ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ

Page 1

l;'tQ. T~tµt); - Bay. rtavvaxa; - Dav. IlaeaaxEvaTb11; - Baa. KovelJavtov - Baa. KroµaTTtJ; - rui>Q. Atytbl.x11;

l<JTOQi«

TflS AtofJov B' EKAOEH BEATIOMENH - EDAYBHMENH

MYTIAHNH 1996



Στρ. Τζιμής - Βαγ. Γιαννάκας - Παν. Παρασκευαΐδης - Βασ. Κουρβανιού - Βασ. Κωμαΐτης - Γιώρ. Διγιδίκης

Ιστορία της Λέσβου Β' ΕΚΔΟΣΗ

ΒΕΛΤΙΩΜΕΝΗ - ΕΠΑΥΞΗΜΕΝΗ

Σύνδεσμος Φιλολόγων Ν. Λέσβου ΜΥΤΙΛΗΝΗ 1996


Έγραψαν οι φιλόλογοι:

1. ΤΖΙΜΗΣ ΣΤΡΑΤΗΣ: Προϊστορία - Πρωτοϊστορία και Νεότερη Περίοδος (1912 μ.Χ. 1944 μ.Χ.) 2. ΓΙΑΝΝΑΚΑΣ ΒΑΓΓΕΛΗΣ: Αρχαία Περίοδος (8ος π.Χ. αι. - 2ος π.Χ. αι.) 3. ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΪΔΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ: Ρωμαϊκή Περίοδος (2ος π.Χ. αι. - 1ος μ.Χ. αι.) 4. ΚΟΥΡΒΑΝΙΟΥ ΒΑΣΙΛΙΚΗ: Βυζαντινή Περίοδος (1ος μ.Χ. αι. - 1355 μ.Χ.) 5. ΚΩΜΑΐΤΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ: Περίοδος Γατελούζων (1355 μ.Χ. - 1462 μ.Χ.) 6. ΔΙΓΙΔΙΚΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ : Περίοδος Τουρκοκρατίας (1462 μ.Χ. -1912 μ.Χ.) Υπεύθυνος Έκδοσης:

Διοικητικό Συμβούλιο Συνδέσμου Φιλολόγων Ν. Λέσβου Πρόεδρος:................... Καλλιόπη Αναγνωσταρά Αντιπρόεδρος:........... Γιώργος Μπεκιάρης Γραμματέας: .............. Παναγιώτης Σκορδάς Ταμίας:...................... Στρατής Αναγνώστου Μέλος:....................... Πατίλας Δημήτρης Επιμέλεια Έκδοσης:

Η Συντακτική Επιτροπή Υπεύθυνος σύμφωνα με το νόμο:

Το εκάστοτε Δ.Σ. του Συνδέσμου Φιλολόγων Ν. Λέσβου Κεντρική διάθεση:

Το εκάστοτε Δ.Σ. του Συνδέσμου Φιλολόγων Λέσβου Copyright: Δ.Σ. Συνδέσμου Φιλολόγων Ν. Λέσβου

Απαγορεύεται κάθε ολική ή μερική αναδημοσίευση ή φωτοτυπική αναπαραγωγή του παρόντος βιβλίου χωρίς τη γραπτή άδεια του Δ.Σ. του Συνδέσμου Φιλολόγων Ν. Λέσβου

Εικόνα εξωφύλλου:

Ο Χάρτης της Λέσβου που σχεδιάστηκε από το Βέλγο περιηγητή Abraham Ortebiusto, 1570

Ένθετη φωτογραφία εξωφύλλου:

Γενική άποψη της Προκυμαίας Μυτιλήνης στις αρχές του αιώνα μας. (Φωτ. αρχείο Απόστ. Βαμβούρη)


Η Λέσβος παρά τη μακραίωνη ιστορία της και την ποικίλη μελέτη της από διάφορους μελετητές, Λεσβίους και μη, δεν ευτύχησε να έχει μία ολοκληρωμένη καταγραφή της Ιστορίας αυτής. Κατά καιρούς έχουν εκδοθεί πολλές εργασίες και ολόκληρα βιβλία με αρχειακό περιεχόμενο και αξιόλογες μονογραφίες για ορισμένες ιστορικές περιόδους, όχι όμως και μια συνθετική ιστορία, που θα τα αξιοποιούσε και θα εκάλυπτε όλο το γνωστό παρελθόν του νησιού μας. Η έλλειψη αυτή έχει επισημανθεί από πολλά χρόνια και μέχρι σήμερα εξακολουθεί να είναι αισθητή. Το κενό αυτό στη γνώση της τοπικής μας ιστορίας έρχεται να καλύψει η παρούσα έκδοση, αποτέλεσμα πρωτοβουλίας και συλλογικής εργασίας του Συνδέσμου Φιλολόγων Λέσβου. Η ιστορία της Λέσβου, όπως εκτίθεται σ' αυτό το βιβλίο δεν είναι βέβαια εξαντλητική, ούτε λεπτομερής. Κάτι τέτοιο θα χρειαζόταν πολλούς τόμους, πράγμα που δε θα ανταποκρινόταν στην επιδίωξή μας: Αφού επιλέξουμε τα σημαντικότερα γεγονότα και εξετάσουμε τις αξιολογότερες εκφάνσεις του Λεσβιακού πολιτισμού, να παρουσιάσουμε μια ευσύνοπτη και εύχρηστη ιστορία για όλους όσοι ενδιαφέρονται να γνωρίσουν καλύτερα και σε χρονικό, τουλάχιστον, βάθος το παρελθόν της Λέσβου. Η Συντακτική Επιτροπή

Βαγγέλης Γιαννάκας Γιώργος Διγιδίκης Βασιλική Κουρβανιού Βασίλης Κωμαΐτης Παναγιώτης Παρασκευαΐδης Στρατής Τζιμής


ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ - ΠΡΩΤΟΪΣΤΟΡΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Πιν από εκατοντάδες εκατομμύρια χρόνια η ελληνική γη ήταν ρ σκεπασμένη από θάλασσα· η γεωλογική μορφή της άλλαξε πολλές φορές μέχρι σήμερα και θα αλλάζει συνεχώς και στο μέλλον ακολουθώντας το νόμο της αδιάκοπης μεταβολής "τα πάντα ρει" του Ηρακλείτου. Από τα βάθη της θάλασσας, πριν από 33 περίπου εκατομμύρια χρόνια, αναδύθηκε η ελληνική γη, η Αιγαιΐς, σαν ενιαία και αδιαίρετη μάζα ξηράς που κάλυπτε περίπου το σημερινό ελλαδικό χώρο από το Ιόνιο ως τη Μ. Ασία και τα νότια της Κρήτης. Η ζωή που έχει εντωμεταξύ εμφανιστεί επάνω στην ανήσυχη χώρα, παρακολουθεί τις γεωλογικές αναστατώσεις και την αέναη πάλη της στεριάς και του υγρού στοιχείου. Περνούν πολλά εκατομμύρια χρόνια για να αρχίσει η διείσδυση της Μεσογείου στην ενδοχώρα της Αιγαιΐδος εξαιτίας των τεκτονικών ρηγμάτων. Πριν από δύο περίπου εκατομμύρια χρόνια ένας κλάδος της Μεσογείου προωθείται από τα ανατολικά της Κρήτης προς την Προποντίδα. Αυτή η μετακίνηση υδάτων της Μεσογείου ήταν η αρχή του σχηματισμού του Αιγαίου Πελάγους. Σ' αυτή την περίοδο που κράτησε εκατοντάδες χιλιετίες σημειώνονται γεωλογικές μεταμορφώσεις και γεωγραφικές διαφοροποιήσεις με ανόδους και καθόδους της στάθμης των θαλασσών και έντονες κλιματολογικές διακυμάνσεις ψυχρών και θερμών εποχών. Καθώς κυλούν οι χιλιετίες η μορφολογία της ξηράς ακολουθεί και αυτή την εξελικτική της πορεία. Η αποσάθρωση των ορεινών όγκων από τα νερά της βροχής και τον άνεμο, οι μεταβολές της θερμοκρασίας και της υγρασίας αλλάζουν το ανάγλυφο του τόπου. Αλλά στην τελική διαμόρφωση του ελλαδικού χώρου θα συμβάλουν οι σεισμοί και η δράση των ηφαιστείων. Η Λέσβος είναι νησί ηφαιστιογενές. Οι μεγάλες θερμοκρασίες των πηγών του Πολιχνίτου και η δημιουργία του απολιθωμένου δάσους, που βρίσκεται στο Β.Δ. τμήμα του νησιού, οφείλονται στην ηφαιστειακή ενέργεια που εκδηλώθηκε κατά την Τριτογενή περίοδο (η οποία άρχισε πριν από 60 εκατομμύρια χρόνια και τελείωσε πριν από 2 εκατομμύρια χρόνια). Συγκεκριμένα, η νεκρική πολιτεία με τους απολιθωμένους φυτικούς υπηκόους της σχηματίστηκε, κατά το Γερ-


Οι πιο όμορφοι κορμοί του απολιθωμένου δάσους της Λέσβου

μανό καθηγητή της Παλαιοβοτανολογίας Ριχάρδο Κρώυζελ, πριν από 20 εκατομμύρια χρόνια. Από την έντονη δραστηριότητα του ηφαιστείου του Ορδύμνου η πλούσια σε βλάστηση περιοχή που περικλείεται στο νοητό τρίγωνο Ερεσού - Μονής Υψηλού - Σιγρίου καταποντίστηκε και καταχώθηκε από τους σεισμούς που ακολούθησαν. Έτσι, με την παρέλευση εκατομμυρίων ετών, η γεωθερμική ενέργεια διαπότισε με άφθονο διοξείδιο του πυριτίου την ξυλώδη ουσία των τεράστιων αιωνόβιων δέντρων της περιοχής και την απολίθωσε. Το ύψος των απολιθωμένων, που μοιάζουν με βαλανιδιές και πλατάνια και που αρκετά βρίσκονται σε όρθια θέση, όπως τα κτύπησε ο θάνατος, φτάνει τα 6,5 μέτρα, ενώ η περίμετρος μερικών τα 8,5 μέτρα. Σποραδικά, απολιθωμένο δέντρα, υπάρχουν ακόμη και στις περιοχές της Άντισσας, του Γαβαθά, των Χιδήρων, του Μεσοτόπου, στις ακτές της Νησιώπης, στον αυτοκινητόδρομο Μολύβου - Πέτρας (στην τοποθεσία Αγία Ελεούσα βρίσκεται το μεγαλύτερο απ' όλα τα απολιθωμένο του νησιού, μάκρος 21 μέτρων), στον κάμπο της Ερεσού, στη Βρίσα κ.ά. Τα βαθιά ρήγματα στο βόρειο Αιγαίο, που προκλήθηκαν από τις τεκτονικές αναστατώσεις, δημιούργησαν τα ηφαίστεια της Τρωάδας, της Μυτιλήνης και της Χίου. Αυτή η τελική διαμόρφωση θα ολοκληρωθεί στο τέλος


της Παλαιολιθικής εποχής (8000 π.Χ.). Το Αιγαίο πια με τα πλήθος των σκορπισμένων σ' αυτό νησιών θα γίνει η γέφυρα της Ευρώπης και της Ασίας. Ο γεωπολιτικός όμως ρόλος των μεγαλύτερων νησιών, της Λέσβου, της Χίου και της Σάμου, ακόμα και της Ρόδου, θα είναι από δω και πέρα πιο ουσιαστικός.

ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ - ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ

Από τα λείψανα των προϊστορικών οικισμών της Λέσβου καθώς και από τη γενικότερη ανθρωπολογική διάρθρωση της περιοχής του Αιγαίου και των παραλίων της Μ. Ασίας μπορούμε να βγάλουμε τα ακόλουθα συμπεράσματα για την πιθανή εικόνα που παρουσίαζε ο πληθυσμός του νησιού στους προϊστορικούς χρόνους: κατά την παλαιολιθική εποχή (600000 - 8000 π.Χ.) φαίνεται απίθανο να έζησαν άνθρωποι στη Λέσβο, γιατί την εποχή εκείνη ολόκληρη η περιοχή του Αιγαίου ήταν θέατρο μεγάλων γεωλογικών ανωμαλιών, διαρρήξεων, καταποντισμών, σεισμών και ηφαιστειακής δράσης. Το πιθανότερο είναι ότι ο εποικισμός της Λέσβου άρχισε κατά τη Νεολιθική εποχή (από το 8000 π.Χ. και μετά) από μεσογειακούς ανθρώπους, Πελασγούς. Λέλεγες και Τυρρηνούς. Μ' αυτούς αναμείχθηκαν κατά το τέλος της Νεολιθικής εποχής (3000 - 2800 π.Χ.) προσθιοασιατικά στοιχεία, πιθανόν Κάρες που κάνουν πιο έντονη την παρουσία τους περίπου το 2500 π.Χ. Την περίοδο όμως αυτή μέχρι το 1900 π.Χ. έμπειροι και τολμηροί θαλασσοπόροι από τις Κυκλάδες και την Κρήτη επισκέπτονται συχνά τη Λέσβο για εμπορικούς λόγους. Από το 1900 π.Χ. αρχίζει να γίνεται εμφανής στη Λέσβο η επίδραση του πολιτισμού των Πρωτοελλήνων, βορειοαλπικής καταγωγής που εξαπλώθηκαν ως Αχαιοί στον ελλαδικό χώρο. Οι ινδοευρωπαίοι αυτοί άποικοι ήρθαν στη Λέσβο είτε από τη Στερεά Ελλάδα είτε από τη Μικρά Ασία μέσω Θράκης. Στην αρχή η μετακίνηση των αποίκων ήταν ειρηνική. Οι παλαιότεροι κάτοικοι του νησιού, που μνημονεύονται στις αρχαίες ελληνικές παραδόσεις ως Πελασγοί, δεν αντιδρούν, αλλά παίρνουν νέα δύναμη από τη διείσδυση των ωφέλιμων στοιχείων που φέρνουν οι Αχαιοί. Οταν όμως το 1400 π.Χ. στη Λέσβο άρχισε η μαζική μετανάστευση των Αχαιών της Πελοποννήσου και προπάντων των Αιολέων από τη Βοιωτία και τη Θεσσαλία, οι παλαιοί κάτοικοι αντιδρούν βίαια και αντιστέκονται, γι' αυτό υποτάσσονται ή εξοντώνονται από τους υπέρτερους αριθμητικά


και καλύτερα εξοπλισμένους εισβολείς. Μάλιστα όπου οι Αιολείς δεν κατορθώνουν να εγκατασταθούν, αποχωρούν προξενώντας μεγάλες καταστροφές. Ο ιστορικός Δ. Μαντζουράνης στο βιβλίο του "Οι πρώτες εγκαταστάσεις των Ελλήνων στη Λέσβο", υποστηρίζει ότι ως πρώτο σταθμό για ανάπαυση αλλά και ως ορμητήριο για εξερεύνηση της Λέσβου οι καταπονημένοι από τα κύματα του Αιγαίου μετανάστες χρησιμοποίησαν τη Νησιώπη, νησάκι πλησίον του Σιγρίου. Από εκεί κινήθηκαν παραλιακά και προς τις δύο κατευθύνσεις φθάνοντας βόρεια στα Λάψαρνα, την Άντισσα, τη Μήθυμνα και το ακρωτήρι Κόρακας και νότια στην Ερεσό, τη Γερινίδα ή τη Γέρη (οικισμό κοντά στην Ερεσό), τα Μάκαρα (στην είσοδο του κόλπου της Καλλονής), την Πύρρα, τα Μέσσα, την Αγαμήδη (πλησίον της Πύρρας), τη Βρίσα, τη Δρόττα και τον κόλπο Γέρας. Λίγο αργότερα οι άποικοι παρακάμπτοντας το ακρωτήρι Μαλέα εξερεύνησαν τα ανατολικά παράλια του νησιού. Προς το τέλος όμως της μυκηναϊκής εποχής η Λέσβος βρίσκεται κάτω από την πολιτική και στρατιωτική εξάρτηση της Τροίας ως σύμμαχος, γι' αυτό δέχτηκε και τις επιδρομές των Αχαιών, που εκστράτευσαν εναντίον της Τροίας (1180 - 1170 π.Χ.). Ως ενιαία και οργανωμένη επιχείρηση φέρεται, επίσης, ο νέος αποικισμός της Λέσβου, που άρχισε από το 1100 π.Χ. από αιολικά στοιχεία μετά

Η θέση των προϊστορικών οικισμών από το βιβλίο του Δ. Π. Μαντζουράνη


την κάθοδο των Δωριέων στην ηπειρωτική Ελλάδα. Τα τοπικά δεδομένα δείχνουν ότι η συμμετοχή των Αχαιών στον αποικισμό της Αιολίδας (της Λέσβου, της Τενέδου και των απέναντι μικρασιατικών παραλίων) υπήρξε περιορισμένη και ότι οι περισσότεροι άποικοι ήταν αιολόφωνοι από τη Θεσσαλία, γεγονός που υπήρξε καθοριστικό στην επικράτηση της αιολικής διαλέκτου. Έτσι μέχρι το 1000 π.Χ. είχε συντελεστεί στη Λέσβο μια ανάμειξη μεσογειακών, προσθιοασιατικών και βορειοαλπικών ανθρωπολογικών στοιχείων. Οι παραπάνω ανθρωπολογικές αντιλήψεις σχετικά με τη σύνθεση των κατά καιρούς διαφόρων κατοίκων του νησιού δε διαφέρουν και πολύ από τις συγκαλυμμένες αλήθειες που κρύβουν οι μύθοι για τον εποικισμό της Λέσβου, αλλά και από τα ιστορικά στοιχεία που μας έδωσαν οι αρχαίοι ιστορικοί και γεωγράφοι, Πλίνιος, Στράβων. Διόδωρος ο Σικελιώτης, Στέφανος ο Βυζάντιος, Θουκυδίδης, Ηρόδοτος, Πλούταρχος και Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς. Ως πρώτοι κάτοικοι του νησιού αναφέρονται στο μύθο οι Πελασγοί. Σύμφωνα με την παράδοση πελασγικής καταγωγής ήταν και οι πρώτοι έποικοι που έφερε στη Λέσβο διά μέσου της Λυκίας ο Ξάνθος, γιος του Τριόπου, από το πελασγικό Άργος (τη σημερινή Θεσσαλία). Την ύπαρξη των Πελασγών στη Λέσβο βεβαιώνει και το σωζόμενο ακόμη και σήμερα πελασγικό όνομα Λάρισσα ή Λάρσος (Λάρισσες = οι πρωτεύουσες πόλεις των Πελασγών). Ο γεωγράφος Στράβων (65 π.Χ. - 23 μ.Χ.) στο βιβλίο του "Γεωγραφικά" (IX, 440) λέει τα εξής: «Εις Λέσβον κατά την εν Μηθύμνη οδόν από Μυτιλήνης, εν διαστήματι πεντήκοντα σταδίων, απαντώνται Λαρισσαίαι πέτραι, ερείπια βεβαίως αρχαίας τινός πελασγικής πόλεως». Αλλά και στις θέσεις του Περάδου κάτω από το σημερινό χωριό της Άγρας, των Κερανίων στα Χίδηρα, της Αρίσβης και Τσινίων μεταξύ Παρακοίλων και Καλλονής σώζονται παρόμοια πελασγικά τείχη. Επίσης στους Πελασγούς οφείλονται τα παλιά ονόματα της Λέσβου Πελασγία και Ίσσα. Επτά γενεές μετά την εγκατάσταση των εποίκων του Ξάνθου η Λέσβος ερημώθηκε εξαιτίας του κατακλυσμού που σχετίζεται με το Δευκαλίωνα, το γενάρχη των Ελλήνων, γιου του Προμηθέα, για να εποικισθεί λίγο αργότερα από τους Μάκαρες. Άλλοι μύθοι αναφέρουν ότι Καρικά φύλα, προσθιοασιατικής καταγωγής, κατοίκησαν στο νησί, γεγονός που αμφισβητούν οι σύγχρονοι ιστορικοί. Στο σκούρο χρώμα του δέρματος των Καρών αποδίδουν πολλά από τα παλιά ονόματα της Λέσβου, Αιθιοπία και Αίγειρα, που σημαίνουν μέλαινα, μελαμψή. Επιδρομή προσθιοασιατικών στοιχείων υποδηλώνει και ο μύθος, που είναι πλάσμα ποιητικής φαντασίας και δεν έχει καμία


πιθανότητα ιστορικής αλήθειας, σύμφωνα με τον οποίο η βασίλισσα των Αμαζόνων Μύρινα κατέκτησε τη Λέσβο και έχτισε τη Μυτιλήνη προς τιμή της ομώνυμης αδελφής της. Κατά τους αιολικούς μύθους για τη Λέσβο οι έποικοι του νησιού διακρίνονται σε δύο ομάδες: τους Μάκαρες και τους Πενθιλίδες. Οι Μάκαρες, από τους οποίους προήλθε και η ονομασία της τοποθεσίας Μάκαρα στην είσοδο του κόλπου της Καλλονής, ήταν σύμφωνα με το σχετικό μύθο "λαοί ηθροισμένοι, οι μεν Ίωνες, οι δε εξ άλλων εθνών παντοδαπών συνερρυκότες". Ο αρχηγός τους Μάκαρ ή Μακαρεύς, απόγονος του ήρωα των Αιολέων Αιόλου, είχε πέντε θυγατέρες, τη Μυτιλήνη, τη Μήθυμνα, την Ίσσα, την Άντισσα και την Αρίσβη προς τιμή των οποίων έχτισε τις ομώνυμες πόλεις της Λέσβου. Είχε επίσης και τέσσερις γιους, τον Έρεσο, τον Κερδόλαο, το Νέανδρο και το Λεύκιππο με τους οποίους εποίκησε τη Χίο, τη Σάμο, τη Ρόδο και την Κω. Έτσι τα νησιά αυτά μαζί με τη Λέσβο ονομάστηκαν "νήσοι Μακάρων". Για το λόγο αυτό η Λέσβος καλείται από τον Όμηρο "Μάκαρος έδος" (Ω, 554). Γαμπρός του Μακάρεως ήταν ο Λέσβος, γιος του Λαπίθου από τη Θεσσαλία, σύζυγος της Μήθυμνας. Ο Λέσβος όμως με τη δράση του έγινε επιφανής και το όνομά του επικράτησε ανάμεσα στις τόσες άλλες ονομασίες και καθιερώθηκε στα μετέπειτα χρόνια. Τα περισσότερα από τα παλιά ονόματα τα αναφέρει ο Πλίνιος (1ος αιώνας μ.Χ.) (Φυσική Ιστορία V, 31) "Himerte et Lasia, Pelasgia, Aegira, Aethiope, Macaria appelata fuit" (= "Ιμερτή και Λασία, Πελασγία, Αίγειρα, Αιθιόπη, Μακαρία ονομάστηκε". Ιμερτή σημαίνει ποθητή, Λασία σημαίνει πυκνόδεντρη· Μακαρία ονομάστηκε από τον οικιστή Μακαρέα). Τέλος, ο γιος του Λέσβου Μύτων θεωρείται, σύμφωνα με το μύθο αυτό, ως οικιστής της πρωτεύουσας του νησιού. Απ' αυτόν προήλθε και το παλιό όνομα του νησιού Μυτωνίς. Η ονομασία αυτή όμως κατ' άλλους σχετίζεται με τα άφθονα μύδια που ψαρεύονταν στις θάλασσες της Λέσβου. Κατά τους ίδιους μύθους η δεύτερη ομάδα των εποικιστών της Λέσβου, οι Πενθιλίδες. αχαϊκής καταγωγής, ξεκίνησαν από τη Λακεδαίμονα υπό την αρχηγία του Πενθίλου, γενάρχη της ομώνυμης βασιλικής οικογένειας της Μυτιλήνης, γιου του Ορέστη. Αλλά και οι απόγονοι του Πενθίλου, Αρχέλαος και Γρας, αποικίζουν τη Λέσβο. Η ποικιλία αυτή των μύθων μας δείχνει αφενός ότι οι έποικοι της Λέσβου δεν είχαν ενιαία καταγωγή και τόπο εξόρμησης (Πελοπόννησο, Βοιωτία, Θεσσαλία, Μικρασία) και αφετέρου ότι όλα τα ονόματα εκτός από το Λέσβος θεωρούνται μυθώδη και ποτέ δεν υπήρξαν σε ευρεία κοινή χρήση. Οπωσδήποτε οι τοπικοί μύθοι της Λέσβου διατήρησαν την ανάμνηση από το μεγάλο γεγονός της εποίκησης και την ανάμιξαν με όλες τις μυθολογούμενες αφίξεις ηρώων


στο νησί, έτσι που να έχει δημιουργηθεί ένας πραγματικός δυσδιάλυτος κυκεώνας. Με την κατάσταση μάλιστα στην οποία βρίσκεται ακόμη η προϊστορία και η πρωτοϊστορία της Λέσβου κάθε δοκιμή που επιχειρείται, για να συσχετιστούν οι μύθοι με τα γεγονότα, δεν πετυχαίνει παρά να μεγαλώσει τη σύγχυση.

Η ΛΕΣΒΟΣ ΣΤΑ ΟΜΗΡΙΚΑ ΕΠΗ

Ο Όμηρος ως υμνητής του Τρωικού πολέμου δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στις ληστρικές επιδρομές των Αχαιών στη Λέσβο για την εξασφάλιση της διατροφής του πολυάριθμου στρατού κατά τη διάρκεια του δεκάχρονου πολέμου. Στις επιδρομές αυτές όμως δεν αρκούνταν μόνο στην αρπαγή βιοτικών αγαθών και πολύτιμων μετάλλων, αλλά σκότωναν ή πουλούσαν ως δούλους τους άνδρες και σκλάβωναν τις γυναίκες. Σ' όλες αυτές τις επιχειρήσεις αρχηγός αναφέρεται ο Αχιλλέας. Πόσες πόλεις της Λέσβου είχαν την πικρή αυτή εμπειρία δεν αναφέρει ο Όμηρος, αλλά μας παρέδωσε την πληροφορία ότι τα λάφυρα ήταν πάρα πολλά και πολύτιμα,

Αγγείο από το σπήλαιο του Αγίου Βαρθολομαίου (Αρχ. Μουσείο Μυτιλήνης)


γεγονός που επιβεβαιώνει την οικονομική ευρωστία των Λεσβίων. Ο Ομηρος παραθέτει ότι ο Αχιλλέας μετά από πολεμική επιχείρηση στη Λέσβο έλαβε ως γέρας τη Διομήδη, θυγατέρα του άρχοντα του νησιού Φόρβαντα αφήνοντας στον Αγαμέμνονα να διαλέξει για τον εαυτό του επτά κορίτσια από τη Λέσβο (Ηλιάδα, ραψ. I 129, 271. 664). Σε κάποια εκστρατεία των Αχαιών εναντίον της Λέσβου διακρίθηκε ο Οδυσσέας σ' ένα επεισόδιο που μόνο στην Οδύσσεια (δ 342 κ.ε. & ρ 133 κ.ε.) αναφέρεται χωρίς πολλές λεπτομέρειες: ο ήρωας σκότωσε, μετά από πάλη μέσα σε γενική αγαλλίαση των Αχαιών, το Φιλομείδη, άρχοντα της Μυτιλήνης, επειδή αρνήθηκε να φιλοξενήσει τον ίδιο και το στρατό του. Ακόμα στο στίχο 544, ραψ. Ω, της Ιλιάδας ο Όμηρος με το στόμα του Αχιλλέα αναφέρει τα πλούτη αλλά και τις νίκες του Πριάμου στο "έδος του Μάκαρος", τη Λέσβο, στον Ελλήσποντο και τη Φρυγία, όταν ο βασιλιάς της Τροίας του ζήτησε τη σορό του γιου του, του Έκτορα. Υπάρχει επίσης η παράδοση ότι ο Αχιλλέας κατέλαβε τη Μήθυμνα με τη βοήθεια της Πεισιδίκης, κόρης του βασιλιά της πόλης, που τον ερωτεύτηκε, όταν τον είδε από ψηλά. Όμως ο σκληροτράχηλος πολεμιστής, όταν εισήλθε στα τείχη από την πόρτα, που του άνοιξε κρυφά η Πεισιδίκη, και κατέλαβε την πόλη, σκότωσε τον βασιλιά Λεπέτυμνο και τους γιους του και πρόσταξε στη συνέχεια να λιθοβολήσουν την προδότρια (Παρθένιος: Ερωτικά κεφ. 21). Ακόμη στην Οδύσσεια (γ 169) αναφέρεται ότι την "εϋκτιμένην Λέσβον" χρησιμοποίησαν ως σταθμό ανεφοδιασμού για την επιστροφή τους, μετά την καταστροφή της Τροίας, οι στόλοι του Νέστορα, του Διομήδη και του Μενελάου.

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ

Η προϊστορική εποχή στη Λέσβο δεν έχει ερευνηθεί επαρκώς. Τα χειροποίητα από χονδρόκοκκο πηλό αγγεία, που βρέθηκαν στο σπήλαιο του Αγ. Βαρθολομαίου στη Χερσόνησο Αμαλής (Καγιάνι) και που χρονολογούνται στη νεότερη νεολιθική εποχή (4000 - 2800 π.Χ.) φανερώνουν την περιστασιακή ή εποχιακή διαμονή βοσκών σ' αυτό τον τόπο. Υπάρχουν ωστόσο αρκετά στοιχεία που μαρτυρούν ότι οι άνθρωποι της εποχής αυτής εγκαταστάθηκαν σε παράλιες θέσεις κατάλληλες για αλιεία, εμπόριο και επικοινωνία. Δυστυχώς όμως πολλές από τις εγκαταστάσεις αυτές έχουν καταστραφεί από την ανύψωση της θάλασσας. Η μεγαλύτερη οικιστική δραστηριότητα παρουσιάστηκε στα παράλια του κόλπου Καλλονής, γιατί το ήπιο κλίμα, η πλούσια πανίδα και χλωρί-


δα, τα προφυλαγμένα από τους βόρειους ανέμους παράλια πρόσφεραν στους κατοίκους τις ιδεώδεις συνθήκες για εγκατάσταση. Ο αρχαιότερος προϊστορικός οικισμός της Λέσβου βρίσκεται στην τοποθεσία Χαλακιές της περιοχής Πολιχνίτου. Τα λείψανα αυτού του οικισμού, που τον ανακάλυψε το 1960 ο αρχαιολόγος Σεραφείμ Χαριτωνίδης, χρονολογούνται στο τέλος της νεολιθικής εποχής (3000 - 2800 π.Χ.). Τα αγγεία που έχουν περισυλλεγεί παρουσιάζουν αρκετές ομοιότητες με την κεραμική από το Άγιο Γάλας (στο βορειότερο άκρο της Χίου ακριβώς απέναντι από την είσοδο του Κόλπου). Στο προσκήνιο όμως της προϊστορίας εμφανίζεται το νησί με πολιτισμό μάλιστα εξελιγμένο και εξαιρετικά ενδιαφέροντα μονάχα την επόμενη περίοδο, την πρώιμη εποχή της Χαλκοκρατίας (2800 - 2000 π.Χ.). Άλλωστε η σύνδεση της Λέσβου με τα άλλα νησιά του Β. Αιγαίου και την Τρωάδα είναι τόσο στενή, ώστε ο πολιτισμός που ακμάζει στη Λήμνο (Πολιόχνη) και προπάντων στην Τροία επηρέασε καθοριστικά και τον πολιτισμό των οικισμών της Λέσβου. Η επίδραση αυτή του λεγάμενου παρα-τρωϊκού πολιτισμού υπήρξε πιο έντονη για την πολιτιστική εξέλιξη των προϊστορικών οικισμών της Θερμής και του Κουρτήρ Λισβορίου. Τα αποτελέσματα των ανασκαφών της αγγλίδας αρχαιολόγου Γουίνεφρεδ ΛαμW. ( Lamb), μεταξύ των ετών 1929 και 1933 στην παραλία πλησίον των ιαματικών λουτρών της Θερμής, υπήρξαν σημαντικά. Ο οικισμός που αποκαλύφθηκε άκμασε σε δύο περιόδους (1η περίοδος 3000 - 2400 π.Χ. και 2η περίοδος 1400 - 1100 π.Χ.). Κατά την πρώτη περίοδο, όπως φάνηκε από τις ανασκαφές, ο οικισμός ανανεώθηκε τέσσερις φορές διαδοχικά, ώσπου να φτάσει στην τελική και τυπικότερη φάση του. την πέμπτη (2500 - 2400 π.Χ.), οπότε και απόκτησε για πρώτη φορά ιδιαίτερο τείχος που είχε πλάτος 2 μέτρα, προτειχίσματα και προμαχώνες στις εισόδους. Η οχυρωματική κατασκευή όμως παρουσιάζει πολλές αμυντικές ατέλειες που μαρτυρούν την έλλειψη εμπειρίας των ανθρώπων αυτών στον τομέα των αμυντικών συστημάτων. Το κύριο τείχος, που ήταν κτισμένο με διάφορους σχιστόλιθους και ακανόνιστους τιτανόλιθους, είχε πλάτος 2 μέτρα και σωζόμενο ύψος 1,10 μ. Η κατασκευή τείχους βεβαιώνει ότι οι κάτοικοι στα προηγούμενα χρόνια ζούσαν ειρηνικά, χωρίς να αντιμετωπίζουν σοβαρούς κινδύνους. Η έκταση που κατείχε ο οικισμός αυτός, πριν σκεπασθεί ο μισός σχεδόν από θάλασσα, ήταν περίπου 16 στρέμματα και πληθυσμός στην εποχή της μέγιστης ακμής υπολογίζεται ότι δεν ξεπερνούσε τα χίλια άτομα. Το ρυμοτομικό σχέδιο του οικισμού ήταν ιδιόμορφο: εγκάρσιοι δρόμοι ενώνονταν σε μια ακανόνιστη ευθύγραμμη κεντρική αρτηρία, που είχε σχήμα ορθής γωνίας. Τα 150 - 160 περίπου σπίτια τους ήταν κτισμένα με επιχώριες


Κάτοψη του συνοικισμού της θερμής Θερμή V (W. Lamb)

πέτρες και είχαν μακρόστενο σχήμα με κοινούς μεσότοιχους και κατά συστάδες κοινές οριζόντιες αργιλοσκεπείς στέγες με πρόσοψη απευθείας επάνω στους δρόμους σχηματίζοντας έτσι μια στοιχειώδη οχυρωματική γραμμή, όπως συνηθιζόταν σ' όλους τους μικρούς οικισμούς του Αιγαίου. Το σχήμα τους ακολουθούσε τον οικοδομικό τύπο του "μεγάρου" με ένα μεγάλο δωμάτιο στο βάθος και ένα χώρο εισόδου μπροστά. Σε κάθε κατοικία υπήρχαν τρεις - τέσσερις εστίες, ενώ σ' ολόκληρο τον συνοικισμό υπήρχαν αρκετά πηγάδια για την ύδρευση, παράλληλα με τους στρογγυλούς λάκκους που ήταν αλειμμένοι εσωτερικά με πηλό για την εξυπηρέτηση θρησκευτικών ή πρακτικών σκοπών. Η πόλη διέθετε και μαγαζιά, όπου υπήρχαν πιθάρια για την τοποθέτηση των εμπορευμάτων. Νεκροταφείο δεν απεκαλύφθηκε ούτε τάφοι κάτω από το έδαφος των σπιτιών, όπως σε


άλλες προϊστορικές πόλεις, αλλά βρέθηκαν μέσα σε στάμνες μερικά κόκκαλα, κυρίως, παιδιών. Οι δρόμοι ήταν στρωμένοι με ακανόνιστες πλακόπετρες. Σε καμιά από τις οικοδομικές του φάσεις ο οικισμός της Θερμής δεν φαίνεται να ήταν αγροτικός, γιατί η πυκνή παράταξη των σπιτιών δεν άφηνε καθόλου ελεύθερο χώρο για την ικανοποίηση των αναγκών της αγροτικής ζωής. Σίγουρο, όμως, είναι ότι οι αγρότες που καλλιεργούσαν την εύφορη περιοχή της Θερμής είχαν τις κατοικίες τους σπαρμένες στην ύπαιθρο. Το ρυμοτομικό σχέδιο του οικισμού ήταν ιδιόμορφο· εγκάρσιοι δρόμοι ενώνονται σε μια ακανόνιστη ευθύγραμμη κεντρική αρτηρία, που είχε σχήμα ορθής γωνίας. Τα μακρόστενα σπίτια, που ήταν χτισμένα από πέτρες και είχαν οριζόντιες στέγες σκεπασμένες με άργιλο, βρίσκονταν αραδιασμένα το ένα δίπλα στο άλλο έχοντας την πρόσοψή τους απευθείας επάνω στους δρόμους. Το σχήμα τους ακολουθούσε τον οικοδομικό τύπο του "μεγάρου" με ένα μεγάλο δωμάτιο στο βάθος και ένα χώρο εισόδου μπροστά. Σε καμιά από τις οικοδομικές του φάσεις ο οικισμός της Θερμής δεν φαίνεται να ήταν αγροτικός, γιατί η πυκνή παράταξη των σπιτιών δεν άφηνε καθόλου ελεύθερο χώρο για την ικανοποίηση των αναγκών της αγροτικής ζωής. Οι κάτοικοι της Θερμής ασχολούνταν με τη θάλασσα, κυρίως ψάρευαν και εμπορεύονταν με τα απέναντι παράλια. Σ' αυτό τους διευκόλυνε η γεωγραφική θέση του οικισμού. Μετά το 2400 π.Χ. και πριν από το 2200 π.Χ. ο οικισμός αυτός, όπως υποστήριξε η W. Lamb, εγκαταλείφθηκε, πιθανόν λόγω των επιδρομών προσθιοασιατικών ανθρώπων, και οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να μετοικήσουν στο εσωτερικό του νησιού για περισσότερη ασφάλεια. Το χωριό που σχηματίστηκε στα μέσα της 2ης χιλιετηρίδας δεν απέκτησε την παλιά του ζωντάνια έως ότου καταστράφηκε από φωτιά περίπου το 1200 π.Χ.. Πολλοί τοποθετούν το τέλος της ζωής του οικισμού στη διάρκεια του Τρωικού πολέμου εξαιτίας των ληστρικών επιδρομών των Αχαιών εναντίον της Λέσβου. Επίσης από τις ανασκαφές στην τοποθεσία Κουρτήρ Λισβορίου, πάνω σ' ένα μικρό ακρωτήριο (ακρωτήρι>κωρτήρι>Κουρτήρ), διαπιστώθηκε ότι στο χώρο αυτό, που είναι προνομιούχος από άποψη γονιμότητας του εδάφους και άφθονων και εύγεστων ψαριών και θαλασσινών, είχε αναπτυχθεί κατά την πρώιμη εποχή της Χαλκοκρατίας (2800/2700 - 2000/1900 π.Χ.) ο μεγαλύτερος και σπουδαιότερος μέχρι σήμερα γνωστός προϊστορικός οικισμός της Λέσβου. Ο αμερικανός αρχαιολόγος και διευθυντής των ανασκαφών της αρχαίας Πύλου Cornell John Coleman υποστήριξε ότι ο οικισμός αυτός ήταν περίπου 5 φορές μεγαλύτερος σε έκταση από τον οικισμό της Θερμής. Το πιο αξιόλογο μέρος, όπως και της Θερμής, το καταβρόχθι-


Σχέδια προϊστορικών "οστράκων" της εποχής του Χαλκού και κοπτικών πετρών


σε η θάλασσα. Σε μικρή απόσταση από την παραλία του οικισμού φαίνεται στον πυθμένα της θάλασσας η βάση ενός κυματοθραύστη. Μια συστηματική αρχαιολογική ανασκαφή των ερειπίων και υποβρύχια διερεύνηση των καταποντισμένων λιμενικών εγκαταστάσεων του οικισμού θα περισώσει ίσως αρκετά μνημεία από τον κίνδυνο αφανισμού και θα δώσει αρκετά στοιχεία για τη γνώση του προϊστορικού πολιτισμού στη Λέσβο. Η περιοχή αυτή κατοικήθηκε σ' όλες σχεδόν τις εποχές. Μάλιστα οι περισσότεροι ειδικοί επιστήμονες ταυτίζουν την αρχαία Πύρρα με τον οικισμό του Κουρτήρ. Ίχνη, ακόμη, προϊστορικών συνοικισμών παρατηρούνται στη δυτική παραλία του κόλπου της Γέρας πλησίον του Περάματος, όπου υπήρχε πιθανόν ο οικισμός της Ιεράς. Αλλά και νοτιοδυτικά στο μυχό του κόλπου, στο Ντίπι, υπάρχουν ενδείξεις για την ύπαρξη ενός σημαντικού συνοικισμού. Η θέση όμως έχει υποστεί πιθανότατα καθίζηση προς την πλευρά της θάλασσας. Επίσης κοντά στο Λισβόρι, στον αυχένα μεταξύ δύο υψωμάτων, στη θέση Κατάπυργος (βόρεια από το Δαμάνδρι), επισημάνθηκε από την αρχαιολογική υπηρεσία ο μόνος από τους μέχρι σήμερα γνωστούς προϊστορικούς οικισμούς που δεν είναι παραλιακός. Ακόμη προϊστορικοί οικισμοί που δεν έχουν ακόμα ερευνηθεί αναφέρονται από τον αρχαιολόγο Μίλτη Παρασκευαϊδη στο λόφο Προφήτη Ηλία της Αγίας Παρασκευής και από τον ιστοριοδίφη Μάκη Αξιώτη στη θέση Ποδαρά του Μεσοτόπου, στο Πρασολόγο (νησάκι πλησίον του Μανταμάδου), στα Αγγουρέλια του Μανταμάδου, στην Πλάτη Μυστεγνών, στο λόφο Σάλιακα (ανατολ. παραλ. Κόλπου Γέρας), στο Ανεμοβούνι (Λάψαρνα) και στην Κούκλα (Γαβαθά). Η έκταση που πήρε η κατοίκηση της Λέσβου στην Προϊστορική εποχή και ακόμη η διάβρωσή της παραμένουν άλυτα προβλήματα που μονάχα αν προχωρήσει η ανασκαφική έρευνα θα μπορέσουν να αντιμετωπιστούν σε σταθερές βάσεις. Μερικούς αιώνες αργότερα, κατά την εποχή της Υστέρας Χαλκοκρατίας (1580 - 1100 π.Χ.) και στις αρχές της αρχαϊκής εποχής (11ος και 10ος αιώνας) λόγω της έλευσης των εποίκων Αιολέων άλλαξε η δημογραφική σύνθεση της Λέσβου και σημειώθηκαν ανακατατάξεις στην οικιστική διάρθρωση. Νέες πόλεις και καινούριοι οικισμοί δημιουργήθηκαν, ενώ άλλοι παλαιότεροι ερημώθηκαν. Έτσι στο τέλος του 10ου αιώνα στη Λέσβο ευημερούν πέντε οικισμοί: η Μυτιλήνη, η Μήθυμνα, η Πύρρα, η Αντισσα και η Ερεσός. 1. Η πρώτη πόλη της Μυτιλήνης χτίστηκε το 1054 π.Χ. από τους Πενθιλίδες, που διατήρησαν τη βασιλική εξουσία μέχρι τα χρόνια του Πιττακού,


πάνω στο μικρό νησάκι (το σημερινό Κιόσκι και Κάστρο). Το νησάκι αυτό διαχωριζόταν από το υπόλοιπο νησί από ένα θαλασσινό πέρασμα, τον Εύριπο, προς το μέρος των σημερινών οικισμών Κομιδιάς και Κουλμπάρας. 2. Η Μήθυμνα χτίστηκε απέναντι από την Τρωάδα εξασφαλίζοντας τον έλεγχο της βόρειας εισόδου στον Αδραμυτινό κόλπο, ενώ τη νότια είσοδο αυτού του θαλάσσιου περάσματος ήλεγχε η πόλη της Μυτιλήνης. 3. Η αρχαία πόλη της Άντισσας δημιουργήθηκε στην παραλιακή τοποθεσία Οβριόκαστρο όπου το μεσαίωνα οι Γενοβέζοι ανήγειραν κάστρο. Η πόλη αυτή καταστράφηκε από τους Ρωμαίους το 167 π.Χ. εξαιτίας της βοήθειας που πρόσφερε στο Μακεδόνα βασιλιά Περσέα, εχθρό της Ρώμης. 4. Πύρρα· η αρχαιότερη πόλη βρισκόταν στην τοποθεσία Κουρτήρ Λισβορίου, όπου λείψανα των λιμενικών εγκαταστάσεών της διακρίνονται ακόμα και σήμερα στον πυθμένα των νερών του κόλπου Καλλονής. Δε γνωρίζουμε πότε ακριβώς οι κάτοικοι εγκατέλειψαν τη θέση αυτή και μετακινήθηκαν στο μυχό του κόλπου για να κτίσουν τη νεότερη Πύρρα,

Κάτοψη του οικισμού της Μυτιλήνης


Κάτοψη του οικισμού της Ερεσσού

Κάτοψη του οικισμού της Πύρρας


Κάτοψη του οικισμού της Μήθυμνας

της οποίας ένα μεγάλο μέρος καταστράφηκε στο μεγάλο σεισμό το 231 μ.Χ. 5. Η Ερεσός χτίστηκε στη Ν.Δ. παραλία του νησιού στο επίνειο της σημερινής ομώνυμης Κωμόπολης. Εκτός από αυτές τις πέντε αυτόνομες πόλεις του νησιού διάφοροι γεωγράφοι και ιστορικοί της Αρχαίας και Βυζαντινής εποχής αναφέρουν και άλλους μικρότερους οικισμούς, που δημιουργήθηκαν μετά τον Θ' αιώνα π.Χ. και που τους περισσότερους είναι δύσκολο σήμερα να τους προσδιορίσουμε γεωγραφικά. Αυτοί οι οικισμοί είναι: 1. Η Πενθίλη: οικισμός που θυμίζει τον Πένθιλο, οικιστή της Λέσβου· βρισκόταν δυτικά του κόλπου της Γέρας στους πρόποδες του Ολύμπου. 2. Το Μέταον, πιθανόν να βρισκόταν στην περιοχή του Πλωμαρίου. Σύμφωνα με τον ιστορικό Ελλάνικο το Μυτιληναίο κτίστηκε από τον Τυρρηνό Μέτα. 3. Η Αγαμήδη: οικισμός πλησίον της νεότερης Πύρρας και όπως πιστεύουν πολλοί καταστράφηκε μαζί μ' αυτήν το 231 μ.Χ. 4. Ιερά· αναφέρεται μόνο από τον Πλίνιο ως πόλη που καταστράφηκε στην αρχαιότητα. Πιστεύεται ότι βρισκόταν πλησίον της τοποθεσίας Ντιπ, αλλά σκεπάστηκε από τα νερά του Ελαιοφόρου ή Κόλπου της Γέρας (Γέρα από το Ιερά). 5. Η Αίγειρος· προσδιορίζεται γεωγραφικά από το Στράβωνα ως χωριό μεταξύ Μυτιλήνης και Μήθυμνας. 6. Η Νάπη∙ βρισκόταν στην ίδια θέση με το σημερινό ομώνυμο χωριό· πήρε αυτή την ονομασία, γιατί κατά το Στράβωνα (IX, C "Καλούσιν δι' ούτως από του συμβεβηκότος τω τόπω· δρυμώδης γαρ έστι"). Στη θέση αυτή υπήρχε το ιερό του Απόλλωνα "εξ ου και Απόλλων Ναπαίος".


7. Το Πόλιον· οικισμός της Λέσβου όπου κατά το Βυζάντιο Στέφανο υπήρχε το ιερό του Ταντάλου ήρωα. 8. Ξάνθος· αναφέρεται από το Στέφανο το Βυζάντιο "...έστι και Ξάνθος πόλις εν Λέσβω". 9. Υπερδέξιον οικισμός όπου κατά το Στέφανο το Βυζάντιο λατρευόταν ο Δίας και η Αθηνά "Υπερδέξιον, χωρίον Λέσβου, εν ω Ζευς Υπερδέξιος και Υπερδεξία Αθηνά". 10. Κίλλαιον∙ αναφέρεται μόνο από το Στράβωνα, αλλά δεν είναι δυνατό να προσδιορίσουμε αν ήταν οικισμός ή ναός. 11. Σίνα· οικισμός που κατά το Στράβωνα βρισκόταν κοντά στην τοποθεσία "Λαρισσαίες πέτρες". 12. Αρίσβη· βρισκόταν κοντά στο σημερινό ομώνυμο οικισμό στο κάστρο της Καλλονής. Η πόλη αυτή τον 9ο αιώνα είχε αποκτήσει ικανή στρατιωτική και οικονομική δύναμη, γι' αυτό ήταν αυτόνομη· στους επόμενους όμως αιώνες γνωρίζει την παρακμή εξαιτίας της ισχυροποίησης της Μήθυμνας. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι την "ηνδραπόδισαν" οι Μηθυμναίοι, γεγονός που τοποθετείται πριν από το 700 π.Χ. Η Λέσβος στον Όμηρο αναφέρεται ως ενιαία επικράτεια κάτω από ένα βασιλιά. Από τις αρχές όμως του Θ' αιώνα η Πύρρα, η Αρίσβη, η Άντισσα, η Ερεσός, η Μήθυμνα, η Ιερά και η Μυτιλήνη είναι αυτόνομες πόλεις. Γενικά όλες οι πόλεις της Λέσβου μέχρι τον Η' αιώνα π.Χ. δεν είχαν συστηματικές οχυρώσεις, αλλά εξασφαλίζονταν από τις εχθρικές επιθέσεις

Κάτοψη του οικισμού της Άντισσας


Αγγεία από τον προϊστορικό οικισμό της Θερμής (αρχαιολογικό μουσείο Μυτιλήνης)


με τη δημιουργία πρόχειρων οχυρωματικών έργων σε φυσικές αμυντικές θέσεις. Μετά από τον Η' αιώνα η αριστοκρατική ολιγαρχία οχυρώνει τις ακροπόλεις όχι μόνο για να προφυλαχτεί από τους εξωτερικούς κινδύνους, αλλά και από τις λαϊκές εξεγέρσεις. Τον ίδιο αιώνα οι Λέσβιοι εγκαθίστανται στα απέναντι μικρασιατικά παράλια και δημιουργούν "τον αιγιαλόν των Μυτιληναίων", δεκάδες πόλεις (κατά το Στράβωνα 30) με τις οποίες μέχρι το 1922 είχαν φυλετικές και οικονομικές σχέσεις.

ΘΡΗΣΚΕΙΑ

Οι γνώσεις μας για τη θρησκεία των κατοίκων της Λέσβου είναι πολύ περιορισμένες. Στηρίζονται κυρίως σε παραστάσεις θρησκευτικού ίσως περιεχομένου πάνω σε μικροτεχνήματα. Όλη η Προϊστορική εποχή (2800 1100 π.Χ.) υπήρξε περίοδος χάους για την ελληνική θρησκεία: δοξασίες και λατρείες της Ανατολής διασταυρώθηκαν με εγχώριες και βόρειες, ενώ παράλληλα ένα πλήθος τοπικών λατρειών των μετακινούμενων φύλων άρχισαν να ανακατεύονται σ' ένα μεγάλο χωνευτήρι. Η λατρεία των Ολυμπίων θεών έφτασε στη Λέσβο από τους πρώτους ελληνόγλωσσους αποίκους περίπου το 1900 π.Χ. Η θρησκεία αυτή ήταν ανεικονική και γι' αυτό δεν έχουμε παραστάσεις των θεών που λάτρευαν. Οι λατρευτικές τελετές γίνονταν σε υπαίθριους χώρους και σε ιερά άλση, πράγμα που εξηγεί την έλλειψη ναών και ιερών κτισμάτων της εποχής αυτής. Ήδη όμως από τους πρώτους "Προέλληνες" λατρευόταν ο Ποσειδώνας που τους συνόδευε στα ταξίδια τους. Προς το τέλος της προϊστορικής εποχής ο Απόλλωνας είναι ο πλέον λατρευτός θεός από τους Λεσβίους, οι οποίοι, σύμφωνα με το μύθο, είχαν την τύχη να περισυλλέξουν από την παραλία της Άντισσας τη λύρα και το κεφάλι του μεγάλου μύστη του θεού της μουσικής, του Ορφέα, όταν οι μαινάδες της Θράκης τον κατασπάραξαν. Γενικά, περισσότερο οι τοπικές λατρείες και όχι η επίσημη θρησκεία των "Πρωτο-Έλλήνων" εφείλκυσαν την ευλάβεια του λαού και την αυθόρμητη θρησκευτική συγκίνηση.

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ

Η διάρθρωση της λεσβιακής κοινωνίας ήταν η ίδια με των άλλων μυκηναϊκών κρατών το πρώτο είδος του πολιτεύματος των πόλεων κρατών


υπήρξε η βασιλεία· Τα πρωτεία στην ιεραρχία των λεσβιακών πόλεων κατείχε η Μυτιλήνη με βασιλιά από το γένος που είλκε την καταγωγή του από τους αρχηγούς της "αιολικής αποικίας", τους Πενθιλίδες. Αλλά και οι άλλες πόλεις είχαν βασιλείς από τα σπουδαιότερα αιολικά γένη. Ο βασιλιάς όμως περιστοιχιζόταν από ένα συμβούλιο ευγενών. Τα μέλη του συμβουλίου ήταν οι μεγαλύτεροι κτηματίες ή οι αρχηγοί των φατριών, που τον συμβούλευαν στην άσκηση της εξουσίας. Βασιλιάς και ευγενείς απέδιδαν την καταγωγή τους στους γενάρχες και στους πρώτους αποίκους του νησιού. Τον κοινό λαό τον αποτελούσαν οι αγρότες, οι βιοτέχνες και οι έμποροι. Οι θήτες ήταν οι ελεύθεροι εργάτες των αγρών, που δεν είχαν περιουσία ή μόνιμη εργασία, ενώ οι δούλοι προέρχονταν από αιχμαλωσία ή αγοραπωλησία.

ΚΛΙΜΑ - ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ Είναι βέβαιο ότι στα κύρια χαρακτηριστικά του το κλίμα της Ελλάδας δεν έχει αισθητά αλλάξει από τις πρώτες χιλιετίες του Ολοκαίνου - πριν από οκτώ χιλιάδες χρόνια τουλάχιστον - αλλά ούτε ο θερμομετρικός χαρακτήρας της χώρας και η γενική κατάσταση του περιβάλλοντος. Διαφορές παρατηρήθηκαν σε μερικά μόνο σημεία στη στάθμη της θάλασσας. Τα διάφορα γεωργικά είδη είχαν ήδη εγκλιματιστεί από αυτή την εποχή. Η βλάστηση της Λέσβου στην αρχαιότητα παρουσίαζε αρκετές ομοιότητες με τη σημερινή ως προς τα είδη. Διαφορές εντοπίζονται μόνο στη κατανομή της έκτασης. Τα δάση (πεύκα στο κεντρικό και Ν.Δ. τμήμα και βαλανιδιές στο Β.Δ.) καταλάμβαναν τη μισή σχεδόν επιφάνεια του νησιού. Η καλλιέργεια της ελιάς ήταν ελάχιστη, ενώ αντίθετα μεγάλη ήταν των αμπελιών. Αλλά και τα είδη του ζωϊκού κόσμου του νησιού στην αρχαιότητα πρέπει να ήταν τα ίδια με τα σημερινά. Βέβαια στην κτηνοτροφία και την πτηνοτροφία έχουν εισαχθεί κάποιες καινούργιες ράτσες στην σύγχρονη εποχή. Ακόμη η μείωση των δασών για περισσότερη καλλιέργεια της ελιάς, κυρίως κατά τη περίοδο των Γατελούζων. συνέβαλε στην εξάλειψη κάποιων από τα άγρια ζώα που υπήρχαν επάνω στο νησί στην αρχαιότητα, όπως του λύκου και του αγριόχοιρου. Η επιβίωση των κατοίκων της Λέσβου βασιζόταν σε ένα είδος μικτής οικονομίας. Η γεωργία και η κτηνοτροφία αποτελούσαν από την αρχή τη βάση των οικονομικών δραστηριοτήτων τους. Τα πολλά αμπέλια, η αλιεία, η καλλιέργεια των σιτηρών και της ελιάς, εξασφάλιζαν κάποια επάρκεια υγιεινής τροφής, αλλά πάντοτε με σκληρό μόχθο. Βέβαια η απόδοση των


Όταν οι γυναίκες της Θράκης σκότωσαν τον Ορφέα, στερέωσαν το κεφάλι του στη λύρα του και το έριξαν στη θάλασσα. Τα κύματα το πήραν και το έστειλαν στη Λέσβο, όπου συνέχιζε να απαγγέλλει ποιήματα, να τραγουδάει και να χρησμοδοτεί. Στην αινιγματική αυτή παράσταση, ένας άντρας, κρατώντας ένα διπλό σχοινί, σκύβει πάνω από το κεφάλι του Ορφέα, που μιλάει ή τραγουδάει, καθώς γίνεται φανερό από το μισάνοιχτο στόμα του. Από τις έξι συνολικά γυναίκες της σύνθεσης, φαίνονται εδώ ολόκληρες οι τρεις. Η μία κρατάει λύρα, οι άλλες δύο διπλό αυλό. Είναι οι Μούσες, συγγενείς του Ορφέα και ομότεχνές του. | Ερυθρόμορφη κάλπη. Γύρω στο 440 π.Χ. Βασιλεία. (Φωτογραφία από την "Ελληνική Μυθολογία" της Εκδοτικής Αθηνών, τόμος 3, σελ. 297)]


καλλιεργειών ήταν χαμηλή, γιατί η άροση γινόταν με πρωτόγονα μέσα. Αλλά η ανέκαθεν φτωχή γη δεν ανέστειλε την πορεία του λαού της. Στην καρτερία που απέκτησε ο λαός αυτός παλεύοντας με την άγονη γη του αποδίδεται το ηθικό μεγαλείο το οποίο μαζί με την "αείποτε σύντροφο" πενία του, κατά του Θουκυδίδη, υπήρξαν οι γενεσιουργές αιτίες της δημιουργίας του μετέπειτα λαμπρού πολιτισμού. Επίσης από πολύ νωρίς αναπτύχθηκε η αγγειοπλαστική και η βυρσοδεψία, ενώ η ανάγκη της επικοινωνίας με την υπόλοιπη Ελλάδα στάθηκε η αιτία για την ανάπτυξη της τεχνικής, της ναυπηγικής, της ναυσιπλοΐας, της σιδηρουργίας και, προς το τέλος της προϊστορικής εποχής, του εμπορίου.

ΠΡΟΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ Οι γνώσεις που έχουμε για την εποχή αυτή βασίζονται κυρίως στα ευρήματα που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη στον οικισμό της Θερμής. Είναι σίγουρο ότι παρά την έντονη αντίθεση των δύο πληθυσμιακών στοιχείων, η ανάμιξη των απογόνων των νεοφερμένων και των προϊστορικών κατοίκων του νησιού έγινε πλήρης. Στο αμάγαλμα που προέκυψε οι Αιολείς κατέθεσαν τη γλώσσα τους και την κύρια χροιά στον ανώτερο πολιτισμό που αναπτύχθηκε υπό την ηγεσία τους, ενώ οι παλιοί κάτοικοι έδωσαν τις προαιώνιες λαϊκές συνήθειες που ήταν ριζωμένες στο νησί. Στην αρχή της Πρώιμης Χαλκοκρατίας (2800 - 1900 π.Χ.) παρά τη διάδοση των μεταλλικών εργαλείων τα οστέινα και λίθινα εργαλεία εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται όπως στη νεολιθική εποχή. Η πέτρα χρησιμοποιείται για την κατασκευή εργαλείων μεγάλου μεγέθους που προορίζονταν για τις βαριές εργασίες, ενώ τα οστά, τα κέρατα ζώων, ο πυριτόλιθος και ο οψιανός για την κατασκευή λειτουργικών αντικειμένων, όπως λεπίδων και όπλων. Ξύλινα εργαλεία δεν έχουν σωθεί, αλλά είναι σίγουρο ότι από ξύλο κατασκευάζονταν κυρίως οι λαβές των λίθινων εργαλείων. Από πολύ νωρίς όμως οι κάτοικοι της Θερμής λιώνουν το χαλκό στη φωτιά και με το μέταλλο αυτό κατασκευάζουν όπλα και εργαλεία κατάλληλα για την εξυπηρέτηση των τεχνών και την ικανοποίηση των αναγκών της καθημερινής ζωής. Πρόκειται κυρίως για μαχαίρια, βελόνες με τρύπα και μυτερή ακίδα για ράψιμο, Εξαίρετα δημιουργήματα της μεταλλοτεχνίας αποτελούν και οι περόνες με τις καλλιτεχνικά επεξεργασμένες κεφαλές που χρησίμευαν για να συγκρατείται το φόρεμα στους ώμους. Τα


πολλά ειδώλια, κυρίως τα πήλινα που βρέθηκαν σ' αυτό το χώρο, εκτός από την αισθητική τους αξία, μας παρέχουν πολύτιμες ενδυματολογικές μαρτυρίες. Οι γυναικείες μορφές, με χέρια υψωμένα και με πόδια ενωμένα ή ανοικτά, έχουν χαρακτηριστικά πλαστικά και είναι βαθύζωνες με κοντό χιτώνα και πίσω από τη μέση έχουν κροσσούς ή κεντημένες γραμμές. Μάλιστα κοντά σ' αυτά τα ειδώλια βρέθηκαν κουτάλια, άγκιστρα, κώνοι για αδράχτια. Η κεραμεική είναι γνωστή και στον οικισμό αυτό, όπως και σ' όλο το γεωγραφικό χώρο του παρατρωϊκού πολιτισμού. Τα αγγεία κατασκευασμένα από μελανό, ερυθρό και καστανόχρωμο πηλό ήταν χειροποίητα σε σχήματα που υπαγορεύονταν από τις πρακτικές ανάγκες, όπως πρόχοι, κύλικες, σκύφοι, ποτήρια, κούπες διαφόρων ειδών, χύτρες με συμφυή τα πύραυνα. Τα μαύρα αγγεία, που σκόπιμα έχουν βαφεί με καπνό ή με εφαρμογή πολλών φύλλων ή με ανάμιξη κάρβουνου και λεπτής και κατεργασμένης λάσπης, έχουν την επιφάνεια λεία. Τα αγγεία της πρώτης και δεύτερης περιόδου παρουσιάζουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά με εκείνα της Τροίας σε αντίθεση με της τελευταίας περιόδου. Μάλιστα η χρήση της τεχνικής των καστανόχρωμων αγγείων στη Λέσβο που ήταν ευρεία από την Προϊστορική περίοδο μέχρι την Κλασική, μαρτυρεί τη διατήρηση των τοπικών συνηθειών. Η διακόσμηση στην αρχή ήταν εγχάρακτη. Το χαρακτηριστικό κόσμημα ήταν το ψαροκόκκαλο που υπαγορευόταν όχι μόνο από τις πρακτικές ανάγκες αλλά και από την επίτευξη αισθητικών αποτελεσμάτων. Στη συνέχεια το ψαροκόκκαλο εξαφανίστηκε και παρουσιάστηκε η διακόσμηση με άσπρη βαφή. Τα χαράγματα τότε άρχισαν να λιγοστεύουν και να γεμίζονται και αυτά με χρώμα. Από την επόμενη φάση η βαφή δε συνεχίζεται πια ενώ αραιώνει και η χάραξη. Επίσης στις ανασκαφές βρέθηκε μεγάλος αριθμός κοκκάλινων αντικειμένων, κυρίως από επεξεργασμένα νύχια πουλιών και κέρατα ελαφιών. Επίσης, τα υφαντικά βάρη και τα σφονδύλια βεβαιώνουν την άσκηση της νηματουργίας και της υφαντικής από τους κατοίκους της Θερμής. Η Λέσβος την επόμενη ιστορική εποχή εκμεταλλευόμενη την πολιτιστική κληρονομιά της και αφομοιώνοντας δημιουργικά νέες ιδέες, που εισάγει εκλεκτικά από τα διάφορα μέρη, θα παρουσιάσει έντονη πολιτιστική δραστηριότητα.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1. Αναγνώστη Σταυράκη "Λεσβιάς" Σμύρνη 1850 2. Αξιώτη Μάκη "Περπατώντας τη Λέσβο" (τόμοι 2) Μυτιλήνη 1992 3. Αρχοντίδου - Αργύρη Αγλαΐας. «Χρονικά Κ' Εφορείας αρχαιοτήτων έτους 1986». περιοδ. «Λεσβιακά», τ. ΙΒ'., Μυτιλήνη 1989 4. Βασιλακάκη Χρ.. «Η Μυτιλήνη μέχρι των βυζαντινών χρόνων», περιοδ. «Λέσβος», Αθήνα 1934. 5. Γεωργιάδου Ευσταθίου "Λεσβιακά". Αθήνα 1949 6. Γεωργιάδου Ευσταθίου. «Λεσβιακά». Αθήνα 1973 7. Δήμου - Παροδίτη Φώτη "Ιστορία της νήσου Λέσβου" Μυτιλήνη 1956 8. Ελευθεριάδη Π.Ν.. «Η Λέσβος και ο Όμηρος», περιοδ. «Λέσβος». Αθήνα 1934. 9. Ελευθεριάδη Μ. "Λέσβος" Μυτιλήνη 1972 10. Εκδοτικής Αθηνών "Ελληνική Μυθολογία" I. Κακριδής 11. Εκδοτικής Αθηνών "Ιστορία του Ελληνικού Έθνους" τόμοι Α και Β 12. Καραϊσκάκη Σίτσας. «Η βυθισμένη πολιτεία», περιοδ. «Λεσβιακά», τ. ΣΤ'., Μυτιλήνη 1973 13. Κλεομβρότου Ιακώβου "Mytilena Sacra" Τόμοι 4. Θεσσαλονίκη 1974 - 1981 14. Κοντή Γιάννη "Λεσβιακό πολύπτυχο" 15. Κοντή Γιάννη "Η Λέσβος και η Μικρασιατικής της περιοχή" 16. Λάσκαρι Θ. Γιάννη. «Τα λείψανα της αρχαίας Ερεσού», περιοδ. «Λεσβιακά», τ. Γ'., Μυτιλήνη 1959 17. Λάσκαρι Θ. Γιάννη. «Το απολιθωμένο δάσος της Λέσβου». Μυτιλήνη 1965 18. Μαντζουράνη Π.Δ., «Οι ανασκαφές στη Θερμή και το μουσείο στη Λέσβο», περιοδ. «Λεσβιακές σελίδες». Αθήνα 1950 19. Μαντζουράνη Δημ. "Οι πρώτες εγκαταστάσεις των Ελλήνων στη Λέσβο". Μυτιλήνη 1949 20. Mason J. Hugh. «Πλίνιος ο Πρεσβύτερος και οι πόλεις της Λέσβου», περιοδ. «Λεσβιακά». τ. Ι'„ Μυτιλήνη 1987 21. Μουχτούρη Εμμ. "Ιστορία και Τοπογραφία της νήσου Λέσβου" Σμύρνη 1911 22. Ομήρου έπη: Ιλιάδακαι Οδύσσεια 23. Οικονόμου Τάξη "Συνοπτική Ιστορία και Τοπογραφία της Λέσβου" Κάιρο 1909 24. Παπαρηγοπούλου Κ. "Ιστορία του Ελληνικού Έθνους" τόμος Α. Αθήνα 193 25. Παρασκευαϊδη Μίλτη. «Ο προϊστορικός οικισμός του λόφου Προφήτη Ηλία Αγίας 26. Παρασκευής Λέσβου», περιοδ. «Λεσβιακά», τ. Ζ.. Μυτιλήνη 1978 27. Παρασκευαϊδη Μίλτη. «Νέες αρχαιολογικές ενδείξεις για τη Λέσβο», περιοδ. «Λεσβιακά». τ. Ε'.. Μυτιλήνη 1966 28. Παρασκευαϊδη Σταύρου "Επιβίωσις του αρχαίου Ελληνικού βίου εν Λέσβω" Μυτιλήνη 1956 29. Τάξη Οικονόμου. "Συνοπτική Ιστορία και Τοπογραφία Αυτής". Κωνσταντινούπολη 1874 30. Τάξη Οικονόμου, «Συνοπτική Ιστορία και Τοπογραφία της Λέσβου» Κάιρο 1909 (Έκδοση 2η) 31. Χατζηγιάννη Στράτου, «Η Ιστορία της Μήθυμνας», Αθήνα 1976 32. Χονδρονίκη Κ.Γ.. «Ο μεγάλος Αδραμυττινός κόλπος». Μυτιλήνη 1959.


ΚΛΑΣΙΚΗ ΕΠΟΧΗ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ 8ο ΩΣ ΤΟ 2ο Π.Χ. ΑΙΩΝΑ Τ πέρασμα από τα χρόνια της προϊστορίας στην ιστορική εποχή ο βρίσκει τη Λέσβο πανέτοιμη από κάθε άποψη να ξεκινήσει ένα λαμπρό ιστορικό δρόμο, με αποτέλεσμα να καταστήσει έντονη την παρουσία της μέσα στον αρχαίο ελληνικό κόσμο και να διεκδικεί αξιόλογο μερίδιο από τη δημιουργία του ανεπανάληπτου αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Στο τέλος του 8ου και στις αρχές του 7ου π.Χ. αιώνα η εγκατάσταση και των τελευταίων Αιολέων στο νησί και στην απέναντι Μικρασιατική ακτή είχε ολοκληρωθεί. Η επιμειξία και αφομοίωσή τους από τους γηγενείς είχε συντελεστεί. Ήδη η "άπολις", κατά τον ψευδηροδότειον "Βίον του Ομήρου". Λέσβος έχει οικιστεί "κατά πόλεις", δηλαδή έχουν διαμορφωθεί οι πέντε πόλεις κράτη της Λέσβου και έχει προσδιοριστεί η επικράτεια της καθεμίας. Οι πόλεις αυτές, όπως προαναφέρθηκε και μνημονεύει ρητά ο Ηρόδοτος, είναι η Μυτιλήνη, η Μήθυμνα, η Πύρρα, η Άντισσα και η Ερεσός. Η προϊστορική Αρίσβη σύμφωνα με πολλές ενδείξεις θα πρέπει ήδη από αυτή την εποχή να έχει εξανδραποδιστεί και να έχει υπαχθεί στην επικράτεια της Μήθυμνας. Γενικά τα όρια της επικράτειας της καθεμίας από τις παραπάνω πέντε πόλεις ήταν τα εξής: η Μυτιλήνη κατελάμβανε το Νοτιοανατολικό τμήμα του νησιού, δηλαδή τις περιοχές σήμερα Αγιάσου, Πλωμαρίου, Γέρας, χερσονήσου Αμαλής και βόρεια μέχρι τις Ν. Κυδωνίες. Η Μήθυμνα κατείχε το βόρειο και κεντρικό τμήμα του νησιού, δηλαδή τις περιοχές σήμερα Μολύβου, Πέτρας, Μανταμάδου και Καλλονής. Η Πύρρα περιελάμβανε την περιοχή σήμερα Πολιχνίτου, Αχλαδερής, Μέσων η Άντισσα το βορειοδυτικό τμήμα με διέξοδο στον Κόλπο Καλλονής και η Ερεσός το Νοτιοδυτικό, δηλαδή τις περιοχές Ερεσού και Σιγρίου. Στην επικράτεια της Μυτιλήνης ανήκει μόνιμα σε όλη την αρχαιότητα και ο "των Μυτιληναίων αιγιαλός", δηλαδή όλη η απέναντι στο νησί Μικρασιατική παραλία από τον Αδραμυττινό κόλπο μέχρι τις Αγρινούσσες απέναντι από την Αγριλιά. Οι σχέσεις ανάμεσα στις πόλεις - κράτη της Λέσβου δεν ήταν πάντοτε


φιλικές ούτε όμως και πάντοτε εχθρικές. Άλλωστε από την αρχαϊκή εποχή (8ο - 6ο π.Χ. αιώνα) είναι γνωστό ότι είχε ιδρυθεί το κοινό της Λέσβου με έδρα το ιερό των Μέσων. Λέγοντας "κοινό" εννοούμε κάποια μορφή ένωσης. που σίγουρα είχε θρησκευτικό χαρακτήρα με κοινό τόπο λατρείας το ιερό των Μέσων, που βρισκόταν στο κέντρο του νησιού. Συχνά, όμως, η λεσβιακή αυτή ενότητα έπαιρνε και πολιτική μορφή που κάθε τόσο χαλαρωνόταν ή και διασπόταν από διάφορα γεγονότα και άλλοτε ανανεωνόταν. Η Μήθυμνα συχνά διαφοροποιούσε την πολιτική της και ερχόταν σε σύγκρουση πότε με τη Μυτιλήνη και πότε με την Άντισσα και την Ερεσό. Οι άλλες τέσσερις πόλεις διατηρούσαν μάλλον φιλικές σχέσεις μεταξύ τους. Από πολιτειακή άποψη είναι σίγουρο πως και στη Μυτιλήνη, όπως και στις άλλες αρχαίες ελληνικές πόλεις, επικρατεί ακόμα στις αρχές του 7ου αιώνα το πολίτευμα της βασιλείας. Στο τέλος όμως του αιώνα αυτού η βασιλεία θα εκφυλιστεί και θα καταργηθεί. Βέβαια λειτουργούσε κοντά στους βασιλιάδες και βουλή και αγορά (Βόλλα και Αγόρα κατά την Αιολική διάλεκτο), τα μέλη τους όμως προέρχονταν μόνο από την αριστοκρατική τάξη και οι αρμοδιότητές τους ήταν πολύ περιορισμένες. Καμία σχέση δηλαδή δεν υπήρχε με τη βουλή και το δήμο του δημοκρατικού πολιτεύματος. Η οικονομία της Λέσβου την ίδια εποχή στηρίζεται ακόμα σχεδόν εξ ολοκλήρου στη γεωργία. Ήδη όμως από τις αρχές του 7ου π.Χ. αιώνα αρχίζει και η ανάπτυξη της ναυτιλίας και του εμπορίου, όπως αποδεικνύεται από τη δράση των Μυτιληναίων στην περιοχή του Ελλησπόντου και τη σύγκρουσή τους με τους Αθηναίους για το Σίγειο στο τέλος του αιώνα∙ και ακόμα από τη συμμετοχή πάλι των Μυτιληναίων στην ίδρυση του εμπορικού σταθμού της Ναύκρατης στην Αίγυπτο. Αντίστοιχη με την οικονομική ζωή είναι και η κοινωνική διάρθρωση των λεσβιακών πόλεων. Την άρχουσα τάξη, την αριστοκρατία, αποτελούν οι ευγενείς που κατάγονται από τις μεγάλες γενιές (τα μεγάλα τζάκια) και είναι οι κάτοχοι σχεδόν όλης της γης. Αυτοί εκπροσωπούν ένα μικρό ποσοστό της κοινωνίας. Το μεγάλο πλήθος αποτελούν οι αγρότες που ζουν σε κώμες και μικρούς οικισμούς στην ύπαιθρο και καλλιεργούν τη γη ως δουλοπάροικοι. Με την ανάπτυξη όμως των μεγάλων αστικών κέντρων Μυτιλήνης. Μήθυμνας κλπ. αρχίζει να αναπτύσσεται και η λεγάμενη αστική τάξη, που θα την αποτελέσουν οι ναυτικοί, οι έμποροι και οι τεχνίτες. Θα αργήσουν όμως αυτοί αρκετά για να διεκδικήσουν συμμετοχή στην εξουσία. Αυτή περίπου είναι η εικόνα της Λέσβου τον 7ο π.Χ. αιώνα από πολιτική, πολιτειακή, κοινωνική και οικονομική άποψη.


Ήδη όμως μέσα στον αιώνα αυτό θα ξεσπάσουν στη Μυτιλήνη πολιτικές ταραχές· θα ξεσηκωθούν οι αριστοκράτες και θα διεκδικήσουν την εξουσία από τα βασιλικά γένη, από τα οποία σπουδαιότερο είναι το γένος των Πενθιλιδών. Αναφέρονται ακόμα εκτός από τους Πενθιλίδες και οι Αρχιανακτίδες και οι Κλεανακτίδες. Φαίνεται ότι οι τελευταίοι Πενθιλίδες που βασίλεψαν στη Λέσβο ήταν πολύ σκληροί και μεταχειρίζονταν τους συμπολίτες τους αυταρχικά και προσβλητικά. Γύριζαν στην πόλη και χτυπούσαν όποιον εύρισκαν με ραβδιά, ώσπου ένας από τους αριστοκράτες, ο Μεγακλής, επιτέθηκε εναντίον τους με τους φίλους του και σκότωσε όσους μπόρεσε. Αργότερα όμως ένας Πενθιλίδης πάλι, που είχε και το όνομα του γενάρχη, ο Πένθιλος, μαζί με τη γυναίκα του έσυραν προσβλητικά ένα γνωστό πολίτη, το Σμέρδη· τότε ο τελευταίος σκότωσε τον Πένθιλο (620 π.Χ.). Μετά από αυτό το επεισόδιο οι Πενθιλίδες σχεδόν εξαφανίζονται. Όμως, αν και οι βασιλιάδες θα εξαφανιστούν από το πολιτικό προσκήνιο. ας μη φανταστούμε ότι θα κάνει την εμφάνισή της η Δημοκρατία. Αυτή θα αργήσει να έρθει. Επί του παρόντος θα εμφανιστούν στα πολιτικά πράγματα της Μυτιλήνης στις τελευταίες δεκαετίες του 7ου π.Χ. αιώνα κάποιοι τύραννοι. Από αυτούς ο Μέλαγχρος πήρε την εξουσία κατά το 612 π.Χ. Ο Πιττακός σχημάτισε τότε ένα πολιτικό όμιλο για να ανατρέψει τον τύραννο. Στον όμιλο αυτό ήταν και οι δύο αδελφοί του Αλκαίου, γιατί ο ποιητής ήταν ακόμα ανήλικος. Στα 610 π.Χ. κατόρθωσαν να ρίξουν και να σκοτώσουν το Μέλαγχρο. Τότε αρχίζει η εποχή της ανόδου του Πιττακού· παίρνει την αρχηγία του στρατού στο Σίγειο, κτήση των Μυτιληναίων στον Ελλήσποντο, όπου οι Αθηναίοι έστειλαν ένα εκστρατευτικό σώμα εποίκων, με αρχηγό το Φρύνωνα τον Ολυμπιονίκη. Σε μονομαχία ανάμεσα στους αντιπάλους αρχηγούς, που όπως συμφωνήθηκε θα έκρινε τη νίκη, ο Πιττακός κατάφερε να σκοτώσει το Φρύνωνα. αφού τον έμπλεξε μέσα σ' ένα αλιευτικό δίχτυ, που είχε κρύψει κάτω από την ασπίδα του. Το γεγονός αυτό, κατόρθωμα δεύτερο ύστερα από την εξόντωση του τυράννου Μελάγχρου, έδωσε αίγλη ξεχωριστή στον Πιττακό. Σε λίγο, ένας νέος τύραννος, ο Μύρσιλος, κατορθώνει να πάρει την εξουσία στη Μυτιλήνη. Η παλιά εταιρεία που εξουδετέρωσε το Μέλαγχρο ξαναζωντάνεψε με πρωτοβουλία του Πιττακού και των αδελφών του Αλκαίου. Τώρα πήρε μέρος και ο ποιητής, που στο μεταξύ είχε ενηλικιωθεί. Πριν ακόμα δράσουν οι συνωμότες προδόθηκαν, πρόλαβαν όμως να καταφύγουν στην Πύρρα. Και εκεί δεν έμειναν αδρανείς· πήραν χρηματική βοήθεια από τους Λυδούς. για να τη χρησιμοποιήσουν στον αγώνα τους. Τελικά όμως ο σκοπός της εταιρείας ματαιώθηκε, γιατί ο πραγματικός αρχηγός της, ο Πιττακός. εγκατέλειψε τους συντρόφους του, πήγε με τον


Πιττακός ο Μυτιληναίος

τύραννο και έγινε στενός συνεργάτης του. Την προδοσία αυτή του Πιττακού δεν τη συγχώρεσε ποτέ ο Αλκαίος. Ο τύραννος Μύρσιλος σε λίγο πέθανε και όλοι αναθάρρησαν: ο Αλκαίος πανηγύρισε το θάνατο του Τυράννου σε ένα ποίημά του. Τώρα, όμως, αρχίζει η διαμάχη ανάμεσα στους ευγενείς για την εξουσία και η οξεία διένεξη και σύγκρουση ανάμεσα στους πρώην συνεργάτες Πιττακό και Αλκαίο. Νικητής, όχι βέβαια σε μάχη, αλλά σε κύρος και επιβολή, θα αναδειχθεί ο Πιττακός. που αν και μειονεκτούσε σε καταγωγή, αφού ο πατέρας του ήταν ξένος από τη Θράκη, ενίσχυσε τη θέση του με το γάμο που έκανε με γυναίκα αριστοκράτισσα, την κόρη του Πενθίλου, που είχε σκοτώσει ο Σμέρδης. Η τάξη των ευγενών της Μυτιλήνης κουρασμένη από τις αδιάκοπες πολιτικές διαμάχες εκτίμησε τη δυναμική ψυχοσύνθεση του Πιττακού και τον ανέδειξε αισυμνήτη με απόλυτη πλειοψηφία. Την ιδιότυπη αυτή αρχή του αισυμνήτου ο Αριστοτέλης και ο Θεόφραστος ερμηνεύουν ως αιρετή τυραννίδα. Μια τυραννίδα όμως που είχε χαρακτήρα αντιτυραννικό, αφού η εκλογή του Πιττακού απέβλεπε στην εξάλειψη της πολιτικής αστά-


θειας που ευνοεί τις τυραννίδες. Όμως οι παλιοί σύντροφοι του Πιττακού μαζί τους και ο Αλκαίος έμειναν σταθεροί στο δικό τους αγώνα, που τώρα στράφηκε κατά του Πιττακού, του τυράννου, όπως τον έλεγαν. Αποτέλεσμα ήταν να εξοριστούν όλοι, μαζί τους τώρα και η Σαπφώ, που όντας κι αυτή αριστοκράτισσα αναμείχθηκε στους πολιτικούς αγώνες, γιατί οι γυναίκες στη Μυτιλήνη είχαν ενεργό συμμετοχή στην πολιτική και κοινωνική ζωή. Ο Αλκαίος θα ξαναεξοριστεί στην Πύρρα∙ ο αδελφός του Αντιμενίδας θα πάει μισθοφόρος σ' έναν πόλεμο στη Βαβυλώνα. Δέκα χρόνια κράτησε την εξουσία ο Πιττακός (590 - 580 π.Χ.) και μετά παραιτήθηκε μόνος του, παρά το γεγονός ότι ήταν ισόβιος. Οι πληροφορίες που έχουμε λένε πως πέτυχε απόλυτα στο έργο του. Ξεκίνησε ως τυραννοκτόνος και τερμάτισε απαλλάσσοντας οριστικά τη Μυτιλήνη από τις τυραννίες. Επέβαλε την τάξη καθησυχάζοντας δυναμικά τις μερίδες των ευγενών που αντιμάχονταν αποκατέστησε την εύρυθμη λειτουργία του πολιτεύματος, συμπλήρωσε τη νομοθεσία και σταθεροποίησε τη λειτουργία του ολιγαρχικού πολιτεύματος. Δεν επιδίωξε κοινωνικές μεταρρυθμίσεις ούτε πολιτειακές αλλαγές, που θα οδηγούσαν στο δημοκρατικό πολίτευμα. Αυτό θα έρθει πολύ αργότερα, μετά την ανεπιτυχή αποστασία των Μυτιληναίων από την αθηναϊκή συμμαχία το 427 π.Χ. Σώθηκε, ενεπίγραφη προτομή του Πιττακού. η μοναδική, που φυλάγεται στο Μουσείου Λούβρου (Παρίσι). Τα γεγονότα του 6ου π.Χ. αιώνα∙ Γύρω στο 580 π.Χ. διευθετείται ο πόλεμος για το Σίγειο ανάμεσα στους Μυτιληναίους και Αθηναίους με τη διαιτησία του Περιάνδρου, τυράννου της Κορίνθου. Το Σίγειο περιήλθε στους Αθηναίους, ενώ οι Μυτιληναίοι σε αντάλλαγμα πήραν το Αχίλλειο. Λίγο αργότερα, άγνωστο πώς, οι Αθηναίοι έχασαν και πάλι το Σίγειο. Το ανακατέλαβε οριστικά ο Πεισίστρατος και εγκατέστησε σ' αυτό τύραννο το νόθο γιο του Ηγησίστρατο. Στο Σίγειο κατέφυγε λίγο αργότερα και ο Ιππίας μετά την πτώση της τυραννίας στην Αθήνα. Στα μέσα αυτού του αιώνα οι Μυτιληναίοι πήραν μέρος μαζί με Ίωνες ναυτικούς στην ίδρυση του Ελληνίου της Ναύκρατης στην Αίγυπτο. Την ίδια εποχή φαίνεται ότι έγινε ανασύσταση του κοινού των Λεσβίων, όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος, που είχε όμως τραγική αποτυχία. Οι Λέσβιοι, πάλι κατά τον Ηρόδοτο, βοήθησαν τους Μιλησσίους στον πόλεμό τους με τον Πολυκράτη, τύραννο της Σάμου. Ο Πολυκράτης νίκησε και τιμώρησε τους Λέσβιους, βάζοντάς τους δεμένους να σκάψουν την τάφρο γύρω από το τείχος. Στα 546 π.Χ. ο Κύρος, ο βασιλιάς της Περσίας, νίκησε τον Κροίσο και κατέλυσε το Λυδικό κράτος, που γειτνίαζε με τις Μυτιληναϊκές κτήσεις


Στατήρας από τη Μυτιλήνη (Βρετανικό Μουσείο)

της Μ. Ασίας. Σε λίγο ο στρατηγός του Κύρου Άρπαγος καθυπέταξε αστραπιαία όλες τις ελληνικές πόλεις της Μ. Ασίας. Οι Λέσβιοι, όπως και όλοι οι νησιώτες του Ανατολικού Αιγαίου στην αρχή θορυβήθηκαν, αλλά σε λίγο φοβήθηκαν και συνήψαν με τον Κύρο κάποιες συνθήκες, σύμφωνα με τις οποίες οι Πέρσες ασκούσαν μια μορφή επικυριαρχίας πάνω στο νησί. Εκτός από τις χρηματικές εισφορές που πλήρωναν οι Λέσβιοι, ήταν υποχρεωμένοι να βοηθούν το Μεγάλο βασιλιά και στις εκστρατείες του. Έτσι βοήθησαν τον Καμβύση, γιο του Κύρου, στην εκστρατεία του κατά της Αιγύπτου. Έδωσαν πλοία και βοήθησαν στην κατάληψη της Ίμβρου και της Λήμνου από τους Πέρσες. Πήραν επίσης μέρος στις επιχειρήσεις


του Δαρείου κατά των Σκυθών το 514 π.Χ. Αρχηγός των μυτιληναϊκών δυνάμεων σ' αυτή την εκστρατεία ήταν ο στρατηγός Κώης, γιος του Ερξάνδρου από τη Μυτιλήνη. Αυτός συμβούλεψε το Δαρείο να μη διαλύσει τη γέφυρα που είχε κατασκευάσει στον Ίστρο ποταμό, πράγμα που έσωσε το βασιλιά κατά την αποχώρησή του. Ο Δαρείος για να ανταποδώσει την ευεργεσία, μετά την επιστροφή του κατέστησε τον Κώη απόλυτο τύραννο της Λέσβου. Ύστερα όμως από την ανεπιτυχή εκστρατεία των Περσών κατά της Νάξου, στην οποία είχε λάβει μέρος και ο Κώης, οι Μυτιληναίοι τον συνέλαβαν και τον λιθοβόλησαν έξω από την πόλη. Τα γεγονότα του 5ου π.Χ. αιώνα· Οι Μυτιληναίοι πήραν ενεργό μέρος στην Ιωνική επανάσταση κατά των Περσών (499 - 494 π.Χ.). Αυτοί αρχικά έδωσαν στο Μιλήσιο Ιστιαίο 8 καράβια για να ελέγχει τα στενά του Ελλησπόντου. Στη συνέχεια πήραν μέρος με 70 πλοία στην περίφημη ναυμαχία της Λάδης, που έκρινε την τύχη της επανάστασης και οδήγησε μετά την ήττα των Ιώνων στην κατάληψη και καταστροφή της Μιλήτου από τους Πέρσες το 494 π.Χ. Την επόμενη χρονιά (493 π.Χ.) η Λέσβος καταλήφθηκε από τους Πέρσες· 14 χρόνια, ως το 479 π.Χ. κράτησε η σκλαβιά. Δεν ξέρουμε αν έγιναν καταστροφές στη διάρκειά της. Ξέρουμε όμως πως οι Πέρσες υποχρέωσαν τους Λέσβιους να πάρουν μέρος μαζί τους στις ναυτικές επιχειρήσεις τους εναντίον των ομοφύλων τους. Τουλάχιστον στη Ναυμαχία της Σαλαμίνας (480 π.Χ.) πολέμησαν κατά των Αθηναίων ("Αιολείς μετά Λεσβίων και Τενέδιοι...", αναφέρει ο Ηρόδοτος). Ύστερα από την ευτυχή για τους Έλληνες έκβαση των Μηδικών πολέμων και την ολοσχερή ήττα των Περσών, οι Λέσβιοι με τους Χίους και τους Σάμιους ήταν από τους πρώτους, που προσχώρησαν στην Α' Αθηναϊκή Συμμαχία (479 π.Χ.) ως αυτόνομοι σύμμαχοι. Υποχρέωσή τους ήταν να δίνουν μόνο πλοία στη Συμμαχία, όχι να καταβάλλουν και οικονομική εισφορά στο Ελληνοταμείο. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μην πάρουν ποτέ οι Μυτιληναίοι τη θέση του φόρου υποτελούς, δηλαδή του υπηκόου στους Αθηναίους, όπως συνέβη με τις άλλες συμμαχικές πόλεις. Χαρακτηριστικό επίσης είναι ότι όλοι οι σύμμαχοι διατήρησαν τα πολιτεύματα που είχαν, και οι Μυτιληναίοι φυσικά το ολιγαρχικό. Μέσα στην πεντηκονταετία που ακολούθησε, δηλαδή μέχρι την έναρξη του Πελοποννησιακού πολέμου το 431 π.Χ., οι Λέσβιοι ως αξιόλογα και ενεργά μέλη της Συμμαχίας, πήραν μέρος με το στόλο τους σε όλες τις ναυτικές επιχειρήσεις που έλαβαν χώρα κατά το διάστημα αυτό. π.χ. στη Ναυμαχία του Ευρυμέδοντα (470 π.Χ.). υπό τον Κίμωνα, στην εκστρατεία κατά των Δολόπων πειρατών της Σκύρου, στην πολιορκία της Καρύστου, που είχε μηδίσει, στην καταστολή της αποστασίας της Νάξου (440 π.Χ.),


στις επιχειρήσεις των συμμάχων κατά της Θάσου, στην εκστρατεία για την υποστήριξη της Αιγύπτου, που αποστάτησε από τους Πέρσες, στη ναυμαχία και πεζομαχία κατά των Φοινίκων και Κιλίκων στη Σαλαμίνα της Κύπρου και όπου αλλού έδρασε ο συμμαχικός στόλος κατά την περίοδο αυτή. Ήδη, όμως, η διάσταση ανάμεσα στους δύο κόσμους που εκπροσωπούσαν η Αθήνα και η Σπάρτη είχε κορυφωθεί και είχε οδηγήσει στη μοιραία σύγκρουση, που επεσήμανε την αρχή του τέλους του αρχαίου Ελληνισμού. Το 431 π.Χ. άρχισε ο Πελοποννησιακός πόλεμος. Στην αρχή του πολέμου τούτου που κράτησε 27 ολόκληρα χρόνια, δηλ. μέχρι το 404 π.Χ. και ανάδειξε τελικούς νικητές τους Λακεδαιμόνιους, οι Λέσβιοι όλοι ως σύμμαχοι των Αθηναίων στάθηκαν στο πλευρό τους στέλνοντας σ' αυτούς το στόλο τους όπου χρειαζόταν. Κατά το 4ο όμως έτος του πολέμου και συγκεκριμένα το θέρος του 428 η Μυτιλήνη αποστάτησε, δηλαδή επιχείρησε να απομακρυνθεί από τη συμμαχία των Αθηναίων∙ την ακολούθησαν οι τρεις μικρότερες πόλεις, Πύρρα, Ερεσός και Άντισσα. Η Μήθυμνα έμεινε πιστή στους Αθηναίους. Τις λεπτομέρειες αυτής της αποστασίας τις εξιστορεί ο Θουκυδίδης στο Γ' βιβλίο των "Ιστοριών" του. Η περιληπτική απόδοσή τους έχει ως εξής: Οι Λέσβιοι, που και πριν από την έναρξη του πολέμου ήθελαν να αποστατήσουν, αλλά οι Λακεδαιμόνιοι τότε δεν τους δέχτηκαν στη συμμαχία τους, εξεγέρθηκαν τώρα αλλά πριν την ώρα τους. Γιατί ενώ περίμεναν να αποτελειώσουν την επέκταση των λιμενοβραχιόνων τους και την κατασκευή των τειχών και πολεμικών πλοίων και να φθάσουν από τον Εύξεινο Πόντο οι παραγγελίες τους, δηλ. σιτάρι και μισθοφόροι, οι κάτοικοι της Τενέδου που ήταν εχθροί τους, οι Μηθυμναίοι, αλλά και κάποιοι Μυτιληναίοι, πολιτικοί αντίπαλοι των κυβερνώντων κατάγγειλαν στους Αθηναίους τις προετοιμασίες και πρόσθεσαν πως, αν δεν τους προλάβουν, θα χάσουν τη Λέσβο. Οι Αθηναίοι τότε, ταλαιπωρημένοι καθώς ήταν από την επιδημία και τον πόλεμο, επειδή το θεωρούσαν δύσκολο να περιπλακούν σε πόλεμο και με τους Λεσβίους, που και ναυτικό είχαν μεγάλο και ανέπαφες τις στρατιωτικές τους δυνάμεις, στην αρχή δε δέχτηκαν τις καταγγελίες αυτές, περισσότερο γιατί δεν ήθελαν να τις πιστέψουν. Όταν όμως, παρ' όλο που έστειλαν πρέσβεις δεν κατόρθωσαν να πείσουν τους Μυτιληναίους να σταματήσουν την προετοιμασία, φοβήθηκαν και σκέφτηκαν να τους προλάβουν. Έστειλαν λοιπόν βιαστικά 40 καράβια, που ήταν έτοιμα να περιπλεύσουν την Πελοπόννησο με αρχηγό τον Κλεϊπίδη, με δυο άλλους στρατηγούς. Και το αποφάσισαν γρήγορα, γιατί είχαν την πληροφορία ότι πλησιάζει η γιορτή του Απόλλωνα του Μαλόεντα - τοπική γιορτή - που γιορτάζονταν έξω από την πόλη με συμμετοχή όλων των Μυτιληναίων και


πίστευαν πως αν ενεργούσαν γρήγορα θα τους αιφνιδίαζαν. Και αν μεν αυτή η απόπειρα επιτύχει, έχει καλώς, σε αντίθετη περίπτωση είχαν εντολή να προτείνουν στους Μυτιληναίους να παραδώσουν το στόλο τους και να γκρεμίσουν τα τείχη τους και αν δεν δεχτούν να αρχίσουν τον πόλεμο. Και τα πλοία αυτά έφυγαν αμέσως, ενώ τα 10 πλοία των Μυτιληναίων που σύμφωνα με τη συμμαχική υποχρεώση βρίσκονταν στον Πειραιά, τα έκαναν κατάσχεση οι Αθηναίοι και έβαλαν τα πληρώματά τους υπό περιορισμό. Κάποιος όμως από την Αθήνα, πιθανόν Μυτιληναίος, αφού πέρασε στην Εύβοια, βρήκε ένα εμπορικό πλοίο να αναχωρεί εκείνη την ώρα για τη Μυτιλήνη και επιβιβάστηκε σ' αυτό. Μέσα σε τρεις μέρες έφτασε από την Αθήνα στη Μυτιλήνη, όπου ανάγγειλε την αναχώρηση του Αθηναϊκού στόλου. Οι δε Μυτιληναίοι όχι μόνο δε βγήκαν έξω από την πόλη για τη γιορτή του Μαλόεντα, αλλά αφού έφραξαν πρόχειρα τα μισοτελειωμένα τμήματα των λιμανιών και των τειχών. φρουρούσαν την πόλη. Όταν ύστερα από λίγο έφτασαν οι Αθηναίοι και είδαν όσα συνέβαιναν, διεμήνυσαν οι στρατηγοί τους στους Μυτιληναίους τις διαταγές που είχαν· επειδή όμως αυτοί δε συμμορφώθηκαν, άρχισαν τον πόλεμο. Οι Μυτιληναίοι καθώς δεν ήταν έτοιμοι και υποχρεώθηκαν ξαφνικά να μπουν στον πόλεμο, επιχείρησαν μια έξοδο με το στόλο τους λίγο έξω από το λιμάνι τους σα να είχαν την πρόθεση να ναυμαχήσουν. Αλλ' όταν τους κυνήγησε ο Αθηναϊκός στόλος, άρχισαν να κάνουν συμβιβαστικές προτάσεις στους Αθηναίους στρατηγούς θέλοντας με μια ευνοϊκή συμφωνία ν' απομακρύνουν όσο πιο γρήγορα τους Αθηναίους απ' το νησί τους. Και οι στρατηγοί δέχτηκαν να συζητήσουν, γιατί φοβόταν πως δεν θα τα έβγαζαν πέρα σ' ένα πόλεμο μ' ολόκληρη τη Λέσβο. Έτσι, αφού έκαναν προσωρινή ανακωχή οι Μυτιληναίοι έστειλαν στην Αθήνα έναν απ' τους καταδότες, που εν τω μεταξύ είχε μετανοιώσει και κάποιους άλλους, μήπως τους έπειθαν ν' αποσύρουν το στόλο τους, γιατί τάχα δεν υπήρχε πια κίνδυνος νέας επανάστασης. Έστειλαν όμως και στη Σπάρτη απεσταλμένους οι Μυτιληναίοι, γιατί δεν πίστευαν πως θα είχαν από την Αθήνα κάποιο θετικό αποτέλεσμα. Κι αυτοί, αφού έφτασαν στη Σπάρτη κατέβαλαν προσπάθεια για να σταλεί στη Λέσβο κάποια βοήθεια. Οι πρέσβεις που πήγαν στην Αθήνα επέστρεψαν, κι επειδή απέτυχαν στην αποστολή τους, οι Μυτιληναίοι και οι άλλοι Λέσβιοι πλέχτηκαν σε πόλεμο με τους Αθηναίους, εκτός από τους Μηθυμναίους που μαζί με τους Ίμβριους, τους Λήμνιους και άλλους συμμάχους ήρθαν σε βοήθεια των Αθηναίων. Οι Μυτιληναίοι έκαναν μια έξοδο κατά του στρατοπέδου των Αθηναίων στη στεριά. Επειδή όμως δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα, γύρισαν και κλείστηκαν στην πόλη τους περιμένοντας βοήθεια από την


Πελοπόννησο για να συνεχίσουν τον πόλεμο. Οι Αθηναίοι που ξεθάρρεψαν από την αδράνεια των Μυτιληναίων περικύκλωσαν με το στόλο τους και το νότιο λιμάνι της πόλης, εγκατάστησαν από τη μια και την άλλη πλευρά δυο οχυρωμένα στρατόπεδα και έλεγχαν απόλυτα την κατάσταση. Κι από μεν τη θάλασσα είχαν αποκλείσει τελείως τους Μυτιληναίους. Από τη στεριά όμως είχαν στην κυριαρχία τους μόνο μικρό τμήμα γύρω από τα στρατόπεδα, όλη όμως την ύπαιθρο την εξουσίαζαν οι Μυτιληναίοι και οι άλλοι Λέσβιοι που είχαν τρέξει σε βοήθειά τους. Οι Μυτιληναίοι πρέσβεις εξάλλου που είχαν σταλεί στην Πελοπόννησο έφτασαν στην Σπάρτη και οι Σπαρτιάτες τους προσκάλεσαν να παρευρεθούν στους αγώνες της Ολυμπίας για να τους ακούσουν και οι άλλοι σύμμαχοι και να πάρουν μαζί τις αποφάσεις. Εκεί λοιπόν, στην Ολυμπία, οι πρέσβεις των Μυτιληναίων απευθυνόμενοι στους Λακεδαιμόνιους και τους συμμάχους τους, αφού στην αρχή προσπαθούν να εξαλείψουν κάποια κακή εντύπωση από το γεγονός ότι θέλουν να αλλάξουν συμμάχους αναπτύσσουν στη συνέχεια το ιστορικό της συμμαχίας των με τους Αθηναίους τονίζοντας τον απελευθερωτικό σκοπό της. Κατηγορούν τους Αθηναίους ότι καταπιέζουν τους συμμάχους τους και τους έχουν καταστήσει υποτελείς. Εξηγούν για ποιους λόγους ήταν αυτοί αυτόνομοι και δεν κατέστησαν υποχείριοι των Αθηναίων. Αναπτύσσουν την άποψη ότι η μεταξύ αυτών και των Αθηναίων συμμαχία ήταν ένα είδος λυκοφιλίας με αμοιβαία συμφέροντα και φόβους. Τους ζητούν να τους δεχτούν στη συμμαχία τους και να τους βοηθήσουν στην αποστασία τους. Τεκμηριώνουν την άποψη πως έχουν και εκείνοι συμφέρον να δεχτούν ως συμμάχους τους Μυτιληναίους. Τέλος διατυπώνουν τη βεβαιότητα πως η επιχείρηση θα επιτύχει, γιατί οι Αθηναίοι είναι εξαντλημένοι από το λοιμό και από τα πολλά έξοδα και γιατί θα αναγκαστούν να διεξάγουν ένα διμέτωπο αγώνα, δηλ. και στην Αττική με την εισβολή και στη Λέσβο, στην οποία θα διαθέσουν ναυτικό και στρατό. Αυτά περίπου είπαν οι Μυτιληναίοι και οι Λακεδαιμόνιοι δέχτηκαν τις προτάσεις κι έκαμαν συμμάχους τους Λεσβίους. Και αμέσως άρχισαν να ετοιμάζονται για να εισβάλουν στην Αττική. Οι Αθηναίοι όταν κατάλαβαν πως οι Λακεδαιμόνιοι κάνουν τις προετοιμασίες για εισβολή, γιατί υποτιμούν τις δυνάμεις τους, ετοιμάζουν 100 πλοία και τα στέλνουν γύρω από την Πελοπόννησο, όπου ενεργούν αποβάσεις, χωρίς να μετακινήσουν το ναυτικό τους από τη Μυτιλήνη. Οι Λακεδαιμόνιοι ξαφνιάζονται και σχηματίζουν τη γνώμη πως οι Μυτιληναίοι τους ξεγέλασαν με την υπέρμετρη αισιοδοξία τους. Παρ' όλα αυτά δίνουν εντολή να ετοιμαστεί στόλος από 40 πλοία για να σταλεί στη Μυτιλήνη και διόρισαν ναύαρχο τον Αλκίδα.


Την ίδια εποχή οι Μυτιληναίοι κάνουν μια εκστρατεία εναντίον της Μήθυμνας, πιστεύοντας πως θα την καταλάβουν με προδοσία. Τα πράγματα όμως δεν πηγαίνουν καλά και επιστρέφουν στη Μυτιλήνη. Κατά την επιστροφή τους περνούν από την Άντισσα, την Ερεσό και την Πύρρα και ρυθμίζουν την κατάσταση προς το συμφέρον τους. Όταν έφυγαν οι Μυτιληναίοι οι Μηθυμναίοι εκστρατεύουν κατά της Άντισσας. Οι Αντισσαίοι τους νικούν και τους τρέπουν σε φυγή. Οι Αθηναίοι, όταν μαθαίνουν ότι οι Μυτιληναίοι είναι απόλυτοι κυρίαρχοι της Λεσβιακής υπαίθρου περί το τέλος του καλοκαιριού (428 π.Χ.) στέλνουν στη Μυτιλήνη χίλιους στρατιώτες με διοικητή τον Πάχητα. Όταν έφτασαν οι στρατιώτες έχτισαν γύρω από τη Μυτιλήνη ένα τείχος απλό και έτσι η πόλη αποκλείστηκε τώρα και από τη στεριά και από τη θάλασσα. Περί το τέλος του χειμώνα φτάνει στη Μυτιλήνη ο Λακεδαιμόνιος Σάλαιθος με ένα πλοίο που πληροφορεί για την αποστολή των σαράντα πλοίων και ενισχύει το φρόνημα των Μυτιληναίων. Τα σαράντα πλοία πράγματι στάλθηκαν, αλλά καθυστέρησαν πολύ στο ταξίδι κι όταν έφτασαν ήταν πια αργά, γιατί οι πολιορκημένοι Μυτιληναίοι βλέποντας να χρονίζει η άφιξη των πλοίων και επειδή τους τέλειωσαν τα τρόφιμα αναγκάστηκαν να συνθηκολογήσουν με τον Πάχητα. Όρος της συνθήκης ήταν να μην προβεί ο ίδιος σε καμιά ενέργεια σε βάρος των Μυτιληναίων, ώσπου να έρθουν διαταγές από την Αθήνα. Συνέλαβε όμως τους πρωταίτιους της αποστασίας και τους έστειλε για ασφάλεια στην Τένεδο. Τα 40 πλοία των Πελοποννησίων γύρισαν πίσω άπρακτα και ο Πάχης τώρα με την άνεσή του καταλαμβάνει την Πύρρα, την Ερεσό και την Άντισσα και συλλαμβάνει το Σάλαιθο κρυμμένο σε σπίτι της Μυτιλήνης. Αυτόν μαζί με τους πρωτεργάτες που βρίσκονται στην Τένεδο τους έστειλε στην Αθήνα για να δικαστούν. Όταν αυτοί έφτασαν στην Αθήνα, οι Αθηναίοι σκότωσαν αμέσως το Σάλαιθο και καθώς ήταν εξοργισμένοι πήραν αμέσως την απόφαση να σκοτώσουν όχι μόνο τους υπεύθυνους της αποστασίας που είχαν στα χέρια τους, αλλά και όλους τους ενήλικους στη Μυτιλήνη, τις δε γυναίκες και τα παιδιά να πωλήσουν ως δούλους. Η απόφαση ήταν πραγματικά σκληρή, γι αυτό και την επόμενη μέρα μετάνοιωσαν και ύστερα από τη σύσκεψη που ακολούθησε οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν τελικά στους Μυτιληναίους ήταν οι εξής: όλοι οι πρωταίτιοι της αποστασίας, που ήταν κάτι περισσότεροι από χίλιοι, να θανατωθούν, τα τείχη της Μυτιλήνης να γκρεμιστούν, όλα τα πλοία της να παραδοθούν στους Αθηναίους, η γη της Λέσβου πλην της Μήθυμνας να χωριστεί σε 3.000 κλήρους και από αυτούς οι 300 να δοθούν στους θεούς και οι υπόλοιποι σε ισάριθμους Αθηναίους κληρούχους. Τη γη θα την καλλιεργούσαν οι Λέσβιοι και θα πλήρωναν σε κάθε κληρούχο 200 μνες το χρόνο,


ποσό όχι πολύ σημαντικό. Και τούτες οι ποινές σκληρές, όχι όμως εξοντωτικές, όπως οι πρώτες. Είναι ευνόητο πως ευθύς αμέσως μετά την αποτυχία της αποστασίας το ολιγαρχικό πολίτευμα στη Μυτιλήνη καταργήθηκε, η δε εξουσία δόθηκε στο δήμο. Στη Μήθυμνα φαίνεται πως αυτό είχε προηγηθεί, γι' αυτό το λόγο οι Μηθυμναίοι υποστήριξαν τους Αθηναίους. Στα χρόνια που ακολούθησαν και σ' όλη τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου η Λέσβος ουσιαστικά βρίσκεται υπό την επικυριαρχία των Αθηναίων και χρησιμεύει ως ορμητήριο του στόλου τους. Κάποιες βέβαια προσπάθειες που έγιναν για νέες αποστασίες γύρω στα 412-411 π.Χ. τόσο στη Μυτιλήνη όσο και στη Μήθυμνα και στην Ερεσό απέτυχαν, γιατί παρά την καταστροφή στη Σικελία, τα τμήματα του αθηναϊκού στόλου που δρούσαν στο Αιγαίο και στον Ελλήσποντο κατόρθωναν να επιβάλλουν την τάξη, όπου σημειώνονταν κάποιες τάσεις αποστασίας από τη συμμαχία τους. Το 406 π.Χ. όμως ο Λακεδαιμόνιος ναύαρχος Καλλικρατίδας με δύναμη 170 πλοίων εξορμώντας από τη Μίλητο επιτίθεται και καταλαμβάνει τη Μήθυμνα. Η πόλη λεηλατήθηκε, οι Αθηναίοι φρουροί αιχμαλωτίστηκαν και πουλήθηκαν ως δούλοι. Μετά την άλωση της Μήθυμνας ο Καλλικρατίδας ανοίχτηκε στη θάλασσα και άρχισε να καταδιώκει τον Αθηναίο ναύαρχο Κόνωνα που με στόλο 70 πλοίων άριστα εξοπλισμένων εκινείτο στη θάλασσα μεταξύ Λέσβου και Μ. Ασίας. Ο Κόνωνας μπροστά στην υπέρτερη δύναμη του Καλλικρατίδα αναγκάστηκε να καταφύγει στο λιμάνι της Μυτιλήνης. Συγχρόνως έπλευσε μέσα στο λιμάνι και ο Καλλικρατίδας που συνέχιζε την καταδίωξή του. Ο Κόνωνας επειδή οι εχθροί πρόλαβαν και τον εμπόδισαν να ανελκύσει τα πλοία, αναγκάστηκε να ναυμαχήσει μέσα στο λιμάνι. Κατά τη ναυμαχία έχασε από τα 70 τα 30 πλοία του, διασώθηκαν όμως τα πληρώματα που ανέσυραν τα υπόλοιπα 40 πλοία στη στεριά. Ο Καλλικρατίδας αγκυροβόλησε μέσα στο λιμάνι και εμπόδισε την έξοδο του Κόνωνα. Παράλληλα δε κάλεσε όλους τους Μηθυμναίους από τη ξηρά που έτρεξαν και πολιόρκησαν τη Μυτιλήνη. Ο Κόνωνας καθώς ήταν πολιορκημένος από τη θάλασσα και τη στεριά δεν είχε τρόφιμα και οι Αθηναίοι δεν έσπευδαν σε βοήθειά του, γιατί δεν εγνώριζαν τα συμβαίνοντα. Γι' αυτό προσπάθησε και κατάφερε ξεγελώντας τους πολιορκητές να στείλει δύο πλοία για να αναγγείλουν στην Αθήνα τα γεγονότα και να ζητήσουν βοήθεια. Οι Λακεδαιμόνιοι τα αντιλήφθηκαν την τελευταία στιγμή και τα κυνήγησαν. Και το ένα το αιχμαλώτισαν και το έφεραν πίσω αύτανδρο, το άλλο όμως κατάφερε να φτάσει στην Αθήνα και να ανακοινώσει την κατάσταση. Οι Αθηναίοι όταν άκουσαν τα συμβάντα αποφάσισαν να στείλουν στη


Λέσβο βοήθεια από 110 πλοία, τα οποία πραγματικά μέσα σε ένα μήνα ετοιμάστηκαν και αναχώρησαν. Περνώντας από τη Σάμο πήραν άλλα 10 Σαμιακά και άλλα 30 περίπου συμμαχικά, ώστε συγκεντρώθηκε μια δύναμη 150 πλοίων που ταξίδευε προς τη Μυτιλήνη. Ο Καλλικρατίδας μόλις έμαθε ότι ο Αθηναϊκός στόλος ερχόταν εναντίον του, αφού άφησε στη Μυτιλήνη 50 πλοία για την πολιορκία του Κόνωνα με τα υπόλοιπα 120 απέπλευσε και διανυκτέρευσε στο ακρωτήρι Μαλέα, νότια της Μυτιλήνης.Την επόμενη ημέρα είδε τους Αθηναίους αγκυροβολημένους απέναντι του στα νησιά των Αργινουσών κοντά στα παράλια της Μ. Ασίας. Ακολούθησε η περίφημη ναυμαχία των Αργινουσών (406 π.Χ.) κατά την οποία νικητές αναδείχθηκαν οι Αθηναίοι. Ο Καλλικρατίδας πνίγηκε, ο Πελοποννησιακός στόλος κατά μεγάλο μέρος καταστράφηκε και το υπόλοιπο τμήμα διαλύθηκε. Έτσι η Μυτιλήνη και ολόκληρη η Λέσβος εξακολουθεί να τελεί υπό την κυριαρχία των Αθηναίων. Την επόμενη όμως χρονιά (405 π.Χ.). και ύστερα από την καταστροφή του αθηναϊκού στόλου στους Αιγός ποταμούς, ο Λακεδαιμόνιος στρατηγός Λύσανδρος θα έλθει στη Μυτιλήνη, θα καταργήσει τη δημοκρατία, θα εγκαταστήσει στις λεσβιακές πόλεις δεκαρχίες και θα αφήσει φεύγοντας σπαρτιατική φρουρά με Λακεδαιμόνιο αρμοστή. Δώδεκα χρόνια κράτησε η σπαρτιατική κυριαρχία στη Λέσβο, ύστερα όμως από την ήττα των Λακεδαιμονίων στη ναυμαχία της Κνίδου (το 394 π.Χ.) και συγκεκριμένα το 392 π.Χ. οι Μυτιληναίοι και οι άλλοι Λέσβιοι θα επανέλθουν υπό την επιρροή των Αθηναίων. Σ' αυτό βοήθησε ο Αθηναίος Θρασύβουλος, που αφού ήρθε στη Μυτιλήνη με αθηναϊκό στόλο, έδιωξε τους Λακεδαιμόνιους βοηθούμενος από το Μυτιληναϊκό δήμο και αποκατέστησε τη δημοκρατία. Αμέσως μετά πήγε στη Μήθυμνα, σκότωσε σε μάχη το λακεδαιμόνιο αρμοστή Θηρίμαχο και απελευθέρωσε την πόλη. Το 386 π.Χ. υπογράφτηκε ανάμεσα στη Σπάρτη και στον Πέρση βασιλιά η επαίσχυντη για τον αρχαίο ελληνισμό Ανταλκίδειος ειρήνη. Ένας από τους όρους της ειρήνης αυτής ήταν "όλα τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου να είναι αυτόνομα και αυτοδιοικούμενα". Σε λίγα χρόνια όμως, το 377 π.Χ. ιδρύθηκε η β' αθηναϊκή συμμαχία και η Μυτιλήνη αποτέλεσε ένα από τα ιδρυτικά μέλη της. Λίγο μετά προσχώρησε στη συμμαχία και η Μήθυμνα και ακολούθησαν οι άλλες λεσβιακές πόλεις. Η Μυτιλήνη και οι άλλες πόλεις του νησιού πήραν ενεργό μέρος στις ναυτικές επιχειρήσεις της συμμαχίας και έμειναν πιστές σ' αυτήν ακόμα και στο λεγόμενο Συμμαχικό πόλεμο (357 π.Χ.), όταν άλλα μέλη της Συμμαχίας αποσκίρτησαν. Ανάμεσα όμως στα χρόνια 351 - 347 π.Χ. επήλθαν κάποιες πολιτικές αλλαγές στις λεσβιακές πόλεις. Έτσι στη Μυτιλήνη εγκαθίσταται τύραννος κάποιος Κάμμης και στη


Μήθυμνα κάποιος Κλεομένης. Σε λίγο όμως πάλι οι τύραννοι διώχνονται και ο δήμος αποκαθίσταται. Έτσι στη "Συμμαχία των Ελλήνων", που ιδρύθηκε με πρωτοβουλία του βασιλιά της Μακεδονίας Φιλίππου και με σκοπό την εκστρατεία στην Περσία, η Μυτιλήνη που βρισκόταν στα χέρια του δήμου, πήρε μέρος από τους πρώτους (338 π.Χ.). Οι άλλες πόλεις ακολούθησαν. Ύστερα από τη νίκη του Μ. Αλεξάνδρου στο Γρανικό (334 π.Χ.), ο Πέρσης βασιλιάς συλλαμβάνει το σχέδιο να εξουδετερώσει τις χερσαίες επιτυχίες του Αλεξάνδρου αντενεργώντας στη θάλασσα. Έτσι διόρισε άρχοντα των θαλασσινών δυνάμεων το Μέμνονα το Ρόδιο και τον έστειλε στο Αιγαίο. Ο Μέμνων πήγε στη Χίο, που παραδόθηκε με προδοσία. Έπειτα ήρθε στη Λέσβο· στις μικρές λεσβιακές πόλεις δε συνάντησε μεγάλη δυσκολία, στη Μυτιλήνη όμως αντιμετώπισε σφοδρή αντίσταση και αναγκάστηκε να την πολιορκήσει. Η πολιορκία αυτή, που την περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια ο ιστορικός Αρριανός, όπως και οι άλλες δύο παλιότερες πολιορκίες, των Αθηναίων το 428 π.Χ. και των Λακεδαιμονίων το 406 π.Χ. έχουν ιδιαίτερη και σημαντικότατη σημασία για την πολεοδομική ιστορία της πόλης. Στη διάρκεια της πολιορκίας ο Μέμνονας πέθανε, η πολιορκία όμως δε λύθηκε. Οι διάδοχοι του Μέμνονα Αυτοφραδάτης και Φαρνάβαζος επέμειναν και ανάγκασαν τους Μυτιληναίους να παραδοθούν. Μετά την παράδοση, στην πόλη εγκαταστάθηκε περσική φρουρά και ένας από τους φυγάδες ολιγαρχικούς, ο Διογένης, έγινε τύραννος. Η κατάσταση, όμως, αυτή δεν κράτησε πολύ. Το 332 π.Χ. αναδιοργανώθηκε ο ελληνικός στόλος και ελευθέρωσε τα νησιά και φυσικά και τη Λέσβο. Ο Αλέξανδρος αναγνώρισε και επαίνεσε ιδιαίτερα την εξαιρετική πίστη των Μυτιληναίων. Γι' αυτό έδωσε εντολή να αποδοθούν στην πόλη τα χρήματα που ξοδεύτηκαν στην πολιορκία και να επεκταθούν τα όρια της περιοχής της επικράτειάς τους. Οι αδελφοί Λαομέδων και Ερίγειος, γιοι Λαρίχου του Μυτιληναίου, πήραν μέρος στην εκστρατεία του Αλεξάνδρου, ανέβηκαν σε ύπατα αξιώματα και τιμήθηκαν ιδιαίτερα από αυτόν. Ο μεν Λαομέδων διορίστηκε από τον Αλέξανδρο άρχοντας της Συρίας, θέση που κράτησε και επί της εποχής των διαδόχων ο Ερίγειος έγινε διοικητής των ιππικών ταγμάτων της Πελοποννήσου, της Φθιώτιδας, της Λοκρίδας και της Φωκίδας· πέτυχε πολλές νίκες και όταν πέθανε. ο Αλέξανδρος τον τίμησε με μεγαλοπρεπέστατη κηδεία. Για τα χρόνια που ακολούθησαν ύστερα από το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και μέχρι τη ρωμαϊκή κατάκτηση, δηλαδή για την ελληνιστική περίοδο, οι ιστορικές πληροφορίες που έχουμε για τη Λέσβο είναι πολύ περιορισμένες. Είναι γνωστό ότι η Μυτιλήνη συνήψε συμφωνία με το


κοινό των Αιτωλών (214 π.Χ.), που εξασφάλιζε ασυλία στα πλοία των Μυτιληναίων από μέρους των Αιτωλών, που ασκούσαν νόμιμη πειρατεία. Επίσης, έγινε ανασύσταση του κοινού των Λεσβιακών πόλεων με κέντρο το ιερό των Μέσων.

Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ Αν και, όπως όλοι γνωρίζουμε, το πολιτιστικό κέντρο της αρχαίας Ελλάδας ήταν η Αθήνα, θα πρέπει να σημειώσουμε πως και άλλες ελληνικές πόλεις, όλες θα λέγαμε, έβαλαν το λιθάρι τους, άλλη μικρότερο άλλη μεγαλύτερο, για να στηθεί το λαμπρό οικοδόμημα αυτού του μοναδικού και ανεπανάληπτου αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, για το οποίο εμείς σήμερα δικαιολογημένα σεμνυνόμαστε. Ανάμεσα σ' αυτές και οι πόλεις της Λέσβου πρόσφεραν πλουσιοπάροχα την πολιτιστική τους συνδρομή και μάλιστα σε εποχή που ακόμα στην Αθήνα δεν είχε ωριμάσει το κλίμα για να αναφανεί η μεγάλη πολιτιστική λάμψη. Όλα ή σχεδόν όλα τα πολιτιστικά στοιχεία που αποτελούν το υλικό του αρχαίου πολιτισμού καλλιεργήθηκαν και αναπτύχθηκαν και εδώ στη Λέσβο. Για μερικά μάλιστα ίσως θα λέγαμε ότι το νησί μας διεκδικεί την αποκλειστικότητά τους, όπως π.χ. για τη μελική ποίηση. Έτσι βλέπουμε το δικό μας τόπο να εκπροσωπείται πολιτιστικά με κάποια ονόματα, με όχι απλά πανελλήνια, αλλά παγκόσμια σήμερα ακτινοβολία, που διέπρεψαν στα γράμματα, στις τέχνες, στην επιστήμη, στη σοφία, στην εποχή τουλάχιστον που αναφερόμαστε. Ονόματα όπως της Σαπφώς, του Αλκαίου, του Θεόφραστου είναι γνωστά σ' όλη την οικουμένη και το έργο τους αποτελεί αντικείμενο μελέτης σε όλα τα πανεπιστήμια του κόσμου. Μια σύντομη παρουσίαση αυτών των σπουδαίων λεσβιακών μορφών και μια μικρή αποτίμηση του μεγάλου έργου τους θα επιχειρήσουμε στη συνέχεια. Η Μυτιλήνη υπήρξε η πόλη που δέθηκε τελικά με τη λεσβιακή ποίηση και την άρρηκτα δεμένη μαζί της μουσική· όμως και όλες οι άλλες πόλεις του νησιού είχαν το μερίδιό τους. Η Άντισσα γέννησε τον Τέρπανδρο, η Μήθυμνα τον Αρίωνα, η Ερεσός τη Σαπφώ, που αργότερα την χάρισε στη Μυτιλήνη. Η ίδια η Μυτιλήνη γέννησε τον Αλκαίο∙ ακόμα και η ασήμαντη κατά τα άλλα Πύρρα γέννησε τον επικό ποιητή Λέσχη. Ο Λέσχης γεννήθηκε στην Πύρρα, αλλά πιθανόν έζησε στη Μυτιλήνη· χρονολογικά τοποθετείται στο α' μισό του 7ου π.Χ. αιώνα, λίγο πιο πριν


Αλκαίος και Σαπφώ


από τον Τέρπανδρο. Ανήκει στους ποιητές του λεγόμενου επικού κύκλου, δηλαδή στους επώνυμους και ανώνυμους ποιητές που συνέθεσαν επικά ποιήματα με θέμα ανάλογο με εκείνα της Ιλιάδας και της Οδύσσειας του Ομήρου. Φέρεται ότι έγραψε το επικό ποίημα "Μικρά Ιλιάς", όπως μαρτυρείται από αναγραφή στη λεγάμενη Ιλιακή πλάκα, όπου και διαβάζουμε "Ιλιάς η μικρά λεγάμενη κατά Λέσχην". Σύγχρονος και ομότεχνος του Λέσχη πρέπει να ήταν και ο Τέλεσις ο Μηθυμναίος. Καμία μαρτυρία από τους αρχαίους συγγραφείς δεν έχουμε γι' αυτόν. Η παρουσία του γίνεται γνωστή από επιγραφή, όπου φέρεται ως ποιητής κάποιας Τιτανομαχίας ή Γιγαντομαχίας. Λίγο νεότερος από το Λέσχη είναι ο Τέρπανδρος. Γεννήθηκε στην Άντισσα, η δραστηριότητά του όμως μαρτυρείται στη Σπάρτη, όπου ίδρυσε μουσική σχολή και όπου νίκησε σε μουσικό αγώνα κατά την 26η Ολυμπιάδα, δηλαδή το 676/673 π.Χ. Οι κατά δύο γενιές νεότεροί του Αλκαίος και Σαπφώ, θεωρούσαν τον Τέρπανδρο αρχηγό της λυρικής ποιήσεως, αναμφίβολα όμως ο χώρος που διέπρεψε ήταν η μουσική. Όλοι σχεδόν οι αρχαίοι τον αναφέρουν ως κιθαρωδό και εφευρέτη της εφτάχορδης λύρας, που λεγόταν "βάρβιτος". Ακόμα με το όνομα του Τέρπανδρου σχετίζεται και η τελική διαμόρφωση του "Νόμου"· ήταν δε ο Νόμος ένα είδος τραγουδιού ειδικού για τη λατρεία του Απόλλωνα, όπως ο Διθύραμβος για το Διόνυσο. Δυστυχώς οι γνώσεις μας για την αρχαία μουσική είναι πολύ περιορισμένες, σίγουρα όμως η θέση που κατείχε ο Τέρπανδρος μέσα στο χώρο της ήταν περίοπτη. Ο Αρίωνας ήταν πολύ νεότερος από τον Τέρπανδρο. Γεννήθηκε στη Μήθυμνα, αλλά έζησε στην αυλή του τυράννου της Κορίνθου Περιάνδρου στην καμπή του 7ου προς τον 6ο π.Χ. αιώνα. Η αφήγηση του Ηροδότου για το δελφίνι που τον έσωσε μεταφέροντάς τον στη ράχη του από την Ιταλία στο Ταίναρο κράτησε την εικόνα του καλλιτέχνη ανάμεσα στο φανταστικό και στο πραγματικό. Ήταν ομότεχνος και συνεχιστής του Τερπάνδρου· ο Ηρόδοτος λέγει τον Αρίωνα "εόντα κιθαρωδόν των τότε εόντων ουδενός δεύτερον". Όμως, δεν είναι η φήμη που του έδωσε αυτή την ονομασία, αλλά η μουσική του εργασία στην αυλή του προστάτη του. Ο Περίανδρος θέλοντας να κολακέψει την αγροτική τάξη ανανέωσε και τόνωσε τις γιορτές του Διονύσου. Για το σκοπό αυτό εργάστηκε ο Αρίων στο χορικό τραγούδι και ιδιαίτερα στο διονυσιακό διθύραμβο, που από το πρωτογενές στάδιο τον ανέδειξε σε έντεχνο και σύνθετο ποιητικό και μουσικό είδος. Η εργασία αυτή του Αρίωνα πάνω στην τελειοποίηση του διθυράμβου αποκτά τεράστια σημασία, αν λάβουμε υπόψη πως από αυτόν τον τελειο-


ποιημένο διθύραμβο γεννήθηκε η αρχαία τραγωδία, το τρίτο και τελειότερο είδος της αρχαίας ποίησης, που οδήγησε στη θεατρική παράσταση. Γέννημα της Μυτιλήνης ο Αλκαίος θεωρείται μαζί με τη σύγχρονη και ομότεχνή του Σαπφώ θεμελιωτής της μελικής ποίησης, της ποίησης δηλαδή που σε αντίθεση με την ελεγεία και τον ίαμβο συνοδευόταν πάντοτε με μουσική υπόκρουση. Γεννήθηκε γύρω στα 620 π.Χ., καταγόταν από οικογένεια αρχοντική και είχε δύο αδελφούς, τον Κίκη και τον Αντιμενίδα. Η ζωή του συνέπεσε με μια περίοδο άγριας πολιτικής διαμάχης, στην οποία έπαιξε ρόλο πρωταγωνιστικό. Ήταν θανάσιμος αντίπαλος των τυράννων Μελάγχρου και Μυρσίλου και αργότερα του αισυμνήτη Πιττακού, τον οποίο περιφρονούσε για την ταπεινή του καταγωγή. Συνέπεια των πολιτικών του αγώνων ήταν να εξοριστεί δύο φορές στην Πύρρα, ίσως και στη Λυδία και στην Αίγυπτο, όπου πιθανόν υπηρέτησε και ως μισθοφόρος. Έλαβε μέρος και στον πόλεμο κατά των Αθηναίων στο Σίγειο, όπου σε αντίθεση με τον Πιττακό, που πρωταγωνίστησε, αυτός πέταξε την ασπίδα του για να σωθεί, όπως ο ίδιος ομολογεί. Ως άνθρωπος είχε χαρακτήρα επιθετικό και μεγάλη αδυναμία για το κρασί. Η ποίησή του ήταν κυρίως πολιτική και τη χρησιμοποιεί, όπως λίγο αργότερα ο Σάλωνας, ως όπλο στους πολιτικούς του αγώνες. Περίφημο από τα πολιτικά του ποιήματα είναι αυτό, στο οποίο παρομοιάζει την πόλη, που κυβερνά τύραννος, με πλοίο που το χτυπά άγρια θύελλα. Η ποίηση του Αλκαίου όμως δεν είναι μόνο πολιτική· έγραψε και ύμνους για τους θεούς και ποιήματα μυθολογικού περιεχομένου καθώς και συμποσιακά και ερωτικά μέλη. Η ποίησή του είναι απλή με σύντομες προτάσεις και χωρίς πολλά επίθετα, παρομοιώσεις ή αλληγορίες. Το γνωμικό στοιχείο λείπει σχεδόν από τους στίχους του. Από μετρική άποψη η στροφή του - η αλκαϊκή στροφή - αποτελεί αξιόλογη προσφορά στην ελληνική και λατινική λυρική ποίηση. Οι Αλεξανδρινοί θα τον συμπεριλάβουν στον κανόνα των λυρικών ποιητών και η αρχαία κριτική θα επαινέσει την ποίησή του για τη συντομία, τη γλυκύτητα και τη δύναμή της. Η Σαπφώ μπορεί να θεωρηθεί το αντίστοιχο του Αλκαίου στον κόσμο των γυναικών. Όμοια μ' εκείνον δυνατή και αλύγιστη, όμοια κυριαρχημένη από πάθη, όμοια επιθετική, όταν της έθιγαν τον εγωισμό, όμοια υπερήφανη για τη γενιά της. Παράλληλα, τρυφερή και ευκολοσυγκίνητη. Όμοιος και ο τρόπος της γραφής της Σαπφώς με τον τρόπο γραφής του Αλκαίου∙ έδινε κι εκείνη ζωντανή μορφή στις άμεσες, καθημερινές συγκινήσεις που τις αντλούσε όμως από το πεδίο των δικών της ασχολιών. Γεννημένη στην Ερεσό την ίδια περίπου εποχή ή λίγο πιο μπροστά από


τον Αλκαίο, έζησε και έδρασε στη Μυτιλήνη. Σκαμανδρώνυμος ο πατέρας της. Κλείδα η μητέρα της· Χάραξος, Πάριχος, Ευρύγιος τα τρία αδέλφια της. Κερκώλας ο άνδρας της από την Άνδρο και Κλείδα η κόρη της. Φάωνας τέλος ο μεγάλος έρωτάς της, αν βέβαια αληθεύει. Μπλέχτηκε και η Σαπφώ στις πολιτικές διαμάχες και γι' αυτό εξορίστηκε. Ύστερα από την αμνηστεία, που έδωσε ο Πιττακός, γύρισε στη Μυτιλήνη και ίδρυσε Σχολή, στην οποία νέες καλών οικογενειών μάθαιναν μουσική και χορό. Γιατί στη Μυτιλήνη οι γυναίκες όχι μόνο είχαν δικαίωμα στη μόρφωση και συνεπώς συμμετοχή στην πνευματική και καλλιτεχνική ζωή. αλλά παράλληλα ενεργός ήταν και η πολιτική και κοινωνική δράση τους. Ας λάβουμε υπόψη ότι σύγχρονα και παράλληλα με το Σχολείο της Σαπφώς λειτουργούσαν και παρείχαν αγωγή στις κοπέλες άλλα δύο Σχολεία. Στην ποίηση η Σαπφώ αντλεί τα θέματα από την καθημερινή ζωή και την ενασχόλησή της στο Σχολείο. Εκφράζει ελεύθερα τα αισθήματά της, την αγάπη της για τις μαθήτριές της. αλλά και για την κόρη της και για τον αδελφό της. τη λύπη, τη χαρά, τη νοσταλγία, τη ζήλεια, την ειρωνεία. Πολιτικά ή άλλα σπουδαία θέματα δεν την απασχολούν. Ο συνδυασμός πάντως των έντονων αισθημάτων και η λεπτότατη έκφρασή τους ήταν που ανέβασε τη Σαπφώ στην πρώτη θέση των λυρικών ποιητών από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Ο αρχαίος κριτικός της λογοτεχνίας Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς αναφέρει το ποίημα της Σαπφώς "Ύμνος στην Αφροδίτη" ως υπόδειγμα αρμονίας με το πηγαίο αίσθημα, τη σοφή σύνθεσή του, την παραστατικότητα των εικόνων και τη χάρη της έκφρασης. Από τον 5ο π.Χ. αιώνα αξίζει να αναφερθεί επίσης μια μεγάλη προσωπικότητα της πνευματικής Λέσβου, ο Ελλάνικος ο Μυτιληναίος, ιστορικός που κινήθηκε στον Αθηναϊκό κύκλο των διανοουμένων. Πνεύμα ανήσυχο που θέλησε να βάλει έλλογη τάξη στο υλικό της Ιστορίας, απαλλάσσοντάς το από τα στοιχεία της Μυθολογίας. Πρώτος από τους ιστορικούς μελέτησε βιβλία και αρχεία εγκαινιάζοντας έτσι την ιστοριοδιφική μέθοδο στην Ιστορία. Μέσα στα πολλά συγγράματά του - σε 23 τα ανεβάζουν οι μελετητές - περιλαμβάνονταν και τα "Αιολικά" και "Λεσβιακά". Με το έργο του "Ατθίς" εγκαινιάζει τη σειρά των ατθιδογράφων. Στον τομέα της Ιστορίας αναφέρονται επίσης ο Ερμείας ο Μηθυμναίος (4ος π.Χ. αιώνας), που ασχολήθηκε με τη Σικελία και ο Χάρης ο Μυτιληναίος. που σε δέκα βιβλία ιστόρησε την εκστρατεία του Αλεξάνδρου, που την παρακολούθησε ο ίδιος. Πέρα από τα γεγονότα, ο Χάρης έκανε και περιγραφή των χωρών που κατάκτησε ο Αλέξανδρος. Μέσα στον 4ο π.Χ. αιώνα αναφέρεται και ένας κωμωδιογράφος από τη


Μυτιλήνη, ο Αλκαίος ο Μίκου που κάποτε υπήρξε και ανταγωνιστής του Αριστοφάνη. Ακόμα, αξίζει να αναφερθεί ο αστρονόμος Ματρικέτας, που τις αστρονομικές του παρατηρήσεις από παρατηρητήριο του Λεπέτυμνου αναφέρει ο Θεόφραστος. Ο Θεόφραστος ο Ερέσιος είναι από τις μεγαλύτερες φυσιογνωμίες που ανέδειξε η Λέσβος στην αρχαιότητα. Μαθητής του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη ίδρυσε μαζί με τον Αριστοτέλη τη Σχολή του "περιπάτου" που τη διηύθυνε ο ίδιος μετά από το θάνατο του δασκάλου του. Στη Λέσβο έμεινε μαζί με τον Αριστοτέλη (345 - 343 π.Χ.) και σίγουρα πήρε μέρος στις μελέτες που έκανε ο Αριστοτέλης στον Εύριπο των Πυρραίων (Κόλπο Καλλονής). Έφυγε μαζί με το δάσκαλό του στη Μακεδονία, όταν ο Φίλιππος κάλεσε τον Αριστοτέλη ως παιδαγωγό του γιου του. Αναφέρονται 240 συγγράμματα του Θεοφράστου, από τα οποία σώθηκαν ολόκληρα μονάχα δύο για τα Φυτά και οι "Χαρακτήρες". Οι πραγματείες του Θεοφράστου περιλαμβάνουν ένα τεράστιο πλήθος θεμάτων, που αποτελούσαν τη βάση της διδασκαλίας του στον "Περίπατο". Την Περιπατική Σχολή διηύθυνε ο Θεόφραστος 35 ολόκληρα χρόνια (322 - 287 π.Χ.). Στο διάστημα αυτό φοίτησαν σ' αυτή γύρω στους 2.000 μαθητές. Τα βιβλία του για τα φυτά αποτελούν τη βάση της σημερινής Βοτανικής. Στους "Χαρακτήρες" προβαίνει με τρόπο χαριτωμένο σε ανάλυση πολλών ανθρώπινων τύπων. Ερέσιος επίσης ήταν και ο Φανίας ή Φαινίας, μαθητής και αυτός του Αριστοτέλη. Έγραψε κι εκείνος πραγματεία για τα φυτά και ένα βιβλίο "Περί ποιητών", όπου φαίνεται ότι ασχολήθηκε και με τους αρχαϊκούς μουσικούς και ποιητές της Λέσβου. Στις αρχές του 3ου π.Χ. αιώνα χρονολογείται η δράση ενός άλλου ιστορικού, του Μυρσίλου του Μηθυμναίου, που έγραψε "Λεσβιακά" και "Παράδοξα ιστορικά". Απ' αυτόν έμμεσα προέρχονται πολλές πληροφορίες για τη Λέσβο. Η Λέσβος κατά την αρχαιότητα είχε καθιερωθεί ως πνευματικό κέντρο με πανελλήνια εμβέλεια∙ αυτό το επιβεβαιώνει το γεγονός ότι πολλοί ξένοι, μη Λέσβιοι, πνευματικοί άνδρες έρχονταν εδώ για να ιδρύσουν τις σχολές τους και να αναπτύξουν τη δράση τους, γιατί προφανώς εδώ εύρισκαν πρόσφορο έδαφος· ως παράδειγμα αναφέρουμε τον Επίκουρο, που ήρθε και εγκατέστησε στη Λέσβο τη φιλοσοφική του σχολή και φεύγοντας ο ίδιος την άφησε στο φίλο και μαθητή του Έρμαχο το Μυτιληναίο.


Η ΤΕΧΝΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ

ΑΡΧΑΪΚΗ ΚΑΙ ΚΛΑΣΙΚΗ ΕΠΟΧΗ

Ο πολιτισμός της Θερμής, που αναπτύχθηκε στο διάστημα της Πρώιμης Χαλκοκρατίας, ήταν αυτόνομος μεν, αλλά είχε έντονα τρωικά στοιχεία, στοιχεία που διαδόθηκαν στα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου με κάποια μορφή αποικισμού. Αυτή η στενή σύνδεση της Λέσβου με την Τρωάδα συνεχίστηκε και στους αιώνες της Αχαϊκής κυριαρχίας, δηλαδή στη Μυκηναϊκή εποχή. Ήταν μάλιστα πιο έντονη στη διάρκεια της Τρωικής εκστρατείας, αφού οι Αχαιοί έχοντας κυριεύσει τη Λέσβο ανεφοδιάζονταν από τη θάλασσα και οι αρχηγοί τους επιχειρούσαν ατομικές εκστρατείες προς διάφορες κατευθύνσεις καταλαμβάνοντας και λεηλατώντας άλλες μικρότερες πόλεις. Η εγκατάσταση των Αιολέων στη Λέσβο πριν από το τέλος της μυκηναϊκής εποχής, έφερε σε επαφή το νησί με την προϊστορική Θεσσαλία με εμφανέστερη την επίδραση στη γλώσσα. Ο αποικισμός της Λέσβου μετά το τέλος της μυκηναϊκής εποχής από Έλληνες έφερε τη Λέσβο σε επαφή με τα κέντρα του μυκηναϊκού πολιτισμού στην κυρίως Ελλάδα και αρχίζουν πλέον να εμφανίζονται στον αυτόνομο πολιτισμό της Λέσβου και στοιχεία του μυκηναϊκού πολιτισμού. Η ανάπτυξη του εμπορίου και οι εμπορικές ανταλλαγές, που άρχισαν ανάμεσα στα Ελληνικά κράτη, έφεραν πιο κοντά τη Λέσβο κυρίως με την Πελοπόννησο. Έτσι στο Ηραίο της Περαχώρας βρέθηκαν πόρπες που κατασκευάστηκαν στο ανατολικό Αιγαίο νωρίς τον Η' αιώνα π.Χ., ενώ στο τελευταίο τέταρτο του ίδιου αιώνα η Κόρινθος απέκτησε επαφές με τη Λέσβο και την Τρωάδα. Δείγματα της μνημειώδους αρχιτεκτονικής των μυκηναϊκών χρόνων δεν υπάρχουν στη Λέσβο· έχουμε όμως δείγματα της γεωμετρικής αρχιτεκτονικής (9ος - 10ος αι. π.Χ.). Αυτά είναι καμπυλόγραμμα οικοδομήματα, αψιδωτά και ελλειψοειδή. Ένα τέτοιο αψιδωτό οικοδόμημα του 9ου - 10ου αιώνα π.Χ. με τέσσερις χώρους βρέθηκε στην Άντισσα∙ πάνω σ' αυτό βρέθηκε άλλο νεότερο του 8ου αιώνα π.Χ. ελλειψοειδές. Τα αιολικά κιονόκρανα είναι το μοναδικό σχεδόν εύρημα από τον 7ο και 6ο αιώνα π.Χ. πάνω στο νησί. Κατά το Σ. Χαριτωνίδη σ' αυτά τα κιονόκρανα με τις βάσεις τους περιορίζεται όλη η γνώση μας για την αρχαϊκή αρχιτεκτονική της Λέσβου. "Μοναδική εξαίρεση, συνεχίζει, αποτελούν τα σχετικά πολυάριθμα και θαυμαστά, συχνά, δείγματα πολυγωνικής τοιχοδομίας με κυρτές τις πλευρές κάθε πέτρας, σύστημα δύσκολο, όπου οι


Το αρχαίο θέατρο της Μυτιλήνης


μάστοροι του νησιού αναδείχτηκαν αληθινοί δεξιοτέχνες, τόσο, που από την αρχαιότητα πήρε την ονομασία "λεσβία οικοδομία". Σήμερα πολύ εκφραστικά ο λαός την αποκαλεί "ροδότοιχο". Στον ίδιο τόπο που βρέθηκαν τα αιολικά κιονόκρανα, την Κλοπεδή, βρέθηκαν λίγοι ακροκέραμοι με ανάγλυφες παραστάσεις, φτωχικό δείγμα γλυπτικής από την αρχαϊκή εποχή. Αντίθετα πολύ πλούσια είναι τα ευρήματα κεραμεικής από την ίδια εποχή· πολυάριθμα πήλινα αγγεία και ακόμα περισσότερα κομμάτια αγγείων έχει φέρει μέχρι σήμερα στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη και με το πλήθος τους επιτρέπουν τη συναγωγή συμπερασμάτων για τους τόπους, τους τάφους και τα κτίρια, όπου βρίσκονται. Στη Λέσβο έχουμε ένα είδος αγγείων, που ξεφεύγει τελείως από το πνεύμα και το ύφος της κεραμεικής του υπόλοιπου Ελληνισμού στην Πρωτογεωμετρική, Γεωμετρική και Αρχαϊκή εποχή. Είναι τα γνωστά ως "τεφρά λεσβιακά" αγγεία. Και σα σχήματα και προπαντός σαν τέχνη και τεχνική η κεραμική αυτή είναι κάτι το ολότελα ξένο από τα γεωμετρικά και αρχαϊκά αγγεία. Είναι από γκρίζο, σκούρο, σχεδόν μαύρο πηλό με άβαφη κι αστόλιστη την επιφάνεια∙ υπάρχει μόνο μια αδιόρατη σχεδόν διακόσμηση με αυλακωτές γραμμές. Τα αγγεία αυτά θα ήταν άφωνα αρχαιολογικά και η εθνότητα των φορέων τους θα γεννούσε αμφιβολία, αν μια χαραγμένη επιγραφή με το όνομα Εύμαχος σε ένα αμφορίσκο από την Άντισσα δε μας βεβαίωνε ότι τον 6ο π.Χ. αιώνα στη Λέσβο μιλούσαν Ελληνικά. Ο τύπος των αιολικών κιονοκράνων, η σχεδόν αποκλειστικότητα των τεφρών λεσβιακών αγγείων και η αποξένωση της Λέσβου από το μυκηναϊκό πολιτισμό, ιστορικά επιβεβαιωμένη, μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι για μεγάλο χρονικό διάστημα, τουλάχιστον ως τον 5ο αιώνα π.Χ., η Λέσβος καλλιέργησε έναν τοπικό κλειστό πολιτισμό. Το νησί, απομονωμένο και προσκολλημένο στο παρελθόν του τρωικού πολιτισμού, έμεινε κλεισμένο και στις μεταβολές που σημειώθηκαν στο υπόλοιπο Αιγαίο με την κατάλυση των μυκηναϊκών βασιλείων. Η έλλειψη μνημείων τέχνης ανάλογων με τα μνημεία των άλλων ελληνικών περιοχών, που παρατηρείται στη Λέσβο κατά την αρχαϊκή εποχή, αποδίδεται στην αυτάρκεια του νησιού ως συνέπεια της ευφορίας που το χαρακτηρίζει. Γι' αυτό και δε διαμορφώθηκε στη Λέσβο, όπως στην άλλη Ελλάδα, ξεχωριστή αστική τάξη. Μόνο μια κάστα ευγενών, που ιδιαίτερα στην εποχή του Αλκαίου και της Σαπφώς αναλώθηκε σε εσωτερικούς ανταγωνισμούς, υιοθέτησε τα στοιχεία του ελληνικού πολιτισμού, χωρίς καμία επίδραση και ακτινοβολία στα άλλα στρώματα του πληθυσμού και μάλιστα στους τεχνίτες.


Έτσι η γλώσσα είναι που κυρίως τονίζει την ελληνικότητα της Λέσβου από την αρχαιότητα· τα μνημεία του λόγου είναι οι αδιάψευστοι μάρτυρες ενός γνήσιου ελληνικού πολιτισμού, που έλαμψε στη Λέσβο φανερώνοντας ένα τρόπο βίου και σκέψης κοινό με την υπόλοιπη Ελλάδα. Μέχρι σήμερα τουλάχιστον... γιατί αύριο δε γνωρίζουμε τι άλλο θα μας αποκαλύψει η αρχαιολογική σκαπάνη.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Γεωργιάδου Ευσταθίου. "Τα Λεσβιακά". Αθήνα 1973 Εκδοτικής Αθηνών, "Ιστορία του Ελληνικού Έθνους" Ελευθεριάδη Μ., "Λέσβος. Ιστορία. Τουρισμός" Κοντή Γ.. "Λεσβιακό Πολύπτυχο". 1973 Οικονόμου Τάξη. "Συνοπτική Ιστορία και Τοπογραφία της Λέσβου", 1909 Παπαρρηγόπουλου Κ., "Ιστορία του Ελληνικού Έθνους", Αθήνα 1885 Χατζηγιάννη Στρ.. "Μαρτυρίες των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων για τη Λέσβο και τους Λεσβίους", 1979


ΡΩΜΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ Αό το 196 π.Χ. με τη διακήρυξη της ελευθερίας των Ελλήνων π από τον Ρωμαίο στρατηγό Φλαμινίνο στην Κόρινθο και ιδίως από την καταστροφή της το 146 π.Χ. από τον Μόμμιο μέχρι το 330 μ.Χ. με την ίδρυση της Κων/πολης από τον Μ. Κων/νο, για πέντε αιώνες δηλαδή, οι Ρωμαίοι αρχικά επεμβαίνουν και πρωταγωνιστούν στα Ελληνικά πράγματα και ακολούθως τα ελέγχουν και τα κατευθύνουν. Είναι η εποχή της Ρωμαιοκρατίας. Η Λέσβος καθ' όλη αυτή τη μακρά χρονική περίοδο είναι σημαντικό κέντρο διαμόρφωσης των διάφορων καταστάσεων. Ο Αιλιανός, συγγραφέας του γ' μ .X. αιώνα, μας δίνει μια πρωτάκουστη στην Ιστορία πληροφορία για τους Μυτιληνιούς προγόνους μας, που πολλά μας διδάσκει· Όταν, λέει, "ήρξαν της θαλάσσης" σαν υψίστη ποινή σ' όσους αποστατούσαν από τη συμμαχία τους νησιώτες επέβαλλαν το κλείσιμο των σχολείων τους. Τι παράξενη ποινή θα πει κανείς! Κι όμως έχει τη λογική της και πέρα από την ηθική της αξία έχει και την πρακτική: αμόρφωτοι καθώς θάμεναν οι τιμωρημένοι, ούτε εμπόριο, ούτε επιστήμες, ούτε τέχνες θα μπορούσαν να αναπτύξουν και έτσι θάταν χειραγώγητοι και υποχείριοι, κατάλληλοι μονάχα για βαρειές χειρωνακτικές εργασίες, ανειδίκευτοι εργάτες. Συνάμα δε θάχαν βέβαια και τη χαρά και την απόλαυση της πνευματικής δημιουργίας. Για να μπορούν οι Μυτιληνιοί να επιβάλλουν τέτοιες ποινές, πρέπει βέβαια να είχαν την ανάλογη στρατιωτική, οικονομική και ηθική δύναμη. Και φαίνεται πως την είχαν λόγω του ισχυρού τους ναυτικού, των αποικιών τους στη Μ. Ασία, της γεωργικής τους παραγωγής, του εμπορίου τους και της μακράς πνευματικής παράδοσής τους, που εξακολουθούσε να καρποφορεί σ' όλους τους αιώνες της Ρωμαιοκρατίας. Ήδη από τους Ελληνιστικούς χρόνους η Μυτιλήνη έχει συμμαχία με το Βυζάντιο, τη Χίο. τη Ρόδο και την Αίγυπτο, όπως μας πληροφορεί ο Πολύβιος. Τη δύναμή της και πριν από αυτή την εποχή και μετά την οφείλει στο ισχυρό ναυτικό της και στην ακμάζουσα οικονομία· γι' αυτό μπορεί να ακολουθεί δική της, αυτόνομη πολιτική. Αγνοεί τους Ρωμαίους και το 194 π.Χ. ψηφίσματα δείχνουν τις φιλικές και εμπορικές σχέσεις, που είχε με την Αιτωλική Συμπολιτεία. Έμποροί


της και ιδιώτες πηγαινοέρχονται στην Πελοπόννησο. Μαζί με άλλους (Αιγύπτιους, Χίους, Ηπειρώτες) προσπαθεί να συμφιλιώσει τους Αιτωλούς με τους Μακεδόνες και να σταματήσει τον μεταξύ τους πόλεμο, από τον οποίο επωφελούνται οι Ρωμαίοι. Αυτό δεν επιτυγχάνεται και οι Ρωμαίοι γίνονται τελικά "ρυθμιστές" των ανατολικών πραγμάτων. Η ελευθερία όλων των ελληνικών πόλεων που κήρυξε ο Φλαμινίνος για τους Ρωμαίους σήμαινε αποδυνάμωση του κυριοτέρου αντιπάλου τους, του Κράτους της Μακεδονίας. Η Λέσβος φρόντισε να επωφεληθεί από αυτήν την "ελευθερία" ενισχύοντας τον έλεγχο που είχε στην απέναντι Μικρασιατική παραλία, η οποία αποτελούσε σπουδαίο στρατιωτικό και οικονομικό προγεφύρωμα γι' αυτήν κι όσο το ήλεγχε το νησί ήκμαζε. Τα πολλά προβλήματα, ας μη ξεχνάμε, εμφανίστηκαν και υπάρχουν από το 1922 και μετά... Από την εκτόπιση της Μακεδονίας επωφελήθηκε όμως και ο Αντίοχος ο Μέγας της Συρίας, που άπλωσε την κυριαρχία του στη Μ. Ασία. Οι Ρωμαίοι συνέπηξαν συμμαχία εναντίον του. Η Λέσβος που είχε χάσει τις "Περαίες" πόλεις της και το εμπόριο με την Ανατολή προσχώρησε σ' αυτή τη συμμαχία και το 190 π.Χ. πήρε μέρος στον πόλεμο των Ρωμαίων εναντίον του Αντιόχου Γ' της Συρίας. Όταν πέτυχε να ανακτήσει τις Περαίες πόλεις, η Λέσβος δεν ταύτισε την πολιτική της με τα συμφέροντα των Ρωμαίων. Παρά το ότι και στη Μυτιλήνη είχε σχηματιστεί φιλορωμαϊκό κόμμα, δηλαδή πολιτική μερίδα από εμπόρους και συναλλασσομένους με τους Ρωμαίους, η γενικότερη πολιτική ήταν αντιρωμαϊκή. Γι' αυτό και δε δίστασε να βοηθήσει το στρατηγό των Μακεδόνων Αντήνορα στον πόλεμό του εναντίον των Ρωμαίων. Οι ισορροπίες που συνέφερε να υπάρχουν στο Αιγαίο και στην Ελλάδα οδηγούσαν τη Λέσβο σε αλλαγές της εξωτερικής της πολιτικής. Οι Ρωμαίοι όμως θέλησαν να της δώσουν ένα μάθημα τιμωρώντας το 167 π.Χ. την Άντισσα με σκληρά αντίποινα. Ο Ρωμαίος στρατηγός Λαβέων ήρθε με στόλο, την κατέλαβε και εκτόπισε τους κατοίκους της στη Μήθυμνα, που είχε φερθεί συνετότερα. Το μέλλον φάνηκε ότι ανήκει στους Ρωμαίους, όταν το 146 π.Χ. κατάφεραν να νικήσουν ολοκληρωτικά τους μεγάλους αντιπάλους τους, τους Καρχηδονίους και να καταστρέψουν εκ θεμελίων την Καρχηδόνα και τον ίδιο χρόνο να φανούν απειλητικοί στον Ελληνικό χώρο καταστρέφοντας και τον εμπορικό τους ανταγωνιστή στην περιοχή αυτή, την Κόρινθο. Τέλος το 133 π.Χ. ο Άτταλος Γ' της Περγάμου με τη διαθήκη του άφησε ολόκληρο το κράτος του κληρονομιά στη Ρώμη και έτσι "έκλεισε" από την Ανατολή ο ορίζοντας για ανεξάρτητη πολιτική της Λέσβου. Η φιλορωμαϊκή μερίδα στη Μυτιλήνη ενισχύθηκε και η ανώτερη τάξη ακούμπησε με εμπιστοσύνη στη ρωμαϊκή ισχύ.


Λόγιοι, πολιτικοί, παράγοντες της οικονομίας αναπτύσσουν στενούς δεσμούς με τη Ρώμη, την επισκέπτονται, κάποιοι εγκαθίστανται μόνιμα σ' αυτή και παίρνοντας τον τίτλο του Ρωμαίου πολίτη γίνονται φανατικοί υποστηρικτές της φιλορωμαϊκής πολιτικής. Ένας διακεκριμένος Λέσβιος, που πηγαίνει στη Ρώμη όχι για να μορφωθεί, αλλά για να μορφώσει, είναι ο Διοφάνης. Και ήταν τόσο αξιόλογος δάσκαλος, που τον πήρε η οικογένεια των Γράκχων και δίδαξε τον Τιβέριο Γράκχο φιλοσοφία και πολιτική τέχνη. Και δεν ήταν απλώς δάσκαλος του μεγάλου αναμορφωτή της Ρωμαϊκής κοινωνίας, αλλά καθοδηγητής του και συνεργάτης του στις πολιτικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, που εισήγαγε και που προκάλεσαν την αντίδραση όσων βλάφτονταν απ' αυτές, οι οποίοι και τον δολοφόνησαν. Το ίδιο καταδίωξαν και το Διοφάνη, που και αυτόν σκότωσαν το 132 π.Χ. Οι φιλορωμαίοι όμως της Λέσβου δεν μπόρεσαν να επιβληθούν τελείως, γιατί το φιλελεύθερο και ανεξάρτητο πνεύμα των Λεσβίων δεν είχε σβήσει. Έτσι, όταν στην Ανατολή εδέσποσε ο βασιλιάς του Πόντου Μιθριδάτης, που νικώντας τους Ρωμαίους έφτασε μέχρι απέναντι στα Μικρασιατικά παράλια, οι Λέσβιοι δεν δίστασαν να ταχθούν με το κίνημά του, που ξεσήκωνε τους λαούς και σάρωνε τη Ρωμαϊκή δύναμη. Ο Ρωμαίος στρατηγός Μάνιος Ακύλιος νικημένος και άρρωστος ήρθε στη Μυτιλήνη για να βρει καταφύγιο. Οι Μυτιληνιοί όμως τον παρέδωσαν στο διώκτη του Μιθριδάτη, που κατά τη συνήθειά του για όσους κατηγορούσε ότι είναι πλεονέκτες και φιλάργυροι, τον σκότωσε ποτίζοντάς τον λυωμένο χρυσάφι. Και δεν αρκέστηκαν σ' αυτό μόνο· όλη η Λέσβος τάχθηκε με το δραστήριο και αδίστακτο βασιλιά του Πόντου και για να απαλλαγεί από τον ανταγωνισμό και τον έλεγχο των Ρωμαίων εμπόρων και αξιωματούχων δε δίστασε να μετάσχει στη γενική σφαγή των Ρωμαίων της Ανατολής, που οργάνωσε ο Μιθριδάτης. Χιλιάδες Ρωμαίοι σφάγηκαν το 88 π.Χ. στη Μ. Ασία και στα νησιά (εκτός της Χίου). Η Λέσβος κόβοντας Ρωμαϊκούς λαιμούς έκοψε και τους δεσμούς που είχε με τη Ρώμη και με ενθουσιασμό υποδέχτηκε το Μιθριδάτη, που χάρισε φόρους και χρέη. Η στάση αυτή δεν οφείλεται μόνο στην επιβολή και δύναμη, που έδειξε πως είχε ο Μιθριδάτης· στηρίχτηκε και στη δύναμη σε στόλο και οικονομικά μέσα, που εξακολούθησε να έχει η Λέσβος· γι' αυτό όταν το 84 π.Χ. ήρθε ο Ρωμαίος στρατηγός Λούκουλλος, ο γνωστός πολυφάγος, αλλά και σπουδαίος πολεμιστής, δεν υποτάχθηκε. Ο Λούκουλλος πολιόρκησε τη Μυτιλήνη και κατάφερε να εισβάλει στην πόλη παρά τη σθεναρή της αντίσταση. Το αποτέλεσμα ήταν 500 νεκροί και 6.000 αιχμάλωτοι· όμως από το


πλήγμα αυτό δε λύγισε η ισχυρή πόλη και γι' αυτό νέα επιχείρηση των Ρωμαίων το 80 π.Χ. υπό τον Μινούκιο Θέρμιο επέτυχε την άλωση και την καταστροφή των οχυρών της, ώστε να μην μπορεί στο μέλλον να ενοχλήσει την κραταιά Ρώμη. Σ' αυτή την επιχείρηση είχε λάβει μέρος και ο Ιούλιος Καίσαρ, που μάλιστα διακρίθηκε ως πολεμιστής και τιμήθηκε με στεφάνι. Η δύναμη της Μυτιλήνης εξακολουθούσε να είναι τόση, ώστε η Ρώμη παρά την αδιαφιλονίκητη υπεροχή της δεν αισθάνθηκε μειωμένη να υπογράψει "Συμμαχία" μαζί της. Το λιοντάρι με το σκύμνο... Κι αυτό έγινε όταν ο Πομπήιος είχε νικήσει τους πειρατές, που αμφισβητούσαν την κυριαρχία της Ρώμης στο Αιγαίο και είχε επιβάλει την PAX ROMANA, αφού εξόντωσε και τον Μιθριδάτη. Η φιλορωμαϊκή μερίδα στη Μυτιλήνη "δικαιώνεται". Όσοι είχαν αναγκαστεί να καταφύγουν στη Ρώμη επέστρεψαν και γίνονται η ηγεσία της. Επιδίδονται δραστήρια στην ανασυγκρότηση των δυνάμεών της μέσα στα νέα δεδομένα, που επιβάλλει de facto και de jure η κατίσχυση της Ρώμης. Ανάμεσά τους είναι και ο συνεργάτης και φίλος του Πομπήιου Θεοφάνης, συγγραφέας και πολιτικός, που μαζί με τον πατέρα του Ιεροίτα είχε αντιταχθεί στη σφαγή των Ρωμαίων, που είχε διατάξει ο Μιθριδάτης και γι' αυτό αναγκάστηκαν να φύγουν στη Ρώμη. Εκεί ο Θεοφάνης σχετίστηκε με τον Πομπήιο τον ακολούθησε στις εκστρατείες του, τις περιέγραψε σαν "πολεμικός ανταποκριτής" και όταν επιβλήθηκε παντού η Ρωμαϊκή δύναμη, επέβαλλε κι αυτός τη φιλορωμαϊκή πολιτική στη Λέσβο, που ανέκτησε την παλιά της αίγλη. Η αίγλη της αυτή δεν οφείλεται μονάχα στην οικονομική της δύναμη και στο στόλο της. Είναι και πνευματική. Πρώτα πρώτα η Μυτιλήνη, που δίνει τον τόνο της ζωής σ' όλη τη Λέσβο, είναι μια πολύ ωραία πόλη. Τη θαυμάζει ο Κικέρων: "Τι είναι η Μυτιλήνη, που έγινε δική μας με το νόμο του πολέμου και το δίκαιο της νίκης; Πόλη απ' τις σπουδαιότερες εξαιτίας των οικοδομημάτων της και των ωραίων και εύφορων χωραφιών της", γράφει. Και ο αρχιτέκτονας της εποχής του Αυγούστου, ο Βιτρούβιος λέγει ότι είναι "χτισμένη με μεγαλοπρέπεια και κομψότητα" και κάνει κάποιες παρατηρήσεις για τη ρυμοτομία της και τους ανέμους που φυσούν και αρρωσταίνουν τους κατοίκους της. Κι η ομορφιά της πόλης διατηρείται και τους επόμενους αιώνες, όπως μας πληροφορεί ο Λόγγος (3ος μ. X. αιώνας) στο ποιμενικό και ερωτικό του μυθιστόρημα "τα κατά Δάφνιν και Χλόην". Ο "Εύριπος" που χώριζε το νησάκι της αρχικής Μυτιλήνης "(το σημερινό Κιόσκι και Κάστρο) από την υπόλοιπη πόλη, απλώθηκε πάνω στους λόφους και τις παραλίες, είχε


Το Αρχαίο Θέατρο

γέφυρες από άσπρη πέτρα, που στραφτάλιζε μέσα στο άφθονο λαμπρό λεσβιακό φως. Κήποι, άλση, λιμανάκια. τερπνές ακρογιαλιές κάνουν τη διαμονή στην πόλη ευχάριστη. Την οικοδομημένη Μυτιλήνη αποτελούσαν τα δημόσια οικοδομήματα, πρυτανείο, βουλευτήριο. κλπ. στοές, ωραία ιδιωτικά σπίτια και επαύλεις. Έργα τέχνης και ζωηρή πνευματική κίνηση κάνουν τη τη ζωή στην πόλη ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα και εξέχοντες Ρωμαίοι έρχονται να μείνουν σ' αυτή. Ο Οράτιος μαζί με τη Ρόδο ξεχωρίζει τη Μυτιλήνη σαν μια αξιόλογη πόλη της Αυτοκρατορίας. Στο βόρειο λόφο της ήταν το περίλαμπρο θέατρο χωρητικότητας 10.000 περίπου θεατών. Σήμερα σώζεται γυμνό απ' τις μαρμάρινες κερκίδες του και το διάκοσμό του το κοίλο κι η ορχήστρα. Οι πέτρες του έγιναν ασβέστης ή οικοδομικό υλικό. Πολλά αρχιτεκτονικά μέλη του μεταφέρθηκαν από τον Φραγκίσκο Γατελούζο και εντοιχίστηκαν στο κάστρο που έχτισε το 1373 μ.Χ. πάνω στο παλιό νησάκι, που ήδη είχε ενωθεί με την υπόλοιπη στεριά. Ανάγλυφα, κολόνες, μάρμαρα του θεάτρου εντοιχίστηκαν σε διάφορα σημεία των τειχών. Άλλα σκόρπισαν εδώ κι εκεί και χάθηκαν. Το 62 π.Χ. έρχεται στη Μυτιλήνη ο Πομπήιος και θαυμάζει αυτό το ωραίο θέατρο, το ζηλεύει και φτιάχνει ένα όμοιο του στη Ρώμη. Το θέατρό


Πορτρέτο επιφανούς Ρωμαίου (εποχή πριν από τους χρόνους του Αυγούστου). (Μουσείο Μυτιλήνης)

του ανοικοδόμησε ο Αύγουστος. Ήταν τεράστιο, 17.500 θέσεων, πολυτελέστατο και velatum (στεγασμένο) για να προστατεύει τους θεατές από τον ήλιο και τη βροχή. Δεν αποκλείεται φυσικά και το Μυτιληνιό να είχε τέντα προστασίας θεατών. Ο Πομπήιος εντυπωσιάζεται από τη Μυτιλήνη και τις εκδηλώσεις των Μυτιληνιών, όπως το θεατρικό έργο, που του έπαιξαν με θέμα τις πολεμικές του επιτυχίες, αντιλαμβάνεται τη δύναμή της και τη σημασία της για το ρωμαϊκό κράτος και της "χαρίζει" πάλι την ελευθερία της, δεχόμενος σχετική εισήγηση και του φίλου του Θεοφάνη. Ο Μιθριδάτης έχει εξοντωθεί, κίνδυνος νέας αναταραχής στη Λέσβο δεν είναι πια ορατός και η φιλορωμαϊκή μερίδα υπό τον Θεοφάνη οδηγεί την οικονομική και πολιτική


ζωή του νησιού. Ο Πομπήιος δεν διακινδύνευε τίποτα επιτρέποντας στους Λέσβιους να κινηθούν ελεύθερα μέσα στα πλαίσια που καθόριζε η ρωμαϊκή εξουσία βέβαια. Αντίθετα κέρδιζε τη συμπάθειά τους και τη συνεργασία τους. Κάποια "έργα" μάλιστα, που έκανε στη Μυτιλήνη ολοκλήρωσαν την εικόνα του "κτίστη και Σωτήρα" της πόλης, όπως τον ονομάζουν σε επιγραφές οι Μυτιληνιοί. Η φιλία του Πομπήιου με τη Μυτιλήνη διατηρήθηκε και στους δύσκολους γι' αυτόν χρόνους. Η γυναίκα του Κορνηλία, η οικογένειά του και τα πλούτη του βρίσκονταν στη Μυτιλήνη. Το 48 π.Χ. μετά την ήττα του στα Φάρσαλα ο Πομπήιος κατέφυγε στη φιλική του Μυτιλήνη, να παραλάβει την οικογένειά του και από εκεί να αναζητήσει σ' άλλο μέρος τη σωτηρία. Οι Μυτιληνιοί τούδειξαν όλη τους τη συμπάθεια∙ τον κάλεσαν να μπει μέσα στην πόλη, πράγμα που απέφυγε να κάνει για να μην προκαλέσει την εις βάρος τους οργή του νικητή Καίσαρα. Στην υποδοχή και παρηγόρησή του έσπευσε και ο φιλόσοφος Κράτιππος. Η Φιλοσοφία, τουλάχιστον αφότου ο Αριστοτέλης εδίδαξε στη Μυτιλήνη. πάντοτε είχε σχολές, δασκάλους και μαθητές στην ιστορική πόλη. Ο μεγάλος Σταγειρίτης φιλόσοφος είχε χαρακτηρίσει "γλυκύτερον τον Λεσβιακόν οίνον" από τον Ροδίτικον, εννοώντας ότι είναι καλύτερος ο μαθητής του Θεόφραστος ο Ερέσιος από τον Εύδημο τον Ρόδιο και αξιότερος να τον διαδεχθεί στην Περιπατητική του Σχολή, πράγμα που έγινε. Ο οίνος αυτός εξακολουθούσε να παράγεται στη Λέσβο και έρρεε άφθονος στην Περιπατητική Σχολή της Μυτιλήνης, τώρα με τον Κράτιππο. ο οποίος είχε σπουδάσει και στην Πέργαμο. Μετά ως δάσκαλος της φιλοσοφίας είχε επιφανείς μαθητές σαν τον Βρούτο, το γιο του Κικέρωνα και το Μάρκο Μάρκελλο, αντίπαλο του Καίσαρα και αυτοεξόριστο στη Μυτιλήνη. Ο Κράτιππος μίλησε ευγενικά και παρηγορητικά στον καταπτοημένο από την ήττα του Πομπήιο, χωρίς όμως να αποστεί και από τις φιλοσοφικές του πεποιθήσεις, όταν ο στρατηλάτης κατηγόρησε την πρόνοια των θεών, γιατί τον εγκατέλειψε. Ο φιλόσοφος του αντέτεινε σταθερά ότι δεν ξέρουμε αν εκείνος θα χειριζόταν καλύτερα τα πράγματα νικώντας και ότι οι θεοί τα κατευθύνουν ασφαλώς σωστά. Ο Πομπήιος μετά, κατά υπόδειξη του Θεοφάνη, που ήταν παλιός του συνεργάτης και τον συνόδευσε στις εκστρατείες σαν σύμβουλος και πολεμικός ανταποκριτής, κατευθύνθηκε στην Αίγυπτο, όπου όμως προτού καν αποβιβαστεί στο έδαφος της δολοφονήθηκε μέσα στη βάρκα. Ο Κράτιππος πήγε στην Αθήνα για να συνεχίσει το διδακτικό του έργο. Ο Θεοφάνης παρά τις σχέσεις του με τον ηττημένο Πομπήιο διατήρησε


Κορμός από γυναικείο άγαλμα σε μέγεθος πολύ μεγαλύτερο του φυσικού. Το κεφάλι και ο κάτω κορμός ήταν από χωριστά κομμάτια μαρμάρου. 2ος - 3ος μ.Χ. αι. (Μουσείο Μυτιλήνης)

την πολιτική του δύναμη, αφού ασφαλώς προσαρμόστηκε στη νέα κατάσταση και δήλωσε υποταγή στο νικητή Καίσαρα, ο οποίος δε θέλησε να τιμωρήσει τη Μυτιλήνη για την υποστήριξη που παρείχε στον αντίπαλό του Πομπήιο. Αλλά και στο γιο του Σέξτο Πομπήιο η Μυτιλήνη το 35 π.Χ. παρέσχε άσυλο, όταν αυτός αγωνιζόταν κατά της γ' τριανδρίας υπό τον Οκταβιανό και όταν πέθανε το 34 π.Χ. τον τίμησε ως "ήρωα Σέξτο" κόβοντας γι' αυτόν νόμισμα. Όλα αυτά δείχνουν μια συνέπεια, σταθερότητα και ευθύτητα των Μυτιληνιών, που δεν "προσκυνούν" τον κρατούντα κάθε φορά εγκαταλείποντας σαν δειλοί τον ηττημένο. Η Μυτιλήνη δηλαδή δεν είναι μια πόλη


Το Ρωμαϊκό Υδραγωγείο Μόριας


Ρωμαϊκό Υδραγωγείο Λάμπου Μύλων

"ευκαιριών", τυχοδιωκτισμού και χλιδής. Έχει ήθος και πνευματικότητα. Η σύνδεσή της με το αρχαίο λαμπρό παρελθόν της φαίνεται και από την τέχνη της. Πρώτα - πρώτα εξακολουθεί να διατηρεί και να χρησιμοποιεί τα κλασικά και μετακλασικά έργα τέχνης, που σώζονται. Ο ωραιότατος θρόνος του Ποτάμωνος, το μαρμάρινο κάθισμα του ιερέα του Διονύσου στο θέατρο της Μυτιλήνης, είναι ένα από αυτά. Ξύσανε την παλιά (ελληνιστικής εποχής) επιγραφή του και σκαλίσανε του νέου επισήμου το όνομα "Ποτάμωνος του Λεσβώνακτος Προεδρία". Η κλασικίζουσα τεχνοτροπία διατηρήθηκε και στα έργα της πλαστικής. Το κεφάλι της Αγριππίνας π.χ., που φυλάσσεται στο Μουσείο Μυτιλήνης, δείχνει ότι οι Λέσβιοι γλύπτες εξακολουθούσαν να μένουν προσηλωμένοι στα αθάνατα πρότυπα της αρχαιότητάς τους. Ακόμα και το μεγάλο τεχνικό έργο του Υδραγωγείου (2ος μ.Χ. αιώνας μάλλον) με τις Καμάρες του που σώζονται στους Λάμπου Μύλους και ιδίως στη Μόρια, θυμίζει κλασική εποχή. Οι ογκόλιθοι, οι πεσσοί, οι άβακες και τα τόξα που απαρτίζουν το εξαιρετικό αυτό έργο δένουν σ' ένα σύνολο που μοιάζει με προπύλαια κλασικού ναού ή ανακτόρων. Ίσως είναι έργο του αυτοκράτορα Αδριανού (117 - 138 μ.Χ.)· ξεκινούσε από τις υπώρειες του Ολύμπου, στην περιοχή Τσίγκου, και διανύοντας 26 χιλιόμετρα, πότε με υπόγειο πήλινο αγωγό, πότε με σκαλισμένο αύλακα πάνω στους βράχους και πότε με αψίδες, όπως αυτές που αναφέραμε.


έφερνε άφθονο νερό στη Μυτιλήνη (υπολογίζεται σε 24.000 κυβικά ημερησίως). Η ροή του ύδατος ήταν ελεύθερη με την κλίση που οι τεχνικοί είχαν δώσει σ' όλη τη μακρά διαδρομή του. Απ' τη δεξαμενή στη Μυτιλήνη μοιραζόταν με αγωγούς στις δημόσιες κρήνες της πόλης, στα λουτρά και στις επαύλεις της. Ήταν ένα έργο πολιτισμού, καθαριότητας και άνεσης, που δείχνει την ευμάρεια, αλλά και την καλαισθησία των Λεσβίων της Ρωμαιοκρατίας. Η περιοχή του σημερινού 8ου Δημοτικού Σχολείου μέχρι τον Παιδικό Σταθμό ήταν γεμάτη πολυτελείς επαύλεις, όπως έδειξαν οι τελευταίες αρχαιολογικές ανασκαφές (Καλοκαίρι 1996). Την καλαισθησία τους δείχνουν και τα διάφορα σκεύη, που σώζονται στο Μουσείο της Μυτιλήνης· αγγεία, πρόχοοι, βωμοί και βωμίσκοι λατρείας, αγάλματα και μωσαϊκά. Περίφημα μωσαϊκά είναι της ονομασθείσας "οικίας Μενάνδρου", της οποίας τα δάπεδα ήταν ψηφιδωτά με σκηνές από κωμωδίες του Μενάνδρου, που ασφαλώς θα παίζονταν στο θέατρο, θα ήταν δημοφιλείς και τόσο γνωστές και ζυμωμένες με τη ζωή των Μυτιληνιών, ώστε να είναι φυσικό να τις αποθανατίζουν μέσα στα σπίτια τους.

Βωμός Διοσκούρων με ανάγλυφα ιατρικά εργαλεία και χέρια θεραπευθέντων(;) (ή γάντια)(;) Τα ακρόπρωρα δηλωτικά των Διοσκούρων


Ναός Μέσων

Η τέχνη βέβαια όσο κυλούν τα χρόνια προς την παρακμή ή ορθότερα προς νέες μορφές και νέα ιδεώδη, αποκτά κάτι το δύσκαμπτο, το περίεργο (περίτεχνο και φορτωμένο δηλαδή) το ογκηρό και κάποτε προχειροφτιαγμένο. Αρκετά μωσαϊκά της εποχής αυτής παρουσιάζουν τέτοιες αδυναμίες. Οι Μονομάχοι, που ανάγλυφοι αποτέλεσαν διακοσμητικό στοιχείο στον "πύργο της βασίλισσας" του Κάστρου των Γατελούζων, συγκεντρώνουν όλες αυτές τις αδυναμίες. Από κει ψηλά διακηρύσσουν την άκομψη τέχνη των θαυμαστών των μονομάχων και θηριομάχων, που και στο θέατρο της Μυτιλήνης διαδέχτηκαν τις υψηλής τέχνης τραγωδίες και κωμωδίες του παρελθόντος. Τη Φιλοσοφία και Ρητορική συνεχίζει ο Λεσβώναξ που γράφει στην Αττική γλώσσα έργα - μιμήσεις αρχαίων συγγραφέων κυρίως για χρήση των μαθητών του στη Σχολή που δίδασκε. Ο γιος του Ποτάμων γράφει ιστορικά και πολιτικά έργα, που δε σώθηκαν, ίσως γιατί ο χρόνος είναι αμείλικτος για τα αδύνατα έργα. Όπως και ο πατέρας του τάχθηκε και αυτός με τον Καίσαρα και το διάδοχό του Οκταβιανό Αύγουστο. Επιτυγχάνει να υπογραφεί νέα συνθήκη φιλίας και "συμμαχίας" μεταξύ Ρώμης και Μυτιλήνης, που δείχνει ότι η πρωτεύουσα πόλη της Λέσβου εξακολουθεί να είναι υπολογίσιμη δύναμη. Οι Μυτιληνιοί τίμησαν ιδιαί-


τερα τον Ποτάμωνα, του έχτισαν μάλιστα ειδικό κτίριο, το "Ποταμώνειο", όπου τοποθέτησαν τις πλάκες με τις συνθήκες. Στο θέατρο τού είχαν ιδιαίτερο θρόνο, όπως είδαμε, και κατά πάσα πιθανότητα την κόρη του Ιουλία Ποταμίλλη έκαναν κι αυτήν Αρχιέρεια δίνοντάς της ειδική θέση στο θέατρο. Η ποίηση δεν έχει κι αυτή τα υψηλά πετάγματα του παρελθόντος. Οι πιο γνωστοί ποιητές των χρόνων του Αυγούστου είναι ο Αλφειός κι ο Κριναγόρας. Κάποια επιγράμματά τους που σώζονται πείθουν ότι η εποχή της ποιητικής ακμής έχει απομακρυνθεί πολύ. Αλλά το ίδιο, ας μη ξεχνάμε, συνέβαινε και στην άλλη Ελλάδα. Τη σκυτάλη της ποιητικής δημιουργίας έπαιρνε η Ρώμη με το Βιργίλιο, τον Οράτιο και τον Οβίδιο. Οι Λέσβιοι ποιητές ανήκουν ασφαλώς στους "minores", τους κατώτερους, και διαχρονικά ελάχιστα έχουν να προσφέρουν. Μια ιδέα από την ποίηση του Κριναγόρα μπορούμε να πάρουμε απ' το παρακάτω ποίημά του, που έγραψε φεύγοντας για την Ιταλία, έχοντας μαζί του το φίλο του Μένιππο, για να του περιγράψει το ταξίδι αυτό, που το κρίνει άξιο να γίνει ποίημα:

Πλους μοι επ' Ιταλίην εντύνεται, ες γαρ εταίρους στέλλομαι, ων ήδη δηρόν άπειμι χρόνον. Διφέω δ' ηγητήρα περίπλοον ος μ' επί νήσους Κυκλάδας, αρχαίην τ' άξει επί Σχερίην. Συν τι μοι αλλά, Μένιππε, λάβε φίλος ίστορα Κύκλον γράψας, ω πάσης ίδρι γεωγραφίης. ("Anthologia Graeca Brunkii τόμος II, XXIV Λειψία 1794) Ταξίδι ετοιμάζω για την Ιταλία, να πάω στους συντρόφους, που πολύν χρόνο είμαι μακριά τους. Ζητώ οδηγό του ταξιδιού, που θα με πάει στα Κυκλαδονήσια και στην Κέρκυρα. Έλα φίλε μου Μένιππε μαζί μου, να γράψεις όλο το ταξίδι, συ που ξέρεις τη γεωγραφία όλη. Όπως είδαμε, η Λέσβος εξακολουθεί να διατηρεί την "προσωπικότητά" της. τον πλούτο της και την πνευματική της δύναμη. Κατά τον Πλίνιο υπάρχουν 9 πόλεις, αλλ' η Αγαμήδη και η Ιερά (Γέρα) καταστράφηκαν κι η Πύρρα βούλιαξε στη θάλασσα. "Ει τι κακόν εις Πύρραν", έλεγαν οι γείτονές της ενοχλούμενοι από τη δύναμη και την αλαζονεία των Πυρραίων, λέγει ο Πλούταρχος ("Παροιμίαι"), οι οποίοι "προς τους ομόρους πάντας απεχθώς είχον" (σ' όλους τους γείτονες ήταν αντιπαθείς). Το "Προάστειο",


Πορτραίτο της Αγριππίνας σε νεανική ηλικία, 1ος μ.Χ. αιώνας


πάντως, της Πύρρας εξακολουθούσε να υπάρχει, παρά την καταστροφή, που έπαθε η κύρια πόλη. Οι άλλες πόλεις (Μυτιλήνη, Μήθυμνα, Ερεσός, Άντισσα κλπ.) αποτελούν το "Κοινόν των Λεσβίων" με έδρα πάντοτε το ναό των Μέσων, για να συνεορτάζουν τις κοινές τους πανηγύρεις και ιδίως τον Καίσαρα - θεό, αλλά και λίγο πολύ να συνεργάζονται και σ' άλλα θέματα, μέσα στα πλαίσια βέβαια που παρείχε η ρωμαϊκή "ελευθερία". Οι πόλεις αυτές είχαν τα βουλευτήριά τους και τα άλλα ιδρύματα και τους θεσμούς, που άλλοτε συνιστούσαν το δημοκρατικό πολίτευμα, αλλά οι δικαιοδοσίες τους ήταν πολύ περιορισμένες και μονάχα για εσωτερικά θέματα της επικράτειάς τους. Και οι επικράτειες αυτές ξέρουμε απ' τον Λόγγο πως ήταν "Κωμηδόν κατοικημένες". Μικρά χωριά, πολλοί οικισμοί και μεμονωμένες επαύλεις με δούλους, δουλοπάροικους ή και ελεύθερους εργάτες καλλιεργούσαν τα κτήματα και ανάγκαζαν την εύφορη λεσβιακή γη να δίνει άφθονους τους καρπούς της, που καθιστούσαν αύταρκες το νησί και συντελούσαν στην οικονομική του ισχύ. Η Μυτιλήνη, η Μήθυμνα, η Ερεσός και η Άντισσα είχαν λιμάνια εξαγωγής των προϊόντων τους και διεξαγωγής εμπορίου. Από μικρότερες "Σκάλες" γίνονταν οι άλλες εξαγωγές, αφού το εσωτερικό οδικό δίκτυο ήταν μικρό και ακατάλληλο να εξυπηρετήσει τις μεταφορές. Άλλο ένα εμπόδιο επικοινωνίας των Λεσβίων της υπαίθρου είναι ο μεγάλος πευκώνας (τσαμλίκι) στο κέντρο του νησιού, που ο Πλίνιος το ονομάζει "nemus Purrhaeum" (Δάσος Πυρραίον). Αυτή η απομόνωση των διαφόρων περιοχών της Λέσβου συντέλεσε και στο να διαμορφωθούν τα ιδιαίτερα γλωσσικά ιδιώματα των χωριών. Από μια άποψη ευκολότερη ήταν η επικοινωνία με τις εκτός Λέσβου πόλεις. Ιδίως οι άρχοντες του νησιού ταξίδευαν συχνά στην Ιταλία. Είχαν φυσικά τους λόγους τους γι' αυτό. Η Ιταλία και οι Ρωμαίοι άρχοντες, με πρώτον βέβαια τον Αυτοκράτορα, είναι το κέντρο του ενδιαφέροντος των Λεσβίων διανοουμένων και όσιον έχουν ή διεκδικούν την εξουσία. Η σχετική ελευθερία που υπάρχει, οι παλιοί τύποι του δημοκρατικού πολιτεύματος και η αυτονόητη ανάγκη διακυβέρνησης του νησιού, όσον αφορά τουλάχιστον τα εσωτερικά του θέματα, όπως είπαμε, δημιουργεί μια άρχουσαν τάξη, που διαγωνίζεται για να αποκτήσει την εύνοια των Ρωμαίων και τα διάφορα αξιώματα με όλα τα συμπαρομαρτούντα. Έτσι, όταν άρχισε η Καισαρολατρεία, η θεοποίηση δηλαδή του Αυτοκράτορα, εύκολα στήθηκαν και στη Λέσβο αγάλματα, βωμοί και ναοί γι' αυτόν που μέσα στην απόλυτη εξουσία που διέθετε, δεν αρνήθηκε να ονομαστεί και


Μονομάχος στο Κάστρο Μυτιλήνης

θεός και να λατρευθεί ανάλογα. Πίστευε βέβαια ότι μ' αυτόν τον τρόπο οι υπήκοοί του ασφαλώς θα γίνονται νομοταγέστεροι. Εξάλλου ο λιβανωτός της κολακείας συνήθως δεν είναι δυσάρεστος σ' όλους όσοι κατέχουν κάποιο θώκο. Κι αυτός ο λιβανωτός κάηκε άφθονος στη Λέσβο· απ' τη μια για τους παλιούς θεούς, που όλος ο κόσμος τους πίστευε σαν αληθινούς κι από την άλλη για τους Αυτοκράτορες, που δεν ήταν ηλίθιοι να πιστεύουν ότι. επειδή τούς είχαν βωμούς, ήταν και πραγματικοί θεοί. Από τους παραδεδομένους θεούς λατρεύονταν ο Ζευς ως Αιθέριος. Ελευθέριος, Ολύμπιος, Σωτήρ. Ύψιστος και με διάφορα άλλα επίθετα. Η


Θερμή: Ρωμαϊκός Κίονας απ' την ανακατασκευασμένη από τον Χασάν Πασά, αρχαία ιαματική δεξαμενή

Άρτεμη ως Σώτειρα, Κυρία, Θερμία κλπ. Στη Θερμή μάλιστα μαζευόταν πολύς κόσμος για λουτροθεραπεία και για συμμετοχή στις πολλές τελετές, γιορτές και αγώνες προς τιμήν της. Ο Ασκληπιός ως Σωτήρ και η "γιάτραινα" σύζυγός του Ηπιόνη, ο Διόνυσος ως βρησιγενής, ο Ποσειδών ως Μύχιος (που μας θυμίζει τη Μυχού) και Μεσοπόντιος. Η Ήρα, ο Απόλλων, η Αθηνά και πολλοί άλλοι θεοί, όπως η τοπική Λεσβιακή θεά Ετηφίλα και η Αρχέπολις Καρποφόρα. Ο δρόμος όμως ήταν ανοιχτός και γι' άλλους θεούς· τα "θαύματα" που


Μόρια Ρωμαϊκό Λουτρό

ακούγονταν ότι έκαναν, η δύναμη που είχαν σε πολλούς άλλους στη Μικρασία, στη Συρία, στην Αίγυπτο, το μυστηριακό τελετουργικό ορισμένων από αυτούς εντυπωσίαζαν και έτσι εισαγόταν και αυτών η λατρεία. Η Ίσις, ο Ήλιος, ο Σάραπις απέκτησαν και στη Λέσβο τους πιστούς τους. Μήπως και σήμερα δεν θάλλουν και αιρέσεις και ξένες θρησκείες; Σπουδαίο μαντείο και ιερό ήταν του Ορφέως στην Άντισσα. Εκεί, στα Ορφίκεια, όπως έμεινε το τοπωνύμιο χιλιάδες χρόνια, βγήκε με τα κύματα το κεφάλι και η λύρα του Μεγάλου Μύστη και έκτοτε λατρευόταν σαν θεός. Η "παρουσία" του Ορφέα στη Λέσβο φαίνεται και από την απεικόνισή του στο Μωσαϊκό της Χωράφας (στην "οικία Μενάνδρου"), όπου φαίνεται να θέλγει με τη μουσική της λύρας του ζώα και δένδρα ακόμα. Οι άνθρωποι είχαν μαγευθεί από την πανάρχαια φήμη του και το 60 μ.Χ. το "άδυτό" του επισκέπτεται ο μάγος και θαυματοποιός Απολλώνιος ο Τυανεύς. Το Μαντείο, που είχε στηθεί στην Άντισσα είχε γίνει περίφημο μέχρι τη Βαβυλώνα, μας λέγει ο Φιλόστρατος τον 2ο μ.Χ. αιώνα. Η πολυθεΐα, η μακρά παράδοση, η Καισαρολατρεία, αλλά και η δυσχερής μετακίνηση πάνω στη Λέσβο ελλείψει επαρκούς οδικού δικτύου ήταν οι κύριοι λόγοι της βραδείας διάδοσης του Χριστιανισμού.


Δακρυδόχοι ή μυροδόχα αγγεία - κτερίσματα 1ου π.Χ. αιώνα, από ρωμαϊκό τάφο στη Μυτιλήνη (οδού Καβέτσου) (Μουσείο Μυτιλήνης)

Το 52 μ.Χ. επισκέπτεται τη Μυτιλήνη ο Απόστολος Παύλος ερχόμενος από την Άσσο της Μικράς Ασίας. "Ήλθομεν εις Μυτιλήνην κακείθεν αποπλεύσαντες τη επιούση κατηντήσαμεν αντικρύ Χίου". (Πράξεις Αποστόλων Κ' 15). Ασφαλώς ο Απόστολος στους λίγους Μυτιληνιούς που συνάντησε στη λιγόωρη αυτή παραμονή του θα εκήρυξε τον πρώτο "καινόν λόγον" και έτσι θα έσπειρε τον πρώτο του σπόρο. Η κατείδωλος όμως Μυτιλήνη με την οικονομική της άνεση και την έντονη οικονομική ζωή δεν ήταν ακόμα έτοιμη να τον δεχτεί γόνιμα. Τον 1ο και 2ο μ.Χ. αιώνα, που ο Χριστιανισμός έδωσε τη μάχη του με την παλιά θρησκεία και την κοινωνία κι είχε χιλιάδες Μάρτυρες και Αγίους για να μπορέσει να νικήσει, η Λέσβος δε φαίνεται να αναταράσσεται από τη θύελλα αυτή. Οι παλιές θρησκευτικές αντιλήψεις και συνήθειες και ιδίως ο Παγανισμός που επικρατούσε στα χωριά και στην ύπαιθρο αντιστεκόταν σθεναρά. Γι' αυτό μόλις τον 5ο μ.Χ. αιώνα βλέπουμε τους πρώτους μεγάλους ναούς της νέας θρησκείας, τις Παλαιοχριστιανικές βασιλικές. Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα οι μικροί της ναοί συνυπάρχουν με τους ναούς και τα ιερά της παλιάς θρησκείας.


Γυναικείο άγαλμα του β' μ.Χ. αιώνα (Μουσείο Μυτιλήνης)


Το 361 μ.Χ. ο εξαίρετος Αυτοκράτορας Ιουλιανός ο Παραβάτης επισκέφθηκε την Τρωάδα, το μέρος απ' όπου ήρθε στη Μυτιλήνη πριν τρεις αιώνες ο Απόστολος Παύλος. Με το χριστιανό ιερέα Πηγάσιο ο Αυτοκράτορας πήγε στον "ειδωλολατρικό" ναό της Αθηνάς, που υπήρχε εκεί. Και γράφει το περιστατικό ο ονειροπόλος εκείνος βασιλιάς του ήδη Βυζαντίου στα Απομνημονεύματά του. "Ο δε Πηγάσιος ανέωξε τον ναόν και επέδειξε μοι πάντα ακριβώς σώα τα αγάλματα και έπραξεν ουδέν ως ειώθασιν οι δυσσεβείς εκείνοι πράττειν (οι Χριστιανοί), επί του μετώπου του δυσσεβούς το υπόμνημα σκιαγραφούντες ουδέ εσύριττεν, ώσπερ εκείνοι, αυτός καθ' εαυτόν η γαρ άκρα θεολογία παρ' αυτοίς εστί δύο ταύτα, συρίττειν τε προς τους δαίμονας και σκιαγραφείν επί του μετώπου τον σταυρόν". Δεν είχε καταλάβει βέβαια ο καϋμένος ο Ιουλιανός ότι αυτές οι αντιδράσεις των Χριστιανών δεν ήταν ασφαλώς η "άκρα Θεολογία" τους, αλλ' απλώς ο Επιτάφιος της παλιάς θρησκείας και ότι "χαμαί πέσε δαίδαλος αυλά". Οι Θεοί των οποίων τα σώα αγάλματα είδε στο ναό της Αθηνάς είχαν πεθάνει. Μπορεί, όπως λέγει ο ίδιος, τα αγάλματα να μην ήταν βέβαιοι οι θεοί "πάντα τα τοιαύτα σύμβολα οι πατέρες έθεντο της παρουσίας των θεών, ουχ ίνα εκείνα θεούς νομίσωμεν, αλλ' ίνα δι'αυτών τους θεούς θεραπεύσωμεν", αλλ' αν ήταν παρόντα τα αγάλματα, απουσίαζαν πια οι θεοί που εικόνιζαν. Στη Λέσβο αυτή η φυγή και ο θάνατος των παλιών θεών άργησε να επέλθει και γι' αυτό ο Χριστιανισμός αναγκάστηκε να κάνει αρκετούς τελετουργικούς συμβιβασμούς με τον Παγανισμό για να επιβληθεί και να κινήσει με τη δύναμή του τη νέα Αυτοκρατορία που άρχιζε μέσα σε μια νέα εποχή, τη Βυζαντινή.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΡΩΜΑΪΚΗ ΛΕΣΒΟΣ 1. Βερναρδάκη. Δ.Γ.. "Η Μυτιλήνη στα Ρωμαϊκά Χρόνια". 1955 2. Κλεομβρότου. Ιακώβου. "Η Λατρεία των Αυτοκρατόρων εν Λέσβω".1966 3. Κοντή. Γ.. "Λεσβιακά Πολύπτυχα". 1973 4. Παρασκευαϊδη. Π.."Ρωμαϊκή Λέσβος". 1978 5. Πλεν. "Λεσβιακά". 1849 6. Σωτηρίου. Π.. "Λεσβιακό Αγιολόγιο". 1958.


ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΕΠΟΧΗ 324 - 1355 Τ Βυζαντινό κράτος είναι συνέχεια του ρωμαϊκού κράτους, ο είναι η εξέλιξη κι ο μετασχηματισμός του στο χώρο της Ανατολής. Η Μικρά Ασία κατά τη βυζαντινή περίοδο καθίσταται κέντρο του πολιτικού γίγνεσθαι με μετάθεση του κέντρου βάρους από τη Δύση προς τις Ανατολικές ακτές του Αιγαίου. Ο ελλαδικός χώρος υποβιβάζεται σε απλή επαρχία. Οι πρώην ισχυρές πόλεις - κράτη, καθώς και οι 5 κύριες πόλεις της Λέσβου, Μυτιλήνη, Μήθυμνα. Άντισσα, Ερεσός και Πύρρα συνειδητοποιούν τις νέες μεγάλες διαστάσεις του κόσμου, που υπογραμμίζουν τη δική τους μηδαμινότητα. Στο πολυεθνικό βυζαντινό κράτος το απλωμένο ως τον 7ο αι. σε χώρες 3 ηπείρων - Ευρώπης, Ασίας, Αφρικής - ο πολιτισμός είναι ριζωμένος στην ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα πλουτισμένη από το Χριστιανικό δίδαγμα και τις τοπικές παραδόσεις της κάθε περιοχής. Έτσι, η γεωγραφική θέση της Λέσβου καθόρισε τη μοίρα της και κατά τη βυζαντινή περίοδο. Το νησί ανήκε πάντα στον ιστορικό και πολιτισμικό κύκλο της Ελλάδας, αλλά συγχρόνως δενόταν στενά με την απέναντι του Μικρασία. Η στενή γειτνίαση με τον Ελλήσποντο προσείλκυε την προσοχή καθενός φιλόδοξου, που εποφθαλμιούσε τη Βασιλεύουσα, μα και κάθε τυχοδιώκτη, που έχοντας το νησί ως ορμητήριο επεδίωκε τη διαρπαγή, τη λεηλασία ή και τον έλεγχο της ευρύτερης περιοχής. Το 395, με τη διαίρεση του βυζαντινού κράτους σε Ανατολικό και Δυτικό, η Λέσβος εντάχθηκε στο Ανατολικό και υπαγόταν αρχικά (395) στον ανθύπατο των Νήσων. Επί του Ιεροκλέους (αρχές 6ου αι.) στην "κθ' επαρχίαν των νήσων". Σύμφωνα με μεταγενέστερη διοικητική διαίρεση της αυτοκρατορίας σε θέματα, που έγινε επί Ισαύρων, η Λέσβος ανήκε στο 17ο θέμα το επονομαζόμενο "Αιγαίον Πέλαγος", ενώ σύμφωνα με τη διοικητική διαίρεση των Μακεδόνων (9ος - 11ος αι.) σε τούρμες, ήταν τουρμαχάτο (έδρα τούρμης) του 'ζ' θέματος Αιγαίου Πελάγους". Η Βυζαντινή περίοδος είναι για τη Λέσβο μακρά σε διάρκεια - κράτησε πάνω από 1.000 χρόνια - αλλά φτωχή σε γεγονότα, που να διαδραματίστηκαν με πρωταγωνιστές τους Λεσβίους. Η Λέσβος χρησίμευσε μόνο ως "θέατρο" των γεγονότων. Στην εξέταση των επί μέρους περιόδων της βυζαντινής ιστορίας της Λέσβου για λόγους μεθοδολογικούς θα ακολουθήσουμε τη γνωστή διαίρεση της βυζαντινής ιστορίας σε 3 περιόδους:


Η Λέσβος κατά τη Βυζαντινή εποχή


Πρωτοβυζαντινή περίοδος (324 - 642) Μεσοβυζαντινή περίοδος (642 - 1071) και Υστεροβυζαντινή περίοδος (1071 - 1355). Το 1355 θεωρείται για τη Λέσβο ως σταθμός, διότι τότε εγκαταστάθηκε στο νησί ο Γενοβέζικος δυναστικός οίκος των Gattilusio, οι οποίοι και το παραδίδουν το 1462 στους Τούρκους. Από τις τρεις περιόδους η πιο δημιουργική είναι η πρώτη, κατά την οποία διατηρείται ακόμα η λάμψη και οι μνήμες του παρελθόντος. Προϊόντος του χρόνου το σκοτάδι γίνεται όλο και πυκνότερο.

ΠΡΩΤΟΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ (324 - 642) Μοναδικό λείψανο των πρώτων βυζαντινών χρόνων, εκτός των εκκλησιαστικών, υπάρχει η επιγραφή του Μεσοτόπου, που ανάγεται στη βασιλεία των Κωνσταντίνου Α' και Β' και Κώνσταντος (324 - 350). Αξιόλογα πολιτικά γεγονότα δεν υπάρχουν πληροφορίες ότι συνέβησαν στη Λέσβο κατά τη πρωτοβυζαντινή περίοδο. Παλαιοί Λέσβιοι ερευνητές αναφέρουν αόριστα κάποια λεηλασία του νησιού από Σκύθες που πιθανόν να συνέβη το 376. Ο ιστορικός Προκόπιος παραδίδει ότι επί Ιουστινιανού 400 Βάνδαλοι αιχμάλωτοι του στρατηγού Βελισσαρίου. ενώ προωθούνταν με πλοία προς τις Ανατολικές επαρχίες του Βυζαντίου και στάθμευσαν στη Λέσβο για να ανεφοδιασθούν με νερό, στασίασαν και κατάφεραν να δραπετεύσουν προς την Πελοπόννησο απ' όπου επέστρεψαν στην Αφρική. Οι χρονογράφοι της εποχής καταγράφουν δύο καταστρεπτικότατους σεισμούς, που συνέβησαν το 522 και το 551 και μετέτρεψαν σε σωρούς ερειπίων πολλά μέρη του Αιγαίου και της Μ. Ασίας. Σημαντικότερες για τη Λέσβο αυτής της περιόδου είναι οι επισημάνσεις που αφορούν την κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική - οικιστική κατάσταση. Πηγές για την εξέταση αυτών των τομέων θεωρούμε: α) Το περίφημο μυθιστόρημα του Λόγγου "Ποιμενικά, ή τα κατά Δάφνιν και Χλόην" και β) Τις ανασκαφικές έρευνες των καθηγητών Δ. Ευαγγελίδη, Α. Ορλάνδου και Σ. Χαριτωνίδη. Μπορούμε να θεωρήσουμε ότι τα "Ποιμενικά" απεικονίζουν τη ζωή της Μυτιλήνης και κατά τα πρωτοβυζαντινά χρόνια, πρώτον διότι η πρωτοβυζαντινή περίοδος θεωρείται από τους ιστορικούς ως η τελευταία φάση της


ρωμαιοκρατίας και δεύτερον διότι οι κοινωνικές δομές είναι πάντα πολύ ισχυρές και έχουν χρονική διάρκεια και αδράνεια. Τα "Ποιμενικά" τοποθετούνται στο τέλος του 2ου ή στις αρχές του 3ου μ.Χ. αιώνα και μολονότι υποτίθεται ότι αναφέρονται σε γεγονότα πολύ παλαιότερα, όμως δεν υπάρχει αμφιβολία ότι εικονίζουν την εποχή του συγγραφέα τους (όπως και τα Ομηρικά έπη απεικονίζουν όχι τον 12ο π.Χ. αι., αλλά τον 8ο).

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ Ενδιαφέρουσα είναι η εικόνα της "κώμης" που βγαίνει από τη διήγηση του Λόγγου. Η λεσβιακή "κώμη" δεν ήταν ένα δεμένο οικιστικά σύνολο. Αποτελείτο από "αγροικίες" των γαιοκτημόνων της Μυτιλήνης, που απείχαν μεταξύ τους αρκετά. Οι "αγροικίες" ήταν κτήματα μικτά, γεωργικά και κτηνοτροφικά. Σε καθεμία ήταν εγκατεστημένη και μια οικογένεια καλλιεργητών και βοσκών, που αποτελούσαν τους "κωμήτας", οι οποίοι είχαν μεταξύ τους κάποια κοινοτική σχέση. Πάντως η οικονομική και κοινωνική τους θέση δε φαίνεται να ήταν αξιοζήλευτη. Η σχέση των καλλιεργητών και των βοσκών με τους "δεσπότας" των κτημάτων ήταν σχέση δουλείας ή δουλοπαροικίας. Το δικαίωμά τους πάνω στα προϊόντα των κτημάτων ήταν πολύ κατώτερο του 50%, γιατί η παροχή του ποσοστού αυτού, "της ημισείας μοίρας", αναφέρεται από το Λόγγο σαν εξαιρετική χάρη του "δεσπότου", ανέλπιστο σχεδόν δώρο, που συνδυάζεται με απελευθέρωση των ευεργετουμένων, δηλαδή με τον προβιβασμό τους από την κατάσταση των δούλων στην κατάσταση των δουλοπαροίκων. Η νέα αποκλειστικά αγροτική οικιστική διάρθρωση της Λέσβου φαίνεται και από την διασπορά των παλαιοχριστιανικών βασιλικών σ' ολόκληρο το νησί. Βασικά συνεχίζεται η αρχαία διαίρεση του νησιού σε επικράτειες των πέντε κύριων πόλεων. Μόνο που τώρα μέσα στην κάθε επικράτεια σχηματίζονται ξεχωριστές συστάδες χωριών, οι "κώμες" που έχουν σαν κέντρο τους τη "μητροκωμία" και εξασφαλίζονται με τοπικά οχυρά. Έτσι οι αρχαίες πόλεις της Λέσβου συνεχίζουν αδιάσπαστα τη ζωή τους και κατά την πρωτοβυζαντινή περίοδο, καθιστάμενες πιθανώς "μητροκωμίες" - κέντρα τοπικής αυτοδιοίκησης της περιοχής - κι αποτελούν με τις γύρω "κώμες" ενιαία φορολογική μονάδα. Η τελευταία διοικητική κατανομή του νησιού, που πραγματοποιήθηκε


με τη συγχώνευση της επικράτειας της Άντισσας στην επικράτεια της Μήθυμνας αντανακλάται σε γενικές γραμμές στην κατανομή της δικαιοδοσίας των 2 λεσβιακών μητροπόλεων. Η Μητρόπολη της Μήθυμνας έχει όλη την αρχαία επικράτεια της ομώνυμης πόλης, όπως διαμορφώθηκε το 167 π.Χ. Το 167 ο Ρωμαίος ναύαρχος Labeo, μετά το τέλος του Γ' Μακεδονικού πολέμου, κατέστρεψε την Άντισσα, επειδή είχε δεχθεί στο λιμάνι της το Μακεδονικό στόλο. Εν συνεχεία την ανάγκασε να συγχωνευθεί με την Μηθυμναίο επικράτεια. Η Μητρόπολη της Μυτιλήνης έχει την επικράτεια της αρχαίας Μυτιλήνης, μαζί με τις επικράτειες Πύρρας και Ερεσού.

Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΣΤΗ ΛΕΣΒΟ Ο Χριστιανισμός κηρύχθηκε για πρώτη φορά στη Λέσβο το 58 μ.Χ. από τον Απόστολο Παύλο (κατά τον βιογράφο του Αποστόλου Παύλου Holzner). Όμως δεν είναι γνωστό ποια απήχηση είχε το κήρυγμά του στους Μυτιληναίους. Ένα πρόβλημα της πρωτοβυζαντινής ιστορίας της Λέσβου είναι το πότε επεκράτησε ο Χριστιανισμός στο νησί, δεδομένου ότι λείπουν οι πηγές και η πρώιμη εκκλησιαστική ιστορία της Λέσβου και ιδιαίτερα της επαρχίας Μήθυμνας παρουσιάζει πολλά κενά. Πρώτη επισκοπική έδρα του νησιού γνωστή, είναι της Μυτιλήνης, της οποίας πρώτος επίσκοπος υπήρξε ο Γρηγόριος, ο οποίος το 325 έλαβε μέρος στην Α' Οικουμενική Σύνοδο, στα πρακτικά της οποίας υπογράφει: «Γρηγόριος ελέει Θεού επίσκοπος της Μιτυλινέων (sic) πόλεως της Λεσβίων νήσου, ορίσας υπέγραψα» Αυτόν διαδέχθηκε το 359 ο Ευάγριος, ο οποίος ανήκε στην αρειανόφρονα μερίδα των "ομοίων" (μετριοπαθείς αρειανοί). Έλαβε μέρος στην αιρετική σύνοδο της Σελευκείας Ισαυρίας (358 - 59 μ.Χ.) μαζί με άλλους ομόφρονές του επισκόπους. Την απόφαση υπογράφει: «Ευάγριος επίσκοπος Μιτυλήνης (sic) των Νήσων". Έζησε το β' μισό του 4ου αιώνα και το όνομά του μαρτυρεί πρώην εθνικό εκχριστιανισθέντα. Μέχρι το 451 παρέμενε η μοναδική επισκοπή του νησιού. Τότε (451) ο επίσκοπος Μυτιλήνης Φλωρέντιος τιτλοφορείται "Επίσκοπος Λέσβου". Πρώτος επίσκοπος Μήθυμνας θεωρείται ο Χριστόδωρος, που έζησε το α' μισό του 6ου αιώνα και μετέσχε στην Ε' Οικουμενική Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως. Το 681 ο επίσκοπος της Μήθυμνας Ανδρέας υπογράφει στα πρακτικά ως "επίσκοπος της Μηθυμναίων πόλε-


ως" κι όχι της επαρχίας. Άραγε μπορούμε να υποθέσουμε ότι τον 7ο αιώνα ο Χριστιανισμός περιοριζόταν από όλη την επαρχία Μήθυμνας μόνο στην πόλη των Μηθυμναίων; Τέλος είναι αμφιλεγόμενο πότε έζησε ο Άγιος Αλέξανδρος "επίσκοπος" Μηθύμνης. Κατά τον 13ο αι. αναφέρεται χωροεπισκοπή Ερεσού από το μητροπολίτη Μυτιλήνης. Από την άλλη μεριά όμως δεν πρέπει να αγνοείται ότι δύο από τις ανασκαφείσες λεσβιακές πρωτοχριστιανικές βασιλικές ευρίσκονται στην περιοχή της μητροπόλεως Μηθύμνης (Βασιλική Υψηλομετώπου και Χαλινάδου). Το βέβαιο είναι - όπως αναφέρει και ο Μητροπολίτης Σάρδεων Γερμανός στο "Δελτίον Ι.Μ. Μηθύμνης"- ότι: «Ο Χριστιανισμός εν Λέσβω είχεν ευθύς εξ αρχής και πολύ κατόπιν να αντιπαλαίσει προς αντιξοότητας και αντιδράσεις, άλλας τε και τας από της γνωστής καισαρολατρείας και λοιπών ειδωλολατρικών εκδηλώσεων προερχομένας...». Έτσι παράλληλα με τη χριστιανική θρησκεία που προσπαθούσε να ριζώσει στο νησί, εξακολούθησε ασφαλώς για μακρύ χρόνο η λειτουργία και των αρχαίων εθνικών ιερών της Λεσβιακής υπαίθρου, ακόμα και μετά το δια νόμου κλείσιμό τους. Πιο ανθεκτικοί στο χρόνο αποδείχτηκαν οι μικροί θεοί, οι νηρηίδες και οι παντοειδείς "δαίμονες". Στα "Ποιμενικά" ο Παν, οι Δρυάδες, οι Νύμφες, οι Σάτυροι κι οι Μαινάδες έχουν εντονώτατη παρουσία και τιμώνται ξεχωριστά.

ΟΙ ΠΟΛΕΙΣ Η θέση των πόλεων της Λέσβου σε τόπους παράλιους και απ' τη φύση τους, οχυρούς, που ενισχύθηκαν με κάστρα, τις επέβαλε στις κώμες της επικράτειάς τους ως μητροκωμίες και εξασφάλισε την για μακρούς αιώνες επιβίωσή τους (Μυτιλήνη - Μήθυμνα). Για την οικιστική μορφή της κυριότερης πόλης του νησιού - της Μυτιλήνης - διαφωτιστική είναι η σχετική μελέτη του Γιάννη Κοντή σε δελτίο της Εταιρείας Λεσβιακών Μελετών. Φαίνεται ότι από τον 4ο μ.Χ. αι. άρχισε να εγκαταλείπεται το νεώτερο μέρος της αρχαίας Μυτιλήνης, το ευρισκόμενο δυτικά του Ευρίπου. Το κέντρο της ζωής μετατοπίζεται στη νησίδα. Κατά τον Λόγγο: «Μυτιλήνη διείληπται ευρίποις υπεισρεούσης της θαλάσσης και κεκόσμηται γεφύραις ξεστού και λευκού λίθου. Νομίσαις ου πόλιν οράν αλλά νήσον». (ΕΙΚΟΝΑ 1). Το υψηλότερο μέρος της οχυρώθηκε κατά τη βυζαντινή


ΕΙΚΟΝΑ 1: Χάρτης της πόλεως της Μυτιλήνης με τον Εύριπο


εποχή με κάστρο - ενώ στην αρχαιότητα υπήρχε μόνο τείχος. Η Μήθυμνα έμεινε το κέντρο της Β.Α. Λέσβου και η δεύτερη σε σημασία πόλη του νησιού. Η Ερεσός εξακολούθησε να είναι το κέντρο της περιοχής, της παλιάς Ερεσίας. Η διατήρηση των παλιών ενοτήτων οφείλεται στους ίδιους γεωγραφικούς λόγους που επέβαλαν το σχηματισμό των αρχαίων επικρατειών. Τη θέση της Πύρρας που πιθανολογείται ότι είχε πάθει κάποια σημαντική φυσική καταστροφή από την Ελληνιστική Εποχή, φαίνεται ότι συνέχισαν ως "μητροκωμία" τα παραλιακά Βασιλικά με το κάστρο τους, τη μεγαλοπρεπή Βασιλική τους - τη μεγαλύτερη απ' τις ως τώρα γνωστές παλαιοχριστιανικές της Λέσβου - που ίσως να ήταν έδρα της θρυλούμενης επισκοπής "Στρογγύλης". Βέβαια, με την πάροδο του πανδαμάτορος χρόνου και λόγω των ποικίλων ιστορικών και οικονομικών συγκυριών, αλλά και εξαιτίας φυσικών φαινομένων (σεισμός του 522 και 551) πολιτείες και χωριά της Λέσβου χάθηκαν κι άλλα δημιουργήθηκαν. Τα ερείπια εκκλησιών, κάστρων και οικισμών που είναι διάσπαρτα στη Λέσβο το μαρτυρούν. Έτσι φαίνεται ότι ως το τέλος του 7ου αιώνα ολοκληρώθηκαν οι βασικές μεταβολές που καθόρισαν την οικιστική κατάσταση του νησιού. Ο αστικός πληθυσμός μειώθηκε σημαντικά. Οι παλιές πόλεις για να αντιμετωπίσουν - κάτω απ' τις νέες δημογραφικές και δημοσιονομικές συνθήκες - τους κινδύνους που τις απειλούσαν, περιορίστηκαν σ' ένα μέρος απ' την παλιά τους έκταση, που πήρε τη μορφή του κάστρου. Άλλες εξασφαλίστηκαν με την μετάθεσή τους στο εσωτερικό του νησιού κι άλλες έπαψαν να υπάρχουν. Πάντως το εμπόριο, με το οποίο πλούτιζαν κατά την αρχαιότητα οι Λέσβιοι, είναι πλέον πολύ επικίνδυνη ενασχόληση, γιατί τη στεριά και κυρίως τη θάλασσα λυμαίνονται πειρατές και τυχοδιώκτες κάθε προέλευσης. Με την πάροδο του χρόνου και η Μ. Ασία, με την οποία ήταν ανέκαθεν στενά δεμένη και εξαρτημένη η οικονομία του νησιού - λόγω των δυσμενών εκεί εξελίξεων - πρόσφερε πλέον στη Λέσβο μόνο κάποιες περιορισμένες παραλιακές εκτάσεις για αγροτική χρήση.


ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ - ΓΛΥΠΤΙΚΗ - ΨΗΦΙΔΩΤΑ Η γόνιμη καλλιτεχνική παράδοση της Λέσβου της ρωμαϊκής, ελληνιστικής και κλασσικής εποχής συνεχίστηκε αδιάκοπα και κατά την πρωτοβυζαντινή περίοδο. Η ανασκαφική έρευνα έχει φέρει στο φως αξιόλογα δημιουργήματα αρχιτεκτονικής, γλυπτικής, κεραμικής και ψηφιδωτά. Το πρώτο μνημείο εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής ανήκει πιθανότατα στο τέλος του 3ου αιώνα. Ανασκάφτηκε και δημοσιεύτηκε απ' τον Δημ. Ευαγγελίδη και είναι η βασιλική των Αργάλων με το βαπτιστήριο, που περιείχε κυκλική χτιστή κολυμβήθρα, το "ξενοδοχειό" και το μαρτύριο, όπου υπήρχαν τάφοι. Στην πρωτοβυζαντινή περίοδο ανήκουν επίσης, οι βασιλικές Αγ. Δημητρίου Υψηλομετώπου, Αγ. Ανδρέα (ΕΙΚΟΝΑ 2) και Αφεντέλλη (ΕΙΚΟΝΑ 3) στην Ερεσό, η βασιλική των Λουτρών, του Χαλινάδου και της Αχλαδερής που είναι και το μεγαλύτερο ως προς την έκταση από τα μέχρι σήμερα ανασκαφέντα πρωτοχριστιανικά μνημεία. Αυτές τις βασιλικές έχουν ανασκάψει, μελετήσει και αποτυπώσει οι καθηγητές Α. Κ. Ορλάνδος και Σ. Χαριτωνίδης. Τα πρώτα αυτά επίσημα βυζαντινά δημιουργήματα αρχιτεκτονικής που ακολουθούν τον τύπο της απλής ελληνιστικής βασιλικής, κοσμήθηκαν με γλυπτά μέλη κομψά και λεπτοδουλεμένα, δείγμα της συνέχειας μιας γόνιμης προϋπάρχουσας στον τόπο καλλιτεχνικής παράδοσης. Κάποιες πρωτοβυζαντινές βασιλικές είχαν και περίστυλη ορθογώνια αυλή, το "αίθριο" στη δυτική πλευρά τους. Μια μικρή μαρμάρινη κρήνη με μορφή συντριβανιού που βρίσκεται στο μουσείο Μυτιλήνης, πρέπει να περιλαμβανόταν σε μια τέτοια αυλή (ΕΙΚΟΝΑ 4). Ανάμεσα στα γλυπτά μέλη που έχουν ανασκαφεί περιλαμβάνονται κίονες ιωνικοί με κορμούς αρράβδωτους. κιονόκρανα σε σχήμα κόλουρης πυραμίδας, που φέρει ανάγλυφους σταυρούς ή ακάνθους, θωράκια με ανάγλυφα συμπλέγματα ορθογωνίων ή ρόμβων, τετράγωνα και φολιδωτά σχέδια που μιμούνται κιγκλιδώματα. Η συνέχεια της παράδοσης γίνεται πιο φανερή απ' τη σύγκριση των ψηφιδωτών δαπέδων της οικίας Μενάνδρου και εκείνων της βασιλικής του Αγ. Ανδρέα. Η ομοιότητα δεν περιορίζεται μόνο στην τεχνική της κατασκευής, αλλά και στα διακοσμητικά θέματα που επαναλαμβάνονται πανομοιότυπα και μαρτυρούν μια λεπτή σχεδιαστική και χρωματική αίσθηση (ΕΙΚΟΝΑ 5). Μια λαϊκότερη καλλιτεχνική αντίληψη της κατηγορίας των ανεπίσημων απλών και ζωντανών ψηφοθετών της Λέσβου


ΕΙΚΟΝΑ 2: Σχεδιαστική απεικόνιση του μωσαϊκού της βασιλικής του Αγ. Ανδρέα Ερεσού (Α.Κ. Ορλάνδος)

ΕΙΚΟΝΑ 3: Κιονοστοιχίες, τέμπλο και σύνθρονο της βασιλικής Αφεντέλλη


εκπροσωπεί το ψηφιδωτό δάπεδο της βασιλικής Αγ. Δημητρίου Υψηλομετώπου. Αξιοσημείωτη είναι η αρχιτεκτονική και διακοσμητική ομοιότητα (όμοιος τύπος βασιλικών - άφθονη χρήση παγωνιών) (ΕΙΚΟΝΑ 6) των πρωτοχριστιανικών μνημείων της Λέσβου με τα αντίστοιχα των απέναντι ακτών της Μ. Ασίας, γεγονός που επαναβεβαιώνει τη στενή επικοινωνία και σχέση των Λεσβίων με τις Μικρασιατικές πόλεις. Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι μολονότι τα λείψανα που σώθηκαν από την οικοδομική δραστηριότητα στη Λέσβο κατά την Πρωτοχριστιανική εποχή είναι αφθονότατα, είναι όμως λιτά. Έτσι, χωρίς να προδίδεται φτώχεια ή αναγκαστική οικονομία, λείπει η τάση για πολυτέλεια και επίδειξη.

ΚΕΡΑΜΙΚΗ Ως προς την κεραμική της πρωτοβυζαντινής περιόδου πρέπει να συνεχίστηκε μια πλούσια προϋπάρχουσα μακραίωνη παράδοση στον τομέα αυτό. Ανασκαφές στο ιερό της Δήμητρας μέσα στο Κάστρο της Μυτιλήνης έφεραν στο φως πλήθος πήλινων λυχναριών, που χρονολογούνται μέχρι και τον 4ο μ. X. αιώνα. Από τα υστερορωμαϊκά χρόνια και για 500 χρόνια παράγονταν σ' όλα τα εργαστήρια της Μεσογείου - ασφαλώς και στη Λέσβο - λυχνάρια, που ο δίσκος τους γινόταν με μήτρα και μπορούσε στην κορυφή να χωρέσει μια ανάγλυφη σκηνή. Κοινός επίσης ήταν ο τύπος των λυχναριών σε σχήμα ημισελήνου με ανάγλυφες σκηνές απ' την καθημερινή ζωή, το φυσικό ή το ζωικό κόσμο και μετά τον 4ο αιώνα με Χριστιανικά σύμβολα (σταυροί, άμπελοι, βιβλικές σκηνές). Πλήθος πήλινων λυχναριών και άλλων χρηστικών ειδών κεραμικής αυτής της περιόδου φυλάσσονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Μυτιλήνης. (ΕΙΚΟΝΑ 7) Εξάλλου, την ύπαρξη εργαστηρίων κεραμεικής και κοροπλαστικής (κατασκευής αγαλματιδίων κορών) που λειτουργούσαν συνεχώς από τον 7ο π.Χ. μέχρι τον 4ο μ.Χ. αιώνα επιβεβαιώνει η ανασκαφική έρευνα στο ρωμαϊκό κτίριο της οδού Νικομηδείας, όπου βρέθηκαν μήτρες για κύπελλα και ειδώλια.


ΕΙΚΟΝΑ 4: Χριστιανική κρήνη στο μουσείο της Μυτιλήνης

ΕΙΚΟΝΑ 5


ΕΙΚΟΝΑ 6: Η ψηφιδωτή παράσταση του ιερού της βασιλικής Αφεντέλλη (Α.Κ. Ορλάνδος)

ΕΙΚΟΝΑ 7: Πήλινα λυχνάρια (Μουσείο Μυτιλήνης)


ΜΕΣΟΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ (642 - 1071) Η Μεσοβυζαντινή περίοδος είναι μια κρίσιμη για την επιβίωση του Βυζαντίου εποχή. Με σκληρούς αγώνες η αυτοκρατορία κερδίζει τη σωτηρία της και απαλλάσσεται από τους εχθρούς της Άραβες, Σαρακηνούς πειρατές και Βούλγαρους. Στο εσωτερικό η εικονομαχία συγκλονίζει το κράτος. Τελικά το Βυζάντιο ξεπερνά την κρίση του 8ου αιώνα κι αρχίζει την πορεία προς την ακμή. Ως τον 11ο αιώνα στα Γράμματα και τις Τέχνες σημειώνεται μεγάλη άνθηση, ενώ στο εξωτερικό οι αυτοκράτορες της Μακεδονικής δυναστείας συντρίβουν τους εχθρούς του κράτους, δημιουργώντας την "Βυζαντινή εποποιία". Όμως μετά το 11ο αιώνα αρχίζει η κάμψη με την εμφάνιση των Σελτζούκων Τούρκων στην Μ. Ασία. Για τη Λέσβο η Μεσοβυζαντινή περίοδος είναι ταραγμένη από ποικίλες αναστατώσεις: Εξορίες επισήμων ανθρώπων στο νησί, επιδρομές Ρώσων και Σαρακηνών, κινήματα κι ανταρσίες, μηχανορραφίες και αντεκδικήσεις. που διαπράττονται στη Λέσβο ερήμην των Λεσβίων. Σύμφωνα με τις πηγές της εποχής, οι κάτοικοι του νησιού μένουν απαθείς, αμέτοχοι κι αδιάφοροι για τα όσα διαδραματίζονται στο νησί τους. Αυτή η παντελής αποστασιοποίηση των Λεσβίων από τους επίσημους εξόριστους πού κατά καιρούς βρέθηκαν στον τόπο τους δεν είναι τυχαία. Ο αγώνας για την επιβίωση σε συνδυασμό με τις βαρειές φορολογίες, τις επιδημίες, τις φυσικές καταστροφές και τις ληστρικές επιδρομές, ήταν ασφαλώς γι' αυτούς σοβαρότερα προβλήματα. Ακόμα η δυσκολία επικοινωνίας κι η ενδεχόμενη έλλειψη ενημέρωσης άφηναν εντελώς απαρατήρητα τέτοια γεγονότα, που δεν είχαν άμεσο αντίκτυπο στο λαό. Σύμφωνα με το "Χρονικό" του Μιχαήλ Γλυκά, το 741 έφεραν τα κύματα σε παραλία της Ερεσού το λείψανο της Αγίας Ευφημίας της Μεγαλομάρτυρος, το οποίο είχε ριχτεί στη θάλασσα από τον εικονομάχο αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Ε'. Οι κάτοικοι της Ερεσού το παρέλαβαν με τιμή και ευλάβεια και το είχαν μέχρις ότου ανακομίσθηκε στην Κων/πολη όπου και η ομώνυμη μονή. Το 802 η αυτοκράτειρα Ειρήνη η Αθηναία, μια απ' τις πιο αμφιλεγόμενες γυναίκες του βυζαντίου, σύγχρονη του Καρλομάγνου στη Δύση και του Αρού-Αλ-Ρασίντ στην Ανατολή, μετά από ένα βίο θυελλώδη, γεμάτο μηχανορραφίες και αποτρόπαια εγκλήματα, αναγκάστηκε σε παραίτηση από το νέο αυτοκράτορα Νικηφόρο. Ασθενής αποσύρθηκε στο γυναικομονάστηρο της Πριγκηπονήσου, που η ίδια είχε ιδρύσει. Θεωρήθηκε όμως


επικίνδυνη, αν παρέμενε τόσο κοντά στην Κωνσταντινούπολη και γι' αυτό εξορίστηκε στη Λέσβο όπου και πέθανε το 803. Εδώ πρέπει να τεθεί το ζήτημα: Ερχόμενοι στη Λέσβο οι διακεκριμένοι εξόριστοι, πού άραγε να έζησαν; Να έχουν σχέση τα παράλια μεσαιωνικά Βασιλικά με τη διαμονή τους στο νησί; Οι ερευνητές της Ιστορίας της Λέσβου απαντούν καταφατικά στο ερώτημα αυτό, αλλά διαφωνούν στην ετυμολογία των Βασιλικών: Άλλοι αποδέχονται ότι εκεί βρίσκονταν "βασιλικά κτήματα" κι άλλοι "διά το τους βασιλείς ποτέ οικοδομήσαι ταύτα λαμπρώς". Το 820 ξέσπασε μια απ' τις πιο σοβαρές εμφύλιες εξεγέρσεις με αμφιλεγόμενο κοινωνικό περιεχόμενο που είχε τον αντίκτυπο της στη Λέσβο. Ο πρώην βυζαντινός στρατηγός Θωμάς Καππαδόκης ή ο "εκ Σκλαβογενών", γενναίος και αγαπητός στο στρατό, αυτομόλησε προς τους Άραβες και αφού "πολύς γέγονεν εκ μικρού... αυτοκράτωρ αναγορεύεται" στην Αντιόχεια. Για να στρατολογήσει οπαδούς εμφανίστηκε ως προστάτης των καταπιεσμένων και παρέσυρε λαϊκές μάζες κι αγροτικά στρώματα, που δεινοπαθούσαν κάτω από τη βαρειά φορολογία των βυζαντινών αυτοκρατόρων. Υποσχόμενος αναστήλωση των εικόνων προσείλκυσε τη συμπάθεια του λαού και πήρε με το μέρος του τους κατοίκους των νησιών, αφού έγινε κυρίαρχος του "θεματικού στόλου". Έτσι απέβη ακαταμάχητος μετατρέποντας σε "σποδόν και κόνιν μη που γε τα ταπεινά των χωρίων, αλλά και τα κραταιότερα". Στη συνέχεια, όπως παραδίδει ο συνεχιστής του Θεοφάνους, "προς την Λέσβον άπαν το ναυτικόν αθροίζεσθαι εγκελεύεται" κι έχοντας ως ορμητήριο το νησί "πάσαν την Ασία λεηλατεί". Το Δεκέμβρη του 821 ο Θωμάς άρχισε πολιορκία της Κων/πόλεως που κράτησε πάνω από χρόνο. Όμως το κίνημα ήταν ανοργάνωτο και τα τείχη της Βασιλεύουσας πολύ ισχυρά. Η εξέγερση απέτυχε. Ο Θωμάς συνελήφθη, ακρωτηριάστηκε (γι' αυτό ονομάζεται και "εκτομίας") και ανασκολοπίστηκε. Το κίνημα του Θωμά Καππαδόκη μελέτησε με βάση ανέκδοτες ως τώρα πηγές ο Paul Lemerle. Πάντως την εμφύλια αυτή διαμάχη εκμεταλλεύτηκαν οι Άραβες, οι οποίοι κατά τη διάρκειά της λεηλάτησαν τα παράλια της Μ. Ασίας και τα νησιά - μεταξύ των οποίων και τη Λέσβο - το 821. Το πιο τραγικό: κατέλαβαν τότε την Κρήτη και οριστικά τη Σικελία ακρωτηριάζοντας τη βυζαντινή ισχύ στη Μεσόγειο. Δεύτερη επιδρομή των ληστρικότατων Σαρακηνών Αράβων πειρατών, που με ορμητήριό τους πλέον την Κρήτη ρήμαζαν το Αιγαίο γνώρισε η Λέσβος το 851, οπότε οι επιδρομείς άρπαξαν και απήγαγαν την οσία Θεοκτίστη τη Μηθυμναία. Το τοπωνύμιο της περιοχής Μανταμάδου "Σαρατσήνα" ασφαλώς θα


έχει σχέση με κάποια απ' αυτές τις αιματηρές επιδρομές. Επί Μιχαήλ Γ' (842 - 867) οι Ρως, αφού κατάρτισαν στόλο από 200 μονόξυλα έπλευσαν κατά του Θρακικού Βοσπόρου παραδίδοντας στο πυρ και στη σφαγή τις παραθαλάσσιες περιοχές της Μ. Ασίας και των νησιών. Το 864 έφτασαν και στη Λέσβο την οποία λεηλάτησαν. Σύμφωνα με τους βυζαντινούς χρονογράφους, η σωτηρία της Βασιλεύουσας επιτεύχθηκε μόνο χάρη σε θαυματουργή επέμβαση της Παναγίας, που σήκωσε σφοδρή τρικυμία και διασκόρπισε τους Ρως. οι οποίοι στη συνέχεια άρχισαν να εκχριστιανίζονται.

Η ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑ ΣΤΗ ΛΕΣΒΟ Η Εικονομαχία σύμφωνα με ορισμένους ερευνητές είναι το απατηλό όνομα ενός μεγαλόπνοου κοινωνικού, πολιτικού, οικονομικού και θρησκευτικού κινήματος, όπου η διαμάχη για τις εικόνες είναι μόνο η εξωτερική μορφή της μεταρρύθμισης. Σκοπός του η οργάνωση κι υπεράσπιση του χώρου που παραμένει ακόμη βυζαντινός με την εξασφάλιση της απόλυτης προσήλωσης των πληθυσμών των ανατολικών επαρχιών, που είχαν αρχίσει να προσηλυτίζονται στο μωαμεθανισμό παραχωρώντας αμαχητί στους Άραβες ολόκληρες επαρχίες. Σύμφωνα με άλλους ερευνητές η Εικονομαχία δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα κίνημα με περιεχόμενο θρησκευτικό και πνευματικό. Σύμφωνα με αυτή την άποψη στην Εικονομαχία ενυπάρχουν πνευματικές ανησυχίες, που αντανακλούν το βαθύ ψυχισμό και την ποικίλη πολιτισμική παράδοση των λαών της αυτοκρατορίας. Πάντως η απόφαση της Ζ' Οικουμενικής Συνόδου, που πρόβλεπε την εξαφάνιση της Εικονομαχικής φιλολογίας δεν μας επιτρέπει να γνωρίσουμε με αρτιότητα τη θεολογική θεμελίωση και της εικονομαχικής άποψης. Σοβαρό ζήτημα της ιστορίας της Λέσβου αυτής της περιόδου είναι η στάση που κράτησαν οι Λέσβιοι κατά την Εικονομαχία. Από τις πηγές μαρτυρούνται τα εξής: 1. Σύμφωνα με το χρονικό του Μιχαήλ Γλυκά, οι κάτοικοι της Ερεσού περιμάζεψαν με ευλάβεια και φύλαξαν το λείψανο της Αγίας Ευφημίας, η οποία έπεσε θύμα του Εικονομάχου Κωνσταντίνου Ε'. 2. Η αυτοκράτειρα Ειρήνη η Αθηναία, της οποίας το όνομα συνδέεται με την αναστήλωση των εικόνων και με τη Ζ' Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας το 787, εξορίστηκε και πέθανε στη Λέσβο το 803. 3. Ο εμφανιζόμενος και ως εικονολάτρης Θωμάς Καππαδόκης - σύμ-


φωνα με τον Συνεχιστή του Θεοφάνους - επιλέγει να καταστήσει ως ορμητήριο του "θεματικού στόλου" την Λέσβο. Η επιλογή του. εκτός των γεωγραφικών πλεονεκτημάτων του νησιού, δεν μπορεί να αγνόησε το φρόνημα των κατοίκων. Το ορμητήριό του πρέπει να ήταν τόπος φιλικός και ομόφρων προς αυτόν, ώστε να είναι απερίσπαστος στις περαιτέρω ενέργειές του. 4. Ο βίος των τριών αυταδέλφων οσίων Δαβίδ. Συμεών και Γεωργίου, που γράφτηκε στη Μυτιλήνη το β' μισό του 9ου αιώνα κι αποτελεί για τη Μυτιλήνη τη μοναδική γραπτή πηγή αυτής της περιόδου, αφού περιγράφει λεπτομερώς το βίο των αγίων, που δεινοπάθησαν απ' τους εικονομάχους αυτοκράτορες, να πώς περιγράφει την επάνοδο των 2 (Συμεών και Γεωργίου) στη Μυτιλήνη μετά την αναστήλωση των εικόνων: Ο Γεώργιος έχει χειροτονηθεί επίσκοπος Μυτιλήνης. Ο μεγαλύτερος αδελφός Δαβίδ έχει πια πεθάνει. «Ως του δρόμωνος τω λιμένι κατάραντος, την των θεοφόρων ανδρών επιδημίαν το πλήθος ανέμαθον, ποταμούς ην ιδείν ανθρώπων από της πόλεως εν τοις λιμέσιν συρρέοντας, πάσης ηλικίας, πάσης ιδέας, ανδρών. γυναικών, παίδων, των εν τέλει, των από κλήρου, πάντων λαμπροφορούντων και βαΐα τοις χερσί βασταζόντων...». Είναι μια υποδοχή θριαμβευτική με δοξαστικές βάγιες και με μια λαοθάλασσα που κατακλύζει και τα δύο λιμάνια της πόλης. Λαμβανομένου υπόψη και του στοιχείου της υπερβολής, το κείμενο πάντως είναι εύγλωττο ως προς τα αισθήματα των κατοίκων. 5. Στη Λέσβο κατέφυγε την εποχή της Εικονομαχίας ο ιερέας Αγάθων ο Εφέσιος, φέρνοντας μαζί του τέσσερα ιερά κειμήλια, μεταξύ των οποίων και την εικόνα της Παναγίας "Αγίας Σιών" και ιδρύοντας σκήτη, εκεί όπου αργότερα δημιουργήθηκε η Αγιάσος. Γράφει σχετικά ο Παναγιώτης Αποστόλου, το 1712 στο "Μικρόν ιστόριον γενετείρας": «Εννάτω αιώνι αυτοκρατορικός ιερωμένος πιστών αυτοκρατόρων, φεύγων οργήν Ισαύρου Εικονομάχου, ορμώμενος εξ Αγίας Σιώνος, εκόμισεν ενταύθα (στην Αγιάσο) τέσσερα ιερά κειμήλια». Η φράση "πιστών αυτοκρατόρων" να σημαίνει άραγε "εικονοφίλων"; Και γιατί ο Αγάθων επέλεξε την Λέσβο; Μήπως το νησί είχε τη φήμη τόπου ευσεβούς και εικονόφιλου, όπου ερχόμενα τα κειμήλια θα σώζονταν; 6. Η μακρόχρονη συνύπαρξη στη Λέσβο χριστιανικών κοινοτήτων με την αρχαία εθνική θρησκεία επέδρασαν στην ανάπτυξη εικονικών παραστάσεων. σύμφωνων με τις αφηγήσεις της Αγίας Γραφής, με προορισμό να διαφωτίσουν και να διδάξουν τον απληροφόρητο πιστό και να τον προφυλάξουν απ' τις ειδωλολατρικές πλάνες. Γι' αυτό η χριστιανική εικονογρα-


φία διαδόθηκε κι επιβλήθηκε πρώτα στην ελληνο-λατινική Δύση και στις παράλιες Μικρασιατικές και νησιωτικές περιοχές με ελληνοθρεμμένους πληθυσμούς. 7. Τέλος, δεν πρέπει να παραγνωρισθεί το γεγονός ότι στη λεσβιακή αγιολογία περιλαμβάνονται αρκετοί άγιοι, που άθλησαν τον 8ο και 9ο αιώνα. Εκτός των προμνημονευθέντων οσίων αυταδέλφων Δαβίδ, Συμεών, Γεωργίου, υπάρχει κι άλλος Γεώργιος αρχιεπίσκοπος Μυτιλήνης, που πέθανε στην εξορία το 821 κι ακόμα η Αγία Θεοκτίστη η Μηθυμναίο, που πέθανε στην Πάρο το 872 κι ο Άγιος Θεοφάνης ο ομολογητής ο της Σιγριανής, πιθανός κτίτορας της μονής Υψηλού. Όλα αυτά αποτελούν σοβαρές ενδείξεις ότι οι Χριστιανοί της Λέσβου κατά την περίοδο της Εικονομαχίας τάχθηκαν στη μερίδα των Εικονοφίλων. Το Δεκέμβριο του 944 ο συναυτοκράτορας Στέφανος Λεκαπηνός, έκηρε βίαια μοναχό τον πατέρα του Ρωμανό Λεκαπηνό και παρά τις συμβουλές του επίσης συμβασιλέα αδελφού του Κωνσταντίνου τον εξόρισε στα Πριγκηπόνησα. Όμως 39 μέρες αργότερα, το Γενάρη του 945, ο νόμιμος αλλά παραγκωνισμένος ως τότε Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ζ' ο Πορφυρογέννητος, συνέλαβε, έκηρε μοναχούς τους δύο αδελφούς Στέφανο και Κωνσταντίνο και τους εξόρισε στα Πριγκηπόνησα, απ' όπου ο μεν Στέφανος στάλθηκε στην Προκόνησο, μετά στη Ρόδο και τέλος στη Λέσβο, όπου πέθανε άγνωστο πότε, εντελώς αφανής και άσημος, ενώ ο αδελφός του Κωνσταντίνος εξορίστηκε μετά τα Πριγκηπόνησα στην Τένεδο και μετά στη Σαμοθράκη, όπου και πέθανε. Το Δεκέμβριο του 969 ο Ιωάννης Τσιμισκής. συγγενής του αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά, του στρατηλάτη νικητή των Αράβων, βρισκόταν καταδικασμένος σε κατ' οίκον περιορισμό. Με τη βοήθεια της αυτοκράτειρας Θεοφανούς δολοφόνησε τον αυτοκράτορα κι αναγορεύτηκε αυτοκράτορας. Στη συνέχεια εξόρισε στη Λέσβο τον αδελφό του Νικηφόρου - τον Λέοντα Φωκά, καθώς και τους γιους του Βάρδα και Νικηφόρο. Όμως η πανίσχυρη οικογένεια των Φωκάδων δεν εγκατάλειψε τις ελπίδες της για την ανάκτηση του θρόνου. Έτσι, ο ανιψιός του Νικηφόρου Φωκά Βάρδας, αφού δραπέτευσε από την Αμάσεια, όπου ήταν εξόριστος, ήρθε στην Καισάρεια, όπου η οικογένεια ασκούσε μεγάλη επιρροή. Εκεί με την υποστήριξη των ντόπιων αρχόντων που βρίσκονταν σε επαφή με τον εξόριστο στη Λέσβο πατέρα του τέως Κουροπαλάτη Λέοντα, συγκέντρωσε στρατό και ανακηρύχτηκε αυτοκράτορας. Ο πατέρας του κι ο αδελφός του Νικηφόρος, με τη βοήθεια του επισκόπου της Αβύδου Στεφάνου μάταια προσπάθησαν να παρασύρουν στην επανάσταση τη Μακεδονία και τη Θράκη. Ο Ιωάννης τους συνέλαβε, καταδικάσθηκαν από δικαστήριο σε


θάνατο, αλλά ο αυτοκράτορας τους αμνήστευσε. Τον επόμενο χρόνο. 971, η οικογένεια των Φωκάδων κάνει άλλη μια απόπειρα επανάστασης η οποία όμως καταπνίγεται από τον Τσιμισκή πριν προφθάσει να εκδηλωθεί. Ο βυζαντινός ιστορικός Λέων διάκονος, που καταγράφει τα γεγονότα δεν αναφέρει τίποτα για τη στάση των Λεσβίων στη διαμάχη αυτή. Το 1025 μετά το θάνατο του Βασιλείου Β' του Βουλγαροκτόνου οι βυζαντινοαραβικές σχέσεις επιδεινώθηκαν. Οι Άραβες προσπαθούν να ανακαταλάβουν τις Συριακές πόλεις. Όμως οι βυζαντινοί διαρκώς επεκτείνονται προς το νότο. Ο Γεώργιος Μανιάκης καταλαμβάνει την Έδεσσα της Οσραϊνής (Β. Ιράκ). Τότε οι Άραβες της Αφρικής επεχείρησαν ναυτικό αντιπερισπασμό στέλνοντας μεγάλο πειρατικό στόλο στο Αιγαίο. Κάποια μοίρα αυτού του στόλου έφτασε ως τα παράλια της Λέσβου και τα λεηλάτησε. Αλλά το βυζαντινό ναυτικό τούς απέκρουσε, προκαλώντας τους τεράστιες απώλειες και πέρασε στην αντεπίθεση. Από το 1033 τα βυζαντινά πολεμικά κυριαρχούν στην Ανατολική Μεσόγειο, κόβοντας τις ναυτικές επικοινωνίες των Αράβων και απαλλάσσοντας τους νησιώτες από το βραχνά των πειρατών.

ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΗ ΚΡΙΣΗ - ΟΙΚΙΣΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ Κατά τη μεσοβυζαντινή περίοδο διάφορες φυσικές καταστροφές, επιδημίες και λιμοί στα παράλια του Αιγαίου, έχουν ως συνέπεια πολλά νησιά να ερημώνονται, κυρίως όταν αρχίζει να κυριαρχεί ο αραβικός στόλος στην Ανατολική Μεσόγειο. Τη μείωση του πληθυσμού μαρτυρεί και η εποικιστική πολιτική των αυτοκρατόρων, που προσπαθούν να εποικίσουν τις αραιοκατοικημένες ή ερημωμένες περιοχές με τη μεταφορά πληθυσμών. Αυτό πάντως δεν αφορά τη Λέσβο. Ειδικότερα η πόλη της Μυτιλήνης κατά τη Μεσοβυζαντινή περίοδο, με την παρουσία των εκπροσώπων της αυτοκρατορικής εξουσίας πήρε τη σημασία της πρωτεύουσας του νησιού και κάποια στιγμή - ίσως από το 10ο αιώνα - το όνομά της υπερίσχυσε και του ονόματος του νησιού. Στο βίο των τριών οσίων Μυτιληναίων αδελφών, που δημοσίευσε ο κ. I. Φουντούλης, δίνονται πληροφορίες για τα δύο λιμάνια της Μυτιλήνης, το βόρειο, το ονομαζόμενο και από άλλες πηγές "παλιό λιμάνι του Αγίου Γεωργίου", όπου υπήρχε και εκκλησία της Αγίας Καλής, και το νότιο. Παραδίδεται επίσης ότι η μητρόπολη λατρεύεται στο όνομα της Αγίας Θεοδώρας της Λεσβίας, της οποίας ο ναός πιστεύεται ότι βρισκόταν στη θέση των σημερινών Αγίων Θεοδώρων, περιβαλλόταν από μικρό αμπελώ-


να και ήταν στις όχθες του ευρίπου. Στην περιοχή της Μυτιλήνης κατέληγε ένας χείμαρρος στα νότια της αρχαίας πόλης, "της αλυσίδας ο ποταμός", όπου μικρές ξύλινες γέφυρες διευκόλυναν το πέρασμα. Ο βιογράφος των τριών Μυτιληναίων οσίων κάνει λόγο και για τη "μεγάλη λεγάμενη γέφυρα" του ευρίπου. η οποία υπήρχε μέχρι τον 9ο αιώνα. Αυτή είναι και η τελευταία γραπτή μαρτυρία για τον περίφημο εύριπο. με τις μνημειώδεις από λευκό πελεκητό μάρμαρο γέφυρες, που τόσο θαύμαζαν οι επισκέπτες της πόλης.( ΕΙΚΟΝΑ 1) Στον ίδιο βίο μαρτυρούνται επίσης και άλλοι ναοί (της "Πανάγνου Θεομήτορος" και "του Σωτήρος" στο νότιο λιμάνι, ο "σηκός του Θεολόγου και Ευαγγελιστού Ιωάννη"), καθώς και μοναστικά καθιδρύματα που καταστράφηκαν εκ θεμελίων το 1462, ώστε σήμερα να είναι δύσκολος ο εντοπισμός τους. Επίσης, εκτός Μυτιλήνης υπήρχαν ο ναός του Αγίου Ισιδώρου στο "σμικρότατον νησίδιον" του κόλπου Γέρας το "ευτελές και βραχύτατον χωρίον Μυρσίνας" (τα Μυρσίνια;), ο αγρός στη θέση Κομηκόν (Κουμκό;) σε απόσταση τριών μιλίων από τη Μυτιλήνη, κι ακόμα η μεγάλη μονή των Οσίων Πατέρων Δαφνέας και η μονή Αγίου Ανδρέα Γλίστρας. Το 1025 μετά το θάνατο του Βασιλείου Β' Βουλγαροκτόνου, τα βυζαντινά όπλα έχουν θριαμβεύσει σε όλα τα μέτωπα και το Βυζάντιο εμφανίζεται πλέον ως παγκόσμια δύναμη, που διαδραματίζει σπουδαίο διεθνή ρόλο. Αυτό έχει ως άμεση συνέπεια την ανάπτυξη του εμπορίου και της οικονομίας. Έτσι στην ανατολική ακτή του Αιγαίου άνθησαν πόλεις όπως το Αδραμύττιο. η Φώκαια, η Σμύρνη, η Έφεσος· από αυτό πρέπει να συμπεράνουμε ότι και τα νησιά που βρίσκονται στο θαλάσσιο δρόμο προς τις αραβικές χώρες γνώρισαν ταχύτατη οικονομική ανάπτυξη. Για τη Λέσβο συγκεκριμένες πληροφορίες δεν υπάρχουν. Οι πηγές δεν αναφέρουν αν η νήσος ακολούθησε στην οικονομική ακμή την απέναντι, τόσο οικεία για τους Λεσβίους Μικρασιατική ακτή.

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ Στον επισκοπικό κατάλογο που αποδίδεται στον Λέοντα Στ' και ο οποίος περιέχει την τιμητική σειρά με την οποία παρουσιάζεται ο κάθε μητροπολίτης, καθώς και τον αριθμό των επισκοπών, που υπάγονται στη δικαιοδοσία κάθε μητροπόλεως. η μητρόπολη Μυτιλήνης κατέχει την 49η θέση και υπάγονται σ' αυτήν πέντε επισκοπές. Η ευρύτητα της επισκοπι-


κής έδρας της Μυτιλήνης εποίκιλε, όπως φαίνεται από τους διασωθέντες τίτλους των κατά καιρούς ιεραρχών. Ο Ευάγριος, το 350, είναι επίσκοπος Μυτιλήνης και των νησιών. Ο Ιωάννης, το 431, "Λέσβου και Προσελήνης". Ο Φλωρέντιος. το 451, "Λέσβου. Τενέδου, Προσελήνης και Αιγιάλων".

ΠΟΙΗΣΗ Στο πρώτο μισό του 11ου αιώνα έζησε στην Κωνσταντινούπολη ένας "θύραθεν ποιητής, ονόματι Χριστόφορος Μυτιληναίος, του οποίου το όνομα μαρτυρεί τη λεσβιακή καταγωγή του. Τον ποιητή μελέτησε η ιταλίδα Enrica Follieri. Μελέτη δημοσίευσε επίσης, ο κ. Ευάγ. Γιαννάκας στα "Λεσβιακά", απ' όπου δύο χαρακτηριστικά ποιήματα. Το πρώτο ο Χριστόφορος το απευθύνει στο μοναχό Ανδρέα, που αγοράζει οστά ιδιωτών ως λείψανα αγίων: «Θήκας δε πολλάς λειψάνων έχεις, ας εξανοίγων τοις φίλοις σου δεικνύεις∙ Προκοπίου μεν μάρτυρος χείρας δέκα Θεοδώρου δε πέντε και δέκα γνάθους και Νέστορος μεν άχρι τους οκτώ πόδας Γεωργίου δε τέσσαρας κάρας άμα...». Το δεύτερο είναι επίγραμμα προς κάποιον ανόητο και κενόδοξο ονόματι Μόσχο. Ο ποιητής κάνει λογοπαίγνιο με τ' όνομά του: "Πάλαι συ μόσχος, Μόσχε, μικρός ων έτι· φύσας δε νυν κέρατα, ταύρος ει μέγας".

ΜΙΚΡΟΤΕΧΝΙΑ Στη βυζαντινή εποχή συνεχίζονται και τελειοποιούνται οι τεχνικοί τρόποι, που είχαν ανθοφορήσει στην Ύστερη Αρχαιότητα. Στη μικροτεχνία περιλαμβάνονται όλες οι τέχνες που χρησιμοποιούν πολυτελή ή ευτελέστερα υλικά για να κατασκευάσουν μικρής κλίμακας αντικείμενα χρηστικά, διακοσμητικά ή λατρευτικά. Από τα χρυσαφικά που προήλθαν από τις ανασκαφές, τα περισσότερα ανήκουν στις αρχές του 7ου αιώνα, εποχή που οι φοβισμένοι άνθρωποι έκρυβαν τους θησαυρούς τους στη γη για να τους προφυλάξουν από τους εισβολείς και που οι περιστάσεις δεν επέτρεψαν να τους ξαναβρούν.


Ο θησαυρός της Μυτιλήνης. Χρονολογείται από τα χρυσά νομίσματα στις αρχές του 7ου αι. μ.Χ. Τα περιδέραια συνεχίζουν ρωμαϊκές παραδόσεις, ενώ οι πόρπες έχουν σχήματα καθαρά βυζαντινά


Από τους πιο γνωστούς θησαυρούς είναι αυτός που βρέθηκε στη Μυτιλήνη και φυλάσσεται στο Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών. Περιλαμβάνει περιδέραια, πόρπες, βραχιόλια, σκουλαρίκια εξαιρετικής τέχνης, καθώς και νομίσματα των αυτοκρατόρων Φωκά και Ηρακλείου. Μαζί βρέθηκαν και ασημένια αγγεία, με διακόσμηση έκτυπη ή με νιέλο (Ιστορία Εκδοτικής, τ. Η'. σελ. 287, όπου και ολοσέλιδη εντυπωσιακή φωτογραφία).

ΥΣΤΕΡΟΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ (1071 - 1355) Η ένδοξη εποχή που προηγήθηκε έδωσε στον κόσμο της αυτοκρατορίας μια ψευδαίσθηση απόλυτης σιγουριάς για τη δύναμη του κράτους και τη θεοφρούρητη πρωτεύουσά του. Έτσι δεν δόθηκε η δέουσα προσοχή στα σημάδια της παρακμής που έρχονταν με ταχύ ρυθμό. Στο εσωτερικό οι αρπαχτικές διαθέσεις των "δυνατών" έχουν ως συνέπεια να πέσουν σε μαρασμό οι απροστάτευτοι ελεύθεροι γεωργοί. Στην Ανατολή εμφανίζονται οι Σελτζούκοι Τούρκοι και σε σύντομο χρονικό διάστημα εγκαθίστανται στη Μικρά Ασία. Στη Δύση μετά το Σχίσμα (1054) διαμορφώνεται εχθρική διάθεση προς το Βυζάντιο, ενώ οι Νορμανδοί, ένας νέος λαός απ’ το βορρά, μπαίνουν ορμητικά στην ιστορία της Μεσογείου και ταλαιπωρούν το Βυζάντιο. Ακολουθούν οι Σταυροφορίες με τις οποίες ο δυτικοευρωπαϊκός κόσμος επιχειρεί να παρουσιαστεί σαν πρωταγωνιστής στο χώρο της Ανατολής. Το 1204 οι σταυροφόροι κυριεύουν την Κων/πολη και καταλύουν προσωρινά τη βυζαντινή αυτοκρατορία. Η αυτοκρατορία διαμελίζεται και στο χώρο της σχηματίζονται λατινικά και ελληνικά κράτη. Ακολουθεί η ρευστή περίοδος της Φραγκοκρατίας, ώσπου το 1261 η αυτοκρατορία της Νίκαιας ανακτά την Κων/πολη. Μα η αυτοκρατορία είναι πια ένα κράτος μικρό, με περιορισμένα σύνορα και μικρές δυνάμεις. Ωστόσο στο Βυζάντιο της παρακμής παρατηρείται μια αναγέννηση στις τέχνες και στα γράμματα (Παλαιολόγεια περίοδος). Με το πέρασμα του χρόνου οι Τούρκοι συνεχίζουν την εξάπλωσή τους, ενώ η Κων/πολη ζει ώρες αγωνίας. Στις 29 Μαΐου 1453 η μεσαιωνική ιστορία του Ελληνισμού τελειώνει με την άλωση της Βασιλεύουσας. Η υστεροβυζαντινή περίοδος της ιστορίας της Λέσβου είναι από τις λιγότερο ευτυχείς του νησιού. Χαρακτηρίζεται από επιδρομές Τούρκων και δυτικών, οι οποίοι λόγω των ειδικών προνομίων που τους έχουν παραχωρηθεί, γίνονται άπληστοι και επικίνδυνοι. Χαρακτηρίζεται επίσης από μια πρωτοφανή κοινωνική και πνευματική αποτελμάτωση.


Η ΕΠΙΔΡΟΜΗ ΤΟΥ ΤΖΑΧΑ Όταν το 1081 ανήλθε στο θρόνο του Βυζαντίου ο Αλέξιος Α' Κομνηνός, η κατάσταση της αυτοκρατορίας ήταν πολύ κρίσιμη. Είχε χάσει τις πηγές του ανεφοδιασμού της - οικονομικού και στρατιωτικού - και ήλεγχε ελάχιστο μέρος της Μ. Ασίας. Από το έτος 1085 και μετέπειτα εμφανίστηκαν διάφορα τουρκικά αυτόνομα και ημιαυτόνομα κρατίδια. Το πιο σημαντικό για την περίοδο αυτή και για τα βυζαντινά πράγματα ήταν το εμιράτο που δημιούργησε ο Τζαχάς στη Σμύρνη και στις γύρω περιοχές. Ο Τζαχάς είχε ζήσει αιχμάλωτος στην Κων/πολη, αλλά με την πτώση του Νικηφόρου Γ' διέφυγε στη Δυτική Μ. Ασία, όπου και δημιούργησε ένα εφήμερο κράτος, που περιλάμβανε τη Φώκαια, τη Σμύρνη και τις Κλαζομενές, καθώς και τα παρακείμενα νησιά Λέσβο, Χίο και Σάμο. Η δύναμή του στηριζόταν στο στόλο τον οποίο κατασκεύασε με τη βοήθεια ενός Σμυρνιού, σε εποχή που η ναυτική δύναμη του βυζαντίου ήταν πολύ περιορισμένη. Ανάμεσα στις δραστηριότητες του Τζαχά ήταν και η καταστροφή του Αδραμυττίου. Ο Αλέξιος έστειλε εναντίον του το Νικήτα Καστομανίτη και μετά την ήττα του τελευταίου, τον Κων/νο Δαλασσηνό. Οι ναυτικοστρατιωτικές αυτές αποστολές κλόνισαν, ιδίως στα νησιά, τη δύναμη του Τζαχά. Μετά την τακτοποίηση του πατζινακικού προβλήματος, ο Αλέξιος Κομνηνός έστειλε κατά του Τούρκου εμίρη και τον γυναικάδελφό του Ιωάννη Δούκα το 1092. Τα αποτελέσματα των μαχών που συνήψαν ο Ιωάννης Δούκας και ο Κων/νος Δαλασσηνός με τον Τζαχά ήταν ευνοϊκά για τους βυζαντινούς, αλλά ο Τζαχάς κατάφερε μετά την αποχώρηση των βυζαντινών να ανακτήσει τη δύναμή του. Τον παλαιό του στόχο "και εις αυτήν ει δυνατόν της βασιλείας ανενεχθήναι περιωπήν" δεν τον εγκατέλειψε. Προχώρησε μάλιστα ως την Άβυδο. Τότε ο Αλέξιος χρησιμοποίησε ένα συνδυασμό στρατιωτικών και διπλωματικών μέσων για να τον εξολοθρεύσει. Αφ' ενός έστειλε πάλι τον Δαλασσηνό εναντίον του (1093) αφ' ετέρου διαμήνυσε στον σουλτάνο της Νικαίας Κιλίτζ Αρσλάν ότι ο γαμπρός του Τζαχάς με τις ενέργειές του επιβουλευόταν την εξουσία του σουλτάνου. Ο Κιλίτζ Αρσλάν κάλεσε το γαμπρό του σε γεύμα και αφού τον μέθυσε τον σκότωσε. Έτσι εξαφανίστηκε η απειλή του Τζαχά και μαζί μ' αυτόν και το εφήμερο κράτος του στη


Δυτ. Μ. Ασία. Την ιστορία του Τζαχά, αλλά και όλα τα γεγονότα που αφορούν τη βασιλεία του πατέρα της Αλεξίου περιγράφει η Άννα Κομνηνή στην "Αλεξιάδα".

ΔΙΕΙΣΔΥΣΗ ΤΩΝ ΔΥΤΙΚΩΝ Τριάντα χρόνια μετά του πολέμους κατά του Τζαχά, νέες συμφορές γνώρισε η Λέσβος. Οι Βενετοί εξοργισμένοι δήθεν για προσβολή που έγινε στο δόγη τους από την αυτοκρατορική αυλή, στην πραγματικότητα όμως ενοχλημένοι, γιατί οι αντίπαλοί τους Γενοβέζοι κέρδιζαν έδαφος στον εμπορικό, ναυτικό και οικονομικό έλεγχο του Αιγαίου, επέδραμαν με πολλά πλοία στα νησιά προκαλώντας απερίγραπτες καταστροφές. Το 1128 αποβιβάζεται στη Λέσβο ο Βενετός Domenico Michielli και επί αρκετές εβδομάδες την λεηλατεί, την καίει και την καταστρέφει. Φεύγοντας γεμίζει τα πλοία του με παιδιά και νέες, που τα απήγαγε για να τα πωλήσει ως δούλους. Τα γεγονότα αυτά διασώζει ο βυζαντινός ιστορικός Ιωάννης Κίνναμος. Στις 13 Απριλίου 1204 οι Σταυροφόροι της Δ' Σταυροφορίας μπήκαν στην Κων/πολη μετά από μακροχρόνια και πεισματική πολιορκία. Η χριστιανική αυτοκρατορία της ορθόδοξης ανατολής έσβηνε έτσι κάτω απ' το θανάσιμο πλήγμα της χριστιανικής Δύσης. Γράφει ο A. Vasiliev στην "Ιστορία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας": «Μετά την εκλογή ως αυτοκράτορα του Θεοδ. Λασκάρεως. προέκυψε ζήτημα διανομής της κατακτηθείσης περιοχής στους Σταυροφόρους. Η "διανομή της Ρωμανίας" (Partilio Romaniae) έγινε βάσει συμφωνίας του Μαρτίου του 1202. Η Κων/πολη διενεμήθη μεταξύ Βαλδουίνου και Δανδόλου (5/8 ο πρώτος. 3/8 ο δεύτερος και την Αγία Σοφία). Εκτός από τα 5/8 της Κων/πόλεως ο Βαλδουίνος έλαβε τα εκατέρωθεν της Προποντίδος τμήματα και μερικά απ' τα μεγαλύτερα νησιά του Αιγαίου πελάγους (Λέσβο. Χίο. Σάμο και μερικά άλλα)». Έτσι με βάση αυτή τη διανομή η Λέσβος περιέρχεται στο Βαλδουίνο. Όχι όμως για πολύ. Σύμφωνα με τον ιστορικό Γ. Ακροπολίτη, το 1235 ο "εν εξορία αυτοκράτορας της Νικαίας Ιωάννης Γ. Βατάτζης δημιουργεί ισχυρό στόλο με τον οποίο ελέγχει τη Λέσβο. Χίο. Σάμο, Κω, Ρόδο. Το 1261 μετά την ανακατάληψη της Κων/πόλεως από το Μιχαήλ Η' Παλαιολόγο, και την παλιννόρθωση της Βυζ. Αυτοκρατορίας, η Λέσβος προσαρτάται επίσημα πλέον στο βυζαντινό κράτος. Ένα από τα σημαντικότερα αποτελέσματα της Δ' Σταυροφορίας ήταν η


εδραίωση της οικονομικής παρουσίας και η απαρχή της οικονομικής κυριαρχίας των Ιταλών εμπόρων - αρχικά των Βενετών αργότερα και των Γενοβέζων - στον Ελλαδικό χώρο. Το φαινόμενο εντάσσεται στη γενικότερη διείσδυση των δυτικοευρωπαίων στην περιοχή, διείσδυση που είχε καταστρεπτικές πολιτικές επιπτώσεις. Η συνθήκη του Νυμφαίου (1261) μεταξύ Μιχαήλ Η' και Γενοβέζων εντάσσεται στα πλαίσια του μακρόχρονου ανταγωνισμού μεταξύ Γένοβας και Βενετίας για τον έλεγχο της ανατολικής Μεσογείου. Με τη συνθήκη παραχωρούνταν εμπορικά προνόμια και φορολογική ατέλεια στους Γενοβέζους εις βάρος των Βενετών. Χάρη σ' αυτή τη συνθήκη ιδρύθηκε στη Μυτιλήνη η πρώτη γενοβέζικη εμπορική παροικία. Την ίδια εποχή επίσημος Ενετικός κατάλογος περιλαμβάνει το φρούριο της πόλης της Μυτιλήνης μεταξύ των οχυρωτάτων και διενεργούντων πειρατεία. Στο πρώτο μισό του Μου αιώνα εξακολουθούν οι προσπάθειες της Δύσεως για την ανασύσταση της Λατινικής αυτοκρατορίας της Κων/πόλεως και οι αντιδράσεις των βυζαντινών σ' αυτές. Το 1302 ο Κάρολος De Valois απόκτησε τον τίτλο του λατίνου αυτοκράτορος της Κων/πόλεως κι άρχισε προσπάθειες για να οργανώσει νέα εκστρατεία για την κατάληψη της Κων/πόλεως. Οι προσπάθειες αυτές συνδέθηκαν λίγο αργότερα με τις δραστηριότητες ενός σώματος Καταλανών στη βυζαντινή αυτοκρατορία. Μετά τη συνθήκη της Caltabelotta (1302) ο Ρογήρος De Flor, αρχηγός μισθοφορικού σώματος, πρόσφερε τις υπηρεσίες του στον αυτοκράτορα Ανδρόνικο Β'. Το Σεπτέμβριο του 1303 ο Ρογήρος με τους μισθοφόρους έφτασε στην Κων/πολη, απ' όπου την άνοιξη του 1304 μαζί με ένα σώμα Αλανών μισθοφόρων του Ανδρονίκου Β' πέρασε στη Μ. Ασία αφού του δόθηκε και ο τίτλος του μεγάλου Δουκός. Στη Μ. Ασία οι Αλανοί είχαν ορισμένες επιτυχίες κατά των Τούρκων. Πολύ σύντομα όμως επιδόθηκαν σε λεηλασίες των Μικρασιατικών πόλεων. καθώς και των νησιών Χίου. Λέσβου και Λήμνου. Γι' αυτό το λόγο ο Ανδρόνικος τους ανακάλεσε στη Θράκη, όπου όμως εξακολούθησαν τις λεηλασίες. Κατά το βυζαντινό ιστορικό Γεώργιο Παχυμέρη ο αυτοκράτορας "Διά την ανάγκην αρξάμενος ξενοτροφείν ως έρμαιον αρπάζει το σύμβαμα". Το 1275 ο Γενοβέζος ναυτικός Ανδρέας Κατάνια κατέλαβε τη Νέα Φώκαια κι εγκαταστάθηκε εκεί με την άδεια του Μιχαήλ Η' Παλαιολόγου, ως άρχοντας φόρου υποτελής στο Βυζάντιο. Γρήγορα πλούτησε εκμεταλλευόμενος τα εκεί ορυχεία στυπτηρίας. Το 1325 "ψιλώ ονόματι" παραχωρήθηκε η νήσος στον γενοβέζο Μαρτίνο Ζαχαρία από τους κληρονόμους του Βαλδουίνου. Ο γιος του Ανδρέα Δομένικος Κατάνια, επωφελούμενος


από την παράλυση του βυζαντινού κράτους, επί Ανδρονίκου Γ' Παλαιολόγου έπαυσε να πληρώνει το φόρο υποτέλειας κι αφού συμμάχησε με το δούκα της Νάξου Νικόλαο Σανούδο και τους Σπιλιώτες της Δήλου, επέδραμε κατά της Λέσβου και κατέλαβε αιφνιδιαστικά - το 1335 - τα φρούρια του νησιού εκτός από εκείνα της Ερεσού και της Μήθυμνας, όπου οι κάτοικοι προέβαλαν γενναία αντίσταση. Έτσι έγινε κύριος της Μυτιλήνης και μετέφερε εκεί την έδρα του από τη Νέα Φώκαια. Αλλά εναντίον του ήλθε ο ίδιος ο Ανδρόνικος Γ'. καταδίωξε τα πλοία του Κατάνια, συνέλαβε μερικά, εφοδίασε τα φρούρια Ερεσού και Μήθυμνας και αποβίβασε στρατό υπό τον Αλέξιο Φιλανθρωπινό για να ανακαταλάβει και τα υπόλοιπα φρούρια του νησιού, επιχείρηση όμως που αποδείχτηκε μάταιη. Στη συνέχεια, ο Ανδρόνικος πολιόρκησε τη Νέα Φώκαια με τη βοήθεια του Τούρκου εμίρη της Ιωνίας Αϊντίν - μπέη. Ο Ανδρόνικος Γ' ακολούθησε πολιτική συμμαχίας με τα τουρκικά εμιράτα της δυτικής Μ. Ασίας. Ο Ανδρόνικος έτρεφε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την τύχη των νησιών του Αιγαίου, καθώς και για τη μείωση της γενοβέζικης παρουσίας σ' αυτά. Επειδή η προσπάθεια για τη δημιουργία Χριστιανικού στόλου είχε πια εγκαταλειφθεί, πρότεινε συμμαχία στον εμίρη Σαρουχάν και στον Ομούρ. Το τουρκικό έπος του Ενβερί αναφέρει ότι ο Ανδρόνικος πρόσφερε στον Ομούρ 100.000 χρυσά νομίσματα μόνο για να τον συναντήσει. Πάντως ο Ομούρ έστειλε 30 πλοία για την ανάκτηση της Λέσβου. Οι Γενοβέζοι λόγω της στενής πολιορκίας το φθινόπωρο του 1336 έστειλαν πρεσβεία και ζήτησαν συγνώμη από τον Ανδρόνικο για την άδικη επίθεση κατά της Λέσβου. Συγχρόνως του παρέδωσαν τη Μυτιλήνη και τη Φώκαια. Ο Ανδρόνικος τότε ξαναέδωσε στον Δομένικο Κατάνια τη διοίκηση της Νέας Φωκαίας, ως άρχοντα φόρου υποτελής στο Βυζάντιο. Από τότε ο Κατάνια αγωνίστηκε κατά των Τούρκων μέχρις ότου εκδιώχθηκε από αυτούς οριστικά από τη Ν. Φώκαια. Για τη συμμαχία τους με τους Τούρκους εμίρηδες οι βυζαντινοί αυτοκράτορες κατηγορήθηκαν ότι έφεραν τους "βαρβάρους" στην Ευρώπη. Ο Νικηφόρος Γρηγοράς. για να δικαιολογήσει αυτή τη συμμαχία γράφει για τον Ομούρ: "Ου βάρβαρον ο βάρβαρος είχε τον τρόπον, αλλ' ήμερον και ελληνικής παιδείας το παράπαν εχόμενον". Κατά την πρώτη αυτή Γενουοκρατία κυκλοφόρησαν και στη Μυτιλήνη τα δουκάτα του Κατάνια κατά παραχάραξη των Ενετικών. Το 1344 την Λέσβο εποφθαλμιούσε ο Αλέξιος Απόκαυκος, που είχε αναμιχθεί στις δυναστικές έριδες του Βυζαντίου και ζητούσε την νήσον "εις διηνεκή τινα κλήρον". Την ίδια εποχή η Λέσβος επορθήθη από τον Αϊντίν Ομούρ "αρχηγό των εν Σμύρνη πολιχνίων".


ΕΙΚΟΝΑ 8: Άγιος Γεώργιος. 13ος αιώνας Βυζαντινό Μουσείο Μυτιλήνης


ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ Κατά την υστεροβυζαντινή περίοδο η ζωή στη Λέσβο και στα άλλα νησιά του Αιγαίου πελάγους είναι ανυπόφορη. Οι συχνές φοβερές επιδρομές Τούρκων και Φράγκων αναστέλλουν κάθε παραγωγική δραστηριότητα. Δημιουργούν αβεβαιότητα για την ίδια τη ζωή των ανθρώπων, που είχαν μόνιμο σύντροφο τη φτώχεια και το φόβο. Από τον 13ο αιώνα οι Λέσβιοι κάτω από την πίεση της ανάγκης φρόντισαν να οργανώσουν την άμυνά τους, κατασκευάζοντας οχυρά, ακροπόλεις, οργανωμένα φρούρια, καστέλλια ή περιβολές. Λίγες αλλά χαρακτηριστικές πληροφορίες για την κοινωνική και πνευματική κατάσταση του νησιού παίρνουμε από μία επιστολή του σπουδαίου Θεσσαλονικέως ιστορικού Δημητρίου Κυδώνη, γραμμένη στη Μυτιλήνη στο β' μισό του Μου αιώνα και όπου αναφέρει ότι «η Μυτιλήνη ουδέν προσφέρει το δυνάμενον να ελκύσει το ενδιαφέρον, τίποτα το πνευματικόν», ενώ προσθέτει ότι το κυνήγι στο νησί είναι αφθονότατο - «Περισσότερες είναι εδώ οι πέρδικες απ' ό,τι ήσαν οι γλαύκες εις τας Αθήνας». Πληροφορίες για την εκκλησιαστική κατάσταση παρέχουν πατριαρχικά έγγραφα και σιγίλλια της εποχής, που αφορούν κυρίως την μητρόπολη Μήθυμνας και σώζονται στη μονή Λειμώνος. Έτσι σε πατριαρχικό έγγραφο του 1331 παρατίθενται τα ονόματα 18 μονών της Ι.Μ. Μηθύμνης, πράγμα που δείχνει την ανάπτυξη του μοναχικού βίου στο νησί - παρά τον βραχνά των ξενικών επιδρομών. Δεν είναι γνωστό αν καλλιεργήθηκε στη Λέσβο η ζωγραφική κατά την υστεροβυζαντινή περίοδο. Πάντως σώζονται σε καλή κατάσταση τοιχογραφίες στην Παναγία Τρουλωτή και στον Άγιο Στέφανο οι οποίες δεν έχουν ακόμα μελετηθεί. Επίσης, στο Βυζαντινό Μουσείο Μυτιλήνης φυλάσσονται τρεις εξαιρετικής τέχνης φορητές εικόνες του 13ου και του Μου αιώνα. Πρόκειται για τις εικόνες του Αγίου Γεωργίου (ΕΙΚΟΝΑ 8), του Χριστού Παντοκράτορος και του Αγίου Νικολάου. Δεν είναι γνωστό αν κάποια απ' αυτές δημιουργήθηκε στο νησί από ντόπιο καλλιτέχνη. Το 1355 - είκοσι χρόνια μετά την επιδρομή του Κατάνια στη Λέσβο - η νήσος παραδόθηκε από τον αυτοκράτορα Ιωάννη Η' στο Γενοβέζικο δυναστικό οίκο των Gattilusio, από τους οποίους παραδόθηκε στους Τούρκους το 1462.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Α.ΠΗΓΕΣ 1. Ακροπολίτης Γεώργιος, Annales (Χρονικόν), ΙΘ' 2. Γρηγοράς Νικηφόρος, Historia Byzantina Ζ', ΙΑ' - ΙΒ'. ΙΔ' 4, 5 3. Γλυκάς Μιχαήλ. Annales (Χρονικόν), Βιβλίον Δ' 4. Δούκας Μιχαήλ. Βυζαντινή Ιστορία XLV. 45 5. Καντακουζηνός Ιωάννης. Historiarium libri. Β29-31, Γ63 6. Κίνναμος Ιωάννης. Επιτομή. Ζ'3 και ΣΤ' 10 7. Κομνηνή Άννα. Αλεξιάς. Ζ8.9-Η'3-ΘΊ 8. Λέων Διάκονος. Ιστορία. ΗΊ.2 9. Λόγγος, "Ποιμενικά ή Τα κατά Δάφνιν και Χλόην" 10. Παχυμέρης Γεώργιος. Ιστορία, Βιβλίον Ε' 11. Συνεχισταί Θεοφάνους (Scriptores post Theophanem) Β'. 13


Β' ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ

1. Άμαντος Κων/νος. Ιστορία του Βυζαντινού κράτους. Αθήναι, τόμος Α' 1934. τόμος Β' 1947 2. "Εκδοτική", Ιστορία του Ελληνικού Έθνους 3. Ostrogorsky George, Ιστορία του Βυζαντινού κράτους. New Brunswick 1957 4. Vasilier Α. Ιστορία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας (Μετάφρ. Δημ. Σαβράμη, Αθήναι 1954)

II. ΈΡΓΑ ΕΙΔΙΚΑ 1. Αριστείδης - Πάππης Γ.. Τετραλογία Πανηγυρική. Αθήναι 1863. σελ. 83 κ.ε. 2. Αριστείδης - Πάππης Γ.. Περί της κατά τον Μεσαίωνα καταστάσεως της Λέσβου, περ.. Πανδώρα. ΙΓ' 1862. σελ. 257 3. Αποστόλου Παναγ.. Μικρόν ιστόριον γενετείρας. Σμύρνη 1712 4. Γιαννάκας Ευάγγ.. Χριστόφορος Μυτιληναίος. Λεσβιακά. 5. Γώγος Παν.. Ιστορία της Λέσβου. Κων/πολις 1887 6. Δράκος Ε.Ι.. Λεσβιακά. Αθήναι. 1899 7. Δράκος Ε.Ι., Εκκλησιαστ. Ιστορία της Λέσβου. Αθήναι 1900 8. Δράκος Ε.Ι., Αγιολογία της Λέσβου. Δράμα 1928 9. Δράκος Ε.Ι.. Μελέτη επί της εκκλησίας της Λέσβου. Δράμα 1928 10. Ευαγγελίδης Δημ.. Αρχαιολογικόν Δελτίον. Αθήναι 1930 - 31 11. Ευαγγελίδης Δημ.. Πρωτοβυζαντινή βασιλική Μυτιλήνης. Αθήναι 1931 12. Κλεομβρότου Ιάκωβος. Τα πρώτα μνημεία της Χριστιαν. λατρείας εις την Λέσβον. Αθήναι 1961 13. Κλεομβρότου Ιάκωβος. Συνοπτική ιστορία της εκκλησίας της Λέσβου. Ο Ποιμήν. 1936 14. Κοντής Γιάννης. Λεσβιακό Πολύπτυχο. Αθήνα 1973 15. Κοντής Γιάννης. Από τη Μεσαιωνική Μυτιλήνη. Λεσβιακά 16. Μουτζούρης Ιω.. Μεσαιωνικά κάστρα της Λέσβου 17. Μουτζούρης Ιω., Επισκοπικός ιστορικός κατάλογος Μυτιλήνης. Θεσ/νίκη. 1995 18. Ορλάνδος Α.Κ.. Παλαιοχριστιανικοί βασιλικοί της Λέσβου. Αρχαιολογ. Δελτίον. 1929. σελ. 1 - 72 19. Παρασκευαΐδης Παν.. Χαμένες πόλεις και κάστρα της Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Λέσβου. Ψαρά. 1984 20. Plehn S.L., Lesbiacorum Liber, Berolini 1826. Μετάφρ. Ευστ. Γεωργιάδου. Αθήναι 1849 21. Σαμάρα Παν.. Επιδρομές στη Λέσβο. Μυτιλήνη 22. Τάξη Στ. Γ, Συνοπτική ιστορία και τοπογραφία της νήσου Λέσβου. Κάιρο 1909 23. Φουντούλη Ιω.. Οι τρεις αδελφοί άγιοι της Μυτιλήνης. Ο Ποιμήν. Ιούλ. - Αύγ. 1991


ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΩΝ ΓΑΤΕΛΟΥΖΩΝ Στους τρεις τελευταίους αιώνες πριν από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, αιώνες παρακμής και συρρίκνωσης του Βυζαντινού κράτους, οι Αυτοκράτορες - πολλοί από τους οποίους ξεχώρισαν για την ανικανότητά τους να ασκήσουν χρηστή διοίκηση - είχαν μόνιμα στραμμένη την προσοχή τους στους Τούρκους. Για να αντιμετωπίσουν τον τουρκικό επεκτατισμό και για να εμποδίσουν τη φιλοδοξία των κατά καιρούς ηγεμονίσκων τους να προωθηθούν μέχρι τις ακτές και τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, αναγκάζονταν κάθε τόσο να αναγνωρίζουν προνόμια στους Δυτικούς, υποχωρούσαν στις απαιτήσεις τους, υπέγραφαν συνθήκες με ταπεινωτικούς συχνά όρους και τους παραχωρούσαν δικαιώματα και ατέλειες. Το βυζαντινό κράτος που ξανασυστάθηκε μετά την κυριαρχία των Φράγκων, δεν είχε ούτε την εσωτερική συνοχή ούτε την αναγνώριση στο εξωτερικό, που απολάμβανε παλαιότερα. Την αφροσύνη και τους κακούς χειρισμούς των Αυτοκρατόρων τους πλήρωναν κάθε τόσο, και μάλιστα πολύ ακριβά, οι απομακρυσμένες περιοχές του κράτους και τα νησιά του Αιγαίου· η τύχη ειδικότερα των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου και το καθεστώς τους μεταβαλλόταν συχνά· μια τέτοια ατυχής ενέργεια ήταν η διάλυση του αυτοκρατορικού στόλου επί αυτοκράτορος Ανδρονίκου Β' που άφησε εκτεθειμένα τα νησιά και τις ακτές του Αιγαίου στις επιδρομές των Φράγκων, των πειρατών, αλλά και των Τούρκων, που εκτός από τις λεηλασίες άρχισαν να διεκδικούν και μόνιμη εγκατάσταση. Όταν ο ίδιος ο Αυτοκράτορας Ανδρόνικος Β' σκέφτηκε να απαλλάξει τα νησιά από τον κίνδυνο, που κάθε τόσο τα απειλούσε, ήταν πια αργά· γιατί ούτε τις στρατιωτικές δυνάμεις που χρειαζόταν είχε στη διάθεσή του, ούτε του ήταν πια εύκολο να αφαιρέσει από τους περιστασιακούς συμμάχους τα προνόμια και τις διευκολύνσεις, που στο μεταξύ ο ίδιος και οι προκάτοχοί του είχαν παραχωρήσει. Ύστερα από την κατάλυση της Φραγκοκρατίας (1262) τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και η Λέσβος ειδικότερα προσαρτήθηκαν βέβαια στη βυζαντινή αυτοκρατορία· η προσάρτηση όμως αυτή δεν έγινε κάτω από τις ίδιες συνθήκες με την πριν από το 1204 περιόδο· είχε προηγηθεί η Συνθήκη του Νυμφαίου (1261) ανάμεσα στον Αυτοκράτορα της Νίκαιας και στους Γενουάτες, που αύξανε τα προνόμια και τις ατέλειες των τελευταίων σε


βάρος των Ελλήνων. Οι όροι της Συνθήκης αυτής είχαν ολέθρια αποτελέσματα στην τύχη του Μεσαιωνικού Ελληνισμού και ειδικότερα στην τύχη των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, γιατί πολλοί Γενουάτες και εκτός από αυτούς και άλλοι Δυτικοί διέπλεαν ανεμπόδιστοι το Αιγαίο και άλλοτε λεηλατούσαν μόνο, άλλοτε όμως και κυρίευαν τα απροστάτευτα νησιά, αυτοδιορίζοντας άρχοντες και κυβερνήτες και έτσι επιτάχυναν την παρακμή τους. Η εισβολή αυτή των Δυτικών στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου κυρίως οικονομική, είχε ως άμεση συνέπεια να χαλαρώσουν οι δεσμοί τους με την πρωτεύουσα του κράτους τους, την Κωνσταντινούπολη, να αλλοιωθεί η σύνθεση του πληθυσμού των νησιών αυτών, να διαπιστωθεί η αδυναμία της κεντρικής εξουσίας στο να διασφαλίσει την ακεραιότητά τους και σιγά - σιγά να προκαλέσει την απογοήτευση των κατοίκων τους, που έπαψαν πια να περιμένουν βοήθεια από την Κωνσταντινούπολη και να δέχονται την όποια κατάσταση χωρίς αντίσταση. Ανάμεσα στα εμπορικά κέντρα που από την πρώτη στιγμή μπήκαν στο στόχαστρο των Γενουατών ήταν και η Μυτιλήνη· μ' αυτό τον τρόπο αρχικά αλώθηκε η Λέσβος. Η συνθήκη του Νυμφαίου και η κατάσταση που διαμορφώθηκε, συντέλεσαν. ώστε ναυτικοί από τη Δύση και φυσικά από τη Γένοβα, στην εποχή της μεγάλης ναυτικής και εμπορικής της ακμής, να παρενοχλούν τακτικά τη Λέσβο, να λεηλατούν και να μεταφέρουν τα λάφυρα στην πατρίδα τους. Άλλοτε πάλι εγκαθιστούσαν ένα καθεστώς προσωρινής κατοχής του νησιού και όριζαν δικό τους κυβερνήτη, όπως συνέβη με τον Γενουάτη Δομήνικο Κατάνη το 1333. Η ολιγόχρονη κατοχή της Μυτιλήνης και μεγάλου τμήματος της Λέσβου από το Γενουάτη τυχοδιώκτη Δομήνικο Κατάνη, ήταν η πρώτη φάση μιας κατοχής μεγαλύτερης σε διάρκεια από τους Γενουάτες, που θα άρχιζε ύστερα από μια δεκαετία. Στα 1355 ο αυτοκράτορας Ιωάννης Ε' ο Παλαιολόγος παραχώρησε τη Λέσβο στο Γενουάτη Φραγκίσκο Γατελούζο, που ήταν αρχηγός μικρής ναυτικής δύναμης, ως προίκα, γιατί παντρεύτηκε την αδελφή του Μαρία και ως αντάλλαγμα της βοήθειας που του πρόσφερε στην προσπάθειά του να ξαναπάρει το θρόνο του από τον πατρικό φίλο και επίτροπό του Ιωάννη Καντακουζηνό. Στα τέλη του 1355 έφτασε στη Λέσβο ο νέος ηγεμόνας Φραγκίσκος Γατελούζος· μαζί του αποβιβάστηκαν και πολλοί άλλοι Γενουάτες και ξένοι μισθοφόροι που αποτελούσαν τη φρουρά του. Όλα έδειχναν πως άρχιζε για το νησί μια περίοδος κατοχής∙ εν τούτοις από την πλευρά των κατοίκων της Λέσβου δεν εκδηλώθηκε καμία απολύτως αντίδραση· οι νησιώτες εξαντλημένοι από τα παθήματά τους κατά τις προηγούμενες επι-


Το κάστρο της Μυτιλήνης: έκφραση της οικονομικής ευρωστίας της Μυτιλήνης στην εποχή των Γατελούζων

δρομές και από τις αλλεπάλληλες κατακτήσεις, απογοητευμένοι από τη συμπεριφορά του Αυτοκράτορα απέναντι τους, δε σκέφτηκαν ούτε προς στιγμή να αντισταθούν στην εξουσία του Γατελούζου· δέχτηκαν μοιρολατρικά το νέο τους ηγεμόνα και για την επιλογή τους αυτή στη συνέχεια δικαιώθηκαν. Οι Γατελούζοι ηγεμόνες που κυβέρνησαν τη Λέσβο για 100 και πλέον χρόνια ήταν κατά σειρά οι εξής: α) Φραγκίσκος ο Α' (1355 - 1376). Ήταν ικανός ηγεμόνας και είχε ανάλογη διοικητική εμπειρία· έθεσε τις βάσεις για την ανάπτυξη του εμπορίου και της γεωργίας και προγραμμάτισε την εκτέλεση μιας σειράς κοινωφελών έργων, που οριοθέτησαν την αρχή μίας περιόδου ακμής και οικονομικής ευρωστίας για το νησί. Ανάμεσα στα έργα αυτά είναι και το μέχρι σήμερα σωζόμενο κάστρο της Μυτιλήνης, που χτίστηκε το 1373 πάνω στο άλλοτε νησάκι. Μπαίνοντας από τη σημερινή είσοδό του βλέπουμε τα σύμβολα των Γατελούζων και το μονόγραμμα των Παλαιολόγων, τα 4Β που συχνά έχει ο Γατελούζικος θυρεός (σημαίνει "Βασιλεύ Βασιλέων Βασιλεί Βοήθει"). β) Ιάκωβος Γατελούζος (1376 - 1397). Ανέβηκε στο θρόνο σε ηλικία


μόλις 20 χρόνων χάρη στη σύνεση και στους επιδέξιους διπλωματικούς χειρισμούς του απέτρεψε επίθεση των Βενετών και λεηλασία του νησιού στη διάρκεια του πολέμου ανάμεσα στη Γένοβα και στη Βενετία. Το 1388 οι σχέσεις Ιάκωβου Γατελούζου και Γένουας κλονίστηκαν, γιατί ο Ιάκωβος σφετερίστηκε την περιουσία του μοναχού Gastagna d' Ortaggio, που με διαθήκη του άφηνε το μοναστήρι του τάγματός του στη Γένουα· Ο Ιάκωβος ήταν κατά γενική ομολογία αγαπητός· ο λαός της Μυτιλήνης εξέφρασε το θαυμασμό και την εκτίμησή του γι' αυτόν με την έκδοση σφραγίδας, που έφερε την επιγραφή: "Mytiliana tuum servato libera decus" (= Η Μυτιλήνη ελεύθερη διατηρεί την τιμή σου). γ) Φραγκίσκος Β' (1397 - 1401). Μαύρη περίοδος για τη Λέσβο, αλλά ευτυχώς πολύ σύντομη, υπήρξε η περίοδος της ηγεμονίας του Φραγκίσκου Β'. Στο διάστημα αυτό η Λέσβος έγινε κτήση φόρου υποτελής στο Σουλτάνο και το 1401 ισχυρός σεισμός ισοπέδωσε τις περισσότερες πόλεις του νησιού. Πιστεύεται μάλιστα ότι ο ίδιος ο ηγεμόνας βρήκε τραγικό θάνατο κάτω από τα ερείπια των ανακτόρων του. δ) Δορίνος Γατελούζος (1401 - 1449). Μέχρι την ενηλικίωσή του τη διοίκηση της Λέσβου ανέλαβε ο Νικόλαος Γατελούζος. Επί της ηγεμονίας του η κυριαρχία των Γατελούζων επεκτάθηκε και έξω από τη Λέσβο και περιέλαβε όλα τα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου. Περαστικός από τη Γλαρέντζα ή από τα Καλάβρυτα ο πρίγκηπας της Λέσβου Δορίνος Α' Γατελούζος πρότεινε στον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο να τον κάνει γαμπρό του· όταν ο Κων/νος Παλαιολόγος ύστερα από καιρό το αποφάσισε, πήρε το καράβι και ήρθε στη Λέσβο· παντρεύτηκε σε πρώτο γάμο την Αικατερίνη Γατελούζου. αλλά σε λίγο άφησε τη νεόνυμφη γυναίκα του και έτρεξε να βοηθήσει τον αδελφό του και βασιλιά, Ιωάννη Παλαιολόγο. που αντιμετώπιζε εξωτερικό κίνδυνο. Για δεύτερη φορά ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος ήρθε στη Λέσβο, πήρε τη γυναίκα του και έφυγαν μαζί για την Κωνσταντινούπολη. ε) Δομήνικος Γατελούζος (1449 - 1459). Όταν έγινε ηγεμόνας της Λέσβου, η κατάσταση στο ανατολικό Αιγαίο ήταν πολύ κρίσιμη λόγω της επέκτασης των Τούρκων στη Μικρά Ασία. Οι μικροί δυτικοί ηγεμόνες των νησιών του Αιγαίου απέφευγαν να προκαλέσουν και πολύ περισσότερο να εμπλακούν σε πόλεμο με το Σουλτάνο, γιατί δεν ένιωθαν ικανοί να τον αντιμετωπίσουν θεωρούσαν ευτυχή τον εαυτό τους, αν κατόρθωναν να διατηρήσουν την ηγεμονία τους, έστω κι αν ήταν φόρου υποτελείς στους Τούρκους. Οι τελευταίοι με διάφορες προφάσεις έβρισκαν την ευκαιρία να επέμβουν στα εσωτερικά των ηγεμονιών αυτών και να υποτάξουν τα νησιά. στ) Νικόλαος Γατελούζος (1459 - 1462). Η περιόδος της ηγεμονίας του


ήταν από κάθε άποψη τυραννική. Κυβέρνησε με τη βία και δε δίσταζε να χρησιμοποιήσει κάθε μέσο για να κορέσει τις φιλοδοξίες του. Για να γίνει ηγεμόνας της Λέσβου έπνιξε τον ίδιο τον αδελφό του. Αργότερα υποχρεώθηκε να υποστεί ανάλογα με τις πράξεις του από τους Τούρκους. Ήταν τελείως απροετοίμαστος για να τους αντιμετωπίσει.

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ Οι πληροφορίες που έχουμε για την πολιτική και διοικητική οργάνωση της Λέσβου στην εποχή των Γατελούζων, δεν καλύπτουν όλη την περίοδο της κατοχής του νησιού· περιορίζονται στο διάστημα της τελευταίας δεκαετίας και προέρχονται από έγγραφα και συμβολαιογραφικές πράξεις που συντάχθηκαν στη Μυτιλήνη από το 1454 ως το 1460. Σήμερα τα έγγραφα αυτά φυλάσσονται στο Κρατικό αρχείο της Γένοβας. Η προσέγγιση του θέματος έγινε με βάση αυτά τα έγγραφα και οι διαπιστώσεις, με κάθε επιφύλαξη, αναφέρονται σε όλη την περίοδο, που οι Γατελούζοι κυβέρνησαν το νησί. Η περίοδος της ηγεμονίας των Γατελούζων ήταν αναμφισβήτητα περίοδος κατοχής για το νησί και ο χαρακτήρας της διοίκησής τους ήταν κάθε άλλο παρά ελληνικός. Η Λέσβος αντίθετα με άλλες περιοχές, που εξαρτιώντουσαν απευθείας από τη Γένοβα, ήταν αυτόνομο κράτος μέσα στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Οι Γατελούζοι ακολουθώντας πολιτική ίσων αποστάσεων και από το Βυζάντιο και από τη Γένοβα, άσκησαν ως ένα βαθμό ανεξάρτητη πολιτική, που τα τελευταία όμως χρόνια επηρεαζόταν σημαντικά από την Οθωμανική απειλή. Οι σχέσεις τους με τη Γένοβα είχαν τη μορφή συνεργασίας και όχι υποτέλειας. Η Γένοβα ενδιαφερόταν για την ύπαρξη εμπορικών σταθμών. που θα εξυπηρετούσαν τα συμφέροντά της στο Αιγαίο και θα επέτρεπαν τον ελλιμενισμό των πλοίων της, όταν αυτά κατευθύνονταν προς τον Εύξεινο Πόντο. Η διακυβέρνηση της Λέσβου από τους Γατελούζους εξυπηρετούσε αυτό το σκοπό, γι' αυτό και η Γένοβα δεν προσπάθησε να επιβληθεί πολιτικά στο νησί. Η πολιτική και η διοίκηση, που ασκήθηκε στη Λέσβο, ήταν διαφορετική από εκείνη, που ασκήθηκε στις άλλες γενοβέζικες παροικίες και στη Μυτιλήνη επικράτησαν διαφορετικές κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες. Οι Γατελούζοι από όλους τους Δυτικούς ηγεμόνες, που άσκησαν εξουσία και διοίκηση στα νησιά του Αιγαίου, ήταν οι μόνοι,


εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, που έδειξαν ευνοϊκές διαθέσεις προς τους Έλληνες και άσκησαν χρηστή διοίκηση. Αναγνώριζαν τα κυριαρχικά δικαιώματα του Βυζαντινού Αυτοκράτορα πάνω στο νησί και οι σχέσεις τους με την Κωνσταντινούπολη ήταν μάλλον φιλικές∙ ενδεικτικό του τρόπου που πολιτεύτηκαν, είναι το ότι στα νομίσματα, που έκοβαν όσο καιρό έμειναν στο νησί, δεν παρέλειπαν να χαράζουν τα σύμβολα των Παλαιολόγων. Το καθεστώς ήταν εκείνο της κληρονομικής διαδοχής και στο χαρακτήρα του ιδιότυπο. Την ανώτατη διοίκηση του νησιού ασκούσε ο εκπρόσωπος της οικογένειας των Γατελούζων, που είχε την έδρα του στην πόλη της Μυτιλήνης. Η ίδια η Γένοβα δεν είχε καμία συμμετοχή στην επιλογή του άρχοντα της Λέσβου, αντίθετα με άλλες περιοχές, Χίο. Πέραν, Καφφά, όπου τον όριζε η ίδια. Οι στενότεροι συνεργάτες του Άρχοντα ήταν Γενουάτες την καταγωγή και μέσω αυτών ο Άρχοντας Γατελούζος επικοινωνούσε με τη γενέτειρά του, τη Γένοβα. Πλάι στον ηγεμόνα και στους στενότερους συνεργάτες του θα πρέπει να υπήρχε ένα συμβουλευτικό σώμα από πολίτες, το συμβούλιο του κράτους, που γνωμοδοτούσε και σε ορισμένες περιπτώσεις οι Άρχοντες του νησιού ελάμβαναν σοβαρά υπόψη τους τις προτάσεις του. Ο αριθμός των μελών αυτού του συμβουλίου δεν είναι δυνατό να προσδιοριστεί ακριβώς∙ αν όμως λάβουμε υπόψη μας τον αριθμό του αντίστοιχου σώματος που λειτουργούσε στη Χίο, θα πρέπει να ήταν περίπου 10. Ο τόπος που συνεδρίαζε το Συμβούλιο του κράτους λεγόταν curia. Η ύπαρξη και λειτουργία ενός τέτοιου γνωμοδοτικού οργάνου ενισχύεται και από το γεγονός ότι στις 15 Σεπτεμβρίου 1462 οι πρόκριτοι της Μυτιλήνης έκαναν σύσκεψη και παρακάμπτοντας τον τελευταίο Γατελούζο ηγεμόνα Νικόλαο αποφάσισαν να στείλουν πρεσβεία στο Μαχμούτ πασά, που πολιορκούσε την πόλη, για να του την παραδώσουν. Εξάλλου ο ίδιος ο ηγεμόνας, όταν συνελήφθη από τους Τούρκους απολογούμενος στο Μωάμεθ για τη στάση του κατά την πολιορκία του νησιού, επέρριψε την ευθύνη για την αντίσταση στους προκρίτους. Οι Μυτιληνιοί αυτοί ήταν απαραίτητοι γιατί αποτελούσαν τη γέφυρα επικοινωνίας του ηγεμόνα με το λεσβιακό λαό. Σημαντικός διοικητικός παράγοντας ήταν ο "vicarius”. δηλαδή τοποτηρητής· ήταν ένα είδος διοικητικού και δικαστικού γραμματέα με εκτελεστικές αρμοδιότητες και υπαγόταν απευθείας στον Άρχοντα. Η ύπαρξη διερμηνέων και ειδικών γραμματέων, για τους οποίους γίνεται λόγος σε άλλες πόλεις και περιοχές που διοικούσαν οι Γενουάτες, στη Λέσβο δεν ήταν απαραίτητη, γιατί οι ίδιοι οι Γατελούζοι γνώριζαν και Λατινικά και Ελληνικά.


Τα 4Β θυρεού των Γατελούζων: Οι Γατελούζοι αναγνώριζαν τα κυριαρχικά δικαιώματα του Βυζαντινού Αυτοκράτορα πάνω στο νησί

Για τη διοικητική διαίρεση του νησιού, για τον τρόπο που διοικούνταν οι άλλες πόλεις, για τις φορολογικές και στρατιωτικές υποχρεώσεις των κατοίκων και για άλλα προβλήματα πολιτικής και διοικητικής οργάνωσης δεν υπάρχουν ακριβείς πληροφορίες. Το γεγονός όμως ότι σε πολλές πόλεις και επίκαιρα σημεία του νησιού υπήρχαν φρούρια και τμήματα στρατιωτικά, μας κάνει να πιστεύουμε ότι η παρουσία τους δεν αποσκοπούσε μόνο στην άμυνά του. αλλά και στον τρόπο που οι Γενουάτες ασκούσαν την εξουσία. Το ιδιότυπο αυτό καθεστώς, η εγκαθίδρυση του οποίου διευκολύνθηκε από τη ρευστή πολιτική κατάσταση που επικρατούσε στη Βασιλεύουσα την εποχή εκείνη, διευκόλυνε τους ίδιους τους κατοίκους του νησιού, που φαίνεται πως περνούσαν καλά. Πολιτικά οι Γατελούζοι δεν τους καταπίεζαν προσπαθώντας να τους επιβάλουν ένα στυγνό και απάνθρωπο καθεστώς. Τους είχαν παραχωρήσει θρησκευτική ελευθερία και τους είχαν εξασφαλίσει συνθήκες ασφαλούς και άνετης ζωής. Συγκριτικά με άλλες κτήσεις και με το Βυζάντιο η ζωή των κατοίκων της Λέσβου ήταν πιο ήσυχη και πιο ευτυχισμένη. Χάρη στην παρουσία των Γατελούζων το νησί απαλλάχτηκε για μεγάλο χρονικό διάστημα από τις επιδρομές των πειρατών και πολύ


αργότερα από άλλες περιοχές αντιμετώπισε τον τουρκικό κίνδυνο. Ιδιαίτερη φροντίδα κατέβαλε ο Φραγκίσκος ο Α' για να αποκαταστήσει την ησυχία στο νησί· οι πολυάριθμοι Αρμένιοι που κατοικούσαν σ' αυτό εμπόδιζαν την ειρηνική ανάπτυξή του. Τους Αρμένιους λοιπόν αυτούς, τους εξόρισε και έπεισε τους Ιωαννίτες της Ρόδου να τους παραχωρήσουν για εγκατάσταση την Κω το 1366. Έκτοτε οι Αρμένιοι απομακρύνθηκαν για πάντα από τη Λέσβο. ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ - ΕΜΠΟΡΙΟ: Οι Γατελούζοι πέρασαν από τη Λέσβο περισσότερο ως εμπορικοί αντιπρόσωποι παρά ως κατακτητές. Όσα χρόνια έμειναν στο νησί, ενδιαφέρθηκαν πιο πολύ να υπηρετήσουν τα οικονομικά τους συμφέροντα, παρά να εδραιώσουν την εξουσία τους και να κρατήσουν το νησί για πάντα κάτω από την κυριαρχία τους. Για τους Γατελούζους η Λέσβος ήταν ένα ασφαλές ορμητήριο, από όπου οργάνωναν εμπορικές αποστολές προς τη Συρία και την Αίγυπτο και ένας σταθμός, που διευκόλυνε το διαμετακομιστικό εμπόριό τους προς τις άλλες κτήσεις τους στον Εύξεινο Πόντο. Η οχύρωση της πόλης της Μυτιλήνης και του νησιού ολόκληρου με την ίδρυση φρουρίων, η συντήρηση αξιόμαχων πληρωμάτων και πολεμιστών απέβλεπε πρώτιστα στη διασφάλιση των οικονομικών και εμπορικών συμφερόντων τους στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Το λιμάνι της Μυτιλήνης παρουσίαζε μεγάλη κίνηση· εκτός από τα πολεμικά πλοία έρχονταν και πολλά εμπορικά από τη Γένοβα, για να φέρουν ή να πάρουν εμπορεύματα∙ ακόμα το λιμάνι ήταν σταθμός για όλα τα πλοία, που έρχονταν από το Νοτιά με κατεύθυνση την Κωνσταντινούπολη. Το νησί ήταν αύταρκες σε γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα, που αποτελούσαν και τη βάση της οικονομίας του· μιας οικονομίας κατά βάση οικιακής, που έλυνε τα περισσότερα προβλήματα διατροφής και ένδυσης. Γύρω από την πόλη της Μυτιλήνης απλωνόταν μια αρκετά εκτεταμένη και εύφορη πεδιάδα με πλούσιες υδατοπηγές. Εκεί υπήρχαν προάστεια, όπου ζούσαν αγροτικοί πληθυσμοί, που καλλιεργούσαν περιβόλια και τροφοδοτούσαν τον αστικό πληθυσμό της Μυτιλήνης με λαχανικά, σταφύλια και φρούτα. Ταξιδευτές προς την Ανατολή. που πέρασαν από τη Λέσβο, δεν αναφέρουν τίποτα για τις ελιές, που σήμερα αποτελούν το βασικό προϊόν της παραγωγής του νησιού· οπωσδήποτε όμως μια σημαντική έκτασή του θα πρέπει να ήταν ελαιοφυτεμένη, αφού η καλλιέργεια της ελιάς στο νησί είναι γνωστή από την αρχαιότητα. Εξάλλου, η πεδιάδα των Κεραμείων (σημερινή πεδιάδα της Καλλονής)


Το άνοιγμα της λεγόμενης φυλακής των Γατελούζων στα Κεραμιά: Σε μεγάλη ακτίνα από τη Μυτιλήνη απλώνονταν οι εμπορικές δραστηριότητες των Γενοβέζων

ήταν ικανή από την εποχή εκείνη να συντηρήσει τον πληθυσμό του βόρειου και του δυτικού τμήματος του νησιού, που δε θα πρέπει να ήταν περισσότερος από το σημερινό. Στην πεδιάδα αυτή καλλιεργούνταν σιτηρά, που οι κάτοικοι του νησιού άλεθαν στα σπίτια με τις μυλόπετρες ή στους αλευρόμυλους. που υπήρχαν σε σημεία, όπου η ροή των χειμάρρων ήταν ορμητική. Βασική πλουτοπαραγωγική πηγή ήταν και τα δασικά προϊόντα, που έπαιρναν οι κάτοικοι του νησιού από το μεγάλο δάσος, που συναντούμε πηγαίνοντας προς την Καλλονή και προς τον Πολιχνίτο. Δευτερεύουσας σημασίας ασχολίες των κατοίκων ήταν η αλιεία στα παραθαλάσσια χωριά και το κυνήγι. Με το κυνήγι ασχολούνταν κυρίως οι ευπορότεροι κάτοικοι του νησιού και οι ξένοι. Από το νησί της Λέσβου και κυρίως από το λιμάνι της Μυτιλήνης εξάγονταν προς τη Δύση διάφορα προϊόντα, όπως σιτάρι, λάδι, φρούτα και κρασί. Το εξαγωγικό όμως εμπόριο στηριζόταν στη στύψη, που αφθονούσε στο βόρειο τμήμα του νησιού· από αυτή πήρε το όνομά του το φερώνυμο χωριό.


Οι πληροφορίες που φέρνουν τη Λέσβο να βρίσκεται στο επίκεντρο της πειρατείας κατά τον 15ο αιώνα, αποδεικνύουν ότι πράγματι την εποχή αυτή είχαν αναπτυχθεί έντονες ναυτικές και εμπορικές δραστηριότητες ανάμεσα στους Γενοβέζους και στους κατοίκους του νησιού αφενός, αλλά και με τα άλλα νησιά του Αιγαίου και με τη Δυτική Ευρώπη αφετέρου. Στα μέσα του 15ου αιώνα η Μυτιλήνη έχει εμφανή τα σημάδια της ακμάζουσας πόλης· οι κάτοικοί της αναπτύσσουν ποικίλες οικονομικές δραστηριότητες, η πόλη αναμφισβήτητα είναι ένα σημαντικό κέντρο του διαμετακομιστικού εμπορίου, πολλοί είναι εκείνοι που πλουτίζουν από το εμπόριο και τις συναλλαγές, αναπτύσσονται εμπορικές σχέσεις με χώρες της Δυτικής Ευρώπης και διενεργούνται πολλές συμβολαιογραφικές και νομικές πράξεις. Δείγμα της οικονομικής ευρωστίας, που παρατηρείται στο νησί την εποχή αυτή, αλλά και της σημασίας, που είχε η Λέσβος για τους Γατελούζους και για τη Γένοβα, είναι το γεγονός ότι κυκλοφορούν στη Μυτιλήνη νομίσματα ποικίλης προέλευσης. Μεταξύ των άλλων κυκλοφορούν φιορίνια, χρυσά δουκάτα και καράτια της Χίου, τούρκικα άσπρα και βενετσιάνικα νομίσματα, βυζαντινά και χιώτικα, τζιλιάτα. δηνάρια και άσπρα Μυτιλήνης. Η κυκλοφορία τόσων νομισμάτων μας οδηγεί ακόμα στο συμπέρασμα ότι η Μυτιλήνη κατείχε νευραλγική θέση στο πολυεθνικό εμπόριο της εποχής εκείνης και δείχνει μια κοινωνία ανοιχτή στο εμπόριο και στον εκχρηματισμό. Οι άρχοντες της Γένοβας φαίνεται ότι υπολόγιζαν πολύ στην ανάπτυξη των εμπορικών συναλλαγών με τη Λέσβο, αλλά και στη διασφάλιση των εκεί συμφερόντων τους, γιατί επανειλημμένα εξέφρασαν την εύνοιά τους προς τους Γατελούζους και μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους ενδιαφέρθηκαν για την αμυντική θωράκιση του νησιού. Για το λόγο αυτό ανταποκρίθηκαν στις αιτήσεις και εκκλήσεις των Γατελούζων για την ενίσχυση και τη λήψη άμεσων μέτρων για την άμυνα του νησιού, όταν έγινε εμφανής ο τουρκικός κίνδυνος. Επειδή όμως μόνη της η Γένοβα δε θα μπορούσε να στείλει βοήθεια σε πλοία, στρατιώτες και εφόδια, στράφηκε προς τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Με το πρόσχημα ότι κινδύνευαν οι ομόθρησκοί τους στο νησί, αλλά με τη σκέψη ότι έτσι θα διασφαλίζονταν τα δικά της συμφέροντα, ζήτησε τη συγκρότηση μεγάλης ναυτικής και στρατιωτικής δύναμης, που θα επενέβαινε στο Αιγαίο, θα απέτρεπε την κατάληψη των νησιών και θα σταματούσε την προέλαση των Τούρκων. Ήταν ολοφάνερο ότι η πτώση της Λέσβου θα έπληττε τα οικονομικά συμφέροντα της Γένοβας και θα έκανε ευκολότερη την κατάκτηση και της Χίου. Η κατάσταση της οικονομίας ιδιαίτερα στην εποχή του Ιάκωβου και


Δορίνου ήταν πολύ ανθηρή· ωστόσο η πορεία της Λέσβου προς την ανάπτυξη απειλήθηκε να ανακοπεί επί ηγεμονίας Ιάκωβου Γατελούζου. Αφορμή έδωσε ο θάνατος του Καρμηλίτη μοναχού Gastagna d' Ortaggio το 1388. Ο μοναχός αυτός πεθαίνοντας άφηνε με διαθήκη την περιουσία του στο μοναστήρι του τάγματός του στη Γένουα. Ο Ιάκωβος όμως παράνομα σφετερίστηκε την περιουσία αυτή και η Γερουσία της Γένουας αντέδρασε με κατάσχεση των δικών του περιουσιακών στοιχείων. Η παρεξήγηση λύθηκε όταν ο Ιάκωβος απέδωσε στη Γένουα τα χρήματα. Τέλος στις οικονομικές δραστηριότητες της οικογένειας των Γατελούζων αναφέρονται η ανάμειξή τους σε δουλεμπόριο, η εκμετάλλευση ορυχείων και ακινήτων, τόσο στην πόλη της Μυτιλήνης όσο και στην ύπαιθρο χώρα, η κατοχή αγροτικών και κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων σε διάφορες περιοχές του νησιού (Πολιχνίτο. Γέρα. Μόρια κ.ά.). ΠΑΙΔΕΙΑ - ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ: Οι Γατελούζοι δεν ενδιαφέρθηκαν ιδιαίτερα για την προαγωγή και την καλλιέργεια των Γραμμάτων στη Λέσβο∙ παρ' όλο που οι ίδιοι μορφώνονταν αρκετά, η Παιδεία δεν ήταν στις άμεσες προτεραιότητές τους. Για το λόγο αυτό, όσο καιρό κυβέρνησαν, δε δημιούργησαν έργα υποδομής στον τομέα αυτό. Ως έμποροι φρόντισαν να κρατήσουν την εξουσία του εμπορικού κράτους, που είχαν δημιουργήσει και να αυξήσουν τα κέρδη τους. Για δημόσια εκπαίδευση αξιώσεων δεν είναι δυνατόν να γίνει ιδιαίτερος λόγος, αφού δημόσια σχολεία δεν υπήρχαν και οι οικονομικά ασθενέστερες τάξεις, που ήταν και το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού, δεν μπορούσαν να πάρουν στο σπίτι δάσκαλο για τα παιδιά τους. Ο ίδιος ο λαός ελάχιστα ενδιαφερόταν για να μάθει γράμματα ή να πάρει ευρωπαϊκή μόρφωση και να ασχοληθεί με τις θεολογικές απόψεις των κατά καιρούς λατίνων διπλωματικών υπαλλήλων ή κληρικών, που πέρασαν από τη Λέσβο. Τα μέλη της οικογένειας των Γατελούζων μορφώνονταν αρκετά∙ εκτός από τα Λατινικά μάθαιναν εξίσου καλά και τα ελληνικά, για να μπορούν να επικοινωνούν με τους κατοίκους του νησιού, αλλά πολύ περισσότερο για να μπορούν να συμμετέχουν σε αποστολές στο Βυζάντιο. Δάσκαλοι των Γατελούζων, που τους μάθαιναν την ελληνική γλώσσα, ήταν Μυτιληνιοί λόγιοι ή άλλοι βυζαντινοί. Ο Φραγκίσκος Γατελούζος, ο πρώτος ηγεμόνας της Λέσβου, ο Φραγκίσκος ο Β'. που μητέρα του ήταν η αδελφή του Ιωάννη Παλαιολόγου, είναι βέβαιο ότι γνώριζαν τα ελληνικά∙ περισσότερο όμως ελληνομαθής και πιο προχωρημένος στη γνώση της ελληνικής γλώσσας εμφανίζεται ο Δομήνικος Γατελούζος· σώζεται επιστολή του προς τον Μανουήλ Σοφιανό στα ελληνικά.


Παράλληλα με τη γλώσσα, οι περισσότεροι από τους Γατελούζους ηγεμόνες σεβάστηκαν και τον ελληνικό πολιτισμό· ο Ιταλός περιηγητής Κυριακός από την Αγκώνα, που επισκέφθηκε το νησί επί της ηγεμονίας του Δορίνου. αναφέρεται ειδικότερα στον ενθουσιασμό, που έδειξε ο ηγεμόνας αυτός, για τη διαφύλαξη των λεσβιακών αρχαιοτήτων. Στον τομέα της Παιδείας και των Γραμμάτων, το πέρασμα των Γατελούζων από τη Λέσβο πολύ λίγα μας άφησε· η γλωσσική τους επίδραση είναι βέβαια ελάχιστη, όμως αρκετά χαρακτηριστική, τόσο για τη γλώσσα του νησιού την εποχή εκείνη, όσο και για τη μετέπειτα. Μέχρι σήμερα υπάρχουν στην τοπική διάλεκτο στοιχεία αυτής της γλωσσικής επίδρασης. Τέτοια είναι η τόσο διαδεδομένη κατάληξη - ελλι, που ενσωματώθηκε σε όλες σχεδόν τις ελληνικές λέξεις, ονόματα οικιακών σκευών (π.χ. σαντάνι = κηροπήγιο, σπαρματσέτο = κοντόχοντρο κερί), που κράτησαν την ιταλική τους ονομασία, ονόματα διαφόρων επαγγελμάτων π.χ. μανιφατουριέρης από τη λατ. λέξη manifatura). ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΖΩΗ - ΕΚΚΛΗΣΙΑ: Από την πρώτη στιγμή, που οι Γατελούζοι ήρθαν ως ηγεμόνες στη Λέσβο, η Ρωμαιοκαθολική εκκλησία προσπάθησε να εφαρμόσει το σχέδιο υποταγής της ελληνικής εκκλησίας. Το πρώτο σοβαρό πρόβλημα, που έπρεπε να αντιμετωπίσει ο Φραγκίσκος Α', ήταν οι αξιώσεις του Πάπα για να εφαρμοστεί το σχέδιο αυτό. Όταν ο Φραγκίσκος αναχωρούσε από τη Γένοβα, είχε υποσχεθεί στον Ποντίφηκα ότι θα τον βοηθήσει να πραγματοποιήσει τα μεγαλεπίβολα σχέδιά του. Ανάμεσα μάλιστα στους όρους που έθεσε, προκειμένου να βοηθήσει τον Αυτοκράτορα Ιωάννη Παλαιολόγο να απομακρύνει τους Λατίνους, ήταν, μόλις ο τελευταίος πάρει την εξουσία, να αρνηθεί τη θρησκεία του. Από τη Λέσβο αργότερα έστειλε επιστολή στον Πάπα Ιννοκέντιο τον 6ο και του έγραφε ότι ο Αυτοκράτορας κάνει το παν για να πείσει τον Πατριάρχη και την Ανατολική Εκκλησία να αναγνωρίσει τα πρωτεία της Δυτικής Εκκλησίας. Κάτι τέτοιο όμως δε συνέβαινε στην πραγματικότητα∙ ο Φραγκίσκος Γατελούζος όχι βέβαια από δική του προαίρεση, αλλά γιατί θα πρέπει από την πρώτη στιγμή να διαπίστωσε την ακραιφνή θρησκευτικότητα των νησιωτών, δε θέλησε να θίξει το θρησκευτικό τους συναίσθημα. Προσποιήθηκε όμως στον Πάπα ότι προωθεί τάχα τα σχέδιά του για την αναγνώριση των πρωτείων του. δείχνοντας με τον τρόπο αυτό ότι ευθυγραμμίζεται με την πολιτική των άλλων δυτικών ηγεμονίσκων, που προσπάθησαν και εν μέρει κατόρθωσαν, να προσηλυτίσουν τους κατοίκους άλλων νησιών του Αιγαίου. Η Δυτική Εκκλησία κατέβαλε επίμονες προσπάθειες για να προσηλυτίσει τους κατοίκους της Λέσβου και σε όλο το διάστημα της ηγεμονίας των


Γατελούζων διόριζε τους επισκόπους της Μυτιλήνης. Υπήρχαν και τότε στο νησί δύο ορθόδοξες μητροπόλεις, της Μυτιλήνης και της Μήθυμνας, και οι μητροπολίτες ασκούσαν ελεύθερα τα καθήκοντά τους. Το 1356 ο Πάπας Ιννοκέντιος 6ος έστειλε το Λουδοβίκο Μπράβο ως επίσκοπο Μυτιλήνης, με τη δικαιολογία να ποιμάνει τους πολλούς Γενουάτες, που μαζί με τον Φραγκίσκο είχαν εγκατασταθεί στη Λέσβο. Ωστόσο ο σκοπός αυτής της ενέργειας ήταν προφανής, δηλαδή να διαδώσει στο νησί την πίστη της Καθολικής εκκλησίας. Ο ηγεμόνας δε φαίνεται να βοήθησε τον επίσκοπο στην προσπάθειά του αυτή, στάση που φανερώνει ότι οι υποσχέσεις του προς τον Πάπα δίνονταν μέχρις ότου εκπληρωθούν οι δικοί τους σκοποί. Έτσι, όταν έγινε ο ίδιος ηγεμόνας του νησιού και διαπίστωσε ότι οι θρησκευτικές πεποιθήσεις του πληθυσμού ήταν σταθερές, αθέτησε τις υποσχέσεις του. Σεβάστηκε ακόμα και τα θρησκευτικά φρονήματα της συζύγου του, που έμεινε ως το τέλος πιστή στην Ορθοδοξία. Δεν άλλαξε επίσης και το καθεστώς των μοναστηρίων, που την ίδια εποχή στις βενετικές κτήσεις είχαν γίνει φόρου υποτελή. Σε όλη τη διάρκεια της κυριαρχίας των Γατελούζων. οι ορθόδοξες μητροπόλεις Μυτιλήνης και Μήθυμνας δεν έμειναν ποτέ κενές και η ελληνική ορθόδοξη εκκλησία διατήρησε όλα τα αναγνωρισμένα δικαιώματά της. Στο ίδιο διάστημα δύο μόνο επισκόπους της Λατινικής Εκκλησίας στη Μυτιλήνη γνωρίζουμε, το Λουδοβίκο Μπράβο και το Λεονάρδο Ιουστινιάνη το Χίο, χρονογράφο της Άλωσης της Κωνσταντινούπολης και της Μυτιλήνης. Στα έγγραφα της ύστερης εποχής των Γατελούζων, αναφέρονται επίσης ονόματα ιερέων διαφόρων φραγκικών ενοριών, καθώς επίσης και το όνομα του προσωπικού ιερέα του Άρχοντα. Όμως οι εν λόγω εκπρόσωποι της καθολικής εκκλησίας δε συμμετείχαν σε νοταριακές πράξεις ορθοδόξων κληρικών, πράγμα που σημαίνει πως οι ορθόδοξοι κάτοικοι του νησιού για θέματα θρησκείας απευθύνονταν στη δική τους εκκλησία και πως οι Λατίνοι δεν αναμειγνύονταν στη διοίκησή της. Η μοναδική αναφορά στα έγγραφα αυτά σε ορθόδοξο κληρικό είναι η συμμετοχή του ιερέα της ορθόδοξης εκκλησίας των Αγίων Θεοδώρων σε δημοπρασία. Ο νοτάριος τον αποκαλεί "σεβαστό". ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΖΩΗ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗ: Ο πληθυσμός της Λέσβου κατά τον 14ο αιώνα, στην πλειοψηφία του τουλάχιστον, είναι ελληνικός· όμως με την εγκατάσταση των Γατελούζων στο νησί εκδηλώθηκε κάποια μεταναστευτική κίνηση. Άνθρωποι κυρίως γενοβέζικης προέλευσης άρχισαν να έρχονται στη Λέσβο για εμπορικές υποθέσεις και, όταν έβλεπαν ότι το κλίμα ήταν ευνοϊκό για την ανάπτυξη των επιχειρήσεών τους, εγκαθίσταντο μόνιμα. Άλλοι πάλι προέρχονταν από τους εμπορικούς σταθμούς, που οι Γενοβέζοι είχαν δημιουργήσει σε άλλα νησιά του Αιγαίου πελάγους.


κυρίως στη Χίο και μετακινούνταν για εμπορικούς λόγους. Συμβολαιογραφικές πράξεις που συντάχθηκαν στο διάστημα από το 1454 ως το 1460 στη Μυτιλήνη, μαρτυρούν την παρουσία κατοίκων γενοβέζικης προέλευσης, που ήρθαν σε επιγαμία με τους ντόπιους κατοίκους του νησιού και αργότερα πολιτογραφήθηκαν ως μόνιμοι κάτοικοί του. Ανάμεσα στους εποίκους και στους μετανάστες περιλαμβάνονταν και πολλές γυναίκες και μάλιστα σε μεγαλύτερη αναλογία από εκείνη που υπήρχε στις άλλες αποικίες των Γενοβέζων. Οι συμβολαιογραφικές αυτές πράξεις δε δίνουν πληροφορίες τόσο κατατοπιστικές για τη σύνθεση του πληθυσμού της Μυτιλήνης, αφού τα συμβόλαια αναφέρονται μόνο στους κατοίκους λατινικής προέλευσης. Εκτός από τους Γενοβέζους κατοίκους της Μυτιλήνης υπάρχουν και άλλοι που προέρχονται από άλλες πόλεις της Ιταλίας, το Μιλάνο, τη Φλωρεντία, τη Νάπολη, τη Νοβάρα καθώς επίσης και από πόλεις της δυτικής Ευρώπης, την Κολωνία, τη Μασσαλία, το Μπιλμπάο κ.ά. Αυτοί ανήκουν κυρίως σε μεγάλες εμπορικές οικογένειες, ενώ παράλληλα υπάρχει και ένας μικρός αριθμός μορφωμένων, που δεν ασχολούνται με τις κυρίως εμπορικές δραστηριότητες· αυτοί είναι συμβολαιογράφοι, γραφείς και διοικητικοί υπάλληλοι. Οι ντόπιοι κάτοικοι της Μυτιλήνης χαρακτηρίζονται ως "πολίτες" και "κάτοικοι", ενώ οι λατίνοι χαρακτηρίζονται ως "προσωρινοί κάτοικοι", πράγμα που φανερώνει ότι μεταξύ των Λατίνων υπήρχε μεγάλη κινητικότητα. Κάποιοι από αυτούς έμεναν για ένα μεγάλο διάστημα στο νησί και ύστερα επέστρεφαν στην πατρίδα τους ή μετακινούνταν προς άλλες γενοβέζικες αποικίες. Στα έγγραφα αναφέρονται ορισμένοι με το χαρακτηρισμό "domini", που είναι κάτοικοι λατινικής προέλευσης. Αν λοιπόν λάβουμε υπόψη μας ότι ο ανώτατος άρχοντας χαρακτηριζόταν "domini domini". μπορούμε να συμπεράνουμε ότι οι "domini" είχαν κάποια εξουσία ή ήταν συγγενείς του άρχοντα. Ως "domini" αναφέρονται μεταξύ των άλλων ο vicarius και οι κληρικοί των φράγκικων εκκλησιών. Μεγάλες οικογένειες λατινικής προέλευσης ήταν οι: Giustiniani, Doria. Spinola. Usodimare. Lomollini κ.ά. Παράλληλα αναφέρονται τα ονόματα κατοίκων της Μυτιλήνης ελληνικής καταγωγής, όπως Γιάννης Μωραΐτης. Μιχάλης Λιγερός, Γιάννης Μανδαλάρης κ.ά. Ένα μέρος του πληθυσμού της Μυτιλήνης ήταν σκλάβοι, που βρέθηκαν στο νησί με το δουλεμπόριο∙ αυτοί ήταν ρωσικής ή γεωργιανής καταγωγής ως επί το πλείστον. Οι σκλάβοι αυτοί θα πρέπει να απελευθερώνονταν κάποια στιγμή, γιατί


Β.Α πλευρά του κάστρου της Μυτιλήνης: Έξω από το κάστρο στο βόρειο λιμάνι, ήταν το εμπορικό κέντρο της Μυτιλήνης

το πνεύμα που επικρατούσε στη Μυτιλήνη ήταν κατά της σκλαβιάς και κατά του δουλεμπορίου. Μάλιστα οι άνθρωποι αυτοί προικοδοτούνταν με χρήματα ή ακίνητα. Οι περισσότεροι Λατίνοι, όπως φαίνεται από τα έγγραφα, κατοικούσαν μέσα στο κάστρο, "in civitate, in castro Mitileni", υπήρχαν όμως και άλλοι και μάλιστα ευγενείς, που κατοικούσαν στην πόλη, "in burgis" ή "in Mitileni", όπως αναφέρει ο συμβολαιογράφος, όταν θέλει να υποδηλώσει τοποθεσία εντός της πόλης, αλλά εκτός του κάστρου. Όμως και ένας σημαντικός αριθμός Ελλήνων κατοικούσαν μέσα στο κάστρο, γεγονός που πιστοποιείται από την ύπαρξη ορθόδοξης εκκλησίας μέσα σ' αυτό. Εκτός από τις περιπτώσεις επιγαμίας υπάρχουν στα έγγραφα και περιπτώσεις που Λατίνοι κληροδοτούν με διαθήκη μέρος της περιουσίας σε Έλληνες, όπως επίσης και συμβολαιογραφικές πράξεις μεταξύ Λατίνων, που παρίστανται ως μάρτυρες Έλληνες. Η γενική λοιπόν εντύπωση είναι πως η κοινωνία της Μυτιλήνης την εποχή αυτή ήταν κοινωνία ανοιχτή, χωρίς εθνικές και θρησκευτικές διακρίσεις. Την αστική τάξη στη Μυτιλήνη αποτελούσαν πρώτιστα οι έμποροι, οι βιοτέχνες και οι επαγγελματίες∙ ανάμεσα σ' αυτούς υπήρχαν μυλωνάδες,


άνθρωποι που ασχολούνταν με την κατεργασία του δέρματος, οπλουργοί και κατασκευαστές ασπίδων και πανοπλιών, παπουτσήδες κ.ά. Αυτοί ζούσαν κυρίως στο εμπορικό κέντρο της Μυτιλήνης, έξω από το κάστρο, στο βόρειο λιμάνι κοντά στην αποβάθρα. Επίσης αναφέρονται γιατροί, αρχιτεχνίτες, οι αποκαλούμενοι μάστορες. που συνέχιζαν τη βυζαντινή παράδοση των συντεχνιών, σαπωνοποιοί, ιδιοκτήτες πλοίων, πλοίαρχοι και ναύκληροι. Εκτός από την άρχουσα τάξη και την τάξη των εμπόρων και τεχνιτών, υπήρχε και η τάξη των γεωργών. Αυτοί καλλιεργούσαν τα κτήματα με τις ελιές, το σιτάρι, τα αμπέλια και ζούσαν μακριά από την πόλη στην ύπαιθρο χώρα σε αγροτικούς οικισμούς· αποτελούσαν μικρές αγροτικές κοινωνίες με κύριους πόρους τη γεωργία και την κτηνοτροφία· μόνο κάποια αμπέλια φαίνεται ότι υπήρχαν στα περίχωρα ακόμα και μέσα στην πόλη της Μυτιλήνης. Στους παραθαλάσσιους οικισμούς οι κάτοικοι ασχολούνταν και με την αλιεία. Στα νοταριακά έγγραφα αναφέρονται μέτρα και σταθμά για τη μέτρηση των αγροτικών και γεωργικών εκτάσεων και των προϊόντων· έτσι για τα δημητριακά ήταν το "μόδιον" και τα "καντάρια", για το κρασί η "μπότα", το "mitros" και το "κροντήρι". Για τη μέτρηση των αγρών χρησιμοποιούσαν το "μισάριο" και το "calatis" ή "calathis". Για την πολεοδομία της Μυτιλήνης και την τοπογραφία γενικότερα του νησιού οι πληροφορίες που έχουμε με βάση τα νοταριακά έγγραφα, είναι οι εξής· η πόλη χωριζόταν σε δύο μέρη, την εντός του κάστρου (civitati in castro Mitileni) και την εκτός του κάστρου, που ονομαζόταν απλά "Mitileni ή in burgo". Η εντός και εκτός του κάστρου πόλη χωριζόταν σε "contracta". δηλαδή μικρά οικοδομικά τετράγωνα, που έπαιρναν το όνομά τους από κάποια εκκλησία ή άλλο σημαντικό κτίσμα. από το όνομα κάποιου άρχοντα που κατοικούσε εκεί. Κατοικημένη θα πρέπει να ήταν η σημερινή περιοχή της Φωκιότρυπας, όπου μάλιστα θα πρέπει να υπήρχαν και ανεμόμυλοι. Μέσα στο κάστρο και στο ανώτατο σημείο βρισκόταν το παλάτι του Άρχοντα, η έδρα της Συγκλήτου και η "logia magna", ένα είδος στοάς, που χρησίμευε ως τόπος συναντήσεων και συναλλαγών. Στο κεντρικό σημείο του κάστρου βρισκόταν η μεγάλη πλατεία. Δίπλα στο παλάτι του Άρχοντα ήταν η εκκλησία του Αγίου Ιωάννη του Ευαγγελιστή και η ορθόδοξη εκκλησία του "pape Angeli". Λόγω στενότητας του χώρου οι κατοικίες μέσα στο κάστρο θα πρέπει να ήταν μικρές και διώροφες. Έξω από το κάστρο αναφέρονται διάφορες τοποθεσίες, όπως οι "Καμάρες", δίπλα στην Εκκλησία των Αγίων Θεοδώρων και η "Sulinaria". Κοντά στο λιμάνι θα πρέπει να ήταν οι εκκλησίες του Αγίου Γεωργίου και του Αγίου Νικολάου των Φράγκων. Καθεδρικός ναός των καθολικών


ήταν ο ναός του Αγίου Αντωνίου και βρισκόταν και αυτός εκτός του κάστρου. Ορθόδοξες εκκλησίες ήταν η εκκλησία των Αγίων Θεοδώρων. που βρισκόταν στην τοποθεσία "Καμάρες", οι Εκκλησίες του Αγίου Βασιλείου. του Αγίου Γεωργίου του δράκοντα, η εκκλησία της Αγίας Καλής κ.ά. Από τις τοποθεσίες εκτός της πόλης αναφέρονται τα περίχωρα Ακρωτήρι, Χάλικας, Πολυγώνι (Πληγόνι), ενώ στην ύπαιθρο χώρα αναφέρονται τα χωριά Βασιλικά, Καλλονή, Πύρρα, παλαιότερη Πύρρα. Μόρια. Γέρα. Θερμή και φυσικά η Μήθυμνα, η Άντισσα και η Ερεσός στο βόρειο και δυτικό τμήμα του νησιού· επίσης σε χάρτη της εποχής εκείνης σημειώνονται άλλα χωριά, όπως η Κυδωνία, ο Κόρακας, η Πέτρα, το Σίγρι, η Βρίσα κ.ά.

Η ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΤΟΥΡΚΟΥΣ Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα ο Σουλτάνος ανέβαλε την εκστρατεία εναντίον της Λέσβου, γιατί είχε στραμμένη την προσοχή του στον ανυπότακτο ηγεμόνα της Αλβανίας. Ωστόσο ο Γατελούζος ηγεμόνας της Λέσβου για το ενδεχόμενο τουρκικής επίθεσης επιδιόρθωσε όλα τα φρούρια του νησιού, κατασκεύασε πολλούς προμαχώνες, κάλεσε νέους μαχητές από τη Δύση και συγκέντρωσε πολεμοφόδια που αρκούσαν για μια μακροχρόνια πολιορκία. Τον Αύγουστο το 1462 ο Μωάμεθ Β' έκανε την εκστρατεία εναντίον της Λέσβου με πρόσχημα να τιμωρήσει τον Ηγεμόνα Νικόλαο για το φόνο του αδελφού του και για την εύνοια που έδειχνε προς τους Καταλανούς πειρατές. Οι ιστορικοί της Άλωσης αναφέρονται στην κατάληψη της Λέσβου από τους Τούρκους με κάποια σπουδή, αφού είναι γνωστό πως το νησί προ πολλού είχε πάψει να ανήκει στη βυζαντινή αυτοκρατορία. Για τον αριθμό των πλοίων που έλαβαν μέρος στην εκστρατεία οι ιστορικοί διαφωνούν ο Χαλκοκονδύλης ανεβάζει τον αριθμό σε 125. από τα οποία 25 τριήρεις και 100 άλλα μεγάλα πολεμικά· ο Δούκας μιλά για 67 και ο αυτόπτης μάρτυρας Λεονάρδος Ιουστινιάνης. ο επίσκοπος των λατίνων της Μυτιλήνης, για 110∙ από αυτά 24 ήταν τριήρεις, 15 φορτηγά και άλλα πολλά μικρά. Όλος αυτός ο στόλος είχε έρθει από τη Σινώπη. Στον πεζικό στρατό περιλαμβάνονταν 2.000 γενίτσαροι, που ήταν κάτω από τις διαταγές του ίδιου του Σουλτάνου. Οι κάτοικοι της πόλης έτρεχαν


περίτρομοι στις επάλξεις του φρουρίου για να δουν από εκεί τον τουρκικό στόλο, που κατέπλεε πλησίστιος. Ο Μωάμεθ, κατά το σύστημά του. κάλεσε αρχικά τον ηγεμόνα της Λέσβου να του παραδώσει το νησί και την πόλη. Του υποσχόταν άλλες μεγάλες κτήσεις ως αμοιβή για την υποταγή του. Ο άρχοντας της Λέσβου, γενουάτης Νικόλαος Γατελούζος και οι υπερασπιστές του φρουρίου προσπάθησαν πρώτα να εξευμενίσουν το Σουλτάνο, που όμως επέμενε στην απαίτησή του να του παραδώσουν το νησί. Οι δυνάμεις που το προστάτευαν δεν ήταν αξιοκαταφρόνητες. Εκτός από τα οχυρωματικά έργα, που είχαν γίνει από νωρίς, οι υπερασπιστές του φρουρίου. 5.000 περίπου, διέθεταν πολυάριθμο πυροβολικό, πλήθος εφοδίων, ενώ σε δεύτερη γραμμή άμυνας ήταν έτοιμοι να τους βοηθήσουν οι Έλληνες κάτοικοι του νησιού, άνδρες και γυναίκες. Όταν οι απεσταλμένοι του Σουλτάνου πλησίασαν το φρούριο και ζήτησαν την παράδοσή του. ο Νικόλαος Γατελούζος εξ ονόματος του λαού της Μυτιλήνης έδωσε την παρακάτω απάντηση: «Ουκ έστι δυνατόν παραδούναι την πόλιν και την νήσον, ει μη πρώτον αύται πολεμικώ νόμω ηττηθήσονται». Κατά το Λεονάρδο η πολιορκία του νησιού άρχισε την πρώτη Σεπτεμβρίου του 1462. Οι πρώτες επιθέσεις των Τούρκων αποκρούστηκαν από τους υπερασπιστές του μεγάλου φρουρίου με σχετική ευκολία, γιατί ο τουρκικός στόλος ήταν αναγκασμένος να προσέχει ταυτόχρονα τις επιθέσεις πειρατικών πλοίων, που προέρχονταν από τα λατινοκρατούμενα νησιά του Αιγαίου. Τις επόμενες μέρες οι Τούρκοι προκαλούσαν τους αμυνόμενους του φρουρίου να εξέλθουν και να δώσουν μάχη έξω από τα τείχη. Στην πρόκληση αυτή απάντησαν οι υπερήφανοι ιππότες της Δύσης, που ντρέπονταν να τους λοιδορούν οι Τούρκοι. Την τέταρτη μέρα της πολιορκίας δύο τάγματα Ροδίων συγκρούστηκαν με τους Τούρκους και παρά τη γενναία αντίσταση που πρόβαλαν. μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα φονεύθηκαν όλοι. Την πέμπτη μέρα της πολιορκίας οι Τούρκοι αποβίβασαν από τα πλοία 6 μεγάλα τηλεβόλα και άρχισε ο κανονιοβολισμός του φρουρίου. Τα τείχη έπαθαν σημαντικές καταστροφές. Μάταια οι υπερασπιστές τους και οι κάτοικοι της πόλης προσπαθούσαν τη νύχτα να φράξουν τα ανοίγματα, που σχημάτιζαν στα τείχη οι λίθινες σφαίρες των τουρκικών πυροβόλων· έπειτα άρχισαν να γκρεμίζονται και οι ισχυρότατοι πύργοι. Στις 8 Σεπτεμβρίου 1462 οι Τούρκοι επιτέθηκαν κατά του μεγάλου φρουρίου, αλλά αποκρούστηκαν και στη συνέχεια στράφηκαν κατά του τείχους του Μελανουδίου (περιοχή 5ου Δημοτικού Σχολείου και Πειραματικού Γυμνασίου). Η μάχη αυτή, που κράτησε 5 μέρες, έμελλε να κρίνει το


Το Πειραματικό Γυμνάσιο Μυτιλήνης στην περιοχή του τείχους του Μελανουδίου: η ομώνυμη μάχη έκρινε το αποτέλεσμα της εκστρατείας των Τούρκων κατά της Λέσβου το 1462

αποτέλεσμα της εκστρατείας. Στις 13 Σεπτεμβρίου του 1462. 20.000 Τούρκοι επιτέθηκαν με μανία και μπήκαν μέσα στο φρούριο. Οι περισσότεροι από τους υπερασπιστές του αιχμαλωτίστηκαν. Η είδηση προκάλεσε ακόμα πιο μεγάλο φόβο στους κατοίκους της Μυτιλήνης, που ήδη είχαν αρχίσει να ανησυχούν από τις καταστροφές που προκάλεσαν οι βομβαρδισμοί της πόλης. Η σύγχυση και η ταραχή ήταν μεγάλη· απελπισμένοι οι υπερασπιστές του νησιού πετούσαν τα όπλα και έτρεχαν να κρυφτούν αδιαφορώντας για την άμυνα της πόλης. Η άλωση της Μυτιλήνης ήταν πια ζήτημα ωρών. Ο Λεονάρδος Ιουστινιάνης θεωρεί κύριο υπεύθυνο για τη γρήγορη άλωση της πόλης το Νικόλαο Γατελούζο και τον κατηγορεί πως δεν έκανε καμία προσπάθεια να εμψυχώσει τους μαχητές και να αξιοποιήσει το έμψυχο υλικό και τα αμυντικά όπλα που διέθετε. Στις 14 Σεπτεμβρίου 1462 οι κάτοικοι της πόλης εγκατέλειψαν κάθε προσπάθεια και επιδόθηκαν στη διασκέδαση. Την επόμενη μέρα οι πρόκριτοι έκαναν σύσκεψη και, αγνοώντας τον Άρχοντα του νησιού, αποφάσισαν να στείλουν πρέσβεις στο Μωάμεθ για να παραδώσουν την πόλη. Η παρά-


δοση έγινε με τον όρο να αφεθούν ελεύθεροι οι πολιορκούμενοι να φύγουν. Ο Νικόλαος Γατελούζος σύρθηκε στη σκηνή του Σουλτάνου ταπεινωμένος και με κλάματα και ικεσίες προσπάθησε να τον εξευμενίσει και να γλιτώσει το θάνατο, προβάλλοντας ως δικαιολογία ότι οι κάτοικοι του νησιού τον υποχρέωσαν να προβάλει αντίσταση. Ο Σουλτάνος στην αρχή φάνηκε ευμενής προς τον Γατελούζο ηγεμόνα, αλλά να με ποιο τρόπο τήρησε τους όρους της συμφωνίας, μόλις οι γενίτσαροι κατέλαβαν την πόλη. Στην αρχή ο κατακτητής συνέλαβε 300 ναύτες υπερασπιστές του λιμανιού και τους έσχισε στα δύο κάτω από τις ενθουσιώδεις εκδηλώσεις των στρατιωτών του. Ύστερα διέταξε να γίνει απογραφή όλων των κατοίκων της πόλης και των γύρω χωριών, που θα πρέπει να ήταν 25.000 περίπου. Τους γέρους και φτωχούς άφησε μέσα στα τείχη, ενώ όσους είχαν κάποια περιουσία και τους μεσήλικες τους έδωσε ως δούλους στους γενίτσαρους. Ο ίδιος ξεχώρισε για τα χαρέμια του 800 νέους και νέες. Μέσα στην πόλη βρισκόταν και η χήρα του Αλέξιου Κομνηνού, θείου του τελευταίου αυτοκράτορα της Τραπεζούντας, η πιο ωραία από τις γυναίκες της Ανατολής, που ο Μωάμεθ την κράτησε για το γυναικονίτη του. Ένας μεγάλος αριθμός έγκριτων πολιτών οδηγήθηκε ύστερα από μεγάλες ταλαιπωρίες στην Κωνσταντινούπολη. Ανάμεσα σ' αυτούς και ο Νικόλαος Γατελούζος, που φυλακίστηκε και για να γλιτώσει από τα δεινά της φυλακής, αλλαξοπίστησε. Και αυτό όμως δεν ήταν αρκετό για να προδιαθέσει ευνοϊκά απέναντι του το Σουλτάνο. Το τέλος της ζωής του ήταν αντάξιο των έργων του∙ καταδικάστηκε σε θάνατο με απαγχονισμό. Την εικόνα των τραγικών εκείνων γεγονότων απαθανατίζει ο λατίνος αρχιεπίσκοπος του νησιού και αυτόπτης μάρτυρας. Λεονάρδος ο Χίος, ο άνθρωπος που είχε ζήσει, πριν από εννιά χρόνια το ίδιο δράμα στην Κωνσταντινούπολη.

ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ Σε μια από τις πιο όμορφες και από κάθε άποψη σημαντικές περιοχές της Μυτιλήνης βρίσκεται το Κάστρο της. Στην αρχαιότητα και μέχρι τους πρώτους βυζαντινούς αιώνες η περιοχή αυτή ήταν το μικρό νησάκι, που χωριζόταν από την υπόλοιπη Λέσβο με το κανάλι, που εκτεινόταν κατά μήκος της σημερινής αγοράς (οδός Ερμού) και ονομαζόταν "Εύριπος των Μυτιληναίων". Σήμερα η περιοχή αυτή ονομάζεται Κιόσκι και μοιάζει σαν


Η γαλανόλευκη στις επάλξεις του Κάστρου της Μυτιλήνης συμβολίζει την διαρκή παρουσία του Ελληνισμού στη Β.Α. γωνία του Αιγαίου


φυσική προέκταση της πόλης της Μυτιλήνης και ολόκληρου του νησιού∙ είναι ένας φυσικός όγκος με ιδιαίτερα ευπρεπείς οικοδομικές κατασκευές, που δεσπόζει στο βορειοανατολικό άκρο του Αιγαίου καλύπτοντας ένα μεγάλο μέρος της παλιάς πόλης. Το νησάκι αυτό παρείχε φυσική κάλυψη στην πόλη, γι' αυτό και από την πρώτη στιγμή είχαν γίνει πάνω του οχυρωματικά έργα, που φυσικά δεν έχουν σχέση με το κυρίως Κάστρο. Η κατασκευή του Κάστρου εντάσσεται στο πλαίσιο της άμυνας των παραθαλασσίων κυρίως πόλεων, που από τον 6ο μ. X. αιώνα στηρίχθηκε κατ' εξοχήν στα Κάστρα. Την εποχή εκείνη η τακτική του πολέμου επέβαλε τη δημιουργία κάστρων σε ιδιαίτερα σημαντικές από στρατηγική άποψη περιοχές των πόλεων, που θα εξασφάλιζαν την άμυνά τους και παράλληλα θα ήλεγχαν τους θαλάσσιους εμπορικούς δρόμους. Το νησάκι λοιπόν της Μυτιλήνης πληρούσε τις προϋποθέσεις αυτές και για ένα πρόσθετο λόγο: από τη θέση που βρίσκεται, ελέγχει μέχρι και σήμερα το πέρασμα ανάμεσα στα μικρασιατικά παράλια και στη Λέσβο. που οδηγεί στην αρχαία Τρωάδα και στα στενά του Ελλησπόντου και της Προποντίδας. Τα εμπορικά πλοία που κατευθύνονταν προς τη Βασιλεύουσα και στον Εύξεινο Πόντο, αναγκαστικά θα περνούσαν από το δίαυλο αυτό και κατά συνέπεια το Κάστρο θα είχε τη δυνατότητα να τα ελέγχει. Το Κάστρο της Μυτιλήνης έτσι, όπως σώζεται σήμερα, είναι έργο των Γατελούζων συγκεκριμένα κτίστηκε το 1373 από το Φραγκίσκο Γατελούζο· το μαρτυρεί λατινική επιγραφή που βρίσκεται πάνω από τη μεσαία (δυτική) πύλη και γράφει:

m° cccjxxiii dn prima Aprilis magnificus et potes dns dns franciscus gatelus ins dns insule met elini et c fecit fieri hoc edificium (= 1373 ημέρα πρώτη Απριλίου ο μεγαλοπρεπής και ισχυρός κύριος δουξ Φραγκίσκος Γατελούζος αυθέντης του νησιού Μυτιλήνης διέταξε να γίνει αυτό το οικοδόμημα). Στην ίδια επιγραφή συνυπάρχει και το μονόγραμμα των Παλαιολόγων. Οι Γατελούζοι έχτισαν το κάστρο στη θέση του ήδη υπάρχοντος βυζαντινού κάστρου και το έκαναν τελειότερο και συστηματικότερο. Καταλάμβανε πολύ μεγάλη έκταση και ήταν δυνατό να συγκεντρωθούν μέσα σ' αυτό όλοι οι κάτοικοι της πόλης και άφθονα εφόδια, ώστε να αντέ-


χει σε μακροχρόνιες πολιορκίες. Διέθετε υδατοδεξαμενή και πηγάδια, αποθήκες υπόγειους θαλάμους και στοές, ενώ τα αλλεπάλληλα τείχη, οι πύργοι και οι επάλξεις του πρόσφεραν ασφάλεια στους πολιορκούμενους. Ο πολύ ισχυρός σεισμός που έγινε στις 6 Αυγούστου του 1384 γκρέμισε το μεγαλύτερο μέρος του Κάστρου και έθαψε κάτω από τα ερείπια τον Ηγεμόνα και την οικογένειά του. εκτός από το μικρό του γιο Ιάκωβο. Η μητέρα του Μαρία, οι αδελφοί του, Ανδρόνικος και Δομένικος, μαζί με άλλους αξιωματούχους, που έμεναν στα οικήματα του Κάστρου, βρήκαν φριχτό θάνατο. Ο Φραγκίσκος Γατελούζος θάφτηκε στη σαρκοφάγο, που και σήμερα σώζεται μέσα στο Κάστρο. Στην πρόσθια επιφάνειά της έχει αριστερά το σύμβολο των Γατελούζων δηλαδή φολίδες από πολεμικό χιτώνα ή οπλές αλόγου ή ίσως και κύματα θάλασσας, που εκφράζουν τη στρατιωτική δύναμη του ηγεμονικού αυτού οίκου. Δεξιά σε σχήμα σταυρού έχει τα βυζαντινά (Παλαιολόγεια) τέσσερα Β. Στη μέση, που είναι σπασμένη, θα είχε τον εστεμμένο Βυζαντινό αλλά ταυτόχρονα και Γενουάτικο αετό ή τον καθαρά Γενουάτικο εστεμμένο λέοντα. Οι εργασίες ανοικοδόμησης του Κάστρου μετά το σεισμό θα πρέπει να άρχισαν ύστερα από αρκετά χρόνια, αφού ο περιηγητής Clavijo, που το είδε το 1403, λέγει πως υπήρχαν ακόμα γκρεμισμένοι πύργοι. Στην προσπάθειά τους για αποκατάσταση των εκτεταμένων καταστροφών οι διάδοχοι του Φραγκίσκου Γατελούζου έλαβαν υπόψη τους τα νέα δεδομένα της πολιορκητικής τέχνης, που δημιουργούσε η χρήση της πυρίτιδας. Με τη χρησιμοποίηση πιο στερεών υλικών φρόντισαν να γίνει ανθεκτικότερο. Αίγα χρόνια πριν από την Άλωση της Κων/πολης οι δύο τελευταίοι Γατελούζοι ηγεμόνες, Δομένικος και Νικόλαος, επειδή έβλεπαν πολύ κοντά την τουρκική απειλή, ενίσχυσαν περισσότερο το Κάστρο. Ο Δομένικος έφερε τα πρώτα κανόνια και τα εφοδίασε με πυρίτιδα. Το 1460 ενόψει της τουρκικής επίθεσης ο Νικόλαος Γατελούζος έκανε τα τελευταία αμυντικά έργα. Ύψωσε προμαχώνες και ενίσχυσε τα τείχη, έκανε πολεμίστρες, άνοιξε τάφρους και έφτιαξε παρατηρητήρια. Σε επίκαιρα σημεία έξω από το Κάστρο και σε μικρή απόσταση από αυτό δημιουργήθηκαν αμυντικοί πύργοι για τη μεγαλύτερη ασφάλεια της πόλης. Τέτοιοι πύργοι ήταν: ο πύργος Λοράντα. που βρισκόταν στην είσοδο του βόρειου λιμανιού, στην άκρη του αρχαίου λιμενοβραχίονα, ο πύργος της βαρβακάνας, της Παναγίας κ.ά. Στο νότιο λιμάνι υπήρχε ως το 1922 το λεγόμενο Καστρέλι, που κατεδαφίστηκε για να στηθεί στη θέση του το Άγαλμα της Ελευθερίας. Σημαντικό για την οχύρωση της πόλης, όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων, ήταν και το τείχος του Μελανουδίου στη Β.Δ. πλευρά του Κάστρου.


