­ τια - και το μίσος του για την εξουσία που εμπο­ δίζει τη διαφώτιση τον ανθρώπον, την ανακού­ φιση τον πόνον, το δίκιο τον φτωχού, και εκτρέ­ πει, με τη διέγερση των ενστίκτων, την αθώα αν­ θρώπινη φύση σε πολέμους και καταστροφές.

Η αφήγηση τραβάει στο τέλος της, γράφει Στον Χατζηφράγκον, σ. 294. Αλήθεια, κρίμας, εδώ μέσα δεν περίσσεψε χώρος για όσια και ιε­ ρά, για τάφονς και για κλέη προγόνων, για ένδο­ ξα πεδία μάχης - ή για κίονες ιωνικούς, παλαίστρες και αμφιθέατρα, για βνζαντινές εικόνες αμύθητης αξίας, για κώδικες, χρνσόβονλλα και αρτοφόρια και αδαμαντοκόλλητες μίτρες και πα­ τερίτσες. Δεν απόμεινε θέση για όλ’ αντά: φαίνε­ ται πως από τότε κιόλας, πριν εξήντα χρόνια, οι καθημερινοί άνθρωποι, με τις καθημερινές έγνιες και τις μικροχαρές τονς, με τις αντιλήψεις τονς, ακόμα και με τα παραστρατήματα και με τ’ ανόητα καμώματά τονς, είχαν αρχίσει, από τη δύναμη και μόνο των πραγμάτων, να διεκόικούνε την πρώτη θέση και να παραμερίζονν τις πα­ ραδεγμένες σνμβατικές αξίες μέσα στη μνήμη πον ιστορεί. Και μάλιστα, σαν άνθρωποι ανεπιτήδεντοι, αφήνονν να βγαίνει ελεύθερο το δρα­ ματικό στοιχείο, αρτνσμένο και με κάποια ειρω­ νεία, δίχως να τα κωμικοποιούν οι καθιερωμένες μεγαλορρημοσύνες. Φνσικά, νπάρχονν και θεα­ τές, ας πούμε, πον δεν καταλαβαίνονν τίποτα, αν δεν συνοδεύεται από φονσκωμένα λόγια.*1

Σημειώσεις: 1. Και ίσως και σε μερικά άλλα, ασθενέστερα διηγήματα της συλλογής «Κορομηλιά». «Κορομηλιά» σελ. 14 και 15. «Κορομηλιά», σελ. 15. Βλέπε «Στον Χατζηφράγκου», σελ. 179. «Κορομηλιά», σελ. 23. Ο Κοσμάς Πολίτης σε μια συνέντευξή τον στον καθηγητή Γ.Π. Σαββίδη, που με τον τίτλο «Μια συνομιλία με το συγ­ γραφέα» χρησιμοποιήθηκε στον πρόλογο τον «Στον Χατζη­ φράγκου» είπε χαρακτηριστικά: «όμως, δυστυχώς, κι επιμέ­ νω σ’ αυτό το «δυστυχώς» -δεν έμενα στο Αλάνι του Χα­ τζηφράγκου. Το πατρικό μου σπίτι ήταν σε «καθωσπρέπει» δρόμο. Γνώρισα όμως καλά, παιδί, του Χατζηφράγκου. Ήμασταν μια παρέα, μάστιγα της γειτονιάς μας, που πη­ γαίναμε να ξεδώσουμε στο Αλάνι. Τα παιδιά του Αλανιού, μ’ όλο που εκείνον δεν πήγαιναν στο δικό μας «αριστοκρατι­ κό» σχολείο, μας δέχονταν δίχως επιφύλαξη στη συντροφιά

2. 3. 4. 5. 6.


32/αφιερωμα

Peter Mackridge

Η κοινωνική συνείδηση στο Τ έρ μ α του Κοσμά Πολίτη Το 1972, όταν ήταν 84 χρονών, ο Κοσμάς Πολίτης άρχισε να γράφει το έκτο του μυθιστόρημα, που το τιτλοφόρησε: Τέρμα. Πέθανε πριν προφτάσει να το ολοκλη­ ρώσει, αλλά το κείμενο που σώζεται (τα δυο τρίτα περίπου του συνόλου) βρίσκεται ολοφάνερα στην οριστική του μορφή.1 Ό πω ς θα περιμέναμε, το Τέρμα είναι ένα εξαι­ ρετικά ώριμο έργο· αυτό όμως που μας εκπλήττει περισσότερο είναι η νεανικότητα που ακτινοβο­ λεί. Γιατί εδώ ο Πολίτης εξιστορεί την ωρίμανση μιας νέας γυναίκας, της δεκαοχτάχρονης Σόφης, και τις πρώτες, διατακτικές ερωτικές εμπειρίες της. Πέρα από αυτό όμως, στο Τέρμα ο Πολίτης καταπιάνεται και πάλι μ’ ένα θέμα που είναι από τα πιο κεντρικά της πεζογραφίας του: τη φυγή του ατόμου από την οικογένεια. Η οικογέ­ νεια φαίνεται ν’ αντιπροσωπεύει για τον Πολίτη την καταπίεση της κοινωνίας από την οποία ο ελεύθερος και αυτοσυνείδητος άνθρωπος θέλει να ξεφύγει. Αλλά ενώ σε άλλα βιβλία του το άτομο τραβάει το δρόμο του μονάχο στο Τέρμα δραπετεύει από την οικογένεια για να ενταχθεί και να κοινωνικοποιηθεί σε μια άλλη κοινωνική τάξη. Πριν προχωρήσουμε, όμως, πρέπει να διευκρι­ νίσουμε πού και πότε γίνονται τα συμβάντα που αποτελούν την πλοκή στο Τέρμα -δηλαδή το πε­ ριβάλλον και την εποχή. Η επαρχιακή πόλη στην οποία μένει η οικογέ­ νεια της Σόφης δεν μπορεί να εντοπιστεί σε κα­ μιά πραγματική περιοχή του κόσμου, όπως και στην Eroica (αντίθετα, στο μυθιστόρημα Στον Χατζή φράγκου, μ’ όλο που η πόλη δεν ονομάζε­ ται, η -επίμονη, θα έλεγα- παρουσία πολλών το­ πωνυμιών, πέρα από τον ίδιο τον τίτλο, δεν αφήνει καμιά αμφιβολία πως ο συγγραφέας εμπνέεται από τη Σμύρνη). Στο Τέρμα αναφέρονται μόνο η προκυμαία, η Οδός Ευρώπης με τα εμπορικά της (πρβ. την Οδό Αλόης και την Οδό Αρμοδίου στην Eroica), η ενορία της Αγίας Ευ­ φημίας, και, έξω από την πόλη, το Πετρονήσι και τα Δίδυμα. Το τελευταίο όνομα θυμίζει τα

Δυο Αδέλφια, δίκορφο βουνό στα δυτικά της Σμύρνης, το οποίο ονομάζεται στο μυθιστόρημα Στον Χατζηφράγκον. Στο Τέρμα υπάρχουν ορισμένες χρονολογικές και ημερολογιακές ενδείξεις που μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι τα κύρια συμβάντα γίνονται γύρω στα 1907-1908, από το Σεπτέμβριο έως τον Ιούνιο του άλλου χρόνου. Τα συγκεκριμένα όμως χρόνια δεν προσδιορίζονται, και οι χρονο­ λογικές ενδείξεις δεν αντιστοιχούν σε κανένα πραγματικό έτος. Ό πω ς λοιπόν η δράση της Eroica τοποθετείται σ’ ένα φανταστικό έτος, κά­ που ανάμεσα στα 1905 και 1910, έτσι κι εδώ τα χρόνια στα οποία αναπτύσσεται η δράση είναι φανταστικά. Στο Τέρμα η πόλη δεν μπορεί να είναι καθαυ­ τή η Σμύρνη, αφού (αντίθετα με το Στον Χατζηφράγκου) δεν υπάρχει τουρκικός πληθυσμός ού­ τε τουρκικές αρχές: μάλιστα, ο γραμματέας της Νομαρχίας και ο ενωμοτάρχης του χωριού είναι φανερά Έλληνες. Έτσι συμπεραίνουμε ότι, όπως και η Eroica, το Τέρμα τοποθετείται σε μια φανταστική πόλη που μοιάζει όμως εν πολλοίς με τη Σμύρνη και την Πάτρα, όπου ο Πολίτης είχε περάσει οχτώ χρόνια της τραπεζιτικής του σταδιοδρομίας, όπου έγραψε την Eroica, κι όπου εμπνεύστηκε τις καταστάσεις που χρησιμοποίησε στο Τυρί. Τώρα που διαπιστώσαμε ότι η πόλη του Τέρ­ ματος έχει στοιχεία παρμένα από τη Σμύρνη κι από την Πάτρα, και η δράση τοποθετείται γύρω στα 1907-1908, μπορούμε να εξετάσουμε την κοι­ νωνική συνείδηση του αφηγητή και των προσώ­ πων του μυθιστορήματος. Ενώ σε άλλα μυθιστορήματα του Πολίτη ο αφηγητής είναι και πρόσωπο με δράση στην


αφιερωμα/33 ιστορία που αφηγείται (π.χ. ο Παύλος Αποστό­ λου στο Λεμονοδάσος κι ο Παρασκευάς Κοδράτος στην Eroica), στο Τέρμα η αφήγηση δε φαί­ νεται να οφείλεται σε κανένα πρόσωπο. Εξάλ­ λου, λείπουν από το Τέρμα το λαϊκό ύφος2 και τα άφθονα ηθογραφικά στοιχεία που χαρακτηρί­ ζουν το Στον Χατζή φράγκου. Ό πω ς στο Τυρί και Στον Χατζηφράγκου (αντίθετα με τη μονό­ πλευρη αφηγηματική προοπτική του Λεμονοδά­ σους) διαπιστώνουμε στο Τέρμα μια προοπτική «πολυεστιακή», καθώς ο αφηγητής -και ο ανα­ γνώστης- εισέρχονται στη συνείδηση πολλών προσώπων, κι έτσι δημιουργείται μια πολυεδρι­ κή εικόνα των καταστάσεων που αποτελούν την πλοκή. Τα κεντρικά πρόσωπα στο Τέρμα είναι η νεα­ ρή Σόφη και η μητέρα της, η κυρία Ελένη. Ου­ σιαστικά το μυθιστόρημα αυτό αποτελείται από δυο παράλληλες (ή μάλλον αποκλίνουσες) ιστο­ ρίες: της Σόφης και της κυρίας Ελένης. Η οικο­ γένεια της Σόφης και οι σχέσεις της με τους άλ­ λους μοιάζουν σε πολλά σημεία με την οικογέ­ νεια του ίδιου του Πολίτη, αλλά και με τα πρό­ σωπα σε άλλα έργα του. Ό πω ς η Σόφη έχει έναν αδερφό (τον Πέλο3) δεκαέξι χρόνια μικρότερο της, έτσι κι ο Πολίτης -και ο Σταυράκης Στον Χατζηφράγκου- ήταν 18 χρόνια μικρότεροι από την αδερφή τους. Ό πω ς η μητέρα του Πολίτη πέθανε όταν αυτός ήταν 12 χρονών, έτσι η μητέ­ ρα της Σόφης εγκαταλείπει την οικογένειά της για να πάει κοντά στον Στέφανο (ο οποίος είναι ορφανός από μητέρα, όπως είναι κι ο Λοΐζος στην Eroica). Ο θείος της Σόφης είναι ένας άγα­ μος «ρέμπελος» που συναναστρέφεται με ψαρά­ δες και λαθρέμπορους, ενώ οι θείοι του Αλέκου {Eroica) και του Αρίστου (Στον Χατζηφράγκου) είναι εργένηδες που ασκούν το επάγγελμα του δύτη. Ο Αλέκος της Eroica μιμείται τον άλλο θείο του, τον Ανδρόνικο, ενώ η Σόφη θα βρει τον αληθινό της εαυτό μαζί με τους ανθρώπους της παρέας του μπαρμπα-Κωστή. Για πρώτη φορά στο Τέρμα ο Πολίτης δε μας παρουσιάζει τα γυναικεία πρόσωπά του μόνο μέσα από τη συνείδηση των αντρών που τα ερω­ τεύονται: αντίθετα, ένα μεγάλο μέρος της δρά­ σης μάς διοχετεύεται μέσα από τη συνείδηση της Σόφης και της κυρίας Ελένης, που παύουν να εί­ ναι οι «αιώνιες γυναίκες» στις οποίες, μας έχει συνηθίσει ο Πολίτης. Ειδικά η Σόφη είναι πολύ πιο δραστήρια από τους άλλους γυναικείους τύ­ πους του Πολίτη, όπως θα δούμε παρακάτω.4 Η οικογένεια της Σόφης βρίσκεται στο μεταίχ­ μιο ανάμεσα στη μεγαλοαστική και τη μικροα­ στική τάξη. Μετά την οικονομική καταστροφή του κυρίου Νικήτα, η οικογένειά του μετακόμισε από την πρωτεύουσα στην επαρχιακή πόλη όπου .εξελίσσεται η κύρια δράση του μυθιστορήματος. Υπάλληλος σε μια εμπορική εταιρία, ο κύριος

Η κόρη του Κ. Πολίτη

Νικήτας ανήκει πλέον οικονομικά στη μικροα­ στική τάξη, και η Σόφη είναι κοπέλα δίχως προί­ κα. Ο κύριος Νικήτας δε βλέπει τον κουνιάδο του, τον μπαρμπα-Κωστή, με καλό μάτι, γιατί κάνει παρέα με λαϊκούς ανθρώπους. Ενώ σνομ­ πάρει την «καλή κοινωνία» της πόλης, ο κύριος Νικήτας είναι άνθρωπος «τυποδεμένος» (σ. 11) που φοβάται πάντα μήπως χάσει την υπόληψή του. Οι κοινωνικές του αξιώσεις βρίσκονται λοι­ πόν πέρα από τα οικονομικά του μέσα. Και λόγω της ηλικίας της, η Σόφη βρίσκεται σ’ ένα μεταίχμιο: ανάμεσα στο σχολείο και την «αποκατάστασή» της. Της δίνεται η ευκαιρία ν’ ανεβεί κοινωνικά όταν παίζει πιάνο στο «κοντσέρτο» της Λέσχης. Δέχεται θερμά συγχαρητή­ ρια από τη γυναίκα του Γάλλου προξένου και άλλους σημαντικούς παράγοντες της κοινωνίας, της γίνονται προσκλήσεις σε χορούς και προτά­ σεις γάμου από διάφορους κοσμικούς νεαρούς. Ειδικά πιάνει φιλίες με τον Άλεκ, έναν μορφω­ μένο κι ευαίσθητο κοσμοπολίτη που σπουδάζει στο Παρίσι και τη γοητεύει αρκετά. Το ίδιο «κοντσέρτο» γίνεται αιτία η κυρία Ελένη (που βρίσκεται στο μεταίχμιο της κλιμακτηρίου) να ερωτευτεί τον Στέφανο, το βιολιστή που συνο­ δεύει η Σόφη, φθισικό γιο πλούσιου βαμβακεμ­ πόρου. Η Σόφη όμως, προσγειωμένος και πρακτικός άνθρωπος όπως είναι, αποστρέφεται τον ανυπό­ φορο συναισθηματισμό του Στέφανου (σ. 39) και τους γλυκασμούς στο παίξιμό του, αλλά και βρί­ σκει τον Άλεκ υπερβολικά ειρωνικό και επιτη­ δευμένο. Ο άντρας που της ταιριάζει περισσότε­ ρο είναι ο Αργύρης, «ματρόζος» στο πλεούμενο του κοντραμπαντζή καπεταν-Αντρικού, φίλου του μπαρμπα-Κωστή. Ο Αργύρης είναι κι αυτός μουσικός· αλλ’ αντίθετα από τον Μότσαρτ που παίζει η Σόφη στο πιάνο, ο Αργύρης παίζει στη φυσαρμόνικα κάτι ανατολίτικους σκοπούς που


34/αφιερωμα εκφράζουν τους καημούς των λαϊκών ανθρώ­ πων. Σαν πιανίστα, η Σόφη προσέχει τα χέρια ορισμένων ανθρώπων και κάνει σύγκριση μεταξύ τους. Ενώ τα δικά της δάχτυλα και του Αργύρη είναι ρωμαλέα (σ. 45, 128, 132), του Άλεκ τα νύχια είναι «αμυγδαλωτά περιποιημένα» και «λι­ γάκι γυναικεία» (σ. 128)· τα δυνατά, μαυριδερά χέρια του Αργύρη έχουν μια σκληρή τρυφεράδα (σ. 166), ενώ του 'Αλεκ είναι λεπτά και λιγάκι αστεία (σ. 167). Αυτός ο συνδυασμός δύναμης κι ευαισθησίας στα χέρια του Αργύρη, που μπο­ ρούν τη μια στιγμή ν’ αδράξουν τα βαριά κουπιά και την άλλη να χαϊδέψουν τα πλήκτρα της φυ­ σαρμόνικας, συγκεκριμενοποιεί τη γοητεία που ασκεί ο Αργύρης απάνω της. Ξέρουμε, από προφορικές μαρτυρίες του συγ­ γραφέα, τι θα συνέβαινε μετά το σημείο που τε­ λειώνει το κείμενο του Τέρματος. Η Σόφη θα παντρευτεί κρυφά με τον Αργύρη, σπάζοντας έτσι τα δεσμά που της βάζει το μικροαστικό της περιβάλλον και σφραγίζοντας την αυτομόλησή της στην εργατική τάξη, εκεί που η Σόφη μπορεί να γίνει αυτή που είναι κι όχι αυτή που θέλει να την κάνει η κοινωνία. Αντίθετα, η κυρία Ελένη θα εγκαταλείψει το σπίτι της για να πάει στο ελ­ βετικό σανατόριο κοντά στον Στέφανο. Έτσι δυο μυθιστορήματα συνυπάρχουν στο Τέρμα: η συναισθηματική και ρομαντική ιστορία της κυ­ ρίας Ελένης, που αντιπροσωπεύει τον παλιό κό­ σμο («εγώ είμαι μια γυναίκα ξοφλημένη... του παλιού καιρού,» θα πει η ίδια (σ. 120)), και το κοινωνικό μυθιστόρημα της Σόφης, εκπροσώπου μιας νέας εποχής, που υπερπηδά τους ταξικούς φραγμούς και διαλέγει την πραγματικότητα και τη δράση αντί για τα όνειρα και τους ρεμβα­ σμούς που παρασύρουν τη μητέρα της. Πέρα όμως από το αποφασιστικό ρήγμα που κάνει η Σόφη με την τάξη των «λιμοκοντόρων» (σ. 150), η κοινωνική συνείδηση του αφηγητή φανερώνεται και μ’ έναν άλλο τρόπο: με την ει­ ρωνική αποστασιοποίηση των γεγονότων που εξιστορεί. Σε πολλά σημεία ο αφηγητής υπο­ γραμμίζει το χρονικό κενό που χωρίζει την επο­ χή της ιστορίας του (το 1907-1908) από την επο­ χή της αφήγησης (καμιά πενηνταριά χρόνια πιο ύστερα). Επιχειρεί βέβαια να ξαναζωντανέψει μια ξένοιαστη εποχή την οποία νοσταλγεί -τα χρόνια της νιότης του, «τα χρόνια της αθανα­ σίας» (σ. 114)· πρόκειται για τη «μνήμη που ιστορεί», όπως γράφει ο Πολίτης Στον Χατζηφράγκον.5 Παράλληλα, όμως, ειρωνεύεται την απλοϊκότητα που είχε τότε. Δηλαδή συνεχώς αντιπαραθέτει την αφελή (και καμιά φορά υποκρι­ τική) στάση των προσώπων -και τη δική του- τό­ τε, με την πιο ρεαλιστική και χωρίς ψευδαισθή­ σεις αντίληψή του για τη ζωή τώρα που πλάκω­ σαν τα γερατειά και πλησιάζει ο θάνατος. Έτσι σατιρίζει την αίσθηση του μοντέρνου που χαρα­

κτηρίζει ανθρώπους σαν τον 'Αλεκ, που υπερηφανεύονται ότι ανήκουν στον εικοστό αιώνα. Εξάλλου περιλαμβάνει στην αφήγησή του πολλά στοιχεία της εποχής, όπως τα τραμ, τα πρώτα αεροπλάνα, τα ξεχωριστά θαλάσσια λουτρά για κυρίες και κυρίους, και νέους χορούς όπως το ταγκό. Αλλά σημειώνει ότι ο κόσμος όλο μιλούσε για «τον αιώνα του ηλεκτρισμού,... δίχως να φαντάζονται πως σε λιγότερο από πενήντα χρό­ νια, θ’ άλλαζε όνομα ο αιώνας...: ο αιώνας της διάσπασης του ατόμου» (και προσθέτει: «Αλή­ θεια, όσο το συλλογιέμαι, είναι να γελάς με τον τρόπο που έβλεπες τον κόσμο εκείνο τον καιρό» (σ. 41)). Ειδικά αναφέρεται σε διάφορες κοινω­ νικές αλλαγές που' σημειώθηκαν στο ενδιάμεσο διάστημα, καθώς και στη λαϊκή συνείδηση που ολοένα μεγάλωνε από τότε -εκείνη την εποχή ο λαός ήταν ντόμπρος αλλά βαθιά αδικημένος και ξεγελασμένος από τα αφεντικά. Ο Κοσμάς Πολίτης είναι από τους λίγους Έ λ­ ληνες πεζογράφους που ανανεωνόταν σε κάθε καινούριο βιβλίο που έγραφε. Στο Τέρμα διατη­ ρεί όλη τη μαστοριά του στην εκλεπτυσμένη απεικόνιση των συναισθημάτων, με τη διαφορά ότι εδώ τον ρομαντικό έρωτα και τη σεξουαλική έλξη την αισθάνονται και τη συνειδητοποιούν οι γυναικείοι τύποι. Και, όπως στο Τυρί και Στον Χατζηφράγκον, η γοητεία των περιγραφών και η νοσταλγική προοπτική του αφηγητή μετριά­ ζονται από μια οξεία κοινωνική παρατηρητικό­ τητα που ειρωνεύεται απαλά και χωρίς εμπά­ θεια.*1

Σημειώσεις 1. Κ. Πολίτης, Τέρμα. Φιλολογική επιμέλεια Γαβριήλ Ν. Πεντζίκης. (Αθήνα 1975). Ο τόμος περιέχει και όνο επίμετρα, όπου ο αναγνώστης θα βρει περισσότερες πληροφορίες για τη σύνθεση του μυθιστορήματος. 2. Είναι ν’ απορεί κανείς που βρήκε ο Πολίτης αυτό το τόσο πλούσιο απόθεμα λαϊκού γλωσσικού υλικού του οποίον 6ε μαρτνρείται κανένα ίχνος τον στα άλλα έργα του ανγγρα3. Στο πραγματικό αντίστοιχο της φανταστικής οικογένειας στο Τέρμα ο ίδιος ο συγγραφέας θα έπαιξε το ρόλο τον Π ί­ λου -μικρού την εποχή της κύριας δράσης τον βιβλίου αλλά με αναφορές σε μεταγενέστερα χρόνια στις σελ. 16-17. Δεν παραμορφώνω, νομίζω, την κατάσταση αν προτείνω ότι ο Πέλος είναι κατά κάποιον τρόπο ο αντιπρόσωπος του αφη­ γητή μέσα στην ιστορία τον Τέρματος. Υπενθυμίζω τους κεντρικούς ήρωες ή αφηγητές των βιβλίων τον Πολίτη που το όνομά τους (όπως και του Πάρι Ταβελούδη) αρχίζει από Π: Παύλος Αποστόλου (Λεμονοδάσος), Παύλος Καλάνης ’(Εκάτη), Παρασκευάς (Eroica), Παντελής (Στσυ Χατζηφράγκου). 4. Μου φαίνεται σαν να ήθελε ο Πολίτης στο Τέρμα ν’ αποτίσει φόρο τιμής στις γυναίκες που αγαπούσε: τη μοναχοκόρη τον, που πέθανε 23 χρονών το 1942, την αδελφή του, που πέθανε το 1966, και τη γυναίκα τον, που την είχε χάσει μό­ λις το 1967. Πιθανόν η Σόφη να θυμίζει τη Μαρία αλλά και την Κνούλη, ενώ η κυρία Ελένη ίσως έχει κάτι από την Κλά­ ρα. 5. Κ. Πολίτη, Στου Χατζηφράγκου (Αθήνα 1963), σ. 294.


αφιερω μα/35

Τζένη Μαστοράκη

Ο χειρώναξ μεταφραστής

Ξεκινώντας τούτο το σημείωμα, οφείλω να ομολογήσω πως δεν είχα την πρόθεση, ούτε βέβαια τη δυνατότητα, να ερευνήσω συστηματικά το μεταφραστικό έργο του Κοσμά Πολίτη. Και ο απαγορευτικός του όγκος, και η ποικιλία1 των βιβλίων που περιλαμβάνει, με ανάγκασαν να περιοριστώ σε μια μικρή επιλογή που, πέρα από το υποτυπώδες αντικειμενικό της κριτήριο: τη σημασία και τη δημοτικότητα του ξένου συγγραφέα, έχει κι ένα σοβαρό υποκειμενικό: τη σχέση μου με τις τρεις από τις τέσσερις μεταφράσεις που επέλεξα -σχέση έντονα συναισθηματική, που διατη­ ρείται αναλλοίωτη εδώ και είκοσι χρόνια. Ξαναδιάβασα2 λοιπόν το Δρόμο με τις φάμπρι­ κες, το Άνθρωποι και ποντίκια, και Τα σταφύ­ λια της οργής του Τζων Στάινμπεκ, και μαζί τους Το στρίψιμο της βίδας του Χένρυ Τζαίημς,3 πιστεύοντας, ίσως αυθαίρετα, πως μου επιτρέ­ πουν να διακρίνω τρία διαφορετικά στάδια με­ ταφραστικής προσέγγισης, που όμως δεν δια­ γράφουν υποχρεωτικά και τη χρονική τροχιά του μεταφραστή. Μέσ’ απ’ τα στάδια αυτά θα παρα­ κολουθήσω τον Πολίτη, περνώντας μοιραία και σε ειδικές λεπτομέρειες που, αν και φοβάμαι πως θα ενοχλήσουν, μου είναι αδύνατον να τις αποφύγω: συνδέονται άμεσα με την επαγγελμα­ τική μου διαστροφή, και τις δικαιολογώ κάπως έτσι: Ας θεωρηθούν περιέργεια ενός μακρινού

συντεχνίτη, που κοιτάζει, άλλοτε με φθόνο, κι άλλοτε με την άφευκτη υπεροψία των χρονικών αποστάσεων, την τέχνη ενός παλιότερου μάστορη, για να συμπεράνει εμπειρικά πώς φτιάχνον­ ταν τα ποδήματα σε άλλες εποχές. Πριν όμως προχωρήσω στα επιμέρους, παρα­ καλώ τον αναγνώστη να μη λησμονεί, ότι μιλάμε για έναν άνθρωπο που, μέσα σε τριάντα σχεδόν χρόνια (1946-1974),4 μαζί με το πρωτότυπο έργο του, δίνει τουλάχιστον πενήντα έξι μεταφράσεις (τόσες έχουν καταγραφεί, αλλά ο κατάλογος δεν είναι πλήρης)· που μόνο μία χρονιά (190.1) ΐ| τυ­ πωμένη παραγωγή του φτάνει τις οχτώ μεταφρά­ σεις· που όλο αυτό το διάστημα μιταφράζει πα­ ράλληλα για περιοδικά κι εφημερίδες· και που.


36/αψιερωμα κατά κανόνα, δεν επιλέγει, αλλά εκτελεί πα­ ραγγελίες: περίπου όλ’ αυτά θέλει να πει το «χειρώναξ» του τίτλου. α) Με την μέθην κα ι την ορμή του νεοφώτιστου Δεν ξέρω πόσο «νεοφώτιστος» είναι ο Πολίτης το 1946, όταν μεταφράζει το πρώτο (;) του βι­ βλίο, το Δρόμο με τις φάμπρικες.5 Το σχήμα που χρησιμοποιώ εδώ με ενδιαφέρει περισσότερο ως προς τα άλλα δύο συστατικά του, τη «μέθη» και την «ορμή» του Πολίτη, καθώς αναμετριέται με το πρωτότυπο - και το σαρώνει. Στο βιβλίο αυτό, αν μαντεύω σωστά, ο Πολί­ της συναντά τον Στάινμπεκ μ’ έναν ειδικό τρόπο: γοητεύεται και τον οικειοποιείται μέχρι σφετερισμού. Θ’ άξιζε ίσως να ερευνηθεί ποιοι δρόμοι συνέδεσαν τον Στάινμπεκ με το πρωτότυπο έργο του Πολίτη, αλλά, για να περιοριστώ στη συγκε­ κριμένη περίπτωση, θα έλεγα πως η συγγένειά τους εκφράζεται χαρακτηριστικά και στην «ορ­ μή» με την οποία τον πλησιάζει ο Πολίτηςμεταφραστής, και στη «μέθη» του, που καταλή­ γει στην απώλεια ελέγχου της μετάφρασης. Και ενώ απ’ την ορμή, στοιχείο θετικό, πηγά­ ζουν όλοι οι χυμοί και η ζωντάνια της ελληνικής παραλλαγής, η μέθη, με τη σειρά της, ευθύνεται για μια σειρά ατοπήματα: λ.χ. για παραλείψεις6 ανεξήγητες, που ούτε ο αριθμός ούτε η έκτασή τους μας επιτρέπει να μιλήσουμε για απλή αβλε­ ψία, και για παραλείψεις «κατανοητές», στα ση­ μεία όπου ο Πολίτης συμπυκνώνει ή περικόπτει τεχνικές λεπτομέρειες των περιγραφών, πιθανόν για ν’ αποφύγει τις κακοτοπιές. Ευθύνεται επίσης για πλατυασμούς που ξε­ περνούν τα όρια του ανεκτού (to believe in luck and omens: «νά ’ναι κανείς προληπτικός και να πιστεύει στην καλοτυχιά και στην κακοτυχιά, στους οιωνούς και σε σημεία και τέρατα», σ. 165), αλλά και για αυθαιρεσίες που δεν υπαγο­ ρεύονται από τις ανάγκες του ελληνικού κειμέ­ νου (ρυθμό, μέτρο, ποσότητα συλλαβών). Έτσι, το γαλάζιο κρόσι της κουρτίνας γίνεται πράσινο (σ. 55), τα μάτια του Κινέζου μαύρα, από κα­ στανά (σσ. 29-30), και μια τρίτη «χρωματική» αντικατάσταση στο αστείο τραγουδάκι της σ. 29 («Ο Κινέζος ο Τσιν Τσον /καθότανε στη σούδα, / ένας αράπης σίμωσε, / του κόβει την πλεξούδα») βιάζει το πρωτότυπο, που τον θέλει κατηγορη­ ματικά white man. Τέλος, παρότι τα αγγλικά ήταν σχεδόν μητρι­ κή γλώσσα του Πολίτη, όπως με διαβεβαιώνει ο Νάσος Δετζώρτζης, υπάρχουν σφάλματα, λιγό­ τερο ή περισσότερο εμφανή, που καμιά φορά σκαρώνουν χαριτωμένες ασυναρτησίες. Στην πρώτη περίπτωση υπάγεται το «ροκανίδι» (ex­

celsior) που μαζεύει ο Φράνκι από το πάτωμα του εργαστηρίου (σ. 63), και που ο Πολίτης το κάνει «κάρβουνο». Στη δεύτερη, η περίφημη κουβέρτα του Δόκτορα, «ξεθωριασμένη και πα­ λιά, πού ’χε ραμμένες πάνω της ουρές από αλε­ πούδες, γεμάτη άμμο και αγκάθια γιατί την έπαιρνε πάντα μαζί του σ’ όλα του τα ταξίδια» (σ. 177), και που βέβαια δεν έχει αλεπουδοουρές, αλλά foxtails άλλου είδους («σπάλαθρα» τα αποδίδει ο ίδιος ακριβέστερα, όταν τα ξανασυναντά στα Σταφύλια της οργής). Απ’ την προσέγγιση αυτή απομένει έτσι ένα γοητευτικό, διαβαστερό ελληνικό κείμενο, που δεν παύει όμως νά ’ναι προβληματικό ως μετά­ φραση. β) Ο μεταφραστής που μαθαίνει να υπακούει Στα δύο επόμενα χρόνια, ο Πολίτης μεταφράζει το Άνθρωποι και ποντίκια (1947) και Τα σταφύ­ λια της οργής (1948). Το πρώτο ορίζει ένα μετα­ βατικό στάδιο, γιατί μόλο που επαναλαμβάνει -σε περιορισμένη κλίμακα- τα ολισθήματα του Δρόμου με τις φάμπρικες, προσπαθεί, και σχε­ δόν κατορθώνει, ν’ ακολουθήσει πιστότερα το πρωτότυπο. Δεν λείπουν βέβαια ούτε οι αστοχίες του τύ­ που «πολιτικός κώδικας» (σ. 71, civil code = αστικός κώδικας), ούτε οι ακυριολεξίες όπως «σωλήνας της σόμπας» (σ. 21, stove-pipe = μπουρί), ούτε οι εκφραστικές αμηχανίες σαν το «θ’ αρρωστήσεις» (σ. 7, you gonna be sick = θα ξεράσεις). Η αμηχανία του επιτείνεται/μάλιστα μπροστά σε αμερικανισμούς που, καθώς δεν τους κατέχει, δεν του αφήνουν μεγάλα περιθώ­ ρια ελευθερίας. Έτσι, το Ιοοίοο (σ. 55) γίνεται «σωστή σκύλα», αντί για «παρδαλή», ή ακόμη και «σουρλουλού», ενώ το whing-ding (σ. 50), που θα μπορούσε ν’ αποδοθεί με το «ξηγημένος» ή «τσίφτης», μεταφράζεται μυστηριωδώς «είναι άσος, πι και φι». Τέλος, μια άλλης τάξεως αμη­ χανία που ανέσυρα τυχαία, θα εξηγηθεί αν λά­ βουμε υπόψη ποια εποχή γίνεται η μετάφραση: ο Πολίτης δεν μπορεί ν’ αποδώσει αλλιώς τα we­ sterns, παρά μόνο «ιστορίες με φανταστικές πε­ ριπέτειες» (σ. 21). Ενδεικτικό ίσως της συγκράτησής του, είναι και το ότι δεν μεταφράζει πια τα παρατσούκλια των ηρώων (Curley, Slim, Crooks κλπ.), όπως στο Δρόμο με τις φάμπρικες (Hazel = Φουντούκας, Gay = Ευθύμης). Νιώθει ωστόσο την ανάγκη να επέμβει στο όνομα του Lenny (ο Λένος - του Λένου), ίσως για ν’ αποφύγει σύγχυση με το θηλυκό. Φτάνοντας πια στα Σταφύλια της οργής, η αρ­ χική του ορμή έχει τιθασευτεί από μια σύνεση


αφ ιερ ω μα/37

Σκηνή αχό την ταινία, «ΕΡΟΙΚΑ» αε σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη

που τον αναγκάζει να μην αφήνει απ’ τα μάτια του το πρωτότυπο. Τα κομμάτια που παρέβαλα δειγματοληπτικά με το αγγλικό, μου επέτρεψαν να διαπιστώσω πόσο πολύ επιμένει πια στη λε­ πτομέρεια, καταβάλλοντας μάλιστα εμφανή προσπάθεια ακριβολογίας, μια και το βιβλίο εί­ ναι γεμάτο περιγραφές μηχανών, αυτοκινήτων, καλλιεργειών κλπ. Τώρα οι παραλείψεις περιορίζονται στο ελάχι­ στο, οι πλατυασμοί ελέγχονται ικανοποιητικά, και η πειθαρχία του μεταφραστή δεν στερεί το ελληνικό κείμενο από τίποτα. Ό ποιος μπει στον κόπο να παραβάλει σελίδες με το πρωτότυπο, θ’ ανακαλύψει με ξάφνιασμα, αλλά και με συγκίνηση, τι απόσταση χωρίζει τον μεταφραστή του 1948 απ’ τον σημερινό, και θ’ αναλογιστεί αναπόφευκτα τι σήμαινε να μετα­ φράζεις στα καθ’ ημάς αμερικανική λογοτεχνία, σε εποχές όπου η αμερικανική «κουλτούρα» δεν είχε εισβάλει ακόμη στην Ελλάδα. Έτσι, θα εξη­ γήσει την καθ’ όλα εύλογη αμηχανία του Πολίτη μπροστά στα hamburger stands («μικρομαγεριά», σ. 171), στο Alka-Seltzers («αλκαλιούχο σελτς», ό.π.) και στα corn flakes («καλαμπόκια», ό.π.). Ταυτόχρονα όμως, μπορεί ν’ απολαύσει μετα­ φραστικές λύσεις του τύπου bucket = «μαστέ­ λο», pride = «ψωροφιλότιμο», outlanders, forei­ gners = «ξενόσποροι, ξενομερίτες», thanks = «σπολλάτη», dollars = «τάλαρα», που χωνεύουν θαυμάσια μέσα στο συγκεκριμένο κείμενο, ή να διασκεδάσει με κάποιες ελληνοπρεπέστατες εκ­ δοχές μαγειρικής, όπως τα «παξιμάδια» (toasts), το «στουφάτο» (stew), και τον πολύ ανατολίτικο «καφέ που άρχιζε να φουσκώνει μέσα στο μεγά­ λο μπρίκι» (σ. 333). Παρά τα κάπως προκλητικά παραδείγματα που χρησιμοποίησα, ο Πολίτης δεν εξελληνίζει ανεπίτρεπτα το πρωτότυπο. Το έργο διατηρεί πέρα για πέρα την ιθαγένειά του, και επιπλέον

πλουτίζεται μ’ έναν καθαρά ρωμέικο καημό, που το έκανε και προσφιλές ανάγνωσμα ολόκληρων γενεών εφήβων, από τότε μέχρι σήμερα. γ) Ο μεταφραστής που υποκύπτει Με απόσταση άλλων δέκα οχτώ χρόνων (1964), ο Πολίτης μεταφράζει Το στρίψιμο της βίδας. Στην περίπτωση αυτή, ούτε η συσσωρευμένη του πείρα ούτε τα «ορθόδοξα» αγγλικά τού πρωτο­ τύπου του αφήνουν περιθώριο για παραλείψεις, αυθαιρεσίες και (σοβαρές) παρανοήσεις: Ο με­ ταφραστής συμμορφώνεται μέχρι πλήρους υπο­ ταγής, και καθώς δεν υπάρχει ουσιαστική ανα­ μέτρηση με τον μακροπερίοδο, στριφνό και περί­ τεχνο λόγο του Χένρυ Τζαίημς, μεταφραστής και μεταφραζόμενος βγαίνουν εξίσου ζημιωμένοι. Έστω κι αν ο Τζαίημς τον ενδιαφέρει (προσωπι­ κά μάλλον θα το απέκλεια), ο Πολίτης δεν τον συναντά πουθενά, δεν έχει ούτε να του πάρει ού­ τε να του δώσει. Το αποτέλεσμα είναι, απλώς, μια άσκηση μεταφραστικής ευσυνειδησίας, σε μουδιασμένα και δύσκαμπτα ελληνικά. Δεν ωφελεί να παραθέσω πολλά παραδείγμα­ τα, γιατί η συνοπτική εικόνα που έδωσα πιο πά­ νω αφορά το κείμενο στο σύνολό του. Είναι όμως ενδεικτικό αυτής της «ατυχούς συνάντη­ σης», το ότι ένας δόκιμος συγγραφέας, που με­ τάγγισε τέτοιο σφρίγος στις μεταφράσεις του Στάινμπεκ, μπορεί και γράφει: «Κατά ένα μέρος σε καταστάσεις σαν αυτές, και κατά ένα μέρος σε άλλες, εντελώς διαφορετικές, οφειλόταν, με την τροπή που είχαν πάρει τώρα τα ζητήματά μου, το ότι οι δυσχέρειές μου, όπως τις έλεγα, έγιναν πάρα πολύ αισθητές» (σ. 120), ή πάλι: «Ύστερα από τη σύντομη αντίληψη, εκείνη τη δεύτερη νύχτα, στο πάνω πλατύσκαλο, της πα­ ρουσίας μιας γυναίκας στο κάτω μέρος της σκά­ λας, δεν είχα δει τίποτε -είτε μέσα στο σπίτι είτε


38/αφιερωμα έξω- απ’ όσα καλύτερα να μην τα βλέπει κανείς» (ό.π.)· Ο Τζαίημς αντιστέκεται στον Πολίτη, όχι μόνο γλωσσικά, αλλά ενδεχομένως και ιδιοσυγκρασιακά, κι έτσι στα ελληνικά απομένει μόνο η αυ­ στηρότητα του λόγου του, κι αυτή αδρανής, χω­ ρίς την παραμικρή γοητεία. ★

Ο αναγνώστης που παρακολούθησε τα όσα είπα ως εδώ, ας μη βιαστεί να καταλήξει σε καμιά αξιολόγηση. Σε περιπτώσεις όπως του Πολίτη, λίγο ενδιαφέρει η ετικέτα του «καλού» ή του «κακού» μεταφραστή, και μάλιστα όταν είναι βασισμένη σε ελλιπείς πληροφορίες και τρέχοντα κριτήρια. Θα ήταν φρόνιμο λοιπόν -α ν δεν στα­ θεί, συναισθηματικά, μονάχα στις αστραφτερές στιγμές του- να συνυπολογίσει κάποιες άλλες παραμέτρους: Να αναλογιστεί με δέος τις συνθήκες δουλειάς εκείνο τον καιρό, τη σπανιότητα ή και την έλλει-*1

ψη βοηθημάτων, την παντελή απουσία των σημε­ ρινών εμπειριών, τη σημασία και την απήχηση που είχε η γλώσσα του Πολίτη για το ’46 και το ’48, αλλά και την απόλαυση που μας προσφέρει τώρα, τη μεταφραστική αντίληψη της εποχής, κι ακόμη την αδυναμία επιλογής για τον μεταφρα­ στή που -α ν και συγγραφέας, και προφανώς με τις δικές του προτιμήσεις- υποχρεώνεται να υπε­ ρασπιστεί βιβλία σαν τον Μεγάλο Ψαρά, το Ήμουν ένα άσχημο κορίτσι, ή Πώς να αποκτού­ με φίλους και να επηρεάζομε το περιβάλλον μας. Να μην ξεχάσει, τέλος, την πίεση του χρόνου, που δεν επέτρεπε ούτε πολυτέλειες, ούτε πολλά ξανακοιτάγματα, και πάνω απ’ όλα την ανάγκη που είχε ο τόπος τότε για μεταφρασμένα έργα. Και αν ο αναγνώστης δεχτεί να κάνει κάπως έτσι το λογαριασμό, δεν αποκλείεται να συμφωνήσει πως, πέρα από τις κριτικές που επιδέχεται, ο μό­ χθος του Κοσμά Πολίτη υπαγορεύει, προπαντός, το σεβασμό.

