IA CJUlN
MHNJAION A.€ATJON TOY SN ..A.rJA.C<D THC .A.SCRO\'
- - · ·- mPOY nPOC~HM~'IOO THC 8fiOTOKOY - · €KA J AOM€NON yno
THC
EnlTfOnEl'-.C
>-..)'TOY
ey"on>-.L Toy ces>-.cM. MHTfono"1-roy MYTl"HNt c
K0Y
I "- K ill & 0
y
AIE)'0)'NTHC:
€MM.
r.
MYTIA H N"'-JOC
nfWTOnfEC8)'TEfOC
--TOIVJOC
II
I
lO)'NIOC
1937
-
~·
M>-..·J·oc
1938
~11111J1111mmw11111n111n.H111_ 11~11111111ui111111•11111~-,™"""'u111i11u11w.1ww1111u11~•-mi-ttm•mumm11..,~ m~u11u111um11mun1,11111um~-~11m1111111u1um11m1t111mn-1111uu11-um_Jmw~ 1t u11u111 u11~mo-
ΒΑΣΙΛΕΙΟΝ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ *
Αριθμ. Πρωτ. 1237
Εν Αθήναις, τη
Ευλαβέστατε εν Ιερεύσι Πρωτοπρεσβύτερε πάτερ Εμμανουήλ Αγιάσω
Μυτιληναίε, ήμέτερε εν
Επίτροπε, πατρικώς ευχόμεθά σε.
Εις
Αγιάσον.
Εν πολλή χαρά εμάθομεν την αγαθήν σου σκέψιν, όπως εκδώσης αυτόθι μηνιαίον θρησκευτικόν περιοδικόν υπό τον τίτλον «Αγία Σιών», υφ’ ον ωνοματίζετο έκπαλαι και το αυτόθι Ιερόν Προσκύνημα της Θεοτόκου. Επαινούμεν και επευλογού μεν την σκέψιν σου αυτήν, την τόσον δικαίως υιοθετηθείσαν υπό της εντίμου του Ιερού Ναού Επιτροπείας, και ευχόμεθα την ταχείαν πραγματοποίησίν της, επί τη ελπίδι, ότι και τούτο αποβήσεται επωφελές δια το χριστεπώνυμον πλήρωμα. Ίσως θα εσκέπτετό τις, ότι, υπάρχοντος του περιοδικού «Ο Ποιμήν» της καθ’ ημάς Μητροπόλεως, θα παρείλκεν η έκδοσις άλλου. Αλλ’ όταν ληφθή υπ’ όψιν, ότι το νέον περιοδικόν θ’ ασχοληθή αποκλειστικώς με τα αφορώντα εις το αυτόθι Ιερόν Προσκύ νημα και την Αγιάσον, τότε αίρεται και ο δισταγμός ούτος. Η χάρις του Κυρίου δια των πρεσβειών της Θεομήτορος είη επί σε και επί το έργον σου.
(Τ. Σ.)
+ Ο
ΜΥτιληνηΣ
ΙΑΚΩΒΟΣ
.
ΕΤΟΣ
Α'
ΑΡΙΘΜ. 1—2
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ :
ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ
ΙΟΥΝΙΟΣ - ΙΟΥΛΙΟΣ
Πρωτοπρεσβύτερος
1937
Η ΕΚΔΟΣΙΣ ΤΗΣ «ΑΓΙΑΣ ΣΙΩΝ»
Το πνεύμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας, το διήκον δι’ όλης της μακραίωνος αυτής παραδόσεως, εθεώρησε πάν τοτε τον ναόν του Κυρίου όχι απλώς ως κέντρον λατρείας, αλλά αυτό τούτο ως το κέντρον της όλης πνευματικής και κοινωνικής ζωής των περί αυτόν χριστιανών. Το πνεύμα τούτο της Εκκλησίας μας, όχι μόνον δεν ελη σμονήθη κατά τους δυσκόλους χρόνους της δουλείας των ορθοδόξων λαών, αλλά και εζωογονήθη περισσότερον και συνετέλεσεν εις την διακράτησιν της εθνικής και κοινωνι κής των λαών της υποστάσεως, προπαρεσκεύασε δε την σκληράν υπέρ της ελευθερίας γιγαντομαχίαν και επί τέλους επρωτοστάτησεν εις την αποτελεσματικωτέραν αυτής διεξαγωγήν. Μεταξύ των Ορθοδόξων ναών, οίτινες δύνανται να επιδείξωσιν αξίας λόγου περγαμηνάς περί των τοιούτων προς τον πολιτισμόν και προς τον λαόν υπηρεσιών των, αναμφιβόλως περιλαμβάνεται και το εν Αγιάσω της Λε σβου Ιερόν Προσκύνημα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, το οποίον - ως θα καταδειχθή εκ της δημοσιευθησομένης εν τω παρόντι δελτίω ιστορικής ύλης - εχρησίμευσε πρά γματι ως σωστική κιβωτός δια την κωμόπολιν ταύτην, υπήρξε δε πρώτου μεγέθους θρησκευτικόν κέντρον όχι μό νον δι’ όλην την Λέσβον και τας παρ’ αυτήν νήσους του Αρχιπελάγους, αλλά και δι’ αυτάς τας απέναντι τούτων πολυπαθείς Μικρασιατικάς ακτάς. Την αιωνόβιον ταύτην παράδοσιν των ναών της όλης Ορθοδόξου Εκκλησίας και την ιδίαν αυτού ευγενή παρά δοσιν συνεχίζον και σήμερον το Ιερόν τούτο Προσκύ νημα, προσαρμόζει τα της ζωής και της δράσεως αυτού
προς τας σημερινάς ανάγκας και συνθήκας του πληρώμα τος της Εκκλησίας, γέννημα δε της προσπαθείας ταύτης είναι και του παρόντος δελτίου η έκδοσις, της οποίας σκοπός είναι η δημοσίευσις ύλης αναφερομένης κυρίως εις την περί την Θεοτόκον ανεξάντλητον γραμματείαν και εις την ειδικήν ιστορίαν του εν Αγιάσω Ιερού αυτής Προσκυνήματος. Η «Αγία Σιων» εκδίδεται και χάριν εκείνων, οίτινες, συνειδητώς εις την Εκκλησίαν ανήκοντες, επιθυμούσι να έχωσιν απτοτέρας τας αποδείξεις της ορθότητος των φρονημάτων των, αλλά και χάριν εκείνων, οίτινες εκ παρεξηγήσεως η εκ διαβολής απέναντι της Εκκλησίας ψυχρανθέντες, έχουσιν όμως εν τούτοις την ορθήν κρίσιν και την ενδόμυχον καλήν διάθεσιν εις το να αναγνωρί ζωσι το αγαθόν και το δίκαιον, όταν καταλλήλως παρου σιασθή εις αυτούς. Η ΔΙΕΥΘΥΝΣΙΣ
Η ΚΟΡΗ ΤΩΝ ΠΡΟΦΗΤΕΙΩΝ Αι παλαιαί προφητείαι το είχαν προείπει. Θα ήρχετο κά ποτε «το πλήρωμα του χρόνου» και μία Κόρη θα έφερεν εις τον κόσμον Εκείνον, που ήταν προωρισμένος να συντρίψη την κεφα λήν του Όφεως και να οδηγήση τον άνθρωπον εις την αρχαίαν του πατρίδα (Γενέσ. 3, 15. Ησαΐου 7, 14). Και «το πλήρωμα του χρόνου» είχε πλέον φθάσει, όταν ο κόσμος ολόκληρος, κουρασμέ νος από το ψεύδος και αηδιασμένος από την αμαρτίαν, εζήτει να εύρη τον δρόμον που θα τον ωδηγούσε εκεί που θα ημπορούσε να εύρη την ανάπαυσιν και την χαράν. Εις την ευσεβή Ιουδαίαν είχε φθάσει εις το κατακόρυφον η ανυπομονησία δια τον ερχομόν του «Μεσίου» και εις την σοφήν Ελλάδα είχεν αρχίσει να επι κρατή η ιδέα ότι θα εκοιμώντο ακόμη, αν δεν έστελλεν ο Θεός κάποιον να τους εξυπνήση. Εκεί κάτω μέσα εις ένα περιφρονημένο χωριό της εξηυτε λισμένης Γαλιλαίας, εις μίαν πτωχικήν στέγην ενός εργατικού ανθρώπου ηκούσθη δια πρώτην φοράν το μέγα μήνυμα της σωτη ρίας. Η Κόρη που επερίμεναν οι αιώνες ευρίσκετο εκεί και ο απε σταλμένος των Ουρανών την εβεβαίωνε πως αυτή θα εγίνετο η Μήτηρ της Ζωής. — «Χαίρε κεχαριτωμένη∙ ο Κύριος μετά σου∙ ευλογημένη συ εν γυναιξίν . . . Ιδού συλλήψη εν γαστρί και τέξη υιόν, και καλέ σεις το όνομα αυτού Ιησούν. Πνεύμα Άγιον επελεύσεται επί σε και δύναμις Υψίστου επισκιάσει σοι· διο και το γεννώμενον εκ
σου άγιον κληθήσεται Υιός Θεού ... Ότι ουκ αδυνατήσει παρά τω Θεώ παν ρήμα» (Λουκ. 1, 28-37).
— «Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον και ηγαλλίασε το πνεύμα μου επί τω Θεώ τω σωτήρί μου, ότι επέβλεψεν επί την ταπείνωσιν της δούλης αυτού∙ ιδού γαρ από του νυν μακαριούσί με πάσαι αι γενεαί» (Λουκ. 1,48). Κατά τον τρόπον αυτόν αναγγέλλει τα μεγαλεία του Θεού μετ’ ολίγον η «Κεχαριτωμένη» Κόρη και όλην την ευλογίαν και την εύνοιαν του Υψίστου την αποδίδει εις την «ταπείνωσίν» Της, με την οποίαν αποδεικνύεται ακόμη άλλην μίαν φοράν ότι «ύψω σε ταπεινούς» ο Κύριος, ο οποίος δεν αγαπά τας υπερηφάνους σκέψεις των ισχυρών και των σοφών. Και πράγματι μακαρίζεται από τότε η Παρθένος από όλας τας γενεάς και είναι δι’ όλους όσοι θέλουν να διδαχθούν από την ζωήν Της το τρανώτερον παρά δειγμα της πραγματοποιήσεως των ευλογιών, την χάριν των οποίων το Πνεύμα του Θεού υπεσχέθη εις τους ταπεινούς. * — «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία». — «Έτέχθη υμίν σήμερον Σωτήρ, ος εστι Χριστός Κύριος, εν πόλει Δαυείδ».
Επάνω εις μίαν φάτνην κύπτει η «Κεχαριτωμένη» Κόρη, δια να «σπαργανώση» Εκείνον, ο οποίος κρατεί εις τας χείράς Του τον κόσμον όλον και δέχεται την προσκύνησιν των ταπεινών βο σκών της Βηθλεέμ, που της διηγούνται την αγγελοφάνειαν και το φως, το οποίον «περιέλαμψεν αυτούς». Και Εκείνη «πάντα συνε τήρει τα ρήματα ταύτα συμβάλλουσα εν τη καρδία αυτής» (Λουκ. 2, 8-19). — «Και σου δε αυτής την ψυχήν διελεύσεται ρομφαία, όπως αν αποκαλυφθώσιν εκ πολλών καρδιών διαλογισμοί» (Λουκ. 2, 35). Δεν είναι μόνον χαρωπά τα προμηνύματα δια την ζωήν του Θείου Βρέφους, διότι το έργον Του είναι βαρύ και η Μαριάμ θα πονέση μαζί του από την αχαριστίαν των ανθρώπων. Πρέπει κανείς να είναι έτοιμος ν’ αντιμετωπίζη ολόκληρον την αλήθειαν και να μη τρομάζη εμπρός εις τας δυσκολίας του έργου, δια το οποίον τον προορίζει ο Θεός. Τεσσαράκοντα μόλις ημερών ήτο ο Ιησούς και το Πνεύμα του Θεού ήρχισε να προπαρασκευάζη την μητρικήν καρδίαν δια να είναι εις θέσιν να υποστή την υπερτάτην οδύνην, την οποίαν ήτο «γεγραμμένον» να υποστή. Η ταπεινή Της αφοσίωσις εις το θέλημα του Κυρίου, της δίδει την δύναμιν δια την προετοιμασίαν αυτήν.
Η φυγή εις την Αίγυπτον από την απειλήν της φονικής μα χαίρας του Ηρώδου είναι η πρώτη Της δοκιμασία (Ματθ. 2, 13-22). Γονατιστή εμπρός εις ένα σταυρόν, βλέπει η Αγία Κόρη με θολωμένον από τον πόνον βλέμμα το «φως των οφθαλμών» Της να σβύνη «εν μέσω δύο ληστών». Ταπεινή και πάλιν και αφωσιωμένη εις την ιεράν της απο στολήν κλίνει με ταπείνωσιν την κεφαλήν και ενθυμείται την «ρομ φαίαν» δια την οποίαν προεφήτευσεν ο Πρεσβύτης Συμεών. Και ακούει τα τελευταία λόγια του Υιού Της από τα τρέμοντα χείλη Του : — «Γύναι, ιδού ο υιός σου ...» Και ακολουθεί τον «αγαπημένον» μαθητήν, ο οποίος είναι πλέον δι’ αυτήν ο επίγειος προστάτης (Ιω. 19, 25-27).
Έληξε πλέον η δοκιμασία. Εκενώθη μέχρι τρυγός το ποτή ριον του πόνου. Έχουν περάσει πλέον πεντήκοντα ημέραι από τότε, που η Θεοτόκος εβεβαιώθη ότι ζη ο Υιός Της και προ δέκα μόλις ημε ρών Τον είδεν «εν δόξη» να αναβαίνη εις τους ουρανούς. Επάνω εις το «υπερώον» της Σιών, περιτριγυρισμένη από τους μαθητάς του Χριστού και τας αγίας γυναίκας, προσεύχεται και Αυτή δια την πραγματοποίησιν της «επαγγελίας του Πατρός» (Πράξ. 1, 14) και βλέπει τα θαυμάσια του «Παρακλήτου». Η κεφαλή του Όφεως πλέον συνετρίβη και η Κόρη, την οποίαν επερίμεναν οι αιώνες, κατέλαβεν εις τον Ουρανόν την αρμόζουσαν θέσιν πλησίον του Υιού και μακαρίζεται από όλας τας γενεάς, όπως το είχε προΐδει η ιδία. Η Εκκλησία μας εξυμνεί τον θείον ρόλον και την δόξαν της Μητρός του Κυρίου εις πάσαν στιγμήν της λατρείας και βιβλιο θήκαι ολόκληροι ημπορούν να αποτελεσθούν από όσα έχουν γραφή δια την Θεοτόκον μέσα εις τους είκοσιν αιώνας της χρι στιανικής ιστορίας. Η «Αγία Σιών» θα προσπαθήση συν τω χρόνω να συμβάλη κατά δύναμιν εις το να κατανοηθούν εις όλην των την αξίαν οι θησαυροί αυτοί της θρησκευτικής και εθνικής μας συγχρόνως φιλο λογίας, με την πεποίθησιν ότι — αν επιτύχη εις την προσπάθειάν της - θα συντελέση εις την αναπλήρωσιν σπουδαιοτάτου κενού. Ε. Γ. Μ.
ΤΟ ΠΕΡΙΣΩΘΕΝ ΠΑΛΑΙΟΝ ΑΡΧΕΙΟΝ ΤΟΥ I. ΝΑΟΥ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΑΓΙΑΣΟΥ Πρωτοπρ.
ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ
Είναι γνωστόν ότι επί τουρκοκρατίας τα γραφεία των ιερών ναών εχρησίμευον δια τους χριστιανούς και ως ληξιαρχεία και ως συμ βολαιογραφεία και ως υποθηκοφυλακεία, και η διάσωσις και η μελέτη των αρχείων αυτών δύναται να διαφωτίση και περί της ιδιωτικής, της οικογενειακής και της κοινοτικής ζωής των υποδούλων χριστιανών. Δυστυχώς αι περιπέτειαι των αιώνων δεν επέτρεψαν πάντοτε την πλήρη διάσωσιν των αρχείων τούτων, αλλά και πάντων των διασωθέντων, εκ τινος αγαθής προνοίας, δεν κατέστη ακόμη δυνατή καθολοκληρίαν η κατάταξις και η μελέτη. Ασχοληθείς προ τινος εις την αναδίφησιν των εν τω «Συνοδικώ» του Ιερού Ναού της Παναγίας εν Αγιάσω αποκειμένων λειψάνων του πλουσιωτάτου — ως φαίνεται — παλαιού του ναού Αρχείου (1), ανέ λαβον την κατάταξιν των λειψάνων τούτων και την προς διάσωσιν αυ τών καταγραφήν. Ευρών προθυμοτάτους τόσον τους τέως όσον και τους νυν εντίμους επιτρόπους του ναού όπως με διευκολύνωσιν εις την έρευνάν μου, καθώς και το λοιπόν προσωπικόν του ναού όπως μοι χρη σιμεύσωσιν ως βοηθοί εν τω έργω, προέβην εις την αρίθμησιν και την χρονολογικήν κατάταξιν των σωζομένων εγγράφων, αρχομένην από του έτους 1752. Κατωτέρω δημοσιεύω χάριν των φίλων της ιστορίας κατάλογον των σωζομένων τούτων εγγράφων, ως ταύτα ηριθμήθησαν και χρονο λογικώς εταξινομήθησαν υπ' εμού. ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΕΓΓΡΑΦΩΝ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΥ ΑΡΧΕΙΟΥ
ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ
ΑΓΙΑΣΟΥ
1) Ομολογητικόν του Αχμέτ υιού του μουλά-σάχη, ότι παραι τείται παντός δικαιώματος εκ του πωληθέντος υπό των αδελφών του «ρωμαίϊκου κιταπιού» εις τον εξ Αγιάσου Παπά-Καλλίνικον. Έχει ημερομηνίαν 1752 μαΐου 1 και φέρει εξ τουρκικάς υπογραφάς, μίαν σφραγίδα και εν δακτυλικόν αποτύπωμα. 2) Σχέδιον γραμματίου 100 γροσίων από μέρους των χριστιανών κατοίκων Αγιάσου δια λ/σμόν του χωρίου, άτινα εδανείσθησαν παρά της «Αικατερίνης θυγατρός του ποτέ Χατζή Σωτήρχου». Φέρει ημερο μηνίαν 1764 μαρτίου α'. 3) Διανεμητήριον μητρικής περιουσίας των αδελφών «Αβαϊα νού, Δημητρίου και Παναγιώτου», υπογραφόμενον υπό τριών μαρτύ ρων και φέρον ημερομηνίαν 1775 Φεβρουαρίου 20. 4) Πωλητήριον της Σταματίνας συζύγου του «ποτέ Χριστόφα» προς τον «ενδοξότατον Ησμαήλμπασιπα αράπην», αφορών τα από του (1) Το μέγιστον του Αρχείου καϊάν του έτους 1877.
μέρος κατεστράφη κατά την μεγάλην πυρ
Κωνσταντή Νταμγαλή προερχόμενα κτήματα, άτινα λεπτομερώς περι γράφονται εν αυτώ. Φέρει ημερομηνίαν 1775 μαΐου 3. 5) Έγγραφον του Πατριάρχου Ιεροσολύμων Ανθίμου, δηλούν ότι επώλησεν ούτος εις τον εξ Αγιάσου Βασίλειον του Αναστάση το κατά την τοποθεσίαν «Καρήνη» ελαιόκτημα, το αφιερωμένον εις το Πατριαρχείον Ιεροσολύμων υπό της Χατζήδαινας Αρχοντούς, θυγα τρος του Γεωργίου Γεωργίου και της Σοφίας, επίσης εξ Αγιάσου,
Το υπ' αριθμόν 1 έγγραφον του Αρχείου της Παναγίας Αγιάσου.
μετά των εν αυτώ υδάτων. Φέρει την πατριαρχικήν υπογραφήν και ημερομηνίαν αψπθ' Ιουλίου κγ'. 6) Χαριστήριον Διαμάντης συζύγου του «ποτέ Παναγιώτου Τζα νιτέλη» προς τους ανεψιούς της Γεώργιον και Ευαγγελινόν X"Αντω νίου Μπορνού, αφορών το παρά την Αγίαν Βαρβάραν εν Αγιάσω οικόπεδον και φέρον ημερομηνίαν 1799 Ιουνίου 15. 7) Πωλητήριον κήπου (εις τον «Βάλανον») από μέρους του Αντ. Μπαλαντά προς τον Δημ. X"Μαλιάκα, αντί 78 γροσίων. Φέρει ημερομηνίαν 1803 απριλίου 27.
8) Γραμμάτιον 5 γροσίων του Γιαννάκη του Γεωργάκη Σαλτα λούδη προς τον Θεόδ. Δημ. Ταγλαράν. Φέρει ημερομηνίαν 1809 σεπτεμ βρίου 26. 9) Έγγραφον του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως προς τους επιτρόπους του Ι. Ναού της Παναγίας, δι’ ου εντέλλεται την αποπεράτωσιν της πλακοστρώσεως της αυλής του ναού, πληρο φορεί ότι εδόθησαν αι δέουσαι οδηγίαι προς τον Πρωτόπαπαν
Το υπ. αριθμ. 5 έγγραφον του
Αρχείου της Παναγίας Αγιάσου.
δια να μη τους ενοχλή και ευχαριστεί δια τα σταλέντα αυτώ «δυο του λούμια λαδιού». Φέρει την ιδιόχειρον Πατριαρχικήν υπογραφήν και ημερομηνίαν αωθ' ιουλίου κδ'. 10) «Διάγραμμα όσων βιβλίων έλαβον εις το σχολείον» άνευ υπο γραφής τινος και με χρονολογίαν αωι΄ απριλίου κδ'. 11) Διαθήκη της Μαρίας θυγατρός Παναγιώτου Ψυρούκη υπό ημερομηνίαν 1810 ιανουαρίου ι'. 12) Διανεμητήριον πατρικής κληρονομίας μεταξύ των αδελφών Ξενάκη και Κωνσταντή και του ανεψιού των Δούκα υπό ημερομηνίαν 1813 μαΐου 12.
13) Συμφωνητικόν των πολιτών της Αγιάσου ενώπιον του Μη τροπολίτου Μυτιλήνης Καλλινίκου περί ανοικοδομήσεως του ναού της Παναγίας (μετά την εκ της πυρκαϊάς καταστροφήν) και περί διορι σμού επιτρόπων επί της ανοικοδομήσεως, οις ανατίθεται όπως μετα βώσιν εις ΚΠολιν προς εξασφάλισιν της σουλτανικής αδείας. Φέρει επί κεφαλής ιδιόχειρον βεβαίωσιν του Μητροπολίτου Καλλινίκου και τας υπογραφάς των προκρίτων. Έχει ημερομηνίαν αωιγ' αυγού στου κθ' . 14) Διανεμητήριον μεταξύ των τέκνων του «Παγότη Μπονέλου» υπό ημερομηνίαν «1813 οκτομβρίου 21». 15) «Διαθήκη του Καρά Δούκα» υπό ημερομηνίαν 1813 δεκεμ βρίου 16. 16) Αφιερωτήριον αφορών κτήμα (εις «Λάκκον») της Ελενού δας του Γιαννάκη Πήτα, αφιερωθέν υπό ταύτης τω Ι. Ναώ της Παναγίας. Φέρει προς τοις άλλοις και την υπογραφήν «Πρωτοπαπάς X"Βενέδικτος παρόν» και ημερομηνίαν 1813 δεκεμβρίου 26. 17) Διαθήκη της αυτής, ως άνω, Ελενούδας του Γιαννάκη Πήτα υπό την αυτήν ημερομηνίαν. 18) «Ίσον της Διαθήκης Βλωτίνας Γρημάνινας» υπό χρονολο γίαν 3 Ιανουαρίου 1814. 19) Αφιερωτικόν μιας οικίας της «Τριανταφυλλιάς του Τριαντά φλου» εις τον Ναόν της Παναγίας, υπό ημερομηνίαν 8 Μαρτίου 1814. 20) Αφιερωτικόν δια την αυτήν εκκλησίαν ενός οικοπέδου της «Αμερισούδας θυγατρός του Νικορέζου» υπό ημερομηνίαν 31 Μαρ τίου 1814. 21) Πωλητήριον προς την αυτήν εκκλησίαν ενός οικοπέδου της «Αμερισούδας θυγατρός του Νικορέζου και συζύγου του X"Γεωρ γάκη Σαμαρά» υπό ημερομηνίαν 10 Απριλίου 1814. Φέρει βεβαίωσιν ιδιόχειρον του Μητροπολίτου Μυτιλήνης Καλλινίκου. 22) Ο Αρχιδιάκονος Σαμουήλ Παναγ. Γέρου δια του εγγράφου τούτου ανταλλάσσει εν ιδικόν του οικόπεδον προς το ως άνω κτήμα της Νικορέζου, υπό ημερομηνίαν 23 Μαΐου 1814. 23) Πωλητήριον προς τον Ναόν της Παναγίας ενός οικοπέδου της «Κυράτζας X"Ίω. Σκορδά» υπό ημερομηνίαν 16 Αυγούστου 1814. Φέρει ιδιόχειρον επικύρωσιν του Μυτιλήνης Καλλινίκου. 24) Πωλητήριον προς τον Ναόν της Παναγίας ενός «σωθηρίου» του «κατά το ποτάμι» από μέρους της Διαμάντης του Αντωνάκη Καρά-Τάσακ και των ορφανών του υπό ημερομηνίαν 22 Ιουλίου 1815. Φέρει ιδιόγραφον επικύρωσιν του Μυτιλήνης Καλλινίκου. 25) «Διαθήκη του κυρ Βασιλείου X"Κωνσταντίνου Νολέλη» υπό ημερομηνίαν 29 Ιουλίου 1815. 26) Πωλητήριον προς την Κοινότητα Αγιάσου «τόπου» τινος από μέρους της Διαμάντης συζύγου Γιαννάκη Φωτίου. Φέρει την υπογραφήν «Αρχιδ. Αγάπιος υποβεβαιοί» και ημερομηνίαν αωιε' σεπτεμ. ιε'. 27) Αφιερωτήριον Αμερισούδας Παλααγγέλου και του υιού της Αρμενάκη Βατζανού εις τον Ναόν της Παναγίας Αγιάσου, αφορών
οικόπεδον εις θέσιν «Κάμπος» υπό ημερομηνίαν 25 Ιανουαρίου 1816. 28) Πληρεξούσιον των Επιτρόπων του Ναού της Παναγίας Αγιάσου προς τους Ιεροδ. Ιωαννίκιον και Χριστόφαν Δούκα Κυ πριώτην προς συλλογήν βοηθειών υπέρ του ναού, συνταχθέν ενώπιον του Μυτιλήνης Καλλινίκου και ιδιοχείρως υπό τούτου επικυρωθέν, από 23 Φεβρ. 1816. 29) Διάλυσις εταιρίας των Κοντέλη Μπογλή και Στρατή Λα βρακά ενώπιον του αυτού Μητροπολίτου, από 18 Απριλίου 1816. 30) «Κατάστιχον τα όσα εδιόρισεν ο X"Γεώργης Ιατρός Ιωαν νίδης προς ψυχικήν σωτηρίαν και των κληρονόμων αυτού», από 22 Απριλίου 1816. 31) Αφιερωτήριον προς τον Ναόν της Παναγίας Αγιάσου ενός μύλου εις Ακράσι από μέρους του εκ Πλωμαρίου Δημητράκη Αγρο τάρου, από 8 Μαΐου 1816. 32) Διανεμητήριον της κληρονομίας Ιωάννου Λαγέλη, από 23 Μαΐου 1816. 33) Πωλητήριον «τόπου ελαιομύλου» της κληρονομίας Κωνστ. Συκά, από 4 Ιουλίου 1816. 34) Πωλητήριον «ελαιομύλου» μετά υδάτων προς την Κοινότητα Αγιάσου από μέρους Βράνη Κ. Ηζιλά, από 17 Ιουλίου 1816. 35) Πωλητήριον «ελαιομύλου» των αδελφών Συκά προς τον Αρχιδιάκονον Σαμουήλ, από 29 Ιουλίου 1816. 36) Διαθήκη της Αικατερίνης Μούχαλου δια χειρός Πρωτοπαπά X"Βενεδίκτου, από 1 Σβρίου 1816. 37) Αφιερωτήριον «εργαστηρίου» του Βασιλείου Ταλαλέ προς τον Ναόν της Παναγίας Αγιάσου, από 19 Σβρίου 1816. 38) Γραμμάτιον 220 γροσίων του Γεωργάκη Καματζέλη, από 10 Δβρίου 1816. 39) «Ίσον της διαθήκης του Στρατήγη Πάλη» 1816 (άνευ άλλης χρονολογ. ενδείξεως). (Συνεχίζεται)
Με βαθυτάτην συγκίνησιν διεπίστωσα την ευσέβειαν των εκλεκτών της Αγιάσου και τον πατριωτικόν παλμόν που συνέχει τας ψυχάς αυτών. Με εξαιρετικήν ευλάβειαν προς το Ιερόν της Αγιάσου Προσκύνημα 24-5-37.
Κ. ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΣ Υπουργός των Θρησκευμάτων
ΤΟ ΧΡΥΣΟΚΕΝΤΗΤΟΝ ΕΠΙΤΡΑΧΗΛΙΟΝ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣΟΥ Του κ. ΕΥΑΓΓ. Γ. ΚΛΕΟΜΒΡΟΤΟΥ
Εις το σκευοφυλάκιον του εν Αγιάσω της Λέσβου Προσκυ νήματος της Κοιμήσεως της Θεοτόκου φυλάσσεται μεταξύ άλλων κειμηλίων χρυσοκέντητον επιτραχήλιον, εφθαρμένον μεν εις πολλά σημεία, αλλά λίαν αξιόλογον δια τε τον εικονογραφικόν διάκο σμον και την κεντητικήν αυτού (1). Έχει μήκος 1.39 και πλάτος 0.28. Ούδεμίαν χρονολο γίαν φέρει ουδ’ επιγραφήν τινα (2). Πάντως εκ της εν γένει τεχνοτροπίας και εξ άλλων λόγων, ους κατω τέρω θα εκθέσωμεν, δυνά μεθα να κατατάξωμεν αυτό μεταξύ των εκλεκτοτέρων έργων της μεταβυζαντινής κεντητικής του ΙΖ' αιώνος. ΤΕΧΝΟΤΡΟΠΙΑ.- Το επιτραχήλιον τούτο φέρει την συνήθη μορφήν των βυζαντινών χρυσοπάστων επιτραχηλίων, ήτοι απο τελείται εκ δύο μακρών λωρίδων εκ μεταξίνου υ φάσματος χρώματος ερυ θρού, αίτινες ενούνται προς αλλήλας δια μι κρών χρυσών κομβίων εν είδει κωδωνίσκων και εκατέρα των οποίων φέρει ως διάκοσμον σειράν α γίων εντός κύκλων υπό μορφήν εγκολπίων, κατά ζεύγη βαινόντων καθ’ ό λον το μήκος του επιτρα χηλίου. Τρεις ζώνας δυνά μεθα να διακρίνωμεν, ως προς τον διάκοσμον αυτού, μίαν μεγάλην και δύο μικράς. Την (1) Ευχαριστίας οφείλομεν προς τον αιδεσιμ. Αρχιερ. Επίτροπον Αγιάσου Πρωτοπρεσβύτερον κ. Εμμ. Μυτιληναίον, διευθυντήν του περιοδικού «Αγία Σιών», παραχωρήσαντα εις ημάς την δημοσίευσιν του εν λόγω επιτραχηλίου. (2) Παρ’ όλας τας ερεύνας, δεν κατέστη δυνατόν να εξακριβώσωμεν την προέλευσιν του επιτραχηλίου τούτου. Υπάρχει πιθανότης να εδωρήθη τούτο υπό τινος των εξ Αγιάσου Αρχιερέων ή του Πατριάρχου Ιεροσολύμων Προκοπίου, όστις, ως γνωστόν, εδώρησεν εις τον ναόν διάφορα ιερά αντι κείμενα.
πρώτην καταλαμβάνουν πεντήκοντα εξ άγιοι εν προτομή (Πατριάρ χαι, Προφήται, Απόστολοι, Ιεράρχαι, Όσιοι, Μάρτυρες), την δευτέραν δύο ολόσωμοι άγγελοι με ελαφράς κινήσεις και με λίαν εκφραστικά πρόσωπα, και την τρίτην κλαδίσκος, εξ αργυρού νήματος κεντημένος, με τρίφυλλα, ρόδακας και κόμβους ανθέων. Το κέντημα εις πολλά σημεία είναι όμοιον προς το του επιτραχηλίου του Πατριάρχου Ιωαννικίου (3). Έχει δηλαδή κεντηθή με τον συνήθη τρόπον, που εκεντώντο τα μεταβυζαντινά χρυσό παστα, καθ’ ον τα χρυσά και αργυρά νήματα επερράπτοντο ουχί κατ’ ευθείαν επί του υφάσματος, αλλ' επί ετέρου άλλου απλου στέρου κεντήματος εκ μαλλίνου ή μεταξίνου νήματος. Κατά ταύτα εις το εν λόγω επιτραχήλιον υπάρχουν δύο στρώματα κεντή ματος· το πρώτον, το οποίον αποτελείται εκ μαλλίνου νήματος χρώματος φαιού, έχει κεντηθή κατά λίαν απλούν τρόπον επί του υφάσματος και χρησιμεύει ως στήρι γμα δια το δεύτερον, το εκ χρυσών και αργυρών νημάτων πο λυτελές κέντημα. Καί τοι όμως υπό το χρυ σούν κέντημα υπάρ χει δεύτερον στρώμα (γέμισμα), εν τούτοις αι διάφοροι παραστά σεις των αγίων και αι λοιπαί διακοσμήσεις δεν παρουσιάζονται ανάγλυφοι, ως συμ βαίνει με άλλα χρυ σοκέντητα άμφια της αυτής εποχής, αλλά τουναντίον όλα σχεδόν τα εικονιζόμενα πρόσωπα μετά των λοι πών διακοσμητικών στοιχείων διατηρούν απολύτως το αυτό επί πεδον. Τούτο δε ακριβώς δύναται να αποτελέση τρανόν μαρτύ ριον, ότι το εν λόγω επιτραχήλιον δεν είναι δυνατόν να θεωρηθή έργον μεταγενέστερον των αρχών του ΙΖ' αιώνος, δεδομένου (3) Ε. Γ. Κλεομβρότου Το επιτραχήλιον του Οικουμ. Πατριάρχου Ιωαν νικίου του Β'. «Ποιμήν», έτος Δ' (Παράρτημα) σελ. 9-13.
ότι εις τα μεταγενέστερα άμφια, και τα είδη της βελονιάς αυξάνουσι και η κατασκευή εν γένει του κεντήματος είναι χον δροειδεστέρα και ουχί επίπεδος (4). Εξαίρεσιν αποτελούν αι παραστάσεις του Μωυσέως και του Ρουβίμ, ένθα το εσωτερικόν στρώμα είναι κάπως χονδρότερον. Ένεκα δε τούτου συμβαίνει, ώστε το κέντημα των ενδυμάτων των δύο τούτων εικονιζομένων προσώπων να είναι τρόπον τινά ελαφρώς ανάγλυφον. Ο τεχνίτης ενταύθα δεν εχρησιμοποίησε πολλάς μεθόδους κεντήματος, ουδέ ήλλαξε την ποιότητα του μεταξίνου ή χρυσού νήματος κατά την πορείαν του κεντήματος. Έκαμεν ευρείαν χρήσιν σύρματος χρυσού ενός και του αυτού είδους, ήτοι σύρματος ουχί εξ ενός νήματος απαρτιζομένου, αλλ' εκ πολλών τοιούτων, συνη νωμένων προς άλληλα και συνεστραμμένων εις εν. Δέκα λεπτοφυέ στατα χρυσά νήματα αποτελούν το επίσης λεπτοφυές σύρμα, το οποίον χρησιμοποιείται υπό του τεχνίτου κατά το κέντημα των διαφόρων παραστάσεων. Τα πρόσωπα, αι παλάμαι των χειρών, οι βόστρυχοι της κε φαλής και το γένειον είναι ειργασμένα άριστα μετά πολλής της επιμελείας δια λεπτού μεταξίνου νήματος χρώματος φαιού. Αν και τα περισσότερα εξ αυτών έχουν καταστραφή, λόγω της φθοράς της μεταξίνης κλωστής, με την οποίαν έχουν ταύτα κεντηθή, εν τούτοις όμως εκ των σωζομένων ελαχίστων λειψάνων δυνάμεθα να παραδεχθώμεν, ότι ο τεχνίτης επέτυχε να προσδώση εις τα πρόσωπα ικανήν έκφρασιν και χάριν. Η υπό ποικίλην μορφήν παράστασις των ενδυμάτων των ει κονιζομένων προσώπων και ιδία ο πλούτος των ωραίων πτυχώ σεων, καθιστούν το εν λόγω κειμήλιον αξιοπρόσεκτον. Αι πτυχαί, αι προσδίδουσαι εξαιρετικήν μεγαλοπρέπειαν και επιβλητικότητα εις τα εν προτομή εικονιζόμενα πρόσωπα των αγίων, αν και φαί νονται εκ πρώτης όψεως βαθείαι και ισχυραί, ουδόλως μεταβάλουν το επίπεδον των παραστάσεων και του εν γένει διακόσμου. Τοσαύτη δε είναι η ποικιλία και η παραλλαγή των ενδυμάτων των αγίων, ώστε έκαστον πρόσωπον καταντα να παρίσταται υπό ιδίαν στολήν, ανάλογον πάντοτε προς την τάξιν εις ην ανήκει. Τοιαύται λ.χ. καταφανείς παραλλαγαί παρατηρούνται εις τας στολάς των αρχιδιακόνων Στεφάνου, Εύπλου και Λαυρεντίου. Εκείνο το οποίον θα είχε τις να παρατηρήση από εικονο γραφικής απόψεως, είναι ότι ο τεχνίτης δεν ετήρησε την κανονι κήν σειράν των διαφόρων αγίων κατά την κατάταξιν αυτών, ούτω δε συμβαίνει να βλέπη τις Μάρτυρας μεταξύ των Πατριαρχών και Πατριάρχας μεταξύ των Μαρτύρων. ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΙΚΟΣ ΔΙΑΚΟΣΜΟΣ.— Εις την κορυφήν του επιτραχηλίου και κατ’ αντίθετον κατεύθυνσιν προς την σειράν των αγίων υπάρχει εντός κύκλου ωραιοτάτη σύνθεσις της μικράς (4) Μαρίας Γ. Σωτηρίου «Χρυσοκέντητον επιγονάτιον του Βυζαντινού Μουσείου Αθηνών, μετά παραστάσεως της εις Άδου καθόδου». Πρακτικά της εν Αθήναις Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας του έτους 1933, τόμος Β', σελ. 112.
δεήσεως, εν η εικονίζεται επί θρόνου καθήμενος ολόσωμος ο Ιησούς Χριστός, έχων εκατέρωθεν εις στάσιν δεήσεως, δεξιά μεν την Θεοτόκον και αριστερά τον Πρόδρομον. Την παράστασιν ταύτην καθιστά ωραιοτέραν η λάμψις των χρυσών και αργυρών νημάτων εν συνδυασμώ προς την αρμονίαν των χρωμάτων. Κατόπιν άρχεται η σειρά των αγίων εντός κύκλων ισομε γέθων, έκαστος των οποίων έχει περιφέρειαν 0.22. Τα δύο πρώτα πρόσωπα τα περικοσμούντα το περιλαίμιον βαίνουν το εν κατό πιν του άλλου δι’ έλλειψιν προφανώς χώρου, πάντα δε τα λοιπά βαίνουν κατά ζεύγη. Η σειρά έχει ως εξής : 1) η Θεοτόκος 2) ο άγιος Βασίλειος 3) ο αγ. Λάζαρος 4) ο αγ. Γρηγόριος 5) ο άγ. Αρσένιος 6) ο άγ. Νικόλαος 7) ο άγ. Διον. Αρ. 8) δυσανάγνωστον 9) ο άγ. Ιερόθεος 10) ο άγ. Ευτύχιος 11) ο άγ. Θωμάς 12) ο άγ. Θεόφιλος 13) ο άγ. Κύριλλος 14) δυσανάγνωστον 16) ο θ. Ιωακείμ 16) η αγία Άννα 17) ο άγ. Αντώνιος 18) ο Πατρ. Ισαάκ 19) ο Πρ. Ααρών 20) ο Μελχισεδέκ 21) ο Πρ. Μωϋσής 22) ο Πρ. Ζαχαρίας 23) ο Πρ. Ιωήλ 24) ο Ροβοάμ 25) ο Πρ. Αβακούμ 26) ο Πρ. Δανιήλ 27) ο άγ. Κοσμάς 28) ο άγ. Δαμιανός
1) ο άγγελος Γαβριήλ 2) ο άγιος Κύρος 3) δυσανάγνωστον 4) ο αγ.Πέτρ. Αλεξ. 5) ο αγ. Αθανάσιος 6) ο άγ. Ιωάν.Χρυσ. 7) ο άγ. Επιφάνιος 8) ο άγ. Σπυρίδων 9) ο άγ. Ιάκ. Αδελφ. 10) ο άγ. Βαρνάβας 11) δυσανάγνωστον 12) δυσανάγνωστον 13) ο άγ. Μαρτίνος 14) ο άγ. Σάββας 15) ο Πατρ. Ιακώβ 16) ο Πατρ. Αβρ. 17) δυσανάγνωστον 18) ο Πατρ. Ρουβίμ 19) ο Πρ. Δαυΐδ 20) δυσανάγνωστον 21) δυσανάγνωστον 22) ο άγ. Αλέξιος 23) ο αρχιδ. Λαυρ. 24)ο αρχιδ.Εύπλους 25) ο άγ. Ιωάννης 26) Στέφ. ο πρωτομ. 27) ο άγ. Κήρυκος 28) η άγ. Ιουλίττα.
Εν γενικαίς γραμμαίς το εν λόγω επιτραχήλιον διατηρεί την Βυζαντινήν παράδοσιν, ως προς την τέχνην και τον διάκοσμον, είναι δε εν εκ των καλλιτέρων έργων της μεταβυζαντινής κεντη τικής, τα οποία σώζονται σήμερον εις την Λέσβον.
ΠΗΓΑΙ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣΟΥ Του κ. ΣΤΡΑΤΗ ΚΟΛΑΞΙΖΕΛΛΗ
Γραφτές πηγές, σχετικές με την Αγιάσο, υπάρχουν πολύ ολίγες. Οι αρχαίοι και οι μεταγενέστεροι συγγραφείς και τα λεξικά της αρχαίας ελληνικής γλώσσης δεν αναφέρουν για την Αγιάσο τίποτε. Η «Λεσβιάδα» του Σταυράκη Αναγνώστου, που εξεδόθη στα 1850, αναφέρει μία ιστορία της Αγιάσου, η οποία δυστυχώς δεν εφαρμόζεται μέσα στην Αγιάσο. Ένας Μητροπολιτικός Κώδικας της Μυτιλήνης από του 1567 έως το 1652, (ο οποίος σήμερα δεν σώζεται, αλλά μας τον περιγράφει ο Σταυράκης Αναγνώστου στο τέλος της «Λεσβιά δας» του), αναφέρει μοναχά, ότι την εποχή εκείνη η Αγιάσος είχε το όνομα Αγία Σιών. Εκεί που απαριθμεί τα χωριά, που υπάγονται σ’ αυτή τη Μητρόπολη, από τον αριθμό 10 έως τον 15 συμπεριλαμβανόμενο αναφέρει τα εξής : 10) Κάτω Τρίτος, 11) Ίππειος, 12) Κεράμια, 13) Αγία Σιών, 14) Άντρια Δέκα, 15) Ασώματος κ.τ.λ. Τα άλλα δεν τα αναφέρομε, γιατί είναι μακρυά
από την Αγιάσο και δεν έχουν ιστορικώς καμμιά σχέση με αυτή. Όπως τα έχει γραμμένα, μας κάνει να παραδεχθούμε, ότι το χωριό Αγία Σιών είναι η σημερινή Αγιάσος. Ο ίδιος ο Κώδικας μας λέγει, ότι στην αγροτική τοποθεσία, την καλουμένη Άντρια, υπήρχον την εποχή εκείνη δέκα χωριου δάκια, τα οποία είχαν το περιληπτικό όνομα Δέκα Άντρια, και ότι το χωριό Κεράμια, το οποίο στα τελευταία χρόνια της τουρκο κρατίας ήτο τουρκοχώρι, την εποχή εκείνη ήτο χριστιανικό χωριό, ή είχε και χριστιανική Κοινότητα. Ένας άλλος Κώδικας της ίδιας Μητροπόλεως, μεταγενέ στερος του προηγουμένου, μετά τα 1709, ο οποίος σώζεται, έχει καταχωρημένα μονάχα πέντε έγγραφα, σχετικά με την Αγιάσο. Τα τρία πρώτα, που είναι και τα σπουδαιότερα, εν περιλήψει λένε, ότι στα 1709 η Αγιάσος είχε βασιλικό φερμάνι, με το οποίο είχε το προνόμιο να μη πληρώνη καμμιά φορολογία, ούτε στον Ναζίρη (δηλαδή στον Πολιτικό Διοικητή, ο οποίος ήτο και ενοι κιαστής των δημοσίων προσόδων), ούτε στους Μυτιληναίους· γι' αυτό οι Δημογέροντες της Μυτιλήνης ενήργησαν στην Πόλη με τον Ναζίρη Ιμπραήμ αγά να ακυρώσουν το φερμάνι, αλλά και οι Αγιασώτες αντενήργησαν και ανέκτησαν πάλι το φερμάνι των. Κατεδίκασαν μάλιστα τους Μυτιληναίους να τους δώσουν πίσω τα δοσίματα, που πήραν, αλλά κατόπιν έκαναν συμβιβασμό στα 1729. Από το τέταρτο έγγραφο του 1742 μαθαίνομε, ότι ο Κυρί τζης Συναδινός αφιέρωσεν εις την Υπεραγίαν Θεοτόκον του χω ρίου Αγίας Σιών μία χρυσή κουλαγίνα, με την συμφωνίαν να μην έχη ο Επίτροπος της Εκκλησίας της Αγιάσου άδειαν και εξουσίαν να την πωλήση, εκτός σε μια ανάγκη της Εκκλησίας, και πάλι να ερωτήση τους πλησιεστέρους συγγενείς. Από αυτό το έγγραφο βεβαιωνόμεθα, ότι η Αγία Σιών και η Αγιάσος είναι το ίδιο χωριό, αφού μέσα στο ίδιο έγγραφο αναφέρεται και χωριό Αγία Σιών και Εκκλησία της Αγιάσου. Βλέπομε δε ότι αναφέρει μονάχα ένα Επίτροπον της Εκκλησίας, γιατί Επίτροπον εννοεί μονάχα τον Ταμίαν της. Το πέμπτο έγγραφο του 1753 εν περιλήψει λέγει, ότι ο Δη μήτρης Πατέρας από το χωριό Αγία Σιών για κάτι ζημίες, που προξένησε στη Μυτιλήνη, εξεβλήθη έξω της Εκκλησίας του Χρι στού. Από αυτό το έγγραφο βλέπομε, ότι ακόμα και στα 1753 η Αγιάσος είχε και το όνομα Αγία Σιών. Οι «Λεσβιάδες» και τα Εγκυκλοπαιδικά Λεξικά, όσα γρά φουν για την Αγιάσο, στηρίζονται πάνω στην ιστορία του Σταυ ράκη Αναγνώστου. Το σωζόμενο Αρχείο και οι σωζόμενοι Κώδικες της Εκκλη σίας της Αγιάσου, η οποία επί τουρκοκρατίας ήτο το κέντρο της ζωής της Αγιάσου, αναφέρουν μερικά συμβάντα και χρονολο γίες μονάχα για την μετά τα 1800 εποχή. Και η Περιγραφή της Αγιάσου, που έγραψε στα 1861 ο
Αγιασώτης δάσκαλος Βασίλειος Βράνης (ή Βρανηάδης έχει πολύ ολίγα για την ιστορία της Αγιάσου (1). Κάτι μαθαίνομε από τις γραφτές αυτές πηγές, αλλά και δεν μπορούμε μονάχα με αυτές να δούμε και να μελετήσωμε όλη την ιστορία της Αγιάσου. Ας έρθουμε τώρα στα άλλα βοηθήματα. Παλαιά βιβλία της Εκκλησίας, να έχουν σημειώσεις στα εξώ φυλλα, ή στα περιθώρια των σελίδων, δεν υπάρχουν. Πολλά από αυτά τα κατέστρεψαν οι δύο μεγάλες πυρκαϊές, που έγιναν στα 1813 και 1877. Ερείπια αρχαίων κτιρίων δεν φαίνονται πουθενά μέσα στην Αγιάσο, δεν βρίσκονται ούτε μέσα στη γη κρυμμένα, όπως φά νηκε από τις εκσκαφές, που έγιναν μετά τις πυρκαϊές που ανα φέραμε. Λίγα ερείπια, που βρίσκονται στις αγροτικές τοποθεσίες Έν θρονο, Άντρια, Πιτζίλια, δεν μας λένε και μεγάλα πράγματα. Αρχαίες πέτρες δουλεμένες μέσα στην Αγιάσο βρίσκονται μονάχα τα δυο πλάγια στηρίγματα, που είναι τοποθετημένα στην πέτρινη πεζούλα, η οποία είναι στον Νάρθηκα της ιδίας Εκκλη σίας, δεξιά και αριστερά της κυρίας εισόδου του ναού. Λέγεται δε, ότι είναι λείψανα αρχαίου θρόνου, ο οποίος βρισκόταν στα Πιτζίλια, και από τα οποία μετεφέρθησαν στην Αγιάσο στα 1838, όταν έγινε μια μεγάλη επισκευή της Εκκλησίας. Ένα πέτρινο δοχείο με ένα σκαλιστό σταυρό χωρίς χρονο λογία, όμοιο με αγιασμόκουπα, ύψους 30 εκατοστών, το οποίο φυλάγεται στο κηροπωλείο της ιδίας Εκκλησίας, είναι μεταγε (1) Ο Βράνης (ή Βρανηάδης) είναι ο πρώτος ιστοριογράφος της Αγιά σου. Γεννήθηκε στα 1817. Όταν τελείωσε το τότε σχολείο της Αγιάσου, πήγε σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών στο Ναύπλιο, που ήταν τότε πρωτεύουσα της Ελλάδος, για να ακούση και μαθήματα ανώτερα. Εκεί έμεινε έως τα 1838, οπότε επέστρεψε στην Αγιάσο. Στην αρχή, χάρις εις τις καλές συστά σεις των κληρικών της Μητροπόλεως Μυτιλήνης, προσελήφθη ως δάσκαλος από μία αριστοκρατική οικογένεια της Κωνσταντινουπόλεως. Κατόπιν δίδα ξε στα σχολεία της Βάρνας, της Ραιδεστού και της Μαγνησίας της Μικράς Ασίας. Στα 1852 επέστρεψε στην Αγιάσο, όπου και παντρεύτηκε. Υπηρέ τησε και σ’ αυτή ως δάσκαλος επί 8 χρόνια· κατόπιν παρητήθη και ανεμι γνύετο στα κοινοτικά έως τα 1882, οπότε απέθανε. Στα 1861 έγραψε ένα βιβλίο με τον τίτλο : «Το εξακουστόν Προσκύ νημα, ήτοι περιγραφή της εν Λέσβω κωμοπόλεως Αγιάσου και της εν αυτή υπαρχούσης Αγίας και θαυματουργού Εικόνος της Κυρίας ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας». Το βιβλίο αυτό τυπώθηκε στη Σμύρ νη εκ της τυπογραφίας Ι Μάγνητος. Έχει 48 σελίδες. Οι πρώτες όμως 27 περιέχουν θρησκευτικά ποιήματα και την Ακολουθίαν του Εσπερινού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου· επομένως είναι άσχετες με την ιστορίαν της Αγιάσου . Το άλλο μέρος του βιβλίου (σελίδες 21) διαιρείται σε τρία κεφάλαια. Το πρώτο περιέχει λίγα γεωγραφικά, την ιστορία της Αγιάσου και την παραγωγή της λέξεως Αγιάσος. Το δεύτερον κάνει λόγο για τον περίβλεπτο ναό, και το τρίτο πού δαπανώνται τα εισοδήματα αυτού. Έγραψε δε και τρία άλλα μικρά βιβλιαράκια : 1) «Περί των εν τω γραπτώ λόγω γραφο μένων σημείων», Σμύρνη 1862. 2) «Ο Καθρέπτης των παίδων», Σμύρνη 1864. 3) «Η μετάνοια του ασώτου νέου», Μυτιλήνη 1871.
νέστερο. Και αυτό βρισκόταν στα Πιτζίλια, από τα οποία μετε φέρθη στα δικά μας χρόνια. Αρχαίες επιγραφές δεν υπάρχουν στην Αγιάσο. Μία πάνω στο ψιλοδουλεμένο μάρμαρο, που είναι εντοιχισμένο επάνω από την εξώθυρα της ιδίας Εκκλησίας στην Κάτω Αγορά, φέρει χρο νολογία 1806 και είναι λείψανο της προγενεστέρας Εκκλησίας, η οποία χτίσθηκε στα 1806 και κάηκε στα 1813. Τα καλοδουλεμένα μάρμαρα της μιας πρόσοψης της Βρύσης, που είναι παρά την εξώθυραν της Κάτω Αγοράς, ο σκαλιστός δι κέφαλος αετός, που είναι εντοιχισμένος επάνω από την εξώθυρα της Άνω Αγοράς, το μάρμαρο της Βρύσης του καφενείου του Ξε νώνος παρά το εκκλησάκι των Αγίων Αποστόλων, και κάτι άλλες πέτρες μέσα στην εκκλησία, είναι και αυτά λείψανα της αρχαιο τέρας εκκλησίας του 1806. Της ιδίας εκκλησίας λείψανο είναι και η μαρμάρινη στρώση της εκκλησίας και του Νάρθηκος· γι’ αυτό είναι φθαρμένη από την πυρκαϊά του 1813. Η επιγραφή, που είναι γραμμένη επάνω από την κυρία εί σοδο της ιδίας εκκλησίας, λέγει εν περιλήψει, ότι η εκκλησία αυτή είναι της Θεοτόκου Αγίας Σιών, ότι χτίσθηκε στα 1815 και ότι στα 1838 έγινε στην εντέλεια. Η επιγραφή, που είναι γραμμένη στον τοίχο της σκάλας του Ξενώνος της Εκκλησίας, λέγει «Τους προσκυνητάς της Σιών της Αγίας, πάντας προσηνώς δέχομαι εκ καρδίας». Ένα παλαιό κομμό με ωραίες εικόνες και με κομψά μετάλ λινα αγαλματάκια, (—κοινώς λεγόμενο παγγάρι —), το οποίο φυ λάγεται στο Συνοδικό της ιδίας εκκλησίας, όση αξία και αν έχη, είναι ξένο προς την τοπική μας ιστορία. Το έφεραν εδώ οι απε σταλμένοι της Αγιάσου, οι οποίοι γύριζαν για εράνους στην Αιο λίδα της Μικράς Ασίας υπέρ της ανεγειρομένης εκκλησίας του 1815. Αυτοί δε το αγόρασαν από τους Ψαριανούς, τους οποίους συνήντησαν στη θάλασσα μεταξύ Λέσβου και Μικράς Ασίας. Οι Ψαριανοί δε όπως είπαν στους απεσταλμένους μας, το είχαν πάρει λάφυρο από ένα Τούρκο μπέη, ο οποίος ταξείδευε στην Πόλη. Κάτι μαθαίνουμε και από αυτά τα βοηθήματα, αλλά και με αυτά μονάχα δεν σβύνομε την δίψα μας. Για να γνωρίσωμε λοιπόν οπωσδήποτε την ιστορία της Αγιάσου, θα αναγκασθούμε να την αναζητήσωμε στα παραμύθια της γιαγιάς και του παππού τις ιστορίες, στην άγραφη δηλαδή ιστορία της Αγιάσου, η οποία μεταδίδεται από το στόμα των γονέων στο στόμα των παιδιών των αλλεπαλλήλων γενεών, με λίγες λέξεις στην παράδοση του τόπου μας. Η παράδοση, έστω και μυθική, έδωσε το πρώτο υλικό της ιστορίας των περισσοτέρων πόλεων, ακόμα και των Αθηνών, η παράδοση της Αγιάσου, έστω και μυθική, θα δώση το πρώτο υλικό της ιστορίας της και θα μας διαφωτίση για εκείνα τα οποία αναφέρουν οι Κώδικες. Δεν είναι όμως εύκολο πράγμα να περισυλλεγούν οι ιστορι
κές παραδόσεις της Αγιάσου. Πρέπει να αναζητηθούν με μεγάλη υπομονή, και με μακροχρόνια επιμονή, σε κάθε ευκαιρία, που παρουσιάζεται και μέσα στην Αγιάσο, και στα πανηγυράκια των εξωκκλησίων της. Αλλά και όσες περισυλλεγούν, δεν είναι εύκολο να εξακριβωθούν, αφού δεν υπάρχουν άλλες μαρτυρίες, με τις οποίες να τις αντιπαραβάλωμε. Εμείς από τον καιρόν, που πρωτοδιορισθήκαμε δημοδιδά σκαλοι της Αγιάσου (1895) σε ηλικία δέκα οκτώ χρονών, είχαμε τη γνώμη, ότι όσο παραμορφωμένες και αν είναι οι ιστορικές μας παραδόσεις θα έχουν και κάποιο ιστορικό πυρήνα∙ γι’ αυτό και από τότε αρχίσαμε να κρατούμε σημειώσεις, Την εργασία αυτή εξακολουθήσαμε σε όλη την διδασκαλική ζωή μας. Και τώρα, που βρισκώμαστε στο περιθώριο της δασκαλικής ζωής και στο κατώφλιο του γήρατος, γράψαμε επί τη βάσει των σημειώσεων αυτών και των γραφτών πηγών, που αναφέραμε στην πρώτη παράγραφο, ένα Δοκίμιο, με το οποίο δεν ισχυριζόμαστε, ότι θα παρουσιάσωμε την γνησία ιστορία της Αγιάσου, από την οποίαν δεν θα μετακινηθή εις τον αιώνα ούτε ένα γιώτα, ούτε μία κεραία. Εμείς αποβλέπομε περισσότερο εις το να διαφυλά ξωμε το ιστορικό μας υλικό, το οποίο κινδυνεύει να λησμονηθή, παρά να το εξακριβώσωμε. Αλλά και εάν κανείς μάς διαψεύση, ή τροποποιήση τα γραφόμενά μας, ή μετακινήση τις χρονολογίες μας, πάλι θα μας μείνη η τιμή, ότι εμείς σαλπίσαμε το ιστορικό εγερτήριο του τόπου μας.
Ο Άμβων της «Αγίας Σιών» ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΣ «Ουκ εγκαταλείψεις την ψυχήν μου εις Άδην, ουδέ δώσεις τον Όσιόν Σου ιδείν διαφθοράν». (Ψαλμ. 15,10)
Ένα πρωί, εις την Ιερουσαλήμ, ευρέθη ανοικτός και άδειος ο τάφος που είχε δεχθή το νεκρόν σώμα ενός καταδίκου, του Ιησού, αν και ο τάφος αυτός είχε σφραγισθή και εφυλάσσετο αυστηρά από την ρωμαϊκήν εξουσίαν. Και απ’ αυτό το ίδιο πρωί, μέσα εις την ιδίαν πόλιν, ήρχισαν να κυκλοφορούν δύο εντελώς διαφορετικαί φήμαι. Οι μεν έλεγαν : — Οι μαθηταί του Ιησού τον είδαν ζωντανόν, ωμίλησαν μαζί, έφαγε εις το τραπέζι των, τους εκάλεσε να τον ψηλαφήσουν, γεμάτος ζωήν, όπως πρώτα, με «σάρκα και οστά». — Όχι, έλεγαν οι άλλοι, οι μαθηταί του τον έκλεψαν νε κρόν από τον τάφον και είπαν πως ανέστη· έτσι ακούσθηκε από τους φύλακας του Τάφου του, που εκοιμώντο, όταν έγινε η κλοπή... Εκοιμώντο ! Οι Ρωμαίοι φρουροί ! Φυσικά αυτό, αν και επί δεκάδας ετών διεδίδετο επιτηδείως, δεν ημπορούσε να πιάση !
Πώς ημπορούσαν να κοιμηθούν οι φύλακες, και μάλιστα όλοι μαζί; Πώς ημπορούσαν να διακηρύξουν μόνοι των ότι παρέ βησαν τα σπουδαιότερα και επικινδυνότερα στρατιωτικά των καθήκοντα και απεκοιμήθησαν, Ρωμαίοι στρατιώται αυτοί, εν ω θά νατος ήτο η άφευκτος τιμωρία των αμελών φρουρών ; Πώς —αφού έκοιμώντο—είδαν αυτοί τους μαθητάς που έκλεπταν τον νεκρόν ; Και πώς οι δειλοί και κατατρομαγμένοι μαθηταί — ο τολμη ρότερος απ' αυτούς τον απηρνήθηκεν από τον φόβον μιας μικράς υπηρετρίας ! —θα έκαμναν ένα τόσο παράτολμο πράγμα ; Και δια να κερδίσουν τι; Αφού αυτοί επερίμεναν βασιλείαν επίγειον από τον Χριστόν και δεν είδαν παρά ένα εξευτελιστικόν θάνατον εν μέσω δύο ληστών ; Πώς άλλαξαν έτσι αυτοί, που στις τελευταίες Του ώρες Τον είχαν εγκαταλείψει έρημον και είχαν σκορπισθή ; Σε πόσα πράγματα, άτοπα όλως διόλου και παράλογα, οδηγεί η εμπάθεια που θέλει ν’ αρνηθή μίαν αλήθειαν, διότι δεν ημπορεί να την ανεχθή !
Η εμπάθεια αυτή εξηκολούθησεν είκοσιν ολοκλήρους αιώ νας να εργάζεται, άλλοτε με την μίαν θεωρίαν και άλλοτε με την άλλην, δια να δημιουργήση τέρατα παραλογισμού και ασυνεπείας ακατανόητης, μόνον και μόνον δια ν’ αρνηθή την αλήθειαν της Αναστάσεως του Χριστού ! Και μόνον θεωρητικά ηπειλήθη τάχα η αλήθεια αυτή ; Μή πως από αυτάς τας πρώτας ημέρας που οι Απόστολοι εκήρυξαν μέσα εις την Ιερουσαλήμ την Ανάστασιν του Εσταυρωμένου, το κυριώτερον όπλον των αρχόντων του εβραϊκού λαού δεν ήτο η βία και ο διωγμός ; — Εκείνο που είδαμεν δεν ημπορούμεν παρά να το κηρύσ σωμεν. Ειπέτε μας σεις αν πρέπη να πειθαρχούμε σε σάς και όχι στον Θεόν ! Αυτή ήταν η απάντησις των Αποστόλων εις τους ραβδι σμούς των αρχιερέων και αυτήν την απάντησιν εξηκολούθησαν να δίδουν οι χριστιανοί εις όλας τας εποχάς, που το αίμα των επότιζε το δένδρον της Πίστεως, της Αγάπης και της Ελπίδος, κάτω από το οποίον, εις πείσμα όλων των παλαιοτέρων και των νεωτέρων εχθρών του Χριστού, βρίσκουν δροσιάν και χορτασμόν όλοι «οι πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνην».
Το φως που επήδησε μέσα από το σκοτάδι ενός Τάφου, την νύκτα της Αναστάσεως, η ζωή που εχύθηκε από το στόμα Ενός που τον επίστευσαν για πάντα νεκρόν και εχθροί και φίλοι, η λύ τρωσις που ήλθε από μίαν άδικον θανατικήν εκτέλεσιν, δεν είναι πράγματα αυτά που ημπορεί να τα ιδή όποιος έχει τα μάτια του κλειστά, όποιος μόνος του σκοτώνει μέσα του κάθε παλμόν ανω τέρας ζωής, όποιος είναι ευχαριστημένος από τα δεσμά, που έχει χαλκεύσει εις τον εαυτόν του με τας κακάς του συνηθείας. Πώς τα θέλετε ; Δια να ημπορή κανείς να ομιλήση δια τον Χριστόν, πρέπει να Τον έχη ιδεί με τα μάτια της πραγματικότητος.
Δεν πρέπει να έχη μήτε την δοκησισοφίαν των Γραμματέων και των Φαρισαίων, μήτε την μοχθηρίαν των Αρχιερέων του Ισραήλ, μήτε την φιλαργυρίαν και τον εγωισμόν του Ιούδα του Ισκα ριώτου.
— «Εάν το έργον αυτό δεν είναι από τον Θεόν, δεν ημπορεί παρά να καταργηθή». Έτσι είχεν ομιλήση ο γέρων Γαμαλιήλ, ο ζηλωτής φαρι σαίος, μέσα εις μίαν επίσημον σύσκεψιν του Μεγάλου Συνεδρίου των Εβραίων εις την αρχήν του πρώτου κατά της Εκκλησίας διωγμού. — «Ειδ’ άλλως—προσέθεσε—ό,τι και αν κάμετε θα είναι μάταιος κόπος και προσέξετε μήπως εις το τέλος αποδειχθήτε και θεομάχοι . . .» Το «Χριστός ανέστη» που ακούεται ύστερα από είκοσιν αιώνων αντίδρασιν κρυφήν και φανεράν, αποδεικνύει ότι ο σοφός διδάσκαλος του Σαύλου είχεν απόλυτον δίκαιον. Αυτή είναι η ιστορική πραγματικότης.
ΕΜΠΡΟΣ ΕΙΣ ΤΟ ΔΡΑΜΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΜΑΣ «Ο νόμος του πνεύματος της ζωής εν Χρι στώ Ιησού ηλευθέρωσέ με από του νόμου της αμαρτίας». (Ρωμ. 8, 2)
Υπάρχουν, βέβαια, πολλαί τραγωδίαι εις τον κόσμον, αλλά δεν υπάρχει τραγωδία τραγικωτέρα από εκείνην που παίζεται μέσα εις την ψυχήν του ανθρώπου, που πάντα θέλει κάτι καλλί τερον, κάτι περισσότερον ευγενικόν και πάντα ζητεί να λυτρωθή και να πετάξη υψηλότερα από τα πάθη που τον περικυκλώ νουν ..., χωρίς, εν τούτοις, να το κατορθώνη ποτέ ! Μερικοί παρακαλούν τον αετόν της σκέψεως να τους ση κώση υψηλά και βασίζονται εις τας διανοητικάς των κατακτή σεις, και τους βλέπει κανείς τότε να πέφτουν και να θρυμματί ζωνται, όπως η χελώνη του αισωπείου μύθου ! Δεν ημπορεί παρά να θρηνήση κανείς επάνω εις τα συντρίμματα, εις τα οποία μετα βάλλουν την ύπαρξίν των εκείνοι που δεν θέλουν να έχουν κανένα οδηγόν και εμπιστεύονται επάνω εις την δύναμιν την ιδικήν των. Πόσοι άνθρωποι, αλήθεια, δεν προσπαθούν ν’ ανεβάσουν την πέτραν έως την κορυφήν του βουνού και αιφνιδίως, εκεί που επίστευσαν πως ετελείωσαν οι κόποι, την βλέπουν να κατρακυλά και τρέχουν οπίσω της και ξαναρχίζουν πάλιν τον άγώνα ! Πό σους δεν καίει η δίψα και δεν τους φλογίζει αθεράπευτα, ενώ τρέχει εμπρός των το δροσερό και κρυστάλλινο ποτάμι της αλη θείας που βασιλεύει γύρω των ! Πώς ημπορεί να μη κλάψη κανείς επάνω εις αυτήν όλην την δυστυχίαν ; Ο άνθρωπος—λέγει ο Απόστολος Παύλος—που ζη ακόμη μακράν από τον Χριστόν, παλαίει διαρκώς με τον εαυτόν του, δεν ημπορεί να κάμη το καλόν που ποθεί η ψυχή του, αλλά πολλάκις
πράττει το κακόν, που εις το βάθος του είναι μισητόν, διότι ημπορεί μεν να έχη την καλήν θέλησιν, δεν ευρίσκει όμως τον τρό πον να την πραγματοποιήση ! Δεν ακολουθεί το καλόν που του αρέσει, αλλά δουλεύει το κακόν που τον στενοχωρεί ! Ποθεί από μέσα από τα βάθη της ψυχής του να κάμη το καλόν, αλλά... βλέ πει μέσα εις τον εαυτόν του ένα άλλον «νόμον» παρά πολύ ισχυ ρόν που είναι πάντοτε αντίθετος προς το αληθινόν του συμφέρον, και ο «νόμος» αυτός εξουδετερώνει κάθε καλήν του προσπάθειαν και τον παραδίδει αιχμάλωτον εις την αμαρτίαν ! «Ταλαίπωρος εγώ άνθρωπος τις με ρύσεται εκ του σώματος του θανάτου τούτου;» Δεν ηκούσθη ποτέ σπαρακτικώτερος θρήνος απ' αυτόν, κραυγή που να εκφράζη βαθύτερον πόνον ! Είναι το μυστικό κλάμα κάθε ψυχής που ζητεί να εύρη, χωρίς οδηγόν, τον δρόμον της ζωής και που θέλει να πετάξη με τα ιδικά της ψεύτικα πτερά ή εμπι στεύεται εις τας τυχαίας γνωριμίας της στιγμής. . . Πόσοι άραγε από τους αναγνώστας των γραμμών αυτών δεν έχουν πείραν αυτού του πόνου ! Πόσοι άρά γε δεν έχουν κλάψει δια την εγκα τάλειψιν ή δια την προδοσίαν που έχουν αισθανθή από τους φίλους και συμβούλους της στιγμής ! Πόσων η καρδία θα έχη στα λάξη μαύρο αίμα, διότι μίαν καλήν απόφασιν που επήραν δια να στηρίξουν επάνω εις αυτήν χίλιες χρυσές ελπίδες πώς θα καλλιτε ρεύσουν την ζωήν, την είδαν σε λίγο παραμορφωμένην από τον βούρκον της κακίας που, χωρίς να το θέλουν, και χωρίς ακόμη να το καταλάβουν καλά-καλά, εχύθηκε επάνω των ακράτητος δια να τους σκεπάση ! . . . Αν δεν σου έτυχεν ακόμη, αγαπητέ φίλε, να δώσης μεγά λην προσοχήν εις την ιστορίαν της πρώτης αμαρτίας, δεν ημπο ρείς όμως παρά να έχης καθημερινήν πείραν των αποτελεσμάτων αυτής της ενοχής. Ημπορεί να είσαι και συ από εκείνους που δεν αγαπούν τους περιορισμούς, και το δυσκολώτερον πράγμα ίσως να σου φαίνεται ακόμη ότι είναι η υποταγή — αν μάλιστα είσαι νέος ακόμη αυτήν την στιγμήν. Δεν ημπορείς όμως παρά, αν προσέξης περισσότερον ό,τι συμβαίνει μέσα εις την ψυχήν σου, να ιδής ότι δεν έχεις καμμίαν δύναμιν και η ελευθερία, δια την οποίαν καυχάσαι, δεν είναι παρά ένα φανταστικό πράγμα — αν δεν έχης γνωρίσει τον Χριστόν — μέσα σου δεν ημπορεί παρά να βασιλεύη ο «νόμος της αμαρτίας». Έ! ο «νόμος» αυτός δεν έχει καμμίαν δύναμιν δι’ όλους εκεί νους που έχουν κάμει ιδικόν των Σωτήρα τον Αναστάντα Χρι στον· διότι Αυτός ενίκησε τον «νόμον της αμαρτίας» και δι’ αυτό ακριβώς ήλθεν εις τον κόσμον και εθυσίασε τον Εαυτόν του επάνω εις τον σταυρόν, δια να χαρίση με την Ανάστασίν Του εις όλους όσοι θέλουν να ακούσουν την φωνήν Του, την «εξουσίαν» να νικήσουν και αυτοί την αμαρτίαν και να γίνουν «τέκνα Θεού». Η δύναμις αυτή και η εξουσία δίδεται εις τον καθένα, και δεν έχεις παρά να την ζητήσης και συ και να την κάμης ιδικήν σου. Ο Χριστός σε περιμένει . . . Ε. Γ. Μ.
ΧΡΟΝΙΚΑ 21 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1937
Η ΠΡΩΤΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΕΠΙΣΚΕΨΙΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΙΕΡΟΝ ΝΑΟΝ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣΟΥ Η 21η Φεβρουαρίου 1937 θα παραμείνη αλησμόνητος δια τους κατοίκους της Αγιάσου και αληθώς ιστορική δια τον αυτόθι ιερόν ναόν της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Δια πρώτην φοράν Έλλην Βασιλεύς, η Α.Μ. ο Γεώργιος Β' επε σκέφθη την ωραίαν κωμόπολιν και τον μεγαλοπρεπή της ναόν και εδί δαξεν εκεί με το υψηλόν βασιλικόν Του παράδειγμα πόσον αξίζει η εις τα θεία ευλάβεια και πόσον είναι συνδεδεμένη προς το αληθινόν με γαλείον η πίστις εις τον Θεόν. Ο ιερός ναός από της εξωθύρας μέχρι του ιερού βήματος είχε διακοσμηθή με τα εθνικά χρώματα, με τους βασιλικούς θυρεούς και με δάφνας και μυρσίνας. Εις την αυλόθυραν του ναού επί κυανολεύκου πλατείας ταινίας χρυσή επιγραφή εχαιρέτιζε την βασιλικήν επίσκεψιν με την γραφικήν αναφώνησιν «Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου», εις την είσοδον του εξωνάρθηκος άλλη επιγραφή επανελάμβανε την γρα φικήν επίσης ευχήν «Ζήτω ο Βασιλευς», εντός δε του ναού κυανό λευκα λάβαρα κρεμάμενα κατά μήκος των δύο τελευταίων παρά το άγιον βήμα κιόνων, το μεν υπενθύμιζεν ότι «ο Βασιλευς ελπίζει επί Κύριον και εν τω ελέει του Υψίστου ου μη σαλευθή», το δε διηρ μήνευε την προς τον ευσεβή Βασιλέα ευχήν της Εκκλησίας «Δώη σοι Κύριος κατά την καρδίαν σου και πάσαν την βουλήν σου πληρώσαι». Όλοι οι λαμπροί πολυέλαιοι και αι εκατοντάδες των αρ γυρών κανδηλών του ευρυχωροτάτου ναού ήσαν ανημμένοι, πλήθος δε άπειρον ασφυκτικώς είχε πλημμυρίσει τα εντός και τα εκτός του ναού, πλην των δια τον Βασιλέα και τους επισήμους καθωρισμένων χώρων. Από του περιστυλίου του εξωνάρθηκος μέχρι της αυλοθύρας του ναού είχον εκατέρωθεν παραταχθή τιμητικώς οι παλαιοί πολεμισταί φέροντες τα πολεμικά των μετάλλια, όπισθεν δε τούτων οι μαθηταί των σχολείων μετά των διδασκάλων των κρατούντες μικράς κυανολεύκους. Πέντε ιε ρείς και ο διάκονος του ναού, έχοντες επί κεφαλής τον Αρχιερατικόν Επίτροπον κρατούντα μικρόν χρυσούν σμαλτοποίκιλτον Ευαγγέλιον, άπαντες φέροντες ολοκλήρους τας λειτουργικάς των στολάς, ετάχθη σαν εκατέρωθεν της κυρίας εισόδου υπό το περιστύλιον του ναού, περι στοιχιζόμενοι υπό παίδων φερόντων ομοιομόρφους βυσινοχρόους εκκλη σιαστικάς στολάς και κρατούντων λαμπάδας και εξαπτέρυγα. Ο Βασιλεύς μετά της ακολουθίας του ανήλθε δια της οδού του Σανατορίου, επεσκέφθη και απεθαύμασε το λαμπρόν τούτο ίδρυμα της πατρικής προνοίας του Σεβασμ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ. Ιακώβου και θα κατήρχετο εκείθεν κατ’ ευθείαν εις τον ιερόν ναόν
της Παναγίας. Από της πρώτης στιγμής της εμφανίσεως της βασιλι κής ακολουθίας επί της προς το Σανατόριον οδού ήρχισαν να κρούων ται πανηγυρικώς οι κώδωνες των ναών, κατέπαυσαν δε αι κωδωνο κρουσίαι ευθύς ως το φέρον την Α.Μ. ανοικτόν αυτοκίνητον κατέ φθασεν εις την αυλόθυραν του ναού. Ήτο περίπου 5.30' μ.μ. ότε μεγαλοπρεπής, ευθυτενής αλλά και ελαφρός και χαρίεις κατήλθε του αυτοκινήτου του ο Άναξ, χαιρετών τα ζητωκραυγάζοντα πλήθη. Άμα κατελθόντα του αυτοκινήτου τον Βασιλέα υπεδέχθη ο αντιπρόεδρος του Κοινοτικού Συμβουλίου κ. Π. Τζαννετής, από δε του μέσου της αυλής υπεδέχθη Αυτόν ο Αρχιερατικός Επίτροπος αιδ. Εμμ. Γ. Μυτιληναίος, όστις έτεινεν Αυτώ το Ιερόν Ευαγγέλιον εις ασπασμόν. Προπορευομένων των λαμπάδων και εξαπτερύγων ο ιερός κλήρος εισήλθεν εν πομπή εις τον ναόν, ευθύς δ’ αμέσως ήρχετο και ο Βασιλευς, επί τη εμφανίσει του οποίου ο ναός εδονήθη εκ των ζητω κραυγών του εν αυτώ συνηθροισμένου πλήθους. Ο Βασιλευς ανήλθεν επί της δευτέρας βαθμίδος του Αρχιερα τικού θρόνου, οι κληρικοί κατέλαβον τας προ της ωραίας πύλης θέ σεις των, άκρα σιγή αμέσως επεκράτησε και εψάλη κατανυκτικώς και μετά βυζαντινής μεγαλοπρεπείας σύντομος δέησις, επισφραγι σθείσα δια του Βασιλικού Πολυχρονισμού, ην υπό την διεύθυνσιν του πρωτοψάλτου κ. Αθ. Πούπουρα έψαλεν η χορωδία του ναού μετά της χορωδίας του Αναγνωστηρίου. Άμα τη ενάρξει της δεήσεως κατέφθασε και ο Σεβασμ. Μητρο πολίτης ακτινοβολών εξ ικανοποιήσεως και χαράς και έλαβε θέσιν εν τω κέντρω του ναού, όπου η θέσις του παλαιού «Αετού» και όπου είχεν επί τούτω στρωθή ιδιαίτερος πολυτελέστατος τάπης. Μετά την απόλυσιν ο Αρχιερατικός Επίτροπος συνοδευόμενος υπό του αιδ. Οικονόμου κ. Ν. Πατσέλλη επροχώρησεν εν καταφανεί συγκινήσει προς τον κατελθόντα του θρόνου Βασιλέα και τω έτεινε το Ιερόν Ευαγγέλιον, όπερ Εκείνος ησπάσθη και πάλιν ευλαβώς, προσέ φερε δε προς την Α.Μ. εκ μέρους της Επιτροπείας του Προσκυνήμα τος της Θεοτόκου αντίγραφον της θαυματουργού εικόνος της Πανα γίας, φιλοτεχνηθέν υπό του αγιασώτου ζωγράφου κ. Νικ. Χατζηνικο λάου και φέρον καλλιτεχνικόν επίχρυσον πλαίσιον, μικρογραφίαν και τούτο του παλαιού επιχρύσου πλαισίου της αυτής ιεράς εικόνος, φιλο τεχνηθέν υπό του χρυσοχόου κ. Ευαγγέλου Κουγιουμτζή. Η εικών μετά του πλαισίου είχε τοποθετηθή εντός πολυτελούς επίσης και καλ λιτεχνικωτάτης θήκης, φερούσης επί μεν της προσθίας όψεως παλαιόν ανάγλυφον του Αγ. Γεωργίου, επί δε της οπισθίας όψεως την αφιέ ρωσιν: «Τη Α.Μ. τω ευσεβεστάτω Βασιλεί των Ελλήνων Γεωργίω Β' ευλογία εκ του εν Αγιάσω Ιερού Προσκυνήματος της Υπεραγίας Θεοτόκου. 21 Φεβρ. 1937». Ο Βασιλευς εδέχθη το δώρον ευχαριστών, έκαμε το σημείον του σταυρού και μετά ευλαβείας ησπάσθη το εικόνισμα, εζήτησε δε να ίδη εκ του πλησίον την μεγάλην εικόνα της Παναγίας και συνοδευόμενος υπό του Σεβασμ. Μητροπολίτου και του Αρχιερ. Επιτρόπου επροχώ ρησε προς το υποδειχθέν αυτώ μέρος του Εικονοστασίου, όπου η ιερά εικών, ησπάσθη ταύτην ευλαβώς και παρετήρησε μετά προσοχής το
ιερόν τούτο κειμήλιον, επεξηγούντος του Σεβασμ. Μητροπολίτου τα κατά την ιστορίαν αυτού και ακολούθως στραφείς προς τον Αρχιε ρατικόν Επίτροπον έτεινε προς αυτόν την χείρα λέγων : — Σας είμαι ευγνώμων δια το δώρον σας. Δια χειραψίας ομοίως εχαιρέτησε και τους λοιπούς προ της ωραίας πύλης κληρικούς και ακολούθως υπέγραψεν εις το υπό του επιτρόπου του ναού κ. Στρ. Κολαξιζέλλη προσκομισθέν αυτώ λεύκωμα, καθώς και εις το λεύκωμα του Αναγνωστηρίου. Λόγω του προκεχωρημένου της ώρας η Α.Μ. δεν εδέχθη ν’ ανα παυθή σπεύδουσα να παρευρεθή εγκαίρως εις τινα επίσημον δεξίωσιν εν Μυτιλήνη, είπε δε ότι επιφυλάσσεται να παραμείνη περισσότερον όταν, ως ελπίζει, επανέλθη άλλοτε και εστράφη προς την έξοδον συνο δευομένη υπό του Σεβασμ. Μητροπολίτου, ον ηκολούθησαν και οι λοιποί επίσημοι. Τον Βασιλέα αποχωρούντα απεχαιρέτησεν ο Αρχ. Επίτροπος δια του «Ζήτω ο Βασιλευς», υψώσας το Ευαγγέλιον εις σχήμα ευλογίας, την ευχήν δε ταύτην παρέλαβεν η ιαχή του σπεύδοντος ήδη προς την εξώθυραν πλήθους, όπερ μέχρι της στιγμής εκείνης ίστατο ακίνητον και σιωπηλόν. Το βασιλικόν αυτοκίνητον εκινήθη αμέσως, εν ω ο Βασιλευς μει διών έσειε την χείρα και απεχαιρέτα τα παραληρούντα εκ του ενθου σιασμού πλήθη και διάτορος ηκούετο των ευσεβών γυναικών η ευχή : - Η Παναγιά μας μαζί Σου, Βασιληά. Την αμέσως επομένην Παρασκευήν ο Αρχιερατικός Επίτροπος κατά την ώραν του τακτικού εσπερινού κηρύγματος ωμίλησεν εν τω Ναώ της Παναγίας ενώπιον πυκνοτάτου ακροατηρίου περί της ευλα βούς ταύτης Βασιλικής επισκέψεως και των εξ αυτής απορρεόντων δια τους υπηκόους της Α.Μ. πολυτίμων διδαγμάτων και επήνεσε την υπό του ευσεβούς λαού τηρηθείσαν κατά την δεξίωσιν παραδειγματικήν ευ κοσμίαν και τάξιν. Ο εκ των επιτρόπων της Παναγίας παλαίμαχος διδάσκαλος κ. Στρ. Κολαξιζέλλης απέστειλεν εις την Α.Μ. σύντομον χαρακτηριστι κήν περιγραφήν της Αγιάσου και σύντομον επίσης υπόμνημα περί της ανάγκης όπως η πανήγυρις του Ναού μας λάβη ευρύτερον ελληνικόν χαρακτήρα, εις ταύτα δ’ απήντησεν η Α.Μ. δια του Αυλαρχείου, ευχα ριστούσα δια την περιγραφήν και πληροφορούσα ότι παρέπεμψε το υπό μνημα εις το Πολιτικόν Γραφείον του κ. Πρωθυπουργού.
ΤΑ ΙΕΡΑΤΙΚΑ ΣΥΝΕΔΡΙΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣΟΥ Την 19ην και 20ήν Οκτωβρίου 1936 συνήλθεν εν Αγιάσω το Α' Φροντιστηριακόν Συνέδριον του Ιερού Κλήρου της κωμοπόλεως ταύτης και των περί αυτήν χωρίων, κατόπιν των υπ' αριθμ. 1822 και 1949 εγκυκλίων του Σεβασμ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κυρίου Ιακώβου, υπό την προεδρείαν του αυτόθι Αρχιερατικού Επιτρό που αιδεσ. Πρωτοπρεσβυτέρου κ. Eμμαν. Γ. Μυτιληναίου. Του Συνεδρίου τούτου μετέσχον οι εφημέριοι Αγιάσου,
Ασωμάτου, Λάμπου Μύλων, Κεραμιών, Σκούντας, Ιππείου, Κάτω Τρίτους και Μυχούς. Τα μέλη του Συνεδρίου συνήλθον εις την εναρκτήριον συνε δρίασιν περί ώραν 4 μ.μ. της 19ης Οκτωβρίου, ημέρας Δευτέρας, και απηύθυναν προς τον Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην τηλεγρά φημα, δι’ ου υπέβαλον τα αισθήματα του προς Αυτόν σεβασμού και της αφοσιώσεώς των και, εκφράζοντες την ευγνωμοσύνην των δια την σύγκλησιν του Συνεδρίου, επεκαλούντο τας ευχάς της Α. Σεβασμιότητος. Υπό του αιδεσ. Προέδρου ανεπτύχθη ο σκοπός των τοιούτων Συνεδρίων και υπεδείχθησαν πρακτικαί τινες από ψεις της τελετουργικής διακονίας των κληρικών, ακολούθως δε εψάλη εν τω ιερώ ναώ της Παναγίας πανηγυρικός εσπερινός επί τη υπό των εν Αγιάσω Κεφαλλήνων αγομένη εορτή του πολιού χου αυτών Αγίου Γερασίμου. Εις τον εσπερινόν παρευρέθη πολύ πλήθος ευσεβών χριστια νών, ωμίλησε δε προς αυτούς ο Πρόεδρος του Συνεδρίου, εξάρας τους βαθείς ιστορικούς και πνευματικούς δεσμούς, οίτινες υπάρ χουσιν από αιώνων μεταξύ του ορθοδόξου Κλήρου και του ελλη νικού Λαού. Μετά τον εσπερινόν τα μέλη του Συνεδρίου παρεκάθησαν εις δείπνον παρατεθέν υπό της Επιτροπείας του Ναού της Πανα γίας εν τη αιθούση της Βιβλιοθήκης αυτού, κατ’ αυτό δε αντηλλά γησαν θερμαί προπόσεις, διερμηνεύουσαι την χαράν των μελών του Συνεδρίου επί τη ευκαιρία της αδελφικής ταύτης συγκεντρώ σεως και ανεγνώσθη χαιρετιστήριον τηλεγράφημα του κατά την αυτήν ημέραν συνελθόντος Συνεδρίου των κληρικών της περιφε ρείας Παμφίλων, εις ο αμέσως απεστάλη θερμοτάτη απάντησις. Μετά το δείπνον τα μέλη του Συνεδρίου κατήλθον εις τον Ναόν, όπου ανεγνώσθη μετά κατανύξεως η ακολουθία του Μ. Αποδείπνου και της Θ. Μεταλήψεως, την δε πρωΐαν της επομένης ετελέσθη εν τω αυτώ Ναώ η θεία Λειτουργία υπό του Αρχιερατι κού Επιτρόπου και πάντων των μετεχόντων του Συνεδρίου κλη ρικών. Κατά την θ. λειτουργίαν, τελεσθείσαν μετά πάσης σεμνότη τος και μεγαλοπρεπείας, παρέστησαν πάσαι αι τοπικαί αρχαί, οι διευθυνταί των σχολείων, το προσωπικόν και οι μαθηταί του Ημι γυμνασίου και πολύ πλήθος ευσεβών χριστιανών, ωμίλησε δε και πάλιν μετά το Ιερόν Ευαγγέλιον ο Πρόεδρος του Συνεδρίου αφορμηθείς από του ευαγγελικού ρητού «Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες ...» και περιγράψας την ανακούφισιν, την οποίαν έφε ρεν εις τον κόσμον ο Χριστός. Την θείαν λειτουργίαν παρηκολού θησεν απ' αρχής μέχρι τέλους ολόκληρον το πολυπληθές εκκλη σίασμα εν απολύτω τάξει και προσοχή. Μετά την απόλυσιν της θ. λειτουργίας συνήλθον εις το γραφείον του Αρχιερατικού Επιτρόπου τα μέλη του Συνεδρίου και εμελέτησαν την ιστορίαν και την ερμηνείαν της θείας λειτουργίας του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, την δε
Εις το Β'
Ι ερατικόν
Συνέδριον
της Α γιά σ ο υ .
μεσημβρίαν παρεκάθησαν εις γεύμα, παρατεθέν και πάλιν υπό της Επιτροπείας του Ναού της Παναγίας, εις ο παρεκάθησαν ιδιαιτέ ρως προσκληθέντες και ο Ειρηνοδίκης Αγιάσου κ. Μαρκόπουλος, ο Αστυνόμος Αγιάσου κ. Μπουραντάνης, ο Διευθυντής του Ημι γυμνασίου κ. Ε. Γαρμπής, ο Διευθυντής του Α' Δημοτικού Σχο λείου Αγιάσου κ. Λιάκατος και ο Διευθυντής του Β' Δημοτικού Σχολείου κ. Φωτεινέλλης.
Μετά μεσημβρίαν της αυτής ημέρας, αφ’ ου εν χαρά εδεξιώ θησαν τους την στιγμήν εκείνην αφιχθέντας εις Αγιάσον γυμναστάς της Λέσβου, έχοντας επί κεφαλής τον κ. Γενικόν Επιθεωρητήν της Γυμναστικής, τα μέλη του Συνεδρίου συνήλθον εις τελευταίαν συγκέντρωσιν, καθ’ ην ανεπτύχθη το θέμα περί της εν τη κοινω νία αποστολής και δράσεως του Εφημερίου και γενόμενον δεκτόν ομοφώνως υπεγράφη παρά πάντων το εξής ψήφισμα :
Οι εν Αγιάσω συνελθόντες πρεσβύτεροι και διάκονοι της κωμοπόλεως Αγιάσου και των περιχώρων, αφ' ου εν εκκλησία πολλή ηνέσαμεν τον Θεόν και εν τη κοινωνία του Σώματος και του Αίματος του Κυρίου ησθάν θημεν την δύναμιν της ενότητος και της αγάπης, ακούσαντες και των ειση γήσεων, αίτινες εγένοντο κατά την παρούσαν Σύναξιν, Ψηφίζομεν αποδεχόμεθα ως επείγουσαν την ανάγκην της συμφώνως προς τας κανονι κάς και τυπικάς διατάξεις διαρρυθμίσεως των του ναού και των ιερών τελε τών και της κατά το ευαγγελικόν πνεύμα εν τη κοινωνία αναστροφής και δράσεως ημών και επικαλούμεθα εν προκειμένω την αρωγήν του Υψίστου δι’ ευχών του Σεβασμιωτάτου ημών Ποιμενάρχου, ούτινος είησαν πολλά τα έτη. Εγένετο εν Αγιάσω τη 20ή Οκτωβρίου 1936. + Εμμ. Γ. Μυτιληναίος, Πρωτοπρεσβύτερος, Οικ. Π. Στόικος, Νικ. Πατσέλλης, Κωνσταντίνος Βαλιάνος, Δημήτριος Γ. Λου πέλλης, Π. Γρηγόριος, Παναγιώτης Ψύρρας, Κωνστ. Αδα μαντόπουλος, Ευστράτιος Σινιόρος, Παναγιώτης Σινάνης, Ιωάννης Ε. Πολυπαθέλλης, Ν. Β. Παπουτσέλλης.