Ο πύργος Λοράντα, που βρίσκεται σήμερα μισοβυθισμένος στην είσοδο του βόρειου λιμανιού


ΑΛΛΑ ΚΑΣΤΡΑ ΣΤΗ ΛΕΣΒΟ Οι Γατελούζοι στην προσπάθειά τους να ενισχύσουν την άμυνα του νησιού και να ελέγξουν τους εμπορικούς δρόμους στο βορειο-ανατολικό Αιγαίο είτε έχτισαν εξ υπαρχής κάστρα είτε βελτίωσαν τα ήδη υπάρχοντα πάνω στο νησί μεσαιωνικά βυζαντινά. Τέτοια υπάρχουν σε πολλά μέρη του νησιού, ενώ άλλα δεν σώζονται σήμερα: Συμπληρωματικά έργα έκαναν οι Γατελούζοι στο Κάστρο των Αγίων Θεοδώρων, στο Οβριόκαστρο. στην περιοχή της αρχαία Άντισσας∙ το κάστρο αυτό ήταν το τρίτο σε δύναμη μετά τα κάστρα της Μυτιλήνης και του Μολύβου. Οι ίδιοι οι Γατελούζοι για να το εκπορθήσουν, χρησιμοποίησαν ύπουλα μέσα. Στην κορυφή ενός μικρού λόφου δυτικά της Βρίσας βρίσκεται ένας μισογκρεμισμένος πύργος κάποιου Γατελούζου φεουδάρχη, μοναχικό απομεινάρι της παλιάς μεσαιωνικής κωμόπολης. Έμεινε γνωστός ως τα σήμερα με το όνομα "Παλιόπυργος". Σ' έναν από τους τοίχους του υπάρχει εντοιχισμένη πλάκα, όπου ξεχωρίζει η φολίδα, το έμβλημα των Γατελούζων. Προσθήκες και μετατροπές θα πρέπει να έγιναν από τους Γατελούζους και στο κάστρο της Ερεσού, που έχτισαν οι Βυζαντινοί, για να δυναμώσουν την άμυνα του νησιού από τα δυτικά. Σοβαρές επιδιορθώσεις και ενισχύσεις έγιναν στο κάστρο του Μολύβου γύρω το 1373 από τον πρώτο Γατελούζο ηγεμόνα Φραγκίσκο τον Α'. Ο Μόλυβος, λόγω της θέσης του, είχε από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα σπουδαία σημασία από στρατηγική άποψη.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1. Αναγνώστου Σταυράκη. "Η Λεσβιάς Ωδή ή Ιστορικόν Εγκώμιον της Νήσου Λέσβου" 2. Αριστείδου Γεωργίου, 'Τετραλογία Πανηγυρική - Περί της κατά τον Μεσαίωνα Καταστάσεως της Λέσβου", Αθήνα 1863 3. Δελή I.. "Οι Γατελούζοι εν Λέσβω (1355 - 1462)", Αθήναι 1901 4. Κοντού Κ . "Η Κατάκτηση της Μυτιλήνης από τους Τούρκους", περιοδ. "ΛΕΣΒΙΑΚΑ". τόμος Δ'. 1962 5. Miller W., "Οι Γατελούζοι της Λέσβου", περιοδ. "ΛΕΣΒΙΑΚΑ". τόμος Δ'. 1962 6. Μολίνου Στρ.. "Κάστρα και Καστρέλλια", Αθήνα 1984 7. Παπουτσάνη Τάκη, "Πληροφορίες για τη Διοίκηση, Κοινωνία, Οικονομία και την Τοπογραφία της Μυτιλήνης στα Τελευταία Χρόνια των Γατελούζων". Μυτιλήνη - Σεπτέμβριος 1994 8. Παρασκευαϊδη Π. Στ.. Έγγραφα της Γένουας πριν την Άλωση της Μυτιλήνης", περιοδ. "ΛΕΣΒΙΑΚΑ". Τόμος Ε'. 1966 9. Παρασκευαϊδη Π. Στ.. "Η Μυτιλήνη επί Γατελούζων". Μυτιλήνη 1970 10. Σαμαρά Π Ι., "Επιδρομές στη Λέσβο από το Θ' έως το ΙΘ' Αιώνα", Μυτιλήνη 1934 11. Τάξη Οικονόμου Στ., "Συνοπτική Ιστορία και Τοπογραφία της Λέσβου", Κάιρο 1909. έκδ. 2η 12. Χαριτωνίδη Σ.Ι. "Οικοδομικές Φάσεις του Κάστρου της Μυτιλήνης", περιοδ. "Λεσβιακά", τόμος Δ'. 1962


Η ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ ΣΤΗ ΛΕΣΒΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ Α. Πολεμικά Γεγονότα ως το 1700 Ι.15ος και 16ος αιώνας αδυσώπητη μεταχείριση της Μυτιλήνης από το Μωάμεθ στα χρόνια που ακολούθησαν ύστερα από το 1462 ήταν το προανάκρούσμα για ό,τι θα επακολουθούσε στους πρώτους αιώνες της κυριαρχίας των Τούρκων. Μέσα στο πλαίσιο της γενικής τακτικής που ακολούθησαν οι κατακτητές, η κακομεταχείριση των κατοίκων της πόλεως Μυτιλήνης αιτιολογείται από το γεγονός ότι η κατάκτησή της έγινε ύστερα από αντίσταση. Θεωρήθηκε δηλαδή "δορυήττητη". Σύμφωνα με πληροφορίες του Χαλκοκονδύλη, φεύγοντας ο Σουλτάνος άφησε στη Λέσβο 200 γενίτσαρους και 300 αζάπηδες (πεζούς). Αυτοί θα αποτελούσαν τον πυρήνα της άμυνας του νησιού. Ο αριθμός αυτός των στρατιωτών από πρώτη όψη. ίσως φαίνεται μικρός, δεν είναι όμως αν φανταστεί κανείς την ερήμωση της Λέσβου, την τρομοκρατία, την αφαίρεση των όπλων από τους Έλληνες, το φανατισμό και την αγριότητα των Τούρκων στρατιωτών, τους διωγμούς των Λεσβίων. Η τουρκική παρουσία στο νησί ενισχύθηκε κυρίως από ομαδικούς εξισλαμισμούς ντόπιων κατοίκων, οι οποίοι στη συνέχεια εκτουρκίστηκαν. Οι εξισλαμισμοί αυτοί ήταν αποτέλεσμα των εξευτελισμών, βιαιοπραγιών και αρπαγών των αγαθών που υφίσταντο οι υπόδουλοι Έλληνες. Ήταν μικρής σχετικά έκτασης και έγιναν χωρίς ιδιαίτερη βία. Η ύπαρξη στη Λέσβο αμιγών τουρκικών χωριών όπως τα Κεραμιά, η Κώμη, το Μπαλτζίκι και άλλων, πρέπει να αποδοθεί σε ομαδικούς εξισλαμισμούς. Το ποσοστό όμως του τουρκικού πληθυσμού στη Λέσβο έμεινε πάντα μικρό. Σύμφωνα με μια απογραφή, στο πρώτο μισό του 16ου αιώνα, δεν έφθανε ακόμη ούτε το 5%. Στην ακμή της τουρκοκρατίας κατά τα μέσα του περασμένου αιώνα (19ος), υπολογίζεται ότι έφθασε μόλις το 16% σε σύνολο 85.000 περίπου κατοίκων. Δεν υπήρχε εξάλλου, ανάγκη να διατηρείται στη Λέσβο μεγάλος αριθμός Τούρκων, αφού τα παράλια της Μικρασίας ήταν πολύ κοντά και σε περίπτωση κινδύνου είχαν πάντα την ευχέρεια να


B. dalli Sonetti: Χάρτης της Μυτιλήνης, ξυλογραφία 21.5x15,5 εκ., 1485


μεταφέρουν γρήγορα απ' αυτά στίφη ατάκτων. Οι περιπέτειες της Λέσβου δεν έληξαν με την κατάληψή της. Στα επόμενα χρόνια, τόσο η στεριά όσο και η θάλασσά της έμελλε να γίνουν θέατρο πολλών πολεμικών συγκρούσεων, ιδιαίτερα μεταξύ Τούρκων και Βενετών, που τους πρώτους χρόνους μετά την άλωση, εξακολουθούσαν να κατέχουν πολλές περιοχές της Ελλάδας. Λίγους μήνες μετά την κατάληψη της Λέσβου, κηρύχτηκε επίσημα ο ενετοτουρκικός πόλεμος, οι εχθροπραξίες του οποίου είχαν αρχίσει ήδη από το 1458. Το Μάρτιο του 1464 ο Βενετός ναύαρχος Orsato Ιουστινιάνης (Gjustiniani) επιχείρησε με τα αποβατικό σώματα 32 γαλερών και με 800 πεζούς να καταλάβει τη Μυτιλήνη. Πολιόρκησε το κάστρο της Λεσβιακής πρωτεύουσας, χωρίς να κατορθώσει να το κυριεύσει. Τρεις άλλες απεγνωσμένες προσπάθειες κατέληξαν σε αποτυχία με σοβαρές απώλειες στο στρατόπεδο των Βενετών. που έβλεπαν τώρα με πικρία τ' αποτελέσματα της ολιγωρίας τους κατά την εκστρατεία του Σουλτάνου το 1462. Δυσάρεστες όμως συνέπειες είχαν και για τους κατοίκους της Λέσβου οι ανεπιτυχείς αυτές επιχειρήσεις του Ιουστινιάνη: εκτεταμένες περιοχές γύρω από τη Μυτιλήνη και τους Αγίους Θεοδώρους (ανατολικά του όρμου Γαβαθά) ερημώθηκαν από τις καταστροφές που προκάλεσαν τα βενετικά στρατεύματα αλλά και από τη βίαιη, κατά το πλείστον, μεταφορά 10.000 περίπου αμάχων από τις προγονικές τους εστίες στη Χαλκίδα στα μέσα Ιουνίου. Οι Λέσβιοι αυτοί, λίγα χρόνια αργότερα (1470) ακολούθησαν την τύχη των άλλων συμπατριωτών τους, που απήχθησαν από τη Μυτιλήνη μετά την άλωση. Μετά την υπογραφή της Βενετοτουρκικής ειρήνης, ο Μεχμέτ ο Β' μετέφερε τους ξεριζωμένους Λεσβίους, μαζί με άλλους νησιώτες, στην Κωνσταντινούπολη, για να ενισχύσει, για μια ακόμη φορά, δημογραφικό τη βασιλεύουσα. Ανάλογες ζημιές υπέστη η Λέσβος όταν λίγο αργότερα ένας άλλος Ενετός, ο Πέτρος Μοσενίγος (Mocenigo) λεηλάτησε το νησί κι έκαψε τα περισσότερα χωριά του, με καβαλλάρηδες και πεζούς, που στρατολόγησε από διάφορα μέρη. Οι Βενετοί όμως, δεν ησύχασαν. Συνέχισαν να κινούνται στο Αιγαίο, αναζητώντας ευκαιρία να χτυπήσουν τουρκοκρατούμενες περιοχές. Το 1500 ο Βενετός ναύαρχος Βενέδικτος Pesaro προκειμένου να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις των πληρωμάτων του στόλου του για λεηλασίες, πραγματοποιεί επιδρομές στη Μυτιλήνη και στα απέναντι Μικρασιατικά παράλια. Το φθινόπωρο του 1501 ετοιμάζεται να κάνει επιδρομή στη Λέσβο ο μέγας Μάγιστρος των ιπποτών της Ρόδου Πέτρος D' Aubusson με 36 πλοία και πολλούς τυχοδιώκτες Ιταλούς. Ισπανούς και Ροδίτες. Σταμάτη-


σε όμως στην Κω. γιατί πληροφορήθηκε ότι τον πρόλαβαν άλλοι. Ο γαλλικός στόλος με ναύαρχο το Βέλγο ηγεμόνα του Ραβενστάιν, Φίλιππο ντε Κλεβ και ο ενετικός με τον Pesaro πολιορκούσαν τη Μυτιλήνη. Η πόλη θα υπέκυπτε στην πολιορκία αν δεν προλάβαιναν ενισχύσεις από την Ανατολή. Έτσι, οι Γάλλοι και οι Ενετοί αναγκάστηκαν να λύσουν την πολιορκία και να φύγουν άπρακτοι. Ύστερα από την αποτυχημένη αυτή προσπάθεια των Γάλλων και των Ενετών να καταλάβουν τη Μυτιλήνη, ο Πέτρο D' Aubusson αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τα σχέδιά του για επιδρομή στη Λέσβο και να γυρίσει στη Ρόδο άπρακτος. Ένα χρόνο αργότερα (1502), οι Βενετοί επιχείρησαν κι άλλη επιδρομή. Η εμφάνιση όμως 50 τουρκικών κάτεργων (πολεμικά πλοία με κουπιά και πανιά) που έστειλε εσπευσμένα ο σουλτάνος Βαγιαζίτ στάθηκε ικανή να διαλυθούν χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα. Από τότε και γι' αρκετά χρόνια η Λέσβος βρήκε την ησυχία της. Αυτό μπορεί να αποδοθεί και στην ολιγόχρονη ειρήνη που έγινε στα 1502, με τη μεσολάβηση του Ενετού Ανδρέα Γρέτη, αλλά και στην προστασία του φοβερού Μυτιληνιού αρχιπειρατή κι αργότερα αρχιναυάρχου του Τουρκικού στόλου Χαϊρεντίν Βαρβαρόσσα. Ο 16ος αιώνας θα έκλεινε χωρίς άλλες επιδρομές στη Λεσβιακή γη. αν το 1544 ο αρχηγός του παπικού στολίσκου Τοσκανός Bart. Peretti δεν αποφάσιζε να μεταφέρει το κέντρο της αναμέτρησης με τους Οθωμανούς από το Ιόνιο στο Αιγαίο πέλαγος. Έτσι, ενώ ο Βαρβαρόσσα ήταν στην Τουλώνα. ο Peretti έφθασε στη θαλάσσια περιοχή έξω από τα Δαρδανέλλια. Αποβίβασε τότε άνδρες στο νησί και έκαψε το Μόλυβο, πόλη που ιδιαίτερα αγαπούσε ο Βαρβαρόσσα. Εκτός όμως, από τις επιδρομές, τη ζωή της Λέσβου διατάρασσε κατά διαστήματα και ο απόηχος μεγάλων γεγονότων που συνέβαιναν σε άλλα μέρη της Ελλάδας. Έτσι, η ήττα των Τούρκων στη ναυμαχία της Ναυπάκτου (1571) είχε τον αντίκτυπό της και στο νησί. Οι Τούρκοι, μέσα στο κλίμα νευρικότητας και οργής που επακολούθησε, θανάτωσαν το Μητροπολίτη Μυτιλήνης, τέσσερις ιερείς και πολλούς κατοίκους της πόλης. Τέλος, ένα γεγονός που συνέβη κατά τον 16ο αιώνα και συνδέεται με τη Λέσβο, είναι και η επανεποίκιση της Σάμου. Το γεγονός αυτό καθ' αυτό, μπορεί να μην αποτελεί πολεμικό συμβάν. Είναι όμως, δυνατόν να θεωρηθεί ως αποτέλεσμα της όλης αναταραχής που επικρατούσε την εποχή αυτή στο Αιγαίο. Έτσι, το 1572 ή κατ' άλλους το 1573, οι Τούρκοι αποφάσισαν την επανεποίκηση της Σάμου που είχε μείνει έρημη και ακατοίκητη για εκατό περίπου χρόνια, από το 1475, εξαιτίας των πειρατικών επιδρομών. Για να περιορίσει τις επιθέσεις των πειρατών που ενέδρευαν στα στενά της Σάμου, η Πόλη αποφάσισε να μεταφέρει πληθυσμούς από διάφορα


Χάρτης της Μυτιλήνης του 1571, ξυλογραφία 12x8 εκ., από την έκδοση του Η. Petri


μέρη του Αιγαίου στο νησί και εξέδωσε φιρμάνι (διάταγμα του Σουλτάνου) με το οποίο παρείχε διάφορα προνόμια στους νέους κατοίκους. Αρκετοί Μυτιληνιοί μετοίκησαν τότε στο νησί, σχηματίζοντας ολόκληρο χωριό, τους Μυτιληνιούς.

II. 17ος αιώνας Ο 17ος αιώνας βρίσκει τη Λέσβο βυθισμένη στην ανέχεια και την εξαθλίωση. Οι συνθήκες διαβίωσης των κατοίκων, ιδίως των παραθαλάσσιων περιοχών είναι φρικτές. Οι συνεχείς πειρατικές επιδρομές, τους αναγκάζουν να εγκαταλείψουν τους παραλιακούς οικισμούς και ν' αποσυρθούν προς τα ενδότερα σ' αναζήτηση προστασίας. Την περίοδο αυτή πολλά από τα παραλιακά κάστρα του νησιού καταστράφηκαν, όπως της Κυδωνίας (σκάλα Μπαλτζικιού), του Κόρακα (στο Β.Α. άκρο της Λέσβου), των Αγίων Θεοδώρων, της Ερεσού και των Κεραμειών. Το μόνο καινούργιο κάστρο που χτίστηκε από τους Τούρκους ήταν του Σιγρίου τον επόμενο αιώνα (1757), ενώ τα κάστρα της Μυτιλήνης και του Μολύβου εξελίχτηκαν τον 17ο αιώνα σε αστικά κέντρα. Ο Λεσβιακός λαός, ανυπεράσπιστος, δεχόταν τα αλλεπάλληλα πλήγματα των πειρατικών επιδρομών, μη μπορώντας ν' αντιδράσει. Το μόνο που είχε τη δυνατότητα να κάνει ήταν να τρέπεται σε φυγή, κάθε φορά που έκαναν την εμφάνισή τους πειρατικά πλοία. Σ' αυτό τους βοήθησε και η δημιουργία, σε επίκαιρα σημεία, πύργων που έγκαιρα ειδοποιούσαν τους άμαχους. Τέτοιοι πύργοι βίγλες βλέπουμε να κτίζονται από τις αρχές του Που αιώνα στη Λέσβο, αλλά και σ' άλλα νησιά, ενώ πολλά σπίτια της υπαίθρου μετατράπηκαν σε οχυρά για να προσφέρουν ασφάλεια στους ενοίκους τους. Πύργος αυτής της περιόδου θεωρείται ο πύργος του Νιάνια στον παραλιακό οικισμό των Πύργων Θερμής, που χρονολογείται από το 1647. Στα 1609 πειρατικά ιστιοφόρα της Μάλτας επιτίθενται στη Λέσβο και τη λεηλατούν, ενώ το 1628. στο λιμάνι της Μυτιλήνης ο Μάρκο Jachimosky, πολωνός σκλάβος, ξεσηκώνει τους σκλάβους του πλοίου στο οποίο ήταν δέσμιοι και το απάγουν μπροστά στα έκπληκτα μάτια των Τούρκων. Το 1667 ο πειρατής Georgio Maria Βιτάλη λεηλάτησε το Σίγρι, στη ναυμαχία δε που επακολούθησε με το στόλο του Καπλάν πασά, το πλοίο του κυριεύτηκε και ο ίδιος σκοτώθηκε.


G. Mercator, Χάρτης της Μυτιλήνης, έγχρωμη χαλκογραφία, 49x35,5 εκ., 1606


Πυρπόληση του τουρκικού δίκροτου Μπεχτάς Καπτάν από τον ΙΙαπανικολή στην Ερεσό της Λέσβου την 27η Μαΐου 1821. Εθνικό Ιστορικό Μουσείο


Τέλος, το 1675, πειρατές από την Τρίπολη επέδραμαν στη Λέσβο, σύμφωνα με μαρτυρία του Delacroix. αποκομίζοντας και αυτοί το μερίδιό τους από το καταταλαιπωρημένο νησί. Πέρα όμως από τις ασταμάτητες πειρατικές επιδρομές που δέχτηκε το νησί το 17ο αιώνα, ένα γεγονός που επηρέασε σε κάποιο βαθμό τη Λέσβο ήταν και ο Κρητικός πόλεμος (1645 - 1669). Για 25 περίπου χρόνια οι στόλοι των σουλτάνων που κατευθύνονταν προς την Κρήτη στάθμευαν τις περισσότερες φορές στη Λέσβο και ιδιαίτερα στο Μόλυβο. Συχνές ήταν οι επιδρομές ιδιαίτερα των Γενιτσάρων, στα γύρω χωριά, για λεηλασία των μοναστηριών και των χριστιανικών σπιτιών, ενώ όλη γενικά η περιοχή του Μολύβου, επιβαρυνόταν οικονομικά με επιπλέον φορολογία, για την αντιμετώπιση των εξόδων του σουλτανικού στόλου. Τη μεγαλύτερη όμως καταστροφή από πειρατική επιδρομή, τον αιώνα αυτό, υπέστη η Πέτρα το 1676 όταν ο ξακουστός πειρατής Ούγο ντε Κρεβελιέ (Grevilliers). επέδραμε εναντίον της με 800 κουρσάρους, αρπάζοντας μέσα σε τρεις ώρες, ό,τι πολύτιμο μπορούσε να μεταφέρει και μαζί 500 Πετριανούς σκλάβους. Δε χάρηκε όμως για πολύ τη λεία του. Το 1679, ενώ βρισκόταν στην Κάσο ή κατ' άλλους στην Αμοργό, ανατινάχτηκε μαζί με το πλοίο του από ένα αξιωματικό του, ονόματι Αδάμ, που θέλησε να τον εκδικηθεί για προηγούμενο ξυλοκόπημα που υπέστη. Όλες αυτές οι επιδρομές του 16ου και 17ου αιώνα έπληξαν σκληρά τη Λέσβο, επιδεινώνοντας το βαρύ κλίμα που επικρατούσε εξαιτίας του τουρκικού ζυγού. Ήδη όμως, από το τέλος του Που αιώνα άρχισε ν' αχνοφέγγει μια νέα εποχή. Οι αιώνες που ακολούθησαν απομάκρυναν τους ραγιάδες από την υπανάπτυξη των πρώτων χρόνων της δουλείας. Οι πιέσεις και οι κατατρεγμοί δεν έκαμψαν το εθνικό τους φρόνημα, δεν αλλοίωσαν, ούτε εκφύλισαν την εθνική τους φυσιογνωμία, όπως αναφέρει ο άγγλος ιστορικός Finley. Τους αιώνες αυτούς η Λέσβος μπορεί να γνώρισε μεγάλη κακομοιριά. Ο κόσμος της να πείνασε, να υπέφερε, να έζησε σε σπίτια - τρώγλες. Δεν έχασε όμως ποτέ τον εθνισμό της. Ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος αναφέρει ότι το ελληνικό και τουρκικό στοιχείο έμειναν μακριά το ένα από το άλλο, όπως το νερό απ' το λάδι. Οι επόμενοι αιώνες απέδειξαν ότι οι Λέσβιοι έκρυβαν μέσα τους δυνάμεις δημιουργικές. Περίμεναν απλά την κατάλληλη ευκαιρία για να μπορέσουν ν' ανθίσουν και ν' αποδώσουν καρπούς.


Β. Πολεμικά γεγονότα κατά το 18ο και 19ο αιώνα Ι.18ος αιώνας Ένα πολύ σημαντικό γεγονός της παγκόσμιας ιστορίας που σχετίστηκε άμεσα με τη Λέσβο, μέσα στο 18ο αιώνα, ήταν ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος του 1768 - 1774. Στον πόλεμο αυτό η Λέσβος διαδραμάτισε ακέραια το ρόλο της. σαν προπύργιο του Ελλησπόντου, όπως ακριβώς είχε προβλέψει ο Μωάμεθ αιώνες νωρίτερα. Μετά την αποτυχία που σημείωσαν οι απόπειρες των δυτικών να την καταλάβουν, μέσα στο 15ο και 16ο αιώνα, τα κάστρα του νησιού αποτέλεσαν μόνιμη απειλή για τους εχθρούς της αυτοκρατορίας που κατά καιρούς κινήθηκαν βορειότερα. Η αποτυχία των Ορλώφ στην Πελοπόννησο ώθησε το ρωσικό στόλο στο Αιγαίο, αναγκάζοντας τον τουρκικό να κλειστεί στον κόλπο του Τσεσμέ. Στις 5 Ιουνίου του 1770 οι δύο στόλοι αναμετρήθηκαν. Σ' αυτή τη σύγκρουση, που διακρίθηκε, από πλευράς Τούρκων, ο χασάν μπέης Τζεζάερλη Μαντάλογλου, ο μετέπειτα καπετάν πασάς, ο τουρκικός στόλος καταστράφηκε ολοσχερώς. Μετά τη νίκη αυτή οι Ρώσοι, σχεδιάζοντας επίθεση στον Ελλήσποντο, θέλησαν να καταλάβουν όχι μόνο τα βορειότερα μικρά νησιά, τη Λήμνο και την Τένεδο, αλλά προπάντων τη Λέσβο. Ενισχυμένοι από Ψαριανά και Υδραίικα πλοία, άρχισαν τις επιχειρήσεις στο Αιγαίο. Η πρώτη επιδρομή έγινε εναντίον της Λέσβου και μάλιστα εναντίον της Μυτιλήνης, στις 10 Ιουλίου 1770, χωρίς όμως, κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Η ετοιμότητα των Τούρκων υπήρξε αποτρεπτικός παράγοντας για τους Ρώσους, οι οποίοι, μετά από δύο ημέρες απραξίας και διαβουλεύσεων, στις 12 Ιουλίου 1770, αναχώρησαν από τη Μυτιλήνη, πλέοντας προς τη Λήμνο, όπου άρχισαν να πολιορκούν το κάστρο της Μύρινας. Η ήττα όμως, των Τούρκων στο Τσεσμέ και η μετέπειτα παρουσία του ρωσικού στόλου στη Μυτιλήνη υπήρξαν επώδυνες για τον πληθυσμό του νησιού και ιδιαίτερα για τους κατοίκους της πρωτεύουσας. Λίγες μέρες μετά από την αναχώρηση των Ρώσων από το νησί, δηλαδή στις 14 Ιουλίου 1770, οι Τούρκοι της Μυτιλήνης όρμησαν κατά των Χριστιανών και άρχισαν να σκοτώνουν αδιακρίτως, διαρπάζοντας τα αγαθά των κατοίκων. Τα θύματα της σφαγής έφτασαν τα 50. σύμφωνα με την "ενθύμηση" του Ιεροδιακόνου Γρηγορίου. Περιγραφή των γεγονότων έκανε και ο ευρισκόμενος στη Μυτιλήνη, εξόριστος πρώην Πατριάρχης. Μελέτιος, που και ο ίδιος υπέστη πολλά.


Για δεύτερη φορά, στα τέλη Οκτωβρίου του 1771, ο ρωσικός στόλος επανεμφανίζεται στη Μυτιλήνη, αποφασισμένος αυτή τη φορά να την καταλάβει. Οι Τούρκοι κλείνονται από φόβο μέσα στο κάστρο, παίρνοντας μαζί τους, ως ομήρους, το Μητροπολίτη Μυτιλήνης Γεράσιμο, τον πρώην Πατριάρχη Μελέτιο και πάνω από 15 προύχοντες της πόλης. Οι Ρώσοι αποβιβάζουν αυτή τη φορά αγήματα τόσο προς νότο στην περιοχή "Μακρύ Γιαλός", όσο και προς βορρά της πόλεως, απωθώντας τους Τούρκους που επιχείρησαν να τους αποκόψουν. Πολλοί άμαχοι Τούρκοι κλείστηκαν στο κάστρο, εγκαταλείποντας τις περιουσίες τους στα χέρια των Ρώσων, που άρχισαν τις λεηλασίες. Οι Χριστιανοί φεύγοντας κι αυτοί για το κάστρο ζωγράφισαν απ' έξω από τα σπίτια και τα μαγαζιά τους μεγάλους σταυρούς, με την ελπίδα ότι οι Ρώσοι θα τους σέβονταν. Μα την άλλη μέρα, από λόγους προνοίας και μετά από υπόδειξη των Ορλώφ, λεηλατήθηκαν και χριστιανικές περιουσίες. Δεν ήθελαν να δώσουν την αφορμή στους Τούρκους, να στρέψουν την εκδικητική τους μανία στους ανυπεράσπιστους κατοίκους της πόλης. Η πίεση που ασκείτο πάνω στην πολιορκημένη Μυτιλήνη ήταν σημαντική. Κι ενώ είχαν αρχίσει οι διαπραγματεύσεις για την παράδοσή της, οι Ρώσοι εγκατέλειψαν τις προσπάθειές τους και απέπλευσαν από την πόλη καίγοντας το ναυπηγείο των Τούρκων και τα πλοία που βρίσκονταν μέσα σ' αυτό, αφήνοντας για μια ακόμη φορά, τους Έλληνες βορά στην εκδικητική μανία των κατακτητών. Ευτυχώς, όμως, για τους κατοίκους της Μυτιλήνης, το μένος των Τούρκων ανέκοψε η παρουσία του διοικητή του νησιού αλλά και η παρέμβαση του Χασάν Τζεζάερλη, που ως πασάς πλέον (από τις αρχές του 1771), και με φιλολεσβιακά αισθήματα, διέμενε την εποχή αυτή στο νησί. Την περίοδο του Ρωσοτουρκικού πολέμου το νησί έπεσε θύμα και πολλών πειρατικών επιδρομών, κύρια από τους Ψαριανούς, οι οποίοι, μετά την καταστροφή του τουρκικού στόλου στον Τσεσμέ, κινούνταν ανενόχλητα στο Αιγαίο. Η σπουδαιότερη από τις επιδρομές τους ήταν των καπεταναίων Καραπατάκη και Καλημέρη. οι οποίοι στα 1772 γυρίζοντας από μια επιδρομή στα Μικρασιατικά παράλια βγήκαν στο Πλωμάρι και λεηλάτησαν την περιοχή, σκοτώνοντας πολλούς Πλωμαρίτες. Οι δυσάρεστες συνέπειες που είχε για τους Έλληνες γενικά η επέμβαση των Ρώσων στην Ανατολή αντισταθμίστηκαν με τους ευνοϊκούς όρους της συνθήκης του Κιουτσούκ - Καϊναρτζή (1774). Ο Σουλτάνος, μέσω του Χασάν πασά, που είχε διοριστεί αρχιναύαρχος στη θέση του Χατζητζαφέρ Βέη, αμνηστεύει όλα "τ' αδικήματα" των νησιωτών και δέχεται με "μεγαλοψυχία" τη δήλωση της υποταγής τους. Ο χασάν πασάς, κυρίαρχος τώρα στο Αιγαίο, μετά την αποχώρηση του ρωσικού στόλου, στηρίζει την ισχύ


του στο νεότευκτο στόλο του. Η συνθήκη όμως του Κιουτσούκ - Καϊναρτζή δεν επέφερε μόνο την ειρήνη μεταξύ των εμπολέμων. Υπήρξε ο βασικός μοχλός ανάπτυξης του εμπορίου που είχε ανασταλεί μέχρι τότε λόγω των πολεμικών επιχειρήσεων στο Αιγαίο. Τώρα, τα ελληνικά πλοία κινούνται άνετα προς όλες τις κατευθύνσεις, τονώνοντας την οικονομική ζωή του νησιού, αφού η ύψωση της ρωσικής σημαίας, σύμφωνα με τη συνθήκη, τα προστάτευε από τον έλεγχο και την αρπακτικότητα των Τούρκων.

Η Λέσβος και η Ελληνική Επανάσταση του 1821 Ο 19ος αιώνας υπήρξε για την Ελλάδα αιώνας αναγέννησης και αναδημιουργίας. Μετά από 400 χρόνια σκλαβιάς, οι ραγιάδες αποτίναξαν τον ατιμωτικό ζυγό των Τούρκων και απέκτησαν την πολυπόθητη ελευθερία. Όταν το 1814 ιδρύθηκε η φιλική εταιρεία, ανάμεσα στις χιλιάδες που κοινώνησαν των μηνυμάτων της εθνεγερσίας ήταν και από τη Μυτιλήνη ο Παλαιολόγος Λεμονής. Ο Π. Λεμονής μυήθηκε στη φιλική εταιρεία από τον Εμμ. Ξάνθο που εργαζόταν κοντά του ως γραμματέας, στο εμπορικό κατάστημα που διατηρούσε. Από την αρχή πήρε το σκοπό της εταιρείας για ιεραποστολή. Έρχεται στη Μυτιλήνη μαζί με τον αδελφό του Γεώργιο Λεμονή και αρχίζει το έργο της μύησης. Από τους πρώτους που μύησαν στον αγώνα ήταν ο αδελφός τους Γιαννάκος Λεμονής (ο επονομαζόμενος Κοντογδής, εξαιτίας του μικρού του αναστήματος), ο Μητροπολίτης Μυτιλήνης Καλλίνικος (1809 - 1830), οι δημογέροντες Γεωργάκης Γρημάνης και Δημήτριος Αθανασίου, καθώς και άλλοι προύχοντες του τόπου. Επιθυμία και στόχος του Π. Λεμονή ήταν να κηρυχθεί η επανάσταση στη Λέσβο συγχρόνως με τα υπόλοιπα μέρη της Ελλάδας. Αφού οργάνωσε τον πρώτο πυρήνα των φιλικών, επιστρέφει στη Ρωσία και ακολουθεί τον Αλεξ. Υψηλάντη στο Δραγατσάνι. Η καταστροφή του Ιερού Λόχου στην ομώνυμη μάχη δεν τον απελπίζει και αποφασίζει να κατέβει στην επαναστατημένη Ελλάδα για να συνεχίσει το έργο του. Στο μεταξύ, οι φιλικοί προεστοί της Μυτιλήνης που είχαν συμφωνήσει με τον Π. Λεμονή την ταυτόχρονη, με την υπόλοιπη Ελλάδα, επανάσταση στη Λέσβο, διακρίνοντας κάποιες εξαιρετικά δύσκολες, αντικειμενικά, συνθήκες για την εξέγερση, διστάζουν και δεν αναλαμβάνουν την ευθύνη της επανάστασης στην πιο κρίσιμη εποχή, δηλαδή τον Απρίλη του 1821. Έτσι, όταν στην υπόλοιπη Ελλάδα βροντούσε το κλέφτικο τουφέκι, η


Λέσβος παρέμεινε αδρανής, αδύναμη να συμμετάσχει στην πανεθνική προσπάθεια. Οι λόγοι που απέτρεψαν τους φιλικούς της Λέσβου στο να προχωρήσουν σε επαναστατική δράση, παρά το γεγονός ότι υπήρχε επαναστατικός αναβρασμός, σχετίζονται με τη γεωγραφική θέση του νησιού. Η Λέσβος βρίσκεται σε μικρή απόσταση από τα Μικρασιατικά παράλια και τα στενά των Δαρδανελλίων και επομένως ήταν εύκολη η καταστολή της επανάστασης με στρατεύματα, που μπορούσαν να μεταφέρουν οι Τούρκοι με ευχέρεια, από την απέναντι ακτή. Εκτός αυτού, η γεωγραφική τους θέση συνετέλεσε ώστε να χρησιμοποιηθεί κατά τα χρόνια της επανάστασης από τον τουρκικό στόλο ως ναυτική βάση και παράλληλα, θεωρούμενο το νησί από τους Τούρκους ως στρατηγική θέση, να ενισχυθεί εξαρχής με τουρκικές φρουρές και να οχυρωθεί η πόλη της Μυτιλήνης με τείχος. Η Λέσβος από τις αρχές του 18ου αιώνα ήταν η μεγαλύτερη ναυτική βάση των Τούρκων στο Αιγαίο. Οι κόλποι και τα λιμάνια της προσφέρονταν. όσο σε κανένα άλλο νησί, για την προστασία του τουρκικού στόλου. Στο νότιο λιμάνι της Μυτιλήνης λειτουργούσε δημόσιο ναυπηγείο, που είχε ανακαινιστεί από το Χασάν πασά Τζεζάερλη. και στο οποίο ο τουρκικός στόλος μπορούσε να επισκευάσει τις ζημιές του ή να συμπληρώσει τις ελλείψεις του. Κατά τους χρόνους της επανάστασης, η στρατηγική σημασία της Λέσβου ως ναυτικής βάσης, αναβαθμίστηκε. Έτσι, πέρα από τον. κατά καιρούς, ελλιμενισμό της τουρκικής αρμάδας, στο λιμάνι της Μυτιλήνης παρέμενε, για προστασία του νησιού, μια μικρή ναυτική δύναμη από δύο τρία πολεμικά που μπορούσαν να αντισταθούν στις μεμονωμένες γολέτες ή σακολέβες των ψαριανών, κυρίως, που πλησίαζαν στη Λέσβο με διάφορες αποστολές. Παράλληλα, εκτός από τη μόνιμη αυτή ναυτική δύναμη που παρέμενε στο νησί, ο ναζίρης (διοικητής) της Λέσβου, εκείνη την εποχή. Κουλαξίζης διατηρούσε για την ασφάλεια του νησιού και κάποια "δικά" του πλοία. Η συνεχής, λοιπόν, παρουσία του τουρκικού στόλου στο νησί ήταν οπωσδήποτε ένας παράγοντας που δημιουργούσε σοβαρές δυσκολίες για οποιαδήποτε απόπειρα εξέγερσης. Το δεύτερο σοβαρό εμπόδιο για την εξέγερση της Λέσβου ήταν η πλεονεκτική θέση των τουρκικών φρουρών σε σχέση με τις ελληνικές επαναστατικές δυνάμεις. Τα τρία κάστρα του νησιού, της Μυτιλήνης, του Μολύβου και του Σιγρίου έκαναν τη Λέσβο απόρθητη. Ακόμη, οι Τούρκοι, χωρίς καθυστερήσεις είχαν τη δυνατότητα να μεταφέρουν δυνάμεις ατάκτων τουρκικών στρατευμάτων από τη Μικρά Ασία ενισχύοντας έτσι, τις φρουρές του νησιού και επιβαρύνοντας παράλληλα με καταστρεπτικές φορολογίες τους κατοίκους της για τη μισθοδοσία τους.


Ο ιστορικός Λακρουά γράφει επίσης πως «όταν κηρύχθηκε η (ελληνική) επανάσταση οι ραγιάδες της Μυτιλήνης ήταν πολύ λιγότεροι από τους Τούρκους· αφοπλίστηκαν χωρίς αντίσταση. Οι πλουσιότεροι, ύποπτοι για μυστική συνεννόηση υπέρ της ανεξαρτησίας, πιάστηκαν και αποκεφαλίστηκαν». Ο συσχετισμός του πληθυσμού μαρτυρείται και από άλλη πηγή. Ο Olivier αναφέρει ότι η Λέσβος κατά την επανάσταση είχε 60.000 περίπου πληθυσμό με μεγάλη αναλογία Τούρκων, ενώ ο Χρ. Καρδαράς μας πληροφορεί ότι το νησί στα 1830 αριθμούσε 25.000 κατοίκους από τους οποίους 13.000 περίπου έλληνες, η δε πόλη της Μυτιλήνης είχε ξεπέσει σε ασήμαντη πολίχνη με πληθυσμό πάλι κατά του Olivier, μόλις 7.000 από τους οποίους μόνο 3.000 Έλληνες. Αλλά και από πλευράς στρατιωτικών δυνάμεων η αναλογία ήταν υπέρ των Τούρκων. Έτσι, ενώ οι Τούρκοι διέθεταν τουλάχιστον 12.000 στρατό πάνω στο νησί, οι Λέσβιοι δεν ήταν σε θέση να παρουσιάσουν ανάλογες σε αριθμό στρατιωτικές δυνάμεις και κυρίως εμπειροπόλεμες. Αυτοί ήταν οι βασικότεροι λόγοι που απέτρεψαν τους φιλικούς της Λέσβου να προχωρήσουν σε επαναστατικές ενέργειες ταυτόχρονα με την άλλη Ελλάδα (Μάρτιος - Απρίλιος 1821). Μια σειρά όμως κι από άλλα γεγονότα που συνέβησαν στην πορεία της επανάστασης κατά το επόμενο διάστημα, τόσο πάνω στο νησί, όσο και στην υπόλοιπη Ελλάδα και, κυρίως, στα γειτονικά, με τη Λέσβο, νησιά συνετέλεσαν ώστε να μην αναληφθεί επαναστατική δράση.

1821 Ένα μήνα μετά την έκρηξη της επανάστασης, οι Τούρκοι προέβησαν στο νησί σε προληπτικές ενέργειες, σε μια προσπάθεια ν' αποθαρρύνουν κάθε επαναστατική διάθεση. Αφόπλισαν τους κατοίκους, επέβαλαν τρομοκρατία. οργάνωσαν την άμυνά τους και προχώρησαν σε συλλήψεις και διαρπαγές σε βάρος των Ελλήνων, σε πολλά χωριά και κυρίως στη Μυτιλήνη. Οι πρώτοι που συνελήφθησαν ήσαν οι μυημένοι στη Φιλική Εταιρεία, μεταξύ των οποίων ο Χατζηγρηγόρης Ιωάννου, γαμπρός του Παλαιολόγου Λεμονή, ο Γεωργάκης Γρημάνης κ.ά. Ο Γιαννάκης Λεμονής κατάφερε αρχικά να ξεφύγει. Δεν άργησε όμως να συλληφθεί και να οδηγηθεί στις φυλακές. Ανάλογες προληπτικές συλλήψεις οι Τούρκοι έκαναν και σ' άλλες κωμοπόλεις της Λέσβου, όπως στο Πλωμάρι. Η αποκάλυψη και σύλληψη των Λεσβίων φιλικών λέγεται πως έγινε


από τον επίσης μυημένο προεστό της Μυτιλήνης Χατζηγεωργάκη Μάνδρα. Ο Μάνδρας είχε εκφράσει εξαρχής την αντίρρησή του σε μια επαναστατική κίνηση στη Λέσβο υποστηρίζοντας ότι αυτή θα εξέθετε το νησί σε φοβερούς κινδύνους χωρίς ουσιαστικά αποτελέσματα. Έτσι, ο Α. Γούδας υποστηρίζει ότι «τα πάντα έβαιναν κατ' ευχήν μέχρι το 1821, ότε ο Χατζηγιωργάκης Μάνδρας, φιλότουρκος και ιδιοτελής, επρόδωσε τους αρχηγούς της συνομωσίας εις την Πόρταν και συνελλήφθησαν». Η πληροφορία ότι οι φιλικοί της Μυτιλήνης προδόθηκαν από το Γ. Μάνδρα δεν είναι αναντίρρητα ασφαλής. Όπως και νάχει όμως το πράγμα, είτε από έλλειψη συνωμοτισμού, είτε από προδοσία, οι φιλικοί της Μυτιλήνης συνελήφθησαν το 1821 και φυλακίστηκαν, υποβληθέντες σε μαρτύρια για ν' αποκαλύψουν τους σκοπούς της Εταιρείας. Κι ενώ οι φιλικοί βρίσκονται στις φυλακές της Μυτιλήνης υπομένοντας φοβερά βασανιστήρια, ένα ανεπανάληπτο ναυτικό κατόρθωμα συντελείται στα νερά της Ερεσού από το ελληνικό ναυτικό. Στα μέσα περίπου Μαΐου του 1821 είχε καταπλεύσει στην περιοχή της Λέσβου και των Ψαρών ο ελληνικός στόλος με αντικειμενικό σκοπό την εποπτεία του δυτικού τμήματος του νησιού και την επιτήρηση των στενών των Δαρδανελλίων, απ' όπου θα κατήρχετο ο τουρκικός στόλος. Ναύαρχος της ναυτικής αυτής μοίρας των 72 συνολικά πλοίων ήταν ο Ιάκωβος Τομπάζης. Την ίδια εποχή πλέει προς τα νερά της Λέσβου εμπροσθοφυλακή του τουρκικού στόλου, ένα τουρκικό δίκροτο. Ο ελληνικός στόλος επιτίθεται ανεπιτυχώς· το πλοίο προσορμίζεται στο λιμάνι της Ερεσού και αποβιβάζει ισχυρό στρατιωτικό απόσπασμα για να ενισχύσει την άμυνα του φρουρίου του νησιού. Οι πρώτες αναμετρήσεις του ελληνικού στόλου με το τουρκικό δίκροτο έδειξαν την αδυναμία των μικρών ελληνικών πολεμικών πλοίων να το καταβάλουν. Έπρεπε να βρεθεί άλλος τρόπος και σε σύσκεψη που έγινε, αποφασίστηκε η χρήση του μόνου δυνατού όπλου που θα μπορούσε να εξουδετερώσει το τουρκικό δίκροτο, του πυρπολικού. Τα χαράματα της 27ης Μαΐου, δύο πυρπολικά, οδηγούμενα από τον Καλαφάτη το ένα και από τον Δ. Παπανικολή το άλλο, ξεκίνησαν για το παράτολμο εγχείρημα. Η προσπάθεια του Καλαφάτη να κολλήσει το πυρπολικό του στα πλευρά του πλοίου αποτυγχάνει. Ο Παπανικολής όμως κατορθώνει, παρά τα πυκνά πυρά των κανονιών και τις προσπάθειες των ναυτών του πλοίου, να προσκολλήσει το πυρπολικό του στην πρώρη του πλοίου. Οι φλόγες του γρήγορα μεταδόθηκαν στο τουρκικό πολεμικό. Έντρομοι οι Τούρκοι μπροστά στον κίνδυνο προσπαθούν με αλαλαγ-


μούς, με ύβρεις και υστερικές κραυγές να σωθούν. Ο πλοίαρχος Μπεκτάς Αρναούτ, στην προσπάθειά του να σωθεί πρώτος, αδιαφορώντας για το πλήρωμά του, δέχεται θανάσιμο πλήγμα από μαινόμενο Τούρκο. Τριανταπέντε μόνο λεπτά της ώρας, σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές, διήρκησε ο επιθανάτιος ρόγχος του θαλάσσιου γίγαντα. Η φωτιά μεταδόθηκε στην πυριτιδαποθήκη. «Μια πύρινη στήλη υψώθηκε και συρίζουσα κατέπεσε σε σωρούς ερειπίων. Οι υγροί πρόποδες του αυτόπτη μάρτυρα, ενός μικρού νησιού στην είσοδο του λιμανιού της Ερεσού, δέχτηκαν τα συντρίμια του θρυλικού "Φερμαντιγνεμέζ". Το άλλοτε περήφανο πλοίο δεν υπήρχε πια», αναφέρει χαρακτηριστικά ο I. Παπάζογλου. Η επιτυχία του τολμήματος ήταν τεράστια και οι συνέπειές του ακόμη μεγαλύτερες, δεδομένου ότι δεν περιορίστηκε στην απώλεια ενός μεγάλου πολεμικού πλοίου και σε περισσότερους από 1.000 άνδρες (από τους 1.100 άνδρες του πληρώματος μόνο 8 σώθηκαν). Οι Τούρκοι των ακτών, βλέποντας με τρόμο την καταστροφή του πολεμικού, έσπευσαν ν' απομακρυνθούν, εγκαταλείποντας στην παραλία τρόφιμα, πολεμοφόδια και κατασκευές. Αντίθετα, οι Έλληνες αναθάρρησαν και συνειδητοποίησαν τη δύναμή τους. Ο αντίκτυπος του ναυτικού κατορθώματος της Ερεσού εξαπλώθηκε προς όλες τις κατευθύνσεις. Η Λέσβος, όμως, επρόκειτο να πληρώσει πρώτη το τίμημα της εκδικητικής μανίας των Τούρκων. Στα πλαίσια των αντιποίνων των Μουσουλμάνων εντάσσεται και η ομαδική σφαγή των κατοίκων της Μυτιλήνης, η γνωστή με το όνομα "Μεγάλο τζουλούσι", που έγινε στις 27 Μαΐου 1821, το ίδιο απόγευμα της ημέρας που πυρπολήθηκε το τουρκικό δίκροτο στην Ερεσό. Αν και ορισμένοι ιστορικοί απεξαρτούν τη σφαγή από την ανατίναξη του πλοίου, το βέβαιο είναι ότι στίφη οπλισμένων και εξαγριωμένων Τούρκων ορμούν την ημέρα αυτή από την τουρκική συνοικία της Επάνω Σκάλας προς τη χριστιανική αγορά, σφάζοντας ανηλεώς, κάθε Χριστιανό που συναντούσαν στο δρόμο. Σ' ένα κώδικα της Μητρόπολης Μυτιλήνης αναφέρονται τα ονόματα 45 ατόμων που εσφάγησαν, ενώ άλλες πηγές ανεβάζουν τον αριθμό των νεκρών στους 500. Μεταξύ αυτών που απαγχονίστηκαν τη μέρα αυτή ήταν και οι φυλακισμένοι. από αρχές Μαΐου, φιλικοί. Γιαννάκης Λεμονής, Χατζηγρηγορίου Ιωάννης και άλλοι. Όσοι γλίτωσαν τον απαγχονισμό, όπως ο Γιωργάκης Γρημάνης, μεταφέρθηκαν σιδηροδέσμιοι στην Πόλη και ύστερα από πολλές περιπέτειες απηλλάγησαν. Η ευθύνη για τη μεγάλη σφαγή των αμάχων της Μυτιλήνης το Μάιο του 1821 αποδίδεται στον τότε στρατιωτικό διοικητή της Λέσβου, τον οποίο ο Σταυράκης Αναγνώστης αποκαλεί "αιμοβόρον και φαυλόβιον".


Αυτός, όχι μόνο δεν απέτρεψε τα στίφη των ατάκτων Τούρκων, αλλά σκόπιμα άφησε τη φρουρά του να συμμετάσχει στη σφαγή και τη λεηλασία. Η κατάσταση για τους ραγιάδες της Μυτιλήνης ήταν κρίσιμη και μονάχα η έγκαιρη προσωπική παρέμβαση του πανίσχυρου Τούρκου προύχοντα Μουσταφά αγά Κουλαξίζη, που βγήκε στους δρόμους και καθησύχασε τον εξαγριωμένο όχλο, σταμάτησε το κακό και έσωσε τους Μυτιληνιούς από βέβαιη γενική σφαγή. Ύστερα από τα γεγονότα αυτά, οι ραγιάδες της Μυτιλήνης ζήτησαν, με κρυφή αναφορά, που υπέγραψαν και μερικοί ντόπιοι σημαίνοντες Τούρκοι, από την τουρκική κυβέρνηση για διοικητή τους (ναζίρη) τον πανίσχυρο Τούρκο συμπατριώτη τους Μουσταφά αγά Κουλαξίζη. Η τουρκική κυβέρνηση ανταποκρίθηκε στην έκκληση αυτή και ο Κουλαξίζης αναλαμβάνει τη διοίκηση της Λέσβου στις αρχές του 1822. Ο Μουσταφά αγά Κουλαξίζης έμελλε να παίξει σημαντικό ρόλο σ' όλη τη διάρκεια της επανάστασης. Ήδη από το Μάιο του 1821, πριν αναλάβει τη διακυβέρνηση του νησιού, όταν πληροφορήθηκε την προσέγγιση του τουρκικού δίκροτου στην Ερεσό. ξεκίνησε με 4.000 στρατιώτες για βοήθεια. Αγήματα όμως. Ψαριανών που αποβιβάστηκαν στην παραλία της Ερεσού απώθησαν τις στρατιωτικές δυνάμεις του Κουλαξίζη. που υπερασπίζονταν το δίκροτο. στο εσωτερικό του νησιού και επέστρεψαν στα πλοία τους γεμάτοι λάφυρα, που εγκατέλειψαν στη φυγή τους οι Τούρκοι στρατιώτες. Οι συλλήψεις, οι απαγχονισμοί, οι σφαγές και οι λεηλασίες του πρώτου χρόνου της επανάστασης, και ιδιαίτερα του Μαΐου, έκαναν πολλούς Λεσβίους των τουρκοκρατούμενων χωριών και της Μυτιλήνης, που τους έλειπε το αίσθημα ασφάλειας, είτε γιατί είχαν κάποια ανάμιξη στη φιλική εταιρεία, είτε για άλλους λόγους, ν' αφήσουν τις περιουσίες τους, τα σπίτια και τις οικογένειές τους και να φύγουν. Όσοι απ' αυτούς μπόρεσαν ή θέλησαν, πέρασαν στ' απελευθερωμένα νησιά. Οι άλλοι έμειναν πάνω στο νησί και ανέβηκαν στα βουνά οπλισμένοι. Ο Όλυμπος και ο Λεπέτυμνος γέμισαν από ένοπλους Λεσβίους που ζούσαν με την απαντοχή του λυτρωμού καραδοκώντας ευκαιρία και βοήθεια απ’ έξω για να επιτεθούν στον κατακτητή. Η Λεσβιακή αντίσταση διατηρήθηκε τουλάχιστον ως την καταστροφή των Ψαρών (1824), οπότε και κάθε ελπίδα για επιτυχή εξέγερση εξέλιπε. Από τους Λεσβίους που έφυγαν σ' άλλα νησιά πολλοί κατευθύνθηκαν στην Τήνο. Αυτοί, κατά τα δύο πρώτα χρόνια της ελληνικής επανάστασης, ζούσαν με τον πόθο και τη λαχτάρα να ελευθερώσουν την ιδιαίτερή τους πατρίδα. Καταρτίζουν επιτροπή, συστήνουν εκστρατευτικό σώμα και πιέζουν με κάθε τρόπο τους ισχυρούς παράγοντες της επανάστασης να συν-


δράμουν, ώστε ν' απελευθερώσουν το νησί τους. Ψυχή και ιθύνων νους των Λεσβίων της Τήνου κατά το δεύτερο έτος της επανάστασης ο Π. Λεμονής. Ο δραστήριος αυτός πατριώτης δεν έπαυσε να διατρέχει την Ελλάδα, προσφέροντας τις υπηρεσίες του, όπου παρίστατο ανάγκη και να επιδιώκει με κάθε τρόπο την ευαισθητοποίηση της ελληνικής κυβέρνησης για την απελευθέρωση της ιδιαίτερής του πατρίδας. Στην προσπάθειά του αυτή, βρίσκει συμπαραστάτη του το Δημ. Υψηλάντη, ο οποίος προτρέπει με επιστολή του, τον Αύγουστο του 1821, το Λάζαρο Κουντουριώτη και τους λοιπούς προκρίτους της Ύδρας να συντελέσουν στην πραγμάτωση της επιθυμίας του Π. Λεμονή. Η έξοδος όμως, του τουρκικού στόλου, κατά τα τέλη Αυγούστου 1821, ανέβαλε κάθε επαναστατική προσπάθεια στη Λέσβο, όπως και στη Χίο. Έτσι, πέρασε το πρώτο έτος της επανάστασης χωρίς η Λέσβος να μπορέσει να πραγματοποιήσει τον πόθο της, ν' ανακτήσει την ελευθερία της.

1822 Η εξέγερση και η απελευθέρωση της Χίου το Μάρτιο του 1822 έδωσε πάλι το έναυσμα αναζωπύρωσης του πόθου των Λεσβίων για ελευθερία. Οι ενέργειες στις οποίες προχώρησαν είχαν ως αποτέλεσμα, η νεοσύστατη ελληνική κυβέρνηση ν' αναθέσει στον Π. Λεμονή την ευθύνη για την εξέγερση της Λέσβου. χωρίς να υπολογίσει τον κίνδυνο από τον τουρκικό στόλο και τις δυσμενέστερες, από τη Χίο, συνθήκες για ένα απελευθερωτικό κίνημα στη Μυτιλήνη. Έτσι, και ενώ ο Καπουδάν πασάς Καρά Αλή μέσα σε λίγες μόνο μέρες από την εξέγερση της Χίου κατέστρεψε το νησί (τέλος Μαρτίου), η ελληνική κυβέρνηση στις 9 Απριλίου με σχετική διαταγή του Υπουργείου Εσωτερικών. συστήνει στους εφόρους Χίου, Σάμου, Ψαρών και άλλων νησιών να συνδράμουν τον Π. Λεμονή «...εις το να ενεργήσει προς σωτηρίαν και απολύτρωσιν της νήσου Μυτιλήνης, πατρίδος του...». Συναρχηγό του Π. Λεμονή στην εκστρατεία για την απελευθέρωση της Λέσβου η κυβέρνηση διόρισε τον αγωνιστή Μιχαήλ Παπάζογλου. Ο Π. Λεμονής, πριν πάει στα Ψαρά για να συσκεφθεί με τους εμπειροπόλεμους Ψαριανούς για τις λεπτομέρειες της εκστρατείας στη Λέσβο, πέρασε μαζί με το Μ. Παπάζογλου και άλλους Λεσβίους πρώτα από την Τήνο. Εκεί βρήκαν πολλούς Μυτιληνιούς, φαγάδες από το πρώτο έτος της επανάστασης, που τους περίμεναν σαν σωτήρες. Τους υποδέχτηκαν με


ενθουσιασμό και πρόσφεραν πολλοί απ' αυτούς, σημαντικά ποσά για την απελευθέρωση της πατρίδας τους. Λέσβιοι και Αϊβαλιώτες κατατάσσονται με ενθουσιασμό στο εκστρατευτικό σώμα που δημιουργείται υπό τις διαταγές του Π. Λεμονή. Η δυσμενής όμως εξέλιξη της εξέγερσης της Χίου και η ζοφερή κατάσταση που επακολούθησε γέμισε με απελπισία και θλίψη τις ψυχές των Λεσβίων που πρόσμεναν τη στιγμή για να απελευθερώσουν την πατρίδα τους. Ο Π. Λεμονής προσπάθησε ν' αμβλύνει τις φριχτές εντυπώσεις των συμπατριωτών του από την καταστροφή της Χίου. Η ψυχή του δεν έπαψε να θερμαίνεται από τη σκέψη ότι θα ξημέρωνε μια καλύτερη μέρα για την πατρίδα του. Η αρνητική όμως, θέση των Ψαριανών που είδαν πλέον την κατάσταση με το ψυχρό βλέμμα της λογικής, αποθάρρυνε το Λεμονή. Έτσι, επέστρεψε στην Τήνο από τα Ψαρά, όπου είχε μεταβεί για να εξασφαλίσει τη συνδρομή των Ψαριανών και αναβάλλει την εκστρατεία για ευθετότερο χρόνο. Ο φλογερός πατριώτης δεν αποκαρδιώνεται από την εξέλιξη των πραγμάτων. αλλά μένοντας προσηλωμένος στο σκοπό του αναμένει μια ευνοϊκότερη συγκυρία. «Εγώ δε πάντοτε, γράφει στον Υπουργό των Εσωτερικών, δε λείπω το χρέος να εγκαρδιώνω τους πατριώτες μου και να καιροφυλακτώμεν εις την γνωστήν υπόθεσην». Στο μεταξύ ο Κουλαξίζης αν και αγράμματος, κατάφερε με την εξυπνάδα του, τις διοικητικές του ικανότητες και τη δραστηριότητά του ν' αναρριχηθεί στο ανώτατο αξίωμα του νησιού, ν' αποκτήσει μεγάλη περιουσία και να θεωρηθεί κραταιάς προστάτης του νησιού και φιλοραγιάς. Συνεργαζόμενος με το Γιωργάκη Μάνδρα, τον αντιδραστικό παράγοντα του νησιού, ακολούθησε πολιτική εξαιρετικά δυναμική και κατευναστική. Στα πλαίσια της κατευναστικής του πολιτικής εντάσσεται η απομάκρυνση των άτακτων τουρκικών δυνάμεων και η εξομάλυνση των σχέσεών του με τους Έλληνες επαναστάτες. Στην προσπάθειά του αυτή βρήκε συνεργούς τους δημογέροντες της Μυτιλήνης, αλλά και άλλων κωμοπόλεων, πολλοί από τους οποίους ήταν άλλοτε φιλικοί. Βέβαια, η σύμπραξη πολλών φιλικών με τον Κουλαξίζη δεν ήταν καρπός της κατευναστικής του πολιτικής. Ήταν αποτέλεσμα μιας αδυσώπητης ανάγκης που δημιουργήθηκε από τις εξαιρετικά δυσμενείς, για την εξέγερση της Λέσβου, συνθήκες. Η κατευναστική όμως πολιτική του Κουλαξίζη δεν κατάφερε να εκφυλίσει όλες τις επαναστατικές δυνάμεις του νησιού. Αυτό άλλωστε, φάνηκε τον επόμενο κιόλας χρόνο.


1823 Κατά τον τρίτο χρόνο της επανάστασης ο Κουλαξίζης είδε πως όσο έδαφος κι αν κέρδιζε, υπήρχαν αρκετοί Λέσβιοι χριστιανοί στους οποίους η δυναμική και αντιεπαναστατική του πολιτική δεν έφερνε αποτέλεσμα λόγω του συνδέσμου τους με τους Λεσβίους και Κυδωνιάτες φυγάδες της Τήνου και με τους Ψαριανούς. Γι' αυτό. στράφηκε στην εξουδετέρωση των δύο αυτών επαναστατικών εστιών. Τις επαναστατικές δυνάμεις της Λέσβου κατάλαβε, πως έπρεπε να τις θεωρήσει αμελητέες και πως ήταν μοιραία η αποσύνθεσή τους, αν έλειπε η ενίσχυση και η συμπαράσταση των άλλων. Τα πολεμικά καράβια των Ψαριανών δεν έπαψαν ως την καταστροφή του νησιού από τους Τούρκους (Ιούνιος 1824) να προσεγγίζουν στα Λεσβιακά παράλια με αποστολή, είτε να κάνουν αναγνώριση των κινήσεων και προθέσεων του τουρκικού στόλου, είτε να ανεφοδιαστούν σε τρόφιμα, οπλισμό και χρήματα, είτε να προσβάλλουν τον εχθρό. Στο Σίγρι μάλιστα, είχαν εγκαταστήσει σταθμό κατόπτευσης από τον οποίο ειδοποιήθηκαν οι ναύαρχοι του ελληνικού στόλου στις 24 Μαΐου 1821, όταν φάνηκαν πλοία τουρκικά. Κατά τις επιδρομές αυτές έκαναν αποβάσεις μικρών ή μεγάλων αγημάτων και προκαλούσαν φόβο στους κατοίκους. Επιθέσεις των Ψαριανών είχαν γίνει στη Λέσβο από τα πρώτα χρόνια της επανάστασης. Κορυφώθηκαν όμως, κατά το τρίτο έτος. Τον Ιανουάριο του 1823 οι Ψαριανοί μπαίνουν στον κόλπο του Αδραμυτίου και λεηλατούν τα εκεί παράλια. Στη συνέχεια, επιστρέφοντας, επιχειρούν δύο επιδρομές, μία στο Πλωμάρι, την οποία περιέγραψε ο Γάλλος ιστορικός Πουκεβίλ και μια άλλη, στο Σίγρι, την περιγραφή της οποίας μας έδωσε ο, επίσης Γάλλος ιστορικός, Λακρουά. Την αποχώρηση των Ψαριανών από το Σίγρι ακολούθησε γενική σφαγή των χριστιανών της περιοχής αυτής, αλλά και του Μολύβου. Πολλοί, για να ξεφύγουν, αναγκάστηκαν να καταφύγουν στα βουνά, που γέμισαν από φυγάδες. Οι Ψαριανοί για δεύτερη φορά εμφανίστηκαν στα νερά της Μυτιλήνης τον Ιούνιο του 1823 μετά από μια επιδρομή στο Τσανταρλή. Έφυγαν, αφού διαπραγματεύτηκαν με τους Τούρκους του νησιού την εξαγορά Τούρκων αιχμαλώτων αντί 45.000 γροσίων. Οι διαμαρτυρίες των κατοίκων της Λέσβου για τις επιδρομές αυτές, ανάγκασαν τον Κουλαξίζη και τις αρχές του νησιού να προτείνουν στους Ψαριανούς ορισμένο φόρο για ν' αφήσουν ήσυχο το νησί. Οι Ψαριανοί


που παρέπλεαν τότε τη Λέσβο και δέχτηκαν την πρόταση του Κουλαξίζη επιφυλάχτηκαν ν' απαντήσουν. Όταν αργότερα, το Σεπτέμβριο του 1822, έστειλαν το Λέσβιο αγωνιστή Θεόδωρο Αλκαίο να διαπραγματευτεί το ζήτημα, ο Κουλαξίζης αρνήθηκε τη συνδιαλλαγή. Οι λόγοι της υπαναχώρησής του οφείλονται και στην αισθητή παρουσία, την περίοδο αυτή, του τουρκικού στόλου στα νερά της Μυτιλήνης αλλά και στις πληροφορίες που είχε για επικείμενη επιδρομή των Τούρκων στα Ψαρά. Στην πολιτική που ακολούθησε ο Κουλαξίζης είχε αρωγούς την αντιδραστική μερίδα των δημογερόντων που ελέγχετο από το Γεωργάκη Μάνδρα. Πολλοί επώνυμοι φιλικοί είχαν πλέον προσχωρήσει στις απόψεις του Μάνδρα, μεταξύ των οποίων ο Μητροπολίτης Καλλίνικος, οι προεστοί Δημ. Αθανασίου, Γιωργάκης Γρημάνης, Παν. Κούμπας κ.ά. Οι Ψαριανοί, μετά την αρνητική απάντηση του Κουλαξίζη επανέλαβαν τις επιδρομές. Στις αρχές Οκτωβρίου του ίδιου έτους δύο μοίρες του στόλου προσήγγισαν το νησί. Η μια στο Σίγρι και η άλλη στην Καλλονή. Αποβίβασαν ένοπλους που άρχισαν την καταστροφή κάθετι τουρκικού. Σε λίγο ο αριθμός πολλαπλασιάστηκε με την προσθήκη εθελοντών. Η βόρεια Μυτιλήνη σε σύντομο χρονικό διάστημα βρέθηκε στα χέρια τους. Ο Κουλαξίζης αντιδρώντας άμεσα, συγκέντρωσε ικανό στρατό και βάδισε εναντίον τους. Σε δύο αλλεπάλληλες συγκρούσεις οι Ψαριανοί ηττήθηκαν και αναγκάστηκαν να επιβιβαστούν στα πλοία τους και να φύγουν παίρνοντας μαζί τους και όσους από τους προγραμμένους Λεσβίους μπόρεσαν ν' ακολουθήσουν. Οι υπόλοιποι αναγκάστηκαν να καταφύγουν στα βουνά, για να γλιτώσουν από την εκδικητική μανία των Τούρκων. Η απειλή των Ψαριανών εξέλιπε οριστικά τον Ιούνιο του 1824 όταν το μικρό νησί καταστράφηκε από τους Τούρκους. Ο Ν. Σωτηράκης αναφέρει ότι μετά την καταστροφή του νησιού, μια μόνο επιδρομή επιχείρησαν οι Ψαριανοί στη Λέσβο με τον πλοίαρχο Γεώργιο Χατζή Μικέ, επιδρομή που, όπως αναφέρει, ζημίωσε προσωπικά τον ίδιο το διοικητή της Μυτιλήνης Κουλαξίζη. Μαζί με τα Ψαρά όμως, εξέλιπαν και οι ελπίδες των Λεσβίων για εξέγερση. Οι Λέσβιοι άρχισαν να επανέρχονται σιγά - σιγά στη "νομιμόφρονη" ζωή του ραγιά με τη βοήθεια των αμνηστειών της Πύλης. Τον ίδιο χρόνο (1823) ο Κουλαξίζης εκτός από τις προσπάθειες που κατέβαλε ν' αντιμετωπίσει τις επιδρομές των Ψαριανών, επιχείρησε να εξουδετερώσει την επαναστατική δράση και των φυγάδων της Τήνου που ξεσήκωναν τους κατοίκους της Λέσβου σε επανάσταση και οργανωμένοι σε εκστρατευτικό σώμα περίμεναν την κατάλληλη ευκαιρία ν' απελευθερώσουν την πατρίδα τους. Πέτυχε λοιπόν, την έκδοση φερμανιού (διαταγής) της Πύλης, το οποίο επέτρεπε στους Κυδωνιάτες, Μοσχονησιώτες και


Λεσβίους φυγάδες να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Στη συνέχεια (8 Νοεμβρίου) βάζει τη δημογεροντία και το Μητροπολίτη Μυτιλήνης Καλλίνικο να γράψουν σ' όλους αυτούς τους ξενιτεμένους και να τους συμβουλεύσουν να επιστρέψουν στις πατρίδες τους χωρίς κανένα φόβο. Δεν γνωρίζουμε αν οι Λέσβιοι επωφελήθηκαν από την ευκαιρία της αμνηστείας και επέστρεψαν στη Λέσβο. Το βέβαιο είναι πάντως, ότι η πολιτική του Κουλαξίζη. συνεπικουρούμενη από την αντιδραστική μερίδα των δημογερόντων του Γ. Μάνδρα και τις αντικειμενικά δύσκολες για επανάσταση συνθήκες στο νησί, κατάφερε να κρατήσει τη Λέσβο σε επαναστατική αδράνεια.

1824 - 1827 Η σύμπραξη των Αιγυπτίων με τους Τούρκους το 1824 αποτέλεσε σοβαρό πλήγμα για τους επαναστατημένους ραγιάδες. Άρχιζε η πιο κρίσιμη για την επανάσταση, περίοδος. Η καταστροφή της Κάσου το Μάιο το 1824 και των Ψαρών τον Ιούνιο του ίδιου έτους έδωσαν, όπως αναφέραμε, τη χαριστική βολή στις επαναστατικές διαθέσεις των Λεσβίων. Η ελευθερία θα καθυστερούσε για το νησί 88 ολόκληρα χρόνια. Το διάστημα που ακολούθησε και μέχρι το τέλος της επανάστασης διεξήχθησαν στα νερά της Λέσβου δύο σημαντικές ναυμαχίες ανάμεσα στον τουρκικό και ελληνικό στόλο. Η μία τη νύχτα της 24 προς 25 Σεπτεμβρίου 1824. Μία μοίρα του ελληνικού στόλου αποτελούμενη από πλοία Υδραίικα και Σπετσιώτικα συνεπλάκη στα στενά της Μυτιλήνης με τον τουρκικό στόλο. Η ναυμαχία ήταν σφοδρή και διήρκησε όλη τη νύχτα. Όταν βγήκε ο ήλιος, στα παράλια του νησιού φαίνονταν ναυαγισμένα εχθρικά πλοία, κορβέττες και μπρίκια από την αντάρα και τον πανικό της τρομερής νύχτας. Η δεξιοτεχνία και ο ηρωισμός των Ελλήνων ναυτικών για μία ακόμη φορά υπερίσχυσε. Η δεύτερη διεξήχθη πάλι ανάμεσα Μυτιλήνη και Μικρασιατικά Παράλια το Σεπτέμβριο του 1826. Αυτή τη φορά του Ελληνικού στόλου ηγείτο ο Μιαούλης. Ο στόλος των Τούρκων ήταν πολύ περισσότερος. Κατά τη ναυμαχία αυτή τα ελληνικά πλοία έπαθαν σοβαρές ζημιές, η ψυχραιμία όμως και η ικανότητα των πλοιάρχων και ιδιαίτερα του ναυάρχου Μιαούλη τα έσωσε από πραγματική πανωλεθρία. Τέλος, το χειμώνα του 1827, ο Μιαούλης με το δίκροτο "Ελλάς" και άλλα πολεμικά καταδίωξε τον εχθρικό στόλο, που βρισκόταν στη Χίο. μέχρι έξω από το λιμάνι της Μυτιλήνης, το κάστρο της οποίας κανονιοβό-


λησε, χωρίς να δώσει συνέχεια στην ενέργεια αυτή.

1828 - τέλος 19ου αιώνα Τα γεγονότα αυτά ήταν και τα τελευταία που συνέβησαν στην περιοχή της Λέσβου. Τα υπόλοιπα χρόνια το νησί θα ζήσει κάτω από την τουρκική σκλαβιά, μπαίνοντας όμως σε μια ανοδική τροχιά, ιδιαίτερα μετά τη ψήφιση του Χατ-ι-χουμαγιούν (κανονιστική αυτοκρατορική γραφή ή απλώς φερμάνι του Τανζιμάτ) στις 3 Νοεμβρίου 1839 και του Ισλαχάτ φερμάνι (ανορθωτικό φερμάνι) του 1856. Τα γεγονότα που διαδραματίζονται στην ελεύθερη Ελλάδα (πολιτικές ζυμώσεις, οξύτητες και αντιπαραθέσεις, οικονομική δυσπραγία και κρίση και άλλα) δημιουργούν στους Λεσβίους αισθήματα πικρίας και απογοήτευσης. Η ελπίδα ότι κάτι θετικό θα μπορούσαν ν' αναμένουν από τη μητέρα Ελλάδα απομακρύνεται κάτω από τη σκιά των δυσμενών εξελίξεων. Ο ατυχής όμως Ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897 στάθηκε αφορμή, όπως υποστηρίζει ο Στρ. Αναγνώστου, να ξυπνήσει από το λήθαργο τη λεσβιακή εθνική συνείδηση. Τις παραμονές του πολέμου και συγκεκριμένα από τα τέλη Φεβρουαρίου ως τις αρχές Απριλίου 1897 3.500 περίπου Έλληνες της Λέσβου, μεταξύ των οποίων και ο λαϊκός ζωγράφος Θεόφιλος. έδειξαν έμπρακτα την αγάπη τους για την Ελλάδα με την απόφασή τους να μεταβούν στην ελεύθερη πατρίδα και να καταταγούν ως εθελοντές στον ελληνικό στρατό, προκειμένου να αγωνιστούν για την απελευθέρωση του νησιού τους. Οι τουρκικές αρχές προσπάθησαν με κάθε τρόπο να εμποδίσουν την αναχώρησή τους, ενώ η υποδοχή που έτυχαν από το ελληνικό κράτος, όσοι κατόρθωσαν να διαφύγουν, δεν ήταν η αναμενόμενη. Η έλλειψη κάθε ίχνους οργάνωσης που χαρακτήριζε το ελληνικό κράτος αυτή την περίοδο, καταδείχτηκε από το γεγονός ότι δεν κατόρθωσε να τους κατατάξει όλους. Πολλοί από αυτούς, μεταξύ των οποίων και ο Θεόφιλος, στρατολογήθηκαν σε ανταρτικά σώματα που πολέμησαν με τον τρόπο τους τους Τούρκους στη Θεσσαλία. Μετά τη λήξη του πολέμου και την ήττα της Ελλάδας οι εθελοντές απογοητευμένοι επέστρεψαν στη Λέσβο και πολλοί από αυτούς κακοποιήθηκαν, φυλακίστηκαν ή βγήκαν στα βουνά για να γλιτώσουν. Όλο το νησί έγινε θέατρο κοινωνικών ταραχών και οι πριν τον πόλεμο καλές σχέσεις μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων της Λέσβου διαταράχθηκαν ενώ για μία ακόμα φορά οι Λέσβιοι είδαν τις προσδοκίες τους να διαψεύδονται. Ο αιώνας όμως που θα ακολουθήσει θα κάνει πραγματικότητα τ' όνειρο


όλων των Λεσβίων αγωνιστών που θυσίασαν ό,τι πολυτιμότερο είχαν, την ίδια τους τη ζωή. να δουν ελεύθερη την ιδιαίτερή τους πατρίδα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΛΕΥΤΕΡΟ

Οικονομική ζωή 1. Η οικονομική κατάσταση στη Λέσβο κατά τους πρώτους αιώνες της Τουρκοκρατίας (1462 - 1700) 1.1 Η κατάσταση μετά την άλωση (15ος αιώνας) Η κατάκτηση της Λέσβου από τους Τούρκους ανέκοψε την πρόοδο που είχε αρχίσει να σημειώνεται κάτω από τη διοίκηση των Γενουατών Ηγεμόνων του νησιού (1355 - 1462). Η ανάπτυξη αυτή ήταν ενταγμένη μέσα στο ανάλογο οικονομικό και πνευματικό κλίμα που είχε διαμορφωθεί με τους Παλαιολόγους στους τελευταίους αιώνες του Βυζαντίου. Με την εγκατάσταση της τουρκοκρατίας, η Λέσβος ξέπεσε ολότερα από την παλιά της ακμή. Το άλλοτε πλούσιο νησί έπεσε απότομα στη χειρότερη αθλιότητα και κακομοιριά. Σκοτάδι και σίδερο της χειρότερης σκλαβιάς επικράτησε παντού. Οι καταστρεπτικές επιδρομές που επακολούθησαν το δεύτερο μισό του 15ου αιώνα επέφεραν τέλεια καταστροφή στην ύπαιθρο του νησιού. Πολλά χωριά ερημώθηκαν κι άλλα εξαφανίστηκαν τελείως. Μεγάλο μέρος του λεσβιακού πληθυσμού υπέστη ό,τι και ο πληθυσμός της πρωτεύουσας. Πολλοί από τους εναπομείναντες ραγιάδες, για να αποφύγουν τις τρομερές πιέσεις και τους διαρκείς εξευτελισμούς από μέρους των Τούρκων αναγκάστηκαν, τους πρώτους αιώνες μετά την άλωση, να εγκαταλείψουν τις εστίες τους και να μετοικήσουν σε άλλα πλησιέστερα προς αυτούς χωριά, όπου το ελληνικό στοιχείο ήταν αμιγές ή αποτελούσε πλειονότητα. Άλλοι πάλι εγκατέλειψαν ομαδικά τα χωριά τους και ίδρυσαν καινούργια, για το λόγο ότι ήταν παραθαλάσσια και κατά συνέπεια ευπρόσβλητα από τους πειρατές. Έτσι, συνέβη κατά τον 16ο αιώνα να εξαφανιστούν πολλά χωριά και να ιδρυθούν καινούργια σε μέρη απόκεντρα και αθέατα. Ένας νέος πραγματικός μεσαίωνας αρχίζει για τη Λέσβο που κράτησε δύο περίπου αιώνες, ως την αυγή της νέας εποχής. Η εποχή αυτή θ' αρχί-


σει για το νησί με το τέλος του 17ου αιώνα. Ο Πορθητής επιχείρησε τη συστηματική διάλυση του μοναδικού αστικού κέντρου του νησιού: δήωση, σφαγές, εξανδραποδισμός σε μεγάλη έκταση και τέλος μεταφορά σημαντικού μέρους του πληθυσμού στην Κωνσταντινούπολη. Η τελευταία αυτή ενέργεια του Μωάμεθ εντάσσεται μέσα στο ευρύτερο σχέδιο που εφάρμοσε για την ανασυγκρότηση της πρωτεύουσάς του, συμπληρώνοντας τα επικίνδυνα κενά που είχαν δημιουργηθεί εκεί από την άλωση και μετά. Κάτοικοι από τη Θράκη. Εύβοια. Αργος, Μυτιλήνη και άλλα νησιά του Βόρειου Αιγαίου μετακινήθηκαν στη Βασιλεύουσα και τη μετέτρεψαν σε ζωντανή μεγαλούπολη 300.000 - 500.000 κατοίκων, αληθινό κέντρο της διοικητικής μηχανής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και συνισταμένη της οικονομικής ζωής της Ελληνικής Ανατολής. Τους υπόλοιπους κατοίκους της πόλης ο Μωάμεθ τους χώρισε σε δύο τμήματα. Το ένα απ' αυτά, που περιλάμβανε κατά το Γ. Αριστείδη «ό,τι άχρηστον και φαύλον του όχλου» το άφησε ως μόνιμο πληθυσμό της εξανδραποδισμένης πόλης, το δε άλλο το μοίρασε λεία στους Γενίτσαρους. Οι πηγές αναφέρουν ότι μέσα στους ξεριζωμένους ήταν οι πιο πλούσιοι και αξιόλογοι από τους κατοίκους της Μυτιλήνης. Όμως, στην ατμόσφαιρα της απεριόριστης αρπαγής που επικράτησε μετά την κατάληψη της πόλης, δεν ήταν βέβαια ο πλούτος που είχαν ως τότε οι κάτοικοί της, αυτό που ενδιέφερε το Μωάμεθ. Η γη άλλωστε, σύμφωνα με το δίκαιο που εφάρμοζε, βρισκόταν πια στην απόλυτη διάθεσή του. Αυτό ίσχυε πολύ περισσότερο για τον κινητό πλούτο, αν είχε μείνει τέτοιος ύστερα από τη φοβερή δήωση. Είναι φανερό ότι ο προνοητικότατος Σουλτάνος ενδιαφερόταν για τους ανθρώπους· για τους φορείς και τους δημιουργούς του πλούτου: τους εμπόρους, τους επιχειρηματίες, τους τεχνίτες. Για την τάξη δηλαδή, που κινούσε την οικονομική ζωή του νησιού. Μ' αυτούς ήθελε να συμπληρώσει τα κενά στην Κωνσταντινούπολη και ειδικά στους οικονομικούς τομείς που επί αιώνες είχαν την πρωτοβουλία οι υπήκοοι των ιταλικών επικρατειών. Με την ενέργειά του αυτή ο Μωάμεθ επιδίωξε διπλή ωφέλεια, γιατί η ζωηρή αυτή τάξη που απομάκρυνε από τη Μυτιλήνη, ενώ ήταν χρήσιμη στην πρωτεύουσα, θα δημιουργούσε αντίθετα με την απουσία της δυσκολίες στη Λέσβο που έπρεπε να γίνει και πάλι αποκλειστικά αγροτική. Από τα ανατολικά νησιά του Αιγαίου, που φυσικό ήταν να τα υπολογίζουν την εποχή αυτή οι Τούρκοι σαν προμαχώνες της Μικρασιατικής ηπείρου, η Λέσβος τους ενδιέφερε ιδιαίτερα. Αιτία, η μεγάλη στρατηγική σημασία που είχαν τα κάστρα και τα λιμάνια του τελευταίου αυτού μεγάλου νησιού, πριν από τον Ελλήσποντο, για τα ίδια τα στενά και για την ασφά-


λεια της πρωτεύουσας της αυτοκρατορίας. Η καθαρά αγροτική σύσταση του πληθυσμού του νησιού, όταν μάλιστα περιείχε κι ένα ποσοστό Τούρκων γαιοκτημόνων και καλλιεργητών, ήταν ό,τι χρειαζόταν για να είναι σίγουρη η αυτοκρατορία στην καίρια αυτή γωνιά του Αιγαίου. Εξασφάλιζε ησυχία και αποφυγή κάθε νεωτερισμού. Αυτός είναι ο λόγος που ο Μωάμεθ δε στάθηκε τόσο σκληρός για τους Λέσβιους γαιοκτήμονες και τους αγρότες γενικά, όσο για τους αστούς. Στους αγρότες επέβαλε μόνο τις υποχρεώσεις που είχαν όλοι γενικά οι ραγιάδες. Οι κάτοικοι του υπόλοιπου μέρους του νησιού δεν είχαν βέβαια την ίδια σκληρή τύχη των Μυτιληνιών, γιατί παραδόθηκαν χωρίς αντίσταση. Υπέστησαν, όμως, κι αυτοί ό,τι όλος ο υπόδουλος Ελληνισμός: σκληρή και εξευτελιστική σκλαβιά επί αιώνες.

1.2 Η οικονομική ζωή κατά τον 16ο αιώνα Η Λέσβος κατά το 16ο αιώνα ήταν ένα νησί με οικονομία κυρίως γεωργική και κτηνοτροφική. Η αστικοποίηση της ζωής και ο εκχρηματισμός της οικονομίας, βασικοί παράγοντες για την οικονομική ανάπτυξη, που για το νησί εκδηλώθηκαν το 15ο αιώνα, διακόπηκαν απότομα. Η πληθυσμιακή αφαίμαξη που υπέστη το νησί και η μεταφορά του πιο ακμαίου και παραγωγικού δυναμικού της στην Πόλη, οδήγησε στην ανάσχεση της εμπορικής κίνησης και στη στροφή των κατοίκων στην καλλιέργεια της γης. Στην πλειοψηφία τους οι κάτοικοι του νησιού ζουν στην ύπαιθρο. Έχουν τη δυνατότητα να μετακινούνται από περιοχή σε περιοχή, παρά το γεγονός ότι υπήρχαν αρκετοί περιορισμοί και δεσμεύσεις από τους Τούρκους ιδιοκτήτες γης. Υπήρχε όμως και μια κατηγορία χωρικών που ζούσαν σε καθεστώς δουλοπαροικίας αφού αποτελούσαν αναπόσπαστο τμήμα της γεωργικής έκτασης όπου διαβιούσαν, χωρίς δικαίωμα μετακίνησης. Η οικογένεια έγινε μια κλειστή οικονομική μονάδα και με την πολυτεκνία έβρισκε τα πολλά εργατικά χέρια που χρειαζόταν. Η οικονομία γύρισε στην αυτάρκεια και την υπανάπτυξη. Κτηνοτροφία, αλιεία, γεωργία, απλώς συντηρούσαν τους κατοίκους. Το εμπόριο το διακινούσαν οι γυρολόγοι και κάθε σπίτι για να μπορέσει να ζήσει έπρεπε νάχει ένα κομμάτι γης για να το καλλιεργεί, κάποια οικόσιτα ζώα, το μύλο για ν' αλέθει το σιτάρι και φούρνο για να ψήνει το ψωμί της εβδομάδας. Τα λιγοστά προϊόντα που περίσσευαν, μετά την αφαίρεση της δεκάτης και της ποσότητας που ήταν απαραίτητη για να


ζήσουν, τα διακινούσαν κυρίως κατά τις εμποροπανηγύρεις προκειμένου να καλυφθούν κάποιες ανάγκες των χωρικών, μη εξυπηρετούμενες από την αυτοκατανάλωση και κυρίως, τις σε χρήμα φορολογικές τους υποχρεώσεις. Ελεύθεροι επαγγελματίες - τεχνίτες πρέπει να υπήρχαν ελάχιστοι, γιατί σε Νομοκάνονα της εποχής δε γίνεται καμία αναφορά σε μισθωτή εργασία ή σε φορολογία που αφορά σε τέτοιου είδους δραστηριότητες. Προϊόντα που παράγονταν στο νησί ήταν δημητριακά, λάδι, κάστανα, καρύδια, σύκα, μπαμπάκι, λαχανικά, ρύζι και αλάτι. Φημισμένα ήταν τα κρασιά - τα καλύτερα του Αιγαίου το 16ο αιώνα - που τα έστελναν στην Πόλη, καθώς και η ξυλεία ελάτης που την εξήγε σ' όλη την Ανατολή. Παρήγετο, επίσης και ρετσίνι, που ήταν απαραίτητο για τη συντήρηση των πλοίων. Σε περιηγητικό κείμενο αναφέρεται ότι το 1599 η Μυτιλήνη έδινε στον Καπουδάν πασά μια γαλέρα το χρόνο, γεγονός που φανερώνει ότι υπήρχε κάποια ναυπηγική παράδοση στη Λέσβο και ίσως, στα μέσα του 16ου αιώνα, και κάποια κατασκευαστική ή επισκευαστική δραστηριότητα στον τομέα της ναυπηγικής. Η βιοτεχνία ήταν μάλλον ασήμαντη και περιοριζόταν στην επεξεργασία της ντόπιας γεωργικής παραγωγής. Έτσι, υπήρχαν αλευρόμυλοι, ελαιόμυλοι. ριζόμυλοι. παραγωγή κεριών (υπήρχε, προφανώς, μελισσοκομία), τυριού, κρασιού και παξιμαδιών, που ήταν απαραίτητο εφόδιο των ναυτικών. Η επιβίωση στη Λέσβο εξαρτάται αποκλειστικά από τις καιρικές συνθήκες και την ευκαρπία της γης. όση απ' αυτήν δεν κατακρατούσε η τουρκική αρπακτικότητα. Στη σκληρή όμως κατοχή προστίθενται και οι θεομηνίες και οι συμφορές που αφάνισαν το νησί αυτή την περίοδο, κάνοντας τη ζωή των κατοίκων ακόμη πιο αβάστακτη. Σε χειρόγραφο της I. Μονής Λειμώνα το 1581 διαβάζουμε: «εις αυτόν τον χρόνο έγινε και μεγάλη πείνα εις τον κόσμο ώστε και πολλοί εκ πείνης απέθνησκον». Και το 1637: «εν μηνί Ιουνίω γ' ημέρα Παρασκευή το βράδυ έγεινε χάλαζα μεγάλη και εχάλασεν τα αμπέλια και τα ψιμιχά (ζωντανά;) και έγινε μεγάλη δυστυχία». Τέτοιου είδους συμφορές ήταν συνηθισμένες στους Λέσβιους. Άντεχαν όμως κι αγωνίζονταν καλλιεργώντας τη γη και προσδοκώντας την ανάσταση του γένους. Προς το τέλος του 16ου αιώνα, ορισμένες εξελίξεις στο διεθνή χώρο βρίσκουν απήχηση και στην οικονομική ζωή της Λέσβου. Οι μεγάλες γεωγραφικές ανακαλύψεις συσσώρευσαν στην Ευρώπη χρυσό και ήταν φυσικό ν' αναζητηθούν νέες αγορές. Η Τουρκία, με τις τεράστιες εκτάσεις και τις μεγάλες πληθυσμιακές μάζες της. αποτελεί ιδεώδη χώρο για τις επεν-


δυτικές και εμπορικές δραστηριότητες του ευρωπαϊκού κεφαλαίου.

1.3 17ος αιώνας. Οι πρώτες αναλαμπές Η σταδιακή και δειλή στην αρχή ανάκαμψη της οικονομίας αντανακλάται αμυδρά κατά τον 17ο αιώνα και στη χειμαζόμενη Λέσβο. Ο Μητροπολίτης Μηθύμνης Γαβριήλ αναφέρει το 1620 περίπου, ότι η Μυτιλήνη είναι «νήσος πολύκαρπος και ποικιλόκαρπος». Τα προϊόντα που σταδιακά αρχίζουν να εξάγονται είναι το λάδι, το κρασί, το ρετσίνι, η ξυλεία, το αλάτι, τα χτένια από τον κόλπο Καλλονής κ.ά. Στις εξαγωγές σημαντικό ρόλο παίζει το χαμηλό κόστος παραγωγής. Ωφελούνται όμως μόνο οι μεγαλοκτηματίες και οι ποικίλοι διαμεσολαβητές μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης. Έτσι, αρχίζει να συσσωρεύεται στο νησί κάποιος πλούτος και να δημιουργείται μια μικρή, οικονομικά ισχυρή, τάξη που όσο επέτρεπε η τουρκική βουλιμία απολάμβανε τ' αγαθά της. σ' αντίθεση με τους πολλούς που παράμειναν στην ίδια μίζερη κατάσταση «πόρρω απέχοντες» από τις αλλαγές που διαδραματίζονταν γύρω τους. Δεν ήταν όμως μόνο οι θεομηνίες που, όπως αναφέραμε παραπάνω, έπλητταν τους ραγιάδες. Ήταν οι πολλοί και πολυώνυμοι φόροι που απομυζούσαν κάθε οικονομική τους ικμάδα. Οι φόροι μιας περιοχής, οι μουκαταά (mukataa), νοικιάζονταν με δημοπρασία σ' έναν πλούσιο Τούρκο, που πλήρωνε προκαταβολικά στο τουρκικό δημόσιο το αναλογούν ποσό, το οποίο βέβαια φρόντιζε να το εισπράξει στο πολλαπλάσιο. Για εξασφάλισή του μάλιστα αλλά και για ανετότερη είσπραξη από το 17ο αιώνα συνηθιζόταν η υπενοικίαση των φόρων. Η αβάσταχτη φορολογία βάραινε πλούσιους και φτωχούς επιβαρύνοντας βέβαια, ακόμη περισσότερο τη θέση των ασθενέστερων οικονομικά τάξεων. Η Λέσβος, λίγο μετά το 1675. φέρεται να πληρώνει ετήσιο χαράτσι 18.000 γρόσια. Την όλη κατάσταση επιβάρυνε και η πλεονεξία των φοροεισπρακτόρων, γεγονός που ανάγκασε το 1646 τον Ιμπραήμ Α' (1640 - 1649), σε μια στιγμή φιλανθρωπικής έξαρσης να εκδώσει "ακτιναμέ" (διαταγή) για είσπραξη μόνο των νόμιμων φόρων και όχι άλλων, κάτι όμως που δεν τηρήθηκε για πολύ. Ο Κρητικός πόλεμος που στο μεταξύ είχε ξεσπάσει (1645) συνέβαλε ώστε όλες οι διαταγές για περιστολή της υπέρμετρης φορολογίας ν' ατονίσουν.


Για να σταματήσει η πολλαπλή απομύζηση του ραγιά, το 1694 θεσπίζεται η ισόβια ενοικίαση των φόρων, σε ισχυρό Τούρκο, συνήθως ευνοούμενο του Σουλτάνου, ο λεγόμενος Μαλικιανέ (Malikane) που τον εισπράττει όσο ζει ο Μαλικιανέ Σαΐπης. Η Λέσβος έγινε "Μαλικιανέ(ς)" το 1779. Ο 17ος αιώνας και ιδιαίτερα οι πρώτες δεκαετίες του. κύλησε χωρίς ουσιαστικά η ζωή στη Λέσβο να διαφοροποιηθεί από τη ζωή των δύο προηγούμενων αιώνων. Τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα που άλλαξαν την όψη του κόσμου δεν έφταναν ως τη Λέσβο. Οι Λέσβιοι, προσκολλημένοι στον ίδιο τρόπο ζωής και σκέψης, στον ίδιο τρόπο παραγωγής ζούσαν το δράμα τους. Γι' αυτούς ο χρόνος είχε σχεδόν σταματήσει. Αιτία βέβαια όλων αυτών δεν ήταν η ραστώνη, η ραθυμία και η απάθεια, όπως αρκετοί περιηγητές αναφέρουν, αλλά ο καταπιεστικός ζυγός των Τούρκων, η αντιπάθειά τους σε κάθε νεωτερισμό και η επιθυμία τους να κρατήσουν τη Λέσβο κατά το δυνατόν αγροτική, παίζοντας το ρόλο που της έταξε ο Σουλτάνος κατακτητής της, του προμαχώνα της Μικρασιατικής ηπείρου και του προπύργιου της Κωνσταντινούπολης.

2. Η οικονομική κατάσταση στη Λέσβο κατά το 18ο και 19ο αιώνα (η εποχή της ανάκαμψης και ακμής)

2.118ος αιώνας. Ο αιώνας της ανάκαμψης Τη βαθμιαία αναζωογόννηση της Ελλάδας, που γρήγορα άρχισε από το δεύτερο μισό του 17ου αιώνα να γενικεύεται γοργά, τη διαπιστώνουμε και στη Λέσβο. Μόνο που εδώ η πρόοδος, στον πνευματικό ειδικά τομέα, ακολούθησε βραδύτατο ρυθμό. Οι αντίρροπες δυνάμεις που έπρεπε να εξουδετερωθούν ήταν πολύ ισχυρές. Η τακτική που με οξύνοια εγκαινίασε ο Μωάμεθ, επιδιώκοντας να κρατήσει τη Λέσβο σε αδράνεια, είχε αποδώσει καρπούς. Ένα γεγονός όμως που διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη μετεξέλιξη της ζωής στη Λέσβο ήταν ο Κρητικός πόλεμος (1645 - 1669). Πέρα από τις οδυνηρές συνέπειες που είχε, για τους Λέσβιους είχε και θετικές. Η σημαντικότερη ήταν η εκτόπιση των Ενετών από το Αιγαίο, γεγονός που έδωσε την ευκαιρία στους Αγγλογάλλους να εισβάλλουν σ' αυτό, υποκαθιστώντας τους Ενετούς στο εμπόριο, αλλά και στους Αιγαιοπελαγίτες να διεξάγουν εμπορικές συναλλαγές μακροτέρων αποστάσεων. Η ενασχόληση αυτή με το εμπόριο, που δειλά ξεκίνησε από τα τέλη του


προηγούμενου αιώνα και τις αρχές του 18ου, τονώθηκε ιδιαίτερα με τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή. το 1774, με την οποία έληξε ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος. Η συνθήκη αυτή προέβλεπε ελεύθερη άσκηση της λατρείας από τους χριστιανούς της οθωμανικής αυτοκρατορίας και δικαίωμα της Ρωσίας να παρεμβαίνει υπέρ της Εκκλησίας που τότε ήταν ο κύριος συνεκτικός κρίκος του δουλωμένου έθνους. Παράλληλα διασφαλιζόταν η ελεύθερη ναυσιπλοΐα στο Αιγαίο σ' όλα τα πλοία που έφεραν ρωσική σημαία. Από τότε, αρχίζει για τη Λέσβο η εποχή της νέας ακμής της. Οι έμποροι που ξενιτεύονται, προστατευμένοι από τη ρωσική σημαία, έρχονται σε άμεση επαφή με τις προοδευτικές παροικίες των απόδημων και γίνονται φορείς των καινούργιων ρευμάτων στο νησί, χωρίς βέβαια να παύσουν να δρουν οι δυνάμεις εκείνες που τρόμαζαν με κάθε νεωτεριστική κίνηση. Στην ανάπτυξη του εμπορίου συνέβαλε και η αύξηση του πληθωρισμού που εμφανίστηκε στις αρχές του προηγούμενου αιώνα (Που). Η ρευστοποίηση του χρήματος συνετέλεσε ώστε σταδιακά μέρος αυτού να φτάσει και στα χέρια των Λεσβίων που μπορούν τώρα να πληρώσουν ευκολότερα τους φόρους, να αυξήσουν την αγοραστική τους δύναμη και να κινήσουν κάποια εμπορική ζωή. Η παράλληλη αύξηση της φορολογίας και των τιμών, το γεγονός ότι οι Λέσβιοι ήταν υποχρεωμένοι να πωλούν στους Τούρκους ως το 1839, όλα τα προϊόντα που ήταν για εξαγωγή σε πολύ μικρή τιμή, δυσκόλευε βέβαια την εξέλιξη, δεν μπορούσε όμως και να την ανακόψει. Η γη. που μετά την άλωση είχε περιέλθει στα χέρια των κατακτητών, αρχίζει σταδιακά να περιέρχεται και πάλι στα χέρια των Ελλήνων. Η σκληρή φορολογία (δεκάτη. κεφαλικός φόρος, φόροι για τζαμιά, χαρέμια, για τη συντήρηση των κάστρων κ.ά.) σε συνδυασμό με τον τρόπο εκμετάλλευσης της γης και τον έλεγχο των μέσων παραγωγής και οι διάφορες θεομηνίες που δε λησμόνησαν τη λεσβιακή γη (σεισμός το 1755 ισοπέδωσε τη Μυτιλήνη) είχαν σαν αποτέλεσμα την καθυστέρηση στην ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας και την εγκατάλειψη της γης. Παράλληλα, η ύπαρξη μεγάλων τσιφλικιών και η μη επαρκής εκμετάλλευσή τους εξαιτίας της πτώσης της παραγωγικότητας (γιατί να δουλέψει ο Έλληνας ραγιάς με ζήλο τη γη όταν η αμοιβή του ήταν εξευτελιστική και όταν το πλεόνασμα της παραγωγής το καρπούνταν ο Τούρκος;) ανάγκασαν τους Τούρκους τσιφλικάδες να πουλήσουν μέρος της περιουσίας τους στους Έλληνες. Έτσι, την περίοδο αυτή μεγάλες εκτάσεις γης περιέρχονται στην ιδιοκτησία των Ελλήνων και η οικονομική ζωή στη Λέσβο αρχίζει σταδιακά να ελέγχεται από τους Έλληνες. Η κατάσταση αυτή επισφραγίστηκε και ενδυναμώθηκε αργότερα, το 1839, με την ψήφιση του Τανζιμάτ.


Η επέκταση της καλλιέργειας της ελιάς, που άρχισε το 18ο αιώνα για να καταλήξει σε μονοκαλλιέργεια το 19ο, συνετέλεσε πάρα πολύ στην οικονομική ανάπτυξη του νησιού. Παράλληλα με την επιβολή της καλλιέργειας της ελιάς αρχίζει σταδιακά και η ανάπτυξη της βιοτεχνίας που δίνει ιδιαίτερη ώθηση στο εμπόριο. Η διακίνηση των προϊόντων σε πρώτη φάση περιορίζεται στην εσωτερική αγορά. Όταν όμως το 18ο αιώνα ο στόλος του καπετάν πασά θα κατορθώσει να εξασφαλίσει συνθήκες ελεύθερης και ακίνδυνης ναυσιπλοΐας, οι εξαγωγές θ' αρχίσουν στο νησί ν' αυξάνονται με γοργό ρυθμό. Το εμπόριο θ' αρχίσει να κατευθύνεται προς μακρινές αγορές, ιδίως μετά τη λήξη του Ρωσοτουρκικού πολέμου. Μέχρι τότε, λόγω της πολεμικής έντασης που επικρατούσε στο Αιγαίο, οι Τούρκοι απαγόρευαν την εξαγωγή κάθε είδους από τα νησιά, εκτός αν είχαν προορισμό την Πόλη. Ευρωπαϊκά προϊόντα αρχίζουν να κατακλύζουν το νησί και μεγάλα κέρδη να συσσωρεύονται δημιουργώντας τη νέα καπιταλιστική δομή της οικονομίας και επιτρέποντας το σχηματισμό μιας νέας τάξης, της αστικής. Η επαφή όμως αυτή με τις ξένες αγορές δε φαίνεται, την περίοδο που συζητάμε, να επηρέασε τη διαδικασία της παραγωγής στη Λέσβο, ούτε και συνετέλεσε στον εκσυγχρονισμό των παραγωγικών δυνάμεων, κάτι που θα επιτευχθεί το 19ο αιώνα. Η σπορά, η έκθλιψη του ελαιόκαρπου κλπ. γίνονται με τον πατροπαράδοτο τρόπο, γεγονός που έκανε έναν αξιωματικό του Αγγλικού ναυτικού, τον Adolphe Slade να γράψει σε κάποιες από τις εντυπώσεις του: «το μισό λάδι χάνεται από την κακή επεξεργασία της έκθλιψης που κάνει τις πόλεις ακάθαρτες». Η εκκλησία, εκτός από πνευματική καθοδήγηση και ψυχική παραμυθία, προσέφερε και οικονομική βοήθεια στους ταλαίπωρους ραγιάδες λειτουργώντας ως χρηματοπιστωτικός οργανισμός. Πολλοί ραγιάδες κατάφευγαν στην εκκλησία για να δανειστούν προτιμώντας την από τους Έλληνες ή Τούρκους τοκογλύφους, γεγονός που ενίσχυε τη δύναμή της στην κοινωνία του νησιού. Το τέλος του 18ου αιώνα βρίσκει την οικονομία της Λέσβου να κινείται και να ελέγχεται εν πολλοίς, από τους Έλληνες. Η φοροεισπρακτική πολιτική των Τούρκων δεν μπορεί πια ν' ανακόψει την πορεία προς την οικονομική απελευθέρωση των Λεσβίων. Τα κέρδη τους τα επενδύουν αρχικά σε κτήματα για να στραφούν στα μέσα στου 19ου αιώνα στο εμπόριο οδηγώντας το νησί σε πρωτοφανή, σε σχέση με τους προηγούμενους αιώνες, οικονομική ανάπτυξη.


2.2 19ος αιώνας. Ο αιώνας της ακμής Στις αρχές του 19ου αιώνα, τις παραμονές της επανάστασης, η οικονομική κατάσταση του νησιού κινούνταν με τους ρυθμούς του προηγούμενου αιώνα. Γεγονός δε σημαντικότατο που επιβράδυνε την ανάπτυξη στο νησί, αλλά και σ' όλη την Ελλάδα, υπήρξε η κήρυξη της επανάστασης. Τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν τόσο στη στεριά όσο και στη θάλασσα συνετέλεσαν στην ανάσχεση της οικονομικής δραστηριότητας. Με τη λήξη όμως του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα και την επιτυχή έκβασή του για ένα μικρό έστω τμήμα της πατρίδας μας, η οικονομική ζωή ανέκαμψε γρήγορα για να μπει σε ραγδαίους ρυθμούς μέσα στο δεύτερο μισό του αιώνα. Στις πρώτες όμως, όπως αναφέραμε, δεκαετίες του αιώνα αυτού, η οικονομία εξελίσσεται σχετικά αργά. Ο Luis Lacroix αναφέρει ότι στην πόλη της Μυτιλήνης λειτουργούν μόλις μία δωδεκάδα σαπωνοποιεία, από τα οποία τα περισσότερα ανήκουν στον πασά. Ο ταρσανάς που υπάρχει λειτουργεί με πολύ αργούς παραγωγικούς ρυθμούς, ενώ οι εξαγωγές περιορίζονται «σε μεγάλα φορτία λαδιού, λίγες σαρδέλλες, λίγα καπνά». Η κατάσταση αυτή επικρατεί μέχρι το 1839. Στις 3 Νοεμβρίου του 1839 δημοσιεύτηκε το Χατ-ι-χουμαγιούν του Κιουλχανέ ή Τανζιμάτ σύμφωνα με το οποίο καταργείτο η ανισότητα μεταξύ των υπηκόων του Οθωμανικού κράτους και γινόταν παραδεκτό το νέο δόγμα της πολιτικής ισότητας ανεξαρτήτου έθνους ή θρησκεύματος που ανήκε ο καθένας. Το φερμάνι που ακολούθησε το 1856 (Islahat fermani), ως αποτέλεσμα των μεταρρυθμίσεων του 1839. επιβεβαίωσε τις βασικές αρχές του Τανζιμάτ ορίζοντας ότι η ελευθερία, η τιμή και η ιδιοκτησία των Οθωμανών υπηκόων, που ήσαν πριν εκτεθειμένα στην αυθαιρεσία του τοπικού άρχοντα, τώρα είναι κάτω από την προστασία των αρχών, η δε στέρηση της ελευθερίας ή περιουσίας έπρεπε να είναι αποτέλεσμα αποφάσεων κανονικών και σύμφωνα με το γραπτό νόμο. Οι φιλελεύθερες αυτές αλλαγές που εφαρμόστηκαν στην Οθωμανική αυτοκρατορία το 1839 και κυρίως η αλλαγή του διοικητικού συστήματος υπήρξαν βασικοί συντελεστές στη δημιουργία κλίματος που ευνόησε την πρόοδο στο νησί, ιδιαίτερα στην αρχή της. Οι παλιοί ναζίρηδες που, νοικιάζοντας την επικαρπία των δημοσίων προσόδων, διοικούσαν το νησί αντικαταστάθηκαν από υπαλλήλους - διοικητές, τους Μουτασαρρίφηδες (mutasarrif) (1867). Έτσι έλειψαν οι μεγάλες αυθαιρεσίες με τις οποίες οι ναζίρηδες προσπαθούσαν ν' αυξήσουν τα


κέρδη τους. Οι Μυτιληνιοί μόλις ένιωσαν πως προστατεύτηκε κάπως η ιδιοκτησία τους, μέσα από την τυπική έστω ισότητα που τους εξασφάλισε το Τανζιμάτ και πως λιγόστεψαν οι καταπιέσεις, άρχισαν να δουλεύουν με μεγαλύτερο ζήλο και ν' αποκτούν σταδιακά και γρήγορα τον έλεγχο της οικονομίας του νησιού. Ελεύθερη κοντά στ' άλλα η Λέσβος και από το μονοπώλιο του εξαγωγικού εμπορίου που επέμεναν να παίρνουν για λογαριασμό τους οι ναζίρηδες αγοράζοντας υποχρεωτικά τα γεωργικά προϊόντα του νησιού στην τιμή που οι ίδιοι καθόριζαν και ευεργετούμενη από τη γεωγραφική της θέση, θέτει τις βάσεις για τη δημιουργία μιας νέας αγοράς και μιας ανάπτυξης τόσο εμπορικής όσο και αργότερα, βιομηχανικής. Την αξιόλογη αυτή πρόοδο του νησιού ανέκοψαν για λίγο μεγάλες θεομηνίες και καταστροφές που έπληξαν τον τόπο και που για ορισμένους μελετητές είχαν και τις θετικές τους πλευρές. Το 1832 επιδημία πανώλης ενέσκυψε στο νησί, «το μεγάλο θανατικό» όπως το ονόμασαν, που στοίχισε τη ζωή σε χιλιάδες Λεσβίους. Αυτό όμως συνετέλεσε ώστε μεγάλος αριθμός κατοίκων, στην προσπάθειά τους να γλιτώσουν από την επιδημία, να καταφύγει στην απέναντι Μικρασιατική ακτή. Αραιοκατοικημένο πλέον το νησί από τους θανάτους και την εγκατάλειψη μπορούσε να θρέψει με το γεωργικό και κτηνοτροφικό πλούτο του τους λιγοστούς κατοίκους τα δύσκολα εκείνα χρόνια πριν από το Τανζιμάτ και κάτω από την Κουλαξίζικη δεσποτεία που βάραινε τη Λέσβο. Παράλληλα, μια συχνή επαφή με την απέναντι στεριά άρχισε, που ευνόησε τις εμπορικές συναλλαγές. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1850, μια φοβερή παγωνιά, γνωστή ως "κάψιμο των ελιών" πλήττει θανάσιμα την οικονομία του νησιού. Τα περισσότερα δέντρα ξεράθηκαν, ενώ ψόφησαν τα περισσότερα σχεδόν ζώα. Από την άλλη, μια πυρκαϊά το 1814 και μια άλλη το 1851 έπληξαν σοβαρά την πόλη της Μυτιλήνης καταστρέφοντας μεγάλο τμήμα της. Οι σεισμοί που χτύπησαν το νησί το 1867 και το 1889 προκαλώντας τεράστιες ζημιές και θύματα συμπληρώνουν την εικόνα των θεομηνιών που ταλάνισαν το νησί το 19ο αιώνα. Το κάψιμο όμως των ελιών, όπως και η πανώλη του 1832. είχε και θετικές συνέπειες. Πολλοί Λέσβιοι οδηγήθηκαν κάτω από την ανάγκη της μεγάλης φτώχειας που επέφερε η παγωνιά, σε μια ανθοφόρα μετανάστευση προς την Κωνσταντινούπολη. Σμύρνη, Θεσσαλονίκη, Βουκουρέστι, Οδησσό. Αλεξάνδρεια κι αλλού. Παράλληλα, η θεομηνία αυτή έκανε πολλούς Λεσβίους να καταλάβουν ότι εκτός από τη γεωργία και την κτηνοτροφία υπάρχουν κι άλλοι βιοποριστικοί τρόποι, όπως είναι το εμπόριο. Τέλος, η


καταστροφή των μέχρι τότε ελαιώνων συνετέλεσε τόσο στη βελτίωση, όσο και στο συμπλήρωμά τους έτσι ώστε το λάδι ν' αποτελέσει το κύριο εισόδημα των κατοίκων του νησιού για τα μετέπειτα χρόνια. Η ανάπτυξη της Λέσβου μετά το 1850 πρέπει να ερμηνευτεί σε σχέση με την οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική κρίση που πλήττει την Οθωμανική αυτοκρατορία, γεγονός που συμπίπτει με την εμφάνιση του Ανατολικού ζητήματος. Συνδέεται λοιπόν λογικά με τον ανταγωνισμό που εκδηλώνεται από τις ευρωπαϊκές δυνάμεις για τη θαλάσσια κυριαρχία, τη μονοπώληση της αγοράς και την αναδιανομή του εδάφους της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις δεν αργούν να εγκαταστήσουν υποπροξενεία και εμπορικούς οίκους στη Μυτιλήνη (ελληνικό προξενείο λειτουργεί από το 1834 με πρώτο υποπρόξενο τον Άγγελο Ρωμανό), ενώ πλήθος εκθέσεων και σημειώσεων των προξένων που εγκαταστάθηκαν στο νησί, μιλούν για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη και ζωή του νησιού κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Οι λόγοι που επέβαλαν τη σπουδή αυτή των κυβερνήσεων των ξένων χωρών να εγκαταστήσουν υποπροξενεία και εμπορικούς οίκους βρισκόταν στη σπουδαιότητα που απέκτησε η Λέσβος μετά την αναγγελία του χατ-ι-χουμαγιούν (1839) και την κατάργηση των προνομίων του ναζίρη Κουλαξίζη στο εμπόριο του λαδιού. Η πορεία της οικονομίας της Λέσβου μετά από τα γεγονότα αυτά ακολούθησε γοργότερους ρυθμούς. Οργανώθηκε η εκμετάλλευση του λαδιού και από βιοτεχνική που ήταν στην αρχή, γρήγορα εξελίχτηκε σε βιομηχανική. Αναπτύχθηκαν κι άλλες βιομηχανίες και το εμπόριο οργανώθηκε όχι μόνο στον εξαγωγικό και εισαγωγικό τομέα, αλλά και στο διακομιστικό. Η Λέσβος ξαναπήρε τη σημασία που είχε παλιά, σαν ένας από τους τελευταίους σταθμούς του Αιγαίου προς την Ανατολή, κείμενη πάνω στο διπλό εμπορικό δρόμο Σμύρνης - Κωνσταντινούπολης και Πειραιά - Αλεξάνδρειας - Θεσσαλονίκης. Τείνει να μετατραπεί σε αποθήκη των ευρωπαϊκών προϊόντων που είχαν προορισμό τα Μικρασιατικά παράλια. Το λιμάνι της Μυτιλήνης έγινε και πάλι ένα από τα σημαντικότερα της Αιγαιακής περιοχής. Πλήθος πλοίων, ελληνικών και ξένων, διακινούν προϊόντα από και προς το νησί, η δρομολόγηση δε ατμοπλοίου σε εβδομαδιαία βάση από την εταιρεία "Αιγαίο" των Κουρτζή και Σία βελτιώνει κατά πολύ τις εξαγωγές εξυπηρετώντας ταυτόχρονα το Πέραμα και το Πλωμάρι, λιμάνια σημαντικά, όπως αναφέρει η Ε. Σιφναίου, για την εξαγωγή λαδιού και σαπουνιού. Η ναυτική δύναμη της Λέσβου κατά το τρίτο τέταρτο του 19ου αιώνα αποτελείται από σημαντικό αριθμό μικρών κυρίως σκαφών που εξυπηρε-


τούν το εμπόριο με τη Μ. Ασία (κατά τους Γερμανούς γεωγράφους και αρχαιολόγους Ερ. Κίσερτ και Ροβ. Κόλδεβαϋ το νησί διέθετε 800 πλοία από τα οποία τα 10 ατμοκίνητα), ενώ 3 ναυπηγεία κατασκευάζουν, με ξυλεία που έρχεται από τη Μ. Ασία, ικανό αριθμό σκαφών. Οι κάτοικοι εκτός από την ενασχόλησή τους με τη γεωργία και την κτηνοτροφία στρέφονται, μετά από την ανάπτυξη του εμπορίου, σε ναυτικά επαγγέλματα, ενώ σημαντικές είναι οι επιδόσεις τους και στα τεχνικά επαγγέλματα. Φημισμένοι είναι οι πετράδες, οι ξυλουργοί, οι οικοδόμοι και οι κτίστες που μεταναστεύουν στα ανατολικά παράλια της Σμύρνης και την Κωνσταντινούπολη για εποχιακές δουλειές που αναλαμβάνουν κυρίως τους μήνες που δεν τους απασχολεί η ελιά. Τους σημαντικούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης στα μέσα του αιώνα (1840 - 1870) διαδέχονται ταχύτεροι ρυθμοί. Η βελτίωση των μεθόδων παραγωγής λαδιού, το κτίσιμο νέων ελαιοτριβείων, αρκετά από τα οποία είναι πλέον ατμοκίνητα, ιδιαίτερα μετά τη μεγάλη εσοδεία (μαξούλι) της ελιάς του 1880 και η βελτίωση του λιμανιού δίνουν νέα ώθηση στην οικονομική ζωή του νησιού. Η Μυτιληναϊκή αγορά έχει επεκταθεί σημαντικά και κεφάλαιά της βρίσκονται επενδυμένα στην Αίγυπτο και σ' άλλα μέρη. Η απογραφή που έγινε από τις τουρκικές αρχές το 1885 φανερώνει εναργέστατα τη βιομηχανική πρόοδο αυτής της περιόδου: 279 ελαιοτριβεία από τα οποία 10 ατμοκίνητα, 36 σαπωνοποιεία, 13 βυρσοδεψεία, 165 αλευρόμυλοι από τους οποίους 1 ατμοκίνητος, συνθέτουν την εικόνα της βιομηχανικής Λέσβου. Συγχρόνως, αισθητή κάνει την παρουσία της η νέα τάξη των εμπόρων και των απασχολούμενων με τη βιομηχανία που δειλά είχαν αρχίσει να εμφανίζονται εδώ και μερικές δεκαετίες, ενώ η αγορά της πόλης αριθμεί 297 εργαστήρια. Κύριο προϊόν της Λέσβου κι αυτή την περίοδο το ελαιόλαδο. Αναφέρεται ότι στα 1890 η ετήσια παραγωγή ανερχόταν σε 300.000 στατήρες περίπου (17.000 τόνοι περ.), από την οποία το ένα τρίτο προοριζόταν για εξαγωγή. Τα ελαιοτριβεία συνεχώς εκσυγχρονίζονται. Στα 1888 αναφέρονται 18 ατμοκίνητα, ενώ στην αρχή του 20ου αιώνα φθάνουν τα 57. Σημαντική ανάπτυξη παρουσιάζει και η σαπωνοποιεία, κλάδος της βιοτεχνίας στενά συνδεδεμένος με την ελαιοπαραγωγή. Η ετήσια παραγωγή κατά μέσο όρο ανερχόταν στα 1891 σε 11.500.000 κιλά και ένα μέρος προοριζόταν για εξαγωγή. Σαπωνοποιεία, εκτός από τη Μυτιλήνη, υπήρχαν στο Πλωμάρι, στη Γέρα, στην Πέτρα, στο Μόλυβο, στο Μανταμάδο και στον Πολιχνίτο. Τέσσερις ατμοπλοϊκές εταιρείες εξυπηρετούν από το 1888 τη Λέσβο, από τις οποίες η μία ανήκει στο Λέσβιο Κουρτζή και το λιμάνι της Μυτιλήνης έχει τακτική επικοινωνία με τη Μασαλία, τον Πειραιά, τη Σμύρνη,


την Κωνσταντινούπολη, την Αλεξάνδρεια, το Γαλάτσι και την Τριέστη. Την περίοδο αυτή λειτουργούν στη Μυτιλήνη 4 τράπεζες: Η τράπεζα Μυτιλήνης Π. Μ. Κουρτζή (1883), η Γεωργική τράπεζα (1890) με έδρα την Κωνσταντινούπολη, η Οθωμανική τράπεζα με έδρα την Πόλη και η τράπεζα της Ανατολής που διατηρούσε πρακτορείο. Οι ποικίλες εξελίξεις που συνέβαιναν την περίοδο αυτή στην ευρύτερη περιοχή είχαν οπωσδήποτε απήχηση πάνω στην οικονομική ζωή του νησιού. Η πολιτική αναταραχή στην Οθωμανική αυτοκρατορία, η κρητική εξέγερση. ο ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897, η επέκταση της σιδηροδρομικής γραμμής στη Μικρασία επέδρασαν άλλοτε αρνητικά και άλλοτε θετικά στην οικονομική ζωή της Λέσβου. Καταλήγοντας, η Λέσβος στο τέλος του 19ου αιώνα παρουσίαζε μια εικόνα άνθησης και ευημερίας λόγω των αγροτικών της προϊόντων και της εξάπλωσης της αγοράς μέσω του εμπορίου και της βιομηχανικής ώθησης που έδωσε η χρήση του ατμού, επιβεβαιώνοντας το χαρακτηρισμό που της είχαν δώσει οι Τούρκοι, του χρυσού νησιού (Αλτίν Αντασί) και του ταμείου και κήπου της αυτοκρατορίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ

Κοινωνική ζωή 1. Η κοινωνική κατάσταση στη Λέσβο κατά τους πρώτους αιώνες της Τουρκοκρατίας (1462 -1700) Οι πληροφορίες για την κοινωνική ζωή στη Λέσβο τους πρώτους αιώνες της τουρκοκρατίας είναι πολύ περιορισμένες. Ένας κώδικας της Μητροπόλεως Μυτιλήνης που είχε πολύτιμα στοιχεία γι' αυτή την περίοδο, δυστυχώς έγινε παρανάλωμα του πυρός στη μεγάλη πυρκαϊά που έπληξε την πόλη το 1851. Ελάχιστες πληροφορίες διασώθηκαν απ' αυτόν και μεταφέρθηκαν μέχρι σήμερα χάρη στο Σταυράκη Αναγνώστη, ο οποίος είχε την ευκαιρία να μελετήσει τον κώδικα, πριν καταστραφεί. Προσπαθώντας λοιπόν κανείς να περιγράψει τη ζωή στους πρώτους αυτούς αιώνες θα πρέπει να στηριχτεί στις λίγες πληροφορίες που σποραδικά υπάρχουν σε διάφορα κείμενα, κυρίως ξένων περιηγητών.


Ενδυμασία γυναίκας της Μυτιλήνης το 1581. Χαλκογραφία 21x22,5 εκ. από λεύκωμα του 19ου αιώνα (φωτ. αρχείο Στρατή Αναγνώστου)


Η ζωή των Λεσβίων κατά την περίοδο αυτή ήταν βυθισμένη στην εξαθλίωση και τη μιζέρια. Τα πάντα, τιμή, ζωή, περιουσία ήταν στη διάθεση του κατακτητή. Το μόνο φως ελπίδας και παρηγοριάς που τους απέμενε ήταν η εκκλησία. Η παραχώρηση των προνομίων από το Σουλτάνο στο Πατριαρχείο έδωσε τη δυνατότητα στην εκκλησία να οργανώσει γύρω της τους κατατρεγμένους ραγιάδες και να κρατήσει άσβηστη τη φλόγα της ορθοδοξίας που θ' αποτελέσει το στυλοβάτη του έθνους στις δύσκολες εκείνες ώρες και το προσάναμα για την εθνική αφύπνιση. Με την κατάκτηση, ο χριστιανικός πληθυσμός του νησιού ελαττώθηκε σημαντικά εξαιτίας των σφαγών και εξανδραποδισμών αλλά και των εξισλαμισμών. Η ζωή για το ραγιά τους πρώτους αιώνες ήταν αβάσταχτη. Όσοι μπόρεσαν και στάθηκαν δυνατοί, υπόμειναν τις δυσκολίες και παρέμειναν στην πίστη τους. Οι υπόλοιποι, που λύγισαν, ζήτησαν γλιτωμό στον εξισλαμισμό. Οι Τούρκοι περιορίστηκαν κυρίως στα αστικά κέντρα ενώ οι κάτοικοι της υπαίθρου είναι οι περισσότεροι Έλληνες. Τα χωριά και οι πόλεις παρουσιάζουν μια αξιοθρήνητη εικόνα. Οι δρόμοι, ακόμη και σ' αυτή τη Μυτιλήνη, είναι στενοί, σχεδόν μονοπάτια, που μόνο άνθρωποι πεζοί ή έφιπποι μπορούν να διασχίσουν. Οι άμαξες και οι αραμπάδες ήταν άγνωστα πάνω σ' όλη τη Λέσβο. Η μεταφορά γινόταν στη ξηρά πάνω σε μουλάρια ή με τα γρήγορα, κοντόσωμα και ευέλικτα ιππάρια, τους "Μυτιλήδες". Η σπάνια αυτή ράτσα αλόγων δυστυχώς εξαφανίστηκε τον περασμένο αιώνα, στο τέλος του οποίου κατασκευάστηκαν και αμαξωτοί δρόμοι που επέτρεψαν την εμφάνιση τροχοφόρων. Η φτώχεια, η πείνα, οι ελώδεις πυρετοί, η λέπρα είναι καταστάσεις γνώριμες και οικείες στο λεσβιακό, μετά την άλωση, πληθυσμό. Αποτέλεσμα του λοιμού του 1601 είναι η άλλοτε "πολυάνθρωπος" Τζήθρα να μείνει με ελάχιστο πληθυσμό. «Το χωριό Κίθρα (Τζήθρα) ηρημώθη υπό του θανάτου προ χρόνων» γράφει στα 1620 περίπου ο Γαβριήλ. Μητροπολίτης Μηθύμνης. Του έμειναν 65 σπίτια μονάχα χριστιανών και 5 - 6 αγαρηνών και «ουκ έχει άλλο αγαθό ει μη αηδόνας πλείστους εν τω έαρ». Οι Λέσβιοι, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Π. Παρασκευαΐδης, «έσερναν τη χαμοζωή τους πίνοντας το πικρό ποτήρι της σκλαβιάς». Η τροφή τους, περιγράφει ο Άγγλος περιηγητής Sandys, περιορίζεται «σε παξιμάδια, ελιές, σκόρδα και κρεμμύδια. Πότε - πότε για αλλαγή ψάχνουν στα ρηχότερα νερά για κάποιο μικρό ψάρι... Πίνουν νερό και καμιά φορά τη μέρα ζεσταίνουν το αίμα τους με μια γουλιά κρασί». Τη σκληρή καθημερινή βιοπάλη και μιζέρια διέκοπτε πότε - πότε κάποιο πανηγύρι, γάμος ή άλλη θρησκευτική γιορτή. Στο σύντομο αυτό διάλειμμα προσπαθούσαν να ξεχάσουν τις πίκρες και τα βάσανά τους.


