Τεύχος 226

Page 1


από τις εκδόσεις

Ν ΕΑ ΣΥΝ Ο ΡΑ

Σόλωνος 94,106 80 Αθήνα, Τη?\.: 3600398-3610589-3644409 FAX 3617791


ΝΕΑ

ΒΙΒΛΙΑ

1989-1990

ΕΛΛΗΝΙ ΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙ Α Γκανάς Μιχάλης Μητριά πατρίδα (Πεζογράφημα) Κάραλη Μαλβίνα Αθώος οαν αγαπημένος (Αφήγημα) Κάτος Γιώργος Η βασιλεία των κατσαρίδων (Μυθιστόρημα) Μιλλιέξ-Γκρίτση Τατιάνα Αλλάζουμε; (Μυθιστόρημα) Αναδρομές (Διηγήματα) Μπρουντζάκης Ξενοφών Μια κοινή περιπέτεια του σώματος (Πεζογράφημα) Μωράίτης Γιώργος Αναμνήσεις ενός αντάρτη Ξανθούλης Γιάννης Ο χάρτινος Σεπτέμβρης της καρδιάς μας (Μυθιστόρημα) Πρωτοπαπάς Πάνος Η αθέατη πλευρά της σελήνης (Διηγήματα) Ροήσσος Τάσος Μιχαήλ και άλλα διηγήματα Σκοήρτης Γιώργος Ιστορίες με πολλά στρας Το χειρόγραφο της Ρωξάνης Σουροήνης Αντώνης Τα τύμπανα της κοιλιάς και του πολέμου (Διηγήματα) Οι πρώτοι πεθαίνουν τελευταίοι (Μυθιστόρημα)

ΕΚΔΟΣΕΙΣ

Σφυρίδης Περικλής Από πρώτο χέρι (Διηγήματα) Τομαζάνη Δέσποινα Φωτιά μέσα στο νερό (Διηγήματα) Φακίνος Άρης Τα παιδιά του Οδυσσέα (Μυθιστόρημα) Φακίνος Μιχάλης Εφημερεύων θίασος και άλλες ιστορίες Χαριτόπουλος Διονύσης Τη νύχτα που ’φύγε ο Μπούκοβι (Διηγήματα) Χατζήπαπας Χρίστος Το χρώμα του γαλάζιου υάκινθου (Μυθιστόρημα)

Αγγελάιτης Ανδρέας Ο μακρύς μονόλογος της Μαρίας Πολυδούρη Γκανάς Μιχάλης Γυάλινα Γιάννενα Δενέγρης Τάσος Η κατάσταση των πραγμάτων Κακουλίδης Γιώργος Το χρώμα της ορχήστρας Μοσκώφ Κωστής 25 θλιμμένα ποιήματα για τον Έρωτα και την Επανάσταση Νικόδημος (μοναχός) Ερωτικός Ασσάριος Παπαδάκη Αθηνά Ωχροτάτη έως του λευκού Σκαρτοής Σωκράτης ' Το μάρμαρο της άπλας Χέλης Γιώργος Ό τι στείρα έτεκεν επτά

ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ

Η σ ύ γ χ ρ ο ν η εκ δ ο τικ ή π α ρ ο υ σ ία στα ε λ λ η ν ικ ά γ ρ ά μ μ α τα Ζ . Π η γ ή ς 3, 106 78 Α 8 ή ν α , τη λ . 3 6 0 .3 2 .3 4 - 3 6 0 .1 3 .3 1


ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΞΑΝΤΑΣ

ΑΛΜΑΝΑΚ

Μόλις κυκλοφόρησαν

εξάντας

G u j B urgel Αθήνα η α ν ά π τ υ ξη μ ια ς μ εσ ο γ εια κ ή ς πρω τεύουσα ς.

Η ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΗ

Τζαβέλλα 1 και Ζωοδόχου Πηγής Τηλ.: 36.04.885 - 36.13.065


Ν Ε Α

Β Ι Β Λ Ι Α

1 9 8 9 - 1 9 9 0

ΕΕΝΗ ΛΟΓ ΟΤ Ε ΧΝΙ Α ΑΠΝΤΑΪΚ ΤΖΩΝ Το παζάρι σιο άσυλο (Μυθιστόρημα)

ΜΟΡΑΝΤΕ ΕΛΣΑ Το νησί του Αρθούρου (Μυθιστόρημα)

ΒΙΤΟΡΙΝΙΕΛΙΟ Μικροαστοί (Διηγήματα)

ΜΠΕΝΙ ΣΤΕΦΑΝΟ Το μπαρ κάτω από τη θάλασσα (Μυθιστόρημα)

ΒΛΑΝΤΥ ΜΑΡΙΝΑ Βλαδίριρος ή Η πτήση που σταμάτησε

ΝΑΝΤΟΛΝΥ ΣΤΕΝ Η ανακάλυτρι της βραδύτητας (Μυθιστόρημα)

ΓΕ ΤΣΟΥΝ-ΤΣΑΝ Το χωριό στο Βουνό (Μυθιστόρημα)

ΝΤΤΝΤΕΡΟ 0 ανιψιός του Ραμώ (Μυθιστόρημα)

ΓΚΟΛΝΉΝΓΚ ΓΟΥΙΛΙΑΜ Μύησις ταξιδευτού (Μυθιστόρημα) Γειτονικά καταλύματα (Μυθιστόρημα)

ΟΥΓΓΓΟΥΕΡΘ ΓΙΟΥΤΖΙΝ Τα εννέα πρόσωπα του Χριστού (Μυθιστόρημα)

ΓΟΥΝΤΧΑΟΥΖ ΠΕΛΑΜ Μην μπλέξεις με το Διάβολο (Μυθιστόρημα) ΖΕΛΟΥΝ ΤΑΧΑΡ ΜΠΕΝ 0 γραφιάς (Μυθιστόρημα)

ΣΑΚΣ ΟΛΙΒΕΡ 0 άνθρωπος που μπέρδευε τη γυναίκα του με ένα καπέλο (Μυθιστόρημα)

ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΠΕΡΟΥΒΙΑΝΟΥ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ (Επιλογή-μετάφραση: Ρήγας Καπάτος)

ΘΕΛΑ ΚΑΜΙΛΟ ΧΟΣΕ Η οικογένεια του Πασκουάλ Ντουάρτε (Μυθιστόρημα)

ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΧΙΛΙΑΝΟΥ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ (Επάογή-μετάφρααη: Ρήγας Καπάτος)

ΚΑΛΒΙΝΟ ΙΤΑΛΟ ΜαρκοΒάλντο ή Οι εποχές στην πόλη (Μυθιστόρημα)

ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΥ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ (Επιλογή-μετάφραση: Γιάννης Πάτσης)

ΕΚΔΟΣΕΙΣ

ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ

Η σ ύ γ χ ρ ο ν η εκ δ ο τικ ή π α ρ ο υ σ ία στα ε λ λ η ν ικ ά γ ρ ά μ μ α τα Ζ . Π η γ ή ς 3, 1 0 6 7 8 Α 8 ή ν α , τη λ . 3 6 0 .3 2 .3 4 - 3 6 0 .1 3 .3 1


ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΕΔΟΥΣΑ

Η σειρά Μέδουσα φ

Λογοτεχνία

παρουσιάζει: Ξενοδοχείο Νέο Χάμσαϊρ του σύγχρονου Αμερικανού συγγραφέα

Τζων Ίρβινγκ που τα βιβλία του έρχονται πρώτα σε πωλήσεις σε Αμερική κι Ευρώπη.

Ε Τ Ο ΙΜ Α Ζ Ο Ν Τ Α Ι

ΤΖΩΝ ΙΡΒΙΝΓΚ: Ο κατά Γκαρπ κόσμος ΡΟΜΠΕΡΤ ΓΚΡΕΪΒΣ: Κόμης Βελισάριος ΑΛΜΕΪΝΤΟ ΦΑΡΙΑ: Λουζιτάνια

ΑΛΥΣΑΝΔΡΑΤΟΣ - ΠΙΤΟΥΡΟΠΟΥΛΟΣ & ΣΙΑ Ε.Ε. ΣΟΛΩΝΟΣ 114, ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ. 36.19.422


τα βιβλία της «γνώσης» ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

ΞΕΝΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

ΒΑΣΙΛΗΣ ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ • Η άσπρη αρκούδα • «Ζ» • Τριλογία: Το Φύλλο Το Π ηγάδι - Τ’ Α γγέλια σ μ α • Το Σφράτο • Ιατροδικασ τής

ΟΥΜΠΕΡΤΟ ΕΚΟ • Το εκκρεμ ές του Φουκώ • Το όνομα του ρόδου • Επιμύθιο στο «Ό νομα του ρόδου»

ΝΑΠΟΛΕΩΝ ΛΑΖΑΝΗΣ Διαδρομή

ΑΝΑΤΟΛΙ ΡΙΜΠΑΚΟΦ Τα παιδιά από το Αρμπάτ

ΘΩΜΑΣ ΣΚΑΣΣΗΣ • Σ υ λλέκτης αποκομμάτων • Ο βαλσαμωμένος γά το ς ΒΑΣΙΛΗΣ ΚΑΒΒΑΘΑΣ 50 + 1 γράμματα από έναν αυτό χειρ α

ΜΕΣΑ ΣΕΛΙΜΟΒΙΤΣ Ο Δ ερβίσ ης και ο Θ άνατος

(ΤΟΜΟΣ Α' και Β')

ΛΑΝΤΙΣΛΑΒ ΜΝΙΑΤΣΚΟ Η γεύση της εξουσίας ΡΕΪΝΤΑΡ ΓΙΟΝΣΟΝ Σαν αδέσποτο σκυλί

ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΨΗΜΜΕΝΟΣ Η Ελληνική φιλοσοφία: 1453-1821 Τόμος Α': Η κυριαρχία του Α ρισ τοτελισ μού Τόμος Β': Η επικράτηση τη ς νεω τερ ικής φ ιλοσοφ ίας

ΜΙΣΕΛ ΦΟΥΚΩ Οι λ έ ξε ις και τα πράγματα ΖΑΝ-ΦΡΑΝΣΟΥΑ ΛΥΟΤΑΡ Η μεταμοντέρνα κατάσταση ΓΙΟΧΑΝ ΧΟΥΪΖΙΝΓΚΑ Ο άνθρωπος και το π αιχνίδι

ΛΕΒ ΒΥΓΚΟΤΣΚΙ Σκέψη και γλώσσα

εκδόσεις «γνώση» Ιπποκράτους 31, 106 80 Αθήνα, Τηλ. 3620941 - 3621194 rpny. Αυξεντίου 2 6 ,1 5 7 71 Ιλίσια, Αθήνα, Τηλ. 7786441


οoμ li£JJA J o j if*Γ )ρB vΙοκιγκiU J u if DKI0|B| 0 1 1 | T | H I «3 Τ Ο Β Ι Β Λ Ι Ο Π Ω Λ Ε Ι Ο Ζ ω ο4δ3Π η3γ6ή2ς22151 6 1 5 Α Π Ο Θ Η Κ Η β.*64Π Ρ Α Γ Ε Λ Ι7Ε Σ τ η λ , : 1039.642 .6 78 Μ

tim P i


ΔΙΑΒΑΖΩ

ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ Α . Μεταξά 26, Αθήνα - 106 81

Σύνταξη: 36.40.487 Λογιστήριο: 36.40.488 Διαφημίσεις: 36.42.789 Συνδρομές: 36.42.765

ΠΕΡΙΕΧΟΜ ΕΝΑ

Τεύχος 226 15 Νοεμβρίου 1989 Τιμή: Δ ρχ. 350 Ιδρυτής: Περικλής Αθανασόπουλος Διευθυντής: Γιώργος Γαλάντης Σύνταξη: Κατερίνα Γρυπονηακίιτου. Βασίλης Καλαμαράς. Ηρακλής Παπαλέξης, Νένη Ράις, Βάοω Σπάθή. Καίτη Τοπάλη Οικονομικός υπεύθυνος: Βάσω Σπάθή Συνδρομές: Κατερίνα Γρυπονησιιότου Διαφημίσεις: Ηρακλής Παπαλέξης Σελιδοποίηση-Μοντάζ: Νένη Ράις Γλωσσική επιμέλεια-Διορθώσεις: Βίκυ Κωτσοβέλου Στοιχειοθεσία: Φωτοκύτταρο ΕΠΓ.. Υμηττού 219. τηλ. 75.16.333 Φωτογραφίσεις-Μοντάξ: I. Χριστοδου λάκος - Ι.Κοργιαλάς Ο.Ε., Α. Μεταΐα 26. τηλ. 36.41.134 Εκτύπωση: Αφοί Τσαλδάρη Ο.Ε.. Φυ­ λής 35, Καματερό, τηλ. 26.10.918 Βιβλιοδεσία: Νικ. Κατριβάνος και Σί'ιι Ο.Ε.. Στ. Γόνατά 48. τηλ. 57.49.951 Διανομή: Νέο Πρακτορείο Τύπου Ιδιοκτήτης-Εκδότης: Γιιόργος Γαδαλάς

Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΧΡΟΝΙΚΑ ΔΙΑΛΟΓΟΙ: Γράφουν οι Γ. Αλισανδράτος, Α . Σχινάς, Δ. Λιάρός και Β.' Ζαφειριού ΡΕΠΟΡΤΑΖ: Δύο φύλακες της Ιταλικής κουλτούρας

8 9 11 16

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

Ρομπέρ Λουί: Χρονολόγιο Τζωρτζ Ό ργουελ Ρομπέρ Λουί: Τζωρτζ Ό ργουελ - ένας προφήτης; Ρομπέρ Λουί: Το «1984» στην Αμβέρσα Αντρέ Γκλυξμάν: Ο μεγάλος αδελφός, ο σύντροφος Ό ρ γου ελ, ο μεγάλος μας αδελφός: Γράφουν οι Ε.Μ . Φόρστερ, Ά ρ θο υ ρ Κέστλερ, Ά λντο υς Χάξλεϋ και Μπέρτραν Ράσελ Τζόαν - Φρανσέσκ Μπρυς: Για την Καταλωνία Τζωρτζ Όργουελ: Η λογοτεχνία και ο ολοκληρωτισμός Λεωνίδας Χρηστάκης: Α πόσπασμα από το «Ψητό του Όργουελ»

18 25 27 30 33 54 56 59

ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ: Γράφει ο Νίκος Κολοβός ΛΕΥΚΩΜΑ: Γράφει ο Κυρ. Ντελόπουλος ΠΟΙΗΣΗ: Γράφουν ο Γιώργος Βέης’ και η Ελένη Χωρεάνθη ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ: Γράφουν οι Ηλίας Κεφάλας και Παντελής Κρανιδιώτης ΙΣΤΟΡΙΑ: Γράφει ο Δ. I. Λ οίζος ΠΛΑΙΣΙΟ: Γράφει η Λεία Χατζοπούλου-Καραβία

61 63 68 70 84

Κεντρική διάθεση: Πομώνης Διονύσιος Ζαλόγγου 1 τηλ. 36.20.889 Θεσσαλονίκη: Βιβλιοπωλείο «Κέντρο του βιβλίου» Λασσάνη 9 τηλ. 237.463 Εξώφυλλο: Γιώργος Γαλάντης

ΔΕΛΤΙΟ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ ΚΡΙΤΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

στο επόμενο «Διαβάζω»

αφιέρωμα στον Στρουκτουραλισμό

37 45 46 47


η ΑΓΟΡΑ του

ΒΙΒΑΙΟΥ 16 Οκτωβρίου έως 31 Οκτωβρίου 1989

Τα είκοσι βιβλιοπωλεία που ρωτήθηκαν για τη σύνταξη της αγοράς του βιβλίου είναι κατά αλφαβητική σειρά: Αίολος-ΑΘ., Βαγιονάκης-ΑΘ., Γκρίτσης-Γεωργιάδης-Καλλιθέα, Γρηγόρη-ΑΘ., Δωδώνη-ΑΘ., Δωδώνη-Γιάννενα, ΕλευθερουδάκηςΑθ., Ενδοχώρα-ΑΘ., Εστία-ΑΘ., Κατώι του ΒιβλίουΘεσσ., Κέντρο του Βιβλίου-Θεσσ., Κρομμΰδας-Χίος, Λέσχη του Βιβλίου-ΑΘ., Μεθενίτης-Πάτρα, ΜάτιΚατερίνη, Πλέθρον-Αθ., Πρίσμα-Πειραιάς, ΡαγιάςΘεσσ., Ρηγόπουλος-Άργος, Σύγχρονη Εποχή-ΑΘ.

□ Ο πίνακας παρουσιάζει τα εμπορικότερα βιβλία ενός δεκαπενθημέρου, σύμφωνα με τα στοιχεία που μας παραχώνρησαν 20 βιβλιοπώλες απ' όλη την Ελλάδα, δηλώνοντας ο καθένας τους τέσσερα βιβλία που είχαν τις περισσότερες πωλήσεις στο βιβλιοπωλείο του κατά το διάστημα αυτό. Έτσι κάθε βιβλιοπωλείο δίνει τέσσερις βαθμούς στο βιβλίο ^που είχε τις περισσότερες πωλήσεις, τρεις βαθμούς στο αμέσως επόμενο, δύο βαθμούς στο τρίτο κατά σειρά βι­ βλίο, ενώ ένα βαθμό παίρνει το τέταρτο.

ΞΑΝΘΟΥΛΗ Γ.: Ο χάρτινος Σεπτέμβρης της καρδιάς μας ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ Β

ΡΑΣΝ ΤΙΣ.: Οι Σατανικοί Στίχοι Ν ΕΑ ΣΥΝΟΡΑ

Κ

Ι ΕΚΟ ΟΥ.: Το εκκρεμές του Φουκώ ΓΝΩΣΗ

Κ

Ι

Θ ΕΛΑ Κ. X..: Η οικογένεια του Πασκάλ Ντουάρτε ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ

M S B ΜΠΡΑΝΤ Β.: Μια Ζωή Αγώνες ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΛΑΜΠΡΑ ΚΗ Β

ΚΟΤΖΙΑ Ν. - ΜΠΑΤΙΚΗ Κ.: Μια συζήτηση που δεν έγινε ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΠΡΟΟ ΠΤΙΚΗ

Μ / Μ ΚΡΙΣΤΙ Α . - ΤΣΕΣΤΕΡΤΟΝ Α. - ΣΑΓΙΕΡΣ NT.: Ο πλωτός ναύαρχος ΑΓΡΑ Κ

Ι

Λ ΑΖΟ Υ Μ.: Επειδή κουράστηκα ΔΩΔΩΝΗ

Q Ο κατάλογος που ακολουθεί παρουσιάζει, με αλφαβητική σειρά, τα υπόλοιπα βιβλία που δεν προτάθηκαν από δύο τουλάχιστον βιβλιοπωλεία. Βαμβουνάκη Μ.: Ιστορίες με καλό τέλος (Φίλιππότης) · Γκρίτση Μιλλιέξ Τ.: Η απέναντι όχθη (Καστανιώτης) · Εξαρχόπουλου Μ-Θ.: Ο Ζωολογικός κήπος (Σειρά) (Αίολος) · Ζελούν Ντ. Μπ.: Ιερή Νύχτα ,(Αστάρτη) · Ζιρού Φ.: Ά λ μ α Μάλερ. Η τέχνη να σ’ ερωτεύονται (Σ. Κ. Ζ αχαρόπουλος) · Ινκιόφ Δ.: Εγώ η Κλάρα (Σειρά) (Ψυχογιός) · Καραμπελιά Γ.: Κράτος και κοινωνία στη μεταπολίτευση (Εξάντας) • Καπάνταη I.: Επτά φορές το δαχτυλίδι (Εστία) · Κάτου Γ.: Α γία Αλητεία (Καστανιά)της) · Κουρίλσκι Φ.: D N A Το νήμα της ζωής και οι γενετικές επεμβάσεις (Κέδρος) · Αίντα Μ.: Τσαν το φάντασμα (Σύγ­ χρονη Εποχή) · Μακ Λέην Σ.: Ψάχνοντας τον εαυτό μου (ΚΑΚ ΤΟΣ) · Μπαρδάκος Λ. - Τότσικας Α.: Παραδοσιακές κρήνες της Πελοποννήσου (Οδνσσέας) · Παπάνθιμου Α.: Α υριανισμός. Το σημερινό πρό­ σωπο του Φασισμού (Θεμέλιο) · Πέτροβιτς - Ανδρουτσοπούλου Λ.: Αάθος Κε Νόϊκερ (Πατάκης) · Ράιτ Ρ.: Γέννημα θ ρ έμμα (Σύγχρονη Εποχή) · Σερμπρούν X.: Τι ωραία Κυριακή (Εξάντας) · Σεμιόνοφ Γ.: Το Tass εξουσιοδοτείται να δηλώσει (Σύγχρονη Εποχή) · Σίμου Κ.: Ο δρόμος της Φλάνδρας (Εστία) · Σκούρτη Γ.: Ιστορίες με πολλά στρας (Καστανιάτης) · Τοντόροφ Το.: Ποιητική (Γνώση) · Τζάνοβιτς Τ.: Οι σκλάβοι της Ν. Υόρκης (Σέλας) · Χαρτογράφηση του ελληνικού παράλιου και νησιωτικού χώρου (Ελ­ ληνική Εταιρεία Χαρτογράφησης) · Χορτιάτη Θ.: Παιχνιδολέξη (Κέδρος) · Παγκόσμια Νεανική Βιβλιο­ θήκη (Σειρά) (Ψυχογιός) · Ώ στιν Τζ.: Έ μα (Καστανιώτης) · Κλασικά βιβλία για παιδιά και νέους όλων των εποχών (Σειρά) (Ύ ψ ιλον)


χρονικα/9

Ισπανία: 5ο Ν όμπελ Λ ογοτεχνία ς Ο Ισπανός μυθιστοριογράφος Καμίλο Χοσέ Θέλα πρόσθεσε ένα ακόμη Νόμπελ στα Ισπανικά Γράμματα. Του θέλα προηγήθηκαν οι: Χοσέ Ετσεγαράι (1903), Χαθίντο Μπεναθέντε ι Μαρτίνεθ (1922), Χουάν Ραμόν Χιμένεθ (1956) και Μπινθέντε Αλεϊσάντρε (1977). Ας θυμηθούμε πότε και ποιοι απέσπασαν την ύψιστη διάκριση: Κατάλογος Νόμπελ Λογοτεχνίας 1901: Ρενέ Σιλλύ-Πριντόμ (Γαλλία) 1902: Τέοντορ ΛΙομσεν (Γερμανία) 1903: Μπίερνστιερνε Μπιόρνσον (Νορβηγία) και Χοσέ Ετσεγαράι (Ισπανία) 1904: Φρεντερίκ Μιστράλ (Γαλλία) 1905: Χένρικ Σίνκιεβιτς (Πολωνία) 1906: Τζοσόνε Καρντούτσι (Ιταλία) 1907: Ρούν. Κίπλινγκ (Αγγλία) 1908: Ρούντολφ Οΐκεν (Γερμανία) 1909: Σέλμα Λάνγκερελεφτ (Σουηδία) 1910: Πάουλ Χάισε (Γερμανία) 1911: Μωρίς Μέττερλινκ (Βέλγιο) 1912: Γκέρχαρτ Χάουπτμαν (Γερμα­ νία) 1913: Ραμπιντράναθ Ταγκόρ (Ινδία) 1914: Δεν απενεμήθη λόγω Α'Παγκο­ σμίου Πολέμου. 1915: Ρομαίν Ρολλάν (Γαλλία) 1916: Βέρνερ Φον Χάιντενσταμ (Σουηδία) 1917: Καρλ Γκέλερουπ (Δανία) και Χένρικ Ποντοπίνταν (Δανία) 1918: Δεν απενεμήθη 1919: Καρλ Σπίττελερ (Ελβετία) 1920: Κνουτ Χάμσουν (Νορβηγία) 1921: Ανατόλ Φρανς (Γαλλία) 1922: Χαθίντο Μπεναβέντε Μαρτίνεθ (Ισπανία) 1923: Γουίλλιαμ Μπάτλερ Γέιτς (Ιρ­ λανδία) 1924: Λαντίσλαους Ρέημοντ (Πολω­ νία) 1925: Τζ. Μπέρναρ Σω (Βρεττανία) [Ιρλανδικής καταγωγής] 1926: Γκράτσια Ντελέντα (Ιταλία) 1927: Ανρί Μπεργκσόν (Γαλλία) 1928: Σίγκριντ Ούντσετ (Νορβηγία) [Δανέζικης καταγωγής] 1929: Τόμας Μαν* (Γερμανία) 1930: Σίνκλερ Λιούις (ΗΠΑ) 1931: Έρικ Κάρλιρελντ (Σουηδία) 1932: Τζων Γκάλσγουώρθι (Βρεταννία) 1933: Ίβαν Μπούνιν (Γάλλος υπή­ κοος ρωσικής καταγωγής) 1934: Λουίτζ· Πιραντέλλο (Ιταλία) 1935: Δεν απονεμήθηκε 1936: Ευγένιος θ ' Νηλ (Αμερική) 1937: Ροζέ Μαρτέν Ντι Γκαρ (Γαλλία) 1938: Περλ Μπακ (ΗΠΑ)

Χ ΡΟΝΙΚΑ 1939: Φρανς Σίλανπαα (Φιλανδία) 1940-1943: Δεν απονέμεται λόγω Β' Παγκοσμίου πολέμου 1944: Γιοχάνες Γιένσεν (Δανία) 1945: Γκαμπριέλα Μιστράλ (Χιλή) 1946: Χέρμαν Έσσε* (Ελβετός υπή­ κοος γερμανικής καταγωγής) 1947: Αντρέ Ζιντ* (Γαλλία) 1948: Τ.Σ. Έλιοτ* (Βρεταννός υπή­ κοος αμερικανικής καταγωγής) 1949: Ουίλλιαμ Φώκνερ* (ΗΠΑ) 1950: Μπέρτραντ Ράσσελ (Βρεταννία) 1951: Πορ Λάγκερφβιστ (Σουηδία) 1952: Φρανσουά Μωριάκ (Γαλλία) 1953: Σερ Ουίνστον Τσώρτσιλ (Βρεταννία) 1954: Έρνεστ Χεμινγουαίη* (ΗΠΑ) 1955: Χάλντορ Λάξνες (Ισλανδία) 1956: Χουάν Ραμόν Χιμένεθ (Ισπανία) 1957: 'Αλμπερ Καμύ* (Γαλλία) 1958: Μπόρις Πάστερνακ (ΕΣΣΔ) 1959: Σαλβατόρε Κουασιμόντο (Ιτα­ λία) 1960: Σεν-Τζων Περς (Γαλλία) 1961: Ίόο Άντριτς (Γιουγκοσλαβία) 1962: Τζων Στάινμπεκ* (ΗΠΑ) 1963: Γ. Σεφέρης* 1964: Ζ.Π, Σαρτρ* (Γαλλία) - δεν απεδέχθη το βραβείο 1965: Μιχαήλ Σολόχωφ (ΕΣΣΔ) 1966: Σάμουελ Γιόζεφ Άγκνον (Ισραηλινός υπήκοος πολωνικής καταγωγής) και Νέλλυ Ζαχς (Σουηδή υπήκοος γερμανικής καταγωγής) 1967: Μιγκέλ Άνχελ Αστούριας (Γουατεμάλα) 1968: Γιασουνάρι Καθαμπάτα (Ιαπω­ νία) 1969: Σάμουελ Μπέκετ* (Ιρλανδικής καταγωγής) 1970: Αλεξάντερ Σολτζενίτσιν (ΕΣΣΔ) 1971: Πάμπλο Νερούδα (Χιλή) 1972: Χάινριχ Μπελλ (Δ. Γερμανία) 1973: Πάτρικ Ουάιτ (Αυστραλία) 1974: Έιθιντ Γιόνσον (Σουηδία) και Χάρρυ Έντουντ Μάρτινσον (Σουηδία) 1975: Εουτζένιο Μοντάλε (Ιταλία) 1976: Σόουλ Μπέλοου (ΗΠΑ) 1977: Μπινθέντε Αλεϊσάντρε (Ισπα­ νία) 1978: Άιζαακ Μπάσεβις Σίνγκερ (Αμερικανός υπήκοος πολωνι­ κής καταγωγής) 1979: Οδυσσέας Ελύτης 1980: Τσέσαου Μίλος (Αμερικανός υπήκοος πολωνικής κατα­ γωγής) 1981: Ελίας Καννέτι (Βουλγαρία) 1982: Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες* (Κολομβία) 1983: Γουίλλιαμ Γκόλντινγκ (Βρεταννία) 1984: Γιάροσλαβ Σάιφερτ (Τσεχοσλο­ βακία)

1985: Κλωντ Σιμόν* (Γαλλία) 1986: Βόλε Σογίνκα (Νιγηρία) 1987: Γιόζεφ Μπρόντσκυ (Αμερικα­ νός υπήκοος ρωσικής καταγω­

γής)

1988: Ναγκίμπ Μαχφούζ (Αιγύπτιος) 1989: Καμίλο Χοσέ Θέλα (Ισπανία). " Στα ονόματα που συνοδεύονται με αστε­ ρίσκο το «ΔΙΑΒΑΖΩ» έχει κάνει αφιέρωμα.

Κρατικά. Βραβεία; Κρατικό Βραβείο Διηγήματος: Δεν . απονέμεται! Η μη απονομή του εν λόγω βραβεί­ ου χαρακτήρισε έντονα την ανακοί­ νωση των Κρατικών Λογοτεχνικών Βραβείων. Τα άλλα βραβεία απέσπα­ σαν: - Μυθιστορήματος: ο Φάνης Μούλιος για το βιβλίο του «Οι Κληρονόμοι». - Ποίησης: Η Κική Δημουλά για την ποιητική της συλλογή «Χαίρε Ποτέ». - Κριτικής - Δοκιμίου: η Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα για τη μελέτη της'«Οι πραγματείες περί ζωγραφικής». - Μαρτυρίας - Χρονικού: ο Χρ. Σαμουηλίδης για το «Χρονικό του ΚΑΡΣ». - Το Βραβείο Παιδικού Λογοτεχνικού Βιβλίου απονεμήθηκε στη Νίτσα Τζώρτζογλου για το βιβλίο της «Τα Τρία Σίγμα...» και το Ειδικό ΒραβείοΛογοτεχνίας στη Διδώ Σωτηρίου για το σύνολο του έργου της. Το Βραβείο Λογοτεχνικής Μετά­ φρασης απέσπασαν ο Πατρίκιος Βελ■λιανίτης και ο Πέτρος Παπαδόπουλος για τη μετάφραση του βιβλίου τού βραβευμένου με το Νόμπελ Λογοτε­ χνίας, το 1985, Κλωντ Σιμόν «Οι δρό­ μοι της Φλάνδρας». Οι Επιτροπές Την Επιτροπή Απονομής των Κρατι­ κών Λογοτεχνικών Βραβείων αποτε­ λούσαν οι: Μιχ. Μερακλής (πρόεδρος) Ρίτσα Φράγκου-Κικίλια, Βικτωρία Θεο­ δώρου, Δημ. Σταμέλος, Στέλιος Γεραλής, Ματθαίος Μουντές και Αλέξης Ζήρας. Στην Επιτροπή Απονομής του Βρα­ βείου Λογοτεχνικής Μετάφρασης ήταν οι: Παύλος Ζάννας (πρόεδρος), Καίη Τσιτσέλη, Έφη Καλλιφατίδη, Φί­ λιππος Δρακονταειδής και Αλέξαν­ δρος Ίσαρης. Και στις δύο επιτροπές συμμετείχε χωρίς δικαίωμα ψήφου η προϊσταμένη της Διεύθυνσης Γραμμάτων του ΥΠΠΟ κ. Άλκηστις Σουλογιάννη. Το χρηματικό έπαθλο που συνοδεύ­ ει κάθε βραβείο είναι της τάξεως των 500.000 δραχμών.


10/χρονικα

Η ζωή των σημείων

φ εκδόσεις κέδρος Γ. Γενναδίου 3 - τηλ. 36.02.007

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΑΙΡΟΥ ΜΑΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΡΑΠΠΑ Μ ΙΣ Ε Λ Φ Ο Υ Κ Ω

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΟΤΗΤΑΣ

... Ά ς υποθέσουμε πως μπαίνει χο ερώτημα σε ποιά σημεία η «σεξουαλική ηθική του χριστιανισμού» ανατάχθηκε εμφανέστερα στη «σεξουαλική ηθική του αρχαίου παγανισμού»: Η αξία, λογουχάρη, της σεξουαλικής πράξης αυτής καθαυτής: ο χριστιανισμός την είχε συνδέσει με το κακό, με την αμαρτία, με την πτώση, με το θάνατο, ενώ η Αρχαιότητα της είχε αποδώσει θετικούς προσδιορισμούς. Ή , η «οροθέτηση» του νόμιμου συντρόφου: ο χριστιανισμός - σέ αντίθεση με τις ελληνικές ή ρωμαϊκές κοινωνίες - δεν τη δεχόταν παρά μόνο στην περίπτωση της μονογαμικής σύζευξης και, μέσα στα πλαίσια της σύζευξης αυτής, της είχε επιβάλει την αρχή της τεκνοποίησης, ως αποκλειστικό όρο της ολοκλήρωσής της. Ένα τρίτο σημείο είναι η απόρριψη των σχέσεων ανάμεσα σε άτομα του ίδιου φύλου: ο χριστιανισμός τις είχε αυστηρά αποκλείσει, ενώ η Ελλάδα τις είχε εκθειάσει και η Ρώμη αποδεχτεί - τουλάχιστον ανάμεσα σε άντρες. Μ.Φ.

Φ ΙΛ ΙΠ Κ Ο Υ Ρ ΙΛ Σ Κ Ι

Ο άνθρωπος έφτασε στο σημείο να κυβερνά την κληρονομικότητα; Τα χαρακτηριστικά των διαφόρων ειδών των εμβίων θα εξαρτιόνται προσεχώς από τη δική μας εκλογή; Οι επεμβάσεις στα γονίδια, η κλωνοποίηση και οι τεχνητές μεταλλάξεις είναι τόσο ανησυχητικές όπως το διατείνονται ορισμένοι; Το βιβλίο του Φ. Κουρίλσκι εξιστορεί τη μοναδική περιπέτεια των γενετικών επεμβάσεων, περιγράφει τις μεθόδους και τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται σ’ αυτό το μαστόρεμα των ζώντων οργανισμών και ταυτόχρονα απαντάει' στα παραπάνω ερωτήματα.

Το νήμα της ζωής και οι γενετικές επεμβάσεις

Η Ελληνική Σημειωτική Εταιρεία, σε συνεργασία με το Δήμο Ιωαννιτών και το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, οργάνω­ σε φέτος από τις 26 έως 29 Οκτω­ βρίου 1989, στην αίθουσα Τελετών του Πανεπιστημίου, το Τρίτο Πανελ­ λήνιο Επιστημονικό της Συνέδριο, με θέμα τη θεωρία και τις εφαρμογές της σημειωτικής στην Ελλάδα με τίτ­ λο: «Η ζωή των σημείων». Το συνέδριο αυτό, που γίνεται ανά πενταετία (το πρώτο έγινε στο Πανε­ πιστήμιο Θεσσαλονίκης και το δεύτε­ ρο στο Πανεπιστήμιο Αθηνών), συγκε­ ντρώνει όλους τους Έλληνες - κυ­ ρίως πανεπιστημιακούς - που αντι­ προσωπεύουν θεωρητικές τάσεις και μεθόδους της Σημειωτικής σε διάφο­ ρους επιστημονικούς τομείς (Επιστη­ μολογία, Γλωσσολογία, Λογοτεχνία, Εθνολογία, Ψυχοπαιδαγωγική, Θεω­ ρία Επικοινωνίας, Σημειωτική του Χώ­ ρου, των Τεχνών, του Θεάτρου, του Κινηματογράφου) και αποτελεί ένα σημαντικό γεγονός στην περιοχή των επιστημών του ανθρώπου- γιατί συνιστά έναν θεσμό μέσα από τον οποίο πραγματοποιείται περιοδικά ο απολο­ γισμός του επιστημονικού έργου που έχει επιτευχθεί στο θεωρητικό και με­ θοδολογικό πεδίο, κατά τη διάρκεια της πενταετίας που προηγήθηκε- ενώ παράλληλα δίνει την ευκαιρία για μια γόνιμη ανταλλαγή απόψεων και εμπειριών μεταξύ των ομοτέχνων και ενθαρρύνει τη διεπιστημονική συνερΤο Πανελλήνιο Συνέδριο Σημειωτι­ κής έχει καθιερωθεί να περιλαμβάνει και μια διεθνή διάσταση, με την πρό­ σκληση επιφανών ξένων θεωρητικών, που συμμετέχουν με διαλέξεις στην ολομέλεια του Συνεδρίου, συζητήσεις στρογγυλής τράπεζας, ομάδες έρευ­ νας («εργαστήρια») με καθορισμένο θέμα. Στο φετινό συνέδριο συμμετεί­ χαν 25 σημειολόγοι από διάφορες ευ­ ρωπαϊκές χώρες (Γαλλία, Ιταλία, Γερμανία, Ρουμανία, Βουλγαρία), ανάμε­ σα στους οποίους ορισμένα μεγάλα ονόματα της διεθνούς σημειωτικής, όπως ο αντιπρόεδρος της Διεθνούς Σημειωτικής Εταιρείας, Καθηγητής Roland Posner, του Τεχνικού Πανεπι­ στημίου του Βερολίνου, ο Ρουμάνος επιστημολόγος Solomon Marcus, της Μαθηματικής Σχολής του Πανεπιστη­ μίου του Βουκουρεστίου, ο Ιταλός κα­ θηγητής και στενός συνεργάτης του A.J. Greimas, Paolo Fabbri, από το Ιν­ στιτούτο Φιλολογίας και Ανθρωπιστι­ κών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Παλέρμο, ο Γάλλος θεωρητικός της Δομικής Σημαντικής Frangois Rastier, του Εθνικού Κέντρου Επιστημονικής Έρευνας της Γαλλίας, καθώς και πο­ λυμελής αντιπροσωπεία της Βουλγα­ ρικής Σημειωτικής Εταιρείας.


χρονικα/11 Η Γραμματική του Τριανταφυλλίδη και ο κ. Αλέξανδρος Σχινάς Αγαπητό «Διαβάζω», στο τεύχος σου 218, 28 Ιουνίου 1989, ο. 78-81, δημοσιεύτηκε συνέντευξη του κ. Αλέξανδρου Σχινά με τον κ. Μπάμπη Καβροχωριανό, στην οποία μετα­ ξύ των άλλων διαβάζουμε και τα εξής (ο. 79) για το Μανόλη Τριανταφυλλίδη (1883-1959) και τη «Νεοελληνική Γραμ­ ματική» του (1941), ως απόψεις του κ. «Στην πρώτη μεταπολεμική περίοδο υπήρχε μια τρέχουσα γλώσσα, το γλωσσικό ζήτημα δεν ήταν φυσικά το κυριότερο. [...] Κυριαρχούσαν άλλα θέματα, προπαντός το Κυπριακό, και παράλληλα τα αναφυόμενα νέα κοι­ νωνικά, οικονομικά και όσα άλλα δο­ μικά εντέλει προβλήματα. Το γλωσσι­ κό [..] αναδύθηκε πάλι από την σύ­ μπτωση της ψευτοκαθαρευουσιάνικης γελοιότητας της χούντας. Επειδή εκείνοι οι καραβανάδες μιλούσαν μια βλαχοδημαρχική με την οποία και ο λαός ακόμα διασκέδαζε, αποφασίζει μετά μια δεξιά κυβέρνηση, βεβαρημέ­ νη μεν με παλιές ενοχές έναντι του λαού, αλλά κάπως αποκεκαθαρμένη πια κατά τον βαθμό που δεν συνδέθη­ κε με τη χούντα, να επαναφέρει ατό­ φια την φασιστοειδή τριανταφυλλιδική [θέλει να πει «γλώσσα» ή «Γραμμα­ τική»] του Μεταξά και αυτό σαν ένδει­ ξη της προοδευτικότητάς της, εκμε­ ταλλευόμενη εκείνη τη στιγμή ένα αντιχουντικό ανακλαστικό της λαϊκής επιδερμίδας. Έτσι έχουμε το επίσης γελοίο φαινόμενο να ανασύρονται κά­ ποιοι σκυθόγλωσσοι παλιομοδίτικοι τυπολάτρες από την μούχλα του τριανταφυλλιδικού μαυσωλείου, για να μας επιβάλουν και πάλι την τεταρτοαυγουστιανή γραμματική και να διαστρέφουν επίσημα τον τρόπο της ομιλίας, δηλ. του σκέπτεσθαι ολόκλη­ ρου του λαού και, ό,τι το εγκληματικότερο, κυρίως των νέων γενεών». Εν συνεχεία ο κ. Σχινάς κάνει λόγο για τις γλωσσικές εκπομπές του από την Deutsche Welle τον καιρό της Χούντας και αναφέρεται στο γνωστό βιβλίο του - επιλογή των εκπομπών αυτών - με τίτλο «Για την υπεράσπισι της Ελληνικής εγκεφαλοκρηπίδας. Εναντίον του σκοταδιστικού ψευτοδημοτικισμού», Κέδρος [1977], στις σελί­ δες του οποίου υπάρχουν παρόμοιες απόψεις για το Μανόλη Τριανταφυλλίδη και τη «Μεταξική» Γραμματική του. Ο κ. Καβροχωριανός μάλιστα, στο εισαγωγικό σημείωμα που προ­ τάσσει στη συνέντευξή του με τον κ. Σχινά, προβάλλει με έμφαση το βιβλίο αυτό της «εγκεφαλοκρηπίδας»! Εξάλ­ λου παρόμοιες απόψεις διατύπωσε ο κ. Σχινάς και σε άλλη συνέντευξή του στην εφημερίδα «Καθημερινή», 25 Ιου­ νίου 1989, ο. 23, με τίτλο «... πάρεξ ελευθερία και γλώσσα».

