ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
1
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ 2014 / SUMMER 2014 Έκδοση, Διεύθυνση και Σχεδιασμός: Δημήτρης Καραΐσκος (dimitriskaraiskos.com) Συνεργάτες τεύχους: Ζαχαρίας Φόνσος, Lucia Del Pasqua, Daniel Howden, Ιουλιανός Δεσύπρης Φωτογραφίες: Δημήτρης Καραΐσκος, Lucia Del Pasqua, Γεωργία Φόνσου Εικονογραφήσεις: Δημήτρης Καραΐσκος, Πέτρος Χρηστίδης Εκτύπωση: Typos Press / Παναγιώτης Τουφεκλής, Τήνος Noμική Σύμβουλος: Eλένη Κατσάρου Οnline: www.kymamag.com / facebook: kymamag / email: kymamagazine@gmail.com Το “ΚΥΜΑ” περιέχει πρωτότυπα έργα που προστατεύονται από το Ν2121/93, τα δε κείμενά του δεν συνιστούν δημοσιογραφικό ή ειδησεογραφικό ρεπορτάζ. Τα άρθρα περιλαμβάνουν προσωπικές απόψεις καθώς ο συντάκτης διατηρεί το δικαίωμα της έκφρασης και της προστασίας των πηγών του. Δεν επιτρέπεται η αναδημοσίευση ή η αναπαραγωγή του περιεχομένου του περιοδικού είτε ολικά είτε μερικά ή περιληπτικά για κερδοσκοπικούς λόγους χωρίς την έγγραφη άδεια του εκδότη. © Αll rights reserved.
Φωτογραφία εξωφύλλου: Γεωργία Φόνσου, Rider: Γιάννης Βιδάλης
2
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
κύμα, το [kíma] : 1. όγκος νερού ο οποίος ανυψώνεται και πέφτει σε συνεχείς σχηματισμούς στην επιφάνεια θάλασσας, λίμνης κτλ., όταν αυτή αναταράζεται, συνήθ. από δυνατό άνεμο. 2. (μτφ.) α. φυσικό φαινόμενο μεγάλης έντασης και περιορισμένης διάρκειας. β. συναισθήματα που ογκώνονται και κατακλύζουν την ψυχή όπως το κύμα γ. κοινωνικό ή ηθικό φαινόμενο που παρουσιάζεται σε μεγάλη έκταση. 3. Δωρεάν περιοδικό που φτιάχτηκε το 2014 για να τιμήσει την Τήνο, τα κύματα και τους ανθρώπους της. Αποκλειστικά και μόνο γι’ αυτούς που την αγαπούν!
3
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Το «Κύμα», όπως θα παρατηρήσατε, είναι ένα χειροποίητο πρότζεκτ φτιαγμένο από μια χούφτα ανθρώπους. Μοιράζεται δωρεάν, ξεκινά μοναχικά την συναρπαστική κι αβέβαιη διαδρομή του, κι έχει φτιαχτεί επειδή έχει την ανάγκη να μιλήσει για την Τήνο, με εντυπωσιακές ασπρόμαυρες εικόνες και απλά λόγια, για τους τόσους ιδιαίτερους ανθρώπους της, τις χίλιες δυο μυστικές γωνιές της και τις βόλτες πάνω στα κύματα της. Το «Κύμα» έχει στα συρτάρια και στους σκληρούς του δίσκους συναρπαστικά αρχεία που θέλει να μοιραστεί με τους αναγνώστες του, υλικό που μαζεύεται με σχεδόν μαζοχιστική υπομονή και πείσμα εδώ και πάνω από είκοσι χρόνια και που συνεχώς εμπλουτίζεται όσο ο μαγικός αυτός τόπος συνεχίζει να υπάρχει και να προσφέρει ιστορίες και θαύματα, λες κι είναι ο τελευταίος επίγειος παράδεισος. Το «Κύμα» υπόσχεται να διατηρεί μια ζωντανή και γενναιόδωρη παρουσία στο ίντερνετ (στο site του και στη σελίδα του στο Facebook) και να ενθουσιάζει αναπάντεχα όσους αγαπούν αυτόν τον αναπάντεχα μαγικό νησιώτικο μικρόκοσμο. Ελπίζει η πορεία του να καταφέρει να είναι μακριά και, κυρίως, γεμάτη φίλους. Enjoy the ride!
4
Πλησιάζοντας στο φάρο της Λιβάδας. Αύγουστος 1994
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
5
OMOIEΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Φωτογραφίες + Kείμενο: Ζωή Χατζηγιαννάκη
Η φωτογράφος Ζωή Χατζηγιαννάκη βάζει πλάι-πλάι την Καθολική και την Ορθόδοξη Τήνο και μας καλεί να παίξουμε το παιχνίδι των διαφορών. 6
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
7
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
« Η φωτογραφική αυτή προσέγγιση Καθολικών και Ορθόδοξων εκκλησιών στην Τήνο είναι περισσότερο κοινωνιoλογική και γεωγραφική παρά ιστορική ή θρησκευτική. Είναι μία σπουδή γύρω απο το πως οι κάτοικοι του νησιού ‘μετέφρασαν’ αρχιτεκτονικά την παράλληλη ύπαρξη των δύο δογμάτων στο συγκεκριμένο περιβάλλον. Μία ματιά στους τρόπους διασταύρωσης διαφορετικών στοιχείων όπως η παράδοση, η κοινωνία, ο τόπος, τα ήθη, οι προσωπικές πεποιθήσεις και τις αρχιτεκτονικές μορφές που παίρνουν. Η δουλειά αυτή είναι σαφέστατα μία αναφορά στις γνωστές «Τυπολογίες» των Berndt και Hilla Becher, και όπως οι ίδιοι έλεγαν, είναι ένα είδος ανατομίας των σχέσεων μεταξύ συστατικών στοιχείων, η οποία για να επιτευχθεί χρειάζεται την απομόνωση των κατασκεύων/οικοδομημάτων απο το περιβάλλον, την έλλειψη χρώματος και την όσο το περισσότερο αντικειμενική και αποστασιοποιημένη παρουσίαση τους. Με αυτό τον τρόπο ο θεατής μπορεί να παρατηρήσει τις ομοιότητες και τις διαφορές και να σκεφτεί τις πολλαπλές ανταλλαγές γεωγραφικών, κοινωνικών, ιστορικών και οικονομικών συνθηκών που τις σχηματίζουν». { Η φωτογραφική αυτή δουλειά της Ζωής Χατζηγιαννάκη περιλαμβάνεται στην ομαδική έκθεση «Προς Τήνο ΙΙ» στο Ιδρυμα Τηνιακού Πολιτισμού, στην Τήνο, που θα διαρκέσει ως τις 28 / 10 }
8
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
9
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Έργο του Πέτρου Χρηστίδη από την έκθεση «Τετράδια Τήνου», 2012
10
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
11
ΒΟΛΤΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΙΑ ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Φωτογραφίες: Δημήτρης Καραΐσκος
Όταν, καταχείμωνο, οι αγελάδες του κάμπου της Κολυμπήθρας κάνουν τη βόλτα τους στην άδεια παραλία. 12
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
13
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
14
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
15
ΞΥΛΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Kείμενο: Lucia Del Pasqua, Φωτογραφίες: Lucia Del Pasqua, Δημήτρης Καραΐσκος
Ο Γιάννης Παπάζογλου έφτιαξε στον Τριπόταμο ένα εργαστήρι γεμάτο αγάπη κι ενθουσιασμό. 16
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
17
Φωτό: Α. Ζώταλης
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Ό
ταν ήμουν 18 προσπάθησα να κάνω snowboarding, μετά έκανα λίγο skateboarding, και όσο αφορά το surf, σταμάτησα στο kneeboarding. Την άνοιξη του ‘14 στην Κολυμπήθρα ήπια τόσο νερό που κουφάθηκαν τ’ αυτιά μου και το κεφάλι μου πήγε να σπάσει. Έπαιξα με τα κύματα, και τελικά έχασα, και, θεέ μου, δεν ξέρω αν μπορώ να αντέξω αυτή την ήττα. Αλλά, μισό λεπτό - δεν ήταν ακριβώς 0-1 το σκορ, ήταν 0,5-1. Κι αυτό επειδή μετά από πέντε μέρες προσπαθώντας να μάθω να σηκώνομαι όρθια πάνω στα κύματα, κατάφερα να σηκωθώ έστω στα γόνατα μου - κάπως σαν τις γιαγιάδες που ανεβαίνουν γονατιστές ως την Παναγία της Τήνου. Και φυσικά θα επιμείνω, γιατί για να κερδίσεις, πρέπει πρώτα και να χάσεις.
με τα χέρια του, σανίδια για skateboard και surf, και χρησιμοποιεί τα υλικά του λες και είναι υλικά για να φτιάξει ένα λαχταριστό κέικ. Παντρεύει το μείγμα του με λάδι και μετά βάζει και λίγο αλάτι, σαν ταλαντούχος σεφ, και τελικά δημιουργεί ένα αποτέλεσμα που κάθε φορά είναι μοναδικό και πάντα απίστευτα γευστικό. Όταν ο Γιάννης στέκεται μπροστά σε ένα κομμάτι ξύλο και το δουλεύει, όλα τ’ άλλα γύρω του εξαφανίζονται. Και το ίδιο συμβαίνει και σε σένα, το θεατή, εκείνη τη στιγμή, μάλλον λόγω μιας μαγικής ώσμωσης που γεννιέται στο χώρο. Η ιστορία του Γιάννη είναι η ιστορία ενός αγοριού που ζει σ’ ένα νησί και θέλησε να κάνει κάτι δημιουργικό, για να έχει κάτι να αγαπάει και να μη βαριέται. Και τα κύματα του νησιού του τον έσπρωξαν να το κάνει. Κι αυτό φαίνεται σε κάθε λεπτομέρεια της ζωής του: στο σπίτι του, στο αμάξι του, στο εργαστήρι του, όλα λένε μια λέξη: “surf”. Νιώθεις τόσο πολύ το αυθεντικό αυτό πάθος του, που πραγματικά είναι ένα πάθος που θα έκανε μέχρι και τον Πάπα του Βατικανό να πιάσει ένα κύμα. Νιώθεις αυτές τις θετικές, αυθόρμητες δονήσεις να σε αναζωογονούν πιο πολύ και απ’ το αν πήγαινες σε spa. To πάθος του Γιάννη όταν μου μιλάει για το “3 Rivers”, το όνομα που έδωσε στο εργαστήρι του (που φυσικά εμπνεύστηκε από τον Τριπόταμο, τον τόπο που κατοικεί στην Τήνο), με κάνει και σκέφτομαι όλους αυτούς που γκρινιάζουν, που κάνουν πράγματα που δεν αγαπούν. Αλλά εγώ πιστεύω πως κανείς δεν είναι πραγματικά αναγκασμένος να κάνει κάτι που δεν αγαπάει, και πως η ζωή δίνει πολλές επιλογές, κι ότι αν το πρωί ανυπομονείς να σηκωθείς να κάνεις αυτό που αγαπάς, σημαίνει πως διάλεξες σωστά.