Έβαζαν τότε τα φτωχικά, γιορτινά τους ρούχα, που οι Τούρκοι απαγόρευαν να είναι πράσινα και φανταχτερά και συμμετείχαν στις απλές γιορτές προσπαθώντας να λησμονήσουν μέσα στη γιορτινή ατμόσφαιρα τη ζοφερή πραγματικότητα που ζούσαν. Οι γυναίκες προσπαθούσαν να ικανοποιήσουν τη φιλαρέσκειά τους με κάθε τρόπο. Γύμνωναν τα στήθη τους, κατά τη βενετσιάνικη μόδα της εποχής, γεγονός που έκανε πολλούς περιηγητές να το σχολιάσουν. Ένας απ' αυτούς, γράφει στα 1694: «Τα φορέματα των γυναικών δεν είναι και τόσο άσεμνα, αν και εκθέτουν τους μαστούς. Άλλες πάνε στο αντίθετο άκρο και δεν αφήνουν να φανεί τίποτα από το σώμα τους, αλλά φαίνονται οι καμπυλότητες πίσω από ένα λινό ύφασμα». Η διάθεση καλαισθησίας τους δε χάθηκε από τη δυστυχία και την κατάπτωση και προσπαθούν να στολιστούν ακόμη και με απλά και ευτελή αντικείμενα. Θλίβεται ο Γάλλος ταξιδιώτης LOIR. που επισκέφθηκε τη Λέσβο το 1639. να βλέπει γυναίκες να στολίζουν το μέτωπο με μισά κουκιά, στη θέση διαμαντιών «και είναι περισσότερο να τις λυπάσαι παρά να τις ποθείς, γράφει, καθώς η φτώχεια και η δυστυχία τις στέρησε από τα χαρίσματα που τις προίκισε η φύση». Οι προλήψεις και οι δεισιδαιμονίες μαστίζουν το λαό που μακριά από κάθε μορφωτικό αγαθό ζουν μέσα στην αμάθεια και τις προκαταλήψεις. Έκπληκτος ένας περιηγητής στα μέσα του Που αιώνα αναφέρει ότι είδε Έλληνες και Τούρκους να ρίχνουν στη θάλασσα ψωμί και άλλα φαγώσιμα για να την εξευμενίσουν, ενώ ένας άλλος, την ίδια περίπου περίοδο, περιγράφει κατάπληκτος τον "ψυλλοδιωγμό", το διώξιμο δηλαδή των ψύλλων από το σπίτι κάτω από εκκωφαντικούς θορύβους που προκαλούσαν τα χτυπήματα με ραβδιά, τηγανιών, χυτρών, ταψιών και άλλων χαλκευμάτων. Και αυτή την εικόνα ζόφου και απελπισίας που επικρατεί στο χειμαζόμενο νησί, επιδεινώνει ακόμη περισσότερο η σκληρή φορολογία που επιβάλλει ο κατακτητής, φορολογία από την οποία δε γλύτωναν οι ραγιάδες ούτε και πεθαμένοι, αφού επί τρία χρόνια μετά θάνατον θάπρεπε ο κληρονόμος να πληρώνει το χαράτσι του μεταστάντος.

2. Η κοινωνική κατάσταση στη Λέσβο κατά το 18ο και 19ο αιώνα 2.118ος αιώνας. Ο αιώνας της ανάκαμψης Η κοινωνική ζωή την περίοδο αυτή κάτω από το πρίσμα των νέων οικονομικών δεδομένων αρχίζει να μετασχηματίζεται. Η αλλαγή όμως


αυτή είναι ακόμη αργή και εξελίσσεται σταδιακά. Η αστική τάξη δεν έχει ακόμη διαμορφωθεί αισθητά εξαιτίας των περιορισμών που ασκούνταν στο εμπόριο. Η παρουσία της θ' αρχίσει να γίνεται αισθητή προς το τέλος του 18ου αιώνα και κυρίως το 19ο οπότε και θ' αναλάβει πρωταγωνιστικό ρόλο στις εξελίξεις. Οι κοινωνικές τάξεις εξακολουθούν να παραμένουν δύο. Οι πλούσιοι και οι φτωχοί. Οι πρώτοι λίγοι, ελάχιστοι. Οι δεύτεροι πολλοί, η πλειονότητα. Οι περισσότεροι κάτοικοι του νησιού εξακολουθούν ν' ασχολούνται με την καλλιέργεια της γης. Η ιδιοκτησία της γης συνεχίζει να βρίσκεται κατά το μεγαλύτερο τμήμα στους Τούρκους. Οι Έλληνες διαθέτουν μικρή ιδιοκτησία ή τη στερούνται παντελώς, οπότε αναγκάζονται να νοικιάζουν την εργατική τους δύναμη χωρίς πάντα να εξασφαλίζουν τη διατροφή τους. Το μικρό ή ανύπαρκτο εισόδημά τους τους στερεί τη δυνατότητα συμμετοχής στα αξιώματα της κοινότητας, ενώ οι θεομηνίες και οι καταστροφές εξακολουθούν να δυσκολεύουν τη ζωή τους. Οι Λέσβιοι αντιμετωπίζουν τις ποικίλες φυσικές και κοινωνικές συμφορές, τις δυσκολίες της ζωής και εργασίας με τη συνεργασία στα διάφορα εποχιακά έργα, με την αλληλοβοήθεια, με τη φιλοσοφική εγκαρτέρηση και με τα εσνάφια ή ισνάφια στα επαγγέλματα. Τα εσνάφια ήταν επαγγελματικά σωματεία που στόχο είχαν την προάσπιση και προαγωγή των επαγγελματικών και κοινοτικών συμφερόντων των μελών τους. Είναι αποτέλεσμα της εμπορικής και βιοτεχνικής ανάπτυξης που αρχίζει να εμφανίζεται στο νησί και παρείχαν, πέραν των άλλων, και κοινωνική πρόνοια, κάτι που προηγουμένως ήταν αποκλειστική αρμοδιότητα της εκκλησίας και του Νοσοκομείου. Τα εσνάφια αποτελέσανε τις πρώτες ραγιάδικες αλληλοβοηθικές ενώσεις και τους πρώτους εθνικούς πυρήνες όπου, μπαίνοντας ο ραγιάς έβρισκε κάποια υποστήριξη και παρηγοριά κι ένιωθε, αν και σκλάβος, πως είχε κάποια δύναμη ενωμένος με τους άλλους. Η σταδιακή ανάκαμψη του βιοτικού επιπέδου της ζωής στη Λέσβο καταδεικνύεται και από την εμφάνιση φαινομένων επίδειξης πλούτου. Οι γυναίκες των τσιφλικάδων αρχικά, που κάνουν την εμφάνισή τους προς το τέλος του αιώνα και των αστών αργότερα, άρχισαν να φορούν κοσμήματα και πολύχρωμα φορέματα και να τα επιδεικνύουν στις περιορισμένες πάντα εμφανίσεις τους, κάνοντας την εκκλησία να παρέμβει με αλλεπάλληλες εγκυκλίους, προσπαθώντας να περιορίσει την επίδειξη αυτή που προκαλούσε πολλές φορές την αντίδραση των Τούρκων. Ο Lord Charlemont το 1749 αναφέρει πως είδε Μυτιληνιές να καμαρώνουν καταστόλιστες με μαργαριτάρια και χρυσάφια που είναι, όπως λέει, κυρίως φλουριά βενέτικα. Η επίδειξη όλων εκείνων των μαλαγματικών απασχό-


Άποψη της Μυτιλήνης στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα (1836)


Μυτιλήνη: Άποψη της πόλης στα τέλη του 19ου αιώνα (φωτ. αρχείο Στρατή Αναγνώστου)


λησε επανειλημμένα το κοινό της Μυτιλήνης «διαταράσσοντας τις σχέσεις των ανθρώπων ιδιαίτερα μέσα στις μικρές κοινωνίες των χωριών, όπου πάντα υπήρχε η τάση για μίμηση», αναφέρει η Μαρία Αναγνωστοπούλου. Την αντίδραση της εκκλησίας προκάλεσε την εποχή αυτή και η ιδιομορφία του συστήματος προικοδότησης που επικρατούσε, σύμφωνα με το οποίο η πρωτότοκη κόρη κληρονομούσε το σύνολο της πατρικής περιουσίας αποκλείοντας από τα αγαθά του πατέρα και της μητέρας τα αγόρια και τις άλλες θυγατέρες. Το έθιμο αυτό μελέτησε ο Άγγλος Hawkins και αναφέρει ότι «οφείλεται στην επιθυμία να μην κατατμηθεί πιο πολύ η μικρά ιδιοκτησία που συνηθίζεται σ' αυτά τα νησιά». Νουθεσίες στην αρχή, αλλά και κατάρες, αφορισμοί. ποινές ακόμη και πρόστιμα είναι τα μέσα που επιστράτευσε η εκκλησία για την περιστολή του κακού αυτού που απασχολούσε σοβαρά τη λεσβιακή οικογένεια. Νομοθεσία όπως αυτή του 1754 επί Μητροπολίτου Μυτιλήνης Άνθιμου Βερτουμή. που προέβλεπε η πρώτη κόρη να παίρνει το ένα τρίτο μόνο της πατρικής περιουσίας και οι υπόλοιπες να μοιράζονται ομοίως κατά το ένα τρίτο την εναπομείνασα, δίνει το μέτρο της προσπάθειας της εκκλησίας στο θέμα αυτό. Παρά όμως, τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν, το έθιμο αυτό διατηρήθηκε τουλάχιστον όσο κράτησε η Τουρκοκρατία. Η βελτίωση όμως, που παρουσίασε η ζωή τον αιώνα αυτό απλά περιόρισε τα προβλήματα που εξακολουθούσαν να ταλανίζουν, με αμείωτη μερικές φορές ένταση, τους κατοίκους του νησιού. Η πείνα που μάστιζε την κατώτερη κυρίως τάξη, η τρομοκρατία, η συνεχιζόμενη καταπίεση των Τούρκων, οι μεταδοτικές ασθένειες συνθέτουν την εικόνα και της περιόδου αυτής. Ο 16ος αιώνας είχε τελειώσει με λοιμό, ενώ με λοιμό άρχισε και ο 17ος αιώνας. Την "παράδοση" τηρεί και ο 18ος αιώνας. Το 1716 πανούκλα σαρώνει τη Λέσβο η οποία είχε τότε 60.000 περίπου κατοίκους ενώ το 1728 η ασθένεια επανακάμπτει προκαλώντας φοβερές απώλειες και μένοντας ορόσημο για τους Λεσβίους. Η κοινωνία της Λέσβου προσπαθεί να επουλώσει τις πληγές της με κάθε τρόπο. Δε λείπουν οι προσφορές των πλουσίων οι οποίες όμως είναι μεμονωμένες και ανεπαρκείς. Τη συστηματικότερη πρόνοια για τους απόρους και αναξιοπαθούντες αναλαμβάνει η εκκλησία. Το 17ο αιώνα ιδρύθηκε στην πόλη της Μυτιλήνης απέναντι από την εκκλησία του Αγίου Θεράποντα το "Ξενοδοχειό", ίδρυμα που παρείχε όχι μόνο νοσοκομειακή περίθαλψη αλλά και φροντίδες σε φτωχούς, ξένους, σκλάβους, φυλακισμένους και μελλοθάνατους. Τον επόμενο αιώνα (18ο) ενισχύεται οικονομικά συνεχίζοντας το έργο πρόνοιας και προσφέροντας υπηρεσίες σε κάθε δυστυχή. Η ύπαρξη λεπροκομείου στην πόλη φανερώνει ότι ενδυμούσαν στο


νησί λοιμώδη νοσήματα και το ίδρυμα αυτό με τα μέσα της εποχής προσέφερε κατά το δυνατό τρόπο, νοσοκομειακή φροντίδα και πρόνοια. Η καθημερινή όμως ζωή των Λεσβίων κατατρύχεται και από τη δραστηριότητα ληστών που λυμαίνονται την ύπαιθρο. Τουρκικά φερμάνια, περιγραφές περιηγητών επιβεβαιώνουν με τον πλέον επίσημο τρόπο τα δεινά που υφίσταντο από τις ληστρικές επιδρομές τόσο οι πολίτες όσο και κυρίως, οι Μονές. Η ληστεία της Μονής Μυρσινιώτισσας στην Καλλονή το 1709 αποτελεί «το επισημότερο ληστρικό κατόρθωμα» της εποχής και έγινε από τους περιβόητους και συστηματικούς ληστές Μαχμούτ και Δουρμούτ Αλή. Η αντίδραση ακόμη και των Τούρκων στην κατάσταση αυτή, φανερώνει την αγανάκτηση για την ασφάλεια στο νησί, ακόμη κι αυτών των κατακτητών. Στους κορυφαίους ληστές της εποχής αυτής ο Φ. Δήμου κατατάσσει και τον περίφημο Ζορμπά της Καλλονής Εμπού Μπεκήρ. ο οποίος ήταν βοεβόδας του νησιού. Ήταν τόσες οι κλεψιές του. ώστε προκάλεσε την επέμβαση του ίδιου του σουλτάνου, που τον εξόρισε στην Κύπρο όπου και πέθανε. Εκτιμώντας συνολικά κανείς την κατάσταση που επικρατούσε στη Λέσβο το 18ο αιώνα, μπορεί να πει ότι αναμφίβολο στοιχείο ήταν η επικράτηση των Ελλήνων τόσο πληθυσμιακά όσο και γαιοκτητικά, οι οποίοι από το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, ακολουθώντας τη γενική ροπή της εποχής, άρχισαν να κινούνται και εμπορικά προς την Κωνσταντινούπολη και κυρίως προς τη Ρωσία και τα βορειοανατολικά Βαλκάνια. Παράλληλα, οι πρόκριτοι καλλιεργούσαν σχέσεις και επαφές, που έκαναν να είναι αποτελεσματική η παρέμβασή τους στην κεντρική εξουσία της αυτοκρατορίας. Στη συμπλήρωση της εικόνας που παρουσίαζε το νησί τις τελευταίες κυρίως δεκαετίες του 18ου αιώνα και μετά, βοηθούν σημαντικά και τα αρχιτεκτονικά μνημεία, εκκλησίες και αρχοντικά που μαρτυρούν ευημερία. των ευπορότερων τουλάχιστον, στρωμάτων και άνθηση της λεσβιακής αρχιτεκτονικής. Δυο είδη αναπτύχθηκαν υψηλότερα από το επίπεδο της βιοτεχνικής οικοδομίας: η ενοριακή εκκλησία και το αρχοντικό σπίτι, κύριες εκδηλώσεις των δύο όψεων της ζωής, της δημόσιας και της ιδιωτικής. Τα είδη αυτά εξελίχτηκαν κανονικά ως τα μέσα του 19ου αιώνα. Αντανακλάσεις τους παρουσιάζονται και ως τα τέλη του αιώνα αυτού (20ος). Οι εκκλησίες της περιόδου αυτής αποτελούν τα χαρακτηριστικότερα μνημεία της νεότερης Λέσβου. Ο αριθμός τους είναι μεγάλος και οφείλεται στην ύπαρξη μεγάλου αριθμού οικιστικών κέντρων που δημιουργήθηκαν μετά τη διάλυση των αστικών κέντρων της αρχαιότητας και κυρίως στο μεσαίωνα και στην αρχή της νεότερης εποχής. Ο ρυθμός που ακολουθήθη-


κε ήταν της τρίκλιτης βασιλικής, ρυθμός που προϋπήρχε ήδη στο νησί. Στην εκκλησιαστική και κοσμική αρχιτεκτονική της Λέσβου δεν υπάρχουν δυτικά στοιχεία παλαιότερα από το 18ο αιώνα. Αυτό οφείλεται, δίχως άλλο, στην ιδιομορφία της φραγκοκρατίας που πέρασε το νησί, στενά δεμένο ως το τέλος με το Βυζάντιο και στο γεγονός ότι η Λέσβος άργησε νάρθει σ' επικοινωνία με τον έξω κόσμο. Στο τέλος του 18ου αιώνα εμφανίζονται κάποιες κλασικιστικές τάσεις που θα καθορίσουν τελικά την τεχνοτροπία που επικρατεί στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα για να επηρεαστεί κι αυτή στο δεύτερο μισό από τα νέα τεχνοτροπικά ρεύματα της εποχής. Νέοι τύποι σπιτιών εμφανίζονται επηρεασμένοι από τα δυτικοευρωπαϊκά πρότυπα ενώ χαρακτηριστικό δείγμα εξοχικής οχυρής κατοικίας αποτελούν οι πύργοι που εμφανίστηκαν και γενικεύτηκαν το 17ο αιώνα για να τελειοποιηθούν τους επόμενους. Ωραία δείγματά τους, σε αγροτικές και ημιαστικές παραλλαγές, σώζονται στη Θερμή που έδωσαν και το όνομά τους στο χωριό: Πύργοι Θερμής. Η οικιστική διάρθρωση του νησιού, όπως εμφανίζεται στο 17ο αιώνα, δε διαφέρει ουσιαστικά από την τελική του διάρθρωση που διαπιστώνεται συμπληρωμένη το 19ο αιώνα. Μερικά μόνο χωριά, όπως είδαμε, διαλύθηκαν και άλλα αναπτύχθηκαν. Τέλος, από το 17ο αιώνα κυρίως, άρχισε και η αναμόρφωση της Μυτιλήνης, με τη βαθμιαία ανακατάληψη του χώρου που κατείχε η αρχαία πόλη έξω από τα όρια της μεσαιωνικής, αναμόρφωση που συμπληρώθηκε κατά κύριο λόγο το 19ο αιώνα και συνεχίστηκε ως τις μέρες μας. Παράλληλα, το 18ο αιώνα (1771) και με ενέργειες του Χασάν πασά Τζεζάερλη, υδροδοτήθηκε η πόλη της Μυτιλήνης με νερά που ήρθαν από το Ακρωτήρι και αντιμετωπίστηκε έτσι ένα πρόβλημα που βασάνιζε τους Μυτιληνιούς για πολλά χρόνια.

2.2 19ος αιώνας. Ο αιώνας της ακμής Η κοινωνική ζωή το 19ο αιώνα ακολουθεί τους ρυθμούς που υπαγορεύει η οικονομική ανάπτυξη και ευημερία του νησιού. Η κοινωνική διαστρωμάτωση μεταβάλλεται. Κοντά στους κτηματίες που πολλές φορές ασχολούνται και με εμπορικές δραστηριότητες και τους χωρικούς, που αποτελούν την κατώτερη κοινωνικοοικονομικά τάξη, εμφανίζεται η τάξη των εμπόρων και των βιοτεχνών - βιομηχάνων. Αυτοί αποτελούν την καθαρά αστική τάξη που ήδη από τον προηγούμενο αιώνα είχε αρχίσει


δειλά να διαμορφώνεται. Παράλληλα, στα πλαίσια της πορείας προς την καπιταλιστική οργάνωση της παραγωγής παρουσιάζεται και η εργατική τάξη. Από την άλλη, ο μεγάλος ρυθμός αστικοποίησης (66%) σε σχέση με τη συνολική δημογραφική ανάπτυξη (25%) από το 1885 έως το 1909 συντελεί στη μετατροπή της πόλης της Μυτιλήνης σε σημαντικό εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο. Στην πόλη αναπτύσσονται μια σειρά επαγγέλματα αστικού χαρακτήρα που μαζί με τα επαγγέλματα του λιμανιού και εκείνες της αγοράς, αποτελούν σοβαρά οικονομικά και κοινωνικά κίνητρα για τη μετοίκηση των κατοίκων της υπαίθρου. Τέλος, παρατηρείται ένα πληρέστερο δίκτυο υπηρεσιών, κυρίως σ' ό,τι έχει σχέση με το χρηματοπιστωτικό σύστημα και μια μεγαλύτερη εξειδίκευση των εμπορικών καταστημάτων. ενώ, όπως επισημαίνει η Ρ. Σιφναίου, εμφανίζεται μία πιο συγκεκριμένη διαίρεση της εργασίας και στα ελεύθερα επαγγέλματα όπως π.χ. σε ηλεκτρολόγους, μηχανικούς, γιατρούς, παθολόγους, οδοντιάτρους, φαρμακοποιούς κ.ά. Παράλληλα, κάνουν την εμφάνισή τους επαγγέλματα που συνδέονται με τις ανάγκες των αστών όπως, μοδίστρες, καπελούδες, επιπλοποιοί. χρυσοχόοι, φωτογράφοι, ράφτες ευρωπαϊκών ρούχων κ.ά.

Η οικονομία τον αιώνα αυτό ελέγχεται πλήρως από τους Έλληνες. Η γη έχει περάσει σχεδόν ολοκληρωτικά στα χέρια τους και οι Μυτιληνιοί έμποροι, οι εγκατεστημένοι στο εξωτερικό και ειδικότερα στην Αίγυπτο και τα βορειοανατολικά Βαλκάνια, αποκομίζουν μεγάλα κέρδη από τις δραστηριότητές τους. Η εργατικότητα παράλληλα της εργατικής τάξης (κτίστες, ξυλουργοί και άλλοι) που μεταναστεύουν εποχιακά, συμβάλλει με τη σειρά της στην οικονομική ζωογόνηση του νησιού. Τέλος, ένας σημαντικός αριθμός Λεσβίων, γύρω στις 20 με 25 χιλιάδες, είναι εγκαταστημένος σε αρκετές πόλεις της Μικράς Ασίας, όπως στο Αδραμύττι, Κεμέρι, Δικελί κι αλλού, δημιουργώντας έτσι στενούς δεσμούς, οικονομικούς και κοινωνικούς με την απέναντι ήπειρο. Η ζωή των Λεσβίων αλλάζει. Η μεταβολή στο ντύσιμό τους δείχνει την επίδραση που είχε η επαφή με την Ευρώπη. Ενώ ο πολύς κόσμος εξακολουθεί να φορεί βράκα και φέσι, οι μορφωμένοι και οι πιο τολμηροί φορούν φράγκικα. Οι Μυτιληνιές από τον περασμένο αιώνα, είχαν αρχίσει να φορούν πολύχρωμα μεταξωτά φουστάνια και χρυσά κοσμήματα. Η τακτική αυτή επιτείνεται, με αποτέλεσμα τη συνέχιση της αντίδρασης από μέρους της Μητρόπολης και της δημογεροντίας ενάντια στην πολυδάπανη και προκλητική, όπως αποκαλούσαν, συνήθεια. Η Emily Beaufort. Αγγλίδα που βρέθηκε στη Μυτιλήνη το 1859, είδε τις Μυτιληνιές να φορούν πολλά κοσμήματα, σειρές πάνω στις σειρές τα μαργαριτάρια και πολύ συνηθισμένα ήταν, αναφέρει, καρφίτσες με διαμάντια και σκουλαρίκια. Τα


ίδια λέει και ο Newton. υποπρόξενος τότε της Αγγλίας στη Μυτιλήνη: «Φορούν κοσμήματα Σμυρνέικα, με τις δυτικού τύπου φορεσιές». Η συνήθεια βέβαια αυτή αφορούσε κυρίως, στην πλούσια τάξη. Ο λαός δεν μπορούσε, αντικειμενικά, να συμμετάσχει σε τέτοιου είδους εκδηλώσεις, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες που κατέβαλε. Ιδιαίτερη ανάπτυξη παρουσίασε η πόλη της Μυτιλήνης, ιδίως το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Μετά την πυρκαϊά του 1851. η πόλη γρήγορα συνέρχεται κι αρχίζει να εκπολιτίζεται και να φραγκεύει. Στη θέση του "ταπεινού βρώμικου χωριού", όπως την περιγράφει ο Newton, μια καινούργια πόλη προσπαθεί να βρει το δρόμο της. Η αγορά ξαναχτίζεται πέτρινη πια και ο δρόμος της πλακοστρώνεται. Το ίδιο και η προκυμαία. Τα περισσότερα σπίτια ξαναχτίζονται λιθόχτιστα στο πρώτο πάτωμα. Οι εκκλησίες επιδιορθώνονται και καινούργιες χτίζονται στη θέση παλαιότερων και μικρότερων. Το λιμάνι επισκευάζεται, μεγάλα δημόσια και κοινοτικά κτίρια χτίζονται, που σώζονται ως σήμερα και η πόλη επεκτείνεται με καινούργιες συνοικίες. Στα 1871 υποβρύχιο τηλεγραφικό καλώδιο μήκους 13 μιλίων ενώνει την πόλη της Μυτιλήνης με τις αντικρινές Κυδωνίες (Αϊβαλί) μέσω Αγιασματίου και ιδρύεται το πρώτο τηλεγραφείο στο νησί. Ήδη από το 1852 λειτουργεί γαλλικό ταχυδρομικό γραφείο, ενώ λίγα χρόνια αργότερα τίθεται σε λειτουργία Ρωσικό (1856 περ.) και Αιγυπτιακό (1865). Την αυξημένη σε επισκέπτες κίνηση της πόλης εξυπηρετούν, σύμφωνα με οδηγό της Σμύρνης του 1889. δύο εστιατόρια, το "Αλάμβρα" και η "Αμβροσία" και τρία ξενοδοχεία, το "Αλάμβρα και Λέσβος", η "Ελπίς" και ο "Πιττακός". Τέλος, ο πληθυσμός της αυξάνεται συνεχώς με φανερή πλέον την υπεροχή του ελληνικού στοιχείου έναντι του τουρκικού. Έτσι, το 1894, κατά τον Γ. Αρχοντόπουλο. ο πληθυσμός του νησιού είναι 130.000 περίπου κάτοικοι από τους οποίους 20.000 μόνο οθωμανοί, ενώ ο πληθυσμός της πόλεως Μυτιλήνης στα 1882 εγγίζει τις 14.000 περίπου κατοίκους. Ασχέτως βέβαια, της ακρίβειας των αριθμών, που θα πρέπει ορισμένες φορές ν' αντιμετωπίζονται με κάποια επιφύλαξη, το βέβαιο είναι ότι η πληθυσμιακή ανάπτυξη του νησιού, που αντικατοπτρίζει αναμφισβήτητα μια γενικότερη ευημερία, ήταν αναμφίβολα σημαντικότατη. Τέλος, η ανάπτυξη στο νησί, στα τέλη του αιώνα, οδικού δικτύου, μετά από ενέργειες του τούρκου διοικητή Φαχρή Βέη, είχε ως αποτέλεσμα την ένωση της πόλης με πολλά χωριά του νησιού, με θαυμάσιους για την εποχή τους, αμαξωτούς δρόμους. Μελετώντας, λοιπόν, κανείς την εξέλιξη που παρουσίασε το νησί κατά τον 19ο αιώνα, μπορεί με βεβαιότητα να πει ότι η κοινωνική και οικονομική απελευθέρωση προηγήθηκε της εθνικής.


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ

Η διοίκηση της Λέσβου κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας (1462 - 1912). Κοινότητες. Δημογεροντία I. Διοίκηση Ο τρόπος διοίκησης της Λέσβου εντάσσεται στα πλαίσια του ιδιότυπου φεουδαρχικού τουρκικού συστήματος οργάνωσης και διοίκησης. Η ιδιαιτερότητα της οθωμανικής διοίκησης έγκειται τόσο στο δεσποτικό της χαρακτήρα όσο και στην εξάρτηση της περιφέρειας από ένα πανίσχυρο διοικητικό κέντρο. Ανώτατος θρησκευτικός, πολιτικός και στρατιωτικός ηγέτης ήταν ο σουλτάνος, το δε σύνολο της επικράτειας αποτελούσε προσωπική του περιουσία. Αυτό απλά, σήμαινε ότι οι περιφερειακές δυνάμεις ήταν στερημένες από το δικαίωμα της ιδιοκτησίας. Την απέραντη αυτή έκταση, που αποκτούσε από τις κατακτήσεις ο σουλτάνος, την κατατεμάχιζε σε τμήματα γης. τα οποία τα παραχωρούσε είτε σε πρόσωπα που απολάμβαναν της εύνοιάς του, είτε σε ιερά τεμένη. Η κυριότητα των κτημάτων αυτών παρέμενε στο κράτος και ο νομεύς διατηρούσε το δικαίωμα της είσπραξης των φορολογικών εσόδων από τους καλλιεργητές ή εκμεταλλευόταν τα κτήματα και με μέρος απ' αυτά κάλυπτε τις δαπάνες που συνεπάγετο η υπηρεσία που είχε αναλάβει να εκτελέσει. Πιο ειδικά, εισέπραττε όλους τους φόρους που προβλέπονταν από τον ιερό ισλαμικό νόμο και ορισμένους από τους εθιμικούς, κατά τρόπο ή ποσοστό που καθοριζόταν από τις νομοθεσίες, τους "κανουνναμέδες" κάθε περιοχής. Το τμήμα της νομής που κάλυπτε τα προσωπικά έξοδα του νομέα ονομαζόταν κιλίτσ (kilic). δηλαδή σπαθί, απ' όπου και περιοχή στη Λέσβο που ονομάζεται Κλιτς. Στη Λέσβο, ευθύς μετά την άλωση, αρκετές γαίες παραχωρήθηκαν στους λιγοστούς Τούρκους αξιωματούχους που εγκαταστάθηκαν στο νησί, τα γνωστά στρατοτόπια. Η υπόλοιπη γη. όση θεωρήθηκε "δορύκτητη". παρέμεινε στα χέρια των ιδιοκτητών της. με υποχρέωση όμως να πληρώνουν ειδικό τέλος, το ταπού. το οποίο κατέβαλλαν στο νομέα της γης προκειμένου ν' αποκτήσουν το δικαίωμα καλλιέργειας των κτημάτων.


Η οθωμανική αυτοκρατορία την περίοδο μετά την άλωση, ήταν χωρισμένη σε δύο μείζονες διοικητικές περιφέρειες. Το 16ο αιώνα λόγω των νέων περιοχών που προσαρτήθηκαν. οι περιοχές έγιναν 6, για να φτάσουν το 17ο αιώνα σε 36 με την ονομασία εγιαλέτια (eyalet). Η Λέσβος ανήκε στο εγιαλέτι της Άσπρης Θάλασσας (Αιγαίου - Μεσογείου) που δημιουργήθηκε το 1533 από το Σουλεϊμάν τον Α' για να ενισχυθεί ο τομέας του πολεμικού στόλου. Ανώτατος διοικητής του ήταν ο καπετάν πασάς και κατά το 16ο αιώνα προμήθευε το στόλο με 24.000 ναυτικούς, στην πλειοψηφία τους Έλληνες. Πρώτος διοικητής, ο περιβόητος πειρατής Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσσα. Υποδιαίρεση του εγιαλετίου ήταν το σαντζάκι(sancak), μια μεγάλη περιφέρεια με διοικητή το σαντζάκμπεη και έκταση μεγαλύτερη ίσως από τους σημερινούς νομούς της χώρας μας. Στο σαντζάκι της Λέσβου συμπεριλαμβάνονταν τα Μοσχονήσια και κάποιες περιοχές της Μικράς Ασίας. Το σαντζάκι με τη σειρά του διαιρείτο σε καζάδες (kaza) ή καντιλίκια. Έδρα του καζά ή του καντιλικιού ήταν συνήθως μια μέσου μεγέθους πόλη ή μια κωμόπολη. Επικεφαλής αυτού του διοικητικού διαμερίσματος βρισκόταν ένας καντής (kadi). Το σαντζάκι της Λέσβου ήταν χωρισμένο τους πρώτους αιώνες της Τουρκοκρατίας σε 3 καζάδες ή καντιλίκια (Μυτιλήνης. Καλλονής, Μολύβου) με έδρα του σαντζακίου τη Μυτιλήνη. Σ' αυτήν έμενε ο διοικητής του καζά Μυτιλήνης και όλου του νησιού ο οποίος διοριζόταν απευθείας από το σουλτάνο. Αυτός με τη σειρά του ήταν ο άμεσα προϊστάμενος των δύο άλλων καζάδων. τους διοικητές των οποίων διόριζε. Υποδιαίρεση του σαντζακίου ήταν ο ναχιγιές (δήμος-nahiye). Συνήθως ήταν μια κωμόπολη με πληθυσμό 2.000 - 5.000 περίπου κατοίκους ή κεφαλοχώρι. όπως λέμε, στο οποίο ανήκαν μερικά χωριά. Στους ναχιγιέδες διοικητικός προϊστάμενος ήταν συνήθως, ένας ναϊμπ (naib). ένας δηλαδή νεαρός απόφοιτος του Μεντρεσέ, δίχως όμως η παρουσία του να είναι απαραίτητη. Σε πολλούς ναχιγιέδες δεν υπήρχε ναΐμπ. οπότε καθήκοντα διοικητικού υπαλλήλου εκτελούσε ένας κατώτερος αξιωματικός, ο βοεβόδας (voyvoda) που προερχόταν είτε από τους προύχοντες είτε από τις τάξεις των στρατιωτικών. (Ο Φ. Δήμου αναφέρει ως βοεβόδα στη Λέσβο το 18ο αιώνα τον Εμπού Μπεκήρ. το Ζορμπά της Καλλονής, περιβόητο για τις κλεψιές του). Ο αριθμός των ναχιγιέδων αλλά και των καζάδων διέφερε από εποχή σε εποχή και εξαρτάτο από τη διοικητική διαίρεση του νησιού που, όπως φαίνεται, δεν ήταν σταθερή και μόνιμη. Έτσι, στα 1882 ο Μ. Χαμουδόπουλος αναφέρει 5 καζάδες: Μυτιλήνης, Πλωμαρίου, Καλλονής. Μολύβου και Μοσχονησίων. Το Ημερολόγιο αντίθετα, της Νομαρχίας Αρχιπελάγους, ένα χρόνο αργότερα, αναφέρει για την περίοδο 1883 - 84, 4


καζάδες: Μυτιλήνης. Μολύβου. Πλωμαρίου και Μοσχονησίων, διαίρεση με την οποία συμφωνεί κι ένα "Ημερολόγιο και οδηγός της Σμύρνης και των πέριξ πόλεων και νήσων" του έτους 1889. Στα 1894 ο Αρχοντόπουλος, στη συνοπτική του ιστορία για τη Λέσβο, αναφέρει 5 καζάδες (αριθμό που αναφέρει και ο Φ. Δήμου) στους οποίους ανήκουν 10 δήμοι. Έτσι, στον καζά Μυτιλήνης αναφέρει ότι ανήκουν ο δήμος Μυτιλήνης, Αγιάσου. Γέρας και Μανταμάδου, στον καζά Πλωμαρίου ο δήμος Πλωμαρίου και Βασιλικών, στον καζά Μολύβου δύο, του Μολύβου και της Καλλονής, και τέλος από ένας δήμος στον καζά Σιγρίου και Μοσχονησίων. Τέλος, στο βιβλίο "Γενική διοίκησις νήσων Αιγαίου, 1913" αναφέρονται για το έτος 1908 3 καζάδες: ο καζάς Μυτιλήνης με 3 δήμους και 37 χωριά, ο καζάς Μολύβου με 2 δήμους και 38 χωριά και ο καζάς Πλωμαρίου με 8 δήμους και 16 χωριά. Είναι λοιπόν προφανές ότι είτε γίνονταν στην οθωμανική διοίκηση πολλές και συχνές αλλαγές, είτε θα πρέπει να υποθέσουμε ότι οι πληροφορίες που μας παραδόθηκαν δεν είναι απόλυτα ακριβείς. Κάθε δήμος για την εξασφάλιση της τάξης διέθετε 5-10 χωροφύλακες (ζαπτιέδες), δικαστικά δε όλοι οι δήμοι υπάγονταν στη Μυτιλήνη. Από την άλλη, σύμφωνα με τη ρύθμιση του 1864 τα χωριά διέθεταν αναλόγως του πληθυσμού τους 1 έως 2 Μουχτάρηδες. δηλαδή δημογέροντες και συμβούλιο δημογεροντίας από 3 έως και 10 μέλη. Μέλη του συμβουλίου αυτού θεωρούνταν αυτοδικαίως ο ιερέας και ο ιμάμης του χωριού. Τα υπόλοιπα μέλη ήταν αιρετά και εκλέγονταν από τους κατοίκους του χωριού. Διέθεταν επίσης ένα εισπράκτορα (καψιμάλ), 1 - 4 αγροφύλακες (Korucu), νυχτοφύλακες (bekci) και 2 έως 3 μέλη της επιτροπής της Γεωργίας (ζηραάτ). Όλα τα παραπάνω μέλη της δημογεροντίας εκλέγονταν με ψηφοφορία το Μάρτιο κάθε χρόνου από το λαό και στη συνέχεια η εκλογή τους επικυρωνόταν από το διοικητή του νησιού. Τόσο ο Σταυράκης Αναγνώστης και ο Οικ. Τάξης, όσο και ο Ευστρ. Δράκος αναφέρουν ότι τη διοίκηση της Λέσβου από τους πρώτους αιώνες της τουρκοκρατίας και ως τα μέσα του 19ου αιώνα είχαν οι Ντερεμπέηδες (derebey: χωροδεσπότης ή τοπάρχης με μεγάλη εξουσία) και οι Ναζίρηδες (Nazir : επόπτης - διαχειριστής). Οι Ντερεμπέηδες αποτελούσαν τον πονοκέφαλο της κεντρικής εξουσίας με τη μεγάλη δύναμη που αποκτούσαν και την απειθάρχητη πολλές φορές συμπεριφορά τους. Από την άλλη, οι Ναζίρηδες ήταν άτομα που προέρχονταν από τους προύχοντες της περιοχής και διορίζονταν από το Κέντρο στη θέση των σαντζακμπέηδων. Αυτοί υπεκμίσθωναν για 1 - 2 χρόνια τους φόρους και στη συνέχεια φρόντιζαν να τους εισπράξουν στο πολλαπλάσιο. Το σύστημα αυτό της εκμίσθωσης ονομαζόταν ιλτιζάμ (iltizam). Με την


Μυτιλήνη. Το διοικητήριο στις αρχές του 20ού αιώνα (φωτ. αρχείο Στρατή Αναγνώστου)


παραπάνω μορφή ίσχυσε μέχρι το 1779, οπότε το νησί έγινε Μαλικιανέ(ς) (malikane). Σύμφωνα με το σύστημα αυτό, ο σουλτάνος παραχωρούσε το νησί σε ισχυρό μουσουλμάνο (μουλτεζίμι - multezim), ο οποίος εισέπραττε τα έσοδα για όλη του τη ζωή με τον περιορισμό να μη μπορεί να μεταβιβάσει το δικαίωμα αυτό σε τρίτους ή να το καταλείπει στους κληρονόμους του. Η ψιλή κυριότητα της περιοχής, το ρακαμπέ (rakabe) εξακολουθούσε να ανήκει στο κράτος, ενώ η "οιονεί νομή", ή απλούστερα το δικαίωμα χρήσης, το τασαρρούφ (tasarruf) στο άτομο. Η διαφορά με το προηγούμενο σύστημα βρίσκεται στο ότι η ενοικίαση των φόρων δε γίνεται για δύο ή τρία χρόνια αλλά ισόβια. Η διοίκηση διεξήχθη μ' αυτό τον τρόπο μέχρι τη διοικητική μεταρρύθμιση του 1840, οπότε καταργήθηκε το σύστημα ιλτιζάμ, δηλαδή η εκμίσθωση φόρων. Η διοίκηση και εποπτεία των σαντζακίων παραχωρήθηκε τώρα στους μουχασσίλ (muhassil), δηλαδή τους φοροεισπράκτορες, οι οποίοι επιφορτίστηκαν με το διπλό καθήκον, της διοίκησης της περιοχής και της είσπραξης των φόρων που στη συνέχεια θα μεταβίβαζαν στο κέντρο. Η μεταρρύθμιση συνδυάστηκε ακόμη και με την απογραφή των κάθε είδους ακινήτων και τον καθορισμό των αναλογούντων στους υπηκόους ετήσιων φόρων. Ο θεσμός του μουχασσίλ καταργήθηκε το 1842 και επανήλθε σε ισχύ το σύστημα ιλτιζάμ. Το 1864 τροποποιήθηκε ο κανονισμός των εγιαλετίων για να μπει σε ισχύ σ' ολόκληρη τη χώρα από το 1867. Ο κανονισμός καθόριζε τη διοικητική διαίρεση σε βιλαέτια (νέα ονομασία του εγιαλετίου), σαντζάκια, καζάδες και χωριά. Ο διοικητής του καζά περιβαλλόταν, σύμφωνα με τον κανονισμό, κατά το πρότυπο του σαντζακιού κι αυτός από συμβούλιο. Έτσι, όπως αναφέρει ο Φ. Δήμου, δημιουργήθηκε μια ιεραρχία συμβουλίων που αποφάσιζαν για κάθε θέμα της περιοχής και δικαιοδοσίας τους. Από το 1863 τα νησιά του Αιγαίου φέρονται ν' αποτελούν μια γενική διοίκηση, τη Νομαρχία Αιγαίου με έδρα πότε τη Λέσβο και πότε τη Ρόδο και προϊστάμενο ένα βαλή. Το σύστημα της Νομαρχίας που προέκυψε από τις μεταρρυθμίσεις του 1840 και μετά ίσχυσε μέχρι την απελευθέρωση του νησιού, όταν νομάρχης (βαλής) Αιγαίου ήταν ο Εκρέμ μπέης και μουτασαρρίφης (διοικητής του σαντζακίου Λέσβου) ο Εράμ μπέης.


Διοικητική οργάνωση της Λέσβου Κατά το τέλος του 19ου αιώνα (1894) Εγιαλέτι (Βιλαέτι) Άσπρης Θάλασσας

σαντζάκι Λέσβου

Καζάς Μυτιλήνης ναχιγιές Μυτιλήνης (18 χωριά) ναχιγιές Αγιάσου (8 χωριά) ναχιγιές Γέρας (7 χωριά) ναχιγιές Μανταμάδου (6 χωριά) Καζάς Πλωμαρίου ναχιγιές Πλωμαρίου (16 χωριά) ναχιγιές Βασιλικών (7 χωριά)

Καζάς Μολύβου ναχιγιές Μολύβου (12 χωριά) ναχιγιές Καλλονής (10 χωριά) Καζάς Σιγρίου ναχιγιές Σιγρίου (16 χωριά) Καζάς Μοσχονησίων ένας ναχιγιές (7.000 περ. κατ.)

II. Κοινότητες - Δημογεροντία Οι κοινοτικοί θεσμοί στο Αιγαίο αναπτύχθηκαν μετά την παραχώρηση από το οθωμανικό κράτος των προνομιακών ορισμών, των "ακτιναμέδων", έπειτα από συντονισμένες ενέργειες των απεσταλμένων των ελληνικών νησιών. Παλαιότερος γνωστός προνομιακός ορισμός είναι αυτός που παραχωρήθηκε το 1565 από το Σουλτάνο στον τελευταίο ενετό δούκα της Νάξου Ιάκωβο Δ' Κρίσπο. Ορόσημο όμως, στην εφαρμογή και λειτουργία του θεσμού της αυτοδιοίκησης των Αιγαιοπελαγίτικων νησιών αποτελεί ο προνομιακός ορισμός του 1580.


Η παραχώρηση προνομίων, ιδίως στα νησιά του Αιγαίου, εξυπηρετούσε κυρίως την οθωμανική διοίκηση η οποία έπασχε από πολλές πλευρές. Οι οθωμανοί σουλτάνοι αντιμετώπισαν τις κοινότητες σαν ένα θαυμάσιο όργανο για την είσπραξη των φόρων και ακόμη για την απερίσπαστη και ακοπότερη διοίκηση εκατομμυρίων ραγιάδων. Η ελληνική κοινότητα, όπως κατ' εξοχή διαμορφώθηκε στο θαλάσσιο χώρο του Αιγαίου, στοιχειοθετεί μια μορφή πολιτικής αυτονομίας και λειτούργησε σε σημαντικό βαθμό ως θεσμός υποκατάστασης της κεντρικής εξουσίας. Το γεγονός ότι παραχωρήθηκαν στις κοινότητες από την τουρκική διοίκηση αρμοδιότητες, ενώ ταυτόχρονα οι ίδιες ανέλαβαν την άσκηση πολλών άλλων εξουσιών - οικονομική διαχείριση του τοπικού πλούτου και της φορολογίας, απονομή της δικαιοσύνης κλπ. - συνέβαλαν ώστε οι νησιωτικές κοινότητες ν' αποκτήσουν σημαντικότατη αυτάρκεια και ανεξαρτησία και αξιόλογη πολιτειακή οντότητα. Η μορφή του θεσμού της αυτοδιοίκησης, όπως εφαρμόστηκε στο Αιγαίο, ανήκει στην κατηγορία της πολύ χαλαρής και συχνά ανύπαρκτης οθωμανικής παρουσίας. Και τούτο γιατί τα έγγραφα των ακτιναμέδων αναγνωρίζουν επίσημα στις τοπικά εκλεγμένες αρχές αυξημένες κοινοτικές αρμοδιότητες. Στα νησιά του Αιγαίου τα όργανα της τουρκικής εξουσίας απέχουν από τον καταμερισμό, την είσπραξη ή την καταβολή του φόρου σύμφωνα με το διανεμητικό φορολογικό σύστημα που εφάρμοζε η Τουρκία στις υποτελείς χώρες. Όριζε δηλαδή εκ των προτέρων το συνολικό ύψος του ποσού της φορολογίας για την κάθε διοικητική περιφέρεια ή το κάθε νησί, ανάλογα με τον πληθυσμό του κι άφηνε ελεύθερο στους τοπικούς διοικητικούς παράγοντες, τον επιμερισμό του φόρου στον κάθε Έλληνα φορολογούμενο, ανάλογα με την οικονομική του κατάσταση. Ο τοπικός αυτός παράγοντας ήταν η δημογεροντία. Τη δημογεροντία κάθε χριστιανικής κοινότητας απάρτιζαν οι δημογέροντες ή προεστοί που εκλέγονταν κάθε χρόνο από τους προκρίτους, δηλαδή τους οικονομικά εύρωστους που πλήρωναν φόρο το 18ο αιώνα κατά το Ν. Σαρρή 200 γρόσια και από τους αρχηγούς των συντεχνιών. Ο πολιτικός αγώνας διενεργείτο μεταξύ προσώπων που ανήκαν στην ίδια κυρίαρχη τάξη και έπρεπε να είναι της αρεσκείας των τουρκικών αρχών. Η διαδικασία εκλογής των δημογερόντων κατά τους πρώτους αιώνες της τουρκοκρατίας, όπως μας την παραδίδει ο Γ. Αριστείδης στην "Τετραλογία" του ήταν η εξής: Μια Κυριακή του Μαρτίου, μετά τη λήξη της θείας λειτουργίας, συγκεντρώνονταν οι δημογέροντες του χωριού στο επιτροπικό ή κληρικό, οίκημα που βρισκόταν κοντά στην εκκλησία και σε μια ομήγυρη 15 - 20 ατόμων, οικονομικά ισχυρών, έκαναν τον απολογισμό του


έτους, απαριθμώντας "τους εισπραχθέντες φόρους και τους εισέτι καθυστερούντας". Μετά τον απολογισμό κι αφού ένας από τους προκρίτους που εκτελούσε χρέη γραμματέα κατέγραφε τις δοσοληψίες σ' ένα βιβλίο που αποκαλούνταν "κώδικας", αλληλοσυγχαίρονταν για την επιτυχή δημογεροντία τους. Στη συνέχεια, εξέλεγαν τους νέους δημογέροντες, είτε ανανεώνοντας τη θητεία των ήδη διοικούντων, είτε εκλέγοντας άλλους. Φυσικό είναι να υποθέσει κανείς ότι επαφίετο στην αμφίβολη, μερικές φορές, εντιμότητά τους η ορθή διαχείριση των χρημάτων που συγκέντρωναν από τους κατοίκους της περιοχής τους. Με το σύστημα αυτό η δημοτική αρχή παρέμενε στα χέρια ολίγων οικογενειών συνδεδεμένων τις περισσότερες φορές με συγγενικούς δεσμούς. Είχε δηλαδή ένα χαρακτήρα σχεδόν κληρονομικό. Η μεταρρύθμιση του Τανζιμάτ το 1839 είχε τον αντίκτυπο της και στην οργάνωση των κοινοτήτων. Έτσι, ο θεσμός ενισχύθηκε αφού καθιερώθηκαν επίσημα σ' όλη την έκταση του κράτους οι δημογεροντίες. Τα μέτρα που πάρθηκαν στη συνέχεια και κυρίως αυτά του 1864 είχαν ως συνέπεια την επέκταση του κοινοτικού θεσμού και στους μουσουλμάνους. Η οθωμανική όμως εξουσία φρόντισε ν' αναγνωρίσει ξέχωρα κοινοτικό καθεστώς για τις εθνικές κοινότητες, έστω κι αν αυτές βρίσκονταν σε μεικτά χωριά. Το μέτρο δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η εφαρμογή σε μικροδιοικητικό επίπεδο της αρχής του "διαίρει και βασίλευε". Η εκλογή των δημογερόντων εξακολούθησε να γίνεται και μετά τις μεταρρυθμίσεις κάθε χρόνο. Οι εκλογείς ήταν βέβαια πάντα άνδρες που είχαν συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας τους και η ετήσια φορολογία τους ανερχόταν σε 50 τουλάχιστον γρόσια. Εκλόγιμοι για πρόεδροι δημογεροντίας ή μέλη του συμβουλίου ήταν όσοι είχαν συμπληρώσει το 30ό έτος και κατέβαλαν φόρο 200 γρόσια. Τη διαδικασία εκλογής των δημογερόντων και της επιτροπής και αυτής της εποχής (19ος αιώνας), μας περιγράφει ο Γ. Αριστείδης στην "Τετραλογία" του: Το μήνα Μάρτιο η απερχόμενη δημογεροντία ανακοίνωνε τον τερματισμό της θητείας της και καλούσε τους πολίτες, που είχαν τα νόμιμα δικαιώματα, να προσέλθουν στην εκκλησία ή το Μητροπολιτικό ναό και σε συγκεκριμένη μέρα (Κυριακή) και ώρα. Καλούνταν παράλληλα και οι εκπρόσωποι όλων των συντεχνιών. Αφού συγκεντρώνονταν όλοι οι ψηφοφόροι, ο γραμματέας διάβαζε έκθεση των πεπραγμένων και στη συνέχεια ανακοίνωνε τα ονόματα των υποψηφίων για τη νέα δημογεροντία. Η ψηφοφορία διεξαγόταν με σφαιρίδια λευκά και μαύρα (σ' αντίθεση με το παρελθόν που γινόταν με κουκιά) ή κουμπιά, όπως για παράδειγμα στον Πολιχνίτο. Δηλαδή, παίρνοντας κάθε ένας από τους εκλογείς δύο κουμπιά ή σφαιρίδια, ένα μαύρο κι ένα λευκό, έριχναν το άσπρο στην πρώτη


κάλπη, εφόσον ενέκριναν την υποψηφιότητα κάποιου προσώπου ή το μαύρο στη δεύτερη κάλπη εφόσον δεν την ενέκριναν. Εάν οι λευκοί ψήφοι ήταν περισσότεροι των μαύρων ο υποψήφιος εκλέγονταν. Η ίδια διαδικασία ακολουθείτο και με τους υπόλοιπους υποψηφίους. Ο αριθμός των υποψηφίων ποίκιλε. Στην πόλη της Μυτιλήνης οι υποψήφιοι ήταν συνήθως 30 - 35 από τους οποίους εκλέγονταν οι 12 πλειοψηφίσαντες. Σε περίπτωση ισοψηφίας γινόταν κλήρωση. Από αυτούς εκλέγονταν πάλι οι 4 ικανότεροι και ισχυρότεροι που αντιπροσώπευαν την κοινότητα στην τουρκική εξουσία. Οι 4 αυτοί εκλεγμένοι χριστιανοί συμμετείχαν και στο συμβούλιο απονομής δικαιοσύνης (μετζλίς) που υπήρχε στη Μυτιλήνη και αποτελείτο από 12 μέλη: Το διοικητή, τον καδή, το μουφτή, τέσσερις οθωμανούς προκρίτους, το Μητροπολίτη ή επίτροπό του και τους 4 εκλεγμένους χριστιανούς δημογέροντες. Εκτός από το συμβούλιο που προαναφέρθηκε, στη Μυτιλήνη λειτουργούσαν κι άλλα που συγκροτούσαν χριστιανοί και οθωμανοί όπως το "της κυβερνήσεως Γενικόν" (Τσιναέτ). το "Εμποροδικείο" (Τιτσαρέτ), της "Γεωργίας" (Ζιραάτ). η "Διεύθυνση οθωμανικού χρέους" (Ντουγιούν Ουμουμιέ), η "Διεύθυνση του Μονοπωλείου των καπνών" (Ρεζί τουτουνού), η "Επιτροπή των δρόμων" και άλλα. Τα συμβούλια αυτά συνεδρίαζαν κάθε μέρα εκτός Παρασκευής, Κυριακής και επίσημων εορτών, χριστιανικών και μωαμεθανικών. Με το σύστημα αυτό διοικήθηκαν οι ραγιάδες για 400 και πλέον χρόνια στο νησί αλλά και σ' άλλα μέρη της Ελλάδας, υπομένοντας την τουρκική σκλαβιά και προσπαθώντας ν' αντλήσουν δύναμη και υποστήριξη από τους τοπικούς τους άρχοντες, υποστήριξη που πολλές φορές δεν εύρισκαν. αφού αρκετοί δημογέροντες πρόσθεταν και τη δική τους τυραννία κοντά στην τουρκική, μεταβαλλόμενοι, όπως εύστοχα επισημαίνει ο Γ. Αριστείδης, σε «μικροί δεσποτίσκοι των χωρίων και κωμοπόλεων».


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ

Παιδεία - Εκκλησία 1. Η εκπαίδευση στη Λέσβο κατά τους πρώτους αιώνες της Τουρκοκρατίας (1462 - 1700) Η υποδούλωση της Ελλάδας από τους Τούρκους βύθισε τον Ελληνισμό σ' ένα βαθύ πνευματικό σκοτάδι. Οι σκληρές συνθήκες που επέβαλε ο κατακτητής. οι συνεχείς κατατρεγμοί και εξευτελισμοί ώθησαν πολλούς Έλληνες λογίους στο να εγκαταλείψουν την πατρίδα και να καταφύγουν στην Ευρώπη, ενισχύοντας έτσι, με τις γνώσεις τους, την πνευματική της αναγέννηση. Ο υπόλοιπος Ελληνισμός, απογυμνωμένος από τους πνευματικούς του ηγέτες, παρέμεινε στο σκοτάδι της αμάθειας. Τα σχολεία έκλεισαν και οι καλύτερες εκκλησίες έγιναν τζαμιά. Τα μοναστήρια διαλύθηκαν και οι περιουσίες τους αρπάχτηκαν από τους Τούρκους. Η Λέσβος δεν μπορούσε βέβαια ν' αποτελέσει εξαίρεση. Μετά την άλωση, ξέπεσε ολότελα από την παλιά της αίγλη. Η οικονομική και κοινωνική κακομοιριά, που έπληξε τους Λεσβίους τους πρώτους αυτούς αιώνες της Τουρκοκρατίας, είχε ως φυσικό επακόλουθο και την πνευματική και ηθική τους εξαχρείωση. Ο Λέσβιος Σταυράκης Αναγνώστης στο έργο του "Λεσβιάς", αναφερόμενος σε κάποιο δεσποτικό κώδικα των χρόνων αυτών (1567 - 1652) γράφει: «εν τω κώδικι τούτω. ως εν κατόπτρω βλέπομεν την ελεεινήν των ανθρώπων εκείνης της εποχής κατάστασιν, και ως προς το σκέπτεσθαι, και ως προς το γράφειν. και ως προς το αθλίως διάγειν. σμικρότατόν τι με όλον τούτο, και αδύνατον, και πολύ αμυδρόν φως παιδείας, αντιλάμπ' εις τα βλέμματά μας...». Και παρακάτω: «...Σχολείων ελληνικών ίχνη καν, ή σκιαί πάντοτε διετηρούντο, τουλάχιστον εν γωνία που και εν παραβύστω περικρυπτόμενα εν αυτή». Από τις τελευταίες αυτές σκέψεις του μπορούμε να συμπεράνουμε ότι στους ζοφερούς αυτούς πρώτους αιώνες της Τουρκοκρατίας. δεν είχε σβήσει ολότελα η πνευματική εστία στη Μυτιλήνη. Κάποιες, μικρές έστω, αναλαμπές υπήρχαν που διατηρήθηκαν και σιγά σιγά ζωπυρώθηκαν μέσα στα ελάχιστα μοναστήρια και εκκλησιές που άφησαν οι Τούρκοι και που αποτέλεσαν τους πρώτους χώρους εκπαίδευσης. Στη Λέσβο. όπως και στην υπόλοιπη Ελλάδα, η χριστιανική εκκλησία


στάθηκε η τελευταία παρηγοριά και ο μοναδικός προστάτης των ραγιάδων και ο χώρος όπου οι κληρικοί της εποχής, μ' όλη τους την αμάθεια, προσπαθούσαν να μεταδώσουν στα παιδιά, τα ελάχιστα γράμματα που γνώριζαν· κρυφά στην αρχή, με περισσότερο θάρρος αργότερα. Το σύνθημα της θρησκευτικής και πνευματικής αφύπνισης δόθηκε εξήντα μόλις χρόνια μετά την άλωση του νησιού, το 1527, με την εμφάνιση του αγίου Ιγνατίου του Αγαλλιανού. Μέσα σε συνθήκες τρομερά δύσκολες. ο ηρωικός και άγιος εκείνος ιεράρχης ίδρυσε τις περίφημες μονές του Λειμώνα εμπνέοντας θάρρος και δύναμη ν' ακολουθήσουν κι άλλοι το παράδειγμά του. Έτσι, κατά τη διάρκεια του 16ου αιώνα, ιδρύθηκαν αρκετές εκκλησίες, πάνω στα ερείπια πολλές φορές των παλαιών, στερούμενες κάθε εξωραϊσμού για να μη προκαλέσουν την αντίδραση του κατακτητή. Παράλληλα, αρκετά βυζαντινά μοναστήρια επανασυστάθηκαν και νέα ιδρύθηκαν αναζωπυρώνοντας το θρησκευτικό και εθνικό φρόνημα του υπόδουλου λαού. Αντίθετα με το ενδιαφέρον της εκκλησίας για την εκπαίδευση των Ελλήνων, την εποχή αυτή ελάχιστο ενδιαφέρον εκδηλώθηκε από πλευράς πλουσίων ομογενών ή δημογεροντίας. Αποτέλεσμα της αδιαφορίας αυτής ήταν να μην μπορέσει να ιδρυθεί όλο αυτό το διάστημα "ένα σχολείο της προκοπής". Τα μοναδικά σχολεία που αναφέρονται πως υπήρχαν τους πρώτους αιώνες μετά την άλωση είναι τα σχολεία των Μονών Λειμώνα και Μυρσινιώτισσας. Τα σχολεία αυτά τα δημιούργησε ο άγιος Ιγνάτιος Αγαλλιανός για τη μόρφωση κυρίως των αγράμματων καλόγερων (Λειμώνα) και καλογραιών (Μυρσινιώτισσας) και δίδαξε σ' αυτά το 1540 και για μια διετία, ο Παχώμιος Ρουσάνος (1509 - 1559), Ζακυνθινός λόγιος. Η ύπαρξή τους όμως δεν μπορούσε με κανένα τρόπο να στοιχειοθετήσει γενική πνευματική ανάπτυξη στο νησί. Αν και το σχολείο των καλογραιών θεωρείται ως ένα από τα αρχαιότερα σχολεία που λειτούργησαν επί τουρκοκρατίας αφού η ίδρυσή του τοποθετείται γύρω στο 1539 - εν τούτοις αναλαμπές μόνο μπορούν να χαρακτηριστούν μέσα στο βαθύ σκοτάδι της αμάθειας. Έτσι, ενώ στην άλλη Ελλάδα είχαν αρχίσει, από τα πρώτα ήδη χρόνια της υποδούλωσης, να λειτουργούν σχολεία και να επιδιώκεται η μόρφωση του σκλαβωμένου ραγιά, στη Λέσβο, πλην των σχολείων του Λειμώνα, για τα οποία δεν υπάρχει η βεβαιότητα ότι λειτούργησαν αδιάκοπα, δε λειτούργησε ούτε ένα κοινό σχολείο.


2.18ος και 19ος αιώνας. Οι αιώνες της ανάκαμψης και ακμής Η άθλια οικονομική κατάσταση των Λεσβίων, η περιορισμένη και μόλις προς τα τέλη του 18ου αιώνα ανάπτυξη του εμπορίου, της ναυτιλίας και της βιοτεχνίας, η αντίδραση των κοτσαμπάσηδων - που όντας οι ίδιοι αγράμματοι θεωρούσαν περιττή τη μόρφωση των άλλων - στάθηκαν τα αίτια του πνευματικού λήθαργου της Λέσβου. Οι λίγοι Λέσβιοι λόγιοι που έζησαν το 16ο και 17ο αιώνα μορφώθηκαν οι περισσότεροι έξω από τη Λέσβο και ήταν όλοι τους σχεδόν κληρικοί. Η οικονομική ανάπτυξη που άρχισε να εμφανίζεται το 18ο αιώνα και οι λίγες προσπάθειες κάποιων προοδευτικών Μυτιληνιών της εποχής δε στάθηκαν ικανές να μεταβάλλουν την πνευματική κατάσταση. Τα διάφορα έγγραφα και κώδικες της εποχής πιστοποιούν ότι δεν υπήρξε ανάλογη της οικονομικής, πνευματική ανάπτυξη. Έτσι, και τον αιώνα αυτό οι λίγοι λόγιοι μορφώθηκαν όλοι έξω από το νησί. Η πρώτη απόπειρα ίδρυσης σχολείου έγινε από το Μητροπολίτη Μυτιλήνης Κωνστάντιο (1727 - 1736). Πρώτος αυτός επιχείρησε και ίδρυσε στη Μυτιλήνη Γυμνάσιο με δάσκαλο τον Ιωακείμ Σίμου, αμαθή ιεροδιάκονο από την Πάτμο. Το σχολείο αυτό, όπως αναφέρει ο Π. Παρασκευαΐδης, λειτούργησε από το 1735 - 1743 οπότε και ο Ιωακείμ επέστρεψε στην Πάτμο. Η δεύτερη προσπάθεια έγινε το 1774, επί Μητροπολίτου Μυτιλήνης Άνθιμου Βερτουμή και είχε αυτή τη φορά καλύτερα και μονιμότερα αποτελέσματα. Έτσι, όταν το 1774 ήρθε εξόριστος στη Μυτιλήνη ο Καπού κεχαγιάς άρχοντας της Κωνσταντινούπολης Σταυράκης Σταυράκογλου αγόρασε το οικόπεδο που σήμερα βρίσκεται στο Β' Γυμνάσιο (πρώην Παρθεναγωγείο) και έχτισε σχολείο που ονομάστηκε "ελληνομουσείο", προσφέροντας από την πρώτη στιγμή της ίδρυσής του. δωρεάν παιδεία. Το σχολείο αυτό ήταν κοινό και ελληνικό μαζί γιατί σ'αυτό διδάσκονταν εκτός από τα στοιχειώδη εκκλησιαστικά μαθήματα και Έλληνες συγγραφείς. Η λειτουργία του εξασφαλίστηκε με δωρεά του ιδρυτή του αλλά και χριστιανών, κατόπιν προτροπής του Μητροπολίτη Ιερεμία. Αναφέρεται επίσης, ότι το 1750 στη Μυτιλήνη λειτουργούσε κι ένα ιδιωτικό σχολείο που είχε ιδρύσει ένας ξένος, ο Ηπειρώτης Αναστάσιος Μουσπινιώτης. η λειτουργία του οποίου όμως, δε διήρκεσε πολύ. Η λειτουργία του "ελληνομουσείου" κράτησε 100 περίπου χρόνια χωρίς διακοπή (ως το 1840) οπότε και μετατράπηκε σε Παρθεναγωγείο. Δέκα χρόνια αργότερα, κάηκε στη μεγάλη πυρκαϊά της Μυτιλήνης, το 1851.


Ανάλογες προσπάθειες έγιναν και στην ύπαιθρο. Έτσι το 1773 ιδρύεται στην Αγιάσο Σχολή στην οποία φέρεται να διδάσκει ο Ακίνδυνος Ιβηρίτης και το 1795 στο Πλωμάρι όπου διακρίθηκε ως δάσκαλος ο Θεόφιλος Ραϊσόπουλος. Η εκκλησία σ' όλο αυτό το διάστημα διαδραμάτισε σημαντικότατο ρόλο σ' όλους τους τομείς της ζωής της Λέσβου, οικονομικό, κοινωνικό, εκπαιδευτικό. Χωρισμένη σε δύο Μητροπόλεις, της Μυτιλήνης στην οποία υπαγόταν και η Τένεδος και της Μήθυμνας, προσπάθησε να κρατήσει συσπειρωμένους γύρω της τους ραγιάδες και να διατηρήσει μέσα τους άσβεστη την πίστη στο Θεό. Το 1485 περίπου, οι Μητροπόλεις της Λέσβου είχαν τους Δεσποτάδες τους, γεγονός που καταδεικνύει ότι οι Λέσβιοι είχαν αποκτήσει από τότε την ίδια θρησκευτική και πολιτική θέση μ' όλους τους άλλους υπόδουλους Έλληνες απέναντι στον Τούρκο. Η δραστηριότητα όμως αυτή είχε το τίμημά της. Το θεοκρατικό και καταπιεστικό καθεστώς των Τούρκων πάντα εύρισκε την ευκαιρία να δείξει τη μανία του πάνω στους "άπιστους" ραγιάδες. Έτσι, δεν ήταν λίγοι οι Λέσβιοι που μαρτύρησαν για τη θρησκεία τους πρώτους αιώνες της τουρκοκρατίας. Οι νέοι αυτοί μάρτυρες, οι οποίοι ως επί το πλείστον, προέρχονταν από τις τάξεις του λαού, αποτέλεσαν φωτεινά παραδείγματα από τα οποία οι Χριστιανοί άντλησαν, τις δύσκολες εκείνες ώρες, νέες δυνάμεις πίστης, καρτερίας και προσμονής. Η χορεία των νεομαρτύρων σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες και ενύπνια άνοιξε ταυτόχρονα με την άλωση με το μαρτυρικό θάνατο των μοναχών Ραφαήλ. Νικολάου και της μικρής Ειρήνης, σε μοναστήρι κοντά στη Θερμή, στις 9 Απριλίου 1463, για να συμπληρωθεί τους επόμενους αιώνες με πολλούς άλλους όπως το Δούκα το Μυτιληναίο (1564), το Θεόδωρο τον εκ Μυτιλήνης (1784), το Θεόδωρο το Βυζάντιο (1725) και άλλους. Θα αποτελούσε τέλος, παράλειψη να μην αναφερθούμε και σ' εκείνους τους Λέσβιους κληρικούς που κατά τους χρόνους της τουρκοκρατίας διακρίθηκαν σε διάφορα υψηλά ιερατικά καθήκοντα. Αρκετοί υπηρέτησαν την εκκλησία από τη θέση του Πατριάρχη όπως ο Κων/λεως Παχώμιος Πατέστος, ο Κων/λεως Παΐσιος, ο Κων/λεως Κύριλλος και άλλοι, ενώ δεκάδες επίσης ήταν οι Μητροπολίτες, οι ιεράρχες και οι λόγιοι κληρικοί που αναδείχτηκαν κατά τους χρόνους της δουλείας. Ο 19ος αιώνας είναι για τη Λέσβο αιώνας πνευματικής ανάτασης. Η πνευματική αφύπνιση που είχε συντελεστεί ήδη από τον προηγούμενο αιώνα, συνδυασμένη με τις άοκνες προσπάθειες κάποιων προοδευτικών Μυτιληνιών και τις φιλότιμες και συγκινητικές πολλές φορές προσπάθειες των εκπαιδευτικών, συνέβαλαν στη δημιουργία κλίματος πνευματικής ανάπτυξης. Δεν έλειψαν βέβαια και οι αντιδράσεις, ιδιαίτερα στις αρχές


του αιώνα. Ξεπεράστηκαν όμως γρήγορα για να φτάσουμε στην πνευματική έκρηξη του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα που έβγαλε τη Λέσβο από την πνευματική νάρκη και τελμάτωση, που βρισκόταν από την εποχή της άλωσης. Μια προσπάθεια από το Βενιαμίν το Λέσβιο για ίδρυση σχολείου στις αρχές του αιώνα (1812) δεν ευδοκίμησε. Οι προοδευτικές του ιδέες δεν άρεσαν στους συντηρητικούς Μυτιληνιούς. Η αντίδραση του κοτσαμπασισμού νίκησε τις φιλότιμες προσπάθειές του. Απογοητευμένος έφυγε για τις Κυδωνίες, χάνοντας έτσι η Μυτιλήνη μια σπουδαία ευκαιρία να φωτιστεί από το σοφό παιδί της. Το πνευματικό ξύπνημα της Μυτιλήνης θα καθυστερήσει άλλα 30 χρόνια. Με τη μεταρρύθμιση του 1839 αρχίζει για τη Λέσβο μια σπουδαία εκπαιδευτική κίνηση. Οι Μυτιληνιοί αποφασίζουν την αντικατάσταση του παλιού σχολείου των μ' ένα νέο και ανώτερο. Προσκαλούν δασκάλους, εκπαιδεύουν Μυτιληνιούς, σε μια προσπάθεια ν' αποκτήσουν το πνευματικό δυναμικό που θα στελέχωνε το σχολείο. Η πρόταση του φιλόμουσου Μητροπολίτη Μελέτιου για έρανο προκειμένου να συγκεντρωθεί το απαιτούμενο ποσό για την ίδρυση του σχολείου. έβγαλε τους Μυτιληνιούς από τη δύσκολη θέση που βρίσκονταν λόγω οικονομικής δυσπραγίας. Συστάθηκε επιτροπή για το σκοπό αυτό από προοδευτικούς Μυτιληνιούς, οι οποίοι φρόντισαν να δραστηριοποιήσουν κάθε λεσβιακό παράγοντα, μέσα και έξω από το νησί, που θα μπορούσε να συμβάλλει στο σκοπό αυτό. Οι Λέσβιοι στο κάλεσμα αυτό ανταποκρίθηκαν. Ένα σημαντικό ποσό συγκεντρώθηκε από τις εισφορές και με το χάρισμα του οικοπέδου από το Νοσοκομείο η κοινότητα της Μυτιλήνης κατάφερε να χτίσει το 1840 μέσα στο "Μεγάλο Περιβόλι" το πρώτο Γυμνάσιό της «εξαίρετον και λαμπρόν και εις ωραίαν τοποθεσίαν έξω της πόλεως, ολίγον απέχουσαν της θαλάσσης». όπως γράφει ο Στ. Αναγνώστης στη "Λεσβιάδα" του. Στο τέλος του 1840 το νέο Γυμνάσιο ήταν έτοιμο για να λειτουργήσει. Έμεινε όμως κλειστό μέχρι το 1842, εξαιτίας της έλλειψης διδακτικού προσωπικού. Το 1843 προσκαλείται από την Αθήνα ο λόγιος Νικόλαος Αργυριάδης ως γυμνασιάρχης του νέου Γυμνασίου. Γρήγορα όμως, ήρθε σε σύγκρουση με το Μητροπολίτη Μυτιλήνης Μελέτιο οπότε αναγκάστηκε. μετά από δύο χρόνια, να παραιτηθεί δυσαρεστημένος. Στα 1845. αφού στο μεταξύ είχε αντικατασταθεί ο Μελέτιος από το Μητροπολίτη Καλλίνικο, ο Αργυριάδης επανήλθε με πρόσκληση της εφορείας των σχολείων και ανέλαβε πάλι τη διεύθυνση του Γυμνασίου, που την εποχή εκείνη είχε 4 τάξεις με 130 μαθητές. Στη Μυτιλήνη έμεινε προσφέροντας τις πολύτιμες υπηρεσίες του ως το τέλος του 1847. οπότε κι έφυγε οριστικά.


Μυτιλήνη. Το Γυμνάσιο (φωτ. αρχείο Στρατή Αναγνώστου)


Μετά την αποχώρηση του Αργυριάδη, που άφησε ένα μεγάλο και δυσαναπλήρωτο κενό, τη διεύθυνση του Γυμνασίου ανέλαβε ο Χριστ. Λαίλιος, που είχε σπουδάσει στην Αθήνα και στη Γερμανία με έξοδα της Κοινότητας. Ο Λαίλιος, δουλεύοντας εντατικά και με όρεξη, ενίσχυσε το διδακτικό προσωπικό, τόσο του Γυμνασίου όσο και των άλλων σχολείων. Τότε προσκάλεσε από το Μανταμάδο τον Ελληνοδιδάσκαλο και γνωστό λόγιο και συγγραφέα Σταυράκη Αναγνώστη και με πρόταση της εφορείας του σχολείου του 1848 συνέταξε τον πρώτο κανονισμό του Γυμνασίου. Στα 1849, εξαιτίας της έλλειψης οικονομικών πόρων και της αντίδρασης ορισμένων παραγόντων της πόλης ο αριθμός των μαθητών μειώνεται στους 56 κι ένα χρόνο αργότερα, δυσαρεστημένος με τους εφόρους, ο Λαίλιος εγκαταλείπει το σχολείο για ν' αναλάβει τη διεύθυνση ο λόγιος Γ. Αριστείδης - Πάπης, μαθητής του Σταυράκη Αναγνώστη. Στην εποχή αυτή, εκτός από το Γυμνάσιο λειτουργούν στην πόλη και άλλα τέσσερα σχολεία. Δύο αλληλοδιδακτικά θηλέων που τα διηύθυναν οι δασκάλες Σαπφώ Αθανασίου και Παλαιολόγου Παρασκευή και δύο αλληλοδιδακτικά αρρένων με σχολάρχες το Γεώργιο Βυζάντιο και τον Ξενοφώντα Γεωργιάδη - Καραπαναγιώτη. Μα και στα χρόνια του Γ. Αριστείδη το Γυμνάσιο δεν πρόκοψε καθόλου παρά τις φιλότιμες προσπάθειες που κατέβαλε. Η ολέθρια διαμάχη των δημογερόντων και η ανικανότητα των μελών της επιτροπής της Κοινότητας διαιώνιζε την κακοδαιμονία που μάστιζε το Γυμνάσιο. Τέλος, το 1857, η εφορεία του Γυμνασίου βλέποντας ότι οι πόροι του σχολείου δεν επαρκούσαν για την εύρυθμη λειτουργία, προτείνει την επιβολή διδάκτρων σ' όλους τους μαθητές όλων των σχολείων. Το μέτρο αυτό ανακουφίζει προσωρινά το Γυμνάσιο και δίδεται η δυνατότητα να μπουν στο πρόγραμμα του σχολείου, δύο χρόνια αργότερα (1859), τα μαθηματικά, τα Γαλλικά και η καλλιγραφία. Με τα μέτρα αυτά της εφορείας και τις προσπάθειες του Αριστείδη και των συνεργατών του βελτιώθηκαν σημαντικά τα σχολεία της Μυτιλήνης. Στα 1861 έχουμε τρία δημοτικά με 400 μαθητές, δύο Παρθεναγωγεία με 230 μαθήτριες και το Γυμνάσιο με 130 μαθητές. Η διεύθυνση του Γ. Αριστείδη δεν κράτησε για πολύ. Το 1863 η εφορεία θα μετακαλέσει το Λαίλιο από τη Σμύρνη ο οποίος αναλαμβάνει για δεύτερη φορά τη διεύθυνση του Γυμνασίου. Ο Γ. Αριστείδης αποχωρεί και συνεχίζει την εκπαιδευτική του δράση στην πατρίδα του. την Αγία Παρασκευή. Με τον ερχομό του Χρ. Λαίλιου στη Μυτιλήνη αρχίζει μια νέα περίοδος του Γυμνασίου που θα κρατήσει ως το 1875 οπότε με ενέργειές του καθώς και του Πατριάρχη Αλεξάνδρειας, το Γυμνάσιο θ' αναγνωριστεί


επίσημα από το Πανεπιστήμιο Αθηνών. Παρά τις φιλότιμες όμως προσπάθειες του Λαίλιου για οργάνωση και σωστή λειτουργία του σχολείου, ο αριθμός των μαθητών ήταν ιδιαίτερα μικρός. Λόγος, τα δίδακτρα που επιβλήθηκαν το 1857 τα οποία στάθηκαν η αιτία, πολλοί Μυτιληνιοί να μη στέλνουν τα παιδιά τους για φοίτηση. Η οικονομική κατάσταση του νησιού και των Λεσβίων είχε βέβαια βελτιωθεί, είχε όμως αυξηθεί υπέρμετρα και η φορολογία με αποτέλεσμα οι κατώτερες κοινωνικοοικονομικά τάξεις να μην μπορούν ν' ανταπεξέλθουν. Αυτό έκανε το Λαίλιο να θέσει πρωταρχικό του στόχο την κατάργηση των διδάκτρων. κάτι που πέτυχε το 1873. Ο δεύτερος στόχος του. η αναγνώριση του Γυμνασίου από το Πανεπιστήμιο Αθηνών ήλθε, όπως είδαμε, δύο χρόνια αργότερα, το 1875. Ο αριθμός των σχολείων που λειτουργούσαν την περίοδο εκείνη (1874) στην εκκλησιαστική περιφέρεια Μυτιλήνης, συμπεριλαμβανομένων και της πόλεως, ήταν αρκετά σημαντικός. Έτσι, λειτουργούσαν 27 δημοτικά σχολεία, στα οποία φοιτούσαν 2.463 άρρενες μαθητές και 7 δημοτικά που φοιτούσαν 611 κορίτσια. 5 ελληνικά αρρένων με 330 μαθητές και 1 ελληνικό θηλέων με 64 μαθήτριες και τέλος 1 Γυμνάσιο με 80 μαθητές. Η κατάργηση των διδάκτρων το 1873 και η αναγνώριση του Γυμνασίου το 1875 στάθηκαν οι αφορμές για μια νέα πορεία των εκπαιδευτικών πραγμάτων στη Λέσβο. Νέος άνεμος εκπαιδευτικής αναγέννησης και πνευματικής ζωογόννησης άρχισε να φυσά στη Μυτιλήνη. Ο αριθμός των μαθητών του Γυμνασίου αυξάνεται καταπληκτικά και οι πόροι του βελτιώνονται ολοένα με τις δωρεές πλούσιων Μυτιληνιών. Υπάρχει επάρκεια διδακτικού προσωπικού, το πρόγραμμα συμπληρώνεται και τα περισσότερα μαθήματα διδάσκονται από ειδικούς καθηγητές. Η πνευματική όμως, αναγέννηση δεν περιορίζεται μόνο στα πλαίσια των σχολείων. Γιορτές, διαλέξεις, καλλιτεχνικές παραστάσεις λαμβάνουν χώρα στη Μυτιλήνη. Τα τυπογραφεία που ιδρύονται τονώνουν την πνευματική ζωή και δραστηριότητα. Οι περιοδικές εκδόσεις εμφανίζονται από το 1877 με τη δεκαπενθήμερη έκδοση του περιοδικού "Πιττακός" του Γαβριήλ Χαραλαμπίδη - Φίλιου. Ακολουθούν ο "Πανδέκτης" (1879) του Χρ. Λαίλιου. η "Σαπφώ" (1881) του Γεωργίου Αρχοντοπούλου και αρκετά χρόνια αργότερα το 1910. το εικονογραφημένο περιοδικό "Χαραυγή". Εκτός από τα περιοδικά, στα τυπογραφεία της Μυτιλήνης αρχίζουν να τυπώνονται και βιβλία, όπως το 1874, στο τυπογραφείο του Δ. Ν. Βερναρδάκη. το βιβλίο του Γ. Αριστείδη "Ανάλυση του Οικονομικού του Ξενοφώντα", για να φτάσουμε στις αρχές του 20ού αιώνα οπότε κάνουν την εμφάνισή τους και οι εφημερίδες. Πρώτη εκδίδεται η "Σάλπιγξ" (1909), για ν' ακολουθήσει ο "Αγών" (1911) και στη συνέχεια άλλες, καταδεικνύοντας το


κλίμα της πνευματικής ανάτασης που επικρατούσε στη Λέσβο. Την εικόνα της πνευματικής κίνησης και ζωογόννησης συμπληρώνει, στα τέλη του 19ου αιώνα, μια έντονη σωματειακή κίνηση. Καλλιτεχνικά, αθλητικά, ψυχαγωγικά, αγαθοεργά σωματεία εμφανίζονται· λέσχες λειτουργούν, εκδηλώσεις ποικίλες γίνονται, τονώνοντας την πνευματική ζωή της Λέσβου. Η φιλόπτωχος αδελφότης (ίδρυση 1872), η εργατική αδελφότης (1877), η "Φιλόπτωχος αδελφότης κυριών" (1893), ο "Μουσικός όμιλος Λέσβου" (1891), το αναγνωστήριο "Πιττακός", η αδελφότης "Ομόνοια" (1901), οι αθλητικοί σύλλογοι "Διαγόρας" (1908), και "Άτλας" (1909) είναι μερικά από τα σωματεία που με τη δράση τους δημιούργησαν μια πρωτοφανή, στα λεσβιακά χρονικά, πνευματική κίνηση που θ' αποδώσει τους χυμώδεις καρπούς της μετά την απελευθέρωση. Από τα σωματεία της υπαίθρου ξεχωρίζει το αναγνωστήριο της Αγιάσου "Η ΑΝΑΠΤΥΞΙΣ", που ιδρύθηκε το 1894. Σύμφωνα με τις πληροφορίες του ιστορικού της Αγιάσου Στρατή Κολαξιζέλλη, ιδρυτές του πνευματικού αυτού ιδρύματος ήταν επαγγελματίες, αγρότες και ολιγογράμματοι βιοτέχνες της Αγιάσου, που πίστευαν βαθιά στην αξία των γραμμάτων και στη δύναμη της παιδείας. Επίσης η "Εν Μηθύμνη αδελφότης των Μουσών" (1862), η "Φιλεκπαιδευτική αδελφότης η Ελπίς" (1882) στην Αγία Παρασκευή, το αναγνωστήριο "Ο Βενιαμίν ο Λέσβιος" (1878) στο Πλωμάρι κ.ά.). Η παρουσία του Λαίλιου στη διεύθυνση του Γυμνασίου δεν κράτησε κι αυτή τη φορά για πολύ. Στα 1881 ήρθε σε σύγκρουση με ορισμένα μέλη της εφορείας και αναγκάστηκε να παραιτηθεί παρασύροντας σε παραίτηση από τη διεύθυνση του Παρθεναγωγείου και τη σύζυγό του Σαπφώ Τζανή. Το Λαίλιο αντικατέστησε στη διεύθυνση του Γυμνασίου και των άλλων σχολείων της Μυτιλήνης ο δεινός λέσβιος φιλόλογος Γρ. Βερναρδάκης. Στα χρόνια του τα σχολεία της Μυτιλήνης έφτασαν στην πιο μεγάλη τους ακμή. Ο Βερναρδάκης με τη μεγάλη του επιστημονική κατάρτιση, το κύρος και την αυστηρότητά του κατάφερε να συμπληρώσει πολλές ελείψεις των σχολείων της Μυτιλήνης και να καταστήσει το Γυμνάσιο ένα από τα καλύτερα του υπόδουλου Ελληνισμού. Στα 1886 με πρόταση του Βερναρδάκη, η δημογεροντία και η εφορεία του Γυμνασίου αποφάσισαν να αντικαταστήσουν το κτίριο μ' ένα μεγαλύτερο και καταλληλότερο. Με χρήματα που εξασφαλίστηκαν από δωρεά του Ν. Μητρέλια και από το γενικό προϋπολογισμό των εκπαιδευτικών και φιλανθρωπικών καταστημάτων, ξεκίνησε το 1888 η ανέγερση του νέου κτιρίου του Γυμνασίου έργο του αρχιτέκτονα Αργύρη Αδαλή που αποπερατώθηκε το 1890 κι άρχισε να λειτουργεί από το επόμενο έτος. Στο νέο Γυμνάσιο ο Γρ. Βερναρδάκης δίδαξε μέχρι το 1894, οπότε και παραιτήθηκε.


Στον καιρό της γυμνασιαρχίας του στη Μυτιλήνη λειτουργούσαν τα παρακάτω σχολεία: 1) Ένα μονοτάξιο προκαταρκτικό (νηπιαγωγείο) αρρένων που ιδρύθηκε το 1880 με διευθυντή τον Α. Σημαντήρη κι ένα θηλέων με διευθύντρια την Ευανθία Κουρκουρή. 2) Ένα δημοτικό αρρένων με 4 τάξεις και διευθυντή το Ν. Ευστρατιάδη κι ένα θηλέων με επίσης 4 τάξεις. 3) Ένα ελληνικό σχολείο αρρένων με 3 τάξεις και διευθυντή τον I. Κόντο κι ένα θηλέων με 4 τάξεις και διευθύντρια την Αθηνά Σταυράκη και 4) ένα Γυμνάσιο αρρένων με 4 τάξεις και διευθυντή τον ίδιο. Δηλαδή 4 σχολεία αρρένων με 700 περίπου μαθητές και 3 σχολεία θηλέων με 350 μαθήτριες. Την ίδια εποχή στο υπόλοιπο νησί λειτουργούν 70 περίπου δημοτικά και 17 ελληνικά σχολεία ή Σχολαρχεία: της Αγιάσου. Αγίας Παρασκευής, Βατούσας, Βρυσάς, Ερεσού, Καλλονής, Μανταμάδου, Μολύβου, Παμφίλων, Παπάδου, Πέτρας. Πολυχνίτου, Σκαμιάς, Στύψης. Τελωνίων, Πλωμαρίου και Φίλιας. Το Βερναρδάκη αντικατέστησε στη διεύθυνση των σχολείων της Μυτιλήνης ο δεινός, επίσης, φιλόλογος Πέτρος Παπαγεωργίου που παρέμεινε διευθυντής ως τα 1898. Τον Παπαγεωργίου διαδέχτηκε στη γυμνασιαρχία ο Λέσβιος φιλόλογος Δ. Χατζησπύρου για ένα χρόνο (1899 - 1900) κι αυτόν στη συνέχεια ο φιλόλογος Σπύρος Μωραΐτης. Ο δύστροπος, όμως, χαρακτήρας του τον έφερε σε σύγκρουση με την εφορεία με αποτέλεσμα να απολυθεί σ' ένα χρόνο. Τη διεύθυνση ανέλαβε ο έως τότε καθηγητής του ίδιου σχολείου I. Ολύμπιος. Στη θέση αυτή ο Ολύμπιος έμεινε ως το 1907 για να τον διαδεχθεί κι αυτόν ο Εμ. Δαυίδ (1907 - 1914), ο Λέσβιος φιλόλογος που έμελλε να είναι ο πρώτος διευθυντής του Γυμνασίου μετά την απελευθέρωση. Στην πνευματική ανάπτυξη της Λέσβου που συντελέστηκε το 19ο αιώνα συνέβαλαν βέβαια τα μέγιστα η εκκλησία, οι προοδευτικοί Μυτιληνιοί με τις ενέργειές τους και κυρίως με τις προσφορές τους, οι κατά καιρούς διευθυντές των σχολείων της πόλεως Μυτιλήνης αλλά και ένα πλήθος ακόμη εκπαιδευτικών που δίδαξαν είτε στα αλληλοδιδακτικά της υπαίθρου είτε στα σχολεία της πόλης. Αξίζει να μνημονευτούν τα ονόματα των Κωνσταντίνου Μιχαηλίδη, πατέρα του Αργύρη Εφταλιώτη, Κωνσταντίνου Υάκινθου, Γαβριήλ Χαραλαμπίδη - Φίλιου, χωρίς βέβαια να υποτιμάται ο ρόλος και η αξία και των υπόλοιπων που δεν αναφέρονται.


Οθωμανικά σχολεία Η εκπαίδευση των Τούρκων στη Μυτιλήνη αλλά και σ' ολόκληρο το οθωμανικό κράτος ήταν μηδαμινή μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα. Σε μια έκθεση του 1858 του Οι. Κοβοΐγ, διαχειριστή του βρετανικού υποπροξενείου Μυτιλήνης, αναφέρεται ότι οι εγγράμματοι μεταξύ του τουρκικού πληθυσμού της Λέσβου υπολογίζονται στους 40 ανά 1.000 κατοίκους, τα δε σχολεία σ' ολόκληρο το νησί ήταν περίπου 20. διευθυνόμενα από ιμάμηδες, ενώ στην πόλη λειτουργούσε και ένα ιεροδιδασκαλείο (εηεηάτεχε) με 5 - 6 σπουδαστές. Στα μισά της δεύτερης πεντηκονταετίας του 19ου αιώνα τα πράγματα κάπως άλλαξαν προς το καλύτερο. Έτσι, σύμφωνα με δεδομένα του Ημερολογίου Νομαρχίας Αρχιπελάγους (1301) της περιόδου 1883 - 84 στη Μυτιλήνη λειτουργούσαν τα εξής σχολεία: Ένα αλληλοδιδακτικό αρρένων (Ιπτινταντιέ) που χτίστηκε κοντά στο Γενί Τζαμί το 1880 και είχε 90 μαθητές με δασκάλους τον Κιαμίλ και το Ριζά εφέντη. Ένα αλληλοδιδακτικό θηλέων, που κτίστηκε το 1881 στην Επάνω Σκάλα και είχε 95 μαθήτριες και μια δασκάλα, την Εμινέ Χανούμ. Τέλος, ένα Σχολαρχείο αρρένων (Ρουσδιέ) που βρισκόταν κι αυτό κοντά στο Γενί Τζαμί και είχε 45 μαθητές με δασκάλους τον Οσμάν και το Χαμίτ εφέντη. Παράλληλα, χτισμένο μέσα στο φρούριο λειτουργούσε και το ιεροδιδασκαλείο (Mendrese), στο οποίο οι λίγοι, και πάλι, σπουδαστές διδάσκονταν το Σεριάτ - το ιερό δίκαιο των Μωαμεθανών - το κοράνι, την αραβική γλώσσα και την αστρονομία. Απ' αυτό οι σπουδαστές, μετά από δωρεάν φοίτηση, αποφοιτούσαν ως ιμάμηδες. Την ίδια περίοδο στο υπόλοιπο νησί λειτουργούν 34 οθωμανικά σχολεία, 28 αρρένων και 6 θηλέων καθώς και, σύμφωνα με μαρτυρία του Γ. Αρχοντόπουλου, 2 θρησκευτικά σχολεία (mendrese), ένα στο Μόλυβο και ένα στο Πέραμα της Γέρας. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1887, αναφέρεται και πάλι στο Ημερολόγιο Νομαρχίας Αρχιπελάγους (1303) η ύπαρξη γυμνασίου στην περιοχή του Κιοσκιού που ιδρύθηκε όπως αναφέρει ο Π. Σαμαράς, με ενέργειες του Φιλεκπαιδευτικού σωματείου των Τούρκων της Μυτιλήνης. Το σχολείο αυτό, την εποχή εκείνη, απασχολούσε 4 δασκάλους και είχε δύναμη 28 μαθητών. Αργότερα, το 1891, με έξοδα του τουρκικού κράτους χτίστηκε μεγαλοπρεπέστατο κτίριο για να στεγαστεί το γυμνάσιο, το σημερινό Δικαστήριο, κάτω από την επίβλεψη του αρχιτέκτονα Δημητρίου Μεϊμάρη. Το "αυτο-


κρατορικό" Γυμνάσιο ή Ινταντιέ, όπως ονομαζόταν, καθώς και όλα τα γύρω κυβερνητικά κτίρια, υπήρξε γέννημα του μουτασαρρίφη Μεχμέτ Φαχρή Μπέη και χτίστηκε, όπως αναφέρει ο Στρατής Αναγνώστου, από άμιλλα προς τους Έλληνες της Μυτιλήνης που μόλις είχαν χτίσει το δικό τους Γυμνάσιο (1891). Η άμιλλα αυτή φαίνεται πως απέδωσε καρπούς αφού στο τέλος του αιώνα η κατάσταση της οθωμανικής παιδείας εμφανίζεται βελτιωμένη. Έτσι το τουρκικό Γυμνάσιο λειτουργεί σε δύο βάρδιες, ημερήσια και νυχτερινή, ενώ φοιτούν 136 μαθητές από τους οποίους 8 Χριστιανοί. Παράλληλα, σύμφωνα με το ημερολόγιο του οθωμανικού Υπουργείου Παιδείας του έτους 1902, τα στοιχεία του οποίου έφερε στο φως ο Σ. Αναγνώστου, στη Μυτιλήνη λειτουργούν δύο Μεντρεσέδες, 2 βιβλιοθήκες. 2 τυπογραφεία, ενώ κάνει την εμφάνισή του και το πρώτο τουρκικό περιοδικό με τίτλο "Midilli". Τέλος, τα οθωμανικά σχολεία που αναφέρονται ότι λειτουργούν στο νησί στα 1900 φθάνουν, σύμφωνα πάντα με το ημερολόγιο, τα 36. Από τα σχολεία της Μυτιλήνης τα δύο αλληλοδιδακτικά συντηρούσε η τουρκική κοινότητα, ενώ το σχολαρχείο και το Γυμνάσιο συντηρούσε με έξοδά της η τουρκική κυβέρνηση.

Εφορείες Σχολείων Την ευθύνη της λειτουργίας των σχολείων την είχαν οι εφορείες. Τα καθήκοντα των εφόρων ήταν πολλαπλά. Εκτός από την οικονομική διαχείριση είχαν το δικαίωμα να επεμβαίνουν στην εσωτερική διοίκηση των σχολείων, στη διδασκαλία, στη διαγωγή και προαγωγή των μαθητών, στο διορισμό και την απόλυση των δασκάλων και γενικά σ' όλα τα ζητήματα των σχολείων. Στη Μυτιλήνη οι έφοροι είχαν το δικαίωμα να επισκέπτονται οποιαδήποτε ώρα ήθελαν τα σχολεία της δικαιοδοσίας τους, να μπαίνουν στις τάξεις και να παρακολουθούν τις παραδόσεις των καθηγητών και να εκφράζουν τη γνώμη τους όχι μόνο για την πρόοδο των μαθητών, αλλά και για την επιστημονική και παιδαγωγική ικανότητα των δασκάλων. Το 1884 τα εκπαιδευτικά καταστήματα Μυτιλήνης ενώθηκαν με τα φιλανθρωπικά (Νοσοκομείο) και τη διοίκηση και διαχείρισή τους ανέλαβε ιδιαίτερη εφορεία με πρόεδρο τον εκάστοτε Μητροπολίτη. Για ζητήματα, όπως το χτίσιμο των σχολείων, απόλυση και διορισμό δασκάλων, οι έφοροι έπρεπε να συνεννοούνται προηγουμένως με την επιτροπή της κοινότητας. Η φροντίδα για την εξεύρεση των δασκάλων ήταν


από τις σπουδαιότερες. Πολλές φορές αναπτύσσονταν μια ευγενής άμιλλα ανάμεσα στις πλουσιότερες κοινότητες για την απόκτηση των καλύτερων δασκάλων. Κύριες πηγές τους ήταν η Αγιάσος, το Πλωμάρι, ο Πολιχνίτος και ο Μανταμάδος. Οι έφοροι ήταν οι άμεσοι προϊστάμενοι όλου του προσωπικού των σχολείων. Τα 12 μέλη της εφορείας εκλέγονταν με πλειοψηφία και διορίζονταν από την επιτροπή της Κοινότητας. Δικαίωμα ψήφου είχαν όσοι πλήρωναν στο ταμείο των φιλανθρωπικών και εκκλησιαστικών καταστημάτων περισσότερα από 100 γρόσια. Εκλέξιμοι όμως, ήταν μόνον όσοι πλήρωναν 200 γρόσια και πλέον το χρόνο. Η εκλογή της εφορείας ήταν μυστική και γινόταν ανά διετία. Κατά τον κανονισμό της εφορείας κάθε διετία έπρεπε να διορίζεται από τη δημογεροντία τριμελής εξελεγκτική επιτροπή για τον έλεγχο των λογαριασμών της εφορείας που αποχωρούσε. Η θέση των εφόρων θεωρούνταν τιμητική και γι' αυτό οι Μυτιληνιοί έδιναν μεγάλη σημασία στην εκλογή αυτή. Μετά το διορισμό τους οι έφοροι παραλάβαιναν από τους προκατόχους τους τα βιβλία των εκπαιδευτικών και φιλανθρωπικών καταστημάτων, φρόντιζαν για την είσπραξη των διαφόρων εισοδημάτων, τακτικών και εκτάκτων, κρατούσαν τακτικό λογαριασμό όλων των εσόδων και εξόδων και είχαν το δικαίωμα ελέγχου των επιτροπών στη διαχείριση των εκκλησιών. Παρ' όλα αυτά η έμμεση επιτήρηση και εποπτεία της εκκλησίας πάνω στα σχολεία ποτέ δεν έπαυσε.


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ

Εικοστός αιώνας (1900 - 1912) Ο αιώνας της απελευθέρωσης I. Πολιτικοστρατιωτικές εξελίξεις Από τα μέσα του 19ου αιώνα και κυρίως τις αρχές του 20ού η πολιτική των Μεγάλων Δυνάμεων έναντι της οθωμανικής αυτοκρατορίας άλλαξε. Έπαψαν πια να υποστηρίζουν την ακεραιότητα της Τουρκίας, ένα δόγμα που μέχρι τότε τις εξυπηρετούσε κι άρχισαν να διαγκωνίζονται ποια απ' όλες θα επωφεληθεί από τον καταρρέοντα γίγαντα. Η Τουρκία, ανίκανη ν' αντιδράσει. δέχεται ποικίλες πιέσεις και υποκύπτει σε όρους και απαιτήσεις των Μεγάλων Δυνάμεων, εξευτελιστικές πολλές φορές. Οι παρεμβάσεις στα εσωτερικά της ήταν συχνότατες, ενώ οι αντιδράσεις χλιαρές και υποτονικές. Στα πλαίσια αυτού του κλίματος εντάσσονται τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν κατά τα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα στη Λέσβο. Το Νοέμβριο του 1901 μοίρα του γαλλικού στόλου υπό τις διαταγές του ναυάρχου Caillard αγκυροβόλησε στον όρμο της Μυτιλήνης και αφού αποβίβασε αγήματα, κατέλαβε το τελωνείο και το οθωμανικό τηλεγραφείο της πόλης. Η κατάληψη αυτή διατάχθηκε αρχικά για να πιεσθεί η οθωμανική κυβέρνηση να εξοφλήσει χρέη και τόκους προς Γάλλους Λεβαντίνους ιδιώτες, που εκκρεμούσαν για αρκετές δεκαετίες. Η γαλλική μοίρα βρισκόταν εν πλω προς τη Μυτιλήνη όταν η οθωμανική κυβέρνηση δέχτηκε την εξόφληση των χρεών. Η κατάληψη όμως, πραγματοποιήθηκε γιατί οι Γάλλοι προέβαλαν στο μεταξύ, νέες απαιτήσεις. Το δεύτερο αυτό πακέτο των γαλλικών απαιτήσεων προδίδει ασφαλώς ιμπεριαλιστικές τάσεις και η κατάληψη έγινε με τη σύμφωνη γνώμη των άλλων Μεγάλων Δυνάμεων, γεγονός που δείχνει καθαρά την απόφασή τους ν' απαγκιστρωθούν από την πολιτική της διατήρησης της ακεραιότητας της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η κατάληψη διήρκεσε από 7-11-1901 μέχρι 11-11-1901 (νέο ημερολόγιο), οπότε η οθωμανική αυτοκρατορία ικανοποίησε και τις νέες γαλλικές απαιτήσεις. Το ίδιο περίπου σκηνικό επαναλήφθηκε 4 χρόνια μετά, το 1905. Μοίρα ευρωπαϊκού στόλου αποτελούμενη από πλοία της Αυστρίας. Ρωσίας. Αγγλίας. Γαλλίας και Ιταλίας αποβίβασε αγήματα και κατέλαβε το τελω-


Μυτιλήνη. Το βόρειο λιμάνι της πόλης (Επάνω Σκάλα) κατά τα τέλη του 19ου αιώνα (φωτ. αρχείο Στρατή Αναγνώστου)


Η προκυμαία της Μυτιλήνης στις αρχές του 20ού αιώνα


νείο και το τηλεγραφείο της Μυτιλήνης. Τα κεντρικά σημεία της πόλης χωρίστηκαν σε ζώνες κατοχής (οι Άγγλοι έλεγχαν την περιοχή από το ξενοδοχείο "Blue Sea." μέχρι τις "Καμάρες", οι Αυστριακοί την υπόλοιπη προκυμαία, οι Ιταλοί την αγορά και οι Γάλλοι το τελωνείο), ενώ ο τουρκικός στρατός περιορίστηκε στους στρατώνες του στο φρούριο. Η κατάληψη διήρκεσε από τις 13/26-11-1905 μέχρι τις 5/18-12-1905. ενώ ενδιάμεσα η ίδια μοίρα κατέλαβε και το κάστρο (Μύρινα) της Λήμνου. Η νέα αυτή κατάληψη έγινε γιατί η Τουρκία αρνήθηκε να αποδεχθεί τις προτεινόμενες από τις Δυνάμεις οικονομικές μεταρρυθμίσεις στη Μακεδονία. Οι Μυτιληνιοί, στη διάρκεια και των δύο καταλήψεων, κράτησαν στάση αναμονής. Σ' ορισμένες περιπτώσεις όμως, βοήθησαν τα αγήματα κατοχής, προκαλώντας έτσι την οργή των τουρκικών αρχών. Η κατάσταση διάλυσης που επικρατούσε στο οθωμανικό κράτος χρεώθηκε από τον τουρκικό λαό στην ανικανότητα του απολυταρχικού καθεστώτος. Έτσι, το 1908 εκδηλώθηκε στη Θεσσαλονίκη το "κίνημα των Νεοτούρκων" που υποχρέωσε το σουλτάνο Αβδούλ Χαμίτ να παραχωρήσει συνταγματικές ελευθερίες στους υπηκόους της αυτοκρατορίας. Η επιτυχία του κινήματος και η εκθρόνιση στη συνέχεια του σουλτάνου έγινε δεκτή με ανακούφιση από τους υπόδουλους στην οθωμανική αυτοκρατορία λαούς, που πίστεψαν ότι το νέο καθεστώς θα εξασφάλιζε ισοπολιτεία. όπως διακήρυτταν οι ηγέτες του. Μόλις όμως, επικράτησαν οι Νεότουρκοι φάνηκε ότι ο στόχος τους ήταν η διατήρηση της ακεραιότητας του οθωμανικού κράτους και ο βαθμιαίος εκτουρκισμός των αλλοεθνών πληθυσμών του. Το κίνημα των Νεοτούρκων βρίσκει τη Λέσβο σε μεγάλη ακμή και ευημερία. Ο πληθυσμός της έχει αυξηθεί, η οικονομία της είναι ιδιαίτερα ανθηρή, ενώ στον τομέα της παιδείας έχει σημειωθεί σημαντικότατη πρόοδος. Πολλές χώρες έχουν ανοίξει, από τον προηγούμενο ήδη αιώνα, υποπροξενεία ή διατηρούν προξενικούς πράκτορες. Έτσι, εκτός από το ελληνικό υποπροξενείο που λειτουργεί από το 1884 υπάρχουν υποπρόξενοι ή προξενικοί πράκτορες της Αγγλίας. Γαλλίας. Ρωσίας. Αυστροουγγαρίας, Ιταλίας, Γερμανίας. ΗΠΑ. Ισπανίας. Ολλανδίας, Σουηδονορβηγίας. Βελγίου και Περσίας. Το προξενικό σώμα έπαιξε σπουδαίο ρόλο στη ζωή του νησιού. Αναμείχθηκε στη διοίκηση και πολλές φορές οι πρόξενοι παρενέβησαν ανάμεσα στις τουρκικές αρχές και στο χριστιανικό στοιχείο. Πανίσχυρος, τα τελευταία χρόνια της τουρκοκρατίας, ήταν ο πρόξενος της Αυστροουγγαρίας Ναταλί Μπαρτζίλι. της Ρωσίας Εμμανουήλ Λουκάς και της Γαλλίας Απόστολος Σημαντήρης. Το απόγευμα της 13ης Ιουλίου 1908 οι Μυτιληνιοί πληροφορήθηκαν


νείο και το τηλεγραφείο της Μυτιλήνης. Τα κεντρικά σημεία της πόλης χωρίστηκαν σε ζώνες κατοχής (οι Άγγλοι έλεγχαν την περιοχή από το ξενοδοχείο "Blue Sea" μέχρι τις "Καμάρες", οι Αυστριακοί την υπόλοιπη προκυμαία, οι Ιταλοί την αγορά και οι Γάλλοι το τελωνείο), ενώ ο τουρκικός στρατός περιορίστηκε στους στρατώνες του στο φρούριο. Η κατάληψη διήρκεσε από τις 13/26-11-1905 μέχρι τις 5/18-12-1905. ενώ ενδιάμεσα η ίδια μοίρα κατέλαβε και το κάστρο (Μύρινα) της Λήμνου. Η νέα αυτή κατάληψη έγινε γιατί η Τουρκία αρνήθηκε να αποδεχθεί τις προτεινόμενες από τις Δυνάμεις οικονομικές μεταρρυθμίσεις στη Μακεδονία. Οι Μυτιληνιοί. στη διάρκεια και των δύο καταλήψεων, κράτησαν στάση αναμονής. Σ' ορισμένες περιπτώσεις όμως, βοήθησαν τα αγήματα κατοχής, προκαλώντας έτσι την οργή των τουρκικών αρχών. Η κατάσταση διάλυσης που επικρατούσε στο οθωμανικό κράτος χρεώθηκε από τον τουρκικό λαό στην ανικανότητα του απολυταρχικού καθεστώτος. Έτσι, το 1908 εκδηλώθηκε στη Θεσσαλονίκη το "κίνημα των Νεοτούρκων" που υποχρέωσε το σουλτάνο Αβδούλ Χαμίτ να παραχωρήσει συνταγματικές ελευθερίες στους υπηκόους της αυτοκρατορίας. Η επιτυχία του κινήματος και η εκθρόνιση στη συνέχεια του σουλτάνου έγινε δεκτή με ανακούφιση από τους υπόδουλους στην οθωμανική αυτοκρατορία λαούς, που πίστεψαν ότι το νέο καθεστώς θα εξασφάλιζε ισοπολιτεία. όπως διακήρυτταν οι ηγέτες του. Μόλις όμως, επικράτησαν οι Νεότουρκοι φάνηκε ότι ο στόχος τους ήταν η διατήρηση της ακεραιότητας του οθωμανικού κράτους και ο βαθμιαίος εκτουρκισμός των αλλοεθνών πληθυσμών του. Το κίνημα των Νεοτούρκων βρίσκει τη Λέσβο σε μεγάλη ακμή και ευημερία. Ο πληθυσμός της έχει αυξηθεί, η οικονομία της είναι ιδιαίτερα ανθηρή, ενώ στον τομέα της παιδείας έχει σημειωθεί σημαντικότατη πρόοδος. Πολλές χώρες έχουν ανοίξει, από τον προηγούμενο ήδη αιώνα, υποπροξενεία ή διατηρούν προξενικούς πράκτορες. Έτσι, εκτός από το ελληνικό υποπροξενείο που λειτουργεί από το 1884 υπάρχουν υποπρόξενοι ή προξενικοί πράκτορες της Αγγλίας, Γαλλίας. Ρωσίας. Αυστροουγγαρίας. Ιταλίας, Γερμανίας. ΗΠΑ. Ισπανίας. Ολλανδίας, Σουηδονορβηγίας. Βελγίου και Περσίας. Το προξενικό σώμα έπαιξε σπουδαίο ρόλο στη ζωή του νησιού. Αναμείχθηκε στη διοίκηση και πολλές φορές οι πρόξενοι παρενέβησαν ανάμεσα στις τουρκικές αρχές και στο χριστιανικό στοιχείο. Πανίσχυρος, τα τελευταία χρόνια της τουρκοκρατίας, ήταν ο πρόξενος της Αυστροουγγαρίας Ναταλί Μπαρτζίλι, της Ρωσίας Εμμανουήλ Λουκάς και της Γαλλίας Απόστολος Σημαντήρης. Το απόγευμα της 13ης Ιουλίου 1908 οι Μυτιληνιοί πληροφορήθηκαν


Μυτιλήνη. Άποψη της πόλης στις αρχές του 20ού αιώνα (φωτ. αρχείο Στρατή Αναγνώστου)


από εφημερίδες της Σμύρνης τα γεγονότα της Θεσσαλονίκης. Ο κόσμος την επόμενη ημέρα συγκεντρώθηκε μπροστά στο Διοικητήριο και ο διοικητής (μουτασαρρίφης) της Μυτιλήνης Αλή Νοσρέντ - Πασάς (1906 - 1908), άτομο ιδιαίτερα μισητό στους Μυτιληνιούς, αναγγέλλει τη συνταγματική μεταρρύθμιση. Με ζητωκραυγές και άφθονους πυροβολισμούς ολόκληρος σχεδόν ο πληθυσμός της πόλεως, χριστιανοί και οθωμανοί. σε μια μεγαλειώδη διαδήλωση που έγινε στις 16 Ιουλίου πλημμύρισαν τους δρόμους. Μέσα σ' αυτόν τον ενθουσιασμό ο λαός εκδήλωσε την αντίδρασή του στο διοικητή της πόλης Νοσρέντ απαιτώντας την παραίτησή του. πράγμα που έγινε. Οι εκδηλώσεις ενθουσιασμού συνεχίστηκαν για πολύ. Ο λαός της Λέσβου έδειχνε να μην κατανοεί τους κινδύνους που εγκυμονούσε η αφύπνιση του τουρκικού εθνικισμού, να μην κατανοεί τους πραγματικούς σκοπούς του κομιτάτου που ήταν ο οριστικός εκτουρκισμός της χώρας. Παρασυρμένος από υπέρμετρο ενθουσιασμό στρέφεται κατά διοικητικών υπαλλήλων και ζητά την αντικατάστασή τους. Στο μεταξύ, στις εκλογές που έγιναν για το τουρκικό κοινοβούλιο στις 18 Οκτωβρίου, το σαντζάκι της Λέσβου ήταν το μόνο της αυτοκρατορίας που εξέλεξε δύο βουλευτές, και τους δύο από τη μειονότητα. Ο υπέρμετρος ενθουσιασμός των ραγιάδων, οι αντιδράσεις προς τα πρόσωπα της εξουσίας που θεωρούσαν αυταρχικά και καταπιεστικά, η εκλογή του Μιχ. Σάλτα και Παν. Βοστάνη στις βουλευτικές θέσεις του νησιού ανησύχησαν ιδιαίτερα τους Νεότουρκους οι οποίοι άρχισαν να σκέπτονται τρόπους ελέγχου της κατάστασης που προς στιγμή θεώρησαν ότι είχαν χάσει. Ο νέος διοικητής της Λέσβου Αλή Γκαλήμπ πασάς (1908 - 1909) ανήσυχος από τις εξελίξεις προσπαθεί να πάρει ορισμένα μέτρα περιοριστικά. Δεν καταφέρνει όμως να ελέγξει την κατάσταση και από το κομιτάτο αποστέλλεται στρατός για να ενισχύσει τη φρουρά του νησιού. Πραγματικοί όμως κύριοι του νησιού είναι πλέον οι χριστιανοί, γεγονός που το δείχνουν απροκάλυπτα. Η εκλογή ιδιαίτερα των δύο βουλευτών προκάλεσε φρενίτιδα ενθουσιασμού. Στα μέσα περίπου Νοεμβρίου φθάνει στο νησί από τη Ρόδο, όπου η έδρα της Νομαρχίας, ο βαλής (διοικητής) Αιγαίου Εκρέμ Μπέης προκειμένου να επιληφθεί προσωπικά της έκρυθμης κατάστασης. Η πολιτική που ακολούθησαν τόσο ο βαλής όσο και ο Γκαλήμπ. στην αρχή τουλάχιστον, ήταν διαλλακτική. Γρήγορα όμως, διαμαρτυρίες που προήρχοντο από οθωμανούς. που επισήμαιναν την αυθάδεια των ραγιάδων, έκαναν τους δυο αυτούς διοικητικούς υπαλλήλους να σκέπτονται πώς θα βάλουν χαλινό στους χριστιανούς του νησιού. Διαπίστωσαν ότι ούτε η επίδειξη δυνά-


Εργοστάσιο προς το δρόμο της Παναγιούδας. Αρχές 20ού αιώνα (φωτ. αρχείο Στρατή Αναγνώστου)


μεως ούτε η διαλλακτικότητα έφεραν αποτέλεσμα. Έβλεπαν πως η δύναμη έφευγε σιγά σιγά από τα χέρια τους και περνούσε στα χέρια των μονιασμένων και πειθαρχημένων χριστιανών του νησιού. Η προσπάθειά τους να σπείρουν διχόνοια έπεσε στο κενό. Η κατάσταση μέρα με τη μέρα χειροτέρευε. Ο Εκρέμ μπέης διατηρεί για κάθε ενδεχόμενο δύναμη 10.000 στρατιωτών στην απέναντι ακτή για να επέμβουν σε περίπτωση ανάγκης. Σε λίγο, νέες τουρκικές δυνάμεις έρχονται στο νησί που προβαίνουν σε έκτροπα, ενώ η αστυνομία αδυνατεί να επέμβει. Επιτίθενται εναντίον λεσχών που είχαν ιδρυθεί στην πόλη, δημιουργούν επεισόδια, σχηματίζουν συμμορίες και λεηλατούν γεωργικές εκτάσεις όχι μόνο στα χωριά, αλλά και έξω από τη Μυτιλήνη. Οι Χριστιανοί αρχίζουν να προετοιμάζονται για ενεργό άμυνα και πιέζουν τον Αλή - Γκαλήμπ να λάβει μέτρα. Η κατάσταση όμως έχει ξεφύγει από τα χέρια του μουτασαρρίφη. Οι οπαδοί του κομιτάτου προσπαθούν να αφαιρέσουν από τους Χριστιανούς ό,τι κέρδισαν τα τελευταία 80 χρόνια. Κατάσταση αναρχίας επικρατεί στο νησί. Οι πρώτοι 6 μήνες του Συντάγματος κυλούν μέσα σε μια ατμόσφαιρα φόβου και αβεβαιότητας. Οι Χριστιανοί υπερεκτιμώντας τις δυνάμεις τους, στηριζόμενοι στην πληθυσμιακή τους υπεροχή, που κατάφερε να αλλοιώσει την εθνολογική σύνθεση του πληθυσμού του νησιού κατά τη διάρκεια του Χαμιτικού καθεστώτος (η απογραφή του 1908 έδειξε πληθυσμό 138.538 κατοίκους, από τους οποίους 120.361 χριστιανοί), ενθαρρυμένοι από τη μεγάλη ακμή που είχαν φτάσει, όμοια της οποίας κανένα ίσως άλλο μέρος του υπόδουλου ελληνισμού δεν μπορούσε να καυχηθεί, ζήτησαν να φτάσουν σε δυναμικές λύσεις. Σφάλμα βέβαια τακτικής, όπως επισημαίνει ο Ζ. Καμπούρης. Θεώρησαν, ίσως, πως αφού κατάφεραν τόσα μέσα σε καθεστώς τυραννίας, τώρα σε καθεστώς τυπικής έστω συνταγματικής ελευθερίας θα μπορούσαν να πετύχουν περισσότερα. Οι Τούρκοι πάλι από την άλλη και ιδιαίτερα οι νεότεροι, θεώρησαν πως ήταν καιρός ν' αποκτήσουν ό,τι είχαν χάσει τόσα χρόνια. Η αντιπαράθεση αυτή των δύο κοινοτήτων που δημιουργούν και προκαλούν οι Νεότουρκοι θα αναταράξει το νησί για κάμποσα χρόνια και θ' ανακόψει την περίοδο προόδου και ευημερίας που μέχρι τότε διήγε η Λέσβος. Το Γενάρη του 1909 η Τουρκία κήρυξε μποϋκοτάζ στα αυστριακά προϊόντα εξαιτίας της προσάρτησης από τη δυαδική μοναρχία της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης. Για τη Μυτιλήνη το μποϋκοτάζ αυτό είχε σημαντική επίπτωση στο εμπόριο, γεγονός που προκάλεσε αύξηση του κόστους ζωής, θίγοντας πέραν των χαμηλών κοινωνικοοικονομικά στρωμάτων, κυρίως την αγροτική τάξη. Οι εφημερίδες της Κωνσταντινούπολης δε σταματούν να γράφουν ότι η


κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να καταστείλει τα εθνικιστικά κινήματα του ελληνικού στοιχείου του νησιού. Η άφιξη από την άλλη στρατιωτικών ενισχύσεων στο νησί συνεχίζεται και κάθε φορά που φτάνουν στρατεύματα νέα επεισόδια δημιουργούνται. Μέσα σ' αυτή την έξαψη των παθών Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι βρέθηκαν για λίγο μονιασμένοι εξαιτίας ενός κοινού προβλήματος, του λαδιού. Η εισαγωγή στο νησί βαμβακέλαιου δημιούργησε αναστάτωση και σφοδρές αντιδράσεις, με αποτέλεσμα να απαγορευτεί η εκφόρτωση του βαμβακέλαιου και να ληφθούν προστατευτικά μέτρα για το ελαιόλαδο. Μόλις όμως πέρασε το ζήτημα του λαδιού οι δύο κοινότητες χωρίστηκαν και πάλι. Ο φόβος και η αβεβαιότητα για το αύριο άρχισε για μια ακόμη φορά να κατέχει τις καρδιές των χριστιανών του νησιού. Ποικίλες προκλήσεις γίνονται από τους Τούρκους με σκοπό να δημιουργήσουν δυσαρέσκεια στον πληθυσμό και να προκαλέσουν ταραχές για να βρουν την ευκαιρία να κηρύξουν το στρατιωτικό νόμο. Στα μέσα Ιουλίου η κατάσταση φτάνει σε κρίσιμο σημείο. Ο Μ. Βεζύρης Χιλμή - πασάς, που κατάγονταν από τη Θερμή της Λέσβου, τηλεγραφεί στο νησί ότι η κυβέρνηση έχει πληροφορίες πως η Μυτιλήνη και το Αϊβαλί βρίσκονται σε επαναστατική δράση και ότι έχει αποφασισθεί να κηρυχθεί ο στρατιωτικός νόμος, να σταλούν στρατιωτικές ενισχύσεις και ολόκληρος ο τουρκικός στόλος. Οι διαβεβαιώσεις όμως του Εκρέμ μπέη προς το Χιλμή πασά, για έλεγχο της κατάστασης, απέτρεψε την τελευταία στιγμή ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Οι Χριστιανοί του νησιού μπροστά στη συνεχιζόμενη προκλητική τακτική των Τούρκων και στις προσπάθειες να παρουσιάζουν το νησί στην Υψηλή Πύλη ως περιοχή αναρχοκρατούμενη και με επαναστατικές διαθέσεις, ζητούν από το βαλή να βρει και ν' αποκαλύψει τους υπονομευτές της ειρήνης και ασφάλειας του νησιού. Ο Εκρέμ μπέης, ύστερα από πίεση, αναγκάζεται να πει, χωρίς να αποκαλύψει τα ονόματα των υπονομευτών, ότι αιτία της δυσφορίας των Τούρκων είναι οι γυμναστικοί σύλλογοι "Άτλας" και "Διαγόρας", οι οποίοι με την προκλητική τους δραστηριότητα δημιουργούν εντυπώσεις και παρεξηγήσεις που μπορεί να ξεσπάσουν μια μέρα εναντίον της ησυχίας του νησιού. Συνέστησε δε στους προέδρους των συλλόγων ν' αναστείλλουν τη δράση τους για λίγες μέρες. Ενώ όμως, συνέβαιναν αυτά στη Λέσβο, στο Αϊβαλί και στα Μοσχονήσια είχε κηρυχθεί στρατιωτικός νόμος και οι πρώτοι πρόσφυγες άρχισαν να φτάνουν στα Πάμφιλα από το Γενιτσαροχώρι στις 17 Ιουνίου. Η κατάσταση στην απέναντι ακτή άρχισε να γίνεται αφόρητη. Αλλά και στο νησί η κατάσταση δεν ήταν καλύτερη. Οι στρατιώτες και οι χωροφύλακες που είχαν σταλεί στο Αϊβαλί γύρισαν στο νησί ενισχυμένοι από άλλους τριακόσιους κι όλοι μαζί αναζητούσαν κάθε πρόφαση για


να δημιουργήσουν επεισόδια που τελικά δεν αποτρέπονται. Ξυλοκοπούν τον πρωτοσύγκελλο της Μητροπόλεως και προσπαθούν ν' απαγάγουν γυναίκες και κυρίως μαθήτριες. Στις 15 Ιουλίου καταπλέει στο λιμάνι της Μυτιλήνης σχεδόν ολόκληρος ο τουρκικός στόλος, γεγονός που ο λαός της Μυτιλήνης αντιμετώπισε με πρωτοφανή αδιαφορία προκαλώντας τη δυσφορία των Τούρκων του νησιού. Και ενώ έτσι είχαν τα πράγματα στο νησί, στην Αθήνα ξέσπασε η επανάσταση στο Γουδί. Οι Λέσβιοι έδειξαν μεγάλη επιφυλακτικότητα και στις κρίσεις και στις εκδηλώσεις τους. Το ελεύθερο κράτος είχε απελπίσει τον υπόδουλο ελληνισμό. Το 1897, η συνεχής πολιτική αναταραχή, η μη αποδοχή του ενωτικού κινήματος της Κρήτης, η εγκατάλειψη της Σάμου έκαναν τους υπόδουλους Έλληνες να βλέπουν με σκεπτικισμό το ελληνικό βασίλειο. Όταν γύρισαν με την αμνηστία οι εθελοντές του 1897 και η επιτροπή που πήγε από εδώ. διηγούντο με τα μελανότερα χρώματα το απαράσκευο του ελληνικού στρατού, τη συναλλαγή και την παραλυσία που επικρατούσε στην Αθήνα. Την ευθύνη την έριχναν σε μεγάλο βαθμό στους αξιωματικούς του στρατού, γεγονός που τους έκανε τώρα να είναι ιδιαίτερα επιφυλακτικοί μ' εκείνους που ήταν οι υπεύθυνοι του '97. Το παράδειγμα από την άλλη των Τούρκων αξιωματικών και του κινήματος τους κάθε άλλο παρά θετικά μηνύματα απέπεμπε. Έτσι, το κίνημα στο Γουδί θεωρήθηκε από τους Λεσβίους σαν μια ακόμη καινούργια διαμάχη μεταξύ των ελεύθερων Ελλήνων. Και προτού εκδηλωθούν, παρακολουθούσαν με επιφύλαξη την εξέλιξη των γεγονότων. Το Σεπτέμβριο (8/21) διορίστηκε νέος διοικητής στη Λέσβο ο Φαΐκ Ααλή μπέης (1909 - 1912), πρόσωπο έμπιστο του κομιτάτου και τον Οκτώβριο προσκάλεσε στο στρατό την πρώτη σειρά των χριστιανών, οθωμανών υπηκόων, που σύμφωνα με το σύνταγμα έπρεπε να υπηρετήσουν στον τουρκικό στρατό. Το γεγονός αυτό οι Λέσβιοι το δέχτηκαν με ενθουσιασμό που γρήγορα όμως εξατμίστηκε όταν πληροφορήθηκαν τις συνθήκες θητείας. Έκτοτε, τον ενθουσιασμό διαδέχτηκε η απέλπιδα, πολλές φορές, προσπάθεια των κληρωτών αποφυγής της στράτευσης είτε κρυπτόμενοι, είτε αναχωρώντας σε περιοχές εκτός Λέσβου και Ελλάδος και κυρίως στην Αμερική. Και το 1910 η κατάσταση συνεχίστηκε η ίδια. Στα τέλη του 1909 οι Τούρκοι συνέλαβαν και φυλάκισαν τον πρόεδρο του "Άτλαντος" και δυο από τα μέλη του με την κατηγορία ότι «ανήκουν σε επαναστατική εταιρεία, της οποίας σκοπός ήτο να προετοιμάσει άτομα γυμνασμένα όπως τα μεταχειρισθή εν δεδομένη στιγμή κατά της κυβερνήσεως». Στη δίκη που ακολούθησε και η οποία κράτησε αρκετά, η απόφαση που βγήκε ήταν αθωωτική. Την οργή όμως για την αθωωτική απόφαση την πλήρωσαν οι δικαστές,


ορισμένοι από τους οποίους στη συνέχεια, εξέπεσαν του αξιώματος τους, με απόφαση του δικαστικού συμβουλίου της Ρόδου. Τα αποτελέσματα των εκλογών του προηγούμενου έτους δεν έπαψαν να απασχολούν την τουρκική κυβέρνηση. Ολόκληρο το βιλαέτι του Αιγαίου έστειλε στη Βουλή μόνο Έλληνες βουλευτές γεγονός που προκάλεσε σοβαρότατο πρόβλημα στην πολιτική των Νεοτούρκων. Έτσι τον Απρίλιο η κυβέρνηση αποφάσισε την αλλαγή των εκλογικών περιφερειών με στόχο τη μεταβολή των πληθυσμιακών δεδομένων. Η καθολική όμως αντίδραση του πληθυσμού της Λέσβου ανάγκασε την κυβέρνηση να μην προχωρήσει στις αλλαγές που σχεδίαζε. Την ίδια χρονιά, ένα άλλο αίτιο που δημιούργησε ένταση στις σχέσεις Λεσβίων και κομιτάτου ήταν το ζήτημα της εγκατάστασης Βοσνίων στη Λέσβο. Η δυναμική όμως αντίδραση των Λεσβίων, Χριστιανών και οθωμανών, ματαίωσε κι αυτή την απόφαση της τουρκικής κυβέρνησης. Η τεταμένη κατάσταση που επικρατούσε αυτή την περίοδο στο νησί, εύκολα αναζωπυρωνόταν κάθε φορά που κάποιο πρόβλημα εμφανιζόταν είτε σε τοπικό είτε σε ευρύτερο επίπεδο. Η ορκωμοσία των Κρητών βουλευτών στο όνομα του βασιλιά των Ελλήνων Γεωργίου Α' έδωσε λαβή για θύελλα διαμαρτυριών σ' ολόκληρη την αυτοκρατορία. Το κομιτάτο διέταξε να γίνουν παντού διαδηλώσεις διαμαρτυρίας και βρίσκοντας αφορμή, διέταξε γενικό μποϋκοτάζ των ελληνικών πλοίων και προϊόντων. Διαδηλώσεις συγκλόνισαν το νησί με συνθήματα κατά της Ελλάδας και υπέρ της διατήρησης της Κρήτης υπό τουρκική κατοχή, πληθαίνοντας τα σύννεφα πάνω από το νησί. Η μη συμμετοχή Ελλήνων στη διαδήλωση για την Κρήτη, η απροθυμία τους να συμμετάσχουν στο μποϋκοτάζ, που έπληττε καίρια το εμπόριο και η αντίδραση που προκλήθηκε εξαιτίας της απόφασης της τουρκικής κυβέρνησης να παραχωρηθούν πολλές ορθόδοξες εκκλησίες και Μονές της Μακεδονίας και Θράκης στη σχισματική εκκλησία των Βουλγάρων, επέτειναν ακόμη περισσότερο την ήδη τεταμένη ατμόσφαιρα. Τα επεισόδια μεταξύ χωροφυλάκων και πολιτών δε σταματούν. Ο χριστιανικός πληθυσμός βρίσκεται σε αναβρασμό τέτοιο ώστε αναγκάζεται η Μητρόπολη να βγάλει εγκύκλιο που συνιστούσε υπομονή και ανεκτικότητα. Παρά την κατευναστική όμως προσπάθεια της Μητρόπολης Μυτιλήνης αλλά και όλων των δημογεροντιών του νησιού, η κατάσταση εξακολουθούσε να παραμένει εκρηκτική. Όλοι, χωρίς εξαίρεση, παραπονούνταν για τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρονταν οι χωροφύλακες, ιδιαίτερα εκείνοι που τελευταία είχαν έρθει από τη σχολή χωροφυλακής της Σμύρνης. Τους τελευταίους μήνες του 1910 η κατάσταση αρχίζει κάπως να καλυ-


τερεύει στο νησί. Ο Φαΐκ Ααλή, πρόσωπο έμπιστο του κομιτάτου, κατορθώνει σιγά σιγά να πάρει στα χέρια του τον έλεγχο και να χαλιναγωγήσει στρατιωτικούς και όργανα ασφαλείας. Η κατάσταση στην Ελλάδα άρχισε να προκαλεί την προσοχή των υποδούλων Ελλήνων. Η εξυγίανση του ελεύθερου βασιλείου γεμίζει με χαρά και ελπίδες τον ελληνισμό της Τουρκίας. Ένα γεγονός όμως, που έμελλε να ταράξει τη ζωή στη Λέσβο ήταν ο πόλεμος που είχε κηρυχθεί μεταξύ Ιταλίας και Τουρκίας. Στρατιωτικές ενισχύσεις, πολεμοφόδια, τρόφιμα, ζώα και ζωοτροφές φθάνουν κάθε μέρα στο νησί. Συσκέψεις αλλεπάλληλες γίνονται μεταξύ των αρχών για ν' αντιμετωπίσουν τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν στο νησί, με βασικότερα το επισιτιστικό και τις συνεχείς αφίξεις νέων στρατευμάτων. Παρά τη συνεχή ροή στρατευμάτων στο νησί για ενίσχυση της άμυνάς του σ' ενδεχόμενη απόβαση των Ιταλών, η διοίκηση αποφασίζει και εξοπλίζει Τούρκους και Αρβανίτες για να σχηματίσουν άτακτα σώματα που θα κτυπούσαν τους εισβολείς από τα πλάγια και πίσω. Γρήγορα όμως οι άτακτοι στρατιώτες άρχισαν να δημιουργούν επεισόδια προκαλώντας μεγάλη ανησυχία στο χριστιανικό στοιχείο. Το Νοέμβριο η αγωνία των Τούρκων έχει κορυφωθεί. Μετά από πρόσκληση του μουτασαρρίφη συγκεντρώνονται στο διοικητήριο όλοι οι Τούρκοι αξιωματούχοι και προεστοί για ν' αποφασίσουν τις ενέργειες στις οποίες έπρεπε να προβούν. Μετά από πολύωρη σύσκεψη αποφασίζουν παμψηφεί αντίσταση μέχρις εσχάτων. Μετά τις αποφάσεις της συνάντησης της 1ης Νοεμβρίου στρατιωτικά τμήματα των Τούρκων καταλαμβάνουν επίκαιρες θέσεις, ενώ οι τουρκικές αρχές επιστρατεύουν χριστιανούς και οθωμανούς για να ενισχύσουν την άμυνα του νησιού. Τους επιστρατευμένους Λεσβίους τους στέλνουν για μεγαλύτερη ασφάλεια στην Ανατολή. Όλες αυτές οι ετοιμασίες έφεραν αναστάτωση στους Οθωμανούς του νησιού και μια γενική έξοδος προς την αντικρυνή Μικρασιατική ακτή αρχίζει. Εκνευρισμός και αγωνία για το αύριο έχει κυριεύσει το μουσουλμανικό στοιχείο του νησιού. Η αντίστροφη μέτρηση της εδώ παραμονής τους έχει ήδη αρχίσει. Το 1912 που θα ανατείλει σε λίγο θα σημάνει το τέλος της στυγνής κυριαρχίας τους και την αρχή του ελεύθερου βίου για το πολυβασανισμένο νησί.