Σημειώσεις 1. Ενδεικτικά αυτής της ποικιλίας, αναφέρω τα άλματα από τον Βοκάκιο στην Περλ Μπακ, από τον Κρόνιν στον Τζαίημς Τζόυς, κι από τον Λόρκα στη Φρανσουάζ Σαγκάν. Βλ. σχετικά τον χρονολογικό πίνακα των μεταφράαεών του σε άλλη σελίδα του «Διαβάζω». 2. Εκτός από τα ίδια τα κείμενα, μοναδικές πηγές πληροφο­ ριών είχα τις συζητήσεις μου με τον Νάσο Δετζώρτζη και τον Γιώργο Σαββίδη. Τους ευχαριστώ και τους δυο. 3. Ο δρόμος με τις φάμπρικες (εκδόσεις Δαρεμά, χ.χ.), Ά ν ­ θρωποι και ποντίκια (Πεζός Λόγος, χ.χ), Τα σταφύλια της οργής (Κ.Μ., χ.χ.), Το στρίψιμο της βίδας (Ά γρα, 1982). Στις εκδόσεις αυτές παραπέμπω πιο κάτω, όπου χρειάζεται.

Για την παραβολή με τα πρωτότυπα, χρησιμοποίησα τα αν­ τίστοιχα έργα από τη σειρά Penguin. 4. Χρησιμοποιώ συμβατικά ως όριο το έτος θανάτου του Πολί­ τη, γιατί σύμφωνα με τον πίνακα που έφτιαξε το «Διαβάζω» ειδικά γι' αυτό το αφιέρωμα, η τελευταία του μετάφραση κυκλοφορεί το 1976, αλλά είναι άγνωστο πότε την έκανε. 5. Το '46 ο Πολίτης είναι 59 χρονών. Έχει ήδη δημοσιεύσει το Λεμονοδάσος (1930) και την Ερόικα (1938), ενώ την ίδια χρονιά (1946) βγαίνει το Τυρί. 6. Από το αντίτυπο της πρώτης έκδοσης (1946, Εκδόσεις των Φίλων) που ευγενικά μου παραχώρησε ο Νάσος Δετζώρτζης, μπόρεσα να διαπιστώσω πως οι παραλείψεις χρεώνον­ ται στον Πολίτη και όχι στις μεταγενέστερες επανεκδόσεις.

Peter Mackridge

Το μεταφραστικό έργο του Κοσμά Πολίτη (Μια πρώτη καταγραφή) Aragon, Louis. Σκλαβιά και μεγαλείο. Διηγήμα­ τα. Σύγχρονα βιβλία, A 1953. [Servitude et gran­ deur des Frangais] Barbusse, Henri. Φωτιά (ημερολόγιο ενός ουλα­ μού). Παλμός, A 1954. [Le Feu] Barnett, Lincoln. To σόμπαν και ο Δρ. Αϊνστάιν. Κακουλίδης, A 1952. [The Universe and Dr. Ein­ stein] Benoit, Pierre. Ατλαντίς. Συρόπουλος, Θ 1955. [Atlantide] Boccaccio, Giovanni. To δεκαήμερο. Γιοβάνης, A 1966. [II Decameron] Buck, Pearl. Α νατολικός και δυτικός άνεμος. Κ.Μ ., A 1953. Ά λλη έκδοση: Ανατολικός άνεμος, δυτικός άνεμος. Κοραής, A 1967. [East Wind: West Wind] Carnegie, Dale. Πώς να αποκτούμε φίλους και

να επηρεάζομε το περιβάλλον μας. Κακουλίδης, A 1948. [How to Win Friends and Influence People] Carson, Rachel. Η θάλασσα που μας περιζώνει. A 1954. [The Sea around us] Clapesattle, Helen. Δ ύο μεγάλοι γιατροί: Οι αδ ελφ ο ί Μαγιό. Ίκαρος, A 1953. [The Doctors Mayo] Cronin, A .J., Τα άγουρα χρόνια. Κακουλίδης, A 1952. [The Green Years] Cronin, A .J., Ο Ισπανός κηπουρός. Κακουλίδης, A 1953. [The Spanish Gardener] Cronin, A .J., To κάστρο. Κακουλίδης, A 1953. [The Citadel] Cronin, A .J., To σπαθί της δικαιοσύνης. Κακου­ λίδης, A 1955. Cronin, A .J,, Ο τάφος του σταυροφόρου. Κα­ κουλίδης, A 1958. [Crusader’s Tomb]


αφιερω μα/39 Cronin, A .J., Τα ώριμα χρόνια. Κακουλίδης, A 1955. D e Mille, Agnes. Χορεύοντας. A 1956. Douglas, Lloyd C. Ο μεγάλος ψαράς. Κακουλί­ δης, A 1950. [The Big Fisherman] Douglas, Lloyd C. To υπέροχο μυστικό. Δάφνη, A 1955. [Magnificent Obsession] Douglas, Lloyd C. Τα λευκά λάβαρα. Κακουλί­ δης, A 1957. [White Banners] Faulkner, William. Ά γ ρ ια φοινικόόεντρα. Φοντάνα, A 1971. [The Wild Palms] Guth, Paul. Ο άγιος αφελής. Μυθιστόρημα. Φέ­ ξης, A 1961. Harkness, Albert. Α νθολογία αμερικανικής π εζο­ γραφίας. A 1969. Hayward, Max, & Labedz, Leopold. Υπόδικοι. To σοβιετικό καθεστώς εναντίον Γ. Ντανιέλ και Α ντρέι Σινιάφσκυ. Νέος Κόσμος, A 1967. [The Ca­ se of Sinyavsky-Tertz and Daniel-Arzhak] Heyerdahl, Thor. Κον-Τίκι. Ίκαρος, A 1952. 2η έκδ., Εστία, A 1968. [Kon-Tiki] Hilton, James. Χαμένοι ορίζοντες (Σάγκρι-Λα). Καλφάκης, A 1954. [Lost Horizons] Holman, C. Hugh. Τόμας Γονλφ. Πεχλιβανίδης, A (περ. 1968). [Thomas Wolfe] Howell, Edward. Η φυγή προς τη ζωή. Α ετός, A 1948. [Escape to Live] James, Henry. Τρεις νουβέλες. Φέξης, A 1964. (Περιέχει (1) Τα χαρτιά του Ά σ π ερ ν, (2) Ντέιζυ Μίλλερ, και (3) Το στρίψιμο της βίδας. Τα (1) και (2) ξαναδημοσιεύτηκαν από το Πλέθρον, A 1979· το (3) από την Ά γ ρ α , A 1981). Joyce, James. Α ουβλινέζοι. Γκοβόστης, A 1971. [Dubliners] Kawabata, Yasunari. Έ να σύννεφο άσπρα που­ λιά. Κοράλι, A 1969. Kazan, Elia. Ο συμβιβασμός. Μ αίανδρος, A (περ. 1969). [The Arrangement] Kipling, Rudyard. Τα ωραιότερα διηγήματα. Ίκαρος, A 1950. Lampedusa, Giuseppe. Ο γατόπαρδος. Διογένης, A 1971. [II gattopardo] L’ Hermite, P. Η ευτυχία είναι απλή. Κακουλί­ δης, A 1958. [Le Bonheur est chose simple] Lorca, Federico Garcia. Ποιήματα. Καραβίας, A 1964. Maugham, W. Somerset. Σ ε μια γω νιά της γης. Δάφνη, Α , χ.χ. Maurois, Andre. Ιστορία της Γαλλίας. Ίκαρος, A 1949. [Histoire de France] Munthe, Axel. To χρονικό του Σ αν Μικέλε. Κα­ κουλίδης, A 1949. [Boken om San Michele] Pauchet, V. Η αισιοδοξία δημιουργεί την ευτυχία στη ζωή. Κακουλίδης, A 1954. [Soyez optimistes] Poe, Edgar Allan. Α λλόκοτες ιστορίες. Παπαδημητρίου, A 1953. Richepin, Jean. Μ εγάλη ελληνική μυθολογία: 2 τόμοι. Αυλός, Α (περ. 1976). [Grande mythologie grecque] Rolland, Romain. Νικόλας Μ πρενιόν. Λογοτε­ χνική, A 1953. [Colas Breugnon] Sagan Fran^oise. Σ ας αρέσει ο Μπραμς; Φέξης, Α 1959. 2η έκδοση (μαζί με το αφήγημα Τα θαυμά­ σια σύννεφα, μετ. Ά ρ η Δικταίου), Γεωργιάδης, Α (περ. 1972). [Aimez-vous Brahms?]

Selinko, Annemarie. Ή μουν ένα άσχημο κορίτσι. Ίκαρος, Α 1953. Steinbeck, John. Α νατολικά της Εδέμ. Συρόπουλος, Θ 1956 [East of Eden] Steinbeck, John. Τα σταφύλια της οργής. Οι φί­ λοι του βιβλίου, Α 1948. [The Grapes of Wrath] Steinbeck, John. To φεγγάρι έπεσε. Κοράλι, A 1969. [The Moon is down] Steinbeck, John. Ά νθρω π οι και ποντίκια. Οι φ ί­ λοι του βιβλίου, Α 1947. [Of Mice and Men] Steinbeck, John. Σ ε έναν άγνωστο θεό. Κοράλι, Α 1968. [To a God Unknown] Steinbeck, John. Ο δρόμος μ ε τις φάμπρικες. Οι φίλοι του βιβλίου, Α 1946. 2η έκδοση, Κωνσταντινόπουλος-Μ αγκάνος, Α 1953. Ά λλες εκδόσεις, Α 1963, και Οδυσσέας, Α 1979. [Cannety Row] Sulzberger, Cyrus L. Τα πολιτικά παρασκήνια της εποχής μας (αναμνήσεις, ημερολόγιο). Τόμος Α . Καραβίας, Α 1973. [A Long Row of Candles: Memoirs and Diaries] Suyin, Han. Έκσταση και πάθος. A 1960. Tolstoi, Lev. Πόλεμος και ειρήνη. 2 τόμοι. A 1957. [Voina i mir] van Loon, Hendrik W. Ιστορία της ανθρωπότη­ τας. Ίκαρος, A 1955. [History of Mankind] Williams, Tennessee. Η ρωμαϊκή άνοιξη της Κας Στόουν. Ζαχαρόπουλος, Α 1969. (Ο τόμος περιέχει και τρεις νουβέλες του ίδιου συγγραφέα σε μετά­ φραση Φώντα Κονδύλη). [The Roman Spring of Mrs. Stone] Wolfe, Thomas. Γύρνα σπίτι, άγγελέ μου. Καρα­ βίας, Α 1968. [Look Homeward, Angel] Σημείωση

Β

Ο παραπάνω πίνακας περιλαμβάνει βιβλία μόνο. Είναι, εντούτοις, γνωστό ότι πολλές μεταφράσεις του Κ. Πολίτη δημοσιεύονταν σε περιοδικά. Παρα­ θέτουμε ενδεικτικά μια πολύ ενδιαφέρουσα απλή απαρίθμηση των μεταφράσεων του Κοσμά Πολίτη, π ου, σύμφωνα με πληροφορία που είχε την καλο­ σύνη να μας δώσει ο κ. Γιώργος Α . Παναγιώτου, δημοσιεύτηκαν στον Ταχυδρόμο του 1958: «Το φο­ νικό» του Στάινμπεκ (τεύχ. 227), «Τέλος καλοκαι­ ριού» του Κάλντγουελ (τεύχ. 229), «Ο έκτακτος απεσταλμένος» του Γκόλντιν (τεύχ. 237), «Ο άν­ θρωπος στη γωνιά του ροζ τοίχου» του Μπόρχες (τεύχ. 241) και «Έ να διαμάντι μεγάλο σαν το “Ριτσ”» του Σκοτ Φιτζέραλντ (τεύχ. 245επ.). Α ξίζει επίσης, να σημειωθεί ότι ο Κ. Πολίτης έχει μεταφράσει τον Ά μλετ του Σαίξπηρ. Η μετά­ φραση παραχωρήθηκε στο Πειραματικό Θέατρο της Μ. Ριάλδη που ανέβασε το έργο την περίοδο 1971-1972. «Άμλετ» τον Σαίξπηρ σε μετάφραση Κ. Πολίτη, από το Πει­ ραματικό Θέατρο (Μ. Ριάλδη, Κ. Πολιτίδης, Γ. Δάφνης)


40/αφιερω μα

Κοσμά Πολίτη

Santa-Barbara Έ τσι, όπως είχανε, δίχως καπέλο, δίχως να φορέσει τη ζακέτα της, έριξε βιαστικά στους ώμους της μια μαντί­ λια της μητέρας της που βρέθηκε στο χωλλ. Έ ξω , ήταν καλωσύνη, ένα ζεστό Απριλιάτικο απομεσήμερο. Οι ακακίες ξεπετούσανε τα πρώτα φυλλαράκια. Δ ε φυ­ σούσε. Μ όνο ψηλά, κάποιο ανάλαφρο αεράκι έσπρω­ χνε απαλά κατά τη δύση τ’ ανάρια ξεφτισμένα σύννε­ φ α κι ο ίσκιος αργοδιάβαινε πάνω στη γης. Έ να βουητό. Αναθώρησε και είδε με μιας ένα σχη­ ματισμό από πέντε αεροπλάνα. Και όπως τα μάτια της συνήθισαν στο φως του ουρανού, σε μια στιγμή ανακά­ λυψε άλλα πέντε, κι έπειτα άλλα πέντε που ξεπροβά­ λανε μεσ’ από τα σύννεφα. Πλάι στη δημοσιά, δυο ερ­ γατικοί πήγαιναν φοβισμένοι, προσέχοντας να κρύ­ βονται κάτω από τα δέντρα. -Γιατί; αναρωτήθηκε. Α , ναι, τ’ αεροπλάνα. Και φαίνονται τόσο αθώα, τόσο παιχνιδιάρικα, τόσο ειρηνικά... Κι έπειτα, τώρα

τσούρμο γυναίκες πάνω στο πεζοδρόμιο. Ο εισπράκτορας κάτι έλεγε στην Παμέλα, μα εκείνη ούτε άκουσε, ούτε πρόσεξε πως της μιλούσε. Ξαφνικά είδε μπροστά της την Πλάθα δε λα Κονστιτουθιόν. Πετάχθηκε ορθή: -Στάσου! Κατέβηκε. Ζαλισμένη, κουφή, περπατώντας πάνω σε μπαμπάκια. Τα βήματά της δεν αντηχούσανε στην άσφαλτο. Μπήκε στην αβενίδα που τραβάει πλάι στο δημόσιο κήπο. Α ναπάντεχα, ξεβούλωσαν τ’ αυτιά της και τότε πήρε είδηση τη νέκρα που είτανε χυμένη κάτω από τη δεντροστοιχία με τις πιπεριές. Κοίταξε τον κή­ πο: αλήθεια, πριν χρόνια είχε παίξει εδώ μέσα, ξένοια­ στο παιδάκι -όνειρ ο , φαντασία, δεν είναι δυνατόν νά ’χε υπάρξει μια τέτοια ειρηνική εποχή, δεν ανεγνώριζε τον εαυτό της σ’ εκείνο το κοριτσάκι με τις κοντές πλε­ ξίδες, που διατηρούσε αόριστα την υπόστασή του στο μνημονικό της... Αντίκρυ, τα σπίτια. Τ’ αγαπούσε, τ’ αγαπούσε από πάντα, μα μόνο σήμερα το καταλάβαι­ νε. -Τώρα που τα χάνω ... -κ α ι ψιθύρισε ασυναίσθητα το στίχο: En te perdant je sens que je t’aimais... Τώρα που τα χάνω. Τώρα που χάνομε το παν. Αγαπώ τα δέντρα, τα σπίτια, εκείνη τη φρικτή πολυκατοικία με τα γύψινα στολίδια, τις ξεχαρβαλωμένες πλάκες του πεζοδρόμιου, τα καφενεδάκια, τις παλιοπαράγκες, αυ­ τά εδώ τα κάγκελα, το εκκλησάκι -τ ι όμορφα που εί­ ναι, τι δικά μου που ήτανε ό λα ... Τίποτα πια, ούτε το σπίτι που κάθομαι, ούτε το τσαντάκι που κρατώ, τίπο­ τα, τίποτα, όλα θα γίνουν ξένα, ο ουρανός, τα χρώμα­ τα που απλώνει το ηλιοβασίλεμα πάνω στο Μόντε Λόκο, ο αέρας που ανασαίνομε, όλα. Τίποτε πια δικό μας. Πώς γίνεται και χάθηκαν με μιας; Α χ, να κρατή­ σομε τουλάχιστο τον εαυτό μας...

Η Παμέλα στάθηκε στην άκρη της δημοσιάς. Έ να περαστικό λεωφορείο σταμάτησε μπροστά της, δίχως εκείνη νά ’χε κάνει νόημα στον οδηγό. - Είσαι τυχερή, της είπε ο εισπράκτορας, είναι το τελευταίο. Δε χρειάζεται εισιτήριο, πρόσθεσε με μιαν αποκαμωμένη χειρονομία καθώς την είδε ν ’ ανοίγει το τσαντάκι της. Ύστερα πήγε και κάθησε πλάι στον άλ­ λο μοναδικό επιβάτη κι έστησε κουβέντα. Το λεωφορείο έτρεχε με όλη του την ταχύτητα. Η Παμέλα έπιασε τον εαυτό της να μη συλλογιέται τίπο­ τα, μονάχα να επαναλαβαίνει κάθε τόσο, μηχανικά: - Δ ε χρειάζεται εισιτήριο... 'δε χρειάζεται εισιτήριο... -κ ι απότομα της ήρθε η θύμηση: -Α π ό δω και μπρος τίποτα δε χρειάζεται, όλα έχουν τελειώσει, όλα είναι περιττά. Θες και σταμάτησε η ζωή -κ ι ας τρέχει το λεωφορείο σα δαιμονισμένο. Κοντά στην Πουέρτα δε λος Βινιέδος, κάποιος μο­ ναχικός διαβάτης ανεβοκατέβασε το χέρι του, μα το αυτοκίνητο πέρασε μπροστά του σαν την ασίραπή και αναπήδησε πάνω στις ρόδες του, διασταυρώνοντας τη γραμμή του τραμ. Η αβενίδα1 έρημη. Έ να «Γραφείο Κηδειών» έκλεινε τις πόρτες του. - Κλείνει, σιγοψιθύρισε η Παμέλα και γύρισε πίσω το κεφάλι της να κοιτάξει άλλη μια φορά, σα νά ’θελε να βεβαιωθεί γι’ αυτό, σα να της φαινόταν ακατανόη­ το πως κλείνει το «Γραφείο Κηδειών». Η ταχύτητα, το τράνταγμα, το βουητό της παλιομηχανής, στουπώνανε μπαμπάκια μεσ’ στ’ αυτιά της. Έ ξω από το νοσοκομείο της «Ανουνθισθιόν», ένα

Έ στριψε ακολουθώντας τη γραμμή του τραμ. Ο λό­ φος του Καστέλ - Θιουντάδ παρουσιάστηκε μπροστά της. Γκρίζος, με ίσκιους κοκκινόμπλαβους, ογκώδης, βραχιασμένος, μισοκρύβοντας με το ύφος του, καθώς τον κοίταζε από χαμηλά, το ρημαγμένο περιστύλιο του αρχαίου ναού του. Α π ό χιλιάδες χρόνια παλλάδιο της Ερεκτάνα.2 Καμάρι του κόσμου. Το μεγάλο, το παγκό­ σμιο ιερό, ερειπωμένο τώρα, φαντασματικό, εξαϋλω­ μένο από τους αιώνες. Το αγαπούσε, το σεβότανε, η Παμέλα. Μια εθνική περηφάνια, μιλούσαν μέσα της οι πρόγονοι, έτσι, σαν ένα σύνολο που δε βάλθηκε ποτέ της να το ξεδιαλύνει. Ωστόσο η αγάπη της για την

* Το κείμενο αυτό είναι απόσπασμα από ένα μυθιστό­ ρημα τον Κ. Πολίτη που δημοσιεύτηκε στην εφ. «Μά­ χη» της 6ης Νοεμβρίου 1949 (τενχ. 498). Δ εν είναι γνω ­ στό αν το μυθιστόρημα ολοκληρώθηκε ποτέ. Η «Μάχη» συνόδευε τη δημοσίευση του αποσπάσματος μ ε την ακόλουθη σημείωση: «Δημοσιεύουμε ένα απόσπασμα

από το ομώνυμο μυθιστόρημα του Κοσμά Πολίτη που θα κυκλοφορήσει τον ερχόμενο χρόνο. Η υπόθεση ξε­ τυλίγεται στην Πιοχακόστα, μια ισπανόγλωσση χώρα της Νότιας Αμερικής, και το επεισόδιο που δημοσιεύ­ ουμε συμβαίνει τη μέρα που μπαίνει στην πρωτεύουσα ο νικητής εχθρός, οι Αροάνοι».


αψιερωμα/41 ομορφιά του απόμενε καθάρια και ανεπηρέαστη, απαλλαγμένη από τις προγονοπληξίες. Την εποχή που είτανε ακόμα αρραβωνιασμένη, θέλησε κάποτε να εξη­ γήσει την αγάπη της αυτή στον Εδοάρδο. -Η ομορφιά δεν έχει ανάγκη από τέτοια στολίδια κι εξαρτήματα -η αγνή ομορφιά του. Είναι στιγμές που τον αντιπαθώ, να, σαν παίρνει εκείνη τη σκληρή του ακαμψία ή όπως μια μέρα που μου φάνηκε πως καμαρώνει. Ελ’ από δω, κοίτα τον από τούτη τη γωνιά - δ ε μοιάζει ολόιδιος κιτρινιασμένος σκελετός;... Μα είναι στιγμές που μου έρχεται σαν τρέλα, θέλω να ξεφωνίσω τη λατρεία μου, να γίνω μια μαινάδα, να του δοθώ αισθησιακά, ολό­ κορμη. Ά λλες στιγμές με παρασέρνει σε μια έξαρση και υψώνομαι μαζί του μέσα σ’ ένα φως που ίσως νά ’ναι η αντανάκλαση απ’ τις κορφές του Ολυμπου. Μα όταν συννεφιάζει και πέφτει πάνω του μια ηλιαχτίδα μεσ’ από τα σύννεφα, λες κι είναι ο Α ρχάγγελος του Ευαγγελισμού και τρέμεις από μια παρθενική λαχτά­ ρα, άγνωρη, που τυραννάει το είναι σου. Και είναι στιγμές που κάθομαι ήρεμη και του κουβεντιάζω. Τότε δεν είναι πια ο πλάνος εραστής, είν’ ένας φίλος που τον νιώθω και με νιώθει και ακουμπώ το χέρι μου μεσ’ Κι ακόμα θα συμβούλευε τον Εδοάρδο: -Π ήγαινε τον Αύγουστο, με τα πρωτοβρόχια, ή την ώρα που ξε­ ψυχάει το μελτέμι, να καθήσετε μαζί πάνω στο βράχο. Τότε θα καταλάβεις την ψυχή σου - θα καταλάβεις την κακία, τη σκαιότητα που δείχνει μερικές φορές, θα κα­ ταλάβεις την ασκήμια του, την ομορφιά του. Το μεγα­ λείο του... Ίσως ν α καταλάβεις και τη δική μου αγάπη -θ α πρόσθετε πιο σ ιγανά- με ποιον τρόπο αγαπώ, με ποιον τρόπο θα μπορούσα ν ’ αγαπήσω... Αλλά η Παμέλα δεν είπε τίποτα στον Εδοάρδο α π ’ όλ’ αυτά. - Τι λίγο εκδηλωτική που είσαι, παραπονιότανε συ­ χνά ο άντρας της. Πήρε την ανηφοριά του περιφερικού δρόμου, ανέβη­ κε τα χορταριασμένα μαρμάρινα σκαλιά και βρέθηκε στα Προπύλαια. Στάθηκε μια στιγμή, γύρισε το κεφάλι της και αγνάντεψε από δυο κολόνες το μικρό ναό της Βικτόρια Ινόλοδα, σχεδόν ανέπαφο πάνω στο πέτρινο βάθρο του. - Κανένας δεν καλοπροσέχει αυτή τη στάξη από κρυσταλένιο μαρμαρωμένο φως... Ά πτερη Νίκη -π ο ιο νόημα μπορούσε νά ’χουν τώρα κάτι τέτοιες ορέξεις; Μπαίνοντας στο μεγάλο πλάτωμα του ΚαστέλΘιουντόδ μισόκλεισε τα μάτια της. Τα σύννεφα είχανε σωριαστεί χαμηλά στον ορίζοντα. Ο ήλιος χτύπαγε τα σκόρπια κομματιασμένα μάρμαρα και σκλήραινε τις ραβδωτές κολόνες του μεγάλου ναού. Προχώρησε δε­ ξιά ώσπου φντίκρυσε την πρόσοψή του. Τότε αναθώρησε και στήλωσε πάνω του τα μάτια. Περίμενε, ακίνηη, σε μια ένταση τού είναι της με σφιγμένο στήθος, ούτε καν που ανάσαινε. Ά κ ου γε τους χτύπους της καρδιάς της. Μα εκείνος ορθωνότανε απρόσιτος, αμά­ λαχτος, βουβός. Καμιά επικοινωνία μεταξύ τους. Η Παμέλα στεκότανε για ώρα. Οι χτύποι της καρδιάς της έγιναν πιο απανωτοί, την τράνταζαν, ακόμα λίγο να λιποθυμήσει. Έ κανε μια προσπάθεια να ξεμακρύνει από την απονιά του, από την ξεραΐλα του. Σκοντάφτοντας πάνω στα βράχια και στα μάρμαρα έφτασε στο μουσείο και χώθηκε στον ίσκιο. Την ανακούφισε κάπως η δροσιά εκεί μέσα. Οι «κόρες» της χαμογελά­ σανε -έν α ωμό χαμόγελο, συμβατικό, δίχως καρδιά, ει-

Από το λεηλατημένο σπίτι τον Κ. Πολίτη ρωνικό, σχεδόν μια πρόκληση. Αποτράβηξε τη ματιά της. Έ νιωθε ακόμα ζαλισμένη. Κάθισε πάνω σ’ ένα μπάγκο κι έκλεισε τα μάτια της. Το ίδιο βουητό, μονό­ τονο, επίμονο, μουντό, αποκοίμιζε τη σκέψη και το λο­ γισμό της. Ό τα ν ξανάνοιξε τα μάτια της, η μέρα πια λιγόστευε. Οι «κόρες» χαμογελούσανε μεσ’ στο θαμπό ισκιόφωτο. Αναρίγησε. Σφίχτηκε μέσα στη μαντίλια της. -Π ο ιο ς τις καταράστηκε σ’ αυτό το αιώνιο χαμό­ γελο;... Μα ίσως νά ’ναι ιδέα μου, ίσως να μη χαμογε­ λάνε σήμερα -ίσως νά ’ναι μια πίκρα το χαμόγελό τους; Καθώς έβγαινε από το μουσείο, το βουητό δυνάμωσε ψηλά. Έ να πυκνό σμάρι αεροπλάνα λόξευε προς τη θάλασσα και ακούγονταν μπουμπουνητά στο απόμα­ κρο. Ανέβηκε με κόπο τα ψηλά σκαλιά του μεγάλου ιερού και κάθισε στο τελευταίο, ακουμπιστά σε μια κο­ λόνα. Με το μάτι παρακολούθησε τη γραμμή τους που μάκραινε από τις δυο μεριές. Καθώς λένε, ανακαλύ­ ψανε την καμπυλότητά τους από ένα καπέλο που είχε μείνει τυχαία στη μια άκρη των σκαλιών και δε φαινό­ τανε από την αντίθετη άκρη. -Τ ι ανοησία, τι ανοησία να συλλογιέμαι κάτι τέτοια μικροπράματα... Κι από μακριά, οι άλλες μαρμαρωμένες «κόρες» κοιτάζανε αδιάφορα με την απλανή ματιά τους, απίθανες μια τέ­ τοια μέρα... Με μιαν αργή κίνηση, σαν ικεσία, σήκωσε τα χέρια της κι αγκάλιασε την κολόνα. -Πατρίδα μου... πατρίδα μου... -κ ι έμεινε σ’ αυτή τη στάση προσδοκώντας κάποια παρηγοριά, μια θαλπωρή, μιαν αποκάλυψη. Ώ σ που τη διαπέρασε η κρυάδα του μαρ­ μάρου. -Μ ε διώχνεις αβοήθητη... Βορεινά, ένας καπνός, κάτι σαν κουρνιαχτός θάμ­ πωνε τον ορίζοντα. Πήγε κατά κει. Στο γωνιακό πύρ­ γο, πανωθέ της, κρεμότανε η σημαία στο κοντάρι, πλα­ δαρή, δίχως παλμό. Στα πόδια της, η πολιτεία κούρ­


42/αφιερωμα νιαζε μουδιασμένη. Μέσα στο κάθε σπίτι κουρνιάζου­ νε μουδιασμένοι άνθρωποι. Έ νας ολόισιος δρόμος ξε­ χωρίζει ανάμεσα στον κυκεώνα των σπιτιών: η Κάλλε δε λος Ά ιρες και συνέχεια η Κάλλε δε λος Μάρτσας. Εκεί στο βάθος, φούντωνε ο κουρνιαχτός. Η πολιτεία χανότανε σιγά σιγά μέσα στο γκρίζο μούχρωμα. Μονά­ χα εδώ κι εκεί φωτούσε κάποιο καμπαναριό. Και ψη­ λά, πάνω στη φαλακρή κορφή του Λουβολλάρ, το λευ­ κό εκκλησάκι του Σαν Γεόργκο ελ Χινέτα. Το Μόντε Λάκο άλλαζε ολοένα χρώματα ώσπου πέτρωσε το γκρίζο. - Θα κλείσομε, είπε πίσω της μια φωνή. Είτανε ο φύλακας. - Μα δεν έδυσε ακόμα ο ήλιος. - Μπαίνουνε οι Αροάνοι, της αποκρίθηκε με συννε­ φιασμένο πρόσωπο. Πήγε στο κοντάρι να κατεβάσει τη σημαία. Τότε η Παμέλα πρόσεξε πως το ένα πόδι του είτανε ξύλινο. Δίπλωσε τη σημαία και την έκρυψε στον κόρφο του. Δεν είπε λέξη. Και όπως στεκόταν έτσι, με το πρόσωπο κλεισμένο, με τη ματιά του γυρισμένη μέσα του, εσωτε­ ρικά, λες κι εξηγιότανε μονάχος με τον εαυτό του. - Ίσως να την φιλούσε αν δεν είμουνα μπροστά, σκέφτηκε η Παμέλα. Σκλάβοι, θά ’μαστέ σκλάβοι... Καθώς γύρισε να φύγει, αντίκρυσε άλλη μια φορά το μεγάλο ναό. Μαλάκωνε, η πρόσοψή του ρόδιζε κάτω απο τις τελευταίες ηλιαχτίδες. Ανάδινε μια ψυχική ζε­ στασιά. Περνώντας άγγιζε με το χέρι της ένα πεσμένο κιονόκρανο. Τό ’νιώσε ολόθερμο, σα νά ’χε μόλις τώρα βγει από τα χέρια του ανθρώπου. Ακούμπησε πάνω το μάγουλό της. Μέσα στην πέτρα χτυπάει μια σκλαβωμέ­ νη καρδιά -λες και πελεκάει το μάρμαρο. - Πάμε, της φώναξε το φύλακας. Δεν είναι ώρα να ρεμβάζετε. - Ναι. Μα ωστόσο έμενε στην ίδια θέση, τα δάχτυλά της ψαχουλεύανε τις γλυφές. Ν αι, συλλογιότανε η Παμέ­ λα, μέσα σ’ αυτές τις πέτρες αχολογάνε μύριες καρδιές: οι καρδιές εκείνων που τις πελεκήσανε, που κουβαλή­ σανε ώς εδώ πάνω τους ογκόλιθους, εκείνων που τους αποσπάσανε από τη γης... Αλήθεια, πώς είναι δυνατόν μονάχα να ρεμβάζεις; Πώς να μην καθίσεις να τα στο­ χαστείς; Σκλάβοι κι εκείνοι, σκλάβοι... Πώς ν ’ αποφύγεις την παρουσία τους; Δεν μπορείς -ακόμα και άθελά σου, ακόμα κι αν το προσπαθήσεις, ακόμα κι αν δεν τό ’χεις καταλάβει... Ακόμα κι αν θελήσεις να τους αγνοήσεις προμελετημένα. Το μαρτυράνε οι πέτρες, το μαρτυράει ο ουρανός. Η ματιά τους βρίσκεται λαξεμέ­ νη μέσα σ’ αυτά τα μάρμαρα -κ ι ακόμη πέρα, στη θάλασα και στα βουνά που αγναντέψανε οι σκλάβοι από δω πάνω. Για τούτο και ολόκληρο τρυγύρω το πλατύ τοπίο λες και μαζώνεται πάνω σ’ αυτόν εδώ το βράχο σαν μεσ’ στα παραπονεμένα μάτια τους. Η Παμέλα κοίταζε το γέρο απόμαχο με ξυλένιο πό­ δι, που ερχότανε κατά δω βαραίνοντας πάνω στο μπα­ στούνι του. Ο νους της πήγε στη σημαία. -Πατρίδα μου... Πατρίδα μου δεν είναι οι πέτρες και τα μάρμα­ ρα, ούτε τ’ αγάλματα και τα μνημεία. Ο άνθρωπος, ο μόχθος του ανθρώπου και τα βάσανά του. Έτσι το νιώθω τώρα. Μου το λένε η καρδιά μου, το ένστικτό μου, ο στοχασμός μου. Γιατί, ό,τι μεγάλο υπάρχει, ό,τι σημαντικό κι αν γίνεται στον κόσμο, φέρνει αυτού τη σκέψη -πάντα στο ίδιο αίτημα. Ο κάθε άνθρωπος που αξίζει αυτό το όνοιια, νιώθει να σφίγγεται η καρδιά του. Οι σακατεμένοι σκλάβοι, που ποτίσανε τούτες τις

