ΑΓΙΑ ΣIΩN ΜΗΝΙΑΙΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΑΣΩ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ
ΙΕΡΟΥ ΠΡΟΣKYNHMΑΤΟΣ THΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑΣ ΑΥΤΟΥ
ΕΥΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ MYTIΛHNHΣ
ΙΑΚΩΒΟΥ
κου
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ :
ΕΜΜ.
Γ.
ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ
ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ε.Γ.Μ.
Εις μνήμην Ιωάννου Μεταξά................................. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ Α. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ (+) Αρχι επισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος, Πρώτη περίοδος της Εικονομαχίας (Σημειώματα) [4] . . . ΣΤΡΑΤΗ Π. ΚΟΛΑΞΙΖΕΛΛΗ, Το Βασιλικό φερμάνι του Σουλτάνου Μουσταφά Β’ [2]............................ ΚΩΝΣΤ. ΤΖΙΡΙΔΟΥ, Τρεις αρεταί του Έλληνος .... Ε.Γ.Μ., + Κωνσταντίνος Καλλίνικος................................ XΡΟΝIKA
Επί τω θανάτω του Εθνικού Κυβερνήτου Ιωάννου Μεταξά................................................................................ Η φωνή των πιστών του Μετώπου . . . . :................... Η περί το Ι. Προσκύνημα κίνησις . .·..................................
Σελ.
1
»
2
» »
5 12 16
» » »
18 24 29
»
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ - ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ - ΜΑΡΤΙΟΣ
1941 ΕΤΟΣ Δ'
ΑΡΙΘΜ. 1-2-3
ΕΤΟΣ Δ'
ΑΡΙΘΜ. 1-2-3
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ
ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟ!, ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ, ΜΑΡΤΙΟΣ,
Πρωτοπρεσβύτερος
1941
ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ ΙΩΑΝΝΟΥ ΜΕΤΑΞΑ Εις το μεσουράνημα της δόξης του και εις την ακμήν των υπέρ του Έθνους μόχθων του υπέκυψεν εις τον φυσικόν νόμον η ανθρωπίνη μηχανή του Ιωάννου Μεταξά και αφήκε το πνεύ μα Του ελεύθερον να πτερυγίση εις την χώραν των αθανάτων. Το Έθνος σύσσωμον από της χθες θρηνεί την στέρησιν του στοργικού και δεξιού Κυβερνήτου, όπως σπανίως εθρήνησε λαός πολιτικόν άνδρα, διότι ο μεταστάς Εθνικός Κυβερνήτης δεν υπήρξε πολιτικός υπό την συνήθη και γνωστήν της λέξεως σημασίαν, αλλ’ αυτόχρημα εθνικός ανήρ, διαθέσας ολόκληρον την ύπαρξίν Του δια να ενώση το Έθνος, να προετοιμά ση την Ελλάδα εις την αντιμετώπισιν της βαρβάρου γει τονικής επιδρομής και να θέση ασφαλή τα θεμέλια της νίκης. Και επειδή εις τον διεξαγόμενον ιερόν υπέρ των όλων αγώνα όλοι συνηθίσαμεν να βλέπωμεν εις το πρόσω πον του Ιωάννου Μεταξά την προσωποποίησιν της εργα σίας δια τον αγώνα και της εγγυήσεως δια την νίκην, πολ λοί από της χθες μετά τινος απογοητεύσεως διηρωτήθησαν : «και τώρα ; τι θα γίνη;» Η απώλεια, αδελφοί μου, είναι αναμφιβόλως μεγάλη και δεν υπάρχει επί του παρόντος ο ικα νός δια την έξαρσιν της προσωπικότητος του Μεγάλου Νεκρού, ον δικαίως θρηνεί σύσσωμον το Έθνος, αλλά ο αγών μας, ο ιερός αγών της Ελλάδος, δεν πρόκειται να μείνη απροστάτευ τος. Εις τους απορούντας τι θα γίνη, απαντώμεν ότι θα γίνη ό,τι θέλει ο Θεός και είμεθα βέβαιοι, ότι ο Θεός θέλει την νίκην των ελληνικών όπλων, διότι ο Θεός δεν θα ευλο
γήση την βαρβαρότητα και την αδικίαν απέναντι ενός λαού, όστις αγωνίζεται με τόσην αυταπάρνησιν και με τόσην πίστιν όχι μόνον υπέρ της ιδικής του υπάρξεως και ανεξαρτησίας, αλλά υπέρ αυτών των ιδανικών του χριστιανικού πολιτισμού, υπέρ των πανανθρωπίνων ιδανικών της ελευθερίας και της δικαιοσύνης. Ακριβώς δε διότι τόσον υψηλή και ιερά είναι η υπόθεσις, δια την οποίαν αγωνιζόμεθα, θα πνίξωμεν τον πό νον μας, θα καταπίωμεν τα δάκρυά μας δια το αδόκητον πέν θος, το οποίον διακόπτει την πανελλήνιον χαράν δια τας νί κας του γενναίου Στρατού μας, και θα συνεχίσωμεν τον αγώ να, χωρίς να δώσωμεν καμμίαν ευκαιρίαν εις τον εχθρόν να χαιρεκακήση επωφελούμενος των δακρύων μας· θα συνεχίσω μεν αγωνιζόμενοι και νικώντες, βέβαιοι ότι ούτως απονέμομεν την υψίστην τιμήν εις τον θρηνούμενον Πατέρα της Νίκης· θ’ αγωνισθώμεν, χωρίς ούδεμίαν να υπολογίσωμεν θυσίαν μέχρις ότου δια του τελικού θριάμβου των ιδανικών μας ολοκληρωθή το έργον, του οποίου την αδαμαντίνην βάσιν έθηκε την 28ην Οκτωβρίου 1940 το αθάνατον όχι του Εθνικού Κυβερνήτου Ιωάννου Μεταξά, του οποίου θα είναι ένδοξος και αιωνία η μνήμη. Ε.Γ.Μ.
30-1-1941.
ΕΚ ΤΟΝ ΑΝΕΚΔΟΤΟΝ ΚΑΤΑΛΟΙΠΩΝ
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
Α. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ (+)
αρχιεπισκΟπου ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
ΠΡΩΤΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑΣ (*) (ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ) [4]
Εφεξής οι εικονομάχοι λαμβάνουσιν αποδείξεις παρά του Μ. Αθανασίου, «και ο Αθανάσιος ο της Αλεξανδρείας φωστήρ έφη: πως ουκ έστιν ελεήσαι τους τα κτίσματα σεβομένους, ότι οι βλέ ποντες τοις μη βλέπουσι προσεύχονται και ακούοντες τοις μη ακούουσι· κτίσμα γαρ υπό κτίσματος ουδέποτε σωθήσεται». Και τούτο το χωρίον παρεξηγήθη, διότι ο Άγιος Αθανάσιος εν αυτώ περί της ειδωλολατρείας και ουχί περί της προσκυνήσεως των εικό νων ομιλεί. Περαιτέρω η Σύνοδος προσάγει την μαρτυρίαν του Επισκ. Ικονίου Αμφιλοχίου λέγοντος, «ου γαρ ταις πίναξι τα σαρ κικά πρόσωπα των αγίων δια των χρωμάτων επιμελές ημίν εκτυ πούν, ότι ου χρήζομεν τούτων, αλλά την πολιτείαν αυτών εκμιμεί σθαι». Η αληθής έννοια του χωρίου τούτου, παρεξηγηθέντος ωσαύ (*) Συνέχεια από τόμ. Δ΄ (1940) σελ. 105,
τως υπό των εικονομάχων, είναι: «Έχομεν ανάγκην των εικόνων των αγίων, ουχί καθ' εαυτάς, αλλά διότι διδάσκουσιν ημάς την ενάρετον ζωήν». Σαφεστέραν μαρτυρίαν υπέρ των δοξασιών αυτών ενόμισαν οι εικονομάχοι ότι εύρον παρά Θεοδότω Αγκύρας. Αλλά το προσαχθέν και πάλιν απεδείχθη υπό της Ζ΄ ΟικουμενικήςΣυνόδου ως ανύπαρκτον εν τοις συγγράμμασι του Θεοδότου. Τέλος, οι εικο νομάχοι εν τω όρω αυτών προς απόδειξιν των δοξασιών αυτών παραπέμπουσι και εις επιστολήν τινα του Ευσεβίου Καισαρείας, εν η ούτος ελέγχει την χρήσιν των εικόνων. Την επιστολήν ταύτην οι πατέρες της Ζ' Οικουμ. Συνόδου ανεγνώρισαν ως γνησίαν, δεν απέδωκαν όμως κύρος εις τον Ευσέβιον ως αρειανίζοντα. Εκτός της παραφθοράς των γνησίων συγγραμμάτων, της χρή σεως αιρετικών συγγραμμάτων και της πλαστογραφίας, η Σύνοδος του 754, καταπροδίδουσα την ανειλικρίνειαν αυτής, μετεχειρίσθη επί πλέον και αποδείξεις εξ αποκρύφων συγγραμμάτων, ως κατά δηλον εγένετο εν τη Ζ' Οικουμενική Συνόδω. Τοιαύτας δ’ έχουσα αποδείξεις η Σύνοδος του 754, καταλήγει εις το συμπέρασμα : «Ταύτας ουν τας γραφικάς και πατρικάς μαρτυρίας εν τω παρόν τι ημών όρω ως εκ πολλών ολίγας συνεθήκαμεν αθροίσαντες, δια το μη εις μήκος τούτων εκτείνεσθαι, πλείστων γαρ και άλλων ουσών, εκουσίως παραλείπομεν το άπειρον πλήθος· εκ τούτων ουν των θεοπνεύστων και μακαρίων γραφών και πατέρων βεβαίως οικοδομηθέντες και επί τη πέτρα της εν πνεύματι θείας λατρείας τους πόδας ημών εδράσαντες, μιας γνώμης γενόμενοι άπαντες, ομοφώνως ορίζομεν άπαντες απόβλητον είναι και αλλοτρίαν και εβδελυγμένην εκ της των χριστιανών Εκκλησίας πάσαν εικόνα εκ παντοίας Ολης και χρωματουργικής των ζωγράφων κακοτεχνίας πεποιημένην». Εν τέλει του όρου αυτής η εικονομαχική Σύνοδος του 754 αναγράφει απαγορεύσεις τινάς κατά των εικονοφίλων και υποβάλλει εις επιτίμια τους μέλλοντος κατά τους εξής χρό νους να προσκυνώσι τας εικόνας, «ο τολμών από του παρόντος κατασκευάσαι εικόνα ή προσκυνήσαι ή στήσαι εν Εκκλησία ή εν ιδιωτικώ οίκω, ει μεν Επίσκοπος ή Πρεσβύτερος ή Διάκονος είη, καθαιρείσθω, ει δε μονάζων ή λαϊκός, αναθεματιζέσθω και της βασιλικής γνώμης υπεύθυνος έστω, ως ενάντιος των του Θεού προσταγμάτων και εχθρός των πατρικών δογμάτων». Επανισταμέ νη κατά των εικόνων η Σύνοδος, θέλει ουχ ήττον να προλάβη και καταχρήσεις τινάς, δυναμένας να επακολουθήσωσι κατά την κατά λυσιν των εικόνων «Ορίζομεν δε και τούτο, μη τολμάν άνθρω πον Εκκλησίας Θεού ή ευαγούς οίκου προεστώτα προφάσει εκμειώσεως της τοιαύτης των ειδώλων πλάνης επιβαλείν τας αυτού χείρας εις αφιερωμένα τω Θεώ σκεύη άγια χάριν μεταποιή σεως». Εάν δε παραστή ανάγκη των σκευών τούτων και αντικει μένων, «μη τολμάν άνευ γνώσεως του Πατριάρχου ή του Αυτοκρά τορος τούτο πράξαι». Ωσαύτως απαγορεύει τοις λαϊκοίς άρχουσιν επί τη αυτή προφάσει να επιβάλλωσι χείρα επί τοις θείοις ναοίς ως μέχρι τούδε εγένετο. Μετά τας απαγορεύσεις ταύτας η Σύνο δος εκφέρει απαγορεύσεις ή αναθεματισμούς κατά των τολμώντων
να εικονίσωσι τον Χριστόν ή τους αγίους, ή να προσκυνούσι τας εικόνας αυτών. Άξιον παρατηρήσεως, ότι η Σύνοδος εθεώρησεν αναγκαίαν να ποιήσηται λόγον περί της Θεοτόκου ιδιαιτέρως και της περί αυτής τιμής, και να ομολογήση «την αειπάρθενον Μαρίαν κυρίως και αληθώς Θεοτόκον υπερτέραν τε πάσης ορατής και αοράτου κτίσεως» και να ορίση «μετ’ ειλικρινούς πίστεως εξαιτεί σθαι πρεσβείας, ως παρρησίαν εχούσης προς τον εξ αυτής τεχθέν τα Θεόν ημών». Ενταύθα δύναται τις να παρατηρήση, ότι διε δίδετο περί των εικονομάχων, ότι ούτοι απέκρουσαν την τοιαύτην ιδέαν περί της Θεοτόκου, δι’ ο και ζητούσι νυν εν τη μεγάλη ταύ τη Συνόδω να υποστηρίξωσιν εαυτούς και να αποκρούσωσι την μομφήν ταύτην. Την μομφήν ταύτην ρητώς οι χρονογράφοι προσπίπτουσι προς τον Αυτοκράτορα Κωνσταντίνον Ε'. Αποτέλε σμα της μεγάλης ταύτης εικονομαχικής Συνόδου του 754 υπήρξεν η προς καιρόν καθαίρεσις των εικόνων.
Αι μετά την εικονομαχικήν Σύνοδον ενέργειαι του Αυτοκράτορος εν τε τη Ανατολή και τη Δύσει υπέρ της εικονομαχίας. Αι κατ’ αυτής αντιδράσεις. Κρίσις περί Κωνσταντίνου Ε'. Μετά την συγκρότησιν της Συνόδου ο Αυτοκράτωρ επέτεινε τον διωγμόν, καθ’ ον εξώκειλεν εις τα άκρα, ιδίως κατά των Μοναχών, οίτινες ηναγκάσθησαν κατά χιλιάδας να καταφύγωσιν εις την Κάτω Ιταλίαν. Ο Κωνσταντίνος, περαιτέρω προς πρα γματοποίησιν των εικονομαχικών αυτού σχεδίων και όπως έχη συμμάχους, προσεπάθησε να ελκύση εις την εικονομαχίαν τους βα σιλείς των Φράγκων. Εβασίλευε τότε ο Πιπίνος. Προς τον Πιπί νον τούτον πέμπει πρεσβείαν μετά πολλών δώρων, μεταξύ των οποίων και το εκκλησιαστικόν όργανον, όπερ επεκράτησεν έκτοτε εν τη Δύσει. Ο Πάπας Στέφανος, όστις επειράτο να επιτύχη της βοηθείας του Πιπίνου κατά των Λογγοβάρδων και να απαλλαγήτων Ελλήνων, προσεπάθησε να ματαιώση την συνεννόησιν του Πιπίνου και του Αυτοκράτορος, αλλ' ο Πιπίνος δεν απέκρουσε πάσαν σχε τικήν συνεννόησιν. Ενώ διήρκουν αι διαπραγματεύσεις αύται, οι τρεις Πατριάρχαι της Ανατολής εξέδωκαν γράμματα, διαμαρ τυρόμενοι κατά της ψευδοσυνόδου του 754. Τα γράμματα ταύτα αναγινώσκονται εν Ρώμη επί Συνόδου. Εν Ιερουσαλήμ δε, ήτις ήτο έδαφος ουδέτερον, ως υποτελής εις τους Καλίφας, συγ καλείται Σύνοδος ιδιαιτέρα, τη συνεννοήσει πολλών προυχόντων Ελλήνων της Κων/πόλεως, εξ ων πολλοί συνελήφθησαν και κατε δικάσθηκαν. Και αυτός ο Πατριάρχης Κων/πόλεως,Κωνσταντίνος (766), επειδή δεν επεδοκίμαζε τας αποτόμους ενεργείας του Αυτοκράτορος , κατ’ αρχάς εξωρίσθη εις Ιέρειαν και είτα εις Πρίγκηπον. Ακολούθως διεπομπεύθη εν αυτή τη Κων/πόλει ένεκα της αμφι βόλου αυτού πολιτείας. Διάδοχος αυτού εξελέγη ο Νικήτας, όστις ήτο ο μόνος εικονομάχος Πατριάρχης. Ο Αυτοκράτωρ, θέλων να στερήση τον Πάπαν, όστις εχθρικώς διέκειτο προς την αυλήν του Βυζαντίου, ισχυρού βοηθού εν τη Δύσει, ανανεοί τας διαπραγμα τεύσεις προς τον Πιπίνον και ζητεί συγχρόνως την θυγατέρα αυ
του Γισέλαν ως σύζυγον του υιού και διαδόχου αυτού Λέοντος. Το 767 συνήλθε Σύνοδος εν Γεντιλύ, πλησίον των Παρισίων, αλλ' ακριβώς δεν γνωρίζομεν τι συνέβη εν αυτή. Γνωρίζομεν μόνον, ότι οι αντιπρόσωποι του Πάπα κατώρθωσαν να παραγκωνίσωσι τα ζητήματα περί των εικόνων και των προτάσεων του Κωνσταντί νου, ν' αναμίξωσι δ’ επιτηδείως εις την συζήτησιν το πολυθρύλη τον δόγμα της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος όχι μόνον εκ του Πατρός, αλλά και εκ του Υιού. Δεν γνωρίζομεν ποίαν εντύπω σιν ενεποίησαν αι συζητήσεις αύται εις τους ημετέρους αντι προσώπους· η Σύνοδος όμως διελύθη, μηδέν κατορθώσασα, και επομένως απέτυχον και αι περί της συζύγου του υιού αυτού Λέον τος διαπραγματεύσεις του Κωνσταντίνου. Ο Κωνσταντίνος Ε΄ μετά την αποτυχίαν ταύτην εκλέγει ετέραν σύζυγον δια τον υιόν αυτού, την Αθηναίαν Ειρήνην, την καταγομένην εκ της οικογενείας των Σερανταπήχων. Παράδοξον πως ο Κωνσταντίνος εξέλεξε σύζυγον δια τον υιόν του εξ επαρ χιών, αίτινες ενέμενον εν τη Ορθοδοξία∙ αλλά τούτο εξηγείται, εάν λάβωμεν υπ' όψει, ότι κατά την ανάπλασιν του μεσαιωνικού ελληνισμού οι Αυτοκράτορες στρέφονται προς την μητρόπολιν του ελληνισμού και ούτως αναπτύσσονται νέοι δεσμοί προς την χώραν, εξ ης έμελλε ν’ αναπλασθή το κράτος. Την 16ην Σεπτεμβρίου 775 ο Αυτοκράτωρ, επανερχόμενος εκ πολέμου κατά των Βουλγά ρων, ησθένησε και απέθανε. Το όνομα του Κωνσταντίνου Ε'κατέ στη περίπυστον ένεκα του αγώνος, ον ανέλαβε κατά των εικόνων, ιδίως δε κατά των Μοναχών, ένεκα του οποίου οι χρονογράφοι ύβρισαν αυτόν περισσότερον του πατρός αυτού Λέοντος, το δ’ όνομά του κατεφόρτωσαν δια διαφόρων δυσωνύμων επωνύμων. Το αληθές είναι ότι ο Κωνσταντίνος δεν ετήρησε τα όρια της μετριοπαθείας και δια τούτο δεν είναι παράδοξος η αντίδρασις αμέσως επί του διαδόχου του. Εάν μετριοπαθώς επελαμβάνετο του εικονομαχικού ζητήματος, θα είχεν αλλοία αποτελέσματα. (Ακολουθεί)
ΤΟ ΒΑΣΙΛΙΚΟ ΦΕΡΜΑΝΙ ΤΟΥ ΣΟΥΛΤΑΝΟΥ ΜΟΥΣΤΑΦΑ Β' (*) Του κ. ΣΤΡΑΤΗ Π. ΚΟΛΑΞΙΖΕΛΛΗ
[2]
Εις την ερώτησι αυτή του Κουμαντάντη απήντησε με τα εξής ο πρώτος Δημογέρων: «Ενδοξότατε, η Παναγία μας Αγία Σιών, η υπό του Αποστόλου Λουκά ιστορηθείσα, η θεμελιώτρια, δημιουργός, ανάδοχος και πολιούχος Αγία του χωριού μας, η διασώσασα ημάς από όλους τους πολιτικούς κατακλυσμούς της μακράς μας ιστορίας, η προστατεύουσα ημάς σε όλες τις δύσκο λες στιγμές του βίου μας, η οδηγήτρια όλων των σκέψεών μας και των αποφάσεων, Αυτή μας φώτισε να κάνωμε αυτό που (*) Συνέχεια από τόμ. Δ' (1940) σελ. 150.