Για τη συνέντευξη αυτή του κ. Σχινά «Η περιπέτεια της Γραμματικής. Τριά­ στο «Διαβάζω», σε ό,τι αφορά το θέ­ ντα χρόνια από το θάνατο του Μανό­ μα της «Μεταξικής» Γραμματικής του λη Τριανταφυλλίδη», εφημ. «Καθημε­ ρινή», 23 Απριλίου 1989, σ. 21. Μανόλη Τριανταφυλλίδη έχω να πα­ ρατηρήσω τα εξής, που νομίζω πως 2. Ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης είχε ενδιαφέρουν το επιστημονικό κοινό: το πάθος της νεοελληνικής γλώσσας. 1. Για τη σθεναρή αντίσταση του κ.Ήθελε ν' αποκαταστήσει τη γλώσσα Σχινά από το Ραδιοφωνικό Σταθμό του Ελληνικού λαού, που ήταν αγνοη­ της Deutsche Welle εναντίον της δι­ μένη και κατατρεγμένη, και δεν είχε κτατορίας των συνταγματαρχών καμία - απολύτως καμία - πολιτική (1967-1974) όχι μόνο δεν υπάρχει κα­ σχέση με το δικτατορικό καθεστώς μιά αντίρηση, αλλά δίκαιος έπαινος της 4ης Αυγούστου. Ό ταν του προκαι πολλά συγχαρητήρια του απονέτάθηκε από τον Ιωάννη Μεταξά (1871μονται ανεπιφύλακτα. Για τις απόψεις 1941) - που ως Επτανήσιος είχε ζωηρή του όμως για το σημερινό δημοτικι­ την αίσθηση της δημοτικής· αυτό σμό και τη «φασιστοειδή», «Μεταξι­ φαίνεται και σε πολλά σημεία του κή» Γραμματική του Τριανταφυλλίδη προσωπικού «Ημερολογίου» του - να υπάρχει σφοδρότατη αντίρρηση και προεδρεύσει στην Επιτροπή που θα ζωηρή αγανάκτηση. Αποτελεί κατά­ συνέτασσε τη Νεοελληνική Γραμματι­ φωρη αδικία και ανακρίβεια, αν όχι κή (της δημοτικής), εδίστασε στην αρ­ κακοπιστία, η άποψη οτι η Γραμματι­ χή, αλλά ύστερ' από νηφάλια και ώρι­ κή του Τριανταφυλλίδη (1941) είναι μη σκέψη εκτίμησε σωστά το πράγ­ μα: είδε την εθνική σημασία του έρ­ «Μεταξική» και «τεταρτοαυγουστιανή». Ο ελαφρότερος χαρακτηρισμός γου για το οποίο του ζητούσαν τη γνώση και την προσφορά του, και για παρόμοιες απόψεις είναι ότι πρό­ κειται για ανεύθυνη παραδοξολογία αποφάσισε ότι δεν είχε δικαίωμα να και άγνοια των πραγμάτων. αρνηθεί. Τη Γραμματική του ο ΤριανταφυλλίΑν ήταν για προσωπική του υπόθε­ δης την επεξεργάστηκε τριάντα περί­ ση, δε θα δεχόταν ποτέ. Την καλύτερη που χρόνια, τουλάχιστον από τον και­ απόδειξη γι' αυτό αποτελεί η στάση ρό του Εκπαιδευτικού Ομίλου (1910, του το 1939, όταν μετά-τον πρόωρο θάνατο του καθηγητή Γεωργίου Ανααλλά 1913 για τον Τριανταφυλλίδη) και της Γλωσσοεκπαιδευτικής Μεταρρύθ­ γνωστόπουλου (1884-1936) υπέβαλε μισης του 1917-1920 ώς την έκδοσή υποψηφιότητα για—την έδρα της της το 1941 ■δεν την έγραψε κατά πα­ Γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθη­ ραγγελία του δικτάτορα Μεταξά! Το νών. (Ήταν η δεύτερη υποψηφιότητά γεγονός αυτό είναι πολύ γνωστό στο του στο Πανεπιστήμιο αυτό. Η πρώτη κοινό των επιστημόνων, των λογίων ήταν το 1924, μετά την αποχώρηση και των λογοτεχνών, που δε διανοήτου Γ.Ν. Χατζιδάκι, όταν συνυποψή­ θηκαν ποτέ να τη συσχετίσουν με το φιος του ήταν ο Αναγνωστόπουλος, ο καθεστώς της 4ης Αυγούστου! Πολύ οποίος και προτιμήθηκε). Από το Δε­ πρόχειρα παραπέμπω για το ζήτημα κέμβριο του 1938 του είχε ανατεθεί αυτό στη μελέτη μου «Ο Μανόλης από το Υπουργείο Παιδείας η σύντα­ Τριανταφυλλίδης και ο Δημοτικι— ξη της Νεοελληνικής Γραμματικής και με την επαφή αυτή ο υφυπουργός Νι­ σμός», περ. «Νέα Εστία», τομ. 100 κόλαος Σπέντζας του πρότεινε αν ήθε­ (1976), Χριστουγεννιάτικο τεύχος, ο. 185-197, και τελευταία στο εμπεριστα­ λε να «επέμβει» (!) στη Σχολή για "το ζήτημα της εκλογής του - που τόσο τωμένο άρθρο της κ. Μαρίας Κοκόλη


12/χρονικα πολύ την επιθυμούσε. Ήμουν από το 1934-35 πρώτα μαθητής και ύστερα βοηθός του, και μου ανακοίνωσε κα­ τάπληκτος την απαράδεκτη πρόταση του υπουργού. Απορούσε μάλιστα πώς ετόλμησε ο Σπέντζας να του προ­ τείνει κάτι τέτοιο! «Πώς το φαντάστη·· κε!», μου είπε με αγανάκτηση. Και πρόσθεσε: «Αν πρόκειται να με ψηφί­ σει από μόνη της η Σχολή, έχει καλώς' αλλά να με εκλέξει ύστερ' από πίεση του Υπουργείου, δεν το δέχομαι». «Μόνο αν με ψηφίσουν!», έλεγε κατη­ γορηματικά. (Θυμούμαι πολύ ζωηρά τη συζήτηση που είχαμε εκείνο το πρωί στο σπίτι του και αποδίδω σχε­ δόν αυτολεξεί τις φράσεις του). Και απέτρεψε αποφασιστικά τον αυθάδη υπουργό από κάθε σχετική ενέργεια. Και βέβαια η Σχολή δεν τον εψήφισε! Αν η διαβεβαίωσή μου αυτή δεν εί­ ναι αρκετή, παραπέμπω σε όσα γρά­ φει σχετικά ο ακαδημαϊκός ΣωκράΚτης Κουγέας (1877-1966), με τη διαφο­ ρά ότι ο αείμνηστος Κουγέας κάνει λά­ θος όταν γράφει ότι επρόκειτο για με­ τάθεση από το Πανεπιστήμιο Θεσσα­ λονίκης, ενώ επρόκειτο για νέα εκλο­ γή. (Δενψπορούσε να είναι μετάθεση, αφού ο Τριανταφυλλίδης είχε παραι­ τηθεί από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλο­ νίκης στις 30 Σεπτεμβρίου 1934 και είχε ιδιωτεύσει στην Αθήνα). Το ίδιο λάθος κάνει και ο ίδιος ο Τριανταφυλλίδης στο βιβλίο του «Δημοτικισμός και Αντίδραση», που εκδόθηκε μετά το θάνατό του, Αθήνα 1960, σ. 331 = φωτομηχανική ανατύπωση, Θεσσαλονί­ κη 1988: «Στα 1939 ξαναήρθε το ζήτη­ μα της εκλογής μου μετά το θάνατο του Αναγνωστόπουλου. Τότε, εποχή της δικτατορίας του Μεταξά που είχε εκδηλώθεί δημοτικιστής, με πολλή ευ­ κολία θα γινόμουν καθηγητής - γιατί είχε αλλάξει νόμο και μπορούσαν οι καθηγητές της Θεσσαλονίκης να έρ­ θουν στην Αθήνα με το τρίτο των ψή­ φων της Σχολής, αλλά δε δέχτηκα αυ­ τό τον τρόπο της εκλογής και παράμεινα στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονί­ κης». Αλλά το τελευταίο αυτό βιβλίο του Τριανταφυλλίδη (και προπάντων τα τελευταία του κεφάλαια) γράφτηκε υπό συνθήκες, θα έλεγα, τραγικές, όταν η ασθένεια του Parkinson του αχρήστεύσε σιγά σιγά τα χέρια και τα πόδια και τη γλώσσα, και μόνο χάρη στην πολύτιμη βοήθεια της αξέχαστης Έλενας Βεντούρα-Πολίτη μπόρεσε να προχωρήσει ώς εκεί που έφτασε. Όπως ήταν επόμενο, το έργο αυτό παρουσιάζει πολλές αδυναμίες. (Βλ. σχετικά και Γιώργου Γ. Αλισανδράτου, ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης και ο Δη­ μοτικισμός, περ. «Νςα Εστία», ό.π., σ. 192). Ιδού όμως το σχετικό κείμενο του Κουγέα: «Ό ’Ιωάννης Μεταξάς, δικτάτωρ τότε Κυβερνήτης, παρευρεθείς εις τόν "Παρνασσόν"», όπου τόν Νοέμβριον τού 1937 είχε τελεσθεϊ επιστημονικόν μνημόσυνον τού Ίω. Συκουτρή,* καί

άκούσας όσα έλέχθησαν περί τού κα­ τατρεγμού τόν όποιον εϊχεν ύποστή ό διεθνώς άνεγνωρισμένης άξίας νέος εκείνος φιλόλογος άπό καθηγητάς τής Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών, ήσθάνθη μεγάλην άγανάκτησιν. Νομίσας δέ ότι ήδύνατο νά θεραπεύση το κακόν διά τής μεταθέσεως δημοτικιστών κα­ θηγητών άπό τό Πανεπιστήμιον τής Θεσσαλονίκης εις τό Πανεπιστήμιον τών ’Αθηνών, έξέδωκε Νομοθετικόν Διάταγμα, διά τού όπ#ου κατά τινα τροποποίησιν τού Πανεπιστημιακού Νόμου έπετράπη μετάθεσις καθηγη­ τών. Τότε μετετέθη εις ’Αθήνας καί ό Τριανταφυλλίδης, τόν όποιον πολύ έξετίμα ό Μεταξάς καί εις τόν όποιον είχε άναθέσει τήν προεδρίαν τής όρι­ σθείσης ’Επιτροπής διά τήν σύνταξιν τής ύπό τού Κράτους έκδοθείσης Νεοελληνικής Γραμματικής. Ό Τριανταφυλλίδης, μολονότι είχε άνέκαθεν διακαή πόθον διά τήν καθηγεσίαν τών ’Αθηνών, δέν άπεδέχθη τήν μετάθεσιν, διότι, ώς είπεν, έπεθύμει νά είσέλθη είς τήν Σχολήν διά τής εύθείας καί όχι διά τής κατά παρέκκλισιν πανεπιστη­ μιακής όδοΰ, άς ήτο καί αύτή νόμι­ μος. Δέν πιστεύω νά ύπάρχη είς τόν τόπον μας όμοιον παράδειγμα τοιούτου ύψηλού ήθικού φρονήματος. Καί όμως ούτε αύτήν τήν γενναίαν πράξιν, ή όποια ήτο αύτοθυσία ύπέρ μιάς υψηλής ήθικής ιδέας άφορώσης εις τόν σεβασμόν τών πανεπιστημιακών θεσμίων, ήδυνήθησαν νά έκτιμήσουν οί γλωσσικώς άντιφρονούντες πανεπι­ στημιακοί». (Βλ. Σ.Β. Κουγέα, Τό ήθος τού Μανόλη Τριανταφυλλίδη, περ. ^Νέα Εστία», τόμ. 66, 1959, τεύχος 776, άφιερωμένο στον Τριανταφυλλίδη, σ. 1398-1399). [Για το ίδιο θέμα βλ. Λίνου Πολίτη, Κοντά στους νέους (ο Τριανταφυλλίδης), περ. «Νέα Εστία», τόμ. 66, 1959, σ. 1414. Αγαπητού Τσοπανάκη, Ο δρόμος προς την Δημοτική κτλ., περ. «Νέα Ετία» τόμ. 102,1977, σ. 1124. Του ίδιου, Μανόλης Τριανταφυλλίδης. Εί­ κοσι χρόνια από τον θάνατό του, στο βιβλίο του Ινστιτούτου Νεοελληνικών Σπουδών - Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη - «Μνήμη Μανόλη Τριανταφυλλίδη. Είκοσι χρόνια από το θάνατό του», Θεσσαλονίκη 1979, σ. 23 ( = Του ίδιου, Ο δρόμος προς την Δημοτική, Θεσσαλονίκη 1982, σ. 309-311 και 361362]. 3. Απάντηση στα όσα γράφει «φασιστοειδή», «Μεταξική» και «τεραρτοαυγουστιανή» Γραμματική του ’ ΤριανΤΐχφυλλίδη ο κ. Σχινάς αποτελεί το ακόλουθο απόσπασμα από τη με­ λέτη μου «Ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης όπως τον είδαν οι σύγχρονοί του», περ. «Νέα Εστία», τεύχος 1486,1 Ιουνίου 1989, σ. 737, όπου γίνεται υπαινιγμός για την «εγκεφαλοκρηπί­ δα» του κ. Σχινά. (Η συνέντευξή του στο «Διαβάζω» είναι μεταγενέστερη, 28 Ιουνίου 1989): «Καί είναι ν' άπορεϊ κανείς πώς αύτόν τόν άξιο έπιστήμονα, τόν καθαρό,

τόν άκακο καί άνεξίκακο άνθρωπο καί αγωνιστή, ήρθε νά τόν ταράξει στόν αίώνιο ύπνο του, νά τόν υβρίσει καί νά τόν διασύρει τά τελευταία χρό­ νια (1977) ένα άλλοπρόσαλλο βιβλίο "Γιά τήν ύπεράσπιση Τής έλληνικής έγκεφαλοκρηπίδας [!] έναντίον τού σκοταδιστικού ψευτοδημοτικισμού"! Τά όσα γράφονται στό βιβλίο αυτό γιά τό δημοτικισμό καί γιά τόν Τριανταφυλλίδη προσωπικά είναι τελείως άνεύθυνα καί φυσικά δέν πρόκειται νά τά λάβει κανείς ύπόψη του. Άν άναφερονται μέ άγανάκτηση τήν ιερή αύτή στιγμή, είναι μόνο γιά νά στιγματισθούν ώς άσεβή, άνεπιστημομικά καί άπαράδεκτα». Παρόμοιο υπαινιγμό είχα κάμει και στο άρθρο μου «Ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης και η προσφορά του στη Δημοτική», εφημ. «Το Βήμα», 29 Απρι­ λίου 1979, σ. 12 στ'. 4. Όσο για τις γλωσσικές απόψε του κ. ΣχΓνά, που συγκεφαλαιώνονται στην κομψή αποστροφή#του για «κά­ ποιους σκυθόγλωσσους παλιομοδίτι­ κους τυπολάτρες, που ανασόρονται από τη μούχλα του τριανταφυλλιδικού μαυσωλείου, για να μας^επιβάλουν και πάλι την τεταρτοαυγουστιανή γραμματική», τις αφήνω στην κρί­ ση του καλοπροαίρετου αναγνώστη, και παραπέμπω, για το μετά τον Τριανταφυλλίδη δημοτικισμό - που νομίζω πως είναι και ο δημοτικισμός του κ. Σχινά! - στην πρόσφατη μελέτη μου «Το "Ταξίδι" του Ψυχάρη (1888) και η επίδρασή του στη Νεοελληνική Λογοτεχνία», περ. «Νέα Εστία», τομ. 123 (1988), σ. 820-840, και ιδίως στις σ. 829-834. Ευχαριστώ για τη φιλοξενία Γιώργος Γ. Αλισανδράτος * Πάλι κάνει λάθος ο Κουγέας: το μνημόσυνο του Συκουτρή έγινε στις 29 Μαρτίου 1938 και όχι το Νοέμβριο του 1937.

Η απάντηση του κ. Α. Σχινά Δε μου επιτρέπεται να αντινάξω ο,τιδήποτε σε πλαίσια διαλόγου στον κ. Αλισανδράτο, επειδή, κατά το πρό­ για τυπο γνωστότερων νεοψυχαρικών, αποφεύγει και αυτός κάθε ανταλλαγή επιχειρημάτων μαζί μου επί του ενός και μόνου εν προκειμένω θέματος, του γλωσσικού- αλλά και επειδή προερχόμαστε, όπως βλέπω, από ασύμπτωτους χώρους εκφραστικο-αισθητικής αγωγής. Εφόσον όμως η επι­ στολή του δημοσιεύεται, γίνονται απαραίτητες κάποιες διασαφήσεις. Όταν το 1976 αφιέρωνα τις εβδομα­ διαίες εκπομπές μου από την Ντόιτσε Βέλε στο γλωσσικό, καταφθάνανε συ­ νεχώς στην Κολωνία ενθαρρυντικά


χρονικα/13 γράμματα κάθε προελεύσεως. Το βι­ βλίο μου τον άλλο χρόνο, με μια επι­ λογή από κείνες τις εκπομπές, μου προσκόμισε και άλλα, όπως ένα ιδιαί­ τερα τιμητικό γράμμα από τον Πανα­ γιώτη Κανελλόπουλο, και έγινε ευμενέ­ στατα δεκτό από τον τόπο, τη ραδιο­ φωνία και την τηλεόρασι. Πλησιέστερο στην αφορμή για την ανακίνηση αυτού του θέματος στο «Διαβάζω» τώρα είναι το ακόλουθο απόσπασμα από μιά διεξοδική παρουσίασι που έκανε τότε ο Κώστας Σταματίού στα «Νέα»; «(...) ό Σχινάς έξερράγη βλέπο­ ντας, έν έτει 1976, άνθρωποι σάν τόν μεταξικό Πέτρο Χάρη ν' άποφασίζουν, σάν μέλη «άρμοδίων» Επιτρο­ πών, πώς τά παιδιά μας θά μάθουν νά μιλάνε καί νά γράφουν μιά περιορι­ σμένη καί τεχνητή «δημοτική», μέ βά­ ση μιά γραμματική καί μιάν όρθογραφία πού γεννήθηκαν - καλοπροαίρετα ίσως - στά παρασκήνια τής δικτατο­ ρίας Μεταξά! Ένώ στό μεταξύ, ή γλώσσα - ζωντανός όργανισμός - έχει κάνει μιά τεράστια πορεία αότοεμπλουτισμοΟ καί μορφικών κατακτήΠολό περισσότερο εξερράγησαν οι νεοψυχαρικοί. Λίγο πριν από την έκδοσι, σε μια συνάντησι με τον κ. Κριαρά στη Γερμανία, διαπίστωσα πως δεν ενδιαφέρονταν καθόλου για τις διε­ θνείς γλωσσολογικές και γλωσσικές εξελίξεις, και πως θα του ήταν πιο οι­ κεία μια συζήτησι εμπρός στο μικρό­ φωνο αποκλειστικά για τις εξελίξεις της γλώσσας μας. Αλλά και αυτή μα­ ταιώθηκε γιατί, όπως έμαθα, διάβασε λίγο αργότερα σ' εκείνο το βιβλίο μου και μιά ανάλυσι των γλωσσορυθμιστικών του προτάσεων και προτίμησε να «θιγεί». Αντίθετα, μιά κριτική για το βιβλίο στην «Καθημερινή» ενέπνευσε σ' έναν άλλον νεοψυχαρικό, τον κ. Φόρη, ένα γράμμα προς την εφημερίδα, όπου αναγγέλονταν απειλητικά πως «ο Σχινάς θα πάρει την απάντησή του». Για την προετοιμασία της χρειά­ στηκαν δώδεκα χρόνια. Και νατην τώ­ ρα με την υπογραφή του κ. Αλισανδράτου στο «Διαβάζω» και την αποκάλυψι ότι μου πρωτοδόθηκε πριν από λίγους μήνες στη «Νέα Εστία», με τον ίδιο τρόπο, δηλαδή με την παρρη­ σία του «υπαινιγμού» και την επιβαλ­ λόμενη συμπύκνωσι της κατησχυμμένης αμηχανίας: «ένα αλλοπρόσαλλο βιβλίο». Μ' αυτή τη φράσι όλη κι όλη εκπληρώνεται η αυτονόητη πνευματι­ κή υποχρέωσι να αντικρουσθεί έστω και μία από τις θέσεις και τις απόψεις που αναπτύσσω σε 220 σελίδες. Κι όλα τ' άλλα: δακρύβρεχτες, αδολεσχικές και τελείως αδιάφορες για όλους μας διαβεβαιώσεις πως ο Τριανταφυλλίδης, που είχε ευνοηθεί μέχρι δοσιλογισμού από τον Μεταξά, αρνήθηκε, λέει, κάποτε, να ευνοηθεί και μέχρι εξευτελισμού. Αλλά και αυτές οι απο­ νενοημένες’ απόπειρες διάτρητες από ανακρίβειες. Π.χ.: Η «γλώσσα τού ελ­

ληνικού λαού, πού ήταν άγνοημένη καί κατατρεγμένη» - μέχρι την 4η Αυγούστου! Ο Μεταξάς «ώς Έπτανήσιος είχε ζωηρή τήν αίσθηση τής δη­ μοτικής» - όπως τεκμηριώνεται κι από κάτι τέτοια: «Θά νικήσωμεν! Καί μή λησμονώμεν ποτέ, ότι οί "Ελληνες, καί έάν δέν έπρόκειτο νά νικήσωμεν, τό όποιον δέν θά συμβή, διότι θά νική­ σωμεν, μή ληρμονώμεν, ότι ήμεϊς οί "Ελληνες έθέσαμεν πάντοτε ύπεράνω τής Νίκης τήν Δόξαν». Ο Τριανταφυλλίδης «δέν είχε καμία - άπολύτως καμία - πολιτική σχέση μέ τό δικτατορικό καθεστώς» - αν και ο Μεταξάς πρόβαλλε την τριανταφυλλιδική διάλεκτο ως συστατικό στοιχείο του φασισμού του: «Τό άτύχημα είναι ότι ή άρχουσα τάξις μέχρι σήμερον ήθέλησε νά συγχέη τόν δημοτικισμόν μέτόν κομμουνισμόν». Μιά και είχε συσσωρεύσει από και; ρό σχετικό υλικό, περιμένοντας προ­ φανώς την κατάλληλη ευκαιρία, τη γραμματική «δέν τήν έγραψε κατά παραγγελία τού δικτάτορα Μεταξά» ενώ ο Πέτρος Χάρης μας πληροφορεί ότι: «Ό ’Ιωάννης Μεταξάς Αποφασί­ ζει τή σύνταξη τής γραμματικής τής δημοτικής (...) Στό Εκπαιδευτικό Συμ­ βούλιο, μέ τόν κ. Μανώλη Τριανταφυλλίδη εισηγητή, κάνουν έπιστημονικώτερή έργασία. Ιστορική περίοδος, παραμονές ριζικών καινοτομιών. (...) Ό υπεύθυνος κυβερνήτης (...) ήταν, άκούω, τολμηρότερος, ριζοσπαστικώτερος κι άπό τά πιό προοδευτικά μέλη τού ’Εκπαιδευτικού ΣυμβουΚαι όσα άλλα, που θα καθιστούσαν αμφισβητήσιμη την επιχειρηματολογική φερεγγυότητα του κ. Αλισανδράτου και σε μιά ενδεχόμενη συζήτησι για το γλωσσικό. Μιά αφόρητη συζήτησι άλλωστε, αν ο τόνος της καθορί­ ζονταν από εκφράσεις του τύπου «ήρθε νά τόν ταράξει στόν αιώνιο ύπνο του» ή «τήν ιερή αύτή στιγμή».

Η βαθύτερη φύση της Ομοιοπαθητικής Αγαπητό ΔΙΑΒΑΖΩ, Έχοντας τόσο πολύ εκτιμήσει τη θαυμάσια 15θήμερη επιθεώρηση βι­ βλίου (και ιδεών) που έχετε φτιάξει, έμεινα άφωνος όταν είδα ένα αφιέρω­ μα στην... ΟΜΟΙΟΠΑΘΗΤΙΚΗ! Διότι, όποια γνώμη κι αν έχει κανείς για τη βασιμότητα ή μη των ισχυρι­ σμών της, σίγουρα δεν αποτελεί με τίποτα περιοχή της Πολιτείας των Ιδεών. Σε μια τέτοια περίπτωση θα ’πρεπε να περιμένουμε να απολαύ­ σουμε τα αφιερώματα στην «Αγγειακή Χειρουργική», τις «Μεταμοσχεύσεις» ή, χειρότερα, τη «Χριστιανική Επιστή­ μη Τάσεως δια της Πίστεως και μό­ νον» της Κυρίας Μαίρη Μπαίηκερ Έ-

Επειδή η ΟΜΟΙΟΠΑΘΗΤΙΚΗ (ΟΠ) αποτελεί ένα είδος λαϊκισμού της παραϊατρικής, ένα είδος «χημικού κιτρινισμού» και «χυμικής καταστροφολο­ γίας», είμαι υποχρεωμένος να ανοίξω εδώ μια μάχη με τους ομοιοπαθητικούς, διότι το να καταπίνεις κάθε τό­ σο την οργή σου βλάπτει περισσότε­ ρο την αλήθεια και λιγότερο εσένα, αφού για να ειπωθεί η αλήθεια κά­ ποιος κάλος πρέπει συνήθως να ’χει πρώτα πατηθεί (Τί θα λέγατε για το σκάνδαλο Κοσκωτά αν δεν είχε πατή­ σει ο χοντρός δεκάδες κάλους;) Ένα από τα 4 βασικά ιδεολογΙ||Μ%α της ΟΠ είναι πως δε βλέπει απρόσω­ πα τον άρρωστο αλλά εξατομικευμένα, μοναδικά. Μας συγκινεί ο σέβα-' σμός της προς τις ανεπανάληπτες ιδιαιτερότητες του καθενός μας που απαρτίζουν το πρόσωπό μας, τη μονα­ δική προσωπικότητά μας. Τότε όμως γιατί το τελικό αποτέλεσμα είναι πά­ ντα να δοθεί στον άρρωστο μια σκόνη από δυο εκατοντάδες όλες κι όλες; Πού βλέπουν το σεβασμό προς τις ιδιοτυπίες τους όσοι στριμώχνονται, τελικά κατά προκρούστειο τρόπο, σ’ ένα από τα (ελάχιστα) «κουτάκια» της; Αυτό λέγεται εξατομίκευση; Όταν η αφάνταστη πολυπλοκότητα της κανονικής και πραγματικής Τέ­ χνης του Ασκληπιού σήμερα αποκλεί­ ει εκ των πραγμάτων οποιαδήποτε ομοιότητα στη θεραπεία δυο αρρώ­ στων, αφού, όντως, δεν υπάρχουν αρ­ ρώστιες αλλά μόνον άρρωστοι; Και, καλά, ας υποθέσουμε ότι ο μυστικόληπτος και θρησκόληπτος Σαμουήλ Χάνεμαν, ο ιδρυτής της ΟΠ, είχε δίκιο να φρονεί σε μια εποχή (1820) που αγνοούσε ακόμη και την ύπαρξη των μικροβίων, ότι αρκούσαν τα τάδε 150200 μαντζούνια για τη θεραπεία, πό­ σης νόσου και πάσης μαλακίας. Σήμε­ ρα, τι εμποδίζει τους πιστούς του (διότι περί παραθρησκευτικού φαινο­ μένου πρόκειται) να διευρύνουν τη φαρμακολογία τους προσθέτοντας νέα σκευάσματα; Το απλό γεγονός ότι νιώθουν επαρκέστατοι μέσα σ’ ένα σύστημα αιώνια αμετάλλαγο, ου­ σιαστικά μεταφυσικό, που - όχι συμπτωματικά - έχει άριστες σχέσεις προς την άλλη εγγυήτρια μιας αιώ­ νιας τάξης: την Αστρολογία. Το άλλο ιδεολόγημα της ΟΠ ότι πε­ τυχαίνει τεράστια «δυναμοποίηση» (αδρανών ουσιαστικά σκονών) ανακατεύοντάς τες με αστρονομικές αραιώ­ σεις κάποιας ουσίας με το να χτυπάει την πιπέττα (το δοκιμαστικό σωλήνα) στην παλάμη, μόνον σαν αλλόκοτα απρόσμενη ομολογία των αυνανιστι­ κών τάσεων του Χάνεμαν μπορούμε να το εισπράξουμε. Κι επειδή κυριο­ λεκτώ, θα ’θελα να μου επιτραπεί να εξηγηθώ. Ο Χάνεμαν μοιάζει να είναι ένας τυ­ πικός καθαριομανής γιατρός και πα­ τέρας 6 παιδιών. Η θεωρία όμως περί «μιασμάτων;» που διατύπωσε έχει όλα τα γνωρίσματα ενός παραληρηματι­


14/χρονικά κού φόβου αγγίγματος (του δέρματος των άλλων) που θυμίζει το delire de toucher κάποιων νευρωτικών που εύ­ στοχα ο Φρόυντ το συσχετίζει προς τον τρόμο των πρωτογόνων μπας και άγγιξαν κάτι το απαγορευμένο. ΓΙ.χ. τα γεννητικά τους όργανα, στο δικό μας περιβάλλον. Το ότι ο πατέρας του Χάνεμαν τον κλείδωνε στο δωμάτιο, δώδεκα χρονών παιδάκι, για να κάνει «ασκήσεις σκέψης», λέει πολλά για όσους έχουν έστω και ελάχιστα κατα­ νοήσει ποια είναι η αντίστροφη σχέση μεταξύ επιβαλλόμενων σκέψεων και απαγορευόμενων αυτοερωτικών τά­ σεων στην ιδεο-ψυχαναγκαστική νεύ­ ρωση. Όπου κάποιες έμμονες ιδέες ( = ιδεοληψίες) έρχονται να πάρουν τη θέση ενοχών και οι ψυχαναγκασμοί ( = αίσθημα επιτακτικό να κάνουν ή να μην κάνουν κάτι, συνήθως συμβο­ λικά ισοδύναμο με το αυτοερωτικό άγγιγμα, π.χ. ν’ αναβοσβήνει κάποιος τους διακόπτες 50 φορές πριν κοιμη­ θεί) είναι είτε υποκατάσταστο των επιθυμιών είτε υπεραντίδραση ενά­ ντιά τους: Οπότε αρχίζει ένα «παρα­ λήρημα ΜΗ αγγίγματος» των εκάστοτε «βρώμικων»: κάποτε τ' αυτοκίνητο της βασίλισσας Φρειδερίκης σταμάτη­ σε σ’ ενα σκονισμένο σταυροδρόμι. Οι απλοί άνθρωποι που τη γνώρισαν έτρεξαν να της φιλήσουν το χέρι. «Το βλέμμα αηδίας που είδα στα μάτια της δεν θα το ξεχάσω ποτέ», μου ’λεγε ένας αυτόπτης μάρτυς. Η «βρωμιά» μπορεί να παίρνει διά­ φορες μορφές: γαστρψαργική (οι εβραίοι και οι μωαμεθανοί, σε μια από τις τόσες ομοιότητές τους που κά­ νουν αλλόκοτη την εχθρότητά τους) περιφρονούν όσους τρώνε χοιρινό κρέας, φυλετική (οι καθαρόαιμοι περιφρονούν τους «μπάσταρδους» και τους «μιγάδες»), διαιτητική (οι φυτοφάγοι νιώθουν αποστροφή προς τους «πτωματοφάγους» κρεαλάτρες), πολι­ τική (όσοι έχουν τα χαρτιά τους καθα­ ρά στις διάφορες Μυστικές Αστυνο­ μίες βλέπουν με τρόμο τα «μιάσματά», τους έστω και ελάχιστα «χρωμα­ τισμένους»), σεξουαλική (οι καλόγε­ ροι βλέπουν με απέχθεια όσους πα­ ντρεύονται, διότι «υποκύπτουν στη Σάρκα», το γνωστό αυτό συνώνυμο του Τρισκατάρατου), Ηθική (οι ενάρε­ τοι καυχώνται επιθετικά απέναντι στην παραμικρή κηλίδα των άλλων, ιδιαίτερα αν, μάλιστα, παραστράτη­ σαν κανονικά αυτοί), κ.λπ. Ιδιαίτερη μνεία χρειάζεται για τον ολοκληρωτι­ σμό κάθε είδους που θεωρεί «βρω­ μιά» την κάθε τάση απειθαρχίας προς τις παρανοϊκές του διαταγές. Δεν εί­ ναι, δηλαδή, καθόλου τυχαίο πως ο Τσαρλς Μάνσον, ο νεοναζί ομοφυλό­ φιλος σφαγέας της Σάρον Τέητ (1969), ονόμαζε «γουρούνια» όσους έσφαζε, όποιον του αντιμιλούσε και, φυσικά, τους Νέγρους τους οποίους μισούσε κι ήθελε να σπρώξει, μ’ ένα είδος «ομοιοπαθητικής μαγείας», να

σφάξουν όλους τους λευκούς και ν’ αρχίσει ένας φυλετικός πόλεμος στον οποίον θα επικρατούσαν τα «ζώα» και, τελικά, θα του πρόσφεραν το στέμμα, αυτού, του Λευκού, που θα 'χε σωθεί στην έρημο με 144.000 απο·> γόνους του... Η αλήθεια είναι πως ο Μάνσον είχε επηρεαστεί από την Scientology (Σαϊεντόλοζυ) του απα­ τεώνα Ρον Χάμπαρντ. Η σκέψη του όμως έχει ομοιότητες προς τον μελι­ στάλαχτο «ολοκληρωτισμό» της Ομοιοπαθητικής, διότι ενώ οι κανονι­ κοί γιατροί δεν έχουν αντίρρηση να παίρνουν οι ασθενείς τους, κοντά στα κανονικά φάρμακα, και τα εικονικά της ΟΠ, οι Ομοιοπαθητικοί, σ’ έναν εγκληματικό ιατρικό ιμπεριαλισμό, απαγορεύουν τη σύγχρονη λήψη των δικών τους με τα άλλα. Και για τις αυ­ τοκτονίες που 'χουν, ΤΟΤΕ, συμβεί, ποιος είναι υπόλογος; Ας δούμε όμως με ποιον τρόπο (δια της) επιφοιτήσεως του Αγίου Πνεύμα­ τος) ο Χάνεμαν βρήκε, ό,τι βρήκε. Η αφήγηση θυμίζει τους μεγαλομανιακούς της σκέψης που «ξαφνικά κατά­ λαβαν το υπέρτατο μυστήριο του κό­ σμου, ότι όλα είναι καμωμένα από ύλη», και άλλες τέτοιες αφηγήσεις όπου πάντα κάτι αβάσιμο ή και βλα­ κώδες συλλαμβάνεται μέσα σε μια αστραπή του «ασκημένου σώματος»: «Έργο λοιπόν της ζωής μου έθεσα να ανακαλύψω την αιτία των χρονιών ασθενειών και από το 1817 με απορρόφησε ολοκληρωτικά μέρα και νύχτα αυτή η έρέυνα. Ώσπου ο Μεγαλοδύναμος Θεός μου επέτρεψε μέ­ σα σ’ αυτό το χρονικό διάστημα (1816-1827) να λύσω προοδευτικά αυ­ τό το σπουδαιότατο πρόβλημα βασα­ νίζοντας συνεχώς τη σκέψη μου...» (Γ. Βυθούλκα, Ομοιοπαθητική Βίπερ, σελ. 38, 1974). (Οι υπογραμμίσεις δι­ κές μου, ΔΑ). Ο ύμνος αυτός προς τον Μεγαλοδύναμο εξηγεί επαρκώς γιατί η Βασι­ λική Οικογένεια της Αγγλίας έχει ομοιοπαθητικό γιατρό. Για τον ίδιο λόγο που ε(ναι και επικεφαλής του Τεκτονισμού. Οποιαδήποτε διδασκα­ λία σπρώχνει την «εκκοσμικευμένη» ιατρική να ξαναβρεί το δρόμο της προς το θεό, έστω και απλοποιούμενη εγκληματικά, είναι ευπρόσδεκτη, για λόγους πολιτικούς ΓΓ αυτό και γίνο­ νται ανεκτές, οι χιλιάδες σχολές του τσαρλατανισμού. Μπορεί να βλά­ πτουν την υγεία του κοινού, στηρί­ ζουν όμως την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων. ΓΓ αυτό και οι ψυχίατροι, π.χ., δεν τολμούν να ζητήσουν κλείσι­ μο των «ψυχοερευνητών» που απο­ σπούν τεράστια ποσά για «να λύσουν μάγια», «να βρουν τον πεθαμένο» κ.λπ. Όλοι αυτοί οι κύριοι έχουν τη μόνη άδεια που χρειάζεται για να λει­ τουργούν: άδεια από την... αστυνο­ μία I Είναι πολύ ενδιαφέρον ότι ο Χάνε­ μαν εξαιρεί τα αφροδίσια νοσήματα

απ’ όλα τ’ άλλα. Ακριβώς διότι τα υπο­ νοεί σιωπηρώς ίσως, αλλά σαφώς, ως πηγές όλων των άλλων! ΓΓ αυτό και θεωρεί πρωταρχικό το «συφιλιδικό μίασμα» (μοιάζοντας εδώ, αυτός, Εβραίος, στο ναζιστικό παραλήρημα που θεωρούσε τη σύφιλη λίγο ή πολύ ως morbo ebraica), μετεξέλιξη του οποίου (μαζί και δυο άλλων «μιασμά­ των», του ψωριασικού - σήμερα γνω­ ρίζουμε ότι η ψωρίασις είναι ψυχοσω­ ματικό νόσημα - και του «συκωτικού» - στρεπτοκοκκικού, που 'χει εξαφανι­ στεί σήμερα, όπως κι η σύφιλις, με τα αντιβιοτικά) θεωρούσε τον... καρκίνο! Οι ανοησίες αυτές για τα τρία προ­ πατορικά «μιάσματα» (γνήσια τριαδι­ κή μετωνυμία του «προπατορικού αμαρτήματος») απορρόφησαν όλη μας την κριτική διότι κάτι προδίδουν, κάτι λένε, έστω και σε γελοιογραφία. Όπως η παράνοια του Προέδρου Εφετών Σρέμπερ έλεγε πολλά για τη ζώνη αγνότητος κοτά του αυνανισμού που είχε φορέσει ως παιδί. Αν ο Φρόυντ μπόρεσε κι έριξε φως τόσο στην παράνοια όσο και στο φόβο των «μιασμάτων», το ’κάνε εν μέρει και επειδή ένιωθε «διωκόμενος», ως Εβραϊκής καταγωγής και ως Άθεος. Αν η ματιά του στάθηκε τόσο κοφτε­ ρή ενάντια στη Χίμαιρα ή Αυταπάτη που λέγεται θρησκεία είναι επειδή έβλεπε γύρω του την εξωφρενική ανακολουθία του σχολαστικού εξα­ γνισμού με την πιο αναίτια απλυσιά... Του ’ταν περιττό να πάει στην Ινδία και να δει τους υποτιθέμενα «καθα­ ρούς» Βραχμάνους (προς τους οποί­ ους νιώθουν πρωταδέλφια οι ομοιοπαθητικοί, που συχνά πιστεύουν και στις ανοησίες του «Κάρμα») να δεί­ χνουν μια εξωφρενική αδιαφορία για το βρώμικο περιβάλλον ταυτόχρονα με την εξεζητημένη ιεροτελεστία «καθαρμού» του σώματός τους, που δεν έχει καμιά σχέση με την πραγμα­ τική υγιεινή, αλλά είνα συμβολικά ραντίσματα του σώματος, με αυστηρά προκαθορισμένη σειρή... Αυτοί οι «καθαροί» τρέμουν να πιουν νερό απ’ το ίδιο πηγάδι μ’ έναν «Ακάθαρτο», έναν Παρία. Πράγμα που ανάγκασε τον Γκάντι να καθαρίζει μό­ νος του με χαρά τα αφοδευτήρια για να δείξει ότι οι «Ανέγγιχτοι» ΔΕΝ ήσαν πιο βρώμικοι από οποιονδήποτε άλλον επειδή έκαναν ταπεινότερες δουλειές, αλλά, αντίθετα, πως υπάρ­ χει ένας είδος θεϊκής ευλογίας ακόμα και στην αφοδευτική λειτουργία του ανθρώπου. Σ’ αντίθεση προς την Κροποτκινική αγάπη του Γκάντι προς κα­ θετί το ανθρώπινο, ιδιαίτερα τις περιφρονημένες κατώτερες θέσεις του (τόσο στο σώμα όσο και στην κοινωνι­ κή ιεραρχία), - οι Βραχμανίζοντες Ομοιοπαθητικοί πιστεύουν ότι αποτε­ λούν - ή ότι θα 'πρεπε να αποτελούν - το σύγχρνο Ιερατείο. Η ειρωνεία εί­ ναι πως αυτοί ακριβώς, που περιφρονούν βαθιά, αλλά ανομολόγητα, το


χρονικα/15 λαό, απευθύνονται δουλικά προς αυ­ τόν και τον κολακεύουν μέσα από εφημερίδες πλατιάς κυκλοφορίας με τον πιο δημαγωγικό τρόπο που υπάρ­ χει: λέγοντάς του π.χ ότι είχαν άδικο οι ανισόρροποι Κοπέρνικοι, Γαλιλαίοι και Κέπλεροι να πιστεύουν στην εξω­ φρενική θεωρία ότι η γη γυρίζει γύρω από τον ήλιο, όταν και τα μικρά παιδιά μπορούν να πιστοποιήσουν ότι ο ήλιος εμφανίζεται κάθε πρωί και χά­ νεται κάθε βράδυ... Αλίμονο, γράφει ο Ρόδης Ρούφος στα δοκίμιά του «οι μεταμορφώσεις του Αλάριχου»: το Δέντρο της Γνώ­ σης είναι άβολα φυτεμένο σε δυ­ σπρόσιτη περιοχή. Πολύ πιο προσπε­ λάσιμα είναι τα μυστικά κουτόχορτα κάθε είδους... Διονύσης Λιάρος

Απάντηση σε επιστολή του κ. Δ. Λιάρου Αγαπητό περιοδικό, Αντιπαρερχόμαστε την έμμεση πρόταση του συναδέλφου προς το «ΔΙΑΒΑΖΩ» να προσλάβει τον ίδιο για σύμβουλο επιλογής των θεμάτων στα οποία το περιοδικό θα κάνει αφιέρω­ μα- θα αναφερθούμε μόνο στην χωρίς έρεισμα κριτική του, της οποίας τόσο το ύφος όσο και το περιεχόμενο απο­ δίδουμε σε ελλιπή γνώση. Απορήσαμε πραγματικά για την άγνοιά του πάνω στο θέμα της (με ια­ χές: λαϊκισμός παραϊατρικής, χημικός κιτρινισμός κ.λπ.) πολεμικής κριτικής του, αλλά κυρίως δυσκολευτήκαμε να παρακολουθήσουμε την αλληλουχία των συνειρμών του: πώς δηλαδή συν­ δέει τα θρησκευτικά πιστεύω του Hahnemann με την ποιότητα των ανακαλύψεών του και με το σκάνδαλο Κοσκωτά (!), πώς συνδέεται στη σκέ­ ψη του η (μόνη δυνατή) μέθοδος πα­ ρασκευής ομοιοπαθητικών διαλυμά­ των με τον αυνανισμό (!), με το φόβο αγγίγματος των γεννητικών οργάνων (II) και με τη βασίλισσα Φρειδερίκη (!!!). Αναρωτηθήκαμε αν έστω κι ένα μέ­ λος της Ψυχιατρικής Εταιρείας θα προσυπέγραφε τις ερμηνείες του. Ο όρος «μίασμα» που φαίνεται να σκαν­ δαλίζει το συνάδελφο στην ομοιοπα­ θητική σημαίνει προδιάθεση. Ανακαλύψαμε (δεν το είχαμε ποτέ φανταστεί) πως σαν ομοιοπαθητικοί ασκούμε «εγκληματικό ιατρικό ιμπε­ ριαλισμό» κι ότι στηρίζουμε την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων, κι ακόμη ότι περιφρονούμε βαθιά και ανομολόγη­ τα (!) το λαό (!). Ευχαριστούμε τον κ. Λιάρο για την αβρότητα να «επιτρέπει» στους ασθε­ νείς του να παίρνουν και ομοιοπαθητικά φάρμακα ταυτόχρονα με τα ψυ­ χοφάρμακα, και τον πληροφορούμε πως οι ομοιοπαθητικοί γιατροί δεν

«απαγορεύουν» τη σύγχρονη λήψη ομοιοπαθητικών με φάρμακα της «κα­ νονικής» ιατρικής, αλλά απλά τους πληροφορούν πως μερικές κατηγο­ ρίες χημικών φαρμάκων μπορεί να μειώσουν ή και να αναστείλουν τη δραστηριότητα της ομοιοπαθητικής θεραπείας. Ο αγαπητός συνάδελφος στη μια παράγραφο εμφανίζει τα ομοιοπαθητικά φάρμακα στερούμενα δραστικότητας («εικονικά» τα λέει), σε μια άλ­ λη γράφει πως βλάπτουν την υγεία του λαού και σε μια τρίτη μέμφεται τους ομοιοπαθητικούς γιατί δεν προ­ χώρησαν στην ανακάλυψη κι άλλων! Η ομοιοπαθητική δεν «βλέπει» την «ανεπανάληπτη ιδιαιτερότητα» του αρρώστου ανθρώπου σαν αντικείμενο σεβασμού, όπως γράφει ο κ. Λιάρος, ούτε σαν αυτοσκοπό, αλλά χρησιμο­ ποιεί την ολιστική αυτή θεώρηση για να κατορθώσει την ολιστικού τύπου θεραπεία (ολιστική ιατρική). Τα ομοιοπαθητικά φάρμακά, που βέβαια είναι πολλαπλάσια των διακοσίων που αναφέρει ο συνάδελφος, δεν αντιστοιχούν σε ισάριθμες αν­ θρώπινες ιδιαιτερότητες - ακόμα και αν ήταν ένα εκατομμύριο δεν θα επαρκούσαν. Σε κάθε άνθρωπο, η πραγματικά ιδιαίτερη έκφραση του συνόλου της διαταραχής του δεν εξαντλείται με ένα, αλλά με μια σειρά - ακολουθία φαρμάκων (δύο, τριών, πέντε ή και δέκα), οπότε γίνεται φανερό πως οι συνδυασμοί που μπορεί να προκό­ ψουν, ακόμη κι αν τα φάρμακα ήταν

μόνο διακόσια, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του Δ. Λιάρου είναι κυ­ ριολεκτικά άπειροι και μπορούν να καλύψουν την απειρία των ιδιαιτερο­ τήτων της έκφρασης της ανθρώπινης διαταραχής. Όσον αφορά τον Samuel Hahne­ mann, οι βιογράφοι του, τον περιγρά­ φουν σαν θρησκευόμενο, με τη βαθιά και ουσιαστική έννοια της λέξης, και όχι θρησκόληπτο όπως θέλει να τον παρουσιάζει ο κ. Λιάρος. Το «θρησκό­ ληπτος» άλλωστε φαίνεται ασυμβίβα­ στο με την οξύτητα του πνεύματος που ο Hahnemann διέθετε, θα παραπέμψουμε μάλιστα τον ψυχαναλίζοντα αγαπητό συνάδελφο στον Karl Jung ο οποίος στο βιβλίο του «Ψυχο­ λογία και θρησκεία» γράφει μεταξύ άλλων: «Δεν τίθεται θέμα θρησκευτι­ κής πεποιθήσεως αλλά θρησκευτικής εμπειρίας». Η θρησκευτική εμπειρία είναι αναντίρρητη. Μπορείς μόνο να πεις πως ποτέ δεν είχες μια τέτοια εμπειρία, και ο συνομιλητής σου θα πει «συγγνώμην αλλά εγώ είχα» και εκεί θα τελειώσει η συζήτησή σας Τελειώνοντας θα ήθελα να υπο­ γραμμίσω πως τον συνάδελφο Διονύση Λιάρο θεωρώ πράγματι αγαπητό, όπως και τον αποκαλώ. Η απάντησή μου αυτή στην επιστολή του αφορά τις συγκεκριμένες θέσεις του και μόΜε εκτίμηση Βαγγέλης Ζαφειριού Νευρολόγος Ψυχίατρος Ομοιοπαθητικός

ΕΚΠΤΩΤΙΚΗ ΚΑΡΤΑ ΕΚΠΤΩΣΙΣ 10-20%

ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΚΑ ΕΙΔΗ (ΕΚΤΟΣ Β ΙΒΛ ΙΩ Ν Ο ΡΓΑΝ ΙΣΜ Ο Υ) ΕΓ Κ Υ Κ Λ Ο Π Α ΙΔ Ε ΙΕΣ Μ ΙΣΟ Τ ΙΜ Η Σ ΕΥ ΚΟ Λ ΙΕΣ Π Λ Η ΡΩ Μ Η Σ

Η ΕΚΠΤΩΣΗ ΙΣΧΥΕΙ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΑΤΑΚΤΙΚΕ^ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΚΑΙ ΚΑΘΗΓΗΤΩΝ ΥΠΕΡΑΓΟΡΑ ΒΙΒΛΙΟΥ

ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΠΟΣΤΑΝΟΓΛΟΥ & ΣΙΑ Ο.Ε. ΚΟ ΛΟ Κ Ο Τ ΡΩ Ν Η

92 ΠΕΙΡΑΙΑΣ - ΤΗΛ. 41.12.258 ΣΩ ΤΗ ΡΟ Σ Δ ΙΟ Σ 13-15 ΠΕΙΡΑΙΑΣ - ΤΗΛ. 41.71.330 ΝΟ ΤΑΡΑ 75 Π Ε ΙΡ Α ΙΑ Σ -Τ Η Λ . 41.12.258


16/χρονικα

(Ιδρύματα Βιεσέ και

______ ντε Μαρτίνο)

Δυο φυλακές της ιταλικής κουλτούρας Η πολύπλευρη προσωπικότητα του Πιερ Πάολο Παζολίνι εξακο­ λουθεί να είναι στην επικαιρότητα της ιταλικής ζωής, αφενός χά­ ρη στην ποιότητα του συγγραφικού και καλλιτεχνικού του έργου και αφετέρου εξαιτίας του αρχείου του. Η Γκρατσιέλλα Κιαρκόσι, κληρονόμος και συγγενής του, κατέθεσε πριν ένα χρόνο περίπου (αλλά μόλις τώρα αυτό έγινε γνωστό) χειρόγραφα, αλληλογρα­ φία, ταινίες και ανέκδοτα κείμενα του συγγραφέα στο Γκαμπινέττο Βιεσέ τη Φλωρεντίας. πό τα τελευταία το έργο που ενδιαφέρει περισσότερο τιτλοφορείται «Πετρόλιο» και φυλάχτηκε σε θωρακισμένο χρηματοκι­ βώτιο. Στην ίδια θυρίδα φυλάσσονται και επιστολές του Μοντάλε, που θ' ανοιχτούν με­ τά το έτος 2.000. Στο «Πετρόλιο» ο Παζολίνι άρχισε να εργάζεται από το 1963 και το μυθι­ στόρημα αυτό, σύμφωνα με το αρχικό σχέ­ διο, θα έφθανε τις 2.000 σελίδες περίπου. Ο Παζολίνι έφθασε στις 600 σελίδες, από τις οποίες μόνο ένα μέρος έχει γραφεί στην τελι­ κή μορφή του. Θέμα του μυθιστορήματος εί­ ναι, όπως ο ίδιος ο Παζολίνι είχε κάνει νύξεις, η κριτική της νεοκαπιταλιστικής κοινωνίας και των εκπροσώπων της και ο Μοράβια, που διάβασε το έργο, το βρήκε πολύ νεοτεριστικό. Με φόντο το ρόλο που το κεφάλαιο παίζει στη σημερινή κοινωνία μας, καθώς έγινε ο μεγάλος πρωταγωνιστής του διε­ θνούς καταμερισμού εργασίας, ο συγγρα­ φέας αναφέρεται στην ανωριμότητα και τα πάθη της κοινωνίας μας, με κέντρο βάρους την Ιταλία. Τη φύλαξη του συνόλου σχεδόν των κατα­ λοίπων του Παζολίνι στο ίδρυμα Βιεσέ επι­ κρότησαν οι Ιταλοί διανοούμενοι, γιατί μόνο έτσι μπορεί να διαφυλαχτεί η αναγκαία εχε­ μύθεια και να ταξινομηθεί το υλικό. Ακόμη και το ίδρυμα "Πιερ Πάολο Παζολίνι", με έδρα τη Ρώμη και επίτιμο πρόεδρο τον Μο­ ράβια, που έχει αναλάβει τη γενικότερη προ­ βολή του έργου του συγγραφέα, συγκατένευσε στην επιλογή αυτή. Βέβαια η σταδιακή αποδέσμευση των επιμέρους κειμένων θα επιτρέψει τον εμπλουτισμό των γνώσεών μας γύρω από τον Παζολίνι, δίνοντας την ευκαι­ ρία και σε πρόσωπα που ήταν πολύ κοντά του να ανασκευάσουν τη μορφή του, όπως επιδιώκει ο Νίκο Ναλντίνι, εξάδελφος και βιο­ γράφος του (ο οίκος Εϊνάουντι κυκλοφόρησε πρόσφατα τη μονογραφία: Παζολίνι, μια ζωή). Το ίδρυμα Βιεσέ μπορεί να παραλληλισθεί με τις Εταιρείες που ξεκίνησαν τον περασμέ­ νο αιώνα ως αίθουσες «αναγνώσεως και δια­ λέξεων» και ως όμοιο του μπορεί να χαρακτηρισθεί η Αναγνωστική Εταιρεία της Κέρκυ­ ρας, μοναδικό εξάλλου κατάλοιπο σε όλη την Ελλάδα ενός τέτοιου σωματείου. Ο Βιεσέ το

Α

1819 εγκαταστάθηκε στη Φλωρεντία και αμέ­ σως συνδέθηκε με τους εκεί πνευματικούς κύκλους, όπου συνέρχονταν τα καλύτερα ονόματα της ιταλικής διανόησης, ο Θωμαζαίος, ο Μαντσόνι, ο Λεοπάρντι, ο Μοντάνι κ.α. Η «Ανθολογία» περιοδικόπου ακόμη εκδίδεται, υπήρξε το σημείο αναφοράς των λο­ γιών αυτών, ενώ από την ίδια ομάδα ξεκίνη­ σαν και άλλα έντυπα, όπως το Ιστορικό Ιτα­ λικό Αρχείο, που ακόμη σήμερα αποτελεί δείγμα εγκυκλοπαιδικής και ερευνητικής πρωτότυπης δουλειάς. Με την πάροδο του χρόνου οι λόγιοι άφηναν τα κατάλοιπά τους στο Ίδρυμα, όπου τώρα πια έχει σχηματισθεί ένας τεράστιος όγκος, που ταξινομείται από ειδικευμένο προσωπικό.