Το surf το είχα δει μόνο σε ταινίες, και το είδα τώρα στην Τήνο, όπου είδα και πραγματικούς surfers να μιλάνε με περίεργους όρους όπως “πέτσα” και “τούμπανο” και “close-out”. Αυτή την άνοιξη που πέρασε στην Τήνο έζησα μια hippie εμπειρία ανάμεσα σε σανίδες, ένα παλιό Volkswagen van και μαλλιά που ‘χαν γίνει ξανθά από τον πολύ ήλιο. Και έτσι κατάλαβα τη διαφορά μεταξύ των αληθινών και των ψεύτικων surfers (αυτών των social media, που όλο μιλάνε και ποστάρουνε λόγια όπως “Αυτό το καλοκαίρι θα σερφάρουμε” κι άλλα τέτοια, αλλά κύματα έχουν δει μόνο από καρτ-ποστάλ). Όταν γνώρισα έναν απο τους καλύτερους surfers του νησιού, τον Γιάννη Παπάζογλου, γνώρισα την πραγματική σημασία του να φτιάχνεις κάτι με την καρδιά σου. Και όταν πήγα σ’ ένα παλιό πέτρινο κελί που το ‘χει μετατρέψει σε εργαστήριο, μπήκα σ’ ‘ενα ταξίδι στο χρόνο, αλλά δεν ξέρω ποια διάσταση του χρόνου ήταν αυτή. Ίσως επειδή κάθε αντικείμενο στο εργαστήριο του έμοιαζε να ζει στο δικό του ρυθμό, και τη δικιά του ζωή, όπως ζωντανό λέει ο Γιάννης πως είναι το ίδιο το ξύλο που του είναι πλέον αδύνατο να σταματήσει να επεξεργάζεται και να δουλεύει. Ο Γιάννης φτιάχνει σανίδια, ξύλινα,
Νομίζω, πως, είναι τόσο απλό, και τόσο προφανές, και ο Γιάννης το κατάφερε. Και αρκεί να πιάσεις στα χέρια σου ένα από τα σανίδια του για να το καταλάβεις. Γιατί γι’ αυτόν κάθε σανίδι δεν είναι απλά ένα κομμάτι ξύλο, αλλά ένα κομμάτι ζωής.
18
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
19
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
20
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
21
ΝΕΟ ΚΥΜΑ, ΝΕΟ ΑΙΜΑ ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Συνέντευξη στον Δημήτρη Καραΐσκο
Ο Ζαχαρίας Φόνσος, ο καλύτερος νέος surfer της Τήνου, μιλάει για τα ταξίδια του, τα κύματα και το stoke. 22
Φωτογραφία: Γεωργία Φόνσου
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
23
Φωτό: Ρόνυ Σκέβης
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Ε
ίμαι 20 ετών. Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Τήνο. Τα τελευταία 2 χρόνια σπουδάζω στο Πολυτεχνείο της Πάτρας. Το surf στη ζωή μου μπήκε ξαφνικά στα 15 μου όταν γνώρισα τυχαία τον Γιάννη Βιδάλη. Θυμάμαι να είμαι σπίτι του και να μην σταματάει να μιλάει γι’ αυτό. Ήταν τόσο ενθουσιασμένος που μου κίνησε το ενδιαφέρον.
Το να μην υπάρχει το surf στη ζωή μου δεν μπορώ να το φανταστώ καθόλου.
Την επόμενη μέρα η πρόγνωση ευνοούσε για να δοκιμάσω κι εγώ. Είχε 7 μποφόρ νοτιά και ήταν μια σχετικά καλή ευκαιρία, και λέω “σχετικά” γιατί εκείνη τη μέρα η πρόσβαση στο κύμα από την παραλία δεν ήταν εύκολη: λόγω του κυματισμού, η μόνη είσοδος στο νερό ήταν πηδώντας μαζί με το σανίδι από τα βράχια. Βλέποντας τον Γιάννη να μπαίνει τον ακολούθησα κρυφά κι εγώ, όχι τόσο αποτελεσματικά βέβαια, αφού κατέληξα αγκαλιά με τη σανίδα πάνω στα βράχια. Αυτή ήταν και η πρώτη επαφή μου με το άθλημα. Παρ’ όλ΄ αυτά, εκείνη τη μέρα, παραδόξως, πήρα το πρώτο μου κύμα.
Είναι πολύ περίεργο πράγμα - λες και αποθηκεύεται στη μνήμη σου αυτό που νιώθεις όταν παίρνεις το κύμα, λες και γίνεσαι ένα με το σανίδι και το νερό, και αυτή η αίσθηση συνεχίζει να υπάρχει μέσα σου κι εξω από το νερό. Έχεις την αίσθηση ότι πιάνεις κύματα σε άσχετες στιγμές της ημέρας. Είναι φανταστικό συναίσθημα.
Με το surf βρήκα κάτι που με κάνει πραγματικά χαρούμενο, που με γυμνάζει και που με κάνει να γνωρίζω απίστευτους ανθρώπους και μέρη. Κάτι άλλο που είναι ανεκτίμητο είναι πως ό,τι πρόβλημα και αν έχω, ό,τι και αν με βασανίζει, η στιγμή που θα τρέξω για να μπω στο νερό με κάνει να τα ξεχάσω όλα. Η αναμονή για το κύμα έχει γίνει πλέον ψυχολόγος. Καθαρίζω τις σκέψεις μου - όχι μόνο όταν σερφάρω, αλλά και περιμένοντας να σερφάρω. Με παρατηρώ και βλέπω ότι σε περιόδους που έχω καιρό να κάνω surf δεν είμαι καλά. Κάτι με βασανίζει.
Θα ήθελα να το κάνω κάθε μέρα, αλλά στην Ελλάδα αυτό είναι δύσκολο. Βέβαια στην Πάτρα τα πράγματα δεν είναι άσχημα, αφού έχω τη δυνατότητα να κάνω surf στην Πελοπόννησο μια με δυο φορές την εβδομάδα κατά μέσο όρο. Έχω σερφάρει στην Τήνο, στην Ικαρία, σε αρκετά spot στη Δυτική Πελοπόννησο και στην Πρέβεζα. H μεγάλη μου αγάπη όμως είναι η Κολυμπήθρα, αφού αυτή με έμαθε να κάνω surf.
Είναι δύσκολο να περιγράψει κανείς το συναίσθημα σε κάποιον που δεν έχει ανέβει ποτέ σε σανίδα. Υπάρχει μια έκφραση που το λέει όλα: “Only a surfer knows the feeling”.
Πριν πάρω το κύμα είμαι γεμάτος σκέψεις, περνάνε τόσα πράγματα από το κεφάλι μου. Όταν το παίρνω όμως όλα σταματάνε και μένει μόνο ένα: η xαρά.