πέτρες με το αίμα τους δεν ανήκουνε στο παρελθόν. Υπάρχει μια αδιάλειπτη συνέχεια. Τίποτα δεν άλλαξε -κ α ι σήμερα, χιλιάδες, μιλιούνια οι κατατρεγμένοι κι οι κακομοιριασμένοι κι οι απόκληροι, δίχως ούτ’ ένα τριαντάφυλλο για να χαρούνε τη ζωή... Δίχως ούτ’ ένα τριαντάφυλλο, επανέλαβε ψιθυριστά. Α πό συνήθεια, η ματιά της πλανήθηκε πάνω στις κο­ λόνες και, μεσ’ απ’ τα διάκενα, στην αρμονία που ξε­ τύλιγαν οι λόφοι. Έ κανε μιαν απότομη κίνηση. - Ό χ ι , δεν είναι πια οι καιροί για αισθητικές και για ωραιοπάθειες που ξελογιάζουν και παραστρατούνε το μυα­ λό. Κι όσο το συλλογιέμαι, ίσως να μην είτανε ποτέ. Ίσως νά ’ναι κάποια μέρα, στο μέλλον, δεν το ξέρω... Κάτι άλλο επείγει. Δεν μπορούμε να μείνομε απλοί θεατές στη μάχη του ανθρώπου, για τη λευτεριά του από τη σκλαβιά -ό π ο ια σκλαβιά κι αν είναι. Πριν απ’ όλα ο άνθρωπος... Πατρίδα μου, ο μόχθος του ανθρώ­ που, το αίμα κι η κάθε πείνα του. Κι έτσι, πατρίδα μου, γίνεσαι πιο μεγάλη, θεόρατη, και σ’ αγαπώ, πα ­ τρίδα μου, ακόμα πιο πολύ... Πλάι της, ο ξυλένιος κόπανος του φύλακα χτυπούσε ανυπόμονα το βράχο. - Βιαστείτε. Η Παμέλα κούνησε το κεφάλι της: - Ναι, είναι πια καιρός. Έ να καινούριο βουητό, σαν τράνταγμα που ανέβαι­ νε από τα έγκατα της γης, έφτανε ώς εδώ πάνω. - Τα τανκς. Κιόλα... - Μ πουένας νότσες, θενιόρα.3 Ο ήλιος πάντα βγαί­ νει -μην το ξεχνάτε αυτό. Του χαμογέλασε: - Μποένας νότσες -κα ι του έδωσε το χέρι της. Κάτω στο δρόμο, το βουητό δεν ακουγότανε, είχε καταλαγιάσει. Ξανάρχισε πάλι σε λίγο, και όσο η Πα­ μέλα προχωρούσε μεσ’ στην πόλη, όλο και δυνάμωνε, όλο και σκοτείνιαζε η μέρα. Πέρασε την Αβενίδα δε λος Πιμεντέρος κι έφτασε στο Ηρώο. Καμιά κίνηση, ούτε τραμ, ούτε αυτοκίνητα, ούτε λεωφορεία. Θα πρέ­ πει να γυρίσει στο σπίτι με τα πόδια. Και το επίμονο βουητό που. τράνταζε τη γης όλο και σίμωνε. Καθώς πήγε να στρίψει τη γωνία, ξαφνιάστηκε. - Αλτ! - κι ένα οπλοπολυβόλο της έφραξε το δρόμο: - Φερμπότεν. - Αχ! έκανε μονάχα και τράβηξε ίσια την Αβενίδα. Τάχυνε το βήμα της. Πίσω στη διασταύρωση, βροντολογούνε τώρα σίδερα κι .αλυσίδες. Τάχυνε το βήμα της. Έ ξω από την Κάλλε Χ αουπέα, ένα μεγάφωνο διαλαλούσε την προδοτική προκήρυξη: «Ενικήθημεν.... οφείλομενν υποταγήν και αμέριστον συνεργα­ σία προς τον μεγαλόψυχονν αρχηγέτην του γενναίου και ευγενούς έθνους...». Στην είσοδο της Κάλλε δε λας Μάρτσας, ένα σταματημένο τανκ. - Φερμπότεν! Η Παμέλα πήρε βιαστικά τα παρασόκακα για να βγει στην Πουέρτα δε λος Βινιέδας, και από κει στη δημοσιά για το προάστιο Αλμαχίτο.1 1. Λεωφόρος. 2. Το όνομα της πρωτεύουσας. 3. Καληνύχτα, κυρία. Κ.Π.


Γιάννης Βασιλείου

Επρόκείτο για έναν άνθρωπο ξεχωριστό.

...

Γνώρισα τον Κοσμά Π ολίτη γύρω στα 1934, όταν ήλθε στην Π άτρα ως διευθυντής της Ιονικής Τράπεζας. Πρέπει μεμιάς να πω ότι επρόκείτο για έναν άνθρωπο ξεχωριστό. Μ ια προσωπικότητα που δεν απαντάει κανείς συχνά. Είχε μια έντονη γοητεία κα ι μαζί κάποια ιδιοτροπία: ήθελε να παρου­ σ ιάζεται ότι είναι αλλιώτικος απ’ όλους τους άλλους. Αλλά, παρ’ ότι συχνά με παράξενα φερσίματα προσπαθούσε να επιδείξει πρωτοτυπία, παρέμενε πάντοτε γοητευτικός κα ι αγαπητός. Ή τα ν ένας «αισθητικός» που αγαπούσε το ωραίο κα ι καταλάβαινε από τέχνη. Παράλληλα, ήταν εξαιρετικά ικανός άνθρωπος. Μ έσα σε λίγον καιρό, αφότου ήλθε στην Π άτρ α, ο Κ .Π . κατόρθωσε, να μεταβάλει την Ιονική Τράπεζα, που μέχρι τότε δεν είχε καμιά κίνηση, σε ένα ζωντανό υπο­ κατάστημα με μεγάλη πελατεία. Θ υμάμαι ότι επήγαινε στα καταστήμα­ τα κα ι έπινε καφέ με τους εμπόρους. Ή μουν ένας από τους λίγους φίλους που είχε στην Πάτρα. Από μια εκδρομή που κάναμε μαζί το 1939 στα Λουτρά του Κ αϊά φ α εμπνεύστη­ κε ένα διήγημα του οποίου μου χάρισε το χειρόγραφο κα ι που το έδω­ σα κα ι δημοσιεύτηκε στα «Κ ρ ιτικά Φύλλα» το 1976. Εύκολα αναγνωρί­ ζει κανείς σ’ αυτό το διήγημα τον ίδιο τον Κ .Π . στο πρόσωπο του Ξένου, του οποίου τα επιδεικτικά καμώματα περιγράφει με αυτοσατιρική διάθεση. Αγαπούσε πάντοτε τη γυναικεία συντροφιά. Δεν θυμάμαι, όμως, του­ λάχιστον τα χρόνια που ήμαστε στην Π άτρ α, να είχε ποτέ μια φίλη με α ντάξιά του πνευματικότητα. Ο ι κακές γλώσσες έλεγαν ότι διάλεγε τις φίλες του ανάμεσα στα κορίτσια ενός εργοστασίου την ώρα που σχο­ λούσαν απ’ τη βραδινή τους βάρδια. Πάντως ήταν ένας δυστυχής άν­ θρωπος στο σύνολο της ζωής του. Έχασε τη μοναχοκόρη του στα 23 της, έζησε χρόνια χωριστά απ’ τη γυναίκα του, τσακώθηκε με την Τ ρ ά­ πεζα κ ι έχασε τη δουλειά του. Μ ε τη γυναίκα του συμφιλιώθηκε από την κοινή συμφορά του χαμού της κόρης τους. Ό τα ν έφυγα από την Π άτρ α, δεν τον έβλεπα πολύ συχνά. Έ λαβα ένα γράμμα από έναν φίλο μου που μου έγραφε ότι είχε παραχωρήσει στον κοινό μας φίλο Κοσμά Π ολίτη -έμενε μέχρι τότε σε ξενοδοχεία- ένα σπίτι που είχα στην Πάτρα. Ή τα ν ένα ισόγειο σπιτάκι -δ υο δωμάτια μ’ έναν μικρό κήπο- στο Γυρί, κοντά στο αγροτικό ορφανοτροφείο, λίγο πιο κάτω απ’ τα Ψ ηλά Αλώνια. Έ βαλα κι έχτισαν έναν ψηλό τοίχο γύρω-γύρω, όπως μου ζήτησε ο Πολίτης, «για να βγαίνει στον κήπο κα ι να μην τον βλέπει κανείς». Κάπου γύρω στο ’45-’46 έλαβα ένα βιβλίο του με τίτλο Τ ο Γ ν ρ ί αφ ιε­ ρωμένο σε μένα. Το σπιτάκι των δύο δωματίων είχε μεταβληθεί σε «παληό αρχοντικό» με «πυργάκι» κα ι «γυψένιες πολεμίστρες»... Η ζωή, όμως, της Πάτρας αποδόθηκε πιστά με λιτότητα που εκπλήσσει.


44/αφιερω μα Α υτό που θαυμάζω στα βιβλία του Π ολίτη, όπως Το Τ υ ρ ί κα ι Σ το ν Χ α τζ η φ ρ ά γ κ ο ν , είναι ό τι, ενώ υποτίθεται ότι έχουν θέματα που ελάχι­ στα ενδιαφέρουν, δεν σ’ αφήνουν να σταματήσεις.

Γ.Π. Σαββίδης

Α ντί Στεφάνου. Μαρτυρία για τα είκοσι τελευταία χρόνια της ζωής του Κοσμά Πολίτη. * [...] Μολονότι όλα του τα πεζογραφήματα προφανώς πε­ ριέχουν στοιχεία αυτοβιογραφικά, δεν ήταν άνθρωπος με ροπή προς την εξομολόγηση. Γ ι’ αυτό καταγράφω τρεις σπάνιες τέτοιες στιγμές - α ν κα ι θαρρώ πως κα ι οι τρεις συνοψίζονται, κατά βάθος, σε έναν αυτόγραφο στοχασμό του που δημοσιεύτηκε στις 28 Φεβρουάριου 1938 στο περιοδικό Ν εοελλη νικά Γ ράμματα:

Η ομορφιά έχει όρια που κανένας άνθρωπος δεν τα περ­ νάει ατιμώρητα. Ε ίνα ι φριχτή σαν Μέδουσα - όσο κ α ι η ολόγυμνη αλήθεια. Η πρώτη, κα ι πλαγιότερη, ήταν στις αρχές της φιλίας μας, όταν μου δήλωσε πως θεωρούσε ξεπερασμένη κα ι άχρηστη όλη του την λογοτεχνική εργασία πριν από Το Γ ν ρ ί (1945). Τρόμαξα, κα ι διαμαρτυρήθηκα πέρα από κάθε συμβατική ευγένεια. «Βέβαια», συνέχισε τότε, «αν το καλοσκεφτεί κανείς, ο Π αύλος Καλάνης τελικά βρί­ σκει τον σωστό δρόμο στην Ε κά τη , κα ι τα π αιδιά της Ε ρόικα επαναστατούν ενάντια στους καλοκαθισμένους αστούς γονείς τους. Α λλά πόσοι τα προσέχουν αυτά;...». Αργότερα, πρέπει να προσθέσω, η περιφρόνησή του για τα κομμα τικά κριτήρια της λογοτεχνίας εκδηλωνόταν πιο απροκάλυπτα. Ο ι δύο άλλες εξομολογήσεις του χρονολογούνται από το 1962. Ολότελα ιδιωτική η μία, δόθηκε σε ώρα έντονης συναισθηματικής πίεσης, στοργική προσφορά σε δυο φ ί­ λους ακριβούς: «... Α ν δεν είχα φύγει τότε από το σπίτι μου ίσως η κόρη μου να μην είχε πεθάνει. Ίσως να είχα βρει τρόπο να την σώσω...». Η άλλη ειπώθηκε καθώς μας παρέδιδε το χειρόγραφο

* Απόσπασμα. Εφ. «Το Βήμα», 2.3.1974 [= Εφήμερον Σπέρμα (19731978), σ.σ. 67-8].


αφιερω μα/45 του Σ το ν Χ α τζη φ ρ ά γκ ο ν. Α φορούσε τις δυο τελικές π α ­ ραγράφους του μυθιστορήματος του: «Αρχικά», είπε, «τελείωνα με την πρώτη πα ράγρα φο. Μ α την τελευταία στιγμή της αντιγραφ ής, αποφ άσισα πω ς δεν έχω το δ ι­ καίω μα να αφήνω τον αναγνώστη μέσα στο σ κοτάδι της προσω πικής μου απόγνωσης. Κ αι πρόσθεσα την δεύτερη παράγραφο». Τ ις αντιγράφ ω εδώ, για να κρίνει μόνος του ο α να­ γνώστης με την πείρ α τω ν δώ δεκα ετών που μεσολάβη­ σαν από «τα σ αραντάχρονα μιας χαμένης πολιτείας»: Κάποιες φορές, τη νύχτα, σηκώνεις τη ματιά σου κ ι αγναντεύεις τ’ άστρα, περιμένοντας μήπως σταλάξουνε κάποιο βάλσαμο, κάποια παρηγοριά ή ελπίδα. Μ α εκεί­ να λάμπουνε παγερά κα ι ατσαλένια. Ωστόσο, κοίτα, να! χάραξε κιόλα η ανατολή κ ι έρχεται κύματα-κύματα το φως για μια παγκόσμια ελπίδα.

Μ. Παπούλια

Βιογραφικό μνημόνιο για το “Τέρμα” του Κοσμά Πολίτη* ΤΟ Ν ΟΚΤΩ Β ΡΙΟ του 1972, επιστρέφοντας στο Ψ υχικό μετά από απουσία μου δυο ή τριώ ν μηνών, επισκέφθηκα τον Κ .Π . στο σπίτι του της οδού Στρατηγού Καλάρη 13 κα ι Κωστή Π αλαμά στο Ψ υχικό. Δεν κατέβαινε π ια , από αρκετό καιρό, να ανοίξη την πόρτα, αλλά πέταγε το κλειδί από την βεράντα στους λιγοστούς που τον επισκέ­ πτονταν. Το ούζο ήταν έτοιμο και καθήσαμε να πούμε τα «νέα μας». Μ ετά τα δικά μου, μου είπε πω ς άρχισε να γράφη. Νόμισα στην αρχή πω ς θα ήταν μια πα λιά του σκέψη γ ια ένα μυθιστόρημα που θα το ονόμαζε Α ν τ ι ­ κ ύ θ η ρ α : [ . , .] Π α ρ ’ όλο που χρόνια δούλευε τα Α ν τ ι κ ύ θ η ρ α στο μυαλό του και σκόπευε να τα αρχίση όταν δεν θα είχε μεταφράσεις -ο ι οποίες, όπω ς έλεγε, του ήταν α π αρ α ίτη­ τες για να συμπληρώνη τη σύνταξή του από την Ιονική Τράπεζα , εκτός αν ποτέ έπαιρνε τη σύνταξη των Λ ογο­ τεχνών οπότε «μαμ κα ι νά νι, τουαλέτα και σεργιάνι»αυτό που έγραφε ήταν άλλο πράγμ α κα ι το ονόμασε * Απόσπασμα από το επίμετρο Α ' π ο υ περιέχεται στο «Τέρμα» Κ. Πο­ λίτη, Ερμής, 1975, σσ 189επ.


46/αφιερω μα Τ έ ρ μ α . Μ ου έδωσε να διαβάσω τις πρώτες σελίδες. Δεν θυμάμαι καλά, μα νομίζω πως τότε είχε ολοκληρώ­ σει μόνο το πρώτο κεφάλαιο. Μ ε ξένισε ο τίτλος κα ι τον ρώτησα. «Ίσως», είπε, «να είναι το τέρμα το δικό μου: είμαι 85 χρόνων, δεν πι­ στεύω ότι θα ζήσω να γράψω τίποτε άλλο. Ίσως όμως να είναι το τέρμα των ανθρώπων που περιγράφω». Α ι ­ σθανότανε πολύ μόνος πια, είχαν περάσει τέσσερα χρό­ νια από τον θάνατο της γυναίκας του Κλάρας κα ι, απο­ μονωμένος καθώς ήταν, φαίνεται ότι τον βάραιναν σκέ­ ψεις από την περασμένη ζωή του ακόμη. Τούτο το ήξερα απ’ ό ,τι μου διηγόταν, σκόρπιες ιστορίες από τα μικράτα του μέχρι πρόσφατα. Στην πρώτη σελίδα μετά από την λέξη Τ Ε Ρ Μ Α είχε γράψει ένα ποίημα του φίλου του ποιητή Αντωνίου:

Σ τη μ α ύ ρη νύχτα ζω γραφίζω για σεμ ιά να ξημερώση. [...] Έ γραφε λοιπόν κα ι επεξεργαζόταν το Τ έ ρ μ α κα ι διάβαζε, διά βαζε πολύ. Κοιμόταν πολύ λίγο κα ι ήταν περήφανος γ ι’ αυτό, γ ια τί το θεωρούσε απόδειξη ότι δεν γέρασε κα ι έλεγε « Α λ ί στο γέρο που κοιμάται». [...] Δεν υπήρχε περίπτωση να τελειώση το Τ έ ρ μ α . Η κακή υγεία του είχε επιδεινωθή με την διαπίστωση μιας εστίας καρκίνου στον πνεύμονα. Δεν το έμαθε ποτέ, μα φαίνεται ότι καταλάβαινε το τέλος του. Την παραμονή του θανάτου του μου είπε: «Για φανταστήτε, κ ι ο πατέ­ ρας μου είχε την ίδ ια η λ ικ ία ..., κ ι η Κλάρα άνοιξη, θυ­ μάστε, κι η Κνούλη (η κόρη του) το ίδ ιο ..., enfin άλλα λόγια λέτε, βρε παιδιά». Την ημέρα εκείνη δεν ήθελε να φύγω. Ο ι αναπνευστι­ κές του κρίσεις γίνονταν έντονες κα ι συχνότερες. Δεν έχασε τις αισθήσεις του μέχρι την τελευταία στιγμή. Ζ η ­ τούσε συγγνώμη που ενοχλούσε κα ι έλεγε «ευχαριστώ» γ ια ' τ ι ; προσφερόμενές υπηρεσίες. Όπως υπέμεινε τη μο­ να ξιά του με περηφάνεια κα ι αξιοπρέπεια, έτσι υπέμεινε και τις τελευταίες του ώρες. Ξεψύχησε στητός σα δέντρο τα ξημερώματα του Σαββάτομ της 22ης Φεβρουάριου 1974. Το βράδυ της ημέρας εκείνης ξεφύλλιζα τα διάφορα χαρτιά του κα ι έπιασα να ξαναδιαβάζω τα χειρόγραφά του. Σταμάτησα όταν είδα ότι οι στίχοι του Αντωνίου ήταν σβησμένοι κα ι από κάτω γραμμένο:

Έ ρ χετα ι η μ α ύρη νύχτα η αξημέρωτη. Φοβάμαι. Κ .Π .

[ . . . ] - Α πό το δικό σας έργο, ποιο βιβλίο προτιμάτε; - Θα σας έλεγα πως το τελευ­ ταίο είναι πάντα το καλλίτερο: Η Ερόικα, που μόλις κυκλοφόρησε. Μα και την Ελεονόρα δεν τη θεω­ ρώ λιγότερο άξια. Και ξέρετε για­ τί; Γιατί δεν συμβαίνει τίποτε. Ίσως νάχει κάτι το γελοίο, με κα­ ταλαβαίνετε, στη γενική του σύνθε­ ση, μια που δεν υπάρχει, ούτε υπό­ θεση, ούτε φόρμα όπως όλα σχεδόν τα έργα που τα τρώει αυτός ο ακα­ ταλόγιστος ρασιοναλισμός. Προσ­ παθώ βλέπετε να φτιάσω το έργο μου απ’ την ίδια μου τη σάρκα και να το αναζωογονήσω με το αίμα μου και να του δώσω την ψυχή από τα όνειρά μου. Θάλεγα πως ο τε­ χνίτης γι’ αυτό είναι ένας δημιουρ­ γός ενός χαμηλού κόσμου, που πλάθει αγγέλους ενός κατώτερου ουρανού και πως με τα τεχνάσματα της φαντασίας του θέλει να παρα­ τείνει την εκθαμβωτική αυτή ψευ­ δαίσθηση. [...] (Κ. Θρακιώτης, «Πορτραίτα συγ­ γραφέων μεταπολεμικής γενεάς: Κοσμάς Πολίτης», Νεοελληνικά Γράμματα, 28.5.1938, σ. 12).


αφ ιερω μα/47

Peter Mackridge

Εργογραφία Κοσμά Πολίτη Ια. Λεμονοδάσος. Ιστορία μιας ζωής. Αθή­ να, 1930. Σελ. 224. 16. Λεμονοδάσος. Ίκαρος, Αθήνα, 1944. Σελ. 183. 1γ. Λεμονοδάσος. Ίκαρος, Αθήνα, 1954. Σελ. 142. 1δ. Λεμονοδάσος. Μυθιστόρημα. Καραβίας, Αθήνα, 1967. Σελ. 204. la. Lemonodassos. [μετάφραση Leon Krajewski.] L’ Hellenisme contemporain 3 (1938/ 39), nos. 4-9. 16. L0monodassos (Le Bois de citronniers). Roman traduit du grec par Leon Krajewski. Αθήνα, χ.χ. (περ. 1940). Σελ. 182. 2α. Εκάτη. Σύγχρονη ιστορία. Πυρσός, Αθή­ να, 1933 [στο εξώφυλλο: 1934] Σελ. 380. 26. Εκάτη. Ίκαρος, Αθήνα, 1946. Σελ. 367. 3. Ελεονόρα. Τα «Νέα Γράμματα» 1 (1935), σσ. 589-606 και 651-670. 4. Eroica. Τα «Νέα Γράμματα» 3 (1937), σσ. 6-25, 89-108, 172-198, 311-328, 368-389, 444465, 514-533, 651-672, 718-738. 4α. Eroica. Μυθιστόρημα. Γκο6όστης, Αθή­ να, χ.χ. [1938], Σελ. 251. 46. Eroica. Μυθιστόρημα. Αετός, Αθήνα, 1944. Σελ. 236. 4γ. Eroica. Ίκαρος, Αθήνα, 1958. Σελ. 235. 4δ. Eroica. Μυθιστόρημα. Καραδίας, Αθή­ να, χ.χ. [περ. 1970], Σελ. 255. 4ε. Eroica. Επιμέλεια Peter Mackridge. Ερ­ μής, Αθήνα, 1982. Σελ. _ στ' + 237. 5. Μαρίνα. Τα «Νέα Γράμματα» 5 (1939), σσ. 9-55. 6. Τζούλια. 6α. Julia, [μετάφραση Μ. Ρ. Gianos (;)] «The Charioteer», no. 11-12 (1969-70), σσ. 44-62. 7. Καϊάφας. Κριτικά Φύλλα 5 (1976), σσ. 8488 [γραμμένο γύρω στα 1939]. 8α. Τρεις γυναίκες. Γλάρος, Αθήνα, 1943. Σελ. 166. [Περιέχει τους αρ. 3,5 και 6]. 9. Ένα διπλό. 9i. «Νέα Εποχή» (Λευκωσία) 1 (1959), αρ. 11. 9ϋ. «Φιλολογική Πρωτοχρονιά» 24 (1967), σσ. 61-65.

9a. «Unul Dublu». [μετάφραση Victor Ivanovici.] Antologia nuvelei neogregesti. Univers, Βουκουρέστι, 1975, σσ. 250-256. 10. To Τυρί. Τα «Νέα Γράμματα» 7 (1944-5), σσ. 3-12, 79-90, 158-179, 254-277, 368-400. 10α. Το Τυρί. Ίκαρος, Αθήνα, 1945. Σελ. 219. 106. Το Τυρί. Καραδίας, Αθήνα, χ.χ. [περ. 1968], Σελ. 244. 11. Το Ρέμα. «Ελεύθερα Γράμματα», 1945 (τεύχη 8/30.6.45, 9/7.7.45, 10/13.4.45 και 11/ 20.7.45). 12. Η κορομηλιά. Νου6έλλα. «Νέα Εστία» 39 (1946), σσ. 391-396, 487-492, 551-556, 605611. 12ϊ. «Πειραϊκή-Πατραϊκή», αρ. 61 (1960). 12α. Η κορομηλιά. Νουβέλλα. Φέξης, Αθή­ να 1959. Σελ. 242. [Περιέχει, εκτός από τον αρ. 12, τους αρ. 3, 5, 6, 9, 11 και το διήγημα «Η πρώτη ανάσταση»]. 126. Η κορομηλιά. Καρα6ίας, Αθήνα, 1973. Σελ. 123. 13.Santa Barbara (απόσπασμα). «Η Μάχη», αρ. 498 (6/11/49), σ. 2. 14α. Γάιος Φλάβιος Βαλέριος Ανρηλιανός Κλαύδιος Κωνσταντίνος. Έργο σε πέντε πράξεις και επίλογο. [Στο εξώφυλλο: Κων­ σταντίνος ο Μέγας.] Δίφρος, Αθήνα, 1957. Σελ. 173. 15.Στον Χατζηφράγκου. Ο Ταχυδρόμος Θ (1962) και I (1963) Αρ. τεύχ. 452-487 (36 συ­ νέχειες). Εικόνες του Μίνου Αργυράκη. 15α. Στον Χατζηφράγκου. Τα σαραντάχρονα μιας χαμένης πολιτείας. Μυθιστόρημα. Καραδίας, Αθήνα, 1963. 318 + γ' σελίδες. [Οι τρεις τελευταίες σελίδες περιέχουν το γλωσσάριο. Υπάρχει και άλλη παραλλαγή με 321 σελ. και χωρίς γλωσσάριο. | 156. Στον Χατζηη ράγκον.Σ τα σαραντάχρονα μιας χαμένης πολιτείας. Μυθιστόρημα. Πολιτικές και λογοτεχνικές εκδόσεις, [Βου­ κουρέστι]. Σελ. 349. [Περιέχει και το γλωσ­ σάριο.] 16α. Τέρμα. Φιλολογική επιμέλεια Γαδριήλ Πεντζίκης. Ερμής, Αθήνα, 1975. Σελ. 199.


48/αφιερω μα

Peter Mackridge

Επιλογή από την κριτικογραφία για τον Κοσμά Πολίτη 1. Γ. Βαλέτας, «Κοσμάς Πολίτης ο Αιολι­ κός». Αιολικά Γράμματα 3 (1973), σ. 420422. 2. Μ. Vitti, Ιδεολογία και μψρφή: Η Γενιά του Τριάντα (Αθήνα 21979), σ. 324-342. 3. Α. Δεκαβάλλες, «Σ’ αναζήτηση του ιδα­ νικού στην αγάπη: Εισαγωγή στο έργο του Κοσμά Πολίτη». Αιολικά Γράμματα 4 (1974), σ, 177-191. 4. Α. Διαμαντόπουλος, «Διαβάζοντας την Eroica του Κοσμά Πολίτη». Τα Νέα Γράμ­ ματα 5 (1939), σ. 67-72. 5. Α. Καραντώνης, Πεζογράφοι και πεζο­ γραφήματα της Γενιάς του ’30 (Αθήνα 1962), σ. 157-190. 6. Α. Καραντώνης, «Κοσμάς Πολίτης». Νέα Εστία 95 (1974), σ. 406-409. 7. Ρ. Mackridge, «Συμβολικές και ειρωνικές δομές στην Eroica». Κ. Πολίτη, Eroica (Αθήνα 1982), σ. κε'- δ \ 8. Τ. Μαλάνος, 1962).

Δειγματολόγιο

(Αθήνα

9. Κ. Μητσάκης, Νεοελληνική πεζογραφία: Η Γενιά του ’30 (Αθήνα 1977), σ. 45-48. 10. Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος, Τα πρόσωπα και τα κείμενα. Β': Ανήσυχα χρόνια (Αθήνα 21980) σ. 195-209.1 11. Γ. Σαββίδης, «Αντί στεφάνου: Μαρτυρία για τα είκοσι τελευταία χρόνια της ζωής

του Κοσμά Πολίτη». Εφήμερον σπέρμα (Αθήνα 1978), σ. 64-68. 12. Α. Σαχίνης, Αναζητήσεις της νεοελληνι­ κής πεζογραφίας στη μεσοπολεμική εικο­ σαετία (Θεσσαλονίκη 21978), σ. 110-113. 13. Α Σαχίνης, Η σύγχρονη πεζογραφία μας (Αθήνα 1951), σ. 25-31 [Για την Eroica]. 14. Α. Σαχίνης, Πεζογράφοι του καιρού μας (Αθήνα 21978), σ. 11-2#[Για Το Γυρί, την Κορομηλιά και Στου Χατζηφράγκου]. 15. Α. Σαχίνης, Μεσοπολεμικοί και μεταπο­ λεμικοί πεζογράφοι (Θεσσαλονίκη 1979), σ. 11-19 [Για τις Τρεις γυναίκες και το Τέρμα]. 16. Ντ. Τακάρη, «Η Eroica του Κοσμά Πολί­ τη». Αιολικά Γράμματα 3 (1973), σ. 451454. Σημείωση: Από τα λήμματα, ορισμένα (π.χ. το 15 και μέρος του 5) αποτελούν απλώς βιβλιοκρισίες, ενώ άλλα (π.χ τα 1, 6, 11) έχουν περίπου τη μορφή νεκρολογίας γραμμένης με την ευκαιρία του θανάτου του Πολίτη. Τα περισσότερα όμως είναι ή συνθετικές εργασίες για το έργο γενικά του Πολίτη έως τον καιρό που γράφτη­ καν, ή μελέτες για ορισμένα επί μέρους έρ­ γα. Στην επιλογή περιορίστηκα (με πέντε εξαιρέσεις) σε υλικό που βρίσκεται σε βι­ βλία. Επίσης προσπάθησα σε κάθε λήμμα να δώσω πληροφορίες για την πιο πρόσ­ φατη δημοσίευση.

Γ Ρ Α Μ Μ Α Τ Α καί Τέχνες Μ Η Ν ΙΑ ΙΑ Ε Π ΙΘ Ε Ω Ρ Η Σ Η Τ Ε Χ Ν Η Σ , Κ Ρ ΙΤ ΙΚ Η Σ Κ Α Ι Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Ο Υ Π Ρ Ο Β Λ Η Μ Α Τ ΙΣ Μ Ο Υ


ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ

επιλογή ο αφανισμός του άλλου και η συντριβή του εαυτού ΦΩΤΕΙΝΗΣ ΤΣΑΛΙΚΟΓΛΟ ΥΚ Ω Σ ΤΟ Π Ο Υ Λ Ο Υ : Σχιζοφρένια και φόνος. Μια ψυχολογική, εγκληματολογική έρευνα. Αθήνα, Παπαζήσης, 1984. Σελ. 267.

«Το βιβλίο αυτό αναφέρεται σε δυο οριακά ανθρώπινα φαινόμε­ να: το φόνο και τη σχιζοφρένια, επιχειρώντας την ψυχοδυναμική διερεύνηση των σχέσεων που αναπτύσσονται ανάμεσα τους. Αν ο φόνος είναι η συντριβή, ο αφανισμός του άλλου, τότε η σχιζοφρένια -όπως εκφράζεται μέσα στην οικογένεια, τα ψυχιατρεία, μέσα στην πολυμορφία της θεσμικής καταστολής- είναι η ζωή που συν­ τρίβεται μέσα στον εαυτό της, είναι η ζωή που αντιτίθεται στον εαυτό της. Ποια είναι η σχέση που υπάρχει ανάμεσα σ’ αυτές τις δύο καταστάσεις; Πόσο η συντριβή του εαυτού υποθάλπει ή προκαλεί τη συντριβή του άλλου; Αποσκοπώντας σε μια απάντηση στο παραπάνω ερώτημα, η μελέτη αυτή ξεπερνά τα πλαίσια ενός περιχαρακωμένου ψυχοπαθολογικού πεδίου και επιδιώκει να αγ­ καλιάσει έναν ευρύτερο «ανθρωπολογικό» χώρο, όπου ο άνθρω­ πος ορίζεται ως το “ον της έλλειψης” ...». Πρόκειται για την αρχή του προλό­ γου του παραπάνω βιβλίου. Νομί­ ζω πως ήδη στις γραμμές αυτές, με πυκνό, απλό και ταχύ τρόπο, προσδιορίζεται και οριοθετείται το θέμα του βιβλίου, διαφαίνεται αβίαστα η προέλευση του προβλη­ ματισμού της συγγραφέως και υπο­ δηλώνεται η επίμονη πρόθεσή της να δει στη σχιζοφρένια και στην ανθρωποκτονία ουσιαστικά δύο ανθρώπινες καταστάσεις -κατεξοχήν ανθρώπινες αφού και κατεξοχήν οριακές-που μπορούν και πρέ­ πει να γίνουν κατανοητές, μόνες

και στις μεταξύ τους σχέσεις, όχι μόνο σαν δύο μεμονωμένα θέματα ψυχιατρικής και εγκληματολογίας αλλά σαν γόνιμα και οικεία ανθρωπολογικά ερωτήματα. Το ενδιαφέρον μιας σημερινής μελέτης πάνω στις σχέσεις που συν­ δέουν τη σχιζοφρένια και την αν­ θρωποκτονία είναι πολλαπλό. Χρειαζόμαστε επειγόντως τα συμ­ περάσματα μιας τέτοιας μελέτης για να υιοθετήσουμε μια στάση ακριβέστερη, πιο τεκμηριωμένη, γνωστικά και ηθικά δικαιότερη, απέναντι στους ψυχωσικούς συνα-

θρώπους μας. Η θέση τους στην κοινωνία μας, ήδη βεβαρυμένη από τη φύση του ίδιου του προβλήματός τους, γίνεται δυσμενέστερη από τον άκριτο συνωστισμό φόβων και προκαταλήψεων για την επικινδυνότητα και το ανεξέλεγκτο της συμ­ περιφοράς τους που μας κληρονό­ μησαν άλλες εποχές όπου η έννοια του τρελού συγχεόταν και συχνά ταυτιζόταν μ’ εκείνη του εγκλημα­ τία. Πέρα όμως από την κοινωνική πλευρά του θέματος και τη σημα­ σία του στο επίπεδο της ατομικής ευθύνης, οι απαντήσεις που θα δο­ θούν στο ερώτημα: «σε ποιο βαθμό η σχιζοφρένια, αυτή καθ’ εαυτή, ευθύνεται για το πέρασμα στο έγ­ κλημα, στην ανθρωποκτονία;» θα μπορούσαν να προσφέρουν πολύτι­ μες διευκρινίσεις στη μελέτη της ψυχοπαθολογίας του παραληρήμα­ τος, χώρου ψυχιατρικού και ψυχο­ λογικού ταυτόχρονα. Το ενδιαφέ­ ρον των απαντήσεων αυτών για την εγκληματολογία είναι επίσης ση­ μαντικό αφού ο άνθρωπος σ’ όλες τις εκφάνσεις και εκδοχές του, «υγιείς» και «παθολογικές», δεν μπορεί παρά να διατηρεί κάτι το ενιαίο που είναι η ίδια του η φύση.