Κατά την τελευταίαν ταύτην συνεδρίαν ελήφθη και ανεγνώ σθη το εξής εξ Αθηνών τηλεγράφημα του Σεβασμ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ. Ιακώβου : Αρχιερατικόν Επίτροπον Αγιάσον
Επευλογούντες ιερού Κλήρου Σύναξιν, ευχόμεθα πάσι θείαν ενίσχυσιν. Μυτιλήνης ΙΑΚΩΒΟΣ
Την ανάγνωσιν του τηλεγραφήματος τούτου παρηκολούθη σαν όρθιοι οι σύνεδροι. Μεθ’ ο ο Πρόεδρος κατέκλεισε την Σύνα ξιν δια συγκινητικής προσφωνήσεως, καταληξάσης εις θερμήν προσευχήν. Ο αιδεσ. Οικονόμος κ. Παναγ. Στόικος εξέφρασεν εκ μέ ρους των συνελθόντων κληρικών την ευγνωμοσύνην αυτών προς τον Σεβασμ. Μητροπολίτην και προς τον Πρόεδρον του Συνε δρίου, και έδωκε την διαβεβαίωσιν ότι τα αποφασισθέντα θα απο τελέσωσι βάσεις δια την περαιτέρω δράσιν αυτών. Περί ώραν 5 μ.μ. απεχώρησαν οι σύνεδροι εις τα ίδια, συγ κεκινημένοι εξ όσων ήκουσαν και είδον και παρακαλούντες όπως το ταχύτερον επαναληφθή η κατά πάντα ωφέλιμος και ενθαρρυν τική αύτη σύναξις των εν Χριστώ αδελφών. Δι’ αποφάσεως του Σεβασμ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ. Ια κώβου, κοινοποιηθείσης δια της υπ' αριθμ. 345 από 22ας Φεβρουα ρίου 1937 εγκυκλίου αυτού, οι ιεροί ναοί των χωρίων Ασωμάτου, Ιππείου, Σκούντας, Κεραμιών, Λάμπου Μύλων, Κάτω Τρίτους και Μυχούς υπήχθησαν εις την δικαιοδοσίαν του Αρχιερατικού Επιτρόπου Αγιάσου, εις ον ανετέθη δια της αυτής εγκυκλίου η ευθύνη δια την καλήν διοίκησιν των εν λόγω ιερών ναών. Άμα τη κοινοποιήσει της αποφάσεως ταύτης ο Αρχιερατι
κός Επίτροπος περιώδευσε τα περί ων ο λόγος χωρία και επεθεώ ρησε τους εν αυτοίς ιερούς ναούς, συστήσας κατά τόπους τα προσ ήκοντα, δια δε της από 12ης Μαρτίου 1937 πρώτης αυτού εγκυ κλίου προς τους υπ' αυτόν κληρικούς εκάλεσε τούτους εις το Β' Φροντιστηριακόν Συνέδριον την Τετάρτην και Πέμπτην της Α' Εβδομάδος των Νηστειών, ήτοι την 17ην και 18ην Μαρτίου 1937, ίνα μελετηθώσιν από κοινού 1) το Τυπικόν της Αγίας και Μεγ. Τεσσαρακοστής και 2) ζητήματά τινα ευταξίας και πνευματικής δράσεως. Άμα ως συνεκεντρώθησαν οι κληθέντες κληρικοί, οίτινες — πλην ενός ασθενούντος- έσπευσαν μετά πάσης προθυμίας εις Αγιά σον, ετελέσθη εν τω Ιερώ Ναώ της Παναγίας η Ακολουθία του Μεγάλου Αποδείπνου, καθ’ ην προσήλθον πολλοί ευσεβείς χρι στιανοί, ωμίλησε δε επικαίρως ο αιδεσ. Εμμαν. Γ. Μυτιληναίος, την δ’ επομένην ετελέσθη υπό του Προέδρου του Συνεδρίου, βοη θουμένου υπό των διακόνων Αλεξ. Ρακατζή και Ιωάνν. Πολυπα θέλλη, η θ. λειτουργία των Προηγιασμένων, καθ’ ην ωμίλησεν από της αναγνωσθείσης περικοπής των Παροιμιών του Σολομών τος ο ιερουργών, προσήλθον δε εις την θείαν κοινωνίαν εντός του ιερού βήματος φέροντες επιτραχήλιον κατά την τάξιν πάντες οι παρόντες ιερείς. Μετά την ακολουθίαν της εσπέρας της Τετάρτης ανεπτύχθη το ειδικόν Τυπικόν των ακολουθιών της Αγ. και Μεγ. Τεσσαρα κοστής, μετά δε την θείαν λειτουργίαν της Πέμπτης εδιδάχθη η ιστορία και η ερμηνεία της θ. λειτουργίας των Προηγιασμένων και κατηρτίσθη εν τέλει το πρόγραμμα δια το θ. κήρυγμα και την εξομολόγησιν των πιστών εν ταις ενορίαις της περιφερείας, εις ας ανέλαβε να περιοδεύση επί τούτω ο Αρχιερατικός Επί τροπος. Τα πορίσματα της προμνησθείσης ανά τους ναούς της περι φερείας πρώτης επιθεωρήσεως έδωκαν αφορμήν εις κοινάς σκέ ψεις και αποφάσεις περί της εν τοις ιεροίς ναοίς ευταξίας και των περί ταύτην ειδικωτέρων καθηκόντων των εφημερίων. Το Συνέδριον άμα τη συγκροτήσει αυτού απηυθύνθη δια τη λεγραφήματός του προς τον εν Αθήναις συνοδικόν διατελούντα Σεβασμ. Μητροπολίτην, όστις απήντησεν επίσης τηλεγραφικώς ως εξής : Αρχιερατικόν Επίτροπον Αγιάσον Συγχαίροντες, ευλογούμεν υμέτερον θεοφιλές έργον, ευχόμενοι πάντας. Μυτιλήνης ΙΑΚΩΒΟΣ
Μετά την λήξιν της τελευταίας συνεδρίας και την επί ταύτη ευχαριστήριον προσευχήν του Προέδρου, εψάλη υπό πάντων ορθίων ισταμένων η φήμη του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου. Τους συνέδρους εφιλοξένησε και κατά τας δύο ημέρας της εν Αγιάσω διαμονής των η Επιτροπεία του Ιερού Ναού της Παναγίας. Την εν τω ναώ τούτω τελεσθείσαν θ. λειτουργίαν των Προηγιασμένων παρηκολούθησεν ολόκληρος σχεδόν η κοινωνία
της Αγιάσου μετά κατανύξεως και ευλαβείας και μετ’ αυτής και οι μαθηταί του Ημιγυμνασίου μετά των καθηγητών αυτών. Ο τόσον χρήσιμος αποδειχθείς θεσμός των Φροντιστηρια κών Ιερατικών Συνεδρίων θα συνεχισθή και εν τω μέλλοντι, διότι και την επί υγιών βάσεων γνωριμίαν μεταξύ των λειτουργών της Εκκλησίας διευκολύνει και την συστηματοποίησιν του έργου αυ των βαθμηδόν προάγει, εφ’ όσον - μάλιστα - ως συμβαίνει με τους κληρικούς της περιφερείας μας τόσην δεικνύουν φιλοτιμίαν εις την κατά δύναμιν εφαρμογήν των εκάστοτε αποφασιζομένων. Ο Ιερός Κλήρος. Από του παρελθόντος Ιανουαρίου λειτουργεί χάριν των εν τω Ιερώ Προσκυνήματι της Παναγίας ιερα τευόντων «Λειτουργικόν και Τελε τουργικόν Φροντιστήριον», εν τω οποίω υπό την διεύθυνσιν του Αρ χιερατικού Επιτρόπου γίνονται δις της εβδομάδος διδασκαλίαι και ασκή σεις σχετικαί προς την κατανόησιν και την ορθήν και ομοιόμορφον τέλε σιν των διαφόρων ιερών μυστηρίων και τελετών και κρίνονται επί τη βά σει της εκκλησιαστικής τάξεως πάντα τα εν τω ναώ τελούμενα. Προς διευ κόλυνσιν των μελετών εν γένει του Ιερατείου του ναού ετέθη εις την διάθεσίν του ειδική αίθουσα μετά πλουσίας συλλογής συγγραμμάτων. Ωρισμένας διδασκαλίας και ασκή σεις παρακολουθούν και οι ψάλται του Ιερού Προσκυνήματος.
Θείον Κήρυγμα. Πάντοτε εν τω Ιερώ Προσκυνή ματι κατεβλήθη φροντίς από μέρους των εκάστοτε επιτρόπων, ώστε, οσά κις ήτο δυνατόν, ν’ ακούεται το Κή ρυγμα του Θείου λόγου. Από του παρελθόντος δ’ έτους απέκτησεν ο Ναός μας μόνιμον και τακτικόν ιερο κήρυκα, τον και διευθυντήν του παρόντος δελτίου. Ούτως ηκούσθη ανελλιπώς ο λόγος του Θεού καθ’ όλας τας «παρακλήσεις» του περυ σινού «Δεκαπενταυγούστου», κατά τας θείας ιερουργίας των Κυρια
κών και των εορτών ολοκλήρου του έτους και εν τω μέσω της εβδομάδος καθ’ όλον το διάστημα της χειμερινής περιόδου επί ζητημάτων ερμηνευτικών, ηθικοκοινωνικών, λει τουργικών, κατηχητικών κλπ. Το Θείον Κήρυγμα εξακολουθεί και κατά την θερινήν περίοδον κατά πά σαν Κυριακήν και εορτήν εις την θ. λειτουργίαν, θα γίνη δε και εφέτος ειδική σειρά ομιλιών κατά την διάρ κειαν ολοκλήρου του «Δεκαπενταυ γούστου» χάριν των συρρεόντων εξ όλων των μερών της νήσου ευλαβών προσκυνητών.
Ιερά εξομολόγησις. Αθρόοι προσήλθον εις το μυστή ριον της Ιεράς εξομολογήσεως οι περισυνοί προσκυνηταί του Ναού της Παναγίας με την ευκαιρίαν της εν αυτώ παρουσίας ειδικού Πνευματικού Πατρός, ενώπιον του οποίου μετά προθυμίας μεγάλης ετέλεσαν το σπουδαίον τούτο χριστιανικόν καθή κον και οι εντόπιοι κατά τας περιό δους των νηστειών του Δεκαπεν ταυγούστου, του Τεσσαρακονθημέ ρου και της Μεγ. Τεσσαρακοστής. Κατά την περίοδον της συρροής των ξένων προσκυνητών επ’ ευκαιρία της προσεχούς πανηγύρεως του προσκυ νήματος ο Πνευματικός Πατήρ θα εξομολογή και εφέτος καθημερινώς.
Κατηχητικά Σχολεία. Ελειτούργησαν εν Αγιάσω δύο κατώτερα και εν μέσον Κατηχητικόν
Σχολείον κατά το έτος 1936-1937 υπό την διεύθυνσιν του Διευθυντού της «Αγίας Σιών». Εις ταύτα εφοίτησαν υπέρ τους 300 μαθηταί και μαθήτριαι, και εδίδαξαν, πλην του διευθυντού, και οι αιδ. Νικ. Πατσέλλης και Π. Στόικος, εκκλησιαστικά δε άσματα και ωδικήν ο πρωτοψάλτης του ιερού ναού της Παναγίας κ. Αθ. Πούπου ρας. Δια την αγοράν των αναγ καιούντων ειδών διδασκαλίας κ.λ.π. συνεισέφερεν η Επιτροπεία του Ιερού Προσκυνήματος δραχμάς 4.000.
Ανά τα περίχωρα. Υπό του Προϊσταμένου του Ιερού Προσκυνήματος εκηρύχθη ο λόγος του Θεού εις τα χωρία Ασώματον, Ίππειον, Κάτω Τρίτος και Λάμπου Μύλους επ' ευκαιρία εορτών και δη κατά την Μεγ. Τεσσαρακοστήν, ότε και εδέχθη αυτόθι πολυαρίθμους πι στούς εις το μυστήριον της Ιεράς εξομολογήσεως. Εις τα χωρία Ίπ πειον, Κάτω Τρίτος, Κεραμιά και Μυχούν έκαμεν ειδικάς ομιλίας προς τους μαθητάς των σχολείων, των οποίων οι μεγαλείτεροι -εις Ίππειον και Κάτω Τρίτος- προσήλθον προ θυμότατα και εις την Ιεράν εξομο λόγησιν.
Αγαθοεργία. Πλην του εις διαφόρους απόρους διανεμηθέντος κατά την λήξασαν χρήσιν ποσού 14.585 δραχμών και του εις ενίσχυσιν των σχολείων της Κοινότητος δοθέντος επίσης ποσού 6.000 δραχμών εκ του ταμείου του Ιερού Προσκυνήματος, ωργα νώθη κατά το διάστημα των εορτών των Χριστουγέννων διανομή κατ’ οίκον διαφόρων τροφίμων εις υπερ διακοσίας απόρους οικογενείας, επί δύο δε μήνας τον χειμώνα ελειτούρ γησεν εκ πρωτοβουλίας του Ι. Προσ κυνήματος Μαθητικόν Συσσίτιον, εν ω εσιτίζοντο καθ’ εκάστην 200 άπο ροι μαθηταί. Την πρωτοβουλίαν ταύ
την του Ι. Προσκυνήματος υπέρ ου τούτο διέθεσε 10.000 δραχ. ενίσχυσαν
διάφοροι φιλάνθρωποι συμπολίται προσενεγκόντες διάφορα ποσά εις
χρήμα και εις είδη. Υπέρ του Μα θητικού Συσσιτίου διετέθησαν εν όλω τριάκοντα χιλιάδες δραχμών.
Επίσημοι επισκέπται Πλην της Α.Μ. του Βασιλέως, όστις ετίμησε την 21ην Φεβρουαρίου 1937 δια της ιστορικής Του επισκέ ψεως το Ιερόν Προσκύνημα, ως εκτε νέστερον ανωτέρω εγράφη, επεσκέ φθησαν τούτο κατά τους μήνας Μάιον και Ιούνιον ε.έ. μετά του Σεβασμ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ. Ιακώ βου ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Χρυ σόστομος, ο Υπουργός Θρησκευμά των και Παιδείας κ. Κ. Γεωργακό πουλος, ο Υπουργός Τύπου και Του ρισμού κ. Θ. Νικολούδης μετά της αξιοτίμου κυρίας του και ο Υπουρ γός—Διοικητής της Πρωτευούσης κ. Κ. Κοτζιάς μετά 400 εκδρομέων εξ Αθηνών.
Ιερόν Νοσοκομείον Αγιάσου. Υπό την προεδρίαν του Αρχιερα τικού Επιτρόπου συνήλθεν εις επα νειλημμένας συνεδρίας η Εφορία του Ι. Νοσοκομείου και, πλην άλλων τρεχούσης φύσεως ζητημάτων, απε φάσισεν από κοινού μετά της Επι τροπής του Κληροδοτήματος X" Σπύρου την άμεσον σύστασιν προ σωρινού Αναρρωτηρίου μέχρι της αποπερατώσεως του υπό οικοδόμη σιν μεγαλοπρεπούς νοσοκομειακού κτιρίου. Η λειτουργία του Αναρρω τηρίου θ’ αρχίση άμα ως δοθώσιν αι κρατικαί εγκρίσεις. Εν τω μεταξύ από μακρού ήδη χρόνου παρέχεται φαρμακευτική και ιατρική περίθαλψις εν τω εξωτερικώ ιατρείω του Ι. Νο σοκομείου εις τους απόρους συμπο λίτας.
Αναγνωστήριον «Ανάπτυξις». Επί τη αγομένη την Κυριακήν των Μυροφόρων επετείω εορτή του εν Αγιάσω Αναγνωστηρίου η «Ανά πτυξις» ο Αρχιερατικός Επίτροπος προέστη ειδικής εκκλησιαστικής τε λετής, μεθ’ ην επήνεσεν, ως εκ προ σώπου της Εκκλησίας, το έργον του λαμπρού τούτου Ιδρύματος, όπερ εν μέσω τόσων εμποδίων από τεσσαρα κονταετίας και πλέον εργάζεται λίαν επωφελώς. Επί τη ευκαιρία ταύτη υπέμνησεν ότι η Εκκλησία ενισχύει πάντοτε τας τοιαύτας οργανώσεις και ότι και εν προκειμένω και το Ιερόν Προσκύνημα της Παναγίας θα πράξη ό,τι είναι δυνατόν δια την εξασφά λισιν της αξιοπρεπούς και επωφελούς στεγάσεως, της οποίας το Αναγνω στήριον έχει άμεσον ανάγκην. Το Αναγνωστήριον επεσκέφθησαν, συνοδευόμενοι υπό του Αρχιερ. Επιτρόπου και των μελών της Επι τροπείας του Ι. Προσκυνήματος, ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Χρυσό στομος και ο Υπουργός Θρησκευμά των και Παιδείας κ. Κ. Γεωργακό πουλος μετά του Σεβασμ. Μητροπο λίτου Μυτιλήνης κ. Ιακώβου και των λοιπών επισήμων της ακολουθίας των, καθώς και ο Υπουργός Τύπου και Τουρισμού κ. Θ. Νικολούδης μετά της αξιοτίμου κυρίας του. Πάντες οι επίσημοι ούτοι εξεφρά σθησαν ευνοϊκώς δια το Ίδρυμα και ανεγνώρισαν την ανάγκην της ενισχύσεώς του προς συνέχισιν του έργου του.
Ανέγερσις παρεκκλησίου. Τη ευσεβεί και αξιεπαίνω φροντίδι επιτροπής, προεδρευομένης υπό του ταμίου του Ιερού Προσκυνήματος κ. Λεωνίδα X"Κωνσταντή και δια των συντόνων ενεργειών του γραμματέως αυτής κ. Π. Καββαδά, επετεύχθη η δια των εισφορών των ευσεβών συμ
πολιτών εκ βάθρων ανέγερσις του παρεκκλησίου του Γενεθλίου της Θεοτόκου, γνωστού υπό το όνομα «Παναγιούδα» εις την εξοχικήν θέ σιν «Πιτζίλια», όπου πιθανολογείται η θέσις της αρχαίας Πενθίλης. Εις την θέσιν ταύτην τοποθετείται υπό των ιστορικών της Αγιάσου και ο παλαιότερος ναός, εν τω οποίω, ως λέγεται, εφυλάσσετο αρχικώς η θαυματουργός εικών της Θεοτόκου, η θησαυρισθείσα μετέπειτα εις την Αγιάσον. Το παρεκκλήσιον της «Πα ναγιούδας» διακοσμείται ήδη τη επι στασία του Αρχιερατικού Επιτρόπου δι’ αρίστων εικονογραφιών, εκτε λουμένων υπό του εξ Αγιάσου ζω γράφου κ. Νικ. Χατζηνικολάου.
Το Νεκροταφείον Αγιάσου. Χάρις εις τα εσχάτως ληφθέντα αυστηρά μέτρα και εις την άγρυπνον εργασίαν της ειδικής επί του Νεκρο ταφείου Επιτροπείας ηδυνήθη τούτο ν’ αποκτήση την οφειλομένην ευπρέ πειαν. Δια την καλλιτέραν όμως τού του εμφάνισιν υπάρχει έτοιμον λαμ πρόν σχέδιον, του οποίου η εκτέλεσις αναβάλλεται δι’ έλλειψιν των αναγ καίωνοικονομικών πόρων. Κατά το τε λευταίον τρίμηνον επραγματοποιήθη ο εξωραϊσμός του ναϋδρίου, εν τω οποίω τελείται ήδη καθ’ έκαστον Σάββατον πρωΐ η θεία μυσταγωγία.
Ευλαβείς εισφοραί. Δια την επισκευήν του επιχρύσου πλαισίου της ιεράς εικόνος της Θεο μήτορος και τινων άλλων ιερών αντι κειμένων του Προσκυνήματος, προσέ φεραν μετά συγκινητικής προθυμίας πολλοί ευσεβείς κάτοικοι της Αγιάσου . Υπέρ των ευσεβών τούτων χριστιανών ετελέσθη η θεία λειτουρ γία εν τω ιερώ Ναώ της Παναγίας κατά την ημέραν της περατώσεως της εργασίας και της εν αυτώ τοπο θετήσεως των ιερών τούτων αντικει μένων, καθ’ ην εμνημονεύθησαν τα ονόματα αυτών.
ΙΕΡΟΝ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΕΝ ΑΓIΑΣΩ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΙΕΡΩΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ ΚΑΙ ΚΗΡΥΓΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ ΤΟΥ «ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΥΓΟΥΣΤΟΥ» ΤΟΥ
ΕΤΟΥΣ
1937
Κυριακή 1 Αυγούστου Π. Μ. Η τελετή της Προόδου του Τιμίου Σταυρού. Η Θεία Λει τουργία του Αγ. Ιακώβου του Αδελφοθέου. Θ. Κήρυγμα : «Οι σκοποί του Δεκαπενταυγούστου». Μετά τον εσπερινόν, ο Μέγας Παρακλητικός Κανών. Θ. Κήρυγμα : «Η αληθινή προς την Θεοτόκον τιμή». Δευτέρα 2 Αυγούστου Π. Μ. Ο Όρθρος και η Θ. Λειτουργία. Μ. Μ. Εσπερινός — Μικρός Παρακλητικός Κανών. Θ. Κήρυγμα : «Αυτοεξέτασις και απόφασις». Τρίτη 3 Αυγούστου Π. Μ. Ο Όρθρος και η Θεία Λειτουργία. Μ. Μ. Εσπερινός — Μέγας Παρακλητικός Κανών. Θ. Κήρυγμα : «Η άπειρος αγάπη του Ουρανίου Πατρός». Τετάρτη 4 Αυγούστου Π. Μ. Ο Όρθρος και η Θ. Λειτουργία. Μ. Μ. Εσπερινός —Μικρός Παρακλητικός Κανών. Θ. Κήρυγμα : «Η μεταξύ των ανθρώπων αγάπη». Πέμπτη 5 Αυγούστου Π. Μ. Ο Όρθρος και η Θ. Λειτουργία. Μ. Μ. Ο Μέγας Εσπερινός της εορτής της Μεταμορφώσεως. Θ. Κήρυγμα : «Η δύναμις και η αξία της Προσευχής». Παρασκευή 6 Αυγούστου Π. Μ. Μετά την πανηγυρικήν Θ. Λειτουργίαν, η καθιερωμένη Λιτανεία των ιερών εικόνων. Θ. Κήρυγμα : «Διδάγματα από την Μεταμόρφωσιν». Μ. Μ. Έσπερινός—Μικρός Παρακλητικός Κανών. Θ. Κήρυγμα : «Η Χριστιανική Οικογένεια». Σάββατον 7 Αυγούστου Π. Μ. Ο Όρθρος και η Θ. Λειτουργία. Μ. Μ. Εσπερινός της Κυριακής. Κυριακή 8 Αυγούστου Π. Μ. Ο Όρθρος και η Θ. Λειτουργία. Θ. Κήρυγμα : «Τι είναι η χριστιανική πίστις». Μ. Μ. Εσπερινός — Μέγας Παρακλητικός Κανών. Θ. Κήρυγμα : «Η έννοια της Ιεράς Εξομολογήσεως».
Δευτέρα 9 Αυγούστου Π. Μ Ο Όρθρος και η Θ. Λειτουργία. Μ. Μ. Εσπερινός — Μικρός Παρακλητικός Κανών. Θ. Κήρυγμα : «Το μυστήριον του Σώματος και Αίματος του Κυρίου». Τρίτη 10 Αυγούστου Π. Μ. Ο Όρθρος και η Θ. Λειτουργία. Μ. Μ. Έσπερινός—Μέγας Παρακλητικός Κανών. Θ. Κήρυγμα : «Τι είναι η Εκκλησία μας». Τετάρτη 11 Αυγούστου Π. Μ. Ο Όρθρος και η Θ. Λειτουργία. Μ. Μ. Έσπερινός—Μικρός Παρακλητικός Κανών. Θ. Κήρυγμα : «Η πέραν του τάφου ζωή». Πέμπτη 12 Αυγούστου Π. Μ. Ο Όρθρος και η Θ. Λειτουργία. Μ. Μ. Εσπερινός — Μέγας Παρακλητικός Κανών, χοροστατούντος του Σεβασμ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ. Ιακώβου. — Ομιλία του Σεβασμ. Μητροπολίτου. Παρασκευή 13 Αυγούστου Π. Μ. Ο Όρθρος και η Θ. Λειτουργία. Μ. Μ. Εσπερινός —Μικρός Παρακλητικός Κανών, χοροστατούντος του Σεβασμ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ. Ιακώβου. Σάββατον 14· Αυγούστου Π. Μ. Ο Όρθρος και η Θ. Λειτουργία. Μ. Μ. Ο Μέγας Εσπερινός της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτό κου, χοροστατούντος του Σεβασμ. Μητροπολίτου Μυτι λήνης κ. Ιακώβου. Κυριακή 15 Αυγούστου Π. Μ. Ο ’Όρθρος—Αρχιερατική Θεία Λειτουργία, μεθ’ ην η καθιε ρωμένη Λιτανεία της Ιεράς Θαυματουργού Εικόνος της Θεομήτορος, προεξάρχοντος του Σεβασμ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ. Ιακώβου. — Ομιλία του Σεβασμ. Μητρο πολίτου. Μ. Μ. Ο τακτικός Εσπερινός. Κυριακή 22 Αυγούστου Π. Μ. Αρχιερατικόν Μνημόσυνον των αοιδίμων ευεργετών και δωρητών του Ιερού Προσκυνήματος και των Εκπαιδευ τικών και Φιλανθρ. Ιδρυμάτων Αγιάσου, ιερουργούν τος του Σεβασμ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ. Ιακώβου. Μ. Μ. Πανηγυρικός Εσπερινός επί τη Αποδόσει της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, χοροστατούντος του Σεβασμ. Μητροπολίτου. — Ομιλία επίκαιρος. Δευτέρα 23 Αυγούστου Π. Μ. Άρχιερατική Λειτουργία επί τη Αποδόσει της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ιερουργούντος του Σεβασμ. Μητροπολίτου.
ΑΓΊΑ
ΣΙΩΝ
ΜΗΝΙΑΙΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΑΣΩ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ
ΙΕΡΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑΣ
ΑΥΤΟΥ
ΕΥΛΟΓΙΑΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ κ. ΙΑΚΩΒΟΥ ΕΤΟΣ ΑΡΙΘΜ.
Α' 3
Η ΑΡΙΣΤΗ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ :
ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ Πρωτοπρεσβύτερος
ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ
1937
ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑΝ ΤΙΜΗ
Αλήθεια, πόσον μεγάλη χάρις δια μίαν γυναίκα όταν γίνε ται μητέρα ενός ενδόξου ανθρώπου ! Πόσην μεγάλην χαράν αισθάνεται και με πόσην καύχησιν την πλημμυρίζει αυτή η χαρά ! Εάν η μητέρα ενός ήρωος, ενός σοφού, ενός μεγάλου ευερ γέτου της ανθρωπότητος ημπορῄ να χαίρεται και να καυχάται, και αν η οποιαδήποτε μητέρα παίρνη κάτι από την δόξαν και την τιμήν του παιδιού της, πόσην καύχησιν δεν θα έπρεπε να αισθά νεται εις την καρδίαν και με πόσην υπερηφάνειαν δεν θα εγέμιζεν η Μητέρα του Υιού του Θεού μέσα εις την μεγάλην χαράν που της εμήνυσε το αγγελικόν στόμα, μέσα εις την μεγάλην ευλογίαν που την επεσκέφθη, μέσα εις την εξαιρετικήν εύνοιαν του Θεού, που Αυτήν εδιάλεξε μεταξύ όλων των γυναικών του κόσμου δια να γίνη η κλίμαξ, που - όπως την είχεν οραματισθή ο Πατριάρχης Ιακώβ - θα συνέδεε την γην με τον Ουρανόν, θα εγεφύρωνε το χάσμα που είχεν ανοίξη της Εύας η παρακοή ! Και όμως, μέσα εις όλην αυτήν την χαράν, την χάριν και την ευλογίαν, η ταπείνωσις της Παρθένου Μαρίας ανεδείχθη πάντα το λαμπρότερον διαμάντι της αρετής Της, «Ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμά σου» ... «ότι επέβλεψεν επί την ταπείνωσιν της δούλης Αυτού». Ταπείνωσις ! Η ωραιοτέρα αρετή κάθε κόρης, το μεγαλεί τερον προσόν κάθε συζύγου, το λαμπρότερον κόσμημα κάθε μη τέρας ! Αυτής ακριβώς της αρετής είχεν ανάγκην η ανθρωπότης, δια να καθαρισθή από την έπαρσιν και την οίησιν και τον εγωισμόν που ενέπνευσε την πρώτην αμαρτίαν. Δεν ήτο δυνατόν παρά την απόλυτον ταπείνωσιν να ζητήση από του Υιού Του την Μητέρα ο Επουράνιος Πατήρ, διότι του Θεού ο Υιός επρόκειτο να γίνη «υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού». Διότι αυτή η
αρετή είναι η αληθεστέρα μαρτυρία περί της πίστεως, της αγάπης και της ελπίδος, από τας οποίας πρέπει να εμπνέωνται τα τέκνα του Θεού. Ταπείνωσις! Η αρετή, από την οποίαν εκπορεύεται και η κοσμιότης, και η οποία στηρίζει την αφοσίωσιν και την αγνότητα, τα προσόντα ταύτα, τα οποία κάθε ανθρωπίνη κοινωνία απαιτεί ιδιαιτέρως από κάθε κόρην, από κάθε σύζυγον, από κάθε μητέρα. Αυτή εμπνέει την σεμνότητα και το μέτρον εις την χαράν της ευτυ χίας, την εγκαρτέρησιν και την υπομονήν εις τας θλίψεις και τας δοκιμασίας της ζωής. Αυτή φέρει την γαλήνην και ανεβάζει υψη λότερα από κάθε πειρασμόν, που προξενεί ο «κόσμος» και οι άνθρωποι οι αφωσιωμένοι εις αυτόν. Και ποία άλλη ψυχή εδοκιμάσθη περισσότερον από την ψυχήν της Παναγίας ; Ποία μητρική καρδία επόνεσε περισσότε ρον από την καρδίαν της Μητρός του Κυρίου ; Ποία γυναίκα άλλη έδειξε την υπομονήν και την εγκαρτέρησιν που έδειξε μπροστά στον Σταυρόν του Υιού Της η Παρθένος Μαρία ; Ήτο όμως πάντα τόσον ταπεινή και υπήκοος εις το θέλημα του Θεού, και έλεγε πάντα με όλην την δύναμιν της ψυχής Της εις κάθε άγγελον λύπης ή χαράς, «Ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμά σου» ! Ταπείνωσις! Αγία αρετή, η οποία τόσον λείπει σήμερον από πολλάς κόρας, συζύγους και μητέρας !... Ταπείνωσις! Η δύναμις που θα ημπορούσε να δώση στην κάθε γυναίκα την ικα νότητα να μεταβάλλη σε φως και το πειό μαύρο σκοτάδι της πειό δύσκολης οικογενειακής ζωής ! Να ποιά θα ήταν η ευπροσδεκτότερη τιμή δια την εορτάζου σαν Μητέρα του Κυρίου. Η μίμησις της ταπεινώσεώς της. Αυτή θα είχεν ως αποτέλεσμα και την ελάττωσιν της οικο γενειακής δυστυχίας, αλλά και την αληθινήν εξύψωσιν της αξίας γυναικός. Ευτυχής η οικογένεια εκείνη, της οποίας η μήτηρ και αι κόραι δύνανται να είπουν με την συνείδησιν καθαράν ότι «επέ βλεψεν ο Κύριος επί την ταπείνωσιν» αυτών !
ΡΗΤΟΡΙΚΑ ΕΓΚΩΜΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΘΕΟΤΟΚΟΝ Εκ των ρητορικών της Ελληνικής Πατερικής φιλολογίας μνημείων, άτινα εγράφησαν προς τιμήν της Θεοτόκου, σημειούμεν κατωτέρω τα σπουδαιότερα: Α') Εις την Σύλληψιν της Θεοτόκου, τρεις λόγοι του Γεωρ γίου Νικομηδείας (1). Β΄) Εις το Γενέσιον της Θεοτόκου, τέσσαρες λόγοι του Ανδρέου Κρήτης(2), δύο του Ιωάννου Δαμασκηνού (3) και εις (λατινιστί) του Γεωργίου Νικομηδείας (4). Γ') Εις τα Εισόδια, δύο λόγοι του Γερμανού ΚΠόλεως (5) και δύο του Γεωργίου Νικομηδείας (6). Δ') Εις τον Ευαγγελισμόν, εις λόγος του Βασιλείου Σελευ κείας (7), εις λόγος του Αντιπάτρου Βόστρων (8), δύο λόγοι του Αναστασίου Αντιοχείας (9) και εις λόγος του Σωφρονίου Ιερο σολύμων (10). Ε') Εις την Υπαπαντήν, εις λόγος του Μεθοδίου Ιερομάρ τυρος (11), εις λόγος του Αμφιλοχίου Ικονίου (12), εις λόγος του Κυρίλλου Αλεξανδρείας(13), εις λόγος του Θεοδότου Άγκυρας (14), εις λόγος του Τιμοθέου Πρεσβυτέρου Ιεροσολύμων (15), εις λόγος του Μοδέστου Ιεροσολύμων (16), εις λόγος του Σωφρονίου Ιερο σολύμων (17), εις λόγος του Ησυχίου Πρεσβυτέρου Ιεροσολύ μων (18) και εις λόγος του Λεοντίου Νεαπόλεως της Κύπρου (19). ΣΤ') Εις τηνΚοίμησιν, τρεις λόγοι του Ανδρέου Κρήτης (20), τρεις λόγοι Ιωάννου του Δαμασκηνού (21), τρεις λόγοι του Γερ μανού ΚΠόλεως (22), εν εγκώμιον Θεοδώρου του Στουδίτου (23) και εν εγκώμιον του Μοδέστου Ιεροσολύμων (24). Πλην τούτων διεσώθησαν εν τη Πατερική Φιλολογία και γενικωτέρου χαρακτήρος εγκώμια εις την Παναγίαν Θεοτόκον Μαρίαν, ως τα τρία του Πρόκλου Πατριάρχου ΚΠόλεως, μαθητού του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου (25), και δύο του Ησυχίου Πρεσβυτέρου Ιεροσολύμων (26), δογματικού δε και πολεμικού, χαρακτήρος λόγοι περί της Θεοτόκου είναι γνωστοί οι του κατ’ εξοχήν υπερμάχου του όρου «Θεοτόκος» Κυρίλλου Αλεξαν δρείας (27), του Παύλου Εμέσης (28), του Θεοδωρήτου Κύρου (29), του Λεοντίου Βυζαντίου (30) και άλλων. Ε. Γ. Μ.
(1) Migne Ελλ. Πατρολογία, τόμ. 100, σελ. 1336 εξ. 1353 εξ. 1376 εξ. - (2) Migne 97, 805 εξ. 820 εξ. 844 εξ. 861 εξ. - (3) Migne 96, 661 εξ. 680 εξ. - (4) Migne 100, 1399 εξ.- (5) Migne 98, 292 εξ. 309 εξ.- (6) Migne 100, 1420 εξ. 1440 εξ. - (7) Migne 85, 425 εξ. - (8) Migne 85. 1776 εξ. (9) Migne 89, 1376 εξ. 1385 εξ. - (10) Migne 87, 3217 εξ. - (11) Migne 18, 348 εξ.-(12) Migne 39, 44 εξ.-(13) Migne 77, 1040 εξ.-(14) Migne 77, 1389 εξ-(15) Migne 86, 237 εξ.-(16) Migne 86, 3276 εξ.-(17) Migne 87, 3288 εξ.(18) Migne 93, 1468 εξ.-(19) Migne 93, 1565 εξ.-(20) Migne 97, 1045 εξ. 1072 εξ. 1089 εξ.-(21) Migne 96, 700 εξ. 721 εξ. 753 εξ.- (22) Migne 98, 340 εξ. 348 εξ. 360 εξ.-(23) Migne 99, 720 εξ. - (24) Migne 86, 3277 εξ.-(25) Migne 65, 680 εξ. 716 εξ.-(26) Migne 93, 1453 εξ. 1460 εξ.-(27) Migne 75, 1189-1477. 76, 249 εξ. 256 εξ. 77, 1029 εξ. κ. α.-(28) Migne 77, 1433 εξ. 1437 εξ.-(29) Migne 83, 432 εξ. 1153 εξ.-(30) Migne 86, 1649 έξ.
ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΕΓΓΡΑΦΑ ΠΕΡΙ
ΤΗΣ
ΑΓΙΑΣΟΥ Του κ. ΕΥΑΓΓ. Γ. ΚΛΕΟΜΒΡΟΤΟΥ
Εις τον υπό στοιχ. Α κώδικα (1) της Ιεράς Μητροπόλεως Μυ τιλήνης (φυλλ. 12α, 16β, 23α, 39α, 51β) εύρηνται πέντε έγγραφα, άτινα αναφέρονται εις την ιστορίαν της Αγιάσου. Τα έγγραφα ταύτα, τα οποία δημοσιεύομεν κατωτέρω κατά χρονολογικήν σειράν, δύνανται να αποτελέσουν πολύτιμον συμβολήν δια τον καθορισμόν της πρώτης ονομασίας της σημερινής Αγιάσου. Τα τρία πρώτα έγγραφα είναι σπουδαιότατα δια το ιστο ρικόν περιεχόμενόν των, διότι εις αυτά γίνεται λόγος περί προνο μίου τινος, του οποίου απήλαυεν έκπαλαι η Αγιάσος δια βασι λικού Τουρκικού φιρμανίου, δυνάμει του οποίου οι κάτοικοι αυτής ήσαν απηλλαγμένοι από πάσης φορολογίας είτε προς το Τουρ κικόν δημόσιον, είτε προς την Δημογεροντίαν Μυτιλήνης. Εκ του πρώτου εγγράφου γίνεται δήλον, ότι κατά Ιανουά ριον του 1721 οι «προεστοί και οι γέροντες» της πόλεως Μυτι λήνης, ως εκαλούντο τότε οι δημογέροντες και οι πρόκριτοι (2), συνελθόντες εις κοινήν συνέλευσιν ομού μετά των αντιπροσώπων των χωρίων Πλωμαρίου, Σκοπέλου, Παλαιοκήπου, Σαπούνι (3), Πλακάδου και Μανδαμάδου υπό την προεδρίαν του τότε Μητρο πολίτου Μυτιλήνης Κωνσταντίου, απεφάσισαν να καταβάλουν εις τον Ναζίρην της Μυτιλήνης (4) Ιμπραΐμ Αγάν τα έξοδα, εις α υπεβλήθη ούτος δια την κατάργησιν του προνομίου των κατοίκων της Αγιάσου και την έκδοσιν νέου βασιλικού φιομανίου, δι’ ου καθωρίσθη, όπως οι κάτοικοι της Αγιάσου υπόκεινται του λοιπού, ως και τα άλλα χωρία της νήσου, εις όλας τας φορολογίας. Εκ του περιεχομένου όμως των δύο άλλων εγγράφων εξά γεται σαφώς ότι οι Αγιασώται επανέκτησαν κατά Οκτώβριον του ιδίου έτους, ήτοι μετά δέκα μήνας, το προνόμιον, του οποίου την κατάργησιν, ως ελέχθη ανωτέρω, είχον επιτύχει οι Μυτιληναίοι δια των ενεργειών του Ναζίρη και «έγιναν ως και πρότερον μαχ μουσελίμιδες» (5) και ότι κατόπιν τούτου οι τε Μυτιληναίοι και οι Αγιασώται προέβησαν τρόπον τινά εις συμβιβασμόν, ανταλλάξαν τες αμοιβαίως υποσχετικά γράμματα, κατά τα οποία οι μεν κάτοι (1) Περιγραφήν του κώδικος τούτου βλέπε παρ’ Ευαγγέλω Γ. Κλεομ «Οι αρχαιότεροι κώδικες της Ιεράς Μητροπόλεως Μυτιλήνης» (Περιοδικόν «Ποιμήν», έτος 1933, σελ. 248-249). (2) Κ. Παπαρρηγοπούλου «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, - (έκδ. Ελευθερουδάκη), τόμος Ε', μέρος δεύτερον, σελ. 116. -Χρυσοστόμου Παπα δοπούλου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος «Η θέσις της Εκ κλησίας και του Ελληνικού Έθνους εν τω Τουρκικώ Κράτει». Εν Αθήναις 1935, σελ. 26-28. (3) Το χωρίον τούτο, το οποίον έκειτο εις την περιφέρειαν Γέρας, δεν υφίσταται σήμερον. (4) Ναζίρης ελέγετο ο τότε μουχασεπετζής, ήτοι Οικονομικός Έφορος. (5) Μαχμουσελήμηδες=προνομιούχοι. βρότω
κοι Μυτιλήνης «να μη ζητούν πλέον παρά των Αγιασωτών μήτε Βηλαέτ χάρτζη (6) μήτε γεμικλήκι (7) μήτε άλλο τι δόσιμον», οι δε της Αγιάσου «να μη έχουν το δικαίωμα να ζητήσουν την επιστροφήν των φόρων», τους οποίους εισέπραξαν παρ’ αυτών οι Μυτιληναίοι κατά το δεκάμηνον διάστημα, καθ’ ο ήτο κατηργημέ νον το προνόμιον. Τα υπ' αριθμ. 4 και 5 έγγραφα είναι δευτερευούσης σημασίας. Το πρώτον αναφέρεται εις δωρεάν πολυτίμου αντικειμένου, γενομέ νην υπό τινος Κυρίτζη Συναδινού εις τον ναόν της «Υπερα γίας Θεοτόκου» του χωρίου «Αγία Σιών», και το δεύτερον αναφέ ρεται εις χρηματικήν ζημίαν, γενομένην εκ μέρους «του Δημητρίου Πατέρα, από την “Αγία Σιων καταγομένου», εις βάρος του «Ταγή» (8) και της Ορθοδόξου Χριστιανικής Κοινότητος Μυτιλήνης, δι’ ην αιτίαν ο Δημ. Πατέρας είχεν εκβληθή δια γράμματος πατριαρχι κού και συνοδικού έξω της Εκκλησίας. * Πλην των ανωτέρω ιστορικών πληροφοριών, δυνάμεθα να εξαγάγωμεν εκ των δημοσιευομένων εγγράφων ασφαλή συμπε ράσμστα ως προς την πρώτην ονομασίαν της Αγιάσου και ιδία να βεβαιωθώμεν εξ αυτών ότι η λέξις Αγιάσος έχει την προέλευ σίν της εκ της «Αγίας Σιών», ως ονομάζεται η εκεί υπάρχουσα παλαιά εικών της Θεοτόκου. Εις τα έγγραφα ταύτα, άτινα έχουν συνταχθή μεταξύ των ετών 1729-1753, η Αγιάσος ονομάζεται άλλοτε ως Αγία Σιών και άλλοτε ως Αγιάσος, οι δε κάτοικοι αυτής Αγιασώται . Εις τον αρχαιότερον κώδικα της αυτής Μητροπόλεως, χρο νολογούμενον από του 1567 μέχρι του 1652, μη σωζόμενον σή μερον (9), η Αγιάσος είναι γνωστή ως Αγία Σιών. Αποτελεί δε πλάνην η διατυπωθείσα υπό τινων γνώμη ότι εκ του Αγίου Γρη γορίου Επισκόπου Άσσου (Αγίου Άσσου=Αγιάσσος), μονάσαν τος τάχα επί του όρους Ολύμπου και ιδρύσαντος εκεί μοναστή ριον επ' ονόματι της Υπεραγίας Θεοτόκου, έλαβε το όνομα και η ιδρυθείσα κατόπιν εκεί Χριστιανική Κοινότης (10), διότι ο Άγιος Γρηγόριος, ως απέδειξαν αι εσχάτως γενόμεναι ανασκαφαί (11), το μοναστήριον της Θεοτόκου, εις το οποίον ησκήτευσεν, ίδρυσεν εις την Γέραν, την ιδιαιτέραν πατρίδα του και ουχί εν Αγιάσω. Είναι λοιπόν απολύτως ορθόν να παραδεχθώμεν, ως μαρτυ ρούν τα περί ου ο λόγος επίσημα έγγραφα των μητροπολιτικών κωδίκων, ότι η ονομασία «Αγιάσος» της σημερινής μαγευτικής κωμοπόλεως του Ολύμπου της Λέσβου προέρχεται εκ της συγ (6) Βηλαέτ χάρτζη=έξοδα Νομαρχίας. (7) Γεμικλήκι= σιτηρέσιον. (8) Ταγής=κύριον όνομα (παρατσούκλι). (9) Σύντομον περιγραφήν του κώδικος τούτου εδημοσίευσεν ο ανα γνούς αυτόν Σταυράκης Αναγνώστου εις την «Λεσβιάδα» του σελ. 151-158. (10) Σταυράκη Αναγνώστου «Λεσβιάς» σελ. 137.- Σ. Τάξη «Συνοπτική ιστορία και τοπογραφία της Λέσβου», Κάιρον 1909 σελ. 98. (11) Περιοδικόν ο «Ποιμήν» έτος 1935, σελ. 183, 247, 278, 283, 295.
κοπής των λέξεων «Αγία Σιών», ήτοι εκ του ονόματος της περι πύστου και θαυματουργού Εικόνος της Θεοτόκου, ήτις φυλάσσεται μετά πολλής ευλαβείας, ως τιμαλφής θησαυρός, εις τον εκεί περι καλλή Ναόν της Θεομήτορος.
1 Δια της παρούσης ημών ενιπογράφου και καθολικής αποδί ξεως ομολογούμεν ημίς η υποκα | τοθεν γεγραμένοι προεστή και γέρονταις της πολητιάς, ότη τάχήλια γρόσια όπου εξόδευσε ο εν | δοξότατος ηπραϊμ' αγάς και ναζήρις μας εις το να ευγάλη το φερμάνοι περί τον αγιασότον εις το | να είναι και αυτή ηποκΐμε νοι της πολιτίας ταύτης, ος καθός και τα ληπά χορία και να πλε ρόνουν | κατέτος τα ανάλογα έξοδα τον χανέδοντον, εις τα ώσα εξοδα ύθελαντρέξι εις την πολιτίαν | υποσχώμεθα όλη ήμείς ινα τα πληρόσομεν προς την αυτού ενδοξότητα δίχα τινος εν | αν τιόσεως ηδέ και υθελεντύχει ενδεχόμενον και καμία ζιμία περι ταύτης της ηποθέσεως | γινόμεθα όλη ενγγιη(ταί) να απολογού μεσθεν εις ότη ζιμία ύθελεν τρέξι όπου ο Θεός να μην το | δόσει ηστους επιτρόπους ήστους γέροντας της πολητήας ώθεν εις ένδει ξιν και ασφάλιαν εγράφη | υ παρούσα υμετέρα ενιπόγραφος ομο λογία καταστροθήσα και εν το κόδικει της μητροπόλεως επι | βε βαιώσει του πανιεροτάτου και λογιωτάτου υμών αυθέντου και δε σπότου μητροπολίτου μι | τιλήνης κυρίω κυρίω Κωνσταντίου, και ηπογραφετε υποσχετικώς ώλον τον εντίμον προ | εστόν και γε ρόντον της πολητίας | εν ετη σωτηρίω αψωθ -, Ιανουαρίου-λα. + + + + + + + + + + + + + + + + + + + + + + +
καστρίσηος χατζιπαλαιολογος ρεφεντάριος χατζηγιαννάκης ο προτο οστηάριος γεώργος επή τον σικρέτον μιχαλάκης αποστόλη αρχοντίτζί χατζή αθανάσις καμπας ο νικώλαος καρακούσιος Μανωλάκις Ιωάννου ο αποστολής χατζιμανολα ο μανολάκις χατζηγεωργίου άρχον τον εκλησόν χατζιδουκάκις βασίλις Σηναδηνου διμιτράκυς του γεοργίου χατζή αθανάσις κορονίου Παναγιώτης γληκούκουτζος Κωνσταντίνος του μανόλη Χατζησταβρηάνος Διμητρός μανάβι παρασκαιβάς πουγιουκλης γλιγώρις του τζάνου κομνενος καπαδέλι νηκόλας χαρελίς χατζηαγγελης του Ιωάννου
+ + + +
διμίτρης σαρουτος αποστόλης χατζηδιμητράκης Διμήτρης Σαράφης Αρμενάκης του κομαζί. χορίον πλομάρη
+ γεωργαντίς φρακουλιός υπόσχομαι, γελάνης επιτροπικός του κόστα χωρίου σκόπελο
+ χατζιδιμίτρις τουκμετζής και κον σταντις μποζογλάνις ηποσχόμεθα επιτροπικός. χωρίων παλεώκυπον
+ μιχαλάκις μπουζουκύ ηποσχόμαιθα επιτροπικώς χορίον Σαπούνι και πλακαδος
+ λευτέρις παμπακράπις επιτροπικός χορίον ματαμάδος
+ ηπογράφομεν με γνόμην τον χορια νόν μας ολονόν, παναγιότης παρα σκιβας επιτροπικός ηπόσχομαι, χρι στόδουλος του Ιωάννου ειπόσχομε επιτροπικός
2 ο Μητροπολίτης Μιτυλήνης Κωνστάντιος βεβαιοί Δια του παρόντος ομολογητικού και υποσχετικού ημών γράμματος ομολογούμεν | ημείς οι προεστοί και γέροντες του χω
ρίου αγιάσου οι υποκάτωθεν υπογεγραμμένοι | πως έστωντας και να ενδιαφερόμεθα με τους γέροντας και προεστούς της πολιτείας, περί | δοσιμάτων, και να εζημιώθημεν εκάτερα τα μέρη, ήδη δε δια βασιλικού | φερμανίου εγίναμεν πάλιν ως πρότερον μάχμου σελίμιδες, και μας έδοσαν και | γράμμα υποσχετικόν να μην έχουν πλέον να ζητούν παρ’ ημών κανένα δόσιμον | της πολιτείας αλλά να μένωμεν ακαταζήτητοι παρ’ αυτών και υποσχόμεθα | και ημείς να μην έχωμεν πλέον να ζητώμεν παρά των γερόντων της πολι τείας | δια τα περασμένα δοσίματα, όπου εδόσαμεν, μήτε πολύ, μήτε ολίγον αλλά να μένουν | ακαταζήτητοι παρ’ ημών εν παντί πράγματι∙ όθεν εις βεβαίωσιν της υποσχέσεως | και ασφάλειαν εγράφη παρ’ ημών το παρόν υποσχετικόν και ενυπόγραφον | γράμμα επιβεβαιώσει του πανιερωτάτου μητροπολίτου ημών αγίου μιτυλήνης | κυρ κωνσταντίου και εδόθη τοις ρηθείσι γέρουσι της πολιτείας μιτυλήνης. αψκθ-οκτομβρίου-η
3 Δια του παρόντος ομολογητικού και ενυπογράφου και υπο σχετικού ημών | γράμματος ομολογούμεν ημείς απαξάπαντες οι γέροντες και προεστοί της | πολιτείας μιτυλήνης οι υποκάτωθεν υπογεγραμμένοι, ως έστωντας και να | έλαβον οι εγχώριοι αγια σώται χριστιανοί βασιλικόν φιρμάνιον, να είναι | ασύδοτοι, να μην πληρώνουν βηλαέτι χαρτζί, ήτοι μάχμουσελίμιδες και | ως και πρότερον, υποσχόμεθα από τώρα και εμπρός να μην έχωμεν | να ζητώμεν πλέον παρ’ αυτών μήτε βηλαέτ χάρτζη, μήτε (πίουσα); έξοδα μήτε | γεμικλήκι, μήτε άλλο τι δόσιμον κατά το βασιλικόν φιρμάνιον, όπου έχουν εις | χείρας των, μήτε να διαφερόμεθα πλέον με αυτούς, αλλά να μένουν ανεξάρ | τητοι από λόγου μας εν παντί πράγματι, μήτε αυτοί να έχουν να ζητούν τι | από λόγου μας κατά το υποσχετικόν γράμμα όπου μας έδοσαν, αλλά να έχωμεν | αναμεταξύ μας ειρήνην και αγάπην ωσάν αδελφοί χρι στιανοί. Όθεν εις | βεβαίωσιν της αληθείας και ασφάλειαν εγράφη παρ’ ημών το παρόν υποσχε | τικόν και ενυπόγραφον γράμμα επιβεβαιώσει του πανιερωτάτου μητρο | πολίτου ημών αγίου μιτυλήνης κυρ κωνσταντίου και εδόθη τοις ρηθείσι αγια | σώτοις χριστιανοίς. αψκθ-οκτομβρίου-η. 4 α ψ μ β Ιανουαρίου λ Αφιέρωσεν ο τιμιώτατος, και ημέτερος κυρίτζη σηναδινός του | ποτέ χατζή γεώργου υπέρ ψυχικής αυτού σωτηρίας, την υπε | ραγίαν ημών Θεοτόκον του χωρίου αγία σιών μία κουλαγίνα μαλαγ | μάτινη εξ αγίων σαραντα πέντε με βαλάνια τριάντα επτά με ενκόλ | πια μαζή, μαργαρηταρένιον, και με πέτραις πράσιναις, και αυτό δηλα | δή το ενκόλπι μαλαγμάτινον. η οποία κολαγίνα αφιερώνιται | παρ’ αυτού επί συμφωνία τοιαύτη, όπου να μην έχει ο επίτροπος | της αυτής εκκλησίας αγιάσου άδειαν, και εξουσίαν να την πωλήση, αλ | λά να στέκεται παντοτινή καθό αφιέρωμα
όπου είναι. Ει δε πάλιν | εν καιρώ δυστυχίας, και πενείας της αυτής Εκκλησίας χρείας καλού | σης ήθελον την πωλήση, να ερω τήσουν τους πλέον σιμωτέρους | συγγενείς, και ειδικούς του ρηθέντος άρχοντος κυρίτζη σηναδινού και | αφ’ ου δώσουν αυτοί θέλημα, τότες να πωλείται η ρηθίσα | κουλαγίνα, και δίδεται εις την ανάγκην της. και να μνημονεύονται | εις την παρρησία δύο ονόματα σηναδινού και μελησηνή ζων | τες και τεθνεώτες. Όθεν εις δήλωσιν εγράφθη το παρόν αφι | ερωμα εν τώδε τω κωδικι της καθη’ μάς μητροπόλεως. ο Μιτυλήνης Άνθιμος βεβαιοί 5 αψνγ'. Φεβρουαρίου ΙΖ', Η παρούσα υπόθεσις κατεστρώθη εν τω κόνδικη της Μητροπό λεως ούτος ως έχει. Επειδή ο δημήτρις πατέρας από αγία σιών έχοντας διαφο ράν μετά του ταγή και να απόφα | σισθή συνοδικώς καθ’ ά το δίκαιον έχει, αυτός δε μη πεισθείς εις την δικαίαν απόφασιν αλλά νικηθείς | αλλοιοτρόπως επροξένεσεν εις τον ταγήν και δη την πολιτείαν γρόσια τριακόσια δέκα, τα μεν δι | ακόσια σαράντα τον ταγήν, τα δε ευδομήντα γρόσια την πολιτείαν, δια την οποίαν ζη μίαν και α | ταξίαν εξεβλήθη έξω της Χριστού Εκκλησίας δια γράμματος πατριαρχικού Συνοδικού, και πάλιν δε εγύρεψαν την διόρθωσίν του εκκλησιαστικώς, αλλά επρότρεψε (;) πρόσωπα αξιοματικά | εξωτερικά ζητούντας την συγχώρησίν του, ημείς δε μη δυνάμενοι να απαντίσωμεν τον | ριτζάν εκεινών, την μεν συγ χώρησίν του, δεδιώκαμεν, τα δε εξακόσια σαράντα γρόσια | άπερ εζημίωσεν τον ταγήν τα εδώσαμε εκ του πουγγείου της πολιτείας, ευρίσκοντας Καιρόν | οι κατά καιρόν προιστεύωντες να τα ζητούν από τον πατέραν με οίον τρόπον ήθελαν δυνηθούν, | και ήθελαν αυξήσουν ή φιλοπροσωπίσουν έστωσαν εις το ανάθεμα, ούτος εφάνη εύλογον | παρόντων πάντον τον χριστιανών και αρχόντων των υποκάτωθεν γεγραμένων κατ’ όνομα κυρίντζης μαλιάκας χατζήμανολάκης γιαννάκης φωτής γεωργάκης χατζήπαλαιολόγου Κυρίτζης σηναδινός χατζή γληγόρης Κυρίτζης μπούχλιας χατζή μαλιάκας γιάκουμος χατζή βασίλης Αθάνάσης μουζάλα νικόλας μπουκάβης
κωντή αβαγιανού κυρίτζη κόνι κυρίτζη νικόλας κυρίντζη δουμάνης ψομάς κυρίντζη μανωλάκης μαργέτος χατζή μαμόλης γεωργάκης ντζαμπουρνάρης χατζή παναγιώτης σκόρδος νικόλας ανδριαδέλης κοκόνης φουστανούδας γιαννάκης πουζιπιδής.
Η ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ
ΤΗΣ
ΑΓΙΑΣΟΥ
Του κ. ΣΤΡΑΤΗ ΚΟΛΑΞΙΖΕΛΛΗ
Η Αγιάσος κατά την πατροπαράδοτη του τόπου ιστορία, κατά τον Μητροπολιτικό Κώδικα της Μυτιλήνης από τα 1567 έως τα 1652, και κατά τον μετά τα 1709 Κώδικα της ιδίας Μητροπό λεως, όταν πρωτοχτίσθηκε, είχε το όνομα «Αγία Σιών» (1). Ας δούμε τώρα πώς η Αγία Σιών μεταμορφώθηκε και έγινε Αγιάσος. Το όνομα του χωριού πλάσθηκε κατ’ αρχάς στην αιτιατική. Αφού η Αγία Σιών πήγε πριν από τους Πενθιλιώτες στο μέρος που της άρεσε (2), οι Πενθιλιώτες που την ακολούθη σαν, έλεγαν μεταξύ των : «Ας υπάγωμεν εις την Αγίαν Σιών». Και όταν ρωτούσε κανένας ξένος τους κατοίκους του νέου τότε χωριού της Θεοτόκου : «Από πού είσαι, κουμπάρε;» ο κουμπά ρος ήταν εύκολο να απαντήση στην αιτιατική : «Είμαι από την Αγίαν Σιών». Την αιτιατική όμως αυτή την έλεγαν έτσι και την έγραφαν μονάχα οι λόγιοι, δηλαδή οι καλαμαράδες της τουρκοκρατίας, ή, όπως θα πούμε σήμερα, οι καθαρευουσιάνοι του καιρού εκείνου. Ο αγράμματος λαός την έβγαζε από το στόμα του με κάποια δυσκολία, γι’ αυτό και βρήκε τρόπο μόνος του και την απλοποίησε και την συντόμεψε. Αντί να λέγη : «Εις την Αγίαν Σιών», είπε «στην Αγιά Σώ». Το θηλυκό άρθρο «την», το αφήκε όπως είναι. Στη λέξη Αγίαν ένωσε τις δύο τελευταίες συλλαβές σε μία, και από τρισύλλαβη που ήτο, την έκανε δισύλλαβη. Κατέβασε και τον τόνο της φωνής από την παραλήγουσα στη λήγουσα, και απόβαλε το ν από το τέλος, όπως το απόβαλε από τις αιτιατικές των πρωτοκλίτων (την ώραν, την θάλασσαν=την ώρα, τη θά λασσα). Την έκανε λοιπόν Αγιά (όπως Αγιά Βαρβάρα). Στη λέξη Σιών απόβαλε πρώτα το ι πρίν από το ω, όπως το απόβαλε και στο ρήμα σιωπώ, και το έκανε σωπαίνω, όπως από βαλε και το ει πριν από το ω στο ρήμα σείω, και το έκανε να γίνη σώ (όπως στη φράση «σώ το κλαδί της μηλιάς για να πέση το μήλο κάτω»). Για τον λαό βέβαια είναι αδιάφορο, αν το ρήμα σείω γράφεται με ι, ή με ει. Το ει όμως αυτό έχει απάνω του τον τόνο της φωνής, και όμως το απόβαλε, όπως απόβαλε και το ι, και το η, και το υ, και το ει πριν από το-λώ,-δώ,-σώ,-νώ, στα ρή (1) Σ.Δ. -Η επιγραφή αύτη υπάρχει επί της αρχαίας εικόνος της Θεομήτορος, ήτις απετέλεσεν ανέκαθεν τον σπουδαιότερον θησαυρόν της Αγιάσου. (2) Σ.Δ.- Κατά τινα παλαιάν παράδοσιν η εικών της Θεομήτορος, φυλασσομένη αρχικώς εν Πενθίλη, ευρέθη κατ’ επανάληψιν, ως εκ θαύμα τος, εις τοποθεσίαν τινά της ανυπάρκτου τότε Αγιάσου, τούτο δ’ έδωκεν αφορμήν εις εγκατάλειψιν της Πενθίλης και την κτίσιν της Αγιάσου, διότι επιστεύθη ότι αυτό ήτο το θέλημα της προστάτιδος των Πενθιλιωτών Παναγίας.
ματα μιλώ, φιλώ, πηδώ, φυσώ, πεινώ και τα έκανε μλώ, φλώ, πδώ, φσώ, πνώ (3). Στην ίδια λέξη Σιών, αφού απόβαλε το ι πριν από το ω, και την έκανε να γίνη Σών, ύστερα απόβαλε και το ν από το τέλος, όπως το απόβαλε στις αιτιατικές των δευτεροκλίτων (τον καιρόν, τον κήπον, τον άνθρωπον= τον καιρό, τον κήπο, τον άν θρωπο). Την έκανε λοιπόν να γίνη Σώ. Ώστε οι μεν λόγιοι έλεγαν : «Πηγαίνομεν εις την Αγίαν Σιών», ο δε αγράμματος λαός έλεγε συντομώτερα : «Πάμε στην Αγιά Σώ». Από την αιτιατική αυτή ο λαός έκανε ύστερα την ονομαστική του, όπως μπορούσε ευκολώτερα. Στις ερωτήσεις : «Ποιό είναι, Παναγιώτη, το χωριό σου ; Ποιά είναι, Στρατή, η πατρίδα σου» ; Ποία απάντηση έπρεπε να δώση ο Παναγιώτης και ο Στράτης; - «Το χωριό μας είναι η Αγιά Σώ». Την αιτιατική του άρθρου την, την έκαναν η στην ονομαστι κή, τις δε λέξεις Αγιά Σώ, αφήκαν όπως είναι. Ο λαός κατόπιν έκανε κι’ άλλη απλοποίηση. Τις δύο λέξεις Αγιά Σώ ένωσε σε μια λέξη σύνθετη, και έρριξε τον περισσότερο τόνο της φωνής πάνω στο πρώτο συνθετικό μέρος, και έγινε έτσι : Αγιάσω. Έως εδώ ο λαός τέλειωσε το μέρος του. Από εδώ και πέρα έρχεται το μέρος των λογίων. Αυτοί κρατούσαν κάμποσο καιρό σφιχτά το γλωσσικό καθεστώς, που κληρονόμησαν από τους δα σκάλους των, και φύλαγαν το αρχικό όνομα του χωριού «η Αγία Σιών». Όταν όμως συνεκεντρώθησαν μέσα στην Αγιάσο κατά τα 1680 οι κάτοικοι των γύρω χωριών χάρις στο σουλτανικό φερ μάνι, άρχισαν πιεζόμενοι από τη φορά και τη βία των πραγμάτων να αναγνωρίζουν και να παραδέχωνται το γλωσσικό καθεστώς, που εδημιούργησεν ο λαός. Έπρεπε λοιπόν τότε «η Αγιάσω» να τακτοποιηθή γραμματικώς και ορθογραφικώς. Το θηλυκό άρθρο η, οι λόγιοι το αφήκαν όπως είναι στη λέξη Αγιάσω, όπως και στα δευτερόκλιτα. Και επειδή η Αγιάσως τελείωνε στην κατάληξη -ως, την έβαλαν μέσα στο τυπικό των ονομάτων της δευτέρας κλίσης, και έγραψαν το -σως με ο, όπως έκαναν και στα αττικά δευτερόκλιτα, που τελείωναν σε- ως (λαγώς, λεώς, Μενέλεως, νεώς=λαγός. λαός, Μενέλαος, ναός). Έγινε λοιπόν : η Α-γιά-σος με άρθρο θηλυκό, με τρεις συλλαβές και δευτερόκλιτη. (3) Οι φωνές ι, υ, η και ει αποβάλλονται και σε άλλες περιπτώσεις. Οι τρισύλλαβες λέξεις σιτάρι, κριθάρι, θηκάρι, φτυάρι, τηγάνι, σημάδι, κουμάρι, μουλάρι, λέγονται μονοσύλλαβες στάρ, κθάρ, θκάρ (ή φκάρ), φτυάρ, τγάν, σμάδ, κμάρ, μλάρ. Ο μυλωνάς, ο συκάς, ο συκοχλωρός, το συκοπούλι, λέγονται μλουνάς, σκάς σκουχλουρός, σκουπούλ’. Το ζυμώνω, βυζάνω λέγονται ζμώνου, βζάνου. Ο Παναγιώτης, Προκόπης, Στράτης, λέγονται Παναγιώτς, Προυκόπς, Στράτς. Ο πετεινός, Φωτεινός, σκοτεινός, λέγονται πιτνός, Φουτνός, σκουτνός. Τα παροξύτονα ρήματα, π.χ. κάνω, κάνεις, κάνει, ζυμώνω, ζυμώνεις, ζυμώνει κ.τ.λ. λέγονται κάνω, κάνς, κάν’, ζμώνου, ζμώνς, ζμών’.
Τρισύλλαβη λένε την Αγιάσο εντόπιοι και ξένοι, εγγράμ ματοι και αγράμματοι. Μονάχα στη γλώσσα της υπηρεσίας η συλλαβή για διαλύεται σε δύο και διαβάζεται ως τετρασύλλαβη, όπως : Εν Α-γι-ά-σω τη 15 Μαΐου 1937. Αυτή είναι η ορθή γραφή της λέξεως Αγιάσος, αυτή απαν τάται και μέσα στον Μητροπολιτικό Κώδικα της Μυτιλήνης μετά τα 1709, αυτή απαντάται και στους σωζομένους Κώδικας της Εκ κλησίας της Αγιάσου. Σύμφωνα με τη γραφή αυτή απαντάται και ο κάτοικος της Αγιάσου Αγιασώτης, και μέσα στον ίδιο Μητροπολιτικό Κώδικα, και στον πέμπτο στίχο της επιγραφής της Εκκλησίας της Αγιάσου «αδρά δαπάνη κοινή γνώμη του δήμου των Αγιασωτών». Η Αγιάσος λοιπόν πρέπει να γράφεται με ένα σ, το οποίο είναι το σ της λέξεως Σιών. Με ένα σ πρέπει να γράφωνται και όλα τα παράγωγα της Αγιάσου Αγιασώτης, Αγιασώτισσα, =Αγιασωτούλα, (τα) Αγιασωτέλλια, αγιασώτικος.
ΤΟ ΠΕΡΙΣΩΘΕΝ ΠΑΛΑΙΟΝ ΑΡΧΕΙΟΝ ΤΟΥ I. ΝΑΟΥ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΑΓΙΑΣΟΥ(*) [2]
Πρωτοπρ. ΕΜΜ. Γ, ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ
40) Πωλητήριον Χατζή-Στρατή Χατζή-Γιαννάκη εκ Σκούν τας «προς τους τιμίους Επιτρόπους της Εκκλησίας της χόρας αγιάσου» του εις αυτόν εξ αγοράς ανήκοντος 1/2 μαγαζίου αντί 350 γροσίων, από 2 Ιουνίου 1817. 41) Διαθήκη της Σοφούλας του Αντώνη Ιακώβου. 1817 Αυγούστου 29. 42) Διαθήκη του X"Αντώνη Ανδρικού. αωιζ΄ σεπτεμ βρίου ιστ'. 43) Διαθήκη του Δημ. Καγηπάρι. 1817 Σεπτεμβρίου 29. 44) Πωλητήριον ενός οικοπέδου του X”Γιάννη Τζιπλή προς την κοινότητα Αγιάσου αντί 433 γροσίων. 1818 Μαρτίου 24. 45) «Κατάστιχον της μακαρίτισσας Βασιλίνας του X"Δη μήτρη X”Χρυσάφη θυγάτηρ, τα είδη οσπητικά». 1818 Μαρτίου 25. 46) Πωλητήριον οικοπέδου των κληρονόμων του Γιάννη Δη μήτρη Ταπλάνη προς την Κοινότητα Αγιάσου αντί 433 γροσίων. 1818 Μαρτίου 25. 47) Δήλωσις ιδιόχειρος Ιωαννικίου τινος, σταλέντος μετά τινος Χριστόφα δια την συλλογήν εράνων υπέρ της Εκκλησίας Αγιάσου. Ο γράφων αναφέρει τω Μητροπολίτη Μυτιλήνης και τοις Επιτρόποις Αγιάσου ότι διαφωνήσας προς τον Χριστόφαν αφήκεν αυτόν να επιστρέψη εις Μυτιλήνην και αυτός συνεχίζει τον έρανον πρόθυμος να επιστρέψη τα πληρεξούσια γράμματα, αν
(*) Συνέχεια από σελ. 9
του ζητηθώσι. Η δήλωσις εγράφη εν Προύσση τη 10η Ιουλίου 1818 ενώπιον του αρχιμανδρίτου Συνεσίου, επιτρόπου του Μητρο πολίτου Προύσσης, όστις προσυπογράφει «ο του αγίου Προύσσης επίτροπος παρόν». Όπισθεν του εγγράφου τούτου εσημείωνε ο Μητροπολίτης Μυτιλήνης Καλλίνικος ερωτών τους επιτρό πους της Αγιάσου περί της γνώμης των δια να ενεργήση ανα λόγως. Το σημείωμα φέρει ημερομηνίαν κα΄ Ιουλίου και την ιδιόχειρον υπογραφήν του Μητροπολίτου. 48) Γραμμάτιον 115 γροσίων του εξ Αγιάσου X"Χρυσάφη. 1818 Σεπτεμβρίου 20. 49) Διαθήκη της Αμερισούδας θυγατρός «του αργίας (Αργύρη ;) Παπούκι» από 6 Οκτωβρίου 1818. 50) Πωλητήριον 1/2 εργαστηρίου «καϊμένου» προικώου της Αμερισούδας θυγατρός του X”Παλαιολόγου Κανέτα προς τον Αρχιδιάκονον Σαμουήλ. Η πωλήτρια ούσα αγράμματος υπο γράφει δια δακτυλικού αποτυπώματος. Συνυπογράφει και ο σύζυ γος αυτής ως συναινών εις την πώλησιν, 1818 Νοεμβρίου 8. 51) «Διαθήκη της σοφίας γυννής του Ιακώβου αντωνέλου». 1819 Μαρτίου 16. 52) Χαριστήριον ακινήτων του εξ Αγιάσου Κωνσταντή υιού Θεοδωρή Στέργιου χάριν του «Ξενοδοχείου των πτωχών» της Αγιάσου. 1819 Ιουλίου 8. 53) Πωλητήριον οικοπέδου της Σκαρλάτης θυγατρός Νικο λάου Πατέρα προς το Κοινόν της Αγιάσου. 1819 Αυγούστου 1. 54) Πωλητήριον ακινήτου («τόπου») εν Αγιάσω προς τον Μιχαήλον Ποδαράν από μέρους «δίο προσώπων» της Μαργέτας και της Μαρούδας, ως γράφονται. Μετά την χρονολογίαν «1819 σεπτεμβρίου 7» αναγινώσκομεν «ημυς τα δίο πρόσωπα η άνοθεν γεγραμένη επουλήσαμεν τον άνοθεν τόπον και εξοφλήσαμεν». 55) Ο «Σαμουήλ ποτέ δε αρχιδιάκονος» επώλησεν εις τον Ι. Ναόν της Παναγίας εν Αγιάσω «τον αέρα τον ύμισι όπου ήχε αγοράσει του εργαστηρίου της αμοιρισούδας θυγάτηρ του ποτέ Παλεολόγου κανέτα». 1819 Σεπτεμβρίου 23. 56) Η Κοινότης Αγιάσου έλαβε δι’ ιδίαν χρήσιν το ύδωρ λουτρού ανήκοντος εις το Ξενοδοχείον Αγιάσου εκ δωρεάς του Κωνσταντή υιού Θεοδωρή Στεργίου (όρα έγγραφον υπ’ αριθμ. 52) και εις αντάλλαγμα οι προεστώτες υπόσχονται δια του παρόντος εγγράφου να παραχωρήσωσιν εξ άλλης πηγής το αναγκαιούν δια την λειτουργίαν του λουτρού ύδωρ. Το έγγραφον γίνεται μνεία ότι συνετάχθη ενώπιον του Μητροπολίτου Μυτιλήνης, αλλά δεν φέρει -ίσως εκ παραδρομής- την υπογραφήν αυτού. 1819 Σεπτεμβρ. 25. 57) Πωλητήριον προικώου μεριδίου της Ελενούδας θυγατρός του X”Άντωνίου Ψυρούκη προς τον Ι. Ναόν της Παναγίας Αγιάσου. 1819 Οκτωβρίου 6. - Εν τέλει αναγινώσκομεν «και ο ποτέ αρχιδ. Σαμουήλ γράφω και μαρτυρώ». 58) Διαθήκη Ασημούδας Σημηρούλη. 1819 Οκτωβρίου 23. 59) Διαθήκη Φωτούλας Γεωργαλά «καστρινής». 1819 Δεκεμ βρίου 11.
60) Πωλητήριον οικοπέδου Μιχαλάκη Φρατζέλη, Παναγιώτου Βασίλη Πουλημένου και Μαρίας θυγατρός X”Βρανά Φρατζέσκου εις τον Ναόν της Παναγίας εν Αγιάσω. 1820 Ιουλίου 15. 61) Πληρεξούσιον Ιωάννου Παλλαδοκλή προς την ανεψιάν του Σοφούλαν «θυγάτηρ του μακαρίτου δημητρίου γιράλδου σικι νιότου» δια την διαχείρισιν κληρονομικών του ακινήτων. Εγράφη εν Τεργέστη («Τριέστι») τη 30ή Αυγούστου 1820, και φέρει τας υπογραφάς: «Ιωακείμ Ιερομόναχος Αρχιμανδ- εφημέριος της εν Τριε στίω Εκκλησίας του Αγίου Νικολάου διαμαρτύρομαι εις την άνω υπογραφήν του κυρ Ιωάννου Παλλαδοκλή του ποτέ Πανα γιώτου». «Σπυρίδων Πρέβετος μαρτυρώ ότι η άνω υπογραφή είναι του Κυρ Παλλαδοκλή». Εν τέλει επικύρωσιν «από την Καγγελαρίαν του εδώ Γένους των Γραικοανατοληκών ορθοδόξων» υπογράφοντος, Λουκά Κομνηνού Καγγελαρίου, ούτινος την υπογραφήν πάλιν επικυ ρούσιν «Οι Προεστώται και Επίτροποι του εδώ Γένους των Γραι κοανατοληκών ορθοδόξων» Ιωάννης Βορδόνις, Δημήτριος Μαυρο γορδάτος και Αλέξανδρος Σαρεγιάννης, «θέτοντες και την σφρα γίδα του Γένους μας». (Συνεχίζεται)
Ο Άμβων της «Αγίας Σιών»
Η
ΘΡΗΣΚΕΙΑ
ΤΗΣ
ΧΑΡΑΣ
«Και είδε πάντα όσα εποίησε και ιδού καλά λίαν» (Γεν. 1, 31).
Σκυθρωπά πρόσωπα, βλοσσυραί ή, αντιθέτως, εμπνέουσαι τον οίκτον φυσιογνωμίαι, συνεστραμμένα από την υπερβολικήν σοβαρότητα χείλη, ρυτιδωμένα μέτωπα, που φανερώνουν ψυχικήν τρικυμίαν, ενομίσθη κάποτε και νομίζεται και από μερικούς ακόμη -φίλους και εχθρούς του Χριστιανισμού- ότι, δήθεν, φανε ρώνουν τον άνθρωπον τον πιστόν και τον αφωσιωμένον εις τον Χριστόν, τον ευσεβή και τον ενάρετον, που δεν αφίνει μειδίαμα να φωτίση την μορφήν του, διότι νομίζει ότι, δήθεν, προορισμόν εις την ζωήν έχει μόνον να κλαίη δια τας αμαρτίας του, και να ενθυ μήται διαρκώς τα βασανιστήρια της κολάσεως, να τρέμη από την σκέψιν του θανάτου !... Και όμως δεν υπάρχει μεγαλειτέρα συκο φαντία εναντίον του Χριστιανισμού από την γνώμην αυτήν, δεν υπάρχει χειροτέρα ύβρις δια την υπερτάτην θρησκείαν της χαράς, την οποίαν έστειλεν εις τον κόσμον ο ίδιος Εκείνος, που ύστερα από την δημιουργίαν όλων των επιγείων πραγμάτων, ύστερα από την γενικόν ανασκόπησιν του δημιουργικού Του έργου «είδε πάντα όσα εποίησε» και ευρήκεν ότι ήσαν όλα «καλά λίαν» και εχάρη και ο ίδιος από την ωραιότητα των έργων των χειρών Του.
Ποίος σας είπεν ότι αι καλλοναί της φύσεως και τα αγαθά της γης και του ουρανού τα θαυμάσια έγιναν μόνον και μόνον δια να έχουν κλειστάς τας αισθήσεις των οι ευσεβείς άνθρωποι και να προσπαθούν να αποφύγουν την απόλαυσίν των και να νο μίζουν ότι δεν ημπορεί να υπάρχη δι’ αυτούς τίποτε άλλο, εκτός από την θλίψιν και από την κατήφειαν ; Ποίος σας είπεν ότι υπάρχει, έστω και μια λεπτομέρεια, μέσα εις το έργον της Δη μιουργίας, η οποία είναι δυνατόν να μη είναι τόσον σοφή, ώστε να χρειάζεται η ιδική μας τρομοκράτησις και η ανησυχία ; Και ποίος σάς είπεν ότι η αμαρτία εμφωλεύει μέσα εις την φύσιν και ότι ήτο δυνατόν να κάμη ο θείος Δημιουργός πράγματα που θα επέφεραν την απώλειαν του ανθρώπου, του τελειοτέρου πλάσμα τος, που τον έβαλεν επιστέγασμα και βασιλέα της Δημιουργίας ; Απλούστατα, όλα τα δημιουργήματα του Θεού υπήρξαν και είναι πάντοτε αθώα, εκτός από τον άνθρωπον, που διέστρεψε την σκέψιν του και την θέλησιν του κατά τρόπον τοιούτον, ώστε να του γίνωνται και τα αθωότερα και τα ευγενέστερα πράγματα αφορμαί καταπτώσεως και καταστροφής. Ακριβώς δε η διδασκα λία του Χριστού αποβλέπει εις το να κάμη τον άνθρωπον ικανόν να αισθανθή όλον το πλήρωμα της χαράς, που είναι δυνατόν να αισθανθή το ανώτατον δημιούργημα του Θεού, όταν θα λείψη από μέσα από την ψυχήν του το σκουλήκι της αμαρτίας, που διαρκώς τον καθιστά ανίκανον να ζήση την ζωήν της αγνότητος, εκείνην που του εχάρισεν απ' αρχής ο Δημιουργός. Όχι, λοιπόν, οι θρήνοι και οι οδυρμοί, όχι η αποφυγή κάθε χαράς και κάθε ευχαριστήσεως, αλλά η εσωτερική μεταβολή, η μεταβολή της ψυχής, που κάμνει τον άνθρωπον να χαίρεται και ν’ απολαμβάνη την ζωήν, χωρίς να αμαρτάνη, αυτή η ψυχική μετα βολή είναι τα χαρακτηριστικά του αληθινού πιστού, του πρα γματικού χριστιανού, που ηξεύρει να διακρίνη το θέλημα του Πλάστου και έχει το θάρρος να αντιμετωπίζη με ειλικρίνειαν τας ιδικάς του αδυναμίας και έχει αποκτήσει την ικανότητα να υπο τάσση τα πάντα εις τα ανώτερα εκείνα θέλγητρα, που επιφυ λάσσει εις τους πιστούς της η πνευματική λατρεία της Αληθείας. Ο άνθρωπος αυτός είναι ο αληθινός χριστιανός και αυτός είναι που θα χαίρη παντού και πάντοτε, και η χαρά του θα είναι αναφαίρετος, διότι ο Χριστός το είπε : «Την χαράν υμών ουδείς αίρει αφ' υμών» (Ιω. 16,22). Ε. Γ. Μ.
ΧΡΟΝΙΚΑ ΕΠΙΣΗΜΟΙ ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΑΙ 1. Ο ΜΑΚΑΡΙΩΤΑΤΟΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΘΗΝΩΝ
Την Αγιάσον και τον ιστορικόν της ναόν της Παναγίας επε σκέφθη ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελ λάδος κύριος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, επίτιμος Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου και τακτικόν Μέλοςτης Ακαδημίας Αθηνών, την 22αν Μαΐου ε.έ., συνοδευόμενος υπό του Σεβασμιωτάτου Μη τροπολίτου Μυτιλήνης κ. Ιακώβου και του Στρατη γού κ. Παπαστεργίου, αφ' ου προηγουμένως επεσκέ φθη και λεπτομερέστατα περιειργάσθη και απεθαύ μασε το παρά την Α γιάσον Σανατόριον. Εις την παρά την θέσιν «Σταυρί» είσοδον της ω ραίας. κωμοπόλεως ανέμε νον την Α. Μακαριότητα και τους μετ’ αυτής επισή μους ο Αρχιερατικός Επί τροπος μετά των τοπικών Αρχών, ο ιερός Κλήρος των ιερών ναών της περι φερείας, ενδεδυμένος τας ιερατικάς στολάς, οι μα θηταί και μαθήτριαι των τριών σχολείων της κωμο πόλεως μετά των διευθυν τών, και των διδασκάλων των κρατούντες κλάδους δάφνης, μαθηταί των Κα Ο Μακαρ. Αρχιεπίσκοπος Αθηνών κ. Χρυσόστομος και ο Σεβασμ. Μητροπολίτης τηχητικών σχολείων φέ Μυτιλήνης κ. Iάκωβος προ του ναϋδρίου ροντες εκκλησιαστικάς στο του Σανατορίου. λάς και κρατούντες λαμ πάδας και εξαπτέρυγα, οι χοροί των ιεροψαλτών και πλήθος πολύ ευσεβούς και ενθουσιώντος λαού, εν ω οι κώδωνες των ιερών ναών εκρούοντο πανηγυρικώς. Περί ώραν 10ην π.μ. κατέφθα σεν ο Μακαριώτατος και οι μετ’ αυτού επίσημοι, και κατελθόντες των αυτοκινήτων εγένοντο δεκτοί υπό του Αρχιερατικού Επι τρόπου και των Αρχών.
Ο Κλήρος έψαλεν αμέσως το «Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου» και οι μαθηταί των Κατηχητικών σχολείων την φήμην του Μακαρ. Αρχιεπισκόπου, όστις ηυλόγησε τα πλήθη. "Απαντες κατηυθύνθησαν εν πομπή προς τον ιερόν ναόν της Πα ναγίας, των χορών ψαλλόντων το «Αναστάσεως ημέρα» και των κωδώνων των ναών ηχούντων πανηγυρικώς. Εν τω ιερώ ναώ της Παναγίας εψάλη δοξολογία χοροστα τούντος του Μακαρ. Αρχιεπισκόπου επί παρουσία των τοπικών Αρχών και του κατακλύσαντος ασφυκτικώς τον υπερμεγέθη ναόν ευσεβούς πλήθους. Μετά την απόλυσιν ο Αρχιερ. Επίτροπος αιδεσ. Πρωτοπρε σβύτερος κ. Εμμανουήλ Γ. Μυτιληναίος, πνευματικόν ανάστημα του Μακαριωτάτου, ανήλθεν εις τον άμβωνα και προσεφώνησε την Α. Μακαριότητα ως εξής : Μακαριώτατε Πάτερ και Δέσποτα,
Υπάρχουν εις την ζωήν των ατόμων και των λαών στιγμαί, κατά τας οποίας είναι ανίκανος η γλώσσα να εκφράση τα πλημμυρούντα τας ψυχάς συναισθήματα. Τοιαύτη τις στιγμή είναι και δι’ ημάς η παρούσα στιγμή, καθ’ ην εν τω μέσω ημών έχομεν την Μακαριότητά Σου εν τω Πανσέπτω τούτω ναώ της Θεομήτορος, όστις από της κτίσεως αυτού μέχρι της σήμε ρον απετέλεσε και αποτελεί κέντρον θρησκευτικής αναζωπυρώσεως και εις τον οποίον από των απέναντι μαρτυρικών ακτών προσήρχοντο οι δούλοι χριστιανοί ζητούντες την ενίσχυσιν από την Μητέρα του Πόνου, δια να βα στάσωσι τον σταυρόν του μαρτυρίου της δουλείας των. Η χαρά ημών και η συγκίνησις, Μακαριώτατε Πάτερ και Δέσποτα και Σεβαστέ μου Διδάσκαλος , η χαρά Κλήρου και Λαού είναι απερίγραπτος και δύνασαι να ανα γνώσης αυτήν εις τα πρόσωπα πάντων, ιδιαιτέρως δε η ιδική μου συγκίνη σις είναι τοιαύτη, ότι αξιούμαι να Σέ δεξιωθώ ενταύθα, ώστε να μη μου επιτρέπη να εκταθώ περισσότερον. Δεν σταματά μόνον η γλώσσα, αλλά και ο νους ακόμη αρνείται να εργασθή, όταν η καρδία πάλλη τόσον ισχυρώς. Αρκούμαι εις το να δοξάσω τον Θεόν δια την ευλογημένην ταύτην ημέραν και να Σε παρακαλέσω να μας ευλογήσης. Της Σεπτής Σου Μακαριότητος είησαν πολλά και πανευδαίμονα τα έτη.
Ο Μακαρ. Αρχιεπίσκοπος απήντησε συγκεκινημένος προς τον αγαπητόν του- ως είπε- μαθητήν, εκφράσας τας ευχαριστίας του δια την γενομένην ύποδοχήν και τον θαυμασμόν του δια τε τον περικαλλή ναόν του Προσκυνήματος και δια την ευλάβειαν των κατοίκων, απηύθυνε δε πατρικάς συμβουλάς προς τους Χρι στιανούς της Αγιάσου, όπως, ευγνώμονες δια την ευτυχίαν του να κατέχουν ένα τοιούτον θησαυρόν, οποία η περίπυστος θαυμα τουργός εικών της Θεομήτορος, ζώσι και βίον αντάξιον της μεγά λης ταύτης χάριτος του Θεού, εξέφρασε την ευγνωμοσύνην του προς τον Σεβασμ. Μιητροπολίτην Μυτιλήνης δια την ευκαιρίαν, την οποίαν τω παρέσχε να γνωρίση εκ του πλησίον τον ευλαβή λε σβιακόν λαόν, και ιδιαιτέρως επήνεσε τα έργα της ευσεβείας και της φιλανθρωπίας, των οποίων προΐσταται η Α. Σεβασμιότης, υπό
Μ ία εικώ ν από την πάνδημον υ ποδοχήν του Μ ακαριωτάτου Α ρχιεπισκόπου Α θηνώ ν και πάσης Ε λ λ ά δ ο ς κ. Χρυσοστόμου εν Α γ ιά σ ω .
την πνευματικήν καθοδήγησιν της οποίας διατελεί και ο προνο μιούχος λαός της Αγιάσου. Μετά την δοξολογίαν και, αφ' ου ο Μακαρ. Αρχιεπίσκοπος και οι μετ’ αυτού επίσημοι ησπάσθησαν την ιεράν εικόνα της Θεο μήτορος, εγένετο δεξίωσις εν τω «Συνοδικώ» του ναού, όπου προσ ήλθον αντιπρόσωποι του λαού και των διαφόρων ιδρυμάτων της κωμοπόλεως και ησπάσθησαν την χείρα της Α. Μακαριότητος και του Σεβασμ. Μητροπολίτου. Την μεσημβρίαν παρετέθη γεύμα υπό της Επιτροπείας του Προσκυνήματος εις τον «Κήπον της Παναγίας», εις ο παρεκάθησαν και αι τοπικαί Αρχαί της Αγιάσου μετά των διευθυντών των σχολείων. Περί ώραν 3ην μ.μ. η Α. Μακαριότης ανεχώρησεν εξ Αγιάσου , καταλιπούσα εις πάντας ανεξίτηλον την ανάμνησιν της τιμη τικής και διδακτικωτάτης επισκέψεώς Της. 2.
Ο κ. ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΠΑΙΔΕΙΑΣ
Την 24ην Μαΐου και ώραν 4ην μ.μ. ο Υπουργός Θρησκευ μάτων και Παιδείας κ. Κ. Γεωργακόπουλος μετά του Σεβασμ. Μη τροπολίτου μας επεσκέφθη το παρά την Αγιάσον Σανατόριον, όπερ μετά ιδιαιτέρου ενδιαφέροντος περιειργάσθη, συγχαρείς τον Σεβασμ. Μητροπολίτην μας δια το νέον του τούτο κατόρθωμα. Εκείθεν περί ώραν 5ην μ.μ. κατήλθον εις Αγιάσον, εις την είσοδον της οποίας υπεδέχθησαν αυτούς ο Αρχιερατικός Επίτρο πος μετά των τοπικών Αρχών, των σχολείων και πλήθους λαού. Την άφιξιν του κ. Υπουργού εδέχθησαν οι αναμένοντες πο λίται και οι μαθηταί με ουρανομήκεις ζητωκραυγάς, ανήγγειλαν δε αυτήν αμέσως και οι κώδωνες των ιερών ναών. Ηγουμένων των μαθητών των σχολείων ο κ. Υπουργός κα τήλθε πεζή εις τον ναόν της Παναγίας, όπου ανέμενεν ο ιερός Κλή ρος της κωμοπόλεως, ενδεδυμένος τα ιερά άμφια. Εκεί εψάλη σύν τομος δέησις, μεθ’ ην ο Αρχιερατικός Επίτροπος αιδ. Εμμαν. Μυτιληναίος προσεφώνησεν από του άμβωνος ως εξής : Εξοχώτατε Κύριε Υπουργέ, Καθ’ όλην την μακραίωνα ιστορίαν του Ελληνισμού η θεοσέβεια και η φιλοπατρία εθεωρήθησαν ανέκαθεν ως αι δύο αδαμάντινοι βάσεις της αρε τής του Έλληνος πολίτου. Πάντοτε δε η Πολιτεία η Ελληνική εθεώρησεν ιδιαιτέραν αυτής υποχρέωσιν την προάσπισιν των ιερών της χώρας, και «υπέρ βωμών και εστιών» εμάχοντο οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, και για της Πατρίδος την ελευθερίαν, για του Χριστού την Πίστιν την αγίαν έχυσαν το αίμα των οι γιγαντομάχοι της εποποιΐας του 21. Τούτο δε διότι η φύσει θεοσεβής ελληνική ψυχή δεν ηδύνατο ποτέ να φαντασθή ότι είναι δυνατόν να υπάρξη πόλις άνευ θεών. Υπό την επίδρασιν των συμφορών του Μεγάλου Πολέμου εκήρυξάν τινες την αφροσύνην του «ουκ έστι Θεός» και ηθέλησαν να ονειρευθώσι πόλεις άνευ βωμών, και προσεπάθησαν να δηλητηριάσωσι και των Ελλή νων ακόμη τας ψυχάς. Αλλ’ όμως το κήρυγμα τούτο υπήρξεν εντελώς
ξένον προς την ελληνικήν ψυχήν και πανταχού εξεδηλώθη ζωηρότατα η κατά του αθέου κηρύγματος αντίδρασις αυτών των λαϊκών μαζών, αίτινες διησθάνοντο εις οποίας και οπόσας ηδύνατο τούτο να οδηγήση συμφοράς κοινωνικάς και εθνικάς. Την ζωηράν ταύτην λαϊκήν ανησυχίαν και αντίδρασιν λίαν ευκαίρως διείδεν ο Μεγαλειότατος ημών και ευσεβέστατος Άναξ και παρέσχε την υψηλήν Αυτού εμπιστοσύνην προς εκείνους, οίτινες προυθυμήθησαν να βοηθή σωσι τον ευσεβή Ελληνικόν Λαόν εις τον εναντίον της ευσεβείας και της αταξίας αγώνα, χάριν του οποίου και τας βαρυτάτας των θυσιών είναι πρόθυμος ο λαός ούτος να υποστή. Ἀφανής κἀγώ και ταπεινός της εθνικής Εκκλησίας ἐργάτης, ἑλκυ σθείς εις την γωνίαν ταύτην της Ελληνικής Πατρίδος ὑπό της λαμπηδόνος των καλῶν έργων του Καλοῦ Ποιμένος της των Μυτιληναίων Εκκλησίας και όση μοι δύναμις από του υπερόχου αυτού παραδείγματος οδηγούμενος, θεωρώ εμαυτόν εξόχως ευτυχή, διότι ευρίσκομαι εις την ευχάριστον θέσιν να διαβε βαιώσω την Υμετέραν Εξοχότητα, ότι το μικρόν τούτο ποίμνιον προσπαθεί να αναδειχθῄ άξιον της Πατρίδος και ότι το εκκλησιαστικόν τούτο τέμενος, το σεπτόν τούτο της Θεοτόκου Προσκύνημα, αποτελεί και σήμερον το κέντρον της καλής ταύτης προσπαθείας, και εξ αυτού αρύονται την ενίσχυ σιν και την καθοδήγησιν πάντες οι ευσεβείς κάτοικοι της κωμοπόλεως ταύτης, περί τον ιερόν δε τοῦτον ναόν συσπειρωμένοι οι τε εκκλησιαστικοί και οι εκπαιδευτικοί και οι λοιποί κοινωνικοί εργάται, από κοινού αγωνιζό μεθα, σιωπηρώς μεν και αφανώς, αλλ' αποτελεσματικώς, ως πιστεύω, με την βοήθειαν του Θεού, όπως μη υστερήσωμεν εν τη γενική προσπαθείᾳ προς εθνικήν ανασυγκρότησιν και αναδημιουργίαν. Δια τούτο μετά ιδιαιτέρας όλως χαράς και συγκινήσεως χαιρετίζομεν σήμερον εν τω μέσω ημών τον εκπρόσωπον της νέας ταύτης της Πολιτείας καταστάσεως, τον ειδικώς επιφορτισμένον εις την διατήρησιν του πατρίου πολιτισμού δια της εθνικής παιδείας, και εις την περιφρούρησιν της πατρίου ευσεβείας δια της εθνικής μας Εκκλησίας, και εξ όλης ψυχής και καρδίας επικαλούμεθα εφ' υμάς και επί το έργον υμών την χάριν και την ευλογίαν της Υπερμάχου των Ελλήνων Στρατηγού και δεόμεθα του Κυρίου, όπως διαφυλάττῃ τον ευσεβή ημών Άνακτα και πάντας τους εν τω καλώ αγώνι συνεργάτας Αυτού.
Ο κ. Υπουργός απαντών εξέφρασε την χαράν του δια την ευσέβειαν των Λεσβίων, η οποία από της στιγμής της αφίξεώς του - ως είπε - του παρουσίασεν αλλεπάλληλον σειράν συγκι νήσεων, ιδιαιτέρως δε ηυχαρίστησε τον Σεβασμ. Μητροπολίτην μας, διότι με την πρόσκλησίν του να παραστῇ εις την εορτήν του Αγ. Νεομάρτυρος Θεοδώρου, τῳ παρέσχε την ευκαιρίαν να δοκι μάσῃ αυτήν την χαράν. Η Θρησκεία - είπε - μαζί με την Πα τρίδα και με την Οικογένειαν είναι πράγματα, τα οποία δεν είναι δυνατόν να χωρισθούν ποτέ από την πρόοδον των λαών, και, αν υπήρξαν άνθρωποι, οι οποίοι απεπειράθησαν να πολεμήσουν τας αρχάς ταύτας δια να κάμουν την χώραν μας εξουθένωμα των εθνών, τώρα ευτυχώς ο κίνδυνος αυτός παρήλθε. Προέτρεψε τους κατοίκους της Αγιάσου να δειχθούν δια των έργων των άξιοι
του ωραίου φυσικού των περιβάλλοντος και της ποιμαντικής φρον τίδος του Ποιμενάρχου των, και να ανατρέφουν τα τέκνα των με την πίστιν εις τον Θεόν και με την αγάπην προς την Πατρίδα. Εψάλη ακολούθως ο Πολυχρονισμός του Βασιλέως και αφ' ου ο κ. Υπουργός ησπάσθη ευλαβώς την ιεράν Εικόνα της Θεομή τορος και ήναψεν ενώπιον αυτής λαμπάδα, εγένετο δεξίωσις εν τω «Συνοδικώ» του ναού, όπου ο κ. Υπουργός μετά πολλής ευπροση γορίας συνωμίλησε μετά των τοπικών Αρχών και μετά των εκ παιδευτικών λειτουργών της Αγιάσου περί των αναγκών του τόπου. Επεσκέφθη ακολούθως το «Αναγνωστήριον» περί του οποίου -ως εγράψαμεν ήδη- εξεφράσθη λίαν ευνοϊκώς, ειπών ότι του αξίζει κάθε υποστήριξις και περί ώραν 6ην μ.μ. ανεχώρησε δια Μυτιλήνην. 3.
Ο κ. ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΥΠΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ
Ως ανεγράψαμεν ήδη και εν τω προηγουμένῳ τεύχει, επε σκέφθη την Αγιάσον και το εν αυτή Ιερόν Προσκύνημα την 17ην Ιουνίου ε.έ. όλως αιφνιδίως ο περιοδεύσας ανά τα αξιοθέατα της Ελλάδος Υφυπουργός Τύπου και Τουρισμού κ. Θεόδ. Νικολούδης μετά της αξιοτίμου κυρίας Νικολούδη, του κ. Κ. Μελά, πρώτου διοικητού χρηματίσαντος της Λέσβου από της απελευθερώσεώς της, ανωτέρων υπαλλήλων του υπουργείου Τύπου και Τουρισμού, και ομάδος επιλέκτων μελών της κοινωνίας της Πρωτευούσης. Τον κ. Υφυπουργόν μετά της ακολουθίας του, κατελθόντα επ' αυτοκινήτου μετά την επίσκεψιν του Σανατορίου εις τον Ιερόν Ναόν της Παναγίας, υπεδέχθησαν εις την εξώθυραν του ναού ο Αρχιερατικός Επίτροπος και αι τοπικαί Αρχαί, εντός δε του ναού ανέμενον ενδεδυμένοι οι εφημέριοι τούτου και το προστρέξαν επί τη αγγελίᾳ της επισκέψεως ταύτης πλήθος. Εψάλη σύντομος δέησις και ο Πολυχρονισμός του Βασιλέως, μεθ’ ον ο Αρχιερατικός Επίτροπος προσεφώνησεν από της ωραίας Πύλης ως εξής : Εξοχώτατε Κύριε Υπουργέ, Το αιφνίδιον άγγελμα της ενταύθα αφίξεώς Σας μας εχαροποίησεν όλως ιδιαιτέρως και η εν τω μέσω ημών παρουσία Σας μας συγκινεί, διότι εν τω προσώπῳ σας χαιρετίζομεν και τον εκλεκτόν εκπρόσωπον της Εθνι κής Κυβερνήσεως τον αναλαβόντα το ευγενές έργον της καλλιεργείας των πολιτιστικών εκδηλώσεων του Έθνους, αλλά και τον άνθρωπον ο οποίος γνωρίζει τα ζητήματα, άτινα προκύπτουσιν εκ του έργου τούτου και περί του οποίου είναι γνωστόν πόσην αποδίδει σημασίαν εις την εν τω Έθνει πολιτιστικήν αποστολήν της Ορθοδόξου ημών Εκκλησίας. Λυπούμεθα μόνον ότι δεν ήτο δυνατόν εντός ολίγων λεπτών να προετοιμάσωμεν υπο δοχήν ανταξίαν της τιμής, την οποίαν μας περιποιεί η επίσκεψίς Σας· αλλά εάν το προστρέξαν εις την δεξίωσιν ταύτην πλήθος δεν είναι της προσωπικότητός Σας ανάλογον, τούτο δεν σημαίνει τίποτε άλλο, ειμή ότι και ο λαός της Αγιάσου, ακολουθών εν τούτω το ιδικόν Σας παράδειγμα, και ολοκλήρου του ελληνικού λαού την σημερινήν τακτικήν, είναι αφωσιωμέ
νος, Κύριε Υπουργέ, εις τας εργασίας του σήμερον διότι πρόκειται περί ημέρας εργασίμου. Έχω εντολήν να Σας προσφωνήσω το «Καλώς ήλθατε» εκ μέρους του Σεβασμ. Μητροπολίτου ημών και να Σας διαβιβάσω τας ευ λογίας Του, λυπουμένου ότι δεν κατέστη δυνατόν να παρευρεθή εις την έδραν Του κατά την επίσκεψιν Σας και να Σας περιποιηθή όπως επιθυμεί, ως εκπρόσωπος δε Κλήρου και Λαού της εκκλησιαστικής ταύτης Παροικίας, εύχομαι εις τον Ύψιστον να ευλογήσῃ το ταξίδιόν Σας και να το κατα στήσῃ καρποφόρον, και εκφράζω την ελπίδα ότι η επίσκεψίς Σας αύτη θα έχη αγαθά αποτελέσματα δια τον ιστορικόν τόπον μας, όστις έχει μεν τόσας ανεκμεταλλεύτους έτι φυσικάς καλλονάς, αντιμετωπίζει δε άλλα τόσα προβλήματα της αρμοδιότητός Σας, περί των οποίων ασφαλώς θα κατετοπίσθητε κατά την μετά των τοπικών Αρχών επαφήν Σας. Κύριος ο Θεός ημών δια πρεσβειών της Θεομήτορος έστω Υμών βοηθός και σκε παστής και συνεργός εν πάσιν.
Ο κ. Υφυπουργός απήντησεν ως εξής : Αιδεσιμώτατε, Σας ευχαριστώ δια τους καλούς σας λόγους. Εκπληρών το επιβεβλημένον εις εμέ καθήκον του Υφυπουργού Τύπου και Τουρισμού της Εθνικής Κυβερνήσεως, και προερχόμενος εκ Σαμοθρά κης μετά μακράν περιοδείαν εις Μετέωρα, εις Άγιον Όρος και εις τας Σποράδας νήσους, επισκέπτομαι ήδη και την ωραίαν νήσόν σας, ως απλούς ταξιδιώτης. Η ανεπίσημος διέλευσίς μου και η μικράς διαρκείας παραμονή μου εις την ωραίαν σας νήσον με ενθουσιάζει. Συγχρόνως όμως η ανεπίσημος και εντελώς απροετοίμαστος υποδοχή του λαού της ωραίας ταύτης κωμο πόλεως με έκαμε να συγκινηθώ και να είμαι προς αυτόν δια τας τοιαύτας εκδηλώσεις ευγνώμων. Λυπούμαι όμως υπερβολικά που δεν έτυχε να συναντηθώ με τον Σεβασμ. Μητροπολίτην σας, του οποίου τα φιλανθρωπικά και εκπολιτιστικά έργα καταδεικνύουσι την αξιέπαινον δράσιν του. Επεσκέ φθην το Σανατόριον και θα επισκεφθώ εντός ολίγου και το Ιερόν Νοσοκο μείον της Μυτιλήνης, δια το οποίον πρέπει να σεμνύνεται κάθε Λέσβιος. Εκτός της ιστορίας και του πολιτισμού της η Μυτιλήνη έχει να πα ρουσιάση τόσας φυσικάς καλλονάς και τόσα θέλγητρα, δια τα οποία η υπηρεσία του τουρισμού θ’ ασχοληθή ιδιαιτέρως. Το Κράτος μας όμως επί του παρόντος είναι απησχολημένον εις την αντιμετώπισιν άλλων σοβαρωτέρων αναγκών. Αργότερα θα είναι εις θέσιν να θέσῃ εις ίσην μοίραν και τον τουρισμόν και θα εξετάσῃ τας ανάγκας του εν πλάτει, εις τρόπον ώστε να επέλθῃ μία σοβαρά προαγωγή του πολι τισμού μας. Εστέ δε βέβαιοι ότι η ωραία σας νήσος θα τύχῃ πρώτη του κρατικού βλέμματος, ώστε να καταστῄ εις εκ των καλλιτέρων τουριστικών σταθμών της Ευρώπης.
Επηκολούθησε δεξίωσις εν τῳ «Συνοδικῴ» της Εκκλησίας και επίσκεψις εις το Αναγνωστήριον και μετά μικράν ανάπαυσιν εν τῳ «Κήπῳ της Παναγίας», απήλθεν ο κ. Υφυπουργός μετά της συνοδείας του περί ώραν 11.30' π.μ,, επειγόμενος ν’ αναχωρήσῃ μετά μεσημβρίαν εκ Μυτιλήνης. Η κυρία Νικολούδη κατά το ολιγόωρον διάστημα της εν
Αγιάσῳ παραμονής της έδειξεν ιδιαίτερον ενδιαφέρον δια την εγχώριον χειροτεχνίαν, δείγματα της οποίας παρήγγειλε δια το Εργαστήριον της «Λαϊκής Τέχνης» Αθηνών και δια το ανάλογον γραφείον του Υφυπουργείου Τύπου και Τουρισμού. 4.
Ο κ. ΥΠΟΥΡΓΟΣ-ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΗΣ
Ως ανεγράψαμεν επίσης επεσκέφθη την Αγιάσον και το Ιερόν Προσκύνημα την 21ην Ιουνίου ε.έ. και ο Υπουργός-Διοικη της Πρωτευούσης κ. Κωνστ. Κοτζιάς μετά του Σεβ. Μητροπολίτου μας, του στρατηγού κ. Παπαστεργίου, του Δημάρχου Μυτιλήνης κ. Νικολάου Πετροπούλου και τετρακοσίων περίπου εκδρομέων εξ Αθηνών, ών είχεν ηγηθῄ. Εκ του Σανατορίου οι επίσημοι επισκέπται και οι λοιποί εκ δρομείς, αφ ου απεθαύμασαν το νέον τούτο θαύμα της λεσβιακής φιλανθρωπίας και της πατρικής μερίμνης του Μητροπολίτου μας, κατήλθον εις τον Ιερόν Ναόν της Παναγίας, όπου υπεδέχθησαν αυτούς ο Αρχιερατικός Επίτροπος και αι τοπικαί αρχαί. Ευθύς αμέσως εψάλη υπό του εν τω ναώ αναμένοντος Ιερού Κλήρου σύντομος δέησις, μεθ’ ην ο Αρχιερατικός Επίτροπος προσεφώνη σεν από του Ιερού Άμβωνος ως ακολούθως : Σεβασμιώτατε, Εξοχώτατε Κύριε Υπουργέ και λοιπή εκλεκτή ομή
γυρι Μετά βαθυτάτης συγκινήσεως και ειλικρινεστάτης χαράς Σας βλέπει εις την ωραίαν του κωμόπολιν ο λαός της Αγιάσου. Ιδιαιτέρως μεγάλη είναι η ιδική μου χαρά, Κύριε Υπουργέ, διότι σας βλέπω εις τον τόπον, εις τον οποίον σήμερον εργάζομαι, και μετά συγκινήσεως ιδιαιτέρας Σας χαι ρετίζω περιβεβλημένον το υψηλόν υπουργικόν αξίωμα, διότι έχω την τιμήν και το ευτύχημα να Σας γνωρίζω από μακρού, από της εποχής της ωραίας μας συνεργασίας δια την ωραίαν Παιδικήν Κατασκήνωσιν του Πατριωτικού Ιδρύματος εις την Βούλαν. Η παρουσία Σας εν τη Εθνική Κυβερνήσει απο δεικνύει πόσον η Κυβέρνησις αύτη εκτιμά και πόσον θέλει να εργασθῄ δια την ανακούφισιν των πασχουσών τάξεων. Καλώς μας ήλθατε ! Αλλά λυ πούμεθα μόνον διότι συγχρόνως είμεθα υποχρεωμένοι να Σας ευχηθώμεν τόσον γρήγορα και το «κατευόδιον». Η είδησις ότι θα φύγετε τόσον τα χέως, χωρίς να δυνηθώμεν να Σας ίδωμεν καλά-καλά και να Σας δείξωμεν τα αισθήματα, τα οποία πλημμυρίζουν τας ψυχάς μας, ομολογουμένως ελαττώνει την εκ της επισκέψεως Σας χαράν. Δεν μνησικακούμεν όμως δια τούτο, δεν μειούνται τα αισθήματά μας. Με την ιδίαν θέρμην Σας αποχαι ρετούμεν και ευχόμεθα να είναι μαζί Σας ο Θεός και η Παναγία μας.
Εψάλη ακολούθως ο Πολυχρονισμός του Βασιλέως και εγέ νετο δεξίωσις εν τῴ «Συνοδικῴ», μεθ’ ην πάντες ανεχώρησαν δια Μυτιλήνην, επειγόμενοι να προφθάσωσι το έτοιμον προς αναχώ ρησιν ατμόπλοιον.
Η ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΤΗΣ
4ης ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ Κατά την τελεσθείσαν εντολή της Ιεράς Μητροπόλεως πάνδημον δοξολογίαν εν τω Ιερῴ Ναῴ της Παναγίας εν Αγιάσῳ επί τη επετείω της 4ης Αυγούστου, ο αιδεσιμ. Αρχιερατικός Επί τροπος παρακληθείς υπό της επί του εορτασμού τοπικής Λαϊκής Επιτροπής ωμίλησεν ως ακολούθως : Σύσσωμος ο Έλληνικός Λαός εορτάζει σήμερον την από της 4ης Αυγούστου 1936 συντελεσθείσαν ιστορικήν μεταβολήν εν τη διοικήσει του Κράτους. Δια να εξυμνήσωσιν αξίως το από της ημέρας εκείνης συντελεσθέν εν τη χώρα έργον, από πασών των απόψεων αυτού, άλλοι είναι αρμοδιώτε ροι εμού. Η Ορθόδοξος όμως Εκκλησία, σάρξ εκ της σαρκός των Ορθο δόξων Λαών, συνεμερίσθη πάντοτε τας τύχας των και συνεταλαιπωρήθη μεν μετ’ αυτών εις ημέρας δυσκόλους και πονηράς, συνεώρτασε δε εις ημέρας δόξης και θριάμβου, αείποτε θεωρήσασα ως ιδίας θλίψεις του Λαού τας πικρίας και εκλαβούσα ως ιδίας ευτυχίας τας επιτυχίας του Λαού. Τον κα νόνα τοῦτον ηκολούθησε πάντοτε και η εν Ελλάδι Ορθόδοξος Εκκλησία, διότι είναι αδύνατον εις την Ορθοδοξίαν να διαχωρίσῃ εαυτήν από του εις αυτήν πιστεύοντος Λαού και την αρχήν ταύτην ακολουθούσα και σήμερον η εν Ελλάδι Ορθόδοξος Εκκλησία, συμμερίζεται την λαΐκήν χαράν και συνεορτάζει μετά του χριστωνύμου ελληνικού λαού και συγχαίρει μετ’ αυτού χαίροντος, όπως συνέκλαυσεν άλλοτε μετ’ αυτού. Αλλά δεν λησμο νεί συγχρόνως εν τη μετά του λαού συμφωνία ταύτη η Εκκλησία, ότι απο τελεί την οδηγοῦσαν και κατευθύνουσαν εν τω Έθνει πνευματικήν δύναμιν και θεωρεί δια τοῦτο καθήκον να ὑπομνήσῃ εις τον πανηγυρίζοντα λαόν την μεγάλην αλήθειαν ότι «παν δώρημα τέλειον άνωθεν έστι καταβαίνον». Την διπλήν ταύτην έννοιαν έχει η σημερινή της Εκκλησίας εις κοινήν προσευχήν και δοξολογίαν πρόσκλησις και είναι διπλή και της Εκκλησίας η σημερινή χαρά, διότι και ο εορτάζων λαός ως πρώτην και κυριωτάτην της χαράς του πανηγυρικήν εκδήλωσιν πανταχού της Ελλάδος θεωρεί και σήμερον, όπως πάντοτε, την εν τη Εκκλησία κοινήν ταύτην συμπροσευχήν και συνδοξολο γίαν. Και αποδεικνύει δια της τακτικής του ταύτης ο έλληνικός λαός ότι συναισθάνεται βαθύτατα τον αναπόσπαστον και αδιάρρηκτον σύνδεσμόν του προς την Εκκλησίαν, σύνδεσμον όστις εχαλκεύθη δια τόσων δακρύων, δια τόσων αιμάτων, δια τόσων κοινών θυσιών Κλήρου και Λαού, δια μέσου της μακραίωνος ιστορίας του Χριστιανικού Ελληνισμού. Ευλογητός ο Θεός των Πατέρων ημών και ευλογημένον το άγιον όνομα Αυτοῦ και δι’ όλας μεν τας ευεργεσίας, όσας επεδαψίλευσεν εις το Έθνος ημών, εξόχως δε δια τον αδιάρρηκτον τοῦτον σύνδεσμον αυτού προς την σώ τειραν Εκκλησίαν, σύνδεσμον του οποίου βαθυτάτην έχει επίγνωσιν και ο Μεγαλειότατος ημών Άναξ και η Εθνική Βασιλική Κυβέρνησις, και τον οποίον μετά τόσης επιμελείας η Ελληνική Πολιτεία αείποτε εφρόντισε να καλλιεργήσῃ, οσάκις δεν ηθέλησε να φανῇ επιλήσμων της ιστορίας και της ψυχολογίας του ελληνικού λαού. Ευλογητός ο Θεός των Πατέρων ημών ότι επεσκέψατο και εποίησε λύ τρωσιν τω λαῷ Αυτοῦ και επί εν ολόκληρον ήδη έτος εκράτησεν αυτό, δια των αρχόντων, ους η Πρόνοια Αυτοῦ πάντως κατέστησεν επ' αυτόν, μακράν των εθνοκτόνων διχονοιών και των διαμαχών εκείνων, υφ' ων τοσάκις ετα
λαιπωρήθη η εσωτερική ειρήνη και τοσάκις εδοκιμάσθη η ψυχική αντοχή του ελληνικού λαού, εις ον εδόθη ήδη ο καιρός ν’ ασχοληθή εις την ανα συγκρότησιν και την αναδημιουργίαν, της οποίας τόσην έχουν ανάγκην όλοι οι λαοί μετά την συμφοράν του μεγάλου καταστρεπτικού πολέμου. Δεν είναι η σημερινή εορτή ωρισμένης μερίδος η ωρισμένης τάξεως μόνον εορτή· είναι εορτή του ελληνικοῦ λαού ολοκλήρου, διότι ήσαν ξένα προς την ψυχοσύνθεσιν και την νοοτροπίαν, ξένα προς την ιστορίαν και τον πολιτισμόν του λαού τούτου τα διαλυτικά και αντίθεα κηρύγματα, άτινα προς στιγμήν ηπείλησαν την ψυχικήν συνοχήν του Έθνους και την ακεραιό τητα του Κράτους, και ολόκληρος ο έλληνικός λαός -και αυτοί ακόμη οι εξ αυτού πλανηθέντες- ησθάνθη την ανακούφισιν, την οποίαν αισθάνεται ο αφυπνιζόμενος και απαλλασσόμενος εφιάλτου τρομακτικού. Εάν η παρούσα εορτή ήτο εορτή ωρισμένης τάξεως η μερίδος, η Εκκλησία δεν θα ηδύνατο να συμμετάσχη αυτής, διότι δεν υποθάλπει με ρίδας και τάξεις διχογνωμούσας η Εκκλησία, ουδ' αναμιγνύεται μεταξύ των εριζόντων, ειμή μόνον δια να κηρύξη την ειρήνην και την ανάγκην της ενότητος. Αλλ’ η Εκκλησία πιστεύει ότι σήμερον εκτελεί ιερόν καθῆκον ανταποκρινομένη εις το κοινόν λαϊκόν αίσθημα και καλούσα ολόκληρον τον ορθόδοξον ελληνικόν λαόν να συμπροσευχηθή προς τον Ουράνιον Πα τέρα υπέρ της ειρήνης και της καλής καταστάσεως της χώρας ταύτης, και υπέρ του φωτισμού των ιθυνόντων, «ίνα και ἡμεῖς εν τη γαλήνῃ αυτών ήρε μον και ησύχιον βίον διάγωμεν εν πάσῃ ευσεβεία και σεμνότητι». Ναι, Επουράνιε Βασιλεύ, τον πιστόν Βασιλέα ημών στερέωσον· την πίστιν στήριξον το έθνος κυβέρνησον τον λαόν Σου εν ειρήνη διαφύλαξον και, προσδεχόμενος ως θυμίαμα ενώπιόν Σου τας ευχαριστηρίους και ικε τηρίους ταύτας εντεύξεις, πάντας ἡμᾶς υιούς φωτός και εργάτας ειρήνης και αληθείας και ευημερίας ανάδειξον, αληθινούς επί της γης πολίτας της Βασιλείας Σου. Αμήν.
«...Επανεφέραμεν και επεβάλαμεν ακόμη, όταν ήτο ανάγκη τον σεβασμόν εις τας ηθικάς αξίας, αι οποίαι απο τελούν την εσωτερικήν αξίαν του Ελληνισμού : την Θρη σκείαν, την Πατρίδα και την Οικογένειαν. Και θα βοηθή σωμεν ακόμη περισσότερον την Εκκλησίαν της Ελλάδος δια να ημπορέσῃ να επιτελέσῃ το μεγάλο της έργον . . .» I. ΜΕΤΑΞΑΣ
Η Ιερά Θαυματουργός Εικών της Παναγίας της Αγιάσου, η επιγραφομένη «Αγία Σιών».
ΑΓΊΑ
ΣΙΩΝ
ΜΗΝΙΑΙΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΑΣΩ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ ΙΕΡΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑΣ
ΑΥΤΟΥ
ΕΥΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ κ. ΙΑΚΩΒΟΥ ΕΤΟΣ ΑΡΙΘΜ.
Α΄ 4
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ
ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ
ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ Πρωτοπρεσβύτερος
\
1937
Πρωτοπρεσβ. ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ
ΤΟ ΓΕΝΕΘΛΙΟΝ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ Πάσας αληθώς, Άννα, νικάς μητέρας, Μήτηρ, έως αν σή γενηται Θυγάτηρ.
Μνείαν περί της Μητρός του Κυρίου απαντώμεν εις πλείστα μέρη της Καινής Διαθήκης (1). Δια τον απαρτισμόν όμως πλήρους βιογραφίας της Θεοτόκου Μαρίας είναι ανάγκη ο ερευνητής να μη αγνοήσῃ και τας ιστορικάς ειδήσεις, αίτινες εύρηνται εν ταις Αποκρύφοις Βιβλίοις, διασώζουσαι αρχαιοτάτην της χριστιανικής συνειδήσεως παράδοσιν (2). Ακριβώς ένεκα του γεγονότος του του ωρισμέναι ειδήσεις των Αποκρύφων (3), εγένοντο δεκταί και απετέλεσαν και ειδικών εορτών υποθέσεις εν τω λατρευ τικώ βίω των χριστιανών. Μεταξύ των ειδήσεων τούτων περιλαμ βάνονται και αι αναφερόμεναι εις το «Γενέθλιον της Υπεραγίας Θεοτόκου», ούτινος την επέτειον εορτάζει η Εκκλησία μας κατά την ογδόην του μηνός Σεπτεμβρίου εκάστου έτους. Περί των συνθηκών, ὑφ' άς εγεννήθη η Παρθένος Μαρία ομιλεί εν πλάτει το λεγόμετον «Πρωτευαγγέλιον του Ιακώβου» (4), όπερ ήτο γνωστόν ήδη κατά τον πρώτον πυρήνά του από του β΄ αιώνος και πολλάς έκτοτε υπέστη υπό διαφόρων χειρών αλλοιώ σεις (5). Την διήγησιν ταύτην, υιοθέτησεν η εκκλησιαστική μας ασματογραφία και η βυζαντινή εικονογραφία, διότι διέσωζε, προ φανώς, την αρχαιοτάτην της Εκκλησίας παράδοσιν περί της γεν νήσεως της Μητρός του Κυρίου. (1) Ματθ. α' 6-16, 18-25. Λουκ. α' 26-37, 46-55. Ματθ. α' 18. β' 1,11. Λουκ. β' 4-7. Ματθ. ιβ' 46. Μάρκ. γ' 31, ιε' 40-47, ιστ' 1. Λουκ. β' 21, η' 19. Ιω. β' 1 εξ, ιθ' 25-27. Πράξ. α' 14 κ. ά. (2) Κ. Καλλινίκου, Θεοτοκιάς. Αλεξάνδρεια 1935, σελ. 85 εξ. (3) Περί αποκρύφων Ευαγγελίων πλείονα βλέπε : Γ. Δέρβου, Χρι στιανική Γραμματολογία, τόμ. Γ', εν Αθήναις, 1910, σελ. 419 εξ. και Δ. Μπαλάνου, Πατρολογία, Αθήναι, 1930. σελ. 99 εξ. (4) Const. Tischendorf. Evangelia apocrvpha 2 έκδ. Leipzig 1876, σελ. 1-50. (5) Γ. Δέρβου, ένθ’ ανωτ. σελ. 421-427.-Δ. Μπαλάνου,ένθ’ ανωτ. σ. 101. Περί του αυτού γεγονότος διεσώθη εκ 10 κεφαλαίων λατινιστί και έτερον απόκρυφον Evangelium de nativi ate Mariae. - Γ. Δέρβου, ένθ’ ανωτ. σελ. 429.
Κατά την παράδοσιν ταύτην, οι γονείς της Θεοτόκου, ο πλούσιος ποιμήν Ιωακείμ και η σύζυγός του Άννα, ήσαν προβε βηκότες την ηλικίαν και μη έχοντες τέκνα ελυπούντο διότι -κατά την κρατούσαν παρ’ Ιουδαίοις αντίληψιν - εθεώρουν την ατε κνίαν ως όνειδος και κατάραν. Δια τούτο η Άννα εδέετο του Θεού προς απόκτησιν τέκνου, άγγελος δε Κυρίου επιστάς επλη ροφόρησεν αυτήν ότι θα συλλάβη και θα γεννήση τέκνον και ότι η γενεά αυτής γνωσθήσεται ανά πάσαν την Οικουμένην. Η Άννα απαντώσα υπόσχεται εάν γεννήση, είτε άρρεν είτε θήλυ, να αφιε ρώση αυτό εις τον Θεόν. Τα αυτά ανήγγειλεν ο άγγελος και προς τον γέροντα Ιωακείμ βόσκοντα τα ποίμνια αυτού εις τους αγρούς, όστις αμέσως έσπευσε και ήλθεν εις την οικίαν αυτού. Η Άννα προϋπαντήσασα αυτόν ανήγγειλε το χαροποιόν γεγονός της συλλήψεως, επί τη οποία ο Ιωακείμ προσέφερεν αμέσως θυσίαν τω Θεώ. «Επληρώθησαν δε οι μήνες αυτής∙ εν δε τώ εννάτω μηνί εγέννησεν Άννα. Και είπε τη μαία : τι εγέννησα ; Η δε είπε : θήλυ. Και είπεν η Άννα : εμεγαλύνθη η ψυχή μου εν τη ημέρα ταύτη. Και έδωκε μασθόν τη παιδί. Και επωνό μασε το όνομα αυτής ΜΑΡΙΑΜ» (6). Η εορτή του Γενεθλίου της Θεοτόκου ανεφάνη το πρώτον εν τη ημετέρα Εκκλησία περί τα μέσα του Ε' αιώνος, από δε του Ζ' αιώνος επεβλήθη εν αυτή οριστικώς ως γενική εορτή και εξυμνήθη δια λόγων πανηγυρικών υπό του Ιωάννου Δαμασκηνού (7), υπό του Ανδρέου Κρήτης (8), υπό του Γεωργίου Νικομηδείας (η, υπό του βασιλέως Λέοντος του Σοφού (10) και υπό άλλων εκκλησιαστικών ρητόρων της μεσαιωνικής εποχής. Η δε πανηγυρική της εορτής ταύ της ασματογραφία, ως αύτη εκωδικοποιήθη - τρόπον τινά - εν τοις εν χρήσει σήμερον εν τη ημετέρα Εκκλησία «Μηναίοις», περιλαμ βάνει ποιήματα Ιωάννου του Δαμασκηνού, του Ανδρέου Κρήτης, του Στεφάνου Αγιοπολίτου, του Σεργίου Αγιοπολίτου, του Πα τριάρχου Γερμανού και άλλων τινων ανωνύμων ποιητών. Χαρακτηρίζεται λοιπόν υπό των ιερών υμνωδών η εορτή της Γεννήσεως της Μητρός του Κυρίου ως «η ημέρα Κυρίου» (11), καθ’ ην «ο τοις νοεροίς θρόνοις επαναπαυόμενος Θεός, θρόνον άγιον επί γης εαυτώ προητοίμασεν» (12), «του φωτός ο νυμφών και η βίβλος του λόγου της ζωής εκ γαστρός προελήλυθε» (13), και «καρ πογονείν η χάρις απάρχεται εμφανίζουσα τω κόσμω Θεού Μη τέρα, δι’ ής τα επίγεια τοις ουρανοίς συνάπτεται» (14). Δια τούτο ως «της παγκοσμίου χαράς τα προοίμια» (15), πανηγυρίζουσα η του (6) Πρωτευαγγέλιον Ιακώβου κεφ. 1-5. (7) Migne 96, 661 εξ. 680 εξ. (’) Migne 97, 805 εξ, 820 εξ. 844 εξ. 821 εξ. (9) Migne 100. 1399 εξ. (ιο) Migne 107. 1 εξ. (11) Το β' στιχηρόν του Εσπερινού, ποίημα Σεργίου. (12) Το α΄ στιχηρόν, του αυτού. (13) Το β΄ στιχηρόν, του αυτού. (14) Το δ΄ στιχηρόν του Εσπερινού, ποίημα Στεφάνου Αγιοπολίτου. (15) Το ε΄ στιχηρόν, ποίημα του αυτού.
Χριστού Εκκλησία συγκαλείται τους πιστούς όπως προστρέξωσι προς την Παρθένον και ως «εν ευσήμω ημέρα εορτής» σαλπίσωσι «πνευματική κιθάρα» (15) και μετά πόθου υποδεχθώσι «της παρθενίας το καύχημα», την «πηγήν της ζωής» την «εκ πέτρας βλαστάνουσαν στερεάς», την «εκ της ατεκνούσης» προερχομένην «βάτον του αΰλου πυρός», του «καθαίροντος και φωτίζοντος τας ψυχάς ημών» (17). «Σήμερον - εξακολουθεί ο ιερός υμνωδός - έπνευσαν αύραι σωτηρίας προάγγελοι», διότι «η στείρα μήτηρ δείκνυται της παρ θενευούσης μετά τόκον του Κτίσαντος» και ένεκα του γεγονότος τούτου «η της φύσεως ημών διαλέλυται στείρωσις» (18). Και προσ καλείται υπό της εκκλησιαστικής ποιήσεως το ζεύγος των πρωτο πλάστων να εορτάση μετά των επί γης πανηγυριζόντων, «ευφραι νέσθω -ψάλλει- ο Αδάμ ο προπάτωρ, και η Εύα αγαλλιάσθω χαίρουσα», και παρίσταται η πρώτη γυνή «η οικοδομηθείσα εκ της πλευράς του Αδάμ» μακαρίζουσα «την θυγατέρα και απόγονον» και λέγουσα, «ετέχθη μοι λύτρωσις, δι’ ης εκ των δεσμών του Άδου ελευθερωθήσομαι» (19). «Τις ο ήχος των εορταζόντων γίνεται ;» ερωτά άλλος εκκλη σιαστικός ποιητής, και νοερώς ακούει την απάντησιν ότι «Ιωακείμ και Άννα πανηγυρίζουσι μυστικώς», διότι «καρπός ευκλεέστατος εδόθη» αυτοίς «η Θεόπαις Μαρία», ήτις πρόκειται ν’ ανοίξη την «είσοδον» του Παραδείσου εις τους κλείσαντας Αυτόν «τη πάλαι παραβάσει» και εις τους ομοίους των (20). Της τοιαύτης των Θεο πατόρων πανηγύρεως προσκαλεί άλλος τον κόσμον ολόκληρον να συμμετάσχη και ψάλλει : «Στείρα άγονος, η Άννα, σήμερον χείρας κροτείτω φαιδρώς· λαμπροφορείτω τα επίγεια∙ βασιλείς σκιρτάτωσαν∙ ιερείς εν ευλογίαις ευφραινέσθωσαν· εορταζέτω δε ο σύμπας κόσμος· ιδού γαρ η Βασίλισσα, και άμωμος νύμφη του Πατρός, εκ της ρίζης του Ιεσσαί ανεβλάστησεν. Ουκ έτι γυναίκες εν λύπαις τέξονται τέκνα· η χαρά γαρ εξήνθησε, και η ζωή των ανθρώπων εν κόσμω πολιτεύεται. Ουκ έτι τα δώρα του Ιωακείμ άποστρέφονται· ο θρήνος γαρ της Άννης εις χαράν μετεβλήθη, Συγχάρητέ μοι λεγούσης, πας εκλεκτός Ισραήλ·
(16) (17) (18) (19) (20)
Το Δοξαστικόν της Λιτής, ποίημα του αυτού. Το β' Ιδιόμελον της Λιτής, ποίημα του αυτού. Το ε' στιχηρόν του Εσπερινού, ποίημα Στεφάνου Αγιοπολίτου. Το πρώτον Ιδιόμελον της Λιτής, ποίημα του αυτού. Το γ' Ιδιόμελον της Λιτής, ποίημα Ανατολίου.
ιδού γαρ δέδωκέ μοι ο Κύριος, το έμψυχον παλάτιον της θείας δόξης Αυτοῦ, εις κοινήν ευφροσύνην και χαράν και σωτηρίων των ψυχών ημών» (21).
Ως ακολούθως δε εν άλλω άσματι εξυμνούνται τα αγαθά, των οποίων πρόξενος εγένετο της Παρθένου η γέννησις : «Γεννάται τοίνυν, και ο κόσμος συν αυτή ανακαινίζεται. Τίκτεται, και η Εκκλησία την εαυτής ευπρέπειαν καταστολίζεται» (22).
Περιληπτικώτατα ο Ιερός Δαμασκηνός εξιστορών την όλην της εορτής υπόθεσιν ψάλλει : «Προς Κύριον εν θλίψει στειρώσεως εβόησαν, της Θεομήτορος οι θεόφρονες γεννήτορες, και ταύτην γενεαίς γενεών εκύησαν, εις κοινήν σωτηρίαν και καύχημα» (23).
ο δε ανώνυμος ποιητής του «Οίκου» ως εξής υμνωδεί την όλην περί αυτής παράδοσιν : «Η προσευχή ομού και στεναγμός της στειρώσεως και ατεκνώσεως Ιωακείμ τε και Άννης, ευπρόσδεκτος και εις τα ώτα Κυρίου ελήλυθεν και εβλάστησαν καρπόν ζωηφόρον τω κόσμον ο μεν γαρ προσευχήν εν τω όρει ετέλει, η δε εν Παραδείσω όνειδος φέρει· αλλά μετά χαράς η στείρα τίκτει την Θεοτόκον και τροφόν της ζωής ημών».
Τοιαύτη τις η περί την εορτήν του Θεομητορικού Γενεθλίου εν τη εκκλησιαστική λατρεία εν χρήσει σήμερον ασματογραφία, δια της οποίας εξαίρεται η παντοειδής του εορταζομένου ιερού γεγονότος σημασία και εις ευσεβείς και σωτηρίους σκέψεις προσ καλούνται οι πιστοί. Ιστορείται εν αυτή η γέννησις της Παρθένου ως θαυμαστόν αποτέλεσμα της ευσεβούς προσευχής του πιστού ζεύγους των γονέων της, ως αποτέλεσμα ευσεβούς προσευχής υπήρξε και της στειρώσεως της μητρός του Σαμουήλ η λύσις (24), και της προβε βηκυίας Σάρρας ο τοκετός. Παρουσιάζεται Άγγελος Κυρίου αναγγέλλων του κακού της ατεκνίας την λύσιν, ως υπό αγγέλων εμυνήθη και εις τον Αβραάμ και την Σάρραν του Ισαάκ η γέννη σις (25), και ως υπό του Αρχαγγέλου Γαβριήλ εμηνύθη μεταγενε στέρως εις τον ιερουργούντα Ζαχαρίαν του Προδρόμου η από-*22 25 24 23 (21) Το β' Ιδιόμελον των Αποστίχων του Εσπερινού, ποίημα Γερμανού Πατριάρχου. (22) Το Δοξαστικόν των Αποστίχων του Εσπερινού, ποίημα Σεργίου Αγιοπολίτου. (23) Το α' τροπάριον της στ' ωδής του Κανόνος. (24) Α' Βασιλ. α' 20 εξ. (25) Γενέσ, κα' 2 εξ.
κτησις (26). Αλλά τόσον εδώ όσον και εκεί πρόκειται περί γεννή σεων φυσικών, αίτινες ούδεμίαν έχουσι σχέσιν προς το δόγμα της «ασπίλου συλλήψεως», το ὁποῖον εκαινοτόμησεν η Παπική Εκκλη σία επιτείνουσα τας αφορμάς του σχίσματος, διότι μόνος ο Υιός του Θεού εγεννήθη υπερφυσικώς εκ της Παναγίας Παρθένου απηλλαγμένος δια τούτο του προπατορικού αμαρτήματος και απαλλάξας δια της σαρκώσεώς Του ταύτης πάντας όσοι επίστευ σαν εις Αυτόν, και αυτήν έτι την Μητέρα Αυτού. Και ως εάν ήθελε την πλάνην ακριβώς ταύτην των μεταγε νεστέρων παπικών να προλάβῃ ο ιερός υμνωδός, ως εξής διέ γραψε την μεταξύ της Θεοτόκου και των άλλων εκ στείρων μητέ ρων προελθόντων βλαστών διάκρισιν : «Ει και θείῳ βουλήματι περιφανείς στείραι γυναίκες εβλάστησαν. αλλά πάντων η Μαρία των γεννηθέντων, θεοπρεπώς υπερέλαμψεν ότι και εξ αγόνου παραδόξως τεχθείσα μητρός έτεκεν εν σαρκι τον απάντων Θεόν, υπέρ φύσιν εξ ασπόρου γαστρός· η μόνη πόλη του μονογενούς υιού του Θεού, ην διελθών κεκλεισμένην διαφύλαξε· και πάντα σοφώς οικονομήσας, ως είδεν ούτος, πάσι τοις ανθρώποις σωτηρίαν απειργάσατο» (27).
Δεν βλέπει η Εκκλησία μας διαφοράν εις τον τρόπον της συλλήψεως της Παρθένου, ουδέ άλλην τινα αιτίαν υπεροχής ταύ της απέναντι των άλλων θαυματουργών ομοίως εκ στείρας μητρός βλαστήσεων. Αλλ' εξυμνεί μόνον την υπεροχήν του προσώπου της θυγατρός του Ιωακείμ και της Άννης, ήτις ηξιώθη να γίνη «υπέρ φύσιν εξ ασπόρου γαστρός» η μήτηρ του σαρκωθέντος Θεού και «κεκλεισμένη» μετά την υπερφυά γέννησιν πάλιν να διαμείνη. Αν πολλάκις και επανειλημμένως εν τη ιερα ασματογραφία η Θεοτόκος καλήται αιτία της λυτρώσεως του Αδάμ και της Εύας, αλλ’ όμως η λύτρωσις αύτη δεν είναι της Θεοτόκου έργον αλλά του εξ αυτής προελθόντος Υιού του Θεού, ως επανειλημμέ νως πάλιν εν τη αυτή ιερα ασματογραφία τονίζεται, αιτία δε της χαράς και της λυτρώσεως η Θεοτόκος ονομάζεται ως χρηματίσασα όργανον της εις τον κόσμον σαρκώσεως του χορηγήσαντος την λύτρωσίν ταύτην και την χαράν. Εκφραστικώτατον της ορθοδόξου ταύτης εννοίας είναι και το περιεκτικώτατον τροπάριον της πα ρούσης εορτής: «Η γέννησίς σου Θεοτόκε, χαράν εμήνυσε πάσῃ τῃ Οικουμένῃ εκ σου γαρ ανέτειλεν ο ήλιος της δικαιοσύνης Χριστός ο Θεός ημών· και λύσας την κατάραν, έδωκε την ευλογίαν· και καταργήσας τον θάνατον, εδωρήσατο ημίν ζωήν την αιώνιον». (26) Λουκ. α' 8 εξ. (27) Το γ' στιχηρόν του Εσπερινού, ποίημα Σεργίου.
ΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΣΥΓΓΕΝΕΙΑΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣΟΥ προς ΤΟΝ ΑΓΙΟΝ ΑΣΣΟΥ Του κ. ΣΤΡΑΤΗ ΚΟΛΑΞΙΖΕΛΛΗ
Ο Σταυράκης Αναγνώστου στις σελίδες 136, 137, 138 και 156 της «Λεσβιάδας» του (1850), όπου γράφει όσα σχετίζονται με την Αγιάσο, λέγει, ότι η Αγιάσος «όπως αυτός νομίζει», εθεμε λιώθη από τον Γεραγώτην Άγιον Γρηγόριον, τον επίσκοπο της πολιτείας της Τρωάδος Άσσου, ο όποιος, όταν παρητήθη από τον θρόνον, γύρισε πίσω στην πατρίδα του Γέραν, και ασκήτευσε στο υψηλότερο βουνό της Λέσβου, όπου έχτισε και ναό της Πανα γίας. Στον Άγιο αυτό ζώντα πήγαιναν πολλοί ασθενείς και φιλό θρησκοι από τα διάφορα χωριά της Λέσβου. Επειδή προτρέπον τες αλλήλους έλεγαν : Πάμε στον Άγιον Άσσου, εσχηματίσθη η Άγιος-Άσσου, η Αγιάσος, η οποία πρέπει να γράφεται με δύο σσ, διότι έτσι γράφεται η λέξις Άσσος. Όταν απέθανεν ο Άγιος, τον έθαψαν μέσα στον ίδιο ναό της Παναγίας. Μετά τον θάνατον του δε άλλοι τινές κατώκησαν εκεί από ευλάβειαν προς την Παναγίαν και προς τον Άγιον. Μετά πολλούς αιώνας επολλαπλασιάσθησαν οι πρώτοι κάτοικοι, αλλά η συνήθεια δια μένει μέχρι σήμερον, και πολύ πλήθος συντρέχει εις την Αγιάσο κατά τον μήνα Αύγουστο, διότι και ο καιρός του πανηγυρίζειν είναι αρμόδιος εις τους κατοίκους της Λέσβου. Όπως φαίνεται όμως και ο ίδιος αμφιβάλλει γι’ αυτῄ την ιστορία, διότι την αρχί ζει με το «όπως εγώ νομίζω», και την τελειώνει με το «αυτή είναι η γνώμη μου, η οποία μπορεί να είναι και ορθή και λαν θασμένη». Κατά της αναμίξεως του Αγίου Άσσου στη θεμελίωση της Αγιάσου επομένως και κατά της παραγωγής της Αγιάσου από τον "Αγιον Άσσου και κατά της γραφής αυτής με δύο σσ είναι : 1) Η ανακολουθία αυτής της ιστορίας. Ενώ λέγει ότι ο Άγιος αυτός ασκήτευσε στο αψηλότερο βουνό της Λέσβου, (δηλ. στον Όλυμπο), η Αγιάσος βρίσκεται στο βάθος μιας λεκάνης γης. Ενώ λέγει, ότι στον Όλυμπο έχτισε ο Άγιος ναό της Πανα γίας, εκεί υπάρχει ναΐσκος του Προφήτου Ηλία. Ενώ λέγει ότι ο Άγιος αυτός ετάφη μέσα στο ναό της Παναγίας της Αγιάσου, κανένας τάφος, (ούτε εξωκκλήσι) του Αγίου Γρηγορίου δεν υπάρχει ούτε πάνω στον Όλυμπο, ούτε μέσα στο ναό της Παναγίας της Αγιάσου, ούτε σε όλη την αγροτική περιφέρεια της Αγιάσου. Ενώ λέγει ότι στην Αγιάσο γίνεται προσκύνημα στο όνομα του Αγίου Γρηγορίου, όλοι οι προσκυνηταί που έρχονται στην Αγιάσο, έρχονται για την Παναγία την Αγιασώτισσα. Εκεί δε που λέγει, ότι ο Άγιος ετάφη μέσα στο ναό της Παναγίας της Αγιάσου, έχει μια σημείωση, η οποία λέγει, ότι «οι κάτοικοι της Γέρας βεβαιώνουν, ότι απέθανεν ο Άγιος στη Γέρα, όπου εκ παραδόσεως δείκνυται και ο τάφος του μέχρι σήμερον (1850), και πανήγυριν ετήσιον εκτελούσιν εις μνήμην του συνερχόμενοι παν
δήμως εκ των περιχώρων». Η σημείωσις αυτῄ ακυρώνει την άλλη ιστορία, διότι λέγει, ότι όσα λέγονται ότι έγιναν στην Αγιάσο, αυτά έγιναν στη Γέρα. Η Αγιάσος δεν είναι τμήμα της Γέρας, αλλά άλλη περιφέρεια, η οποία χωρίζεται από τη Γέρα με δυσπρό σιτα βουνά. 2) Το Νέον Εκλόγιον Αββακούμ του ιεροδιακόνου και Ανθίμου μοναχού των Αγιορειτών, στο οποίο μας παραπέμπει ο Σ. Αναγνώστου να δούμε τον βίον του Αγίου Άσσου. Το βιβλίο αυτό (εκ της Πατριαρχικής τυπογραφίας εν Κων/πόλει 1863) στις σελίδες 248 έως 252 περιγράφει τον βίον και την πολι τείαν του Αγίου τούτου. Δεν λέγει όμως ότι ο Άγιος ησύχασε στο υψηλότερο βουνό της Λέσβου (τον Όλυμπο), αλλά στο πλησιέ στερο στη Γέρα, τον Πρίαντα. Δεν λέγει, ότι επειδή οι ευλαβείς και οι ασθενείς προτρέποντες αλλήλους έλεγαν, πάμε στον Άγιον Άσσου, εσχηματίσθη η Αγιάσος, αλλά ότι πολλοί πήγαιναν στον τάφον του, από τον οποίον ανέβλυζεν ύδωρ ευλογίας και πίνον τες αυτό εθεραπεύοντο. Δεν λέγει ότι απέθανε και ετάφη στην Αγιάσο ή στον Όλυμπο, αλλά στην πατρίδα του Γέραν. Δεν λέγει ότι έχτισε χωριό, αλλά μοναστηράκι. 3) Η Ιερά Ακολουθία του Αγίου Άσσου, η οποία είναι μία περίληψις της ιστορίας του. Σ' αυτῄ αναφέρεται, ότι ο Γρηγό ριος υπάρχει της Ιεράς (δηλ. της Γέρας) καύχημα και αγλάισμα, ότι κομπάζει η Ιερά, η την ιεράν αυτού πλουτούσα λάρνακα, ότι ο Γρηγόριος ενοικήσας χώρα Ιεράς πρόμαχος αυτής ανεδείχθη, ότι η του Πνεύματος χάρις τη Ιερά δέδωκε δώρον πολύτιμον, τον σεβάσμιον τάφον του, ότι εν Ιερα ο τάφος του Γρηγορίου πηγά ζει ιάματα, ότι ο όσιος επί το όρος του Πρίαντος έδραμε κ.τ.λ. Δεν λέγει λοιπόν τίποτε, το οποίον να σχετίζεται με την Αγιάσο. 4) Το θηλυκό άρθρο της Αγιάσου. Εάν η λέξις Αγιάσος έγινεν από τον Άγιον Άσσου, έπρεπε να έχη αρσενικό άρθρο, (ο Αγιάσος), όπως έχουν όλα τα εξωκλήσια και όλα τα χωριά, τα οποία έχουν πρώτο συνθετικό μέρος το αρσενικό ο Άγιος, ο Αγιοδημήτρης, ο Αγιάννης, ο Ασώματος, ο Αγιονικόλας κ.τ.λ. Η Αγιάσος όμως έχει θηλυκό άρθρο, το οποίο φανερώνει, ότι το πρώτο συνθετικό της μέρος είναι το θηλυκό η Αγία, οπότε και το δεύτερο θα είναι η Σιών. Εάν σε μερικά μέρη λέγονται αρσενικά με θηλυκό άρθρο, όπως: η Στρατής, η Αγιουνικόλας κ.τ.λ., στην αιτιατική παίρνουν το αρσενικό άρθρο, τον Στρατή, τουν Άγιου νικόλα, Και η Αγιάσος στην αιτιατική αν ήτο αρσενικού γένους, θα έπρεπε να πάρη αρσενικό άρθρο και να λέμε τον Αγιάσο και όχι την Αγιάσο. 5) Οι δύο Μητροπολιτικοί Κώδικες της Μυτιλήνης, ο πρώ τος (1567-1652) κατά τον Σταυράκην Αναγνώστου αναφέρουν την Αγιάσο με το όνομα Αγία Σιών, και όχι με το Άγιος Άσσου. Ο Αναγνώστου όμως δεν το παραδέχεται και λέγει ότι ο Μητροπολίτης έγραψε την Αγιάσο με το όνομα Αγία Σιών κατά λάθος, ότι μερικοί από τους εκκλησιαστικούς ονομάζουν την Αγιάσο Αγία Σιών χωρίς να έχη τόπον αυτό το όνομα και
ότι πολύ από τους Αγιασώτες λένε την Αγιάσο Αγία Σιών και καμαρώνουν, την λένε Αγία Σιών και το πιστεύουν χωρίς κανένα δίκιο. Ώστε το όνομα Αγία Σιών επλάσθη από όλους με την φαντασία των δίχως να υπάρχη στην πραγματικότητα; Επιμένει στην παραγωγή του δίχως να φέρη αποδείξεις. Αλλά και ο δεύ τερος Κώδικας (μετά τα 1709) αναφέρει την Αγιάσο και στα 1753 και με το όνομα Αγία Σιών (1). 6) Η αυτοψία, η οποία διαλύει όλες τις αμφιβολίες. Παρά τον Σκόπελο της Γέρας ο Γραμματεύς της ιεράς Μητροπόλεως Μυτιλήνης κύριος Ευάγγελος Κλεόμβροτος έφερεν εις φως και τον τάφον του Αγίου Γρηγορίου και τα ερείπια του μοναστηρίου του (2). Ενώ στην Αγιάσο δεν υπάρχει τίποτε το σχετικό με αυτόν τον Άγιο. Στο θρησκευτικά στερέωμα της Αγιάσου λάμπει και και ακτινοβολεί μονάχα η Θεοτόκος «Αγία Σιών». Αν δε υπάρχη και Αγίασμα, αυτό δεν αναβλύζει από τον τάφον κανενός Αγίου,, αλλά από την Ζωοδόχο Πηγή, η οποία ήτο η πρώτη κατοικία της ιεράς εικόνος της Θεομήτορος. Ο Σ. Αναγνώστου λοιπόν παρερμήνευσε την ακουστική συγγένεια, η οποία υπάρχει μεταξύ της Αγιάσου και του Αγίου Άσσου. Επειδή η Επτάνησος έγινεν από τις λέξεις επτά και νήσος και τα Δωδεκάνησα από τις λέξεις δώδεκα και νήσος, δεν θα πη ότι και αι Εκατόνησοι (που είναι η αρχαία ονομασία των Μοσχονησίων), έγιναν από τις λέξεις εκατόν και νήσος, (ας έχη και δασείαν, όπως και η λέξις εκατόν), γιατί αι Εκατόνησοι ήσαν νήσοι της Θεάς Εκάτης η οποία συγχέεται με την Αρτέ μιδα. Επειδή η λέξις παγωνιά έγινε από τη λέξη πάγος, και ση μαίνει κρύο δυνατό με πάγους, δεν θα πη ότι και η Παγωνιά της αγροτικής περιφερείας της Αγιάσου έγινε από τον πάγον, διότι αυτῄ έγινε από τις παγώνες και σημαίνει μέρος στο οποίο φυτρώνουν μόνες των πολλές παγώνες. Και η Αγιάσος δεν έγι νεν από τον Άγιον Άσσου, έστω και αν συγγενεύη με αυτόν ακουστικώς. Παράγεται από την Αγίαν Σιών και πρέπει να γρά φεται με ένα σ, διότι πίσω από τα δύο σσ κρύβεται η ιστορία του Αγίου Άσσου. (1) Ευαγγέλου Γ. Κλεομβρότου. Ανέκδοτα Ιστορικά Έγγραφα περί της Αγιάσου, εν «Αγία Σιών», έτος Α' 1937, σελ. 36-40. (2) Περιοδικόν ο «Ποιμήν», εν Μυτιλήνη, έτος 1935, σελ. 183, 247, 278, 283, 295.
Πλή θ η ευσεβών προσκυνητών α ναμένουσι
ν
’
α σπασθώσι την Ιεράν Ει κόνα της Θεομήτορος.
Ο Άμβων της «Αγίας Σιών»
ΤΟ
ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ «Ο λόγος ο του Σταυρού τοις μεν απολλυμένοις μωρία έστι, τοις δε σωζομένοις ημίν δύναμις Θεού έστι» (Α' Κορ. 1,18).
Δεν έχει αλλάξει η κατάστασις από την εποχήν, που ο Από στολος Παύλος έγραψε τα λόγια αυτά. Και τότε και τώρα, και μέχρι της συντελείας, ίσως, των αιώνων, θα υπάρχουν εις τον κό σμον οι άνθρωποι, δια τους οποίους θα θεωρήται «μωρία» το κήρυγμα του Ευαγγελίου του Εσταυρωμένου. Αλλά και τότε και σήμερον, και μέχρι της συντελείας των αιώνων, θα είναι το κή ρυγμα τούτο «δύναμις Θεού» δια τους «σωζομένους», δια τους θέλοντας πράγματι να εύρουν τον δρόμον της σωτηρίας. Από τους ανθρώπους που νομίζουν «μωρίαν» το Ευαγγέλιον του Χρι στού δεν έχουν να περιμένουν οι οπαδοί του Εσταυρωμένου τίποτε άλλο παρά την χλεύην, την περιφρόνησιν και τον διωγμόν. Ακριβώς δε αυτή η κατάστασις είναι εκείνη που αποδεικνύει την υπερφυσικήν δύναμιν αυτού του κηρύγματος και αποδεικνύει τους πιστούς του ανωτερους από τον κόσμον της αμαρτίας. Τίποτε κοινόν δεν ημπορεί να υπάρχη πλέον μεταξύ εκείνου που επί στευσεν ειλικρινώς εις τον Χριστόν και εκείνου που εξακολουθεί να δουλεύη εις το πνεύμα του αιώνος. Τίποτε, απολύτως τίποτε, δεν ημπορεί να συνδέη πλέον εκείνον, που έχει αισθανθή μέσα του την φωνήν της σωτηρίας, τίποτε δεν ημπορεί να τον συνδέη με τα πράγματα εκείνα του κόσμου, που προσπαθούν να σβύσουν την φωνήν αυτήν. «Ει εκ του κόσμου ήτε, ο κόσμος αν το ίδιον εφίλει, ότι δε εκ του κόσμου ουκ εστέ, αλλ’ εγώ εξελεξάμην υμάς εκ του κόσμου, δια τούτο μισεί υμάς ο κόσμος». Αυτά τα λόγια είπε το άχραντον του Σωτήρος στόμα ολίγον πριν παραδοθή εις τον Σταυρόν και ετόνισε, μάλιστα, ότι το μίσος του κόσμου θα εκδηλωθή εναντίον των πιστών Του, οσοιδήποτε ανθρώπινοι δεσμοί και αν υπάρχουν μεταξύ αυτών και εκείνων, διότι και οι γονείς και οι αδελφοί θα έφθανον μέχρι του σημείου να παραδώσουν «εις θάνατον» εκεί νους που θα ήσαν «μισούμενοι υπό πάντων» χάριν του ονόματος του Χριστού ! Και ακριβώς το ίδιον πράγμα ήθελε να είπη ο Κύ ριος, όταν έλεγεν ότι δεν ήλθε «βαλείν ειρήνην επί την γην, αλλά μάχαιραν», και ότι θα εδίχαζε και τους στενωτάτους συγγενείς μεταξύ των, διότι «ο φιλών πατέρα ή μητέρα» περισσότερον από Αυτόν δεν δύναται να είναι «άξιος» μαθητής Του. «Ουαί υμίν, όταν καλώς υμάς είπωσι πάντες οι άνθρωποι», είπεν εις μίαν άλλην περίστασιν ο Χριστός, διότι εγνώριζεν ότι δεν είναι δυνατόν να τα έχη ποτέ καλά με όλους τους ανθρώπους εκείνος. που θέλει να ακολουθήση την ανηφορικήν οδόν του Γολ γοθά. Και εμακάρισεν όλως ιδιαιτέρως εκείνους που θα ηξιούντο να διωχθούν και να υβρισθούν ένεκα του Ευαγγελίου, διότι αυτός ήτο πάντοτε ο κλήρος των εκλεκτών. Δεν έχει λοιπόν, επαναλαμ
βάνομεν, τίποτε να περιμένη από τους ανθρώπους του κόσμου όποιος θέλει ν’ ακολουθήση τον Χριστόν, τίποτε άλλο παρά δυσ κολίας και αποδοκιμασίας, διότι αυτοί είναι ανίκανοι να αισθαν θούν την πραγματικήν αξίαν του Ευαγγελίου. «Εμοί δε κόσμος εσταύρωται, κἀγώ τω κόσμω», έλεγεν ο Απόστολος Παύλος περιγράφων με θαυμαστήν συντομίαν την εσωτερικήν του διάθεσιν απέναντι των δυσκολιών, που του παρου σίαζεν ο κόσμος, και ησθάνετο όλην την δύναμιν να κηρύσση «Χριστόν εσταυρωμένον, ιουδαίοις μεν σκάνδαλον, έλλησι δε μωρίαν», διότι ήτο βέβαιος ότι ό,τι δι’ άλλους ήτο «σκάνδαλον» και «μωρία», δι’ αυτόν ήτο «Θεού δύναμις και Θεού σοφία», όπως δια κάθε αληθινόν πιστόν «Θεού δύναμις και Θεού σοφία» είναι η πίστις εις τον Εσταυρωμένον Λυτρωτήν. Και εύρισκεν όλην την δύναμιν, δια να υπομένη, και όχι απλώς να υπομένη, αλλά και να χαίρη -ως έλεγεν- «εν τοις παθήμασί Του, διότι δεν ησθάνετο τίποτε άλλο μέσα του εκτός από τον ίδιον τον Χριστόν, τον οποίον είχε κάμει απολύτως ιδικόν του. Είχε σταυρώσει «τον παλαιόν άνθρωπον συν τοις παθήμασι και ταις επιθυμίαις» και με παρρησίαν έλεγεν ότι είχε συσταυρωθή πλέον μαζί με τον Χριστόν «Χριστώ συνεσταύρωμαι∙ ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός». Όταν φθάσης, χριστιανέ, εις την κατάστασιν αυτήν, ας μαί νεται όσον θέλει εναντίον σου του κόσμου η οχλοβοή· συ δεν θα βλέπης τίποτε άλλο εμπρός σου, παρά Εκείνον που ανέβηκεν επάνω εις τον σταυρόν ακριβώς δια να σου δείξη ποίος είναι ο δρόμος που θα σ’ οδηγήση εις τον Ουρανόν. Και του Ουρανού την χαράν θ’ αρχίσης τότε να δοκιμάζης και εις την γην αυτήν, οσαδή ποτε και αν είναι τα «ποτήρια», με τα οποία θα θέλη να σε πο τίση ο κόσμος. Αρκεί να μη κυττάξης ποτέ προς τα οπίσω, διότι «ουδείς επιβαλών την χείρα αυτού επ' άροτρον και βλέπων εις τα οπίσω ευθετός εστιν εις την βασιλείαν του Θεού». Ε. Γ. Μ.
ΧΡΟΝΙΚΑ ΤΑ ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΕΝ ΑΓΙΑΣΩ ΚΑΤΑ ΤΟ ΣΧΟΛΙΚΟΝ ΕΤΟΣ 1936-1937
Η λειτουργία των Κατηχητικών Σχολείων εν Αγιάσω κατά το παρελθόν σχολικόν έτος επετεύχθη τη φιλοτίμω συνδρομή της Επιτροπείας του Ιερού Προσκυνήματος και των διευθυντών των αυτόθι δημοσίων σχολείων και, ως εγράφη ήδη, δια της προθύμου μετά του Αρχιερατικού Επιτρόπου συνεργασίας των αιδεσ. Νικ. Πατσέλλη και Παναγ. Στόικου και του ιεροψάλτου κ. Αθ. Πού πουρα. Η διδασκαλία εγένετο ανελλιπώς εν αυταίς ταις αιθού σαις των δημοσίων σχολείων, εις μεν το Ημιγυμνάσιον και εις τας
Κατώτ. Κατηχητικόν Σχολείον Α' Δημοτικού Αγιάσου.
δύο τάξεις ομού, εις εκάτερον δε των δύο Δημοτικών Σχολείων εις τρία τμήματα χωριστά, ών έκαστον περιελάμβανεν ανά μίαν σχο λικήν τάξιν. Ηκολουθήθη το υπό της Αδελφότητος της «Ζωής» εκπονη θέν πρόγραμμα και εδιδάχθη εις μεν το Ημιγυμνάσιον η όλη του «Μέσου Κατηχητικού Σχολείου», εις δε τα Δημοτικά Σχολεία η του Κατωτέρου Κατηχητικού Σχολείου», εδιδάχθησαν δε κατά το υπ' όψιν έτος τα μαθήματα της σειράς «Ο Ποιμήν ο Καλός» εις το Ημιγυμνάσιον και «Ο Επουράνιος Πατήρ» εις τα Δημοτικά Σχο λεία μετά της απαιτουμένης προς τας ανάγκας του περιβάλλον
τος προσαρμογής και μετά προσεκτικήν εκάστοτε μεταξύ των διδασκόντων εν ειδικαίς συνεδρίαις συνεννόησιν. Μαθηταί και μαθήτριαι ενεγράφησαν εις μεν το Μέσον Κα τηχητικόν Σχολείον πεντήκοντα, εις δε τα Κατώτερα τριακόσιοι, φοιτήσαντες, ως επί το πλείστον, ανελλιπώς, παρά τας παρεμπι πτούσας εκάστοτε διαφόρους δυσκολίας. Πλην της τακτικής ταύτης διδασκαλίας κατεβλήθη ιδιαιτέρα φροντίς δια την όσον ένεστι συνειδητοτέραν και έμπρακτον συμ μετοχήν των μαθητών εις την λατρευτικήν και την μυστηριακήν ζωήν της Εκκλησίας, εις τούτο δε εχρησίμευσαν αι ευκαιρίαι των εορτών των Χριστουγέννων, των Τριών Ιεραρχών, του Πάσχα και της λήξεως των μαθημάτων. Ούτω: 1) Τη προπαραμονή των Χρι
Κατώτ. Κατηχητικόν Σχολείον Β'
Δημοτικού “Αγιάσου.
στουγέννων ετελέσθη ειδικώς χάριν των Κατηχητικών Σχολείων η Θεία Λειτουργία εν τω Ιερώ Ναώ της Αγίας Τριάδος, κατ’ αυτήν δε μετά το ανάλογον παιδικόν κήρυγμα του θείου λόγου προσήλ θον πάντες οι μαθηταί και μαθήτριαι εν σώματι μετά των διδα σκάλων των εις την μετάληψιν των Αχράντων Μυστηρίων. 2) Το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων εψάλη ο πανηγυρι κός Εσπερινός της εορτής εν τω αυτώ Ναώ επί παρουσία πάλιν όλου του μαθητικού κόσμου της Κοινότητος, εγένετο δε κατ’ αυτόν ειδική προς τους μαθητάς ομιλία και διενεμήθησαν εν τέλει κατάλληλοι αναμνηστικαί της εορτής ιεραί εικόνες. 3) Οι μαθηταί της ΣΤ' τάξεως των Δημοτικών Σχολείων και οι του Ημιγυμνα σίου μετά την απαιτουμένην προπαρασκευήν προσήλθον πάντες
σχεδόν εις το μυστήριον της Ιεράς Εξομολογήσεως δια πρώτην φοράν. 4) Τη παραμονή του Λαζάρου ετελέσθη πάλιν χάριν των μαθητών η Θ. Λειτουργία των Προηγιασμένων εν τω Ι. Ναώ της Αγίας Τριάδος και μετά το σχετικόν παιδικόν κήρυγμα, καθ’ ο εξηγήθη καταλλήλως η ιστορία και η σημασία της «Προηγιασμέ νης», προσήλθον και πάλιν πάντες εν σώματι εις την μετάληψιν των Αχράντων Μυστηρίων εν ζηλευτή τάξει και κατανύξει. 5) Επί τη εορτή των Τριών Ιεραρχών εψάλη πανηγυρικώς ο Εσπε ρινός και η Θεία Λειτουργία της εορτής εν τω Ιερώ Ναώ της Παναγίας, και εις μεν τον Εσπερινόν παρευρέθη το Ημιγυμνά σιον, εις δε την Θ. Λειτουργίαν και τα τρία Σχολεία, εκ μαθητών των οποίων είχον καταρτισθή πολυμελείς χοροί, οίτινες έψαλον
Μέσον Κατηχητικόν Σχολείον Ημιγυμνασίου Αγιάσου.
τα ιερά άσματα. Εγένετο και πάλιν το ανάλογον τη περιστάσει κήρυγμα και εν τέλει εψάλη το μνημόσυνον των αοιδίμων ιδρυτών και διδασκάλων των εν Αγιάσω σχολείων. 6) Επί τη λήξει των μαθημάτων των Κατηχητικών Σχολείων ετελέσθη εν τω Ιερώ Ναώ της Παναγίας η καθιερωμένη εκκλησιαστική τελετή παρουσία των τοπικών αρχών και πλείστων γονέων, έψαλον δε κατ’ αυτήν και απήγγειλαν ανάλογα ποιήματα και ύμνους μαθηταί και μαθή τριαι, και εγένετο η απαιτουμένη προς αυτούς πατρική διδασκα λία ενώπιον της Ιεράς Εικόνος του «Δωδεκαετούς Ιησού εν τω Ναώ», προκαλέσασα την γενικήν συγκίνησιν των παρισταμένων και τον ενθουσιασμόν των μαθητών. Και δια την ανάπτυξιν οικογενειακής μεταξύ των τροφίμων
των Κατηχητικών Σχολείων ατμοσφαίρας κατεβλήθη φροντίς και 1) ωργανώθη τη μεν πρώτη του Νέου Έτους η εορτή της «Βασι λόπηττας», καθ’ ην διενεμήθησαν μικρά δώρα προς τους μαθητάς, ομάς των οποίων κατόπιν περιήλθε την κωμόπολιν άδουσα τα «Κάλλανδα» υπέρ του Συσσιτίου των απόρων συμμαθητών των, 2) επ' ευκαιρία των εορτών του Πάσχα περιήλθεν όλας τας τάξεις ο διευθύνων τα Κατηχητικά Σχολεία και διένειμεν αυτο προσώπως εις όλους τους μαθητάς πασχαλινά ωά και εικόνας και 3) μετά την λήξιν των μαθημάτων ωργανώθη εκδρομή εις το δάσος του Σανατορίου, εκεί δε, αφ' ου ετελέσθη η Θ. Λειτουργία εν τω υποβλητικωτάτω παρεκκλησίω του Σανατορίου υπό του αιδ. Νικ. Πατσέλλη, διήγαγον δι’ όλης της ημέρας διδάσκαλοι και μαθηταί εν οικογενειακή αναστροφή και παρεκάθησαν εις κοινήν τράπεζαν, ενθυμίζουσαν την τράπεζαν πρωτοχριστιανικής «αγά πης». Δια την διέγερσιν του ενδιαφέροντος των γονέων υπέρ του θεσμού των Κατηχητικών Σχολείων και εν γένει υπέρ της κατά Χριστόν ελληνοπρεπούς αγωγής των τέκνων των εχρησιμοποιήθη επανειλημμένως ο Ιερός Άμβων κατά τε την Θείαν Λειτουργίαν και εν τη σειρά των χειμερινών απογευματινών κηρυγμάτων, ιδιαιτέρως δε εβοήθησεν εις τούτο και το μυστήριον της Ιεράς Εξομολογήσεως. Η Θ. Λειτουργία του Αγίου Ιακώβου. Συμφώνως προς το καταρτισθέν πρόγραμμα, η έναρξις του Δεκα πενταυγούστου, συμπίπτουσα εφέτος ημέραν Κυριακήν, εωρτάσθη όλως εξαιρετικώς εν Αγιάσω με την τέλε σιν της ιεράς τελετής της «Προόδου του Τιμίου Σταυρού» και της θείας λειτουργίας του Αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου, χάριν της οποίας τα πλήθη των ευσεβών επλήρωσαν ασφυκτικώς τον ευρυχωρότατον ναόν του Ιερού Προσκυνήματος της Πανα γίας. Την θείαν λειτουργίαν ετέλε σεν ο Αρχιερατικός Επίτροπος μετά των τεσσάρων ιερέων της κωμοπό λεως και του διακόνου του Ιερού Προσκυνήματος, ωμίλησε δε μετά την ανάγνωσιν των Ιερών Γραφών από της εν τω μέσω του ναού στη θείσης εξέδρας περί των πνευματι κών σκοπών του Δεκαπενταυγού στου.
Ιερά Λιτανεία. Κατ’ επικρατούν παλαιότατον εν Αγιάσω έθιμον, ετελέσθη και εφέτος μετά πάσης τάξεως και μεγαλοπρε πείας τη εορτή της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος επιβλητικωτάτη ιερά λιτανεία μετά των αγίων λειψάνων και των ιερών εικόνων, ην παρηκο λούθησε πολυάριθμον πλήθος ευσε βών προσκυνητών.
Προεόρτιοι Αγρυπνίαι. Την 12ην και 13ην Αυγούστου έ ψάλησαν εν τω Ιερώ Προσκυνήματι αι καθιερωμέναι «μικραί αγρυπνίαι» των Προεορτίων, χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Μυτι λήνης κ. Ιακώβου. Εις αμφοτέρας ταύτας τας ιεράς ακολουθίας ωμί λησεν επικαίρως ο Σεβασμ. Μητρο πολίτης, εξάρας εν τη πρώτη την προς την Θεοτόκον δικαίαν ευλά βειαν των χριστιανών και τας εξ αυτής πνευματικός ωφελείας, εν δε τη δευτέρα παραστήσας την αξίαν
των προς την Θεοτόκον ύμνων των ιερών παρακλήσεων και απευθύνας πατρικώς υποθήκας προς το πολυ πληθές εκκλησίασμα των ευσεβών προσκυνητών.
ματος, εις ο παρεκάθησαν ο Σεβασμ. Μητροπολίτης μας, ο κ. Εισαγγελεύς Μυτιλήνης, ο Διοικητής της Ασφα λείας κ. Γαλούσης κ. α.
Η πανήγυρις της Κοιμήσεως.
Την εσπέραν της 22ας Αυγούστου, επί τη αποδόσει της εορτής της Κοι μήσεως, ο Σεβασμ. Μητροπολίτης εχοροστάτησεν εν τω εσπερινώ, την δ’ επομένην ετέλεσε την θείαν λει τουργίαν, βοηθούμενος υπό εξ ιερέων και δύο διακόνων, και ωμίλησεν επι καίρως προς το πολυπληθές εκκλη σίασμα των ευσεβών.
Την παραμονήν της εορτής ο Σεβασμ. Μητροπολίτης Μυτιλήνης κ. Ιάκωβος ενεδύθη εν τω «συνοδι κώ» του ναού της Παναγίας άπασαν την αρχιερατικήν στολήν και εν πομπή
Η Απόδοσις της Εορτής.
Εκδηλώσεις ευσεβείας.
Η πρόσοψις του Ι. Προσκυνήματος της Παναγίας τη; Αγιάσου.
κατήλθεν εις τον ιερόν ναόν, ένθα εψάλη ο πανηγυρικός εσπερινός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, την δε πρωΐαν της εορτής ετελέσθη η θεία λειτουργία υπό του Σεβασμ. Μητρο πολίτου, συμπαραστατουμένου υπό του κλήρου της κωμοπόλεως, και μετ’ αυτήν εγένετο η περί τον ναόν καθιερωμένη λιτανεία της Ιεράς Θαυματουργού Εικόνος της Θεομή τορος, μεθ’ ην ο Σεβασμ. ηυχήθη πατρικώς προς το πλήθος. Την με σημβρίαν παρετέθη γεύμα υπό της Επιτροπείας του Ιερού Προσκυνή
Χιλιάδες λαού εκ των περάτων της νήσου, εκ των άλλων νήσων του Αρχιπελάγους και εξ άλλων της Ελλάδος μερών είχον κατακλύσει τον ευρύχωρον ναόν, τον ευρυχωρό τατον περίβολον αυτού και τας πέριξ οδούς και παρόδους. πλείστοι δε προσκυνηταί από ημερών και πολλοί και από της πρώτης Αυγούστου εί χον εγκατασταθή εις τα διαμερί σματα των δύο ευρυχωροτάτων ξε νώνων του ναού, εις τα παρά τον ναόν κελλία, εν τω περιβόλω και εν αυτῄ τη υπαίθρω αυλή του ναού. Πολλοί προσήλθον από μακροτάτων αποστάσεων δι’ όλης της νυκτός πε ζοπορούντες, ατελείωτος δ’ήτο η σειρά των προ της ιεράς θαυματουργού εικόνος της Θεομήτορος μετ’ εξαιρε τικών ενδείξεων ευλαβείας παρελαυ νόντων ευσεβών προσκυνητών δι’ όλης της ημέρας και δι' όλης της νυκτός της παραμονής της εορτής. Ιδιαιτέραν εντύπωσιν ενεποίησαν αι εκδηλώσεις πίστεως και ευλαβείας, από μέρους των νέων ιδία, μαρτυ ρούσαι - ως εσημειώθη ήδη - μίαν νέαν άνθησιν του θρησκευτικού συν αισθήματος, αξίαν πολλής προσο χής. Εις υπερτριάκοντα χιλιάδας υπε λογίσθη ο αριθμός των συρρευσάν των κατά τας ημέρας της Πανηγύ
72 ρεως εις Αγιάσον προσκυνητών, χω ρίς να ληφθή υπ’ όψει το πλήθος των μετ’ αυτάς και μέχρι της σήμερον έτι καθ’ εκάστην προσερχομένων.
Μνημόσυνα Ευεργετών. Ο Σεβασμ. Μητροπολίτης Μυτι λήνης κ. Ιάκωβος ιερούργησεν εν τω εν Αγιάσω ιερώ ναώ της Αγίας Τριάδος την Κυριακήν 8ην Αυγού στου και ετέλεσε το μνημόσυνον του αειμνήστου Μεγάλου Ευεργέτου του ναού τούτου Γρηγορίου X"Παναγ. Σκορδά, την δε 22αν Αυγούστου ετέλεσεν εν τω Ιερώ Προσκυνημα τικώ ναώ της Παναγίας το μνημόσυ νον των κτητόρων και ευεργετών του Ιερού Προσκυνήματος και της Κοινότητος επί παρουσία του Νο μάρχου κ. Β. Γκορτζή, της αξιοτίμου κυρίας του και των τοπικών Αρχών. Κατ’ αμφοτέρας τας ιερουργίας ταύ τας η Α.Σ. εδίδαξεν από της ανα γνωσθείσης ευαγγελικής περικοπής.
Θείον Κήρυγμα. Καθ’ όλην την διάρκειαν του Δε
Η περιφορά
καπενταυγούστου εν τω ιερώ ναώ της Παναγίας εκηρύχθη ο θείος λό γος επί τη βάσει του δημοσιευθέντος συστηματικού προγράμματος κατά τας εσπερινός ακολουθίας των ιερών παρακλήσεων και πολλάκις και κατά την θ. λειτουργίαν τας καθημερινάς υπό του Αρχιερατ. Επιτρόπου. Την 22αν Αυγούστου ωμίλησεν ο Αρχιε ρατικός Επίτροπος εν τω ιερώ ναώ της Αγίας Τριάδος.
Ιερά Εξομολόγησις. Εις την Ι. Εξομολόγησιν προσήλ θε τόσον πλήθος ευσεβών χρι στιανών κατά την περίοδον του Δε καπενταυγούστου, ώστε θα καθί στατο ανθρωπίνως αδύνατον εις τον εκτελούντα χρέη πνευματικού πατρός Αρχιερατικόν Επίτροπον να επαρ κέση εις την σημειωθείσαν συρροήν, αν χάριν του καθήκοντος τούτου δεν απηλλάσσετο εγκαίρως άλλων εν τω ναώ Ιερατικών καθηκόντων, εις ά λίαν προθύμως ανεπληρώθη υπό των λοιπών εφημερίων.
της Ιεράς Εικόνος κατά την ημέραν της Πανηγύρεως, προεξάρχοντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ. Ιακώβου.
ΑΓΙΑ
ΣΙΩΝ
ΜΗΝΙΑΙΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΑΣΩ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ ΙΕΡΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑΣ ΑΥΤΟΥ ΕΥΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ κ. ΙΑΚΩΒΟΥ ΕΤΟΣ
Α'
ΑΡΙΘΜ. 5-5
τον
προπρυτανεος
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ
ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ Πρωτοπρεσβύτερος
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ-ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 1937
κ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΑΠΑΜΙΧΑΗΛ
ΠΑΝΤΩΝ ΘΛΙΒΟΜΕΝΩΝ Η ΧΑΡΑ Γράφων τας ολίγας ταύτας γραμμάς δια την «Αγίαν Σιών» αισθάνομαι την ανάγκην να σημειώσω εν προοιμίω ότι έχω ιδιαι τέρους, τρυφερούς δεσμούς - παλαιούς και νέους- προς τον ναόν της Παναγίας της Αγιάσου προστάτιδος. Και παλαιός μου μεν δεσμός υπήρξεν ο επί σειράν ετών χρηματίσας εφημέριός του μακαριστός πάππος μου Παπά-Μιχαήλ, ο μέχρι των γονάτων έχων τον βαθύν του πώγωνα καθειμένον και τοις πάσι προσφιλής δια το ήμερον του χαρακτήρος και την θυμόσοφον φιλοσκώμονα ευ τραπελίαν του∙ νέους δε δεσμούς θα ονομάσω πρώτον μεν τον βαθύφρονα παλαιόν μου συμμαθητήν εν τη Θεολογική της Χάλκης Σχολή και πολύτιμον φίλον μου Σεβασμιώτατον Ιάκωβον, τον μέγαν μεν και της όλης Μυτιλήνης ευεργέτην, ειδικώτερον δε της Αγιάσου πολιστήν δια της ιδρύσεως του θαυμαστού Θεραπευτη ρίου, δεύτερον δε τον παλαιόν μου άριστον κατά πάντα μαθητήν αιδεσιμώτατον Διευθυντήν της «Αγίας Σιών» Πρωτοπρεσβύτερον Εμμανουήλ Μυτιληναίον, τον νυν προϊστάμενον του ναού της Παναγίας και Αρχιερατικόν εν τη κωμοπόλει μας Επίτροπον. Δια τους δεσμούς μου λοιπόν τούτους προς το εν Αγιάσω τίμιον της Θεοτόκου ιερόν, αλλά και δια λόγους της κλήσεώς μου ως θεολόγου, ας θεωρηθώσιν αι γραμμαί μου αύται ως προσωρινή αναπλήρωσις οφειλομένης αυτοπροσώπου επισκέψεως και προσκυνήσεως της αγίας εικόνος της. Τα περί της Θεοτόκου ιστορικά δεδομένα γνωρίζομεν εκ μόνων των Ευαγγελίων, είναι όμως ταύτα καταπληκτικώς πενι χρά, εν αντιθέσει προς την αφθονίαν των ευσεβών περί αυτής θρύλων, ιδίως ως προς την προ του Ευαγγελισμού περίοδον της ζωής της και τα κατά την κοίμησιν. Αλλά και αυτά τα ευαγγελικά περί αυτής δεδομένα ανήκουν εις την ζωήν του Υιού της μάλλον ή εις το ιδικόν της πρόσωπον. Εις αυτήν προσωπικώς ανάγονται μόνον τα κατά τον Ευαγγελισμόν εκτενέστερα (Λκ α' 26 εξ.), το Λκ β', 41, η παρουσία της εις τον εν Κανά γάμον (Ιω β' 1-5. 12), τα παρά Μρ γ'31-35, το Λκ ια' 27 και η κατά την σταύρωσιν του Υιού παρουσία της (Ιω ιθ' 25-27), η μόνη δε μετά την
Ανάληψιν του Κυρίου παροδική μνεία της εύρηται εν Πρξ α' 14. Λίαν περιωρισμένη είναι και η εν τη Θεολογία θέσις της, αφού και το μέγα δόγμα της αειπαρθενίας της Θεομήτορος δεν κατέστη έτι υποκείμενον επισήμου ειδικής θεολογικής διαπραγμα τεύσεως. Μόνον η προσηγορία αυτής ως «Θεοτόκου» παρέσχεν αφορμάς εις θεολογικάς τινας συζητήσεις, λαμβανομένου υπ' όψιν ότι δύναται να χρησιμεύση ως η λακωνικωτέρα, αλλ’ άμα και ακριβεστέρα έκφρασις της περί του προσώπου του Ιησού Χριστού δογματικής διδασκαλίας της Εκκλησίας. Διότι, ίνα η Παρθενομή τωρ αποκληθή «Θεοτόκος», δέον πρώτον μεν ο Θεός να προσλάβη την ανθρωπίνην φύσιν εξ αυτής της Παρθένου, οπότε είναι ομοού σιος προς ημάς (η περί των δυο φύσεων διδασκαλίαι δεύτερον δε η προσειλημμένη ανθρωπίνη φύσις να τελή εν αχωρίστω μετά του Θεού ενώσει, οπότε ο γεννηθείς είναι ουχί απλώς «θεοφόρος άνθρωπος», αλλά «θεάνθρωπος», εν τω οποίω συντελείται άμε σος του Θεού αποκάλυψις (η περί ενότητος της υποστάσεως διδα σκαλία). Δια τούτο Ιωάννης ο Δαμασκηνός, υπεραμυνόμενος της προσηγορίας «Θεοτόκος», λέγει: «όθεν δικαίως και αληθώς Θεο τόκον την αγίαν Μαρίαν ονομάζομεν, τούτο γαρ το όνομα άπαν το μυστήριον της οικονομίας συνίστησιν. Ει γαρ Θεοτόκος η γεν νήσασα, πάντως Θεός ο εξ αυτής γεννηθείς, πάντως δε και άν θρωπος. Πώς γαρ αν εκ γυναικός γεννηθείς Θεός, ο προ αιώνων έχων την ύπαρξιν, ει μη άνθρωπος γέγονε;...Τούτο δε μίαν υπόστα σιν και δυο φύσεις και δυο γεννήσεις σημαίνει του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού». Ούτω η εκ της Παρθένου προσληφθείσα ανθρω πίνη φύσις του Σωτήρος λαμβάνει την υπόστασίν της εν τη υποστά σει του Λόγου, αυτή η του Λόγου υπόστασις εγένετο υπόστασις σαρκός· «εσάρκωται τοίνυν - λέγει ο αυτός Δαμασκηνός - εξ αυτής προσλαβόμενος την απαρχήν του ημετέρου φυράματος, σάρκα εψυ χωμένην ψυχή ... ώστε αυτήν χρηματίσαι τη σαρκί υπόστασιν, την του Θεού Λόγου υπόστασιν, και σύνθετον γενέσθαι την πρότερον απλήν ούσαν του Λόγου υπόστασιν», «και εν αυτῄ τη προαιωνίω υποστάσει υποστήσασθαι εαυτώ σάρκα εκ της αγίας Παρθένου». Της θεώσεως δε της σαρκός τελουμένης κατ’ αυτήν την σύλλη ψιν, η τεκούσα δέον να αποκαλήται κατά κυριολεξίαν «Μήτηρ · Θεού»-«Θεομήτωρ». Αντίθεσιν ζωηράν προς την σπάνια των περί αυτής ιστορι κών μαρτυριών και προς την θεολογικήν καθυστέρησιν αποτελεί η θέσις της «Παναγίας» εν τη λατρευτική πράξει της Εκκλησίας, και δη το μεν εν τη υμνογραφία και τη ευχολογία, το δε εν τη εικονογραφία. Το ήμισυ σχεδόν των ασμάτων των ιεροτελεστιών υποκείμενον έχει την Θεοτόκον, της εικονογραφίας δε το πλείστον εις αυτήν αναφέρεται. Δύναται τις να είπη ότι εν τη λειτουργική εκδηλώσει της Εκκλησίας η Θεομήτωρ κατέχει θέσιν συμμετρι κήν, σχεδόν ισοδύναμον προς την του Υιού της, αφού και προς αυτήν επεκράτησε ν’ απευθυνώμεθα δια του «σώσον ημάς», μόνον εις τον μοναδικόν Σωτήρα της ανθρωπότητος αρμόζοντος («σώσον ημάς, Υιέ Θεού...»).
Εις τι άρα γε οφείλεται η τοιαύτη εν τη λειτουργική πράξει μεγάλυνσις της Θεοτόκου; Την απάντησιν δίδει εν μέρει μεν ο ιερός Αμβρόσιος εν οις λέγει περί παρθενίας, γενικωτέραν δε η θέσις της Θεοτόκου εν τη θεία οικονομία και το γεγονός ότι η λειτουργική εκδήλωσις της Εκκλησίας είναι η καρδία της εκκλησιαστικής ζωής. Η παρθενία της Αειπαρθένου Θεομήτορος είναι - κατά τον Αμβρόσιον - φαινόμενον ιδίας, τη Παρθένω Μαρία μόνη ιδιαζού σης χάριτος, προϊόν του δώρου της εξαιρετικής αυτής σωφροσύ νης. Εάν το νέον του Χριστιανισμού, έγκειται και εν τη ασπίλω αγνότητι, ήτις αποτελεί το ουσιώδες της Εκκλησίας στοιχείον, πρόδηλον ότι το κέντρον και η πηγή του δώρου τούτου ταυτίζεται προς την Εκκλησίαν. Η Θεοτόκος, ως ο άκρος τόπος της σωφρο σύνης, είναι φορεύς του γνησίου εκκλησιαστικού πνεύματος και ταυτίζεται προς την Εκκλησίαν, είναι φύσεως ουρανίας, ώστε Εκκλησία-Ουρανός-Παρθένος Μαρία αποβαίνουν συνώνυμα. Αλλά προς τον εν τω προσώπω της Θεομήτορος τύπον της πραγματικής αγνότητος συνδυάζεται η αγγελική της εν τη θεία οικονομία θέσις και της ταπεινοφροσύνης η αρετή. Η Μήτηρ του Κυρίου είναι ταπεινόφρων εν τη αγνότητί της και αγνή εν τη ταπεινοφροσύνη της, διο και κατέστη νύμφη του Αγίου Πνεύμα τος. Εάν δε το Πνεύμα είναι το κάλλος του Απολύτου, η Θεο τόκος είναι το κάλλος του θείου ποιήματος. Κατέχει ούτω η Παρ θενομήτωρ ιδιάζουσαν εν τη οικονομία θέσιν, διότι ίσταται εις το μεταίχμιον το μεταξύ Δημιουργού και δημιουργήματος, ως δε το μεταξύ τούτων μέσον είναι ασύλληπτον, ασύλληπτος αποβαίνει και η Παρθένος Μαρία ως Θεομήτωρ. Εντεύθεν η Παναγία Παρ θένος δεν είναι μία των εν τη Εκκλησία πολλών γυναικών, αλλ' ουδ’ εν τω χορώ των αγίων θεωρείται ως η πρώτη εν ίσοις. Κατέ χει θέσιν μόνη αυτῄ ιδιάζουσαν, αποτελεί το αποκλειστικόν κέν τρον της εκκλησιαστικής ζωής, ταυτίζεται αυτόχρημα προς την Εκκλησίαν. Έτι εκφραστικώτατον: Εάν η Εκκλησία είναι το σώμα του Χριστού, η Θεοτόκος - κατά τον Καβάσιλαν - είναι η καρδία αυτού, το σημείον επαφής γης και ουρανού, το κέντρον της δημιουργηθείσης ζωής. Τον πλούτον τοῦτον της θέσεως της Θεοτόκου εν τη Εκ κλησία εκφράζουν η λειτουργική υμνογραφία και η εκκλησιαστική εικονογραφία. Άπειροι είναι αι εκφραστικαί του πλούτου τούτου προσηγορίαι της Θεοτόκου -ως δήλον και εκ μόνης της Ακαθί στου - το πλήθος δε των εικόνων της ερμηνεύει το βάθος της πολυπλεύρου της ψυχικής ωραιότητος. Δύναται τις να είπη ότι πάσα της Θεοτόκου, εικών είναι «Φανερωμένη» υπό την έννοιαν ότι ο ειδικός χαρακτηρισμός εκάστης σχεδόν εικόνος της αποτελεί έκφρασιν της πολυμερείας της θέσεώς της εν τη χριστιανική συνει δήσει. Ας επιτραπή δ’ εις τον υποφαινόμενον να είπη ότι εκ πάντων των χαρακτηρισμών της Παρθενομήτορος η προσωπική του προτίμησις κλίνει προς την Παρήγορον των πονεμένων
ψυχών: «Πάντων θλιβομένων η χαρά». Ο τεθλιμμένος χριστια νός, εν τοις δεινοίς του προσφεύγων προς την ακαταίσχυντον των χριστιανών Προστασίαν και ατενίζων προς την εικόνα της ανακράζει : «Ουδείς προστρέχων επί σοί κατησχυμένος από σου εκπο ρεύεται...».