II. Παιδεία - κοινωνικές και οικονομικές εξελίξεις Ο 20ός αιώνας βρήκε τη Λέσβο σε μεγάλη ακμή και ευημερία. Το νησί σύμφωνα με τον Οικ. Τάξη πλησιάζει τις 150.000 κατοίκους και απ' αυτούς μόνο το ένα όγδοο είναι Οθωμανοί. Πολλές χιλιάδες Λέσβιοι είναι εγκατεστημένοι στην απέναντι Μικρασιατική ακτή και ολόκληρα χωριά, κυρίως στον Αδραμυττηνό κόλπο, κατοικούνται από Λεσβίους, Χριστιανούς και Οθωμανούς. Η πνευματική άνθηση του τέλους του προηγούμενου αιώνα συνεχίζεται και στις αρχές του 20ού. Στα 1912 στην πόλη της Μυτιλήνης λειτουργούν 1 αστική Σχολή αρρένων 6 τάξεων με 974 μαθητές και 16 δασκάλους, ένα Γυμνάσιο αρρένων 6 τάξεων με 288 μαθητές και 13 καθηγητές κι ένα Παρθεναγωγείο 9 τάξεων με 770 μαθήτριες και 17 δασκάλες, ενώ εκτός Μυτιλήνης, την ίδια χρονική περίοδο λειτουργούν 64 σχολεία αρρένων και 41 θηλέων με συνολικό αριθμό 9950 μαθητών. Στο γυμνάσιο Μυτιλήνης λειτούργησε για λίγο διάστημα και εμπορικό τμήμα για τους μαθητές του Γυμνασίου και για τους εργαζόμενους νέους που είχαν τελειώσει το ελληνικό σχολείο. Παράλληλα, την ίδια εποχή υπάρχει στη Μυτιλήνη και η Γαλλική σχολή των αδελφών Maristes που είχε ιδρυθεί στα 1900 (επίσημα αναγνωρίστηκε από το τουρκικό κράτος το 1901) ενώ στα 1902 τρεις καθολικές καλόγριες ίδρυσαν τη Γαλλική σχολή κοριτσιών. Στα σχολεία αυτά, που το Γαλλικό υπουργείο των εξωτερικών τα επιχορηγεί με 2.000 χρυσά φράγκα το χρόνο, φοιτούν 82 μαθητές και 44 μαθήτριες. Τέλος, στη δύναμη των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων της πόλης θα πρέπει να συμπεριληφθεί και μια νυκτερινή σχολή που λειτουργούσε με 3 δασκάλους. Η οικονομία του νησιού, εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις, ελέγχεται από Χριστιανούς και το μεγαλύτερο μέρος της γης έχει περιέλθει στα χέρια των Λεσβίων. Η Μυτιλήνη έχει γίνει ένα από τα μεγαλύτερα σε κίνηση λιμάνια της τουρκικής αυτοκρατορίας. Είναι το μεγαλύτερο λιμάνι του νησιού αλλά και το λιμάνι της απέναντι Μικρασιατικής ακτής λόγω της ρηχότητας του Αδραμυττηνού κόλπου. Εδώ ξεφορτώνονται από τα βαπόρια τα εμπορεύματα κι από εδώ με καΐκια μεταφέρονται στο Αδραμύττι, το Αϊβαλί, το Ντικελί. Οι εμπορικές συναλλαγές έχουν αυξηθεί ιδιαίτερα. Τα κυριότερα εξαγώγιμα προϊόντα του νησιού είναι το λάδι, το σαπούνι και τα πυρηνέλαια. Ο Οικ. Τάξης (1904) αναφέρει ως ετήσια παραγωγή ελαιολάδου τους


244.000 στατήρες (13.742 τόν.). Την πρώτη θέση στην παραγωγή του προϊόντος αυτού έχει η περιοχή της Μυτιλήνης με 55.000 περίπου στατήρες και ακολουθούν η περιοχή του Πλωμαρίου, Γέρας, Καλλονής, Αγιάσου. Μανταμάδου και Πολιχνίτου. Από αυτή την παραγωγή περίπου το ένα τρίτο προοριζόταν για εξαγωγή. Γύρω στα 1910 άρχισε να αναπτύσσεται και η καπνοπαραγωγή ενώ στις αρχές του αιώνα στο νησί υπήρχαν 35.000 περίπου πρόβατα, τα οποία έδιναν τυριά που εξάγονταν κυρίως στην Κωνσταντινούπολη. Αρκετά σημαντική επίσης ήταν και η αλιεία· η εξαγωγή μάλιστα σαρδελλών ανερχόταν σε 150.000 οκάδες (192 τόνοι) περίπου το χρόνο. Τέλος, άλλα προϊόντα, με μικρότερη εξαγωγική δυνατότητα, όπως σύκα, σταφύλια, κάστανα, καπνός, φρούτα, κυδώνια και άλλα, κατευθύνονταν κυρίως στις αγορές της Σμύρνης, της Αιγύπτου αλλά και του Αμβούργου. Ένας μεγάλος αριθμός εργοστασίων αποτελεί την περίοδο αυτή τη βιομηχανική υποδομή του νησιού. Στις αρχές του αιώνα αναφέρεται ότι λειτουργούσαν 125 ατμοκίνητα εργοστάσια που διοχέτευαν τα προϊόντα τους στην αγορά, εγχώρια και ξένα, τονώνοντας την εμπορική κίνηση και δίνοντας δουλειά σε δεκάδες Λεσβίους: 57 ελαιοτριβεία, 35 σαπωνοποιεία, 17 βυρσοδεψεία, 8 αλευροποιεία, 5 πυρηνελαιουργεία και άλλα. Η πλήρης και συνεχής απασχόληση του εργατικού δυναμικού και η παντελής έλλειψη της ανεργίας είναι ένας επίσης από τους λόγους που συνετέλεσε στην ευημερία του νησιού. Όταν οι δουλειές σταματούσαν στο νησί, για οποιοδήποτε λόγο, η Μικρασιατική παραλία προσφερόταν για ν' απορροφήσει το σύνολο των ανέργων ή υποαπασχολούμενων εργατών. Μια τακτική δηλαδή που είχε αρχίσει από τον προηγούμενο αιώνα και συνεχίστηκε αμείωτα και τον εικοστό. Οι εργάτες, από του Αγίου Γεωργίου (Απρίλιος) ως του Αγίου Δημητρίου (Οκτώβριος), όταν οι αγροτικές δουλειές σταματούσαν στο νησί, έφευγαν στην αντικρυνή παραλία για αναζήτηση εργασίας. Γύριζαν με αρκετά λεφτά, αλλά και με τις χειμερινές σοδειές τους σε σιτηρά και όσπρια. Στο εσωτερικό του νησιού οι συγκοινωνίες εξυπηρετούνται μ' ένα πυκνό οδικό δίκτυο 500 περίπου χιλιομέτρων, που έγινε με τοπική φορολογία (γιολ παρασί) αποτέλεσμα της πρωτοβουλίας που είχε ο διοικητής της Μυτιλήνης Μεχμέτ Φαχρή μπέης (1885 - 1890) τον προηγούμενο αιώνα. Ο διοικητής αυτός έχοντας για βοηθό του τον Τζ. Αριστάρχη μπέη και με προσωπική εργασία των κατοίκων, ένωσε σχεδόν όλα τα χωριά του νησιού με την πρωτεύουσα αλλά και μεταξύ τους με καλούς, για την εποχή τους, αμαξιτούς δρόμους, φροντίζοντας παράλληλα και για τη συντήρηση των δρόμων αυτών. Απέκτησε έτσι η Λέσβος ένα πυκνότατο, για την εποχή, δίκτυο πολύ ανώτερο από το αντίστοιχο του ελεύθερου Ελληνικού


Κράτους. (Στο ελεύθερο κράτος σε μια έκταση 64.000 τ.χ. αντιστοιχούσαν 3.378 χιλ., ενώ στη Λέσβο σε έκταση 1.614 τ.χ. αντιστοιχούσαν 500 χιλ.). Παρά όμως, το ικανοποιητικό οδικό δίκτυο του νησιού, η έλλειψη μεταφορικών μέσων συνετέλεσε στη δημιουργία και πολλών μικρών λιμανιών όπως στο Πλωμάρι, στο Πέραμα της Γέρας, στην Πέτρα, στο Μόλυβο και αλλού. Έτσι, ένα σημαντικό ποσοστό κατοίκων και προϊόντων διακινείτο από τη θάλασσα μάλλον παρά από τη στεριά, αφού η θαλάσσια επικοινωνία ήταν γρηγορότερη και ευκολότερη. Η κατάσταση αυτή διατηρήθηκε περίπου μέχρι το 1908. Από 'κει και πέρα οι εξελίξεις που επακολούθησαν συνετέλεσαν στην ανάσχεση της ανάπτυξης του νησιού κατά τα επόμενα χρόνια. Η τρομοκρατία που επεβλήθη μετά την επικράτηση των Νεοτούρκων και η εξάτμιση του πρώτου ενθουσιασμού πως κάτι θ' άλλαζε προς το καλύτερο, λειτούργησαν ανασταλτικά στην οικονομική, κυρίως, ζωή του νησιού. Το μποϋκοτάζ του 1909 που επεβλήθη από την τουρκική κυβέρνηση στα αυστριακά προϊόντα και του 1910 στα ελληνικά, κλόνισε την εμπορική ζωή του νησιού και έπληξε καίρια την αστική τάξη. Από την άλλη, η φυγή πολλών νέων από το νησί για ν' αποφύγουν την επιστράτευση δημιουργεί έλλειψη εργατικών χεριών και άνοδο των ημερομισθίων. Η Νεοτουρκική όμως λαίλαπα δε στάθηκε ικανή ν' ανακόψει κάθε εξέλιξη στο νησί. Ο ευρωπαϊκός τρόπος ζωής και τα επιτεύγματα της τεχνολογίας φτάνουν στη Λέσβο έστω και με κάποια καθυστέρηση. Το Μάρτιο του 1909 κάνει την εμφάνισή του ο πρώτος κινηματογράφος, η "Σαπφώ", επιχείρηση Σμυρναίικης εταιρείας ενώ τον επόμενο χρόνο (Σεπτέμβριος 1910) υποβάλλεται στη Δημαρχία η πρώτη αίτηση για χορήγηση άδειας κυκλοφορίας αυτοκινήτου στην πόλη, για να καθιερωθεί από το 1911 η αστική αυτοκινητιστική μαζική μεταφορά. Η άνοδος της μορφωτικής στάθμης των Λεσβίων και οι αντιλήψεις της εποχής στάθηκαν αφορμή να καταργηθεί τον Ιούνιο του 1909 ένα πανάρχαιο έθιμο που δηλητηρίαζε τις κοινωνικές σχέσεις των κατοίκων του νησιού, η παρεμπόδιση του γάμου λόγω χρέους. Η κοινωνική ευαισθησία των Λεσβίων και στις δύσκολες αυτές ώρες που περνούσε το νησί δε χάθηκε. Στο διεθνή έρανο που έγινε το χειμώνα του 1910 για τις πλημμύρες που έπληξαν την περιοχή του Παρισιού η Λέσβος συνεισέφερε σημαντικό ποσό για την ανακούφιση των πληγέντων. Στα 1911 η ομαλοποίηση της κατάστασης που επεβλήθη από το μουτασαρρίφη του νησιού Φαΐκ - Ααλή μπέη (1909 - 1912) συνέβαλε στην ανάσχεση της πτωτικής πορείας της οικονομίας. Το χριστιανικό στοιχείο ανάσανε κάπως και μπόρεσε να δει καθαρά την οικτρή κατάσταση που είχε δημιουργηθεί τα τελευταία τέσσερα περίπου χρόνια. Η οικονομία του


νησιού είχε εξαρθρωθεί και το εμπόριο παραλύσει. Το κόστος των προϊόντων και κυρίως του λαδιού και του σαπουνιού είχε αυξηθεί σημαντικά, λόγω της μείωσης των εργατικών χεριών και του μποϋκοτάζ και οι ανταγωνιστές της Σμύρνης και του Αϊβαλιού άρχισαν να κατακτούν τις αγορές. Στην προσπάθειά τους ν' αντιδράσουν σ' αυτήν την αρνητική, για την οικονομία του νησιού κατάσταση, οι εμπορικοί παράγοντες επιχειρούν να μειώσουν το κόστος μεταφοράς των προϊόντων για να γίνουν ανταγωνιστικά. Σ' αυτή τη λογική εντάσσεται και η ιδέα που ρίχτηκε την εποχή εκείνη για κατασκευή σιδηροδρόμου στη Λέσβο που όμως δεν υλοποιήθηκε. Η κρίση που πλήττει την οικονομία του νησιού τη χρονιά αυτή κορυφώνεται με τη στάση πληρωμών που έκανε η Τράπεζα Μυτιλήνης, στην οποία ήταν κατατεθειμένες όλες οι οικονομίες των Λεσβίων και εθεωρείτο γενικά ένα πανίσχυρο οικονομικό ίδρυμα. Στην πτώχευση την παρέσυρε η προηγηθείσα οικονομική κατάρρευση του οίκου Ζαφειρόπουλου της Κωνσταντινούπολης με τον οποίο είχε συνδεθεί οικονομικά. Την Τράπεζα Μυτιλήνης προσπάθησε να στηρίξει μια μεγάλη αυστριακή τράπεζα. Οι διαπραγματεύσεις όμως ναυάγησαν και τελικά η τράπεζα κήρυξε πτώχευση. Το 1912 βρήκε το νησί με μαραζωμένη την οικονομία του. Το κλείσιμο των στενών που προκάλεσε η εμφάνιση του ιταλικού στόλου στο Αιγαίο έδωσε τη χαριστική βολή στο ήδη πληγωμένο εμπόριο. Οι σχέσεις των δύο κοινοτήτων του νησιού, των Χριστιανών και των Οθωμανών, κλονίστηκαν ανεπανόρθωτα. Οι Νεότουρκοι κατάφεραν να εξάψουν το φυλετικό μίσος και δεν έχαναν ευκαιρία για να κάνουν το χάσμα πιο βαθύ. Μέσα σ' αυτό το κλίμα ο εθνισμός ενισχύεται, ως αποτέλεσμα και της καλλιέργειάς του στα πλαίσια της παιδείας και της ελληνορθόδοξης Εκκλησίας. Η εμπορική αστική τάξη της Λέσβου ενστερνίζεται το ρεύμα του αλυτρωτισμού, όσο οι Νεότουρκοι σκληραίνουν την πολιτική τους, οι πωλήσεις των προϊόντων πέφτουν, το κόστος της ζωής ανεβαίνει και τα οικονομικά τους συμφέροντα θίγονται από το μποϋκοτάζ των αυστριακών και ελληνικών προϊόντων που επέβαλε η τουρκική διοίκηση. Σ' αυτή την κατάσταση βρήκαν τα απελευθερωτικά ελληνικά στρατεύματα το πριν λίγα μόλις χρόνια "αλτίν αντασί".


Βιβλιογραφία - Πηγές 1. Αναγνωστοπούλου Μ.. "Το Παραδοσιακό Κόσμημα της Λέσβου", περιοδ. "Λεσβιακά", τ. ΙΔ.. Μυτιλήνη 1993 2. Αναγνώστου Σταυράκη, "Η Λεσβιάς Ωδή", Σμύρνη 1850 (επανέκδοση. Αθήνα 1972) 3. Αναγνώστου Στρατή. "Συμβολή στη Μελέτη της Τουρκικής Εκπαίδευσης στη Λέσβο", περιοδ. "Αιολικά Φύλλα", τεύχ. 29. Μυτιλήνη 1993 4. Αναγνώστου Στρατή. "Ο Ευστράτιος I. Δράκος Περιγράφει τη Μυτιλήνη του 1907" περιοδ. "Λεσβιακά", τ. ΙΔ'. Μυτιλήνη 1993 5. Αναγνώστου Στρατή. "Τα Τηλεγραφεία στην Τουρκοκρατούμενη Λέσβο 18711912". περιοδ. "Φιλοτελική Λέσβος", τεύχ. 150. Μυτιλήνη 1993 6. Αναγνώστου Στρατή. "Λέσβος 1897 - 1901 - 1905" (βιβλίο υπό έκδοση)


7. Αναγνώστου Στρατής. Μια στατιστική του Οθωμανικού Υπουργείου της Παιδείας για τη Λέσβο του 1900 (Ανέκδοτη εργασία) 8. Αριστείδου Γ., "Τετραλογία Πανηγυρική", Αθήνα 1863 9. Αρχοντοπούλου Γ.. "Λέσβος ή Μυτιλήνη ήτοι Συνοπτική Ιστορία Πασών των Πόλεων και Κωμοπόλεων και Χωριών". Μυτιλήνη 1881 10. Αρχοντοπούλου Γ.. "Λεσβιακά ήτοι Ιστορική και Γεωγραφική Περιγραφή της Λέσβου", περιοδ. "Σαπφώ", πρώτος τόμος. Μυτιλήνη 1894 11. Βερναρδάκη Δημ., "Συνοπτική Ιστορία της Νήσου Λέσβου από των Αρχαιοτάτων Χρόνων μέχρι Σήμερα, Μέγας Οδηγός της Νήσου Λέσβου (1935 - 37)", Γ.Χ. Γαβριηλίδου. Αθήναι 12. Βρανά Ε., "Οι Εφορείες των Σχολείων επί Τουρκοκρατίας", περιοδ. "Λεσβιακές Σελίδες" 1950. Αθήνα 1950. 13. Γενικής Διοίκησης Νήσων Αιγαίου. "Διάφοροι Μελέται περί των Νήσων. Α' Λέσβος". Μυτιλήνη 1913 14. Δήμου Φ. (Δ. Παροδίτη), "Ιστορία της Τουρκοκρατούμενης Λέσβου", Μυτιλήνη 1931 15. Δρακάκης Ανδρ., "Τοσκανοί Πειρατές στο Αιγαίο", Δελτίο Ι.Ε.Ε.Ε., τ. 28ος, Αθήνα 1985 16. Εκδοτικής Αθηνών. "Ιστορία του Ελληνικού Έθνους". τ.Ι.. Αθήνα 1974 17. Εκδοτικής Αθηνών. "Ιστορία του Ελληνικού Έθνους", τ. ΙΑ', Αθήνα 1975 18. Εκδοτικής Αθηνών. "Ιστορία του Ελληνικού Έθνους", τ. ΙΔ'. Αθήνα 1977 19. Ελευθεριάδη Μ.. "Η Πνευματική Λέσβος". "Λεσβιακόν Ημερολόγιον 1950". Μυτιλήνη 1950 20. Ελευθεριάδη Μ.. "Ο Τύπος και το Πνεύμα στα Χρόνια της Σκλαβιάς", περιοδ. "Λεσβιακά", τ. ΣΤ'. Μυτιλήνη 1973 21. "Ημερολόγιο Νομαρχίας Αρχιπελάγους" (1301). 1883 84 22. "Ημερολόγιον και Οδηγός της Σμύρνης και των Πέριξ Πόλεων και Νήσων του Έτους 1889". Σμύρνη 1888 23. Καμπούρη Ζ . 'Τα Τελευταία Χρόνια της Τουρκοκρατίας στη Λέσβο", περιοδ. "Λεσβιακά", τομ. Δ'. Μυτιλήνη 1962 24. Καμπούρη Ζ.. "θεομηνίες στη Λέσβο το 19ο Αιώνα". Μυτιλήνη 1978 25. Καρδαράς Χρ.. "Η Ίδρυση του Υποπροξενείου της Μυτιλήνης (1834 - 1846)". περιοδ. "Λεσβιακά", τ. ΙΔ'. Μυτιλήνη 1993 26. Κλεομβρότου Ιακώβου, "Η Παιδεία εν Λέσβω κατά τους Χρόνους της Τουρκοκρατίας, περιοδ. "Ποιμήν", τεύχ. Ιουλ. - Αυγ. 1948. Μυτιλήνη 27. Κλεομβρότου Ιακώβου. "Η Φιλανθρωπία εν Λέσβω κατά τους Χρόνους της Τουρκοκρατίας, περιοδ. "Ποιμήν", τευχ. Ιουλ. - Αυγ. 1948. Μυτιλήνη 28. Κλεομβρότου Ιακώβου. "Συνοπτική Ιστορία της Εκκλησίας της Λέσβου". Μυτιλήνη 1984 29. Κοντή I., "Λεσβιακό Πολύπτυχο". Αθήνα 1987 30. Κοντούλης Όμηρος. "Αναδρομές, μέρος Δ'". Εφ. "Αιολικά Νέα" 14-11-1990 31. Κούκου Ε., "Ο Θεσμός της Αυτοδιοίκησης στο Χώρο του Αιγαίου κατά την Τουρκοκρατία". Δελτίο Ι.Ε.Ε.Ε.. τ. 30ός. Αθήνα 1987 32. Μουτζούρη I., "Η Λέσβος και η Ελληνική Επανάστασις". Μυτιλήνη 1955


33. Μπίνος X.. 'Τα Ξένα Ταχυδρομικά Γραφεία στη Μυτιλήνη, την Εποχή της Τουρκοκρατίας", περιοδ. "Λεσβιακά", τ. ΣΤ'. Μυτιλήνη 1973 34. Newton C, "Περιγραφή της Μυτιλήνης", περιοδ. "Λεσβιακά", τ. Ζ'. Μυτιλήνη 1978 35. Παπαδέλλη Ν.. "Η Λέσβος κατά τους Τρεις Πρώτους Αιώνες της Τουρκοκρατίας". Μυτιλήνη 1977 36. Παπάζογλου Ιγν., "Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 και το Πρώτο Αυτής Ναυτικό Κατόρθωμα". Μυτιλήνη 1977 37. Παπουτσάνη I.. "Φορολογικά και Διοικητικά Νομοθετήματα του 18ου αιώνα για τη Λέσβο", περιοδ. "Λεσβιακά", τ. ΙΒ'. Μυτιλήνη 1989 38. Παρασκευαϊδη Π., "Οι Περιηγητές για τη Λέσβο". Μυτιλήνη 1983 39. Παρασκευαϊδη Π., "Το Κάστρο της Μυτιλήνης", Μυτιλήνη 1990 40. Παρασκευαϊδη Π.. "Η Λέσβος κατά την Τουρκοκρατία". Μυτιλήνη 1991 41. Σαμάρα Π.. "Επιδρομές στη Λέσβο". Μυτιλήνη 1934 42. Σαμάρα Π., "Η Μυτιλήνη το ΙΘ' Αιώνα", περιοδ. "Ποιμήν", τευχ. Οκτ. - Νοέμ. 1941. Μυτιλήνη 43. Σαμάρα Π.. "Κουλαξίζηδες". Μυτιλήνη 1946 44. Σαμάρα Π., "Η Εκπαίδευση στη Λέσβο". Μυτιλήνη 1948 45. Σαμάρα Π., "Ο Μυτιλήνης Μελέτιος", περιοδ. "Ποιμήν", τεύχ. Ιαν. - Μαρτ. 1949. Μυτιλήνη 46. Σαμάρα Π . "Ο Χασάν Πασάς Τζεζάερλη και η Μυτιλήνη". Μυτιλήνη 1952 47. Σαμάρα Π.. "Αι συντεχνίαι", "Λεσβιακόν Ημερολόγιον 1954". Μυτιλήνη 1954 48 Σαμάρα Π.. "Η Μυτιλήνη κατά το ΙΘ' Αιώνα", περιοδ. "Λεσβιακά", τ. ΙΓ'. Μυτιλήνη 1959 49. Σαρδελή Κ.. 'Το Συναξάρι του Γένους". Αθήνα 1974 50. Σαρρή Ν.. "Οσμανική Πραγματικότητα", τομ. 1. Αθήνα 51. Σαρρή Ν.. "Οσμανική Πραγματικότητα", τομ. 2. Αθήνα 52. Σαρρή Ν.. "Προεπαναστατική Ελλάδα και Οσμανική Πραγματικότητα". Αθήνα 1993 53. Σιφναίου Ρ., "Στοιχεία για την Οικονομία και την Κοινωνία της Λέσβου το 19ο Αιώνα", περιοδ. "Λεσβιακά", τ. ΙΒ'. Μυτιλήνη 1989 54. Σιφναίου Ρ.. Οι εμπορικές σχέσεις και η οικονομική ανάπτυξη της Λέσβου το 19ο αιώνα. Εφημ. "ΕΜΠΡΟΣ" 7-3-1996 και 14-3-1996 55. Σιφναίου Ρ.. Η Λέσβος το 2ο Μισό του 19ου Αιώνα μέσα από τις Προξενικές Αλληλογραφίες", περιοδ. "Λεσβιακά", τόμ. ΙΓ'. Μυτιλήνη 1991 56. Συναρέλλη Μαρία. "Δρόμοι και Λιμάνια στην Ελλάδα 1830 - 1880". Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα ΕΤΒΑ. Αθήνα 1989 57. Τάξη Σ.. Συνοπτική Ιστορία της Λέσβου και Τοπογραφία Αυτής". Κων/πολη 1874 58. Τάξη Σ.. "Συνοπτική Ιστορία και Τοπογραφία της Λέσβου", Κάιρο 1909 59. Φίνλεϋ Γ.. "Ιστορία της Τουρκοκρατίας και της Ενετοκρατίας στην Ελλάδα", Αθήνα 1972 60. Φουντούλη I.. "Η Περιγραφή της Λέσβου" του Μητροπολίτου Μηθύμνης. Γαβριήλ Σουμαρούπα (1618 - 24/2/1621)", Μυτιλήνη 1993 61. Χαμουδόπουλου Μ.. "Γεωγραφία προς Χρήσιν του Σχολείου", τεύχ. 5ο. Κων/λη 1882


Η ΛΕΣΒΟΣ ΑΠΟ ΤΟ 1912 ΩΣ ΤΟ 1944 ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ I. Από το 1912 ως τη Μικρασιατική Καταστροφή

1. Η ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ

Ο

ι Λέσβιοι αντίκρισαν το 1912 με συναισθήματα αισιοδοξίας, γιατί διέβλεψαν ότι ο νέος κυβερνήτης της Ελλάδας ο Ελ. Βενιζέλος, θα υλοποιούσε τα οράματα του έθνους. Συγχρόνως όμως αγωνιούσαν για την τύχη τους εξαιτίας της πολιτικής των Νεοτούρκων, αλλά και της εμφάνισης του ιταλικού στόλου στα χωρικά ύδατα της Λέσβου. Η Ιταλία που είχε κηρύξει τον πόλεμο κατά της Τουρκίας από το 1911 απέβλεπε στην κατάληψη της Χίου και της Λέσβου, για να μπορεί να απειλεί αποτελεσματικά την Τουρκία. Τότε η τουρκική διοίκηση της Λέσβου άρχισε να αντιδρά σπασμωδικά. Τον Ιανουάριο ενώ προχωρεί σε τοπική επιστράτευση, αδυνατεί να εμπεδώσει την τάξη και την πειθαρχία στους μουσουλμάνους στρατιώτες που λιποτακτούν φεύγοντας προς τις οικογένειές τους στην Ανατολή. Επίσης με την αλλαγή του εκλογικού νόμου και των εκλογικών περιφερειών οι ιθύνοντες Νεότουρκοι του Κομιτάτου προσπαθούν να μην εκλεγεί Έλληνας βουλευτής από τη Λέσβο στην Τουρκική Εθνοσυνέλευση του 1912. Αλλά και εκεί αποτυχαίνουν, αφού εκλέχτηκε ο Δημήτριος Σάββας, δικηγόρος από το Μόλυβο. Εντωμεταξύ οι ειδήσεις του βομβαρδισμού των Δαρδανελίων από τον Ιταλικό στόλο και της απόβασης Ιταλών στρατιωτών στη Ρόδο προκαλούν τη μαζική φυγή των μουσουλμάνων γυναικοπαίδων από τη Λέσβο προς τη Μ. Ασία. Η οικονομία του νησιού ολοένα και χειροτέρευε. Τα πλοία διέκοψαν τα δρομολόγιά τους. Οι τιμές των τροφίμων καθημερινά ανέβαιναν. Ο Γάλλος υποπρόξενος στη Μυτιλήνη Απόστολος Σημαντήρης έγραφε στο φίλο


του El Quiffay που διαμένει στο Παρίσι «Αντικρίζουμε το μέλλον με κάποια ανησυχία». Τους Τούρκους αξιωματούχους τους έχει καταλάβει πανικός. Συνεχώς αλλάζουν τις διατάξεις του σχεδίου αντίστασης σε ενδεχόμενη απόβαση των Ιταλών. Ασπρόμαυρες σημαίες υψώνονται στο Νοσοκομείο, στις εκκλησίες και στα τζαμιά για αποφυγή βομβαρδισμού αυτών των κτιρίων. Η προσπάθεια των Τούρκων να φράξουν με ογκόλιθους το στόμιο του κόλπου της Καλλονής, για να εμποδίσουν την είσοδο του ιταλικού στόλου, αποτυχαίνει λόγω των μεγάλων θαλασσίων ρευμάτων που αναπτύσσονται εκεί. Ακόμη η τουρκική κυβέρνηση με την άστοχη και απερίσκεπτη πολιτική της ξυπνά και θερμαίνει το μίσος των Χριστιανών εναντίον των μουσουλμάνων, αφού επιτρέπει στην Χωροφυλακή να συναγωνίζεται τους άτακτους Τούρκους σε βιαιότητες. Τα μεγαλύτερα θύματα ήταν εκείνοι οι Χριστιανοί που μετέφεραν τρόφιμα και πολεμοφόδια για τις ανάγκες του Τουρκικού στρατού. Εκτός απ' το βάναυσο τρόπο, με τον οποίο τους μεταχειρίζονται, τους υποχρεώνουν αμισθί να υπερφορτώνουν τα ζώα και τους αραμπάδες τους. Τακτικοί και άτακτοι στρατιώτες δημιουργούν συνεχώς επεισόδια στη Φίλια, στο Σκουτάρο, στην Πέτρα, στο Μανταμάδο, στα Τελώνια και σ' αυτή ακόμη τη Μυτιλήνη και τα περίχωρά της. Το αίμα τρέχει άφθονο σ' όλο το νησί. Το τελευταίο επεισόδιο με θύμα το Δ. Πιτσιλαδή, πατέρα 5 ορφανών παιδιών, έγινε στο Πλωμάρι στις 28 Οκτωβρίου. Χάρη όμως στη κεραυνοβόλο ενέργεια του δημοφιλούς Καϊμακάκη Πλωμαρίου Μπαχάμπεη αποσοβήθηκε μια μεγαλύτερη αιματοχυσία. Στην Πηγή, στον Πολιχνίτο, στο Λισβόρι, στο Σκόπελο, στους Λάμπου Μύλους, στα Μιστεγνά, στα Γέλια οι λεηλασίες και οι ξυλοδαρμοί ήταν σύνηθες φαινόμενο. Εικονίσματα στην Αγία Παρασκευή καταστρέφονται, ενώ στην Ανεμότια κακοποιούνται οι δημογέροντες. Μάταια διαμαρτύρονται ο Δεσπότης και οι δημογέροντες, τόσο στις τοπικές αρχές, όσο και στην Κων/πολη. Επίσης, ο Πολιτικός Διοικητής (μουτασαρρίφης) Λέσβου Φαΐκ Αλή ξαναθυμάται το ζήτημα της γλώσσας στα επίσημα έγγραφα, γι' αυτό επιστρέφει στη Μητρόπολη έγγραφο γραμμένο ελληνικά με τη σημείωση "απαράδεκτο". Ο Μητροπολίτης Κύριλλος Α' ως ένδειξη διαμαρτυρίας διακόπτει κάθε αλληλογραφία αλλά και επικοινωνία με τη Διοίκηση. Η εφημερίδα "Σάλπιγξ" με το κύριο άρθρο της που είχε το τίτλο "Το γλωσσικόν" ξεσπαθώνει καταγγέλλοντας «Σήμερον μάλιστα ότε η Κυβέρνησις μας, ισχυρίζεται ότι θα σεβασθή τα δίκαια των Εθνοτήτων, προέβη δι' εις παραχωρήσεις σοβαρωτάτας προς τους Αλβανούς, δικαιούμεθα να απαιτήσωμεν και ημείς, ου μόνον τον Σεβασμόν προς το δικαίωμα της I. Μητροπόλεως του ν' αλληλογραφή ελληνιστί, αλλά και να αποκατασταθή


το αρχαίον προνόμιον της χρήσεως της ελληνικής επί Δικαστηρίου». Μέσα σ' αυτή την αναταραχή μερικοί θερμόαιμοι βιάζονται ν' αδράξουν τα όπλα για επανάσταση. Αμέσως ο Δεσπότης αντιδρά κατευναστικά και γυρνώντας στην επαρχία συνιστά υπομονή και εγκαρτέρηση. Οι τουρκικές αρχές για να αποδυναμώσουν ακόμη περισσότερο το ελληνικό στοιχείο του νησιού και για να εισπράξουν χρήματα, προχωρούν σε νέα επιστράτευση των νέων, επειδή γνωρίζουν ότι όλοι οι στρατεύσιμοι θα δωροδοκήσουν τους κρατικούς υπαλλήλους για να φύγουν στο εξωτερικό. Το Σεπτέμβριο 1912 έρχεται στη Μυτιλήνη με τον τίτλο του Βαλή (Νομάρχη) Αιγαίου μεταφέροντας την έδρα του βιλαετίου του Αρχιπελάγους από τη Ρόδο στη Μυτιλήνη, ο Εκρέμ Μπέης, άνθρωπος πλατιάς μόρφωσης και φιλελεύθερων αρχών, για να κατευνάσει τα πνεύματα και να θέσει φραγμό στις ατασθαλίες και τα επεισόδια που δημιουργούσαν οι Νεότουρκοι. Ο νέος Βαλής, που ο Μυτιληναϊκός λαός τον υποδέχτηκε φιλικά, αμέσως αντικατέστησε το φανατικό νεότουρκο Φαΐκ Ααλή, πολιτικό διοικητή, από τον αρμενικής καταγωγής Εράμ και επέβαλε την τάξη και την ηρεμία στο νησί. Το βαλκανικό όμως μέτωπο Ελλάδος, Βουλγαρίας, Σερβίας, Μαυροβουνίου κατά της Τουρκίας είναι γεγονός. Η χώρα μας αναδιοργανωμένη και με ισχυρό στρατό στις 5 Οκτωβρίου 1912 ρίχνεται στον αγώνα για την απελευθέρωση του αλύτρωτου Ελληνισμού. Αμέσως μετά την κήρυξη του πολέμου ο Μητροπολίτης απηύθυνε εγκύκλιο προς το ποίμνιό του που δημοσιεύτηκε στις εφημερίδες και διαβάστηκε σ' όλες τις εκκλησίες προσπαθώντας να προφυλάξει τους Χριστιανούς του νησιού από άκαιρους και άσκοπους ενθουσιασμούς και τυχόν πράξεις αντεκδίκησης. «Συνιστώμεν όπως έκαστος καταγίνεται αθορύβως περί το έργον αυτού, απαθώς και ψυχραίμως αναμένων την έκβασιν των γεγονότων και δεύτερον υπ' όψιν έχοντες την επί πολλούς ήδη αιώνας αδελφικήν συμβίωσιν μετά των συμπατριωτών μας μουσουλμάνων, οφείλομεν έτι πλέον κατά τας εκτάκτους ταύτας και δυσχερείς περιστάσεις να καταστήσωμεν στενότερον τον δεσμόν της προς αυτούς αδελφικής αγάπης και συμπαθεί ας και ουδεμία πράξις, έστω και η ελαχίστη, να λάβη χώραν, δυναμένη να θέση εν αμφιβάλω τας ειλικρινείς ημών αδελφικός διαθέσεις προς τους συμπατριώτας Τούρκους» (εφημερίδα "Σάλπιγξ" 9-10-1912). Ο τουρκικός πληθυσμός της Λέσβου, που αριθμούσε 20.000, θορυβημένος από τη μετακίνηση μεγάλου μέρους των στρατιωτικών δυνάμεων από το νησί στα απέναντι παράλια της Μ. Ασίας, άρχισε να φεύγει, πρώτα από τη Θερμή, έπειτα από την πόλη και τα βόρεια χωριά, για την Ανατολή. Ταυτόχρονα παρατηρήθηκε αθρόα λιποταξία των Λεσβίων Χριστιανών που είχαν επιστρατευθεί. Από τους 400 που υπηρετούσαν δεν έμειναν


περισσότεροι από 80. Έτσι η στρατιωτική δύναμη των Τούρκων που απέμεινε στο νησί αριθμούσε 2.000 στρατιώτες. Όσο όμως ο ελληνικός στρατός προχωρούσε προς τη Μακεδονική πρωτεύουσα, τόσο ο λεσβιακός λαός έπαιρνε θάρρος. Επειδή διάφορες φήμες έφερναν την ελληνική κυβέρνηση διατακτική για την απελευθέρωση της Λέσβου και της Χίου, λόγω των αναγκών του Μακεδονικού μετώπου, γύρω από τον πρωτοσύγγελο Βασίλειο Κομβόπουλο (μετέπειτα Μητροπολίτη Δράμας) συγκροτήθηκε μια ομάδα που είχε στόχο να πιέσει την Ελληνική κυβέρνηση για να προχωρήσει στην κατάληψη του νησιού. Ψυχή αυτής της κίνησης ήταν ο Θρασύβουλος Μελανδινός, εμπορικός πράκτορας, που εξασφάλισε τη συμμετοχή πολλών οικονομικών και πολιτικών παραγόντων του τόπου όπως του Πέτρου Δ. Πετρέλλη και του Δημάρχου Μυτιλήνης Βασίλη Βασιλείου. Παρόμοια Επιτροπή συστάθηκε και στο Πλωμάρι με την επωνυμία "Κομιτάτο της απελευθερώσεως" από τον Μαλλιάκα Λαίλιο (αργότερα βουλευτή). Οι Επιτροπές αυτές με απεσταλμένους τους έρχονται σε επαφή με τον Ελληνικό στόλο, για να τον πληροφορήσουν σχετικά με τις θέσεις και την οργάνωση του Τουρκικού στρατού, αλλά και να πιέσουν τον Κουντουριώτη να καταλάβει το νησί. Στις έντονες επικλήσεις και τα μηνύματά τους δείχνουν την αδημοσύνη τους για την απόκτηση της λευτεριάς. Επειδή στις 17 Οκτωβρίου ο Ελληνικός στόλος εμφανίζεται στο κανάλι της Μυτιλήνης προκαλώντας το χαμόγελο στα χείλη των ραγιάδων, ο Δεσπότης, ο Μουφτής, ο Δήμαρχος και ο Μπεκήρ Μπέης εκ μέρους των ιθαγενών Τούρκων παρουσιάστηκαν στις 25 Οκτωβρίου στο Βαλή και ζητούν να αποσυρθεί ο στρατός από την πόλη στην περίπτωση εμφάνισης του Ελληνικού στόλου, αίτημα που γίνεται καταρχήν δεκτό. Ο Ελληνικός στρατός όμως έχει το πρόγραμμά του. Πρώτα θέλει να ολοκληρώσει την κατάληψη της Μακεδονίας και μετά να στραφεί στα νησιά του Αιγαίου. Τελικά όμως ύστερα από το μήνυμα του Ρουμάνου πρεσβευτή στο Παρίσι προς το Βενιζέλο, με υπόδειξη του Γάλλου πρωθυπουργού Κλεμανσώ, πως επίκειται ανακωχή, ο Έλληνας πρωθυπουργός στις 5 Νοεμβρίου απηύθυνε στον αρχιστράτηγο και διάδοχο του θρόνου Κωνσταντίνο το παρακάτω τηλεγράφημα: Έδεσσα 5 Νοεμβρίου 1912: «Παρακαλώ να μοι γνωρίσητε ως τάχιον εάν δυνάμεθα να διαθέσωμεν δύναμιν ενός Συντάγματος και μιάς πυροβολαρχίας εκ στρατού Θεσσαλονίκης δι' άμεσον κατάληψιν Μυτιλήνης και Χίου, ενδεικνυομένην εκ πολιτικών λόγων, κατόπιν τηλεγραφήματος Πρεσβείας μας εν Παρισίοις». Επειδή διαθέσιμες δυνάμεις δεν υπήρχαν, ο Διάδοχος έδωσε εντολή στον υποστράτηγο Καλλιάρη διοικητή της II μεραρχίας (στο Μακεδονικό μέτωπο) να διαθέσει την απαιτούμενη δύναμη "Σύνταγμα και Πυρ/χίαν".


Η άφιξη του Ελληνικού Στόλου στη Μυτιλήνη την 8η Νοεμβρίου 1912 (Φωτ. αρχείο Απόστ. Βαμβούρη)

Η δύναμη αυτή, αφού επιβιβάστηκε στο επίτακτο 'Πέλοψ", έφθασε στο Μούδρο το πρωί της 7ης Νοεμ. Παράλληλα νέα δύναμη ετοιμάστηκε από τα έμπεδα Αθηνών από το 1ο και το 7ο Σύνταγμα και τέθηκε κάτω από τις διαταγές του ταγματάρχη Μανουσάκη. Τις μεταμεσημβρινές ώρες της 7ης Νοεμβρίου απέπλευσαν από το Μούδρο με προορισμό τη Λέσβο τα θωρηκτό "Αβέρωφ", "Σπέτσαι", "Ύδρα" και "Ψαρά", τα αντιτορπιλλικά "Ιέραξ", "Νίκη" και "Ασπίς". τα παλιά τορπιλλοβόλα 12 και 14, το πλοίο εφοδιασμού "Κανάρης" και το επίτακτο "Πέλοψ". Επίσης πριν από μερικές ώρες είχαν φύγει από τον Πειραιά προς την ίδια κατεύθυνση τα δύο επίτακτα "Καλουτάς" και "Ισμήνη". Όλα αυτά τα πλοία βρέθηκαν μαζί έξω από το λιμάνι της Μυτιλήνης την 7η ώρα της 8ης Νοεμβρίου. Ενώ ο Στόλος έπλεε προς τη Λέσβο, την ίδια εκείνη νύχτα στη Μυτιλήνη ο Μητροπολίτης Κύριλλος αγρυπνούσε. Μυστικός απεσταλμένος του ναυάρχου, ο Ιωάννης Σκυβαλάκης μηχανικός που τον είχε αποβιβάσει στην περιοχή της Παναγιούδας το αντιτορπιλικό "Βέλος" έφερε στο Μητροπολίτη Μυτιλήνης Κύριλλο τη χαρμόσυνη αγγελία της έλευσης του Στόλου ανήμερα των Ταξιαρχών. Οι Τούρκοι γιόρταζαν τότε το Κουρμπάν Βαϊράμιον και αγνοώντας τη μεγάλη αυτή είδηση διασκέδαζαν ή κοιμούνταν ήσυχοι. Χάραζε η 8η Νοεμβρίου 1912 και ο σκλαβωμένος λαός,


Το θωρηκτό Αβέρωφ στον προλιμένα της Μυτιλήνης την 8η Νοεμβρίου 1912

που έμαθε το μυστικό από στόμα σε στόμα, παρέμεινε άγρυπνος να ζήσει τις ευτυχέστερες στιγμές της ζωής του. Το πρωί της 8ης Νοεμβρίου, εορτής των Ταξιαρχών, με την κραυγή "ήρθαν τα βαπόρια" βρίσκει τους Μυτιληνιούς κατεβασμένους στο λιμάνι και στο Κιόσκι ν' ακούν το εμβατήριο "Μαύρη είναι η νύκτα στα βουνά" από την μπάντα του Αβέρωφ που είχε πλησιάσει προς το Καστράκι (όπου σήμερα είναι το Άγαλμα της Ελευθερίας). Τα παραληρήματα ενθουσιασμού του πλήθους ήταν απερίγραπτα. Όλοι χαιρέτιζαν την πολυπόθητη μέρα της λευτεριάς, που τόσες γενιές ονειρεύτηκαν και περίμεναν, χωρίς όμως να ευτυχήσουν να τη δουν. Κωδωνοκρουσίες και χιλιάδες χαιρετιστήριοι πυροβολισμοί ακούγονταν από τα διάφορα σημεία της πόλης. Την ίδια στιγμή όλοι οι τοπικοί άρχοντες Έλληνες και Τούρκοι συσκέπτονταν στην έδρα του Βαλή Εκρέμ μπέη. Όμως από το θωρηκτό Αβέρωφ αποσπάσθηκε μια ατμάκατος που πλέει με λευκή σημαία ολοταχώς στο εσωτερικό του λιμανιού έχοντας αρχηγό του πληρώματος, το γνωστό και δημοφιλή πρώην πλοίαρχο της ατμοπλοΐας Χατζή Δαούτ και τότε αξιωματικό του Π. Ναυτικού Βασίλειο Καραμούζο και προσεγγίζει στο χώρο των διαβατηρίων (Κουμερκάκι). Ο Καραμούζος παρέδωσε το τελεσίγραφο του Ναυάρχου Κουντουριώτη. για παράδοση της πόλης εντός τριών ωρών, στο μουτασαρρίφη Εράμ


Μπέη. Αυτή την πρόταση όλοι την αποδέχτηκαν εκτός από το Στρατιωτικό Διοικητή του νησιού Αβδούλ Γκανή που ισχυρίστηκε ότι θα αντιτάξει άμυνα μέσα στην πόλη, άποψη που προκάλεσε τις ζωηρές διαμαρτυρίες των αντιπροσώπων και των δύο κοινοτήτων καθώς και των ξένιον κρατών. Ο Βαλής (Νομάρχης), επειδή βρέθηκε στη δυσάρεστη αυτή θέση εξαιτίας του μεγέθους της ευθύνης που αναλάμβανε, για να συμβιβάσει τις διιστάμενες απόψεις, πρότεινε τα εξής: 1. Να ζητηθεί εικοσιτετράωρη προθεσμία για να συνεννοηθεί με την Κυβέρνησή του. 2. Αν η προηγούμενη πρόταση δεν γινόταν αποδεκτή από τον Κουντουριώτη, να επιτραπεί στον τουρκικό στρατό με όλο τον εξοπλισμό να φύγει με αυστριακά πλοία ή με ελληνικά μεταγωγικά στη Σμύρνη. 3. Στην περίπτωση που απορριπτόταν και η πρόταση αυτή να επιτραπεί στη φρουρά της Μυτιλήνης που αποτελούνταν από 400 στρατιώτες να αποχωρήσει στο εσωτερικό του νησιού, για να αντιτάξει τη δέουσα άμυνα. Τις τρεις αυτές αντιπροτάσεις ανέλαβε στις 11.00 π.μ. να τις φέρει στο Ναύαρχο επιτροπή από το Μητροπολίτη Κύριλλο, το Βαλή, το Φρούραρχο και τους προξένους των ξένων δυνάμεων. Ο Κουντουριώτης, όπως αναμενόταν, απέρριψε ασυζητητί τις δύο πρώτες, ενώ για την τρίτη είπε ότι ο τουρκικός στρατός ήταν ελεύθερος να πράξει το καλύτερο γι' αυτόν, δηλώνοντας ότι θα περιμένει μια ώρα ακόμα, δηλ. μέχρι τις 12.30 μ.μ., για την παράδοση της πόλης και ύστερα θα διατάξει την αποβίβαση αγημάτων για την κατάληψή της. Ο ναύαρχος συμβιβάστηκε με την τρίτη πρόταση των Τούρκων, γιατί δεν ήθελε να συμβεί κάτι το δυσάρεστο στην ελληνική κοινότητα της πόλης και γιατί πίστευε ότι αποδιοργανωμένος πια ο τουρκικός στρατός και με κακή ψυχολογική κατάσταση, σύντομα θα αιχμαλωτιζόταν. Όλοι οι Έλληνες κάτοικοι της πόλης με αγωνία περίμεναν τη λήξη της προθεσμίας παράδοσης, για να υποδεχτούν τους ελευθερωτές τους, αφού προηγουμένως διέθεσαν τις φορτηγίδες και τις βάρκες τους στο στόλο για τις ανάγκες της απόβασης. Έτσι στις 12.30 άρχισε η αποβίβαση του στρατού σε διάφορα σημεία, στο λιμάνι, στην Πετρόσκαλα. στην τουρκική συνοικία της Επάνω Σκάλας. όπου είχε αράξει το θωρηκτό "Ψαρά". Το παραλήρημα του πλήθους δεν περιγράφεται. Οι νησιώτες που είχαν κατακλύσει την προκυμαία αγκάλιαζαν και φιλούσαν τους ελευθερωτές τους, ενώ αυτοί έπεφταν και φιλούσαν το χώμα. Από την Πετρόσκαλα, ένα άγημα με αρχηγό τον Καραμούζο ανέβηκε στο κλειστό θέρετρο του Βαλή στο Κιόσκι (παλαιά Νομαρχία) και από τον εξώστη που έβλεπε στη θάλασσα ύψωσε την ελληνική


Ο «Αβέρωφ» με άλλα πολεμικά του απελευθερωτικού στόλου, κοντά στο Καστρέλι την 8η Νοεμβρίου 1912

Έγχρωμη λαϊκή λιθογραφία της αποβάσεως των τμημάτων στρατού και αγημάτων του στόλου την 8η Νοεμβρίου 1912. (Βρίσκεται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο των Αθηνών, κτίριο παλιάς Βουλής Φωτογραφίες από το βιβλίο του Δ. Λεοντή "Η απελευθέρωση της Μυτιλήνης


σημαία, γεγονός που χαιρετίστηκε με 21 κανονιοβολισμούς του στόλου υπό τις επευφημίες και τα δάκρυα του λαού. Επίσης άλλο άγημα με διοικητή τον Κων/νο Μελά, νεότερο αδελφό του ήρωα και μάρτυρα Παύλου Μελά, κατέλαβε το Διοικητήριο (σημερινό Υπουργείο Αιγαίου) υψώνοντας την ελληνική σημαία, ενώ κατά την έξοδο του Τούρκου Βαλή και του Μουτασαρρίφη, που παραδόθηκαν, απέδωσε τις οφειλόμενες στο βαθμό τους τιμές. Το γεγονός αυτό έκλεισε τον κύκλο τετρακοσίων πενήντα χρόνων. αφότου ο τελευταίος γενοβέζος άρχοντας Νικόλαος Γατελούζος παρέδιδε την πόλη στο Μωάμεθ τον Πορθητή. Οι Εκρέμ βέης και Εράμ βέης συνελήφθησαν ως πολιτικοί αιχμάλωτοι και αργότερα μεταφέρθηκαν στην Αθήνα, απ' όπου ο Εκρέμ βέης έγραψε αργότερα ευχαριστήριο επιστολή στον Κ. Μελά για την ευγενική συμπεριφορά του και την ανθρώπινη μεταχείριση που έτυχε. Εντωμεταξύ τα στρατεύματα, που αποβιβάστηκαν, κατέλαβαν τα δεσπόζοντα υψώματα της πόλης και στρατοπέδευσαν πάνω στο λόφο της Αγίας Κυριακής. Μέρος επίσης του στρατού, καταυλίστηκε στο Γυμνάσιο και τ' άλλα ελληνικά σχολεία. Γενικά η ελληνική δύναμη κατοχής στις 8 Νοεμβρίου 1912 αριθμούσε 1096 στρατιώτες του τάγματος Μανουσάκη και 300 περίπου πεζοναύτες του αγήματος Κ. Μελά. Τότε ο Παύλος Κουντουριώτης κοινοποίησε το ακόλουθο διάγγελμα στο Λεσβιακό λαό.

ΕΝ ΟΝΟΜΑΤΙ ΤΗΣ Α.Μ. ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΤΟΥ Α' ΗΜΕΙΣ Ο ΥΠΟΝΑΥΑΡΧΟΣ ΠΑΥΛΟΣ ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΗΣ Αρχηγός του στόλου του Αιγαίου ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΚΑΤΟΙΚΟΥΣ ΤΗΣ ΝΗΣΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ

Διακηρύσσομεν και διατάσσομεν: 1) Η Νήσος Μυτιλήνη μεθ' όλων των εν αυτή πόλεων, κωμών και συνοικισμών, μετά των λιμένων και ακτών αυτής κατελήφθη υφ' ημών και διατελεί από τούδε εις την κατοχήν μας. 2) Αι εν τη Νήσω Οθωμανικοί Αρχαί εκτός των υπαλλήλων τοπικής διοικήσεως καθαιρούνται, την εξουσίαν δε αυτών θ' ασκή ο Διοικητής του Αγήματος της κατοχής Ταγματάρχης Μανουσάκης ον διορίζομεν Επίτροπον ημών. Η Νήσος κηρύσσεται ολόκληρος εις κατάστασιν πολιορκίας κατά τον


ΔΞΘ Νόμον και τα εκτελεστικά αυτού Β. Διατάγματα, καθιδρύεται δε εν τη πόλει της Μυτιλήνης έκτακτον Στρατοδικείον αρμόδιον δι' όλην την Νήσον. 3) Ο Επίτροπος ημών έχει την εξουσίαν να χρησιμοποιήση διά την διοίκησιν τούς ήδη υπάρχοντας Οθωμανούς υπαλλήλους, δύναται όμως και ν' αντικαθιστά αυτούς κατά τας ανάγκας και το συμφέρον της υπηρεσίας. 4) Πάσα πράξις ή απόπειρα πράξεως θέτουσα εις κίνδυνον την ασφάλειαν του Στρατού της κατοχής, του στόλου ή και εν γένει τα συμφέροντα της Ελλάδος θα δικάζεται στρατιωτικώς ως έγκλημα εσχάτης προδοσίας και θα τιμωρήται με θάνατον 24 ώρας μετά την απόφασιν. Η παρούσα θέλει κοινοποιηθή εις τους κατοίκους της Νήσου τη μερίμνη του Επιτρόπου ημών. Εν όψει Μυτιλήνης και από του θωρηκτού "Γ. Αβέρωφ". τη 8 Νοεμβρίου 1912 Ο Υποναύαρχος Αρχηγός Στόλου Παύλος Κουντουριώτης

Αλλά και ο Κων/νος Μελάς. ως στρατιωτικός διοικητής Λέσβου, απηύθυνε την εξής προκήρυξη στο λαό της Μυτιλήνης.

ΠΡΟΚΗΡΥΞΙΣ Προς τον λαόν της πόλεως Μυτιλήνης

Αναλαμβάνων τα καθήκοντα του στρατιωτικού και πολιτικού Διοικητού της πόλεως παραγγέλλω όπως εντός εικοσιτετραώρου από της τοιχοκολλήσεως της παρούσης προκηρύξεως άπαντες οι πολίται ανεξαρτήτως θρησκεύματος και εθνικότητος καταθέσουν τα όπλα αυτών οιαδήποτε και αν ώσιν αυτά. Η παρουσία Ναυτικού Αγήματος του Βασιλικού Ναυτικού της Ελλάδος είναι εγγύησις επαρκής διά την τάξιν. Επικαλούμεν το εθνικόν φρόνημα των χριστιανών κατοίκων όπως αποφύγουν πάσαν διένεξιν μετά των Οθωμανών συμπολιτών των. Απαιτώ όπως ο Ελληνικώτατος λαός της Μυτιλήνης αποδείξη ότι εμφορείται υπό των εμφύτων ευγενών και μεγαλοψύχων αισθημάτων της φυλής μας. Υπομιμνήσκω εις πάντας ότι ευρισκομένης της πόλεως υπό Στρατιωτικήν κατοχήν θα λειτουργήση ο Στρατιωτικός Νόμος αμείλικτος κατά


παντός διαταράσσοντος την δημοσίαν τάξιν και μη καταθέσοντος τα όπλα εν τη ταχθείση προθεσμία εν τω Διοικητηρίω. Ο Στρατιωτικός και Πολιτικός Διοικητής Μυτιλήνης Κ. ΜΕΛΑΣ

Εν Μυτιλήνη τη 8 Νοεμβρίου 1912

Ενώ ο Ελληνικός στρατός φύλαγε τις εισόδους της πόλης, ο αρχηγός του. ταγματάρχης Μανουσάκης επέτρεψε, λόγω έλλειψης των απαραίτητων στρατιωτικών μέσων, στον Αβδούλ Γκανή. διοικητή του τουρκικού στρατού, μέσω "Ουτζάς" να κατευθυνθεί στο εσωτερικό του νησιού και να οργανώσει την άμυνά του. Το βράδυ της 8ης Νοεμβρίου η πόλη φωταγωγήθηκε και γιόρτασε μ' ακράτητο ενθουσιασμό τη λευτεριά της. Ο στόλος όμως αναχώρησε με στόχο την απελευθέρωση της Χίου, εκτός από τα πλοία "Εσπερία". "Μακεδονία", "Νέα Γενεά" και "Κεραυνός" που μόλις είχαν καταπλεύσει στο λιμάνι από εντεταλμένη υπηρεσία. Στις 9 Νοεμβρίου επικρατούσε στη Μυτιλήνη η ίδια πολεμική ατμόσφαιρα και δε σημειώθηκε καμιά μετακίνηση του ελληνικού στρατού.

Ο ελληνικός στρατός στην Προκυμαία της Μυτιλήνης την 9η Νεομβρίου 1912


Αυτόματα η Λέσβος διαιρέθηκε σε δύο επικράτειες. Στη μια, στη Μυτιλήνη και τα περίχωρά της, κυριαρχούσαν οι Έλληνες, αντίθετα στην άλλη, σ' όλο το υπόλοιπο νησί, οι Τούρκοι. Τότε εκτός από τη Μυτιλήνη όλα τα χωριά υπέφεραν από τα παραστρατιωτικά τμήματα των Χριστιανών και περισσότερο των Μουσουλμάνων. Τη δεύτερη μέρα της κατοχής έφτασε στην Πέτρα το τορπιλλοβόλο αριθμ. 14 με πλοίαρχο τον Π. Αργυρόπουλο και διαβεβαίωσε τους ενθουσιασμένους για την απελευθέρωσή τους κατοίκους ότι θα παρέμενε εκεί μέχρι την έλευση του Στρατού Ξηράς. Τη νύκτα όμως το τορπιλλοβόλο, μετά από τη λήψη σήματος για ένταξή του σε νηοπομπή, έφυγε εγκαταλείποντας απροστάτευτους τους άτυχους κατοίκους. Τότε οι Τούρκοι χωροφύλακες ξαναγύρισαν κι άρχισαν τις συλλήψεις. Ο Ελευθέριος Τατάς, ένας από τους συλληφθέντες, υπέκυψε από τα βασανιστήρια των Τούρκων. Δεν περιορίστηκαν οι Τούρκοι μόνο σ' αυτά, αλλά υποχρεώνοντας τους κατοίκους να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και ν' ανοίξουν την αγορά επιδόθηκαν απερίσπαστοι στη λεηλασία που κράτησε ένα μήνα. Την ίδια μέρα, 9 Νοεμβρίου, επειδή μοίρα ελληνικών ευδρόμων βομβάρδισε το Μόλυβο καταβυθίζοντας 3 πλοιάρια που βρίσκονταν στο λιμανάκι και καταστρέφοντας 2 κτίρια του τουρκικού δημοσίου, οι φενταήδες (άτακτοι μουσουλμάνοι) εξαγριώθηκαν και για αντεκδίκηση άρχισαν την κακοποίηση των πολιτών. Μάλιστα παρ' ολίγο θα σκότωναν τον εκπρόσωπο της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης Δημ. Σάββα, αν δεν τον έσωζε ο Τούρκος λοχίας Μουσταφάς. Το Σάββατο - 10 Νοεμβρίου - τμήματα του ναυτικού αγήματος της Μυτιλήνης επιβιβάστηκαν στο εύδρομο "Μακεδονία" και κατέλαβαν το Πλωμάρι, που όμως ήδη με δικά του μέσα είχε διώξει την τουρκική φρουρά, δηλαδή τους 55 στρατιώτες και 8 χωροφύλακες. Στη συνέχεια αντάρτικο σώμα από το Πλωμάρι υπό τον οπλαρχηγό Εμμ. Σιταρά έρχεται στην Αγιάσο, για να συλλάβει τους Τούρκους χωροφύλακες. Μετά όμως από την προτροπή της τοπικής δημογεροντίας αναχώρησε, για να μη θίξει το φιλότιμο των παληκαριών της Αγιάσου, που λίγο αργότερα πραγματοποίησαν με επιτυχία αυτό το εγχείρημα. Την ίδια μέρα αναλαμβάνει τα καθήκοντα του Πολιτικού Διοικητή Λέσβου ο Ξεν. Στελλάκης, άλλοτε πρόξενος στη Σμύρνη. Την Κυριακή 11 Νοεμβρίου έγινε πανηγυρική δοξολογία στον Μητροπολιτικό Ναό, χοροστατούντος του Μητροπολίτου Κυρίλλου. Ωραίους και συγκινητικούς πανηγυρικούς λόγους εκφώνησαν ο Μητροπολίτης και ο Γυμνασιάρχης, φιλόλογος Εμμ. Δαυίδ, ενώ στον περίβολο του ναού απαγγέλθηκαν ποιήματα από μαθητές των σχολείων μέσα σε άκρατο


Ο Γυμνασιάρχης Εμ. Δαυίδ εκφωνεί τον πανηγυρικό λόγο για την απελευθέρωση της Μυτιλήνης έξω από το Μητροπολιτικό Ναό στη δοξολογία της 11ης Νοεμ. 1912 (Φωτ. αρχείο Απόστ. Βαμβούρη)

ενθουσιασμό του πλήθους. Την ίδια μέρα η ελληνική διοίκηση της νήσου πήρε το πρώτο οικονομικό μέτρο σημαίνοντας στα τουρκικά γραμματόσημα την προσθήκη των λέξεων "Ελληνική Κατοχή Μυτιλήνης", πράξη που επέφερε αρκετά έσοδα στο Δημόσιο ταμείο, αφού οι σειρές που κυκλοφόρησαν έγιναν ανάρπαστες. Τη Δευτέρα 12 Νοεμβρίου καταλύονται οι τουρκικές αρχές του Πολιχνίτου. Επίσης αυτές τις μέρες αποφασίστηκε από την πολιτική και στρατιωτική διοίκηση της Μυτιλήνης η συγκρότηση της Πολιτοφυλακής από εθελοντές νέους με εκπαιδευτές υπαξιωματικούς του ναυτικού αγήματος. Οι νέοι αυτοί εξασφαλίζοντας στολή και υπόδηση με δικά τους έξοδα και οπλισμένοι με όπλα Γκρα εκτελούσαν υπηρεσία στους αστυνομικούς σταθμούς και τα φυλάκια, ενώ με τις νυκτερινές περιπολίες στους δρόμους της Μυτιλήνης εξασφάλιζαν την τάξη. Η δύναμή της έφτασε τους 300 και διαλύθηκε στις 18 Δεκεμβρίου 1912. Οι νέοι αυτοί κατά την έκφραση του Πολιτικού Διοικητή Στελλάκη "ήσαν της εκλεκτοτέρας, μερίδος της κοινωνίας σε μόρφωση και καλλιέργεια". Για την ιστορία αναφέρουμε μερικά ονόματα από αυτούς τους νέους: Αρχηγός Πέτρος Ραπίτης. Μέλη: Δημήτριος Σβορώνος. Σπύρος


Τολιάτος, Θεμ. Ελευθεριάδης, Αριστ. Νιάνιας, Ευάγγελος και Απόστολος Αποστόλου. Τρεις μέρες αργότερα η Δημογεροντία της Γέρας κατέλυσε τις εκεί οθωμανικές αρχές και ύψωσε την ελληνική σημαία. Όμως οι άτακτοι Έλληνες προέβησαν σε έκτροπα εναντίον των Τούρκων. Τότε σκοτώθηκε ο φίλος των Χριστιανών "Κόμιλης" από τον ιερωμένο Παπά-Ιωάννη. Το δολοφόνο όμως συνέλαβαν οι ίδιοι οι κάτοικοι της Γέρας και τον παρέδωσαν στις Αρχές, από τις οποίες καταδικάστηκε. Βέβαια οι φενταήδες, "μπασιμπουζούκοι" όπως αποκαλούσε ο λαός τους παραστρατιωτικούς Τούρκους, σκορπούν τον τρόμο στα βόρεια χωριά του νησιού, στο Μανταμάδο, όπου σκοτώνουν τρεις χωριανούς, στη Συκαμιά, στο Μεσότοπο, την Ερεσό, τα Τελώνια, τη Φτερούντα, τα Παράκοιλα και προπάντων στην Πέτρα, όπου το πρωί της 4ης Δεκεμβρίου λόγω της πυρκαγιάς που προκάλεσαν τα πυροβόλα του ελληνικού στόλου, προβαίνουν σε νέες λεηλασίες. Τότε σκοτώθηκαν ο Γεώργιος Φωτιάδης Κυριακού και ο Νικόλαος Μαλλίδης και τραυματίστηκε ο νομομαθής Νικ. Ελευθεριάδης, ενώ 1.000 γυναικόπαιδα έντρομα αναζήτησαν τη σωτηρία τους πάνω στο οπλιταγωγό "Αθήναι" που ήταν αγκυροβολημένο ανοικτά της Πέτρας. Το μεγαλύτερο μέρος του νησιού βρισκόταν κάτω από την εξουσία του τουρκικού στρατού, ο οποίος αδυνατούσε να επιβάλλει την τάξη στην επικράτειά του. Αμέσως μετά την κατάληψη της πόλης της Μυτιλήνης ο τουρκικός πληθυσμός της υπαίθρου βλέποντας το στρατό του να ανασυντάσσεται στα ενδότερα του νησιού με πτοημένο το ηθικό ένιωσε περισσότερο ανασφαλής, σε αντίθεση με το χριστιανικό πληθυσμό που προετοιμαζόταν να αναρτήσει τις γαλανόλευκες σημαίες και να υποδεχτεί τον ελληνικό στρατό. Όμως η ψυχολογία του τουρκικού στοιχείου άλλαξε τις επόμενες μέρες, όταν συνειδητοποίησε την αδυναμία του εχθρικού στρατού να αναλάβει δράση εκτός Μυτιλήνης. Γι' αυτό οι φενταήδες, "οι μπασιμπουζούκοι" όπως αποκαλούσε ο λαός τους παραστρατιωτικούς Τούρκους, συνέχισαν τις απάνθρωπες πράξεις τους, τους φόνους και τις κακοποιήσεις, εναντίον των χριστιανών. Πρωτεργάτης σ' αυτή τη μεταχείριση των Ελλήνων ήταν ο κουρδικής καταγωγής φανατικός μουσουλμάνος Κεμάλ-αγάς, διοικητής της χωροφυλακής του Καζά της καλλονής. Ακόμη δεκάδες χριστιανοί συνελήφθηκαν ή εκβιάστηκαν με σκοπό το χρηματισμό. Είναι βέβαιο ότι τα γεγονότα βίας και εγκληματικότητας θα ήταν πολλαπλάσια, εάν την αρχηγία του οθωμανικού στρατού δεν την είχε ο μετριοπαθής Γκανή-βέης, ο οποίος απάλλαξε πολλούς κατηγορούμενους από τις κατηγορίες που απαγγέλθηκαν από τους ανθρώπους του Κεμάλαγά. Μάλιστα λέγεται ότι ο Τούρκος αξιωματικός όλο αυτό το διάστημα της διπλής Κατοχής του νησιού συμβούλευε τους Έλληνες, «αφού περιέμε-


νον επί 400 τόσα έτη και πλέον ακόμη, ας περιέμενον και μικρόν εισέτι» (Ορέστη Κυπριανού, Πανελλήνιο Ημερολόγιο Λέσβου 1914) για να εκδηλώσουν τα εθνικά τους αισθήματα. Όμως για την καλύτερη εκτίμηση αυτής της συμπεριφοράς του Τούρκου αξιωματούχου απέναντι στους Έλληνες πρέπει να συνεκτιμηθεί και το γεγονός ότι την εποπτεία της οικογένειάς του την είχαν τα στρατεύματα Κατοχής στην πόλη της Μυτιλήνης. Αλλά και οι άτακτοι Χριστιανοί προβαίνουν σε αντίποινα εναντίον των μουσουλμάνων των χωριών Γέρας, Ιππείου, Κεραμίων, Κώμης. Βαλτζικίου, Καλλονής και Άγρας. Οι ιθύνοντες των δυο κοινοτήτων, Ελλήνων και Τούρκων, αδυνατούν να επιβάλουν την τάξη στην ύπαιθρο. Οι στρατιωτικές διοικήσεις των αντιμαχομένων αλληλοκατηγορούνται για τα φαινόμενα βίας και εγκληματικότητας που λαμβάνουν χώρα. Εντωμεταξύ στη Μυτιλήνη στις 16 Νοεμβρίου το Δημοτικό Συμβούλιο που το αποτελούσαν ο Δήμαρχος Βασίλειος Βασιλείου, ο Αλ. Μητρέλιας, ο Β. Δουκάκης, ο Δ. Βοστάνης, ο Β. Γούτος, ο Μ. Τζωρτζίδης, ο Μιχ. Βενλής, ο Ν. Ευσταθίου, ο Χριστόφορος Νουλέλλης και ο Μπεκήρ Βέης στην πρώτη μεταπελευθερωτική συνεδρίασή του αποφασίζει: 1. Την αποστολή ευχαριστηρίων τηλεγραφημάτων στο Βασιλέα της Ελλάδος Γεώργιο Α' και τον Πρωθυπουργό Ελ. Βενιζέλο για την απελευθέρωση του νησιού από τον τουρκικό ζυγό. 2. Την προσφορά 20.000 φράγκων στην κυβέρνηση για τις εθνικές ανάγκες. 3. Την ονομασία της πλατείας Κιόσκι σε "πλατεία Ελευθερίας". 4. Τη σύναψη δανείου 40.000 φράγκων από την Τράπεζα Ανατολής, για τις επείγουσες ανάγκες του Δήμου. Ταυτόχρονα με πρωτοβουλία του Δημάρχου Μυτιλήνης διενεργήθηκε έρανος για την κάλυψη του στρατού. Ο πατριωτισμός των Λεσβίων εκδηλώνεται και έμπρακτα. Τότε προσήλθε στο στρατιωτικό διοικητή Κων/νο Μελά ο γνωστότατος για τα πατριωτικά του αισθήματα φτωχός βιοπαλαιστής Κώτσος Λούης, μιμούμενος τη θρυλική Ψωροκώσταινα του 1821, και πρόσφερε το ισχνό υστέρημά του (15 λίρες) στον κοινό έρανο. Οι γιατροί προσφέρουν τις υπηρεσίες τους, ενώ στις κλινικές συγκεντρώνονται τρόφιμα, υγειονομικό υλικό και κάθε χρήσιμο για το στρατό υλικό. Σύμφωνα με την έκθεση του ΓΕΣ η τροφοδοσία του στρατού αντιμετωπίστηκε από το Δήμαρχο "μέχρι και της προωθήσεως στους τόπους των επιχειρήσεων". Ενέργεια που περισσότερο φανερώνει τα εθνικά αισθήματα, αλλά και την ανθηρή οικονομική κατάσταση του λαού της Λέσβου, είναι τα μεγάλα χρηματικά ποσά που συγκεντρώνονται καθημερινώς για τον ίδιο σκοπό. Από τους πίνακες εισφορών που περιέχονται στα φύλλα της εφημερίδας "Σάλπιγγος" της 14ης και 15ης Νοεμβρίου:


Αναχώρηση της δεξιάς φάλαγγας του Ελληνικού στρατού από το βόρειο λιμάνι της Μυτιλήνης

Η φάλαγγα των Λεσβίων στο Ακόθ στις 18 Νοεμβρίου (Φωτ. αρχ. Απόστ. Βαμβούρη)


«Φ.Κ.Μ. φράγκα χρυσά 10.000, Αθανάσιος Φουρτούνας 4.000, Βασ. Βασιλείου 3.000. Γρηγ. Ρουσέλλης 1.000, Γρ. Ρεπάνης 1.000, Χατζηλίας 1.000. Αλ. Π. Βασιλ. Λ.Τ. 3.405, Περ. Π. Βασιλ. Λ.Τ. 3.405. Σωματείον Αλληλοβοηθείας φράγκα χρυσά 2.000. Μιχ. Βαμβούρης 4.000. Μιχ. Σουρλάγκας 1.500, Σωτήρ. Κατσακούλης 5.000. Σταυρινός Χλοΐδης 3.000. Από το Πλωμάρι Ν. Παπαγεωργίου 20.000 χ.φ., I. Παπαγεωργίου 20.000, Εμ. Τραγάκης 5.000. Το Δημοτικόν Συμβούλιον Μυτιλήνης ψηφίζει το ποσόν των 20.000». Μέχρι τις 18 Νοεμβρίου ο έρανος παρουσιάζει άθροισμα 300.000 φράγκα. Οι Αγιασώτες έδωσαν δεκάδες υποζύγια ενώ άλλα χωριά διάφορα είδη τροφίμων. Στην έκθεση του γαλλικού προξενείου (25 Απριλίου 1914) αναφέρεται: «Υπολογίζουν τα ποσά που ως τώρα προσεφέρθησαν από το Λεσβιακό λαό στην Ελληνική Κυβέρνηση, σε διάφορα είδη, σε 1.200.000 χρυσά φράγκα», ποσό υπέρογκο για την εποχή εκείνη, λόγω της μεγάλης αγοραστικής αξίας του φράγκου. Επειδή η ανάληψη στρατιωτικής δράσης καθυστερούσε με αποτέλεσμα ο Τούρκος διοικητής να οργανώνεται στον Κλαπάδο, αναμένοντας την αναμέτρησή του με τις ελληνικές δυνάμεις, οι τοπικοί άρχοντες αλλά και ο Πολιτικός και Στρατιωτικός διοικητής Λέσβου Στελλάκης και Μελάς ζητούν στρατιωτικές ενισχύσεις για την κατάληψη και του υπόλοιπου νησιού. Έτσι στις 28 Νοεμβρίου έφτασε στη Μυτιλήνη δύναμη 1.600 ανδρών με διοικητή τον Ανχή (ΠΖ) Συρμακέζη Απόστολο. Αναλυτικά η δύναμη που στάλθηκε ήταν: α) Ο λόχος εμπέδων 7ου Σ. Πεζικού δυνάμεως 165 ανδρών. β) Η Πυρ/χια 6 ορειβατικών πυρ/λων Κρουπ και το 2 τάγμα του 19ου Συν/τος Πεζικού από τη Μακεδονία με τον ταγματάρχη Παυλόπουλο, δυνάμεως 21 Αξ/κών. 1.038 οπλιτών και 94 πεζοναυτών. γ) Η Λεσβιακή φάλαγξ ή Λόχος Λεσβίων δυνάμεως 210 μαχητών με διοικητή τον Υπολοχαγό Δρίτσα Περικλή, που συγκροτήθηκε από εθελοντές λέσβιους της Αμερικής και μεταφέρθηκε από την Αθήνα στη Μυτιλήνη στις 18 Νοεμβρίου με το Α/Π "Δελφίν". Το σύνολο λοιπόν των ελληνικών δυνάμεων στη Λέσβο έφτασε τους 3.175 άνδρες που περίμεναν, από στιγμή σε στιγμή, τη διαταγή της εξόρμησης για τον Κλαπάδο. Έναντι της δυνάμεως αυτής, ο εχθρός διέθετε 2.000 περίπου άνδρες στο πλησίον του Κλαπάδου στρατόπεδο με ελαφρά τμήματα καλύψεως στα χωριά Μανταμάδος. Κλειώ, Κάπη, Γέλια. Φίλια και Δάφια. Το πρωί της 2ας Δεκεμβρίου ο Διοικητής Συρμακέζης εξέδωσε την πρώτη διαταγή των επιχειρήσεων εξαπολύοντας τη γενική επίθεση ενα-


Οι επιχειρήσεις του ελληνικού στρατού για την κατάληψη της Λέσβου


Λόχος του απελευθερωτικού στρατού στους Λάμπου Μύλους την 1 Δεκ. 1912

ντίον του τουρκικού στρατού. Δύο φάλαγγες η μία από τη Θερμή και η άλλη από τους Λάμπου - Μύλους κινήθηκαν με κατεύθυνση τον Κλαπάδο, στρατιωτική βάση των Τούρκων. Στις 3 Δεκεμβρίου η δεξιά Φάλαγγα, που αποτελείτο από το 2ο Τάγμα του 19ου Συντ. Πεζικού, το ναυτικό άγημα με τον υποπλοίαρχο Κ. Μελά και το σώμα των Λεσβίων Προσκόπων που ίδρυσε ο ίδιος ο Κων/νος Μελάς. με αρχηγό τον Ταγματάρχη (ΠΖ) Παυλόπουλο. αφού κατέλαβε την Πηγή και την Κώμη και απωθώντας στρατιωτικά αγήματα προκάλυψης του εχθρού στρατοπέδευσε 3 χιλιόμετρα Ν.Α. της Αγίας Παρασκευής πλησίον του χειμάρρου "Μύλους". Αλλά και η αριστερή φάλαγγα με αρχηγό το Μανουσάκη που κινιόταν κατά μήκος του αμαξωτού δρόμου Μυτιλήνης - Καλλονής, αφού απώθησε εχθρικό απόσπασμα 150 ανδρών πλησίον της τοποθεσίας "Αράπη Πέτρες" καταυλίσθηκε στην τοποθεσία Κρυονέρι. Το πρωί της 4ης Δεκεμβρίου κατόπιν νεότερης διαταγής του Συρμακέζη οι δύο φάλαγγες κινούνται προς την επίτευξη του βασικού τους στόχου. Η δεξιά ελευθερώνοντας την Αγία Παρασκευή καταυλίστηκε τη νύκτα πλησίον του αρχαίου ναού του Ναπαίου Απόλλωνα, ενώ η αριστερή απωθώντας τα τουρκικά στρατεύματα φτάνει διά μέσου της Αρίσβης. Καλλονής


και Δαφίων στην τοποθεσία Ραχοντίτσα (πλησίον της Μονής Παναγίας Μυρτινιώτισσας) όπου στρατοπεδεύει. Ο κλοιός γύρω από τον κύριο όγκο των εχθρικών στρατευμάτων που βρίσκονταν τόσο στο ύψωμα Πετσοφά όσο και στον Κλαπάδο σφίγγει. Για την επίτευξη της περικύκλωσης του εχθρού την επόμενη ημέρα 5 Δεκεμβρίου, η αριστερή φάλαγγα απώθησε μετά από ολοήμερο σκληρό αγώνα την ισχυρή δύναμη των Τούρκων που είχε οχυρωθεί πλησίον της Μονής Λειμώνος. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας απεσταλμένος αξιωματικός του Αβδούλ Γκανή έφερε στο Συρμακέζη έγγραφο με το οποίο παραπονιόταν για βιαιοπραγίες ελληνικών ανταρτικών ομάδων εναντίον των μουσουλμάνων της περιοχής. Στην πραγματικότητα η κίνηση αυτή των Τούρκων αποσκοπούσε στη βολιδοσκόπηση των ελληνικών διαθέσεων για διαπραγμάτευση. Το πρωί της 6ης Δεκεμβρίου, εορτής του Αγίου Νικολάου, στις 8.30 τα ελληνικά αποσπάσματα αρχίζουν τη συνδυασμένη επίθεση εναντίον του εχθρού. Τα δυσκολόβατα. απότομα και βραχώδη μέρη της περιοχής ανάμεσα στα χωριά Δάφια. Φίλια και Στύψη δημιουργούν ένα φονικό κύκλο μέσα στον οποίο οι Τούρκοι θα αποτίσουν το φόρο της στρατιωτικής τους τιμής. Παρά την πλεονεκτική θέση των Τούρκων, λόγω της ιδιομορφίας του εδάφους, μετά από μάχη έντεκα ωρών οι μεθυσμένοι με το αθάνατο κρασί του '21 βαλκανιονίκες στρατιώτες μας καταλαμβάνουν το λόφο Σκοτεινοβούνι (Σκοτεινό) με τη βοήθεια των πυροβόλων όπλων που την ηλιόλουστη εκείνη μέρα ανά τρίλεπτα ή πεντάλεπτα διαστήματα έβαλλαν εναντίον των ατέλειωτων ογκωδών βράχων του Σκοτεινοβουνιού και του χωριού Κλαπάδου. Ως κέντρα ανεφοδιασμού χρησιμοποιούνται από τους Έλληνες η Αγία Παρασκευή και η Καλλονή, όπου μάλιστα στήθηκε πλήρες χειρουργείο. Επειδή οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των εμπολέμων στρατευμάτων, που έγιναν κατά τη διάρκεια της νύκτας, απέβησαν άκαρπες, την 8η πρωινήν της 7ης Δεκεμβρίου αρχίζει το πυρ από την αριστερή φάλαγγα για να σταματήσει στις 1 μ.μ. για διαπραγματεύσεις. Στις 2.30 μ.μ. όμως λόγω απόρριψης των τουρκικών προτάσεων, οι ελληνικές φάλαγγες επιτίθενται. Όταν στις 5.30 μ.μ. σταμάτησαν οι εχθροπραξίες, οι στρατιώτες της δεξιάς φάλαγγας βρίσκονταν 1 χιλιόμετρο από τον Κλαπάδο, αφού είχαν νικήσει πρωτύτερα τους υπερασπιστές του λόφου Πετσοφά. Με την ανατολή της 8ης Δεκεμβρίου, μετά από ολονύχτια διαπραγμάτευση, αντιπρόσωποι αμφοτέρων των μερών υπέγραψαν στο λόφο Πετσοφά το πρωτόκολλο παράδοσης του τουρκικού στρατού. Το πρωτόκολλο παράδοσης το υπέγραψαν οι πληρεξούσιοι του Αβδούλ Γκανή και του Συρμακέζη, αφενός ο αστυνόμος Καλλονής Κεμάλ μπέης και ο γιατρός


Αχμέτ Ισάν και αφετέρου ο Κων/νος Μελάς, Φρούραρχος Μυτιλήνης και ο λοχαγός Ε. Βερνάρδος. Επακολούθησε η είσοδος των ελληνικών στρατευμάτων στον Κλαπάδο και η παράδοση των όπλων από τους Τούρκους. Στις 10 Δεκεμβρίου τα στρατεύματα των νικητών και των ηττημένων, διά διαδοχικών πορειών, συγκεντρώθηκαν στις 12.00 το μεσημέρι στη Μυτιλήνη. Με την παράδοση του τουρκικού στρατού που οι απώλειές του ανέρχονται σε 200 νεκρούς, ολοκληρώθηκε η απελευθέρωση της Λέσβου. Η επίσημη έκθεση του ΓΕΣ ανεβάζει τις απώλειες του ελληνικού στρατού σε 9 νεκρούς και 81 τραυματίες. Όμως ο αριθμός των νεκρών που απαίτησε η μοίρα του πολέμου για τη λευτεριά του νησιού μας είναι διπλάσιος. Τα ονόματα των πεσόντων ηρώων είναι: 1. Μενουδάκος Ιωάννης, ανθυπολοχαγός από το Γύθειο. 2. Κόλιας Βέργος, λοχίας από το Πήλιο. 3. Κλάπιας Γεώργιος, δεκανέας από την Αγχίαλο. 4. Φιλιππίδης Δημήτριος, δεκανέας από την Αγχίαλο. 5. Βαρδάκης Μανώλης, στρατιώτης από την Κρήτη. 6. Μανιδάκης Γρηγόριος, στρατιώτης από την Κρήτη. 7. Χαρίτος Φώτιος, στρατιώτης από την Τραπεζούντα Αρκαδίας. 8. Σαμανής Πέτρος, στρατιώτης από την Κωνσταντινούπολη. 9. Δασκαλάκης Δημήτριος, στρατιώτης από τη Θήρα. 10. Κοκκίνης Μιχαήλ, στρατιώτης από την Κρήτη. 11. Νίκας Σπύρος, ναύτης από την Κέρκυρα. 12. Τσικλής Απόστολος, στρατιώτης. 13. Στεργιόπουλος Στέργιος, στρατιώτης από το Μεΐμι Καρδίτσας. 14. Κατίτσας Κων/νος, στρατιώτης από Ζυγόπουλο Καρδίτσας. 15. Μπατής Ευθύμιος, ναύτης από τη Σύρο. 16. Καραγιάννης Αναστάσιος, ιδιώτης από τη Λέσβο. 17. Σοφιός Χαράλαμπος, ναύτης από τα Κύθηρα. 18. Παυλιδάκης Ιωάννης από τα Κύθηρα. 19. Χαράτος Μιχαήλ, ναύτης από τον Πειραιά. 20. Καμμένος Νεόφυτος, ιερομόναχος από τα Παράκοιλα Λέσβου. Έντεκα απ' αυτούς τους ήρωες, βαριά τραυματισμένοι, πέθαναν τις επόμενες μέρες στο νοσοκομείο Μυτιλήνης και το στρατιωτικό χειρουργείο της Καλλονής. Σε όλους τους νεκρούς ο λεσβιακός λαός απότισε φόρο τιμής με μεγαλοπρεπέστατες πάνδημες κηδείες εκφράζοντας το βαθύτερο σεβασμό και την αιώνια ευγνωμοσύνη του. Η Δημογεροντία Μυτιλήνης τότε απηύθυνε στον ελευθερωτή ναύαρχο Κουντουριώτη το παρακάτω έγγραφο: Πρακτικόν 1195.


Προς τον Ευγενέστατον Κον Π. Κουντουριώτην υποναύαρχον του Β. Ναυτικού Αρχηγόν του Στόλου του Αιγαίου. Κε Υποναύαρχε, Σήμερον, ότε θεία ευδοκία, η Σημαία του Στρατού και της Ελευθερίας κυματίζει απ' άκρου μέχρις άκρου της νήσου ημών Λέσβου, μετά μακρούς αιώνας το θείο φως της ελευθερίας ιδούσης. η Κοινοτική Αρχή της πρωτευούσης πόλεως Μυτιλήνης προς Υμάς Κε Υποναύαρχε, όστις αναντιρρήτως τυγχάνετε είς των πρώτων και επιφανεστάτων συντελεστών της πολιτικής ημών αποκαταστάσεως, εκφράζει την ευγνωμοσύνη ολοκλήρου της νήσου ημών και Σας ραίνει με τα ωραιότερα αυτής άνθη. Η γενναία και αποτελεσματική δράσις Υμών, πληρώσασα προαιώνιον ημών πόθον και εις τας αγκάλας της μητρός ημών Ελλάδος ημάς παραδούσα, επέθηκε την κορωνίδα της ευτυχίας ημών. Το μέγα και εθνοσωτήριον Υμών έργον είθε να αφυπνίση εκ του προαιωνίου ύπνου τους άλλους ημών αδελφούς προς δόξαν της γλυκείας άμα και αθανάτου ημών Μητρός Ελλάδος.

Εν Μυτιλήνη τη 21 Δεκεμβρίου 1912 Ο Πρόεδρος Ο Μυτιλήνης Κύριλλος Εν Χριστώ διάπυρος ευχέτης Η Δημογεροντία Β. Δουκάκης Αλ. Μητρέλιας Ν. Ευσταθίου Β. Γούτος Δ. Α. Βοστάνης Στις 14 Δεκεμβρίου μεγάλο μέρος του στρατού μας αναχωρεί για τη Χίο, ενώ ο λαός μας στην προκυμαία αποχαιρετά εγκάρδια τους ελευθερωτές του. Στη Μυτιλήνη έμειναν για την εμπέδωση και την τήρηση της τάξης το ναυτικό άγημα, ο λόχος Λεσβίων και ο λόχος Εμπέδων. Την Κυριακή 16 Δεκεμβρίου το ατμόπλοιο "Αντζουλέτα" με την κανονιοφόρο "Ακτιο" μεταφέρουν αγήματα με διοικητή το Σαραντόπουλο που καταλαμβάνουν το Μόλυβο και την Πέτρα. Την επόμενη μέρα 17 Δεκεμβρίου άγημα υπό τον πλωτάρχη Ιγγλέση καταλαμβάνει το Σίγρι και την Ερεσό.


Ο Μόλυβος τις ημέρες της απελευθέρωσης


Το Σίγρι ελεύθερο στις 17 Δεκ. 1912 (Φωτ. Αρχείο Απόστ. Βαμβούρη)

Εντωμεταξύ η αναχώρηση του μουσουλμανικού πληθυσμού για την Τουρκία συνεχίζεται. Η οικονομία όμως του νησιού βρίσκεται ακόμη σε τέλμα, αφού η εμπορική κίνηση λόγω του πολέμου ήταν αδύνατη και η διοικητική οργάνωση ανύπαρκτη. Γι' αυτό ο πολιτικός διοικητής ζητά εσπευσμένα από την Αθήνα την αποστολή δικαστικών και διοικητικών υπαλλήλων για την επάνδρωση και καλή λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών. Δυστυχώς όμως τα επακολουθήσαντα γεγονότα δεν επέτρεψαν στα επόμενα δέκα χρόνια να ανακτήσει η Λέσβος την εμπορική και οικονομική δύναμη που είχε πριν από μερικά χρόνια.


2. Η Λέσβος και γενικότερα η Ελλάδα στις παραμονές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου Στις 3 Ιανουαρίου 1913 στη Μυτιλήνη πραγματοποιείται μεγάλο συλλαλητήριο διαμαρτυρίας εναντίον των Μεγάλων Δυνάμεων, γιατί μέσω των δημοσιευμάτων του Ευρωπαϊκού τύπου διαφάνηκε η αντίθεσή τους για την ένωση των νησιών του Αιγαίου με την Ελλάδα. Με τη συνθήκη του Λονδίνου 17/30 Μαΐου 1913, μετά από τη λήξη του Β' Βαλκανικού πολέμου, η τύχη των νησιών του Αιγαίου μένει εκκρεμής, γιατί οι Γερμανοαυστριακοί αντιδρούσαν στην επίλυση αυτού του προβλήματος. Ο πρωθυπουργός Βενιζέλος, άριστος γνώστης της διεθνούς πολιτικής, τήρησε μετριοπαθή στάση, επειδή φοβόταν τουρκοβουλγαρική σύμπραξη. Όταν όμως η Βουλγαρία ηττήθηκε στο Β' Βαλκανικό Πόλεμο, η Ελληνική Κυβέρνηση, για να της παραχωρηθούν τα νησιά του Αιγαίου, δέχτηκε, κάτω από την πίεση της Ιταλίας και της Αυστρίας, να αποσύρει τα στρατεύματά μας από τη Βόρεια Ήπειρο. (Πρωτόκολλο Φλωρεντίας 1/13 Φεβρ. 1914) εξασφαλίζοντας βέβαια εγγυήσεις για τα θρησκευτικά, τα εκπαιδευτικά και τα περιουσιακά δικαιώματα των Ελλήνων της Β. Ηπείρου. Αλλά η Τουρκία δεν αποδέχτηκε αυτή τη συνθήκη επιμένοντας να έχει την πλήρη κυριαρχία των νησιών. Για να εξαναγκάσει την Ελλάδα να υποκύψει στις αξιώσεις της και συγχρόνως να τουρκοποιήσει τα οθωμανικά εδάφη, πάγια τακτική των Νεοτούρκων, άρχισε συστηματικό διωγμό του ελληνικού στοιχείου της ανατολικής Θράκης και των δυτικών ακτών της Μ. Ασίας. Προς το τέλος της άνοιξης του 1914, και οι δύο χώρες προετοιμάζονταν για πόλεμο. Η αγορά ενός θωρηκτού από μέρους της Τουρκίας που διατάραξε τη ναυτική ισορροπία στο Αιγαίο, εγκαινίασε τον ανταγωνισμό εξοπλισμών μεταξύ των δύο χωρών. Η Ελλάδα κατόρθωσε να διατηρήσει τη ναυτική της υπεροχή με την αγορά από τις ΗΠΑ των καταδρομικών "Ιάώιο" και "Μΐ88ΐ8δίρρΐ" που μετονομάστηκαν αντίστοιχα "Λήμνος" και "Κιλκίς". Την τελευταία στιγμή οι Μεγάλες Δυνάμεις απέτρεψαν μια νέα πολεμική σύγκρουση μεταξύ των δύο χωρών.


3. Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος Η δολοφονία του διαδόχου της Αυστρίας Φραγκίσκου Φερδινάρδου και της συζύγου του από Σερβοβόσνιο εθνικιστή στο μουσουλμανικό και γραφικό Σεράγεβο στις 28 Ιουνίου 1914 υπήρξε η αφορμή για να ανάψει ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος. Αμέσως μετά την έκρηξη του πολέμου, στην Ελλάδα παρουσιάστηκε διαφορά απόψεων ανάμεσα στο βασιλιά Κων/νο και στην κυβέρνηση του Ελ. Βενιζέλου σχετικά με τη στάση που έπρεπε να τηρήσει η χώρα μας. Ο πρωθυπουργός έκλινε προς την πλευρά των δυτικών συμμάχων και επιθυμούσε την έξοδο της Ελλάδας στον πόλεμο με το μέρος της Αντάντ. Πίστευε πως η Ελλάδα, χώρα ναυτική, έπρεπε να βασιστεί στις δυτικές δυνάμεις και κυρίως στην Αγγλία, για να προωθήσει τα εθνικά της συμφέροντα. Αντίθετα, ο βασιλιάς Κων/νος τρέφοντας έντονα φιλογερμανικά αισθήματα, θαύμαζε το στρατοκρατικό πνεύμα του Γερμανικού έθνους και πίστευε στη νίκη του. Την πίστη του αυτή την ενίσχυε η σύζυγός του. βασίλισσα Σοφία, που ήταν αδελφή του Κάϊζερ της Γερμανίας Γουλιέλμου του Β'. Έτσι, επειδή δεν μπορούσε να ωθήσει την Ελλάδα στο ίδιο στρατόπεδο με την Τουρκία, διεκήρυττε την ανάγκη τήρησης αυστηρής ουδετερότητας. Η διαφωνία όμως των δύο ηγεσιών, πολιτειακής και πολιτικής, αποτέλεσε την κυριότερη αιτία του εθνικού διχασμού που ταλάνισε το έθνος επί μια εικοσαετία και υπήρξε ο κύριος συντελεστής της Μικρασιατικής Καταστροφής. Οι εμπόλεμοι Αγγλογάλλοι. Βούλγαροι. Σέρβοι παραβιάζοντας την ελληνική ουδετερότητα που επέβαλε ο βασιλιάς, αφού υποχρέωσε αντισυνταγματικά τον πρωθυπουργό δύο φορές σε παραίτηση (21 Φεβ/5 Μαρτίου 1915 και 22 Σεπτ./ 5 Οκτωβρίου 1915), καταλαμβάνουν στρατηγικά σημεία της χώρας. Στην περίοδο αυτή η στρατιωτική μονάδα στη Λέσβο, το Σύνταγμα Πολιτοφυλακής, που οργανώθηκε από τον εμπειρότατο στρατιωτικό Καλομενόπουλο Νικόστρατο από το 1913, βρίσκεται σε πυρετώδη κίνηση. Μάλιστα ο ίδιος τότε μερίμνησε να φυτευτεί Ν.Α. του Φρουρίου ο πευκώνας "Τσαμάκια". Το Κιόσκι παρουσιάζει «την κίνησιν κυψέλης εν τη οποία συντελείται σοβαρωτάτη στρατιωτική εργασία» (εφημ. "Λέσβος" 15 Ιανουαρίου). Ο στρατός όμως αυτός παρακολουθεί με αγωνία τις κινήσεις των Αγγλογάλλων που κάνουν όλο και πιο αισθητή την παρουσία τους στο νησί μας με πολεμικές μονάδες που διεξάγουν αποβατικές ασκήσεις ή με επισκέψεις αξιωματικών και πρακτόρων όπως του Μακέντζι, του Μπέντοβα κ.ά. Πρώτοι οι Αγγλογάλλοι, επειδή εξαπέλυσαν το Φεβρουάριο του


1915 επίθεση εναντίον των Τούρκων στα Δαρδανέλλια παραβίασαν την ελληνική ουδετερότητα, αψηφώντας το διεθνές δίκαιο ή τα αισθήματα ενός ουδέτερου έθνους. Στις 20 Ιουλίου ο Άγγλος πρόξενος Σμιθ μαζί με τον Ταγ/ρχην Χιλλ επισκέφτηκαν το Νομάρχη Σπηλιωτόπουλο και απροκάλυπτα δήλωσαν ότι θα χρησιμοποιήσουν τη Λέσβο ως βάση στρατιωτική. Η στάση αυτή των Αγγλογάλλων δίχασε ακόμα περισσότερο τους Λέσβιους που η παραταξιοποίησή τους σε βενιζελικούς και αντιβενιζελικούς ήταν έκδηλη. Μάλιστα η παρουσία του Βενιζέλου στη Μυτιλήνη (8 Μαΐου 1915) για την ενίσχυση του προεκλογικού αγώνα των Φιλελευθέρων στις εκλογές της 31 Μαΐου 1915 ανέβασε τον προεκλογικό πυρετό και την ένταση στο νησί, που για πρώτη φορά ψήφιζε για το ελληνικό Κοινοβούλιο. Βέβαια, η συντριπτική πλειοψηφία των Λεσβίων τάχθηκε από την πρώτη στιγμή στο πλευρό του Βενιζέλου. Τα ονόματα των πρώτων υποψηφίων βουλευτών ήταν τα ακόλουθα: 1) Ο Συνδυασμός Φιλελευθέρων Λέσβου: Αθανασιάδης Ευστράτιος, Βαμβούρης Γρηγόριος, Βοστάνης Παναγιώτης, Γιαννουλάτος Νικόλαος, Καλδής Γεώργιος, Καραμήτσας Ιωάννης, Κοντονίκας Κωνσταντίνος. Παπαγεωργίου Αντώνιος, Σάλτας Μιχαήλ, Σιφναίος Απόστολος, Φραντζής Ευστράτιος. 2) Ο έτερος Βενιζελικός Συνδυασμός: Βασιλακάκης Χρίστος, Βασίλαρος Ζάνος, Καραπαναγιώτης Γεώργιος, Κεχαγιάς Γεώργιος, Μητρέλιας Αλέξανδρος. Σάκκης Θεόφιλος, Σαράντης Βασίλειος, Τζαννετής Ευστράτιος. 3) Βενιζελικοί υποψήφιοι εκτός συνδυασμού: Παρίτσης Νικόλαος, Κυπριανός Ορέστης, Χατζησπύρου Δημήτριος. Τον πολιτικό τόνο εξάλλου έδιναν 14.759 Μικρασιάτες πρόσφυγες του Α' διωγμού, που είχαν έρθει στο νησί. Στο πρόσωπο του Βενιζέλου έβλεπαν όλοι τον ελευθερωτή και το συνεχιστή της εθνικής προσπάθειας του 1912. Γι' αυτό η Λέσβος αναφανδόν τάχθηκε με το μέρος του Βενιζέλου και υπέρ του πολέμου. Σ' αυτό βοήθησαν τόσο η τοποθέτηση του Γεωργίου Παπανδρέου ως νομάρχη Λέσβου (Αύγουστος 1915), όσο και τα Συμμαχικά, ιδίως Σενεγαλέζικα. αποικιακά των Γάλλων στρατεύματα, που με διοικητή τον Συν/ρχη Δερβιέ χρησιμοποιούσαν τις περιοχές Γέρας και Λουτρών ως κέντρο ανεφοδιασμού για τις πολεμικές επιχειρήσεις τους στην Καλλίπολη και τη Μακεδονία. Στις 10/23 Σεπτεμβρίου 1915 η Ελλάδα κηρύσσει επιστράτευση για αμυντικούς λόγους, καλώντας ολόκληρη την Α' σειρά εφεδρείας από 20 κλάσεις, επειδή η Βουλγαρία δύο μέρες νωρίτερα είχε πάρει την ίδια απόφαση. Το σύνταγμα Πολιτοφυλακής Λέσβου έλαβε τότε την εμπόλεμή του σύνθεση αναπτύσσοντας και το τρίτο του τάγμα και συμπληρώνοντας όλες τις βοηθητικές και επιτελικές υπηρεσίες του. Στις 22 Σεπτεμβρίου έγινε ο αγιασμός των όπλων και η μετονομασία του συντάγματος σε 43ο


Σύνταγμα Πεζικού Λέσβου που εντάχθηκε στην XV Μεραρχία, την τρίτη δηλαδή μεραρχία του Ε' Σώματος Στρατού (Ιωαννίνων). Η μεταφορά του συντάγματος στη Θεσσαλονίκη άρχισε στις 28 Οκτ. και τελείωσε στις 2 Νοεμβρίου 1915 με επίτακτα ατμόπλοια και με συνοδεία πολεμικών πλοίων. Το σύνταγμα, αφού παρέλασε στους δρόμους της συμπρωτεύουσας, κινήθηκε οδικώς στα σερβοβουλγαρικά σύνορα, όπου ο Μητροπολίτης Μυτιλήνης Κύριλλος, που βρισκόταν εκεί, παρουσία του Μεράρχου Κοντογιάννη και του διοικητή του Συν/τος Καλομενόπουλου ευλόγησε τους στρατιώτες μας. Στη Μυτιλήνη μετά τη μετακίνηση του Συν/τος για την εκπαίδευση των νεοσυλλέκτων, δημιουργήθηκε Έμπεδο νήσων με εκπαιδευτές τους τριτοετείς Ευέλπιδες Ζουμπουλάκη Ηρ., Παπαπέτρο I. και Παπαπάντο και δοικητή τον αντισυνταγματάρχη Παπαδόπουλο, ενώ την υπηρέτηση των πυροβόλων στο Φρούριο ανέλαβε και πάλι το ναυτικό. Όμως λόγω της ουδετερότητας της χώρας μας στον πόλεμο οι Γάλλοι, μετά τη δεύτερη αποπομπή του Βενιζέλου από την πρωθυπουργία, στο τέλος του χρόνου (27 Δεκ. 1915). προβαίνουν σε συλλήψεις φιλοβασιλικών πολιτών της Μυτιλήνης "ρίχνοντας νερό στο μύλο του διχασμού", ενώ ταυτόχρονα προωθούν, σε συνεργασία με τους Άγγλους, τη μετατροπή του νησιού σε θέση οχυρή. Σχεδιάζονται μάλιστα αεροδιάδρομοι στη Νεάπολη, στους Πύργους Θερμής, όπου τοποθετήθηκε πυροβόλο μεγάλου βεληνεκούς (στη σημερινή θέση "Κανόνι"), στην Καλλονή και ναυτικές εγκαταστάσεις στον Κόλπο Γέρας. Εξαιτίας λοιπόν της ουδετερότητας απέναντι στους εμπολέμους που επέβαλε ο βασιλιάς, η χώρα μας μετατράπηκε σε κέντρο διερχομένων των ξένων στρατευμάτων. Ό,τι είχε κερδίσει η Ελλάδα με τους δύο βαλκανικούς πολέμους κινδύνευε τώρα να χαθεί. Υπό την πίεση των γεγονότων αυτών στις 17/30 Αυγούστου 1916 εκδηλώνεται από φιλοβενιζελικούς αξιωματικούς στη Θεσσαλονίκη το κίνημα της Εθνικής Άμυνας που θέτει ως κυρίαρχο στόχο την έξοδο της Ελλάδας στον πόλεμο με το μέρος των Αγγλογάλλων. Ο Βενιζέλος σχηματίζει στα Χανιά Προσωρινή Κυβέρνηση και στις 21 Σεπτ. επιβιβάζεται στο "Εσπέρια", καράβι του εφοπλιστή και πρώην υπουργού Λεωνίδα Εμπειρίκου, που αποπλέει με κατεύθυνση τη Θεσσαλονίκη συνοδευόμενο από γαλλικό πολεμικό πλοίο και το ελληνικό τορπιλλοβόλο "Θέτις". τη στιγμή που τα γερμανικά υποβρύχια καραδοκούσαν στο Αιγαίο Πέλαγος. Η "πλεούμενη επανάσταση" φτάνει πρώτα στη Σάμο, μετά στη Χίο και στις 24 Σεπτεμβρίου στη Λέσβο (Σκάλα Λουτρών). Οι νησιώτες τάσσονται με το μέρος των επαναστατών. Ελ. Βενιζέλου, Π. Δαγκλή. Θ. Σοφούλη. Ζυμβρακάκη. Παύλου Κουντουριώτη, Εμμανουήλ


Ρέπουλη και Μ. Νεγρεπόντη. Σ. Καφαντάρη, Γ. Αβέρωβ, Α. Μιαούλη, Γ. Βουτσινά, Λ. Εμπειρίκου. Από το μικρό σημειωματάριο του στρατηγού Π. Δαγκλή, που βρέθηκε μετά το θάνατό του στα χαρτιά του, διαβάζουμε: «Απόπλους εκ Χίου το μεσονύκτιον και άφιξις εις τον λιμένα Γέρας της Μυτιλήνης την 6 πρωινή ώρα της 24ης Σεπτεμβρίου. Κατά τας 8 π.μ. ήρξαντο ερχόμενοι εις το ατμόπλοιον προς επίσκεψίν μας οι πρώην βουλευταί και πολλοί προύχοντες Μυτιλήνης... Την 9 αποβιβαζόμεθα, προηγηθείσης της μεγάλης συνοδείας μας, μετά του Γάλλου Συνταγματάρχου Μάς και επιβιβασθέντες του παρά τούτου προσφερθέντος αυτοκινήτου, μεταβαίνομεν εις την πόλιν της Μυτιλήνης. Ο εν αυτή γαλλικός στρατός είναι παρατεταγμένος και αποδίδει ημίν τιμάς εις όλας τας οδούς δι' ών διήλθομεν. Επίσης λόχος Ελλήνων καταρτισθείς υπό του ιδίου Γάλλου Συνταγματάρχου και των εν Μυτιλήνη ευρισκομένων ολίγων αξιωματικών του στρατού μας (...). Ο μυτιληναϊκός λαός είχε κατακλύσει τους δρόμους, από τη θέση "Γαϊδαρανήφορο" μέχρι την Προκυμαία, για να επευφημήσει τον μεγάλο πολιτικό. Η πομπή σταμάτησε μπροστά στο Δημαρχείο, όπου οι εκκλησιαστικοί άρχοντες (Μητροπολίτης Μυτιλήνης Κύριλλος, Επίσκοπος Μοσχονησίων Αμβρόσιος, Επίσκοπος Αμισσού Γερμανός Καραβαγγέλης) μαζί με τον δημαρχεύοντα Μιλτ. Σιμωνίδη υποδέχθηκαν τους πολιτικούς και στρατιωτικούς που επαγγέλλονταν την αλλαγή της πολιτικής των ανακτόρων στα εθνικά θέματα και την επαναφοράν του Έθνους «εις την τροχιάν από της οποίας εξέκλινεν από ενός και ημίσεως έτους» ("Εφημερίς της Προσωρινής Κυβερνήσεως" φύλλο 1, Χανιά 21-9-1916). Μετά τις προσφωνήσεις του Μιλτ. Σιμωνίδη, του προέδρου της "Παμμικρασιατικής Ενώσεως" κ. Γιαννόπουλου και την απαγγελία ενός εξαίσιου ποιήματος από τον δημοσιογράφο Θ. Θεοδωρίδη, ο Βενιζέλος ευχαρίστησε τον Λεσβιακό λαό για την αγάπη που τον περιέβαλε και υποσχέθηκε ότι θα καταστήσει και πάλι την Ελλάδα εθνικά υπερήφανη. Στη συνέχεια ο ίδιος μαζί με τους στενούς του συνεργάτες επισκέφθηκαν την οικία του Μας, διοικητή των γαλλικών στρατευμάτων, και κατόπιν αναπαύτηκαν στην έπαυλη του Απ. Αλεπουδέλλη. Το βράδυ της ίδιας μέρας τα μέλη της Προσωρινής Κυβέρνησης αναχώρησαν με προορισμό τη Θεσσαλονίκη. Ήδη από την έκρηξη της επανάστασης των αξ/κών της Εθνικής Άμυνας ο μυτιληναϊκός λαός αλλά και οι υπηρετούντες στη Μυτιλήνη αξιωματικοί και οπλίτες προσχώρησαν στο κίνημα. Στην επανάσταση της Μυτιλήνης πρωτοστάτησε ο πολιτικός επίτροπος (Νομάρχης) Λέσβου Γεώργιος Παπανδρέου και ο στρατιωτικός διοικητής Ταγ/ρχης Θεόδωρος Πάγκαλος, ο μετέπειτα γενναίος στρατηγός της Μικρασιατικής Εκστρατείας


αλλά και ο δικτάτορας του 1925. Πρώτο μέλημα της Προσωρινής Κυβέρνησης του Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη είναι η οργάνωση του στρατού με ικανό αριθμό ανδρών. Γι' αυτό ο στρατιωτικός διοικητής των επαναστατημένων νησιών Θ. Πάγκαλος προχωρεί γρήγορα σε νέα στρατολόγηση. Την προσπάθειά του την ενισχύει ο Διοικητής των Γαλλικών στρατευμάτων που βρίσκονται στη Γέρα. Συντ/ρχης Μάς, ο οποίος δεν έπαψε από τον Ιούλιο του 1916 να περιοδεύει σ' όλα τα χωριά της Λέσβου και να εκφωνεί λόγους υπέρ της Αντάντ τονίζοντας συγχρόνως ότι δεν ανέχεται προπαγάνδα εναντίον της. Τότε ο Δήμος Μυτιλήνης από υπερβάλοντα ζήλο δε διστάζει «διά τας εκτάκτους υπηρεσίας τας παρασχεθείσας εις την πόλιν μας και την εθνικήν υπόθεση» να τον ανακηρύξει επίτιμο δημότη! Την 1η Οκτωβρίου 1916 έφτασαν στη Μυτιλήνη από το Βόλο με το επίτακτο πλοίο "Ελένη" οι περισσότεροι αξιωματικοί του 43ου λεσβιακού συντάγματος που είχαν προσχωρήσει στο κίνημα. «Ανάμεσά τους ήταν οι υπολ/γοί Σ. Κιτρινιάρης και Δ. Σαμαρτζής, οι λοχίες Σοφ. Βουρνάζος (μετέπειτα Αν/χης), Ηλιάδης, Παπαδόπουλος, Αβαγιαννός, ο αρχισαλπιγκτής Κουκέλλης. ο υπίατρος Χατζηράκης, ο ανθ/τρος Αλεξανδρόπουλος και ο υπολοχαγός Καρακούφας Βησ.». (Π. Βλάχος "Στρατιωτική οργάνωση της Λέσβου μετά την απελευθέρωση"). Με το ίδιο πλοίο στις 9 Οκτωβρίου έρχεται ο μέραρχος του στρατού της Εθνικής Αμύνης Δημ. Ιωάννου με τους ταγματάρχες Μανέτα Κ.. Τσιμικάλη Ευθ., Καρασεβδά Παντ., Καθενιώτη Δ., Φιλίππου Φ., Πρωτοσύγγελο Αχιλλ. και τους υπολοχαγούς Γρηγοράκη και Κ. Βεντήρη. Από τους επιστρατευμένους των κλάσεων 1915 και 1916 συγκροτήθηκαν δύο συντάγματα: α) το 4ο Σύνταγμα Αρχιπελάγους με έδρα τη Μυτιλήνη και διοικητή τον Μανέτα Κ. δυνάμεως δύο ταγμάτων από τη Λέσβο. β) το 5ο Σύνταγμα Αρχιπελάγους με έδρα τη Μυτιλήνη, όπου βρισκόταν και το ένα τάγμα, ενώ το άλλο είχε την έδρα του στη Λήμνο, και Διοικητή τον Φρούραρχο Μυτιλήνης Τσιμικάλη Ευθ. Τη συγκρότηση, οργάνωση και εκπαίδευση των στρατιωτικών αυτών μονάδων επέβλεπε προσωπικά ο ίδιος ο μέραρχος. Μεταξύ των πρώτων μελημάτων ήταν και η συγκρότηση στρατιωτικής μπάντας με λέσβιους μουσικούς υπό τον Ανθ/γον Ταχταζή Αλέκο, η οποία περιερχόταν τους δρόμους της Μυτιλήνης παιανίζοντας το "Ευζωνάκι" αλλά και τον "Ύμνον του Βενιζέλου", άσμα ακαλαίσθητο και ανάξιο του μεγάλου άνδρα. Γενικά ο μέραρχος με το τραγούδι προσπαθούσε να εξυψώσει το ηθικό του στρατού, γιατί όπως έλεγε ο ίδιος «προτιμούσε στον πόλεμο δύο Συντάγματα με γερή σάλπιγγα και μουσική παρά τρία και βουβά». Γι' αυτό όταν οι στρατιώτες της Εθνικής Αμύνης μετακινούνταν από τους στρατώνες τους (το Κάστρο ή το Παρθεναγω-


1912. Άποψη των Θεραπευτηρίων Θέρμα Κουρτζή: Η λουτρόπολη που ίδρυσε ο Π. Κουρτζής στις αρχές του αιώνα μας πλησίον της Μυτιλήνης, εξαιτίας των εξαιρετικών ιδιοτήτων των ιαματικών υδάτων της και των μεγάλων και τελειοτάτων θεραπευτηρίων της (υδροθεραπεία, ακτίνες Ραίντγεν και Φίνσεν, φωτόλουτρα και εργαλεία του ραδίου) αλλά και των ωραιοτάτων εγκαταστάσεών της, ήταν, μια από τις καλύτερες της Ευρώπης. Δυστυχώς η πτώχευση της "Τραπέζης Μυτιλήνης" συμπαρέσυρε και τις επιχειρήσεις του Π. Κουρτζή.