50/οδηγος Έ τσι, το σχιζοφρενικό έγκλημα μπορεί να πληροφορήσει για' τους εγκληματογόνους μηχανισμούς που ενδέχεται να κατευθύνουν τη συμ­ περιφορά και των φυσιολογικών ατόμων κάτω από ψυχοπιεστικές καταστάσεις. Μ’ αυτόν τον τρόπο δεν είναι υπερβολικά να λεχθεί ότι η περίπτωση του ανθρωποκτόνου σχιζοφρενούς, όπου «συνενώνεται μια κατεξοχήν ψυχική ασθένεια με μια κατ’ εξοχήν εγκληματική πρά­ ξη» γίνεται και ένα κατεξοχήν γό­ νιμο όσο και δύσκολο σημείο διεπι­ στημονικής προσέγγισης και έρευ­ νας, με σημασία ιδιαίτερα μεγάλη για το σύνολο των επιστημών του ανθρώπου. Το βιβλίο της Φωτεινής Τσαλίκογλου-Κωστοπούλου είναι το αποτέλεσμα μιας παρόμοιας διεπι­ στημονικής (ψυχολογικής και εγκληματολογικής) μελέτης του θέμα­ τος, ιδιαίτερα αξιόλογης για τη σύλληψή της, τη μεθοδολογία της και την ποιότητα επεξεργασίας του υλικού της και, ας το αναφέρουμε, μοναδικής στον ελληνικό χώρο ό ­ σον αφορά την ιδιαίτερη συνθετική προσέγγιση που επιχειρεί. Η εργα­ σία της έγινε στο πλαίσιο της διδα­

κτορικής της διατριβής στην Πάντειο Α .Σ.Π .Ε . και το «πειραματι­ κό» μεθοδολογικό της μέρος αποτέλεσε η ψυχοδυναμική μελέτη μιας ομάδας δέκα εννέα ανθρωποκτόνων σχιζοφρενών που νοσηλεύον­ ται σύμφωνα με το άρθρο 34 του ποινικού κώδικα «περί μη καταλο­ γισμού της εγκληματικής πράξης» στο τμήμα κρατουμένων του κρατι­ κού Θεραπευτηρίου Ψυχικών Πα­ θήσεων Αθηνών. Ό λη η εργασία έγινε με θεωρητι­ κό πλαίσιο αναφοράς την ψυχολο­ γία του βάθους που ιστορικά επέ­ τρεψε να διαφανούν σαφέστερα «οι ρίζες της ψυχικής ζωής, οι τάσεις, οι παρορμήσεις, οι επιθυμίες που απαρτίζουν το συγκινησιακό χώρο ,α πό όπου απορρέουν τα κίνητρα της εγκληματικής αλλά και κάθε ανθρώπινης πράξης». Οι τέσσερις βασικές υποθέσεις που κατεύθυναν την εργασία, της συγγραφέως σ’ όλη τη διάρκεια της έρευνάς της ήσαν οι εξής: ότι -«η ανθρωποκτονία, τόσο στο σχιζοφρενικό όσο και στο φυσιολογικό άτομο, είναι ένα πολυδιάστατο φαινόμενο, άρρηκτα συνυφασμένο με την προσωπικότητα του δράστη

και τις σχέσεις που αυτή αναπτύσ­ σει με το περιβάλλον του». Ό τι «σαφής διαχωριστική γραμμή ανά­ μεσα στα χαρακτηριστικά γνωρί­ σματα του σχιζοφρενικού φόνου και εκείνου που διαπράττεται από μη ψυχασθενή άτομα δεν υπάρχει». Ό τ ι «η σχιζοφρενική διαταραχή ενδέχεται, κάτω από ορισμένες συνθήκες, να διευκολύνει το πέρα­ σμα στην εγκληματική πράξη, ωστόσο όμως σχέση αιτίουαιτιατού ανάμεσα σ’ αυτήν και στην εγκληματική πράξη δεν υπάρ­ χει». Τέλος, ότι, «η εγκληματική πράξη του σχιζοφρενούς δεν είναι αναίτια...». Ό π ω ς κάθε εκδήλωση της ανθρώπινης συμπεριφοράς, έτσι και αυτή έχει κάποια σημασία για το δράστη, τείνει στην επίτευξη ενός λιγότερο ή περισσότερο ασυ­ νείδητου σκοπού». Έ τσι, στόχος της μελέτης της συγγραφέως γίνε­ ται αντίστοιχα η «διερεύνηση: της διαδικασίας της εγκληματογένεσης στον ανθρωποκτόνο σχιζοφρενήτων πεδίων σύγκλισης και απόκλι­ σης ανάμεσα στον σχιζοφρενικό φόνο και το φόνο που διαπράττεται από μη ψυχασθενή άτομα- και της σημασίας που έχει για το δρά-


οδηγος/51 στη η εγκληματική του πράξη». Το βιβλίο αποτελείται από δύο μέρη. Το πρώτο μέρος, κατεξοχήν θεωρητικό, διερευνά και διευκρινί­ ζει τα όρια και τις αδυναμίες των μέχρι σήμερα θεωρητικών προσεγ­ γίσεων της σχιζοφρένιας και των σχέσεών της με την εγκληματικότη­ τα. Έ τσι θεωρώντας τη σχιζοφρένια σαν μια έννοια για επανεξέτα­ ση, επιχειρείται αρχικά μια χρήσι­ μη ιστορική αναδρομή στην εξέλιξη της έννοιας, σε σχέση με το έργο αυτών που τη διαμόρφωσαν και τη νοηματοδότησαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στη διάρκεια των τε­ λευταίων δύο αιώνων. Ή δη από το σημείο αυτό γίνεται φανερή η βα­ σική διάσταση απόψεων, που δια­ σώζεται ακέραια μέχρι σήμερα, ανάμεσα στη βιολογική και στην ψυχολογική προέλευση της σχιζοφρένιας. Στην παράθεση των μέχρι τώρα αιτιολογικών προσεγγίσεων που ακολουθεί αναφέρονται η κοινωνιογενετική άποψη, η βιολογική υπόθεση (ουσιαστικά εδώ εκτίθε­ ται η γενετική-κληρονομική υπόθε­ ση, χωρίς αναφορά στην εξαιρετι­ κά σημαντική σήμερα για το πρό­ βλημα νευροχημεία των νευροδιαβιβαστών) και η ψυχογενετική άποψη. Πυρηνικό λειτουργικό ση­ μείο της τελευταίας, η γνώμη του Φρόυντ ότι βασικά ίδιοι μηχανι­ σμοί διέπουν τη δομή του ψυχι­ σμού του ψυχωσικού ατόμου με εκείνη του νευρωτικού, αλλά και του φυσιολογικού. Συνθετικά, υποστηρίζεται στο τέλος η πολυπαραγοντική αιτιολογία της σχιζοφρένιας, σαν πολυδιάστατου αν­ θρώπινου φαινομένου, αποτελέ­ σματος της βιο-ψυχο-κοινωνικής ενότητας του ατόμου. Η αμφισβήτηση της σχιζοφρένιας σαν αυτόνομης νοσολογικής οντότητας από την αντιψυχιατρική κίνηση των τελευταίων είκοσι πέν­ τε χρόνων, παρουσιάζεται σ’ ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο, όπου αντιπαρατίθενται, παρ’όλο τον ανθρωπι­ σμό τους, οι βασικές θέσεις των κυριότερων εκπροσώπων της (Laing, Cooper, Szasz, Basaglia κ.ά.) στην ρεαλιστική υπόδειξη ότι η προτεινόμενη κατάργηση της θεραπείας θα σήμαινε μια ανεύθυνη παράτα­ ση του οδυνηρού και αγχώδους βιώματος της ψύχωσης. Ά λλω στε, η άρνηση του κακού (το φιλόδοξο συμπέρασμα της αντιψυχιατρικής συλλογιστικής ότι η νόσος σχιζοφρένια απλώς δεν υπάρχει, ότι ο σχιζοφρενής είναι ο μόνος υγιής σε

μια κοινωνία και σε μια οικογένεια που αντιθέτως αυτές νοσούν από αλλοτρίωση) δεν σημαίνει εξαφάνι­ σή του αλλ’ απλώς εξορκισμό του. Επιχειρώντας η συγγραφέας στη συνέχεια έναν προσδιορισμό των πραγματικών διαστάσεων της εγ­ κληματικότητας του σχιζοφρενούς, απαριθμεί τα προβλήματα στα οποία προσκρούει η ποσοτική α πο­ τίμηση αυτών των διαστάσεων. Αυτά είναι η απουσία ενός σα­ φούς, καθολικά αποδεκτού ορι­ σμού της σχιζοφρένιας, ο ασαφής και πάντοτε υπεραυξημένος αριθ­ μός εγκληματικότητας (σε σχέση με τους άλλους οι σχιζοφρενείς συλλαμβάνονται προφανώς πολύ ευκο­ λότερα) και ο επιδεινωτικός ρόλος του ψυχιατρικού εγκλεισμού. Σχε­ τικά με την έκταση της εγκληματι­ κότητας του σχιζοφρενούς είναι εν­ διαφέρον να συγκροτήσει κανείς ότι οι μέχρι τώρα μελέτες έδειξαν ότι τα σχιζοφρενικά άτομα δεν εί­ ναι ούτε λιγότερο ούτε περισσότε­ ρο επιρρεπή σε εγκληματικότητα από ό,τι ο ευρύτερος πληθυσμός, ακόμη και για βαριά εγκλήματα κατά της ζωής. Έ τσι, η πραγματι­ κότητα φαίνεται ν α είναι πολύ δια­ φορετική σε σχέση με την ευρέως διαδεδομένη πλάνη, το μύθο, που θέλει τις έννοιες σχιζοφρένια και έγκλημα συνδεδεμένες. Στο ιδιαίτερα ενδιαφέρον κεφά­ λαιο που αφορά την εγκληματογένεση στον ανθρωποκτόνο σχιζο­ φρενή, με το οποίο και κλείνει το πρώτο μέρος του βιβλίου, η συγ­ γραφέας μέσα από πλήθος χρήσι­ μων αναφορών και απόψεων αντιπαραθέτει τις πιο βασικές προσεγ­ γίσεις (τη νοσολογική και την εξωνοσολογική προσέγγιση) του κεν­ τρικού ερωτήματος: κατά πόσο η εγκληματική εκτροπή και μάλιστα η ανθρωποκτονία είναι απόρροια της σχιζοφρενικής νόσου και σε ποιο βαθμό η τελευταία συμμετέχει στο πέρασμα στην εγκληματική πράξη; Μέσα από τη νοσολογική προσέγγιση, ο φόνος θεωρείται κι απόρροια της σχιζοφρενικής νόσου και ειδικότερα του αφόρητου αγχωτικού βιώματος του πάσχοντος από το οποίο έτσι τον απαλλάσσει, λειτουργώντας επομένως σαν μια εκτονωτική αμυντική βαλβίδα μπρος στην επερχόμενη οδυνηρή ψυχωσική αποδιοργάνωση. Μέσα από την εξωνοσολογική προσέ·, γ„ση, ο φόνος θεωρείται ως <π αρροια παραγόντων ανεξαρτήτων της νόσου όπως π.χ. σημαντικών τραυ-

πλαίσιο ΚΩ ΣΤΑ ΚΩ ΤΟ ΥΑ Α : Δ ια-λέξεις. Α θήνα , Καστανιώτης, 1984. Σελ. 150. ΤΑ σχόλια του Κώστα Κωτούλα, (που δημοσιεύτηκαν σε δύο περιοδικά, τη «Λέξη» και το «Δέντρο», από το ’81 ώς το ’84), είναι σχεδόν εξομολογήσεις. Ενός σκεπτόμενου ανθρώπου για πράγματα που βλέπει γύρω του, για ψηφίδες της κοινής ή της ατομικής ζωής, άξιες για συζήτηση σαν συμπτώματα ή αίτια. Αλλά δεν εξαντλούνται μόνο σαν ιδιωτικές επισημάνσεις. Προεκτείνονται στο επίπεδο της γενικής κρίσης, γίνονται φωνή εκπροσωπούσα με τις ιδιομορφίες της φ υσικά το σύνολο. Κι εκεί έγκειται η αξία τους. Γ ΙΩ Ρ ΓΟ Υ Μ Ο ΑΕ ΣΚ Η : Π εραστική Ά ν ο ιξη . Κ ύπρος, 1984. Σελ. 47. ΟΨ Η πολλαπλή παρουσιάζει ο Γιώργος Μολέσκης σε τούτη την ποιητική του συλλογή. Ά λλοτε φτάνει στο στίχο με προσωπείο ρομαντικού σπορέα του έρωτα. Ά λλο τε πάλι, ο ίδιος ο λόγος απλώνει επικός πίσω από την ελεγεία. Και μερικές φορές ένας υπερρεαλισμός κρυφοκοιτάει κάτω από τη συστοιχία των λέξεων. Ό π ο ια κι αν είναι η όψη, πάντως, η ρευστότητά της δεν κρύβει την αίσθηση της ευαισθησίας, τη μοναξιά της ελευθερίας και την κούραση της εμπειρίας, που υπάρχει στο χέρι της πένας. ΔΗ Μ Η Τ ΡΗ Κ Α Ρ Υ Δ Η : Έρωτες. Κέρκυρα, Π όρφυρας, 1984. Σελ. 18. Η ποίηση του Δημήτρη Καρύδη, εδώ στους «Έρωτες», μοιάζει ν α βυθίζεται σε μιαν


52/οδηγος ματικών εμπειριών ^ιαρ ρίψης. Την άποψη αυτή στηρίζουν οι πα­ ρατηρήσεις ότι το μεγαλύτερο πο­ σοστό των ανθρο .’ σκτονιών σχιζο­ φρενών δεν συμβαίνουν στη διάρκεια ενό.- ψυχωσικού επεισο­ δίου και όχι οι σχιζοφρενείς εγκλη­ ματίες έχουν πολλές ομοιότητες με άτομα '-φυσιολογικά» που διέπραξαν παρόμοια εγκλήματα. Με την άποψη της συγγραφέως όιι «ο φόνος του σχιζοφρενούς, όπως και άλλες εκδηλώσεις της αν­ θρώπινης συμπεριφοράς, κατευθύνεται πάντα από ένα κίνητρο συγκινησιακο-συναισθηματικού χαρα­ κτήρα και έχει πάντα κάποια ση­ μασία λιγότερο ή περισσότερο συ­ νειδητή για τον δράστη» και την υιοθέτηση της ψυχοδυναμικής οπτικής για τη συνέχεια της μελέ­ της της, ολοκληρώνεται το πρώτο μέρος του βιβλίου. Στο δεύτερο μέρος της μελέτης της Φωτεινής Τσαλίκογλου-Κωστοπούλου, παρουσιάζεται ο ανθρωποκτόνος σχιζοφρενής όπως αυτός αναδύεται μέσα από τα δεδομένα της προσωπικής της έρευνας. Περιγράφοντας το μεθοδολογικό πλαί­ σιο της έρευνάς της, η συγγραφέας αναφέρεται στα προβλήματα που συνάντησε η ψυχολογική εξέταση σε πλαίσιο εγκλεισμού των δέκα εννέα κρατουμένων ανθρωποκτόνων σχιζοφρενών που δέχτηκαν να συνεργαστούν μαζί της. Τα κριτή­ ρια επιλογής της ομάδας έρευνας ήταν: εγκλεισμός στο ψυχιατρείο όχι πάνω από δέκα χρόνια· εκού­ σια συνεργασία του κρατουμένου· δυνατότητα λεκτικής επικοινωνίας μαζί του και χαρακτηρισμός των ατόμων σαν σχιζοφρενών ακαταλό­ γιστων για το έγκλημα της ανθρω­ ποκτονίας. Με κεντρική υπόθεση εργασίας τη θεώρηση της ανθρωποκτονίας του σχιζοφρενούς ως φαινόμενου άρρηκτα συνδεδεμένου με την προ­ σωπικότητά του και τις σχέσεις της με το περιβάλλον, για την πληρέ­ στερη γνωριμία αυτής της προσω­ πικότητας -προϋπόθεσης άλλωστε για την κατανόηση της εγκληματι­ κής του πράξεως, η συγγραφέας υιοθετεί δύο επίπεδα ανάλυσης του υλικού της. Το πρώτο, φαινομενο­ λογικό, συνίσταται στη μελέτη του «αντικειμενικού» ιστορικού και κάθε διαθέσιμης πληροφορίας σχε­ τικά με το άτομο και το συμβάν. Το δεύτερο επίπεδο ανάλυσης, που ουσιαστικά αποτελεί και την προ­ σωπική προσφορά της συγγραφέως

στο θέμα, αποτελείται από την ψυ­ χοδυναμική σε βάθος διερεύνηση της προσωπικότητας των ατόμων της έρευνας. Η διερεύνηση αυτή γί­ νεται αφενός μέσω του υποκειμενι­ κού ιστορικού του ατόμου, δηλαδή του τρόπου που βίωσε ο ανθρωποκτόνος σχιζοφρενής ορισμένα γεγο­ νότα που σημάδεψαν την πορεία της ζωής του από τα παιδικά του χρόνια, της απήχησης που αυτά εί­ χαν στον ψυχισμό του και του τρό­ που που το άτομο βίωσε και πραγ­ ματοποίησε το έγκλημά του, αφετέ­ ρου με τη χρησιμοποίηση δύο ψυ­ χολογικών test: Του test του Ror­ schach και του test «Η ζωγραφική

της οικογένειας». Αφού εξηγήσει τη σημασία των προβλητικών test για τη διερεύνηση της ιστορικής και της δυναμικής διάστασης της προσωπικότητας, η συγγραφέας προβαίνει σε μια συνοπτική αλλά θαυμάσια παρουσίαση του test του Rorschach που οι άμορφες κηλίδες του εξωθούν το άτομο σε μια π α ­ λινδρόμηση αποκαλυπτική του τρόπου οργάνωσης της προσωπικό­ τητάς του, και στη συνέχεια του test «Η ζωγραφική της οικογέ­ νειας» που συνιστά μια κατάλληλη μέθοδο αποτίμησης της οικογενεια­ κής παθολογίας αφού επιτρέπει τη μελέτη των ενδοοικογενειακών σχέ­ σεων του ατόμου. Οι κάρτες του test του Ror­ schach, οι απαντήσεις των ανθρωποκτόνων σχιζοφρενών, η συμβολι­ κή απεικόνιση των απαντήσεων καθώς και τα σχέδια ζωγραφικής τους παρατίθενται στο τέλος του βιβλίου Οι «δέκα εννέα ιστορίες σχιζοφρένιας και φόνου» που περιγρά­

φονται διαδοχικά στη συνέχεια, αποτελούν, με τη γυμνή αλλά σπα­ ρακτική αμεσότητα της περιγραφής τους, την «καρδιά» του βιβλίου. Οι περιγραφές είναι σύντομες αλλά γεμάτες σημαντικές αποκαλυπτικές πληροφορίες για το μακρύ σημαδε­ μένο παρελθόν του κάθε σχιζοφρε­ νούς, για τις σχέσεις του με την υπόλοιπη οικογένεια και ιδίως τους γονείς, για τη συναισθηματική του βουβή και σκοτεινή υπερέντα­ ση, μέχρι την τελική αστραπή, την ανθρωποκτόνο κίνηση, για τη μοι­ ραία αφορμή, για τα συναισθήματά του κατά τη διάρκεια της πράξης του και μετά από αυτήν, για τον τρόπο του να βλέπει την ίδια του την ιστορία πολύ αργότερα κ.ά. Είναι το ανθρώπινο σώμα της με­ λέτης, ζω ν, παλλόμενο και παρόν. Η πραγματικότητα υπερβαίνει την έκφραση που, λιτή και ενδεής, αρκείται να περιγράφει χαμηλόφωνα μόνο και νυκτικά την προσωπική κοσμογονία. Η ώρα της ερμηνείας είναι ακόμη μακριά. Η επεξεργασία των δεδομένων της έρευνας αρχίζει με την παρου­ σίαση ορισμένων κοινών χαρακτη­ ριστικών που βρέθηκε να μοιρά­ ζονται οι ανθρωποκτόνοι σχιζο­ φρενείς. Τέτοια ήταν η πρώιμη ενήλικη ηλικία (μέση ηλικία 27,5 ετών τη στιγμή του εγκλήματος), η συχνότατη προγενέστερη έναρξη και μάλιστα στο στρατό, το πλού­ σιο ψυχιατρικό παρελθόν, η πλή­ ρης απουσία ποινικού μητρώου, το χαμηλό μορφωτικό και κοινωνι­ κοοικονομικό επίπεδο, ότι καμιά ανθρωποκτονία δεν ήταν εκδήλωση έναρξης της νόσου, ότι όλοι σχεδόν είναι άγαμοι και ζουν με τους γο­ νείς τους από τους οποίους και εξαρτώνται οικονομικά, κ.ά. Το κεφάλαιο 5, όπου εκτενώς αναζητούνται, παρουσιάζονται και σχολιάζονται τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του σχιζοφρενικού φ ό­ νου, είναι νομίζω το πλέον ενδια­ φέρον τμήμα του βιβλίου. Με εξαι­ ρετική νοηματική ευλυγισία και πυκνότητα και αξιοπρόσεκτη, λε­ κτική οικονομία, μέσα από εύστο­ χες βιβλιογραφικές αναφορές και συγκρίσεις και με μια αδιάκοπη παραγωγή και ανάδυση συμπερα­ σμάτων, συσχετίσεων, εννοιολογικών διευκρινίσεων, ευαίσθητων ψυχολογικών παρατηρήσεων και διεισδυτικών ψυχοδυναμικών ερ­ μηνειών, η συγγραφέας οργανώνει όλο το πλούσιο αυτό υλικό σε νοη­ ματικά ώριμες ενότητες, απ’ όπου


οδηγος/53 αβίαστα θα εξαχθούν στο τέλος του βιβλίου τα συμπεράσματα της έρευνας. Έ τσι, μελετιόνται διαδο­ χικά: Ο ρόλος του θύματος στο φ ό­ νο. Τα κίνητρα, ψυχωσικά και μη ψύχωσικά, του σχιζοφρενικού φ ό­ νου. Η αυτονομιμοποίηση της πρά­ ξης -μέσα απ’ το κυρίαρχο κοινω­ νικό στερεότυπο της σχιζοφρένιαςσαν μια απενοχοποιητική διεργα­ σία. Η φανταστική-ονειρική ανα­ παράσταση του φόνου πριν την πραγματοποίηση του. Η βιαιότητα του φόνου - η υπερφονικότητασαν αποτέλεσμα του φόβου του παντοδύναμου άλλου, του θύμα­ τος. Η απάθεια μετά το φόνο σαν μηχανισμός αυτοπροστασίας. Οι διαπιστώσεις και τα συμπεράσματα σ’ όλη τη διάρκεια του κεφαλαίου είναι εξαιρετικά σημαντικά. Ά ­ φθονες πληροφορίες και πολύτρο­ π ος φωτισμός του θέματος. Ρα­ γδαία διεύρυνση του κύκλου της γνωστικής αλλά και συναισθηματι­ κής κατανόησης του θέματος. Κάθε προσπάθεια συμπύκνωσης ή και αναπαραγωγής του κεφαλαίου αυ­ τού θ’ απέβαινε επιζήμια κακο­ ποίηση. Η ανάγνωσή του είναι αναντικατάστατη. Την πολύ μεθοδική ανάλυση και ερμηνεία των αποτελεσμάτων των ■ψυχολογικών test στα οποία υπο­ βλήθηκαν τα εξεταζόμενα άτομα, ακολουθεί η σκιαγράφηση της προ­ σωπικότητας του ανθρωποκτόνου σχιζοφρενούς. Ό π ω ς προκύπτει απ’ το Rorschach, βασικά της γνω­ ρίσματα είναι οι διαταραχές στη διαδικασία της ταύτισης, το αδύ­ ναμο εγώ και η έλλειψη επαφής με την πραγματικότητα, τέλος, η α να ­ δίπλωση στον εαυτό. Οι ιδιαιτερό­ τητες των σχεδίων στη «ζωγραφική της οικογένειας» εντοπίζουν ένα κεντρικό πρόβλημα ταυτότητας στην ψυχοπαθολογία των ανθρωποκτόνων σχιζοφρενών και μια σχέση εξάρτησης από μια «παντο­ δύναμη», «φαλλική» μητέρα, πλάι σε μια περιθωριακή πατρική πα­ ρουσία. Στη φροντίδα της η συγγραφέας να συγκροτήσει και αποδώσει το υλικό της έρευνάς της, με τρόπο που να εξυπηρετεί την ακριβέστερη και πληρέστερη κατανόηση του αν­ θρωποκτόνου σχιζοφρενούς, επι­ χειρεί μια τελική σύνθεση με τη μορφή δύο ενοτήτων. Στην πρώτη ενότητα παρουσιάζεται η εξελικτι­ κή πορεία προς το φόνο σαν μια αργή διαδικασία επιδείνωσης που σημαδεύεται από τη διαδοχική ή

και ταυτόχρονη επίδραση μιας σει­ ράς εγκληματογόνων παραγόντων. Ο ι εγκληματογόνοι αυτοί π αράγον­ τες βρέθηκαν να είναι: Η συμβιωτική σχέση με τη μητέρα. Οι ναρκισ­ σιστικές διαταραχές της προσωπι­ κότητας. Η απώλεια της ταυτότη­ τας. Έ να παθολογικό ενδοοικογενειακό σύστημα επικοινωνίας που χαρακτηρίζεται από αντιφατικά και αλληλοαναιρούμενα μηνύματα α πό την πλευρά των γονιών, έτσι ώστε το παιδί να αισθάνεται, αμή­ χανο και έμφοβο, ότι σε οποιαδή­ ποτε περίπτωση το περιμένει τιμω­ ρία ή απόρριψη. Η εφηβική κρίση ταυτότητας. Η θεσμοποίηση της ψυχικής ασθένειας και η συνακό­ λουθη ευχερής υιοθέτηση του ρό­ λου του τρελού. Το άγχος της αποπροσωποποίησης. Και η συγκεκρι­ μενοποίηση του άγχους στο θύμα που βοηθά το πέρασμα στην εγκλη­ ματική πράξη. Στη δεύτερη, και τελευταία, ενό­ τητα εξετάζεται η συμβολική πλέον σημασία του φόνου. Γίνεται φανε­ ρό ότι ο φόνος -π ο υ «επιτελείτάι πάντα μέσα στα πλαίσια ενός δυσβάσταχτου και αφόρητου άγ­ χους»- αποτελεί μια ύστατη και απεγνωσμένη απόπειρα περιχαρά­ κωσης των ορίων του απειλούμε­ νου εαυτού και ταυτόχρονα μια ασυνείδητη προσπάθεια αποκατά­ στασης μιας αρχαϊκής, απωλεσθείσης, παντοδυναμίας τόυ εγώ. Είναι σαφές για κάθε μελετητή ότι η σχιζοφρένια και ο φόνος, πραγματικότητες βιωματικά αυ-

V ΒΗ

ενστικτώδη κατάθεση φράσεων πάνω στο χαρτί, λες και μοναδικό μέλημα είναι η δημιουργία κάποιου κλίματος έκπληξης για τον αναγνώστη. Η πληγή, όμως, που ανοίγει ο λόγος τους στη σιωπή, αφήνει να φανεί η ύπαρξη ενός πλέγματος υπόγειου κάτω από το τυχαίο, μιας επιλογής πίσω από τη βραχυλογία. Έ τσι, οι «Έρωτες» κερδίζουν τη σημασία τους μαζί και πλάι στην πρώιμη εντύπωση. Γ ΙΩ Ρ ΓΟ Υ ΔΑΣΚΟ ΥΛΗ : Μ πάχ-ΣχαρλάττιΜ ότσαρτ-Μ πετόβεν. Α θή να , Π απαγρηγορίον-Ν άχα. Σελ. 228. ΜΙΑ εσωτερική πορεία πραγματοποιεί τούτο το βιβλίο του Γιώργου Δασκουλή, που πάλι - όπως και άλλα του κινείται στον κόσμο της μουσικής και ιδιαίτερα του πιάνου. Και η πορεία αυτή ξεκινά από τον απρόσωπο και ψυχρό χώρο της ανάλυσης της τεχνικής του οργάνου για να καταλήξει στο ανθρώπινο αντίκρυσμά της, εξετάζοντας έργα τεσσάρων κορυφαίων «τεχνιτών» (αλλά όχι μόνο τεχνιτών) του πιάνου. Έ τσι, το κείμενο ολοκληρώνει τη διδακτική αξία του, μελετώντας την ανάπτυξη των δυνατοτήτων και των ικανοτήτων. ΓΙΑ Ν Ν Η ΙΩA N N O Y : Ο Τρίτος Δ ρ ό μ ο ς ... Δ εξιά . Α θή να , Καστανιώ της, 1984. Σελ. 141.

<0* στηρά άγνωστες σε κάθε μη σχιζο­ φρενή δράστη, άρα αναπόφευκτα ανθεκτικές σε κάθε απόπειρα γνω­ στικής καθυποταγής τους, αξιώ­ νουν μια προσέγγιση που να τη χα­ ρακτηρίζει πνευματική σεμνότητα, ευθύνη και σεβασμός μπρος στο άγνωστο βάθος του ψυχικού το­ πίου του ανθρωποκτόνου -σ χ ιζο ­ φρενούςανθρώπου. Ύψιστο

Ο Γιάννης Ιωάννου σίγουρα δεν είναι ένας απλός ευθυμογράφος. Ίσως, μάλιστα, να μην είναι ούτε πολιτικός σχολιαστής μόνο, (με την έννοια, βέβαια, πως οι σκιτσαρισμένες ιστορίες του αποτελούν ευθύβολο και εκρηκτικό σχολιασμό των πολιτικών πραγμάτων του τόπου). Στιγμές στιγμές, (και σ’


54/οδηγος χρέος της γνώσης, ή γνώση των ορίων της. Και η γνώση του αν­ θρώπου δεν θά ’πρεπε νά ’ναι ποτέ προπετής αφού ο άνθρωπος, ο κά­ θε άνθρωπος, παραμένει πάντοτε περισσότερο απ’ ό,τι ξέρουμε γι’ αυτόν. Η αγάπη για τον άνθρωπο τελικά, μόνο να καλωσορίσει μπο­ ρεί, όχι να ορίσει, πολύ λιγότερο να καθορίσει. Να γιατί το βιβλίο της Φωτεινής Τσαλίκογλου-Κωστοπούλου δεν εί­ ναι συνηθισμένο. Μέσα σ’ όλη την έντονη μεθοδολογική και μορφολογική του αρτιότητα είναι έργο πνευματικό. Κάτι που δεν δηλώνε­ ται πουθενά, υποδηλώνεται όμως παντού. Κυρίως στην ανήσυχη μέ­ ριμνα για σύνθεση, για μια συνθε­ τική, συνολική κατανόηση του ανθρωποκτόνου σχιζοφρενούς, που διακατέχει το έργο α π ’ άκρη σ’ άκρη. Μια τέτοια σύνθεση εννοείται ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να γίνει με υλικά ακατάλληλα, αδούλευτα. Η συγγραφέας διαθέτει και κάνει μια χρήση της ελληνικής μας γλώσ­ σας τόσο ακριβή, αρμονική και π ο­ λιτισμένη -να ι, πολιτισμένη...- που η ανάγνωσή της προκαλεί βαθιά χαρά. Η επιλογή των λέξεων είναι

τόσο δόκιμη ώστε να εξυπηρετεί αβίαστα και την επιστημονική συ­ νέπεια και την ευχερή κατανόηση από τον μη ειδικό αναγνώστη. Και είναι αλήθεια πολύ δύσκολο να επιχειρήσεις μια έστω και έμμεση παρουσίαση αυτού του βιβλίου, γιατί οι φράσεις του είναι τόσο αν­ τιπροσωπευτικές των εννοιών που εκφράζουν, ώστε κάθε προσπάθεια να αποδώσεις με άλλους όρους το υλικό του σε απομακρύνει αυτόμα­ τα από την αλήθεια και δημιουργεί δυσφορία. Ακριβώς γι’ αυτό δεν δίστασα ακόμη και σε σημεία ανά­ πτυξης της δικής μου σκέψης να χρησιμοποιήσω αυτούσιες κάποιες φράσεις της συγγραφέως, γιατί θεωρώ περιττή την εξεζητημένη αναπαραγωγή σκέψεων που έχουν άψογα διατυπωθεί. Η εσωτερική ηπιότητα των φράσεων της συγ­ γραφέως, η νοηματική της ακρί­ βεια που δεν γίνεται ποτέ αιχμηρή απολυτότητα α λλά . πολιτισμένη στρογγυλάδα βότσαλου, αφήνουν να δεις ότι πολλή γνώση και ευαι­ σθησία έχει κυλήσει πάνω από τις λέξεις της. Θα ήταν παράλειψη αν δεν πα ­ ρατηρούσε κανείς ακόμη, σ’ όλη τη μελέτη της Φωτεινής Τσαλίκογλου-

Κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στην Ελλάδα!

ΜΙΜΕΛΕΝΤΕ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΧΩΡΙΣ ΤΕΛΟΣ ατελείω τη ιστορία

Το μεταπολεμικό αριστούργημα που κυκλοφόρησε σε 28 χώρες και διαβάστηκε από εκατομμύρια αναγνώστες ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗ 1 - 106 79 ΑΘΗ1> ΤΗΛ.: 3602535 - 3618654

Γία αναγνώστες με απαιτήσεις

Κωστοπούλου, μια αξιέπαινη διά­ θεση επανατοποθέτησης πολύ ση­ μαντικών ερωτημάτων και μια ανή­ συχη διάθεση επανεξέτασης από­ ψεων πολύ διαδεδομένων, άρα ευ­ χερών και ασφαλώς βολικών. Βέ­ βαια, η επανεξέταση, η αμφισβήτη­ ση και η εικονοκλασία, σ’ όλους τους χώρους, είναι σήμερα του συρμού. Αποτελεί δείγμα όχι δια­ νοητικής μόνον αλλά πνευματικής εντιμότητας της συγγραφέως ότι η δική της αμφισβήτηση επιχειρείται με μια προσέγγιση σεβασμού όλων των εκάστοτε εκτιθεμένων από­ ψεων, ακόμη και ιδίως εκείνων με τις οποίες εντέλει δεν συμφωνεί. Μια συγκινητική -δ εν παραχωρώ άκριτα τη λέξη- αρετή του βιβλίου είναι ακριβώς η αίσθηση αρμονι­ κής θεωρητικής σύνθεσης την οποία αποπνέει, αφού και σε ση­ μεία ουσιαστικά οξείας θεωρητικής διαμάχης που θα δικαιολογούσαν εκφραστική βιαιότητα, η συνείδη­ ση του σχετικού διασφαλίζει για τον αναγνώστη την ήρεμη διαύγεια που απαιτεί κάθε αναζήτηση της αλήθειας. Αυτό, στο χώρο του γρα­ πτού όπως και προφορικού λόγου, αποτελεί έκφραση ήθους. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΑΤΖΗΑΓΟΡΟΥ


οδηγος/55

\o^

η ανατομία μιας πολιτικής κοσμοθεωρίας ΚΡΊΣΉ Ν ΜΠΥΣΙ-ΓΚΛ ΥΚΣΜΑΝ: Ο Γχράμσι και το κράτος. Μετ.: Π .Δ . Καστόρινος. Αθήνα, Θεμέ­ λιο, 1984. Σελ. 497.

