ΜΗΝΙΑΙΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΑΣΩ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ ΙΕΡΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΌΚΟΥ
ΕΚΔIΔΟΜΕΝΟΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑΣ ΑΥΤΟΥ ΕΥΛΟΓΙΑ TΟΥ ΣΕΒΑΣΜ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ
IAΚΩΒΟΥ
Κ°Υ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ :
ΕΜΜ.
Γ.
ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ
ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ε. Γ. Μ., Πασχάλιος Κανών της Θεοτόκου.................. Σελ. 33 ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ Α. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ (+) Αρχι επισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος, Η κατά των εικονομάχων επικράτησις της Ορθοδοξίας (Σημειώματα) [1].................................................... » 37 ΣΤΡΑΤΗ Π. ΚΟΛΑΞΙΖΕΛΛΗ, Η ασυδοσία της Αγιά σου και η βούλα της Δημογεροντίας της............. » 44 ΗΛΙΑ ΜΗΝΙΑΤΗ (+1714), Λόγος πανηγυρικός εις την Κοίμησιν της Θεοτόκου........................................ » 52 ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ, Πρωτοπρ., Το περισωθέν παλαιόν αρχείον του Ι. Προσκυνήματος [8] ... » 56 XΡΟΝIKA
Η πίστις των εφέδρων.................................................. Η περί το Ι. Προσκύνημα κίνησις.................................. Πρόγραμμα εορτών Αυγούστου - Σεπτεμβρίου του έτους 1941..............................................................
» »
60 60
»
63
ΑΠΡΙΛΙΟΣ - ΜΑΪΟΣ - ΙΟΥΝΙΟΣ 1941 ΕΤΟΣ Ε΄
ΑΡΙΘΜ. 4-5-6
ΑΓΙΑ
ΣΙΩΝ
ΜΗΝΙΑΙΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΑΣΩ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ ΙΕΡΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑΣ ΑΥΤΟΥ ΕΥΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ κ. ΙΑΚΩΒΟΥ ΕΤΟΣ Ε΄
ΑΡΙΘΜ. 4
5-6
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ
ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ Πρωτοπρεσβύτερος
ΑΠΡΙΛΙΟΣ, ΜΑΪΟΣ, ΙΟΥΝΙΟΣ, 1941
ΠΑΣΧΑΛΙΟΣ ΚΑΝΏΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ Κατά τας χαρμοσύνους Κυριακάς του «Πεντηκοσταρίου», κατά τας οποίας ψάλλεται πανηγυρικώτερον το κοσμοσωτήριον γεγονός της Αναστάσεως του Κυρίου, η Εκκλησία μας δεν λη σμονεί Εκείνην, ήτις έφερεν εις τον κόσμον τον Αναστάντα Λυ τρωτήν, αλλ' ευρίσκει την ευκαιρίαν και πάλιν να υμνήση την Θεοτόκον Μαρίαν. Περιέχεται λοιπόν εν τω «Πεντηκοσταρίω», ευθύς μετά τον Κανόνα του Πάσχα, εις τους όρθρους των από της εορτής των Μυροφόρων μέχρι της Αναλήψεως Κυριακών πλην της του Θωμά - ιδιαίτερος «Κανών της Θεοτόκου», τονισ μένος εις το μέτρον του Κανόνος του Πάσχα «Αναστάσεως ημέρα». Τον Κανόνα τούτον παραθέτομεν κατά το εν τοις εν χρήσει λειτουργικοίς βιβλίοις διατηρούμενον κείμενον.
ΚΑΝΩΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΗΧΟΣ Α΄.
Ου η ακροστιχίς εν τοις πρώτοις τροπαρίοις Θεοφάνους Ωδή α'.
Θανατώσεως τον όρον ανεμόχλευσας, την αιωνίαν ζωήν, κυοφορήσασα Χριστόν, τον εκ τάφου αναλάμψαντα σήμερον, Παρθένε πανάμωμε, και τον κόσμον φωτίσαντα. Αναστάντα κατιδούσα σον Υιόν και Θεόν, χαίροις συν Αποστόλοις, θεοχαρίτωτε Αγνή, και το χαίρε πρωτουργώς, ως πάντων χαράς αιτία εισδέδεξαι, Θεομήτορ πανάμωμε. Ωδή γ'.
Επί την ακήρατον ζωήν, επανέρχομαι σήμερον αγαθότητι, του γεννηθέντος εκ σου και πάσι τοις πέρασιν Αγνή, το φέγ γος αστράψαντος. Θεόν ον εκύησας σαρκί, εκ νεκρών καθώς είπεν εξεγειρό
μενον, θεασαμένη Αγνή, χόρευε· και τούτον ως Θεόν, άχραν τε, μεγάλυνε. Ωδή δ'.
Ο διαπλάσας τον Αδάμ, τον σον προπάτορα Αγνή, πλάττεται εκ σου, και θανάτω τω οικείω έλυσε, τον δι’ εκείνου θάνατον σήμερον, και κατηύγασε πάντας, ταις θεϊκαίς αστρα παίς της Αναστάσεως. Ον απεκύησας Χριστόν, ωραιοτάτως εκ νεκρών, λάμψαν τα Αγνή καθορώσα, η καλή και άμωμος, εν γυναιξίν ωραία τε, σήμερον εις πάντων σωτηρίαν, συν Αποστόλοις αυτόν χαί ρουσα, δόξαζε. Ωδή ε'.
Φωτίζεται θείαις ακτίσι, και ζωηφόροις ταις της Ανα στάσεως του Υιού σου, Θεομήτορ, άχραντε, και χαρμονής εμπίπλαται, των ευσεβών η ομήγυρις. Ουκ ήνοιξας πύλας Παρθένου, εν τω σαρκούσθαι· μνήμα τος ουκ έλυσας τας σφραγίδος, Βασιλεύ της κτίσεως· όθεν εξαναστάντα σε, θεασαμένη ηγάλλετο. Ωδή στ'.
Ανήκται το πάλαι κρατούμενον, τω θανάτω και φθορά, δια του σαρκωθέντος, εκ σης αχράντου γαστρός, προς την άφθαρτον, και αΐδιον ζωήν, Θεοτόκε Παρθένε. Κατήλθεν εν τοις κατωτάτοις της γης, ο λαγόσι σου, Αγνή, κατελθών και οικήσας, και σαρκωθείς υπέρ νουν και συνήγειρεν, εαυτώ τον Αδάμ, αναστάς εκ του τάφου. Ωδή ζ'.
Νεκρώσας ο Υιός σου τον θάνατον, Πανάμωμε σήμερον, πάσι τοις θνητοίς την διαμένουσαν ζωήν, εις αιώνας αιώνων δεδώρηται· ο μόνος ευλογητός των πατέρων, Θεός και υπερένδοξος. Ο πάσης βασιλεύων της κτίσεως, γενόμενος άνθρωπος, ώκησε την σην, Θεοχαρίτωτε νηδύν· και σταυρόν υπομείνας και θάνατον, ανέστη Θεοπρεπώς, συνεγείρας ημάς, ως παντο δύναμος. Ωδή η'.
Ήλθε δια σου εις τον κόσμον ο κτίστης, Παρθένε Θεο τόκε, και την γαστέρα του Άδου, διαρρήξας θνητοίς, την
Ανάστασιν ημίν εδωρήσατο· διο ευλογούμεν αυτόν εις τους αιώνας. Όλον καθελών του θανάτου το κράτος ο Υιός σου Παρθένε, εντη αυτού Αναστάσει, ως Θεός κραταιός, συνανύ ψωσεν ημάς, και εθέωσε· διο ανυμνούμεν αυτόν εις τους αιώνας. Ωδή θ'.
Συμφώνως Παρθένε, σε μακαρίζομεν πιστοί. Χαίρε πύλη Κυρίου· χαίρε πόλις έμψυχε· χαίρε, δι’ ης ημίν έλαμψε, σήμε ρον φως του εκ σου τεχθέντος, της εκ νεκρών Αναστάσεως. Ευφραίνου, αγάλλου, η θεία πύλη του φωτός· ο γαρ δύνας εν τάφω, Ιησούς ανέτειλε, λάμψας ηλίου φαιδρότερον, και τους πιστούς πάντας καταυγάσας, Θεοχαρίτωτε Δέσποινα. Εν πρώτοις παρατηρούμεν, ότι εκ της Ακροστιχίδος των πρώτων τροπαρίων, ήτις προφανώς εδήλου το όνομα του ποιητού, δεν σώζονται εις το ανωτέρω κείμενον του ποιήματος ειμή το πρώτον (Θ)και το πέμπτον (Α) γράμμα. Τούτο αποτελεί μίαν σαφή ένδειξιν, νομίζομεν, περί του αρχικού μήκους του ποιήματος, όπερ θα ήτο αναμφιβόλως πολύ μεγαλείτερον του σημερινού, περιεκόπη δε χάριν της λειτουργικής οικονομίας. Τούτο δε είναι τόσω ευλο γοφανέστερον, όσον είναι γνωστόν, ότι το υπ' όψιν ποίημα είναι μοναδικόν υπόδειγμα Κανόνος, ούτινος αι ωδαί αποτελούνται μόνον εκ δύο τροπαρίων, εξ όσων γνωρίζομεν εν τοις λειτουρ γικοίς βιβλίοις. Εκ της αναγραφομένης Ακροστιχίδος δηλούται, ότι ασφα λώς τα πρώτα τροπάρια του Κανόνος, πιθανώς δε και ολόκλη ρον το ποίημα, είναι έργον Θεοφάνους του Γραπτού. Κατά δε τον εκδότην του «Πεντηκοσταρίου», εις τινα των χειρογράφων ανα γράφεται, ότι ο Θεοφάνης είναι ο ποιητής μόνον των πρώτων τροπαρίων, των φερόντων το όνομά του, των δε λοιπών ποιητής είναι Ιωσήφ ο Θεσσαλονίκης. Εις το υπ' όψει ποίημα εξυμνείται η Θεοτόκος Μαρία, ως γεννήσασα τον Αναστάντα Λυτρωτήν, τονίζεται η μακαριότης της Παναγίας Μητρός του Κυρίου, αξιωθείσης να ίδη τον θρίαμ βον του Υιού αυτής και ν’ αποζημιωθή εκ της ανεκφράστου ταύ της χαράς δια την οδύνην, ην ησθάνθη παρά τον Σταυρόν (1), και εκφράζονται τα προς την Μητέρα του Αναστάντος συγχαρη τήρια, τρόπον τινά, των πανηγυριζόντων επί τη απολυτρώσει (1) Την παρά τον Σταυρόν οδύνην της Θεοτόκου, πλην των ιερών ασμάτων της Μεγάλης Παρασκευής, τονίζουσιν εις τρόπον αληθώς υπέρο χον τα καθ’ όλον το έτος ψαλλόμενα τη Τετάρτη και Παρασκευή Σταυρο θεοτοκία, περί ων προσεχώς ο λόγος.
πιστών, και η προς Αυτήν ευγνωμοσύνη των και ο ιδιαίτερος και βαθύτατος σεβασμός των ως χρηματίσασαν Μητέρα του εξασφα λίσαντος εις τους ανθρώπους την κατά του Άδου και του θανά του νίκην. Εννοείται ότι εμμέσως ο ποιητής δεν κάμνει άλλο τι ειμή να εξυμνή αυτόν τον Αναστάντα Χριστόν, τας προς Εκείνον ευχα ριστίας, τα προς Εκείνον αισθήματα της λατρείας και του θαυ μασμού δια το υπερφυές θαύμα διερμηνεύων προς την Μητέρα Αυτού, την οποίαν αισθάνεται ιδιαιτέρως ευφραινομένην δια την προς τον Υιόν και Θεόν σωτήριον πίστιν. Δεν στερείται λυρισμού και χάριτος το ποίημα, και είναι εν τισιν αξιοσημείωτος η συρροή των αντιθέσεων, δια των οποίων κυρίως εξαίρονται αι ιδέαι του ποιητού τούτου και καθίστανται παραστατικώτεραι, αλλ’ αισθάνεταί τις και περί του ποιήματος τούτου προκειμένου ό,τι αισθάνεται και εκ των άλλων εκκλη σιαστικών ποιημάτων, όσα εγένοντο κατά μίμησιν άλλων αρχαιο τέρων και όσα, ακολουθούντα κατ’ ανάγκην τον ρυθμόν και το μέτρον εκείνων και δουλικώς εις ταύτα υποτασσόμενα, δεν ήτο δυνατόν να έχωσι την χάριν του πρωτοτύπου. Ο ποιητής του υπ' όψει Κανόνος κατ’ ανάγκην υπελείφθη του ον ηθέλησε να μιμηθή Πασχαλίου Κανόνος του Δαμασκηνού και δια τον πρόσ θετον λόγον ότι, επιδιώκων να υμνήση την Ανάστασιν, απευθυ νόμενος προς την Θεοτόκον, δεν ήτο δυνατόν να έχη τον πλού τον των εννοιών, ον ηδύνατο να έχη πρόχειρον ο υμνήσας απ' ευθείας αυτόν τον Αναστάντα Χριστόν. Όταν τις λάβη υπ' όψει τας δυσκολίας ταύτας, δεν δύναται να μη αναγνωρίση την τέχνην, μεθ’ ης ο ποιητής παρακάμπτει αυτάς, κατορθών πράγματι να επιτύχη του σκοπού του, έστω και αν είναι ηναγκασμένος να τονίζη το άσμά του εις όλας σχεδόν τας στροφάς περί τας αυτάς κεντρικάς πάντοτε ιδέας. Αξιοσημείωτος είναι, οπωσδήποτε, η μετριοπάθεια, μεθ’ ης τονίζεται ο προς την Θεομήτορα ύμνος απέναντι της λατρείας, ην απονέμει προς τον Αναστάντα Υιόν και Θεόν Αυτής, και ακόμη περισσότερον αξιοσημείωτος είναι η λεπτομέρεια, καθ’ ην η Θεο τόκος προτρέπεται υπό του ποιητού, ίνα δοξάζη τον Χριστόν, χαρακτηριστική της πραγματικής εννοίας της εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία τιμής της Θεοτόκου, κατά πολύ -ως εικός- διαφερού σης της προς τον Ιησούν Χριστόν λατρευτικής προσκυνήσεως. Ε. Γ. Μ.
EK TΩN ΑΝΕΚΔΟΤΩΝ ΚΑΤΑΛΟΙΠΩΝ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ Α. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ (+) ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Η ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΩΝ ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ (ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ)
[1]
Η επί Λέοντος του Δ' ανακοπή της Εικονομαχίας. Διάδοχος του Κωνσταντίνου Ε' μετά τον θάνατον αυτού ανηγορεύθη ο εκ της πρώτης συζύγου του Ειρήνης, της θυγατρός του ηγεμόνος των Χαζάρων (1) Λέων ο Δ' ο Χάζαρος. Αλλ’ ο Κωνσταντίνος είχε και ετέραν σύζυγον, εξ ης απέκτησε δύο υιούς, τον Νικηφόρον και τον Νικήταν, και της οποίας το όνομα αγνοεί ται· τούτους ζων ο πατήρ ανηγόρευσε Καίσαρας και εφαίνοντο ότι είχον περισσότερα προσόντα να κυβερνήσωσι το κράτος ή ο ετεροθαλής αυτών αδελφός και Διάδοχος Λέων, όστις ην ανήρ χρηστός μεν αλλ’ ασθενεστάτου χαρακτήρος. Ως προς το θρησκευ τικόν ζήτημα δεν εξέκλινε των βάσεων, ας καθώρισεν ο πατήρ αυτού, καίτοι φαίνεται, ότι ανεγνώρισε τα άκρα, εις α εξώκειλεν εκείνος, ότε υπεδείχθη εις αυτόν υπό των Μοναχών, ότι ο πατήρ αυτού υπερέβη τα εσκαμμένα, κατήργησε τα μοναστήρια και εξε δίωξε τους Μοναχούς, εν ω η Σύνοδος και ο Λέων ο πάππος του ουδέν τοιούτον διέταξαν. Το επιχείρημα ήτο πειστικόν όθεν ο Αυτοκράτωρ επέτρεψεν εις τους Μοναχούς να επιστρέψωσιν εις τα μοναστήρια αυτών, πολλοί δε κατέλαβον και ύπατα της Εκκλησίας αξιώματα, κρύπτοντες τα φρονήματα αυτών, επειδή δεν ήθελον να φανώσιν ορθόδοξοι. Η ασθενής αύτη στάσις του Λέοντος, ήτις συνετέλει εις την ανόρθωσιν των εικόνων, προυκάλεσεν αντίδρασιν των μεταρ ρυθμιστών. Τινές των ανωτέρων του στρατού αξιωματικών και αυλικών συνώμοσαν, ίνα αναβιβάσωσιν εις τον θρόνον τον ετερο θαλή αδελφόν του Λέοντος, τον Καίσαρα Νικηφόρον. Αλλά της συνωμοσίας ταύτης αι βάσεις ήσαν μάλλον πολιτικαί ή θρησκευ τικαί. Ο στρατός ήθελε βασιλέα ισχυρόν, και τοιούτον εύρεν εν τω προσώπω του ετέρου υιού του Κωνσταντίνου Ε΄. Η συνωμο σία ανεκαλύφθη και κατεβλήθη, εις δε τους ενόχους ο Λέων Δ' έδειξε μεγάλην πραότητα. Επειδή ο Λέων Δ' ήτο ασθενούς κρά σεως, οι δε περί αυτόν εφοβούντο μήπως αποθάνη πριν ενηλι κιωθή ο υιός αυτού Κωνσταντίνος και ούτω περιέλθη η αρχή, φυ σικώ τω λόγω, εις τους θείους αυτού, οίτινες ήσαν διατεθειμένοι
(1) Ηefele III, 738-740. P. Adam, Princesses byzantines ; la tres pieuse Irene, Anne Comnene, Paris 1893. Ch. Hole, εν Dictionary of Christian Biographie III, 284-288. V. Mignot, Histoire de l' imperatrice Irene, Amsterdam 1792. A. Casquet, Charlemagne et l' imperatrice Irene, Etudes byzantines, Paris 1888. Φορόπουλος. Diel. M. Γεδεών, ένθ. αν. «Εκκλ. Αλήθεια» Γ, 265 εξ.