ο Ινστιτούτο "Ερνέστο ντε Μαρτίνο" του Μιλάνου είναι μικρότερης εμβέλειας από το προηγούμενο του Βιεσέ, αλλά αξίζει τον κόπο να γίνει γνωστό το έργο που επιτελεί. Γεννήθηκε το 1965 και στόχο του έθεσε τη διάσωση του «λαϊκού» πολιτισμού, με την έν­ νοια που δίνεται σήμερα για την αστική λαο­ γραφία, γι' αυτό θα λέγαμε καλύτερα (όπως και οι Ιταλοί σημειώνουν) «προλεταριακού» πολιτισμού. Τα τραγούδια του πεζοδρομίου και των πλατιών λαϊκών μαζών, τα λαϊκά στι­ χουργήματα και τα λαϊκα θεατρικά έργα από τον 19ο αιώνα ώς σήμερα έγιναν αντικείμενο συλλογής και έκδοσης. Από τους ιδρυτές Λέυντι, Μπόζιο και Τσιρέζε ώς τους σημερι­ νούς Κόζιολα, Μπερμάνι και Στρανιέρο το εν­ διαφέρον επικεντρώθηκε στην επιτόπια έρευ­ να, στην παρακολούθηση των αυθόρμητων εκδηλώσεων και στην αποτύπωση των λαϊ­ κών παραστάσεων. Είναι ενδεικτικό ότι η πρώτη έδρα του Ινστιτούτου ήταν μαζί με τις εκδόσεις Μπέλλα Τσιάο, πράγμα που κατα­ δεικνύει την καταγωγή του από τις εμπειρίες που έφερε η πολεμική και μεταπολεμική πε­ ρίοδος. Το "Ντε Μαρτίνο" βοήθησε οικονομι­ κά ο Τζιοβάννι Πιρέλλι, αλλά σήμερα τα μέσα που διαθέτει έχουν μειωθεί σημαντικά, ώστε καθίσταται προβληματική η καλή λειτουργία του.

Τ

Γ.ΠΛ


αφιερω μα/17

Τζωρτζ Όργονελ Ο συγγραφέας - Ο άνθρωπος Συμπληρώνονται φέτος σαράντα χρόνια από την έκδοση του «1984» του Όργουελ. Το βιβλίο, που μεταφράστηκε μέχρι σήμερα σε 62 γλώσσες, δεν ήταν απλώς ένα «προφητικό», απαισιόδοξο μυθιστόρημα, μια ουτοπική φαντασία, αλ­ λά και μια εφιαλτική απεικόνιση της σύγχρονης μηχανοκρατούμενης εποχής. Ο δημιουργός του, ένας επαναστάτης που βίωσε με εξαιρετικό αίσθημα ευθύνης τα οράματα και. τις απογοητεύσεις του, έδωσε στο έργο του ένα σκηνικό που δείχνει την εφιαλτική εικόνα του ολοκληρωτικού, γραφειοκρατικού συστήματος διακυβέρνησης που απειλεί την ανθρωπότητα, καθώς τα κράτη αποκτούν υπέρ­ μετρη εξουσία, ενώ οι πολιτικοί συμβάλλουν στην καταπίεση και παραβίαση της ελευθερίας του ατόμου, την καταρράκωση της αξιοπρέπειάς του, τη δια­ στρέβλωση της αλήθειας και τη φθορά της γλώσσας που και αυτή γίνεται μέσο για την ισοπέδωση της σκέψης. Ο Όργουελ με το «1984» - έργο ωριμότητας και πόνου (το έγραφε παλεύο­ ντας με τη φυματίωση που τον κατέτρωγε από την εφηβεία του ακόμη και διόρ­ θωνε το κείμενό του μέσα στο σανατόριο) - δίνει στους αναγνώστες του αξιο­ πρόσεκτα μηνύματα: ο άνθρωπος αντικατέστησε το «Θεό» του με την τυφλή εξουσία που στο έργο ταυτίζεται με τον «Μεγάλο Αδελφό». Η ζωή του όμως μέ­ σα στην τυραννία, το φόβο και την αυστηρή οργάνωση είναι κάθε άλλο παρά ανθρώπινη. Η ίδια η σύντομη πορεία της ζωής τού Όργουελ δικαίωσε τις θέ­ σεις του: πάντα αναζητούσε μια κοινωνία δίκαιη για όλους κι ένα πολιτικό σύ­ στημα που να σέβεται την αυτονομία και το δικαίωμα κάθε ατόμου για την προσωπική και ιδιωτική του ζωή. Δίκαια θα έπαιρνε τον τίτλο του «Υπερασπιστή της ανθρώπινης αξιοπρέ­ πειας» έτσι όπως την οραματιζόταν σαν γέννημα της Βιρμανίας - «υπάρχει στη βιρμανική ζωή μια ομορφιά», γράφει ο ιστορικός Τζ. Χάρβεϋ, «που δεν είναι μόνο χάρμα ιδέσθαι αλλά έχει και μια αξιοπρέπεια που σε κάνει να νιώθεις πε­ ρήφανος για το ανθρώπινο γένος» - την οποία εγκατέλειψε για να σπουδάσει στην Αγγλία και όπου ξαναγύρισε σαν «εξουσία» για να επιστρέφει βέβαια στην Αγγλία όταν συνειδητοποίησε ότι η αποστολή του εκεί συνέβαλλε στην κα­ ταδυνάστευση του βιρμανικού λαού. Το πλησίασμα και η ερμηνεία του πολυσύνθετου έργου του Όργουελ πι­ στεύω ότι είναι υπόθεση προσωπική και υποκειμενική. Δεν επαληθεύεται. Γι’ αυτό και τα κείμενά του θ’ αποτελούν πάντα πεδίο πνευματικής άσκησης για όσους τα πλησιάζουν κι επιχειρούν να χαρούν κάτι απ’ αυτά. Πράκειται αναμφισβήτητα για μια μεγαλοφυία που η αξία της - φαινόμενο όχι σπάνιο δεν αναγνωρίστηκε όσο ακόμα ζούσε. Η φήμη και η διάδοση του έργου του και οι ποικίλοι προβληματισμοί που δη­ μιούργησε στους διανοητές απόδειξε πως η εμπάθειά του προς τον ολοκληρωτι­ σμό έγινε μοναδική αρετή και όπλο του για να πολεμήσει τον εχθρό αυτό του ανθρώπου. Γιατί ο Όργουελ αγάπησε τον άνθρωπο. Αναμφίβολα τον εγκατέλειψε η ελπίδα για ένα καλύτερο κόσμο. Σ’ αυτό συνέβαλαν τα βιώματα και οι προσωπικές εμπειρίες του. Ο Όργουελ δεν μας έδωσε ένα καλύτερο, ομορφό­ τερο κόσμο. Περιορίστηκε στην αρνητική του πλευρά μέσα στην υπερβολή της φαντασίας του. Ήταν η αποστομωτική του άρνηση σε κάθε μορφή καταπίεσης από άνθρωπο σε άνθρωπο. Επιμέλεια αφιερώματος: Ν ένα I. Κοκκινάκη


18/αφιερωμα

Χρονολόγιο Τζωρτζ Όργουελ (1903- 1950) 1903 25 Ιουνίου: γέννηση του Eric Arthur Blair κατοπινού George Orwell στο Μοτιχάρι (Motihari) της Βεγγάλης. Δεύτερος από τρία παιδιά. Ο πατέρας του Richard Walmesley Blair ήταν κα­ τώτερος διοικητικός υπάλληλος στις Ινδίες και ενταγμένος στο νόμιμο εμπόριο του οπίου με την Κίνα. Η μητέρα του Ida Ma­ bel Limouzin γεννήθηκε από πατέρα Γάλλο.

1904 Η Ida Limouzin έρχεται να ζήσει στην Α γγλία για να μορφώσει τα παιδιά της. Ο Οργουελ θα ξαναδεί τον πατέρα του στα 1907.

1911-1916 Ο Ό ργουελ κερδίζει μια υποτροφία για το Prep. School του Αγίου Κυπριανού στο Σάσεξ, ένα ιδιωτικό ίδρυμα που προε­ τοίμαζε παιδιά για να φοιτήσουν στα ονομαστότερα κολλέγια. Η εμπειρία του εδώ ήταν τραυματική. Ο Ό ργουελ τη διηγείται σ’ ένα πολύ εκτεταμένο αυτοβιογραφικό κείμενο: «Such, such were the joys» που δε δημοσιεύτηκε όταν ζούσε εξαιτίας της καυστικότητας που το χαρακτήριζε. Πρόκειται για ένα κείμενο που καταδικάζει ολόκληρο το αγγλικό εκπαιδευτικό σύστημα. Μερικοί κριτικοί διέκριναν σ’ αυτό ένα πρόδρομο του «1984». Ανάμεσα στους συμμαθητές τού Ό ργουελ στον Ά γ ιο Κυπρια­ νό ήταν και ο κριτικός Κύριλλος Κονολύ (Cyril Connolly), ο οποίος αναπολεί αυτή την περίοδο στο μυθιστόρημα του Ennemies o f Promise. Στα 1914, ο Ό ργουελ αρχίζει να γράφει ποιή­ ματα που δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα του σχολείου.

1917-1921 Ο Ό ργουελ παίρνει υποτροφία για το Κολλέγιο του Ή τον (Eton), όπου θα έχει συμμαθητές τον Κονολύ, τον Μπίτον (Ce­ cil Beaton), τον Πόουελ (Antony Powell). Ο Ά λντους Χάξλεϋ (Aldous Huxley) θα είναι ο καθηγητής του στο μάθημα των Γαλλικών για ένα χρόνο. Ο Ό ργουελ είναι ένας μέτριος μαθη­ τής που δε διστάζει να δηλώνει την απόσταση που τον χωρίζει από το περιβάλλον του κολλεγίου (θα περιγράφει την εμπειρία του από το Public School στο βιβλίο «Πέντε χρόνια στη χλιαρότητα του σνομπισμού»). Διαβάζει πολύ, κυρίως Shakespare, Swift, Thackeray, Dickens, Kipling, όλο το έργο του Wells, όλο του Shaw, έργα αστυνομικά και έργα φαντασίας που αγαπά

Ο Έρικ Μπλαιρ 14 χρονών

«Λεν μπορεί κανείς να δείξει με χειρότερο τρόπο τη σκληρότητα τον προς ένα παιδί από το να το στείλει σ’ ένα σχολείο, όπου όλα τα παιδιά είναι πλουσιότερα απ’ αυ­ τό. Ένα παιδί που έχει συνείδηση της φτώχειας τον θα νιώσει πετα­ μένο σε μια γωνιά, πράγμα που οι μεγάλοι δεν μπορούν καν να φα­ νταστούν» (Α πό το βιβλίο του «Ας κυματίζει η Ασπιδίστρα»)

Στο Κολλέγιο του Ήτον


αφιερω μα/19 ιδιαίτερα. Είναι επίσης συνεργάτης σε περιοδικά της Ετονίας στο Election Times και στο College Days. Στο Ή τον συντάσσει δυο μελέτες που θα παίξουν συμαντικότατο ρόλο στη μελλοντι­ κή του παραγωγή: «Το νησί του δόκτορα Μορό» για τον Γουέλς και το «Ατσάλινο τακούνι» για τον Τζακ Λόντον.

1922-1927 Μετά το τέλος των σπουδών του στο Ή τον ο Ό ργουελ αντί να προσπαθήσει να κερδίσει μια υποτροφία για το Πανεπιστήμιο του Cambridge, αποφασίζει να εγκαταλείψει τις σπουδές του και να ενταχθεί στην Ινδική Αυτοκρατορική Αστυνομία (η αι­ τία της επιλογής του αυτής, όπως έγραψε στην αίτηση προσλήψεώς του στην Αστυνομία, ήταν ότι η «οικογένειά του είχε ρί­ ζες σ’ εκείνα τα μέρη»). Στις 27 Οκτώβρη 1922 μπαρκάρει για τις Ινδίες. Μαθαίνει τη βιρμανική γλώσσα και παρακολουθεί νομικά στη Σχολή της Αστυνομίας της πόλης Μανταλέυ. Μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια με τις μεταθέσεις που έπαιρνε ως αστυνομικός γύρισε τη Βιρμανία και γνώρισε καλά την περιο­ χή: Μουλμέιν, Μγιαουνγκμγιά, Θατόν, Σίριαμ, Σίτουε. Α να­ καλύπτει την αλήθεια για τον ιμπεριαλισμό και σιγά-σιγά μισεί το επάγγελμά του και ενισχύεται μέσα του. η επιθυμία της απο­ μόνωσης. Τα βιώματά ίου αυτά γίνονται αφετηρία να εμπνευ­ στεί το πρώτο του μυθιστόρημα «Μέρες της Βιρμανίας», αλλά και δυο από τα καλύτερά του δοκίμια-μαρτυρίες: «Σκοτώνο­ ντας έναν ελέφαντα» και « Έ νας απαγχονισμός». Τον Ιούλιο του 1927 επιστρέφει στην Αγγλία με εξάμηνη άδεια «για λόγους υγείας» και υποβάλλει την παραίτησή του από την αυτοκρατορική αστυνομία.

«Η πεποίθηση που είχα ότι θα ήταν αδύνατο να πετύχω είχε εδραιωθεί μέσα μου και επηρέασε τη συμπεριφορά μου και αργότε­ ρα, όταν πια βρισκόμουν σε ώριμη ηλικία. Μέχρι τα τριάντα μου ορ­ γάνωνα τη ζωή μου με βάση την αρχή ότι κάθε μου φιλοδοξία ήταν καταδικασμένη στην αποτυχία». («Such, such were the joys)

Στη Σχολή της Αστυνομίας, στη Βιρμα­ νία

1928-1929 Με μεταχειρισμένα ρούχα, αγορασμένα από παλαιοπωλείο, πραγματοποιεί την πρώτη του εξερεύνηση στις φτωχογειτονιές του Λονδίνου. Την άνοιξη του 1928 βρίσκεται εγκατεστημένος στο Παρίσι για να γράψει. Το πρώτο του άρθρο («Αποδοκιμα­ σία για το αγγλικό σύστημα») δημοσιεύτηκε στη Monde του Henri Barbusse. Δημοσιεύει επίσης το πρώτο του άρθρο στα Αγγλικά (29 Δεκέμβρη 1928) στο CK’S Weekly του Chesterton. Το Φεβρουάριο του 1929 μετά από μια σοβαρή προσβολή πνευ­ μονίας νοσηλεύεται δυο βδομάδες στο Κοσέν. Αργότερα θα δώσει μια τρομακτική περιγραφή των συνθηκών νοσηλείας εκεί σ’ ένα δοκίμιο («Πώς πεθαίνουν οι φτωχοί», 1946). Τον Οκτώ­ βριο έχει ήδη ολοκληρώσει δυο μυθιστορήματα που θα κατα­ στρέψει και δε θα γνωρίσουν ποτέ το φως της δημοσιότητας. Για λόγους οικονομικούς δεν επιστρέφει στην Αγγλία και απο­ φασίζει να μείνει στο Παρίσι και να δουλέψει πλένοντας πιάτα σ’ ένα μεγάλο ξενοδοχείο της Rue Rivoli. Ζει στις φτωχογειτο­ νιές του Παρισιού. Το Παρίσι το εγκαταλείπει στα 1929.

«Υπόταξα τα πάντα σε μια απλή θεωρία, κατά την οποία οι κατα­ πιεσμένοι έχουν πάντα δίκιο και οι καταπιεστές έχουν πάντα άδικο. Η θεωρία μπορεί να μην είναι απόλυ­ τα σωστή, προκύπτει όμως τελείως φυσικά απ’ αυτό που νιώθει κανείς όταν γίνεται ο ίδιος καταπιεστής. Ένιωθα ότι δεν είχα απλώς την υποχρέωση να στραφώ ενάντια στον ιμπεριαλισμό, αλλά και να χτυπήσω κάθε μορφή επιβολής αν­ θρώπου σε άνθρωπο. Ήθελα να μπω μέσα στους καταπιεσμένους, να γίνω ένας απ’ αυτούς και να ’μαι δίπλα τους ενάντια στην τυ­ ραννία» («Ο δρόμος προς την αποβάθρα του Ουίγκαν»)

1930-1933 Τριγυρνώντας μαζί με τους «αλήτες» στην Αγγλία με το ψευ­ δώνυμο Burton συγκεντρώνει το υλικό του πρώτου του βιβλίου αλλά και πολλών δοκιμίων. Οι «Αλήτες του Παρισιού και του Λονδίνου» εκδόθηκαν από τον Βίκτορα Γκόλαντς (Victor Gollancz) στις 9 Ιανουάριου 1933. Προηγουμένως το βιβλίο είχε απορριφθεί από δυο εκδότες. Τότε γεννήθηκε ο “Georges Or­ well”. Ο Έ ρικ Μπλαιρ προτίμησε ένα ψεύδώνυνο γιατί δεν ήταν περήφανος για το βιβλίο του. [Το ψευδώνυμο αυτό επιλέ-

«Η πρώτη συνέπεια της φτώχειας είναι η δολοφονία της σκέψης» (Α πό το «Ας κυματίζει η Ασπιδίστρα»)


20/αφιερωμα χτηκε ανάμεσα σε τρία: Kenneth Miles, Η. Lewis Always και George Orwell. Ό ργουελ είναι το όνομα ενός μικρού αγγλικού ποταμού]. Στο τεύχος Μαρτίου-Μαίου 1930 του New Adelphi, περιοδι­ κού που ίδρυσε στα 1923 ο John Middleton Murry, ο Ό ργουελ δημοσιεύει την πρώτη του λογοτεχνική κριτική [με θέμα το βι­ βλίο του Lewis Mumford για τη Μελβίλ (Melville)]. Αυτό ήταν η απαρχή μιας σημαντικότατης δημοσιογραφικής καριέρας. Σε διάστημα μικρότερο από 20 χρόνια ο Ό ργουελ, παράλληλα με τα βιβλία του, θα δώσει πάνω από 700 κείμενα από απλά άρθρα μέχρι δοκίμια 50 σελίδων πάνω σε διάφορα θέματα. Τον Οκτώ­ βριο του 1930 αρχίζει το πρώτο του μυθιστόρημα «Οι μέρες της Βιρμανίας» που θα ολοκληρωθεί σε δυο χρόνια. Μένοντας πά­ ντα φτωχός δέχεται μια θέση δημοδιδάσκαλου σε ιδιωτικό σχο­ λείο.

1934-1935 Ο Βίκτορ Γκόλαντς διστάζει να αναλάβει την έκδοση του βι­ βλίου «Μέρες της Βιρμανίας» φοβούμενος τις ιστορίες με τα δι­ καστήρια. Το βιβλίο κάνει αρχικά την εμφάνισή του στην Αμε­ ρική από τον εκδοτικό οίκο Harper και δέχεται ευνοϊκότατη κριτική. Στο τέλος του 1934 προσβάλλεται πάλι από πνευμόνια και νοσηλεύεται. Ο Ό ργουελ εγκαταλείπει τη θέση του δημο­ διδάσκαλου και δέχεται μια θέση σ’ ένα βιβλιοπωλείο του Χάμστεαντ (Hampstead). Γίνεται μέλος του Εργατικού Κόμμα­ τος που αντιπροσωπεύει την πιο προχωρημένη τάση της Α ρι­ στερός στην Αγγλία. 1935: Καινούριο μυθιστόρημα «Η κόρη του παπά». Συνάντηση με την Eileen Ο ’ Shaughnessy, την οποία θα πα­ ντρευτεί την επόμενη χρονιά. Γράφει ένα από τα κύρια άρθρα (το άλλο του Blaise Ceudrars) για τον «Τροπικό του Καρκίνου» του Μίλερ.

1936 Τον Ιανουάριο το Leftbook Club τού προτείνει να γράψει ένα βιβλίο για τις οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες στις βό­ ρειες βιομηχανικές περιοχές. Φεύγει για το Ουίγκαν (Wigan), το Σίφελδ (Sheffield) και το Λίβερπουλ (Liverpool) για να διερευνήσει το θέμα. Καρπός της έρευνάς του αυτής ήταν «Ο δρό­ μος προς την αποβάθρα του Ουίγκαν», που ολοκληρώνεται το Δεκέμβρη. Μοιράζεται τη σκληρή ζωή των άνεργων ανθρακω­ ρύχων της περιοχής και ασκεί έντονη κριτική στα υπάρχοντα σοσιαλιστικά κινήματα. Πολλά άρθρα, ανάμεσα στα οποία κι ένα εκτεταμένο για την «Υπεράσπιση του μυθιστορήματος», δημοσιεύοναι αυτή την περίοδο. Ο Ό ργουελ αλληλογραφεί με τον Henry Miller που φαίνεται ενθουσιασμένος με το βιβλίο του «Αλήτες του Παρισιού και του Λονδίνου», αλλά σαρκάζει κατά ένα τρόπο τον ιδεαλισμό του: «Δεν μπορώ ούτε μια στιγμή να δεχθώ ότι θα ’ρθει μια μέ­ ρα που δε θα υπάρχει η τάξη των σκλάβων ή η αθλιότητα. Θέ­ λοντας να είμαι σκληρός αλλά πάντα δίκαιος, θα έλεγα πως ό,τι έχετε υποφέρει ήταν συνέπεια της δικής σας ανεπιτηδειότητας στις αξιολογήσεις και του κακού τρόπου με τον οποίο δεχθήκατε την αγγλική εκπαίδευση» Α πρίλιος: Εκδίδει το «Ας κυματίζει η Ασπιδίστρα» Ο Ό ργουελ εγκαθίσταται στην περιοχή του Γουέλινκτον.

«Κάθε γραμμή που έγραψα μετά το 1936 γράφτηκε λίγο πολύ ενά­ ντια στον ολοκληρωτισμό με όλη τη δέουσα σοβαρότητα και με σκο­ πό την ανάδειξη τον δημοκρατι­ κού σοσιαλισμού, όπως εγώ τον αντιλαμβάνομαι» («Γιατί Γράφω»)


αφιερωμα/21

1937 Ο Ό ργουελ αποφασίζει να στρατευτεί στην Ισπανία στο πλευ­ ρό των Δημοκρατικών. Κάνει ένα σταθμό στο Παρίσι για να συναντήσει τον Μίλλερ (ο οποίος θα του δώσει ένα πανωφόρι) και φτάνει στη Βαρκελώνη μ’ ένα συστατικό γράμμα από την Αγγλία. Δεν θα ενταχθεί στις Διεθνείς Ταξιαρχίες, όπως οι πε­ ρισσότεροι διανοούμενοι που βρίσκονται εκείνη την εποχή στην Ισπανία, αλλά στην πολιτοφυλακή του αναρχοτροτσκιστικού κόμματος ΠΟΥΜ που θα πολεμήσει στο μέτωπο της Αραγόνας. Θα είναι δεκανέας επικεφαλής δώδεκα άπειρων ανδρών χωρίς κατάλληλο εξοπλισμό. Φεβρουάριος: Συνάντηση με τη γυναίκα του Eileen Στις 10 Μ αΐο ν τραυματίζεται σοβαρά στο λαιμό και παθαίνουν σοβαρή βλάβη οι φωνητικές του χορδές (έκτοτε ο Ό ργουελ θα έχει μια δυσκολία στην ομιλία). Στη διάρκεια της ανάρρωσής του στη Βαρκελώνη γίνεται μάρτυρας της εμφύλιας διαμάχης ανάμεσα στις δημοκρατικές παρατάξεις, ακούει τις συκοφα­ ντίες που εκτοξεύονται και παρακολουθεί τις εκκαθαρίσεις των συντρόφων του, του κόμματος ΠΟΥΜ, από το κομμουνι­ στικό κόμμα (στα μέσα Ιουνίου το ΠΟΥΜ χαρακτηρίζεται πα ­ ράνομο). Οι Ό ργουελ δέχθηκαν και προσωπικές απειλές και τελικά φυγαδεύτηκαν από το ξενοδοχείο τους με τη βοήθεια τουριστών και πέρασαν τα γαλλικά σύνορα. Ο Ό ργουελ κατάφερε ν ’ αποκρύψει τα στοιχεία που είχε συγκεντρώσει για το βιβλίο του «Φόρος Τιμής στην Καταλωνία».

«Τα επαναστατικά κόμματα, οι αναρχικοί, οι οπαδοί του ΠΟΥΜ κ.λπ. επιθυμούσαν να συνεχιστεί η επανάσταση, ενώ οι άλλοι θέλανε να πολεμήσουν ενάντια στο φασι­ σμό στο όνομα της δημοκρατίας και αυτό θα ήταν εφικτό μόνο όταν επέβαλαν τις θέσεις τους και παρέ­ συραν τους εργαζόμενους να πα­ ραδώσουν τα όπλα και να επανα­ φέρουν τον καπιταλισμό. Το θέμα είναι ότι λίγοι, όσοι ζούσαν έξω από την Ισπανία, κατάλαβαν αυτή την πρόθεση και ότι οι κομμουνι­ στές ήταν εκείνοι που καταπιέζο­ νταν περισσότερο ακόμα κι από τους ίδιους τους φιλελεύθερους για να καταδιώκουν τα επαναστατικά κόμματα και να καταπνίγουν κάθε επαναστατική ιδέα». (Γράμμα στον Geoffrey Gorer)

1938 Ο Ό ργουελ άρχισε να συντάσσει το βιβλίο του μόλις γύρισε στην Αγγλία το καλοκαίρι του 1937. Προσέκρουσε όμως στη δυσμένεια της αριστερός που εκδηλώθηκε όταν άρχισαν να εμ­ φανίζονται τα άρθρα του για τον πόλεμο της Ισπανίας. Οι προσωπικές επιθέσεις εναντίον του πολλαπλασιάζοντας Ο Βί­ κτωρ Γκόλαντς τού ανακοινώνει πριν ακόμα τελειώσει τον «Φόρο Τιμής στην Καταλωνία» ότι δεν προτίθεται να εκδώσει το βιβλίο λόγω των αντικομμουνιστικών εκδηλώσεων. Ο Frede­ rick Warburg, ένας νέος αριστερός εκδότης που δεν έχει όμως διασυνδέσεις με το κόμμα, προσφέρεται να το εκδώσει και τε­ λικά η υπόθεση καταλήγει στην εμφάνιση του βιβλίου τον Ια­ νουάριο του 1938. Οι εκστρατείες όμως που είχαν γίνει κατά του Ό ργουελ απέδωσαν τους καρπούς τους: την εποχή του θα­ νάτου του δεν είχαν ακόμα εξαντληθεί τα 1500 αντίτυπα του βιβλίου. Η φυματίωση κτυπά το Μάρτιο τον Ό ργουελ και τον υπο­ χρεώνει να νοσηλευτεί σε σανατόριο για έξι περίπου μήνες, που τους ακολούθησε μια αρκετά μεγάλη περίοδος ανάρρωσης στο Μαρόκο. Η αρρώστια του τον υποχρεώνει να παραιτηθεί από τις δραστηριότητές του (αρνείται να εργαστεί ως δημοσιο­ γράφος σε ινδική εφημερίδα). Τον Ιούνιο αποφασίζει να πολι­ τικοποιηθεί επίσημα στο Διεθνές Εργατικό Αγγλικό Κόμμα και παίρνει την ταυτότητα μέλους του Κόμματος, την οποία θα εγκαταλείψει στην αρχή του πολέμου.

1939-1941 Ο Ό ργουελ και η σύζυγός του γυρίζουν την Ά νο ιξη στο Γουελινκτον. Το «Βγαίνοντας για καθαρό αέρα», μυθιστόρημα που άρχισε να γράφει στη διάρκεια της ανάρρωσής του, εκδίδεται

«Ελευθερία σημαίνει να μη διστά­ ζει κανείς να δηλώσει εκείνο που οι άλλοι δε θέλουν να καταλάβουν» («Ελευθερία τού Τύπου»)

«Η αρρώστια μου μ' έκανε να θεω­ ρήσω το 1938 ένα χαμένο χρόνο και να τον διαγράφω κατά ένα τρόπο από το ημερολόγιο. Τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως όμως συνεχίζουν να υπάρχουν και να απειλούν... Έχω τόσα πολλά που πρέπει να κάνω.;.» (Γράμμα στον John Sceats)


22/αφιερωμα τον Ιούνιο. Πρόκειται για το τελευταίο του «ρεαλιστικό» μυθι­ στόρημα σε σύγχρονο ντεκόρ. Πρόκειται ακόμα για ένα από τα πιο απαισιόδοξα βιβλία του. Ο ήρωάς του George Bowling θυ­ μίζει λίγο τα πρόσωπα του «1984». Ο Ό ργουελ ήταν πάντα αρνητικά τοποθετημένος απέναντι στον πόλεμο. Έ βλεπε τις πολεμικές προετοιμασίες σαν μια ύπουλη διείσδυση κάποιου ςίδους φασισμού στην Αγγλία. Απευθυνόμενος στους ειρηνιστές (λέξη με την ίδια κατάληξη με τη λέξη φασίστες) τους κατηγορεί ότι παίζουν το παιχνίδι του Χίτλερ μειώνοντας τη σοβαρότητα του κινδύνου που εγκυμο­ νεί. Μια έντονη πολεμική τον φέρνει αντιμέτωπο κυρίως με τον Γουέλς (πρβλ. άρθρο του «Ο Γουέλς, ο Χίτλερ και η παγκόσμια κοινότητα», 1941)

1940 Ο Ό ργουελ ξανάρχεται να ζήσει στο Λ ονδίνο. Δ ε γίνεται δε­ κτός στο στρατό λόγω της κλονισμένης του υγείας και εργάζε­ ται ως εθελοντής στην Πολιτοφυλακή. Στις 28 Μαίου (υποχώ­ ρηση του Αγγλικού στρατού στη Δουνκέρκη) αρχίζει να διατη­ ρεί ένα ημερολόγιο του πολέμου. Έντονη δημοσιογραφική δραστηριότητα. Την εποχή αυτή γράφει μερικά από τα κυριότερά του φιλολογικά δοκίμια παρουσιάζοντας και μια άλλη «ημι-κοινωνιολογική» προσέγγιση (Inside the whale), πάνω στη λογοτεχνία των 30 ετών, Dickens, Tolstoi και Shakespeare, Boys’ weeklies (για τα εικονογραφημένα βιβλία), The art of Donald McGill (για τις καρτ-ποστάλ). Χειμώνας 1940: Αρχή της φιλίας του με τον Ά ρθ ου ρ Κέστλερ (Arthur Koestler) που μόλις έφτασε στην Αγγλία. Με τον Tosco Fyvel δη­ μιουργούν μια συλλογή πολεμικών κειμένων που πωλείται δυο σελίνια ο τόμος. Σ ’ αυτή τη σειρά ανήκει το περίφημο δοκίμιό του «Σοσιαλισμός και αγγλική ιδιοφυία» («Socialism and the english genius»)

«Να ο κόσμος στΟν οποίο προορι­ ζόμαστε να κατρακυλήσουμε: ο κό­ σμος του μίσους και των σλόγκαν. Πολύχρωμα πουκάμισα. Ξυρισμέ­ να κεφάλια. Καουτσουκένια μαστίγια. Μυστικά κελιά όπου νύκταμέρα ανάβει το ηλεκτρικό φως. Ο αστυνομικός που αστυνομεύει ακό­ μα και τον ύπνο μας. Και οι γιγαντοαφίσες με τα τεράστια πρόσωπα και τα εκατομμύρια πλήθη που επευφημούν τον αρχηγό και τον θαυμάζουν μέχρι λατρείας, ενώ παράλληλα διατηρούν γ ι’ αυτόν ένα Θανάσιμο μίσος που φτάνει μέ­ χρι την αηδία. Όλα αυτά είναι άλ­ λοτε αδύνατο, άλλοτε αναπόφευ­ κτο να μην τα γνωρίσουμε» (Α πό το «Βγαίνοντας για λίγο κα­ θαρό αέρα»)

Στο Ονέλινκτον Η γυναίκα τον, Eileen

1942-1943 Ο Ό ργουελ πραγματοποιεί μια μεγάλη σειρά ομιλιών λογοτε­ χνικού και κοινωνικοπολιτικού περιεχομένου στο BBC και κά­ νει προπαγανδιστικά και εκπαιδευτικά προγράμμματα, όπως μια φανταστική ^συνέντευξη με τον Σουίφτ. Συνεργάτες του άν­ θρωποι όπως ο Eliot, ο Forster, ο Dylan Thomas, ο Herbert Read, ο William Empson. Εξοργισμένος όμως από τις φιλόδο­ ξες απαιτήσεις του BBC (θεωρεί τον εαυτό του σαν τρόφιμο παρθεναγωγείου ή ασύλου διανοητικώς αναπήρων και εμπνέε-

« Όταν γράφω αισθάνομαι τα αν­ θρώπινα όντα έχοντας πια φτάσει στο απόγειο του πολιτισμού τους να πετούν από πάνω μου προσπα­ θώντας να με σκοτώσουν» [Η πρώτη φράση του βιβλίου του «Το λιοντάρι και ο μονόκερως» («The lion and the unicorn»)]


αφιερωμα/23 ται από την κατάσταση αυτή εν μέρει το Υπουργείο Αλήθειας που θα βρούμε στο «1984»), αλλά κυρίως πεπεισμένος για το ανώφελο της εργασίας του εκεί, παραιτείται το Νοέμβριο του 1943. Λίγο αργότερα γίνεται υπεύθυνος του φιλολογικού τμήματος του σοσιαλιστικού εντύπου Tribune που διευθύνει ο αντιπρό­ σωπος των εργατικών Aneurin Bevan και με το οποίο συνεργά­ ζεται και ο Michael Foot. Μέχρι το Φεβρουάριο του 1945 θα δώσει στο Tribune τα χιουμοριστικά χρονικά του (A s I please). Είναι επίσης τακτικός συνεργάτης του Observer από το Μάρ­ τιο του 1943 και θα συνεχίσει να είναι μέχρι το θάνατό του. Έ να σημειωματάριο που χρονολογείται από το 1943 περιέχει ένα αρκετά λεπτομερές σχέδιο για ένα καινούριο μυθιστόρημα. Πρόκειται για το «Ο τελευταίος άνθρωπος στην Ευρώπη» («The last man in Europe») που αργότερα θα πάρει τον τίτλο «1984».

1944-1945 Φ εβρονάριος.Ο Ό ργουελ ολοκληρώνει το βιβλίο του «Η φάρ­ μα των Ζώων» («Animal Farm»), που το περιεχόμενό του τον απασχόλησε όλο το 1937 και μετά την επάνοδό του από την Ισπανία (έχοντας εύκολα ανακαλύψει την προπαγάνδα του ολοκληρωτισμού μπορεί πια να ελέγξει τις απόψεις των δια­ νοουμένων) και το οποίο άρχισε να γράφει όταν εγκατέλειψε το BBC. Ο Ό ργουελ γίνεται για μια ακόμα φορά θύμα της συντηρητικής πολιτικής των εκδοτών: το χειρόγραφο του «μύ­ θου» του απορρίπτεται από τους οίκους Cape (ο οποίος του επιβάλλει να επιλέξει για το μύθο του ένα άλλο ζώο εκτός από το γουρούνι), Faber και Collancz. Αηδιασμένος ο Ό ργουελ αποφασίζει να εκδώσει με δικά του έξοδα το βιβλίο, αλλά ο Frederick Warburg το δέχεται για να το εκδώσει, όμως τον Α ύ­ γουστο του 1945 μετά το τέλος του πολέμου. Ιούνιος 1944: Οι Ό ργουελ που δεν είχαν παιδί αποφασίζουν να υιοθετήσουν ένα μωρό που ονομάστηκε Richard Horatio. Τον ίδιο μήνα το διαμέρισμά τους στο Λονδίνο καταστρέφεται σ’ ένα βομβαρδισμό. Φ εβρουάριος 1945: Ο Ό ργουελ φεύγει για την ελεύθερη Γαλ­ λία, μετά βρίσκεται στη Γερμανία ανταποκριτής του Observer. Συναντά τον Χεμινγουέη (Heminngway) στο Παρίσι, στο ξενο­ δοχείο Scribe. Κατά την απουσία του η Eileen πεθαίνει (29 Μαρτίου) στη διάρκεια μιας χειρουργικής επέμβασης από τη νάρκωση. Α ύγο υσ το ς: Δέχεται τον αντιπρόεδρο του Freedom Defense Commitee, τον επικεφαλής της υπεράσπισης των δικαιωμάτων του πολίτη. Σεπτέμβριος: Επισκέπτεται για πρώτη φορά το νησί Γιούρα (Zura) των Εβρίδων, όπου νοικιάζει ένα σπίτι. Π ερνά τα Χρι­ στούγεννα στο σπίτι του Κέστλερ στην Ουαλία. Αυτήν την π ε­ ρίοδ ο δίνει πάμπολλα δοκίμια: για τον Νταλί, για το αστυνομι­ κό μυθιστόρημα (Raffles and Miss Blaudish), για τον Κέστλερ, τον Τζακ Λόντον κ.ά.

1946 Φ εβρουάριος: δημοσιεύεται ένας τόμος από τη συλλογή των δοκιμίων του (Collect Essays) στους Seeker and Warburg. Κου­ ρασμένος ήδη ο Ό ργουελ ελαττώνει τα δημοσιεύματά του σε εφημερίδες. Αφιερώνει το χρόνο του στον υιοθετημένο του γιο


24/αφιερωμα που δεν εγκατέλειψε μετά το θάνατο της γυναίκας του. Μάιος: νέα διαμονή του Ό ρ γο υ ελ στο νησί Zura μαζί με την αδελφή του Avril Blair που θα τον βοηθήσει αναλαμβάνοντας το παιδί. Αύγουστος: αρχίζει να δουλεύει το μυθιστόρημα «1984» που θα ολοκληρωθεί το Νοέμβριο του 1948: εικοσιεπτά μήνες δουλειάς που διακόπτονταν από τις περιόδους νοσηλείας του σε σανατό­ ρια. Οκτώβριος: εκτεταμένο δοκίμιο για τον Σουίφτ (Πολιτική ενά­ ντια στη Φιλολογία) δημοσιευμένο στο «Polemic».

1947 Εγκατεστημένος στο σπίτι τού νησιού Zura με την Avril και τον Richard ο Ό ργουελ δεν είναι πια τακτικός συνεργάτης εφημε­ ρίδων, αλλά παράλληλα με το «1984» γράφει μερικά εκτεταμέ­ να δοκίμια, όπως «Ο Ληρ, ο Τολστόι και ο Τρελός» («Lear, Tolstoy and the fou») και τα απομνημονεύματά του από το σχο­ λείο του Αγίου Κυπριανού, που θα δημοσιευτούν μετά το θά­ νατό του.

1948 Φυματίωση στον αριστερό πνεύμονα: Ο Ό ργουελ θα νοση­ λεύεται μέχρι τον Ιούνιο. Υποτροπή της αρρώστιας το Σεπτέμ­ βριο και τον Οκτώβριο. Καθυστέρηση της ολοκλήρωσης του έργου. Δημοσιεύει μερικά ακόμη άρθρα για τα «Ο Σοσιαλισμός και ο Ά νθρω πος» του Ό σκαρ Wilde, «Το βάθος του προβλήμα­ τος» του Graham Greene, «Σκέψεις πάνω στο πρόβλημα των εβραίων» του Sartre και τις «Σκέψεις» του για τον Γκάντι.

1949 Ιανουάριος: Μπαίνει στο σανατόριο του Granham στη Νότια Αγγλία. Εκεί διορθώνει το κείμενο του «1984». 8 Ιουνίου: Το «1984» εκδίδεται από τους Seeker and Warburg. Πρώτη έκδοση σε 25 χιλιάδες αντίτυπα. Αύγουστος: Ανακοινώνει την πρόθεσή του να παντρευτεί τη Sonia Brownell την οποία έχει γνωρίσει στη σύνταξη του περιο­ δικού του Κονολύ «Horizon» όπου εργαζόταν. Ο γάμος θα γί­ νει στις 13 Οκτωβρίου. Ο Ό ργουελ γίνεται δωρητής σώματος στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Λονδίνου το Σεπτέμβριο. Στο τέλος του χρόνου σχεδιάζει ένα άρθρο για την Evelyn Waugh, ένα μεγάλο δοκίμιο για τον Conrad κι ένα μυθιστόρη­ μα που εμπνεύστηκε στα 1945. Η υγεία του παρουσιάζεται κά­ πως βελτιωμένη και αντιμετωπίζει το θέμα μελλοντικής εγκα­ τάστασής του σ’ ένα ελβετικό σανατόριο.

1950 21. Ιανουάριου: Θάνατος του Τζωρτζ Ό ργουελ σε ηλικία 46 ετών.

1983 Στο τέλος της χρονιάς, το «1984» έχει μεταφραστεί σε πάνω από τριάντα γλώσσες (μια από αυτές και η ρωσική). Οι πωλήσεις του βιβλίου μόνο στην Αγγλική γλώσσα ξεπερνούν τα 11 εκατομμύρια αντίτυπα.

«Αε μ’ αρέσει να μιλώ για ένα βι­ βλίο πριν ακόμα τελειώσει, μπορώ όμως να σας πω πως πρόκειται για ένα μυθιστόρημα που αναφέρεται στο μέλλον - κάτι δηλαδή σαν φα­ ντασία, γραμμένο όμως με τρόπο νατονραλιστικό. Αυτό κάνει συν­ θετότερη τη δουλειά μου - ένα μυ­ θιστόρημα επιστημονικής φαντα­ σίας θα ήταν αναλογικά ευκολότε­ ρο στο γράψιμο» (Γράμμα στον Frederick Warburg)

«Λεν είμαι ικανοποιημένος από το βιβλίο μου, μα ούτε και απόλυτα δυσάρεστημένος. Άρχισα να το σκέπτομαι από το 1943. Πιστεύω ότι η ιδέα είναι καλή· απλά η εκτέ­ λεσή της θα ήταν ακόμη καλύτερη αν δεν είχα προσβληθεί από τη φυ­ ματίωση. Αεν έχω ακόμα διαλέξει τον οριστικό τίτλο του βιβλίου, θα διαλέξω ανάμεσα σε δυο: «1984» ή «Ο τελευταίος άνθρωπος στην Εν(Γράμμα στο F. Warburg)

«Το τελευταίο μου μυθιστόρημα δεν είναι μια επίθεση ενάντια στο σοσιαλισμό ή το εργατικό αγγλικό κόμμα (του οποίου είμαι οπαδός). Στοχεύει στο να υπογραμμίσει τις ενέδρες, στις οποίες εκτίθεται μια συγκεντρωτική οικονομία και οι οποίες εμφανίζονται ήδη ως διαστροφικές αλλοιώσεις και στον κομμουνισμό και στο φασισμό. Αεν πιστεύω ότι το είδος της κοι­ νωνίας που περιγράφω θα παρου­ σιαστεί οπωσδήποτε στον κόσμο αλλά πιστεύω (με δεδομένο το γε­ γονός ότι το βιβλίο είναι μια σάτι­ ρα) ότι κάτι που μας προσεγγίζει μπορεί τελικά και να μας αγγίξει. Πιστεύω επίσης ότι οι ιδέες του ολοκληρωτισμού έχουν ριζώσει στους εγκέφαλους κάποιων διανοητών του καιρού μας και προ­ σπάθησα να ενεργήσω ώστε αυτές οι ιδέες να μεταφερθούν και στη λο­ γική τους συνείδηση». (Γράμμα στον F.A . Henson, Α μερι­ κανό συνδικαλιστή που έγραψε στον Ό ργουελ για να του ζητήσει να προσδιορίσει τις θέσεις που υιο­ θετεί στο βιβλίο του).

Μετάφραση από τα γαλλικά: Νένα I. Κοκκινάκη


αφιερωμα/25

Τζωρτζ Όργουελ ένας προφήτης;

Τζώρτζ Όργουελ όεν θα απόφενγε τον τίτλο τον ανθρώ­ που της χρονιάς και η χειρότερη ειρωνεία θα ήταν να δεχτούμε ότι το γεγονός αυτό θα τον μετατρέψει σ’ ένα εί­ δος Μεγάλου Αδελφού πανταχού παρόντος. Δεν συναντάς συχνά ένα συγγραφέα που να δίνει στους αναγνώ­ στες τον ένα τόσο συ­ γκεκριμένο ραντεβού κι έναν τίτλο - ημερο­ μηνία στο έργο του που έχει καταφέρει να μπει στη γλώσσα όλων των κατοίκων τον πλανήτη μας. Αλλά το πρώτο και μεγαλύτερο λάθος θα ήταν να περιμέναμε τον Όργουελ στο συγκεκριμένο ραντεβού για να πιστοποιήσουμε την αλήθεια των προφη­ τειών τον. Η Λογοτεχνία δεν κάνει προβλέψεις. Ο κόσμος τον 1984 δεν ήταν σί­ γουρα ο κόσμος που έπλασε ο Όργουελ στο έργο τον, αυστηρά και κατά γράμ­ μα, αντικατοπτρίζει όμως σχεδόν παντού, εδώ και πολύ καιρό, τις μεθόδους τον, τους διανοητικούς τον μηχανισμούς. Τη λάμψη της Νέας Ομιλίας ή την ιδεοληπτική σύγχυση τη βλέπουμε καθημερινά μέσα σ’ όλους τους τύπους κοι­ νωνιών. Ο Όργουελ ήταν ο πρώτος που της έδωσε ένα όνομα που θα μείνει στη μνήμη των λαών. Πέρα από τα ιστορικά πρότυπα ο Όργουελ ζωγράφισε τον ολοκληρωτισμό σαν μια συνέχιση της πολιτικής φιλοσοφίας. Το σημαντικό, σύμφωνα με τον Αλεξάντρ Ζινοβιέφ, είναι ότι το μυθιστόρημα συνεχίζει να παίζει κάποιο ρόλο μέσα στις ανθρώπινες συνειδήσεις. Το δεύτερο λάθος που θα κάναμε θα ήταν να βλέπαμε στον Όργουελ απο­ κλειστικά τον «προφήτη του μέλλοντος μας», σύμφωνα με την έκφραση του Άντονυ Μπέρκες. Ύστερα υπάρχουν ακόμα πολλά να γίνουν σε ό,τι αφορά τη

Ο


26/αφιερωμα Γαλλία - γιατί, αλήθεια, διάβασε κανείς Όργονελ μετά το 1984; Θα ’πρεπε να καταλάβουμε ότι η «Φάρμα των Ζώων», ένα βιβλίο πολύ πιο καλά τοποθετημέ­ νο ιστορικά και πολιτικά είναι χωρίς αμφιβολία το καλύτερό τον βιβλίο, το πιο τελειοποιημένο στη σύλληψη και τη γραφή, ένα παραμύθι που κάνει το συγγρα­ φέα τον έναν αληθινό διάδοχο τον Σονίφτ τον Γκιούλιβερ. Θα ’πρεπε να λά­ βουμε υπόψη μας ότι ο Όργονελ, πριν αρχίσει να σατιρίζει τις επόμενες μέρες, παρουσιάστηκε στα έργα τον, τόσο στο «Ας κυματίζει η Ασπιδίστρα» όσο και στο «Βγαίνοντας για καθαρό αέρα», ως χρονικογράφος της εποχής και της χώ­ ρας τον, ένας ρομαντικός της κρυφής απελπισίας, τον ξεπεσμού της ιδιωτικής ζωής και του καθημερινού άγχους. Θα ’πρεπε να παραβάλουμε τους «Αλήτες τον Παρισιού και τον Λονδίνου» με κάποιες σελίδες του «Τροπικού τον Καρκί­ νον». Θα ’πρεπε, τέλος, να ανακαλνψουμε στη συνέχεια, έξω από την έκδοση στη Γαλλία των τόμων των δοκιμίων του Όργονελ, έναν από τους μεγαλύτε­ ρους δημοσιογράφους τον αιώνα, έναν άνθρωπο που ενδιαφέρεται απλά για τα πάντα. Όργονελ έζησε πολλές ζωές. Υπήρξε ο αστυνομικός της αποικιακής αστυ­ νομίας της Μπούρμα, που ανακάλυπτε την αλήθεια τον ιμπεριαλισμού, ήταν ο αλήτης τον Παρισιού και του Λονδίνου όπου ανακάλυπτε την αθλιότητα και το κοινωνικό χάος, ο αγωνιστής στον πόλεμο της Ισπανίας που ανακάλυπτε την πραγματικότητα της παραποίησης της αλήθειας και της ξύλινης γλώσσας (της χωρίς χυμούς γλώσσας), ήταν ο δημοσιογράφος που προσπαθούσε να «με­ τατρέψει την πολιτική φιλολογία σε τέχνη», ο αντι-οντοπιστής που στιγμάτιζε όλες τις προδομένες επαναστάσεις. Ανατρέχοντας όμως από τη μια στην άλλη δραστηριότητα σ’ όλες τις φάσεις της έντονης πνευματικής ζωής τον, θαυμάζει κανείς την αταραξία τον. Ο Ό ρ ­ γονελ συντρίβει με μένος τη στρατενμένη λογοτεχνία. Πάντα υπηρέτησε σαν μι­ σθοφόρος, αλλά και πάντα ήταν αντίθετος με τον μισθοφόρο στρατιώτη. Ποτέ ένας σκοπός δεν έγινε το καταφύγιό του και ποτέ δεν εξαγοράστηκε από ένα σκοπό. Η παλινωδία είναι η μόνη λογοτεχνική άσκηση που ποτέ δεν άσκησε. Στον Όργονελ, περίπτωση μοναδική στον αιώνα μας, η παλινωδία δεν έγινε σε καμιά περίπτωση απαραίτητη. Αντιστέκεται στην αδικία και τη φανλότητα και είναι αυτή ίσως η μόνη μορφή λογοτεχνίας που παραμένει απρόσβλητη από οποιαδήποτε δέσμευση. Γι’ αυτό ίσως και η ανάγνωση έργων τον Όργονελ εί­ ναι σαν να μας οδηγεί σ’ ένα είδος απελευθέρωσης. Ο Όργονελ παραμένει πά­ ντα ένας από μας, δε μας μιλεί άλλωστε για κάτι που γνωρίζει μόνο ο ίδιος ή έχει προσδιοριστεί από άλλους. Το γράψιμο είναι για κείνον ένα μέσο να είναι πάντα παρών στον κόσμο, αλλά και να προχωρεί πέρα ακόμα κι από τη διαφά­ νεια.

