ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟΝ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟΝ
ΣΤΡΑΤΗ ΜΥΡΙΒΗΛΗ ( Ετελέσθη τη 2 4 η Α υ γ ο ύ σ τ ο υ 1 9 6 9 εν τη αιθούση των πνευματικών εκδη λώσεων του Αναγνωστηρίου Αγιάσου).
Α Γ ΙΑ Σ Ο Σ 1969
Ο κ. Ιωάννης Χατζηβασιλείου εκφωνών τον επιμνημόσυνον λόγον εν τη αιθούση των πνευματικών εκδηλώσεων του Αναγνωστηρίου.
Λ Ο Γ Ο Σ του προέδρου του Α ν α γ ν ω σ τ η ρ ί ο υ κ.
πανου
Το Α ν α γ ν ω σ τ ή ρ ι ο ν
Πρ Α τ σ ο υ
Α γ ι ά σ ο υ ως πνευματικόν
ίδρυμα, εκτός των
επιδιώξεών του αι οποίαι συνίστανται εις την πνευματικήν και καλλιτεχνικήν καλ λιέργειαν των κατοίκων τη ς κωμοπόλεως μας και την ε ξάπλωσιν των ιδεωδών του Ελληνοχριστιανικού πολιτισμού, έχει ανέκαθεν τάξει μεταξύ όλων αυτών την βρά βευσιν και την προβολήν εξα ιρέτων ανδρών, οίτινες δια της επιστημονικής, καλ λιτεχνικής και λογοτεχνικής των αρτιότητος, κατέστησαν πράγματι άξιοι πανελλη νίου και παγκοσμίου αναγνωρίσεως. Μ εταξύ των εκλεκτών και εξαιρέτων τούτων ανδρών συγκαταλέγεται ο αείμνηστος Λέσβιος λογοτέχνης μας πρόεδρος της « Ε θ ν ι κ ή ς και
Ακαδημαϊκός
Σ τρ ά τ η ς
Εταιρείας
και
Μυριβήλης,
Ελλήνων
λαμπρύνας δια των έργων
και
διατελέσας
λογοτεχνών»
του
το
όνομα
της
γενετείρας του και της αθανάτου Ελλάδος. Το
Αναγνωστήριον
Α γιάσου εθεώρησε μέγιστον καθήκον του να τιμήση
και τοιουτοτρόπως να ε ξάρη το μνημειώδες έργον του αειμνήστου Μυριβήλη,
Στράτη
οργανώ σαν προς τούτο φιλολογικόν μνημόσυνον.
Διά την οργάνωσιν του εν λόγω φιλολογικού μνημοσύνου συνέβαλον πάνυ προθύμως εκλεκτοί συνεργάται του Αναγνωστηρίου, όπως ο συμπαθής και εξα ί ρετος επιστήμων κ.
Ιωάννης
Χατζηβασιλείου,
καθηγητής της Φιλο
λογίας και κύριος ομιλητής του σημερινού φιλολογικού μνημοσύνου, όστις μεταξύ άλλων επεφορτίσθ η με το βαρύ και επίμοχθον έργον της ταξινομήσεως της βιβλιο θήκης, και ο ένθερμος υποστηρικτής και συμπαραστάτης του Ιδρύμ ατος αιδεσι μώτατος κ. Ο
κ.
Ζάνος
Γουγουτάς.
Ιωάννης
Χατζηβασιλείου
μετά
των συνεργατών του,
διδασκάλων και φοιτητών, θα αναλύση το έργον και την δράσιν του εκλιπόντος μεγάλου και αειμνήστου λογοτέχνου
Σ τρ ά τ η
Μυριβήλη.
τιμήσωμεν νοερώς το εκλεκτόν τέκνον της λεσβιακής γης.
Τοιουτοτρόπως θα
Ακολούθως και εις το
τέλος του φιλολογικού μνημοσύνου θα σας ομιλήση ο αιδεσιμώτατος κ. Γ ο υ γ ο υ τ ά ς σχετικώς με το έργον και την δράσιν του Αναγνωστηρίου.
