ΑΓΙΑ
ΣΙΩΝ
ΜΗΝΙΑΙΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΑΣΩ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ ΙΕΡΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑΣ ΑΥΤΟΥ ΕΥΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ κ. ΙΑΚΩΒΟΥ ΕΤΟΣ
Β'
ΑΡΙΘΜ. 1-2
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ
ΙΟΥΝΙΟΣ - ΙΟΥΛΙΟΣ
Πρωτοπρεσβύτερος
19 3 8
ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ
ΤΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΜ Μ. Οικονόμου ΚΩΝΣΤ. Ν. ΚΑΛΛΙΚΙΚΟΥ (*)
Τά περί του τέλους τής Μαριάμ παρέμειναν έν τή αρχαία Εκκλησία έπί μακράν ακαθόριστα, ό δέ ζητών έκ τών σχετικών οψίμων ειδήσεων νά πληροφορηθή όμοιάζει προς νυκτερινόν όδοιπόρον διανύοντα τον δρόμον του υπό τό αμφίβολον φώς σελήνης, διά νεφών διαπορευομένης. Ή Καινή Διαθήκη, καθώς ουδέν αναφέρει καί περί τής άρχής τής Παρθένου, ούτως ούδέν αναφέρει καί περί τής τελειώσεώς της. Τελευταίαν περί αύτής μνείαν ποιείται τό βιβλίον τών Πράξεων έν α', 14, όπου τήν αφήνει έν στάσει Δεομένης, ήτις είναι καί ή πρεπωδεστέρα της στάσις. Πέραν τούτου ούδείς πλέον λόγος. Τά τής Άποκαλ. ιβ', ΐ έξ. περί τής γυναικός, τής περιβεβλημένης τον ήλιον, έφ’ ών ή Δυτική Εκκλησία πλείστα όσα κτίζει, δέν μάς προσφέρουν θετικόν τι. Διότι, έκτός τού ότι λαμβάνονται άπό βιβλίου φύσει άσαψούς, καί αυτά καθ’ έαυτά εθεωρήθησαν μάλλον εις τήν ’Εκκλησίαν παρά εις τήν Παναγίαν εφαρμοζόμενα (χ). (*) Σ. Δ.—Προεξοφλοϋντες τήν άδειαν του διακεκριμένου συγγραφέως παραλαμβάνομεν ένταϋθα χάριν τών άναγνωστών τής «"Αγίας Σιών», έπ’ εύκαιρία τής εγγιζούσης εορτής τής Κοιμήσεως τής θεοτόκου, τάς άναφερομένας εις αύτήν επιστασίας του έν Manchester τής ’Αγγλίας τιμώντος τήν Ελληνικήν Εκκλησίαν καί τήν ’Ορθόδοξον θεολογίαν Μεγ. Οικονόμου αιδεσ. Κωνστ. Ν. Καλλινίκου έκ τής «ΘΕΟΤΟΚΙΑΔΟΣ» του (σελ. 176-201), τής εκδοθείσης έκ τού Πατριαρχικού Τυπογραφείου ’Αλεξανδρείας τω 1935. 'Ανάλυσιν του δλου λαμπρού έργου θά δημοσιεύση ή «'Αγία Σιών» έν προσεχεί εύκαιρία. (!) «Γυναίκα δέ περιβεβλημένην τόν ήλιον, τινές μέν διόλου τήν Παναγίαν νενοήκασι, πριν ή γνωσθήναι αυτής τόν τόκον παθούσαν τά έχόμενα. Ό δέ μέγας Μεθόδιος εις τήν άγ. Εκκλησίαν εξέλαβεν, άνάρμοστα τή Δεσποτική γεννήσει τά περί αύτής ηγησάμενος διά τό ήδη πρό πολλού τετέχθαι τόν Κύριον. Καλόν δέ καί αύτών τών ρημάτων του μακαρίου Μεθοδίου μνησθήναι, δς φησιν έν τω λεγομένω Συμποσίω έκ προσώπου Πρόκλης παρθένου ούτω: ή γυνή ή περιβεβλημένη τόν ήλιον έστίν ή Εκκλησία» (’Ανδρέας Καισαρείας εις άποκάλ. ΜΠΕ 106, 320.)—«Τήν γυναίκα ταύτην, τήν του Κυρίου τινές έφασαν είναι Μητέρα................ "Ετεροι δέ πάλιν, τήν Εκκλησίαν έφασαν είναι, ήτις τόν τής δικαιοσύνης ήλιον Χριστόν περιβέβληται, καί τήν Σελήνην, τήν Συναγωγήν, υποκάτω τών ποδών εθηκε» (Άρέθας Καισαρείας εις άποκάλ. ΜΠΕ 106, 660).
’Ακόμη καί μέχρι τέλους του 4ου αιώνος ό Επιφάνιος ήρνεΐτο νά έκψράση οιονδήποτε γνώμην έπί τού-(ζητήματος. Αί Γραφαί, έλεγεν ενιστάμενος κατά των Άντιδικομάριανιτών, ούδέν αναφέρουν περί του τέλους τής Μαρίας, ούτε εί τέθνηκεν, ούτε ει μή τέθνηκεν, ούτε ει τέθαπται, ούτε εί μή τέθαπται. Εσιώπησαν διά το υπερβάλλον του θαύματος. Καί έγώ λοιπόν ού τολμώ λέγειν, άλλά διανοούμενος σιωπήν άσκώ. Άπέθανεν άρά γε θάνατον μαρτύριον ή Παρθένος, διά νά επαληθεύση έπ’ αύτήν κατά γράμμα ή περί ρομφαίας προφητεία του Συμεών ; Διεξέφυγεν όλως τον θάνατον ώς ή έν τή Άποκαλύψει τεκούσα τον άρρενα, εις ην εδόθησαν πτέρυγες άετού καί έσώθη άπό τού δράκοντος; Ούδέν όρίζομαι, ούδέν διαβεβαιούμαι. Ή γάρ άπέθανεν ή άγ. Παρθένος καί τέθαπται καί έν τιμή ή κοίμησις αύτής καί έν άγνεία ή τελευτή καί έν παρθενία ό στέφανος· ή άνηρέθη κατά το γεγραμμένον «τήν ψυχήν αύτής διελεύσεται ρομφαία» καί τότε έν μάρτυσιν αύτής τό κλέος καί έν μακαρισμοίς τό άγιον αύτής σώμα. Το τέλος αύτής ούδείς έγνω (3). Ούτως εξεφράζετο έν ταις ήμέραις του ό Επιφάνιος. ’Αλλ’ αίφνης αί χριστολογικαί συζητήσεις έφερον εις τό μέσον τό πρόσωπον τής Θεομήτορος ώς άναγκαίαν προϋπόθεσιν τής πραγματικότητος τής ενανθρωπήσεως καί τό γενικόν ενδιαφέρον ήρχισεν όθεν δήποτε ό,τι σχετικόν νά περισυλλέγη. Κατά τά μέσα τού 5ου αιώνος ή Πουλχερία, επωφελουμένη τής παρουσίας τού άρχιεπισκόπου 'Ιεροσολύμων έν τή έν Χαλκηδόνι Οικουμεν. Συνόδω, ζητεί παρ’ αύτοΰ, ώς θά επαναλάβωμεν παρακατιόντες, τήν άγίαν τής θεοτόκου σορόν, ίνα καταθέση αύτήν έν τω ναώ τών Βλαχερνών καί ό ’Ιουβενάλιος τή Αφηγείται μετά πρωτοφανών λεπτομερειών τήν περί μεταστάσεως παράδοσιν. Κατά τά τέλη του 6ου αιώνος ό αύτοκράτωρ Μαυρίκιος (582 — 602) «τάττει . . . τήν τής Πανάγνου καί Θεομήτορος Κοίμησιν κατά τήν πεντεκαιδεκάτην τού Αύγούστου μηνός άρτι πρώτως άπανταχού τής γής εορτάζεσθαι», καθώς είχε πράξει ό ’Ιουστινιανός διά τήν Υπαπαντήν και ό ’Ιουστίνος διά τά Χριστούγεννα (3). Κατά τά τέλη του 7ου αιώνος ό επίσκοπος θεσσαλονίκης ’Ιωάννης διασκευάζει έπί τό ορθοδοξότερον τό αιρετικόν σύγγραμμα ΤΕΛΕΙΩΣΙΣ ΜΑΡΙΑΣ (4), συμφώνως δέ προς τό παράδειγμά του καί άλλοι άλλα ανακαθαίρουν καί δημοσιεύουν παρεμφερή διηγήματα, κυκλοφορήσαντα τό πρώτον μεταξύ Γνωστικών καί Κολλυριδιανών. Κατά τούς αιώνας 8ον, 9ον καί ΙΟον εκκλησιαστικοί ρήτορες, οΐοι ’Ανδρέας ό Κρήτης, ’Ιωάννης ό Δαμασκηνός, Γερμανός ό ΚΠόλεως, Θεόδωρος ό Στουδίτης, Λέων ό Αύτοκράτωρ και ά. θέμα τών ομιλιών των καθιστούν τήν Κοίμησιν τής θεοτόκου μεθ’ όλων της τών επεισοδίων, τινές δέ έξ αύτών καί ϋμνους συντάσσουν προς άρμόδιον εύπρεπισμόν τής σχετικής έορτής. Τέλος κατά τον Πον (3) Έπιφάν. αίρέσ. Γ", β' αίρεσις 78 § 11 καί 24. ΜΠΕ 42, 716 καί 737. (3) Νικηφ. Κάλλιστος Εκκλ, 'Ιστ. ΙΖ', 28. ΜΠΕ 147, 292. (Α) Δ. Σ. Μπαλάνος, Πατρολογία σ. 105 ύποσ. β'.
αιώνα, εάν μη και πρότερον, η Ιερογραφία απεικονίζει επί τοίχων και πινάκων το μεγαλειώδες της Κοιμήσεως δράμα, με την Θεοτόκον επί του νεκρικού σκίμποδος, με τον Χριστόν όρθιον δεχόμενον την ψυχήν της, με τους Αποστόλους και Ιεράρχας εν πένθει πομπεύοντας, με τους Αγγέλους δορυφορούντας, με το νεκρολίβανον καπνίζον επί των θυμιατηρίων, με τον αιγλήεντα θρίαμβον της αγνότητος κατά του θανάτου, οίος π.χ. εμφανίζεται εν τη υπέρ την είσοδον εικόνι της Μονής Δαφνίου, ήτις είναι η αρχαιοτάτη των σωζομένων εικόνων επί του εν λόγω θέματος και κρίνεται ως σύνθεσις αρχαιοπρεπούς καλαισθησίας, τέχνη υπέροχος, σύλληψις καλλιτέχνου μεγαλοφυούς (5)· η οίος εμφανίζεται εν τη Περιβλέπτω του Μιστρά, ήτις χρονολογείται από του 14ου αιώνος και είναι πλήρης κινήσεως, ζωής, πόνου, ύψους, πραγματικότητος, εξάρσεως (6). Έκαμα λόγον περί διηγημάτων, ή, ως συνήθως καλούνται, συναξαρίων της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Τοιαύτα ο C. Tischendorf εδημοσίευσε τρία εις τας Αποκαλύψεις του (7), ων το μεν πρώτον ελληνιστί, τα δε μετ’ αυτό δύο λατινιστί. Το ελληνικόν στηρίζεται επί πέντε κωδίκων, ο αρχαιότερος των οποίων χρονολογείται από του 11ου αιώνος∙ και εν άλλοις μεν κώδιξιν ως συγγραφεύς του συναξαρίου φέρεται Ιωάννης ο Θεολόγος, εν άλλοις δε Ιάκωβος ο Αδελφόθεος και εν ενί, όπερ το πιθανώτερον, ο προμνημονευθείς Ιωάννης ο Θεσσαλονίκης. Εκ δε των επισυναπτομένων δύο λατινικών το μεν εν, το υπό την επιγραφήν Transitus Mariae Α εμφανίζεται ως συνταχθέν τάχα υπό Ιωσήφ του από Αριμαθαίας, του μεριμνήσαντος, λέγει, υπέρ του εμψύχου ναού του Κυρίου, καθώς είχε μεριμνήσει και περί του Κυριακού σώματος∙ το δε άλλο, το υπό την επιγραφήν Transitus Mariae Β αποδίδεται εις τον επίσκοπον των Σάρδεων Μελίτωνα, τον κατά τον 2ον αιώνα ακμάσαντα, μεθ’ ου όμως ουδέν κοινόν έχει. Κατά τα τέλη του 5ου αιώνος ο πάπας Γελάσιος, απαριθμών εν ιδιαιτέρω καταλόγω (8) τα απόκρυφα βιβλία, τα υπό της Εκκλησίας μη αποδεκτά, συγκατηρίθμει μεταξύ αυτών και εν υπό το όνομα Transitus, id est Assumptio Sanctae Mariae. Αι τρεις διηγήσεις, και η του Ψευδοθεολόγου και η του Ψευδοϊωσήφ και η του Ψευδομελίτωνος, αντλούσιν από της αυτής αρχικής πηγής, της οποίας διασκευαί τυγχάνουν. Εις τα καθέκαστα όμως διακοσμούνται υπό τοιούτων ιδιαιτέρων εκάστη επεισοδίων και λεπτομερειών, ώστε να μη παρουσιάζωνται ως απλαί (5) Diehl, Manuel d’art byzantin σ. 467. (6) Dalton, Byz. Art. σ. 294. G. Millet, monuments byzantins de Mistra, planche 116, IV. (7) Apocalypses apocryphae. Lipsiae 1866, εις ας θα παραπέμπω εν τοις εξής δια του συγκεκομμένου Ap. ap.—Βλέπε και Ante Nicene Christian Library τόμ. 16 σ. XXII εξ. και 504—530. Και εν τω του παρ’ ημίν Μηναίου συναξαρίω έχει ο αναγνώστης πρόχειρον εν αγαστή οικονομία όλην την διήγησιν της Κοιμήσεως. (8) Είναι ο πρώτος index librorum prohiditorum της παπικής έδρας. Ζήτει αυτόν εν ΜΠΛ 59, 162.
μόνον της αυτής ιστορίας παραλλαγαί. Από απόψεως λογοτεχνικής φαίνεται μοι ο Ψευδοϊωσήφ υπερέχων. Αντιφάσεις μεταξύ των δεν λείπουν οπόθεν συνάγεται ότι τα γραφόμενά των δεν πρέπει να εκλαμβάνωνται κατά γράμμα· διότι πολλά μέρη των, και ιδίως τα αφορώντα την Μετάστασιν, έχουν χαρακτήρα καθαρώς συμβολικόν και αναγωγικόν, δια να τονίσουν λαϊκώ τω τρόπω το γλυκό και ανώδυνον τέλος της υπέρ πάντας τους αγίους Ηγιασμένης. Φρονίμως άρα πράττει η Δυτική Εκκλησία, παρ’ όλας τας περί την Μαριάμ υπερβολάς της, αποδεχομένη τα περί σωματικής αναρπαγής της ιστορήματα, όχι ως de fide υποχρεωτικάς διδασκαλίας, αλλ' ως pia santentia, ήγουν γνωμοδοτήματα θεολόγων προς οικοδομήν των απλουστέρων Χριστιανών (9). ΤΟ ΑΓΓΕΛΙΚΟΝ ΜΗΝΥΜΑ Aς προσπαθήσωμεν ήδη να διηγηθώμεν τα καθέκαστα της Κοιμήσεως ως εις τας τρεις αποκρύφους διηγήσεις και τους πρώτους με το θέμα τούτο απασχοληθέντας λεπτομερώς εκτίθενται. Μετά την Aνάληψιν του Σωτήρος η Θεομήτωρ, υπό του πόθου του Μονογενούς αυτής Υιού διαρκώς καιομένη, δεν έπαυε να μεταβαίνη καθ’ εκάστην εις το άγ. μνήμα και εξαιτήται γονυκλινής ίνα εις Αυτόν αναλύση. Εν μια ουν των ημερών, Παρασκευής ούσης, ήλθε κατά το ειωθός η άγ. Μαρία παρά το μνήμα∙ και εν τω εύχεσθαι αυτήν εγένετο ανεωχθήναι τους ουρανούς και τον αρχάγγελον Γαβριήλ κατελθείν προς αυτήν και ειπείν : «Χαίρε η γεννήσασα Χριστόν τον Θεόν ημών ! Η ευχή σου προς τον εκ σου τεχθέντα, ανελθούσα μέχρις ουρανών, εγένετο ευπρόσδεκτος. Και του λοιπού, κατά την αίτησίν σου, καταλιπούσα τον κόσμον, επί τα ουράνια προς τον σον Υιόν απέρχη εις την ζωήν την αληθινήν και αδιάδοχον» (10). Τούτων ακούσασα η Θεομήτωρ των αγγελιών, εχάρη χαράν μεγάλην, καταφρονήσασα παντελώς της προσκαίρου ζωής. Και δη φώτα μεγάλα ποιησαμένη περί πάντα τον οίκον, συγκαλεί τας φίλας αυτής, συγγενείς τε και γείτονας. Σαροί την οικίαν. Ανθηροποιεί την εαυτής κλίνην. Ετοιμάζει προθύμως τα προς την έξοδον (11). Πλύνεται η Υπερευλογημένη και ενδύεται ως βασίλισσα, αναμένουσα την κάθοδον του Υιού αυτής (12). Επιτάττει τους δύο αυτής χιτώνας ταις εκ των γειτόνων χήραις, αι των λοιπών διαφερόντως ήσαν ταύτη προσκείμεναι, παρασχείν (13). Δημοσιεύει την μετάστασιν. Δεικνύει δε και το δοθέν αυτή παρά του αγγέλου βραβείον. Τι δε ήτο το βραβείον ; Ην δε το βραβείον φοίνικος κλάδος, (9) Garriguet, La Vierge Marie σ. 322 και 323.— Encyclopaedia Brittanica. 14th edition, τόμ. XVII σ. 814. (10) Ψευδοθεολόγος Ap. ap. σ. 96. (11) Γερμανός λόγ. Γ’. εις Κοίμησιν ΜΠΕ 98, 364. (12) Transitus A, Ap. ap. σ. 115. (13) Νικηφ. Κάλλιστος Εκκλ. Ιστ. Β', 21. ΜΠΕ 145, 809.
σύμβολον νίκης κατά θανάτου, και ζωής αμαράντου προεκτύπωμα, του πιστωθήναι μετερχομένην ότι καταδυναστεύσειε της φθοράς, ως και ο υπ' αυτής Χριστός ενίκησε τον Άδην. Τοιούτο το βραβείον του φοίνικος, εν ω και οι θεοφιλείς των Εβραίων παίδες επί το πάθος εγγίζοντι τω Χριστώ, ως νικητή μέλλοντι γενέσθαι του θανάτου, δοξολογητικώς επέσεισαν κράζοντες : Ωσαννά εν τοις υψίστοις! Ώσπερ συν εκεί τα βαΐα των φοινίκων νικητικόν τον του Χριστού προεμήνυον συμβολική τη υποδείξει θάνατον, ούτω και το εκ φοίνικος δοθέν τη Θεοτόκω βραβείον πληροφόρημα νίκης υπήρχε θανατοποιού καταφθοράς (14). Εδέχθη δε το περί της εαυτής αναλύσεως αγγελικόν μήνυμα η Μήτηρ της ζωής ούσα κατά την ηλικίαν πεντήκοντα και εννέα ετών. Τριετής γαρ γενομένη, τω ιερώ προσήχθη· και εν τοις αγίοις των αγίων έτη ένδεκα διεβίωσε∙ και ευθύς δια χειρός των ιερέων τω Ιωσήφ προς φυλακήν παρεδόθη. Τέσσαρας δε μήνας εν τη οικία του Ιωσήφ διετέλεσε και υπό του αρχαγγέλου ευαγγελίζεται Γαβριήλ. Και τίκτει το Φως του κόσμου, χρόνων υπάρχουσα δέκα πέντε τη κε' του Δεκεμβρίου μηνός. Είτα έτερα τριάκοντα και τρία έτη ζη, ά και ο Προαιώνιος λόγος. Και μετά την σταύρωσιν εν τη του Ιωάννου οικία έτη διετέλεσεν ένδεκα. Ώστε ομού (συμπεραίνει ο ον επί λέξει αντιγράφω) τα έτη ταύτης πεντήκοντα και εννέα συνάγεσθαι (15). Ως ήμέραν δε εβδομάδος του θανάτου της θέλει ο Ψευδοθεολόγος την Κυριακήν. Κυριακής γαρ ευηγγελίσθη η Παρθένος Μαρία υπό του αρχαγγέλου Γαβριήλ. Και Κυριακής έτέχθη εν Βηθλεέμ ο Σωτήρ. Και Κυριακής τα τέκνα Ιεροσολύμων εξήλθον μετά βαΐων εις απάντησιν Αυτού. Και Κυριακής ανέστη εκ νεκρών. Και Κυριακής έχει ελθείν κρίναι ζώντας και νεκρούς. Και Κυριακής λοιπόν ήρμοζεν ελθείν εκ των ουρανών προς δόξαν και τιμήν της αναλύσεως της τεκούσης Αυτόν άγ. Παρθένου (16). ΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ ΠΕΡΙ ΤΗΝ ΘΝΗΣΚΟΥΣΑΝ Η πρώτη επιθυμία, ην μετά την ληφθείσαν αγγελίαν εξεδήλωσεν η προς τα κρείττονα ευτρεπιζομένη Θεομήτωρ, ήτο να ίδη περί εαυτήν συνηθροισμένους τους Aποστόλους και αποχαιρετίση αυτούς το ύστατον επί της γης. Όθεν Θεόδωρος ο Στουδίτης ποιεί αυτήν λαλούσαν προς τον Υιόν της ούτω: «Ήκεν η ημέρα της εξόδου μου. Ήκεν ο χρόνος της προς σε εκδημίας μου. Παρέστωσάν μοι οι λειτουργήσοντες τα εντάφια, Δέσποτα. Επισταίησαν οι την κηδείαν συντελέσοντες διάκονοι. Και εις μεν χειρός σου παραθήσομαι το πνεύμα μου∙ παλάμαις δε των Μαθητών σου το άψαυστον και θεοδόχον σώμά μου, εξ ούπερ συ η Aθανασία ανατέταλκας, εκκομίσασθαι. Παραστήτωσάν μοι οι εν τοις πέρσαι διεσπαρμένοι προς ευφροσύνην μου, οι κήρυκες και υπηρέται του Ευαγγελίου σου. Και ει τον δίκαιον Ενώχ έτι ζώντα μεταθέσθαι (14) Γερμανός ένθ. αν. Πρβλ. Transitus Α ένθ. αν. (15) Νικηφ. Κάλλιστος Εκκλ. Ιστ. Β' 3. ΜΠΕ 145, 757. (16) Transitus A. Ap. ap. σ. 107.
δια το χρειώδες ηυδόκησας, τον τε Θεσβίτην Ηλίαν επαρθήναι πυρίνω άρματι εκ του εμφανούς προς αδήλους χώρας, και αύθις ει τον προφήτην Αμβακούμ από Ιερουσαλήμ εις Βαβυλώνα δια χρείαν του Δανιήλ εν μια καιρού ροπή μεταστήσαι και αναποδίσαι ετερατούργησας, τι σοι ου δυνατόν θελήσαντι μόνον ;» Ο Υιός αποδέχεται την αίτησιν της Μητρός. Και η Αποστολική Δωδεκάς επέστη, άλλος αλλαχόθεν ως νεφέλαι τω πτερώ του Πνεύματος προς την του Φωτός Νεφέλην ελασθέντες και καταπαύσαντες (17). Πώς δε ήλθον και πόθεν έκαστος αυτών, οι τε ζώντες και οι μετά των νεκρών μεν κοιμηθέντες, επίτηδες δε προς αποχαιρετισμόν της θνησκούσης αναστάντες, διηγούνται δια μακρών αυτοί οι ίδιοι, κατά το ελληνικόν του Ψευδοθεολόγου συναξάριον, προς την επί της κλίνης ανακαθίσασαν και εν ευφροσύνη αυτούς υποδεχθείσαν Μητέρα του Κυρίου. «Εγώ»> πληροφορεί αυτήν ο Ιωάννης, όστις πρώτος πάντων είχε καταφθάσει, μνησθείς της παραγγελίας του επί του Σταυρού Διδασκάλου του,
«εγώ εισηρχόμην εν τω αγίω θυσιαστηρίω εν Εφέσω λειτουργήσαι ότε το Πνεύμα το άγιον λέγει μοι, ότι ήγγικεν ο καιρός της αναλύσεως της Μητρός του Κυρίου σου∙ πορεύθητι προς ασπασμόν αυτής∙ και νεφέλη φωτός ήρπασέ με και εις την θύραν [του οίκου] ένθα κατάκεισαι έστησέ με». Απεκρίθη δε και ο Πέτρος : «καγώ εν Ρώμη διάγων, περί τον άρθρον ήκουσα φωνής δια του Πνεύματος του αγίου, λεγούσης μοι, ότι η Μήτηρ του Κυρίου σου, του καιρού εγγίσαντος, αναλύσαι έχει∙ πορεύθητι εις ασπασμόν αυτής∙ και ιδού νεφέλη φωτός ήρπασέ με...» Αποκριθείς δε και Παύλος είπε : «καγώ εις πόλιν απέχουσαν από Ρώμης ουκ ολίγα διαστήματα διάγων, Τιβερίαν την χώραν λεγομένην, ήκουσα του Πνεύματος του αγίου, λέγοντός μοι∙ η Μήτηρ του Κυρίου σου καταλιμπάνουσα τον κόσμον τούτον επί τα ουράνια δια της αναλύσεως τον δρόμον ποιείται∙ αλλά άπελθε και αυτός εις ασπασμόν αυτής∙ και ιδού νεφέλη φωτός αρπάσασά με, παρέστησέ με ένθα και υμείς». Aποκριθείς δε και Θωμάς είπε : «καγώ την Ινδών χώραν διελθών, του κηρύγματος τη του Χριστού χάριτι κρατυνομένου και του υιού της αδελφής του βασιλέως ονόματι Λαβδανούς υπ' εμού μέλλοντος σφραγίζεσθαι εν τω παλατίω, άφνω το Πνεύμα το άγιον λέγει προς με∙ και συ, Θωμά, παραγενού εις ασπασμόν της Μητρός του Κυρίου σου, ότι την μετάστασιν εις ουρανούς ποιείται∙ και νεφέλη φωτός αρπάσασά με, παρέστησέ με προς υμάς». Αποκριθείς δε και Μάρκος είπε : «καμού τον κανόνα της τρίτης εκτελούντος εν Aλεξανδρεία τη πόλει, ενώ προσηυχόμην, το Πνεύμα το άγιον (17) Θ. Στουδίτης, εγκώμ. εις Κοίμ. § 3. ΜΠΕ 99, 724.
ήρπασέ με και ήγαγέ με προς υμάς». Αποκριθείς δε και Ιάκωβος είπεν : «εμού εν Ιερουσαλήμ όντος, το Πνεύμα το άγιον επέστρεψέ μοι λέγον∙ η Μήτηρ του Κυρίου σου την ανάλυσιν ποιείται∙ και ιδού νεφέλη φωτός αρπάσασά με παρέστησε προς υμάς». Αποκριθείς δε Ματθαίος είπεν : «εγώ εδόξασα και δοξάζω τον Θεόν, ότι, όντος μου εν πλοίω και χειμαζομένου, της θαλάσσης ηγριωμένης δια των κυμάτων, άφνω νεφέλη φωτός επισκιάσασα, τον κλύδωνα του χειμώνος απεσείσατο τη γαλήνη, εμέ δε αρπάσασα παρέστησέ με προς υμάς». Αποκριθέντες δε και οι προαπελθόντες Λουκάς, Σίμων ο Καναναίος και Θαδδαίος, οι εξεγερθέντες εκ των μνημείων τω Πνεύματι τω αγίω, διηγήσαντο ομοίως το πώς παρεγένοντο. Και ο Βαρθολομαίος είπεν : «εγώ εν τη Θηβαΐδι ήμην κηρύττων τον λόγον και ιδού το Πνεύμα το άγιον λέγει μοι∙ η Μήτηρ του Κυρίου σου την ανάλυσιν ποιείται∙ και ιδού νεφέλη φωτός αρπάσασά με ήγαγέ με προς υμάς». Ταύτα πάντα είπον οι Aπόστολοι προς την άγ. Θεοτόκον το πώς ήλθον και ποίω τρόπω (18).
Των αυτοπτών λοιπόν και θεραπόντων του Λόγου ούτω την κλίνην περικυκλούντων, μετ’ αυτών δε, ως ο Δαμασκηνός θέλει, και των οπαδών και διαδόχων αυτών συμπαρομαρτούντων, προς δ’ έτι και των ακρεμόνων εκ των πάλαι δικαίων και προφητών (19), η Πανάμωμος σεμνοπρεπώς ανεκλίθη εν τω σκίμποδι αποχαιρετίζουσα εν ευλογίαις άπαντας· και τας χείρας τέλος υψού διάρασα και «γένοιτό μοι αύθις κατά το ρήμα σου» προς τον εν δόξη κατελθόντα Υιόν αυτής επειπούσα, ταις τούτου φίλαις χερσί παρέθετο την μακαρίαν ψυχήν (20), ενώ στοιχείων κίνησις και αλλοίωσις ελάμβανε χώραν, φωναί τε, και ψόφοι και πάταγοι ηκούοντο (21). Άρρητος δε ευωδία εξεχύθη τότε και αφάτου ο οίκος επληρώθη φωτός. Δραμόντες δε οι των Aποστόλων πρόκριτοι Πέτρος, Ιωάννης, Παύλος και Θωμάς, κατά το ελλην, συναξάριον, τους της τελειωθείσης αχράντους πόδας περιπτυχθέντες κατησπάζοντο (22). (Συνεχίζεται]*22
(18) Ap. ap. σ. 100—2. (19) Δαμασκ. λόγ. Β' εις Κοίμησιν § 6 και 18. ΜΠΕ 96, 732 και 743. Όρα και Ψευδοθεολόγον Ap. ap. σ. 103 και 111. (20) Νικηφ. Κάλλιστος Εκκλ. Ιστ. Β' 21. ΜΠε . 145, 812. (21) Δαμασκ. ένθ. άν. § 11, σ. 737. (22) Ψευδοθεολόγος και Transitus A. Ap. ap. σ. 110 και 117. Ως καλός καθολικός ο Garriguet σ. 286—7 δεν παραλείπει να σημειώση, ότι η Μαρία a recu l’Extreme· Onction !...
ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΩΝ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΩΝ Του κ. ΣΤΡΑΤΗ ΚΟΛΑΞΙΖΕΛΛΗ
Το πέμπτο τμήμα της ιστορίας της Πενθίλης αναφέρεται στα
χρόνια των εικονομάχων, δηλαδή στο χρονικό διάστημα από τα
726 έως τα 842. Ο Λέων Ίσαυρος, για τον οποίον είπαμε στην προηγουμένη παράγραφο (717 - 741), μετά την σωτηρία της Κωνσταντινουπόλεως από τους "Αραβας και την εξασφάλιση του θρόνου από τους εσωτερικούς εχθρούς του, προέβη σε μεγάλες εσωτερικές μεταρρυθμίσεις, από τις οποίες εμείς θα αναφέρουμε μονάχα την κατάργηση της προσκυνήσεως των εικόνων, γιατί αυτή μονάχα μας ενδιαφέρει. Στα 726 εξέδωκε ένα διάταγμα, με το οποίο διέτασσε να τοποθετηθούν μέσα στις εκκλησίες οι εικόνες αψηλά, για να μη μπορούν και τις ασπάζονται τα πλήθη. Και επειδή το εικονομαχικό αυτό διάταγμα δεν έφερε το αποτέλεσμα πού περίμενε, στα 728 εξέδωκε και δεύτερο, με το οποίο διέτασσε να απομακρυνθούν όλως διόλου από τις εκκλησίες οι εικόνες. Με τα διατάγματα αυτά όλο το έθνος διαιρέθηκε σε δύο κόμματα, των εικονομάχων και των φίλων των εικόνων, τα οποία επί χρόνια είχαν μεταξύ των έριδες, και έκαναν πολλές αιματηρές συγκρούσεις. Η κατάστασις αυτή εξακολούθησε και επί των διαδόχων του Λέοντος έως τα 787, οπότε η Ειρήνη η Aθηναία αναστήλωσε τις εικόνες. Οι μετά την Ειρήνην όμως Αυτοκράτορες, και ιδίως ο Θεόφιλος (829—842), απαγόρευσαν και πάλιν την προσκύνησιν των εικόνων. Μετά τον θάνατον δε του Θεοφίλου η σύζυγός του Θεοδώρα πάλι τις αναστήλωσε, οριστικώς πλέον, εις ανάμνησιν δε της αναστηλώσεως αυτής εορτάζεται η Κυριακή της Ορθοδοξίας. Οι θρησκευτικές αυτές καινοτομίες και στη Λέσβο ασφαλώς θα είχαν τον αντίκτυπό τους. «Οι αγώνες του τότε επισκόπου Μυτιλήνης Αγίου Γεωργίου, σφοδρώς αγωνισαμένου υπέρ της ορθοδόξου πίστεως εναντίον των εικονομάχων, μαρτυρούν, έστω και αμυδρώς, ότι η Λέσβος δεν έμεινεν αδιατάρακτος κατά την περίοδον της εικονομαχίας. Η αυτοκράτειρα Ειρήνη η Aθηναία, ήτις απεκατέστησε δια της εν Νικαία συνόδου κατά το έτος 787 την ορθοδοξίαν, εξωρίσθη εις την Λέσβον το 802, όπου και απέθανε το επόμενον έτος. Η εγκατάστασις βεβαίως εις την Λέσβον της εξορίστου βασιλίσσης, της εργασαμένης τον θρίαμβον της ορθοδόξου πίστεως, θα εξήψεν αναμφιβόλως τον θρησκευτικόν φανατισμόν των κατοίκων της Λέσβου, και θα ενεφύσησε νέαν πνοήν εις την όλην θρησκευτικήν κίνησιν της νήσου, πράγμα, το οποίον άλλως τε μαρτυρείται και εκ της πληθώρας των μοναστηρίων, άτινα ήρχισαν από της εποχής εκείνης να ιδρύωνται εις την Λέσβον, το εν κατόπιν του άλλου» (1). (1) Ευαγγέλου Γ. Κλεομβρότου «Συνοπτική Ιστορία της εκκλησίας της Λέσβου», δημοσιευθείσα εις τον «Ποιμένα» της Μητροπόλεως Μυτιλήνης (έτος 1936, 8-9. Παράρτημα σελ. 58—57).
Στην Πενθίλη κατά την παράδοση ήρθε αυτή την εποχή από την Ιερουσαλήμ ένας μυστηριώδης κληρικός, του οποίου είνε άγνωστο το όνομα, και η καταγωγή, και ο σκοπός του ερχομού του. Οι Πενθιλιώτες τον φιλοξένησαν στην εκκλησία των, και τον περιποιήθηκαν όσον καλύτερα μπορούσαν, και διότι ο κληρικός ήρθε από τους Αγίους Τόπους, και διότι ήτο εικονόφιλος, όπως ήσαν και αυτοί. Όταν γνωρίσθηκε καλά με τους προκρίτους της Πενθίλης, τους κάλεσε όλους μια μέρα μυστικά, δια τον φόβον των Aρχών, οι οποίες ήσαν υποχρεωμένες να εκτελούν τις διαταγές των εικονομάχων βασιλέων, και τους είπεν, ότι έφερε από την Ιερουσαλήμ τέσσερα θρησκευτικά κειμήλια πολύ μεγάλης αξίας, τα οποία θα τους δείξη. Τους παρουσίασε με συγκίνηση ένα εικόνισμα της Παναγίας αγνώστου παραστάσεως, ένα μικρό ασημένιο σταυρό, ένα βιβλίο και λίγα μικρά οστά, και είπε : «Το εικόνισμα αυτό είνε από εκείνα, που ζωγράφισε ο Απόστολος Λουκάς, επομένως είνε πολύ θαυματουργό. Ο μικρός ασημένιος σταυρός έχει στο κέντρο του ένα πολύ μικρό κομμάτι από το τίμιο ξύλο του τιμίου Σταυρού του Ιησού, επομένως είνε ανεκτίμητος. Το βιβλίο αυτό είνε ένα πολύ αρχαίο ευαγγέλιο, επομένως είνε πολύ δυσεύρετο. Και τα μικρά αυτά οστά είνε λείψανα αγίων, με τα οποία καθαγιάζεται μία εκκλησία και τα οποία είνε ο καλύτερός της πλούτος. Αυτά είνε του Αγίου Διονυσίου και του Αγίου Στυλιανού. Προσέξετε να μη πήτε σε κανένα τίποτε, έως ότου ξημερώση η ευλογημένη εκείνη ημέρα, κατά την οποία θα λείψουν οι εικονομάχοι». Aφού παρέμεινε ένα καιρό στην εκκλησία της Πενθίλης, ύστερα αρρώστησε, και όταν κατάλαβεν, ότι είνε κοντά το τέλος της ζωής του, ξανακάλεσε τους προκρίτους και τους είπε : «Και τα τέσσερα κειμήλια, που έχω, τα αφιερώνω στην εκκλησία σας, σας εξορκίζω όμως να τα φυλάγετε όπως την κόρη του ματιού σας και να τα κρύβετε, όπως τα έκρυβα εγώ, για να μη πέσουν στα χέρια των εικονομάχων». Ο κληρικός λοιπόν απέθανε χωρίς να δη την αναστήλωση των εικόνων. Σχετικά με τον κληρικό αυτό και τα αφιερώματά του γράφει και ο Β. Βράνης στο βιβλίο του «Περιγραφή της εν Λέσβω κωμοπόλεως Αγιάσου», για το οποίο ασχοληθήκαμε και άλλοτε. Στη σελίδα 30 λέγει, ότι στην εκκλησία της Πενθίλης, η οποία βρισκόταν στον τόπο, στον οποίο σήμερα βρίσκεται η «Παναγιούδα», ήρθε από την Ιερουσαλήμ ένας Αρχιερεύς φρόνιμος και σεβάσμιος, αν και, όπως λέγει, δεν γνωρίζει πότε ήρθε. Έμεινε, λέγει, εκεί ένα χρονικό διάστημα, κατ’ άλλους για υποθέσεις του Αγίου Τάφου, κατ’ άλλους ως εξόριστος. Ύστερα, συνεχίζει, αρρώστησε, και κατά το τέλος της ζωής του αφιέρωσε στην εκκλησία της Πενθίλης ένα λαμπρό και θαυματουργό εικόνισμα της Παναγίας, το οποίο παρίστανε την Κοίμηση αυτής, είχε δε μήκος δύο πιθαμές, πλάτος μία και μισή, ήτο με μεγάλη τέχνη καμωμένο, εθεωρείτο ως ένα από τα 12 εικονίσματα, τα οποία ζωγράφισεν ο Aπόστολος Λουκάς, και έφερε στο επάνω μέρος με κεφαλαία
γράμματα την επιγραφή «Αγία Σιών». Όπως βλέπετε, ο Βράνης αναφέρει μερικές λεπτομέρειες για την εικόνα, για τα άλλα όμως κειμήλια δεν λέγει τίποτε. Με εκείνα λοιπόν, τα οποία περισυλλέξαμε εμείς, και με εκείνα, τα οποία αναφέρει ο Βράνης, μαθαίνομε εν περιλήψει, ότι στα χρόνια των εικονομάχων ήρθε στην Πενθίλη από την Ιερουσαλήμ ένας ξένος κληρικός, ο όποιος έφερεν από εκεί τέσσερα θρησκευτικά κειμήλια, τα οποία κατά το τέλος της ζωής του αφιέρωσε στην εκκλησία της Πενθίλης. Δεν ξέρομε όμως πώς ωνομάζετο ο κληρικός, από πού κατήγετο, και γιατί ήρθε στη Λέσβο γενικώς, και στην Πενθίλη ιδιαιτέρως. Ευτυχώς τελευταία βρέθηκε ένα χειρόγραφον «Ιστόριον περί της συστάσεως της Αγιάσου», το οποίο έγραψε στα 1712 ο εξ Αγιάσου Παναγιώτης Aποστόλου και το οποίο δημοσίευσεν ο διευθυντής της «Αγίας Σιών» αιδεσ. Εμμανουήλ Μυτιληναίος (στο υπ' αριθμ. 5-6 τεύχος του μηνός Οκτωβρίου-Νοεμβρίου 1937, σελ. 84-86), όπου και παραπέμπομε τον αναγνώστη μας. Aπό το ιστόριο αυτό μαθαίνομε για τον εν λόγω κληρικόν και άλλα πράγματα. Όπως είνε όμως, είνε πολύ σφιχτοδεμένο και περιληπτικό, και πρέπει να το αναλύσωμε και να το απλοποιήσωμε. Αυτό δε θα το κατορθώσωμε, εάν το συσχετίσωμε με τα ιστορικά γεγονότα των χρόνων των εικονομάχων, και με εκείνα που λέγει η παράδοσις, σχετικά με τη θεμελίωση της Αγιάσου , έστω και αν η θεμελίωση αυτή έγινε αργότερα. Επί τη βάσει αυτών θα γράψωμε εμείς τη βιογραφία αυτού του κληρικού. Κατά τον όγδοον αιώνα, οπότε επί της δυναστείας των Ισαύρων άρχισεν η εικονομαχία, έζη στην Κων/πολη ένας ιερεύς, ο όποιος ήτο συγγενής (1) των εικονοφίλων Αυτοκρατόρων. Επειδή ο ιερεύς αυτός ήτο εικονόφιλος, έπεσε στη δυσμένεια ενός Ισαύρου, ο όποιος και τον κατεδίωξε. Για να σωθή, έφυγε κρυφά στην Αγία Σιών, δηλαδή στην Ιερουσαλήμ, γιατί εκεί οι χριστιανοί, ήσαν μεν δούλοι των Aράβων, αλλά είχαν θρησκευτική ελευθερία, την οποία τους εξασφάλισε με συνθήκη ο Πατριάρχης των Ιεροσολύμων Σωφρόνιος, όταν παρέδιδε την Ιερουσαλήμ στα 637. Εκτός αυτού και στο ζήτημα των εικόνων, το οποίο φυσικά επεξετάθη και μεταξύ των χριστιανών της Παλαιστίνης, οι εκεί χριστιανοί ετάχθησαν με τους εικονολάτρας, αφού εκεί ο ονομαστός Ιωάννης Δαμασκηνός έγραψε τους περίφημους τρεις λόγους του «Προς τους διαβάλλοντας τας αγίας εικόνας», οι οποίοι, όχι μόνον στερέωσαν τους εικονολάτρας κατά τους χρόνους, κατά τους οποίους συνεγράφησαν (727-730), αλλά και μετά ταύτα επί αιώνας υπήρξαν η κυριωτάτη πηγή επιχειρημάτων υπέρ της προσκυνήσεως των εικόνων, και σήμερα δε θεωρούνται ως το καλύτερο από όσα έχουν γραφή για τις εικόνες. Στην Ιερουσαλήμ λοιπόν ο αυτοκρατορικός ιερωμένος βρήκε και τη γαλήνη της ψυχής του και τους ομόφρονάς του. (1) Οι λέξεις «αυτοκρατορικός Ιερωμένος πιστών αυτοκρατόρων», τις οποίες αναφέρει το Ιστόριον, μπορούν να εξηγηθούν και με το ιερεύς των ανακτόρων των εικονοφίλων Αυτοκρατόρων.
Στις αρχές του ενάτου αιώνος, συγκεκριμένα στα 802, οι μεγιστάνες του Βυζαντίου κήρυξαν έκπτωτη του θρόνου την Αυτοκράτειρα Ειρήνη την Aθηναία, η οποία ανεστήλωσε τις εικόνες, και την εξώρισαν στη Λέσβο. Με την εξορία αυτή ανεπτύχθη στη Λέσβο μεγάλο ρεύμα υπέρ των αγίων εικόνων και η Λέσβος ανεγνωρίσθη ως τόπος στον οποίο παρέμειναν ελεύθεροι οι εικονόφιλοι, οι δημόσιοι όμως υπάλληλοι και οι προσκείμενοι σ’ αυτούς κατ’ ανάγκην ήσαν εικονομάχου Τότε λοιπόν και ο εικονόφιλος ιερεύς έφυγεν από την Ιερουσαλήμ και αυτοεξωρίσθηκε στη Λέσβο για να βρίσκεται και πλησιέστερα προς την Κων/πολη, στην οποίαν ήλπιζεν, ότι θα υπερισχύσουν μια μέρα οι ορθόδοξοι. Με την ελπίδα, ότι αργά ή γρήγορα θα επανέλθη στην πατρίδα του, πήρε μαζί του φεύγοντας από την Ιερουσαλήμ μεγάλης αξίας θρησκευτικά κειμήλια. Δεν ξέρομε σε ποια ακρογιαλιά της Λέσβου τον έβγαλε το πλοίο. Φαίνεται όμως, ότι θα τον έβγαλε στο εσωτερικό του κόλπου της Γέρας προς το Ντίπι. Aπό εκεί θα προχώρησε παράλληλα στον Ευεργέτουλα ποταμό και αντίθεα προς τον δρόμο του νερού του, για να ανέβη στις πηγές του, και εκεί σε κανένα κρυφά μέρος να στήση την καλύβη του. ‘Όταν πήγε στον "Αγιο Δημήτρη, προτίμησε τον χείμαρρο της Περασιάς, παράλληλα στον οποίο ανέβαινε και ο δρόμος της Περασιάς προς την Πενθίλη. Λίγο χαμηλότερα από τον αλευρόμυλο της Αγιάς Παρασκευής, και λίγο παραπέρα από τον δρόμο της Περασιάς προς την Πενθίλη, ακριβώς στο μέρος, στο οποίο σήμερα βρίσκεται το παρεκκλήσι της Ζωοδόχου Πηγής με το γνωστό αγίασμα, βρήκε ένα πηγαδάκι, από το οποίο ήπιε και δροσίσθηκε. Περιεργάσθηκε καλά το μέρος, και το βρήκε αρκετά κρυφά. Επειδή δε το σκέπαζαν μεγάλοι πρίνοι, πλάτανοι και πεύκοι, (διότι ο πευκώνας του Καστέλλι και του Σπήλιου ήτο μια συνέχεια με τον πευκώνα της Καλαθούς και του Σανατορίου), ήτο ακόμα περισσότερο κρυφά. Και επειδή σ’ αυτό το μέρος εκτός των αγρίων δένδρων υπήρχε και μία καρυά, ωνομάσθη και αυτό το μέρος Καρυά, και το όνομα αυτό φυλάγει έως σήμερα. Δίπλα λοιπόν σ’ αυτό το πηγαδάκι έστησε την καλύβη του. Κατά άλλη όμως εκδοχή ανέβη αψηλότερα και πήγε στην εκκλησία της Πενθίλης. Μόλις έγινε γνωστό, ότι ήρθε στην Καρυά (η στην Πενθίλη) ένας ξένος ορθόδοξος ιερεύς από την Ιερουσαλήμ, άρχισαν να πηγαίνουν προς αυτόν οι κάτοικοι της Πενθίλης και Καρύνης, κομίζοντες δώρα και τροφές, με τις οποίες ο ιερεύς περιέθαλπε τους πεινασμένους, τους πτωχούς και τους αρρώστους, γι’ αυτό και απέκτησε φήμην Αγίου. Όταν γνωρίστηκε με τους χωρικούς, τους πήρε μια μέρα σε ένα τόπο κρυφά και παράμερο, και εκεί τους είπεν, ότι έφερε από την Ιερουσαλήμ τέσσερα Αγιοταφίτικα κειμήλια. Τους παρουσίασε μία εικόνα, η οποία παρίστανε τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου κατά τον Παναγιώτην Aποστόλου, (την Κοίμηση αυτής κατά τον Β. Βράνην), και την οποίαν, ' καθώς είπε, ζωγράφισεν ο Θείος Ευαγγελιστής Λουκάς. Κατόπιν
τους παρουσίασε ένα ιερό ευαγγέλιο του τετάρτου αιώνος, ένα ασημένιο σταυρό, ο όποιος είχε στο κέντρο του ένα μικρό κομμάτι από το τίμιο ξύλο του τιμίου σταυρού του Ιησού, και ένα άλλο τέταρτο, το οποίο ο μεν Aποστόλου λέγει, ότι χάθηκε και λησμονήθηκε, η παράδοσις δε λέγει, ότι το τέταρτο είνε τα λείψανα του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου και του Αγίου Στυλιανού. Κάθε πρώτη του μηνός ο ιερεύς αυτός έκανε αγιασμό, κατά τον οποίο βάφτιζε το τίμιο ξύλο μέσα στο νερό του πηγαδιού. Την ημέρα δε εκείνη ορθόδοξοι, ερχόμενοι από την Πενθίλη και Καρύνη, έπαιρναν αγιασμένο νερό, και τις ευλογίες του αυτοκρατορικού ιερωμένου, και προσκυνούσαν την εικόνα και τα άλλα κειμήλια, κρυφά όμως και σε παράμερο τόπο δια τον φόβον των εικονομάχων. Aπό τότε λοιπόν, κατά τον Aπόστολον, αυτή η πηγή εθεωρήθη ιερά και ζωοδότειρα, και ωνομάσθη Ζωοδόχος Πηγή, από τότε, το νερό αυτής εξετιμάτο ως αγίασμα. Κατά άλλη όμως εκδοχή η Πηγή αυτή ωνομάσθη Ζωοδόχος αργότερα από τους Πενθιλιώτες, όταν μετοικήσαν σ’ αυτό το μέρος, όπως θα δούμε σε άλλη παράγραφο. Όταν ο σεβάσμιος αυτός ιερεύς κατάλαβε, ότι θα παραδώση στον Κύριον το πνεύμα του, χάρισε τα κειμήλια στους χωρικούς, οι οποίοι τον περιεστοίχιζαν, και τους εξώρκισε να τα φυλάγουν όπως την κόρη του ματιού των και να τα κρύβουν από τα μάτια των εικονομάχων. Όταν απέθανε, ετάφη στην Πενθίλη κατά μια εκδοχή, κατά άλλη δε στην Καρυά κοντά στη σκήτη του. Τα δε οστά τότε για να μη παρασυρθούν από πλημμύρες, οι οποίες εγίνοντο συχνά, μεταφερθήκαν και τοποθετηθήκαν στο μέρος, που είνε σήμερα το Ιερά, δηλ. το Άγιο Βήμα, του ιερού ναού της Αγιάσου «η Κοίμησις της Θεοτόκου». Αυτή είνε η βιογραφία του αυτοκρατορικού ιερέως. Μονάχα το όνομά του παραμένει άγνωστο. Ίσως δε βρεθή και δεύτερο ιστόριο, το οποίο να διαλευκάνη και αυτό. Όπως βλέπομε στα κυριώτερα σημεία και ο Aποστόλου και ο Βράνης συμφωνούν, σε μερικά δε αλληλοσυμπληρώνονται. Εάν σε μερικές λεπτομέρειες διαφωνούν, αυτό είνε φυσικόν, διότι και οι δύο έγραψαν τα γεγονότα χίλια και πλέον έτη ύστερα από την εποχή που έγιναν, οπότε η παράδοσις είχε πάθει μια αλλοίωση. Εάν ο κληρικός είνε ιερεύς η Αρχιερεύς, ή απλούς καλόγηρος, είνε μια ασήμαντη διαφορά. Εάν ο κληρικός κατοίκησε στην Καρυά ή στην Πενθίλη, και αυτό δεν είνε μεγάλη διαφορά, διότι και στην Καρυά αν κατοίκησε, τα κειμήλια μεταφερθήκαν ύστερα στην εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, και στην Πενθίλη αν κατοίκησε, πάλι, όπως θα δούμε σε άλλη παράγραφο, μεταφερθήκαν στη Ζωοδόχο Πηγή της Καρυάς, και από εκεί στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Ο Βράνης αναφέρει, ότι κατά ένα θρύλο ο κληρικός ήρθεν εδώ για υποθέσεις του Αγίου Τάφου, διότι και στα χρόνια, κατά τα οποία έγραφε το βιβλίο του, ήρχοντο από την Ιερουσαλήμ απεσταλμένοι κληρικοί, οι οποίοι περιήρχοντο τα διάφορα χωριά για να κανονίσουν και τακτοποιήσουν οικονομικής
φύσεως ζητήματα, κυρίως δε ενοικιάσεις αγροκτημάτων και εστεγασμένων, τα οποία αφιέρωναν στον Άγιο Τάφο οι προσκυνηταί αυτού οι λεγόμενοι Χατζήδες. Επίσης αναφέρει, ότι κατά άλλον θρύλο ήρθε εδώ ως εξόριστος ο κληρικός. Όπως είνε αυτός ο θρύλος, στέκεται μετέωρος, διότι είνε ακατανόητο το πώς εξωρίσθη από την Ιερουσαλήμ, εν ώ ήτο έμφρων και σεβάσμιος, και αφού εξωρίσθη, διατί ήρθε να κάνη την εξορία του στη Λέσβο, η οποία δεν υπήγετο στο Πατριαρχείο των Ιεροσολύμων. Πίσω όμως από αυτή την εξορία φαίνεται, ότι υπήρχε και στα χρόνια του Βράνη συγκεχυμένος ο θρύλος της φυγής του κληρικού στην Ιερουσαλήμ και της αυτοεξορίας του στη Λέσβο. Η μόνη αξία λόγου διαφορά, που έχουν μεταξύ των, αναφέρεται στην παράσταση της εικόνος της Παναγίας. Ο Αποστόλου λέγει, ότι παριστάνει τον Ευαγγελισμό, ο δε Βράνης την Κοίμηση αυτής. Τούτο φανερώνει, ότι ή άλλη εικόνα εννοεί ο ένας, και άλλη ο άλλος, ή ότι και οι δύο δεν είδαν την εικόνα με τα μάτια των. Τούτο δε φαίνεται και το πιθανώτερο, διότι οι κατά καιρούς Σκευοφύλακες της Εκκλησίας, οι οποίοι ήσαν και φύλακες της εικόνος, την είχαν πάντοτε κρυμμένη μέσα σε κρυψώνας, και δεν επέτρεπανσε κανένα να την δη. Μόλις στα 1882, όταν επεχρυσώθη το ασημένιο επικάλυμμα της Παναγίας του εικονοστασίου παρά την Ωραία Πύλη, ίσως διότι άρχισε να φθείρεται από την υγρασία, την πήραν από τα υπόγεια της Εκκλησίας και την σφήνωσαν πίσω από την εικόνα του εικονοστασίου μέσα σε ένα ξύλινο κιβώτιο, αφού την περιτύλιξαν μέσα σε τραπεζομάνδηλο, χωρίς πάλι να επιτρέψουν σε κανένα να την δη. Κανείς δεν τολμούσε να ερευνήση δια την αποκάλυψη αυτής, και κανείς δεν ήξερε θετικά τι ακριβώς παριστάνει η αρχαία αυτή εικών. Σήμερα ευτυχώς απεκαλύφθη, όπως βλέπει ο αναγνώστης στο υπ' αριθμ. 8-9 τεύχος της «Αγίας Σιών» (Ιανουάριος-Φεβρουάριος 1937, σελίς 131) και περιγραφήν αυτής θα δημοσιεύση, ως ελπίζομεν, εν καιρώ ο ειδικός Καθηγητής του Πανεπιστημίου και Ακαδημαϊκός κ. Γεώργιος Σωτηρίου. Σήμερα και τα άλλα κειμήλια απεκαλύφθησαν. Από το θείο και ιερό Ευαγγέλιο σώζονται λίγα φύλλα γραμμένα με κεφαλαία γράμματα, τα οποία είνε κολλημένα στην αρχή ενός άλλου ευαγγελίου μεταγενεστέρας εποχής, το άλλο δε θα το κατέστρεψε φαίνεται η υγρασία. Ο ασημένιος σταυρός με το τίμιο ξύλο εμβαπτίζεται στο ύδωρ κατά τους μεγάλους αγιασμούς της Εκκλησίας. Και τα άγια λείψανα εκτίθενται στην Εκκλησία τις μεγάλες εορτές.
ΤΟ ΠΕΡΙΣΩΘΕΝ ΠΑΛΑΙΟΝ ΑΡΧΕΙΟΝ ΤΟΥ
Ιερο Υ
[5]
ναο
Υ
Της
Πa ν a Γi ασ
a Γia σο y
(*)
Πρωτοπρ. ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ
124) Διαθήκη Βλωτίνης θυγατρός του ποτέ Μιχάλη Παλά. 1831 Ιανουαρίου 12. 125) Διαθήκη Διαμάντως Κολάνηνας. 1831 Φεβρουαρίου 17. 126) Διαθήκη Μαρίας Γαλέτζα. 1831 Μαΐου 22. 127) Διαθήκη Ιερομονάχου Βενεδίκτου του ποτέ Κωνσταντίνου Φρατζέλη. 1831 Μαΐου 25. 128) Εξοφλητικόν οφειλής των επιτρόπων της Εκκλησίας Αγιάσου . Φέρει την υπογραφήν «ο ποτέ προηγούμενος της μεγίστης
λαύρας, και νην σινοδία του κυρ Γερασίμου Ιάκωβος βεβαιώ τα άνοθεν». 1831 Ιουνίου 8.
129) Παραχωρητήριον χώρου προς τους δημογέροντας Αγιάσου δια την διάνοιξιν «δρόμου βασιλικού», αωλα' Ιουνίου ιζ'. 130) Δήλωσις περί γενομένης ανταλλαγής κληροδοτηθείσης εις τον Ναόν της Παναγίας οικίας προς ελαιόκτημα. 1831 Αυγούστου 30. 131) «Ίσον διαθήκης της μελισινής του παλεολόγου τεμερά». 1831 Σεπτεμβρίου 7. 132) Διαθήκη Βασιλείου Στεφανέλη. 1831 Νοεμβρίου 9. 133) Διαθήκη Ρήγηνας του Αραμπατζή Ευαγγελινού. 1831 Νοεμβρίου 19. 134) Διαθήκη Μορφούλας Κουτούντζινας. 1831 Δεκεμβρίου 13. 135) Διαθήκη Μοναχού Γρηγορίου υιού του Παντού. 1832 Ιανουαρίου 20. 136) Διαθήκη Βλωτίνης θυγατρός του ποτέ Χατζημιχαλάκη. 1832 Φεβρουαρίου 13. 137) Διαθήκη Παναγιώτου Βασιλτζουτέλη. 1832 Aπριλίου 21. 138) Διαθήκη Βασιλίνας Χατζη-Βασίλη. 1832 Μαΐου 3. 139) Διαθήκη Ρήγηνας Μπάτα. 1832 Μαΐου 18. 140) Πωλητήριον μιας οικίας του Χατζηγρηγόρη Χατζηταγάλη προς τον Ναόν της Αγιάσου. 1832 Ιουλίου 24. 141) Διαθήκη Βασιλίνας συζύγου του ποτέ Τζέκου. 1832 Ιουλίου 25. 142) Διαθήκη Βασιλίνας συζύγου Τζενέλη Βρανά. 1832 Ιουλίου 26. 143) Προικοσύμφωνον «ψυχοθυγατρός» Βασιλίνας θυγατρός της Ρήγενας Τράμπηνας. Ανυπόγραφον. 1832, Ιουλίου 27. 144) Διαθήκη Σουλτάνας θυγατρός Νικόλα Χιώτου. 1832 Αυγούστου 5. 145) Πωλητήριον κτήματος. 1832 Νοεμβρίου α'. 146) Δήλωσις Ρήγηνας του ποτέ Γιάννη Συλλοτζάρου περί (*) Συνέχεια από σελ. 126 του Α' τόμου.
αποκλεισμού των αρρένων τέκνων της από της κληρονομίας. 1832 Δεκεμβρίου 29. 147) Διαθήκη Ντέτας θυγατρός του ποτέ Παναγιώτου Θάλασσα. 1832 Δεκεμβρίου 29. 148) Διαθήκη Δημητρίου υιού του Γεωργάκη Καμπέρη. 1833 Μαρτίου 9. 149) Διαθήκη Στρατήγη Κυπριωτέλη. 1833 Μαρτίου 21. 150) Διαθήκη Δημητρίου X"Νταγέλη. αωλγ' απριλίου 18. 151) Διαθήκη («διάταξις») του Aποστόλη Μπαλαμπάνη. 1833 Aπριλίου 10. 152) Πωλητήριον κτήματος. 1833 Aπριλίου 23. 153) Διαθήκη Παναγιώτου Κωνσταντή Κάναρου. 1833 Aπριλίου 24. 154) Διαθήκη Δούκα ΧατζηΚωνσταντή Ταρέλη. 1833 Μαΐου 20. 155) Πωλητήριον κτήματος Ιωάννου Σεβαστήλου. 1833 Ιουνίου 25. 156) Διαθήκη ΧατζηΚωνσταντή Γαλέτζα. 1833 Ιουλίου 4. 157) Διαθήκη Μαρίας Φρατζέσκου Ξενακέλη. 1833 Σεπτεμβρίου α'. 158) Δωρητήριον Παναγιώτου Βασιτζουτέλη προς τον «ψυχωγυιόν» του Κυριάκον. 1833 Οκτωβρίου 19. (Συνεχίζεται)
ΠΕΡΙ ΤΗΝ ΠΥΡΚΑΪΑΝ
ΤΟΥ 1877
ΑΝΕΚΔΟΤΟΝ
ΕΓΓΡΑΦΟΝ ΙΩΑΝΝ.
ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ
Εν σχέσει προς την καταστρεπτικήν πυρκαϊάν της Αγιάσου τω 1877 και εξ αφορμής αυτής ο τότε Μητροπολίτης Μυτιλήνης Κωνσταντίνος Βαλλιάδης εξέδωκε χαρακτηριστικήν εγκύκλιον προς τους κατοίκους της Αγιάσου, ης το πρωτότυπον ευρέθη τυχαίως εν τω οικογενειακώ μου αρχείω. Της εγκυκλίου ταύτης το κείμενον δημοσιεύομεν το πρώτον ενταύθα : ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ
Ευλαβέστατοι Ιερείς, Οσιώτατοι Ιερομόναχοι, Τιμιώτατοι Δημογέροντες, πρόκριτοι και λοιποί πάντες ευλογημένοι χριστιανοί της κωμοπόλεως Αγιάσου, τέκνα εν Κυρίω ημών αγαπητά, χάρις είη υμίν και ειρήνη από Θεού, παρ’ ημών δε ευχή, ευλογία και συγχώρησις. Το επελθόν δυστύχημα τη υμετέρα κωμοπόλει κατά την πανηγυρικωτέραν τη Αγιάσω νύκτα, και ούτινος αυτόπται ατυχώς εγενόμεθα, αποτεφρώσαν τα τρία τέταρτα της κωμοπόλεως υμών και παρανάλωμα του πυρός καταστήσαν τας ελαιαποθήκας και λοιπάς εσοδείας υμών, ηνάγκασε και ημάς άκοντας να εγκαταλείψωμεν την Αγιάσον προώρως, και να κατέλθωμεν περίλυποι και καταβεβλημένοι εκ της ενσκηψάσης μεγάλης συμφοράς,
εις την Ιεράν Μητρόπολιν προς ταχυτέραν σύστασιν επιτροπών ανά πάσαν την επαρχίαν ημών και όπου αλλαχού επέτρεπον ημίν αι περιστάσεις να απευθυνθώμεν, εξαιτούμενοι · τας προαιρετικάς των χριστιανών συνδρομάς εις ανακούφισιν των παθόντων και ιδίως των πενεστέρων. Και αι μεν επιτροπαί αύται ταχύτερον ή βραδύτερον θέλουσιν αποστείλει τη αυτόθι συστάση επιτροπή εμμέσως ή και αμέσως τας βοηθείας, όσας ήθελον συλλέξη, απόκειται δε τοις επί τούτω ορισθείσι να διανείμωσι ταύτας προς τους χρείαν έχοντας κατ’ αναλογίαν των αναγκών αυτών, και τούτοις πάλιν να ανατείνωσι προς τον Ύψιστον εξ αισθήματος ευγνωμοσύνης χείρας ικέτιδας και να επικαλώνται υπέρ των ευεργετούντων αυτούς το άπειρον έλεος. Εν τούτοις, ευλογημένοι χριστιανοί, λαβόντες ήδη πικράν πείραν της δικαιοσύνης του Θεού, μακροθυμήσαντος μεν επί τοσούτον χρόνον απέναντι των παρανομημάτων και ατακτημάτων, τα οποία ελάμβανον χώραν εν τη κωμοπόλει υμών, ευδοκήσαντος δε να τιμωρήση υμάς τόσω αυστηρώς κατ’ αυτήν την νύκτα της πανηγύρεως υμών, σπεύσατε να επιστήσητε έκαστος την προσοχήν αυτού επί των ιδίων αμαρτημάτων, να αποταχθήτε των έργων του σκότους και της από του θείου φωτός αποπλανήσεως, δι’ ά έρχεται (λέγει το αποστολικόν λόγιον) η οργή του Θεού επί τους υιούς της απειθείας, και να διορθώσητε έκαστος κοινή τε και ιδία την διαγωγήν υμών, συμμορφούντες αυτήν προς τας θείας εντολάς· διότι πάσα παράβασις αυτών και παρακοή έλαβεν, ως βεβαιοί ο μακάριος Παύλος, και λαμβάνει εκάστοτε, ως μαρτυρούσι τα πράγματα, ένδικον μισθαποδοσίαν. Η ιερά και θαυματουργός εικών της Παναγίας, η δόξα και το εγκαλλώπισμα της κωμοπόλεως υμών, έστω υμίν το πρότυπον προς το οποίον οφείλετε μετ’ ευλαβείας πρωί και εσπέρας εξετάζοντες τας πράξεις υμών να αγιάζητε αυτάς, και καθιστάμενοι ούτως άξιοι τοιούτου κειμηλίου, τοιούτου θρησκευτικού θησαυρού· άλλως εάν επιτρέψητε να βαδίζωσι τα πράγματα και πάλιν ως εβάδιζον μέχρι τούδε από παρανομιών εις παρανομίας μείζους, και το ιερόν προσκύνημα να αποβαίνη μέσον εις παρεκτροπάς και ανηθίκους αταξίας, βεβηλούτε τον ιερόν ναόν και προσβάλλετε την εικόνα, εφ’ η σεμνύνεται η Αγιάσος, και ούτως επισωρεύετε επί τας κεφαλάς υμών τιμωρίας επί τιμωριών. Ταύτα, ευλογημένοι χριστιανοί, εκ κατωδύνου ψυχής εθεωρήσαμεν καθήκον αρχιερατικόν ίνα εν τη παρούση περιστάσει διαβιβάσωμεν προς υμάς δια γράμματος, αφ' ου από στόματος δεν είναι δυνατόν είθε δε να εύρωσι σωτήριον ηχώ εν ταις ψυχαίς υμών και να εμβάλωσιν εν υμίν πνεύμα ευσεβείας, σωφροσύνης, υπομονής και αγάπης συν τω φόβω του Θεού, Ου η χάρις και το άπειρον έλεος συν τη παρ’ ημών ευχή και ευλογία είη μετά πάντων υμών (τη κ' του μηνός Αυγούστου του χιλιοστού οκτακοσιοστού εβδομηκοστού εβδόμου σωτηρίου έτους). + Ο Μυτιλήνης ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Εν Χ"ω ευχέτης Υμών
ΧΡΟΝΙΚΑ ΤΟ ΑΓΙΑΣΜΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣΟΥ Ευρίσκετο υπό τα πιεστήρια το παρόν τεύχος της «Αγίας Σιών» ότε επήλθεν ο θάνατος του σεβαστού γέροντος Στεφάνου Β. Βρανίδου, μεταξύ των χειρογράφων του οποίου ευρέθη το κατωτέρω εις μνημόσυνον αυτού δημοσιευόμενον αυτόγραφον σημείωμά του, χαρακτηρικτικόν της προς τα ιερά ευλαβείας του και της αγάπης του προς την ιστορίαν της ιδιαιτέρας του πατρίδος.
«Επειδή το εν υπαίθρω πάλαι διατελούν υπό την ιεράν επωνυμίαν «Αγίασμα της Παναγίας» κατά Κούτσουρα ή Καργιά ενορίαν, εν τη μάλλον αρχαία συνοικία της πόλεώς μας, είτα δε προ ετών ιεράς φήμης ένεκεν και θεοσεβεί πόθω κτισθέν μικρόν και κατανυκτικόν παρεκκλήσιον επ' ονόματι «Ζωοδόχος Πηγή», σχετίζεται έκπαλαι εκ πατροπαραδότων παραδόσεων με τον συνοικισμόν της πατρίδος Αγιάσου, από της εν λόγω δε ταύτης παλαιάς ενορίας, ως μαρτυρούσι και τα εκ πλίνθων παρακείμενα μέχρις εσχάτων και εισέτι σωζόμενα κτίρια, προϊόντος του χρόνου, επεξετάθη η κωμόπολις ημών έτι περαιτέρω, ως έχει νυν και φαίνεται, εκτίσθη δε και ο μεγαλοπρεπής ναός ο νυν υπάρχων σχεδόν εν τω μέσω τότε της κωμοπόλεως, ο επ' ονόματι «Κοίμησις Θεοτόκου», επαξίως και τη έξωθεν ιερά φήμη, ης απολαύει και σεμνύνεται η θαυματουργός και χαριτόβρυτος Ιερά Εικών εκ των του Ευαγγελιστού και Aποστόλου Λουκά, επιθυμών να διατρανώσω καγώ ο ελάχιστος, δι’ αμφότερα την τε Ιεράν Εκκλησίαν και το παρεκκλήσιον το εξ αυτής εξαρτώμενον και ούτω συνδεδεμένα και σχέσιν έχοντα προς άλληλα, τον ιερόν και διακαή πόθον μου και σέβας, αφιερώ τον άνωθεν του παρεκκλησίου της Ζωοδόχου Πηγής αγορασθέντα και αποτελεσθέντα κήπον μου ολόκληρον μετά της ενυπαρχούσης νεοδμήτου οικίας, τα πλησίον δρόμων διαβατικών και περιβολίου Δημ. Κων. Λαδγιέλλη, εις ενορίαν παλαιάν Κούτσουρα επιλεγομένην, καθώς και τα κατ’ αντίκρυ αυτής εις την αυτήν ενορίαν από διαφόρους αγορασθέντα και εις κήπον επίσης μεταβληθέντα μετά των ενυπαρχουσών οικοδομών και άλλων, ων εδαπάνησα και εν τη διαθήκη μου φαινόμενα και αναφερόμενα και προς καλλωπισμόν του παρεκκλησίου «Ζωοδόχου Πηγή» αποβλέποντα και χρήσιμα, υπό τον όρον όπως μη πωλώνται ουδέποτε επ' ουδενί λόγω, μηδέ μεταβάλωνται τροποποιούμενα εις άλλο τι υπό των κατά καιρόν επιτροπευόντων, παρά μένωσιν ως έχουσιν, ως περίβολοι και κήποι, και ανανεούμενοι δια δένδρων οπωροφόρων, ελευθέραν έχοντα πάντοτε και απεριόριστον πανταχόθεν την θέαν και πρόσοψιν, προς μνήμην αιωνίαν των γονέων αυτών, ως και εχάραξα εις μαρμάρινον επί της προσ-
όψεως της θύρας πλάκα και αναφέρονται μετά του ονόματος του αιωνία τη μνήμη αδελφού μου Χριστοφόρου. Περαίνων επιπροσθέτω ως μαρτύριον του ιστορικού αναφερθέντος μέρους δια το παρεκκλήσιον του εν ημίν τοις πολλοίς γνωστόν, και τούτο, ότι ου μόνον παρ’ ημών ευλαβείται και προσκυνείται «το Αγίασμα» παρά και υπό των έξωθεν προσερχομένων προσκυνητών κατά την εξακουστήν πανήγυριν της Παναγίας δοξάζεται, όπου αδύνατον να προσέλθωσι και μη επισκεφθώσι μετ’ ευλαβείας εν τη μνήμη των έχοντες οι προσκυνηταί, κατά πρώτον άμα τη ελεύσει των, εν τη Ιερά ημών Εκκλησία της Παναγίας προσερχόμενοι και προσκυνούντες την θαυματουργόν εικόνα, και εκ δευτέρου κατερχόμενοι εις το Αγίασμα, ως και μετά τούτο, ανερχόμενοι εις τον περικαλλή κήπον της ιεράς ημών εκκλησίας «Κοίμησις Θεοτόκου» επισκοπούσι πάντοτε την κωμόπολιν και τας παρακειμένας γύρωθεν φυσικάς καλλονάς. Εν Αγιάσω, την 22 Οκτωβρίου 1935. «Στέφανος Βασιλείου Βρανίδης, συμφώνως της Διαθήκης μου και χάριν του ιστορικού μέρους του παρεκκλησίου εκ πατροπαραδότων και παλαιών ατόμων αφηγήσεων έχων έγραψα». «Σ. Β. Β.»
Aρχιερατική λειτουργία.
Tη Δευτέρα της Πεντηκοστής ο Σεβασμ. Μητροπολίτης ημών ετέλεσε την θείαν λειτουργίαν εν τω πανηγυρίζοντι ιερώ ναώ της Αγίας Τριάδος εν Αγιάσω και εκήρυξε τον θείον λόγον προς το πολυπληθές εκκλησίασμα των ευσεβών.
Τα γενέθλια της A.Μ. του Βασιλέως.
Αγομένης τη 20ή Ιουλίου της εορτής των γενεθλίων της A.Μ. του Βασιλέως ημών ετελέσθη τη παρακλήσει της Κοινότητος επί παρουσία των τοπικών Aρχών και πολλού πλήθους του λαού δοξολογία εν τω Ιερώ Προσκυνήματι, καθ’ ην ωμίλησεν επικαίρως ο Aρχιερατικός Επίτροπος.
Αι εορταί των Αγ. Aποστόλων. Τη 29η Ιουνίου αγομένης της μνήμης των Κορυφαίων Aποστόλων Πέτρου και Παύλου και τη 30ή Ιου-
νίου επί τη μνήμη των αγίων Δώδεκα Aποστόλων ετελέσθησαν ο τε εσπερινός και η θ. λειτουργία εν τω εορτάζοντι παρεκκλησίω του Ι. Προσκυνήματος εν συρροή ευσεβούς λαού, προς ον εκήρυξε τον θ. λόγον ο ημέτερος Διευθυντής.
Εορταί εξωκκλησίων.
Τη παραμονή της εορτής των Αγίων Αναργύρων εχοροστάτησε κατά τον εσπερινόν εν τω φερωνύμω εξοχικώ ναϋδρίω Aσωμάτου ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης ημών ευλογήσας τας χιλιάδας των συρρευσάντων προσκυνητών. - Τη 17η Ιουλίου εν τω εορτάζοντι έξωκκλησίω της Αγίας Μαρίνης Κάτω Τρίτους την θ. λειτουργίαν ετέλεσεν ο Aρχιερατικός Επίτροπος Αγιάσου, όστις και εδίδαξεν επικαίρως προς τους πολυπληθείς πανηγυριστάς. -Εν συρροή ευσεβούς λαού ετελέσθησαν επίσης αι πανηγύρεις των εξωκκλησίων του 'Ι. Προσκυνήματος :
του Προφήτου Ηλιού, επί της κορυφής του Ολύμπου, και της Αγίας Παρασκευής εν Αγιάσω.
«Εθνική Οργάνωσις λαίας».
Νεο-
Aπό μηνών ήρξατο και εν Αγιάσω ο σχηματισμός των φαλάγγων της Ε. Ο. Ν. - Υπέρ των σκοπών της Ε.Ο.Ν. διενηργήθη έρανος μεταξύ των κατοίκων της κωμοπόλεως μετά ικανοποιητικών αποτελεσμάτων. - Η πρώτη δημοσία εμφάνισις της Ε.Ο.Ν. Αγιάσου εγένετο επ' ευκαιρία της ονομασ τικής εορτής της A.Β.Υ. του Διαδόχου Παύλου, Aρχηγού της Οργανώσεως, εν πανηγυρική συγκεντρώσει εις την προ του Κοινοτικού Καταστήματος πλατείαν παρισταμένων των τοπικών Aρχών και πλήθους λαού. - Υπό την αρχηγίαν της κυρίας Λιλής Αγ. Κοζύρη, Διοικητρίας της Ε.Ο.Ν. Θηλέωντου Νομού Λέσβου, επεσκέφθη την Αγιάσον ομάς των πρώτων μελών των Οργανώσεων Μυτιλήνης και Θερμής γενομένη ενθουσιωδώς δεκτή υπό των κατοίκων. Μετά την γενομένην ανά την κωμόπολιν παρέλασιν οι επισκέπται κατέληξαν εις τον ιερόν ναόν της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ένθα εψάλη επίκαιρος δέησις και δι’ ολίγων προσεφώνησεν αυτούς ο Aρχιερατικός Επίτροπος διερμηνεύσας τας ελπίδας, ας στηρίζει η Εκκλησία και το Έθνος επί της καλής αγωγής της νέας γενεάς.
Επίσημοι επισκέπται.
Το Ιερόν Προσκύνημα επεσκέφθησαν κατά τους μήνας Ιούνιον και Ιούλιον ε.έ. οι Σεβασμ. Μητροπολίται Μυτιλήνης κ. Ιάκωβος, Τραπεζούντος κ. Χρύσανθος και πρώην Παραμυθίας κ. Αθηναγόρας, ο Πανοσιολ. Πρωτοσύγκελλος κ. Ιάκωβος, ο Νομάρχης Λέσβου κ. Αγησ.
Κοζύρης μετά της εριτίμου κυρίας του, ο καθηγητής του Πανεπιστημίου κ. Β. Μπένσης μετά της εριτίμου κυρίας του, η ερίτιμος κυρία Κοτζιά, του Υπουργού - Διοικητού Πρωτευούσης, ο διευθυντής του «Ευαγγελισμού» κ. Φλώρος μετά της εριτίμου κυρίας του, ο Πρωτοδίκης κ. Κακίσης μετά της εριτίμου κυρίας του, ο Οικονομ. Έφορος κ. Ευστάθιος Παπαθανασίου μετά της εριτίμου κυρίας του, ο πρώην Νομάρχης κ. Σταμάτιος Σταματίου κ. ά.
Ευσεβείς εισφοραί. Δια την επιχρύσωσιν του πλαισίου της ιεράς εικόνος της Παναγίας και των άλλων ιερών σκευών του Ι. Προσκυνήματος προσέφεραν οι κάτωθι εξ Αγιάσου ευσεβείς : Γιαννούλα Π.Σταυρακέλλη,Μαριάνθη Σ. Πολιτάκη, Εριφύλη Χρ. Στεφάνου, Μαρία Ηρ. Ευαγγελινού, Μαριγώ Γρ. Σταυρακέλλη, Βασίλειος Κεραμιδάς, Δέσποινα Ευστρ. Σκορδά, Aμερισούδα I. Τζαννετή, Καλλιόπη Π. Δουκάρου, Ελένη Κουλάνη, Χρυσάνθη Σαραντινέλλη, Μαρία X"Βουκατέλλη, Aμερισούδα Στ. Νουλέλλη, κυρία Ευστρ. Διακόνου, Μαριγώ Ηρ. X"Εμμανουήλ, Αντιγόνη Τζινέλλη, Πάνος Δουκέλλης, Μαριγώ Γρ. Αλεντά, Βικτωρία Πρ. Στεφάνου, Δημητρούλα Αγγελή, Φανή Θ. Μακαρώνη, Aμερισούδα Αν. Σκουτέλλη, Ελένη Γρ. Αλεντά, Διαμάντη Γραμμέλλη, Ασπασία Πρ. Τζαννετή, Αθηνά Β. Γαλετσέλλη, Στρατηγού Λιβάνου, Σοφούλα Ηλ. X’’Πλή, Μαριγώ Π. Τσιβγουλέλλη, Ιωάννης Λαδιέλλης, Ελένη Σταύρ. Ψαριανού, Αντιγόνη Ευστρ. Αλεντά, Αγγελική Λ. X"Κωνσταντή, Δημήτριος X"Εμμανουήλ, Ευφροσύνη X"Εμμανουήλ, Γιαννούλα Γ. X"Αποστόλου, Έλλη Γ. Σκορδά, Μελπομένη Σ. Τζαννετή, Ανδρέας Δουκάκης, Χαρίκλεια X"Πλή, Φιλιξία Μαλα-
κέλλη, ανώνυμος Κυρία, Γεώργιος Αλεντάς, Καλυψώ Μαριγλή, Μαριάνθη Βεργαμαλή, Ευανθία X. Κορομηλά, Μαριγώ Ομ. Κωμαΐτου, Βασιλική Γραμμέλλη, Μυρσίνη X"A ποστόλου, Ελένη Τζ. Βαμβουρέλλη, Ειρήνη Πρ. Τζάνου, Μαριγώ Ήλ. Λιβάνου, Μαριγώ Παραμυθέλλη, Ουρανία Χατζηδουκάρου, Ασπασία Ηλιογραμμένου, Σταύρος Βασιλάκης, Φανή Δημ. Δουκάρου, Καρές Χαρίλαος και Μάκρ, Ειρήνη Καβαδέλλη, Μαριγώ Ν. Καζαντζή, Ξανθούλα Παν. Μπαντέλλη, Ευτυχία Δημ. Σπανέλλη, Καλλιόπη Ι. Μαλακέλλη, Ελένη Βασ. Κοντέλλη, Βικτωρία Κ. Χατζηχρυσάφη, Μαριγώ Γρηγ. Αλεντά, Αιμιλία Παπασταματίου, Βικτωρία Σαμοθρακή, Κατίνα Παν. X"Εμμανουήλ, Ιωάννης Ξενέλλης, Βλουτίνα Παν. Καπτανή, Βασιλική χήρα Δημ. Καρρέ, Γεώργιος Σαμοθρακής, Κώστας X"Κωνσταντής, Ευστράτιος Τάλιος, Ρήγενα Τακιδέλλη, Εριφύλη Ταμβάκη το γένος X"Αποστόλου, Κατερίνα Γρ. Νουλέλλη, Βενέδικτος Νιγδέλλης, Αικατερίνη X"Γεωργίου και η θυγάτηρ Μαρία, Παναγιωτούδα Γαβρ. Καμάτσου, Αμερισούδα Ιωσ. Καμαρού, Αμερισούδα Σταύρ. Νουλέλλη, Μαρία Ιωάννου Τζίνη, Ρήγενα Δημ. Καμαρού, Βικτωρία Βεν. Νιγδέλλη, Βασιλίνα Καβαδέλλη, ανώνυμος Κυρία, Ελένη Στ. Σκορδά, Αμερισούδα Ευστρ. X"Κομνηνού, Καλλιόπη Πρ. Ζαρίφη, Μελαχροινή Β. Μαλούκη, Μαρία Στ. Αγγελή, Αμερισούδα I. Ιατρού, Αικατερίνη Γ. Ταμβακέλλη, Μαριγώ Π. X’’Προκοπίου, Μελισσινή Παν. Βατρικά, Στρατηγού Στ. Σταυρακέλλη, Δέσποινα Παν. Τσοκάρου, Μαριάνθη Σάπκα, Μελπομένη I. Καμνέλλη, ανώνυμος Κυρία, Φανή Λεων. Σαμοθρακή, Μαρία Βασιλάκη, Ουρανία Γρ. Χτενέλλη, Μυρσίνη Περ. Βατρικά, Φανή Θεμ. Μακαρώνη, Προκόπιος X’’
Γιάννης, Μαριάνθη Παν. Κωμαΐτου, Φιλιξώ Σταύρ. X"Φώτου Χρυσάνθη Παν. X"Παναγιώτου, Κορνηλία Μπίνου, ανώνυμος Κυρία, σύζυγος Βασ. Νταλέλλη, Κατερίνα Παν. Δελόγκου, Αμερισούδα Αναστ. Σκουτέλλη, Ελένη Γρηγ. Μουλαδούλα, Ευρυδίκη Λαδιέλλη, Δήμητρα Γ. Καζαντζή, Μαριγώ Παν. Βαμβουρέλλη, Μαριγώ Γρ. Μαλακέλλη, Ελένη Τζ. Βαμβουρέλλη, Πορτοκαλλιά Βεντατέλλη, Ευανθία X. Κορομηλά, Μαριάνθη I. X"Λεωνίδα, Κατερίνα χήρα Ταμβακέλλη, Κουζηνία Κουνέλλη, Σαπφώ Νουλέλλη. -Δια την κατασκευήν του αργυρού πλαισίου της παλαιάς θαυματουργού εικόνος του Ι. Προσκυνήματος απέστειλαν εκ του εξωτερικού τα εξής ποσά : Αργύριος Μπίτρος λ. Αιγ. 1)2, Δανιήλ Καπάντας λ. Αίγ. 1)2, Μιχ. Τσόργας δολλ. 5, Μυρσίνα Ζαχαρέλλη δολλ. 2.50,Στέλλα Ζιλέουδολλ. 2.50, Χριστ. Ασπρομμάτης δολλ. 2.50, Μαριάνθη Γέγου δολλ. 1, Ευτυχία Καχειλέλη δολλ.2, Χρυσάνθη Κοτσουμυτέλλη δολλ.1, Δημητρούλα Χριστόφα δολλ. 1, Αρμενάκης Λαλέτας δολλ. 3, ανώνυμος δολλ. 1, Γ. Δ. Πουδαράς σέντς 50, Αριάδνη Κόση δολλ. 1, Αφροδίτη Βουγατσά δολλ. 1, Χαρίκλεια Μπαλέτσα δολλ. 15 και Δημήτριος και Παπαδούλα Γιατρούση δολλ. 16,50, προερχόμενα εξ εισφορών των κ. κ. Μαρίας Αγγελοπούλου, Γιασεμής Σιδεροπούλου, Ειρήνης Βερβέρη, Ειρήνης Κωστέλλη,Αναστασίας Βεκρή, Ηρακλή Ιωάννου, Περσεφόνης Ανδριώτου, Εμμανουήλ Γεωργιάδου, Ζαφείρως Σακελλαρίδου, Μαρίκας Κουτρουπή, Μαρίας Καβάρνου, Ειρήνης Αρμηνάκα, Ειρήνης Τζανή, Ειρήνης Βαλάκου, Βικτωρίας Σωτήρχου, Περσεφόνης Χαλτέζου, Μαρίκας Κουλοπούλου, Τριανταφυλλιάς Αλεξοπούλου, Βασιλικής Κουλοπούλου, Ελένης Κακάνη, Αικατερίνης Σαλτογιάννη, Μεταξίας
Πουλμέ, Περσεφόνης Κεραμιδά, Ειρήνης Βεκρή, Ευδοκίας Ρουμελιώτη, Σουλτάνας Τραντάλη, Aμερισούδας Τηλεγιάννη, Βαρβάρας Μαυριδή, Μαρίας Γηραγουτέλλη και Μαρίας Λινάρου. - Επίσης οι κάτωθι ευσεβείς συμπολίται συνεισέφεραν μέχρι τούδε δια την κατασκευήν του αυτού πλαισίου της αποκαλυφθείσης παλαιάς θαυματουργού εικόνος : Παναγ. Ν. Χαλέλλης, Όλγα Βαμβουρέλλη, Δ)νίδες Νιγδέλλη, Θεοφανία Δ. Πράτσου, Μαριάνθη I. X"Λεωνίδα, Ρήγενα Αναστ. Aρβανιτέλλη, Πάτπα, Αμερισούδα και Χρυσώ Ρούσα, Μιχαήλ Κορομηλάς, Νικόλαος X"Βουκατέλλης, Κατίνα χήρα Παν. X''Εμμανουήλ. Ευστράτιος I. Κλήρου, Γιαννούλα Παν. Σταυρακέλλη, Aθηνά Βασ. Γαλετσέλλη, Μυρσίνη Παν. Μαριγλή, Πάνος Ευριπ. Μαριγλής, Προκόπιος Χατζηβασιλείου, Aγγελική X"Κωνσταντή, Θρασύ•βουλος Πρ. Καμπέρης, Δημήτριος Βασ. Λιγιέλλης, Βασίλειος I. X" ’Εμμανουήλ, Ελένη Πινδ. Καμάτσου, Μαριγώ Πρ. X"Βασιλείου το γένος Δημητρίου Μανδαμά, Μαριόλα Γεωργίου Χρυσάφη, Διαμάντη Καραγιάννη, Ελένη Βασ. Κοντέλλη, Ιωάννης Ιατρέλλης, Ελένη Μιλτ. Νταλέλλη, Ανθή Μιχ. Κουλαξιζέλλη, Μελπομένη Ευστρ. Τζαννετή, Φανή Λεων. Σαμοθρακή, Ευστράτιος Νικολάου Καλατζής, Σταυρούλα χήρα Ευστρ. Τζανή, Ανδρονίκη Τζανή, Προκόπιος X"Γιάννης, Αντιγόνη Τακιδέλλη, Αφροδίτη Μιχ. Λιγέλλη, Βασιλική Παναγ. Κουτσκουδή, Αικατερίνη Γρ. Νουλέλλη, Μαριάνθη Παν. Ιακώβου, Κλεάνθης Μαστραντωνάς, Αλέκος Παπουτσέλλης, Προκόπιος Σεντουκάς, Μαριγώ Αγγ. Βασιλάκη, Χαράλαμπος Νουλέλλης, Ελένη Ι. Κουτσουμπή, Μαριγώ Ηρ. X"Εμμανουήλ, Μαρία Χριστόφα Μακρέλλη.
- Υπέρ της ανεγέρσεως του εξωκκλησίου της Παναγιούδας εις Πενθίλλην προσέφεραν : Μαριάνθη Π. Βαμβουρέλλη δολλ. 250, Παν. Εμβαλωματέλλης εξ. εράνου δολλ. 125, Γεώρ. Καχιλέλλης εξ εράνου δολ 23, Οικογένεια X. Ασπρομμάτη δολλ. 10, Παν. Πιπερίτου εξ εράνου δολλ. 17, ’ Αντών. Μητροδώρας εξ εράνου δολλ. 14,Παν. Κύπριος δολλ. 20, Οικογ. Γρ. Απ. Χατζέλλη δολλ. 10, Παν. Ευστ. Κουρτζή δολλ. 10, Χατζηβασιλ. Π. Βαλασσοπούλου δρ. 2.000.
Υπέρ της «Αγίας Σιών». Υπέρ της εκδόσεως της «Αγίας Σιών» εισεπράχθησαν συνδρομαί : των κ.κ. Κ. Γυμνάγου δρ. 25, Π. Μαυρέλλη δρ. 50, Αντ. Δομενεγίνη δρ. 100, Π. Ιγγλεζέλλη δρ. 200, Μαρ. Καζατζή δρ. 50, Μελπομ. Τζαννετή δρ. 150, Ευστρ. Τζίννη δρ. 50, Χριστ. Ασπρομμάτη δρ. 109, του αυτού δια λ/σμόν ανωνύμου δρ. 109, Ιωάνν. Καμπετζή δρ. 100, Χριστοφ. Μαστρογιάννη δρ. 50, Π. Εμβαλωματέλλη δρ. 108, Κ. Τζωνάρη δρ. 108, Παναγ. Σεντουκά δρ. 108, Θεμ. Σεντουκά δρ. 108, Ιωσήφ Καρά δρ. 108, Παναγ. Βαλέτσα δρ. 108, Γρηγ. Παπαχαραλάμπους δρ. 108, Ευστρ. Βουριώτου δρ. 108, Παλ. Παλαιολόγου δρ. 108, Π. Δούλη δρ. 108, Ευστρ. Κουτσουμπή δρ. 108, Αντων. Χατζηφώτη δρ. 50, Π. Σκλεπάρη δρ. 50, Αντ. Βαρίκου δρ. 100, Μυρσίνης Ζαχαρέλλη δρ. 110, Προκ. Στεφάνου δρ. 50 και Βασ. Γαλετσέλλη δρ. 50.
Θείον Κήρυγμα. Τον λόγον του Θεού εκήρυξε κατά τους μήνας Ιούνιον και Ιούλιον εν τω Ι. Προσκυνήματι ο αιδεσ. Πρωτοπρεσβύτερος κ. Εμμ. Γ. Μυτιληναίος κατά πάσαν Κυριακήν και εορτήν εν τη θ. λειτουργία.
ΙΕΡΟΝ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
ΕΝ ΑΓΙΑΣΩ
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ
ΕΟΡΤΩΝ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ - ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ 1938
Παρασκευή 5 Αυγούστου Μ. Μ. - Ο Μέγας Εσπερινός της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος.
Σάββατον 6 Αυγούστου
Π. Μ. - Όρθρος. - Θ. Λειτουργία, μεθ’ ην η καθιερωμένη Λιτα-
νεία των Αγίων Λειψάνων και των Ιερών Εικόνων. Ομιλία του αιδεσ. Πρωτοπρεσβ. Εμμ. Γ. Μυτιληναίου. Μ. Μ. - Πανηγυρικός Εσπερινός, χοροστατούντος του Σεβασμ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ. κ. ΙΑΚΩΒΟΥ, καθ’ ον θα τεθή το πρώτον εις προσκύνησιν η από αιώνων κεκρυμμένη και τέως άγνωστος αρχαιοτάτη θαυματουργός εικών της Θεομήτορος.
Κυριακή 7 Αυγούστου Π. Μ. - Όρθρος. - Aρχιερατική Θ. Λειτουργία. - Ομιλία του
Σεβασμ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ. κ. ΙΑΚΩΒΟΥ δια την αρχαίαν Εικόνα της Θεομήτορος.
Παρασκευή 12 Αυγούστου
Μ. Μ. - Εσπερινός, μεθ’ ον ο Μικρός Παρακλητικός Κανών, χοροστατούντος του Σεβασμ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ. κ. ΙΑΚΩΒΟΥ. -- Ομιλία του Σεβασμ. Μητροπολίτου.
Σάββατον 13 Αυγούστου
Π. Μ. - Aρχιερατική Θ. Λειτουργία εν τω ναϋδρίω του Νεκροταφείου μεθ’ ην ο Σεβασμ. Μητροπολίτης θα προσευχηθή επί των τάφων. Μ. Μ. - Εσπερινός των προεορτίων της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, χοροστατούντος του Σεβασμ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ. κ. ΙΑΚΩΒΟΥ.
Κυριακή 14· Αυγούστου
Μ. Μ. - Μέγας Εσπερινός, χοροστατούντος του Σεβασμ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ. κ. ΙΑΚΩΒΟΥ.
Την πρωίαν ο Σεβασμ. Μητροπολίτης θα ιερουργήση εν τω Ιερώ ναώ της Αγίας Τριάδος, όπου θα τελέση και χειροτονίαν ιερέως.
Δευτέρα 15 Αυγούστου Π. Μ. - Aρχιερατική Θ. Λειτουργία, ιερουργούντος του Σεβασμ. Μητροπολίτου ημών. - Περιφορά της Ιεράς Εικόνος της Θεοτόκου.
Κυριακή 21 Αυγούστου
Π. Μ. - Aρχιερατικόν Μνημόσυνον των Ευεργετών και Δωρητών του Ι. Προσκυνήματος και της Κοινότητος Αγιάσου.
Δευτέρα 22 Αυγούστου
Μ. Μ. - Εσπερινός της Αποδόσεως της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, χοροστατούντος του Σεβασμ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ. κ. ΙΑΚΩΒΟΥ.
Τρίτη 23 Αυγούστου
Π. Μ. - Aρχιερατική λειτουργία επί τη Aποδόσει της εορτής, ιερουργούντος του Σεβασμ. Μητροπολίτου.
Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου Π. Μ. - Πανηγυρισμός του Γενεσίου της Θεοτόκου εν τω ναϋδρίω
της Πενθίλης, όπου - κατά την παράδοσιν - το πρώτον εφυλάχθη η Ιερά Εικών της Παναγίας «Αγίας Σιών».
Τρίτη 13 Σεπτεμβρίου
Μ. Μ. - Πανηγυρικός Εσπερινός της εορτής της Υψώσεως του
Σταυρού.
Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου
Π. Μ. - Η τελετή της Υψώσεως του Σταυρού, μεθ’ ην θα προβληθή εις προσκύνησιν το Τίμιον Ξύλον. - Θεία Λειτουργία, τελεταρχούντος του Πανοσιολ. Πρωτοσυγκέλλου κ. Ιακώβου Κλεομβρότου. - Ομιλία του αυτού.
Εν τω Ιερώ Προσκυνήματι τελείται καθημερινώς η Θεία Λειτουργία. Την 13ην, 14ην και 15ην Αυγούστου θα τελεσθώσι δύο Λειτουργίαι, ων η πρώτη περί ώραν 5 π. μ. Καθ’ όλην την περίοδον της Νηστείας του Αυγούστου ο Πνευματικός του Ιερού Προσκυνήματος θα δέχεται τους ευλαβείς προσκυνητάς καθημερινώς εις το Μυστήριον της Ιεράς Εξομολογήσεως. Καθ’ όλην επίσης την περίοδον της Νηστείας του Αυγούστου, κατά την ακολουθίαν των Ιερών Παρακλήσεων εκάστης εσπέρας, θα κηρύσση τον θείον λόγον ο Ιεροκήρυξ του Ι. Προσκυνήματος αιδεσ. Πρωτοπρεσβύτερος Εμμ. Γ. Μυτιληναίος επί των εξής θεμάτων : 1) Είμεθα Χριστιανοί ; 2) Πώς τιμάται η Παναγία ; 3) Διατί νηστεύομεν ; 4) Πώς προσευχόμεθα ; 5) Διατί εξομολογούμεθα ; 6) Πώς κοινωνούμεν ; 7) Είμεθα ευχαριστημένοι από την ζωήν μας ; 8) Τι θα γίνωμεν εν τέλει ;
Προς τoυς ευσεβείς προσκυνητάς. Η χριστιανική Εκκλησία ετίμησε πάντοτε και τιμά την Μητέρα του Κυρίου, την Παρθένον Μαρίαν, και εις όλας τας προσευχάς και τας ακολουθίας αναφέρει με ιδιαιτέραν ευλάβειαν το όνομα της Θεομήτορος, και εξυμνεί τας αρετάς Της και θαυμάζει την χάριν και την δόξαν την οποίαν έχει πλησίον του Θεού. Aλλά ολωσδιόλου ξεχωριστό έχει αφιερώσει η Εκκλησία μας εις την τιμήν της Παναγίας τας ημέρας αυτάς της Νηστείας του Δεκαπενταυγούστου, εις τας οποίας κάθε βράδυ ψάλλονται εις τους ναούς μας αι ωραίαι εκείναι Παρακλήσεις με τας οποίας εμπνευσμένοι εκκλησιαστικοί ποιηταί επέτυχον να εκφράσουν τα συναισθήματα της ελπίδος και του θάρρους που εμπνέει η ιερά μορφή της Μητρός του Κυρίου εις κάθε ταλαιπωρημένην χριστιανικήν ψυχήν. Προ πάντων όπου υπάρχουν ναοί αφιερωμένοι εις τιμήν και μνήμην της Παναγίας, εκεί οι χριστιανοί με ξεχωριστήν ευλάβειαν τρέχουν δια να αφήσουν τους πόνους των εμπρός εις τον νοερόν θρόνον της Παρθένου, που εις τον κόσμον αυτόν αντιπροσωπεύεται από τας ιεράς Της Εικόνας. Και υπάρχουν ναοί που ένεκα της ιστορίας των, η ένεκα των ιερών κειμηλίων που διαφυλάσσουν, συγκεντρώνουν περισσότερον αυτόν τον ανακουφιστικόν ενθουσιασμόν των πιστών και που η πίστις των χριστιανών εκδηλώνεται με ξεχωριστήν θέρμην και του ενός η πίστις ενισχύει του άλλου την πίστιν, και βλέπει κανείς καθημερινώς τας ημέρας αυτάς τας συγκινητικωτέρας σκηνάς της ευλαβείας και της αφοσιώσεως προς την Μητέρα του Aρχηγού της Θρησκείας μας. Μέσα όμως εις τον θρησκευτικόν αυτόν ενθουσιασμόν και μέσα εις τας τόσας και τόσας συγκινητικάς εκδηλώσεις της πίστεως και της ευλαβείας δεν πρέπει να λησμονώμεν ποτέ ένα πράγμα που μας χρειάζεται περισσότερον απ' όλα. Η Μήτηρ του Κυρίου, τελείως αφωσιωμένη εις το θέλημα του Θεού, εντελώς ταπεινή εις όλην την επίγειον ζωήν Της, πάντοτε πρόθυμη να εργασθή δια το καλόν των ανθρώπων και τώρα ακόμη από τους Ουρανούς, απολύτως αγνή από αμαρτωλά πάθη και γεμάτη από την απέραντον αγάπην που έφερεν εις τον κόσμον ο Υιός Της, η Παναγία θέλει και εκείνους που Την επικαλούνται και την τιμούν να προσπαθήσουν να συμμορφώσουν την ζωήν των σύμφωνα με του Χριστού την διδασκαλίαν, και τότε δέχεται να συμπροσεύχεται μαζί μας προς τον Θεόν και να ενισχύη με την δύναμιν της αγιότητός Της τας ιδικάς μας πτωχικάς προσευχάς, όταν αι προσευχαί αύται βγαίνουν από καρδίαν που δεν κρύβει κανέν μίσος και κανένα φθόνον εναντίον κανενός, και που είναι πρόθυμη να υποταχθή εις το θέλημα του Κυρίου ό,τι δήποτε και αν συμβή εις τον κόσμον αυτόν.
(Εκ του εν Αγιάσω Ι. Προσκυνήματος)
ΑΓΊΑ
ΣΙΩΝ
ΜΗΝΙΑΙΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΑΣΩ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ ΙΕΡΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑΣ ΑΥΤΟΥ ΕΥΛΟΓΙΑΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ κ. ΙΑΚΩΒΟΥ ΕΤΟΣ
Β'
ΑΡΙΘΜ. 3-4
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ
ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ Πρωτοπρεσβύτερος
ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 1938
Μ. Οικονόμου ΚΩΝΣΤ. Ν. ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΥ
[2]
ΤΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΜ Η ΕΚΦΟΡΑ ΤΟΥ ΣΚΗΝΟΥΣ
Ο συναρμονισμός των διαφόρων διηγήσεων, των τε από του άμβωνος και των εν τοις συναξαρίοις, δεν είνε εύκολος, επειδή έκαστος των διηγουμένων θεωρεί εαυτόν ελεύθερον να χρωματίση τα λεγόμενά του δι’ οιωνδήποτε η ευσεβής φαντασία του τον ωθεί πιθανοφανών λεπτομερειών. Συμφωνούν εν τούτοις πάσαι εις τας γενικάς γραμμάς, ων μία και το ότι ο απ. Πέτρος προέστη της νεκρικής ακολουθίας. Κατά τον Ψευδοθεολόγον, στραφείς ο Κύριος (διότι Αυτός, ως είπομεν, είχεν αυτοπροσώπως κατέλθει, δια να δεχθή την ψυχήν της Παναγίας Μητρός Του) είπε προς τον Πέτρον : «έφθασεν ο καιρός, άρξαι της υμνωδίας» (1). Κατά δε τον Γερμανόν, και χαριεντισμός τις μεταξύ Πέτρου και Παύλου έλαβε χώραν εν τη εκφωνήσει της νεκρωσίμου ευχής. Διότι, καθώς από θυμιατήρια και άμφια και λειτουργίας και κανόνος και υπακοάς και νεκρωσίμους ευχάς και όλον το προκεχωρημένον τυπικόν των μεταγενεστέρων χρόνων είνε αι διηγήσεις αύται συνυφασμέναι, δια να δηλωθή η όψιμος κατασκευή ή διασκευή των, ούτω και αι σύγχρονοί των αντιζηλίαι ευρίσκουν εν αυταίς απήχησιν εις συστάσεις ταπεινοφροσύνης και υποχωρητικότητος. Προτρέπεται λοιπόν ο Πέτρος τον συγκορυφέα Παύλον την επί τω λειψάνω της Παρθένου ποιήσασθαι κατά το σύνηθες ευχήν. Ανανεύει Παύλος, Πέτρω τούτω ποιείν αρμόδιον λέγων ως ποιμενάρχη. Επινεύει Πέτρος. Παύλω ταπεινούμενος δια τον πολύν του κηρύγματος αυτού μόχθον. Oυ πείθεται το σύνολον Παύλος, την του Χριστού προαγωγήν ακαινοτόμητον επί Πέτρω παραφυλάττων. Ποιεί τοίνυν την ευχήν ο Πέτρος (2). Μεθ’ ο αίρουσιν οι λοιποί των αποστόλων εν ώμοις το κλινάριον, δι’ ύμνων και φώτων το σώμα της Παρθένου προς το μνήμα (1) Ap. ap. σ. 109. (2) Γερμαν. λόγος Γ' εις κοίμ. ΜΠΕ 98, 368. Μήπως υπεισήλθε λατινικός δάκτυλος ; Άπαντα: το επεισόδιον και εις απόγραφον του Transitus Mariae Β·, ο δε Tischendorf το απέκοψεν ως υποβολιμαίον. Ap. ap. σ. 127.
τιμίως και ευλαβώς εξοδεύοντες (3). Και η Κιβωτός του Κυρίου, τοις των Aποστόλων κλεινοίς ώμοις εποχουμένη, εξ όρους Σιών απαίρει, ίνα δια μέσου του άστεος εις το ιερώτατον της Γεθσημανή χωρίον κομισθή και εκείθεν εις το ουράνιον τέμενος αναπαυθή (4). Και προηγείται όλης της πομπής βαστάζων τον συμβολικόν κλάδον του φοίνικος ο Ιωάννης, καθό ηγαπημένος του Κυρίου και επί το στήθος Αυτού αναπεσών και την Θεομήτορα γηροκομήσας και μόνος μεταξύ της δωδεκάδος εις την παρθενίαν εαυτόν αφιερώσας (5). Και ψάλλει μεν ο Πέτρος μετά των λοιπών συναποστόλων τον εν παλαιοτάτη χρήσει εξοδιαστικόν ψαλμόν «εν εξόδω Ισραήλ εξ Αιγύπτου» (6), αι δε των ουρανών Δυνάμεις υπακούουσιν, αντιφωνούσαι το «αλληλούια» ως ακροτελεύτιον μέλος του άσματος (7). Και αοράτως μεν οι ασώματοι άγγελοι, προτρέχοντες, προπέμποντες, παρεπόμενοι, λειτουργικώς υπουργούσι, σωματικώς δε οι Aπόστολοι υμνωδοί αναδείκνυνται της θείας μεγαλειότητος. Διότι συμμιγής εστιν η πανήγυρις της Θεομητορικής παλινζωίας, επίγειος δ’ άμα και ουράνιος ο συμμετέχων εν αυτή θίασος (8). Την νεκροφόρον πομπήν διετάραξε το τόλμημα του ανοσίου Ιουδαίου, το κατά το ελλην. συναξάριον έχον επί λέξει ως επομένως :
«Και ιδού ... Εβραίος τις, ονόματι Ιεφωνίας, γενναίος τω σώματι, ορμήσας επεχείρησε κατά της κλίνης, των Aποστόλων βασταζόντων. Και ιδού άγγελος Κυρίου αοράτω δυνάμει μετά ξίφους πυρός εκ των ώμων αυτού τας δύο έκοψε χείρας και μετεώρους υπό τον αέρα περί την κλίνην απετέλεσε κρεμασθήναι. Τούτου δε του θαύματος γενομένου, ανέκραξε πας ο λαός των Ιουδαίων, των θεωρησάντων : «όντως αληθώς Υιός Θεού έστιν ο τεχθείς παρά σου, Θεοτόκε, Αειπάρθενε Μαρία !» Και αυτός δε ο Ιεφωνίας, του Πέτρου κελεύσαντος αυτώ προς το δειχθήναι τα θαυμάσια του Θεού, αναστάς οπίσω της κλίνης έκραξεν : «Αγία Μαρία, η γεννήσασα Χριστόν τον Θεόν, ελέησον με !» Και στραφείς ο Πέτρος είπε προς αυτόν : «Εν τω ονόματι του τεχθέντος παρ’ αυτής κολληθήσονται αι χείρες, αι αφαιρεθείσαι από σού». Και παραχρήμα τω λόγω του Πέτρου, αι χείρες, παρά την κλίνην της Δεσποίνης κρεμάμεναι, αναχωρήσασαι εκολλήθησαν τω Ιεφωνία. Και επίστευσε και αυτός και εδόξασε Χριστόν τον Θεόν, τον τεχθέντα εξ αυτής» (9). (3) Γερμανός ένθ. αν. (4) Δαμασκηνός λογ. Β' εις κοίμ. § 12. ΜΠΕ 96, 737. (5) Ψευδομελίτων Transitus Β § 10. Ap. ap. 130-1. (6) Αυτόθι. (7) Ψευδοθεολόγος Ap. ap. σ. 109. (8) Θεόδ. Στουδίτης εγκώμ. εις κοίμ. § 5. ΜΠΕ 99, 728.-Δαμασκηνός ένθ. αν. (9) Ψευδοθεολόγος, Ap. ap. σ. 110 εξ. Πρβλ. Transitus A, Ap. ap. σ. 118. - Transitus Β, Ap. ap. σ. 132. - Δαμασκηνός, λόγ. Β' εις κοίμησιν § 13. ΜΠΕ 96, 740. - Γερμανός λόγ. Γ' εις κοίμησιν ΜΠΕ 98, 638. - Νικηφ. Κάλλιστος Εκκλ. Ιστ. Β', 22. ΜΠΕ 145, 813.
Ο Ιεφωνίας ούτος, ο κατά μιας νεκράς χείρα ιερόσυλον απλώσας και μη δυνηθείς να συγκρατήση το πάθος του ουδ' ενώπιον του αποστομωτικού θεάματος του θανάτου, είνε η ενσάρκωσις του ιουδαϊκού μίσους, όπερ ου μόνον ζώσαν κατεδίωξε την Πανάμωμον Κόρην, αλλά και θανούσαν δεν την αφήκεν ασυκοφάντητον, καθώς φανερώνουν τόσον αι απόκρυφοι διηγήσεις (10), όσον και οι παρά τω Χριστιανομάχω Κέλσω φαρμακεροί ιουδαϊκοί υπαινιγμοί (11), οι μέχρι σήμερον ανεστηλωμένοι εις το Ταλμούδ. Και αυτό ακόμη το Κοράνιον, εις τας σελίδας του οποίου κατέχει επιφανή θέσιν η «Κόρη του Ιμράν» (δηλ. του Ιωακείμ) σφόδρα καταφέρεται κατά των Ιουδαίων, διότι, λέγει, μαζί με τα άλλα πολλά ανοσιουργήματά των, μαζί με την αθέτησιν της θείας διαθήκης και την απιστίαν των προς τα θαύματα του Θεού και την άδικον σφαγήν των προφητών και τον κατά του Ι. Χριστού ανεπιτυχή των φόνον, προσέθηκαν και την κατά της Μαριάμ ασύγγνωστον καταλαλιάν (12). Ο Ιεφωνίας όμως των Χριστιαν. θρύλων δεν έμεινεν άμετανόητος· αλλ’ εκ του πλήγματός του συνελθών, μετεβλήθη εις ευαγγελιστήν και λαβών τον κλάδον του φοίνικος από των χειρών του απ. Ιωάννου, ως διηγείται ο Ψευδομελίτων, εισήλθεν εις την αγ. πόλιν και δια της επιθέσεως του κλάδου επί τους οφθαλμούς των ψυχικώς τετυφλωμένων είλκυεν αυτούς εις το ανέσπερον φως του Θεανθρώπου (13). Συμβολισμός εύγλωττος περί των υπηρεσιών, ας ο εκχριστιανηθησόμενος Ιουδαϊσμός μέλλει να προσφέρη μίαν ήμέραν εις την υπ' αυτού μισουμένην Χριστιανικήν Εκκλησίαν. Ο ΤΟΠΟΣ ΤΟΥ ΕΝΤΑΦΙΑΣΜΟΥ Κατά την κοινώς αποδεδεγμένην εκκλησιαστικήν παράδοσιν ο τόπος ένθα η Παναγία ενεταφιάσθη είνε το επί του όρους των Ελαιών χωρίον της Γεθσημανή, το ανατολικώς της Ιερουσαλήμ κείμενον και απ' αυτής χωριζόμενον δια της κοιλάδος Ιωσαφάτ, ην ο χείμαρρος των Κέδρων διαβρέχει. «Το Θεοδόχον αυτής σώμα... εν σορώ τη εν Γεθσημανή κατετέθη», λέγει ο Ιουβενάλιος (14). «Η κιβωτός του Κυρίου απάρασα εξ όρους Σιών, εις το ιερώτατον της Γεθσημανή χωρίον κομίζεται», επαναλαμβάνει και ο Δαμασκηνός (15). «Θες εν τω της Γεθσημανή χωρίω τεθαρρηκό(10) Ψευδευαγ. Νικοδήμου ή Υπομνήματα Πιλάτου Α, 2. Εν. ap. σ. 215-17. - Ψευδοθεολόγος ap. ap. σ. 110. (11) Ωριγένης κατά Κέλσου Α', 32. ΜΠΕ 11, 721. Την ραββινικήν συκοφαντίαν, απαντώσαν εν τη ταλμουδική Γεμάρα και ανανεωθείσαν σφοδρότερον εις το του 13ου αιώνος αντίχριστον εβραϊκόν απόβρασμα Τολδώθ Γεσού, επανέλαβεν εν τοις νεωτέροις χρόνοις ανερυθριάστως εν κεφ. XVII, 4 του Well Rathselo φανατικώτατος απόστολος του μονισμού και εχθρός πάσης θρησκείας. Ernest Haeckel, αντιγράφων τον Βολταίρον, όστις ακρίτως εφωνάσκει, ότι το Τολδώθ συνεγράφη κατά τον 1ον αιώνα !... (12) The Quran, σιπάρα IV, κεφ. 4. έκδ. Wherry τόμ. Β', σ. 112. (13) Transitus Β § 14. Ap. ap. σ. 133. (14) Παρά Δαμασκηνώ λόγ. Β' εις κοίμ. § 18. ΜΠΕ 96, 749. (15) Αύτ. § 12 σ. 737.
τως το σώμά σου, καθώς εγώ, προ του παθείν με, τα γόνατα», ποιεί και ο Γερμανός τον Υιόν να λέγη προς την θνήσκουσαν Μητέρα (16). «Ως δε την Γεθσημανή κατέλαβον, τάφω δέδοται», συνυπηχεί και ο Κάλλιστος (17). «Κατέθεντο το τίμιον και άγιον αυτής σώμα οι Aπόστολοι εν Γεθσημανή εν μνημείω καινώ», προσθέτει ο Έλλην συναξαριστής (18). Τις δε δεν ήκουσε ψαλλόμενον και το πασίγνωστον εξαποστειλάριον, όπου όλη η ιστορία της Κοιμήσεως είνε εγκεκλεισμένη ;
Απόστολοι εκ περάτων συναυροισθέντες ενθάδε Γεθσημανή τω χωρίω κηδεύσατέ μου το σώμα∙ και συ Υιέ και Θεέ μου παράλαβέ μου το πνεύμα.
Δυτικοί τινες εν τούτοις συγγραφείς, μη ικανοποιούμενοι με την κοινήν τετριμμένην ταύτην παράδοσιν, διετύπωσαν την πρωτάκουστον γνώμην, καθ’ ην η Θεοτόκος, όχι εν τη παρά την Ιερουσαλήμ Γεθσημανή, αλλ' εν τόπω απέχοντι 15 χιλιόμετρα από της Μικρασιατικής Εφέσου και τέως δια του ονόματος «ΚαπουλήΠαναγιά» γνωριζομένω, εγκατεγήρασε και απέθανε. Στηρίζουν δε την τοιαύτην γνώμην πρώτον μεν επί του ονόματος του εν Εφέσω ναού της Θεοτόκου, του επιλεγομένου «Μαρία», όπου συνήλθον οι 154 Πατέρες της Γ΄ Οικουμεν. Συνόδου, καθώς και επί της εν τοις πρακτικοίς της αυτής Συνόδου απαντώσης φράσεως «εν τη Εφεσίων, ένθα ο Θεολόγος Ιωάννης και η Θεοτόκος Παρθένος η αγία Μαρία»· δεύτερον δε επί της υποθέσεως, ότι, αφού η Παναγία ανετέθη υπό του Εσταυρωμένου εις τας φροντίδας του Ιωάννου, αυτός δε διήλθε τα τελευταία του έτη εν Εφέσω , άρα και η Παναγία απεδήμησε προς Κύριον εν Εφέσω· και τρίτον επί φαντασιωδών τινων αποκαλύψεων μιας θρησκολήπτου και αμαθούς Γερμανίδος μοναχής, της Anne Catherine Emmerich, αίτινες υπό του Brentano τω 1841 (17 δηλ. έτη μετά τον θάνατον της) εκδοθείσαι, υποδεικνύουν την παρά την Έφεσον ΚαπουλήΠαναγιά ως το τελευταίον επίγειον της Θεομήτορος οίκημα (19). Η αναίρεσις δεν είνε δύσκολος. Επειδή υπήρχε ναός εν Εφέσω, τιμώμενος επ' ονόματι της Θεοτόκου Μαρίας, ένθα και η Γ' Οικουμεν. Σύνοδος συνήλθε, δεν έπεται εντεύθεν ότι και είχεν εκεί η Θεοτόκος ζήσει, εκπνεύσει ή ενταφιασθή. Πλείστοι όσοι ναοί παλαιόθεν εις όνομα της Θεοτόκου εκτίσθησαν αλλά που θα κατηντώμεν, εάν αποδεχόμεθα ότι έκαστος αυτών εχρησίμευσε και ως τελευταίον οίκημα ή τάφος της Παρθένου ; Καθώς δε το όνομα «Μαρία», προκειμένου περί τόπου εν Εφέσω, δηλοί ναόν υπό των Εφεσίων αφιερωμένον εις την Μαρίαν και τίποτε περισσότερον, ούτω και η εν τοις συνοδικοίς πρακτικοίς φερομένη (16) Γερμαν. λόγ. Γ' εις κοίμησιν ΜΠΕ 98. 364. (17) Νικηφ. Κάλλιστ. Εκκλ. Ιστ. Β', 22. ΜΠΕ 145, 813. (18) Ap. ap. σ. 111. (19) Η β' έκδοσις του βιβλίου υπό τον τίτλον Vie de la Sainte Vierge εγένετο εν Tournai 1879. - Βλέπε W. M. Ramsay Pauline and other Studies. London 1906. σ. 125-159. Αι τοιαύται αποκαλύψεις δια τινάς Λατίνους είνε ως Θεοί από μηχανής.
φράσις, η συμπαραθέτουσα τον Θεολόγον μετά της Παρθένου, αναφέρεται εις διπλούν εν τη αυτή Εφέσω ναόν εις μνήμην του Θεολόγου και της Παρθένου (20) χωρίς να συνυπονοή και την εν Εφέσω η συναποβίωσιν ή συγκαταβίωσιν αυτών. Διότι αι τελευταίαι ημέραι του Ιωάννου δεν είνε δυνατόν να συμπίπτουν με τας τελευταίας ημέρας της πολλώ πρεσβυτέρας του Παναγίας, η δε γηροκόμησίς της υπήρξεν ανεξάρτητος από της αποστολικής διακονίας του. Ενόσω ακόμη η νεοπαγής Εκκλησία περιωρίζετο εν Ιεροσολύμοις, ο Ιωάννης, ως εξάγεται από των Πράξ. η', 14, ηδύνατο να σπεύδη εις τους έξω προς μετάδοσιν των θείων δωρεών, χωρίς να υποτίθεται ότι ηκολουθείτο και υπό της Παναγίας, ην ενεπιστεύετο προσωρινώς εις τας φροντίδας των εν Ιερουσαλήμ οικείων και συγγενών. Όταν δε μετά πάροδον ετών κέντρον των ενεργειών του έκαμε την Έφεσον, όπου και ανεπαύθη κοιμηθείς, κατά την μαρτυρίαν του Πολυκράτους (21), η Θεομήτωρ δεν είνε απίθανον - παρά τα υπό του Ψευδοθεολόγου λεγόμενα -ότι είχεν ήδη προαπέλθει εκ του φθαρτού βίου. Άλλως θα ήτο όλως ακατανόητον να αναφέρη μεν ο προειρημένος Πολυκράτης άλλα εν Aσία «μεγάλα στοιχεία» κεκοιμημένα, μεταξύ των οποίων και τας θυγατέρας του αποστ. Φιλίππου, ων μία μεν εν Ιεραπόλει, άλλη δε εν αυτή τη Εφέσω ενεταφιάσθη, περί δε της Μητρός του Κυρίου, της πολλώ επισημοτέρας των, ουδέν να σημειοί, εάν όντως εν Εφέσω απεβίωσεν. Aλλ’ ούτε ο Πολυκράτης, ούτε ο Ευσέβιος, ούτε άλλος τις των αρχαίων μας παρέχει έστω και την ελαχίστην νύξιν περί της Εφέσου ως τόπου κοιμήσεως της Θεοτόκου, ενώ πολύφωνον και αδιάκοπον την παράδοσιν έχει υπέρ εαυτής η Γεθσημανή. Και την παράδοσιν ταύτην, καλώς τεθεμελιωμένην, ουδόλως ισχύουν να ανατρέψουν όψιμοι και υστερικαί αποκαλύψεις, τας οποίας και αυτοί οι σοβαρώτεροι των Λατίνων κριτικών ως αναξίας λόγου αντιπαρέρχονται. «Η τοιαύτη διαβεβαίωσις των της Αικατερίνης, γράφει ο Η. Leselre, δεν ημπορεί να έχη ιστορικήν αξίαν πλειοτέραν από τας λοιπάς περιγραφάς της». Είνε δηλ. και αυτή επίσης φαντασιώδης, ως όλαι αι άλλαι της (22). (20) Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, Aρχιεπισκόπου Aθηνών κλπ. ο αγ. Κύριλλος ο Αλεξανδρείας, σ. 190. (21) Παρ’ Ευσεβίω Εκκλ. Ιστ. Γ', 31. έκδ. Οξφόρδης σ. 92. (22) Παρά F. Vigouroux, Diet, de la Bible τόμ. 4, σ. 800. Ούτω και The Cartolic Encyclopaedia τόμ. XV σ. 470. Και ο Garriguet, la Vierge Marie σ. 328-9. Τον αντίθετον δρόμον ακολουθεί ο Jοh. Νiessen Ephesus die letzte Wohnstatte der heiligen Jungfrau Maria, Munster 1931. Με το ζήτημα του τάφου της Παναγίας ησχολήθησαν τω 1896 υπερασπισθέντες την παράδοσιν κατά των, εξ αφορμής της Καπουλή-Παναγιάς, υπούλων Λατινικών ενεργειών, ένθεν μεν ο τότε αρχιδιάκονος Εφέσου και είτα εθνομάρτυς Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος Καλαφάτης δια της εν Σμύρνη κυκλοφορησάσης «περί Καπουλή-Παναγιάς» πραγματείας του, ένθεν δε ο τότε εν τη Σχολή του Σταυρού και νυν Aρχιεπίσκοπος Aθηνών Χρυσόστομος Παπαδόπουλος δια της εν Ιεροσολύμοις τυπωθείσης μελέτης του «περί του τόπου της κοιμήσεως της Θεοτόκου».