κάναμε. Αυτή είνε ο πρώτος Συμβουλάτοράς μας. Δεύτερος είνε η πατροπαράδοτή μας ιστορία, δηλ. η ιστορική παράδοσις του τόπου μας, η οποία επιβάλλει στους Μουχτάρηδες μας να επι σκέπτωνται τους Ευεργέτας του χωριού μας και να τους ανα κουφίζουν με τα αθώα φάρμακα της θρησκείας μας, όταν είνε άρρωστοι. Τρίτος Συμβουλάτοράς μας είνε η ευγνωμοσύνη μας προς εσέ και προς όλους τους προγόνους σου μέχρι του Σπα χή. Εμείς οι Αγιασώτες, ενδοξότατε, έχουμε μεγάλες υποχρεώ σεις προς εσέ και τους προγόνους σου, αφ' ου δύο εξ αυτών υπήρξαν οι μεγαλύτεροι ευεργέται του χωριού μας μετά τον αφιερωτή των ιερών κειμηλίων. Ο πρώτος ο Σπαχής, ο διορι σθείς κατά την υποδούλωσι της Λέσβου στα 1462 με φερμάνι του Μωάμεθ του Κατακτητού ως πρώτος στρατιωτικός υποδιοι κητής των χωρίων της περιφερείας μας, ο αρχηγός δηλ. της οικογενείας σας στη Λέσβο, εν γνώσει του αγνοήσας το χωρίον μας σε μια κρισιμωτάτη έποχή, και μη καταγράψας αυτό μέσα στα βασιλικό δεφτέρια, εν γνώσει του αφήκε τους προγόνους μας αγνοουμένους από το Κράτος, αφορολογήτους και σχεδόν ανεξαρτήτους, με την δικαιολογία, ότι το χωριό μας δεν είνε κατάλληλο για άλογα, —διότι αυτός γύριζε πάντοτε καβάλλα σε ένα άλογο,— αν και οι πρόγονοί μας την δικαιολογία του αυτή την ερμήνευσαν ως χάριν γενομένην υπ' αυτού προς την Πανα γίαν μας. Την ιδία τακτική εκράτησαν και οι διάδοχοι εκείνου επί 170 έως 180 χρόνια. Ο δεύτερος, δηλ. ο Κουμαντάντης των ετών 1632—1640, κατέγραψε μεν το χωριό μας μέσα στα βασι λικά δεφτέρια, το κατέγραψεν όμως, όπως φαίνεται, παρά την θέλησί του, διότι με τη φράσι του, την οποίαν είπε στους προ γόνους μας : «Εγώ τώρα, θέλω δεν θέλω θα το καταγράψω», αφήκε να εννοηθή, ότι και αυτός αν ήτο αυτεξούσιος, ή εάν ευρίσκετο υπό άλλας περιστάσεις, όπως ο Σπαχής, εν γνώ σει του θα αγνοούσε το χωριό μας, προς χάριν βέβαια της Παναγίας μας, όπως έλεγαν και δι’ αυτόν οι πατέρες των πατέρων μας. Και αφ' ου το κατέγραψε και το έκανε γνωστό στο Κράτος και το υπεδούλωσε και το φορολόγησε, φρόντισε να κάνη υποφερτή την υποδούλωσι αυτού. Αλλά και οι διάδοχοι αυτού έως την αφεντιά σου επέδειξαν και επιδεικνύουν προς το χωριό μας μια ιδιαίτερη αγάπη και συμπάθεια, την οποίαν, επειδή δεν δυνάμεθα να εξηγήσουμε με τους ανθρωπίνους υπο λογισμούς, αποδίδουμε στον θαυματουργό δάκτυλο της Πανα γίας μας. Εάν λοιπόν, ενδοξότατε, δεν ανησυχούσαμε για την υγεία σου και δεν ενδιαφερόμεθα για την ανάρρωσί σου, θα είμεθα αχάριστοι του χειρίστου είδους και θα ετιμωρούμεθα γι’ αυτό από την Παναγία μας». Ο Κουμαντάντης, ο όποιος εκρέματο από το στόμα του Μου χτάρη διηγουμένου τις προς το χωριό Αγία Σιών ευεργεσίες των προγόνων του, όταν ετελείωσεν η διήγησις είπε προς τους Μου χτάρηδες : «Είνε αλήθεια, ότι η προς το χωριό σας Αγία Σιών αδυναμία και συμπάθεια όλων των Κουμαντάντηδων της Σκούν
τας όλων των αιώνων είνε παράδοσις της οικογενείας, δημιουρ γηθείσα από τον αρχηγό της οικογενείας μας Σπαχή. Η αδυνα μία δε αυτή και η συμπάθεια θα συνεχισθή εντονωτέρα εις το μέλλον. Όταν θα γίνω εντελώς καλά, θαρθώ μια μέρα στο χω ριό σας για να σας ανταποδώσω την επίσκεψι. Εάν δε αξιωθώ και να σας αντιπληρώσω για ό,τι εκάνατε για μένα, θα είμαι ευτυχής. Πηγαίνετε τώρα στο καλό και ο Θεός μαζί σας». Οι Δημογέροντες, αποχαιρετήσαντες αυτόν πάλι με τεμενά δες, και ευχηθέντες εις αυτόν και πάλιν το περαστικά του, έφυ γαν από τη Σκούντα για το χωριό των με τα γαϊδουράκια των και χωρίς τον ζαπτιέ. Όταν προχώρησαν στην ύπαιθρο, έκαναν τον σταυρό τους και τρίβοντες τα μάτια των διηρωτώντο μεταξύ των, αν όσα ελέχθησαν και έγιναν μέσα στο κονάκι ήσαν όνειρο η ήσαν πραγματικότης. Και προσπαθούσαν να μαντεύσουν ποία αντιπληρωμή θα κάνη σ’ αυτούς ο Κουμαντάντης για όσα έκα ναν εκείνοι δι’ αυτόν. Αναβαίνοντας τον ανήφορο, μεταξύ των άλλων είπεν ο νεώ τερος προς τον γεροντότερο: «Γέροντα, όμορφα τα καλάθιασες (9). Απέκρυψες από τα λεχθέντα κατά την ώρα της συνεδριά σεως εκείνα που δεν ήτο συμφέρον να λεχθούν, και παρουσίασες με πολύ ζωηρά χρώματα τα άλλα. Με την διήγησί σου τον συνεκίνησες,—αφ’ ου και σε μένα το ίδιο έκανες,—και ψυχικώς τον αιχμαλώτισες και πήρες την καρδιά του. Εγώ σε ήξερα ψυ χρό και ολιγόλογο, και σήμερα σε είδα μεγάλο διπλωμάτη και ρήτορα χρυσόστομο». Απήντησε προς αυτόν ο γεροντότερος: Πραγματικώς σήμερα μια θεία δύναμις, χωρίς άλλο η βοήθεια της Παναγίας μας, με γύρισε πίσω στα νεανικά μου χρόνια, οπότε ήμουν και εγώ παλικάρι με τα ούλά μου (10), γι’ αυτό και ανεδείχθην Κοτσάμπασης με την αξία μου. Και αν δεν το πι στεύης, παρακάλεσε καμμιά μέρα την αρχόντισσά μου, όταν την συναντήσης, να σου διηγηθή ποιος ήμουν εγώ στα νειάτα μου». Για να τελειώση τότε την ομιλία ο νεώτερος, προσέθεσε: «Να ζήσης, γέροντα, για το καλά του τόπου μας». Αργότερα πάλι είπε ο νεώτερος : «Συνάδελφοι, όλα καλά τα κάναμε. Για τίποτε δεν μετανοήσαμε, αφ' ου βεβαιωθήκαμε ότι τον ευχαριστήσαμε. Ένα μονάχα παραλείψαμε. Αφ' ου τον συναλείψαμε, τον σταυρώσαμε (11), τον ραντίσαμε και τον θυμιά σαμε, έπρεπε και να τον βαφτίσουμε. Θα το παραδεχόταν και αυτό, αφ' ου μας είπε : «σας επιτρέπω... να κάμετε και ό,τι άλλο θέλετε». Απήντησε προς αυτόν πάλι ο γεροντότερος: «Το βάπτισμα, εκτός που είνε δύσκολο και επικίνδυνο μέσα στον (9) Καλαθιάζω σημαίνει βάζω φρούτα ή αλλά πράγματα μέσα στο καλάθι, φροντίζων να κρύβω στο βάθος τα μικρά και να εκθέτω στην επιφά νεια τη μόστρα, δηλ. τα εκλεκτά, δια να εξαπατήσω τον άλλον. Τα καλά θιασες λοιπόν σημαίνει τα διηγήθηκες, αποκρύψας όσα δεν συνέφερε. (10) Με τα ούλα μου σημαίνει με όλα τα προτερήματά μου. (11) Τον σταυρώσαμε, εδώ σημαίνει, διεγράψαμε με το χέρι μας επά νω του το σημείον του σταυρού, δια να επισύρωμεν επ' αυτού την θείαν ευλογίαν.
χειμώνα, ουδέποτε θα έκανε στο φανερό χριστιανό τον Κουμαν τάντη. Αλλά και αν τον έκανε, εμείς θα εζημιωνόμεθα, διότι θα απελύετο της υπηρεσίας και θα χάναμε τον προστάτη μας. Πολύ ανώτερο από το βάπτισμα είνε το ότι η παράκλησις μας εισηκούσθη, ότι το θάμα της Παναγίας έγινε στην ώρα του, και ότι ο Κουμαντάντης ωμολόγησε σχεδόν, ότι από την Παναγία μας προήλθεν η αιφνιδία μεταβολή της καταστάσεώς του». Όταν δε επέστρεψαν στην Αγιάσο και διηγήθησαν στους συγχωριανούς των τα όσα ελέχθησαν και έγιναν μέσα στο κονά κι, πήγαν όλοι μαζί στην εκκλησία και δοξολόγησαν την Πανα γία των, διότι όλοι παρεδέχθησαν ότι Αυτή τους φώτισε να κά μουν την επίσκεψι αυτήν. Σε λίγο καιρό ο Κουμαντάντης αναρρώσας ταξίδεψε στην Κων/πολι, την πρώτη δε εβδομάδα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής του ιδίου έτους 1701 επέστρεψε στη Σκούντα, και το Σάββατο της ιδίας εβδομάδος ανέβη στην Αγιάσο. Εκεί συναντήσας τους Μουχτάρηδες, είπε προς αυτούς : «Μουχτάρηδες της Αγίας Σιών, επί τέλους αξιώθηκα να σάς ανταποδώσω την επίσκεψι, την οποία σάς υποσχέθηκα, και να σάς αντιπληρώσω για ό,τι εκά ματε προς χάριν μου κατά τις ημέρες της αρρώστιας μου. Μό λις ανέρρωσα, πήγα ταξίδι στην Σταμπούλ, από την οποίαν σάς έφερα ένα μεγάλο δώρο, το οποίο θα προσφέρω σ’ όλους τους κατοίκους, και σε σάς τους Μουχτάρηδες και στους απλούς πολί τας, αφ' ου όλοι σας ελάβατε μέρος στην παράκλησι προς την Παναγία σας, όλοι σας δι’ υμών με επισκεφθήκατε και όλοι σας μου φέρατε δώρα και ξαρρωστικά. Λοιπόν την αυριανή Κυριακή, που είνε ημέρα αργίας δια σάς τους χριστιανούς, να συγκεν τρωθήτε όλοι στο Παζάρι σας (δηλ. στην Αγορά σας), διότι εκεί θα το δείξω σ’ όλους σας και θα σάς το προσφέρω». Κατάπληκτοι οι Δημογέροντες από το μεγάλο άκουσμα, αφ' ου τον ηυχαρίστησαν, του είπαν : «Ενδοξότατε, την αυριανή Κυριακή, την οποίαν εμείς οι χριστιανοί ονομάζομε Κυριακή της Ορθοδοξίας, όλοι οι κάτοικοι θαρθούν στην Εκκλησία, διότι κατ’ αυτήν εορτάζομε την αναστήλωσι των αγίων μας εικόνων με μεγαλοπρέπεια, περιφέρομε δε και τις άγιες εικόνες στην αυλή της Εκκλησίας μας, αν και σε αρχαιοτέρα εποχή τις πηγαί ναμε και στην Ζωοδόχο Πηγή, διότι εκεί ευρίσκετο στα αρχαία χρόνια η αρχαία εικών της Παναγίας. Θα τους πούμε λοιπόν εμείς οι ίδιοι ναρθούν όλοι στο Πουλίμι, όπου είνε το Παζάρι μας, δια να δουν αυτό το δώρο, αλλά και σήμερα το βράδυ θα τους ειδοποιήσουμε καταλλήλως με τον κήρυκα της Κοινότητος και τον κράχτη της Εκκλησίας. Είνε τόσον μεγάλο αυτό το νέο, ώστε δεν θα λείψη ούτε ένας». Την Κυριακή λοιπόν της Ορθοδοξίας, μετά την θεία λειτουρ γία, αντί να κάνουν την περιφορά των αγίων εικόνων μέσα στην αυλή της Εκκλησίας, κατεβήκαν με τις εικόνες κρατούμενες στα χέρια στο Πουλίμι, όπου ευρίσκετο ένας πολύ μεγάλος λίγδος, στον οποίον ήτο λαξευμένη μια μακρουλή δεξαμενή, η οποία,
επειδή ωμοίαζε με την μονοκόμματη ξυλίνη σκάφη την ευρισκο μένη έμπροσθεν των πιεστηρίων των ελαιοτριβείων, την λεγομένην Πουλίμι, ωνομάζετο κι’ αυτή Πουλίμι. Πάνω στο ξύλινο επι κάλυμμα αυτού του Πουλιμιού ήτο απλωμένη μια ψάθα από βούρλα καμωμένη εις τη Σκούντα (12), στο μέσον δε αυτής της ψάθας ήτο απλωμένος ένας τάπητας. Εκεί επάνω ανέβη ο Κουμαντάντης και εστάθη εις το μέσον όρθιος, βλέποντας μια τους Αγιασώτας και μια την εικόνα της Παναγίας του εικονοστασίου, η οποία δεν είχε ακόμα το επιχρυσωμένο ασημένιο επικάλυμμα, εν ω οι Αγιασώτες όλοι εσιώπησαν, περιμένοντες με ανοιχτό το στόμα και με μεγάλη περιέργεια να δουν το δώρο του. Ο Κουμαντάν της τότε ήρχισε να λέγη στην ελληνική από στήθους : Μουχτάρηδες και λοιποί χριστιανοί της Αγίας Σιών. Όταν ήμουν άρρωστος, μόνοι εσείς στην περιφέρειά μου ενδιαφερθή κατε ως συγγενείς για την υγεία μου, μόνοι εσείς με επισκε φθήκατε δια των Μουχτάρηδών σας, μόνοι εσείς μού προσφέρα τε αυθόρμητα τόσα δείγματα της αγάπης και αφοσιώσεώς σας, προς εμέ και τον Σουλτάνον μας,—πολλά και τρισευτυχισμένα τα έτη του!—. Τα καμώματά σας και τα λόγια σας πολύ με συνεκίνησαν. Μακαρίζω την ώρα, κατά την οποία με επισκεφθή κατε, διότι κατά την ώρα εκείνη η ασθένειά μου υπεχώρησε. Κατόπιν τούτων έπρεπε και εγώ, όταν αναρρώσω, να σάς ανταποδώσω την επίσκεψι, όπως το υποσχέθηκα και στους Μουχτάρη δές σας, και να σάς φέρω ένα δώρο, το οποίο να ωφελή και να ενδιαφέρη όλους σας, για να σάς αντιπληρώσω με αυτό γι’ ό,τι εκάματε προς χάριν μου. Το δώρο αυτό είνε μια συνέχεια της προς το χωριό σας ευνοίας του προγόνου μου Σπαχή, αλλά τελειοποιημένη. Ο Σπαχής, όπως μού είπαν άλλοτε και οι Μου χτάρηδές σας, και όπως γνωρίζω και εγώ, κατά την κατάκτησι της Λέσβου εν γνώσει του δεν έκανε γνωστό το χωριό σας εις το Κράτος∙ οι πρόγονοι σας όμως εκείνου του καιρού ήσαν υπο χρεωμένοι να ζουν εις την αφάνεια. Εγώ θα το έχω γνωστό στο Κράτος, εσείς όμως και οι απόγονοί σας, χωρίς να είσθε υποχρεωμένοι να ζήτε στην αφάνεια, δεν θα πληρώνετε καμμιά φορολογία προς το Κράτος. Αυτό είνε το δώρο μου. Για να το φέρω πήγαταξίδι στη Σταμπούλ, φέρων μαζίμου το φερμάνι του Μωάμεθ του Κατακτητού προς τον Σπαχή. Με το φερμάνι αυτό κατώρθωσα να μπω μέσα στο Σουλτανικό Παλάτι, εκεί δε επέ τυχα να εκδοθή από τον τρισένδοξο Σουλτάνο μας Μουσταφά τον Β΄— πολλά και τρισευτυχισμένα τα έτη του! — επ' ονόματι του χωριού σας ένα άλλο βασιλικό φερμάνι, με το οποίο απαλ λάττεσθε από όλες τις φορολογίες προς το Κράτος. Τώρα θα σάς το δείξω». Και έβγαλε σιγά-σιγά από τον κόρφο του ένα χονδρό χαρτί διπλωμένο, το οποίο, αφ’ου ξεδίπλωσε, επέδειξε στους περιέρ (12) Έως στα χρόνια μας οι κάτοικοι της Σκούντας έπλεκαν τοιαύτες ψάθες με βούρλα, τα οποία και έβαφαν με διάφορα χρώματα.