Ζάνος
ΙΩ Α Ν Ν Ο Υ
X . Χ Α Τ Ζ Η Β Α Σ ΙΛ Ε ΙΟ Υ
ΚΑΘΗΓΗΤΟΥ
ΣΤΡΑΤΗΣ Η
ζωή
ΦΙΛΟΛΟΓΙΑΣ
ΜΥΡΙΒΗΛΗΣ και
το
έργο
του
( Λόγος επιμνημόσυνος)
Αντικρίζοντας το επιβλητικό πνευματικό ανάστημα του Στράτη Μυριβήλη, του οποίου σήμερα τιμούμε την ιερή μνήμη, και γνωρίζοντας πως οι μεγάλοι άνδρες βρίσκουν τη δικαίωσή τους στα λόγια επίσης μεγάλων ανδρών, φοβούμαι μήπως ο άμεστος στοχασμός μου αδικήση σε κάτι τον άνθρωπο και το συγγραφέα. Η χα ρά όμως της πνευματικής προσκυνήσεως και της καταθέσεως των λουλουδιών του φιλολογικού μας μνημόσυνου στον τάφο του μεγάλου μας νεκρού μου δίνει φτερά, με τα οποία θα προσπαθήσω να σας μεταφέρω στο χλοερό λιβάδι της πνευματικής του παραγωγής. Απειλητικό κολπωνόταν το μαύρο μαγνάδι της τούρκικης σκλαβιάς πάνω στο νησί μας, όταν το 1892 γεννήθηκε στο γραφικό χωριό της Σκαμνιάς ο Στράτης Σταματόπουλος, γνωστός περισσότερο με το φιλολογικό ψευδώνυμο Μυριβήλης, που του έδωσε μια ομώνυμη βουνοκορφή του ανάδοχού του Λεπέτυμνου. Ε δ ώ , πλάι στο παραγώνι του πατρικού του σπιτιού, ανάμεσα στους απλοϊκούς χωρικούς και ψαράδες της Σκάλας και μέσα στα στενά όρια Μόλυβου, Λεπέτυμνου και Κάβο— Κόρακα, έζησε τα παιδικά του χρόνια, που τη νοσταλγία τους τη βλέπουμε διάχυτη σ’ όλο σχεδόν το έργο του. Α π ό το λίκνο της γενέτειράς του υψώθηκε με τις καλύτερες ευχές ο νεαρός Στράτης και βαφτίστηκε στην κολυμπήθρα των γραμμάτων του φημισμένου την εποχή εκείνη Γυμνασίου της Μυτιλήνης. Ε δ ώ άκουσε λαμπρούς δασκάλους, καθι σμένος στο άδειο θρανίο του τέταρτου μετά τον Ευριπίδη τραγικού Δημητρίου Βερναρδάκη, για να συνεχίση σε λίγο κι’ αυτός αντάξια τη λογοτεχνική παράδοση της Λέσβου. Α φού τέλειωσε τις εγκύκλιες σπουδές του, ήρθε στην Α θ ήνα και γράφτηκε στη Φιλοσοφική και Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου. Εδώ ο νεαρός Λέσβιος φοιτητής είχε να λύση πολλά προβλήματα, να υπερπηδήση πολλά εμπόδια και να αντιμετωπίση πολλές αντιξοότητες. «Σαν ήρθα από τη Λέσβο για να εγγρα φώ στο Πανεπιστήμιο, πολύ γρήγορα κατάλαβα πως η φοιτητική ζωή για μένα δεν επρόκειτο νά’ναι μια ρομαντική περίοδο, όπως την έβλεπα με την φαντασία μου. Έ πρεπε να δουλέψω για να βγάζω τα έξοδά μου»· και συνεχίζει: «Π έρα σα δύ σκολα τα φοιτητικά μου χρόνια, κι’ η πρωτεύουσα στάθηκε αφιλόξενη μαζί μου. Με κράτησε μακριά απ’ τις χαρές της όλ’ αυτά τα χρόνια» Σ ε λίγο το εναρκτήριο σάλπισμα των Βαλκανικών πολέμων (1 9 1 2 -1 9 1 3 ) δεν ήταν δυνατό να τον αφήση ασυγκίνητο. Έκλεισε τα βιβλία της πανεπιστημιακής σοφίας για ν’ ανοίξη το χρυσό βιβλίο της εκπληρώσεως των εθνικών μας ονείρων. « Ή μασταν νέοι τότες, σαν άρχισε ο πόλεμος. Π ολύ νέοι. Μόλις είχαμε τελειώσει
το Γυμνάσιο και κάναμε το πρώτο μας έτος στο Πανεπιστήμιο. Π ήγαμε και γραφτή καμε εθελοντές όλη η παρέα μου. Δεκαοχτώ ω ς είκοσι-εικοσιδυό χρονώ αγόρια. Ο Τούρκος κρατούσε ακόμα σκλαβωμένα τα νησιά μας στο Αιγαίο και μάς φλόγιζε ο πόθος να χτυπηθ ούμε μαζί του. Μόλις προφτάσαμε να γυμναστούμε δεκαπέντε μέρες και γυρέψαμε να μάς στείλουν στη μάχη. Πολεμήσαμε πλάι στους έφεδρους της ελεύτερης Ελλάδας σαν τρελοί. Κυνηγήσαμε τους Τούρκους, τους διώξαμε από τη Μακεδονία».2 Οι πόλεμοι αυτοί μέστωσαν το σώμα του, χαλύβδωσαν τα χέρια του, σκληραγώγησαν τα πόδια του, γαλβάνισαν τη ψυχή του κι’ έδωσαν υλικό στο λογοτεχνικό του τάλαντο. Επακολούθησε ο Α ' Παγκόσμιος πόλεμος (1 9 1 4 — 1 9 1 8 ) κι’ ο εσωτερικός μας