Γενικά στην Ελλάδα το surf θέλει δυστυχώς κυνήγι κι αρκετά χιλιόμετρα με το αμάξι αλλά έχει και τα καλά του: τα το-
24
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
πία είναι απίστευτα, οι διαδρομές μοναδικές κι οι παραλίες φανταστικές. Κάποιες στιγμές είναι μοναδικές, αν είσαι στο σωστό σημείο τη σωστή στιγμή, κάτι που απαιτεί και εμπειρία αλλά και τύχη. Πέρσι πήγα στην Πορτογαλία, στην Ericeira και στο Peniche. Αυτό που με ενθουσίασε εκεί είναι ότι όλα λειτουργούσαν με βάση το surf. Μέχρι και οι ταμπέλες από τα φαρμακεία ήταν σε σχήμα σανίδας! Όταν πηγαίναμε ξημερώματα στα σποτ βλέπαμε μάνες να φέρνουν τα πιτσιρίκια με το αμάξι, να τα αφήνουν στον ωκεανό και να τα μαζεύουν πριν το σχολείο. Απίστευτα πράγματα! Όλα λειτουργούσαν με βάση αυτό και όλοι ήταν απίστευτα χαρούμενοι. Αυτό όμως που μου έχει μείνει είναι η πρώτη επαφή με τον ωκεανό. Ήταν μοναδική αυτή η εικόνα από ψηλά με τα κύματα να σκάνε στην ακτή. Με είχε πιάσει πανικός! Ήθελα να με πετάξεις μέσα και να με αφήσεις εκεί. Ένα περιστατικό που θυμάμαι από την Πορτογαλία είναι όταν πήγα να μπω σε ένα σποτ δίπλα από ένα λιμάνι. Η πρόσβαση στο line up ήταν λιγάκι δύσκολη μιας και έμπαινες ανάμεσα από βράχια και έσκαγε παράλληλα και το κύμα. Το περίεργο της υπόθεσης είναι ότι μόλις πέρασα τα βράχια και έμπαινα προς τα μέσα ένιωσα να με ακουμπάει κάτι ζωντανό που μου κάλυψε το πόδι από τον αστράγαλο μέχρι λίγο πιο πάνω από
το γόνατο. Εκείνη τη στιγμή μου πέρασαν πολλές σκέψεις απο το μυαλό και αντέδρασα λίγο ακραία, γύρισα διστακτικά να κοιτάξω και μου φάνηκε σαν να ήταν μεγάλη τσούχτρα αλλά δεν παίρνω και όρκο - θα μπορούσε να ήταν και κάτι άλλο. Εκείνη τη στιγμή όμως δεν ήθελα να σιγουρέψω τι ήταν, απλά να φύγω όσο το δυνατό πιο μακριά γινόταν! Αυτό που ονειρεύομαι για το μέλλον είναι να πάω κάπου όπου το surf θα γίνει ή καθημερινότητα μου ή να ταξιδεύω όσο πιο συχνά γίνεται στο εξωτερικό για να σερφάρω. Μετά τις σπουδές θα ήθελα να συνδυάσω ένα μεταπτυχιακό ή Erasmus με το surfing. Πλέον όλο και περισσότεροι ξεκινάνε και δοκιμάζουν το surf στην Τήνο. Κάποιοι από αυτούς έχουν και δικό τους εξοπλισμό και ακόμα περισσότεροι έρχονται από την υπόλοιπη Ελλάδα και το εξωτερικό για να το δουν. Το surf στην Τήνο είναι εφικτό χειμώνα-καλοκαίρι και προσφέρει ένα νέο τρόπο άθλησης και εκτόνωσης για τους νέους του νησιού. Αυτό που έχω να πω στα νέα παιδιά της Τήνου είναι ότι είναι πολύ τυχερά και δεν το ξέρουν και ίσως πρέπει τουλάχιστον για μια φορά να το δοκιμάσουν να δουν αν τους ταιριάζει. Γιατί ας είμαστε ρεαλιστές: δεν ταιριάζουν όλα σε όλους. Δεν είναι τυχαίο όμως που τόσος κόσμος ταξιδεύει για να έρθει στην Τήνο για το surf και μόνο. Δεν είναι κρίμα λοιπόν να βρίσκεσαι εδώ κι απλά να το αγνοείς;
25
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
26
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Εικονογράφηση: Δημήτρης Καραϊσκος
27
ΚΥΜΑΤΑ ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Φωτογραφίες: Δημήτρης Καραΐσκος, Κωστής Μίγκος, Γιάννης Παπάζογλου
Χειμώνα και καλοκαίρι, κύματα ξεβράζονται στις ακτές του νησιού. Εδώ και περίπου 15 χρόνια, κάποιοι προσπαθούν να τα καβαλήσουν. 28
Koλυμπήθρα, Άνοιξη 2014. Φωτογραφία: Δ.Καραϊσκος, Riders: Unknown
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
29
Koλυμπήθρα, Σεπτέμβριος 2013. Φωτογραφία: Γ. Παπάζογλου, Rider: Δ. Καραΐσκος
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
30
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
31
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
32
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Koλυμπήθρα, Αύγουστος 2012. Φωτογραφία: Δ. Καραΐσκος , Rider: Π. Βαξεβανάκης
33
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Κολυμπήθρα, Ιούλιος 2014. Φωτογραφία: Κ. Μίγκος, Rider: Κ. Χατζόπουλος
Κιόνια, Μάιος 2014. Φωτογραφία: Δ. Καραΐσκος, Rider: Γ. Βιδάλης
34
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Παχειά Άμμος, Ιούλιος 2001. Φωτογραφία: Δ. Καραΐσκος
ΔΕΗ, Απρίλιος 2013. Φωτογραφία: Δ. Καραΐσκος, Rider: Λ. Απέργης
35
ΔΡΟΜΕΑΣ ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Kείμενο + Φωτογραφία: Daniel Howden
Ο Μπάρμπα Γιώργης, 70 ετών, ντόπιος δρομέας μεγάλων αποστάσεων, έτρεξε στα παλιά μονοπάτια του νησιού με τον δημοσιογράφο Daniel Howden. 36
Σ
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
το πανηγύρι στον Προφήτη Ηλία (ένα εκκλησάκι σαν άσπρη κουκκίδα στην κορυφή των βράχων πάνω απ’ το στενό Τήνου-Άνδρου) κάποιοι ήρθαν με ανθεκτικά παπούτσια ή μπότες. Κάποιοι άλλοι, ανίδεοι, ήρθαν με σαγιονάρες. Και όλοι πήραν το πέτρινο μονοπάτι για μια μισάωρη απότομη ανάβαση ξεκινώντας από τον Μαρλά, ίσως το πιο απομακρυσμένο χωριό της Τήνου. Όλοι εκτός από τον Μπάρμπα Γιώργη. Ανάμεσα σε Γάλλους τουρίστες που παρατηρούσαν με ενθουσιασμό τους ντόπιους να ετοιμάζουν το πανηγύρι, έμοιαζε κάπως παράξενος, αφού φορούσε κολάν για τρέξιμο και ένα μπλουζάκι από κάποιο Μαραθώνιο στην Στοκχόλμη. Στα 70 χρόνια του, ο Μπάρμπα Γιώργης ήταν ένας από τους γηραιότερους στο πλήθος, και εξήγησε πως είχε ξεκινήσει να τρέχει εδώ και πάνω από μια ώρα από το σπίτι του στον Πάνορμο, 10 χιλιόμετρα μακριά, με μια ανάβαση στην πορεία που μόνο που τη σκεφτόσουν, σε έπιανε ζαλάδα. Προσπαθώντας να εκμεταλλευτεί όσο περισσότερο μπορούσε το τελευταίο φως της ημέρας, σκαρφάλωσε ως τον Προφήτη Ηλία ακολουθώντας ένα παλιό μονοπάτι κάποιου βοσκού. Όταν το μονοπάτι αυτό εξαφανίστηκε, έκανε ελεύθερη ανάβαση μέσα στα βράχια και τις ξερολιθιές. Είχε έρθει, όπως είπε, για τη λειτουργία, και όχι για το φαγητό, το κρασί ή το γλέντι που θα κράταγε μέχρι το πρωί. “Πρέπει να τρέξω πίσω σπίτι” μου εξήγησε, δείχνοντας μου τον φακό που θα χρησιμοποιούσε για να φωτίσει το διάβα του στο γυρισμό. Οι δρομείς, ιδίως οι δρομείς μεγάλων αποστάσεων, μπορούν να γίνουν βαρετοί σε σημείο γραφικότητας. Το κύριο θέμα των συζητήσεων τους είναι τα χιλιόμετρα, ή εναλλακτικά τα λεπτά και οι ώρες που χρειάστηκαν για να τα διανύσουν. Μιλάνε με άνεση για τραυματισμούς (ασήμαντους και τρομακτικούς) και τα τζελ που βάζουν για να τους αποφύγουν. Μονοπάτια, διαδρομές, είδος εδάφους και μοντέλα παπουτσιών ζυγίζονται και αξιολογούνται σε βαθμό που θα έκαναν τους μη μυημένους να τα χάσουν. Είμαι λοιπόν κι εγώ ένας από αυτούς: δρομέας. Ο Μπάρμπα Γιώργης αποφάσισε να γίνει δρομέας αργά στη ζωή του, κάνοντας τις πρώτες διαδρομές του όταν έγινε 58. Σήμερα τρέχει τουλάχιστον έξι μαραθώνιους το χρόνο, έχει συμμετάσχει σε υπερμαραθώνιους (διαδρομές που ξεπερνούν τα 42 χιλιόμετρα του κλασσικού Μαραθώνιου) και έχει ταξιδέψει, για να τρέξει, σε όλο τον πλανήτη. Και όπως οι περισσότεροι δρομείς, είναι ευαγγελικός σχετικά με το πάθος του και είναι πάντα πρόθυμος να προσηλυτίσει κι άλλους στο εξαντλητικό του χόμπι. Ενώ δυο τούφες απ’ τα άσπρα μαλλιά του ξεμυτούσαν από το τζόκεϊ που φόραγε στο κεφάλι του, μίλαγε χωρίς ανάσα για ένα νέο μονοπάτι που μόλις είχε καθαριστεί κάπου στα βόρεια του νησιού. Δώσαμε ραντεβού δυο μέρες μετά, ξημερώματα, με τη συμφωνία πως θα τρέχαμε μαζί εκεί κι αυτός θα ήταν ο οδηγός μου. Ξύπνησα την επόμενη με ένα κεφάλι γεμάτο τσίπουρο, θολωμένο κρασί και μισοξεχασμένα τραγούδια από το πανηγύρι. Και, λες κι όλα αυτά δεν ήταν αρκετά, είχα και μια παράξενη ανάμνηση από μια συμφωνία που έκανα με έναν εβδομηντάχρονο, για να τρέξω μαζί του μισό μαραθώνιο. Κοίταξα το τηλέφωνο μου και βρήκα μια επαφή με το όνομα “Γιώργος Δρομέας”. Του τηλεφώνησα για να σιγουρέψω το τι ακριβώς είχαμε συμφωνήσει, και την επόμενη στις εφτά το πρωί με περίμενε στην πλατεία στον Πύργο, ετοιμοπόλεμος με τον εξοπλισμό του και με μπουκάλια νερό, κάνοντας διατάσεις σε μια μαρμάρινη στάση λεωφορείου. Η διαδρομή μας θα ήταν μια προεπισκόπηση του πρώτου