Αρχικά μοιάζει με ουτοπία οποιαδήποτε απόπειρα κριτικής, στα περιορισμένα πλαίσια μιας βιβλιοκρισίας, ενός ανθρώπου σαν τον Γκράμσι, που η παρουσία του και η θεωρία του επιστρέφει στις πηγές του μαρξιστικού προτύπου. Εδώ έχουμε να κάνουμε με μια άψογη μελέτη για την πολιτική στάση και θεωρία του Γκράμσι, ιδωμένη από μια γνωστή φεμινίστρια και μέλος του γαλλικού Κ.Κ. όπως είναι η συγγραφέας και της οποίας η συγκεκριμένη μελέτη μεταφράστηκε σε επτά γλώσσες. Η ελληνική έκδοση εντάσσεται στη σειρά «Σύγχρονη σκέψη-κριτική» του εκδοτικού οίκου «Θεμέ­ λιο» που περιλαμβάνει εξαιρετικά καλές μελέτες των Λ. Αλτουσέρ, Τ. Λιούις, Λ. Αραγκόν, Λ. Γκρούππι, Ε. Φίσερ και των δι­ κών μας Ν. Πουλαντζά, Θ. Βέϊκου και Β. Καραποστόλη. Ν α πούμε ότι η ανάγνωση του κει­ μένου μάς ξαναφέρνει σε κάποιες εποχές που η ανάλυση του μαρξι­ σμού ήταν μια ανάγκη για την πνευματική μας ισορροπία; Εννοώ τις προ-δικτατορικές εβδομάδες μαρξιστικής σκέψης, όταν είχαμε την τύχη να ακούμε σύγχρονους διανοητές να αναλύουν τη μαρξι­ στική θεωρία. Τα Τετράδια της φυλακής, κά­ που 2.900 περ. σελίδες, γραμμένα από τον Γκράμσι στη διάρκεια της φυλάκισης του, ανάμεσα στα 19261935, αποτελούν το σκελετό της διανοητικής δουλειάς του μαρξιστή φιλόσοφου· αυτά αναλύει και επε­ ξεργάζεται, η συγγραφέας δίνον­ τας στον αναγνώστη μία συνολική θέαση του ιδεώδους του Γκράμσι, που κεντρικός στόχος του παραμέ­ νει η ανάλυση της κρατικής εξου­ σίας και των θεσμών που αυτή συ­ νεπάγεται. Βέβαια μέσα από την οπτική αυ­ τή γωνία, δεν θα ήταν δυνατό πα­ ρά να αναλυθεί όλη η κοινωνία στο

σύνολό της και παράλληλα να ασκηθεί έντονη κριτική σε απόψεις και θεωρίες γύρω από τα προβλή­ ματα της εργατικής τάξης και του θεωρητικού της οπλοστάσιου, δηλ. της μαρξιστικής-λενινιστικής ιδεο­ λογίας. Φυσικά εδώ έχουμε να κά­ νουμε με μια φυσιογνωμία που αναθεώρησε ή αν θέλετε επανα­ προσδιόρισε τους στόχους του ερ­ γατικού κινήματος, δίνοντας Ορι­ σμούς και χαρακτηρισμούς με τους οποίους ίσως δεν συμφωνεί κά­ ποιος, αλλά και δεν μπορεί να αντιπαρέλθει αβασάνιστα. Ό π ω ς λ.χ. η άποψη που εκφράζει για τους διανοούμενους στο πρώτο μέρος («Το Κράτος ως θεωρητικό πρό­ βλημα») ή το ρόλο του κόμματος και της «ηγεμονίας» του στο δεύτε­ ρο μέρος («Κράτος και Ηγεμονία» πριν από τα Τετράδια της φ υλα­ κής). Έ χοντας υπόψη μας τις σφοδρές συγκρούσεις, που εξακολουθούν να υπάρχουν μέχρι σήμερα, γύρω από τις ιδεολογικοπολιτικές

αυτό το νέο του λεύκωμα είναι εμφανέστατο), αγγίζει μέσα από τον δικό του δρόμο τα όρια της πολιτικής φιλοσοφίας. Και τα γεγονότα, που κριτικάρονται σε βάθος, αντίστροφα γίνονται και αφορμές, για την ανάπτυξη αντιλήψεων σχετικά με την εξουσία και την άσκησή της, χωρίς τούτη η «σημαντική» της δουλειάς του να μειώνει και τη δραστικότητα. ΚΟΥΛΑΣ Α Ν Τ Ω Ν ΙΑ ΔΗ : Προς Τ ενχρον. Αθήνα, Εξάντας, 1984. Σελ. 85. ΓΝΩΣΤΗ σαν σκηνοθέτιδα η Κούλα Αντωνιάδη εδώ ψάχνει τον π εζό λόγο. Για να εκφράσει τις πηγές του τόπου της και του εαυτού της. Έ τσι, ο Τεύκρος και η κυπριακή Σαλαμίνα παίρνουν διαστάσεις, που πλησιάζουν τον αρχέγονο μύθο της φύτρας, με τη μαιανδρική συνέχεια και τις υπόγειες ερμηνείες. Και η αφηγηματική διαδρομή ακολουθεί με τη σειρά της τους δικούς της μαιάνδρους, δαιδαλώδεις συχνά, καθώς προχωρεί ψηλαφώντας το μίτο, άλλοτε κρατώντας τον σφιχτά κι άλλοτε αφήνοντάς τον χαλαρό να κυλά ανάμεσα στα δάχτυλα. ΓΕ Ω ΡΓΙΟ Υ Π Α Π Α Α ΙΑ Η : Εθνική Α ντίσταση στην Α ρ γο λίδ α . Ά ρ γο ς , 1984. Σελ. 47. ΜΕ όλη τη λαϊκή αφέλεια του αγωνιστή, την αταλάντευτη επιμονή της ιδεολογίας του και την πίκρα του προδομένου οράματος, ο Γεώργιος Παπαλιλής καταθέτει τις «τοπικές» μνήμες και τις «γενικές» αντιλήψεις του για τις σκληρές μέρες της Κατοχής και του Εμφύλιου. Και η αφήγησή του αυτή, αν και δεν διακρίνεται για την «πολιτική» σκέψη της, εντούτοις ξεχυλίζει από τόσο ασίγαστο πάθος ώστε


56/οδηγος «προοπτικές» του μαρξισμού λενινισμού, έτσι όπως τις αντιλαμ­ βάνεται κάθε διανοούμενος και επαναστάτης, δεν πρέπει να μας ξενίζει το γεγονός της σφοδρής με­ τωπικής σύγκρουσης - έτσι τη χα ­ ρακτηρίζω - των μεγάλων διανοητών του αιώνα μας γύρω από αυτό το θέμα. Α ν ο Μαρξ έδωσε τη «θεωρία» και ο Λένιν την «πρακτι­ κή» για την άσκηση της εξουσίας από μέρους της εργατικής τάξης, ο Γκράμσι; ανέλυσε από «αριστερή θέση» την πρακτική αυτή, και μόνο κάτω από αυτό το πρίσμα γίνεται κατανοητή η αντιδιαστολή των απόψεών του προς τον Μ πουχάριν και τον Λούκατς, ενώ ο Τρότσκι μέ­ νει έξω από το πεδίο βολής του. Πλησιάζει όμως πολύ στις απόψεις του τελευταίου, αφού άλλωστε η στρατηγική τού «ενιαίου μετώ­ που», που έγινε αντικείμενο έντο­ νης διαφωνίας ανάμεσα στα κομ­ μουνιστικά κόμματα των διαφόρων κρατών της 4ης διεθνούς, απηχεί κατά κάποιο τρόπο τις απόψεις Ο Λένιν έθεσε το πρόβλημα στην πρακτική του δυσκολία και εδώ ο Γκράμσι έγινε ο συνεχιστής της άποψης αυτής· ο προσδιορισμός όμως των συμμαχιών που έπρεπε να γίνουν για να επιτευχθεί η «ηγε­ μονία» του προλεταριάτου, περι­ λάμβανε την αποδοχή της ιδιαιτε­ ρότητας όσο και του κινδύνου που

2

συνεπάγονταν οι συμμαχίες αυτές; Και κατά πόσο είναι απαραίτητες ή αναπόφευκτες οι συμμαχίες αυ­ τές; Ο Γκράμσι απαντά καταφατι­ κά δίχως να διστάζει να αντιπαρατεθεί στην «κομματική γραμμή» (τρίτο μέρος). Στα δύο τελευταία μέρη, το τέταρτο («Πόλεμος και Φασισμός: από το φιλελεύθερο κράτος στο φασιστικό κράτος») και το πολύ ενδιαφέρον πέμπτο («Η αναθεμελίωση της μαρξιστικής φ ι­ λοσοφίας: για μια υλιστική θεωρία της φιλοσοφίας») αναλύονται και επεξεργάζονται οι γνωστές ήδη απόψ εις του Γκράμσι για το φασι­ σμό και την «παθητική αντίσταση» της αστικής τάξης και το περιεχό­ μενο της ηγεμονίας της εργατικής τάξης, όταν αυτή επιδιώξει την «ηγεμονία» με τη σύνεργό συμμετο­ χή των διανοουμένων ακόμα και άλλων μικροαστικών τάξεων. Ό λ α αυτά είναι ήδη αρκετά γνωστά στο ελληνικό κοινό, από τη μέχρι τώρα κυκλοφορία βιβλίων και άρθρων ή μελετημάτων που αφορού'· τον πρώτο «ευρωκομμουνιστή».1 Οι αναγνώστες του Γκράμσι έγιναν άλλωστε συνδαιτημόνες μιας άλληλογραφικής π αν­ δαισίας και αρθρογραφίας στο πε­ ριοδικό «Αντί». Ό μ ω ς με το βιβλίο της Κριστίν Μπυσί-Γκλύκσμαν γί­ νεται πιο έκδηλη η αγωνία, θά ’λεγα, της αριστερής παράταξης, τόσο σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες όσο και στη Γαλλία ιδιαίτερα, όπου το κόμ­ μα του Μαρσαί υπέστη σοβαρή συρρίκνωση. Χρειάζεται ίσως ένας αναβαπτι­ σμός στη φιλοσοφία και πρακτική του Γκράμσι για μια νέα ανοδική πορεία του γαλλικού Κ.Κ.*12 Γιατί, ας μην ξεγελιόμαστε σ’ αυτό, δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι η μεγάλη εμβέλεια του ιταλικού Κ.Κ. έχει τις ρίζες του στον Γκράμσι και όχι στον Τολιάτι. Έ χει αν­ θήσει π άνω στα λιπάσματα που του παραχώρησε η φιλοσοφία του επα­ ναστάτη Γκράμσι, ο οποίος δεν δί­ στασε να διακηρύξει σε «χαλεπούς' καιρούς» την ιδιαιτερότητα του κομμουνιστικού κινήματος σε κάθε μία ευρωπαϊκή χώρα, και φυσικά ξεκινούσε από την πατρίδα του Ιταλία. Ό π ο υ οι άλλοι «παρωχη­ μένοι» σήμερα και καταθλιπτικοί στη «μονοσημία» τους επαναστάτες (με τα σκουριασμένα παρά πόδας όπλα και κιτρινιασμένα στα χέρια τα λενινιστικά φυλλάδια) έβλεπαν σοσιαλφασίστες και σοσιαλκαπιταλιστές και κάθε άλλου είδους σο-

σιαλ... άσχετους, ο Γκράμσι - δ ι­ καιωμένος σήμερα από την εξελι­ κτική επαναστατική κατάσταση διαφόρων υπαρκτών ή ανύπαρ­ κτων σοσιαλισμών- διέβλεψε την αναγκαιότητα για συμμαχίες με άλ­ λα στρώματα και φορείς, εκεί που οι άλλοι χτυπούσαν το χέρι στο μα­ χαίρι... και φυσικά το έκοβαν. Φυσικά οι γάλλοι κομμουνιστές, με τη θυγατρική λατρεία της μη­ τρόπολης, πήραν τα επινίκια της... λατρείας τους, όπως τα έχουν πά­ ρει και κάποιοι άλλοι οίκαδε όπου η λαμπρή παράταξη της Ε Δ Α 20%, με τάσεις ανοδικές, έχει αυξήσει το κύρος της προς τα κάτω. Και βέ­ βαια ο Γκράμσι δεν μίλησε ποτέ του για εδαφικές παραχωρήσεις, θυσίες στο βωμό μιας οποιοσδήπο­ τε Διεθνούς, ούτε και ποτέ τους οι ιταλοί κομμουνιστές θυσίασαν συν­ τρόφους, θύματα που πάνω τους φόρτωναν τα σφάλματα-εγκλήματα της όποιας ηγεσίας. Τουλάχιστο οι γάλλοι κομμουνιστές αποκτούν αυ­ τογνωσία και φαίνεται ότι έχουν πρόθεση να ενεργοποιήσουν μια πρωταρχική κομμουνιστική αρχή: της αυτοκριτικής. Τους ευχαρι­ στούμε λοιπόν για το θαυμάσιο βι­ βλίο γύρω από τη γκραμσιανή ιδεολογία, που είναι το πληρέστερο α π ’ όσα έχουν κυκλοφορήσει στη χώρα μας, και ελπίζουμε σε έναν κομμουνισμό όχι μόνο με ανθρώπι­ νο πρόσωπο αλλά και με εθνικό πε­ ριεχόμενο.3 ΧΡΗΣΤΟΣ Δ . ΛΑΖΟΣ

Σημειώσεις 1. Είχε γραφτεί ήδη η μικρή αυτή πα­ ρουσίαση όταν στο περ. «Αντί» δημοσιεύθηκε μια ενδιαφέρουσα ανάλνσηκριτική του ίδιου βιβλίου από τον Δ. Αημητράκο, με τίτλο «Γκράμσι ή Αλτουσέρ». (Αντί, τ. 277, ο. 46-49). Πι­ στεύω όμως ότι είναι αυστηρή ανα­ φορικά με τη μετάφραση που τη βρί­ σκω ικανοποιητική. 2. Για το θέμα αυτό καταπέλτης ήταν το άρθρο του Ροζέ Γκαρωντν: «Τα τρία θανάσιμα αμαρτήματα του γαλλικού Κ.Κ.», που δημοσιεύθηκε στο «Βή­ μα» στις 25/12184. 3. Ενδεικτικά αναφέρω τα βιβλία των Κουιντίν Χοάρ/Τζέφρι Νόουελ Σμιθ: «Για τον Γκράμσι» (Εκό. «Στοχα­ στής»), και του Ν. Πουλαντζά: «Για τον Γκράμσι μεταξύ Σαρτρ και Α λ­ τουσερ» (Εκδ. «Πολύτυπο»), Το πρώτο από τα βιβλία αυτά είχε χρησι­ μοποιηθεί σαν εισαγωγή στην αγγλι­ κή έκδοση των «Τετραδίων της Φυλα­ κής».


οδηγος/57

η τακτική ενός πυρακτωμένου κάρβουνου ΓΙΩ Ρ ΓΟ Υ Β Ο Λ Ο Υ Δ Α Κ Η : Ν εόδ­ μητο Παρανάλωμα. Αθήνα, Π λ ί­ θραν, 1984. Σελ. 81.

Το να δώσεις το στίγμα ενός νέου ποιητή μέσα από το πρώτο βι­ βλίο του είναι σα να προσπαθείς να εντοπίσεις έναν συνεχώς με­ τακινούμενο ορίζοντα. Η γοητεία βρίσκεται στο καινούριο σχήμα, στην αποσιώπηση ή τον τονισμό των χρωμάτων, στον φορτισμένο ή όχι ουρανό που τον σκεπάζει. Άλλοτε έχεις δυνατότητα να κα­ ταλάβεις αν η γη που αιωρείται κάτω απ’ τα πόδια του είναι γόνι­ μη, ή η θάλασσα που ακουμπά έχει κάποια ερμηνεία βάθους. Σίγουρα η ποιητική ύλη φαίνεται αμέσως κι από την αρχή, ωστόσο η επιμονή να φτάσει κανείς μέχρι τα τελευταία όρια των σελίδων, ακό­ μα κι αν το βιβλίο πάσχει, δεν εί­ ναι μαζοχισμός. Α πλά είναι μια πράξη σεβασμού απέναντι σ’ έναν άνθρωπο που χωρίς αυτογνωσία ή χωρίς πρσπάθεια αποφάσισε ν ’ αρ­ θρώσει τον πόνο ή τη χαρά του αδέξια. Για όσους διαβάζουν ποίηση, και οι μέτριες συλλογές έχουν εν­ διαφέρον. Κι αυτό για την εκτίμη­ ση, τη γνώση και την πορεία των σύγχρονων δημιουργών. Στην περίπτωση του Βολουδάκη το νεόδμητο παρανάλωμα κάθε άλ­ λο παρά στάχτη έχει αφήσει. Μ πο­ ρώ να πω πως προτίθεται να μετα­ φέρει τη φωτιά και αλλού γιατί / ίσως το μόνο που εξουσιάζω είναι το πένθος /, οι εσωτερικές του ανάγκες είναι εκρηκτικές, κρατούν την ορμή και τη γρήγορη μέθη της ηλικίας του. /Κ αι είμαι νέος αδιέ­ ξοδα νέος / Φλέβα κομμένη α π ’ την ολότητα/. Εδώ βρίσκεται ίσως και η ρίζα της πυρπόλησης του. Η αρ­ νητική τιμή πού θέτει στον γύρω κόσμο, αλλά και η δική του πρόθε­ ση απέναντι του. /Ν ’ ανταλλάξω με χρυσάφι την όραση / προσπαθώ ν­

τας / μ ε τα βέλη των στίχων I να εκ­ πορθήσω την Μ έλονσα/ Αυτή την πρόθεση έχει κάθε ικα­ νός και συνεπής ποιητής, μα ο νεα­ ρός Βολουδάκης το δηλώνει, τονί­ ζοντας συνεχώς τον πόθο για την κατάκτηση ή την ανάσταση της γλώσσας. Οι καιροί είναι ζοφεροί, σαν εναλλακτική λύση είναι η επί­ θεση από μέρους της γλώσσας ενάντια στα τέρατα που όλο και περισσότερο τη σφίγγουν. Δεν υπάρχει καν η υποδοχή στην τελετή των λέξεων ή των προτάσεων που παλιότερα είχαν σχεδόν ιερό χαρα­ κτήρα. Γ Γ αυτό / Σ ε λίγα χρόνια το βλέπω, θ ’ ανοίγω νοσταλγικά και λαθραία / κονσέρβες γεμάτες ξεχα­ σμένα φωνήεντα/. Α υτός ο στίχος, που τόσο θυμίζει Ό ρ γου ελ, εκτεί­ νεται και στην ανθρώπινη πράξη 'με την έννοια της δράσης φυσικά που παραμένει στο τέλμα μιας μό­ νιμης προσήλωσης στα κεκτημένα. ΙΤις νύχτες με συντροφεύουν τα λ ε ­ γάμενα / στο σκοτάδι που χρειά ζε­ ται / άφθονο μελάνι/ κι επείγεται να όιαιω νίσει το ρήμα /. Ακόμα λοιπόν μια διαβεβαίωση της μονα­ ξιάς, μόνη διέξοδος μέσα από την τολμηρή ανασφάλεια των στίχων. /Γ ράφοντας διαρκώς περισσότερο / μέσα στο χειμώνα / παρατείνω την

«δικαιώνεται», ακόμη κι όταν «μοιράζει» απλόχερα και κατηγορηματικά τα βέλη της. Α Ο Υ Ν Τ Β ΙΧ ΒΙΤΤΚΕΝ ΣΤΑΪΝ: Δ ια λέξεις γ ια τη θρησκευτική πίστη. Μετ. Β αγγ. Α θανασόπουλου. Α θ ή να , Α στρολάβος / Ευθύνη, 1984. Σελ. 82. Ο Λούντβιχ Βιττκενστάιν, μια α πό τις σημαντικότερες μορφές της νεότερης φιλοσοφίας, μοιάζει να χαρακτηρίζει με τη διαδρομή του,ολόκληρη την κατεύθυνση του αιώνα, (και ιδιαίτερα των πρώτων δεκαετιών). Α πό τη μηχανική και τα μαθηματικά πέρασε στη φιλοσοφική σκέψη, δεσπόζοντας σ’ ολόκληρη την «αγγλική σχολή» και επηρεάζοντας την «αυστρογερμανική». Εδώ, παρουσιάζονται (από σημειώσεις μαθητών του), τρεις διαλέξεις, που περιπλανούνται στο χώρο της θρησκευτικής πίστης. Και θέτουν και επ εξεργάζονται(με «γοητευτικό», θά ’λεγε κανείς, τρόπο) μια σειρά από ερωτήματα, για την υφή και την αντιμετώπισή της.

ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ Έ ν α νέο -τριμηνιαίοπεριοδικό, με τίτλο Κ ρ ιτικ ή κα ι Κείμενα, κυκλοφόρησε φέτος το χειμώνα. Στις σελίδες τού 1ου τεύχους του - μ ε περισσή έμπνευση στις απογειώσεις τού λόγουκριτικάρονται πρόσωπα και πράγματα της σύγχρονης πολιτιστικής (κύρια της λογοτεχνικής) ζωής του τόπου και παρουσιάζονται ποιητικά και πεζά κείμενα με το θάρρος της υποστήριξής, τονς.

ΒΑΪΟΣ ΠΑΓΚΟ ΥΡΕΛΗΣ


58/οδηγος πυρακτωμένη στιγμή / του π ριν κατάμανρου κάρβουνου. Σχεδόν όλα είναι στον ποιητή αβέβαια. /Δ εν ξέρω ακόμα πόσο θα μ ου π ερισεύουν τα χέρια/ Τούτη η διάσταση, που σε τελευταία ανάλυ­ ση προκαλεί το διασυρμό της αν­ θρώπινης οντότητας, επεκτείνεται παντού ακόμα και σ’ αυτή την έσχατη ερωτική δόνηση. / Τυλιγμέ­ νος μ ε βλέμματα I της νεαρής και απόλυτης όρασης / δεν έχει ο έρω­ τας / που την κεφαλήν κλίναι/

Ό λ ο ς ο κοινωνικός περίγυρος είναι εχθρικός στον ποιητή, που συχνά έχει μια διαλεκτική επαφή με τον κόσμο, έξω από τούτο το αστέρι. Ό ρ ο ι που προέρχονται από την αστροφυσική, ή φόβοι ενός τέλους που φτάνει, αργό και κυλιόμενο. Ο Βολουδάκης δεν αφήνεται στο σόμπαν να τον συνεπάρει. Κύρια το χρησιμοποιεί για να εδραιώσει ακόμα μια φορά τη θέση του. /Ό τ α ν η γη δεν θά ’ναι πια / παρά στεγνό αστέρι στο ατέρ-

μονοί. Ο Βολουδάκης έχει τη στρατηγι­ κή ενός πυρακτωμένου κάρβουνου. Διαφυλάσσει μέσα στην αργή φθο­ ρά. Μα κάποιες στιγμές, και είναι αρκετές, αρθρώνει ένα λόγο ορθο­ λογιστικό και συχνά μετατρέπει την ποιητική άρθρωση σε βερμπα­ λιστική στήλη. Α ς θεωρηθεί πως η αδυναμία προέρχεται από την ηλι­ κία του. Α Θ Η Ν Α Π Α Π Α ΔΑ Κ Η

φωτεινά μηνύματα στον κόσμο μας Ν ΙΚ Η Φ Ο Ρ Ο Υ Β Ρ Ε ΤΤ Α ΚΟ Υ : Η­ λιακός λύχνος, ποιήματα. Αθήνα, Τρία φύλλα, 1984. Σελ. 84.

Από τις εκδόσεις «Τρία φύλλα», που εκδίδουν αποκλειστικά τα τελευταία ποιητικά έργα του Νικηφόρου Βρεττάκου, κυκλοφόρη­ σε λίγο πριν απ’ τις γιορτές η καινούρια ποιητική συλλογή του ποιητή, που πιστός στο χρέος του, την εντολή που του «δόθηκε», όπως συχνά γράφει, συνεχίζει ακούραστα στα 73 του χρόνια να δίνει το ποιητικό του «παρόν» για 55 ολόκληρα χρόνια.1 Και δεν είναι αυτό μια τυπική παρουσία ούτε μια προσπάθεια να κρατιέ­ ται ο ποιητής στην επικαιρότητα, α/./.ά μια ουσιαστική προσφορά τόσο σε σχέση με το προσωπικό του έργο, που έχει ξεπεράσει τις 33 συλλογές, όσο και στον νεοελληνικό λυρισμό. Είναι γνωστή η σεμνότητα του ποιητή ο οποίος αποφεύγει να δη­ μιουργεί θόρυβο γύρω από τ’ όνο­ μά του και αγαπά ιδιαίτερα τη μο­ ναξιά της Πλούμιτσας και την πε­ ρισυλλογή. Κι όσο κι αν εκφράζει κάποτε μια πίκρα για τον τρόπο με τον οποίο διακινούνται οι «αξίες» στο χρηματιστήριο της δημοσιότη­ τας και για το ρόλο που παίζουν σ’ αυτή τη διακίνηση οι γνωριμίες, τα κυκλώματα και τα «παραπνευματικά χαρτιά» που ο ίδιος στερείται, όπως λέει,2 εξακολουθεί να πιστεύ­ ει πως η προσφορά τού πνευματι­ κού ανθρώπου κρίνεται από το έρ­ γο του κι όχι από τις εντυπώσεις που δημιουργούν οι κατευθυνόμενοι μηχανισμοί προβολής. Γι’ αυτό,

«κρατώντας το τουφέκι τού», επι­ μένει να αγωνίζεται με θαυμαστή σταθερότητα για τη δικαίωση των επιλογών του: «Η πέννα είναι μέσα μ ου μετα­ φερμένη από πάνω, /α π ’ τα υψ ίπ ε­ δα του φωτός»,3 «το τουφέκι μου ήλιος»,* ελεύθερος από δεσμεύσεις και συμβιβασμούς, απαλλαγμένος από τη ματαιοδοξία. Ξέρει καλά ο ποιητής του Ταΰγε­ του πως ο ά ξιος του ονόματος πνευματικός άνθρωπος δεν είναι επιτρεπτό να αποστεί από τις αρ­ χές του, αλλά είναι ανάγκη να τις επικυρώνει διαρκώς και έμπρακτα με το ήθος του και να προβάλλει τον εαυτό του ως πρότυπο ανθρώ­ π ου, στην υπηρεσία του οποίου

έταξε μια ζωή μεστή σε βιώματα και διδάγματα, αναζητώντας το απόλυτο με την ταπεινοφροσύνη που πηγάζει από την ανιδιοτελή αγάπη, την αγάπη προς το συνάν­ θρωπο, τον αδερφό. ΓΓ αυτό και το έργο του το εμπιστεύτηκε στο χρόνο: «Ο χρόνος δ εν αρνιέται βλέ­ πετε να παραλάβει τίποτα./Τα πιο πολλά τα εξαφανίζει, μερικά κρα­ τά, /τα μ ελετάει με προσοχή, τα κο­ σκινίζει. /Κ ατόπιν αποφ αίνεται».5 Και είναι αισιόδοξος για τη μελ­ λοντική του δικαίωση: « . . . έχω τη βεβαιότητα πω ς ξεπερνώ ντας τέ­ λος/ετούτα τα ανελέητα όρη που ανανεώ νονται, Ιθα περπατήσω ήρε­ μ ο ς μέσα στην ιστορία ».6 'Ετσι, μακριά από τους προβο­ λείς της δημοσιότητας, μοιράζον­ τας τον καιρό του ανάμεσα στο διαμερισματάκι της οδού Φιλολάου στο Παγκράτι και στο μικρό σπιτά­ κι, ησυχαστήριο κι εργαστήρι, στην Πλούμιτσα -τ ο ν ειρηνικό λόφο όπου γεννήθηκε την πρωτοχρονιά του 1912- εξακολουθεί να μετουσιώνει σε ποίηση, σε λόγο μεστό, λυρικό, απέριττο, κλασικό θά ’λεγα , μ’ όλη τη σημασία της λέξης, τα βιώματά του,αξιοποιώ ντας τη σπά-


οδηγος/59 νια ευαισθησία του που του επιτρέ­ πει να αποκωδικοποιεί τη σιωπή και το ανείπωτο ρίγος της ζωής και να δίνει μορφή στην αγωνία του για την τύχη του σύγχρονου αν­ θρώπου, όπως και στην οδύνη του για τη φρίκη του πολέμου και το ανέφικτο της ειρήνης, όσο ο κό­ σμος εξακολουθεί να την αναζητά εκεί όπου δεν υπάρχει: «... τα κλει­ διά της ειρήνης που τα ψάχνουν/ παντού και δεν βλέπουν πως τά ’χει/η αγάπη περασμένα στη ζώνη της», όπως παρατηρεί με παράπο­ νο (τα κλειδιά, σ. 52). Και για την καινούρια του συλ­ λογή ο ποιητής αντλεί τον τίτλο από το αγαπημένο του σύμβολο, τον ήλιο, πυρηνικό στοιχείο της μυθολογίας του, που κατά καιρούς του ενέπνευσε κι άλλους τίτλους όπως: «Το Μεσουράνημα της Φω­ τιάς» 1940, «Ωδή στον ήλιο» 1974, «Απογευματικό ηλιοτρόπιο» 1976, «Διακεκριμένος πλανήτης» 1983 και τώρα «Ηλιακός λύχνος». Τίτλοι που υποδηλώνουν μια παράλληλη πορεία του ποιητή προς το σύμβο­ λο, ο οποίος ήδη «περί λύχνων αφάς» γίνεται ηλιακός λύχνος για τη νύχτα που θά ’ρθει με την αναγκαιότητα φυσικού φαινομένου και για την οποία είναι έτοιμος. Α πόδειξη πως η συλλογή τελειώνει με ένα επιτάφιο που αποτελεί προ­ βολή του ποιητικού του «πιστεύω» στο μέλλον, συνέχιση της «οδοιπο­ ρίας» του και ταύτιση με το πρότυ­ πό του: «Μη με παραδεχτείς εδώ,

περιορισμένον/σ’ ένα μικρό τετρά­ γωνο, στη γω νιά τ’ Α ι Γιωργιού/ή στην άκρη του κήπου μου, αλλά/να προχωρώ με βήματα ηλιακά στο σύμπαν» (Επιτάφιο, σ. 84). Α π ό άποψη ποιητικής γραφής και θεμάτων και η νέα συλλογή εν­ τάσσεται στο κλίμα που εγκαινίασε ο ποιητής το 1961 με τη συλλογή του «Το βάθος του κόσμου» και συνέχισε μεταδικτατορικά με το «Απογευματινό ηλιοτρόπιο» και τον «Διακεκριμένο πλανήτη». Ποιήμα­ τα ολιγόστιχα, τα πιο πολλά τέλεια επιγράμματα, από τα οποία δεν μπορείς ν ’ αφαιρέσεις ή να προσθέ­ σεις λέξη χωρίς να τραυματίσεις την αρμονία τους, επαναφέρουν τα από παλιά υιοθετημένα από τον ποιητή θέματα που είναι πάντα επίκαιρα, καθώς έχουν στο κέντρο τους τό ανθρώπινο πρόβλημα και τις προϋποθέσεις της ζωής, την αγάπη, το φως, την ποίηση και την ειρήνη, που τη φαντάζεται να κα­ ταφεύγει σαν σε άσυλο στο ποιητι­ κό του αργαστήρι, όπως κάνει τό­ σα χρόνια και η αγάπη: «Κ ’ εκεί εί­ ναι π ου έρχεται!η ειρήνη, η διωγμέ­ νη, βρεγμένη, λυσίκομη. I Κάθεται πλάι μ ου σ’ ένα σκαμνί!κι ακουμπάει κάθε τόσο το κεφάλι της/πάνω μου, ψιθυρίζοντας: «Αλλού πουθε­ νά δε θά ’μ ο υ ν πιο γνήσια και π ι’ όμορφη» (άσυλο, σ. 44). «Η ειρήνη της Δημιουργίας», «Πάσχα 1984», «Η ειρήνη της γης», «Αυτοαμφισβητηση» και «Βάθος και θέαση» είναι οι πέντε ενότητες

ΐΛ^ θ % -

,^ Ο ΓΛ ο ί^ ^ ν ··* 4^

'

r

Φ Ο ΛΙΑ ΣΤΟ ΙΣΟΓΕΙΟ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΗΜΙΟΡΟΦΟ

ΒΙΒΛΙΟΥ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 25-29 ΣΤΟΑ ο 3231703- 3229560 ΑΘΗΝΑ 10564

ΜΟΛΙΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ

ΕΡΜ ΑΝ ΕΣΣΕ Ν Α Ρ Κ ΙΣ Σ Ο Σ ΚΑΙ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜ ΟΣ

ΕΡΜΑΝ ΕΣΣΕ Νάρκισσος και Χρυσόστομος

SV

Ε κ δόσ εις ΝΕΦΕΛΗ Μαυρομιχάλη 9 Α Θ Η Ν Α 10679 Τηλ. 3607744 - 3604793

ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ ΣΕ Β ΕΚΔΟΣΗ Σκαλτσά Μ. «Κοινωνική ζωή και δημόσιοι χώροι κοινωνικών συναθροί­ σεων στην Αθήνα του 19ου αιώνα». Π εριέχει: Η Αθηναϊ­ κή ζωή κατά κοινωνικό στρώ­ μα και οι δημόσιοι χώροι κοι­ νωνικών συναθροίσεων (τα ­ βέρνες, ξενοδοχεία, εσ τιατό­ ρια, μπακάλικα, φαρμακεία, κουρεία, λέσχες, καφενεία, ζαχαροπλαστεία, μπυραρίες, καφωδεία, θέατρα, πλατείες κλπ.), από άποψη λειτουρ­ γιών και σύνθεσής του χώρου όπως διαμορφώνονται στη διάρκεια του 19ου αιώνα μέσα από τη γενικότερη οικονομική και πολιτική ιστο­ ρία της περιόδου. Δρχ. 1150. ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ

Α. Π α ττα σ ω τηριου Σ ιο ιίμ ν ιιρ α 23 - ΙΟΕΒΣΑΟηνα I |)Λ ιΐ> 4 I 82b - 36.09.821


60/οδηγος στις οποίες κατανέμονται τα 66 λιγόστιχα ποιήματα της συλλογής. Το εξώφυλλό της κοσμεί λεπτομέ­ ρεια από κεραμικό του Πάνου Βαλσαμάκη, πολύ ταιριαστό, κα­ θώς δένει σε μια ενότητα τον ποιη­ τικό κόσμο του Βρεττάκου, αποτε­ λώντας έτσι ζωγραφική έκφραση του ποιητικού του μικροσύμπαντος. σα να είχε γίνει ειδική πα­ ραγγελία για την περίσταση. Α πό χρόνια, απόλυτος κύριος των εκφραστικών του μέσων, με άψογη τεχνική και απέριττο λόγο, πλαστουργός μοναδικών και ανε­ πανάληπτων εικόνων -με υλικά κα­ θημερινά και ταπεινά- με το γνω­ στό προσωπικό του ύφος, αντιγραφέας του σύμπαντος και μορφοποιός του «ανθρώπινου βάθους», ο ποιητής εκπέμπει (λύχνος-φως) με θαυμαστή διαύγεια τα μηνύματά του στον κόσμο μας, μηνύματαδιαισθητικές συλλήψεις που ανα­ βρύζουν εσώψυχα και που, όσο κι αν τροφοδοτούνται από το πληθω­ ρικό συναίσθημα και συμπληρώ­ νονται από την ευρηματική του φαντασία, μοιάζουν αποκαλυπτι­ κός λόγος, μεστός σοφίας, χωρίς ίχνος εγκεφαλικότητας, διανοητισμού ή επιτήδευσης.

Ά δο λ ο ς λυρισμός με πλούσιες φιλοσοφικές προεκτάσεις, η ποίη­ σή του συγκλονίζει συχνά με έναν προβληματισμό που εξελίσσεται κάποτε σε πικρή ειρωνεία και σαρ­ κασμό, όπως στα ποιήματα της ενότητας «Η ειρήνη της γης» σ.σ. 43-54. Κάποτε πάλι γίνεται απολο­ γητική της μακρόχρονης θητείας του στην ποίηση, στην αγάπη, στην ειρήνη, στον άνθρωπο, φτάνοντας σε απομυθοποίηση του ποιητικού του μύθου, όπως στα ποιήματα της ενότητας «Αυτοαμφισβήτηση» και, αποκαλύπτοντας ένα διχασμό ή μια «ανειλικρίνεια» -μυστικό της ποιη­ τικής του- καθώς δεν μπορείς να διαγνώσεις την ειλικρίνεια της αυτοαμφισβήτησης, γιατί ο ποιητής, αμφισβητώντας παράλληλα και την αυτοαμφισβήτησή του («Διαβίω­ ση», σ. 63), επιστρέφει από άλλο δρόμο, ξανατροφοδοτεί το μύθο του και ξανακλείνεται σ’ αυτόν· γιατί παρά τις παλινδρομήσεις του ο ποιητής φροντίζει να συντηρεί πάντα με μια αμετακίνητη πίστη το μύθο του, που έχει πυρήνα την αγάπη, ηπειρωτικό λόγο του ποιη­ τή, εδώ και 45 χρόνια: «Τραγουδώ σαν π ουλί στ’ ακρινότερο δέντρο του κόσμον./Αγαπώ, άρα υπάρ­

χω».1 Χωρίς πίστη δεν υπάρχει μύθος και από τον Βρεττάκο ποτέ δεν έλειψε η πίστη και η ελπίδα που στηρίζουν την αισιοδοξία του, ανε­ δαφική για πολλούς. Το μυστικό της αισιοδοξίας και της δύναμής του ο ποιητής το ανακαλύπτει στη φύση που τη μιμείται· «Η φύση δεν ξέρει τ’ ανθρώπινα πράγματα,/τα δικά μας. Ακολουθώντας τους νό­ μους της/δεν διακόπτει το έργο της που είναι/μια ροή συνεχής. Κ ’ είναι γ ι’ αυτόίπον εμείς, εγώ κ ’ οι πηγές, συνεχίζουμε./Κι ας λεν πως είναι μάταια όλα./Ι(Τι έχεις αηδόνι αη­ δόνι μου; Ό πω ς πάντα!και τώρα αγαπάς, άρα υπάρχεις)» (χαμηλω­ μένος καιρός, σ. 22). Είναι λοιπόν η πίστη που θεμε­ λιώνει την «κλήση» του ποιητή, ο οποίος ανέκαθεν αντιλαμβάνεται την ποίηση όχι ως αυτοσκοπό, αλ­ λά ως μέσο και τον εαυτό του ως «ευαγγελιστή»: « Ό π ο υ κι αν στρέ­ φεις, δύσμορφα πρόσω πα./Ό πλα που μαρτυρούν τη μέσα τους άβυσ­ σο, /συντομεύουν το σκότος. Όμως εγώ θα εξαντλήσω οπωσδήποτε αυ­ τό/το νερό που αποθήκεψε μες/στην καρδιά μου η μοίρα μου./Έστω και πάνω α π ’ την έσχατη πέτρα!που

ΣΕΙΡΑ: ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΜΟΛΙΣ Κ Υ ΚΛΟ Φ Ο ΡΗΣΑΝ Τζέημς Κέην

Σειρά-Aatruvciuxjb.AoyotBxvla ,

m

Η άνοδος και η πτώση της ΜίΑντρεντ Περς

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ - ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ- ΠΡ ΚΟΡΟΜΗΛΑ !