διχασμός. Ο Στράτης Σταματόπουλος παρακολούθησε όλες τις επιστρατεύσεις και στροβιλίστηκε στα μυριόνεκρα πεδία των κρασπέδων της Βαλκανικής. Η ζωή του αυτά τα χρόνια είναι δεμένη με το χαράκωμα και με τ ’ αμπρί. Τέσσερα χρόνια μετά το τέλος του Α ' Παγκοσμίου Πολέμου θα παρακολουθ ήση από κοντά την τραγωδία του μικρασιατικού Ελληνισμού και το ξερίζωμα 1 .5 0 0 .0 0 0 ανθ ρώπων, που δημιούργησαν μια νέα πολιτικοκοινωνική κατάσταση. Τα τραύματα, π ου άνοι ξε στο σώμα του το καυτό μολύβι, και τα μετάλλια των πολέμων είναι τρανή από δειξη της πολεμικής δράσεως του. Α π ό πολύ νωρίς ο Μυριβήλης αποκάλυψε τη λογοτεχνική φλόγα, που ακοί μητη έκαιγε μέσα του. Ο ι πρώιμες πνευματικές αναλαμπές προοιωνίζονται το μάγο της νεοελληνικής μας πεζογραφίας και τον τιτάνα των νεοελληνικών μας γραμμά των. Το 1911 συνδιευθ ύνει το εβδομαδιαίο σατιρικό και γελοιογραφικό περιοδικό «Σκριπ», που βάσταξε πολύ λίγο.3 Το 1915 εκδίδει στη Μυτιλήνη μια σειρά διηγη μάτων με τίτλο «Κόκκινες Ιστορίες». Τ α διηγήματα αυτά αποτελούν το πρώτο με γάλο φτερούγισμα του νιόβγαλτου λογοτέχνη. Η αισθητική χαρά που μάς παρέ χουν είναι καθαρή και ξεχύνεται από τους αστείρευτους ελληνικούς κρουνούς. Ο τρύγος της είναι ευχάριστος και ικανοποιητικός. Ο ι απαρχές αυτές του Μυριβήλη έγιναν δεχτές από τη σοβαρή και αμερόληπτη κριτική και απέσπασαν το θαυμασμό και τους επαίνους. Το 1923, με πληγωμένη την εθνική φιλοτιμία, με ολοζώντανη μπροστά στα μάτια του την εικόνα του ξεριζώματος του Ελληνισμού της Μικράς Α σ ία ς, με το απολυτήριο της πολεμικής δράσεως στα χέρια του, τον βρίσκουμε στο νησί μας γε μάτο όρεξη για δράση στο πεδίο πια του πνεύματος και των γραμμάτων. Θέλησε να κατακτήση την Α θήνα και το πανελλήνιο χρησιμοποιώντας σαν ορμητήριο το νησί μας, που από τα χρόνια της Ψάπφας το έχουν ευλογημένο ο Α πόλλωνας κι οι Μούσες. Το ίδιο έτος εκδίδει στη Μυτιλήνη την εβδομαδιαία εφημερίδα «Καμ πάνα», που ήταν όργανο των Ε φ έδρ ω ν και των τοπικών συμφερόντων.4 Σ τ ην εφη μερίδα αυτ ή δημοσιεύτηκαν σ’ επιφυλλίδες για πρώτη φορά οι πολεμικές αναμνή σεις του με τίτλο «Η ζωή εν τάφω» και το χρονικό της αιχμαλωσίας και θητείας στα περίφημα «Τάγματα εργασίας» της Ανατολής του Ηλία Βενέζη με τίτλο «Το νούμερο 31328». Το 1925 εκδίδει επίσης στη Μυτιλήνη μαζί με το λαμπρό δημο σιογράφο, ποιητή και πολιτευόμενο Θείελπι Λευκία την καθημερινή πρωινή πολι τική εφημερίδα «Ταχυδρόμος», που στάθηκε παράλληλα κι’ ένα από τα σπουδαιό τερα όργανα των πνευματικών και καλλιτεχνικών διαφερόντων του νησιού μας».5 Α π ό το 1924, έτος της πρώτης εκδόσεως του μυθιστορήματος «Η ζωή εν τάφω» στη Μυτιλήνη, ο Μυριβήλης κατέλαβε τελειωτικά πια το δυσκολόπαρτο πα νελλήνιο αναγνωστικό κάστρο. Τ ο νεανικό του όνειρο εκπληρώθηκε. Κάπου γράφει: «έλεγα πως για να γύριζα στην Αθηνά, θ ά ’πρεπε πρώτα να την έχω κατακτήσει
απ’ το νησιώ τικο οχυρό μου».6 Το 1930 εγκαταλείπει το ορμητήριο της Λέσβου και μπαίνει στην πρωτεύουσα στεφανωμένος με τη δάφνη της πολεμικής λογοτεχνίας. Το μυθιστόρημα αυτό, το πρώτο της τριλογίας του πολέμου, που συμπληρώνε ται από τα κατοπινά μυθιστορήματα «Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια» και « Η Π α ναγιά η Γοργόνα», σχεδιάστηκε κατά τον Α ' Παγκόσμιο πόλεμο μέσα στα χαρακώ ματα της προκαλύψεως του Μοναστηρίου . Μέσα στο αντιπολεμικό αυτό έργο, όπως μάς λέγει ο ίδιος ο συγγραφέας, «θ ροεί μια ψυχή τυραγνισμένη, που είναι ένα μέ ρος της Παγκόσμιας Ψ υχής».7 Με αδρές πινελιές δημιουργεί μια ηλεκτρισμένη πολεμική ατμόσφαιρα μέσα στην οποία δρουν οι στρατιώτες της Νησιωτικής με ραρχίας. Ο ι ατέλειωτες πορείες κάτω απ’ όλες τ ις καιρικές συνθήκες, οι αρρώστιες, οι ψείρες, η λειψυδρία, το ακατάπαυστο δούλεμα της σκαπάνης και του φτυαριού, τα λασπωμένα χαρακώματα και τ ’ ανήλιαγα αμπριά, δίνουν μια εικόνα του φριχτού πολέμου. Με απαράμιλλη τέχνη ξομπλιάζει τα πορτραίτα των προσώπων του έργου του, όπως είναι ο στρατηγός Μπαλαφάρας, ο λοχαγός Κωνσταντίνος Παλαιολόγος με τη βαριά κληρονομιά του ένδοξου ονόματος, ο τρελά ερωτευμένος με την κόρη τ ’ αφεντικού του Μ ’χαγήλους, ο Α λ ιμπέρης κ.ά. Αποδείχνεται ανατόμος της αν θρώπινης ψυχής και μάς την παρουσιάζει με τούς καημούς, τις αγωνίες και τις λαχτάρες της. Στέκεται ρεαλιστής απέναντι στα γεγονότα και αισιόδοξος ακόμα και στις πιο τραγικές στιγμές. Φανερώνεται νευρώδης αφηγητής και, όπως γράφει ο Γ . Κοτζιούλας, «έχει το δώρο του ύφους και ξέρει να το μεταχειρίζεται με την ελευθερία και την υπερηφάνεια του καβαλλάρη, που ε πιδείχνει τη χάρη του αναστή ματος και της στολής απάνω σ’ ένα άλογο καμωμένο από ζωηρότητα κ ι’ ευκινη σία».8 Ο αντίκτυπος της μεγαλοφάνταστης πολεμικής συνθέσεως του Μυριβήλη στάθηκε μεγάλος όχι μονάχα στην Ελλάδα, αλλά κι’ έξω απ’ τα στενά όριά της. Μεταφράστηκε στ’ αγγλικά, στ’ αλβανικά και στα γαλλικά με τον τ ίτλο «D e profundis» ( εκ βαθ έων) από το δικό μας Αντώνη Πρωτοπάτση και τον Γάλλο Louis Charle B onnard .9 Το διάστημα που μεσολαβεί ανάμεσα στα έτη 1924 και 1 9 3 0 πρέπει να θεω ρηθ ή σαν περίοδος προετοιμασίας για το δεύτερο μυθιστόρημα της τριλογίας του πολέμου «Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια». Πρελούντιο κατά κάποιο τρόπο του έργου αυτού και ιντερμέδιο των δύο μεγάλων πολεμικών συνθέσεων πρέπει να θεω ρήσουμε μια σειρά διηγημάτων, που εξέδω σε στη Μυτιλήνη το 1 9 2 8 .10 Εδώ βρί σκουμε και το καταπληχτικό παραμύθι, για τον τετραπέρατο Ψ ευτοθόδωρο απ’ τη Χώρα και τον κατεργάρη Καλπομανόλη απ’ τη Σκαμνιά, με τον τίτλο «Ο ι δυο κάλπηδες».11 «Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια» είναι ένα λαμπρό δείγμα της πεζογραφικής δεινότητας του Μυριβήλη. Π ρ ω τοδημοσιεύτηκε με την αρχική του μορφή στην εφη μερίδα «Καθημερινή» και κυκλοφόρησε σε βιβλίο στα 1 933. Ε δ ώ ο Μυριβήλης δε μάς οδηγεί πια στην ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα του πολέμου, αλλά στην κατάστα ση, που δημιουργήθη κε με την κατάρρευση του Μικρασιατικού Μετώπου. Η δα σκάλα, που τα μάτια της ήταν «ανοιχτά καστανά, και στο φώς γινόντανε χρυσά, ολόχρυσα, σα νάτανε το είδωλο μιας θεότητας»,12 είναι η γυναίκα που δέχεται τα θυμητάρια του νεκρού άνδρα της και συνεχίζει τη ζωή της χω ρίς αυτόν μέσα στη νέα κατάσταση που της δημιουργήθηκε. Η ε μπνεύστρια δασκάλα ζη σήμερα στο Μόλυβο, ανήμπορη και φορτωμένη με τ ’ άσπρα λουλούδια των γηρατιών.13 Η απή χηση κ ι’ αυτού του έργου υπήρξε μεγάλη. Μεταφράστηκε στα σέρβικα και κυκλο φόρησε στη σειρά της Βαλκανικής Βιβλιοθήκης για τα τέσσερα καλύτ ερα σύγχρο να μυθιστορήματα της Βαλκανικής λογοτεχνίας.