γους Αγιασώτας από τη γραμμένη σελίδα του για να δουν τη βασιλική χρυσή σφραγίδα του, και με την ευκαιρία αυτή οι Αγιασώτες είδαν τότε κατά πρώτον τα γράμματα της παλαιάς τουρκικής γραφής, τα οποία, όπως έλεγαν αργότερα μεταξύ των, τους εφάνησαν ωσάν τα σπιτίσια μακαρόνια (13), τα απλωμένα πάνω στη μεσάλα για να ξεραθούν. Κατόπιν ο Κουμαντάντης συνέχισε την ομιλία του : «Το φερμάνι αυτό θα το διαβάσω πρώτα εγώ στην τουρκική και κατόπιν εγώ ο ίδιος θα σάς το μεταφράσω στην ελληνική». Πρώτα λοιπόν το διάβασε από το κείμενο, κατόπιν το μετέ φρασε λέξιν προς λέξιν και τελευταία έκανε την περίληψι. Η περίληψις, η οποία απεμνημονεύθη, ήτο η εξής : «Ο τρισένδοξος Σουλτάνος Μουσταφάς ο Β΄ κατά παράκλησι του Κουμαντάντη της Σκούντας της νήσου Μυτιλήνης, απογόνου του Σπαχή, του ακολούθου του Μωάμεθ του Κατακτητού, του οποίου το φερμάνι του διορισμού του Σπαχή ως στρατιωτικού υποδιοικητού ενός τμήματος της νήσου Μυτιλήνης βρίσκεται εις χείρας του εν λόγω Κουμαντάντη, με τον αυτοκρατορικό αυτό ιραδέ απαλλάσσει από σήμερα και εις το εξής τους χριστιανούς κατοίκους του χωρίου Αγία Σιών, υπαγομένου εις την στρατιωτικήν υπο διοίκησιν του Κουμαντάντη της Σκούντας, από όλες ανεξαιρέτως τις φορολογίες προς το Κράτος». Έκαστος φαντάζεται ποίες εκδηλώσεις χαράς επηκολού θησαν. Οι παρευρεθέντες όλοι με δάκρυα χαράς στα μάτια των φιλήσαν το χέρι του αφέντη των και ζητωκραύγασαν με την καρδιά των υπέρ του Σουλτάνου και του Κουμαντάντη των, του Πασά και του Ναζίρη των. Όλοι όμως παρετήρησαν, ότι, όταν ο Κουμαντάντης μετέφραζεν από στήθους το φερμάνι χωρίς να βλέπη εις το κείμενο, και όταν έκανε την περίληψι του φερμανίου, έβλεπε κάθε λίγο την εικόνα της Παναγίας της κρατουμένης εις τα χέρια, γι' αυτό και έλεγαν μεταξύ των ότι ο Κουμαντάντης των προσποιείται τον μουσουλμάνο, εν ω είναι χριστιανός εις το κρυφά, ότι ο Κουμαντάντης των ενδομύχως παραδέχεται, ότι τον γιάτρεψε η Παναγία των, την οποίαν ίσως θα είδε και στον ύπνο του, και ότι ο ίδιος το βασιλικό αυτό φερμάνι το έφερε στην Παναγία των, ως δώρο προς Αυτήν ευχαριστήριο. Μετά ταύτα ο Κουμαντάντης δίπλωσε το φερμάνι και το παρέδωσε στους Μουχτάρηδες, λέγων προς αυτούς : «Να το φυλά γετε όπως τα μάτια σας, διότι, αν το χάσετε, θα χάσετε τα προνόμιά σας, τα οποία ισοδυναμούν με την ανεξαρτησία σας». Οι Μουχτάρηδες, παραλαβόντες αυτό και περιεργασθέντες, το παρέδωσαν στον Σκευοφύλακα-Ταμίαν της Εκκλησίας, δια να (13) Τα σπιτίσια μακαρόνια παρεσκευάζοντο από ζύμη, την οποία πλά τυναν με μια ξύλινη κυλινδρική ματζόβεργα και την έκαναν λεπτά φύλλα, τα άποια κατόπιν έκοπτον με το ψαλίδι εις μικρές-μικρές λωρίδες, τις οποίες άπλωναν για να ξεραθούν πάνω στη μεσάλα, η οποία υπό των Βυζαντι νών ελέγετο μεσάλιον από το λατινικόν mensalis.
το κρύψη μέσα στον κρυψώνα της Εκκλησίας, εις τον οποίον ευρίσκοντο κρυμμένα τα ιερά κειμήλια. Από το Πουλίμι κατεβήκαν όλοι μαζεμένοι στην Αγία Σωτεί ρα (δηλ. την Ζωοδόχο Πηγή ή Αγίασμα), και δια της Αγίας Παρασκευής και του Απέσου και της σημερινής Άνω Αγοράς γύρισαν στην Εκκλησία, και από τότε επανήλθε το αρχαίο καθε στώς της περιφοράς των Αγίων εικόνων κατά την Κυριακήν της Ορθοδοξίας και κατά την εορτήν της Μεταμορφώσεως του Σωτή ρος στις 6 Αυγούστου χάριν των προσκυνητών. Μέσα στην Εκκλη σία δοξολόγησαν όλοι μαζί την Παναγία των, διότι εις το βασι λικό αυτό φερμάνι διέκριναν με το μάτι της ψυχής των τον θαυμα τουργό της δάκτυλο. Όταν διελύθη η πομπή, οι Δημογέροντες με τους Επιτρό πους πήραν τον Κουμαντάντη των εις το Συνοδικό της Εκκλη σίας, όπου του απηύθυναν τρεις ερωτήσεις, εις τις οποίες έδωσε τις κατάλληλες απαντήσεις. Η πρώτη ερώτησις ήτο : «Πώς κατώρ θωσε να βγάλη, υπέρ της Αγίας Σιών ένα τοιαύτης φύσεως φερμάνι;» Στην ερώτησι αυτή απήντησε: «Αυτό το κατώρθωσα κυρίως χάρις εις το προς τον Σπαχή φερμάνι του Μωάμεθ. Αλλά και η απαλλαγή από τις φορολογίες ενός χωρίου, όπως η Αγία Σιών, εις την Τουρκία δεν είνε πρωτοφανής, αρκεί να υπάρχη ο ενδιαφερόμενος, ο όποιος θα ενεργήση την έκδοσι του σχετικού φερμανίου. Σε άλλα, μέρη υπάρχουν ολόκληροι επαρχίαι, (όπως η Μάνη του Μωριά, η Χειμάρρα της Ηπείρου και τα Σφα κιά της Κρήτης), οι οποίες είνε απηλλαγμένες από όλες ή από μερικές φορολογίες επί τη βάσει ειδικών φερμανίων». Η δευτέρα ερώτησις ήτο: «Πώς εκδίδει το Κράτος τα φερμά νια αυτά. αφ' ου χάνει τις φορολογίες των προνομιούχων;» Στην ερώτησι αυτή απήντησε: «Το Κράτος χαρίζει τις φορολογίες της Αγίας Σιών,—για να μιλήσωμε, Μουχτάρηδες, για το χωριό σας—δεν ζημιώνεται όμως καθόλου με αυτό, διότι ο Ναζίρης της Μυτιλήνης, (στον οποίον επέδειξα το φερμάνι σας και έφερα γραπτές οδηγίες από την Σταμπούλ τι πρέπει να κάμη στην περί πτωσι αυτή), το ανάλογο της φορολογίας του χωριού σας, (το οποίο θα εξακριβώνη στην αρχή εκάστου έτους επί τη βάσει των ληξιαρχικών βιβλίων, τα οποία θα εξακολουθήτε να τηρήτε και να του τα υποβάλλετε), θα το διαμοιράζη στα χωριά της Μυτι λήνης (14) επί τη βάσει του πληθυσμού εκάστου. Η τρίτη ερώτησις ήτο: «Οι Αγιασώτες που μένουν μέσα στην Αγιάσο δεν θα ενοχλούνται ποτέ από τους εισπράκτορας των φόρων, τι γίνεται όμως για εκείνους απ' αυτούς, οι οποίοι βγαί νουν από την Αγιάσο και κυκλοφορούν πάνω στο νησί;» Στην ερώτησι αυτή απήντησε : «Και εκείνοι που βγαίνουν έξω από την Αγιάσο δεν θα ενοχλούνται πουθενά, αρκεί να φέρουν πάντοτε μαζί των την βούλαν, δηλ. το αποτύπωμα της σφραγίδος της Δημογεροντίας σας επί τεμαχίου χάρτου, την οποία να επιδει (14) Μυτιλήνη εδώ εννοεί την νήσον Μυτιλήνην, δηλ. την Λέσβον.
κνύουν εις τους φορατζήδες, οι οποίοι θα ειδοποιηθούν για την υπόθεσι αυτή ιεραρχικώς από τον Πασά και τον Ναζίρη και τους άλλους Κουμαντάντηδες». Τελευταία οι Δημογέροντες, όταν ο Κουμαντάντης εσηκώθη να φύγη για τη Σκούντα, τον συνώδευσαν χάριν τιμής, παρά τις διαμαρτυρίες του, έως στην Ελέψα και όταν επέστρεψαν στην Αγιάσο πήγαν μόνοι των μέσα στην Εκκλησία και κλείσαντες τις θύρες της ευχαρίστησαν γονατιστοί την Παναγία των. Υπό αυτάς λοιπόν τας συνθήκας ήρθε το βασιλικό φερμάνι του Σουλτάνου Μουσταφά Β΄ στα 1701. Ότι το φερμάνι αυτό ήτο βασιλικό, δηλ. σουλτανικό, αποδεικνύεται από τον σύγχρονον αυτού Παναγιώτην Αποστόλου, ο όποιος αποκαλεί αυτό «αυτο κρατορικόν ιραδέ», αποδεικνύεται δε και από τα έγγραφα του 1729 του υπό στοιχείον Α σωζομένου Μητροπολιτικο ύ Κώδικος Μυτι λήνης, στα οποία το φερμάνι αυτό λέγεται βασιλικόν. Ότι εξε δόθη υπό του Σουλτάνου Μουσταφά Β΄, αποδεικνύεται από την ιστορίαν, η οποία αναφέρει ότι ο Σουλτάνος Μουσταφάς ο Β΄ βασίλεψε στην Κων/πολι από τα 1695 έως τα 1702. Ότι δε αφο ρούσε μόνον τους χριστιανούς κατοίκους της Αγίας Σιών, απο δεικνύεται από τα ίδια έγγραφα του 1729 του προαναφερθέντος Μητροπολιτικού Κώδικος, στα οποία αναφέρεται ότι οι «χριστια νοί Αγιασώτες έχουν εις χείράς των βασιλικόν φερμάνιον». Οι χριστιανοί όμως της Αγίας Σιών, για να διευκολύνουν τους ολί γους Τούρκους ομοχωρίους των, οι οποίοι καθόλου δεν ωφελούν το από το φερμάνι, τους εφωδίασαν με την βούλαν της απαλλα γής της Δημογεροντίας των. Σημ. — Για τη γυναίκα του Κουμαντάντη, τους γυιους και τις κόρες του (εάν ήτο παντρεμένος), ή για τους γονείς, τους αδελφούς και τις αδελφές του (εάν ήτο ανύπαντρος), δεν γίνεται κανένας λόγος. Ο ΑΜΒΩΝ ΤΗΣ «ΑΓΙΑΣ ΣΙΩΝ»
ΤΡΕΙΣ ΑΡΕΤΑΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΟΣ (*) Του κ. ΚΩΝΣΤ. ΤΖΙΡΙΔΟΥ, καθηγητού
Από παλαιούς χρόνους η Εκκλησία και από της ιδρύσεώς του το Ελληνικόν Κράτος εορτάζει κατ’ έτος πανηγυρικά την ιεράν αυτήν ημέραν των Τριών Μεγάλων Ιεραρχών και διδα σκάλων, Βασιλείου του Μεγάλου, Γρηγορίου του Θεολόγου και Ιωάννου του Χρυσοστόμου, και κατ’ εξοχήν θεωρεί την σήμερον ως εορτήν των σχολείων και των γραμμάτων. Και αληθινά δεν ημπορούμεν να εύρωμεν εις την Παγκόσμιον Ιστορίαν εκλεκτότε ρα υποδείγματα ανθρώπων εναρέτων δια την νεολαίαν που σπου δάζει και μορφώνεται, αλλά και δι’ ημάς ακόμη, οι οποίοι δια (*) Λόγος εκφωνηθείς εν τω I. Προσκυνήματι της Υπεραγίας Θεοτό κου εν Αγιάσω επί τη εορτή των Τριών Ιεραρχών, τη 30ή Ιανουαρίου 1941.