TO KENON ΜΝΗΜΕΙΟΝ Τι απέγεινε το Θεομητορικόν σώμα, όπερ οι Aπόστολοι εκόμισαν εκ της Σιών εις την Γεθσημανή προς ταφήν ; Αι απαντήσεις ως προς τας λεπτομερείας ποικίλλουν. Έχουν όμως όλαι ως κοινόν κατάντημα το κενόν μνημείον. Η απλουστέρα σχετικώς αφήγησις είνε η του Γερμανού, συμφώνως προς την οποίαν οι κορυφαίοι «Πέτρος και Παύλος, γνώμη και επιλογή των Aποστόλων κοινή, υπολαβόντες την ένθεν κακείθεν του κραββάτου χαλαστικώς αποκρεμαμένην σινδόνα, τιθέασι το λείψανον εν τω μνημείω, τη σινδόνι την ψαύσιν επιβαρήσαντες και ουχί τη χειροθεσία τη ιδία καταχρησάμενοι· ων εκ χειρών, πάντων αποσκοπούντων, το άχραντον αφηρπάγη της Παρθένου σώμα. Και ο μεν αρπάσας αυτό πάσιν άβλεπτος· Θεός γαρ ην ο αθεώρητος. Η δε σινδών εν τη σαρκικώς προφητευομένη κούφη νεφέλη ταις χερσί τότε των Aποστόλων κούφως ανεμιζομένη κατεφάνη, χωρίς της ένδον σπαργανωθείσης, επιζητούσα την εν αυτή κατασφιγχθείσαν, ην ως άψυχον εσπαργάνου» (23). Το ιδιάζον της αφηγήσεως ταύτης είνε ότι αγνοεί την απουσίαν του Θωμά, καθ’ ον τρόπον και ο Θεόδωρος ο Στουδίτης και το ελλην. συναξάριον του Ψευδοθεολόγου την αγνοούσι. Κατά το τελευταίον μάλιστα, ως είδομεν, ο Θωμάς και μετά των άλλων συναποστόλων του επί νεφέλης παρά την ψυχορραγούσαν έρχεται και τους πόδας αυτής εκπνευσάσης περιπτύσσεται και της εκφοράς του σκήνους συμμετέχει. Πολυπλοκωτέρα εν τούτοις γίνεται η αφήγησις εις το στόμα του Ιουβεναλίου, ως από της Ευθυμιακής ιστορίας την αρύεται ο Δαμασκηνός (24). Έχει δ’ αύτη ως ακολούθως. Επί Μαρκιανού η Πουλχερία, οικοδομήσασα τον εν Βλαχέρναις ναόν της Θεοτόκου, ανεζήτει ίνα καταθέση εν αυτώ το Θεοδόχον σώμά της. Επωφελουμένη δε της παρουσίας του Aρχιεπισκόπου Ιεροσολύμων εν τη εν Χαλκηδόνι Οικουμ. Συνόδω, μετεκαλέσατο αυτόν εις βασιλεύουσαν, δια να την βοηθήση εις την ανεύρεσιν του ζητουμένου λειψάνου. Και ο Ιουβενάλιος τότε τη απεκρίθη επί λέξει τάδε :
«Τη μεν αγία και θεοπνεύστω Γραφή ουκ εμφέρεται τα κατά την τελευτήν της αγ. Θεοτόκου Μαρίας. Εξ αρχαίας δε και αληθεστάτης παραδόσεως παρειλήφαμεν, ότι εν καιρώ της ενδόξου κοιμήσεως αυτής οι μεν άγιοι σύμπαντες Aπόστολοι, επί σωτηρία την οικουμένην διαθέοντες, εν καιρού ροπή μετάρσιοι συνήχθησαν εις Ιεροσόλυμα. Το δε Θεοδόχον αυτής σώμα μετά αγγελικής και αποστολικής υμνωδίας εκομμισθέν και κηδευθέν, εν σορώ τη εν Γεθσημανή κατετέθη∙ εν ω τόπω επί τρεις ημέρας η των αγγέλων χοροστασία και υμνωδία διέμενεν άπαυστος. Μετά δε την τρίτην ήμέραν, της αγγελικής υμνωδίας παυσαμένης, παρόντες οι Απόστολοι, ενός αυτοίς απολειφθέν(23) Γερμαν. λόγ. εις κοίμ. ΜΠΕ 98. 369-372. (24) Δαμασκ. λόγ. Β' εις κοίμ. § 18. ΜΠΕ 96, 748 εξ. Κάλλιστ. Εκκλ. Ιστ. Β', 23. ΜΠΕ 145, 816.
Πρβλ. Νικ.
τος, του Θωμά, και μετά την τρίτην ήμέραν ελθόντος και το Θεοδόχον σώμα προσκυνήσαι βουληθέντος, ήνοιξαν την σορόν. Και το μεν σώμα αυτής το πανύμνητον ουδαμώς ευρείν ηδυνήθησαν∙ μόνα δε αυτής τα εντάφια ευρόντες και της εξ αυτών αφάτου ευωδίας εμφορηθέντες, ησφαλίσαντο την σορόν. Και το του μυστηρίου θαύμα εκπλαγέντες, τούτο μόνον είχον λογίζεσθαι, ότι περ ο ευδοκήσας κατ’ ιδίαν υπόστασιν σαρκωθήναι και ενανθρωπήσαι εξ αυτής και μετά τον τόκον την παρθενίαν αυτής άφθορον διαφυλάξας, Αυτός ηυδόκησε και μετά την εντεύθεν αποβίωσιν το ταύτης άχραντον και αμίαντον σώμα τη αφθαρσία τιμήσαι και μεταθέσαι προ της κοινής και καθολικής αναστάσεως. Παρήσαν δε τότε συν τοις Αποστόλοις ο τε τιμιώτατος Τιμόθεος ο απόστολος και της Εφεσίων πρώτος επίσκοπος, και Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, καθώς αυτός ο μέγας Διονύσιος μαρτυρεί εν τοις περί του μακαρίου Ιεροθέου, και αυτού τότε παρόντος, προς τον ρηθέντα απόστολον Τιμόθεον πονηθείσι λόγοις, ουτωσί λέγων : «Επεί και παρ’ αυτοίς τοις Θεολήπτοις ημών ιεράρχαις, ηνίκα και ημείς ως οίσθα και αυτός, και πολλοί των ιερών ημών αδελφών επί την θέαν του ζωαρχικού σώματος συνεληλύθαμεν . . . πάντων [ο Ιερόθεος] εκράτει μετά τους θεολόγους, ως οίσθα, των άλλων ιερομυστών».
Τοιαύτη η κατά τον Δαμασκηνόν αφήγησις του Ιουβεναλίου, μετά την ακρόασιν της οποίας η Πουλχερία περιωρίσθη εις το να ζητήση να τη αποσταλώσι τουλάχιστον τα θεομητορικά ίμάτια (25) τα ευρεθέντα εν τω εν Γεθσημανή τάφω∙ άτινα και κατέθηκεν εις τον υπ' αυτής οικοδομηθέντα ναόν των Βλαχερνών. Στηρίζεται η αφήγησις αύτη επί των πραγμάτων ; Aποτελεί ποιητικόν λαϊκόν θρύλον κατά μίμησιν της εν τη Αναστάσει του Κυρίου ψηλαφήσεως του δυσπίστου Θωμά, αποδεκτόν και υπό του Ιουβεναλίου καλή τη πίστει γενόμενον ; Το όνομα του Δαμασκηνού ως αυστηρού ερευνητού της αληθείας προσδίδει εις την αφήγησιν κύρος. Aλλ’ υπάρχουν σημεία τινα, προς τα οποία διαπορεί ο νους. Εν πρώτοις· τι ζητεί τόσον μακροσκελές απόσπασμα ξένου συγγράμματος εις λόγον απ' άμβωνος πανηγυρικόν ; Έπειτα δε το προσαγόμενον χωρίον από των συγγραμμάτων Διονυσίου του Αρεοπαγίτου (26), όπερ και ο σχεδόν σύγχρονος του Δαμασκηνού Aνδρέας ο Κρήτης προσάγει, δια να αποδείξη, ως λέγει, ότι το της μεταστάσεως μυστήριον ου παντελεί σιγή παρεδόθη, ουδ' εις τέλος μεμένηκεν ανέκδοτον (27), δεν αποτελεί μαρτυρίαν αδιάβλητον, γνωστού όντος ότι ο υπό το όνομα τούτο γράψας δεν είνε ο σύγχρονος τω Παύλω επίσκοπος Aθηνών, αλλ' άλλος τις, ον οι πλείονες μεν τοποθετούν εις την 5ην εκατονταετηρίδα, ο δε Μητροπολίτης Αθηναγόρας ο από Παραμυθίας, ο (25) Και περί των ιματίων (εσθήτος, μαφορίου και ζώνης) δυσσυμβίβαστα τα περιαδόμενα. Όρα Σκαρλάτου Βυζαντίου, η Κωνσταντινούπολις, Αθήνησι 1851, τόμ. Α' σ. 587-8. (26) Περί θείων ονομάτων πεφ. Γ' § 2. ΜΠΕ 3, 681. (27) Ανδρ. Κρήτης, λόγ. Α' εις κοίμ. ΜΠΕ 97, 1060-64.
ιδιαιτέρως εις το πρόβλημα εγκύψας, συνταυτίζει προς Διονύσιον τον Αλεξανδρείας, τον κατά τον 3ον αιώνα διαλάμψαντα (28). Όταν δε ο προσαγόμενος υπό του Ιουβεναλίου ως αυτόπτης μάρτυς της μεταστάσεως ελέγχεται κατά τον 1ον αιώνα ανύπαρκτος, πώς και όλη η Ευθυμιακή ιστορία δεν θα εγείρη τας υποψίας μας; Αν η παρά τω Γερμανώ αφήγησις αποτελή την πρώτην τρόπον τινά έκδοσιν της λαϊκής επιχειρηματολογίας υπέρ του κενού μνημείου, η δε του Ιουβεναλίου την δευτέραν, η του λατινικού συναξαρίου του Ψευδοϊωσήφ αποτελεί την τρίτην έκδοσιν διότι και εις μεγαλείτερον πλάτος επεκτείνεται και δια δραματικωτέρου ύφους συνυφαίνεται. Ως ουκ ολίγον ενδιαφέρουσαν θα παραθέσω και ταύτην. Ο δε αναγνώστης, λαμβάνων υπ' όψιν ότι τα συναξάρια είνε η ποίησις των ευσεβών, η δε ποίησις αρέσκεται να λαλή γλώσσαν μεταφορικήν, ας την αποδεχθή, αν όχι δι’ άλλο τι, τουλάχιστον δια τα εν αυτή ωραία περί ταπεινοφροσύνης διδάγματα:
«Κλαίοντες και ψάλλοντες κατέθηκαν οι Aπόστολοι το σώμα εν τω μνημεία) μετά τιμών μεγάλων, ότε φως περιήστραψεν αυτούς και έπεσον κατά γης, διότι άγγελοι ήλθον και μετήνεγκαν εις τους ουρανούς το αγ. σώμα. Ο δε μακάριος Θωμάς [όστις δεν είχε φανή άχρις ώρας] μετήχθη αίφνης μετέωρος επί του όρους των Ελαιών, οπόθεν ητένισε το πανάγιον σώμα εις ουρανούς αναλαμβανόμενον. «Ω Μήτερ αγία, ω Μήτερ πανάχραντε, ω Μήτερ ευλογημένη! ήρχισε να κράζη∙ αν εύρον χάριν ενώπιόν σου και ηξιώθην της θεωρίας σου, επίβλεψον συμπαθώς επ' εμέ, τον σον οικέτην, και εύφρανόν με, εις ουρανούς ανερχομένη». Και τότε η ζώνη, δι’ ης υπό των Aποστόλων το πανάγιον σώμα είχε περιζωσθή, ερρίφθη άνωθεν προς τον μακάριον Θωμάν. Και αυτός, δραξάμενος αυτής και τον Θεόν προσκυνήσας και ευχαριστήσας, κατήλθεν εις την κοιλάδα Ιωσαφάτ, όπου εύρε τους Αποστόλους στερνοκοπουμένους δια την άφνω περιλάμψασαν αυτούς [από της μεταστάσεως] αίγλην. Και ησπάσθη έκαστον αυτών. »Ο δε μακάριος Πέτρος είπε: «Θωμά, εστάθης πάντοτε σκληροτράχηλος∙ δια τούτο και δεν ηξιώθης παρά Θεού, ίνα παρευρεθής μεθ’ ημών κατά την κηδείαν της Μητρός του Σωτήρος ως εκ της εγνωσμένης σου απιστίας». - «Ναι∙ απήντησεν ο Θωμάς πλήττων τα στήθη∙ υπήρξα πάντοτε κακός και άπιστος∙ το γνωρίζω∙ εφ’ ω και θερμώς παρακαλώ να με συγχωρήσετε». Οι Aπόστολοι προσηυχήθησαν υπέρ του Θωμά, και αυτός τους ηρώτησε μετά την προσευχήν: «Πού εθήκατε το σώμα;» Οι Aπόστολοι υψώσαντες τον δάκτυλον τω έδειξαν τον (28) Εν τη υπό τον τίτλον «Διονύσιος ο Μέγας επίσκ. Αλεξανδρείας» μελέτη του ο Μητροπολίτης Αθηναγόρας χαρακτηρίζει το περί ου ο λόγος χωρίον ως πρόσθετον, νόθον, παρέγγραπτον, σαθρόν, κατασκοτίσαν την αλήθειαν και εξοβελιστέον. Βλέπε Εκκλ. Φάρον Αλεξανδρείας τόμ. ΛΓ', σ. 162.
*τάφον αλλ’ ο Θωμάς τοις λέγει: «το σώμα δεν είνε εδώ». Τον αντικρούει ο μακάριος Πέτρος λέγων: «Βεβαίως δεν είνε η πρώτη φορά, καθ’ ην φέρεσαι ούτως∙ και κατά την Aνάστασιν του Κυρίου ηπίστεις και είχες την απαίτησιν να βάλης πρώτον τον δάκτυλον». - «Aλλά δεν είνε εδώ», επέμενεν επαναλαμβάνων ο Θωμάς. Τότε οι Aπόστολοι εν θυμώ πλησιάσαντες προς το εκ πέτρας λελατομημένον μνήμα, απεκύλισαν τον λίθον. Και μη ευρόντες πράγματι το σώμα, ηπόρουν τι να είπουν, διότι έβλεπον ότι ο Θωμάς είχε δίκαιον. Διηγήθη τότε εις αυτούς ο μακάριος τα πάντα: «πώς ετέλει την θ. Λειτουργίαν εν Ινδίαις∙ (εφόρει μάλιστα ακόμη και τα λειτουργικά του άμφια!) πώς, μη λαβών γνώσιν του θεϊκού διατάγματος, μετήρθη αιφνιδίως επί του όρους των Ελαιών∙ πώς είδε το πανάγιον σώμα της Υπερευλογημένης Μαρίας εις ουρανούς ανερχόμενον∙ πώς εξητήσατο την παρ’ αυτής ευλογίαν∙ και πώς εκείνη άνωθεν τω έρριψεν αντί ευλογίας την ζώνην. Οι Aπόστολοι, οίτινες δια των χειρών είχον περιζώσει το σώμα, ιδόντες την ζώνην εδόξασαν τον Θεόν. Εν ολομελεία δε τον Θωμάν περικυκλώσαντες, εζήτουν τώρα αυτοί παρ’ αυτού συγγνώμην, επειδή και της θεωρίας της μεταστάσης Υπερευλογημένης ηξιώθη και τας ευλογίας αυτής απερχομένης έλαβεν. Ηυλόγησε τότε τους συναποστόλους του ο μακάριος Θωμάς, επισφραγίσας την ευλογίαν δια της ψαλμικής ρήτρας: «Ιδού δη τι καλόν ή τι τερπνόν, αλλ' η το κατοικείν αδελφούς επί το αυτό» (29)· Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΕΝ ΟΥΡΑΝΟΙΣ Τα φθαρτά δια των αφθάρτων η Μαριάμ ανταλλάξασα και εν ουρανοίς παρά την Πηγήν των χαρίτων εγγύτατα νυν αυλιζομένη, συνεχίζει το εν τη Απολυτρώσει υπηρετικόν και οργανικόν υπούργημά της, δεομένη του Υψίστου υπέρ της ημετέρας σωτηρίας. Όθεν και ως προς ιδεώδη πνευματικήν Μητέρα προς αυτήν οι πάντες προστρέχομεν εις τας θλίψεις μας· και το όνομά της εν μέσω καρδιαλγών στεναγμών ενστιγματωδώς αναφωνούμεν και αυτήν παρακαλούμεν να καταστήση τον Κύριον ίλεων υπέρ ημών (30). Διότι ευσυμπάθητος είνε ο τους ουρανούς διεληλυθώς Μέγας Αρχιερεύς (31)· τείχος δε μεταξύ επουρανίου και επιγείου Ιερουσαλήμ δεν εγείρεται, αλλά τετελειωμένοι και ατελείς την αυτήν υπερφυά πανήγυριν πανηγυρίζομεν (32)· εν δε σώμα, υπό (29) Transitus A. Ap. ap. σ. 119-121. (30) Την επί των Χριστιανών πνευματικήν μητρότητα της Παναγίας υπηνίχθη ο Ωριγένης, αλληγορικώς το «ιδού ο υιός σου» εξηγών: «Και γαρ πας ο τετελειωμένος ζη ουκέτι, αλλ' εν αυτώ ζη Χριστός· και επεί ζη εν ούτω Χριστός, λέγεται περί αυτού τη Μαρία: ίδε ο υιός σου». Εις Ιωάνν, τόμ. Α', 6. ΜΠΕ 14, 52. - Ωραίαν σελίδα περί της πρεσβευούσης Παναγίας έγραψεν ο Κ. Παπαρρηγόπουλος εν Ιστ. Ελλ. έθνους, Aθήναι (έκδ. 1925) τόμ. Γ' σ. 194. (31) Εβρ. δ', 14-15. (32) Εβρ. ιβ', 22-24.
υπό μίαν κεφαλήν, τον Χριστόν, είνε η Εκκλησία της οποίας τα μέλη εις αδιάλειπτον ευρίσκονται συνάφειαν, συμπάσχοντα, συγχαίροντα και συνδοξαζόμενα μετ’ αλλήλων (33)· προσευχή δε είνε η τροφή των εν ουρανοίς απογεγραμμένων, η αεννάως από του νοητού θυσιαστηρίου καπνίζουσα προ του θείου θρόνου (34)· πολλά δε ισχύει η δέησις δικαίου (35), και μάλιστα αν αύτη τυγχάνη δέησις της Θεομήτορος, της υπέρ πάντας τους δικαίους δεδικαιωμένης. Η τοιαύτη αντίληψις δεν είνε εκκλησιαστικός νεωτερισμός, αλλ' ανάγει τας ρίζας της μέχρι των απωτάτων χριστιανικών χρόνων. Εάν αρχίσωμεν από τον 7ον αιώνα, θα την συναντήσωμεν εν τω πλήρει ποιητικώ και λειτουργικώ αυτής οργασμώ εις τον πασίγνωστον Ακάθιστον Ύμνον προς την της ΚΠόλεως Πολιούχον και Υπέρμαχον. Εάν προβώμεν εις τον 6ον, θα πληροφορηθώμεν περί του διασήμου στρατηγού Ναρσή, ότι ούτος ου μόνον «το θείον λιταίς τε και άλλαις ευσεβείαις εξωσιούτο τα εικότα γεραίρων», αλλά και το κέλευσμα εν τω πολέμω παρά της Παρθένου και Θεοτόκου αναφανδόν ανέμενε∙ «και μη πρότερον χειρών άρχειν, πριν αν εκείθεν το σύνθημα λάβοι» (36). Εάν προχωρήσωμεν εις τον 5ον, θ’ ακούσωμεν εν Εφέσω Κύριλλον τον Αλεξανδρείας ως εξής την Παρθένον να προσφωνή: «Χαίροις παρ’ ημών, Μαρία, Θεοτόκε, το κειμήλιον απάσης της οικουμένης· η λαμπάς η άσβεστος· ο στέφανος της παρθενίας∙ το σκήπτρον της Ορθοδοξίας· ο ναός ο άκατάλυτος· δι’ ης Τριάς αγιάζεται∙ δι’ ης Σταυρός τίμιος ονομάζεται και προσκυνείται εις πάσαν την οικουμένην δι’ ης ουρανός αγάλλεται∙ δι’ ης άγγελοι και αρχάγγελοι ευφραίνονται· δι’ ης δαίμονες φυγαδεύονται· δι’ ης βασιλείς βασιλεύουσι δια Τριάδος αγίας» (37). Εάν βαδίσωμεν προς τον 4ον, θα μάθωμεν παρά του Θεολόγου, ότι η σώφρων Ιουστίνη, κατά των ακολάστων επιθέσεων του ούπω εκχριστιανισθέντος Κυπριανού αμυνομένη, ου μόνον επί τον την Σωσάνναν διασώσαντα Θεόν κατέφυγε και τον τοις ακαθάρτοις πνεύμασιν επιτιμώντα Χριστόν επεκαλείτο, αλλά «και την Παρθένον Μαρίαν ικέτευε βοηθήσαι παρθένω κινδυνευούση» (38). Εάν εις τον 3ον αιώνα και έτι πέραν ανέλθωμεν, θα διδαχθώμεν παρά του Ειρηναίου, ότι η Παρθένος Μαρία δια της εις Θεόν υπακοής αυτής κατέστη η παρηκόου Εύας παρά Θεώ συνήγορος (39). Εάν τέλος και έτι πολιωτέρας αναζητούμεν μαρτυρίας, ιδού αι ιεραί ημών λειτουργικαί δέλτοι, όπου το όνομα της υπέρ ημών πρεσβευούσης Θεοτόκου μνημο(33) Ρωμ. ιβ', 4-5. Α' Κορ. ιβ', 12-27. (34) Αποκ. ε', 8. (35) Ιακ. ε', 16. (36) Ευάγγελος Σχολαστικός Εκκλ. Ιστ. Δ', 24. ΜΠΕ 86, II, 2741. (37) Κύριλλ. Αλεξ. όμιλ. Δ', προς Νεστόριον ΜΠΕ 77, 992. (38) Γρηγ. Ναζιανζηνός λόγ. ΚΔ', εις ιερομάρτυρα Κυπριανόν § 10. ΜΠΕ 35. 1181. (39) Ειρηναίος κατά αιρέσ. Ε', 19. ΜΠΕ 7, 1175. Το χωρίον διεσώθη μόνον λατινιστί: «Et si ea inobedierat Deo, sed haec suasa est obedire Deo; ut Virginis Evae Virgo Maria fieret adνocata».
νεύεται πρώτον πάντων των αγίων και αν τούτο οι αυστηροί κριτικοί ως εκ των υστέρων παρείσακτον θεωρούν, ιδού αι κατακόμβαι με τας εν αυταίς επιτυμβίους πλάκας και τα αγιόγλυπτά των ευρήματα, όπου η Μαρία ονομαστί απεικονίζεται, την τιμιωτέραν θέσιν εν μέσω αγίων κατέχουσα και δια χειρών τεταμένων υπέρ του κόσμου δεομένη (40). Γνωρίζομεν ότι ο Προτεσταντισμός μας ψέγει δια την τοιαύτην μας από της Παναγίας σχετικήν εξάρτησιν, ην χαρακτηρίζει ως καπηλεύουσαν τον ευαγγελικόν άκρατον δι’ ειδωλολατρικών στοιχείων από των προ ημών ή περί ημάς επιδράσεων. Άγγλος λόγιος, λαβών τας αφορμάς εκ των περί την Καπουλή-Παναγιάν συμβάντων, έγραψεν ότι η της Εφέσου Παρθένος Άρτεμις, ήτις εις τας μυστικάς το πάλαι τελετάς της αναπαρίστατο υπό των λάτρεών της ως Μήτηρ, Τροφός, Παιδαγωγός, Καθοδηγός, Μεγάλη Μέλισσα-Βασίλισσα του περί εαυτήν λαϊκού σμήνους, μετεσχηματίσθη εν σωτηρίω έτει 1861 εις την της σημερινής Εφέσου Θεομήτορα∙ και ότι, επειδή ο μικρασιατικάς λαός, από αμνημονεύτων χρόνων παραδεδομένος εις την λατρείαν της Αρτέμιδος, δεν ηδύνατο να μένη άνευ αυτής, υποκατέστησεν εις την αρχαίαν Αρτέμιδα την Χριστιανικήν Θεοτόκον (41). Αμερικανός δε Θεολόγος, την παντοειδή ιστορίαν των θρησκευμάτων αναδιφήσας, ανεύρε την Ορθόδοξον Παναγίαν, ης ημείς επικαλούμεθα τας δεήσεις, εν τη παρ’ Αιγυπτίοις Ίσιδι γαλουχούση τον νήπιον Ώρον, εν τη παρά Βαβυλωνίοις Μυλίττη κρατούση τον νήπιον Ταμμούζ, εν τη παρ’ Ινδοίς Λαξμή βασταζούση τον νήπιον Βισνού, εν τη παρά τοις αυτοίς Ινδοίς Δεβάκη γαλακτοτροφούση τον νήπιον Κρίσνα και εν τη παρά Ρωμαίοις Ειλειθυία ή Λουτσίνα προτεινούση τον μαστόν εις βρέφος (42). Και απορώ, διατί δεν προέβη έτι περαιτέρω μέχρι του αθρήσκου και αδογματίστου Θετικισμού· διότι και τούτου, μάλιστα! ναόν είδον ολίγα βήματα πέραν της εν Λιβερπούλη Ελλην. Εκκλησίας μας, αυτοκαλούμενον «ναόν της ανθρωπότητος» (43), ούτινος την πρόσοψιν κοσμεί μήτηρ αγκαλοφορούσα παιδίον και απαράλλακτος ως η ημετέρα Παναγία. Aλλ’ η ομοιότης των έξω δεν αποδεικνύει και ταυτότητα ιδεών, εξ ων και μόνον κρίνονται και χαρακτηρίζονται τα συστήματα. Καταχρήσεις ως προς το μέτρον της προς την Υπερευλογημένην οφειλομένης τιμής από τους χρόνους των Κολλυριδιανών ούτε έπαυσαν, ούτε θα παύσουν. Aλλ’ ανεξαρτήτως των καταχρήσεων, αίτινες θα υφίστανται εφόσον θρησκευτική αμάθεια θα υφίσταται, η προς την Μαριάμ στάσις μας ουδέν το ειδωλολατρικόν ενέχει. Διότι δι’ ημάς αύτη ούτε Άρτεμις, ούτε Ειλείθυια, ούτε (40) Το θέμα από αρχαιολογικής απόψεως πειστικώς ανέπτυξεν ο αββάς Martigny εν Dictionnaire des Antiquites Chretiennes, Paris 1877, σ. 788-93. (41) W. M. Ramsav, Pauline and other Studies σ. 138 και 157. (42) John Lundy, Monumental Christianity, New York 1876, σ. 210 εξ. (43) «Temple of Humanity».
Ίσις, ούτε Μυλίττη, ούτε Λαξμή, ούτε Δεβάκη, ούτε άλλο τι παρόμοιον είνε, αλλά μέσον μόνον υπηρετικόν προς τα πλέον απρόσιτα. Δεν είνε αυτή ο Κύριος, αλλ' «η δούλη του Κυρίου». Δεν είνε ο Βασιλεύς, αλλ' ο θρόνος του Βασιλέως. Δεν είνε ο αυτόφως Ήλιος, αλλ' η Σελήνη η αντανακλώσα τον Ήλιον. Δεν είνε η πηγή, αλλ' ο κρουνός. Δεν είνε η όχθη, αλλ' η γέφυρα η μετάγουσα προς την όχθην. Δεν είνε η σώζουσα, αλλ' η χειραγωγούσα προς τον Σώζοντα. Έστω παράδειγμα αδιαμφισβήτητον το της Κανά. Βλέπει τους προς αυτήν βαρυθύμως ατενίζοντας νυμφίους η Παναγία. Αντιλαμβάνεται από την όψιν των την στενοχωρίαν των. Τους συμπονεί και επιθυμεί να τους βοηθήση. Δεν καθιστά όμως κέντρον ενεργείας αυτή εαυτήν αλλά προς τον Υιόν αποτείνει το «οίνον ουκ έχουσι» και παρ’ αυτού την θεραπείαν εκδέχεται. Προς τους υπηρέτας δε στρεφομένη, δεν λέγει «ό,τι εγώ σας είπω, πράξατε», αλλά τι; «ό,τι αν λέγη υμίν Εκείνος, τούτο ποιήσατε υμείς». Διότι «η σωτηρία και η δύναμις και η δόξα του Θεού εστιν» (Αποκ. ιθ, 1). Δια πολλών κοσμητικών ονομάτων οι Βυζαντινοί πρόγονοι μας την Παναγίαν περιέβαλον αλλ' ουδέν κατ’ εμέ eκφραστικώτερον από το ΟΔΗΓΗΤΡΙΑ. Της Παναγίας ειδικόν έργον είνε να καθοδηγή και παραπέμπη τας ψυχάς εις Χριστόν.
ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΩΝ ΚΤΙΣΙΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣΟΥ Του κ. ΣΤΡΑΤΗ ΚΟΛΑΞΙΖΕΛΛΗ
Α) Το προσκύνημα προς την Παναγίαν και το τίμιο ξύλο του τιμίου Σταυρού του Ιησού. - Aπό την ευλογημένη εκείνη
ημέρα, κατά την οποίαν ο αυτοκρατορικός ιερωμένος φανέρωσε στους φίλους των εικόνων τα αγιοταφίτικα κειμήλια, η φήμη με τα γρήγορα φτερά της διελάλησε τα τότε πολύ μεγάλα νέα της σκήτης σε όλα τα χωρία της Λέσβου, και στα παράλια της Μικράς Aσίας, τα ευρισκόμενα άντικρυ της Λέσβου. Αυτά τα νέα, επειδή ήσαν ανακατεμένα με τις λέξεις: Ιερουσαλήμ, Παναγία του Λουκά, τίμιο ξύλο, αρχαίο Ευαγγέλιο και λείψανα Αγίων, ακούστηκαν παντού με ευχαρίστηση, και μαγνητίσαν τα πλήθη των εικονοφίλων. Κόχλαζε εκείνη την εποχή η εικονοφιλία, αφού και πίσω από τις εικόνες εγένετο η αντίδρασις στις μεταρρυθμίσεις των εικονομάχων. Η Αγία Σιών, λοιπόν, η «Παναγία του Λουκά», η οποία ήτο και μοναδική σ’ όλη τη Λέσβο και την Αιολίδα, αιχμαλώτισε τον νουν και την καρδίαν όλων των φίλων των εικόνων, περισσότερο από τα λοιπά κειμήλια. Την ίδια εκείνη εποχή το όνειρο όλων των εικονοφίλων ήτο να ταξιδέψουν στην Ιερουσαλήμ, για να προσκυνήσουν τον Άγιο Τάφο του Χριστού,
και να νιφθούν με το νερό του Ιορδάνη. Και επειδή οι εικονόφιλοι της Λέσβου και όλης της Αιολίδος εδυσκολεύοντο να κάνουν το ταξίδι αυτό στην Ιερουσαλήμ, διότι και τα μέσα της συγκοινωνίας ήσαν πολύ κουραστικά, και στον δρόμο υπήρχε φόβος να πέσουν στα χέρια ληστών και πειρατών, και εκεί υπέφεραν πολλά δεινά, (όπως όλοι οι χριστιανοί, οι επισκεπτόμενοι τους Αγίους Τόπους, ιδίως όταν οι Σελτζουκίδαι έγιναν κύριοι αυτών), με τα άγιοταφίτικα κειμήλια της σκήτης βρήκαν μία διέξοδο. Η εικόνα «Αγία Σιών» η «Παναγία του Λουκά», μπορούσε να αναπληρώση την πόλιν «Αγίαν Σιών», δηλ. την Ιερουσαλήμ, το τίμιο ξύλο του τιμίου σταυρού της σκήτης μπορούσε να αναπληρώση τον Άγιο Τάφο του Χριστού, και το αγιασμένο νερό της Ζωοδόχου Πηγής μπορούσε να αναπληρώση το αγιασμένο νερό του Ιορδάνη. Για να φαίνεται όμως η διαφορά μεταξύ της σκήτης και της Ιερουσαλήμ, οι Αιολείς παραδεχθήκαν, ότι, όποιος υπάγη να προσκυνήση τρεις φορές τα αγιοταφίτικα κειμήλια της σκήτης, είνε ως να υπάγη να προσκυνήση μια φορά στην Ιερουσαλήμ και στον ΆγιοΤάφο του Χριστού, και όποιος νιφθή τρεις φορές με το αγίασμα της Ζωοδόχου Πηγής, είνε ως να νιφθή μια φορά με το νερό του Ιορδάνη (1). Σιγά-σιγά λοιπόν δημιουργηθήκαν ρεύματα προσκυνητων πηγαίνοντα στη σκήτη, τα οποία μέρα με την ημέρα εγίνοντο συχνότερα και πολυανθρωπότερα, διότι και οι Μητροπολίται της Μυτιλήνης, (οι οποίοι δεν είχαν στην επαρχία των άλλα τόσης αξίας θρησκευτικά κειμήλια, και εκαυχώντο δι’ αυτά), επεσκέπτοντο συχνά τη σκήτη, εκδηλώνοντες το σέβας αυτών προς τα κειμήλια, και στερεώνοντες την εκτίμηση των κειμηλίων στη συνείδηση των ξένων, διότι και οι Αιολείς ασθενείς, οι οποίοι ήρχοντο ως ικέται στα κειμήλια και εθεραπεύοντο, όταν γύριζαν πίσω στα χωριά των, διηγούντο πολλά θαύματα των κειμηλίων, με οίστρο αποστολικό. Με την πάροδον λοιπόν του χρόνου τα αγιοταφίτικα κειμήλια της σκήτης δημιούργησαν μία θρησκευτική επικράτεια, η οποία εξετείνετο επί της Λέσβου και των παραλίων της Μικράς Aσίας, από τον Ελλήσποντο έως την Πέργαμο και Σμύρνη, και είχε πρωτεύουσα τη σκήτη, παρά την οποίαν χτίσθηκε η Αγιάσος. Η επικράτεια δε αυτή διατηρήθηκε έως τα 1922, οπότε με την καταστροφή του μικρασιατικού ελληνισμού περιωρίσθηκε στη Λέσβο. Aλλά και πάλι η φήμη της εικόνος της «Παναγίας του Λουκά» διαφημίσθηκε στα μέρη εκείνα, στα οποία εγκατασταθήκαν οι διασωθέντες Μικρασιάται Αιολείς. Προ του 1922 η Παναγία «Αγία Σιών» της Αγιάσου ήτο ο μαγνήτης των ψυχών των Αιολέων, ο φάρος που έφεγγε σε όλον τον δρόμο της ζωής των, η πηγή, στην οποίαν οι Αιολείς έσβυνον την δίψαν των, η πονόψυχη Μητέρα και προστάτρια, την οποίαν επεκαλούντο στους κινδύνους και μακρόθεν, στην οποίαν εξεμυστηρεύοντο όλα τα μυστικό των καρδιών των, και από την οποίαν έπαιρναν βοήθεια, ενίσχυση, θάρρος, παρηγοριά, χαρά, ελπίδα, η (1) Ο θρύλος αυτός λέγεται και σήμερον για την Παναγία της Αγιάσου και για το αγίασμα της Ζωοδόχου Πηγής.
δε Αγιάσος, το χωριό της Αγίας Σιών, κρυμμένη όπως ήτο στο δάσος μιας πτυχής ενός καταπρασίνου και πυκνοτάτου δάσους, ήτο η ιερούπολις των Αιολέων, στην οποίαν όλα ήσαν φαντασμαγορικά και υπερκόσμια. Έκαστος λοιπόν φαντάζεται, ότι οι προσκυνηταί, οι οποίοι τότε ήρχοντο κατά τα χρόνια της ευφορίας των καρπών της γης, ήσαν περισσότεροι, και παρουσίαζαν μια μεγάλη ποικιλία σε ενδυμασίες, (τις οποίες σήμερα εξαφάνισεν η μόδα της Ευρώπης), παρουσίαζαν και μία βαβυλωνία των γλωσσικών ιδιωμάτων όλης της θρησκευτικής επικρατείας των μουσικών οργάνων, των ασμάτων και χορών. Οι προσκυνηταί τότε εφαίνοντο ακόμα περισσότεροι, διότι και οι δρόμοι της Αγιάσου ήσαν πολύ στενοί, τα τρόφιμα και φρούτα εκτιθέμενα στους κεντρικούς δρόμους και την Aγορά κατελάμβανον ένα μεγάλο μέρος, και τα υποζύγια των προσκυνητών τοποθετούμενα παράλληλα στους δρόμους όπως εις τους σταύλους, πλήθυναν τον συνωστισμό. Και η επιστροφή των προσκυνητών δεν εγίνετο τότε σε μια μέρα, όπως γίνεται σήμερα με τα αυτοκίνητα, αλλά σε δυοτρεις και τέσσερες ημέρες, διότι δεν επαρκούσαν τα υπάρχοντα υποζύγια, και έπρεπε οι προσκυνηταί να περιμένουν. Το προσκύνημα με τον καιρόν μπήκε μέσα σε ένα επιτυχημένο τυπικό. Ως χρόνος μεγάλης θρησκευτικής συγκεντρώσεως των Αιολέων, και ομαδικού προσκυνήματος αυτών, και μεγάλων παρακλήσεων και θρησκευτικών αγρυπνιών, αλλά και μεγάλων εορτών και πανηγύρεων, (στις οποίες λάβαινε μέρος και ο Μητροπολίτης της Μυτιλήνης, προσδίδων σ’ αυτές μία εξαιρετική μεγαλοπρέπειαν και ημερών χαράς και ευθυμίας, ωρίσθηκε ο Αυγουστος και ο πρώτος μισός Σεπτέμβριος, διότι το χρονικό αυτό διάστημα είνε αφιερωμένο στην Παναγία και στον τίμιο σταυρό, (αφού υπήρχε και η «Παναγία του Λουκά» και το τίμιο ξύλο του Σταυρού), επιτρέπει δε στους ξένους να πλαγιάζουν στο ύπαιθρο. Η εποχή του Ευαγγελισμού δεν ήτο κατάλληλος για το ομαδικό προσκύνημα, γιατί εκτός που ήτο (και είνε) τις περισσότερες χρονιές χειμώνας, και ήτο δύσκολον να εξευρεθούν για όλους στέγη και κλινοσκεπάσματα, έμενε στο περιθώριο του προσκυνήματος το τίμιο ξύλο του τιμίου σταυρού της σκήτης. Πρώτος σταθμός του ομαδικού προσκυνήματος ωρίσθη ο Δεκαπενταύγουστος, δηλ. οι 15 πρώτες ημέρες του Αυγούστου, δεύτερος οι άλλες 15 του Αυγούστου και τρίτος οι 15 πρώτες του Σεπτεμβρίου. Οι προσκυνηταί των 15 ημερών πήραν το όνομα δεκαπεντίζοντες, από το ρήμα δεκαπεντίζω, το οποίο λέγεται και σήμερα και σημαίνει: παραμένω ως προσκυνητής στην εκκλησία 15 ημέρες, έστω και αν αυτές οι ημέρες δεν βρίσκονται μεταξύ της 1ης Αυγούστου και της 15ης Σεπτεμβρίου. (Οι ασθενείς παρέμεναν στην εκκλησία επί 40 ημέρας, και πήραν το όνομα σαραντίζοντες, από το ρήμα σαραντίζω (2), το οποίο λέγεται και σήμερα). Οι δεκαπεντίζοντες του πρώτου σταθμού διεσκέδαζαν τρώ(2) Παράγωγο ουσιαστικό του σαραντίζω είνε η σαράντιση, «θα κάνει, λέγει, μία σαράντιση στην εκκλησία».
γοντες γκιουβέτσια, πίνοντες κρασί κατά το πλειστον, τραγουδούντες και χορεύοντες στις 6 Αυγούστου, οπότε με την εορτή της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος εγίνετο και μία περιφορά των εικόνων έξω από την εκκλησία δια της Ζωοδόχου Πηγής, διεσκέδαζαν και στις 15 Αυγούστου, δηλ. ανήμερα της Παναγίας, οπότε εορτάζεται η Κοίμησις αυτής. Την ημέρα εκείνη μετά τη λειτουργία εκρεμάζετο στον Νάρθηκα η εικών της Παναγίας. Μυρμηκιά τότε ήτο ο κόσμος στην αυλή, εκορυφούτο η συγκίνησις του πλήθους, και η ατμόσφαιρα εγίνετο όλη ευλαβής από τη ψυχική ανάταση των προσκυνητών. Όλοι ηγωνίζοντο να περάσουν κάτω από την εικόνα και να την εγγίσουν με τα άκρα των δακτύλων των, για να έχουν μαζί των την βοήθειά της. Οι δεκαπεντίζοντες του δευτέρου σταθμού διεσκέδαζον στις 23 Αυγούστου, οπότε γίνεται η απόδοσις της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, η γνωστή με το όνομα τα Εννεάμερα της Παναγίας, και οι του τρίτου στις 14 Σεπτεμβρίου, οπότε με την εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού του Ιησού εγίνετο αγιασμός με τον σταυρό, ο οποίος περιέκλειε το τίμιο ξύλο του σταυρού. Επιστρέφοντες όλοι πίσω στα χωριά των έπαιρναν απαραιτήτως συνάλειμμα από την Παναγίαν και αγίασμα από την Ζωοδόχον Πηγήν, και ηύχοντο να τους έρχωνται ευνοϊκά τα πράγματα με την βοήθεια της Παναγίας, για να αξιώνωνται κατ’ έτος να έρχωνται ευλαβείς προσκυνηταί, αδιαφορούντες για τους κόπους, τις ταλαιπωρίες, τις αγρύπνιες, την κούραση, τα έξοδα. Έφευγαν με γαληνεμένη τη ψυχή, με αναπαυμένη την καρδία, ανδρισμένοι και χαλυβδωμένοι με την πίστη και ελπίδα, και στον δρόμο ηύχοντο να ξανακάνουν αυτό το ταξίδι των ελπίδων. Το τυπικό δε αυτό του προσκυνήματος διατηρήθηκε έως τα χρόνια μας. Το προσκύνημα αυτό προς την Παναγίαν «Αγίαν Σιών», και η απουσία του Αγίου Γρηγορίου του Επισκόπου Άσσου από το θρησκευτικό στερέωμα της Αγιάσου και από τη σειρά των πανηγύρεών της, είνε μία απόδειξις, με την οποίαν κάθε παρατηρητής σχηματίζει ασφαλισμένη γνώμη για την παραγωγή της λέξεως Αγιάσος. Η πανήγυρις του Αυγούστου, η οποία ήτο, (και είνε), συγχρόνως και έκθεσις των προϊόντων της γης και της χειροτεχνίας, και εμποροπανήγυρις, ήτο, (και είνε), το κριτήριο της οικονομικής καταστάσεως της Λέσβου, αρχαιότερα δε όλης της θρησκευτικής επικρατείας των κειμηλίων. Από τον αριθμό των προσκυνητών, από τα έξοδα που κάνουν και από τις πολλές ή ολίγες ημέρες, που θα παραμείνουν, καταλαβαίνει κανείς, αν υπάρχει, ή όχι, οικονομική ευρωστία. Β΄) Θεμελίωσις της Αγιάσου. - Ως συνέχεια του προσκυνήματος χτίσθηκε παρά τη σκήτη του ιερωμένου η Αγιάσος. Ο αυτοκρατορικός ιερωμένος με τα αγιοταφίτικα κειμήλια μετέδωκε ένα θρησκευτικό ενθουσιασμό στους εικονοφίλους των χωρίων της περιφερείας, περισσότερο της Πενθίλης και Καρύνης, οι οποίοι
τον ερχομό αυτού τον απέδωκαν σε εύνοια της Παναγίας προς αυτούς, και τα αγιοταφίτικα κειμήλια τα ερμήνευσαν ως δώρα, τα οποία έστειλε προς αυτούς η Ιερουσαλήμ. Ένας-δυό κληρικοί, και πέντε-δέκα λαϊκοί, φανατικοί φίλοι των εικόνων, έχτισαν παρά τη σκήτη του ιερέως με πλίνθους καλυβάκια, στα οποία κατοικήσαν για να βρίσκωνται κοντά στην εικόνα Aγία Σιών, και τα λοιπά κειμήλια, και να την προσκυνούν «εν κρυπτώ και παραβύστω», ζώντος του ιερωμένου στα χρόνια των εικονομάχων. Οι κληρικοί χρησίμευσαν ως βοηθοί του ιερωμένου κατά την τέλεση του αγιασμού και κατά την περίθαλψη των πεινασμένων, των πτωχών και των αρρώστων, μετά τον θάνατον δε του ιερωμένου ως διάδοχοι αυτού, και ως συνεχισταί του έργου του, και ως πυρήν ενός μελλοντικού μοναστηρίου, για το οποίο θα κάνωμε λόγο σε άλλη παράγραφο. Οι λαϊκοί απετέλεσαν τους πρώτους κατοίκους της Αγιάσου, και τα παρά τη σκήτη καλυβάκια υπήρξαν τα πρώτα σπίτια της Αγιάσου. Η εικόνα λοιπόν «Αγία Σιών» υπήρξεν η πολιούχος, η θεμελιώτρια, η δημιουργός της Αγιάσου. Το χωριό, το οποίο δημιούργησε, πήρε το όνομα της εικόνος, διότι και οι κάτοικοι της Πενθίλης και Καρύνης, και οι προσκυνηταί και οι ασθενείς, πηγαίνοντες στη σκήτη έλεγαν: «Πηγαίνομεν εις την Αγίαν Σιών». Με τις λέξεις δε αυτές όλοι εννοούσαν και την Παναγία, και το χωριό της Παναγίας. Αυτή την εποχή, κατά τον Aποστόλου, δηλ. στα τελευταία χρόνια των εικονομάχων και ζώντος του ιερωμένου θεμελιώθηκε η Αγιάσος. Κατά τον Βράνη, η θεμελίωσις της Αγιάσου έγινε αργότερα γύρω στα χρόνια της αλώσεως της Λέσβου από τους Τούρκους, δηλ. κατά τα 1462. Κατ’ αυτόν η εικόνα «Αγία Σιών» πήγε στην Πενθίλη σε μια εποχή, η οποία του είνε άγνωστη, και από εκεί κατέβηκε στη Ζωοδόχο Πηγή (όπως θα πούμε σε άλλη παράγραφο), εκεί δε τράβηξε και τους Πενθιλιώτες με τη θρησκευτική της γοητεία και τον μαγνητισμό. Και κατ’ αυτή λοιπόν την εκδοχή, πάλιν η Αγία Σιών είνε η δημιουργός της Αγιάσου, διότι οι Πενθιλιώτες, ακολουθούντες την εικόνα της Οδηγητρίας Παρθένου, έλεγαν μεταξύ των: «Πάμε στην Αγίαν Σιών». Aλλά και όσον καιρόν παρέμεινε στην Πενθίλη η «Αγία Σιών», από τη θρησκευτική πλευρά παρεμέριζε γλωσσικώς το όνομα της Πενθίλης, και επέβαλε το δικό της, διότι οι προσκυνηταί ερχόμενοι από την Αιολίδα στην Πενθίλη έλεγαν μεταξύ των: «Πηγαίνομεν εις την Αγίαν Σιών», παραλείποντες τη λέξη Πενθίλη ως υπονοουμένην, όπως και εμείς λέμε σήμερα: «Θα πάμε στον Άγιο Θεόδωρο, ή στον Άγιο Ιγνάτιο», παραλείποντες τις λέξεις Μυτιλήνη και Καλλονή ως υπονοούμενες. Και κατά την παράδοση λοιπόν αυτή η Αγιάσος είνε δημιούργημα της εικόνος της Παναγίας, «Αγίας Σιών» της Οδηγητρίας. Αγία Σιών λοιπόν είνε το αρχικό όνομα της Αγιάσου και κατά τις δυο εκδοχές της αγράφου παραδόσεως, και κατά τον μη σωζόμενον Κώδικα της Μητροπόλεως Μυτιλήνης (1567-1652), τον οποίον περιγράφει ο Σταυράκης Aναγνώστου στο τέλος της
Λεσβιάδας του, και κατά τον σωζόμενον Κώδικα της ιδίας Μητροπόλεως μετά τα 1709, και κατά τον Βράνη, και κατά τον Aποστόλου, ο όποιος γράφει στην αρχή του ιστορίου του «Αγιάσος= Αγία Σιών», και κατά τον γράφοντα, ο οποίος εξέθεσε και τη γλωσσική εξέλιξη του αρχικού αυτού ονόματος στο υπ' αριθμ. 3 (Αύγουστος 1938) τεύχος της «Αγίας Σιών», στο οποίο παραπέμπει τον αναγνώστη. Η Αγιάσος επί αιώνας ήτο ένα μικρό χωριό. Στις αρχές όμως του 18ου αιώνος μεγάλωσε πολύ, διότι τότε απέκτησε ένα φερμάνι του Σουλτάνου, με το οποίο απηλλάσσετο από τις φορολογίες. Τότε μετοικήσαν σ’ αυτή οι κάτοικοι των χωρίων της περιφερείας, αλλά γι’ αυτά θα πούμε περισσότερα, όταν έρθωμε σ’ αυτή την εποχή. Γ΄) Το αξίωμα του Σκευοφύλακος. - Όταν ο αυτοκρατορικός ιερωμένος κατά το τέλος της ζωής του παρέδιδε τα ιερά κειμήλια στους χριστιανούς της σκήτης, οι οποίοι τον περιστοίχιζαν, τους εξώρκισε να τα φυλάγουν, όπως την κόρη του ματιού των, και να τα κρύβουν έως την ημέρα εκείνη, κατά την οποίαν θα υπερισχύσουν οι φίλοι των εικόνων. Μόλις λοιπόν απέθανεν, οι περιστοιχίζοντες αυτόν συνήλθον σε κρυφή συνέλευση για να εκτελέσουν τη Διαθήκη του, δηλ. την τελευταία θέλησή του. Στη συνέλευση αυτή εξέλεξαν ένα λαϊκό, στον οποίον ανέθεσαν να φυλάγη και να κρύβη τα ιερά κειμήλια μαζί με τα σκεύη της σκήτης. Ο λαϊκός αυτός ωνομάσθη Σκευοφύλαξ. Η εκλογή του έγινε (και αργότερα δε εγίνετο) με μεγάλη δυσκολία, διότι ο Σκευοφύλαξ έπρεπε να είνε εύπορος, φανατικός φίλος των εικόνων, να απολαύη της εμπιστοσύνης όλων, να είνε και ανύπαντρος. Το αξίωμα του Σκευοφύλακος υπήρξε το τιμητικώτατο μέσα στην Αγιάσο σε όλους τους αιώνας, διότι ο Σκευοφύλαξ, εκτός που φύλαγε το στέμμα της θρησκευτικής επικρατείας των κειμηλίων, ήτο και ισόβιος. Και όταν η σκήτη, και αργότερα η εκκλησία της Παναγίας, απέκτησε και περιουσία με τις δωρεές και τα αφιερώματα, έγινε και Ταμίας και Σφραγιδοκράτορας αυτής. Για να δείξη δε τότε, ότι είνε ανώτερος χρημάτων, ή κληρονομούσε όλη την ατομική περιουσία του στην εκκλησία, ή έθετε και την εκκλησία σε ίση μοίρα με τους κληρονόμους του. Οι Σκευοφύλακες εξελέγοντο πάντοτε μεταξύ των ανυπάντρων έως τα 1925, οπότε εξελέγη τοιούτος παντρεμένος. Με τη σημασία του Ταμίου απαντώνται και μέσα στους σωζομένους Κώδικας της εκκλησίας της Παναγίας.
Δ') Ο Ξενών, ως ξενοδοχείο των πτωχών και ως νοσοκομείο των αρρώστων. - Οι εικονόφιλοι των χωρίων της περιφε-
ρείας, περισσότερο δε της Πενθίλης και Καρύνης, προσέφεραν δώρα και τροφές στον αυτοκρατορικό ιερωμένο, με τις οποίες εκείνος περιέθαλπε τους πεινασμένους, τους πτωχούς και τους αρρώστους. Και οι διάδοχοι των πρώτων εικονοφίλων προσέφεραν τα ίδια στους διαδόχους του ιερωμένου, για να συνεχίζεται η φιλανθρωπική περίθαλψις, την οποίαν εκείνος άρχισε. Όσο όμως ηύξα-
νεν ο αριθμός των ερχομένων προσκυνητών, τόσο ηύξανε και ο αριθμός των ερχομένων ξένων πτωχών και αρρώστων. Η σκήτη τότε (και αργότερα η εκκλησία της Παναγίας) έκανε γι’ αυτούς από το επάνω μέρος της εξωθύρας του σημερινού Κήπου της Παναγίας με πλίνθους ένα σπίτι δίπατο, το οποίο στην αρχή πήρε το όνομα Ξενών, ή Ξενοδοχείον, ή Ξενοδοχειό (στη γλώσσα του λαού), στα χρόνια δε των Γενοβέζων, για τα οποία θα πούμε τα σχετικά αργότερα, πήρε το όνομα Σπιτάλια. Στο ένα πάτωμα περιεθάλποντο οι πτωχοί (=ζητιάνοι), και στο άλλο οι άρρωστοι και οι ψυχοπαθείς.
Ε΄) Η αύξησις και ποικιλία των εισοδημάτων της περιφερείας. - Οι εικονόφιλοι των χωρίων της περιφερείας, για να μπορούν να προσφέρουν κερί στη σκήτη - εκκλησία χάριν της
Αγίας Σιών, πλήθυναν τα μελίσσια των, για να μπορούν να προσ-
φέρουν λάδι για το ακοίμητο καντήλι της πλήθυναν τα ελαιόδενδρα αυτών, για να μπορούν να προσφέρουν μεταξωτά πανιά για τα άμφια της σκήτης -εκκλησίας προμηθευθήκαν τον πρώτο μεταξόσπορο, και πλήθυναν τις μουριές, έφεραν δε από τα χωριά των προσκυνητών και νέες παραλλαγές πολλών οπωροφόρων δένδρων, έμαθαν από τους ξένους τεχνίτες νέες τέχνες (χωρίς να λέγεται και ποίες), τελειοποίησαν εκείνες, τις οποίες ήξεραν, πλήθυναν τα παστά βουβαρίσια, τα οποία εξετιμώντο πολύ από τους ξένους, και έκαναν πολλά μικρά κουμάρια, τα οποία αγόραζαν οι προσκυνηταί για να βάζουν μέσα το αγίασμα της Ζωοδόχου Πηγής. Αυτά τα αποτελέσματα των ιερών κειμηλίων βρήκε ο γράφων μέσα στους σκοτεινούς και λαβυρινθώδεις διαδρόμους της αγράφου παραδόσεως. Aπό αυτά ο Aποστόλου αναφέρει απλώς το προσκύνημα προς την Παναγίαν και το τίμιο ξύλο του τιμίου σταυρού του Ιησού, και την θεμελίωση της Αγιάσου από μετοίκους της Πενθίλης και Καρύνης, ο δε Βράνης αναφέρει απλώς το προσκύνημα προς την Παναγίαν, και την θεμελίωση της Αγιάσου από μετοίκους μόνον της Πενθίλης. Τα αποτελέσματα, τα οποία αναφέραμε, κατά πάσαν πιθανότητα, συνέβησαν στα τελευταία χρόνια των εικονομάχων, μεταξύ του 802, οπότε εξωρίσθηκε στη Λέσβο η εικονόφιλος Αυτοκράτειρα Ειρήνη, και του 842, οπότε αναστηλωθήκαν οι εικόνες. Αυτό λοιπόν το χρονικό διάστημα είνε το πρώτο τμήμα της ιστορίας της Αγιάσου. Ως παράρτημα αυτής της παραγράφου θα πούμε λίγα για τη λέξη Καρύνη. Καρύνη (με υ στην παραλήγουσα, όπως την γράφει και ο Aποστόλου) θα είνε συγκοπή του θηλυκού επιθέτου καρυΐνη, του οποίου το αρσενικό είνε ο καρύινος, και σημαίνει: μια τοποθεσία (ή μία πηγή) στην οποίαν βρίσκονται πολλές καρυές, κατ’ επέκταση δε, και άλλες πρασινάδες. θα είνε δηλαδή άλλη μορφή της λέξεως Καρυώνας. Καρίνη (με ι στην παραλήγουσα) στην αρχαία εποχή ήτο μια πόλις της Μικράς Aσίας κοντά στον Αταρνέα και αντίκρυ
της Λέσβου. Να έχη άραγε καμία σχέση η Καρίνη αυτή με την Καρύνην της Αγιάσου; Καρίνη (και αυτή με ι στην παραλήγουσα) επίσης στην αρχαία εποχή ελέγετο και η γυναίκα, η καταγομένη από την Καρίαν της Μικράς Ασίας, η οποία επληρώνετο για να μοιρολογή τους νεκρούς, όπως η κληώσα (δηλ. η κλαίουσα) στα χρόνια των πατέρων μας. Μήπως η τοποθεσία αυτή και η πηγή πήραν το όνομα αυτών από μια τοιαύτη γυναίκα, η οποία διέμενεν εκεί σε αρχαία εποχή, μοιρολογούσα τους πλουσίους νεκρούς των χωρίων της περιφερείας επί πληρωμή; Καρήνη (με η στην παραλήγουσα) δεν στηρίζεται, διότι αν παράγεται από τη λέξη κάρηνον, που σημαίνει κορυφή, (εξ ου και όρος υψικάρηνον), η Καρύνη δεν είνε κορυφή. Δεν αποκλείεται όμως να ήταν και ιταλική λέξις (carini), και να ωνομάσθη με αυτό το όνομα από τους Γενοβέζους Γατελούζους, οι οποίοι, λέγεται, ότι έχτισαν και τη χαβούζα της, δηλ. τη δεξαμενή της, ίσως διότι παρωμοίαζε με καμία τοποθεσία της πατρίδος των, η οποία είχε αυτό το όνομα.