αγώνα 20 χιλιομέτρων της Τήνου (“Εξωμεριά Trail Race”), ένα διεθνές αθλητικό γεγονός που θα λάβει χώρα για πρώτη φορά στο νησί στις 14 Σεπτεμβρίου. Ξεκινήσαμε να τρέχουμε από τον τεράστιο πλάτανο της πλατείας του Πύργου, που φυτεύτηκε 144 χρόνια πριν, με τον Γιώργο να λέει αστεία με τους ντόπιους, και να τους ζητάει να του έχουν έτοιμη μια μπριζόλα για την ώρα που θα επιστρέψει. Φεύγοντας από τον Πύργο και περνώντας από το Μουσείο Μαρμαροτεχνίας, πήρα την πρώτη γεύση μου από τα πέτρινα μονοπάτια της Τήνου, τα καλντερίμια που διασχίζουν όλο το νησί. Παλιότερα ήταν ο μόνος τρόπος επαφής μεταξύ των χωριών αλλά και ο μόνος δρόμος που ένωνε τα χωριά με τα χωράφια, και ήταν σε χρήση μέχρι και πενήντα χρόνια πριν. Φτιαγμένα από γιγάντια κομμάτια σχιστόλιθου και μαρμάρου (υλικά από τα οποία είναι φτιαγμένο το νησί), είναι κλεισμένα γύρω-γύρω με ξερολιθιές. Αυτά τα ιστορικά μονοπάτια ξεχάστηκαν κατά τις τελευταίες δεκαετίες, επιτρέποντας έτσι σε θάμνους ρίγανης και θυμαριού και ακανθώδη φρύγανα να τα γεμίσουν. Ο Γιώργος περνούσε πάνω τους κι ανάμεσά τους με απόλυτη χαλαρότητα, εξηγώντας πως θες “καλά παπούτσια” για να το κάνεις αυτό. Κάτι που, φυσικά, εγώ δεν είχα. Δεκάδες εθελοντές, όμως, σε συνεργασία με τους διοργανωτές του “Εξωμεριά Τrail Race” έχουν έρθει στην Τήνο πρόσφατα για να καθαρίσουν αυτά τα μονοπάτια. Η δουλειά τους, εκείνη τη μέρα που τρέξαμε με τον Μπάρμπα Γιώργη, ήταν ημιτελής, αλλά παρ’ όλα αυτά, εντυπωσιακή. Γέφυρες από σχιστόλιθο σε οδηγούσαν σε πέτρινα σκαλοπάτια και εκκλησάκια σε απίστευτα απρόσιτα σημεία, που τους έκαναν παρέα δέντρα λυγισμένα στο πλάι από τους αέρηδες. Αγριοκάτσικα ξεπήδαγαν εδώ κι εκεί, ανάμεσα σε ξεχασμένους ελαιώνες, ενώ την ίδια στιγμή η θάλασσα απλωνόταν από κάτω μας ως τον ορίζοντα. Όπως σκαρφαλώναμε, τρέχαμε και περπατούσαμε, ο Μπάρμπα Γιώργης μου είπε λίγο για την ιστορία της ζωής του. Είχε φύγει από την Ελλάδα και το νησί του στη δεκαετία του ‘60, όπως πολλοί Έλληνες έκαναν, σαν οικονομικός μετανάστης στη Σουηδία. Εκεί δούλεψε σε εργοστάσια κι έκανε διάφορες δουλειές ώσπου να καθιερωθεί σαν ζωγράφος και διακοσμητής. Παντρεύτηκε μια Σουηδέζα και κάναν παιδιά, όμως ποτέ δεν μπόρεσε να προσαρμοστεί σε μια ζωή όπου, όπως είπε, “ξύπναγες, δούλευες, έτρωγες κάτι, μετά ξανακοιμόσουν, και ξανάκανες το ίδιο την επόμενη μέρα”. Μια φάση κατάθλιψης που πέρασε όταν εξηντάριζε τον έπεισε να γυρίσει στην πατρίδα του και να αφιερώσει περισσότερο χρόνο στο τρέξιμο. Ενώ πλησιάζαμε το επίπεδο της θάλασσας για τέταρτη φορά μετά από μια σκληρή ανάβαση στον Μαρλά και μια ιλιγγιώδη κατάβαση πάνω σε σκαλοπάτια από φαγωμένο μάρμαρο, η ενέργεια του έμοιαζε εντυπωσιακά ανεξάντλητη. Βρήκαμε καταφύγιο σ’ ένα καφενείο οπού θυμήθηκε πως πέρναγε τα απογεύματα στα καλοκαίρια της εφηβείας του. Κι εκεί διάλεξε να μου πει ότι είχαμε ακόμα 230 πέτρινα σκαλοπάτια ανάβαση μέχρι να ολοκληρώσουμε τη διαδρομή. Φτάνοντας στο τέλος της διαδρομής, εξαντλημένος και μετά από περίπου τρεις ώρες από την ώρα που αρχίσαμε, ο Μπάρμπα Γιώργης είχε ξεχάσει την μπριζόλα που είχε παραγγείλει το πρωί. Ήθελε όμως να επισκεφτεί το φαρμακείο για να ζυγιστεί και να του πάρουν την πίεση. Η γοητευτική νέα φαρμακοποιός είπε πως τα αποτελέσματα θα κολάκευαν ακόμα και σαραντάρη. Και ήταν αρκετά ευγενής ώστε να μην του θυμίσει, όταν αυτός άρχισε να περηφανεύεται, πως αυτά της ήταν ήδη γνώριμα, γιατί τον είχε ξανατσεκάρει μετά το τρέξιμο του χιλιάδες άλλες φορές. Άλλα, όλοι χρειαζόμαστε λίγο κολάκευμα στη μάχη μας με το χρόνο.
37
DR DIXON & MR HUGO ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Kείμενο: Lucia Del Pasqua Συνέντευξη & Φωτογραφίες: Δημήτρης Καραΐσκος
O κορυφαίος δημοσιογράφος και συγγραφέας Hugo Dixon διάλεξε τον Χατζιράδο για να ξαναανακαλύψει τον εαυτό του. 38
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
39
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Σ
κεφτείτε μια μπαταρία: έχει ένα αρνητικό κι ένα θετικό πόλο. Ένα χρυσό κι ένα μαύρο κομμάτι. Χρυσό σαν μια πετυχημένη ζωή, μαύρο σαν μια γοητευτική δίνη, στην οποία θες να πέσεις μέσα μαγνητισμένος.
Ο Ηugo Dixon είναι ακριβώς σαν μπαταρία: Δημιουργεί πολλή ενέργεια, κι έχει ένα θετικό κι ένα αρνητικό πόλο. Και όταν τον συναντάς, βλέπεις από την μία τον “Dr Dixon” - έναν πετυχημένο δημοσιογράφο του Financial Times, ιδρυτή του “Breakingviews” του Reuters και συγγραφέα του βιβλίου “The In/Out Question: Why Britain Should Stay in the EU and fight to make it better”, και από την άλλη τον “Μr Hugo”, ένα χαλαρό τύπο που φοράει ένα t-shirt με μια surf στάμπα, έναν κατά τα άλλα σοβαρό κύριο που κοιτάει το πρόγραμμα του για να τσεκάρει πότε είναι καλά μέσα στη βδομάδα να κάνει το πρώτο του μάθημα στο surfing, που μαθαίνει κηπουρική και μαγειρεύει τα αυγά που κάνουν οι κότες του γείτονα του, αυγά τόσο νόστιμα που τα λένε γελώντας “eggxelent”. Στον Hugo Dixon βλέπει κανείς ταυτόχρονα την ακρίβεια και τη σοβαρότητα του Λονδίνου και την αγριάδα, την τάξη/αταξία της Τήνου. Μπορεί άραγε η Βασίλισσα Ελίζαμπεθ να συνυπάρχει με την Παναγία? Η απάντηση ειναι “ναι”. Ο Hugo είναι κάποιος που κάπως καταφέρνει και μπορεί την μία μέρα να πάει σε βραδινό γεύμα με τον πρώην πρωθυπουργό της Ιταλίας, Μάριο Μόντι, και το άλλο πρωι να πάει περπατώντας από τον Χατζιράδο στα Κιόνια, για να κάνει γιόγκα στην παραλία. Και το κάνει αυτό επειδή καταφέρνει και αναμιγνύει το ανίερο με το ιερό με έναν πνευματικό τρόπο. Και λέω πνευματικό γιατί γι’ αυτόν η Τήνος δεν είναι ένα μέρος που διάλεξε για να απομονωθεί, αλλά ένα μέρος για να μελετήσει φιλοσοφία, καθότι μόλις έγινε ξανά φοιτητής, ξεκινώντας ένα μεταπτυχιακό φιλοσοφίας στο Λονδίνο. Και στο μεταξύ αγόρασε ένα υπέροχο σπίτι στον Χατζιράδο όπου μπορεί και βρίσκει την ησυχία του. Και δεν εννοώ την ησυχία της απραξίας, αλλά αυτήν που σε κάνει πνευματικά γόνιμο και δημιουργικό, αυτήν που τον κάνει να φροντίσει τις ντοματιές και το καταπράσινο γρασίδι στον κήπο του, αυτή που τον κάνει να μαθαίνει μια άλλη ζωή (κάποιος θα μπορούσε να πει “την καλή ζωή”), μια ζωή που δεν είναι γεμάτη με οικονομικά διαγράμματα αλλά με τις ευλογημένες δονήσεις του Αιγαίου. Μια ζωή που είναι γεμάτη με ήλιο, θάλασσα, καλό φαγητό και σιωπή. Αλλά ο Hugo Dixon δεν είναι νέος λάτρης της Ελλάδας. Την επισκέπτεται πάνω από 40 χρόνια τώρα, από τότε που ήταν παιδί, καθότι η προγιαγιά του ήταν Ελληνίδα και ο πατέρας του τον έφερνε συνεχώς για διακοπές στο Σούνιο και τα νησιά. Πέραν τούτου, παντρεύτηκε μια γυναίκα από την Κύπρο. Είναι λοιπόν μια πραγματική ιστορία αγάπης που ενώνει τον ίδιο ουρανό, γκρίζο στην μια άκρη του (στο Λονδίνο) και καταγάλανο στην άλλη (στην Ελλάδα). Αλλά γιατί διάλεξε την Τήνο, και όχι, για παράδειγμα, την Μύκονο; Ο Hugo απάντησε στην ερώτηση με τυπικό Αγγλικό τρόπο, πολύ καθαρά και πολύ συνθετικά. “Πρώτον”, είπε, “αντιδρώ πολύ καλά στην φυσική ομορφιά και πολύ αρνητικά στην ασχήμια, και υπάρχει ελάχιστη ασχήμια σ’ αυτό το νησί. Δεύτερον, γιατί τα χωριά της Τήνου είναι, το καθένα απ΄ αυτά, ξεχωριστοί προορισμοί, όχι στάσεις στην πορεία σου. Και τρίτον, γιατί υπάρχει ο προσκυνηματικός τουρισμός, που λειτουργεί σαν προφυλακτικό έναντι στον κανονικό τουρισμό”. Ιερό κι ανίερο, πάλι. Και ανάμεσα σε αυτές τις αντιθέσεις, στο λάδι και το ξύδι, υπάρχει και μια δόση αλατιού, μια δόση Αγγλικού σουρεαλιστικού σαρκασμού, γιατί ο Ηugo ετοιμάζει ένα “loobook”, δηλαδή ένα βιβλίο για να χαζεύουν οι επισκέπτες της τουαλέτας του σπιτιού του στον Χατζιράδο, γεμάτο με γλωσσοδέτες σε διάφορες γλώσσες, τους οποίους ψάχνει και συλλέγει πυρετωδώς αυτές τις μέρες...