ΔΗΜΩΔΕΙΣ ΥΜΝΟΙ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΘΕΟΤΟΚΟΝ Του κ.
ΑΝΔΡΕΟΥ
I.
ΦΥΤΡΑΚΗ
Οι δημοσιευόμενοι κατωτέρω δυο ύμνοι εις την Θεοτόκον περιλαμβάνονται εις τον υπ' αριθμ. 8, σ. 3334, κώδικα του Θεο λογικού Σπουδαστηρίου του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο όποιος έχει γραφή κατά την παρελθούσαν εκατονταετηρίδα. Ο πρώτος εξ αυτών φέρει την επιγραφήν «ύμνος κατά αλφάβητον δια στί χων εις την υπεραγίαν Δέσποιναν Θεοτόκον» και αποτελείται εξ 24 δεκαπεντασυλλάβων ομοιοκαταλήκτων διστίχων, έκαστον των οποίων άρχεται δι’ ενός στοιχείου του αλφαβήτου (φέρει δηλαδή αλφαβητικόν, ως λέγομεν, ακρόστιχον), εδημοσιεύθη δε το πρώ τον υπό του καθηγητού κ. Κ. Δυοβουνιώτου εις το περιοδικόν «Εκκλησία» κατά το παρελθόν έτος. Ο δεύτερος ύμνος δεν φέρει επιγραφήν, αποτελείται και αυτός εξ 24 απλών δεκαπεντασυλλά βων στίχων, οι οποίοι όμως ούτε ακρόστιχον έχουσιν ούτε τας καταλήξεις ομοίας, δημοσιεύεται δε ενταύθα δια πρώτην φοράν. Και οι δυο δημοσιευόμενοι ύμνοι, των οποίων άγνωστος μάς είναι ο ποιητής, δεν αποτελούσιν, αναντιρρήτως, σπουδαία λογοτεχνικά μνημεία ουδέ και σοβαρόν το ποιητικόν τάλαντον του ποιητού των προδίδουσι. Παρά ταύτα όμως και οι σχετικώς άτεχνοι αυτοί ύμνοι δεν διακηρύττουσι, νομίζω, ολιγώτερον την έμμονον ροπήν της πιστευούσης χριστιανικής ψυχής όπως εις πάσας τας εν τω κόσμω περιπετείας της κλίνη τα γόνατά της προ της Θεο μήτορος δια να απευθύνη προς αυτήν άλλοτε μεν την ικεσίαν της, άλλοτε δε την δοξολογίαν της. Δεν έχει, άλλωστε, πολλάκις ση μασίαν εάν δεν ψιθυρίζωνται πάντοτε ποιητικά αριστουργήματα από τα πιστεύοντα χριστιανικό χείλη - όλοι οι άνθρωποι δεν έχουσι των χειλέων του Ρωμανού τας ιδιότητας - σημασίαν έχει
ότι πάντοτε, εντός του περιθωρίου του ταλάντου των, προσπαθούν να εκφράσουν τα αυτά θερμά αισθήματα προς την Μητέρα του Κυρίου, «την τιμιωτέραν των Χερουβείμ», την οποίαν αι πιστεύου σαι καρδίαι των χριστιανών αισθάνονται ζωηρώς ως την «γέφυ ραν την μετάγουσαν τους εκ γης προς ουρανόν» και οι οφθαλμοί της ψυχής των βλέπουν αυτήν διαρκώς «υπέρ του κόσμου πρε σβεύουσαν». Ιδού το κείμενον των ύμνων : Α'. «Ύμνος κατά αλφάβητον δια στίχων εις την Υπεραγίαν Δέσποιναν Θεοτόκον». Άνοιξον δέομαι, Αγνή, τα ταπεινά μου χείλη, του ανυμνείν και επαινείν τα σά και αναγγέλλειν. Βάτον σε είδε Μωϋσής και πλάκα γεγραμμένην με το δακτύλι του Θεού είσαι ζωγραφισμένη. Γένος ανθρώπων σε υμνεί και τάξεις των Αγγέλων, χαίρε, ειρήνη και χαρά, δόξα των Άρχαγγέλων. Δώρον προσφέρω λογικόν, Κόρη χαριτωμένη, κυρία και βασίλισσα υπερδεδοξασμένη. Ευχαριστώ σοι, Δέσποινα, που σέχω βοηθείαν, στην θάλασσαν υπέρμαχον, στην γην παρηγορίαν. Ζωή υπάρχεις και χαρά και των Πατέρων κλέος και θαυμαστόν παλάτιον του μόνου βασιλέως. Η τον Χριστόν κυήσασα, τον ποιητήν του κόσμου, βασίλισσα του ουρανού, της γης και του νοός μου. Θαυμάστωσον την χάριν σου, που σ’ έχομεν Μητέρα και φύλαξόν μας, Δέσποινα, νύκτα και την ημέρα. Ίασαί με τον δούλόν σου, Κόρη χαριτωμένη, και φώτισόν μου την ψυχήν, μόνη ευλογημένη. Κυρία μου και Δέσποινα, παρηγορήτισσά μου, οπόταν σε παρακαλώ, φθάνεις, Βασίλισσά μου. Λαμπάδα είσαι φωτεινή, φύλαξον, λάμπρυνόν με, ελέησόν με, Πάναγνε, και ελευθέρωσόν με. Μαρία κυριώνυμε, ύμνος των ασωμάτων, χαίρε πηγή, χαίρε αυλή των λογικών προβάτων. Ναός Θεού Πανάγιε και καλλονές Αγγέλων, χαίροις σοι έφη Γαβριήλ, χαρά των Αρχαγγέλων. Ξένον θαύμα παράδοξον πως ήλθεν ο Θεός μου και εσαρκώθη υπό σού ο ποιητής του κόσμου. Ο Γαβριήλ ο θαυμαστός εις Ναζαρέτ την πόλιν το χαίρε προσεφώνει σοι, καθώς το ξεύρουν όλοι. Παράδεισε πανθαύμαστε, κατάκαρπος ελαία, χαίρε όπου εγέννησες Χριστόν τον Βασιλέα. Ράβδος, οπού εβλάστησες τον πάντων πλαστουργόν μας τον ουρανού τε και της γης Κύριον και Θεόν μας. Στέφανος δωδεκάστερος είσαι, χαριτωμένη, φέρον χαράς μηνύματα πάση τη οικουμένη.
Τιμιωτέρα Χερουβείμ και πάντων ανωτέρα παντός του κόσμου, Δέσποινα, και του Θεού Μητέρα. Υψηλοτέρα ουρανών, υπερκαθαρωτέρα, των ουρανίων στρατιών είσαι τιμιωτέρα. Φέγγους ηλίου ορατού λαμπροφωτεινοτέρα, χαίρε ότι εφάνηκες καθέδρα υπερτέρα. Χαίρε, σεμνή περιστερά, υπερευλογημένη, χαίρε, Αδάμ ανοίξασα πύλην την κεκλεισμένην. Ψαλτήριον είσαι του Δαβίδ και της κιννύρας θαύμα, όργανον δωδεκάχορδον και Σολομώντος άσμα. Ω Παναγία Δέσποινα, δέξαι μου του αθλίου τον ύμνον τον σμικρότατον δούλου σου του αχρείου.
Β.' Δέσποινα πάντων, Δέσποινα και πάντων υπερτέρα Και πάντων υπερέχουσα των άνω στρατευμάτων, Έκτεινον χείρα κραταιάν και φύλαττε τον κόσμον. Όλον τον κόσμον σκέπασον τη κραταιά σου σκέπη. Τους ιερείς ευλόγησον τους σε ιερουργούντας, Τους μοναχούς συμπάθησον τους σε παρακαλούντας: Τους βασιλείς ειρήνευσον και τους του παλατίου Και νυν ημάς αξίωσον ιδείν την βασιλείαν, Την βασιλείαν ουρανών και θύραν Παραδείσου. Άσωμεν, πάντες άσωμεν ύμνον της Θεοτόκου, Βάτον την ακατάφλεκτον, στάμνον την Παναγίαν, Τον γλυκερόν Παράδεισον, την άσπιλον παρθένον. Υπό Δαβίδ και Ιεσσαί, Ιωακείμ και Άννης Εφάνη νέος ουρανός και νέα βασιλεία Και τριφεγγής ανατολή και κάλλη Παραδείσου. Την γέννησίν σου προσκυνώ, τον τόκον σου δοξάζω Και σέ, αγία Δέσποινα, υμνώ και προσκυνώ σε. Ψάλλει Μωυσής, ψάλλει Δαβίδ, ψάλλουσιν οι προφήται Ψάλλε και συ, Ιάκωβε και αδελφέ Κυρίου. Ψάλλε και συ, παράδεισε, μετά των Αρχαγγέλων, Ότι εφάνη σήμερον η σου αγιωτέρα Και πλατυτέρα ουρανού, υπερενδοξοτέρα. Όταν καθίση ο Κριτής κρίναι την Οικουμένην, Τότε ημίν βοήθησον, Δέσποινα Θεοτόκε.
εις
ον
Ο Προπρύτανις κ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΠΑΜΙΧΑΗΛ, οφείλεται το πρώτον άρθρον του παρόντος τεύχους.
ΠΕΝΘΙΛΗ Η ΜΗΤΕΡΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣΟΥ Του κ. ΣΤΡΑΤΗ ΚΟΛΑΞΙΖΕΛΛΗ
Η Αγιάσος, όπως λέγεται και όπως φαίνεται, δεν υπήρχε στην αρχαία εποχή. Κτίσθηκε κατά την υποδούλωση της Λέσβου εις τους Τούρκους, δηλαδή τον Σεπτέμβριο του μοιραίου για τη Λέσβο έτους 1462. Όταν ο τελευταίας Γενοβέζος ηγεμών Νικόλαος Γατελούζος αναγκάσθηκε να παραδοθή, ήρθε δε και ο Μωάμεθ ο Β' στη Μυτιλήνη, και έγινε σ’ αυτῄ μεγάλη σφαγή, και αιχμαλω τίσθηκαν κοπέλλες και ομορφονιοί και εξωρίσθηκαν οι πλούσιοι Μυτιληναίοι στην Κων/πολη, και εγκατεστάθησαν γενίτσαροι μέσα στις περιουσίες των, τότε χτίσθηκαν βιαστικά-βιαστικά τα πρώτα σπίτια της Αγιάσου. Και επειδή χτίσθηκαν σε χρόνια μεγάλου φό βου, για να μη φαίνωνται από μεγάλες αποστάσεις, χτίσθηκαν στο χαμηλότερο μέρος της λεκάνης της Αγιάσου παρά τον χείμαρρο της Περασιάς. Ο τόπος της πρώτης θεμελιώσεως είναι εκείνος, στον ὁποῖον σήμερα βρίσκεται το παρεκκλήσι της Ζωοδόχου Πηγής, μέσα στο οποίο υπάρχει και ένα θεραπευτικό Αγίασμα. Πρώτη κάτοικος και θεμελιώτρια της Αγιάσου υπήρξεν η Εικών της Παναγίας της Οδηγητρίας, η καμωμένη από μαστίχη και κηρί, η οποία σήμερα βρίσκεται στο Εικονοστάσιο της μεγά λης Εκκλησίας της παρά την Ωραίαν Πόλη, επικαλυμμένη με ένα επίχρυσο ασημένιο ομοίωμα, (πλην του προσώπου Αυτής και του Χριστού). Η Εικόνα αυτή ήρθε στο μέρος μας από την Ιερου σαλήμ, όπως φαίνεται και από τις λέξεις, τις οποίες έχει επάνω της, «Μήτηρ Θεού, η Αγία Σιών» (1). Την Εικόνα αυτήν την έφερεν ένας κληρικός και την αφιέ ρωσε στην εκκλησία των Πιτζιλίων, τα οποία ήσαν χωριό στην αρχαία εποχή. Από τα Πιτζίλια η Αγία Σιών κατέβη στον τόπο της Ζωοδόχου Πηγής της Αγιάσου, εκεί δε με την θρησκευτική της γοητεία και τον μαγνητισμό τράβηξε κοντά της και τους Πιτζιλιώτες, και δημιούργησε ένα χωριό, στο οποίο έδωσε το όνομά της όπως έχει στα προηγούμενα τεύχη αποδειχθή. Τα Πιτζίλια σήμερα είναι μια αγροτική τοποθεσία νοτιο ανατολικώς της Αγιάσου παρά τον ημιονικό δρόμο, ο όποιος αρχί ζει από τον Απέσο, περνά από τα εξωκκλήσια του Αγίου Ιωάν νου, Αγίου Κων/νου, του Αστρατήγου και της Παναγιούδας και συναντά τον αμαξόδρομο του Σανατορίου. Το μέρος που βρίσκε ται μεταξύ του Αστρατήγου και της Παναγιούδας είναι τα Πιτζίλια. Στο μέρος αυτό σήμερα δεν φαίνεται κανένα ερείπιο. Προ ετών όμως παρά την Παναγιούδαν υπήρχαν τα δυο πλάγια στηρίγματα του Νάρθηκος της σημερινής εκκλησίας της Παναγίας της Αγιάσου και η παλαιά μαρμάρινη αγιασμόκουπα, τα οποία (4) Σιών ήτο ο ιερός λόφος της Ιερουσαλήμ, στον οποίον εφυλάσ σετο η Κιβωτός της Διαθήκης, και ο όποιος εθεωρείτο «κατοικητήριον του Θεού». Σιών κατ’ επέκτασιν λέγεται και όλη η Ιερουσαλήμ, «Αγία Σιών» είναι και η Εικών της Παναγίας, η οποία έγινε στην Ιερουσαλήμ.
μεταφερθήκαν στην Αγιάσο. Υπήρχαν και πολλοί τάφοι, οι οποίοι όμως ανεσκάφησαν για να φυτευθούν επάνω των κλήματα και καρποφόρα δένδρα ! Μέσα στο ίδιο εξωκκλήσι, όταν έγινε στα 1936 η εκσκαφή των θεμελίων του για να ξαναχτισθή, επειδή είχε γίνει ετοιμόρροπο, βρεθήκαν τάφοι με οστά. Στα χωματερά εδάφη χαμηλότερα μεταξύ της Παναγιούδας και του Αστρατήγου υπήρχαν πολλοί κρυψώνες, χτισμένοι μέσα στη γη σε σχήμα πιθαριού, και σκεπασμένοι από πάνω με πλάκες και με χώμα, οι οποίοι όμως ανεσκάφησαν κρυφά τις νύχτες κατά διαφόρους επο χάς από ανθρώπους, οι οποίοι ήλπιζαν να βρουν μέσα χρήματα, ή άλλα πολύτιμα πράγματα, και κατόπιν γέμισαν από άλλους με χώματα και πέτρες, για να μη κρημνίζωνται μέσα άνθρωποι και ζώα, και έτσι εξαφανισθήκαν. Στο ίδιο μέρος υπήρχαν εδώ και εκεί σπασμένα κεραμίδια, τούβλα και πιθάρια, τα οποία μεταφερ θήκαν στην Αγιάσο, όπου έγιναν κορασάνι για τους σουβάδες της Εκκλησίας της Παναγίας και του Ξενώνος της. Αλλά και παρά το εξωκκλήσι του Αστρατήγου, (το οποίο λέγεται ότι ήτο αρχαίος βωμός των Πιτζιλίων), υπήρχαν προ ετών διάφορα χτι στά θεμέλια, τα οποία κατεστράφησαν με την καλλιέργεια της γης. Τα θεμέλια αυτά φανέρωναν ότι και εκεί ένα καιρό κατοι κούσαν άνθρωποι. Γεννάται λοιπόν τώρα το ερώτημα: Ένα χωριό ήτο από την Παναγιούδα έως τον Αστράτηγο και του χωριού αυτού γνωρίζομε σήμερα μονάχα το νεκροταφείο του, ή ήσαν δυο χωριά, ένα περί την Παναγιούδα και άλλο παρά τον Αστράτηγο, και είχαν και τα δυο το ίδιο όνομα, γι’ αυτό ελέ γοντο και στο πληθυντικό αριθμό, = Τα Πιτζίλια; Στο ερώτημα αυτό ούτε η παράδοσις μας λέγει τίποτε, ούτε εγώ είμαι εις θέσιν να δώσω την απάντησιν. Τα Πιτζίλια σε χρόνια αρχαιότερα ελέγοντο Πινθίλια, η Πενθίλια, και σε χρόνια περισσότερο αρχαία ελέγοντο η Πεν θίλη. Ότι υπήρχε στην αρχαία εποχή χωριό στη Λέσβο με το όνομα Πενθίλη, αναφέρεται από το Λεξικογράφο Στέφανο Βυζάντιο, ο όποιος έζησε τον έκτο αιώνα μετά Χριστόν. Αυτός μέσα στο γεωγραφικά του λεξικά στη λέξη Πενθίλη γράφει: «Πενθίλη, πόλις Λέσβου». Επί τη βάσει αυτής της μαρτυρίας όλοι οι Λεσβιαδογράφοι και η Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαί δεια, γράφουν ότι η Πενθίλη ήτο ένα αρχαίο πόλισμα, μία δευτε ρεύουσα πόλις της Λέσβου. Αλλά τα σημερινά Πιτζίλια είναι η Πενθίλη των αρχαίων ; Η παράδοσις του τόπου μας θεωρεί αυτό ως βέβαιον και θα το θεωρή ως τοιούτο, έως ότου αποδειχθή το εναντίον. Ο Βρανιάδης στη σελίδα 30 λέγει ότι στα Πιτζίλια πιθανόν να ήτο η αρχαία πόλις Πενθίλη. Ο Οικονόμος Σ. Τάξης στη δευτέρα έκδοση της Λεσβιάδος του, (εν Καΐρω 1906), στη σελίδα 96 λέγει, ότι τα Πιτζίλια, ως εικάζεται, είναι η αρχαία δευτερεύουσα πόλις Πεν θίλη. Καθ’ ημάς, και η συγγένεια την οποίαν έχουν γραμματικώς οι λέξεις Πενθίλη, Πενθίλια και Πιτζίλια, είναι μία επί πλέον μαρτυρία. Και των τριών η ρίζα είναι μία. Η τροπή της συλλαβής
πε εις πι (Πενθίλια-Πιτζίλια) απαντάται και σε άλλες λέξεις (2). Και η μεταμόρφωσίς των από το θηλυκό γένος και τον ενικό αριθμό εις το ουδέτερο και στον πληθυντικό (η Πενθίλη = τα Πιτζίλια) είναι λίγη και αβίαστη. Για να δούμε τώρα ποίος και πότε έχτισε την Πενθίλην, θα σκεφθούμε ότι αυτῄ είναι συγ γενής γραμμα τικώς με τον Πενθίλον. Θα πη λοιπόν, ότι αυ τός την έχτισε, αυτός της έδωσε το όνομά του. Και ο Βρανιά δης στη σελίδα. 30, λέγει ότι η Πενθίλη κατά αρχαίας μαρτυ ρίας εκτίσθη υπό του ήρωος Πεν θίλου, υιού του Ορέστου και της Εριγόνης, θυγατρός του Αιγίσθου. Τα ίδια λέγουν και ο Σταυράκης Α ναγνώστου στη σελίδα 48, και ο Γερμανός Σ. Πλένιος στα «Λεσβιακά»του, (τα οποία μετέ φρασε στην ελ ληνική ο Ευστά θιος Γεωργιά Η αναβίωσις της πανηγύρεως της Πενθίλης δης ο Λέσβιος τη 8η Σεπτεμβρίου 1937. στα 1849). Ο Πενθίλος όμως ήτο γυιός του Ορέστου και εγγονός του ήρωος του Τρωϊκού πολέμου Αγαμέμνονος. Πώς λοιπόν, βασιλό πουλο αυτός στην Πελοπόννησο βρέθηκε στο μέρος μας ; Ποίος (2) Η συλλαβή πε τρέπεται εις πι στις λέξεις : πιτράς, πιτρώνου, πιτρουπόλιμους, πιτνός, πιραστινός, πιρήφάνους, πιρίβουλους, πιρίδρουμους, πιρίστρουφου, πιτώ, πιταλούδα,πιταχτός, πιριστέρ, πιζουδρόμους, πιθιρός, Πιρικλής,, πιλαγώνου, πιλικώ κ.τ.λ. Και η συλλαβή παι τρέπεται εις πι στις λέξεις: πιδί, παλιόπιδου, πιδεύου, πιδουνόμους, πιγνίδ, τα πιγνίδια (=τα μουσικά όργανα), πιγνιδιάτουρας (=οργανοπαίκτης) κ.τ.λ.
τον εξανάγκασε να αφήση το παλάτι του πατέρα του και τα μεγαλεία που είχε στην πατρίδα του και να έρθη στο νησί μας ; Τις απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά θα δανεισθούμε από την ιστορία μας. Και προ του Τρωϊκού πολέμου έγιναν στην Ελληνική χερσόνησο μεγάλες αλληλοωθήσεις των αρχαιοτέρων αυτής κατοίκων προς τα νότια από την πίεση των βορείων λαών, Και μετά τον Τρωϊκόν πόλεμον έγιναν μεγάλες αναστατώσεις των κατοίκων και επηκολούθησαν αναγκαστικοί εκπατρισμοί και ομα δικές μετακινήσεις, μία των οποίων είναι και η Κάθοδος των Ηρακλειδών στην Πελοπόννησο (1104 π.X.). Από τους αναγ καστικούς αυτούς εκπατρισμούς δημιουργηθήκαν μεγάλα ρεύ ματα μεταναστών, τα οποία πήγαν να κατοικήσουν στα νησιά του Αιγαίου Πελάγους και στα παράλια της Μικράς Ασίας. Ένα λοιπόν τέτοιο ρεύμα παρέσυρε και τον Πενθίλον από την Πελο πόννησο και τον έφερε στη Λέσβο, στην οποίαν και βασίλευσε, τότε δε θα έχτισε και το χωριό Πενθίλη. Ένα τέτοιο ρεύμα παρέ συρε μαζί με τον Πενθίλον και πολλούς Αιολείς και τους έφερε στη Λέσβο, στην οποία και εγκατεστάθησαν, όπως πριν από αυτούς εγκατεστάθησαν Πελασγοί υπό τον Ξάνθον, άλλοι Πελα σγοί υπό τον Λέσβον, Μάκαρες υπό τον Μακαρέα κ.τ.λ. Η αρχή λοιπόν της Πενθίλης ανεβαίνει στα χρόνια του Πενθίλου (3) και της Αιολικής μεταναστεύσεως, (όπως λέγει και ο Σ. Πλένιος και ο Σταυράκης Αναγνώστου και ο Βρανιάδης), και η θεμελίωσις αυτής θα έγινε κατά τα 1100 π.X., δηλ. 4 χρόνια μετά την Κάθο δον των Ηρακλειδών. Είναι όμως ενδεχόμενο η Πενθίλη να μην εκτίσθη από τον Πενθίλον, αλλά από τους διαδόχους του αργότερα, γιατί δεν είναι βέβαιον ιστορικώς, αν πρόφθασε ναρθή στη Λέσβο ο Πεν θίλος, ή αν απέθανε στο δρόμο. Ότι ήρθε στη Λέσβο αποικία Αιολέων θεωρείται βέβαιον, αφού κατά τους ιστορικούς χρόνους η Λέσβος ελέγετο Αιολίδα (4). Και ότι την αιολική αποικία ωδή γησε έως τη Θράκη ο Πενθίλος, επίσης θεωρείται βέβαιον, ότι όμως ήρθε και στη Λέσβο, δεν είναι εξακριβωμένο. Λέγεται ότι έφθασε μόνον έως τη Θράκη και ότι εκεί απέθανε, ύστερα δε ο γιος του Αρχέλαος (η Εχέλαος) και ο εγγονός του Γρας, προχώ ρησαν στα βορειοδυτικά παράλια της Μικράς Ασίας, πέρασαν και στη Λέσβο και στη Τένεδο. Είτε όμως ήρθε στη Λέσβο ο Πεν θίλος είτε όχι, είναι βέβαιον, ότι οι διάδοχοι αυτού βασίλευσαν στη Μυτιλήνη έως τα 659 π.X. και ότι ωνομάζοντο Πενθιλίδαι, το οικογενειακό δηλαδή επίθετο αυτών το πήραν από τον Πενθί λον και όχι από τον Ορέστην, τον Εχέλαον, τον Γραν, το οποίον (3) Εάν προ του Πενθίλου υπήρχε χωριό στον τόπο της Πενθίλης με άλλο όνομα και επέβαλε στο χωριό αυτό ο Πενθίλος το δικά του όνομα, είναι προϊστορία της τοπικής μας ιστορίας, για την οποία δεν έχομε καμμιά πληροφορία. (4) Η Αιολίδα, εκτός από τη Λέσβο, περιλάμβανε και τη νήσο Τένεδο και τα βορειοδυτικά παράλια της Μικράς Ασίας από τον Ελλήσποντο και την Τρωάδα, έως τον Έρμο ποταμό, ο όποιος χύνεται στον κόλπο της Σμύρνης,
σημαίνει, ότι αυτός έπαιζε το κυριώτερο πρόσωπο του οδηγού της αποικίας και ο νους, ο όποιος κατέστρωσε το σχέδιο το οποίο συνέχισαν οι Πενθιλίδαι. Ενδεχόμενο λοιπόν η Πενθίλη να εκτί σθη από τους Πενθιλίδας ηγεμόνας, όταν ήσαν στην ακμή των, δηλ. μεταξύ του 1100 και του 659 π.X., οπότε κατελύθη η δυνα στεία των. Μπορεί να πήγαιναν εκεί για αναψυχή και για κυνήγι, εκεί να είχαν τα μελίσσια των, εκεί να έστερναν με τους βοσκούς τα αιγοπρόβατά των για να βόσκουν και να έχτισαν λίγα εξο χικά σπιτάκια για τον εαυτόν τους και λίγες καλύβες για τους υπηρέτας, τους βοσκούς και φύλακας, και να δημιούργησαν με τον καιρό ένα μικρό συνοικισμό κυνηγών και κτηνοτρόφων, ο όποιος τους τροψοδοτουσε στη Μυτιλήνη με γάλα, τυρί, μαλλί, σφάγια, χοίρους, λαγούς, πέρδικες, μέλι, αυγά κ.τ.λ. Στο συνοικι σμό αυτό έδωσαν το όνομα Πενθίλη και για να δείξουν τον σεβα σμόν των προς τον αρχηγό της οικογενείας των, και για να απα θανατίσουν το όνομα της δυναστείας των. Είναι επίσης ενδεχόμενο η Πενθίλη να χτίσθηκε από τους ιδίους Πενθιλίδας, τον καιρόν που κατελύθη η δυναστεία των στη Μυτιλήνη, δηλ. στα 659 π.X. Όπως ξέρομε η εξουσία των Πενθι λιδών στα τελευταία χρόνια έγινε πολύ τυραννική και αφόρητος, ο δε λαός ήθελε μια αλλαγή της καταστάσεως. Την αλλαγή αυτῄ την έφερεν ο Μεγακλής, φονεύσας τον τελευταίο Πενθιλίδη ηγε μόνα. Μπορεί λοιπόν οι συγγενείς και φίλοι των Πενθιλιδών, φεύγοντες από την οργή του θυμωμένου λαού της Μυτιλήνης, να τρύπωσαν στη δασωμένη περιοχή της Πενθίλης και να κρύφθηκαν εκεί και να έχτισαν λίγα καλυβάκια, με τα οποία δημιούργησαν ένα μικρά συνοικισμό, στον οποίο και αυτοί έδωσαν το όνομα Πενθίλη, επειδή αυτό τους υπενθύμιζε και τον αρχηγό της οικο γενείας των και την δυναστεία των. "Οπως και αν έχη, η Πενθίλη, είτε δια του Πενθίλου, είτε δια των Πενθιλιδών, ανεβαίνει σε πολύ αρχαία εποχή, και χρησι μεύει ως συνδετικός κρίκος, ο όποιος συνδέει με την αρχαία μας ιστορία και την ιστορία της Αγιάσου, αφού η Αγιάσος, όπως είπαμε στην αρχή αυτής της παραγράφου, είναι μία συνέχεια και αναβίωσις της Πενθίλης.
ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΟΝ «ΙΣΤΟΡΙΟΝ» ΠΕΡΙ
ΤΗΣ
ΣΥΣΤΑΣΕΩΣ
ΤΗΣ
ΑΓΙΑΣΟΥ
ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ, Πρωτοπρ.
Μεταξύ των Ιδιωτικών εγγράφων του εσχάτως αποθανόντος εν Αγιάσω Ευστρατίου Ιω. Χατζηαποστόλου ευρέθη και χειρό γραφον αποτελούμενον εκ δυο φύλλων συνήθους τετραδίου κοι νού στιλπνού χάρτου και φέρον καταφανή τα ίχνη επαφής προς πυράν. Το χειρόγραφον τούτο, εν ω περιέχεται παλαιοτάτη παρά δοση περί της συστάσεως της Αγιάσου, έθεσεν ευγενώς εις την
διάθεσιν μου χάριν της «Αγίας Σιών» ο ευρών αυτό διευθυντής της «Έπαρχιακής» κ. Ευάγγελος Παπασταματίου, γαμβρός επί θυγατρί του μακαρίτου Ευστρ. Ι. Χατζηαποστόλου. Επί της πρώτης σελίδος αναγινώσκομεν εις το μέσον πε ρίπου τα εξής: ΑΓΙΑΣΣΟΣ = ΑΓΙΑ ΣΙΩΝ Μικρόν Ιστόριον γενετείρας μου. και εις το κάτω μέρος, γεγραμμένον δι’ άλλης νεωτέρας χειρός : Κτίμα + Ανθίμου Μοναχού εκ πυρός έσοσε Άς δυο επομένας σελίδας κατέχει το κείμενον του «ιστο ρίου», όπερ δημοσιεύομεν κατωτέρω.
ΑΓΙΑΣΣΟΣ - ΑΓΙΑ ΣΙΩΝ Προς το οιδείναι την γεννέτειρα πάντων Ημών Εκ πατρός μου Νικολάου και τούτου εκ πατρός του και πάππου μου Αποστόλου | και τούτου εκ πάππου πατρός μου Ιωάννου ήγουν προπάππου εμού και τούτου υιού του Ίερο | θέου ιερέως παραδίδεται παρούσα παράδοσις προς το οιδεί ναι γεννέτειρα πάντων ημών ΑΓΙΑΣΣΟΝ Εννάτω αιώνι αυτοκρατορικός Ιερωμένος πιστώ(ν) αυτο κρατόρων, φεύγων | οργήν Ισαύρου εικονομάχου ορμώμενος εξ Αγίας Σιώνος, εκόμισεν εν | ταύθα α') Απεικόνισιν της του (Ευαγ)γελισμού της Θεοτόκου γραφείσαν | και χρωσθεί σαν, καθώς ούτος έφασκε χειρί θείου ευαγγελιστού Λουκά. Β') | Θείον και Ιερόν Ευαγγέλιον τετάρτου αιώνος. Γ') Τί μιον και Ιερόν Ξύ(λο)ν εκ | του τιμίου και ιερού Σταυρού του ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ Ι.X. και δ') Έτε(ρον) κειμή | λιον απω λεσθέν και άγνωστον παραμείναν. Ούτος έθαλπε πεινώντας, πένητας και ασθενείς | εν σκήτη αυτού εις Καρυάν εν ῃ κα τώκει ούτος και εκτήσατο φήμην ΑΓΙΟΥ | παραπλεύρως δε ην φρέαρ εις ο εκάστῃ πρώτη μηνός εμβάπτιζε τίμιον Ξύ λον, | κάτοικοι δε χριστιανοί ορμώμενοι από Πενθίλην και Καρύνην έκτισαν πρώ | τας οικίας λαμβάνοντες ύδωρ και ευλογίας Αυτοκρατορικού Ιερωμένου | εν κρυπτώ και απαρα βίστω προσκυνούντες εικόνα και άλλα κειμήλια.Ελευσομένου πληρώματος χρόνου της εις Κύριον μεταστά σεως του σεβασμίου Ιερω | μένου, ούτος δέδοται κειμήλια ταύτα οικούντας πέριξ σκήτης χριστιανούς επι | τάξας φύλα ξιν αυτών. Θανών ούτος ετάφη πλησίον σκήτης του. Οστά δε αυτού ίνα | μη υπό πλημμυρών σιχνών γιγνομένων παρα συρθώσιν, μετεφέρθησαν και | ετέθησαν ένθα σήμερον Ιερόν Ιερού Ναού ΚΟΙΜΗΣΙΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ. Δωδεκάτω αιώνι, απόφασιν εποιήσαντο κάτοικοι χριστια νοί, ποιήσωσι οίκον | υπεραγίας Θεοτόκου. Υπερομβρίας
όμως συμβάσης παρ’ ολίγον εκχειλίσας χεί | μαρρος παρα συρει ιεράν σκήτην και ιερά κειμήλια τρις. Ίσως άγνωστον | τέταρτον κειμήλιον παρεσύρθη χειμάρρου όπου εν προσπα θεία διασώσεως | επνίγησαν δυο χριστιανοί Κωνσταντίνος Πηγάσης και Αριστείδης Παλαιολόγου. Τούτου δε λόγου απεφασίσθη ποιήσωσιν άγιον οίκον εν υψιλωτέρα | θέσει ένθα σήμερον ιερός μας ναός.Ηρίθμη δε οικίας Αγιάσος Μέχρι δεκάτω πέμπτω αιώνι..................................................... 17 Δεκάτω έκτω αιώνι............................................................... 25 Δεκάτω εβδόμω αιώνι.......................................................... 30 Δεκάτω ογδόω αιώνι.......................................................... 40 Αρχάς τούτω αιώνι, Οθωμανός Κουμαντάντης εδρεύων εν Σκούνδα | λόγω του ότι κάτοικοι Αγιάσου επεσκέφθησαν αυτόν μετά δώρων | ασθενή όντα εποιήσατο διαβήματα με γαλω και ισχυρω αυτού | Κυρίω εν Κωνσταντινουπόλει και κάτοικοι Αγιάσσου έτυχον Αυ | τοκρατορικού Ιραδέ τουτέστι φιρμανίου δι’ ου απηλάσσοντο πάσης κατα | βολής φόρου ως και ουσουλίου (ουσουρίου;) ακόμη. Τούτο εγένετο αιτία μετοικίσωσι | πλείστοι κάτοικοι από Πενθίλην, Καρύνην, Έθρονον, Σκούνδαν, Ίπιζα(ν) | και άλλων χωρίων και πλη θυσμός Αγιάσσου ηυξήθη πλειότερον | παντός γύρω χωρίου. 1712 Οκτωβρίου 8ΑΓΙΑΣΣΩ Παναγιώτης Αποστόλου προσκυνητής
της ΑΓΙΑΣ ΣΙΩΝ Έγραψεν και όμοιον παρέδωκαν εις σεβαστήν Δημογεροντίαν. Εκ της γραφής φαίνεται ότι πρόκειται περί αντιγρά φου του απολεσθέντος πρωτοτύπου χειρογράφου, τα δε παρατη ρούμενα εν τω κειμένω γραμματικά σφάλματα οφείλονται αναμ φιβόλως εις τον άγνωστον ημίν αντιγραφέα, όστις,· φαίνεται, εξ αβλεψίας είχε σημειώσει εσφαλμένως και το έτος της συγγρα φής, όπερ έχει διορθωθή, ευτυχώς, μόνον ως προς το προτελευ ταίον ψηφίον. Το χειρόγραφον μετά την αντιγραφήν και την φωτογρά φησίν του παρέδωκα και πάλιν εις τον κ. Ευάγγ. Παπασταματίου, εις ον πολλάς οφείλω ευχαριστίας δια την ευγενή παραχώρησιν της δημοσιεύσεώς του.
Το χ ειρ ό γ ρ α φ ο ν το υ « Ισ το ρ ίο υ »
τη ς
Α γ ιά σ ο υ .
Ο ΑΡΧΙΜ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΚΑΛΑΓΑΝΗΣ ΚΑΙ
ΤΟ
ΕΝ
ΤΗ
ΡΙΖΑΡΕΙΩ
ΣΧΟΛΗ
ΚΛΗΡΟΔΟΤΗΜΑ
ΑΥΤΟΥ
ΕΥΣΤΡ. ΧΑΤΖΗΑΠΟΣΤΟΛΟΥ π. θ.
Μεταξύ των διαπρεπών τέκνων, εις α η εν Αγιάσω κοινότης αμέριστον οφείλει την ευγνωμοσύνην αυτής δια την όντως πα τριωτικήν υπηρεσίαν προς αυτήν, περί ής περαιτέρω θα γίνη λόγος, την πρώτην θέσιν κατέχει και ο αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Καλα γάνης. Εγεννήθη εν Αγιάσω, κωμοπόλει της Λέσβου, πιθανώ τατα κατά την τελευταίαν δεκαετηρίδα του δεκάτου ογδόου αιώ νος (1). Υιός ευσεβών και εναρέτων γονέων, τα πρώτα γράμματα εδιδάχθη εν τη γενετείρα αυτού. Επιμελής, φιλομαθέστατος, φι λότιμος, «προέκοπτε σοφία, ηλικία και χάριτι παρά Θεώ και αν θρώποις». Επιθυμών ευρυτέρων σπουδών, νεώτατος έτι ών, μετέβη εις Κων/πολιν προς συμπλήρωσιν αυτών. Ενταύθα εφοίτησεν εν τη Γ' πατριαρχική μουσική σχολή, τη τω 1815 ιδρυθείση, ένθα εξέμαθε την ιεράν ημών εκκλησιαστικήν μουσικήν, επιδοθείς μετά ζήλου εις την μελέτην αυτής (2). Φέρων εν εαυτώ ερριζωμένην την προς τον Θεόν ευσέβειαν και την δύναμιν της πίστεως, ην εκ παίδων εις τα μύχια της ψυχής αυτού είχον εμφυτεύσει οι ενάρετοι γονείς του, εχειροτο νήθη ιερεύς εν Κων/πόλει και εχειροθετήθη αργότερον εις αρχιμαν δρίτην. Σχετικώς με την χειροτονίαν του εν Κων/πόλει ο Μακαριώ τατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών κ. Χρυσόστομος Παπαδόπουλος παρέχει ημίν την πληροφορίαν, ότι ο Γρηγόριος Καλαγάνης ήτο ιερεύς προερχόμενος εκ του κλήρου της Εκκλησίας Κων/πόλεως (3). Εκ Κων/πόλεως μετέβη εις Βιέννην, ένθα εχρημάτισεν ιερεύς του ιερού ναού της εν τη πόλει ταύτη ορθοδόξου ελληνι κής εκκλησίας, διδάξας ευδοκιμώτατα και την πάτριον ημών εκ κλησιαστικήν μουσικήν εν τη αυτόθι μουσική σχολή, συμπληρώσας πιθανόν και τας σπουδάς του. Η παράδοσις αναφέρει, ότι εχρη μάτισε πρότερον εφημέριος και εν Μονάχω. Την πληροφορίαν όμως ταύτην δεν είμαι εις θέσιν να εξακριβώσω αλλαχόθεν. Ο Γρ. Καλαγάνης, εγκρατής ών της γερμανικής γλώσσης, μετέφρασεν εν Βιέννη εκ του γερμανικού και εδημοσίευσε το σύγγραμμα : Απάνθισμα των ιερών γραφών, ήτοι ιστορία των γραφών (Βιέννη 1819). Τούτο εξεδόθη το τρίτον εις τόμους (1) Ελλείψει δυστυχώς οιωνδήποτε περί του χρόνου της γεννήσεως του Γρ. Καλαγάνη, των σπουδών και της πρώτης αυτού δράσεως γραπτών πληροφοριών, περιοριζόμεθα, υπό άκραν επιφύλαξιν, εις τας από της παρα δόσεως, ας συνελέξαμεν παρά γερόντων της Αγιάσου, ελθόντων εις αμεσω τέραν επαφήν προς την εποχήν, καθ’ ην έζησε και έδρασεν ο Γ. Καλαγάνης. (2) Ίδε Γεωργ. I. Παπαδοπουλου Συμβολαί εις την Ιστορίαν της παρ’ ημίν εκκλησιαστικής μουσικής. Αθήναι 1840 σ. 354. Του αυτού Ιστο ρική επισκόπησις της βυζαντινής εκκλησιαστικής μουσικής. Αθήναι 1904 (Τύποις Πραξιτέλους) σ. 148. (3) Χρυσοστόμου Α. Παπαδοπούλου Ιστορία της Ριζαρείου Εκκλ. Σχολής, σ. 78.
τρεις εις τας Αθήνας τω 1865 (4). Μετά τινα έτη εκ Βιέννης ήλθεν εις την πατρίδα αυτού Αγιάσον. Ενταύθα ηθέλησε πλέον μονίμως να εγκατασταθή, έχων κατά νουν να ιδρύση φιλαν θρωπικά καταστήματα προς ανακούφισιν των πασχόντων. Πάσα όμως προσπάθεια αυτού προσέκρουσεν, ως συνήθως, εις τας παρα λόγους απαιτήσεις των δημογερόντων. Ένεκα τούτου προετίμησε να εγκαταλείψη την Αγιάσον. Τω 1850 ευρίσκομεν αυτόν εν Αθήναις, όπου είχε πλέον μονίμως εγκατασταθή. Η δράσίς του εν Αθήναις υπήρξεν ευδό κιμος και άκρως θεοφίλητος. Το αυτό έτος δια Β. Διατάγματος, προτασει του Δ. Συμβουλίου της Ριζαρείου Εκ κλησιαστ. Σχο λής, διωρίσθη δι ευθυντής αυτής, αντικαταστήσας τον κατά τον Αύγουστον του αυτού έτους πα ραιτηθέντα δι ευθυντήν Καλ λίνικον Καμπά νην, αρχιμανδρί την. Επί της δι ευθύνσεως του Καμπάνη η σχο λή εσωτερικώς διετέλει εν ανω μάλω καταστά σει, αι σχέσεις δε αυτής προς το επί των Εκ + Αρχιμ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΚΑΛΑΓΑΝΗΣ κλησιαστικών και της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως Υπουργείον είχον ενταθή λίαν. Διότι ο κατά τον Ιούλιον του 1849 υπό του Υπουργείου τούτου διορισθείς διευθυντής της Σχολής Κ. Κομπάνης απεδείχθη (5), αδόκιμος. Το Συμβούλιον της Σχολής, ως ήτο επόμενον, προέβη (5) Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου Ιστορία της Ριζαρείου Εκκλ. Σχολής, σ. 78. (4) Πρβλ. Γεωργ. I. Παπαδοπούλου Συμβολαί εις την ιστορίαν της παρ’ ημίν εκκλησιαστικής μουσικής, σ. 354, και Ιωσήφ Δεκιγάλα Σχεδίασμα κατόπτρου Νεοελληνικής φιλολογίας, ήτοι ονομαστικός κατάλογος των νεω τέρων Ελλήνων συγγραφέων τε και μεταφραστών, όπου σημειούνται και οι νεοελληνιστί συγγράψαντες αλλογενείς. Εν Ερμουπόλει 1846, σ. 42.
εις την παύσιν αυτού, ελθόν ούτω εις σύγκρουσιν προς το Υπουργείον, το οποίον ηρνείτο να εγκρίνη την μόνιμον (το Δ. Συμβούλιον διώριζε και έπαυε τους διευθυντάς και καθη γητάς, καθώς και το υπόλοιπον προσωπικόν) και δικαιολογημένην, άλλως τε, πράξιν ταύτην. Ο Καμπάνης ηναγκάσθη μετά ενός έτους διεύθυνσιν να παραιτηθή οικειοθελώς. Υπό τοιαύτας συν θήκας ο Γρ. Καλαγάνης ανέλαβε την διεύθυνσιν της Σχολής, έχων ως οικονόμον τον Μητροφάνη Οικονομίδην, τον μετέπειτα Επίσκοπον Άνδρου και Κέας. Επί δυο έτη συνεχώς και ησύχως διηύθυνε ταύτην, διδάξας εν αυτῄ την ιεράν κατήχησιν και την ιεράν ιστορίαν (6). Ατυχώς μετά την διετή ήσυχον και ομαλήν διεύθυνσιν θλι βερώτατον επεισόδιον εν τω εσωτερικώ βίω της Σχολής ήλθεν ίνα ανακόψη το έργον αυτής. Ανυπόστατοι κατηγορίαι έξω θεν εσκεμμένως κατά του διευθυντού υποκινούμεναι, «ότι είναι άθεος, λουθηροκαλβίνος, καταστροφεύς του ιερού της Εκκλησίας ημών συμβόλου», εξήγειραν τους μαθητάς εις ανταρσίαν κατά του διευθυντού, είτα δε και κατ’ αυτού του Δ. Συμβουλίου, και επρο κάλεσαν απεριγράπτους ταραχώδεις σκηνάς. Ανακοινωθέν του Δεκαμελούς Συμβουλίου των εκτελεστών της Ριζαρείου Διαθήκης, δημοσιευθέν τη 6η Μαρτίου 1852 εν τω ημερησίω τύπω των Αθη νών, παρέχει πλήρη εικόνα των ταραχών, έχον ως εξής : «Το Δε καμελές Συμβούλιον των εκτελεστών της Ριζαρείου Διαθήκης γνωστοποιεί εις το Κοινόν, ότι, επειδή οι εν τη Ριζαρείω Eκκλη σιαστική Σχολή μαθηταί και άλλας αταξίας έπραξαν και συνομό σαντες επανεστάτησαν κατά του σεβασμίου Διευθυντού αυτής, κυρίου Γρηγορίου Καλαγάνη, ανδρός γνωστού εις τους ομογενείς δια τον ιεροπρεπή χαρακτήρα του και απολαύοντος της εμπιστο σύνης του Συμβουλίου, και προσέτι ηπείθησαν και προς αυτό το εφορεύον την Σχολήν Συμβούλιον, πολλάκις δε νουθετηθέντες παρά του Συμβουλίου και τελευταίον παρά του Υπουργείου των Εκκλησιαστικών, επέμειναν εις την ανταρσίαν και απείθειαν, ηναγκάσθη με βαθείαν του λύπην να προτείνη εις το ρηθέν Υπουργείον την αποπομπήν αυτών, συμφώνως με το 18ον άρθρον του καταστατικού της Σχολής διατάγματος, και να αποπέμψη αυτούς μετά την έγκρισιν της προτάσεώς του. Εφρόντισε δε ήδη περί της εκλογής και αντεισαγωγής άλλων νέων μαθητών εκ τε της Ελλάδος και της πατρίδος του αειμνήστου καθιδρυτού (7). Το Συμβούλιον ηναγκάσθη να ζητήση την επέμβασιν της αστυνο (6) Πρβλ. Τα κατά την Ριζάρειον Εκκλησιαστικήν Σχολήν, επιμελεία Νικ. Ράδου. Αθήναι 1903, σ. 166. Ο Γεώργ. I. Παπαδόπουλος και ο Μακα
ριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών κ. Χρυσόστομος Παπαδόπουλος παρέ χουσι την πληροφορίαν, ότι ο Γ. Καλαγάνης εδίδαξε και την εκκλησ. μου σικήν εν τη Ριζαρείω Σχολή. Εν τω καταλόγω όμως των εν τη Σχολή διδα ξάντων καθηγητών δεν σημειούται ως καθηγητής της μουσικής, αλλά μόνον της ιεράς κατηχήσεως και ιεράς ιστορίας. Ένθ’ α. σ. 166. (7) Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου «Ιστορία της Ριζαρείου Εκκλησια στικής Σχολής», σελ. 80. Επίσημον έκθεσιν του επεισοδίου υπέβαλεν εις την Βουλήν ο Βουλευτής της Αττικής Σταύρος Βλάχος κατά την 96ην συνε δρίασιν της 25 Αυγούστου 1856. (Εν Αθήναις 1856, σ. 2-4).
μιας, ήτις δι’ ενόπλου βίας ηδυνήθη να καταστείλη την εξέγερσιν ταύτην». Πάντες οι μαθηταί, ως καταφαίνεται εκ του ανωτέρω ανα κοινωθέντος, πλην τριών, οίτινες δεν παρευρέθησαν κατά το επεισόδιον, ως συνένοχοι της ανταρτικής πράξεως απεβλήθησαν εκ της Σχολής. Ο Γρ. Καλαγάνης εθεώρησεν εαυτόν υποχρεωμένον να παραιτηθή, πραγματοποιηθείσης την παραιτήσεώς του κατά τον Αύγουστον του 1852. Αι εργασίαι της Σχολής, ως ήτο επόμενον διεκόπησαν από του μηνός Μαρτίου μέχρι της ενάρξεως του επο μένου σχολικού έτους (8). Η αγάπη του Γρ. Καλαγάνη προς την Σχολήν και μετά το επεισόδιον, εκ του οποίου πολλάς πικρίας εποτίσθη, παρέμεινεν αμείωτος και δεν επεγοητεύθη ούτος εξ αυτού , αλλ’ εξηκολούθει να ενισχύη έτι μάλλον το έργον της Σχολής. Ένδειξις της ειλικρινούς και βαθείας προς τον σκοπόν της Σχολής εκτιμήσεως υπήρξεν η ιδέα της ιδρύσεως υποτροφίας εν αυτῄ. Τον Δεκέμβριον του έτους 1860 συνέταξε την διαθήκην αυτού, δι’ ής καθίστα κληρονόμον την Ριζάρειον Σχολήν, υπό ρη τούς όρους αναφερομένους εν τη διαθήκη, ης παραθέτομεν αυτού σιον το σχετικόν μέρος κατωτέρω (9). «Εν Αθήναις, εν τη πλησίον της Ρωσσικής Εκκλησίας κατοικία μου, σήμερον την 30ήν Δεκεμβρίου του έτους 1860 (εξήκοντα) ο υπογεγραμμέ νος Γρηγόριος Καλαγάνης Αρχιμανδρίτης, πλήρεις τας διανοητικάς δυνάμεις μου έχων, απεφάσισα να συντάξω την παρούσαν διαθήκην μου ορίζων τα εξής : Α’. -Έστω μοι κληρονόμος η Εκκλησιαστική Ριζάρειος Σχολή, τον υψηλόν σκοπόν της ιδρύσεως της οποίας βαθέως εκτιμώ, ευχόμενος την εκπαίδευσιν του κλήρου. Το Συμβούλιον λοιπόν της Σχολής ταύτης θέλει λάβει άπασαν την περιουσίαν, ην τινα ήθελον έχει κατά την αποβίωσίν μου. Β'. -Άπαξ του έτους, κατά την 25ην Ιανουαρίου, επιθυμώ να γίνη ται μνημόσυνον υπέρ της ψυχικής σωτηρίας μου, και να μνημονεύηται το όνομά μου εν τω ναώ της Σχολής. Γ'. -Η ειρημένη Σχολή διατάσσω να χορηγή εις τον εν αυτῄ εκπαι δευόμενον, δαπάνη εμού, ανεψιόν μου Προκόπιον δραχ. εξήκοντα κατά μήνα, ίνα συμπληρώση τοις εν τω Πανεπιστημίω σπουδάς του. Η χορή γησις αύτη θέλει διαρκέσει επί πέντε έτη αρχόμενα από πρώτης Σεπτεμ βρίου του έτους 1851 (ενός) ώστε ο χρόνος της χορηγήσεως μειωθήσεται αναλόγως της παρατάσεως του βίου μου, αφίνω δε εις την κρίσιν του Συμβουλίου της Σχολής ταύτης, να τον συνδράμη, ει δυνατόν, ώστε να μεταβή και εν Ευρώπη.
Η'.- Η ειρημένη Σχολή θέλει προσκαλεί εκ της πατρίδος μου δυο νέους, ίνα σπουδάσωσι τα εν αυτῄ διδασκόμενα μαθήματα, διανύοντες τον προς τούτο ωρισμένον χρόνον· μετά την έξοδον αυτών θέλει προσ καλεί δυο άλλους και ούτω εφεξής. Ταύτα δε μετά την αποφοίτησιν του ανεψιού μου Προκοπίου. Διαθέσας τα ανωτέρω οικεία εμού βουλή και χειρί και επικαλού μενος την εξ ύψους αντίληψιν υπογράφω την παρούσαν μου σήμερον την τριακοστήν Δεκεμβρίου του έτους χιλιοστού οκτακοσιοστού εξηκοστού (1860) εν Αθήναις. Αρχ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΚΑΛΑΓΑΝΗΣ
(8) Αυτόθι. σ. 79-81, (9) Παράρτημα Β' της συλλογής των κατά την Ριζάρειον Εκκλήσια στικήν Σχολήν. Διαθήκαι. Αθήναι 1898, σ. 3-5.
Εκείνο, όπερ είναι άξιον να εξάρη τις ενταύθα είναι η άκρως πατριωτική χειρονομία του Γρηγορίου Καλαγάνη δι’ ης ανε δείχθη ίσως ο μεγαλείτερος ευεργέτης της ιδιαιτέρας πατρίδος του. Διότι δια της Η' παραγράφου της διαθήκης αυτού υπεχρέωσε την Ριζάρ. Σχολήν να προσκαλή ανά πενταετίαν δυο νέους εξ Αγιά σου εκ των αρίστων, ευφυεστέρων και ηθικωτέρων, οίτινες μετά την αποφοίτησιν αυτών να παραχωρούν την θέσιν αυτών εις άλλους δυο νέους. Δαπάναις επομένως του Καλαγανείου Κληρο δοτήματος πλείστοι πτωχοί, αλλ’ επιμελείς νέοι εξ Αγιάσου μορ φωθέντες εγκυκλοπαιδικώς και εκκλησιαστικώς και εξερχόμενοι μετά πενταετή φοίτησιν εκ του φυτωρίου τούτου είτε ως διδάσκα λοι είτε ως ιερείς, είτε και ως επιστήμονες μετελαμπάδευσαν τα φώτα εις Αγιάσον ή αλλαχού, καταστάντες ούτω πολύτιμοι υπη ρέται της Εκκλησίας, της Πατρίδος και, γενικώτερον, της κοι νωνίας. Και μέχρι μεν τινος εξεπληρούτο η τελευταία επιθυμία του διαθέτου. Αλλ’ οι τόκοι του εκ κληρονομίας χρέους του προς την σχολήν και αι σημαντικαί δια την επισκευήν του πλησίον της Ρωσ σικής Εκκλησίας μετά κήπου οίκου του, τον οποίον εκληρονόμη σεν η Ριζάρειος, δαπάναι δεν επέτρεψαν να εκπληρωθή ακριβώς η επιθυμία του Γρ. Καλαγάνη (10). Επί τι χρονικόν διάστημα η σχολή εδέχετο ένα μόνον μαθητήν. Αργότερον η κακή, ίσως, διαχείρισις της κληρονομίας, οφειλομένη εις την αντί εκατόν εικοσιτεσσάρων χιλιάδων δραχμών εκποίησιν του οίκου, όστις σήμερον αξίζει εκα τοντάδας χιλιάδων δραχμών, και η ολοέναεπερχομένη πτώσις της αξίας του νομίσματος ηνάγκασαν την Κοινότητα της Αγιάσου από του έτους 1934 να μη αποστέλλη πλέον υποτρόφους. Ο Γρηγόριος Καλαγάνης τω 1872 (11), μετά παρέλευσιν δώδεκα ετών από της συντάξεως της διαθήκης αυτού, απέθανε. Ζων εξετιμήθη υπό των συγχρόνων του, εν οις διάσημοι άνδρες της εποχής εκείνης υπήρξαν προσωπικοί αυτού φίλοι, θανόντος δε ευγνωμόνως αναμιμνήσκονται αυτού οι παρ’ εκείνου ευεργετηθέν τες μαθηταί και η εν Αγιάσω Κοινότης. Διότι το λαμπρόν αυτού διδακτικόν και ιερατικόν στάδιον επεσφράγισε δι’ ασυγκρίτου έργου ευεργεσίας προς την εαυτού πατρίδα. (10) Ίδε «Τα κατά την Ριζάρειον Εκκλ. Σχολήν», Επιμ. Ν. Ράδου σ. 189. (11) «Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαιδεία» τόμ. ΙΓ' λ. «Καλαγάνης Γρηγόριος».
ΧΡΟΝΙΚΑ ΕΥΛΑΒΗΣ
ΕΠIΣΚΕΨIΣ
ΤΟΥ «ΑΝΑΜΟΡΦΩΤΙΚΟΥ ΟΜΙΛΟΥ ΝΕΑΝΙΔΩΝ» Το Διοικητικόν Συμβούλιον του εν Αθήναις «Αναμορφωτι κού Ομίλου Νεανίδων», ήλθεν εις ευλαβή επίσκεψιν του Ιερού Προσκυνήματος, εν ω σήμερον εργάζεται ο ιδρυτής του Ομίλου, και εις προσκύνησιν της εν αυτώ σεπτής ιστορικής Εικόνος της Θεομήτορος. Τας προσκυνητρίας, υπεδέχθη εν Μυτιλήνη ο ημέτε ρος Διευθυντής την μεσημβρίαν της Κυριακής 12ης Σεπτεμβρίου ε.έ. και συνώδευσεν αυτάς εις Αγιάσον, όπου μετά την προσκύνησιν της Ιεράς Εικόνος, παρεκάθησαν εις κοινήν τράπεζαν παρατεθείσαν υπό του Αρχιερατικού Επιτρόπου εν τω Συνοδικώ του ναού. Το απόγευμα κατηναλώθη εις εξομολόγησιν και εις ατομι κήν προπαρασκευήν δια την θείαν κοινωνίαν, την δε επομένην πρωΐ ο Αρχιερατικός Επίτροπος ετέλεσε την θείαν λειτουργίαν εν τω εξοχικώ παρεκκλησίω των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, καθ’ ην εμνημόνευσε πάντων των μελών του Αναμορφωτικού Ομίλου Νεανίδων και των οπωσδήποτε συντελούντων εις την επι τυχίαν των ιερών τούτου σκοπών, εις το τέλος δε εκοινώνησαν μετά κατανύξεως των Αχράντων Μυστηρίων αι προς τούτο προ παρασκευασθείσαι. Μετά την θείαν λειτουργίαν συνήλθον εν τω Συνοδικώ της Παναγίας εις κοινήν σύσκεψιν και εζήτησαν να επωφεληθώσι της παρουσίας του ιδρυτού του έργου ίνα ακούσωσι τας επ' αυτού αντιλήψεις του. Η σύσκεψις παρετάθη μέχρι μεσημβρίας εξηκο λούθησε δε μετά αδιαπτώτου ενδιαφέροντος και μετά μεσημβρίαν διακοπείσα μόνον χάριν του εσπερινού και συνεχισθείσα και μετά το δείπνον. Κατά την σύσκεψιν ταύτην εξητάσθη η μέχρι τούδε εργασία και αι μελλοντικαί επιδιώξεις του Αναμορφωτικού Ομίλου Νεανίδων, ετέθησαν δε συγκεκριμέναι βάσεις δια το πρό γραμμα της αρχομένης χειμερινής περιόδου. Αι προσκυνήτριαι παρηκολούθησαν μετά εξαιρετικής ευλα βείας τον εν τω Ιερώ Προσκυνήματι τελεσθέντα μεγαλοπρεπή εσπερινόν της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού καθώς και την τελε τήν της Υψώσεως και την θείαν λειτουργίαν της εορτής. Μετά την θείαν λειτουργίαν συνοδευόμενοι υπό του ημε τέρου Διευθυντού και της συζύγου του κατήλθον εις Μυτιλή νην και εγένοντο δεκταί παρά τω Σεβασμιωτάτω Μητροπολίτη Μυτιλήνης κ. Ιακώβω μετά της διακρινούσης Αυτόν πάντοτε πα τρικής προσηνείας, ακολούθως δε προσεκύνησαν την εν τω Μητρο πολιτ ικώ ναώ ιεράν λάρνακα του αγίου Νεομάρτυρος Θεοδώρου και επεσκέφθησαν το Βοστάνειον Ιερόν Νοσοκομείον, ούτινος απεθαύ μασαν την μεγαλοπρέπειαν, την τάξιν και την αποστράπτουσαν
καθαριότητα. Μετά ευλαβή επίσκεψιν και του αυτόθι ιερού ναού του Αγίου Θεράποντος επεβιβάσθησαν του ατμοπλοίου της γραμμής, επί του οποίου είχον το ευτύχημα να έχωσι συνταξι διώτην τον Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην μας. Κατά το διάστημα του ταξιδίου ο Σεβασμ. Μητροπολίτης εζήτησε μετά ιδιαιτέρου ενδιαφέροντος και έλαβε λεπτομερεστέ ρας πληροφορίας περί του έργου του Ομίλου, εκδηλώσας ζωηρο τάτην υπέρ αυτού συμπάθειαν. Λίαν χαρακτηριστικαί και άκρως συγκινητικαί είναι αι εξ Αθηνών ληφθείσαι από μέρους των, ως είρηται, προσκυνητριών επιστολαί, εν αις περιγράφονται αι εντυπώσεις, ας απεκόμισαν αύται εκ του ευλαβούς των τούτου προσκυνήματος, ζωηροτάτη δ’ εκφράζεται λύπη υπό εκείνων, αίτινες ημποδίσθησαν εκ λόγων ξένων προς την θέλησιν των να μετάσχωσιν αυτού. Ο «Αναμορφωτικός Όμιλος Νεανίδων» ίδρυθη τη πρωτο βουλία του Διευθυντου της «Αγίας Σιών» τω 1933, ότε ούτος διε τέλει εφημέριος του Πανεπιστημιακού ναού Αθηνών και απο βλέπει εις την δημιουργίαν ελληνικής χριστιανικής γυναικείας κινήσεως, δυναμένης να συμβάλη αποτελεσματικώς εις το μορ φωτικόν και κοινωνικόν έργον της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ανε γνωρίσθη δια της υπ' αριθμ. 2774 της 31 Μαρτίου 1934 αποφά σεως του Πρωτοδικείου Αθηνών. Διατελεί ήδη υπό την πνευ ματικήν εποπτείαν του εφημερίου του Πανεπιστημιακού ναού Πανοσιολ. Αρχιμανδρίτου κ. Μεθοδίου Κοντοστάνου, αποτελείται δε κυρίως εκ νεανίδων πτυχιούχων σχολών της Μέσης Εκπαιδεύ σεως και φοιτητριών και πτυχιούχων του Πανεπιστημίου. Διατη ρεί εν Αθήναις ίδιον κέντρον δια την χριστιανικήν μόρφωσιν και την ωφέλιμον ψυχαγωγίαν των εργαζομένων νεανίδων και εφαρ μόζει πλήρες πρόγραμμα πνευματικής και κοινωνικής απασχολή σεως των μελών του, εις τρόπον ώστε ταύτα ν’ αναδεικνύωνται χρήσιμοι βοηθοί του έργου της Εκκλησίας. Παράρτημα του Ομί λου εργάζεται παραλλήλως εν Χαλκίδι μεταξύ των μαθητριών του εκεί Γυμνασίου εν στενή συνεργασία προς την λαμπρόν οργάνωσιν των «Ελπιδοφόρων».
Η εορτή του Σεβασμ. Μητρο πολίτου. Επί τη μνήμη του Αγ. Αποστόλου Ιακώβου του Αδελφοθέου, καθ’ ην ήγε τα ονομαστήρια αυτού ο Σεβασμ. Μητροπολίτης ημών, ετελέσθη πανη γυρικόν συλλείτουργον εν τω Ιερώ Προσκυνήματι της Παναγίας, καθ’ ο ωμίλησεν επικαίρως ο Αρχιερατικός Επίτροπος, όστις ακολούθως εδέχθη εν τω Συνοδικώ τας τοπικάς Αρχάς και πλήθος εγκρίτων πολιτών, διαδη
λωσάντων τα προς τον Ποιμενάρχην μας ευλαβή των αισθήματα.
Η χειροτονία του Πανοσ. Πρω τοσυγκέλλου. Ο από μακρού εν τη Ιερα Μη τροπόλει Μυτιλήνης ως γραμματεύς υπηρετών κ. Ευάγγελος Κλεόμβρο τος, έγκριτος συνεργάτης της «Αγίας Σιών», προκριθείς υπό του Σεβασμ. Μητροπολίτου δια την κενήν θέσιν του Πρωτοσυγκέλλου, εκάρη μοναχός, λαβών το όνομα Ιάκωβος εν τη Ι.
Μονή Λειμώνος υπό του Σεβασμ. Μητροπολίτου Μηθύμνης, όστις εξήρε καταλλήλως το γεγονός. Την 14ην Οκτωβρίου εχειροτονήθη εις διάκο νον εν τη αυτή ιερά μονή υπό του επίσης αδελφού της Μονής ταύτης Σεβασμ. Μητροπολίτου Αυστραλίας κ. Τιμοθέου και την 24ην του αυτού μηνός προεχειρίσθη εις πρεσβύτερον και εχειροθετήθη εις Πρωτοσύγκελ λον υπό του Σεβασμ. Μητροπολίτου μας εν τω εν Μυτιλήνη ιερώ Μητρο πολιτικώ ναώ. Της επί τω ευτυχεί τούτω γεγονότι γενικής χαράς μετέ σχε και ο Ιερός Κλήρος της Αγιάσου, τηλεγραφικώς διερμηνεύσας τα προς τον νέον εκλεκτόν κληρικόν αισθήματά του, καθώς και η Επιτροπεία του Ι. Προσκυνήματος. Ο Αρχιερατικός Επίτροπος παρευρέθη κατά την εν τη Ι. Μονή Λειμώνος χειροτονίαν, ένθα και εκήρυξε κατά την αγρυπνίαν τη παρακλήσει του προεξάρχοντος Σεβασμ. Μητροπολίτου Αυστραλίας, κωλυθείς δε ένεκεν ασθενείας να πα ρευρεθή και κατά την εις πρεσβύτε ρον προχείρισιν, συνεχάρη θερμότατα τηλεγραφικώς τον χειροτονηθέντα,ευ χηθείς αδελφικώς τα πρέποντα. Εκ μέρους της Επιτροπείας του Ι. Προσ κυνήματος μετέβησαν και συνεχά ρησαν τον χειροτονηθέντα ο Πρόε δρος αυτής κ. Σοφ. Πολιτάκης και ο Ταμίας κ. Λεωνίδας Χατζηκων σταντής.
Θείον Κήρυγμα. Τον θείον λόγον εκήρυξε τακτικώς εν τω Ιερώ Προσκυνήματι ο αιδεσιμ. Αρχιερατικός Επίτροπος και Διευ θυντής της «Αγίας Σιών». Ο αυτός εκήρυξεν επίσης εντολή του Μητροπολίτου μας και εν τω εν Μυτιλήνη ι. ναώ του Αγ. Θεράπον τος, εν τω οποίω θα κηρύττη τακτι κώς ως και πέρυσι δις του μηνός. Από της 14ης Νοεμβρίου ήρχισαν εν τω Ί· Προσκυνήματι τα Απογευ
ματινά Κηρύγματα και ώραν 5 μ. μ.
κατά Κυριακήν
Κατηχητικά Σχολεία. Τα μαθήματα των Κατηχητικών Σχολείων ήρξαντο άμα τη ενάρξει των μαθημάτων των εν Αγιάσω δη μοσίων σχολείων δια ειδικής θρη σκευτικής τελετής, τελεσθείσης εν τη αιθούση του Α' Δημοτικού Σχολείου επί παρουσία των διευθυντών, των διδασκάλων και πάντων των μαθη τών του Ημιγυμνασίου, της Αστικής Σχολής και των δυο Δημοτικών σχο λείων. Ο αιδεσιμ. Εμμ. Γ. Μυτιλη ναιος ωμίλησεν επικαίρως προς τους μαθητάς. Εν συνεννοήσει δε προς τους διευθυντάς των εν λόγω σχο λείων γίνονται τακτικώς τα κατηχη τικά μαθήματα εν μεν τοις δυο δημο τικοίς σχολείοις εκάστην Τετάρτην, 2 μ.μ., εν δε τη Αστική Σχολή και τω Ημιγυμνασίω εκάστην Πέμπτην, 2 μ.μ., διδασκόντων των αιδ. Εμμ. Μυτιληναίου, Ν. Πατσέλλη και Π. Στόικου. Εκκλησιαστικήν μουσικήν και ωδικήν διδάσκουσιν ο αιδ. Ν. Παπουτσέλλης και ο Πρωτοψάλτης κ. Αθ. Πούπουρας. Υπέρ των Κατηχητικών Σχολείων η Επιτροπεία του Ι. Προσκυνήματος εψήφισε δραχμάς 6.000, εγκριθείσας υπό του Μητρ. Συμβουλίου εν τω προϋπολογισμώ της τρεχούσης χρή σεως.
Διάλεξις. Εν τη πλατεία του Αναγνωστη ρίου η «Ανάπτυξις» εν Αγιάσω ωμίλησεν επί τη ευκαιρία της εορτής του Γενεσίου της Θεοτόκου ο Αρ χιερατικός Επίτροπος αιδεσιμ. Εμμ. Γ. Μυτιληναίος «περί της ποιήσεως των εορτών της Θεοτόκου» την εσπέ ραν της 7ης Σεπτεμβρίου.
Το Γενέσιον της Θεοτόκου. Την πρωΐαν της 8ης Σεπτεμβρίου επί τη εορτή του Γενεσίου της Θεο
τόκου μετεφέρθη εν πομπή εις το έξωκκλήσιον της Πενθίλης η ιερά θαυματουργός εικών της Θεομήτο ρος, ετελέσθη δε η πρώτη εν αυτώ θεία λειτουργία, καθ’ ην ωμίλησεν επικαίρως ο Αρχιερατικός Επίτρο πος, επαινέσας πάντας τους συμβα λόντας εις το Ιερόν έργον της ανε γέρσεως του ναϋδρίου. Την ιεράν ταύτην πανήγυριν παρηκολούθησαν πολυάριθμοι ευσεβείς προσκυνηταί.
Η ύψωσις του Τιμίου Σταυ ρού. Την 14ην Σεπτεμβρίου ετελέσθη εν τω Ιερώ Προσκυνήματι υπό του Αρχιερατ. Επιτρόπου και των λοι πών εφημερίων του ναού η θεία λει τουργία επί τη εορτή της υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, προεβλήθη δ’ εις προσκύνησιν το εν τω θησαυροφυλα κίω του Ναού φυλασσόμενον Τίμιον Ξύλον. Ο Αρχιερατικός Επίτροπος ωμίλησεν επικαίρως περί της σημα σίας του Σταυρού, δια την χριστια νική ζωήν. Την θείαν λειτουργίαν παρηκολούθησεν άπειρον πλήθος ευ σεβών, εν οις και το Δ. Συμβούλιον του «Αναμ. Ομίλου Νεανίδων» Α θηνών.
Επίσημοι Προσκυνηταί. Το Ιερόν Προσκύνημα της Θεοτό κου εν Αγιάσω επεσκέφθησαν την μεν 15ην Αυγούστου ο Σεβασμ. Μη τροπολίτης Αυστραλίας κ. Τιμόθεος
μετά του Προέδρου της Κοινότητος Πέρθης και Προξένου εκεί της Γαλ λίας κ. Μιχελίδου, την δε 21ην Σε πτεμβρίου ο Σεβασμ. Μητροπολίτης Αξώμης κ. Νικόλαος μετά του Γεν. Αρχιερ. Επιτρόπου Αρχιμ. Ιουστί νου. Πάντες επεσκέφθησαν και απε θαύμασαν και το παρά την Αγιάσον Σανατόριον.
Θεραπευτήριον η «Υγεία» Από της 1ης Σεπτεμβρίου ε.έ. ήρξατο υπό την διεύθυνσιν του ειδι κώς εν Ευρώπη εκπαιδευθέντος ια τρού κ. Ευστρ. Αντωνίου η λειτουρ γία του παρά την Αγιάσον και εις θέσιν «Σβυρνιού» Θεραπευτηρίου «η Υγεία». Οι πρώτοι εισαχθέντες ασθενείς απηύ θυναν συγκινητικώτατον τηλεγρά φημα προς τον εν Αθήναις ευρισκό μενον Σεβασμ. Μητροπολίτην μας, τον ιδρυτήν του Θεραπευτηρίου, όστις απήντησεν επευχόμενος πατρι κώς. Η Επιτροπεία του Ι. Προσκυ νήματος ανέγραψεν υπέρ του Ιδρύ ματος τούτου εν τω προϋπολογισμώ της τρεχούσης χρήσεως δραχμάς 8.000, εγκριθείσας υπό του Μητροπο λιτικού Συμβουλίου.
Επιθεώρησις ναών. Υπό του Αρχιερατικού Επιτρό που εγένετο κατά μήνα Οκτώβριον έκτακτος επιθεώρησις των ανά την εκκλησιαστικήν περιφέρειαν Αγιά σου ιερών ναών.
ΑΓΊΑ
ΣΙΩΝ
ΜΗΝΙΑΙΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΑΣΩ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ ΙΕΡΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑΣ ΑΥΤΟΥ ΕΥΛΟΓΙΑΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ κ. ΙΑΚΩΒΟΥ ΕΤΟΣ
Α'
ΑΡΙΘΜ. Ί
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ
ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ Πρωτοπρεσβύτερος
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1937
Ο ΜΑΚΑΡΙΩΤΑΤΟΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΟΣ Διατηρούντες ζωηροτάτας αναμνήσεις εκ της προσ φάτου επισκέψεως ημών εις το ιερόν Προσκύνημα της Αγιάσου Λέσβου, επιθυμούμεν να εκφράσωμεν και δια του καλλίστου τούτου περιοδικού «Αγία Σιών» την μεγά λην ημών χαράν και την πνευματικήν αγαλλίασιν, ην ησθάνθημεν κατά την επίσκεψιν εκείνην. Ο θερμουργός Μητροπολίτης Μυτιλήνης κ. Ιάκωβος είναι άξιος συγχα ρητηρίων δια τας ας περί του Προσκυνήματος καταβάλ λει μερίμνας, οφείλεται δε έπαινος και εις τον Προϊστά μενον αυτού Πρωτοπρεσβύτερον Εμμανουήλ Μυτιλη ναίον, ούτινος η εμφάνισις και η ομιλία από του άμβωνος του μεγαλοπρεπούς ναού ενεποίησεν ημίν βαθυτάτην συγκίνησιν. Εγνωρίσαμεν αυτόν εκ της παιδικής του ηλι κίας και παρηκολουθήσαμεν την εκπαίδευσιν και μόρφω σιν και την λαμπρόν εξέλιξίν του, όθεν υπήρξεν όλως εξαιρετική η ευχαρίστησις ημών και βαθυτάτη η συγκίνη σις, όταν ηκούσαμεν αυτόν ομιλούντα εν τω Προσκυνή ματι της Αγιάσου. Υπό την διαποίμανσιν του Σεβασμ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης το Προσκύνημα τούτο δύναται να αποβή θρη σκευτικόν και πνευματικόν κέντρον, και να παράσχη μεγί στην ωφέλειαν και εις τους ευσεβείς της Αγιάσου κατοί κους και εις τους πολυαρίθμους προσκυνητάς, οίτινες παν ταχόθεν συρρέουσιν εις αυτό, δι’ εκλεκτών Λειτουργών. Τοιούτο τι εσκεπτόμεθα ευρισκόμενοι εν Αγιάσω, τούτο δε και ευχόμεθα νυν ολοψύχως δια των ολίγων τούτων γραμ μών εν τω αρίστω περιοδικώ της Αγιάσου «Αγία Σιών».:
Ο Μακαρ. Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
Η ΘΕΟΤΟΚΟΣ ΕΝ ΤΗ ΑΣΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ Είναι πολύ φυσικόν κατά τον εορτασμόν του κοσμοσωτηρίου γεγονότος της ενσάρκου Γεννήσεως του Υιού του Θεού να εξυ μνήται και το ιερόν πρόσωπον της Παρθένου Μαρίας, εξ ης εδανεί σθη ο Θεός την ανθρωπίνην σάρκα, αφ' ου εις το γεγονός ακριβώς τούτο οφείλει την, ης απολαύει, εξαιρετικήν εν τη Εκκλησία τιμήν η Θεοτόκος. Αφ’ ου όμως ο Υιός της Παρθένου μάλλον και ουχί αυτῄ η Παρθένος εορτάζεται κατά την μεγάλην ήμέραν των Χρι στουγέννων, έμμεσος είναι της Θεοτόκου η εξύμνησις εν τη ιερά της εορτής ταύτης ασματογραφία, αυτού τούτου του εορταζο μένου γεγονότος αποτελούντος τον πραγματικώτερον ύμνον προς την υπουργήσασαν κατ’ αυτό Παρθενομήτορα, ης η τιμητική μνεία απαντάται εν πάσι σχεδόν τοις ιεροίς άσμασι της ημέρας ταύτης. Ουχ ήττον όμως η Εκκλησία ήθελε και όλως ιδιαιτέρως να εκφράση τα προς την Θεοτόκον ευλαβή αυτής αισθήματα και ώρισε την επο μένην της εορτής των Χριστουγέννων ως ήμέραν «Συνάξεως» των πιστών προς τιμήν Αυτής, έχει δε και ιδίους ύμνους εν τε τη ακο λουθία των λεγομένων «Βασιλικών Ωρών της παραμονής και εν αυτήτη ημέρα της εορτής των Χριστουγέννων ολοκληρωτικώς αφιε ρωμένους εις την εξύμνησιν της Υπεραγίας Θεοτόκου. Τους ύμνους τούτους των «Βασιλικών Ωρών» της παραμο νής των Χριστουγέννων εμπνέει η δραματική αγωνία του Μνή στορος Ιωσήφ, αγνοούντος εν αρχή το μυστήριον της θείας εναν θρωπήσεως, και η φωτεινή της αγωνίας ταύτης λύσις δια της προς αυτόν ουρανίας αποκαλύψεως της ιδιαιτέρας τιμής, ης θα ηξιούτο, να χρησιμεύση ως προστάτης και φύλαξ της Μητρός του Θεού, ως ιστορεί ταύτα ο ιερός ευαγγελιστής Ματθαίος (α' 18-25). Παρουσιάζει λοιπόν ο ασματογράφος τον Ιωσήφ απορούντα και αγωνιώντα και μετά πικρού παραπόνου απευθυνόμενον προς την Παρθένον και ανακοινούντα εις Αυτήν την αρχικήν του από φασιν όπως «λάθρα απολύση αυτήν» και λέγοντα : «Τι το δραμα τούτο, ο εν σοι τεθέαμαι; Απορώ και εξίσταμαι, και τον νουν καταπλήττομαι. Λάθρα τοίνυν απ' εμού γενού εν τάχει. Μαρία, τι το δραμα τούτο, ο εν σοι τεθέαμαι; Αντί τιμής, αισχύ νην· αντ' ευφροσύνης, την λύπην αντί του επαινείσθαι, τον ψόγον μοι προσήγαγες; Ουκ έτι φέρω λοιπόν το όνειδος ανθρώπων. Υπό γαρ Ιερέων εκ του ναού, ως άμεμπτον Κυρίου σε παρέλαβον. Και τι το ορώμενον;» (1)·
Και εις άλλο άσμα η ιδία η Παρθένος απαντά εις τας ανη συχίας ταύτας του Ιωσήφ και ζητεί να κατασιγάση της συνειδή σεώς του τηνταραχήν, πληροφορούσα αυτόν περί τινος ακριβώς πρό κειται και λέγουσα: «Τι ορών με έγκυον, στυγνάζεις και ταράττεσαι, αγνοών όλως τι εν εμοί φρικτόν μυστήριον; Λοιπόν απόθου φόβον άπαντα, το παρά δοξον εννοών. Θεός κάτεισι γαρ επί γης δι’ έλεον, εν τη μήτρα
(1) Το Δοξαστικόν της Α' Ώρας.
μου νυν, και σάρκα προσελάβετο. Όνπερ τικτόμενον, όψει ως ηύδό κησε· και της χαράς πλησθείς, προσκυνήσεις ως Κτίστην σου. Ον Άγγελοι υμνούσιν απαύστως, και δοξάζουσι συν Πατρί και Αγίω Πνεύματι» (2).
Εις τρίτον δε άσμα εμφανίζεται πλέον ο Ιωσήφ ήσυχος και πλήρης χαράς δια το αποκαλυφθέν εις αυτόν μυστήριον και πλη ροφορών περί αυτού τους απορούντας λέγει : «Εγώ τους Προφήτας ερευνήσας και χρηματισθείς υπό Αγγέλου πέπεισμαι, ότι Θεόν γεννήσει η Μαρία ανερμηνεύτως. Ου εις προσ κυνησιν Μάγοι εξ Ανατολών ήξουσι συν δώροις τιμίοις λατρεύον τες» (3).
Την Αγίαν Παρθένον άλλος ποιητής παρουσιάζει ως την αρίστην προσφοράν του ανθρωπίνου γένους προς τον ενανθρω πήσαντα Υιόν του Θεού, διότι «έκαστον των υπ' αυτού γενομένων κτισμάτων την ευχαριστίαν προσάγει» προς Αυτόν. Απέναντι του ύμνου των Αγγέλων, του Αστέρος του ουρανού, των δώρων των Μάγων, του θαυμασμού των ποιμένων, του σπηλαίου της γης και της φάτνηςτης ερήμου, «ἡμεῖς Μητέρα Παρθένον» προσφέρομεν (η, η οποία, κατά τον ποιητήν του Κανόνος Κοσμάν τον Μελωδόν, εχρη σίμευσεν ως «θρόνος χερουβικός» δια τον συγκαταβάντα Θεόν (5). Και προσκαλούνται λοιπόν η Ιερουσαλήμ και «πάντες οι αγαπώντες Σιών» να «ευφρανθώσι» και να «πανηγυρίσωσιν» επί τω γεγονότι της τοιαύτης του Θεού συγκαταβάσεως, διότι: «Σήμερον ο χρόνιος έλυθη δεσμός, της καταδίκης του Αδάμ. Ο Παράδεισος ημίν ηνεώχθη, ο όφις κατηργήθη. Ην γαρ ηπάτησε, πρώην (=γυναίκα), νυν εθεάσατο του Δημιουργού γενομένην Μη τέρα... Η προξενήσασα τον θάνατον πάση σαρκί, της αμαρτίας το όργανον, σωτηρίας απαρχή εγένετο τω Κόσμω παντί, δια της Θεοτόκου. Βρέφος γαρ τίκτεται εξ αυτής ο παντέλειος Θεός. Και δια του τόκου παρθενίαν σφραγίζει· σειράς αμαρτημάτων λύων δια σπαργάνων· και δια νηπιότητος της Εύας θεραπεύει τας εν λύπαις ωδϊνας» (6).
Εν τω προσώπω της Θεοτόκου βλέπει του όλου γυναικείου φύλου την έντιμον αποκατάστασιν ο ποιητής του ανωτέρω άσμα τος και τον τέλειον εξαγνισμόν της μητρότητος, την γυναίκα δε ανακηρύσσει δι’ αυτού εν τω προσώπω της Παρθένου, η Εκκλησία ως όργανον της ανθρωπίνης σωτηρίας. Δια τούτο και ο Ιερός Δαμασκηνός επιθυμών να εξυμνήση ιδιαιτέρως την Παρθένον-Μητέρα κατά την μεγάλην ταύτην ημέ ραν των Χριστουγέννων καταλαμβάνεται υπό ιλίγγου και αμη χανίας και ψάλλει προς αυτήν το περίπυστον : «Στέργειν μεν ημάς ως ακίνδυνον φόβω· ράον σιωπήν, τω πόθω δε Παρθένε∙ ύμνους υφαίνειν συντόνως τεθειγμένους· εργώδές εστιν, αλλά και, Μήτηρ, σθένος· όση πέφυκεν η προαίρεσις δίδου» (7).
Άλλος δε ποιητής, ο Ανδρέας Κρήτης, απευθυνόμενος προς την Θεοτόκον λέγει τα εξής αξιοσημείωτα: (2) (3) (4) (5) (6) (7)
Το β' Ιδιόμελον της Θ' Ώρας. Το Δοξαστικόν της Γ' Ώρας. Το δ' Ίδιόμελον του Εσπερινού, ποίημα Γερμανού. Ο Ειρμός της Θ' ωδής του Κανόνος Κοσμά του Μελωδού. Το Δοξαστικόν της Λιτής, ποίημα Ιωάννου Μοναχού. Ο Ειρμός της Θ' ωδής του Ιαμβικού Κανόνος.
«Θεοτόκε Παρθένε, η τεκούσα τον Σωτήρα, ανέτρεψας την πρώ την κατάραν της Εύας ότι Μήτηρ γέγονας, της ευδοκίας του Πατρός, βαστάζουσα εν κόλποις, Θεόν λόγον σαρκωθέντα. Ου φέρει το μυ στήριον έρευναν· πίστει μόνη τούτο πάντες δοξάζομεν, κράζοντες μετά σού και λέγοντες· Ανερμήνευτε Κύριε, δόξα σοι» (8).
Εκ των επί τη «Συνάξει» της Θεοτόκου ψαλλομένων ιερών ασμάτων τη δευτέρα ημέρα των Χριστουγέννων άξιος ιδιαιτέρας αναγραφής είναι ο «Οίκος», εν τω οποίω φέρεται η Θεοτόκος ως η «τον αγεώργητον βότρυν βλαστήσασα μυστική άμπελος», ήτις, «ως επί κλάδων» βαστάζουσα το Θείον Βρέφος εν ταις αγκάλαις Αυτής, απευθύνεται προς αυτό και λέγει: «Συ ει καρπός μου, συ ει ζωή μου. Αφ' ου έγνων ότι και ο ήμην ειμί, Συ μου Θεός. Την γαρ σφραγίδα της παρθενίας μου ορώσα ακατάλυτον, κηρύττω σε άτρεπτον Λόγον, σάρκα γενόμενον. Ουκ οίδα σποράν, οίδά σε λύτην της φθοράς. Αγνή γαρ ειμι σού προελ θόντος εξ εμού, ως γαρ εύρες, έλιπες μήτραν εμήν, ορώσα σώαν αυτήν. Δια τούτο συγχορεύει πάσα κτίσις βοώσά μοι· Χαίρε η Κε χαριτωμένη» (9). Ε. Γ. Μ.
(8) Το γ' Ιδιόμελον των Αίνων του Όρθρου των Χριστουγέννων. (9) Οίκος της κστ' Δεκεμβρίου.
ΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΠΕΝΘΙΛΗΣ Του κ. ΣΤΡΑΤΗ ΚΟΛΑΞΙΖΕΛΛΗ
Η ιστορία της Πενθίλης αρχίζει από τα 1100 προ Χριστού και τελειώνει στα 1462 μετά Χριστόν, δηλαδή απλώνεται πάνω σε δυόμιση περίπου χιλιάδες χρόνια. Αλλά και από τα 639 π.X. αν αρχίζη, δηλαδή από τη χρονιά, που κατελύθη η βασιλεία των Πενθιλιδών, πάλιν απλώνεται πάνω σε δυο χιλιάδες εκατόν είκοσι ένα χρόνια. Για όλα αυτά τα χρόνια οι γραφτές πηγές, εκτός από τις τρεις λέξεις του λεξικογράφου Στεφάνου Βυζαντίου, «Πεν θίλη, πόλις Λέσβου», δεν αναφέρουν τίποτε. Η παράδοσις ανα φέρει μερικές πληροφορίες, τις οποίες κατατάσσει σε τμήματα, από τα οποία κάθε ένα αναφέρεται σε μία ωρισμένη εποχή. Το πρώτο τμήμα περιλαμβάνει όλα σχεδόν τα π.X. αρχαία χρόνια της Πενθίλης, δηλαδή από τα 1100 (ή 659) π.X., οπότε έγινε η θεμελίωσίς της, έως τα 88 π.Χ„ οπότε έγινε δούλη των Ρωμαίων. Πριν πούμε ό,τι μάς λέγει γι’ αυτά τα χρόνια η παράδοσις, θα πούμε περιληπτικά τα κυριώτερα της ιστορίας της Λέσβου, για να κατανοήσωμε καλύτερα εκείνα, που λέγει η παράδοσις. Όταν στα 659 π.X. κατελύθη η βασιλεία των Πενθιλιδών, εγκατεστάθησαν σε μερικές πολιτείες τύραννοι. Ακολούθως έγινε ένας πόλεμος για τα πρωτεία μεταξύ Μυτιλήνης και Μηθύμνης, κατά τον ὁποῖον υπερίσχυσεν η πρώτη. Κατόπιν έγινεν ένας εμφύ λιος πόλεμος μεταξύ των δημοκρατικών και ολιγαρχικών, στο
τέλος του οποίου ο λαός ομονοήσας ανεκήρυξε Άρχοντα με εξου σία βασιλέως τον σοφό Πιττακό. Παρά τους εμφυλίους σπαραγμούς, ανθούσε το εμπόριο της Λέσβου. Μυτιληναίοι έμποροι επεσκέπτοντο τας περί την ανατο λικήν Μεσόγειον χώρας και την Αίγυπτον, είχαν συναλλαγάς και με τους περί τον Εύξεινον λαούς. Δια να ασφαλίσουν δε την διέ λευσιν των πλοίων των δια του Ελλησπόντου, κατέλαβον το προς την κάτω είσοδον και επί της ασιατικής ακτής ευρισκόμενον ακρωτήριον, στο οποίο έκτισαν την πόλιν Σίγειον. Αυτό το Σίγειο το κατέλαβον οι Αθηναίοι επί Πιττακού, και προεκλήθη ως εκ τούτου πόλεμος μεταξύ Αθηναίων και Λεσβίων, κατά τον οποίον ο Πιττακός εφόνευσεν ιδιοχείρως τον αρχηγό των Αθηναίων, οι Αθηναίοι όμως κατέλαβον το Σίγειο, γιατί ο Περίανδρος ο Κο ρίνθιος, ο όποιος ωρίσθη ως διαιτητής, έβγαλεν αυτῄ την απόφαση. Η Λέσβος απέκτησε τη μεγάλη ναυτική δύναμη, με την οποίαν κυριαρχούσε στο Αιγαίο, προτού αναπτυχθή η ναυτική δύναμις των Αθηναίων. Με τη δύναμη αυτῄ κατέκτησε και τα απέναντι αυτής παράλια της Μικράς Ασίας, στα οποία εγκατέ στησε δικές της αποικίες. Τότε έγινε πλουσία και πολυάνθρωπος, προώδευσε στις τέχνες, καλλιέργησε τα γράμματα, και προήγαγε τη μουσική, την ποίηση και τη φιλοσοφία. Περί τα μέσα του 6ου αιώνος υποδουλώθηκε στους Πέρσας και υποχρεώθηκε να συνεκστρατεύση με αυτούς κατά των Αιγυ πτίων, κατά των Σκυθών και κατά της Ελλάδος επί Ξέρξου (480). Το επόμενο έτος μετά τη ναυμαχία της Μυκάλης ελευθερώθηκε και πήγε ως σύμμαχος αυτόνομος στην Αθηναϊκή Ομοσπονδία. Επειδή όμως οι Αθηναίοι με τις αυθαιρεσίες των επεσκίαζαν την αυτονομίαν των συμμαχικών πόλεων, και πολλές από αυτές ήρχι σαν η μία κατόπιν της άλλης να αποστατούν, και η Μυτιλήνη, πλην της Μηθύμνης, απεστάτησε το τέταρτον έτος του Πελοπον νησιακού πολέμου (428), ότε εισέβαλαν στην Αττική οι Λακεδαι μόνιοι. Άμα έγινε γνωστή στην Αθήνα η αποστασία, εστάλη στόλος και στρατός, ο οποίος κυρίευσε τη Μυτιλήνη και έστειλε 1000 Μυτιληναίους στην Αθήνα. Οι Αθηναίοι στην αρχή απεφά σισαν να θανατώσουν όλους τους ενήλικας Μυτιληναίους και να πωλήσουν σκλάβους τα παιδιά και τις γυναίκες των. Κατόπιν περιώρισαν την ποινήν του θανάτου μόνον στους πρωταιτίους, αλλά οι 1000 Μυτιληναίοι που ήσαν στην Αθήνα εχαρακτηρίσθη σαν όλοι ως πρωταίτιοι και εθανατώθησαν. Τότε και ο στόλος των Μυτιληναίων κατεσχέθη και τα τείχη των εκρημνίσθησαν και οι αποικίες των κατελήφθησαν και η γη των, πλην της Μηθύμνης, εμοιράσθη σε κληρούχους Αθηναίους, οι οποίοι μίσθωναν τους αγρούς των στους Λεσβίους. Στο τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου (404) η Λέσβος κατελήφθη υπό των Σπαρτιατών. Αργότερα εξεδίωξε τους Λακε δαιμονίους, και πήγε πάλι με τους Αθηναίους. Κατόπιν έγινε λίγον καιρό αυτόνομος, και πάλιν υποδουλώθηκε στους Πέρσας. Όταν ο Μέγας Αλέξανδρος νίκησε στον Γρανικό ποταμό (334),
απετίναξε την Περσική κυριαρχία. Τιμωρήθηκε γι’ αυτό από τους θαλασσοκρατούντας ακόμη Πέρσας, αλλά κατόπιν ελευθερώθηκε από τον στόλο της Μακεδονίας. Επί των Διαδόχων του Μ. Αλε ξάνδρου άρχισε να παρακμάζη, κατά τα 220 υπέφερεν από Αιτω λούς πειρατάς, και στα 88 π. X. υπεδουλώθη στους Ρωμαίους. Ας πούμε τώρα και τι λέγει η παράδοσις. Η Πενθίλη στην αρχή ήτο ένα πολύ μικρό χωριό, το οποίο με τον καιρό μεγάλωσε και έγινε μία δευτερεύουσα πολιτεία. Δεν αναφέρεται πόσος περίπου έφθασεν ο πληθυσμός της, λέγεται όμως ότι έγινε από τα διάφορα καθεστώτα έδρα Άρχοντος της περιφερείας, ο οποίος δίκαζε και διοικούσε καθήμενος πάνω σε πέτρινο θρόνο, του οποίου λείψανα είναι τα δυο πλάγια στηρί γματα, που βρίσκονται στα μαρμάρινα καθίσματα του Νάρθηκος της Εκκλησίας της Παναγίας της Αγιάσου δεξιά και αριστερά της κυρίας εισόδου. Είχε δυο βωμούς αγνώστων θεών, τον ένα αψηλά κατά την «Παναγιούδα» και τον άλλον χαμηλά εκεί που είναι ο «Αστρά
τηγος».