νύομεν τα μετανεανικά έτη της ζωής μας εις οποιονδήποτε επί πεδον κοινωνικόν και αν ευρισκώμεθα. Διότι οι τρεις φωστήρες της Τρισηλίου Θεότητος, όχι μόνον με την αρετήν των, η οποία έφθασε—τολμώ να είπω—την θείαν τελειότητα, όχι μόνον με την σοφίαν των, η οποία επύρσευσε την Οικουμένην με τας ακτίνας της θείας Σοφίας, αλλά και με τον ηρωισμόν των, την αυτοθυσίαν των και το ακαταδάμαστον θάρρος των απέναντι της υλικής βίας και της κακής ανθρωπίνης δυνάμεως των Ισχυρών, μάς έδειξαν και θα δείχνουν αιωνίως τον δρόμον που πρέπει να ακολουθή όχι μόνον κάθε άνθρωπος εις την ζωήν του δια να αποβή πρα γματικά χριστιανός και πραγματικά άνθρωπος, αλλά και κάθε λαός που θέλει να ζήση. Αι τρεις μέγισται ηθικαί αξίαι, με τας οποίας εστολί ζοντο κατ’ εξοχήν οι τρεις Μεγάλοι της Εκκλησίας Πατέρες : η αρετή, ο έρως προς την σοφίαν και ο ψυχικός ηρωισμός, είναι εκείναι, τας οποίας ενεφύσησεν η πνοή του Θεού εις την ψυχήν της ελληνικής φυλής και εις την ανακύκλησιν της Ελλη νικής Ιστορίας αποτελούν τα βασικά ερείσματα, τα οποία δια τηρούν την φυλήν μας κατά τον τρισχιλιετή ένδοξον βίον της. Είναι πολύ γνωστόν και δεν έχει ανάγκην κανείς παρά να ξεφυλλίση απλώς την ιστορίαν της ελληνικής φυλής, δια να βε βαιωθή ακραδάντως, ότι κατά τους χρόνους, κατά τους οποίους οι ονομαστότεροι και ισχυρότεροι λαοί του κόσμου ευρίσκοντο εις βάρβαρον κατάστασιν, οι πρόγονοι μας ενεπνέοντο εις τας καθημερινάς συνθήκας της ζωής των από τα ευγενέστατα και θειότατα αισθήματα υπερπολιτισμένης ανθρωπίνης καρδίας. Από τον καιρόν του Οδυσσέως της Ιθάκης την ελληνική καρδιά την κάμνει να σκιρτά η αγάπη προς την οικογένειαν, το πατρικό σπί τι και την πατρίδα· μέσα στην πολυτάραχη θάλασσα καραβοτσακι σμένος ο Οδυσσεύς εύχεται να ιδή μόνον τον καπνόν να ανα βαίνη από τα σπίτια της πατρίδος του και ύστερα ας αποθάνη· και από τότε έως σήμερα, χωρίς εξαίρεσιν και χωρίς διακοπήν, ο Έλλην αγωνίζεται υπέρ βωμών και εστιών, και ξενιτεύεται, όχι δια να απομακρυνθή οριστικώς από την πατρίδα, αλλά δια να επανέλθη ευτυχέστερος και χρησιμώτερος δι’ αυτήν. Και πράγματι, έτσι γίνεται έως σήμερον, και μεταξύ αυτών των ξενιτευμένων ακούομεν τα ονόματα των μεγαλυτέρων και φιλανθρωποτέρων ευεργετών του Έθνους. Η φιλοξενία και η φιλανθρωπία επίσης κατέχουν μεγίστην θέσιν εις την ελληνικήν καρδίαν. Από τους χρό νους του Ομήρου έως σήμερον η ελληνική φιλοξενία είναι πασί γνωστος, θεωρείται ιερά· πιστεύεται ότι την απαιτεί ο Θεός· και δια να μη νομισθή, ότι η αρετή αυτή εξασκείται δια λόγους προσωπικούς και ιδιοτελείς, ο Όμηρος μάς παρουσιάζει τους αθανάτους ήρωάς του να υποδέχονται τους ξένους των, να τους περιποιώνται και, αφού τους πλύνουν, τους ενδύσουν, αφού τους παραθέσουν το πλούσιο και χορταστικό τραπέζι των, κατόπιν τους ερωτούν ποιοι είναι, από πού έρχονται και ποιον σκοπόν έχει ο ερχομός των. Τας ιδίας ακριβώς διδασκαλίας μάς κληρο
δοτούν και οι Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, αι οποίαι συνο ψίζονται εις την υψηλήν ευαγγελικήν έκφρασιν «ξένος ήμην και συνηγάγετέ με».Αλλά μήπως και η σημερινή έννοια και έκτασις της παγκοσμίου ομαδικής φιλανθρωπίας δεν είναι έμπνευσις και εκτέλεσις του ελληνικού πνεύματος ; Μήπως ιδρυτής και εκτελε στής της πρώτης αποπείρας κοινωνικής φιλανθρωπίας δεν είναι ο Μέγας Καισαρεύς Βασίλειος; δεν είναι πρώτος αυτός εις τον κόσμον, ο οποίος, αφού επώλησε την περιουσίαν του όλην, ίδρυσε τα πρώτα νοσοκομεία και πτωχοκομεία, εις τα οποία και σήμε ρον η ανθρωπότης που υποφέρει οφείλει την ανακούφισιν της; Δεν θα ετελείωνα εάν επιχειρούσα να απαριθμήσω τας αρετάς της ελληνικής φυλής· αλλά μήπως η αγάπη προς τα γράμματα και την σοφίαν δεν την ωδήγησαν εις το να φθάση εις τας υψη λοτάτας κορυφάς της ανθρωπίνης σοφίας, και δεν την έκαμαν πραγματικά τον φωτοδότην και διδάσκαλον του πολιτισμού εις όλους τους άλλους λαούς ; Τα γράμματα ήσαν γνωστά εις άλ λους μεγάλους λαούς της Ανατολής δύο και τρεις χιλιάδας έτη, πριν τα γνωρίσουν οι Έλληνες, αλλά καμμίαν αξίαν δεν είχον· τα μετεχειρίζοντο οι βασιλείς και οι στρατηγοί αυτών των λαών δια να μνημονεύουν τα κατορθώματά των : να απαθανατίζουν τας αγρίας και βαρβάρους πράξεις των να απαριθμούν πόσους εχθρούς των έγδαραν ζωντανούς, πόσους έκαυσαν, ποσών τας γλώσσας έκο ψαν και πόσους αιχμαλώτους των επώλησαν ως δούλους. Από την ώραν όμως, κατά την οποίαν εγνώρισαν οι Έλληνες τα γράμ ματα, έδωκαν εις αυτό την μεγίστην και παγκοσμίαν ηθικήν αξίαν και σημασίαν που έχουν. Τα κατέστησαν το όργανον της εκφράσεως των ευγενεστέρων αισθημάτων και των υψηλοτέρων σκέψεων και στοχασμών. Από την ώραν εκείνην αρχίζει πραγμα τικά η ιστορία του πολιτισμού. Με τα γράμματα ωμίλησαν προς την ανθρωπότητα ολόκληρον οι σοφοί της Ελλάδος: Ο Θαλής, ο Πυθαγόρας, ο Αρχιμήδης, ο Αναξαγόρας, ο Όμηρος, ο Σοφο κλής, ο Σωκράτης και ο Πλάτων, ο Μέγας Βασίλειος, ο Γρηγό ριος ο Θεολόγος, ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος και η άλλη χορεία των Πατέρων της Εκκλησίας. Με αυτά διεκήρυξε το ελληνικόν πνεύμα εις όλον τον κόσμον τι είναι δίκαιον και τι άδικον, τι αληθές και τι ψευδές, τι καλόν και τι αισχρόν, τι αγαθόν και τι πονηρόν, τι ελευθερία και τι δουλεία. Όλα όσα ημπορεί να στο χασθή ο ανθρώπινος νοός ανερχόμενος εις τους υψηλοτάτους αιθέρας της ανθρωπίνης διανοήσεως, διότι ο ελληνικός νους έφθα σεν εκεί και εδημιούργησε τα ενδοξότερα πρότυπα εις την φιλο σοφίαν, εις τας επιστήμας, εις την ποίησιν και εις τας τέχνας. Και προσέφερεν εις την ανθρωπότητα την μεγίστην των ευεργε σιών: την προπαρεσκεύασε με τας πνευματικός της πνοάς εις την ύποδοχήν του χριστιανισμού. Από αυτά τα πρότυπα και τον χριστιανισμόν εξεπήγασε κάθε μεταγενέστερος πολιτισμός, και αυτός ο σημερινός, τον οποίον αι σημερινοί κακαί δυνάμεις του κόσμου, μεταξύ των οποίων την πρώτην θέσιν κατέχει ο κατησχυ μένος και ηττημένος εχθρός μας, κατέχει την πρώτην θέσιν.
Αι υψηλαί όμως διδασκαλίαι και αλήθειαι, τας οποίας ενε πνεύσθη και διεκήρυξεν ο Ελληνισμός, του εγέννησαν φρόνημα υψηλόν και γενναίον, και ψυχήν άλκιμον και απτόητον. Τού απε σαφήνισαν ωρισμένας σκέψεις περί ζωής και θανάτου, του εβε βαίωσαν ότι ζωή χωρίς μερικάς αξίας ηθικάς, όπως η ελευθερία και η πίστις προς τον Θεόν, όπως η αλήθεια και το δίκαιον, δεν έχει καμμίαν σημασίαν, ότι εν τοιαύτη περιπτώσει είναι μυριάκις προτιμότερος και γλυκύτερος ο θάνατος από την ζωήν. «Για του Χριστού την πίστι την άγια, για της πατρίδος την ελευθερία, γι’ αυτά τα δύο πολεμώ, κι’ αν δεν τα αποκτήσω, τι μ’ ωφελεί να ζήσω;» ετραγουδούσαν οι γίγαντες του 21. Έτσι εξηγείται πως, παραλλήλως προς την μεγαλουργόν εκπολιτιστικήν δράσιν του Έλληνος, μεγαλουργεί και πολεμικώς. Έτσι εξηγείται πώς ο Αι σχύλος πολεμά εναντίον των Περσών και νικά· πως ο Πατριάρ χης Σέργιος αντικαθιστά τον Αυτοκράτορα και υπερασπίζει την Κωνσταντινούπολιν και νικά· πώς ο Αθανάσιος Διάκος σουβλί ζεται εις την Αλαμάναν και νικά τους εχθρούς με τον θάνατον του· πώς σήμερα δεν υπάρχει ούτε ένας Έλλην ούτε μία Ελλη νίς, που να μη δεχθή οιανδήποτε θυσίαν, την οποίαν ήθελε προστάξη η Πατρίς, και θα νικήσωμεν, διότι έχομεν το πνεύμα της πατροπαραδότου αυτοθυσίας, την οποίαν διελάλησαν εις τον κόσμον η Μονή του Αρκαδίου, ο δαυλός που Καψάλη, ο χορός του Ζαλόγκου, αι διακόσιαι χιλιάδες που εσφάγησαν κατά τα ολίγα έτη της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821, και εκείνοι που θυσιάζονται σήμερον εις τα αλβανικά βουνά, εις τις μανια σμένες θάλασσες και εις τους νεφελώδεις αιθέρας των θεάτρων του πολέμου. Δεν θα πολυλογήσω. Θα νικήσωμεν, διότι εκείνο το οποίον ηκούετο συχνά επάνω εις τα απάτητα λημέρια των κλε φτών, «Καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή, παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή», είναι αρκετόν για να μάς δείξη τον ηρωι σμόν της ελληνικής ψυχής από τότε που υπάρχει εις τον κόσμον έως σήμερον. Έτσι εξηγείται πως 300 Σπαρτιάται με τον Λεωνί δαν κατήσχυναν εκατομμύριον περσικού στρατού εις τας Θερμο πύλας· μία εκατοντάς παλληκαριών του Ανδρούτσου χιλιάδας Τούρκων εις το χάνι της Γραβιάς. Έτσι εξηγείται πώς σήμερον ολίγαι χιλιάδες Έλληνες καταισχύνουν τα οκτώ διασαλπισθέν τα εκατομμύρια των ιταλικών λογχών και ελάχιστα υποβρύχια τον διατυμπανισθέντα μέγιστον υποβρυχιακόν στόλον του κόσμου. Δι’ όλα αυτά θα νικήσωμεν. Εις μέγιστον βαθμόν και εις την πλήρη ολότητά των τας τρεις ηθικάς αξίας, τας εμφύτους εις την ελληνικήν ψυχήν, κατεί χεν ο χθες εκλιπών μέγας Κυβερνήτης της Ελλάδος Ιωάννης Μεταξας. Η αρετή του, η οποία ποτέ δεν του επέτρεψε να προβή εις παραχωρήσεις, δια να δημιουργήση κόμμα εις την πολιτικήν του ζωήν, η σοφία του, η οποία τον ωδήγησε να προπαρασκευά ση ψυχικώς και υλικώς το Κράτος, δια να αντιμετωπίση νικηφό ρως την παρούσαν κατάστασιν, ο ηρωισμός του, ο όποιος εξεδη λώθη την αυγήν της 28ης Οκτωβρίου, οπότε εξεστόμισε το ηρωι
κόν όχι προς τον θρασύδειλον και αισχρόν επιδρομέα, τον απέ δειξαν ως πρώτον Ελληνα. Το έργον του δεν είμαι εγώ ικανός να εξυμνήσω, αλλά και αι ιστορικαί ημέραι, τας οποίας διερχό μεθα, δεν επιτρέπουν ούτε λόγους ούτε θρήνους, αλλά μίαν μόνον σκέψιν, την σκέψιν του Ιωάννου Μεταξά: την Νίκην. Τους ύμνους θα τους αναφέρη η Νεοελληνική Ιστορία, εις την οποίαν εξησφά λισε την ενδοξοτέραν θέσιν. Συσπειρωμένοι και αδελφωμένοι περί τον Βασιλέα μας και την νέαν Εθνικήν Κυβέρνησιν μας, ας ευχη θώμεν εις τον Θεόν, αυτόν μεν να αναπαύση εις τους κόλπους του Αβραάμ, να ευλογήση δε τους διαδόχους του και να τους καταστήση ανταξίους του εκλιπόντος μεγάλου πολιτικού, μεγά λου στρατιωτικού και μεγάλου Κυβερνήτου. Αργότερα, χωρίς αμφιβολίαν, θα ευρεθή ένας νέος Πίνδαρος να τον εξυμνήση και θα λέγωνται αναμφιβόλως δι’ αυτόν τα λόγια του ποιητού: Το σόι του στον αιώνα θα φαντάζη με της ανδρείας τα αθάνατα προνόμια, με μάλαμα γραμμένον το δοξάζει σε αστραφτερό κατεβατό μαρμάρου ύμνος χρυσός του αθάνατου Πινδάρου.
+ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ
ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΣ
Μετά βαθυτάτης οδύνης επληροφορήθημεν την απώλειαν, ην υπέστησαν η στρατευομένη Εκκλησία και τα θεολογικά γράμματα εν τω προσώπω του Μεγάλου Οικονόμου της Μεγάλης του Χρι στού Εκκλησίας Κωνσταντίνου Καλλινίκου, αποβιώσαντος εν Manchester της Αγγλίας τον παρελθόντα Οκτώβριον μετά πολύ μοχθον πνευματικήν εργασίαν, ήτις είχε καταστήσει αυτόν παγκο σμίως γνωστόν. Πιστός και αφωσιωμένος λειτουργός της Εκκλη σίας, αγαπήσας μετά περιπαθείας το έργον του, ακούραστος ερ γάτης του Ευαγγελίου, εκδαπανήσας εαυτόν εις την διακονίαν του έργου της σωτηρίας των πιστών, ακαταπόνητος μελετητής των Αγίων Γραφών, τας οποίας εγνώριζεν όσον ουδείς άλλος να ερευνά και να καθιστά προσιτάς και εις τους σοφούς και εις τους απαιδεύτους, και την αυταπάρνησιν του Κυρίου εγκλείων εν τη μέχρι των τελευταίων του ημερών όντως παιδική αυτού καρδία, ο Κωνσταντίνος Καλλίνικος κατέστη άξιος του θαυμα σμού και της αγάπης όχι μόνον εκείνων όσοι προσωπικώς είχον μετ’ αυτού συναστραφή, αλλά και όλων όσοι μόνον ενός εκ των πολυπληθών προϊόντων της μελισταγούς γραφίδος του είχον το ευτύχημα να τον γνωρίσουν.
Μεταξύ των ωφεληθέντων εκ των έργων του Κ. Καλλινίκου καταλέγεται και ο χαράσσων τας γραμμάς ταύτας, προς το ταπεινόν έργον του οποίου ο αείμνηστος ιδιαιτέραν ησθάνθη συμπάθειαν, πολλάκις εκδηλωθείσαν. Την συμπάθειαν ταύτην εθεώρησεν ο γράφων ως πολλού άξιον τίτλον τιμής, διότι δύναται μεταξύ των διδασκάλων του εν . τοις πρώτοις να καταλέξη τον Κωνσταντίνον Καλλίνικον, του οποίου τα έργα παιδιόθεν υπήρξαν δι’ αυτόν προσφιλέστατα εντρυφήματα. Σπέν δομεν θαλερόν δάκρυ σεβασμού και αγάπης επί του νωπού έτι τάφου του μεταστάντος Διδασκάλου, του οποίου το πνεύμα θα ζη μετά των δικαίων και τετελειωμένων, εις τιμήν δε της ιεράς μνήμης του Κωνσταντίνου Καλλινίκου ευχαριστούμεν τον Θεόν, διότι πολλάκις εις στιγμάς πειρασμών και δοκιμασιών ανθρωπίνων εδιδάχθημεν εκ του ζήλου, της αυταπαρνήσεως και της ταπεινοφροσύνης εκείνου, του μηδέποτε μηδέν εγωιστικόν επιδιώξαντος, αλλ’ ως μόνην ευτυχίαν αείποτε θεωρήσαντος την πιστήν πληροφορίαν της διακονίας του, και ηντλήσαμεν θάρρος και καρτερίαν εις τον εσωτερικόν μας αγώνα. Δεν είναι σκοπός του παρόντος πενιχρού σημειώματος η εξέτασις του μεγάλου και πολυσχιδούς έργου, το οποίον κατα λείπει ως ιεράν και πολύτιμον κληρονομίαν εις τας επερχομένας γενεάς των ορθοδόξων ο Κωνσταντίνος Καλλίνικος· τούτο είναι ανέφικτον υφ' ας συνθήκας γράφεται το παρόν. Αι ολίγαι αύται και πτωχαί γραμμαί εκφράζουν απλώς τον ανθρώπινον πόνον ενός ταπεινού μαθητού φίλου και θαυμαστού του μεταστάντος, ευγνώμονος δι’ όσα παρ’ αυτού εδιδάχθη και βαθύτατα λυπου μένου, διότι εις τας παρούσας στιγμάς εστερήθη η Εκκλησία και το Έθνος τοσαύτης ολκής πνευματικού αγωνιστού. Είη η μνήμη αυτού αιωνία ! Ε. Γ. Μ.