40
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
41
ΤΗΝΙΑ ΠΑΡΑΘΥΡΑ ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Φωτογραφίες: Δημήτρης Καραΐσκος
Η Τήνος ιδωμένη μέσα απ’τα μάτια των σπιτιών της, απ’τον Τριάνταρο ως τα Υστέρνια. 42
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
43
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
44
Φωτογραφία: Γεωργία Φόνσου
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
45
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
46
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
47
ΜΙΑ ΙΤΑΛΙΔΑ ΣΤΗΝ ΤΗΝΟ ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Kείμενο: Lucia Del Pasqua Φωτογραφίες: Δημήτρης Καραΐσκος
...ή πως η Ιταλίδα δημοσιογράφος Lucia Del Pasqua κατάφερε να αφήσει τη βοή του Μιλάνου πίσω της και να κλείσει το κινητό της. 48
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
49
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Α
ς πούμε την αλήθεια: κανείς στην Ιταλία δεν ξέρει την Τήνο. Κι εγώ νοιώθω τυχερή που την γνώρισα, γιατί αγαπώ τα μέρη όπου δε βρίσκω Ιταλούς τουρίστες. Ίσως ακούγομαι σνομπ αλλά είμαι αλλεργική σ’ αυτό το είδος Ιταλών σε διακοπές, με τα πόλο μπλουζάκια με τους σηκωμένους γιακάδες, τα κάπρι παντελόνια με τα λαστιχάκια και το τζελ στα μαλλιά. Όταν με ρωτούν στην Ιταλία που θα πάω διακοπές και απαντώ “στην Τήνο” μου απαντάνε “και γιατί δεν πας στην Μύκονο;” Άντε να τους εξηγήσεις πως η Μύκονος είναι ο διάβολος και η Τήνος το “ιερό νερό”. Η Μύκονος είναι ο Διόνυσος, κι η Τήνος ο Χριστός. Αλλά η Τήνος έχει και μια εσωτερική ανησυχία, ένα είδος “ήρεμης αναστάτωσης”: οι βράχοι ξεπηδούν από το έδαφος με τον πιο παράξενο τρόπο, βουνά υψώνονται πάνω από τις ακτές, κάθε χωριό είναι ένας διαφορετικός κόσμος - και όλες αυτές οι αντιθέσεις είναι που δεν την κάνουν ποτέ βαρετή. Η Τήνος είναι “δύσκολη”. Και γι’ αυτό το λόγο είναι και τόσο γοητευτική. Για να σου δοθεί και να πάρεις όλα όσα έχει να σου δώσει, πρέπει να είσαι έτοιμος να εξερευνήσεις, να περπατήσεις, πολλές φορές για ώρες, σε δύσβατα μονοπάτια - πάρτε για παράδειγμα τη διαδρομή από την Μυρσίνη στη Λιβάδα. Η Τήνος δεν είναι ένα νησί για ηλικιωμένους ανθρώπους, αλλά ένα νησί για “διαφορετικά νέους”. Για παράδειγμα, εγώ είμαι μια fashion blogger που ζει στο Μιλάνο και είμαι σχεδόν νευρωτικά κολλημένη με το κινητό μου και τα social media. Και όταν ήρθα για πρώτη φορά εδώ και είδα κινητά πεταμένα μέσα σε τσάντες, απενεργοποιημένα, ξεχασμένα για ώρες, χωρίς οι ιδιοκτήτες τους να δίνουν δεκάρα, έπαθα σοκ. Και αυτοί οι “διαφορετικά νέοι” άνθρωποι σερφάρουν μέσα στα κύματα, αντί να ποστάρουν selfies στο facebook. Αυτοί οι άνθρωποι έχουν κάτι απίστευτα αυθεντικό που είναι αδύνατον να μην σε γοητεύσει. Αλλά για μια Ιταλίδα που ζει σε μια μεγάλη πόλη είναι πολύ εύκολο να κάνει κάποια λάθη στην Τήνο, για παράδειγμα να ζητήσει να φάει sushi ή να είναι υπομονετική και να μην κορνάρει στις αγελάδες και τα πρόβατα που εμφανίζονται στη μέση του δρόμου, να θέλει να βάλει τα “καλά” της για να βγει έξω, να θέλει “aperitivo”, ή να φοράει συνέχεια παπούτσια και μαγιό. Και εννοώ πως μετά από λίγες μέρες αφού πρωτοήρθα στην Τήνο κολύμπαγα γυμνή, πήγαινα στο σουπερμάρκετ κι έπαιρνα μπίρα και πατατάκια για “aperitivo”, και το κραγιόν κι η μάσκαρα ήταν απλά μια ανάμνηση. Κι αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να αγαπήσεις την Τήνο: να θυμηθείς έναν εαυτό σου που πιθανόν έχεις ξεχάσει - αυτόν που είναι κοντά σε οτιδήποτε αγνό, καθαρό και φυσικό. { Η Lucia Del Pasqua είναι δημοσιογράφος και δημιουργός του website thefashionpolitan.com }
50
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
51
Ο ΚΡΥΦΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ ΤΗΣ ΤΗΝΟΥ ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
52
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Ο ιδιοκτήτης του μπαρ “Αργοναύτης”, Γιώργος Κορίνθιος, κρύβει στο Εξώμβουργο έναν μολυβένιο στρατό μοναδικής ομορφιάς. Συνέντευξη & Φωτογραφίες: Δημήτρης Καραΐσκος
53
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
H
συλλογή μου ξεκίνησε το 1999 με αφορμή το περιοδικό «Μολυβένια Στρατιωτάκια» της Ντε Αγκοστίνι, που έδινε δώρο ένα στρατιωτάκι. Η εικόνα του μολυβένιου στρατιώτη μου ξύπνησε όλες τις παιδικές αναμνήσεις και με έκανε να θυμηθώ τα 4-5 μολυβένια κομμάτια που είχα μέσα στη μεγάλη συλλογή από πλαστικά. Όσο περισσότερο μεγάλωνε η συλλογή, τόσο περισσότερο εντυπωσιαζόμουν απ’ αυτή τη ζωντανή μινιατούρα, δημιουργημένη από τους καλύτερους γραφίστες του κόσμου, απόλυτη φωτογραφία του πρότυπου που συμβολίζει. Θεωρώ τον εαυτό μου συλλέκτη, αλλά και λάτρη των συγκεκριμένων αντικειμένων, που είναι γεμάτα ρομαντισμό και αποτελούν μια ζωντανή μνήμη της ιστορίας. Με ταξιδεύουν σε όλες τις μεγάλες ιστορικές μάχες και μου δημιουργούν ένα αίσθημα πληρότητας. Στο εξωτερικό υπάρχουν πολλοί που έχουν αυτήν την τρέλα. Ο μεγαλύτερος συλλέκτης μολυβένιων στρατιωτών ήταν ένας Ιταλός πρίγκηπας, ο οποίος είχε αφιερώσει έναν ολόκληρο πύργο στη συλλογή του. Στην Ελλάδα, όμως, δεν υπάρχει πραγματικότητα αυτού του χώρου. Δεν υπάρχουν συλλέκτες, ούτε σύλλογος, ούτε συναντήσεις. Το μεγαλύτερο κομμάτι της συλλογής είναι αγορασμένο σε δημοπρασίες στο εξωτερικό, μέσω διαδικτύου. Στοιχίζουν από 20 έως και 500 ευρώ το κομμάτι, με κριτήριο τη σπανιότητα του, την εταιρεία του, την ηλικία του, καθώς και τιμές που έπιασε σε προηγούμενες δημοπρασίες. Η συλλογή μου αποτελείται από κομμάτια 150 χρόνων μέχρι και το 2004. Θα ήθελα να έχω το χώρο και τα χρήματα για να τη γιγάντωνα. Η συλλογή μου είναι τοποθετημένη σε δύο βιτρίνες, που ανάμεσά τους έχουν ένα παράθυρο που καδράρει το κάστρο του Εξωμβούργου και μου δημιουργείται η σκέψη ότι μ’ αυτούς τους στρατούς δεν θα ‘χε πέσει, ούτε με προδοσία. Θα μ’ ενδιέφερε να τα εκθέσω, για να μεταλαμπαδεύσω την ιδέα. Ένας φίλος μου πρότεινε να τα εκθέσω στο μαγαζί μου, το μπαρ «Αργοναύτης», αλλά η διασκέδαση δεν συνάδει με τον μιλιταρισμό.
54
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
55
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
56
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
57
ΣΑΝ ΤΟ ΑΛΑΤΙ ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
58
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Η Μαρία κι ο Βασίλης έφτιαξαν στον Άγιο Φωκά ένα εστιατόριο με πολύ αγάπη, κι εμείς φωτογραφίσαμε μερικές από τις γωνιές του. Από την Lucia Del Pasqua
59
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
60
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
61
ΒΥΘΟΣ ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Φωτογραφίες: Μάνθος Δελατόλας / Island Extreme
H υποθαλάσσια Τήνος μέσα απ’τον φακό της σχολής καταδύσεων “Island Extreme”. 62
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
63
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Ναι, είναι στην Τήνο!