Η αγροτική της περιφέρεια ήτο ένα τμήμα και μία συνέχεια του ευρυτάτου πευκώνος, ο όποιος άρχιζε από τον μυχό του Κόλπου της Καλλονής, και ελέγετο Πυρραίον όρος, από το όνομα της αρχαίας πολιτείας Πύρρας, η οποία ευρίσκεται στον ανατο λικό μυχό αυτού του κόλπου(1) παρά τον ποταμό Βούβαρη. Επειδή η περιφέρειά της ήτο πολύ ανώμαλη, οι αγροτικοί της δρόμοι κατά το πλείστον ήσαν μονοπάτια με πολλές κακο τοπιές. Στην περιφέρειά της φύτρωναν όλα σχεδόν τα φυτά, τα οποία φυτρώνουν σήμερα, με την διαφοράν, ότι τα καρποφόρα τότε ήσαν σε αγρία κατάσταση. Καστανιά μονάχα δεν υπήρχε ούτε μία, γι’ αυτό και τα σπίτια της Πενθίλης, τα οποία κατά το πλείστον ήσαν ξύλινα, γίνονταν με ξυλεία από πεύκα. Επειδή ευρίσκετο κοντά στη Μυτιλήνη, η πολιτική ιστορία της Μυτιλήνης ήτο και της Πενθίλης ιστορία. Με τη Μυτιλήνη έζησε τα ευτυχισμένα χρόνια της κατά θάλασσαν ακμής της Λέσβου, της αυξήσεως του πληθυσμού της και του πλούτου της, των Λεσβιακών αποικιών, της καλλιεργείας των γραμμάτων και τεχνών, και των δυο απελευθερώσεων από τους Πέρσας. Με τη Μυτιλήνη πέρασε και τα δυστυχισμένα χρόνια των τυράννων, των αγώνων για τα πρωτεία, του εμφυλίου πολέμου, του πολέμου για το Σίγειο, των δυο υποδουλώσεων στους Πέρσας, του μακρο χρονίου ανταγωνισμού Μυτιλήνης και Μηθύμνης κατά τον Πελο ποννησιακό πόλεμο, της πολύ σκληρής τιμωρίας των Μυτιληναίων υπό των Αθηναίων, των επιδρομών των Αιτωλών πειρατών και της υποδουλώσεως εις τους Ρωμαίους. Κατά τους εμφυλίους πολέμους, τις υποδουλώσεις, τις αλλα (1) Τότε και ο Κόλπος της Καλλονής από την Πύρρα ελέγετο Πυρ ραίος Κόλπος ή Πυρραίος.
γές των καθεστώτων και τις επιδρομές των πειρατών, τα πολύ τιμά της πράγματα (χρήματα, φορέματα, κοσμήματα), τα έκρυβε μέσα σε κρυψώνας, τους οποίους έχτιζε μέσα στη γη με τούβλα σε σχήμα πιθαριού και επέχριζε από μέσα με πίσσα, για να μ τους διαπερνά η υγρασία και για να μη αναπτύσσωνται μέσα τα «μαμμούδια», δηλαδή τα ζωύφια, τα οποία τρώγουν τα μάλλινα φορέματα. Στα χωματερά εδάφη έσπερνε λίγα δημητριακά, αλλά δεν ήτο ποτέ αυτάρκης, και «εσοδιάζετο», δηλ. επρομηθεύετο, από αυτά το καλοκαίρι, γιατί δεν κυκλοφορούσαν τον χειμώνα εύκολα τα τότε ξυλινα καράβια. Τα διατηρούσε δε και αυτά μέσα στους χτιστούς και πισσωμένους υπογείους κρυψώνας, επειδή δεν ανε πτύσσοντο μέσα σ’ αυτούς ούτε τα «μαμμούδια», τα οποία τρώ γουν τα κουκιά και τα άλλα δημητριακά. Το σιτάρι το έκανε αλεύρι με μικρούς χειροκινήτους μύλους, φορητούς, ομοίους με τους χειρομύλους, οι οποίοι βρίσκονται σε λίγα σπίτια της Αγιάσου και χρησιμοποιούνται για να χοντραλέ θουν το σιτάρι και να βγάζουν την «κουρκούτη», την οποίαν ζυμώνουν με γάλα και κάνουν τον «τραχανό», και με την οποίαν η προηγουμένη γενεά αναπλήρωνε το ρύζι. Το κρασί σε μικρές ποσότητες το έβαζε μέσα σε ασκούς και μέσα σε μικρά πήλινα δοχεία, τα οποία εγίνοντο στο μέρος της σε μεγάλες ποσότητες το διατηρούσε μέσα σε πιθάρια, τα οποία επρομηθεύετο απέξω. Και επειδή η μεταφορά των ήτο δύσκολος, προτιμούσε τους πισσωμένους υπογείους κρυψώνας, επειδή δεν ξείνιζε μέσα σ’ αυτούς το καλοκαίρι. Και τα πιθάρια έκρυβε μέσα στη γη. Είχε πολλά πρόβατα και αίγες και βοσκές, είχε πολλούς χοίρους, τους οποίους πάχυνε το φθινόπωρο με τα κορόμηλα και τις αγριαχλάδες, είχε πολλούς αγρίους όνους, τους οποίους συνε λάμβανε και εξημέρωνε, είχε πολύ κυνήγι, ιδίως λαγούς και πέρ δικες, είχε και πολλά αμπέλια και μελίσσια. Επομένως τα κύρια εισοδήματα, από τα οποία αποζούσε, ήσαν η ρητίνη και τα δαδιά των πεύκων, το γάλα, μαλλί, τυρί, κρέας και δέρμα των αιγοπρο βάτων, οι χοίροι, οι όνοι, το κυνήγι, το κρασί και το μέλι, με το οποίο αναπλήρωνε τη ζάχαρη. Τα δαδιά και τη ρητίνη των πεύκων μεταποιούσε σε στερεά πίσσα, η οποία επωλείτο τότε σε καλές τιμές, επειδή με αυτῄ στα ναυπηγεία και στα καραβοστάσια «καλαφάτιζαν» τα διάκενα και τις εφαρμογές των σανίδων των πλοίων, τα οποία ήσαν όλα ξύλινα· με αυτῄ καλαφάτιζαν και τα ξύλινα πατητήρια των στα φυλών (τις «σταφυλοσκάφες»), με αυτῄ επέχριζαν τα τοιχώματα όλων των κρυψώνων και το εσωτερικό των «νεροκολοκυθιών», τα οποία εχρησιμοποιούντο ως υδροδοχεία έως τα χρόνια μας. Από τα δαδιά και τη ρητίνη παρήγε και παχύρευστη πίσσα, η οποία ελέγετο ο κατράς ή το κατράς ή το κατράνι και εχρησι μοποιείτο ως αλοιφή στα τραύματα και τις πληγές, όπως και η ρητίνη, και ως προφυλακτικό κατά των επιδημιών. Κατά τις επι
δημίες έρριπτε κατρά μέσα στα πήλινα υδροδοχεία, η έπινε από πισσωμένα νεροκολόκυθα, κολλούσε λίγο κατρά κάτω από το αυτί και έβαζε στο στήθος κλωνάρια απηγάνου, πίστευε δε ότι η βαριά μυρουδιά του απηγάνου, της πίσσης, του κατρά, δεν αφίνει την επιδημία να μπη μέσα στο σώμα του ανθρώπου (2). Με τα δαδιά και τη ρητίνη εφωτίζετο τη νύχτα και τροφο δοτούσε τους πυρσούς των εορτών. Κύριες αγορές, στις οποίες πωλούσε τα πλεονάζοντα εισοδήματα αυτής, και από τις οποίες επρομηθεύετο όλα τα χρειώδη της, ήσαν η Μυτιλήνη και η Πύρρα. Από την Πύρρα κυρίως επρομηθεύετο τα μεγάλα και ωραία ψάρια της θαλάσσης της, τους παχείς «κεφάλους» του Βούβαρη ποταμού της και τα εύγευστα «θαλασσινά» της (χτένια, μίδια, στρείδια και καλόγνωμες), τα οποία τότε ήσαν άφθονα. Η συγκοι νωνία με τη Μυτιλήνη εγίνετο από τον δρόμο του «Καρυώνος» των Αντρίων, ο όποιος κατεβαίνει στο Κάτω-Τρίτος, και περνά από το Ντίπι, Θέρμα, Μπαγανή. Η συγκοινωνία με την Πύρρα εγίνετο από τον δρόμο που κατεβαίνει στον Αστράτηγο, Άγιο Κων/νο, Αϊ-Γιάννη, Απέσο, Περασιά, Άγιο Βασίλη, Άγιο Δημήτρη, Τζίγγο, Λίμνο κ.τ.λ. Ο δρόμος και το λαγκάδι από τον Άγιο Κων/νο έως τον Άγιο Δημήτρη ωνομάσθη «Περασιά», επειδή ήτο η μόνη περασιά, το μόνο πέρασμα, ο μόνος δρόμος από τον οποίον μπορούσαν να περάσουν τα φορτωμένα υποζύγιά των, και τα βρεχάμενα νερά της περιφερείας των. Γι’ αυτό και ο χεί μαρρος έως τον Άγιο Δημήτρη λέγεται και σήμερα «Ποταμός της
Περασιάς». Τα κυριώτερα επαγγέλματα των Πενθιλιωτών ήσαν : ποιμέ νες των αιγοπροβάτων, χοιροβοσκοί, ζωέμποροι των αγρίων όνων, πισσάδες, κυνηγοί, αμπελουργοί, μελισσουργοί. Οι Πενθιλιώτες εξεμεταλλεύοντο τους χοίρους και τους αγρίους όνους περισσό τερο από όλους τους Λεσβίους, γι’ αυτό οι άλλοι Λέσβιοι, όταν ήθελαν να υβρίσουν ή να ειρωνευθούν τους Πενθιλιώτας, τους έλεγαν «χοίρους» και «αγρίους όνους» (3). Λείψανα της ποιμενικής ζωής των Πενθιλιωτών είναι τα ονό ματα των εξοχικών θέσεων «Βάλανος» και «Πόταμα», λείψανα δε της κυνηγετικής ζωής των είναι η λέξις «σωθήρ», με την οποίαν λέγονται τα περιφραγμένα και περιτοιχισμένα αγροκτήματα, και η λέξις «αμπασά», με την οποίαν λέγεται η είσοδος των εσω θηρίων. Ο Βάλανος είνε μεγεθυντικό της λέξεως βαλάνι, και σημαί νει μεγάλο βαλάνι, επειδή ο Βάλανος παρήγε τα μεγαλύτερα βαλάνια των πρίνων, με τα οποία ετρέφοντο αι αίγες. Το βαλάνι από το ουδέτερο γένος έγινε αρσενικό και ανέβασε αψηλότερα τον τόνο του, όπως έγινε και ο κούμαρος, ο παλήκαρος, ο άρνα (2) Τα προφυλακτικά αυτά κατά των επιδημιών εγίνοντο και στη μικρή μας ηλικία. (3) Επειδή την εκμετάλλευση των χοίρων και των αγρίων όνων την εξακολουθήσαν οι Πενθιλιώτες και όταν μετοικήσαν στην Αγιάσο, οι άλλοι Λέσβιοι υβρίζοντες έλεγαν και τους Αγιασώτας με τα ίδια επίθετα.
ρος, ο σπίταρος, τα οποία σημαίνουν μεγάλο κουμάρι, μεγάλο παληκάρι, μεγάλο αρνί, μεγάλο σπίτι. Τα Πόταμα είναι μεγεθυντικό της λέξεως Ποτάμια και ανε βάζει και αυτό αψηλότερα τον τόνον του. Σημαίνει λοιπόν: με γάλα ποτάμια, διότι τότε τα Πόταμα ήσαν τα μεγαλύτερα ποτά μια της αγροτικής περιφερείας της Πενθίλης, (στις όχθες των οποίων γίνονταν το καλοκαίρι οι μάνδρες των ποιμένων της Πεν θίλης και αργότερα και της Αγιάσου έως τα 1850), επειδή η περι φέρεια τότε της Πενθίλης δεν περιελάμβανε τον Ευεργέτουλα ποταμό. Είνε όμως ενδεχόμενο να είναι πληθυντικός της λέξεως το Πόταμον (αντί το Ποτάμιον) και σημαίνει απλώς τα Ποτάμια. Στην αρχαία Λεσβιακή διάλεκτο δεν ετονίζετο η λήγουσα των υπερμονοσυλλάβων λέξεων. Ο θυμός, γαμβρός, βασιλευς, βαρύς, σοφός, λευκός, ποταμός κ.τ.λ. ελέγοντο: θύμος, γάμβρος, βασί λευς, βάρυς, σόφος, λεύκος, πόταμος. Το ουδέτερο του πόταμος θα ήταν πόταμον (αντί ποτάμιον), και ο πληθυντικός του πόταμον
θα είναι τα Πόταμα. Το «σωθήρ» (και στον πληθυντικό τα «σωθήρια») είναι η λέξις «εσωθήριον» συγκεκομμένη. Επειδή γίνονταν συχνά συμ πλοκές περιπλανωμένων κυνηγών με τους ιδιοκτήτας των αγρο κτημάτων, κυνηγούς κι’ αυτούς, οι ιδιοκτήται περιέφραξαν τα αγροκτήματά των με αγκαθωτά κλαδιά και τα ωνόμασαν εσωθή ρια (4), από το έσω, που σημαίνει μέσα, και από τα θήρα, που θα πη κυνήγι. Εσωθήριο(ν) λοιπόν, και συγκεκομμένο σωθήρ, σημαί νει περιφραγμένο αγρόκτημα, στο οποίο δεν επιτρέπεται να μπη μέσα ξένος κυνηγός, γιατί τα εν αυτώ θηράματα ανήκουν στον ιδιοκτήτη (5). Αργότερα και τα με τοίχους περιφραγμένα αγροκτή ματα ωνομάσθησαν εσωθήρια, και επλάσθη και το ρήμα σωθη ριάζω, που θα πη περιφράσσω ή περιτοιχίζω ένα αγρόκτημα, και η παθητική μετοχή σωθηριασμένος. Η γραφή της συλλαβής θη με υ (=εσωθύριον) δεν στηρίζεται, διότι τότε δεύτερο συνθετικό μέρος θα είναι η λέξις θύρα, ενώ το σωθήρ δεν έχει καμμιά σχέση με την εσώθυρα ούτε με την εξώθυρα. Η αμπασά (και στον πληθυντικό οι αμπασές) μπορεί να είναι μεταμόρφωσις της λέξεως εμβασιά (από το έμβασις, εμ βαίνω), αλλά μάλλον θα έγινε από τη λέξη αιμασιά (από το αιμάσσω, που θα πη ματώνω). Αιμασιά στην αρχαία γλώσσα ελέ γετο ο φράκτης με κεντρόνια, επειδή μάτωνε τον άνθρωπο όταν τον υπερπηδούσε. Αιμασιά ωνομάσθηκαν και τα αγκαθωτά κλα διά της εισόδου των εσωθηρίων, επειδή μάτωναν τα χέρια των ανθρώπων, όταν τα μετακινούσαν για να εισέλθουν ή εξέλθουν. Τα αγροκτήματα είχαν βάση τα λαγκάδια και ύψος τις κορυ φογραμμές κατά το χύμα του νερού (ή όπως λέγεται κοινώς, κατά που χύνουν τα βρεχάμενα νερά), από τα πλάγια δε χώρι*5 (4) Κατά το εσώβρακο, εσώρρουχο, εσώκλειστο και τον Απ’-έσω. (5) Και σήμερα δεν επιτρέπεται το κυνήγι μέσα στα περιφραγμένα και, περιτοιχισμένα αγροκτήματα.
ζαν με χαράκια πάνω στους κορμούς μεγάλων δένδρων, ή άλλα σημάδια πάνω σε μεγάλους βράχους (6). (6) Το καθεστώς αυτό του χωρισμού των αγροκτημάτων φυλάγεται και σήμερα στις δασωμένες εκτάσεις.
ΤΟ ΠΕΡΙΣΩΘΕΝ ΠΑΛΑΙΟΝ ΑΡΧΕΙΟΝ ΤΟΥ
Ιερου
ναου
Της
[3]
ΠΑΝΑΓΙΑΣ αΓΙαςου (*) Πρωτοπρ. ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ
62) Διαθήκη Χατζή-Ρήγαινας του ποτέ Ξενάκη Βρανά, υπό χρονολογίαν αωκα' Μαρτίου κατ'. 63) Διαθήκη Σοφούλας θυγατρός του Μιχάλη Πιπλέ. 1821 Οκτωβρίου 17. 64) Διαθήκη («τα όσα διατάσσει») Βασιλίνας Σπύρου. 1821 Οκτωβρίου 26. 65) Διαθήκη Μαρίας Δημητρίου Ντομάνη. 1821 Νοεμβρίου 20. 66) Διαθήκη Βασιλίνας Τζαίκου. 1822 Φεβρουαρίου 26. 67) Διαθήκη Μαργούλας Πατέρα· αωκβ' Αυγούστου δ'. Φέρει την υπογραφήν «ο του αγίου μιτυλήνης πρωτοπαπάς επι
βε(βαιοϊ)». 68) Ακύρωσις απολεσθέντος γραμματίου του άρχοντος Μανωλάκη· αωκβ' τη κατ' Μαρτίου. Φέρει προς ταις άλλοις και την υπογραφήν «+ Έξαρχος Σωφρόνιος μάρτυς»· 69) Διαθήκη Χατζή-Ρήγαινας (αγνώστου επωνύμου). 1822 Αυγούστου 6. 70) Διαθήκη Προκοπίου Στεφανέλη. 1813 Ιανουαρίου 17. 71) Διαθήκη Χατζή-Βασιλίνας Αστράγαλου. 1823 Ιανουα ρίου 18. 72) Διαθήκη Ελενούδας Κικίδη. 1823 Ιανουαρίου 25. 73) Διαθήκη Ρήγαινας Στεφανέλη. 1823 Αυγούστου 4. 74) Δήλωσις τέκνων Νικολάου Κολάνη περί εκκαθαρίσεως των δοσοληψιών των. 1823 Σεπτεμβρίου 14. 75) Διαθήκη Ρήγαινας Καμάτσου. 1823 Οκτωβρίου 19. 76) Διαθήκη Χατζή-Μελισσινής Σιάρα, γραφείσα υπό του Πρωτοπαπά του Μητροπολίτου Μυτιλήνης. 1823 Οκτωβρίου κατ' ημέρα γ'. 77) Διαθήκη Χατζή-Νεοφύτου Ιερομονάχου Πίθα· αωκδ' Απριλίου α'. 78) Διαθήκη Νικόλα Πουδαρά· αωκδ' Ιουνίου γ'. 79) Διαθήκη Αμερισούδας Γιώργη Μαριγλή. 1824 Αυγούστου 2. 80) Διαθήκη (ανώνυμος), δι’ ης κληροδοτείται εργαστήριον τι εις τον Ναόν της Παναγίας Αγιάσου υπό τον όρον να φροντίση η Επιτροπή δια τα μνημόσυνα του διαθέτου. Έχει ημερομηνίαν (*) Συνέχεια από σελίδος 45.
1824 Αυγούστου 24 και εις την οπισθίαν όψιν του χάρτου δι’ άλλης χειρός την σημείωσιν «Διαθήκη της Ραλητής Καβαλήρου». 81) Πωλητήριον του εν Αγιάσω Λουτρού του Ξενοδοχείου ενώπιον του Μητροπολίτου Μυτιλήνης Καλλινίκου, ούτινος φέρει την ιδιόχειρον βεβαίωσιν∙ αωκδ' Δεκεμβρίου κθ'. 82) Διαθήκη Σωτήρχου Αργύρη. 1825 Μαρτίου 5. 83) Πωλητήριον εργαστηρίου του Χατζή-Παναγιώτου Παρή προς τον Ναόν της Παναγίας. 1825 Μαΐου 8. 84) «Καταγραφή» των υπό της Μαρίας θυγατρός Δημητρίου Τογραματζή καταλειφθέντων κινητών. 1825 Μαΐου 7. 85) Διαθήκη Ελενούδας Αργύρα, δι’ ης αφιερούται ελαιό μυλος εις τον Ναόν της Παναγίας δια τα μνημόσυνά της. 1825 Μαΐου 20. 86) Διαθήκη Ξενάκη Χατζέλου. 1825 Ιουλίου 29. 87) Διαθήκη Μελισσηνής Νικορέζηνας. 1825 Σεπτεμβρίου 3. 88) Πωλητήριον ελαιοκτήματος Μελισσηνής Πάνικας προς τον Ναόν της Παναγίας. 1825 Σεπτεμβρίου 8. 89) Διαθήκη Μελισσηνής Γυρέλη. 1825 Οκτωβρίου 13. (Συνεχίζεται)
Ο Άμβων της «Αγίας Σιών»
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑΝ ΑΓΑΠΗΝ... «Εν τούτω γνώσονται πάντες ότι εμοί μαθηταί εστε, εάν αγάπην έχητε εν αλλήλοις». (Ιωάνν. 13,35)
Μόνον του Υιού του Θεού το στόμα ηδύνατο να διδάξη αυτήν την εντολήν της αγάπης, όπως, μάλιστα, ο ίδιος την επε σφράγισε με το αίμα Του επάνω εις τον σταυρόν. Αγάπη που δεν γνωρίζει όρια, που δεν συμβιβάζεται με καμμίαν σκοπιμότητα, που δεν εννοεί να υποχωρήση εμπρός εις κανέν εμπόδιον, που δεν δυσκολεύεται να βαδίση και τον δρόμον του μαρτυρίου· αυτῄ είναι η Αγάπη που εδίδαξεν ο Χριστός, ο Υιός του Θεού, ο Οποίος «αγάπη έστι», κατά τον Απόστολον, και προς τον Οποίον εξο μοιώνεται και ο άνθρωπος με την προσπάθειάν του ν’ αγαπήση απεριόριστα, όπως Εκείνος που «ανατέλλει τον ήλιον επί πονη ρούς και αγαθούς και βρέχει επί δικαίους και αδίκους».Η αγάπη «καλύπτει πλήθος αμαρτιών», Κατά την αποστολικήν διδασκαλίαν, αυτῄ δε είναι και το σπουδαιότερον χαρακτηριστικόν γνώρισμα των αληθινών χριστιανών «εν τούτω γνώσονται πάντες - είπεν ο Χριστός - ότι εμοί μαθηταί εστε, εάν αγάπην έχητε εν αλλήλοις». Χωρίς την αγάπην η πίστις είναι νεκρά, και το μαρτύριον ακόμη είναι ανωφελές, και καμμιά θυσία, αν δεν είναι αλατισμένη με την αγάπην, δεν γίνεται δεκτή ενώπιον του Θρόνου της Χάριτος, ο όποιος είναι ο Θρόνος της Απολύτου Αγάπης. Ω! Εάν το κήρυγμα της αγάπης εξηκολούθει να είναι παν
τοτε ζωντανόν και καρποφόρον! Εάν η κατ’ εξοχήν χριστιανική αυτῄ εντολή δεν εξητμίζετο μέσα εις την παχυλήν αντίληψιν εκεί νων, που λησμονούν την πνευματικότητα της θρησκείας του Χριστού! Εάν όσοι φέρουν το όνομα του Χριστού έφεραν πρά γματι μέσα εις την ψυχήν των και την αγάπην του Χριστού!.. Τότε θα επραγματοποιείτο το δράμα του Προφήτου∙ τα ξίφη θα εγί νοντο άροτρα και αι μάχαιραι θα μετεβάλλοντο εις δρέπανα και η γη ολόκληρος θα απέκτα την όψιν του «Παραδείσου της Εδέμ»! Τότε οι εχθροί του Χριστού θα ετρέποντο εις ακράτητον φυγήν εμπρός εις την λάμψιν, την οποίαν θα εξέπεμπεν η χριστιανική κοινωνία και άλλοι θα εσαγηνεύοντο από τα απερίγραπτα θέλγη τρα της αγίας ζωής, που θα είχαν να δείξουν οι χριστιανοί! Θα εγίνετο πραγματικότης δια μίαν ακόμη φοράν εκείνο που οι εβραίοι και οι εθνικοί της πρώτης χριστιανικής εποχής έβλεπον και προσειλκύοντο και προσετίθεντο εις την Εκκλησίαν των σωζο μένων. Χριστιανέ μου, φρόντισε ν’ αναθερμάνης μέσα εις την ψυχήν σου το ζώπυρον της αγάπης. Δεν θα σώσης μόνον τον εαυτόν σου με τον τρόπον αυτόν, αλλά και θα χρησιμεύσης ως στοιχείον χρησιμώτατον δια την ανασύνταξιν της κοινωνίας. Ε. Γ. Μ.
Εξεδόθη και κυκλοφορεί ο νέος ημεροδείκτης του έτους 1938 της ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, κοσμούμενος δια καλλιτεχνικής εικόνος παριστώσης τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν σπείροντα τον θείον λόγον και περιέχων ρητά ωφέλιμα εις τον καθ’ ημέραν βίον παντός Χριστιανού εκ της Αγίας Γραφής, των Πατέρων της Εκκλησίας και σοφών ανδρών. Είναι καθήκον παντός Χριστιανού να κοσμήση τον οίκον του δι’ ενός τοιούτου ημεροδείκτου. Ζητήσατέ τον από τον Ναόν της Ενορίας σας. Τιμάται δραχμάς 15.
ΧΡΟΝΙΚΑ ΗΝΩΜΕΝΟΙ ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ ΠΕΡΙ ΤΟΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΝ ΜΑΣ Κατά το επί τοις ονομαστηρίοις του Σεβασμ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ. κ. Ιακώβου, περί ου εγράψαμεν εις το προηγούμε νον τεύχος, πανηγυρικόν εν τω Ι. Προσκυνήματι Συλλείτουργον ο Αρχιερατικός Επίτροπος αιδεσ. Εμμ. Γ. Μυτιληναίος είπε τα εξής περίπου : Η Εκκλησία του Χριστού, η οποία συνεχίζει εις τον κόσμον το έργον της σωτηρίας των ανθρώπων, είναι οργανισμός θείος συγχρόνως και ανθρώπινος με κεφαλήν μεν τον Ιησούν Χριστόν, με όργανα δε ενεργείας τους Επισκόπους, τους Ιερείς και τους Διακόνους και με μέλη επί μέρους όλους τους βαπτισθέντας και πιστεύοντας εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου Τριάδος, του Ενός και Μόνου Αληθινού Θεού. Οι Επίσκοποι συνεχίζουν το έργον των Αγίων Αποστόλων και ασκούν επί της γης την ποιμαν τικήν εξουσίαν, την οποίαν ο Κύριος έδωκεν εις τους Αποστό λουςΤου, αυτοί δε αποτελούν το ανώτατον διοικητικόν σώμα της Εκκλησίας, αυτοί είναι οι υπεύθυνοι δια την διατήρησιν της πίστεως και δια την καλλιέργειαν της χριστιανικής ζωής, αυτοί είναι οι φύλακες της ιεράς παραδόσεως της Εκκλησίας μας, κατά τον άγιον Ειρηναίον, αυτοί προΐσταται της Εκκλησίας εις τύπον Χριστού, κατά τον άγιον Ιγνάτιον τον Θεοφόρον, αυτοί διαχειρί ζονται την ιερωσύνην και απ' αυτών απορρέει το δικαίωμα της συστάσεως των αγίων του Θεού Εκκλησιών. «Δίχα γνώμης του επισκόπου μηδέν γενέσθω», παραγγέλλουσιν οι Ιεροί Κανόνες, «Όπου Επίσκοπος εκεί και Εκκλησία», πιστεύει η συνείδησις όλων των χριστιανών όλων των αιώνων. Εις πάσαν δε ιεράν ακο λουθίαν και τελετήν υπέρ του Επισκόπου πρώτου ευχόμεθα, κατά τα λειτουργικά μας βιβλία, και ως ξένοι προς την Εκκλησίαν απε κηρύχθησαν όσοι κατά καιρούς, είτε εκ πείσματος είτε εξ αλαζο νείας, έπαυσαν το μνημόσυνον του οικείου επισκόπου. Αυτός δε ο Απόστολος Παύλος παραγγέλλει εις τους πιστούς «Πείθεσθε τοις ηγουμένοις υμών και υπείκετε. αυτοί γαρ αγρυπνούσιν υπέρ των ψυχών υμών». Και ἡμεῖς σας εκαλέσαμεν σήμερον δια πανηγυρικών κωδω νοκρουσιών και βλέπετε σημαιοστόλιστον και πανηγυρικώς εορτά ζοντα τον ναόν μας σήμερον, διότι σήμερον είναι η ημέρα, κατά την οποίαν η Εκκλησία των Μυτιληναίων άγει την επέτειον εορ τήν του σεπτού ονόματος του Επισκόπου αυτής και Ποιμενάρχου, του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Μυτιλήνης Κυρίου Κυρίου Ιακώβου. Όταν δε περί του ημετέρου Μητροπολίτου πρόκειται, η εορτή είναι ακόμη λαμπροτέρα, διότι και η προς Αυτόν οφειλο μένη αγάπη και τιμή είναι ακόμη πολύ μεγαλυτέρα της εις τον
οικείον επίσκοπον οφειλομένης νομίμου αγάπης και τιμής. Διότι της αγάπης ταύτης και της τιμής ανεδείχθη άξιος δια της μέχρι θυσίας αφοσιώσεώς Του εις την εξυπηρέτησιν του ποιμνίου, δια της αδα μάστου και ακαταπονήτου εν παντί έργω αγαθώ πρωτοβουλίας Του, δια των αθανάτων έργων Του, τα οποία επί αιώνας θα μαρ τυρούν την αγαθοποιόν ποιμαντορίαν του Μυτιλήνης Ιακώβου. Έχομεν ἡμεῖς οι εν Αγιάσω και ιδιαιτέρους λόγους δια να αισθανώμεθα ευγνωμοσύνην και ιδιαιτέραν αγάπην προς τον τοιούτον Ποιμενάρχην μας, διότι και την υπέρ της κωμοπόλεως μας και του Πανσέπτου τούτου Ιερού Προσκυνήματος ιδιαιτέραν Του στοργήν και φροντίδα πάντες γνωρίζομεν και του ενδιαφέρον τός Του και της αγάπης Του υπέρλαμπρον υπάρχει και ολοζών τανον μνημείον το εν τη περιφερεία ημών θαυμαστόν Ίδρυμα του Σανατορίου. Και πάντοτε μεν αναμφιβόλως αισθανώμεθα την προς τον Ποιμενάρχην μας ταύτην ιδιαιτέραν αγάπην και ευγνωμοσύνην , προ πάντων όμως η σημερινή επέτειος εορτή του σεπτού Του ονόματος μάς δίδει ακόμη μίαν ευκαιρίαν δια να δείξωμεν προς τον Θεόν, Όστις αγαπά και ευλογεί ιδιαιτέρως τους ευγνώμονας ανθρώπους, ότι και ἡμεῖς ανήκομεν εις την τάξιν των ευπειθών μελών της Εκκλησίας Του, των αναγνωριζόντων ευγνωμόνως τας υπέρ αυτών αφαντάστους φροντίδας του Ποιμενάρχου Των. Aς δεηθώμεν πάντες του Κυρίου, όπως διαφυλάττη τον Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην ημών εις έτη πολλά σώον, έντιμον, υγιά και ορθοτομούντα - ως πάντοτε - τον λόγον της θείας αληθείας. Η δε χάρις του Θεού δια των ευχών και των ευλογιών του Πατρός ημών και Ποιμενάρχου είη μετά πάντων υμών.
Η εορτή των Ελευθερίων. Την 8ην Νοεμβρίου, αγομένης της 25ης επετείου της απελευθερώσεως της Λέσβου, ετελέσθη παρουσία των τοπικών αρχών και πλήθους πολιτών εν τω Ιερώ Προσκυνήματι Δοξολο γία, μετέχοντος του Κλήρου της Κω μοπόλεως. Ο Αρχιερατικός Επί τροπος ωμίλησεν επικαίρως.
Επέτειος του Σανατορίου. Επί τη πρώτη επετείω των εγκαι νίων του Σανατορίου την 8ην Νοεμ βρίου ετελέσθη κατανυκτικωτάτη η θεία λειτουργία ·εν τω ναϋδρίω του Ιδρύματος υπό του εκ των εφημε ρίων του Ιερού Προσκυνήματος αιδεσ. Ν. Παπουτσέλλη. Μετά την επί τοις ελευθερίοις της Νήσου δοξολο
γίαν ο Αρχιερατικός Επίτροπος επεσκέφθη το Ίδρυμα και διένειμε βιβλία εις τους ασθενείς, και μετά των τοπικών αρχών παρακαθήσας εις την παρατεθείσαν εόρτιον τράπε ζαν ωμίλησε μετά το γεύμα καταλ λήλως προς τους ασθενείς.
Πανήγυρις Ναού. Την 8ην Νοεμβρίου επανηγύρισεν ο εν Ασωμάτω Ιερός ναός των Τα ξιαρχών. Κατά την θείαν λειτουρ γίαν ωμίλησεν από της αναγνωσθεί σης ευαγγελικής περικοπής ο ημέ τερος Διευθυντής.
+ Παναγιώτης Χατζηεμμανουήλ Την 15ην Νοεμβρίου 1937 εκηδεύθη σεμνοπρεπώς παρουσία των τοπικών αρχών εν μέσω εκδηλώσεων γενικού
πένθους ο την προτεραίαν εκδημή σας προς Κύριον Πρόεδρος της Κοι νότητος και Επίτροπος του Ιερού Προσκυνήματος αείμνηστος Πανα γιώτης Χατζηεμμανουήλ. Της κη δείας του τελεσθείσης κοινοτική δα πάνη εν τω Ιερώ Προσκυνήματι προέ στη ο Αρχιερατικός Επίτροπος, όστις είπε τον επικήδειον και συνώ δευσε τον νεκρόν μέχρι του τάφου. Ο Σεβασμ. Μητροπολίτης Μυτιλή νης εξέφρασε τηλεγραφικώς τα συλ λυπητήριά του προς την οικογένειαν του μεταστάντος και προς το Συμ βούλιον της Κοινότητος. Η Επιτρο πεία του Ι. Προσκυνήματος εξέδωκε συλλυπητήριον ψήφισμα και τιμής ένεκα παρεχώρησε δωρεάν τον τά φον.
Φιλάνθρωπος εισφορά. Ο εν Αθήναις εγκατεστημένος κ. Β. Ιγγλεζέλλης έθεσεν εις την διά θεσιν του Αρχιερατικού Επιτρόπου Αγιάσου δραχμ. 3.000 δια την ένδυσιν και υπόδησιν απόρων μαθητών των σχολείων Αγιάσου εις μνήμην της πέρυσιν αποβιωσάσης μητρός του.
Ιερατικόν Συνέδριον. Την 16-17 Νοεμβρίου συνήλθεν εν Αγιάσω υπό την προεδρείαν του ημετέρου Διευθυντου το Γ' Φροντι στηριακόν Ιερατικόν Συνέδριον των περιφερειών Γέρας και Αγιάσου. Κατά τε τον εσπερινόν και κατά την θείαν λειτουργίαν έλαβον μέρος πάν τες σχεδόν οι παρευρεθέντες κληρι κοί, ωμίλησε δε προς αυτούς και προς το συρρεύσαν πλήθος των ευ σεβών ο Πρόεδρος του Συνεδρίου κατ’ αμφοτέρας ταύτας τας ιεράς τελετάς περί της ιερατικής αξίας και
των εξ αυτής απορρεόντων καθηκόν των και δικαιωμάτων Κλήρου και Λαού. Κατά τας ιδιαιτέρας συσκέ ψεις των συνέδρων εξητάσθη η ο μοιόμορφος τέλεσις των Ιερών μυ στηρίων του βαπτίσματος, του χρί σματος και του γάμου και ελέχθησαν τα πρέποντα περί της εν γένει ανα στροφής του Ιερού Κλήρου. Προς τον Σεβασμ. Μητροπολίτην και προς την εν Μυτιλήνη ταυτοχρόνως συνε δριάζουσα Σύναξιν των Κληρικών της πρωτευούσης και των προα στείων διηρμηνεύθησαν τηλεγραφι κώς άμα τη συγκροτήσει του Συνε δρίου τα αισθήματα των συνελθόν των. Ο Σεβασμ. Μητροπολίτης απήν τησεν επευλογών το Συνέδριον και ο Πανοσ. Πρωτοσύγκελλος διεβίβασε τας προσρήσεις των εν Μυτιλήνη συνηγμένων αδελφών. Του Συνεδρίου τούτου μετέσχον 22 Κληρικοί, φιλοξενηθέντες τη φι λοτίμω μερίμνη της Επιτροπείας του Ιερού Προσκυνήματος. Εις το παρα τεθέν υπό της Επιτροπείας γεύμα παρεκάθησαν και αι τοπικαί αρχαί της Αγιάσου. Μετ’ αυτό δε πάντες εν σώματι κατηυθύνθησαν εις το Ηρώον των πεσόντων και ετέλεσαν τρισάγιον, μεθ’ ο κατέθεσαν επί του τύμβου στέφανον εκ δάφνης. Πριν η αποχωρήσωσιν οι απαρτίσαντες το Συνέδριον παρηκολούθησαν βάπτι σιν υποδειγματικώς χάριν των συνέ δρων τελεσθείσαν υπό του Προέ δρου, μεθ’ ην ο αιδεσ. Ιωάνν. Ιακωβί δης, Αρχιερατικός Επίτροπος Γέ ρας, ηυχαρίστησεν εκ μέρους όλων, και δη των εκ της περιφερείας του κληρικών, τον Πρόεδρον του Συνε δρίου δι’ όσα κατ’ αυτό εγένοντο.
ΑΓΊΑ
ΣΙΩΝ
ΜΗΝΙΑΙΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΑΣΩ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ
ΙΕΡΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑΣ ΑΥΤΟΥ ΕΥΛΟΓΙΑΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ κ. ΙΑΚΩΒΟΥ ΕΤΟΣ
Α'
ΑΡΙΘΜ. 8-9
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ
ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ-ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ
Πρωτοπρεσβύτερος
1938
Η ΑΕΙΠΑΡΘΕΝΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΕΝ ΤΗ ΑΣΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ, ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ Πολλαχού της ιεράς ασματογραφίας της αφιερωμένης εις τιμήν της Θεοτόκου εξυμνείται αμέσως η εμμέσως η ιδιαιτέρα χάρις, ης η Μήτηρ του Κυρίου ηξιώθη παρά τω Θεώ, και η έξοχος ταύτης αγνότης, ην εκφαίνει η περί της αειπαρθενίας αυτής ορθόδοξος διδασκαλία. Δια των ιερών τούτων στροφών η ορθόδοξος χριστιανική συνείδησις διερμηνεύει την τε άπειρον αυτής κατάπληξιν προ του ανερμηνεύτου μυστηρίου της θείας ενανθρω πήσεως και τον απεριόριστον αυτής θαυμασμόν προς την δι’ αυτής χαριτωθείσαν Παρθενομήτορα. Εν τοις εφεξής δημοσιεύομεν εκ της «Οκτωήχου» τα εν ταις ακολουθίαις των Κυριακών άπαντώντα σχετικά τεμάχια κατά τάςέν χρήσει σήμερον εις την δημοσίαν λατρείαν έκδόσεις, έπι φυλασσόμενοι να άσχοληθώμεν άλλοτε επί τούτων. ΗXΟΣ Α'.
...Παρθένος εγέννησας και μετά τόκον ως προ τόκου διέμεινας. Θεός γαρ ην ο τεχθείς, διο και φύσις εκαινοτόμησεν . . . (1). ...Μητέρα Σε Θεού επιστάμεθα πάντες, Παρθένον αληθώς και μετά τόκον φανείσαν... ( 2 ). Τη Αειπαρθένω και Μητρί του Βασιλέως των άνω δυνάμεων εκ καθαρωτάτης καρδίας, πιστοί, πνευματικώς βοήσωμεν Χαίρε, Θεοτόκε Παρθένε, Μήτηρ ανύμφευτε (3). Άπειρος η άβυσσος της σης α ακαταλήπτου κυήσεως, Πάναγνε . . . (4). Τω εκ της Παρθένου σαρκωθέντι ασπόρως βουλήσει Υιώ, και τηντεκούσαν μετά τόκον θεϊκή δυναστεία αγνήν Παρθένον φυλάξαντι τω επί πάντων βοώμεν Θεώ· Άγιος ει, Κύριε (5). (1) (2) (3) (4) (5)
Θεοτοκίον Αποστίχων Εσπερινού. Θεοτοκίον Κάθισμα α' Στιχολογίας. Β' τροπάριον Α' ωδής Κανόνος Θεοτόκου. Γ' τροπάριον της αυτής ωδής. Θεοτοκίον Γ' ωδής Σταυροαναστασίμου Κανόνος.
Σε εσφραγισμένην αληθώς χορός προφητικός πηγήν και κε κλεισμένην πύλην ωνόμασε, της παρθενίας της σης, Πανύ μνητε, τηλαυγώς τα σύμβολα ημίν διαγράφοντα, ην εφύλα ξας και μετά γέννησιν (6). ...Συ γαρ αγνή και προ του τόκου και μετάγέν νησιν (7). Τύπον της αγνής λοχείας σου πυρπολουμένη βάτος έδειξεν άφλεκτος . . . (8). ΗXΟΣ Β'.
...Ο Εμμανουήλ φύσεως μεν πύλας ήνοιξεν, ως φιλάν θρωπος, παρθενίας δε κλείθρα ο ου διέρρηξεν ως Θεός, αλλ’ ούτως εσαρκώθη, ως συνελήφθη· απαθώς εισ ήλθεν, αφράστως εξήλθε, κατά τον προφήτην τον λέ γοντα∙ Αυτή η πόλη κεκλεισμένη έσται, ουδείς ου μη διέλθη δι’ αυτής, ειμή μόνος Κύριος ο Θεός Ισραήλ . . . (9). ... Ως γαρ η βάτος ουκ εκαίετο καταφλεγομένη, ούτω Παρθένος έτεκες και Παρθένος έμεινας... (10). ...Τη αγνεία εσφραγισμένη και παρθενία φυλαττομένη Μήτηρ εγνώσθης αψευδής, Θεόν τεκούσα αληθινόν . . . (11). Υπερτέρα πέφηνας, Αγνή, πάσης αοράτου τε και ορατής, Αειπάρθενε, κτίσεως . . . (12). Ώδευσε δια πύλης αβάτου, κεκλεισμένης της σης νηδύος, δικαιοσύνης Ήλιος, Αγνή . . . (13). Νομίμων της φύσεως, Παρθένε, δίχα μόνη τεκούσα τον δεσπόζοντα της κτίσεως, κατηξιώθης θείας κλή σεως (14). Απειράνδρως, Παρθένε, εκύησας και διαιωνίζεις Παρθένος... (15). Αγίων αγίαν Σε κατανοούμεν, ως μόνην κυήσασαν Θεόν τον αναλλοίωτον, Παρθένε αμόλυντε, Μήτερ ανύμ φευτε . . . (16). . . . Ασπόρως συνέλαβες και αφράστως απεκύησας, Θεογεννήτορ Πάναγνε . . . (17). (6) Β' τροπάριον Γ' ωδής Κανόνος Θεοτόκου. (7) Θεοτοκίον ΣΤ' ωδής Αναστασίμου Κανόνος και α' τροπάριον ΣΤ’ ωδής Κανόνος Θεοτόκου. (8) Ειρμός Θ' ωδής Αναστασίμου Κανόνος. (9) Δογματικόν Θεοτοκίον μικρού Εσπερινού. (10) Α' Θεοτοκίον Εσπερινού. (11) Απολυτίκιον Θεοτοκίον. (12) Θεοτοκίον Α' ωδής Αναστασίμου Κανόνος. (13) Γ' τροπάριον Α' ωδής Κανόνος Θεοτόκου. (14) Β' τροπάριον Δ' ωδής Κανόνος Θεοτόκου. (15) Θεοτοκίον ΣΤ' ωδής Αναστασίμου Κανόνος. (16) Θεοτοκίον Ζ' ωδής του αυτού Κανόνος. (17) Θεοτοκίον Η' ωδής του αυτού Κανόνος.
ΗXΟΣ Γ'.
Μέγιστον θαύμα! Παρθένος τεκούσα, και το τεχθέν Θεός προ αιώνων· προφανής ο τόκος, και το τελού μενον υπέρ φύσιν! Ω μυστηρίου φρικώδους! ο και νοούμενον άφραστον μένει, και θεωρούμενον ου καταλαμβάνεται! Μακαρία συ ει, άχραντε Κόρη, Αδάμ του γηγενούς θυγάτηρ και Θεού του Υψίστου φανείσα μήτηρ .. . (18). ... Άχραντε Μαρία. . ., Αειπάρθενε. . . (19). . . . Ως τον εν πάση αχώρητον τη κτίσει Λόγον Θεού δεξα μένη, μόνη εδείχθης Αειπάρθενος (20). Ο της δόξης Κύριος, και κρατών των άνω δυνάμεων, ο συν Πατρί καθήμενος, παρθενικαίς ταις χερσί φερό μενος, Ευλογητός ει, Κύριε . . . (21). Καινόν το θαύμα και θεοπρεπές! της Παρθένου γαρ την κεκλεισμένην πύλην σαφώς διοδεύει Κύριος γυμνός εν εισόδω και σαρκοφόρος ώφθη εν εξόδω Θεός, και μένει η πόλη κεκλεισμένη... (22). Ναός και θρόνος ώφθης του Θεού, εν ω ώκησεν ο εν υψί στοις πέλων, τεχθείς απειράνδρως, Πάναγνε, σαρκός μη ανοίξας όλως σου πύλας... (23). ΗXΟΣ
Δ'.
Χαίρε, η πύλη του Θεού, δι’ ης διήλθε σαρκωθείς ο πλα στουργός εσφραγισμένην φυλάξας σε... (24). Ασπόρως συνέλαβες και εκύησας αφράστως, τον καθελόντα δυνάστας από θρόνων και υψούντα ταπεινούς. . . (25). . . . Θεόν γαρ γεγέννηκας σαρκί αφράστως ημών, και της φθοράς ηλευθέρωσας την φύσιν πάσαν, παλαιωθεί σαν δια του Τόκου Σου. . . (26). Αφράστως τον ποιητήν γεγέννηκας των όλων, Πάναγνε . . . (27). Κατεπλάγη Ιωσήφ το υπέρ φύσιν θεωρών, και ελάμβανεν εις νουν τον επί πόκον υετόν, εν τη ασπόρω συλλήψει σου, Θεο τόκε, βάτον εν πυρί ακατάφλεκτον, ράβδον Αα ρών την βλαστήσασαν και μαρτυρών ο μνήστωρ σου και φύλαξ, τοις Ιερεύσιν εκραύγαζε· Παρθένος τίκτει, και μετά τόκον πάλιν μένει Παρθένος (28). (18) (19) (20) (21) (22) (23) (24) (25) (26) (27) (28)
Δογματικόν Θεοτοκίον μικρού Εσπερινού. Θεοτοκίον Αποστίχων μικρού Εσπερινού. Θεοτοκίον Ε' ωδής Αναστασίμου Κανόνος. Α' τροπάριον Ζ' ωδής Κανόνος Θεοτόκου. Ειρμός Θ' ωδής Αναστασίμου Κανόνος. Θεοτοκίον της αυτής ωδής. Θεοτοκίον «Μακαρισμών». Δογματικόν Θεοτοκίον μικρού Εσπερινού. Απόστιχα μικρού Εσπερινού Θεοτοκίον Α' ωδής Τριαδικού Κανόνος. Θεοτοκίον Κάθισμα α' στιχολογίας.
... Μόνη μετά τον τόκον παρθενίας κειμή λιον η τον Κτίστην τεκούσα διέμεινεν (29). Ρύπτεται βροτών η ουσία δια σου ομιλήσασα αστέκτω θείω πυρί, ως εγκρυφίας, Πάναγνε Παρθένε, εξοπτηθείσα τω και σε αλώβητον διαφυλάξαντι (30). Απειρογάμως εκύησας, ω Παρθένε, και μετά τόκον ώφθης παρθενεύουσα πάλιν... (31). Σε την αειπάρθενον και αληθή πάντες Θεοτόκον δοξάζομεν ην προετύπου τω Θεόπτη Μωυσή ακαταφλέκτως, Πάναγνε, βάτος τω πυρί ομιλήσασα (32). Μετά τόκον σε παρθένον, ο παρθένον οική σας σε, και τεχθείς ασπόρως, Λόγος και Θεός διεσώσατο, και εν τω τίκτειν παρθένον διεφύλαξεν, ως Δεσπότης και δημιουργός πάσης κτίσεως (33). Λίθος αχειρότμητος όρους εξ αλαξεύτου σου, Παρθένε, ακρογωνιαίος ετμήθη, Χριστός συνάψας τας διε στώσας φύσεις . . . (34). ΗΧΟΣ ΠΛΑΓΙΟΣ Α'.
Την Μητέρα σου, Χριστέ, την εν σαρκί ασπόρως τεκούσαν Σε και παρθένον αληθώς και μετά τόκον μείνασαν άφθορον, αυτήν Σοι προσάγομεν εις πρε σβείαν . . . (35). . . . ”Ω ξένων πραγμάτων και παραδόξων μυστηρίων! Τις ουκ εκπλαγή εν τούτω ακουτισθείς; Ότι Θεός άνθρωπος γέγονε, και τροπή εν αυτώ ουχ υπήρξε; και της παρθενίας πύλας διήλθε, και μείωσις εν αυτή ουχ υπελείφθη; Καθώς ο προφήτης λέγει· Άνθρωπος ταύτην ου διοδεύσει ποτέ, ειμή μόνος Κύριος ο Θεός Ισραήλ . . . (36). Αι περί Σού προφητείαι επληρώθησαν, Παρθένε Αγνή· ο μεν γαρ Σε των προφητών Πύλην προηγόρευσεν εν Εδέμ βλέπουσαν κατά ανατολάς, εν η ουδείς διήλθεν, ει μη ο σος Πλαστουργός και του κόσμου παντός· ο δε Βάτον πυρί φλεγομένην, ότι εν Σοι ώκησε το πυρ της Θεότητος, και άφλεκτον μείνασαν άλλος όρος άγιον, εξ ου ετμήθη λίθος ο ακρογωνιαίος, άνευ χειρός ανθρώπου, και επάταξε την εικόνα του νοητού Ναβου (39) (30) (31) (32) (33) (34) (35) (36)
Β΄ τροπάριον Α' ωδής Κανόνος Θεοτόκου. Α' τροπάριον Γ' ωδής του αυτού Κανόνος. Θεοτοκίον Δ' ωδής Αναστασίμου Κανόνος. Όμοιον Δ' ωδής Σταυροαναστασίμου Κανόνος. Γ΄ τροπάριον Δ' ωδής Κανόνος Θεοτόκου. Ειρμός Θ' ωδής Αναστασίμου Κανόνος. Θεοτοκίον Μακαρισμών. Δογματικόν Θεοτοκίον μικρού Εσπερινού.
χοδονόσορ. Αληθώς μέγα και παράδοξον το εν Σοι μυστήριον υπάρχει, Θεομήτορ! Διο Σε δοξάζομεν . . . (37). Εν τη Ερυθρά θαλάσση της απειρογάμου νύμφης εικών διε γράφη ποτέ..., η θάλασσα μετά την πάροδον του Ισραήλ έμει νεν άβατος· η άμεμπτος μετά την κύησιν του Εμμανουήλ έμεινεν άφθορος... (38). Σε πάλαι προτυπούσα η Βάτος η εν Σινά ουκ εφλέχθη. Παρ θένε, τω πυρί ομιλήσασα. Παρθένος γαρ τέτοκας, και παρθένος έμεινας υπέρ έννοιαν, Μητρο πάρθενε (39). Εκτός μεν συναφείας συνέλαβες αδιαφθόρως εν γαστρί, και πριν ωδινήσαι τέτοκας και μετά τόκον παρθένος, Θεόν σαρκι τεκούσα, πεφύλαξαι (40). Η Παρθένος έτεκε και τα μητέρων ουκ έγνω, αλλά μήτηρ μεν έστι, παρθένος δε διέμεινεν... (41). Ως πλησίον όλην Σε καλήν και άμωμον, εσφραγι σμένην τη παρθενία, καθαρώς ηγάπησεν, εν Σοι ο σκηνώσας Θεός... (42). Η Παρθένος έτεκε και τεκούσα έμεινεν αγνή, εν χερσί τον φέροντα τα σύμπαντα ως αληθώς παρθένος Μήτηρ βαστάσασα (43). Σε την υπέρ νουν θεανδρικώς τω λόγω τεκούσαν τον Κύριον και παρθενεύουσαν... ευλογούμεν (44). Νεμομένην έστησας του θανάτου άσχετον ορμήν, γεννή σασα σαρκικώς όντως υπέρ νουν ζωήν την αιώνιον..., Παναγία Μητροπάρθενε (45). Χαίρε..., πύλη αδιόδευτε, χαίρε, άφλεκτε και πυρίμορφε θρόνε∙ χαίρε, Μήτηρ του Εμμανουήλ... (46). ΗΧΟΣ ΠΛΑΓΙΟΣ
Β'.
Τις μη μακαρίσει σε, Παναγία Παρθένε; Τις μη ανυμνήσει σου τον αλόχευτον τόκον;... (47). ΗΧΟΣ
ΒΑΡΥΣ
Εκ Σου, Παναγία Θεοτόκε Παρθένε, ετέχθη Χριστός ο Θεός ημών... (48). (37) (38) (39) (40) (41) (42) (43) (44) (45) (46) (47) (48)
Θεοτοκίον Αποστίχων μικρού Εσπερινού. Α' Θεοτοκίον Εσπερινού. Γ΄ τροπάριον Κανόνος Θεοτόκου. Θεοτοκίον Δ' ωδής Αναστασίμου Κανόνος. Όμοιον Σταυροαναστασίμου Κανόνος. Γ' τροπάριον Ε' ωδής Κανόνος Θεοτόκου. Θεοτοκίον ΣΤ' ωδής Αναστασίμου Κανόνος. Όμοιον Η' ωδής του αυτού Κανόνος. Β' τροπάριον Θ' ωδής Κανόνος Θεοτόκου. Θεοτοκίον Μακαρισμών. Α' Δοξαστικόν μεγάλου Εσπερινού. Δοξαστικόν Αποστίχων μικρού Εσπερινού.
αφράστως
Μήτηρ μεν εγνώσθης, υπέρ φύσιν, Θεοτόκε, έμειναςδε Παρθένος υπέρ λόγον και έννοιαν και το θαύμα του τόκου σου ερμηνεύσαι γλώσσα ου δύναται, παραδό ξου γαρ ούσης της συλλήψεως, Αγνή, ακατάληπτος εστίν ο τρόπος της κυήσεως∙ όπου γαρ βούλεται Θεός, νικάται φύσεως τάξις... (49). ...Η προ τόκου Παρθένος, και εν τόκω Παρθέ νος, και μετά τόκον πάλιν ούσα Παρθένος (50). ...Μόνη γαρ υπάρχεις Μήτηρ και Παρθένος...(51). Λέλυνται αι ωδίνες, αι της προμήτορος Εύας, ωδίνας λαθούσα γαρ απειρογάμως τέτοκας... (52). Μόνη Παρθένος και μετά τόκον εδεί χθης...(53)· Θεόν εγέννησας, Μήτηρ αγνή, σεσαρκωμένον εκ σου Θεοπρεπώς, Πανύμνητε∙ επεί ουκ έγνως άρρενος ευνήν, αλλ' εξ αγίου κυείς Πνεύματος (54). Ον έτεκες, Θεοτόκε, ανερμηνεύτως Θεόν ημών δυσωπούσα μη παύση... (55). Εκύησας τον Υιόν και Λόγον του Πατρός εν σαρκί επί γης, ως οίδε, Θεοτόκε, ο αυτός... (56). ΗΧΟΣ
ΠΛΑΓΙΟΣ
Δ'.
... Έμεινας αγνή, αρρήτω λόγω, μηδέν της παρθενίας λυμανθείσης. Συ γαρ μόνη γέγονας εν γυναιξί και Μήτηρ και Παρθένος... (57). Επί της γης ανέτειλεν ο ανέσπερος Ήλιος, δια της εκ σου παρθενικής γεννήσεως... (58). Δεδοξασμένα περί σου λελάληνται εν γενεαίς γενεών, η τον Θεόν Λόγον εν γαστρί χωρήσασα, αγνή δε διαμείνασα, Θεοτόκε Παρθένε (59). ...Η σεσαρκωμένον τον αΐδιον και υπέρθεον Λόγον υπέρ φύσιν τεκούσα... (60). Υπερφυώς τον δημιουργόν και Σωτήρα Θεόν Λόγον τέτοκας, Παρθένε... (61). (49) (50) (51) (52) (53) (54) (55) (56) (57) (58) (59) (60) (61)
Α' Δοξαστικόν μεγάλου Εσπερινού. Θεοτοκίον Απολυτίκιον. Θεοτοκίον Κάθισμα β' στιχολογίας. Θεοτοκίον Α' ωδής Αναστασίμου Κανόνος. Θεοτοκίον Α' ωδής Σταυροαναστασίμου Κανόνος. Θεοτοκίον Ε' ωδής Αναστασίμου Κανόνος. Θεοτοκίον ΣΤ' ωδής Σταυροαναστασίμου Κανόνος. Θεοτοκίον Μακαρισμών. Το β' Θεοτοκίον του μικρού Εσπερινού. Θεοτοκίον Η' ωδής Τριαδικού Κανόνος. Θεοτοκίον Α' ωδής Αναστασίμου Κανόνος. Θεοτοκίον Α' ωδής Σταυροαναστασίμου Κανόνος. Β' τροπάριον Η' ωδής Κανόνος Θεοτόκου.
Ωράθης, ώ Παρθένε, Μήτηρ Θεού, υπέρ φύσιν τε κούσα εν σώματι τον αγαθόν Λόγον... (62). Ε. Γ. Μ.
(62) Θεοτοκίον Θ' ωδής Αναστασίμου Κανόνος.
Η ΠΕΝΘΙΛΗ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΩΝ ΡΩΜΑΙΩΝ Του κ. ΣΤΡΑΤΗ ΚΟΛΑΞΙΖΕΛΛΗ
Το δεύτερο τμήμα της ιστορίας της Πενθίλης περιλαμβάνει τα χρόνια, κατά τα οποία η Πενθίλη ήτο υπό την κυριαρχίαν των Ρωμαίων, δηλ. από τα 88 προ Χριστού έως τα 395 μετά Χριστόν. Τα κυριώτερα της ιστορίας της Λέσβου στα χρόνια αυτά εν περι λήψει είναι: Όταν πήγε στη Ρώμη η είδησις, ότι ο στρατηγός Μάρκος Μινούκιος Θέρμος κυρίεψε τη Μυτιλήνη, οι Ρωμαίοι απέδωσαν μεγάλη σημασία στην κατάληψη αυτής, και έκαναν μεγάλες συγ κεντρώσεις, κατά τις οποίες την σχολίαζαν. Σε μία από αυτές τις συγκεντρώσεις, -βέβαια τη μεγαλύτερη-, ο τότε διάσημος ρήτωρ Κικέρων είπε προς τους συμπολίτας του περί της Μυτιλήνης τα εξής: «Όλοι Σας, ώ άνδρες Ρωμαίοι, εμάθατε, ότι η Μυτιλήνη έγινε τώρα δική Σας, με τον νόμον του πολέμου και με το δίκαιον της νίκης. Αλλά τι είνε αυτῄ η Μυτιλήνη; Είνε μία πόλις από τις πιο επιφανείς ως προς την φύσιν, την θέσιν και την πρόσοψιν των οικοδομών. Οι αγροί της είνε τερπνοί και καρποφόροι». Με αυτά έλεγε στους Ρωμαίους ο Κικέρων, ότι η Μυτιλήνη είνε ένα δια μάντι του κράτους των. Στην αρχή η Λέσβος ήτο μία απλή επαρχία του Ρωμαϊκού κράτους. Στα 62 όμως μετά Χριστόν ο Πομπήιος, χαριζόμενος στον επιστήθιο φίλο του, τον ιστορικό Θεοφάνη τον Μυτιληναίο, (ο όποιος εξιστόρησε τις πράξεις του), της έδωσε πολλά προνόμια. Τα προνόμια αυτά τα κατήργησε ο Βεσπεσιανός στα 70 μ.X., αρ γότερα όμως τα αποκατέστησεν ο Αδριανός (138-161). Με τα προ νόμια αυτά η Λέσβος ανεπτύχθη και προώδευσε, γι’ αυτό και αυτή από ευγνωμοσύνη, ετίμησε τους Ρωμαίους αυτοκράτορας μέχρι «Καισαρολατρείας», και χάραξε τις προτομές των στα νομί σματα αυτής. Επί Αυγούστου Καίσαρος (90 π.Χ.-14 μ.X.) γεννήθηκε ο Ιησούς, στα 52 πέρασε από τη Μυτιλήνη ο Απόστολος Παύλος, στα 64 άρχισαν οι διωγμοί των χριστιανών, στα 313 ο Μέγας Κων)νος κατέπαυσε τους διωγμούς, στα 330 ο ίδιος Κων/νος μετέ φερε την πρωτεύουσα του Ρωμαϊκού κράτους από τη Ρώμη στο Βυζάντιο, όπου έθεσε τις πρώτες βάσεις του μετέπειτα Βυζαντι νού κράτους, και στα 395 ο Μ. Θεοδόσιος κατά το τέλος της ζωής του μοίρασε το Ρωμαϊκό κράτος εις Ανατολικό με πρωτεύουσα το Βυζάντιο, το οποίο έδωκε στο γιο του Αρκάδιο, και εις Δυ
τικό με πρωτεύουσα τη Ρώμη, το οποίο έδωκε στο γιο του Ονώ ριο. Κατά τη διανομή αυτή η Λέσβος περιήλθε στο Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος. Πολλοί επιφανείς Ρωμαίοι επεσκέφθησαν τη Λέσβο. Ένας από αυτούς ήτο και ο Πομπήιος. Η Μυτιλήνη τον υπεδέχθη με μεγάλο ενθουσιασμό και έδωσε προς τιμήν του μια θεατρική παρά σταση, κατά την οποίαν ο Πομπήιος εθαύμασε το θέατρό της, και διέταξε τους μηχανικούς του να δουν το σχέδιό του για να κάνουν ένα όμοιο στη Ρώμη. Και πολλοί επίσημοι Ρωμαίοι, οι οποίοι έπεφταν στη δυσμέ νεια των Αυτοκρατόρων, εξωρίζοντο στη Λέσβο. Επειδή όμως η Λέσβος είχε πολλά θέλγητρα, οι επίσημοι αυτοί Ρωμαίοι θεωρού σαν ως ευδαιμονίαν των την εις Λέσβον εξορίαν των. Από τους Ρωμαίους έμειναν στη γλώσσά μας μερικές ιταλι κές λέξεις, έμεινε και το όνομα Ρωμηός, (ή Ρωμιός, από το Ρω μαίος), το οποίο λέγεται για τους νεοέλληνας, πότε με δόση οι κειότητος, πότε με δόση αστεϊσμού και πότε με δόση ειρωνείας. Έμειναν και τα παράγωγα του ρωμιού,=η ρωμιοσύνη, που ση μαίνει το σύνολο των νεοελλήνων, το ρωμαίικο, που σημαίνει η Νέα Ελλάς, και τα ρωμαίικα, που σημαίνουν τη νεοελληνική γλώσσα.. Ας πούμε τώρα και τι μας λέγει η παράδοσις. Η Πενθίλη πέρασε καλά με τους Ρωμαίους, και όταν η Λέσβος ήτο απλή επαρχία του κράτους των, και όταν είχε τα προνόμια. Την επεσκέφθησαν όλοι οι επίσημοι Ρωμαίοι, οι οποίοι επεσκέφθησαν τη Λέσβο. Γι’ αυτό και αυτή ηναγκάσθη να επι σκευάση τις δύσβατες κακοτοπιές των εξοχικών της δρόμων. Τα βουνά της ήσαν τόπος επιδείξεως των φυσικών καλλονών του εσωτερικού της Λέσβου και ένας ονομαστός τόπος για κυνήγι. Η Πενθίλη και στα χρόνια των Ρωμαίων έγινεν έδρα Άρχοντος της περιφερείας, ο όποιος πήρε το όνομα «Αφέντης», από τον Αυθέντη, που σημαίνει Άρχων, εξουσιαστής. Ένας από αυτούς τους Αφέντηδες, έχων κλίσιν προς την γεωργίαν, έφερε στην Πενθίλη από άγνωστο μέρος ένα νέο φυτό, με το οποίο προσετέθη μία νέα τροφή των ανθρώπων και των ζώων, και μία νέα ξυλεία. Το φυτό αυτό είνε η καστανιά. Οι πρώτες καστανιές (1) που έφερεν, ήσαν άγριες, γιατί δεν υπήρχεν ακόμα το ήμερο εμβόλιο. Τις φύτεψε δε νοτίως της Πενθίλης στην αγροτική τοποθεσία «Αφιτσές», οι οποίες τότε ελέγοντο «Αφεν τικές», και φανέρωναν τις καστανιές του Αφέντη. Οι Αφεντικές με τον καιρόν έτρεψαν σε ι το ε της προπαραληγούσης, (όπως και στη λέξη αφιντικό), απέβαλαν το ν και το ι της παραληγού σης, και έγιναν «Αφιτκές» «Αφιτσές». Το μεγάλο ύψος του νέου τότε δένδρου (δηλ. της καστα νιάς), η ταχύτης της αναπτύξεως αυτού, ο ίσιος κορμός και οι * (1) Κατά άλλην παράδοσιν ο Αφέντης έφερε στην Πενθίλη τα πρώτα κάστανα, από τα οποία φύτρωναν οι πρώτες καστανιές.
ευθείς βλαστοί του, τα κλαδιά του χωρίς κεντρόνια, το πλούσιό του φύλλωμα, που έκανε παχύν ίσκιο και το έτρωγαν με όρεξη οι αίγες, ο καρπός και η ξυλεία του, τα πολλά χρόνια της ζωής του και η αναβλάστησις αυτού από τον κομμένο κορμό του, έκαναν εντύπωση στους Πενθιλιώτες, γι’ αυτό και το πολλαπλασίασαν. Τα κάστανα ήσαν περιτυλιγμένα ανά ένα, δυο, η τρία με ένα σφαιρικό ακανθωτό περίβλημα, αλλά αυτό άνοιγε μόνο του όταν ωρίμαζαν τα κάστανα. Η ξυλεία του είχε το ελάττωμα, άμα βρέ χεται να βγάζη μαύρο ζουμί και να βάφη με αυτό μαύρα τα πλη σίον αντικείμενα, είχε όμως μεγαλυτέραν αντοχή από της πεύκης, και εχρησιμοποιείτο στις σκεπές και στα εξωτερικά μέρη των σπι τιών, τα οποία και τότε κατά το πλείστον ήσαν ξυλινα. Και τα καυσόξυλά του δεν ανέδιδαν φλόγες δυνατές, αλλά οι Πενθιλιώ τες είχαν άφθονα δαδιά και τα καυσόξυλα των πεύκων και των πρίνων. Το σφαιρικό ακανθωτό περίβλημα της καστανέας, επειδή ωμοίαζε πολύ με τον αχνόν της θάλασσας, πήρετο όνομα «αχνός», το οποίο φυλάγει έως σήμερα. Τα κάστανα, που έπεφταν κατά γης με το φύσημα του ανέμου, πήραν το όνομα «ανεμοκάστανα», το οποίο επίσης φυλάγουν έως σήμερα. Για να ρίξουν κατά γης τους αχνούς οι Πενθιλιώτες, τους ράβδιζαν με τους ευθείς βλα στούς της καστανιάς, με τους οποίους από τότε άρχισαν να ραβδί ζουν και τις καρυδιές (2). Για να αποχωρίσουν από τους αχνούς τα κάστανα, επενόησαν τις «κβάρες» (3) (=κουβάρες=κυκλικούς σωρούς ύψους ενός περίπου μέτρου), τις οποίες σκέπαζαν με φτέ ρες, και έβρεχαν κατά διαλείμματα, (εάν δεν έβρεχεν ο ουρανός), για να σαπίσουν οι αχνοί από την υγρασία. Τα συντρίμματα των αχνών ωνομασθήκαν «αχνοκόμματα» (4), και το όνομα αυτό φυλά γουν έως σήμερα. Επειδή τα κάστανα δεν ξεφλούδιζαν από την εσωτερική επι δερμίδα των, είχον και στη σάρκα των βαθείες πτυχές, μέσα στις οποίες εισχωρούσε η επιδερμίδα, πήραν το όνομα «κακόβρωτα», που θα πη κακοτρωγόμενα από το κακός και βρώσις (η βρώμα), που σημαίνει φαγητό. Όταν δε αργότερα παρήχθησαν κάστανα που ξεφλούδιζαν και δεν είχαν βαθείες πτυχές, αυτά πήραν το όνομα «καλόβρωτα» (5), που θα πη καλοτρωγόμενα. Τότε και οι εξευγενισμένες καστανιές πήραν το όνομα «καλόβρωτες» (6). Οι δε Πενθιλιώτες, όταν πήγαν στα άλλα χωριά τα πρώτα κάστανα προς πώλησιν, ωνομασθήκαν «καστανάδες» (7), όπως λέγονται σήμερα και οι Αγιασώτες. (2) Ελαιόδενδρα δεν υπήρχαν στην περιφέρεια της Πενθίλης. (3) Οι κβάρες γίνονται και σήμερα από τους Αγιασώτες. (4) Κατά το απ(ι)δόκομμα, που σημαίνει απίδι κομμένο στη μέση και ξηραμένο στον ήλιο. (5) Τελευταία άρχισαν να λέγωνται άγρια τα κακόβρωτα κάστανα, και ήμερα τα καλόβρωτα. (6) Υπάρχει και μία αγροτική τοποθεσία του καστανεώνος, η οποία λέγεται «Καλόβρωτες» =καστανιές). (7) Καστανάδες σήμερα στις πόλεις λέγονται, όσοι πουλούν στους δρόμους κάστανα βρασμένα ή ψημένα.
Ένας άλλος Αφέντης της Πενθίλης, έχων κλίσιν προς το κυνήγι, έφερε τα πρώτα λάφια στην Πενθίλη. Τα αφήκε στα βουνά της ελεύθερα, και εξέδωκεν αυστηρές διαταγές να μη τα πειράξη κανείς επί ωρισμένα χρόνια για να πολλαπλασιασθο ύν. Τα λάφια βρήκαν εκεί άφθονες βοσκές και μοναδικά κρησφύγετα, και πολ λαπλασιασθήκαν σ’ όλον τον πευκώνα και σ’ όλα τα βουνά της Λέσβου, υπήρχαν δε και έως τα χρόνια μας, οπότε με τις εκχερ σώσεις και τις πυρκαϊές των δασών έχασαν τα κρησφύγετά των και εξωλοθρευθήκαν από τους κυνηγούς. Στα χρόνια των Ρωμαίων το περί την Πύρραν έδαφος έπαθε μία μικρά καθίζηση, από την οποίαν τα θεμέλια των σπιτιών της Πύρρας χαμήλωσαν στη θάλασσα, τα σπίτια όλα κρημνισθήκαν, και πολλοί κάτοικοι πνιγήκαν. Το κάστρο της σ’ ένα βουνό εκεί κοντά έμεινε απείραχτο στη θέση του, αλλά όσοι Πυρραίοι γλύ τωσαν, μετοικήσαν στα γύρω των χωρία. Με την καταστραφή της Πύρρας οι Πενθιλιώτες έχασαν μία σπουδαία Αγορά, εξακολου θουσαν όμως να πηγαίνουν στην τοποθεσία της, (η οποία φυλάγει και σήμερα το όνομά της), για τα μεγάλα και ωραία ψάρια της θαλάσσης της, για τους παχείς «κεφάλους» του Βουβάρη ποτα μού της, και για τα εύγευστα «θαλασσινά» της, τα οποία και μετά την καταστροφήν της Πύρρας εξακολουθούσαν να είνε άφθονα. Την ιδία εποχή σε μια πηγή, ονομαστή για το λαφρύ νερό της, η οποία βρισκόταν μεταξύ του Αγίου Δημητρίου και της Με γάλης Λίμνης, όχι όμως επί του σημερινού αμαξοδρόμου, (ο όποιος τότε δεν υπήρχεν), αλλά επί του παραλλήλου προς αυτόν παλαιού λιθοστρώτου δρόμου, ο οποίος πήγαινε στην Πύρρα, (και του οποίου σώζονται ολίγα λείψανα), έγινε μία βρύση ιδιόρρυθμη, η οποία είχε δυο αντίθετες προσόψεις και δυο αντιθέτους κρουνούς. Το νερό αυτής της πηγής κατέβαινε στη βρύση με σωληνάρια, τα οποία εστηρίζοντο πάνω σε ένα τοίχο ύψους ενός περίπου μέτρου. Στην άκρη αυτού του τοίχου το νερό διεμοιράζετο στους δυο αντι θέτους κρουνούς των δυο αντιθέτων προσόψεων. Όταν λοιπόν έτρεχε κατά γης απ' τους κρουνούς, η βρύση αυτῄ ωμοίαζε με τον Ζυγόν, (δηλ. με την πρωτόγονη ζυγαριά), γι’ αυτό και ωνο μάσθη «Ο Ζυγός». Ο ζυγός όμως στη Λεσβιακή διάλεκτο ως υπερμονοσύλλαβος δεν ετονίζετο στη λήγουσα, αλλά στην παρα λήγουσα, και ελέγετο ο «Ζυγός». Αυτός ο ζυγός αργότερα μετα μορφώθηκε σε Τζίκος, και το όνομα αυτό φυλάγει έως σήμερα. Την ιδία εποχή έγινε το αρχαίο υδραγωγείο της Μυτιλήνης, του οποίου λείψανα είνε η Καμάρα στο ποτάμι της Ανηραΐδας, το αυλάκι αυτού στα Θυρίδια, οι «μπινιάδες» (δηλ. οι τοίχοι οι σφιχτοδεμένοι με ασβέστι και άμμο) στα Τσίγγανα, οι Καμάρες της Χλιάς-βρύσης, το αυλάκι αυτού στον Πασπαλά, Λάμπες, Κα μαρούδια, Λάρσο και οι Καμάρες της Μόριας (8). Την ίδια εποχή οι Πενθιλιώτες έγιναν χριστιανοί. Όχι όμως, (8) Για τον «Τζίγκο», καθώς και για το αρχαίο υδραγωγείο της Μυτι λήνης λέμε περισσότερα στο Γεωγραφικό μέρος αυτού του δοκιμίου.
όταν ήρθε στη Μυτιλήνη ο Απόστολος Παύλος, αλλά αργότερα. Τον Απόστολο Παύλο δεν τον είδαν καθόλου και δεν εδιδάχθη σαν τίποτε για τη θρησκεία του Χριστού. Δεν υπήρχαν δε μεταξύ αυτών στο φανερό χριστιανοί, όταν εγίνοντο οι διωγμοί. Αργό τερα, όταν έμαθαν ότι ο Μέγας Κων/νος, βαδίζοντας κατά της Ρώμης με στρατό για να τιμωρήση ένα αντίπαλο αυτού, είδε στον ουρανό να λάμπη το μεσημέρι ο σταυρός, ο όποιος έφερε την επι γραφή «εν τούτω νίκα», ότι υπό την επίδραση αυτής της οπτα σίας έκανε την πρώτη χριστιανική σημαία με σταυρό, ότι υπό την σκέπην αυτής της σημαίας νίκησε τον αντίπαλό του και έγινε κύριος της Ρώμης, ότι συμπαθούσε τους χριστιανούς και κατέ παυσε τους διωγμούς, ότι μετέφερε την πρωτεύουσαν του Ρωμαί κού κράτους από τη Ρώμη στο Βυζάντιο, και ότι στο Βυζάντιο ευρισκόμενος δείχνει μεγάλο ενδιαφέρον για τη θρησκεία του Χριστού, τότε και οι κρυφοί χριστιανοί φανερωθήκαν και όσοι λά τρευαν έως τότε τους προγονικούς θεούς των, ασπασθήκαν τη θρησκεία του Χριστού. Τότε μετέτρεψαν και τους δυο αρχαίους βωμούς των σε ναΐσκους, τους οποίους αφιέρωσαν τον μεν ένα αψηλά εις την «Κοίμησιν της Θεοτόκου», τον δε άλλον χαμηλά εις τον «Αρχιστράτηγο Μιχαήλ και Γαβριήλ». Την «Κοίμησιν της Θεοτόκου» ο λαός απλοποίησε εις «Παναγιούδα» (9), τον δε
«Αρχιστράτηγο» εις «Αστράτηγο»· Τα περισσότερα ονόματα, που δίδουν οι Πενθιλιώτες στους βαπτιζομένους, τα παράγουν από την Παναγία (ή Μαρία) και από τον Αστράτηγο (Μιχαήλ). Η Μαρία πήρε την εξής εξέλιξη: Μαρία, Μαρίγια, με ουδέ τερο άρθρο του Μαριγώ, μεγεθυντικό η Μαργάρα, υποκοριστικό του Μαργέλλ(ι), του Μαργουλέλλ(ι), και τελευταία η Μαριάνθη. Ο Μιχαήλ πήρε την εξής εξέλιξη: Μιχαήλ, Μιχάλης, Ιμχάλς, μεγεθυντικό με θηλυκό άρθρο η Μιχάλα, ή η Μιχαηλάρα, και υποκοριστικό με ουδέτερο άρθρο του Μχαηλέλλ(ι). Η Παναγία πήρε την εξής εξέλιξη: Ο Παναγιώτης, συγκε κομμένο Πώτης, Μπώτης, Μπωτς, Παναγιουτής, Μπουτής, μεγε θυντικό ο Παναγιώταρος ή Μπώταρος, υποκοριστικό με ουδέτερο άρθρο του Παναγιουτέλλ(ι), ή του Μπουτέλλ(ι), θηλυκό η Πανα γιουτούδα, και με ουδέτερο=του Παναγιουτούδ, και συγκεκομ μένο του Μπουτούδ. Στα χρόνια μας δε ήρθε και ο Πάνος (συγ κοπή του Πανάγος), ο όποιος εξετόπισε τον Μπώτη. Ο Αστράτηγος πήρε δυο εξελίξεις. Η πρώτη είνε: Αστρά τηγος, Στρατήγος, Τατήγος, Τατήνος, Τατήνης, Τήνης, Τήνς. Η δευτέρα είνε: Αστράτηγος, Στρατήγης, Στρατήγς, Στρατής, Στράτης, Στρατς. Μεγεθυντικό ο Στρατήγαρος, ή ο Τήναρος, και (9) Κατά το Μητερούδα, μανούδα (και για τη μάνα=μητέρα, και για τη μάνα=πηγή νερού), Αννούδα, Λενούδα, Ευαγγελούδα, Αμερισούδα, Παναγιωτούδα. Φωτούδα, Γρηγορούδα, κοπελλούδα, κερασιούδα, καστα νιούδα, μηλιούδα, ντοματούδα, πατατούδα, τσαπούδα, καρπετούδα, τρυ πούδα, πορτούδα, πελεκούδα, κλειδαριούδα, λασπούδα, φροκαλιούδα (από το φιλοκαλία, φλοκαλιά, φροκαλιά), στον πληθυντικό οι Βρυσούδες, και στο ουδέτερο το Καμπούδι, το Καστελλούδι.
με θηλυκό άρθρο η Στρατάρα, υποκοριστικό του Στρατ(η)γέλλ(ι), ή του Τηνέλλ(ι), και θηλυκό η Στρατ(η)γου. Αργότερα οι Πενθιλιώτες εδανείσθησαν και άλλα ονόματα από τους Αγίους της περιφερείας και των γύρω χωριών, αλλά οι Στρατήγηδες (ή Τήνηδες) και Μιχάληδες, πλεονάζουν σε όλους τους αιώνας έως σήμερα. Και τώρα, που τελειώσαμε το τμήμα αυτό της ιστορίας της Πενθίλης, ας κάνωμε και μια γλωσσική παρέκβαση. Τους Στρατή γηδες, Στράτηδες και Στρατήδες οι λογιώτατοι της Λέσβου στα τελευταία χρόνια της τουρκοκρατίας τους ερμήνευσαν ως συγκο πές του Ευστρατίου, και τους απέδωσαν στην καθαρεύουσα με το όνομα Ευστράτιος, τότε δε και την Στρατηγού την απέδωσαν με την Ευστρατία. Ίσως να έχουν δίκιο. Εγώ όμως είμαι της γνώ μης, ότι οι Στρατήγηδες, Στράτηδες και Στρατήδες δεν έχουν καμμία γλωσσική συγγένεια με τον Ευστράτιο, διότι δεν υπάρχει στη Λέσβο (μερικώτερο στην περιφέρεια της Πενθίλης και της Αγιάσου) κανένας Άγιος Ευστράτιος, από τον οποίον να εδανεί σθησαν οι κάτοικοι το όνομά του, όπως συνήθως γίνεται σ’ όλα τα χωριά, τις περιφέρειες και τα νησιά. Εκτός τούτου οι Στρατή γηδες, Στράτηδες και Στρατήδες εορτάζουν την επέτειόν των εορτή στις 8 Νοεμβρίου, δηλαδή την ημέρα της μνήμης του Αστρα τήγου, ενώ η μνήμη του Αγίου Ευστρατίου γίνεται στις 13 του Δεκεμβρίου. Για ενίσχυση της γνώμης μου ενθυμούμαι τη μαρτυ ρία των γονέων μου. Εμένα τον γράφοντα με βάφτισαν με το όνομα Στρατήγης (10), (ή Τήνης), τον δε ζώντα αδελφόν μου με το όνομα Μιχάλης. Οι γονείς μας πολλές φορές μας έλεγαν ότι οι δυο μας έχομε το ίδιο όνομα, και ότι και οι δυο μας εορτάζομε στις 8 Νοεμβρίου, γι’ αυτό και την ημέρα εκείνη έκαναν και για τους δυο μας «άρτο» για την εκκλησία. Διεμαρτυρήθησαν δε και στον δάσκαλο για την μεταμόρφωση του Στρατήγη εις Ευστράτιο. (10) Οι Στρατήγηδες αναφέρονται γύρω στα χρόνια της μεγάλης Ελ ληνικής Επαναστάσεως του 1821 μέσα στους φορολογικούς καταλόγους, που φυλάγονται στο Αρχείο της Εκκλησίας της Παναγίας Αγιάσου.
ΤΟ ΠΕΡΙΣΩΘΕΝ ΠΑΛΑΙΟΝ ΑΡΧΕΙΟΝ ΤΟΥ
ΙΕΡΟΥ
ΝΑΟΥ
ΤΗΣ
[4]
ΠΑΝΑΓΙΑΣ
ΑΓΙΑΣΟΥ
(*)
Πρωτοπρ. ΕΜΜ. Γ, ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ
90) «Χαριστήριον γράμμα» του Βασιλείου Αναστασέλλη προς τον υιόν του Στρατήν δωρουμένου «χάριν τελείαν» διάφορα κτήματά του. Φέρει ιδιόχειρον βεβαίωσιν του Μυτιλήνης Καλλινί κου επί κεφαλής και κάτωθι την υπογραφήν του δωρητού και των προυχόντων. αωκστ' μαρτίου κβ'. (*) Συνέχεια από σελίδος 107.
91) Διαθήκη Γαρυφαλιάς του ποτέ Βρανά Θάλασσα, δι’ ης καταλείπει προς τοις άλλοις και τω Ι. Ναώ της Παναγίας «το ελαιοχώραφον εις πόστον πλησίον ο στρατήγης καμαρού και γιάν νης χ"μιχαήλ». 1826 Οκτωβρίου 22. 92) Πωλητήριον ελαιοκτήματος του Στρατήγη Καργιώτη προς τον X”Κωνσταντήν Ραχάκον αντί 1400 γροσίων. 1826 Ο κτωβρίου 21. 93) Διαθήκη Ρήγηνας θυγατρός του ποτέ Γεωργάκη Γού ρουλα, δι’ ης καταλείπει τω Ι. Ναώ της Παναγίας οικίαν εν Αγιάσω εις συνοικίαν «Αγριά». 1827 Ιανουαρίου 27. 94) Πωλητήριον «σωθηρίου» εις θέσιν «Πιτζίλια» του Γεωρ γάκη Καψαλήζη. 1827 Ιανουαρίου 27. 95) Δήλωσις Κωνσταντίνου Καλαντζή περί αφιερώσεως των 2/3 και πωλήσεως του 1/3 του οικοπέδου εις τον Ι. Ναόν της Πανα γίας. 1827 Μαρτίου 6. 96) Δήλωσις Αποστόλου X"Συναδινού εκ Βασιλικών, ανα χωρούντος εξ Αγιάσου και παραχωρούντος το δικαίωμα της συλ λογής των καρπών των εν Αγιάσω ελαιοκτημάτων του εις τους επιτρόπους του Ι. Ναού της Παναγίας. 1827 Μαρτίου 6. 97) Διαθήκη Γεωργέλη Μακαπέλη, δι’ ης προς τοις άλλοις καταλείπει και τω Ι. Ναώ της Παναγίας Αγιάσου κτήμα του «δια ψυχικήν του σωτηρίαν». 1827 Μαρτίου 16. 98) Διαθήκη Βασιλίνας Χαλβατζή. 1827 Μαΐου 20. 99) Διαθήκη Σοφούλας θυγατρός Αντωνίου Ιακώβου. 1827 Απριλίου 16. 100) «Διαθήκη της δούκενας γιακουμήδενας». 1827 Μαΐου 2. 101) Διαθήκη Αμήρισας καλογρηάς του Σφητλά. 1827 Μαΐου 10. 102) Διαθήκη Σωτήρχου Αργύρας. 1828 Ιανουαρίου 13. 103) Γραμμάτιον Αντωνίου Πελέγκου εξ Αμπελικού δια 230 γρόσια προς τους επιτρόπους Αγιάσου, τα οποία «έλαβε δανεικά και δια χάριν φιλίας». 1828 Ιανουαρίου 21. 104) Διαθήκη Βασιλίνας Κολαξίζη, δι’ ης κατέλιπε 200 γρόσια εις τον Ι. Ναόν της Παναγίας δια τα μνημόσυνά της. 1828 Φεβρουαρίου 11. 105) Διαθήκη Δούκα Κουταρέλη, δι’ ης προς τοις άλλοις καταλείπει και τω Ι. Ναώ της Παναγίας κτήμα του. 1828 Μαρτίου 3. 106) Διαθήκη Βράνη Βλάμου. 1828 Μαρτίου 14. 107) Καταγραφή των υπό του Νικόλα Φρατζή καταλειφθέν των ενδυμάτων. 1828 Ιουνίου 10. 108) Διαθήκη Παναγιώτου Καμπέρη. 1828 Ιουλίου 3. 109) Διαθήκη Δουκάκη Παγώτη. 1828 Σεπτεμβρίου 20. 110) Πωλητήριον «αέρα του εργαστηροτόπου» του Ξενάκη Βρανά και της συζύγου του προς τον Ι. Ναόν της Παναγίας αντί 1200 γροσίων. 1828 Δεκεμβρίου 16. 111) Διαθήκη Χριστόφα Κυπριώτου, χαρακτηριστική ως δια θέτουσα άπασαν την μικρόν περιουσίαν του εις διαφόρους φιλαν θρωπικούς και ευσεβείς σκοπούς. 1829 Ιανουαρίου 22.