ΧΡΟΝΙΚΑ ΕΠΙ ΤΩ ΘΑΝΑΤΩ
ΤΟΥ
ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΥΒΕΡΝΗΤΟΥ IΩANNOY ΜΕΤΑΞΑ
Ευθύς ως ηγγέλθη ο θάνατος του αειμνήστου Εθνικού Κυβερνήτου Ιωάννου Μεταξά, το Πρεσβυτέριον του Ι. Προσκυ νήματος συνελθόν υπό την προεδρίαν του Αρχιερατικού Επιτρό που απεφάσισεν, όπως μέχρι της ημέρας της κηδείας τελή πρωίας και εσπέρας καθ’ εκάστην και μετά την απόλυσιν των τακτικών ακολουθιών Τρισάγιον υπέρ αναπαύσεως της ψυχής του μετα στάντος. — Τη επομένη, επί τη εορτή των Τριών Ιεραρχών, ο Αρχιε ρατικός Επίτροπος προστάς της θείας λειτουργίας, καθ’ ην τα ιερά άσματα έψαλεν η υπό του ριζαρείτου διδασκάλου κ. Χριστοφ. Χατζηπαναγιώτου καταρτισθείσα χορωδία της Ε.Ο.Ν. Αρρένων Αγιάσου, ηυχήθη εν βαθεία συγκινήσει υπέρ ανα παύσεως της ψυχής του κοιμηθέντος Εθνικού Κυβερνήτου, και είπε τα εν θέσει κυρίου άρθρου του παρόντος δημοσιευόμενα. — Τη 31η Ιανουαρίου 1941, καθ’ ην ώραν εν Αθήναις ετελείτο η κηδεία του νεκρού του μεταστάντος Εθνικού Κυβερ νήτου, εν τω Ι. Προσκυνήματι, κατόπιν τηλεγραφικής εντο λής του Σεβ. Μητροπολίτου, ετελέσθη πάνδημος επιμνημόσυ νος δέησις μετά ημίωρον πένθιμον κωδωνοκρουσίαν, παρουσία των τοπικών αρχών και απείρου πλήθους λαού, προεξάρχοντος του Αρχιερατ. Επιτρόπου. Εν τω μέσω του πενθίμως διακε κοσμημένου ναού είχε στηθή σεμνόν κενοτάφιον κοσμούμενον δια της κυανολεύκου και δια στεφάνου δάφνης, εις τας τέσσαρας γωνίας του οποίου έκαιον λαμπάδες, εν ω από ανηρτημένης άνω θεν αυτού κανδήλας ανεδίδετο καπνός λιβανωτού. Εις τας τέσ σαρας γωνίας του κενοταφίου εφρούρουν τιμητικώς δύο χωρο φύλακες και δύο φαλαγγίται, καθ’ όλον δε το μήκος του μεγαλο πρεπούς ναού είχε παραταχθή εις δύο στίχους η φάλαγξ της Ε.Ο.Ν. Μετά τας επιμνημοσύνους ευχάς ο Αρχιερατικός Επίτροπος είπεν από χειρογράφου τα εξής: Καθ’ ην στιγμήν παραδίδεται εις την μητέρα γην το γήινον σκή νος του Ιωάννου Μεταξά εν μέσω βαθυτάτης εθνικής οδύνης και μεθ’ όλων των τιμών, ων ανεδείχθη άξιος δια της επιγείου πολιτείας του, τα τέκνα της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ελλάδος εκλήθησαν υπ’ Αυτής ανά σύμπασαν την Επικράτειαν, ίνα μετά των ποιμένων αυτών συνενώ
σωσι τας προς τον Ύψιστον δεήσεις των υπέρ μακαρίας μνήμης και αιωνίου αναπαύσεως της ψυχής του κοιμηθέντος Εθνικού Κυβερνήτου και εκδηλώσωσιν ούτω κατά τρόπον απολύτως χριστιανικόν την προς αυτόν υιϊκήν ευλάβειαν και στοργήν. Τη προσκλήσει ταύτη της επισήμου Εκκλησίας στοιχούντες και ημείς, συνήλθομεν και πάλιν, αγαπητοί αδελφοί, εν τω ιερώ τούτω ναώ, εν τω οποίω από της προχθές καθημε ρινώς αναπέμπονται δεήσεις πρωίας και εσπέρας, και επιμνημόσυνος χθες ετελέσθη η θεία λειτουργία, καθ’ ην και είπομεν ό,τι ήρμοζεν εις απότισιν οφειλομένου φόρου τιμής προς τον μεταστάντα ιστορικόν εθνι κόν ηγέτην, και εις ενίσχυσιν και παραμυθίαν του δικαίως θρηνούντος τον απορφανισμόν του ευσεβούς λαού. Επαναλαμβάνοντες, ότι η αρίστη προς την ιεράν μνήμην του τιμή είναι η μετά της αυτής πίστεως και του αυτού ιερού ενθουσιασμού συνέχισις και υπό πάντων ενίσχυσις του διε ξαγομένου ιερού υπέρ των όλων αγώνος, ευχόμεθα και πάλιν από καρ δίας, όπως Κύριος ο Θεός αναπαύων το πολύμοχθον πνεύμα του Ιωάν νου Μεταξά εν τη χορεία των ενδόξων και αθανάτων εργατών του ωραίου, του αληθούς, του αγαθού και του δικαίου, ενισχύση τον ευσε βέστατον ημών Άνακτα και την περί Αυτόν λαοφιλή Εθνικήν Κυβέρ νησιν εις το συνεχιζόμενον έργον της εθνικής αναδημιουργίας, και παρα καλούμεν πάντας, όπως, αναθέτοντες πάσας τας ελπίδας εις τον Θεόν των Πατέρων ημών, αντλήσητε εκείθεν την απαιτουμένην ευ ψυχίαν και εγκαρτέρησιν, διότι «του Κυρίου η σωτηρία και επί τον λαόν Αυτού η ευλογία Αυτού». Επιθυμούντες δε να δώσωμεν διέξοδον εις τα πλημμυρούντα τας λαϊκάς καρδίας συναισθήματα, παρέσχομεν την απαιτουμένην εκκλησιαστικήν άδειαν και ευλογίαν εις τους ορισθέντας αντιπροσώπους του ευσεβούς λαού, ίνα εκτελέσωσι το ανατεθειμένον εις αυτούς δια την ιεράν ταύτην στιγμήν καθήκον και καλούμεν ήδη αυτούς προς τούτο. Ακολούθως ωμίλησαν, εν βαθυτάτη συγκινήσει, από του επί τούτω στηθέντος βήματος οι ορισθέντες λαϊκοί εκπρόσωποι.
Ο Πρόεδρος της Κοινότητος Αγιάσου κ. Ιωάνν. Χατζη λεωνίδας είπε τα εξής: Από το πρωί της Τετάρτης 29ης Ιανουαρίου ο μέγας Έλλην, ο σιδηρούς Κυβερνήτης, ο μέγας Πολιτικός, ο υπέροχος Στρατιώτης εγκα τέλειψε την επίγειον ζωήν. Η Ιδέα, Ιωάννης Μεταξάς, δεν υπάρχει πλέον. Μέσα εις το μεσουράνημα της δόξης του, μέσα εις την θέρμην που πηγάζει από την αγάπην του ελληνικού λαού που τον ελάτρευσε, μέ σα εις την δίνην των νικών και των θριάμβων του ηρωικού στρατού μας, τον οποίον αυτός παρεσκεύασε, στεφανωμένος με δόξαν άφθαρ τον, έπεσεν επί των επάλξεων της τιμής και του καθήκοντος. Θρηνούμε τον στρατιώτη που μάς οδηγούσε στις περίλαμπρες νίκες. Τον πολιτικό που μάς κυβερνούσε, τον άνθρωπο που ό,τι συνελάμβανε με τον νουν του, το έπλαττε ολοζώντανο με την φαντασίαν του, και το κι νούσε, με την φαντασίαν του πάντοτε, εις όλα τα στάδια της εκτελέσεως και της εφαρμογής.
Θρηνούμε τον άνθρωπον, για τον οποίον, όταν τη νύκτα της 28ης Οκτωβρίου εστάθη απέναντι μας μια αυτοκρατορία με πληθυσμό δεκα πλάσιο της Ελλάδος, με έκτασι τριάκοντα φοράς μεγαλυτέρα από την Ελλάδα, και μάς εζήτησε την γην των πατέρων μας και την τιμήν μας, όλοι οι Έλληνες είπαμε: Είναι ευτύχημα δια το Έθνος και είναι ευλο γία Θεού, ότι στην κρίσιμο αυτή στιγμή κυβερνά την Ελλάδα ο Ιωάννης Μεταξάς. Θρηνούμε τη μεγάλη μορφή που τρεις ημέρας μετά το ιστορικόν όχι καλέσας τους διευθυντάς του τύπου και αναλύσας την κατάστασιν τους είπεν: «Ο πόλεμος θα είναι μακρός. Και θα είναι δύσκολος. Ίσως να έχωμεν και ατυχήματα, τα οποία συμβαίνουν και εις τους πλέον θριαμβευτικούς πολέμους. Αλλά τον πόλεμον θα τον κερδίσωμεν. Θα νικήσωμεν. Αν προέβλεπα ότι θα τον χάσωμεν, θα σάς το έλεγα». Βεβαίως, δεν πρόκειται να εξυμνήσω τας αρετάς του μεγάλου αν δρός. Αυτό είναι έργον των ιστορικών. Ούτε κάμνω νεκρολογίαν, διότι οι μεγάλοι άνδρες δεν αποθνήσκουν. Ζουν πάντα ανάμεσα σε κάθε γενεά και όχι μόνον ζουν, αλλά και διδάσκουν και νουθετούν τους μεταγενεστέρους των. Ανοίγουν δρόμους, τους οποίους περνούν γενεαί γενεών και οικο δομούν τα πεπρωμένα της Φυλής. Δεν απέθανεν ο Όμηρος, δεν απέθανεν ο Περικλής, δεν απέθανεν ο Βασίλειος ο Βουλγαροκτόνος και ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ούτε απέθαναν οι ήρωες της αποκαταστάσεως του Ελληνικού Κράτους. Δεν απέθανε κανένας απ' όσους ευηργέτησαν τον ελληνικόν λαόν. Δια τον ελληνικόν λαόν ο Ιωάννης Μεταξάς ζη. Ζουν τα έργα του: Η κρατική μηχανή εργάζεται όπως διέταξεν αυτός, η Εθνική Οργάνωσις Νεολαίας, το δημιούργημά του, το χαϊδε μένο του παιδί, δρα εντατικώς. Η Θρησκεία, την οποίαν τόσον ηγάπησε και δια την οποίαν τόσον εμόχθησε, κάμνει τα θαύματά της. Ο Λαός, τον οποίον εθέρμανε, υπακούει εις τα κελεύσματά του σαν να κρατή ο ίδιος ακόμη τα ηνία του Κράτους. Ο στρατός, τον οποίον αυτός εδημιούργησε και εις τον οποίον το χαλύβδινο χέρι του έδειξε τον προορισμόν του, νικά τον εχθρό, του κατα λαμβάνει τις θέσεις, τον αιματοκυλίει. Νικά τα στοιχεία της φύσεως, τις άγριες χιονοθύελλες, τις μανιασμένες θάλασσες, τους ανεμοστροβίλους των αιθέρων και κάμνει εκείνα, τα οποία όλοι οι λαοί θαυμάζουν. Ελληνικός λαός και στρατός—και τούτο είναι εν εκ των σπουδαιο τέρων έργων του Μεταξά—έγιναν υποδείγματα εις όλους τους λαούς της γης, πως πρέπει να σταθούν απέναντι των μεγάλων προβλημάτων της ζωής και διελάλησαν, ότι ζωή χωρίς ελευθερίαν και ανεξαρτησίαν δεν αξίζει τίποτε. Προτιμότερος ο θάνατος. Ο Μεταξάς δεν απέθανεν. Ζη και θα ζη αιωνίως εις την Ελληνικήν ιστορίαν. Ο Διοικητής του τάγματος Ε.Ο.Ν. Αγιάσου δημοδιδάσκα λος κ. Παν. Τσόκαρος είπε τα εξής :
Μεγάλε μας πατέρα, Δε βρίσκω λόγια για να πω τον πόνο που μάς δέρνει, σαν βάζει ο νους μας πώς Εσύ μάς άφησες για πάντα στις κρίσιμες αυτές στιγμές. Μα σφίγγομε τα δόντια μας και πνίγομε τον πόνο. Και τάζομε στη μνή μη σου πως θε να τον διαβούμε το δρόμο που μάς χάραξες. Θα φτάσω με στο τέρμα με πιο γοργό από πριν ρυθμό. Γιατί για μάς δεν πέθα νες. Ζης μέσα στις ψυχές μας. Τ' αθάνατα τα λόγια σου θάναι τα σύμ βολα μας που θα μάς οδηγήσουνε σε νέες κατακτήσεις, για να ολοκλη ρώσωμε το μόνο όνειρο σου. Μονάχα μια παράκλησι: Εκεί ψηλά που θάσαι, στον Πλάστη και Δημιουργό θερμά να μεσιτέψης, για να μάς δίνη δύναμη υπομονή και θάρρος, και πάντα να μάς οδηγή στο δρόμο της Αγάπης. Γονατιστή, μ’ ευλάβεια μπροστά στο σκήνωμα σου, δίνει τον τελευ ταίο ασπασμό η Νιότη του χωριού μας στον πρώτο Συναγωνιστή.