υπέρ της μεταρρυθμίσεως, ανηγόρευσε τον μονογενή αυτού υιόν Διάδοχον εις βασιλέα (2). Τούτο είχον πράξει και ο πάππος αυτού Λέων και ο πατήρ Κωνσταντίνος, θέλοντες να εξασφαλίσωσι τα δικαιώματα της διαδοχής του θρόνου. Το γεγονός τούτο ίσως υπεστήριζε και η Ειρήνη, αλλ’ εισίν αβάσιμοι αι σκέψεις του Πα παρρηγοπούλου, όστις φαντάζεται την Ειρήνην κακουργούσαν κατά του συζύγου της. Οτι η Ειρήνη ήτο ορθόδοξος, φαίνεται εκ του γεγονότος, ότι εν τω ιδιαιτέρω αυτής κοιτώνι ευρέθησαν εικόν ες, τας οποίας εκόμισαν αυτή ανώτεροι υπάλληλοι της αυλής, διο ο Λέων κατεταράχθη και την μεν σύζυγον αυτού επέπληξε, τους δ’ αγαγόντας αυτή τας εικόνας εφυλάκισε (3). Ο Λέων Δ' έπρεπε να πεισθή εκ των πραγμάτων, ότι η Εικονομαχία δεν εξέ λιπεν, υπήρχον όμως πολλοί άλλοι αντιδρώντες κατ’ αυτής και διατεθειμένοι υπέρ της αναστηλώσεως των εικόνων. Η υγιεστέρα όμως μερίς ενέμεινεν εν τη Ορθοδοξία. Εν αρχή του έτους 780 απέθανεν ο Πατριάρχης Νικήτας, διάδοχος δ’ αυτού εξελέγη ο Παύλος ο Κύπριος, επί τω όρω να καταδικάση την των εικόνων τιμήν, υποστηρίξη δε την Εικονομαχίαν (4). Μετ’ ολίγους μήνας απέθανεν ο ασθενής την κράσιν και τον χαρακτήρα Λέων Δ΄, επί του θρόνου δε Κωνσταντινουπόλεως έχομεν βασιλέα τον υιόν αυτού Κωνσταντίνον στ΄ (780, 8 Σεπτεμβρίου) και την Ειρήνην κη δεμονεύουσαν τον ανήλικον αυτής υιόν (5).
Προπαρασκευαστικαί ενέργειαι της Ειρήνης προς επικράτησιν της Ορθοδοξίας. Δεν ήτο άγνωστος η διάθεσις της Ειρήνης προς την Ορθοδο ξίαν, ώστε από της πρώτης στιγμής, καθ’ ην ανέλαβε την εξου σίαν, προσπαθεί ν’ αποκαταστήση την Ορθοδοξίαν. Και όπως υπήρχον πολλοί άνδρες, οίτινες έλεγον, ότι απέτυ χεν η μεταρρύθμισις, διότι ανεμίχθη το εικονομαχικόν ζήτημα, ηδύνατο και η Ειρήνη να σκέπτηται τοιουτοτρόπως. Η εικονομα χική μερίς εγνώριζε τας διαθέσεις της Ειρήνης και από της πρώτης στιγμής επεχείρησαν ν’ αντιδράσωσι δια συνωμοσίας, θέλοντες ν’ ανακηρύξωσιν Αυτοκράτορα τον Καίσαρα Νικηφόρον, αλλά το βούλευμα ανακαλυφθέν υπό της βασιλίσσης απέτυχεν. Εξωρί σθησαν δ’ εις μακρυνούς τόπους οι συνωμόται, οι δ’ αδελφοί του Νικηφόρου ηναγκάσθησαν, ως και αυτός, να δεχθώσι το μοναχικόν σχήμα. Η συνωμοσία ηδύνατο να έχη τα αποτελέσματα της, αλλά θαυμάζομεν την μεγάλην περίνοιαν της βασιλίσσης, μεθ’ ης διε ξήγαγε την αναστήλωσιν των εικόνων. Καίπερ ορθόδοξος ούσα, κατά τα τρία πρώτα έτη της βασιλείας της ουδέν ακούεται ότι πράττει είτε υπέρ της αποκαταστάσεως της Ορθοδοξίας είτε (2) Κατά την ημέραν του Πάσχα του 776 Θεοφ. 695 εξ. Ιστορικαί μελέται Περί της στέψεως. (3) Θεοφ. σ. 701. (4) Θεοφ. 701-708. (5) Αβάσιμος η κατηγορία ότι η Ειρήνη εδηλητηρίασε τον σύζυγον της Wa1ch 501. Schlosser 250 αποκρούουσι την κατηγορίαν.
υπέρ του θριάμβου της Εικονομαχίας. Ένεκα τούτου ήρξαντο να προστίθενται εις την Ορθοδοξίαν οι αμφίβολον έχοντες το φρό νημα. Τοιούτοι ευρίσκοντο πολλοί εν τη Ιεραρχία, διότι αύτη δεν ήτο εικονομαχική. Αφ’ ου προσετέθησαν οι μετριοπαθείς, οι ορθό δοξοι ήρξαντο παρρησιαστικώτερον να προσκυνώσι τας εικόνας και οι Μοναχοί να αποκαθίστανται εις τα μοναστήρια. Επηκολού θησε ψυχολογική κατάστασις εν τω Κράτει τοιαύτη, καθ’ ην η μεταβολή των πραγμάτων επήνεγκε την προς την Ορθοδοξίαν συμπάθειαν των μετριοπαθών, δυσπιστίας δε και φόβους παρά τοις μεταρρυθμισταίς προς την σύνοδον του 754 (6). Τούτο έφάνη εν τω Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Παύλω, όστις, καίπερ ορθό δοξος ων, εδέχθη την Εικονομαχίαν και επί τω όρω τούτω έγινε Πατριάρχης, φαίνεται όμως ότι οδτος υπεστηρίχθη υπό της μερί δος των μυστικών ορθοδόξων. Ο Παύλος, ότε η Ειρήνη κατέλαβε τον θρόνον, ησθάνθη ότι ήτο περιττός και ότι έληξεν η αποστολή του· διότι ούτε υπέρ της Ορθοδοξίας ούτε υπέρ της Εικονομα χίας έπραξε τι ουδέ ηδύνατο να πράξη. Η δράσις αυτού υπέρ της Ορθοδοξίας δεν θα είχε κύρος και σημασίαν, διότι οι ορθόδο ξοι υπώπτευον αυτόν. Εάν δ’ η Ορθοδοξία ώφειλε ν’ αποκατα σταθή δι’ οικουμενικής Συνόδου, βεβαίως ο Παύλος δεν θα καθί στατο πρόεδρος, διότι φαινομενικώς ήτο εικονομάχος, καθ’ ότι επί τω όρω τούτω εγένετο Πατριάρχης και επομένως δεν θα ηδύνατο να εργασθή υπέρ της Ορθοδοξίας· εξ άλλου και αυτοί οι εικονομά χοι δεν είχον πίστιν εις αυτόν. Ταύτα πάντα μη έχων υπ' όψει ο Παπαρρηγόπουλος, θεωρεί την παραίτησιν του Παύλου ως εν συνεννοήσει μετά της βασιλίσσης γενομένην αλλά τούτο δεν φαίνεται ορθόν. Τη 31η Αυγούστου 784 ο Πατριάρχης Παύλος παραιτείται και, καταλιπών τα Πατριαρχείο, κατήλθεν εις την μο νήν του Φλώρου, όπου έλαβε το μοναχικόν σχήμα εν αγνοία της βασιλίσσης, ήτις, μαθούσα τούτο και παραλαβούσα τον υιόν της, επορεύθη αμέσως εις αυτόν, όπως μάθη την αιτίαν της παραιτή σεως (7). Ο Παύλος υπέδειξεν αυτή ότι τύπτει αυτόν η συνείδη σις δια την προς τον Λέοντα τον Δ΄ υπόσχεσιν και ότι φοβείται τον παρά των άλλων Πατριαρχών αναθεματισμόν, προς δε υπα γορεύει τούτο εις αυτόν και η σκανδαλώδης κατάστασις της Εκ κλησίας, διότι πρώτην φοράν η Εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως μένει επί τόσα έτη εν αιρέσει - σχεδόν επί ήμισυ αιώνος - συνυ πέδειξε δε και την ανάγκην συγκλήσεως οικουμενικής Συνόδου και ως διάδοχον αυτού τον Ταράσιον. Η Ειρήνη, μη αρκεσθείσα να ακούση αυτή και ο υιός αυτής τας εξηγήσεις του Παύλου, έπεμψε προς αυτόν και τινας ανωτέρους του Κράτους λειτουργούς, όπως πείσωσιν αυτόν να επανέλθη εις τον θρόνον, αλλά και εις αυτούς τα αυτά είπεν ο Παύλος. Το διάβημα τούτο της Ειρήνης ήτο λίαν καλώς μεμελετημένον διότι μετά μεγάλης προσοχής και επιφυλάξεως,προβαίνουσα εις αποκατάστασιν της Ορθοδοξίας, δεν
(6) Θεοφ. σ. 703, 4. (7) » σ. 708.
ήθελε να υποπτεύσωσιν οι αντίπαλοι, ότι εις την βίαν αυτής ωφεί λετο η παραίτησις του Παύλου. Οι αποσταλέντες ανώτατοι υπουργοί του Κράτους ηδύναντο να γίνωσι μάρτυρες των λόγων του Παύλου και βεβαίως λίαν σπουδαίον ήτο να γνωσθή το υπό τούτου λεγόμενον, ότι οι λοιποί ορθόδοξοι Πατριάρχαι εθεώρουν την Εκκλησίαν Κων/πόλεως αιρετικήν. Ουχ ήττον πολύ δύσκολον ήτο ν’ ανευρεθή κατάλλη λος διάδοχος του Παύλου, όστις θα ανελάμβανε το υπούργημα το πατριαρχικόν υπό τοιαύτας περιστάσεις. Ο Παπαρρηγόπουλος αδικεί εαυτόν, λέγων ότι: «Εν ω οι βασιλείς της μεταρρυθμίσεως εύρον αείποτε προχείρως μεταξύ του κλήρου ανθρώπους επιτη δείους ν’ αναβιβασθώσιν εις τον πατριαρχικόν θρόνον, η Ειρήνη δεν ειμπόρησε ν’ ανακαλύψη μεταξύ πολλών εκατοντάδων ουδένα αρχιερέα. Ούτε μεταξύ των ηγουμένων ούτε μεταξύ των Μονα χών ηδυνήθη να επιτύχη κατάλληλον υποψήφιον». Βεβαίως η Ειρήνη ηδύνατο να εύρη Πατριάρχην τοιούτον, εάν όμως προέ κρινε τον Ταράσιον, καίτοι κοσμικόν, δεν έπραξε διάφορον του ό,τι έπραξαν οι άλλοι Αυτοκράτορες - εξ άλλου και ο Φώτιος εκ κοσμικού κατέλαβε τον πατριαρχικόν θρόνον -διότι ο Ταράσιος συνάμα ηδύνατο να η και δεινός Θεολόγος, καίτοι κοσμικός, ως απεδείχθη, επειδή εν Βυζαντίω η παιδεία ην μάλλον Θεολογική. Μόνος δ’ ο Ταράσιος ήτο ο ανήρ εκείνος, όστις θα ηδύνατο επι τυχώς να χειρισθή το εκκλησιαστικόν ζήτημα, διότι ο εκλε χθησόμενος έπρεπε να η αχρωμάτιστος, οίος ην ο Ταράσιος· δεν έπρεπεν ευθύς αμέσως να εμπνεύση εις την μερίδα των εικονο μάχων την υπόνοιαν, ότι θα επαναφέρη την προσκύνησιν των εικόνων· θαυμαστή υπήρξεν η περίνοια της βασιλίσσης περί εκλο γής Πατριάρχου, εκλεξάσης τοιούτον τον ιδιαίτερον αυτής γραμ ματέα των απορρήτων.