Στό τρίτο μυθιστόρημα της τριλογίας του πολέμου «Η Π αναγιά η Γοργόνα», που εκδόθηκε αρκετά χρόνια αργότερα ( 1 9 4 9 ) , μάς περιγράφει τη ζωή ξεριζω μένων Μικρασιατών, που αγκυροβόλησαν στη Σκάλα της Μουριάς. Ο ι πρόσφυγε ς αυτοί, με τα βλέμματα ακόμα στην Ανατολή και με τον πόνο για τις χαμένες πα τρίδες ριζωμένο κατάβαθα, προσπαθούν να ριζώσουν στις καινούργιες τους βάσεις. Το χωριό είναι ο καμβάς πάνω στον οποίο κεντά ο Μυριβήλης με γυναικεία ευαι σθησία τη μαγική ηθογραφική του τέχνη. « Η Παναγιά η Γοργόνα αποτελεί το επικό χρονικό της ζωής ενός ελληνικού χωριού, που ο Στράτης Μυριβήλης το ζων τάνεψε και το δικαίωσε με την ώριμη πεζογραφική του τέχνη», γράφει πολύ σω στά ο Απόστολος Σαχίνης.14 Π λάι στις μεγάλες μυθιστορηματικές συνθέσεις πρέπει να τοποθετηθή και το μυθιστόρημα «Αργοναύτης», που αποτελεί λαμπρό δείγμα παιδικής λογοτεχνίας, Ο ήρωας του μυθιστορήματος Αντρέας, είναι ένα παιδί, που η φωνή της φυλής μας το καλεί στη θάλασσα να γίνη ένας νέος Αργοναύτης, ένας νέος Ροβινσών. Ο Μυριβήλης στάθηκε μεγάλος φίλος των παιδιών. Σ ’ όλα τα έργα του βλέπουμε να τον βαυκαλίζουν οι αναμνήσεις της τρυφερής παιδικής ηλικίας και να τον συ νέχ η η αγάπη προς το νέο άνθρωπο. Η νουβέλλα, το λογοτεχνικό αυτό είδος, που βρίσκεται στο μεταίχμιο του διη γήματος και του μυθιστορήματος, βρήκε στο πρόσωπο του Στράτη Μυριβήλη ένα λαμπρό εκπρόσωπό της. Ο Μυριβήλης με αφάνταστη δεξιοτεχνία δουλεύει το χρω στήρα στους λογοτεχνικούς του πίνακες. Είναι ένας λαμπρός ζωγράφος της παλιάς λεσβιακής ζωής. «Γυρίζω τα μάτια, μάς λέει, προς τα περασμένα, αγναντεύω τους αλλοτινούς ανθρώπους που, έφυγαν, ανιστορώ τα πρόσωπα, τις κουβέντες και τα διανέματα».15 Τέτοιος αποδείχνεται στη νουβέλλα του «Ο Βασίλης ο Αρβανίτης», που είναι ένας εξαίσιος ψυχογραφικός πίνακας. Ο Βασίλης ο Α ρβανίτης είναι το σύμβολο μιας παράξενης παλικαριάς κι’ ορμής· είναι ο άνθρωπος- που ζητά αντί μαχο στον ουρανό και στη γή, ανάμεσα ατους ξένους και στους δικούς του, που πολεμά με το καλό και με το κακό· είναι ο άνθρωπος που προτιμά το θάνατο παρά την υποταγή. Η παλικαριά του, γράφει ο Μυριβήλης, ήταν «ανάβρα αχρείαστη για όλο τον κόσμο, αξήγητη για τούς ανθρώπους, όμως μεγάλη χαρά μπρος στα μάτ ια του Θεού, που σπαρταρούσε μέσα του».16 Σ τη νουβέλλα του «Τα παγανά» κεντρικός πυρήνας είναι το τραγικό στοιχείο της ζωής, το μυστικό δράμα του ανθ ρώπου, το κρίσιμο περιστατικό που στέκεται η αληθινή τραγωδία μέσα στη ζωή κάθε ανθρώπου. Τα παγανά, δηλαδή οι καλικάν τζαροι, είναι εκείνα που συνδέουν τον ήρωα της νουβέλλας με τον τόπο του, με τις παιδικές γλυκές τρομάρες του, με τ' αλλοτινά θ υμήματα. Τον βοηθούν στον απολο γισμό του έργου της ζωής του και στο φανέρωμα του τραγικού στοιχείου της ζωής. Ο ήρωας αγωνίστηκε, ανέβηκε πολύ ψηλά, κέρδισε τη ζωή, προδίνοντας όμως τη ψυχή του. Αυτ ή η απελπισία, που ξεκινά από την προδοσία της ψυχής, συγκλονί ζει ολόψυχα το μετανιωμένο ήρωα. «Τι γάρ ωφελείται άνθρωπος, εάν τον κόσμον όλον κερδήση , την δε ψυχήν αυτού ζημιω θή;»17 Στη νουβέλλα «Ο Παν» μάς παρουσιάζει ένα Λέσβιο Πάνα, τον Αλέκο Τσα λέκο, παλικάρι 19- 20 χρονώ, ψηλό, βροντόφωνο, εργατικό, πονόψυχο, μα και κου τό. Μεθούσε από τη φύση, έκανε παρέα με τ ’ αγρίμια που δεν τον πείραζαν, μι λούσε με τ ’ α γερικά και τα ζουλάπια, τρυγούσε αγριόμελι ατρύγητο απ’ ανθρώπινο χέρι, κυλούσε ριζιμιές πέτρες, δεν είχε κανένα στον κόσμο κι’ αγαπούσε όλο τον κό σμο. Ή ταν ένας νέος τρελά ερωτευμένος με το ξάγναντο, τον καθαρό αέρα και τη δουλειά· τον βασάνιζε η βράση της ζωής και τον ερέθιζε η ορμή της βλαστήσεως.