Ο

Robert Louit


αφιερωμα/27 R o b e r t L o u it μια συνοικία της Αμβέρ­ σας, στο Βέλγιο, το Σ «1984» άρχισε πραγματικά ε

κάπως βιαστικά. Από τις 11 ώς τις 13 Νοεμβρίου η βελγι­ κή εταιρεία επιστημονικής φαντασίας Progressef, στα πλαίσια των πολιτιστικών εκ­ δηλώσεων του Πανεπιστη­ μίου του Αγίου Ιγνατίου, ασχολήθηκε με το θέμα: «Ο Όργουελ και το 1984» (συντομογραφικά: «Orwellcon» το σήμα βρισκόταν παντού, ακόμα και στα T-shirts). Το πρόγραμμα πλούσιο και σο­ βαρό. Μεταξύ πολλών που έλαβαν μέρος ήταν και τρεις Γάλλοι: ο Jean-Daniel Jorgen­ sen, που παρουσίασε το βι­ βλίο του «Ο δρόμος για το 1984», ο Philip Goy με το βι­ βλίο «Η κομμουνιστική επα­ νάσταση και η μετάθεση του χρόνου» και ο Jean Chesneaux με το: «Ποιο 1984; Ο σύγχρονος κόσμος - μια κοι­ νωνία γενικής καταπίεσης». Είναι όμως απαραίτητο να δηλώσουμε ότι σ’ αυτή την εκδήλωση το μεγαλύτερο εν­ διαφέρον παρουσίασαν οι Antony Burgess και Alexandre Zinoviev που ήλθαν να δηλώ­ σουν ο καθένας χωριστά τις δικές του απόψεις πάνω στον οργουελιανό εφιάλτη.

Ένα συμπόσιο για τον Όργουελ στο Βέλγιο Ο Burgess και ο Zinoviev δεν βλέπουν καθόλου με τα ίδια μάτια τον Μεγάλο Αδελφό

ε τον Burgess βρισκόμαστε σε γνωστό έδα­ φος. Το θέμα τον έχει ήδη αρκετά απασχο­ λήσει και του αφιέρωσε ένα βιβλίο στα 1978. Παράδοξο θέμα άλλωστε «αυτό το 1985» [στη Γαλλική έκδοση έγινε 1984-85 για να είναι πιο σαφές]. Ο Burgess δοκίμασε να προσεγγίσει το θέμα από δυο δρόμους: μια συλλογιστική για το αληθινό 1984 δοσμένη σ’ ένα εκτεταμένο δοκίμιο και μια επιστημονική φαντασία σε μορφή μικρού μυθιστορήματος (1985). Στην ομιλία του στην Αμβέρσα ο Burgess επα­ ναλαμβάνει τη θέση που είχε υιοθετήσει στο βι­ βλίο του: αντίθετα με τη διαδεδομένη γνώμη, το 1984 δεν είναι ούτε προφητεία, ούτε πολιτική, ούτε επιστημονική φαντασία. Είναι, με άλλα λό­ για, μια περιγραφή της άμεσης μετα-πολεμικής

Μ

εποχής στην Αγγλία δοσμένη με περιορισμούς και ανεπανάληπτη λεξιλογική φτώχεια. «Ο Ό ργουελ δεν έχει τίποτε επινοήσει: όλες οι λεπτομέρειες υπάρχουν στην καθημερινή ζωή της εποχής ώς και αυτή η έλλειψη τσιγάρων και ξυριστικής λεπίδας, που αναφέρεται στο μυθι­ στόρημα. Πρόκειται σε μεγάλη κλίμακα για μια μελέτη του πρόσφατου παρελθόντος και ειδικά του παρελθόντος ενός Λονδρέζου. Είναι η καλύ­ τερη περιγραφή της ζωής μιας περιόδου υλικών στερήσεων που φαινόταν πως δε θα ’πρεπε να τελειώσει ποτέ». Ο Burgess πλουτίζει το λόγο του με πάμπολλα παραδείγματα αρχίζοντας από τον ίδιο το Μεγά­ λο Αδελφό, που θεωρεί ότι ο Ό ργουελ τον εμπνεύστηκε από μια πολύ διαδεδομένη προπο­


28/αψιερωμα λεμικά δημοσίευση, που αφοροΰσε τα μαθήματα δι’ αλληλογραφίας. Το σλργκαν έγραφε: «Αφή­ στε με να γίνω ο μεγάλος σας αδελφός». Ό σ ο για τη ζωή μέσα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, την τόσο καταπιεστική, έχει κι αυτή τα πρότυπά της χωρίς να χρειαστεί να φτάσουμε στο σιδηρούν παραπέτασμα ή να μιλήσουμε για τα τόσα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Και η «Νέα Ομιλία» ακόμα έχει το πρότυπό της στο Basic English που επινοήθηκε για τη διευκόλυνση της επικοινω­ νίας. [Εδώ ο Burgess φαίνεται να παραθεωρεί το γε­ γονός ότι μια ήπια μάλλον περιγραφή δε θα μπο­ ρούσε να φέρει ένα τόσο συγκλονιστικό αποτέλε­ σμα, πράγμα που πέτυχε ο Ό ργουελ με το «1984»]. Ο Ό ργουελ, συνεχίζει ο Burgess, δεν έγρα­ ψε ούτε ουτοπία, ούτε επιστημονική φαντασία. Το χαρακτηριστικό της επιστημονικής φαντα­ σίας (που αφετηρία της είναι ένα επιστημονικό στοιχείο που δεν υπάρχει στη διάθεσή μας) λεί­ πει από το «1984». Ο Huxley για παράδειγμα τα κατάφερε καλύτερα στο «Ο καλύτερος κόσμος». Ο Ό ργουελ δεν έγραψε επιστημονική φαντασία και το γράψιμό του έχει το μειονέκτημα ότι τα πρόσωπά του δεν φαίνονται να έχουν ιστορία [Ο Burgess ξεχνά ότι τα πρόσωπα του Ό ργουελ έχουν αποκοπεί από το παρελθόν που τα προσ­ διόριζε], Η ιδεολογία έχει κυρίαρχο ρόλο και «κατασκοπεύει» το γράψιμο. Ο Burgess φαίνεται ότι δεν έχει απόλυτα ξεκα­ θαρίσει τα πράγματα. Φαίνεται ν« τον απασχο­ λεί η αναμόρφωση του ψυχολογικού μυθιστορή­ ματος με απώτερο σκοπό την καταδίκη του γιατί αυτή είναι η τελική εντύπωση που αφήνει η ομιλία του. «Μια πραγματική ανάλυση του “ 1984”», συμπεραίνει, «δεν αποκαλύπτει λογο­ τεχνικές, αλλά δημοσιογραφικές αρετές. Ο Ό ρ ­ γουελ θαύμαζε απεριόριστα τον Σουίφτ, το πραγματικό του πρότυπο όμως θα είναι ο Daniel Defoe: ένας δημοσιογράφος που ενδιαφέρεται για την καθαρότητα και το συγκεκριμένο, ένας δημοσιογράφος που γράφει για τον κόσμο και με τον Ροβινσώνα του έδωσε μια ιστορία, που όλοι είναι δυνατό να διαβάσουν. Το ίδιο συμβαίνει και με τον Ό ργουελ». Ο Burgess είναι ένας προικισμένος ρήτορας, ένας ασύγκριτος σολί­ στας του λόγου. Ό ρθ ιος, χωρίς σημειώσεις, μι­ λάει συγκλονιστικά πάνω από μια ώρα. Η παρουσίαση του «1984» είναι έξυπνα δοσμέ­ νη, απόλυτα κατανοητή, μα και αρκετά μειωτική για το έργο. Διακρίνει κανείς στα λόγια του Bur­ gess μια κάποια αντιπάθεια για τον Ό ργουελ. («Είμαστε πολύ μακριά από το να φανταστούμε ότι ένας έστω και εξαίρετος δημοσιογράφος θα μπορούσε κάποτε να γίνει ο προφήτης του μέλ­ λοντος μας»). Το να βρίσκει κανείς σ’ ένα μυθι­ στόρημα δημοσιογραφικές αρετές είναι ένας τύ­

πος ειρωνικής, ή και δηκτικής θα λέγαμε, φιλο­ φρόνησης, που μαρτυρεί μιαν ανησυχία. Είναι ίσως ένας τρόπος να ομολογήσει κανείς ότι είναι αρκετά ενοχλημένος. ε τον Zinoviev ο τόνος αλλάζει. Ο ίδιος εμ­ φανίζεται με αυστηρή μορφή: μαύρο κο­ στούμι, γραβάτα, αρχίζει να διαβάζει σταθερά από τα χειρόγραφα που είναι αραδιασμένα μπροστά του. Σοφός, με μια ρώσικη απόχρωση στην προφορά, που θυμίζει λίγο χολιγουντιανά φιλμς των χρόνων του 40. Ο λόγος του διάφα­ νος, η γλώσσα ακριβής, μιλάει με πάθος, μα όταν φτάνει στην τελευταία σελίδα, πριν ακόμα γυρίσει το φύλλο φαντάζει τόσο διαφορετικός: τα αγγλικά του απελευθερώνονται, τα ερωτήμα­ τα ξεχύνονται, ο Zinoviev ταξινομεί, ανακεφα-

Μ

λαιώνει, απαντά σε όλα με αψεγάδιαστη τάξη: σηκώνεται και γυρίζει γύρω από την έδρα του ομιλητή σαν λιοντάρι στο κλουβί του, αγγίζει το γιακά του σακκακιού του, φλέγεται από ιδέες, δεν εμφανίζεται καθόλου πρωτόπειρος. Ή ταν μια μεγάλη στιγμή κι όσοι ήταν παρόντες εκεί ανακάλυψαν μια προσωπικότητα που μόνο ένας χαρακτηρισμός θα της ταίριαζε: «ορμητικός χεί­ μαρρος». Ο Zinoviev ανακοινώνει αμέσως ότι δεν σκο­ πεύει ν ’ απαριθμήσει τις λογοτεχνικές αρετές του «1984» - που στα μάτια του φαντάζουν αξιοθαύ­ μαστες. «Είναι από τα σημαντικότερα βιβλία του αιώνα», λέει. «Το θέμα του είναι να εξετάσει το πραγματικό και το φανταστικό από την οπτική γωνία της κομμουνιστικής κοινωνίας που εξα­ πλώθηκε στη Δύση (αυτό είναι άλλωστε και το θέμα της ομιλίας του «Φαντασία και πραγματι­ κότητα στην κομμουνιστική κοινωνία»). Α πό κοινωνιολογική άποψη ο Ό ργουελ είχε δίκιο σε μερικές λεπτομέρειες, αλλά απατήθηκε στο σύνολο. Το «1984» είναι η κομμουνιστική κοινωνία ιδωμένη από κάποιον που δε τη γνώρι­ σε ποτέ, καθόσον ο συνηθισμένος πολίτης έχει συνηθίσει στην άνεση της ζωής των δυτικών δη­ μοκρατιών (μια αληθινή περιγραφή δε θα είχε


αφιερωμα/29 ποτέ μια τόσο μεγάλη συναισθηματική απήχη­ ση). Α ν θέλει κανείς να μελετήσει μια κοινωνία, πρέπει ν ’ ανατρέξει σε ορισμένες μεθόδους έρευ­ νας. Πρέπει να πειστεί ότι «υπάρχουν αντικειμε­ νικοί φυσικοί νόμοι της κοινωνικής ζωής, που δεν επιτρέπουν μιαν εξέλιξη όμοια με αυτή που περιγράφει ο Ό ργουελ». Σε ποια σημεία ο Ό ργουελ απστήθηκε: Αρχι­ κά στη διαίρεση του κόσμου. Το σύστημά του με τα τρία υπερ-έθνη που εμπλέκονται σε αδιάλει­ πτους πολέμους δεν μπορεί να έχει υπόσταση. Υπάρχουν δύο υπερδυνάμεις, που η καθεμιά έχει τη δυνατότητα να καταστρέψει ολόκληρο τον κόσμο. Τα «υπερ-έθνη» του Ό ργουελ είναι αδύνατο να υπάρξουν και εξαιτίας των νόμων που υπεισέρχονται σε μεγάλη κλίμακα στα κοι­ νωνικά συστήματα. Οι αυτοκρατορίες του πα­ ρελθόντος κατάρρευσαν γιατί δεν άντεξαν στην κριτική της μάζας. Η Κίνα δε θα μπορέσει ποτέ να γίνει υπερδύναμη στο μέτρο που δε θα μπορέ­ σει να μειώσει τον πληθυσμό της κατά το ήμισυ. Η Ρωσία έχει ακόμα ανεξερεύνητες εκτάσεις εδώ κι έναν αιώνα. Διαθέτει την απαιτούμενη στρα­ τιωτική δύναμη για να νικήσει τη δυτική Ευρώ­ πη, όχι όμως και τη δύναμη που είναι αναγκαία για να την καταστήσει ολοκληρωτικά μέρος της σοβιετικής αυτοκρατορίας. Μπορεί να μην υπάρχει πια η βρεταννική αυτοκρατορία, η Α γ­ γλία όμως δε θ’ απορροφηθεί ποτέ από την υπερδύναμη των ΗΠΑ. Οι συχνές άλλωστε συρ­ ράξεις που γίνονται καθημερινά στον κόσμο μας δεν επιβεβαιώνουν την αφήγηση του Ό ργουελ. Ο Ό ργουελ απατήθηκε άλλωστε σε ό,τι αφο­ ρά τη φύση της κοινωνικής ζωής. Έ χει σημασία να ξέρεις ότι ο κομμουνισμός δεν αποτελεί ου­ σιαστική άρνηση της καπιταλιστικής κοινωνίας. Ο Ό ργουελ παρουσιάζει μια διαφορετική κα­ τεύθυνση στην κοινωνική ζωή του συστήματος αυτού που μας είναι λίγο ή πολύ γνωστή. Κάπου μας αποπροσανατολίζει, θα λέγαμε. Στην κοινω­ νία του Ό ργουελ μόνο το 40% του πληθυσμού είναι μορφωμένοι. Στην κομμουνιστική κοινωνία όμως είναι όλοι υποχρεωμένοι να είναι. Δεν πρόκειται για μια εκδήλωση ευμένειας ή αγάπης στο λαό, αλλά για ένα απαραίτητο προηγούμενο στο σύστημα αυτό διακυβέρνησης. Το κύτταρο της οικογένειας δεν καταστρέφεται. Ο Ό ργουελ φανταζόταν την απομόνωση του πολίτη. Το πρό­ βλημα της κομμουνιστικής κοινωνίας είναι το ακριβώς αντίθετο: η αδυναμία απομόνωσης. Ο Ό ργουελ υποτίμησε το ρόλο του κυττάρου της κοινωνίας, γιατί η προσωπικότητα σε μια τέτοια κοινωνία δεν προσδιορίζεται με τον όρο «άτομο» αλλά με τον όρο «κύτταρο». «Το άτομο συνδέε­ ται με το Κύτταρο όχι από κακή πρόθεση του Κράτους, αλλά εξαιτίας αντικειμενικών κοινωνι­ κών σχέσεων». Α πό αυτό ακριβώς συνεπάγεται ότι η ψυχολογία μας, η ιδεολογία μας γίνονται

συνήθειες, στερεότυπα βαθιά ριζωμένα μέσα μας. Η τηλεοθόνη που επινόησε ο Ό ργουελ στο «1984» σαν μέσο επιτήρησης των πολιτών ήταν μάλλον περιττή. Ο καθένας μας ελέγχεται από τους συναδέλφους, τους φίλους τού, το περιβάλ­ λον του γενικότερα, χωρίς να είναι απαραίτητη η τεχνολογική βοήθεια. Το παράδοξο της κοινωνίας αυτής είναι ότι διαφημίζει μια νέα μορφή δουλείας, αντί για απελευθέρωση. Το δικαίωμα στην εργασία γίνε­ ται καταναγκασμός σε εργασία. Πληρώνει κα­ νείς χαμηλά ενοίκια για σπίτια πολύ κακής ποιό­ τητας. Κάθε πρόοδος θεωρείται «επιστροφή». Αλλο παράδοξο: «Η κομμουνιστική κοινωνία δεν είναι πολιτική». Η πολιτική είναι δυτικό φαινόμενο. Προϋποθέτει την ύπαρξη κομμάτων, πολιτικών συζητήσεων, κοινής γνώμης. Στη Σο­ βιετική Ένωση δεν υπάρχει κοινή γνώμη. «Η δύναμη δεν είναι εδώ η πολιτική». Εξήντα εκα­ τομμύρια άνθρωποι σ’ ένα πληθυσμό 260 εκα­ τομμυρίων συμμετέχουν στη διοίκηση του συστή­ ματος. Το σύστημα λειτουργεί ανεξάρτητα απ’ ό,τι έχουν στο μυαλό τους τα άτομα, ανεξάρτητα από τις προθέσεις (ακόμα και αυτών που κυβερ­ νούν). Ο Zinoviev λέει θριαμβευτικά: «Αν ζούσε σήμερα ο Μ πρέζνιεφ, θα ήταν σε θέση να κυβερ­ νήσει πολύ καλύτερα». Και ο Ό ργουελ; Παρά την απαρίθμηση των λαθών που ακούστηκαν για το βιβλίο του «1984», το βιβλίο παραμένει ένα μεγάλο βιβλίο. «Οι κακές εκτιμήσεις που γίνονται μύθος, μυθι­ στόρημα είναι περισσότερο βιώσιμες από τις αντικειμενικές βεβαιότητες. Αυτές θα μείνουν στη συνείδηση, αυτές θα επηρεάσουν. Με την έν­ νοια αυτή ο Ό ργουελ θα συνεχίσει να επηρεάζει πολλές ακόμα γενιές. Προφητεία ή όχι, επιστη­ μονική φαντασία ή όχι, πρόβλεψη ή όχι, δεν έχει καμιά σημασία. Αυτό που μετράει είναι ότι το βιβλίο του Ό ργουελ “ 1984” παίζει ένα ρόλο στην ανθρώπινη συνείδηση». Μετάφραση: Νένα I. Κοκκινάκη


30/αφιερωμα

Andre Clucksmann*

Ο μεγάλος αδελφός, ο σύντροφος

ο 1984 δεν περιγρά­ φει καθόλου μια κοινωνία ολοκληρωτι­ σμού, υποβάλλει όμως την αντίληψη ότι θα υπάρξει ενδεχόμενα μια τέτοια στη Δύση. Ο τίτ­ λος προηγείται γύρω στα 10 χρόνια. Ο Κίσσινγκερ είναι ίσως εκείνος που δανείζει στο συγγραφέα την ιδέα της διαίρεσης του συστήματος του στα τρία υπερ-έθνη, όταν αναγνωρίζεται η Κίνα από τον Νίξον [ο Νίξον επισκέφθηκε επίσημα την Κίνα τον Φεβρουάριο 1972]. Γεωπολιτικά ο κό­ σμος χωρίζεται σε τρεις μεγάλους κόσμους: Ρω­ σία, Κίνα, Ηνωμ. Πολι­ τείες. Στο βιβλίο του Ό ργουελ: Ωκεανία, Ευρασία, Ανατολασία. Η θεωρία του Καστοριάδη1 για τη σοβιετική στρατο­ κρατία και η καθόλου τυχαία σημασία του στρατού και της όιομηχανίας εξοπλισμού του σ’ ένα τέτοιο τύπο συστή­ ματος, περιγράφεται επί­ σης στις επεξηγήσεις που δίνει ο Επαναστάτης Goldstein ρτο βιβλίο του Ό ργουελ. Πάντως ο Winston Smith (Ουίνστον Σμιθ), ο ήρωας του βιβλίου, δεν ανταποκρίνεται καθόλου στο πορτραίτο του σο­ βιετικού ανθρώπου, στο οποίο σήμερα παραπέ­ μπουν άλλοι συγγραφείς. Ο Ό ργουελ εκθέτει τις μεταβολές που, πρέπει να υποστεί και ίνα δεχθεί ένας διανοητής της Δ ύ ­ σης για να γίνει ένας

Τ

Ούτε το Υπουργείο Αλήθειας, ούτε η Νέα Ομιλία δενυπά ρ χουν στη Σοβιετική Ένωση. Ο λόγος για το τρίτο σύνθημα του οργουελιανού κόσμου: «Η ΑΓΝΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΜΗ»


αφιερωμα/31 «σωστά σκεπτόμενος» σοβιετικός. Ο συγγραφέας υποθέτει, άδικά βέβαια, ότι η αυτοάρ­ νηση της πρώτης επαναστατικής γενιάς συνεχίζει να υπάρχει και προβάλλει σαν αιώνια μια ιστορική γένεση θεωρώντας την ύπαρξή της μέσα σε μια κοινωνιολογική δομή αδιά­ κοπη και αδιάλειπτη. Αντίθετα η τρίτη επαναστατική γενιά δεν προκύπτει από τη θυσία της διανόησης, γιατί δεν έχει διανόηση να θυσιάσει. Η «intelligentzia» που περιγράφεται σήμερα από τον Zi­ noviev είναι «δανεισμένη». Δεν αντικατέστησε ένα πιστεύω με κάποιο άλλο, δεν αποστάτησε από κάτι, δεν καλλιέργησε τα ιδανικά της ελευθερίας, δεν προώθησε την εξέ­ γερση ή την επανάσταση. Δεν έχει φανατισμό, δεν πίστεψε ποτέ σε επίσημες αλήθειες του συστήματος. Δεν πιστεύει πολύ απλά στην αλήθεια και διδάσκει ότι δεν χρησιμεύει σε τίποτε η προσπάθεια διάκρισης της αλήθειας από το ψέμα. Ό τα ν φαντάζεται ένα «Υπουργείο Αλήθειας» ψάχνοντας με μανία τα αρχεία των πα ­ λιών εφημερίδων, ο Ό ργουελ παρουσιάζεται υπερβολικά αισιόδοξος. Είναι ο πολίτης που ερευνά, όπως εσείς κι εγώ, έτσι αισιοδοξεί, είναι η έρευνα μια κίνηση αισιοδοξίας. Στη θεωρία του ολοκληρωτισμού αντίθετα ο πολίτης προτιμά από την έρευνα την παρά­ θεση στοιχείων. Είναι φειδωλός στις απαιτήσεις του γιατί «κατασκευάζει» πολίτες αγ­ χωμένους, σιωπηλούς, στερημένους. Τον καθοδηγούν διάφορα σλόγκαν και κανείς δεν αντιδρά αν προτιμήσει να βρεθεί (από «κακή εκτίμηση» των πραγμάτων) σε ψυχιατρικό άσυλο. Η οινοποσία φτηνή, η πολυπραγμοσύνη ενοχλητική, η αθλιότητα καθημερινή, η έλλειψη πληροφόρησης αρκετή για τη διατήρηση της απάθειας ακόμα και σε γεγονότα όπως η κατάκτηση της Τσεχοσλοβακίας ή του Αφγανιστάν που περιγράφονται στο «1984». Ο Ό ργουελ δεν εκτίμησε σωστά το τελικό στάδιο της σκληρότητας που εμφανί­ ζεται στο «Υπουργείο Αλήθειας» καταφέρνοντας να πνίξει την αλήθεια μέσα στη βότκα και στην αμάθεια. Η οδύσσεια του Winston Smith επιβεβαιώνει την άποψή μας. Ο αναγνώστης ανακαλύ­ πτει μια συνθετότατη πλύση εγκεφάλου που θα «δικαιολογούσαμε» μόνο σε περιπτώσεις πολιτικών κρατουμένων. Τα εκατομμύρια θάνατοι στο «Κουλάνκ» είναι αρκετοί για να επαληθεύσουν τον αποκεφαλισμό μιας κοινωνίας και να κλείσουν το στόμα ελάχιστων επαναστατών που είχαν πια απομείνει σε μια κοινωνία που δέχεται συνθήματα όπως «ο πόλεμος είναι ειρήνη» και «η ελευθερία είναι δουλεία». Οι αντιφατικοί αυτοί όροι δεν είναι δημιούργημα μιας σοφής διαλεκτικής, αλλά μιας καταπιεσμένης συνείδησης (με όλη τη σημασία του όρου καταπίεση). Και ο πολίτης μιας τέτοιας κοινωνίας δεν αναρωτιέται για τίποτε, δεν αναζητεί πιστεύω, αφού η δουλειά του είναι ακριβώς η απομάκρυνσή του από τα πιστεύω και τη δικαιοσύνη. «Ζει», όπως λέει ο Zinoviev, «σε μια έρημο χωρίς να περιμένει θαύματα». Η φανταστική οργουελιανή επανάσταση δεν έγινε ποτέ. Το Υπουργείο Αλήθειας δεν μπόρεσε να κτυπήσει δραστικά την αφθονία της πληροφόρησης. Η «Νέα Ομιλία» δεν δημιούργησε μια «υψηλή λογική». Το πρόβλημά της ήταν πώς να κάνει το άτομο που θέ­ λει από τη φύση του να μάθει [«ο άνθρωπος ορέγεται φύσει του ειδέναι» λέει ο Αριστο­ τέλης] να μη θέλει πια. Η έρευνα που βαδίζει ψηλαφητά κι έχει βέβαια δυτική προέλευ­ ση έχει πια ξεπεραστεί. Η συλλογική συνείδηση του Κόμματος προβάλλει το Μεγάλο Α δελφό.2 Η ανόητη πεζότητα και η ασχήμια της καθημερινής γλώσσας που μιλιέται προσεκτικά, αλλά και φαινομενικά αυθόρμητα, κάνουν αυτή την κοινωνία απρόσβλητη από λογικές ερωτήσεις. Το τρίτο σύνθημα του οργουελιανού κόσμου «Η ΑΓΝΟΙΑ ΕΙ­ ΝΑΙ ΔΥΝΑΜ Η» επιβάλλει σιωπηλά τα δύο άλλα. Λέγοντας ότι η «άγνοια κατασκευά­ ζει τη δύναμη»·δικαιολογούμεθα γιατί περιορίζουμε την ανθρώπινη αντίληψη για τη ση­ μασία του ρήματος ΕΙΜΑΙ. Π οια είναι η υπόστασή μου όταν «δεν είμαι;». Πώς μΑορώ ν ’ αποδείξω κάτι, να κρίνω κάτι όταν δεν πρέπει να ξεχωρίζω; Ό τα ν η ελευθερία είναι δουλεία, η ειρήνη και ο πόλεμος οδηγούν σε αδιέξοδο και κάθε πρόταση (απόφανση), που θεωρείται ότι εξωτερικεύει μια αλήθεια, γίνεται αδύνατη. Έ τσι ο Βιετναμέζος του Ό ργουελ που βασανίζεται στα στρατόπεδα συγκέντρωσης επι­ βάλλεται να νιώθει ελεύθερος γιατί γλίτωσε το μαχαίρι. Επιβάλλεται να νιώθει ευτυχι­ σμένος, γιατί η αποφυγή του θανάτου είναι κριτήριο της ευτυχίας. Για να ζήσει κανείς ευτυχισμένος πρέπει να αισθάνεται ευτυχισμένος γιατί επιβιώνει. Η ανάγκη επιλογής ανάμεσα σε αντιφατικές πραγματικότητες είναι η ύψιστη αρχή της παραδοσιακής λογικής που δεν ξεπεράστηκε από μια υπερ-λογική διαλεκτική απαλλαγ­ μένη από τη δικαιοδοσία επιλογής του τρόπου ζωής, της ευτυχίας, της ατομικής δη­ μιουργίας. Το να λες ότι «όλα είναι πολιτική» δεν έχει ποτέ έννοια περιοριστική: τίποτε


32/αφιερωμα δε μένει ποτέ υποταγμένο σε μια συνείδηση που είναι μόνη υπεύθυνη για το σωστό και το λάθος. Πραγματικά το «1984» δεν δείχνει πώς λειτουργούν το άτομο ή η κοινωνία μέσα στον ολοκληρωτισμό, αλλά πώς γίνονται «του ολοκληρωτισμού» όταν δεν είναι. Μόνο η Ιου­ λία, η πρώτη επαναστάτρια του βιβλίου, εκφράζει ωμά την ύψιστη αρχή για το πέρασμα μέσα από τον κόσμο του Ό ργουελ στον πραγματικό σοσιαλισμό: κατά τη γνώμη της, δεν υπάρχει πόλεμος. Οι βόμβες που έπεφταν τη νύχτα στο Λονδίνο (μια από τις πρωτεύου­ σες της Ωκεανίας) έπεφταν ίσως από την ίδια την κυβέρνηση της Ωκεανίας για να δια­ τηρήσουν το φόβο στις ανθρώπινες καρδιές. Μετάφραση από τα Γαλλικά: Νένα I. Κοκκινάκη * Συγραφέας του βιβλίου: «La force du vertige» (Η δύναμη του παράλογου) Σημειώσεις 1. Ο Καστοριάδης θεωρεί σαν δασικό όρο για το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας μιαν αυτόνομη δράση του προλεταριάτου που θα έχει ως αντικειμενικούς σκοπούς την κατάλυση του γραφειοκρατικού δημό­ σιου μηχανισμού και τη μεταβίβαση της εξουσίας σε μαζικούς οργανισμούς των παραγωγικών τάξεων (σ.τ.μ.). 2. «Ο Μεγάλος Αδελφός είναι αλάθητος και παντοδύναμος. Κάθε ευτυχία, κάθε πραγματοποίηση, κάθε νίκη, κάθε επιστημονική ανακάλυψη, κάθε γνώση, σοφία, ευτυχία, αρετή θεωρείται ότι πηγάζει κατευθείαν από τη διοίκηση και την έμπνευσή του. Κανείς δεν έχει δει ποτέ το Μεγάλο Αδελφό. Είναι ένα πρόσωπο στις εφημερί­ δες, μια φωνή στην τηλεοθόνη. Μπορούμε να είμαστε σίγουροι πως δε θα πεθάνει ποτέ και, ήδη, υπάρχει με­ γάλη σύγχυση και ασάφεια γύρω από το πότε ακριβώς γεννήθηκε. Ο Μεγάλος Αδελφός είναι η μάσκα που κάτω απ’ αυτήν διάλεξε το Κόμμα για να επιδειχθεί στον κόσμο. Έ ρ­ γο του είναι να ενεργεί σαν συγκεντρωτική εστία για την αγάπη, το φόβο και το σεβασμό, αισθήματα που είναι πιο εύκολο να νιώσει κανείς για ένα πρόσωπο, παρά για μια οργάνωση». (Από το «1984»)

^ Τ Η Μ 0Α0Γ/4 ^GUTENBERG*

GUTENBERG &

Ε Π ΙΣ Τ Ή Μ Ε Σ Η Α ΙΑ Μ Α Χ Η Κ Β Α Ν Τ ΙΚ Η Θ Ε Ω Ρ ΙΑ

Θ Ε Ω Ρ ΙΑ Τ Η Σ Ε Π ΙΣ Τ Ή Μ Η Σ

Κ Ο Λ Ω Ν ΙΑ

ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ

ΙΣ Τ Ο Ρ ΙΑ ΤΉ Σ Φ ΙΛ Ο Σ Ο Φ ΙΑ Σ

m

GUTENBERG


αφιερωμα/33

Όργουελ Ο μεγάλος μας αδελφός Ο Όργουελ έφερε μεγάλη αναστάτωση στην άνε­ ση (της έκφρασης) και στον κομφορμισμό των συγ­ χρόνων του στην Αγγλία και αλλού. Είχε αποκτήσει την εκτίμηση και τη φιλία μερικών απ’ αυτούς και όχι λίγων. Τέσσερις μεγάλοι συγγραφείς το μαρτυρούν.

Ε. Μ. Φόρστερ Σ’ ολόκληρη τη μισητή αποκάλυψη του 1984 δε θα βρει κανείς μια τερατώδη μορφή που να μην υπάρχει ήδη σε εμβρυακή κατάσταση. Πίσω απ’ τις Ηνωμένες Πολιτείες καραδοκεί η Ωκεανία, ένα από τα τρία του υπερ-έθνη. Ο Μεγάλος. Α δελφός κρύβεται πίσω από τον Στάλιν προσαρμοσμένος στην προσωπικότητά του, αλλά κρύβεται και πίσω από τον Τσώρτσιλ, τον Τρούμαν, τον Γκάντι ή οποιονδήποτε αρχηγό που κα­ τασκευάζει ή επινοεί η προπαγάνδα. Πίσω από τους Βορειοκορεάτες που εμφανίζονται ως υπάνθρωποι και τους Νοτιοκορεάτες, τόσο μεγάλους ήρωες, υπάρχουν και Νοτιοκορεάτες αλήτες και Βορειοκο­ ρεάτες ήρωες που μόνο η αντανάκλαση του καλειδο­ σκόπιου θα μπορούσε ν ’ αλλάξει. Ο Ό ργου ελ περνά τη ζωή του προβλέποντας τέ­ τοιες αλλαγές και σημειώνοντάς τες από την εμβρυακή τους ακόμα κατάσταση. Η δύνα­ μή του προς αυτή την κατεύθυνση τον οδηγεί. Το 1984 στεφανώνει το έργο του, μα φυσι­ κά πρόκειται για ένα ακάνθινο στεφάνι. Αποτυπώ νοντας τη σφραγίδα αυτού του.έργου κοίταζε παράλληλα γύρω του και πρσπαθούσε να βελτιώσει ένα κόσμο ταγμένο στη δυστυχία. Αληθινά γενναιόδωρος έλ­ πιζε να βοηθήσει και ο ίδιος μέσα από τα μικρά. Τα προγράμματα ανάγουν στους καταστροφείς. Κοιτάξτε το τριαντάφυλλο ή τα βατραχοειδή, ή, αν αυτά δεν έχουν για σας σημασία, στραφείτε προς την τέχνη ή τη λογοτεχνία. Εκεί, μέσα στο ανώφελο, είναι που θα βρούμε την άκρη της σωτηρίας. «Αν θα θέλαμε να προσθέσουμε κάτι στην απεραντοσύνη της κακότητας που υπάρχει σήμερα στον κόσμο» - είχε γράψει σ’ ένα του άρθρο - «δε θα βρίσκαμε τίποτε καλύτερο από την οργάνωση ενός τουρνουά ποδοσφαίρου μεταξύ Εβραίων και Αράβων, Γερμα­ νών και Τσέχων κ.λπ. - κάθε ματς θα το παρακολουθούσε ένα κοινό πέντε χιλιάδων αν­ θρώπων». Τα παιχνίδια είναι ακίνδυνα, ακόμα κι όταν δεν υπάρχει ά πόλυτος σεβασμός στους κανόνες τους, μόνο όταν παίζονται ιδιωτικά. Το σπορ σε διεθνή κλίμακα συντελεί στην καταστροφή του κόσμου. Βάλλεται από ανεύθυνους αθλητές που θεωρούνται ότι έτσι προωθούν την «ιδέα» του αθλητισμού, ενώ οι ίδιοι καταθέτουν το πολιτικό γόητρο και τα οικονομικά τους συμφέροντα. Ο Ό ργουελ πραγματεύεται άλλωστε το θέμα του ολοκληρωτισμού γενικά. Ο βρεταννικός ιμπεριαλισμός, όπως τον ανακάλυψε στη Βιρ­ μανία, είναι κακός, αλλά οι επόμενοι ιμπεριαλισμοί που τον καταδίωξαν είναι χειρότε­ ροι. Ό λ α τα έθνη είνα μισητά, όμως μερικά είναι λιγότερο από τ’ άλλα- κι απ’ αυτόν τον δύσβατο δρόμο, και πολύ λίγο ελκυστικό, ο Ό ργου ελ φτάνει στον πατριωτισμό. Για μερικούς από μας είναι ο πιο καθαρός δρόμος. Πιστεύουμε στα λουλούδια, στα ζωύφιά,


34/αφιερωμα στις τέχνες, ξέρουμε ότι η σωτηρία, ένα κομμάτι ψωμί που απόμεινε, βρίσκεται μόνο εκεί. Δεν το βλέπουμε πουθενά στην παγκόσμια πολιτική, δε θα το αφήσουμε να κυλή­ σει, αλλά προτιμούμε το λιγότερο άσχημο από το περισσότερο άσχημο και γινόμαστε πατριώτες κρατώντας άθικτες τις ψυχές και άθικτο το μυαλό μας. Είναι μια λύση λιγότερο εύκολη, αλλά τίποτε δεν μπορεί ν ’ ακολουθήσει τον Ό ργουελ που ελπίζει στην άνεση. Πιστεύουμε οτι τα βιβλία θα μας προσφέρουν ανάπαυση κι εκείνα μας ενοχλούν. Δεν μας ενθαρρύνουν καθόλου για την ελπίδα που κλείνει τα μά­ τια σ’ ένα μέλλον όπου όλα θα έχουν επιλυθεί, αγαπητοί σύντροφοι, ακόμα κι αν εμείς δε θα υπάρχουμε για να τον δούμε. Δεν μας προσφέρουν ούτε καν ένα μυστικισμό. 'Ετσι δεν ξαφ νιάζει το γεγονός πως ο Ό ργουελ δεν μπόρεσε να καταλάβει τον H-G-Wells. Αυτό που εκείνος προσφέρει και που τον κάνει τόσο αγαπητό σε μερικούς είναι η πίστη του στα μικρά και τα άμεσα, στην καλοσύνη, την ηρεμία και την ακρίβεια. Σίγουρος για την καθαρότητα της πρόζας, την αγαπούσε με πάθος: σ’ ένα από τα δο­ κίμιά του κατηγορεί μερικές σελίδες συγχρόνων του. Είναι ένα επικίνδυνο παιγνίδι (θα μπορούσαν να το αντιστρέφουν οι σύγχρονοί του), αλλά είναι ένα αναγκαίο παιχνίδι, γιατί, με την παρακμή της πρόζας, υπάρχει και η παρακμή της σκέψης και οι λεπτότεροι δρόμοι της επικοινωνίας καταστρέφονται. Η ελευθερία, δηλώνει ο Ό ργουελ, είναι ενω­ μένη με την πρόζα και οι γραφειοκράτες που θέλουν να καταστρέψουν την ελευθερία και δε μιλούν σωστά καταφεύγουν σε φράσεις στις οποίες η έννοια καθαυτή εξαφανίζε­ ται. Είναι καθήκον του πολίτη και ιδιαίτερα του δημοσιογράφου να παραμονεύει αυτού του είδους τις φράσεις και να τις στιγματίζει(...) Ο Ό ργουελ δεν είναι ο μόνος που ηγήθηκε σ’ αυτό τον αγώνα ενάντια στις ξύλινες γλώσσες, σ’ αυτές δηλαδή που δεν έχουν χυμούς, ζωντάνια, πολλοί το κάνουν με ειρωνεία, τοποθετούνται απλά στην αισθητική άποψη. Ο Ό ργουελ είναι μοναδικός γιατί παίρνει την υπόθεση ιδιαίτερα σοβαρά, γιατί ενώνει κατευθείαν την καλή πρόζα με την ελευθερία.

Ά λντου ς Χάξλεΐ) Με την ευκαιρία του βιβλίου του Ό ργουελ «1984» ήταν πολύ ενδιαφέρουσα η πληροφορία που είχα πρόσφατα πάνω στο θέμα «υπνοπαιδεία», κάτι που είχα γράψει παλιά στο «Ο καλύτερος κόσμος» (Le meilleur des mondes) και που, ήδη, θεωρείται πια γε­ γονός. Μικρόφωνα στο μαξιλάρι ενωμένα με φωτο­ γράφους που προσαρμόζονται στο δίσκο του ρολο­ γιού και μεταδίδουν σε τακτικά διαστήματα, κατά τη διάρκεια της νύκτας, εφαρμοσμένες εγγραφές χρησι­ μοποιούνται πια σε ευρεία κλίμακα στη χώρα μας από τους παιδιάτρους για τη θεραπεία της παιδικής φοβίας ή κακών συνηθειών, όπως η ακράτεια, ή ακό­ μα και για να βοηθηθούν τα καθυστερημένα παιδιά και ν ’ αποκτήσουν ένα πλουσιότερο λεξιλόγιο. Η μέ­ θοδος της υπνοπαιδείας χρησιμοποιήθηκε κι από τους φοιτητές που θέλουν να μάθουν μια ξένη γλώσσα σε όσο γίνεται λιγότερο χρόνο α π’ αυτόν που φυσιολογικά απαιτείται. (Ο αμερικανικός στρατός έκανε ευρεία χρήση της μεθόδου για να μάθουν οι στρατιώτες κινέζικα ή γιαπωνέζικα σ’ ένα μήνα ή έξι βδο­ μάδες). Φαίνεται ότι οι έξυπνοι δκτάτορες του μέλλοντος θ’ αντιμετωπίσουν με την πρέ­ πουσα σοβαρότητα τη συστηματική σκληρότητα που περιγράφεται μέσα στο 1984 και που μένει χωρίς αποτέλεσμα, όντας ατιμωτική και άχρηστη. Οι μέθοδοι υπνοπαιδείας μπορούν πια να χρησιμοποιούνται, έτσι που να γίνεται περιττό το στρατόπεδο συγκέ­ ντρωσης ή το καουτσουκένιο ρόπαλο. Η εντύπωση που προκαλεί η θέληση του ισχυρού μπορεί το ίδιο αποτελεσματικά να χτυπηθεί τόσο με το θέαμα ανδρών και γυναικών που αν και είναι αιχμάλωτοι φαίνο­ νται ν ’ αγαπούν τη δουλεία τους, όσο κι από το θέαμα εκείνων που είναι αναγκασμένοι να υποτάσσονται από φόβο. (Δημοσιευμένο στο W orld Review, l o r n . . . |υ50)


αφιερωμα/35

Ά ρ θου ρ Κέστλερ Ασυμβίβαστος και απόλυτα συνεπής στις ιδέες του ο Ό ργουελ φαινόταν μερικές φορές απάνθρωπος. Έ να είδος αυστηρής σκληρότητας πήγαζε από μέσα του που θα ’λεγε κανείς ότι τη μίκραινε ανάλογα με την απόσταση αυτών που έκρινε: άσπλαχνος προς τον εαυτό του, αυστηρός προς τους φίλους του, αδιάφο­ ρος προς τους θαυμαστές του, συμπαθούσε υπερβολι­ κά και λυπόταν «τα πλήθη των ανθρώπων των μεγαλουπόλεων με τα σκελετωμένα πρόσωπα, τα άσχημα δόντια μα, και με τους ευγενικούς τρόπους. Συμπα­ θούσε τους ανθρώπους που σχημάτιζαν ουρές μπρο­ στά στα γραφεία εργασίας, τις ανύπαντρες γυναίκες που έτρεχαν με ποδήλατο μέσα στη φθινοπωρινή πρωινή ομίχλη για τη θεία μετάληψη». Έ τσι, όσο περισσότερο απομακρύνεται από το οι­ κείο του περιβάλλον, τόσο πιο θερμές γίνονται οι ακτίνες της αγάπης του μοναχικού αυ­ τού ανθρώπου. Τον εαυτό του ήταν ανίκανος να τον αγαπήσει και να τον ευσπλαχνι­ στεί. Η σκληρότητα που έδειχνε στον εαυτό του ήταν το κλειδί της προσωπικότητάς του. Η ίδια προσδιόρισε και τη στάση του προς τον εσωτερικό του εχθρό, την αρρώστια, πού κατέστρεφε τα πνευμόνια του από τότε ακόμα που ήταν έφηβος. Η ζωή του ήταν μια αδιάκοπη σειρά εξεγέρσεων τόσο ενάντια στις συνθήκες της κοι­ νωνίας γενικά, όσο και ενάντια στην προσωπική του δυστυχία- αντιστάθηκε στον ολι­ σθηρό κατήφορο στον οποίο οδήγησε την ανθρωπότητα με το «1984», αλλά και στο δικό του γλίστρημα προς το θάνατο. Διάφοροι σταθμοί σημάδευαν την πορεία των εξεγέρσεών του. Τον βλέπουμε αστυνομικό στη Βιρμανία, σερβιτόρο να πλένει πιάτα σε εστια­ τόρια του Π αρισιού, αλήτη στην Α γγλία, στρατιώτη στην Ισπανία. Κάθε σταθμός προει­ δοποίηση, πρόκληση στην οποία απαντούσαν τα έργα του που ολοένα αυξάνονταν σε όγκο και αξία (...). Η απαίτηση της μεγαλοφυίας σπάνια συμβιβάζεται με το ρυθμό της ορθοφροσύνης- η ζωή του Ό ργουελ ήταν μια νίκη της πρώτης πάνω στη δεύτερη. Γιατί τώρα που πέθανε ήλθε η ώρα ν ’ αναγνωριστεί ότι ήταν ο μόνος μεγαλοφυιής συγγρα­ φέας ανάμεσα σ’ όλους όσοι ασχολήθηκαν με κοινωνικές εξεγέρσεις μεταξύ των δυο π ο­ λέμων. Ο Κυρίλ Κονολύ (Cyril Connolly) γράφοντας για τα κοινά τους σχολικά χρόνια σημειώνει: «ήμουν ένας θεατρίνος επαναστάτης, ο Ό ργουελ ήταν αληθινός επαναστά­ της». Η φράση αυτή ταιριάζει σ’ όλη τη λογοτεχνική παραγωγή του Ό ργουελ. Ό τα ν πήγε να πολεμήσει στην Ισπανία δε θέλησε να κερδίσει την «ψευδοαδελφοσύ­ νη» των Διεθνών Ταξιαρχιών, αλλά πήγε στο πλευρό των πιο δυστυχισμένων ομάδων της ισπανικής εθνοφρουράς, της πολιτοφυλακής του αναρχικού κόμματος ΠΟΥΜ. Και ήταν ο μόνος που η ωμή του ακεραιότητα αντιστάθηκε στην ύποπτη μυστικότητα του «Κόμματος» που δεν του στάθηκε ποτέ «σύντροφος». Τα επτά βιβλία του της περιόδου αυτής από το «Down and Out» (ελλην. απόδοση: «Στην ψάθα στο Παρίσι και στο Λ ον­ δίνο») μέχρι το «Coming up for Air» («Βγαίνοντας για καθαρό αέρα») παραμένουν πά­ ντα επίκαιρα, ξεχειλίζουν από ζωή, κι αυτό θα συμβαίνει για δεκάδες ακόμη χρόνια, ενώ τα βιβλία που έδωσε η αριστερά με τον επιπόλαιο συναισθηματισμό της εκείνη την ίδια εποχή - και που ο Ό ργο υ ελ περιφρονούσε τόσο πολύ - έχουν πια σήμερα ξεχαστεί. Το ίδιο ισχύει και για την περίοδο του πολέμου. Α πό όλες τι διακηρύξεις και τα πολι­ τικά φυλλάδια που κυκλοφόρησαν τότε, λίγα θα μπορούσαν να ξαναδιαβαστούν σήμε­ ρα, εκτός ίσως από το «What I believe» (Τι πιστεύω) του Forster, λίγα αποσπάσματα των λόγων του Τσώρτσιλ και τέλος το «Lion and the unicorn» (To λιοντάρι και ο Μονόκερως) του Ό ργουελ. Το πρώτο μέρος του έργου «Η Αγγλία, η Αγγλία σου» (England, your England) είναι ιδιαίτερα συγκινητικό και παράλληλα δηκτικό για τον εθνικό χαρα­ κτήρα των Ά γγλω ν, θεωρείται ένα μικρό κλασικό κείμενο. Η «Φάρμα των Ζώων» (Animal Farm) και το «1984» είναι τα τελευταία έργα του Ό ρ ­ γουελ. Μετά τα «Ταξίδια του Γκιούλιβερ» δεν έχει γραφεί μια τόσο βαθιά και καυστική