Ο Πατριάρχης Ταράσιος, η εκλογή αυτού, η επικοινωνία προς την Ρώμην. Η εκλογή του Ταρασίου ως Πατριάρχου εφαίνετο ουχ ήττον υποδεικνυομένη υπ' αυτών των πραγμάτων. Ούτος κατήγετο εξ επιφανούς αριστοκρατικής οικογενείας της Κωνσταντινουπόλεως. Ο πατήρ αυτού Πατρίκιος Γεώργιος κατείχεν εν αυτή το μέγα αξίωμα του Επάρχου αυτής επί των εικονομάχων βασιλέων Λέον τος και Κωνσταντίνου. Η οικογένεια αυτού ήτο μάλλον εικονο μαχική. Μετά λαμπράν παίδευσιν ο Ταράσιος προεβιβάσθη εις το υπατικόν αξίωμα και ήτο πρωτοασηκρήτης μέχρι της στιγμής, καθ’ ην εκλέγεται πατριάρχης. Κατά τα ειωθότα, η βασίλισσα, παρουσιασθείσα εις την Γερουσίαν, προύτεινε τον Ταράσιον ως Πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως· η Γερουσία μετά μικράν ανά στασιν ενέκρινε την πρότασιν· νυν επρόκειτο να πεισθή ο Ταρά σιος να δεχθή το αξίωμα· η βασίλισσα επί τέλους μετ’ επίμονον αντίστασιν έπεισεν αυτόν να λάβη τον θρόνον εν τοιούτοις περι στάσεσιν, αλλ’ υπό τον όρον, ότι θα συγκληθή οικουμενική Σύνο δος, όπως λύση το δυσχερέστατον εικονομαχικόν ζήτημα. Ο Τα
ράσιος είπεν ό,τι εσκέπτετο η Ειρήνη· αλλά δυσχερέστατον ήτο να λάβη απόφασιν περί συγκλήσεως Συνόδου οικουμενικής, διότι θα προυκαλείτο αναβρασμός κατ’ αυτής, επειδή οι εικονομάχοι μετά της συγκλήσεως της Συνόδου θα συνέδεον την αποκατά στασιν του καθεστώτος του καθιερωθέντος δια της Συνόδου του 754. Δια τούτο ο Ταράσιος δεν εξεφράσθη τι θα πράξη η συγ κληθησομένη Σύνοδος, αν θα επεκύρου δηλ. τας αποφάσεις της Συνόδου του 754 ή αν θα κατήργει αυτάς. Όθεν η Ειρήνη μετά μεγάλης φρονήσεως και επιφυλάξεως, προβάσα και εις τούτο το διάβημα αυτής, απεφάσισε να εξασφαλίση την συγκατάθεσιν του λαού, συγκαλούσα πάνδημον αυτού συλλαλητήριον προ των ανα κτόρων της Μαγναύρας. Προ του συλλαλητηρίου τούτου η βασί λισσα παρεκάλεσε τον Ταράσιον να ομιλήση εις τον λαόν και είπη τον όρον, υφ' ον πρέπει να καταλάβη τον πατριαρχικόν θρό νον (8). Ο λόγος του Ταρασίου είναι άξιος μεγάλης προσοχής· εν αυτώ ο Ταράσιος ομιλεί μετά μεγάλης επιφυλακτικότητος· ουδέ λέξιν λέγει περί της Συνόδου του 754· τονίζει την ανάγκην της συγκλήσεως οικουμενικής Συνόδου, αλλά σκοπόν αυτής παρουσιάζει την αποκατάστασιν του συνδέσμου της αποκεκηρυ γμένης Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως μετά των λοιπών Εκκλη σιών δεν επιτίθεται κατά της Εικονομαχίας ούτε εκφράζει συμ παθείας υπέρ της Ορθοδοξίας, ούτως ώστε οι εικονομάχοι να νομίσωσιν ότι και αν συνήρχετό ποτε νέα σύνοδος, ήτο δυνατόν ν’ αποκηρυχθώσιν αι αποφάσεις της Συνόδου του 754. Έπειτα δ’ ο Ταράσιος πολύ καλώς υπελόγισε να συνδέση την εκλογήν αυτού μετά της συγκλήσεως οικουμενικής Συνόδου. Αφού η πλειονοψη φία ηθέλησεν αυτόν Πατριάρχην, θα έστεργεν αυτή και την σύγκλησιν Συνόδου· ίσως δ’ ουχί άνευ σκοπού ο Ταράσιος εκ φράζει φόβους περί αναθέματος και κρίσεως του Θεού, υποδει κνύων δια τούτου, ότι και πας έτερος γινόμενος Πατριάρχης άνευ συγκλήσεως της Συνόδου, διέτρεχε κινδύνους, ώστε, αν απεκρούετο η πρότασις του Ταρασίου, δυσκόλως ίσως θα ευρίσκετο έτερος υποψήφιος Πατριάρχης. Τέλος επί της αγαθής εκβάσεως του ζητήματος και της απο δοχής της προτάσεως του Ταρασίου ηδύναντο να επιδράσωσι και τα έξοχα αυτού προσωπικά προσόντα· όθεν «ασμένως ηκροάσαντο πάντες των λαληθέντων, συμφωνήσαντες του γενέσθαι Σύνοδον». Ουχ ήττον υπήρχον και πολλοί γογγύσαντες, αποκρούσαντες δε την σύγκλησιν Συνόδου· διο και εδέησεν όπως ο Ταράσιος εκ νέου λαβών τον λόγον είπη το εξής : «Ο Κύριος Λέων ο βασι λεύς κατέστρεψε τας εικόνας, και η Σύνοδος, ότε εγένετο, κατε στραμμένας αυτάς εύρε· και διότι δια βασιλικής χειρός κατεστρά φησαν, πάλιν ζήτησιν έχει το κεφάλαιον, ότι αρχαίαν συνήθειαν παραδεδομένην εν τη Εκκλησία κατετόλμησαν, ως έδοξεν αυτοίς, αφανίσαι, αλλ’ η αλήθεια του Θεού ου δέδεται». Μετά τους λό γους τούτους του Ταρασίου γενικώς υπό πάντων ενεκρίθη η σύγ
(8) Θεοφ. 710-713. Mansi XII, 985 εξ.
κλησις Συνόδου· ο δε Ταράσιος εδέχθη ν’ αναλάβη το πατριαρ χικόν αξίωμα. Τη 25η Δεκεμβρίου 784 ο Ταράσιος εχειροτονήθη Πατριάρ χης Κων/πόλεως και πρώτιστον αυτού έργον ην η προπαρασκευή προς σύγκλησιν Συνόδου. Αύτη προς επιτυχίαν του σκοπού αυτής έδει να η απηλλαγμένη των ελλείψεων εκείνων, αίτινες παντός κύρους εστέρησαν την εικονομαχικήν του 754 Σύνοδον. Μεγίστη αυτής έλλειψις υπήρξεν, ότι δεν παρέστησαν εν αυτή ούτε ο Πά πας ούτε οι λοιποί Πατριάρχαι της Ανατολής. Όθεν πρώτον έρ γον του Ταρασίου ήτο να επικοινωνήση προς τον Πάπαν Αδρια νόν, προς ον εν αρχή του 785 έπεμψε τον πρεσβύτερον Λέοντα μετ’ επιστολής, εν η, επειδή από κοσμικού ανήλθεν εις το ύπατον αξίωμα, εξέθετο και ομολογίαν πίστεως και τας ορθοδόξους αυτού γνώμας περί της προσκυνήσεως των αγίων εικόνων. Συγ χρόνως έγραψε προς τον Πάπαν και η Ειρήνη, παρακαλούσα αυτόν, ίνα ή αυτοπροσώπως έλθη εις την Σύνοδον ή πέμψη αντι προσώπους (9).
Αι απαιτήσεις του Παπισμού και αι εξ αυτών δυσχέρειαι ως εκ των τάσεων καθόλου αυτού. Η προς τον Ταράσιον απάντησις του Πάπα (10) είναι ήττον ενδιαφέρουσα, διότι διέσωσε μόνον το περιεχόμενον της απολε σθείσης επιστολής του Ταρασίου, αναφέρει ότι ο Πάπας εύρεν αυτήν ορθόδοξον και ότι αναγνωρίζει ως κανονικήν την από λαϊ κού εκλογήν του Ταρασίου εις τω πατριαρχικόν αξίωμα, προς δε επαινεί αυτόν ως μεριμνώντα υπέρ της αποκαταστάσεως της ειρήνης εν τη Εκκλησία. Η προς την Ειρήνην όμως απάντησις του Πάπα είναι μάλλον ενδιαφέρουσα ημίν, διότι, ως παρατηρεί και ο ημέτερος Παπαρρηγόπουλος, ο Πάπας Αδριανός εζήτει κατάλληλον ευκαιρίαν, ην και προθύμως ήρπασεν, αφ' ενός μεν ίνα επαναλάβη και ενισχύση τας κυριαρχικάς αυτού ως προς την Ανατολήν αξιώσεις, αφ' ετέρου δε ίνα ανακτήση τα Πατριμόνια, τα οποία απώλεσεν επί των εικονομάχων βασιλέων. Αλλά δια να εννοήσωμεν το τι συμβαίνει κατά την εποχήν ταύτην μεταξύ Κωνσταντινουπόλεως και Ρώμης, δέον να λάβω μεν υπ' όψει, ότι ήδη οι Πάπαι κατώρθωσαν εν τη Δύσει να επι κρατήσωσιν εφ' όλης της Εκκλησίας δια ψευδών εγγράφων και παρερμηνείας των Γραφών. Η εποχή αύτη, καθ’ ην το παπικόν αξίωμα φθάνει εις τον ύψιστον βαθμόν και αι περί της Ρώμης παρα δόσεις λαμβάνουσι νέον κύρος, είναι κρισιμωτάτη. Διότι ταύτα κατορθώσαντες εν τη Δύσει, ήθελον να επιβληθώσι και εν τη Ανατολή επί του ημετέρου κράτους. Εντεύθεν εξηγείται διατί αι αξιώσεις του Πάπα εν τη Ανατολή φαίνονται παράδοξοι, εν ω δια την Δύσιν ένεκα της επικρατήσεως αυτού ήτο φυσικόν. Και ακριβώς από της στιγμής ταύτης άρχεται να δημιουργήται τοιαύτη
(») Mansi XII, 1119 εξ. (10) Mansi XII, 1055 εξ.
κατάστασις πραγμάτων, άτινα οδηγούσι βαθμηδόν εις το σχίσμα. Το ύφος της επιστολής του Πάπα είναι πομπωδέστατον και ιδια ζόντως τονίζεται εν αυτή η ιδέα, ότι η Ρωμαϊκή Εκκλησία ιδρύθη υπό του ηγεμόνος των Αποστόλων Πέτρου, και ότι ο Πάπας είναι Βικάριος αυτού· όθεν προτρέπει τους βασιλείς της Κων σταντινουπόλεως να σέβωνται την Ρωμαϊκήν Εκκλησίαν ως μη τέρα, ως κεφαλήν όλων των Εκκλησιών, όπως έπραξαν άπαντες οι ορθόδοξοι αυτών προκάτοχοι. Προς τούτοις παραινεί αυτούς να δεχθώσι την διδασκαλίαν του Πέτρου, όστις πρώτος εκάθησεν επί της αποστολικής ταύτης έδρας,· και να τιμώσι τον Βικάριον αυτού, και ως τοιούτος δίδει οδηγίας περί του τρόπου της Απο καταστάσεως της Ορθοδοξίας. Ουδέ ηρκέσθη όμως ο Πάπας Αδριανός εις την γενικήν ταύτην αξίωσιν, αλλ’ ακριβέστερον ομιλήσας, πρώτον απήτησε να αποδοθώσι τη Ρωμαϊκή Εκκλησία τα υπό των μεταρρυθμιστών εικονομάχων βασιλέων βιαίως αφαι ρεθέντα Πατριμόνια του Αγίου Πέτρου, εν οις και το Ιλλυρικόν, και τα χρήματα, όσα εστέλλοντο άλλοτε υπό των Αυτοκρατόρων προς συντήρησιν και διακόσμησιν των Εκκλησιών, και η επί πολλών ελληνικών χωρών δικαιοδοσία τούτου, ίνα συμπληρωθή το έργον της αποκαταστάσεως και συνδιαλλαγής. Δεύτερον ο Πάπας, επερειδόμενος εις όσα οι προκάτοχοι αυτού έπραξαν, εμέμφθη τους Αυτοκράτορας ένεκα του εν τη βασιλική επιστολή αποδοθέντος τω Ταρασίω τίτλου του Οικουμενικού Πατριάρχου και της εκ του παραχρήμα από λαϊκού εις αρχιερέα αναγορεύ σεως αυτού. Ωσαύτως και εν αποκρίσει, ην συγχρόνως έπεμψε προς τον Ταράσιον τη 27η Οκτωβρίου του 785 δια του οικονόμου της Εκκλησίας Ρώμης Πέτρου και του ηγουμένου του μοναστη ρίου του αγίου Σάββα εν Ρώμη, Πέτρου ωσαύτως καλουμένου, απεδοκίμασεν ο Αδριανός την αντικανονικήν, ως ηξίου, προχεί ρισιν αυτού από λαϊκού εις επίσκοπον αφορών όμως εις την ορ θοδοξίαν του νέου Πατριάρχου και εις την δυσχέρειαν των περι στάσεων, συναινεί επιεικώς εις τα γενόμενα. Ευνόητον ότι η θέσις του Πατριάρχου Ταρασίου, της Ειρήνης και εν γένει της ορθοδόξου μερίδος ην δυσχερεστάτη ένεκα των ακρίτων απαιτήσεων του Πάπα. Αλλ’ η δυσχέρεια ήρθη, αποφα σισθέντος όπως αναγνωσθώσιν εν τη Συνόδω αι επιστολαί του Πάπα, αφού αφαιρεθώσιν αι περικοπαί εκείναι, αίτινες περιείχον τας εωσφορικάς αυτού άξιώσεις· όπερ και εγένετο, αναγνωσθει σών των επιστολών εν ελληνική μεταφράσει άνευ των περικοπέν των τεμαχίων, διασωθέντων εν τη πρωτοτύπω λατινική. Το λίαν αξιοπερίεργον ημίν ενταύθα φαινόμενον είναι, ότι και αυτοί οι αντιπρόσωποι του Πάπα συνήνεσαν, όπως περικεκομμέναι αναγνω σθώσιν αι επιστολαί εν τη Συνόδω, ουδέ διαμαρτύρονται επί τούτω και ακριβώς τούτο δίδει ημίν να εννοήσωμεν, ότι οι άνθρωποι ούτοι ή ανεγνώριζον τας αξιώσεις του Πάπα ως παραλόγους ή ήσαν άνθρωποι διεφθαρμένοι. Δια του τρόπου τούτου ο Πατριάρχης Ταράσιος και η βασίλισσα Ειρήνη κατώρθωσαν να παρακάμψωσιν ευχερώς τας υπερβολικάς αξιώσεις του Πάπα. "Αλλως τε, και αι
περιστάσεις απήτουν, όπως μηδεμία προσοχή δοθή εις τας αξιώ σεις αυτού, διότι και ο Ταράσιος, αφείς αυτόν δέρειν αέρα, συν τόνως παρασκευάζεται προς συγκρότησιν Συνόδου. (Ακολουθεί)
Η ΑΣΥΔΟΣΙΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣΟΥ
ΚΑΙ Η ΒΟΥΛΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΓΕΡΟΝΤΙΑΣ ΤΗΣ Του κ. ΣΤΡΑΤΗ Π. ΚΟΛΑΞΙΖΕΛΛΗ