- ΑΘΗΝΑ -ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ- ΔΙΔΟΤΟΥ


οδηγος/61 έχει μπρος της την έρημο. Ν ’ ακούσει! τουλάχιστο πως είιέμφθη η φω­ νή μ ον/αυτός που αφαιρώντας φως απ ’ το φως/κ’ αίμα απ ’ το αίμα τον μο υ τη δώρισε» (χωρίς παραλήπτη, σ. 45). Τι να πρωτογράψει όμως κανείς σ’ ένα σύντομο σημείωμα, που μά­ κρυνε κιόλας πολύ; Α πό τη συλλο­ γή, νομίζω πως ξεχωρίζουν τα ποιήματα της ενότητας «Η ειρήνη της. γης» και ιδιαίτερα τα: «έξω απ’ τα καταφύγιά τους», σ. 46., «Το παράθυρο της υποδοχής» σ. 49, «Πυρηνικός όλεθρος», σ. 53, «Τα κλειδιά» σ. 52. Ό λ α είναι πικροί λυγμοί για έναν κόσμο που σπαράσσεται και που τυφλός δε βλέπει τη λύση που ο ποιητής γνωρίζει και ακούραστα -μια ζωή τώρα- προ­

τείνει: «Ακόμη δεν έχω μεταδώσει την έναρθρηΐσιωπή της ψυχής μου (προπαντός στα π αιδιά/πον γεν­ νιούνται στις μέρες μας με αμφίβο­ λη/τύχη). Τα κλειδιά της εισόδου στο επίγειοΙφως, τα κλειδιά της Ει­ ρήνης, που τα ψάχνουν!παντού και δε βλέπουν πως τα έχει!η αγάπη περασμένα στη ζώνη της» (τα κλει­ διά, σ. 59). Τελειώνοντας παραθέτω το ποίη­ μα «Επιτάφιο στον αέρα» με το οποίο κλείνει η παραπάνω ενότη­ τα, τονίζοντας μόνο την επικαιρότητα του Βρεττάκου, ποιητή που αποτελεί άγρυπνη συνείδηση του καιρού μας και μαστίγιο για τους υπεύθυνους της ανθρώπινης εξα­ θλίωσης, τους αδίστακτους θύτες των λαών που δεν ορρωδούν μπρο­

στά στον ανθρώπινο πόνο και τα ποτάμια του αίματος. Μιλούν οι πενήντα εκατομμύρια νεκροί του Β' Παγκόσμιου πολέμου: «Τι να γράφετε πάνω μας και πού να το γράφετε./έχοντας ήδη εγκαταλείψει τους τάφους μας, /περιφερόμαστε άστεγοι. Δ εν μας είχε περάαει/απ’ το νου, πολεμώντας, πως σε τίποτε άλλο/δεν θα χρειάζονταν η θυσία μας, παρά μόνο:/ Ν α γ ί ν ο υ ν ε

Σημειώσεις

2. δλ. συνέντευξη του ποιητή στο Γ. Πηλιχό, εφ. «Τα Νέα», Αθήνα, σ. 121982. Πρβλ. και συνέντευξη του ποιητή στη Ν. Κοντράρου-Ράσσια εφ. «Εθνος», Αθήνα, 5-12-84. σ. 27. 3. Ν. Βρεττάκου: «Απογευματινό ηλιο­ τρόπιο» Αθήνα 1976, «Διογένης» ο. 7. στ. 1-2. 4. Ν. Βρεττάκου: «Αυτοβιογραφία», Αθήνα 1961, Εκδ. «Φέξη» σ. 17. 5. Ν. Βρεττάκου: «Το ποτάμι Μπνές

και τα εφτά ελεγεία». Αθήνα 1975, Διογένης, σ. 14. 6. Ν. Βρεττάκου: «Ο διακεκριμένος πλανήτης», Αθήνα 1983, «Τρία φύλ­ λα» σ. 19 6-8. 7. Ν. Βρεττάκου: «Το μεσουράνημα της φωτιάς», Αθήνα 1940, «Αντωνόπουλος» σ. 18. 8. Η υπογράμμιση δική μου. 9. 6λ. το ποίημα «Ειδήσεις». Ν.Β. «Ηλιακός λύχνος», ό.π., σ. 50.

1. Η πρώτη ποιητική συλλογή τον Βρεττάκον με τίτλο «Κάτω από σκιές και φώτα» τυπώθηκε στο τυπογραφείο «Τέχνη», στην Αθήνα, το Δεκέμβρη τον 1929. Η καινούρια τον συλλογή κυκλοφόρησε πριν από τις γιορτές, 55 ακριβώς χρόνια από τότε. Ποιος όμως θυμήθηκε τα 55χρονά του; Μή­ πως και τα 50χρονα τα θυμηθήκαμε;

6 ο ι μ α ς »8 (σ. 54). Ά μπ οτε, Νικηφόρε, η επόμενη ποιητική συλλογή σου νά ’χει καλύ­ τερες «ειδήσεις» και λιγότερο πα­ ράπονο. ΘΑΝ. Ν. ΓΚΟΤΟΒΟΣ

Κυκλοφορούν από τον ΕΞΑΝΤΑ

Παραγγελίες: 36.04.885 και 36.13.065, Τζαβέλα 1.


62/οδηγος

η εποποιία της απομυθοποίησης Ν Α Σ Ο Υ Ν ΙΚ Ο Π Ο Υ Λ Ο Υ : Υλικά από Κατεδάφιση, Ποίηση. Αθήνα, 1984. Σ ελ. 55.

«Ω πολυστέναχτοι, ποιος θα -Τ ο πιστέψει αυτό που κάνατε; Με μοιρολόγια φτάνει - Η συμφορά κι όχι με λόγια». Τους στίχους αυτούς απ’ τους «Επτά επί Θήβας» του Αισχύλου, προτάσσει ο Νάσος Νικόπουλος στο νέο ποιητικό του βιβλίο, που κυκλοφόρη­ σε πρόσφατα με τον ενδεικτικό τίτλο «Υλικά από Κατεδάφιση». Υποκαθιστώντας με δική του δεύτερη προμετωπίδα ευθύς αμέσως ο ποιητής τη λέξη «μοιρολόγια» με την έκφραση «λόγος πλάγιος». (Λόγος πλάγιος ως αρμόζει σε αποχαιρετισμούς ή νέες συναντή­ σεις). Θα μπορούσε να εννοηθεί ως η έσχατη υποθήκη, η σημαίνουσα. Έ τσι οριοθετείται α π ’ την αρχή το βασανιστικό όραμα για την συνέ­ χεια της εξέγερσης. Της αναγκαίας αντίστασης προπαντός στα ήθη και στις παραιτήσεις, στις συντεταγμέ­ νες καταφάσεις, που ομαδοποιούν και μηδενίζουν την παρέμβαση της πολυμέρειας. Είναι μια νέα αντί­ σταση αυτό το βιβλίο του Νάσου Νικόπουλου, που εξαιτίας της θα

προκόψει η επανεξέταση, η ανα ί­ ρεση, η προοπτική για μιαν άλλη όψη της ζωτικής μας π λέον εξόδου. Το ότι η ποιητική αυτή σύνθεση χωρίζεται σε τέσσερα κεφάλαια με τους εύγλωττους τίτλους «Ο ι υπ εν­ θυμίσεις», «Μικρές καταθέσεις», «Επιγράφοντας», «Η διήγηση», έχει και δεν έχει σημασία. Γιατί εί­ ναι κυρίως με τις εσωτερικές συνο­

χές που πραγματώνεται και αιτιο­ λογείται το εννοιολογικό εξαγόμε­ νο. Κι εδώ συνδέονται τα πάντα με την ιστορική στιγμή του οράματος και της διάψευσης, με τις μακρο­ χρόνιες αποσιωπήσεις. Ώ σ τε, στο ανατομικό τραπέζι που στήνει ο ίδιος ο ποιητής καθώς καταδύεται στην κοινωνική του συνείδηση και α π ’ τα ποιήματα που ακολουθούν, θα επαληθευτεί η ταξινόμηση. Η καινούρια δουλειά του Νάσου Νικόπουλου έρχεται σαν η φυσική εξέλιξη, κατάληξη γιά να κυριολε­ κτήσω, όσον αφορά τη θεματική του: « Ή ταν μια Κυριακή τότε που ο α γγελιοφ όρος ξεψύχισε στα πρώ­ τα σπίτια της πόλης μα ς και κανένα μήνυμα δεν κρατούσε στα χέρια του». Μ ιας πορείας που άρχισε ενωρίτατα για να συνεχιστεί με συ­ νέπεια και ηθική αντοχή εικοσιπέν-

Λ Ο ΓΟ ΤΕΧΝΙΕΣ ΤΗΣ ΑΠ Ω ΑΝΑΤΟ ΛΗ Σ

παρατηρητής ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ -ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ- ΠΡ. ΚΟΡΟΜΗΛΑ 38 ΤΗΛ. 2Μ958 - ΑΘΗΝΑ


οδηγος/63 τε ολόκληρα χρόνια και να του επι­ τρέψει ν ’ αποκτήσει την πλήρη συ­ νείδηση του εαυτού του καθώς και την υψηλή πράγματι καλλιτεχνική του έκφραση. Ό λ α τα γνωρίσματά της, που συναντήσαμε κυρίως στην. Πρώτη και Δεύτερη «Κατάθεση» και στις «Νωπογραφίες», είναι παρόντα. Ο υποδειγματικά λιτός λόγος, οι ου­ σιαστικές θεματικές επιλογές, η αυθεντική οδύνη του ανθρώπου που κατορθώνει να σκάψει βαθιά, ώς τις ρίζες που συνδέουν τη μοίρα του με την κοινωνική πραγματικό­ τητα, τα σύμβολα. Δ εν υπάρχουν κι εδώ προσωπικά πάθη, υπάρχει μόνο ένας εκπρόσωπος της «κοινής υπόθεσης», μόνο η διαυγής ένταση που απορρέει απ’ την αντίθεση αν­ θρώπινο όνειρο και πεπρωμένο -πρόσω πο εξόριστο α π ’ την πλοκή της ζωής του. Πρόσωπο στερεότυ­ πο ενός μέγιστου σιωπηλού πλή­ θους: «Και π άλι δε μένει καιρός -Γ ια ενδοσκοπήσεις- Το μόνο βέ­ βαια είναι -π ω ς υ π ά ρ χ ε ι ακό­ μ α - Ερήμην τον». Μ όνο που τώρα μετατίθεται η διάρθρωση της ζωής, απ’ τη δρα­ ματική συμπύκνωση της θυσίας και της περιπέτειας, στον κύκλο, όπου συνωστίζονται τα υλικά από την κατεδάφισή τους, σαν αυτόπτες και μη εξαιρούμενοι μάρτυρες. Αποκαλύπτεται έτσι η σχέση ανά­ μεσα στην πράξη και τις δυνάμεις που την αναιρούν, ενώ χάνεται όχι η δύναμη αλλά η δυνατότητα της ακραίας στάσης. Της στάσης που ενσάρκωσε ό,τι βαθύτερο και ρο­ μαντικό είχε να προτείνει ο άνθρω­ πος για μια ζωή με περιεχόμενο, που θα τον καταξίωνε. Επόμενο, η διαλεκτική ενός τέτοιου κειμένου περιλαμβάνει τη συγγένεια του ποιητή με τον κόσμο και ταυτόχρο­ να ή, κατά συνέπεια, τη ρήξη του εξαιτίας της αυθεντικής, α π ’ τη μια μεριά (του ποιητή) και της υπο­ βαθμισμένης απ’ την άλλη, σχέσης προς τις αξίες. Α πό μακριά λοιπόν έχουν ξεκινήσει οι δυνατότητες που αποκορυφώνονται σήμερα. Η διαδικασία της γνώσης πέρασε μέ­ σα α π’ το τραχύ υλικό της ζωής για να καταγράψει αυτή την εποποιία της απομυθοποίησης. Παραμένοντας η αισθητική επικύρωση του γε­ γονότος, η προστιθεμένη αξία: «Είναι που χάσαμε τους δρόμους προς Ανατολή και Δύση - Τα πρό­ σωπα μπ αίνουν μ ε τάξη στο λευκό

στάδιο - Έ χουν περάσει α π ’ όλα τα χρώματα απ ’ όλες τις αρένες π ριν απ ’ το Χριστό και μετά από Εκείνον - Ο ι εποχές έχουν αποκα­ θηλωθεί και τα χέρια μας αιωρούνται όπως τ’ άχρηστα φτερά τον Ίκαρου - Ό π ω ς εκμαγεία ή μέλη από παιδικά αθύρματα π ριν α π ’ τη βεβαιότητα τον θανάτου». Και είναι αυτή η πανταχού π α ­ ρούσα ωριμότητα και σοφία, ο ίσκιος του που επιμηκύνεται και τον καταδιώκει, που τον σπρώχνει να σωριάσει, πάνω σ’ ένα ζοφερό και κλειστό (για ν ’ αποφύγουμε τη λέξη τελειωμένο) σχήμα, τα υλικά, δηλαδή τον πάταγο από μια τέτοια κατεδάφιση. Που τον αξιώνει, αφού κατακερματίσει την ιστορική πράξη και αφού επιτύχει με τολμη­ ρούς φωτισμούς την αναγωγή της στις τελικές της διαστάσεις, να χει­ ριστεί τα γεγονότα απαλλαγμένα από τη σάρκα τους, πες γεωμετρι­ κές φιγούρες. Μ’ έναν πυκνό πολυ­ σήμαντο και πάντα λυρικό λόγο, που σκοπεύει κατάστηθα την αι­ σιοδοξία και την ισοπέδωση. Μ’ έναν διακριτικό, σχεδόν λυπημένο σαρκασμό, καθώς ξηλώνεται η επένδυση και αφαιρούνται οι κοι­ νωνικές μάσκες. Με νύξεις στα σπουδαία προβλήματα και στην εποχή, που η απόφαση του ατόμου επηρέαζε την πορεία των γεγονό­ των. Νύξεις-καταγγελίες που επα­ νακαθορίζουν το εγώ στο εμείς, το εκείνος στο όλοι μας. «Δεν περπατάμε τώρα τελευταία - Α π ό τα βλέφαρά μα ς αιωρείται ένα απαστράπτον γα λάζιο της θά­ λασσας - Α π ό τα δάχτυλά μας όλες οι γεύσεις μέχρι τον εκατόχρονο ευ­ κάλυπτο που σφαγίασαν οι τελευ­ ταίοι άρχοντες της πόλης». ' Δύσκολη η παρέμβαση στα πράγματα. Το μόνο σίγουρο, τα σχήματα που έχουν απομείνει. Οι αλλεπάλληλοι συνειρμοί που πραγ­ ματοποιούν σε έμμεσο επίπεδο την αφήγηση, περισσότερο από χαρα­ κτηριστικό γνώρισμα γραφής του ποιητή, λειτουργούν τώρα σαν η εσωτερική απεικόνιση του ουσιώ­ δους, που πρέπει να φωτιστεί από αυτή και την άλλη οπτική γωνία, ανάλογα με τη σπουδαιότητά του. Είναι η στιγμή της αλήθειας! Δεν μπορεί να την αποφύγει, να παραμείνει στις νύξεις και τους ενδιάμε­ σους σταθμούς, που δεν αφήνουν να ειπωθούν τα πράγματα με τ’ όνομά τους: « Ό λ α τα έθνη παρα-

c-------------^ ΑΔΕΛΦΟΙ Μ Π Ο ΣΤΑ Ν Ο ΓΛΟ Υ Κολοκοτρώνη 92 Πειραιάς Τηλ. 4112258

Τα πληρέστερα βιβλιοπωλεία Βιβλία όλων των εκδόσεων

Τιμές χαμηλές

\ ______________ )

ΠΥΛΗ ΑΡΜΑΝΤΑ ΓΚΟΥΪΝΤΟΥΤΣΙ

'Ενα βιβλίο που φωτίζει ανομολόγητες πλευρές στις σχέσεις των δύο φύ­ λων και βοηθάει στην αλ­ ληλοκατανόησή τους. Α Π Ο Κ Λ Ε ΙΣ ΤΙΚ Η Δ ΙΑ Θ ΕΣΗ INDEX Ζαλόγγο υ 1 τηλ. 3623142


64/οδηγος

Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα

Ο ΡΟΝΤΕΝ ΚΑΙ Η Α ΡΧΑΙΑ ΕΑΑΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ

Ε Κ Δ Ο ΣΕ ΙΣ Ν ΕΦΕΛΗ Μ αυοομιχάλη 9, ’Α θήνα τηλ. 3607744-3639962

Δ ΙΚ Α ΙΟ

και

καλούν για άλλοθι - Για ένα μύθο με αθώους δολοφόνους». Η εποχή που όλα ήταν φλέγόμενα καί γεμά­ τα τόση έξαρση, ώστε να σκεπάζε­ ται το τρομερό τους μυστικό κάτω απ’ τα γενναία χόρτα, πέρασε. Μια φαταλιστική αντίληψη για τα πράγματα λοιπόν; Ασφαλώς όχι. Απλώς, το ρήγμα στην πρακτική ακολουθεί συνήθως το ρήγμα στην πραγματικότητα. Κι είναι αυτή η πραγματικότητα που τώρα πρέπει να ομολογηθεί. Με τη διαδικασία του ιστορικού γίγνε­ σθαι όπως αναλύεται και φωτίζε­ ται α π’ την επέμβαση της ουσιαστι­ κής ποιητικής βούλησης. Στα «Υλικά από Κατεδάφιση» δεν ολοκληρώνεται η διάσταση των συνειρμών, δεν στοιχειώνεται η δυ­ ναμική των λέξεων-ορίων και των φράσεων-κωδίκων, πραγματο­ ποιώντας μια πλαστική έμφαση ή μια εννοιολογική σαφήνεια. Η ποιητική ύλη εδώ οικοδομεί επίπε­ δα επάλληλης γραφής όπου προκύ­ πτει η πολυσημία του περιέχοντος, δυναμοποιώντας την εσωτερική ου­ σία και την ποιητική εντέλεια. »Ο οικείος μας χώρος άλλωστε καταλύεται στην άσφαλτο-συμπαγής - αποφασισμένος - οριστικά βέβαιος πως - ήταν πρόσχημα η αναίρεσή του». Στην ποίηση αυτή του Νάσου Νικόπουλου προβάλλει συχνά και η μέριμνα των λέξεων. Ό χ ι σαν υπερβατική επιδίωξη ενός καλλω­ πισμού, αλλά σαν διάρθρωση της δομικής ύλης, μιας σημασιοδότησης των επιπέδων, μιας σήμανσης του καίριου. Μιας παρέμβασης δη­ λαδή στους κώδικες «επικοινω­ νίας», που αναπαράγουν την πλαστότητα της συνενοχής και την αποδοχή της κοινής ευθύνης. «Πιο στεγανός σημαίνει λιγότερο μελίρρυτος - αντιπαθής στους μ ε­ ταπράτες - επιβάτης σιωπηλός στα μαζικά λεωφορεία - Αποστάτης των κοινοβίων λέξεων». Ο ειδοποιημένος αναγνώστης εξ άλλου θ’ αποκαλύψει στο ίδιο ποί­ ημα πλείονα επίπεδα-αναφορές, ωσάν αυτά τα ποιήματα να λει­ τουργούν συνειρμικά, και να περιδινίζονται γύρω α π’ τον πυρίκαυ­ στο άξονα του ίδιου μύθου. Η ποιητική του Νικόπουλου ολοκλη­ ρώνει τη μέθοδο της ανάπτυξης μες απ’ την ανασύνθεση. Θεωρεί αυτα­ πόδεικτο πως απ’ τα μόρια των πραγμάτων και της σημαντικής

τους ο αναγνώστης μπορεί να λει­ τουργήσει σαν ένας άλλος καταλύτης, δίνοντας την τελική μορφή στοιχημένη στη δική του λογική και (συν)αισθηματική προσλαμβάνουσα. Αφειδώς προσφέροντας ο ποιητής ένα υλικό-πρόκληση, για τη συμμετοχή αυτή στην ανασύνθε­ ση του διασπασμένου σύγχρονου προσώπου. Λειτουργία άλλωστε που συντελείται και με τις λοιπές τέχνες, εφόσον αυτές προϋποθέ­ τουν «πλείονα» του ενός επίπεδα που αναφέραμε πιο πάνω. Ο «ιδιάζων» άξονας είναι κοινός. Οι εκδο­ χές είναι που μπορεί να ποικίλουν. «Τώρα διατηρούμε τις προσόψεις - Παράθυρα με ωραίες καμπύλες Τις υπέρυθρες επιφάνειες - Τ ι ς γύ ­ ψινες κόρες - Τα αρχαία τραγού­ δια». Και στο ίδιο ποίημα: «Τα παιδιά δε μιλάνε - Μ όνο κα­ τά το απόγευμα - Ό τ α ν οι άλλοι περιμένουν να σουρουπώσει Εκείνα τραβούν προς την άσφαλτο - Ό π ο υ το κίτρινο φως - Με την επιγραφή ΙΔΙΑ ΕΥΘΥ'Ν Η». Ιδού λοιπόν ότι τα δύο παραπά­ νω επίπεδα αν και έχουν μιαν αυ­ τόνομη λειτουργικότητα, στεγάζον­ ται στο ίδιο ποίημα. Μέσα όμως απ’ τη θεματογραφία τους, απ’ το πρώτο προκύπτει η αιτιότητα του δεύτερου. Η ανάλυση που το προσ­ διορίζει. Έ τσι οι λέξεις, οι φρά­ σεις, οι ποιητικοί σχηματισμοί εί­ ναι το εύπλαστο υλικό που κατανε­ μημένο με σοφή δοσολογία δύναται να υποστηρίξει τον αιχμηρό λόγο του Νικόπουλου. Τον εξουσιοδοτεί να τολμήσει αυτός απ’ τη γενιά των δόκιμων ποιητών μας να δημοσιο­ ποιήσει τις ενοχές, τις λιποταξίες και τα άλλοθι. Ν ’ αποχρωματίσει τις τελετές, τις σιωπές και τις νη­ πενθείς «εξομολογήσεις». Μ’ ένα λόγο σπαραχτικό, λυρι­ κό, όπου τίποτε δεν είναι περισσό­ τερο παρόν απ’ την ψευδεπίγραφη ισορροπία, την καθημαγμένη αγά­ πη, τη δολοφονούμενη κραυγή του έρωτα. Εκτός απ’ τον ήρεμο, τον άγιο λόγο της αλήθειας. Για να συντελεστεί τελικά η ποίηση η αυ­ θεντική, η μη έχουσα ανάγκη ουδενός marketing. Η ποίηση που επα­ ναβεβαιώνει, με μείζονα τρόπο, για την εξέχουσα θέση του Νάσου Νικόπουλου ανάμεσα στους μετα­ πολεμικούς ποιητές μας. ΓΙΟΛΑΝΤΑ ΠΕΓΚΛΗ


οδηγος/65

η μοναξιά και το πάθος της τρίτης ηλικίας Η Σ Ν ΑΙ η Ο Υ Λ: Ο κ. Σ τουνν και οι σύντροφοι των ιπποτών. Αθήνα, Γλάρος, 1W4. Σελ 250.

Η ηλικία πον συνήθως την ονομάζουμε τρίτη. Και το πρόβλημα της συνταζιοόότησης -τελευταία έκφραση της αλλοτρίωσης της υπαλληλικής ζωής. Αλλά και η σύγκρουση -δεν είναι πάντα χά­ σμα- δυο γενεών: αυτής που αποχωρεί, της άλλης που εισβάλλει. Να τα τρία βασικά θέματα τούτου του βιβλίου. «Ο χ. Σ τόουν και οι σύντροφοι των ιπποτών» είναι το πρώτο βιβλίο του Β.Σ. Νάϊπουλ που διάβασα. Δεν μπορώ, λοιπόν, να έχω άποψη για το συνολικό του έργο. Έτσι αναρωτιέμαι αν και στ’ άλλα του βιβλία υπάρχει αυτή η ιδιαίτερη ικανότητα ψυχογράφησης -ικ α νό ­ τητα που εκφράζεται μέσα από τη δημιουργία μιας θολής ατμόσφαι­ ρας -θολής, υγρής, κάτι σαν κι αυ­ τή της ομίχλης- που συνυπάρχειίσως και βοηθιέται - με το διακρι­ τικό χιούμορ και την καταλυτική ειρωνεία. Το μυθιστόρημα αυτό ανήκει σ’ εκείνη την κατηγορία που μεταξύ των δυο προβολέων (κοινωνικές συνθήκες-ατομική αντίδραση) φω­ τισμού των γεγονότων, επιλέγει τον δεύτερο. Και βέβαια μιά τέτοια επιλογή δεν σημαίνει πως οι κοινω­ νικές συνθήκες αγνοούνται. Το αν­ τίθετο μάλιστα. Υ πάρχουν, όμως, σ’ ένα δεύτερο επίπεδο - αυτό του σκηνοθετικού υπόβαθρου. Ο Νάϊπουλ παρακολουθεί εξονυ­ χιστικά τον ήρωά του. Στις μικρές σπιτικές του στιγμές. Στις φιλικές του συναναστροφές. Στις επαγγελ­ ματικές του απασχολήσεις. Στις συναισθηματικές του εκφορτίσεις. Και με μικρές πινελιές δημιουρ­ γεί το πορτρέτο του κ. Στόουν. Έ να πορτρέτο που πολύ σύντομα -

ίσως πριν φτάσουμε στο μέσον του βιβλίου - μας γίνεται απόλυτα γνωστό, αλλά που ο δημιουργός του συνεχίζει να το στολίζει με όλο και νέες παρατηρήσεις, οι οποίες, τελικά, χαρίζουν στο πρόσωπο, αν όχι περισσότερο πλάτος, σίγουρα ιδιαίτερα οξύ βάθος. Είναι άξιο ιδιαίτερης μελέτης το γεγονός πως τα προβλήματα αυτής της ηλικίας έχουν σχεδόν αγνοηθεί από τη δίκιά μας σύγχρονη π εζο­ γραφία. Λες και οι πεζογράφοι μας έχουν συντονιστεί με την αντίστοι­ χη στάση της πολιτείας. Το έργο του Νάϊπουλ -γραμμένο το 1962εκφράζει, από την άποψη αυτή, ένα σημαντικό παράδειγμα τρόπου αντιμετώπισης. Ο άνθρωπος εκείνος - ο όμοιος με τον'κ. Στόουν- που έχει αναλώ­ σει τη ζωή του εργαζόμενος μέσα σε μια μεγάλη επιχείρηση και που φτάνει στο τέλος της καριέρας του και που πλησιάζει το τέλος της ζωής του - αυτός ο άνθρωπος, συ­ νειδητά όσο και ασυνείδητα, προσ­ παθεί ν ’ αντιδράσει στο γεγονός μιας επιπεδοποίησης, ενός τελεσί­ δικου παραγκωνισμού. Το σύστημα θα εκμεταλλευτεί αυτή την αντί­ δραση για να επαυξήσει τις δυνα­ τότητες παρέμβασης και στη συνέ­ χεια θα τον επαναφέρει στην προ­ γραμματισμένη διεργασία επιπεδο­

ποίησης και παραγκωνισμού. Το ατομικό δημιούργημα θα εκφυλι­ στεί σε τμήμα Υπηρεσιακών Ενερ­ γειών - όλα όσα σχεδιάστηκαν κα­ τά τη διάρκεια κάποιων υπαρξια­ κών εξάρσεων και μοναχικών ξενυχτιών, θα συνεχίσουν την ύπαρξή τους κάτω από τα χέρια αμέτοχων δακτυλογράφων και με τη βοήθεια υπογραφών ανερχόμενων επιχειρη­ σιακών στελεχών. Τον αρχικό δη­ μιουργό τον περιμένει -ό π ω ς και π ρ ιν - το περιθώριο. Πέρα, όμως, από το βασικό αυτό θέμα, το βι­ βλίο διαπραγματεύεται και μερικά ακόμη. Είναι εκείνα των φιλικών επαφών, του θανάτου και της μο­ ναξιάς, της σωματικής φθοράς, της φυλετικής προσέγγισης. Ό λ α αυτά διευρύνουν τους στό­ χους του βιβλίου, χωρίς να πλαδαρεύουν τη δομή του. Τα πρόσωπα που βιώνουν αυτές τις καταστάσεις είναι προικισμένα - από συγγραφι­ κή άποψη - με στοιχεία ικανά να τα μετατρέψουν σε καθημερινούς ανθρώπους. Η γραφή του Νάϊπουλ έχει αισθαντικότητα, αμεσότητα, γίνεται τρυφερή μέσα στην ειρω­ νεία της, ψυχρή για να τονίσει το πάθος της. Η μετάφραση της Χριστίνας Μπάμπου-Π αγκουρέλη προσπάθη­ σε - και νομίζω πως κατάφερε - να μεταφέρει στην ελληνική γλώσσα την ατμόσφαιρα ενός συγγραφέα που η ματιά του είναι εντελώς δια’ φορετική από τη δική μας - αυτήν, τουλάχιστον, που ο μέσος Έλληνας διαθέτει. ΜΑΝΟΣ ΚΟΝΤΟΛΕΩΝ


66/σ υ νέντευξη

Θανάσης Βαλτινός: «Καμιά αίσθηση χρέους δεν παράγει τέχνη, • η τέχνη δεν δίνει συνταγές υγιεινής...» Δισυπόστατη προσωπικότητα -άνθρωπος της λογοτεχνίας και τον κινηματογράφου- ο Θανάσης Βαλτινός πρωτοεμφανίστηκε στο χώρο της πεζογραφίας το 1958, αλλά καθιερώθηκε αρκετά αργότερα με την πολύ γνωστή πια νουβέλα του «Η κάθοδος των εννιά». Ολιγογράφος και με εξαιρετικά ανεπτυγμένη την αίσθηση της οικονομίας τον λόγον, ο Θ. Βαλτινός καλλιεργεί όλ’ αυτά τα χρόνια μια Κύριε Βαλτινέ, λίγο καιρό πριν, ένα από τα βιβλία σας «Η κάθοδος των εννιά» με­ ταφέρθηκε στον κινηματογράφο, προβλή­ θηκε μάλιστα και στο Φεστιβάλ Θεσ/νίκης. Ποια είναι η δική σας γνώμη για την ταινία; ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ πιστεύω για δουλειά αξιοπρεπή κι ενδιαφέρουσα. Υπάρχει κάτι σαν υπεκφυγή στην απάντη­ σή σας ή κάνω λάθος; ΟΧΙ δεν υπάρχει καμιά υπεκφυγή.

πεζογραφία που μοιάζει -σε μια πρώτη τουλάχιστον ματιά- να έχει βασικό θεματολογικό της άξονα την πρόσφατη ελληνική ιστορία. Όμως ο ίδιος ο Θ. Βαλτινός δε συμφωνεί σ’ αυτό. Όπως ο ίδιος ισχυρίζεται η ιστορία μες το έργο του δεν είναι ο άξονας αλλά το πρόσχημα. Ένα πρόσχημα που τον δίνει την ευκαιρία να πει στους άλλους τη δική τον, την προσωπική ιστορία. (Τη συνέντευξη από το συγγραφέα πήρε η Μαρία Τρονπάκη)

Εγώ ωστόσο θα επιμείνω λίγο. Έχετε γράψει το βιβλίο και το βιβλίο έχει την ιστορία του. Το αποτέλεσμα της μεταφο­ ράς του στον κινηματογράφο σάς ικανο­ ποιεί; ΑΥΤΟ είναι μια διαφορετική ερώτηση και ορι­ σμένα πράγματα είναι νομίζω αυτονόητα. Η ται­ νία δεν είναι το βιβλίο, θα ήταν λάθος να τη δει κανείς έτσι. Και είναι η οπτική ενός τρίτου επί­ σης. Κατά κάποιο τρόπο θα ήταν αφύσικο να με ικανοποιεί οποιοδήποτε αποτέλεσμα. Για ποιο λόγο;


συν έν τευξη /6 7 ΔΕΝ μπορώ να μιλήσω για τις αντιδράσεις του κοινού γιατί έλειπα όλο αυτό τον καιρό. Ξέρω μονάχα τι γράφτηκε. Μια και αναφερόμαστε στο τι γράφτηκε θά ’θελα να σας θυμίσω ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε στον «Δεκαπενθήμερο Πο­ λίτη» και που θεωρεί ότι ο σκηνοθέτης σάς «πρόδωσε». Αν δε, ερμηνεύω σωστά την κατακλείδα του επιρρίπτει γι’ αυτό κά­ ποιες ευθύνες και σ’ εσάς...

ΓΙΑ το λόγο ότι κανένας δεν ικανοποιείται από το πορτρέτο που του κάνει ένας άλλος. Τότε γιατί δεχτήκατε να γίνει αυτό το πορτρέτο; ΓΙΑΤΙ υπάρχει μια τρέχουσα πρακτική που δεν μπορεί να την αγνοήσει κανένας.

ΤΟ άρθρο του «Πολίτη» έχει νομίζω φιλολογική αφορμή, μια συνέντευξη του σκηνοθέτη, και για μένα τουλάχιστον, δεν είναι σαφές αν οι αν­ τιρρήσεις που εκφράζει έχουν σχέση αποκλειστι­ κά με την ταινία ή με τις δηλώσεις που έγιναν σ’ αυτή τη συνέντευξη. Δεν έχω διαβάσει τη συνέν­ τευξη και δεν ξέρω τι ειπώθηκι <κεί, εκτός από όσα επαναλαμβάνονται στο άρθρο. Πρόκειται κυρίως για την αλλαγή του τέλους του βιβλίου. Εκ των υστέρων, όταν έχουν γίνει τα πράγματα, αναγκαζόμαστε να βρίσκουμε ερμηνείες. Άλλο­ τε από αμηχανία, άλλοτε για να στηρίξουμε διά­ φορες εκδοχές. Η πραγματικότητα όμως είναι πιο σκληρή. Πολλές φορές προκρίνεις μια λύση για λόγους καθαρά πρακτικούς, γιατί αυτό μπο­ ρεί να γίνει, ενώ το άλλο δεν μπορεί ή δεν πέτυ­ χε, και βεβαίως, δεν έχεις καμιά δυνατότητα να επιχειρήσεις μιαν αλλαγή, πράγμα που είναι άλ­ λωστε και η αλήθεια στην περίπτωση της «Καθό­ δου». Πραγματικότητα που αποτελεί και τΟ δρά­ μα των ελλήνων κινηματογραφιστών.

Και υπογράφετε επιπλέον το σενάριο, πράγμα που σημαίνει ότι δεν είσαστε έξω από το φτιάξιμο της ταινίας.

Γράφτηκε επίσης, μ’ αφορμή την προβολή της ταινίας, ότι η ιστοριά της «Καθόδου» είναι πραγματική κι ότι μάλιστα ένας από τους ήρωές της ήταν ο πατέρας σύγχρονου κινηματογραφιστή.

ΟΧΙ, η ταινία δεν είναι ποτέ το σενάριο. Το σε­ νάριο μπορεί να είναι το άπαν ή απλώς η αρχή, παρ’ όλ’ αυτά όμως η ταινία είναι πάντα ο σκη­ νοθέτης.

ΑΥΤΑ είναι φαντασιώσεις. Η ιστορία της «Κα­ θόδου» είναι κατασκευασμένη εξ ολοκλήρου και τα ονόματα των ηρώων της διαλεγμένα για να δηλώνουν γεωγραφικά διάφορες περιοχές.

Πάντως οι γνώμες για την ταινία ήταν όπως και σεις θα ξέρετε, διχασμένες. ΕΓΩ#ξέρω μόνο τις κριτικές που γράφτηκαν κα­ τά τη διάρκεια του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Πέρα από τις κριτικές που γράφτηκαν, εν­ νοώ γενικότερη υποδοχή της ταινίας από ένα κοινό που δεν είναι άσχετο ούτε με τη λογοτεχνία ούτε με τον κινηματογράφο, και που οι αντιδράσεις του ξεκινούσαν από τη σύγκριση της ταινίας με το βι­ βλίο...

Μιας και αρχίσαμε με την «Κάθοδο», πώς βλέπετε γενικότερα τη σχέση λογοτεχνίας και κινηματογράφου; ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ για σχέση αμηχανίας, μέχρι τώρα τουλάχιστον. Πολλές φορές και υστεροβουλίας. Δηλαδή; ΜΕ το να καταφεύγει στη λογοτεχνία ο κινημα­ τογράφος δηλώνει μια θεματολογική ένδεια, κυ­ ρίως, που είναι σε βάρος του. Η λογοτεχνία έχει τη γλώσσα της, ο κινηματογράφος τη δική του.