112) Διαθήκη Μελισσινής Μόρηνας, καταλιπούσης το εις θέσιν «Άγ. Γεώργιος» κτήμα της εις τον Ι. Ναόν της Παναγίας Αγιάσου δια τα μνημόσυνά της. 1829 Απριλίου 20. 113) Διαθήκη Στυλιανής Αποστόλη Καρακάση. 1829 Ιου λίου 18. 1Τ4) «Αφιερωτικόν» κτήματος Κωνσταντή Φωτεινού εις τον Ι. Ναόν της Παναγίας Αγιάσου. 1829 Αυγούστου 10. 115) Διαθήκη X"Αικατερίνας. 1829 Σεπτεμβρίου 19. 116) «Αφιερωτικόν» αμπελώνος του Παναγιώτου Κωνστ. Παλέλη εις τον Ι. Ναόν της Παναγίας Αγιάσου. 1829 Νοεμβρίου 9. 117) Πωλητήριον κτήματος X"Λενούδας τινός προς τον Ι. Ναόν της Παναγίας. 1829 Νοεμβρίου 21. 118) Διαθήκη X"Γιάννη Ασλάνη. 1829 Δεκεμβρίου 10. 119) Διαθήκη Αρχοντίτζη Σταφίδα. 1830 Ιανουαρίου 16. 120) Διαθήκη Σταυρινού Ανδρικού. 1830 Απριλίου 16. 121) Διαθήκη Ελενούδας θυγατρός Φρατζέσκου Ξενακέλη. 1830 Μαΐου 31. 122) Διαθήκη Χριστόφα Μακαπάλη. 1830 Ιουλίου 20. 123) Διαθήκη Βλωτίνας θυγατρός Νώντα Δημητράκη. 1830 Ιουλίου 25. (Συνεχίζεται)
ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΟΣ ΚΩΔΗΞ
ΤΟΥ
ΝΟΜΟΚΑΝΟΝΟΣ
ΤΟΥ
Μ. ΜΑΛΑΞΟΥ
Πρωτοπρεσβυτέρου ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ
Μεταξύ των εντύπων συγγραμμάτων της βιβλιοθήκης του Ι. Ναού της Παναγίας Αγιάσου υπάρχουσι και τινα χειρόγραφα περιγραφέντα ήδη υπό του αειμνήστου Α. Παπαδοπούλου Κερα μέως (1), και τινα ακόμη - βραδύτερον προφανώς προστεθέντα μη περιλαμβανόμενα εν τω καταλόγω τούτω. Μεταξύ των τελευ ταίων καταλέγεται και ακέφαλος χαρτώος κώδηξ εσταχωμένος δια χαρτονίου και βύρσης εφθαρμένης ήδη κατά την ράχιν, όστις φέρει εν τη ώα της νυν πρώτης σελίδος δια νεωτέρας χειρός γεγραμμέ νην την σημείωσιν «Νόμος της Εκκλησίας» και περιέχει τον περίφημον «Νομοκάνονα» του Μανουήλ Μαλαξού. Απετελείτο αρχικώς εκ τριάκοντα πέντε τετραδίων ηριθμη μένων δια των γραμμάτων του ελληνικού αλφαβήτου (α'-λε') και αποτελουμένων εξ οκτώ φύλλων επιφανείας 0,21 Χ0,14. Των τετρα δίων τούτων του μεν α' σώζονται τα τρία τελευταία φύλλα, το δε β' αποτελείται μόνον εκ τεσσάρων φύλλων, χωρίς ουδέν να έχη αποκοπή, και του κθ' ελλείπει το τελευταίον φύλλον. Τεμάχιον (1) Μαυρογορδάτειος Βιβλιοθήκη. Κατάλογος των εν Λέσβω χειρο γράφων υπό Α. Παπαδοπούλου του Κεραμέως, έτει 1884.
φύλλου του α' τετραδίου -το 1/4 περίπου εκ των άνω - ευρίσκεται επικεκολλημένον επί του εσωτερικού του περικαλύμματος του βιβλίου, υπόλειμμα του κατά την μεταγενεστέραν, προφανώς, στά χωσιν χρησιμοποιηθέντος πρώτου, πιθανώς, τότε φύλλου του χειρο γράφου. Αι σελίδες δεν φέρουν αρίθμησιν, το όλον τεύχος όμως αποτελείται σήμερον εκ 540 σελίδων, των οποίων αι δέκα τέσσα ρες πρώται είναι γεγραμμέναι μετά μείζονος τέχνης και επιμε λείας δι’ άλλης χειρός. Το κείμενον είναι γεγραμμένον δια μέλα νος, οι δε τίτλοι και τα αρχικά δι’ ερυθρού επί χάρτου στιλπνοτά του φέροντος υδατίνας γραμμάς. Εν τέλει του κειμένου, εν τη προτελευταία σελίδι του χειρο γράφου, δια της αυτής (της τελευταίας) χειρός εγράφη το όνομα του αντιγραφέως: «δανιήλος», εν δε τη άνω ώα της κατά την εμήν αρίθμησιν 37ης σελίδος αναγινώσκεται δια μεταγενεστέρας χειρός γεγραμμένη η σημείωσις: «Ιεροθέου Θεοφιλιάδου και τόδε
λεσβίου». Του έργου προτάσσεται πρόλογος, του οποίου μόνον το τέλος σώζεται, εν τω ημετέρω χειρογράφω αρχομένω: «δεόμενη, τοις πλείστα κοπιάσασι περί τούτου...». Τον πρόλογον τούτον ακο λουθεί η επομένη αξιοσημείωτος είδησις του συγγραφέως:
«Ήνυσται αύτη η βίβλος μετά πολλού μόχθου ενταύθα εν τη περιφήμω και αγιωτάτη μητροπόλει των επταπύλων θηβών. ήτις εστίν ο ναός του αυτού ενδόξου αποστόλου και πρωτομάρτυρος, επί του καλώς και θεαρέστως ταύτην αρχιερατεύοντος πανιερω τάτου και Θεοτιμήτου μητροπολίτου υπερτίμου και εξάρχου πάσης βιωτίας, κυρίου ιωάσαφ. ου οι γενήτορες, ευγενέστατοι∙ Θεοφιλείς∙ ελεήμονες∙ και ιερείς τίμιοι και ευλαβέστατοι∙ μακρής τούτο το επώνυμον η δε επίγειος πατρίς αυτού η Θεοφύλακτος νήσος ζάκυνθος∙ παρ’ εμού του ευτελούς και ελαχίστου δούλου αυτού, μανουήλ του μαλαξού, υιού του πρώην τιμιωτάτου οικο νόμου της αγιωτάτης μητροπόλεως ναυπλοίου και άργους, κυρίου δημητρίου∙ εν έτει ζοα ιν[δικτιώ]νος ς'. από κτίσεως κόσμου∙ από δε της κατά σάρκα γεννήσεως του κυ ημών ιύ χύ, αφξβ. μαρτίω ε'». Έπεται ο πίναξ των τίτλων των περιεχομένων του έργου καταλαμβάνων περί τας 35 σελίδας και επιγραφόμενος δι’ ερυ θρού «πίναξ συν θω του παρόντος νομίμου», μετά ταύτα δε ακο λουθεί το κείμενον του βιβλίου, εν τω περιθωρίω του οποίου ανα γράφονται δι’ ερυθρού οι συγγραφείς, παρ’ ων αρρύεται τας εν αυτώ εκτεθειμένας διατάξεις. Ο κώδηξ περιέχει εις διάφορα μέρη προσωπικάς τινος ενθυ μήσεις των κατά καιρούς κατόχων αυτού, εις δε την πρώτην αρχι κώς λευκήν σελίδα του τετραδίου η΄ αναγινώσκεται μεταξύ άλλων και η εξής αξιοπερίεργος:
αψλζ'. απριλίου: ιδ ημέρα πέμτη εχηρωτωνήθη ω διακος σίλβεστρος του υποχυρώς του πανήεροτάτου αγίου ναυπλήου κυρίου κυρνεοφήτου εις χωρίω νταλαμανάρα ηστουαναπλήου τον κάμπο καιήτον χρονών δώδεκα πουεγίνη δωμέτιος ηερωμόναχος αδελφός τουδιάκου έγραψα καιεπλήροσα έναφλορι βενετικον. Τον κώδηκα τοῦτον, καθώς και τους λοιπούς χειρογράφους κώδηκας, ους εύρον εν τη ρηθείση βιβλιοθήκη, απεχώρισα των εντύπων συγκεντρώσας αυτούς εις ιδιαιτέραν προθήκην.
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ! Χριστούγεννα!... κι' οι σκέψεις μου λαχταριστά γυρνάνε στη γέννησή Σου, Κύριε, άσυλο της συμπόνοιας. Χριστούγεννα!... κι’ οι πόθοι μου νοσταλγικά πετάνε προς τ’ άντρο Σου το ταπεινό, σύμβολο της ομόνοιας.
Εκεί που η ελπίδα τη στοργή και τούτη την ελπίδα εφίλησε κι’ ενώθηκαν σ’ ανθόπλεχτο κλωνάρι, εκεί, που της αγάπης, φωτερής σαν την αχτίδα και της ειρήνης άνθισε το τρυφερό βλαστάρι. Λαχτάρες της καρδιάς μου εδώ σκοταδερές βουβαίνουν, Λες κι’ αφουκράζονται βουβές τον ύμνο των αγγέλων κι' οι χτύποι της οι αμαρτωλοί μπρος στο μυστήριο στέκουν, σαν να οραματίζωνται τ’ όραμα των ποιμένων.
Αντί για σμύρνα, Κύριε, τη δέησή μου δέξου που σαν εσπερινό θυμίαμα δειλά ανεβαίνει. Κι' ώ! κάνε μες το βύθος μου, Χριστέ, μιαχτίδα σου να φτάξη, μια στάλα δρόσου απ' το χαμόγελό Σου το γλυκό να στάξη. ΣΤΡ. X" Α.
Ο Άμβων της «Αγίας Σιών»
ΕΠΙΚΑΛΕΣΘΩΜΕΝ
ΤΟΝ
ΣΩΤΗΡΑ
«Εισερχομένου αυτού εις άτινα κώμην απήντησαν αυτώ δέκα λεπροί άνδρες, οι έστησαν πόρρωθεν και αυτοί ήραν φωνήν λέγοντες· «Ιησού επιστάτα, ελέησον ημάς». (Λουκ. 17, 12-13)
Εγκαταλελειμμένοι από όλον τον κόσμον. Νεκροί μεταξύ των ζώντων. Περιφέροντες την αθλιότητα και την μόλυνσιν εις τα σώματά των. Αυτοί ήσαν οι ασθενείς, δια τους οποίους ομιλεί η ανωτέρω ευαγγελική περικοπή και οι οποίοι μόλις είδαν τον Κύριον διερχόμενον εστάθησαν από μακράν και «ήραν φωνήν». Και εις την φωνήν εκείνην συνεπάθησεν - όπως συνήθως εις πα ρομοίας περιπτώσεις - ο Κύριος και εχάρισε την θεραπείαν μόνον με μίαν προσταγήν. Τί είναι η σημερινή ανθρωπότης και με τί ομοιάζει κάθε άνθρωπος που ζή υπό την κυριαρχίαν της αμαρτίας; Δεν ομοιά ζει με τους «λεπρούς» αυτούς, οι οποίοι δεν είχον καμμίαν ελπίδα ανθρωπίνης θεραπείας; Δεν αισθάνεται τον εαυτόν του απομεμονωμένον από όλον τον άλλον κόσμον και δεν περιφέρει την αθλίαν του ύπαρξιν ο αμαρτωλός με κίνδυνον όλων εκείνων, οι οποίοι τον πλησιάζουν; Και δεν αισθάνεται την σήψιν να προ χωρή και να του κατατρώγη κάθε ίχνος εσωτερικής ζωής; Δεν είναι νεκρός μεταξύ των ζώντων, ανίκανος να αισθανθή οιονδή ποτε θείον παλμόν μέσα εις την καρδίαν του; Μόνον μία ελπίς υπάρχει. Εκείνη η ιδία ελπίς, η οποία έσωσε και τους «δέκα λεπρούς». Να υψώση φωνήν προς Εκείνον, εις τον Οποίον υποτάσσονται τα πάντα και ο Όποιος ουδέποτε κωφεύει εις τας φωνάς των πασχόντων: - «Ιησού επιστάτα, ελέησον ημάς!» Αισθάνεσαι, αγαπητέ αναγνώστα, ότι συ δεν έχεις ανάγκην καμμιάς θεραπείας; Ύψωσε την φωνήν σου δια τους άλλους αδελφούς σου, οι οποίοι σήπονται μέσα εις τον βόρβορον της αμαρτίας. Έχεις την πληροφορίαν ότι κάπου νοσείς και ο πνευματικός σου οργανισμός κινδυνεύει από γενικωτέραν μόλυνσιν; Ύψωσε την φωνήν σου δια την θεραπείαν σου. Ημπορεί οι άνθρωποι να σε συχαίνωνται και να μη θέλουν να σε πλησιάσουν. Ημπορεί συ ο ίδιος να συχαίνεσαι τον εαυτόν σου και να μη θέλης να τον αντικρύσης εις τον καθρέπτην της ειλικρινούς αυτοεξετάσεως. -Αυτός άλλωστε είναι ο σπουδαιότε ρος λόγος, δια τον οποίον οι άνθρωποι αποφεύγουν να εξετάζουν συχνά και προσεκτικά τους εαυτούς των.- Μη φοβηθής. Εκείνος δεν σε συχαίνεται, διότι σε αγαπά περισσότερον από όσον σε αγαπούν και οι στενώτεροι φίλοι σου και συγγενείς, και από όσον
και συ ο ίδιος ακόμη αγαπάς τον ίδιον τον εαυτόν σου. Αρκεί να υψώσης την φωνήν σου προς Αυτόν... - «Υπάγετε επιδείξατε εαυτούς τοις ιερεύσιν». Ιδού η απάντησις, την οποίαν δίδει εις τον καθένα που ζητεί την θεραπείαν του από την πνευματικήν του λέπραν. Πηγαί νετε να δείξετε την ασθένειάν σας εις τους λειτουργούς της Εκκλησίας. Από αυτούς θα πάρετε την άδειαν της ελευθεροκοι νωνίας, αυτοί θα σάς αποκαταστήσουν μεταξύ των υγιαινόντων πιστών μελών της Εκκλησίας. Καταφύγετε εις την εξομολόγησιν, οποιαδήποτε εποχή του έτους, και οποιαδήποτε ημέρα της εβδο μάδος, και οποιαδήποτε ώρα της ημέρας και αν είναι... Οι λεπροί υπήκουσαν και έτρεξαν εις τους ιερείς, δια να κά μουν τα νόμιμα του καθαρισμού των, και καθ’ οδόν έλαβον την θεραπείαν, «και εγένετο εν τω υπάγειν αυτούς εκαθαρίσθησαν». Αλλά, φευ! είναι πολύ εγωιστική η σημερινή ανθρωπότης, δια να δεχθή τόσον εύκολα μίαν θεραπείαν, η οποία ως βάσιν έχει την πλήρη συντριβήν και την απόλυτον υποταγήν και ταπείνωσιν. Εντεύθεν και αι αλλεπάλληλοι «προφάσεις εν αμαρτίαις», υπό των οποίων εμποδιζόμεθα να υψώσωμεν την φωνήν προς τον Κυ ριον και να ομολογήσωμεν ότι έχομεν ανάγκην οίκτου και ελεη μοσύνης. Ε. Γ. Μ.
ΧΡΟΝΙΚΑ ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΙΚΟΝΟΣ ΤΟΥ
ΙΕΡΟΥ
ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΟΣ
Εκ διηγήσεων των γεροντοτέρων ήτο γνωστόν ότι όπισθεν της ιεράς επιχρύσου εικόνος της Παναγίας της ευρισκομένης εις το τέμπλον του Ιερού ημών Προσκυνήματος υπήρχεν η αρχαία εικών της Θεοτόκου (κατ’ άλλους μεν της Κοιμήσεως, κατ’ άλλους δε του Ευαγγελισμού) η κομισθείσα εκ των Αγίων Τόπων υπό του θρυλικού μοναχού ή ιερωμένου, του καταφυγόντος εις Πενθίλην ή εις την τοποθεσίαν «Καρυά» της Αγιάσου, δια τον από των εικονο μάχων κίνδυνον. Ουδείς όμως εκ των επιζώντων, αλλά και εκ των προηγου μένως γραψάντων περί της εικόνος ταύτης φαίνεται να είδε ταύ την, και ουδείς ετόλμα να ερευνήση δια την αποκάλυψιν αυτής. Κατόπιν ομοφώνου αποφάσεως της Επιτροπείας του Ι. Προσκυ νήματος εγκριθείσης και υπό του Σεβασμ. Μητροπολίτου ημών μετά την θ. λειτουργίαν παρουσία του Σεβασμ. Μητροπολί του Μυτιλήνης κ. Ιακώβου, του Πανοσιολ. Πρωτοσυγκέλλου, του Αρχιερατικού Επιτρόπου Αγιάσου, του Προεδρείου της Επι τροπείας του Ιερού Προσκυνήματος και του επί τούτω εξ Αθη νών, συστάσει του Διευθυντού του Βυζαντινού Μουσείου κ. Γ. Σωτηρίου, μετακληθέντος ειδικού τεχνίτου κ. Βασιλ. Ραχτσέβσκυ, ηλευθερώθη η επίχρυσος εικών της Παναγίας από του πλαισίου κιβωτίου, εντός του οποίου είχεν ενσφηνωθή και ευρέθη όπισθεν αυτής η αρχαία εικών εις κατάστασιν απαιτήσασαν άμε σον την επέμβασιν του τεχνίτου δια την διάσωσιν αυτής. Η αρχαία αύτη εικών παριστώσα την Παναγίαν βρεφοκρατούσαν επεσκευάσθη ήδη κατά τον αρμόζοντα εις τα αρχαιολογικά εικο νογραφικά κειμήλια τρόπον υπό του κ. Β. Ραχτσέβσκυ μετά πάσης εμπειρότητος και επιμελείας εργασθέντος και θα εκτεθή εις κοινόν προσκύνημα καταλαμβάνουσα την πρέπουσαν εντός του Ιερού Ναού θέσιν, άμα ως ετοιμασθή το υπό κατασκευήν πολυτελές πλαίσιον, εντός του οποίου θα εναποτεθή. Δια την επιστημονικήν αρχαιολογικήν μελέτην της αποκαλυφθείσης εικόνος προσεφέρθη λίαν προφρόνως ο Διευθυντής του Βυζαντινού Μουσείου και Ακα δημαϊκός Καθηγητής του Πανεπιστημίου κ. Γεώργιος Σωτηρίου, όστις και θα δημοσιεύση εν καιρώ το πόρισμα της μελέτης του ταύτης. Το γεγονός της αποκαλύψεως του θρησκευτικο ύ και ιστορι κού τούτου κειμηλίου ανακοινωθέν προς τον ευσεβή λαόν της Αγιάσου από του ιερού Άμβωνος προυκάλεσε ζωηρόν τον ενθουσιασμόν αυτού και αθρόας τας εις αργυρά αντικείμενα συν εισφοράς δια την κατασκευήν του καταλλήλου πλαισίου.
ΣΥΛΛΟΓΗ
ΠΑΛΑΙΩΝ
ΕΙΚΟΝΩΝ
Εξ αφορμής ενδείξεών τινων περί του ότι παρά διαφόροις οικογενείαις της Αγιάσου υπήρχον παλαιαί φορηταί εικόνες και εν τω ενδιαφέροντι της Επιτροπείας του Ιερού Προσκυνήματος, όπως διασωθώσιν αύται από ενδεχομένων συλήσεων και κατα στροφών, ελήφθη απόφασις, όπως συγκεντρουμένων των εικόνων τούτων, κατά το δυνατόν, επ' ευκαιρία της παρουσίας του ειδικού δια την συντήρησιν αυτών τεχνίτου κ. Β. Ραχτσέβσκυ, καταρτι σθή ειδική συλλογή εν τω Ιερώ Προσκυνήματι. Προς τούτο ο Αρ χιερατικός Επίτροπος απηύθυνε σχετικήν έκκλησιν προς τον ευσεβή λαόν, όστις μετά μεγάλης προθυμίας ενστερνισθείς το κοι νωφελές τούτο σχέδιον λίαν φιλοτίμως εξακολουθεί να προσφέρη τας ως οικογενειακά κειμήλια παρ’ αυτώ φυλασσομένας παλαιάς εικόνας. Ούτω μέχρι της παρούσης στιγμής συνεκεντρώθησαν αρκεταί τοιαύται εικόνες. Εφεξής δημοσιεύομεν πίνακα των εν τω μεταξύ καθαρισθει σών και ταξινομηθεισών εικόνων. 1. Άγιος Αθανάσιος (;) εκ κηρομαστίχης, (0,15X0,105), έργον του θ' -ι΄ αιώνος. Προσφορά του κ. Νικ. Δεμιργκέλλη. 2. Άγιος Γεώργιος, (0,327X0,27), έργον ιε' -ιστ' αιώνος. Προσ φορά Οικογενείας Φ. Κεραμυδά. 3. 'Αγιοι Θεόδωροι, (0,253X0,206), έργον β' ημίσεως ιστ' αιώνος. Προσφορά Οικογενείας Παν. Πατσέλλη. 4. Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, (0,322X0,245), εντός ξυλογλυ πτου ωοειδούς πλαισίου, αρίστης τέχνης του τέλους του ιστ' αιώνος. Προσφορά του κ. Μιχ. Σινάνη. 5. Παναγία η Ελεούσα, (0,22X0,217), έργον ιστ΄ αιώνος. Προσ φορά χήρας Ευστρατίου Σμυρνιού. 6. Άγιος Μιχαήλ ο Σινάδου, (0,235X0,202), με προφανή επίδρα σιν της Κοπτικής τέχνης, έργον του τέλους του ιστ' αιώνος. Προσφορά του κ. Παναγ. Κ. Βαμβουρέλλη. 7. Αγία Παρασκευή (;), (0,375X0,29), έργον ιζ' αιώνος. Προσ φορά κ. Αμερισούδας Στ. Νουλέλλη. 8. Η Θεοτόκος ένθρονος, (0,227X0,17), Κρητικής τέχνης του ιζ' αιώνος. Προσφορά του κ. Αντωνίου Μουχάλου. 9. Γέννησις του Χριστού, (0,31X0,27), εικών ρωσική της σχολής Sousdaille, αρίστης τέχνης (σύνθεσις μικρογραφιών) του ιζ' αιώνος. Προσφορά κ. Αριστ. Σάββα. 10. Ανάστασις, (0,25X0,20), Κρητικής τέχνης του ιζ' αιώνος. Προσφορά Πολυξένης χήρας Γεωργ. Γραμμέλλη. 11. Παναγία, (0,205X0,153), έργον του ιζ' αιώνος. Προσφορά κ. Μαρίας Πηγάση. 12. Άγιος Στυλιανός, (0,203X0,143), του ιη' αιώνος. Προσφορά του κ. Βασ. Γαλετσέλλη.
13. Δίπτυχον εικόνων της Παναγίας και του Αγίου Γεωργίου, (0,064X0,06), του ιη' αιώνος. Προσφορά του κ. Χαριλάου Βου νάτσου. 14. Παναγία Βρεφοκρατούσα. (0.225X0,175), του ιη'αιώνος. Προσ φορά κ. Ασπασίας Ε. Ηλιογραμμένου. 15. Δίπτυχον εικόνων Αγίου Ευθυμίου και Κοιμήσεως της Θεο τόκου, (0,94X0,65), Κρητικής τέχνης του ιη' αιώνος. Προσφορά της κ. Μητροδώρου. 16. Παναγία, (0,237X0,18), του ιη' αιώνος. Προσφορά Πρεσβυτέ ρας Νεφέλης Π. Παπουτσέλλη. 17. Προφήτης Ηλίας και Αγία Ειρήνη, (0,18X0,16), λαϊκής τέ χνης του 1862. Προσφορά του κ. Βασ. Κεραμυδά. 18. Άγιος Δημήτριος, (0,22X0,147), λαϊκής τέχνης του ιθ'αιώνος. Προσφορά κ. Βασιλικής Σαλαβάτη. 19. Άγιος Στυλιανός, (0,155X0,118), του ιθ' αιώνος. Προσφορά του κ. Χαρ. Δουκάρου. 20. Αρχάγγελος Μιχαήλ, (0,12X0,09), του ιη' αιώνος. Προσφορά Οικογενείας Ψυρκούδη. 21. Παναγία και Άγιος Χαραλάμπης, (0,345X0,26), αρίστης τέ χνης του ιη' αιώνος. Προσφορά κ. Αμερισούδας Αβδελά. 22. Παναγία Ελεούσα, (0,282X228), αρίστης λαϊκής τέχνης του ιη' αιώνος. Προσφορά κ. Παναγιώτου Γρημανέλλη. 23. Άγιοι Πάντες, (0,443X0,295), Κρητικής τέχνης του ιζ' αιώνος. Προσφορά χήρας Ευσταθίου Πιπερίτου. 24. Άγιος Στυλιανός, (0,172X0,127), του τέλους του ιη' αιώνος. Προσφορά κ. Αφροδίτης Βουλαλά. 25. Η «Γλυκοφιλούσα» Παναγία, (0,21X0,142), του ιη' αιώνος. Προσφορά κ. Αναστασίας Δημητρ. Παπουτσέλλη. 26. Άγιος Γεώργιος, (0,103X0,078)-το κεντρικόν τμήμα τριπτύ χου - του ιη' αιώνος. Προσφορά κ. Χρυσούλας Χρ. Κουτσουμπή. 27. Άγιος Αθανάσιος, (0,23X0,18), ελαιογραφία του ιθ' αιώνος. Προσφορά κ. Ευστρατίου Γ. Χριστοφή. 28. Ευαγγελιστής Μάρκος, (0,146X0,108), ελαιογραφία των αρχών του ιθ' αιώνος καλής τέχνης. Προσφορά Οικογενείας Ευστρ. Μυστεγνιώτου. 29. Ευαγγελιστής Ματθαίος, (0,146X0,108), ελαιογραφία των αρχών του ιθ' αιώνος, καλής τέχνης. Προσφορά Οικογενείας Ευστρ. Μυστεγνιώτου. 30. Ιωάννης ο Θεολόγος, (0,07X0,06), ελαιογραφία του ιθ' αιώ νος. Προσφορά κ. Χριστ. Αλτιπαρμάκη. 31. Αρχάγγελος Μιχαήλ, (0,117X0,094), του ιθ' αιώνος. Προσ φορά κ. Παναγ. Ν. Χαλέλλη. 32. Παναγία, (0,29X0,216), του ιθ' αιώνος. Προσφορά κ. Ελενού δας Λιμιρίτ.
33. Παναγία, (0,29X1,22), λαϊκής τέχνης του ιθ' αιώνος. Προσφορά κ. Ευστρ. Καπάτου. 34. Αγία Κυριακή, (0,27X0,21), λαϊκής τέχνης του ιθ' αιώνος. Προσφορά κ. Ευστρ. Καπάτου. 35. Αρχάγγελος Μιχαήλ έφιππος, (0,358X0,31), λαϊκής ρωσικής τέχνης του ιθ' αιώνος. Προσφορά κ. Ευστρ. Γρ. Κουρτζέλλη. 36. Άγιος Ιωάνν. Πρόδρομος και Άγιος Γεώργιος, (0,39X0,30), λαϊκής τέχνης του ιθ'αιώνος. Προσφορά κ. Χριστόφα Γραμ μέλλη. 37. Άγιος Στυλιανός, (0,172X0,127), του τέλους του ιη' αιώνος. Προσφορά της κ. Αφροδίτης Βουλαλά. 38. Άγιος Γεώργιος, (0,344X0,24), ελαιογραφία του ιθ' αιώνος. Προσφορά κ. Γρηγορίου Βέτσικα. 39. Άγιος Γεώργιος, (0,23X0,17), λαϊκής τέχνης του ιθ' αιώνος. Προσφορά της κ. Μαρίας Καλατζή. 49. Άγιος Χαραλάμπης, (0,27X0,214), ελαιογραφία του τέλους του ιθ' αιώνος. Προσφορά κ. Κανέλλας Ηρ. Αναστασέλλη. (Έπεται συνέχεια)
Μαθητική λειτουργία. Τη προ των Χριστουγέννων Τε τάρτη πάντες οι μαθηταί των εν Αγιάσω σχολείων μετά των διδα σκάλων αυτών παρηκολούθησαν την θ. λειτουργίαν, τελεσθείσαν υπό του αιδεσ. Νικ. Πατσέλλη εν τω ιερώ ναώ της Αγίας Τριάδος και μετέ λαβον εν ζηλευτή ευλαβεία και τάξει των Αχράντων Μυστηρίων. Προς τους μαθητάς ωμίλησεν επικαίρως ο ημέτερος Διευθυντής κατά την ώ ραν του Κοινωνικού επί της αναγνω σθείσης ευαγγελικής περικοπής περί των υπό του Κυρίου ευλογηθέντων παιδίων, διενεμήθησαν δε προς αυτούς σχετικαί εικόνες μετά την θ. λειτουργίαν.
σμα επικαίρως ο ημέτερος Διευθυν της και διένειμε κατά την απόλυσιν σχετικάς εικόνας.
Αι εορταί του Δωδεκαημέρου. Εξαιρετική τάξις επεκράτησεν εν τω Ιερώ Προσκυνήματι κατά τας ιεράς Ακολουθίας των εορτών του Δωδεκαημέρου και δη κατά τας παραμονάς των Χριστουγέννων, ότε αθρόοι προσήλθον οι πιστοί εις την θ. Μετάληψιν, και κατά την διανομήν του ηγιασμένου ύδατος των Θεοφα νείων, χάρις εις τα από πέρυσι καθιερωθέντα δια τας ημέρας ταύ τας έκτακτα μέτρα υπό του Αρχιερατικού Επιτρόπου και της Επι τροπείας του Ιερού Προσκυνήματος.
Παιδικά Χριστούγεννα.
Η Πρώτη του Νέου "Ετους.
Τη παραμονή των Χριστουγέννων εσπέρας εψάλη εν τω Ιερώ Προσκυ νήματι χάριν των εν Αγιάσω σχο λείων ο Πανηγυρικός Εσπερινός της Εορτής των Χριστουγέννων, καθ’ ον ωμίλησε προς το νεαρόν εκκλησία
Τη 1η Ιανουαρίου ε.έ. επί τη Πρώτη του Νέου Έτους ευθύς μετά την θείαν λειτουργίαν εψάλη υπό του Ιερού Κλήρου της κωμοπόλεως η καθιερωμένη Δοξολογία εν τω Ιερώ Προσκυνήματι παρουσία των τοπι
κών Αρχών και πλήθους πολλού του ευσεβούς λαού, μεθ’ ην επικαί ρως ωμίλησε περί της πραγματικής πηγής της ευτυχίας ο Αρχιερατικός Επίτροπος. Ακολούθως εν τω γρα φείω του Πρεσβυτερίου εδεξιώθη τας Αρχάς και τους προσελθόντας επι λέκτους πολίτας ο Αρχιερατικός Επίτροπος, και έκοψε και διένειμε κατά το πατροπαράδοτον έθιμον την Βασιλόπητταν, ευχηθείς επικαίρως τα πρέποντα. Αυθημερόν, μετά μεσημβρίαν, εν τη αιθούση του Α' Δημοτικού Σχο λείου ετελέσθη η εορτή της Βασιλό πηττας χάριν των μαθητών των Κα τηχητικών Σχολείων, παρισταμένων του Ιερού Κλήρου, των Επιτρόπων του Ι. Προσκυνήματος, και των Ε φόρων και διδασκάλων των σχο λείων, διενεμήθησαν δε γλυκίσματα και διάφορα μικρά δώρα εις τους μαθητάς. Μετά τούτο ομάς μαθη τών και μαθητριών των Κατηχητικών Σχολείων υπό τον διδάσκαλον της μουσικής κ. Αθανάσ. Πούπουραν περιήλθε την κωμόπολιν και έψαλε τα «Κάλλανδα» υπέρ των απόρων μαθητών.
Η Εορτή των Γραμμάτιον. Τη 30ή Ιανουαρίου ε.έ. επί τη εορτή των Τριών Ιεραρχών ετελέσθη παρουσία των τοπικών Αρχών, των σχολείων και πολλού ευσεβούς λαού πανηγυρικόν Συλλείτουργον εν τω Ιερώ Προσκυνήματι και Επιμνημό συνος Δέησις υπέρ των ψυχών των αοιδίμων διδασκάλων του Γένους και των ιδρυτών, δωρητών και διδα σκάλων των εν τη Κωμοπόλει εκπαι δευτικών ιδρυμάτων. Ο ημέτερος Διευθυντής ωμίλησε περί του συνδέ σμου του Ελληνισμού και του Χρι στιανισμού.
Ομιλίαι προς τον Στρατόν. Εις τον ημέτερον Διευθυντήν ανε τέθησαν υπό της Ιεράς Μητροπό
λεως αι υπ' αυτής οργανωθείσαι ο μιλίαι χάριν των νεοσυλλέκτων στρα τιωτών του εν Μυτιλήνη Συντάγμα τος, αίτινες γίνονται κατά παν Σάβ βατον, 5 μ.μ., εν τω αυτόθι “Ιερώ Ναώ του Αγίου Θεράποντος. Την έναρξιν των ομιλιών τούτων, γενομέ νην τη 13η Νοεμβρίου π.ε., παρηκο λουθησεν ο Διοικητής του Συντά γματος κ. Μαχάς μετά του Επιτε λείου του και των λοιπών αξιωματι κών, ωμίλησε δε εν αρχή ο Πανοσ. Πρωτοσύγκελλος κ. Ιάκωβος, παρου σιάσας δια λόγων θερμών και συγ κινητικών τον Ιεροκήρυκα.
Μεταθέσεις κληρικών. Υπό του Σεβασμ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης ο εκ των εφημερίων του Ιερού Προσκυνήματος αιδεσιμ. Παν. Στάικος από της 1ης Ιανουαρίου ε.έ. ετοποθετήθη προσωρινώς εις τον Ι. Μητροπολιτικόν ναόν Μυτι λήνης, εν δε τω Ιερώ Προσκυνήματι ετοποθετήθη ο αιδεσιμ. Αλκιβιάδης Στεφανής.
Δωρεά κληρικού. Δια του υπ’ αριθμ. 2605 της 27 Δεκεμβρίου 1937 εγγράφου του Σεβα σμιωτάτου Μητροπολίτου εγνωστο ποιήθη τη Επιτροπεία του Ιερού Προσκυνήματος ότι ο αιδεσιμ. Αλκι βιάδης Στεφανής δια δηλώσεώς του προς την Α.Σ. δωρείται τω Ιερώ Προσκυνήματι τους μισθούς της πρώτης τριετίας της εν αυτώ εφημε ρίας του δια την κατασκευήν έργου τινος ορισθησομένου υπό του Σεβασμ. Μητροπολίτου εν συνεννοήσει μετά της ρηθείσης Επιτροπείας.
Αναγνώρισις οφφικίων. Δια της υπ' αριθμ. 258 της 1 Φε βρουαρίου ε.έ. αποφάσεως του Σεβασμ. Μητροπολίτου «περί καταρ τισμού πίνακος των οφφικιούχων ιερέων της επαρχίας Μυτιλήνης»
ανεγνωρίσθησαν εν Αγιάσω ως Πρωτοπρεσβύτερος μεν ο Αρχιερα τικός Επίτροπος αιδεσιμ. Εμμ. Γ. Μυτιληναίος, ως Οικονόμος δε ο εφημέριος του Ιερού ναού της Αγίας Τριάδος αιδεσιμ. Νικ. Πατσέλλης.
Νέα Κοινοτική Αρχή. Διαλυθέντος του Κοινοτικού Συμ βουλίου Αγιάσου εξ αποφάσεως του Υπουργικού Συμβουλίου διωρί σθη τριμελής διοικητική επιτροπή, απαρτισθείσα εκ των κυρίων Ιωάννου Χατζηλεωνίδα, Προέδρου, Στρατή Κολαξιζέλλη και Αντωνίου Αναστα σέλλη. Την 2 Φεβρουαρίου ε.έ. επί τη εγκαθιδρύσει της νέας κοινοτικής Αρ χής ετελέσθη αγιασμός εν τω προσω ρινώ γραφείω της Κοινότητος υπό του Αρχιερατικού Επιτρόπου και του Ιερού Κλήρου του Ι. Προσκυ
νήματος, παρουσία των τοπικών Αρ χών, των διδασκάλων και άλλων επιλέκτων πολιτών. Μετά την από λυσιν ο νέος Πρόεδρος της Κοινό τητος ωμίλησεν εν γενικαίς γραμ μαίς περί του προγράμματος αυ τού.
Επιτροπεία Ι. Προσκυνήμα τος. Τον αποβιώσαντα Παναγιώτην Χα τζηεμμανουήλ αντικατέστησε συμφώ νως τω περί του Ιερού Προσκυνή ματος ειδικώ Διατάγματι ο νέος Πρόεδρος της Κοινότητος κ. Ιωάν νης Χατζηλεωνίδας, προς ον ο Αρ χιερατικός Επίτροπος εκοινοποίη σεν εγκαίρως το σχετικόν διοριστή ριον γράμμα του Σεβασμ. Μητροπο λίτου, συνοδεύσας αυτό δια σχετικού συγχαρητηρίου εγγράφου του.
Η ιδρύσασα την «Αγίαν Σιών» Επιτροπεία του εν Αγιάσω Ιερού Προσκυνήματος της Υπεραγίας Θεοτόκου.
ΑΓΙΑ
ΣΙΩΝ
ΜΗΝΙΑΙΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΑΣΩ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ ΙΕΡΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΊΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑΣ ΑΥΤΟΥ ΕΥΛΟΓΙΑΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ κ. ΙΑΚΩΒΟΥ ΕΤΟΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ
Α'
ΑΡΙΘΜ. 10-11
ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ
ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ
Πρωτοπρεσβύτερος
1938
ΤΑ «ΑΝΘΗ ΕΥΛΑΒΕΙΑΣ» ΚΑΙ
Η ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΙΑΣ Του Καθηγητού κ. Γ. ΒΑΛΕΤΑ
Ειδικώτερος θα έπρεπε να γίνει λόγος για την ποιητική συλλογή του 1708, που βγήκε στη Βενετιά κι είνε γνωστή με τον τίτλο της «Άνθη ευλαβείας». Ενδιαφέρουν εξαιρετικά τη θεομητορική υμνολο γία και ενδιαφέρουν παράλληλα και τη νεοελληνική ποίηση - από πολλές πλευρές. Κι η σημασία τους ξαπλώνεται και στην ιστορία του γλωσσικού και σ’ αυτή την ιστορία του νεοελληνικού πολιτισμού. Πρέπει από την αρχή κιόλας να τονιστή, πως η συλλογή αυτῄ μόλις κατά τα τελευταία χρόνια προσέχτηκε απ’ τους ιστορικούς της λογοτεχνίας μας1. Πρωτύτερα μας ήταν γνωστή μόνο βιβλιογρα φικά2, ο δε Σάθας είχε χρησιμοποιήσει το βιβλίο και μας είχε δώσει τα ονόματα των ποιητών του με λίγες βιογραφικές πληροφορίες3 και με τον τίτλο των ποιημάτων, που είνε δημοσιευμένα στα «Άνθη ευλαβείας». Το βιβλίο άργησε να γίνει γνωστό κατά το περιεχόμενό του, γιατί είνε σπανιώτατο. Για την ώρα είνε γνωστά μόνο δυο αντί τυπά του - το ένα στην Εθνική βιβλιοθήκη στο Παρίσι και το άλλο στην ιδιωτική βιβλιοθήκη του Γιάννη Βλαχογιάννη στην Αθήνα. Ο τελευταίας στα 1932 δημοσίευσε4 περιγραφή του βιβλίου και μας έδωσε μαζί με την ανάλυσή του και ένα μεγάλο μέρος από τα περιεχό μενά του. Με τη μελέτη αυτή του Βλαχογιάννη, μπορούμε να πούμε, πως εγνωρίσαμε καλλίτερα και εκτιμήσαμε περισσότερο την πολύτιμη αυτή συλλογή, που είνε ένα βαρυσήμαντο φανέρωμα ποιητικής και (1) Ο Ηλίας Βουτιερίδης στα 1924, Ιστορία της νεοελληνικής λογο τεχνίας, τόμ. Α' (Ζηκάκης) σελ. 395 κπ. πρωτογνώρισε γραμματολογικά τη συλ λογή. Και ο Καμπάνης έκαμε ειδικό λόγο, αναφερόμενος στο Βλαχογιάννη, στην Ιστορία της νέας ελληνικής λογοτεχνίας, Αθήναι (Κολλάρος) 1933, σελ. 112-114. Τελευταία κι ο Παναγιωτόπουλος και στις δυο εκδόσεις του βιβλίου του: Στοιχεία Ιστορίας της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Αθήναι, 1936 και 1938, σελ. 54-5. (2) Δεν ξέρω αν το βιβλιογραφεί ο Βρετός, μα ο Σάθας το γνωρίζει και το έχει χρησιμοποιήσει. (3) Κ. Σάθα Νεοελλ. φιλολογία... Αθήναι, 1868, σελ. 597-8. (4) Γιάννη Βλαχογιάννη Άνθη ευλαβείας (Μικροί ιστορικοί έρανοι), «Πρωΐα» (εφημ. Αθηνών) 29 Αυγ., 5 και 11 Σ/βρίου 1932, 1 επφ.
γλωσσικής πρωτοπορείας. Οι νεοελληνικές γραμματολογίες5 κάνουν τώρα ξεχωριστό λόγο για τα «Άνθη ευλαβείας», οι δε νεοελληνικές ποιητικές ανθολογίες6 άρχισαν να περνούν εκλογές απ’ τα ποιήματα της συλλογής. Οι αρχές της νεοελληνικής λυρικής ποίησης μετατοπι στήκαν ένα αιώνα πίσω.
Τα «Άνθη ευλαβείας» βγήκαν στα 1708, καθώς είπαμε, στη Βενετιά με τον τίτλο:7 Άνθη ευλαβείας εκχυθέντα εις την Πανένδοξον Μετάστασιν της Θεομήτορος Μαρίας παρά τινων των του Φλαγγινιανού Ελληνομουσείου τροφίμων τε και Σπουδαίων, επιστασία και επανορθώσει του πολυμαθε στάτου αυτών Ιεροδιδασκάλου Ιωάννου Πατούσα του εξ Αθηνών, Γυμνα σιάρχου του ρηθέντος Φροντιστηρίου και πανευλαβώς αφιερωθέντα τω Πανιερωτάτω και Σοφωτάτω Κω Κω Μελετίω Τυπάλδω, Μητροπολίτη Φιλαδελφείας, Υπερτίμω και Εξάρχω πάσης Λυδίας, και των εν ταις κλειναίς Ενετίαις Ελλήνων Αξιοπρεπεστάτω Προέδρω. Ενετίησιν αψη».
Ο τίτλος είνε πολύ αναλυτικός και τα λέει όλα. Με λίγες παρα τηρήσεις και ιστορικές επεξηγήσεις θα μπορέσουμε να καταλάβουμε το χαρακτήρα και την προέλευση του βιβλίου, καθώς και το σκοπό του. Πρόκειται για προσφορά πνευματική - μια επετηρίδα σχολική σα λεύ κωμα, σαν πανηγυρική έκδοση του Φλαγγινιανού Ελληνομουσείου της Βενετιάς, με τη συνεργασία των διδασκάλων, των παλαιών αποφοίτων και των μαθητών του, φροντισμένη και τακτοποιημένη από τον γυμνα σιάρχη της σχολής, τον Ιωάννη Πατούσα. Οι εκδόσεις αυτές ήταν συνηθισμένες στα χρόνια εκείνα - δεν είνε δε τα «Άνθη ευλαβείας» η μοναδική έκδοση του Φλαγγινιανού8. Το σχολείο αυτό ιδρύθηκε9 στα 1662 και άρχισε τη λειτουργία του ύστερα από δυο ψηφίσματα της ενετικής γερουσίας, που υποβληθήκανε και εγκριθήκανε απ’ το πανεπιστήμιο του Παταυΐου, στα 1664. Ιδρυτής του ο Θωμάς Φλαγγί νης10 από την Κέρκυρα, δικηγόρος πρώτης γραμμής. Έδωσε για τη σύσταση και τη διατήρησή του 17.175 δουκάτα και με την επιβολή του κατώρθωσε να βγάλει νόμο η ενετική κυβέρνηση, που υποχρέωνε τους Έλληνες εμπόρους να δίνουν φόρο για τα εισαγόμενα και εξαγόμενα εμπορεύματα για τη σύσταση του σκολειού. Ο Φλαγγίνης πέθανε στα 1648. Η σχολή είχε τον τύπο των λυκείων, που λειτουργούσανε τότε στην Ευρώπη. Ήταν ιερατικό γυμνάσιο, προωρισμένο να προετοιμάζει και να μορφώνει ορθοδόξους Έλληνες κληρικούς, που θα έβγαιναν (5) Βλ. ό.π. σημ. 1. Για το βιβλίο έκαμε λόγο και ο γράφων σ’ ένα άρθρο του στη ΜΕΕγκ. τομ. ΚΔ' 1934, σελ. 46-47α. (6) Ηρ. Ν. Αποστολίδη Ανθολογία (1808-1933), Αθήναι (Πυρσός) 1933, σελ. 36 (του Βενέριου), σελ. 458 (του Στρατηγού), σελ. 161 (του Κολομπή). Δεν ξέρω αν η νεώτερη ανθολογία του Χρυσανθόπουλου πρόσεξε και περίλαβε τα κομμάτια αυτά. (7) Κατά τη βιβλιογράφηση του Βλαχογιάννη ό.π. σημ. 4. (8) Βλ. παρακάτου σημ. 16. (9) Περισσότερες πληροφορίες για το Φλαγγινιανό Ελληνομουσείο ή Φρον τιστήριο κοίτα στο σχετικά άρθρο μου της σημ. 5, ό.π. (10) Βλ. το σχετικά άρθρο μου στη ΜΕΕγκ. τόμ. ΚΔ' 1934, σελ. 46β-γ, όπου και εικόνα του παρμένη απ’ το έργο του Βελούδου, ό. παρακάτου σημ. 12.
ύστερα για να δράσουν ως ιεροκήρυκες και διδάσκαλοι Από την άποψη αυτή το Φλαγγινιανό είχε μεγάλη σημασία. Είνε γνωστή η δράση, οι σκοποί και τα μέσα, που δουλεύανε διάφορα σχολεία και λύκεια στην Ευρώπη. Παίρνανε δωρεάν και με πολλές ευκολίες φτω χούς Έλληνες σπουδαστές και τους φαρμακώνανε σιγά-σιγά με το καθολικό δόγμα -τους προσηλυτίζανε στην καθολική εκκλησία. Οι περισσότεροι βγαίνανε τέλειοι καθολικοί. Και είνε γνωστοί πολλοί Έλλη νες λόγιοι και κληρικοί, που παρασυρθήκανε στο καθολικό δόγμα και δράσανε στην καθολική προπαγάνδα11. Το Φλαγγινιανό Ελληνομουσείο ιδρύθηκε με σκοπό ν’ αντιδράσει στη συστηματική αυτή καθολική προ παγάνδα άλλων σχολείων, όπως τα λύκεια της Πάδουας, της Ρώμης κλπ. Έδινε ανθρωπιστική μόρφωση στους τροφίμους του, μα ο σκοπός του ήταν θρησκευτικός. Οι διδάσκαλοί του ήταν κληρικοί και οι μαθητές, όταν αποφοιτούσαν, γινόταν υποχρεωτικά κληρικοί. Στην αρχή δεχόταν μόνο Έλληνες ορθόδοξους μαθητές. Αργότερα και ξένους και ετερό θρησκους, που συμμορφωνόταν με το σκοπό και τις επιδιώξεις της σχολής. Έκανε δηλ. κι αυτό κάτι παρόμοιο κι αντίστοιχο με τα άλλα προσηλυ τιστικά λύκεια της Ιταλίας. Το Φλαγγινιανό λύκειο υπαγόταν στην υψηλή εποπτεία και διεύ θυνση του πανεπιστημίου Παταυΐου, μόνο για το εκπαιδευτικό και διδακτικό μέρος. Απ’ το ανώτερο αυτό ίδρυμα διωριζόταν οι διδάσκα λοι του Φλαγγινιανού και καθωριζότανε ο αριθμός των εισακτέων μαθητών του12. Αυτοί στην αρχή ήταν 10, έπειτα έγιναν 12. Απ’ τους υποψηφίους προτιμώνταν οι πατριώτες του ιδρυτή και χορηγού Θωμά Φλαγγίνη, οι Κερκυραίοι, και κατά δεύτερο λόγο οι Κύπριοι. Οι διδάσκαλοι ήταν τρεις, όλοι κληρικοί λόγιοι. Κληρικοί, καθώς είπαμε, έβγαιναν και όλοι οι μαθητές. Η σχολή ήταν ωργανωμένη άριστα. Είχε ιδιαίτερο υπηρετικό προσωπικό. Τη διοίκηση και την οικονομική της διαχείριση την είχε η Αρχή των Νοσοκομείων και Καταστημάτων της Βενετιάς, και την άμεση εποπτεία της διδασκαλίας και της ευταξίας ο μητροπολίτης Φιλαδελφείας, που είχε την έδρα του στη Βενετιά. Γι’ αυτό τα «Άνθη ευλαβείας» είνε αφιερωμένα, με τόσο σεβασμό και με τόσο τιμητικά λόγια, σ’ αυτόν. Στη σχολή διδασκόταν η αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα, η ρητορική, η φιλοσοφία, η εκκλησια στική φιλολογία, η λειτουργική κλπ. Στο τέλος της χρονιάς γινόταν η λεγόμενη «δημοσία ακαδημία»13, δηλαδή η επίσημη πνευματική γιορτή της σχολής. Μπροστά στον κόσμο και στους εφόρους της σχο λής, οι μαθητές εξεταζόταν και διαγωνιζόταν σε ποιητικά, ηθικά και φιλοσοφικά μαθήματα και γυμνάσματα στην ελληνική και λατινική γλώσσα. Απαγγέλανε αυτοσχέδια ποιήματα και στην αρχαία ελληνική,* 12 (11) Όπως εδώ που τα λέμε την έπαθε κι ο Μητροπολίτης Φιλαδελφείας Μελέτιος Τυπάλδος, που τον πλανέψανε και προσχώρησε στο καθολικό δόγμα στα 1712. Από τότε καταργείται κι ο δεσποτικός θρόνος της Φιλαδελφείας στη Βενετιά. Πρβλ. Κ. Σάθα Ν. Φ. ό.π., σελ. 454-5. (12) Ιω. Βελούδου Ελλήνων ορθοδόξων αποικία εν Βενετία. Ιστορικόν Υπόμνημα. Έκδ. Β', Βενετία 1893, σελ. 116. Ο Βελούδος δίνει πολλές πληρο φορίες για την ίδρυση, τη λειτουργία και την οργάνωση της σχολής. (13) Ιω. Βελούδου ό. π. σελ. 117.
στη λατινική μα και στη δημοτική γλώσσα -επιγράμματα, ύμνους, ωδές κλπ. Οι γιορτές αυτές ήταν πολύ παλιά συνήθεια, μα στο Φλαγγι νιανό γινόταν ταχτικά και με επισημότητα. Βγάζανε μάλιστα και προ γράμματα, όπως είνε το μονόφυλλο14 του 1681, που μας είνε μόνο βιβλιογραφικά γνωστό. Επίσης το βιβλιάριο του 1711, τυπωμένο απ’ το Βόρτολι, με τον τίτλο Il merito la scienza e la gloria15. Συχνά μαζί με το πρόγραμμα έβγαζαν σε φυλλάδιο και τα έργα και τα γυμνά σματα των μαθητών. Τέτοιο είνε το φυλλάδιο, που τύπωσε στα 1711 το Φλαγγινιανό με το όνομα των Αβλαβών και περιέχει τα ποιητικά δοκίμια των μαθητών του σχολείου μαζί με άλλα θέματα και εργασίες. Κι αυτό το φυλλάδιο μού είνε μόνο βιβλιογραφικά γνωστό16. Τον ίδιο χαρακτήρα και τον ίδιο σκοπό έχουν και τα «Άνθη ευλαβείας». Λιγο σέλιδο βιβλίο σε μεγάλο τέταρτο σχήμα, με φροντισμένη κατάταξη του περιεχομένου του και με επιμελημένη εκτύπωση, αποτελεί τη σπου δαιότερη και προσωπικώτερη έκδοση του Φλαγγινιανού Ελληνομουσείου της Βενετιάς, κι ακόμα την πρώτη από όσες μας είνε γνωστές.
Κατά τη βιβλιογραφική περιγραφή του Βλαχογιάννη17, η πρώτη σελίδα του βιβλίου, που δεν είνε αριθμημένη, έχει χαλκογραφημένο το έμβλημα της Εταιρείας των Αβλαβών. Μια παράσταση συμβολική: ο ήλιος βγαίνει φωτοβόλος ανάμεσα από πυκνά σύννεφα. Και στην κορφή, λατινικά η φράση: Το σκοτάδι δε νικάει το φως. Στο κάτω μέρος το όνομα της Εταιρείας ιταλικά: Οι αβλαβείς. Πρέπει να δούμε πρώτα και την αφιέρωση, που αποτελεί την εισαγωγή του βιβλίου, για να σχηματίσουμε μιαν ιδέα για την Εταιρεία αυτή. Αποτείνεται στο μητροπολίτη Φιλαδελφείας Μελέτιο Τυπάλδο. «Εκείνα τα ολίγα άνθη, όπου εβλάστησαν εις δόξαν της Θεομητορικής Μεταστάσεως, ανάμεσα εις τους φραγμούς τούτου του Κήπου, εύλογον μας έφάνη να τα λαμπρύνωμεν και να τα διαφυλάξωμεν από κάθε μαρασμόν με την σκέπην του Αρχιερατικού σας Ονόματος. Επειδή και ως άνθη Ιερά όπου είναι, και ως άνθη τούτου του Τόπου, και συνθεμένα μάλιστα από λέξεις του κοινού μας ιδιώματος, εις άλλον βέβαια δεν έπρεπε να αφιερωθούν, παρά εις την υμετέραν Πανιερότητα, όπου είναι της Αρχιε ρωσύνης ο στολισμός, του Ελληνομουσείου τούτου επιστάτης ακοίμητος και της εδικής μας μάλιστα φράσεως ο θησαυρός και το καύχημα. Αν είναι άνθη ευώδη και ηδύπνοα, αν είναι ρόδα και κρίνα, εμείς μήτε τολμώμεν να ειπούμεν πώς το ηξεύρομεν, μήτε αν το ηξεύραμεν, ετολμούσαμεν να το ειπούμεν. Είναι όμως εις κάποιον τρόπον ρόδα και κρίνα· ρόδα μεν, διατί φαίνονται βαμμένα με το προφυρούν χρώμα της πεπυρωμένης μας ευλα βείας προς την Αειπάρθενον· κρίνα δε δια την γνησίαν καθαρότητα, με την οποίαν καμμιάν φοράν επαινούμεν τον παντός επαίνου Υπέρτερον. Ειδέ και ευρεθή τινάς, όπου να μην αισθάνεται εκείνην την ευωδίαν όπου ήθελεν, ας συλλογισθή ο τοιούτος, πως τούτα είναι κάποια άνθη αιφνίδια, ανθισμένα εις το φλογερόν τέλος του θέρους, όχι εις την ανθηράν αρχήν της Ανοίξεως.
(14) Ιω. Βελούδου, ό.π. και Γιάννης Βλαχογιάννης, ό.π. σημ. 4. Ο Βελούδος είχε δη το πρόγραμμα αυτό. (15) Ιω. Βελούδου, ό. π. (16) Κατά το Βελούδο ό.π.: Graeciae obsequia Senatui Veneto ab Academicis Illaesis exhibita, et Patavini studii Moderatoribus ab iisdem dicata in Co;;egio Flanginiano. Venetiis. Conratti 1716. (17) Ό. π. σημ. 4.
«Της υμετέρας Πανιερότητος Ταπεινός και ευλαβής Δούλος, Λιβέριος Κολέττης, Ιερεύς Αθηναίος, συν τοις λοιποίς Σπουδαίοις του Φλαγγινια
νού Ελληνομουσείου».
Ύστερα από ένα επίγραμμα στην αρχαία ελληνική κάποιου Δημ. Γεωργούλη, απ' τα Τρίκκαλα της Πελοποννήσου, που εξυμνεί τον γυμνασιάρχη του Φλαγγιανού και επιμελητή της έκδοσης Ιωάννη τον Πατούσα και όπου αντηχεί το μακρυνό παράπονο κι ο στεναγμός «βρίσκουμαι μακρυά απ' την ελληνική γη και συλλογίζουμαι τη συμ φορά της», ακολουθεί ο καταλογος των συνεργατών της συλλογής, που παρουσιάζονται όλοι ως μέλη της Εταιρείας των Αβλαβών. Όλοιόλοι δώδεκα. Μα δεν είνε όλοι τελειόφοιτοι του Φλαγγινιανού κατά τη χρονιά αυτή (1708), όπως πιστεύει ο Βλαχογιάννης, Κι ο τίτλος τους χωρίζει σε δυο κατηγορίες κι ο κατάλογος, σημειώνοντας την ιδιό τητα και το αξίωμα του καθενός και με τη σειρά που ακολουθεί, μας βοηθεί να τους ξεχωρίσουμε σε δυο κατηγορίες. Η μια κατηγορία είνε οι Σπουδαίοι, δηλ. οι διδάσκαλοι του Φλαγγινιανού και όσοι είχαν αποφοιτήσει και δρούσαν στη Βενετιά ως κληρικοί και ως λόγιοι. Αυτοί είνε: 1) ο Λιβέριος Κολέττης, ιερεύς Αθηναίος. Αυτός εχρημάτισε18 άλλοτε μαθητής του Φλαγγινιανού και ζη αυτά τα χρόνια στη Βε νετιά ως κληρικός. Ήταν λόγιος και από τους Έλληνες της Δύσης, που δεχτήκανε την γλωσσική επίδραση της καθολικής προπαγάνδας, που χρησιμοποιούσε τη δημοτική για να διευκολύνει το έργο της. Είνε γνωστή η συμμετοχή του Κολέττη στη μετάφραση της Καινής Διαθή κης από τον ελληνιστή Άϊμαν της Χάλης, καθώς κι ο καυγάς του με τον Αλέξανδρο Ελλάδιο, που χτύπησε με δριμύτητα τον Κολέττη, κατηγορώντας τον ως διεφθαρμένο δογματικό και ως μη Έλληνα. Στα χρόνια αυτά (1708) ο Κολέττης ζη στη Βενετιά και αποτελεί μέλος της Εταιρείας των Αβλαβών του Φλαγγινιανού. Ίσως μάλιστα, αφού εκείνος έγραψε την Αφιέρωση που παραθέσαμε πιο πάνου και τον επίλογο με τον τίτλο «Ευχαρίστησις»19 στα «Άνθη ευλαβείας», να ήταν και δάσκαλος στο Φλαγγινιανό. Επίγραμμα του Κολέττη. αφιερωμένο στον πατριώτη του γυμνασιάρχη του Φλαγγινιανού Ιωάννη Πατούσα, είνε περασμένο στην Εγκυκλοπαιδεία του τελευταίου (1710). 2) Γεώργιος Πατούσας, ιεροδιάκονος Αθηναίος20. Αδερφός, κατά το Σάθα, του σχολάρχη Ιωάννη Πατούσα. Αυτός είνε παλιός από φοιτος του Φλαγγινιανού. Από τα 1723-1761 είνε ισόβιος διευθυντής του. Έγραψε στα «Άνθη ευλαβείας». το αρκετά εκτεταμένο πεζογρά φημα «Εις την μετάστασιν της Παρθενομήτορος Μαρίας λόγος εκφρα στικά;», που θα έπρεπε μια μέρα ν’ ανατυπωθή σε ξεχωριστό φυλλά διο για την εσωτερική του αξία μα και για τη γλωσσική του μορφή, που είνε μια δημοτική-, απ' τις πρώτες απόπειρες του απλοποιημένου νεοελληνικού λόγου. Κατά το Βλαχογιάννη είνε «περιγραφή ποιητική, με πανθεϊστική αντίληψη, της πανηγυρικής υποδοχής, που κάνουν οι ουράνιοι κόσμοι, η γη και οι άνθρωποι κι όλη η φύση, τη στιγμή, που (18) Κ. Σάθα Ν. Φιλολογ., ό.π., σελ. 459, όπου σχετικές βιογραφικές πληροφορίες και τα έργα του. (19) Βλέπε την παρακάτου στη μελέτη αύτη. (20) Κ. Σάθα Ν. Φιλολογ., ο. π., σελ. 462.
η Παρθένος φτερουγίζει στους ουρανούς θριαμβικά, σαν ένα γαλανό μορφο ίνδαλμα και η πλάση αναγαλλιάζει θαμπωμένη από το πέρα σμά της και τα ασώματα πνέματα τη δορυφορούνε με ύμνους χαρο ποιούς στον εξαίσιο δρόμο της». Ο Βουτιερίδης21 κατατάσσει το κομ μάτι αυτό μέσα στα πεζογραφικά έργα του 17ου αιώνα και το θεωρεί αντιπροσωπευτικό στο είδος του. Βάζω την ακόλουθη περικοπή του: «... Αμή τι θρήνοι, τι αναστεναγμοί και παράπονα είναι τούτα όπου ακούω, ευθύς εις το προοίμιον του λόγου; Να όπου η γη ανάμεσα εις ταις εορταίς και ευφροσύναις των Ουρανών, όλη λυπάται, θλίβεται και πικρώς οδυνάται δια την σημερινήν μετάστασιν της Πανάγνου. Έτζι λοιπόν, ώ Ουρανοί (μού φαίνεται να λέγη), έτζι θέλετε να μεταλλάξετε ταις θλίψαις εκείναις, ταις χαραίς, όπου εδοκίμασα, όταν είδα τούτην την αήττητον κόρην, να πατήση και να συντρίψη την υπερήφανον κεφαλήν του σατανικού Όφεως, ευθύς όπου εις τον κόσμον επρωτοφάνη. Με τέλος τόσον άθλιον είχαν να παύσουν εκείναις η τερπνόνητες όπου έλαβα, όταν με την βοήθειαν τούτης. της ανικήτου Στρατηγήτριας ενίκησα τον άρχοντα του σκότους, όπου δια τόσους και τόσους χρόνους με είχεν υπόδουλον εις την τυραννοκτόνον εξουσίαν... Ανάμεσα εις τα τόσα πλήθη Αγγέλων δεν λείπουν πολλοί, καθώς διαβάζομεν εις τα άσματα ασμάτων, να ερωτούσι περιχαρείς τε και έκθαμβοι: ποία είναι τούτη, όπου ανάγεται εις τα άνω, φωτοστόλιστος ως η αυγή εις την έκλαμψιν της ημέρας, εκλεκτή ωσάν Ήλιος, ωραία υπέρ την Σελήνην; Σχηματίζουν έτεροι φωναίς πανευφρόσυναις, χαροποιούς ύμνους, εύρυθμα μελωδήματα, εις τα οποία, ώ! με πόσον γλυκύν και τερπνόν ήχον αντιφωνούσιν όλαις η ουράνιες Σφαίραις !... »
3) Ιωάννης Βούλγαρις22, Κερκυραίος, αρχιδιάκονος του Φιλα δελφείας. Κι αυτός, παλιός τρόφιμος του Φλαγγινιανού, είνε τώρα κληρικός23 και ανήκει ως Σπουδαίος στην Εταιρεία των Αβλαβών. Έκανε πολλά χρόνια αρχιδιάκος κοντά στο δεσπότη Φιλαδελφείας στη Βενετιά. Ήταν μέλος των Αβλαβών. Αργότερα έζησε στην πατρίδα του Κέρκυρα ως πρωτόπαπας. Στα «Άνθη ευλαβείας» συνεργάζεται ο Βούλγαρις με δυο ποιήματά του, το ένα στην ιταλική «Sonnete in lode della Graecia»24, όπου με πόνο τραγουδά το μεγαλείο και τη σημε ρινή κατάσταση της πατρίδας του, και το άλλο στη δημοτική, αφιερωμένο στο δεσπότη του Μελέτιο Τυπάλδο. Είνε αξιόλογο κομμάτι25. Το αντισηκώνω απ' την έκδοση του Βλαχογιάννη 26. (21) Ηλ. Βουτιερίδη Σύντομη Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας.. Αθήνα (Ζηκάκης), 1933, σελ. 254-5. (22) Κ. Σάθα Ν. Φιλολογία, ο. π., σελ. 343. (23) Ο Βλαχογιάννης ο. π., τονέ θεωρεί μαθητή. (24) Κατά Σάθαν ο. π., σελ. 343. Ο Βλαχογιάννης δεν αναφέρει αν το σονέττο της σελ. 20 είνε του Βούλγαρι ή άλλου. (25) Τίτλος του: «Εις τον Πανιερώτατον και Σοφώτατον ημών Δεσπότην Μελέτιον Τυπάλδον, Μητροπολίτην Φιλαδελφείας - Άσμα λυρικόν, με το οποίον επαινάται ως έμψυχος και πνευματοκίνητος λύρα, κατά την εναρμόνιον τάξιν, όπου εις τον κόσμον ευρίσκεται». (26) Στη μνημονευθείσα μελέτη του, απ' όπου αντισηκώνω όλα τα εδώ κομμάτια, ο. π., σημ. 4.
1
5
10
15
20
25
30
35
40
45
Ποιος μ’ ανάγκες γλυκειές τόσης φιλίας συνέσφιγξε την φύσιν; Ποιός έδεσε την κτίσιν αντάμα με δεσμούς μιας συμφωνίας; Ώ, πόσην μελωδίαν ακούω... κ’ εγώ πώς αποκάμνω; Γιατί βαθιά τους λογισμούς δε λάμνω στου Κτίστου την σοφίαν; Δεν βλέπεις, οκνηρή Μούσα, πώς άφτει στα κτίσματ’ όλα μάχη; Μα πώς μπορεί να λάχη, εις πόλεμον σκληράν πάντα ν’ αστράφτη η απαλή ειρήνη; Γιατί ποτέ την γην δεν αφανίζει η φλόγα, που στα σπλάγχνα της καπνίζει, αμμ’ ησυχίαν δίνει; Θωρείς, θωρείς πολλήν διαφωνίαν εις τάξιν ευφωνίας; Εiν’ έργον της σοφίας ο κόσμος να γενή μια αρμονία. Να, π’ άπλωσε λυμένην την θάλασσαν, κι’ αυτή την γην φοβάται, κι’ όταν κοντά με ταραχήν ορμάται, χαϊδεύει την, και μένει. Στοχάσου πώς εμάλαξε μ’ αέρα το καύμα της φωτίας, και έχουσι φιλίας τα δυο στοιχεία ομού εις τον αιθέρα. Νοάς την συμφωνίαν όπου στον κόσμον είναι σαν εις λύραν; Εδώ δεν κυβερνά η τυφλή μοίρα μα παίζει η Σοφία. Παίζει, σοφά, κι’ ο άνθρωπος για τούτο να μιμηθή γυρεύει και μουσικήν ιχνεύει σοφός για να φανή με τέτοιον πλούτον. Μα τοῦτον εδανείσθη από την γην, που τέτοια μέλη ραίνει και απ' αυτήν μ’ άλλην φωνήν μαθαίνει να επαινά τον Κτίστην. Τον επαινάς και Συ, Τυπάλδε μέγα, που μουσικής τα κάλλη, του κόσμου εις την ζάλη, τρυγός, μα μουσικής, οπού τον μέγαν Θεόν με ψαλμωδίαν αγγελικήν παντοτεινά δοξάζει, και Σέ αληθινά εγκωμιάζει με τέτοιαν μελωδίαν.
Κιθάρα είσαι Συ, έμψυχος λύρα όπου το Θείον Πνεύμα με το χρυσόν του ρεύμα στην πλάκα της καρδιάς, που δεν ειν’ στείρα γράφει ουράνιον νόμον μιας μουσικής, που τον Θεόν ευφραίνει, 55 ψάλλοντάς την Εσύ, κ’ είναι γραμμένη σοφίας εις τον τόμον. Με τούτην θαυμαστά Εσύ υψώνεις βαρύσαρκον καρδίαν, μ’ άυλον πολιτείαν, 60 κ’ έξω της γης την αρμονίαν σηκώνεις, και τον Θεόν αρπάζεις ν’ ακούη, να παινά την συμφωνίαν, που με πλήκτρον ψυχής χύνεις με βίαν, 65 τα πάθη σαν δαμάζεις. Έτζι με τον Θεόν, καθώς τυχαίνει ενώνεις την καρδίαν και μ’ άλλην αρμονίαν με λόγου τ’ ο Θεός εσένα δένει. Μα πού, μα πού μ’ επήραν 70 τόσον βαθειά οι λογισμοί, που κρυαίνουν; Τυπάλδε, εις εσέ οι χορδές μένουν κ' εβράχνιασεν η λύρα. 50
Ο Κερκυραίος κληρικός με νέα μέτρα, σε νέα ζωντανή και τολ μηρή γλώσσα, που έχει τις αναγκαίες της ατέλειες, σαν γλώσσα παρα μελημένη κι αχρησιμοποίητη ως τότε, μας έδωσε τη βαθειά του συγ κίνηση από το θαύμα της δημιουργίας και κατώρθωσε να συλλάβει τη μυστική αρμονία του. Οι μαλακοί στίχοι του αποπνέουν μιαν «απαλή ειρήνη», ανοίγονται σε μια μεταφυσική θεώρηση του κόσμου, όπου η αφωσιωμένη ψυχή του κληρικού στιχουργού, ακούει την πολύχορδη μουσική της θεϊκιάς αρμονίας και αποκάμνει μπροστά στο θαύμα και στο μάγιο της, γεμίζοντας απορία, θαυμασμό και κατάνυξη: γιατί βαθιά τους λογισμούς δε λάμνω στου Κτίστου την σοφίαν;... Ω, πόσην, μελωδίαν ακούω... κ’ εγώ πώς αποκάμνω; Νοάς την συμφωνίαν όπου στον κόσμον είνε σαν εις λύραν;
Η ποικιλία των μέτρων μέσα στην αυστηρότητα και την κανονι κότητα της εναλλαγής των οχταστίχων στροφών, αρμονίζεται τόσο ταιριαστά με το περιεχόμενο του ποιήματος. Και είνε άφθαστος ο Βούλγαρις σε μερικούς στίχους 27, όπως π.χ. σ’ αυτούς: (27) Ο Καμπάνης (Ιστορία Ν. Ελλ. Λογ., ο. π., σελ. 113) δεν δίνει μεγάλη σημασία στο ποίημα. Βέβαια αριστούργημα δεν είνε μα παρ’ όλη την πλαδαρότητά του νοιώθεις μέσα του να σαλεύει η ψυχή και ν’ ανοίγεται στο θαυμασμό και στην ανάταση.
Να, π’ άπλωσε λυμένην την θάλασσαν, κι’ αυτή την γην φοβάται, κι όταν κοντά με ταραχήν ορμάται, χαϊδεύει την, και μένει...
4) Φραγκίσκος Κολομπής, ιεροδιάκονος εκ Κεφαλληνίας. Κι ο Κολομπής δεν είνε τωρινός τελειόφοιτος του Φλαγγινιανού. Ο Κολομ πής συνεργάζεται στα «Άνθη ευλαβείας» με ένα σονέττο28 στη δημο τική. Αυτό εδώ: Εις την μετάστασιν της Πανάγνου ωδάριον, το παρ’ Ιταλοίς λεγόμενον Σονέττο.
3
6
9
12
Σαν εις άρμα λαμπρόν, στα χρυσωμένα των Αγγέλων φτερά, επέτα η Θεία Μητέρα του Θεού, εις την οποία ήτον όλα τη κάλλη μαζωμένα. Τούτο βλέπουσ’ η Γη με πικραμένα μάτια, με στεναγμούς, είπε, Μαρία, που μ’ αφήνεις εδώ στην ερημία; Ή πώς να ζήσω ’γώ χωρίς εσένα; Είναι πολεμικός νόμος να σέρνη πίσω του ο νικητής τους νικημένους, όταν θριαμβικήν δόξαν λαβαίνη. Και με, τους υιούς μου υποκειμένους έκαμες, Μαριάμ· λοιπόν τυχαίνει, να μας σύρης αυτού γλυκά δεμένους.
Αποθεωτικό ανεβαίνει το άρμα της Θεομήτορος στον ουρανό. Ο ποιητής τη βλέπει ν’ ανεβαίνει στα χρυσωμένα φτερά των Αγγέλων , ενώ η γη σπαράζεται απ' το χαμό. Χάνει το στήριγμα, τη γλυ κειά καταφυγή και προστασία της, πάντων των θλιβομένων τη χαρά. Ο ποιητής εκφράζει ολοζώντανο το παράπονο με δυο στίχους πνιγμέ νους στην απορία και στο αίσθημα της ορφάνιας, που αντιλαλεί υπο βλητικώτατα μέσα στην οδυνηρή τους λιτότητα: πού μ’ αφήνεις εδώ στην ερημία; Ή πώς να ζήσω ’γώ χωρίς εσένα;
Στα δυο τρίστιχα του σονέττου ο πόνος ξαλαφρώνει με το θαυ μασμό και με την ελπίδα. Το ορφανεμένο πλήθος των πιστών, γοητευ μένο από το θαύμα της Θεομητορικής μετάστασης, ανασταίνεται ψυχικά και τραβιέται πίσω απ' το φωτοβόλο ξόδι με ευγνωμοσύνη και με ελπίδα. Ο Κολομπής είναι αληθινός ποιητής. 5) Αντώνιος Στρατηγός29, αναγνώστης Κερκυραίος. Κι αυτός είνε από την κατηγορία των Σπουδαίων. Εχρημάτισε αναγνώστης στο ναό του Αγίου Γεωργίου της Βενετιάς και σπούδαζε παράλληλα στο Φλαγγινιανό. Η καταγωγή του ήταν απ' την Κρήτη, μα γεννήθηκε στην Κέρκυρα. Αργότερα σπούδασε και στο πανεπιστήμιο του (28) Ο κ. Σάθας ο. π. σελ. 597 προσγράφει στον Κολομπή το σονέττο της σελ. 22, ο δε Βλαχογιάννης το χαρακτηρίζει μόνο ως ανυπόγραφο. Εδώ δεν είνε του Κολομπή. Πβλ. τη σημ. 29. (29) Βιογραφικά και βιβλιογραφικά στου Κ. Σάθα Ν. Φιλολογία ο. π. σελ. 505. Βλ. και στη σελ. 459 ένα επίγραμμά του του 1709 στον Άγιο Γεώργιο.
Παταυΐου και όταν τέλειωσε έγινε διευθυντής του Κουτουνιανού Ελληνομουσείου. Η διδασκαλία του είχε μεγάλη απήχηση, ώστε και ανδριάντα να του στήσουνε. Ο Φακκιολάτης τον χαρακτηρίζει «virum litteris excultum et industrium». Από τα έργα του Στρατηγού αξίζει να σημειωθή η απλοελληνική του μετάφραση της Βατραχομυομαχίας του Ομήρου (Ενετίησι 1745) και η «Ιστορική Μυσταγωγία» γραμ μένη σε γλώσσα απλοδημοτική. Είνε μια εκλαϊκευτική εισαγωγή στις Γραφές. Έκαμε επίσης ο Στρατηγός πολλά επιγράμματα και άσματα σαπφικά, όλα στην αρχαία γλώσσα, τραβηγμένος απ' τη μαύρη συνή θεια της εποχής του. Στα «Άνθη ευλαβείας» συνεργάστηκε με δυο ποιήματα, το ένα ιταλικό σονέττο με τον τίτλο: «Sopra la gloriosa assunzione della beatissima Vergine»30 και το άλλο σονέττο στη δημοτική. Αυτό εδώ: «Ότι ο θάνατος της Θεομήτορος εστάθη η θεϊκή αγάπη· έτερον ωδάριον, αινιττόμενον εις το ρητόν εκείνο της Θείας Γραφής, ότι κραταιός ο θάνατος ως η αγάπη». Είχε λάμψει η αυγή, εις την οποίαν ώρισεν ο Θεός ν’ αποσηκώση 3 στ’ άστρα από τον κόσμον την Μαρίαν, κι' ως κυράν του παντός να στεφανώση Απείκασεν ευθύς νεύσιν την θείαν 6 ο Έρωτας, γοργά όθεν να σώση. Χρυσόπτερος πετά στην Παναγίαν και θάνατον γλυκύν αυτής να δώση. 9 Τότ’, ευλαβής, βέλος χρυσόν τεντώνει και κείνην την καρδιάν, την αναμμένην με φλόγες θεϊκές, γλυκά πληγώνει, 12 Αν η κόρη νεκρά έτζι απομένη, τούτο τον νουν τινος άς μη θολώνη, γιατί πόθον θανή δεν υπερβαίνει.
Το κομμάτι αυτό, παρ’ όλη τη δυσχέρεια και τη δυσκαμψία του ψυχρού νοήματός του, που ξεκινά από μια θέση, έχει και ζωηρότητα και γοργότητα. Αξιοσημείωτη κυρίως είνε η άνεση της έκφρασης κι η καθάρια γλώσσα του. Αν ο Στρατηγός δεν τρωγόταν απ' την εποχή του, θα μας έδινε θαυμάσια κομμάτια. Κατέχει τη γλώσσα και έχει αίσθημα και πνοή, που δεν λείπει ούτε απ' τα αρχαϊκά του στιχουργήματα. (Στο επόμενο το Β' μέρος)
(30) Στη σελ. 22 της συλλογής. Ο Σάθας το σονέττο αυτό το αποδίδει στον Κολομπή (βλ. τη σημ. 28 ο. π.), ο δε Βλαχογιάννης τ’ αφήνει αδέσποτο, επει δή είνε ανυπόγραφο. Είνε όμως έργο του Στρατηγού, γιατί αυτός υπογράφει το ποίημα που ακολουθεί το σονέττο αυτό στην άλλη σελίδα (23), κατά το σύστημα του επιμελητού, που τηρείται συνεπέστατα σ’ όλη τη συλλογή, οι συνεργάτες υπογράφουν μια φορά στο τέλος της συνεργασίας τους και δεν υπογράφουν ξεχω ριστά κάθε ποίημα τους. Γι’ αυτό τα ανυπόγραφα ποιήματα πρέπει ν’ αποδοθούν στους ποιητής, που υπογράφουν στο κατοπινό ποίημα. Άλλωστε στο ελληνικό σονέττο του Στρατηγού με την φράση «έτερον ωδάριον» υπονοείται ως έργο του το αμέσως προηγούμενο ιταλικό σονέττο. Ωδάριο θα πει σονέττο. Πρέπει να σημειωθεί, πως το ιταλικό αυτό σονέττο του Στρατηγού διεκτραγωδεί την κατά σταση της Ελλάδος και θα έπρεπε να μεταφραστεί κάποτε. -Ας σημειωθή ότι στη μια και μοναδική περίπτωση, που τυχαίνει έργα του ίδιου συνεργάτη να είνε χωρισμένα το ένα από το άλλο, όπως τα του Κολέττη, έχουν το καθένα την υπο γραφή του. Έπειτα ο κατάλογος των συνεργατών καμωμένος κατά την τάξη που συνεργάζουνται μέσα στον τόμο, μας δείχνει καλλίτερατο σύστημα του επιμελητή.
ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΩΝ ΑΛΕΥΡΟΜΥΛΩΝ ΤΗΣ ΠΕΝΘΙΛΗΣ Του κ. ΣΤΡΑΤΗ ΚΟΛΑΞΙΖΕΛΛΗ
Το τρίτο τμήμα της ιστορίας της Πενθίλης περιλαμβάνει τα
Βυζαντινά χρόνια από τα 330 του Μ. Κων/νου, ή από τα 395 του Μ. Θεοδοσίου έως τα 671, οπότε οι Άραβες πολιορκήσαν την Κων/πολη. Το Ανατολικό Ρωμαϊκό κράτος, στο οποίο, όπως είπαμε στην προηγούμενη παράγραφο, η Λέσβος περιήλθεν, επειδή περι λάμβανε χώρες ελληνικές και εξελληνισμένες από τα χρόνια του Μ. Αλεξάνδρου και των διαδόχων του, στην αρχή είχε ρωμαϊκή μορφή, με τον καιρό όμως έγινε καθαρώς ελληνικό, αφ' ου ο γιος του Αρκαδίου Θεοδόσιος ο Β' παντρεύθηκε με ελληνίδα, την Αθηναΐδα, η οποία εξελλήνισε και το Παλάτι. Το κράτος αυτό πήρε το όνομα Βυζαντινό από την πρωτεύουσα αυτού Βυζάντιο (η Κων/πολη), και έζησε έως τα 1453. Στα χρόνια αυτού του τρίτου τμήματος είδε δόξες και θριάμβους, γνώρισε και ταπεινώσεις. Στα χρόνια των θριάμβων επί του Αυτοκράτορος Ιουστινιανού (527565) χτίσθηκε η περίλαμπρη εκκλησία της Αγιάς Σοφιάς, η οποία έκανε την Κων/πολη γη της Επαγγελίας των Ελλήνων, όπως στην αρχαία εποχή ο Παρθενών έκανε τας Αθήνας. Στα χρόνια των ταπεινώσεων διάφοροι βάρβαροι λαοί έκαναν κατά των χωρών αυτού επιδρομές, οι δε Άβαροι της Ευρώπης και οι Πέρσαι της Ασίας στα 622 επί Ηρακλείου πολιορκήσαν από κοινού και την Κων/πολη. Και ναι μεν αναγκασθήκαν να λύσουν την πολιορκία και να φύγουν, αργότερα όμως στα 671 επί Κων/νου Πωγωνάτου την πολιορκήσαν και οι Άραβες. Για τη Λέσβο δεν αναφέρονται πολλά και σπουδαία πρά γματα στα χρόνια αυτού του τρίτου τμήματος. Για την Πενθίλη, ο μεν Στέφανος Βυζάντιος κατά τον 6ο αιώνα έγραψε μέσα στο λε ξικά του, ότι είνε «πόλις Λέσβου», η δε παράδοσις αναφέρει, α') ότι και τότε έγινεν έδρα Διοικητού της περιφερείας, ο όποιος όμως δεν ωνομάζετο Αφέντης, όπως τα χρόνια των Ρωμαίων, αλλά Άρχων, όπως ελέγετο και στα αρχαία χρόνια, και με το όνομα αυτό ελέγετο έως τα χρόνια της τουρκοκρατίας, οπότε ωνομάσθη καν Άρχοντες οι Δημογέροντες, και β') ότι στα ειρηνικά χρόνια αυτού του τρίτου τμήματος έγιναν στις όχθες των ποταμίσκων της περιφερείας αλευρόμυλοι, οι οποίοι εκινούντο με τη πτώση του νερού, γι’ αυτό και τα χρόνια αυτά λέγονται «χρόνια των αλευ
ρομύλων». Προ της εποχής αυτής οι Πενθιλιώτες και οι κάτοικοι όλων των μικρών χωρίων, τα οποία τότε βρίσκονταν γύρω στην περιφέ ρειά των, το σιτάρι, το κριθάρι κτλ. τα αλευροποιούσαν με τους μικρούς φορητούς χειρομύλους, οι οποίοι υπήρχαν σε πολλά σπίτια της Πενθίλης, και απετελούντο από δυο μικρές κυκλικές και σκληρές μονόλιθες μυλόπετρες, από τις οποίες η μία ετίθετο κατά γης οριζοντίως, η δε άλλη περιεστρέφετο πάνω στη πρώτη κυκλι
κώς περί τον άξονά της με το χέρι του ανθρώπου, γι' αυτό είχε προς την περιφέρειά της μια ξύλινη λαβή. Τα δημητριακά που επρόκειτο να αλευροποιηθούν, ερρίπτοντο επίσης με το χέρι σιγάσιγά και συνεχώς στην οπή του κέντρου της επάνω μυλόπετρας, ακολούθως δε συνετρίβοντο μεταξύ των δυο μυλοπετρών, και με την φυγόκεντρο δύναμη παρεσύροντο προς τα άκρα ως αλεύρι. Τώρα έγιναν μακρυά απ' το χωριό παρά τους ποταμίσκους της περιφερείας οι πρώτοι υδραλέται, ή υδροκίνητοι αλευρόμυλοι, ή απλώς αλευρόμυλοι, ή υδρόμυλοι, ή νερόμυλοι, ή απλώς μύλοι, οι οποίοι επίσης απετελούντο από δυο όμοιες μυλόπετρες, αλλά μεγαλύτερες, και όχι μονόλιθες, αλλά καμωμένες από τεμάχια μυ λοπετρών συναρμολογημένα μεταξύ των και περιβεβλημένα με μία σιδηρά στεφάνη, η οποία τα συγκρατούσε στερεά, όπως φαί νεται και στους σωζομένους αλευρομύλους του Αγίου Δημητρίου. Η επάνω μυλόπετρα περιεστρέφετο κυκλικώς περί τον άξονά της με τη πτώση του νερού, γι’ αυτό υπήρχε παρ’ αυτήν στερεωμένος ένας τροχός, ο όποιος είχε ξυλινα φτερά, πάνω στα οποία έπεφτε το νερό από ύψος συνεχώς και κινούσε τον τροχό, ο δε τροχός μετέδιδε την κίνησή του στη μυλόπετρα. Για να πέφτη το νερό από ύψος, εγίνοντο με πέτρες και άμμο και χώμα μέσα στην κοίτη των ποταμίσκων σε μέρος αψηλότερο «δέσεις νερού» ή «φράγματα», τα οποία χρησίμευαν για να εμποδίζουν το νερό να τρέχη προς τα κάτω, να το συγκρατούν και να το εξαναγκάζουν να ανεβαίνη σε αψηλότερη στάθμη (αλφαδιά). Στο ύψος αυτής της στάθμης υπήρχεν από τη μία όχθη ένα αυλάκι (1), μέσα στο οποίο έτρεχε το νερό του φράγματος και με μια ελαφρά κλίση κατέβαινε στους μύλους. Εκεί εκρημνίζετο μέσα σε ένα μεγάλο και στενόμακρο ξύλινο δοχείο, στηριγμένο πάνω σε μεγάλους και ισχυρούς πασ σάλους, το οποίο ελέγετο «κουλέθρα», στο χαμηλότερο μέρος είχε μία μικρή οπή, από την οποία περνούσε το νερό και έπεφτε πάνω στα ξυλινα φτερά του τροχού. Στους μύλους αυτούς τα δημη τριακά ερρίπτοντο μέσα σε ένα ξύλινο δοχείο, το οποίο βρισκό ταν επάνω από τις μυλόπετρες, και είχε το κάτω άκρο πολύ στενό. Επειδή δε ωμοίαζε με το κοφίνι, πήρε το όνομα «κουφνίδα», το οποίο είνε συγκοπή της κοφινίδας. Επειδή το κάτω άκρο της κουφνίδας εκινείτο ελαφρά από την κίνηση δυο μικρών και ευκι νήτων ξύλων, τα οποία εταλαντεύοντο από την κίνηση της μυλό πετρας και ελέγοντο «βαρδάλια» (2), τα δημητριακά έπεφταν μόνα των σιγά-σιγά και συνεχώς στην οπή της μυλόπετρας, και όταν συνετρίβοντο, παρεσύροντο προς τα άκρα, όπου υπήρχεν ένα στόμιο, από το οποίο το αλεύρι εχύνετο μέσα στην ξύλινη (1) Φράγματα ή δέσεις νερού και αυλάκια γίνονται και σήμερα στους ποταμίσκους της περιφερείας, και για τους σωζομένους αλευρομύλους και για τα παρόχθια κηπάρια. (2) Το βαρδάλι (στον πληθυντικό τα βαρδάλια) θα είνε λέξις ονομα τοπεποιημένη από τον εκκωφαντικό θόρυβο που βγάζει όταν ταλαντεύεται. Βαρδάλια λέγονται και τα στρογγυλά κάστανα, τα οποία βρίσκονται ανά ένα μέσα στους αχνούς.
«αλευροδόχη». Οι πρώτοι αλευρόμυλοι έγιναν στον Άγιο Κων/νο, στον Άι-Γιάννη και στην Άγιο Παρασκευή (3), δηλαδή στο μέρος που συνεκεντρώνοντο τα νερά του Βαλάνου. Και επειδή το άλε σμα στους χειρομύλους των σπιτιών ήτο πολύ κουραστικό, (γιατί το σιτάρι δεν εγίνετο ψιλό αλεύρι με μία αλεσιά), οι Πενθιλιώτες τους αχρήστευσαν και τους μετεχειρίζοντο μονάχα για κουρκούτη. Από τις πολλές δουλιές οι μυλωνάδες δεν προφθαίνουν να αλέ θουν μονάχα την ημέρα και αναγκάζονται να κάνουν και «νυχτέρι», φωτιζόμενοι με τις φλόγες των δαδιών, όπως έκαναν όμοιο νυχτέρι οι γυναίκες στην Πενθίλη για να κλώθουν νήμα μάλλινο με την ηλακάτη, δηλ. με το αδράχτι. Επίσης δεν «αδειάζουν», δηλ. δεν ευκαιρούν να παν στην Πενθίλη να εκκλησιασθούν και κρε μάζουν στα πλησίον δένδρα από μια μικρή εικόνα, ο πρώτος του Αγίου Κων/νου, ο δεύτερος του Αγίου Ιωάννου και ο τρίτος της Αγίας Παρασκευής, για να κάνουν εκεί την προσευχή των: (Αργότερα οι φιλόθρησκοι έχτισαν σ’ αυτά τα μέρη εκκλησίδια). Οι μύλοι όμως, που αναφέραμε, δεν μπορούσαν να αλέθουν το καλοκαίρι και το φθινόπωρο, γιατί τότε λιγόστευαν τα νερά, με τα οποία εκινούντο. Γι’ αυτό έγιναν και άλλοι σε άλλα μέρη της περιφερείας, ένας στην πηγή του Καρυώνος των Αντρίων, (της οποίας το νερό σήμερα πηγαίνει ως πόσιμο στη Μυτιλήνη), και καμμιά δεκαριά στις όχθες του Αντριώτη ποταμού, ο όποιος και το καλοκαίρι είχε (και έχει) αρκετά νερά. Οι μύλοι των Αντρίων (4) έκαναν χρυσές δουλιές, γιατί εκτός από τα Πενθιλιώτικα (και Αγιασώτικα) σιτάρια άλεθαν και Γεραγώτικα. Και οι μυλω νάδες αυτών των μύλων, επειδή δεν μπορούσαν να απομακρυν θούν από τους μύλους, κρέμασαν και αυτοί από μια εικόνα στα πλησίον δένδρα, παρά τα οποία αργότερα χτισθήκαν εκκλησίδια. Ο τεχνίτης, που ήξερε να κάνη μύλον, και εκείνος ο οποίος με οιονδήποτε τρόπον επορίζετο τα προς το ζην από τον μύλον, στην αρχή ωνομάσθη μυλωθρός, και κατόπιν μυλωνάς, συγκεκομμένα δε μλουνάς. Και η γυναίκα του μυλωθρού στην αρχή ωνομάσθη μυλωθρίς (γενική της μυλωθρίδος), και κατόπιν μυλωνού, ή μυ
λωνάδαινα, ή μλουνάδαινα. Οι μυλωνάδες, επειδή το νερό ήτο η κινητήριος δύναμις των μύλων, εζημιώνοντο, τον μεν χειμώνα από τις μεγάλες βροχές, των οποίων τα νερά παρέσυραν τις δέσεις του νερού και γέμιζαν τα αυλάκια με πέτρες και με άμμο, το δε καλοκαίρι από τους κη πουρούς, οι οποίοι χαλούσαν τις δέσεις του νερού και άνοιγαν κατά διαστήματα τα αυλάκια για να ποτίσουν τα κηπάρια που είχαν στις όχθες αυτών των ποταμίσκων. Άμα αντελαμβάνοντο ότι «κόπηκε» (δηλ. στείρεψε ή λιγόστεψε) το νερό, έτρεχαν θυμω μένοι και υβρίζοντες για να επισκευάσουν το αυλάκι ή τη δέση. Από την πολλή ταραχή που υφίσταντο στην περίπτωση αυτή, (3) Τα ερείπια των μύλων του Αγιάννη και της Αγίας Παρασκευής τα φθάσαμε κι' εμείς. (4) Οι μύλοι των Αντρίων άλεθαν έως τα χρόνια μας.