Ο Παναγιώτης Αποστόλου, ο όποιος αναφέρει ότι οι κάτοι κοι της Αγιάσου δια του Κουμαντάντη της Σκούντας, στις αρχές του δεκάτου ογδόου αιώνος, έτυχον αυτοκρατορικού ιραδέ, τουτέ στι φερμανίου, συνεχίζοντας το ιστόριο αυτού περί της συστά σεως της Αγιάσου, αναφέρει και ότι οι ίδιοι κάτοικοι της ιδίας Αγιάσου με τον αυτοκρατορικό αυτό ιραδέ «απηλάσσοντο πά σης καταβολής φόρου, ως και ουσουρίου ακόμην. Με αυτά ο Απο στόλου, ο όποιος ως σύγχρονος του φερμανίου είναι πιστευτός, λέγει ότι το κέρδος των Αγιασωτών από το φερμάνι του Σουλτά νου ήτο η απαλλαγή αυτών από πάσης καταβολής φόρου προς το Κράτος, ως και του ουσουρίου ακόμα, δηλαδή ως και του φό ρου της δεκάτης των προϊόντων των αγροκτημάτων αυτών. Με τον τρόπον δε με τον οποίον γράφει, αφήνει να εννοηθή, ότι το ουσούρι πολύ σπανίως εχαρίζετο από το Κράτος εις τους υπη κόους του, και μάλιστα όταν οι υπήκοοι αυτού ευρίσκοντο εις μειονεκτικήν θέσιν, όπως ήσαν οι ραγιάδες. Ο Βασίλειος Βράνης, ο όποιος δεν αναφέρει καθόλου το φερμάνι, δεν κάμει λόγον ούτε για την απαλλαγή των κατοίκων της Αγιάσου από πάσης καταβολής φόρου προς το Κράτος, έστω και άσχετα από το άγνωστο σ’ αυτόν βασιλικό φερμάνι. Ο γράφων, επειδή η εν λόγω απαλλαγή ήτο ο αντικειμενικός σκοπός του φερμανίου, θα προσπαθήση να την αναπτύξη επί τη βάσει των πληροφοριών της αγράφου παραδόσεως. Όταν οι Δημογέροντες της Αγιάσου συνήλθον από τις μεγάλες εντυπώ σεις, τις οποίες έφερε σ’ αυτούς το βασιλικό φερμάνι, κάλεσαν στην Εκκλησία τους χριστιανούς ομοχωρίους των και έκαναν μία δοξολογία προς την προστάτιδα αυτών «Αγίαν Σιών», διότι πίστευαν ότι Αυτή συνήργησε να’ρθή το φερμάνι στο χωριό των. Κατόπιν έστειλαν, κατά τις προφορικές οδηγίες του Κουμαντάντη των, στον Πασά, στον Ναζίρη, στους Κουμαντάντηδες της Λέσβου και σ’ όλους τους Κουραματζήδες (ή Φορατζήδες), δηλαδή σ’ όλους τους εισπράκτορας των φόρων, ειδοποιηθέντας δια την απαλλαγή αυτή ιεραρχικώς από τους προϊσταμένους των, από μίαν βούλαν, δηλ. από ένα αποτύπωμα της σφραγίδος της Δημο γεροντίας επί τεμαχίου χάρτου, για να γνωρίσουν το μέγεθος αυτής, το σχήμα της και την επιγραφή της, ώστε να μπορούν να
διακρίνουν αυτήν όταν θα ελέγχουν εις το μέλλον τις βούλες των Αγιασωτών. Ακολούθως έδωσαν σ’ όλους τους χριστιανούς της Αγιάσου, επ' ονόματι των οποίων ήτο γραμμένη η απαλλαγή αυτή μέσα στο φερμάνι, από μία όμοια βούλα, υποδείξαντες σ’ αυτούς συγχρόνως : α΄) ότι η βούλα αυτή δεν είνε από τις συ νηθισμένες βούλες, με τις οποίες σφραγίζονται όλα τα έγγραφα τα εξερχόμενα από το «κοινό κελί» της Εκκλησίας (=Γραφείο της Δημογεροντίας), διότι αυτή ως παράγωγο του φερμανίου έχει τόσηδύναμι, όσηκαι το πρωτότυπο φερμάνι, αφ' ου και αυτή τους απαλλάσσει από της καταβολής όλων των προς το Κράτος φορολογιών, όπως το φερμάνι· β΄) ότι δια να μη χαθή αυτή η βούλα πρέπει να φυλάγεται μέσα σε μικρά ανοιγοκλειόμενα δερ μάτινα φυλαχτά με τέσσερες γωνίες, τα οποία να κρεμάζουν από το λαιμό επί του στήθους των, κρύβοντες μέσα εις τους κόρφους (1) των παρά τα πάνινα φυλαχτά (2) με τρεις γωνίες και μη ανοιγο κλειόμενα ως πανταχόθεν ερραμμένα, τα περιέχοντα σταυρουδάκι, σταυρολούλουδο, λουλούδι του Επιταφίου, συνάλειμμα, εικόνι σμα, και θεωρούμενα ως προφυλακτήρια από των δεινών και αλεξιτήρια των κακών των επερχομένων εις τον άνθρωπον, τα οποία εκρέμαζον επίσης από τον λαιμόν, επί του στήθους των, αλλά κατάσαρκα χωρίς ενδιάμεσο φόρεμα· γ΄) ότι δια να μη φθα ρή αυτή η βούλα από την μεγάλη χρήσί της, πρέπει να βγαίνη από τα εν λόγω φυλαχτά μόνον όταν ζητήται από τους Κουρα ματζήδες ή τους ζαπτιέδες, όχι δε και από κανένα ξένο, «όσο φίλος και αν είνε»· και δ΄) ότι δια να ανανεωθή αυτή η βούλα εξ αιτίας της φθοράς της, πρέπει να επιδεικνύεται στη Δημογεροντία η φθαρμένη, η οποία και θα καταστρέφεται. Τελευταία δε από λεπτότητα έδωσαν από μία όμοια βούλα και στους ολίγους συγ χωριανούς των Τούρκους, όπως είπαμε και στην προηγουμένη παράγραφο, υποδείξαντες και εις αυτούς όσα και στους χριστια νούς ομοχωρίους των. Με την πράξί των δε αυτή, δώσαντες εξε τάσεις της ψυχικής των καταστάσεως, ευχαρίστησαν πολύ τον Κουμαντάντη των. Η βούλα λοιπόν της Δημογεροντίας της Αγιάσου ήτο το ορατό σημείο του αοράτου φερμανίου του κρυμμένου μέσα στον κρυψώνα της Εκκλησίας της Παναγίας μαζί με τα ιερά αυτής κειμήλια. Η βούλα ήτο το γνώρισμα των Αγιασωτών, το σύμ βολο της οικονομικής ανεξαρτησίας των, η σημαία της αυτονο μίας των, το ειρηνικά όπλο της ελευθερίας των, μέσα στο πλαί σιο βέβαια του Κράτους, το οποίο και τώρα εξακολουθούσε να (1) Κόρφοι (=κόλποι των αρχαίων) λέγεται το κοίλωμα των σχηματι ζόμενο περί το στήθος με το σταύρωμα και ζώσιμο του φορέματος των βρακοφορούντων. (2) Φυλακτά ή φυλακτήρια, ως προφυλακτήρια από των δεινών και ως αλεξιτήρια των κακών των επερχομένων εις τον άνθρωπον, εφέροντο από όλους εν αφθονία και με φόβο και στην αρχαία εποχή και στον μεσαιώνα,
φροντίζη δια την τήρησι της τάξεως μέσα στην Αγιάσο με τον περιοδεύοντα ζαπτιέ του Κουμαντάντη της περιφερείας, έστω και εάν δεν εκαλύπτετο καθόλου το έξοδο αυτού από τις φορολογίες. Η βούλα κρατούσε μακρυά από την Αγιάσο όλους τους εισπρά κτορας των φόρων και απήλλασσε τους κατοίκους της από όλες τις πιέσεις, διότι κατά την είσπραξι των φορολογιών εγίνοντο οι περισσότερες πιέσεις, φυλακίσεις απροσδιορίστου διαρκείας, ραβδισμός μέχρι μελανιάσματος του δέρματος, εμπτυσμοί, ραπί σματα, λακτίσματα, αναγκαστικές νηστείες, καθαρισμοί των κο νακίων μετά των αποχωρητηρίων κλπ. Η βούλα οπουδήποτε και οποτεδήποτε επεδεικνύετο, ήτο πολύ θαυματουργή, αφ' ου αφώ πλιζε όλους τους δημοσίους υπαλλήλους και κατεπράυνε τα εξε ρεθισμένα νεύρα των, γι’ αυτό και κατεφιλείτο από τους Αγια σώτας οσάκις επιδεικνυομένη έδειχτε τη μεγάλη δύναμί της. Η βούλα έδιδε στους Αγιασώτας το εξαιρετικό προνόμιο να μη δίδουν στο Κράτος ούτε το ουσούρι των γεωργικών των προϊόντων , το οποίο εχαρίζετο δυνάμει ειδικών φερμανίων μόνον στους ανωτάτους κρατικούς τιτλούχους, στα τζαμιά και στους τεκέδες, δηλ. στα μουσουλμανικά μοναστήρια των Δερβίσηδων. Η βούλα δεν επέτρεπε στον Ναζίρη της Μυτιλήνης να καταγράψη καμιά φορολογία μέσα στα βασιλικό δεφτέρια στον νισαμέ, (δηλ. στη μερίδα), της Αγιάσου, ούτε να αναφέρη ποτέ για εισπράξεις φο ρολογιών στους Δημογέροντας αυτής, ούτε να στέρνη στην Αγιά σο κανένα περιοδεύοντα εισπράκτορα. Η βούλα δεν επέτρεπεν ούτε εις τους περιοδεύοντας εισπράκτορας, τους ελέγχοντας εκτά κτως εις τους δρόμους την πληρωμή των φορολογιών εκ μέρους των διαβατών επί τη βάσει ειδικών σημαδίων εν είδει αποδεί ξεων, να παρενοχλούν τους Αγιασώτας τους επιδεικνύοντας την βούλαν. Εξακολουθούσαν βέβαια και μετά την απόκτησι του φερμανίου οι Δημογέροντες της Αγιάσου στις αρχές εκάστου έτους να υποβάλουν στον Ναζίρη τα ληξιαρχικά βιβλία της Κοι νότητος των, αυτό όμως εγίνετο δια να φαίνεται η κυριαρχία του Κράτους επί της Αγιάσου και δια να βλέπη από αυτά τα βιβλία ο Ναζίρης πόσος ήτο ο πληθυσμός της Αγιάσου, διότι επί τη βάσει αυτού του πληθυσμού αυτός «κανόνιζε την πορεία του» μέσα στα βασιλικό δεφτέρια. Η πορεία του δε ήτο, εις μεν την μερίδα της Αγιάσου να μη καταγράψη καμιά φορολογία, εις δε τις μερίδες των λοιπών χωρίων εκτός από τις κανονικές φορολογίες να προσθέτη και ένα μέρος από τις υπέρ του Κράτους φορολο γίες της Αγιάσου, ανάλογο με τον πληθυσμό του καθενός. Ποίες όμως φορολογίες πλήρωναν κατά την εποχή εκείνη οι Λέσβιοι ραγιάδες, από την καταβολήν των οποίων απηλλάγησαν οι Αγιασώτες με την βούλαν ; Επειδή δεν απεμνημονεύθησαν υπό της παραδόσεως τα ονόματα όλων των φορολογιών, ούτε ο σκοπός δια τον οποίον αύται προωρίζοντο, ο γράφων θα αναφέρη μόνον όσες απεμνημονεύθησαν και όπως απεμνημονεύθησαν. Οι φορολογίες και τότε, όπως και στην εποχή μας, ήσαν δύο ειδών, φορολογίες υπέρ του Κράτους, οι οποίες ελέγοντο βασιλικό,
δοσίματα έως τα τελευταία χρόνια της τουρκοκρατίας, και φορο λογίες υπέρ της Κοινότητος, οι οποίες ελέγοντο προς διάκρισιν απλώς δοσίματα μέχρι της ιδίας εποχής. Από τα υπέρ της Κοι νότητος δοσίματα απεμνημονεύθησαν τα εξής τρία: 1) Τα Δημοτικά, τα οποία εισπραττόμενα κατά οικογενείας αναλόγως της δυναμικότητος εκάστου, (όπως γίνεται σήμερα στις Ερανικές φορολογίες υπέρ των Κοινοτήτων), προωρίζοντο για τα έξοδα του δήμου, ήτοι του συνόλου των πολιτών, με άλλη λέξι της Κοινότητος. Με αυτά δηλαδή επληρώνετο η γραφική ύλη του «κοινού κελλείου» (=Γραφείου της Δημογεροντίας), ο μισθός του Καλαμαρά Γραμματικού, ο οποίος ήτο και Εισπράκτωρ των περισ σοτέρων φορολογιών, ήτο και Συμβολαιογράφος, όπως και ο της Εκκλησίας της Παναγίας, ο μισθός των κλητήρων του Γραφείου και των νυκτοφυλάκων της Κοινότητος, τα οδοιπορικά των Δημο γερόντων των μετακινουμένων από την Αγιάσο για υποθέσεις της Κοινότητος, τα έξοδα για την κατασκευή και επισκευή των γεφυρών και των ανωμάλων και αποκρήμνων δρόμων της Κοι νότητος και της αγροτικής περιφερείας των· επληρώνοντο και όλα τα απρόβλεπτα έξοδα, από τα οποία ηγοράσθησαν και τα προς τον Κουμαντάντη δώρα των Δημογερόντων· επληρώνετο και το αναλογούν εις την Κοινότητα της Αγιάσου έξοδο από τα συνο λικά έξοδα, τα οποία έκαναν στην Κωνσταντινούπολι οι Δημογέ ροντες της Μυτιλήνης με τον Μητροπολίτη των, οσάκις ενεργού σαν εκεί δια του Οικουμενικού Πατριαρχείου να μεταθέσουν κανένα σκληροκάρδιο Ναζίρη ή Πασά. 2) Τα Αγροφυλακτικά, λεγόμενα τώρα και με την τουρκική λέξι Μπεκτσηδιάτικα, τα οποία, εισπραττόμενα επί τη βάσει του εισοδήματος των αγροκτημάτων εκάστου, προωρίζοντο για τους μισθούς των αγροφυλάκων, οι οποίοι τώρα ελέγοντο στην τουρ κική μπεκτσήδες. 3) Τα Αρχιερατικά, λεγόμενα και Δεσποτικά, τα οποία, εισπραττόμενα κατά οικογενείας, εδίδοντο ως επιχορήγησις εις τον κατά καιρόν Αρχιερέα των, λεγόμενον κοινώς Δεσπότην. Από τα υπέρ του Κράτους βασιλικά δοσίματα απεμνημονεύθησαν τα εξής τέσσερα : 1) Το Χαράτσι (στην ελληνική ο κεφαλικός φόρος), το οποίο, εισπραττόμενο εξ ίσου από όλους με ένα περιοδεύοντα εισπρά κτορα, λεγόμενο Χαρατσιάρη, κατά κεφαλήν, δηλαδή κατ’ άτομον, (όπως εγίνετο και επί της εποχής μας στον κεφαλιάτικο φόρο των αιγοπροβάτων), εδίδετο στο Κράτος, όπως έλεγαν οι ραγιάδες, δια να έχουν ασφαλισμένο το κεφάλι των πάνω στον ώμο των. 2) Το Βελαέτι-χάρτζι (στην ελληνική τα έξοδα της προστα σίας, διότι το Βελαέτι έγινε από τη λέξι βελής, η οποία σημαί νει προστάτης, κηδεμών), το οποίο, εισπραττόμενο από τους Δη μογέροντας των χριστιανικών Κοινοτήτων, εδίδετο στο Κράτος δια να προστατεύη τους ραγιάδες από τους πειρατάς της θάλασσας και τους κλέφτας της στεριάς με τους ζαπτιέδες του (δηλ. τους χωροφύλακας), γι’ αυτό και οι ραγιάδες έλεγαν, ότι το Κράτος με