68/σ υ νέν τευξη Είναι δυο εντελώς διαφορετικά πράγματα. Ξεγε­ λιόμαστε συχνά από επιφανειακές ομοιότητες. Έ να μυθιστόρημα, ένα διήγημα, ένα επικό ποίη­ μα, με τον άλφα ή βήτα τρόπο διηγούνται μια ιστορία. Το ίδιο κάνει και ο κινηματογράφος. Αυτό όμως είναι μια επιφανειακή ομοιότητα. Οι δυσκολίες, τα προβλήματα, τα αδιέξοδα, αρχί­ ζουν από κει και πέρα. Γιατί κάθε έργο τέχνης είναι πιστεύω κλεισμένο οριστικά στη μοναδικό­ τητα της γλώσσας του. Και η υστεροβουλία πού πηγαίνει;

Κάθε έργο τέχνης είναι κλεισμένο οριστικά στη μοναδικότητα της γλώσσας του ΣΤΟ ότι υπάρχει παγκοσμίως ένα έτοιμο κοινό και νομίζω ότι με αυτό το σκεπτικό έχουν γίνει ταινίες τα περισσότερα κλασικά αριστουργήμα­ τα. Δεν θα μπορούσαν δηλαδή νομίζετε να βγουν καλές ταινίες από τη λογοτεχνία; ΤΙΠΟΤΑ δεν αποκλείεται. Ό λα είναι πιθανά, όλα θα μπορούσαν να γίνουν. Επισημαίνω απλώς τις δυσκολίες για μια καλή σχέση λογοτεχνίας-κινηματογράφου και το γεγονός ότι έχει δημιουργηθεί ένα μάλλον απογοητευτικό προη­ γούμενο. Αυτή τη στιγμή δεν μπορώ να θυμηθώ καμιά σπουδαία ταινία που να έρχεται από τη λογοτεχνία. Εκτός από την παραλογοτεχνία και κυρίως το αστυνομικό μυθιστόρημα. Από το αστυνομικό μυθιστόρημα έχουν γίνει πολύ καλές ταινίες γιατί εκεί ό κλοιός της «γλώσσας» είναι από χαλαρός μέχρι ανύπαρκτος, επιτρέπει κάθε άνεση. Η αναμέτρηση είναι εύκολη. Και για ν’ αφήσουμε την «Κάθοδο» και τον κινηματογράφο, θά ’θελα να ρωτήσω κάτι που αφορά όλα σας τα βιβλία: Γιατί, διαλέξατε ως άξονα του έργου σας το χώ­ ρο της ιστορίας και μάλιστα της πρόσφα­ της ιστορίας; ΑΥΤΟ που εσείς ονομάζετε άξονα εγώ θα το έλεγα πλαίσιο ή πρόσχημα. Κανένας δεν είναι άμοιρος ή ανεπηρέαστος απ’ ό,τι γίνεται γύρω του, ή έχει γίνει, ή πρόκειται να γίνει. Μέχρι εδώ υπάρχει μια σχέση με την ιστορία στη γενικότητά της. Από εκεί και πέρα η δική μου δου­

λειά είναι η προσωπική μου ιστορία, η προσωπι­ κή μου περιπέτεια μέσα στη ζωή και σε σχέση με τη ζωή, άσχετα με το πλαίσιο ή το πρόσχημα που χρησιμοποιεί. Αυτό μπορεί να φαίνεται, ή και να είναι, εγωκεντρικό. Για να προλάβω οποια­ δήποτε παρανόηση θα προσθέσω ότι μια προσω­ πική ιστορία δεν αφορά κανέναν άλλο και συμ­ περασματικά δεν ενδιαφέρει κανέναν άλλον. Αν κάτι μπορεί να ενδιαφέρει έναν τρίτο, είναι άλλα στοιχεία. Σαν ποια; ΜΟΝΟΝ αποφθεγματικά θα μπορούσα να τα ορίσω εδώ. Η έκλυση ελευθερίας και δέους που δημιουργεί ένα έργο. Η έκλυση αποδέσμευσης. Και κατά το ποσοστό αυτής της έκλυσης είναι που αναιρείται ο οποιοσδήποτε εγωκεντρισμός, από το γεγονός και μόνο δηλαδή ότι μετατρέπεται σε κοινή εμπειρία. Μια ακόμα γενική παρατήρηση που θα μπορούσε να κάνει κανείς για όλα σας τα βιβλία είναι ότι είναι μικρά σε όγκο. Τι σημαίνει αυτό; σύμπτωση; επιλογή; ή κάτι άλλο; ΚΟΙΤΑΞΤΕ... το υλικό που είχα να επεξεργα­ στώ κάθε φορά απαιτούσε και την ανάλογη

Οι ειδολογικές κατατάξεις στην τέχνη είναι κυρίως χρηστικοί κώδικες και το νόημά τους εύκολα μπορεί ν’ αλλοιωθεί ή να χαθεί έκταση. Για κάποιον άλλον η έκταση αυτή θα μπορούσε να είναι η μισή ή η διπλάσια, γιατί όχι και η πενταπλάσια. Για μένα η έκταση που διά­ λεξα δεν ήταν ούτε σύμπτωση ούτε επιλογή. Ή ταν απόφαση. Απόφαση δραστικότητας. Η κυκλοφορία πάντως μικρών σε όγκο βι­ βλίων είναι συχνό φαινόμενο τα τελευταία χρόνια. Πιστεύετε ότι αυτό έχει κάποια σχέση με το γρήγορο ρυθμό της σύγχρονης ζωής που δεν αφήνει ίσως χρόνο για διά­ βασμα ή και για γράψιμο; ΟΧΙ. Δεν πιστεύω ότι στέκει μια τέτοια εξήγηση. Γιατί αν βγαίνουν μικρά βιβλία βγαίνουν επίσης και άλλα, μεγάλα ή και πολύ μεγάλα σε όγκο. Κι ύστερα, αν τούτο σ’ εμάς είναι φαινόμενο, σε άλ-


σ υ ν έν τευ ξη /6 9 λες χώρες με αρκετά πιο ασθματικούς ρυθμούς δεν παρατηρείται. Η έκδοση μικρών βιβλίων εί­ ναι η εξαίρεση. Καλά καλά δεν εκδίδονται συλ­ λογές διηγημάτων πια έξω. Τότε εσείς τι ερμηνεία θα δίνατε; ΟΙ ερμηνείες είναι πολλές. Η ευκολία, π.χ., να εκδίδει κανείς οτιδήποτε εδώ. Θα μπορούσε επί­ σης να πρόκειται και για συγγραφική οκνηρία ή για συγγραφικό προβληματισμό που οδηγεί σε αναστολές και δισταγμούς. Θα μπορούσε επίσης να πρόκειται και για έλλειψη μιας απαραίτητης ίσως μακαριότητας. Και για να έλθουμε στην τελευταία σας δουλειά, τον «Εθισμό στη νικοτίνη» θά ’θελα να σταθώ λίγο σε μια κριτική που σας έγινε στο «Ριζοσπάστη». Την έχετε υπόψη σας; ΝΑΙ, την έχω. Σας κατηγορούν εκεί για χυδαίο ή αρρωστημένο ερωτισμό γιατί ο ήρωας του έρ­ γου σας ερεθίζεται σεξουαλικά στη θέα της γύμνιας μιας νεκρής αντάρτισσας. ΝΑΙ, και εν τέλει με κατηγορούν υποθέτω και για μειωμένη αίσθηση κάποιου χρέους. Το σοβα­ ρό στην περίπτωση δεν είναι οι «κατηγορίες» ή η «κριτική» αλλά οι υποδείξεις που γίνονται, έμμε­ σες αλλά σαφέστατες. Απλουστεύοντας τα πράγ­ ματα όσο κι ο κριτικός του «Ριζοσπάστη» θα έλεγα ότι ο καθένας βλέπει ή διαβάζει ό,τι μπο­ ρεί. Τι είναι αρρωστημένο και χυδαίο ή τι δεν είναι, εξαρτάται από τη γωνία που έχει στηθεί κανείς και ελέγχει τα πράγματα. Εγώ αίφνης θα μπορούσα άνετα να υποστηρίξω ότι αρρωστημένη είναι η σκέψη τού εν λόγω κριτικού γιατί αγνοεί ότι καμιά αίσθηση χρέους δεν παράγει τέ­ χνη, ότι η τέχνη δεν δίνει συνταγές υγιεινής κι ότι συχνά το νοσηρό -συμπεριλαμβανομένης και

Το μυθιστόρημα σαν διαδικασία κατασκευής είναι μια αυθαιρεσία της νοσηρότητας του εγωκεντρισμού του καλλι­ τέχνη- είναι από τα κύρια αντικείμενά της. Βια­ στικά θα μπορούσα να του υπομνήσω εδώ τον «αιμομίκτη» Σοφοκλή, τον «νεκρόφιλο» Έντγκαρ Ά λαν Πόε, τον «δαιμονισμένο» Ντοστογιέφσκι, τον «ανορθόδοξο» Καβάφη, ή για να έρθω πιο κοντά, τις «νοσηρές» εφηβικές φαντα­

Εργοβιογραφία Θ. Βαλτινού Ο Θανάσης Βαλτινός γεννήθηκε στο χωριό Καράτουλα της Κυνουρίας το 1932, τελείωσε το γυμνάσιο στην Τρίπολη και στη συνέχεια σπούδασε κινημα­ τογράφο στην Α θήνα. Στο χώρο της λογοτεχνίας πρωτοεμφανίστηκε το 1958 μ’ ένα διήγημά του στο περιοδικό «Ταχυδρό­ μος» κι από τότε μέχρι σήμερα έχει δημοσιεύσει τα παρακάτω έργα: • Συναξάρι Ανδρέα Κορδοπάτη (1972) • Η κάθοδος των εννιά (1978. Το έργο γυρίστηκε πρόσφατα ταινία από τον Κ. Σιοπαχά σε σενάριο του συγγραφέα). • Τρία ελληνικά μονόπρακτα (1978). • Τρία διηγήματα (1984). Στην έκδοση αυτή ο Θ. Βαλτινός συμμετέχει με το διήγημά του «Εθισμός στη νικοτίνη». Έ χει γράψει επίσης σενάρια που γυρίστηκαν ταινίες κι έχει συνεργαστεί ως τώρα μ’ αρκετούς έλληνες σκηνοθέτες. Α π ό τις πιο γνωστές συνεργα­ σίες του είναι αυτή |^ε τον Θ. Α γγελόπουλο στις ταινίες «Αναπαράσταση», «Μέρες του ’36» και «Ταξίδι στα Κύθηρα» (Βραβείο Φεστιβάλ Καννών 1984). Ο Θ. Βαλτινός έχει επίσης μεταφράσει τις «Τρωαδίτισσες» και την «Ορέστεια» που παρου­ σιάστηκαν στα Επιδαύρια από το Θέατρο Τέχνης το 1979 και 1980 αντίστοιχα.

σιώσεις του Ρίτσου σ’ ένα από τα τελευταία του πεζά έργα. Συμπληρωματικά θα ήθελα να πω σχετικά μ’ αυτή την αίσθηση χρέους ότι γίνεται μια ανεπί­ τρεπτη σύγχυση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρα­ κτήρα της τέχνης, γενικώς, και στο λεγόμενο κοινωνικό χρέος ή κοινωνικό ρόλο του καλλιτέ­ χνη. Ή δη συνειρμικά η λέξη ρόλος μού φέρνει στο νου υπόκριση, παράσταση. Χρέος του καλλι­ τέχνη προς ποιον; Προς τον εαυτό του και το αν­ τικείμενό του; Αυτό ίσως είναι το μόνο προσδιορίσιμο χρέος. Συνήθως οι καλλιτέχνες κουβαλά­ νε άλλου είδους «χρέη». Έχουν παράδοση σ’ αυ­ τό. Χρέος στην κοινωνία μέσα στην οποία ζουν; Αυτό το φοράνε ως εξάρτημα στις δημόσιες σχέ­ σεις τους ή το πηγαίνουν περίπατο σε περιοδεύουσες διαλέξεις, κατά την περίσταση. Στοιχειώ­ δης γνώση της ιστορίας της τέχνης βεβαιώνει ότι μερικοί από τους μεγάλους εργάτες της υπήρξαν άκρως αντικοινωνικοί και όχι μόνο με την έν­ νοια του καθωσπρεπισμού. Δηλαδή επαναστατι­ κοί ή επαναστατημένοι, αναλόγως... Κύριε Βαλτινέ, θά ’θελα τώρα να ρωτήσω κάτι για ένα άλλο σας βιβλίο, τα «Τρία ελ­ ληνικά μονόπρακτα». Το βιβλίο αυτό που


7 0/συνέντευξη

ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ - GALLERY - ΕΚΔΟΣΕΙΣ

ΑΝΟΣ

απαρτίζεται από τρία, άσχετα φαινομενι­ κά τουλάχιστον, κομμάτια (την αλληλο­ γραφία ενός κρατούμενου, το προσπέκτους μιας εταιρίας οικιακών συσκευών και τα πρακτικά μιας δίκης) το χαρακτη­ ρίζετε σαν «μυθιστόρημα». Γιατί; ΝΑ σας πω... πιστεύω ότι οι ειδολογικές κατα­ τάξεις στην τέχνη είναι κυρίως χρηστικοί κώδι­ κες και το νόημά τους εύκολα μπορεί ν’ αλλοιω­ θεί ή να χάθεί. Εξάλλου η ειδολογική κατάταξη δεν είναι πια τόσο άκαμπτη σήμερα. Υπάρχουν κείμενα πρυ μπορεί να είναι τα πάντα. Πέρα απ’ αυτή την εξήγηση υπήρχε μήπως και κάποια διάθεση πρόκλησης όταν χα­ ρακτηρίζατε σαν «μυθιστόρημα» αυτό το βιβλίο;

Κ υ κ λ ο φ ο ρ εί Κ Λ Ε Α Ν Θ Η Δ Ρ ΙΒ Α :

Ο ψ υ χια τρ ικό ς ολοκληρω τισμός εκδόσ εις ΙΑ Ν Ο Σ

βιβλία περιοδικά ξένος τύπος χαρτικά - σχολικά εκδόσεις τέχνης μεταξοτυπίες λιθογραφίες γκραβούρες παλιά βιβλία

ΙΑΝΟΣ

ΑΡΚΤΟΤΕΛΟΥΣ 7 - ΘΕΣ/ΝΙΚΗ - ΤΗΛ. 277.004

ΙΣΩΣ, πρόκλησης με την έννοια της αμφισβήτη­ σης αυτών των κατατάξεων. Η πρόθεσή μου πάντως ήταν να κυριολεκτήσω. Με ποιον τρόπο; ΘΕΛΩ να πω δηλαδή ότι το μυθιστόρημα σαν διαδικασία κατασκευής είναι μια αυθαιρεσία. Στα «Τρία μονόπρακτα» υπήρχαν τρεις «πραγ­ ματικές ιστορίες», με κάποιον σίγουρα θεατρικό χαρακτήρα η καθεμιά τους, που με μια αυθαίρε-

Το κακό είναι ότι τα πάντα έχουν ειπωθεί κι ότι τα πάντα πρέπει να ξαναειπωθούν τη επέμβαση συναπαρτίζουν ένα σύνολο για να μυθοποιηθούν μέσα από αυτή ακριβώς τη συνάφειά τους.

Το ερώτημα είναι κατά πόσο τελικά μυθο­ ποιούνται. ..

ΑΥΤΟ είναι θέμα εκτίμησης. Προσωπικά πι­ στεύω ότι ναι...

Πέρα απ’ αυτό πιστεύετε ότι υπάρχει σή­ μερα κρίση του λόγου ή του μυθιστορήμα­ τος;

ΥΠΑΡΧΕΙ σίγουρα κρίση, έστω κι αν σ’ εμάς εδώ δεν είναι τόσο αισθητή. Κρίσεις όμως υπήρ­ χαν ανέκαθεν. Κάθε εποχή είχε και τις δικές της. Θεωρώ αυτονόητο ότι οι εποχές δεν ορίζονται με σταθερά μήκη και ότι μια παρατεταμένη αταρα-


σ υν έν τευ ξη /7 1

Θανάσης Βαλτινός

ξία είναι κρίση επίσης. Κάθε εποχή έβρισκε όμως το λόγο της, το λόγο που της άρμοζε, και κάθε καινούρια είναι αναγκασμένη να βρει τον δικό της. Οι οριακές ανθρώπινες ιδιότητες δεν αλλάζουν, αλλάζουν όμως οι συνθήκες και οι αντιλήψεις ως προς αυτές τις ιδιότητες. Έτσι το κακό είναι ότι τα πάντα έχουν ειΛωθεί κι ότι τα πάντα πρέπει να ξαναειπωθούν. Το δίλημμα εν­ τοπίζεται στο κατά πόσο θα συνεχίσει κανείς μια ρουτίνα, με όποια έστω τελειότητα, πάντως άκυ­ ρη και θανατηφόρα, ή με ποιον τρόπο -και τρό­ πος δε σημαίνει απαραιτήτως τεχνική- θα την ανατρέψει. Με ποια ένταση. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι στον καιρό μας δεν μπορούμε πια να γράψουμε μυθιστορήματα σαν του Ντοστογιέφσκι ή του Κάφκα. Είναι μάταιο. Ό πω ς μά­ ταιο είναι να ξεκινάμε σήμερα από τον Ρεμπώ; διασχίζοντας αγκαλιά τη χλιαρή θάλασσα του υπερρεαλισμού, για να συναντήσουμε στην άλλη όχθη τον Μπατάιγ. Προσωπικά, έτσι κάπως θα τοποθετούσα το πρόβλημα. Και το πρόβλημα αυτό πώς το αντιμετωπί­ ζετε εσείς προσωπικά όταν γράφετε; ΘΑ έλεγα -πολύ χαμηλότονα- ότι το αντιμετω­ πίζω με σκεπτικισμό και επιφυλάξεις. Ίσως και με κάποια αγωνία γιατί το πρόβλημα είναι μαζί και παγίδα.

Σκεπτικισμό και επιφυλάξεις ως προς τι; ΩΣ προς αυτό που λέγεται περιπέτεια του γρα­ ψίματος. Ως προς τους πειραματισμούς και τις ενδεχόμενες τερατογονίες, και ως προς τα αδιέ­ ξοδα στα οποία μπορούν να οδηγήσουν. Αδιέξο­ δα όχι μόνο προσωπικά αλλά και γενικότερα. Μιλάω κυρίως για το χώρο μας όπου η τάση να δίνουμε εύκολες λύσεις είναι αυξημένη όπως αυ­ ξημένος είναι και ο αβασάνιστος μιμητισμός μας. Στο σημείο αυτό κι έτσι όπως τοποθετείτε εσείς τα πράγματα, η κριτική τι ρόλο θα μπορούσε να παίξει; Σε ποιο βαθμό θα μπορούσε ν’ αποσαφηνίσει ή να διευκολύ­ νει την κατάσταση; Η κριτική δεν μπορεί να λύσει προβλήματα, ούτε είναι αυτή η δουλειά της. Οι λύσεις σ’ αυτά τα πράγματα δίνονται έμπρακτα. Θα μπορούσε όμως, και αυτό είναι το σημαντικό, να θέσει τα προβλήματα με περισσότερη ενάργεια και κυ­ ρίως, με τη διαίσθηση και την ευστροφία της, που θα έπρεπε να φτάνει ώς την ικανότητα αυ­ τοαναίρεσής της, να αφήσει τις κερκίδες και να μπει αποφασιστικά στο χορό του δράματος. Να σταματήσει δηλαδή να φθέγγεται απλώς ή να κά­ νει τον ληξίαρχο.


72/σ υ νέν τευ ξη Θα μπορούσατε να γίνετε λίγο πιο συγκε­ κριμένος; Ποια είναι η εικόνα, τα χαρα­ κτηριστικά αυτής της κριτικής σήμερα; ΕΙΝΑΙ το ίδιο αθώα ή πονηρή, αναλόγως, όσο και η λογοτεχνία μας. Έ να μέρος της είναι «ερα­ σιτεχνικό», γράφεται δηλαδή από λογοτέχνες, πεζογράφους ή ποιητές, και μάλλον περιστασιακά. Με τις εξαιρέσεις τόυ, ίσως είναι το πιο λει­ τουργικό μέρος. Έ να άλλο περιορίζεται απο­ κλειστικά στη σημειωματογραφία, ανεύθυνα και ανεπαρκώς. Υπάρχει και ένα τρίτο μέρος που εί­ ναι, ή τείνει να είναι, «επαγγελματικό». Αυτό το τρίτο μέρος, που δεν του λείπει η οξυδέρκεια και η όσφρηση, δεν έχει δώσει, ή δεν έχει δώσει ακό­ μα, έργα συνθετικά που να εξετάζουν τα προ­

βλήματα -το πρόβλημα δεν είναι ποτέ ένα- της λογοτεχνίας, ή έστω της ελληνικής λογοτεχνίας, έτσι ώστε να υπάρξει αντίλογος ή διάλογος με όσα αλλού αποτελούν αντικείμενο σοβαρής και εξαντλητικής μελέτης, και που μεταφέρονται σε μας εδώ ανεξέλεγκτα, σπασμωδικά, συχνά δε, και με διανοητικούς κορδακισμούς, επιτείνοντας την ενδημική μας σύγχυση. Μήπως και σεις με τη σειρά σας φθέγγεστε αυτή τη στιγμή; ΠΙΘΑΝΟΝ. Μια εικόνα, αναγκαστικά δοσμένη με χοντρές γραμμές, είναι και αναγκαστικά ελλι­ πής, και ως εκ τούτου σε κάποιο βαθμό άδικη.

«γκο6όστης» ΣΟΛΩΜΟΥ 12 - ΑΘΗΝΑ (148)- ΤΗΛ. 36.15.433

Τ.Σ. Έλιοτ: Κοκτέιλ πάρτυ Σ. Τσβάιχ: Μπαλζάκ Μ. Ντυράς: Οι οδογέφυρες Ε. Χεμινγουέη: Φιέστα Α. Φρανς: Ο κόκκινος Κρίνος Ρ.Μ. Ρίλκε: Βασιλιάς Μπόχους Στάινμπεκ: Ναυάγια Καρλάυλ: Μάνα Βαν Γκογκ: Γ ράμματα στον

Α. Δικταίος:

Ανθολογία Παγκόσμιας

ποίησης Εισαγωγή στην ψυχανάλυση

Σ. Φρόυντ:

Ε. Ζολά: Νανά Ε. Ζολά: Τερέζα Ρακέν Σ. Μωμ: Η ζωή του Γκωγκέν Σμυρνώφ: Η Ψυχανάλυση του

αδελφό του

παιδιού

Φ. Ντοστογιέβσκη: Φ. Ντοστογιέβσκη:

Λεωφορείο ο πόθος και 6 μονόπρακτα Ε. Ίψεν: Έντα Γκάμπλερ Μπρεντάνο: Η αναγέννηση Ρ. Ρολλάν: Μπετόβεν Σταντάλ: Το μοναστήρι της Πάρμας Λ. Τολστόι: Πόλεμος και ειρήνη (4 τόμοι) Δαρβίνος: Καταγωγή του ανθρώπου Δαρβίνος: Καταγωγή των ειδών.

Οι Φτωχοί Λευκές νύχτες Όνειρο ενός γελοίου - Μια γλυκειά γυναίκα (σ’ ένα τόμο) Γκρουσέ: Ιστορία Σταυροφοριών Β. Μαγιακόβσκη: Θεατρικά (Μυστήριο ΜπουφΤο Χαμάμ-Κοριός) Κ. Μητροπούλου: Η τελευταία παράσταση Η εκτέλεση

Τ. Γουίλιαμς:


ΔΕΛΤΙΟ ΐ9Μ αρτίου~ΐ985 βιβλιογραφικό δελτίο αριθ. 116 • Το Βιβλιογραφικό Δελτίο συντάσσεται με την πολύτιμη συνερ­ γασία τον βιβλιοπωλείου της «Εστίας», τη διεύθυνση και το προσωπικό του οπ οίον ευχαρι­ στούμε θερμά. • Η ταξινόμηση των βιβλίων γίνε­ ται με βάση το γνωστό Δεκαδικό Σύστημα Ταξινόμησης, προσαρ­ μοσμένο στην ελληνική βιβλιο­ γραφία. • Σ ε κάθε κατηγορία βιβλίων προηγούνται αλφαβητικά ο ι έλ­

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

Επιμέλεια: Έ φη Απάκη

ληνες συγγραφ είς και ακολου­ θούν ο ι ξένοι. • Η κατάταξη των ξένων συγγρα­ φέων γίνεται σύμφωνα με το ελ­ ληνικό αλφάβητο. • Στην κατηγορία των περιοδικών δεν περιλαμβάνονται εβδομαδι­ αία έντυπα. • Για την ακόμη μεγαλύτερη πλη­ ρότητα του Δ ελτίου, παρακαλούνται οι εκδότες να μας στέλ­ νουν έγκαιρα τις κα ινούριες εκ­ δόσεις τους.

BA U ER BRUNO. Θέσεις της καθαρής κριτικής. Δ ο ­ κίμια. Α θήνα, Αναγνωστίδης. Σελ. 286. Δρχ. 480.

ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΓΕΝΙΚΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ. Ο Μ πόρχες στην Κρή­ τη. Αθήνα, στιγμή, 1985. Σελ. 68. Δρχ. 220. ΣΑΡΡΗΣ ΝΕΟΚΛΗΣ. Φιλοσοφία της κοινωνίας και της πολιτείας. Τόμος Α': Αρχαίος κόσμος. Αθήνα, Γραμμή, 1985. Σελ. 419. Δρχ. 700. BLOCH ERNST. Ουτοπία και επανάσταση. (Συζητή­ σεις). Εισ.-μετ. Στέφανος Ροζάνης. Α θήνα, Έρασμος, 1985. Σελ. 62. Δρχ. 150.

ΘΡΗΣΚΕΙΑ

ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ Μ ΙΧΑΗΛΙΔΗΣ-ΝΟΥΑΡΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ. Η μητριαρ­ χία και μερικές επιβιώσεις της κατά τους ιστορικούς χρόνους. Α θήνα, Σάκκουλας, 1984. Σελ. 46. Δρχ. 200.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ Μ ΠΑΜΠΑΝΑΣΗΣ Σ. - ΣΑΜ ΑΡΑΣ Γ. Εισαγωγή στην πολιτική οικονομία του σοσιαλισμού. Α θήνα, Παπαζήσης, 1985. Σελ. 209. Δρχ. 400. ΣΙΔΕΡΗΣ ΕΥΘΥΜΙΟΣ Γ. Γερμανοελληνικό λεξικό εργατικής ορολογίας. Αθήνα, 1984. Σελ. 180. Δρχ. 400.

ΓΕΝΙΚΑ ΠΑΛΑΜ ΑΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ. Ρωμαίοι ή Ρωμηοί Πατέρες της Εκκλησίας. Τόμος Α '. Θεσσαλονίκη, Πουρναράς, 1984. Σελ. 467. Δρχ. 1000. ΧΑΡΙΤΑΤΟΣ ΠΕΤΡΟΣ. Η κίνηση της σύμφυσης. Α θήνα, Ά γ ρ α , 1985. Σελ. 21. Δρχ. 130.

ΔΙΚΑΙΟ ΓΚΟΥΤΟΣ ΧΑΡΙΛΑΟΣ Γ. Εργασιακές σχέσεις των οικοδόμων στη χερσαία Ελλάδα μετά το 1800. Α θήνα, 1985. Σελ. 246. Δρχ. 1000.


74/δελτιο

ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ ΡΑΠΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΕΛ. Αφύλακτοι θησαυροί. Αθήνα, Γλάρος, 1985. Σελ. 143. Δρχ. 300. ΧΑΤΖΗΣΩΤΗΡΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Δ. Κοντά στο χτεσινό μεσογείτη. Αθήνα, 1985. ·Σελ. 140. Δρχ. 300.

ΚΛΑΣΙΚΗ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑ ΜΕΛΕΤΕΣ ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ. Ερωτικός. Εισ.-μετ.-σχολ. Μ.Γ. Μερακλής. Αθήνα, Γνώση, 1985. Σελ. 150. Δρχ. 350.

ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ

ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ Μ ΕΝΕΛΑΟΣ. Οι θεότητες της μουσικής στην ομηρική και αρχαϊκή ποίηση. Αθήνα, 1985. Σελ. 237. Δρχ. 650.

SIMONNET DOM INIQUE. Τι είναι οικολογία; Μετ. Φοίβος Πιομπινός. Αθήνα, Νέα Σύνορα, 1985. Σελ. 87.

JEANMAIRE Η. Διόνυσος. Μετ. Ά ρτεμις ΜερτάνηΛίζα. Α θήνα, 1985. Σελ. 636. Δρχ. 2000.

ΘΕΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑ ROSTAND JEAN. Ο άνθρωπος. Μετ. Μίρκα Σκάρα Κώστας Σπυριδάκης. Αθήνα, Αναγνωστίδης. Σελ. 158. Δρχ. 270.

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΓΕΝΙΚΑ SAMS CIDEON - CLEY MEL - CLASH. Κείμενα punk. Β' έκδοση. Αθήνα, Αγχιβάσικ. Σελ. 61.

ΠΟΙΗΣΗ

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ

ΑΡΤΕΜ ΙΔΗΣ ΧΡΙΣΤΟΣ. Μετάθεση. Ποιήματα. Λευ­ κωσία, 1985. Σελ. 40. ΑΣΗΜ ΑΚΟΠΟΥΛΟΣ Κ. Α νθολογία ούγγρων ποιη­ τών. Αθήνα, Ροές, 1985. Σελ. 318. Δρχ. 600.

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ BLAKE R .R. - MOUTON J.S. Ιδανική διοίκηση με το κλειδί Grid. Α πόδ. Κάτια Ρ. Παραπαντάκη. Α θήνα, Γαλαίος, 1985. Σελ. 263. Δρχ. 1200.

ΒΛΑΧΟΣ ΝΙΚΟΣ Θ. Κοχύλια και βότσαλα. Ποιήμα­ τα. Αθήνα, 1985. Σελ. 47. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΝΕΜΕΣΙΟΣ. Φωνή στην έρημο. Αθή­ να , 1984. Σελ. 28. Δώδεκα λαϊκά τραγούδια με ζωγραφιές. Εικον. Πόλυ Κάνιστρα. Αθήνα, Καστανιώτης, 1985. Σελ. 26. ΚΑΡΔΑΣΟΠ ΟΥΛΟΥ ΑΡΓΥΡΟΥΛΑ. Ρομαντικοί αν­ τίλαλοι. Ποιήματα. Αθήνα, 1984. Σελ. 78.

ΓΛΩΣΣΑ

ΚΩΣΤΕΛΕΝΟΣ Δ .Π . Της Ερμιόνης. Ποιήματα. Ελλη­ νική Ποίηση, αριθ. 2. Αθήνα, Γλάρος, 1984. Σελ. 54. ΛΑΝΤΑΒΟΣ ΚΩΣΤΑΣ. Χαμαιλέοντες και σαλτιμπάγ­ κοι. Ποιήματα. Αθήνα, Τολίδης. Σελ. 35.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΡΙΑΡΑΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ. Λεξικό μεσαιωνικής ελλη­ νικής δημώδους γραμματείας. 1100-1669. Τόμος Θ'. Θεσσαλονίκη, 1985. Σελ. 414. Δρχ. 1500.

ΜΟΝΤΗΣ ΚΩΣΤΑΣ. Ως εν κατακλείδι. Ποιήματα. Λευκωσία, 1984. Σελ. 79. ΜΟΥΖΑΚΗ ΜΑΧΗ. Τα υπόλοιπα τέρατα. Αθήνα, Θουκιδίδης, 1984. Σελ. 59. ΠΑΜ ΠΟΥΔΗ ΠΑΥΑΙΝΑ. Μαύρο του πράσινου. Α θήνα, Νεφέλη, 1985. Σελ. 60.


δελτιο/75 ΐΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. Διαδρομή. Αθή­ να, Εστία, 1985. Σελ. 41.

τρο. Δοκίμια. Α θήνα, Καστανιώτης, 1985. Σελ. 233. Δρχ. 800.

ΠΕΓΚΛΗ ΓΙΟΛΑΝΤΑ. Όμορφος κόσμος. Αθήνα, 1984. Σελ. 56. 54 φωνές. Ποιητική ανθολογία 1984. Επιμ. Τάσος Κόρφης. Αθήνα, Πρόσπερος, 1985. Σελ. 80. Δρχ. 250.

ΙΣΤΟΡΙΑ

ΣΕΡΒΑΚΗ ΜΑΡΙΑ. Ο άλλος κήπος. (Χωρίς εκδοτικά στοιχεία). Σελ. 108. ΓΣΙΡΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΣΤΑΣ Ε. Έρως ύπνος θάνατος. Δθήνα, Αστρολάβος/Ευθύνη, 1985. Σελ. 34. Δρχ. 150. ΓΣΟΛΑΚΗΣ ΑΛΕΚΟΣ. Αυτόπτης μάρτυρας. Αθήνα, Αγρα, 1985. Σελ. 52. Δρχ. 180. ΦΩΤΙΟΥ-ΒΛΑΧΟΥ ΜΑΡΙΑ. Κρατήρες. Ελληνική Ποίηση, αριθ. 3. Α θήνα, Γλάρος, 1985. Σελ. 76. ΧΑΤΖΗΣΑΒΒΙΔΗΣ ΣΩΦΡΟΝΗΣ. Δίαυλος κροτά­ φων. Ποίηση. Θεσσαλονίκη, 1984. Σελ. 65. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΔΗΜΗΤΡΑ X. Χώμα. Α θήνα, Κέ­ δρος, 1984. Σελ. 70. Δρχ. 200.

ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΔΡΑΚΑΚΗΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Θ. Τ’ άγνωστα χρόνια. Ο Ελευθέριος Βενιξέλος στη Σύρο. Αθήνα, 1985. Σελ. 93. Δρχ. 300. ΜΥΛΩΝΑΣ ΘΑΛΗΣ. Καταγγέλω τον Ανδρέα Παπανδρέου. Αθήνα, Ισοκράτης. Σελ. 167. Δρχ. 400, ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ X. Η Εθνική Αντίσταση στη Λακωνία. 1941-1945. Σπάρτη, 1984. Σελ. 451. Δρχ. 1500.

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

ΒΑΛΑΒΑΝΗ ΕΛΕΝΗ. Το κακέκτυπο. Αθήνα, Κέ­ δρος, 1985. Σελ. 134. Δρχ. 400.

ΚΑΡΑΜΑΛΑΚΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ. Η μεταξύ Πάικου και Κρουσίων χώρα. (Ν. Κιλκίς). Τόμος Α '. Κιλκίς, 1985. Σελ. 286.

ΚΟΚΟΡΕΤΣΗ ΝΙΤΣΑ. Η μοναχή Εμέλια. Αθήνα, 1984. Σελ. 72. Δρχ. 200. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΕΛΛΗ. Ο κοινός λόγος. Αφη­ γήματα. Τόμος Α '. Αθήνα, Ερμής, 1984. Σελ. 225. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΘΑΝΟΣ. Το κυκλικό διήγημα ή ο άντρας με το πρόσωπο της μέδουσας. Α θήνα, Στοχα­ στής, 1985. Σελ. 97. Δρχ. 250.

ΛΙΑΚΟΣ ΑΝΤΩΝΗΣ. Η ιταλική ενοποίηση και η με­ γάλη ιδέα. 1859-1862. Αθήνα, Θεμέλιο, 1985. Σελ. 276. Δρχ. 600. ΜΠΡΕΚΗΣ ΣΠΥΡΟΣ Λ. Το 1848 στην Ελλάδα. Αθή­ να, 1984. Σελ. 284. Δρχ. 500.

ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ ΝΙΚΟΣ. Νομοψύχωση. Β' έκδοση. Θεσσαλονίκη, Ρέκος. Σελ. 198.

ΣΚΟΥΖΕΣ ΠΑΝ ΑΓΗΣ. Χρονικό της σκλαβωμένης Αθήνας. Επανέκδοση. Αθήνα, Κολολός, 1984. Σελ. 159. Δρχ. 400.

ΤΡΑΥΛΟΥ-ΜΕΣΣΑΡΗ ΑΝΔΡΕΑΣ. Σιωπηλοί δρό­ μοι. Διηγήματα. Αθήνα, 1984. Σελ. 237.

ΧΡΟΝΟΠΟΥΛΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. Ο εξ Ανατολών κίν­ δυνος. Αθήνα, Εστία, 1985. Σελ. 271. Δρχ. 550.

ΤΣΙΦΟΡΟΣ ΝΙΚΟΣ. Το τυχερό μου αστέρι. Αθήνα, Ερμής, 1985. Σελ. 188. Δρχ. 300. ΑΤΓΟΥΝΤ ΜΑΡΓΚΑΡΕΤ. Η φαγώσιμη γυναίκα. Μετ. Ρένα Χατχούτ. Αθήνα, γράμματα, 1984. Σελ. 318. Δρχ. 600.

ΠΑΙΔΙΚΑ

Ο’ ΜΠΡΑΪΑΝ ΦΛΑΝ. Ο τρίτος αστυνόμος. Μετ. Ρέ­ να Χατχούτ. Αθήνα, γράμματα, 1984. Σελ. 237. Δρχ. 450.

ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

ΘΕΑΤΡΟ

ΜΑΡΙΝΟΣ Γ.Μ Το αυτοκίνητο του κυρ-Κλόουν. Εικον. Γιάννης Λέκκος. Α θήνα, Καστανιώτης, 1985. Σελ. 26. ΝΤΕΛΗ ΔΑ Ν ΑΗ . Τα παραμύθια της Δανάης. Αθήνα, Σκαραβαίος, 1985. Σελ. 126. Δρχ. 350.

ΜΕΛΕΤΕΣ

ΠΑΠΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΤΑΣΟΣ. Η καμπάνα του χωριού μας. Αθήνα, Ά γκ υρα , 1984. Σελ. 172. Δρχ. 350.

ΓΕΩΡΓΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΣΤΑΣ. Τα μετά το θέα­

ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ ΧΑΡΗΣ. Ό μορφος κόσμος. Παιδι­ κά διηγήματα. Αθήνα, Άγκυρα^ 1984. Σελ. 92.


76/δ ελτιο Έ νωσης Ελλήνων Ιστορικών και Κριτικών τέχνης. Τεύχος 1. Δρχ. 100.

ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ

Η ΛΕΞΗ. Ελληνική και ξένη λογοτεχνία. Τεύχος 42. Δρχ. 150. ΑΓΩΝΙΣΤΗΣ. Τεύχος 187. Δρχ. 80.

Ν ΕΑ ΕΠΟΧΗ. Διπλό τεύχος 168-169.

ΑΝΤΙ. Δεκαπενθήμερη πολιτική επιθεώρηση. Τεύχος 283. Δρχ. 50.

Η Ν ΕΑ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ. Τεύχος 5. Δρχ. 120.

ΑΠΟΨ ΕΙΣ. Περιοδική έκδοση του Συλλόγου Εκπαι­ δευτικών Λειτουργιών του Κολλεγίου Αθηνών. Τεύχος 2. Δρχ. 500.

ΟΙΣΤΡΟΣ. Περιοδικό φοιτητών της Φιλοσοφικής. Τεύχος 3.

ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ. Τεύχος 7-9. ΓΥΝΑΙΚΑ. Γυναικείο δεκαπενθήμερο περιοδικό. Τεύ­ χος 915. Δρχ. 100. ΔΑ Υ ΛΟΣ. Μηνιαίο περιοδικό. Τεύχος 39. Δρχ. 120. ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜ ΕΡΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ. Τεύχος 35. Δρχ. 100. ΔΙΑ ΒΑ ΖΩ . Δεκαπενθήμερη επιθεώρηση του βιβλίου. Τεύχος 114. Δρχ. 150. ΔΙΑΛΟΓΟΣ. Φύλλο 45. ΔΟΜΗΣΗ. Τεύχος 4 + 5 + 6 . Δρχ. 400. ΕΛΛΗΝΟΤΣΕΧΟΣΛΟΒΑΚΙΚΟΣ Ενημερωτικό δελτίο. Τεύχος 27.

ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ.

ΤΑ Ν ΕΑ ΤΩΝ ΓΡΑΦΙΚΩΝ ΤΕΧΝΩΝ. Τεύχος 31.

ΟΜΠΡΕΛΑ. Γράμματα-τέχνες-πολιτισμός. Τεύχος 16. Δρχ. 150. ΟΥΡΑΝΟΙ. Αεροδιαστημική επιθεώρηση. Φύλλο 239. Δρχ. 50. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜ ΙΑΚΑ Ν ΕΑ . Φύλλο 26. ΠΑΝΘΕΟ Ν. Γυναικείο δεκαπενθήμερο περιοδικό. Τεύχος 824. Δρχ. 80. ΠΑΝΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ. Μηνιαία έκδοση της Πανηπειρωτικής Συνομοσπονδίας Ελλάδας. Φύλλο 84. Δρχ. 50. ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ. Τεύχος 73. Δρχ. 180.

ΕΠΟΠΤΕΙΑ. Τεύχος 99. Δρχ. 250.

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ. Μ ηνιαία επιθεώρηση τέχνης. Τεύχος 17. Δρχ. 150.

ΖΑΚΥΝΘΟΣ ’84. Ετήσια εικονογραφημένη επιθεώρη­ ση. Τεύχος 3. Δρχ. 500.

ΠΡΩΤΟΠΟΡΟΙ. Διμηνιαία εφημερίδα από το Ν εανι­ κό Κέντρο Α γίου Βασιλείου Πειραιά. Φύλλο 46.

ΗΧΟΣ ΚΑΙ Hi-Fi. Τεύχος 144. Δρχ. 90.

ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΣΚΕΨΗ. Μηνιαία περιοδική έκδοση γραμμάτων και τεχνών. Φύλλο 100. Δρχ. 7.

ΙΑΤΡΙΚΗ. Μ ηνιαία έκδοση Εταιρίας Ιατρικών Σπου­ δών. Τόμος 45, τεύχος 6. ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΗ. Μηνιαίο περιοδι­ κό ιστορικής ύλης. Τεύχος 200. Δρχ. 150. ΚΡΙΤΙΚΗ. Πολιτική επιθεώρηση για τη νεολαία. Τεύ­ χος 9/10. Δρχ. 150. ΚΡΙΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜ ΒΑΣΗ. Τρίμηνο περιοδικό της

ΣΥΛΛΕΚΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ. Μηνιαίο περιοδικό για συλλέκτες. Τεύχος 52. Δρχ. 100. ΣΧΟΛΙΟ. Περιοδικό της Πανσπουδαστικής για τον πολιτισμό. Τεύχη 6,7. 4 ΤΡΟΧΟΙ. Τεύχος 174. Δρχ. 100. ΧΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ. Τόμος ΙΕ'. Δρχ. 500.

26 ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ Με χιλιάδες βιβλία ιστορικά, λογοτεχνικά, πολιτικά, οικονομικά, λεξικά κ.ά. από 25 δραχμές

ΜΠΑΡΜΠΟΥΝΑΚΗΣ Αριστοτέλους 4 * Εγνοπϊας 150

Το ΚΑΤΩΙ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ Αριστοτέλους 6 * Τηλ. 27.18.53

ΤΑ ΤΡΙΑ Μ ΕΓΑΛΑ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΑ


δ ε λ τιο /7 7 20 Φεβρουαρίου5 Μαρτίου 1985

κριτικογραφία

Επιμέλεια: Μαρία Τρουπάκη

Στην Κριτικογραφία περιλαμβάνονται όλες οι επώνυμες βιβλιοκριτικές πο υ δημοσιεύονται στον ημερήσιο αθηναϊ­ κό τύπο. Περιλαμβάνονται, επίσης, και κριτικές δημοσιευμένες στον περιοδικό και επαρχιακό τύπο, όσες φυσικά φροντίζουν να μα ς σ τέλνουν οι συντάκτες τους. Για κάθε βιβλίο σημειώνονται, μέσα σε παρένθεση: το όνομα του κριτικού και ο τίτλος του εντύπου (βλ. Υπόμνημα), καθώς και η ημέρα δημοσίευσης της κριτικής, αν πρόκειται για εφημερίδα, ή ο αριθμός έκδοσης, αν πρόκειται για περιοδικό έντυπο.

Υ πόμνημα ΚΡΙΤΙΚΟΙ ΑΘ: Π. Αθηναίος ΑΠ: Α. Παπαδάκη ΑΦ: Α. Φουριώτης BA: Β. Αγγελοπούλου ΒΠ: Βάιος Παγκουρέλης ΓΜ: Γ. Ματζουράνης ΓΣ: Γ. Σαββίδης ΔΚ: Δ. Κονιδάρης ΓΠ: Γ. Παναγιώτου ΔΓ: Δ. Γιάκος ΔΖ: Δ. Ζαδές ΔΠ: Δ. Παπακωνσταντίνου ΔΣ: Δ. Σιατόπουλος ΕΑ: Ε. Αρανίχσης ΕΒ: Ε. Βαλτά ΕΖ: Ε. Ζωγράφου ΕΛ: Ε. Παππά ΕΠ: Ε. Παμπούκη EM: Ε. Μόσχος ZB: Ζ. Βαλάση ΘΠ: Θ. Μ. Πολίτης ΘΥ: Θ. Παπανικολάου ΙΔ: I. Δραγώης ΚΑ: Κ. Ανδρόνικός ΚΓ: Κ. Γουλιάμος ΚΔ: Κ. Θ. Δημαράς ΚΕ: Κ. Εμονίδης ΚΗ: Σ. Κατσίμης ΚΚ: Κ. Καραχάλιος ΚΝ: Κ. Ντελόπουλος ΚΣ: Κ. Σταματίου ΚΤ: Κ. Τσαούσης ΚΧ: Κ. Χρυσάνθης ΛΑ: Λ. Αποσκίχης ΜΑ: Μ. Αποστολάτος ΜΚ: Μ. Κοντολέων ΜΠ: Μ. Παπαδοπούλου ΜΝ: Μ. Νιτσόπουλος

ΝΜ: Ν. Μπούτβας ΝΠ: Ν. Παπανδρέου ΟΠ: Ο. Παρατηρητής ΠΑ: Α. Παπανδρόπουλος ΠΛ: Π. Λινάρδος-Ρυλμάν ΠΜ: Π. Μηλιώρη ΠΠ: Π. Παιονίδης ΣΤ: Δ. Σταμέλος ΤΘ: Τ. θεοδωρόπουλος ΤΑ: Τ. Λειβαδίτης ΤΣ: Σ. Τσακνιάς ΦΚ: Φ. Κονδύλης ΦΤ: Φ. Τριάρχης ΕΝΤΥΠΑ ΑΓ: Αγωνιστής ΑΗ: Απογευματινή ΑΚ: Ακρόπολις ΑΝ: Αντί ΑΠ: Απανεμιά ΑΥ: Αυγή ΒΟ: Βορειοελλαδικά ΒΡ: Η Βραδυνή Π : Γιατί ΓΤ: Γράμματα και Τέχνες ΔΙ: Διαβάζω ΔΑ: Διάλογος ΔΠ: Δεκαπενθήμερος Πολίτης ΔΣ: Δαυλός ΕΒ: Εμείς και το Βιβλίο ΕΓ: Ελεύθερη Γνώμη ΕΙ: Εικόνες ΕΘ: Έθνος ΕΛ: Ελευθεροτυπία ΕΜ: Εβδομη ΕΚ: Ελικώνας ΕΟ: Εποπτεία

Φιλοσοφία ίατελέ Φ. (Επιμ.): Η φιλοσοφία (ΚΤ, ΕΘ, 20/2) Ρυχολογία συμπόσιο Κοινωνικής Ψυχιατρικής (Ν. Νταουνζάκη, ΝΕ, 23/2) Κοινωνική Κοινοτική Ψυχιατρική (Ν. Νταουνζάκη, ΝΕ, 23/2) Ιαπαδόπουλος Τ.: Οι σχιζοσυναισθηματικές και συναισθημα­ τικές ψυχώσεις (Ν. Νταουνζάκη, ΝΕ, 23/2) Γσαλίκσγλου - Κωστόπουλου Φ.: Σχιζοφρένεια και φόνος (Ν. Νταουνζάκη, ΝΕ, 23/2)

ΕΣ: Ελεύθερος (Στερ. Ελλ.) ΕΨ: Επιστημονική Σκέψη ΕΩ: Ελεύθερη 'Ωρα ΗΜ: Ημερήσια ΗΧ: Ήχος και Hi-Fi ΘΟ: Θούριος ΚΑ: Καθημερινή ΚΛ: Κυπριακός Λόγος CO: Cosmopolitan ΛΕ: Η Λέζη ΜΕ: Μεσημβρινή ΝΕ: Τα Νέα ΝΗ: Νέα Εποχή ΝΣ: Νέα Εστία ΟΜ: Ομπρέλα ΟΠ: Οδός Πανός ΟΤ: Οικονομικός Ταχυδρόμος ΠΑ: Πάνθεον ΠΕ: Περισκόπιο της Επιστήμης Π θ: Πολιτικά Θέματα ΠΚ: Πνευματική Κύπρος ΠΛ: Πολιτιστική ΠΟ: Πολίτης ΠΡ: Πόρφυρας ΡΙ: Ριζοσπάστης ΣΕ: Σύγχρονη Εκπαίδευση ΣΘ: Σύγχρονα Θέματα ΣΚ: Σκιάθος ΣΛ: Συλλεκτικός Κόσμος ΣΠ: Σπουδές ΣΣ: Σύγχρονη Σκέψη ΣΥ: Συμβολή ΤΑ: Ταχυδρόμος ΤΕ: Τριφυλιακή Εστία ΤΟ: Τομές ΤΤ: Τετράγωνο ΦΣ: Φιλολογική Στέγη ΧΑ: Χάρτης ΧΡ: Η Χριστιανική

θρησκεία Κυράτσος Δ.: 1) Τα σύγχρονα ιδεολογικά ρεύματα 2) Η νο­ σταλγία της ειρήνης (ΦΤ, Δραμινή, 2/2) Κοινωνιολογία

ΐλληνογαλλικό

Γρίβας Κ.: Δημόσια υγεία (Θ. Παπανικολάου, Εικόνες, 27/2) Κακλαμανάκη Ρ.: Η θέση της Ελληνίδας (Ν. Μακρίδου, CO Μαρτ. ’85) Ράφτης Α.: Εργασία και διοίκηση (ΠΑ, ΟΤ, 28/2) Μπερλίνγκουερ Ε.: Για το γυναικείο ζήτημα (Θ. Παπανικολάου, Εικόνες, 27/2)


7 8/δελτιο Πολιτική

Πεζογραφία

Βαληνάκης Γ.: Πυρηνική στρατηγική και ευρωπαϊκή ασφάλεια (Α. Ηρακλείδης, ΟΤ, 28/2) Πρίφτης Γ.: Τρισδιάστατη παγκοσμιότητα και μεσαίωνας ’84 (ΚΤ, ΕΘ, 27/2) Χαλιντέι Φ.: Η Αραβία χωρίς σουλτάνους (Θ. Παπανικολάου, Εικόνες, 27/2)

Ιωάννου Γ.: Η μόνη κληρονομιά (ΚΤ, ΕΘ, 20/2) Καλατζής Κ.: Η Μπιραρία του Μονάχου (ΚΤ, ΕΘ, 24/2) Καρακατσάνης Μ.: Black out (W, ΟΤ, 21/2) Κοντέα Ρ. Ο βραχνός ήχος μιας επιστροφής (ΠΜ, ΠΑ, 26/2) Λάγκε Ε.: Αδελφέ μου Κάιν (ΚΤ, ΕΘ, 27/2) Ξένος Π.: Στο λουτρό (ΑΦ, ΑΚ, 2/3) Πανταζώνη Ε.: Είμουν κι εγώ μαζί τους (ΠΜ, ΠΑ, 26/2) Πεντζίκης Ν.Γ.: Συνοδεία (ΦΤ, Δραμινή, 13/2) Πολενάκη Μ.: Επαναστατικές λύσεις (Ν. Μαρκίδου, CO Μαρτ. ’85 Σπηλιωτάκου Α.: Η γκόμενα (Ν. Μαρκίδου, CO, Μαρτ. ’85) Τομαζάνη Δ.: Το αμίλητο νερό (ΚΤ, ΕΘ, 3/2) Χαριτόπουλος Δ.: Δέσποινα (ΕΛ, ΓΎ, 20/2) Άντερσεν Σ.: Μαύρο γέλιο (Γ. Κοροντζή, ΔΙ, 113) Βαντίμ Ρ.: Ο πεινασμένος άγγελος (ΓΣ, AM, 5/2) Βιττορίνι Ε.: Οι άνθρωποι και οι άλλοι (ΑΘ, ΗΜ, 1/3) Γιουρσενάρ Μ.: Άννα, Sorror (ΓΣ, ΑΗ, 5/2) Δούμας Α.: Η μαύρη τουλίπα (ΓΣ, ΑΗ, 5/2) Λέσσινγκ Ν.: Τραγουδάει το χορτάρι (Ν. Μαρκίδου, CO Μαρτ. ’85 Μαζόχ Λ.: Η Αφροδίτη με τη γούνα (ΔΣ, ΒΡ, 5/3) Marabini C.: Μαλού (ΑΘ, ΗΜ, 1/3) Μπέλοου Σ.: Ένας ανήσυχος Δεκέμβρης (ΓΣ, ΑΗ, 5/2) Νάθανσον Ε.: Και οι δώδεκα ήταν καθάρματα (ΚΤ, ΕΘ, 27/2' Φορσάιθ Φ.: Το τέταρτο πρωτόκολλο (ΔΣ, ΒΡ, 5/3)

Εκπαίδευση - Παιδαγωνική Αγγελίδου Β.: Η τέχνη του γονιού (Μ. Παπάζογλου, ΝΕ, 2/2) Δημητράκος Δ.: Παιδεία και κοινωνική αναμόρφωση (ΠΑ, ΟΤ, 21/2) Δρακουλίδης Ν.: Τα σωστά και τα λάθη στα παιδιά (Μ. Πα­ πάζογλου, ΝΕ, 2/2) Παπακωστούλα - Γιανναρά Γ.Α, κ.ά.: Η διδασκαλία στα κεί­ μενα και τη γλώσσα (Μ. Παπάζογλου, ΝΕ, 2/2) Μαντέλ Ζ. - Βόγκτ Κ.: Το παιδαγωγικό μανιφέστο (Μ. Παπά­ ζογλου, ΝΕ, 2/2) Λαογραφία Παραμύθια του κόσμου (ZB, ΡΙ, 24/2) Περσείδης Β.: Το εθνικό μας τραγούδι (ΣΤ, ΕΛ, 21/2) Τέχνες Καραγιάννης Β. - Μολίνος Σ.: Μυτιλήνη 1912 (Μ. Παπάζο­ γλου, ΝΕ, 2/2) Κυριαζοπούλου Β.: Ελληνικά παραδοσιακά κεραμικά (ΣΤ, ΕΛ, 21/2), (ΑΦ, ΑΚ, 23/2) Μαντάς Σ.: Τα ηπειρώτικα γεφύρια (ΑΦ, ΑΚ, 3/3) Παπαβασιλείου I.: Σύγχρονη βιολογία και χριστιανισμός (β.π.ρ., ΚΑ, 21/2) Χαρίσης Α.: Επαγγέλματα που χάνονται (ΣΤ, ΕΛ, 21/2) Ψαροπούλου Μ.: Οι τελευταίοι τσουκαλάδες (ΣΤ, ΕΛ, 21/2) Πεγέ Ζ.: Η ζωγραφική στο 19ο αιώνα (Θ. Παπανικολάου, Ει­ κόνες, 27/2) Ποπ-αρτ (Ε.Α, ΕΛ, 20/2)

Σακελλαρίου X.: Ιστορία της παιδικής λογοτεχνίας (ΕΛ, ΓΥ 20/2; Σοφρά Ε.: Η Ελληνική ποίηση από την αρχαιότητα ώς σήμερε (ΔΣ, ΒΡ, 5/3; Τσούρας Ν.: Η δεσποτεία του λόγου (ΔΣ, ΒΡ, 5/3) Ουάιλντ Ο.: Ο κριτικός ως δημιουργός (Β. Χατζηβασιλείου ΑΥ, 3/3;

Αθλητισμός

Βώρος Φ.Κ.: Δοκίμια (Μ. Παπάζογλου, ΝΕ, 2/2) Γρίβας Κ.: Αποδιοπομπαίος Τράγος (Ν. Νταουνζάκη, ΝΕ, 23

ΓκαντάρεΦ., κ.ά.: Αθλητισμός, κουλτούρα και καταπίεση (Μ. Παπάζογλου, ΝΕ, 2/2) Κλασική φιλολογία Μπίρης Α.: Ευρετήριο διδαγμάτων αρχαίων Ελλήνων συγγρα­ φέων (ΦΤ, Ταχυδρόμος Καβάλας, 7/2) Ποίηση Αγγελάκης Α. (Επιμ.): Ερωτική ποίηση (Θ. Παπανικολάου, Εικόνες, 27/2) Αθανασόπουλος Β.: Αιτίες θανάτου (ΒΠ, ΔΙ, 115) Αντωνιάδου Κ.: Προς Τεύκρσν (ΚΤ, ΕΘ, 3/2) Αργέστη Ε.: Μονόλογος με το χρόνο (ΦΤ, Δραμινή, 13/2) Δημόπουλος Κ.: Οι ποιητές της Εύβοιας (ΦΤ, Δραμινή, 19/2) Ζερβός Θ.: Φόνος πάνω σε ομοίωμα (ΒΠ, ΔΙ, 113) Θεοφάνους Κ.: Το νήμα της ψυχής μου (ΒΠ, ΔΙ, 113) Ιωαννίδης Γ.: Η ρομφαία (ΦΤ, Δραμινή, 19/2) Κατσίμης Σ.: Οι ρήτορες (ΚΝ, ΚΑ, 28/2) Κοφίνης Γ.: Ο θρήνος των ζώων (ΔΣ, ΒΡ, 5/3) Κωνσταντίνου Η.: Αρσενικός χαλκός (ΒΠ, ΔΙ, 113) Νικορέτσος Δ.: Στοχασμοί στο ημίφως (ΦΤ, Ταχυδρόμος Κα­ βάλας, 13/2) Πασχάλης Σ.: Ανασκαφή (ΒΠ, ΔΙ, 113) Πατίλης Γ.: Ζεστό μεσημέρι (θ . Παπαθανασόπουλος, ΚΑ, 28/ 2) Παυλέα Ρ.: Πληγωμένη ροδιά (ΦΤ, Δραμινή, 19/2) Χρονάς Π.: Ειδωλοσκόπιο (Μ. Κεφάλας, ΔΙ, 113)

Μελέτες

Δοκίμια

θεατρικά έργα

Μάτεσις Π.: Μικρο-αστικό δίκαιο (ΒΠ, ΔΙ, 113) Οικονόμου Κ.: Ο Αγαμέμνων σήμερα (ΑΦ, ΑΚ, 2/3), (ΑΘ ΗΜ, 27/2] Παπαδημητρίου Ρ.: Αδελφωμένοι στη δόξα (ΦΤ, Ταχυδρόμοι Καβάλας, 13/2; Ταλαγάνης Α.: Παίζουμε τους μελλοθάνατους, (κ.ν.κ., ΚΑ 21/2; Παιδικά

Βαλαβάνη Ε.: Τι μυρίζει; (Α. Δελώνης, ΔΙ, 113) Βόρνινγκ Α.: Η Αθηνά των αμπελιών (ΕΛ, ΓΥ, 20/2) Καστρήσιου Σ.: Παιδικές ζωγραφιές (Μ. Κασιμάτη, ΔΙ, 113) Κωνσταντινίδου Ν.: Της τύχης τα γραμμένα (ΦΤ, Ημερολόγιο Καβάλας, 4/2) Fowler R.: Ο αστυνόμος ατσίδας βρίσκει τα ίχνη (Α. Δελώνης. ΔΙ, 113) Ιστορία

Αναστασάκης Μ.: Ιστορία της Κισσάμου επί Τουρκοκρατία: (ΚΤ, ΕΘ, 27/2) Γεωργιάδου - Κατσουλάκη Α.: Η πρώτη συνδιάσκεψη του ΣΕ. ΚΕ (ΣΤ, ΕΛ, 21/2) Κολέτσος Ε.: Παλίρροια και Άμπωτη (ΔΣ, ΒΡ, 5/3) Τσοκόπουλου Β.: Πειραιάς 1835-1870 (X. Λάζος, ΔΙ, 113)


δ ελ τιο /7 9 Χιδίρογλου Π.: Οι Έλληνες και η σχέση τους (Κ. Ιορδανίδης, ΚΑ, 28/2) Βιογραφίες, - Μαρτυρίες - Α πομνημονεύματα Αγγελής Β.: Ν. Πλαστήρας (Θ.Τ, ΑΥ, 5/2) Γελαδόπουλος Φ.: Σ. Μελετζής (ΚΤ, ΕΘ, 20/2) Μιχαηλίδης Σ.: Το ΕΑΜ Κοκκινιάς (Ν. Κεπέσης, ΡΙ, 24/2) Νεφελούδης Β.: Μαρτυρίες 1906-1938 (Α. Κιτρόεφ, ΔΙ, 113) Νοΰσκας Κ.: Ο Ελληνοϊταλικός Πόλεμος (ΦΤ, Ταχυδρόμος Καβάλας, 7/2) Πανταζής Π.Δ.: Μίλτος Κουντουράς (Μ. Παπάζογλου, ΝΕ, * 2/2) Πασχαλέρη Κ.: Το Σιδηρόκαστρο τον παλιό εκείνο τον καιρό (ΦΤ, Ταχυδρόμος Καβάλας, 28/2) Πρεβελάκης Δ.: Α. Σικελιανός (Ε. ΡΙ, 24/2), (ΓΣ, ΑΗ, 5/2) Ράντσιος Τ.: Ο καθένας του ήτανε και μια ιστορία (ΓΣ, ΑΗ, 5/2)

Σαράντης Θ,: Ο Μέγας Αλέξανδρος (ΦΤ, Ταχυδρόμος Καβά­ λας, 1/2) Σταθάκης Ν.: Φλόγα και μνήμες (ΔΣ, ΒΡ, 5/3) Φωτόπουλος Μ.: Το ποτάμι της ζωής μου (ΚΤ, ΕΘ, 3/2) Κόλλινς Τ.: Η ζωή μου (ΑΘ, ΗΜ, 1/3) Ταξιδιωτικά Καρούζου Μ. - Καρούζος Γ.: Ταξίδια στην Κύπρο (ΦΤ, Τα­ χυδρόμος Καβάλας, 28/2) Περιοδικά Η Ελευθερία είναι θεραπευτική (Ν. Νταουνζάκη, ΝΕ, 23/2) Νέα Οικολογία (Χρ. Καρ., ΚΑ, 21/2) Πανσεραϊκό Ημερολόγιο (ΦΤ, Ημερολόγιο Καβάλας, 4/2) Τετράδια Ψυχιατρικής (Ν. Νταουνζάκη, ΝΕ, 23/2) Τετράμηνα (Ν. Νταουνζάκη, ΝΕ, 23/2)

ΔΙΑΒΑΖΩ

Μην ξεχνάτε τις συνεντεύξεις με τους: Μένη Κ ουμανταρέα (No 1)* Γιώ ργο Ιω άννου (No 9)* Διονύση Σαββόπουλο (No 10)* Γαβριήλ Π εντζίκη (No 11)* Ιάκω βο Καμπανέλλη (No 12) Ν ίκο Σβορώ νο (No 18) Μ έντη Μ ποσταντζόγλου (No 19) Ν ίκο Π ουλα ντζά (No 27) Α λέξανδρο Κ οτζιά(Ν ο 28) Στρατή Τσίρκα (No 29) Ζωή Καρέλλη (No 30) Ά λ κ η Ζέη (No 33) Γιάννη Τσαρούχη (No 42) Τάκη Σινόπουλο (No 46) Ν ίκο Κ α ρούζο (No 48) Κ. Θ. Δ ημαρά (No 53) Δ ιδώ Σω τηρίου (No 58) Κ υριάκο Σ ιμόπουλο (No 59) Κώστα Ζουράρη (No 60) Σ π ύρ ο Α σ δρα χά (No 61) Εμμανουήλ Κ ριαρά (No 62) Αλ. Φ ιλιππόπουλο (No 63) Καίη Τσιτσέλη (No 64) Π έτρο Α μ πατζόγλου (No 67) Γιάννη Δουατζή (No 68) Τ α τιάνα Γκρίτση-Μ ιλλιέξ (No 71) Λ ιλίκα Νάκου (No 72) Γιώργη Γιατρομανω λάκη (No 73)

Στρατή Δ ού κα (No 74) Φρέντυ Γερμανό (No 77) Ν άνο Βαλαω ρίτη (No 79) Γ ιώ ργο Χειμω νά (No 80) Μ αντώ Α ραβαντινού (No 81) Τάσο Β ουρνά (No 82) Σ τα ύρο Β αβούρη (No 85) Ασημάκη Πανσέληνο (No 88) Κώστα Μ ητρόπουλο (No 89) Α ρ. Ν ικολαίδη (No 90) Δημήτρη Χριστοδούλου (No 92) Αντώνη Σαμαράκη (No 93) Κυρ (No 95) Ν ικηφόρο Β ρεττάκο (No 97) Γιάννη Μ ανούσακα (No 99) Α νάστο Π α παπέτρου (No 99) Αλέξη Σεβαστάκη (No 99) Μ πουκουβάλα-Α ναγνώ στου (No 100) Φ ίλιπ πο Δ ρακονταειδή (No 102) Νάσο Δ ετζώ ρτζη (No 104) Τάσο Α θα νασ ιάδη (No 105) Jean-M arie D rot (No 107) Λ ίζμπεθ Ζβέργκερ (No 108) Θ. Π ετσάλη-Διομήδη (No 109) Ιω άννη Κ ακριδή (No 110) Σ π ύρ ο Πλασκοβίτη (No 112) Τάκη Βαρβιτσιώ τη (No 115)

* Τα τεύχη που σημειώνονται με αστερίσκο έχουν εξαντληθεί


80/μ ικρ ες α γγελίες

μικρές αγγελίες

ΤΟ «ΔΙΑΒΑΖΩ» ζητά επειγόν­ τως να στεγαστεί σε καινούρια γραφεία ή τριάρι διαμέρισμα, στο κέντρο, περιοχή Ομήρου Σόλωνος - Ιπποκράτους. Τηλ.: 36.26.910-36.40.4 # 8 -36.40.487 - 36.03.011. ΖΗΤΩ να αγοράσω το βιβλίο του Γκυ Πορτουλές: Φρανς Λιστ (ελληνική μετάφραση). Τάκης Προσωρινός, 16 Ορμινίου. 11528 Αθήνα.

«Ο ΕΤΡΟΥΣΚΟΣ» (Τουρνς ο αθάνατος) του Μίκα Βάλταρι. «Πολεμιστής και εραστής, σο­ φός και πειρατής, αψήφισε αν­ θρώπους και θεούς για να βρει τον εαυτό του». Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καλέντη, Κολοκοτρώνη 15. Τηλ. 32.34.270 ΟΤΑΝ χρειαστείτε γερμανικές μεταφράσεις γράψτε ή τηλεφω­ νήστε μου: Τ. Goulas, Δυτική Γερμανία. Duesseldorfestr. 1, 3070 Nienburg. Τηλ.: 00495021 13334. Ως τότε γειά σας! ΔΕΣΠΩ ΚΡΙΣΤ. Κυκλοφορούν τα βιβλία: «Μια μαργαρίτα» Κέδρος. «Καπνός και βλα­ κείες» Κέδρος, και «Η ιστορία της Τρανούπολης και των Τρελοπουλαίων» Καστανιώτης. Το κάτι άλλο στο παιδικό βιβλίο.

«ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΘΕΩΡΗΜΑ». Ποιήματα. Ο πομπός εκπέμπει δήθεν με βάθος/ο δέχτης συλ­ λαμβάνει δήθεν το βάθος/και κόμπλεξ νοημοσύνης κατά βά­ θος. Τάκης Μιχόπουλος, Ξυλόκαστρο. Διάθεση: Τ. Πιτσιλάς, Σοφοκλέους 4, Αθήνα.

ΦΟΙΤΗΤΡΙΑ Πολυτεχνείου στο πτυχίο παραδίδει μαθήμα­ τα Φυσικής-Χημείας σε μαθη­ τές γυμνασίου. Τιμές προσιτές. Τηλ.: 34.57.326

ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ μαθήμα­ τα παραδίδονται από καθηγη­ τή με φροντιστηριακή πείρα. Τηλ.: 36.26.910(πρωινά). ★

HONDA LM 200 με 40.000 χι­ λιόμετρα πωλείται σε καλή τι­ μή. Πρόσφατο ρεκτιφιέ. Τηλ.: 41.30.579.

ΕΝΟΙΚΙΑΖΕΤΑΙ, πλατεία Εξαρχείων, Οικονόμου 3, υπό­ γειος χώρος φωτεινός, 60 μ2, με ανεξάρτητη είσοδο, κατάλλη­ λος για αποθήκη ή εργαστήριο. Τηλ.: 36.25.179 - 36.03.687

(Κάθε λέξη στις «μικρές αγγελίες» στοιχίζει 10 μόνο δραχμές)


• ΝΕΑΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ· Επιλεγμένα 6ι6λία για παιδιά και νέους Έ λ λ η ς Αλεξίου Ζωρζ Σαντ Φώντα Λάδη Τζων Στάινμπεκ Ε λ ένη ς ΣαραντίτηΠαναγιώ του Βίκτωρος Ο υγκώ 6. Ό σ κ αρ Ο υάιλντ 7. 8-10. Σοφίας Μ αυροειδήΠαπαδάκη Μάνου Κοντολέων 11. Νίτσας Τζώρτζογλου 12. 13. Βαν Λουν Χ έντρικ 14-15. Αθηνάς Παπαδάκη 1.

2. 3. 4. 5.

WtOtOtOtOtOtOtO

16. 17. 18. 19. 20. 21. 22.

31. 32. 33.

Μ αρίας Μ ιχαήλ-Δ έδε Ό σ κ αρ Ο υάιλντ Τζακ Λόντον Α λεξάνδρου Δουμά Α λφόνς Ντωντέ Ιφ. Αλμπανοπούλου Τζακ Λόντον Ρ άντγιαρντ Κ ίπ λινγκ Κ ατερίνας Γ λυκοφρύδη Ν ικολάι Βορόνοβ Λίτσας Ψ αραύτη Ά ν ν α Γ κρέτα Β ίνμπεργκ Ν ικολάι Βορόνοβ Νίτσας Τζώρτζογλου Ρόμπερτ Λ. Στηβενσον Α λεξάνδρου Δουμά Σοφίας Μ αυροειδήΠαπαδάκη Καρόλου Ν τίκενς

ΡΩΤΩ ΚΑΙ Μ ΑΘΑΙΝΩ......................... ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟ Σ ΑΓΑΘΟΥΛΗ............ ΑΛΚΗΣ Ο Ψ Ε Υ Τ Η Σ ............................. ΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ ΑΛΟΓΑΚΙ..................... ΙΟΛΗ ή Τη νύχτα που ξ εχείλισ ε το ποτάμι................................................... ΑΠ’ ΟΣΑ ΕΧΩ Δ Ε Ι ............................... Ο ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟΣ ΠΡΙΓΚ ΙΠ Α Σ. .. Ο Μ ΙΚΡΟΣ Π Ε Ρ ΙΗ Γ Η Τ Η Σ (3 τόμοι) Ο Εέ ΑΠΟ Τ ’ ΑΣΤΡΑ............................ Ο ΧΡΥΣΟΣ Δ Α ΡΕ ΙΚ Ο Σ....................... ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗ Σ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑΣ ... ΠΑΛΙΕΣ ΙΣΤΟ ΡΙΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ (Ε υ ρ ώ πη).................................................. ΠΑΛΙΕΣ ΙΣΤΟ ΡΙΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ (Ασία)......................................................... ΙΝΔΙΑΝΙΚΟΙ ΘΡΥΛΟΙ......................... ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΤΟΥ ΚΑΝΤΕ ΡΒΙΛ .. ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΗ Ζ Ω Η ......................... ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΝΟ Σ ΚΑΡΥΟΘΡΑΥΣΤΗ .. Ο ΤΑΡΤΑΡΕΝ ΤΗ Σ ΤΑΡΑΣΚΟΝ....... Χ Ο Π ΙΤΙ-Χ Ο Π ......................................... ΠΕΙΡΑΤΙΚΕΣ ΙΣ Τ Ο Ρ ΙΕ Σ .................... ΑΠΙΘΑΝΕΣ ΙΣ Τ Ο Ρ ΙΕ Σ ....................... Μ Ε Λ Η Σ ΙΠ Π Ο Σ ..................................... ΤΟ ΚΥΝΗΓΙ ΤΩΝ Π ΕΡΙΣΤ ΕΡΙΩ Ν . .. ΣΤΑ ΒΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΑΜΟΘΗΡΙΟΥ. ΜΙΑ Π ΕΜ Π ΤΗ ΤΟΥ Ο Κ Τ Ω Β ΡΗ ...... ΜΑΣΑ, ΕΝΑ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΚΟΡΙΤΣΙ . ΤΟ ΤΣΙΡΚΟ ΤΗ Σ ΙΡ Μ Α Σ .................... ΤΟ ΝΗ ΣΙ ΤΩΝ ΘΗΣΑΥΡΩΝ.............. Η ΜΑΥΡΗ ΤΟΥΛΙΠΑ............................ ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΘΡΥΛΟΙ ΤΗ Σ ΡΩ Μ Η Σ. ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ. ..

ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΊΉ


Συμπληρώστε τή σειρά των αφιερωμάτων του

ΔΙΑΒΑΖΩ- - - - - -

Κ ωνσταντίνος Θεοτόκης (No 14)* Β ιβλία για π α ιδ ιά (No 24)* Γυναικείος λόγος (No 36)* Γκέοργκ Λ ούκατς (No 41) Τα διδα κτικά βιβλία της μέσης εκπαίδευσης (No 47) · Φ ραντς Κάφκα (No 50)* Νέοι Λογοτέχνες (No 50)* Νίκος Κ αζαντζάκης (No 51)* Μαρσέλ Προυστ (No 52)* Ουίλλιαμ Φυικνερ (No 54)* Αγγλική λογοτεχνία (No 56) Σοβιετική Λ ογοτεχνία ( No 57)* Αντίσταση και λογοτεχνία (No 58) Λ ατινοαμερικανική λογοτεχνία (No 59) Ονορέ ντε Μ παλζάκ (No 60) Δημήτρης Γληνός (No 61) Τζέημς Τζόυς (No 62) Κιόστας Χ ατζηαργύρης (No 63) Η γενιά των μπήτνικ (No 64) Οι επίγονοι του Φρόυντ (No 65) Ζαν Ζενέ (No 66) Επιθεώρηση Τέχνης (No 67) Ά γ ιο ν Ό ρ ο ς (No 68) Νέοι λογοτέχνες (No 69) Γερμανόφωνο θέατρο (No 70) Σημειωτική (No 71) Α ριστοφάνης (No 72) Ζακ Πρεβέρ (No 73) Μ ικροασιατικό; ελληνισμός (No 74) Λ ογοτεχνία και κινηματογράφος (No 75) Ιταλική λογοτεχνία (No 76) Μ αρκήσιος ντε Σαντ (No 77) Κ Π. Καβάφης (No 78) X. Λ. Μ πόρχες (No 79) Μιλάν Κούντερα (No 80) ♦ Τα τεύχη που σημειώνονται με αστερίσκο έχουν

Μ αργκερίτ Γιουρσενάρ (No 81) Α δαμάντιος Κοραής (No 82) Καρλ Μ αρς (No 83) Σ ύγχρονα ολλανδικά γράμματα (No 84) Μ πορίς Βίαν (No 85) Αστυνομική λογοτεχνία (No 86) Νέοι λογοτέχνες (No 87) Κώστας Βάρναλης (No 88) Νεοελληνικό θέατρο (No 89) Τόμας Μαν (No 90) Φ ρειδερίκος Νίτσε (No 91) Κωνσταντίνος Θ εοτόκης (No 92) Ρολάν Μ παρτ (No 93) Π αιδικό βιβλίο (No 94) Ν απολέων Λ απαθιώ της (No 95) Εμμανουήλ Ροίδης (No 96) Εμίλ Ζολά (No 97) Στανταλ (No 98) Βιόλίο και φυλακή (No 99) Αάϊκό αισθηματικό μυθιστόρημα (No 100) Μ ακρυγιάννη; (No 101) Λ ουκια νό: (No 102) Ντιντερό (No 103) Τέλλο; Ά γ ρ α : (No 104) Ιούλιος Βερν (No 105) Θ εόφιλος Καίρης (No 106) Α ρχαία λυρική ποίηση (No 107) Ιίερό. Γκρι μ. Ά ντερσεν (No 108) Έ ρ μ ά ν Έσσε (No 109) Αλμπέρ Καμύ (No 110) Βίκτωρ Ο υγκύ (No 111) Εντγκαρ Ά λ α ν Πόε (No 112) Φ ώτης Κόντογλου (No 113) Φ ιλανδικά γράμματα (No 114) Σάμουελ Μ πέκετ (No 115)

ςαντληΟεί.

Ομήρου 34 ΙΘ6 72 Αθήνα τηλ. 36.40.488 - 36.40.487 - 36.26.910


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.