ΧΡΟΝΙΚΑ +
στ Εφαν ος β . βραν ιδη ς
Τη 22α Αυγούστου απεβίωσεν εν ‘Αγιάσω και τη επομένη εκηδεύθη εκ του ‘Ιερού Προσκυνήματος προεξάρχοντος του Σεβασμ. Μητροπολίτου ημών κ. Ιακώβου ο παλαιός δημογέρων Στέφανος Β. Βρανίδης, καταλιπών το πλείστον της περιουσίας του εις το Ι. Προσκύνημα, ίνα χρησιμεύση τμήμα μεν αυτής δια τον εξωραϊσμόν του εκκλησιδίου του Αγιάσματος της Ζωοδόχου Πηγής και του περί αυτό χώρου, έτερον δε τμήμα δια την ίδρυσιν Γηροκομείου και έτερον δια την σύστασιν θεάτρου προς διδασκαλίαν έργων χριστιανικής εμπνεύσεως χάριν της νεολαίας. Την κηδείαν του παρηκολούθησεν ο παρευρισκόμενος εν Αγιάσω Νομάρχης Λέσβου κ. Αγησ. Κοζύρης, αι τοπικαί Aρχαί, η Επιτροπεία του Ι. Προσκυνήματος, πάντες σχεδόν οι κάτοικοι της κωμοπόλεως και πλείστοι παρεπιδημούντες προσκυνηταί, ωμίλησε δε κατ’ αυτήν συγκεκινημένος πλέξας το δίκαιον εγκώμιον του μεταστάντος ο Σεβασμ. Μητροπολίτης. Κατά την στιγμήν του ενταφιασμού ωμίλησεν ο ημέτερος Διευθυντής εκ μέρους της Επιτροπείας του Ι. Προσκυνήματος διερμηνεύσας την προς αυτόν ευγνωμοσύνην της κοινωνίας της Αγιάσου. Ο αείμνηστος Στέφανος Β. Βρανίδης γεννηθείς εν Αγιάσω τω 1859 διήκουσεν αυτόθι τα πρώτα σχολικά μαθήματα και συνεπλήρωσε τας γυμνασιακάς του σπουδάς εν Μυτιλήνη. Υιός του αειμνήστου διδασκάλου Βασιλείου Βράνη, εις ον οφείλεται και το πρώτον περί της Αγιάσου και του Ι. Προσκυνήματος Δοκίμιον, αφιερώθη ενωρίς εις την υπηρεσίαν των κοινών και επί τεσσαρακονταετίαν και πλέον εξυπηρέτησε τον τόπον του, άλλοτε ως γραμματεύς της δημογεροντίας, άλλοτε ως γραμματεύς της Εκκλησίας και άλλοτε ως μέλος της δημογεροντίας δια βοής πάντοτε εκλεγόμενος υπό των συμπολιτών του, εκτιμώντων την ακεραιότητα του χαρακτήρος του και την ευσυνείδητον εις το καθήκον προσήλωσιν του, ήτις διέκρινεν αυτόν μέχρι θανάτου. Αποσυρθείς εις την ιδιωτικήν ζωήν λόγω ασθενείας και γήρατος εξηκολούθησε να είναι ευεργετικός προς πλείστους έχοντας ανάγκην της προσωπικής του βοηθείας, πεπροικισμένος δε με μνήμην απέραντον και με κρίσιν βαθείαν απετέλει δια τους μεταγενεστέρους ζωντανόν ιστορικόν αρχείον και πολλάκις εχρησίμευσεν ως πολύτιμος σύμβουλος των διαχειριζομένων τα κοινά. Προτιμήσας τον άγαμον βίον διήγαγε την ζωήν του εν υποδειγματική εγκρατεία και ευσεβεία, υπήρξε δε πάντοτε θερμός φίλος των ιερών ακολουθιών και καθημερινάς θαμών του οίκου του Κυρίου, πιστώς εφαρμόζων το προσφιλές του ψαλμικόν «εξελεξάμην παραρριπτείσθαι εντω οίκω του Θεού μου μάλλον ή οικείν με εν σκηνώμασιν αμαρτωλών».
+ ΣΤΕΦΑΝΟΣ
Β.
ΒΡΑΝΙΔΗΣ
Προαισθανθείς τον θάνατόν του προητοιμάσθη προς τούτο εγκαίρως και διηυθέτησε φρονίμως τα κατά την περιουσίαν του, ήσυχος δ' ότι μέχρι της εσχάτης πνοής του εξετέλεσε πιστώς το καθήκον του εκοιμήθη εν ειρήνη. Ο Κύριος αναπαύσαι την ψυχήν αυτού εν ταις σκηναίς των δικαίων.
ΨΗΦΙΣΜΑ
Η Επιτροπεία του Ιερού Προσκυνήματος της Υπεραγίας Θεοτόκου συνελθούσα εκτάκτως, παρουσία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου κ. Ιακώβου, άμα τω ακούσματι του θανάτου του αειμνήστου ΣΤΕΦΑΝΟΥ Β. ΒΡΑΝΙΔΟΥ, παλαιού Γραμματέως του ναού και Δημογέροντος, και λαβούσα γνώσιν του περιεχομένου της διαθήκης αυτού, δι’ ης καταλείπει τω Ιερώ Προσκυνήματι 17 κτήματα, Ψηφίζει 1) Όπως ανακηρυχθή ο αείμνηστος Στέφανος Βρανίδης Μέγας Ευεργέτης του Ι. Προσκυνήματος και όπως αναρτηθή η εικών αυτού εν τη αιθούση όπου και αι εικόνες των άλλων Ευεργετών. 2) Όπως εντοιχισθώσι πλάκες μετ’ αναλόγων επιγραφών χρυσοίς γράμμασιν επί των προσόψεων των οικημάτων, άτινα κατέλιπε τω ιερώ ναώ. 3) Όπως κατατεθή στέφανος εκ δάφνης επί της σορού του μεταστάντος. 4) Όπως την κηδείαν αυτού, τελεσθησομένην δαπάνη του ναού, παρακολουθήση εν σώματι η Επιτροπεία μέχρι του τάφου. 5) Όπως παραχωρηθή τάφος τιμής ένεκεν και 6) Όπως το παρόν κοινοποιηθή εις τους συγγενείς του μεταστάντος και δημοσιευθή δια των εν Μυτιλήνη εκδιδομένων εφημερίδων. Εν Αγιάσω, τη 22 Αυγούστου 1938. Η Επιτροπεία του Ιερού Προσκυνήματος Ο Πρόεδρος Τα Μέλη Σοφ. Πολιτάκης + Εμμ. Μυτιληναίος, πρωτ. Λεων. Χατζηκωνσταντής Ε. Κολαξιζέλλης Δημ. Πράτσος Ιωάνν. Χατζηλεωνίδας
Επί τη ανευρέσει της παλαιάς εικόνος.
Ο Σεβασμ. Μητροπολίτης ημών εχοροστάτησεν εν τω Ιερώ Προσκυνήματι κατά τον εσπερινόν του Σαββάτου 6 Αυγούστου και ετέλεσε την Θείαν λειτουργίαν τη επομένη Κυριακή, 7 Αυγούστου, επί τη άνευ-
ρέσει της παλαιοτάτης θαυματουργού εικόνος του Ι. Προσκυνήματος, ην έθηκεν εις κοινήν προσκύνησιν το πρώτον ήδη μετά παρέλευσιν τόσων αιώνων, ομιλήσας επικαίρως προς το κατακλύσαν τον ιερόν ναόν πλήθος των εξ όλης της νήσου συρρευσάντων ευσεβών προσκυνητών.
Προεόρτιοι Aγρυπνίαι.
Η Α. Σεβασμιότης εχοροστάτησε κατά την ακολουθίαν των ιερών παρακλήσεων της Πέμπτης και της Παρασκευής, 11ης και 12ης Αυγούστου , και ωμίλησε καταλλήλως προς τους ευσεβείς προσκυνητάς, ορμηθείς από του περιεχομένου των προς την Υπεραγίαν Θεοτόκον δύο παρακλητικών κανόνων. Επίσης εχοροστάτησεν η Α.Σ. και εις τον.εσπερινόν της 13ης Αυγούστου.
Η πανήγυρις του Ι. Προσκυνήματος.
Την εσπέραν της 14ης Αυγούστου ο Σεβασμ. Μητροπολίτης ημών ενδεδυμένος άπασαν την αρχιερατικήν στολήν, κατά παλαιόν τοπικόν έθιμον, προέστη του εσπερινού της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου εν τω πανηγυρίζοντι φερωνύμω ναώ του ημετέρου Ι. Προσκυνήματος. -Την πρωίαν της 15ης Αυγούστου η Α. Σ. ετέλεσε την θείαν λειτουργίαν εν τω Ι. Προσκυνήματι συμπαραστατούμενος υπό του ιερού Κλήρου της κωμοπόλεως και δύο διακόνων και εχειροθέτησεν εις Σακελλάριον τον εκ των εφημερίων του Ι. Προσκυνήματος αιδεσ. Νικ. Παπουτσέλλην, απευθύνας αυτώ πολυτίμους πατρικάς υποθήκας, μετά δε την ανάγνωσιν του ιερού ευαγγελίου εκήρυξε τον θείον λόγον, ορμηθείς από της προς την Θεοτόκον βαθείας τιμής και ευλαβείας του χριστεπωνύμου πληρώματος και επαινέσας την ευσεβή προθυμίαν των απανταχόθεν συρρευσάντων προσκυνητών.
Επί τη Αποδόσει της εορτής.
Επί τη Aποδόσει της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου η Α.Σ. εχοροστάτησε μεν εν τω Ι. Προσκυνήματι κατά τον εσπερινόν της παραμονής, 22 Αυγούστου, ετέλεσε δε την θείαν λειτουργίαν την πρωίαν της
Τρίτης, 23 Αυγούστου, και απηύθυνε πατρικάς υποθήκας προς τον ευσεβή λαόν κατακλείσας την σειράν των εορτών του Δεκαπενταυγούστου.
Ιερός ναός Αγίας Τριάδος.
Την Κυριακήν 14 Αυγούστου, η Α.Σ. ετέλεσε την θείαν λειτουργίαν εν τω εν Αγιάσω ιερώ ναώ της Αγίας Τριάδος επί μνημοσύνω του αοιδίμου κτίτορος του ναού Γρηγορίου Χατζή Σκορδά, κατ’ αυτήν δε προεχείρισεν εις πρεσβύτερον τον ιεροδιάκονον Αλέξανδρον Ρακατζήν.
Μνημόσυνα ευεργετών.
Ο Σεβασμ. Μητροπολίτης χοροστατήσας κατά τον εσπερινόν του Σαββάτου, 20 Αυγούστου, ετέλεσε μετ’ αυτόν τρισάγιον υπέρ των αοιδίμων κτιτόρων, ευεργετών, επιτρόπων και αφιερωτών του Ι. Προσκυνήματος, την δ' επομένην, Κυριακήν 21 Αυγούστου, ετέλεσε την θείαν λειτουργίαν επί μνημοσύνω των αειμνήστων κτιτόρων, ευεργετών, επιτρόπων και αφιερωτών του τε ιερού ναού και των εκπαιδευτικών και φιλανθρωπικών ιδρυμάτων της κωμοπόλεως και ωμίλησεν επικαίρως μακαρίσας την μνήμην και επαινέσας τα έργα αυτών.
Εν τω Νεκροταφείω.
Την πρωίαν του Σαββάτου 13ην Αυγούστου η Α. Σεβασμιότης ετέλεσε την θείαν λειτουργίαν εν τω ναϋδρίω του Νεκροταφείου και ακολούθως ετέλεσε τρισάγιον επί των τάφων των αυτόθι αναπαυομένων.
Εν Ασωμάτω. Την Κυριακήν.4 Σεπτεμβρίου, η Α.Σ. ετέλεσε την θείαν λειτουργίαν εν τω εν Aσωμάτω ιερώ ναώ των Παμμεγίστων Ταξιαρχών και προεχείρισεν εις πρεσβύτερον μεν τον εψηφισμένον εφημέριον Aσωμάτου, μέχρι τούδε Διάκονον του εν Αγιά-
σω Ιερού Προσκυνήματος, Ιωάνν. Πολυπαθέλλην, εις Διάκονον δε τον εξ Αγιάσου αδελφόν της Ι. Μονής Υψηλού Ιάκωβον Αντωνίου, προς ους απηύθυνε πολυτίμους πατρικάς υποθήκας.
Η εορτή της Ινδίκτου.
Τη 1η Σεπτεμβρίου επί τη εορτή της Ινδίκτου, ήτοι της ενάρξεως του νέου εκκλησιαστικού έτους, κατά την εν τω Ι· Προσκυνήματι θ. λειτουργίαν ιερούργησεν ο Αρχιερατικός Επίτροπος και μετά το πέρας αυτής ετέλεσε τον Αγιασμόν παρουσία του Ιερατείου και πολλών ευσεβών.
Η πανήγυρις της Πενθίλης.
Την 8ην Σεπτεμβρίου επανηγύρισε το εν Πενθίλη ναΰδριον του Γενεσίου της Θεοτόκου. Την θ. λειτουργίαν παρηκολούθησε μέγα πλήθος ευσεβών προσκυνητών εξ Αγιάσου και εξ άλλων χωρίων της νήσου.
Η Ύψωσις του Τιμίου Σταυρού.
Επί τη εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού εν τω Ι. Προσκυνήματι τη μεν παραμονή ετελέσθη πανηγυρικός εσπερινός συμμετέχοντος του ιερού Κλήρου της κωμοπόλεως, το δε πρωί της 14ης Σεπτεμβρίου ετελέσθη μετά μεγάλης λαμπρότητος και σεμνοπρεπείας παρουσία χιλιάδων προσκυνητών η τελετή της Υψώσεως του Τιμίου Ξύλου και η θ. λειτουργία προεξάρχοντος του Πανοσιολ. Πρωτοσυγκέλλου κ. Ιακώβου Κλεομβρότου, όστις και εκήρυξε τον θείον λόγον μετά την ανάγνωσιν του ιερού ευαγγελίου, αφορμηθείς από τε της εορτής και από του γεγονότος της εν Αγιάσω διαφυλάξεως τεμαχίου εξ αυτού του Τιμίου Ξύλου του ζωοποιού Σταυρού του Χριστού και παραινέσας τα πρέποντα ιδία τους έχοντας θεία ευνοία το προνόμιον τούτο κατοίκους της ωραίας κωμοπόλεως.
Η εθνική επέτειος της 4ης Αυγούστου.
Επί τη επετείω της εν τη διοικήσει του Κράτους από διετίας επελθούσης ιστορικής μεταβολής ετελέσθη εν τω Ι. Προσκυνήματι πανηγυρικώς διακοσμηθέντι πάνδημος δοξολογία τη 4η Αυγούστου μετέχοντος ολοκλήρου του ιερού Κλήρου της κωμοπόλεως. Κατ’ αυτήν ωμίλησεν επικαίρως ο Aρχιερατικός Επίτροπος.
Aναμορφωτικός "Ομιλος Νεανίδων.
Τη 2α Αυγούστου αφίκετο και εφέτος εις Αγιάσον αντιπροσωπεία του εν Aθήναις εδρεύοντος Αναμορφωτικού Ομίλου Νεανίδων προς ευλαβή επίσκεψιν του Ι. Προσκυνήματος. Την αντιπροσωπείαν ταύτην εδεξιώθη ο Aρχιερατικός Επίτροπος, όστις εδέχθη τα μέλη αυτής εις το μυστήριον της ιεράς Εξομολογήσεως και ετέλεσε χάριν αυτών την θ. λειτουργίαν την πρωίαν της 4ης Αυγούστου, ημέρας αναχωρήσεώς των. Προ της αναχωρήσεώς της η εν λόγω αντιπροσωπεία παρηκολούθησεν εν Μυτιλήνη την εν τω Μητροπολιτικοί ναώ τελεσθείσαν επί τη εορτή της 4ης Αυγούστου δοξολογίαν, μεθ’ ην ανελθούσα εις το Μητροπολιτικόν μέγαρον εγένετο δεκτή υπό του Πανοσιολ. Πρωτοσυγκέλλου κ. Ιακώβου, δια του οποίου διεβίβασε τα σέβη αυτής προς τον απουσιάζοντα την στιγμήν εκείνην Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην.
Θείον Κήρυγμα και Εξομολόγησις.
Τον θείον λόγον εκήρυξεν εν τω Ι. Προσκυνήματι ο ημέτερος Διευθυντής κατά τας Κυριακάς των μηνών Αυγούστου και Σεπτεμβρίου και κατά τας εσπερινός παρακλήσεις του Δεκαπενταυγούστου συμφώνως προς το δημοσιευθέν εν τω προηγουμένω τεύχει πρόγραμμα.
- Ο αυτός εδέχθη κατά τας παραμονάς της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου τους ευσεβείς προσκυνητάς εις το μυστήριον της Ιεράς Εξομολογήσεως.
Γραπτόν Κήρυγμα.
Επ’ ευκαιρία των πανηγύρεων του Ι. Προσκυνήματος εξεδόθη δαπάναις τούτου ειδικόν φύλλον της «Φωνής Κυρίου» περιέχον το υπό του ημετέρου Διευθυντου συνταχθέν γραπτόν κήρυγμα της εορτής της Υπεραγίας Θεοτόκου. Το φύλλον τούτο διενεμήθη εις πολλάς χιλιάδας αντιτύπων δωρεάν ανά τους ναούς της επαρχίας Μυτιλήνης και προς τους εις Αγιάσον συρρεύσαντας ευλαβείς προσκυνητάς.
Καλλιτεχνικαί εργασίαι.
Το περί την ανευρεθείσαν θαυματουργόν εικόνα του Ι. Προσκυνήματος τοποθετηθέν αργυρούν επίχρυσον πλαίσιον εφιλοτέχνησεν ο εν Μυτιλήνη χρυσοχόος κ. Ευάγγελος Κουγιουμτζής, επί σχεδίου ληφθέντος εκ φωτογραφίας παλαιοχριστια-
νικού γλυπτού του βυζαντινού μουσείου ευγενώς υπό τούτου παραχωρηθείσης. Εις τον αυτόν τεχνίτην οφείλεται και η κατά το παρελθόν έτος γενομένη επιτυχεστάτη επισκευή του επιχρύσου καλύμματος της άλλης παλαιάς εικόνος της Θεομήτορος, όπερ ευχερώς ήδη ανοιγόμενον επιτρέπει την μελέτην της όπισθεν αυτού θαυμασίας εικόνος. - Αι παρά των ευσεβών συμπολιτών προσφερθείσαι τω Ι. Προσκυνήματι παλαιαί εικόνες ετέθησαν εις κοινήν προσκύνησιν τοποθετηθείσαι ασφαλώς εν αυτώ τω ναώ εντός καλλιτεχνικών προθηκών μετά των ονομάτων των αφιερωτών επί αργυρών πλακών κεχαραγμένων.
Ευσεβείς εισφοραί.
Υπέρ του Ι. Προσκυνήματος προσέφεραν επί ταις εορταίς του Δεκαπενταυγούστου ο κ. Βέρας δολλ. 100, η κυρία Νάκα δρ. 5.000, ο κ. Σουρλάγκας δρ. 2.000, ανώνυμος πτωχή πρόσφυξ επί τούτω ελθούσα εκ Πειραιώς δρ. 3.000 και πλείστοι άλλοι μικρότερα άλλα ποσά.
ΑΓΙΑ
ΣΙΩΝ
ΜΗΝΙΑΙΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΑΣΩ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ ΙΕΡΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΊΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑΣ ΑΥΤΟΥ ΕΥΛΟΓΙΑΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ κ. ΙΑΚΩΒΟΥ
ΕΤΟΣ
Β’
ΑΡΙΘΜ. 5
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ
Πρωτοπρεσβύτερος
1938
ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ
ΤΟ ΙΩΒΗΛΑΙΟΝ ΤΟΥ ΑΡΧΙΘΥΤΟΥ
ΟΣεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μυτιλήνης κ. Ιάκωβος
συνεπλήρωσεν εφέτος τριακονταετίαν από της εις Αρχιερέα χειροτονίας Του και δικαίως ο τε Ιερός Κλήρος και ο ευσεβής λαός της Θεοσώστου Επαρχίας Του πανηγυρίζουσι το ευφρόσυνον γεγονός επ' ευκαιρία και της συμπιπτούσης κατά τον μήνα τούτον επετείου εορτής του σεπτού ονόματος του Ποιμενάρχου. Aπό της μαρτυρικής Μητροπόλεως Σμύρνης, εν τη οποία προήχθη εις το αρχιερατικόν αξίωμα ως βοηθός Επίσκοπος του αειμνήστου Μητροπολίτου Βασιλείου, μέχρι του Δυρραχίου και της Κορυτσάς, όπου εθυσίασεν εις τον βωμόν της Θρησκείας και της Πατρίδος τα έτη της ακμής της ηλικίας του, έως της ευτυχούς Μυτιλήνης, εν τη οποία αφήκε να εκχυθώσιν όλοι της πολυπαθούς πείρας Του οι θησαυροί, ο Σ. Μητροπολίτης Ιάκωβος υπήρξε πάντοτε και είναι το υπόδειγμα του Καλού Ποιμένος, του ετοίμου να δώση την ζωήν Του υπέρ των προβάτων, του μη θέλοντος να αισθανθή ανάπαυσιν, εφ’ όσον γνωρίζει ότι ακόμη υπάρχουσι πάσχοντες τους οποίους δύναται αυτός κοπιάζων ν’ ανακουφίση, του μη αισθανομένου επ' ουδενί άλλω την χαράν και την απόλαυσιν ειμή εν τη επιμόνω εκτελέσει του καθήκοντος, του γνωρίζοντος να είναι αυστηρός εν τη γλυκύτητι και γλυκύς εν τη αυστηρότητι, να κρίνη πάντοτε ευστόχως και να δρα αποτελεσματικώς, να αγαπά τους πάντας και όχι απλώς να συγχωρή αλλά και να ευεργετή τους αδικούντας. Δια τούτο παντού οπόθεν διήλθεν ηγαπήθη μέχρι λατρείας υπό του ποιμνίου Του και ανεγνωρίσθη υπό πάντων των επαϊόντων η αξία Του.
Η «Αγία Σιών» ολοψύχως μετέχει της γενικής συγκινήσεως και της χαράς, και μετά θαυμασμού ατενίζουσα πάντοτε προς την αεικίνητον αγάπην και την ακατάβλητον πίστιν του Αρχιθύτου μετά ευγνωμοσύνης αναπολεί τα όσα Ούτος εμόχθησε και ειργάσθη και υπέρ της ωραίας ταύτης κωμοπόλεως της ευτυχησάσης να εγκλείη εν εαυτή το Πάνσεπτον της Θεοτόκου Προσκύνημα, αντικείμενον πάντοτε των ιδιαιτέρων αγρύπνων φροντίδων του Σ. Μητροπολίτου Ιακώβου, σχεδιάσαντος ν’ αναδείξη αυτό εις πρώτης δυνάμεως θρησκευτικόν εκπολιτιστικόν κέντρον και μετά ιδιαιτέρας στοργής παρακολουθούντος πάσαν - και την ελαχίστην - λεπτομέρειαν της εν ούτω και της περί αυτό ζωής. Εις τας φροντίδας και το ενδιαφέρον του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου οφείλεται εξ ολοκλήρου η σημερινή εμφάνισις του Ιερού Προσκυνήματος της Αγιάσου, είναι δ' εις θέσιν η «Αγία Σιών» να γνωρίζη τι τούτο στοιχίζει εις απασχόλησιν δια τον πάντοτε δι’ απείρων ποιμαντικών φροντίδων βεβαρυμένον Ποιμενάρχην. Aλλά και δι’ οποίων και oπόσων άλλων μέσων έχει ευεργετήση και ευεργετεί ο Σεβασμ. Μητροπολίτης τους χριστιανούς της Αγιάσου δεν τολμά να είπη εν λεπτομερείαις η «Αγία Σιών», διότι φοβείται, ότι θα στενοχωρήση μάλλον αντί να ευχαρίστηση τον ακούραστον Ευεργέτην, όσον και αν είναι δια τους κοινούς ανθρώπους ακατανόητοι αι του τοιούτου είδους στενοχωρίαι των μεγάλων ψυχών. Είθε ο Κύριος να μηκύνη επί πλείστον τα έτη της ευτυχούς και αγαθοποιού Ποιμαντορίας Του εις έπαινον της Εκκλησίας και εις δόξαν του Χριστού.
Η Α.Σ. ο Μητροπολίτης Μυτιλήνης κ. ΙΑΚΩΒΟΣ
ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΩΝ ΕΠΙΔΡΟΜΩΝ ΤΩΝ ΠΕΙΡΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΒΟΛΩΝ Του κ.ΣΤΡΑΤΗ Π.ΚΟΛΑΞΙΖΕΛΛΗ
Το δεύτερο τμήμα της ιστορίας της Αγιάσου (και έκτο της Πενθίλης) στη Βυζαντινή εποχή από τα 842, οπότε αναστηλωθήκαν οι εικόνες, έως τα 1335, οπότε η Λέσβος έγινεν ηγεμονία υπό τους Γενοβέζους Γατελούζους. Το Βυζαντινό κράτος στα πρώτα χρόνια αυτού του τμήματος, δηλ. επί της Μακεδονικής δυναστείας, ανέκτησε την προηγούμενη ακμή του, διότι επί Βασιλείου του Α' (867-886) νικηθήκαν οι Άραβες και οι Βούλγαροι, και ανακτηθήκαν η Κύπρος, η Κρήτη και άλλα μέρη, επί Βασιλείου δε του Β' (975-1025) κατελύθη το βασίλειο των Βουλγάρων. Aμέσως όμως μετά ταύτα άρχισεν η παρακμή. Το κράτος δεν μπορούσε να αποκρούση όλους τους κατ’ αυτού επερχομένους εχθρούς, τους επαναστατήσαντας Βουλγάρους, τους Σελτζούκους Τούρκους, οι οποίοι εγκατασταθήκαν στη Μικρά Ασία, και τις Ιταλικές δημοκρατίες, οι οποίες επεδίωκαν να εξασφαλίσουν εμπορικά προνόμια. Επί της δυναστείας των Κομνηνών πήρε πάλι μία λαμπρότητα, αλλά φαινομενική, διότι από τα 1096 και ύστερα ήρχοντο κατά διαλείμματα από τα μέρη της Ευρώπης Φράγκοι «σταυροφόροι», οι οποίοι το εκλόνισαν. Οι Φράγκοι αυτοί, ενώ έλεγαν, ότι πηγαίνουν να ελευθερώσουν τους ΑγίουςΤόπους από τουςμουσουλμάνους κατακτητάς αυτών, όταν ήρχοντο στο Βυζαντινό κράτος παρεξέκλιναν από τον αρχικό σκοπό των και εγίνοντο πρόξενοι πολλών κακών στους χριστιανούς της Ανατολής. Κατά την τετάρτη μάλιστα σταυροφορία (1204) κατέλαβον την Κων/πολη και κατέλυσαν το Βυζαντινό κράτος, ιδρύσαντες τη Λατινική Αυτοκρατορία της Aνατολής. Ο τότε Αυτοκράτωρ του Βυζαντίου Θεόδωρος Λάσκαρης έφυγε στη Νίκαια, όπου ίδρυσε την ελληνική Αυτοκρατορία της Νικαίας, και άλλοι δε Έλληνες σημαίνοντες ίδρυσαν την Αυτο-
κρατορία της Τραπεζούντος, το Δεσποτάτον της Ηπείρου και Αυτοκρατορία της Θεσσαλονίκης και το Δεσποτάτον της Πελοποννήσου. Aπό τα νέα αυτά ελληνικά κράτη η Αυτοκρατορία της Νικαίας στα 1261 κατέλαβε την Κων/πολη και επανίδρυσε τη
Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Η Λέσβος στην εποχή αυτού του τμήματος έζησε χρόνια δίσεχτα και βασανισμένα. Έπαθε μεγάλες καταστροφές κατά τις επιδρομές, πότε των Σαρακηνών (δηλ. των Aράβων της βορείου Aφρικής, της Ισπανίας και της Κρήτης, όχι των Aράβων της Αραβίας και Συρίας), πότε των Τούρκων της Μικράς Ασίας, πότε των Βενετών και άλλων Ευρωπαίων, οι οποίοι, άλλοτε διήρπαζον τα χωριά της βιαστικά και έφευγον, και άλλοτε εγκαθίσταντο σ’ αυτή πολύν καιρόν ως κυβερνήται, αναλόγως της αντιδράσεως
την οποίαν έφερε σ’ αυτούς ο στόλος των Βυζαντινών (η. Εκτός από τις καταστροφές, τις οποίες έπαθεν από τους πειρατάς, η Λέσβος στα χρόνια αυτού του τμήματος είχε και μεγάλες πολιτικές μεταβολές, και αλλαγές των καθεστώτων, και υποδουλώσεις. Στα 1204, όταν εκυριεύθη από τους Φράγκους η Κων/πολις, περιήλθε στη κυριαρχία των Φράγκων, και κατά τη διανομή του Βυζαντινού κράτους μεταξύ των νικητών έλαχε στο μερίδιο των Βενετών. Στα 1224, κατόπιν μιας μάχης, η οποία έγινε μεταξύ των Φράγκων και της Αυτοκρατορίας της Νικαίας, κατελήφθη από την Αυτοκρατορία της Νικαίας. Κατόπιν όμως, όταν έγινεν ειρήνη μεταξύ αυτών, παρεχωρήθη εις τους Φράγκους. Στα 1247, όταν ο πόλεμος επανελήφθη, κατελήφθη και πάλιν από την Ελληνική Αυτοκρατορία της Νικαίας (2), στα 1261 περιήλθε στην επανιδρυθείσα Ελληνική Βυζαντινή Αυτοκρατορία, και στα 1355 παρεχωρήθη από τον Αυτοκράτορα του Βυζαντίου Ιωάννη Παλαιολόγο στον τυχοδιώκτη Γενοβέζο Φραγκίσκο Γατελούζο ως δώρο κληρονομικό (φέουδο), επειδή τον βοήθησε να ανακτήση τον θρόνο του από τα χέρια του επιτρόπου του Ιωάννου Καντακουζηνού. Η Πενθίλη και Καρύνη, και όλα τα άλλα χωρία, τα οποία υπήρχαν τότε στην περιφέρειά των, έπαθαν μεγάλες καταστροφές από τους πειρατάς. Μονάχα τα «Δέκα Άντρια», και η Aγιάσος δεν έπαθαν τίποτε, γιατί δεν ήρθαν σ’ αυτά τα δύο καθόλου πειραταί σε καμμιά επιδρομή. Η σωτηρία των «Δέκα Aντρίων» απεδόθη από τους συγχρόνους στο πολύ δύσβατο του εδάφους της περιφερείας των, της δε Αγιάσου στη προστασία της πολιούχου Παναγίας των. Οι Aγιασώτες βλέποντες φανερή την προστασία αυτή ταύτισαν την Παναγία των «Αγιά Σώ», με την «Αγία Σωτείρα» (3), και τη Ζωοδόχο Πηγή, στην οποίαν έμενεν η «Aγιά Σώ», την ωνόμασαν και αυτή «Αγία Σωτείρα». Με το όνομα δε αυτό η Ζωοδόχος Πηγή λέγεται και έως σήμερα στο στόμα του λαού. Η Αγιάσος στα χρόνια αυτού του τμήματος ήτο μεν το θρησκευτικό κέντρο των Λεσβίων-Αιολέων, αλλά ήτο μικρή ως προς τον πληθυσμό, διότι η φυσική αύξησις των πέντε-δέκα οικογενειών, οι οποίες κατοικήσαν παρά τη σκήτη του ιερωμένου υπό το κράτος των πρώτων εντυπώσεων, τις οποίες τους προξενήσαν τα ιερά κειμήλια, ήτο μηδαμινή. Ήρχοντο μεν σ’ αυτή πολλοί προσκυνηταί, αλλά μετά το προσκύνημα όλοι επέστρεφαν στα χωριά των, όπως γίνεται και σήμερον στην Αγιάσο, στην Τήνο, και στα άλλα «προσκυνήματα», όπως εγίνετο και στα αρχαία χρόνια στους Δελφούς, στη Δήλο, στη Δωδώνη, οι οποίες, αν και ήσαν σπουδαία θρησκευτικά κέντρα των Ελλήνων, δεν έγιναν όμως μεγάλες πολιτείες. Τα πέντε-δέκα σπίτια, τα οποία κατά την (1) Βλ. Π. I. Σαμάρα «Επιδρομές στη Λέσβο», Μυτιλήνη, 1934 και «Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαιδεία» στη λέξη Μυτιλήνη. (2) Οικον. Σ. Τάξη «Συνοπτική ιστορία και τοπογραφία της Λέσβου», Κάιρον 1909. (3) Σωτήρ από τους χριστιανούς λέγεται ο Ιησούς. Σωτείρα λέγεται η Παναγία ως σώζουσα από κινδύνους και καταστροφές. Σώτειρα στα αρχαία χρόνια ελέγετο η θεά Aθηνά, η Άρτεμις κτλ.
δια την
A γρυ πνία ν
Ι . Κλήρου κ α τέρ χετα ι εις τον Ναόν της Π α να γία ς της παραμ ονής της εορτής (1938).
Ο Σεβασμ. Μ ητροπολίτης επί κεφ αλής του
παράδοση είχε η Αγιάσος κατά τον ένατον αιώνα, κατά τον 15ον έγιναν 16 κατά τον Aποστόλου, κατά τον 16ον 25, κατά τον 17ον 30, και κατά τον 18ον έγιναν 40. Τότε ο πληθυσμός αυτής αυξήθηκε, διότι μετοικήσαν σ’ αυτή πολλοί από τα χωριά της περιφερείας για να μη πληρώνουν φόρους στον Τούρκο Ναζίρη. Τα πρώτα σπίτια της Αγιάσου ήσαν μικρές καλύβες, καμωμένες με πλίνθους και με ξυλεία πεύκης και καστανέας, οι οποίες είχαν κεραμίδια στη σκεπή. Οι πλίνθοι και τα κεραμίδια εγίνοντο στο μέρος, στο οποίο σήμερα είνε ο «Κήπος του Γλεζέλη» παρά τον χείμαρρο της Περασιάς. Το υπέδαφος αυτού του Κήπου, καθώς και της Αγριάς, της Σωθήρας, του Καμπουδιού και του Προσφυγικού Συνοικισμού έως τον ανεμόμυλο του Μαυρηγιώτη ήτο (και σήμερα δε είνε) αργιλλώδες κοκκινόχωμα, κατάλληλο για την κεραμοποιία και την αγγειοπλαστική. Στο κεραμοποιείο αυτού του Κήπου εγίνοντο και τα κουμαράκια, τα οποία αγόραζαν οι προσκυνηταί για να βάζουν μέσα το Αγίασμα της Ζωοδόχου Πηγής, εγίνοντο και τα πήλινα «κουτρούπια» (δηλ. μεγάλα βάζα), μέσα στα οποία οι Αγιασώτες πάστωναν τα βουβαρίσια των. Πολύ αργότερα τα πήλινα αυτά «κουτρούπια» αντικατεστάθησαν με ξύλινα βαρέλια. Κατά τα υπό της παραδόσεως λοιπόν λεγόμενο, η αγγειοπλαστική, η κεραμοποιία και το πάστωμα των βουβαρισίων υπήρχαν στην Αγιάσο από τον καιρόν που πρωτοχτίσθηκε. Με τον καιρόν οι καλύβες της Αγιάσου έγιναν σπίτια με δύο πατώματα, από τα οποία το κάτω εχτίζετο με πλίνθους, και το επάνω εγίνετο με ξυλεία. Η χρησιμοποίηση των πλίνθων φανερώνει ότι δεν υπήρχον τότε στην Αγιάσο πετράδες και ασβεστάδες να χρησιμοποιήσουν τους αφθόνους βράχους της Περασιάς και Αγριάς. Οι πετράδες και ασβεστάδες ήρθαν με τους μετοίκους κατά τα 1700. Στα σπίτια αυτά εχτίζοντο και τοίχοι αψηλοί από τα θεμέλια έως τη σκεπή, με πλίνθους στην αρχή, αργότερα με πέτρες, αλλά μόνον εκεί, όπου επρόκειτο να γίνη η εστία (δηλ. το τζάκι, η γωνιά), στην οποίαν άναπταν φωτιά για να παρασκευάσουν το φαγητό, ή να θερμανθούν, εγίνοντο και εκεί όπου ενώνοντο δύο σπίτια για να μην ακούεται η μια οικογένεια από την άλλη, όταν ομιλή. Επί τουρκοκρατίας στα σπίτια αυτά ποοσετέθησαν από το μέρος του δρόμου και ξύλινοι εξέχοντες κλειστοί εξώσται, συνεχόμενοι με τα δωμάτια, οι οποίοι ωνομάζοντο σαχνισίνια, (στον ενικό το σαχνισίνι). Και επειδή οι δρόμοι ήσαν τότε πολύ στενοί, τα περισσότερα σπίτια άγγιζαν τα αντικρυνά των με τα σαχνισίνια των. Τέτοια σπίτια και τέτοιοι στενοί δρόμοι υπήρχαν στην Αγιάσο έως τα χρόνια μας. Τα πόσιμα νερά οι Αγιασώτες τα έπαιρναν με κουμάρια και λαγήνια χωρίς υδραγωγείο από τις πλησιέστερες πηγές, οι οποίες ευρίσκοντο παρά τον χείμαρρο της Περασιάς. Το καλοκαίρι όμως προτιμούσαν το νερό των πηγών του Απέσου ως ψυχρότερο, όπως το προτιμούν και σήμερα για την ίδια αιτία. Στις πηγές του Aπέσου έκαναν λάκκους, οι οποίοι, επειδή γέμιζαν με το νερό,
το οποίο ανέβρυζε από -έσω, δηλ. από μέσα από τη γη, από τον πυθμένα των, (όπως γεμίζει σήμερα η χαβούζα, δηλ. η δεξαμενή, της Καρύνης, και ο λάκκος, τον οποίον κάνουν σε μια πηγή του Aπέσου οι «περιβολάρηδες» του Κήπου της Παναγίας), πήραν το όνομα Απέσος. Αν και μερικοί παράγουν τον Aπέσο από τη λέξη απαίσιος, με τη σημασία του βαροστόμαχος. Για να δίδουν οι Αγιασώτες δωρεάν βοσκή στα υποζύγια των προσκυνητών, περιέφραξαν, (σε μεταγενεστέρους δε χρόνους περιτοίχισαν, την Σωτήρα (δηλ. το μεγάλο σωθήρι της Εκκλησίας), η οποία άρχιζε από την Περασιά και ανέβαινε έως το Καμπούδι, σήμερα δε είνε κτήμα της Κοινότητος. Η Σωθήρα σήμερα είνε άδενδρος και πετρώδης, την εποχή όμως εκείνη ήτο σκεπασμένη με θαμνώδεις πρίνους και άλλα άγρια δενδρύλλια, τα οποία αργότερα εξαφανισθήκαν από τους περιοικούντας κατά τις βαρυχειμωνιές· είχε και πολύ κοκκινόχωμα, το οποίο έξωρύχθη και μετεφέρθη στα κεραμοποιεία και αγγειοπλαστεία της Αγιάσου. Επειδή ο παρά την σκήτην χείμαρρος κατά τον Αποστόλου κάθε λίγο ξεχειλούσε από τις συχνές πλημμύρες, και υπήρχε φόβος να παρασυρθούν από το ρεύμα του τα οστά του αυτοκρατορικού ιερωμένου, ο όποιος είχε ταφή παρά τη σκήτη και τον χείμαρρο, οι Αγιασώτες πήραν τα οστά αυτά και τα μετέφεραν σε άλλο μέρος βορείως αψηλότερα. Κατά τον δωδέκατον δε αιώνα στο μέρος αυτό έχτισαν την πρώτη εκκλησία της Παναγίας. Στην εκκλησία αυτή μεταφερθήκαν τότε τα ιερά κειμήλια, στην εκκλησία αυτή έγίνετο πλέον το προσκύνημα των Λεσβίων-Αιολέων, στην εκκλησία αυτή μετοικήσαν οι καλόγηροι της Ζωοδόχου Πηγής, οι βοηθοί του ιερέως, οι οποίοι από δύο-τρείς που ήσαν, από τότε έγιναν έως δέκα και έκαναν την εντύπωση μοναστηρίου, το οποίο τότε επισημοποιήθη και ανεγνωρίσθη. Στην εκκλησία αυτή περιήλθε και ο Ξενώνας της Ζωοδόχου Πηγής, ο παρά την εξώθυραν του σημερινού Κήπου της Παναγίας ευρισκόμενος, και στους καλογήρους αυτής της εκκλησίας ανετέθη η συνέχισις της λειτουργίας του Ξενώνος. Εξακολουθούσε όμως να τιμάται και η Ζωοδόχος Πηγή, διότι ήτο η Πηγή του Αγιάσματος και ο τόπος, στον οποίον ευρίσκοντο το πρώτον τα ιερά κειμήλια. Για την εκκλησία της Παναγίας και για το μοναστήρι της θα επεκταθούμε στην επομένη παράγραφο, για να μη διακόψουμε τη συνέχεια της ιστορίας της Αγιάσου. Το νεκροταφείο των οι Αγιασώτες στην αρχή το είχαν στην αυλή της Ζωοδόχου Πηγής, παρά τη σκήτη, διότι εκεί είχε ταφή και ο αυτοκρατορικός ιερωμένος. Όταν έγινε η εκκλησία της Παναγίας, το νεκροταφείο των το μετέφεραν στην αυλή αυτής της εκκλησίας, διότι εκεί είχαν μεταφερθή και τα οστά του αυτοκρατορικού ιερωμένου. Εξακολουθούσαν δε να χρησιμοποιούν αυτό έως τα 1885, οπότε έγινε το νεκροταφείο της Περασιάς, το οποίο χρησιμοποιούν και έως σήμερα. Για την συγκοινωνία των με τη Μυτιλήνη χάραξαν ένα μονοπάτι χωρίς καμπές, το οποίο άρχιζε από την Ζωοδόχο Πηγή, ανέ-
βαινε στην εκκλησία της Παναγίας, προχωρούσε στο Σταυρί και κατέβαινε στην Καρύνη. Το μοναπάτι αυτό με τον καιρόν έγινε δρόμος πλάτους δύο περίπου μέτρων, ο όποιος, επειδή ήτο κατηφορικός, για να μη παρασύρωνται τα χώματά του από τις βροχές, στρώθηκε με πέτρες (καλντερίμι), και ωνομάσθη η «πατουμένη της Αγιάσου». Με το όνομα δε αυτό λέγεται και σήμερα αυτός ο δρόμος. Δρόμος αυτού του πλάτους και στρωμένος με πέτρες υπάρχει σήμερα ένας στην Περασιά, ο όποιος πηγαίνει στον Άγιο Δημήτρη, άλλος στο Καμπούδι παράλληλα στον αμαξόδρομο, ο δρόμος που πηγαίνει στα Άντρια κτλ. Όταν κατά τα 1700 μεγάλωσε η Αγιάσος, ο δρόμος αυτός έγινε πλατύτερος, και κανείς δεν ξέρει πόσες φορές επεσκευάσθη έως σήμερα, διότι είνε η κυριωτέρα αρτηρία της συγκοινωνίας της Αγιάσου. Παρά τον δρόμον, ο οποίος ευρίσκετο μεταξύ της Ζωοδόχου Πηγής και της εκκλησίας της Παναγίας, έχτιζαν στην αρχή τα καινούργια σπίτια των, διότι προς εκείνο το μέρος ήτο η εκκλησία της Παναγίας. Στο μέσον δε αυτού του δρόμου, δηλ. στο τρίστρατο το οποίο σήμερα λέγεται «Πουλίμι», έκαναν την αγορά των, η οποία όταν μεγάλωσε η Αγιάσος κατά τα 1700 και άπλωσε προς τα επάνω, ανέβη αψηλότερα και περιέβαλε την εκκλησία, την οποία περιβάλλει και έως σήμερα. Κατά τις επιδρομές των πειρατών ο Βυζαντινός στρατός της Λέσβου, καθώς οι κάτοικοι των χωρίων της περιφερείας της Αγιάσου, επροφυλάσσετο με τα μέσα, τα οποία εξεθέσαμε στα «χρόνια των Aράπηδων». Επί πλέον αυτή την εποχή, ο μεν Βυζαντινός στρατός της Λέσβου έχτισε ένα μικρό κάστρο πάνω στη Βίγλα του Καστέλλι, η οποία ήτο μικρής εκτάσεως, (όχι δε και πάνω στη Βίγλα του Ξυλόκαστρου, γιατί ήτο εκτεταμένη), και ωργάνωσε τους Βιγλάτορας, οι δε Αγιασώτες έκρυψαν επί αιώνας τα κειμήλια και αψήλωσαν τους τοίχους της αυλής της εκκλησίας των. Το κάστρο του Καστέλλι και οι Βιγλάτορες ετέθησαν υπό την προστασίαν του Ταξιάρχη Aρχιστρατήγου (Μιχαήλ και Γαβριήλ). Οι Βιγλάτορες σ’ αυτό το κάστρο δεν ήσαν πλέον απλοί παρατηρηταί, ειδοποιούντες τους κατοίκους με συνθήματα, όπως στα χρόνια των Aράπηδων, αλλά στρατιώται γυμνασμένοι, ωπλισμένοι, εφωδιασμένοι με τροφές και με νερό, και υποχρεωμένοι να υπερασπίζουν με θυσία της ζωής των τα γυναικόπαιδα και τις κοπέλλες, οι οποίες κατέφευγαν εκεί και στη Σπηλιάδα. Στο μέσον του κάστρου έγινε μια δεξαμενή, για να μαζεύωνται σ’ αυτή τα βρεχάμενα νερά. Η δεξαμενή αυτή πολλές φορές επεσκευάσθη - από τότε έως σήμερα. Η άλλη όμως δεξαμενή, η οποία βρίσκεται σήμερα παρά την είσοδο του κάστρου δεξιά, κλειστή ωσάν πηγάδι, έγινε επί των ημερών μας από το Αναγνωστήριο της Αγιάσου «Η Aνάπτυξις», όπως φαίνεται και από την επιγραφή, η οποία είνε χαραγμένη πάνω στη μαρμάρινη κουλούρα, η οποία βρίσκεται στο στόμιο αυτού του πηγαδιού. Νεκροταφείο για τους Βιγλάτορας εχρησιμοποιείτο το περί το εξωκκλήσι του Αγίου Βασιλείου μέρος, γι’ αυτό και κατά τις μεγάλες εκσκαφές της γης οι οποίες
έγιναν προ ετών σ’ αυτό το μέρος, βρεθήκαν τάφοι πτωχικοί. Όταν οι Βενετοί κατέλαβον τη Λέσβο επί Φραγκοκρατίας, χρησιμοποίησαν αυτό το κάστρο, επεσκεύασαν το ανατολικό του τμήμα γι’ αυτό και αυτό το τμήμα διατηρείται καλύτερα. Ας έρθωμε τώρα στο κρύψιμο των ιερών κειμηλίων. Αυτό, όπως είπαμε, προήλθε από τον φόβο της διαρπαγής αυτών από τους πειρατάς. Κατά την προφορική διαθήκη του αυτοκρατορικού ιερωμένου οι Σκευοφύλακες της σκήτης ήσαν ελεύθεροι, άμα ανεστηλώνοντο οι εικόνες, να εκθέσουν εις κοινήν θέαν τα κειμήλια. Μόλις λοιπόν αναστηλωθήκαν οι εικόνες (842), τα εξέθεσαν εις φανερόν προσκύνημα. Επειδή όμως εννέα χρόνια μετά την αναστήλωση (δηλ. στα 851) επέδραμον Σαρακηνοί στη Λέσβο, επειδή ύστερα από αυτούς ήρθαν κατά διαλείμματα και άλλοι πειραταί, επειδή έγιναν στη Λέσβο μεγάλες πολιτικές μεταβολές, και αλλαγές των καθεστώτων, και υποδούλωση εις τους Βενετούς, οι Σκευοφύλακες της σκήτης, και αργότερα της εκκλησίας της Παναγίας, έκρυψαν από φόβο τα ιερά κειμήλια σ’ όλα σχεδόν τα χρόνια αυτού του τμήματος. Με το μακροχρόνια κρύψιμο των κειμηλίων δημιουργήθηκε μία παράδοσις, κατά την οποία τα ιερά κειμήλια έπρεπε να είνε πάντοτε κρυμμένα, και να περιβάλλωνται με ένα αδιαφανή πέπλο μυστηρίου. Η παράδοσις αυτή, μεταβιβαζομένη από τον ένα Σκευοφύλακα στον διάδοχό του, διετηρήθη έως τα 1938, οπότε απεκαλύφθησαν τα κειμήλια. Και ναι μεν σωθήκαν τα κειμήλια κρυμμένα μέσα στους κρυψώνας, αλλά και η υγρασία των κρυψώνων κατέστρεψεν ένα μέρος από τα κειμήλια Τρεις ήσαν οι κύριοι κρυψώνες δια τα κειμήλια. Ο ένας ευρίσκετο μέσα στο δεύτερο σπίτι βορείως της Ζωοδόχου Πηγής παρά τον δρόμο, ο όποιος ανεβαίνει στην εκκλησία της Παναγίας, εκεί που διασταυρώνονται οι δρόμοι μπροστά στην είσοδο του σημερινού καφενείου της Ζωοδόχου Πηγής. Ο δεύτερος ευρίσκετο στα υπόγεια των κελλίων της εκκλησίας της Παναγίας κάτω από το Συνοδικό και το κηροπωλείο της, και ο τρίτος πίσω από την εικόνα της Παναγίας του εικονοστασίου της ίδιας εκκλησίας. Ο πρώτος κρυψώνας, ο παρά την Ζωοδόχον Πηγήν, σήμερα δεν υπάρχει. Υπήρχεν όμως στα χρόνια των πατέρων μας, οι οποίοι και τον περιέγραφαν. Ένας τοίχος του σπιτιού αυτού, μας έλεγαν, από το μέσα μέρος, εκεί που ενωνόταν αυτό το σπίτι με τα άλλα, ήτο χτισμένος επίτηδες διπλός από τα θεμέλια έως τη σκεπή. Οι δύο ούτοι παράλληλοι και πλησίον αλλήλων ευρισκόμενοι τοίχοι σχημάτιζαν ένα στενόμακρο, βαθύ και ολοσκότεινο πηγάδι, το οποίο συγκοινωνούσε με το άλλο σπίτι μονάχα μια τρύπα του ορόφου της σκεπής. Το βάθος αυτού του πηγαδιού ήταν ο κρυψώνας, στο βάθος αυτό κατέβαινε με ανεμόσκαλα κάθε πρωί ο Σκευοφύλαξ και άναβε μπροστά στα κειμήλια ακοίμητο καντήλι. Ο κρυψώνας αυτός έγινε σ’ αυτό το σπίτι, διότι στο μέρος αυτό, όταν ακόμη ήτο δασωμένο, ο αυτοκρατορικός ιερωμένος είχε κρυμμένα τα ιερά κειμήλια, επί πλέον δε, την
Εις το προαύλιον του Ιερ ο ύ Π ροσκυνήματος την παραμονήν της 15 Α υ γούστου 1938.
εποχήν που εχτίζετο το σπίτι αυτό, ήτο σπίτι του Σκευοφύλακος της σκήτης. Ο δεύτερος κρυψώνας, ο οποίος ευρίσκετο στα υπόγεια του Συνοδικού και του κηροπωλείου της εκκλησίας της Παναγίας, μετακτιζόμενος κατά τις μετακτίσεις των κελλίων αυτής της εκκλησίας, υπάρχει έως σήμερα και είνε αρκετά λαβυρινθώδης, υγρός και σκοτεινός. Ο τρίτος κρυψώνας πίσω από την εικόνα της Παναγίας του εικονοστασίου της ιδίας εκκλησίας ήτο ένα ορθογώνιο ξύλινο κιβώτιο, το οποίο είχε τις διαστάσεις της εικόνος, ήτο από το πίσω μέρος της εικόνος καλά προσαρμοσμένο, σφιχτοδεμένο με πολλές βελόνες και καρφιά και επικαλυμμένο με βελούδο. Μονάχα το μεγάλο πάχος της εικόνος του εικονοστασίου το επρόδιδε. Το κιβώτιο αυτό έγινε στα 1887, όταν επεχρυσώνετο το ασημένιο επικάλυμμα της Παναγίας του εικονοστασίου (4), υπάρχει δε και σήμερα στην ίδια θέση. Κατά τα πρώτα χρόνια η «Παναγιά του Λουκά» και τα λοιπά κειμήλια εκρύπτοντο μέσα στον κρυψώνα, ο οποίος ευρίσκετο παρά την Ζωοδόχον Πηγήν, όταν δε έγινεν η εκκλησία της Παναγίας, εκρύπτοντο μέσα στον κρυψώνα, ο οποίος ευρίσκετο στα υπόγεια των κελλίων αυτής της εκκλησίας. Aλλά και πάλιν κατά τις δύσκολες εποχές μετεφέροντο κρυφά τη νύχτα στον παρά την Ζωοδόχον Πηγήν κρυψώνα, ο οποίος εθεωρείτο ασφαλέστερος, γι’ αυτό και διετηρήθη έως τα χρόνια των πατέρων μας. Τέλος στα 1887, οπότε επεχρυσώθη το επικάλυμμα της Παναγίας του εικονοστασίου, βγήκαν τα κειμήλια από τα υπόγεια της εκκλησίας, η δε αρχαία εικόνα περιτυλιχθείσα μέσα σε τραπεζομάνδηλο, βουτηγμένο σε κηρί, σφηνώθηκε πίσω από την εικόνα της Παναγίας του εικονοστασίου μέσα στο ξύλινο κιβώτιο, όπου έμεινεν έως τα 1938, οπότε απεκαλύφθη. Εξ αιτίας των πολλών επιδρομών των πειρατών, οι Αγιασώτες, αν και σε καμμιά από αυτές δεν προσεβλήθησαν, έχτισαν όμως γύρω στην αυλή της εκκλησίας της Παναγίας, όπου δεν υπήρχον χτισμένα κελλιά για τους καλογήρους, τοίχοι αψηλοί, για να μη μπορούν να μπουν μέσα με ευκολία οι πειραταί, και προσέλαβαν στην υπηρεσία της εκκλησίας και ένα φύλακα. Οι τοίχοι αυτοί μετακτιζόμενοι υπήρχαν για παρομοία αιτία και επί Τουρκοκρατίας, υπάρχουν δε έως σήμερα. Μόλις στα 1938 κατεδαφίσθη ένα μέρος αυτών στην Άνω Aγοράν και αντικατεστάθη με κιγκλίδωμα. Σε ένα αψηλό μέρος αυτών των τοίχων παρά την κυρίαν εξώθυραν υπήρχεν ένα παράθυρο, το οποίο χρησίμευεν ως παρατηρητήριο, από το οποίο ο φύλακας, (είτε καλόγηρος ήτο, είτε λαϊκός), έβλεπε κατά την νύκτα ποίος κτυπά την εξώθυρα, και μάθαινε τι θέλει. Ένα τέτοιο παρατηρητήριο υπάρχει έως (4) Στο υπ' αριθμ. 1-2 τεύχος της «Αγίας Σιών», έτος Β' (Iούνιος Iούλιος) στη σελίδα 33 αναφέρεται κατά λάθος η χρονολογία 1882 αντί 1887. Η τελευταία είνε χαραγμένη και πάνω στο επιχρυσωμένο επικάλυμμα της εικόνος της Παναγίας.
σήμερα παρά την εξώθυρα της Κάτω Aγοράς. Για να ανεβή ο φύλακας στο παρατηρητήριο υπάρχει μία κλίμακα μαρμάρινη μεταξύ του Συνοδικού και της παλαιάς βρύσης, η οποία αχρηστεύθηκε.
ΤΟ ΠΕΡΙΣΩΘΕΝ ΠΑΛΑΙΟΝ ΑΡΧΕΙΟΝ ΤΟΥ
Ιερο Υ
ναο
Υ
t ησ
a Γιασ ου
(*)
Πρωτοπρ. ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ
[6]
159) 160) 161) 162) 163)
παν α Γιας
Διαθήκη Μαρίας Γεωργαλά. 1834 Φεβρουαρίου 6. Διαθήκη Κοντέλη Τύρου. 1834 Μαρτίου 28. Διαθήκη Γρηγόρη Κλήμη. 1834 Aπριλίου 29. Διαθήκη Δουκάκη Κρητικού. 1834 Ιουλίου 1. Αφοριστικόν έχον ως εξής: «Πανοσιώτατοι Ιερομό-
ναχοι οι ψάλλοντες εις την χώραν Αγιάσου, χρήσιμοι Γέροντες, και λοιποί πάντες ευλογημένοι χριστιανοί: Χάρις είη υμίν και ειρήνη παρά Θεού: Οι Επίτροποι της αυτόθι Εκκλησίας εζήτησαν το παρόν Αφοριστικόν εις φανέρωσιν και μαρτυρίαν αληθείας. Γράφοντες γούν αποφαινόμεθα ως από μέρους του Σεβασμιωτάτου ημών Γέροντος, ίνα όσοι κατακρατούν και οικειοποιούνται τα χωράφια της Εκκλησίας εις το κρύον νερόν, ή τα παιδιά του... (1) ή άλλοι, αν δεν τα ομολογήσουν, και τα επιστρέψουν εις την Εκκλησίαν, και όσοι ηξεύρουν την περί τούτων αλήθειαν, αν δεν μαρτυρήσουν εν φόβω Θεού αφωρισμένοι υπάρχωσιν ως από στόματος της Σεβασμιότητος του, και κατηραμένοι και ασυγχώρητοι, και άλυτοι μετά θάνατον∙ η οργή του Θεού είη επί τας κεφαλάς αυτών, και προκοπήν μη ίδοιεν, έχοντες και τας αράς πάντων των αγίων της Εκκλησίας, έως ου παύσωσιν ως άνωθι.,αωλδ' Ιουλίου η'. Ο του Αγίου Μυτιλήνης Γραμ. Καλλίνικος:» 164) Διαθήκη Ρούσης Δημήτρη Μπονέλη. 1834 Σεπτεμβρίου 8. 165) Διαθήκη Ελενούδας Θαλασσίνα. 1835 Ιανουαρίου 2. 166) Διαθήκη Αμήρησας Σπυρέλη. 1835 Ιανουαρίου 25. 167) Πωλητήριον κτήματος του Γιάννη Aργύρη «προς το κοινόν» της Aγιάσου. 1835 Μαρτίου 14. 168) Διαθήκη Γρηγόρη Xατζηφιλιππή. 1836 Aπριλίου 31 (;). 169) Διαθήκη Φωτεινού Ταγέλη. 1836 Ιουνίου 30. 170) Διαθήκη Αμήρισας Γυμνιαδέλη. 1836 Ιουνίου 30. 171) Διαθήκη Σκαρλάτης. 1836 Ιουλίου α'. 172) Διαθήκη Κωνσταντή Τζαπαλέλη. 1836 Ιουλίου 2. 173) Διαθήκη Παναγιώτου Ρουκέλη. 1836 Ιουλίου 2. 174) Διαθήκη Αμύρσας Μανωλάκη. 1836 Ιουλίου 2. 175) Δύο σημειώματα, σχέδια, προφανώς, διαθηκών, υπό ημερομηνίαν αμφότερα 1836 Ιουλίου 2, το μεν του Στρατήγη Αντώνη Ρουκέλη, το δε της Ελενούδας Χατζέλη. *)( Συνέχεια από σελ. 15. (1) Παραλείπομεν το όνομα.
[Συνεχίζεται]
Ο συγγραφεύς της «Θεοτοκιάδος»
Μ. Οικονόμος ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Ν. ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΣ.
Η σύγχρονος Θεομητορική φιλολογία
Η «ΘΕΟΤΟΚΙΑΣ» ΤΟΥ ΑΙΔ. ΚΩΝ. ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΥ Εις τους αναγνώστας της «Αγίας Σιών» είναι ήδη γνωστόν τμήμα της «Θεοτοκιάδος» του Αιδεσιμ. Μ. Οικονόμου Κ. Καλλινίκου εξ όσων εξ αυτής ανεδημοσιεύθησαν επ' ευκαιρία της εορτης της Κοιμήσεως της Θεοτόκου εις τα δύο προηγούμενα τεύχη. Το όλον λαμπρόν έργον απαρτίζεται εκ δύο μερών, ων το μεν πρώτον, η κυρίως «Θεοτοκιάς», περιέχει εις στίχους οφειλομένους εις τον ποιητικόν κάλαμον του συγγραφέως ολόκληρον την ζωήν της Μητρός του Κυρίου επί τη βάσει των περί αυτής χριστιανικών παραδόσεων, το δε δεύτερον περιέχει «επιστασίας επί της Θεοτοκιάδος», εν ταις οποίαις ο συγγραφεύς υποδεικνύει τας πηγάς, αφ' ων ηρύσθη τας εμπνεύσεις του Έπους της «Θεοτοκιάδος» του, και ανακρίνει αυτάς ιστορικώς και φιλολογικώς, αποκαθιστών την περί του βίου της Θεοτόκου ιστορικήν αλήθειαν και παρέχων ανάγλυφον την ορθόδοξον εικόνα της μορφής της Θεομήτορος. Το Έπος της «Θεοτοκιάδος» εδημοσιεύθη τμηματικώς εν τη «Αναπλάσει», ανεδημοσιεύθη δε εις ίδιον κομψόν τεύχος εν Aλεξανδρεία, προστεθεισών εις αυτό και των πεζών «επιστασιών». Το Έπος αποτελείται εκ 17 ασμάτων, ων υπόθεσις είναι τα σπουδαιότατα γεγονότα του βίου της Παρθένου, ήτοι: α') Γέννησις, β') Εισόδια, γ') Μνηστεία, δ') Ευαγγελισμός, ε') Επίσκεψις, στ') Δοκιμασία, ζ') Βηθλεέμ, η') Ιησούς, θ') Εκκλησιασμός, Γ) Μάγοι, ια') Φυγή, ιβ') Ναζαρέτ, ιγ') Κανά, ιδ') Γολγοθάς, ιε') Αποκαθήλωσις, ιστ') Κοίμησις, ιζ') Μετάστασις. Αι δ’ επ' αυτών Επιστασίαι, πλούσιοι εις φιλολογικάς και ιστορικάς ειδήσεις και γλαφυραί την έκθεσιν, όπως όλα τα έργα του πατρός Καλλινίκου, αποτελούσι σπουδαιοτάτην συμβολήν την πρώτην, καθ’ όσον γνωρίζω, εκ των συγχρόνων εις την γλώσσαν μας- εις την ορθόδοξον Θεομητορικήν φιλολογίαν. Δεν είναι χρήσιμοι μόνον δια τους θεολογούντας, αλλ' αποτελούσι σπουδαίον βοήθημα και δια πάντα επιθυμούντα να εισαχθή εις την μελέτην της πλουσιωτάτης Θεομητορικής ποιήσεως. Eξετάζονται λοιπόν εν τω τμήματι τούτω του έργου πάσαι αι σχετικαί προς την ζωήν της Θεοτόκου παραδόσεις και δη, αφ' ου εν αρχή καθαρισθή η πραγματική αξία των από των Aποκρύφων Ευαγγελίων ειδήσεων, αναλύονται είτα ιστορικώς και φιλολογικώς αι εν τη εκκλησιαστική ποιήσει εξυμνηθείσαι θεομητορικαί εορταί. Η «Θεοτοκιάς» θα έπρεπε να κυκλοφορήση ευρύτερον μεταξύ των μεμορφωμένων τάξεων της ελληνικής κοινωνίας και ν’ αποτελέση αναπόσπαστον σύντροφον των ιεροκηρύκων και των κληρικών και παντός ασχολουμένου εις την ορθόδοξον λατρείαν. Ε. Γ. Μ.