το Βελαέτι-χάρτζι (3) πληρώνει τους μισθούς των ζαπτιέδων και όλα τα έξοδα της χωροφυλακής. 3) Το έξοδο του Ταρσανά καιτης πίσσας, το οποίο, εισπραττό μενο από τις χριστιανικές Κοινότητες, εδίδετο στον Πασά και στον Ναζίρη δια να ναυπηγήται στον Ταρσανά (=ναυπηγείο) της Μυ τιλήνης κάθε χρόνο από ένα καινούργιο πολεμικά καράβι, το οποίο να προσφέρεται στο Κράτος και δια να καλαφατίζωνται με πίσσα μέσα στον ίδιο Ταρσανά όσα καράβια των προηγουμέ νων ετών είχαν ανάγκην ενός καλαφατίσματος, δηλ. είχαν ανάγ κην μιας επισκευής. 4) Το ουσούρι (στην ελληνική η δεκάτη (5), εννοείται μοίρα, ή μερίδα, ή το δέκατον, ή τα δέκατα) όλων των παραγομένων προϊόντων υπέρ του Κράτους. Αυτό εδίδετο στο Κράτος και από τους μωαμεθανούς, διότι ήτο ένας από τους κυριωτέρους πόρους του, παρελαμβάνετο δε από τους παραγωγούς με ένα ειδικό υπάλληλο, δεκατιστή ή ουσουρτζή λεγόμενο, και έχοντα υπό τας διαταγάς αυτού ιδιαιτέρους μπεκτσήδες - φύλακας δια τους απο κρύπτοντας τα προϊόντα των. Το ουσούρι σ’ αυτή την εποχή δεν ήτο πολύ βαρειά φορολογία, διότι παρελαμβάνετο από τους παρα γωγούς εις είδος με δικαιοσύνη κατά την ώραν της συγκομιδής των προϊόντων χωρίς να λογαριάζωνται τα ακατάλληλα προς πώλησιν, εκτός δ’ αυτού απηλλάσσετο της καταβολής του ουσουρίου το γεμικλίκι του παραγωγού, δηλ. εκείνη η ποσότης εκάστου προϊόντος, η οποία εχρειάζετο για την συντήρησι του παραγω γού και της οικογενείας του. Είχε όμως και τις δυσκολίες του, α') διότι έπρεπε να συγκεντρωθή μέσα στο χωριό και από εκεί να μεταφερθή στη Μυτιλήνη υπό των παραγωγών εκ περιτροπής αγ γαρεία με τα υποζύγιά των μέσα σε τσουβάλια (δηλ. χονδρούς τριχίνους σάκκους) όταν ήτο στερεά, ή μέσα σε τουλούμια (δηλ. δερμάτινους ασκούς) όταν ήτο υγρό, τα οποία (τσουβάλια και τουλούμια) εδένοντο σφιχτά στα χείλη με καζίλι (δηλ. με χονδρό νήμα καμωμένο με τρίχες των αιγών), πάνω δε στον κόμβο του δεσίματος ο δεκατιστής απετύπωνε επί σκληρού κηρού με λίγη θερμότητα και με μικρή πίεσι τη δική του βούλα άλλου σχήματος και τύπου, της οποίας το αλύμαντον (ήτοι το απείραχτον) εξήλεγ χον στη Μυτιλήνη οι παραλαμβάνοντες τα τσουβάλια και τουλού μια· β') διότι κάθε παραγωγός, ή μεταπράτης, ή αγωγιάτης (6) (3) Το Βελαέτι-χάρτζι (εκ του βελής), το σημαίνον τα έξοδα της προστασίας, δεν έχει καμία σχέσι με το Βιλαέτι-χάρτζι, το σημαίνον τα έξοδα της Νομαρχίας, διότι η λέξις Βιλαέτι σημαίνει Νομός του Κράτους. (4) Το ουσούρι είνε η μόνη φορολογία, την οποίαν αναφέρει ο Π. Απο
στόλου, ίσως διότι ήτο η περισσότερον άξια λόγου εις την εποχή του. (5) Οι ελληνικές λέξεις : η δεκάτη, ο δεκατιστής, το δεκατείον, δεκα τίζω, το δεκατιζόμενο κτλ., τώρα ελέγοντο με τις τουρκικές λέξεις, οι οποίες είχαν ελληνικές καταλήξεις : το ουσούρι, ο ουσουρτζής, το ουσουρτζίδικο, ουσουρλατίζω, το ουσουρλατιζόμενο, το ουσουρλατισμένο κτλ. (6) Αγωγιάτης (τουρκιστί κερατζής) λέγεται ο αναλαμβάνων την μετα φοράν προσώπων ή πραγμάτων από ένα μέρος εις άλλο με το υποζύγιό του, το οποίο συνήθως οδηγεί ο ίδιος. Οι αγωγιάται τότε ήσαν περισσότεροι,
μεταφέρων προς πώλησιν ή εναποθήκευσιν τα δεκατισμένα γεωρ γικά προϊόντα, ήτο υποχρεωμένος να χασομερήση δια να συναν τήση τον για διάφορες αιτίες απουσιάζοντα από το γραφείο του δεκατιστή-ουσουρτζή δια να πάρη από αυτόν μία άλλη βούλα επί τεμαχίου χάρτου, Ισχύουσαν μόνον δια μίαν ημέραν, διότι, συλλαμ βανόμενος στον δρόμο από τους φύλακας του δεκατιστού, ή τους περιοδεύοντας εισπράκτορας, ή τους ζαπτιέδες, υπεχρεώνετο να καταβάλη το δέκατο εις το διπλάσιο, δηλ. ένα δέκατο υπέρ του Κράτους και ένα άλλο υπέρ του φύλακος, εισπράκτορος, ή ζαπτιέ. Το ουσούρι της αγροτικής περιφερείας της Αγιάσου, προτού έρθη το φερμάνι, συνεκεντρώνετο στο Πουλίμι, όπου ήτο και η μικρή τότε Αγορά, μέσα δε στο καθαυτό Πουλίμι, το λαξευμένο μέσα στο μεγάλο λίγδο, πάνω στο οποίο ανέβη ο Κουμαντάντης της Σκούντας για να διαβάση και δείξη στους Αγιασώτας το φερμάνι, συνεκεντρώνετο το ουσούρι του παχύρρευστου κατρά. Το ουσούρι εδίδετο σ’ αυτή την εποχή εις είδος, διότι εχρη σιμοποιείτο αυτούσιο από το Κράτος δια τις ανάγκες του. Η ξυλεία των πεύκων και η πίσσα ήσαν από τα κυριώτερα υλικά των Ταρσανάδων. Ο εύφλεκτος κατράς, ο οποίος αναπτόμενος με φλόγα δεν σβύνει εύκολα, ήτο το υγρόν πυρ των παραλίων φρουρίων, διότι οι στρατιώτες, ανάπτοντες αυτόν πάνω στις επάλ ξεις και εκσφενδονίζοντες πάνω στα καταστρώματα των ξυλί νων πλοίων των εχθρών, προκαλούσαν τρομακτικές πυρκαϊές με φρικιαστικά αποτελέσματα. Τα δαδιά και η ρητίνη ήσαν εν και ρώ νυκτός οι τροφές των φλογών των μασαλάδων, ήτοι των πυρ σών, κατά τις θρησκευτικές και σουλτανικές εορτές των μωαμε θανών εις εκδήλωσιν χαράς. Με τα δημητριακά δε, τα όσπρια, λαχανικά, οπωρικά, το λάδι, τις φαγώσιμες ελιές της άρμης κτλ., παρεσκευάζετο το γεμεκλίκι του κατά ξηράν και θάλασσαν στρα τού, δηλ. η τροφοδοσία, το συσσίτιο των στρατιωτών και των ναυτών. Και επειδή το ουσούρι εχρησιμοποιείτο από το Κράτος κάθε ημέρα ανεξάλειπτα εις το γεμεκλίκι των στρατιωτών και των ναυτών, (εν ω στις άλλες κρατικές ανάγκες εχρησιμοποιείτο κατά διαλείμματα), και επειδή το περισσεύον από το γεμεκλίκι των στρατιωτών και των ναυτών ουσούρι επωλείτο εις την Αγο ράν από το Κράτος, με το αντίτιμο δε αυτού επληρώνοντο οι μι σθοί των δημοσίων υπαλλήλων, γι’ αυτό και το ουσούρι ελέγετο κάποτε και γεμεκλίκι, γι’ αυτό και οι ραγιάδες έλεγαν, ότι το ουσούρι το δίδουν εις το Κράτος για το γεμεκλίκι των στρατιω τών και των ναυτών, και για τους μισθούς των δημοσίων υπαλ λήλων.
διότι, μη υπαρχόντων αμαξιτών δρόμων, όλες οι μεταφορές εγίνοντο με τα υποζύγια. Η αμοιβή του αγωγιάτου δια την μεταφοράν λέγεται αγώγι(ον), στην αρχαία όμως εποχή αγώγιον εσήμαινε και το φορτίον, το οποίον δύ ναται να μεταφέρη μία άμαξα. Οι αγωγιάται και τα υποζύγια σταθμεύουν εις το χάνι, το οποίο είνε πανδοχείο μετά σταύλων.
Οι μετά το 1701 Αγιασώτες, δυνάμει του φερμανίου το οποίο είχαν εις τας χειρός των, δεν κατέβαλλαν στο Κράτος κανένα από τα aναφερθέντα βασιλικά δοσίματα, ούτε άλλα μη ανα φερόμενα, εάν υπήρχαν. Από ευγνωμοσύνη όμως έδιδαν κάθε λίγο δώρα στον Κουμαντάντη των, στον Πασά και στον Ναζίρη των, από ευγνωμοσύνη έστελλαν κατά διαλείμματα εις τον Σουλ τάνο Μουσταφά τον Β΄ και στους Διαδόχους του ένα ζευγάρι μικροσώμων, πλατυμετώπων και βωδομύτικων, μεγάλης όμως αντοχής, ημιόνων, παραγομένων δια της μίξεως θηλείας όνου και αλόγου στη νήσο Μυτιλήνη, και λεγομένων Μυτιλήδων, οι οποίοι ζευγνυόμενοι στο βασιλικό αμάξι μετέφεραν τον Σουλτάνο στην Αγία Σοφία, οσάκις επρόκειτο να υπάγη εκεί για να προσευ χηθή. Τα υπέρ της Κοινότητος όμως αυτών δοσίματα οι Αγιασώ τες τα κατέβαλλαν και μετά την απόκτησι του φερμανίου με με γάλη προθυμία, διότι δεν ήθελαν να αναμιγνύουν το Κράτος εις τις κοινοτικές των υποθέσεις. Ο ζαπτιές βέβαια ήτο και τώρα υποχρεωμένος να εκτελή χωρίς αντιλογία τις διαταγές της Δη μογεροντίας των, αλλά αυτοί δεν ήθελαν να δίδουν αφορμή στο Κράτος να επεμβαίνη στα κοινοτικά των νόμιζαν ότι καταργούν οι ίδιοι την αυτονομία των, δια την οποίαν τους ζήλευαν όλοι οι χριστιανοί της Λέσβου και της Αιολίδος της Μικράς Ασίας. Αλλά και το συμφέρο των ήτο να καταβάλλουν με προθυμία τα προς την Κοινότητα αυτών δοσίματα, διότι με τα Δημοτικά, τα περισσότερα των οποίων εξωδεύοντο μέσα στην Κοινότητά των, συνετηρείτο η αυτοδιοίκησίς των, υπήρχεν η ασφάλεια του χω ρίου των και εγίνοντο ή επισκευάζοντο τα γεφύρια και οι δρό μοι, με τα Αγροφυλακτικά, τα οποία εξωδεύοντο εξ ολοκλήρου μέσα στην Κοινότητά των, υπήρχεν η ασφάλεια της αγροτικής περιφερείας των και της κτηνοτροφίας της υπαίθρου, με τα Αρ χιερατικά δε, ή Δεσποτικά, συνετηρείτο ο Δεσπότης των, ο όποιος, εκτός που ήτο ο προϊστάμενος της Εκκλησίας των και έπρεπεν επομένως να τον συντηρούν το κατά δύναμιν ανάλογα με τον πληθυσμό των, εκτός που συμβόλιζε τον επί των Βυζαντινών Έλ ληνα Δεσπότην-Μεγιστάνα--Διοικητήν της Λέσβου, (περισσό τερο δε όταν τον χαιρετούσαν στο δρόμο και οι Τούρκοι όρθιοι με εδαφιαίους τεμενάδες, και όταν μέσα στην εκκλησία, «φορεμέ νος» με τη βασιλική κορώνα στο κεφάλι, τη χρυσοΰφαντη στολή και τη ράβδο της ποιμαντορίας εις τα χέρια του, εστέκετο στο Δεσποτικό θρόνο, τον προωρισμένο για τον Βασιλέα, με βασιλική μεγαλοπρέπεια), και έπρεπεν επομένως να τον έχουν εις το ύψος του, εκτός που με την παρουσία του στο μεγάλο και ξακουστό προσκύνημα του Αυγούστου - Σεπτεμβρίου και με την συμμετοχή του στις προς την Παναγίαν των παρακλήσεις και αγρυπνίες τόνωνε την προς την Αγίαν Σιών εμπιστοσύνην των προσκυνη τών, και έπρεπεν επομένως να τον ευγνωμονούν, εκτός που έδιδε και στην πανήγυρι ένα μεγαλείο και έπρεπε δι’ αυτό να τον ευχαριστούν, ήτο συγχρόνως περιβεβλημένος και πολιτική εξου σία κατά τα προς τον Πατριάρχην Γεννάδιον δοθέντα υπό του
Καταστατικού προνόμια, (αφ’ ου προήδρευε των συνεδριάσεων των Κοινοταρχών, ελέγχων και τις πράξεις των), και είχαν επομένως την ανάγκη του, επί πλέον ήτο και η μόνη γέφυρα της συνεννοήσεως των διισταμένων Κομματαρχών-Κοτζαμπασήδων, αν και οι διιστάμενοι της Αγιάσου δεν έφθαναν ποτέ στα άκρα, συγκρατούμενοι από τον θεοκρατικό χαρακτήρα του χωριού των. Διότι η Αγιάσος, εκτός που από τον καιρό της κτίσεως αυτής κατά τον ένατον αιώνα, ήτο χωριό θεομητορικό και θεοφρούρητο, ως κτισθέν και βαπτισθέν, υπάρχον και κινούμενον και πάντοτε φρουρούμενον, προστατευόμενον, παραμυθούμενον, σωζόμενον και καθοδηγούμενον υπό της «Αγίας Σιών», της Θεομήτορος, ήτο και χωριό θεοκρατικό, ως διοικούμενον αοράτως υπό της ιδίας «Αγίας Σιών», η οποία εκτός που ήτο η κτητόρισσα αυτού και φύλαξ Άγγελος, συγχρόνως ήτο και η Ανωτάτη αυτού Αρχόν τισσα και πολύπειρη Γερόντισσα, -με οικειότητα λεγομένη και Γρηά (7), -έχουσα ορατούς υπουργούς και ερμηνευτάς της θελή σεως και των διαταγών Αυτής εις τον λαόν, αλλά και υπολόγους απέναντι Αυτής, τους Δημογέροντας της Κοινότητος και τους Επιτρόπους της Εκκλησίας, οι οποίοι εδρεύοντες μέσα στο Πα λάτι Της, δηλ. στην Εκκλησία της, κυβερνούσαν το χωριό με το θεοκρατικό πολίτευμα, επιβάλλοντες εις τους παρεκτρεπομένους ως ποινάς τις στερήσεις των εκκλησιαστικών αυτών δικαιωμά των. Δεν ήτο λοιπόν δυνατόν οι Κομματάρχαι της Αγιάσου, οι ζώντες σε μία εξαϋλωμένη ατμόσφαιρα, και όταν ακόμα ήσαν προς αλλήλους διιστάμενοι, να φθάσουν ποτέ στα άκρα, διότι εφοβούντο μήπως χάσουν την εύνοια της Αρχόντισσάς των και επισύρουν επί τας κεφαλάς του εαυτού των και των τέκνων των την κατάραν της Γρηάς των. Οι Αγιασώτες, ως έχοντες τώρα στα χέρια των φερμάνι, ελέ γοντο, όπως και όλοι οι έχοντες πάσης φύσεως φερμάνι, φερμαν λήδες, και στην ελληνική προνομιούχοι ως μη πληρώνοντες δε φόρους εις το Κράτος δυνάμει του φερμανίου των και μη δίδοντες σ’ αυτό ούτε το ουσούρι των προϊόντων αυτών, ελέγοντο, όπως και όλοι οι τοιούτοι, μαχμουσελήμιδες, και στην ελληνική ασύδο τοι. Επειδή οι περισσότεροι φερμανλήδες-μαχμουσελήμιδεςασύδοτοι ήσαν από το Κράτος ανεξέλεγκτοι και δεν είχαν κανένα περιορισμό, έγιναν αιτία να πάρουν αυτές οι λέξεις και μεταφορική σημασία, σημαίνουσαι τους «παίρνοντας όσα μίλια θέ λουν στα λεγόμενα των και τους κάμνοντας έργα χωρίς θεμέλια». Οι φερμανλήδες-μαχμουσελήμιδες-ασύδοτοι όμως της Αγιάσου , όχι μόνον δεν περηφανευθήκαν καθόλου δια το φερμάνι των, αλλά απεναντίας δοξολογούσαν περισσότερο την Παναγία των, διότι πίστευαν ότι το φερμάνι ήρθε στο χωριό των από τον ού ρανό δια της μεσιτείας Της. (7) Γρηά σημαίνει η μεγαλυτέρα κατά την ηλικίαν και η σεβασμιωτέρα όλων των Αγιασωτών, ως εγγονών αυτής θεωρουμένων, η Μάμμη, η Για γιά των.
Επειδή η δυνάμει φερμανίου απαλλαγή ενός ατόμου ή μιας Κοινότητος ή Επαρχίας από πάσης καταβολής φόρου προς το Κράτος με μία λέξι στην ελληνική από το ασύδοτος ελέγετο ασυ δοσία, και επειδή το δείγμα της ασυδοσίας των Αγιασωτών ήτο η βούλα της Δημογεροντίας των, γι’ αυτό και ο γράφων ως επι γραφή αυτής της παραγράφου έθεσε την ασυδοσίαν της Αγιάσου και την βούλαν της Δημογεροντίας της.