πλασθήκαν δυο φράσεις, οι οποίες λέγονται και σήμερα σε κείνους που έχουν μια αδυναμία σε ένα ωρισμένο πράγμα: «Όλοι κλαίνε τον πόνο τους κι’ ο μυλωνάς τ’ αυλάκι του», και «ο καθείς με τον καϊμό του, κι’ ο μυλωνάς με το νερό του». Και επειδή πολλές φορές φιλονικούσαν με τους κηπουρούς και συνεπλέκοντο, καθιε ρώθη ένα καθεστώς (5), το οποίο κανόνιζε τις μεταξύ αυτών δια φορές, διατηρείται δε και έως σήμερα στους σωζομένους μύλους. Οι μύλοι να παίρνουν το νερό όλον τον χειμώνα, το δε καλοκαίρι εξ ημέρας συνεχώς την εβδομάδα και την εβδόμην να το παίρνουν οι κηπουροί για τα κηπάρια. Όσοι άλεθαν στους μύλους διαδοχικώς ωνομασθήκαν «απα λέτηδες», και με αυτή λέγονται σήμερα και όσοι αλέθουν τον ελαιόκαρπο αυτών στα ελαιοτριβεία. Για να μη φιλονικούν οι απαλέτηδες, ποίος θα αλέση πρώτος, δεύτερος κτλ. καθιερώθη το καθεστώς της σειράς της αφίξεως αυτών στο μύλο, το οποίο φυ λάγεται και έως σήμερα. Τα δημητριακά (κοινώς λεγόμενα «καρποί»), που επρόκειτο να αλευροποιηθούν, πήραν το όνομα αλέσματα, (στον ενικό το άλεσμα), το οποίο φυλάγουν έως σή μερα. Το αντίτιμο της αλέσεως του αλέσματος πήρε το όνομα (τα) αλεστικά, ή (η) αλεστική, και με το όνομα αυτό λέγεται σήμερα και στους ελαιομύλους. Τα αλεστικά οι μυλωνάδες δεν τα επληρώνοντο με χρήματα, αλλά με μίαν ποσότητα καρπού, την οποίαν αφαιρούσαν από τα αλέσματα και η οποία ελέγετο «αξαγιά» στα χρόνια των πατέ ρων μας. Υπελόγιζαν δε την ποσότητα αυτή αναλόγως της πο σότητος του αλέσματος με ένα πήλινο δοχείο, το οποίο ελέγετο «κούπα» ή «μετρίδι». Και έλεγαν μεν αυτοί ότι ως αλεστικά κρατούν το δίκιο τους, οι απελάτηδες όμως διαρκώς παρεπονούντο ότι οι μυλωνάδες κρατούν περισσότερο καρπό από το πρέπον, γι’ αυτό και η λέξις μυλωνάς κατήντησε να γίνη συνώνυμος του κλέφτης. Αλλά και οι κλεφτομυλωνάδες ειρωνευόμενοι τους φλυαρούντας απαλέτηδες έλεγαν τη φράση: «Ανάθεμά τον που παίρνει το πολύ», η οποία είχε δύο ερμηνείες. Ο απαλέτης την ερμήνευεν, ότι ο μυλωνάς πήρε απλώς το δίκιο του, γι’ αυτό και ο ίδιος αναθεματίζει εκείνον τον μυλωνάν που παίρνει το πολύ. Ο μυλωνάς όμως με αυτή τη φράση εννοούσε, ότι αυτός κρατεί κάτι παραπάνω απ' το πρέπον, αλλά ανάθεμα στον απαλέτη που παίρνει όλο το άλλο άλεσμα. Τους καρπούς που έπαιρνεν ως αλεστικά ο μυλωνάς από τους απαλέτηδες, τους πωλούσε στους άλλους, όπως τους πωλού σαν και οι πραγματευτάδες, δηλ. οι έμποροι. Η μυλωνού περι φανεύθηκε, επειδή ο άνδρας της έγινε πραγματευτής, και οι κακές γειτόνισσες ειρωνευόμενες αυτήν κατά την απουσίαν της έλεγαν μεταξύ των: «Βάζει και η μυλωνού τον άνδρα της με τους πρα γματευτάδες», δηλ. συγκαταλέγει και η μυλωνού χωρίς ντροπή τον (5) Το καθεστώς αυτό το εσεβάσθη και ο Δήμος Μυτιλήνης, όταν απαλλοτρίωσε το νερό της πηγής του Καρυώνος των Αντρίων.
άντρα της τον κλέφτη μαζί με τους εμπόρους. Η φράσις δε αυτή λέγεται και σήμερα για κείνους που υπερηφανεύονται παρά την αξίαν των. Με την κατασκευή των μύλων επήλθαν τα εξής αποτελέ σματα: α) Δημιουργηθήκαν στην Πενθίλη (και αργότερα στην Αγιάσο) τεχνίτες μυλωνάδες, οι οποίοι ήξεραν να κάνουν και να διορθώνουν μύλους. Αυτοί ήσαν τρεις κατηγορίες. Υδραυλικοί, που γνώριζαν να βρίσκουν το κατάλληλο μέρος, στο οποίο μπο ρούσε να γίνη το φράγμα του νερού και ποιό δρόμο θα ακολου θήση το μυλαύλακο, και πού θα δημιουργηθή η πτώσις του νερού για να γίνη εκεί ο μύλος. Ξυλουργοί, που ήξεραν να κάνουν τις κουλέθρες, τις αλευροδόχες, τη σκεπή, τις πόρτες, τα παράθυρα και το δωμάτιο του μυλωνά. Και πετράδες, που ήξεραν να συναρ μολογούν τα τεμάχια των μυλοπετρών, και να «χαράζουν» τις μυλόπετρες με σιδερένιο εργαλείο. Γιατί η εσωτερική επιφάνεια των μυλοπετρών είχε μικρά αυλακοειδή «χαράγματα» ή πελεκή ματα, είχε και μικρές εξοχές, οι οποίες συντρίβαν τους καρπούς. Οι εξοχές αυτές «εφαγώνοντο», δηλ. κατεστρέφοντο από την πολλή προστριβή, και έπρεπε από καιρού εις καιρόν να χαράζων ται, δηλ. να βαθύνουν τα αυλακοειδή χαράγματα, έστω και αν μικροσκοπικά τεμάχια των μυλοπετρών αναμιγνυόμενα με το αμέσως μετά το χάραγμα αλεθόμενο σιτάρι, έκαναν τον άρτον κακομάσητον. β) Άρχισαν να ζυμώνωνται πολλά ψωμιά και να χτίζωνται μεγάλοι φοῦρνοι. Προ της εποχής αυτής και το αλεύρι στους χει ρομύλους των σπιτιών εγίνετο σε πολύ μικρές ποσότητες, και το ψωμί παρεσκευάζετο μονάχα ένα, και εψήνετο μέσα στα «φουρ νέλια», δηλ. στα πολύ μικρά φουρνάκια, τα οποία εχτίζοντο παρά την εστία του σπιτιού μέσα στον τοίχο, ο όποιος ήτο και ο μόνος, γιατί και τότε τα σπίτια ήσαν ξυλινα. Τώρα ένεκα της αποστά σεως των μύλων, και το αλεύρι εγίνετο σε μεγαλύτερες ποσότη τες, και τα ψωμιά παρεσκευάζοντο πεντέξη μαζεμένα. Και επειδή δεν χωρούσαν μέσα στα φουρνέλια, έγιναν στις αυλές των σπι τιών σε ύψος μιας περίπου πήχης μεγάλοι φούρνοι με περιφε ρειακή βάση και θόλο ημισφαιρικό και καπνοδόχο, όπως είνε οι σημερινοί. Τότε μαζί με τα άλλα εξαρτήματα των φούρνων εισή χθη και η ξυλίνη σκάφη για το ζύμωμα, και η πινακωτή με τα χω ρίσματα για να τοποθετούνται μέσα τα ψωμιά από τη σκάφη και να μεταφέρωνται στον φούρνο. Όσα ψωμιά εψήνοντο μαζί στον ίδιο φούρνο, πήραν το όνομα (η) φουρνιά, με τη λέξη δε αυτή λέ γονται σήμερα και όσα πρόσωπα ή πράγματα εμφανίζονται μαζί, καθώς και οι νέοι, τους οποίους κάθε χρόνο ξεφουρνίζει το Πανεπιστήμιο και τα άλλα ανώτερα σχολεία. γ) Άρχισαν να ψήνωνται και φαγητά του φούρνου μέσα σε πήλινη χύτρα ομοία με τηγάνι ή μικρή λεκάνη, η οποία ελέγετο κακκάβη από τα πολύ αρχαία χρόνια έως τα χρόνια της τουρκο κρατίας, οπότε πήρε το τουρκικό όνομα γκιουβέτσι. Το μεγεθυν τικό της κακκάβης ελέγετο με αρσενικό άρθρο, ο κάκκαβος. Η
λέξις κακκάβη, (καθώς και η λέξις γκιουβέτσι) φανέρωνε (και φα νερώνει) και την πήλινη χύτρα και το φαγητό το ψημένο μέσα στην πήλινη χύτρα. Από την κακκάβη μάς έμεινεν η λέξις κακκα βιά, η οποία είνε ένα είδος σούπας με μικρά συνήθως ψάρια, το ιδιαίτερο οικογενειακό επίθετο του γράφοντος, (ο) Κακκάβης, για το οποίο θα πούμε και σε άλλη παράγραφο, και τα κακκάβια, τα οποία είνε ένα είδος απιδιών, το οποίο έφερε στην Αγιάσο ο πατήρ του γράφοντος, Παναγιώτης. Οι φούρνοι των σπιτιών και τα γκιουβέτσια, εκτός βέβαια από τα δυστυχισμένα χρόνια, ήσαν στην ακμή των έως τη μεγάλη πυρκαϊά του 1877, οπότε χτίσθηκαν σπίτια στις αυλές στις οποίες βρίσκονταν οι φούρνοι, φούρνοι δε έμειναν πολλοί ολίγοι, ένας σε κάθε γειτονιά, τον οποίον εξεμεταλλεύοντο οι φουρνάρισσες ή φουρναριές, λαμβάνουσαι για ψηστικά ένα τεμάχιο της πίτας. Κατ’ ανάγκην τότε έγιναν στην Αγορά άλλοι φούρνοι, οι οποίοι ωνομασθήκαν ψωμαδιά. Τα ψωμαδιά στην αρχή βρήκαν μεγάλες δυσκολίες. Οι πρώτοι πελάται κρυφά αγόραζαν το ψωμί, και κρυφά το πήγαιναν στο σπίτι, γιατί εθεωρείτο ανικανότης του οι κογενειάρχου και ακαταστασία του σπιτιού το να αγοράζη κανείς έτοιμο ψωμί του φούρνου. Οι ψωμάδες (ή φουρνάρηδες) για να ωφεληθούν από το ψωμί κάτι περισσότερο ανεμίγνυαν με το άλεσμα του σιταριού και μαμ μουδοφαγωμένους καρπούς, ως φθηνοτέρους, και παρεσκεύαζαν ένα άνοστο ψωμί, γι’ αυτό και η λέξις φουρνίζω κατήντησε να σημαίνη προμηθεύω ένα πράγμα κακής ποιότητος. Σχετικώς με τα γνήσια και νοθευμένα άλευρα και τα ψωμιά των φούρνων η προ ηγούμενη γενεά μάς έλεγε: «Όποιος αγοράζει ψωμί του φούρνου είνε τυφλός, αφού δεν αισθάνεται τη νοστιμάδα του σιταρένιου ψωμιού. Όποιος αγοράζει αλεύρι των παντοπωλείων και κάνει το ψωμί του, έχει το ένα μάτι ανοιχτό. Και όποιος αγοράζει σιτάρι, το αλέθει και κάνει το ψωμί του στον φούρνο του σπιτιού του, έχει και τα δυο μάτια ανοιχτά». δ) Έγιναν διαδοχικώς και άλλοι αλευρόμυλοι από τους μυ λωνάδες της Πενθίλης σε μέρη τα οποία τότε ανήκον σε ξένες περιφέρειες. Ένας χαμηλότερα από τα Άντρια προς τους Αγίους Αναργύρους, τρεις στον Άγιο Δημήτρη, ένας στο Περίτονο, στην Ένθρονο (Παναγία), στα Μυλέλια, στο Καγιαλίκι και τρεις-τέσ σαρες επάλληλοι στις Λάμπες. Και όταν οι Πενθιλιώτες μετοική σαν στην Αγιάσο, έγινε και ένας άλλος μεταξύ του Αγιάννη και Απέσου (κάτω από την σημερινή δεξαμενή της Πουτζαλιάς), άλλος στη Ζωοδόχο Πηγή και άλλος στην Περασιά. Και εκτός αυτών έγινε και ένας ανεμόμυλος στην κορυφή του Μαυρηγιώτη. Όλοι αυτοί οι μύλοι άλεθαν έως τα τέλη του 19ου αιώνος. Έως τότε λοιπόν και το εμπόριο του σίτου ήτο στην ακμή του. Από τότε άρχισαν να εισάγωνται άλευρα των εργοστασίων και οι υδρόμυλοι επομένως άρχισαν να χάνουν την αξίαν των, και το εμπόριον του σίτου να μαραίνεται. Μερικοί μυλωνάδες για να συγκρατηθούν, άλεθαν τάλκι, το οποίο εξωρύσσετο στα ανατο
λικά πλευρά του Μαυρηγιώτη. Σε λίγα όμως χρόνια σταμάτησαν και τα ταλκωρυχεία, και οι πολλοί υδρόμυλοι εγκατελείφθησαν. Σήμερα στην περιφέρεια της Αγιάσου σώζονται μονάχα δυο στον Άγιο Δημήτρη. Ως παράρτημα αυτού του τρίτου τμήματος θα αναφέρωμε μερικές φράσεις σχετικές με τους μύλους και τους φούρνους, και θα κάνωμε μια γλωσσική παρέκβαση για τη λέξη λάμπες. Επειδή η μεταξύ των μυλοπετρών απόστασις μπορούσε να μικρύνη και να μεγαλώνη με ειδικούς μοχλούς, και επομένως ο μύλος να αλέθη ψιλό αλεύρι, χονδρό ή μέτριο κατά την επιθυμία εκάστου απαλέτη, η φράσις: «Ανασηκώνει (ή ανασήκωσε) τον μύλο» λέγεται για κείνους οι οποίοι προσποιούνται ότι συμφωνούν με τα λεγόμενο των άλλων, ενώ στα σοβαρά ριζικώς διαφωνούν. Επειδή ο απαλέτης θέλοντας και μη άκουε τον εκκωφαντικό θό ρυβο των βαρδαλίων, η φράσις: «Σα θα πας στον μύλο, τα βαρ δάλια θα τ’ ακούς», λέγεται για κείνους, οι οποίοι όταν κάνουν μίαν πράξιν θα έχουν υπ' όψει και τας συνεπείας της, και όταν αναμιγνύωνται στα κοινά, θα ακούουν και τις επικρίσεις των άλλων. Η φράσις: «Θεωρία επισκόπου και καρδία μυλωνά» λέγε ται για κείνους, οι οποίοι είνε καλοί στην επιφάνεια, αλλ' έχουν κακά τα εσωτερικά των. Η φράσις: «Το άλεσμα θα πάγ(η) στο μύλο» λέγεται όταν πρόκειται να δηλωθή ότι κάθε πράγμα θα πάρη τον φυσικά του δρόμο∙ λέγεται και για τον άνθρωπο ο όποιος θα πάγη και αυτός στον τάφο του. Η φράσις: «Καλά αλέθ’ ο μύλος του» λέγεται για τους αν θρώπους περασμένης ηλικίας, οι οποίοι καλομασούν και καλοχω νεύουν την τροφήν των. Η φράσις: «Απ' ακγής αλέθ’ ο μύλος του», δηλ. εξ ακοής διαφημίζεται ο μύλος που καλοαλέθει, λέγεται για ένα πρόσωπο η πράγμα που διαφημίζεται μόνο του, όταν η ποιότης του είνε καλή. Η φράσις: «Μπάτε σκύλ(οι) αλέστε κι’ αλεστικά μη δόστε» λέγεται για κείνους οι οποίοι διαρπάζουν ορφανικές, ή κοινοτικές, ή εκκλησιαστικές περιουσίες, χωρίς να δίδουν λόγο για τις πράξεις των. Η φράσις: «Φούρνος ας μην καπνίση» σημαίνει ας κατα στραφή το παν, διότι οι καπνοί των φούρνων οι οποίοι είνε και περισσότεροι από τους καπνούς των σπιτιών, παράγονται από τους ανθρώπους, οι οποίοι θα εκλείψουν όταν οι φούρνοι δεν καπνίζουν. Η φράσις: «Η πίτα που θα μ’ ευφράνη από τον φούρνο φαίνεται» λέγεται για τον άνθρωπο, ο όποιος από μικρός φαίνεται τί θα γίνη όταν μεγαλώση. Η φράσις: «Κάποιος φούρνος έπεσε (ή χάλασε, ή γκρέμισε)» λέγεται όταν γίνεται μεγάλος θόρυβος για πράγματα ασήμαντα. Ας έρθωμε τώρα και στη γλωσσική παρέμβαση για τη λέξη
λάμπες. Ο συνοικισμός αυτός λέγεται κοινώς με τρεις ονομασίες. Η Λάμπ (του μ και π αποδιδομένου με το b της γαλλικής γλώσσης=Lab) με θηλυκό άρθρο και στον ενικό αριθμό, οι λάμπες με θηλυκό άρθρο και στον πληθυντικό αριθμό, και περι φραστικώς Σ’ λάμπ’ τσ’ μύλ(οι). Στη γλώσσα της υπηρεσίας γρά φεται με δυο λέξεις: Λάμπου μύλοι. Φαίνεται λοιπόν εκ πρώτης όψεως, ότι το όνομα του ο συνοικισμός αυτός θα το πήρε από κάποιο Λάμπο, δηλ. Χαράλαμπο, ο όποιος θα έκανε εκεί τους πρώτους υδρομύλους. Κατά της γραμματικής όμως συγγενείας του Λάμπου με τις λάμπες υπάρχουν τρία γλωσσικό εμπόδια. Εάν υποθέσωμε, ότι η λάb στο θηλυκό γένος και στον ενικό αριθμό παρήχθη απ' τον Λάμπο, ο Λάμπος είνε γένους αρσενικού και η ονομαστική έπρεπε να λέγη Λάbς κατά το Χαραλάμπ(η)ς. Αν υποθέσουμε ότι οι Λάμπες στον πληθυντικό, είνε και πληθυντι κός του Λάμπου, τότε έπρεπε να λέγη Λάbδες, κατά το Χαρα λάμπ(η)δες. Αν υποθέσωμεν ότι το όνομα Λάμπου-μύλοι είνε το ορθό, τότε οι κάτοικοι των Λάμπου-μύλων έπρεπε να λέγωνται Λαμπομυλίτες, ενώ αυτοί λέγονται από όλους Λαμπιανοί, κατά το Ασωματιανοί, Μοριανοί κτλ. (και ο ένας Λαμπιανός). θα πη λοιπόν ότι η Λάb άλλου θα έχη την αρχή της. Στην αρχαία εποχή αναφέρεται ένα πόλισμα της Λέσβου Λάπη. Βέβαια δεν είνε εξα κριβωμένο πού ευρίσκετο αυτή η Λάπη. Ενόσω όμως κανένα άλλο χωριό δεν την διεκδικεί, μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι η Λάμπ(η) είνε η αρχαία Λάπη. Θα ευρίσκετο δε αυτή λίγο αψηλότερα από τους μύλους παρά το εξωκκλήσι των Αγίων Αγγέλων, το οποίο υπό άλλο όνομα θα ήτο τότε το θρησκευτικά της κέντρο. Η λέξη λάπη στην αρχαία γλώσσα ελέγετο και λάμπη, και εσήμαινε ακαθαρσία, γλίντζα, μούχλα. Λάπη λοιπόν ή λάμπη θα την ωνομάσαν οι πρώτοι κάτοικοι από τις πολλές λάσπες οι οποίες υπήρχαν στους αρχαίους χρόνους κάτω της πηγής των Αγίων Αγγέλων. Η Λάb λοιπόν θα είνε συγκοπή της Λάπης, ή της Λάμπης, όχι όμως και του Λάμπου. Και η φράσις: «Σ’ Λάμπ’ τσ’ μύλ(οι)», σημαίνει στους μύλους της Λάπης, ή της Λάμπης, και ουχί του Λάμπου. Η Λάπη και η Λάμπη απέβαλε το η απ' το τέλος, όπως το αποβάλλουν και οι λέξεις: Λάσπη, μύτη, γνώμη κ.τ.λ.= λάσπ’, μύτ’, γνώμ’.
ΧΡΟΝΙΚΑ Η
25Η
ΜΑΡΤIΟΥ
Τη 25η Μαρτίου επί τη εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου την θείαν λειτουργίαν ετέλεσεν εν τω ιερώ Προσκυνή ματι ο Πανοσιολογιώτατος Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπό λεως Μυτιλήνης κ. Ιάκωβος Κλεόμβροτος, βοηθούμενος υπό των εφημερίων του Ναού. Μετά την ανάγνωσιν του ιερού Ευαγγελίου ο Πανοσ. Πρωτοσύγκελλος εκήρυξε τον θείον λόγον προς το κατακλύσαν τον ναόν πλήθος των ευσεβών χριστιανών, μετά δε την απόλυσιν της θ. λειτουργίας προέστη της επί τη εθνική εορτή τελεσθείσης Δοξολογίας, μεθ’ ην και πάλιν ωμίλησε δι’ ολίγων. Μετά μεσημβρίαν της αυτής ημέρας προέστη της ακολουθίας του Εσπερινού εν τω ιερώ Προσκυνήματι και έψαλε τους «Χαιρετι σμούς». Και κατά την ιεράν ταύτην ακολουθίαν ο Πανοσ. Πρωτοσύγκελλος εκήρυξε τον θείον λόγον. Ο Κλήρος και ο Λαός της Αγιάσου μετά μεγάλης χαράς είδεν εν τω μέσω αυτού το πρώτον από της χειροτονίας του ιερουργήσαντα τον εκλεκτόν κληρικόν και μετά μεγάλης προθυμίας ενωτίσθη των λαμπρών διδασκα λιών του. Κατά την παρουσία του Πανοσ. Πρωτοσυγκέλλου και των τοπικών αρχών γενομένην μετά την δοξολογίαν επί τη εθνική εορτή εν τω Κοινοτικώ Καταστήματι συγκέντρωσιν ο εκ των κοι νοτικών συμβούλων επίλεκτος συνεργάτης της «Αγίας Σιών» κ. Στρατής Κολαξιζέλλης είπε τα κάτωθι: «Η 25η Μαρτίου είνε καθιερωμένη ως ημέρα εθνικής εορτής, κατά την οποίαν γίνεται πανηγυρική ανάμνησις της μεγάλης επαναστάσεως του 1821 και της απελευθερώσεως και ανεξαρ τησίας της πρώτης εθνικής μας εστίας, η οποία περιλάμβανε την Στερεάν Ελλάδα, την Πελοπόννησο, την Εύβοια, τις Σποράδες και Κυκλάδες. »Η 25η Μαρτίου για μας τους Έλληνας είνε ημέρα πολύ συμ βολική. Συμβολίζει την ανάσταση του έθνους μας, το οποίο ενομί ζετο νεκρό, και την αναβίωση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, η οποία εκηδεύθη στις 29 Μαΐου 1453 με το νεκρό σώμα του Παλαιολόγου. »Συμβολίζει τις προηγούμενες εξεγέρσεις και νεκραναστά σεις και αναδημιουργίες της Πατρίδος μας, δηλαδή της Βυζαντι νής Αυτοκρατορίας, του Μακεδονικού ελληνισμού, της ηγεμονίας των Θηβών, της Σπάρτης και των Αθηνών και του Μυκηναϊκού και του Μινωικού ελληνισμού. «Συμβολίζει την αιωνιότητα και την αθανασία της φυλής μας, η οποία ξαίρει το μυστικό να προσαρμόζεται προς τις εκάστοτε περιστάσεις, όσο ενάντιες κι’ αν είνε, και να βρίσκη τον δρόμο των
πεπρωμένων της, και έτσι να επιπλέη, ως η Κιβωτός του Νώε, στους μεγάλους ιστορικούς κατακλυσμούς. »Συμβολίζει τους μεγαλυτέρους και σκληροτέρους αγώνας της φυλής μας, τους αφθάστους ηρωίσμους και τα ολοκαυτώματά της. Εάν η Ελλάδα μας έχη να επιδείξη στη μακρά της ιστορία αληθινά μεγαλουργήματα, και φωτεινούς σταθμούς, και μεγάλες εποχές, η 25η Μαρτίου είνε απ' τις πρώτες. Είνε χρονολογία ίση στην αξία με τη χρυσή εποχή του Περικλέους. Τότε το ελληνικό «πνεύμα» με τα συγγράμματα, που έγραψαν οι ημίθεοι σοφοί μας, και με τους μεγαλοπρεπείς ναούς, και τα υπέροχα αγάλματα των Θεών πάνω στην Ακρόπολη των Αθηνών, επέδειξε όλο το μεγα λείο του, και φώτισε τον δρόμο, τον οποίον έπρεπε να ακολουθή η πολιτισμένη ανθρωπότης. Στα 1821 η ελληνική «λεβεντιά», αν και ολιγάριθμη, ανοργάνωτη, ασύντακτη, ξεσπιτωμένη, πεινα σμένη, χωρίς εφόδια και αβοήθητη, επέδειξε όλη την ανδρεία της, όλη τη σωματική και τη ψυχική της αντοχή, σε ένα τιτάνιο αγώνα με μία ισχυροτάτη Αυτοκρατορία, και φώτισε τον δρόμο, που πρέπει να ακολουθούν οι υπόδουλοι λαοί, όταν θέλουν να εξαγο ράσουν βήμα προς βήμα, και κύμα προς κύμα την ελευθερία των. Οι δυο αυτοί μεγάλοι ιστορικοί σταθμοί είνε το πελώριο πέταλο της ευτυχίας και της δυνάμεως του έθνους, το οποίο, όσο περνούν τα χρόνια και απομακρύνεται, τόσο θα λάμπη περισσότερο. «Συμβολίζει την ευεργετική επίδραση, την οποίαν εξήσκη σαν επί των λαών της Ευρώπης οι ξενητευθέντες έλληνες δασκά λοι του εκπνέοντος Βυζαντινού ελληνισμού, και τη γοητεία την οποίαν εξήσκησε (και εξασκεί) η χρυσή εποχή του Περικλέους στους άλλους λαούς της οικουμένης, από τις οποίες εξεπήδησαν οι φιλέλληνες, οι οποίοι επροκάλεσαν την αποτελεσματική επέμ βαση των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων στη θάλασσα του Ναυαρίνου. «Συμβολίζει τα «Ελευθέρια» και των άλλων τμημάτων της Πατρίδος μας, δηλαδή της Επτανήσου, Θεσσαλίας, Μακεδονίας, Ηπείρου, Θράκης, Κρήτης και των νησιών του βορειανατολικού Αιγαίου. »Συμβολίζει και την συνεργασία του έθνους μας με την θρη σκεία μας. Το έθνος μας στα 1453, αν και είχε τελείως κατασυν τριβεί και χάσει όλα τα στελέχη του, άρχισε από την επαύριο της αλώσεως της Πόλης να παρασκευάζεται για τη μεγάλη επανά σταση με την συνεργασία της θρησκείας. Δεν πέθανε, είπε, το έθνος, ο Παλαιολόγος, αλλά μαρμαρώθηκε μέσα στο Άγιο Βήμα της Αγιάς Σοφιάς, για να αναστηθή από εκεί και ξαναβασιλέψη, όταν θαρθή το πλήρωμα του χρόνου. Και η Κυρά Δέσποινα στε νοχωρέθηκε πολύ για τη μεγάλη συμφορά και δάκρυσε για να εξαναγκάση τον Υιόν της να υποβοηθήση την ανάσταση της Ελλά δος. Ο Μαρμαρωμένος Βασιλιάς με το σπαθί του, και η Κυρά Δέσποινα με τα δάκρυα, βασιλεύουν στις ελληνικές ψυχές επί τέσ σαρας αιώνας, είνε οι κυβερνήται των μυστικών δυνάμεων του έθνους, οι οποίες παρασκευάζουν την ανάσταση, γλυκαίνουν τις πίκρες της δουλείας, και νανουρίζουν το σκλαβωμένο έθνος με το
«πάλι με χρόνια και καιρούς, πάλι δικά μας θάνε».Η συνεργα σία πατρίδος και θρησκείας εξακολούθησε. Οι δασκάλοι, όσοι δεν έφυγαν στα ξένα, έγιναν Δεσποτάδες, παπάδες και καλόγηροι, για να συνεχίσουν την εργασία των μέσα στα «κρυφά σχολεία» των εκκλησιών και των μοναστηρίων. Οι φιλελεύθεροι, όσοι τρα βήξαν στα βουνά ως «Κλέφτες» και «Αρματωλοί», είχαν απεριό ριστη αφοσίωση προς τη θρησκεία. Το άλλο έθνος συσπειρώθηκε περί τον Πατριάρχη, ο όποιος ήτο συγχρόνως και Εθνάρχης. Τα τραγούδια του Ρήγα και τα «κλέφτικα» όσο λόγο έκαναν για της πατρίδος την ελευθερίαν, άλλο τόσο έκαναν και για του Χριστού την πίστιν την αγίαν. Οι ρασοφόροι ήσαν οι κυριώτεροι σύνδεσμοι της Φιλικής Εταιρείας. Η επανάστασις άρχισε στην Αγία Λαύρα υπό τας ευχάς της εκκλησίας. Διάκοι και καλόγηροι, δεσποτάδες και παπάδες, και ένας Πατριάρχης, πότισαν με το αίμα των την aναφυομένη δάφνη της ελευθερίας. Η αιμορροούσα Ελλάδα του 21 ωμοίαζε με την αιμορροούσα γυναίκα του Ευαγγελίου, η οποία προσπαθεί να πλησιάση τον Χριστόν για να βρη την σωτηρία της. Οι αγωνισταί εθερμαίνοντο με τον πυρετό των πρώτων μαρτύρων της θρησκείας, από τον θρησκευτικά ενθουσιασμό έπαιρναν δύναμη ακαταγώνιστη, έκαναν θαύματα με αξίνες και με βάρκες, ανύψω σαν λαμπρά ολοκαυτώματα, έστησαν τρόπαια αθάνατα, και μετα κινήσαν το βουνό της Ιεράς Συμμαχίας της Ευρώπης. Οι νίκες απεδίδοντο όλες στο Θεό, και η απελευθέρωσις της πρώτης εθνι κής εστίας, και των μετέπειτα τμημάτων της Πατρίδος μας, εχαι ρετίσθη από τους συγχρόνους ως έργο του Θεού, και όχι των ανθρώπων. »Αλλά και προ του 1453 όλα τα μεγάλα κατορθώματα της πατρίδος μας έγιναν με την συνεργασία της θρησκείας μας. Ας πούμε και λίγα παραδείγματα από τα περισσότερον γνωστά. Ο Κόδρος, όταν πήγαινε εν γνώσει του να φονευθή χάριν της σωτη ρίας της Πατρίδος του, παρεκινείτο από τον χρησμό της θρη σκείας. Οι Μαραθωνομάχοι έγιναν εκατόγχειρες, και οι Σαλαμι νομάχοι Ποσειδώνες, γιατί πολεμούσαν για τους βωμούς και τις εστίες. Ο Θεμιστοκλής, αν και ήτο ο κύριος συντελεστής της νίκης στη ναυμαχία της Σαλαμίνος, απέδιδε τη νίκη στους Θεούς, γι' αυτό και έλεγε δυνατά: «Έλληνες, αυτά δεν τα κατωρθώσαμε εμείς με τις δυνάμεις μας, αλλά οι Θεοί μας, που φθόνησαν τον Μεγάλο Βασιλιά, γιατί δεν σεβάσθηκε τα ιερά των». Ο Περικλής στόλισε την Ακρόπολη των Αθηνών με ναούς και αγάλματα Θεών, και ξώδευσεν αλύπητα για την Προστάτιδα Θεά, την Παρ θένο Αθηνά, γιατί και αυτός και οι Αθηναίοι πίστευαν, ότι αυτή με την ευγλωττία της και με τις παρακλήσεις της κατέπεισε τον πατέρα της Δία να μην επιτρέψη να κυριευθή το ξύλινο τείχος της πατρίδος των. Ο Μέγας Κων/νος, ο όποιος δίσταζε να πολε μήση με τον πολυαριθμότερο στρατό του Λικινίου, με το δράμα του Σταυρού στον ουρανό έβαλε φτερά στη φαντασία και δύναμη στα νεύρα. Ο Iουστινιανός, όταν έχτιζε την εκκλησία της Αγιάς Σοφιάς, την σκάλιζε μέσα στα φύλλα της καρδιάς του έθνους. Η
Αγία Σοφία γνώρισε όλους τους θριάμβους των πολέμων, και αντίκρυσε όλες τις ταπεινώσεις και τη μεγάλη συμφορά. Ο Ηρά κλειος για να θαυματουργήση στους πολέμους με τους Πέρσας, πολεμούσε εν ονόματι του τιμίου Σταυρού, τον ὁποῖον οι Πέρσαι πήραν από την Ιερουσαλήμ. Ο Πατριάρχης Σέργιος για να εξα ναγκάση τους Αβάρους να λύσουν την πολιορκία της Κων/πό λεως, έβαλε Οδηγήτρια του προχείρου στρατού την Παναγία, και ανέγραψε τα νικητήρια στη νύμφη την ανύμφευτη. Ο Βασίλειος, όταν αξιώθηκε να υποτάξη τους Βουλγάρους, ευχαρίστησε τον Θεό από την Ακρόπολη των Αθηνών, στην οποία τότε υπήρχε ναός της Παναγίας. Ο Κων/νος Παλαιολόγος, όταν πολεμούσε στις επάλξεις του καθήκοντος, υπενθύμιζε στους στρατιώτας του, ότι μάχονται υπέρ πίστεως και πατρίδος. Ο καλόγηρος της θρη σκείας Σαμουήλ έβαλε φωτιά στο μπαρούτι του Σουλίου, όπως ο Βρατσάνος των Ψαρρών και ο Καψάλης του Μεσολογγίου. Ο Αθάνατος Διάκος αμιλλώμενος στην ανδρεία με τον Σπαρτιάτη Λεωνίδα, σουβλίσθηκε ζωντανός και ψήθηκε χάριν της Πατρίδος του. Ο Δεσπότης των Παλαιών Πατρών, ο Γερμανός, συνέχισε την διακοπείσαν από την εισβολή των Τούρκων ελεύθερη λειτουρ γία της Αγιάς Σοφιάς με εθνικό μυσταγωγό τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Ο Πατριάρχης Γρηγόριος, κρεμασθείς στην θύρα του Πατριαρχείου την ημέρα της Λαμπρής, άνοιξε τον κρατήρα του εθνικού ηφαιστείου, από τον ὁποῖον εξεχύθη η λάβα της εκδί κησης. Ο Κολοκοτρώνης, πηγαίνοντας να κυριέψη την Τριπολι τσιά, μπήκε σε ένα εξωκκλήσι και ζήτησε βοήθεια από την Πανα γία. Ο Κανάρης και Πιπίνος, όταν ανέλαβαν να τιμωρήσουν τον Καρά Αλήν για τη σφαγή της Χίου, προσευχηθήκαν πρώτα στην εκκλησία των Ψαρρών, και όταν γυρίσαν πίσω νικηταί, πήγαν όπως ήσαν ξυπόλυτοι και ξεσκούφωτοι με τον λαό στην εκκλησία για να δοξολογήσουν τον Θεό. Ο Μιαούλης μετά τη ναυμαχία του Γέροντα δοξολόγησε τον Θεό, και ύστερα έφαγε ένα δείπνο πολύ λιτό, γιατί η 29η Αυγούστου ήτο ημέρα νηστείας. Ο Κουν τουριώτης άρχισε τη ναυμαχία της Έλλης με το σημείο του Σταυρού, όπως ο Νέστωρ του Αγίου Δημητρίου, όταν άρχιζε την πάλη του με τον Λυαίον. »Από τα παραδείγματα αυτά βλέπομε, ότι όλα τα μεγάλα κατορθώματα έγιναν με τη συνεργασία της θρησκείας, και ότι τα σπουδαιότερα πρόσωπα της ιστορίας μας ήσαν τα θρησκευτικώ τερα. Ο Περικλής των Αθηνών με τον Παρθενώνα της Θεάς της Σοφίας Αθηνάς, και ο Ιουστινιανός του Βυζαντίου με τον άλλον Παρθενώνα της Αγίας Σοφίας του Θεού, υπήρξαν οι μεγαλύτεροι υπηρέται της θρησκείας. Και μεις λοιπόν για να προκόψωμε, πρέπει να περπατήσωμε πάνω στα ίχνη των προγόνων μας, και να εμμείνωμε στις παρα δόσεις και τα ιδανικά, με τα οποία μεγάλωσε το γένος μας. Πρέ πει να πλησιάσωμε προς τη θρησκεία, της οποίας το Ευαγγέλιο έχει πατρίδα τον ουρανό, συγγραφέα τον Χριστό, γλώσσα την ελληνική, και σκοπό την σωτηρία του ανθρώπου, - πρέπει να μελε
τούμε και την ιστορία του 21, για να αναβαπτιζώμεθα εθνικώς μέσα στην κολυμβήθρα των ηρώων και μαρτύρων, να αισθανώ μεθα ζωηροτέρα την φιλοπατρία μας, να παίρνωμε θάρρος και αυτοπεποίθηση, να αντιμετωπίζωμε ψυχραιμότερα τα πράγματα, και να αντλούμε αισιοδοξία και ελπίδα. «Σήμερα η πίστις των Ελλήνων θριαμβεύει, και η Ελλάς αναπηδά προς την ζωήν από μέσα από τους τάφους και τα κόκ καλα, τους καπνούς και τα ερείπια, τη στάχτη και τα αίματα, εις κατάπληξιν του κόσμου, όπως ο Φοίνιξ της Μυθολογίας. «Σήμερα κι' εμείς κλίνομε με ευλάβεια το γόνυ της ψυχής μας προς τους συντελεστάς της Παλιγγενεσίας μας, και αναπέμ πομε στον ουρανό το άρωμα της θερμής ευγνωμοσύνης μας. «Σήμερα η ανάστασις του έθνους μας είνε μια ζωντανή ανα παράστασις της αναστάσεως του Χριστού, αφού και το έθνος μας συμβάλλει στην πρόοδο της ανθρωπότητος, σταυρώνεται στον Γολγοθά του μαρτυρίου, υποδουλώνεται και θάπτεται, και πάλι ανασταίνεται. «Σήμερα εμείς οι Έλληνες αισθανώμεθα μια εθνική υπερη φάνεια, και καυχώμεθα, ότι είμεθα μέλη του αρχαιοτέρου και ευγενεστέρου έθνους. «Σήμερα αντικρύζομε τη Σημαία μας ως νυφικό πέπλο της Πατρίδος μας, και αισθανώμεθα ρίγη συγκινήσεως. «Σήμερα εορτάζομε τη χαραυγή του έθνους μας, τότε που εορτάζομε τη χαραυγή της χριστιανικής θρησκείας, και τότε «π’ ανθίζουν τα κλαδιά και βγάν’ η γης χορτάρι». «Σήμερα εορτάζομε τα γενέθλια της Πατρίδος μας, άρα και της Κοινότητος μας, η οποία είνε μέρος της Πατρίδος μας. Ως τέκνα της Πατρίδος μας, πρέπει να εορτάσωμε με την καρδιά μας, γιατί ο μη εορτασμός σημαίνει, -αχ! πώς να το πούμε;σημαίνει θάνατον της Πατρίδος μας, σημαίνει υποδούλωσιν. Λοιπόν ας πιούμε εις υγείαν μας, ας χύσωμε κατά γης λίγο κρασί για τους θυσιασθέντας χάριν της Πατρίδος μας, ας κάνωμε από μια ανθοδέσμη με το κρίνο του Ευαγγελισμού, με το κλωνάρι της δάφνης της ελευθερίας, και με τα άνθη της ελληνικής ανοίξεως, ας τραγουδήσωμε την Πατρίδα μας με τραγούδια νυφικά, άς την ράνωμε με τα άνθη της ψυχής μας, άς στήσωμε γύρω τον χορό, κι’ άς ευχηθούμε να βαδίζη η Ελλάδα μας ενωμένη προς την πρόοδον, να μακροημερεύσουν οι εκπρόσωποι αυτής, ο Βασιλεύς Γεώργιος ο Β' και ο Εθνικός Κυβερνήτης Ιωάνν. Μεταξάς, και να ζήση ο κατά γην, αέρα και θάλασσαν στρατός της χάριν της ειρήνης της».
Αρχιερατική λειτουργία. Τη Ε' Κυριακή των Νηστειών ο Σεβ. Μητροπολίτης ημών ετέλεσε την θ. λειτουργίαν εν τω Ιερώ Προσκυνή ματι και προέστη του μνημοσύνου της μακαρίτιδος Ευθυμίας Ιγγλε ζέλλη. Ο Σεβ. ωμίλησε προς το κατα
κλύσαν τον ναόν ευσεβές εκκλησία σμα μετά την ανάγνωσιν του ιερού ευαγγελίου και εμακάρισε τους κα τοίκους της Κωμοπόλεως δια το προς τον Πανάγιον Τάφον εκδηλωθέν εν διαφέρον των δια της προθύμου συν εισφοράς ελαίου δια τας κανδήλας του Ζωοδόχου Τάφου κατά τον ενερ γηθέντα σχετικόν έρανον.
Επίσημοι επισκέπται. Το Ιερόν Προσκύνημα κατά τους διαρρεύσαντας μήνας επεσκέφθη κατ’ επανάληψιν ο Σεβ. Μητροπολίτης ημών, μετά ζωηρού ενδιαφέροντος παρακολουθών την πορείαν των εργα σιών του καθαρισμού των αρχαίων ει κόνων του Ι. Προσκυνήματος και του καταρτισμού της συλλογής των πα λαιών εικονισμάτων τηςΚωμοπόλεως. -Επίσης το Ι. Προσκύνημα επεσκέ φθησαν ο Νομάρχης Λέσβου κ. Αγ. Κοζυρης μετά του επιθεωρητού διοική σεως κ. Α. Λεκοπούλου και του διευ θυντου της Νομαρχίας κ. Οικονόμου, μετά μεγάλου ενδιαφέροντος ζητή σαντες και λαβόντες πληροφορίας περί της αποκαλυφθείσης αρχαίας εικόνος της Θεοτόκου και των λοιπών κειμηλίων του 'Ι. Προσκυνήματος. - Τη 12η Απριλίου ο Σεβ. Μητρο πολίτης μετά του Διοικητού και του Επιτελάρχου της XIII Μεραρχίας, του κ. Νομάρχου μετά της κυρίας του, του κ. Δημαρχούντος Μυτιλή νης, της κυρίας Βοστάνη και των κυ βερνητών των πλοίων της επισκεφθεί σης την Μυτιλήνην Μοίρας του Β. Ναυτικού επεσκέφθησαν το Ι. Προσκύνημα, αφ' ου προηγουμένως επε σκέφθησαν το Σανατόριον «Υγεία», περί του οποίου οι ξένοι εξεφράσθη σαν μετά θαυμασμού προς τον Σε βασμιώτατον. Μετά σύντομον δέησιν τελεσθείσαν εν τω ι. ναώ του Προσ κυνήματος οι επισκέπται παρεκάθη σαν εις πρόγευμα εν τη αιθούση του «Συνοδικού» της εκκλησίας.
Θείον κήρυγμα. Τον λόγον του Θεού εν τω Ι. Προσκυνήματι εκήρυξαν κατά τους διαρρεύσαντας μήνας ο Πανοσ. Πρω τοσύγκελλος κ. Ιάκωβος, ο Αρχιε ρατικός Επίτροπος και ημέτερος Δι ευθυντής, ο περιοδεύων θεολόγος της Αδελφότητος «Ζωή» κ. Γεωργαντό πουλος και ο θεολόγος κ. Ευστρ. Χατζηαποστόλου. - Κατά τα εσπερινά κηρύγματα των Κυριακών εδιδάχθησαν υπό του ημετέρου Διευθυντού απόψεις τινές της επιγείου ζωής του Κυρίου, μετά θερμού ενδιαφέροντος παρακολου θηθείσαι υπό ευσεβούς ακροα τηρίου. Δια την περίοδον της Μεγ.
Τεσσαρακοστής τα εσπερινά κηρύγματα μετετέθησαν εις την ακολου θίαν των «Χαιρετισμών» εκάστης Πα ρασκευής.
Επιθεώρησις Ιερών ναών. Τη 10η Φεβρουαρίου ε.έ. αγομένης της εορτής του Αγ. Ιερομάρτυρος Χαραλάμπους, ο Αρχιερατικός Επί τροπος παρέστη κατά την εν τω I. ναώ του Άγ. Γεωργίου Κεραμιών τελε σθείσαν πανηγυρικήν θ. λειτουργίαν και ωμίλησεν επικαίρως προς το ευ σεβές εκκλησίασμα. Ακολούθως περι ήλθε τα χωρία της περιφερείας και επεθεώρησε τους ιερούς αυτών ναούς, διεπίστωσε δε την ακριβή συμμόρφω σιν των ευλαβεστάτων εφημερίων προς τε τας γενομένας άλλοτε προς αυτούς συστάσεις και προς τα πορί σματα των φροντιστηριακών συν εδρίων.
Ομιλίαι εν Αθήναις. Ο εν Αθήναις «Αναμορφωτι κός Όμιλος Νεανίδων» επωφεληθείς της δια λόγους οικογενειακούς αυτόθι ολιγοημέρου παρουσίας του ημετέρου Διευθυντού διωργάνωσε τη Γ’ Κυριακή των Νηστειών συγκέντρωσιν των μελών του, καθ’ ην ούτος ωμίλησεν επί του θέματος «Χριστιανι σμός και ψευδοχριστιανός». Ο αυτός ωμίλησεν εν ειδική συγκεντρώσει προς τα υπεύθυνα μέλη του Ομίλου περί των πνευματικών επιδιώξεων του έργου τούτου.
Προσφορά κληρικών. Δαπάναις των αιδεσ. Νικ. Παπου τσέλλη και Χριστοφ. Κανιμά διεκο σμήθησαν δια καλλιτεχνικών εικόνων των Αρχαγγέλων αι πλάγιαι θύραι του αγίου βήματος του ιερού ναού της Παναγίας Αγιάσου γραφεισών υπό του κ. Παν. Ρούμελη.
+ Ιωάννης Τζαννετής. Εξεδήμησε προς Κύριον ο ιατρός Ιωάννης Τζαννετής επί έτει χρη ματίσας επίτροπος του Ιερού Προσκυνήματος, Της κηδείας του, ην παρηκολούθησε σύσσωμος ο πληθυ σμός της Αγιάσου προέστη ο Σεβ. Μητροπολίτης ημών, όστις εξήρεν εν επικηδείω τας αρετάς του μεταστάν τος.
ΑΓΙΑ
ΣΙΩΝ
ΜΗΝΙΑΙΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΑΣΩ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ ΙΕΡΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΊΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑΣ ΑΥΤΟΥ ΕΥΛΟΓΙΑΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ κ. ΙΑΚΩΒΟΥ ΕΤΟΣ
Α'
ΑΡΙΘΜ. 12
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ
ΜΑΪΟΣ
ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ Πρωτοπρεσβύτερος
1938
ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ
ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ
κ.
ΙΑΚΩΒΟΥ
Εν Μυτιλήνη, τη 10η Ιουνίου 1938. Αριθμ, πρωτ. 1306
Προς τους Ευσεβείς Χριστιανούς της καθ' ημάς Θεοσώστου Επαρχίας, ειρήνην παρά Θεού. Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,
Το φρικιαστικόν έγκλημα, το ὁποῖον διεδραματίσθη τελευ ταίως εις την Αγιάσον, την ωραίαν κωμόπολιν του Ολύμπου, προυκάλεσεν, ως γνωστόν, πανταχού, όπου ηκούσθη, την φρίκην, τον αποτροπιασμόν και την βδελυγμίαν. Και πολύ δικαίως, διότι το διαπραχθέν κακούργημα δεν ήτο από τα συνήθη, ήτο πρωτο φανές και πρωτάκουστον εις αγριότητα. Με πραγματικήν οδύνην ψυχής παρηκολουθήσαμεν τα κατ’ αυτό, και εθλίβημεν βαθύτατα, αναλογιζόμενοι ότι το στυγερόν τούτο έγκλημα κακονοματίζει την Λέσβον. Θα ενθυμείσθε ίσως όλοι τα κακουργήματα που διεπράχθησαν εις τον τόπον μας κατά τα τελευταία έτη υπό συνθήκας πρωτοφανούς αγριότητος. Προ ολίγων ετών ευρέθη άνθρωπος σώας έχων τας φρένας (;), ο οποίος κατέσφαξε την ατυχή σύζυγόν του. Άλλος πάλιν προ ολίγων μη νών δι’ όλως ασήμαντον αφορμήν απέκοψε δια μαχαίρας την κεφα λήν της γραίας μητρός του, και τώρα πάλιν εμφανίζεται τρίτος, ο όποιος υπερβαίνει και τους δύο πρώτους εις τε την θηριωδίαν και την εκδήλωσιν των κακούργων ενστίκτων του. Δεν εδίστασεν ούτος να αφαιρέση την ζωήν ολοκλήρου οικογενείας κατά τρόπον πρω τοφανή ίσως εις τα χρονικά της εγκληματολογίας. Η δύναμις της αγάπης του υιού προς την μητέρα και του αδελφού προς την αδελφήν, η οποία υπάρχει εμφύτως εις την ψυχήν παντός ανθρώ που, εδείχθη ανεπαρκής δια να αναχαιτίση την κακούργον χείρα του φονέως, διότι ασφαλώς μέσα εις την ψυχήν του εκυριάρχουν μόνον τα κακούργα ένστικτα, άτινα εύρον διέξοδον εις πέντε συνεχείς ανθρωποκτονίας, ήτοι εις τον φόνον της μητρός του, της εγκύου αδελφής του, του γαμβρού του και των δυο αθώων βρε φών, τέκνων της ατυχούς αδελφής του.
Θα ενθυμείσθε όλοι σας και τας αλλεπαλλήλους αυτοκτο νίας, αίτινες έλαβον χώραν, όχι μόνον εις την πρωτεύουσαν, αλλά και εις τα μικρά χωρία της νήσου μας, εκεί όπου άλλοτε εσκόρ πιζε το άρωμά του ο ανθός των χριστιανικών αρετών και των ωραίων οικογενειακών παραδόσεων. Όλα αυτά τα κακουργήματα συνετάραξαν την γαλήνην όχι μόνον της Λεσβιακής κοινωνίας, αλλά και ολοκλήρου του Ελλη νισμού, και έχουν κατασπιλώσει (διατί να το αποκρύψωμεν;) και το όνομα και τον πολιτισμόν της νήσου μας. Η Λέσβος, η ωραία νήσος του Αιγαίου, την οποίαν ο καλός Θεός εστόλισε με τόσας εξόχους και απαραμίλλους εν πολλοίς φυσικάς καλλονάς και της οποίας το έδαφος καλύπτει η ειρηνική ελαία, έπρεπε να είναι τελείως ξένη προς τας απαισίας εκδηλώσεις της εγκληματικότητος. Υπό τας τοιαύτας κλιματολογικάς συνθήκας, υπό τας οποίας ζη ο πληθυ σμός της νήσου μας, έπρεπε να μη υφίστατο ουδέ ίχνος εγκλημα τικότητος. Και εάν ακόμη παραδεχθώμεν, ότι τούτο είναι αδύνα τον λόγω της μεγάλης καταπτώσεως των ηθικών αξιών, ήτις παρα τηρείται εις όλας σχεδόν τας ανθρωπίνους κοινωνίας, θα έπρεπε τουλάχιστον να ήσαν μεμονωμένα τα κρούσματα. Εξ αφορμής του τελευταίου στυγερού εγκλήματος, το ὁποῖον κρατεί ακόμη όλους μας εν συγκινήσει, μίαν ολόθερμον ευχήν και πατρικήν σύστασιν απευθύνομεν προς όλα τα πνευμα τικά μας τέκνα: Όλοι όσοι ευρίσκονται μακράν του Θεού και ζουν μακράν της ζωογόνου θρησκείας του Χριστού, να μετανοή σουν και να λάβουν την απόφασιν να επιστρέψουν εις τον Θεόν. Να εκκριζώσουν και ν’ αποβάλουν από τας καρδίας των τα πάθη και τα μίση, είτε προσωπικά, είτε οικογενειακά είναι ταύτα, διότι όταν τα ανθρώπινα πάθη και αι ανθρώπινοι κακίαι υπεισέλθουν και κατακυριεύσουν την ψυχήν του ανθρώπου, τότε υπάρχει κίν δυνος τα πάθη ταύτα να μεταβληθούν εις άγρια ένστικτα, οπότε επακολουθούν οι φόνοι και τα εγκλήματα. Έχετε δε πάντοτε υπ' όψιν σας, ότι άνθρωπος, ο όποιος δεν πιστεύει εις τον Θεόν, άνθρωπος ο όποιος δεν έχει μέσα του ιδα νικά, αλλ' εξαρτά τα πάντα εκ της ύλης, αυτός δεν διστάζει να διαπράξη και τα μεγαλύτερα κακουργήματα δια να iκανοποιήση τας oρέξεις και τα πάθη του. Καμμία άλλη δύναμις δεν δύναται να συγκρατήση τον άνθρωπον από του κακού. Ούτε η επιστήμη, ούτε ο πολιτισμός, ούτε το φάσμα του Νόμου. Μόνον η Θρησκεία του χριστού είναι ικανή να κρατήση τον άνθρωπον μακράν από της αμαρτίας και του εγκλήματος και να τον οδηγήση εις την ζωήν της αγάπης και της πραγματικής ευτυχίας. Ζήσατε λοιπόν την ωραίαν και αγνήν ζωήν του Ευαγγελίου εν τω πλαισίω των μεγάλων και ακαταλύτων ηθικών αξιών. Ζή σατε εν ειρήνη και ομονοία εν τω συνδέσμω της αγάπης του χριστού , Ου η χάρις και το άπειρον έλεος είη μετά πάντων υμών. Αμήν. Διάπυρος προς Θεόν ευχέτης + Ο ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ ΙΑΚΩΒΟΣ
ΠΡΩΤΗ Η ΑΓΙΑΣΟΣ ΘΡΗΝΟΥΣΑ ΖΗΤΕΙ
ΤΗΝ
ΚΑΘΑΡΣΙΝ
ΤΟΥ
ΣΤΥΓΕΡΟΥ
ΚΑΚΟΥΡΓΗΜΑΤΟΣ
Δημοσιεύοντες ανωτέρω την υπ' αριθμ. 1306 εγκύκλιον του Σεβασμ. Μητροπολίτου ημών, όστις ως Πνευματικός Πατήρ των Χριστιανών της Επαρχίας ταύτης βαθύτατα πονεί δια πάσαν αυτών παρεκτροπήν, δεν δυνάμεθα ν’ αφήσωμεν απαρατήρητον την θλιβεράν περίπτωσιν του στυγερού εγκλήματος, ήτις προυκά λεσε την έκδοσιν αυτής. Κακούργος χειρ ανάνδρου δολοφόνου ετόλμησε να μολύνη το έδαφος της ωραίας μας κωμοπόλεως, η οποία δια μυριάδας χριστιανών είναι ιερά, και εν τη οποία ζηλοτύπως φυλάσσεται εις των σπανιωτάτων ιερών θησαυρών της Εκκλησίας και του Γένους, η παλαιοτάτη Θαυματουργός Εικών της Θεομήτορος. Το φρικαλέον κακούργημα δια του οποίου κατεταράχθη ολό κληρος η ελληνική κοινωνία, εγένετο πολύ φυσικώς αιτία πένθους βαρυτάτου δια την κοινωνίαν της Αγιάσου, την αφω σιωμένην εν τω συνόλω της τας εις τας ιεράς πατροπαραδότους αρχάς της θρησκευτικής και ηθικής ζωής. Δια τούτο και μετά αγωνίας η κοινή γνώμη επιζητεί και αναμένει την διαλεύκανσιν και την δικαίαν κάθαρσιν του πρωτα κούστου εις θηριωδίαν εγκλήματος, του οποίου τα αθώα θύματα εκηδεύθησαν από του ναού του Ιερού Προσκυνήματος την 29ην Μαΐου εν μέσω εκδηλώσεων γενικού σπαραγμού. Λυγμοί αντήχουν απ' άκρου εις άκρον του ιερού χώρου καθ’ όλην την διάρκειαν της πενθίμου τελετής και δεν έμεινεν αδά κρυτος οφθαλμός, επί τη θέα των φερέτρων, εντός των οποίων κατέκειντο κεκαλυμμένα τα κατακρεουργημένα λείψανα των μελών ολοκλήρου οικογενείας όλως αδίκως και αναιτίως κατά τον φρικτότερον τρόπον σφαγιασθείσης, αφόρητος δε είναι η αγωνία και η ταραχή, ήτις ακόμη συνέχει πάντας. Θρηνούντες, ως αρμόζει, δια τον φρικαλέον θάνατον τόσων αθώων ανθρωπίνων υπάρξεων, θρηνούμεν έτι πλέον και δια την μεταξύ των αγαθών χριστιανών μας ύπαρξιν ψυχής τόσον πεπω ρωμένης και ικανής να διαπράξη τοιούτο κακούργημα. Πάντες οι εν Αγιάσω ως εις άνθρωπος εναγωνίως ζητού μεν και αναμένομεν την ταχίστην διεκπεραίωσιν των τύπων, μεθ’ ην θα καταδειχθή δια μίαν έτι φοράν ότι δια τα μεγάλα εγκλήματα ισχύει και εν τη παρούση ζωή το του Κυρίου «ουκ έστι κρυπτόν ο μη φανεράν γενήσεται» και ότι δεν έχουσι θέσιν μεταξύ των ανθρώπων οι απολέσαντες παν ίχνος ανθρωπίνης ευαι σθησίας, ώστε εις τοιαύτας να καταντώσι θηριωδίας. Ευχό μεθα δε από βάθους καρδίας οριστική και τελειωτική να είναι η κάθαρσις του εγκλήματος, οίαν απαιτεί αυτήν η τόσον σκληρώς δι’ αυτού τρωθείσα έννοια των ιερωτάτων της ανθρωπίνης κοινωνίας. Αλλ’ ιδού πού οδηγεί η από του Νόμου του Θεού απομάκρυσις και εις οποίαν θηριώδη κατάστασιν δύναται να περιέλθη ο άνθρω
πος, όταν αφήση την ψυχήν του να βυθισθή εις το σκότος της αμαρτίας και να χάση τον προσανατολισμόν της μέσα εις το πέλαγος της ζωής! Όλη η ευφυΐα του ανθρώπου, όλη η τέχνη του, όλη η ικανότης του, και αυτή ακόμη η επιστήμη εις τας χείρας ενός τοιούτου ανθρώπου γίνονται όργανα εγκλημάτων και κακουργιών! Η λογική φύσις με την οποίαν επροικίσθη ο άνθρω πος, δια να υπερέχη των άλλων πλασμάτων της δημιουργίας και να διακρίνη το αγαθόν από του κακού, εις τον άνθρωπον τον ζώντα μακράν του φωτός του Νόμου του Κυρίου διαστρεβλώνεται εις τοιούτον βαθμόν ώστε τας μάλλον παραλόγους ορέξεις του να βλέπη ως δικαίας απαιτήσεις της λογικής του και να δικαιολογή δι’ αυτής και τας μάλλον απαισίας του πράξεις, τας οποίας θηρίον ορμεμφύτως ζων δεν θα ηδύνατο να διαπράξη ποτέ. Εν ω το κτήνος ουδέποτε βαδίζει εναντίον των νόμων των φυσικών, υπό των οποίων κυβερνάται η ζωή του, ο άνθρωπος ο υπό των παθών του οιστρηλατούμενος εξανίσταται εναντίον πάντων, αντιστρα τεύεται εναντίον και αυτών των φυσικών νόμων της ζωής, επινοεί πράξεις, προκαλούσας την φρίκην και τον αποτροπιασμόν! Αν τα θηρία ηδύναντο να σκεφθούν και να ομιλήσουν, ασφαλώς θα εξεπλήσσοντο προ της κακουργίας των τοιούτων ανθρώπων! Δια τούτο είναι αναγκαίος πάντοτε ο φωτισμός του Ευαγ γελίου, του οποίου κύριος νόμος είναι ο νόμος της αγάπης και κύριος σκοπός είναι η εκλέπτυνσις του ηθικού αισθητηρίου του ανθρώπου εις βαθμόν οδηγούντα κατ’ ολίγον εις την προς το θείον δυνατήν εξομοίωσιν. Αξία μεγάλης προσοχής η πατρική παραίνεσις του Ποιμενάρχου μας: Δεν υπάρχει όπλον άλλο ασφαλέστερον από την προσήλωσιν εις τας σωτηρίους αρχάς της χριστιανικής θρησκείας, δεν υπάρχει μέσον άλλο επιτυχέστερον δια την συγ κράτησιν των ατόμων και των κοινωνιών, εκτός από τον φόβον του Κυρίου. Και όταν κανείς άλλος δεν μας βλέπη και όταν πυκνόν της νυκτός το βαθύ σκότος υπόσχεται να συγκαλύψη τας παρεκτρο πάς μας, ο ανύστακτος του Θεού οφθαλμός ο παρακολουθών τα πάντα και βλέπων και εις αυτά ακόμη της καρδίας τα απρόσιτα εις τον άνθρωπον βάθη, ο άγρυπνος του Θεού οφθαλμός παρί σταται εκεί πλησίον του παρανομούντος. Πού δύναται να κρυβή ο κακός από προσώπου του Κυρίου; Ποίος δύναται να αποτρέψη την οργήν του Θεού; Οι μετά φρίκης βλέποντες την κατάστασιν, εις την οποίαν οδηγεί η από του Θεού απομάκρυσις, ας σκεφθούν ότι χρειά ζεται άμυνα μεγαλειτέρα απέναντι της αμαρτίας και ας προσπα θήσουν ν’ αντιπαρατάξουν τα έργα της πίστεώς των και της αγάπης των εναντίον των μεθοδειών της αμαρτίας.
ΤΑ «ΑΝΘΗ ΕΥΛΑΒΕΙΑΣ» ΚΑΙ
Η ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΙΑΣ [2]
Του Καθηγητού κ. Γ. ΒΑΛΕΤΑ
Η άλλη κατηγορία των συνεργατών στα «Άνθη ευλαβείας» είνε οι τρόφιμοι, όπως τους χαρακτηρίζει ο τίτλος της συλλογής, του Φλαγγινιανού ελληνομουσείου. Αυτοί είνε ο 1) Έκτωρ Σιγούρος απ' τη Ζάκυνθο, που συνεργάζεται στα «Άνθη ευλαβείας» με δυο ποιή ματα, το ένα στην αρχαία σε μέτρο σαπφικό31 και το άλλο στη λατινική, επίγραμμα από πέντε δίστιχα με την επιγραφή: «Ad B. V. in coelum assumptam epigramma», 2) Φραγκίσκος Γεράρδος, Κρη τικός. Συνεργάζεται στη συλλογή με δυο ποιήματα, το ένα λατινικό επί γραμμα από εξ δίστιχα, αφιερωμένο στον Τυπάλδο, το άλλο στην αρχαία ελληνική με μέτρο σαπφικό και με τον τίτλο: «Εις την μετά στασιν της Παρθενομήτορος Μαρίας, άσμα σαπφικόν». Αρχίζει έτσι: Άσπιλος νύμφη, Μαριάμ μεγίστη Δόξα ανθρώπων, νοερών τε φώτων Η Θεόν πάντων τετοκυί’ αμώμως Γήθεο σφόδρα.
3) Ανδρέας Μυιάρης, Αθηναίος, συμπατριώτης του σχολάρχη Πατούσα. Συνεργάζεται στη συλλογή με δυο ποιήματα -και τα δυο στη δημοτική, αξιόλογα από πολλές απόψεις. Τ’ αντισηκώνω από την έκδοση του Βλαχογιάννη. Εις την Ελλάδα, έτερον ωδάριον32
3
6
Στην σκιάν ενός δένδρου ύπνον κειμένος ανέπνεον βαθύν, μα με καρδίαν περίλυπον, γιατί την ευτυχίαν της Ελλάδος στον νουν μου είχα και σθένος. Όταν μίαν φωνήν, έτζ’ υπνωμένος, Σήκω, ξύπνα, γροικώ· τί αθυμία, τί ύπνος είν’ αυτός; Ποιάν δυστυχίαν έχεις, και κοίτεσ’ έτζι τεθλιμμένος;
(31) Στη σελ. 24-5 της συλλογής. Τίτλος του: «Εις τον Πανιερώτατον και Σοφώτατον ημών Δεσπότην Μελέτιον Τυπάλδον, άσμα σαπφικόν, ώπερ ηλίω παραβάλλεται». Ο Σάθας ό.π. σελ. 598 δεν προσγράφει το κομμάτι αυτό στο Σιγούρο, ο δε Βλαχογιάννης ταφήνει αδέσποτο ως ανυπόγραφο. Είνε, ύστερα απ' όσα είπαμε στη σημ. 30, ό.π., έργο του Σιγούρου, που υπογράφει το αμέσως ακόλουθο λατινικό επίγραμμα, στη σελ. 26. (32) Το ποίημα αυτό, όπως και τα προηγούμενα ανυπόγραφα της συλλογής, θεωρείται και από το Σάθα (ό.π. σελ. 598) και από το Βλαχογιάννη (ό.π. σημ. 4) που λέγει, πώς δεν τον αφήνει να υπογράφει η μυστική θλίψη του ποιητή για της Ελλάδας την κατάσταση, και από το Βουτιερίδη (Σύντομη ιστορ. της νεοελ. λογοτεχνίας, ό.π. σελ. 238) ως αδέσποτο και ανώνυμο. Είνε όμως έργο του Ανδρέα Μυιάρη, που υπογράφει το αμέσως κατοπινό ποίημα. Πβλ. τη σημ. 30 ό.π. Κακώς δε ο Σάθας προσγράφει στο Μυιάρη τα μετά το υπογραμμένο ποίημά του, επιγράμματα της σελ. 33, που ανήκουν σε άλλο ποιητή, τον Αντώνιο Λάνδο.
9
12
Ξυπνώ και βλέπω ευθύς άνω να μένη η ίδια Αθηνά * με παρρησίαν, κ’ έτζι από ψηλά μου συντυχαίνει: - Της Ελλάδος της πριν την ευδοξίαν χρόνος τινάς ποτέ δεν την μαραίνει, γιατ’ αμάραντος είναι η σοφία.
Με θαυμαστή απλότητα ο νεαρός Έλλην σπουδαστής εκφράζει τον πόνο του για τη σκλαβιά και την εξουθένωση της πατρίδας του, και βρίσκει την ελπίδα και την παρηγοριά στην αιωνιότητα του ελλη νικού πολιτισμού. Ο νεαρός πρόσφυγας, που μακρυά σε ξένη γη νοιώ θει να ξυπνά μέσα στη ψυχή του η έννοια κι ο πόνος της πατρίδας, μας έδωσε ένα θαυμάσιο για τη φυσικότητα και τη θαυμαστή του λιτότητα ποίημα, όπου με το επεισόδιο, με το διάλογο, φτάνει σε ζωντανή σύλληψη, ισόρροπα εκφρασμένη. Πρέπει κιόλας να τονιστή πως το ποίημα αυτό είνε απ' τα πρώτα πατριωτικά ελληνικά τραγού δια. Ο ίδιος ποιητής Ανδρέας Μυιάρης έγραψε και τ’ ακόλουθο κομ μάτι στα «Άνθη ευλαβείας»:
5
10
15
20
25
Εις την ένδοξον μετάστασιν της υπεραγίας Θεοτόκου, παίγνιον ποιητικόν, καμωμένον κατά μίμησιν του σοφού Ανακρέοντος Όταν η αυγή αρχίζη να ιδή τινας τα κάλλη, τον κόσμον να φωτίζη 30 την δόξαν την μεγάλη, εβγήκ’ από την χώραν που είχεν ως Κυρία ευθύς στην πρώτην ώραν. μ’ άπειρην εξουσία. Τότε περιπατώντας Ήθελε ιδή τον ήλιον κ’ εδώ κ’ εκεί θωρώντας και κύκλων άστρων χίλιων της γης τες ευπρεπείες 35 να την χρυσοστολίζουν κι’ όλες τες ευμορφίες και να την ωραΐζουν: έφθασα σε λειβάδι, τα πλήθη των Αγγέλων πούτον χωρίς ψεγάδι. ομού και Αρχαγγέλων Εκεί ’γώ κοπιασμένος να την περικυκλούσι, περίσσια φλογισμένος, 40 να την υπηρετούσι στον ίσκιον, στην δροσάδα, με σέβας και με τρόμον πάνω σε πρασινάδα, ως Δέσποιναν στον κόσμον. εκάθισα λιγάκι Τότ’ ένας εις εμένα κοντά σε κρύο νεράκι. πετά με χρυσωμένα Μόνον ακούω αξάφνω 45 φτερά, και μου φωνάζει: εις τον αέρ’ απάνω τί στέκεις και θαυμάζεις; κρότους και συμφωνίες, Αυτή που αναβαίνει και τέτοιες μελωδίες τόσον δεδοξασμένη που αντιλάλειε η φύσις στους ουρανούς, στα άνω με τέρψιν κι’ όλ’ η κτίσις. 50 για να χαρή κει πάνω, Ευθύς τον νουν μ’ υψώνω, αυτή ’ναι η αγία τα μάτια μου σηκώνω, η πάναγνος Μαρία. και βλέπω λαμπρυσμένην, Λοιπόν τί στέκεις; Σύρε, απάνω θρονισμένην ειπέ το ό,τι είδες μιαν Κόρην εισέ άρμα 55 γλήγορα εις τους άλλους, που ήταν τερπνόν θαύμα μικρούς τε και μεγάλους, (*)
Διόρθωση Βουτιερίδη. Το πρωτότυπο έχει: Αθήνα.
να μάθουνε και κείνοι, να λάβουν ευφροσύνη. Εγώ δ’ ακούων ταύτα,
60
εκίνησα τρεχάτα, και μ’ όλων τερπνόν θαύμα εκήρυξα το πράγμα.
Το κομμάτι αυτό του νεαρού Μυιάρη έχει μαθητική αφέλεια και απλότητα. Δεν μοιάζει με το σονέττο του. Ωστόσο κι απ' τα δυο κομμάτια προδίδεται ο ίδιος πρωτόπειρος ποιητής. Δεν ξέρουμε ούτε άλλο έργο του Μυιάρη, ούτε πληροφορίες έχουμε, ούτε ξέρω, για την κατοπινή του σταδιοδρομία και δράση. 4) Αντώνιος Λάνδος, Κρητικός. Τρόφιμος κι αυτός του Φλαγ γινιανού. Συνεργάζεται στα «Άνθη ευλαβείας» με τρία στιχουργή ματα. Τα δυο επιγράμματα στην αρχαία ελληνική γλώσσα με τον τίτλο «Εις την Κοίμησιν της Θεομήτορος» και το άλλο σονέττο στην ιταλική με τον τίτλο «Sopre la gloriosa assunzione della beatissima Vergine sonneto» 33. 5) Εμμανουήλ Κουερίνης, Ζακύνθιος. Τρόφιμος κι αυτός του Φλαγγινιανού. Συνεργάστηκε στα «Άνθη ευλαβείας» με δυο επιγράμματα στην αρχαία ελληνική, το πρώτο από τρία δίστιχα και το δεύτερο από ένα, με τον κοινό τίτλο «Εις την πανήγυριν της Θεομη τορικής μεταστάσεως» 34. Το πρώτο μεταφράζει ο Βλαχογιάννης ως εξής: «Ο Φοίβος ελύτρωσε τη γη, που τον έκαμε, παλεύοντας με το θάνατο, όταν ο Πύθωνας. τον παλιό καιρό, στάθηκε αντιμέτωπός του. Αυτά όμως ήταν ένα παραμύθι. Γιατί η αληθινή Λητώ είνε η Παναγία, Πύθωνας είνε ο θάνατος, και ο Χριστός είνε ο Φαέθοντας. Αυτός στήνοντας καρτέρι του θανάτου, εκεί που ωρμούσε ενάντια στην Παρθένα μητέρα του, αφού την ελύτρωσε, την ύψωσε στον ουρανό».
Στη συλλογή υπάρχει κι ένα σοννέτο ιταλικό του Κουερίνη, αφιε ρωμένο στον Aρχιεπίσκοπο Τυπάλδο. Για τον Κουερίνη άλλες πληρο φορίες, όσο ξέρω, δεν έχουμε. 6) Ιωάννης Λαμπούδιος, Κρητικός. Τρόφιμος κι αυτός∙ συνερ γάζεται με τρία στιχουργήματα, το πρώτο επίγραμμα από τρία αρχαία ελληνικά δίστιχα με τον τίτλο «Εις την κοίμησιν της Παναμώμου» 35, το δεύτερο λατινικά με τον τίτλο: «In laudem Deoparae in caelum assumptae epigramma» και το τρίτο στιχούργημα στη δημοτική γλώσσα, ανακρεόντειο κι αυτό, γεμάτο πρωτόπειρη απλότητα κι αθωό τητα. Τ’ αντισηκώνω απ' την έκδοση του Βλαχογιάννη. Εις την αυτήν πανήγυριν, έτερον
5
Είμουν σε περιβόλι μακράν από την πάλι με φίλους εις σε τόπον, οπού δεν φέρνει κόπον, μα τέρψιν, ευθυμίαν, πολλήν τ’ αμεριμνίαν. Όταν πριν να χαράξη,
10
παίγνιον ποιητικόν.
ο ήλιος και να λάμψη, εβγήκα στην δροσίαν να εύρω θεραπείαν. Και να σας πικραμένος, περίσσια τρομασμένος μ’ απάντησεν ο Χάρος, χωρίς κανένα θάρρος.
(33) Κ. Σάθα, Ν. Φιλ. ό.π. σελ. 698. Πρβλ. και σημ. 31 αυτ. (34) Αυτό ο Σάθας το προσγράφει στο Λάνδο (ό.π. σελ. 598). (35) Το επίγραμμα αυτό δεν το προσγράφει ο Σάθας στο Λαμπούδιο.
15
20
25
30
35
Επάγωσ’ η καρδιά μου θωρώντάς τον σιμά μου∙ όμως αγάλι-γάλι στα πρώτά μ’ ήρθα πάλι, και δίδοντάς μου ανδρεία εκείνου η δειλία, του είπα δίχως φόβον· γιατί με τόσον πόνον ευρίσκεται χαϊμένος, πολλά ταπεινωμένος; Πόθεν εδώ εφάνης, και τώρα πού υπάγεις; Εκείνος δε στενάζων και το ουαί φωνάζων· τί να ειπώ ο μαύρος, εγώ είμαι, είπ’ ο Χάρος, εκείνος που ορίζω την γην και αφανίζω πλούτη, τιμές και χώρες στες ωρισμένες ώρες, και όλους θανατώνω και τ’ όνομά τους λυώνω. Μόνον μια, που ο Κόσμος με πόθον και με τρόμον
40
45
50
55
60
Μαρίαν ονομάζει και Θεοτόκον κράζει, αυτή εγέλασέ με, ήσχυν’ εντρόπιασέ με, γιατί στον τάφον μπήκε, και απεκεί εβγήκε, κι’ ανέβη εις τα άνω, στους Ουρανούς απάνω με κρότον, μ’ ευφημίαν, δόξαν και παρρησίαν, σα νάταν του θανάτου νικήτρια και του άδου. Εγώ δε φοβισμένος, εκείθεν λυπημένος φεύγω στην ερημίαν, στα δάση, με δειλίαν, μήπως μ’ ιδούσι κι’ άλλοι μικροί τε και μεγάλοι, κι' όλων γενώ παιγνίδι, πομπή τε και αισχύνη. Τούτα λέγοντας, παύει, και την φυγήν αρπάζει. Κ’ εμείς ευθύς κολλούμεν (;) περίσσια να γελούμεν.
7) Λαυρέντιος Βενέριος. Κρητικός. Τρόφιμος κι αυτός του Φλαγγινιανού, συνεργάστηκε στα «Άνθη ευλαβείας» με δυο στι στουργήματα: το ένα επίγραμμα στη λατινική από τέσσερα δίστιχα με την επιγραφή «εις δόξαν της ουρανίας μεταστάσεως της Θεοτό κου» 36, και τ’ άλλο σονέττο ενδεκασύλλαβο στη δημοτική γλώσσα. Τ’ αντισηκώνω. Είνε από τα καλλίτερα δημοτικά κομμάτια της συλλογής: Εις ένα άμουσον, οπού ελόγιαζε να ψάλλη εύμορφα. 3
6
9
12
Ω μελωδία φωνής, ώ πώς βαβίζει Ο λάρυγγας καλά, πώς μολυβώνει, Κ’ ερεύγεται φωνήν... Ώ, να ζής, σώνει! Κάποιες φορές κι’ ο Κύκνος κορακίζει. Κύκνος είσαι και συ, μα σ’ εξορίαν, οπόταν ψαλμωδής, πέμπεις ανθρώπους. Άμε, να ζης, μακράν, άλλαξε τόπους. Οι κύκνοι κατοικούν την ερημίαν. Τούτων και την φωνήν μόν’ οι ψαράδες ακούουσι συχνά· μα συ την χώραν, αδελφέ μ’ ερημώνεις πάσαν ώραν. Πάντα θνήσκει τινάς, λέγουν οι γρηάδες, αν ψάλλ’ εις γειτονιάν νυκτός ο κόραξ· μ’ αν συ ψάλλης, ψοφά ο νυκτικόραξ.
(36) Ο Σάθας τ’ αγνοεί, ο δε Βλαχογιάννης, ως ανυπόγραφο, τ’ αφήνει μετέωρο, είνε όμως του Βενέριου, που υπογράφει στο αμέσως κατοπινό κομμάτι.
Σατυρικό κομμάτι γεμάτο κέφι. Ο επιμελητής της συλλογής το έβαλε τελευταίο επίτηδες∙ ήταν άσχετο με το θρησκευτικό χαραχτήρα του βιβλίου. Ο ίδιος Λιβέριος Κολέττης, που έγραψε στην αρχή της συλλο γής την αφιέρωση, γράφει στο τέλος του βιβλίου τον επίλογο, με τον τίτλο: Ευχαρίστησις. Δ' αντισηκώνω. «Όταν δεν φθάνη ο ευχάριστος άνθρωπος να ανταμείψη με τα έργα τον ευεργέτην του, πάσχει κάν με τα λόγια να φανερώση τα χρέη του. Επειδή δε και ἡμεῖς δεν φθάνο μεν εις το πρώτον, θέλομεν κάν κηρύξει παντοτινά την αγαθοποιόν σας προς ημάς συγκατάβασιν». Μ’ αυτά τα ωραία λόγια τελειώνουν τα «Άνθη ευλαβείας», που το περιεχόμενο και το χαρακτήρα τους προσπα θήσαμε παραπάνου να γνωρίσουμε.
Με το πέρασμα της συλλογής σχηματίσαμε κάποιαν Ιδέα για την «Εταιρεία των Αβλαβών». Την αποτελούσαν οι διδάσκαλοι, οι από φοιτοι κι οι τελειόφοιτοι του Φλαγγινιανού Φροντιστηρίου. Την επίτιμη προεδρεία του πνευματικού και θρησκευτικού αυτού κύκλου την είχε ο Μητροπολίτης Φιλαδελφείας. Ο κύκλος της Εταιρείας αυτής, που θα την εννοήσουμε σα μια θρησκευτικοφιλολογική συντρο φιά, προωρισμένη να υπερασπίσει το ορθόδοξο δόγμα από τις πολυώ νυμες και πολύτροπες επιβολές του καθολικισμού, δεν περιορι ζόταν μονάχα στη Βενετιά∙ είχε και αντεπιστέλλοντα, να πούμε, μέλη στις άλλες ιταλικές πόλεις, όπως στο Πατάβι, στη Ρώμη κι αλλού. Καθώς είδαμε, οι Αβλαβείς χωριζόταν σε Σπουδαίους και Τροφίμους, που δεν είνε άλλοι από τους μαθητές και τελειοφοίτους του Φλαγγινιανού. Χωρίς να ξέρουμε τις διατυπώσεις και τους κανο νισμούς της μικρής αυτής Εταιρείας, που ωνομάστηκε «Εταιρεία Αβλαβών» (Illaesi) για να μη δίνει υπόνοιες στην ενετική διοίκηση, παρατηρούμε πως τα «Άνθη ευλαβείας» είνε μια εκδοτική εμφάνιση της «Εταιρείας των Αβλαβών», γι αυτό έχουν και το σήμα της και τον τίτλο της, συνεργάζουνται δε και μέλη της Εταιρείας, που τότε δεν είχαν καμμιά σχέση με το Φλαγγινιανό Ελληνομουσείο. Ο πρό λογος της συλλογής με μερικές φράσεις του, μας δίνει να καταλάβουμε, πώς οι κληρικοί εκείνοι της Βενετιάς είχαν προοδευτικές γλωσσικές αντιλήψεις, «... συνθεμένα, γράφει, μάλιστα από λέξεις του κοινού μας ιδιώματος, έπρεπε ν’ αφιερωθούν... (εις τον Μελέτιον Τυπάλδον), οπού είναι... της εδικής μας μάλιστα φράσεως ο θησαυρός και το καύχη μα», που τις επιδοκίμαζε και τις ακολουθούσε, ως φαίνεται κι ο Μητρο πολίτης Φιλαδελφείας και προστάτης τότε της Σχολής, Μελέτιος Τυ πάλδος. Είχαν καταλάβει, πέρνοντας το παράδειγμα από την καθο λική προπαγάνδα, πως η εκκλησία έχει ανάγκη από γλώσσα ζωντανή, που να μιλά ίσα στη ψυχή του αμόρφωτου λαού. Μα, φαίνεται, πως η δημοτική γλώσσα είχε πέραση και χρησιμοποιόταν μέσα στο Φλαγγι νιανό κι από άλλους λόγους, προτίμησης, αισθητικής ανάγκης η προη γούμενης επίδρασης και συνήθειας. Και υπήρχε μακρά δημοτική παρά δοση στο Φλαγγινιανό από τα πρώτα χρόνια της σύστασής του. Στο φυτώριο αυτό του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας περάσανε
ως διευθυντές ή καθηγητές 36, και διδάξανε και αφήσανε τα σημάδια της επίδρασής τους, οι σημαντικώτεροι και προοδευτικώτεροι, γλωσσικά και πνευματικά ιεροκήρυκες και εργάτες του δημοτικού λόγου, που αποτελούν παράλληλα τους σπουδαιότερους αντιπροσώπους των ελλη νικών γραμμάτων στην εποχή αυτή της σκλαβιάς και της διασποράς, ο Ηλίας Μηνιάτης, ο Φραγκίσκος Σκούφος και αυτός ο Μελέτιος Τυπάλ δος, που τον βρίσκουμε τώρα να εμπνέεται από τις αντιλήψεις των προ κατόχων του στο Φλαγγινιανό Λύκειο. Αφήνω τον Ιωάννη Πατούσα, που με την φροντίδα και την επιμέλειά του βγήκε ο ωραίος αυτός τόμος της δημοτικής πρωτοπορείας. Κρατήθηκε στη διεύθυνση της Σχολής ως τα 1714. Τον διαδέχτηκε από τα 1723 ως τα 1761 ο αδερ φός του Γεώργιος, που τον βρήκαμε να συνεργάζεται στα «Άνθη ευλαβείας» με τη μακρά εκείνη απλοελληνική πρόζα, που ο Βλαχογιάν νης τη θεωρεί «λαμπρό λογοτέχνημα» 37.Η ωραία λοιπόν γλωσσική παράδοση του Φλαγγινιανού Ελληνομουσείου της Βενετιάς συνεχίζεται απαραμείωτη ως τα τέλη του 18ου αιώνος, που κλείνει η πρώτη και ανθηρότερη περίοδο της σχολής. Στα κατοπινά χρόνια ίσαμε την επα νάσταση, αρχίζει μια περίοδος παρακμής -πολλά μάλιστα χρόνια μένει κλειστή- ώσπου μετά την επανάσταση η Σχολή ανακαινίζεται και ανα διοργανώνεται πάνου σε νέες βάσεις, χωρίς να μπορέσει ποτές να φτάσει την πρωτινή του άνθηση. Το Φλαγγινιανό φροντιστήριο προσέ φερε σημαντικές υπηρεσίες στα ελληνικά γράμματα και στην ελληνική ορθοδοξία. Κατά το Α. Μουστοξύδη 38 στάθηκε «ο φρουρός του της ελληνικής παιδείας ιερού πυρός, όθεν σπινθήρες μεν κατά πρώτον, έπειτα και φως εξέλαμψε τηλαυγέστερον διασκεδάζον πολλαχού της δουλείας το σκότος». Και μνημονεύεται ιδιαίτερα από τους ιστορικούς η πλούσια βιβλιοθήκη του39, που εκτός απ' τα πολύτιμα χειρόγραφά της είχε και έντυπα πολλά και σπάνια, συστημένη ενωρίς και πλουτι σμένη με δωρεές διαφόρων λογίων, όπως του Εμμανουήλ Γλυζωνίου, του Χιώτη κά. καθώς και από αγορές μεγάλων ιδιωτικών βιβλιοθηκών, όπως της του Γαβριήλ Σεβήρου, του Θεοφυλάκτου Ζανφουρνάρη, του Γερασίμου Βλάχου κά. Β'.
Θα ξαναγυρίσουμε στο γενναίο φανέρωμα του Φλαγγινιανού, με τα «Άνθη ευλαβείας». Και το σχολείο και οι κατευθύνσεις του με όλη του τη δράση, μα και το πρωτότυπο και ξεχωριστό πνευματικό κίνημά του με τον ποιητικό αυτό τόμο, μόνο σε μιαν ελληνική παροικία σαν τη Βενετιά μπορούσαν να γίνουν. Η Βενετιά στάθηκε το λαμπρότερο κέντρο της ελληνικής σκέψης και της ελληνικής διανόησης, ιδίως κατά τα χρόνια της τουρκοκρατίας. Ο ξενιτευμένος ελληνισμός πουθενά αλλού δεν θαυματούργησε και δεν έδρασε τόσο σε έργα κοινωνικά και πολιτιστικά, (36) Τον κατάλογό τους πρωτοδημοσίευσε ο Σπυρ. Βελούδης στη «Χρυσ σαλίδα» (ημερολόγιον του αωξγ'), Βενετία 1893. Βλέπε τον και στου Ματθ. Παρανίκα Σχεδίασμα κτλ. Κων/πολις, (Κορομηλάς). 1867, σελ. 130-31. (37) Βλ. παραπάνου αυτ. απόσπασμα και όσα εσημειώθησαν. (38) Δ. Μουστοξύδη Πρακτικά της εν Κερκύρα Εταιρίας των Φιλομα θών ΑΩΜΕ-ΑΩΜΣΤ'. Κέρκυρα, 1846, σελ. 10. (39) Ιωάνν. Βελούδου, ό.π. Πρβλ. και Σπ. Βελούδην, ό.π.
όσο στη Βενετιά. Από απόμερο καταφύγιο μερικών ναυτικών, που σταθήκανε οι πρώτοι Έλληνες οικιστές της από τα Βυζαντινά χρόνια, η Βενετιά σιγά-σιγά έγινε ζωτικό κέντρο του Ελληνισμού της διασπο ράς. Αν αφήσουμε τα άλλα πεδία της τολμηρής δράσης των παροίκων της, που είχαν επιβληθή με τη δύναμή τους, ώστε να έχουν προνόμια και δύναμη απίστευτη, μόνο την ελληνική της τυπογραφία, που σκόρ πισε με τις πολυάριθμες εκδόσεις της το ελληνικό πνεύμα στα πέρατα του κόσμου και κράτησε άσβυστη την ελληνική παράδοση για το σκορπισμένο ελληνισμό, μόνο την πνευματική της ακτινοβολία, με τους σοφούς και τους λογίους της από τον Κυδώνη και το Χρυσολωρά ως το Μάξιμο Μαργούνιο και το Φραγκίσκο Πόρτο, μόνο την κοινοτική της διοργάνωση με την εκκλησία, το διοικητικό κτίριο, τα σχολεία, τα μοναστήρια, να τονίσουμε, θα έφθανε να εκτιμήσει κανείς, όσο θάξιζε, τη σημασία και την προσφορά του ανθηρού αυτού ελληνικού κέντρου40. Τον καιρό που βγήκαν τα «Άνθη ευλαβείας» η ελληνική Βενε τιά βρισκόταν στα καλλίτερα χρόνια της ακμής της. Η παράδοση του ελληνικού πνεύματος και της ελληνικής παιδείας είχε βρη στη Βενετιά ένα φιλόξενο καταφύγιο. Και είνε πολύ χαρακτηριστικό και τιμητικό για την εμπορική αυτή παροικία, το γεγονός, ότι έδωσε τόση σημασία και τόση εκτίμηση στο πνεύμα και στα γράμματα. Μια σχετική από φασή της στα 1593 τονίζει ότι «τα γράμματα όσον τουλάχιστον και τα όπλα υπήρξαν πάντοτε, κατά γενικήν ομολογίαν, το περίφημον και κύριον στόλισμα του ανθρώπου. Και απόδειξις τούτου πασιφανής το Έθνος μας» 41. Ο ξενιτευμένος ελληνισμός διακρίθηκε και θαυμα τούργησε με την πεποίθηση στην αποστολή του, με τη βαθύτερη συνεί δηση για τη δύναμη και τη ανωτερότητα του πνεύματος. Η Βενε τιά στάθηκε η Αθήνα της σκορπισμένου Ελληνισμού. Και ήταν φυσικά κοντά σε τόσα άλλα πολιτιστικά φανερώματα, για τα οποία ο ιστορικάς των νόμων και των εθίμων της Βενετιάς Ιω. Γερ. Ρόσσι αποδίδει την οφειλόμενη τιμή στους αποίκους Έλληνές της «τους Έλληνας, χάρις εις τους οποίους μετά την πτώσιν της Βυζαντινής αυτοκρατορίας τόσον ανεπτύχθησαν και εκαλλωπίσθησαν η φιλολογία και η τέχνη της Βενετίας, τους Έλληνας πηγήν ανεξάντλητον γνώσεως και ανθρωπισμού» 42, κοντά σε τόσα πολυφανέρωτα επι τεύγματα, να κρατήσουν και την ελληνική παιδεία. Από τα τέλη του 16ου αιώνος 43, στα μαύρα χρόνια, λειτουργεί στο απόμερο εκείνο λιμάνι, ελληνικό σκολειό με διακεκριμένους δασκάλους και με πολλούς μαθητές. Το δε Φλαγγινιανό Ελληνομουσείο στάθηκε η ανώτερη Σχολή -η Ακαδημία- του σκλαβωμένου και ξενιτευμένου ελληνισμού. Στο σχολείο αυτό καλλιεργήθηκε από πολλά χρόνια μια ωραία παράδοση, Πρβλ. τη νεώτερη εργασία του Αχ. Αδ. Κύρου Το ζήτημα της Ελληνικής Κοινότητος Βενετίας. «Νέον Κράτος» Α', 6, Φεβρ. 1938, σελ. 160-165. (41) Στου Α. Κύρου, ό.π. σελ. 163. (42) Στου Α. Κύρου, ό.π. σελ. 162. (43) Ιω. Βελούδου, ό.π. σελ. 108. Πρβλ και Παρανίκαν ό.π. σελ. 130. Το πρώτο ελληνικό σκολειό της Βενετιάς συστήθηκε στα 1593, αν και από τα 1885 δίδασκε σ' ελεύθερα δημόσια μαθήματα ο Μαργούνιος. Ο Κύρου ό.π. σελ. 161 επιμένει ότι υπήρχε σχολείο ελληνικό στη Βενετιά από τις αρχές του ΙΣΤ' αιώνος. «Έχομεν, λέγει, πληροφορίας εγκύρους» χωρίς να τις καθορίζει.