64
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
65
ΑΠΟΨΗ ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Εικονογράφηση: Δημήτρης Καραΐσκος
του Ιουλιανού Δεσύπρη
66
Ε
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
ίναι σαφές ότι όταν ένας Τήνιος καλείται να μιλήσει για το νησί του, θεωρεί πως είναι το καλύτερο, το ομορφότερο και αυτό που θα έπρεπε να είναι ο νούμερο ένα προορισμός στις Κυκλάδες. Και ένα τέτοιο επιχείρημα θα ήταν εύλογο ίσως καθώς η Τήνος διαθέτει ορισμένα γεωμορφολογικά, αρχιτεκτονικά, γαστρονομικά, ιστορικά και πολιτιστικά στοιχεία που όλα μαζί είναι δύσκολο να απαντηθούν σε άλλα νησιά και προορισμούς τόσο των Κυκλάδων όσο και της Ελλάδας γενικότερα. Θα ήταν στρουθοκαμηλισμός επίσης να μην κάνουμε την παραδοχή ότι για την ελληνική αγορά τουλάχιστον, η Τήνος, ή για να χρησιμοποιήσω όρους marketing το brand name του νησιού είναι αδήριτα συνδεδεμένο με την Παναγιά της Τήνου και τον προσκυνηματικό τουρισμό. Αυτό δεν είναι ούτε καλό ούτε κακό, είναι γεγονός και θα πρέπει πάντοτε να λαμβάνεται υπόψη. Υπάρχει ταυτόχρονα μια παράλληλη συζήτηση ότι ο προσκυνηματικός τουρισμός έχει επικαλύψει τα πάντα και είναι πολύ δύσκολο για το νησί μας να αναδείξει και άλλα χαρακτηριστικά του, τα οποία θα το καταστήσουν ανταγωνιστικό προορισμό. Δεν συμφωνώ με αυτή την άποψη. Αντιθέτως θεωρώ ότι ειδικά για τις αγορές του εξωτερικού το brand name Τήνος δεν υπάρχει και άρα δεν έχει συνδεθεί και με κάτι. Αυτό είναι πρόβλημα, αλλά είναι ταυτόχρονα και ευκαιρία, γιατί μας δίνει τη δυνατότητα να το δημιουργήσουμε, και να το κάνουμε συνεκτικά και με στρατηγική στόχευση και χρησιμοποιώντας τα πολλά εργαλεία προώθησης που έχουμε στη διάθεση μας. Για να επιτευχθεί όμως αυτός ο στόχος χρειάζονται δύο πράγματα: συνεννόηση και συνέργειες. Συνεννόηση μεταξύ των επαγγελματιών του νησιού και συνεννόηση με τις αρχές και την περιφέρεια.
Τον τελευταίο χρόνο ξεκίνησε μια προσπάθεια να γίνουν τα πράγματα λίγο πιο οργανωμένα. Ο Δήμος προχώρησε στην εύρεση συμβούλου για την προώθηση της περιοχής (γιατί πράγματι, χρειαζόμαστε επαγγελματίες για να το κάνουν αυτό) ο οποίος θα αναλάβει καθήκοντα τις επόμενες εβδομάδες και ταυτόχρονα ξεκίνησαν συζητήσεις για τη δημιουργία ενός Δικτύου Επιχειρήσεων το οποίο θα προχωρήσει από κοινού σε σειρά προωθητικών ενεργειών για την στοχευμένη προβολή του νησιού στο εξωτερικό και σε ειδικά κοινά. Γιατί πρέπει να καταλάβουμε ότι άλλου είδους προώθηση απαιτείται για την προσέγγιση του περιπατητικού τουρισμού, άλλη για την προσέγγιση του αναρριχητικού, άλλη για του αθλητικού, άλλη για να μετατρέψουμε προς όφελος όλου του νησιού τον προσκυνηματικό σε θρησκευτικό - πολιτιστικό τουρισμό. Ταυτόχρονα η ύπαρξη του Δικτύου επιχειρήσεων θα βοηθήσει στη δημιουργία μιας ολοκληρωμένης εμπειρίας για τον επισκέπτη. Γιατί ο επισκέπτης δεν αξιολογεί τον προορισμό μόνο με βάση το ξενοδοχείο μας ή το εστιατόριο μας ή την παραλία μας, αλλά με βάση την συνολική εμπειρία του, που σημαίνει, μεταφορές, οδικοί άξονες, υποδομές, ιστορία, πολιτισμός, παροχές και φυσικά άνθρωποι. Άνθρωποι που δεν θα δίνουν αντιφατικά μηνύματα, που θα γνωρίζουν τον τόπο τους και που θα μπορούν με την καλή έννοια να «πουλήσουν» τις ομορφιές του. Αυτό που πρέπει να καταλάβουμε, νέοι και παλιοί επιχειρηματίες, είναι πως με την προσκόλληση σε παλιά μοντέλα όχι μόνο δεν θα ξεφύγουμε από την στασιμότητα αλλά τουναντίον θα οδηγηθούμε σε οπισθοχώρηση, για τον απλό λόγο ότι γύρω μας οι «ανταγωνιστές» κινούνται. Η κρίση που μας έπληξε, μέσα στα αρνητικά της έχει και το θετικό ότι γίνεται σιγά-σιγά συνείδηση ότι χρειάζονται συνεργασίες.
Συνέργειες μεταξύ φορέων, Δήμου και τοπικών επιχειρηματιών.
Με αυτό τον τρόπο η άνοιξη του τουρισμού που βλέπουμε στις ειδήσεις θα έρθει και στον τόπο μας.
Πρέπει ταυτόχρονα να αποφασίσουμε (πράγμα δύσκολο όχι μόνο για την Τήνο αλλά και για την Ελλάδα γενικά) ότι για να τεθούν στέρεες βάσεις ανάπτυξης της Τήνου ως τουριστικού προορισμού πρέπει να κοιτάξουμε λίγο παραπέρα από την προσωπική μας επιχείρηση και πρέπει ταυτόχρονα να απαλλαγούμε από το σύνδρομο ότι όλα πρέπει να να μας τα παρέχει το κράτος, η Περιφέρεια, ο Δήμος και οι τοπικοί επαγγελματίες του τουρισμού να παρακολουθούν απλώς.
Και θα είναι ποιοτικός και θα αναδεικνύει τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα. Γιατί η Τήνος είναι το ωραιότερο νησί της Ελλάδας! { Ο Ιουλιανός Δεσύπρης είναι Αντιπρόεδρος της Επιτροπής Τουρισμού της Τήνου, Σύμβουλος Δημοτικής Κοινότητας Τήνου και ιδιοκτήτης της ξενοδοχειακής μονάδας Porto Raphael Residences & Suites }
67
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
ENGLISH TEXT PAGE 4: EDITORIAL «Kyma» («Wave»), as you probably notice, is a project done by a handful of friends. It is distributed freely and begins its uncertain but surely exciting journey in the summer of 2004. It’s created because it loves Tinos, its people, its countless secret magical corners and the rides on its waves. It has the need to talk about all these things through stark black and white photos and with simple words. It has stashed in its archives exciting material, gathered through the years with a faithful dedication and an almost masochistic zeal, a material that is still being harvested off this amazing and blessed place, that truly feels like the last earthly paradise. «Kyma» promises to keep a lively online presence and to unexpectedly excite all those that love the unexpected wonderland that is Tinos. It hopes that it journey is going to be long, and most of all, full of good friends. Enjoy the ride!
PAGE 6: SIMILAR DIFFERENCES Photographer Zoe Hadjiyiannaki puts Catholic and Orthodox churches of Tinos side by side and invites us to play a game of «spot the differences». This approach of Catholic and Orthodox churches in Tinos is more social and spatial than historical or religious. It is a visual research into how the people of the island read and translated the coexistence of both religions in their particular environment. A look into what extent different factors like tradition, society, location, ethics, individual beliefs intermingled and made their appearance in architectural forms. The work obviously refers to the famous “Typologies” of Berndt and Hilla Becher and, as they proposed, it is a sort of an anatomy of the relations between constituent parts, where the objects of the structures need to be isolated from the context, without colour and as much as possible objectively portrayed. In this way the viewer can observe similarities and differencies and reflect on the multiple exchanges of specific geographical, social, historical and economical circumstances that construct them.
PAGE 12: A WALK ON THE BEACH Midwinter, a cow family that lives in the fertile field of Kolympithra, decides to take a stroll down the empty beach. Photos by Dimitris Karaiskos.