ΗΛΙΑ ΜΗΝΙΑΤΗ (+ 1714)
ΛΟΓΟΣ
ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΣ
ΕΙΣ ΤΗΝ ΚΟΙΜΗΣΙΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ! *) «Παρέστη η βασίλισσα εκ δεξιών σου, εν ιματισμώ δια χρύσω περιβεβλημένη, πεποικιλμένη». (Ψαλμ. μδ΄ 10). Αυτή είναι η πλέον ζωντανή και πρεπώδης εικών της μετα στάσης εις ουρανούς Θεομήτορος, όπου εζωγράφισε με θεοκίνη τον κάλαμον ο Προφητάναξ και προς την θεωρίαν της εικόνος ταύτης προσκαλώ σήμερον τα όμματα της ευλαβούς σας διανοίας, ω φιλέορτον σύστημα. Μη στοχασθήτε εδώ κάτω τα θλιβερά εκεί να σύμβολα του θανάτου· εκεί δηλαδή όπου φαίνεται ένα σώμα μικρόν, ηπλωμένον επάνω εις ένα κράββατον, κηδευόμενον σε πτώς παρά των ιερών Αποστόλων, παραδόξως συνηγμένων εκ των περάτων της γης. Εις την αγιωτάτην Παρθένον όλα εστάθη σαν υπέρ άνθρωπον και τούτο μόνον έδειξε πώς ήτο φύσεως αν θρωπίνης, διατί σήμερον φαίνεται πώς είναι φύσεως θνητής· αλλά και εις τούτο εφάνησαν τα προνόμια της θείας χάριτος· διατί, καθώς, όταν η Πανάμωμος Μαρία συνέλαβεν, η σύλληψις εστά θη άσπορος, και όταν εγέννησεν, η κύησις εστάθη αδιάφθορος, έτζι, όταν απέθανεν, η νέκρωσις εστάθη αθάνατος. Δεν είναι ο θάνατος, όχι, ετούτος ωσάν εκείνος ο τύραννος του γένους μας, ο υιός της κατάρας και πατήρ της φθοράς, όπου εις το σκοτεινόν του βασίλειον κρατεί αιχμάλωτον του Αδάμ την κληρονομίαν. Αυτός είναι ή ένας γλυκύς ύπνος με τον οποίον ηθέλησεν η Πάναγνος Δέσποινα ωσάν να αναπαυθή ολίγον εις το πέρας της επικήρου ταύτης ζωής, δια να αρχίση την οδόν εκείνης της ακηράτου· ή μία θαυμαστή έκστασις θείου έρωτος, εις την οποίαν, η μεν μακαριωτάτη εκείνη ψυχή, σπεύδουσα το ογληγορώτερον να φθάση προς τον ηγαπημένον θείον Υιόν, άφη σε δι’ ολίγον το ομοδίαιτον σώμα· και τούτο ομοίως αιρόμενον υπό χερουβικού άρματος ηκολούθησε τον αυτόν δρόμον και ανέβη δεδοξασμένον εις τους ουρανούς. Ιδέτε τον τάφον εις το χωρίον Γεθσημανή και θέλετε τον εύρει κενόν διατί τάφος δεν δύναται να χωρήση την μητέρα της ζωής, το δοχείον της σεσαρκωμένης θεότητος, του οποίου τόπος αντάξιος είναι ο θρόνος της θείας δόξης και επάνω εις τοιούτον
(*) Διδαχαί και Λόγοι Ηλία Μηνιάτη, επισκόπου Κερκύνης και Καλα βρύτων, του Κεφαλλήνος. Έκδοσις 16η, εν Αθήναις. Τόμος Β', σελ. 160-165.
θρόνον εκ δεξιών του βασιλέως Θεού μεταστάσα η μήτηρ του Θεού, κάθεται ως βασίλισσα των ουρανίων και επιγείων, και υπερτέρα πάσης κτίσεως «Παρέστη η βασίλισσα εκ δεξιών σου», βασίλισσα των επιγείων εις Αυτήν αποδίδει τας δευτέρας μετά Θεόν τιμητικάς λατρείας των πιστών η Εκκλησία εις τους αχράντους Αυτής πόδας ρίπτουσι τα σκήπτρα και διαδήματα οι ευσεβείς βασιλείς· Αυτής τον υψηλόν θρόνον περικυκλώνουσι των ορθοδόξων τα συστήματα· και ποίος παρακαλεί υγείαν εις τας νόσους· ποίος απαλλαγήν εις τους κινδύνους· τούτος παρηγο ρίαν εις τας θλίψεις· εκείνος βοήθειαν εις τας συμφοράς· όλα ζητούσιν έλεος από την πηγήν του ελέους, και ο παρακαλών λαμβάνει και ο ζητών ευρίσκει· διατί ανεξάντλητον είναι το πέ λαγος των χαρίτων, ακένωτος είναι η πηγή των αγαθών. «Βασί λισσα των ούρανίων»· Αυτήν σέβονται και προσκυνούσιν όλα των ασωμάτων τα τάγματα· οι άγγελοι, το καθαρώτατον έσοπτρον της αγνείας· οι αρχάγγελοι, το πολύτιμον σημείον των θείων αποκα λύψεων αι εξουσίαι, το πανσθενές κράτος των πιστών αι δυνά μεις, το ακαταμάχητον τείχος της Εκκλησίας· αι αρχαί, την σω τήριον αρχήν της παγκοσμίου απολυτρώσεως· αι κυριότητες, την υπερτάτην Κυρίαν του Παντός· οι θρόνοι, τον έμψυχον θρόνον του Βασιλέως της δόξης· τα χερουβείμ, την θεοδίδακτον μυστα γωγόν της υψηλής γνώσεως· τα σεραφείμ, την άσβεστον λαμπά δα της θείας καθαρωτάτης αγάπης. «Βασίλισσα» την οποίαν ασπάζεται αυτή η τρισήλιος θεαρχία· το Πνεύμα το Άγιον, την ανύμφευτον Νύμφην, ο Υιός και Λόγος την απείρανδρον Μητέρα, ο Θεός και Πατήρ την ηγαπημένην Θεόπαιδα· «Παρέστη η βασί λισσα εκ δεξιών σου». Αλλ’ η δεδοξασμένη Παντάνασσα του ουρανού και της γης είναι-λέγει- «εν ιματισμώ διαχρύσω περιβεβλημένη, πεποικιλ μένη»· δηλαδή το θεοΰφαντον ένδυμα της μακαριότητος, όπου την στολίζει, είναι διάχρυσον, δια τας υπερκάλλους αγλαΐας του απροσίτου φωτός. Είναι πεποικιλμένον, ήγουν διακεκριμένον με διάφορα χρώματα, όπου θέλει να ειπή καθώς εις την Παρθένον ζώσαν επί της γης ήσαν όλοι οι διάφοροι χαρακτήρες των αρε τών, οπού εις πάντων των Αγίων τας ψυχάς τυπώνει η χάρις, έτζι εις την Παρθένον μεταστάσαν εις ουρανούς είναι όλα τα διάφορα χρώματα των θείων ελλάμψεων, όπου εις πάντων των μα καρίων τα πρόσωπα ζωγραφίζει της θείας δόξης το τρισόλβιον φως. Οταν ο ήλιος φθάση εις την μέσην αψίδα του ουρανού, εξ ίσου χύνει εις όλα τα μέρη των ακτίνων το φως, μα εξ ίσου δεν φωτίζονται πάντα τα φωτιζόμενα σώματα· καθώς είναι ή αραιό τερα ή πυκνότερα, έτζι ή περισσότερον ή ολιγώτερον λαμβάνουσι το προσβάλλον απαύγασμα της ηλιακής λαμπηδόνος· τα μεν κα θαρά εκλάμπουσιν ολόφωτα, τα δε διαφανή διαλάμπουσιν εύδια, και τα στερεά και αντίτυπα αντιλάμπουσιν όσον μόνον γίνονται ορατά. Μα όταν λάχη και ο ήλιος προσβάλη τας ακτίνας του εις ένα ακηλίδωτον καθρέπτην, όχι μόνον τον φωτίζει, αλλ’ αυ
τός ο ήλιος εκεί φαίνεται να εισεβαίνη και να περικλείεται εις τρόπον, ότι εκείνος δεν φαίνεται τόσον ένα κρύσταλλον, όπου φωτίζεται, αλλ’ αυτός ο ήλιος, όπου φωτίζει. Αυτή είναι, ανάμε σα των άλλων φωτιζομένων σωμάτων και του καθρέπτου η δια φορά, ότι τα μεν άλλα σώματα λαμβάνουσι μόνον του ηλίου το φως, ο καθρέπτης λαμβάνει αυτόν όλον τον ήλιον και ακτινοβο λεί ωσάν ήλιος. Ομοίως ο άδυτος εκείνος της δικαιοσύνης Ήλιος, όπου λάμ πει εν ταις λαμπρότησι των αγίων, εξ ίσου χύνει εις όλα τα πνεύματα των μακαρίων της θείας δόξης το ανέσπερον φως, μα εξ ίσου δεν φωτίζονται πάντα· καθένα λαμβάνει το ίδιον μέτρον της θείας φωτοχυσίας, ωσάν ένα μερικόν χρώμα μακαρίας ελλάμ ψεως· και δέχεται ή περισσότερον ή ολιγώτερον το μέτρον του θείου τούτου φωτός καθώς είναι δεκτικόν, κατά τον βαθμόν δη λαδή και αναλογίαν της ιδίας του καθαρότητος, έτζι αλλέως φω τίζονται οι άγιοι άγγελοι, όπου είναι άυλα πνεύματα· αλλέως οι άνθρωποι, όπου είναι φύσεως παχυτέρας· και πάλιν, ανάμεσα και εις τους αγγέλους, διαφορετικά φωτίζονται από τας Κυριό τητας οι Θρόνοι, από τους Θρόνους τα Χερουβείμ, και από τα Χερουβείμ τα Σεραφείμ· και ανάμεσα εις τους ανθρώπους από τους Προφήτας οι Απόστολοι, από τους Ομολογητάς οι Μάρτυ ρες και τους Ασκητάς οι Παρθένοι· όλοι είναι άστρα του νοη τού στερεώματος, όθεν οι δίκαιοι εκλάμπουσιν ως φωστήρες· πλην αστήρ αστέρος διαφέρει εν δόξη κατά το ρητόν. Η παναγία Παρθένος είναι ανάμεσα εις όλους τους μακα ρίους ακηλίδωτος καθρέπτης αγνείας και καθαρότητος· όλη καλή, όλη άμωμος, καθώς την ονομάζει εις το Άσμα το Πνεύμα το άγιον «όλη καλή η πλησίον μου, και μώμος ουκ έστιν εν σοι»· καθαρωτέρα ασυγκρίτως και των ανθρώπων και των αγγέλων. Όθεν όχι μόνον εις αυτήν χύνει της μακαριότητος το φως, αλλ’ εις αυτήν εισεβαίνει και ωσάν περικλείεται όλη, όλη εκείνη η πολυχεύμων πηγή του φωτός, όλος, όλος της δόξης ο ήλιος, εις τρόπον ότι, ως άλλος δεύτερος της δόξης ήλιος, ακτινοβολεί της παναγίας Παρθένου το μακάριον πρόσωπον και κάνει διπλούν το φως της ανεσπέρου ημέρας. Καταλάβετε δε την διαφοράν της μακαριότητος όπου χαίρονται των λοιπών δικαίων τα πνεύματα, και της μακαριότητος όπου χαίρεται η Θεομήτωρ Μαρία· ότι εκεί νοι μεν κατά μέρος δέχονται της θείας δόξης το φως, αυτή δε όλον δέχεται της δόξης τον ήλιον. Εκείνοι μερικώς έλαβον εδώ την χάριν και κατά το μέτρον της χάριτος απολαμβάνουσιν εκεί την δόξαν αυτή δοχείον δεκτικόν εκεί όλης της δόξης, καθώς εδώ εστάθη δοχείον δεκτικόν όλης της χάριτος. Όθεν εδώ ήτον, καθώς την ωνόμασεν ο αρχάγγελος, «κεχαριτωμένη», είχε δηλαδή όλον το πλήρωμα της θείας χάριτος· το ομολογεί ο Θεολόγος· «εκάστοις των εκλεκτών η χάρις κατά μέρος εδόθη, τη δε Παρ θένω άπαν το της χάριτος πλήρωμα»· εκεί δε είναι δεδοξασμένη, έχει δηλαδή όλον το πλήρωμα της θείας δόξης, καθώς την προεί δεν ο Ιεζεκιήλ· «και είδον και ιδού πλήρης δόξης ο οίκος Κυ
ρίου· παρέστη η βασίλισσα εκ δεξιών σου, εν ιματισμώ διαχρύσω περιβεβλημένη, πεποικιλμένη». Αδύνατον είναι, Χριστιανοί, ο νους μας να φαντασθή το υπέρλαμπρον εκείνο φως, με το οποίον αστράπτει η μακαρία Παρθένος εις τον Παράδεισον∙ η σελήνη, ο ήλιος είναι σκοτεινό πράγματα, παραβαλλόμενα με εκείνο το ανεκλάλητον κάλλος, το οποίον βλέπουσι και δεν χορταίνουσιν οι μακάριοι· τι ωραίον ! τι φαεινόν ! τι θεοειδές θέαμα εις τα μάτια των Σεραφείμ ! Τούτο επεθύμησε να ιδή ένας νέος πολλά ευλαβής της Παρθένου και έκαμε προς αυτήν τοιαύτην δέησιν: «Μαρία, γλυκύτατον όνομα, όπου εγώ μετά Θεόν σέβω και προσκυνώ με όλον τον πόθον και ευλάβειαν της ψυχής μου, διατί είσαι της ψυχής μου η παρηγο ρία και η χαρά∙ αν ευρήκα χάριν ενώπιόν σου ο ταπεινός δούλός σου, μίαν χάριν να μου κάμης σε παρακαλώ· ανάμεσα εις τας άλλας ευεργεσίας να με αξιώσης να σε ιδώ καθώς είσαι εις τον Παράδεισον. Αξίωσον με, Αειπάρθενε Κόρη, αξίωσόν με, Μήτερ ελέους, να σε ιδώ και ευχαριστούμαι να χάσω ένα από τα μά τια μου». Εισήκουσεν η Πάναγνος Δέσποινα του ευλαβούς της δούλου την προσευχήν του έφάνη μίαν νύκτα εις τον ύπνον του ολολαμπής, με όλον εκείνο το φως της δόξης, με το οποίον λάμ πει εις τον ουρανόν. Εξύπνησεν ο νέος και αληθινά έχασε το ένα από τα ομμάτιά του, μα από την χαράν, οπού είχεν, ότι ηξιώθη να ιδή την Βασίλισσαν του ουρανού και της γης, δεν ελυπάτο ολότελα ότι εστερήθη το φως του∙ μάλιστα πάλιν παρα καλεί να την ιδή άλλην μίαν φοράν, και ευχαριστείται να χάση και το άλλο ομμάτι οπού του έμεινε· και πάλιν ηξιώθη, πάλιν την είδε· μα τι λογιάζετε, Χριστιανοί, πώς τάχα να έμεινε τυ φλός και από τα δύο ομμάτια; η συμπαθεστάτη Μήτηρ του Θεού, ωσάν του έφάνη την δευτέραν φοράν, όχι μόνον δεν τον εστέρη σεν από το ένα ομμάτι, οπού του έμεινεν, αλλά του έστρεψε και το άλλο οπού είχε χαμένο. Εξύπνησεν ο νέος εκείνος και με τα δύο ομμάτια υγιή, και όλος εκστατικός από την διπλήν χαράν, με πολλά δάκρυα ευλαβούς αγαλλιάσεως, έδωκε τη Θεομήτορι χιλίας ευχαριστίας. Κεχαριτωμένη, δεδοξασμένη Παντάνασσα· από την άφθονον εκείνην ηλιοβολίαν του θείου φωτός, οπού χαίρεοαι παρισταμένη εκ δεξιών του Μονογενούς σου Υιού, πέμψον εδώ κάτω και εις ημάς, τους ευλαβείς δούλους σου, μίαν μακαρίαν ακτίνα, οπού να είναι και φως εις τον εσκοτισμένον μας νουν και φλόγα εις την ψυχραμένην μας θέλησιν, δια να βλέπωμεν να περιπατώμεν σπουδαία εις την οδόν των θείων δικαιωμάτων. Ημείς μετά Θεόν εις σε του Θεού την Μητέρα και Μητέρα ημών έχομεν την ελπί δα της σωτηρίας μας· από σε ελπίζομεν τας νίκας της γαληνο τάτης αυθεντίας (1), τα τρόπαια των ευσεβών βασιλέων· την στε ρέωσιν της Εκκλησίας· την αντίληψιν του ορθοδόξου γένους, την σκέπην της ευλαβούς σου ταύτης πολιτείας, οπού είναι αφιερω (1) Απηγγέλθη εν Βενετία
μένη εις την άμαχόν σου βοήθειαν. Ναι, Παναγία Παρθένε Μα ρία, όνομα οπού είναι η χαρά, η παρηγορία, το καύχημα των χριστιανών· δέξαι την νηστείαν και παράκλησιν των αγίων τού των ημερών, οπού εκάμαμεν εις τιμήν σου, ως θυμίαμα ευπρόσδε κτον· και αξίωσόν μας, καθώς εδώ εις την εκκλησίαν ευλαβώς ασπαζόμεθα την αγίαν σου και θαυματουργόν ταύτην εικόνα, έτζι και εκεί εις τον Παράδεισον να ιδώμεν αυτό το μακάριόν σου πρόσωπον, το οποίον να προσκυνούμεν συν τω Πατρί και τω Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι εις τους απεράντους αιώνας. Αμήν.