γείο) προς την πλατεία "Ελευθερίας" (Κιόσκι) ή το "Πεδίο του Άρεως" (Ταρλά, σήμερα "Εθνικό Γυμναστήριο") για τις διάφορες παρατάξεις και επιθεωρήσεις, τραγουδούσαν διάφορα τραγούδια από πατριωτικά μέχρι ερωτικά. Την ίδια εποχή ανέκυψε η ανάγκη να υμνηθεί από τους Λέσβιους, αντάξια. ο ηγέτης που ενσάρκωνε όλους τους πόθους του λαού, ο Βενιζέλος. Για το σκοπό αυτό έγινε με μεγάλη επιτυχία στη Μυτιλήνη διαγωνισμός για τη συγγραφή καλύτερου ύμνου του Βενιζέλου. Η τελετή βράβευσης έγινε στις 30-10-1916 στον κινηματογράφο "Αλκαίο". Το πρώτο βραβείο έλαβε ο ποιητής Ιωσήφ Βάλσαμος (ψευδώνυμο του Ασημάκη Βεϊνόγλου) όπως δέχεται ο Ασ. Πανσέληνος στο βιβλίο του "Τότε που ζούσαμε". Στις 19 Οκτωβρίου 1916 συστάθηκε το Στρατολογικό Γραφείο με διευθυντή τον Υπολ/γόν Κωνσταντόπουλο Βλαδίμηρο, ενώ στα Θέρμα Κουρτζή, τα οποία μετά την πτώχευση της "Τραπέζης Μυτιλήνης" άρχισαν να ερειπώνουν, λειτούργησε ουλαμός εκπαίδευσης υπαξιωματικών με διοικητή τον λοχαγό Παπαγιάννη Βασ. και με εκπαιδευτές τους ανθ/γους Καραπαναγιώτη Β. και Σκαναβή Οδυσσέα που μετά από 4 μήνες απέδωσε 400 υπαξιωματικούς ενισχύοντας ειδικά την μεραρχία μας με 200 λεσβίους και μικρασιάτες υπαξιωματικούς. Πολλοί απ' αυτούς τους αξιωματικούς ανήλθαν αργότερα σε ανώτερους και ανώτατους βαθμούς της στρατιωτικής ιεραρχίας όπως ο Αμμανίτης Ξ.. Σκόρδος Ε„ Κομνηνός Βλάσσιος. Στο τέλος δε του έτους (20 Δεκ. 1916) συγκροτήθηκαν και τα τρία τάγματα των Συνταγμάτων πεζικού της μεραρχίας, ενώ το Μάρτιο του 1917 έγινε επιστράτευση οκτώ ηλικιών (1906 - 1913). Έτσι συμπληρώθηκαν πλήρως οι μονάδες της μεραρχίας του αρχιπελάγους. Στη Μόρια και την Παναγιούδα δημιουργήθηκαν χώροι κατάλληλοι και σταύλοι για τη συγκέντρωση των υποζυγίων της μεραρχίας. Τις σημαίες των δύο λεσβιακών συνταγμάτων, του 4ου και 5ου, μετά από πρόταση του Στρατή Μυριβήλη, χειροτέχνησαν κυρίες της Μυτιλήνης, από διάφορες φράντζες και χρυσά κορδόνια, και τις παρέδωσαν στους Δ/κές των Συνταγμάτων στον Ταρλά (27 Απρ. 1917), μέσα σε πανηγυρική ατμόσφαιρα εθνικής έξαρσης. Η προώθηση της μεραρχίας στο Μακεδονικό μέτωπο άρχισε από τις 14 Απριλίου ατμοπλοϊκώς με τη συνοδεία συμμαχικών πολεμικών. Η Λέσβος με πόνο αλλά και με εμπιστοσύνη και περηφάνια "ξεπροβόδισε" από τη Σκάλα Λουτρών και το Πέραμα του Κόλπου Γέρας το άνθος του πληθυσμού της, που έφευγε στο μέτωπο για να αγωνιστεί για την εθνική αξιοπρέπεια και τα δίκαια της φυλής μας. Στο τέλος Απριλίου δεν απέμεινε


τίποτα από την μεραρχία παρά ο απόηχος από τα παραγγέλματα, τα σαλπίσματα και τον αποχαιρετισμό "Αντίο Λέσβος". Στη Θεσσαλονίκη η μεραρχία με διοικητή τον υποστράτηγο Δ. Ιωάννου και επιτελάρχη τον αν/χη Δ. Καθενιώτη, αφού ολοκλήρωσε την οργάνωσή της και συμπλήρωσε τον εφοδιασμό της σε υλικά και ζώα, διατέθηκε από το Γ.Ε.Σ. στην περιοχή Μοναστηρίου (18 Μαΐου 1917), όπου εκπαιδεύτηκε από Γάλλους Εκπαιδευτές στα νέα όπλα που της χορήγησαν οι Σύμμαχοι. Έτσι ένα χρόνο αργότερα 17 Μαΐου 1918 πανέτοιμη διατάχτηκε να εξαπολύσει την κύρια επίθεση, εναντίον των Γερμανοβουλγάρων που βρίσκονταν συγκεντρωμένοι στην απότομη και βραχώδη θέση Σκρα ντι Λέγκεν (Υψόμετρο 1.096 μ.) όπου είχε κατασκευαστεί λαβύρινθος χαρακωμάτων και ορυγμάτων και υπήρχαν πυροβόλα μεγάλου βεληνεκούς. Την εκπόρθηση του οχυρού αυτού ανέλαβε κυρίως το 5ο Λεσβιακό Σύνταγμα με διοικητή τον Ευθ. Τσιμικάλη ενισχυμένο με ουλαμό μηχανικού, δύο γαλλικά πυροβόλα των 37 και μια γαλλική διμοιρία φλογοβόλων. Σε σύντομο χρόνο τα τάγματα της Μεραρχίας Αρχιπελάγους έφτασαν στον πρώτο αντικειμενικό τους σκοπό, δηλαδή στα έργα του Σκρα ντι Λέγκεν, και. παρά τη σθεναρή αντίσταση του εχθρού μέσα στα χαρακώματα και τα οχυρά του, τα κατέλαβαν γρήγορα. Στην ένδοξη αυτή μάχη η μεραρχία Αρχιπελάγους συνέλαβε 1.835 αιχμαλώτους και κυρίευσε υλικό και πυρομαχικά, 32 πυροβόλα και πολλά άλλα όπλα. Κατήγαγε όμως "Πύρρειο νίκη" αφού είχε 1777 τραυματίες και θρήνησε 502 νεκρούς (300 περίπου ήταν Λέσβιοι) ανάμεσά τους και ο διοικητής του 1ου τάγματος (του 5ου Συντάγματος) ταγματάρχης Βασίλειος Παπαγιάννης. Η επιτυχία της μεραρχίας μας προκάλεσε μεγάλο ενθουσιασμό σε ολόκληρη την Ελλάδα και συνέβαλε στην εξύψωση του φρονήματος ολόκληρου του Στρατού, προπάντων όμως των συγκροτούμενων τότε ελληνικών μεραρχιών. Η νίκη αυτή έφερε το Βενιζέλο στο τραπέζι των νικητών του Α' Παγκοσμίου Πολέμου στις συνθήκες του Νεϊγύ (14 Νοεμβρ. 1919) και των Σεβρών (10 Αυγούστου 1920) που δημιούργησαν την εφήμερη Ελλάδα "των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών".


4. Η περίοδος της μεγάλης πολιτικής κρίσης και η τύχη του "Αιγιαλού των Μυτιληναίων" Όπως όλη η Ελλάδα έτσι και η Λέσβος, κατά την περίοδο αυτή, είχε εμπλακεί στη δίνη του εθνικού διχασμού. Οι διαδηλώσεις εναντίον του βασιλιά συγκλόνιζαν τακτικά τον τόπο μας και το αμοιβαίο μίσος έθραυε κάθε εθνικό συνεκτικό δεσμό ανάμεσα στους πολίτες μας. Κάθε παράταξη, όταν επικρατούσε, προχωρούσε σε εκκαθάριση της κρατικής μηχανής από τα αντίθετα πολιτικά στοιχεία, τη στιγμή που η Τουρκία με συστηματικούς διωγμούς επιχειρούσε την εξόντωση του ελληνικού στοιχείου της Μ. Ασίας. Οι διωγμοί στη δυτική Μ. Ασία άρχισαν το Μάιο του 1914 υπό την καθοδήγηση των Γερμανών. Στη θέση των Ελλήνων που ξεριζώθηκαν, εγκαταστάθηκαν μουσουλμάνοι πρόσφυγες από εδάφη, φυσικά και από τη Λέσβο, που έχασε η Τουρκία στους Βαλκανικούς πολέμους. Μάλιστα για την εκκένωση της περιοχής, που βρίσκεται απέναντι από τα επίμαχα ελληνικά νησιά του ανατολικού Αιγαίου, από τον Ελληνικό πληθυσμό οι Τούρκοι πρόβαλαν λόγους στρατιωτικής άμυνας σύμφωνα με την υπόδειξη του Γερμανού στρατηγού Λίμαν Φον Σάντερς. Η εκκένωση μεθοδεύτηκε παντού ομοιότροπα. Προηγήθηκε ενορχηστρωμένη ανθελληνική εκστρατεία του τουρκικού τύπου και εντάθηκαν οι καταπιέσεις για να εξαναγκαστεί το ελληνικό στοιχείο σε εκούσια μετανάστευση. Μάλιστα δεν έλειψαν και οι αθρόες σφαγές. Διώξεις, καταστροφές περιουσιών και περιστασιακές σφαγές εξαπλώθηκαν γρήγορα, ενώ πληθυσμοί ολόκληρων χωριών ξεριζώθηκαν σε μια νύχτα. Η Μυτιλήνη τότε έχασε ουσιαστικά τον Αιγιαλό της. την απέναντι μικρασιατική παραλιακή περιοχή με την οποία συνδεόταν φυλετικά και οικονομικά από τον 8ο π.Χ. αιώνα. Ολόκληρα χωριά, όπως το Αδραμύτι. το Φρένελι, το Ζεϊτινλί, το Κεμέρι και το Δικελί, κατοικούνταν σχεδόν αποκλειστικά από Μυτιληνιούς. Οι πρόσφυγες από αυτά τα χωριά εγκαταστάθηκαν στα μέρη της Λέσβου απ' όπου είχαν ξεκινήσει οι πρόγονοί τους κυρίως στα μέσα του προηγούμενου αγώνα. Στις 27 Μαρτίου 1917 ήρθε η σειρά του Αϊβαλιού (Κυδωνίες). Οι Έλληνες κάτοικοί του από 20 - 80 ετών υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν την πόλη. Ένα μέρος οδηγήθηκε με στρατιωτική συνοδεία στα Βαλανίδια. 8 ώρες πορεία έξω από το Αϊβαλί, ενώ οι υπόλοιποι διασκορπίστηκαν στην περιοχή της Προύσας και του Αϊδινίου. Οι περισσότεροι από τους 25.000 Αϊβαλιώτες πρόσφυγες θα περάσουν με καΐκια στο νησί μας. Ο δικός μας λογοτέχνης Ασημάκης Πανσέληνος στο βιβλίο του "Τότε


Μικρασιάτες πρόσφυγες του Α' διωγμού 1914 στην αυλή του Αγ. Θεράποντα προσδοκούν εγκατάσταση στη Μυτιλήνη (Αρχείο Σπ. Σίμου, υπουργού του Βενιζέλου, εφημ. "Καθημερινή", 21-4-1996)

που ζούσαμε" περιγράφει τις τραγικές αυτές στιγμές. «Στο μεταξύ κηρύχτηκε ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος, κι η ζωή που είχε αρχίσει και καταλάγιαζε, ξέσπασε πάλι σε αψηλούς ρυθμούς. Ήρθαν πρωτύτερα και οι πρόσφυγες από την Ανατολή. Θολώσαν τα νερά του λιμανιού. Πήξαμε μέσα κι όξω κάθε είδους πλεούμενα γεμάτα θρήνο και πανικό. Γέμισαν τα μουράγια και οι δρόμοι, οι εκκλησιές, τα σκολειά, οι αποθήκες, πλάσματα ανθρώπινα, παραλογιασμένα - γυναίκες κρατούσαν εικονίσματα και δεν ξέραν αν έπρεπε να τα σηκώσουν ψηλά ή να τα τσακίσουν στο λιθόστρωτο, άντρες που δεν τολμούσαν ν' απευθυνθούν μηδέ στο θεό μηδέ στο διάβολο. Είταν και κάμποσοι που περίμεναν κάποιο Δυνατό να βάνει τέρμα στο έγκλημα. Όμως η δύναμη είταν και τώρα αδικία. Κι είταν όμορφες μέρες καλοκαιριού και τόσο πυκνή δυστυχία. Ο ήλιος καίει και στραβώνει. Μύγες, κουρέλια, παιδιά να μαγαρίζουν στους δρόμους, μια δυσωδία ανέβαινε από τη γη προς τον ουρανό, και πιο πέρα μύριζε γιασεμί. Τέτοιες ώρες ο νους των ανθρώπων φρακάρει. Κοιτάζαν τα αντικρινά βουνά σα να προσμέναν. Και τι προσμέναν; Είχαν πετρώσει τα


στήθη τους. Είχε η καρδιά δραπετέψει. Δεν είχαν βάθος τα μάτια τους». Στις αρχές του 1917 ο αριθμός των περιθαλπομένων προσφύγων στη Λέσβο υπερέβαινε τις 45.000. Επειδή οι περισσότεροι πρόσφυγες είχαν συγκεντρωθεί στην πόλη της Μυτιλήνης, οι αρμόδιες αρχές περίθαλψης αναγκάστηκαν να διατάξουν την εγκατάστασή τους στα χωριά εκείνα που υπήρχαν εγκαταλελειμένα οθωμανικά οικήματα. Αν και η πλημμελής στέγαση και η κακή διατροφή τους ευνόησε την μετάδοση επιδημικών νόσων (εξανθηματικού τύφου, υπόστροφου πυρετού, μηνυγγίτιδας και φυματίωσης). οι βίαια εκπατρισμένοι μικρασιάτες αρνήθηκαν πεισματικά σε κάθε ενδεχόμενο μετακίνησής τους από τη Λέσβο στη Θεσσαλία ή την Πελοπόννησο, επειδή είχαν την ψύχωση της σύντομης παλιννόστησης και η θέα των βουνών και των ακτών της ποθητής πατρίδας τους τόνωνε τις ελπίδες για αλλαγή της δυσάρεστης αυτής κατάστασης. Για το στεγασμό των προσφύγων έγιναν επιτάξεις οικημάτων που ανήκαν και σε ομογενείς αλλά και σε οθωμανούς. Στους ομογενείς όμως ιδιοκτήτες μετά από απαίτησή τους οι κρατικές υπηρεσίες περίθαλψης κατέβαλαν το ενοίκιο. Επίσης, επειδή το παλιό Νοσοκομείο Μυτιλήνης, το ονομαζόμενο και "Ξενοδοχειό" (πλησίον του Αγ. Θεράποντος), αδυνατούσε να επαρκέσει, και να καλύψει τις αυξημένες νοσηλευτικές ανάγκες του πληθυσμού της Λέσβου για την αντιμετώπιση του εξανθηματικού τύφου χρησιμοποιήθηκε το οίκημα Γεωργιάδου που βρίσκεται στο βόρειο μέρος της πόλης πλησίον του προσφυγικού συνοικισμού και που από το 1912 λειτουργούσε ως στρατιωτικό νοσοκομείο. Το νοσοκομείο αυτό, δυναμικότητας 80 κλινών, εξοπλίστηκε τότε από δωρεές του Ελληνικού και του Αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού και παρείχε ιατρικήν περίθαλψην στους ασθενείς μέχρι τη Μικρασιατική καταστροφή. Από το 1922 μέχρι το 1935 το προσφυγικό νοσοκομείο στεγαζόταν στο νεοκλασικό κτίριο επί της οδού Δικελή 6 (σημερινό Πειραματικό Γυμνάσιο). Ακόμη για τη στέγαση, τη διατροφή, την προστασία και τη μόρφωση των ορφανών παιδιών ιδρύθηκε το "Άσυλο Παιδός" που στεγάστηκε στην αρχή στην έπαυλη του Κουρτζή (κοντά στα Θέρμα Κουρτζή). Στα μέσα του Απριλίου 1918 έφτασαν στο νησί και εγκαταστάθηκαν προσωρινά 319 ομογενείς πρόσφυγες από Ρωσία και τη Ρουμανία, λόγω των πολιτικοστρατιωτικών γεγονότων που διαδραματίζονταν στις χώρες εκείνες. Μετά όμως τη διαφαινόμενη ήττα των Κεντρικών Δυνάμεων στον πόλεμο άρχισαν οι λαθραίες αναχωρήσεις των μικρασιατικών προσφύγων στην πατρίδα τους. Η παλιννόστηση του κύριου όγκου των προσφύγων έλαβε χώρα μετά τη λήξη του Α' παγκοσμίου πολέμου, η παραμονή όμως στην πατρίδα τους, την Ιωνία, έμελλε να ήταν δυστυχώς ολιγόχρονη. Με τη συνθήκη όμως των Σεβρών (10 Αυγούστου 1920) η Τουρκία ανα-


γνωρίζει οριστικά την κυριαρχία της Ελλάδας στα νησιά του Αιγαίου, εκτός από τα Δωδεκάνησα που είχαν καταληφθεί από τους Ιταλούς. Τέλος ανατέθηκε στη χώρα μας η προσωρινή διοίκηση της περιοχής της Σμύρνης που ο πληθυσμός της, μετά από πέντε χρόνια, θα αποφάσιζε με δημοψήφισμα, αν επιθυμούσε την οριστική προσάρτηση της περιοχής στην Ελλάδα.

5. Η Μικρασιατική Καταστροφή Ο Βενιζέλος σύμφωνα με τη διακήρυξή του "Η Ελλάς δεν πηγαίνει εκεί όπου της λείπει η εθνολογική βάσις" μετά από συνεννόηση με τους συμμάχους διατάσσει την 1η μεραρχία να καταλάβει την περιοχή της Σμύρνης (από Σμύρνη ως Αϊβαλί, με κάποια ενδοχώρα, συνολικής έκτασης 17.000 τ. χιλ.) για την τήρηση της τάξης και την προστασία των μειονοτικών πληθυσμών. Τα 18 ελληνικά μεταγωγικά, όπου είχαν επιβιβαστεί τα ελληνικά στρατιωτικά τμήματα, με συνοδεία 3 αγγλικών και 4 ελληνικών αντιτορπιλλικών φθάνουν το μεσημέρι της 1ης Μαΐου 1919 στη Γέρα Μυτιλήνης, για να ετοιμαστούν καλύτερα και να μελετήσουν τις τελευταίες λεπτομέρειες του ιστορικού εγχειρήματος, της κατάληψης της Σμύρνης, που πραγματοποιήθηκε με επιτυχία την επόμενη ημέρα (2 Μαΐου). Συγχρόνως μονάδες της μεραρχίας Αρχιπελάγους στις 15 Ιουνίου 1919 στέλνονται στην Μ. Ασία (Δικελί) για να απωθήσουν τις δυνάμεις του Κεμάλ που προκαλούν δολιοφθορές στον εκεί ελληνικό στρατό και να καταλάβουν την περιοχή της Περγάμου και του Αϊβαλιού. Μάλιστα στις 4 Ιουλίου το Σύνταγμα των Λεσβίων δίνει την πρώτη σημαντική του μάχη καταδιώκοντας τους Τούρκους μέχρι την πόλη Καραγάτς. Μετά την ήττα του Βενιζέλου στις εκλογές του Νοεμβρίου 1920 και την επάνοδο του εξόριστου βασιλιά Κων/νου, η νέα κυβέρνηση Γούναρη κλιμακώνει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Μ. Ασία. Η μεραρχία Αρχιπελάγους και μάλιστα το 4ο σύνταγμα, η κατ' εξοχή λεσβιακή μονάδα του, που από τις 5 Ιαν. 1921 μετωνομάστηκε σε 22ο συν/γμα πεζικού, ξεπερνώντας τον εαυτό του θα περάσει το Σαγγάριο (13 Αυγούστου 1922) και θα φτάσει στις παρυφές της Άγκυρας. Ήταν όμως από τα πρώτα ελληνικά στρατιωτικά τμήματα που δέχτηκε τη μαζική αντεπίθεση των τουρκικών στρατευμάτων και που μετά τον τραυματισμό του διοικητή του Αν/χη Ψάρρα Γεωργίου αναγκάστηκε να συμπτυχθεί και να υποχωρήσει. Η αντίστροφη μέτρηση για τον ελληνισμό της Ιωνίας είχε αρχίσει. Ο ελληνικός στρατός είχε φτάσει στα όρια αντοχής του. Ο Κεμάλ εκμεταλ-


Στρατιώτες του 22ου Συντάγματος στην Προύσσα (Φωτ. αρχείο Στρ. Μπαλάσκα)

Αξιωματικοί και στρατιώτες του 22ου Συντάγματος στο κτίριο τηςΧΑΝ στην Πέργαμο. (Φωτ. αρχείο Στρ. Μπαλάσκα)


λευόμενος τα πολιτικοστρατιωτικά σφάλματα των Ελλήνων και τη διπλωματική απομόνωση της χώρας μας και δημιουργώντας με την αντεπίθεσή του ρήγμα στο μέτωπο των ελληνικών δυνάμεων κατευθύνεται στη Σμύρνη που την παραδίδει στις 31 Αυγ. 1922 στη φωτιά και στη σφαγή. Επειδή το σχέδιο άμυνας ήταν ανεπαρκές, ο ελληνικός στρατός υποχωρεί με άτακτη φυγή στα παράλια αφήνοντας απροστάτευτο τον Ελληνισμό της Ιωνίας. Η εκρίζωση αυτού του Ελληνισμού από τις πατρογονικές εστίες αποτέλεσε την κορύφωση του ελληνικού δράματος. Ακίνητες και κινητές περιουσίες εγκαταλείφθηκαν στην απελπιστική φυγή και γυμνά, τρεμάμενα και πεινασμένα ανθρώπινα ράκη, κοπαδιαστά εκβράστηκαν στις ακτές της ελεύθερης, αλλά φτωχής από τους πολέμους και την κακή πολιτική. Ελλάδας. Ως αυτόπτης μάρτυρας ο Ασημ. Πανσέληνος γράφει: «Κι αρχίσαν πάλι να καταφθάνουν τα καράβια με πρόσφυγες που τους αδειάζαν (χωρίς πασαπόρτι!) και φεύγαν. Εδώ είταν θρήνος και κοπετός, αντίθετα με τη βουβαμάρα που τύλιγε το νικημένο στρατό. Άλλοι είχαν μπόγους στο χέρι, άλλοι είταν γυμνοί και μισόγυμνοι, τυλιγμένοι κουβέρτες και χράμια, βγαίναν και πέφτανε στο λιθόστρωτο - μάτια αγριεμένα από τη σφαγή σταυροκοπιόταν ή βρίζαν, τους σέρναν άλλοι δικοί τους κι είταν μια ατμόσφαιρα βιβλική. Μιλούσαν και χάναν τα λόγια τους κι αρχίζαν πάλι από την αρχή και δεν έβρισκες άκρη. Κι αυτοί που σωπαίναν είταν πιο τραγικοί. Ήμεροι άνθρωποι, νοικοκυραίοι που είχαν πιστέψει στο ιδανικό της Ελλάδας, σε κοιτάζαν μες στα μάτια και τους ντρεπόσουν χωρίς να ξέρεις γιατί. (Τούτα γενόταν στη Μυτιλήνη. Όμως πριν λίγες μέρες, ο υπουργός Στρατιωτικών του Κωνσταντίνου είχε πάει στη Σμύρνη και καθησύχασε τους κατοίκους λέγοντας πως η Μικρασία δεν πρόκειται να εκκενωθεί. Τους παράδοσε στο μαχαίρι του Τούρκου). Γεμίσανε λοιπόν οι πλατείες και οι δρόμοι». "Τότε που ζούσαμε". Η Λέσβος τότε κατακλύστηκε από 130.000 πρόσφυγες, οι περισσότεροι από τους οποίους θα αναζητήσουν μετά από λίγες εβδομάδες μια καλύτερη τύχη στην ηπειρωτική Ελλάδα. Μόνο 24.000 απ' αυτούς θα πυκνώσουν δημογραφικό και θα ενισχύσουν στα μετέπειτα χρόνια οικονομικά και πνευματικά το νησί μας. Στη Λέσβο εγκαταστάθηκαν και περισσότεροι από 500 Αρμένιοι που υποχρεώθηκαν να μοιραστούν με τους Έλληνες τη μοίρα της κοινής προσφυγιάς. Εγκαταστάθηκαν στον προσφυγικό οικισμό "Χωράφα" όπου λειτουργούσε το Δημοτικό Σχολείο τους, ενώ η αξιόλογη βιβλιοθήκη - λέσχη τους βρισκόταν σε οίκημα παραπλεύρως του Ι.Κ.Α. και εκκλησιάζονταν στο ναΐδριο του Αγίου Ιωάννη στην Κουλμπάρα. Ο λεσβιακός λαός πρό-


σφερε κάθε δυνατή βοήθεια στους Αρμένιους πρόσφυγες που από την πρώτη στιγμή είχαν ενεργή δράση στην κοινωνική ζωή του τόπου. Ασχολήθηκαν με όλα τα επαγγέλματα, ειδικότερα με τη βυρσοδεψία, τη χρυσοχοΐα και το καπνεμπόριο. Επειδή όμως η ελληνική πολιτεία καθυστέρησε (μέχρι το 1968) να δώσει την υπηκοότητα στους δημιουργικούς και ομόθρησκους αρμένιους πρόσφυγες, λαό με τον οποίο μας συνδέουν αιώνες τώρα ισχυροί δεσμοί φιλίας, το 1932 και κυρίως το 1947 οι Αρμένιοι της Μυτιλήνης (18.000 από τους 30.000 σ' όλη την Ελλάδα) μετοίκισαν στη σοβιετική Αρμενία. Επειδή πολλοί Λέσβιοι κατάγονται από την περιοχή των Κυδωνιών (του Αϊβαλιού) επιβάλλεται να γνωρίζουμε λίγα για την τύχη του χριστιανικού πληθυσμού της. Στις Κυδωνίες άρχισαν οι βιαιοπραγίες εναντίον του χριστιανικού πληθυσμού που αριθμούσε 45.000 όταν έφτασαν οι Τσέτες (29 Αυγ. 1922) και ο τουρκικός τακτικός στρατός (6 Σεπτ. 1922). Μάλιστα, όταν μετά από μια εβδομάδα αναχώρησε η τουρκική μεραρχία ιππικού, πήρε μαζί της και πρόσφυγες, ανάμεσα στους οποίους υπήρχαν πολλά γυναικόπαιδα καθώς και Αρμένιοι, που είχαν συρρεύσει στην πόλη, με την ελπίδα να μεταφερθούν στη Μυτιλήνη. Οι πρόσφυγες αυτοί μαζί με τα γυναικόπαιδα από το Μοσχονήσι στάλθηκαν σε στρατόπεδα του εσωτερικού. όπου εξοντώθηκαν. Ένα από τα θύματα αυτά ήταν και ο μητροπολίτης Μοσχονησίων Αμβρόσιος που τον έθαψαν οι Τούρκοι ζωντανό. Αλλά και οι άντρες των Κυδωνιών, των Μοσχονησίων, και των γειτονικών κωμοπόλεων και των χωριών όπως του Κερέμκιοϊ, του Γκιουμέτς, του Γιαγιάκιοϊ, του Καραγάτς και του Αγιασμάτι, που είχαν συνεργαστεί με τον Ελληνικό στρατό κατοχής συνελήφθηκαν και εκτελέστηκαν. Πιστεύεται ότι ο αριθμός των εκτελεσθέντων έφτασε τις 4.000. Στις 19 Σεπτ. οι Τούρκοι διέταξαν το μητροπολίτη Κυδωνιών Γρηγόριο να ειδοποιήσει όλο τον άρρενα πληθυσμό της πόλης να παρουσιαστεί στις τουρκικές αρχές. Αφού κράτησαν στην πόλη μόνο τους ράφτες και βυρσοδέψες, υποδηματοποιούς και σαπωνοποιούς, τους υπόλοιπους διέταξαν να φύγουν με ατμόπλοια για την Ελλάδα εντός 24ωρου. Τότε ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού μεταφέρθηκε στη Μυτιλήνη. Το μητροπολίτη Γρηγόριο κατά κόσμον Ωρολογά ή Αντωνιάδη, που αρνήθηκε να φύγει, εγκαταλείποντας πίσω του μεγάλο μέρος από το ποίμνιό του, τον έθαψαν ζωντανό, αφού προηγουμένως θανάτωσαν μπροστά του 22 ιερείς της μητρόπολης του. Την ίδια τύχη είχε και ο διοικητής της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Κυδωνιών Αλή εφέντης που κατηγορήθηκε ότι ήταν φίλος των Ελλήνων. Ένας συνοπτικός απολογισμός της μικρασιατικής καταστροφής δίνει τους ακόλουθους αριθμούς. Οι πρόσφυγες ανήλθαν σε 1.500.000 και οι


εξοντωθέντες και αγνοούμενοι σε 500.000. Περίπου 2.500 εκκλησίες και 3.800 σχολεία μεταβλήθηκαν σε τζαμιά, στάβλους, αποθήκες ή ερείπια. Χιλιάδες ελληνίδες επλούτισαν τα τουρκικά χαρέμια. Χιλιάδες μικρά Ελληνόπουλα υποχρεώθηκαν να τουρκέψουν. Ιδιαίτερα το τουρκικό μένος στράφηκε κατά του κλήρου: από τους 450 κληρικούς της επαρχίας Σμύρνης οι 347 βρήκαν οικτρό θάνατο. Εθνομάρτυρας είναι και ο εκ Παρακοίλων Ευθύμιος Αγριτέλλης (Παράκοιλα Λέσβου 1876 - Αμάσεια 1921), επίσκοπος Σήλων Αμασείας του Πόντου. Στην επισκοπή του από το 1912 έδειξε μεγάλη θρησκευτική και εθνική δραστηριότητα, βοηθώντας τους Έλληνες της περιοχής του. Στις 22 Ιανουαρίου 1921 πιάστηκε από τους Τούρκους, που τον παρέπεμψαν στο στρατοδικείο με την κατηγορία της προδοσίας. Την ημέρα του Πάσχα του 1921 απομονώθηκε σε υγρό και σκοτεινό κελί όπου και πέθανε από τις κακουχίες και τα βασανιστήρια (29 Μαΐου 1921). Στη Λέσβο εκτός από τους πρόσφυγες κατέφυγε και ο στρατός της Μικράς Ασίας. Στις 31 Αυγούστου φτάνει στο νησί μας η "ανεξάρτητη μεραρχία" υπό τον Υποστράτηγο Θεοτόκη, αφού έγραψε την πιο ηρωική σελίδα μέσα στο δράμα της κατάρρευσης και της καταστροφής. Επί 14 ημέρες, η "χαμένη μεραρχία" όπως ονομάστηκε, πολεμώντας συνεχώς έφτασε στο Δικελή και από εκεί στη Λέσβο ακολουθούμενη από χιλιάδες κατοίκους των περιοχών από τις οποίες πέρασε. Στη Λέσβο όμως διαπεραιώθηκαν και άλλα μεγάλα τμήματα των μεραρχιών του στρατηγού Φράγκου και του Α' σώματος στρατού που διοικούσε ο Γονατάς.

II. Από το 1922 ως το 1944 1. Οι επιπτώσεις της μικρασιατικής καταστροφής στην πολιτική ζωή Η κατάρρευση του μετώπου δημιούργησε, όπως ήταν φυσικό, κατάσταση έκρυθμη στον ελληνικό στρατό. Εκείνες τις τραγικές ημέρες του '22 υπήρξαν μερικοί αξιωματικοί που επεζήτησαν τη Νέμεση, την τιμωρία των υπευθύνων της καταστροφής. Μέσα λοιπόν στη σύγχυση για να αποφευχθεί γενικότερη λαϊκή εξέγερση με απρόβλεπτες εξελίξεις, τα στρατιωτικά τμήματα που είχαν αποβιβαστεί στη Λέσβο και τη Χίο, συνολικής δυνάμεως 5.000 και 9.000 ανδρών αντίστοιχα, επαναστάτησαν εναντίον του Κωνσταντινικού καθεστώτος. Στη Μυτιλήνη την πρωτοβουλία της οργάνωσης


των αξιωματικών την είχαν αναλάβει οι αντισυνταγματάρχες του πεζικού Κ. Μαμούρης και Α. Πρωτοσύγγελος που μαζί με το συνταγματάρχη Στ. Γονατά, που προσχώρησε στο κίνημα, ξεπερνώντας τους αρχικούς του δισταγμούς, αποτέλεσαν την εδώ επαναστατική τριανδρία. Έτσι με την προσχώρηση του Γονατά, που ήταν μετριοπαθής Κωνσταντινικός, η "επανάσταση" πήρε "εθνικό" χαρακτήρα. Την ίδια μέρα που εκδηλώθηκε το κίνημα στη Χίο με αρχηγό το συνταγματάρχη Νικόλαο Πλαστήρα, η επαναστατική επιτροπή της Μυτιλήνης, που βρισκόταν σε τακτική επαφή με τον Πλαστήρα, κατέλυσε τις στρατιωτικές και πολιτικές αρχές του τόπου. Η αντίσταση υπήρξε ασήμαντη, ενώ η κατάληψη των τηλεγραφείων εξασφάλισε στο κίνημα το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού απέναντι στο καθεστώς των Αθηνών. Στη δύναμη των επαναστατών της Λέσβου προστέθηκαν 4 εμπορικά σκάφη καθώς και το υπερωκεάνειο "Πατρίς" που στις 12 Σεπτεμβρίου μετέφεραν τους επαναστάτες, ανάμεσά τους και το 22ο Σύνταγμα, στην Αττική. Ο Γονατάς για να προλάβει εξτρεμιστική ομάδα αξιωματικών υπό τον απόστρατο στρατηγό Θεόδωρο Πάγκαλο, που ήθελε να περάσει "διά πυρός και σιδήρου" τον αντιβενιζελισμό, αναλαμβάνει την αρχηγία της επανάστασης. Μάλιστα στέλνει με στρατιωτικό αεροπλάνο προκηρύξεις που έπεσαν στην Αθήνα το πρωί της 13/26 Σεπτ. Στις προκηρύξεις αυτές ο Στ. Γονατάς "εξ ονόματος του εν Μυτιλήνη και Χίω Στρατού και Στόλου" ζητούσε 1) την παραίτηση του Κων/νου "χάριν της πατρίδος, υπέρ του διαδόχου", 2) την άμεση διάλυση της Εθνοσυνελεύσεως, 3) το "σχηματισμό κυβερνήσεως αχρόου και εμπνεούσης εμπιστοσύνην εις την Αντάντ", 4) Την άμεση ενίσχυση του θρακικού μετώπου. Ακολουθούν με τρόπο κατακλυσμικό οι πολιτικές εξελίξεις: η εκτέλεση των έξι που θεωρήθηκαν υπεύθυνοι για την καταστροφή, η έξωση του βασιλιά, η ενίσχυση του θρακικού μετώπου αλλά και η "ανταρσία" του Παγκάλου. Οι Μεγάλες όμως Δυνάμεις επείγονταν να κλείσουν τον πόλεμο και διπλωματικά, γι' αυτό ακολουθεί η διάσκεψη της Λωζάνης. Οι εργασίες άρχισαν στις 21 Νοεμβρίου 1922 και ολοκληρώθηκαν στις 24 Ιουλίου 1923, με την υπογραφή της συνθήκης ειρήνης. Την Ελλάδα, κατά παράκληση της Επαναστατικής Επιτροπής, εκπροσώπησε ο Βενιζέλος και την Τουρκία ο Ισμέτ πασάς (ο μετέπειτα Ινονού). Η συνθήκη περιλαμβάνει 143 άρθρα και 17 συμβάσεις και πρωτόκολλα. Αυτά που αφορούν ιδιαίτερα την Ελλάδα παραμένουν μέχρι σήμερα σημεία τριβής, αύριο ίσως casus belli μεταξύ των δύο χωρών. Με τη συνθήκη αυτή καθιερώθηκε επίσημα μια καινούρια σκληρή πρακτική για τις τύχες των λαών, η ανταλλαγή των πληθυσμών και των περι-


Η προκυμαία της Μυτιλήνης το 1912 (Φωτ. αρχείο Απόστ. Βαμβούρη)


ουσιών τους. Από την ανταλλαγή εξαιρέθηκαν οι μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης και οι Έλληνες των νησιών της Ίμβρου και Τενέδου και της Κωνσταντινουπόλεως. Επίσης η Ελλάδα ανέλαβε την υποχρέωση να μην εγκαταστήσει ναυτικές βάσεις στα νησιά Λέσβο, Σάμο. Χίο και Ικαρία ούτε και να προβεί σε οχύρωσή τους. Επιτρέπεται μόνο παρουσία μικρής στρατιωτικής δύναμης. Η επανάσταση του 1922, ακόμη, αντιμετώπισε αποφασιστικά το πρόβλημα του Ημερολογίου. Από τις αρχές του 1923 αποφασίστηκε η εγκατάλειψη του Ιουλιανού (παλαιού) ημερολογίου που υπολειπόταν κατά 13 μέρες από το Γρηγοριανό - Δυτικό. Βέβαια στη Λέσβο δεν υπήρξαν αμετάπειστοι οπαδοί του Ιουλιανού ημερολογίου, όπως σε άλλα μέρη της χώρας όπου σχημάτισαν την ανεξάρτητη θρησκευτική κίνηση των Παλαιοημερολογητών.

2. Η Α' Ελληνική Δημοκρατία και η κατάλυσή της Οι μετέπειτα ελληνικές κυβερνήσεις μεριμνούν, με απαλλοτριώσεις και δάνεια, για την αποκατάσταση των προσφύγων, ενώ δε λείπουν και οι περιπτώσεις που η στέγαση αυτών των προσφύγων γίνεται αντικείμενο κομματικής εκμετάλλευσης. Νέοι οικισμοί καθαρά προσφυγικοί δημιουργούνται μέχρι το 1930, στη Μυτιλήνη και σε πολλά χωριάτου νησιού μας. Ο ερχομός των προσφύγων στο νησί μας δεν αλλάζει αρκετά το συσχετισμό των πολιτικών δυνάμεων, αφού ο λεσβιακός λαός από το 1912 είναι προσανατολισμένος στο Βενιζέλο και αυτό φάνηκε καθαρά στο κίνημα του Πλαστήρα της 6ης Μαρτίου 1933, όταν πήρε το μέρος των επαναστατών. Οι πρόσφυγες επίσης τροφοδοτούν το εργατικό και αγροτικό κίνημα με αξιόλογα στελέχη και πρωτοστατούν στους κοινωνικούς, οικονομικούς και πολιτικούς αγώνες του τόπου μας. Δυστυχώς, ο διχασμός θα εξακολουθήσει να δηλητηριάζει το δημόσιο βίο της χώρας πολλές δεκαετίες και τα μίση δε θα κατασιγάσουν ούτε μετά το βιολογικό τέλος των δύο πρωταγωνιστών. Εντωμεταξύ στη Μυτιλήνη το μικρό Κομμουνιστικό κόμμα αρχίζει να αποκτά μια ευρύτερη λαϊκή βάση εκλέγοντας μάλιστα στις 26 Ιανουαρίου του 1936 ένα βουλευτή (Μ. Τυρίμο) με ποσοστό στη Λέσβο 15% (Πανελλήνια 6%). Στις 2 Μαΐου 1931 ο Γεώργιος Παπανδρέου, ως υπουργός Παιδείας στην κυβέρνηση Ελ. Βενιζέλου, έρχεται στη Λέσβο και θέτει το θεμέλιο λίθο νέων σχολείων, ενώ φροντίζει για την ουσιαστική λειτουργία της Παιδαγωγικής Ακαδημίας. Η σχολή αυτή που ευτύχησε τα τέσσερα πρώτα


χρόνια (1931 - 34) να έχει διευθυντή το φιλόσοφο και μεγάλο παιδαγωγό Ευάγγελο Παπανούτσο, στάθηκε επί 58 συναπτά έτη, φάρος πνευματικής ακτινοβολίας στην αιολική τούτη γη. Όμως η Α' Ελληνική Δημοκρατία κινούμενη μέσα στο πλαίσιο έντονων κοινωνικών, οικονομικών και ιδεολογικών αντιθέσεων, αποδείχτηκε αδύναμη να σταθεροποιηθεί. Ο βασιλιάς Γεώργιος Α' οπλίζει το χέρι του επίδοξου δικτάτορα I. Μεταξά που κυριολεκτικά δολοφονεί τη Δημοκρατία. Η δικτατορία της 4ης Αυγούστου οδηγεί την Ελλάδα στον κύκλο των ολοκληρωτικών κρατών της Ευρώπης, ενώ στέλνοντας πολλούς λέσβιους δημοκράτες στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και επιβάλλοντας αυστηρή λογοκρισία στον τύπο, βυθίζει τη Λέσβο σ' ένα πρωτοφανή σκοταδισμό. Ο μυτιληναϊκός λαός, δυο μέρες αργότερα, αντιδρά με συλλαλητήριο στην Προκυμαία. Ο δικτάτορας εκμεταλλευόμενος το νόμο 4229/25 Ιουλ. 1929, γνωστός ως "Ιδιώνυμο" που ψηφίστηκε από τη δημοκρατική κυβέρνηση του Ελ. Βενιζέλου, καταδίωξε όλους τους διαφωνούντες και κατέπνιξε κάθε αντιπολιτευτική κίνηση. Επίσης, η παραστρατιωτική φασιστική οργάνωση ΕΟΝ, που στρατολογεί υποχρεωτικά νέους από 8 έως 20 ετών, κάνει έντονη την παρουσία της σ’ όλη τη Λέσβο υμνώντας τις αρετές του καθεστώτος και τον αρχηγό της. Την ίδια εποχή όμως τα μαύρα σύννεφα του πολέμου συσσωρεύονταν πάνω από την Ευρώπη. Η Γερμανία του Χίτλερ με τις δυναμικές προσαρτήσεις ξένων εδαφών αναγκάζει την Αγγλία και τη Γαλλία να της κηρύξουν τον πόλεμο (1939), που συντάραξε συθέμελα ολόκληρη την ανθρωπότητα και στοίχισε τη ζωή 60.000.000 ανθρώπων και την καταστροφή ολόκληρων περιοχών. Η ελληνική τότε εξωτερική πολιτική και η άσκησή της το 1940 έμοιαζε με τις συνήθειες της "συμπαθέστατης στρουθοκαμήλου"· επίσημα ήταν πολιτική ουδετερότητας, αλλά ουσιαστικά ήταν φιλοαγγλική. Το 1939 το Ελληνικό Γ.Ε.Σ., έχοντας πληροφορίες πως επίκειται ιταλική επίθεση εναντίον της Αλβανίας με ταυτόχρονη απόβαση στην Κέρκυρα και τα νησιά του Βορείου και Κεντρικού Αιγαίου, διατάζει την XIII Μεραρχία (έτσι μετονομάστηκε το 1921 η μεραρχία Αρχιπελάγους) στην οποία υπαγόταν το 22ο σύνταγμα πεζικού με έδρα τη Μυτιλήνη, να υπερασπιστεί τα νησιά της ζώνης ευθύνης της. Η συντονισμένη επίθεση του ιταλικού τύπου κατά της Ελλάδος και η σειρά προκλητικών ενεργειών εναντίον των ελληνικών πλοίων με αποκορύφωμα τον τορπιλισμό του ελληνικού ευδρόμου "Έλλη" (15 Αυγ. 1940) στο λιμάνι της Τήνου ανάγκασε το Γ.Ε.Σ. να προχωρήσει σε τοπική επιστράτευση στον τομέα ευθύνης της XIII Μεραρχίας. Επειδή η μεν Τουρκία, παρά τις προσπάθειες της Βρετανικής Κυβέρνησης, δεν πείστηκε να υποσχεθεί επίσημα ότι θα βοηθήσει την


Ελλάδα σε περίπτωση ιταλικής επίθεσης, η δε Γιουγκοσλαβία ερωτοτροπούσε με την Ιταλία και η Βουλγαρία είχε μπει στον Άξονα (Γερμανίας Ιταλίας), αναγκάστηκε η χώρα μας να τοποθετήσει τις στρατιωτικές δυνάμεις της κατά μήκος των συνόρων της Β. Ελλάδας. Έτσι το μεγαλύτερο μέρος της μεραρχίας μας διατάχθηκε να μεταφερθεί στην αρχή στη Δ. Θράκη για αποφυγή θαλάσσιων κινδύνων που θα αντιμετώπιζε μετά την κήρυξη του πολέμου. Η μετακίνηση της μεραρχίας πραγματοποιήθηκε με τρεις διαδρομές νηοπομπών την 7ην, την Μην και 24ην Σεπτεμβρίου 1940 από τα νησιά του Αιγαίου στην περιοχή της Αλεξανδρούπολης, όπου τοποθετήθηκε προσωρινά, για να προωθηθεί στις 4 Νοεμβρίου 1940 στο Αλβανικό μέτωπο.

3. Ο ελληνοϊταλικός πόλεμος Ο Πρωθυπουργός I. Μεταξάς με την αρνητική του απάντηση στο ιταμό τελεσίγραφο που του επέδωσε ο Ιταλός πρεσβευτής στην Αθήνα, νωρίς το πρωί της 28ης Οκτωβρίου, βρέθηκε για πρώτη φορά σε σύμπνοια με το χειμαζόμενο λαό και διερμήνευσε τη θέληση της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελλήνων. Έτσι άρχιζε ένας θανάσιμος αγώνας μιας μικρής και φτωχής χώρας που πολεμούσε για την εθνική τιμή και την αξιοπρέπεια εναντίον ενός πανίσχυρου και υπερφίαλου κράτους. Την πενιχρότητα των στρατιωτικών μέσων, που διέθετε η Ελλάδα, αναπλήρωνε ο ενθουσιασμός και η φιλοπατρία των στρατευμένων παιδιών της. Η κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου δίνει την ευκαιρία στο λεσβιακό λαό να μιλά ανοιχτά κατά του φασισμού, ενώ τις επόμενες μέρες οι επιστρατευμένοι συμπολίτες μας σπεύδουν στο μέτωπο με υψηλό φρόνημα. Πριν από την επιβίβασή τους στα επιβατικά πλοία γραμμής "Μαίρη Μ." και "Αρντένα", που χρησιμοποιούνται, καμουφλαρισμένα με κατάλληλα χρώματα από το πολεμικό ναυτικό, τα στρατευμένα παιδιά μας κάνουν αποχαιρετιστήρια παρέλαση στην προκυμαία της Μυτιλήνης. Ο λαός, συγχωριανοί, φίλοι και συγγενείς των στρατιωτών, τους χειροκροτεί και τους αποχαιρετά μ' ευχές για νίκη και επάνοδο. Δυστυχώς αρκετοί από αυτούς τους ήρωες δε θα γυρίσουν πίσω, αλλά το αίμα τους θα ποτίσει τα ελληνικά χώματα της Βόρειας Ηπείρου. Μετά την περάτωση της αποστολής στο μέτωπο των στρατευσίμων κλάσεων, τη φρούρηση της Μυτιλήνης αναλαμβάνει το Έμπεδο τάγμα, που τμήματά του στρατωνίζονται εντός του Φρουρίου και στο Υφαντήριο, όπου σήμερα χρησιμοποιείται ως αποθήκη από την Ένωση Γεωργικών Συν/σμών Λέσβου.


Αναχώρηση στρατιωτών του 22ου Συντάγματος από τη Μυτιλήνη για το Αλβανικό Μέτωπο στις 28-10-1940 (Φωτ. αρχείο Σ. Χουτζαίου)

Το τάγμα αυτό όμως είναι αριθμητικά και ποιοτικά υποβαθμισμένο, αφού η δύναμή του συμπληρώθηκε από κληθέντες εφέδρους μεγάλων κλάσεων και ο οπλισμός του είναι ξεπερασμένης τεχνολογίας, λάφυρο από τη συμμετοχή μας στον Α' παγκόσμιο πόλεμο στο πλευρό των συμμάχων. Στο Αλβανικό θέατρο των επιχειρήσεων ο ελληνικός στρατός, αν και ανεπαρκώς εξοπλισμένος και παρά τη συντριπτική αριθμητική υπεροχή των Ιταλών, πολέμησε με ενθουσιασμό και αυτοθυσία και γι' αυτό όχι μόνο απέκρουσε την ιταλική επίθεση, αλλά και απώθησε τον εχθρικό στρατό 60 χιλιόμετρα μέσα στο αλβανικό έδαφος. Την ίδια περίοδο το ναυτικό μας δεν επέτρεψε το αντίστοιχο όπλο του αντιπάλου να απειλήσει τα νησιά του Κεντρικού και Βορείου Αιγαίου. Το ίδιο όμως δεν πέτυχε η ελάχιστα προετοιμασμένη για πόλεμο αεροπορία μας. Οι συναγερμοί στο νησί μας λόγω των αεροπορικών βομβαρδισμών, ήταν καθημερινό φαινόμενο, η δε συσκότιση ταλαιπωρούσε κάθε συμπατριώτη μας εξαιτίας των κακών δρόμων της πόλης και των χωριών του νησιού. Ως καταφύγια χρησιμοποιούνταν τα υπόγεια των σπιτιών ή τα ορύγματα στον αύλειο χώρο των σπι-


τιών και των σχολείων. Οι Ιταλοί αεροπόροι, σε αντίθεση με ότι έπραξαν στην Πάτρα, δεν ήθελαν να πλήξουν τον άμαχο πληθυσμό της Λέσβου, παρά μόνο στρατιωτικούς στόχους, εγχείρημα που δε στέφθηκε ποτέ με απόλυτη επιτυχία. Ο λεσβιακός λαός πέρασε τη δοκιμασία αυτή με καρτερία και χωρίς γογγυσμό. Επειδή τα αποθέματα τροφίμων ήταν ανεπαρκή, καθιερώθηκε δελτίο στη διανομή τροφίμων. Για τις ανάγκες δε σε ρουχισμό του στρατού. που πολεμούσε στα παγωμένα βουνά της Β. Ηπείρου, με πρωτοβουλία της Ιεράς Μητρόπολης Μυτιλήνης, συστήθηκαν επιτροπές σ' όλες τις κοινότητες που εργάστηκαν με ζήλο τόσο για την κατασκευή όσο και τη συλλογή αυτού του υλικού. Τα σχολεία και οι εκκλησίες φιλοξενούσαν τα συνεργεία των γυναικών που έπλεκαν "τη φανέλα του στρατιώτη". Η φτωχή κυκλοφορία των αυτοκινήτων στη Μυτιλήνη εκμηδενίζεται μετά την επίταξη των περισσοτέρων τροχοφόρων που στέλνονται στο μέτωπο. Εντωμεταξύ οι νίκες έρχονται η μία ύστερα από την άλλη και οι καμπάνες των εκκλησιών αναγγέλλουν κάθε τόσο την κατάληψη από το στρατό μας και κάποιας Βορειοηπειρωτικής πόλης. Όμως νέοι, ήρωες των πεδίων των μαχών, με τις πατερίτσες και μαυροφορεμένες μητέρες, αδελφές και σύζυγοι των θυμάτων του πολέμου κάνουν την εμφάνισή τους στους δρόμους της Μυτιλήνης και των χωριών της Λέσβου. Τα γνώριμα πια αυτά φαινόμενα δεν πτοούν τους λέσβιους, αλλά απεναντίας τους φανατίζουν και τους οδηγούν στην απόφαση να διαφυλάξουν αντί οποιουδήποτε τιμήματος την εδαφική ακεραιότητα της πατρίδας τους. Για την επίρρωση δε του εθνικού φρονήματος καθηγητές των σχολείων της Μ. Εκπ/σης οργανώνουν στη Μυτιλήνη και στα χωριά πατριωτικές διαλέξεις, ενώ στους ιερούς Ναούς τελούνται πάνδημα και επιβλητικά μνημόσυνα για τους πεσόντες λέσβιους αγωνιστές. Στις αθηναϊκές εφημερίδες αλλά και στις λιγοστές λεσβιακές που κυκλοφορούν αυτή την εποχή, όπως στον 'Τρίβολο", την "Λεσβιακή Ηχώ", το "Φως", την "Πρωινή" και την "Εφημερίδα των Λεσβίων" κυριαρχεί ο τσολιάς, το τσαρούχι και οι γελοιογραφίες του Μουσολίνι. Την ίδια περίοδο κυκλοφορεί δωρεάν κάθε Κυριακή σε 4.000 φύλλα το θρησκευτικό περιοδικό της I. Μητρόπολης Μυτιλήνης "Φωνή Κυρίου", ως παράρτημα του μηνιαίου επίσημου δελτίου της "Ο Ποιμήν", όπου δημοσιεύονται από τον Αιδ. Πρωτοπρεσβύτερο κ. Εμμ. Μυτιληναίο επίκαιρες θρησκευτικές και πατριωτικές διδασκαλίες που εμψυχώνουν το δοκιμαζόμενο από τον πόλεμο λαό μας. Στα ερασιτεχνικά θέατρα της Λέσβου, "Φιλοτεχνικός Όμιλος Μυτιλήνης". "Χορωδία Μυτιλήνης" κ.ά. επικρατούσε το πολεμικό σκετς, αλλά και η εύθυμη επιθεώρηση, παράγωγο και αυτή του πολέμου κατά της Ιταλίας. Την ίδια εποχή μια ομάδα από λέσβιους ερασιτέχνες


έπαιξαν με μεγάλη επιτυχία τα πολεμικά σκετς του Στρατή Παπανικόλα "Σειρήνες" και 'Τραυματίες". Άρχισε όμως παράλληλα να καλλιεργείται συστηματικά από τον τύπο και ο "ρόλος" του Μεταξά στον πόλεμο και στη νίκη. Με άρθρα και φωτογραφίες ή με πηχαίους τίτλους, προβάλλεται ο δικτάτορας, ως ο "κυρ Γιάννης", ο "μπαρμπα Γιάννης", ο "πατέρας της νίκης". Οι μάχες όμως στα βουνά της Αλβανίας συνεχίζονται, γι' αυτό ο Μητροπολίτης Μυτιλήνης Ιάκωβος Α' απευθύνεται σ' όλους τους λέσβιους, προπάντων όμως στους πλούσιους, και τους προτρέπει να ενισχύσουν οικονομικά τον αγώνα του έθνους μας. Οι πάντες ανταποκρίθηκαν ανάλογα με τις οικονομικές δυνατότητές τους. Την καλή αρχή έκαναν οι μεγάλοι δωρητές Δ. Σουρλάγκας που πρόσφερε ένα αεροπλάνο και ο Γ. Βοστάνης, που κατέθεσε για τις ανάγκες του Στρατού 1.300.000 δρχ., υπέρογκο για την εποχή χρηματικό ποσό. Την προσπάθεια αυτή του Μητροπολίτη βοήθησε και ο Στρατής Παπανικόλας με τα άρθρα του από την εφημερίδα του "Τρίβολος". Τα παρακάτω χαρακτηριστικά αποσπάσματα δείχνουν τη δύναμη της πένας του Παπανικόλα: «Πολλοί ρωτούν. Γιατί αργούν να εξαγγελθούν οι εισφορές των πλούσιων Μυτιληνιών στον ιερό αγώνα; Κατά τη γνώμη μας η άργητα είναι δικαιολογημένη. Οι πλούσιοί μας περιμένουν ο ένας τον άλλον. Και στον πλούτον υπάρχει ιεραρχία. Στον τόπο μας την πρώτη μεγάλη λέξη θα την πει ο κυρ-Γιώργος ο Βοστάνης. Οι άλλοι θα ακολουθήσουν. Και θα προσφέρει ο καθένας, ανάλογα με τις δυνάμεις του. Όσο για τους φτωχούς αυτοί είναι ελεύθεροι να δίνουν ότι έχουν και δεν έχουν. Κανένας δεν θα τους ψέξει πως δύσανε λίγα, μια που εισφέρουν ολόκληρο το έχει τους κι απ' το υστέρημά τους...». «Διάφοροι Λέσβιοι αγρότες προσέφεραν το μουλάρι τους στον εθνικό έρανο. Ένα μουλάρι για τον αγρότη αξίζει όσο ένα βαπόρι τουλάχιστον για τον εφοπλιστή ή μία φάμπρικα για τον βιομήχανο. Με άλλα λόγια έχουμε το μέτρο για να κανονίσουμε την αναλογία των εισφορών μας. Οι εύποροι, οι πλούσιοι και οι ζάμπλουτοι». Τη στιγμή που ο στρατός μας συνεχίζει την προέλασή του βαθιά στο αλβανικό έδαφος και συντρίβει τη σφοδρή "εαρινή επίθεση" των Ιταλών, την οποία παρακολουθούσε ο ίδιος ο Μουσολίνι, ο Χίτλερ μετά το ναυάγιο των σχεδίων του για εισβολή στην Αγγλία, άρχισε να μελετά την επίθεσή του εναντίον της Γιουγκοσλαβίας και Ελλάδος. Ο λαός μας θα σηκώσει και πάλι το σταυρό του μαρτυρίου και θα πορευθεί προς το νέο Γολγοθά του όπου θα ξανασταυρωθεί.


4. Η Κατοχή και η Εθνική Αντίσταση Η γερμανική επίθεση κατά της Ελλάδας άρχισε στις 5.15 ώρα της 6ης Απριλίου, αφού πρώτα ο Χίτλερ μέσα σε λίγες μέρες συνέτριψε τη γιουγκοσλαβική αντίσταση. Οι Γερμανοί προχώρησαν στην επιχείρηση κατάληψη της Ελλάδας σύμφωνα με το σχέδιό τους ΜΑΡΙΤΑ. Απέδωσαν μεγάλη σημασία στην επιχείρηση αυτή, γιατί θεωρούσαν την κατάληψη της πατρίδας μας βασική προϋπόθεση για την επιτυχία του σχεδίου Μπαρμπαρόσα (κατάληψη Ρωσίας). Η κατάληψη της Θράκης και των νησιών του Αιγαίου ανατέθηκε στην 50ή μεραρχία πεζικού με διοικητή το στρατάρχη Λιστ. Μιλώντας αργότερα ο Χίτλερ στο Ραϊχστάγ (κοινοβούλιο) αποκάλυψε ότι προχώρησε σ' αυτό το εγχείρημα για να κρατήσει τους Βρετανούς μακριά από τον ελληνικό νησιωτικό χώρο και για να αποτρέψει τη χρησιμοποίηση της Λήμνου από τους Άγγλους ως βάση για αεροπορικές επιθέσεις κατά των πετρελαιοπηγών του Πλοέστι της Ρουμανίας. Ενώ η XIII Μεραρχία Αρχιπελάγους προχωρούσε τη Γραμποβίτσα της Βορείου Ηπείρου και νικούσε τους Ιταλούς στο Πόγραδετς, τα γερμανικά τανκς ακολουθώντας τον Αξιό ποταμό μπαίνουν στη Θεσσαλονίκη και αναγκάζουν το διοικητή του τμήματος Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας (του Τ.Σ.Α.Μ.) Στ/γό Μπακόπουλο να υπογράψει το πρωτόκολλο συνθηκολόγησης. Τότε πανικός κατέλαβε την κυβέρνηση και τα στελέχη του Γενικού Στρατηγείου. Μάλιστα η αναχώρηση της κυβέρνησης και του βασιλιά από την Αθήνα και η αυτοκτονία του πρωθυπουργού Αλ. Κορυζή, όπως ήταν επόμενο σκόρπισε την ηττοπάθεια στους στρατιώτες μας που άρχισαν να λιποτακτούν. Στις 23 Απριλίου ο στρατηγός Τσολάκογλου υποχρεώθηκε να υπογράψει νέο πρωτόκολλο συνθηκολόγησης και χωρίς δισταγμό να σχηματίσει κυβέρνηση υπό την προεδρία του, για να περισώσει, κατά τους ισχυρισμούς του, ό,τι ήταν δυνατό. Έτσι, τρεις μέρες μετά τη συνθηκολόγηση, όλες οι ελληνικές δυνάμεις του αλβανικού θεάτρου επιχειρήσεων άρχισαν να υποχωρούν και με οποιοδήποτε μέσο να έρχονται στα νησιά του Αιγαίου που παρέμεναν ακόμα ελεύθερα. Όταν όμως τμήμα της 50ής γερμανικής μεραρχίας στις 24 Απριλίου 1941 καταλαμβάνει τη Λήμνο μετά από μικρή αντίσταση των υπερασπιστών της, έρχεται η σειρά της Λέσβου. Στις 2 Μαΐου 1941 το πρωί γερμανική διμοιρία προερχόμενη από τη Λήμνο, με επικεφαλής αξιωματικό, αποβιβάστηκε αιφνιδιαστικά κάτω από πολύ άσχημες καιρικές συνθήκες στον όρμο της Εφταλούς στο Β. τμήμα του νησιού. Από τη Μήθυμνα ο αξιωματικός τηλεφωνικά απαίτησε


από το Νομάρχη Λέσβου την παράδοση του νησιού. Η απάντηση που του δόθηκε ήταν ότι η Λέσβος είναι ανοχύρωτη και δεν επρόκειτο να προβάλλει αντίσταση. Η απόφαση βέβαια αυτή είχε ληφθεί πριν από λίγες μέρες με ομοφωνία των στρατιωτικών και πολιτικών αρχών του τόπου. Ήδη οι στρατιώτες και αξιωματικοί που έρχονταν από τη Μακεδονία και τη Θράκη καλλιεργούσαν αυτό το κλίμα ηττοπάθειας. Μάλιστα πολλοί απ' αυτούς επέδειξαν αχαρακτήριστη διαγωγή προβαίνοντας και σε αντιπειθαρχικές πράξεις. Γι’ αυτή την κατάσταση υπεύθυνη ήταν και η Στρατιωτική Διοίκηση Μυτιλήνης, αφού δεν έλαβε τα δέοντα μέτρα, για να προωθηθούν οι στρατιώτες στη Χίο και από εκεί στην Κρήτη, όπου θα συνεχιζόταν ο πόλεμος. Δεν πρέπει όμως να μας διαφεύγει ότι η έλλειψη κεντρικής στρατιωτικής διοίκησης (ΓΕΣ), μετά τη συνθηκολόγηση που υπέγραψε ο Τσολάκογλου, ήταν φυσικό να δημιουργεί αυτή τη σύγχυση και την αποδιοργάνωση των περιφερειακών δυνάμεων. Το πρωί της 4ης Μαΐου 1941, Κυριακής των Μυροφόρων, άρχισαν να αποβιβάζονται με μεγάλη τάξη και μεθοδικότητα οι Γερμανοί σε δύο σημεία του νησιού, αν και γνώριζαν ότι καμία αντίσταση δε θα προβαλόταν. Ήδη τις προηγούμενες ημέρες είχαν διαπιστώσει με αναγνωριστικές πτήσεις πολεμικών αεροπλάνων πάνω από τη Λέσβο την ανυπαρξία έργων οχύρωσης και επακτίων μέσων άμυνας. Έτσι γερμανική νηοπομπή συνοδευόμενη από πολεμικά πλοία και αεροπλάνα αποβιβάζει στις αμμώδεις ακτές του όρμου της Πέτρας μεγάλη δύναμη ανδρών της 50ής μεραρχίας, εφοδιασμένη με όλμους, βαρέα πυροβόλα και ταχυκίνητα μέσα. Από εκεί φάλαγγα οχημάτων με επικεφαλής μοτοσικλετιστές κινήθηκε διά της κεντρικής οδικής αρτηρίας Πέτρας - Καλλονής προς τη Μυτιλήνη. Ήθελαν να επισημάνουν και να εξουδετερώσουν τυχόν υπονομεύσεις και μεμονωμένες αντιστάσεις δημιουργώντας τις ιδανικότερες συνθήκες για την απόβαση του άλλου τμήματος στη Μυτιλήνη. Τις προμεσημβριανές ώρες της ίδιας ημέρας δύο μεγάλα γερμανικά οπλιταγωγά, το "Ιθάκη" και το "Οδυσσέας", συνοδευόμενα από τρία ιταλικά πολεμικά, το Lince, Lupo και Lira κατέπλευσαν στο λιμάνι της Μυτιλήνης. Χωρίς καθυστέρηση άρχισε η αποβίβαση των δύο χιλιάδων περίπου στρατιωτών, που ανήκαν στην 50ή μεραρχία πεζικού του XXX Σώματος στρατού υπό τη διοίκηση του συνταγματάρχη Von Sellwits. αλλά και η εκφόρτωση βαρέων πυροβόλων, πυρομαχικών και εφοδίων. Αμέσως Γερμανοί στρατιώτες για λόγους ασφαλείας, αλλά και για να καταδείξουν την τάξη που τους χαρακτήριζε, αλλά και την πολεμική τους πείρα ακροβολίστηκαν στήνοντας πυροβόλα σε επίκαιρα σημεία της Προκυμαίας και λίγο αργότερα κατά μήκος όλης της παραλίας από την Κράτηγο μέχρι την Επάνω Σκάλα και τη Φυκιότρυπα. Για να εκφοβίσουν ακόμη περισσότερο


τους κατοίκους της Λέσβου και να καλλιεργήσουν σ' αυτούς το σύμπλεγμα της κατωτερότητας, σμήνος 3 - 5 γερμανικών καταδιωκτικών πετούσε χαμηλά προκαλώντας εκκωφαντικό θόρυβο. Μετά την αποβίβαση Γερμανοί αξιωματικοί έσπευσαν να εγκατασταθούν στα γραφεία της Μεραρχίας του Αρχιπελάγους (Καβέτσου) υψώνοντας στο κοντό, στο οποίο μέχρι τότε κυμάτιζε η γαλανόλευκη, την κόκκινη του Γ' Ράιχ. Προπάντων όμως η θέα της αναρτημένης σβάστικας στο χώρο του φρουρίου σκόρπισε τον πόνο και τη θλίψη στις καρδιές των Λεσβίων που άρχισαν να διαισθάνονται πως νέα δεινά τους επιφυλάσσει η μοίρα. Ταυτόχρονα οι πρώτοι Γερμανοί μοτοσικλετιστές που είχαν αποβιβαστεί στην Πέτρα διά μέσου του κεντρικού οδικού άξονα Πέτρας - Καλλονής - Μυτιλήνης έφτασαν στην Παγανή και ακολουθώντας τις οδούς Ζωοδόχου Πηγής και Βουρνάζων ενώθηκαν στην Προκυμαία με τα τμήματα της κύριας γερμανικής απόβασης. Το απόγευμα της αποφράδας αυτής ημέρας ο Μητροπολίτης Ιάκωβος, ο Νομάρχης Αγ. Κοζύρης και ο δημαρχεύων Ζαφ. Γιαννέλλης (αντικαθιστούσε το δήμαρχο Δημ. Σουρλάγκα που βρισκόταν σε άδεια) κλήθηκαν στη Γερμανική Διοίκηση. Εκεί οι εκπρόσωποι της Εκκλησίας, της Πολιτείας και του λαού εκτός από τις πομφολυγώδεις υποσχέσεις που έλαβαν εκ μέρους του Von Sellwits, ότι «ουδέ το ελάχιστο θα συμβή εις βάρος του πληθυσμού της Νήσου» έζησαν το εσωτερικό τους δράμα, αφού υποχρεώθηκαν έντεχνα να παρακολουθήσουν την υποστολή του μισητού συμβόλου της τυραννίας. Οι ελληνικές αρχές, όπως και στην υπόλοιπη χώρα, ουσιαστικά καταλύθηκαν, αφού μεταβλήθηκαν σε εκτελεστικά όργανα των διαταγών του κατακτητή. Οι Γερμανοί εγκατέστησαν στη λεσβιακή πρωτεύουσα πλήρη πολιτική και στρατιωτική διοίκηση. Στις 28 Μαΐου 1941 ο νέος νομάρχης Παν. Τσιτσίλας διορίζει τον Δ. Χονδρονίκη δημοτικό σύμβουλο και στη συνέχεια δήμαρχο. Από τις πρώτες ημέρες της Κατοχής ο Μητροπολίτης Ιάκωβος ως θρησκευτικός αρχηγός και οι ελληνικές δημόσιες υπηρεσίες (που στις σφραγίδες τους το "Βασίλειον της Ελλάδος" αντικαταστάθηκε από το "Ελληνική Πολιτεία"), έρχονταν σε επαφή με τον στρατιωτικό διοικητή συν/χη Von Sellwits. αλλά μετά την οργάνωση των πολιτικών υπηρεσιών συνεργάζονταν με το Γερμανικό Σύνδεσμο, που . ήταν καθολικός ιερέας και είχε εγκατασταθεί στη Νομαρχία Λέσβου. Το πλέον όμως ισχυρό πρόσωπο, μεταξύ των αρχών της Κατοχής ήταν ο πολιτικός εκπρόσωπος του Χίτλερ Φον Χάϊνριχ. Αυστριακός καθηγητής, στον οποίο όλοι υπάκουαν τυφλά. Για να αποκτήσει και νομικό τύπο η κατάληψη της Λέσβου, οι Γερμανοί ζήτησαν, όπως επιβάλλει το δίκαιον του πολέμου να γίνει επίσημα η παράδοση του νησιού από εξουσιοδοτημένο αξιωματικό της Σ.ΔΙ. Μυτιλήνης, η οποία ήδη είχε αυτοκαταργηθεί. Τότε οι Αρχές της πόλης αγγάρευ-


σαν τον Ταγ/ρχην Βουρνάζο Σοφοκλή, ο οποίος δεν είχε καμία σχέση με τη Στρ. Διοίκηση Λέσβου, "ίνα άρη τον σταυρόν", και να πρωταγωνιστήσει στην σκηνοθετημένη τυπική παράδοση των όπλων που έγινε, όπως επιβαλόταν από το Νόμο του Πολέμου. Βέβαια η κατάληψη αυτή δεν ήταν αναίμακτη, αφού ο από την Αγιάσο οπλίτης Καλουντζόγλου Βασίλειος κτυπήθηκε θανάσιμα από ιπτάμενο γερμανικό καταδιωκτικό στο Μακρύ Γιαλό (κατά άλλους στο ύψωμα της Παγανής). Η Λέσβος λόγω της γεωπολιτικής της θέσης όπως και η Λήμνος έμεινε υπό άμεση γερμανική στρατιωτική δύναμη κατά τη διάρκεια της κατοχής, αντίθετα με άλλα νησιά (Ιόνια, Κυκλάδες) που εκχωρήθηκαν στους Ιταλούς. Οι Γερμανοί αμέσως χρησιμοποιούν τη Λέσβο ως διαμετακομιστική βάση και με την υποχρεωτική εργασία του ντόπιου εργατικού δυναμικού προχωρούν στην εκτέλεση σημαντικών στρατιωτικών έργων, όπως των πυροβολείων του Καρά Τεπέ που εφοδιάστηκαν με πυροβόλα μεγάλου βεληνεκούς, γαλλικά λάφυρα της γραμμής Μαζινώ (Γαλλογερμανικών συνόρων). Φυσικά ο λεσβιακός λαός δεν έδειξε καμιά προθυμία να συνδράμει την πολεμική οργάνωση των Γερμανών απέχοντας συστηματικά από την προσέλευσή του στα έργα προκαλώντας όμως τις αντεκδικήσεις εκ μέρους των κατακτητών. Ακολούθησε στη συνέχεια μια σειρά απαγορεύσεων, όπως η κατοχή όπλων, ασυρμάτων, στολών, ραδιοφώνων και η επίθεση κατά ατόμων που ανήκαν στις δυνάμεις κατοχής (ποινή: θάνατος). Αυστηρές, επίσης, ποινές επιβάλλονταν σε περιπτώσεις «θεατρικών παραστάσεων, ασμάτων ή οποιωνδήποτε θεαμάτων, άτινα έστω και με υπαινιγμούς προσβάλλουν την τιμή και το κύρος των ενόπλων δυνάμεων κατοχής». Η Ελλάδα τότε βρέθηκε χωρίς αποθέματα τροφίμων, αφού η συγκομιδή του 1941 λόγω καιρικών συνθηκών και στρατιωτικών γεγονότων ήταν μικρή. Προπάντων όμως είχαν αποκοπεί τελείως οι πηγές εφοδιασμού από το εξωτερικό εξαιτίας της επιβολής του Συμμαχικού αποκλεισμού. Ακόμη είχαν προστεθεί και οι χιλιάδες άνδρες του κατοχικού στρατού που διατρέφονταν από τοπικούς πόρους. Από τα πενιχρά ελληνικά τρόφιμα οι αρχές Κατοχής αγόραζαν με μάρκα υποχρεωτικά ή επίτασαν μεγάλες ποσότητες. Στο νησί μας δέσμευαν όλα τα παραγόμενα αγαθά, προπάντων το λάδι, το κυριότερο προϊόν του, ενώ στους ιδιοκτήτες των ελαιοκτημάτων επέτρεπαν να κρατούν ελάχιστη ποσότητα από την παραγωγή. Ολόκληρη σχεδόν η σοδειά κάθε χρόνου μεταφερόταν από τους Γερμανούς στο εξωτερικό για τις ανάγκες του γερμανικού στρατού ή των κατοίκων της χώρας τους. Έτσι από την πρώτη στιγμή η προμήθεια τροφίμων και όλων των χρειωδών έγινε προβληματι-


κή για τον Ελληνικό πληθυσμό. Από τις πρώτες εβδομάδες της κατοχής άρχισε να προβάλει οξύ το επισιτιστικό πρόβλημα, το οποίο η κυβέρνηση ήταν ανίκανη ή ανίσχυρη να το αντιμετωπίσει. Μόνο η "μαύρη αγορά" δημιουργούσε κάποιο μηχανισμό διανομής που επιδρούσε όμως καταστρεπτικά στις τιμές, επιταχύνοντας την πληθωριστική θύελλα και την εκμηδένιση της δραχμής. Άρχισε να επιβάλλεται δελτίο στα τρόφιμα, αλλά η κατάσταση έως το τέλος του καλοκαιριού στη Λέσβο ήταν υποφερτή. Η κατάρρευση άρχισε απότομα το φθινόπωρο, όταν τα αποθέματα εξαντλήθηκαν τελείως, χωρίς δυνατότητα ανανέωσης. Τον τρομερό όμως χειμώνα του 1941 - 42 ήλθε ακαταμάχητη η πείνα του θανάτου. Η λιμοκτονία αφάνιζε τον πληθυσμό της Λέσβου, ενώ η φυματίωση βρισκόταν σε έξαρση. Ο πραγματικός αριθμός των θυμάτων της πείνας δεν είναι εξακριβωμένος, υπολογίζεται όμως ότι από τους 2.252 νεκρούς κατά τη διάρκεια του χειμώνα 1941 - 42 στην πόλη της Μυτιλήνης οι περισσότεροι πέθαναν από ασιτία. Το σανατόριο "Υγεία" στην Αγιάσο δεν επαρκούσε για τη νοσηλεία των ασθενών από φυματίωση, γι' αυτό δεχόταν μόνο εκείνους που είχαν κάποια ελπίδα ιάσεως. Ο λεσβιακός λαός αντιμετωπίζει αυτή τη ζοφερή κατάσταση χωρίς να χάσει το θάρρος του και την αγωνιστική του διάθεση. Τα λαϊκά συσσίτια που άρχισαν να λειτουργούν με την πρωτοβουλία των Αρχών του τόπου, μετά από τη βοήθεια που έστειλε ο "Διεθνής Ερυθρός Σταυρός", βελτίωσαν την επισιτιστική κατάσταση του λεσβιακού λαού. Η κατάσταση όμως αυτή, μόνο υλικά τον αφάνισε, όχι όμως και ηθικά. Δεν εκλιπάρησε τη σωτηρία από τον κατακτητή. Αντίθετα τόνωσε το αγωνιστικό του μένος και η Αντίσταση απέκτησε ένα τεράστιο έμπεδο στις μάζες των πεινασμένων λαϊκών μαζών. Ο λαός διδάχτηκε από τη θανάσιμη πείρα του, πως με τη σκλαβιά τον ανέμενε η εξολόθρευση και ως σωτηρία δεν απέμενε παρά η αποτίναξή της. Ταυτόχρονα μπαίναν οι βάσεις για την οργάνωση του αγώνα. Ενώ στη Μέση Ανατολή ανασυγκροτιόταν ο στόλος και άρχιζε η δημιουργία μικρού ελληνικού τακτικού στρατού, στην κατεχόμενη Ελλάδα σχηματίζονταν οι πρώτες σοβαρές οργανώσεις με επικεφαλής το ΕΑΜ και τον ΕΔ ΕΣ. Στις αρχές του 1942 ιδρύεται η ΚΕΑΑΛ (Κεντρική Επιτροπή Απελευθερωτικού Αγώνα Λέσβου με γραμματέα τον Θείελπη Λευκία), που ένα χρόνο αργότερα μετωνομάστηκε σε "Νομαρχιακή Επιτροπή ΕΑΜ Λέσβου", με μοναδικό στόχο την επιβίωση του λαού και το διώξιμο του κατακτητή. Ο Απόστολος Αποστόλου, γραμματέας του λεσβιακού ΕΑΜ, που διαδέχτηκε τον Οκτώβριο του 1943 τον Θ. Λευκία, γράφει στο βιβλίο του "Μνήμες" «Πρώτη φροντίδα της Επιτροπής υπήρξε το άπλωμα της Οργάνωσης


μέσα στην πόλη. Η στρατολόγηση καινούργιων μελών, απ' όλα τα στρώματα. Και ήταν συγκινητική η προθυμία ένταξης. Λογής - λογής άνθρωποι, επιστήμονες, έμποροι, επαγγελματίες, κτηματίες, υπάλληλοι, εργάτες, προπαντός εργάτες, άνθρωποι του σκληρού μόχθου και του μεροκάματου, μπήκαν στις γραμμές του Κινήματος και στρώθηκαν με ενθουσιασμό στην αντιστασιακή δουλειά. Αγνόησαν τους κινδύνους, παραμέρισαν τις ιδεολογικές διαφορές που τους χώριζαν κι έταξαν σαν μοναδικό τους στόχο, εκείνης της στιγμής, το διώξιμο του κατακτητή. Ήρθαν κοντά μας και άνθρωποι με παρελθόν πολύ συντηρητικό». Χιλιάδες Λέσβιοι εντάχθηκαν στο ΕΑΜ μένοντας μέχρι τέλος αμετακίνητοι στη θέση τους. Ακόμα και στο πιο μικρό χωριό υπήρχαν οι μυημένοι στην Οργάνωση που καθοδηγούσαν τους συντοπίτες τους. Έτσι, όταν στις 20-2-1943 οι Γερμανοί κατέφυγαν στο μέτρο της πολιτικής επιστράτευσης, «καθοδηγήθηκε ο λαός να σαμποτάρει, όπως μπορούσε, και να αποφύγει τη στράτευση» (Π. Κεμερλή - Α. Πολυχρονιάδη. Η Αντίσταση στη Λέσβο, σελ. 180). Απώτερος σκοπός όμως του ΕΑΜ ήταν η αλλαγή στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας και η δημιουργία των προϋποθέσεων για την οικοδόμηση ενός σταθερού δημοκρατικού πολιτεύματος. Γενικά το λεσβιακό ΕΑΜ με την αγωνιστικότητά του συνέβαλε στη διατήρηση του εθνικού φρονήματος και της αισιοδοξίας. Ακόμη πρωτοστάτησε στη μεταφορά τροφίμων από τη Μακεδονία, στην οργάνωση συσσιτίων και στην προστασία των αδύναμων μαζών. Δεν έλειψαν όμως και οι μαχητικές εκδηλώσεις εναντίον των κατακτητών, προπάντων των κατοίκων της Αγιάσου και του Μανταμάδου, στην επέτειο της 25ης Μαρτίου 1944. Μάλιστα ο πληθυσμός της Αγιάσου, θρήνησε 3 νεκρούς, όταν στις 28 Μαρτίου οι Γερμανοί περικύκλωσαν το χωριό για να τιμωρήσουν τους κατοίκους που τόλμησαν να γιορτάσουν πρόωρα τη λύτρωσή τους. Από τα εχθρικά βόλια έπεσαν ο Στρατής Γραμμέλλης, η εννιάχρονη Μαριάνθη Μαϊστρέλλη και ο Στρατής Πασχαλιάς, που εκτελέστηκε αργότερα από τους Ναζί. Στις 20 Ιουνίου 1944, όμως στη διαδήλωση των πεινασμένων αγροτών του λεκανοπεδίου Καλλονής εναντίον των μεγαλογαιοκτημόνων που απέκτησαν την επικαρπία των χωραφιών των πρώτων κάτω από τις τραγικές συνθήκες της πείνας του 1942, τραυματίστηκε θανάσιμα από τη Χωροφυλακή ο αγρότης Γιάννης Νεοκλέους. Αλλά και οι συμμαχικές δυνάμεις, ιδιαίτερα οι Άγγλοι, από τον πρώτο χρόνο της κατοχής είχαν φροντίσει να αποκτήσουν επαφή με το νησί έχοντας ως συνδέσμους τολμηρούς Λέσβιους ναυτικούς και το λιμενάρχη Μυτιλήνης Ηλία Καζάκο, τον οποίο οι Γερμανοί εκτέλεσαν στις 5 Ιουνίου 1942. όταν ανακάλυψαν ότι ανήκε στην ελληνική αντιστασιακή οργάνωση


"Όμηρος" που συνεργαζόταν με κλιμάκιο της Μ.Ι.6 στη Λέσβο (Αγγλικής υπηρεσίας πληροφοριών και κατασκοπείας). Οι Άγγλοι όμως αξιοποιώντας τις σωστές πληροφορίες που τους παρείχαν οι λέσβιοι με τους ασυρμάτους, βύθισαν αρκετά γερμανικά πλοία που απέπλεαν από το λιμάνι της Μυτιλήνης με προορισμό τα πολεμικά μέτωπα της Ρωσίας και της Αφρικής.) Δεν έλειψαν όμως και οι επιδρομές των Ελλήνων καταδρομέων εναντίον των Γερμανών της Λέσβου. Η πιο σημαντική ήταν εκείνη της νύκτας της 3ης προς την 4η Απριλίου 1944 με στόχο τα γραφεία της Γκεστάπο και το Διδασκαλείο που το χρησιμοποιούσαν οι κατακτητές ως δεσμωτήριο. Ο σχεδιασμός αυτού του εγχειρήματος έγινε από το διοικητή της 1ης Μοίρας καταδρομών Ανδρέα Καλλίνση που ήταν και ο αρχηγός αυτής της αποστολής. Μια ομάδα 30 Ελλήνων και 2 Άγγλων έρχεται στη Λέσβο από τη Μέση Ανατολή με ένα πλοιάριο ΜΕ (Motor Leaunch) παίρνει από τη Γκεστάπο το αρχείο της, σκοτώνει το Διοικητή της Χανς Βουντελία και τέσσερις άλλους Γερμανούς στρατιωτικούς και ελευθερώνει τους πολιτικούς κρατούμενους που βρίσκονταν στο Διδασκαλείο. Οι κρατούμενοι, όμως, αρνήθηκαν να δραπετεύσουν επειδή φοβήθηκαν τα αντίποινα των κατακτητών στις οικογένειές τους. Οι Γερμανοί θορυβήθηκαν από την καταδρομική αυτή επιχείρηση, αλλά δεν αντέδρασαν βίαια, γιατί είτε διαισθάνθηκαν πως πλησιάζει το τέλος του Γ' Ράϊχ, είτε διαπίστωσαν ότι στην εχθρική αυτή ενέργεια δεν ενεχόταν κανένας από τους ντόπιους. Αντίθετα, το ηθικό του λεσβιακού λαού εξυψώθηκε σημαντικά, ιδίως, όταν μαθεύτηκε ότι οι καταδρομείς ήταν Έλληνες και μάλιστα 5 απ' αυτούς συμπατριώτες τους, Μυτιληνιοί (Μίμης Γαληνός, μετέπειτα Δήμαρχος Μυτιλήνης βουλευτής Λέσβου και Υφυπουργός. Χρύσανθος Θερμιώτης, Παναγιώτης Φουντούκος, Μανώλης Κριτζάς και Γρηγόρης Ψυχογιός). Οι Γερμανοί όμως σ' όλο το διάστημα της Κατοχής δεν έμειναν αδιάφοροι, αλλά προσπάθησαν με εκτελέσεις, φυλακίσεις, βασανισμούς να δαμάσουν το αγωνιστικό φρόνημα των Λεσβίων· 45 συντοπίτες μας τουφεκίστηκαν στα "Τσαμάκια", ενώ άλλοι 32 είχαν την ίδια τύχη εκτός Λέσβου. Από τα "Πεπραγμένα της I. Μητροπόλεως Μυτιλήνης" διαβάζουμε: «Η εκτέλεσις εγένετο εις τον πευκώνα, όπισθεν του φρουρίου της πόλεως, πλησίον της παραλιακής οδού, διά τυφεκισμού. Τάφος των μαρτύρων τούτων του Έθνους εγένετο η λεσβιακή θάλασσα, διότι οι απαίσιοι τύραννοι μετά την εκτέλεσιν τα καθημαγμένα σώματα των νεκρών έθετον κατά τον πλέον βάνδαλον τρόπον εντός σάκκων μετά λίθων και έρριπτον εις την θάλασσαν. Ποσάκις δεν εξεβράσθησαν εις τας ερημικός ακτάς της Λέσβου τυμπανιαία σώματα ή και μέλη αυτών!». Οι σκληροί και αδυσώπητοι τύραννοι απέρριψαν το αίτημα της Μητρό-


πολης να σεβαστούν τα ιερά θέσμια της θρησκείας και να επιτρέπουν στους μελλοθάνατους τη Θεία Μετάληψη και τον ενταφιασμό τους στο νεκροταφείο. Επειδή δεν ανακοίνωναν στις ελληνικές αρχές όλες τις εκτελέσεις ο αριθμός των Λεσβίων που δέχτηκαν τα πυρά του εκτελεστικού αποσπάσματος είναι σίγουρα μεγαλύτερος από τον προαναφερθέντα. Ήρθε όμως το πλήρωμα του χρόνου. Οι Γερμανοί άρχισαν την αναδίπλωσή τους από την Ελλάδα. Την αυγή της 10ης Σεπτεμβρίου 1944 η Λέσβος ανακτούσε την ελευθερία της ύστερα από 1.220 μέρες κατοχής. Όμως, τα χαρμόσυνα νέα ότι ο Ναζισμός σφάδαζε και ο ήλιος της ελευθερίας δεν θ' αργούσε ν' ανατείλει, είχαν φθάσει νωρίτερα από την ιστορική αυτή μέρα. Ήδη από την 6η Ιουνίου 1944 οι Λέσβιοι εκείνοι που είχαν καταφέρει να διατηρήσουν τα μυστικά τους ραδιόφωνα έμαθαν τη μεγάλη είδηση της απόβασης των Αγγλοαμερικανών στις νορμανδικές ακτές της βόρειας Γαλλίας. Τις επόμενες μέρες, από στόμα σε στόμα, όλη η Λέσβος πληροφορήθηκε τις εξελίξεις και το χαμόγελο άνθισε στα χείλη των βασανισμένων πολιτών τουνησιού. Η τοπική οργάνωση του ΕΑΜ από τις 9 Σεπτεμβρίου είχε έγκυρες πληροφορίες για την αποχώρηση των κατακτητών, οι οποίοι για να καταστήσουν ασφαλέστερη την απαγκίστρωση των δυνάμεών τους από το νησί είχαν υπονομεύσει με εκρηκτικές ύλες το κτίριο του Εργοστασίου Ηλεκτρικής Παραγωγής και τις αποθήκες Πετροπούλου, όπου διατηρούσαν τρόφιμα και άλλα εφόδια (σε παρόμοια ενέργεια προέβησαν οι Γερμανοί στις 12 Οκτ. 1944 στο λιμάνι του Πειραιά που είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο ενός Έλληνα). Η πυροδότηση των εκρηκτικών, που θα γινόταν από τους Γερμανούς την ώρα της επιβίβασής τους στα πλοία, αποφεύχθηκε χάρη στη θαρραλέα επέμβαση του εαμίτη ηλεκτροτεχνίτη Κοκκίνη Νικολάου ο οποίος συνεπικουρούμενος από τους Ευαγ. Χατζηϊωάννου και Γιάννη Κοζακλή, σύμφωνα με το Δίπλωμα Τιμής που του απένειμε ο Δήμος Μυτιλήνης στις 10-9-1963, "απέκοψε τα ηλεκτροφόρα καλώδια και αχρήστευσε τον εκρηκτικό μηχανισμό". Ο λαός ξεχύθηκε στους δρόμους αλαλάζοντας και φωνάζοντας κάθε είδους σύνθημα που του ερχόταν εκείνη τη στιγμή στο νου και τη σκέψη του. Οι δρόμοι γέμισαν από ανθρώπους, από σημαίες και από χαρά. Ο βραχνάς της σκλαβιάς τέλειωσε στη Λέσβο. Η Οργάνωση του ΕΑΜ. βέβαια, αφού βεβαιώθηκε πρώτα, μετά από επισταμένο έλεγχο, ότι δεν παραμονεύει ο θάνατος από εκρηκτικούς μηχανισμούς επέτρεψε στους Μυτιληνιούς να τρέξουν προς στο κέντρο και την Προκυμαία. Δύο μέρες αργότερα στις 12-9-1944. ημέρα Τρίτη, μετά τη δοξολογία για την απελευθέρωση του νησιού, που τελέστηκε στον Άγιο Θεράποντα, ο Πρόεδρος του ΕΑΜ Λέσβου Μητροπολίτης Μήθυμνας Διονύσιος εκφώνησε στην Προκυμαία τον ιστορικό λόγο της απελευθέρωσης μπροστά σε μια ανθρωποθάλασσα που ήταν έξαλλη από


χαρά. Παρόμοιες στιγμές έζησε λίγο αργότερα (12 Οκτ. 1944) και η Αθήνα. Μια νέα εποχή άρχιζε. Αλλά μέσα από της εκδηλώσεις της γενικής χαράς διαγραφόταν το φάσμα της αναμέτρησης, του εμφυλίου πολέμου που τραυμάτισε βαριά, υλικά και ηθικά, τη χώρα μας και δηλητηρίασε την πολιτική ζωή του τόπου για αρκετές δεκαετίες.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ Οι βαλκανικοί πόλεμοι αναπόφευκτα ανέκοψαν την οικονομική ανάπτυξη του νησιού που είχε σημειωθεί στο β' μισό του περασμένου αιώνα εξαιτίας της άνθισης του εμπορίου και της βιοτεχνίας. Τα πολιτικοστρατιωτικά γεγονότα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και η Μικρασιατική Εκστρατεία δημιούργησαν μια χαώδη κατάσταση στον τομέα του εμπορίου και της ναυτιλίας. Ενώ η ναυτιλία και το εξαγωγικό εμπόριο αντιμετώπισαν κρίση, αντίθετα η αγορά της Μυτιλήνης τονώθηκε και παρουσίασε δυναμισμό λόγω των χρημάτων που διακινήθηκαν από τα συμμαχικά στρατεύματα που έδρευαν στη Γέρα από το 1914 έως το 1918, αλλά και από τους 30.000 μικρασιάτες πρόσφυγες του 1914. Επειδή η κυβέρνηση αδυνατούσε να ελέγξει την αισχροκέρδεια και να εξασφαλίσει μια πιο δίκαιη και αποτελεσματική διανομή των διαθέσιμων αγαθών, ο τιμάριθμος ανήλθε σε τεράστια ύψη. Έτσι οι μεγάλοι παραγωγοί και έμποροι δημιούργησαν περιουσίες, οι μεγάλες όμως μάζες, και ιδιαίτερα η εργατική τάξη, υπέφεραν αφάνταστα και συχνά δοκίμασαν το λιμό. Η αναγκαστική αργότερα συσπείρωση του Ελληνισμού μέσα στα όρια του ελληνικού κράτους, που ήταν συνέπεια της Μικρασιατικής καταστροφής του 1922, άνοιξε το δρόμο για τη σύγχρονη δόμηση και ανάπτυξη της ελληνικής κοινωνίας. Η λεσβιακή οικονομία, όπως και όλης της Ελλάδας, αποκόμισε από την κατάρρευση αυτή και ορισμένα συγκεκριμένα θετικά οφέλη: α) Ένα μεγάλο μέρος των προσφύγων εμφανίστηκε σαν μια αξιόλογη και ειδικευμένη φθηνή εργατική δύναμη, πράγμα που αποτέλεσε ένα επιπλέον κίνητρο για τη δημιουργία νέων παραγωγικών μονάδων. Οι πρόσφυγες με τη φιλοπονία και φιλοτιμία τους μετέτρεψαν την τραγωδία σε δημιουργία. β) Πολλοί από τους πρόσφυγες ήταν σημαντικοί οικονομικοί παράγοντες στα μέρη όπου πρώτα ζούσαν ως επιχειρηματίες, έμποροι, βιομήχανοι. Την εμπειρία τους και την ικανότητά τους τη μετέφεραν και στο νησί μας και έδωσαν ώθηση στην οικονομική του ανάπτυξη. Εκτός από την


πείρα τους, μετέφεραν μαζί τους και αρκετά κεφάλαια (χρηματικές οικονομίες, τιμαλφή κ.ά.) τα οποία επένδυσαν. Εξάλλου η παρουσία 30.000 προσφύγων διεύρυνε και τόνωσε την εσωτερική αγορά. Οι προσπάθειες για να καλυφθούν οι ανάγκες στέγασης του προσφυγικού πληθυσμού, δημιούργησαν πρόσφορο κλίμα για επενδύσεις. Ακόμη και οι τραπεζικές πιστώσεις που δόθηκαν στους πρόσφυγες για την αποκατάστασή τους τόνωσαν την αγορά. Η δε Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων κατόρθωσε μέχρι το 1930 να στεγάσει όλους τους πρόσφυγες που έμειναν στο νησί μας. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι οι περιουσίες που είχαν αφήσει οι Έλληνες στη Μ. Ασία περιήλθαν, σύμφωνα με την ελληνοτουρκική συμφωνία του Ιουνίου 1930, αυτόματα στο ελληνικό κράτος και συμψηφίστηκαν με τα αντίστοιχα δικαιώματα των οθωμανών και του τουρκικού κράτους στην ελληνική Επικράτεια. Έτσι παραχωρήθηκαν στους πρόσφυγες ιδιοκτησίες των Οθωμανών που έφυγαν από το νησί μετά την ανταλλαγή πληθυσμού. Επίσης μεταξύ των 1924 - 1930 με χρηματοδότηση του δημοσίου αποξηράνθηκε και παραχωρήθηκε σε ακτήμονες η Μεγάλη Λίμνη, έκταση την οποία είχε αγοράσει η εκκλησία της Αγιάσου το 1874 από το οθωμανικό δημόσιο έναντι 1200 λιρών (μέχρι τότε την κατείχε παράνομα η οικογένεια των Κουλαξίζηδων. Η οικονομική όμως βάση της λεσβιακής κοινωνίας ήταν ανέκαθεν η γη, η κυριότητα και καλλιέργειά της, με κυριότερη πλουτοπαραγωγική πηγή του νησιού τους απέραντους ελαιώνες, τα 12 περίπου εκατομμύρια δέντρα. Στη δεκαετία του 1920 η ελαιοπαραγωγή του νησιού ανά διετία και μέσο όρο ανερχόταν στα 225.000 μόδια, ενώ λειτουργούσαν 150 ελαιουργεία και 3 ραφινερί, 7 πυρηνελαιουργεία και 42 σαπωνοποιεία. Σ' ολόκληρη την επιφάνεια της Λέσβου (1.614 τ. χλμ. περίπου) η κατανομή των γαιών ήταν η εξής: στην αρχαιότητα: Σπόριμη γη (αγροί- κηπευτικά) Ελαιώνες Αμπελώνες Γη νομής Δάση Άγονα

300 τ. 30 τ. 30 τ. 380 τ. 800 τ. 74 τ.

χλμ. χλμ. χλμ. χλμ. χλμ. χλμ.

στα μέσα του αιώνα μας:

201 τ. 390 τ. 8 τ. 620 τ. 343 τ. 52 τ.

χλμ. χλμ. χλμ. χλμ. χλμ. χλμ.


Ο Λέσβιος αγρότης, που τον χαρακτηρίζει η φιλεργία και ο έρωτας προς τη γη, δεν αρκείται μόνο στην καλλιέργεια της ελιάς, αλλά επεκτείνει τη δράση του και σ' άλλες καλλιέργειες με σκοπό να αξιοποιήσει και την ελάχιστη δυνατότητα του νησιού. Ενισχύει την καπνοκαλλιέργεια κυρίως μετά την έλευση των προσφύγων και βελτιώνει την παραγωγή της, το ζενίθ της οποίας υπήρξε η διετία 1927 - 28, οπότε καλλιεργήθηκαν 34.000 στρέμματα και παρήχθησαν 700.000 οκάδες καπνού. Επίσης και η κτηνοτροφία στη Λέσβο αναπτύχθηκε σε σοβαρό οικονομικό κεφάλαιο. Το σύνολο των μικρών και μεγάλων ζώων στο νησί κατά το 1933 ανερχόταν σε 140.000 περίπου. Παράλληλα ευδοκιμεί και η παραγωγή φρούτων και λαχανικών. Εξίσου σημαντική ανάπτυξη σημείωσε η αλιεία, με τους έμπειρους αλιείς, πρόσφυγες των Μοσχονησίων και της Προποντίδας, που έδωσε τη δυνατότητα να αναπτυχθεί η βιομηχανία αλιπάστων. Η περίφημη σαρδέλα του κόλπου της Καλλονής κονσερβοποιημένη πια είναι ένα από τα εξαγώγιμα προϊόντα του νησιού μας. Μεγάλος ακόμη είναι ο οικονομικός ρόλος των αλευροποιείων και των βυρσοδεψείων, με κυριότερο τον κολοσιαίο "Οργανισμό Επεξεργασίας Δερμάτων" που ίδρυσε το 1923 ο Δημήτριος Σουρλάγκας στο Πέραμα Γέρας. Τη δυναμικότητα της λεσβιακής οικονομίας όλο αυτό το χρονικό διάστημα μαρτυρεί ο μεγάλος αριθμός των μελών. 400 περίπου, του παραρτήματος του Επαγγελματικού και Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου που ιδρύθηκε στο νησί το 1923. Αλλά η άφιξη των προσφύγων στη Λέσβο αύξησε και τη δύναμη των εργατικών συνδικάτων και περισσότερο τις κινητοποιήσεις της εργατικής τάξης που θα πάρουν μαζικότερο χαρακτήρα στην περίοδο 1924 - 1936. Η ίδρυση στο νησί των Γεωργικών Συνεταιρισμών, της Γεωργικής Τράπεζας Νήσων Αιγαίου (που συγχωνεύθηκε το 1930 στην Αγροτική Τράπεζα) και της Εθνικής Τράπεζας απάλλαξε το Λέσβιο από την εξοντωτική εκμετάλλευση της τοκογλυφίας.


Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ Το νησί της Σαπφώς στάθηκε στην πρωτοπορία της ελληνικής πνευματικής εξέλιξης. Στους Λέσβιους διανοητές, με τον πλούσιο και το μεστό λόγο, οφείλει σε μεγάλο βαθμό τις δημιουργικές της ζημώσεις η ελληνική πνευματική αναγέννηση. Η επιστήμη, η λογοτεχνία και οι τέχνες καλλιεργούνται από τους Λέσβιους διανοητές με ερωτοπάθεια και θέρμη. Το νησί μας έχει να επιδείξει ένα σημαντικό αριθμό λογίων. Αρκετοί είναι εκείνοι που τίμησαν τις πανεπιστημιακές έδρες ή αναδείχθηκαν μεγάλοι παιδαγωγοί. Εκτός από τους Βερναρδάκηδες αξιομνημόνευτοι είναι ο οφθαλμίατρος Γ. Κωστομοίρης από τον Πολιχνίτο, ο Γ. Καραμήτσας, ο Νεοκλής Καζάζης (Πέτρα 1849 - Αθήνα 1936), ο Βασίλης και Μιχάλης Στεφανίδης, ο Γρηγ. Παπαμιχαήλ, ο Στρ. Πελεκίδης, ο Γρηγ. Χατζηβασιλείου, ο Γεώργ. Πανταζής, ο Πέτρος Παπαγεωργίου. Μια θέση επίσης, κοντά στους μεγάλους παιδαγωγούς της χώρας μας κατέχει ο "ανθρωπινότερος δάσκαλος της Ελλάδος", ο Μίλτος Κουντουράς (1889 1940). Την ίδια εποχή η Λέσβος έχει να επιδείξει πλειάδα αξιόλογων εκπαιδευτικών - συγγραφέων: τον σπουδαίο πλατωνιστή Ιωάννη Ολύμπιο (1864 1946), το "σοφό γυμνασιάρχη της Μυτιλήνης" Μιχαήλ I. Μιχαηλίδη (1855 - 1950), τον Εμμανουήλ Δαυίδ (1860 - 1943), το Χρίστο Παρασκευαϊδη (1869 - 1937), το Στρατή Γαβαλά (1887 - 1966), το Γιώργο Ζεϊμπέκη (1888 - 1949), τον "αφορισμένο δάσκαλο της Λέσβου" Ιωάννη Κ. Κόντο (Βρίσα 1853 - Μυτιλήνη 1942) πατέρα του εκπαιδευτικού - ποιητή και σχολιαστή αρχαίων κειμένων Κώστα Κόντου (1891 - 1966), τον Αριστείδη Δελή (Προκονήσι 1881 - Μυτιλήνη 1959). τον Κώστα Μάκιστο (1895 1984), το Στρατή Παρασκευαϊδη (1896 - 1969), καθηγητή και αργότερα Έφορο Αρχαιοτήτων Νήσων Αιγαίου, το σπουδαίο φιλόλογο και καλλιτέχνη Αντώνη Πρωτοπάτση (1897 - 1947), τον "αποστολικό κήρυκα των γνησίων ιδεωδών του Ολυμπιακού Αθλητισμού" Κλεάνθη Παλαιολόγο (1902 1990), το δάσκαλο - ιστορικό Στρατή Κολαξιζέλλη (Αγιάσος 1876 - Αγιάσος 1963). Στο πνευματικό και πολιτικό "γίγνεσθαι" του τόπου μας θα κάνουν τότε την πρώτη παρουσία τους νέοι εκπαιδευτικοί, που μεταπολεμικά, όταν θα βρίσκονται στο στάδιο της πνευματικής τους ωρίμανσης, θα προσφέρουν πάρα πολλά στα γράμματα και τις τέχνες, όπως: Ο ιστορικός ερευνητής Πανάγ. Σαμάρας (Μυτιλήνη 1906 - Μυτιλήνη 1985), ο Βασίλης


Αρχοντίδης (1904 - 1983), ο Σταύρος Γ. Παρασκευαΐδης, ο Μουτζούρης Ιωάν., ο Ιωακείμ Παυλίδης (Καλλονή 1845 - Καλλονή 1925), ο Γιάννης Λάσκαρης (1904 - 1985), ο "αρχιερέας της λεσβιακής Γραμματείας" Γιώργος Βαλέτας (1907 - 1989), ο Νίκος Τσαϊλακόπουλος (1910 - 1988), ο Κώστας Τσέλεκας (1908 - 1992) και πολλοί άλλοι. Η λεσβιακή σκέψη παρουσιάζει μια θαυμάσια και ανυπέρβλητη ανέλιξη και άνθιση ιδιαίτερα στον τομέα της τέχνης του λόγου. Ο Αργύρης Εφταλιώτης (1849 - 1923), ο "βασιλιάς στην αφήγηση" κατά τη γνώμη του μεγάλου γλωσσικού αναμορφωτή Ψυχάρη, καθιερώνεται με τα έργα του στο πανελλήνιο και ως θερμός δημοτικιστής ανοίγει το δρόμο προς τη "Λεσβιακή Άνοιξη". Ύστερα από τον Εφταλιώτη εμφανίζονται νέες ισχυρές πνευματικές μορφές: Ο Στράτης Μυριβήλης (1890 - 1969) από τη Συκαμνιά· Διηγηματογράφος με ζωηρό αφηγηματικό ύφος και με σύγχρονη αντίληψη θα αναδειχθεί ένας από τους ξεχωριστούς αντιπροσώπους της διεθνούς αντιμιλιταριστικής λογοτεχνίας. Κατέχοντας εμπειρία δοκιμασμένη μέσα στα χαρακώματα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου θα προβάλει με το παγκοσμίως γνωστό έργο του "Ζωή εν Τάφω" τη ζωντανή τραγωδία του πολέμου. Επίσης με τις "Κόκκινες σελίδες" το 1914 ανοίγει το δρόμο στην πρωτοποριακή διανόηση. την "Ορδή των Βασιβουζούκων". Άλλος επαναστατικός "διόσκουρος" του μεταπολεμικού διηγήματος είναι ο Ηλίας Βενέζης (Αϊβαλί 1914 - Αθήνα 1973) που με το έργο του "Νούμερο 31328" (που πρωτοδημοσιεύθηκε στην τοπική εφημερίδα του Σ. Μυριβήλη "Καμπάνα") έκλεισε την ανάμνηση της τραγικής του αιχμαλωσίας από τα κεμαλικά στρατεύματα στα εργατικά τάγματα της Ανατολής και απέσπασε τους κολακευτικούς επαίνους του Ρουσέλ, του Χόρβατ. του Πολίτη, κ.ά. Μετά από αυτούς τους αριστείς του νεοελληνικού λόγου εμφανίζονται ο πολύμορφος διανοητής και ποιητής Δημ. Γρηγ. Βερναρδάκης, ο πεζογράφος Νίκος Αθανασιάδης (1904 - 1990). ο αφηγητής της λεσβιακής και αθηναϊκής πνευματικής και πολιτικής ζωής των χρόνων του μεσοπολέμου και της Κατοχής Ασημάκης Πανσέληνος (1903 - 1984), ο φιλόλογος - ποιητής Κ. Κόντος που στα "τραγούδια του Χωριάτη" μας έδωσε αδρές και ανυπέρβλητες λυρικές συνθέσεις, ο απαράμιλλος μεταφραστής των εβραϊκών κειμένων Κώστας Φριλίγκος (1882 - 1950), ο δημοσιογράφος - ιστοριοδίφης Φώτης Δήμου, ο πεζογράφος και αργότερα το 1960 αναμορφωτής των εκδοτικών δεδομένων της Ελλάδας Αντώνης Βουσβούνης και ο Νίκος Σωτηράκης που έγραψε σονέτα και μετέφρασε την "Ανδρομάχη" του Ευριπίδη.