36/αφιερωμα σάτιρα όσο «η Φάρμα των Ζώων» και μετά τη «Δίκη» του Κάφκα δεν υπάρχει καμιά φαντασία τόσο απάνθρωπα λογική που να μπορεί να συγκριθεί με το «1984». Πιστεύω ότι οι ιστορικοί της λογοτεχνίας του μέλλοντος θα θεωρήσουν τον Ό ργόυελ σαν κρίκο που έλειπε στην αλυσίδα που χωρίζει τον Κάφκα από τον Σουίφτ. Γιατί, για να γυρίσω πάλι στον Κονολύ, η δήλωσή του ότι «ο καλλιτέχνης δε θα κρίνεται πια παρά από τον απόηχο της μοναξιάς και την ποιότητα της απελπισίας του» είναι ίσως αληθινή. [Το κείμενο είναι απόσπασμα της «Έ ρευνας περί του απολύτου» που μεταφράστηκε από τους Georges Fradier και Myriel Zybend]

Μπέρτραν Ράσελ Ο Ό ργουελ είναι το ίδιο σπουδαίος και ως άνθρω­ πος και ως συγγραφέας. Η προσωπική του ζωή ήταν μια τραγωδία εν μέρει εξαιτίας της αρρώστιας του, αλλά περισσότερο γιατί αγαπούσε τον Ά νθρω πο και δεν είχε την ικανότητα να παρέχει στον εαυτό του την άνεση της αυταπάτης. Στις μέρες μας ο άνθρωπος φαίνεται αναγκασμένος ν ’ αντιμετωπίζει αλήθειες σκληρότερες από εκείνες των παππούδων μας που ζήσανε με τα ιδεώδη των λαμπρών πολέμων. Ό π ω ς κάθε νέος με μεγαλόπνοα σχέδια, ο Ό ργουελ υπήρξε αρχικά ένας επαναστάτης ενάντια στο κοινωνικό σύ­ στημα της εποχής και της χώρας του. Πίστεψε στη ρωσική επανάσταση. Ο θαυμασμός του για τον Τρότσκι και η εμπειρία του από τη μεταχείριση που επεφύλαξαν οι σταλινιστές στους τροτσκιστές κατά τον Ισπανικό πόλεμο του αφαίρεσαν τις ελπίδες που δεν τις αντικατέστησε με άλλες. Το γε­ γονός αυτό μαζί με την αρρώστια που τον οδήγησε στην απόλυτη απελπισία, που φαίνε­ ται ολοκάθαρη μέσα στο «1984». Ο Ό ργουελ δεν ήταν από τη φύση του απαισιόδοξος ή υποχείριο πολιτικών σκοπιμο­ τήτων. Είχε ποικίλα ενδιαφέροντα και σε μια λιγότερο ταραγμένη εποχή θα μπορούσε να εκφράσει τη χαρά της ζωής κι όχι την απελπισία. Σ’ ένα θαυμάσιο κείμενό του για τον Ντίκενς σχολιάζει με συμπάθεια το πιστεύω τού Ντίκενς, κατά το οποίο όλα θα πή­ γαιναν καλά, αν οι άνθρωποι συμπεριφέρονταν σωστά και ότι η αναμόρφωση των ηθών «αυτή καθεαυτή» δε θα ήταν το σημαντικότερο. Ο Ό ργουελ αγαπούσε πολύ τους ομοίους του, που δε θα τους άφηνε ποτέ να εγκλωβιστούν σ’ ένα πιστεύω. Η πολιτική κυριαρχεί στην εποχή μας, όπως κυριαρχούσε η θεολογία τον 4ο αιώνα. Ο Ό ργουελ θα μείνει στη μνήμη μας με τα πολιτικά του έργα και ιδιαίτερα με τη «Φάρμα των Ζώων». Η «Φάρμα των Ζώων» έχει φυσικά ομοιότητες με τα ταξίδια του Γκιούλιβερ. Τα ζώα του Ό ργουελ όμως, ακόμα και το άλογο μέσα στην αξιοπρέπειά του, δεν έχουν καμιά ομοιότητα με τα όντα του Σουίφτ που ενσαρκώνουν την ψυχρή λογική. Αλλά ο Ό ρ ­ γουελ, όπως και ο Σουίφτ μετά το θάνατο της βασίλισσας Ά ν ν α ς, ανήκουν στο νικημένο κόμμα κι έτσι περνούν εύκολα από την ήττα στην απελπισία, μια απελπισία που ενσαρ­ κώνεται σε μια κοινωνική σάτιρα. Αλλά εκεί που ο Σουίφτ εκφράζει ένα τυφλό μίσος για την ανθρωπότητα, ο Ό ργουελ διατηρεί μια κρυμμένη καλοσύνη: μισεί τους εχθρούς μέσα από εκείνους που αγαπά, ενώ ο Σουίφτ φτάνει στο σημείο ν ’ αγαπήσει τους εχθρούς μέσα απ’ αυτούς που μισεί (...). Η μισανθρωπία του Σουίφτ πήγαζε σε μεγάλο βαθμό από τη διαψευσμένη του φιλοδο­ ξία, ενώ στον Ό ργουελ γεννήθηκε σε μεγάλο βαθμό μέσα από την προδοσία των μεγά­ λων ιδεών, πράγμα που φαίνεται στα έργα του. Σ’ ένα κείμενό του για τον Γκιούλιβερ, γραμμένο με μεγάλη διεισδυτικότητα, ο Ό ργουελ εκθέτει με τρόπο καταλυτικό την ευτέ­ λεια των φιλοδοξιών του Σουίφτ και την ανοησία των ιδανικών του. Στα δυο αυτά ο Ό ργουελ δεν έκανε τις ίδιες αστοχίες με τον Σουίφτ. Υπάρχει ένα μικρό άρθρο του Ό ργουελ γραμμένο όμως με πολύ πάθος με θέμα: «Ο


αφιερωμα/53 Γουέλς, ο Χίτλερ και η Παγκόσμια κοινότητα» που χρονολογείται στα 1941. Εδώ ο Γουέλς θεωρείται υποστηρικτής της παγκόσμιας κοινότητας σε μια εποχή που είχε πια εξαντληθεί η ικανότητα του Χίτλερ για νέες επιχειρήσεις. «Τα στρατιωτικά μέσα που διέθετε τότε ο Χίτλερ είχαν πια παρακμάσει και οι Γερμανοί ήταν όπως και οι Ιταλοί πριν την απόβασή τους στην Ελλάδα και την Αφρική». Αντίθετος στη γουελιστική προ­ παγάνδα ο Ό ργου ελ απαντά με τη σειρά του: «Γιατί να ευχηθούμε μια παγκόσμια κοι­ νότητα; Σύντομα, μετά από δεκαετίες όλοι οι συνετοί άνθρωποι θα συμφωνήσουν με τον Γουέλς. Αλλά οι συνετοί δεν έχουν την εξουσία. Ο Χίτλερ ήταν ένας παρανοϊκός εγκλη­ ματίας, είχε όμως ένα στρατό εκατομμυρίων. Ο Γουέλς δεν κατάφερε μέχρι το τέλος της ζωής του να αντιμετωπίσει το εξής: “οι συνετοί δεν έχουν καμιά εξουσία”». Ο Ό ργου ελ αντιμετώπισε το θέμα κι έζησε σ’ ένα πραγματικό κόσμο έστω κι αν μετα­ πείστηκε σε ορισμένα σημεία, έστω κι αν δυστύχησε. Οι ριζοσπαστικοί μιας άλλης επο­ χής, όπως ο Γουέλς ή εγώ ο ίδιος, δυσκολεύονται να πετύχουν τη διείσδυση σ’ ένα κό­ σμο που βασιλεύει καθαρά η εξουσία. Είμαι ευγνώμων προς ανθρώπους σαν τον Ό ρ ­ γουελ που ξέρουν να «πιάνουν το Σατανά απ’ τα κέρατα» γιατί αλλιώς θα ήταν μια απά­ τη. Η εποχή μας έχει ανάγκη από περισσότερη πίστη απ’ ό,τι ο 18ος ή ο 19ος αιώνας. Φα­ νταστείτε τον Γκαίτε, τον Σίλεϋ ή τον Γουέλς κλεισμένους σ’ ένα γερμανικό στρατόπεδο συγκέντρωσης: πώς θα μπορούσαν να βγουν από κει; Ο Γκαίτε δε θα ήταν πια «ολύ­ μπιος», ο Σίλεϋ θα είχε χάσει την αγγελική του ψυχή κι ο Γουέλς την πίστη του στην απόλυτη δύναμη της λογικής. Και οι τρεις θα είχαν αποκομίσει μια γνώση του πραγμα­ τικού κόσμου, θα την είχαν κερδίσει συνετά; Α υτό θα μπορούσε να εξαρτηθεί από το κουράγιο τους και τη δύναμη των πνευματικών τους πεποιθήσεων. Οι περισσότεροι φι­ λόσοφοι σκέπτονται και διανοούνται καλύτερα όταν τρέφονται κατάλληλα, παρά όταν τρελαίνονται από την πείνα και δεν υπάρχει κανόνας που να ορίζει ότι οι μεγάλες στε­ ρήσεις και η καταπίεση κάνουν τους ανθρώπους συνετούς. Οι άνθρωποι που σήμερα προσεγγίζουν πνευματικά έναν Γκαίτε, έναν Σίλεϋ ή έναν Γουέλς έχουν σχεδόν όλοι ζήσει είτε με τη θέλησή τους, είτε με τη μεσολάβηση εκείνων, εμπειρίες παρόμοιες με αυτές ενός στρατοπέδου συγκέντρωσης. Ο Ό ρ γου ελ ήταν ένας α π’ αυτούς. Διατήρησε όμως μια αγάπη για την αλήθεια ακατάβλητη και ποτέ δεν αρνήθηκε να μάθει ακόμα και τα πιο δύσκολα. Α λλά έχασε την ελπίδα. Αυτό τον εμπόδισε να γίνει προφήτης του καιρού μας. Δεν είναι ίσως δυνατό μέσα σ’ ένα κόσμο σαν το δι­ κό μας να συνδυαστεί η αλήθεια και η ελπίδα. Α ν γινόταν αυτό, τότε όλοι οι προφήτες θα ’βγαιναν αληθινοί. Προσωπικά πιστεύω ότι έχω ζήσει αρκετά ήδη σ’ ένα κόσμο ελλι­ πή, ώστε μου είναι αδύνατο να συμμορφωθώ με μια τόσο διαβρωτικά καυστική θεωρία. Πιστεύω ότι άνθρωποι σαν τον Ό ργουελ προσφέρουν το μισό, μα μόνο το μισό α π’ ό,τι έχει ανάγκη ο κόσμος μας. Το άλλο μισό απομένει να το αναζητήσουμε. (Ιούνιος 1950, άρθρο δημοσιευμένο στο World Review)


54/αφιερωμα

Joan-Francesc Bruch

Για την Καταλωνία Ο Όργουέλ δεν πήγε στην Καταλωνία για να γράψει, αλλά για να πολεμήσει. Δε νίκησε στο πεδίο της μάχης, νίκησε όμως στη μάχη με το γράψιμο. Το βι­ βλίο του «Φόρος τιμής στην Καταλω­ νία» παραμένει η μεγαλύτερη μαρτυ­ ρία για την αρχή του εμφυλίου στην περιοχή αυτή της Ισπανίας. ι κάτοικοι της Καταλωνίας έχουν πολλούς λόγους ν ’ αγαπούν τον Τζωρτζ Ό ρ γουελ. Πρώτα πρώτα γιατί δεν υπάρχουν πολλοί Ά γγλοι που έφτασαν στην πατρί­ δα τους για να πολεμήσουν, να τραυματιστούν και να επιστρέφουν ύστερα για να γρά­ φουν ένα βιβλίο με τίτλο: «Φόρος τιμής στην Καταλωνία». Ύ στερα γιατί δεν υπάρχουν συγγραφείς είτε Ά γγλο ι, είτε άλλης εθνικότητας που έδωσαν έμφαση στο γεγονός ότι οι Καταλανοί δεν μιλούν ισπανικά αλλά καταλανικά. Τέλος, γιατί το βιβλίο του Ό ργουελ που εμφανίστηκε στη Γαλλία με τίτλο «Η ελεύθερη Καταλωνία» είναι η μεγαλύτερη μαρ­ τυρία για την αρχή του εμφυλίου πολέμου στην περιοχή αυτή της Ισπανίας. Μια μαρτυρία, ένα ρεπορτάζ, μια έκθεση, ένα βιβλίο εν πάση περιπτώσει διαφορετικό από όλα όσα έγραψε ο Ό ργουελ, ο οποίος πήγε στην Καταλωνία όχι για να γράφει αλ­ λά για να πολεμήσει. Πολέμησε, βέβαια, αλλά τραυματίστηκε σοβαρά κι αναγκάστηκε να επιστρέφει. Έ τσι ο συγγραφέας νίκησε στη μάχη με το γράψιμο. Ό τα ν ο Ό ργουελ περιγράφει τη Βαρκελώνη δεν επιμένει τόσο στην αρχιτεκτονική της, ούτε στις λαϊκές διηγήσεις που ακούγονται στις φαρδιές δενδρόφυτες λεωφόρους της Ράμπλα (τον βασικό άξονα της παλιάς πόλης) μέχρι τον οχυρωμένο λόφο του Μονχούιτς. Τα κείμενά του περιγράφοντας τον Εμφύλιο πόλεμο αναδεικνύουν παράλληλα την ιδιαιτερότητα και την πολιτιστική παράδοση της πόλης. Ο συγγραφέας μας φτάνει στην καταλανική πρωτεύουσα στις 26 Δεκεμβρίου 1936. Ό π ω ς γράφει, είναι η πρώτη φορά που βρίσκεται σε μια πόλη, όπου «η εργατική τάξη έχει κάποια εξασφάλιση». Η περιγραφή της Ράμπλα στη Βαρκελώνη, όπου τότε κυριαρχούσαν οι αναρχικοί, είναι πραγματικά θαυμάσια. Σε μια τέτοια περιγραφή δε θα μπορούσε τίποτε να προσθέσει ακόμα και αργότερα, όταν διασχίζοντας τον ίδιο δρόμο, περπατώντας κάτω από τα ίδια πλατάνια θα βλέπει τους ίδιους ανθρώπους να περπατούν αυτή τη φορά με στολή - πα ­ λιά φορούσαν εργατικές φόρμες - με το όπλο περασμένο στον ώμο και τη γυναίκα τους στηριγμένη στον άλλο βραχίονα. Ο Ό ργουελ αγάπησε τη Βαρκελώνη, γιατί σαν άνθρωπος με τρυφερή ψυχή, επεδίωκε πάντα «φιλία και σεβασμό». Σ’ αυτή την πόλη που προτίμησε τον κολλεκτιβισμό1 από τον εθνικισμό2 - ο Ό ργουελ προσέχει πάντα την απόχρωση της λέξης που χρησιμοποιεί - βρήκε ένα συγκερασμό αδελφοσύνης, αγάπης και αμεσότητας σ’ όλες εκείνες τις επα­ φές, που για το συγγραφέα μας δημιούργησαν την ουσία της επανάστασης. Στην αφήγησή του εμφανίζεται οπαδός όσων εγκαταλείφθηκαν από τις Διεθνείς ταξιαρ­ χίες. Στο σημείο αυτό συνίσταται και η αρετή της αφήγησής του. Ο Ό ργουελ ήταν υπερβολικά γενναίος πολεμιστής. Λίγο έλειψε να πεθάνει από μια σφαίρα στο λαιμό του, που του δημιούργησε σοβαρότατη βλάβη στις φωνητικές χορδές. Έ τσι εξηγούνται οι πολλές χειρονομίες του καθώς διηγιόταν αργότερα στους συντρόφους του τις εμπει­ ρίες του από τα παρισινά νυκτερινά κέντρα. Δύσκολο να φανταστούμε το χειμώνα στο Μόντε Οσκούρο κάτω από τη Σαραγόσα. Ο Ό ργουελ καθώς ήταν πολύ ψηλός (1.82) προσπαθούσε να προφυλαχθεί. Μας περιγρά­ φει, σε αστείο τόνο, ένα άτομο συμπιεσμένο στα ρούχα του, ασφαλισμένο σε τεράστιες μπότες και πολεμική εξάρτυση σ’ ένα πόλεμο χωρίς κανόνια και προμαχώνες. Ο συγγρα-

Ο


αφιερωμα/55 φέας με τη βοήθεια μιας θρυαλλίδας που φώτιζε τις σήραγγες διέκρινε μονομαχίες πυ­ ροβολητών. Κι όμως, ήταν πόλεμος! Το παράδοξο είναι ότι όλη η αξία της διήγησής του, η ίδια της η ουσία, προέρχεται ακριβώς από το γεγονός ότι ήταν παρών στη σύγκρουση κομμουνιστών και αναρχικών στην πλατεία της Καταλωνίας στις 3 Μαΐου 1937. Ο Ό ργουελ βρέθηκε εκεί με την ιδιό­ τητα τρυ δημοσιογράφου για να καλύψει με ανταποκρίσεις τον Εμφύλιο πόλεμο. Παρέμεινε όμως και στρατεύτηκε στο πλευρό των δημοκρατικών πολεμώντας με την πολιτο­ φυλακή του αναρχοτροτσκιστικού κόμματος ΠΟΥΜ. Η μαρτυρία του Ό ργουελ, γραμ­ μένη με συντομία και απλότητα, αποτελεί ένα σημαντικό ντοκουμέντο. Η ανάγνωσή της όμως μας αιφνιδιάζει με την έλλειψη της σαφήνειας και συγχρόνως με την ακριβολογία της. Τα πράγματα δεν ήταν ξεκάθαρα. Ο Ό ργουελ απογοητεύτηκε για τη διάψευση των προσδοκιών του. Η ιστορία σύντομα γελοιοποίησε την αντίθεση μεταξύ τροτσκιστών του ΠΟΥΜ και κομμουνιστών. Τη λύση στη διήγησή του δίνει ο Ό ργουελ με την περιγραφή της περιπλάνησής του στη Βαρκελώνη, μια θαυμάσια περιγραφή της πόλης που ζει τη νύχτα στα, μπαρ και τη μέρα στα πεζοδρόμια. Και σήμερα ακόμα, που υποτίθεται ότι ανάμεσα στα πλήθη που δια­ σχίζουν τις λεωφόρους της Ράμπλα υπάρχουν λιγότεροι κατάσκοποι, δεν μπορούμε δια­ βάζοντας το βιβλίο να μη διακρίνουμε εκείνη τη χαρακτηριστική καταλανική διάθεση, εκείνο το αμυδρό χιούμορ. Ο Ό ργουελ δεν κράτησε μέσα του πικρία για την περιπέτειά του αυτή. Φυγαδεύτηκε από τους Ισπανούς κρατώντας τουλάχιστον μέσα του την ανακούφιση ότι διέσωσε τα στοιχεία που είχε συγκεντρώσει για το βιβλίο του. Η αναφορά του σ’ αυτό τον πόλεμο (κατέγραψε τις εμπειρίες και τις διαπιστώσεις του από τη φοβερή πάλη και τις μακιαβε­ λικές λειτουργίες του ολοκληρωτισμού, φασιστών και φιλοσταλινικών, στην Ισπανία) εί­ χε πολύ πιο ουσιαστικό αποτέλεσμα από την ενδεχόμενη νίκη του στο πεδίο της μάχης.3 Μετάφραση: Νένα I. Κοκκινάκη Σημειώσεις της μεταφράστριας Μια αναδρομή σε κοινωνιολογικούς όρους και ιστορικά γεγονότα είναι απαραίτητη για τον ευρύτερο προβλημα­ τισμό στο θέμα μας. Οι σημειώσεις από το λεξικό του Γ. Χασιάκου (εκδόσεις: Επικαιρότητα). 123 1. Κολεκτιβισμός η κολεχτιβισμός: πρόκειται για το οικονομικοκοινωνικό σύστημα του σοσιαλισμού, όπου εκλεί­ πει η ατομική ιδιοκτησία και οι άνθρωποι παράγουν ανάλογα με τις ικανότητές τους και καταναλώνουν ανά­ λογα με τις ανάγκες τους. Βαθύτερη πρόθεση του κολεκτιβισμού ήταν να δοθεί μια μη αυταρχική μορφή σο­ σιαλισμού ή κομμουνισμού στην μελλοντική κοινωνία. Πολλοί συγγραφείς κάνουν διάκριση μεταξύ «σοσιαλισμού» και «κολεκτιβισμού» είτε α) με την αιτιολογία ότι ο σοσιαλισμός δεν είναι παρά μια μερική περίπτωση του γενικότερου είδους των θεωριών και της πρακτικής που μπορούν να χαρακτηριστούν ως «κολεκτιβισμός» ή «σχεδιοποίηση» ή ως «πολιτικός», επίσης, κολλεκτιβισμός, κατά τον οποίο επικρατεί η πεποίθηση, ότι οι σκοποί της κοινωνίας επιτυγχάνονται καλύτερα με τη συ­ νειδητή κεντρική διεύθυνση, είτε β) με την αιτιολογία ότι ο κολεκτιβισμός, ως έννοια αντίθετη προς τον ατομι­ σμό, είναι ένας χαλαρότερος, πιο αόριστος όρος από το σοσιαλισμό και ως τέτοιος αναγνωρίζεται, για ορισμέ­ νους σκοπούς, ως αναγκαίος. 2. Εθνικισμός: από κοινωνιολογική άποψη ο όρος αναφέρεται, στην πλατύτερή του έννοια, στην τάση που απο­ δίδει στην εθνική ατομικότητα υψηλή θέση στην ιεραρχία των αξιών. Όσο η πολιτική ζωή του εθνικού κρά­ τους κυριαρχείται από τις εθνικές δυνάμεις, δεν υπάρχει σχεδόν καμιά έντονη διάκριση ανάμεσα «τον πατριω­ τισμό και τον εθνικισμό. Από την άλλη πλευρά ο όρος εθνικισμός σημαίνει, επίσης, την τάση που δίνει υπερ1βολική και αποκλειστική έμφαση στην αξία του έθνους σε βάρος άλλων αξιών, και που οδηγεί σε υπερεκτίμηση του συγκεκριμένου έθνους και στο διασυρμό άλλων. Ο εθνικισμός του είδους αυτού έχει την ίδια σχέση προς το εθνικό αίσθημα ή την εθνική συνείδηση, όσο ο σοβινισμός προς τον γνήσιο πατριωτισμό. Σημαντικότατοι παράγοντες στον νεότερο εθνικισμό είναι η γλώσσα και η θρησκεία. Ο υγιής εθνικισμός συνίσταται στην εφαρμογή πολιτικής σεβασμού και ισότητας απέναντι όλων των κρατών που συμμετέχουν σε διε­ θνείς οργανισμούς (ΟΗΕ...) και σε υπερεθνικές ενώσεις (ΕΟΚ...). 3. Για το καταλανικό αυτονομιστικό κίνημα χρησιμοποιήθηκε ο όρος καταλανισμός. Από την εποχή του μεσαίωνα σημειώθηκε μια κίνηση για το διαχωρισμό των Καταλανών από τους άλλους Ισπανούς. Εκτός από τη γλώσ­ σα και τον ιδιαίτερο πολιτισμό τους, χαρακτηρίζονταν κι από την επίδοσή τους στο ναυτικό εμπόριο ιδιαίτερα της Μεσογείου. Στους νεότερους χρόνους, η αντίθεση αυτή προς τους υπόλοιπους Ισπανούς πήρε συγκεκριμέ­ νο χαρακτήρα. Το 1881 συνήλθε το πρώτο καταλανικό πολιτικό συνέδριο και το 1892 οι Καταλανοί διεκδίκησαν καταλανικό κοινοβούλιο, συμμετοχή στη δημόσια διοίκηση, αναγνώριση της γλώσσας τους και έκδοση καταλανικού χαρτονομίσματος. Οι αγώνες τους συνεχίστηκαν και στον 20ό αιώνα με επικεφαλής τον Κάμπο. Το 1917 οι Καταλανοί αντιπρόσωποι σχημάτισαν ένα είδος χωριστού κοινοβουλίου. Το 1931 ανακηρύχτηκε η Δη­ μοκρατία της Βαρκελόνης από τον πρόεδρο της αυτόνομης κυβέρνησης Μάρια, αλλά, το 1939, καταργήθηκε η αυτονομία τους, μετά την κατάληψη της Βαρκελώνης από τα εθνικιστικά στρατεύματα του στρατηγού Φράν-


56/αψιερωμα

Η λογοτεχνία και ο ολοκληρωτισμός

Ο Όργουελ στο μικρόφωνο τον BBC

Ένα ανέκδοτο πολιτικό κείμενο του Όργουελ.* Πρόκειται για ένα χρονικό που δόθηκε στο BBC στις 19 Ιουνίου 1941. Ακούραστος δημοσιογράφος ο Όργουελ ασχολήθηκε με τα πάντα, από ιδέες μέχρι αστυνομικό μυθιστόρη­ μα: έγραψε πάνω από 700 άρθρα σε λιγότερο από 20 χρόνια. Τέσσερις τόμοι της συλλογής των δοκιμίων του (Collected Essays) θα εκδοθούν από τις εκδό­ σεις Champ Libre. ίχα αρχικά δεχθεί στη σειρά αυτών των ομι­ λιών, ότι η ανεύρεση λογοτεχνικών αρετών σ’ ένα βιβλίο που στοχεύει σε 'ορισμένα συμπερά­ σματα, είναι πραγματικά επίπονη. Η πολιτική με τη γενικότερη έννοια - κατέκλυσε τη λογοτε­ χνία σε βαθμό που βέβαια δεν κατάφερε να την καταβάλει, συνέβαλε δε στο να βγει στην επιφά­ νεια της συνειδήσεώς μας η αιώνια πάλη του ατόμου με την κοινότητα. Φαίνεται πια καθαρά η δυσκολία που υπάρχει στο να δώσει κανείς μια τίμια και αμερόληπτη κριτική εργασία σε μια εποχή σαν τη δική μας, μια εποχή που αρχίζει να αντιλαμβάνεται το είδος της απειλής που βαραί­ νει γενικά πάνω σ’ ολόκληρη τη λογοτεχνία, αυ­ τή την καινούρια εποχή που ανοίγεται μπροστά μας. Ζούμε σε μια εποχή όπου το αυτόνομο άτομο παύει να υφίσταται ή, καλύτερα, θα λέγαμε ότι το άτομο παύει να έχει την αυταπάτη ότι είναι

Ε

* Δημοσιεύτηκε στο LISTENER, 19 Ιουνίου 1941.

αυτόνομο. Σ’ όλους όμως τους λόγους που γίνο­ νται πάνω στη λογοτεχνία και ιδιαίτερα πάνω στη λογοτεχνική κριτική βασιζόμαστε στο γεγο­ νός ότι η ύπαρξη του αυτόνομου ατόμου είναι άφθαρτη. Ολόκληρη ή σύγχρονη ευρωπαϊκή λο­ γοτεχνία (μιλώ για τη λογοτεχνία των τεσσάρων τελευταίων αιώνων) στηρίζεται στην ιδέα της τι­ μιότητας του πνεύματος, ή, αν προτιμάτε, στο σαιξπηρικό «μένω πιστός στον εαυτό μου». Το πρώτο πράγμα που ζητούμε από ένα συγγραφέα είναι να μας πει ό,τι πραγματικά σκέπτεται, να μη διαψευστεί, να μας δώσει ό,τι πραγματικά αισθάνεται. Το χειρότερο που θα μπορούσε να λεχθεί για ένα λογοτεχνικό δημιούργημα είναι πως δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια. Και είναι ακόμα πιο αληθινό αυτό που δεχόμαστε για τη λογοτεχνική κριτική (απ’ ό,τι για τη λογοτε­ χνία): Δεχόμαστε δηλαδή την προσποίηση η την επιτήδευση στη λογοτεχνική κριτική, μέχρις ενός σημείου, βέβαια, από τη στιγμή που ο συγγρα­ φέας εμφανίζεται ειλικρινής. Πρόκειται για την


αφιερωμα/57 αληθινή έκφραση του ανθρώπου που σκέπτεται, που αισθάνεται, διαφορετικά δεν είναι τίποτε. Έ λεγα, λοιπόν, ότι όλα αυτά βγαίνουν μέσα από την πείρα μας. Ό τα ν όμως επιχειρεί κά­ ποιος να εκφράσει την άποψή του στο χαρτί, τό­ τε ανακαλύπτει σε ποιο βαθμό απειλείται η λο­ γοτεχνία. Έ χουμε ήδη μπει στην εποχή του ολο­ κληρωτικού κράτους,1 που δεν μπορεί - και προ­ φανώς δεν επιθυμεί - να αφήσει στο άτομο οποιαδήποτε ελευθερία. Ό τα ν μιλάμε για ολο­ κληρωτισμό, το μυαλό μας πάει αμέσως στη Γερ­ μανία, στη Ρωσία, στην Ιταλία. Πιστεύω όμως ότι πρέπει ν ’ αντιμετωπίσουμε το θέμα σαν φαι­ νόμενο που τείνει να γίνει παγκόσμιο. Είναι φα­ νερό ότι η εποχή του καπιταλισμού στην παρα­ δοσιακή του μορφή πλησιάζει προς το τέλος της κι ότι τα έθνη υιοθετούν σιγά-σιγά, το ένα μετά το άλλο, μια συγκεντρωτική οικονομία που παίρνει εκάστοτε και διαφορετική ονομασία: άλ­ λοτε σοσιαλισμός, άλλοτε ετατικός σχεδιασμός ή σχεδιοποίηση, όταν δηλαδή αναγνωρίζεται στο κράτος το δικαίωμα να ελέγχει όλες τις κοινωνι­ κές λειτουργίες. Σ υ ν έ π ε ι α : η οικονομική ελευθερία του ατόμου και σ’ ένα μεγάλο ποσοστό η ελευθερία του να ενεργεί όπως θέλει, να επιλέγει το επάγ­ γελμά του, να μετακινείται ελεύθερα σ’ όποιο μέ­ ρος της γης θελήσει, όλα αυτά θα γίνουν κάποτε αδύνατα. Μέχρι πρότινος όμως δεν μπορούσε κανείς να διακρίνει τι κρυβόταν πίσω απ’ όλα αυτά. Δ εν είχε γίνει κατανοητό ότι η εξαφάνιση της οικονομικής ελευθερίας θα είχε επιπτώσεις και στην ελευθερία της διανόησης. Ο σοσιαλι­ σμός εμφανιζόταν ως «παιδαγωγός» του φιλε­ λευθερισμού: το κράτος επιφορτίζεται με τα οι­ κονομικά σου, σε απελευθερώνει από το άγχος της φτώχειας, της ανεργίας κ.λπ., δεν μπορεί όμως να επέμβει και στον τρόπο της προσωπικής σου διανόησης. Οι τέχνες πάλι καλλιεργούνται όπως σ’ ένα φιλελεύθερο καπιταλιστικό σύστημα κι ακόμα καλύτερα, αφού ο καλλιτέχνης δεν πιέ­ ζεται από οικονομικά προβλήματα. ήμερα όμως, θέσεις που εύκολα αποδεικνύονται, πρέπει ν ’ αναγνωρίσουμε ότι οι ιδέες αυτές έχουν πια αλλάξει. Ο ολοκληρωτισμός κατάφερε να καταπνίξει την ελευθερία της σκέψης (έστω κι αν αυτό δεν έγινε ποτέ απολύτως εφι­ κτό). Και είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι ο έλεγχος που ασκεί στη σκέψη μας ο ολοκληρω­ τισμός δεν ασκείται μόνον αρνητικά, αλλά και θετικά. Ο ολοκληρωτισμός δεν αρκείται στο να σου απαγορεύει να εκφράσεις, ακόμα και να έχεις, κάποιες σκέψεις, αλλά σου υπαγορεύει αυτό που πρέπει να σκέφτεσαι, κατασκευάζει την ιδεολογία σου, σε υποχρεώνει να οδηγείς την ευαισθησία σου προς μια ορισμένη κατεύθυνση και σου επιβάλλει ένα συγκεκριμένο κώδικα συ­

Σ

μπεριφοράς. Στο μέτρο του δυνατού σε απομο­ νώνει από τον εξωτερικό κόσμο, σε εγκλωβίζει σ’ ένα τεχνητό περιβάλλον, όπου για σένα δεν υπάρχει κανένα σημείο αναφοράς. Το ολοκλη­ ρωτικό κράτος προσπαθεί να ελέγχει απόλυτα τις σκέψεις και τα συναισθήματά σου, έτσι ώστε να είναι σε θέση να ελέγχει και τις πράξεις σου. Το θέμα που μας ενδιαφέρει είναι το εξής: «η λογοτεχνία μπορεί να επιβιώσει σ’ ένα τέτοιο κλίμα;». Πιστεύω βέβαια ότι η απάντηση είναι αρνητική. Α ν ο ολοκληρωτισμός επιβληθεί σε διεθνή κλίμακα, εκείνο που γνωρίσαμε σαν λο­ γοτεχνία κάποτε θα εκλείψει. Και δεν υπάρχει, πιστεύω, αντίρρηση ότι η λογοτεχνία που θα εκλείψει θα είναι βέβαια η ευρωπαϊκή, η μετά την αναγέννηση ευρωπαϊκή λογοτεχνία. Υ πάρχουν πολλές βασικές διαφορές ανάμεσα στον ολοκληρωτισμό και σ’ όλες τις ορθοδοξίες του παρελθόντος που μας έρχονται από την Ευ­ ρώπη ή από την Ανατολή. Η πρώτη και σημαντι­ κότερη είναι ότι οι ορθοδοξίες του παρελθόντος δεν μεταβάλλονται, ή εν πάση περιπτώσει μετα­ βάλλονται αργά. Στην Ευρώπη του μεσαίωνα η Εκκλησία σου υπαγόρευε τι έπρεπε να πιστεύεις, αλλά σου επέτρεπε τουλάχιστον να διατηρείς την ίδια πίστη από τη γέννηση μέχρι το θάνατό σου. Δ ε σου ζητούσε να πιστεύεις σε κάτι τη Δευτέρα και σε κάτι άλλο την Τρίτη! Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει με τον ολο­ κληρωτισμό. Αυτό που χαρακτηρίζει το ολοκλη­ ρωτικό κράτος είναι ότι κυβερνά τη σκέψη, τη ρυθμίζει όμως; Κατασκευάζει αδιαφιλονίκητα δόγματα, γιατί χρειάζεται την απόλυτη υποταγή των ατόμων. Έ χει ανάγκη από δόγματα, τα οποία επεξεργάζεται και διαμορφώνει μέρα με τη μέρα, αλλά δεν μπορεί ν ’ αποφύγει τις αλλα­ γές που υπαγορεύουν οι ανάγκες της πολιτικής των σχέσεων της εξουσίας. Προσπαθεί να διασφαλίσει τη βεβαιότητα, πα­ ράλληλα όμως κτυπά την αντικειμενικότητα (όπως την αντιλαμβανόμαστε). Φανερό και σκληρό βέβαια το παράδειγμα της Γερμανίας, που μέχρι το Σεπτέμβρη του 1939 έβλεπε με τρό­ μο και αηδία τον ρωσικό μπολσεβικισμό, ενώ με­ τά απ’ αυτή τη χρονολογία τον αγαπούσε και τον θαύμαζε. Α ν η Ρωσία και η Γερμανία μπουν στον πόλεμο - πράγμα που ίσως συμβεί προσε­ χώς - θα γίνουμε μάρτυρες μιας μεταβολής το ίδιο αιφνίδιας. Η συναισθηματική ζωή του Γερ­ μανού, οι έρωτες και τα μίση του πρέπει να αλ­ λάξουν κατεύθυνση μέσα σε μια νύχτα υπό τη διαταγή τόυ κράτους. ίναι τουλάχιστον ανάγκη να υπογραμμίσου­ με τ’ αποτελέσματα που μπορεί να έχει μια τέτοια πρακτική στη λογοτεχνία. Γιατί το γράψι­ μο είναι μια δραστηριότητα που εξαρτάται κατά ένα μεγάλο ποσοστό από τα συναισθήματα, τα οποία βέβαια δεν ελέγχονται πάντα από εξωτε-

Ε


58/αφιερωμα

Λογοτεχνιιιές Προσεγγίσεις

Ειιδοοεις ΤΕΧΝΗ & ΛΟΓΟΣ

Π.Ψυχιιιό -15452 Α8ήνα Τηλ: 6 4 7 3 7 9 6

ρίκες αιτίες. Είναι εύκολο προφανώς να δώσει κανείς εγγυήσεις σ’ αυτό που κάποια στιγμή θεωρείται ορθόδοξο, αλλά για να γράψεις κάτι που σε γεμίζει πρέπει να νιώσεις βαθιά την αλή­ θεια του. Έ νας κατασκευασμένος ενθουσιασμός είναι πάντα λάθος. Τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας μάς επιτρέπουν να σκεφθούμε ότι οι απότομες συναισθηματικές μεταβολές που απαι­ τεί από τους οπαδούς του ο ολοκληρωτισμός εί­ ναι ανέφικτες ψυχολογικά. Αυτή ακριβώς είναι η βασική αιτία, για την οποία, κατά τη γνώμη μου, αν ο ολοκληρωτισμός θριαμβεύσει σ’ όλο τον πλανήτη μας, η λογοτεχνία, τουλάχιστον η λογοτεχνία που ξέραμε, θα είναι σίγουρα κατα­ δικασμένη. Το γεγονός αυτό έχει μέχρι σήμερα πραγματωθεί. Στην Ιταλία η λογοτεχνία ακρωτηριάστηκε και στη Γερμανία βρίσκεται στο χείλος του θα­ νάτου. Μια δραστηριότητα που εξέφραζε τους ναζί ήταν το κάψιμο των βιβλίων. Στη Ρωσία η λογοτεχνική αναγέννηση, στην οποία από παλιά ελπίζαμε, δεν εμφανίστηκε και οι Ρώσοι πολλά υποσχόμενοι συγγραφείς παρουσιάζουν τάσεις αυτοκτονίας ή χάνονται πίσω από τα σίδερα μιας φυλακής. Λέγοντας πριν λίγο ότι η εποχή του φιλελεύθε­ ρου καπιταλισμού φθάνει στο τέλος της, θεωρή­ θηκα ίσως ότι προσπάθησα να υποβάλω την ιδέα ότι η ελευθερία της σκέψης είναι επίσης άμεσα καταδικασμένη. Πάνω σ’ αυτό δεν διατυπώνω συγκεκριμένη άποψη. Συμπερασματικά θα έλεγα πολύ απλά ότι ελπίδες επιβίωσης της λογοτε­ χνίας βρίσκονται κατά την άποψή μου μόνο στα κράτη, όπου ο φιλελευθερισμός άπλωσε βαθιά τις ρίζες του, στα κράτη που δεν στρατιωτικοποιήθηκαν στη Δυτική Ευρώπη, την Αμερική, την Ινδία, την Κίνα. Πιστεύω - και εύχομαι - τα κράτη αυτά, παρά την αναπόφευκτη άνοδο της συγκεντρωτικής οικονομίας, να καταφέρουν να δημιουργήσουν μια μορφή σοσιαλισμού όχι ολο­ κληρωτική, ένα σοσιαλισμό, όπου να μπορεί να επικρατεί η ελευθερία της σκέψης πάνω στον οι­ κονομικό ατομικισμό. Αυτή άλλωστε είναι και η τελευταία ελπίδα όσων ελπίζουν στη λογοτεχνία. Ό λ ο ι αυτοί για τους οποίους η λογοτεχνία αποτελεί αξία, όλοι όσοι βλέπουν τον πρωταρχικό ρόλο που έπαιξε μέσα στην ιστορία της ανθρωπότητας, όλοι αυ­ τοί πρέπει επίσης να δουν τη ζωτική ανάγκη που μας επιβάλλει να αντιταχθούμε στον ολοκληρω­ τισμό που ενδεχόμενα θα μας επιβληθεί από εξωτερικούς ή εσωτερικούς παράγοντες. Μετάφραση: Νένα I. Κοκκινάκη 1. Ολοκληρωτισμός (από κοινωνιολογική άποψη) είναι το πο­ λιτικό σύστημα που απαιτεί τη συνένωση όλων των πολιτών σε μια ενιαία μονάδα στην υπηρεσία ενός αυταρχικού κρά­ τους, που δεν αποδέχεται καμιά μορφή αντιπολίτευσης. (Σ.τ.μ.)


αψιερωμα/59

Η ταυτότητα τον Όργονελ το 1938 για το ταξίδι τον στο Μαρακές

Λεωνίδας Χρηστάκης

Σήμερα ακόμα που το σκέφτομαι, ο Όργουελ είναι ένας ήρωας για όλους, όχι όμως και για μένα, αλλά για τους αγγλοσάξωνες κι ίσως και για τους Γάλλους. Είναι ο ήρωας για τους Πολω­ νούς σ’ όλες τις περιστάσεις. Ο γείτονάς μου ο Ρισάρ, ένας Πο­ λωνός από το Γκντάσκ που ήρθε σα πρόσφυγας από το Παρί­ σι, εδώ και 14 χρόνια, σερβίριζε παλιό εμφαλιωμένο κρασί στο Γούλλιυκς, το μπαρ για κρασιά της οδού Πτι-Σαμπ, και που εί­ ναι επίσης σεναριογράφος και συγγραφέας, έκανε μια γιορτή στο σπίτι του στις 3 του Σεπτέμβρη 1983, για να γιορτάσει τον ερχομό της «χρονιάς Όργουελ». Για μένα όμως, ο Όργουελ δεν είναι για κάτι τέτοια. Καλός τύπος, μάλιστα, αλλά μ’ ενο­ χλεί λιγάκι. Ο Όργουελ είναι οραματιστής αλλ’ είναι συχνά α­ πωθητικός, όπως ήσαν οι Βρεταννοί στις Ινδίες στις αρχές του αιώνα. Η επιστημονική φαντασία στο «1984» είναι αυτό που ζούμε, είναι ακριβώς αυτό. Η Κοινωνία του Θεάματος, οι νέοι που περιπλανώνται στα πεζοδρόμια και είναι ο κανόνας κι αυ­ τό είναι κάτι αφόρητο. Ολες αυτές οι κάμερες που σε κατα­ σκοπεύουν, σε κάνουν άνω-κάτω, σε κρίνόυν και σε κατηγο­ ρούν, αν δεν είναι ίδιος με τους άλλους, πρόσεχε κινδυνέυει η ζωή σου. Ο Όργουελ είναι το στερεότυπο που έγινε πραγματι­ κότητα. Ήταν ένας παράξενος τύπος που αναζητούσε το δίκιο, όταν προσλήφθηκε από την Αστυνομία. Ήταν στην Αυτοκρατορική Αστυνομία της Μπούρμα, με μιά όμορφη φορεσιά κι ένα ωραίο άλογο. 'Εξη χρόνια ήταν αστυνόμος. Απ’το 1922 ως το 1928. Πρέπει ν’ αναφέρω πως όλα αυτά δικαιολογούνται γιατί ήταν νέος! Αφού δέχτηκε δεξιές και αριστερές επιδράσεις, όπως ό­ λοι οι νέοι της εποχής τους, ποϋ ήθελαν να γράψουν, καταλήγει να διδάσκει. Είναι αστυνόμος, είναι καθηγητής, ξαναγράφει παλιοβιβλία, και εν τούτοις παραμένει σοβαρός. Μετά, πουλά­


60/αφιερωμα

ει όλα του τα ασημικά για να φύγει παραμένοντας σοβαρός, α­ γωνίζεται με τους Καταλανούς Αναρχικούς εναντίον του Φράν­ κο, στον Εμφύλιο της Ισπανίας. Πηγαίνει να πολεμήσει στην Ι­ σπανία, αυτό ήταν: «Η πράξη ενός ανόητου» όπως είπε ο Χένρυ Μίλλερ. Εκεί αναρωτιέται γιατί πολεμάει. Αλλά ξεχνιέται απ’ αυτή τη σκέψη γράφοντας το «ΦΟΡΟΣ ΤΙΜΗΣ ΣΤΗ ΚΑΤΑΛΩΝΙΑ» (εκδόσεις ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ και ΚΑΚΤΟΣ), που φαίνεται να είναι αρκετά πετυχημένο. Η Ισπανία τώρα βά­ διζε ολοταχώς στην εποχή που θα γίνονταν το θέμα όλων των συγγραφέων. Σκέψου τον Μαλρώ, σκέψου τον Χέμινγουαίη, εί­ χαν ...την τύχη να πιστεύουν σ’ αυτό. Τό «1984» το αρχίζει τη χρονιά του 1942, το τελειώνει το 1948 και πεθαίνει το 1950. Του πήρε έξη χρόνια για να γραφτεί το βι­ βλίο και μετά από δυο χρόνια πέθανε! Το Αριστούργημά του, λένε οι Αγγλοι, δεν είναι το «1984» αλλά το «Η ΦΑΡΜΑ ΤΩΝ ΖΩΩΝ». Είναι άξιος του Σουίφτ, του αγαπημένου συγ­ γραφέα το Όργουελ. Μιλάει για τον ολοκληρωτισμό στη Ρω­ σία. Ο Όργουελ ήταν πάντα ο κατηγορούμενος στην «Νταίηλυ Γουώκερ», την Αγγλική κομμουνιστική εφημερίδα. Ελεγε: «Αν δεν είχα δει συντρόφους μου καθαρισμένους (σφαγμένους) απ’ τους Ισπανούς Κομμουνιστές κάτω απ’ την καθοδήγηση της Μόσχας, δεν θάχα γράψει τη «Φάρμα των Ζώων». Αυτά τάλεγε το 1945. Είχε δίκιο τότε. Κάθομαι και ξαναδιαβάζω αυτό το αριστούργημα κι έχω γεράσει πια. Ο Όργουελ, ένας αριστερός - σήμερα οι αριστεροί εί­ ναι στην εξουσία. Μα τι είναι αυτό που χαρακτηρίζει την αρι­ στερά; Ο Όργουελ τα κατάλαβε όλα, την Αριστερά, τη Ατομι­ κή Βόμβα, το μοίρασμα του Κόσμου σε ζώνες επιρροής (πφφ τι ελεεινή λέξη) την Τηλεόραση, τους Σοβιετικούς, τους προδό­ τες της Εργατικής τάξης. Τα πρόβλεψε ό λ α , πριν απ’ τους άλλους: Το σκιαιό μέλλον, το φ ό β ο, για ό λ α, το τέλος του Έρωτα. Αλλά εγώ που όλα τα φοβάμαι, τον Οργουελ δεν τον φοβάμαι, δεν με φοβίζει πια. Εξ άλλου απαγόρευσε, μέσα στη μεγάλη του σεμνότητα, να γραφτεί οτιδήποτε που να τον αφορά. Κι εγώ ακόμα περιμένω...

Απόσπασμα από το μελέτημα τον Λεωνίδα Χρηστάκη το “Ψητό” του Όργουελ που περιλαμβάνεται, στο βιβλίο τον Από το φέρετρο τον Σεφέρη - στο 1984. Εκδόσεις Γαβριηλίόης, Αθήνα 1989. Σελ. 304


ένα κείμενο που προκαλεί την απάντηση r~c-\.

A N D R E M AL R AU X: Σχεδίασμα μιας ψυχολογίας του κινηματογράψου. Μετ. - σημ.: Α λέξης Ζήρας. Αθήνα, Ρ ό π τ ρ ο ν , 1988. Σελ. 45.