Ο εκπρόσωπος του Ελαιουργικού Συνεταιρισμού Αγιάσου κ. Παπαθεοφράστου απήγγειλε στίχους ιδίας εμπνεύσεως εις μνήμην του μεγάλου Νεκρού. Ο δημοδιδάσκαλος κ. Χριστοφ. Χατζηπαναγιώτου, εκπροσω πών το Αναγνωστήριον Αγιάσου η «Ανάπτυξις», είπε τα εξής : Γιατί σαν μαύρο σύννεφο θλίψι βαρειά σκεπάζει την Ελλάδα; Ο Ιωάννης Μεταξάς, ο αναμορφωτής της Ελλάδος, ο εθνικός μας ήρωας, ο ακατάβλητος, ο στοργικός μας πατέρας, που νύχτα και μέ ρα μοχθούσε για τη δημιουργία μιας Ελλάδας ευτυχισμένης, ενός Κρά τους ιδανικού, δεν υπάρχει πια. Η μοίρα η σκληρή έκοψε το νήμα της ζωής του. Ο καϋμός του ήταν να ιδή την Ελλάδα όπως την ωνειρεύτηκε. Πόσο ταιριάζουνγι’ αυτόν τα λόγια του ποιητή: «Πατρίδα, όνειρο ακρι βό, κρυφή χαρά του κόσμου, εσύ μονάχα στέκεσαι παντοτεινά εμπρός μου». Στο βωμό της Πατρίδας θυσία και ολοκαύτωμα προσέφερες την ίδια τη ζωή σου, γι’ αυτό και μεις μέσα μας, μέσα στην καρδιά μας στήσαμε βωμό στην ιερή σου μνήμη. Ο θάνατος σου, αγαπημένε μας Κυβερνήτη, μάς συνεκλόνισε και θλίψι βαρειά κι’ ανείπωτη μάς συνεπαίρ νει και δεν ξέρομε τι να πρωτοκλάψουμε: τον μεγάλο στρατηγό που βροντοφώνησε το «μολών λαβέ» στον άτιμο επιδρομέα και μάς εδόξασε; τον απαράμιλλο Κυβερνήτη; τον μεγάλο προστάτη των γραμμάτων, των τεχνών και επιστημών; τον οργανωτήν της νεολαίας; τον πρώτο αγρότη και εργάτη; τον σοφόν νουν τον προικισμένον με σπάνιες αρετές ; το κα μάρι των Ελλήνων; Κι’ αλήθεια: αμέτρητα τα καλά που μάς έκανες· γι' αυτό κι’ απέραντη η ευγνωμοσύνη που σου χρωστούμε. Ποιος ιστο ρικός, ποιος ποιητής θα μπορέση επάξια να εξυμνήση το έργο σου και την λαμπρά πολυσχιδή σου δράσι ; Ό,τι και να πη, ό,τι και να γράψη θάναι λίγο. Έγινες το παράδειγμα και ο υπογραμμός του αληθινού Έλληνος. Η ιστορία με χρυσά γράμματα θα αναγράφη σε ως τον εν σαρκωτήν των ιδανικών του Έθνους. Σκληρή, πολύ σκληρή, η απώ
λεια. Γι’ αυτό η θλίψί μας ανέκφραστη, γι’ αυτό κι’ ο πόνος μας μεγάλος. Αλλά η ψυχή του μεγάλου μας νεκρού πατρικά προστάζει και στορ γικά λέγει να πάψουνε τα δάκρυα κι’ οι θρήνοι. Γιατί ο Ιωάννης Μετα ξάς απέθανε· το πνεύμά του όμως ζη και μάς εμπνέει, μας καθοδηγεί και μάς φέρει προς την νίκην. Ο δρόμος ο λαμπράς που χάραξε είναι μπροστά μας και μάς προτρέπει : Εμπρός ! Και στο βάθος του δρόμου αυτού διακρίνομε μιαν Ελλάδα πανώρια κι’ αγνή να την στεφανώνει μ’ αμάραντο στεφάνι η Δόξα. Ο θεολόγος Καθηγητής κ. Κωνστ. Τζιρίδης είπε τα εξής : Δεν είναι πρόωρον να το είπω· και εις την προκειμένην περίπτω σιν δεν χρειάζεται το διάστημα του χρόνου δια να ημπορέση κανείς να χαρακτηρίση με αδράς γραμμάς το έργον μεγάλου ανδρός, ως ο από προχθές πενθούμενος από όλον τον ελληνικόν λαόν μέγας νεκρός. Ο Ιωάννης Μεταξάς συγκαταλέγεται πλέον μεταξύ των φαεινοτάτων και ενδοξοτάτων μορφών όχι μόνον της ελληνικής, αλλά και της παγκοσμίου ιστορίας. Διότι ο Ιωάννης Μεταξάς κατώρθωσεν εκείνο, το οποίον ολί γας μόνον φοράς κατωρθώθη εις την αιωνόβιον πατρίδα μας : Επέτυχε να επιφέρη την ενότητα του ελληνικού λαού· έργον υψίστης σημασίας, επειδή οσάκις αυτή επετεύχθη, πάντοτε εμεγαλούργησεν η ελληνική φυλή και ανεδείχθη όχι μόνον διδάσκαλος, αλλά και σωτήρ του πολιτισμού και κηδεμών της ελευθερίας των λαών. Ό,τι συνέβη εις τον Μαραθώνα και τας Θερμοπύλας είναι το απο τέλεσμα της απολύτου ενότητος του ελληνικού κόσμου· εάν δεν υπήρ χεν η ενότης αυτή, οι Πέρσαι θα κατελάμβανον μίαν προς μίαν ελλη νικάς πόλεις και εις τον τόπον του φωτός και της επιστήμης θα επεκρά τει αναμφιβόλως το σκότος και η αμάθεια· θα έσβυναν αι δάδες των γραμμάτων, θα ηφανίζοντο αι Πιερίδες Μούσαι και ίσως, αλλ’ όχι ίσως, αναμφιβόλως, θα ήτο άλλος εντελώς ο σημερινάς κόσμος· χαμηλά, πολύ χαμηλά. “Ό,τι συνέβη με την θριαμβευτικήν πορείαν του Μεγάλου Αλεξάν δρου εις τα βάθη της Ασίας, της οποίας προϊόν είναι το μεγαλύτερον προχριστιανικόν γεγονός εις την ιστορίαν του πολιτισμού: Ο εξελληνι σμός της Ανατολής είναι το αποτέλεσμα της ενότητος της ελληνικής φυλής. Απότοκος της ενότητος αυτής είναι η διάδοσις της ελληνικής γλώσσης εις τον τότε γνωστόν κόσμον, η διάδοσις της ελληνικής σκέ ψεως, η προπαρασκευή του κόσμου εις την ένθερμον ύποδοχήν της διδα σκαλίας του Χριστού, γεγονότα που κατέστησαν την μορφήν του Μ. Αλεξάνδρου παγκοσμίου σημασίας φυσιογνωμίαν. Ό,τι συνέβη προ 120 ετών, εις τα 1821, οπότε μία δραξ αόπλων σκλάβων ανθρώπων αντετάχθη εναντίον πραγματικού γίγαντος πανόπλου και κατώρθωσεν έργα, τα οποία κανενός άλλου λαού την ιστορίαν δεν λαμπρύνουν, είναι το αποτέλεσμα της ενότητος του ελληνικού λαού, και έχει και το κατόρθωμα τούτο σημασίαν και χαρακτήρα παγκοσμίου γεγονότος· η Ελληνική Επανάστασις μαζί με την Γαλλικήν ήναψαν εις
τας καρδίας των λαών τον έρωτα προς την ελευθερίαν, διήνοιξαν νέους ορίζοντας εις τας αντιλήψεις της ανθρωπότητος περί δικαιωμάτων των λαών και απέδειξαν ότι η υλική βία ηττάται από την δύναμιν των ηθι κών αξιών. Εμεγαλούργησεν ο Ελληνισμός εις τας περιπτώσεις αυτάς, διότι ήτο ηνωμένος και το θαύμα της ενότητος αυτής με τα αποτελέσματά της έχομεν το ευτύχημα να το βλέπωμεν και ημείς επί των ημερών μας ιδίοις όμμασι. Το θαύμα τούτο επετέλεσεν ο Ιωάννης Μεταξάς. Παρέλαβε την Ελλάδα σπαρασσομένην από την διχόνοιαν και τας κομ ματικάς διαμάχας, ανίκανον όχι μόνον να περιφρουρήση την ανεξαρτη σίαν και κρατικήν της ελευθερίαν, αλλά και την εσωτερικήν της γαλή νην και ηρεμίαν, και εις διάστημα τεσσάρων μόλις ετών την μετεμόρ φωσε, την έκαμεν Ελλάδα «σεβαστήν εις τους φίλους και φοβεράν εις τους εχθρούς». Μετεμόρφωσε τα παλληκάρια, τα οποία έφθειραν αι διε στραμμέναι αντιλήψεις περί ζωής, εις ήρωας αθανάτους, εις αετούς και κεραυνούς. Έκαμε την Ελλάδα ικανήν να αντιμετωπίση νικηφόρως πάνοπλον κολοσσόν. Έτσι ο Ιωάννης Μεταξάς κατέλαβε την πρώτην θέσιν εις την Νεοελληνικήν Ιστορίαν, εις την οποίαν παραμένει αθά νατος. Αλλά το έργον του Μεταξά δεν περιορίζεται μόνον εις τον κύ κλον της Ελληνικής ‘Ιστορίας· έχει και παγκόσμιον χαρακτήρα και περιεχόμενον. Το «όχι» του προς τον επιδρομέα ανεζωπύρησε το φρό νημα και των άλλων λαών, οι οποίοι, επτοημένοι από την υλικήν ισχύν και βίαν, έκαμπτον ήδη τον αυχένα· εις εκείνους, οι οποίοι ήσαν ήδη υποδουλωμένοι, έσταξε παρηγορίαν και ανερρίπισε την φλόγα της ελπί δος εις τους άλλους, οι οποίοι εταλαντεύοντο, έδωκε δύναμιν και θάρ ρος, και έδειξε τον δρόμον που πρέπει να ακολουθήσουν. Η χειρονομία του Ιωάννου Μεταξά την 28nν Οκτωβρίου του 1940 ήτο η αρχή της νίκης της Ελευθερίας κατά της δουλείας, της αληθείας κατά του ψεύ δους, του δικαίου κατά της αδικίας. Έτσι ο Ιωάννης Μεταξάς καθίσταται παγκόσμιος ιστορική μορφή και καταλαμβάνει ξεχωριστήν θέσιν εις την παγκόσμιον ιστορίαν των νεωτάτων χρόνων. Δι’ ημάς είναι ακόμη η Ελπίς, η Πίστις της Νίκης. Συσπειρωμένοι περί τον Βασιλέα και την νέαν Εθνικήν Κυβέρνη σιν μας, και ηνωμένοι με το πνεύμα του ιστορικού Ιωάννου Μεταξά, βλέπομεν πλέον καθαρά την τελειωτικήν Νίκην να μάς πλησιάζη κρα τώντας υψηλά το στεφάνι της Δάφνης. Εψάλη είτα υπό των ψαλτών μελωδικώτατα το «Μετά των αγίων ανάπαυσον ...» και ο προεξάρχων της τελετής Αρχιερατ. Επίτροπος ανεφώνησε : «Του αοιδίμου Εθνικού Κυβερνήτου Ιωάννου Μεταξά ένδοξος και αιωνία η μνήμη!» Μεθ’ ο εψάλη υπό των ιερέων και υπό των ψαλτών το «Αιω νία η μνήμη» και εγένετο απόλυσις.
Η ΦΩΝΗ TΩN ΠΙΣΤΩΝ ΤΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ Προς τον εκ των Επιτρόπων του I. Προσκυνήματος και εκλεκτόν συνεργάτην της «Αγίας Σιών» κ. Ευστρ. Κολαξιζέλ λην απεστάλη εκ του Αλβανικού Μετώπου η ακόλουθος επι στολή :
Κύριε Κολαξιζέλλη,
Γνωρίζοντες τα ευγενή αισθήματα σας και την καλή καρδιά σας, αποτεινόμεθα σε σας ως τον μάλλον αρμόδιον για να μάς εξυπηρετήσετε. Τα επακολουθούντα ονόματα στρατιωτών, είναι όλα γνήσια παιδιά της Λέσβου, τα οποία μάχονται εναντίον του δολίου επιδρομέως για τα πιο ιδανικά αισθήματα «Θρησκεία — Πατρίδα — Οικογένεια». Ίσως διαβάζετε στις εφημερίδες και θα ακούτε από τα ράδια τα κατορθώματα του Ελληνικού Στρατού, τα οποία κάνουμε, θαύματα μπορούν να θεωρηθούν. Η Θεία δύναμις είναι με το μέρος μας. Γι' αυτό και ημείς, ευγνωμονούντες την Υπέρμαχον, σας αποστέλ λομεν επιταγήν, προερχομένην από έρανον των στρατιωτών μας, δια να λειτουργήσετε 1) την Θεοτόκον, 2) τον Ταξιάρχην, 3) τον Αγ. Γεώρ γιον, οι οποίοι μάς βοηθούν εις τον ιερόν αγώνα που ανελάβαμεν. Τελειώνοντας το γράμμα μας, σας λέμε ότι πρέπει να είσθε απο λύτως βέβαιοι για την τελική ΝΙΚΗ μας, γιατί στο διάβα του Στρατού μας οι βουνοκορφές χαμηλώνουν, οι λαγκαδιές ισοπεδώνονται και τα οχυρά των Ιταλών πίπτουν το ένα μετά το άλλο. Σάς ευχαριστούμεν και αναμένομεν επιστολήν σας. Επίσης θα μάς στείλετε και από ένα εικονισματάκι της Θεοτόκου, τα οποία θα αποσταλούν εις τον πατριώτην σας στρατιώτην Καμάτσον Μενέλαον. Έπονται τα ονόματα των στρατιωτών, οι οποίοι θα λειτουρ γηθούν : Λοχίας Πετράς Παναγιώτης Βρυσσά, στρατιώται εξ Αγιάσου Καμά τσος Μενέλαος, Καζαντζής Δημήτριος, Παπαπορφυρίου Παναγ., Γρημανέλλης Ευστράτιος, Κουνής Αντώνιος, Καμπουρέλλης Ευστρ., Ζουμπουλής Βασίλ., Πετεινέλλης Ιωάννης, X"Ραβδέλλης Ευστράτ., Βουγιουκλής Κωνστ. Μόρια, Καλλονιάτης Χρ. και Καλλονιάτης Ηλίας Σκούντα, Τσουκαρέλλης Γεώργ. και Ψύλλος Κωνστ. Άγρα, Πιτακουτής Παναγιώτ. Μανδαμάδος, Καραγεωργίου Γεώργ. Κλωμη δάδος, Καραγκιόζης Γεώργ. και Βυζιρέλλης Χρ. Μόλυβος, Βαφιώτης Γεώργιος Στύψη, Ντουπαντζής Ιωάννης και Ντουπαντζής Αντώνιος Λουτρά, Κατραντζής Νικόλαος Σκαμιά, Μαρούλης Βασίλ. Νάξος, Ματζακώφης Ιωάννης και Μπατζάκας Μιχ. Μυτιλήνη, Κάβουρας Γεώργιος Παράκοιλα, δεκανεύς Παρίσης Νικ. Παναγιούδα, στρατιώ ται Αμπαρτζής Ελευθέριος Πολιχνίτος, Ψωμάς Γεώργιος και Ψωμάς Δημήτριος Γέρα, Μπαμπλίας Στ. Λαύριον, Φράγκος Παναγ. Πολιχνίτος, Κουρβανιός Γεώργιος Αγιάσος, Αγάς Κωνσταντίνος Χύδηρα, Ευσταθίου Ευστ. Λισβόρι, Μαλιδέλλης Δημήτρ. Μεσότοπος, Γιουντέρης Νικ. Πλαγιά, Βουλγαρέλλης Αρ. και Βουλγαρέλλης Εμμ. Μπαλτζίκι, Παπαπαναγιώτου Γρ. Γέρα.
Ιανουάριος, εν 9/Δ Τ.Τ. 825.