Το κακούργημά του , για το οποίο δικάστηκε και κλείστηκε στις φυλακές του Κά στρου, ήταν αποτέλεσμα της επήρειας επάνω του του πλάνου φυσικού ελληνικού περιβάλλοντος. Σ το έργο αυτό ο αναγνώστης αισθάνεται τον εαυτό του δεσμευμέ νο από την ηδονή, που παρέχει η αθάνατη ελληνική φύση. Τ η ς ίδιας ηδονής κ ι' αι σθητικής χαράς τρυγητής γίνεται κανείς στο λυρικό έργο «Το τραγούδι τη ς Γη ς» του μεγάλου μας Μυριβήλη. Η διηγηματογραφία του Στράτη Μυριβήλη δε σταματά στις «Κόκκινες Ιστο ρίες» και στα «Διηγήματα» που αναφέραμε παραπάνω. Συνεχίζεται σε τέσσερεις κατοπινούς τόμους με χρωματώνυμους τίτλους «Το πράσινο βιβλίο», «Το γαλάζιο βιβλίο», «Το κόκκινο βιβλίο» και «Το βυσινί βιβλίο». Εκείνο που χαρακτηρίζει και τις τέσσερεις αυτές συλλογές είναι η ποικιλία των θεμάτων τους. Ο πόλεμος, η κα θημερινή ζωή, ο εσωτερικός άνθ ρωπος και η αθάνατη ελληνική φύση, είναι τα πλαί σια μέσα στα οποία κινούνται τα σμιλεμένα διηγήματα του Μυριβήλη. Σ τά χέρια του και το πιο ασήμαντο θέμα μετουσιώνεται σ’ ένα θαυμάσιο διήγημα, που σε γοη τεύει με τη ζωντάνια της γλώσσας του και την εκφραστική του δύναμη. Ο ι ιδιωμα τισμοί, που βαραίνουν πολλές φορές τη γλώσσα του Μυριβήλη, είναι το νησιώτικο καρύκευμα με το όποιο νοστιμίζει τη λογοτεχνία του. Το πνευματικό οικοδόμημα του Μυριβήλη το συμπληρώνουν η ποίησή του, τα χρονογραφήματα του, τα ταξιδιωτικά του βιβλία και τα δοκίμιά του. Από το ποιη τικό του έργο αναφέρω τις «Μικρές φωτιές», όπου γίνεται φανερή η λεπτή ευαι σθησία του. Α π ό το 1936 διετέλεσε χρονογράφος και λογοτεχνικός συνεργάτης των εφη μερίδων «Π ατρίς», «Α στήρ», «Α θήναι», «Π ρωία», «Α κρόπολις», «Ασύρματος», «Ε θνική Φωνή» κ.ά. Σ το χρονογράφημά του αποδείχνεται μάστορης τ ου λόγου κι’ εξαίρετος γνώστης των μυστικών του. Π ιστεύει πως το λογοτεχνικό αυτό είδος «πρέπει να ’ναι μια στήλη γεμάτη μπρίο, ιδέες και φαντασία και συνδυασμούς ά τριφτους και αμεταχείριστους, νά’ναι κάτι ευκίνητο και σβέλτο».18 Το χρονογράφη μά του είναι μια γάργαρη πηγή από την οποία τρέχουν το πνεύμα κι’ οι αντιλή ψεις του. Καταφέρεται εναντίον του δασκαλισμού, διατυπώνει τις αντιλήψεις του για την τέχνη, στρέφεται εναντίον της εκπαιδευτικής μας τακτικής και δείχνει την παθολογική προς τη θάλασσα, τούς δουλευτάδες της και το ελληνικό τοπίο, αγάπη του. Και στην ταξιδιωτική λογοτεχνία διέθ εσε ο Μυριβήλης ένα μέρος της συγ γραφικής του δραστηριότητας. Ό ,τι συλλάβουν οι οπτικές τους κεραίες, το επεξερ γάζεται στη χοάνη του πνεύματός του και μας το προσφέρει με μορφή ταξιδιωτι κών εντυπώσεων. «Ο ι ταξιδιωτικές εντυπώσεις ενός συγγραφέα, γράφει ο ίδιος, δε γίνεται νά’ναι μια σειρά φωτογραφίες. Δεν είναι τίποτ’ άλλο, παρά ο συγγραφέας μέσα στο ταξίδι του».15 Το καλογραμμένο κείμενο του ταξιδιωτικού βιβλίου « Ό λ υμ πία» μάς μεταφέρει στον πιο όμορφο τόπο της Ελλάδας, όπως τον χαρακτήριζαν οι αρχαίοι συγγραφείς. Σ τό έργο του «Α π ' την Ελλάδα» μάς ξεναγεί στην όμορ φη Κρήτη, στο γραφικό Μ οριά, στη θελκτική Ρόδο, στο γοητευτικό Π ήλιο, στο νησί της Α φ ροδίτης και στο νησί της Σαπφώς. Γ ια την Α γιάσο μάλιστα, για την οποία έτρεφε ιδιαίτερη συμπάθεια, αφιερώνει ιδιαίτερο κεφάλαιο, που το βαφτίζει με τον τίτλο «Τ ο πιο ειδυλλιακό χωριό».20 Η Α γιάσος τον γοητεύει και του ανα πτερώνει τη φαντασία. Μάς μιλά για τον Π ροφήτη Η λ ία που πήγε κι’ εγκατα στάθηκε στον πέτρινο όγκο του Ο λύμπου,21 μάς περιγράφει το «πανηγύρι της Π α ναγίας» ή «της Καρύνης», καθώς και τις ομορφιές της, την αρχαία στέρνα της, την περίφημη νερομάνα και τις ζωγραφιές του Θεόφιλου του τσολιά στο καφενείο.22