ΧΡΟΝΙΚΑ ΕΟΡΤΙΟΣ ΠΑΡΑΙΝΕΣΙΣ Aριθμ, πρωτ. 108.
Εν Αγιάσω, τη 20ή Οκτωβρίου 1938. Προς τους
ευλογημένους Ενορίτας των Ιερών Ναών της Περιφερείας.
Εφέτος η Εκκλησία Μυτιλήνης μαζί με την ονομαστικήν εορτήν του Σεβασμ. Μητροπολίτου μας κυρίου Ιακώβου εορτάζει και την τριακονταετίαν της Αρχιερωσύνης Του. Μ’ όλον που ο ίδιος από μετριοφροσύνην ηθέλησε να κρατήση μυστικόν το γεγονός, δια να μη γίνη θόρυβος γύρω από το όνομά Του και από την δράσιν Του, εκείνοι που τυχαίως το επληροφορήθησαν δεν ήτο δυνατόν ν’ αφίσουν να περάση απαρατήρητον. Διότι αυτά τα τριάκοντα έτη, κατά τα οποία ο Μητροπολίτης μας υπηρέτησε την Εκκλησίαν του Χριστού ως Αρχιερεύς, είναι γεμάτα από αγώνας και από θυσίας δια το καλόν των χριστιανών Του και είναι ένα κομμάτι από την δυσκολωτέραν περίοδον της συγχρόνου ζωής της Εκκλησίας και του Έθνους, εις την οποίαν ο Χριστουπόλεως κατ’ αρχάς, Δυρραχίου έπειτα και Μυτιλήνης τώρα Μητροπολίτης Σεβασμ. Ιάκωβος έπαιζε ένα από τα σπουδαιότερα πρόσωπα και αφήκε παντού, από όπου επέρασε, πλουσίους τους καρπούς των αγώνων και των θυσιών Του. Ο Βασιλεύς Τον ετίμησε με τα μεγαλύτερον παράσημον που έχει, και το Σερβικόν Ορθόδοξον Έθνος Του έχει κάμει επίσης την ιδίαν τιμήν και όλαι αι εκκλησιαστικοί κορυφαί της Ορθοδοξίας Τον σέβονται και Τον εκτιμούν, παντού δε είναι γνωστόν το όνομά Του ως Ιεράρχου που δεν ζη παρά μόνον δια να εξυπηρετή τους χριστιανούς Του. Ημείς, όσοι έχομεν την μεγάλην τιμήν να συνεργαζώμεθα μαζί Του, γνωρίζομεν πόσον πονεί και πόσον αγωνιά δια να επιτύχη ό,τι επιτυγχάνει υπέρ των χριστιανών Του, και καθημερινώς διδασκόμεθα από την πίστιν Του, από την επιμονήν Του, από την αισιοδοξίαν Του, από την ανεκτικότητα και την μακροθυμίαν Του, από την αυταπάρνησίν Του. Δι’ αυτό και υπερπηδά πάντοτε οσαδήποτε εμπόδια και αν παρουσιασθούν εις τον ευεργετικόν Του δρόμον, και δι’ αυτό όσοι συνεργάζονται μαζί Του δεν κουράζονται ποτέ, και δι’ αυτό όσοι Τον πλησιάζουν αισθάνονται πάντοτε ανακούφισιν και ενθουσιασμόν. Ευτυχής η Εκκλησία της Μυτιλήνης η αξιωθείσα να έχη τοιούτον Ποιμενάρχην και δικαιοτάτη είναι η αφοσίωσις, την οποίαν αισθάνεται δια το πρόσωπον Του ολόκληρος ο Κλήρος και ο Λαός της επαρχίας, μ’ ευγνωμοσύνην δε παντού αναφέρεται το όνομά Του. Τα αισθήματα αυτά ολοκλήρου της επαρχίας
τα συμμερίζονται ασφαλώς και οι ευσεβείς χριστιανοί των ενοριών της Περιφερείας μας και είμαι βέβαιος ότι ανταποκρίνεται απολύτως εις τας διαθέσεις όλων η πρωτοβουλία των ευλαβεστάτων εφημερίων δια τον εορτασμόν. Ας ευχαριστήσωμεν εξ όλης καρδίας τον Ουράνιον Ιδρυτήν και Αρχηγόν της Εκκλησίας δια την ιδιαιτέραν εύνοιάν Του προς την επαρχίαν μας, δια το γεγονός ότι τοιούτον έχομεν Αρχιερέα. Aς δοξολογήσωμεν τον Ύψιστον δια τα αγαθά, των οποίων ο Αρχιερεύς ημών έγινε πρόξενος εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν εν γένει και ιδιαιτέρως εις την επαρχίαν μας κατά το διάστημα της πρώτης ταύτης τριακονταετίας της Αρχιερωσύνης Του, και ας δεηθώμεν του Κυρίου, όπως διαφυλάττη Αυτόν «σώον, έντιμον, υγιά, μακροημερεύοντα και ορθοτομούντα τον λόγον της Aληθείας». Η δε του Θεού χάρις δια των ευχών και ευλογιών του Σεβασμ. Μητροπολίτου ημών Κυρίου Κυρίου Ιακώβου είη μετά πάντων. Ο Aρχιερατικός Επίτροπος Αγιάσου + ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ, Πρωτοπρεσβύτερος
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ
της κατά το έτος 1938-1939 εν τω Ιερώ Προσκυνήματι της Υπεραγίας Θεοτόκου Κατηχητικής Εργασίας. Α' ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΑΝΗΛΙΚΩΝ
Άρχονται από της 12ης Οκτωβρίου 1938. Η διδασκαλία γίνεται εν ταις αιθούσαις των Σχολείων.
α ) Κατώτερα Κατηχητικά Σχολεία
1) Δια τους μαθητάς των τάξεων Δ', Ε' και ΣΤ' των Δημοτικών Σχολείων, εκάστην Τετάρτην, 2-4 μ. μ. 2) Δια τους μαθητάς της Aστικής Σχολής, εκάστην Πέμπτην, 2-3 μ. μ. Εις τα σχολεία ταύτα διδαχθήσεται η ύλη της σειράς «Ο Παράκλητος» του προγράμματος της «Ζωής».
β ) Μέσον Κατηχητικόν Σχολείον
Δια τους μαθητάς του Ημιγυμνασίου, εκάστην Πέμπτην, 3-4 μ. μ. Διδαχθήσεται η ύλη της σειράς «Ο Θεός και τα τέκνα Του» του προγράμματος της «Ζωής». Β' ΟΜΙΛΙΑΙ ΔΙΑ ΝΕΟΥΣ
Εις ημέρας και ώρας εκάστοτε οριζομένας. Η διδασκαλία θα γίνεται εν τη αιθούση της «Οργανώσεως Εθνικής Νεολαίας» Υποδιοικήσεως Αγιάσου.
Θέματα: 1) Η αναγκαιότης της πίστεως. 2) Τα αίτια της απιστίας. 3) Αι δυσκολίαι της νεότητος. 4) Η επιστήμη και η θρησκεία. 5) Η επιστήμη και η ηθική. 6) Η ιστορία των Ευαγγελίων . 7) Η παρούσα κατάστασις του Χριστιανισμού. 8) Ο Χριστιανισμός εν τη ιστορία του Ελληνικού Έθνους. 9) Η Νεολαία και ο Χριστιανισμός. 10) H Κοινωνία και η Νεολαία. Γ' ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΕΝΗΛΙΚΩΝ
Άρχονται από της 6ης Νοεμβρίου 1938. Η διδασκαλία γίνεται εν τω ιερώ ναώ της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, εκάστην Κυριακήν, 6-7 μ. μ. Η εφετεινή σειρά θα έχη ως βάσιν θέματα ιστορικά, δια των οποίων καθίσταται επαγωγοτέρα και παραστατικωτέρα η διδασκαλία προς τον λαόν. Θέματα: 1) Προφήται και Προφητείαι. 2) Ο Πατριάρχης Aβραάμ. 3) Ο Θεόπτης Μωυσής. 4) Ο Προφητάναξ Δαβίδ. 5) Ο Δανιήλ και οι Τρεις Παίδες. 6) Ο Προφήτης Ιωνάς. 7) Ο Βαπτιστής Ιωάννης. 8) Η Μήτηρ του Κυρίου. 9) Η εμφάνισις του Ιησού Χριστού. 10) Τα θαύματα του Ιησού Χριστού. 11) Η διδασκαλία του Ιησού Χριστού. 12) Το Πάθος του Σωτήρος. 13) Η Aνάστασις του Χριστού. 14) Οι Aπόστολοι. 15) Ο Πρωτομάρτυς Στέφανος. 16) Ο Aπόστολος Παύλος. 17) Ο Ιερός Πολύκαρπος. 18) Οι διωγμοί των χριστιανών. 19) Ο Απολογητής Ιουστίνος. 20) Οι Άγιοι 40 Μάρτυρες. 21) Οι Πατέρες της Εκκλησίας. 22) Ο Μέγας Aθανάσιος. 23) Ο Ιερός Χρυσόστομος. 24) Η Εκκλησία του Χριστού. Δ' ΘΕΙΟΝ ΚΗΡΥΓΜΑ ΕΝ ΤΗ θ. ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
Κατά πάσαν εορτήν και ανά πάσαν δευτέραν Κυριακήν επί των εκάστοτε αναγινωσκομένων αγιογραφικών περικοπών ή των εκάστοτε εορταζομένων ιερών γεγονότων.
Το πένθος της Εκκλησίας.
Είχε συμπληρωθή η ύλη του παρόντος τεύχους, ότε εγνώσθη εκ τηλεγραφήματος του Σεβασμ. Μητροπολίτου ημών προς τον Aρχιερατικόν Επίτροπον η προς Κύριον εκδημία του Aρχιεπισκόπου Aθηνών και πάσης Ελλάδος αοιδίμου Χρυσοστόμου την εσπέραν της 22ας Οκτωβρίου . Aμέσως διεβιβάσθη προς τους εφημερίους της περιφερείας η εντολή της Α.Σ., όπως τη επομένη μετά την θείαν λειτουργίαν τελεσθώσιν επι-
μνημόσυνοι δεήσεις εν τοις ιεροίς ναοίς μετά πένθιμον κωδωνοκρουσίαν. Της εν τω Ιερώ Προσκυνήματι επιμνημοσύνου δεήσεως, ης μετέσχεν όλος ο Κλήρος της κωμοπόλεως, προέστη ο Aρχιερατικός Επίτροπος αιδεσ. Πρωτοπρεσβύτερος κ. Εμμαν. Γ. Μυτιληναίος, όστις συγκεκινημένος ωμίλησε περί της δράσεως του μεταστάντος Πρωθιεράρχου. Τη δε Δευτέρα 24η Οκτωβρίου, καθ’ ην ώραν εν Aθήναις εκηδεύετο ο σεπτός νεκρός, ετελέσθη και πάλιν επιμνημόσυνος δέησις μετά πένθιμον κωδωνοκρουσίαν εν τω Ιερώ ναώ του
Προσκυνήματος, όστις είχε πενθίμως διακοσμηθή, παρουσία των τοπικών Αρχών, των διδασκάλων και των μαθητών των σχολείων της Κοινότητος και του ευσεβούς λαού. Εις το τέλος της δεήσεως∙ ο Aρχιερατικός Επίτροπος εν βαθυτάτη συγκινήσει διηρμήνευσε δι’ ολίγων τον πόνον εκείνων όσοι είχον το ευτύχημα να γνωρίσωσι τον αείμνηστον Αρχιεπίσκοπον και να διδαχθώσιν υπ' Αυτού, και παρέστησε την προσωπικήν του προς την μνήμην του μεταστάντος ευγνωμοσύνην ανθ’ ων παιδιόθεν ευηργετήθη παρ’ Αυτού. - Συλλυπητήρια τηλεγραφήματα απεστάλησαν εξ Αγιάσου από μέρους μεν του Aρχιερατικού Επιτρόπου προς τον Σεβασμ. Προεδρεύοντα της Ιεράς Συνόδου, τον Σεβ. Μητροπολίτην Μυτιλήνης, τον Θεοφ. Μέγαν Πρωτοσύγκελλον της Αρχιεπισκοπής, την οικογένειαν του μεταστάντος και τον «Ιερόν Σύνδεσμον» Aθηνών, από μέρους δε της Κοινοτικής Aρχής προς την Ιεράν Σύνοδον και προς τον κ. Υπουργόν της Εθν. Παιδείας. - Ο Aρχιερατικός Επίτροπος, τυγχάνων μαθητής του αειμνήστου Aρχιεπισκόπου, εδήλωσε προς την Διεύθυνσιν της εν Βουλιαγμένη Ιερατικής Προπαρ. Σχολής ότι εις μνήμην του, εις ον πλείστα οφείλει, αοιδίμου Διδασκάλου του αναλαμβάνει την εκάστοτε απαιτηθησομένην δαπάνην δια την εν τη Σχολή ταύτη εκπαίδευσιν ενός απόρου, χρηστοήθους και επιμελούς μαθητού ή εξ Αγιάσου Μυτιλήνης ή εκ της γενετείρας του Θήρας καταγομένου. Σημ. -Περί του μεταστάντος Πρωθιεράρχου, ου η στέρησις αποτελεί βαρυτάτην απώλειαν δια την χριστιανωσύνην ολόκληρον, θα γράψη η «Αγία Σιών» εις το επόμενον τεύχος.
Η εορτή του Αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου.
Τη 23η Οκτωβρίου επί τη μνήμη του Αγίου Ιακώβου του Aδελφοθέου, επετείω ονομαστική εορτή του Σεβασμ. Μητροπολίτου ημών, ετελέσθησαν πρωτοβουλία των οικείων εφημερίων εν τοις ιεροίς ναοίς της περιφερείας Αγιάσου Αρτοκλασίαι και ανεγνώσθη κατά την θείαν λειτουργίαν η αλλαχού του παρόντος δημοσιευομένη εόρτιος προς τους χριστιανούς παραίνεσις του Aρχιερατικού Επιτρόπου, εν δε τω Ιερώ Προσκυνήματι ετελέσθη Συλλείτουργον, καθ’ ο ωμίλησεν επικαίρως ο Aρχιερατικός Επίτροπος. - Προς τον Σεβασμ. Μητροπολίτην εστάλησαν επί τη εορτή συγχαρητήρια τηλεγραφήματα εξ Αγιάσου από μέρους του Aρχιερατικού Επιτρόπου, του Ιερού Κλήρου, του Προέδρου της Κοινότητος, των Επιτροπειών των ιερών ναών και υπό πλείστων επιλέκτων πολιτών. Ο Σεβασμ. Μητροπολίτης απήντησεν ευχαριστών. - Προς τον Πανοσιολ. Πρωτοσύγκελλον κ. Ιάκωβον απεστάλησαν επίσης συγχαρητήρια τηλεγραφήματα εξ Αγιάσου επί τη ονομαστική του εορτή από μέρους του Aρχιερ. Επιτρόπου, του Ιερού Κλήρου, των Επιτροπειών των ιερών ναών και άλλων επιλέκτων πολιτών. Ο Πανοσ. Πρωτοσύγκελλος απήντησεν ευχαριστών.
Ο Σεβασμ· Μητροπολίτης Θυατείρων. Ο Σεβασμ. Μητροπολίτης Θυατείρων κ. Γερμανός, αφικόμενος εν Μυτιλήνη την 24ην Οκτωβρίου επί επισκέψει του Σεβασμ. Μητροπολίτου ημών, ανήλθε τη επομένη μετ’ αυτού εις Αγιάσον και επεσκέφθη το παρ’ αυτήν Σανατόριον «Η Υγεία»
και το Ιερόν Προσκύνημα, μετά πολλού ενδιαφέροντος περιεργασθείς ταύτα και εκδηλώσας την απόλυτον ευχαρίστησίν του δι’ ό,τι είδε.
Εθνική επέτειος.
Την 26ην Οκτωβρίου επί τη επετείω της απελευθερώσεως της Θεσσαλονίκης ετελέσθη εν τω Ιερώ Προσκυνήματι η καθιερωμένη δοξολογία παρουσία των τοπικών Aρχών και πλήθους λαού, ωμίλησε δε κατ’ αυτήν ο Aρχιερατικός Επίτροπος αφορμηθείς από της θαυμαστής συμπτώσεως του ευτυχούς γεγονότος της απελευθερώσεως της Μακεδονικής Πρωτευούσης προς την ημέραν της εορτής του Πολιούχου αυτής αγίου, ως συνέβη και με την απελευθέρωσιν της Μυτιλήνης, της Χίου και άλλων τέως υποδούλων ελληνικών μερών.
Εορτή εξωκκλησίου.
Την 26ην Οκτωβρίου ετελέσθη εν συρροή ευσεβών προσκυνητών η πανήγυρις του εν τη ομωνύμω τοποθεσία κειμένου εξωκκλησίου του Αγίου Δημητρίου.
Η έναρξις του νέου σχολικού έτους·
Την 1ην Οκτωβρίου ετελέσθη ο αγιασμός επί τη ενάρξει των μαθημάτων των δημοτικών σχολείων παρουσία των εφόρων, των διευθυντών, του διδάσκοντος προσωπικού και των μαθητών και των τριών σχολείων της κωμοπόλεως, παρευρέθη δε κατ’ αυτόν και ο Aρχιερατικός Επίτροπος, όστις ωμίλησεν επικαίρως προς τους μαθητάς, καλέσας άμα αυτούς όπως εγγραφώσιν εις τα Κατηχητικά Σχολεία.
Κατηχητικά Σχολεία.
Την πρώτην Κυριακήν του Οκτωβρίου εγένοντο αι εγγραφαί των δύο Κατωτέρων Κατηχητικών Σχολείων της κωμοπόλεως, εις τα οποία μετά προθυμίας εξαιρετικής προσέτρεξαν οι μαθηταί, η έναρξις όμως των μαθημάτων τούτων ανεβλήθη ένεκα ασθενείας του διευθύνοντος ταύτα ημετέρου Διευθυντού, παραταθείσης καθ’ όλον σχεδόν τον μήνα. Δια την αυτήν αιτίαν ανεβλήθη η έναρξις και του τρίτου Κατωτέρου, ως και του Μέσου Κατηχητικού Σχολείου.
Ομιλίαι προς τους νέους.
Την Κυριακήν 2 Οκτωβρίου μετά μεσημβρίαν ο ημέτερος Διευθυντής έκαμεν έναρξιν των προς τα μέλη της εν Αγιάσω Υποδιοικήσεως της Εθνικής Οργανώσεως της Νεολαίας ειδικών ομιλιών του.
+ Δεσποτούλα Καραφύλλη.
Απεβίωσεν η μακαρίτις Δεσποτούλα Καραφύλλη, καταλιπούσα εις το Ι. Προσκύνημα ένα κήπον αξίας περίπου 25.000 δρ. Την κηδείαν της τελεσθείσαν δαπάνη του Ι. Προσκυνήματος παρηκολούθησεν η Επιτροπεία αυτού, προέστη δ' αυτής ο Aρχιερατικός Επίτροπος, όστις και συνώδευσε μετά των λαϊκών επιτρόπων την νεκρόν μέχρι του τάφου.
Μνημόσυνα.
Ετελέσθησαν εν τω Ιερώ Προσκυνήματι μερίμνη της Επιτροπείας αυτού τα μνημόσυνα των αοιδίμων Μ. Ευεργέτου Στεφάνου Βρανίδου και αφιερωτίδων Μαρίας Ζαχαρίου και Δεσποτούλας Καραφύλλη, ων προέστη ο Aρχιερατικός Επίτροπος.
ΣΙΩΝ
ΑΓΙΑ
ΜΗΝΙΑΙΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΑΣΩ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ ΙΕΡΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑΣ ΑΥΤΟΥ ΕΥΛΟΓΙΑΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ κ. ΙΑΚΩΒΟΥ ΕΤΟΣ
Β'
ΑΡΙΘΜ. 6-7
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ
ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ-ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ
Πρωτοπρεσβύτερος
1938
ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ
Ο ΣΟΦΟΣ ΚΑΙ ΠΙΣΤΟΣ ΠΡΩΘΙΕΡΑΡΧΗΣ Την 22αν του παρελθόντος Οκτωβρίου δια του θανάτου του μακαριστού Πρωθιεράρχου της Εκκλησίας της Ελλάδος Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου εξηφανίσθη από τον ορίζοντα της προσκαίρου ζωής εν φωτεινόν μετέωρον δια να προστεθή εις της Εκκλησίας των Πρωτοτόκων την ουράνιον ιεραρχίαν το πνεύμα ενός αγίου διελθόντος την επίγειον διατριβήν εν τη θεωρία του θείου και εν τη εργασία του αληθούς και του αγαθού. Καθ’ ον χρόνον ημείς οι επί γης υπολειφθέντες θαυμασταί της σοφίας και της αγιότητος του ανδρός και η απορφανισθείσα πληθύς των πνευματικών Του τέκνων και των εκατοντάδων των ακουστών της σοφής Του διδασκαλίας θρηνούμεν την εκ του μέσου ημών εκδημίαν του σοφού Διδασκάλου και του αγίου Πατρός, αι απαλλαγείσαι του χοϊκού περιβλήματος μεγάλοι ψυχαί των εκλεκτών του Ευαγγελίου μυστών χαίρουσι συμπεριλαβούσαι εις τας τάξεις των ένα έτι των επί γης πληροφορησάντων την διακονίαν συμμυστών εκείνων και συλλειτουργών. Μεθ’ όσα σοφό και εύγλωττα από της ημέρας του θανάτου Του και εγράφησαν και ελέχθησαν περί του μεταστάντος Πρωθιεράρχου, ας μη μου καταλογισθή ως προπέτεια το ότι τολμώ να χαράξω ολίγας πτωχικάς γραμμάς περί της μεγάλης Του φυσιογνωμίας ανθ’ ων ποικιλλαχώς εδιδάχθην παρ’ Αυτού. * *
Ενθυμούμαι μετά ιδιαιτέρας πάντοτε συγκινήσεως τας ωραίας εκείνας ημέρας της παρά τους πόδας του τότε Aρχιμανδρίτου Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου εν τη Ριζαρείω Σχολή μαθητείας μου, των οποίων και Εκείνος, ως πολλάκις μοι είπε και μοι έγραψε, διετήρησεν αγαθήν και συγκινητικήν την ανάμνησιν. Ήτο προσφιλής εις τον αγαθόν Πατέρα και Διδάσκαλον η προς τους μαθητάς Του υπόμνησις των λόγων εκείνων του Κυρίου,
«χαίρετε ότι τα ονόματα υμών εγράφη εν τοις ουρανοίς», από των οποίων ελάμβανε τας αφορμάς δια να μας υπομιμνήσκη την προνομιούχον θέσιν των λειτουργών του Ευαγγελίου και την ανάγκην της αναλόγου προς την θείαν ταύτην εύνοιαν προετοιμασίας των εις απόλαυσιν αυτής κεκλημένων. Ενθυμούμαι μετά ζωηράς συγκινήσεως πάντοτε τας πλήρεις ιερού ενθουσιασμού από τε της έδρας και κατ’ ιδίαν διδασκαλίας Του περί του μεγαλείου της Χριστιανικής Εκκλησίας και την στενοχωρίαν, την οποίαν ησθάνετο ότε αι δειναί τότε εκκλησιαστικοί περιστάσεις ηνάγκαζαν πολλούς εξ ημών - νεαρωτάτους τότε σπουδαστάς - να αισθανώμεθα απαισιοδοξίαν τινά δια την κατάστασιν. Εις την μη δυναμένην ν’ αποκρυβή τότε δυσφορίαν των μαθητών Του, απήντα πάντοτε δι’ επιχειρημάτων εκ της μακραίωνος ιστορίας της Εκκλησίας, κατά την οποίαν -ως έλεγεν - έβλεπεν επαληθεύοντας ανά παν βήμα τους λόγους του θείου Ιδρυτού της, «και πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής». Ότε δε μίαν εσπέραν πλήρης αγανακτήσεως νεανικής έσπευσα εις το γραφείον Του - διευθυντού τότε της Ριζαρείου Σχολής - ίνα Τω ανακοινώσω συμβάν τι εκκλησιαστικόν, όπερ είχε καταταράξει τας συνειδήσεις μας και με το θάρρος του απείρου ιδεολόγου Τον ηρώτησα, τι θα έγίνετο επί τέλους, πλήρης γαλήνης Εκείνος μολονότι βαθύτατα συγκεκινημένος - αντλών πάντοτε αίσιοδοξίαν από την λιπαράν γνώσιν της ιστορίας των του κόσμου, μοι απήντησε με το χαρακτηριστικόν Του πατρικόν μειδίαμα: «Μη φοβείσαι! Ας κορυφωθή το κακόν! Όταν κορυφωθή το κακόν τότε θα πέση!» Την πίστιν Του αυτήν εις την αναγκαίαν επικράτησιν του δικαίου της Εκκλησίας, παρ’ όλας τας φαινομενικάς επιτυχίας του κακού, προσεπάθει πάντοτε να μεταδώση εις τους ομιλητάς Του και Τον εύρον πάντοτε με την ιδίαν γαληνιαίαν ψυχραιμίαν και εις τας κρισίμους εκείνας περιπτώσεις του βίου της Εκκλησίας , αίτινες πολλάκις ανεφύησαν επί της αρχιερατείας Του και υπό τας οποίας - κατά κοινήν ομολογίαν - πας τις άλλος θα εκάμπτετο και θα έπιπτε. Τον συνήντησα, φοιτητής τότε της Θεολογικής Σχολής, μετά την εναντίον Του εντός ναού του Πειραιώς στυγεράν απόπειραν, μου έκαμε την τιμήν να με δεχθή επανειλημμένως, κατά την περίοδον των εναντίον του ανταρσιών φιλοδόξων τινών κληρικών υποδαυλισθέντων υπό των εχθρών Του, είχον επίσης την ευκαιρίαν, ως κληρικός Του, επανειλημμένως να Τον συναντήσω εις το ιδιαίτερον γραφείον Του και κατά την έκρηξιν του παλαιοημερολογητικο ύ σχίσματος και μετά τας εναντίον Του απρεπείς τότε σκηνάς, και τον εύρον πάντοτε γαλήνιον, αισιόδοξον, πλήρη ανεξικακίας απέναντι των εχθρών Του, πλήρη οίκτου απέναντι των παραπλανηθέντων απλοϊκών! Δι’ εν πράγμα μόνον ελυπείτο, διότι κατηναλίσκοντο δυνάμεις εκκλησιαστικοί πο-
λύτιμοι εις μικροζητήματα, καθ’ ην στιγμήν πλήθος μεγάλων εκκλησιαστικών προβλημάτων έπρεπε ν’ απασχολή τους ταγούς της Εκκλησίας, και διότι άνθρωποι μη πιστεύοντες εις τας εώλους ιδέας, τας οποίας διεκήρυσσον, έπραττον τούτο μόνον προς εκφανατισμόν του όχλου, του οποίου την παρέμβασιν πολύ δικαίως δεν ηνείχετο Εκείνος εις τας τοιαύτας στιγμάς. Αν ο μεταστάς Πρωθιεράρχης δεν απησχολείτο από τας ανιαράς φροντίδας, εις τας οποίας καθ’ εκάστην σχεδόν, άκων πάντοτε, υπεβάλλετο από την ελλοχεύουσαν σμικρότητα, ήτις δεν ηδύνατο ν’ ανεχθή το μεγαλείόν Του, άλλη θα ήτο σήμερον η εμφάνισις και δράσις της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος, διότι οι γνωρίσαντες εκ του πλησίον την ψυχήν του Aρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου και οι εντρυφήσαντες εις την έκθεσιν των ιδεών Του και των σχεδίων Του, είναι εις θέσιν να γνωρίζουν που ηδύνατο να οδηγήση η υπ' Αυτού διακυβέρνησις της Εκκλησίας. Aλλά και πάλιν, χάρις εις την ακαμψίαν της θελήσεώς Του - διότι όσον ήτο εις τα αφορώντα το άτομόν Του μαλακός και εύκαμπτος, τόσον ήτο σκληρός και άκαμπτος όταν επείθετο ότι διεκυβεύετο το συμφέρον της Εκκλησίας - διήλθεν η Εκκλησία αμείωτος δια μέσου τόσων τρικυμιών και τόσων υφάλων, όσας εδημιούργησεν εις αυτήν η πολυτάραχος κατά την περίοδον ταύτην ιστορία της Χώρας, πάντοτε δε χάριν του εκκλησιαστικού συμφέροντος περιεφρόνησε και ισχυράς προστασίας και παντοδυνάμους απειλάς, έτοιμος να πέση προθύμως, αλλά μηδέποτε στέργων να προδώση ό,τι εθεώρει ως επιβεβλημένον απέναντι της Εκκλησίας καθήκον. Αυτή δε η στάσις Του κατέστησε τον Αρχιεπίσκοπον Χρυσόστομον σεβαστήν όντως παρά πάσι φυσιογνωμίαν και ανέδειξεν εις περίβλεπτον σημείον τον θρόνον, τον οποίον επαξίως κατείχε. Και ενώ τόση ήτο η περί τα εκκλησιαστικά απασχόλησίς Του και πας τις άλλος εις την θέσιν Του θα εύρισκεν εύλογον αφορμήν ν’ απαλλαγή από άλλων προσθέτων πόνων, ο Aρχιεπίσκοπος Aθηνών και Πάσης Ελλάδος επ' ουδενί λόγω δεχόμενος να λησμονήση τον επιστήμονα και τον συγγραφέα Χρυσόστομον Παπαδόπουλον, εις την επιστημονικήν μελέτην και εις την συγγραφικήν εργασίαν ανεζήτει οιονεί την ανάπαυσιν από των κόπων της διοικήσεως, τους οποίους άκων ανεδέχθη. Ήτο αδύνατον μοί έλεγε - να κοιμηθή το εσπέρας πριν εργασθή τουλάχιστον επί δίωρον επιστημονικώς καθ’ εκάστην, το πλήθος δε των επιστημονικών έργων όσα προσέθηκεν εις το πλήθος των προ της αρχιερατείας συγγραφέντων και η απειρία των ανεκδότων χειρογράφων όσα -ως μοί έγραψεν ο σεβαστός Προπρύτανις κ. Γρ. Παπαμιχαήλ - κατέλιπεν ο μεταστάς σοφός Πρωθιεράρχης, και αυτή έτι η όλιγόλογος διαθήκη Του και αι τελευταίαι προφορικαί Του προς τον σεβαστόν Προπρύτανιν περί των χειρογράφων Του παραγγελίαι, μαρτυρούσι περί του πόσον ήτο αφωσιωμένος εις την
Eπιστήμην. Το μόνον το οποίον τον ελύπει - λέγουσιν ότι είπε θνήσκων - αποχωρούντα εκ του κόσμου τούτου ήτο το ότι δεν επρόλαβε να εκδώση την υπ' αυτού συγγραφείσαν ιστορίαν της Εκκλησίας Aντιοχείας! Έζη δια την Επιστήμην όπως έζη και δια την Θρησκείαν, και την επιστήμην του όπως και την θρησκείαν του τας ησθάνετο διηκούσας δι’ όλου του πνευματικού Του οργανισμού, απολύτως κυριαρχούσας του όλου εγώ Του, τα μοναδικά κίνητρα της ζωής Του, τας ησθάνετο όχι ' εννοίας αφηρημένας αλλ' ως κίνησιν και ζωήν και δράσιν, δια τούτο συχνά επανελάμβανεν εις τα σοφά πάντοτε κηρύγματά Του το του Θεανθρώπου «Εγώ ειμι η οδός και η αλήθεια και η ζωή». Επί του λογίου τούτου ηκούσθη διδάσκων και εν τω παρ’ ημίν σεπτώ Προσκυνήματι της Υπεραγίας Θεοτόκου κατά την ιστορικήν εις Λέσβον επίσκεψιν Του του παρελθόντος έτους, και μετά θέρμης και ιερού ενθουσιασμού επανελάμβανε και τότε ό,τι πολλάκις και άλλοτε είχεν ακουσθή να διακηρύσση, ότι ο Χριστιανισμός δεν είναι μόνον «οδός» και «αλήθεια», δεν είναι απλή θεωρία, αλλά είναι συγχρόνως και «ζωή», ήτοι κίνησις και δράσις και έμπρακτος των διδασκομένων και των πιστευομένων εφαρμογή. Επίστευε βαθύτατα τας χριστιανικάς αληθείας, όσον ήτο βαθύτατα αφωσιωμένος εις την επιστημονικήν έρευναν, και πάντα λίθον εκίνει δια να μεταδώση εις τους άλλους και δη τους υπ' Αυτόν κληρικούς την πίστιν Του αυτήν και τον βαθύν Του προς τας θρησκευτικός παραδόσεις σεβασμόν, αλλά και δια να ενσαρκώση εις έργα καλωσύνης και αγάπης όσα η Χριστιανική θρησκεία παραγγέλλει ως αγαθά και ωφέλιμα. Αι εμπνευσμέναι προς το Ιερατείον και τον λαόν εγκύκλιοι του Aρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου, οι πύρινοι πράγματι κατά τας Ιερατικάς Συνάξεις προς το Πρεσβυτέριον λόγοι Του και η σειρά των φιλαδέλφων έργων όσα είτε ο ίδιος ίδρυσεν, είτε ευρών ιδρυμένα πατρικώς επροστάτευσε και εις όσα γενναιόφρων και τακτική πάντοτε παρεσχέθη και η εκ του ιδιαιτέρου Του ταμείου οικονομική ενίσχυσις, αλλά και η μειλιχιότης και η καρτερία, μεθ’ ης επί ώρας ολοκλήρους ηκροάτο τακτικώς των ενώπιόν Του παρελαυνόντων πάσης ηλικίας και καταστάσεως ανθρώπων, και ανοήτως έτι πολλάκις απασχολούντων τον πολύτιμον χρόνον Του, πάντα ταύτα μαρτυρούσι την συναίσθησιν, ην είχε περί της ποιμαντικής ευθύνης, ην βαθύτατα εκ των αγιογραφικών και πατερικών πηγών είχεν εμπνευσθή και ην ζωηρώς απετύπωσεν εις το περισπούδαστον έργον Του «Περί Ιερωσύνης», όπερ αποτελεί αληθινόν εγκόλπιον των δια το Ιερατείον ευτρεπιζομένων. * ∙ ∙ Εν τω προσώπω του αοιδίμου Aρχιεπισκόπου Aθηνών και Πάσης Ελλάδος κυρού Χρυσοστόμου συνέδραμον πάντα εκείνα
τα στοιχεία, όσα ήσαν απαραίτητα όπως καταστήσωσιν Αυτόν μέχρι λατρείας αγαπητόν εις τους άπαξ ελθόντας εις πνευματικήν προς Αυτόν σχέσιν, άνθρωπον κατ’ εξοχήν συνδυάζοντα βαθυτάτην επιστημονικότητα προς βαθυτάτην θρησκευτικότητα, δια της όλης δε ζωής Του μαρτυρούντα ότι ο Χριστιανισμός αποτελεί πραγματικήν αξίαν, χάριν της οποίας αξίζει να δαπανήση τις την ζωήν Του και ότι είναι απολύτως ψευδές το κοινώς πιστευόμενον ότι τάχα η επιστημονική έρευνα αποκλείει την θρησκευτικήν πίστιν. Οία δε υπήρξεν η ζωή του μεγάλου τούτου συγχρόνου Πατρός της Εκκλησίας, Υπήρξε και ο θάνατος Αυτού, θάνατος επιστήμονος μεριμνώντος δια τα επιστημονικά του έκγονα και πιστού χριστιανού εν ταυτώ θαρραλέως αντιμετωπίζοντος τον θάνατον, μετά ταπεινώσεως εξομολογουμένου και μετά συντριβήςκατ’ επανάληψιν μετέχοντος των Aχράντων Μυστηρίων, μετά προσευχήν δε εγκαταλείποντος τον κόσμον ίνα μεταβή εκεί όπου απόκειται Αυτώ «ο της δικαιοσύνης στέφανος», ον ητοίμασεν ο Κύριος «πάσι τοις ηγαπηκόσι την επιφάνειαν αυτού», ην υπερβαλλόντως ηγάπησεν ο αοίδιμος ημών ούτος Διδάσκαλος και πνευματικός Πατήρ. Ο θάνατος Του έπληξε δεινώς την Ελληνικήν Πατρίδα, την Ορθοδοξίαν όλην, την Χριστιανωσύνην εν γένει, την Επιστήμην και τους περί αυτήν ασχολουμένους, το πλήθος των μαθητών και των πνευματικών Του τέκνων. Των τελευταίων τούτων και ο χαράσσων τας γραμμάς ταύτας ελάχιστος, δια την προς εμέ αγάπην Του εν Χριστώ εγκαυχώμενος, σπένδω μεν μετά και των καλών μου χριστιανών και της υπ' Εκείνου αγαπηθείσης και τιμηθείσης «Αγίας Σιών» επί του νωπού τάφου του Διδασκάλου θερμόν δάκρυ πόνου βαθυτάτου και εύχομαι όπως η ζωή Του και ο θάνατος Του εμπνεύσωσι πολλούς εις την εφαρμογήν των σοφών Του παραγγελμάτων -τουθ’ όπερ έσται και το άριστον Εκείνου μνημόσυνον- αλλά τυγχάνων μαθητής Του και υπ' Αυτού διδαχθείς την εν τη θλίψει εγκαρτέρησιν επαναλαμβάνω το πολλάκις υπ' Εκείνου λεχθέν και ως επιτάφιόν Του επίγραμμα υπό του ιδίου προκαθορισθέν, το του Ιερού Χρυσοστόμου, «Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν. Aμήν». ΕΜΜΑΝ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ
Πρωτοπρεσβύτερος
ΤΑ «ΕΙΣΟΔΙΑ» ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ Μεταξύ των επισημοτέρων θεομητορικών εορτών είναι και η των «Εισοδίων» της Θεοτόκου, αγομένη, ως γνωστόν, εν τη ημετέρα Εκκλησία την 21 Νοεμβρίου εκάστου έτους. Η εορτή αυτή έχει ως βάσιν ευσεβή τινα χριστιανικήν παράδοσιν, διασωθείσαν εν τοις Αποκρύφοις ευαγγελίοις (1). Κατά την παράδοσιν ταύτην οι γονείς της Παρθένου είχον προ της γεννήσεως της αφιερώσει ταύτην εις τον Θεόν, ότε δε ήλθεν εις ηλικίαν τριών ετών ωδήγησαν αυτήν εις τον Ναόν του Θεού, όπου και διέμεινε λατρεύουσα διηνεκώς και μελετώσα και δια χειρός αγγέλου τρεφομένη μέχρι του δωδεκάτου ή του δεκάτου τετάρτου έτους της ηλικίας της. Η ωραία διήγησις των Aποκρύφων περί των «Εισοδίων» της Θεοτόκου, αφ' ης ενεπνεύσθησαν και οι ασματογράφοι της εορτής, εκτίθεται λίαν χαρακτηριστικώς εν τω κατωτέρω αναδημοσιευομένω ωραίω ποιήματι του πατρός Κ. Καλλινίκου. ΕIΣΟΔIA (2) Τις εορτή περιφανής Επακουμβώσα δ' ελαφρώς εν Ιερουσαλήμ τελείται επί την χείρα την φιλτάτην του πολιού Ιωακείμ κ’ εν χαρμονή εις τας οδούς εύθυμον πλήθος συνωθείται; κ’ έχουσα τούτον παραστάτην, Προς τι τα νήπια γελούν εις τας αγκάλας της κρατεί την τριετή της θυγατέρα, και τα κοράσια σκιρτώσι, κύπτων δ' ο ήλιος ζητεί όναρ και πόθον χαρωπόν, φίλημα εις την γην να δώση ; κρίνον και λάμποντα αστέρα. Και πότε μεν μετά στοργής Ο λόγος είνε ο εξής· προς την Μαρίαν της προσκλίνει, όταν η, Άννα είχε λάβει πότε δε προς τον μακρυνόν την αγγελίαν τουρανού ότι η στείρωσις της παύει ναόν το βλέμμα διευθύνει. και ότι μήτηρ προσεχώς ∙ ∙∙ ευδαίμων πρόκειται να γείνη Ούτω τον λόφον η σεμνή και δεν θα στένη του λοιπού, συναναβάσα συνοδεία, δάκρυα μαύρα δεν θα χύνη, ευχήν ηυχήθη ιεράν φθάνει μικρόν κατά μικρόν εις τα σκηνώματα τα θεία, εις τον ναόν ν’ αφιερώση ως δωρεάν παντοτεινήν προ των οποίων γεραρός ο Ζαχαρίας αναμένει ό,τι ο Ύψιστος τη δώση. Διό, πληρούσα την ευχήν εν κροσσωτή περιβολή και όψει κατηγλαϊσμένη, σήμερον η αρχαία στείρα, τον των ωδίνων της καρπόν πέριξ του έχων το λοιπόν σεβάσμιον ιερατείον, φέρει σεμνώς προς τον Δοτήρα. Ηγείται, βαίνων στοιχηδόν, το εκ σοφών διανοιών λευχειμονών χορός παρθένων, απηρτισμένον και αγίων. - « Δέξου, ω μύστα γεραρέ, φαιδράς λαμπάδας κρατουσών λέγει η Άννα, ό,τι πρέπει και μελπουσών ωραίον αίνον, να φυλαχθή εν τη σεπτή μεθ’ ον η Άνν’ ακολουθεί, αμυγδαλή λελευκασμένη, των ιερών αδύτων σκέπη. αλλά με βήμα σταθερόν «Δέξου το τέκνον του Θεού, προς την Σιών ανερχομένη. χάριν της του οποίου γέννας (1) Πρωτευαγγέλιον Ιακώβου κεφ. ζ'-η', Ευαγγ. Ψευδοματθαίου κεφ. δ'-στ'. (2) Κωνστ. Ν. Καλλινίκου, «Θεοτοκιάς», Αλεξάνδρεια, 1935, σελ. 9-13.
το Πνεύμα ήντλησε ζωήν από πηγάς νενεκρωμένας. »Πλάσμα τοιούτων απαρχών κοινόν τι μέλλον δεν αγγέλλει∙ μεγάλης όργανον βουλής να καταστή βεβαίως μέλλει. »Την βλέπεις ; ο μικρός της πους γην έτι δεν έχει πατήσει∙ επί εδάφους ιερού το πρώτον βήμα θα κινήση». Ταύτα ειπούσα, την μικράν η Άννα προς τον μύστην τείνει, όστις λαβών καταφιλεί και προ αυτού ορθίαν στήνει. - « Ω λαοσώστα Σαβαώθ ! αναφωνεί ο Ζαχαρίας χείρας τρεμούσας επιθείς επί της τριετούς Μαρίας· »εάν εις σκεύος εκλογής την κόρην έχης προορίσει και εις την λύτρωσιν λαών πρόκειται να υπηρετήση, »στερρός της φύλαξ Συ γενού, λαβών δ' εις τα ανάκτορά Σου,» αύξησον και έκθρεψον αυτήν συμφώνως προς το θέλημά Σου.» Ως ν’ αντελήφθη η μικρά το άμετρον των λόγων βάθος,
τους του βωμού αναβαθμούς πηδά με έκστασιν και πάθος, χορόν δε ιεροπρεπή κύκλω του θυσιαστηρίου περιχορεύει ρυθμικώς προς δόξαν κ’ αίνον του Κυρίου. Ο Ζαχαρίας μειδιά∙ χειροκροτεί η εκκλησία∙ και αντικείμενον στοργής πανδήμου γίνετ’ η Μαρία. Κάλυξ ακόμη τρυφερός, καίτοι το πλήρες κάλλος κρύπτει, αλλά οσμάς υπερφυείς μικράς και από τούδε ρίπτει. Μετ’ ου πολύ οι της παιδός γονείς κατήρχοντο το όρος, χωρίς να κλαύση η μικρά ότι τους έχανε προώρως. Οίκον αυτής τον του Θεού λίαν κατάλληλον ευρίσκει και επί τη μεταλλαγή σκιρτά και χαίρει η παιδίσκη. Εδώ εκ των του πονηρού επηρειών απηλλαγμένη και τρεφομένη θεϊκώς εις το εξής θα διαμένη, μέχρις ου και αυτή Σκηνή του Απεριχωρήτου γείνη, εν η ο όλος ουρανός ανερμηνεύτως θα προσκλίνη.
Η παράδοσις αύτη ήρξατο κυκλοφορούσα εν τη Εκκλησία από του στ' αιώνος, έλαβε δ' ευρυτάτην διάδοσιν κατά τον η' αιώνα, ότε και εισήχθη το πρώτον, πιθανώς, η σχετική εορτή, ήτις βαθμηδόν επεκράτησεν εν όλη τη Aνατολή. Η εορτή αύτη ρητώς μαρτυρείται από του ια' αιώνος και ωρίσθη δια της 22ας Νεαράς του Αυτοκράτορος Μανουήλ Κομνηνού ως ημέρα αργίας, εν έτει 1166 (3). Οι εκκλησιαστικοί Πατέρες των πρώτων αιώνων δεν φαίνεται να έδωκαν προσοχήν εις την ιστορικότητα της, περί ης ο λόγος, αποκρύφου διηγήσεως (4), αποδέχεται όμως αυτήν εκ των μεταγενεστέρων Ιωάννης ο Δαμασκηνός και απετέλεσεν η υπόθεσις αυτής αφορμήν ωραίων συμβολισμών παρά πλείστοις των μετ’ αυτόν εκκλησιαστικών ρητόρων (5) και θέμα της ενθουσιώδους ασματογραφίας της 21ης Νοεμβρίου. Ο ημέτερος Κ. Καλλίνικος δέχεται τα Εισόδια «ως επίσημον αφιέρωσεν της αγίας Παιδός παρά των γονέων της εις τον Θεόν και ως έμμονον διάπλασιν αυτής εν τοις δόγμασι, τοις εντάλμασι, και ταις ακολουθίαις της ιεράς αυτής θρησκείας, ης θ’ αποδειχθή εντρεχεστάτη ακολούθως», διότι ήτο δυνατόν την περί αγιασμού των πρωτοτόκων νομικήν εντολήν (Εξόδ. ιγ' 2) ευσεβείς (3) Π. Ν. Τρεμπέλα, εν Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαιδεία, τόμ. Θ' σελ. 761. (4) Κ. Καλλινίκου, Θεοτοκιάς, Aλεξάνδρεια, 1935, σελ. 95. (5) Περί τούτων βλέπε Κ. Καλλινίκου ένθ’ ανωτέρω.
γονείς να έφαρμόζωσι και επί των πρωτοτόκων θηλέων, και μάλιστα αν ταύτα «υπήρξαν περιπόθητος καρπός ευχών και δεήσεων». Υπό την «τροφήν ην ελάμβανεν εκ χειρός αγγέλου» ο διαπρεπής συγγραφεύς διαβλέπει την θρησκευτικήν αγωγήν, ην ανελλιπώς ελάμβανεν η αγία Κόρη από του κηδεμονεύοντος αυτήν συγγενούς της Ζαχαρίου καθημερινώς φοιτώσα εις τον Ναόν, παρά τον οποίον ευρίσκετο ο οίκος του Ιωακείμ. «Ο Ιησούς-επιλέγει-ελάλησεν εν παραβολαίς. Οι αρχαίοι Χριστιανοί έκρυπτον τας χριστιανικάς αληθείας υπό εικονικά σύμβολα. Η δ' Εκκλησία απεδέχθη σιωπηλώς ιστορίας λαϊκάς δια τον χαρακτήρά των τον αναγωγικώς οικοδομητικόν» (6). Υπό τοιούτο πνεύμα θεωρουμένη η εορτή των Εισοδίων δύναται να προσλάβη και ευρύτερον έτι συμβολικόν χαρακτήρα, ως εορτή της εις τον Θεόν αφιερώσεως της παιδικής ηλικίας, ήτις υπό της θρησκείας χειραγωγουμένη και από πάσης κακής επιρροής προστατευομένη παρασκευάζει ανθρώπους ικανούς να καταστώσιν αληθινά οικητήρια της χάριτος του Θεού. (6) Εν μνημονευθέντι έργω σελ. 95-96.
Ε. Γ. Μ.
ΠΡΟΣ ΤΗΝ «ΑΡΧΙΣΤΡΑΤΗΓΟΝ>» ΘΕΟΤΟΚΟΝ Μεταξύ των εν τω Μ. Ευχολογίω περιεχομένων ειδικών εις διαφόρους περιστάσεις ακολουθιών περιλαμβάνεται και «Κανών
παρακλητικός εις την Υπεραγίαν Θεοτόκον επί προσδοκία πολέμου» (1) φέρων Ακροστιχίδα ΤΟΙΣ ΣΟΙΣ ΑΧΡΑΝΤΕ ΣΥΜΜΑΧΗΣΟΝ ΟΙΚΕΤΑΙΣ ΩΔΗ ΙΩΑΝΝΟΥ
και θεωρούμενος ως πιθανόν έργον Ιωάννου Μητροπολίτου Ευχαΐτων του Μαυρόποδος (2). Ο φόβος, τον οποίον οι λαοί όλοι ησθάνθησαν κατά τον τελευταίον καιρόν επί τη απειλή νέας καταστρεπτικής γενικής συρράξεως και αι κατά την κρίσιμον εκείνην περίοδον σύντονοι προς τον Θεόν της ειρήνης προσευχαί των χριστιανών καθιστώσιν επίκαιρον την ανάλυσιν του εν λόγω Παρακλητικού Κανόνος, όστις εψάλλετο, αν καλώς ενθυμούμαι, εκάστην εσπέραν και εις τους ναούς της Ελλάδος κατά την περίοδον των εθνικών αγώνων του 1912-1913. Ο Κανών ούτος προφανώς συνετέθη εξ αφορμής βαρβαρικής τινος -εκ των συχνοτάτων άλλωστε την εποχήν εκείνην- επιδρο(1) Ευχολόγιον το Μέγα, έκδοσις γ' εν Βενετία, 1865, σελ. 555-559. (2) Αυτόθι σελ. 555 υποσημ. -Περί Ιωάννου του Μαυρόποδος, βλέπε Σωφρονίου Ευστρατιάδου, εν Εναισίμοις Αρχιεπ. Aθηνών Χρυσοστόμου, Aθήναι, 1931, σελ. 405-437.
μής (3) εναντίον της Κωνσταντινουπόλεως, ήτις ήτο, ως γνωστόν, αφιερωμένη εις την προστασίαν της Θεοτόκου, εις την οποίαν και κατέφευγον οι βυζαντινοί εις πάσαν παρομοίαν περίστασιν. Την απειλήν της βαρβαρικής επιδρομής και τον εκ ταύτης κίνδυνον ο ποιητής θεωρεί ως εν των θεραπευτικών μέσων, άτινα μετέρχεται ο Θεός δια την ψυχικήν θεραπείαν του παρεκτραπέντος χριστωνύμου λαού, αλλά συναισθανόμενος την ανθρωπίνην αδυναμίαν παρακαλεί να χρησιμοποιηθώσιν υπό του Θεού άλλα ηπιώτερα θεραπευτικό μέσα και προς τούτο προβάλλει μεσίτριαν την Πολιούχον Μητέρα του Κυρίου, Ιατρικόν μεν το τέμνειν και ο καυστήρ της υγείας αίτιος· αλλ' ημάς, Υιέ Θεού, απαλοίς φαρμάκοις οικτιρμών Σου ιάτρευσον, της Σης Μητρός δεήσεσι (4).
Aπέναντι των στρατευμάτων και των όπλων των επερχομένων εχθρών οι Χριστιανοί αισθάνονται ότι δεν πρέπει να φοβηθούν, διότι έχουν ισχυροτάτην σύμμαχον την προστάτιδα της πόλεως Θεοτόκον, προς την οποίαν μετά πεποιθήσεως ψάλλει ο ποιητής λέγων ότι εναντίον των πολεμούντων ημάς «πικρών εχθρών» την Αγνήν «Αρχιστράτηγον» των Χριστιανών «αντικαθοπλίζομεν και κινούμεν κατ’ αυτών» (5). Ενθυμείται δε ότι δεν έχουν ούτε οι ίπποι ούτε τα άρματα καμμίαν αξίαν ενώπιον της αμάχου προστασίας, της οποίος απολαύει ο λαός του Θεού (6) και δια παραδειγμάτων εκ της ιστορίας άλλου περιουσίου λαού, του Ισραηλιτικού, ζητεί να ενθαρρύνη τους ακούοντας και να τονώση έτι μάλλον την πίστιν αυτών (7). Είναι προφανές ότι το θρησκευτικόν τούτο ποίημα δεν αφορά την ευλογίαν πολέμου αδίκου και επιθετικού, αλλ' αναφέρεται εις τον κίνδυνον, όστις απειλεί τους Χριστιανούς εκ του αδίκως επιτιθεμένου «στρατού βαρβάρων εξ εθνών των αθέων», όστις «πυρ και βλέπων και πνέων, χοίρων φόνοις και σφαγαίς, και πόλεμον συγκινεί» εναντίον των «δούλων» της Θεομήτορος (8). Άνδρες αιμάτων απηνείς, δολιότητος πλήρεις, καθ’ ημών συναχθέντες, εμελέτησαν κενά φρυάξαντες ψαλμικώς, Θεοτόκε, καθ’ ημών (9).
Ο ποιητής έχει και προηγουμένην πικράν πείραν των τοιούτων επιδρομών, τας οποίας εβουλεύθησαν «ώσπερ λέοντες και θήρες ωρυόμενοι» εναντίον της «ποίμνης» της Θεοτόκου «σατράπαι, τύραννοι, βασιλείς, άρχοντες χωρών βαρβαρικών, επί κακώ συμφωνήσαντες» (10), δι’ ο μετά πόνου κράζει : (3) Εν τω δ' τροπαρίω της η' ωδής ο εχθρός χαρακτηρίζεται ως «Άγαρ ο δεινός Ισμαήλ ο επώνυμος». (4) Ωδή α' τροπάριον γ'. (5) Αυτόθι τροπάριον ε'. (6) Ωδή γ' τροπάριον α'. (7) Πρβλ, τροπάρια β' και δ' της Α΄ ωδής, ε∙ της Γ' ωδής, δ' της Η' ωδής, γ' της Θ' ωδής. (8) Ωδή γ' τροπάριον γ'. (9) Αυτόθι τροπάριον δ' (10) Ωδή ε΄ τροπάριον α'.
Ναούς τους αγίους σου, και τεμένη ιερά, και τας σεπτάς εικόνας σου, των Αγίων απάντων τε τας μορφάς, σκεύη και κειμήλια, οι εχθροί Σου, Παρθένε, εξηφάνισαν (11).
Χαρακτηρίζονται οι επιδρομείς αλλαχού του ποιήματος ως «αιμοβόρα θηρία και λύκοι άρπαγες», οίτινες «τα λογικά αρνία σπαράσσουσιν»(12), αποτελούντες έθνος «ιδιόρρυθμον» και «γαύρον και αγέρωχον» και «φιλοπόλεμον» και «όρκων παράσπονδον» (13). Ενώπιον δε της καταστάσεως ταύτης και των διαθέσεων τούτων των απίστων επιδρομέων ο χριστιανικός λαός επικαλείται την θείαν δικαιοσύνην δια της Θεομήτορος, ψάλλων, «οργήν Θεού έκχεον, επί έθνη τα σε μη γινώσκοντα, και επί βασιλείας αι σου το όνομα ουκ επεκαλέσαντο πιστώς το πολυπόθητον» (14), και αλλαχού: Ισχύς και κράτος . γενού, Πανάμωμε, του Σου λαού ανδρεία και φρουρός τε και δύναμις, και ρομφαία και μάχαιρα δίστομος, τας των υπεναντίων φάλαγγας τέμνουσα, και την των εχθρών παρεμβολήν εις εν συγκόπτουσα» (15).
Διότι, ως λέγει αλλαχού ο ποιητής προς την Παρθένον, Δορυάλωτον θείναι σπεύδει την πόλιν Σου, ο στρατός ο εν δπλοις θαρρών και δόρσσιν, αλλ' ημείς εν σοι πεποιθότες κραυνάζομεν : Πρόφθασον, Παρθένε, αγία Θεοτόκε (16).
'Ωραιότατα είναι τα δύο άκροτελεύτια τροπάρία του Κανόνος. Εκ τούτων το μεν εν τονίζει την είρηνοποιόν υπέρ της άνθρωπότητος ένέργειαν του Ιησού Χριστού, όστις είναι «ο λύσας τον μέγαν πόλεμον και την μακράν έκείνην και άρχαίαν διάστασιν» του άνθρώπου και του Θεού, και ο «ένώσας τη γή τα ούράνια» και επικαλείται την αυτήν είρηνοποιόν ένέργειαν να άσκήση και τώρα μεταξύ των άνθρώπων, «λύσας-λέγει-τον πόλεμον τον πρόσφατον τούτον και βαρύν, ήμάς ειρήνευσον» (17). Το ο’ αλλο απευθυνόμενον προς την Δέσποιναν Θεοτόκον ζητεί παρ’ αυτής να «ύφαπλώση την σκέπην» Της «ως φωτεινήν νεφέλην» και να «σκεπάση» δι’ αυτής «την πόλιν» και «άγκάλα.ς εν αις ήγκαλίσατο Χριστόν έναγκαλισαμένη ταύτην άπόρθητον» να διαφυλάξη, «έγκαυχωμένην άεί» επί τω ονόματι της Παρθένου (18). Έπειδή, τέλος, εις τον φόβον του πολέμου εκ των έξωτερικών έχθρών είναι δυνατόν να προστεθή και η εκ των έμφυλίων διχοστασιών ακαταστασία, ήτις θα καταστήση τον κίνδυνον μεγαλείτερον και την συμφοράν άναπόφευκτον, δια τούτο ο ποιη(1Χ) (12) (18) (14) ί19) (16) (17) (18)
Ώδή στ' τροπάριον ε'. Ώδή η' τροπάριον α'. Αύτόθι τροπάριον β'. Ώδή θ' τροπάριον ε'. Αύτόθι τροπάριον α'. Ώδή η' τροπάριον ε'. Ώδή θ' τροπάριον στ'. Αύτόθι τροπάριον ζ'.
της δέεται της «Παναμωμήτου» να σώση την πόλιν και από «εμφυλίου μάχης, και από συστροφής πονηράς, άποστάσεως, ταραχής ένέδρας, συσκευής, λαθραίας των δείνών επιβουλής και προδοσίας δολεράς» (19). Δεν προσεύχεται όμως ο λαός ούτος χωρίς και ν’ άγωνίζεται, δεν είναι μοιρολάτρης θρησκόληπτος, ο ποιητής του Κανόνος, αλλά προύποθέτων πάντοτε ότι θ’ άγωνισθή και ο λαός, ζητεί της Θεοτόκου την συμμαχίαν και την ενίσχυσιν, διότι αυτή είναι ικανή να καταστήση «χαλκούν τόξον» τους άγωνιζομένους «έκλεκτούς βραχίονας» και να «περιζώση τούτους δύναμιν και ’ισχύν» (30). Το όλον ποίημα διακρίνεται δια την ζωηρότητα των συναισθημάτων και την παραστατικότητα των έκφράσεων, αποτελεί δε ζωντανήν απεικόνισιν της ψυχικής καταστάσεως του υπό το κράτος της άπειλής άδίκου βαρβαρικής επιθέσεως διατελούντος λαού. Ούτος έχων και επίγνωσιν της μαχητικής υπεροχής του άντιπάλου άναμένει-αν η θεία δύναμις δεν παρέμβη-άσφαλείς συμφοράς εις βάρος του πολιτισμού του και των ιερών του, εν τη δεινή δε ταύτη περιστάσει με άκλόνητον πίστιν επικαλείται της Πολιούχου «Aρχιστρατήγου» την θαυματουργόν ύπεράσπισιν. Κοσμοσώτειρα Βασίλισσα πανύμνητε, την πόλιν ταύτην φύλαττε, βασιλεύοντα βασιλέων τέξασα Χριστόν αλώσεως λύτρωσον πικράς, αίχμαλωσίας, προνομής, καταδρομής των έχθρών (31). Ε. Γ. Μ. (19) Ώδή ζ' τροπάριον ο'. (3θ) Ώ^η στ' τροπάριον α'. (31) Αύτόθι τροπάριον γ'.