ΤΟ ΠΕΡΙΣΩΘΕΝ ΠΑΛΑΙΟΝ ΑΡΧΕΙΟΝ ΤΟΥ
ΙΕΡΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΟΣ (*) Πρωτοπρ. ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ
[8]
201) Διαθήκη του Χριστόφα Θάλασσα. Αχρονολόγητος. Υπ' αυτήν σημείωσις περί των δοθέντων κληροδοτημάτων με χρονο λογίαν «1838 Οκτωμ. 9». 202) Διαθήκη Βασίλη Κωμαΐτη. 1838 Οκτωβρίου 14. 203) Διαθήκη Ανέζας θυγατρός του Δούκα Καραπλά. 1838 Νοεμβρίου 8. Αναφέρει ότι καταλείπει δύο οικόπεδα υπέρ του Ιερού Προσκυνήματος, κείμενα «επάνω εις την Αγριάν». 204) Διαθήκη Κωνσταντή Τουγραματζή. 1838 Δεκεμβρίου 12. 205) Διαθήκη Αμερσούδας θυγατρός Παναγιώτου X”Παλέ τζα. 1839 Απριλίου 7. Κάτωθι η σημείωσις «Ο γράψας παπά Σταμάτιος». 206) Διαθήκη Κωστέλλη Καζαντζή. 1839 Απριλίου 8. 207) Διαθήκη Πινέτας Νικόλα Αθανού (;). 1839 Μαΐου 4. Υπ' αυτήν επικύρωσις των υπογραφών υπό της επιτροπής της Κοινότητος Μυτιλήνης, αποτελουμένης εκ των Παναγιώτου Κούμ πα, Αποστόλου Λουκά και Αθανασίου Σημαντήρη. Φέρει σφρα γίδα «Επαρχιακή επιτροπή της Μυτιλήνης 1840». 208) Πωλητήριον κτημάτων των κληρονόμων Παπαγεώργη Μαργιλή. 1839 Ιουνίου 30. 209) Διαθήκη Βασιλήνας Ρουπάπη. 1839 Ιουλίου 11. Το έγ γραφον είναι αξιοσημείωτον δια την συντομίαν του. 210) Πίναξ εσόδων και εξόδων προφανώς του Ιερού Προσ κυνήματος. 1839 Αυγούστου 15. 211) Διαθήκη X”Μαρίας του σιόρ Ιακώβου. 1839 Αυγού στου 22. 212) Πωλητήριον οικοπέδου Βλουτίνας θυγατρός παπά Νικό λα Μηδήση. 1839 Αυγούστου 27. 213) Διαθήκη Μελισσινής Παλαιολόγου Σαμαρά. 1839 Αυγούστου 30. Κάτωθι η σημείωσις «Νικηφόρος ιερομόναχος έγραψα». (*) Συνέχεια από τόμ. Β', σελ. 82.
214) Γραμμάτιον δια γρόσια πεντακόσια. 1839 Οκτωβρίου 26. 215) Πωλητήριον κτήματος Παναγιώτου Τράμπαλη προς το Ιερόν Προσκύνημα. Γίνεται μνεία ότι πλην του πωληθέντος τού του όλους τους εκ πατρικής κληρονομίας αγρούς του αφιέρωσεν εις το αυτό Προσκύνημα. 1839 Νοεμβρίου 1. 216) Έγγραφον δωρεάς εν ζωή μιας οικίας υπό της Ρήγαι νας Τριχάτινας «εις τα πτωχά της Εκκλησίας της Αγιάσου». 1840 Φεβρουαρίου 26. 217) Διαθήκη Ξενάκη Κλημέλη. 1840 Ιουνίου 1. 218) Διαθήκη Μιχαήλου Θεοδοσίου Χρυσάφη. 1840 Ιουλίου 16. 219) Διαθήκη Ελενούδας Κολφανούδη (;). 1840 Αυγούστου 4. 220) Πωλητήριον κτήματος των κληρονόμων Ξενάκη Κλήμη. 1840 Αυγούστου 4. 221) Πωλητήριον κτήματος Γιαννάκη Τζαννετή «προς την Εκ κλησίαν της Αγιάσου και προς τους εντίμους επιτρόπους αυτής». 1840 Αυγούστου 22. 222) Πωλητήριον κληρονομικών κτημάτων των τέκνων X"Α μερισούδας Καβαλλιέρου προς τον Τζάνον Πουπουρέλλην. 1840 Αυγούστου 24. Υπ' αυτό ετέρα σύντομος πράξις μεταπωλήσεως των αυτών κτημάτων «προς την αγίαν μας Εκκλησίαν της χώ ρας Αγιάσου» υπό χρονολογίαν 1840 Σεπτεμβρίου 20. 223) Πωλητήριον οικοπέδου της Μαγδαληνής Παπά X”Ια κώβου Αϊβαλιώτη προς τον X”Στρατήγην Μιχαλάκην. 1840 Σε πτεμβρίου 3. 224) Πληρεξούσιον των αδελφών Παναγιώτου και Αναγνώ στου Παπαδοπούλων προς τον αδελφόν των Μανωλάκην προς είσπραξιν του αντιτίμου των πωληθέντων κληρονομικών κτημά των των. 1840 Σεπτεμβρίου 14. 225) Διαθήκη Στρατήγη Γαλούτζου. 1841 Απριλίου 10. 226) Ετήσιος απολογισμός εσόδων και εξόδων «της εκκλη σίας της χώρας Αγιάσου» του έτους 1841. Αυγουστος. Τα έσο δα ανέρχονται εις 80.039,12 γρόσια, και τα έξοδα εις 78.742,29 γρόσια. Το έγγραφον είναι ανυπόγραφον. 227) Διαθήκη Ζαχαρία Πετρά. 1841 Οκτωβρίου 1. 228) Διαθήκη X”Ρηγούσας X”Ιωάννου. 1842 Μαρτίου 15. Μεταξύ των καταλειπομένων κληροδοτημάτων αναγράφονται «εις τους ιερείς γρόσια διακόσια, τα μεν εκατόν ίνα λαμβάνουν οι ιερείς τον τόκον τους και έτερα εκατόν ίνα τα μοιράζουν όλοι εξ ίσου». Τούτο είναι άσχετον προς το «δια τα μνημόσυνα» κατα λειπόμενον ποσόν, όπερ ορίζεται εις γρόσια εξακόσια. 229) Διαθήκη X”Βασιλήνας Μιχάλη Ανδρικού. 1842 Μαΐου 15. 230) Διαθήκη Κοντέλλη Κυριακού Σαπουνά. 1842 Ιουλίου 1. 231) Απολογισμός εσόδων και εξόδων του έτους 1842 «της εκκλησίας της χώρας Αγιάσου» με έσοδα 116.011,04 γρόσια και έξοδα 24.695,03 γρόσια. Το έγγραφον είναι ανυπόγραφον και φέρει ημερομηνίαν Αυγούστου 22. 232) Διαθήκη Βασιλήνας X”Βαγιάνη. 1842 Σεπτεμβρίου 3. 233) Διαθήκη Κωνσταντή X"Γεωργίου. 1842 Σεπτεμβρίου 8.
Η διαθήκη αύτη αναγράφει κληροδοτήματα αναφερόμενα απο κλειστικώς εις Φιλανθρωπικά και Εκκλησιαστικά Ιδρύματα. 234) Διαθήκη Παναγιώτου Στεφανέλλη. 1842 Οκτωβρίου 26. 235) Διαθήκη X”Ρηγούσας Ευαγγέλου Σκορδά. 1843 Ιανουα ρίου 27. 236) Διαθήκη Ρήγαινας Τριχάτινας. 1843 Φεβρουαρίου 26. 237) Διαθήκη Γρηγόρη Κάναρου. 1843 Φεβρουαρίου 23. 238) Διαθήκη Παναγιώτου X"Αργύρη. 1843 Μαΐου 1. 239) Διαθήκη Γιαννάκη Χατζέλλη. 1843 Μαΐου 15. 240) Αντίγραφον διαθήκης Δουκάκη Κρητικού. 1843 Αυγούστου 3. 241) Διαθήκη Αμίρσας θυγατρός Παναγιώτου Κάναρου. 1843 Οκτωβρίου 2. 242) Διαθήκη Μανωλάκη Λίβανου. 1843 Δεκεμβρίου 18. 243) Διαθήκη Δημητρίου Αγγελή. 1844 Απριλίου 4. 244) Διαθήκη Μαρίας συζύγου Αντώνη Κουζέλλη. 1844 Ιου λίου 18. 245) Πωλητήριον οικίας Μαρίας θυγατρός Παναγιώτου Μαϊμά. 1845 Ιανουαρίου 7. 246) Διαθήκη Αναστάση Στεφανή. 1845 Φεβρουαρίου 2. 247) Ενοικιαστήριον οικίας του Ιερού Προσκυνήματος προς την Ρήγαιναν Τριχάτινα αντί δέκα γροσίων το έτος δια μίαν πενταετίαν. 1845 Μαρτίου 6. 248) Διαθήκη Μιχαήλ Πουδαρά. 1845 Μαρτίου 28. Περιέχει αποκλειστικώς Φιλανθρωπικά και Εκκλησιαστικά κληροδοτήματα, ανερχόμενα εις 1705 γρόσια. 249) Διανεμητήριον κτήματος, ανήκοντος από κοινού εις τα τέκνα του Δημητρίου Χατζή Μαλακέλλη, του Κομνηνού Ευαγγε λινού και του Αβαγιανού Σιρπιαδέλη (;). 1845 Απριλίου 29. 250) Διαθήκη Μιχαήλου Ε. Χρυσαφιλιά. 1845 Ιουλίου 10. Εις το δεύτερον φύλλον η σημείωσις: «1854 Αυγούστου 28. από ψυχομερίδιον του Μιχαήλου Ξαφουλιά έλαβα γρο: 550: ο του αγίου Μιτυλίνης Πρωτοσύγκελλος Αγαθάγγελος». 251) Διαθήκη Βάγιας Λακέλλη. 1845 Οκτωβρίου 8. 252) Διαθήκη Παναγιώτου Λίβανου. 1845 Νοεμβρίου 1. 253) Δήλωσις των τέκνων του X”Παναγιώτου, υπισχνουμέ νων ότι «όταν η τιμία επιτροπή μας (σημ. εννοείται η επιτροπή του Ιερού Προσκυνήματος) μας παρασταθή εντελώς και δεν ζη μιωθώμεν ... να αποδώσωμεν εις την εκκλησίαν μας εξ αποφά σεως γρόσια χιλιάδας έξη», υπό τον όρον να δοθούν ταύτα «όταν αρχίση τον δρόμον της Βουλωμένης Πέτρας», δια τον οποίον έδει να δαπανηθώσι «τα γραφόμενα εις τας δυο διαθήκας χίλια τετρα κόσια πενήντα» και η επιστασία της κατασκευής της οδού «να είναι εις ημάς τους παίδας του X”Παναγιώτου έως να εξοδευ θούν τα χίλια τετρακόσια πενήντα». 1846 Μαΐου 16. 254) Διαθήκη Δουκάκη Παγώτη Μαργιέλλη. 1846 Ιουνίου 7. 255) Διαθήκη Αθανασίου Σουσαντάρη. 1846 Ιουλίου 5. Η διαθήκη αφορά Φιλανθρωπικάς και Εκκλησιαστικάς δωρεάς, με
ταξύ των οποίων «δια προίκα του Σχολείου της Αγιάσου γρό σια 3000, των οποίων ο τόκος τοκιζόμενα προς 8 τοις εκατόν να δίδεται εις τον μισθόν των διδασκάλων», ταύτα δε «να είναι αθά νατα. Επίσης πλην των άλλων καταλείπει ανά 1000 γρόσια εις Ξενοδοχείον και Σχολείον της πρωτευούσης της Μυτιλήνης, εις νερά και δρόμους της Αγιάσου και εις πτωχά της χώρας Αγιάσου , ετέρας δε 5.000 γρ. «δια έξοδα του κτιρίου του Ξενοδοχείου της Αγιάσου». 256) Διαθήκη Μελισσινής Χριστοδούλου Βουλέλη. 1846 Ιου λίου 25. 257) Πωλητήριον οικίας Αντωνίου Ανδρέα Μούχαλου. 1846 Αυγούστου 11. 258) Αντίγραφον της υπ' αριθμ. 1329 διαθήκης του Κ. Αθα νάση Μιχάλη Κουρκουλή, γραφείσης εν Μυτιλήνη την 2αν Σεπτεμ βρίου και επικυρωθείσης την 3ην του αυτού. Αποβλέπει εις Φι λανθρωπικούς κυρίως σκοπούς και μεταξύ των άλλων αναγράφει υπέρ του Νοσοκομείου και των σχολείων Μυτιλήνης γρόσια 2.000, εις την Εκκλησίαν της Αγιάσου γρόσια 2.000, «των οποίων οι ετήσιοι τόκοι να λαμβάνωνται και να δίδωνται εις τους μισθούς των διδασκάλων» και υπέρ της μελλούσης να κατασκευασθή οικοδομής του Νοσοκομείου Μυτιλήνης γρ. 5.000, εις τούτο δε προσ θέτει «και διατάττω να γραφθή το όνομά μου εις την πλάκα». 259) Δήλωσις του Γρηγόρη Παναγιώτη Καμάτσου περί του ότι κατέβαλε τα οφειλόμενα «εις την γνήσιον κληρονόμον της ψυχομάννας του Χρυσαφίνας». 1846 Δεκεμβρίου 1. 260) Διαθήκη Μαρίας Γιαννάκη Μπαλάκου. 1847 Μαρτίου 18. Μεταξύ των κληροδοτημάτων, ανερχομένων εις 10.700 γρόσια, αναγράφεται και ποσόν 300 γροσίων εις λωβούς της χώρας μας. 261) Διαθήκη Γιάννη Καζαντζή. 1847 Απριλίου 16. 262) Διαθήκη Ανδρέα Κομπά, γενομένη «έμπροσθεν της σε βαστής δημογεροντίας της κοινότητός μας Αγιάσου και των Αγίων επιτρόπων της Εκκλησίας μας». 1848 Φεβρουαρίου 20. Καταλείπει μίαν οικίαν υπέρ των πτωχών της εκκλησίας. Αντί υπογραφής η σημείωσις: «δια το αγράμματον βάζομεν το ση μείον του Σταυρού +». 263) Διαθήκη Μαρίας θυγατρός Γιωργάκη Καπηρέλλη. 1848 Μαρτίου 8. Εις την δευτέραν σελίδα βεβαίωσις του πρωτοσυγ κέλλου Αγαθαγγέλου, ότι κατεβλήθησαν γρόσια 55 τη 28 Αυγούστου 1854 «από την παρρησίαν της Μαρίας γυναικός του Χατζή Ανδρεαδέλη». 264) Διαθήκη Στρατήγη Καρέτου, φέρουσα τας υπογραφάς των Δημογερόντων και την σφραγίδα της Δημογεροντίας Αγιάσου . 1848 Μαΐου 11. 265) Απόδειξις εξοφλήσεως κληροδοτήματος Μαρίας Μπα λακόδενας. 1848 Αυγούστου 20. 266) Διαθήκη Μαρίας Αντωνίου Φρατζά. 1848 Οκτωβρίου 26. (Ακολουθεί)
ΧΡΟΝΙΚΑ Η ΠΙΣΤΙΣ TΩN ΕΦΕΔΡΩΝ Μέχρι της ημέρας της καταπαύσεως των εχθροπραξιών εξη κολούθησεν η εν τω Ι. Προσκυνήματι λήψις συγκινητικωτάτων επιστολών, προερχομένων εκ διαφόρων στρατιωτικών μονάδων του Αλβανικού μετώπου, δι’ ων εδηλούτο η αποστολή χρηματι κών ποσών, συλλεγέντων μεταξύ αξιωματικών και οπλιτών εις εκδήλωσιν της προς το Ιερόν Προσκύνημα ευλαβείας των, οι δε απολυόμενοι ήδη και επανερχόμενοι έφεδροι εξ όλων των μερών της νήσου καθημερινώς προσέρχονται εις το Ι. Προσκύνημα μό νοι είτε μετά των οικογενειών των, ίνα εκδηλώσωσι την προς την Προστάτιδα αυτών Θεοτόκον ευγνωμοσύνην των. Αρχιερατικαί
Ιερουργίαι.