Αντρέ Μαλρώ είναι ένας α π’ τους πιο θαυμαστούς ανθρώ­ πους του μαχόμενου πολιτισμού στον 20ό αιώνα. Ο κινημα­ τογρά φ ος αποτελεί μια σύντομη φάση της περιπέτειάς του. Μια άκαρπη συνεργασία του με τον Σεργκέι Αϊζενστάιν (1935) στη Μόσχα για τη μεταγραφή σε ταινία του μυθιστορήματος του «Α ν­ θρώπινη Κατάσταση», μια δική του ταινία γυρισμένη το 1939 στην Ισπανία με τίτλο «Γη της Τερρουέλ», μετονομασμένη σε «Ελπίδα», και το δοκίμιο «Σχεδίασμα μιας ψυχολογίας του κινηματογρά­ φου» (1939). Το τελευταίο αυτό μετέγραψε στη γλώσσα μας ο Α λέ­ ξης Ζήρας, μελετητής ο ίδιος και μεταφραστής του έργου του Μαλρώ. Στο «Σχεδίασμα» η λέξη «ψυχολογία» του τίτλου είναι παρα­ πλανητική κάπως. Η ψυχολογία του κινηματογράφου ασχολείται κυρίως με το πρόβλημα της αντίληψης της ταινίας α π’ το θεατή. Περαιτέρω, αν ο κινηματογράφος αποτελεί «πραγματικό τρόπο», ή πολιτιστικά κωδικοποιημένο τρόπο αντίληψης του πραγματι­ κού. Ο Μαλρώ δεν καταπιάνεται με το πρόβλημα αυτό. Οι περιστασιακοί στοχασμοί κι οι αποσπασματικές παρατηρήσεις του εί­ ναι ιστορικού κι αισθητικού επιπέδου. Το «Σχεδίασμα» θα μπορούσε να τιτλοφορηθεί «ο κινηματογρά­ φος κι όι άλλες τέχνες», δηλαδή ζωγραφική, θέατρο, λογοτεχνία (μυθιστόρημα) και φωτογραφία. Το επίκεντρο του επιχειρήματος του Μαλρώ είναι ότι το εκφραστικό «ιδιάζον» του κινηματογρά­ φου, σε σχέση με την εικονική ζωγραφική (κυρίως το μπαρόκ) και τη φωτογραφία, βρίσκεται στην εναλλαγή, δηλαδή στη «διαδοχή», των πλάνων. Στη σύνδεσή τους κατά ένα τρόπο που διαφέρει α π’ τη συναρμολόγηση μιας σειράς φωτογραφιών, την κατασκευή ενός άλμπουμ. Μ’ άλλα λόγια, όχι στην αναπαράσταση της κίνησης, έστω και ζώσας, αλλά στον πολλαπλασιασμό της. Στη γραμμική ανάπτυξή της μέσα από μια σειρά «έμψυχων» κινούμενων εικόνων που είναι ακριβώς τα πλάνα.

Ο

κινηματογράφος, συγεχίζει ο Μαλρώ συμπληρώνοντας το επιχείρημά του, αρχικά αποτελούσε «μέσο αναπαραγωγής» ζωντανών εικόνων. Πρακτική που τον καθήλωνε σε μια τυπική «θεατρική» λειτουργία. Α πό τότε που επινοήθηκε το ντεκουπάζ ο

Ο


62/επιλογή κινηματογράφος γίνεται «μέσο έκφρασης». Με τον όρο ντεκουπάζ ο συγγραφέας εννοεί την καταστροφή του οριοθετημένου χώρου, «μιας πραγματικής ή φανταστικής σκηνής θεάτρου», όπου οι ηθο­ ποιοί αναπαριστούσαν ένα έργο κι η μηχανή λήψης το κατέγραφε. Η ιστορική αλήθεια είναι βέβαια κάπως διαφορετική. Οι ταινίες των αδελφών Λυμιέρ π.χ., παρ’ όλη τη στατικότητά τους, οφειλόμενη στην ακινησία της κάμερα, δεν κατέγραφαν «εικόνες» ή «πράξεις» θεατρογενείς. Α πέδιδαν ζωντανές εικόνες της πραγμα* τικότητας σε κίνηση. Με τον όρο ντεκουπάζ ακόμη ο Μαλρώ εννοεί το αναλυτικό ντεκουπάζ. Εκείνη ακριβώς την αναδιανομή, διαίρεση του ωφέλι­ μου για την κινηματογραφική αναπαράσταση χώρου σε τμήματα. Χωρίς οποιοσδήποτε μορφής περιορισμό. Παραλείπει το συ νθετι­ κό ντεκουπάζ, όπου σε μια και την ίδια σκηνή γίνεται ανασύνθεση του χώρου. Πολλές σκηνές «συγχωνεύονται» σε μία με τις κινήσεις της κάμερα και τη χρήση του «βάθους πεδίου». Η βασική παρατή­ ρηση του συγγραφέα πάντως είναι σωστή, όπως και το συμπέρα­ σμά του: «Το μέσο αναπαραγωγής του κινηματογράφου ήταν η φωτογραφία σε κίνηση, αλλά το μέσο έκφρασής του είναι η διαδο­ χή των πλάνων». Ά λ λ ο ι μελετητές πάντως θεωρούν ως μέσο έκ­ φρασης το μοντάζ. Ό χ ι και τόσο αναμφισβήτητο είναι το επόμενο συμπέρασμά του, ότι η τεχνική κι αισθητική αυτή πρακτική «ανα­ πλήρωνε τη βωβότητά του». Ειδικότερα η αναπλήρωση αυτή γινό­ ταν με τη σύνδεση των πλάνων, το μοντάζ και την ειδική υποκρι­ τική τεχνική των ηθοποιών. Ό χ ι ακριβώς με το ντεκουπάζ ή έστω τη διαδοχή των πλάνων. Το δοκίμιο του Μαρλώ έχει σπινθηροβόλες σκέψεις και αρκετές παραδοξολογίες. διαδοχή των πλάνων σε μια κινηματογραφική ταινία π.χ. δεν είναι ισοδύναμη με το κεφάλαιο στο μυθιστόρημα, όπως γρά­ φει. Ίσως δεν υπάρχουν «κεφάλαια» παρά μόνο στο βαθμό που θα τα όριζε, με μεσότιτλους και τη φωνή κάποιου αφηγητή απέξω (OFF), ο ίδιος ο σεναριογράφος ή ο σκηνοθέτης. Κι αυτό ισχύει μόνο για τον αφηγηματικό κινηματογράφο ο οποίος αναλογεί κά­ πως με το μυθιστόρημα. Α π ’ την άλλη είναι αλήθεια ότι με την «διαδοχή των πλάνων», ο κινηματογράφος, «έγινε αφήγηση και ο αληθινός αντίπαλος του κινηματογράφου δεν είναι πια το θέατρο, αλλά το μυθιστόρημα». Πολύ σημαντικές παρατηρήσεις για τον τόνο των ηθοποιών και τη διαγραφή των χαρακτήρων (σελ. 30, 31), για το μ ύθ ο , τη σταρ (σελ. 34, 35, 37). Και φυσικά εκείνο το παροιμιώδες πια: «Ά λλω στε, ο κινηματογράφος είναι μια βιομη­ χανία», εννοώντας ότι δεν βρήκε μόνο το μύθο, αλλά τον εκμεταλ­ λεύεται ως πρώτη ύλη παραγωγής βιομηχανικών προϊόντων (των ταινιών). Το δοκίμιο του Μαλρώ μπορεί να σταθεί δίπλα σε κείμενα του Λ εόν Μουσσινάκ, του Ζαν Ρενουάρ, του Ζαν Μιτρύ, του Αντρέ Μ παζέν, για να αναφέρουμε μόνο ορισμένους Γάλλους κριτικούς, σκηνοθέτες και θεωρητικούς. Παρά τις ανακρίβειες και τις υπερ­ βολές του - όχι άσχετα όλα αυτά με τη διαμόρφωση του ίδιου του συγγραφέα του - είναι από τα κείμενα εκείνα που γραμμένα απο­ φθεγματικά και πυκνά, σε προκαλούν όχι να τα συμπληρώσεις ή να τα διορθώσεις, αλλά να τα απαντήσεις. Να γράψεις ένα άλλο σημειωματάριο με τις σκέψεις, τις απορίες και τις αντιρρήσεις σου ακόμη. Έ χει τη ζωντάνια της προχειρότητας και της αναπόφευ­ κτης έλλειψης όλων των σημειωματογραφικών κειμένων. Δεν ξε­ χνούμε ότι γράφτηκε ως απόσταγμα της πείρας του συγγραφέα α π’ το γύρισμα μιας ταινίας (της Ε λπίδ α ς, μιας ηρωικής ελεγείας για

Η

«ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ» ζητάει επειγό­ ντως ειδικό/ή για σελιδοποίηση και μοντάζ του περιοδικού Τηλ. 72.45.553 και 36.04.630.


επιλογη/63 τους αγωνιστές του Ισπανικού Εμφυλίου). Η ελληνική μεταγραφή έχει λεκτική συγγένεια με το πρωτότυπο και ανάλογη δύναμη του ύφους. Με όλο το σεβασμό στον κόπο του έμπειρου μεταφραστή θα ήταν ορθότερο η λέξη FICTION να μεταγραφεί ως μυθοπλασία, (σελ. 14, 15), η λέξη GROS PLAN (σελ. 17) να αφεθεί όπως έχει, γιατί το «κοντινό πλάνο» είναι ένα μέγεθος πλάνου μεγαλύτερο. Οπωσδήποτε όμως ο όρος SEQUEN­ CE (σελ. 26) δεν αποδίδεται «διαδοχές εικόνων» αλλά «ενότητες» (σκηνών ή πλάνων), (ο σοφός Γ. Διζικιρίκης τον αποδίδει με τις λέξεις «διηγηματικός κύκλος») και το FO N D U (σελ. 26) είναι μείωση (αλλά και αύξηση) της έντασης του φωτός, προκειμένου να αλλάξει ένα πλάνο. To FO N D U είναι ένα σημείο στίξης με διπλή δήλωση, οπότε ορθό είναι να μείνει όπως έχει. Οι τεχνικές αυτές παρατηρήσεις γίνονται χωρίς καμία καταφρονητική πρόθεση. Η ελληνική έκδοση του δοκιμίου του Μαλρώ, παρά τη συντομία του, αποτελεί απόκτημα για την ελληνική βιβλιογραφία κινηματο­ γράφου. ΝΙΚΟΣ ΚΟΛΟΒΟΣ

ένα φωτογραφημένο οδοιπορικό στο χρόνο r-r-v Μ ΑΡΙΑΣ ΚΑΡΑΒΙΑ : Κηφισιά. Ομορφιά και μνήμη. Φωτογρα(/ '(eg: Λ ίζα Έ δερτ - Ντάρα Μηναΐδη - Μαρία Φακίόη. Αθήνα, Σ ύ λ λ ο γ ο ς Π ρ ο σ τ α σ ί α ς Κ η φ ι σ ι ά ς , 1988. Σελ. 155, 27 X 27.

πρώτη έκδοση αυτού του βιβλίου συνέπεσε με την ανάληψη μεγαλεπήβολων εκτεταμένων έργων στο προάστιο της Αθή­ νας, που είναι γνωστό ως Κηφισιά, ακριβώς για να ενισχύσει την πεποίθηση των απαισιόδοξων - μήπως τάχα των ρεαλιστών; - ότι τα πάντα αλλάζουν, ακόμη και η ομορφιά που απλόχερα η φύση και ο άνθρωπος απόθεσαν εκεί που ο οξυδερκής, δηκτικός και επίμονος μελετητής, που πέρασε μεταπολεμικά από την Αθήνα με τα αγγλικά στρατεύματα, Ό σμπερτ Λάνκαστερ, είπε: «... προά­ στιο μοναδικό και συγχρόνως μουσείο των πιο επιδεικτικών και εκκεντρικών δειγμάτων αρχιτεκτονικής που δεν έχει το ταίρι του στην Ευρώπη». Η δεύτερη έκδοση του πολύπλευρα ενδιαφέροντος βιβλίου βρήκε την Κηφισιά ανανεωμένη σ’ ένα πολύ νευραλγικό και νευρικό κεντρικό της σημείο, στον κεντρικό δρόμο που τη δια­ σχίζουν οχήματα με μεγαλύτερη ταχύτητα τώρα και σε παράκε­ ντρα μέρη της. Αυτό λέγεται πρόοδος και δεν μπορεί να της ξεφύγει κανείς. Μ προστά της και η ομορφιά υποχωρεί και συχνά ποδοπατείται. Θα ήταν αφελές να πιστεύεται πως «ίσαμ’ εδώ και μη παρέκει». Ο ρυθμός των αλλαγών του τοπίου αυξάνεται συνεχώς και δε χρειάζονται πια οι γεροντότεροι να επιστρατεύουν τη μνή­ μη τους για να διηγούνται πώς ήταν άλλοτε οι άνθρωποι και οι τό­ ποι. Η «Κηφισιά» που υπογράφεται από τη Μαρία Καραβία και συμπληρώνεται φωτογραφικά ισάξια και επάξια από τις Κυρίες Λ ίζα Έ βερτ, Ντόρα Μηναΐδη και Μαρία Φακίδη, είναι το βιβλίο που υποκαθιστά τη μνήμη των «γεροντότερων», φέρνει μπροστά μας μια ιστορία ζωντανή - και πιο «γεμάτη» από τις αμφίβολης ακρίβειας αναμνήσεις - όλο «ομορφιά και μνήμη», που είναι και ο

Η

Αευ.

κω. Ύ*


64/επιλογή καθοριστικός υπότιτλος της θαυμάσιας έκδοσης, δουλειά της επιμελήτριας βιβλίων Λούσης Μπρατζιώτη. Ο κύκλος των δημιουρ­ γών έχει συμπληρωθεί. Θα πρέπει να προστεθεί ακόμη ο ανάδοχος που δεν είναι άλλος από τον «Σύλλογο Προστασίας Κηφισιάς», ο οποίος εμφανίζεται ως ο εκδοτικός φορέας.

ο βιβλίο διαιρείται σε δυο μέρη, στο «ιστορικό», ένα οδοιπο­ ρικό στο χρόνο, και στο φωτογραφικό, ένα ντοκυμανταίρ σύγχρονο στο οποίο καταγράφονται τα αρχιτεκτονικά επιτεύγμα­ τα του παρελθόντος το οποίο επιζεί ως ζωντανό παρόν και στο οποίο εμφανίζονται και σύγχρονα έργα. Το κείμενο της έμπειρης δημοσιογράφου σε πλήρη αρμονία με το οπτικό έργο των ικανών φωτογράφων. Η όλη εργασία συμπληρώνεται ακόμη με παλαιές φωτογραφίες, οι οποίες ενισχύουν το κείμενο και με λεζάντες που προσθέτουν χρήσιμες πληροφορίες. Το αίσθημα που επικρατεί εί­ ναι η αγάπη. Έ να αίσθημα όμως αγάπης πολλαπλό: προς το θέμα, προς τον σκοπό της έκδοσης, προς τη φωτογραφία. Η λέξη αγάπη απουσιάζει από τον τίτλο, πλημμυρίζει όμως τις 155 σελίδες της. Μάταια θα αναζητούσε κανείς εκείνο το ύφος της επιστημονικής καταγραφής σχολαστικών λεπτομερειών με τα πολλά ανιαρά πα ­ ραθέματα από άλλους συγγραφείς και κείμενα ενισχυτικά. Η «Κη­ φισιά» έχει γραφεί με άλλο πνεύμα και λειτουργεί σε άλλα μήκη. Η κ. Καραβία ασφαλώς κατέφυγε σε παλαιότερες πηγές. Κυρίως όμως αναζήτησε τη ζωντανή μνήμη, αυτή που δεν έσβησε ακόμη. Τη συνάντησε στο πρόσωπο παλιών Κηφισιωτών, συνομίλησε μαζί τους, εκμαίευσε πληροφορίες, απέσπασε ξεχασμένα περιστατικά, προκάλεσε τα αισθήματά τους. Το αποτέλεσμα μιας τέτοιου είδους επιτόπιας έρευνας και προσωπικής επαφής, δημιουργεί ειδικά προβλήματα συναρμολόγησης των καταθέσεων και των ερανισμά­ των, των μαρτυριών και των αναπολήσεων. Είναι κυρίως προβλή­ ματα τα οποία αναφύονται από τα ετερόκλητα στοιχεία που αποφέρει η διερεύνηση του παρελθόντος μέσα από τις πηγές που επι­ βίωσαν. Αλλά αν αυτός ο αριθμός των ψηφίδων βρεθεί σε χέρια έμπειρα, προκύπτει ένα αρμονικό μωσαϊκό, χωρίς χάσματα, χωρίς ελλείψεις, χωρίς επαναλήψεις και επικαλύψεις. Το κείμενο, προϊόν ποικίλων προελεύσεων, έχει συντεθεί με μαεστρία και κι­ νείται διαχρονικά παράλληλα με την εξέλιξη της Κηφισιάς απρό­ σκοπτα και με αμείωτο ενδιαφέρον. Η κοινωνία της Κηφισιάς εί­ ναι αυτή που έδωσε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της. Μια κοινω­ νία η οποία ήταν σε θέση να πραγματοποιήσει ένα αρχιτεκτονικό ξέσπασμα, το οποίο σήμερα εκτιμάται ως μια αξιοσημείωτη καλλι­ τεχνική έκφραση της νεότερης Ελλάδας. Αυτή ακριβώς η κοινωνι­ κή πλευρά - εντελώς ουσιαστικής συμβολής - κινείται με τις κατα­ θέσεις παλαιών Κηφισιωτών, επώνυμων «με όνομα» προσώπων και επώνυμων χωρίς «όνομα» κατοίκων. Είναι όλοι εκείνοι που άφησαν την ψυχή τους σαν παρακαταθήκη στο καταπράσινο και ανεπανάληπτο τοπίο, σ’ αυτό το περιβάλλον το οποίο έχει διατη­ ρηθεί σε μεγάλο ποσοστό όπως ξεκίνησε. Τα ονόματα που συμ­ βάλλουν με τις προσωπικές τους ενθυμήσεις είναι ονόματα μεγά­ λων οικογενειών, ονόματα που άφησαν και έργο σημαντικό στην πολιτική, το εμπόριο, στην κοινωνική διαμόρφωση μιας τάξης που σιγά-σιγά λιγοστεύει ή μεταβάλλεται. Η κ. Καραβία έχει ενσωμα­ τώσει τα ευρήματά της σ’ ένα συνεχές αφήγημα, λυρικό και αν­ θρώπινο, χωρίς εξάρσεις συναισθηματικές, δίνοντας πολλές λε­ πτομέρειες από τις οποίες πολλές καταγράφονται, ίσως, για πρώ­ τη φορά. Αυτά ως προς το κείμενο το οποίο ασχολείται περισσό­ τερο με τον 19ο και 20ό αιώνα.

Τ


επιλογη/65 ο φωτογραφικό μέρος είναι η «απόδειξη» όσων ο αναγνώστης διάβασε λίγο πριν. Το ύφος των φωτογραφιών - όλες έγχρω­ μες - είναι πλήρως εναρμονισμένο με το ύφος της συγγραφέως, εί­ ναι όμως εξαιρετικά ενδιαφέρουσα η πιστοποίηση ότι και το ύφος των τριών φωτογράφων δεν παρουσιάζει δυσαρμονίες, ίσως γιατί ο κοινός στόχος της κάμερας συνένωσε τις προσωπικές προοπτι< κές τους. Οι παρατηρήσεις για την επίδοση των τριών συνεργατριών του οπτικού ιστορήματος είναι θετικές. Διατηρούν σταθερά μια ισορροπία μεταξύ της πρόθεσης της ρεαλιστικής απεικόνισης και της διάθεσης να εκδηλωθούν συναισθηματικά απέναντι στο θέμα. Εδώ ο αναγνώστης μετατρέπεται σ’ ένα περιπατητή και μά­ λιστα εξεταστικό περιπατητή στο βαθμό που θέλησαν οι τρεις φω­ τογράφοι. Η Κηφισιά έχει αποτυπωθεί με ευγένεια, ακρίβεια και χωρίς καμιά ωραιοποίηση. Η ομορφιά βρίσκεται στα ίδια τα θέ­ ματα και έχει αποτυπωθεί άψογα. Ο φακός κινείται από τα σύνο­ λα στις λεπτομέρειες. Διεισδύει παντού, δε σταματάει στην επιφά­ νεια, ζωντανεύει τη φυσιογνωμία του τοπίου και επιβραβεύει την εύστοχη κρίση του Λάνκαστερ. Ασφαλώς, πέρα από κάθε συζήτη­ ση, υπάρχει τώρα και μια επαρκής καταγραφή των αρχιτεκτονι­ κών μνημείων της Κηφισιάς και της ζωής που πέρασε μέσα απ’ αυτά. Θα μπορούσε να υποστηριχθεί πως οι φωτογραφίες αυτές είναι οι άφωνες μαρτυρίες μιας εποχής. Αντίθετα, είναι οι εύ­ γλωττες μαρτυρίες και οι επιβεβαιώσεις της. Π ιθανό αυτό να οφείλεται στο πάθος του ερασιτέχνη φωτογράφου - «ερασιτέχνη» με την αρχέγονη έννοια - που διαθέτουν οι κυρίες Έβερτ, Μηναίδη και Φακίδη, μαζί και με σοβαρά στοιχεία επαγγελματισμού τα οποία αναδύονται μέσα από τη δουλειά τους. Μια δουλειά ασφα­ λώς ωραία, όπως και όλη μαζί η έκδοση.

Τ

ΚΥΡ. ΝΤΕΛΟΠΟΥΛΟΣ

στο καθαρτήριο του μετά V TA ΚΙΚ Η Σ Δ Η Μ Ο Υ Λ Α : Χ α ίρε ποτέ. Αθήνα, Σ τ ι γ μ ή , 1988. Σελ. 120. «Α ν έχουμε ακόμα μια ελπίδα, τη χρω στάμε σ ’ αυτούς π ο υ δεν έχουν καμιά» (Walter Benjamin)

ο τελευταίο βιβλίο της Κικής Δημουλά, έβδομο στη σειρά, με τίτλο «Χαίρε ποτέ», περιέχει σαράντα εννέα, πολύστιχα κατά κανόνα, ποιήματα. Το χωρίζουν δέκα επτά χρόνια από την πρώτη έκδοση της πέμπτης ποιητικής συλλογής της, «Το λίγο του κό­ σμου», και επτά από «Το τελευταίο σώμα μου», το έκτο ποιητικό της έργο. Περισσότερο εξομολογητικό και περισσότερο τολμηρό α π’ ό,τι δικό της προηγήθηκε, το βιβλίο αυτό διευρύνει σημαντικά τις χρήσεις τής εικονολατρικής γραφής της δημιουργού του, ανα­ νεώνει κατά πολύ τα εκφραστικά της μέσα, καθιστώντας τα εξαι­ ρετικά ευάγωγα και αξιοποιεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τη μακροχρόνια πείρα της στην ανίχνευση και στη σύλληψη του από­ λυτου ποιητικού όρου. Κατονομάζοντας ευθαρσώς μερικά από εκείνα που, συνήθως, είναι σχεδόν αδύνατο να κατονομασθούν, και παρέχοντας πολλές ευκαιρίες στο παράλογο να μιλήσει ελεύθερα, χωρίς δεσμεύσεις ή λογοκρατικές προκαταλήψεις, η Κική Δημουλά δικαιώνει άλλη

Τ

ποι

η

ση


66/επιλογη μια φορά όλους όσους έχουν εκτιμήσει τη δεξιοτεχνία της να χειρί­ ζεται τη γλώσσα μας μ’ έναν παράδοξο, σαφώς αιρετικό αλλά ιδιαίτερα αποτελεσματικό τρόπο. Τους ανθεκτικούς ιστούς των στίχων της διαπερνά συνεχώς μια ασυνήθιστα υψηλή λεκτική έ­ νταση, ενώ οι εποπτικοί οφθαλμοί της ψυχής ελέγχουν διακριτικά τα βασανιστικά τοπία μιας ζωής, που όφειλε αλλά δεν μπόρεσε ποτέ να γίνει αντάξια των ονείρων. Γενικά με το «Χαίρε ποτέ» κα­ τοχυρώνεται στις συνειδήσεις μας η ποίηση της Κικής Δημουλά ως ποίηση του καίριου. Στη «Μεγάλη Πέμπτη», που παρατίθεται αυτούσια, μας δίνεται μια επαρκής εικόνα των όσων έχουν κερδηθεί παρά τη σαρωτική δίνη της φθοράς: «Υπαίθριος καιρός. / Κάτι ελιές πάνε να μαζέ­ ψουν ανήφορο. / Φορτωμένες. / Ο καρπός εισακούστηκε το παρελθέτω όχι./ Δε θα εισπράξουν ούτε φέτος πατέρες / οι λιποψυ­ χίες μας. / Ατελής η ελαιογραφία. / Να ξαναδοκιμάσω. / Κάτι ελιές πάνε να μαζέψουν ανήφορο. / Τα αργύρια φύλλα τους εποφθαλμιά / η αστραφτερή του τοπίου αγνότητα. / Φύσει καταδότρια η αθωότης. / Αυτή δε μας παρέδωσε / για ελάχιστα ανεκπλή­ ρωτα αργύρια / στην απώλειά της; / Να τονίσω λίγο Φαρισαίον απέναντι. / Τη θάλασσα». Κικη Δημουλά

ο «Χαίρε ποτέ» είναι ένα βιβλίο χρόνον. Με τις αλλεπάλληλες μεταπτώσεις των ποιητικών εκφορών, τις αιφνίδιες ουσιαστι­ κοποιήσεις των ρημάτων, .τα ηθελημένα αναπόδοτα, τις συνωμοτι­ κές συντμήσεις των φράσεων, τις συνθηματικές, κρίσιμες σιωπές, τις κωδικοποιημένες ανθυποφορές και τις διαρκείς επιθετικοποιήσεις αφηρημένων και μη ουσιαστικών επιχειρείται η διάβρωση των στεγανών που επιβάλλουν οι ημερομηνίες της πραγματικότη­ τας. Το παρελθόν διασκευάζεται, το παρόν, εφόσον εξ ορισμού εί­ ναι αδύνατον να μετατραπεί άρδην, διασκεδάζεται. Οι νεολογι­ σμοί, συνεπώς, της Κικής Δημουλά είναι κατ’ ουσίαν νεοχρονισμοί. Οι αδύνατοι χρόνοι, οι μη-στιγμές, διεκδικούν την ποιητική τους, όπως ακριβώς οι μη-υπάρξεις, οι νεκροί, επιζητούν την αυ­ τοδυναμία τους. Χαρακτηριστικά είναι από την άποψη αυτή τα ποιήματα «Προπορεύσου», «Η ταχεία ανάρρωση της απληστίας», «Υποκατάστατο», «Aller retour», «Κονιάκ μηδέν αστέρων», «Γό­ πα στα χείλη φουγάρων», «Απροσδοκίες», «Η γλυκυτάτη αβεβαιότης», «Εχθρική συμφιλίωση», «Διάρρηξη αυταπάτης», «Υπεράνω πραγματικότητας», «Αεράμυνα» «Αθώο το αναπόδεικτο», «Φως αποστήθιση», «Και το άλλο πού», «Σημειολογία», «Αρμένι­ κη αναχώρηση», «Ψηλά τα χέρια», «Έ να ματσάκι ωχρότητα» και «Passe-partout». Το «Υποκατάστατο» συνοψίζει ενδεικτικά όλες τις φάσεις της μεγάλης επανάστασης του όντος: «Σκορπίζουν / των δακρύων οι μεγάλες συγκεντρώσεις. / Μνήμη και παρόν ψά­ χνουν να κρυφτούν / από τη διαύγειά τους. / Α ραιά και πού καμιά τουφεκιά / Πότε από κείνο το ευκρινές / Χαράκωμα η λύπη πότε από αμυδρότερο. / Στρατηγική να δείξει τάχα / ότι έρχονται ενι­ σχύσεις. / Α ς παραδοθεί. / Έ χει σχεδόν επικρατήσει η φωτογρα­ φία σου. / Εξαπλώθηκε όπου βρήκε άμαχη επιφάνεια / αποδεκατισμένη αίσθηση πρόθυμη για γαλήνη. / Ανεμίζει στων βλεμμάτων τα υψώματα / όχι σαν έθιμο αδρανές μελαγχολικό / μα ως γενναίος συκοφάντης της απώλειάς σου. / Μέρα τη μέρα πείθει πως τίποτα δεν άλλαξε / ότι ήσουν πάντα έτσι, από χαρτί / εκ γενετής φωτο­ γραφία σε συνάντησα / ανέκαθεν πως έτσι σ’ αγαπούσα γυρολόγα / από εικόνα σε απεικόνιση / κι από απεικόνιση σε εικόνα σου αρκέστηκα. / Μνήμη και παρόν πρέπει να κρυφτούν / από τη διαύγειά τους. / Α ραιά και πού καμιά τουφεκιά αμυδρή / μαρτυρία υπέρ σου η λύπη / ας παραδοθεί. / Ο μόνος αξιόπιστος μάρτυρας

Τ

Χ Α ΙΡ Ε ΠΟΤΕ


επιλογη/67 ότι ζήσαμε / είναι η απουσία μας». Κική Δημουλά θα μπορούσε κάλλιστα να φυγαδευτεί στο κοινό καταφύγιο όλων, στην αδιέξοδη, δηλαδή, ανάμνηση ή να χαθεί στις στοές του παλαιού ορυχείου τού είναι, λύση που προτιμούν οι απονενοημένοι - αντίθετα εκείνη καταβάλλει κάθε προσπάθεια για να μετατρέψει τις ροές, για να αδειάσει το νερό του ποταμού, αναζητώντας με παραδειγματικό σθένος και συνέ­ πεια το άλλο, το αληθινό πρόσωπο των καιρών. Πρόκειται για μια γενναία, ακραία μεταφυσική, που φιλοδοξεί, μεταξύ των άλλων, να άρει τις αντιφάσεις των υλικών και των πνευματικών παθημά­ των, αρνούμενη να ανεχτεί την παραχάραξη της ζωής και του θα­ νάτου, στην οποία αρέσκονται να σπαταλούν τις δυνάμεις τους διάφορες φιλοσοφίες ή θρησκείες. Ό σ ο κι αν η αγορά της κοινής γνώμης επείγεται να επιβεβαιώνει συνεχώς με άμεσες, χειροπια­ στές αποδείξεις τη (χυδαία) μολολιθικότητα του ανθρώπινου βίου, αμφισβητώντας, ενίοτε με σφοδρότητα, την αποκάλυψη ή το ενύ­ πνιο του ποιητή, η Κική Δημουλά εμμένει στην αρχή που με τόση βεβαιότητα επικαλείται το έργο της: ο ψίθυρος ή ο ρόχθος του χθες εξηγεί το μέλλον. Εκεί η αρχή της γνώσης, στους παρατατι­ κούς χρόνους. Εκεί η πατρίδα της ψυχής. Οι αυταπάτες, που ευαγγελίζονται αισιόδοξα τα καινά αγαθά, καταργούνται: η αν­ θρώπινη ύπαρξη δικαιώνεται καταυγάζοντας το παρελθόν της, συμφιλιώνοντας το ποτέ μ ε το πάντα της. Η Κική Δημουλά ξέρει να ακούει, ξέρει να βλέπει και κάποτε ^άθεται να αποτυπώσει στο χαρτί τα άγρια, τα ανθρωποφαγικά ψηφία που της εμπιστεύτηκε η αδύνατη, η μυστική φύση: «Δίχως άλλο υπάρχουν πράγματα που δεν μπαίνουν στα λόγια- αυτοφανερώνονται. Είναι το μυστικό στοιχείο», ηχεί στον κοχλία του αυ­ τιού της η επιγραμματική σοφία του Ludwig Wittgenstein. Και το στοιχείο αυτό συμπιέζεται, πολιορκείται, πείθεται, γίνεται φετίχ και τελικά εκπορθείται, αφήνεται να ποιηθεί, να μετατραπεί σε ένα φαινομενικά ψύχραιμο ποίημα. Εξουθένωση και μετά ένα ει­ ρωνικό μειδίαμα και μετά συσπάσεις των δαχτύλων, που δοκίμα­ σαν την εκκένωση του παρελθόντος. Έ τσι νιώθονται οι στίχοι της Κικής Δημουλά, ακαριαία, σωματικά. Η «Σημειολογία» μας δίνει το μέτρο της μεγάλης αυτής ρήξης με τα είδωλα του πραγματικού:

Η

«Μια κόκκινη τελεία. Που κλείνει μαύρη φράση. Κι από τελεία πιο απόλυτη. Δεν θα την ανοίξει καμιά αρχή καινούριας. Ένα πλεόνασμα έχει τρέξει γύρω-γύρω. Έπεσε στο καλούπι μεγαλύτερη δόση ενόελέχειας. Είναι σα να φοράει στο λαιμό της η παύση κόκκινο ξηλωμένο δαντελάκι. Ίχνος κόκκινου. Θυμίζει πρώτο βήμα απόδρασης που χτυπιέται εν τη γενέσει. Άτυχο βήμα κόκκινου. Σκαλάκι της ανάσχεσης. Δεν πρόφτασε να γίνει ούτε σταγόνα. Έτρεξε μόνο ώς το αδιόρατο. Ένα ωάριο μνείας· ξέφτι ροής - τόπια ολόκληρα στων αρτηριών τα ράφια. Χαρακίρι σημείου. Εκεί στην άκρη των χειλιών. Σα να σε φίλησε προτελευταίο αγκάθι. Μια σταλιά παράσημο ανδρείας· του πρώην θνητού. Σου το απένειμε με τιμές κόψης βιαστικό καθώς σε καλλώπιζε το απρόσεκτα ύστατο χτες σου».

★ ΦΟΙΤΗΤΗΣ της γαλλικής φιλολογίας, με μητρική γλώσσα τα γαλλικά, παραδίδει μαθή­ ματα σε αρχάριους μέχρι και για Certificat. Τηλ. 41.72.753,


68/επιλογή α πράγματα είναι αλλοιωμένα, μεγεθυμένα. Δύσκολα ανα­ γνωρίζουμε διαστάσεις ή οικείες μορφές. Τα πράγματα μι­ λούν και μάλιστα πολύ καθαρότερα α π’ ό,τι θα περίμενε κανείς. Ασκούν τώρα τη δική τους πολιτική. Επικυριαρχούν. Η Κική Δημουλά αντιλαμβάνεται ότι πρέπει να διατηρήσει τις γέφυρες της επικοινωνίας ανοιχτές, γι’ αυτό και συντηρεί υπομονετικά το διά­ λογο μαζί τους σ’ ένα πολύ καλό επίπεδο.Ετσι μόνο μπορεί να εκτιμήσει με ακρίβεια την ποιότητα και την ποσότητα αυτού που χάθηκε: «Ή πιαν οι σκιές τον δυναμωτικό τους / τρόπο και μεγα­ λώνουν στους τοίχους. / Κάποιες ξαφνικές αναλαμπές / που είχε η καύτρα του τσιγάρου / τις κανεύνασε η ψυχίατρος στάχτη. / Τα γυαλιά σου οκλαδόν στο γραφείο / βούδας σε αυτοόραση βαθειά. / Σπουδαία ανακάλυψη του μεγεθυντικού / φακού: κάτω από το βλέμμα του / αποθηριώνεται η σκόνη, διογκώνεται / σαν άμμος κι εθεάθη ερημική / να σεργιανάει ολόκληρη αμμουδιά / πάνω στα πράγματά σου». (Α πό το ποίημα «Δελτίον άμμου»). Μετά θ’ αρχίσει η διάσωση. Με όσα δεινά και με όσες διαψεύ­ σεις συνεπάγεται. Ο καθαιρέτης της ήττας, της απώλειας, του θα­ νάτου είναι, λοιπόν, ο λόγος του «Χαίρε ποτέ». Ό ,τ ι δεν μπορεί να διανοηθεί η κουρασμένη Κοινότητα, το διανοείται η Κική Δημουλά. Μ’ αυτό τον τρόπο ανακόπτει την ερημοδικία μας στο αμείλικτο δικαστήριο της λήθης. Με τους τρεις τελευταίους στίχους της συλλογής: « Ό λ α δεν μπορώ να τα σηκώσω μ’ ένα χέρι. / Το άλλο μου το κράτησες εσύ για ενθύμιο. / Της στιγμής που αιώνια το ξέσφιγγες» επιβεβαιώνε­ ται με κλασική σαφήνεια η αρχή της δικαιοσύνης των θαυμάτων: η επιμονή, η μη εξάλειψη των σημείων του νεκρού είναι γεγονός. Μακριά από τη νωθρότητα του πλήθους και πέρα από τις άθλιες κοινοτυπίες των επιπόλαιων φυσάει δυνατά ο αέρας της ελευθε­ ρίας τού είναι, του αδιάφθορου, του συμπαντικού, του οποίου εί­ μαστε κι εμείς - σκληροί, πολλές φορές ανεπίδεκτοι μαθήσεως μακρινοί αλλά γνήσιοι απόγονοι. Στην Κική Δημουλά οφείλουμε πολλά. Γιατί πάνω απ’ όλα όσα εκτέθηκαν εδώ, μας δείχνει πού πνέει αυτός ο άνεμος. Κι ακόμα πώς να ζούμε στο ίδιο σπίτι με το μεγάλο φόβο του ανθρώπου και να επιβιώνουμε.

Τ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΗΣ

ερωτικός απόλογος* ΓΓ\ ΜΑΓΙΑΣ - Μ ΑΡΙΑ Σ Ρ Ο ΥΣΣΟΥ: Λύκαινα τον φεγγαριού. Αθήνα, Η ρ ι δ α ν ό ς , 1987. Σχ. 16ο. Σελ. 64.

ια ύπαρξη αναλωμένη στην ποιητική μοναξιά, μια καρδιά που .ξοδεύεται θεληματικά στον πόνο, μια ζωή που παρα­ δέρνει ανάμεσα στο φως του έρωτα και στο σκοτάδι της απουσίας του αντικειμένου του έρωτα, μια γυναίκα που περιμένει κάθε στιγμή «ν’ αναβλύσει απ’ τα πεύκα / ο Ευαγγελισμός / της φωνής του», δεν μπορεί παρά να βρει το σωστό δρόμο για να εκφραστεί και να δώσει στίχους απλούς, ανθρώπινους, λαγαρούς. Ως δη­ μιουργός θα μεταβάλει το θρηνητικό της μοιρολόι, τον ερωτικό της απόλογο σε μελωδία έξω καί πέρα από την καθημερινή σπατά­ λη των αισθημάτων, μακριά από την κατάρα της οργής για την εγκατάλειψη και τη φυγή, μένοντας πάντα στην ευλογημένη ανά-

Μ

JTOI %


μνηση των καλών ημερών και στην αναμονή κάποιας υποτιθέμενης επιστροφής. Ο πόνος κι ο καημός της απουσίας και της στέρησης γίνεται πη­ γή δημιουργική. Η αγάπη δεν ξέρει άλλη γλώσσα παρά αυτήν της αθωότητας και της προσευχής, δεν έχει άλλο χώρο από αυτόν της μοναξιάς, που είναι ωστόσο γεμάτος από το φως της ανάμνησης, τον πόνο της απουσίας, μια υποβλητική ατμόσφαιρα ελπίδας και μεγαλείου. Η αληθινή αγάπη δεν έχει άλλο δρόμο εκτός από αυτόν της επιστροφής στην πρώτη αρχή, στον χαμένο παράδεισο των αρ­ χικών ωρών, που σημάδεψαν το βίο και την ισορροπία του με μιαν «εξαίσια / ακροβασία της ευτυχίας» (σ. 29). στέρηση και η αναμονή είναι πηγή ευλογημένων δακρύων, που μετουσιώνονται σε τρυφερούς στίχους και η ποιήτρια σεμνή, αναμάρτητη στον καρτερεμό της, δακρυόεσσα, μοιρασμένη «σ’ όλα τ’ αγαπημένα» (σ. 25), αθέατη μέσα στο μουσικό περίβλη­ μα της σιωπηλής προσμονής της, ζει το δικό της δράμα μ’ έναν τρόπο καθολικό και γι’ αυτό οικείο. Σταματημένη καταμεσής του κόσμου, «στο ακίνητο σημείο» του χρόνου, σπονδυλώνει καίρια το ερωτικό της όραμα και θεωρεί περίτρομη το άδειο του μέλλο­ ντος, καθώς το παρελθόν και το αποψιλωμένο παρόν είναι αυτή η ατελεύτητη υγρή στιγμή της παρούσας ικεσίας... Γι’ αυτό ντύνει κατάσαρκα της λόγια της στον αγαπημένο, για να μένουν άγρυπνα και «να φιλούν τον ύπνο του / και τ’ ακριβό κορμί του» (σ. 40). Έ τσι το τραγούδι της δεν είναι παρά ένας τρυφερός και πονεμένος και μαζί δοξαστικός ερωτικός απόλογος, η πίκρα κι ο στε­ ναγμός έγιναν στην απουσία μελωδία, «τρυφεροί τρόμοι», που τα­ ράζουν το κορμί της κι ανταποκρίνονται στο καθολικό αίσθημα, γιατί η «Λύκαινα του Φεγγαριού ξέρει και τραγουδάει παθητικά και το υποβλητικό της δοξολόγημα είναι ένα εξαίσιο άκουσμα, αντί ουρλιαχτά, έχει μετουσιωθεί σε ποίηση γνήσια κι ειλικρινή ο επιούσιος (;) συντριμμός της και βρίσκει κι εκείνη το κουράγιο και τη δύναμη που της δίνει η τέχνη της ποιήσεως και «μ’ έναν αρ­ χαίο τρόμο δραπετεύει / κυνηγημένη» από τον ίδιο της τον πόνο και γίνεται «η μεγάλη απούσα» από τον εαυτό της και από τη ζωή της, παρούσα όμως σε κάθε συγκινησιακό επεισόδιο της ποίησής της κι όταν ακόμα αισθάνεται «σαν ένα αδειανό κοχύλι» ή σαν να πρόκειται να ζήσει «εναν ακόμα π ιο βαθύ θάνατο». Λ οιπόν, τι είναι εκείνο που συντηρεί τον άνθρωπο, που δίνει υπόσταση στο ανυπόστατο, που μεταβάλλει τη λύπη σε χαρά, το σύντριμμά σε δημιουργία, που ικανοποιεί τ’ ανικανοποίητα; Το όνειρο! Μέσα στο όνειρο ζωοποιούνται τα πάντα και πραγματο­ ποιούνται οι μεγαλύτερες επιδιώξεις. Το όνειρο είναι ο διακομιστής των απωθημένων στην αιωνιότητα, τη μικρή τη μεγάλη του καθενός!

Η

Κ

ι ο αγαπημένος θ ’ ακούσει τούτη την επίκληση: Θα ρθεις τ’ όνομά μου, αγίασμα θ’ αναβλύσει α π’ τα χείλη σου θα κάνουμε έναν αργό αιώνιον έρωτα βαθύ σαν τραγούδι κι η φωνή σου χάδι δοξαστικό

(σ. 62)

κι έτσι τα λόγια τ’ ανείπωτα θα ειπωθούν με τα μάτια τ’ ανίδωτα κι όλες οι μοναξιές κι οι τρόμοι, οι λαχτάρες κι η απαντοχή θα γί­ νουν ομορφιές και θα στολίσουν την κλίνη της χαράς, την κλίνη της αιωνιότητας του έρωτα και ο χρόνος ο πριν θα εκμηδενιστεί, θα


70/επιλογή πάψει να είναι βάσανο και πόνος και καρτερεμός. Θα χωθεί και θα χωρέσει μέσα σε μια στρογγυλή και γι’ αυτό ατέρμονη στιγμή, που θα είναι η μοναδική, η μονοδιάστατη, η ανεπανάληπτη, όπου πραγματοποιείται η σύλληψη της ουσίας στη συνουσία των μορ­ φών και των σωμάτων- που ενώνει τα επιμέρους σε ένα... και, κατ’ αναλογία, κατορθώνεται το σπονδύλωμα ενός ποιητικού άξιου έργου! ΕΛΕΝΗ ΧΩΡΕΑΝΘΗ * Η Μάγια-Μαρία Ρούσσου πέθανε στις 16 Σεπτεμβρίου 1989 μετά από μακροχρόνια ασθένεια που δεν την εμπόδισε, όμως, να ασχολείται δημιουργικά, μέχρι την τελευ­ ταία της στιγμή, με την ποίηση, τη μετάφραση και τη μουσική. Η Ρούσσου συνερ­ γάστηκε με το περιοδικό μας στις στήλες της κριτικής και των μελετών· στο τεύχος μάλιστα 221 δημοσιεύτηκε η τελευταία της κριτική - τεύχος που της το στείλαμε στο νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν. Η κριτική που δημοσιεύουμε είναι για το τε­ λευταίο ποιητικό της βιβλίο.

δοκιμασία και εμπειρία της γραφής t -ΓΛ ΓΙΩ ΡΓΟΥ ΑΡΙΣΤΗ Ν Ο Υ: Το οδοιπορικό. Αθήνα, Κ α σ τ α ν ι ώ τ η ς, 1988. Σελ. 135.

ο «οδοιπορικό» είναι ένα «κυκλικό αφήγημα» κατά την επιθυ­ μία του ίδιου του συγγραφέα. Ο συγγραφέας προτείνει τον χαρακτηρισμό αυτόν στο εξώφυλλο, ενώ το οπισθόφυλλο επεξηγεί εμμέσως τον όρο, καθώς καταδεικνύει τη «ρευστοποίηση της αφη­ γηματικής πράξης» και τον εμπλουτισμό της με όλα τα είδη του γραπτού λόγου. Κατά τον συγγραφέα η «παραδοσιακή ειδολογική διαφάνεια» υποχωρεί καθώς η «ελευθερία του ενστίκτου και της διάνοιας» επιβάλλει τη συνύπαρξη της ποίησης, της πεζογραφίας και του δοκιμιακού λόγου. Ο Γ. Αριστηνός δηλώνει ότι μέσα σε μια «αδιάκοπη αυτοανάλωση ανιχνεύει μέσω της γραφής την καθαρτι­ κή δύναμη του θανάτου». Η δύναμη του θανάτου - δύναμη πυρός μέσα σε μια απόλυτα αφαιρετική διάθεση - συνιστά και τα σημεία Α-Ω του αφηγηματι­ κού διανύσματος, δηλαδή την αρχή και το τέλος της κυκλικής δια­ δρομής. Εξαιτίας της διαδρομής αυτής ο συγγραφέας καταλήγει και συγχρόνως δικαιολογεί τον τίτλο «οδοιπορικό». Υπάρχει μια πο­ ρεία που προκαλεί ένα αφηγηματικό παραλήρημα. Αλλά, δε θα έλεγα ακριβώς πορεία και κυκλική διαδρομή. Θα προτιμούσα την ιδέα της σπειροειδούς κίνησης. Πρόκειται, λοιπόν, για ένα σπειροειδές αφήγημα, γιατί, καθώς επιχειρείται η επανερχόμενη σε ταυτόσημες αφετηρίες εξιστόρηση, δίνεται η εντύπωση και μιας αδιόρατης αποσυσπείρωσης. Ο λόγος ξεστρατίζει από τα φανερά ή και δεδηλωμένα μερικές φορές γενεσιουργικά του αίτια και διέρχεται μέσα από παρεπόμενες διανοητικές εκλάμψεις, που γειτ­ νιάζουν με υψηλότερες σφαίρες φαντασίας και στοχασμού. Είναι οι στιγμές της ειδολογικής διάθλασης, όπου ο λόγος - σπείρα γίνε­ ται λόγος - κοχλίας με απροκάλυπτη την πρόθεση της διείσδυσης σε σκοτεινές και αδιαπέραστες περιοχές.