Μάς ξετυλίγει την ιστορία τη σχετική με «του Νταή Παναγιώτη το πήδημα», που ήταν ένας παλιός λεβέντης της Αγιάσου, που πήδησε την τεράστια στέρνα της Καρύνης, σαν τον κυνήγησαν να τον πιάσουν οι ζαπτιέδες.23 Διαπιστώνει την Α γιασώτικη ειρωνεία, παρατηρεί τις αποκριάτικες εκδηλώσεις και τούς τσουχτερούς γεφυρισμούς και σημειώνει την ακμή της αγγειοπλαστικής. Αλλού του δίνεται η ευκαιρία να ιμιλήση για τη μεγάλη κεροδοσιά της Λαμπρής, που γινόταν στο με γάλο πρόκλιτο της Π αναγιάς της Αγιασωτούλας. «Κατεβαίνουν όλες οι κοπέλλες, με τα μεταξωτά τους τα σαλβάρια και με τα φλουριά, και με τις στολισμένες λαμ πάδες τους. Κορδέλλες κόκκινες και γαλάζιες και άσπρα λουλούδια. Και σα γίνη η κεροδοσιά, ανάβουν όλες τους, χιλιάδες κοπέλλες, και φέγγουν μόνο τα όμορφα πρόσωπά τους και τα φλουριά τους μέσα στη νύχτα. Τα παλικάρια αδειάζουν τα ντουφέκια, κ ι’ οι κοπέλλες ξεφωνίζουν τρομαγμένες. Τα φαρδιά σαλβάρια τους τρί ζουν μέσα στην εκκλησιά, σαν το σούσουρο που κάνουν οι φυλλωσιές η τα μικρά κύματα σα σέρνουνται στον άμμο».24 Αλλού πάλι περιγράφει τα καστανομαζώ μα τα, που προσφέρονται για ειδύλλια, καταπώς λέει το λαϊκό δίστιχο : Σ τ α καστανομαζώματα μου έκανες καμώματα. Α π ό το 1937 ο Στράτης Μυριβήλης ήταν και τακτικός συνεργάτης του Ε θνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας. Ο ι περίφημες ραδιοφωνικές εκπομπές του άφη σαν εποχή. Παρουσίαζε με απίστευτη γλαφυρότητα διάφορα θέματα λόγου και τέ χνης. Τ ο 1941 αρνήθηκε να συνεχίση το λογοτεχνικό του τέταρτο κάτω από τον έλεγχο του Ά ξονος. Τρανό δείγμα κι' αυτό του μεγαλείου του ανθρώπου.“ Από το 1958 άνοιξαν διάπλατα οι πόρτες της Ακαδημίας Αθηνών, για να δεχτούν το μεγάλο Στράτη Μυριβήλη. Διετέλεσε επίσης πρόεδρος της « Ε θνικής Ε τα ιρ εία ς Ελλήνων Λογοτεχνών», καθώς και της «Επιτροπής των Συνερ γαζομενων Λογοτεχνικών Σωματείων». 'Τ π ή ρ ξε ακόμη τακτικό μέλος της « Ε ν ώ σεως Συντακτών Η μερησίων Εφημερίδων Αθηνών», καθώς και της «Διεθνούς Οργανώσεως Γραμμάτων και Τεχνώλ'». Κυρίες, δεσποινίδες και κύριοι, Δέ μπορώ παρά να ομολογήσω, πως αχνοτρέμουν μπροστά στο φεγγέρο ανά στημα του Στράτη Μυριβήλη οι θαμπές κ ι' ωχρέ ς γραμμές, με τις οποίες προσ πάθησα να τον σκιαγραφήσω ως άνθρωπο κι' ω ς συγγραφέα. Ο Μυριβήλης στά θηκε άξιος συνεχιστής της λαμπρής πνευματικής παραδόσεως της Λέσβου, η ο ποία αρχίζει από τα χρόνια της Σ α π φ ώ ς και του Αλκαίου. Ροβόλησε από τη μι κρή Σκαμνιά, για να κατακτη ση τη μεγάλη πανελλήνια ψυχή. Χρησιμοποίησε ως ορμητήριο το νησί του, για ν’ απλώση το μεγάλο ανάστημά τ ου σ’ όλη την Ελλά δα. Γράφτηκε με χρυσά γράμματα ως πρωτοπόρος του νεολεσβιακού πολιτισμού και της γενιάς του 1930. Λάμπρυνε με τις σελίδες του τη νεοελληνική γραμματολογία. Π ροσέφερε πνευματική τροφή, ανόθευτη από ξένες επιδράσεις, ένα πραγματικό αμάλγαμα του ισχυρού ταλέντου και του έντονου προσωπικού του ύφους. Νικη-θ-ηκε στις 19 Ιουλίου 1909, άλλα η φθορά του σώματος δε μπορεί να έγγίση τη ψυχή και το πνεύμα του.Η 'Βλλάδα με θρήνους τον προέπεμψε στον ασφόδελό λειμώ να. Σαν ένταλοδόχος του Αναγνωστηρίου, του πνευματικού μας προσκυνήματος, αφιερώνω αυτές τις λέξεις στο μεγάλο μας Μυριβήλη και αποτίνω τον όφειλόμενο φόρο τιμής και ευγνωμοσύνης. Η γενιά μας κι' αυτές που θα μας διαδεχτούν στο δρόμο της ζωής θα αντλούν από το αθάνατο πνευματικό του έργο τούς γλυκούς χυμούς και θ ’ αναφωνούν μαζί από τα μύχια της καρδιάς α ι ω ν ί α α υ τ ο ί η μνήμη.
Σ Η Μ Ε ΙΩ Σ Ε ΙΣ
1. Το λογοτεχνικό τέταρτο του Μυριβήλη. Α θήναι, σ. 186, 1 8 8 . 2. Στράτη Μυριβήλη, Το βυσινί βιβλίο. Α θήνα ι 1 959, σ. 9. 3. Γ . Βαλέτα, Αιολική βιβλιογραφία. Α θήναι, σ. 90 ( 5 7 7 ) . 4. ο. π. σ. 120 ( 7 8 3 ) . 5. δ. π. σ. 124 ( 8 2 0 ) . ο . Το λογοτεχνικό τέταρτο του Μυριβήλη. Α θήναι, σ. 188. 7. Στράτη Μυριβήλη, Η 8. Γ . Κοτζιούλα, 1 931, σ. 15.
Ο
ζωή εν τάφω. Α θήνα ι 1 9 5 6 , σ. 12.
Στράτης Μυριβήλης κΓ η πολεμική λογοτεχνία.