Ο Σεβ. Μητροπολίτης ημών προέ στη της εν τω Ι. Προσκυνήματι τε λεσθείσης κηδείας του αειμνήστου Μιλτιάδου Προκ. Τζαννετή. - Ο Σεβ. Μητροπολίτης ημών ετέλεσεν εν τω Ι. Προσκυνήματι τη Κυριακή της Σαμαρείτιδος την θ. λειτουργίαν επί μνημοσύνω των αοι δίμων Ιδρυτών, Μ. Ευεργετών, Ευερ γετών και Δωρητών του Ι. Νοσοκο μείου και του Ιδρυτού του Γηροκο μείου Αγιάσου αοιδίμου Δημ. Χα τζησπύρου.
Θεία Λατρεία. Την επί τη εορτή του Ευαγγελι σμού της Θεοτόκου θ. λειτουργίαν ετέλεσεν εν τω Ι. Προσκυνήματι μετά των Εφημερίων του ναού ο Αρ χιερατικός Επίτροπος, όστις και εκή ρυξε κατ’ αυτήν επικαίρως τον θ. λόγον. Κατά την επακολουθήσασαν επί τη Εθνική Εορτή δοξολογίαν ωμίλησεν ο Θεολόγος καθηγητής κ. Π. Κουτσουνάρης και ο διευθυντής
του Α΄ Δημοτ. Σχολείου κ. Ευστρ. Λιάκατος. - Τη Κυριακή της Ορθοδοξίας ετελέσθη μερίμνη της Κοινότητος Αγιάσου εν τω Ι. Προσκυνήματι μνημόσυνον των εκ της Κοινότητος ταύτης ηρωϊκώς πεσόντων εν τω Αλ βανικώ μετώπω, καθ’ ο ωμίλησαν ο τε Αρχιερατικός Επίτροπος και ο Θεολόγος καθηγητής κ. Κ. Τζηρίδης. -Όλως εξαιρετική τάξις και κατά νυξις παρετηρήθη κατά τας ιεράς ακολουθίας της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, πολυπληθές δ’ εκ κλησίασμα εξ όλων των χωρίων της νήσου παρηκολούθησεν εν τω Ι. Προσκυνήματι τας κατά Παρασκευήν I. ακολουθίας των Χαιρετισμών, καθ’ ας τον θ. λόγον εκήρυττεν ο αιδ. Προϊστάμενος του Ι. Προσκυνήματος. - Αι Ιεραί ακολουθίαι της Μεγά λης Εβδομάδος και του Πάσχα παρηκολουθήθησαν εν εξαιρετική προσοχή και κατανύξει υπό πολυ πληθούς εκκλησιάσματος. Τη Μεγ. Πέμπτη και τω Μεγ. Σαββάτω πρωί ετελέσθησαν δύο λειτουργίαι προς
διευκόλυνσιν του ετοιμασθέντος δια την Μετάληψιν των Αχράντων Μυ στηρίων πλήθους των πιστών. Τη Μεγ. Πέμπτη, τη Μεγ. Παρασκευή, τω Μεγ. Σαββάτω και τη Κυριακή του Πάσχα εκήρυξεν επικαίρως τον θ. λόγον εν τω I. Προσκυνήματι ο Ιε ρατικώς Προϊστάμενος αυτού. - Εν τω ι. ναώ της Αγίας Τριά δος τον θ. λόγον εκήρυξε καθ’ όλην την Αγ. και Μεγ. Τεσσαρακοστήν κατά τας Κυριακάς και εορτάς ο θεολόγος καθηγητής κ. Κ. Τζηρίδης. - Τη Μεγ. Δευτέρα ο Προϊστά μενος του Ι. Προσκυνήματος μεταβάς εις το Σανατόριον εδέχθη εις την Ι. Εξομολόγησιν το προσωπικόν και τους ασθενείς του Ιδρύματος, τη δε Μεγ. Τρίτη πρωί, τελέσας αυτόθι την θ. λειτουργίαν των Προηγιασμένων, μετέδωκεν αυτοίς των Αχράντων Μυστηρίων. Τη Μεγ. Παρασκευή απόγευμα προέστη της ακολουθίας του Επιταφίου εν τω ι. ναώ του "Ιδρύματος και ωμίλησεν επικαίρως μετά την ανά το Ίδρυμα συγκινητι κωτάτην περιφοράν, καθ’ ην ανεπέμ φθησαν δεήσεις υπέρ των ενισχυόν των το Ίδρυμα, και υπέρ των εργα ζομένων και των νοσηλευομένων εν αυτώ. Ομιλίαι. Εντολή του Σεβ. Μητροπολίτου ημών ο ημέτερος Διευθυντής ωμίλησεν επικαίρως τη 26η Ιανουαρίου ε.έ. εν τοις ι. ναοίς Κοιμήσεως Θεο τόκου Κάτω Τρίτους, Αγ. Δημητρίου Μυχούς, Κοιμήσεως Θεοτόκου Σκούν τας και Αγ. Γεωργίου Κεραμιών∙ τη 9η Φεβρουαρίου ε.έ. εν τοις ί. ναοίς Αγ. Γεωργίου Πολιχνίτου, Ζωοδόχου Πηγής Βρυσσάς, Τιμίου Προδρόμου Λισβορίου και Εισοδίων της Θεοτόκου Βασιλικών∙ τη 16η του αυτού μηνός εν τοις ι. ναοίς Παμ μεγίστων Ταξιαρχών Παπάδου, Αγ. Βλασίου Πλακάδου και Αγ. Ερμο
λάου Παλαιοκήπου· τη 23η του αυτού μηνός εν τοις ι. ναοίς Αγ. Θερά ποντος Μυτιλήνης και Αγ. Βαρβά ρας Παμφίλων και τη 16η Μαρτίου ε.έ. εν τοις ι. ναοίς Αγ. Νικολάου Πλωμαρίου πρωίας και εσπέρας, και Αγ. Αντωνίου Τρίγωνος. - Επίσης ο ημέτερος Διευθυντής τη προσκλήσει της Περιφ. Διοική σεως Ε.Ο.Ν. αρρένων Λέσβου ωμίλησεν εν Μυτιλήνη και εν τη αιθού ση του Κινηματοθεάτρου «Σαπφώ» επί του θέματος «Ο Πόλεμος και ο Χριστιανισμός» παρουσία του κ. Νομάρχου Λέσβου και των λοιπών αρχών της πόλεως, ως και των αξιω ματικών της φρουράς Μυτιλήνης και πολυπληθούς άλλου εκλεκτού ακροα τηρίου, τη 23η Φεβρουαρίου ε.έ. - Την διάλεξιν ταύτην επανέλα βεν εν τη Λέσχη Πλωμαρίου τη 16η Μαρτίου ε.ε. κατά παράκλησιν του Προεδρείου αυτής ενώπιον εκλεκτού επίσης ακροατηρίου. Υπέρ των στρατιωτών. Κατά την διάρκειαν της επιστρα τεύσεως, προς διευκόλυνσιν της μετά των στρατιωτών επικοινωνίας των οικείων των, ως και δια πάσαν δυ νατήν εξυπηρέτησιν, καθωρίσθη όπως ο εκάστοτε εφημερεύων εν τω Ι. Προσκυνήματι ιερεύς παραμένη εν τω γραφείω του Πρεσβυτερίου καθ’ εκάστην 10-12 π.μ. και 2-4 μ.μ. προς σύνταξιν επιστολών, γραφήν διευθύνσεων κλπ. Εν συνεννοήσει δε μετά της αστυνομικής αρχής του ταχυδρομικού γραφείου και της Ε.Φ.Ε.Ο.Ν. κατηρτίσθησαν ειδικό συνεργεία εκ φαλαγγιτών και φαλαγ γιτισσών, άτινα, έχοντα επί κεφαλής τον εφημερεύοντα ιερέα, ησχολούντο μετά του εντεταλμένου αστυνομικού εις τον έλεγχον, την συσκευασίαν και την σφράγισιν των δια τους στρατιωτικούς προοριζομένων ταχυ δρομικών δεμάτων καθ’ εκάστην
10-12 π.μ. εν τω γραφείω του Πρε απ' ευθείας εις Λεσβίους στρατιώ σβυτερίου. τας εις το Μέτωπον σιγαρέττα - Προς την Π.Υ.Α.Μ. Λέσβου αξίας δρ. 1500. απεστάλησαν εν καιρώ υπό της Ε.Φ. Περιοδεία Αρχ. Επιτρόπου. Ε.Ο.Ν. Αγιάσου τέσσαρες σάκκοι, Διαρκούσης της Αγ. και Μεγ. περιέχοντες μάλλινα χρήσιμα δια Τεσσαρακοστής ο Αρχιερατικός τους μαχομένους είδη, προερχόμενα εκ διενεργηθέντων εν Αγιάσω ερά Επίτροπος επεσκέφθη επί εξωμολο νων ή κατασκευασθέντα υπό των γήσει των πιστών τας ενορίας Ασω Συνεργείων της Οργανώσεως.Ταύτα, μάτου, Ιππείου, Κάτω Τρίτους, ως πληροφορούμεθα, απεστάλησαν Σκούντας και Κεραμιών. - Επίσης εντολή του Μητρ. Συμ υπό της Π.Υ.Α.Μ. εις τον προς ον βουλίου επεσκέφθη την ενορίαν Λ. όρον. Μύλων δι’ υπηρεσίαν. -Επίσης δια της Π.Υ.Α.Μ. απεστά λησαν προς τους μαχομένους εν * Υπηρεσιακά. καιρώ υπό της Ε.Φ.Ε.Ο.Ν. Αγιάσου Υπό του Μητροπολιτικού Συμ 957 μικρά και μεγάλα κυτία σιγα βουλίου διωρίσθη μέλος της Επι ρέττων συνολικής περιεκτικότητος τροπείας του I. Προσκυνήματος ο 12.137,50 γραμμαρίων. Δια της Π.Υ. φαρμακοποιός κ. Π. Ευαγγελινός εις Α.Μ. επίσης εστάλησαν εις τους εν αναπλήρωσιν του στρατευθέντος κ. τω Μετώπω Λεσβίους εκατόν τεύχη Ευστρ. Ξενέλλη, όστις αποστρατευ του τελευταίου φύλλου της «Αγίας θείς επανέλαβεν ήδη τα καθήκοντά Σιών». Δια δε της I. Μητροπόλεως του. Μυτιλήνης απεστάλησαν υπό του - Υπό του Σεβ. Μητροπολίτου αιδ. Πρωτοπρ. Εμμ. Γ. Μυτιληναίου ημών απεσπάσθη εκ της Ιεράς Μο προς τον Μακαριώτατον Αρχιεπί νής της Μετανοίας του και ετοποθε σκοπον Αθηνών και πάσης Ελλάδος τήθη παρά τω Ι. Προσκυνήματι ως 250 αντίτυπα του έργου του «Το Γραμματεύς αυτού ο Οσιολογ. Ιε Ευαγγέλιον εις την ζωήν μας», ίνα ρομόναχος κ. Ιάκωβος Αντωνίου. διατεθώσιν εις νοσηλευομένους εν - Υπό της Επιτροπείας του Ι. Αθήναις τραυματίας. Προσκυνήματος εψηφίσθη και υπε - Η εν Αγιάσω κυρία Μελπομέ βλήθη αρμοδίως προς έγκρισιν ο νη Τζαννετή απέστειλεν εν καιρώ προϋπολογισμός της χρήσεως 1941-42.
ΙΕΡΟΝ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΕΝ
ΑΓΙΑΣΩ
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΟΡΤΩΝ
AΥΓΟΥΣΤΟΥ-ΣΕΠΤΕΜΒΡIΟΥ ΤΟΥ
Π.Μ. Μ.Μ.
Μ.Μ.
Π.Μ.
ΕΤΟΥΣ
1941
Παρασκευή 1 Αυγούστου Η τελετή της Προόδου του Τιμίου Σταυρού. Μετά τον Εσπερινόν ο Μικρός Παρακλητικός Κανών. Εναρκτήριος των εορτών ομιλία του Αρχιερατικού Επιτρόπου αιδ. Πρωτοπρεσβυτέρου Εμμ. Γ. Μυτι ληναίου. Τρίτη 5 Αυγούστου Ο Μέγας Εσπερινός της εορτής της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος. Τετάρτη 6 Αυγούστου Ο Όρθρος και η Θ. Λειτουργία, μεθ’ ην η καθιερωμένη Λιτανεία των Αγίων Λειψάνων και των Ιερών Εικό νων. - Ομιλία του αιδ. Πρωτοπρεσβυτέρου Εμμ. Γ. Μυτιληναίου.
Σάββατον 9 Αυγούστου Π.Μ. Αρχιερατική Θ. Λειτουργία εν τω Ναϋδρίω του Νεκρο ταφείου, μεθ’ ην ο Σεβ. Μητροπολίτης θα προσευχηθή επί των τάφων. Μ.Μ. Ο Εσπερινός, χοροστατούντος του Σεβ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ.κ. ΙΑΚΩΒΟΥ.
Κυριακή 10 Αυγούστου Ο Όρθρος και η Θ. Λειτουργία. - Θείον Κήρυγμα. Η Α.Σ. ο Μητροπολίτης θα ιερουργήση εν τω ιερώ Ναώ της Αγίας Τριάδος επί μνημοσύνω του αειμνήστου ιδρυτού του Ναού Γρηγ. X"Σκορδά. Μ.Μ. Ο Εσπερινός, μεθ’ ον ο Μέγας Παρακλητικός Κανών, χοροστατούντος του Σεβ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ.κ. ΙΑΚΩΒΟΥ. - Ομιλία του Σεβ. Μητροπολίτου. Π.Μ.
Μ.Μ.
Δευτέρα 11 Αυγούστου Ο Μικρός Παρακλητικός Κανών, χοροστατούντος του Σεβ. Μητροπολίτου.
Μ.Μ.
Μ.Μ.
Μ.Μ.
Π.Μ.
Π.Μ.
Μ.Μ.
Π.Μ.
Μ.Μ.
Μ.
Π.Μ.
Τρίτη 12 Αυγούστου Ο Μέγας Παρακλητικός Κανών, χοροστατούντος Σεβ. Μητροπολίτου.
του
Τετάρτη 13 Αυγούστου Ο Εσπερινός των Προεορτίων και μετ’ αυτόν ο Μικρός Παρακλητικός Κανών, χοροστατούντος του Σεβ. Μητροπολίτου. Πέμπτη 14 Αυγούστου Πανηγυρικός Εσπερινός της εορτής τηςΚοιμήσεως της Θεοτόκου, χοροστατούντος του Σεβ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ.κ. ΙΑΚΩΒΟΥ. Παρασκευή 15 Αυγούστου Αρχιερατική Θ. Λειτουργία της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ιερουργούντος του Σεβ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ.κ. ΙΑΚΩΒΟΥ. -Περιφορά της Ιεράς Εικό νος της Θεομήτορος.
Κυριακή 17 Αυγούστου Αρχιερατικόν Μνημόσυνον των Ευεργετών και Δωρητών του Ι. Προσκυνήματος και της Κοινότητος Αγιάσου, ιερουργούντος του Σεβ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ.κ. ΙΑΚΩΒΟΥ.
Παρασκευή 22 Αυγούστου Μέγας Εσπερινός της Αποδόσεως της εορτής της Κοιμή σεως της Θεοτόκου, χοροστατούντος του Σεβ. Μητρο πολίτου Μυτιλήνης κ.κ. ΙΑΚΩΒΟΥ. Σάββατον 23 Αυγούστου Αρχιερατική Θ. Λειτουργία επί τη Αποδόσει της εορτής, ιερουργούντος του Σεβ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ.κ. ΙΑΚΩΒΟΥ. Κυριακή 7 Σεπτεμβρίου Διάλεξις του αιδ. Πρωτοπρεσβυτέρου Εμμ. Γ. Μυτιλη ναίου επί του θέματος : «Η Θεοτόκος ενώπιον του Σταυρού κατά την Εκκλησιαστικήν μας ποίησιν». Σάββατον 13 Σεπτεμβρίου Ο Μέγας Εσπερινός της εορτής της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού. Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου Η τελετή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, καθ’ ην θα προβληθή εις προσκύνησιν το Τίμιον Ξύλον. Θεία λειτουργία, προεξάρχοντος του Σεβ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ.κ. ΙΑΚΩΒΟΥ.
Εκδότης-Διευθυντής ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ Πρωτοπρεσβύτερος Κατοικία εν Αγιάσω ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΣ ΤΗΣ ΥΛΗΣ ΑΡΙΣΤΟΒΟΥΛΟΣ Δ. ΧΡΗΣΤΙΔΗΣ
Τυπογραφεία “ΠΡΩΪΝΗΣ"