που με το ανοιχτό της πνεύμα μπόρεσε να συνδυάσει και παράλληλα ν’ αναπτύξει τη θρησκευτική με την ανθρωπιστική μόρφωση, τη δημο τική με την αρχαία ελληνική παράδοση. Οι αρχαίες κι οι νεώτερες γλώσ σες, η αρχαία ελληνική κι η λατινική, η ιταλική κι η δημοτική στάθη καν ισοστάσιες μπροστά στο μορφωτικό ενδιαφέρο του Φλαγγινιανού. Η δημοτική γλώσσα χρησιμοποιήθηκε στα ρητορικά γυμνάσματα, στα ποιητικά δοκίμια και δεν περιφρονήθηκε ως χυδαία και βάρβαρη, μα χάρηκε την εκτίμηση δασκάλων και μαθητών ως γλώσσα αγωγής, επικοινωνίας και δημιουργίας. Αν ο ελληνισμός ήταν συγκεντρωμένος και η ανθρωπιστική παιδεία δεν είχε τις σφαλερές προεκτάσεις και τις επιζήμιες και παρεξηγημένες επιδράσεις της, η δε Βυζαντινή παράδοση, ενισχυμένη απ' τη μοιραία κληρικοκρατία της σκλαβιάς, έχανε την τυραννική κυριαρχία της, η εργασία του Φλαγγινιανού θα είχε ευρύ τερη ακτινοβολία εκπαιδευτική και λογοτεχνική σ’ όλο τον ελληνισμό. Εκείνος ο προδρομικός αιώνας, που ο ελληνισμός ξυπνά και σαλεύει και ανακτά, μ’ όση θολούρα, τον εθνικό εαυτό του, δεν θα ήταν γεμάτος από πτερύγια και βωμούς και αρχαία θέματα, οι δε μέθοδοι της διδασκαλίας -εκείνη η απονεκρωτική λ.χ. ψυχαγωγία- θα ήταν ζωντανά μέσα βαθύτερης μόρφωσης. * * * Έτσι έμειναν τα «Άνθη ευλαβείας» χωρίς συνέχεια, ένα γενναίο μα απομονωμένο και ξεκρέμαστο φανέρωμα του ξενιτευμένου ελληνισμού , μια μοναχική και αφημένη όαση, εκεί κάτω στα πρώτα χρόνια του 18ου αιώνα. Αποτελούν τις συμπαθητικές απαρχές του πεζού και ποιητικού μας λόγου, μα η σημασία τους είνε γενικώ τερη. Είνε ένα κήρυγμα αναγεννητικό, αναμορφωτικό κίνημα, που έχει την αξία του τόσο περισσότερο, όσο είνε ενσυνείδητο και όχι συμπτωματικό - αποκύημα μακράς παράδοσης και εσωτερικής προε τοιμασίας, που συντελέστηκε αθόρυβα μέσα στο φωτεινό αυτό φυτώριο της ελληνικής παιδείας και ορθοδοξίας. Φαίνεται κι από τον πρόλογο, το δείχνει και το σύνολο του βιβλίου. Οι Αβλαβείς δεν είνε μόνο οι τότε τελειόφοιτοι της σχολής μα και οι απόφοιτοι και οι διδάσκαλοι και γράφουν τα ποιήματα και τα πεζά τους στη δημοτική τα περισσό τερα ή στην ιταλική. Και ο πρόλογος δεν αποδίδει τούτο στην απειρία τους τη μαθητική. ουδέ στην άγνοια των κλασσικών γλωσσών, μα στην προτίμηση της δημοτικής, που ήταν μια παράδοση του σκολειού, που την ακολουθούσε και την υποστήριζε κι αυτός ο προστάτης του Δεσπό της Φιλαδελφείας. Ύστερα από το κίνημα του Σοφιανού, εκατό πενήντα χρόνια πριν, που ήταν γλωσσοεκπαιδευτικό, έχουμε με τα «Άνθη ευλαβείας» ένα άλλο αναμορφωτικό κίνημα, που είνε πεια λογοτεχνικό, ενώ δεν παύει να μένει στη βάση του εκπαιδευτικό. Κομμάτια ποιητικά και πεζογραφικά, που είδαμε και το περιεχόμενο και την αξία τους στα μέσα μιας τρισαίωνης κατάπτωσης και νέκρας του ελληνισμού, είνε κάτι που προκαλεί το θαυμασμό του ιστορικού. Και είδαμε ότι η όαση αυτή δεν είνε συμπτωματική, μα αποτέλεσμα μακρινής παράδοσης και εργασίας, που γινόταν στο Φλαγγινιανό κάτου από ωρισμένες διδα κτικές και γλωσσικές αρχές. Αν το Φλαγγινιανό τύπωνε ταχτικά τις
εργασίες των μαθητών του 44, ωρισμένως θα είχαμε σήμερα ολόκληρη θρησκευτική ποιητική σχολή με αδρότερα και περισσότερα έργα. Και είνε δυστύχημα, που η εποχή τους κι η κληρική ιδιότητά τους, δεν άφησε τους νεαρούς ποιητές του Φλαγγινιανού να συνεχίσουν την ποιητική τους επίδοση. Εκείνος λ.χ. ο Βενέριος, ο Μυιάρης, ο Στρατηγός, ο Βούλγαρις, δείχνουν και ταλέντο και τεχνική προχωρημένη. Δεν εσυνέ χισαν το δρόμο τους εκτός από το Στρατηγό, που κι αυτός κατανα λώθηκε με μερικά αρχαία επιγράμματα. Η εποχή τους αυτά ζητούσε κι ο δρόμος των άλλων δεν θα ήταν διαφορετικός Γι αυτούς ούτε πλη ροφορίες κάν μας έμειναν για την κατοπινή δράση και ζωή τους. Η παραμερισμένη και πνιγμένη δημοτική παράδοση έκλαψε στη μακρό χρονη ζωή της - την ακατάβλητη- και θρήνησε για πολλές απώλειες. Έμειναν μόνο αυτά τα λίγα λουλούδια για να θυμίζουν στην ιστορία σα μακρινοί σταθμοί, σαν αραιές αποθέστρες το πέρασμα και τη συνέχεια της δημοτικής παράδοσης του ελληνισμού. Είνε η θρησκευ τική ποίηση και ρητορική. Εξυμνούν τη Θεοτόκο, που κατέχει ανέ καθεν μέσα στην εκκλησιαστική υμνογραφία και ευχολογία, καθώς και στην εικονογραφία, πρωτεύουσα θέση. Η ποίηση, η μουσική και η ζωγραφική ανοίξανε διάπλατα την καρδιά τους μπροστά στην παρήγορο των πονεμένων και των δυστυχισμένων. Η ποιητική ομάδα του Φλαγ γινιανού ακολουθούσε και σ’ αυτό μια παράδοση, και με αίσθημα ύμνησε τη μετάσταση της Θεομήτορος - σ’ όλες τις γλώσσες. Η συλ λογή αυτή αποτελεί μοναδικό και ακριβό κεφάλαιο μέσα στην υμνο γραφία της Παναγιάς. Κι έχει και το σημαντικό πλεονέχτημα να είνε, στο μεγαλείτερό της μέρος, γραμμένη σε γλώσσα ζωντανή, που μιλά ίσα στην καρδιά. Μα και η ρητορική, με τον υπέροχο εκείνο λόγο του Γεωργίου Πατούσα, στην ίδια γλώσσα και με το ίδιο αίσθημα, εξύ μνησε την Παναγιά. Για τη γλώσσα τους τη δημοτική, το χαρακτήρα τους το θρη σκευτικά, τους ποιητές και ρήτορες τους κληρικούς τα «Άνθη ευλα βείας» κατατάσσουνται στο θρησκευτικό κύκλο της δημοτικής εκκλησια στικής ποίησης και ρητορικής, που ακμάζει από τα μέσα του 17ου αιώνα ως τα τέλη του 18ου. Θα μπορούσε να ονομαστεί πολύ ταιριαστά, στην ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας και να την απασχολήσει με ιδιαίτερο κεφάλαιό της:Η Θρησκευτική σχολή της Βενετιάς. Αποτελεί πραγματικά σχολή ο κύκλος εκείνος των λογίων κληρικών, που καλλιεργήσανε τη δημοτική εκκλησιαστική ρητορική, με το Γερά σιμο Βλάχο, το Φραγκίσκο Σκούφο, τον Ηλία Μηνιάτη, το Βικέντιο Δαμωδό, το Γεώργιο Πατούσα, το Λιβέριο Κολέττη, τον Ιωάννη Πατούσα , το Νικηφόρο Θεοτόκη. Με τον τελευταίο στα 1800, που πέθανε, κλείνει ο ρητορικός αυτός δημοτικός κύκλος και ανοίγεται ο δρόμος προς την αρχαΐζουσα και την καθαρεύουσα ρητορική του 19ου αι. Και είνε δημιούργημα της Βενετιάς η Σχολή αυτή, γιατί όλοι οι αντι (11) Στα 1716 το Φλαγγινιανό τύπωσε και δεύτερο τόμο, σαν τα «Άνθη ευλαβείας», αφιερωμένο στην εξύμνηση της Ελλάδας. Αποκλειστικό κι εδώ θέμα, όπως και στα «Άνθη». Το βιβλίο εσημείωσα στην υποσημ. 16 αυτ. μα δυστυχώς δεν το είδα. Θα έχει χωρίς άλλο, μεγάλο ενδιαφέρον, όπως τα «Άνθη».
πρόσωποί της σπουδάσανε ή ζήσανε ή δράσανε στη Βενετιά και γύρω στο Φλαγγινιανό. Δημιούργημα της πνευματικής Βενετιάς, που μας έστειλε τις δημοτικές λαϊκές εκδόσεις, που συγκέντρωσε το άνθος του ελληνικού πνεύματος, που δέχτηκε τις επιδράσεις της γλωσσικής και εθνικής αναγέννησης στη Δύση. Στη θρησκευτική σχολή της Βενετιάς σα γνήσια παραβλάσταρά της, ανήκουν κι οι ποιητές της συλλογής, που εξετάσαμε, μαζί με τους πεζογράφους της (Κολέττη και Πατούσα) όλοι δηλ. οι Αβλαβείς, οι φανερωμένοι, με τα έργα τους, οι αφανέρω τοι, με τις αντιλήψεις τους διδακτικές, γλωσσικές, θρησκευτικές, εθνι κής. Ένας κύκλος μακρόχρονης και ομόρροπης κατεύθυνσης, που έδωσε τους ακριβώτερους καρπούς κατά τους στείρους αυτούς αιώνες της σκλαβιάς. Ξέχωρα απ’ τα πεζογραφήματα του Κολέττη και του Γ. Πα τούσα στα «Άνθη ευλαβείας» που παν με τα ρητορικά έργα του Σκούφου και των λοιπών αντιπροσώπων της σχολής αυτής, τα ποιή ματα της συλλογής από την αξιολογική αισθητική τους άποψη, τη μετρική, τη στιχουργία και τη γλώσσα δεν είνε χωρίς σημασία. Είνε φανερό πως έχουν δεχτή την ιταλική επίδραση, αφού οι ίδιοι ποιητές τους γράφουν και ιταλικά. Μα αυτό δεν έχει σημασία. Οι οχτάβες με τ’ αντίστοιχα στιχουργικά τους συστήματα και την πλούσια ζευγαρωτή και σταυρωτή ομοιοκαταληξία στο ποίημα του Βούλγαρη, εiσάγονται για πρώτη φορά στη νεοελληνική μετρική∙ τα ανακρεόντεια ιαμβικά επτα συλλαβα με τη ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία τους παρ’ όλη την πλαδα ρότητά τους είνε κι αυτά πρωτόφαντα στην ποίηση της δημοτικής, τα σονέττα πάλι τα ενδεκασύλλαβα με τους διάφορους ομοιοκατά ληκτους συνδυασμούς 45 είνε τα πρώτα σονέττα της νεοελληνικής ποίησης, ύστερα από τα κυπριώτικα. Για τη γλώσσα τους έγινε λόγος και μένει να τονιστή η αισθητική τους αξία. Μού φαίνεται πως το ποίημα του Βούλγαρη και τα τέσσερα σονέττα του Κολομπή, του Στρα τηγού και του Μυιάρη μπορούν να σταθούν κοντά σε πολλά κομμάτια της νεοελληνικής ποίησης, που χαίρουνται γενική επιδοκιμασία και εκτίμηση, ωστόσο εκείνα του Μυιάρη και του Κολομπή θ’ αποτελέσουν αληθινά στολίσματα της νεοελληνικής ανθολογίας. Φεβρουάριος 1937
Γ. ΒΑΛΕΤΑΣ
(45) Βγάζαν αυτά τα σχήματα: αββα-αββα-γδγ-εγε. 2) αβαβ-αβαβγδγ-δγδ. 3) αββα-αββα-γδγ-δγδ. 4) αββα-αββα-γδδ-γεε.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΑ: εκτός από όσα σημειωθήκανε στις υποσημείωσες για το Φλαγγινιανό άς σημειωθούνε κι αυτά: Α. Μαζαράκη Βιογραφίαι των ενδό ξων ανδρών της νήσου Κεφαλληνίας, Βενετία, 1843, σελ. 38 κά. Ηλ. Τσιτσέλη Κεφαλληνιακά Σύμμικτα. Τόμ. Α' Αθήναι, 1904, σελ. 274, 310, 910. Κ. Οικονό μου Έκθεσις των κατά το μνημόσυνον των Ζωσιμαδών μετά του επιταφίου λόγου. Αθήναι, 1842, σελ. 47. Τρ. Ευαγγελίδου Η παιδεία επί Τουρκοκρατίας. Τόμ. Β', εν Αθήναις, 1936, σελ. 469-470 και 473-4.
Η ΠΕΝΘΙΛΗ
ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΩΝ ΑΡΑΠΗΔΩΝ Του κ. ΣΤΡΑΤΗ ΚΟΛΑΞΙΖΕΛΛΗ
Το τέταρτο τμήμα της ιστορίας της Πενθίλης αναφέρεται στη Βυζαντινή εποχή από τα 671, οπότε έγινεν η πρώτη πολιορκία της Κων)πόλεως από τους Άραβας, έως τα 717, οπότε επακο λούθησε η δευτέρα τοιαύτη. Το Βυζαντινό κράτος κατά την εποχή αυτή δεν ευρίσκετο σε ευχάριστη κατάσταση. Διότι αφ' ενός η πρωτεύουσα αυτού κινδύ νεψε να περιέλθη δυο φορές στα χέρια των Αράβων, αφ' ετέρου κατά την εποχή αυτή βρήκαν ευκαιρία να εγκατασταθούν στη Βαλκανική χερσόνησο χωρίς καμιά αντίσταση οι Κροάται, οι Σέρβοι και οι Βούλγαροι, συγχρόνως δε έγιναν και πολλές εσω τερικές επαναστάσεις, που έφεραν το κράτος προς την καταστραφή, από την οποίαν ευτυχώς το έσωσεν ο Λέων ο Ίσαυρος, καταλα βών τον θρόνον στα 717. Ως προς τη Λέσβο τα βιβλία δεν αναφέρουν αραβικές επι δρομές κατά το χρονικό αυτό διάστημα. Η τοπική όμως παράδοσις αντιθέτως αναφέρει, ότι τον καιρόν, κατά τον ὁποῖον οι Άραβες πολιορκούσαν την Κων/πολη, έκαναν και επιδρομές κατά της Λέ σβου. Τούτο δε φαίνεται, ότι είνε και το πιθανώτερο, τούτο και ο γράφων παραδέχεται, διότι, όπως θα δούμε παρακάτω, τα υπό της παραδόσεως λεγόμενα συμφωνούν απολύτως με τα γεγονότα της εποχής, την οποίαν αναφέρομεν, και διότι δεν μπορούν αλλοιώς να δικαιολογηθούν οι εκφράσεις, που έχει ο λαός περί «Αρά πηδων», προκειμένου να φοβερίζη τα παιδιά. Οι εκφράσεις δε αυτές δεν πρέπει να σχετίζωνται με τους άλλους Αράπηδες, που ήρθαν και αυτοί ως επιδρομείς αργότερα στη Λέσβο, γιατί αυτούς τους ονομάζει η παράδοσις «Σαρακηνούς», και έτσι τους διακρίνει από τους πρώτους. Προ των αραβικών αυτών επιδρομών, που έγιναν όταν επο λιορκείτο η Κων/πολις, στη Λέσβο έγινε και μία επιδρομή Σκυθών στα 376, και μία λεηλασία από τους αιχμαλώτους του στρατηγού Βελισσαρίου επί Ιουστιανού, οι οποίοι αποστελλόμενοι με πλοία στις ανατολικές επαρχίες σιασίασαν κατά τον πλουν στη Μυτι λήνη (1), αλλά η παράδοσις δεν τις αναφέρει, ίσως διότι δεν έπα θαν κανένα κακό από αυτές οι Πενθιλιώτες. Αναφέρει δε μονάχα τις αραβικές επιδρομές, ίσως διότι αυτές ως τρομακτικές και με πολλά αποτελέσματα επεσκίασαν τις άλλες. Για να κατανοήσωμε καλά τα «χρόνια των Αράπη δων», κατ’ ανάγκην θα επεκταθούμε λίγο στη Βυζαντινή ιστορία. Όπως είνε γνωστόν, οι Άραβες εξορμήσαντες από την αραβική χερσόνησο, και εμπνεόμενοι από τον θρησκευτικό των ενθουσια σμό, επεκτείνοντο διαρκώς εξισλαμίζοντες τους υποδουλωμένους λαούς. Έτσι μετά την κατάκτηση πολλών επαρχιών του Βυζαν (1) Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαιδεία, στη λέξη Μυτιλήνη.
τινού κράτους, της Συρίας, της Παλαιστίνης και της Αιγύπτου, εστράφησαν και προς την Κων/πολη. Ο Χαλίφης Μωαβίας, έχων έδρα του την Δαμασκό, έκοψε άφθονη ξυλεία από τα δάση του Λιβάνου και ναυπήγησε ένα μεγάλο στόλο, με τον ὁποῖον, αφού κυρίεψε την Κύπρο, Κρήτη, Ρόδο και ένα μεγάλο μέρος της Βο ρείου Αφρικής, πολιόρκησε στα 671 (2) και την Κων/πολη. Η πολιορκία αυτή βάσταξε επτά χρόνια, αλλά όχι αδιάκοπα. Άρ χιζε την άνοιξε, διεξήγετο κυρίως το καλοκαίρι, και ελύετο τον χειμώνα, αποσυρομένων των πολιορκητών στην Κύζικο, για να επαναλάβουν την πολιορκία την επομένη άνοιξε. Οι Άραβες πολεμούσαν με μεγάλη γενναιότητα, και διότι ήλπιζαν να πάρουν αιχμαλώτους, πλούτη και γυναίκες, και διότι βρίσκονταν παρόν τες οι επιζώντες σύντροφοι του Προφήτου αυτών Μωάμεθ. Αλλά και οι Έλληνες ανθίσταντο με καρτερία, και διότι πολεμούσαν τον περί των όλων αγώνα, και διότι ενεψυχώνοντο από ένα δρα στήριο και φρόνιμο αυτοκράτορα, τον Κων/τίνο Πωγωνάτο. Κατά την κρίσιμη αυτή εποχή η Κων/πολις, το Βυζαντινό κράτος, το ελληνικό έθνος, η χριστιανωσύνη, και εν γένει ο ευρωπαϊκός πολι τισμός, σωθήκαν από το «υγρόν πυρ», το οποίο είχε τότε εφευρεθεί. Με αυτό οι Βυζαντινοί επέφεραν μεγάλες καταστροφές στα ξύλινα πλοία των Αράβων, οι οποίοι μετά επτά έτη (677) (3) αναγκασθήκαν να λύσουν την πολιορκία και να συγκεντρωθούν στην Κύζικο για να επιστρέψουν στη Συρία. Άλλοι επεχείρησαν να κάνουν αυτόν τον δρόμο με τα πλοία, και άλλοι πεζοί δια της Μικράς Ασίας, διότι μέσα στα διασωθέντα πλοία δεν χωρούσε πια όλος ο στρατός. Και ο μεν στόλος υποχωρών διαρκώς εδεκα τίζετο από τα καταδρομικά του Βυζαντίου και τις τρικυμίες, οι δε πεζοί στον δρόμο διώχθηκαν και εξωλοθρευθήκαν. Μετά την κατα στροφή αυτή ο Μωαβίας έστειλε ταπεινωμένος απεσταλμένους στην Κων/πολη για τη συνομολόγηση ειρήνης, από φόβο μήπως κινδυνέψη η αρχή του στη Συρία. Κατά τις συνθήκες υπεχρεώθη να πληρώνη κατ’ έτος φόρο στο Βυζάντιο, να αποδίδη ωρισμένο αριθμό χριστιανών αιχμαλώτων από τους πολλούς που είχε συγ κεντρώσει και να στέλλη ωρισμένο αριθμό εκλεκτών αλόγων. Και όμως μετά τον θρίαμβον τοῦτον του Σταυρού το Βυζαν τινό κράτος εφέρετο προς την καταστροφήν εξ αιτίας των πολλών επαναστάσεων. Βλέπων την κατάσταση αυτή ο Χαλίφης(4) Σουλεϊ μάν, διαμένων και αυτός στη Δαμασκό, απεφάσισε να επαναλάβη την απόπειρα του Μωαβία, και να υψώση τη σημαία του Μωάμεθ στα τείχη της Κων/πόλεως. Έκοψε και αυτός από τον Λίβανον ξυλεία, και την κατέβασε στην παραλία για να ναυπηγήση πλοία. Ο τότε βασιλεύς του Βυζαντίου Αναστάσιος έστειλε στη Ρόδο στόλο για να πλεύση στη Συρία αιφνιδίως και να πυρπολήση τη ξυλεία. Δυστυχώς όμως ο στρατός του στόλου αυτού, όταν έφθασε (2) Κατ’ άλλους στα 672 ή 663. (3) Κατ’ άλλους στα 678 και κατ’ άλλους στα 679. (4) Χαλίφης είνε ο διάδοχος του Μωάμεθ ως πολιτικού και θρησκευ τικού αρχηγού των Μωαμεθανών.
στη Ρόδο, κήρυξε έκπτωτο τον Αναστάσιο και αντί να πλεύση στη Συρία, επέστρεψε προς την Κων/πολη. Περί το Αδραμύττιο συνήντησε τυχαίως ένα εισπράκτορα των δημοσίων φόρων, τον Θεοδόσιο, τον ὁποῖον ανεκήρυξε παρά τη θέλησή του βασιλέα. Με τον Θεοδόσιο έπλευσε στην Κων/πολη και έγινε κύριος αυτής. Βλέπων την κατάσταση αυτή ο στρατηγός των ανατολικών επαρ χιών Λέων ο Ίσαυρος, βάδισε προς την Κων/πολη,καταλαβών τον θρόνον στα 717. Πίσω όμως από τον Λέοντα στις 15 Αυγούστου του 717 έπλευσε στην Κων/πολη και ο αραβικός στόλος του Σου λεϊμάν με αρχηγό τον Μωσλεμά. Η πολιορκία αυτή βάσταξε ένα χρόνο. Οι Άραβες τότε υπέφεραν από βαρύν χειμώνα και άλλες κακουχίες, και είχαν πολλές αποτυχίες, αλλά επέμεναν. Και οι Έλληνες όμως δεν εδειλίαζαν, γιατί ο Λέων Ίσαυρος ήτο έμπει ρος και στις επιθετικές και αμυντικές επιχειρήσεις. Επί τέλους η ερρωμένη αντίστασις του Λέοντος, η πείνα, η πανώλης και το υγρόν πυρ ανάγκασαν τον Μωσλεμά στις 15 Αυγούστου του 718 να λύση την πολιορκία, και να επιστρέψη και αυτός «κακήν κακώς» προς τη Συρία, ενώ οι πολιορκούμενοι ευχαριστούσαν στις εκκλησίες την Παναγία, στην προστασία της οποίας επέδω καν τη λύτρωση αυτών, επειδή η πολιορκία άρχισε και διελύθη στις 15 Αυγούστου, επέτειο της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Μετά την εξιστόρηση αυτή των πολιορκιών ο καθείς κατα λαβαίνει, πως κατά την διάρκεια αυτών δεν μπορεί παρά να έγι ναν και στη Λέσβο αραβικές επιδρομές. Αν κατά την πολιορκία της Κων/πόλεως από τους Αβάρους (την οποίαν αναφέραμε στην προηγουμένη παράγραφο), και κατά την εγκατάσταση των Σλάβων στην Βαλκανική χερσόνησο, δεν συνέβη τίποτε στη Λέσβο, επειδή αυτή βρισκόταν έξω από τον δρόμο και τη ζώνη των πολε μικών επιχειρήσεων, κατά τις δυο όμως πολιορκίες της Κων/πό λεως από τους Άραβας τα πράγματα ήσαν πολύ διαφορετικά, γιατί η Λέσβος βρισκόταν μέσα στον δρόμο των κατά θάλασσαν επιχειρήσεων. Τα αραβικά καράβια, και όταν έπλεαν δια του Αιγαίου προς την Κων/πολη για να αρχίσουν τις πολιορκίες, και όταν επί 8 έτη (7 έτη συνεχώς κατά την πρώτη και 1 κατά την δευτέρα πολιορκία), ανεβοκατέβαιναν στο Αιγαίο, είτε για να διαβιβάσουν στους Χαλίφας τα νέα και την πορεία της πολιορκίας, είτε για να μεταφέρουν αρρώστους στη Συρία, είτε για να στεί λουν επικουρίες στην Κων/πολη, χωρίς άλλο τα καράβια αυτά θα προσήγγιζαν και στα παράλια της Λέσβου, περισσότερο δε, όταν τα έπιανε στο δρόμο σφοδρός άνεμος, και όταν τελείωναν οι τροφές και το πόσιμο νερό των. Θα προσήγγιζαν δε χωρίς κανένα φόβον, γιατί επί 8 έτη ήσαν κύριοι της θαλάσσης του Αιγαίου. Σ’ αυτά τα 8 χρόνια οι Άραβες διέκοψαν κάθε σύνδεσμο της Λέσβου με την Κων/πολη, δεν έγιναν όμως μόνιμοι κυβερνήται, (διότι ήλπιζαν, ότι θα εγίνοντο μοιραίως, αφού μετά την πτώση της Κων/πόλεως όλο το Βυζαντινό κράτος θα εγίνετο δική των λεία). Σ’ αυτά τα 8 χρόνια τα πληρώματα των πλοίων, περισσότερο εκεί νων, τα οποία επέστρεφαν για διαφόρους υπηρεσίας στη Συρία,
όταν προσήγγιζαν στη Λέσβο, έκαναν ληστρικές επιδρομές στα διάφορα χωριά, (μαζί και την Πενθίλη), από τα οποία διήρπαζαν αιχμαλώτους για να τους πωλήσουν σκλάβους ή να τους εξισλα μίσουν, γυναίκες, πολύτιμα αντικείμενα και τροφές. Κατά τις ληστρικές αυτές επιδρομές οι Πενθιλιώτες και οι άλλοι Λέσβιοι είδαν από κοντά τους Αράπηδες της εποχής εκείνης, δηλαδή ανθρώπους μαύρους, που μιλούσαν άλλη γλώσσα ακατάληπτη, που πίστευαν στον Μωάμεθ και είχαν τη μανία να υποδουλώνουν και να εξισλαμίζουν τους χριστιανούς, που ήσαν μεθυσμένοι από θρησκευτικό φανατισμό, λυσσασμένοι από τη φιληδονία. εκδικη τικοί για την μη επιτυχία της μεγάλης πολιορκίας των ονείρων των, και φοβεροί την όψιν από τις ληστρικές των διαθέσεις. Γι’ αυτούς η φήμη από πριν έφερνε νέα πολύ τρομακτικά εις βάρος των χριστιανών, γι’ αυτό και οι Πενθιλιώτες, όταν τους αντίκρυ σαν, τους εξέλαβαν ως τέρατα και ως θεϊκή οργή, την οποίαν έπρεπεν όπως-όπως να περάσουν με χριστιανική υπομονή. Τόσον τρόμον αισθανθήκαν, ώστε η λέξη Αράπης παρέμεινε και στις μετέπειτα γενεές για να φοβερίζουν με αυτή τα μικρά παιδιά και τους δειλούς. Κατά τις επιδρομές αυτές ο λίγος Βυζαντινός στρατός της Λέσβου, αν και δεν περίμενε καμιά ενίσχυση ούτε από την Κων σταντινούπολη, ούτε από τη Μικρά Ασία, και δεν μπορούσε επο μένως μόνος του να αντιπαραταχθή με τους Αράπηδες, έκανεν όμως με το παραπάνω και με ψυχραιμία το καθήκόν του, και έλαβε για τον εαυτόν του και για τους κατοίκους σοβαρά μέτρα προσ τασίας και διαφυλάξεως. Χωρίς να λάβη υπ' όψει τις τοποθεσίες των χωριών, διάλεξε λίγα βουνά βραχώδη και κρημνώδη, στα οποία με δυσκολία μπορούσε ο εχθρός να ανεβή, και από τα οποία οι κύριοι των βουνών αυτών θα μπορούσαν να κρατούν τον εχθρό σε απόσταση, ακόμα και μονάχα με πέτρες, (εφόσον δεν είχεν εφευρεθεί ακόμα το μπαρούτι), αρκεί να ήσαν εφωδιασμένοι με τροφές και με νερό. Στις κορυφές αυτές συνεκέντρωσε μεγά λες ποσότητες καυσοξύλων και δαδιών και ξερών χόρτων, και έβαλε φύλακας, οι οποίοι ήσαν υποχρεωμένοι ανά δυο, ή τρεις, ή τέσσαρες, να «βιγλίζουν», (δηλαδή να περιφέρουν διαρκώς το βλέμμα στον ορίζοντα -γι’ αυτό ωνομασθήκαν και Βιγλά τορες, ή Βιγλατζήδες-) και να προσέχουν μήπως φανή στη θάλασσα κανένα αραβικό καράβι, ή στη στεριά από άλλη βίγλα φλόγες και καπνός, οι οποίοι ήσαν συνθήματα κινδύνου. Άμα έβλεπαν κίνδυνο, άναφταν στις κορυφές, την μεν ήμέραν άχυρα και ξερά χόρτα για να κάνουν πυκνούς καπνούς, την δε νύχτα ξύλα και δαδιά για να κάνουν φλόγες αψηλές, και με αυτά έδιναν στον άμαχο πληθυσμό το σύνθημα, ότι ήρθαν Αραπάδες, και πρέπει ο καθένας να περισυλλέξη την οικογένειά του και τα ζώα του, να κρύψη στους κρυψώνας τα πολυτιμά του αντικείμενα, να πάρη μαζί του λίγα από τα απολύτως αναγκαία, και να πάγη να κρυφτή σε μέρη δύσβατα, σε λαγκάδια δασωμένα, σε σπηλιάδες, χωρίς να κάνη θόρυβο και χωρίς να ανάφτη φωτιές για να μη
προδοθή από τις φωνές και τους καπνούς. Ο άμαχος λοιπόν πλη θυσμός εδιδάχθη να δίνη προσοχή στις Βίγλες, για να μαθαίνη από αυτές ειδήσεις. Εάν οι κύριες αυτές βίγλες βρίσκονταν σε μεγάλες αποστάσεις η μία από την άλλη, ο Βυζαντινός στρατός έβαλε και άλλους Βιγλάτορας στις κορυφές και άλλων βουνών ενδιαμέσων, για να μεταδίδωνται οι ειδήσεις σε όλα τα χωριά. Στην περιφέρεια της Πενθίλης ο Βυζαντινός στρατός ως κύριες Βίγλες χρησιμοποίησε τον Όλυμπο, επειδή από την κορυφή του εφαίνοντο αν ανέβαιναν στον ορίζοντα φλόγες και καπνοί από τα άλλα αψηλά βουνά της Λέσβου, το Ξυλόκαστρο επειδή από την κορυφή του εφαίνετο η προς νότον θάλασσα του Πλωμαρίου, ο κόλπος της Γέρας και η μεταξύ Λέσβου και Μικράς Ασίας θάλασσα, μέσα στις οποίες κυρίως θα εκινούντο τα αραβικά καράβια αναπλέοντα και καταπλέοντα, και το Καστέλλι επειδή από την κορυφή του εφαίνοντο οι βίγλες του βορείου τμή ματος της Λέσβου, από τις οποίες θα εγίνετο γνωστό, αν επιστρέ φουν καράβια στη Συρία, εφαίνετο και ο κόλπος Καλλονής, μέσα στον ὁποῖον μπορούσαν καμιά φορά να εισπλεύσουν απαρατή ρητα τα αραβικά καράβια από το ανοιχτό Αιγαίο δυτικά. Το Καστέλλι το χρησιμοποίησαν και άλλοι στην αρχαία εποχή, -τότε δε θα είχε και άλλο όνομα- και έχτισαν στην κορυφή του ένα κάστρο με μεγάλες πέτρες δίχως λάσπη, όπως έχτισαν και αργότερα άλλο κάστρο με μικρές πέτρες σφιχτοδεμένες με άμμο και ασβέστη. Λείψανα του νεωτέρου κάστρου είνε τα ερείπια, τα οποία σώζονται στην κορυφή του. Λείψανα δε του αρχαιοτέρου είνε οι μεγάλες πέτρες, που βρίσκονται λίγο χαμηλότερα από την κορυφή του νοτιανατολικώς προς το μέρος του δρόμου, ο όποιος κατε βαίνει κατακόρυφα στον Άγιο Βασίλη. Ως δευτερεύουσες βίγλες ο Βυζαντινός στρατός χρησιμοποίησε τις κορυφές πολλών βουνών τα οποία βρίσκονται πλησίον στα χωριά, γιατί οι κύριες Βίγλες, όπως είπαμε προτιμηθήκαν ασχέτως προς την τοποθεσία των χωριών. Ως κυρίους κρυψώνας οι Πενθιλιώτες για τον εαυτόν τους υπό τις οδηγίες του στρατού χρησιμοποίησαν τη μεγάλη Σπη λιάδα του βουνού Σπήλιου αντίκρυ του Καστέλλι, κυρίως για τις όμορφες κοπέλλες, τις ετοιμόγεννες γυναίκες, και τις λεχώνες (ή «λεχούσες»), τις οποίες φύλαγαν από το μέσα μέρος της εισόδου της Σπηλιάδας οι ρωμαλέοι αρραβωνιαστικοί και οι θαρραλέοι συγγενείς των, εφωδιασμένοι με πέτρες και με ρόπαλα και με το υγρόν πυρ των Πενθιλιωτών, δηλαδή με κατράμια βρά ζοντα σε σιγανή φωτιά, τα οποία ανάπτοντες έχυναν πάνω στα κεφάλια των Αράπηδων, γινόμενοι ολοκαυτώματα αυτοί και οι κοπέλλες, και οι έγκυες και οι λεχούσες. Επίσης χρησιμοποίησαν τα δασωμένα Πόταμα, τα περί τον Όλυμπο δύσβατα βουνά, την παρά το Ξυλόκαστρο αγροτική τοποθεσία Σκοτεινό, η οποία από τότε πήρε αυτό το όνομα, επειδή και το μεσημέρι ακόμα ήτο σκοτεινή από τις πολλές πυκνές σκιές των δένδρων, την κακοπερπάτητη χαράδρα των Αντρίων, στην οποίαν
υπήρχον πολλά μικρά άντρα, ήτοι καταφύγια, κακοτοπιές και μέρη κατάλληλα για κρύψιμο, την κρημνώδη Καρκαβούρα και άλλα κρυφά μέρη της περιφερείας, εκτός της Περασιάς, η οποία εθεωρήθη επικίνδυνη. Οι εκτός της Σπηλιάδας δεν έμεναν στο ίδιο μέρος καθ’ όλην την διάρκειαν μιας επιδρομής, αλλά μετεκι νούντο κατά τις οδηγίες, τις οποίες έφερναν οι αγγελιοφόροι στρατιώται. Από τις επιδρομές αυτές οι Πενθιλιώτες αναγκασθήκαν να πληθύνουν τους κρυψώνας των για να κρύβουν τα πολύ τιμά των αντικείμενα, να ερευνούν το έδαφος της περιφε ρείας των για να ξέρουν στην ανάγκη ποίο θα είνε το άντρο της οικογενείας των, να διανυκτερεύουν στα βουνά, πολλές φορές και μέσα στον χειμώνα, όσον καιρό παρέμεναν στα παράλια της Λέσβου τα αραβικά καράβια, να ψήνουν τα ψωμιά των δυο φορές στους φόυρνους για να παίρνουν κατά τη διαρροή του πληθυσμού μαζί των παξιμάδια, επειδή αυτά δεν μούχλιζαν όπως τα ψωμιά, να έχουν στις σκεπές των σπιτιών αντί κεραμίδια, χώμα από τις καρβουνίστριες και τα ασβεστοκάμινα, (το οποίο δεν διαπερνά εύκολα το βρεχάμενο νερό), για να μη φαίνωνται από μεγάλες αποστάσεις, να βγάλουν από τα κεφάλια των αιγοπροβάτων τα κουδούνια, να αφήνουν τη γη ακαλλιέργητη, να μη διορθώνουν τους εξοχικούς των δρόμους, να μη κόπτουν τα άγρια δένδρα, ιδίως εκεί που είχαν και κεντρόνια, για να είνε η περιφέρεια αυτών κακοπερπάτητη. Εσοφίσθησαν δε να κάνουν οδοφράγματα στους κεντρικωτέρους εξοχικούς δρόμους από όλες τις διευθύνσεις με κορμούς μεγάλων δένδρων και με κλαδιά αγκαθωτά για να κόβουν τον δρόμο των Αράπηδων. Από τις αραβικές αυτές επιδρομές έγινε στην Πενθίλη και μία μικρή μετοικεσία. Λίγοι συγγενείς των αλευρομυλωνάδων της χαράδρας των Αντρίων, επειδή εκεί δεν πάτησε αράπικο ποδάρι, έφυγαν από την Πενθίλη και πήγαν και χτίσαν παρά τους μύλους καλυβάκια, με τα οποία έθεσαν τα πρώτα θεμέλια δέκα μικρών χωρίων, τα οποία, όταν αργότερα μεγάλωσαν από τις επιδρομές άλλων πειρατών, πήραν το περιληπτικό όνομα «Δέκα Άντρια» με το οποίο αναφέρονται μέσα στον Μητροπολιτικό Κώδικα της Μυτιλήνης του 1567-1652, για τον οποίο κάνει λόγο ο Σταυρά κης Αναγνώστου στη «Λεσβιάδα» του (1850). Αυτά είνε τα χρόνια των Αράπηδων, τα οποία οι Πενθιλιώτες τα περάσαν με πολύ μεγάλο τρόμο. Λείψανα αυτών των χρόνων είνε η λέξη Αράπης, η οποία λέγεται και σήμερα στα μικρά παιδιά και τους δειλούς προς εκφοβισμό, η φράσις: «σώπα, μουρό μου, μη σ’ ακούσουν (ή μη μας ακού σουν) οι Αράπηδες», και μας ανακαλύψουν επομένως πού είμεθα κρυμμένοι, η φράσις: «έλα, μουρό μου, μέσα, μη σε πάρουν οι Αράπηδες», στην οποία η λέξη μέσα στην αρχή εσήμαινε μέσα στον κρυψώνα μας, και όχι μέσα στο σπίτι μας, όπως εννοείται σήμερα, και η λέξη Αράπης (και το θηλυκό η Αραπίνα), η οποία άλλοτε σημαίνει βλάκας, χον
τροκέφαλος. Πήρε δε και αυτή τη σημασία από τις πολλές απάτες και τις αποτελεσματικές υπεκφυγές, τις οποίες έκαναν οι Πενθι λιώτες στην εμφάνιση των Αράπηδων με τις στρατηγικές μετακι νήσεις και τους μεγάλους ελιγμούς.
ΙΣΤΟΡΙΚΑΙ ΥΠΟΜΝΗΣΕΙΣ
Η ΠΥΡΚΑΪΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣΟΥ ΤΩ. 1877 Εν σελίδι 17 του πρώτου Κώδηκος των επισήμων εγγράφων του εν Αγιάσω Ιερού Προσκυνήματος της Υπεραγίας Θεοτόκου (1) εύρηται κατακεχωρημένη υπ' αριθμόν 8 υπόμνησις περί της εν έτει 1877 επισυμβάσης αυτόθι καταστρεπτικωτάτης πυρκαϊάς, Την υπόμνησιν ταύτην δημοσιεύομεν δια το ενδιαφέρον αυτής το πρώτον εν τοις επομένοις ως έχει εν τω χειρογράφω: Αριθμός 8 1877 Αυγούστου 14, περί την μίαν ώραν της νυκτός συνέβη | η πανολεθρία πυρκαϊά διαρκέσασα μέχρι της δωδεκάτης ώρας της νυκτός δηλονότι διήρκεσε ένδεκα | ώρας· εις το διάστημα τούτο επυρπολήθησαν επτακόσιαι δέκα τέσσαρες οικίαι 714, είκοσι ελαιόμυλοι 20, | εννε νήντα ενέα εργαστήρια καφφενεία και ψωμαδεία 99 δηλο νότι όλη η αγορά· το κονάκιον ένθα κατώκει | ο Ζαμπίτης, Η Ελληνική Σχολή. Το λαμπρόν Ξενοδοχεΐον της Ιεράς ημών Εκκλησίας, το οποίον | τρίπατον ον περιείχε περί τα εκατόν δωμάτια. Όλα τα κελία της Ιεράς ημών Εκκλη σίας, ο Να|ός των Αγίων Αποστόλων ομού και τα ελαιο μάγαζα αυτής. Έλαια των εμπόρων και των λοιπών οικο | κυραίων εβδομήντα χιλιάδες λαΐνια: Αριθμός 70.000 ως έγγιστα εκ των οποίων 5.000 λαΐνια ήσαν της εταιρίας των ελαιοδεκατιστών Μ. Κούνπα και συντροφίας. Εις την πυρκαϊάν ταύτην απολέσθησαν πυθάρια | και Βουτίναι υπέρ τας τέσσαρας χιλιάδας. Αφίνω δε να φαν (1) Ο Κώδηξ ούτος φέρει εν σελίδι 6 την υπογραφήν του Μυτιλήνης Μεθοδίου και υπό ταύτην την εξής σημείωσιν: «Το δεύτερον έτος της αρχιερατείας ημών επισκεφθέντες αύθις την Κωμόπολιν ταύτην ηρξάμεθα εν τώδε τω Κώδηκι σημειούντες και καταγράφων παν ό,τι την Ιεράν Εκκλησίαν της Υπεραγίας Θεοτόκου αφορά. Εν Μηνί Αυγούστου, του χιλιοστού οκτακοσιοστού εβδομηκοστού σωτηρίου έτους». Ο Κώδηξ ούτος μετά και άλλων ομοίων έχει από ετών παραδοθή τω Συμβολαιογρα φείω Αγιάσου, ως περιέχων και αντίγραφα εγγράφων ενδιαφερόντων την υπηρεσίαν τούτου, οίον διαθηκών, πωλητηρίων, δωρητηρίων, προικοσυμφώ νων κλπ., άτινα επί τουρκοκρατίας υπήγοντο, ως γνωστόν, εις την δικαιοδο σίαν των εκκλησιαστικών αρχών. Περιέχουσιν όμως οι κώδηκες ούτοι και καθαρώς εκκλησιαστικής φύσεως έγγραφα λίαν χρήσιμα δια την νεωτέραν ιστορίαν του Ιερού Προσκυνήματος και της εν Αγιάσω τουρκοκρατουμένης χριστιανικής Κοινότητος.
τασθή έκαστος πόσα άλλα οικιακά πράγματα | απωλέσθη σαν. Η πυρκαϊά έλαβε τοιαύτην έκτασιν πρώτον μεν διότι ένεκα της συρροής του πλήθους και | οι προσπαθούντες να σβύσωσι αυτήν δεν είχαν ελευθέραν την δίοδον εις το να μεταφέρωσι τα πυροσβεστι|κά μέσα, και δεύτερον αφού είδαν ότι η πυρκαϊά επεκτείνετο οι άνθρωποι παρεδό θησαν εις το να εκκε | νώνουσι τα εργαστήρια, τα καφφε νεία, τα εμπορεύματα της οικίας των την δε πυρκαϊάν άφηναν ελευθέ | ραν να καταστρέφη παν το προστυχόν, όλη δε η ζημία υπελογίσθη υπέρ τα είκοσι εκατομίρια γροσίων. | Κατεχωρήθη δε ενταύθα προς υπόμνησιν των μετα γενεστέρων. Ο Γραμματεύς Γρ. Ταμπάκης * * * Εν σελίδι 23 του αυτού κώδηκος υπό την υπ' αριθμ. 11 κατακεχωρη μένην Διαθήκην του Δημητρίου Μαλιάκα εύρηται η ακόλουθος σημείωσις:
Φόρον ευγνωμοσύνης εκπληρούντες καταγράφομεν τα εξής προς αιωνίαν μνήμην του | εκτελέσαντος το αγαθόν, οπότε συνέβη η πανολεθρία πυρκαϊά και κατεκάησαν όλα τα πέριξ της Εκκλησίας και αυτά ακόμη τα κελία αυτής όλα τα ιερά άμφια και όλα τα πολύτιμα πράγματα της Εκκλησίας ετέθησαν εν τω Ιερώ τούτω Ναώ όσα ηδυνή θησαν να σώσω | σι∙ φύλαξ δε τούτων εξ όλων των Επι τρόπων έμεινε αυτοπροαιρέτως ο μακαρίτης Δημήτριος | Μαλιάκας και ο Κανδηλανάπτης Προ. Τσιβγούλης, οίτινες μάλλον επροτίμησαν να καώσι εν | τός του Ναού παρά να εγκαταλείψουν τα πράγματα της Εκκλησίας. Πολλάκις δε (κατ’ εκείνην την | στιγμήν) τα παράθυρα του Γυναικωνί τιδος ήναπτον από τας φλόγας των καιομένων κελίων και | οι Μακαρίται κόπτωντες χειμωνικά και τρίβοντες ταύτα έσβυναν τα παράθυρα. Κατ’ εκείνην δε την φοβε ράν νύκτα ένεκα της υπερβολικής ζέστης, ένεκα του υπερ βολικού καπνού του | εισελθόντος εν τω Ναώ τούτω Θεία τωόντι οικονομία. πώς δεν απεπνίγησαν οι δυο ούτοι | φύλακες. Αιωνία Η μνήμη αυτών!!!
Ο
ΧΡΟΝΙΚΑ ΤΑ ΕΝ ΑΓΙΑΣΩ ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟ ΣΧΟΛ. ΕΤΟΣ 1937-1938 Την Κυριακήν των Μυροφόρων, 8ην Μαΐου 1938, εωρτάσθη εν τω Ιερώ Προσκυνήματι η λήξις των μαθημάτων του έτους 1937-1938 των εν Αγιάσω Κατηχητικών Σχολείων δια σεμνής τελετής γενομένης προ του εσπερινού επί παρουσία των τοπικών Αρχών, του προσωπικού των εν Αγιάσω σχολείων και πλείστων ενδιαφερομένων γονέων. Κατ’ αυτήν ωμίλησεν επικαίρως ο Αρχιε ρατικός Επίτροπος, όστις έκαμεν εν τέλει και το τελευταίον ανακεφαλαιωτικόν μάθημα του έτους προς τους συγκεντρωμένους μαθητάς. Υπό του αυτού Αρχιερατικού Επιτρόπου, εν τη ιδιότητί του ως διευθυντου των εν Αγιάσω Κατηχητικών Σχολείων, υπεβλήθη εν καιρώ προς την Ιεράν Μητρόπολιν η κατωτέρω έκθεσις περί του έργου των σχολείων τούτων:
Έκθεσις περί των εν Αγιάσω Κατηχητικών Σχολείων. 1. Όπως και πέρυσιν ελειτούργησαν και εφέτος δύο Κατη χητικά «Κατώτερα» Σχολεία και εν «Μέσον», ήτοι ανά εν εις εκάτερον των Δημοτικών Σχολείων της κωμοπόλεως και εις το Ημιγυμνάσιον, πάντα μικτά. 2. Εφέτος προσετέθη εις ταύτα και τρίτον «Κατώτερον» Κατηχητικόν Σχολείον λειτουργήσαν εις την δυνάμει του νέου συστήματος συσταθείσαν Αστικήν Σχολήν, ήτις απαρτίζεται επί του παρόντος μόνον εξ αρρένων. 3. Οι μαθηταί των τριών ως άνω «Κατωτέρων» Σχολείων συμποσούνται εις τριακοσίους και οι του «Μέσου» εις πεντήκοντα. 4. Η διδασκαλία εις τα «Κατώτερα» γίνεται κατά τάξεις. Του «Μέσου» Σχολείου οι μαθηταί συνδιδάσκονται. 5. Την διδασκαλίαν του «Μέσου» Σχολείου, καθώς και των ανωτέρων τάξεων των «Κατωτέρων» Σχολείων, κάμνει ο υποφαι νόμενος, την δε των κατωτέρων τάξεων ο αιδεσιμ. Νικ. Πατσέλλης. 6. Ωδικήν διδάσκουσιν ο αιδεσιμ. Νικ. Παπουτσέλλης και ο πρωτοψάλτης κ. Αθαν. Πούπουρας. 7. Ύλην διδάσκομεν εις μεν τα «Κατώτερα» την του τεύχους «Ο Υιός του Θεού», εις δε το «Μέσον» την της «Θείας Οικοδο μής», εκ των εκδόσεων της «Ζωής». 8. Χάρις εις την πρόθυμον και φιλότιμον συνεργασίαν των κυρίων Διευθυντών των εν Αγιάσω Σχολείων, η διδασκαλία γίνεται εν αυτοίς τοις σχολικοίς διδακτηρίοις, όπου ευκολώτερον συγκρα τείται η τάξις και ανετώτερον παρακολουθούσιν οι μαθηταί, δεν
έχομεν δε και τας συνήθεις εις τους πολυσυχνάστους -ως ο ημέ τερος της Παναγίας - ναούς ενοχλήσεις και διακοπάς. 9. Η έναρξις των μαθημάτων εγένετο συγχρόνως με την έναρξιν των σχολικών παραδόσεων, κατά την τέλεσιν του αγια σμού της οποίας ωμίλησα καταλλήλως προς τους μαθητάς. 10. Επ’ ευκαιρία της Νηστείας των Χριστουγέννων και του Πάσχα οι μαθηταί κατά την καθιερωθείσαν από πέρυσι τάξιν εκκλησιάζονται ομαδικώς και μεταλαμβάνουσι των Αχράντων Μυστηρίων, μετά προηγουμένην προπαρασκευήν, εν τη υπέρ αυτών τελουμένη θεία λειτουργία. 11. Εις την Εξομολόγησιν οδηγούνται οι μαθηταί των ανω τέρων τάξεων την Μεγάλην Τεσσαρακοστήν, ότε έχει επαρκώς κατανοηθή υπ' αυτών το πνεύμα των Κατηχητικών Σχολείων και οπωσδήποτε έχει αναπτυχθή η προς τον πνευματικόν προσωπική εμπιστοσύνη. Εις το σημείον τούτο προχωρούμεν με πολλήν περίσκεψιν. 12. Επ’ ευκαιρία των εορτών των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς ετελέσθη τη μεν 24η Δεκεμβρίου π.έ. εσπέρας ο πανηγυρικός εσπερινός της Εορτής των Χριστουγέννων εν τω Ιερώ Προσκυνήματι της Παναγίας, εις ην προσήλθον εν σώματι οι διδάσκαλοι και οι μαθηταί όλων των σχολείων, ωμίλησε δε ο υποφαινόμενος και διένειμε σχετικά εικονίδια, τη δε 1η Ιανουα ρίου ε.έ. το απόγευμα εγένετο η εορτή της Βασιλόπηττας εν τη αιθούση των τελετών του Α' Δημοτικού Σχολείου, καθ’ ην μετά κατάλληλον προσλαλιάν διενεμήθησαν γλυκίσματα και διάφορα μικρά δώρα προς τους μαθητάς, οίτινες έψαλαν ωραία άσματα. 13. Μετά την εορτήν ταύτην ομάς μαθητών περιήλθεν οικίας τινάς της Κωμοπόλεως ψάλλουσα τα «Κάλλανδα», συνέλεξε δε 500 δρ. υπέρ των σχολικών ταμείων δια βιβλία και τετράδια απόρων μαθητών. 14. Δια την αγοράν εικονιδίων, βιβλιαρίων και διαφόρων άλλων μικρών δώρων των μαθητών, ως και δια την κατασκευήν θρανίων, η Επιτροπεία του Ι. Προσκυνήματος προσέφερε προθύμως δραχμάς 6.000. Δια δε την υπόδησιν απόρων μαθητών προσέ φερεν εις μνήμην της μητρός του ο κ. Παναγ. Ιγγλεζέλλης δρ. 3.000, δια των οποίων εδόθησαν υποδήματα εις τριάκοντα άπορα παιδιά. 15. Ο Ιερός Άμβων εχρησιμοποιήθη επανειλημμένως δια την διέγερσιν του ενδιαφέροντος των γονέων υπέρ της χριστιανι κής αγωγής των τέκνων των και δια την ανάπτυξιν θεμάτων σχετιζομένων προς την ανατροφήν εν γένει της νεαράς ηλικίας.
ΣΥΛΛΟΓΗ ΠΑΛΑΙΩΝ
ΕΙΚΟΝΩΝ
Συνεχίζομεν κατωτέρω την αναγραφήν των παλαιών εικόνων της καταρτιζομένης εν τω Ιερώ Προσκυνήματι Συλλογής, περί ης τα δέοντα εσημειώθησαν εν προηγουμένω τεύχει (1). Η ηλικία πασών των εικόνων της Συλλογής ταύτης ανεγράφη ως προχείρως καθωρίσθη υπό του εργασθέντος επ' αυτών ειδικού τεχνίτου κ. Βασ. Ραχτσέβσκυ (2).
40. Απόστολος Παύλος, (0,073X0,058), του ιθ' αιώνος. Προσφορά κ. Εριφύλλης Μανδαμά. 41. Τρίπτυχον εικόνων Παναγίας - Αγ. Παντελεήμονος, Αγ. Νι κολάου, Αγ. Χαραλάμπους - Προδρόμου, Αγίων Κωνσταντί νου και Ελένης, του ιθ' αιώνος. Προσφορά Οικογενείας Βα γιάννη Αβαγιαννού. 42. Άγιος Νικόλαος, (0,169X0,164), λαϊκής τέχνης του 1862. Προσφορά Οικογενείας Ευστρ. Σκλέπου, 43. Παναγία, το κεντρικόν τμήμα τριπτύχου, (0.288X0,188), λαϊκής τέχνης του ιθ' αιώνος. Προσφορά κ. Μιχαήλ Σινάνη.
44. Άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη, (0,187X0,165), του ι'-ια' αιώνος. Προσφορά πρεσβυτέρας Νεφέλης Παπουτσέλλη. 45. Η «Πλατυτέρα», (0,268X0235), καλής τέχνης του ιδ' αιώνος. 46. Ο Λέων του Αγίου Μάρκου, (0,10X0,084), επί κηρομαστίχης, έργον του ιε' αιώνος λίαν κατεστραμμένον. Προσφορά Ν. Παπουτσέλλη. 47. Μεταμόρφωσις του Σωτήρος, (0239X0,226), ρωσσικής τέχνης της Σχολής Sousdaille, του ιε' αιώνος. Προσφορά πρεσβυτέρας Παπασταύρου. 48. Παναγία Οδηγήτρια, (0,223X0,179), τρίπτυχον του ιστ' αιώνος. 49. Άγιος Ιωάννης Πρόδρομος, (0,208X0,153), μετά ξυλογλύπτου πλαισίου, έργον του ιζ' αιώνος. Προσφορά Οικογενείας Βασ. Γουγουτά. 50. Παναγία Γλυκοφιλούσα, (0,24X0,176), τρίπτυχον ελλειπές του ιζ' αιώνος. 51. Άγιοι Τεσσαράκοντα, (0,21X0,145), τρίπτυχον του ιζ' αιώνος. 52. Η Βάπτισις του Χριστού, (0,285X0,225), κρητικής τέχνης του ιζ' - ιη' αιώνος. Εκ των του ιερού ναού Κοιμήσεως Θεοτόκου εν Σκούντα. 53. Ο Προφήτης Ηλίας, (0,28X0,168), έργον του ιζ' - ιη' αιώνος. Εκ των αυτών. 54. Άγιος Σπυρίδων, (0,236X0,156), τρίπτυχον του ιζ'- ιη'αιώνος. Προσφορά κ Μαρίας Σπ. Ανδρικού. 55. Άγιος Γεώργιος - Άγιος Δημήτριος, (0,17X0,162), τα δυο εκατέρωθεν φύλλα τριπτύχου, του ιη' αιώνος. Προσφορά κ. Μητροδώρου. (1) «Αγία Σιών», έτος Α', τεύχος 8-9, σελ. 132. (2) Εκ των εν τω ανωτέρω τεύχει αναγραφεισών εικόνων η υπ' αριθμ. 37 είναι η αυτή προς την υπ' αριθμ. 24. Διαγραπτέον άρα τον αριθμόν 37 και διορθωτέον τους εφεξής τρεις μέχρι τέλους αριθμούς εις 37, 38, 39.
56. Παναγία Γλυκοφιλούσα, (0,217X0,197), του ιη' αιώνος. Προσ φορά κ. Γεωργίου Εμβάλωμα. 57. Κεφαλή Χριστού, (0,224X0,173), το 1/2 διπτύχου, του ιη' αιώνος. Προσφορά κ. Σοφίας Παν. Ευαγγελινού. 58. Άγιος Γεώργιος, (0,13X0,112), λαϊκής τέχνης του ιη' αιώνος. Εκ του ιερού ναού Κοιμήσεως Θεοτόκου Κάτω Τρίτους. 59. Άγιος Στυλιανός, (0,257X0,20), ελαιογραφία του ιθ' αιώνος. 60. Αγ. Ματρώνα - Άγιος Χαραλάμπης, (0,127X0,103), τρίπτυχον (ελλειπές), ελαιογραφία του ιθ' αιώνος. Προσφορά κ. Πηνε λόπης Γρ. Μακαρώνη. 61. Παναγία η «Πορταΐτισσα» (0,225X0,177), ελαιογραφία του ιθ' αιώνος. Προσφορά κ. Ευαγγέλου Βουνατσέλλη. 62. Παναγία Ελεούσα, (0,228X0,175), των αρχών του ιη' αιώνος. Εκ του ιερού ναού Κοιμήσεως Θεοτόκου Σκούντας. 63. Παναγία, (0,237X0,18), κρητικής τέχνης του ιη' αιώνος. Προσ φορά κ. Γρηγορίου Γεωργαντή. 64. Παναγία Οδηγήτρια, (0,255X0,225), ελαιογραφία του ιθ' αιώ νος. Προσφορά κ. Αμερισούδας Προσκυνητρίας. 65. Άγιος Δημήτριος, (0,206X0,16), ελαιογραφία του ιθ' αιώνος. 66. Άγιος Ιγνάτιος ο Μηθύμνης, του ιθ' αιώνος. Εκ των του ιερού ναού Σκούντας. 67. Παναγία, (0,214X0,16), του ιθ' αιώνος. 68. Ο Παντοκράτωρ, (0,105X0,067), το κεντρικόν τμήμα τριπτύ χου, του ιθ' αιώνος. 69. Αγία...(;) (0,118X0,089), ρωσσική εικών του ιθ' αιώνος. 70. Άγιος Γεώργιος, (0,23X0,17), λαϊκής τέχνης του ιθ' αιώνος. Προσφορά κ. Μαρίας Καλατζή. 71. Αγ. Χαραλάμπης και Δημήτριος - Αθανάσιος και Γεώργιος, τα δύο εκατέρωθεν τμήματα τριπτύχου (0,218X0,191), λαϊκής τέχνης του ιθ' αιώνος. Προσφορά του κ. Μιχ. Σινάνη. 72, Παναγία Οδηγήτρια - Αγ. Γεώργιος, το κεντρικόν και αρι στερόν τμήμα τριπτύχου (0,292X0,203), λαϊκής τέχνης του ιθ' αιώνος. 73. Παναγία Γλυκοφιλούσα, (0,339X0,257), λαϊκής τέχνης του ιθ' αιώνος. Προσφορά κ. Σοφούλας Β. Παπουτσέλλη. 74. Παναγία, (0,325X0,195), λαϊκής αγιορειτικής τέχνης του ιθ' αιώνος. 75. Η Γέννησις του Χριστού, (0,125X0,123), λαϊκής τέχνης του ιθ' αιώνος. 76. Παναγία, (0,062X0,055), δίπτυχον λαϊκής τέχνης του ιθ' αιώνος. 77. Αγ. Δημήτριος και Γεώργιος, (0,328X0,263), ελαιογραφία λαϊ κής τέχνης του ιθ' αιώνος. Προσφορά κ. Παναγ. Ν. Χαλέλη. 78. Αγ. Ιωάννης ο Ερημίτης, (0,23X0,195), έργον του ιζ' αιώνος. Εκ των του ιερού ναού του χωρίου Σκούντας. 79. Ανάστασις, (0,32X0,24), έργον αρίστης τέχνης, μετά δυο μικρο γραφιών, του ιστ' αιώνος. Εκ του ιερού ναού Κάτω Τρίτους. 80. Ανώνυμος εικών, εκ κηρομαστίχης, λίαν κατεστραμμένη (0,218X0,177), του ιε' αιώνος.
Αρχιερατική ιεροτελεστία. Ο Σεβασμ. Μητροπολίτης ημών προέστη της κηδείας της μακαρίτι δος Ευφροσύνης Χατζηεμμανουήλ, τελεσθείσης εν τω Ιερώ Προσκυνή ματι τη Τετάρτη του Πάσχα.
Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Ο Αρχιερατικός Επίτροπος τη Α' Κυριακή των Νηστειών επισκεφθείς περί ώραν 2.30' μ.μ. την Κοινότητα Μυχούς ωμίλησε προς τους συγκεν τρωθέντας εν τω εκεί ιερώ ναώ του Αγ. Δημητρίου και ακολούθως εξω μολόγησεν αρκετούς πιστούς, περί ώ ραν δε 6 μ.μ. μετέβη εις Κάτω Τρίτος, ένθα εκήρυξε τον θείον λόγον εν τω I. ναώ της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Την επομένην πρωΐ επεσκέφθη τα σχολεία Μυχούς και Κάτω Τρίτους, εδίδαξε δι’ ολίγων τους μαθητάς των μεγαλειτέρων τάξεων και διένειμεν εις αυτούς ιεράς εικόνας, ακολούθως δε εδέχθη εις το Μυστήριον της Εξο μολογήσεως πλήθος χριστιανών του Κάτω Τρίτους και τους μεγαλειτέ ρους μαθητάς μέχρι της 7 μ. μ. - Τη Β' Κυριακή των Νηστειών εσπέρας εκήρυξε τον θείον λόγον εν τω εν Αγιάσω ιερώ ναώ της Αγίας Τριάδος ενώπιον πολυπληθούς α κροατηρίου. - Τη Δ' Κυριακή των Νηστειών ώραν 2.30΄ μ.μ. εκήρυξε τον θείον λόγον εν τη πλατεία του χωρίου Σκούντας και εν τω αυτόθι ιερώ ναώ της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, και εδέχθη ακολούθως εις το Μυστή ριον της ιεράς Εξομολογήσεως τους προσελθόντας χριστιανούς, περί ώ ραν δε 7 μ.μ. μεταβάς εις τον ιερόν ναόν του Αγίου Προκοπίου της Κοι νότητος Ιππείου ωμίλησε προς τους συρρεύσαντας πιστούς. Τη μεθεπο μένη, ημέρα Τρίτη, μεταβάς και πάλιν εις Σκούνταν επεσκέφθη το αυτόθι σχολείον, ένθα εδίδαξε προς τους. μαθητάς και διένειμεν ιεράς εικόνας, το αυτό δ’ έπραξε και εις Ίππειον, ένθα διέμεινε μέχρις εσπέρας εξομο λογών τους προσερχομένους πιστούς. Εξ αφορμής τελεσθείσης το από γευμα κηδείας εν τω αυτόθι ιερώ ναώ του Αγ. Προκοπίου επωφελήθη της συγκεντρώσεως και ωμίλησεν επί της χριστιανικής περί θανάτου και μελλούσης ζωής διδασκαλίας. - Τη Ε' Κυριακή των Νηστειών από της μεσημβρίας μέχρι της εβδό
μης εσπερινής παρέμεινεν ο Αρχιε ρατικός Επίτροπος εν τω ιερώ ναώ των Ταξιαρχών του χωρίου Ασωμά του εξομολογών τους χριστιανούς, εκήρυξε δε τον θείον λόγον κατά την ακολουθίαν του εσπερινού.
Η Μεγάλη Εβδομάς. Πάσαι αι ιεραί ακολουθίαι της Μεγάλης Εβδομάδος διεξήχθησαν εφέτος μετά εξαιρετικής τάξεως και ευκοσμίας, παρά το συνωστισθέν πλήθος των ευλαβών χριστιανών. Πολυπληθέστατοι δ’ υπήρξαν οι προσελθόντες κατά την εβδομάδα ταύτην εις τα Μυστήρια της Ιεράς Εξομολογήσεως και της Θ. Ευχα ριστίας, χάριν των οποίων ετελέσθη σαν δυο λειτουργίαι τη τε Μεγάλη Πέμπτη και τω Μεγάλω Σαββάτω εν τω Ι· Προσκυνήματι. Τον θείον λόγον εκήρυξε καθ’ όλην την Μεγ. Εβδομάδα εν τω Ι. Προσκυνήματι ο ημέτερος Διευθυντής και την Μεγ. Παρασκευήν εν τω ιερώ ναώ της Αγίας Τριάδος ο Θεολόγος διευθυν της του Ημιγυμνασίου κ. Ευάγγελος Γαρμπής.
Μαθητικαί λειτουργίαι. Τω Σαββάτω του Λαζάρου ωδη γήθησαν εις τον ιερόν ναόν της Αγ. Τριάδος οι μαθηταί του Ημι γυμνασίου και της Αστικής Σχολής κατά την θείαν λειτουργίαν, καθ’ ην έψαλε χορός εξ αυτών υπό την διεύ θυνσιν του αιδεσιμ. κ. Ν. Παπουτσέλ λη, μετ’ αυτήν δε, αφ' ου μετά προσοχής ηκροάσθησαν σχετικής διδασκαλίας γενομένης υπό του ημε τέρου Διευθυντου, προσήλθον εν ζη λευτή τάξει και ευλάβεια και εκοινώ νησαν πάντες των Αχράντων Μυ στηρίων. Τη Μεγάλη Τετάρτη κατά την θείαν λειτουργίαν των Προηγια σμένων ωδηγήθησαν εις την ιερόν ναόν της Παναγίας οι μαθηταί των δύο Δημοτικών Σχολείων, οίτινες μετά της αυτής προθυμίας παρακο λουθήσαντες την γενομένην προς αυτούς διδασκαλίαν περί του Θείου Πάθους προσήλθον και μετέλαβον των Αχράντων Μυστηρίων εν παρα δειγματική ευκοσμία και σιγή συγκι νησάση τους παρακολουθήσαντας ενήλικας.
Αι εορταί του Πάσχα. Μετά της συνήθους λαμπρότητος
ετελέσθη και εφέτος κατά την αγίαν νύκτα του Μεγάλου Σαββάτου η τελετή της Αναστάσεως, πολύ δε πλήθος ευσεβών πιστών παρέμεινεν έξαιρετικώς εφέτος εις την θείαν λει τουργίαν μετά προσοχής παρακο λουθήσαν αυτήν μέχρι τέλους. Μετά την απόλυσιν της θείας λειτουργίας η Επιτροπεία του Ι. Προσκυνήμα τος εδεξιώθη εν τη αιθούση της Βι βλιοθήκης το Ιερατείον του ναού. - Την 10ην π.μ. της Κυριακής εψάλη ο Εσπερινός του Πάσχα του Ιερού Κλήρου ενδυθέντος εν τω Συνοδικώ κατά την από ετών καθιε ρωμένην τάξιν και εν πομπή μετα βάντος εις τον ιερόν ναόν. Το Ευαγ γέλιον ανεγνώσθη εις εξ γλώσσας, ψαλλομένων δε των Αποστίχων εγέ νετο η περιφορά του Λαβάρου της Αναστάσεως, μεθ’ ην από της εν τω περιβόλω του ναού ειδικώς διακεκο σμημένης εξέδρας της Αναστάσεως εγένετο η απόλυσις και ο Αρχιερα τικός Επίτροπος ωμίλησε δι’ ολίγων ευχηθείς τα πρέποντα εκ μέρους της Εκκλησίας προς το ευσεβές πλή ρωμα, όπερ εν συγκινητική σιγή παρηκολούθει. Διαλυθέντος εν τάξει του πλήθους των εορταστών ο Αρ χιερατικός Επίτροπος εδεξιώθη εν τω Συνοδικώ τας τοπικάς Αρχάς και τους Επιτρόπους του Ι. Προσ κυνήματος, προς ους διένειμε τα πασχάλια ωά μετά μικρών εικόνων της Αναστάσεως. - Μετά την δεξίωσιν ταύτην ο Αρχιερατικός Επίτροπος μετά των εντίμων Επιτρόπων του Ι. Προσκυ νήματος επεσκέφθησαν την Υποδιοί κησιν Χωροφυλακής, ένθα, ευχηθέν τες τα δέοντα, συνεχάρησαν και ηυχαρίστησαν τον Υποδιοικητήν κ. Χριστοδούλου και τους υπ' αυτόν άν δρας δια τας κατά την Μεγ. Εβδομάδα παρασχεθείσας υπ' αυτών λαμπράς υπηρεσίας εν τη τηρήσει της τάξεως. - Τη Παρασκευή της Διακαινησί μου εώρταζε την επέτειον εορτήν του το εν τη θέσει «Καρυά» παλαιόν εκκλησίδιον της Ζωοδόχου Πηγής, όπου το «Αγίασμα» και όπου κατά την παλαιόν παράδοσιν το πρώτον εφυλάχθη η θαυματουργός εικών της «Αγίας Σιών» μετά των άλλων κει μηλίων του Ι. Προσκυνήματος. Αφ’ εσπέρας ετελέσθη ο εσπερινός εν τω εκκλησιδίω του Αγιάσματος υπό του Αρχιερατικού Επιτρόπου, την δε
πρωΐαν της Παρασκευής ο μεν Όρ θρος εψάλη εν τω Ιερώ ναώ του Προσκυνήματος, ψαλλομένης δε της Θ' ωδής των Κανόνων κατεβιβάσθη η Ιερά Εικών της Θεοτόκου εκ της εν τω Εικονοστασίου θέσεώς της και εν λιτα νεία μετέχοντος όλου του Ιερατείου και προπορευομένων λαμπαδηφόρων παίδων και εξαπτερύγων μετεφέρθη συνοδεία του ευσεβούς λαού εις τον περίβολον του εκκλησιδίου του Αγιά σματος, όπου ετοποθετήθη επί ω ραίας εξέδρας και παρέμεινε περι στοιχιζομένη τιμητικώς υπό των κ.κ. Επιτρόπων και των λαμπαδηφό ρων μέχρι τέλους της θείας λει τουργίας, ην ετέλεσεν ο αιδεσιμ. κ. Ν. Παπουτσέλλης και καθ’ ην εκήρυξε τον θείον λόγον ο Αρχιερατικός Επίτροπος ενώπιον πολυπληθεστά του εκκλησιάσματος μετά πάσης ευλαβείας παρακολουθούντος. Μετά την οπισθάμβωνον ευχήν ετελέσθη υπό του Αρχιερατικού Επιτρόπου εν τω περιβόλω του εκκλησιδίου ο Μικρός Αγιασμός και ακολούθως μετά της αυτής πομπής επέστρεψαν άπαντες εις τον ιερόν ναόν της Πανα γίας, όπου εναπετέθη η Ιερά Εικών εις την θέσιν της και γενομένης της Απολύσεως διενεμήθη το Αντιδωρον.
Δ' Φροντιστηριακόν Συνέδριον. Πρωτοβουλία του Αρχιερατικού Επιτρόπου συνήλθον εν τω ιερώ ναώ της Κοιμήσεως της Θεοτόκου Κάτω Τρίτους οι κληρικοί της περιφερείας Αγιάσου τη 14η Απριλίου έ. έ. Παρουσία των μαθητών των σχο λείων και πολυπληθούς εκκλησιά σματος μετ’ ευλαβείας παρακολου θούντος εψάλη η Ακολουθία του Αγίου Γρηγορίου του Ε' και ετελέσθη υπό του Αρχιερατικού Επι τρόπου η θεία λειτουργία των Προη γιασμένων, καθ’ ην ωμίλησεν ούτος επικαίρως, προσήλθον δε πάντες οι παριστάμενοι κληρικοί εις την μετά ληψιν των Αχράντων Μυστηρίων. Ακολούθως εγένετο ανταλλαγή ανακοινώσεων περί της θρησκευτικής και ηθικής καταστάσεωςτων ενοριών των μετεχόντων κληρικών και ο Αρχιερατικός Επίτροπος ωμίλησε περί των ειδικών υποχρεώσεων αίτι νες εκ της καταστάσεως ταύτης απορρέουσι δια τους κληρικούς της περιφερείας. Πρός τον Σεβασμ. Μητροπολίτην διεβιβάσθησαν τηλεγραφικώς τα
αισθήματα πίστεως και αφοσιώσεως των συνέδρων, η δε Α.Σ. ηυχήθη επίσης τηλεγραφικώς.
Η Βασιλική εορτή. Τη Δευτέρα της Διακαινησίμου αγομένης της εορτής του σεπτού ονό ματος της Α.Μ. του Βασιλέως των Ελλήνων Γεωργίου του Β' εψάλη περί ώραν 10 π.μ. η νενομισμένη Δοξολο γία υπό του Ιερατείου της κωμοπό λεως εν τω Ι. Προσκυνήματι παρου σία των τοπικών Αρχών και ανα ριθμήτου πλήθους πολιτών. Κατ’ αυτήν ο Αρχιερατικός Επίτροπος ωμίλησεν επικαίρως, μετά δε το πέ ρας αυτής απηύθυνε τη Α. Μ. το κάτωθι τηλεγράφημα: Μεγαλειότατον Βασιλέα Ανάκτορα Αθήνας Εν παλλαϊκώ συναγερμώ δεη θέντες Υψίστου υπέρ λαοφιλούς ευσεβεστάτης Μεγαλειότητος διερ μηνεύομεν ταπεινά συγχαρητήρια Κλήρου και Λαού περιφερείας. Κύ ριος δώη Σοι κατά την καρδίαν Σου και πάσαν την βουλήν Σου πλη ρώσαι. Αρχιερ. Επίτροπος Αγιάσου Πρωτοπρεσβύτερος Μυτιληναίος.
Η Α.Μ. ο Βασιλευς απήντησε τηλεγραφικώς ως ακολούθως: Αρχιερατικόν Επίτροπον Αγιάσου Πρωτοπρεσβύτερον Μυτιληναίον Αγιάσον Ευχαριστώ εγκαρδίως άπαντας. Γεώργιος Β'.
- Επίσης η Επιτροπεία του 'Ι. Προσκυνήματος απηύθυνε τη Α.Μ. το εξής τηλεγράφημα: Μεγαλειότατον Βασιλέα Ανάκτορα Αθήνας Επί σεπτή βασιλική εορτή υπο βάλλομεν ευλαβή συγχαρητήρια. Επιτροπεία Προσκυνήματος Αγιάσου Πρόεδρος Σοφοκλής Πολιτάκης.
Η Α.Μ. απήντησεν επίσης τηλε γραφικώς ως έπεται: Πρόεδρον Επιτροπείας Προσκυνήματος Πολιτάκην Αγιάσον Ευχαριστώ εγκαρδίως άπαντας. Γεώργιος Β’.
Εις το Σανατόριον. Κατά την εβδομάδα των Βαΐων ο Αρχιερατικός Επίτροπος εξωμολό· γησε το προσωπικόν και τους τροφί μους του Σανατορίου «Η Υγεία», οίτινες πάντες προσήλθον εις την μετάληψιν των Αχράντων Μυστη ρίων. - Αι λοιπαί θρησκευτικαί ανάγκαι των εν τω Ιδρύματι χριστιανών εξυ πηρετήθησαν λίαν φιλοτίμως υπό των ιερέων του Ι. Προσκυνήματος μεταβάντων επανειλημμένως προς τέλεσιν της τε θείας λειτουργίας και των ιερών ακολουθιών των «Χαιρε τισμών». - Συγκινητικωτάτη υπήρξεν η τε λετή του Επιταφίου, καθ’ ην έψαλε χορός εκ μελών του προσωπικού και εκ τροφίμων του Ιδρύματος, εγένετο δε περιφορά του Ιερού Επι ταφίου ανά τους διαδρόμους του Θεραπευτηρίου, εν οις απεπέμφθησαν ειδικαί κατανυκτικαί δεήσεις. - Την πρωΐαν της Κυριακής του Πάσχα ο Αρχιερατικός Επίτροπος συνοδευόμενος υπό του αιδεσιμ. κ. Χρ. Κανιμά, του διακόνου κ. Ιω. Πολυπαθέλλη και του Θεολόγου κ. Ευστρ. Χατζηαποστόλου μετέβη εις το Σανατόριον όπου ετέλεσε την ακολουθίαν της Αναστάσεως, μεθ’ ην πάντες παρεκάθησαν εις την πα σχαλινήν τράπεζαν του Ιδρύματος. Ο Αρχιερατικός Επίτροπος ωμίλησεν εν τω ναϋδρίω του Σανα τορίου κατά την πρώτην Παρασκευήν των Νηστειών, κατά την ήμέραν της μεταλήψεως των τροφίμων του Ιδρύματος , κατά την ακολουθίαν του Επιταφίου και μετά την ακολουθίαν της Αναστάσεως.
Εορταί εξωκκλησίων. Εν συρροή πλήθους ευσεβών εορ ταστών απολέσθησαν αι πανηγύρεις των εξωκκλησίων του Ι. Προσκυνή ματος του Αρχιστρατήγου Μιχαήλ Πενθίλης, του Αγίου Γεωργίου, του ναϋδρίου του Καστελλίου, του Αγ. Ιωάννου Θεολόγου και των Αγ. Κωνσταντίνου και Ελένης.
Επίσημοι επισκέπται. Το Ιερόν Προσκύνημα επεσκέφθη σαν κατά το διαρρεύσαν διάστημα ο Σεβασμ. Μητροπολίτης κ. Ιάκωβος, ο Πανοσιολ. Πρωτοσύγκελλος κ. Ιάκωβος , ο καθηγητής του Πανεπιστη
μίου κ. Λογοθετόπουλος μετά της εριτίμου κυρίας του, ο Διευθυντής του «Ευαγγελισμού» κ. Φλώρος μετά της εριτίμου κυρίας του, ο Διευθυν της του Υπουργείου Υγιεινής κ. Κ. Χαριτάκης, ο Εισαγγελεύς των Εφε τών Σύρου κ. Δ. Σκαλτσούνης, ο Πρόεδρος των Πρωτοδικών Μυτιλή νης κ. Δημόπουλος. ο Εισαγγελεύς των Πρωτοδικών Μυτιλήνης κ. Χαλα ζωνίτης. κ. ά.
Αναγνωστήριον «Ανάπτυξις». Τη Κυριακή των Μυροφόρων επί τη επετείω του εν Αγιάσω Αναγνω στηρίου η «Ανάπτυξις» ετελέσθη εν τω Ιερώ Προσκυνήματι πανηγυ ρικόν Συλλείτουργον, καθ’ ο τους ιερούς ύμνους έψαλεν η χορωδία του Αναγνωστηρίου υπό την διεύθυνσιν του Ριζαρείτου διδασκάλου κ. Χρι στοφόρου Χατζηπαναγιώτου, ο δε ημέτερος Διευθυντής ωμίλησε περί της σχέσεως της αληθινής μορφώσεως προς την Χριστιανικήν Εκκλησίαν. Ακολούθως ετελέσθη συγκινητικω τάτη δέησις εν τη προ του Αναγνω στηρίου πλατεία υπέρ των ζώντων και των κεκοιμημένων εργατών του Ιδρύματος, και επηκολούθησε δεξίω ξις καθ’ ην ωμίλησεν ο Γεν. Γραμματεύς του Αναγνωστηρίου κ. Ευστρ. Ηρ. Αναστασέλλης, ο Πρόεδρος της Κοινότητος κ. Ιω. Χατζηλεωνίδας και τελευταίος ο Αρχιερατικός Επί τροπος διερμηνεύσας την χαράν και την συμπάθειαν της Εκκλησίας μετά στοργής παρακολουθούσης πάσαν μορφωτικήν κίνησιν τείνουσαν εις την εξύψωσιν του φρονήματος της νεο λαίας. Η χορωδία του Αναγνω στηρίου έψαλε διάφορα εκλεκτά άσματα. - Το Διοικητ. Συμβούλιον του Αναγνωστηρίου εν εκτάκτω ειδική συνεδρία ανεκήρυξεν επίτιμον αυτού μέλος τον αιδεσιμ. Πρωτοπρεσβύτερον κ. Εμμ. Γ. Μυτιληναίον.
Ιερόν Νοσοκομείον Αγιάσου. Υπό της Εφορίας του εν Αγιάσω Ιερού Νοσοκομείου συνετάχθη και υπεβλήθη ταις αρμοδίαις Αρχαίς ο απολογισμός του λήξαντος οικονο μικού έτους 1937-1938. Κατά τον απο λογισμόν τοῦτον εδαπανήθησαν δια την συντήρησιν του Λαϊκού Ιατρείου και δια την παροχήν φαρμάκων εις απόρους δρ. 63.459,20, περιεθάλπη
σαν δε κατά το λήξαν έτος περί τας 650 άποροι οικογένειαι.
Φιλόπτωχος Αδελφότης. Γενομένων αρχαιρεσιών της Φιλο πτώχου Αδελφότητος Αγιάσου εξε λέγησαν οι κύριοι Προκ. Χατζηγιάν νης Πρόεδρος, Γ. Καραντζάς Αντι πρόεδρος, Δ. Μουτζουρέλλης Γεν. Γραμματεύς, Λεων. Χατζηκωνσταν τής Ταμίας, Χαρ. Κορομηλάς, Νικ. Δεμιργκέλλης, Περ. Πατρικάς, Κλ. Μαστραντωνάς και Θεμ. Μακαρώ νης Σύμβουλοι. - Κατά το λήξαν οικονομικόν έτος διετέθησαν υπό της εν λόγω Αδελφότητος δρ. 28.093.20 δια βοηθήματα απόρων εις χρήμα και εις είδος, περιεθάλπησαν δε υπ' αυτής περί τα 400 άτομα.
Σύλλογος Κυριών και Δεσποι νίδων η «Ευποιΐα». Ο Αρχιερατικός Επίτροπος προή δρευσε τη 22α Μαΐου ε.έ. ειδικής συνεδρίας πάντων των μελών του εν Αγιάσω Συλλόγου Κυριών και Δε σποινίδων η «Ευποιΐα», καθ’ ην εμε λετήθη η αναδιοργάνωσις του Σω ματείου και ετέθησαν αι πρώται αυ τού βάσεις. Κατά την συνεδρίαν ταύ την προσήλθον και ενεγράφησαν πολλά νέα μέλη μετά προθυμίας αναλαβόντα να συντρέξωσιν εις την επιτυχίαν του έργου του Συλλόγου. - Ακολούθως συνελθούσα η Γενική Συνέλευσις των μελών προέβη εις αρχαιρεσίας. Κατ’ αυτάς ανεδείχθησαν αι κυρίαι Σοφία Π. Ευαγγελινού Πρόεδρος, Φανή Θ. Μακαρώνη ’ Αντιπρόεδρος. Αγγελική Λ. Χατζηκωνσταντή Ταμίας και η δεσποινίς Μαρία Θ. Νουλέλλη Γεν. Γραμματεύς, σύμβουλοι δε αι κυρίαι Μαρία Ε. Μυτιληναίου, Ειρήνη Σ. Κολαξιζέλλη και η δεσποινίς Αντι γόνη Δ. Πράτσου.
Η «Λεσβιακή Εβδομάς». Η επισκεφθείσα την νήσον μας Επιτροπή της «Λεσβιακής Εβδομά δος», αποτελουμένη εκ της κυρίας Χατζημιχάλη και εκ των κυρίων Μαλιάκα. Χατζημιχάλη, Βασιλα κάκη και Γιανουλέλλη, εγένετο ενθου σιωδώς δεκτή και εν Αγιάσω, όπου από μηνών εργάζεται υπέρ του ιδίου σκοπού ειδική τοπική υποεπιτροπή συσταθείσα πρωτοβουλία του Προέ δρου της Κοινότητος. Η υποεπιτρο
πή αύτη συναντηθεῖσα εν ειδική συνε δρίᾳ μετά της εν λόγω Επιτροπής καθώρισε μετ' αυτής τας λεπτομε ρείας. της περισυλλογής των διαφό ρων εξ Αγιάσου αξιολόγων εκθε μάτων και του καταρτισμού της ομά δος, ήτις θα αντιπροσωπεύσῃ κατά την Έκθεσιν την κωμόπολιν ταύτην. Την Επιτροπήν εδεξιώθη η Επιτρο . πεία του Ιερού Προσκυνήματος.
Ευσεβείς εισφοραί. Κατά τον ενεργηθέντα υπό της Ι. Μητροπόλεως Μυτιλήνης έρανον δια το έλαιον των κανδηλών του Πανα γίου Τάφου συνεισέφεραν οι εν Αγιάσω χριστιανοί ως κάτωθι: 1) Δια του Νοσοκομειακού Ελαιο τριβείου οκάδες 109.25. 2) Δια του Ομίλου Παραγωγών οκ. 8.75. 3) Δια του Εργοστασίου Σκουτέλη οκ. 2.75. 4) Δια του Εργοστασίου Περ. Τζαν νετή οκ. 1. 5) Δια του Εργοστασίου του Πιστωτικού Συνεταιρισμού οκ. 9. 6) Το Ιερόν Προσκύνημα οκ. 15. Εν όλω οκ. 146.
Επίσης μετά προθυμίας οι χριστια νοί της Αγιάσου προσέφεραν έλαιον δια την κανδήλαν του ιερού λειψάνου του Νεομάρτυρος Αγ. Θεοδώρου λαγίνια εν όλω εξ, υπέρ του εν Μαν δαμάδω ιερού ναού των Παμμεγί στων Ταξιαρχών λαγίνια δέκα και υπέρ του εν Αγιάσω εκκλησιδίου του Καστελλίου λαγίνια δέκα τρία.
Μνημόσυνα Φιλανθρώπων. Τη Κυριακή της Σαμαρείτιδος ετε λέσθη εν τω Ιερώ Προσκυνήματι το μνημόσυνον των Ιδρυτών, Μεγάλων Ευεργετών και Ευεργετών του Ιερού Νοσοκομείου Αγιάσου και του ιδρυ τού του Γηροκομείου αειμνήστου Δημητρ. X"Σπύρου, προεξάρχοντος του Αρχιερατικού Επιτρόπου και μετέχοντος ολοκλήρου του Ιερατείου της κωμοπόλεως. Τον επιμνημόσυνον λόγον εξεφώνησεν ο ημέτερος Διευ θυντής, μακαρίσας την μνήμην των κοιμηθέντων φιλανθρώπων και προ τρέψας τους ζώντας εις μίμησιν του ευεργετικού των παραδείγματος.
ΠΙΝΑΞ ΤΩΝ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΤΟΥ Α' ΤΟΜΟΥΤΗΣ «ΑΓΙΑΣ ΣΙΩΝ» Α΄
ΓΕΝIΚΑ
Έγκρισις και ευλογία του Σεβασμ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ. κ. ΙΑΚΩΒΟΥ. — Η έκδοσις της «ΑΓΙΑΣ ΣΙΩΝ» σελ. 1. Ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ περί του Ιερού Προσκυνήματος σελ. 97. — ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ του Σεβασμ. Μητροπο λίτου Μυτιλήνης σελ. 161. — Πρώτη η Αγιάσος θρηνούσα ζητεί την κάθαρ σιν του στυγερού κακουργήματος σελ. 163. — Στρ. X"Α., Χριστούγεννα (ποίημα) σελ. 128.
Β΄ ΜΕΛΕΤΑΙ ΚΑΙ ΑΡΘΡΑ 1. ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΑ Ε.Γ.Μ. Η Κόρη των Προφητειών σελ. 2. — Η αρίστη προς την Παναγίαν τιμή σελ. 33. — Ε.Γ.Μ. Ρητορικά εγκώμια εις την Θεοτόκον σελ. 35. — Πρωτοπρεσβ. Εμμ. Γ. Μυτιληναίου, Το Γενέθλιον της Θεοτό κου σελ. 57. — Γρηγορίου Παπαμιχαηλ, Πάντων θλιβομένων ή χαρά σελ. 73. Ανδρέου I. Φυτράκη, Δημώδεις ύμνοι προς την Θεοτόκον σελ. 76. — Ε.Γ.Μ. Η Θεοτόκος εν τη ασματογραφία των Χριστουγέννων σελ. 99. — Του αυτού, Η Αειπαρθενία της Θεοτόκου εν τη Ασματογραφία των Κυρια κών σελ. 113. — Γ. Βαλέτα, Τα «Άνθη ευλαβείας» και η θρησκευτική σχολή της Βενετιάς σελ. 137, 165.
2. ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΛΠ. Πρωτοπρεσβ. Εμμ Γ. Μυτιληναίου, Το περισωθεν παλαιόν Αρχείον του Ιερού Ναού της Παναγίας Αγιάσου σελ. 5, 43, 107, 124. — Ευαγγ. Γ. Κλεομβρότου, Το χρυσοκέντητον Επιτραχήλιον της Αγιάσου σελ. 10. — Στρατή Κολαξιζέλλη, Πηγαι της ιστορίας της Αγιάσου σελ. 13. Η τοπωνυμία της Αγιάσου σελ. 41. Τα κατά της συγγενείας της Αγιάσου προς τον Άγιον Άσσου σελ. 62. Πενθίλη η μητέρα της Αγιάσου σελ. 80. Τα αρχαία χρόνια της Πενθίλης σελ. 101. Η Πενθίλη στα χρόνια των Ρωμαίων σελ. 119. Τα χρόνια των αλευρομύλων της Πενθίλης σελ. 147. Η Πενθίλη στα χρόνια των Αράπηδων σελ. 175. — Πρωτοπρεσβ. Εμμ. Γ. Μυτιληναίου, Χειρόγραφον «Ιστόριον» περί της συστάσεως της Αγιάσου σελ. 84. — Ευστρ. Χατζηαποστόλου, Ο Αρχιμ. Γρηγόριος Καλαγάνης και το εν τη Ριζαρείω Σχολή Κληροδότημα αυτού σελ. 88. — Πρωτοπρεσβ. Εμμ. Γ. Μυ τιληναίου, Χειρόγραφος Κώδηξ του «Νομοκάνονος» του Μανουήλ Μαλαξού σελ. 126. — Ε.Γ.Μ. Η πυρκαϊά της Αγιάσου τω 1877 σελ. 181. Ε.Γ.Μ.
Ο
3. ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΗΤΙΚΑ Άμβων της «"Αγίας Σιών» σελ. 17, 45, 65, 108, 129.
Γ΄
ΧΡΟΝΙΚΑ
Η πρώτη Βασιλική επίσκεψις εις τον Ιερόν ναόν της Παναγίας Αγιά σου σελ. 21. — Τα Ιερατικά Συνέδρια της Αγιάσου σελ. 23. — Επίσημοι προσκυνηταί σελ. 47. — Η επέτειος της 4ης Αυγούστου σελ. 55. — Τα Κα τηχητικά Σχολεία εν Αγιάσω κατά το σχολ. έτος 1936-37 σελ. 67. — Ευλα βής επίσκεψις του «Αναμορφωτικού Ομίλου Νεανίδων» σελ. 93. — Ηνω μένοι εν Χριστώ περί τον Μητροπολίτην μας σελ. 110. — Αποκάλυψις αρχαίας εικόνος του Ιερού Προσκυνήματος σελ. 131. — Συλλογή παλαιών εικόνων σελ. 132, 185. — Η 25η Μαρτίου σελ. 155. — Τα Κατηχητικά Σχο λεία Αγιάσου κατά το έτος 1937-38 σελ. 183. — Η περί το Ιερόν Προσκύ νημα κίνησις σελ. 28, 70, 94, 111, 134, 160, 187. — Πρόγραμμα ιερών ακολου θιών και κηρυγμάτων σελ, 31.