Τ

πεζό

ΥΡλ

ΙΑ


επιλογη/71

Σ

ε τέτοιες στιγμές το κείμενο πάλλεται και καθώς διανύει τις κυκλικές ή σπειροειδείς του διαδρομές επιδεικνύει και αναδεικνύει, μαζί, τις καθ’ οδόν αποκαλυπτόμενες μορφές του. Χωρίς την αυστηρή πρόθεση της μορφής σαν δεδομένο οδηγό μέσα στο αφήγημα ο λόγος φθάνει όχι μόνο στην αυτοκαλλιέργειά του, αφού στοχεύει στην υψηλότερη δυνατή του σύνθεση, αλλά κομ στην αυτοκαταστροφή του, αφού εναγκαλίζεται αλλότρια και διαλυτικά στοιχεία. Στο γεγονός αυτό, όμως, συνίσταται και όλη η χάρη του βιβλίου αυτού. Στη διδαχή ενός λόγου ζωντανού, που οργανώνεται μέσα στην αυτοσυνείδησή του. Στην κατάδειξη μιας επικίνδυνης ισορροπίας ανάμεσα από μορφές εξωτερικά ανόμοιες, εσωτερικά, όμως, πανομοιότυπες και ταυτόσημες ως προς τους στόχους τους. Και επιπλέον στην γραμμογράφηση μιας πορείας στις παρυφές του θανάτου με όλη την πλημμυρίδα του ζωικού στοιχείου μέσα της. Τα αντιθετικά αυτά στοιχεία της ανέλιξης - καταβύθισης ή μορ­ φικής εναλλαγής - συναισθηματικής σταθερότητας (πολλαπλή εξυπηρέτηση του αυτού συναισθήματος) και ακόμα λυρικής διά­ χυσης - εννοιολογικής συγκρότησης, συναντώνται σε χτυπητά και επαναλαμβανόμενα μοτίβα του κειμένου, που σχηματίζουν ποικί­ λους ιστούς μιας διακλαδιζόμενης αγωνίας, μιας καταυγάζουσας εσωτερικής έγερσης. Δίνεται έτσι η ευκαιρία στον αναγνώστη να απολαύσει το κείμε­ νο με την απρόσμενη προοπτική των ξαφνικών εναλλαγών ύφους και μορφής. Π .χ. στην κλασική μορφή του πεζού λόγου με την κρυστάλλινη διαύγεια:

«...Η Ύδρα ξημερώνει. Αρχίζει μια ζωή αργόπρεπη. Τα νησιά, παρά τις αντίθετες διαβεβαιώσεις, κινούνται νωχελικά. Κινούνται νωχελικά σαν τις σκαμπαβίες σε στεκάμενα νερά. Τα ψάρια απο­ τρελαίνονται στα δίχτυα που τα παγίόενσαν οριστικά. Κοιτάζω το ρολόι. Είναι έξι παρά τέταρτο. Το δελφίνι θα φύγει στις οχτώ για Πειραιά, ενώ το τζάμπο της Αουφτχάνσα για Ζυρίχη απογειώνε­ ται στις εννιά...» Αλλού, ο τόνος του κειμένου υψώνεται ή καταβυθίζεται, αναλόγως, ανιχνεύοντας υπόγεια ρεύματα με φανερή την πρόθεση του ποιήματος:

«...Κώστα, στο μνήμα σου φύτρωσαν φύκια, δείγμα κι αυτό της μέδουσας που εκκόλαπτες πάντοτε στο ευρύ σου στέρνο...». Και αλλού, η υφή του δοκιμιακού λόγου υπεισέρχεται σε μια διαδικασία εξιχνιάσεως αιτίων και αιτιατών, καταστάσεων μη υποκειμένων στην εξομάλυνση της στιγμής:

«...όταν περιγράφει όσα συνέβησαν, και συμβούν, είναι σαν να συμβαίνουν, γιατί όλα, μα όλα υφίστανται, εκτός απ’ αυτά που νομίζουμε πως υπάρχουν, τα απτά, τα οφθαλμοφανή, τα συνειδη­ τά, αφού αυτά τα τελευταία κινούνται εν χώρω και χρόνω, και ο χώρος ή ο χρόνος είναι κατασκευές του απελπισμένου ανθρώπου, που ζητά να μνημειώσει την αποδεκατισμένη ύπαρξή του...». Γ. Αριστηνός συχνά παρασύρεται σε παρατεταμένα παραμι­ λητά, σε μια γραφή αποκυηματική, εκτοπλασματική, όπου κυριαρχεί η δίψα του ονείρου και η διαρκής αναζήτηση μιας ακα­ θόριστης αιτίας.Η αιτία αυτή που οδηγεί σε μια γραφή άναρχη και σκοτεινή, χωρίς συγκεκριμένο λόγο έναρξης και χωρίς επιζητούμενο τέλος, κυρίως χωρίς υπακοή σε συγκεκριμένους κανόνες ανάπτυξης, παίρνει συχνά την υφή ενός υποφώσκοντος πα ράπο­ νου, μιας μακρινής απελπισίας, που συμπυκνώνει μέσα της όλο το βάρος του κόσμου: από την ομίχλη της προμήτριας κατάστασης μέχρι το ζόφο της μεταθανάτιας οριστικότητας.

Ο


72/επιλογή Ο συγγραφέας αναζητεί ποικιλότροπα ερείσματα για να παρα­ τείνει ηθικά, διανοητικά και βιολογικά τη δίψα του για τη ζωή. Η γλώσσα του μετέρχεται κάθε λογής τεχνάσματα και μέσα στα πλαίσια μιας πολλαπλώς πειραματιζόμενης αισθητικής (όπως πρέ­ πει να είναι η αισθητική κάθε μη επαναπαυόμενου συγγραφέα άλλωστε) για την απάλειψη της αγωνίας του εξόριστου. Η εξορία εδώ συνίσταται στη διαπίστωση της μη μονιμότητας των πραγμά­ των και την ατελεύτητη επιστροφή μας στο άγνωστο. Θα έλεγα ότι πρόκειται για μια γλώσσα αγχολυτική που ακο­ λουθεί ψυχαναλυτικές διαδικασίες. Στις διαδικασίες αυτές περιλαμβάνεται κυρίως η ανέλκυση γε­ γονότων από την πρόσφατη και απώτερη μνήμη. Έ τσι, μέσα στα αριθμημένα κεφάλαια του βιβλίου, πολλά από τα οποία έχουν τον εύγλωττο τίτλο «ενύπνιον» ή «στο υπόγειο», αναδύονται παιδικές ημέρες, εικόνες ταξιδιωτών, σελίδες βιβλίων, κραυγές νεανικών φίλων και τέλος το ουρλιαχτό της ίδιας της ύπαρξης, κοπιούσης και πεφορτισμένης. Οι αναδύσεις αυτές των γεγονότων - ξένες και ασύνδετες, εξω­ τερικά - υπόκεινται σε μια εσωτερική σύνδεση, καθόσον συγχρω­ τίζονται με τις υπερθερμάνσεις των αισθημάτων που εκλύει μια λιποθυμική και παραληρούσα μνήμη. Βλέπομε π.χ. πως η αγωνία του συγγραφέα να προσπελάσει το αδρό πρόσωπο του θανάτου, εμπλέκεται σε κάποιο σημείο με την αγωνία του Αντς, ήρωα του Έ κο, να ανιχνεύσει τα σκοτεινά σημεία μέσα από ένα ματωμένο δρόμο. αναγνώστης χαίρεται κυρίως τις ασύνειδες εικόνες του βι­ βλίου, καθώς μετατοπίζονται σε μια μεταισθητική διεργα­ σία, δίνοντας την εντύπωση τόπων που κάποτε επισκέφθηκε ή ονειρεύτηκε. Την εντύπωση αυτή επιτείνει η συχνή στροφή της γλώσσας προς την ονειρική γραφή, καθώς η τρισδιαστατική της διαφάνεια διαθλάται, προβάλλοντας ένα θαμπό γυαλί με μυστικές αντανακλάσεις, μιαν αχνή βροχή με μαγικούς κυματισμούς. Η ονειρική γραφή, πέρα από την καθαυτή χαρά της ανάγνωσης, δεν προσφέρει και την ικανοποίηση της νοηματικής εξέλιξης κά­ ποιου μύθου. Τα αναφερόμενα γεγονότα δεν αποτελούν παρά τα επιμέρους κομμάτια ενός άγνωστου και δύσκολου στη σύνθεση παζλ. Ίσως η ερμηνεία των ονείρων, αν υπάρχει, να βοηθήσει στη διαλεύκανση, την πλήρη καθαρότητα και τον συσχετισμό των πα ­ ραληρημάτων αυτών. Αλλά, σίγουρα, κάτι τέτοιο δεν είναι απα­ ραίτητο. Αρκεί η επάρκεια της γλώσσας από το συγγραφέα και η επίδειξη της χρήσης της. Αρκεί το ύφος και οι αυτοανιχνεύσεις των αμιγών δυνατοτήτων του. Α πό την άποψη αυτή τονίζω ότι το «Οδοιπορικό», αν δεν είναι ένα βιβλίο απευθυνόμενο σ’ έναν ευρύ κύκλο αναγνωστών, είναι οπωσδήποτε απαραίτητο σ’ έναν στενό κύκλο, σ’ ένα ειδικό αναγνωστικό κοινό: Τους αναγνώστες-συγγραφείς. Οι ομότεχνοι του Γ. Αριστηνού, οι επαϊοντες την αγωνία του γράφειν, πρέπει να εκτιμήσουν με τον πλέον ευνοϊκό τρόπο όχι μόνο την πειραματιζόμενη γραφή, αλλά και την αυθεντική λει­ τουργία της. Την άμεση εκπόρευσή της από έναν γνήσιο και αν­ θρώπινο πόνο.

Ο

Το «οδοιπορικό» ανιχνεύει περιπτωσιακά μερικές από τις συ­ γκινήσεις της ζωής έχοντας πάντα στο στόχαστρό του το γεγονός του θανάτου. Α λλά με το να θέλει να μας εισαγάγει στο σκοτεινό ρίγος του θανάτου, με την έννοια του ότι είναι το πιο συγκλονιστι­ κό στοιχείο, μπροστά στο οποίο σκοντάφτει ολοσχερώς η ύπαρξη,

* ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΝΤΙΤΕΧΝΗΣ, ζητάει συνεργάτες. 4-7 μ.μ. Τηλ. 29.13.815.


επιλογη/73 καταλήγει στο τέλος να μας κάνει συμμέτοχους στην τελετουργία της γραφής, να μας κάνει κοινω νούς στο μυστήριο της δοκιμασίας της και να μας πείσει ότι αυτή, η γραφή, είναι από τις πιο συγκλο­ νιστικές εμπειρίες, που υπερβαίνουν τα κοινά όρια με τρόπο υ πό­ γειο και καταλυτικό. ΗΛΙΑΣ Κ ΕΦ ΑΛΑΣ

μια μυθιστορία και δέκα διηγήματα r"TA

ΙΑ ΤΙΑΝ ΑΣ ΓΚ ΡΙΤΣΗ - ΜΙΛΛΙΕΞ: Στη σκάλα τον Ουρανού. Αθή>·«. Κ α σ τ α ν ι ώ τ η ς , 1988. Σ ελ. 171.

ορυφαία μορφή της σύγχρονής μας πεζογραφ ίας η Τατιάνα Γκρίτση-Μιλλιέξ μας έδωσε τελευταία δύο βιβλία της μαζί. Το ένα, το σημαντικό μυθιστόρημά της «Α πό την άλλη όχθη του Χρόνου», έχει κιόλας ξέχωρη τη θέση του στην κριτική. Η συγκυ­ ρία μάς έφερε «Στη σκάλα του Ο υρανού», όπου συγκατοικούν δύο διαφορετικές ενότητες: μια μυθιστορία1 σε μέγεθος νουβέλας, που δίνει και τον τίτλο του βιβλίου, και μια συλλογή δέκα διηγημάτων της. Εκτός από το είδος και την έκτασή τους, οι δύο ενότητες δια­ φέρουν μεταξύ τους στη γραφή (ευθύγραμμη στη μια, ελλειπτική στην άλλη), στο ανάπτυγμα των προεκτάσεών τους (πολυδιάστατο στην πρώτη, πολύ εστιακό στη δεύτερη) και στον τρόπο προσέγγι­ σής τους από την συγγραφέα (περισσότερο εγκεφαλικό στη νου βέ­ λα, πιο συμμετοχικό στα διηγήματα)· συνένωση δύο βιβλίων σε ένα. Και κάτι ακόμη: αν γιά τα διηγήματα αρκεί η καταγραφή τους στην αισθητική και μόνο δεκτικότητα, για τη νουβέλα χρειά­ ζεται πολύπλευρη σχολίαση* ψυχογραφική των ηρώων, του ιδιαί­ τερου έρωτά τους, της ιδεολογικο-πολιτικής τους συμπεριφοράς, των αμοιβαίων τους επιδράσεων, αλλά και της στάσης της συγγραφέως απέναντι στα καθέκαστα.

Κ

ιστορία της νουβέλας αναφέρεται στη Ζ οζεφίνα, την κατοπι­ νή καθολική μοναχή Π ασκαλίνα, δωδέκατο - τελευταίο - και μόνο θηλυκό παιδί μιας προτεσταντικής, βαυαρικής αγροτικής οι­ κογένειας, που δεσπόζεται από έναν πατέρα δυσπροσπέλαστο και υπηρετείται από μία μάνα-πράγμα (res) υποτακτικό, με απαξιω μένο τον ρόλο-δόκανο των γυναικείων θελγήτρων, που όταν"τον βλέπει στην κόρη της - «έχει δαίμονα μάτια» - τρομάζει (σ. 32). Η Ζ οζεφίνα σύντομα αφήνει τον τόπο της, εξαιτίας μιας απόπειρας βιασμού της από τον μεγαλύτερο αδελφό. Και καταφεύγει σ’ ένα μοναστήρι, και μάλιστα καθολικό. Ο ι μοναχές την δέχονται με πολλή στοργή, τουλάχιστον ώσπου ν ’ αρχίσει να κυνηγά με πάθος •τη μόρφωση για «να τους ξεπεράσει όλους εκεί μέσα» (σ. 35-36). Κυρίως ειδικεύεται στην αντιγραφή ιερών κειμένων, έως ότου δείγματα της δουλειάς της φθάνουν στον καρδινάλιο Πατσέλι, που την καλεί στο Βατικανό σαν συνεργάτιδά του. Εκεί η Πασκα­ λίνα υπερβαίνει την ειδική της αποστολή και γίνεται «γραμμα­ τέας, γκουβερνάντα κι ερωμένη» του καρδινάλιου, μ’ έναν έρωτα που είναι και δεν είναι πλατωνικός. Ά το μ ο οργανωτικό, διοικεί

Η


74/επιλογη ουσιαστικά το Βατικανό (σ. 59), αφού «συμμετέχει ακόμα και σε κονκλάβιο» και συμβάλλει - άραγε με στήριξη του ναζιφασιστικού άξονα; - στην ανάδειξη του Ιταλού καρδινάλιου σε Πάπα. Έ χει φέρει μαζί της πέντε έμπιστές της μοναχές από το Μ όναχο, όπου είχε συνοδέψει τον Πατσέλι, σαν υπουργό εξωτερικών του Βατι­ κανού (σ. 58), (κράτους πάντοτε μεν ανεξάρτητου, αλλά μοσχευμένου στο κορμί μιας φασιστικής τότε Ιταλίας) και, παρά κάποιες αντιστάσεις, χαλαρές ή δυναμικές (σ. 53), οργανώνει τον προσα­ νατολισμό του Βατικανού, που εκφράζεται με την «ανοχή του νέου Π άπα, που αρνείται να καταδικάσει τις θηριωδίες του να ζι­ σμού και το ξεκλήρισμα των εβραίων», ενώ η ίδια άφηνε τη .«Φω­ νή του Βατικανού» - τυπωμένες εκπομπές εναντίον του Χίτλερ «κάτω από τα ράσα των μυημένων... να φθάνει παντού κρύβοντας με κάποιον τρόπο τον Πίο XII» (σ. 54-55). Είκοσι χρόνια ζει αθό­ ρυβη κι ειδυλλιακή παρακοιμωμένη, ώσπου μια μέρα του 1958, επομένη του θανάτου του Π άπα, εκείνη που ονομαζόταν «ποπέσσα», διώχνεται κι ακολουθεί την άγνωστη μεταπολεμικά μοίρα των ναζιστών. Η καντέντζα στη σκάλα της γης λειτουργεί για την Πασκαλίνα πολύ ηρωικότερα απ’ ό,τι στη σκάλα του ουρανού, στη σκάλα, που στη «Δεύτερη Παρουσία» του Μιχαήλ Αγγέλου έβλεπε την «κίνηση του Θεού που γκρεμίζει τους αμαρτωλούς στην πυρά της Κολάσεως» (σ. 26). Τ.Γ.Μ . με βάση τις πηγές της ή, ενδεχόμενα, μοναχά με τη διαίσθηση (με τη λογική, θα λέγαμε, των υποσυνείδητών μας υποδείξεων) πετυχαίνει να συναρμολογήσει, κομματάκι - κομμα­ τάκι, με τις σκόρπιες ψυχογραφικές της διαστίξεις, ένα πρόσωπο της ηρωίδας πλήρες και ενιαίο, κι ό,τι πιο συνεπές για τον ατομι­ κό όσο και για τον ιστορικό της ρόλο. Η Πασκαλίνα έχει, όχι μόνο «δαίμονα μάτια», αλλά και «δαίμονα μαλλιά» που «ήταν η ντροπή της, η νόθα σπορά, η μεταμόρφωση του δαίμονα με τη μορφή του πατέρα της», που έβλεπε ενσωματωμένο πάνω της το στίγμα του: τα μαλλιά της που ήταν ίδιες της Κόλασης οι φλόγες... Κι όμως εί­ χε τρυφερότητα, συνενοχή, κυρίως θαυμασμό γι’ αυτό το χρώμα των μαλλιών της... Ό τα ν την κούρεψαν... έκρυψε μία μπουκλίτσα» - η μερική θηλυκή της ταυτοποίηση - «που μπροστά στο αναμένο τζάκι την κυττούσε εντατικά ίσαμε που φλόγες και μπούκλα να ’χουν το ίδιο χρώμα... Κι ένα τέτοιο βράδυ κοιτάζοντας τον πύρινο κορμό που φλέγονταν αντίκρυσε στο σχήμα του τον ίδιο τον διάβολο...» και έκανε τότε «κίνηση πανικού το πέταγμα της μπούκλας στο τζάκι» (σ. 11-12), ένοχου, βέβαια, πανικού, αφού ένιωθε μέσα της με τον πατέρα - διάβολο (αιμομίκτη) συσσωματω­ μένη. Εξάλλου, όσα σημεία της αφήγησης ανάγονται στη μητέρα της, δεν μπορούν να στοιχειοθετήσουν παρά μερική μόνο και φτω­ χή ταύτισή της προς το θηλυκό πρότυπο μιας μάνας τόσο υποτιμημένης, από έναν πανίσχυρο πατέρα, που «ξεγέλασε την αγορομά­ να και της έδωσε κόρη» (σ. 11) - φαίνεται κατά λάθος - μιας μά­ νας που στην κόρη της μεταφόρτωνε τις υπερεγωτικές απαγορεύ­ σεις, ενοχές και κατωτερότητες, που την προσανατόλιζαν προς ταύτιση με το ισχυρό αρσενικό και κατοπινά την οδηγούσαν στην επιβολή, με τη μόρφωση αρχικά στο μοναστήρι, για να ξεπεράσει το φύλο της. Πολύ σωστά, λοιπόν, και με ψυχολογική οξυδέρκεια η Τ.Γ.Μ . παρατηρεί πως η Πασκαλίνα «κράτησε τη χαμένη ταυτό­ τητα του αγοριού, του πατέρα και των αδελφών της» (σ. 36). Α υ­ τή η θαυμαστική στάση απέναντι στην φαντασιωτική εικόνα της «αρσενικής ανωτερότητας»,2 χρόνια πολλά μετά θα επιβιώνει στις σχέσεις της με τον Πίο, στάση πάντοτε μεν υποτακτική, αλλά μόνο σε πρώτο πλάνο. Είναι μία φίλανδρη επίφασή, που δεν αντλεί το

Η


επιλογη/75 βάθος των αισθημάτων της προς το αρσενικό, γιατί κάτω από αυ­ τήν πολλά χρόνια πριν έχει φυτευθεί, ταυτόχρονη με τον θαυμα­ σμό, αλλά εσαεί υποκρυπτόμενη, μια θέληση για την καθυπόταξη του δυναστικού πατέρα και του βιαστή αδελφού, που συναφομοιώνεται με την επιθυμία της να είχε γεννηθεί αγόρι, σε μία ταύ­ τισή της με τους επιτιθέμενους αρσενικούς, ταύτιση που αργότε­ ρα θά εκφρασθεί σε μίαν «ιδανικότερη» αφαίρεση του επιτιθεμέ­ νου, σ’ αυτήν του μεταμφιεσμένου σε ναζί. τσι η Τ.Γ.Μ. υποδηλώνει από την αρχή, όχι μονάχα την καθ’ υπεροχήν ταυτοποίηση της Πασκαλίνας με το φύλο του πατέ­ ρα της και τον όγκο των αμφιθυμικών - θαυμαστικών όσο και αντιπαλικών - συναισθημάτων της προς αυτό (που θα οδηγήσουν αργότερα στη σύζευξή της με ένα θεοποιημένο αρσενικό), μα και άλλα τινά. Επισκοπώντας τις συναισθηματικές μετατοπίσεις της Πασκαλίνας, που πραγματοποιούνται πάντα στον άξονα των αμ­ φιθυμικών αυτών συναισθημάτων, βλέπουμε την καταφυγή της σ’ ένα μοναστήρι καθολικών, όχι μόνο σαν απάρνηση του αλλόδοξου δυνάστη, που κάποτε είχε (σαν θεό) θαυμάσει (και ζηλέψει) και θελήσει να δαμάσει, αλλά την εξόντωσή του· στο επίπεδο βέβαια της ιδεολογίας, χάρη σε μία συμμαχία, όχι προδοτική, αντεκδικητική, αλλά σε μιαν ήπια, κι αυτονόητη προσχώρηση σε μιαν άλλη αρχαιότερη θρησκευτική εξουσία, ενάντια στον προτεσταντισμό (του), που στο όνομά της αντιμάχεται για λογαριασμό της τον πα­ τέρα της. Κι όταν αργότερα «μπορώντας να χρίσει τον ηγέτη της... ένιωθε κάτι σαν εκδίκηση στην ίδια την Εκκλησία» (σ. 58), ικανο­ ποιούσε όλες μαζί τις φαντασιώσεις της για υπέρβαση όποιας εξουσίας. Πραγματοποιούσε, ήδη σχεδιασμένο μέσα στην ψ υχολο­ γική της δόμηση, το ανέβασμα στην κορυφή μιας άλλης σκάλας, από όπου θα μπορούσε να ελέγξει όλους τους αναβαθμούς της εξουσίας, ακόμη και της μητρικής, που κάποτε είχε εκποιήσει, όπως και τώρα η Εκκλησία εκποιεί την ελευθερία της αμαχητί στον άντρα - πατέρα - θεό, αλλά και της ανδρικής εξουσίας φυσι­ κά, εστιασμένης τώρα πια σ’ έναν άλλο θαυμαστό πατέρα - θεό, τον « Ά γ ιο Πατέρα» Πίο. Στην τελική φάση αυτού του ψ υχολογι­ κού πανοράματος αυτό ακριβώς και γίνεται, όχι βέβαια δια μέσου των θελγήτρων που η μητέρα της ηρωίδας τρόμαξε να ονοματίζει θελγήτρων που έτσι κι αλλιώς εξαγνίζονται κάτω από τις ευλογίες της ιερής συναίνεσης - αλλά δια μέσου θεάρεστων συναισθημάτων αγάπης (αποπνικτικής), φροντίδας (εξαρτητητικής), προστασίας (ευνουχιστικής), δηλαδή συναισθημάτων «μάνας, γκουβερνάντας και πνευματικού συντρόφου» που «αντιπροσώπευε τα πάντα» (σ. 63) και που εξούσιαζε τα πάντα δια μέσου του κατακτημένου εξουσιαστή, έτσι εκπληρώνοντας μέσα της την επιθυμία μιας εξου­ σίας υπερ-δεϊστικής, σύμφωνης και με τη ναζιστική ιδεολογία για μια θέση liber ales.

Ε

ια την προσωπικότητα του καρδινάλιου Πατσέλι, από τη συγ­ γραφέα δίνονται κάποια στιγμιότυπα μονάχα (σ. 35) που, κα­ θώς επίσης βρίσκονται σε συνέπεια μεταξύ τους, φτιάχνουν άλλο ένα ψυχολογικό πρόσωπο ζωντανό. Ο Π άπας Π ίος XII δηλώνεται «δύσκολος άνθρωπος, κακότροπος, που φέρονταν βάναυσα, απαιτητικός ως τα άκρα» (σ. 63) που την Πασκαλίνα «την εξευτέ­ λιζε πολλές φορές..., της φέρνονταν σαν δούλα», άνθρωπος που «δεν του άρεσε να χάνει» (σ. 65), γι’ αυτό και «η Πασκαλίνα έχανε πότε-πότε ηθελημένα» (σ. 65), μα «όπως γνώριζε ότι την ταπείνω­ νε, το ίδιο γνώριζε και την παντοδυναμία της απέναντι του» (σ.

Γ


76/επιλογη 63). Σ’ αυτή την αμφίδρομη κατοχή - υποταγή ήτανε φανερό το αλάνθαστο συνταίριασμά τους πάνω σ’ ένα μοντέλο συμβίωσης σαδομαζοχιστικής. Η ψυχολογική τους αντίφαση εθριάήβευε, όταν η επιθετικότητά τους διοχετεύονταν εξω κι από τους δύο, όταν «αυτός κι αυτή συνένοχα πα ιδιά... τρυπώνανε μέσα στη λιμουζίνα με τα κατεβασμένα κουρτινάκια» κι έχοντας το χρονόμε­ τρο στο χέρι διάταξαν τον αμίλητο σοφέρ να τρέξει τα 18 χιλιόμε­ τρα της διαδρομής Βατικανό - Καστέλ Γκαντόλφο σε δεκαοχτώ λεπτά («σε δεκαεννιά ο σοφέρ έχανε») σε μία «κούρσα τρελή που πολλές φορές μπορούσε να στοιχίσει και τη ζωή κάποιου διαβάτη ή έκοβε όλη τη συγκοινωνία» (σ. 63-64).4 έρωτας των δύο ηρώων συντηρείται από την Τ.Γ.Μ. σε μια κατάσταση αποσιώπησης, όχι βέβαια εξαιτίας σεμνοτυφίας, αφού «η σεμνοτυφία σκοτώνει το λόγο».5 Πρόκειται προφανώς για μια στάση αμφισβητημένης κι από την ίδια τη συγγραφέα εξι-

Ο

του» κι η Πασκαλίνα υπάκουσε και «αγκάλιασε από τη μέση τον άντρα και όλο της το στήθος στηρίχθηκε πάνω στο σφιχτοδεμένο σώμα του» και στην πρώτη αυτή πρόσκληση ανταποκρίθηκε «νοιώθοντας όλο της το σώμα ρευστό, μια υγρασία που κυλούσε στα μπούτια παραλύοντάς την» (σ. 51). Για την Πασκαλίνα αυτή η πρόσκληση-εντολή τη μέρα κείνη της βροχής, πήρε τον φυσικό δρόμο «στο σώμα της», όπου «η ερωτική επιθυμία γίνηκε πράξη» (σ. 49). λλά ποιον δρόμο πήρε για τον Πίο, η συγγραφέας μας δεν δηλώνει καθαρά. Μιλάει πιο πολύ για ένα είδος εξάρτησης κι αυτό βέβαια είναι σημαντικό για την ιστορία - αλλά πολύ πιο λίγο για τον έρωτα, έναν έρωτα που προτιμά να υπονοεί και να αφήνει στον αναγνώστη, να τον τοποθετήσει με την δική του ευθύ­

Α


επιλογη/77 νη και «συνενοχή». Honni soit qui mal y pense. Κι αν η ίδια η Τ.Γ.Μ . έχει κάποια βεβαιότητα για τη σωματική ερωτική υπόστα­ ση του Πίου, δεν την προσφέρει στους κοινούς θνητούς-πιστούς, για λογαριασμό των οποίω ν, αντίθετα, διαβεβαιώνει πως τον Πίο «τον λάτρευαν σαν την προσωποποίηση του ίδιου τού Θ εού..., πως ουδέποτε τους πέρασε από το νου πως οι περίπατοι που έκα­ νε μόνος με την καλογριά μπορούσανε ποτέ να έχουν άλλο χαρα­ κτήρα» (σ. 71). Κι οι «ελάχιστοι που γνω ρίζανε πως η Πασκαλίνα συμβιούσε στο μικρό διαμέρισμα του Αγίου Πατέρα στο απέραντο παπικό παλάτι, ποτέ δεν λέρωσαν με σκέψεις άτοπες το αναμάρ­ τητο πρόσωπό Του» (σ. 56-57). Κι «όταν εκείνη βρισκότανε μαζί του δίχως κεφαλόδεσμο... η ανταύγεια των μαλλιών της έφερνε (στο νου του π ά πα)... του Μποτιτσέλλι την Ά νο ιξη , ποτέ όμως την Αφροδίτη», άλλωστε ο ίδιος ο πάπας <αρνιότανε πεισματικά να παραδεχθεί αμάρτημα την παρουσία της κοντά του» (σ. 71-72). Βέβαια όλοι αυτοί οι υπαινιγμοί της συγγραφέως, μαζί με τις αποσιωπήσεις της, δεν πείθουν ότι είναι απλά και μόνο μια υπο­ βλητική τεχνική, αλλά μία στάση ανομολόγητου δέους απέναντι σε ταμπού, στάση δεϊστική, όπως προδίνει και η εμμονή στα κεφα­ λαία των λέξεων Θεός, Σατανάς, Εκκλησία, Ά γ ιο ς Πατέρας κ.λπ. Ύστερα απομένει στην Τ.Γ.Μ . να διαπράξει και μία μικρή αδι­ κία. Το «αμάρτημα» αφήνεται να πέσει με το βάρος του πιο πολύ πάνω στην ηρωίδα, που «πήρε τον μικρό καθρέφτη... ξέμπλεξε τις 5$οτσίδες», που «κύματα χιμήξανε φλογερά γύρω στο πρόσωπό της... κι όταν στάθηκε στα μάτια της τρόμαξε», κι είπε στον Σατα­ νά που ήταν μέσα της, «θα σε πατάξω, θα φύγεις από μέσα μου, θα γίνω αγία...» (σ. 47). Έ τσι, η «διπρόσωπη, διχασμένη πάντα Ζ οζεφίνα, μετονομασθείσα σε Π ασκαλίνα, πύρινη κι αγνή μαζί, δίβουλη... ανδρόγυνη, αυτοϊκανοποιούμενη, με διπλή γεύση της ηδονής αυτής καθ’ αυτής και της ισόπαλης μετάνοιάς της» (σ. 50), δεν μπορεί να αποφύγει τη μετονομασία της και σε Κασσιανή, τό­ σο από τον αναγνώστη, όσο και από την ίδια τη συγγραφέα, πράγμα που στο τέλος της νουβέλας της κάνει, όταν την συνταυτί­ ζει με τους στίχους τής «εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσης γυναικός» (σ. 84-85). Μόνο που δεν μπορεί να ξεμείνει κανείς στη γλυκιά γεύση της λαϊκής βυζαντινής ηρωίδας. πό ένα σημείο και μετά (σ. 52), ο αναγνώστης έχει πια μπρος του ένα ντοκουμέντο ιστορικό και μια Πασκαλίνα ιδεολογι­ κοπολιτικά παραπλανημένη· αν και πολύ νωρίτερα η ρατσιστική ταυτότητά της είχε διαφανεί· από τότε που βρισκόταν στο μονα­ στήρι «η Γερμανίδα...» («αυτό τη θύμωνε..., η ράτσα της ήταν ανώτερη, το ’ξερε αυτό...», σ. 35-36), «κρατούσε την πίστη πως ανήκαν στη μεγάλη φυλή των καθαρόαιμων Αρίων, όπως έλεγε ο Αρχηγός, σταλμένος από τον Θεό να καθαρίσει από το μίασμα των Εβραίων τον κόσμο», και με τον οποίο η Πασκαλίνα «συμφω­ νούσε στο μίσος για τη φυλή του Ισραήλ» (σ. 36). Στο ταξίδι του ζευγαριού στο Μ όναχο και το Βερολίνο, η Πασκαλίνα «πάλλει στο ρυθμό των τυμπάνων» του Fiihrer, πλάι στον «αδιάφορο» Νούντσιο. Μόνη «πράξη αμφίβολης διαμαρτυρίας» είναι η στάση της μισοεβραίας μοναχής Μ αρίας, που άτολμα διαφωνεί και π ε­ ριορίζεται «να κατακτήσει την εμπιστοσύνη της ισχυρής Πασκαλίνας», έτσι που ενδεχόμενη εξόντωσή της να μπορούσε να αποτρα­ πεί. Υπόδειγμα αντιμετώπισης της επερχόμενης χιτλερικής θύελ­ λας, όχι μόνο από την τοτινή εβραϊκή ηττοπάθεια, αλλά και από την «μη-επιθετική αντίσταση» της εποχής τύπου Τσάμπερλαιν Νταλαντιέ, που πήγαιναν στο Μ όναχο για να καλοπιάσουν τον

Α

πεζογραφία Κ Α Τ Ι Α Σ Μ Ο ΖΕΡ: Ανε­ πίδοτο. Α θήνα 1988. Σελ. 296. Α, ο θάνατος, ο θάνατος! Χω­ ρίς πουλάκι το κλουβί, χωρίς νε­ κρό η κρήνη, όπως λέει η μάνα που έχασε το γιο της, στον «Επι­ τάφιο» του Ρίτσου. Επιστρέφου­ με στην «κοινή τάφρο του χρό­ νου», για να χρησιμοποιήσω τα λόγια του Μπρασσένς, που τρα­ γουδά τον δικό του επικείμενο θάνατο. Θυμάμαι τη μουσική ενός Μανιάτικου μοιρολογιού με τίτλο «Μοιρολόι σε Ντο». Άρχιζε αργά και θρηνητικά, για να γυρί­ σει γρήγορα σε ρυθμό ταχύ και τόνο γιορτινό. Γιατί, όσο κι αν επιμένουν τα Μανιάτικα μοιρολόγια να μην αφήσουν να φύγει απαίνευτος και άκλαυτος ο νε­ κρός, καλά γνωρίζουν ότι η ζωή δε σταματά με το χαμό ενός ή πολλών. Συνεχίζεται το πανηγύρι της. «Το Ανεπίδοτο» της Κάτιας Μόζερ δεν είναι κατατάξιμο σαν εί­ δος γραφής. Ας πούμε ότι είναι ένα γράμμα κάπου τριακοσίων σελίδων προς τον άντρα της, που έφυγε πρόωρα. Γράμμα ανεπίδο­ το. Δε θέλω να μιλήσω για την όποια αισθητική αξία του πρώ­ του της αυτού (κι ίσως μοναδι­ κό), ωστόσο δόκιμου, βιβλίου. Ας μείνει ακατάτακτο κι αυτό μου το σημείωμα, κι ας μη θεωρηθεί κρι­ τικό. Θέλω να πω δυο λόγια για τη στάση του βιβλίου απέναντι στη ζωή και στο θάνατο. Σαν το Μοιρολόι σε Ντο, οι

3

(HP


78/επιλογη Χίτλερ. Πόσο πραγματικά το βιβλίο αυτό μπορεί να ’ναι μόνο μυ­ θιστορία, όταν τέτοια περιστατικά αντανακλούν την πραγματική, την ίδια την ιστορία. Κι εδώ βέβαια η Τ.Γ.Μ . είναι απόλυτα συνε­ πής απέναντι στον συγγραφικό της ρόλο ως δέκτη που απεικονίζει το συλλογικό μέσα στο προσωπικό ή και αντίθετα, όπως έκανε στον «Ίππ ο τον Χλωρό», όπου το ατομικό τήκεται μέσα στο συλ­ λογικό. Α πό την στιγμή όμως που τέτοια γεγονότα ιστορικά δια­ πιστώνονται απλώς, χωρίς την αποστροφή και τον ψόγο που κα­ νονικ ά επισύρουν, ενώ η αλγεινότητά τους εξακολουθεί να δια­ σκεδάζεται από το παραμυθένιο ύφος της γραφής, δείχνεται πως η συγγραφέας έχει αποφασίσει να μείνει δέσμια στη μυθιστορία, και να εκποιήσει σ’ αυτήν και τη γνωστή αντιολοκληρωτική μαχητικότητά της, αλλά και τον αναγνώστη. Γιατί, ενώ στην αρχή της νουβέλας τον ρυμουλκεί προς τις ρομαντικές διαστάσεις της ηρωίδας, καλώντας τον να συμπορευθεί σε ένα πεδίο συμπάθειας για την ταλαιπωρημένη από την ανδρική βία αγροτοπούλα, ύστερα τον εγκαταλείπει συναισθηματικά και ιδεολογικά, μόνο κι απροϊδέαστο απέναντι στα ναζιστικά πεπραγμένα της Πασκαλίνας. συγγραφέας όλα αυτά τα αντιλαμβάνεται, τα ξέρει, αλλά επιλέγει να φωτίζει το πολιτικό πρόσωπο της μοναχής, μ’ ένα φως απαλό, καθόλου, μα καθόλου σκληρό. Ο αναγνώστης εκών - άκων έχει πια μετακομίσει από τη θέση του συν-πάσχοντος και θα συμπορευθεί ξανά συναισθηματικά μόνο προς το τέλος του βιβλίου με μιαν οικτίρμονα, πια, συμπάθεια για την κατακρημνιζόμενη Πασκαλίνα. Εν τω μεταξύ, μαυλισμένος από τη συναρπαστικότητα του κειμένου, αγνοεί αν αναζητεί την ειδυλλιακή τρο­ φοδότηση, που του έχει διακοπεί, ή, αντίθετα, το άπλετο φως μέ­ σα στις ιστορικές πτυχές, για ν ’ αναρωτηθεί στο τέλος που έχει ξεχασθεί ή Τατιάνα, που εκείνα τα ταραγμένα χρόνια δεν βρισκόταν βέβαια στο Βατικανό, αλλά στην αντιστασιακή Α θήνα, την εξεγερμένη κατά πάσης Π ασκαλίνας, μεταφράζοντας και παράνομα κυκλοφορώντας Βερκόρ. Ίσως, επειδή ακριβώς νιώθει σήμερα υπεραντισταθμισμένη από τις αντιολοκληρωτικές θέσεις μιας ζωής (αυτό συνεχίζει άλλωστε και στην « Ά λλη όχθη του Χ ρό­ νου»), επιτρέπει στον εαυτό της αυτό το συναισθηματικό πε­ ρίσσευμα προς την Πασκαλίνα, και τον Π ίο, αισθήματα που συνε­ χίζει να παρέχει συμβιβαζόμενη μόνο στην απόδοσή τους μ’ έναν τρόπο κατευναστικό. Κάτω, λοιπόν, από αυτήν την κυρίαρχη πια σκιά των γεγονό­ των, η συγγραφέας καταφεύγει σε τεχνικές μιας αποστασιοποιημένης ουδετερότητας, όπως η αφήγηση σε τρίτο πρόσωπο και η προέλευση του λόγου από την πλευρά των ηρώων. Στην ανάπτυξη π.χ. των εντυπώσεων της Πασκαλίνας από τον Π αντοκράτορα του Δαφνιού το βίωμα της θέας του έργου προκύπτει, όχι από το ελ­ ληνικό, το συγγενικό και μάλιστα μυημένο ζωγραφικά πρόσωπο της Τ.Γ.Μ ., αλλά από κάποιο πρόσωπο που πρώτη φορά αντικρύ,ζει το βυζαντινό αριστούργημα. Και γενικά όλες της τις αισθητι­ κές της εντυπώσεις η συγγραφέας τις περνά από τη ματιά μιας πρωτόπειρης τουρίστριας Πασκαλίνας, που είναι η ματιά της συ­ νοπτικής περιήγησης - sightseeing - της Ρώμης (σ. 24-26), όπως συνοπτική είναι κι η αντίληψή της - briefing - για τη δυναμική των σχέσεων ανάμεσα στη Ρώμη και το Βατικανό (σ. 25). Ό μω ς η αίσθηση αυτής της συναισθηματικής «αμεροληψίας» προδίνεται, όταν αυτήν την Πασκαλίνα - ρυθμιστή «Κράτους που το θεωρού­ σε δικό της» (σ. 56) παρουσιάζει σαν ανυποψίαστη για τον ίδιο της το ρόλο, τη στιγμή που με αφορμή το θάνατο της αντιχιτλερικής Μαρίας, που «τιμήσανε με την παρουσία τους πάνω από τριά-

Η

πρώτες δυο-τρεις σελίδες του «Ανεπίδοτου» κρύβουν ένα συ­ γκρατημένο σπαραγμό. Το ζευ­ γάρι είχε ευχηθεί και ελπίσει να «ισογεράσει», και δεν ήρθαν έτσι τα πράματα. Κι έτσι κι αλλιώς, η κλασική παιδεία της συγγραφέως θα δρούσε σαν «έρκος οδόντων» σε ό,τι ηχηρό. Μ α πέρα από την παιδεία, βρίσκεται ο σκοπός της κ. Μόζερ, που δεν είναι να ζητή­ σει τη συν-λύπησή μας, παρά να μας γνωρίσει τον φευγάτο άν­ θρωπο και, εντέλει, έναν τρόπο ζωής. Δεν επιζητά καν να τον θαυμάσουμε. Μας τον δείχνει κε­ φάτο, δουλευταρά, ευερέθιστο, τρυφερό, αφηρημένο. Γελάμε με τα αστείρευτα καλαμπούρια του, χαιρόμαστε που τα παιδιά του μεγαλώνουν σε κλίμα εμπιστοσύ­ νης και αλληλοεκτίμησης, μοιρα­ ζόμαστε τις απλές καθημερινές χαρές και το μόχθο του. Αλίμονο σε κείνους που δη­ μιουργούν μια κόλαση για τον εαυτό τους και τους άλλους, και ζουν μέσα σ' αυτή μέχρι το πρόωρο ή μη τέλος τους. Αν γυ­ ρίζεις πίσω τα μάτια και βλέπεις ότι καλώς έγινε ό,τι έγινε, δε σου χρειάζεται οίκτος. Φύτεψες ένα δέντρο, παιδοκόμησες και γηροκόμησες, βοήθησες κάποιον σε δύσκολη ώρα, έκανες να συμπέσει το μεράκι σου με το επάγγελ­ μά σου, ή τουλάχιστον έκανες και τα δυο. Ε, καλά θα ήταν να


επιλογη/79 ντα επίσκοποι και καρδινάλιοι», «αναγνώριζε έναν έναν απ’ αυ­ τούς... να γίνονται ορκισμένοι εχθροί της» (ο. 56), σαν αυτό να μην το περίμενε κάποτε να γίνει. Και όσον αφορά τον Π ίο, η γνω­ στή «αδιάφορη» πολιτικά στάση του αφήνεται αχνή· άλλωστε δεν είναι αυτός ο κύριος ήρωας. Εντούτοις, όμως, τονίζεται η μόνη παρουσία αντίστασης - φτωχό αντιστάθμισμα σ’ αυτό το θολό πολιτικοσυναισθηματικό μίγμα - που κάνει κάποιες στιγμές με ένα ή δύο «ντου» μέσα στο βιβλίο, ο Γάλλος καρδινάλιος Τισεράν, είδος προδρομικού μακί. Μετά από όλα αυτά αναρωτιέται κανείς αν πρόσωπα και θε­ σμοί που αμάρτησαν τόσο πρόσφατα και δηλώνονται για να ζητή­ σουν τη δική μας συμπάθεια για την προσωπική τους ιστορία, θα μπορούσαν να την κερδίσουν, χωρίς να έχουν καθαρθεί, μέσα σε μια μυθιστορία, αντί να τοποθετηθούν κριτικά σε μια ιστορική μονογραφία, όπου οι δυνατότητες της Τ.Γ.Μ . έχουν με την «Τρι­ λογία του Π όντου», ήδη, φανερωθεί. Και το μεν πρόβλημα της ερωτικής ιστορίας αυτής, που αντιστρατεύεται τα ιερατικά σχή­ ματα των δύο ηρώων, θα μπορούσε να υπερκερασθεί από στάσεις ανθρώπινες ή και ενισχυμένες από θέσεις ενάντιες π.χ. στην αγαμία του κλήρου. Α λλά για το κύριο θέμα, το ιδεολογικοπολιτικό, μια ιστορική μονογραφία αναμφίβολα θα ’ταν αμείλικτη· για τα πρόσωπα, φυσικά, και όχι τους θεσμούς· εκτός κι αν τα συναι­ σθήματα της συγγραφέως, Τ.Γ.Μ ., απέναντι στα πρόσωπα και τους θεσμούς δεν θα ’ταν δυνατόν να διαχωριστούν από τα πε­ πραγμένα τους, τότε το θέμα θα ’τανε πιο σωστό να εγκαταλειφθεί.6 το δεύτερο, το πιο σημαντικό και γνήσιο μέρος του βιβλίου, η Τ.Γ.Μ . απελευθερώνει τον εαυτό της. Τα δέκα διηγήματα που ακολουθούν δεν αφορούν πια την αφύσικη, μεταφυσική και μετουσιωμένη Πασκαλίνα, αλλ’ αυτό που εκείνη ποτέ δεν ή τ α ν τη ζωή που ξοδεύεται και φθείρεται μαζί με τις ζωές των άλλων. Στο πρώτο από τα διηγήματα, στο «Θηρεύοντας στο χρόνο», η Τ.Γ.Μ. αναδεύει κάποιες αναμνήσεις της, δεμένες με τα έπη του Ομήρου, μιας και «τα μεγάλα έργα διαβάζονται, ακούγονται, βιώνονται ανάλογα με την δεκτικότητα και το είδος της ευαισθησίας αυτού που τα προσεγγίζει, και ας υπάρχει μια προκατασκευασμένη ερ­ μηνεία» (σ. 90). Πρόκειται για εντυπώσεις που προέρχονται από τις πρωτεϊκές ιστορίες της Ιλιάδας, κυρίως, που της «μάθαινε πιο πολύ α π’ όλα τις αδικίες των Θεών, γιατί στο τέλος καμία από τις πράξεις των ανθρώπων δεν ήταν αυτοδύναμη» (σ. 88), αν και για τον λόγο αυτό δεν χαρίζεται στον «“παιδοκτόνο” Αγαμέμνονα» (σ. 90)· εντυπώσεις φυσικά και της Οδύσσειας, που κάποια περι­ στατικά τής θυμίζουν ανάλογες προσωπικές της συμμετοχές και πρώιμα ειδυλλιακά της βιώματα. Έ τσι, το υλικό των κειμένων, παρά τη συρραπτική του υφή, δεν ξεμένει στο σχόλιο, αλλά δένε­ ται σε προσωπικό αφήγημα, ανάλογα όπως και κάποιες «εικόνες από μίαν έκθεση» μπορούνε να δεθούν σε μουσική. Τα τέσσερα διηγήματα που ακολουθούν ξεκινούν από κοινά εξωτερικά γεγονότα, που από μόνα τους δεν φτιάνουν μύθο, αλλά από τη συγγραφέα ξετυλίγονται σε ψυχολογικές περιπέτειες. «Το τέλειο έγκλημα» εξυφαίνεται μέσα στην οπτική πανδαισία χρωμά­ των και σχημάτων της ελληνικής φύσης, μέσ’ από την κυρίαρχη αίσθηση της αφικής και κιναισθητικής απόλαυσης ενός μπάνιου σε φαντασμαγορικές σπηλιές μιας λίμνης, όπου ο θάνατος μπορεί να παραμονεύει. Η απειλή του όμως διαμορφώνεται στο μυαλό της ηρωίδας που, όταν «ξαναθυμήθηκε τη σπηλιά... της ήρθε στο νου μια φράση: Το τέλειο έγκλημα. Πραγματικά, εκεί στο βάθος

Σ

υπήρχε κι άλλος χρόνος να χαρεί κανείς ό,τι καλό έστησε. Κρίμα που κάποιαν ώρα δεν υπάρχει περισσότερος χρόνος. «Τι κρίμα», μουρμούρισε ο άνθρωπος του «Ανεπίδοτου» σε στιγμιαία θλίψη και νοσταλγία. Ωστόσο, ό,τι έγινε ώς τότε, καλώς καμωμένο. Ας πούμε ότι αυτό το σημείω­ μα αφορά το θάνατο. Ό χι το φόβητρο που συνήθως μας περι­ γράφουν. Έναν άλλο θάνάτο κα­ θώς τον λέει ο Μπέρτραντ Ράσελ σ' ένα παλιό του κείμενο. Για όποιον δε σπαταλήθηκε σε ασή­ μαντα και ψεύτικα πράματα, για όποιον πρόλαβε να δημιουργήσει πλάσματα ή έργα, και δε χωρί­ στηκε από τον κόσμο, παρά ενώ­ θηκε μαζί του, λέει ο Άγγλος φι­ λόσοφος, ο θάνατος δεν είναι μή­ τε φόβητρο μήτε εχθρός. Το περίεργο με το «Ανεπίδοτο» είναι πως αφήνει στον αναγνώ­ στη μια γεύση αισιοδοξίας, αν­ θρωπιάς, γαλήνης. Επείγει, θαρ­ ρώ, να το διαβάσουν όσοι από μας μπλέκουν τη ζωή τους, μεγα­ λοποιούν μικρά προβλήματα, οξύνουν τις όχι σημαντικές τους διαφορές. Κι αν με ρωτούσε κα­ νείς σήμερα τι είναι παράδεισος, θα απαντούσα:«Να στρέφεις κα­ τά πίσω τα μάτια, και να λες Έζησα καλά».