Η
ΠΑΝΑΓΙΑ Του Σεβασμ. Μητροπολίτου Λαοδικείας κ. ΔΩΡΟΘΕΟΥ (∙)
ΟΤΑΝ κάμνωμεν λόγον δια την Παναγίαν, όμιλούμεν δια την
μητέρα μας. Όταν σκεπτόμεθα δι’ αυτήν, σκεπτώμεθα δια την άδελφήν μας. Όταν την λέγωμεν άγνήν - και είναι πάναγνη προσευχόμεθα δια την αγνότητα των θυγατέρων μας. Το ίδιο κάμνομεν, και όταν έξυμνούμεν κάθε άρετήν της, την σεμνότητα, την πραότητα, την γλυκύτητα, την εγκαρτέρησιν. Η Παναγία έγινε δια την γυναίκα το σύμβολόν της, η πεμπτουσία του ψυχικού της κόσμου, το κορύφωμα του σιωπηλού της πόνου. Τόσο βαθειά είναι εις την συνείδησιν μας η γυναίκα, η δύναμίς της, η εύγένειά της. Με την θερμήν πίστιν που μπορεί και βουνά να μετακινήση, με την άπέράντη,ρ.τ,οργήν της που κλώθει την ζωήν της, με την τρυφερότητά της που ξεπερνά την άγάπην, (∙) Εκ του θαυμασίου έργου του «Ο Γραμμένος Λόγος», Κωνσταντινούπολις 1934, σελ. 16-18.
η
ΘΕΟΤΟΚΟΣ
Εικών της Μητροπόλεως του Μυστρά
με την ταπεινοφροσύνην και την άγνότητα και την υπομονήν της, είναι ικανή να διεκδικήση όλους τοάς κινδύνους της ζωής. Εις το παιδί της φυτεύει το αίσθημα της αύτοθυσίας. Και άνυψώνεται σε ύψος που με συντριβήν άτενίζει η άνδρική άλαζονεία. Το όπέροχον αυτό μεγαλείόν της το έσφράγισεν η Χριστιανική θρησκεία εις την άγίαν προσωπικότητα της Παναγίας, ∙ ∙ ∙ Η Παναγία είναι η αύγή, από την όποίαν ανέτειλεν ο ήλιος της Δικαιοσύνης. Είναι το χρυσούν θυμιατήριον, διότι ήνώθη μαζί της το πυρ της θεότητος. Είναι η χρυσή στάμνα, η οποία έκράτησε το μάννα του ουρανού. Η κλίμαξ η επουράνιος, δια της οποίας κατέβη ο θεός. Η ανύμφευτη νύμφη. Εις αυτήν, μίαν γυναίκα ταπεινήν, εν άνθος έφήμερον, ήλθε να κατοικήση ο άχώρητος. Ο άπερινόητος, ο απερίγραπτος, η άνέκφραστος, ο ακατάληπτος, ο αναρχος, ο άτελεύτητος. Εύλογημένη συ εν γυναιξί ! Το φέγγος όλου του ούρανού είναι άποσταλαγμένο εις την ψυχήν σου. Η όμορφιά των λουλουδιών της γης είναι ζωγραφισμένη εις την μορφήν σου. Η έωθινή δρόσος των θάμνων είναι εις τα · δάκρυά σου. Το πεντάσταγμα της σοφίας όλων των ανθρώπων και όλων των αιώνων δεν θα ίσοφαρίση ποτέ έκείνο που έσκέφθης ως παρθένος - και μαζί σου όλαι αι παρθένοι - έκείνο που ήσθάνθης ώσάν μητέρα-και μαζί σου έχουν αισθανθή όλαι αι μητέρες. ’Ήκουσες ένα άγγελον να σου όμιλή, και έμεινες έκστατική από την θείαν άγγελίαν του. Είδες την μορφήν του και δέχθηκες απ' αυτόν ένα κρίνον δια την άγνότητά σου. Πήρες στην άγκαλιά σου έκείνον που άγκαλιάζει και κρατεί το πάν τον υιόν σου, τον «ώραίον κάλλει παρά πάντας βροτούς»· που τον είδες ύστερα καρφωμένον εις ένα ξύλον, εις αυτήν την άκμήν της ήλικίας του, εις την φλόγα της άγάπης του δια τον άνθρωπον. Μαζί του έσταυρώθη η μητρική σου στοργή, η θεία άγάπη, η τρυφερότης. ∙ ∙ ∙ Η μητρική άγάπη ! Ποιός θα σε νοιώση, αιωνία μητέρα ; Ποιός θα κύψη ν’ άκούση τους παλμούς της καρδιάς σου, την άγωνίαν σου, την άνησυχίαν σου, την λαχτάραν σου ; Άγρυπνείς δια το καλύτερό σου παιδί, και τρέμεις δι’ έκείνο που είναι άδικημένο από την φύσιν. Κανένας δεν ξεύρει ποιό έχει την περισσότερή σου άγάπην. ‘Η μητρική άγάπη ! Δίνεται ολόκληρη εις ένα έκαστο παιδί. Πόσον ώραία έχει λεχθή ότι η άγάπη της μητέρας μοιάζει προς τον τίμιον άρτον. Πολλοί μεταλαμβάνουν από αυτόν. Και εν τουτοις όζκαθένας μεταλαμβάνει όλόκληρον το σώμα του Χριστού. Τεμαχίσατε τον καθρέπτην, και εις κάθε τεμάχιον του θα ίδητε πάλιν όλόκληρον το πρόσωπόν σας, τον εαυτόν σας. Η μητρική άγάπη ! Όλονύκτια άγρυπνεί επάνω εις το λίκνον του βρέφους. Υπάρχουν μητέρες που άπέθαναν επάνω εις τις
ώδίνες των, δια να φέρουν νέαν ύπαρξιν εις τον κόσμον. Η ζωή του παιδιού των έστοίχισεν εις αυτάς την ζωήν των ! Η μητρική άγάπη ! Ποιός θα περιγράψη έκείνο που άντιφεγγίζει εις τους όφθαλμούς της μητέρας, τους πλημμυρισμένους από στοργή, από άγρυπνία, από δάκρυα ; Τίποτε δεν θα προσπεράση ποτέ την μητέρα. Ο βωμός της είναι άπαρασάλευτα έγκαθιδρυμένος εις την άνθρώπινη καρδία. Και αν όλοι οι άλλοι βωμοί πέσουν, αυτός θα μείνη εις αιώνα τον άπαντα. 'Ένα δάκρυ της άρκεί να μας άναστατώση, να μάςγεμίση από συγκίνησιν, να μας φέρη πλησίον εις τον Θεόν. Όταν ο Άντίπατρος έγραψε μίαν μακράν επιστολήν προς τον Άλέξανδρον εναντίον της μητέρας του Όλυμπιάδος, έλαβε την ώραίαν άπάντησιν : «Δεν ξεύρεις, ω Άντίπατρε, ότι ένα δάκρυ της μητέρας έξαλείφει πολλάς διαβολάς ;» ∙ ∙ ∙
Τής μητέρας και μόνη η άνάμνησις, ένας στοχασμός της, είναι δυνατόν να μας εύεργετήση, να επηρεάση την ζωήν μας. ’Ενθυμούμαι με συγκίνησιν ένα ώραίον άνέκδοτον του άοιδίμου Πατριάρχου Βασιλείου. Μάς το διηγείτο με έξαρσιν. Έξημέρωνεν η 25η Νοεμβρίου, έορτή της Αγίας Αικατερίνης, επέτειος των όνομαστηρίων της μητέρας του. Εύρίσκετο εις την φυλακήν, όπου τον είχαν ρίψη οι Βούλγαροι εις την Άγχίαλον. Άναπολούσε τα παιδικά του χρόνια, την έορτήν της μητέρας του που δεν ζούσε πλέον. Άναπολούσε την χαράν του έκείνην. Πόσα λουλούδια της είχε προσφέρη. Είχαν παρέλθη τόσα χρόνια, και μόνον η άγάπη δια την μητέρα του δεν είχε παρέλθη. Αύτή ήτο πάντοτε εις τον νούν του. Εις το βάθος της φυλακής του, εις την νύκτα της αγωνίας του, παρήγορη επιφοιτούσε η γλυκεία μορφή της. Την ήμέραν αυτήν ο Βασίλειος ησθάνετο βαθείαν χαράν, μεταρσίωσιν, κάτι το πολύ έξαιρετικόν, το άποκαλυπτικόν. ‘Οπότε είσέρχεται ένας άξιωματικός, και του φέρει την άγγελίαν ότι είναι έλεύθερος, ότι άποφυλακίζεται. ∙ ∙ ∙ Τόση είναι η δύναμις της μητέρας. Ας προσευχηθώμεν δι’ αυτήν. Είναι πρόσωπον ίερόν. Όταν εις την άγκαλιά της κρατή το βρέφος της, το Σύμπαν όλον περικλείει εις το θείον αυτό σύμπλεγμα. Όταν εις το λίκνον το νανουρίζη, την περικυκλώνουν τα Χειρουβείμ. ‘Όταν το θηλάζη, η ζωή εύρίσκεται πολύ πλησίον εις την πηγήν της. ' Οταν θρηνή εις τον τάφον το τέκνον της, είναι ον ύπερκόσμιον. Καμμία μουσική δεν φθάνει την θρηνωδίαν της. Κανέν κελάδημα άηδόνος. Ο τόπος όπου πατεί μαζί με το μικρόν της είναι άγιος. Και η στιγμή που σκεπτόμεθα δι’ αυτήν είναι άγία. Εδώ κλείω τις συγκινημένες λέξεις μου δια την μητέρα με μίαν προσευχήν, που την συνθέτουν τα δάκρυα των ορφανών του κόσμου, το χαμόγελο των άθώων βρεφών και η συντριβή η ιδική μας. Ας άνέλθη καρδιοστάλαχτη η προσευχή αυτή εις την Παναγίαν.
ΕΠΑΚΟΛΟΥΘΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΠΙΔΡΟΜΩΝ TO ΣΠΊΤΙ ΤΩΝ ΜΕΛΛΟΝΥΜΦΩΝ - 0Ι «ΓΕΙΤΟΝΙΕΣ»
∙
Του κ. ΣΤΡΑΤΗ Π.ΚΟΛΑΞΙΖΕΛΛΗ
Στην προηγουμένη παράγραφο για τα «χρόνια των επιδρομών των πειρατών και των μεγάλων πολιτικών μεταβολών»,
όταν κάναμε λόγο για την εκκλησία της Παναγίας και για το μοναστήρι της, είπαμε, ότι γι’ αυτά τα δυο θα επεκταθούμε στην επομένη παράγραφο, για να μη διακόψωμε την ιστορία της Αγιάσου. Επειδή όμως οι επιδρομές των πειρατών, εκτός των επακολουθημάτων, τα οποία αναφέραμε, επέφεραν και δύο άλλα, για τα οποία πρέπει να γίνη λόγος, και τα οποία συνδέονται με την προηγουμένη παράγραφο, γι’ αυτό θα πούμε πρώτα και γι’ αυτά αφήνοντες αργότερα την παράγραφο για την εκκλησία της Παναγίας και για το μοναστήρι της. Δεν θα είνε άσκοπο να απαριθμήσωμε τα επακολουθήματα, τα οποία αναφέραμε έως τώρα. Στα «χρόνια των Aράπηδων» (671-717) αναφέραμε την χρησιμοποίηση των βραχωδών και αποκρήμνων κορυφών των βουνών από τον Βυζαντινό στρατό ως παρατηρητηρίων, και την εγκατάσταση σ’ αυτές τις κορυφές των Βιγλατόρων ως παρατηρητών και τηλεγραφητών, ειδοποιούντων τους κατοίκους με συνθήματα, τα οποία έκαναν με τους καπνούς και με τις φλόγες. Την κατανόηση των τηλεγραφημάτων, τα οποία έστερναν οι Βιγλάτορες, από τον λαό, την ανίχνευση του εδάφους της περιφερείας δια την εξεύρεση των καταλλήλων άντρων ως καταφυγίων στην ώρα του κινδύνου, το χτίσιμο των υπογείων κρυψώνων για το κρύψιμο των τροφίμων, φορεμάτων και χρημάτων, το ψήσιμο των άρτων δύο φορές στους φούρνους και τη μετατροπή αυτών εις παξιμάδια, την αντικατάσταση των κεραμιδιών των σπιτιών με χώμα ψημένο στη φωτιά από τις καρβουνίστρες και τα ασβεστοκάμινα, την αφαίρεση των κουδουνιών από τα κεφάλια των αιγοπροβάτων, την παραμέληση της καλλιεργείας της γης, και την αγάπη προς τα δάση για να είνε δύσβατος η περιφέρεια, την μη επιδιόρθωση των εξοχικών δρόμων, την επινόηση της κατασκευής οδοφραγμάτων στους κεντρικούς δρόμους της υπαίθρου με κορμούς μεγάλων δένδρων, την χρησιμοποίηση του ζέοντος κατρά ως υγρού πυρός, και την δημιουργία των δέκα χωρίων των Αντρίων με την μετοικεσία λίγων Πενθιλιωτών παρά τους δέκα αλευρομύλους, τους ευρισκομένους εις τα Άντρια. Στα «χρόνια των επιδρομών των πειρατών και των μεγάλων πολιτικών μεταβολών»(842-1355) προσεθέσαμε το χτίσιμο του κάστρου πάνω στη βίγλα του Καστέλλι και την εκγύμναση των Βιγλατόρων ως παρατηρητών και υπερασπιστών, το κρύψιμο των ιερών κειμηλίων επί αιώνας μέσα σε κρυψώνας, το χτίσιμο των αψηλών τοίχων της αυλής της εκκλησίας, και τον διορισμό ενός νυκτοφύλακος της εκκλησίας. Σ’ αυτά τώρα θα προσθέσωμε και άλλα δύο, για τα οποία
θα επεκταθούμε. Το πρώτο είνε το χτίσιμο του σπιτιού των μελλονύμφων εκ μέρους της μνηστής, και το δεύτερο είνε η επίδειξις της οικονομικής ανεξαρτησίας των παρθένων με τα φλωριά στα κεντρικώτερα μέρη κάθε γειτονιάς. Και τα δύο καθιερώθησαν πρώτα στα χωρία της περιφερείας, διότι αυτά έπαθαν μεγάλες καταστροφές από τους πειρατάς και από εκεί κατά το 1700 εισήχθησαν από τους μετοίκους στην Αγιάσο, η οποία, όπως είπαμε σε άλλη παράγραφο, δεν έπαθε τίποτε χάρις στην προστασία της πολιούχου Παναγίας, της Αγιάς Σωτείρας. Και τα δύο δε καθιερώθησαν από την έλλειψη γαμβρών, η δε έλλειψις γαμβρών προήλθε από την σφαγή και την αιχμαλωσία και την απαγωγή μεγάλου αριθμού αρρένων, από τους πειρατάς, και ιδίως τους Σαρακηνούς. Διότι η παράδοσις ως πειρατάς αυτού του τμήματος αναφέρει κυρίως τους Σαρακηνούς, δηλαδή τους Άραβας μωαμεθανούς της βορείου Aφρικής, περισσότερο δε τους Αλγερίνους, οι οποίοι είχαν κάνει το Αλγέριο φωλεά ληστών, καθώς και τους Άραβας μωαμεθανούς της Ισπανίας και της Κρήτης, οι οποίοι δημιούργησαν αραβικά κράτη σ’ αυτές τις χώρες, όταν τις εκυρίευσαν. Η παράδοσις ξεχωρίζει τους Σαρακηνούς από τους Aράπηδες της Αραβίας και Συρίας. Οι Αράπηδες, λέγει, ήρχοντο μεν στη Λέσβο ως επιδρομείς, όχι όμως εξεπίτηδες, αλλά διότι η Λέσβος ευρίσκετο μέσα στον δρόμο της κατά θάλασσαν συγκοινωνίας αυτών με την Κωνσταντινούπολη, την οποίαν επί πολύν καιρό πολιορκούσαν, ενώ οι Σαρακηνοί ήρχοντο εξεπίτηδες για να αρπάξουν πλούσια λάφυρα, για να απαγάγουν όμορφες κοπέλλες, τις οποίες να εξισλαμίσουν, και για να αιχμαλωτίσουν όσον το δυνατόν περισσοτέρους άρρενας χριστιανούς, διότι οι άρρενες, επειδή ήσαν ικανοί για εργασίαν επωλούντο, ακριβώτερα και ευκολώτερα από τις γυναίκες στις αγορές της βορείου Αφρικής. Οι Αράπηδες, λέγει σταματούσαν κάποτε στον δρόμο και έκαναν μεταβολή, οσάκις συναντούσαν οδοφράγματα, ενώ οι Σαρακηνοί υπερπηδούσαν όλα τα εμπόδια, και προχωρούσαν ακατάσχετοι, και περιέτρεχαν μαινόμενοι όλο το νησί. Οι Αράπηδες, λέγει, ήσαν κάποτε και βλάκες, εξαπατώμενοι από τους Λεσβίους με τις μετακινήσεις και τους ελιγμούς αυτών πάνω στα βουνά, ενώ οι Σαρακηνοί ήσαν πολύ έξυπνοι, πανούργοι, πονηροί και τετραπέρατοι (1). Οι Αράπηδες, λέγει, είχαν και ένα έλεος στους γέρους, τις γρηές και τα μικρά παιδιά, ενώ οι Σαρακηνοί ήσαν θηριώδεις, και επέφεραν καταστροφές φρικώδεις, λεηλατούντες και σφάζοντες αλύπητα και καίοντες χώρες και χωριά και πολιτείες. Από τις πολλές αιχμαλωσίες των αρρένων από τους Σαρακηνούς και τις απαγωγές αυτών στην Αφρική, πολλά χωρία έμειναν μονάχα με τα γυναικόπαιδα, και οι κοπέλλες των χωριών αυτών δεν εύρισκαν εύκολα γαμβρούςνα παντρευτούν. Για να δελεάσουν τότε τους διασωθέντας, ανέλαβαν λίγα βάρη, τα οποία (1) Τετραπέρατος κυρίως σημαίνει εκείνος, που έχει τέσσερα άκρα, πέρατα, τέρματα, μεταφορικώς δε επί ανθρώπων σημαίνει πολυμαθής, πολύπειρος, πολύξερος.
προηγουμένως είχαν οι γαμβροί, και επεδείκνυαν στις γεινονιές τα εορτάσιμα φορέματα αυτών και τα φλωριά των, ως δείγμα της οικονομικής των ανεξαρτησίας. Τα βάρη, τα οποία ανέλαβαν, ήσαν να χτίζουν το σπίτι του ανδρογύνου, το οποίο έχτιζαν προηγουμένως οι γαμβροί, και να ζητούν αυτές εις γάμον τους γαμβρούς, ενώ προηγουμένως έγίνετο το εναντίον. Οι νέοι, δελεαζόμενοι από τα φλωριά και απαλλασσόμενοι από τους κόπους, και τις πολυποίκιλες φροντίδες και τα έξοδα του χτισίματος του σπιτιού, δεχτήκαν με ευχαρίστηση τη νέα κατάσταση, η οποία δημιουργήθηκε από τις γυναίκες, με χρόνια όμως αντελήφθησαν, ότι βγήκαν ζημιωμένοι, διότι τα μεν φλουριά ήσαν περιουσία των γυναικών απαραβίαστη και ιερά, την οποίαν δεν μπορούσαν εύκολα-εύκολα να εκποιήσουν, το δε σπίτι τους ωφελούσε φαινομενικώς, διότι έπαιρναν ένα σπίτι, όταν ήσαν νέοι και ικανοί για εργασία, όταν όμως ήρχοντο στην ανάγκη να αποκαταστήσουν τα κορίτσια των, ήσαν υποχρεωμένοι να χτίσουν τόσα σπίτια, όσα ήσαν τα κορίτσια, τα οποία αποκτούσαν εκ του γάμου των. Και τα σπίτια δε αυτά να τα χτίσουν στην γεροντική των ηλικία, οπότε ήσαν ανίκανοι να εργασθούν. Το έθιμο αυτό, εισαχθέν στην Αγιάσο κατά το 1700 από τους μετοίκους των χωρίων της περιφερείας, διατηρείται σ’ αυτή και έως σήμερα, και βαρύνει τους κοριτσοπατέρας ως προπατορικό αμάρτημα. Ενώ θα ήτο προτιμότερο να επανήρχετο το αρχαίο καθεστώς, και να έχτιζαν οι νέοι το σπιτάκι των, διότι τότε θα ανεπτύσσετο η μεταξύ των άμιλλα, θα ανεπτύσσετο και η συνήθεια της αποταμιεύσεως χρημάτων, η οποία θα ήτο πολύ ωφέλιμος και στη μετέπειτα ζωήν των. Προ της επιδρομής των Σαρακηνών το όνειρο όλων των αρρένων ήτο να μαζέψουν χρήματα, με τα οποία να χτίσουν μια μέρα το σπιτάκι των, στο οποίο θα κατοικούσαν, όταν ενυμφεύοντο, εκλέγοντες αυτοί τη νύφη, και ζητούντες αυτοί τη νύφη από τους γονείς της. Για να μαζέψουν αυτά τα χρήματα, εξασκούντο από την μικρή των ηλικία εις το να περιορίζουν στο ελάχιστο τις ανάγκες των, εις το να κάνουν οικονομίες, οι οποίες έφθανον μέσα στα όρια της φιλαργυρίας, και εις το να εναποταμιεύουν χρήματα κρυφά από τους άλλους μέσα στους «κουμαράδες» και στα «κομποδέματα» ως χρηματοκρύπτας. Ο κουμπαράς ήτο ένα μικρό πήλινο δοχείο, καμωμένο στα αγγειοπλαστεία, όμοιο με κυδώνι, το οποίο είχε μία ευθεία σχισμή από τα πλάγια, για να ρίπτωνται μέσα τα νομίσματα, τα οποία για να αφαιρεθούν έπρεπε ο κουμπαράς να σπάση. Το κομπόδεμα ήτο ένας κόμπος δεμένος στην μια άκρη του μαντηλιού. Στον κόμπο αυτόν έκρυπτον συνήθως τα μεγάλης αξίας νομίσματα. Η λέξη δε «κομπόδεμα» φανέρωνε και τον κόμπο, ο οποίος περιέκλειε τα νομίσματα, και τα νομίσματα, τα οποία ήσαν δεμένα στον κόμπο και κρυμμένα. Με τα χρήματα λοιπόν των κουμπαράδων και των κομποδεμάτων (2) άρχιζαν οι (2) Για να διαδοθή σήμερα στη νέα γενεά η αρετή της αποταμιεύσεως χρημάτων στα ταχυδρομικά ταμιευτήρια, τα οποία αντικατέστησαν τους πηλίνους κουμπαράδες και τα κομποδέματα, οι Κυβερνήσεις των διαφόρων
άρρενες να ετοιμάζουν το σπιτάκι της οικογενείας, την οποίαν θα δημιουργούσαν, χωρίς να έχουν τοιαύτας υποχρεώσεις οι γυναίκες. Μετά τις επιδρομές των Σαρακηνών, επειδή η νύφη έχτιζε το σπίτι, η συνήθεια της αποταμιεύσεως χρημάτων εξέλειπεν από τους νέους, και πήγε στις γυναίκες. Αυτές από τότε είχαν τα κομποδέματα, και γι’ αυτές λέγεται έως σήμερα η φράσις: «Η τόδε έχει (ή είχε) και κομπόδεμα και δεν το ξέρομε». Τους κουμπαράδες εξακολουθούσαν να τους έχουν οι μικρής μόνον ηλικίας άρρενες έως στα χρόνια μας. Με τα χρήματα, τα οποία περίσσευαν από το σπίτι, οι γυναίκες αγόραζαν «φλουριά,» τα οποία ήσαν χρυσά κοσμήματα διαφόρων μεγεθών και αξιών, όμοια με νομίσματα, και τρυπημένα σε ένα άκρο της περιφερείας των. Τα φλωριά αυτά τα έδεναν το ένα κοντά στο άλλο και σχηματίζαν αρμαθιές, τις οποίες κρέμαζαν στον λαιμό και έμπροσθεν του στήθους στις γειτονιές της Αγιάσου κατά τις Κυριακές και τις άλλες μεγάλες εορτές ως δείγμα της οικονομικής των ανεξαρτησίας. Ως επακολούθημα λοιπόν της ελλείψεως ένα καιρό γαμβρών θεωρούνται και οι επιδείξεις των φλωριών στις γειτονιές. Οι κοπέλλες κάθε γειτονιάς, καθισμένες στη σειρά πάνω σε καθίσματα στα κεντρικά μέρη κατά το απομεσήμερο των Κυριακών και των άλλων εορτών, επεδείκνυον τα κοσμήματα αυτών, και κυρίως τα φλωριά. Έπεδείκνυον δε όλες, διότι και όσες δεν είχαν δικά των φλωριά, εδανείζοντο τοιαύτα από τις παντρεμένες και τις εύπορες, οι οποίες θεωρούσαν ως ψυχικό να υποβοηθήσουν τις άλλες να επιδειχθούν και να αποκατασταθούν. Οι νέοι, κάνοντες κατά ομάδες παρελάσεις, πολλές φορές δε συνοδευόμενοι κατά τις παρελάσεις από οργανοπαίκτας μουσικούς και τραγουδούντες, έβλεπαν αυτές τις «γειτονιές», οι οποίες ήσαν ζωντανές εκθέσεις των παρθένων. Και επειδή από τις «γειτονιές» αυτές άναβαν οι πρώτες σπίθες των ερώτων, η Αγιάσος ελέγετο και «χωριό του έρωτος». Σήμερα όμως πέρασε η μόδα των φλουριών, και οι γειτονιές υποχωρούν και σβύνουν από τους περιπάτους, τους οποίους άρχισαν να κάνουν οι κοπέλλες στην Περασιά και στο Σταυρί και στο Καμπούδι.
Κρατών ώρισαν και εορτή της αποταμιεύσεως την 31 Οκτωβρίου, κατά την οποίαν εξυμνούνται τα αγαθά αυτής εις τον αγώνα της ζωής.
ΤΟ ΠΕΡΙΣΩΘΕΝ ΠΑΛΑΙΟΝ ΑΡΧΕΙΟΝ TOY
ΙEPOY
ΝΑΟΥ
ΤΗΣ
[7]
ΠΑΝΑΓΙΑΣ
ΑΓΙΑΣΟΥ
(∙)
Πρωτοπρ. ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ
176) Δήλωσις εξοφλήσεως χρέους των επιτρόπων της Εκκλησίας Αγιάσου προς τον Γεώργιον Δρακάτον εξ 666 γροσίων. 1836 Αυγούστου 6. 177) Διαθήκη Γεωργέλη Αρμηνέλη. 1836 Οκτωβρίου 29. 178) Διαθήκη Γεωργίου Παρασκευά Καμαρού. αωλστ’ Νοεμβρίου α'. 179) Διαθήκη Ρήγαινας Κωνσταντίνου. 1836 Νοεμβρίου 16. 180) Διαθήκη Μελισσηνής Σπυρ. Πιπερίτη. 1836 Νοεμβρίου 26. 181) Σημειώματα-σχέδιο διαθηκών Φωτεινού Ταγέλη και Aμερισούδας. 182) Διαθήκη Αμήρισας Συλοψαρίνη. 1837 Ιανουαρίου 3. 183) Διαθήκη Aποστόλη Καραμιχάλη. 1837 Ιανουαρίου 19. 184) Διαθήκη Xατζημιχάλη Τζηνά. 1837 Φεβρουαρίου 17. 185) Διαθήκη Xατζηγιάννη Τασλάνη. 1837 Μαΐου 12. 186) Διαθήκη Χατζηβασιλήνας.... 1837 Ιουνίου 16. 187) Διαθήκη Χατζημιχαΐλου Xατζηδημητρίου. 1837 Ιουλίου α'. Υπ' αυτήν σημειώσεις των εκτελεστών περί καταβολής των διατεθέντων εις διαφόρους σκοπούς χρηματικών ποσών. 188) Διαθήκη Μιχάλη Κωνσταντή Κιληλέλη. 1837 Αυγούστου 22. 189) Διαθήκη Μελισσινής Μαΐστρου. 1837 Οκτωβρίου 7. 190) Διαθήκη Χατζηελενούδας Ευαγγελινού. 1837 Οκτωβρίου 15. 191) Διαθήκη Στρατήγη Νικολή. 1837 Νοεμβρίου 5, 192) Ειδοποίησις εκ Κων/πόλεως προς τους Δημογέροντας του Καζά Μυτιλήνης περί του ότι κατεβλήθησαν τα εκ 6.063 γρ. έξοδα της εκδόσεως 4 φιρμανίων των εκκλησιών υπό του γράφοντος. Τούτων εν αφορών την Εκκλησίαν της Αγιάσου εξωφλήθη αντί γρ. 1515.30 υπό του Δημητρίου Xατζηπροκοπίου. 1837 Νοεμβρίου 12. 193) Διαθήκη Ηλιογραμμένου X" Σαραντινού. 1838 Ιανουαρίου 14. 194) Διαθήκη Ελενούδας θυγατρός Λινάρδου Πουγιατζή. 1838 Ιανουαρίου 15. 195) Δωρητήριον ελαιοκτήματος και οικίας Παναγιώτου προς την σύζυγον του Αικατερίνην. 1838 Απριλίου 10. 196) Διαθήκη Φράγκα συζύγου Χατζη Μπαλή. 1838 Απριλίου 24. (*) Συνέχεια από σελ. 58.
197) Διαθήκη Aποστόλη X" Μάγκου (αχρονολόγητος). Όπισθεν σημείωσις των καταβληθέντων κληροδοτημάτων υπό χρονολογίαν 1838 Ιουλίου 8. 198) Διαθήκη Στρατήγη Αγριαδέλλη. 1838 Ιουλίου 27. 199) Διαθήκη ΠαπάΤερασίμου, υιού του Παγώτη, δι’ ης προς τοις άλλοις καταλείπει εις την Εκκλησίαν Αγιάσου κτήμα εις θέσιν Γεοργουτζή «δια να κάμη - όπως γράφει- όλα μου τα μνημόσυνα, και τα έξοδα της ταφής μου, το λάδι και τα κηρία όλου του χρόνου». Αξιοσημείωτοι επίσης είναι αι «ελεημοσύναι» της εν λόγω διαθήκης, ήτοι: Εις το ξενοδοχείον γρόσια πενήντα, εις τον Άγιον Τάφον δεκαπέντε, εις την μονήν Σινά δεκαπέντε, εις το σχολείον διακόσια, εις τους δρόμους διακόσια, εις τα νερά διακόσια, εις την Μονήν Υψηλού είκοσι πέντε, εις την Μονήν Λειμώνος είκοσι πέντε, εις τους πτωχούς εκατόν τριάντα, εις το ετήσιον υπέρ της ψυχής του «σαρανταλείτουργον» εκατόν, εις τους ιερείς είκοσι πέντε, εις τον πνευματικόν δέκα πέντε. 1838 Αυγούστου 15. 200) Διαθήκη X" Βλουτίνης Χατζηγεωργίου Σαπουνά. 1838 Σεπτεμβρίου 11. (Συνεχίζεται)
ΑΛΑΛΑ ΤΑ ΧΕΙΛΗ... Στ’ Άγιωργηού τον Παπαγιώργη, Πές, παιδί μου, να περάση, Την ποωτομηνιά απ' το σπίτι, [Που- μαι στ’ ’Aρμπανσπεργκ (∙) [άντίκρυ. «Παρακλήσεις» να διαβάση, Μ’ άγιασμό να μας άγιάση . . . ∙ « . . . Δέσποινα I-Κυρά του Κόσμου I Και παρηγορήτρια. Δέξου μου τας παρακλήσεις Και γενού μεσίτρια . . . ’Άλαλα νάηναι τα χείλη Των φρικτών, των άσεβών, Κείνων που δεν προσκυνούνε, - Δέσποινά μου, Παναγία Την είκόνα Σου, την άγία, Την είκόνα Σου, την τιμία, Πού την εχει ίστορισμένη, Κι’ άγγελοζουγραφισμένη Ο Aπόστολος Λουκάς . . .» - ’Έτσι, έδιάβαζε ο παπάς . . . Και τ’ άδέρφια, τα καύμένα, - Τρία άδέρφια όρφανεμένα, Στη μαννούλα μεινεσμένα, Στη μαννούλα άκουμπισμένα, Στη μαννούλα μαζωμένα, Έκυττούσαν σαστισμένα,
Έκυττούσαν την Παρθένα, Έκυττούσαν το καντήλι, Και της μάννας τους τα μάτια, Και της μάννας τους τα χείλη . . . ∙ Μάτια, μαύρα και γραμμένα. Χείλη πολυπικραμένσ, Όταν είσαστε σβυσμένα, Όταν είσαστε κλεισμένα, Με τα χέρια σταυρωμένα, - Μάτια, μαύρα και γραμμένα Τ’ Άγιωργηού ο Παπαγιώργης Ξαναδιάβαζε ξανά . . . [Κι’ αλαλα είτανε τα χείλη, Και σβυσμένο το καντήλι, Και θλιμμένα τ’ άρφανά]. Κι’ εγώ, ρώταγα : λοιπόν ; - "Αλαλα θάηναι τα χείλη Ώς κι’ αυτών, των εύσεβών ; . . .
Στ’ Άγιωργηού τον Παπαγιώργη, Πές, παιδί μου, να περάση, «Παρακλήσεις» να διαβάση, Μ’ άγιασμό να μας άγιάση . . . Α. ΑΝΑΠΛΙΩΤΗΣ
(∙) Aρμπανσπεργκ, Βαυαρός άντιβασιλεύς επί Όθωνος. Το άνάκτορό τον σώζεται ακόμη στο Ναύπλιον.
ΧΡΟΝΙΚΑ Ο κ. ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Ο Υπουργός των Οικονομικών κ. Α. Αποστολίδης επισκεφθείς την νήσον Λέσβον επ' ευκαιρία της καταργήσεως της φορολογίας του ελαίου ανήλθεν εις Αγιάσον συνοδευόμενος υπό του Νομάρχου κ. Αγ. Κοζύρη την πρωίαν της 21ης Νοεμβρίου ε. έ., ένθα εγένετο ενθουσιωδώς δεκτός υπό του λαού της ωραίας κωμοπόλεως, ευγνωμονούντος δια τα προστατευτικά μέτρα της Εθνικής Κυβερνήσεως, ως λίαν ευγλώττως ανέπτυξαν κατά τας προς τον κ. Υπουργόν προσφωνήσεις των οι κ.κ. Ιωάνν. Χατζηλεωνίδας Πρόεδρος της Κοινότητος, Στρ. Ηρ. Aναστασέλλης Γραμματεύς του Ελαιουργικο ύ Πιστωτικού Συνεταιρισμού, Ευστρ. Χατζηπροκοπίου Ιατρός, αντιπρόσωπος του Κτηματ. Συλλόγου Αγιάσου και Γραμμέλης Πρόεδρος της Ενώσεως Εργατών Τεχνιτών Οικοδόμων. Τον κ. Υπουργόν εδεξιώθη μετά των άλλων τοπικών Aρχών και ο Aρχιερατικός Επίτροπος εις την είσοδον της κωμοπόλεως. Εκ μέρους δε των φαλαγγιτών και των συγκεντρουμένων μαθητών των σχολείων προσεφέρθησαν ωραίαι ανθοδέσμαι εξ ανθέων των αγρών και των κήπων της Αγιάσου, αφ' ου δε ο κ. Υπουργός ωμίλησε προς το συγκεντρωμένον πλήθος, όπερ εξέσπασεν εις ενθουσιώδεις ζητωκραυγάς και χειροκροτήματα, κατηυθύνθη προς το Ιερόν Προσκύνημα. Εκεί, παρουσία και του Σεβασμ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κυρίου Ιακώβου, ετελέσθη δέησις υπό του Ιερατείου της κωμοπόλεως, μετ' αυτήν δε ο κ. Υπουργός ησπάσθη ευλαβώς την θαυματουργών εικόνα της Θεομήτορος και περιειργάσθη μετ’ ενδιαφέροντος τας εν τω ναώ αρχαίας εικόνας, επεξηγούντος του Σεβασμ. Μητροπολίτου. Aκολούθως ανήλθεν εις το «Συνοδικόν» του Ιερού Προσκυνήματος, ένθα εδέχθη διαφόρους επιτροπάς, και μετά ταύτα μετέβη μετά του Σεβασμ. Μητροπολίτου, του κ. Νομάρχου και της λοιπής ακολουθίας του εις το Σανατόριον «Η Υγεία», του οποίου απεθαύμασε το λαμπρόν κτίριον και την όλην εύρυθμον διοργάνωση.
ΑΠΟΚΤΗΣΙΣ ΠΑΛΑΙΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ Τη πατρική μερίμνη του Σεβασμ. Μητροπολίτου ημών το Ι. Προσκύνημα απέκτησε παλαιάν φορητήν εικόνα του Παντοκράτορος προερχομένην εκ του μονυδρίουτου Δαμανδρίου και τοποθετηθείσαν εν τω κεντρικώ εικονοστασίω του ναού, ένθα, υπό το επίχρυσον κάλυμμα δεν υπήρχε μέχρι τούδε η μία σανίς έχουσα μόνον εις την θέσιν του ανοίγματος του προσώπου μία νεωτάτην και ακαλαίσθητον απομίμησιν ξενικής τέχνης επί τεμαχίου λευκοσιδήρου εζωγραφημένην.
Η Επιτροπεία του Ιερού Προσκυνήματος εξέφρασε την ευγνωμοσύνην της προς την Α. Σ. μεριμνήσασαν και δια την κατά τους κανόνος της τέχνης επισκευήν και συντήρησιν της εν λόγω αρχαίας εικόνος δια του ειδικού τεχνίτου κ. Β. Ραχτσέβσκυ. ∙ ∙ ∙ Εξ άλλου επί της οπισθίας πλευράς του Δεσποτικού Θρόνου του Ιερού Προσκυνήματος απεκαλύφθη όλως τυχαίως ωραιοτάτη παλαιά σχετικώς εικών παριστώσα τον Μέγαν Aθανάσιον, ήτις εκαθαρίσθη επίσης και επεσκευάσθη υπό του αυτού τεχνίτου. ∙
Τη φιλοτίμω δε ενεργεία του εκ των εφημερίων του Ιερού Προσκυνήματος αιδεσ. Νικ. Παπουτσέλλη, αόκνως επίσης συμβαλόντος και δια την μέχρι τούδε καταρτισθείσαν συλλογήν, εξηκολούθησεν η εις το Ιερόν Προσκύνημα πρόθυμος προσφορά παλαιών εικόνων παρ’ ευσεβών οικογενειών της Αγιάσου. Εκ τούτων αι ανεπίδεκτοι επισκευής και συντηρήσεως επεστράφησαν εις τους κτήτορας, αι δε κατάλληλοι προς πλουτισμόν της συλλογής του Ιερού Προσκυνήματος επισκευασθείσαι υπό του κ. Β. Ραχτσέβσκυ, ετοποθετήθησαν εν ειδική προθήκη εν τω κεντρικώ κλίτει του ιερού ναού εντός μαρμαρίνου προσκυνηταρίου, ως εγένετο και δια τας προηγουμένως προσφερθείσας. Οι προσενεγκόντες τας παλαιάς εικόνας της τελευταίας ταύτης σειράς είναι οι εξής εξ Αγιάσου ευσεβείς: 1) Ελένη Στ. Ψαρριανού, εικόνα μικράν του Αγ. Γεωργίου. 2) Οικογένεια Μεθοδ. Καχιλέλλη, τρίπτυχον εικόνων Αγ. Αντύπα, Θεοτόκου, Αγ. Χαραλάμπους κλπ. 3) Οικογένεια Μητροδώρα, δύο φύλλα τριπτύχου παριστώντα το μεν την Αγ. Ειρήνην και τον Αγ. Γεώργιον, το δε τον Άγιον Χαραλάμπη και τον Αγ. Δημήτριον. 4) Ρήγαινα Ευστρ. Καλαλέ, μικράν εικόνα του Μεγάλου Αθανασίου. 5) Οικογένεια Π. Aναστασέλλη, εικόνα του Τιμίου Προδρόμου μετά δύο μικρογραφιών. 6) Δέσποινα Νουλέλλη, εικόνα της Θεοτόκου τύπου «Ρόδον το Αμάραντον». 7) Δημήτριος Μιχαλάκης, εικόνα της Θεοτόκου«Όδηγητρίας». 8) Aντώνιος Βάλεσης, εικόνα του Αγ. Στυλιανού. 9) Ευστράτιος Καλέλλης, μικράν εικόνα της Θεοτόκου «Γλυκοφιλούσης». 10) Οικογένεια Παν. Καββαδά, εικόνα της Θεοτόκου Βρεφοκρατούσης. 11) Aμερισούδα Καλέλλη, μικράν εικόνα της Θεοτόκου Βρεφοκρατούσης.
Ο Σεβασμ. Τοποτηρητής της Αρχιεπισκοπής Aθηνών και Προεδρεύων
της Ιεράς Συνόδου Μητροπολίτης Φθιώτιδος κ. ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ.
Aρχιερατική χοροστασία. Τη 21η Νοεμβρίου ε. έ. επί τη εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου ο Σεβασμ. Μητροπολίτης ημών εχοροστάτησε κατά την θείαν λειτουργίαν εν τω ‘Ιερώ Προσκυνήματι.
Η επέτειος της απελευθερώσεως της νήσου Λέσβου.
Επί τη επετείω της απελευθερώσεως της Λέσβου, αγομένη τη 8η Νοεμβρίου, ετελέσθη προεξάρχοντος του Aρχιερατικού Επιτρόπου Δοξολογία, ώρα 11.30' π. μ., εν τω Ιερώ Προσκυνήματι παρουσία των τοπικών Aρχών, των σχολείων, των φαλαγγιτών της Ε.Ο.Ν. και πολλού λαού. Μετά το πέρας της Ιεράς ακολουθίας ο Αρχιερατικός Επίτροπος ωμίλησεν επικαίρως συστήσας πίστιν και αφοσίωσιν εις τας θρησκευτικός και εθνικάς παραδόσεις.
Σανατόριον «Η Υγεία».
Επί τη επετείω των εγκαινίων του Σανατορίου «Η Υγεία» ετελέσθη τη 8η Νοεμβρίου η θ. Λειτουργία εν τω ναΐσκω του Ιδρύματος παρουσίατου Διευθυντού, του προσωπικού και των ασθενών. Μετά μεσημβρίαν δε της αυτής ημέρας ο Αρχιερατικός Επίτροπος μεταβάς εις το Σανατόριον συνεχάρη τον Διευθυντήν αυτού κ. Ευστρ. Αντωνίου άγοντα και την ονομαστικήν του εορτήν και εδωρήσατο εκ μέρους των Κατηχητικών Σχολείων χάριν των ασθενών του Ιδρύματος σειράς τινας των επιστημονικών χριστιανικών εκδόσεων του «Ακαδημαϊκού Ομίλου».
Πανήγυρις Aσωμάτου.
Τη 8η Νοεμβρίου πανηγυρίζοντος του εν Aσωμάτω Ιερού ναού των Παμμεγίστων Ταξιαρχών ο αιδεσιμ. Aρχιερατικός Επίτροπος παρέστη κατά την θείαν Λειτουργίαν και εκήρυξε τον θείον λόγον προς τους πολυπληθείς προσκυνητάς, ακολούθως δε προέστη της επί τη επετείω της απελευθερώσεως της Λέσβου τελεσθείσης εν αυτώ Δοξολογίας.
Πανήγυρις εξωκκλησίου.
Αυθημερόν επανηγύρισε το εν Αγιάσω και εν τη θέσει «Σταυρί» έξωκκλήσιον του Ταξιάρχου εν συρροή ευσεβών εορταστών.
Θείον Κήρυγμα.
Από της εσπέρας της Κυριακής 6ης Νοεμβρίου ήρξαντο τα εσπερινά κατά Κυριακήν κηρύγματα του ημετέρου Διευθυντού εν τω Ιερώ Προσκυνήματι. - Ο αυτός ήρξατο από της πρωίας της αυτής ημέρας των τακτικών κατά δεκαπενθήμερον κηρυγμάτων του εν τω εν Μυτιλήνη ιερώ ναώ του Αγίου Θεράποντος. - Ο άρτι διορισθείς εν τω Ημιγυμνασίω Αγιάσου θεολόγος Καθηγητής κ. Π. Φωτόπουλος, παρακληθείς εγκρίσει της Ι. Μητροπόλεως υπό του Aρχιερατικού Επιτρόπου, ανέλαβε προθύμως όπως κηρύσση τον θείον λόγον εν τω αυτόθι ιερώ ναώ της Αγίας Τριάδος.
Κατηχητικά Σχολεία. Aπό της Τετάρτης 9ης Νοεμβρίου ε.έ. ήρξατο τακτικώς η λειτουργία των εν Αγιάσω Κατηχητικών Σχολείων. - Κατά παράκλησιν του Aρχιερατικού Επιτρόπου απεδέχθη όπως διδάσκη εν αυτοίς και ο θεολόγος κ. Π. Φωτόπουλος. - Υπέρ των Κατηχητικών Σχολείων ανεγράφη δια την τρέχουσαν χρήσιν πίστωσις δρ. 5.000 εν τω προϋπολογισμώ του Ι. Προσκυνήματος.
Μαθητικαί Λειτουργίαι.
Εκ συνεννοήσεως του Αρχιερατικού Επιτρόπου και των Διευθυντών των εν Αγιάσω Δημοσίων Εκπαιδευτηρίων, ωρίσθη όπως τελήται κατά πάσαν Παρασκευήν, 8-9 π. μ. η θεία Λειτουργία εν τω πλησιεστέρω προς τα σχολεία ιερώ ναώ της Αγίας Τριάδος χάριν των μαθητών αυτών. Κατά την Λειτουργίαν ταύτην ψάλλει χορός εκ μαθητών των Κατηχητικών Σχολείων και γίνεται σύντομον παιδικόν κήρυγμα υπό του ημετέρου Διευθυντού και του εν τω Ημιγυμνασίω θεολόγου καθηγητού κ. Περ. Φωτοπούλου εκ περιτροπής.
Εις
μνήμην του Aρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου.
αοιδίμου Aθηνών
Τη Κυριακή, 13η Νοεμβρίου, αγομένης της μνήμης του Αγ. Ιωάννου του Χρυσοσ τόμου, ο Αρχιερατικός Επί-
τροπος ετέλεσεν αφ' εσπέρας μετά τον Εσπερινόν και το πρωί μετά την θείαν Λειτουργίαν επιμνημόσυνον δέησιν υπέρ του αποδημήσαντος εις Κύριον Aρχιεπισκόπου Aθηνών Χρυσοστόμου, και εις μνήμην αυτού έθηκε μεν εις την διάθεσιν της Φιλοπτώχου Aδελφότητος Αγιάσου δρ. 300 δια την περίθαλψιν αναλόγου αριθμού απόρων, απέστειλε δ' ετέρας 200 δρ. ως συμβολήν εις την δαπάνην του ανεγερθησομένου εν τω Ορφανοτροφείω Βουλιαγμένης Κενοταφίου του αοιδίμου Πρωθιεράρχου.
Συνοδικαί ευχαριστίαι.
Η Ιερά Σύνοδος απέστειλε τω Aρχιερατικώ Επιτρόπω αιδεσ. Πρωτοπρεσβυτέρω Εμμαν. Γ. Μυτιληναίω το κάτωθι ευχαριστήριον : Αθήνησι, τη 29η Οκτωβρίου 1938. Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος ευχαριστεί θερμώς δια τα Υμέτερα συλλυπητήρια επί τη μεγάλη απωλεία, ην υπέστη δια του θανάτου του αοιδίμου Προκαθημένου αυτής Aρχιεπισκόπου Aθηνών και Πάσης Ελλάδος κυρού Χρυσοστόμου. + Ο Φθιώτιδος Aμβρόσιος Προεδρεύων.
Κληροδότημα XατζηΒλασίου Συγκελέλλη.
Υπό της Επιτροπείας του Ιερού Προσκυνήματος, διαχειριζομένης το Κληροδότημα του μακαρίτου Xατζη Βλασίου Συγκελέλλη, απεφασίσθη και υπό του Σεβασμ. Μητροπολίτου ενεκρίθη, η κατά την θέλησιν του διαθέτου, χάριν απόρων νεανίδων εις ώραν γάμου ευρισκομένων εκ των πόρων του Κληροδοτήματος οικοδόμησις τριών οικίσκων επί οικοπέδων παραχωρηθέντων υπό της Κοινότητος Αγιάσου.
Εορτή της Αποταμιεύσεως.
Τελεσθείσης εν τη προ του Κοινοτικού Καταστήματος πλατεία της επί τη διεθνεί ημέρα Αποταμιεύσεως ειδικής εορτής τη εσπέρα της 31ης Οκτωβρίου ε.έ., παρευρέθη κατ’ αυτήν και ο αιδεσ. Aρχιερ. Επίτροπος μετά του Ιερατείου και της Επιτροπείας του Ιερού Προσκυνήματος. Κατά την τελετήν, εις ην παρέστη-
σαν αι τοπικαί Aρχαί, τα Σχολεία και πλήθος λαού, ωμίλησεν ο Πρόεδρος της Κοινότητος κ. Ιωάνν. Χατζηλεωνίδας και ο διδάσκαλος κ. Ευστρ. Σκλεπάρης.
Υπέρ του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού. Τη 13η Νοεμβρίου, συμπιπτούση προς την Κυριακήν του «Καλού Σαμαρείτου», ο Αρχιερατικός Επίτροπος προέτρεψε τον ευσεβή λαόν όπως προθύμως συνδράμη το έργον του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, του οποίου εις πάντας είναι γνωστή η φιλάνθρωπος δράσις, ακολούθως δε διενηργήθη έρανος έξω της εκκλησίας και εν τη αγορά.
Παράδοσις εξωκκλησίων. Προς την Επιτροπείαν του Ιερού Προσκυνήματος παρεδόθησαν κατά τον Νόμον και την σχετικήν εγκύκλιον του Σεβασμ. Μητροπολίτου ημών αι διαχειρίσεις των εξωκκλησίων Παναγιούδας Πενθίλης και Αγίου Δημητρίου υπό των δια την ανέγερσιν αυτών συσταθεισών ειδικών Επιτροπών, προς τας οποίας εξεφράσθησαν αι ευχαριστίαι της Εκκλησίας δια την υπ' αυτών συντελεσθείσαν αξιέπαινον εργασίαν.
ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΙΕΣΤΗΡΙΟΥ
Ο νέος Πρωθιεράρχης.
Εκτυπουμένου του παρόντος τεύχους εγνώσθη εξ Aθηνών η επ' αισίοις γενομένη πλήρωσις του χηρεύσαντος Αρχιεπισκοπικού Θρόνου δια της ομοψήφου εκλογής και της πανηγυρικής ενθρονίσεως του από Μητροπολίτου Τραπεζούντος Μακαριωτάτου Aρχιεπισκόπου Aθηνών και πάσης Ελλάδος κ. κ. Χρυσάνθου. Η «Αγία Σιών» συμμεριζομένη την πανελλήνιον εκ του γεγονότος τούτου παραμυθίαν και επιφυλλασσομένη να γράψη τα πρέποντα εν τω προσεχεί αυτής τεύχει, υποβάλλει ευλαβώς τα βαθύτατα αυτής σέβη τω νέω Πρωθιεράρχη, ούτινος η επί του θρόνου του αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου ανάρρησις προοιωνίζεται ημέρας νέας πνευματικής ακμής και δράσεως αίτινες είησαν ούτω μακραί υγιειναί και γόνιμοι επ' αγαθώ της Αγιωτάτης εν Ελλάδι Εκκλησίας.
ΑΓΙΑ
ΣΙΩΝ
ΜΗΝΙΑΙΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΑΣΩ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ ΙΕΡΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑΣ ΑΥΤΟΥ
ΕΥΛΟΓΙΑΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ κ. ΙΑΚΩΒΟΥ
ΕΤΟΣ
Β'
ΑΡΙΘΜ. 8
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ
Πρωτοπρεσβύτερος
1939
ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ
ΕΠΙ ΤΗ ΑΝΑΡΡΗΣΕΙ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΠΡΩΘΙΕΡΑΡΧΟΥ Μετά την θλίψιν, ην έδοκίμασεν η Έκκλησία εκ του θανάτου του μακαριστού Πρωθιεράρχου Χρυσοστόμου, άφατον παραμυθίαν ένεστάλαξεν εις του Κλήρου και του Λαού τας καρδίας το εύφρόσυνον γεγονός της λόσεως του προκόψαντος ζητήματος δια της εις τον πρώτον θρόνον της Εκκλησίας της Ελλάδος πανηγυρικής άναρρήσεως του ήδη επαξίως κατέχοντος αυτόν Μακαριωτάτου Aρχιεπισκόπου Aθηνών και πάσης Ελλάδος κ. κ. Χρυσάνθου του από Μητροπολίτου Τραπεζούντος. Την γενικήν επί τω γεγονότι άνακοόφισιν συμμεριζομένη και η «Aγία Σιών» υπέβαλεν ήδη τα ταπεινά αυτής σέβη και τας υίίκάς εύχάς τω Μακαριωτάτου Πρωθιεράρχη δι’ όσων, την τελευταίαν στιγμήν πληροφορηθείσα το γεγονός, έγραψεν επί του πιεστηρίου εις-το προηγούμενον αυτής τεύχος, επαναλαμβάνει δε και αύθις ότι η εις τον θρόνον του 'Αγ. Διονυσίου του Άρεοπαγίτου άνάρρησις Τεράρχου οίος ο τέως Μητροπολίτης Τραπεζούντος προοιωνίζεται ήμέρας νέας άκμής και προόδου δια την άνάπτυξιν του ύψίστης σπουδαιότητος πνευματικού και κοινωνικού έργου της Εκκλησίας της Ελλάδος. Aρετής σπανίας κάτοχος και μορφώσεως ου της τυχούσης, πείραν δε κεκτημένος ύσην ολίγοι και φρόνημα χριστιανοπρεπώς ύψηλόν μετά βαθυτάτης εις την Εκκλησίαν πίστεως και άφοσιώσεως ο νέος Πρωθιεράρχης, και γνωρίζει και δύναται να επιδιώξη ό,τι αι ειδικαί συνθήκαι, όφ’ ας διατελεί η εν Ελλάδι Έκκλησία, προβάλλουσιν ως ορθόν και ως πρέπον εν τω πλαισίω των
μεγάλων και ύψηλών ίδανικών της ’Ορθοδοξίας ολοκλήρου και του Χριστιανισμού γενικώτερον, ων γνήσιος φορεύς και πιστός έρμηνευτής τυγχάνει ο Μακαριώτατος Aρχιεπίσκοπος. Δεν έχει άνάγκην ύποδείξεων, oU0’ είναι αι ύποδείξεις επιτετραμμέναι προκειμένου περί Ίεράρχου της άρετής, της μορφώσεως και της πείρας του από Τραπεζούντος Χρυσάνθου, χρειάζεται όμως έργάτας πιστούς και άξίους και τοιούτους δεόμεθα «του Κυρίου του θερισμού» όπως άναδείξη πάντας όσοι είναι κεκλημένοι, όπως έργασθώσιν υπό τας όδηγίας και τας έμπνεύσεις του νέου Πρωθιεράρχου, «ώστε -όπως ο ’ίδιος έζήτησεν -η όλη Έκκλησία να άναδειχθή η άμπελος η εύκληματούσα (Ώσ. 10, 1), η άμπελος η άληθινή (Ίερεμ. 2,21), πάσα καρποφόρος, ωραία πάσα ('Ιερεμ. 11, 16), καλώς ταις σταγόσι ταις άνωθεν άνατέλλουσα (Ψαλμ. 64, 10) και όρη καλυπτουσα τω όψει της δόξης». Ήλθεν ο Μακαριώτατος Πρωθιεράρχης ως άγγελος ειρήνης και έλάλησεν ήδη κατά την στιγμήν της ένθρονίσεώς Του ως φορεύς της άγάπης και έκήρυξε την άνάγκην του σεβασμού προς τα «όρια ά έθεντο οι πατέρες», δι’ όσων δε και προς τους άγιωτάτους Προέδρους των επί μέρους ’Ορθοδόξων Εκκλησιών και προς τους Σεβασμιωτάτους Ίεράρχας του Βασιλείου τήςΈλλάδος επέστειλε και δι’ όσων και προς τον Κλήρον και τον Λαόν της ιδιαιτέρας επισκοπικής Του δικαιοδοσίας παρήνεσεν άμα τη άναλήψει του έργου Του, κατέδειξεν όποίαν έχει περί τούτου άντίληψιν και οποίας τρέφει περί της Εκκλησίας προσδοκίας. Ευχόμεθα ταπεινώς, όπως αι προσδοκίαι αύται του σεπτού Ίεράρχου άξιωθώσι της ποθητής τοις πάσι πραγματώσεως, ώστε η εκ της ευλογίας ταύτης του έργου Του χαρά να στηρίζη τον καλόν Ποιμένα εν τη υπέρ της σωτηρίας των προβάτων έιτιπόνω προσπαθεία Του πάσας τας ήμέρας της ζωής Αυτού, αίτινες είησαν πάμπολλαι επ' άγαθώ της Εκκλησίας και εις δόξαν του Άρχιποίμενος Χριστού.
Η A.Μ. Ο
ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
κ.