Επίσης προς τον αιδεσιμολ. Προϊστάμενον του Ι. Προσκυνή ματος από «κάπου εις το Μέτωπον» έγραψεν ο εξ Αγιάσου ευ σεβής στρατιώτης Αναστάσιος Χατζημπεκιάρης μεταξύ άλλων και τα εξής χαρακτηριστικώτατα :
Εδώ ευρισκόμενος εις το Μέτωπον, πάντα ο νους μου είναι εις την Εκκλησίαν και έτσι απεφάσισα και έκαμα ένα έρανον και εμάζεψα δραχμ. 1930 και τας έδωσα εις τον λοχαγό μου και σας τας στέλλει ταχυδρομικώς, και μόλις λάβετε τα λεπτά, σας παρα καλώ να πάρετε μίαν έλλειψιν που έχει η Εκκλησία μας, το οποίον θέλω να μείνη ως ενθύμιον των εν τω Μετώπω ευρισκο μένων στρατιωτών. Και ο εν Τ.Τ. 724 ευσεβής στρατιώτης Ελευθέριος Καρα φύλης, επιστέλλων επίσης προς τον αιδεσιμολ. Προϊστάμενον του Ι. Προσκυνήματος εκ μέρους Λεσβίων και Χίων πολεμιστών, γράφει μεταξύ άλλων τα εξής :
Συζητούντες πολλές φορές περί των πολεμικών γεγονότων, εγνωρίσαμεν καλώς όλοι μας ότι κάποια αόρατος δύναμις μάς οδηγεί και ενθαρρύνει μαζί με τους λεοντόψυχους αξιωματικούς μας. Τούτο το γεγονός και εν μικρόν δέμα του Αιδεσ. Πρεσβυ τέρου Χριστοφόρου Κανιμά, υπήρξαν η αφετηρία της αποφάσεώς μας. Το δέμα τούτο, που περιείχε μίαν εικόνα της αγαπημένης μας Παναγίας, τόσον λοιπόν μάς συνεκίνησε, ώστε ευθύς, συλλα βόντες την ιδέαν περί εράνου και εκτελούντες τούτο άνευ ανα βολής, εσυναθροίσαμεν το ποσόν το οποίον αποστέλλομεν..., όπως γίνουν 3 λειτουργίαι, μία προς την Παναγίαν, μία εις τον Άγιον Δημήτριον και μία εις τον Άγιον Γεώργιον. . . (Τα χρήματα ταύτα εστάλησαν υπό του αξιωματικού διαχειρι στού της μονάδος (XIII α' λόχου Διαβιβάσεων), εν η διενηργήθη ο έρανος, συνοδευόμενα από τα ονόματα των προσενεγκόντων αξιωματικών και οπλιτών, ως ακολούθως :)
1) Υπολ/γός Καλαποθαράκος Λεωνίδας δρ. 20, 2) ανθ/γός Χατζηαποστόλου Θεόδωρ. δρ. 100, 3) Ανθ/γός Σπανός Παναγιώτ. δρ. 200, 4) ανθ/γός Βαθρακούλιας Χρήστος δρ. 100, 5) ανθ/στής Χαρίσης Χαρίλαος δρ. 20, 6) λοχίας Ανδρεάνης Παναγ, δρ. 10, 7) λοχίας Νταηπαναγιώτης Νικόλ. δρ. 10, οι δεκανείς 8) Κυριαζής Ιωάννης δρ. 60, 9) Συνοδινός Κωνστ. δρ. 10, 10) Ρούσσος Ιωάννης δρ. 10, 11)Κουφέλλης Δούκαςδρ. 50, και οι στρατιώται 12) Καραφύλης Ελευθ. δρ. 60, 13) Αδελφοί Ηλιογραμμένου δρ. 50,14) X"Δανιήλ Ευάγγελος δρ. 50, 15) Τσακαρής Ευστράτιος δρ. 20, 16) Κουτσκουδής Χαράλαμ. δρ. 20, 17) Τηνιακός Ιωάνν. δρ. 25, 18) Γιαμμός Βίκτωρ δρ. 25, 19) Καραπατάκης Δημ. δρ. 20, 20) Γιαννακέλλης Αντών. δρ. 20, 21) Χρυσόμαλλος Πέτρος δρ. 20, 22) Λακαρδής Γεώργ. δρ. 10, 23) Νικολούδης Στυλ. δρ. 30, 24) Δημητρέλος Δημήτριος δρ. 5, 25) Βαϊακτάρης Γεώργιος δρ. 5, 26) Λαμπρινούκας Νικόλ. δρ. 10, 27) Βακαλόπουλος Βασίλ. δρ. 10,28) Ρόδανος Σταύρος δρ. 10, 29) Θωμάς Κωνσταντίνος δρ. 10, 30)
Κατσαρός Δημήτρ. δρ.10, 31) Μανάρας Ελευθ. δρ. 10, 32) Μπερ γάμαλης Σάββας δρ. 10, 33) Λεργιώτης Ιωάννης δρ. 10,34) Μου τάφης Χαρ. δρ. 5, 35) Καραβάς Ιωάννης δρ. 10, 36) Καρέτας Στ. δρ. 10, 37) Αθηναίος Ελευθ. δρ. 10, 38) Βλουτής Γεώργιος δρ. 10, 39) Σιδεράκης Διον. δρ. 10, 40) Σλουμάκης Π. δρ. 5, 41) Μου τζούρης Γεώργιος δρ. 10, 42) Καλατζής Γρηγ. δρ. 10, 43) Σταυρα κέλλης Ευστρ. δρ. 10, 44) Σίμος Δημήτριος δρ. 10, 45) Μαριγλής Μιχαήλ δρ. 10, 46) X"Φωτίου Θεόδ. δρ. 5, 47) Φραντζόγλου Αρ. δρ. 5, 48) Κατσαρός Χρ. δρ. 10, 49) Μπαρκής Παν. δρ. 5, 50) Ευστρατίου Π. δρ. 10, 51) Βαρθολομαίος Κ. δρ. 10, 52) Τσουπανέλ λης Αθ. δρ. 10, 53) Ψωμάρας Αντώνιος δρ. 15, 54) Θεοδοσίου Ε. δρ. 10. 55) Νοικοκύρης Ιωάννης δρ. 10, 56) Τσεσμελής Νικόλ. δρ. 40, 57) Ιγγλεζέλλης Π. δρ. 25, 58) Ψυρκάς Π. δρ. 20, 59) X” Βαγιάννης Μ. δρ. 20, 60) Παπάνης Φ. δρ. 100, 61) Παντσέλλης Ε. δρ. 5, και οι λοχίαι 62) Βουγιούκας Ευστράτιος και 63) Διαμαντής Ευστρ. ανά δρ. 100, 64) ο δεκανεύς Αξιώτης Ευστρ. δρ. 50, και οι στρατιώται 65) Λουκάς Βάιος δρ. 50, 66) Καρετέλλης Ευστρ. δρ. 20, 67) Γιαννακός Κων. δρ. 65, 68) Κωνσταντίνου Ευστρ. δρ. 50, 69) Σουμπουνούμης Ηλίας δρ. 50, 70) Αβαγιάννης Χαρ. δρ. 20, 71) Αρετής Σταμάτιος δρ. 20, 72) Λεοντής Γρηγόριος δρ. 20, 73) Βατανέλλης Παναγ, δρ. 20, 74) Κουμενός Νικόλαος δρ. 20, 75) Ταράνης Δημ. δρ. 50, 76) Καλδέλλης Δημ. δρ. 20, 77) Πέττας Ιωάννης δρ. 25, 78) Καλδέλλης Μ. δρ. 30, 79) Παναγιωτόπουλος Μένης δρ. 50, 80)Ιγγλεζέλλης Δημ. δρ. 25, 81)Ζερβόγλου Γεώργ. δρ. 25, 82) Περιωρής Νικόλ. δρ. 25, 83) Παπαγεωργίου Ευστράτ. δρ. 20, 84) Καλιαντζής Παναγ, δρ. 20, 85) Ψαριανός Γεώργιος δρ. 20, 86) Ρεπάνης Γεώργιος δρ. 15 και 87) Τινέλλης Παναγ, δρ. 5. Ήτοι δραχμαί 2.355. Και υπέρ των απόρων στρατιωτών του XIII α' λόχου Διαβιβάσεων δρ. 155, ήτοι εν όλω δραχμαί 2.510. Το Πρεσβυτέριον του Ιερού Προσκυνήματος απεφάσισεν ομο φώνως, όπως εκ των χρημάτων των τοιούτων εράνων ουδέν κρατηθή υπό των ιερέων δια την τέλεσιν των αιτουμένων λειτουργιών, άπαντα δε διατεθώσιν εις την κατασκευήν αναθημάτων, αναμνη στικών της πίστεως και της ευσεβείας των αγωνιστών του παρόν τος Ιερού Αγώνος, ίνα και εις τας μελλούσας γενεάς των προσ κυνητών διαιωνισθή η ευσέβεια αύτη και η πίστις του Ελληνικού Στρατού του 1940—41. Προς πάντας απήντησε καταλλήλως ο Αρχιερατικός Επίτρο πος, προς δε τους της πρώτης ομάδος ο κ. Ευστρ. Κολαξιζέλλης απέστειλε την κάτωθι χαρακτηριστικήν απάντησιν :
Εν Αγιάσω της Λέσβου, τη 18η Φεβρουαρίου 1941. Προς τον στρατιώτην Καμάτσον Μενέλαον και τα λοιπά παιδιά του Μετώπου 9/Δ Τ. Τ. 825
Πήρα το γράμμα σας και ευχαριστήθηκα πολύ από τα γραφόμενά σας, γι’ αυτό το διάβασα δύο και τρεις φορές, το διάβασα και σ’ άλλους.
Η χάρις την οποίαν ζητείτε από μένα να κάνω στο όνομά σας λειτουρ γίες εις την ξακουσμένην Παναγίαν της πατρίδος μου, εις τον Ταξιάρ χην και στον Άγιον Γεώργιον, να σας στείλω και εικονίσματα της Παναγίας, για μένα, τον παλαιόν διδάσκαλον και τον σημερινόν Επίτρο πον της Εκκλησίας της εν λόγω Παναγίας, είνε μία αληθινή απόλαυ σις, το γράμμα σας δε για μένα είνε μία ευκαιρία για να επικοινωνήσω έστω και εξ αποστάσεως μαζί σας. Συνεκινήθηκα με την διαβεβαίωσί σας, ότι εμείς εδώ εις τα μετό πισθεν πρέπει να είμεθα απολύτως βέβαιοι για την τελική νίκη, γιατί στο διάβα του Στρατού μας οι βουνοκορφές χαμηλώνουν, οι λαγκαδιές ισοπεδώνονται και τα οχυρά των Ιταλών πίπτουν το ένα μετά το άλλο. Και ημείς εδώ εις τα μετόπισθεν έχομε την πεποίθησι, ότι εσείς θα πετά ξετε στη θάλασσα τους κακούργους επιδρομείς και ανάνδρους δολοφό νους, εκτός εάν αυτοί προτιμούν να επισκεφθούν την Αθήνα μας, όπως ωνειρεύοντο, έστω και ως αιχμάλωτοι. Εσείς, παιδιά μου, με την ανδρείαν σας και την ορμητικότητά σας εγράψατε χρυσές σελίδες μέσα στην ιστο ρία της Πατρίδος μας, εξασφαλίσατε στην γενεά μας την σημερινή την υστεροφημία των επερχομένων γενεών, και εδείχθητε ισάξιοι των αρ χαίων Μαραθωνομάχων, διαφέροντες από αυτούς μόνον κατά τούτο, ότι δηλ. ο σημερινός επιδρομεύς ξεκίνησε από τη Δύσι, ότι αι Θερμοπύλαι και ο Μαραθών είνε η Πίνδος και η Αλβανία, και ότι η Σαλαμίς σήμε ρα είνε η Αδριατική. Στα γραφόμενά σας βλέπω ζωντανή την πίστιν σας εις τον Θεόν των πατέρων μας, η οποία πίστις ομοιάζει με την πίστιν των πολεμι στών του 1912—13, των αγωνιστών του 1821, της αιμορροούσης γυναίκας του ιερού Ευαγγελίου, των πρώτων μαρτύρων της θρησκείας μας και των αρχαίων Μαραθωνομάχων, οι οποίοι, πιστεύοντες ότι η Παρθένος θεά Αθηνά τους βοήθησε να νικήσουν τον εχθρόν των, έκαναν τα αθάνατα αριστουργήματα του Παρθενώνος πάνω στην Ακρόπολι των Αθηνών για να εκδηλώσουν την ευγνωμοσύνην των. Όλοι οι Έλληνες πιστεύο μεν ότι εις τον πόλεμον αυτόν έχομε συμπαραστάτην τον Θεόν, διότι έχομε το δίκιο με το μέρος μας. Δενείχαμε εμείς καμμιά όρεξι να κάνωμε πόλεμο με την Ιταλίαν, αλλά ο άθεος και ανήθικος Ιταλός επιδρομεύς, θελήσας με το έτσι το θέλω να απλώση τον κατάμαυρο πέπλο της δουλείας πάνω στην Ελλάδα μας από την Αλβανία έως στα Δωδεκάνησα, μάς εξανάγκασε όλους από του Ανωτάτου Άρχοντος μέχρι του τελευταίου ποιμενόπαιδος να εξεγερθούμε σε μία αληθινή επανάστασι, — και όχι σε πόλεμο μιας μερίδος στρατιωτών ή πολιτευομένων,— έχοντες συμμά χους κραταιούς: α΄) τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, τον οποίον ο επιδρομεύς ελόγχισε την ημέραν της μνήμης των Αγίων Του Παθών με την κατάληψι της Αλβανίας, β') την Παναγίαν, της οποίας ετάραξε την Κοίμησιν με τον τορπιλλισμό της Έλλης εις την Τήνον, γ΄) τον Ταξιάρχην και τον Άγιον Γεώργιον, οι οποίοι κρατούν στα χέρια των το κοφτερό σπαθί της δικαιοσύνης του Θεού, δ΄) τον Άγιον Δημήτριον, την ημέραν της μνήμης του οποίου ελήφθη από τον επιδρομέα η τελειω τική απόφασις να υποδουλώση την ωραίαν μας Ελλάδα, και ε') τον Άγιον Νέστορα, την ημέραν της μνήμης του οποίου (27 Οκτωβρίου) εδόθη από τον επιδρομέα η διαταγή εις τον εν Αθήναις Πρεσβευτήν
της Ιταλίας να δώση εις τον αείμνηστον Ιωάννην Μεταξάν το αμαρ τωλό εκείνο τελεσίγραφο, με το οποίο ζητούσε να τον παραδώση μέσα σε τρεις ώρες την Ελλάδα μας δεμένην χειροπόδαρα. Η ημέρα της μνήμης του Αγίου Νέστορος, παιδιά μου, είνε ο οιωνός της νίκης μας, διότι ο Νέστωρ είνε ο Έλληνας Δαυίδ. Θα ξέρετε ότι επί του Αυτοκρά τορος της Ρώμης Διοκλητιανού, του φοβερού αυτού διώκτου των χριστια νών, εγίνοντο αγώνες στη Θεσσαλονίκη επίπαρουσία και του Διοκλητιανού. Ένας γιγαντόσωμος ειδωλολάτρης, ονομαζόμενος Λυαίος, προκαλούσε εις πάλην τους χριστιανούς, όπως προκαλούσε τους Εβραίους ο Γολιάθ, και όπως προκαλούσε όλον τον κόσμον ο Μουσσολίνι με τα δήθεν 8 εκατομμύρια ιταλικών λογχών. Τότε ο Έλλην Δαυίδ—Νέστωρ, γεμάτος από τη θέρμη του χριστιανικού αισθήματος, αφ’ ου ζήτησε την ευλογίαν του διδασκάλου του Αγίου Δημητρίου, ευρισκομένου εις το δεσμωτή ριον, παρουσιάσθη εις το Στάδιον, εκεί δε αναφωνήσας το: «ο Θεός Δημητρίου βοήθει μοι», επάλαισε με τον γιγαντόσωμον Λυαίον και τον εφόνευσε. Γι’ αυτό είπα ότι η ημέρα της μνήμης του Αγίου Νέστορος, η οποία είνε και η καθ’ αυτό ημέρα της κηρύξεως του Ελληνοϊταλικού πολέμου, είνε ο οιωνός της νίκης μας. Με συνεκινήσατε, παιδιά μου, και με την ταπεινοφροσύνη σας. Ενώ εκάματε κατορθώματα υπέρλαμπρα, τα οποία έκαναν την Ελλάδα μας τόπον θαυμασμού όλων των φιλελευθέρων ατόμων και λαών, εσείς τα κατορθώματα αυτά τα αποδίδετε εις την Υπέρμαχον μας Στρατηγόν, την Παναγίαν, και εις τους σπαθοφόρους Ταξιάρχας και Άγιον Γεώρ γιον. Με τοιαύτην ταπεινοφροσύνην θαυματούργησαν και οι πολε μισταί 1912 — 13, οι αγωνισταί του 1821, και οι αρχαίοι Μαραθωνο μάχοι και Σαλαμινομάχοι, οι οποίοι με το στόμα του Θεμιστοκλή έλεγαν ότι τα λαμπρά των κατορθώματα δεν τα έκαναν με τις δυνάμεις των, αλλά με την βοήθειαν του Θεού, του οποίου οι βάρβαροι της Ασίας, όπως και σήμερα οι νεοβάρβαροι της Ευρώπης, κατέστρεψαν τα ιερά και τους ναούς. Το γράμμα σας διαβάστηκε από τον άμβωνα της Εκκλησίας εις επήκοον όλων των εκκλησιαζομένων, εξήρε δε το περιεχόμενον αυτού ο θεολόγος Καθηγητής κ. Κώστας Τζιρίδης. Οι λειτουργίες σας γίνονται πανηγυρικές και κατανυκτικές. Και ημείς εδώ προσευχόμεθα κάθε πρωί και βράδυ για σας τους ευρισκομένους εις το Μέτωπο. Γονατιστός ο ιερεύς μπροστά στην εικόνα του Χριστού μετά το Ευαγγέλιο διαβάζει μια συγκινητική δέησι προς τον Θεόν υπέρ της νίκης μας, τότε δε γονα τίζουν και οι εκκλησιαζόμενοι. Ο ίδιος ιερεύς μετά τον εσπερινό κάνει μια Παράκλησι προς την Παναγίαν υπέρ των αγωνιζομένων, κατά την Παράκλησιν δε αυτήν διαβάζει και τα ονόματα όλων των στρατευ θέντων της Αγιάσου, τα οποία είνε παρμένα από τα μητρώα της κοινό τητος μας. Σάς στέλλω ένα δέμα, το οποίο περιέχει τα ζητηθέντα εικονί σματα της Παναγίας με το όνομα του καθενός σας γραμμένο στο πίσω μέρος· περιέχει και αλλά δίχως όνομα, τα οποία δώσατε, παρακαλώ, στους φίλους σας. Το ίδιο δέμα περιέχει και βαμβάκι, το οποίο είνε συνάλειμ μα από την Παναγίαν, και να το μοιρασθήτε μεταξύ σας. Σάς στέλλω και δύο τελευταία τεύχη της «Αγίας Σιών», την οποίαν
εκδίδει η Επιτροπεία του Ιερού Προσκυνήματος της Υπεραγίας Θεο τόκου, επιφυλασσόμενος να σάς στείλω αργότερα και άλλα. Μέσα σε άλλο δέμα στέλλω τα «υψώματα» της εις το όνομά σας λειτουργίας. Σάς στέλλω και τους εγκαρδίους μου χαιρετισμούς, προσθέτων, ότι ο Θεός της Ελλάδος, ο οποίος σκανδαλωδώς μάς ενισχύει μέχρι σήμε ρον, θα ταπεινώση τον Ιταλό δικτάτορα, τον μαύρον την ψυχήν, θα χαρίση εις ημάς την νίκην, και θα επαναφέρη σάς στεφανωμένους με τις δάφνες στα χωριά σας προς μεγάλην χαράν των συγγενών σας και του γράφοντος. Ζήτω η Ελλάδα μας, η αιωνία και αθάνατη, η μητέρα των ημιθέων και ηρώων, η πατρίδα του πολιτισμού και της σοφίας ! ΣΤΡΑΤΗΣ Π. ΚΟΛΑΞΙΖΕΛΛΗΣ Επίτροπος του εν Αγιάσω της Λέσβου Ιερού Προσκυνήματος της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Επισκέψεις του Σεβ. Μητροπο λίτου.
Τα ονομαστήρια του Προέδρου της Κυβερνήσεως.
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης ημών επεσκέφθη επανειλημμένως το Ιερόν Προσκύνημα και το Σανατό ριον, παραμείνας εν αυτοίς επ' αρκετόν .