ΛΕΙΑ ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΥΚΑΡΑΒΙΑ


80/επιλογη μπορεί κάποιος να σε πνίξει, να σε μαχαιρώσει, να φύγει με μακροβούτια και ν ’ ανακαλύψουν το πτώμα πολλές μέρες μετά» (σ. 99). Πρόκειται για φοβία φυσιολογική, που θα μπορούσε να σφη­ νωθεί στο μυαλό, ιδιαίτερα ενός γενναίου (αφού «ο δειλός φοβά­ ται πριν τον κίνδυνο, ο άμυαλος κατά και ο γενναίος μετά») και που την κάνει σημαντική η διαλεκτική, της σχέση με την απόλαυ­ ση, και την ενδεχόμενη ανατροπή της. Είναι άραγε η αίσθηση της ανάγκης του Ά λλο υ , με τον οποίο και η απόλαυση και ο κίνδυνος μπορούν να μοιρασθούν, όπως γίνεται και με το έργο τέχνης που θέλει κάποιος άλλος να βεβαιώσει... τη γέννηση και το θάνατό του» (σ. 98), ή μήπως η αίσθηση του «τέλειου εγκλήματος» που μπορεί να ιχνηλατηθεί μέσα στους εγκλείστους σπόρους κατα­ στροφής, τόσο αναγκαίας για την αντιπαραθετική βίωση της ευ­ φορίας που η δημιουργία ενέχει, και από τη μια στιγμή στην άλλη μπορεί να ακυρωθεί. Στην «Μεγάλη Πόρτα», μέσα από την ατμό­ σφαιρα μιας μουσικής που αναξέει οδύνες, μπαίνουμε στην ανα­ ζήτηση ενός προσώπου αγαπημένου, χαμένου τάχα ολότελα από τη μνήμη, που εντούτοις επιβιώνει σε όνειρα δυσοίωνα με κυρίαρ­ χο το σύμβολο της Μεγάλης Πόρτας που χωρίζει, άλλοτε από το σκότος του θανάτου κι άλλοτε από το συναισθηματικό κενό. Η απροσδόκητη επανεμφάνισή του έρχεται να μορφοποιηθεί μέσα σ’ ένα σκηνικό αφανισμών, που μεγαλώνουν ακόμα πιο πολύ το άνοιγμα της Μεγάλης Πόρτας των θεμελιακών μεταβολών, των άρσεων του θανάτου, των αισθηματικών χρεοκοπιών, του αγνώ­ στου (σ. 105). «Γιατί μου μίλησες για μεγάλη πόρτα, που ήξερες πώς;» ρωτάει η Τ.Γ.Μ ., γνωρίζοντας πως όλοι μας έχομε μέσα μας καταχωνιασμένη την αγωνία της. Στην «Κλειστοφοβία», επάλληλα επίπεδα βιωματικών εντυπώσεων, που έχουν σαν κοινό τόπο τους τη φυλάκιση της κίνησης, του αισθήματος και της σκέ­ ψης από μιαν απροσπέλαστη από τη βούληση ακινησία, δίνουν στον αναγνώστη το ασφυκτικό κι ύστερα πανικόβλητο αίσθημα 'μιας κλειστοφοβίας «φυσιολογικής». Γιατί, αν εξαιρέσει κανείς την εμφάνιση, συχνά μέσα σ’ έναν ονειρικό κατακλυσμό, μιας πολύ συνηθισμένης κατάστασης σωματικής ακινησίας, της λεγάμε­ νης παράλυσης του ύπνου (σ. 110-111), πρόκειται για βιώματα ψυχολογικών καταδυναστεύσεων, προερχομένων από εξωτερι­ κούς καταναγκασμούς, όπως το φυλάκισμα μέσα σε ιατροεξετα­ στικά μηχανήματα, που επιβάλλουν ανάμεσα στους επαχθείς τους όρους, την απαγόρευση και των αντανακλαστικών ακόμη αντι­ δράσεων, (σ. 114), που σώνει και καλά πρέπει πρώτες να τιθασσευθούν, κάτι που και η συγγραφέας προδίνει ότι έχει υποστεί (σ. 112). Ο «εκούσιος» βιασμός ενός «αντικειμένου», η δήωση του σώματος και της ψυχής καταμαρτυρούνται εδώ με διάθεση κόσμια επιθετική, σαν καγχασμός ενάντια στον εξεταστή, στον οποίο π ρέ­ πει κανείς κατ’ ανάγκη να παραδοθεί (σ. 114). Κι ας έχουν όλα αυτά σαν συνέπεια την κατανίκηση του ανείπωτου πανικού της κλειστοφοβίας, και τον θρίαμβο, που τελικά ενεργεί ιαματικά, εί­ τε γιατί πάντοτε έρχεται για τους μαχητές η ώρα του θριάμβου, εί­ τε γιατί μια εξιλέωση καθαρτική κατακλυσμική, μπορεί κάποιες φορές να είναι αναγκαία (σ. 115). «Στον προθάλαμο», τέλος, το θέμα ξεκινά από πραγματικό προθάλαμο χειρουργείου, όπου «το μάτι μένει καρφωμένο σ’ ένα σημείο για ν α εξαλείψει τον παρόντα χρόνο» και «να χαθεί μέσα... σε άλλον..., σ’ ένα δάπεδο... που χι­ λιάδες ανυπόμονα πόδια με την αιχμή τής αγωνίας χάραξαν» (σ. 118) - στίχοι ποιητικοί πολύ ακριβοί. Ο χώρος αυτός είναι ο πυ­ ρήνας, που γύρω του αναπτύσσεται η συνείδηση της ύπαρξης, στο βαθμό που μπορεί να συνειδητοποιείται μια κλασματοποιημένη ζωή από τα αναρίθμητά της φωτογραφικά στιγμιότυπα, άθροισμα


επιλογη/81 από μνήμες, όλες στους προθάλαμους του παγωμένου χωροχρό­ νου του θανάτου, αφού «οι προθάλαμοι σημαίνουν αναμονή» (ο. 119), είναι τα ξέχωρα βαγόνια μιας ατμομηχανής ακαθόριστου μήκους, που ανάμεσά τους δεν μένει άλλο από κενά, σαν αυτό που το τελευταίο βαγόνι αφήνει, κενά που για την Τ.Γ.Μ . γεμί­ ζουν μόνο από «τα όνειρα που είναι ο πραγματικός μας χρόνος» (ο. 120).

τα υπόλοιπα πέντε διηγήματα υπάρχουν κάποια στοιχεία του μύθου - πάντοτε ο μύθος στα διηγήματα της Τ.Γ.Μ . μένει “ανανάπτυκτος” - και οι σκιές κάποιων ηρώων, όλα προσχήματα για την ανάπτυξη της ποιητικής ατμόσφαιρας, στην οποία η Τ.Γ.Μ . μας υποβάλλει. Το διήγημα «Η κάπαρη ήταν ανθισμένη» αναφέρεται σε μια χαμένη φίλη, που η ταυτότητά της δίνεται μέσα από συμπυκνωμένες αναφορές στην ατμόσφαιρα της ενηλικίωσής της (ο. 123), κάποιων ερωτικών της βιωμάτων (ο. 124) και θλιβε­ ρών οικογενειακών περιστατικών (ο. 122). Το σημαντικό γεγονός είναι η συναισθηματική συνάντηση των δύο φίλων, που γίνεται με αλλαγές των υποκειμένων, που μπάζουν την συγγραφέα μέσα στην υπόσταση της ηρωίδας της, κι αφήνουν να διαφανεί η ευχή της για εμψύχωση (ο. 125) της χαμένης φίλης, ή τουλάχιστον για κάποια μεταμόρφωση, αφού «τις μεταμορφώσεις τις κάνουμε μόνοι μας» (ο. 127). Στην «Αναπαράσταση» δύο άντρες μέσα στο σκοτάδι, τή­ κονται - καθώς συναντιώνται - ο ένας μέσα στον άλλο. Με συνε­ χείς αφαιρέσεις πότε από τον ένα και πότε από τον άλλον, η Τ.Γ.Μ . ανάγει και τους δύο σε ένα πρόσωπο που, αν και ολοένα μετασχηματίζεται, όμως μένει πάντοτε το ίδιο, ένα πρότυπο που «εκπροσωπεί το πάθος, την τρέλα, το ανδρόγυνο σμίξιμο για να γεννηθεί το αθάνατο είδος» (ο. 132). Σε μια ιστορία μ’ επίφαση ομοφυλοφιλική υπάρχει πάντα στο βάθος ένας πυρήνας υπαρξια­ κός. Το αφήγημα, γεμάτο φράσεις δυνατές κι επάλληλες εικόνες παραλλαγές στο θέμα των δύο Ά λλω ν που γίνονται ο Έ νας (ο. 133), είναι ίσως το περισσότερο ανοιχτό σε διάφορες εκδοχές. Το «Έ λενα - Περσεφόνη» συνθέτουν οι παραλλαγές στην ευχή μιας μελλοθάνατης κοπέλας: «αχ και να γινότανε το θαύμα τα μάτια να βλέπουν και μετά το θάνατο...» (ο. 136). Συγκινητικά και γνήσια δίνεται η χρονική κι ανατομική μειοδοσία της κοπέλας απέναντι στο θάνατο που ζυγώνει και που, όσο πιο σιμά βρίσκεται, τόσο και σε μικρότερες επιβιώσεις συμβιβάζει- μειοδοσία που φθάνει στην απάρνηση μιας-μιας όλων των αισθήσεων, εκτός από την πιο πολύτιμη: τα μάτια που, όμως έχουν πριν το θάνατο, «δοθεί» για μεταμόσχευση, και που η χαροκαμένη μάνα - Περσεφόνη - αναγεννήτρα τα βλέπει παντού, σε μια τυχαία κοπέλα «που τήν κοι­ τούσε επίμονα με τα μάτια της κόρης της» (σ. 137), στα μάτια που η ίδια ζωγραφίζει, ακόμα και στο μάτι του παντοκράτορα των εκ­ κλησιαστικών θόλων.

Σ

«Τ Τ Συνάντηση» πραγματοποιείται με το αρχέτυπο της « Ά γνω X 1 στης Ποιήτριας», που από την Τ.Γ.Μ . έχει αποτεθεί σ’ ένα μαυσωλείο εικαστικής πνευματικότητας, σ’ ένα σκηνικό γεμάτο υποβλητικό δέος, που μαζί με τον απόηχο από το φημισμένο έργο της γύρω από «κολασμένες» ερωτικές γυναίκες, εισάγει στην ου­ σία της Ποιήτριας, δαιμονικής και ηγεμονικής, μυστηριακής και αστείρευτα σοφής, με κορμί όπου βρίσκονται «σύνευνοι η νεότητα με το γήρας» (σ. 154). Η συγγραφέας ανιχνεύοντας το φύλο της, παραπλανητικά προβάλλει μια του συνιστώσα λεσβιακή, γιατί η εντύπωση που δίνεται συγκλίνει τελικά σε μια μυθική σεξουαλική

ΠΩΛΕΙΤΑΙ computer Amstrad 6128 πράσινη οθόνη, 12 δισκέ­ τες με προγράμματα και παι­ χνίδια, joystick, ελληνικό ma­ nual. Τιμή έκπληξη! Τηλ. 3642765 (πρωί), 6424072 (από­ γευμα).


82/επιλογη ενότητα, αυτόγαμη κι αυτογονιμοποιούμενη ,6 που καρπός της μπορεί να ’ναι μόνο η ποίηση. Το διήγημα οδηγεί στην αντίληψη μιας ευρύτατης μετάπλασης του ερωτισμού σε ποίηση, μια ποίηση που ριζώνει στις βιολογικές απαρχές της γυναικείας σεξουαλικό­ τητας, που τα φέροντα ανατομικά της μόρια είναι πηγές αδιαχώ­ ριστης ηδονής και δημιουργίας. Η εστίαση αυτή δηλώνει την πρό­ θεση της Τ.Γ.Μ . ν ’ αποκαλύψει την ταυτοσημία ομορφιάς - ηδο­ νής και έρωτα - ποίησης στις ρίζες τους. Το όλο θέμα, όπως και οι φραστικές λεπτομέρειες για το «υπέροχο άνθος, το νυμφαίο» (σ. 155), «για μια σταγόνα γάλα σε χείλη μωρού όταν αφήνει το βυ­ ζί... υγρασία ηδονής, όπως εκείνη που κυλάει ζέουσα από τον κόλπο που ασπαίρει» (σ. 154), καλούνται εδώ να ισοζυγίσουν τα εγκώμια, που η Τ.Γ.Μ . έχει αλλού εκφράσει για το αντρικό σώμα και τις λειτουργίες του.2 «Οι εξάγγελοι», τέλος, πλάθονται για τη διαρκή τους παρουσία για τη μοναχική μάνα που έχασε το γιο της σε δυστύχημα και συντηρεί τη μνήμη του, με την επιτοιχοκόλληση φωτογραφικών - αποκομμάτων εφημερίδων άλλων παλληκαριών χαμένων σε δυστυχήματα. Επαναλαμβάνει την ίδια αυτή, λεπτομε­ ρειακή, μονότονη τελετουργία, ώσπου έρχεται η «γιορτή». Ανάμε­ σα στα θύματα μια κοπέλα τολμηρή, εκείνη που οδηγούσε τη μοτοσυκλέτα, η Αλόη, γίνεται η νυφούλα του γιου στον άλλο κόσμο. Τίποτα ιδιαίτερο, σίγουρα στο θέμα, που όμως προβάλλεται από μίαν αυξανόμενη ένταση, που κορυφώνει τη συγκίνηση στο τέλος, «καθώς μια νεκρική (ή γαμήλια) πομπή ανεβαίνει προς το νεκρο­ ταφείο...» (σ. 169). αλολογικά η Τ.Γ.Μ . έχει τόσο πολύ και τόσο εγκωμιαστικά σχολιαστεί, που εδώ κάτι επιπλέον θα περίσσευε. Ό μω ς κρί­ νουμε σκόπιμες δύο επισημάνσεις· μια για την υφολογική διαφορά που διαστέλλει το μισό βιβλίο από το υπόλοιπο και μιαν άλλη,για τη συμμετοχή της εικαστικής αντίληψης στις περιγραφές της συγγραφέως. Και κατ’ αρχήν, το γνωστό στιβαρό και συχνά κοφτό ύφος της Τ.Γ.Μ ., που γεννιέται μέσα από μικρές προτάσεις, χωρίς τα ρήματα που υπονοούνται, επικρατεί στα διηγήματα και διαφο­ ροποιείται από το «καρατερίστικο» ύφος της νουβέλας. Η τέχνη της σκόπιμης αυτής διαφοροποίησης μαρτυρεί την ικανότητα της Τ.Γ.Μ . να επιλέγει από ένα πλατύ φάσμα γραφής οποιαδήποτε μανιέρα κρίνει πως εκπροσωπεί αυτό που θα ’θελε να πει- ικανό­ τητα που χαρακτηρίζει μόνο τον γνήσιο τεχνίτη, όποιας τέχνης. Έ τσι, και το ύφος τής νουβέλας, σκόπιμα, αλλά μετρημένα επιτη­ δευμένο, εξασφαλίζει τις απαιτήσεις μιας μυθιστορίας. Γραφή στρωτή, πορευόμενη βήμα-βήμα, χωρίς άλματα ή πλαγιοδρομή­ σεις, χωρίς την τεθλασμένη ανάπτυξη, σ’ αυτή που η Τ.Γ.Μ . μας έχει συνηθίσει. Ομαλό στο ξετύλιγμά του το κείμενο, θα μπορούσε να επιτρέψει τον κατακερματισμό του σε συμμετρικά, λίγο-πολύ, πλάνα, σαν έτοιμο να κινήματογραφηθεί. Με σαφείς τους χρονι­ κούς της δεσμούς, κοντολογής, η νουβέλα είναι ένα κείμενο κατά κύριο λόγο άνετο, παραστατικό, ευανάγνωστο. Αντίθετα, στα διηγήματα το ύφος αντιστοιχεί σε ό,τι λέμε γράψιμο ελλειπτικό, με ασύμμετρες αναμίξεις τόπων και χρόνων, με αλληλοεισχώρηση αι­ σθητηριακών εντυπώσεων διαφορετικών κατηγοριών, με εξπρεσσιονιστικές εικόνες και παρομοιώσεις, συμβολισμούς και υπερτο­ νίσεις και με χαλαρές συνενώσεις των νοημάτων, που αφήνουν την ποίηση ελεύθερη να παρεισδύει. Ανεξάρτητα'από τη συναισθημα­ τική συμμετοχή, που η συγγραφέας επιδιώκει να προκαλέσει, υπε­ ρισχύει το νοητικό σασπένς, καθώς ο αναγνώστης περιμένει να δέ­ σουν η αρχή, ο μύθος και το τέλος, που συνεχώς αναδιατάσσονται και πολλές φορές και από εμβόλιμες μνήμες και όνειρα. Ολ’ αυτά

Κ


επιλογη/83 κρατούν τον αναγνώστη σε συνεχή εγρήγορση - κι όποιος την αντέξει - και του δημιουργούν μιαν ανάγνωση που ακροβατεί, που μετεωρίζεται ανάμεσα στην προσπάθεια μιας απαιτητικής προσοχής, και στη χαρά της κατάκτησης της σκέψης της συγγραφέως. περιγραφή της Τ.Γ.Μ . μέσα από την οξυμένη εικαστική της αντίληψη προσκομίζει πάντα ένα αποτέλεσμα συγκλονιστι­ κό. Για παράδειγμα η αίσθηση από την ηρωίδα μιας υψηλότατης ποιότητας συγκίνησης, που γεννιέται από τη μίξη του πόθου για τον Παράδεισο με τις ενοχές και το φόβο μιας ιλιγγιώδους κατα­ κρήμνισης από τον κριτή - τιμωρό (σ. 29), περιγράφεται με τη βοήθεια αναφορών της στη «Δευτέρα Παρουσία» του Μιχαήλ Α γ­ γέλου. Αλλά και όταν εικαστικό πρότυπο απουσιάζει, οι περιγρα­ φές διαθέτουν δικές της ζωγραφικές εμπνεύσεις, που διακυμαίνονται πλατιά, από το κιάρο - σκούρο («αποσύρθηκε όπως η σκιά όταν πάψει να υπάρχει το φως που τη γεννάει, οι σκιές δεν π ο­ νούν, γίνονται ένα με το σκοτάδι, εξαφανίζονται» - φράση μεστή τόσο στην παραβολική της αντιστοιχία, όσο και την κυριολεκτική της αλήθεια - σ. 141) μέχρι τις πιο κολορίστικες («...ζαφειρένια ανταύγεια μέσα στο μπλε της λίμνης εκείνη η ώρα δημιουργούσε μια χρωματική κλίμακα που κανένας ζωγράφος δεν είχε διανοηθεί», σ. 98), καθώς και από τις πιο στατικές αποτυπώσεις, πραγ­ ματικές σκηνογραφίες (σ. 131, 147 κ.επέκ., σ. 159) μέχρι τις πιο κινηματογραφικές λήψεις της κίνησης («μέσα στην σκοτεινιά... #από την απέναντι πλευρά του ποταμού ανέβηκε τα σκαλοπάτια ο Ά λλος. Το άσπρο πουκάμισο με ανοιχτό το γιακά φαίνεται σαν άσπρο πουλί που πετάει χαμηλά, δεν φαίνεται ο όγκος του σώμα­ τος», σ. 129). Η ζωγραφική κατέχει ένα τεράστιο μέρος του πλού­ του και των ανησυχιών της Τ.Γ.Μ . Στην αναστατωμένη Πασκαλίνα και στη χαροκαμένη μάνα των «Εξάγγελων» λυτρωτική διέξοδο προσφέρει τη ζωγραφική ενασχόληση, γιατί ξέρει όσο λίγοι το πέ­ ρασμα των συναισθημάτων και των συγκινήσεων από και. προς την τέχνη αυτή (σ. 61-62, 139). Ό λ ο το πεζογραφικό της έργο είναι γεμάτο από εικαστικές αναφορές, όπου η ζωγραφική, όχι μονάχα αναπαράγεται, αλλά και αναπλάθεται, έτσι που και με το γραπτό της ζωγραφίζει, έστω «δίχως να θεωρεί τον εαυτό της ζωγράφο». Πραγματικά πολλήν έμπνευση θα μπορούσε να βρει κανείς σε μια αφαιρετική ή αναγωγική απεικόνιση ενός «ποτηριού του Γκραάλ, του δισκοπότηρου και της κούπας τού από Αριμαθείας, που μάζε­ ψε το αίμα από τις πληγές του Χριστού» (σ. 28). Η Τ.Γ.Μ . βρίσκε­ ται στο έργο της σε συνεχή διάλογο με τη ζωγραφική, είτε παίρνο­ ντας α π’ αυτήν για να γράψει κείμενα, είτε περιγράφοντας κείμε­ να για να δώσει πίνακες. Αυτή η πληθωρική εικαστική παρουσία στο έργο της αξίζει μια καταγραφή ή μάλλον ιδιαίτερη μελέτη.

Η

ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΚΡΑΝΙΔΙΩΤΗΣ

Σημειώσεις και παραπομπές 1.

Ίσως θα πρέπει να προσημανθοΰν οι δυσκολίες και οι ευθύνες του σχολιαστή μιας μυθιστορίας. Γιατί, αν και ex definitio δεν υποχρεώνεται σε διερεύνηση ιστορική, νιώθει εντούτοις έκθετος για την αδυναμία του να γνωρίζει ποια από τα «γεγονό­ τα» - και ιδίως τα ιδιαίτερα - που καταγράφονται σ’ αυτήν, είναι του συγγραφέα, φανταστικά, και ποια της πραγματικότητας, ιστορικά. Αλλά τί θα μπορούσε εδώ σ’ αυτή τη μυθιστορία να ορίσει τη θέση, του σχολιαστή, όταν πρόσωπα, όπως ο Πάπας Πίος XII, είναι τόσο κοντινά, που τα πεπραγμένα τους, πέρα από τη θέση τους μέσα στην ιστορία, διατηρούν νωπή, έστω και έμμεση, την απήχησή τους σε σύγχρονα γεγονότα; Ας μην ξεχνάμε ότι και στις μέρες μας ένας πάπας έπαιξε κά­ ποιο ρόλο στις πολιτικές τύχες ενός κομματιού του σημερινού κόσμου. Σ’ ένα τέ-


84/επιλογη

2.

■·

3.

4.

5. 6.

7.

τοιο λοιπόν, «διφορούμενο» γραπτό, όπως η μυθιστορία, ακριβώς επειδή τα γεγο­ νότα διολισθαίνουν, ο σχολιαστής έχει την ανάγκη μιας θέσης από πριν καθορι­ σμένης και σταθερής, έτσι που να μπορεί να τα ακινητοποιεί και να είναι σε θέση να τα αξιολογήσει. Ιδιαίτερα στην περίπτωση αυτή θα του ταίριαζε μια θέση επι­ λεκτική, από όπου θα μπορεί να θεάται τα γενικά μεν",.γραφόμενα σαν του οποιουδήποτε πεζογραφήματος, φιλολογικά, αλλά τα δρώμενα και τις πολιτικές ιδίως πράξεις των ηρώων, να τα χρεώνεται σαν γεγονότα ιστορικά. Αυτό το θαυμαστικό δέος για το αρσενικό εδώ η Τ.Γ.Μ. το περνά μέσα από τις σκέψεις της Πασκαλίνας που τις προκαλεί η θέαση της «Δευτέρας Παρουσίας» του Μιχαήλ Αγγέλου, όπου «ο ζωγράφος έπλασε αληθινή ζωή μέσα από το τέλειο ανδρικό κορμί», και ειδικά η θέαση των δυο χεριών, που αγγίζονται στον πίνακα, που στους εφιάλτες της Πασκαλίνας «μεταμοφώνονται σε δυο βόες που ξερνούν φωτιά», που στην ψυχαναλυτική συμβολική θυμίζουν, όπως είναι γενικότερα γνω­ στό, ανδρικά μόρια που εκσπερματίζουν. Έτσι, δεν μπορεί να μη θυμηθεί κανείς και την από μέρους της συγγραφέως περιγραφή μιας ejaculatio στο διήγημά της «Διαδρομές» (Από την συλλογή διηγημάτων «Αναδρομές», Εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 1982), όπου μια βιολογική λειτουργία, ουδέτερης αισθητικής αξίας καθεαυτή, προσάγεται σε πρώτο πλάνο από μίαν αισθητική, πολύ πιθανόν επιβεβλημένη από μιαν ανδροκρατικήν αντίληψη, και επιλέγεται για να εκφρασθεί η εκστατική συ­ γκίνηση του αιφνιδιασμού, που γεννά κάθε εικόνα ξαφνικής βίας, της εκπυρσοκρότησης ή της πυρόσβεσης - νίκης πάνω στην φωτιά - ήττα και οποιοσδήποτε άλλου μηχανισμού που μπορεί να δώσει την περίεργη λαχτάρα που δίνει ο αιφνι­ διασμός του spray, του πυροτεχνήματος ή και εκείνου του παιγνιδιού με το ντυμέ­ νο ελατήριο που ξεπετάγεται ορμητικά με το άνοιγμα του κουτιού, μέσα στο οποίο είχε συμπιεσθεί. Η ταύτιση με τον επιτιθέμενο (identification with the aggressor) περιγράφεται σαν μηχανισμός ψυχολογικής άμυνας, που επιστρατεύεται υποσυνείδητα στην παιδική ψυχή σαν διέξοδος απέναντι σ’ ένα απειλητικό πρότυπο (π.χ. ένα παιδί,, μπαίνο­ ντας φοβισμένο σ’ έναν σκοτεινό δωμάτιο, μιμείται τον «μπαμπούλα»), Ίσως όλη αυτή η απόπειρα ψυχολογίας των δύο ηρώων είναι ένα συνηθισμένο μαγείρευμα la psychanalyse, αλλά τί να τα κάνει κάνεις τέτοια λαχταριστά υλικά, που αφειδώλευτα και, πολύ πιθανό, ανυποψίαστα εν πολλοίς για την αξία τους, προσφέρονται από τη συγγραφέα. Άλλωστε μόνο με ένα τέτοιο τρόπο η γνωστή ψυχολογική οξυδέρκεια της Τ.Γ.Μ. θα μπορούσε γι’ άλλη μια φορά να επαινεθεί. Κι έπειτα, με την αφορμή αυτή μπορεί και πάλι να υπογραμμισθεί η προτεραιότη­ τα και η δεινότητα της τέχνης γενικά να προσημαίνει φαινόμενα που υστερότερα διαπιστώνονται από την επιστήμη, όπως και παλιότερα είχαμε υποστηρίξει (Π. Κρανιδιώτης: Ο επιστημονικός λόγος της λογοτεχνίας. Περιοδ. Διαβάζω. Τεύχος 163 της 11-3-87, σ. 48-54). Συνέντευξη της Τ.Γ.Μ· στην «Ελευθεροτυπία» της 10.7.89. Στις προεκτάσεις αυτής της νουβέλας, έκκεντρο μεν, αλλά προφανές, προκύπτει και το θέμα των επιρροών, που κάποια αγαπημένα πρόσωπα μπορούν να ασκούν επάνω σε φορείς μεγάλων αποφάσεων (σ. 52-57). Αλλά αυτό είναι θέμα πολύ με­ γάλο και οπωσδήποτε έξω από τις εστιάσεις αυτού του σχολίου. Η Τ.Γ.Μ. έχει παλιότερα αρνηθεί την παρθενογένεση στο πνευματικό έργο (συνέ­ ντευξη στο περιοδ. «Διαβάζω» αρ. 71/15-6-83). Αλλά τί σχέση μπορεί αυτό να έχει με την παρθενογένεση που θα ταίριαζε «κανονικά» με τις υπερφυσικές «συλλή­ ψεις» ενός μυθικού αρχετύπου.

η ιστορία μιας εταιρείας του 19ου αιώνα ν \λ

ΚΩ Ν ΣΤ Α Ν Τ ΙΝ Ο Υ Π Α Π Α Θ Α Ν Α ΣΟ Π Ο Υ Λ Ο Υ : Εταιρεία Ελληνι­ Εθνική Τράπεζα,

κής Ατμοπλοΐας (1855-1872). Αθήνα, 1988.

ήπως είναι πολυτέλεια να ασχολούμαστε με τα μέρη όταν δεν έχουμε καλά-καλά μια σαφή εικόνα του όλου; Αυτό το ερώτημα θα μπορούσε να θέσει κάποιος διαβάζοντας τον τίτλο του βιβλίου του Κ. Παπαθανασόπουλου. Θα αναφερόταν βέβαια στο γεγονός ότι είναι μάλλον δύσκολο να ασχοληθεί κανείς με μια εικόνα (Εταιρεία Ελληνικής Ατμοπλοΐας) όταν δεν ξέρει πολλά πράγματα για ολόκληρη την υπόθεση (ελληνική ναυτιλία). Δεν εί­

Μ

UTT 00 ΊΑ


επιλογη/85 ναι όμως πάντοτε ευκταία ή δυνατή η μετάβαση από το όλο στο μέρος. Αντιθέτως η μελέτη μικρών κομματιών της ιστορίας μιας περιόδου μπορεί να οδηγήσει και στη συνθετική μελέτη με μεγαλύ­ τερη επιτυχία α π’ ό,τι το ανάποδο. Ο Κ.Π. είναι τα τελευταία χρόνια μελετητής των θεμάτων που σχετίζονται με την ελληνική εμπορική ναυτιλία και το 1983 δημοσιεύθηκε το βιβλίο του που εξετάζει το πρώτο μισό του 19ου αιώ­ να. Τώρα έρχεται να μελετήσει μια πλευρά του ζητήματος (μια εταιρεία) θέλοντας προφανώς να επεκτείνει τις γνώσεις του και στο δεύτερο μισό. Το βιβλίο είναι μια αφήγηση της ιστορίας της Εταιρείας Ελληνικής Ατμοπλοΐας και περιέχει όλα τα προβλήματα της σύστασης και του βίου της μέχρι το 1872. Η μελέτη προλογίζε­ ται από τον Σπύρο Α σδραχά, διευθυντή του προγράμματος ερευ-

συγγραφή και ή εκτύπωση του βιβλίου δημιουργούν ορισμέ­ να ερωτήματα. Γιατί η αφήγηση είναι τεμαχισμένη, δηλαδή σταματάει το 1872 ενώ η εταιρεία εκποιήθηκε μόλις το 1892; Γιατί η εξιστόρηση είναι αφηγηματική και όχι αναλυτική, γιατί δηλαδή υπάρχει παράθεση των γεγονότων χωρίς μια ανάλυση που θα οδη­ γούσε σε συμπεράσματα; Και ο Κ .Π απαθανασόπουλος αλλά και ο Σ. Ασδραχάς αμύνονται της θέσης ότι μια έρευνα που απαιτεί π ο­ λύ χρόνο είναι προτιμότερο να ανακοινώνεται σε μέρη παρά να • μένει κλεισμένη στο συρτάρι του ερευνητή μέχρι να ολοκληρωθεί μετά από αρκετά χρόνια για να δημοσιευθεί. Τα επιχειρήματα εί­ ναι πειστικά και λογικά και όντως η μελέτη καλύπτει όλα τα καί­ ρια σημεία που αφορούν το θέμα της. Βέβαια, η έλλειψη στοι­ χείων για την τελευταία εικοσαετία της ζωής της με την παλιά μορφή εμποδίζουν τον συγγραφέα να εξάγει συμπεράσματα. Έ να σημείο όμως που θα ήθελα να εξετάσω είναι η αμυντική στάση που κρατάει ο Σ- Α σδραχάς στον πρόλογό του θέλοντας να υπε­ ρασπίσει το καθαρά αφηγηματικό στυλ τσυ Κ .Π .. Δ εν υπάρχει όμως ζήτημα καλής ή κακής, νέας ή παλιάς μεθόδου όταν κάποιος παραθέτει τα γεγονότα («συμβατολογία») απλώς χωρίς ανάλυση. Δεν είναι οπωσδήποτε η μοντέρνα μέθοδος αντιμετώπισης των πραγμάτων, αλλά είναι και η απαραίτητη όταν ξέρουμε τόσα λίγα για ένα θέμα ώστε πρώτα να χρειάζεται η αφήγηση και πολύ αρ­ γότερα η ανάλυση. Η αφήγηση, στην προκειμένη περίπτωση, είναικαι στρωτή και ενδιαφέρουσα και πληροφοριακή.

Η

ο ολίσθημα όμως δεν βρίσκεται στην «συμβατολογία», βρίσκε­ ται στη βιβλιογραφία. Σ’ αυτό το μέρος του βιβλίου υπάρχουν πηγές ανέκδοτες και δημοσιευμένες, εφημερίδες της εποχής, κείμε­ να σύγχρονα της περιόδου και άλλα βοηθήματα ?ιου καλύπτουν τις σελίδες 247-262. Το λυπηρό είναι ότι πολύ λίγα από αυτά βρί­ σκονται στις υποσημειώσεις. Τι να υποθέσει κανείς γ ι’ αυτό το ζή­ τημα. Ό τι ο συγγραφέας Κ. Π απαθανασόπουλος μελέτησε μεν αλ­ λά δεν χρησιμοποίησε αυτές τις πηγές στο συγκεκριμένο βιβλίο (και τότε τι θέση έχουν στη βιβλιογραφία); Να υποθέσουμε ότι παραθέτονται για να δείξουν μια πλούσια βιβλιογραφία; Είναι λυπηρό μια τόσο σεμνή και συγκροτημένη μελέτη να αμαυρώνεται με αυτή την αμέλεια που είναι έξω από κάθε επιστημονική δεοντο­ λογία. Δεν παρατίθενται ποτέ πηγές που δεν αναφέρονται στις υποσημειώσεις, ακριβώς, γιατί μπορεί να είναι παραπλανητικές ή 'και τελικά άχρηστες στον μελετητή-χρήστη του βιβλίου. Η ευθύνη βαρύνει και τον διευθυντή ερευνών καθώς και την Επιτροπή Ιστο­ ρίας της Εθνικής Τράπεζας. Α ν παραβλεφθεί όμως η ανωτέρω αμέλεια, η μελέτη του Κ. Πα-

Τ


86/επιλογή παθανασόπουλου είναι μια έντιμη εργασία, επαρκώς τεκμηριωμέ­ νη και ολοκληρωμένη στα όρια που έθεσε ο συγγραφέας για τους λόγους που προαναφέραμε. Δ.Ι. ΛΟΪΖΟΣ

η ιστορία ενός προϊόντος τΛΓΛ

Π Ε ΤΡΟ Υ ΠΙΖΑΝΙΑ: Οικονομική Ιστορία της Ελληνικής Σταφίόας 1851-1912. Αθήνα, Ε μ π ο ρ ι κ ή Τ ρ ά π ε ζ α , 1988. Σελ. 159.

ριν από πολλά χρόνια στις προθήκες των βιβλιοπωλείων υπήρχαν τα βιβλία για βασιλιάδες και αυτοκράτρρες, πολέ­ μους και κυβερνήτες κρατών. Αργότερα άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους οι «Ιστορίες...»: Ιστορία τη ς Γαλλίας, Ιστορία της Α ρ χ α ία ς Ε λλάδος, Π αγκόσμιος Ιστορία κ.λπ. Τα τελευταία χρό­ νια, με τον νεοτεριστικό άνεμο που έπνευσε στη νεοελληνική ιστο­ ριογραφία βλέπει κανείς βιβλία που σχετίζονται με την οικονομι­ κή ιστορία γενικότερα ή και ακόμα με τις «συγκυρίες». Ποιος θα περίμενε, όμως, να δει μια μελέτη για την ιστορία ενός προϊόντος; Δεν πρόκειται βέβαια για κάποιο τυχαίο προϊόν. Είναι η ιστορία της σταφίδας που απετέλεσε το κύριο εξαγωγικό προϊόν κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Ο Π. Π ιζάνιας, που συνέγραφε τη μελέτη, δεν ακολούθησε τη γνωστή χρονολογική μέθοδο, δηλαδή να ξεκινήσει από το 1851 και ακολουθώντας την πορεία της σταφίδας να καταλήξει στο 1912. Η μέθοδος που επιλέγει είναι καθαρά και με όρους της οικονομικής επιστήμης και το αποδεικνύουν οι τίτλοι των κεφαλαίων: «Από την πλευρά της προσφοράς», «Από την πλευρά της ζήτησης», «Η διαμόρφωση των τιμών», «Οι αιτίες της σταφιδικής κρίσης». Ο συγγραφέας ξεκινάει από μια σειρά πίνακες τιμών που καταρτί­ σθηκαν από μελετητές της Επιτροπής Ιστορίας της Εθνικής Τρά­ πεζας της Ελλάδος (στην οποία συμμετέχει και ο ίδιος) από διά­ φορες γνωστές και άγνωστες πηγές. Ο Π.Π. επεξεργάστηκε αυ­ τούς τους πίνακες με σκοπό να διαπιστώσει τους μηχανισμούς που διέπουν την κίνηση της ελληνικής σταφίδας από την παραγωγή μέ­ χρι την κατανάλωση.

Π

ι τίτλοι ορισμένων κεφαλαίων που προτάθηκαν παραπάνω κάνουν πλήρως κατανοητή τη σκέψη του συγγραφέα.. Ενδια­ φέρον σημείο της μελέτης είναι το γεγονός ότι ο συγγραφέας δεν περιορίζεται σε αοριστολογίες, αλλά καταμερίζει την έρευνά του κατά χώρες (Αγγλία, Γαλλία, Αυστροουγγαρία, Η Π Α κυρίως) και μελετά την κίνηση της σταφίδας σε ποσότητα και τιμές σε καθεμιά χώρα. Έτσι ο αναγνώστης μπορεί να διαπιστώσει τα επιμέρους προβλήματα κάθε αγοράς. Το κείμενο διανθίζεται με κατατοπι­ στικά διαγράμματα και φυσικά πίνακες. Για τη συγκεκριμένη με­ λέτη είναι πολύ χρήσιμο και κατατοπιστικό το χρονολόγιο που παρατίθεται αντί εισαγωγής και εισάγει πολύ καλά τον αδαή στην υπόθεση της ελληνικής σταφίδας τον περασμένο αιώνα. Αυτό που δυστυχώς λείπει στην τόσο προσεγμένη αλλά σύντομη αυτή μελέτη είναι ένα τελικό κεφάλαιο. Μετά το κεφάλαιο «Οι αι­ τίες της σταφιδικής κρίσης 1880-1893», το βιβλίο κλείνει με το πα­ ράρτημα πινάκων. Έ να τελικό κεφάλαιο να συνοψίσει τα επιχει­ ρήματα και, έστω προσωρινά, συμπεράσματα της εργασίας, θα

Ο

10Τ

ια


επιλογη/87 βοηθούσε τον αναγνώστη να εντυπωθεί αυτά τα πράγματα και να ξαναθυμηθεί άλλα που του διέφυγαν κατά τη μελέτη. Συνήθως οι συγγραφείς θεωρούν αυτό το κεφάλαιο περιττό ή επανάληψη των όσων είπαν. Είναι όμως απαραίτητο από την πλευρά του αναγνώ­ στη και της ολοκλήρωσης της μελέτης. έσα από τις σελίδες της βιβλιοκριτικής έχουν παρουσιαστεί τα περισσότερα βιβλία που εκδίδουν τα μορφωτικά ιδρύμα­ τα των τραπεζών σε μια προσπάθεια του Δ ιαβάζω και του υπογράφοντος να καταφανεί η χρησιμότης αυτών των εκδόσεων (όπως βέβαια και όλων των άλλων που παρουσιάζονται) στο πλα­ τύ κοινό αλλά και, από την άλλη πλευρά, να γίνει μια εποικοδο­ μητική κριτική των μελετών και της εκδοτικής προσπάθειας των τραπεζών.Δυστυχώς η απειρία στα εκδοτικά θέματα και ίσως η έλλειψη υπεύθυνης καθοδήγησης των συγγραφέων από γνώστες της εκτύπωσης ενός βιβλίου οδηγεί σε φαινόμενα όπως αυτό στο βιβλίο του Π.Π . Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η έκδοση μιας με­ λέτης δεν πρέπει να σημαίνει πλήρη αποδοχή της δομής του κειμέ­ νου, όπως παρουσιάζεται από τον συγγραφέα, ούτε βέβαια και πλήρη αποδοχή της ολικής μεταβολής του κειμένου κατ’ απαίτηση του εκδότη. Συνήθως υπάρχει μια μέση λύση που βρίσκεται με το διάλογο. Θα ήταν ευχής έργο ένα από τα μορφωτικά ιδρύματα των τραπεζών ή και όλα μαζί να τυπώσουν έναν «Οδηγό Εκδό­ σεων», κάτι ανάλογο του πολύ χρήσιμου για τους εκδότες του αγ­ γλοσαξονικού κόσμου The Chicago Manual o f Style. Αυτός θα μπορούσε να αποτελέσει τον βασικό οδηγό για κάθε εκδότη ελλη­ νικού βιβλίου. Η προσπάθεια του Π. Π ιζάνια να εξετάσει την ιστορία ενός προϊόντος και εν προκειμένω της σταφίδας στέφθηκε με επιτυχία. Πρέπει να εξάρουμε και την πρωτότυπη ιδέα της δομής της καθώς και τη διαύγεια με την οποία έγινε η συγγραφή της, χωρισμένη σε μικρές και κατανοητές ενότητες. Φαίνεται ήδη ότι η ελληνική ιστοριογραφία,παρόλη τη μονομέρειά της (κυρίως η συγγραφή οι­ κονομικών παρά πολιτικών μελετών) και τα επιμέρους προβλήματά της,βρίσκεται στο αρχικό στάδιο της «απογείωσης».

Μ

Δ.Ι. ΛΟΪΖΟΣ

Οι εκδόσεις ΚΑΛΕΝΤΗΣ στη Βόρεια Ελλάδα Πρακτορείο διανομής βιβλίου: Α. ΠΟΥΑΟΥΚΤΣΗ ΚΑΙ Σία Ε.Ε. Αασσάνη 9 - Τηλ. 031-285.857, 031237.463 Θεσσαλονίκη

Εκδόσεις

ΚΑΛΕΝΤΗ Μαυρομιχάλη 5 Τηλ. 36.23.553 106 79 ΑΘΗΝΑ


*1AL· ^AL· ΛΑΙ~ ΛΑ'

-AAA. ..W.. ΛΑ’~ ^AL· JAL

JAL *

'Η πεζογραφιχή μας παράδοση ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ Κ. ΧΡΗΣΤΟΜΑΝΟΣ 7ο β ιβλίο τής αύτοχρατείρας ’Ελισάβετ, Κ. ΧΑΤΖΟΠΟΤΛΟΣ Φθινόπωρο, Π. ΚΑΛΑΙΓΑΣ Θάνος Β λέχας, Α. ΜΩΡΑΪΤΙΔΗΣ Τό Τάξιμον, ΨΤΧΑΡΗΣ Τό Ταξί8ι μου, I. ΚΟΝΔΥΛΑΚΗΣ Πρώτη αγάπη, "Οταν ήμουν δάσκαλος, Π. ΡΟΔΟΚΑΝΑΚΗΣ Τό βυσσινί τριαντάφυλλο, Γ. ΒΙΖΤΗΝΟΣ Δ ιηγήμ ατα A ' Διη γήμ ατα Β \ Μ. ΜΗΤΣΑΚΗΣ ’Αφηγήματα, Π. ΝΙΡΒΑΝΑΣ Τό πέρασμα του Θεοΰ, ΚΏΣΤΑΣ ΠΑΡΩΡΙΤΗΣ Ο ί νεκροί της ζωής, ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΡΟΪΔΗΣ Ή Πάπισσα ’Ιωάννα, ’Α φηγήματα,

Κ. ΡΑΔΟΣ Ό πειρατής τής Γραμβούσης, ΙΑΚΩΒΟΣ ΠΟΛΥΛΑΣ Δ ιηγήμ ατα, ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΕΤΑΞΑΣ ΒΟΣΠΟΡΙΤΗΣ Σκηναι τής ερήμου, ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΒΙΚΕΛΑΣ ΛουκήςΑ άρας, ΑΛΕΞ. ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ Ή φόνισσα, Κ. ΧΡΗΣΤΟΜΑΝΟΣ Ή κερένια κούκλα, ΧΡΗΣΤΟΣ ΧΡΗΣΤΟΒΑΣΙΛΗΣ Διη γήμ ατα τής στάνης, ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΡΚΑΒΙΤΣΑΣ V ζητιάνος , . . Ι.ΚΟΝΔΥΛΑΚΗ Σ V Πατούχας, ΑΛΕΞ. ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ Ή νοσταλγός κα ί αλλα διηγήματα, ΑΡΓΥΡΗΣ ΕΦΤΑΛΙΩΤΗΣ Ν ησιωτικές ιστορίες, ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΣ V πολυπαθής, Ό ζωγράφος,

ΑΛΕΞ. ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ Ρεμβασμός τού Δεκαπενταυγούστου, ΚΩΣΤΑΣ ΚΡΥΣΤΑΛΗΣ Πεζογραφήματα, ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΜΠΥΣΗΣ Δ ιηγήμ ατα, ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΠΟΥΛΟΣ Τρελά διηγήματα, ΑΛΕΞ. ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ Ν αυαγίω ν Ν αυάγια Σύμβουλος έκδοσης: Μανόλης Άναγνωστάκης Ή σειρά συνεχίζεται

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΝΕΦΕΛΗ

'TVT TfT. 1ΦΓ "ΎΨΓ ΖΨΓ “ ΨΓ ΤΨΓ T fi

ΖΨι

ΖΨ\

ΊΨΓ ZWr Ζ


Από τις εκδόσεις της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος και του Μορφωτικού της Ιδρύματος

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ: ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕ2Α, ΠΛΑΤΕΙΑ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΚΑΡΑΓΕΩΡΓΗ ΣΕΡΒΙΑΣ 2. ΤΗΛ. 3222730 : -


Πέτρος Αμπατζόγλου

ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ Τη σειρά αυτή την ονόμασα Διηγήματα Συγκινησιακής Φαντασίας (emotiional fiction) κατά τη γνωστή σειρά τών βιβλίων Επιστημονικής Φαντασίας (science fiction). Αν δηλαδή στα έργα Επιστημονικής Φαντασίας οι ήρωες ταξιδεύουν στο διάστημα, σε κόσμους φανταστικούς και σε περιπέτειες σε διαφορετικούς χρόνους ακόμα και σε διαστάσεις, οι δικοί μου πρωταγωνιστές ζουν φοβερές διαχρονικές εσωτερικές περιπέτειες που στηρίζονται στις αναμνήσεις και στη φαντασία. Ξαφνικά το παρελθόν γίνεται παρόν, αλλά και το παρόν γυρίζει πίσω να συναντήσει το

Παντελής Καλιότσος Μ όλις κυκλοφόρησαν

ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ I

I

Ο Παντελής Καλιότσος ομολογεί στο οπισθόφυλλο ότι γράφει καλύτερα όταν είναι θυμωμένος και πιστεύει ότι χωρίς θυμό δεν υπάρχέι ταλέντο. Αυτά λοιπόν τα τέσσερα διηγήματα είναι γραμμένα υπό το κράτρς θυμού. Στις ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ εκφράζεται , μέσα στη συγκλονιστική αλήθεια αυτρύ του ίδιου του θέματος. Στο Τ ΣΕΡΙ^ρΜ Π ίΛ ’ρίϊ κλαυσίγελο:. και πικρότατο χιούμ ορ.^ πως και στην αφιέρωση στον «Αγαπημένο του φίλο» Γιώργο Κοσκωτά: ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΦΥΛΑΚΗΣ. Τέλος στην ΩΧΡΑ ΚΗΛΙΔΑ η επανάσταση του οργισμένου λαού εκφράζεται με την κραυγή του Μήτσού: «Θεέ, παραιτήσου, ν’ αναλάβω εγ®!>* ■

εκδόσεις

4 ΚΕΔΡΟΣ Γ. Γενναδίου 3 - τηλ. 36,02.007

Αλέξανδρος Κοτξιάς

Η ΜΗΧΑΝΗ Το ζήτημα είναι, βέβαια, ο κόσμος τούτος, όπου διαβατικός βρέθηκες· είναι, ωστόσο, ακόμα και το πώς εσύ αντιμετωπίζειςΥόήτο τον κόσμο. Κάποια τέτοια εκδοχή - νεοελληνική; - επιχειρεί να «μοντάρει» ο βίος και η πολιτεία του «ήρωα» της Μηχανής.


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.