Α θήνα
9. 8. Μγπνίύε, Όε ρτοίυηάίε. Αάαρΐέ άιι §τοο ρατ Α. ΡΓοΙΙοραζζϊ εί Γοιιίχ ΩΗατΙε Βοηηατό. ΕτησεΙ Ρΐαππηαποη, έόίΐευτ, 1933. 10. Διηγήματα. Στράτης Μυριβήλης— Μυτιλήνη 1 928. 11. δ. π. σ. 93— 115. Στράτη Μυριβήλη, Το κόκκινο βιβλίο (διηγήματα). Α θ ή ναι 1956, σ. 157— 186. 12. Στράτη Μυριβήλη, Η
δασκάλα με τα χρυσά μάτια. Α θήνα ι 1954, σ. 153.
13. Στέλλα Χατζηαναγνώστου. 14. Αποστόλου Σαχίνη, Πεζογράφοι του καιρού μας. (ΆΤΤηναι) 1 967, σ. 68. 15. Στράτη Μυριβήλη, Ο
Βασίλης ο Α ρβανίτης. Α θη ν ά 1944, σ. 10.
16. δ π. σ. 12. 17. Ματθ. Ι Σ Τ ' 26. 18. Μυριβήλη, 19.
Π τερόεντα. Βιβλιοπωλεϊον της «Ε στία ς», σ. 9.
Στράτη Μυριβήλη, Α π ' την Ελλάδα. Ταξιδιωτικά I, Α θήνα 1 944, σ. 65 κ έξ.
20. ο. π. σ. 2 69— 277. 21. δ. π. σ. 269— 271. 22. δ. π. σ. 274. Στράτη Μυριβήλη, Ο σ. 65 κέξ.
Βασίλης ο Α ρβανίτης. Α θηνά 1944,
23. δ. π. 24. Στράτη Μυριβήλη, Το γαλάζιο βιβλίο. Α θήνα ι 1958, σ. 47. 25. Το λογοτεχνικό τέταρτο του Μυριβήλη. Α θήναι, σ. 18.
Φ ΙΛ Ο Λ Ο Γ ΙΚ Ο Ν
Σ Τ Ρ Α Τ Η
Μ Ν Η Μ Ο ΣΥΝ Ο Ν
Μ Υ Ρ Ι Β Η Λ Η
Το εν τη αιθούση των πνευματικών εκδηλώσεων του Αναγνωστηρίου Αγιάσου τελεσθέν φιλολογικόν μνημόσυνον παρηκολούθησε πλήθος πνευματικών ανθρώπων της Α γιάσου και της Λέσβου εν γένει. Μετά τας ομιλίας του προέδρου του Α ναγνω στηρίου κ. Πάνου Πράτσου και του φιλολόγου κ. Ιωάννου Χα τζηβασιλείου επηκολούθησεν ανάγνωσις εκλεκτών περικοπών εκ του όλου πνευματικού έργου του αειμνήστου Σ τ ρ ά τ η Μυριβήλη συνεργατών τον Ιδρύματος. Α νεγνώσθησαν δε τα ε ξ ή ς :
υπό
α )« Ε κ β α θ έ ω ν» (απόσπασμα εκ του έργου «Η ζ ω ή υπό της φοιτητρ ίας Ο λ υ μ π ί α ς Ταλέλλη. β ) « Μ ία
σ ελί ς
κ ο σ μ ο γ ο ν ί α ς » , υπό του φοιτητού
εν
εκλεκτών
τάφω»),
Π α ν α γ ιώ τ ο υ
Κ ο υ ν ή .
γ ) «Ο
Βασίλης
Στέλλας
ο
Αρβανίτης»
(απόσπασμα), υπό της φοιτητρίας
Δαρέλλη.
δ) «Τ ο άγιο π ά θος τη ς Ε λ λ ά δ ο ς » (απόσπασμα εκπομπής των παραμονών του πικρού Π άσχα του 1 9 4 1 ), υπό του διδασκάλου Γ ε ω ρ γίου ε) «Τ ο τη ν
Σεβαστέλλη. πιο ειδυλλιακό χωριό» (απόσπασμα εκ του έργου «Α π ’ Ε λ λ ά δ α » , υπό της διδασκαλίσσης Σ τ ρ α τ ο ύ λ α ς Μου
τζουρέλλη. στ) « Οι
κάλπηδες»
(απόσπασμα εκ του έργου «Τ ο
β λ ί ο » ) , υπό του φοιτητού Κ λ ε ά ν θ ο υ ς ζ) « Κ α τ ά δ ι κ ο ς
κόκκινο
βι
Κορομηλά.
χ λ ω μ ό ς » (ποίημα), υπό της φοιτητρ ίας
Εριφύλης
Αργύρα. Ε ν τέλει έλαβε τον λόγον ο ένθερμος συμπαραστάτης του Ιδρύμ ατος αιδε σιμώτ ατος κ. Ζά ν ο ς Γ ο υ γ ο υ τ ά ς , τονίσας την συμβολήν του Αναγνωστη ρίου εις τον πνευματικόν και καλλιτεχνικόν τομέα και επαινέσας το Διοικητικόν Συμβούλιον και τον πρόεδρον αυτού κ. Π . Πράτσον δια την αναληφθεί σαν πρω τοβουλίαν τελέσεως του φιλολογικού μνημοσύνου. Π άντες οι παρακολουθήσαντες την εκδήλωσιν συνεχάρησαν το Διοικητικόν Συμβούλιον του Αναγνωστηρίου δια την πρωτοβουλίαν του, καθώς και όλους ε κείνους, οι οποίοι ειργάσθησαν φιλοτίμως δια την πνευματικήν ταύτην εκδήλωσιν.