Τη 7η Ιανουαρίου ε.έ. επί τη εορ τή της Συνάξεως του Τιμίου Προ δρόμου, αγομένων των ονομαστηρίων του τότε Προέδρου της Κυβερνήσεως Ιωάννου Μεταξά, την θ. λειτουρ γίαν ετέλεσεν εν τω Ι. Προσκυνήματι ο αιδεσιμολ. Αρχιερατ Επίτροπος, ακολούθως δε περί ώραν 10ην π.μ. προέστη δεήσεως τελεσθείσης πρωτο βουλία του Ελαιουργικού Πιστωτ. Συνεταιρισμού ‘Αγιάσου, καθ’ ην ωμίλησε λίαν ευγλώττως ο Καθηγη τής κ. Κωνστ. Τζιρίδης παρουσία των τοπικών Αρχών και πολυπληθε στάτου εκκλησιάσματος. Ευθύς μετά την δέησιν ταύτην ο Αρχιερατ. Επί τροπος, βοηθούμενος υπό του Ιερα τείου της Κωμοπόλεως, ετέλεσε την βάπτισιν τέκνου πολεμιστού, όπερ ανεδέχθησαν οι Σχηματισμοί Ε.Ο.Ν. Αγιάσου δια του διοικητού του Τά γματος Ε.Ο.Ν. Αγιάσου κ. Π. Τσο κάρου, ονομάσαντες αυτό Νίκην. Μετά την βάπτισιν ωμίλησε δι’ ολίγων ο Αρχιερατ. Επίτροπος, εξάρας την συμβολικήν έννοιαν της πράξεως της Ε.Ο.Ν. και παρουσίασε την νεοφώτιστον Νίκην προς το εκκλη σίασμα, όπερ εξέσπασεν εις ενθου σιώδεις επευφημίας. Τας ιεράς ταύ
Επινίκιος δέησις. Επί τη αναγγελία της εις την Κλεισούραν εισόδου των νικηφό ρων ελληνικών στρατευμάτων εκρού σθησαν πανηγυρικώς οι κώδωνες των εκκλησιών. Ο ευσεβής λαός προσέτρεξεν αμέσως κατά μάζας εις το Ιερόν Προσκύνημα, ίνα ευχαρι στήση την Θεομήτορα δια την νέαν ένδοξον νίκην των τέκνων του. Ετε λέσθη επί τη ευκαιρία κατάλληλος δέησις προεξάρχοντος του Αρχιερατ. Επιτρόπου, όστις ωμίλησε δι’ ολίγων προς το συρρεύσαν πλήθος, εξάρας την δύναμιν της πίστεως του ορθο δόξου ελληνικού λαού και επαινέσας την ευσέβειαν των ούτως αυθορμή τως προσερχομένων εις τον τόπον της θείας λατρείας μετά πάσαν ευχάριστον εθνικήν αγγελίαν. Το τέ λος της ομιλίας εκάλυψαν διάτοροι ζητωκραυγαί υπέρ του Έθνους, του Βασιλέως, της Εθνικής Κυβερνήσεως και του Στρατού.
τας τελετάς παρηκολούθησαν από τιμητικών εν τω Ναώ θέσεων οι πρώτοι εκ του Μετώπου αφιχθέντες τρεις εξ Αγιάσου τραυματίαι, προς ους απένειμε τιμητικόν χαιρετισμόν εις τα προπύλαια του Ναού από σπασμα φαλαγγιτών. Ο Αρχιερατ. Επίτροπος μετά των άλλων τοπικών Αρχών μετέβη ακολούθως εις το γραφείον του Ελαιουργ. Συνεταιρισμού, ένθα εγέ νετο τιμητική δεξίωσις των ρηθέντων τραυματιών. Προς τον εορτάζοντα Κυβερνήτην του Έθνους ηυχήθησαν τηλεγραφι κώς ο Αρχιερατ. Επίτροπος, ο Πρόεδρος της Κοινότητος, αι λοιπαί τοπικαί Αρχαί, οι Διοικηταί των Σχηματισμών Ε.Ο.Ν. Αγιάσου, τα Προεδρεία των εν Αγιάσω Οργα νώσεων κ.ά.
Η Πρώτη του Νέου Έτους. Επί τη Πρώτη του Νέου Έτους ετελέσθη εν τω Ι. Προσκυνήματι πανηγυρικόν Συλλείτουργον, προεξάρ χοντος του Αρχιερατ. Επιτρόπου και εν τέλει της θ. λειτουργίας ανε πέμφθησαν αι καθιερωμέναι δεήσεις. Επικαίρως ωμίλησεν ο Αρχιερατ. Επίτροπος, παρήσαν δε αι τοπικαί Αρχαί και πλήθος πολύ ευσεβών πολιτών. — Μετά την θ. λειτουργίαν ο Αρχιερατ. Επίτροπος, μεταβάς μετά των τοπικών Αρχών εις την Λέσχην του Τάγματος Ε.Ν.Ο. Αρρένων, ετέ λεσε τον επί τοις εγκαινίοις αυτής αγιασμόν, ωμίλησε δι’ ολίγων επι καίρων προς τους συγκεντρωμένους φαλαγγίτας και σκαπανείς, και έκο ψε την «Βασιλόπηττα». Προς τους σκαπανείς διενεμήθησαν εκ μέρους του Αρχιερατ. Επιτρόπου σειραί διδακτικών εικόνων των Κατηχητικών σχολείων. — Περί την μεσημβρίαν μεταβάς ο Αρχιερατ. Επίτροπος εις το Στρα
τιωτικόν Νοσοκομείον, ένθα εγένετο τιμητικώς δεκτός, ηυχήθη τα δέοντα προς τους κ.κ. αξιωματικούς και τους εν αυτώ υπηρετούντας και νοση λευομένους οπλίτας, και διένειμεν αυτοίς ανά εν αντίτυπον του έργου του «Το Ευαγγέλιον εις την ζωήν μας». — Πρωτοβουλία της Ε.Φ.Ε.Ο.Ν. Αγιάσου, περί τα 30 παιδιά, ηλικίας 6 — 12 ετών, τέκνα αγωνιζομένων εφέ δρων, διήλθον την ημέραν της Πρωτο χρονιάς παρ’ οικογενείαις προθυμο ποιηθείσαις να δείξωσιν ούτω την προς τους μαχομένους και τας οικο γενείας των οφειλομένην αλληλεγ γύην. Αι προθυμοποιηθείσαι προς τούτο οικογένειαι ήσαν πολύ περισ σότεροι των ούτω φιλοξενηθέντων παιδιών. Την παραμονήν της Πρωτοχρο νιάς, πρωτοβουλία του Προέδρου της Κοινότητος κ. Ιωάνν. Χατζηλεωνίδα και εγκρίσει της Νομαρχίας, διενεμή θησαν βοηθήματα εις τας απόρους οικογενείας της Αγιάσου.
Η εορτή των Θεοφανείων. Επί τη εορτή των Θεοφανείων ετελέσθησαν εν τω Ι. Προσκυνήματι τη μεν προηγηθείση αυτής Παρα σκευή, 3η Ιανουαρίου ε.έ., αι Βασι λικαί Ώραι, ων προέστη ο Αρχιερ. Επίτροπος, τη δε Κυριακή, 5η Ια νουαρίου, πρωί μετά την θ. λειτουρ γίαν, ο Αγιασμός και τη αυτή Κυρια κή εσπέρας ο Μέγας Εσπερινός, μεθ’ ον ωμίλησεν ο Αρχιερατ. Επί τροπος περί του Αγίου Βαπτίσμα τος. Τη πρωία της εορτής ετελέσθη πανηγυρικόν Συλλείτουργον και μετ’ αυτό ο Μέγας Αγιασμός προεξάρ χοντος του Αρχιερατ. Επιτρόπου. Η διανομή του ηγιασμένου ύδατος εγένετο μετά πάσης της επιβαλλομένης τάξεως και ευλαβείας. — Τη παραμονή των Θεοφανείων, περί ώραν 11ην π.μ., ο Αρχιερατ.
Επίτροπος, συνοδευόμενος υπό του Διακόνου και του Πρωτοψάλτου του Ι. Προσκυνήματος, μετέβη εις το Σανατόριον, ένθα ετέλεσε τον Μ. Αγιασμόν και ωμίλησεν επικαίρως προς τους ασθενείς.
Θείον Κήρυγμα. Εν τω Ι. Προσκυνήματι τον θ. λό γον εκήρυξαν κατά τον μήνα Ιανουά ριον ο ημέτερος Διευθυντής και ο θεολόγος Καθηγητής κ. Περ. Φωτό πουλος. Εν δε τω ιερώ ναώ της Αγίας Τριάδος ο θεολόγος Καθηγη τής κ. Κωνστ. Τζιρίδης. — Εσυνεχίσθησαν αι εσπεριναί κατά Κυριακήν ομιλίαι του ημετέρου Διευθυντου εν τω Ι. Προσκυνήματι. Τη προ των Φώτων Κυριακή ωμίλησεν ούτος περί του Αγίου Βαπτί σματος, από δε της μετά τα Φώτα Κυριακής ήρξατο ερμηνεύων εποικο δομητικώς το κατά Μάρκον Άγιον Ευαγγέλιον. — Δι' εγγράφου του Αρχιερατ. Επιτρόπου παρεκλήθη ο θεολόγος Καθηγητής κ. Κωνστ. Τζιρίδης, πλην του ιερού ναού της Αγίας Τριάδος, να κηρύσση εκτάκτως και εις τους ιερούς ναούς των χωρίων της περι φερείας Αγιάσου επί θεμάτων σχε τικών προς τας σημερινάς ιστορικάς στιγμάς της ζωής του Έθνους.
H Ε.Ο.Ν. Αγιάσου. Την 14ην Ιανουαρίου ε.έ. εσπέρας ο Αρχιερατ. Επίτροπος έκαμεν έναρ ξιν των προς τα μέλη της Ε.Ο.Ν. μορφωτικών μαθημάτων του. Παρό μοια μαθήματα ανέλαβον ήδη, πλην του Διοικητού του Τάγματος κ. Π. Τσοκάρου, και οι κ.κ. Κ. Τζιρίδης, θεολόγος Καθηγητής, Π, Ευαγγελι νός, φαρμακοποιός, Χρ. Χατζηπανα γιώτου, δημοδιδάσκαλος, κ.ά. — Πρωτοβουλία της Ε.Ο.Ν. Αγιά σου διοργανούται αυτόθι σειρά δια φωτιστικών ομιλιών χάριν του ευρέος
κοινού επί θεμάτων σχετικών προς τον διεξαγόμενον εθνικόν αγώνα. Εις την προσπάθειαν ταύτην εκλήθη σαν όπως συμβάλωσι πάντες οι εν Αγιάσω λόγω μορφώσεως δυνάμε νοι να πράξωσι τούτο, την δε διεύ θυνσιν αυτής ανέλαβεν ο Καθηγητής κ. Κ. Τζιρίδης, — Υπό την ηγεσίαν του ριζαρείτου διδασκάλου κ. Χρ. Χατζηπαναγιώτου ωργανώθη εκ μελών της Ε.Ο.Ν. εκκλησιαστική χορωδία, ίνα ψάλλη τα ιερά άσματα κατά τας ημέρας του εκκλησιασμού των φαλαγγιτών. Το πρώτον ενεφανίσθη εν τω Ιερώ Προσκυνήματι κατά την εορτήν των Τριών Ιεραρχών. — Τη παραμονή της Πρωτοχρο νιάς πολυμελής χορωδία της Ε.Ο.Ν. Αγιάσου έψαλε τα «Κάλλανδα» υπό την διεύθυνσιν του κ. Χρ. Χατζη παναγιώτου και τη ευγενεί συμπρά ξει του ερασιτέχνου βιολιστού κ. Πάνου Δ. Πράτσου. Το εισπραχθέν ποσόν ετέθη εις την διάθεσιν της Ε.Φ.Ε.Ο.Ν., Ίνα χρησιμεύση εις την εξυπηρέτησιν των εθνικών αυτής σκοπών.
Υπέρ των μαχομένων. Δια την κατεργασίαν του υπό της Ε.Φ.Ε.Ο.Ν. αγορασθέντος ερίου και την κατασκευήν καλτσών και χειροκτίων δια τους μαχομένους κατηρτίσθησαν συνεργεία λειτουρ γούντα εν ταις αιθούσαις του Β΄ Δημοτικού Σχολείου Αγιάσου, εις α απασχολούνται ημερησίως υπέρ τας 100 κυρίαι και νεάνιδες, εθελοντι κώς προσφέρουσαι τας υπηρεσίας των. Την προθυμίαν των γυναικών και των νεανίδων τούτων επήνεσεν επ' εκκλησίας ο Αρχιερατ. Επί τροπος, προβαλών το παράδειγμα αυτών προς μίμησιν. — Ο οικογενειάρχης κ. Χαρ. Χρυ σάφης, ποιμήν, προσέφερεν εις την Ε.Φ.Ε.Ο.Ν. Αγιάσου δωρεάν
εικοσιτρείς οκάδας ακατεργάστου ερίου προς κατασκευήν καλτσών δια τους στρατιώτας.
Χάριν του Αγώνος και των αγωνιστών. Τας αιτηθείσας υπό των εν τω Μετώπω αγωνιζομένων θείας λει τουργίας ετέλεσεν ο Αρχιερατ. Επί τροπος, όστις και ωμίλησεν εκάστο τε επικαίρως προς τους συγκεντρω θέντας ευσεβείς. — Ο αυτός προέστη εν τω Ιερώ Προσκυνήματι δύο Αγρυπνιών, τελε σθεισών επίσης υπέρ των εν τω Μετώπω αγωνιζομένων και εδίδαξεν επικαίρως τας συγκεντρωθείσας μη τέρας, συζύγους και αδελφάς των πολεμιστών. — Κατά διαστήματα αφίχθησαν εις Αγιάσον προς ανάρρωσιν τραυμα τίαι τινές και ασθενείς εκ του Αλβα νικού Μετώπου. Τους αφικνουμένους υπεδέχθησαν εκάστοτε ο Αρχιερατ. Επίτροπος, το Ιερατείον της Κωμο πόλεως και αι τοπικαί Αρχαί, άμα δε τη αφίξει των ετελέσθη εν τω Ι. Προσκυνήματι δέησις παρουσία πολυ πληθεστάτου εκκλησιάσματος, μετά δακρύων παρακολουθούντος την Ιε ράν τελετήν. Τους ηρωικούς στρα τιώτας, εις ους εδίδετο πάντοτε τιμητική θέσις εν τω Ναώ, προσεφώ νησε καταλλήλως ο Αρχιερατ. Επί τροπος. Ακολούθως οι εν Αγιάσω Σχηματισμοί Ε.Ο.Ν. Αρρένων και Θηλέων εδεξιώθησαν ενθουσιωδώς αυτούς εν τη αιθούση του Αναγνω στηρίου. — Επίσης εις τους εξ Αγιάσου διερχομένους αδειούχους τραυμα τίας και ασθενείς των πλησιοχώρων περιφερειών παρέχεται πάσα περι
ποίησις και φιλοξενία υπό των τοπι κών Αρχών και των Σχηματισμών Ε.Ο.Ν. Μερίμνη δε του Αρχιερατ. Επιτρόπου και της Επιτροπείας του Ι. Προσκυνήματος διεσκευάσθη σαν καταλλήλως δωμάτιά τινα εν τω περιβόλω αυτού δια την εν αυτοίς άνετον διαμονήν των χάριν προσκυ νήματος ερχομένων εις Αγιάσον αδειούχων στρατιωτών. — Συστάσει του Σεβ. Μητροπολί του Μυτιλήνης κ.κ. Ιακώβου, η Επιτροπεία του I. Προσκυνήματος απεφάσισε την έκδοσιν Προσευχη ταρίου δια τους εν τω Μετώπω αγωνιζομένους Λεσβίους στρατιώ τας. Τον καταρτισμόν του τεύχους ανέθηκεν η Α.Σ. εις τον εν Αγιάσω Αρχιερατ. Επίτροπον.
+ Αντιγόνη Τακιδέλλη. Την 31ην Δεκεμβρίου π.έ. απεβίω σε και την επομένην εκηδεύθη εν Αγιάσω η συνταξιούχος διδασκά λισσα Αντιγόνη Τακιδέλλη. Της κη δείας της, τελεσθείσης εν τω Ιερώ Προσκυνήματι, προέστη ο Αρχιερατ. Επίτροπος, ωμίλησε δε κατ’ αυτήν εξάρας τας αρετάς της μεταστάσης ο Καθηγητής κ. Περ. Φωτόπουλος. Ο Αρχιερατ. Επίτροπος δι’ ολίγων υπεγράμμισε την απώλειαν, ην εν τω προσώπω της θανούσης υπέστη η κοινωνία της Αγιάσου, ης υπήρξεν αύτη επίλεκτος κοινωνική εργάτις, εμπνεομένη υπό των γνησίων ευαγ γελικών αρετών, αίτινες την είχον καταστήσει και πολύτιμον ενεργόν μέλος της Εκκλησίας, καταλείψασαν ιεράν ανάμνησιν και αξιομίμητον παράδειγμα εις τους γνωρίσαντας αυτήν.
Εκδότης-Διευθυντής ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ Πρωτοπρεσβύτερος Κατοικία εν Αγιάσω ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΣ της ΥΛΗΣ , ΑΡΙΣΤΟΒΟΥΛΟΣ Δ. ΧΡΗΣΤΙΔΗΣ
Τυπογραφεία "ΠΡΩΪΝΗΣ"