ΑΘΗΝΩΝ
ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ
ΚΑΙ
ΠΑΣΗΣ
ΕΛΛΑΔΟΣ
Ο ΑΠΟ ΤΡΑΠΕΖΟΥΝΤΟΣ
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΗΣ
ΤΟ ΚΕΝΤΡΟΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΖΩΗΣ ΚΑΙ Η 2α ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ
ΤΗΣ
ΑΓΙΑΣΟΥ
Του κ.ΣΤΡΑΤΗ Π.ΚΟΛΑΞΙΖΕΛΛΗ
Σχετικώς με την εκκλησία αυτός ο Aποστόλου γράφει, ότι κατά τον δωδέκατο αιώνα οι Αγιασώτες απεφάσισαν να χτίσουν μία εκκλησία της Υπεραγίας Θεοτόκου, παρά την σημερινήν Ζωοδόχον βέβαια Πηγήν, διότι περί αυτήν ευρίσκοντο τα σπίτια των. Επειδή δε, - συνεχίζει ο Aποστόλου-, και τότε, δηλαδή και κατά τον δωδέκατο αιώνα, ο χείμαρρος της Περασιάς από τις πολλές βροχές πλημμύρισε και παρέσυρε τρεις φορές τη σκήτη και τα ιερά κειμήλια, δύο δε χριστιανοί, ο Κων/νος Πηγάσης και ο Aριστείδης Παλαιολόγου, προσπαθούντες να διασώσουν τα κειμήλια, παρασυρθήκαν από το ρεύμα του χειμάρρου και πνιγήκαν, οι Αγιασώτες απεφάσισαν να χτίσουν την εκκλησία της Παναγίας αψηλότερα, εκεί που είχαν προηγουμένως μεταφέρει τα οστά του ιερωμένου, διότι και προηγουμένως ο ίδιος χείμαρρος πλημμυρίσας λίγο έλειψε να παρασύρη και αυτά. Το ιερό, δηλαδή το Άγιο Βήμα, της εκκλησίας της Παναγίας το έχτισαν στο μέρος, στο οποίο υπήρχαν τα οστά, ίσως δε και σήμερα τα οστά αυτά να βρίσκωνται κάτω από την Αγίαν Τράπεζαν της σημερινής εκκλησίας της Παναγίας. Ο Βράνης δυστυχώς δεν αναφέρει, ούτε πότε πρωτοχτίσθηκε αυτή η εκκλησία, ούτε ποία αφορμή εδόθη να χτισθή Η πρώτη βέβαια εκείνη εκκλησία ήτο πολύ μικροτέρα της σημερινής, και είχε μία μονάχα πόστα, όπως έχουν τα εξωκκλήσια, ήτο όμως μεγάλη για τον μικρό αριθμό των κατοίκων της Αγιάσου, για να χωρή μέσα όσον το δυνατόν πολλούς προσκυνητάς. Για να χτισθή συνέδραμον με χρήματα, με υλικά και με προσωπική εργασία όλοι οι Αγιασώτες, και πολλοί από τα παρακείμενα χωριά. Aπό τον λαό ωνομάσθη «εκκλησία της Παναγίας», όπως ονομάζεται από τον λαό και η σημερινή, από τους λογίους δε ωνομάσθη «εκκλησία της Θεοτόκου Αγίας Σιών», όπως ονομάζεται από τους λογίους και η σημερινή με τους δύο πρώτους στίχους της εις τον Νάρθηκα αυτής ευρισκομένης επιγραφής, οι οποίοι λέγουν : «Ναός πέλω έγωγε της Θεοτόκου Αγίας Σιών» -Μητρός του Δεσπότου των αοράτων και ορατών». Το όνομα Αγία Σιών το πήρε από την αρχαία εικόνα της «Παναγίας του Λουκά», η οποία είχε επάνω της γραμμένες με κεφαλαία γράμματα τις λέξεις «Μήτηρ Θεού η Αγία Σιών», τις οποίες έχει και η εικόνα της Παναγίας, η οποία βρίσκεται στο εικονοστάσιο της σημερινής εκκλησίας. Aργότερα, επειδή ο μεγαλύτερος συναγερ-
μός των προσκυνητών εγίνετο κατά τον Δεκαπενταύγουστο, οπότε εορτάζεται η Κοίμησις της Θεοτόκου», η εκκλησία της Παναγίας πήρε και το όνομα «Κοίμησις της Θεοτόκου,), (το οποίο και σήμερα φυλάγει στην γλώσσα της υπηρεσίας, όχι δε και στη γλώσσα του λαού), χωρίς να έχη καμία σχέση με την Κοίμηση, διότι η «Παναγία του Λουκά» ήτο (και είνε) Οδηγήτρια-Βρεφοκρατούσα, και όχι Κοίμησις. Τα εγκαίνια αυτής έγιναν στις 2 Φεβρουαρίου, διότι η ημέρα εκείνη, εκτός που ήτο εορτή Θεομητορική, ήτο και ημέρα ιστορική για την Αγιάσο. Την ημέρα αυτή ο αυτοκρατορικός ιερωμένος αφιέρωσε τα αγιοταφίτικα κειμήλια, όπως την ιδίαν ημέραν και η Παναγία αφιέρωσε το ζεύγος των τριγόνων και τους δύο νεοσσούς περιστερών. Την ημέρα αυτή απέθανεν ο ιερωμένος, την ημέρα αυτή εγίνετο εις την εκκλησία και το ετήσιο μνημόσυνο αυτού. Κατά τα εγκαίνια μνημονευθήκαν ένα προς ένα δυνατά όλα τα ονόματα όλων των τότε ζώντων συνδρομητών, ευεργετών και αφιερωτών της εκκλησίας, τα οποία ήσαν καταγραμμένα μέσα σε ένα Κώδικα. Στο τέλος δε έγινε ένα «κοινό μνημόσυνο». κατά το οποίο μνημονευθήκαν όλα τα ονόματα όλων των τεθνεώτων αφιερωτών από του αυτοκρατορικού ιερωμένου έως τους αφιερωτας της εποχής εκείνης, τα οποία επίσης ήσαν καταχωρημένα μέσα στον Κώδικα. Αυτό παρεκίνησε πολλούς από τους παρευρεθέντας στα εγκαίνια να αφιερώσουν την ημέρα αυτή και άλλα αφιερώματα στην εκκλησία εις χρήματα ή αγροκτήματα, για να μνημονεύονται τα ονόματα αυτών μετά του ονόματος του αυτοκρατορικού ιερωμένου και παρά τα αγιοταφίτικα κειμήλια. Τότε λέγεται, ότι αφιερώθηκε και ένα μέρος του γνωστού Κήπου της Παναγίας (1), διότι το άλλο αφιερώθηκε αργότερα. Από την εποχήν λοιπόν εκείνη η 2 Φεβρουαρίου, η οποία έως τότε ήτο η ημέρα της αφιερώσεως των ιερών κειμηλίων, και η ημέρα του θανάτου και του ετησίου μνημοσύνου του πρώτου μεγάλου Αφιερωτού, ο οποίος ήτο και ο πρώτος κάτοικος της Αγιάσου, ωρίσθη και ως ημέρα αφιερώσεως στην εκκλησία και άλλων αφιερωμάτων, και ως ημέρα του «κοινού μνημοσύνου» όλων εν γένει των Αφιερωτών της εκκλησίας. Τοιαύτη ήτο η 2 Φεβρουαρίου έως στα χρόνια μας. Τελευταία όμως δεν γίνονται την ημέρα αυτή αφιερώσεις· τελείται τότε το μνημόσυνον του Ιδρυτού του Προσκυνήματος, αλλά το «κοινό» μνημόσυνο των Ευεργετών γίνεται την πρώτην Κυριακήν μετά την πανήγυρη της 15ης Αυγούστου, για να παρευρίσκωνται σ’ αυτό και ξένοι, αφού υπάρχουν και ξένοι αφιερωταί της εκκλησίας. Στη νέα τότε εκείνη εκκλησία μεταφερθήκαν από τη Ζωο(1) Για να ποτίζεται ο Κήπος της Παναγίας, ο «περιβολάρης»,δηλαδή ο ενοικιαστής αυτού, έπαιρνε νερό από το αυλάκι του αλευρομύλου της Αγίας Παρασκευής. Και επειδή το νερό εκείνο το καλοκαίρι στείρευε, ο περιβολάρης έπαιρνε (και παίρνει) νερό και από τον Απέσο. Εκεί έκανε (και κάνει) ένα μεγάλο λάκκο προς συλλογήν νερού, και παρά τον λάκκον έκανε ένα αυλάκι, το οποίο ένωσε με το αυλάκι του αλευρομύλου.
δόχο Πηγή τα ιερά κειμήλια, στη νέα εκείνη εκκλησία εγίνετο από τότε το προσκύνημα των Λεσβίων - Αιολέων, στη νέα εκείνη εκκλησία μετοίκησεν από την Ζωοδόχο Πηγή ο ιερεύς, ο διάδοχος των διαδόχων του ιερωμένου και οι βοηθούντες αυτόν καλόγηροι, στη νέα εκείνη εκκλησία ο Σκευοφύλαξ της εκκλησίας πήρε ως βοηθούς αυτού και ως συμβούλους τους «Μπαγκαρτζήδες». (τους οποίους αναφέρουν και οι Κώδικες), στη νέα τότε εκείνη εκκλησία περιήλθε και ο Ξενώνος, στον οποίον οι καλόγηροι της εκκλησίας συνέχιζαν την φιλανθρωπική περίθαλψη στους πεινασμένους οδοιπόρους και στους πτωχούς και στους αρρώστους με τα περισσεύοντα φαγητά και με τα διάφορα ξαρρωστικά των, όπως έκανε ο ιερωμένος, όπως έκαναν και οι καλόγηροι της Ζωοδόχου Πηγής. Εξακολουθούσε όμως να τιμάται και η Ζωοδόχος Πηγή (κατά τους λογίους), Αγία Σωτείρα (κατά τον λαό), και από τους Αγιασώτας και από τους ξένους προσκυνητάς, διότι ήτο η Πηγή του Αγιάσματος, ο τόπος, στον οποίον ευρίσκοντο κατά το πρώτον τα ιερά κειμήλια, η κατοικία του αυτοκρατορικού ιερωμένου, το πρώτο σπίτι του πρώτου κατοίκου της Αγιάσου. Εξακολουθεί δε να τιμάται από τους ιδίους και έως σήμερα, αφού οι ξένοι προσκυνηταί, οι οποίοι έρχονται στην Αγιάσο, κάνουν και σ’ αυτή προσκύνημα υπό τις οδηγίες των γεροντοτέρων, αφού το Αγίασμα αυτής θεωρείται και σήμερα ως προφυλακτικό κατά των άσθενειών του σώματος και της ψυχής και ως θεραπευτικό, αφού σε κάθε περιφορά των αγίων εικόνων της εκκλησίας της Παναγίας, η οποία γίνεται έξω από την αυλή της εκκλησίας, η πομπή κατά παράδοση περνά από αυτή Η πρώτη εκείνη εκκλησία της Παναγίας ξαναχτίσθηκε πολλές φορές από διάφορες αιτίες. Ξαναχτίσθηκε δεύτερη φορά, λίγο μεγαλυτέρα της πρώτης, και διαιρέθηκε σε τρεις «πόστες» στα χρόνια των Γενοβέζων (1355-1462), τότε δε έγινε ίσως στην Ιερουσαλήμ και το αντίγραφο της αρχαίας εικόνος της «Παναγίας του Λουκά», το οποίο σήμερα βρίσκεται στο εικονοστάσιο της σημερινής εκκλησίας της Παναγίας. Χτίσθηκε τρίτη φορά, λίγο μεγαλυτέρα της δευτέρας και με τρεις επίσης πόστες κατά τα 1700, διότι τότε με την μετοικεσία στην Αγιάσο πολλών από τα παρακείμενα χωρία, και με την απότομη αύξηση του πληθυσμού της δεν χωρούσε μέσα όλους τους κατοίκους. Χτίσθηκε τετάρτη φορά, λίγο μεγαλυτέρα της τρίτης και με τρεις επίσης πόστες στα 1806, διότι έγινεν ετοιμόρροπη. Χτίσθηκε και πέμπτη φορά πάνω στα θεμέλια και στο σχέδιο της τετάρτης στα 1815, διότι κάηκε στα 1812. Η εκκλησία του 1815 είνε αυτή που υπάρχει σήμερα. Όλων δε των μετακτίσεων τα εγκαίνια εγίνοντο στις 2 Φεβρουαρίου κατά το τυπικό του δωδεκάτου αιώνος. (Θα πούμε αργότερα τα σχετικά για κάθε εκκλησία). Η αυλή αυτής της εκκλησίας, όπως είπαμε και σε άλλη παράγραφο, εχρησιμοποιείτο ως νεκροταφείο. Σχετικά μ’ αυτό εδώ προσθέτομε α΄) ότι οι τάφοι, οι οποίοι ευρίσκοντο στο Νάρθηκα, εχρησιμοποιούντο ως τελευταίες κατοικίες των κοινοτικών
και εκκλησιαστικών αρχόντων, των Ιερέων και των αφιερωτών της εκκλησίας· β') ότι οι τάφοι οι οποίοι ευρίσκοντο στην αυλή δυτικώς της εκκλησίας και νοτίως, εχρησιμοποιούντο εις ταφήν των άλλων Αγιασωτών∙ στα 1700 έγινε νέα διαίρεσις αυτών των τάφων∙ γ') ότι οι τάφοι, οι οποίοι ευρίσκοντο στη βορειοανατολική γωνία της αυλής από το μέρος της Άνω Aγοράς, δηλαδή εκεί που κατεδαφίσθη ο αψηλός τοίχος της αυλής και αντ' αυτού έγινε κιγκλίδωμα, εχρησιμοποιούντο εις ταφήν τοις ξένοις, οι οποίοι τύχαινε να πεθάνουν στην Αγιάσο. Δεν μπόρεσε δε ο γράφων να εξακριβώση, εάν ο χωρισμός των τάφων των Αγιασωτών από τους τάφους των ξένων ήτο πατροπαράδοτος συνήθεια στα χωρία της περιφερείας, από τα οποία μετεφυτεύθη στην Αγιάσο, ή αν μετεφυτεύθη στην Αγιάσο, στη σκήτη πρώτα βέβαια, δια του αυτοκρατορικού ιερωμένου από την Ιερουσαλήμ, στην οποίαν υπήρχεν ο χωρισμός αυτών των τάφων, αφού, κατά το ιερό Ευαγγέλιο, οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι με τα τριάκοντα αργύρια, τα οποία τους επέστρεψε μετανοήσας ο Ιούδας, αγόρασαν τον αγρόν του κεραμέως εις ταφήν τοις ξένοις. Ο χωρισμός δε των τάφων των Αγιασωτών από τους τάφους των ξένων εξακολουθούσε έως τα 1885, οπότε έγινε το νέο τότε νεκροταφείο στην Περασιά· δ') ότι στην νοτιοανατολική γωνία της αυλής υπήρχε ένα τεχνητό υπόγειο κούφωμα, μία δηλαδή υπόγεια δεξαμενή κλειστή με ένα στενό στόμιο, μέσα στην οποίαν ερρίπτοντο τα οστά όλων ανεξαιρέτως των νεκρών χωρίς καμιά διάκριση μετά την εκσκαφή των τάφων. Το κοινό αυτό οστεοφυλάκιο ωνομάσθη «χωνευτήριον» και συγκεκομμένα «χωνευτήρ», διότι χώνευε, δηλ. έλυωνε, μέσα τα οστά των λίγων τότε κατοίκων, και δεν εγέμιζε επί αιώνας. Το κούφωμα αυτό λέγεται και σήμερα «χωνευτήρι»∙ και ε') ότι επάνω από αυτό το χωνευτήρι χτισθήκαν οι «Άγιοι Aπόστολοι» ως παρεκκλήσι του νεκροταφείου. Στο παρεκκλήσι αυτό εγίνετο λειτουργία κάθε Σάββατο, διότι τα Σάββατα ήσαν (και είνε) αφιερωμένα στους νεκρούς. Γύρω στην αυλή της εκκλησίας χτισθήκαν, όπως είπαμε και σ’ άλλο μέρος, αλλού τοίχοι αψηλοί, και αλλού κελλεία για τους καλογήρους. Στα υπόγεια δε αυτών των κελλείων έγινε ο κρυψώνας, τον οποίον αναφέραμε, για το κρύψιμο των κειμηλίων. Λείψανα εκείνων των κελλείων είνε τα κελλεία, τα οποία έχει η σημερινή εκκλησία της Παναγίας, με την διαφοράν ότι τα σημερινά κελλεία δεν είνε τα πρώτα εκείνα κελλεία της πρώτης εκείνης εκκλησίας, διότι και αυτά πολλές φορές μετακτισθήκαν, όπως και η εκκλησία. Εκτός από τα κελλεία των καλογήρων υπήρχαν και δύο άλλα παρ’ αυτά κελλεία, μέσα στα οποία εστεγάζετο ο Νους και η Καρδία της Αγιάσου. Νους ήσαν οι κοινοτικοί άρχοντες, καρδία δε οι εκκλησιαστικοί. Αυτά τα δύο ελατήρια, οι δύο αυτοί οργανισμοί, υπήρχαν και στα χρόνια των Βυζαντινών, και στα χρόνια των Βενετών, και στα χρόνια των Γενοβέζων, και στα χρόνια της τουρκοκρατίας, και μετά την απελευθέρωση της Λέ-
σβου (1912), και θα υπάρχουν, φαίνεται, εις τους αιώνας. Οι γυναίκες των Aρχόντων ελέγοντο Αρχόντισσες. Αυτούς λοιπόν τους Άρχοντας, και αυτές τις Αρχόντισσες, εννοούσε ο λαός, όταν στα κάλαντά του έλεγε : «Καλήν εσπέραν, Άρχοντες» κτλ. και «Συ 'σαι Αρχόντισσα Κυρία». Οι Κοινοτικοί Άρχοντες ήσαν οι αντιπρόσωποι του «κοινού», δηλαδή του συνόλου των Αγιασωτών απέναντι του κράτους, ήσαν οι εκτελεσταί των διαταγών του κράτους μέσα στην Αγιάσο, βοηθούμενοι από ένα αντιπρόσωπο του κράτους, διοικούσαν την κοινότητα και διεχειρίζοντο την περιουσία του κοινού, φρόντιζαν για τη φύλαξη της Αγιάσου κατά την νύκτα με τους νυκτοφύλακας (έως τα τελευταία χρόνια της τουρκοκρατίας), για την αγροτική ασφάλεια με τους αγροφύλακας, για τις διατιμήσεις των τροφίμων και την ποιότητα αυτών, για την ακρίβεια των οκάδων και των πήχεων, για τα πόσιμα νερά, για την κατασκευή, επιδιόρθωση, καθαρισμό και φωτισμό των δρόμων, (στα αρχαία χρόνια με πυρσούς, ύστερα με φανάρια πετρελαίου, και τελευταία με ηλεκτρικό φως). Επί τουρκοκρατίας τα έξοδα για το υδραγωγείο και τους δρόμους εν γένει τα ανέλαβεν η εκκλησία. Οι ίδιοι Άρχοντες δίκαζαν συμβιβαστικώς ως πρωτοβάθμιο δικαστήριο κάθε Σάββατο όλες τις μεταξύ των Αγιασωτών μικροδιαφορές για προίκες, διαθήκες, διαζύγια, κληρονομίες, αρραβώνες, και αγροζημίες, όχι όμως και τα ποινικά. Ως δευτεροβάθμιο δε δικαστήριο τελεσιδίκως δίκαζε μονάχα τον 15αύγουστο υπό την προεδρίαν του Μητροπολίτου Μυτιλήνης. Το προνόμιο αυτό των Κοινοταρχών ως δικαστών διετηρήθη έως τα μέσα του 19ου αιώνος, οπότε κατηργήθησαν τα προνόμια των εν Τουρκία χριστιανών. Οι ίδιοι κανόνιζαν με το κράτος επί τη βάσει του αριθμού των οικογενειών το συνολικό ποσό των φορολογιών, τις οποίες αυτοί ύστερα κατένειμαν στους κατοίκους αναλόγως της δυναμικότητος εκάστου, και τις εισέπραττον συγχρόνως. Επέβαλαν δε και τοπικές φορολογίες, από τις οποίες οι κυριώτερες ήσαν α') τα «δημοτικά» για τα έξοδα, τα οποία έκαναν οι Άρχοντες, όταν κατεβαίναν στη Μυτιλήνη για υποθέσεις του «κοινού», για τα έξοδα του Γραφείου των, και για τη μισθοδοσία των νυκτοφυλάκων, β') τα «Αρχιερατικά» ή «Δεσποτικά», τα οποία εδίδοντο ως επιχορήγησις στον Μητροπολίτη Μυτιλήνης, και γ') τα αγροφυλακτικά για την μισθοδοσία των αγροφυλάκων. Τα τελευταία κατενέμοντο επί τη βάσει του κυρίου μόνον εισοδήματος. Και επειδή το κύριο εισόδημα ήτο το λάδι, - διότι δεν εγίνετο εξαγωγή των φρούτων-, το δε λάδι ελογαριάζετο επί του μοδίου, το οποίο ισοδυναμούσε με 500 οκάδες ελαιοκάρπου, τα αγροφυλακτικά ελέγοντο και μοδιάτικα. Ελέγοντο δε κατά καιρούς με διάφορα ονόματα. Οι εν τοις πράγμασι, οι εν τέλει, οι προύχοντες, οι πρόκριτοι, οι ηγέται, οι καθοδηγηταί (ή καθοδ(η)γηφτήδες), οι εκλεκτοί, οι αξιωματούχοι, οι αντιπρόσωποι του λαού, οι αναμιγνυόμενοι εις τα κοινά, οι
Άρχοντες, οι Αρχοντάδες, οι Αρχόντοι, οι κριταί, οι δημογέροντες ή οι Γερόντοι, οι γωνιόπετρες, (τα τζάκια, οι μουχτάρηδες, οι κοτσαμπασήδες, τουρκιστί), οι διαβασμένοι (γιατί αυτοί κυρίως μάθαιναν τα γράμματα), οι κοινοτάρχαι, το κοινοτικόν Συμβούλιον, η διοικούσα την Κοινότητα Επιτροπή. Η λέξη Αρχοντάδες ή Αρχόντοι στον ενικό ο Άρχοντας ακούεται και σήμερα και σημαίνει πλούσιοι. Πήρε δε αυτή τη σημασία, διότι οι κοινοτικοί και εκκλησιαστικοί άρχοντες ήσαν οι πλουσιώτεροι των κατοίκων. Οι εκκλησιαστικοί άρχοντες, (ή Επίτροποι της Εκκλησίας, η Εκκλησιαστικόν Συμβούλιον, η Επιτροπεία του ιερού ναού της Παναγίας, η του ιερού προσκυνήματος της Υπεραγίας Θεοτόκου), διοικούσαν την εκκλησία εν συνεννοήσει με τον Μητροπολίτη της Μυτιλήνης, φρόντιζαν για το μοναστήρι, για τα σχολεία και τους διδασκάλους, για την περίθαλψη των ασθενών και των απόρων, για το νεκροταφείο και τους δρόμους και για το υδραγωγείο. Και όταν περί τα μέσα του 19ου αιώνος ιδρύθη η Δημαρχία, η οποία πήρε από την Κοινότητα την επίβλεψη των τροφίμων, τις διατιμήσεις και τον έλεγχο της ακριβείας των οκάδων και των πήχεων, και από την εκκλησία τον φωτισμό και τον καθαρισμό των δρόμων, πάλι η εκκλησία πλήρωνε τα έξοδα του φωτισμού και του καθαρισμού αυτών. Και όταν την ιδίαν περίπου εποχήν ιδρύθη και η Εφορία των Σχολείων, πάλι η εκκλησία έχτιζε δια της Εφορείας τα σχολεία, μισθοδοτούσε τους δασκάλους, και χορηγούσε βιβλία στους απόρους μαθητάς. Και όταν περί τα τέλη του 19ου αιώνος ιδρύθη η Εφορία του Νοσοκομείου, πάλι η εκκλησία έδωσε την περιουσία του, διότι σ’ αυτή ευρίσκετο κατατεθειμένη. Η δε Γεωργική Επιτροπή, ή το Αγροτικό Συμβούλιο, ή το Αγρονομείον, πήρε από την Κοινότητα τα «μοδιάτικα», στα οποία προσέθεσε και τα «καλοκαιρινά», δηλαδή φορολόγησε και τα καλοκαιρινά προϊόντα. Το κελλί, το οποίο ήτο και γραφείο των Επιτρόπων της Εκκλησίας, και αίθουσα συνεδριάσεων αυτών, ευρίσκετο στη νοτιοδυτική γωνία της αυλής παρά την αχρηστευθείσα παλαιά βρύση, και παρά το παρατηρητήριο του αυλοτοίχου, και ελέγετο «Συνοδικό», το κελλί δε αυτό λέγεται και σήμερα Συνοδικό. Το κελλί, το οποίο ήτο και γραφείο των Κοινοταρχών και αίθουσα συνεδριάσεων αυτών, ευρίσκετο αντίκρυ του Συνοδικού παρά τη δεξαμενή και προς τα δυτικά του παρεκκλησίου των Αγίων Αποστόλων, εκεί που είνε σήμερα η Βιβλιοθήκη της Εκκλησίας και το Γραφείο των ιερέων. Ελέγετο δε το «κοινόν», ή το Γραφείο του κοινού, ή το Γραφείο της Δημογεροντίας, ή απλώς το Κελλί. Περί τα μέσα του 19ου αιώνος το Γραφείο της Εκκλησίας μετεφέρθη έξω από την αυλή αντίκρυ της κυρίας εξωθύρας μέσα στο σημερινά Γραφείο, το οποίο προηγουμένως εχρησιμοποιείτο ως κοινοτικό φαρμακείο. Το Συνοδικό δε παρέμεινε και πάλιν αίθουσα συνεδριάσεως, υποδοχής και συνελεύσεως. Μετά την απελευθέρωση της Λέσβου (1912) και το Γραφείο της Κοινό-
τητος μετεφέρθη σε ένα ισόγειο δωμάτιο του Ξενώνος της ιδίας εκκλησίας νοτίως του παρεκκλησίου των Αγίων Aποστόλων. Στο «Κοινό» εφυλάσσετο το Aρχείο της Κοινότητος και οι φορολογικοί κατάλογοι. Στο «Συνοδικό» εφυλάσσετο το Aρχείο της εκκλησίας, συνετάσσοντο διαθήκες, προικοσύμφωνα, δωρητήρια, έγγραφα αγοροπωλησίας, συμβιβασμού, ενοικιάσεως, εξοφλήσεως, διανομής κληρονομικής περιουσίας, υιοθεσίας ορφανών κτλ. και κατεγράφοντο μέσα σε κώδικες τα αντίγραφα όλων των συντασσομένων εγγράφων. Στο «Συνοδικό» συνήρχοντο μαζί οι Κοινοτικοί και εκκλησιαστικοί άρχοντες, εκτάκτως μεν, οσάκις επρόκειτο να συσκεφθούν για καμιά σπουδαία κοινοτική ή εκκλησιαστική υπόθεση, τακτικά δε στις 2 Φεβρουαρίου μετά το «κοινό» μνημόσυνο των Αφιερωτών της εκκλησίας, για να ακούσουν την λογοδοσία του Σκευοφύλακος και την κατάσταση του εκκλησιαστικού Ταμείου, και να αποφασίσουν ποία έργα θα κάμουν, εάν υπήρχαν περισσεύματα. Μετά την συγκέντρωση αυτή προσήρχοντο και όσοι ήθελαν να αφιερώσουν στην εκκλησία χρήματα, αγροκτήματα ή εστεγασμένα. Επειδή ο Ξενώνος της Ζωοδόχου Πηγής, ο παρά την εξώθυραν του Κήπου της Παναγίας ευρισκόμενος, ευρίσκετο μακράν της εκκλησίας, η εκκλησία έστησε ένα άλλον Ξενώνα παρ’ αυτήν προς τα νοτιανατολικά της, εκεί που είνε ο σημερινάς. Η εκκλησία λοιπόν της Παναγίας πρωτοστατούσε σε όλα τα ζητήματα, και ήτο το κέντρον και το κίνητρον της πνευματικής και κοινωνικής ζωής της Αγιάσου. Ήτο το μοναστήρι, στο οποίο κατέφευγαν οι φιλόθρησκοι, οι οποίοι απεφάσιζαν να αφήσουν τα εγκόσμια, και να γινούν καλόγηροι, για να υπηρετήσουν την Αγίαν Σιών και να κερδίσουν τα ουράνια. Ήτο η εκκλησία, στην οποίαν μέρα και νύχτα υμνείτο η Πολιούχος Παναγία από τους καλογήρους της Αγιάσου ως εκπροσώπους όλων των Αγιασωτών. Ήτο το σχολείο στο οποίο μάθαιναν γράμματα και εκκλησιαστική μουσική οι Άρχοντες, οι ιερείς, οι ψάλται και οι καλόγηροι. Ήτο το ξενοδοχείο των προσκυνητών, το νοσοκομείο των αρρώστων, το ψυχιατρείο των ψυχοπαθών, ο προστάτης των ορφανών και των χηρών, και ο παρήγορος των δυστυχισμένων. Ήτο η έδρα των Aρχόντων και το Ειρηνοδικείο. Ήτο το Aρχείο, στο οποίο εφυλάσσετο η αλληλογραφία της εκκλησίας και της Κοινότητος, και οι Κώδικες. Ήτο το συμβολαιογραφείο, στο οποίο συνετάσσοντο έγγραφα πάσης φύσεως. Ήτο το θησαυροφυλάκιο, στο οποίο εφυλάσσοντο τα ιερά κειμήλια, τα πολύτιμα άμφια και σκεύη, καθώς και οι οικονομίες των χηρών, των ανυπάνδρων και ατέκνων. Ήτο το Ταμείο, στο οποίο κατετίθεντο όλα τα κληροδοτήματα για την εκκλησία, το μοναστήρι, το σχολείο, τον Ξενώνα, τους πτωχούς και τους αρρώστους, τους δρόμους και τα πόσιμα νερά. Ήτο η Τράπεζα, η οποία, πότε εδανείζετο χρήματα από τους πλουσίους για τις ανάγκες της, και πότε αυτή εδάνειζε στους έχοντας ανάγκην, πολλές φορές δε και στην Κοινότητα, όταν αυτή εδυσκολεύετο να εισπράξη τις φορολογίες. Ήτο το Οστεοφυλάκιο
στο οποίο εφυλάσσοντο τα οστά των προπατόρων. Ήτο και ο επιστάτης του υδραγωγείου, και του φωτισμού και του καθαρισμού των δρόμων. Λίγες εκκλησίες έχουν να επιδείξουν τις περγαμηνές, τις οποίες έχει αυτή η εκκλησία, διότι και λίγες έχουν τοιαύτα ιερά κειμήλια, τα οποία δημιούργησαν τις περγαμηνές αυτές. Αιωνία λοιπόν η μνήμη του Μεγάλου Αφιερωτού των μεγάλων αφιερωμάτων !
Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΘΕΣΙΣ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΟΣ Ο Προϊστάμενος του Ιερού ημών Προσκυνήματος αιδεσ. Πρωτοπρεσβύτερος Εμμ. Γ. Μυτιληναίος ανεκοίνωσε τα κάτωθι εις επισκεφθέντα αυτόν ανταποκριτήν της εν Μυτιλήνη εκδιδομένης εγκρίτου εφημερίδος «Πρωϊνής», άτινα εδημοσιεύθησαν κατά το πλείστον εν τω φύλλω αυτής (αριθμ. 655) της 20ής Δεκεμβρίου 1938.
Επί τουρκοκρατίας ο ναός της Παναγίας της Αγιάσου δεν ήτο μόνον των Λεσβίων το ιερόν προσκύνημα, αλλά και των απέναντι της νήσου μας Μικρασιατικών παραλίων, οπόθεν κατά χιλιάδας προσήρχοντο οι προσκυνηταί κατά το Δεκαπενταύγουστον εκάστου έτους. Τότε ο ναός αυτός απετέλει και την οικονομικήν, τρόπον τινά, καρδίαν της Κοινότητος, και αφειδώς εδαπάνα υπέρ των ποικίλων αυτής αναγκών, διοικητικών, εκπαιδευτικών και φιλανθρωπικών. Aπό του 1922 έχασεν η Αγιάσος τα πλήθη των εκ της Μικρασιατικής παραλίας ευλαβών προσκυνητών, αργότερον δε η περιουσία του Ιερού Προσκυνήματος κατεκερματίσθη κατά τρόπον, όστις δύναται να χαρακτηρισθή και ως ασεβής προς τας τελευταίας θελήσεις των ευσεβών αφιερωτών, οίτινες εκληροδότησαν εις τον Ναόν τα κτήματά των δια καθαρώς εκκλησιαστικούς σκοπούς αναγραφομένους εις τας διαθήκας των. Η απογύμνωσις δε αύτη του Ι. Προσκυνήματος από του μεγίστου μέρους της περιουσίας του έγινεν αιτία ν’ ανακοπή επί μακράν η ζωηρά τάσις των ευσεβών αγιασωτών προς πλουτισμόν του Ναού των, ήτις παρετηρείτο άλλοτε, και ήτις ήρχισεν ευτυχώς ν’ αναζωογονήται εσχάτως. Παρά ταύτα δεν έπαυσέ ποτε το Προσκύνημα της Αγιάσου τη επινεύσει πάντοτε της αρμοδίας εκκλησιαστικής αρχής να έρχεται επίκουρον εις πλείστας όσας κοινοτικάς και κοινωνικάς ανάγκας, διότι, ευτυχώς, ουδέποτε απέλιπε τους διοικήσαντας αυτό η ορθή αντίληψις ότι η Εκκλησία οφείλει να πρωτοστατή εις ό,τι αφορά την ωφέλειαν και την πρόοδον της κοινωνίας, εντός της οποίας δρα. Δια τούτο δε και κατά το ισχύον σήμερον ειδικόν προσκυνηματικόν καθεστώς της Αγιάσου μετέχουν της διοι-
κήσεως του Ι. Προσκυνήματος ο Πρόεδρος της Κοινότητος και ο Aντιπρόεδρος του Ι. Νοσοκομείου Αγιάσου, αξιοζηλεύτως συνεργαζόμενοι μετά των λοιπών μελών της Επιτροπείας αυτού. Το προσκύνημα της Αγιάσου, λόγω της μακράς του παραδόσεως και των άλλων ιστορικών, αρχαιολογικών και θρησκευτικών θησαυρών του και διότι αποτελεί ως εκ της φύσεώς του παλλεσβιακόν θρησκευτικόν κέντρον, ενεδείκνυτο όπως καταστή πνευματική εστία αληθούς θρησκευτικότητος αναβιβάζουσα εις υψηλοτέραν σφαίραν την θρησκευτικήν διάθεσιν των απειροπληθών προσκυνητών του, δια να γίνουν ούτοι φορείς και απόστολοι γνησίου θρησκευτικού πνεύματος μεταξύ των συγγενών και των φίλων, τους οποίους επανευρίσκουν επιστρέφοντες εις τα χωρία των. Την ανάγκην αυτήν και την δυνατότητα της πληρώσεώς της διέγνωσε πρώτος ο ευεργετικώτατος Μητροπολίτης μας και μετά θερμού πατρικού ενδιαφέροντος μεριμνά και κοπιάζει δια το Ι. Προσκύνημα τουθ’ όπερ και εσημείωσεν εν τω Δελτίω του Ι. Προσκυνήματος και ο πέρυσιν επισκεφθείς τούτο αοίδιμος Aρχιεπίσκοπος Aθηνών Χρυσόστομος. Είμαι δε ευτυχής ότι ήδη από διετίας και πλέον μοί ανετέθη υπό της Α. Σεβασμιότητος η εντολή όπως εργασθώ δια τον ιερόν τούτον σκοπόν και προς εκπλήρωσιν της εντολής ταύτης δύναμαι να είπω ότι ουδενός φείδομαι κάπου, αλλά και αμέριστον έχω και την πολύτιμον ενίσχυσιν του Ποιμενάρχου και την πρόθυμον και ενθουσιώδη συνεργασίαν των εντίμων επιτρόπων του Ναού. Χάρις εις την πρόθυμον και ενθουσιώδη συμβολήν των κ. κ. Επιτρόπων βελτιούται ησημέραι η εσωτερική εμφάνισις του Ναού, περισυλλέγονται αι παλαιαί εικόνες των ευσεβών συμπολιτών δια να περισωθούν από την καταστροφήν, περισυνελέγη και διεσώθη ό,τι απέμεινεν εκ των παλαιών αρχείων του Ναού, συνεχίζεται δε από του Μαΐου 1937 η έκδοσις του Θεομητορικού και ιστορικού της Αγιάσου περιοδικού «Αγία Σιών» με την πολύτιμον συνεργασίαν του εκ των επιτρόπων κ. Στρ. Κολαξιζέλλη, διοργανούνται καλλίτερον αι ιεραί τελεταί και πανηγύρεις και ιδίως αι του Δεκαπενταυγούστου, ενισχύεται το θείον Κήρυγμα ως και τα Κατηχητικά Σχολεία, όχι μόνον της Αγιάσου αλλά και των πέριξ χωρίων, άτινα από διετίας περίπου αποτελούσιν ιδίαν εκκλησιαστικήν περιφέρειαν με κέντρον το Ι. Προσκύνημα της Αγιάσου, ανεκαινίσθη ο παλαιός Ξενών δια την στέγασιν των προσκυνητών, εξωραΐζεται ο περίβολος του Ιερού Ναού, προκηρύσσεται δε ήδη ο διαγωνισμός δια την επανάληψιν των εργασιών προς αποπεράτωσιν του νέου Ξενώνος, και οικοδομούνται κατ’ αυτάς τρεις νέοι οικίσκοι δι’ απόρους νεάνιδας εκ του κληροδοτήματος του αειμνήστου ΧατζηΒλασίου Συγκελλέλη. Οφείλω εις το σημείον τούτο να μη παραλείψω ότι ηυτύχησα να έχω νέους συμβοηθούς ιερείς ακουράστως βοηθούντας εις πάσαν προσπάθειαν αποβλέπουσαν εις την εκπλήρωσιν της εντολής, ην έχω παρά του Σεβασμ. Μητροπολίτου. Οι ιερείς μας και το λοιπόν
σημερινόν προσωπικόν του Ι. Ναού με αληθινήν αυταπάρνησιν εκτελούν τα χρέη των, και αποτελούν υποδείγματα, δύναμαι να είπω, αψόγου και αξιοπρεπούς εμφανίσεως και συμπεριφοράς, απροφασίστως πάντοτε -και επί θυσία ακόμη οικονομικών μικροσυμφερόντων - συμμορφούμενοι προς ό,τι υποδεικνύεται προς αυτούς ως επιβαλλόμενον δια την ιεροπρεπεστέραν διεξαγωγήν των καθηκόντων των και την θεωρητικήν και την πρακτικήν τελειοποίησίν των εις το έργον των, ώστε πανταχού ν’ ακούωνται σήμερον έπαινοι και ευχαριστίαι δι’ αυτούς. Ο Σεβ. Μητροπολίτης μας είναι άξιος μεγάλης ευγνωμοσύνης, διότι τίποτε δεν παραλείπει όπως βοηθήση το I. Προσκύνημα ν’ αναδειχθή εις την εμπρέπουσαν περιωπήν αυτοπροσώπως πάντοτε μελετών και εξονυχίζων πάσαν λεπτομέρειαν της λειτουργίας του και δια των συχνών Του επισκέψεων ενθαρρύνων και τονώνων το ηθικόν των εν αυτώ εργαζομένων, ο δε Πανοσ. Πρωτοσύγκελλος απολύτως συμμεριζόμενος το ενδιαφέρον τούτο του προϊσταμένου μας Ιεράρχου μετά ιδιαιτέρας πάντοτε στοργής ενισχύει και διευκολύνει το έργον της Επιτροπείας και εμού εις ό,τι εξαρτάται εκ της αρμοδιότητός του.
ΧΡΟΝΙΚΑ Ο ΕΡΑΝΟΣ ΤΟΥ «ΒΟΣΤΑΝΕΙΟΥ» ΙΕΡΟΥ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟΥ Σημαντικώτατον γεγονός δια την Λέσβον ολόκληρον και δια την Αγιάσον ιδιαιτέρως υπήρξεν ο κατά τας τρεις τελευταίας ημέρας του Ιανουαρίου διενεργηθείς παλλεσβιακός έρανος υπέρ του «Βοστανείου» Ιερού Νοσοκομείου Μυτιλήνης, υπέρ του οποίου τόσον εκοπίασε και αδιαλείπτως πάντοτε αγρυπνεί ο σεπτός ημών Ποιμενάρχης. Υπήρξε το γεγονός τούτο σημαντικώτατον, διότι απέδειξεν ότι ο λαός μας γνωρίζει ακόμη να εκτιμά τας ευγενείς πρωτοβουλίας και εκ του υστερήματός του πολλάκις να ενισχύη τους ιερούς σκοπούς της εν τω κόσμω πραγματώσεως των χριστιανικών αρχών της φιλαλληλίας και της προς τους πάσχοντας εμπράκτου αλληλεγγύης. Παρακολουθήσαντες εκ του σύνεγγυς ιδία την εν Αγιάσω γενομένην επ' ευκαιρία του εράνου τούτου εργασίαν δυνάμεθα να διαπιστώσωμεν ότι επρόκειτο περί πραγματικού ηθικού συναγερμού, καθ’ ον επεστρατεύθησαν αι αγαθώτεραι διαθέσεις προς επίτευξιν του αρίστου δυνατού αποτελέσματος, όπερ έφερε την κοινωνίαν της Αγιάσου εις την πρώτην γραμμήν των μετά ζήλου υποστηριξασών το μέγα τούτο παλλεσβιακόν ίδρυμα κοινοτήτων. Η «Αγία Σιών» είναι ευτυχής δια την διαπίστωσιν ταύτην και συγχαίρει ολοψύχως και επαινεί πάντας τους συντελέσαντας εις την επίτευξιν του αποτελέσματος τούτου, διότι γνωρίζει πόσον επιτακτική και αναγκαία ήτο η έμπρακτος ενίσχυσις του «Βοστανείου», εις το οποίον πλήθος απόρων συμπολιτών ευρίσκει πάντοτε εις τας δυσκόλους στιγμάς της ασθενείας πάσαν στοργικήν περίθαλψιν και παραμυθίαν.
Επί τη αναρρήσει του νέου Πρωθιεράρχου.
Άμα ως ο Αρχιερατ. Επίτροπος αιδεσιμ. Εμμανουήλ Μυτιληναίος επληροφορήθη εκ τηλεγραφήματος της Ιεράς Μητροπόλεως την υπό της A. Μ. του Βασιλέως επικύρωσιν της εκλογής του τέως Μητροπολίτου Τραπεζούντος κ.κ. Χρυσάνθου ως Aρχιεπισκόπου Aθηνών και Πάσης Ελλάδος, ανήγγειλε δι’ ειδικού Ανακοινωθέντος το χαρμόσυνον γεγονός προς τον ευσεβή λαόν της Αγιάσου, όστις έσχεν ήδη την τιμήν να γνω-
ρίζη προσωπικώς τον νέον Πρωθιεράρχην εκ προηγουμένων ενταύθα επισκέψεών του. Τη ημέρα δε καθ’ ην ετελείτο εν Aθήναις το «Μέγα Μήνημα», ο ημέτερος Διευθυντής όστις τυγχάνει οφφικιούχος της Αρχιεπισκοπής Aθηνών, ετηλεγράφησε προς Αυτόν ως εξής : «Έψηφισμένον Αρχιεπίσκοπον Aθηνών και Πάσης Ελλάδος Aθήνας.
Δοξολογών Κραταιόν Αρχιποίμενα φεισθέντα Μητρός Εκκλησίας Ελλάδος, ασπάζομαι βαθυσεβά-
στως τετιμημένην δεξιάν αξίου Πρωθιεράρχου, υποβάλλων ευλαβή υιϊκά συγχαρητήρια και επικαλούμενος θεοπειθείς πατρικάς ευχάς. Πρωτοπρεσβύτερος Μυτιληναίος». - Ο Μακ. Aρχιεπίσκοπος ηυδόκησε ν’ απαντήση ως εξής :
«Πρωτοπρεσβύτερον Μυτιληναίον Αγιάσον. Ελέει Θεού επιλαβόμενοι Αρχιεπισκοπικού ημών έργου, ευχαριστούμεν υμάς συγχαρητηρίοις προσρήσεσιν. Ο Aθηνών Χρύσανθος.» - Τη 18η Δεκεμβρίου π. έ. καθ’ ην ώραν εν Aθήναις ετελείτο η τελετή της ενθρονίσεως του νέου Aρχιεπισκόπου, ετελέσθη εν τω Ιερώ Προσκυνήματι μετά πανηγυρικήν κωδωνοκρουσίαν Δοξολογία υπό του Ιερατείου της κωμοπόλεως, παρισταμένων των τοπικών Aρχών και πλήθους ευσεβών χριστιανών, ωμίλησε δε κατ’ αυτήν ο Aρχιερ. Επίτροπος, μεθ’ ο διενεμήθησαν εις το εκκλησίασμα εικόνες της Α. Μακαριότητος εκτυπωθείσαι μερίμνη της «Αγίας Σιών». Όμοιαι εικόνες διενεμήθησαν κατά την ώραν του μαθήματος και προς πάντας τους μαθητάς των Κατηχητικών Σχολείων.
- Προς τον Μακ. Πρωθιεράρχην υπεβλήθησαν συγχαρητήρια τηλεγραφήματα επί τη αναλήψει των καθηκόντων του εκ μέρους και του Προέδρου της Κοινότητος και του Προέδρου της Επιτροπείας του Ι. Προσκυνήματος ως εξής: «Μακαριώτατον Αρχιεπίσκοπον Aθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Χρύσανθον Aθήνας. Επί ευτυχεί εκλογή Υμών ως Aρχηγού της Εκκλησίας της Ελλάδος καθώς και επί ευτυχεί αναλήψει καθηκόντων υποδεχόμενοι, πάσα η
Κοινότης, ευλογημένον γεγονός εν αγαλλιάσει, υποβάλλομεν θερμά συγχαρητήρια. Ο Πρόεδροςτης Κοινότητος Αγιάσου Χατζηλεωνίδας».
«Μακαριώτατον Αρχιεπίσκοπον Aθήνας Δοξολογήσαντες Κύριον εν εκκλησία πολλή επί τη επ' αισίοις ενθρονίσει Υμετέρας Μακαριότητος, υποβάλλομεν ευλαβή συγχαρητήρια, κατασπαζόμενοι εν συγκινήσει δεξιάν Σας. Επιτροπεία Προσκυνήματος Πολιτάκης»
Η εορτή του κ. Προέδρου της Κυβερνήσεως.
Τη 7η Ιανουαρίου επί τη ονομαστική εορτή του Προέδρου της Κυβερνήσεως κ. Ιωάννου Μεταξά πρωτοβουλία των λαϊκών οργανώσεων ετελέσθη επί παρουσία των τοπικών Aρχών και πλήθους λαού δέησις εν τω Ιερώ Προσκυνήματι υπό του Ιερατείου της κωμοπόλεως, προεξάρχοντος του Aρχιερατικού Επιτρόπου, όστις είπεν εν τέλει τα πρέποντα, εξάρας ιδιαιτέρως το υπέρ της Εκκλησίας παραδειγματικόν ενδιαφέρον του Εθνικού Κυβερνήτου. Aκολούθως συνεχάρησαν τηλεγραφικώς τον κ. Πρόεδρον της Κυβερνήσεως ο Aρχιερατικός Επίτροπος, ο Πρόεδρος της Κοινότητος και οι αντιπρόσωποι των λαϊκών οργανώσεων.
Η πρώτη του Νέου Έτους.
Τη Πρώτη του Νέου Έτους μετά την Θ. Λειτουργίαν ετελέσθη εν τω Ι. Προσκυνήματι η καθιερωμένη Δοξολογία, καθ’ ην ωμίλησεν επικαίρως ο ημέτερος Διευθυντής, ακολούθως δε ο Κλήρος, αι τοπικαί Aρχαί, οι επίτροποι των ι. ναών και οι προσκεκλημένοι ανήλθον εις το «Συνοδικόν», ένθα αφ' ου εψάλη το
Μεγαλυνάριον του Μεγ. Βασιλείου, ο Aρχιερατικός Επίτροπος ανέπεμψε δέησιν και, ψαλέντος του Πολυχρονισμού του Σεβ. Μητροπολίτου ημών προσεφώνησε καταλλήλως τους παρισταμένους ευχηθείς τα πρέποντα επί τω νέω Ετει, μεθ’ ο έκοψε και διένειμε την Βασιλόπητταν. - Aκολούθως ο Aρχιερ. Επίτροπος συνοδευόμενος υπό του Ιεροδιακόνου του Ι. Προσκυνήματος επεσκέφθη το Κέντρον της Ε.Ο.Ν. Αγιάσου, ένθα ωμίλησε προς τους συγκεντρωθέντας φαλαγγίτας και έκοψε την υπό των Κατηχητικών Σχολείων δωρηθείσαν αυτοίς Βασιλόπητταν. - Μετά μεσημβρίαν της αυτής ημέρας εγένετο εν τη αιθούση του Α' Δημοτικού Σχολείου η εορτή της Βασιλόπηττας και της διανομής των δώρων των Κατηχητικών Σχολείων, καθ’ ην ωμίλησεν επικαίρως προς τους συγκεντρωμένους μαθητάς ο Αρχιερατ. Επίτροπος.
Θείον Κήρυγμα. Τον θ. λόγον εκήρυξαν ανελλιπώς εν μεν τω Ιερώ Προσκυνήματι ο ημέτερος Διευθυντής, εν δε τω ι. ναώ της Αγίας Τριάδος ο Θεολόγος κ. Π. Φωτόπουλος. - Συνεχίζονται επίσης τα εν τω Ι. Προσκυνήματι εσπερινά κατά Κυριακήν κηρύγματα του ημετέρου Διευθυντού επί των εν τω δημοσιευθέντι προγράμματι θεμάτων. - Εις τον αυτόν ανετέθη υπό του Σεβ. Μητροπολίτου η θρησκευτική διδασκαλία των ανδρών του εν Μυτιλήνη εδρεύοντος 22ου Πεζ. Συντάγματος, ης ήρξατο εν τω Ιερώ ναώ του Αγ. Θεράποντος τη 17η Δεκεμβρίου π. έ.
Κατηχητικά Σχολεία.
Των κατηχητικών τάξεων των δημοτικών σχολείων Αγιάσου οργα-
νωθεισών ήδη κατά φύλον εις μεν την των αρρένων διδάσκει ο καθηγητής κ. Περ. Φωτόπουλος, εις δε την των θηλέων ο αιδεσ. Οικονόμος Νικόλ. Πατσέλλης έκαστον Σάββατον, 2-3 μ. μ. - Ο αιδεσ. Πρωτοπρεσβύτερος Εμμ. Γ. Μυτιληναίος διδάσκει εν τω δια τους μαθητάς της Aστικής Κατωτέρω και εν τω δια τους μαθητάς του Ημιγυμνασίου Μέσω Κατηχητικά Σχολείω εκάστην Πέμπτην, 2-3 και 3-4 μ. μ.
Εις Κάτω Τρίτος και Μυχούν.
Ο Αρχιερατ. Επίτροπος επεσκέφθη την Κοινότητα Κάτω Τρίτους την 4ηνΔεκεμβρίου π.έ., ένθα ιερούργησε και εκήρυξε τον θείον λόγον εν τω εορτάζοντι εξοχικώ ναϋδρίω της Αγ. Βαρβάρας, μεθ’ ο επισκεφθείς το σχολείον, ένθα είχον συγκεντρωθή και οι μαθηταί της παρακειμένης κοινότητος Μυχούς, εδίδαξεν επικαίρως και διένειμεν ιεράς εικόνας προς τους μαθητάς, προς Εσπέραν δε μεταβάς εις Μυχούν, εκήρυξε τον θείον λόγον εν τω αυτόθι ιερώ ναώ του Αγ. Δημητρίου.
Επιθεώρησις ι. ναών
Την 9ην Ιανουαρίου ε.έ. ο Αρχιερατικός Επίτροπος επεθεώρησε τους ιερούς ναούς των Κοινοτήτων Ασωμάτου, Κεραμιών, Κάτω Τρίτους, Ιππείου και Σκούντας και διεπίστωσε πανταχού τάξιν, ευπρέπειαν και καθαριότητα, περί ων ανέφερε τη ιερά Μητροπόλει.
Εις το Σανατόριον.
Τη παραμονή των Θεοφανείων ο Αρχιερατικός Επίτροπος μεταβάς περί ώραν 11 π.μ. εις το Σανατόριον «Η Υγεία» ετέλεσεν αυτόθι τον Μ. Αγιασμόν παρουσία του προσωπικού και των τροφίμων του Ιδρύματος και ωμίλησεν επικαίρως προς αυτούς.
Παιδική Λατρεία.
Καθ’ όλον τον μήνα Δεκέμβριον εξηκολούθησεν η κατά Παρασκευήν τέλεσις της Θ. Λειτουργίας χάριν των εν Αγιάσω Σχολείων. - Τη προ των Χριστουγέννων Πέμπτη πάντες οι μαθηταί των εν Αγιάσω σχολείων παρακολουθήσαντες μετά των διδασκάλων των την Θ. Λειτουργίαν εν τω ι. ναώ της Αγίας Τριάδος μετέλαβον ακολούθως των Aχράντων Μυστηρίων εν παραδειγματική τάξει και ευλαβεία. Τον θείον λόγον εκήρυξε προς αυτούς ο θεολόγος καθηγητής κ. Περ. Φωτόπουλος. - Τη προτεραία προσήλθον εις το μυστήριον της Ιεράς Εξομολογήσεως πάντες οι μαθηταί του Ημιγυμνασίου Ενώπιον του αιδεσ. Πρωτοπρεσβυτέρου Εμμ.Γ. Μυτιληναίου. Τη παραμονή των Χριστουγέννων προσήλθον πάντες οι μαθηταί του Ημιγυμνασίου, του Aστικού Σχολείου και των ανωτέρων τάξεων των δημοτικών σχολείων εις τον εν τω Ι. Προσκυνήματι τελεσθέντα πανηγυρικόν Εσπερινόν, καθ’ ον ωμίλησε καταλλήλως ο ημέτερος Διευθυντής και διένειμεν αναμνηστικάς εικόνας προς τους μαθητάς.
Διαλέξεις.
Το εσπέρας της Κυριακής 15 Ιανουαρίου ε.έ. ωμίλησεν εν τω Ιερώ Προσκυνήματι ενώπιον πολυπληθεστάτου ακροατηρίου ο Καθηγητής κ. Περ. Φωτόπουλος περί της υπάρξεως και της αθανασίας της ψυχής. - Το εσπέρας του Σαββάτου 28 Ιανουαρίου ο αιδ. Πρωτοπρεσβύτερος Εμμ. Γ. Μυτιληναίος έκαμεν εν τω ’ Αναγνωστηρίω «Aνάπτυξις» έναρξιν μορφωτικών συνδιαλέξεών του προς τα νεαρά μέλη του Ιδρύματος , ομιλήσας περί της αξίας της μελέτης και της εν τη επιστημονική σπουδή απαιτουμένης αντικειμενικότητος και ειλικρινείας.
Αι εορταί Χριστουγέννων Θεοφανείων.
Αι ιεραί τελεταί επί ταις μεγάλαις εορταίς των Χοιστουγέννων και των Θεοφανείων διεξήχθησαν εν τω Ι. Προσκυνήματι μετά της επιβαλλομένης σεμνότητος και τάξεως, πολυπληθέστατον δ' υπήρξε το κατ’ αυτάς συρρεύσαν πλήθος των ευσεβών, μέγας δ' αριθμός πιστών προσήλθε μετ’ ευλαβείας εις τα ιερά μυστήρια της εξομολογήσεως και της θ. ευχαριστίας.
Η εορτή των Γραμμάτων.
Τη 30 Ιανουαρίου επί τη μνήμη των Τριών Ιεραρχών ετελέσθη εν τω Ι. Προσκυνήματι πανηγυρικόν συλλείτουργον προεξάρχοντος του αιδ. Aρχιερατικού Επιτρόπου, ωμίλησε δε κατ’ αυτό ο θεολόγος Καθηγητής κ. Περ. Φωτόπουλος, μεθ’ ο ετελέσθη επιμνημόσυνος δέησις υπέρ των διδασκάλων της Κοινότητος και των λοιπών αοιδίμων του Γένους διδασκάλων. Εις την επακολουθήσασαν εν τω «Συνοδικώ» δεξίωσιν προσήλθον ο Ι. Κλήρος, αι τοπικαί Aρχαί, οι εκπαιδευτικοί λειτουργοί και άλλοι επιστήμονες και έγκριτοι πολίται.
Υπέρ του «Βοστανείου» Ιερού Νοσοκομείου.
Εις τον προς ενίσχυσιν του εν Μυτιλήνη «Βοστανείου» Ιερού Νοσοκομείου διενεργηθέντα υπό την προστασίαν του κ. Νομάρχου παλλεσβιακόν έρανον τη 29-31 Ιανουαρίου, έλαβε μέρος και η Αγιάσος μετά μεγάλου ενθουσιασμού. Υπό της υπό τον πρόεδρον της Κοινότητος κ. Ιωάνν. Χατζηλεωνίδαν καταρτισθείσης τοπικής επιτροπής συνελέγησαν 46.037 δρ. και 18 λαγήνια ελαίου. Χαρακτηριστική και λίαν συγκινητική υπήρξεν η προθυμία μεθ’ ης άποροι χωρικοί, νοσηλευθέντες ποτέ εν τω «Βοστανείω» έσπευσαν να προσφέρωσιν αυθορμήτως τον οβολόν των.
ΑΓΙΑ
ΣΙΩΝ
ΜΗΝΙΑΙΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΑΣΩ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ ΙΕΡΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑΣ ΑΥΤΟΥ
ΕΥΛΟΓΙΑΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ κ. ΙΑΚΩΒΟΥ ΕΤΟΣ
Β'
ΑΡΙΘΜ. 9-10
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ-ΜΑΡΤΙΟΣ
Πρωτοπρεσβύτερος
1939
ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ
ΔΙΑΤΑΓΜΑ Περί διοικήσεως και διαχειρίσεως του Ι. Ναού της Κοιμήσεως Θεοτόκου Αγιάσου Μυτιλήνης, ως Προσκυνήματος. ΓΕΩΡΓΙΟΣ Β΄ ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
Έχοντες υπ' όψει το άρθρον 79 του κωδικοποιημένου Νόμου 5439 «περί Ενοριακών Ναών και Εφημερίων, και Ταμείου αποδοχών και ασφαλίσεως του Κλήρου της Ελλάδος», ως και την υπ' αριθμ. 122)1939 σύμφωνον γνώμην του Συμβουλίου της Επικρατείας, προτάσει του επί της Παιδείας και των Θρησκευμάτων Υφυπουργού, απεφασίσαμεν και διατάσσομεν : Άρθρον 1. Η Διοίκησις και Διαχείρισις του Ιερού Ναού Κοιμήσεως της Θεοτόκου Αγιάσου Μυτιλήνης ανατίθεται εις επταμελή Επιτροπείαν, αποτελουμένην : 1) Εξ ενός αντιπροσώπου του Κοινοτικού Συμβουλίου. 2) Εκ του ιερατικώς Προϊσταμένου του Ιερού Προσκυνήματος. 3) Εξ ενός αντιπροσώπου του Ιερού Ναού της Αγίας Τριάδος. 4) Εκ τεσσάρων μελών διοριζομένων υπό του Μητροπολιτικού Συμβουλίου εκ καταλόγου είκοσι χρηστών πολιτών της Αγιάσου, καταρτιζομένου εν συνεργασία του Προέδρου της Κοινότητος και του Aρχιερατικού Επιτρόπου περί τας αρχάς Μαρτίου ανά πάσαν τριετίαν. Άρθρον 2. Η θητεία πάντων των μελών της Επιτροπείας του Ιερού Ναού Κοιμήσεως της Θεοτόκου Αγιάσου Μυτιλήνης είναι τιμητική και τριετής. Άρθρον 3. Ο καταρτισμός της εν άρθρω 1 Επιτροπείας συντελείται το δεύτερον δεκαπενθήμερον του μηνός Μαρτίου, η δε υπηρεσία αυτής άρχεται από του οικονομικού έτους, ήτοι από 1ης Aπριλίου. Άρθρον 4. Εις άπαντα τα μέλη, τα αποτελούντα την κατά το άρθρον 1
Επιτροπείαν, αποστέλλονται εκάστοτε Μητροπολιτικά πιττάκια διορισμού. Άρθρον 5. Άμα τω καταρτισμώ αυτής η Επιτροπεία συνέρχεται εις συνεδρίαν, καταρτίζεται εις σώμα, εκλέγουσα εκ των λαϊκών αυτής μελών τον Πρόεδρον, τον Ταμίαν και τον Γενικόν Γραμματέα, και άρχεται των εργασιών αυτής. Άρθρον 6. Το νομικόν πρόσωπον του Ναού εκπροσωπείται ενώπιον των Δικαστηρίων και πάσης άλλης αρχής υπό του Προέδρου ή μέλους της Επιτροπείας, οριζομένου υπ' αυτής. Άρθρον 7. Η Επιτροπεία έχει τα εξής καθήκοντα : 1) Εισπράττει όλα εν γένει τα εισοδήματα του Ναού και των παρεκκλησίων και εξωκκλησίων της περιφερείας αυτού, ων τα ακαθάριστα έσοδα δεν υπερβαίνουσιν ετησίως τας είκοσι χιλιάδας δραχμάς, ως και των κτημάτων αυτών. 2) Μεριμνά δια την εφαρμογήν του υπό του Μητροπολίτου συντασσομένου εσωτερικού Κανονισμού του Προσκυνήματος και καθορίζει πλην άλλων τα δικαιώματα ιεροπραξιών, τη εγκρίσει του Μητροπολίτου Μυτιλήνης. 3) Καταρτίζει τον προϋπολογισμόν και τον απολογισμόν του Ιερού Προσκυνήματος. Παρά τη Επιτροπεία υπηρετεί Γραμματεύς έμμισθος, απόφοιτος γυμνασίου, διοριζόμενος υπό του Μητροπολίτου μετά γνώμην της Επιτροπείας επί βαθμώ και μισθώ. Άρθρον 8. Το Προσωπικόν του Ιερού Προσκυνήματος αποτελείται : 1) Εξ ενός πρεσβυτέρου, πτυχιούχου της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου ή άλλης ομοιοβάθμου Σχολής, διοριζομένου και παυομένου υπό του Μητροπολίτου Μυτιλήνης κατ’ απόλυτον αυτού κρίσιν και εκλογήν, και εκτελούντος χρέη ιερατικώς προϊσταμένου επί βαθμώ και μισθώ. 2) Τριών εφημερίων κεκτημένων πτυχίον της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής ή άλλης ομοιοβάθμου, διοριζομένων υπό του Μητροπολίτου Μυτιλήνης μετά γνώμην της Επιτροπείας του Ιερού Προσκυνήματος. 3) Ενός διακόνου, προτιμωμένου του κεκτημένου πτυχίον τουλάχιστον μιας οιασδήποτε Ιερατικής Προπαρασκευαστικής Σχολής, διοριζομένου επίσης υπό του Μητροπολίτου Μυτιλήνης μετά γνώμην της Επιτροπείας. 4) Ενός νεωκόρου κατά τον αυτόν τρόπον διοριζομένου. Εν ελλείψει προσοντούχων πρεσβυτέρων, επαρκώς κατά την κρίσιν του Μητροπολίτου τεκμαιρομένη, δύνανται να διορισθώσι και μη προσοντούχοι τοιούτοι. Η μισθοδοσία των εφημερίων είναι ανάλογος προς τα
προσόντα αυτών και ρυθμίζεται κατά τα εκάστοτε δια την μισθοδοσίαν των ενοριακών εφημερίων ισχύοντα. Άρθρον 9. Η Επιτροπεία έχει σφραγίδα φέρουσαν εν τω μέσω την εικόνα της Θεομήτορος και πέριξ τας λέξεις «Ιερόν Προσκύνημα της Υπεραγίας Θεοτόκου Αγιάσου Μυτιλήνης». Άρθρον 10. Η Επιτροπεία συνεδριάζει τακτικώς μεν άπαξ της εβδομάδος, καθ’ ημέραν και ώραν οριζομένην υπό του Προέδρου, εκτάκτως δε οσάκις παραστή ανάγκη. "Αρθρον 11. Τον Πρόεδρον απόντα ή κωλυόμενον αναπληροί ο ιερατικώς Προϊστάμενος, τον δε Ταμίαν το υπ' αυτού και υπ' ευθύνην του υποδεικνυόμενον μέλος της Επιτροπείας. "Αρθρον 12. Η Επιτροπεία θεωρείται εν απαρτία παρόντων τριών μελών πλην του Προέδρου, αι δε αποφάσεις αυτής λαμβάνονται κατά πλειοψηφίαν, εν ισοψηφία νικώσης της ψήφου του Προέδρου. Η απουσία του κληρικού μέλους αποτελεί λόγον ματαιώσεως της συνεδρίας. Τούτο όμως δεν ισχύει εάν και δευτέραν φοράν προσκληθέν τούτο δεν προσέλθη εις την επί των αυτών θεμάτων επαναληπτικήν συνεδρίαν. "Αρθρον 13. Η τυχόν αποχώρησις του κληρικού ή των λαϊκών μελών της Επιτροπείας, διαρκούσης της συνεδρίας, δεν συνεπάγεται ακύρωσιν αυτής, καθόσον δια της απ' αρχής παρουσίας των απετελέσθη απαρτία. "Αρθρον 14. Η Επιτροπεία συντάσσει κατά το πρώτον δεκαήμερον του Aπριλίου τον προϋπολογισμόν του Ιερού Προσκυνήματος, ον υποβάλλει εις την έγκρισιν του Μητροπολιτικού Συμβουλίου, δικαιουμένου και να τροποποιή αυτόν και να αναγράφη κονδύλια μη αναγραφόμενα εν αυτώ. Το Μητροπολιτικόν Συμβούλιον οφείλει να επιστρέψη τον προϋπολογισμόν εντός μηνός από της υποβολής αυτού. Κατά της επί του προϋπολογισμού αποφάσεως του Μητροπολιτικού Συμβουλίου δεν χωρεί έφεσις, ει μη δια λόγους νομιμότητος, οπότε αύτη εξασκείται ενώπιον του Νομάρχου Λέσβου, αποφαινομένου ανεκκλήτως. Άρθρον 15. Τον απολογισμόν συντάσσει η αποχωρούσα Επιτροπεία εν μηνί Απριλίω και υποβάλλει αυτόν εις το Μητροπολιτικόν Συμβούλιον μετ’ εκθέσεως δικαιολογητικών εισπράξεων και πληρωμών των εις την διαχείρισιν αυτής αναφερομένων.