PAGE 16: HOLY WOOD Yiannis Papazoglou just created in Tripotamos a
woodworking lab with lots of enthusiam and tons of love. Text by Lucia Del Pasqua, pictures by Dimitris Karaiskos When I was 18 I tried snowboarding, then skateboarding, and as far as surfing is concerned, I stopped at knee surfing. In Kolibithra I drunk so much saltwater I got deaf and my head became squeezed in a vacuum-sealed bubble for hours. I played a lot with the surf, and at the end I lost. God, I am a loser, and I don’t know if I can accept this fact. But wait, it wasn’t a 1-0 score, but more like 0,51-1. After five surfing sessions I couldn’t stand on my feet on the board, only on my knee-caps. I am of course going to take more lessons, because it it’s true we have to accept defeat, but we have to win, too. I had never seen a real surfboard, only in films, and I had never lived the surfer spirit, and I had never heard about centimeters, waves or winds. Last month in Tinos I lived a hippie experience among surfboards, skateboards, Wolkswagen vans and hair that had turned blonde due to extreme exposure to the sun. I also understood the difference between real and fake hippies - and the fake ones are the ones in Facebook, people that talk too much, believing they are cool because they post things like “This summer surf”, but who have really seen waves and surfing only in postcards and Pinterest boards. Let’s face it - surfing is currently a trend: Everybody is a surfer, everybody is a biker, everybody is a skateboarder. At least in Milan. But in Tinos there are guys that are real surfers, and there is someone who actually shapes boards with his hands and with his heart. When I met Yiannis Papazoglou I met the real meaning of doing things with the heart. Visiting his workshop it was like getting on a space shuttle and travelling through time, although I didn’t know which place in time. Maybe because there I forgot both about time, maybe because every object was a particle of time living in its own world and its own experience. Each object had a very precise disposition, and I really asked myself how could it be possible to keep a workshop ordered. But evidently it was. Yiannis shapes boards, from surfboards to skateboards, and he treats these objects like they were ingredients for a cake: he dresses the mixture with the oil, and then he adds some salt, his final objective being to make a very good dish. It’s a vicious circle: when Yiannis is in front of a piece of wood, everything else diminishes to nothing. And when you watch him work, the same happens to you, perhaps because of the osmosis taking place in the room. This is a story of a guy who lives on a island and has decided to try something new to give meaning to his life, to not be bored. And it all looks like he had no choice: his workshop, his home, everything owned by him, and everything about him oozes the smell of surf. You really feel like such a strong passion could convince the pope Francesco to catch a wave. You feel that these positive, spontaneous vibrations regenerate you better than a spa. The emotion of Yiannis telling me about his “3Rivers”, his new board-shaping brand, made me think of all those people who always complain, forced to do in their life what they don’t want to do. The fact is nobody is forced to do anything, life is made of choices, and if in the morning you cannot wait to get up to put your enthusiasm into something you are
68
excited about, it means you did the right choice. It’s very simple and maybe obvious. And this guy did it. To feel it, you only have to touch just one of his boards.
PAGE 22: NEW BLOOD Zacharias Fonsos is the best new surfer on Tinos, and this is quite obvious. Interview to Dimitris Karaiskos, photos by Georgia Fonsou. I’m 20 years old. I was born and raised in Tinos. Surfing got suddenly into my life when i was 15 years old. I was at a friend’s house, he was already a surfer, and was speaking of surfing so enthusiastically he made me curious to try myself. Next day I joined him and i caught my first wave, although the swell crashed me and my board on the rocks... In surfing I have found something that really makes me happy, that keeps my body fit and healthy and that makes me meet amazing new people and places. The most precious thing about it, though, is that it makes all my troubles go away. When i hit the water, there is nothing in my mind anymore. Even waiting for the surf acts as a psychologist. If for some reason I should now stop surfing, I would definitely fall into depression! It’s very hard explaining what you feel when you surf. As they very well say, “Only a surfer knows the feeling”. The most amazing thing is that you surf even if you don’t surf, just because the sensation you have when you catch a wave is somehow being recorded in your memory and your body, and you relive it every day, every hour, every minute, even if you don’t surf. It’s like you catch wave in random moments of the day, even if you’re not even in the sea. It’s the best feeling in the world. If you want to surf in Greece, you have to be prepared to drive a lot and be lucky to catch the perfect conditions. If you do find them, though, it’s paradise: Our beaches and landscape is something unique and amazing. I have surfed throughout the country and Portugal, but Kolimbitrha is my favorite spot. After all, it is where I learned to surf. What amazed me in Portugal is the surf culture that is really embedded in their society. Even pharmacies had sings made in the shape of a surfboard! Another amazing thing was the mothers taking the groms to the beach to surf at dawn, coming back to get them to take them to school on time. Amazing! I dream in the future to go to a place like that to do a postgraduate or student exchange program. People in Tinos start discovering the surfing potential. Some have their own boards and equipment and some just like to watch. People come from all over Greece and abroad here to surf. Tinos is a perfect surfing place cause you can surf it year-round. The young people here are extremely lucky to have this, but they don’t know it yet. I advise them to try immediately!
PAGE 28: WAVES Waves break endlessly, year-round, on every coast of Tinos. Some guys (and girls) try to ride them. Photos by Dimitris Karaiskos, Kostis Migkos and Georgia Fonsou.
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ PAGE 36: RUNNER Daniel Howden run with a 70-year old local guy on the stone trails of Tinos. Text and Photo by Daniel Howden. The celebration at Prophitis Elias -- a white dot of a chapel atop the serrated peaks that look out from Tinos towards Andros -- wearing stout shoes or walking boots; a foolish few came in flip-flops. All of them followed the stone trails that climb for a steep half-hour out of Marlas, arguably Tinos’ most remote village. All except Barba Giorgis. He cut an unusual figure in his running tights and a Stockholm marathon top, surrounded by excitable French tourists watching locals preparing a feast and awaiting the overdue priest. At 70, Barba Giorgis (Grandpa George) was comfortably among the oldest of the pilgrims and explained that he had set off running more than an hour before from his home in the bay of Panormos, some ten kilometres and an eye-watering climb below. Wanting to make the most of the last light of the day he had followed an old shepherd’s path straight up the slope. When that had disappeared he made his way freestyle over the ruined terraces. He would stay, he said, for the liturgy but not the food, the wine or the raucous singing that would follow until the early hours of the morning. “I have to run back home,” he explained, showing me the two torches that he would use to light the winding road on his descent. Runners, especially long distance runners, can be boring to the point of cultishness. The currency of their conversation is kilometres, or the hours and minutes spent traversing them. They speak freely or gruesome or petty injuries and the unguents applied liberally to avoid them. Trails, terrain and training shoes are weighed and assessed in a level of detail that would mystify non-initiates. Such people even have a satisfying name in Greek: “dromeas”. I am, in my own way, one of them. Barba Giorgis came to late to the idea of becoming a dromeas, making his first strides in anger at the age of 58. He now runs at least six marathons a year, has taken on ultra-distance races (beyond the 42km classic marathon) and travelled all over the world with his hobby. Like most runners he is evangelical in his passion and keen to rope others into his exhausting pastime. With two shocks of white hair poking from a red baseball cap and blowing in the wind whipping over the mountain, he talked breathlessly of a new trail that had been cleared over the north of the island. We agreed to meet two days later at dawn whereupon he would act as my guide. I woke the next day with a headful of tsipouro, cloudy wine and half-remembered songs from the mountain chapel. To salt the hangover I also had dim memories of agreeing to run a half-marathon with a septuagenarian. I looked at my phone and there was “Giorgos Dromeas” duly stored in the memory. I called him just to make sure what I’d agreed to. And at 7am the next morning there he was in the square in Pyrgos, kitted out in utility belts and water bottles, stretching aged but willing limbs against a marble bus stop. Our route was to be a preview of the first 20km
Tinos trail race, an international event to be run for the first time in September of this year (2014). We set off jogging past the giant plain tree, planted 144 years ago in the village square, with Giorgos sharing a joke with the early risers and asking them to have a steak ready for him on his return. Leaving Pyrgos and passing the museum of contemporary marble sculpture I got my first taste of some of the remarkable stone paths, or _kalderimmia_ that criss-cross Tinos. Once the sole means of connecting villages both to the fields and terraces that they farmed and to each other, many of the _kalderimmia_ were in common use up until a half-century ago. Constructed from the giant slabs of slate and marble which the island is made of, they are mostly enclosed by dry stone walls. These historic trails have been neglected in recent decades, given over to the steady advance of thorny _frigana_ and bushes of wild thyme and oregano. Giorgos merrily tramped ahead through the needle-like terrain calling back that you need “good, strong shoes” for this. Which, of course, I didn’t have. Dozens of volunteers from all over the world have come to Tinos during the summer of 2014 to work with local organisers in clearing the old trails. Their work was incomplete but even the partial picture was stunning. Slate bridges, led to stone staircases and impossibly remote whitewashed chapels ringed by trees bent to a stoop by the Aegean winds. Wild goats fled from us across forgotten terraces full of olive trees gone to seed. And all the while the sea stretched out underneath us to the horizon. As we climbed, walked and ran, Barba Giorgis began to tell a little of his life story. He had left Greece and his birth island as a young man in the 1960s, as many Greeks did, an economic migrant who found his way to Sweden. There he had worked in factories and done odd jobs before establishing himself as a painter-decorator. He married a Swede and had children there but never truly adjusted to a life where “you would wake up, work, eat something, go to sleep and then repeat it all the next day.” A bout of depression in his late 50s persuaded him to spend more time back in his homeland and to try to regain his old energy through the pursuit of running. As we approached sea level for the fourth time after a staggered climb to Marlas and a vertiginous descent down a roughly hewn marble staircase, his energy seemed remarkably intact. We were given some shade by the ruins of an old _kafeneion_ where he remembered spending cool afternoons in the summers of his childhood. It was then that he chose to explain to me that the route finished with 230 stone steps back up to where we had started. On reaching the top, exhausted and a shade under three hours since we had started, he seemed to have forgotten about the morning’s request for steak. Instead he wanted to pop in to the Pyrgos pharmacy to weigh himself and check his blood pressure. An attractive young pharmacist duly strapped his arm and looked suitably impressed when he registered results that would have flattered a forty year old. She was kind enough not to remind him that she was familiar with his vital statistics as he had come in many times before after his extraordinary runs. We all need a little indulgence in our pursuit of agelessness.