Εκείνος όμως που αξιοποίησε με θαυμαστή ευρηματικότητα τις λαϊκές διηγήσεις, το ανατολίτικο παραμύθι και το βυζαντινό παρελθόν προσφέροντας συγχρόνως έργο γεμάτο φαντασία και δύναμη, πλημμυρισμένο από περιπέτειες, ταξίδια και εξωτισμό είναι ο πρόσφυγας από το Αϊβαλί Φώτης Κόντογλου (1897 - 1965) που έζησε στο νησί μας στην πρώιμη δημιουργική του περίοδο. Συνοδοιπόρος του Παλαμά και μια από τις φωτεινές μορφές της νεοελληνικής λογοτεχνίας είναι ο ποιητής Νίκος Καμπάς (1857 - 1932). Άλλος πνευματικός εργάτης είναι ο λυρικός ποιητής Ασημάκης Βεϊνόγλου (1866 - 1966) που το ποίημά του "Ο σκουπιδάς των ονείρων του" είναι μια σπαρακτική κραυγή απελπισίας. Ποιήματα, μυθιστορήματα, αφηγήματα, οικονομικές μελέτες και πολιτικά άρθρα έγραψε και ο Χρήστος Βασιλακάκης (1860 - 1961). Φωτισμένη μορφή είναι ο Μητροπολίτης Μηθύμνης Διονύσιος (κατά κόσμον Παναγιώτης Μηνάς) που εκδίδει το μηνιαίο "Δελτίο της Μητροπόλεως Μηθύμνης" από το 1929 έως το 1941. Επίσης ο Θρασύβουλος Σταύρου με το περίφημο ποίημά του η "Πηγή", από την ποιητική του συλλογή "Δρόμοι και Μονοπάτια", εκφράζει το ρομαντισμό της γενιάς του. Ακόμη στον ποιητικό λόγο διακρίνεται ο Μήτσος Καμίτζος (1884 1979), ο Γιώργος Ζεϊμπέκης (1888 - 1949), ο Μιχάλης Καλλοναίος (1894 1966), η Σίτσα Καραϊσκάκη (1897 - 1987), ο Τάκης Κόντος (1898 - 1989), ο Νίκος Σαραντάκος (1903 - 1977). Αξιόλογη διηγηματογράφος είναι η "καινούργια Ψάπφα", κατά τον Ψυχάρη, Μαρία Κλωνάρη. Βλαστοί της "Λεσβιακής Άνοιξης" που θα δώσουν τους χειμώδεις καρπούς τους αργότερα είναι ο Γιάννης και Γιώργος Μαυρουδής, ο Νίκος Αθανασιάδης, ο Ζάνος Γουγουτάς, η Ελένη Μυρογιάννη - Σαραντάκου, ο Βασίλης Ευαγγέλου Γαζής, ο Πάνος Ευαγγελινός, η Πέπη Δαράκη, ο Νικόλας Κάλας, ο Γιάννης Βόμβας, ο Βασίλης Λαμπρολέσβιος, ο Στρατής Αναστασέλλης, ο Γιώργος Μίσσιος, ο Κίμωνας Μιχαηλίδης, η Ελένη Σαραντάκου, ο Γιώργος Διάκος, ο Δ. Λεοντής και ο Κλήμης Αριστείδης. Λέσβιοι επίσης είναι οι γίγαντες του πνεύματος και της τέχνης που όμως εργάστηκαν μακριά από τη γενέτειρά τους: Ο Οδυσσέας Ελύτης (1911-1966) που τιμήθηκε το 1979 με το βραβείο Νόμπελ της λογοτεχνίας, ο λόγιος αλλά και μακεδονομάχος Μητροπολίτης Καστοριάς και αργότερα της Αμισσού Πόντου Γερμανός Καραβαγγέλης (Στύψη 1866 - Βιέννη 1935), ο παγκοσμίου φήμης τεχνοκρίτης, στον οποίο χρωστούμε "την ανακάλυψη" του λαϊκού ζωγράφου Θεόφιλου Χατζημιχαήλ, Στρατής Ελευθεριάδης - Τερριάντ (Μυτιλήνη 1897 - Παρίσι 1983). Συμπατριώτες μας είναι και οι μουσικοσυνθέτες: Τ. Ξηρέλλης (από τα Πάμφιλα) με διεθνή βραβεία και ο Γιάννης Παπαϊωάννου (1910 - 1989) που κατάγεται από


την Αγιάσο. Στην πνευματική κίνηση σημαντικό ρόλο έπαιξαν τα τυπογραφεία και ο Τύπος. Από τις αρχές του αιώνα έως το 1944 εκδόθηκαν στο νησί μας 107 εφημερίδες και 64 περιοδικά. Βέβαια τα περισσότερα έντυπα ήταν βραχύβια και φτωχά. Από τις εφημερίδες ξεχωρίζουν η "Σάλπιγξ" των Ν. Παρίτση - Ασημ. Νικολαΐδη. η "Λέσβος" των Ταχτατζή και Κουρτζή, ο "Ελεύθερος Λόγος" με διευθυντές κατά καιρούς τα επιφανέστερα ονόματα της λεσβιακής δημοσιογραφίας, Μυριβήλη, Μανώλη Βάλλη. Πρωτοπάτση, Τιμόθεο Παπαδόπουλο, Αντώνη Γκράβαλη, Φ. Ανατολέα, Στρατή Παπανικόλα, και Χρ. Μολίνο. Από το 1928 μέχρι σήμερα εκδίδεται ο "Δημοκράτης" με ιδρυτή και διευθυντή έναν από τους καλύτερους δημοσιογράφους της εποχής αυτής, τον Τέρπανδρο Αναστασιάδη. Από τα περιοδικά διακρίνονται η "Χαραυγή" των Μ. Βαλλή - Δ. Αλβανού, 15νθήμερο περιοδικό που θεωρείται από τα καλύτερα της Ελλάδας της εποχής αυτής, καθώς και ο "Ποιμήν" της Ιεράς Μητροπόλεως Μυτιλήνης που εκτός από το θρησκευτικό του περιεχόμενο, δημοσιεύει μελέτες και άρθρα γενικότερου ενδιαφέροντος. Αξιόλογο επίσης είναι και το σατιρικό έντυπο "Τρίβολος" του Στρατή Παπανικόλα με συνεργάτες το λαογράφο Βαγγέλη Καραγιάννη και το λαϊκό βάρδο Στρατή Αναστασέλλη. Ικανότατοι δημοσιογράφοι είναι ακόμη ο ιδιοκτήτης και διευθυντής της εφημερίδας "Ταχυδρόμος" Θείελπης Λευκίας, και ο διευθυντής της έμμετρης πολιτικοσατιρικής εφημερίδας "Μυτιληνιός" που τη μετωνόμασε αργότερα "Ιδέα". Άλλοι Λέσβιοι αξιόλογοι δημοσιογράφοι, επιστήμονες, καθηγητές που συνεργάστηκαν με τις τοπικές εφημερίδες είναι: Α. Μαριγλής, I. Παβεζόπουλος, Δημ. Καμπούρης, Αχιλλέας Νέης, Αριστείδης Σαμαρίδης, Φώτης Δήμου, Κλέαρχος Μαριγλής. Ρήγας Λεμονόπουλος, Δημήτρης Λεοντής, Προκόπης Χατζηευστρατίου, Γ. Κονδύλης. Ν. Αλισσάφης, Ευ. Μεταξά. Λ. Καρακάσης, Κ. Μάκιστος, Θ. Σαράφης (Κ. Καρτέρης), Φ. Ανατολέας, Θ. Τέμπος, Π.Βελόνης. Π.Νικήτας, Β.Αρχοντίδης, Γ.Βαλέτας, Κ.Μιχαηλίδης. Κ.Κόντος. Καρέκος. I. Βόμβας, Γ. Βάρος, Δ. Ψωμαδέλλης, ο στυλοβάτης του λεσβιακού αθλητισμού Πάνος Βελόνης, οι Μικρασιάτες Ηλίας Ηλιάδης, Αλ. Κολυφέτης, Γ. Χονδρονίκης. Κ. Τζελέπης. Π. Καλαμίτσας. Ακόμη στο χώρο της δημοσιογραφίας μπήκε δυναμικά και η σκιτσογραφία. Οι καλύτεροι σκιτσογράφοι είναι Μίλτης Παρασκευαΐδης. Α. Πρωτοπάτσης, Π. Κεφάλας. Ν. Ζανόπουλος, Π. Ζαμβακέλλης. Μαρίνος Κωνσταντινίδης. Στρατής Γαβαλάς, Γ. Κακαδέλλης. Μαρ. Πρίμου. Δ. Παγίδας, ο


Ν. Τζόλυ, ο Γ. Κακαδέλλης. Επίσης στο σχέδιο διακρίθηκαν ο Γ. Μαυρουδής και ο Λ. Ραπίτης. Γενικά ο λεσβιακός τύπος όχι μόνο δε στάθηκε εχθρικός απέναντι στο δημοτικισμό, αλλά με πολλά έντυπά του τον καλλιέργησε στην ψυχαρική του μορφή. Η Λέσβος μάλιστα υποδέχτηκε στις 8 Αυγούστου 1925 τον Ψυχάρη, πατέρα του δημοτικισμού, με τιμές πολιτικού αρχηγού, όταν επισκέφθηκε το νησί του αγαπημένου του μαθητή Εφταλιώτη μετά από πρόσκληση των "Βασιβουζούκων". Στις 30 Σεπτεμβρίου και 1η Οκτωβρίου 1934 με τη συμπλήρωση εκατόν χρόνων από τη γέννηση του μεγάλου ποιητή και φιλολόγου Δημητρίου Βερναρδάκη οργανώθηκαν στη Μυτιλήνη οι επιβλητικές εορτές στις οποίες συμμετείχε όλος σχεδόν ο κόσμος των γραμμάτων και των επιστημών της Ελλάδας. Γεγονός, επίσης, που συνέβαλε στην καλλιέργεια των γραμμάτων στη Μυτιλήνη ήταν και η ίδρυση της Δημοτικής Βιβλιοθήκης το 1938, με δαπάνες του Ζαφείρη Γιανέλλη και Δημητρίου Σουρλάγκα. Από τη Μυτιλήνη που διέθετε από τότε αρκετά θεατρόφιλο κοινό πέρασαν όλα αυτά τα χρόνια μεγάλοι ελληνικοί θίασοι. Στον "Αλκαίο" και στην παλιά "Σαπφώ" σκόρπισαν το ιερό και δραματικό ρίγος η Κοτοπούλη, η Κυβέλη, ο Φυρστ και ο Βεάκης. Εξαιτίας αυτής της νευρώδους και πλούσιας θεατρικής κίνησης, ήταν επόμενο να δημιουργηθεί ερασιτεχνικό θέατρο ανάλογο με την παράδοση και τη φήμη της Μυτιλήνης ως πνευματικό και καλλιτεχνικό κέντρο του Ελληνισμού. Ήδη από το 1894 έντονη ήταν η παρουσία του Αναγνωστηρίου Αγιάσου η "Ανάπτυξη". Η μεγάλη όμως η αρχή γίνεται το 1917 με την ίδρυση του "Φιλοτεχνικού Ομίλου Μυτιλήνης" από τους πνευματικούς πρωτεργάτες της "Λεσβιακής Άνοιξης" και κυρίως από τον Π. Νικήτα, συνθέτη βυζαντινών ύμνων. Οι καλλιτέχνες του τραγουδιού Θ. Μέλλος και Τ. Στεφανίδης προέρχονται από το μουσικό του φυτώριο. Λίγο αργότερα δημιουργείται άλλος θεατρικός όμιλος "Τ' αδέλφια". Το 1933 ιδρύεται η "Χορωδία Μυτιλήνης" που παράλληλα με τη μουσική και το τραγούδι καλλιεργεί και το θέατρο. Σταθμός όμως για την καλλιτεχνική ζωή του τόπου ήταν η δημιουργία του φιλοτεχνικού ομίλου "Το Μπουρίνι" από τον Αλέκο Πεσματζόγλου (1921 - 1983), που με τη μαχητική του παρουσία στο καλλιτεχνικό προσκήνιο γνώρισε το λεσβιακό ερασιτεχνικό θέατρο τη δόξα της προβολής σε ονομαστά θέατρα του εσωτερικού και του εξωτερικού. Μέχρι και σήμερα "Το Μπουρίνι" καλλιεργεί την τέχνη, κυρίως το θέατρο και το χορό, υπηρετώντας με πάθος και συνέπεια το "αισθητικό ιδεώδες". Επίσης το 1941 ιδρύθηκε από τον Ντίνο Ηλιάδη ο φιλοτεχνικός όμιλος "Η Δράση" που έδωσε πολλές παραστάσεις για


Η καταστροφή του λιμανιού του Πειραιά από το βομβαρδισμό του 1941 Λάδι. Πινακοθήκη Δήμου Πειραιώς

"Στη στράτα του Χωριού" Έργο Ορ. Κανέλλη)


"Η επιστολή" Έργο του Γ. Ιακωβίδη

"Παλιός Πύργος" έργο του Δ. Παγίδα

"Ο κακός εγγονός" Έργο του Γ. Ιακωβίδη

"Δρόμος της Χρυσομαλλούσας" Έργο Αντ. Πρωτοπάτση


287

r. IAKQBlllHr

A . nPQTOnATtHr

OP. KANEl\l\Ht

(\ rTP. rABAl\Ar

Cl>. ANATOl\EAr

K. KAPArATZl.ilHr

N. EMMANOYHI\

0. XATZHMIXAHI\

Afo~LOL troyQ{iq>OL (ox&'t<Ja 'tOtl M. DaQ«oxEvaTbri)

!:'tQ«'t~ A;L&t~

(oxhoo 'tov Maxri A;L0n11)


Το μάζεμα των ελαιών στη Μυτιλήνη. Έργο του Θεόφιλου

"Ο Άγιος Διονύσιος" 1935 Έργο του Φ. Κόντογλου


φιλανθρωπικούς σκοπούς. Αλλά και στην ύπαιθρο δημιουργήθηκαν θεατρικοί όμιλοι που παρουσίασαν αξιόλογη δράση, όπως ο Όμιλος Καλλονής και ο Όμιλος Γέρας του Νείρου και Στρατή Βάρκα. Και στο χώρο της ζωγραφικής η Λέσβος είναι πρωτοπόρος. Ο Γεώργιος Ιακωβίδης (1858 - 1932) είναι ο κύριος εκπρόσωπος του γερμανικού εμπρεσιονισμού στην Ελλάδα που δημιουργεί τη δική του "σχολή" στη χώρα μας. Σπούδασε γλυπτική στη σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα και με υποτροφία στο Μόναχο στην Ακαδημία Πιλότυ. Το 1910 γίνεται καθηγητής της σχολής Καλών Τεχνών, ενώ το 1926 εκλέγεται μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Διακρίθηκε ως ζωγράφος και γλύπτης και τα περισσότερα έργα του τιμήθηκαν με βραβεία σε διεθνείς εκθέσεις και σήμερα στολίζουν διάφορες πινακοθήκες. Ο ίδιος φιλοτέχνησε το "Άγαλμα της Ελευθερίας" της πόλης μας. Ο Φώτης Κόντογλου όμως ακολουθεί μια διαφορετική κατεύθυνση επιστρέφοντας στις πηγές του ελληνισμού, στο Βυζάντιο, στην Ορθοδοξία και στο λαϊκό μύθο, γιατί όπως ο ίδιος υποστήριξε με πάθος «η παράδοσή μας είναι η ψυχή της Ελλάδας». Έτσι δικαιολογείται η εικονογραφική προσήλωσή του στη βυζαντινή τέχνη. Στην τέχνη διακρίθηκε κυρίως ως αγιογράφος και διακοσμητής δημοσίων κτιρίων. Παλαιότεροι αλλά και σύγχρονοι του καλύτερου ζωγράφου αυτής της γενιάς, του Γ. Ιακωβίδη ήταν ο Μαρίνος Κωνσταντινίδης, ο Θ. Μαλούκης και ο Κλεάνθης Καραφύλης (1858 - 1900) Αξιόλογη επίσης ώθηση στην καλλιτεχνική κίνηση δίνει ο Αντώνης Πρωτοπάτσης. Με την εμπρεσιονιστική τεχνοτροπία του επιδίδεται όχι μόνο στην ελαιογραφία αλλά και στην ακουαρέλα επιδιώκοντας να ζωγραφίζει την ανοιξιάτικη λεσβιακή φύση. Τελευταία ασχολήθηκε με την χαλκογραφία και εξέδωσε στο Παρίσι συλλογή χαλκογραφιών του Ελ. Βενιζέλου σε εκφράσεις διάφορες. Άλλος οπαδός της ίδιας τεχνοτροπίας είναι ο μαθητής του Ιακωβίδη Στρατής Γαβαλάς. Ακολουθούν οι εμπρεσιονιστές τοπιογράφοι Δημ. Παγίδας που αποδίδει τη φύση με χρώματα ζωηρά, ο Κ. Καραγατσίδης του οποίου όμως το έργο είναι καθαρά λεσβιακό και ο αυτοδίδακτος Φ. Ανατολέας. Αυτοδίδακτος επίσης είναι και ο Νότης Εμμανουήλ που είναι κυρίως υδατογράφος με εξελιγμένη τεχνική στην ακουαρέλλα. Αναμφισβήτητα μια ξεχωριστή φυσιογνωμία ανάμεσα στους ζωγράφους του μεσοπολέμου είναι ο Ορέστης Κανέλλης που το έργο του ξεχωρίζει για το πρωτότυπο ύφος του, αποδίδοντας κυρίως το βαθύ εσωτερικό χαρακτήρα. Όμοια με την τέχνη του Ορ. Κανέλλη είναι η τέχνη του Τάκη Ελευθεριάδη. Άλλοι ζωγράφοι της ίδιας εποχής είναι ο Στρατής Αξιώτης, η Πελαγία Κούμπα, η Μαριάνθη Πρίμου, η Αρτ. Μουφλουζέλλη και η


Άννα Σαραντάκου. Μακριά από τη Λέσβο ανέπτυξαν την τέχνη τους οι λέσβιοι ζωγράφοι Απόστολος και Λουκάς Γεραλής, Β. Ιθακήσιος, Κρυσταλλίδης κ.ά. Ακόμη από το Μεσότοπο κατάγονται δύο μεγάλοι αγιογράφοι, ο Ευστρατιάδης που εικονογράφησε εκκλησίες της Καλαμάτας και του Σκοπέλου Γέρας και ο Μιχάλης Χατζόπουλος (1870 - 1974) έργα του οποίου είναι αγιογραφίες εκκλησιών της Ερεσού και του Μεσοτόπου καθώς επίσης της Μονής Παναγίας Μυρτιδιώτισσας. Επίσης γνήσιος εκπρόσωπος της λαϊκής τέχνης είναι ο "τσολιάς" Θεόφιλος Γαβριήλ Κεφάλας (Χατζημιχαήλ), ο οποίος γεννήθηκε στις Κυδωνίες της Μικρασίας το 1873 και πέθανε στη Μυτιλήνη στις 26-3-1934. Τα μέλη της οικογένειας Γαβριήλ Κεφάλα «διέφυγαν ως πρόσφυγες στην ιδιαίτερη πατρίδα τους Μυτιλήνη στα 1913-14 και πολιτογραφήθηκαν Έλληνες πολίτες με τη συνθήκη της Λωζάνης στα 1923 αποκτώντας Ελληνική ιθαγένεια» {«Συμβολή στον Θεόφιλο», Κοντούλη Ομήρου, εφημ. "Δημοκράτης" (Μυτιλήνης), 11-4-1996}. Υπογράφει στα έργα του ή ως Θεόφιλος Γ. Χατζημιχαήλ, ή ως. Ζωγράφος Θεόφιλος, ή ως Θεόφιλος εξ Ανατολών ή ως Θεόφιλος Λέσβιος. Εικονογράφησε πολλά καφενεδάκια, σπίτια και εξωκλήσια της Λέσβου και του Πηλίου με ελάχιστη αμοιβή, "αντί πινακίου φακής", μέχρις ότου ο Στρατής Ελευθεριάδης - Τερριάντ, τεχνοκρίτης στο Παρίσι, του ανέθεσε τη δημιουργία πινάκων πάνω σε κάμποτο ή σε χαρτόνι. Τα περισσότερα από τα κινητά έργα του λαϊκού ζωγράφου, που εκτέθηκαν μετά το θάνατό του ακόμη και σε αίθουσες του Λούβρου στο Παρίσι, στεγάζονται στο ομώνυμο μουσείο που χτίστηκε με πρωτοβουλία και δαπάνη του Σ. Ελευθεριάδη το 1965 στη Βαρειά, προάστιο της Μυτιλήνης. Γενικά ο Θεόφιλος ζωγράφιζε με νερομπογιές κυρίως μάχες με τολμηρή συνθετικότητα. ενώ πετύχαινε να παριστάνει τους ήρωές του με κίνηση και με μεγάλη εκφραστική δύναμη παραβλέποντας αρκετές φορές την προοπτική.

ΤΟ ΑΓΑΛΜΑ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ Το 1919, με ενέργειες του νομάρχη I. Χρυσοβελώνη, ο Γερμανός αρχιτέκτονας Ερνέστο Τσίλλερ, δημιουργός πολλών κλασικών οικοδομημάτων της Αθήνας, σχεδίασε το Ηρώον της Μυτιλήνης. Πάνω στο θόλο που θα κατασκευαζόταν στο γενουάτικο προμαχώνα "Καστρέλλι" θα στηνόταν το άγαλμα της θεάς Ελευθερίας κρατώντας Πυρσό, «και το όλον θα συμβόλιζε την έννοια της Ελευθερίας που ξεπετιέται μ' έναν παλμό, μέσα από το


κάστρο, το σύμβολο της κατακτητικής εποχής» (Π. Μολίνου, η Ιστορία του Ηρώου της Μυτιλήνης, Λεσβιακόν Ημερολόγιον 1954, Π. Σαμάρα). Τον ίδιο χρόνο παραγγέλνεται στη Γερμανία το μπρούτζινο άγαλμα, του οποίου το πρόπλασμα το είχε δουλέψει με ιδιαίτερη φροντίδα ο γλύπτης Γρηγόριος Ζευγώλης (1886 - 1950) για την απόδοση των φυσιογνωμικών χαρακτηριστικών της πιο αγαπητής στον Έλληνα μορφής, της Ελευθερίας, όπως τη σχεδίασε ο Γ. Ιακωβίδης. Μετά την ήττα του Βενιζέλου το Νοέμβριο του 1920 ο νέος Νομάρχης Γ. Σπηλιωτόπουλος φροντίζει όχι μόνο να αποπερατώσει το έργο αυτό, αλλά και να γκρεμίσει τον προμαχώνα. Στα μέσα της δεκαετίας του '20 έγινε ο εκτελωνισμός του βαρύτατου αγάλματος στον Πειραιά, όπου παρέμεινε μέσα σ' ένα πελώριο κιβώτιο για αρκετά χρόνια, επειδή δεν υπήρχαν στη Μυτιλήνη τα κατάλληλα μηχανικά μέσα για την εκφόρτωσή του, μέχρις ότου ο Αργ. Χριστοφίδης το μετέφερε στη Μυτιλήνη με τη φορτηγίδα του. Αφού εκφορτώθηκε με επινόηση πολλών τεχνικών μέσων, αποτέθηκε στην άκρη της Προκυμαίας Ρουσέλλη. Μετά από χρονοβόρες διαδικασίες και ατέρμονες συζητήσεις των δημοτικών αρχόντων σχετικά με την επιλογή της θέσης για την ανέγερση του ηρώου, με πρωτοβουλία του δημάρχου Ν. Πετροπούλου η περιπέτεια του αγάλματος πήρε τέλος. Ο Πυρσός της Ελευθερίας άναψε το βράδυ της 8ης Νοεμβρίου 1933, αφού το άγαλμα στήθηκε πάνω σε ενισχυμένη και μεγάλη βάση, εκεί όπου υπήρχε η ακαλαίσθητη κολώνα που είχε δημιουργήσει ο Σπηλιωτόπουλος στη θέση του ιστορικού "Καστρέλλι".

ΛΕΣΒΙΑΚΟΣ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ Η Μυτιλήνη του μεσοπολέμου δεν μπορούσε να μη λατρέψει τη "θρησκεία" της σωματικής ομορφιάς και δύναμης. Η πρώτη κίνηση του αθλητισμού έγινε το 1923 με πρωτοβουλία του Στρατή Πραΐδη και Κλ. Παλαιολόγου. Και το 1924 οι παλαιοί φίλαθλοι του "Άτλαντα" και του "Διαγόρα" ιδρύουν το πρώτο Γυμναστικό Σύλλογο, τον "Παλλεσβιακό". Μετά τον "Παλλεσβιακό" ιδρύεται το 1926 ο "Άρης", αργότερα η "Νίκη", ο "Απόλλων", ο "Μυτιληναϊκός", ο "Αχιλλεύς", η "Μικρασιατική", η "Ένωσις Συνοικισμού", ο "Παγγεραγωτικός", ο "Θησέας", ο "Ηρακλής", η "Αστραπή", ο "Αραράτ" (Γυμναστικός Σύλλογος των Αρμενίων) και το 1932 ο "Ναυτικός Όμιλος Μυτιλήνης". Προπάντων όμως ο "Παλλεσβιακός" και ο "Άρης" γίνονται με τον καιρό τα σύμβολα των δύο αντίθετων αθλητικών παρατάξεων που εξα-


πλώνονται σ' ολόκληρο το νησί. Με την υπέροχη άμιλλά τους σ' όλους τους κλάδους του αθλητισμού σκορπούν την αθλητική συγκίνηση και αγωνία και ανεβάζουν το λεσβιακό αθλητισμό σε επίπεδα δόξας και θριάμβων. Εκτός από τις πολιτικές εφημερίδες που καθιερώνουν καθημερινά αθλητική στήλη, εκδίδονται και δύο αθλητικές εφημερίδες, η "Αθλητική Επιθεώρηση" με διευθυντή τον Πάνο Βελόνη και ο "Αιγαιοπελαγήτικος Αθλητισμός" με διευθυντή τον Αναστάση Σαρηγιάννη. Αλησμόνητες θα παραμείνουν στα αθλητικά χρονικά της Μυτιλήνης οι παλλαϊκές υποδοχές (μετά το σύμφωνο της Ελληνοτουρκικής συμφωνίας του 1930) των τουρκικών ομάδων, της Ιτμάν Γιορτού, Μπαλού - Κεσέρ) και της ΑΕΚ Αθηνών. Αποθεωτική επίσης ήταν η υποδοχή που επιφύλαξε η Μυτιλήνη στον πρωτοκολυμβητή των "Ποσειδωνίων" Δημ. Νακέλλη το 1929. όπου είχε καταρρίψει όλα τα Πανελλήνια ρεκόρ στην ελεύθερη κολύμβηση. Λέσβιοι αθλητές που τίμησαν το όνομα της πατρίδας μας σε διεθνείς και πανελλήνιους αγώνες είναι εκτός από το Δ. Νακέλλη, ο Στρ. Πραΐδης, ο Κλ. Παλαιολόγος, ο Στρ. Κονάκας, ο Παν. Βουσβούνης, ο Γ. Βλάχος, ο Σ. Διαλεχτός, ο I. Ανδρέου, ο Σ. Γαληνός, ο Μιχ. Φιλιός, Μ. Μαλλίδης κ.ά. Λέσβιος ήταν και ο θρυλικός δρομέας αντοχής Παν. Τσάκαλος. Βέβαια το ποδόσφαιρο κυριάρχησε από κάθε άλλη αθλητική κίνηση της Μυτιλήνης. Ποδοσφαιριστές, παιδιά απλοϊκά του λαού, γίνονται οι ήρωες της ημέρας μετά από μια νίκη της ομάδας τους, ενώ στην ακμή του μεγάλου πάθους των οπαδών συμβαίνουν και πράγματα που σπιλώνουν την αθλητική ιδεολογία. Το μεγαλύτερο όμως ατύχημα για τον αθλητισμό του νησιού υπήρξε το γεγονός ότι η Μυτιλήνη δεν μπόρεσε, στην εποχή εκείνη της μεγάλης αθλητικής δημιουργίας, να αποκτήσει το Στάδιό της.

ΛΕΣΒΙΟΙ ΕΥΕΡΓΕΤΕΣ Ανάλογη με την ικανοποιητική απόδοση των Λεσβίων στα Γράμματα και στις τέχνες είναι η συμβολή των ευεργετών σ' έργα κοινής ωφέλειας αλτρουισμού και φιλοπατρίας. Ο Περικλής Λουκάς, άλλοτε διευθυντής της Τραπέζης της Ανατολής, το 1922 δωρίζει αγροτική έκταση 30.000 στρεμμάτων στο Φιλόπτωχο Ταμείο της Μητρόπολης, αλλά και το οικόπεδο, όπου κτίστηκε το νοσοκομείο (Β.Ι.Ν.). Οι Βοστάνηδες, ο Ευστράτιος το 1928, ο Παναγιώτης το 1934 και Γεώργιος το 1940, άφησαν την τεράστια περιουσία τους στα Φιλανθρωπι-


κά Καταστήματα (Φ.Κ.Μ.) και για την αποπεράτωση του νοσοκομείου, το οποίο τιμής ένεκεν ονομάστηκε "Βοστάνειο". Μάλιστα ο Γεώργιος μεταξύ των άλλων κτιρίων που κατέλιπεν στο Β.Ι.Μ. και τα Φιλανθρωπικά είναι και η μεγάλη πολυκατοικία της οδού Βουλής 4 στην Αθήνα. Ο Απόστολος Σημαντήρης, πρόξενος της Γαλλίας στη Λέσβο, το 1931 κληροδότησε την τεράστια αστική και κτηματική περιουσία του υπέρ φιλανθρωπικών σκοπών. Ακόμη ο Νικόλαος Μητρέλιας (το 1944), οι Βουρνάζοι, οι Κουρτζήδες, ο Κομνηνάκης, ο Σαλατέλλης, ο Δ. Χατζησπύρου, ο Καλαγάνης, ο Σκούνολου, ο Παν. Β. Μάνδρας (1946), ο Πέτρος Β. Μάνδρας (1944), ο Παν. Κοκκώνης (1936), ο Θρασύβουλος και η Εριφύλη Αρχοντοπούλου (1935), ο Βασ. Καμπάς (1941), ο Βασ. Γρημάνης (1944), ο Οδυσσεύς Αντωνιάδης (1945), ο Στυλιανός Πανάρας (1934), η Ευανθία Κατσακούλη (1934), ο Λ. Γρημάνης, η Κλεοπάτρα Ζερμπίνη, ο I. Ολύμπιος, ο Α. Κατσικαδέλλης, ο Γρ. και ο Χαρ. Ρουσέλλης, ο Νικ. Πετρόπουλος, η Ολυμπία Κανδύλη, ο Δημοσθένης Κατσάνης και ο Ευστράτιος Καραντώνης άφησαν ο καθένας στα Φ.Κ.Μ. περιουσίες μεγάλης αξίας. Εκτός από τους ανωτέρω μεγάλους ευεργέτες υπάρχουν εκατοντάδες άλλοι που δώρησαν μικρότερα αλλά αξιόλογα ποσά στα ευαγή ιδρύματα. Γενικά όλοι αυτοί οι ευνοούμενοι της τύχης με τις μεγάλες ευεργεσίες τους στάθηκαν αντάξιοι μιας ανώτερης αποστολής, της κτίσης πνευματικών και ευαγών ιδρυμάτων. Εμπνευστής και ιθύνων νους στη δημιουργία των περισσότερων κοινωφελών αυτών έργων υπήρξε ο Μητροπολίτης Ιάκωβος Α' εκ Μοσχονησίων (1925-1958) ο οποίος με την ακαταπόνητη εργατικότητά του έπεισε πολλούς πλουσίους να κληροδοτήσουν τις περιουσίες τους υπέρ φιλανθρωπικών σκοπών. Η ίδρυση του Βοστάνειου Ιερού Νοσοκομείου (Β.Ι.Μ.): Ο θεμέλιος λίθος τέθηκε στις 25 Μαρτίου 1927 και η τελετή των εγκαινίων έγινε στις 10 Νοεμβρίου 1935. του Γηροκομείου του Νοσοκομείου Λοιμωδών Νόσων του "Οίκου Αδελφών" του Β.Ι.Ν. [τα τρία αυτά ιδρύματα κτίστηκαν σε οικόπεδο Ν. Πετρόπουλου πλησίον του Β.Ι.Ν. και άρχισαν να προσφέρουν ανακούφιση στον ανθρώπινο πόνο από τις 19 Μαΐου 1940], του Σανατορίου Αγιάσου "η Υγεία" [τα εγκαίνια τελέστηκαν στις 8 Νοεμβρίου 1936], του Μουσείου Μυτιλήνης [πλησίον της πλατείας "Ελευθερίας" στο Κιόσκι στον ίδιο χώρο που σήμερα είναι το νεόδμητο μουσείο] και των Φυλακών Μυτιλήνης [που κτίστηκαν σε οικόπεδο των Φ.Κ.Μ. στη Λαγκάδα με χρήματα του κληροδοτήματος Α. Κατσακούλη και παρα-


δόθηκαν στον Εισαγγελέα Μυτιλήνης στις 18 Μαρτίου 1939. Το κτίριο των φυλακών του Φρουρίου, κτισμένο στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, ήταν μια ανήλια και ρυπαρή κατακόμβη που αποτελούσε στίγμα για την πολιτιστική παράδοση του νησιού], υπήρξαν καρποί των ατρύτων κόπων και του πολυετούς μόχθου του πολυπράγμονα και δραστήριου ιεράρχη.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ Γενικά ο λεσβιακός λαός υπήρξε ανέκαθεν πρωτοπόρος σε κάθε πνευματική, καλλιτεχνική και κοινωνική προσπάθεια. Διακρίνεται από μια αγνή ιδεολογία με σαφή δημοκρατικό και φιλελεύθερο προσανατολισμό. Έκφραση αυτού του χαρακτήρα στον τομέα των εικαστικών τεχνών είναι το Άγαλμα της Ελευθερίας, που στολίζει το λιμάνι της Μυτιλήνης και στέλνει από την ακριτική αυτή γωνιά μήνυμα ελπίδας και πίστης για ένα ευτυχισμένο και ειρηνικό μέλλον.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΝΕΟΤΕΡΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ 1) Αγγελομάτη Χρ., "Χρονικόν Μεγάλης Τραγωδίας", Βιβλιοπωλείον της "Εστίας" 2) Αποστόλου Απ.. "Μνήμες Α και Β". Αθήνα 1985 και 1988 3) Αποστόλου Απ.. "Σκόρπια από την Αντίσταση". Αθήνα 1986 4) Αργύρη Παντελή. "Παιδαγωγικές καινοτομίες στη Μυτιλήνη του Μεσοπολέμου", περιοδ. "Λεσβιακά", τ. ΙΓ'.. Μυτιλήνη 1991 5) Βαρελτζίδη Σ.. "Η Δημοτική Βιβλιοθήκη Μυτιλήνης", περιοδ. "Λεσβιακές σελίδες". Αθήνα 1950 6) Βελόνη Π.. "Ο αθλητισμός στη Λέσβο". "Λεσβιακόν Ημερολόγιον". Μυτιλήνη 1950 7) Βελόνη Π.. 'Το ερασιτεχνικό θέατρο Μυτιλήνης". "Λεσβιακόν Ημερολόγιον". Μυτιλήνη 1950


8) Βλάχου Παύλου, "Η στρατιωτική οργάνωση της Λέσβου τα πρώτα χρόνια μετά την απελευθέρωση", περιοδ. "Λεσβιακά", τ. Ζ'„ Μυτιλήνη 1978 9) Βλάχου Παύλου. "Πενήντα χρόνια από την γερμανική κατάληψη της Λέσβου", περιοδ. "Λεσβιακά", τ. ΙΓ’. Μυτιλήνη 1991 10) Γατοπούλου. Δ.. "Ιστορία της Κατοχής". Αθήνα 1966 11) Γ.Ε.Σ., Διεύθυνσις Ιστορίας Στρατού. α) "Ο Ελληνικός Στρατός κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους 1912 -13". τόμοι 2 β) "Ο Ελληνικός Στρατός κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο", τόμοι 2 γ) Η Εκστρατεία εις την Μ. Ασία", τόμοι 10 δ) Ο Ελληνικός Στρατός κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο", τόμοι 11 12) Γουγούλας Ιωάννης. "Η Λέσβος μέσα στον παγκόσμιο δημογραφικό χάρτη", περιοδ. "Λεσβιακά", τ. ΙΓ'.. Μυτιλήνη 1991 13) Γρηγοριάδη Σάλωνα. "Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας", τόμοι 1ος και 2ος Αθήνα 14) Γρηγοροπούλου Κ., "Τα δάση της Λέσβου", περιοδ. "Λεσβιακές σελίδες". Αθήνα 1950 15) Δήμου Φ. - Καραμάνου Γ. - Παρασκευαϊδη Α.. "Η Λέσβος τις μέρες της απελευθέρωσης", περιοδ. "Λεσβιακά", τ. Δ'., Μυτιλήνη 1962 16) Εκδοτική Αθηνών. "Ιστορία του Ελληνικού έθνους", τόμος ΙΕ', Αθήνα 1978 17) Έλδη Μ.. 'Το εμπορικό και βιομηχανικό Επιμελητήριο", "Λεσβιακόν Ημερολόγιον", Μυτιλήνη 1950 18) Ελευθεριάδη Μίμη. "Η πνευματική Λέσβος", "Λεσβιακόν Ημερολόγιον". Μυτιλήνη 1950 19) Ελευθεριάδη Μίμη. "Λέσβος". Μυτιλήνη 1950 20) Εμμανουήλ Ι.Π., "Κλεάνθης Καραφύλλης", περιοδ. "Λεσβιακές σελίδες". Αθήνα 1950 21) Εταιρίας Αιολικών Μελετών "Αιολικά φύλλα" 22) Καλλιγιάννη Μανώλη. "Η ζωγραφική του Θεόφιλου", περιοδ. "Μυτιλήνη" τ. Γ.. Μυτιλήνη 1988 23) Καμπούρη Π.Ζ.. 'Τα τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας στη Λέσβο", περιοδ. "Λεσβιακά", τ. Δ'.. Μυτιλήνη 1962 24) Καραγιάννη. Β. Μολίνου Σ.. "Μυτιλήνη 1912" 25) Κεμερλή. Π. - Πολυχρονιάδη Α.. "Αντίσταση στη Λέσβο", Αθήνα 1988 26) Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών. "Η Έξοδος", τόμος Α', Αθήνα 1980 27) Κλειδαρά Ευγενίας. "Η Πνευματική Λέσβος". Αθήνα 1992 28) Κλεομβρότου Ιακώβου. "Mytilana Sacra", τόμοι 4. Θεσσαλονίκη 1974 - 1981 29) Κλεομβρότου Ιακώβου. "Συνοπτική Ιστορία της Εκκλησίας της Λέσβου". Μυτιλήνη 1984 30) Κλεομβρότου Γ. Ιακώβου. "Ο εθνομάρτυς Μητροπολίτης Κυδωνιών Γρηγόριος". Αθήνα 1956 31) Κλήμη Ν.Α., "Η Συνεταιριστική κίνησις της Λέσβου", περιοδ. "Λεσβιακές σελίδες". Αθήνα 1950 32) Κλήμη Ν.Α.. "Οι συνεταιρισμοί στη Λέσβο", περιοδ. "Λεσβιακά", τ. ΙΒ', Μυτιλήνη 1989 33) Κοντούλη Ομήρου. "Συμβολή στον Θεόφιλο", εφημ. "Δημοκράτης". 11-4-1996 34) Κυπριανού Ορέστη. 'Το δημογραφικόν πρόβλημα της Λέσβου". "Λέσβος". Αθήαν 1934


35) Λεοντή Δ. "Η Απελευθέρωση της Λέσβου". Μυτιλήνη 1968 36) Μητροπόλεως Μυτιλήνης, "Τα Πεπραγμένα της I. Μητροπόλεως Μυτιλήνης από 28 Οκτ. 1940 έως 9 Σεπτ. 1944" 37) Μίσσιου Κώστα, "Μυτιληνιοί Λόγιοι και Λογοτέχνες", Μυτιλήνη 1994 38) Μίσσιου Γ. Κώστα. "Ευστράτιος X. Αθανασιάδης". περιοδ. "Λεσβιακά", τ. ΙΔ'., Μυτιλήνη 1993 39) Μίσσιου Γ. Κώστα. "Βερναρδάκης. Εφταλιώτης. Μυριβήλης". Μυτιλήνη 1995 40) Μολίνου Χρ.. "Για τη Λεσβιακή διανόηση". "Λέσβος". Αθήνα 1934 41) Μολίνου Σ., "Ο Κ. Μελάς ο φρούραρχος της λεύτερης Μυτιλήνης", περιοδ. "Λεσβιακά", τ. Η'.. Μυτιλήνη 1983 42) Μουτζούρη Κ.Ι., "Συμβολή στη λεσβιακή ιστοριογραφία", περιοδ. "Λεσβιακά", τ. ΙΔ'.. Μυτιλήνη 1993 43) Μπαλάσκα Π. Στρ. 'Το Σύνταγμα και η πολεμική σημαία των Λεσβίων στρατιωτών", εφημ. "Αιολικά Νέα". Οκτ. 1993 44) Μπίνου X.. "Πλουτοπαραγωγικαί πηγαί της Λέσβου", περιοδ. "Λεσβιακές σελίδες". Αθήνα 1950 45) Οικονομοπούλου Ηλ., "Ιστορία Βαλκανοτουρκικού Πολέμου" 46) Οικονομοπούλου Π. Κλεομένη. "Το νομικό καθεστώς της Λέσβου από της απελευθερώσεως του 1912 μέχρι της συνθήκης της Λωζάνης του 1923". περιοδ. "Λεσβιακά", τ. Ζ'.. Μυτιλήνη 1978 47) Οικονομοπούλου Π. Κλεομένη, "Η Επανάστασις του 1922 εις την Μυτιλήνην και Χίον", περιοδ. "Μυτιλήνη", τ. Γ'.. Μυτιλήνη 1988 48) Παλαιολόγου Κλ.. Ο Λεσβιακός αθλητισμός", "Λέσβος". Αθήνα 1934 49) Πανσέληνου Ασ.. "Τότε που Ζούσαμε", Αθήνα 1984 50) Πανταζή Δ.Π., "Στρατής Παπαντώνης ο πρωτοκήρυκας του δημοτικισμού", περιοδ. "Λεσβιακά", τ. ΙΒ'.. Μυτιλήνη 1989 51) Παπουτσάνη Τάκη. "Επιδρομή Ελλήνων καταδρομέων στη Γερμανοκρατούμενη Λέσβο", περιοδ. "Μυτιλήνη" τ. Γ'., Μυτιλήνη 1988 52) Παρασκευαϊδη Θ„ 'Το Ημερολόγιο Ενός Έφεδρου Ανθυπολοχαγού". Μυτιλήνη 1994 53) Παρασκευαϊδη Μίλτη, "Λεσβιακή τέχνη". "Λέσβος". Αθήνα 1934 54) Παρασκευαϊδη Μίλτη. "Φωτεινές μορφές της Λεσβιακής Άνοιξης", περιοδ. "Μυτιλήνη"τ. Γ'.. Μυτιλήνη 1988 55) Παρασκευαϊδη Π.. "Οι Περιηγητές για τη Λέσβο". Αθήνα 1983 56) Πλάτωνος Αντώνη, "Περιοδικά και Εφημερίδες της Λέσβου", περιοδ. "Μυτιλήνη" τ. Γ'.. Μυτιλήνη 1988 57) Πλάτωνος Αντώνη. "Η ιστορία της Λεσβιακής δημοσιογραφίας", περιοδ. "Μυτιλήνη", τ. Δ'·, Μυτιλήνη 1991 58) Σαμάρα Π.. "Λεσβιακό Ημερολόγιο". 1950 και 1954 59) Σαραντάκου Δ.. "Χαράλαμπος Κανόνης". Αθήνα 1987 60) Στρατηγάκη Εμ. Ιωαν., "Ο Μητροπολίτης Μυτιλήνης Ιάκωβος ο από Δυραχίου", Αθήνα 1956 61) Τσιτσιγιάννη Γ.. "Η κτηνοτροφία της Λέσβου", περιοδ. "Λεσβιακές σελίδες". Αθήνα 1950 62) Χατζηβασιλείου Γιάννη, "Δημήτριος Χατζησπύρου, ο Λέσβιος λόγιος και ευεργέτης", περιοδ. "Λεσβιακά", τ. ΙΔ'.. Μυτιλήνη 1993


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΑ ΕΥΡΕΤΗΡΙΑ


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1. Αμάντου Κ. "Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους" 2. Αναγνώστη Σταυράκη. "Η Λεσβιάς Ωδή ή Ιστορικόν Εγκώμιον της Νήσου Λέσβου". Σμύρνη 1850 (επανέκδοση. Αθήνα 1972) 3. Αναγνωστοπούλου Μ., "Το Παραδοσιακό Κόσμημα της Λέσβου", περιοδ. "Λεσβιακά", τ. ΙΔ'. Μυτιλήνη 1993 4. Αναγνώστου Στρατή "Συμβολή στη Μελέτη της Τουρκικής Εκπαίδευσης στη Λέσβο", περιοδ. "Αιολικά Φύλλα", τεύχ. 29. Μυτιλήνη 1993 5. Αναγνώστου Στρατή. "Ο Ευστράτιος I. Δράκος περιγράφει τη Μυτιλήνη του 1907". περιοδ. "Λεσβιακά", τ. ΙΔ'. Μυτιλήνη 1993 6. Αναγνώστου Στρατή. "Τα Τηλεγραφεία στην Τουρκοκρατούμενη Λέσβο. 1871 - 1912", περιοδ. "Φιλοτελική Λέσβος", τεύχ. 150, Μυτιλήνη 1993 7. Αναγνώστου Στρατή. Λέσβος 1897 - 1901 - 1905" (βιβλίο υπό έκδοση) 8. Αξιώτη Μάκη. "Περπατώντας τη Λέσβο" (τόμοι 2). Μυτιλήνη 1992 9. Αποστόλου Απ.. "Μνήμες" Α & Β". Αθήνα 1985 & 1988 10. Αποστόλου Απ.. "Σκόρπια απ' την Αντίσταση". Αθήνα 1986 11. Αποστόλου Π.. "Μικρόν Ιστόριον Γενετείρας" 12. Αριστείδου - Πάππη Γ.. "Περί της κατά τον Μεσαίωνα Καταστάσεως της Λέσβου" 13. Αριστείδου - Πάππη Γ.. "Τετραλογία Πανηγυρική - Περί της κατά του Μεσαίωνα Καταστάσεως της Λέσβου". Αθήνα 1863 14. Αρχοντοπούλου Γ., "Λεσβιακά, ήτοι Ιστορική και Γεωγραφική Περιγραφή της Λέσβου", περιοδ. "Σαπφώ", τόμ. Α'. Μυτιλήνη 1881 15. Αρχοντοπούλου Γ.. "Λέσβος ή Μυτιλήνη, ήτοι Συνοπτική Ιστορία Πασών των Πόλεων & Κωμοπόλεων & Χωριών". Μυτιλήνη 1894 16. Vasiliev A.. "Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας" 17. Βερναρδάκη Δ. Γ.. "Η Μυτιλήνη στα Ρωμαϊκά Χρόνια". 1955 18. Βερναρδάκη Δ. Γ.. "Συνοπτική Ιστορία της Νήσου Λέσβου από των Αρχαιοτάτων Χρόνων μέχρι Σήμερα. Μέγας Οδηγός της Νήσου Λέσβου (1935 - 1937). Γ.Χ. Γαβριηλίδου. Αθήναι 19. Βρανά Ε., "Οι Εφορείες των Σχολείων επί Τουρκοκρατίας", περιοδ. "Λεσβιακές Σελίδες" 1950. Αθήνα 1950 20. Γατοπούλου Δ.. "Ιστορία της Κατοχής". Αθήνα 1966 21. Γενικής Διοίκησης Νήσων Αιγαίου. "Διάφοραι Μελέται περί των Νήσων. Α' Λέσβος". Μυτιλήνη 1913 22. Γ.Ε.Σ. Διεύθυνσις Ιστορίας Στρατού. α) "Ο Ελληνικός Στρατός κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους 1912 -13", τόμοι 2 β) Ο Ελληνικός Στρατός κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, τόμοι 2 γ) "Η Εκστρατεία εις την Μ. Ασία", τόμοι 10 δ) Ο Ελληνικός Στρατός κατά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο", τόμοι 11 23. Γεωργιάδου Ευσταθίου. "Λεσβιακά". Αθήνα 1849 24. Γεωργιάδου Ευσταθίου. "Τα Λεσβιακά". Αθήνα 1973 25. Γιαννάκα Ε.,"Χριστόφορος Μυτιληναίος" 26. Γλυκά Μιχαήλ. "Χρονικόν" 27. Γρηγοράς Νικηφόρος 28. Γρηγοριάδη Σόλωνα. Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας", τόμοι Α' & Β' Αθήνα 29. Δελή I.. "Οι Γατελούζοι εν Λέσβω (1355 - 1462). Αθήναι 1901


30. Δελή Αρ. - Μαντζουράνη Δ.. "Λεσβιακές Σελίδες" 1950 31. Δήμου - Παροδίτη Φώτη. "Ιστορία της Τουρκοκρατούμενης Λέσβου". Μυτιλήνη 1931 32. Δήμου - Παροδίτη Φώτη. "Ιστορία της Νήσου Λέσβου". Μυτιλήνη 1956 33. Δούκας Μιχαήλ 34. Δρακάκη Ανδρ., "Τοσκανοί Πειρατές στο Αιγαίο", Δελτίο Ι.Ε.Ε.Ε.. τόμ. 28ος. Αθήνα 1985 35. Δράκου Ε.Ι., "Αγιολογία της Λέσβου" 36. Δράκου Ε.Ι.. "Εκκλησιαστική Ιστορία της Λέσβου" 37. Δράκου Ε.Ι., "Μελέτη επί της Εκκλησίας της Λέσβου" 38. Dullen C.H.W.. "Παγκόσμιος Ιστορία" 39. Εκδοτικής Αθηνών. "Ιστορία του Ελληνικού Έθνους". α) τόμ. A' & Β' β) τόμ. I. Αθήνα 1974 γ) τόμ. ΙΑ'. Αθήνα 1975 δ) τόμ. ΙΔ'. Αθήνα 1977 ε) τόμ. IE'. Αθήνα 1975 40. Ελευθεριάδη Μ . "Η Πνευματική Λέσβος", "Λεσβιακόν Ημερολόγιον 1950". Μυτιλήνη 1950 41. Ελευθεριάδη Μ.. "Λέσβος. Ιστορία - Τουρισμός". Μυτιλήνη 1972 42. Ελευθεριάδη Μ., "Ο Τύπος και το Πνεύμα στα χρόνια της Σκλαβιάς", περιοδ. "Λεσβιακά". τ. ΣΤ'. Μυτιλήνη 1973 43. Εταιρίας Αιολικών Μελετών, "Αιολικά Φύλλα" 44. Εταιρίας Λεσβιακών Μελετών. "Λεσβιακά", α)τόμ. Δ'. 1962 β) τόμ. Στ'. 1973 γ) τόμ. Ζ', 1978 δ) τόμ. Η’. 1983 ε) τόμ. Γ, 1987 στ) τόμ. I. 1987 ζ) τόμ.. IB'. 1989 η) τόμ. ΙΓ. 1991 45. "Ημερολόγιον & Οδηγός της Σμύρνης & των Πέριξ Πόλεων & Νήσων του Έτους 1889", Σμύρνη 1888 46. "Ημερολόγιο Νομαρχίας Αρχιπελάγους" (1301). 1883 - 84 47. Καλλοναίου Μ., "Λέσβος". Αθήνα 1934 48. Καμπούρη Ζ.. "Θεομηνίες στη Λέσβο το 19ο Αιώνα". Μυτιλήνη 1978 49. Καμπούρη Ζ.. "Τα τελευταία Χρόνια της Τουρκοκρατίας στη Λέσβο", περιοδ. "Λεσβιακά". τόμ. Δ'. Μυτιλήνη 1962 50. Καντακουζηνού I., "Historiarum Libri" 51. Καραγιάννη Β - Μολίνου Σ.. "Μυτιλήνη 1912" 52. Καρδαρά Χρ.. "Η ίδρυση του Υποπροξενείου της Μυτιλήνης (1834 - 1846). περιοδ. "Λεσβιακά", τ. ΙΔ'. Μυτιλήνη 1993 53. Κεμερλή Π. - Πολυχρονιάδη Α.. "Αντίσταση στη Λέσβο". Αθήνα 1988 54. Κίνναμος Ιωάννης 55. Κλειδαρά Ευγενίας. "Η Πνευματική Λέσβος". Αθήνα 1992 56. Κλεομβρότου Ιακώβου. "Η Λατρεία των Αυτοκρατόρων εν Λέσβω". 1966 57. Κλεομβρότου Ιακώβου. "Η Παιδεία εν Λέσβω κατά τους Χρόνους της Τουρκοκρατίας", περιοδ. "Ποιμήν", τεύχ. Ιούλ. Αύγ. 1948. Μυτιλήνη 58. Κλεομβρότου Ιακώβου. "Η Φιλανθρωπία εν Λέσβω κατά τους Χρόνους της Τουρκο-


κρατίας", περιοδ. "Ποιμήν", τεύχ. Ιούλ. - Αύγ. 1948. Μυτιλήνη 59. Κλεομβρότου Ιακώβου, "Mytilena Sacra", τόμοι 4, Θεσσαλονίκη 1974 - 1981 60. Κλεομβρότου Ιακώβου, "Συνοπτική Ιστορία της Εκκλησίας της Λέσβου", Μυτιλήνη 1984 61. Κλεομβρότου Ιακώβου, 'Τα Πρώτα Μνημεία Χριστιανικής Λατρείας στη Λέσβο". 62. Κομνηνής Άννας, "Αλεξιάς" 63. Κοντή I., "Από τη Μεσαιωνική Μυτιλήνη" 64. Κοντή I., "Η Λέσβος και η Μικρασιατική της Περιοχή" 65. Κοντή I., "Λεσβιακό Πολύπτυχο" 1973 & 1987 66. Κόντου Κ., "Η Κατάκτηση της Μυτιλήνης από τους Τούρκους", περιοδ. "Λεσβιακά", τόμ. Δ', 1962 67. Κοντούλη Όμηρου, "Αναδρομές, Μέρος Δ' ", εφ. "Αιολικά Νέα", 14-11-1990. 68. Κούκου Ε., "Ο θεσμός της Αυτοδιοίκησης στο Χώρο του Αιγαίου κατά την Τουρκοκρατία, Δελτίο Ι.Ε.Ε.Ε., τόμ. 30ός, Αθήνα 1987 69. Λεοντή Δ., "Η Απελευθέρωση της Λέσβου", Μυτιλήνη 1968 70. Λόγγου "Ποιμενικό ή Τα κατά Δάφνιν και Χλόην" 71. Μαντζουράνη Δημ., "Οι Πρώτες Εγκαταστάσεις των Ελλήνων στη Λέσβο", Μυτιλήνη 1949 72. Μητροπόλεως Μυτιλήνης, "Τα Πεπραγμένα της I. Μητροπόλεως Μυτιλήνης από 28 Οκτ. 1940 έως 9 Σεπτ. 1944" 73. Miller W.. "Οι Γατελούζοι της Λέσβου", περιοδ. "Λεσβιακά", τόμ. Δ'. 1962 74. Μίσσιου Κώστα. "Μυτιληνιοί Λόγιοι & Λογοτέχνες", Μυτιλήνη 1994 75. Μολίνου Στρ.. "Κάστρα και Καστρέλλια", Αθήνα 1984 76. Μουτζούρη I., "Η Λέσβος και η Ελληνική Επανάστασις", Μυτιλήνη 1955 77. Μουτζούρη I.. "Μεσαιωνικά Κάστρα της Λέσβου" 78. Μουχτούρη Εμμανουήλ, "Ιστορία & Τοπογραφία της Νήσου Λέσβου". Σμύρνη 1911 79. Μπίνου X., "Τα Ξένα Ταχυδρομικά Γραφεία στη Μυτιλήνη, την Εποχή της Τουρκοκρατίας", περιοδ. "Λεσβιακά", τ. Στ', Μυτιλήνη 1973 80. Newton C., "Περιγραφή της Μυτιλήνης", περιοδ. "Λεσβιακά", τ. Ζ', Μυτιλήνη 1978 81. Οικονομόπουλου Ηλ., "Ιστορία Βαλκανοτουρκικού Πολέμου" 82. Ομήρου Έπη, Ιλιάδα & Οδύσσεια 83. Ορλάνδου Α.Κ.. "Παλαιοχριστιανικοί Βασιλικοί της Λέσβου" 84. Ostrogorsky G., "Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους" 85. Πανσέληνου Ασ., "Τότε που ζούσαμε", Αθήνα 1984 86. Παπαδέλλη Ν., "Η Λέσβος κατά τους Τρεις Πρώτους Αιώνες της Τουρκοκρατίας", Μυτιλήνη 1977 87. Παπάζογλου Ιγν., "Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 & το Πρώτο Αυτής Ναυτικό Κατόρθωμα", Μυτιλήνη 1977 88. Παπαρρηγόπουλου Κ., "Ιστορία του Ελληνικού Έθνους", Αθήνα 1885 89. Παπαρρηγόπουλου Κ., "Ιστορία του Ελληνικού Έθνους", τόμ. Α', Αθήνα 1932 90. Παπουτσάνη I.. "Φορολογικά και Διοικητικά Νομοθετήματα του 18ου Αιώνα για τη Λέσβο", περιοδ. "Λεσβιακά", τ. IB', Μυτιλήνη 1989 91. Παπουτσάνη Τάκη, "Πληροφορίες για τη Διοίκηση, Κοινωνία. Οικονομία και την Τοπογραφία της Μυτιλήνης στα Τελευταία Χρόνια των Γατελούζων", Μυτιλήνη, Σεπτέμβριος 1994 92. Παρασκευαϊδη Θ., "Το Ημερολόγιο Ενός Έφεδρου Ανθυπολοχαγού", Μυτιλήνη 1994 93. Παρασκευαϊδη Π. Στ., "Έγγραφα της Γένουας πριν την Άλωση της Μυτιλήνης", περιοδ. "Λεσβιακά", τόμ. Ε', 1966 94. Παρασκευαϊδη Π. Στ.. "Η Λέσβος κατά την Τουρκοκρατία", Μυτιλήνη 1991


95. Παρασκευαϊδη Π. Στ., "Η Μυτιλήνη επί Γατελούζων", Μυτιλήνη 1970 96. Παρασκευαϊδη Π. Στ., "Οι Περιηγητές για τη Λέσβο", Μυτιλήνη 1983 97. Παρασκευαϊδη Π. Στ., "Η Ρωμαϊκή Λέσβος", 1978 98. Παρασκευαϊδη Π. Στ., "Το Κάστρο της Μυτιλήνης", Μυτιλήνη 1990 99. Παρασκευαϊδη Σταύρου, "Επιβίωσις του Αρχαίου Ελληνικού Βίου εν Λέσβω". Μυτιλήνη 1956 100. Πλεν, "Λεσβιακά", 1849 101. Προκοπίου Υπέρ των Πολέμων ο Λόγος" (Βάνδαλοι) 102. Ranciman Stefen. "Βυζαντινός Πολιτισμός" 103. Σαμάρα Π.. "Αι Συντεχνίαι", "Λεσβιακόν Ημερολόγιον 1954". Μυτιλήνη 1954 104. Σαμάρα Π., "Επιδρομές στη Λέσβο από το Θ' έως το ΙΘ' Αιώνα", Μυτιλήνη 1934 105. Σαμάρα Π., "Η Εκπαίδευση στη Λέσβο", Μυτιλήνη 1948 106. Σαμάρα Π., "Η Μυτιλήνη το ΙΘ' Αιώνα", περιοδ. "Ποιμήν", τεύχ. Οκτ. - Νοέμ. 1941. Μυτιλήνη 107. Σαμάρα Π.. "Η Μυτιλήνη κατά το ΙΘ' Αιώνα", περιοδ. "Λεσβιακά", τ. ΙΓ'. Μυτιλήνη 1959 108. Σαμάρα Π.. "Κολαξίζηδες", Μυτιλήνη 1946 109. Σαμάρα Π.. "Λεσβιακό Ημερολόγιο", 1950 & 1954 110. Σαμάρα Π.. "Ο Μυτιλήνης Μελέτιος", περιοδ. "Ποιμήν", τεύχ. Ιαν. - Μαρτ. 1949. Μυτιλήνη 111. Σαμάρα Π., Ό Χασάν Πασάς Τζεζάερλη & η Μυτιλήνη", Μυτιλήνη 1952 112. Σαραντάκου Δ., "Χαράλαμπος Κανόνης". Αθήνα 1987 113. Σαρδελή Κ., "Το Συναξάρι του Γένους". Αθήνα 1974 114. Σαρρή Ν.. "Οσμανική Πραγματικότητα, τόμ. 1 & 2. Αθήνα 115. Σαρρή Ν., "Προεπαναστατική Ελλάδα και Οσμανική Πραγματικότητα", Αθήνα 1993 116. Σιφναίου Ρ., "Στοιχεία για την Οικονομία & την Κοινωνία της Λέσβου το 19ο Αιώνα", περιοδ. "Λεσβιακά", τ. IB'. Μυτιλήνη 1989 117. Σιφναίου Ρ . "Η Λέσβος το 2ο μισό του 19ου Αιώνα μέσα από τις Προξενικές Αλληλογραφίες", περιοδ. "Λεσβιακά", τ. ΙΓ', Μυτιλήνη 1991 118. Συναρέλλη Μαρία. "Δρόμοι και Λιμάνια στην Ελλάδα 1830 - 1880". Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα ΕΤΒΑ. Αθήνα 1989 119. Συνεχιστής Θεοφάνης 120. Σωτηρίου Π., "Λεσβιακό Αγιολόγιο". 1958 121. Τάξη Οικονόμου. "Συνοπτική Ιστορία της Λέσβου και Τοπογραφία Αυτής", Κωνσταντινούπολη 1874 122. Τάξη Οικονόμου. "Συνοπτική Ιστορία & Τοπογραφία της Λέσβου", Κάιρο 1909 (έκδοση 2η) 123. Φιλοτεχνικού Ομίλου Μυτιλήνης "Ο Θεόφιλος". "Μυτιλήνη", α) τόμ. Β'. 1983 β) τόμ. Γ'. 1988 γ) τόμ. Δ', 1991 124. Φίνλεϋ Γ.. "Ιστορία της Τουρκοκρατίας και της Ενετοκρατίας στην Ελλάδα". Αθήνα 1972 125. Φουντούλη I.. "Η Περιγραφή της Λέσβου", του Μητροπολίτου Μηθύμνης Γαβριήλ Σουμαρούπα (1618 - 24/2/1621)", Μυτιλήνη 1993 126. Χαμουδόπουλου Μ.. "Γεωγραφία προς Χρήσιν του Σχολείου", τεύχ. 5ο. Κωνσταντινούπολη 1882 127. Χαριτωνίδη Σ. I.. "Οικοδομικές Φάσεις του Κάστρου της Μυτιλήνης", περιοδ. "Λεσβιακά", τόμ. Δ'. 1962 128. Χατζηγιάννη Στρ.. "Μαρτυρίες των Αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων για τη Λέσβο και τους Λεσβίους". 1979


ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΚΥΡΙΩΝ ΟΝΟΜΑΤΩΝ Α Αβαγιανός 249 Αβδούλ Γκανή 226.230.239 Αβδούλ Χαμίτ 204 Αβέρωφ Γ 248 Αγάθων ο Εφέσιος 91 Αγαμέμνονας 13 Αγγλογάλλοι 160.245. 246.247 Άγγλοι 162.204.247.269.274.275 Αγία Ευφημία η Μεγαλομάρτυς 88. 90 Αγία Θεοδώρα η Λεσβία 93 Αγία Θεοκτίστη η Μηθυμναία 89. 92 Άγιοι Ραφαήλ. Νικόλαος. Ειρήνη 191 Άγιος Αλέξανδρος 80 Άγιος Γεώργιος 95 Άγιος Θεόδωρος 95 Άγιος Θεοφάνης ο Ομολογητής, ο της Σιγριανής 92 Άγιος Ιγνάτιος ο Αγαλλιανός 189 Άγιος Νέστωρ 95 Άγιος Νικόλαος 103 Άγιος Προκόπιος 95 Αγριππίνα 63. 67 Αγριτέλλης Ευθ. 260 Αδαλής Αργύρης 196 Αδάμ (αξιωμ.)140 Αδριανός 63 Αθανασιάδης Ευστρ. 246 Αθανασιάδης Νίκος 281. 282 Αθανασίου Δημήτριος 143. 152 Αθανασίου Σαπφώ 194 Αθηνά 22. 70, 74 Αθηναίοι 31. 32. 33. 37. 38. 39.40.41, 42. 46 Αϊβαλιώτες 150 Αιγύπτιοι 55. 153 Αιλιανός 54 Αϊντίν Ομούρ - μπέης 101 Αιολείς 8. 9. 11. 18. 27, 30. 36.50 Αίολος 11 Αιτωλοί 44.55 Ακροπολίτης Γ. 99 Αλβανοί 221

Αλβανός Δ. 283 Αλεξανδρόπουλος 249 Αλέξανδρος ο Μέγας 43.47,48 Αλέξιος Α' Κομνηνός 98. 99 Αλέξιος Κομνηνός (Θείος αυτοκρ. Τραπεζούντας) 125 Αλεπουδέλλης Απ. 248 Αλή Γκαλήμπ Πασάς 206.208 Αλή εφέντης 259 Αλή Νοσρέντ πασάς 206 Αλισσάφης Ν. 283 Αλκαίος 32. 33. 34. 44.45.46.47.48. 52 Αλκαίος Θεόδωρος 152 Αλκαίος ο Μίκου 49 Αλκίδας 39 Αλφειός 66 Αμαζόνες 11 Αμβρόσιος Μητροπολίτης 248.259 Αμμανίτης Ξ. 251 Αναγνώστης Σταυράκης 148. 167. 181. 188. 192. 194 Αναγνωστοπούλου Μαρία 174 Αναγνώστου Στρατής 154.168, 173.182. 193. 199, 202. 205. 207 Αναστασέλλης Στρατής 282.283 Αναστασιάδης Τέρπανδρος 283 Ανατολέας Φ. 283. 289 Ανδρέας (μοναχ.) 95 Ανδρέου I. 292 Ανδρόνικος Β' 100. 106 Ανδρόνικος Γ' Παλαιολόγος 101 Αντήνορας 55 Αντιμενίδας 33.46 Αντίοχος Γ' 55 Αντίοχος ο Μέγας 55 Άντισσα 11 Αντισσαίοι 40 Αξιώτης Μάκης 18. 287 Αξιώτης Στρατής 287. 289 Απόκαυκος Αλέξιος 101 Απόλλων 21.24. 37. 38.46. 70 Απολλώνιος ο Τυανεύς 71 Απόστολος Παύλος 72.74, 79 Αποστόλου Απόστολος 233.273


Αποστόλου Ευάγγελος 233 Αποστόλου Παναγιώτης 91 Άραβες 88. 89. 90. 92. 93 Αρβανίτες 212 Αργυριάδης Νικόλαος 192. 194 Αργυρόπουλος Π. 231 Αρίσβη 11 Αριστάρχης Τζ. μπέης 214 Αριστείδης - Πάππης Γ. 156. 185. 186. 187. 194. 195 Αριστοτέλης 33.49. 60 Αριστοφάνης 49 Αρίων 44. 46 Αρμένιοι 113,259. 291 Αρού Αλ Ρασίντ 88 Αρπαγος 35 Αρριανός 43 Αρτεμη 70 Αρχέλαος 11 Αρχιανακτίδες 32 Αρχοντίδης Βασ. 281.283 Αρχοντόπουλος Γεώργ. 178. 181. 195. 198 Αρχοντόπουλος Θρασ. 293 Αρχοντοπούλου Εριφ. 293 Ασκληπιός 70 Άτταλος Γ' 55 Αιώυχχοη. ά'. Πέτρος 134. 135 Αυστριακοί 204 Αυτοφραδάτης 43 Αφροδίτη 48 Αχαιοί 8. 9. 10. 12. 13, 16. 50 Αχιλλέας 12. 13 Αχμέτ Ισάν 240

Β Βαγιαζίτ 135 Βαλδουίνος 99,100 Βαλέτας Γιώργος 281.283 Βάλλης Μανώλης 283 Βάλσαμος Ιωσήφ 251 Βαμβούρης Απόστ. 224,232.235. 243. 262 Βαμβούρης Γρηγ. 246 Βαμβούρης Μιχ. 236 Βαρβαρόσσα ή Μπαρμπαρόσσα. Χαϊρεντίν 135. 180 Βαρδάκης Μανώλης 240 Βάρκας Νείρος 289 Βάρκας Στρατής 289

Βάρος Γ. 283 Βασιλακάκης Χρήστος 282 Βασίλαρος Ζάνος 246 Βασίλειος Β' ο Βουλγαροκτόνος 93. 94 Βασιλείου Βασίλειος 223. 234. 236 ναίϊΐϊεν Α. 99 Βασίλισσα Σοφία 245 Βατάτζης Ιωάννης Γ. 99 Βεάκης 284 Βεωιίοιτ Εητί1γ 177 Βεϊνόγλου Ασημάκης 251, 282 Βελισσάριος 77 Βελόνης Π. 283. 292 Βενέζης Ηλίας 281 Βενετοί ή Ενετοί 99.100. 101. 109. 134.135. 160 Βενιαμίν ο Λέσβιος 192 Βενιζέλος Ελευθ. 220.223. 234. 244. 245. 246. 247. 248. 249. 251. 254. 256. 261. 263. 264. 289. 291 Βενλής Μιχ. 234 Βεντήρης Κ. 249 Βερναρδάκης Γρ. 196. 197 Βερναρδάκης Δημ. Γρηγ. 281. 284 Βερναρδάκης Δ.Ν. 195 Βερνάρδος Ε. 240 Βερτουμής Άνθιμος (Μητροπολίτης) 174. 190 Βιργίλιος 66 Βιτάλη Οαοτβίο Μαπα 137 Βιτρούβιος 57 Βλάχος Γ. 292 Βλάχος Π. 249 Βόμβας Γιάννης 282. 283 Βοσνιάκοι 211 Βοστάνης Γ. 268, 292 Βοστάνης Δ. 234. 241 Βοστάνης Ε . 292 Βοστάνης Παν. 206. 246. 292 Βούλγαροι 88. 211. 245 Βουντελία Χανς 275 Βουρνάζος Σοφ. 249.272, 293 Βουσβούνης Αντώνης 281 Βουσβούνης Παν. 292 Βουτσινάς Γ. 248 Βρετανοί 269 Βρούτος 60 Βυζάντιος Γεωργ. 194


Γ Γαβαλάς Στρατής 280.283. 289 Γαβριήλ (Μητροπολίτης) 159. 169 Γαζής Ευαγγέλου Βασ. 282 Γαληνός Μίμης 275 Γαληνός Σ. 292 Γάλλοι 135. 204.246.247.252 Οοχι^ηία (Γ ΟΓίαββϊο 109, 116 Γατελούζοι (Οειηί1υ$ίο) 25. 65. 77. 103.108. 110. 111.112. 113, 114. 115. 116. 117, 118. 125. 127, 130 Γατελούζος Ανδρόνικος 128 Γατελούζος Δομήνικος 109. 116. 128 Γατελούζος ΔορίνοςΑ' 109.116.117 Γατελούζος Ιάκωβος 108. 109. 115. 116. 128 Γατελούζος Νικόλαος 109. 111. 122. 123, 124. 125.228 Γατελούζος Φραγκίσκος Α' 58. 107. 108. 113. 116. 117, 118. 127.128. 130 Γατελούζος Φραγκίσκος Β' 109.116.128 Γατελούζου Αικατερίνη 109 Γατελούζου Μαρία 128 Γενοβέζοι ή Γενουάτες 19. 99. 100. 101. 106. 107, 112, 115, 118, 119, 155 Γεραλής Απόστολος 290 Γεραλής Λουκάς 290 Γεράσιμος (Μητροπολίτης) 142 Γερμανοαυστριακοί 244 Γερμανοβούλγαροι 252 Γερμανοί 245.253. 269, 270.271.272, 274. 275, 276 Γερμανός (επισκ.) 80 Γεώργιος Α' 211,228. 234.263 Γεώργιος, αρχιεπίσκοπος Μυτιλήνης 92 Γιανέλλης Ζαφείρης 271. 284 Γιαννάκας Ευάγ. 95 Γιαννόπουλος 248 Γιαννουλάτος 246 6ίιι$ΐίηί3ηϊ 119. 134 Γκανής βέης 233 Γκράβαλης Αντώνης 283 Γλυκάς Μιχαήλ 88. 90 Γονατάς Στ. 260.261 Γουγουτάς Ζάνος 282 ΓούδαςΑ. 146 Γουλιέλμος ο Β' 245 Γούναρης 256

Γούτος Β. 234.241 Γράκχοι56 Γραμμέλλης Στρατής 274 Γρας 11 Γρέτης Ανδρέας 135 Γρηγοράκης 249 Γρηγοράς Νικηφόρος 101 Γρηγόριος Επίσκοπος 79 Γρηγόριος ιεροδιάκονος 141 Γρηγόριος Μητροπολίτης 259 Γρημάνης Γιωργάκης 143. 145. 147. 152

Δ Δαγκλής Π. 247. 248 Δαλασσηνός Κωνσταντίνος 98 Δάνδολος 99 Δαράκη Πέπη 282 Δαρείος 36 Δασκαλάκης Δημ. 240 Δαυίδ Εμμ. 197, 231.232,280 Οβίαοτοίχ 140 Δελής Αριστ. 280 Δερβιέ Συν/ρχης 246 Δεσποτόπουλος Κων. 282 Δευκαλίωνος 10 Δήμητρα 85 Δήμου Φ. 175, 180. 181. 183,281.283 Διαλεχτός Σ. 292 Διογένης 43 Διόδωρος ο Σικελιώτης 10 Διομήδη (η) 13 Διομήδης 13 Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς 10,48 Διονύσιος (Μητροπολίτης) 276. 282 Διόνυσος 46, 63. 70 Διοφάνης 56 Δόλοπες 36 Θοπα 119 Δουκάκης Β. 234. 241 Δούκας 122 Δούκας Ιωάννης 98 Δούκας ο Μυτιληναίος 191 Δούκας Περικλής 292 Δουρμούτ Αλή 175 Δράκος Ευστρ. 181 Δρίτσας Περικλής 236 Δρυάδες 80 Δωριείς 10


Ε Ειρήνη η Αθηναία 88. 90 Εκρέμ μπέης 183. 206. 208. 209. 222.225. 228 Έκτορας 13 Ελευθεριάδης Θεμ. 233 Ελευθεριάδης Νίκ. 233 Ελευθεριάδης Στρατής - Τερριάντ 282, 290 Ελευθεριάδης Τάκης 289 Ελλάνικος ο Μυτιληναίος 21.48 Ελύτης Οδυσ. 282 Εμινέ Χανούμ 198 Εμμανουήλ Λουκάς 204 Εμμανουήλ Νότης 289 Εμπειρίκος Λεωνίδας 247,248 Εμπού Μπεκήρ 175. 180 Ενβερί 101 Επίκουρος 49 Εράμ μπέης 183.222. 225. 228 Ερεσός 11 Ερίγειος 43 Έρμαχος ο Μυτιληναίος 49 Ερμείας ο Μηθυμναίος 48 Έρξανδρος 36 Ετηφίλα 70 Ευαγγελίδης Δ. 77. 83 Ευαγγελινός Πάνος 282 Ευάγριος 79. 95 Εύδημος ο Ρόδιος 60 Εύμαχος 52 Ευρύγιος 48 Ευσταθίου Ν. 234.241 Ευστρατιάδης Ν. 197, 290 Εφταλιώτης Αργύρης 197.281. 284

ζ Ζηο Μπί ο Λυ Μάρκο 137 Ζανόπουλος Ν. 283 Ζαχαρία Μαρτίνος 100 Ζεϊμπέκης Γιώργος 280.282 Ζευγώλης Γρηγ. 291 Ζευς 22. 69 Ζουμπουλάκης Ηρ. 247 Ζυμβρακάκης 247

Η Ηγησίστρατος 34 Ηλιάδης Ηλ. 249.283 Ηλιάδης Ντίνος 284 Ήλιος 71 Ηπειρώτες 55.190 Ηπιόνη 70 Ήρα 70 Ηράκλειος 97 Ηράκλειτος 6 Ηρόδοτος 10. 22, 30. 34. 36.46

Ο Θεοδωρίδης Θ. 248 Θεόδωρος ο Βυζάντιος 191 Θεόδωρος Λάσκαρης 99 Θεόδωρος ο εκ Μυτιλήνης 191 Θεοτόκης Υποστράτηγος 260 Θεοφάνης 57,59. 60, 89. 91. 92 Θεόφραστος ο Ερέσιος 33. 44, 49. 60 θερμιώτης Χρύσανθος 275 θηρίμαχος 42 Θουκυδίδης 10. 27. 37 Θρασύβουλος 42

I Ιακωβίδης Γεώργ. 286. 289.291 Ιάκωβος Α' Μητροπ. 268,271. 293 Ιάκωβος Δ' Κρίσπος 184 Ιβηρίτης Ακίνδυνος 191 Ιγγλέσης 241 Ιερεμίας (Μητροπολίτης) 190 Ιεροίτας 57 Ιεροκλής 75 Ιθακήσιος Β. 290 Ίμβριοι 38 ΙμπραήμΑ' 159 Ιννοκέντιος Στ' 117. 118 Ιουλία Ποταμίλλη 66 Ιουλιανός ο Παραβάτης 74 Ιούλιος Καίσαρας 57.60. 61.65. 68 Ιουστινιάνης Λεονάρδος ο Χίος 118. 122. 123,124. 125 Ιουστινιάνης Οτ$3το 134 Ιουστινιανός 77


Ιππίας 34 Ίσαυροι 75 Τσαυρος ο Εικονομάχος 91 Ίσις 71 Ισμέτ πασάς 261 Ισπανοί 134 Ίσσα 11 Ιστιαίος 36 Ιταλοί 100. 134. 204. 212.220, 221.256, 266, 267,268.269.272 Ιωάννης Ε' ο Παλαιολόγος 107. 109. 116, 117 Ιωάννης (επισκ.) 95 Ιωάννης Η' 103 Ιωαννίτες 113 Ιωάννου Δ. 249. 252 Ιωάννου Χατζηγρηγόρης 145 Ίωνες 11, 34. 36

Κ Καζάζης Νεοκλής 280 Καζάκος Ηλίας 274 Καθενιώτης Δ. 249, 252 Γαίΐΐαπί Ναύαρχος 201 Καϊμακάκης Πλωμαρίου Μπαχάμπεης 221 Κακαδέλλης Γ. 283.284 Καλαγάνης 293 Καλαμίτσας Π. 283 Κάλας Νικόλαος 282 Καλαφάτης 146 Καλδής Γεώργιος 246 Καλημέρης 142 Καλλιάρης υποστράτηγος 223 Καλλικρατίδας 41.42 Καλλίνικος (Μητροπολίτης) 143. 152. 153. 192 Καλλίνσης Ανδρέας 275 Καλλοναίος Μιχάλης 282 Καλομενόπουλος Νικόστρατος 245. 247 Καλουντζόγλου Βασ. 272 Καμβύσης 35 Καμίτζος Μήτσος 282 Κάμμης 42 Καμμένος Νεόφυτος 240 Καμπάς Νίκος 282 Καμπούρης Δημ. 283 Καμπούρης Ζ. 208 Κανέλλης Ορέστης 285. 289

Καντακουζηνός Ιωάννης 107 Καπλάν πασάς 137 Καπουδάν πασάς Καρά Αλή 149,158 Καππαδόκης θωμάς 89. 90 Καραβαγγέλης Γερμανός 282 Καραγατσίδης Κ. 289 Καραγιάννης Αναστάσιος 240 Καραγιάννης Βαγγ. 283 Καραϊσκάκη Σίτσα 282 Καρακάσης Λ. 283 Καρακούφας Βησ. 249 Καραμούζος Βασίλειος 225.226 Καραμήτσας Γ. 246.280 Καραντώνης Ευστρ. 293 Καραπαναγιώτης Β. 151 Καραπαναγιώτης Γεώργ. 246 Καραπαναγιώτης - Γεωργιάδης Ξενοφών 194 Καραπατάκης 142 Καρασεβδάς Παντ. 249 Καραφύλης Κλεάνθης 289 Καρδαράς Χρ. 145 Καρέκος 283 Κάρες 8,10 Καρλομάγνος 88 Οιατώιτιοπι Εοπΐ 171 Κάρολος ϋε νώοίί 100 Καρτέρης Κ. 283 Καρχηδόνιοι 55 Καστομανίτης Νικήτας 98 Καταλανοί 122 Κατάνια Ανδρέας 100 Κατάνια Δομένικος ή Δομήνικος Κατάνης 100. 101. 103. 107 Κατίτσας Κων. 240 Κατσακούλης Α. 293 Κατσακούλης Σωτήρ. 236 Καφαντάρης Σ. 248 Κεμάλ 233.239.256 Κεμερλής Π. 274 Κερδόλαος 11 Κερκώλας 48 Κεφάλας Γαβριήλ 290 Κεφάλας Π. 283 Κεχαγιάς Γεώργ. 246 Κιαμίλ 198 Κικέρωνας 57. 60 Κίκης 47 Κίλικες 37


Κιλίτζ Αρσλάν 98 Κίμωνας 36 Κίνναμος Ιωάννης 99 Κίσερτ Ερ. 166 Κιτρινιάρης Σ. 249 ϋΐανίίο 128 Κλάπιας Γεώργιος 240 Κλεανακτίδες 32 Κλείδα 48 Κλείδα 48 Κλεμανσώ 223 Κλεομένης 43 Κλεϊπίδης 37 Κλήμης Αριστείδης 282 Κλωνάρη Μαρία 282 Κοζακλής Γιάννης 276 Κοζύρης Αγ. 271 Κόκκινης Μιχαήλ 240 Κόκκινης Νικολ. 276 Κοκκώνης Παν. 293 Κολαξιζέλλης Στρατής 196,280 ΚόλδεβαϋΡοβ. 166 ϋοίοπίίιη ϋοτηεΐΐ Ιοίιπ 16 Κόλιας Βέργος 240 Κολυφέτης Αλ. 283 Κομβόπουλος Βασίλειος 223 Κομνηνάκης 293 Κομνηνή Άννα 99 Κομνηνός Βλάσσιος 251 Κονάκας Στρ. 292 Κονδύλης Γ. 283 Κοντής Γιάννης 80 Κοντογιάννης (Μέραρχος) 247 Κόντογλου Φώτης 282. 288. 289 Κοντονίκας Κων/νος 246 Κόντος I. 197 Κόντος Κ. Ιωάνν. 280 Κόντος Κώστας 280.281.283 Κόντος Τάκης 282 Κοντούλης Όμηρος 290 Κόνωνας41.42 Κορνηλία 60 Κορυζής Αλ. 269 Κοτοπούλη 284 Κουκέλλης 249 Κουλαξίζης Μουσταφά αγάς 144. 148. 150. 151, 152. 153. 165 Κούμπα Πελαγία 289 ΚούμπαςΠαν. 152

Κουντουράς Μίλτος 280 Κουντουριώτης Λάζαρος 149 Κουντουριώτης Παύλος 223.225. 226. 228. 229.240.241,247 Κουρκουρή Ευανθία 197 Κουρτζής 165. 166.167,250.251, 255.283. 293 Κράτιππος 60 Κριναγόρας 66 Κριτζάς Μανώλης 275 Κροίσος 34 Κρυσταλλίδης 290 Κρώυζελ Ριχάρδος 7 Κυβέλη 284 Κυδώνης Δημήτριος 103 Κυδωνιάτες 151.152 Κυπριανού Ορέστης 234.246 Κυριάκός 117 Κύριλλος (Μητροπολίτης) 191. 221. 224. 226,231.241,247. 248 Κύρος 34. 35 Κώης 36 Κωνσταντινίδης Μαρίνος 283. 289 Κωνσταντίνος Α' ο Μέγας 54. 77 Κωνσταντίνος Β' 77 Κωνσταντίνος Βασιλιάς 223.245.256. 258. 260.261 Κωνσταντίνος Ε' 88. 90 Κωνσταντίνος Ζ' ο Πορφυρογέννητος 92 Κωνσταντίνος Παλαιολόγος 109 Κωνστάντιος (Μητροπολίτης) 190 Κωνσταντόπουλος Βλαδίμηρος 251 Κώνσταντος 77 Κιυστομοίρης Γ. 280

Λ Είώσο 79 Λαβέων 55 Λαίλιος Μαλλιάκας (βουλευτής) 223 Λαίλιος Χριστ. 194. 195. 196 Λακεδαιμόνιοι 37. 39. 41. 42. 43 Εαστοίχ Εοιιίχ 145. 151, 163 Λαμ Γουίνεφρεδ 14. 16 Λαμπρολέσβιος Βασ. 282 Λαομέδων 43 Λάπιθος 11 Λάριχος ο Μυτιληναίος 43 Λάσκαρης Γιάννης 281


Λατίνοι 117. 118, 119. 120, 122 Λεκαπηνός Κων/νος 92 Λεκαπηνός Ρωμανός 92 Λεκαπηνός Στέφανος 92 Λέλεγες 8 ΕσπιβΓίε Ραυΐ 89 Λεμονής Γεώργ. 143 Λεμονής Γιαννακός ή Γιαννάκης (Κοντογδής) 143, 145, 147 Λεμονής Παλαιολόγος 143. 145. 149. 150 Λεμονόπουλος Ρήγας 283 Λεοντής Δ. 227. 282. 283 Λεπέτυμνος 13 Λέσβος 11 Λεσβώναξ 63.65 Λέσχης 44.46 Λευκίας Θείελπις 273.283 Λεύκιππος 11 Λέων Διάκονος 93 Λέων Κουροπαλάτης 92 Λέων Στ' 94 Λημνίοι 38 Λιάκος Γιώργος 282 ΛιγερόςΜιχ. 119 Λίμαν Φον Σάντερς 253 Λιστ (στρ.) 269 Λόγγος 57, 68. 77. 78. 80 Εοίτ 170 Εοιηοΐΐίηϊ 119 Λούης Κώτσος 234 Λούκουλλος 56 Λυδοί 32 Λύσανδρος 42

Μ Μαινάδες 80 Μαϊστρέλλη Μαριάνθη 274 Μάκαρ ή Μακαρεύς 11 Μάκαρες 10. 11 Μακεδόνες 55.58 Μακέντζι 245 Μάκιστος Κ. 280.283 Μαλλίδης Νικόλαος 233. 292 Μαλούκης θ. 289 Μαμούρης Κ. 261 Μανδαλάρης Γιάννης 119 Μάνδρας Γιωργάκης ή Χατζηγεωργάκης 146. 150. 152. 153

Μάνδρας Β. Παν. 293 Μάνδρας Β. Πέτρος 293 Μανέτας Κ. 249 Μανιδάκης Γρηγ. 240 Μάνιος Ακύλιος 56 Μανιάκης Γεώργ. 93 Μανουσάκης (ταγμ/ης) 224.228. 230.238 Μαντζουράνης Δ. 9 Μαριγλής Α. 283 Μαριγλής Κλέαρχος 283 Μαπχΐβχ Αφοί 213 Μάρκος Μάρκελλος 60 Μας (Συντ/χης) 248. 249 Ματρικέτας 49 Μαυρουδής Γιάννης 282 Μαυρουδής Γιώργος 282. 284 Μαχμούτ Αλή 175 Μαχμούτ Πασάς 111 Μεγακλής 32 Μεϊμάρης Δημήτριος 198 Μέλαγχρος 32.47 Μελανδινός Θρασύβουλος 223 Μελάς Κων/νος 228.229.230. 234.236, 238. 240 Μελάς Παύλος 228 Μελέτιος (Πατριάρχης) 141. 142. 192 Μέλλος θ. 284 Μέμνων ο Ρόδιος 43 Μένανδρος 64, 71. 83 Μενέλαος 13 Μένιππος 66 Μενουδάκος Ιωάννης 240 Μ6Γ08.ΪΟΓ6. 138 Μεταξάς Ε. 283 Μεταξάς I. 263.265 Μέτας21 Μεχμέτ Β' 134 Μήθυμνα 11 Μηθυμναίοι 22. 37. 38.40.41. 79. 80 Μητρέλιας Αλ. 234.241. 246 Μητρέλιας Ν. 196. 293 Μιαούλης 153. 248 Μιθριδάτης 56. 57.59 Μικές Γεώργιος Χατζής 152 ΜίεΜεΙΙί ϋοπιβηίοο 99 Μιλήσσιοι 34 Μινούκιος θέρμιος 57 Μίσσιος Γιώργος 282 Μιχαήλ Γ' 90


Μιχαήλ Η' Παλαιολόγος 99. 100 Μιχαηλίδης I. Μιχ. 280 Μιχαηλίδης Κιμ. 282.283 Μιχαηλίδης Κων/νος 197 Μολίνος Χρ. 283 Μόμμιος 54 Μοσενίγος Πέτρος 134 Μοσχονησιώτες 152 Μόσχος 95 Μουσολίνι 267.268 Μουσουλμάνοι 147.209. 231.239. 253.263 Μουσπινιώτης Αναστάσιος 190 Μουσταφάς (Λοχίας) 231 Μουτζούρης Ιωάννης 281 Μουφλουζέλλη Αρτ. 289 Μπακόπουλος 269 Μπαλάσκας Στρ. 257 Μπατής Ευθύμιος 240 Μπεκήρ Μπέης 223.234 Μπεκτάς Αρναούτ 147 Μπέντοβα 245 Μπράβο Λουδοβίκος 118 Μυριβήλης Στρατής 251. 281.283 Μύρινα 11 Μυρογιάννη - Σαραντάκου Ελένη 282 Μύρσιλος 32. 33,47 Μύρσιλος ο Μηθυμναίος 49 Μυτιληναίος Εμμ. 267 Μυτιλήνη 11 Μύτων 11 Μωάμεθ Β' 111, 122, 123. 124. 125. 132. 141 Μωάμεθ ο Πορθητής 156. 157. 160.228 Μωραΐτης Γιάννης 119 Μωραΐτης Σπύρος 197

Ν Νακέλλης Δημ. 292 Ναταλί Μπαρτζίλι 204 Νέανδρος 11 ΝβΨΐοη 178 Νεγρεπόντης Μ. 248 Νέης Αχιλ. 283 Νεοκλέους Γιάννης 274 Νεότουρκοι 204.206. 211.215. 216,220. 244 Νέστορας 13 Νιάνιας 137 Νιάνιας Αριστ. 233 Νίκας Σπύρος 240

Νικήτας Β. 283 Νικήτας Π. 284 Νικηφόρος 88 Νικηφόρος Γ 98 Νικολαΐδης Ασημ. 283 Νορμανδοί 95 Νουλέλλης Χριστόφορος 234 Νύμφες 80

Ξ Ξάνθος 10 Ξάνθος Εμμ. 143 Ξηρέλλης Τίτος 282

Ο Οβίδιος 66 Οδυσσέας 13 Οθωμανοί 135. 213.216. 229.278 Οκταβιανός Αύγουστος 57, 59. 61. 65. 66 Οΐίνίετ 145 Ολύμπιος Ιωάννης 197,280 Όμηρος 11. 12. 13.22.46. 78 Οράτιος 58. 66 Ορέστης 11 Ορλάνδος Α.Κ. 77. 83. 84. 87 Ορλώφ 141. 142 Ορφέας 24.26. 71 Όσιος Γεώργιος 91. 92 Όσιος Δαβίδ 91. 92 Όσιος Συμεών 91. 92 Οσμάν 198 Ούγο Ντε Κρεβελιέ 140 υεοάίιπίίΓεΙ 19

Π Παβεζόπουλος 1.283 Παΐσιος ο Κων/λεως 191 Παγίδας Δ. 283. 286. 289 Πάγκαλος Θεόδωρος 248. 249. 261 Παλαιολόγοι 108. 111. 127.128.155 Παλαιολόγος Κλεάνθης 280. 291, 292 Παλαιολόγου Μαρία 107 Παλαιολόγου Παρασκευή 194 Παλαμάς 282 Πάνας 80 Πανσέληνος Ασημάκης 251. 253. 258. 281


Πανταζής Γεώργ. 280 Παπαγεωργίου Αντων. 246 Παπαγεωργίου I. 236 Παπαγεωργίου Ν. 236 Παπαγεωργίου Πέτρος 197.280 Παπαγιάννης Βασ. 251.252 Παπαδόπουλος (αντισυν/ρχης) 247.249 Παπαδόπουλος Τιμοθ. 283 Παπάζογλου Ιγν. 147 Παπάζογλου Μιχ. 149 Παπα-Ιωάννης 233 Παπαϊωάννου Γιάννης 282 Παπαμιχαήλ Γρηγ. 280 Παπανδρέου Γεώργιος 246.248.263 Παπανικόλας Στρατής 268. 283 Παπανικολής Δ. 139. 146 Παπανούτσος Ευάγγ. 264 Παπαπάντος 247 Παπαπέτρος I. 247 Παπαρρηγόπουλος Κων/νος 140 Παρασκευαΐδης Μίλτης 18. 283, 287 Παρασκευαΐδης Παν. 169. 190 Παρασκευαΐδης Γ. Σταύρος 281 Παρασκευαΐδης Στρ. 280 Παρασκευαΐδης Χρ. 280 Παρθένιος 13 Παρίτση Ν. 246. 283 Πάριχος 48 Πασχαλιάς Στρατής 274 Πατέστος Παχώμιος 191 Παυλιδάκης Ιωάννης 240 Παυλίδης Ιωακείμ 281 Παυλόπουλος (Ταγμ/ης) 236.238 Πάχης 40 Παχυμέρης Γεώργιος 100 Πεισιδίκη 13 Πεισίστρατος 34 Πελασγοί 8. 10 Πελεκίδης Στρ. 280 Πενθιλίδες 11. 18. 25.32 Πένθιλος 11,21.32,33 ΡετεΠί Βαιτ. 135 Περίανδρος 34,46 Περσέας 19 Πέρσες 35. 36, 37 Ρεχατο Βενέδικτος 134. 135 Πεσματζόγλου Αλέκος 284 Πετρέλλης Δ. Πέτρος 223 Ρσΐπ Η. 136

Πετριανοί 140 Πετρόπουλος Ν. 291. 293 Πηγάσιος 74 Πιτσιλαδής Δ. 221 Πιττακός 18. 32, 33. 34.47,48 Πλαστήρας Νικολ. 261 Πλάτωνας 49 Πλίνιος 10, 11.21,66. 68 Πλούταρχος 10.46 Πλωμαρίτες 142 Πολίτης 281 Πολύβιος 54 Πολυκράτης 34 Πολυχρονιάδης Α. 274 Πομπήιος 57.58. 59. 60. 61 Ποσειδώνας 24, 70 Ποτάμωνας 63. 65, 66 Πουκεβίλ 151 Πραΐδης Στρ. 291,292 Πρίαμος 13 Πρίμου Μαρ. 283, 289 Προκόπιος 77 Προμηθέας 10 Πρωτοπάτσης Αντώνης 280.283. 286. 289 Πρωτοσύγκελος Αχιλλ. 249. 261

Ρ Ραϊσόπουλος θεόφ. 191 Ραπίτης Πέτρος 232,283 Ρεπάνης Γρ. 236 Ρέπουλης Εμμ. 247 Ριζάς εφέντης 198 Κοδοίχ Οι. 198 Ρογήρος Οε ΕΙοτ 100 Ρόδιοι 123, 134 Ρουσάνος Παχώμιος 189 Ρουσέλ 281 Ρουσέλλης Γρηγ. 236 Ρωμαίοι 19.54, 55.56. 57.58. 68 Ρωμανός Άγγελος 165 Ρως ή Ρώσοι 88. 90. 141. 142

Σ Σάββας Δημήτριος 220. 231 Σάκκης Θεόφ. 246 Σάλαιθος 40 Σαλατέλλης 293


Σάλτας Μιχ. 206.246 Σαμανής Πέτρος 240 Σαμάρας Π. 198, 280.291 Σαμαρίδης Αριστ. 283 Σαμαρτζής Δ. 249 Σάμιοι 36 δαπάγχ 169 Σανούδος Νικόλαος 101 Σαπφώ 44. 45. 46.47. 48. 52. 280 Σαρακηνοί 88. 89 Σαραντάκος Νίκος 282 Σαραντάκου Άννα 290 Σαραντάκου Ελένη 282 Σαράντης Βασ. 246 Σαραντόπουλος 241 Σάραπις 71 Σαράφης Θ. 283 Σαρηγιάννης Αναστ. 292 Σαρουχάν 101 Σαρρής Ν. 185 Σάτυροι 80 Σβορώνος Δημήτριος 232 Σελτζούκοι 88. 97 Σέξτος Πομπήιος 61 Σέρβοι245 Σήλων (επίσκ.) 260 Σημαντήρης Α. 197. 204. 220, 293 Σίμου Ιωακείμ 190 Σίμου Σπ. 254 Σιμωνίδης Μιλτ. 248 Σιταράς Εμμ. 231 Σιφναίος Απόστ. 246 Σιφναίου Ε. 165. 177 Σκαμανδρώνυμος 48 Σκαναβής Οδυσσέας 251 Σκόρδος Ε. 251 Σκούνιογλου 293 Σκυβαλάκης Ιωάννης 224 Σκύθες 36. 77 δίαάε Αάοίρΐιε 162 Σμέρδης 32. 33 Σμιθ (Άγγλος πρόξενος) 246 Σόλων 47 Σουλεϊμάν Α' 180 Σουρλάγκας Δ. 268,271.279. 284 Σουρλάγκας Μιχ. 236 Σοφιανός Μανουήλ 116 Σοφιός Χαράλαμπος 240 Σοφούλης 247 Σπηλιώπουλος 246 Σπηλιωτόπουλος Γ. 291

Σπιλιώτες 101 8ρίηο1α 119 Σταυράκη Αθηνά 197 Σταυράκογλου Σταυράκης 190 Σταύρου Θρασύβουλος 282 Στελλάκης Ξεν. 231,232.236 Στεργιόπουλος Στέργιος 240 Στεφανίδης Βασ. 280 Στεφανίδης Μιχ. 280 Στεφανίδης Τ. 284 Στέφανος ο Βυζάντιος 10.22 Στέφανος (επισκ.) 92 Στράβων 10, 21,22. 24 Συρμακέζης Απόστολος 236, 238. 239 Σωτηράκης Νίκος 152. 281

Τ Ταμβακέλλης Π. 283 Τάνταλος 22 Τάξης Οικ. 181,213 Τατάς Ελευθέριος 231 Ταχτατζής Αλέκος 249. 283 Τέλεσις ο Μηθυμναίος 46 Τέμπος θ. 283 Τενέδιοι 36 Τέρπανδρος 44, 46 Τζαννετής Ευστ. 246 Τζαννή Σαπφώ 196 Τζαχάς 98. 99 Τζελέπης Κ. 283 Τζόλυ Ν. 284 Τζωρτζίδης Μ. 234 Τιβέριος Γκράκχος 56 Τολιάτος Σπύρος 233 Τομπάζης Ιάκωβος 146 Τούρκοι 97. 100. 101.103. 106. 109, 110, 111. 115, 122. 123, 124. 132. 134. 135. 137, 141. 142, 143, 144. 145, 146. 147, 148, 151. 152. 153, 154. 155. 156. 157, 160. 161. 162, 167. 169. 170. 171. 174. 175, 179. 188. 191, 198. 208.209.210. 221. 223.224,225. 226. 231, 233.238.239. 240. 246.256.258. 260 Τραγάκης Εμμ. 236 Τρίοπος 10 Τσαϊλακόπουλος Νίκος 281 Τσάκαλος Παν. 292 Τσέλεκας Κώστας 281 Τσικλής Απόστολος 240 Τσίλλερ Ερνέστο 290 Τσιμικάλης Ευθ. 249. 252


Τσιμισκής Ιωάννης 92, 93 Τσιτσίλας Παν. 271 Τσολάκογλου 269.270 Τυρίμος Μ. 263 Τυρρηνοί 8

Υ Υάκινθος Κωνσταντίνος 196 Υψηλάντης Αλέξανδρος 143 Υψηλάντης Δημήτριος 149

Φ Φαΐκ Ααλή μπέης 210. 212.215.221. 222 Φανίας ή Φαινίας 49 Φαρνάβαζος 43 Φαχρή Βέης 178. 199.214 Φάωνας 48 Φιλανθρωπινός Αλέξιος 101 Φιλιός Μιχ. 292 Φιλιππίδης Δημήτριος 240 Φίλιππος 43.49 Φίλιππος ντε Κλεβ 135 Φιλίππου Φ. 249 Φιλομείδης 13 Φιλόστρατος 71 Ρϊπ1βγ 140 Φλαμινίνος 54. 55 Φλωρέντιος 79. 95 Φοίνικες 37 Γοΐΐίεπ Επιϊεα 95 Φον Σέλβιτς 270,271 Φον Χάϊνριχ 271 Φόρβας 13 Φουντούκος Παναγ. 275 Φουντούλης I. 93, 94 Φουρτούνας Αθανάσιος 236 Φραγκίσκος Φερδινάρδος 245 Φράγκοι 103. 106. 121 Φράγκος (στρατηγός) 260 Φριλίγκος Κώστας 281 Φραντζής Ευστρ. 246 Φρύνωνας ο Ολυμπιονίκης 32 Φυρστ284 Φωκάδες 92. 93 Φωκάς Βάρδας 92 Φωκάς Λέων 92 Φωκάς Νικηφόρος 92. 97

Φωκάς Νικηφόρος (ανιψιός Αυτοκρ.) 92 Φωτιάδης - Κυριάκού Γεώργιος 233

X Ηαχνίάηχ 174 Χαλκοκονδύλης 122. 132 Χαμίτ εφέντης 198 Χαμουδόπουλος Μ. 180 Χαραλαμπίδης - Φίλιος Γαβριήλ 195. 197 Χάραξος 48 Χαράτος Μιχαήλ 240 Χάρης ο Μυτιληναίος 48 Χαρίτος Φώτιος 240 Χαριτωνίδης Σεραφείμ 14.50, 77. 83 Χασάν πασάς Τζεζάερλη Μαντάλογλου 70. 141. 142, 144. 176 Χατζηβασιλείου Γρηγ. 280 Χατζηευστρατίου Προκόπης 283 Χατζηϊωάννου Ευάγ. 276 Χατζηλίας 236 Χατζημιχαήλ Θεόφιλος 154, 282. 288. 290 Χατζηράκης 249 Χατζής Δαούτ 225 Χατζησπύρου 293 Χατζησπύρου Δ. 197.246 Χατζητζαφέρ Βέης 142 Χατζόπουλος Μιχ. 290 Χιλλ (Ταγμ/ης) 246 Χιλμή πασάς 209 Χίοι 36. 55 Χίτλερ 264.268.269 Χλοΐδης Σταυρινός 236 Ηοίζπετ 79 Χονδρονίκης Γ. 271. 283 Χόρβατ281 Χουτζαίος Σ. 266 Χριστόδωρος 79 Χριστοφίδης Αργ. 291 Χριστόφορος Μυτιληναίος 95 Χρυσοβελώνης I. 290

Ψ Ψαριανοί 142. 148. 149. 150. 151. 152 Ψάρρας Γεώργ. 256 Ψυχογιός Γρηγόρης 275 Ψωμαδέλλης Δ. 283


ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΤΟΠΩΝΥΜΙΩΝ Α Αβυδος 92. 98 Αγαμήδη 9. 21. 66 Αγγλία 178. 201. 204. 245. 264. 268 Αγγουρέλια 18 Αγία Ελεούσα 7 Αγία Καλή (εκκλ.) 93, 122 Αγία Κυριακή (λόφος) 228 Αγία Παρασκευή 194. 196. 197. 221.236. 238. 239 "Αγία Σιών" 91 Αγία Σοφία (εκκλ.) 99 Αγιασμάτιο 178. 259 Αγιάσος 30. 91.181. 184. 191. 196. 197.200. 214. 231. 272. 273. 274. 278. 280. 283. 284 Άγιο Γάλας 14 Άγιοι θεόδωροι (χωριό) 130. 134. 137 Άγιοι θεόδωροι (εκκλ.) 93.118, 121, 122 Άγ. Ανδρέας (εκκλ.) 83. 84. 94 Άγ. Αντώνιος (εκκλ. Φρ.) 122 Αγ. Βαρθολομαίος (σπήλαιο) 12, 13 Άγ. Βασίλειος (εκκλ.) 122 Αγ. Γεώργιος (λιμάνι) 93 Άγ. Γεώργιος ο Δράκων (εκκλ.) 121. 122 Άγ. Δημήτριος (εκκλ.) 83. 85 Άγ. Θεράποντος (εκκλ.) 174.254. 255,276 Άγ. Ισίδωρος (εκκλ.) 94 Αγ. Ιωάννης Ευαγγελιστής (εκκλ.) 121,258 Αγ. Νικόλαος (εκκλ. Φρ.) 121 Άγ. Στέφανος (εκκλ.) 103 Άγ. Στέφανος (εκκλ. Φρ.) 106 Άγκυρα 256 Αγκώνα 117 Άγρα 10. 234 Αγριλιά 30 Αγχίαλος 240 Αδραμυττηνός Κόλπος 19. 30.151. 213 Αδραμύττι 94. 98.177.213.253 Αθήνα 37. 38.40.44. 60. 97. 103, 194. 195, 210. 224. 236.243. 261, 269.277.281 Αϊβαλί (Κυδωνιές) 178. 209.213.216. 253. 256.259. 281.282

Αιγαιίς 6 Αιγαίο Πέλαγος 6.7. 8, 9.15.41.42,43.50, 52. 55,57. 75, 89, 93, 94. 99. 101, 103, 106. 107. 109. 110. 113. 114. 117, 118.127, 130. 134,135. 137,141, 142,143, 144 156 157, 158. 160. 161. 162. 165. 180. 181. 183, 184. 185.206. 211,216. 222,223, 241,244. 247, 254.256. 264.265. 266.269. 279.280 Αίγειρα 10. 11 Αίγειρος 21 Αιγιαλοί 95 Αιγός Ποταμοί 42 Αίγυπτος 31. 35. 37.47. 54. 60, 71. 113, 166, 177.214 Αϊδίνιο 253 Αιθιόπη 11 Αιθιοπία 10 Αιολίδα 10 Ακόθ 235 Ακρωτήρι 122.176 Αλβανία 264.268 Αλεξάνδρεια 164. 165. 167 Αλεξανδρούπολη 265 Αμαλή 13. 30 Αμάσεια 92,260 Αμβούργο 214 Αμερική 210, 236 Αμοργός 140 Άνδρος 48 Ανεμοβούνι 18 Ανεμώτια 221 Αντιόχεια 89 Άντισσα 7. 9. 18. 19.22. 24. 30. 31. 37. 40, 44. 46.50. 52. 55. 68. 71, 75. 79. 122.130 Αξιός 269 "Αράπη Πέτρες" 212. 238 Αργάλοι 83 Αργινούσες 30.42 Άργος 156 Αργος (Πελασγικό) 10 Αρίσβη 10. 22. 30.238 Αρμενία 259 Αρχέπολις 70 Ασία 8. 75


Άσσος 72 Αττική 39.261 Αυστρία 201, 244.245 Αυστροουγγαρία 204 Αφεντέλλη (εκκλ.) 83. 84. 87 Αφρική 75. 77. 93.275 Αχίλλειο 34 Αχλαδερή 30. 83

Β Βαβυλώνα 34, 71 Βαλανίδια 253 Βαλκάνια 175. 177 Βαλτζίκι 234 Βασιλικά 82. 89. 122, 181. 184 Βατούσα 197 Βέλγιο 204 Βενετία 100. 109 Βιέννη 282 Βοιωτία 8.11 Βόλος 249 Β. Ήπειρος 244. 265, 267 Βοσνία 208 Βουκουρέστι 164 Βουλγαρία 222. 244. 246.265 Βρίσα 7, 9. 122. 130, 197, 280 Βυζάντιο 54. 74. 77. 88. 94. 97. 98. 100. 101, 106, 110.111, 112, 116, 155. 176

Γ Γαβαθάς 7. 18. 134 Γαλάτσι 167 Γαλλία 201.204. 264.276 Γέλια 221.236 Γενιτσαροχώρι 209 Γένοβα ή Γένουα 100,107.109. 110.111, 113, 114. 116. 117 Γέρα 30. 66. 116. 122. 166. 181. 184. 214. 215.233.234. 246. 248.249. 256. 277 Γερμανία 194.204.264. 265 Γιαγιάκιοϊ 259 Γιουγκοσλαβία 265.268 Γλαρέντζα 109 Γκιουμέτς 259 Γουδί 210 Γραμποβίτσα 269 Γρανικός 43

Γύθειο 240

Δ Δαμάνδρι 18 Δαρδανέλλια 135. 144. 146. 220, 246 Δάφια 236. 239 Δήλος 101 Δικελή (Ντικελή) 177.213. 253. 256,260 Δραγατσάνι 143 Δρόττα 9 Δωδεκάνησα 256

Ε Έδεσσα (Ασίας) 93 Ελλήσποντος 13, 31, 32. 36.41. 75.127. 141. 156 Επάνω Σκάλα 147. 198, 202.226.270 Ερεσός 7, 9. 18, 20.21. 22. 30. 31. 37,40.41, 44. 47. 68, 75. 79. 80. 82, 83. 88. 90, 101, 122. 130. 137. 139, 146. 147, 148. 147. 197, 233. 241 Ερζεγοβίνη 208 Εύβοια 38. 156 Εύξεινος Πόντος 37, 110, 113. 127 Εύριπος 19.49. 57. 80. 81, 94, 125 Ευρυμέδοντας 36 Ευρώπη 8. 75, 101,114. 119, 158. 177.188. 250.264 Έφεσος 94 Εφταλού 269

Ζ Ζεϊτινλί 253 Ζυγόπουλο Καρδίτσας 240

Η ΗΠΑ 204. 244 Ηραίο 50

Θ Θάσος 37 θέρμα Κουρτζή 251. 255 θερμή 14. 15. 16.22. 27. 28.50. 70. 122. 176.


209. 222. 238 Θεσσαλία 8, 11,50, 154.255 Θεσ/νίκη 103, 164. 165. 204. 206. 247. 249. 252.269 Θήρα 240 Θράκη 8.24. 26, 33. 92. 100. 156. 211. 244, 262.265.269.270 θρακικός Βόσπορος 90

I Ιερά 18. 21. 22, 66 Ικαρία 263 Ίμβρος 35,263 Ιμερτή 11 Ιόνια 272 Ιόνιο Πέλαγος 6. 135 Ίππειος 234 Ιράκ 93 Ισπανία 204 Τσσα 10 Τστρος 36 Ιταλία 46. 66. 68.119.201. 204. 212.220. 244, 265, 267 Ιωάννινα 247 Ιωνία 101.255,256.258

Κ Καγιάνι 13 Καισάρεια 92 Καλάβρυτα 109 Καλλίπολη 246 Καλλονή 10.22. 30. 113. 114, 122, 152.175, 180. 181, 184, 197. 214. 234. 238. 239, 240. 247. 270. 271,274. 281.289 Καμάρες 121. 122,204 Κάπη 236 Καρά Τεπέ 272 Καραγάτς 256.259 Κάρυστος 36 Καρχηδόνα 55 Κάσος 140. 153 Κάστρο 19. 57. 65, 85. 125. 126. 127, 128. 249 Κατάπυργος 18 Καφφάς111 Κεμέρι 177. 253 Κεραμεία 113

Κεραμειά 137 Κεραμιά 114, 132. 234 Κεράνια 10 Κερέμπιοϊ 259 Κέρκυρα 66. 240.264 Κίλλαιον 22 Κιόσκι 19.57, 125.198. 225.226, 234.245. 251.293 Κιουτσούκ Καϊναρτζή 142, 143 Κλαζομενές 98 Κλαπάδος 236, 238.239,240 Κλειώ 236 Κλιτς 179 Κλοπεδή 52 Κνίδος 42 Κόλπος Γέρας ή Ελαιοφόρος 9. 18. 21, 94. 247. 251,290 Κόλπος Καλλονής 9. 11, 13.14, 19.30.49. 159.221.279 Κολωνία 119 Κομηκόν (ή Κουμκό;) 94 Κομιδιά 19 Κόρακας 9,122. 137 Κόρινθος 34. 46. 50.54. 55 Κούκλα 18 Κουλμπάρα 19. 258 Κουρτήρ 14. 16, 18. 19 Κράτηγος 270 Κρήτη 6. 8, 89. 140. 211, 240. 270 Κρυονέρι 238 Κυδωνιά 122,137,259 Κύθηρα 240 Κυκλάδες 8, 66,272 Κύπρος 175 Κώμη 132. 234. 238 Κωνσταντινούπολη 54. 79, 88, 89. 95. 97, 98. 99, 100. 106. 107. 109. 111, 112, 113, 115. 118. 125, 127. 128. 134. 135, 147, 156. 157, 158. 160. 162. 164. 165. 166. 167,175, 190. 208,214.216.221,240. 263 Κως 11.99.113. 135

Λ Λάδη 36 Λακεδαίμονα 11 Λάμπου Μύλοι 63.221. 238 Λάρισα ή Λάρσος 10 Λαρισσαίες Πέτρες 10.22


Λασία 11 Λάψαρνα 9. 18 Λεπέτυμνος 47.148 Λήμνος 14, 33, 100. 141.204. 249 Λισβόρι 14. 18, 19, 221 Λοκρίδα 43 Λονδίνο 244 Λουτρά 83.246 Λυδία 34.47 Λυκία 10 Λωζάνη 261.290

Μ Μάκαρα 9. 11 Μακαρία 11 Μακεδονία 43,49, 55. 79. 92. 204. 211.223. 236.246, 251.270.274 Μακρύ Γιαλός 142. 272 Μαλέας 9.42 Μάλτα 137 Μανταμάδος 18, 30, 89, 166, 181. 184.194. 197.200, 214. 221, 233, 236, 274 Μασσαλία 119, 166 Μαυροβούνιο 222 Μεΐμι Καρδίτσας 240 Μελανούδι 123. 128 Μεσόγειος 6. 85. 89. 93, 97.100. 113, 180 Μεσότοπος 7. 18, 77.233.290 Μέσ(σ)α 9. 30.31.44.65.68 Μέταον21 Μήθυμνα ή Μόλυβος 7, 9. 10. 13. 18. 19. 21. 22. 30. 31. 37. 40. 41. 42. 43. 44. 46. 55. 68, 75. 79. 80 82. 101. 103. 118. 122.130. 135. 137, 140. 144. 151. 166. 180. 181. 184. 191. 197.198.215. 220.231.241. 242.269 Μικρά Ασία 6. 10.11. 30. 35,41.42. 54.55. 56, 71, 72. 75. 77. 82. 85. 88. 89. 90. 92. 94. 97, 98, 99,100,101, 109. 127. 132. 134. 142, 144. 153, 156, 160. 164. 165, 166, 167. 177. 180.211. 213,214.220.222.244.245.253. 255.256. 260.277. 278 Μιλάνο 119 Μίλητος 36.41 Μόναχο 289 Μονή Λειμώνος 103. 158. 189. 239 Μονή Μυρσινιώτισσας (Μυρτιδιώτισσας) 175.189, 239, 290 Μονή Οσίων Πατέρων Δαφνέας 94

Μονή Υψηλού 7, 92 Μόρια 62. 63.71. 116. 122.251 Μοσχονήσια 180. 181, 184.209.248.259. 279 Μούδρος 224 Μπαλτζίκιή Κυδωνιές 132. 137, 178, 192 Μπιλμπάο 119 Μύλους (χειμ.) 238 Μύρινα 141. 204 Μυρσίνα ή Μυρσίνια (;) 94 Μυστεγνά 221 Μυτιλήνη 7, 8. 11. 13. 18, 19. 22.25, 30, 31. 32. 33. 36. 37. 38. 40. 41. 42. 43. 44. 47. 48. 49, 51. 54. 55. 57,58. 59. 60. 61, 63. 64. 65, 68. 69. 72. 74, 75, 77, 78, 79, 80, 81. 83. 85, 86, 91, 93, 94. 95, 96, 97, 100. 101, 102, 103. 107. 108, 110. 111, 113, 114,115. 116. 118, 119. 120. 121. 122, 123, 124, 125, 126, 127, 132. 133, 134, 135. 136, 137. 138. 141. 142, 143. 144. 145. 146. 147, 148. 149. 152. 153, 156, 158, 159.161. 163, 164, 165. 166. 167. 168. 169. 172. 173, 174. 176. 177. 178, 180, 181, 182. 184. 187. 188, 190, 191, 192, 193, 194, 195. 196, 198. 199, 201. 202. 203. 204, 205.208.209. 210. 213.214.216.221. 222, 223.224.225. 226. 227,229,230. 231, 232. 233. 234. 235, 236. 240. 244, 246. 247. 248. 249.251,253. 254. 255, 259,260, 261, 262, 263. 264, 265. 266. 267, 270, 271. 273, 275, 277,280.282, 284. 290.292.293. 294 Μυτιληνιοί (χωριό) 137 Μυτωνίς 11 Μυχού 70

Ν Νάξος 36. 101. 184 Ναός Ναπαίου Απόλλωνα 238 Νάπη21 Νάπολη 119 Ναύκρατη 31. 34 Ναύπακτος 135 Νέα Φώκαια 100.101 Νεάπολη 247 Νέες Κυδωνιές 30 Νεϊγύ 252 Νησιώπη 7. 9 Νίκαια 90, 97. 99, 106 Νοβάρα 119


Ντίπι 18.21 Νυμφαίο 100, 106, 107

Ξ Ξάνθος 22

Ο Οβριόκαστρο 19,130 Οδησσός 164 Ολλανδία 204 Ολυμπία 39 Όλυμπος 21, 63, 148 Όρδυμνος 7 Ορφίκεια 71 Ουτζά 230

Π Παγανή 271, 272 Πάμφιλα 197. 209,282 Παναγία Τρουλωτή (εκκλ.) 103 Παναγιούδα 207,224. 251 Πάναγνη θεομήτωρ (εκκλ.) 94 Παπάδος 197 Παράκοιλα 10,233,240. 260 Παρίσι 215,221,223, 282. 289.290 Πάρος 92 Πάτμος 190 Πάτρα 267 Πειραιάς 38, 165,166, 224, 240. 276,285. 291 Πελασγία 11 Πελοπόννησος 8, 11, 37. 39.40. 43,50. 55. 77. 141,255 Πενθίλη (οικισμός) 21 Πέραδος 10 Περαίες 55 Πέραμα Γέρας 18. 165. 198.215. 251. 279 Πέραν 111 Περαχώρα 50 Πέργαμος 55. 60.256. 257 Περσία 34. 43. 204 Πέτρα 7. 30. 122. 140. 166.197.215. 221. 231.233, 241.270. 271 Πετρόσκαλα 226 Πετσοφάς 239

Πηγή 238 Πήλιο 240. 290 Πλάτη 18 Πλοέστι Ρουμανίας 269 Πλωμάρι 21. 30. 142. 145. 151, 165. 166. 180. 181. 184,191, 196. 197. 200.214.215. 221.223.231 Πόγραδετς 269 Ποδαράς18 Πόλιον 22 Πολιόχνη 14 Πολιχνίτος 6, 14. 30. 114. 116. 166, 186, 197.200.214,232 Πολυγώνι (Πληγόνι) 122 Πόντος 56,260 Πρασολόγο 18 Πριγκηπονήσια ή Πριγκηπόνησα 92 Προκόνησος 92. 280 Προποντίδα 6. 99, 127.279 Προσελήνη 95 Προύσα 253, 257 Προφήτης Ηλίας (Αγ. Παρασκευής) 18 Πύλος 16 Πύργοι θερμής 137. 176.247 Πύρρα 9. 18. 19,20, 21,22. 30. 32. 34. 37. 40, 44. 47, 66. 68. 75. 79. 82. 122 Πυρραίοι 49

Ρ Ραβενστάιν 135 Ραχοντίτσα 239 Ρόδος 8. 11, 54, 58, 60. 92, 99, 113, 134. 135, 183.206.211.220. 222 Ρουμανία 255 Ρωμανία 99 Ρώμη 19, 55.56. 57.58, 65. 66 Ρωσία 143, 161. 175. 178,201.204,255. 275

Σ Σαγγάριος 256 Σαλαμίνα 36 Σαλαμίνα Κύπρου 37 Σάλιακα (λόφος) 18 Σαμοθράκη 92 Σάμος 8. 11. 34.42. 98. 99. 135. 149. 210. 247.263


Σαρατσήνα 89 Σάρδεις 80 Σεβραί 252. 255 Σεράγεβο 245 Σερβία 222 Σίγειο 31. 32.47 Σίγρι 7. 9. 30. 122. 137, 144.151. 152. 181, 184.241.243 Σικελία 41.48. 89 Σίνα 22 Σινώπη 122 Σκάλα Λουτρών 247.251 Σκόπελος 221.290 Σκοτεινοβούνι (Σκοτεινό) 239 Σκουτάρος 221 Σκρα Ντι Λέγκεν 252 Σκύρος 36 Σμύρνη 94. 98. 164. 165. 166. 178. 181. 194. 206.211, 214. 216.226. 231.256. 258.260 Σουηδονορβηγία 204 8υ1ίΠ3Γί3.121 Σπάρτη 37. 38. 39. 42.46 Στάγειρα 60 Στερεά Ελλάδα 8 Στύψη 197.239. 282 Σ(υ)καμιά 197, 233, 281 Συρία 43,55. 71, 113 Σύρος 240 Σωτήρ (εκκλ.) 94

Τ Ταίναρο 46 Τελώνια 197,221,233 Τένεδος 10, 37, 40, 92. 95, 141, 191, 263 Τζήθρα (Κίθρα) 169 Τήνος 148. 149. 150. 151, 152.264 Τουλώνα 135 Τουρκία 158. 185.201.204.208. 212. 220. 222.243. 244. 245.253.255.264 Τραπεζούντα Αρκαδίας 240 Τριέστη 167 Τρίπολη 140

Τροία 9. 13. 14. 28 Τρωάδα 7, 14. 19. 50. 74. 127 Τσανταρλή 151 Τσεσμες 141.142 Τσίγκος 63 Τσίνια 10

Υ Ύδρα 49 Υπερδέξιον 22 Υψηλομέτωπο 80. 83. 85

Φ Φάρσαλα 60 Φθιώτιδα 43 Φίλια 221,236.239 Φλωρεντία 119. 244 Φρένελι 253 Φτερούντα 233 Φώκαια 94. 98. 101 Φωκίδα 43 Φωκιότρυπα ή Φυκιότρυπα 121,270

X Χαλακιές 14 Χάλικας 122 Χαλινάδος 80. 83 Χαλκίδα 134 Χανιά 247,248 Χερσόνησος Αμαλής 12. 22 Χίδηρα 7. 10 Χίος 7. 8. 11. 14.43. 54.56. 72. 98. 99. 100. 111.115. 118. 119. 149.150. 153.220.223. 230. 241,247.248. 260.262. 263.270 Χωράφα 71. 258

Ψ Ψαρά 146. 148. 149. 150. 152. 153


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1) Προϊστορία - Πρωτοϊστορία.............................................. Σελ.

6 - 29

2) Αρχαία Περίοδος (8ος π.Χ. αι. - 1ος π.Χ. αι.).................... Σελ. 30 - 53 3) Ρωμαϊκή Περίοδος (2ος π.Χ. αι. - 1ος μ,Χ. αι.).................. Σελ. 54 - 74

4) Βυζαντινή Περίοδος (1ος μ.Χ. αι. - 1355 μ.Χ.)................... Σελ. 75 -105 5) Περίοδος Γατελούζων (1355 μ.Χ. - 1462 μ.Χ.).................... Σελ. 106 -131 6) Περίοδος Τουρκοκρατίας (1462 μ.Χ. -1912 μ.Χ.)............... Σελ. 132 - 219

7) Η Λέσβος από το 1912 ως το 1944 ...................................... Σελ. 220 - 296

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΕΣ - ΕΥΡΕΤΗΡΙΑ..........................................Σελ. 297-318




Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.