69
PAGE 38: DR DIXON & MR HUGO The renowned journalist/writer Hugo Dixon rediscovers his self in a quiet village on Tinos. Text by Lucia Del Pasqua, pictures by Dimitris Karaiskos. Take a battery: it has a negative and a positive pole, a golden part and a black part, gold like glamour, like a successful life, black like black hole you want to dive into. Well, Hugo Dixon is exactly like a battery: he generates a lot of energy, he has a positive and a negative pole, and with “negative” I only mean there’s another pole too, the positive: cause he is both golden and black. So, on the one hand you have “Dr Dixon”, an ex Financial Times journalist, now Editor-at-Large at Reuters News, founder of Reuters Breakingviews and author of the book «The In/Out Question: Why Britain Should Stay in the EU and fight to make it better”. On the other hand, you have something else: “Mr Hugo”, a guy wearing a surfing T-shirt and who actually checks his weekly schedule to see when it’s best to have his first surfing lesson. Mr Hugo is a guy that is keen to learn gardening and to cook the eggs he got from a retired philosopher neighbor, who, treats his chicken so well, they make such tasty eggs that between them they call «eggxelent». Meeting Hugo Dixon you meet both the seriousness and precision of London and the wildness and order/disorder of Tinos. Can the Queen Elizabeth with her elegant yellow suit coexist with the Orthodox Virgin Mary? Well, yes, it rather seems they can. Hugo, a guy that somehow manages to both have dinners with the Italian ex-Prime Minister Mario Monti and walk for kilometers from Hadjirados down to Kiona, early morning, to do a yoga session on the beach carrying only a peach, made this possible by mixing together the holy with the profane in a spiritual way. I say “spiritual” because for him Tinos is not a island where he would escape and live like a hermit, but a quiet place where to study philosophy. Because he has just become a university student again, taking up a philosophy course. In the meantime he just bought himself a beautiful old house in Hadjirados that previously belonged to an artist, where he found his peace of mind. And this is not the kind of peaces that makes you idle, but the one that makes you intellectually fertile and creative, a peace that allows him to take care of his tomatoes and his ultra green grass, a peace one that lets him learn living a different life (one could say «the good life»), a life not made of monetary flows but of magic Aegean ones. A life that includes tons of sea, sun, good food and silence. Hugo Dixon is not a new aficionado of Greece: he has been coming in this place for 40 years, since he was a child, because his great-grandmother was Greek, and his father would bring him here all the time. On top of that, he was married to a Cypriot woman. So it is a real love story connecting the same sky, grey on one side (up in London), and almost always blue on the other (down in Greece). But why Tinos and not, for example the facing island of Mykonos? Mister Dixon replied to this
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ answer in the typical english way, very clearly and synthetically: first, he said, because he responds well to physical beauty and not well at all to ugliness, and there is very little ugliness in this island - even the port, that everybody seems to believe is not picturesque like the rest of the island, he finds charming. Second, because its all about the villages. «In Tinos», he memorably says, «you drive to them rather than drive through them». And third, my favorite answer: «Thank God there is the religious tourism, who acts a prophylactic against ordinary tourism». Holy and profane, again. And between those two contradictions, this combination of oil and vinegar, there is some salt, too, a strong dose of classic British irony. Because Hugo has a project: to publish a «loobook» for his toilet in Tinos, so his visitors, that accept his invitations to dinners and endless conversations, would enjoy a book full of tongue-twisters in various languages. (Wow!) So, here you have the Dixon philosophy: take boredom, buy her an one way boat ticket to a far away place, any place than Greece, and indulge endlessly in a thousand beautiful projects. And bring a busload of good friends, too, to share the fun.
PAGE 42: TINIAN WINDOWS Tinos seen through the eyes of its interiors, from Triantaros to Isternia. Photos by Dimitris Karaiskos.
PAGE 50: AN ITALIAN IN TINOS The story of a journalist from Milan who somehow managed, on Tinos, to turn off her mobile phone. Let’s be honest about it: nobody in Italy knows Tinos, and thank God for that. Perhaps I sound a bit snobbish but I am a allergic to that kind of Italians on holidays wearing polo t-shirts with collars up, cotton pants with elastic bands under the knee and always perfect gel on their hair. When Italians ask me: “So Lucia, where do I go for summer holidays?”, and I reply Tinos, they say: “Ok, but what about Mykonos?”. Would they get it if I told them that Mykonos is the devil and Tinos is the holy water? Because, really: Mykonos is Dionysus and Tinos is Christ. But this island also has an inner anxiety, a sort of “quiet chaos” in it: rocks are sprouting from the ground in the most bizarre ways, mountains rise over the sea, every village is a different microcosm - this kind of irregularity is the anti-boredom, one of the many reasons why Tinos amazes you. Tinost is “difficult”, and for this reason it is extremely charming. You love it only if you are prepared to be active, because if you want to reach some of the most beautiful things on it you have not only to walk, but often to fight against nature to get there. See for example the path from Mirsini to Livada. Let’s face it, it is not a island for old people, but for “differently young” ones: I mean, I am a fashion blogger based in Milan (always connected to social networks) and coming here I saw mobile phones forgotten in backpacks and cars and it was a shock.
And those differently young people surf, instead of nervously posting selfies on Facebook. But for an Italian girl living in a big city it’s very easy doing some mistakes in Tinos. Fore example: asking for a sushi, being impatient with cows and cats in the middle of the street (horns should be forbidden here), over-dressing up, asking for an aperitif, wearing shoes often, being worried about a swimsuit... After ten days I was barefoot, swimming naked, going to the supermarket to buy beer and chips to have my personal aperitif, and lipstick and mascara were only a memory. I am a fast learner. And to be like that, is the only way you can love an island. You have to be a kind of “you” you forgot, the most normal side of you (thank God). Lucia Del Pasqua is a journalist, writer and blogger based in Milan, Italy. She is the creator and author of the popular website thefashionpolitan.com
PAGE 52: THE SECRET ARMY George Korinthios, owner of the bar «Argonaut», talks about his collection of rare lead soldiers. Μy collection started in 1999, and as it grew bigger, i was more and more impressed by this animated miniature, made by the best designers in the world, an exact copy of what it symbolises. I consider myself a collector and admirer of these objects, that are full of nostalgia and beauty and are a living memory of history. They make me reenact all the historic battles and make me feel complete. / There are many people abroad that collect such soldiers, but almost none in Greece. In Italy, there was a prince that had the biggest collection in the world. This guy dedicated a whole castle for storing it. / My collection is comprised of pieces that date 150 years back and prices could rise up to 500 euro a piece. I would like to have the time, the space and the funds to make it bigger. / It is placed in two exhibition cabinets in my living room, that are separated by a window that overlooks the medieval castle of Exomvourgo. i can’t help but always think that with these armies, this castle would never fall. / I would love to exhibit this collection, if only to spread the “virus” to other people. A friend suggested I could do it at my bar, “Argonaftis”, but I’m afraid militarism and clubbing don’t go well together.
PAGE 58: LIKE THE SALT Details from the new restaurant «San to Alati» («Like Salt») on the coastal road of Agios Fokas.
PAGE 62: UNDERWATER
beautiful island in the whole of Greece. And this could be a valid argument, because Tinos has a unique and very rich combination of geographical, natural, architectural, historical, cultural and natural elements, that one cannot easily find in co-existence in many other places in Greece, let alone the Cyclades. But it would be foolish to keep refusing to see the elephant in the room: that, at least for the Greek market, the brand name of Tinos is directly connected to religious tourism. There is a parallel conversation going on about how this kind of tourism has shadowed some other elements, elements that could make it a top tourist destination. I don’t agree with this opinion. On the contrary I think that the brand name «Tinos» is not linked to anything in particular abroad. And this might be a problem, but it’s also a first class chance for us to make it happen, at last, now, using the promotional tools we have at our disposal. But to do this we need to achieve two things: To converse and agree and to collaborate. The professionals of this place have to talk with the authorities and start building synergies. We should also try to, (a thing hard not only for our island but for the whole of Greece), stop being short-sighted and look at the bigger picture. We should start getting rid of the concept that the state should provide us with everything and that the local professionals should just watch, doing nothing. During the last year a dialogue, has started, though, between the local professionals, and they are now trying to make a more organized try. The Municipality has also agreed to hire a communication professional to help promote the touristic identity of the place, plus the professionals are talking about creating a network of local businesses that will take up the task of communicating properly and clearly the various things the island has to offer to specialized audiences. Because we have to finally understand this: There’s a different kind of promotion needed for the sports tourism on Tinos, the religious tourism, the cultural tourism, and so forth. Hopefully, getting organized through this network, we could manage to offer to the visitor a holistic experience. Because the visitor doesn’t evaluate a destination based only on a hotel, or a restaurant or a beach, but based on her/his whole experience - be it the road system, or the history of the place, or its culture, and of course its people. People that should stop giving contradictory messages, people that know their place and that could «sell» in the right way its unique beauties. Because, Tinos, after all, is the most beautiful island in Greece! { Ioulianos Desypris is vice-president of the tourism board of Tinos, board member at the Municipality of Tinos and owner of the hotel unit Porto Raphael Residences & Suites }.
Underwater photos from Tinos, made by the diving school “Island Extreme” of Manthos Delatolas.
KYMA FREE PRESS MAGAZINE ISSUE 1 - SUMMER 2014
PAGE 66: AN OPINION
Published, designed and created by Dimitris Karaiskos on the island of Tinos. This first issue was made possible with the help of Zacharias Fonsos and Lucia Del Pasqua. Printed by Typos Press / Panagiotis Toufeklis, in Tinos. Online: kymamag.com, Email: kymamagazine@gmail.com © Αll rights reserved
If you ask anyone from Tinos to talk about her/his island, she/he would of course say it is the most
70
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
71
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
72
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
73
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
74
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
75
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
76
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
77
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Η λειτουργία του Αρτοποιείου “Το Σπιτικό” ξεκίνησε από το 1928 στο χωριό Κώμη Τήνου και συνεχίζεται με επιτυχία μέχρι σήμερα περνώντας από γενιά σε γενιά διατηρώντας αναλλοίωτα τα προϊόντα του και την ποιότητα των πρώτων υλών του. Στο Αρτοποιείο μας μπορετέ να βρείτε εκτός από μια μεγάλη ποικιλία Σπιτικών ψωμιών, αρκετά γλυκά και τοπικά παραδοσιακά εδέσματα. Όλα μας το προϊόντα μπορούν να στολίσουν τις πιο όμορφες σας στιγμές (γάμος, βάφτιση) αν το θελήσετε κατόπιν παραγγελίας. Μπορείτε να γνωρίσετε και να δοκιμάσετε τα προϊόντα μας σ’ ένα από τα καταστήματά μας τα οποία βρίσκονται: Ζανάκη Αλαβάνου, Τήνος, Τηλέφωνο 22830 25851 Φραγ. Παξιμάδι 2, Τήνος, Τηλέφωνο 22830 25430 Κώμη, Τήνος, Τηλέφωνο 22830 51066
78
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
79
ΚΥΜΑ ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
80