Άρθρον 16. Το Μητροπολιτικόν Συμβούλιον αποφαίνεται ητιολογημένως επί του απολογισμού εντός του μηνός Μαΐου, εν περιπτώσει δε καταλογιστικής αποφάσεως αυτού, επιτρέπεται έφεσις εντός μηνός από της εκδόσεως της αποφάσεως ενώπιον του Νομάρχου Λέσβου, αποφαινομένου τελεσιδίκως. Άρθρον 17. Πόροι του Ιερού Προσκυνήματος είναι οι γνωστοί τακτικοί, αι πρόσοδοι εκ της ακινήτου περιουσίας και άλλοι έκτακτοι, οίον δωρεαί, κληρονομίαι και κληροδοσίαι, επιχορηγήσεις, αφιερώματα, εισπραττόμενοι πάντες υπό της Επιτροπείας. Άρθρον 18. Το Ιερόν Προσκύνημα διατηρεί την ανέκαθεν ανήκουσαν αυτώ ενορίαν, λόγω όμως του γενικωτέρου προσκυνηματικού χαρακτήρος του, οι ενορίται αυτού δεν υπόκεινται εις ετησίας εισφοράς. Εν τούτοις δύναται η Επιτροπεία εις περίπτωσιν εξαιρετικής ανάγκης να επιβάλη και μικράν ετησίαν εισφοράν, υποκειμένην εις την έγκρισιν του Μητροπολιτικού Συμβουλίου και μη δυναμένην να υπερβή την ισχύουσαν δια τας άλλας ενορίας εισφοράν αναλόγως της τάξεως των ενοριτών. Η Επιτροπεία του Ιερού Προσκυνήματος καταβάλλει εκ των ακαθαρίστων προσόδων αυτού βάσει του προϋπολογισμού τα κάτωθι: 1) Εις το TAKE το υπέρ της ασφαλίσεως του κλήρου καθορισμένον ποσοστόν δια τους άλλους Ναούς. 2) Δια την συντήρησιν του Μητροπολιτικού Γραφείου 5 °/0. 3) Υπέρ του Φιλοπτώχου Ταμείου της Ιεράς Μητροπόλεως Μυτιλήνης 1 0/0, λόγω της γενικωτέρας φιλανθρωπικής αποστολής αυτού. 4) Υπέρ των φιλανθρωπικών Ιδρυμάτων Αγιάσου 3 %. 5) Υπέρ του Β. Ιερού Νοσοκομείου Μυτιλήνης 3 %. 6) Υπέρ του Σανατορίου Λέσβου «Η Υγεία» 3 %. 7) Υπέρ των λοιπών ευαγών Ιδρυμάτων Λέσβου, ήτοι Ορφανοτροφείου, Εθνικού Παιδικού Σταθμού και Νυκτερινής Σχολής 1 %, κατανεμόμενον αναλόγως των καιρικών αναγκών αυτών υπό του Μητροπολιτικού Συμβουλίου, υφ' ου ωσαύτως κατανέμεται και το κατά την προηγουμένην παράγραφον 4 ποσοστόν. Άρθρον 19. Ο Ταμίας παραλαμβάνει παρά του προκατόχου του δια πρωτοκόλλου, υπογραφομένου παρ’ αυτού, παρά του Προέδρου της Επιτροπείας και του αποχωρούντος Ταμίου, και τεθεωρημένου παρά του Μητροπολίτου ή του Αρχιερατικού Επιτρόπου, τα εν τω Ταμείω μετρητά, ως και τα τυχόν υπάρχοντα χρεώγραφα, ομολογίας, γραμμάτια, και πάντα σχετικόν τίτλον και έγγραφα. Eπίσης παραλαμβάνει δια πρωτοκόλλου υπό τον ανωτέρω τύπον και παραδίδει είτα εις τους ιερείς υπό προσωπικήν των ευθύνην άπαντα τα εν τω Ναώ ιερά σκεύη, άμφια και αφιερώματα.
Άρθρον 20. Ο Ταμίας δεν δύναται να κρατή εις χείράς του ποσόν άνω των 5.000 δραχμών. Το επί πλέον τούτου καταθέτει εις την Εθνικήν ή την Τράπεζαν της Ελλάδος ή την Αγροτικήν ή το Ταχυδρομικόν Ταμιευτήριον. Άρθρον 21. Τας πληρωμάς ενεργεί ο Ταμίας κατόπιν εντάλματος του Προέδρου. Δια την πληρωμήν ποσού άνω των 10.000 δραχμών απαιτείται πρακτικόν και απόφασις της Επιτροπείας. Ποσόν καταβαλλόμενον άνευ εντάλματος η άνευ αποφάσεως της Επιτροπείας, βαρύνει τον Ταμίαν. Άρθρον 22. Δια τας εκμισθώσεις ή εκποιήσεις κινητών ή ακινήτων του Ιερού Ναού, αποδοχήν ή αποποίησιν δωρεάς, σύστασιν δικαιώματος επί ακινήτου του Ναού ή παραίτησιν από υφισταμένου τοιούτου, καταφυγήν του Ναού εις ένδικα μέσα η παραίτησιν απ' αυτών, ισχύουσι κατ’ αναλογίαν αι διατάξεις των άρθρων 66 και 73 του κωδικοποιηθέντος Νόμου 5439. Άρθρον 23. Απαγορεύεται η εκτέλεσις έργων μετασκευής ή επισκευής του Ιερού Ναού άνευ τηρήσεως των διατάξεων των κειμένων νόμων περί εκκλησιαστικών και καλλιτεχνικών έργων.
Μεταβατική Διάταξις. Άρθρον 24. Η εφαρμογή των διατάξεων παρ. 5 του άρθρου 1 και του άρθρου 3 του παρόντος δύναται να γίνη και μετά την λήξιν του τρέχοντος μηνός Μαρτίου. Άρθρον 25. Καταργείται πάσα διάταξις αντικειμένη εις τας διατάξεις του παρόντος, ου η ισχύς άρχεται από της δημοσιεύσεως αυτού εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Εις τον αυτόν επί των Θρησκευμάτων και της Εθνικής Παιδείας Υπουργόν ανατίθεμεν την δημοσίευσιν και εκτέλεσιν του παρόντος Διατάγματος. Εν Αθήναις, τη 17η Μαρτίου 1939.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Β' Ο επί των Θρησκευμάτων και Εθν. Παιδείας Υφυπουργός Ν. ΣΠΕΝΤΖΑΣ
Η ΥΠΑΠΑΝΤΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ (∙) Μ. Οικονόμου ΚΩΝΣΤ. Ν. ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΥ ((*)** )
Ο ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΤΟΚΕΤΟΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΜΟΣ Ο μετά τον τοκετόν εκκλησιασμός είχεν ως πρώτον σκοπόν τον εξιλαστήριον. Είνε παράδοξον, αλλ' ουχ ήττον αληθές το γεγονός, ότι παρ’ άπασι τοις λαοίς η γέννησις ανθρώπου εθεωρήθη πάντοτε ως τι μολυσματικόν και ακάθαρτον, επιμελούς αγνισμού δεόμενον. Παρ’ Ευριπίδη, απηχούντι τας επιπολαζούσας κοινάς ιδέας της εποχής του, η λοχεία παρατίθεται παρά τον φόνον και την ψηλάφησιν νεκρού, αποτελούσα δε μύσος και μόλυσμα απείργει από των βωμών τον δράσαντα (1). Επιγραφή αρχαίου ειδωλείου ανευρεθείσα ημπόδιζεν από την εις αυτό είσοδον τον από σαρκικής μίξεως ή κηδείας ή τοκετού γυναικός μη ηγνισμένον (2). Παρά πολλοίς πρωτογόνοις λαοίς, κατά την Εθνολογίαν, υπάρχει συνήθεια να απομονώνουν τας επιτόκους εν μεμακρυσμένη προχείρω αχυροκαλύβη ως εν λοιμοκαθαρτηρίω και να μη επιτρέπουν εις αυτάς ουδέ την ελαχίστην επικοινωνίαν μετά των άλλων, ίνα μη και ούτοι από του επικειμένου τοκετού μολυνθώσιν (3). Αι εν τω παρ’ ημίν Αγιασματαρίω «ευχαί εις γυναίκα λεχώ», καίτοι ευπρεπέστεραι και ποιητικώτεραι, φέρουν και πάλιν εις το αυτό συμπέρασμα : εις την καθολικήν πίστιν ότι το νάμα (*) Σ. Δ. Η εορτή της Υπαπαντής ή Υπαπαντής του Κυρίου, αγομένη τη 2α Φεβρουαρίου, έχει ως υπόθεσιν την υπό του Ευαγγελιστού Λουκά (β', 22-28) ιστορουμένην υπάντησιν του Ιησού Χριστού υπό του πρεσβύτου Συμεών κατά την εις τον Ναόν των Ιεροσολύμων προσαγωγήν Του επί τη συμπληρώσει τεσσαράκοντα από της γεννήσεως Του ημερών. Κατά τινας η εορτή αύτη καθωρίσθη εν τη Ανατολική Εκκλησία επί του Αυτοκράτορος Ίουστίνου περί το 526, κατ’ άλλους δε επί του Ιουστινιανού το 541 ή το 542, ως αφορμή δε προς καθιέρωσιν της εορτής ταύτης θεωρούνται οι εν τη Aνατολή υπό των βυζαντινών Ιστορικών μνημονευόμενοι καταστρεπτικοί σεισμοί και λοιμοί, την από τούτων δε σωτηρίαν υπαινίσσεται, προφανώς, και το κατά την εορτήν ψαλλόμενον «Κοντάκιον», λέγον «. . . προφθάσας και νυν έσωσας ημάς, Χριστέ ο Θεός». Παρά τοις Aρμενίοις, οίτινες εορτάζουσι τα Χριστούγεννα την 6ην Ιανουαρίου, η εορτή της Υπαπαντής τελείται τη 14η Φεβρουαρίου. Εν τη Δύσει δε η εορτή αύτη εισήχθη προγενεστέρως, πιθανώς επί Πάπα Γελασίου, προς εκτοπισμόν ειδωλολατρικής τινος εορτής των δι’ ύδατος και δια πυρός καθαρισμών, εκ τούτου δε εκεί η εορτή άγεται ως Θεομητορική εορτή του καθαρισμού της Θεοτόκου, εν ω παρ’ ημίν είναι Δεσποτική εορτή. (Πρβλ. Π.Ν.Τ. εν Μεγ. Ελλην. Εγκυκλοπαιδεία, τόμος ΚΓ', σελ. 650).
(∙∙) Εκ της «Θεοτοκιάδος» (Aλεξάνδρεια 1935) σελ. 138-148. Περί του όλου έργου βλέπε εν «Αγία Σιών», έτος Β', σελ 59 (αριθμ. 5). (1) Ευριπ. Ιφιγένεια εν Ταύροις, στ. 380 εξ. (2) «Αγνευέτωσαν δε και εισίτωσαν εις τον της Θεού ναόν..., ωσαύτως δε και από κήδους και τεκούσης γυναικός». Michel, Recueil d’inscriptions Grecques, No 730. (3) J. G. Frazer, The Golden Bough. 3rd edition, London, 1911. Part III, Tabou σ. 147-156.
της ανθρωπίνης ζωής ρέει τεθολωμένον εν μέσω ωδίνων, παραπεμπουσών εις αρχικόν της πηγής αμάρτημα. Η Ιουδαϊκή νοοτροπία δεν ήτο δυνατόν να διαφέρη εις δόγμα ούτω καίριον, αφού μάλιστα προσφέρει εις τας πρώτας σελίδας της Πεντατεύχου και την κλείδα της ερμηνείας του. Όθεν ενετέλλετο το Λευιτ. ιβ', 2 εξ.
Γυνή εάν σπερματισθή και τέκη άρσεν, ακάθαρτος έσται επτά ημέρας . . . Και τριάκοντα και τρεις ημέρας καθήσεται εν αίματι ακαθάρτω αυτής∙ παντός αγίου ουχ άψεται και εις το αγιαστήριον ουκ εισελεύσεται, έως αν πληρωθώσιν αι ημέραι καθάρσεως αυτής. Εάν δε θήλυ τέκη, ακάθαρτος έσται δις επτά ημέρας κατά την άφεδρον αυτής∙ και εξήκοντα και εξ ημέρας καθήσεται εν αίματι ακαθάρτω αυτής. Και όταν αναπληρωθώσιν αι ημέραι καθάρσεως αυτής εφ’ υιώ ή επί θυγατρί, προσοίσει άμνόν ένιαύσιον άμωμον εις όλοκαύτωμα και νεοσσόν περιστεράς η τρυγόνα περί αμαρτίας... Και έξιλάσεται περί αυτής ο Ιερεύς και καθιερεί αυτήν ... Έάν δε μη εύρίσκή η χειρ αυτής το ικανόν εις άμνόν, λήψεται δύο τρυγόνάς η δύο νεοσσούς περιστερών, μίαν εις όλοκαύτωμα και μίαν περί αμαρτίας· και έξιλάσεται περί αυτής ο ιερεύς και καθαρισθήσεται.
Εκ του άποσπάσματος τούτου κατανοεί ο αναγνώστης, ότι, κατά την ίουδαίκήν αντίληψιν, η εις γέννησιν υπουργήσασα έχρηζε καθάρσεως, θεωρουμένη άκάθαρτος· ότι η ακαθαρσία της έδιπλασιάζετο εν περιπτώσει γεννήσεως κόρης, άπαιτούσα περιορισμόν όχι πλέον 7t33=40 ήμερών, αλλά 14’ί66=80, διότι και γέννησις έλαβε χώραν και γένος εγεννήθη συνεχιστικόν γεννήσεως· και ότι, δια να έλευθεροκοινωνήση, ώφειλε να είρηνεύση μετά του Θεού, προσφέρουσα έξιλαστήριον θυσίαν υπέρ της άμαρτίας της άναλόγως των οικονομικών της πόρων. Μετά της μητρός άκάθαρτον έλογίζετο μέχρι του άγνισμού του και το νεογνόν. Δια τούτο, προκειμένου εν Λουκ. β’, 22 περί του έκκλησιασμού της Παναγίας, δεν λέγεται «ότε έπλήσθησαν αι ήμέραι του καθαρμού α Uτης», αλλά «ότε έπλήσθησαν αι ήμέραι του καθαρμού αυτών», της τε Μαριάμ δηλ. και του Ουρανίου Βρέφους! Παρεκτός όμως του έξιλαστηρίου σκοπού, έτερον σκοπόν είχεν ο μετά τον τοκετόν έκκλησιασμός, τον ευχαριστήριον. Δι’ οΕασδήποτε μυστηριωδώς τεθολωμένης όδού και αν προήλθε το παιδίον, αλλά δια των εύλογιών του Θεού έξαγνισθέν καθίστατο δώρον πολύτιμον, κινούν τον λαβόντα προς ευγνωμοσύνην. Έάν μάλιστα ήτο άρσεν, δι’ ου πρώτον ήδη διηνοίγετο η μήτρα, η ευγνωμοσύνη των γονέων έπρεπε να είνε έτι ζωηροτέρα. Διότι κατά την κρισιμωτάτην έκμαίευσιν του περιουσίου λαού και την έπισφαλεστάτην ιστορικήν περίοδον του, άγγελος έξολοθρευτής διήλθεν ύπερθεν της χώρας του Νείλου, πατάσσων δια θανατηφόρου ρομφαίας τα των Αίγυπτίων πρωτότοκα, αλλά φειδόμενος
των πρωτοτόκων των δουλοπαροίκων. Και άνήκον άρα έκτοτε τα τελευταία εις τον διασώσαντα αυτά θεόν, παρ’ ου έπρεπε να έξαγορασθούν. «Άγίασόν μοι παν πρωτότοκον, διανοίγον μήτραν», έκέλευσεν εν Έξόδ. ιγ' προς τον Μωύσήν ο Κύριος. «Έάν δε έρωτήση σε ο υιός σου μετά ταύτα λέγων, τι τούτο ; έρείς αύτώ, ότι εν χειρί κραταιά έξήγαγε Κύριος ήμάς εκ γης Αιγύπτου, εξ οίκου δουλείας· ήνίκα δε έσκλήρυνε Φαραώ έξαποστείλαι ήμάς, άπέκτεινε παν πρωτότοκον εν γή Αίγύπτω, από πρωτοτόκων ανθρώπων έως πρωτοτόκων κτηνών. Δια τούτο εγώ θύω πάν [κτήνος] διανοίγον μήτραν τω Κυρίω" και πάν πρωτότοκον των υίών μου λυτρώσομαι», ήγουν δια λύτρων οφείλω να έξαγοράζω. Διότι, ως σαφέστερον λέγεται εν Άριθ. ιη', 16, «λύτροις λυτρωθήσεται τα κρωτότοκα των ανθρώπων. Η συντίμησις πέντε σίκλων». Μετ’ άκρας ταπεινοφροσύνης η Θεομήτωρ υπέβαλεν εαυτήν εις πάσας τας διαληφθείσας νομικάς διατυπώσεις, αν και άνωτέρα τούτων, δια να προσφέρη παράδειγμα πειθαρχίας και σεβασμού εις τους κειμένους θεσμούς (η. Προσήλθεν εις τον ναόν, ίνα λάβη άδειαν έλευθεροκοινωνίας η ούρανόν και γήν συνάψασα. Προσέφερε πενιχράν θυσίαν τρυγόνων η άπόγονος του Δαβίδ, του μεγάλου βασιλέως. Άπέτισε πέντε σίκλους δια να έξαγοράση Εκείνον, όστις με τας πέντε πληγάς Του θα μας έξηγόραζεν εκ της κατάρας. Και έκαμεν ό,τι πάσα άλλη γυνή εν παρομοία περιπτώσει θα έκαμνε, χάριν Εκείνου όστις έγένετο εκ γυναικός, έγένετο υπό νόμον, ίνα τους υπό νόμον έξαγοράση, ίνα την υίοθεσίαν άπολάβωμεν.
Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ ΣΥΜΕΩΝ
Εις τον έκκλησιασμόν της Θεοτόκου συμπαρίστανται δύο έτερα πρόσωπα : ο πρεσβύτης Συμεών και η θυγάτηρ του Φανουήλ "Αννα η προφήτις. Και ταύτης μεν η εμφάνισις παρέρχεται σιγηλοτέρα ως γυναικός κοσμικώς άπογοητευμένης και άναζητούσης εν τη θρησκεία την παρηγορίαν της. Ο δε Συμεών λίαν περίοπτον και ένεργόν εν τω έπεισοδίω του έκκλησιασμοθ διαδραματίζει πρόσωπον. Διότι και θείων χρησμών τυγχάνει ήξιωμένος και υπό του άγ. Πνεύματος εις τον ναόν άγεται και τον υπέρ του παντός Νηπιάσαντα άγκαλοφορεί και το θαυμάσιον έκείνο δσμα κατά την δύσιν της ζωής του άναμέλπει. Τίς ο Συμεών ούτος, το Ι. Ευαγγέλιον δεν λέγει. ’Ολίγοι τινές, άναχωρούντες από ταλμουδικού τινος χωρίου, όπου μεταξύ των όνομάτων των περιωνύμων ραββίνων Χιλλέλ και Γαμαλιήλ παρεντίθεται και το όνομα Συμεών, είκοτολόγησαν ότι τα τρία όνόματα κατά γενεαλογικήν σειράν κείνται, συνταυτίσαντες δε τούτον τον Συμεών μετά του εν τω Εύαγγελίω, συνεπέραναν ότι υιός μεν υπήρξε του Χιλλέλ, γεννήτωρ δε του Γαμαλιήλ. Προ(4) Βλέπε Ώ ρ ι γ έ ν η εις Λουκ. όμιλ. IE' (λατιν.) ΜΠΕ 13, III, 1836. - Ζ ι γ α β η ν. εις Λουκ. β' ΜΠΕ 129, 888.
χωρούντες δε εις τα άμφίβολα συμπεράσματά των αλλοι και εις μεγάλην επισημότητα τον άνύψωσαν, πρόεδρον του Συνεδρίου αυτόν άνακηρύξαντες και δι’ άξιώματος περιβαλόντες, μόνοις τοις άρχιερεύσιν εν τοις χρόνοις έκείνοις άπονεμομένου (χ). Aλλ’ η βάσις βεβαίως είνε λίαν στενή, δια να οίκοδομηθή επ' αυτής οίκοδόμημα τοιούτων διαστάσεων. Έάν ο ήμέτερος Συμεών κατείχε πράγματι ύψηλήν θέσιν και ήτο υιός μεν διδασκάλου διασημοτάτου, πατήρ δε του Φαρισαίου έκείνου, παρ’ φ εις πελώριος Παύλος έμαθήτευσε, το Εύαγγέλιον δεν θα τον άνέφερε με την ταπεινήν προσωνυμίαν «άνθρωπος εν Ίεροσολύμοις». Γράφων περί του Νικοδήμου ο Ίω. γ', 1, υποδεικνύει, >καθό πασιγνώστου, και την κοινωνικήν του θέσιν : «άνθρωπος εκ των Φαρισαίων, άρχων των Ίουδαίων». Γράφων περί Ιωσήφ του από Άριμαθαίας ο Μάρκ. ιε', 42, θέτει και τον τίτλον και την πατρίδα του δια την άκρίβειαν : «Ιωσήφ ο από Άριμαθαίας, εύσχήμων βουλευτής». Γράφουσαι δε και περί του περιωνύμου Γαμαλιήλ αι Πράξ. ε', 34, συνοδεύουν και αυτόν με όλα τα διακριτικά έπίθετά του : «Φαρισαίος εν. τω Συνεδρίω, νομοδιδάσκαλος τίμιος παντί τω λαώ». Και αν ο εν τω έκκλησιασμώ της Μαρίας παραστάς Συμεών κατείχεν έπίσημον τω δντι θέσιν, δεν θα το έσημείωνεν ο Λουκάς, ο εις τας άφηγήσεις του άκριβέστατος και προσεκτικώτατος ; Παραπέμπονται λοιπόν εις τους φαντασιοκατασκευάστους θρησκευτικούς θρύλους τα περί συγγενικών δεσμών του Συμεών προς μεγάλους ραββίνους και τα περί ύψηλής κοινωνικής του θέσεως ως έξόχου ραββί. Έπίσης παραπέμπονται εις τους θρύλους και τα άνιστορούμενα υπό του Γ. Κεδρηνού, χρονογράφου μη διακρινομένου επί λεπτή κρίσει, ότι δηλ. ούτος ο Θεοδόχος Συμεών, Ίουδαίος ων, εις υπήρξε των Έβδομήκοντα έκείνων ανδρών, των την Παλαιάν Γραφήν από της έβραίκής εις την ελληνικήν μεθερμηνευσάντων όστις, έντυχών τη του Ησαίου προφητική ρήσει Ιδού η παρθένος κλπ., ήπίστησε προς αυτήν, αδύνατον είνε λέγων, όσον επ' ανθρωπίνη φύσει, το παρθένον τεκείν εφ’ ω και θείας έτυχεν αποκαλύψεως, ‘ίνα παραμείνη εν τω βίω, μέχρις ου ίδίοις όφθαλμοίς ίδη έκπληρουμένην την πρόρρησιν (2). Αλλ’ εις την πομφολυγώδη σφαίραν των θρύλων ομοίως παραπέμπονται και τα εν τω άποκρύφω εύαγγελίω του Νικοδήμου γεγραμμένα, ότι ο Συμεών ούτος είχε δύο υιούς, τον Καρίνον και τον Λεύκιον, οίτινες κατά τον καιρόν του σωτηρίου Πάθους, μόλις θανόντες και ταφέντες, άνέστησαν, λέγει, και διηγήθησαν εις τους άρχιερείς τα περί της θριαμβευτικής καταβάσεως του Χριστού εις τον Άδην, ης έγένοντο μάρτυρες αύτόπται (3). Τους θρύλους εν τούτοις κατά μέρος άφέντες, ας στηρίξωί1) HenryAlford, Greek Testament, τόμ. Α', σ. 461.-D ehaut, I/evangile explique κλπ. τόμ. Α', σ. 339. - Hastings, Diet, of Christ, τόμ. Β', σ. 628. - Και εν τω άποκρύφω εύαγγ. Νικοδήμου χαρακτηρίζεται ο Σ. ως «ραββί» και «μέγας διδάσκαλος». Εν. ap. σ. 256 και 262. (η Κ ε ο ρ η ν ο ς, Σύνοψις ίστοριών, έκδ. Βόννης, τόμ. Α', σ. 328. (3) Gesta Pilati, pars altera, ι Εν. ap. σ. 369.
μεν τον πόδα έπάνω εις ευαγγελικόν το στερεόν έδαφος. Με τρία άσματα άρχίζει το Ευαγγέλιον του ο θεόπνευστος Λουκάς : με το Μεγαλύνει, με τόΕύλογητός Κύριος και με το Νύν άπολύεις. Και «ούδέποτε, λέγει ο Ρενάν, ήκούσθησαν άσματα γλυκύτερα, δια να άποκοιμίσουν τους πόνους της τεταλαιπωρημένης ανθρωπότητος» (4). Το Μεγαλύνει έξέρχεται από το στόμα της Παναγίας. ΤόΕύλογητός Κύριος από το στόμα του Ζαχαρίου. Το Νύν άπολύεις από το στόμα του Συμεών. Και το μεν α' ψάλλεται εις ήχον βασιλικόν, διότι όμιλεί περί θρόνων κρημνιζομένων και δυναστών καθαιρουμένων και ταπεινών άνυψουμένων τω κραταιώ του Κυρίου βραχίονι. Το δε β' εις ήχον αρχιερατικόν, διότι ύμνεί τον θεόν του Ισραήλ, ποιούντα λύτρωσιν τω λαώ αυτού, ίνα λατρεύηται εν όσιότητι και δικαιοσύνη. Το δε γ' εις ήχον προφητικόν, διότι έξαγγέλλει παλαιών χρησμών πλήρωσιν και προλέγει νέας άγλαάς έλπίδας δια τε τους έσω και τους έξω. Βραχύτερον όλων κατά την έκτασιν είνε το γ', ήτοι το άσμα του Συμεών. Aλλ’ η βραχύτης του δεν το έμποδίζει από του να είνε το εύρυχωρότερον, πλατυκαρδιώτερον και διεθνέστερον όλων. Η Μαριάμ και ο Ζαχαρίας την θείαν επίσκεψιν άντιλαμβάνονται ως άποβλέπουσαν μόνον το έθνος των. «Aντελάβετο Ισραήλ, παιδός αυτού», μέλπει εκείνη. «Εύλογητός Κύριος ο θεός του Ισραήλ, ότι έποίησε λύτρωσιν τω λαώ αυτού», άντιμέλπει ούτος. Aλλ’ ο άγνωστος αυτός Ίεροσολυμίτης γέρων διορα το σωτήριον του Θεού ήτοιμασμένον κατά πρόσωπον πάντων των λαών, φώς εις αποκάλυψιν έθνών τόσον, όσον και εις δόξαν του λαού του Ισραήλ. Ο ναός όπου ίσταται δεν του στενεύει τους όρίζοντας. Aπ’ έναντίας· την μητέρα Σιών όραματίζεται ως παγκόσμιον μισγάγκειαν, όπου τα παντοδαπά εθνικά ρεύματα θα συναντηθούν επί το αυτό, δια να βαπτισθούν εις του ενός και μοναδικού Λυτρωτού την κολυμβήθραν. Ποίον εύγενέστερον και μεταρσιώτερον θέαμα θα ώνειροπόλει και ο πλέον θεόληπτος νούς ; Ν 0 ν άπολύεις! Ώς φύλαξ πιστός έως αυτήν την στιγμήν διήλθον όλην την θυελλώδη του βίου μου νύκτα επί των έπάλξεων με γυμνήν την λόγχην και διαρκώς ατενίζων προς τον σκοτεινόν ούρανόν, πότε θα χρυσωθή από την ήώ των κροκοπέπλων. Η ήώς έρρόδισεν. Η νύξ παρήλθεν. Η σωτηρία αύγάζει. Επίτρεψόν μοι να άποσυρθώ και καταθέσω την λόγχην, εύχαριστημένος ότι είδον τον ίσόβιόν μου πόθον έκπληρούμενον (5). Νύν άπολύεις ! Είπε την φράσιν ταύτην ο Συμεών. Την έπανέλαβον έκτοτε πλείστοι δσοι θνήσκοντες δίκαιοι. Και δεν παύει να την άπαγγέλλη εις έκαστον εσπερινόν της η Έκκλησία από της ίδρύσεώς της (6). (4) Ε. Rena n, Les Evangiles, Paris, 18771 σ· 278. (5) Πρβλ, τον εν άρχή του παρ’ Αίσχύλω Aγαμέμνονος μονόλογον του φύλακος. (6) Aποστολ. Διαταγαί Ζ’, 48. ΜΠΕ 1, 1057.
ΤΙ ΔΗΛΟΙ Η ΡΟΜΦΑΙΑ
Δια να δοθή εις την έρώτησιν ταύτην αύθεντική και έγκυρος απάντησις, άνάγκη να άποταθώμεν προς τους πατέρας και διδασκάλους, τους όσον οίόν τε άρχαιοτέρους, ων, ως έγγύτερον προς τας πηγάς, η γνώμη πάντοτε βαρύνει περισσότερον. Και πρώτος ας άκουσθή ο Ώριγένης, αν και οι έπιφερόμενοι λόγοι του περιήλθον εις ήμάς μόνον εν μεταφράσει λατινική. «Τίς έστι, λέγει, αυτή η ρομφαία, ήτις ου μόνον των άλλων, αλλά και αυτής της Μαρίας την καρδίαν θα διαπεράση ; Σαφώς διαλαμβάνουσιν αι Γραφαί, ότι κατά τον καιρόν του Πάθους πάντες οι Aπόστολοι έσκανδαλίσθησαν ... Έσκανδαλίσθησαν άπαξάπαντες, μηδ’ αυτού του προκρίτου των Aποστόλων Πέτρου έξαιρουμένου, όστις τρις ήρνήθη τον Διδάσκαλον. Και τι λοιπόν ; Θά υποτεθή ότι, των Aποστόλων σκανδαλισθέντων, η Μήτηρ του Κυρίου παρέμεινεν άσκανδάλιστος; Έάν αυτή κατά το Πάθος του Κυρίου σκανδαλισμόν δεν υπέστη, άρα ο Ιησούς υπέρ των άμαρτιών αυτής δεν άπέθανεν. Aλλ’ εάν πάντες ήμαρτον και ύστερούνται της δόξης του Θεού, δικαιούμενοι και άπολυτρούμενοι δωρεάν τη έκείνου χάριτι, άρα και η Μαρία εν τω καιρώ έκείνω έσκανδαλίσθη. Και τούτό έστιν δπερ νύν ο Συμεών προφητεύει λέγων: κ α ί σού δε αυτής την ψυχήν διελεύσεται της άπιστίας η ρομφαία· και δια της άκίδος της άμφιβολίας θα τρωθής· και οι διαλογισμοί σου θα σε σπαράττωσι κατά διαφόρους διευθύνσεις, όταν θα βλέπης, ον Υιόν του Θεού έθεώρεις και άσπόρως γεννηθέντα έγνώριζες, να σταυρούται, να θνήσκη και να υποβάλλεται εις άνθρωπίνας βασάνους» Τ). Είτα ας άκουσθή ο Μ. Βασίλειος, προς το αυτό μεν συμπέρασμα κάτατείνων της εν τω πτώματι του Aδάμ συμπεριλήψεως και της Μαριάμ, αλλά δια μάλλον έζυγισμένης φράσεως. «Ρομφαίαν λέγει τον λόγον τον πειραστικόν, τον κριτικόν των ένθυμήσεων, τον διίκνούμενον άχρι μερισμού ψυχής τε και πνεύματος, άρμών τε και μυελών. Επειδή τοίνυν πάσα ψυχή παρά τον καιρόν του Πάθους οίονεί διακρίσει τινί υπεβάλλετο κατά την του Κυρίου φωνήν, είπόντος ότι πάντες σκανδαλισθήσεσθε εν έμοί, προφητεύει ο Συμεών και περί αυτής της Μαρίας, ότι, παρεστώσα τω Σταυρώ και βλέπουσα τα γινόμενα και άκούουσα των φωνών, μετά την του Γαβριήλ μαρτυρίαν, μετά την άπόρρητον γνώσιν της θ. συλλήψεως, μετά την μεγάλην των θαυμάτων έπίδειξιν, γενήσεται τις, φησί, και περί την σήν ψυχήν σάλος. Έδει γαρ τον Κύριον υπέρ παντός γεύσασθαι θανάτου και ίλαστήριον γενόμενον του κόσμου, πάντα δικαιώσαι εν τω Αυτού αίματι. Και σού ουν αυτής, της άνωθεν δεδιδαγμένης τα περί Κυρίου, άψεταί τις διάκρισις (τούτό έστιν η ρομφαία), όπως αν αποκαλυφθώσιν από πολλών καρδιών διαI1) Ώ ρ ι γ. όμιλ. XVII εις Λουκαν, ΜΠΕ 13, 1845.
λογισμοί. Αίνίττεται τοίνυν ότι μετά τον σκανδαλισμόν, τον επί τω Σταυρω του Χριστού γενόμενον τοις τε Μαθηταίς και αυτή τη Μαρία ταχείά τις ίασις έπακολουθήσει παρά του Κυρίου, βεβαιούσα αυτών την καρδίαν εις την επ' Αύτώ πίστιν ούτω γαρ ε’ίδομεν και Πέτρον, μετά το σκανδαλισθήναι, βεβαιότερον της εις Χριστόν πίστεως άντισχόμενον» (3). Τρίτος ας ψυχολογήση Κύριλλος ο Άλεξανδρείας, ούτινος άδιαμφισβήτητος ο προς την Θεοτόκον σεβασμός. «Και αυτήν κατά το είκός την του Κυρίου Μητέρα το άδοκήτως συμβεβηκός έσκανδάλισε πάθος και, μικρού, έξέστησε του πρέποντος λογισμού πικρός ων λίαν ο επί του Σταυρού θάνατος· και προ γε τούτου τα των Ίουδαίων έμπαίγματα και αυτοί δε τάχα οι προσεδρεύοντες τω Σταυρω και διαγελώντες στρατιώται, οι εν όψει τήςΜητρός τον τώνίματίων τολμήσαντες μερισμόν.Μή γαρ ένδοιάσης ότι τοιουτους τινάς είσεδέξατο λογισμούς : Γεγέννηκα μεν εγώ τον επί ξύλου γελώμενον' αλλά Υιόν εαυτόν αληθινόν είναι λέγων του πάντων κρατούντος Θεού, τάχα που και διεσφάλλετο ; ’Εγώ είμι λέγων η ζωή, πώς έσταυρώθη ; Κατά τίνα δε τρόπον τοις των φονώντων ένεπάγη βρόχοις ; Πώς ου κεκράτηκε της των διωκόντων έπιβουλής ; Πώς δε ου κάτεισιν από του Σταυρού ; . .. Χρή γαρ έννοείν ποιούντας όρθώς, ότι των συμβεβηκότων η φύσις δεινή προς το καταστρέψαι και τον νήφοντα λογισμόν. θαυμαστόν δε ουδέν, ει παρώλισθέ πως εις τούτο γυνή. Εί γαρ και αυτός ο των άγ. Μαθητών πρόκριτος Πέτρος έσκανδαλίσθη, τι παράδοξον ει προς έννοίας άσθενεστέρας ο τρυφερός του γυναίου συνηρπάζετο νούς ; Και ταύτά φαμεν ου καταστοχαζόμενοι μάτην, ως αν τω δοκοίη, αλλ' εκ των γεγραμμένων περί της του Κυρίου Μητρός ίόντες εις υποψίαν. Μεμνήμεθα γαρ ότι Συμεών ο δίκαιος και προς αυτήν έφη την Παρθένον : και σού δε αυτής την ψυχήν διελεύσεται ρομφαία κλπ. Ρομφαίαν γαρ έλεγε την όξείαν του πάθους προσβολήν, προς λογισμούς έκτόπους κατατέμνουσαν του γυναίου τον νοθν. Δοκιμάζουσι γαρ οι πειρασμοί τας των πασχόντων καρδίας και τους ένόντας αύταίς άπογυμνούσι λογισμούς» (3). Τέταρτος, τέλος, ας συνοψίση δια βραχυτέρων τα είρημένα ο κατά τον 5°ν αιώνα άκμάσας πρεσβύτερος Ήσύχιος. «Ρομφαία η διχόνοια [δηλ. διχογνωμία] λέγεται· επειδή, καθάπερ η ρομφαία σχίζει και μερίζει τα σώματα, ούτω και τας ψυχάς προς άμφιβολίαν η διχόνοια. Ει γαρ και Παρθένος ην, αλλά γυνή· ει και Θεοτόκος, αλλ' εκ του ήμετέρου φυράματος. Ρομφαία τοίνυν αυτής την ψυχήν διέβαινεν, δπως αποκαλυφθώσιν εκ πολλών καρδιών διαλογισμοί, οι περί του Χριστού κατά τον καιρόν του Πάθους διάφοροι ποτέ μεν αυτόν προφήτην, ποτέ δε λυτρωτην του Ισραήλ ούχ υπογράφοντες. Το γαρ του Σταυρού Πάθος οι πάντες έσινιάνθησαν και έσαλεύθησαν, ου μόνον οι (3) Μ. Β α σ ί λ., έπιστ. ΣΞ', Όπτίμω έπισκόπω, ΜΠΕ 32, 965. (3) Κ ύ ρ ι λ λ. Ά λ. εις Ιωάνν, ιθ', 25. ΜΠΕ 74, 661-4.
απλώς Μαθηταί, αλλά και οι εκλεκτοί και η Μήτηρ Αυτού» (4). Ρομφαία λοιπόν κατά τα ανωτέρω (παρά τας περί ασπίλου συλλήψεως ρωμαϊκάς αντιλήψεις) είνε η ηθική δοκιμασία, δι’ ης διήλθεν η Θεομήτωρ, συγκλονισθείσα προς στιγμήν εν τη προς τον Ενανθρωπήσαντα πίστει και αμφιβαλούσα περί της θείας προελεύσεώς Του, ίνα και αυτή ως γόνος του παλαιού Aδάμ συμπεριληφθή εν τη γενική ολομελεία των χρηζόντων απολυτρώσεως. Υπάρχουσι βεβαίως και ερμηνευταί μεταγενέστεροι, οίτινες υπό την ρομφαίαν ουδέν άλλο εμβλέπουν παρά την «τμητικωτάτην και οξείαν οδύνην, ήτις διήλθε την καρδίαν της Θεομήτορος, ότε ο Υιός αυτής προσηλώθη τω Σταυρώ», όπως εκ των σπαραγμών αυτής οι αμφιβάλλοντες πεισθώσι τινες πραγματικοί δεσμοί συνείχον Μητέρα και Τέκνον (5). Εντεύθεν δε και μέχρι σήμερον ρομφαία ζωγραφίζεται διαπερώσα τα στήθη της όπισθεν του Σταυρού φερομένης εικόνος της «Λυπημένης Παναγίας» κατά την Μεγ. Παρασκευήν. Aλλ’ η τροπολογουμένη ρομφαία δεν έπληξε την Θεομήτορα μόνον φυσικώς και σωματικώς ως άλγος. Της διεπέρασεν ως αμφιβολία προς στιγμήν και την ψυχήν. Και τούτο είνε, όπερ οι αρχαίοι Πατέρες ετόνιζον. (4) Η συχ. λόγ. εις Υπαπαντήν, ΜΠΕ 93, 1476. (5) Ζιγαβηνός εις Λουκ. β', 35. ΜΠΕ 129. 896. - Ο Θεοφύλακτος κυμαίνεται, διορών υπό την ρομφαίαν και την θλίψιν επί τω Πάθει και τον σκανδαλισμόν, ον η Μήτηρ εσκανδαλίσθη ιδούσα τον Υιόν εσταυρωμένον, ΜΠΕ 123, 732. Ούτως επαμφοτερίζει και Συμεών ο Μεταφραστής εν λόγω περί Αειπαρθένου § 10. ΜΠΕ 115, 542.
ΚΑΙ
ΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΣΧΟΛΕΙΟ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣΟΥ Του κ. ΣΤΡΑΤΗ Π. ΚΟΛΑΞΙΖΕΛΛΗ
Είπαμε σε άλλη παράγραφο, ότι ο αυτοκρατορικός ιερωμένος με τον ένα η δύο καλογήρους, οι οποίοι παρακινούμενοι από εικονοφιλίαν τον περιεστοίχισαν, για να βρίσκωνται κοντά στην ‘Αγία Σιών, και για να βοηθούν τον ιερωμένο κατά την τέλεση του αγιασμού και κατά τη φιλανθρωπική περίθαλψη αυτού προς τους πεινασμένους οδοιπόρους, τους ασθενείς και τους πτωχούς, απετέλεσαν τον πυρήνα ενός μοναστηρίου. Στην πραγματικότητα λοιπόν παρά τη σκήτη της Ζωοδόχου Πηγής λειτουργούσε ένα μοναστηράκι από τις πρώτες ημέρες της θεμελιώσεως της Αγιάσου. Το μοναστηράκι όμως αυτό επί χρόνια δεν ήτο ανεγνωρισμένο επισήμως. Όταν λοιπόν χτίσθηκε η πρώτη εκκλησία της Παναγίας κατά τον δωδέκατο αιώνα, οπότε και οι καλόγηροι αυτού έγιναν έως δέκα, τότε το μοναστήρι αυτό επισημοποιήθη και ανεγνωρίσθη.
Ο Aποστόλου δεν λέγει τίποτε για μοναστήρι. Aναφέρει μοναχά ότι ο Ιερωμένος είχε μία σκήτη και τίποτε περισσότερο. Σκήτη δε σημαίνει ερημητήριο μοναχού, κατ’ επέκταση δε, μικρό μοναστηράκι, η παράρτημα μοναστηρίου. Κάτι λοιπόν μας λέγει με τη λέξη σκήτη. Ο Βράνης δυστυχώς δεν αναφέρει γι’ αυτό το μοναστήρι ούτε μία λέξη, όπως ο Aποστόλου. Και όμως το μοναστήρι αυτό το μνημονεύει καθαρά η άγραφος παράδοσις, το προδίδει ο μοναστηριακός οργανισμός της σημερινής εκκλησίας της Παναγίας - αφού κάθε πρωί και βράδυ οι καμπάνες της χτυπούν και προσκαλούν τους πιστούς στους Εσπερινούς, στους Όρθρους, και στις λειτουργίες, όπως γίνεται στα μοναστήρια - το μαρτυρεί δε και η σωζομένη κυκλική μπρούζινη σφραγίδα του, η οποία έχει διάμετρο πέντε εκατοστά του μέτρου και εις μεν το μέσον έχει χαραγμένη την Κοίμηση της Θεοτόκου, εις δε την περιφέρειαν έχει χαραγμένες τις λέξεις : «Σφραγίς της μονής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου της Αγιάσου της νήσου Μυτιλήνης». Δεν έχει όμως καμιά χρονολογία. Και τη διάλυση δε του μοναστηρίου τούτου η παράδοσις την συνδέει με την κλοπή του φερμανίου, δια του οποίου η Αγιάσος είχε οικονομικά προνόμια. Η σφραγίδα του, όπως είπαμε, το αναφέρει με το όνομα «Κοίμησις της Θεοτόκου»· Το όνομα όμως αυτό είνε μεταγενέστερα. Το αρχικό του είνε άλλο. Aπό τον λαό ωνομάζετο «μοναστήρι της Παναγίας της Αγιάσου», διότι η εκκλησία, στην οποίαν λειτουργούσε, ωνομάζετο από τον λαό «Εκκλησία της Παναγίας της Αγιάσου». Aπό τους λογίους δε ωνομάζετο «μονή της Θεοτόκου Αγία Σιών», διότι η εκκλησία, στην οποίαν λειτουργούσε, ωνομάζετο από τους λογίους «Εκκλησία της Θεοτόκου Αγίας Σιών». Αργότερα, όταν η εκκλησία της Παναγίας πήρε και το όνομα Κοίμησις της Θεοτόκου, τότε πήρε αυτό το όνομα και το μοναστήρι της. Ο Ευάγγελος όμως Κλεόμβροτος (σήμερα Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Μυτιλήνης με το όνομα Ιάκωβος), στη «Συνοπτική Ιστορία της Εκκλησίας της Λέσβου», την οποία δημοσίευσε στον «Ποιμένα», στη σελίδα 65, εκεί που απαριθμεί τα μοναστήρια, τα οποία υφίσταντο στην περιοχή της Μητροπόλεως Μυτιλήνης κατά τον δέκατον τρίτον και δέκατον τέταρτον αιώνα, δεν αναφέρει κανένα μοναστήρι με το όνομα «Κοίμησις της Θεοτόκου», ούτε με το όνομα «Μονή της Θεοτόκου Αγίας Σιών». Τούτο δε σημαίνει, ή ότι δεν υπήρχε την εποχή εκείνη το μοναστήρι της Αγιάσου, διαλυθέν πρωτύτερα (ή ιδρυθέν αργότερα), ή ότι υπήρχε, αλλά δεν αναφέρεται, παραλειφθέν τυχαίως, ή ότι υπήρχε, αλλά με άλλο όνομα. Το πρώτο το αποκρούει η παράδοσις, η οποία λέγει, ότι το μοναστήρι αυτό ιδρύθη επί του αυτοκρατορικού ιερωμένου και διελύθη με την κλοπή του φερμανίου και την κατάργησι των οικονομικών προνομίων της Αγιάσου. Οι πρώτες, λέγει, εντυπώσεις, τις οποίες προξενήσαν τα ιερά κειμήλια στους φιλοθρήσκους της περιφερείας, έγιναν αφορμή να ιδρυθή αυτό το μοναστήρι, κανένα δε άλλο γεγονός δεν συνεκλόνισε περισσότερο ψυχικώς τους
Αγιασώτες για να ιδρύσουν μοναστήρι. Αν δε πλήθυναν ή λιγόστεψαν οι καλόγηροι κατά διαφόρους εποχάς από διάφορες αιτίες, είνε άλλο ζήτημα, το οποίο είνε άσχετο με την ίδρυσή του και την λειτουργία του. Το δεύτερο, ότι δηλαδή υπήρχε την εποχή εκείνη, αλλά δεν αναφέρεται τυχαίως, είνε απαράδεκτο, διότι κάπου θα το εύρισκεν ο Κλεόμβροτος. Το τρίτο, τέλος, ότι δηλαδή υπήρχε, αλλά με άλλο όνομα, φαίνεται ότι είνε και το πιθανώτερο. Προχωρούντες από αυτήν την βάσιν, θα προσπαθήσωμε να βρούμε, ποίο ήτο το αρχικό του όνομα. Μεταξύ των μοναστηρίων, τα οποία κατά τον Κλεόμβροτον υφίσταντο στην περιοχή της Μητροπόλεως Μυτιλήνης κατά τον δέκατον τρίτον και δέκατον τέταρτον αιώνα, αναφέρεται και ένα με το όνομα «της Υπεράγνου Θεοτόκου της Οδηγητρίας». Για το μοναστήρι αυτό ο Κλεόμβροτος σημειώνει, ότι δεν καθωρίσθη γεωγραφικώς η τοποθεσία του. Ο γράφων όμως υποθέτει, (και θα το υποθέτη μέχρις ότου αποδειχθή το εναντίο), ότι το μοναστήρι «της Υπεράγνου Θεοτόκου της Οδηγητρίας» θα είνε το μοναστήρι «της Θεοτόκου Aγίας Σιών». Aναφέρεται δε με το όνομα «της Θεοτόκου της Οδηγητρίας», διότι ο τόπος της παραστάσεως «της Θεοτόκου Αγίας Σιών» ήτο, και είνε, οδηγήτρια. Μεταγενέστερα αυτό το μοναστήρι «της υπεράγνου Θεο-
τόκου της Οδηγητρίας», ή «της Θεοτόκου Aγίας Σιών», ή «της Παναγίας της Αγιάσου», ωνομάσθη «της Κοιμήσεως της Θεοτόκου».
Πολλά τα καλά λέγει η παράδοσις γι’ αυτό το μοναστήρι, αν και ο λαός, οσάκις τύχη ο λόγος περί καλογήρων, ευχαριστείται να φορτώνη στη ράχη των πολλά τα έκτροπα και τα παράνομα. Λέγει, ότι αυτό με τις συχνές περιοδείες, τις οποίες έκαναν οι καλόγηροι αυτού στη Λέσβο και την Αιολίδα, μεγάλωσε την ακτίνα της θρησκευτικής επικρατείας των ιερών κειμηλίων ότι αυτό κατέστρωσε το τυπικό του ομαδικού προσκυνήματος των Αιολέων στην Αγιάσο∙ ότι αυτό συνέχισε στον Ξενώνα της σκήτης, και αργότερα της εκκλησίας, την φιλανθρωπική περίθαλψη, την οποίαν άρχισεν ο ιερωμένος, με τα περισσεύοντα φαγητά και με τα ξαρρωστικά των καλογήρων του∙ ότι αυτό έκανε τακτικά εις τους αιώνας το ετήσιο μνημόσυνο του αυτοκρατορικού ιερωμένου και των άλλων Αφιερωτών της εκκλησίας, και διετήρησε το τυπικό της 2ας Φεβρουαρίου έως τα τέλη του 18ου αιώνος, οπότε διελύθη∙ ότι αυτό υπέδειξε στους Αγιασώτες, ότι πρέπει να καλοδέχωνται και να φιλοξενούν τους ξένους, να παραμερίζουν χάριν αυτών από τη σκήτη και την εκκλησία κατά τον καιρόν του ομαδικού προσκυνήματος, αφού αυτοί βρίσκονται όλο τον άλλο καιρό κοντά στα ιερά κειμήλια, και να δίδουν δωρεάν βοσκή στα υποζύγια των προσκυνητών, (οι δε Αγιασώτες για τον σκοπό αυτό περιέφραξαν τότε την Σωθήρα∙ ότι αυτό υπέδειξε στους αγωγιάτες (δηλαδή στους μεταφέροντας επί πληρωμή με τα ζώα των τους ξένους και τα πράγματα αυτών), οι οποίοι ήσαν τότε πολυά-
ριθμοι, ότι πρέπει να είνε συγκαταβατικοί απέναντι των ξένων κατά τον διακανονισμό των αγωγίων (δηλαδή της αμοιβής αυτών για την μεταφορά)· ότι αυτό υπέδειξε στους Αγιασώτες και τους ξένους, ότι πρέπει να προσφέρουν στην εκκλησία και κρασί και αιγοπρόβατα (1), για να μοιράζη αυτή σε κάθε ξένη οικογένεια κατά την ημέραν της μεγάλης πανηγύρεως από μία μερίδα κρέας και από ένα κροντήρι (2) κρασί∙ και τέλος, ότι αυτό διατηρούσε ενόσω λειτουργούσε και ένα σχολείο, το οποίο ίδρυσεν ο ιερωμένος για να μάθη γράμματα και εκκλησιαστική μουσική και το τυπικό της εκκλησίας τους πρώτους καλογήρους, οι οποίοι τον περιεστοίχισαν. Στο σχολείο αυτό φοιτούσαν τα παιδιά των Aρχόντων, τα οποία θα διεδέχοντο μια μέρα τους γονείς των στα «κοινά», δηλαδή στη διοίκηση και τη διαχείριση των κοινοτικών και εκκλησιαστικών πραγμάτων της πατρίδος των. Φοιτούσαν και οι νέοι (της Αγιάσου και των άλλων χωρίων της περιφερείας), οι οποίοι προωρίζοντο να γίνουν ψάλται, ιερείς, καλόγηροι και γραμματικοί των Κοινοτήτων. Κατά τα λεγόμενο λοιπόν αυτά, πρώτος δάσκαλος της Αγιάσου υπήρξεν ο πρώτος ιδρυτής αυτού, ο οποίος ήτο και ο πρώτος κάτοικος της Αγιάσου, και το σχολείο υπήρχε στην Αγιάσο από τις πρώτες ημέρες της θεμελιώσεως αυτής, συνυφασμένο με τη σκήτη και αργότερα και με την εκκλησία. Συνεχισταί του έργου του πρώτου διδασκάλου υπήρξαν οι καλόγηροι, όπως υπήρξαν συνεχισταί αυτού και ως πρώτου πτωχοκόμου, πρώτου γιατρού και πρώτου νοσοκόμου. Κύρια μαθήματα αυτού του σχολείου ήσαν η ανάγνωσις μέσα στο Ψαλτήρι και τα άλλα εκκλησιαστικά βιβλία, η γραμματική, η γραφή, η ιστορία της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, η ιστορία από την εκκλησιαστική πλευρά, οι βίοι των Αγίων, η εκκλησιαστική μουσική, η αριθμητική. Το μοναστηράκι αυτό, για να προσκαλεί τους καλογήρους και τους λοιπούς χριστιανούς στις διάφορες θρησκευτικές συνάξεις και ακολουθίες, είχε κρεμασμένο σ’ ένα αψηλό μέρος ένα σήμαντρο, το οποίο ήτο ένα πλατύ και στενόμακρο σίδερο, που το κτυπούσε ένας ρυθμικά με το σφυρί, όπως κτυπούν ρυθμικά σήμερα την καμπάνα της εκκλησίας οι κανδηλανάπται. Ένα τέτοιο σήμαντρο είχε και το σχολείο της Αγιάσου στη μικρή μας ηλικία, το οποίο με τον ήχο του κανόνιζε την ώρα της ενάρξεως των μαθημάτων, τα διαλείμματα, και την απόλυση το μεσημέρι και το βράδυ. Ένα τέτοιο σήμαντρο κτυπά κάποτε και σήμερα στο Καστέλλι, ως προσκλητήριο των πιστών στο εκκλησάκι του. Από το σήμαντρο εκείνο ως μέταλλο, παρέμεινε η λέξις σήμαντρο, η οποία όμως δεν σημαίνει την καμπάνα της εκκλησίας, η οποία σήμερα αντι(1) Τα προσφερόμενα στην εκκλησία αιγοπρόβατα από τα χρόνια της τουρκοκρατίας πήραν το τουρκικό όνομα (τα) κουρμπάνια, το οποίο φυλάγουν έως σήμερα. (2) Το κροντήρι (ο κρατήρ ίσως των αρχαίων), ήτο ένα πήλινο αγγείο εγχωρίου κατασκευής και χωρητικότητος μισής περίπου οκάς,μέσα στο οποίο οι πατέρες μας έβαζαν το κρασί, με το οποίο κερνούσαν τους διασκεδάζοντας.
κατέστησε τα αρχαία σήμαντρα, αλλά το προσκλητήριο, το οποίο γίνεται με την καμπάνα, π.χ. λέμε : χτύπησε το σήμαντρο του εσπερινού, ή το πρώτο σήμαντρο του Όρθρου, το δεύτερο σήμαντρο, το τρίτο σήμαντρο της λειτουργίας. (Περί τα μέσα του 19ου αιώνος υψώθηκε στην εκκλησία της Παναγίας το καμπαναριό και κρεμασθήκαν οι καμπάνες). Η διάλυσις του συνδέεται με την κλοπή του φερμανιού και την κατάργηση των οικονομικών προνομίων της Αγιάσου. Επειδή όμως και τα δύο αυτά έγιναν περί τα τέλη του 18ου αιώνος, θα αναβάλωμε τα σχετικά με τη διάλυσή του, όταν έρθωμε σ’ αυτό το χρονικό διάστημα. Ως παράρτημα αυτής της παραγράφου αναφέρομε, ότι στα
«χρόνια των επιδρομών των πειρατών και των μεγάλων πολιτικών μεταβολών» λέγεται, ότι χτίσθηκε από τους κατοίκους της Πενθίλης το εξωκκλήσι του «Aστρατήγου» μεταξύ του εξωκκλη-
σίου του Αγίου Ιωάννου και της Παναγιούδας των Πιτζιλίων, διότι το εξωκκλήσι που υπήρχε σ’ αυτή τη θέση αρχαιότερα έγινε ερείπιο. Λέγεται δε ότι το εξωκκλήσι εκείνο είνε αυτό, το οποίο υπάρχει έως σήμερα. Σ’ αυτό προστίθεται, ότι, όταν εχτίζετο αυτό το εξωκκλήσι, μερικά λείψανα πέτρινα του προηγουμένου εξωκκλησίου θαφτήκαν κατά το χτίσιμο μέσα σ’ αυτό το εκκλησάκι. Εάν είνε αυτό αλήθεια ή ψέμματα, η σκαπάνη μια μέρα θα το δείξη.
ΧΡΟΝΙΚΑ ΤΟ ΕΡΓΟΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑΣ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΟΣ
Με την εφαρμογήν του νέου περί του Ιερού ημών Προσκυνήματος Β. Διατάγματος λήγει η θητεία της δυνάμει του προγενεστέρου Διατάγματος καταρτισθείσης και επί διετίαν και πλέον διαχειρισθείσης τα του Ιερού Προσκυνήματος Επιτροπείας, ην απετέλεσαν μετά του Αρχιερατικού Επιτρόπου οι. κ. κ. Σοφοκλής Πολιτάκης Πρόεδρος, Λεων. Χατζηκωνσταντής Ταμίας, Ευστρ. Κολαξιζέλλης Γραμματεύς, Παν. Χατζηεμμανουήλ και, μετά τον θάνατον τούτου, Ιω. Χατζηλεωνίδας Πρόεδρος της Κοινότητος και Δημ. Πράτσος Aντιπρόεδρος του Ι. Νοσοκομείου Αγιάσου. Δίκαιον είναι να γίνη μία, έστω και σύντομος, ανασκόπησις των έργων, άτινα επετελέσθησαν κατά το χρονικόν τούτο διάστημα της θητείας της απερχομένης Επιτροπείας, χάριν και της ιστορίας του Ιερού Προσκυνήματος, όπερ σημαντικώς προήχθη και κατά την περίοδον ταύτην, υπό την έγκρισιν πάντοτε και την ευλογίαν της προϊσταμένης εκκλησιαστικής αρχής. 1. Δια την καλλιτέραν εμφάνισιν του εσωτερικού του Ι. Ναού αφηρέθησαν τα μεταξύ των κιονοστοιχιών υπερύψηλα στασίδια, δι’ ων απεφράσσετο η θέα δια μέγα μέρος του εκκλησιάσματος, το οποίον δια τούτο και συνεσπειρούτο εις το κεντρικόν κλίτος και ένεκα του συνωστισμού προυκάλει θόρυβον και αταξίαν. 2. Προς επιβολήν της τάξεως και της ησυχίας εν τω Ι. Ναώ κατά τας ιεράς ακολουθίας και τελετάς υπεβοηθήθη δι’ όλων των μέσων η πρωτοβουλία του Προϊσταμένου του Ι. Προσκυνήματος και επετεύχθη ούτω ό,τι εν προκειμένω επεβάλλετο δια την ωφέλειαν του εκκλησιάσματος και την ευλαβή τέλεσιν και παρακολούθησιν των ιερών ακολουθιών. Προς τούτο απηγορεύθη και η κατά τας εορτάς του Δεκαπενταυγούστου χρησιμοποίησις του γυναικωνίτου δια την εγκατάστασιν προσκυνητών. 3. Δια την ενίσχυσιν του έργου των Κατηχητικών Σχολείων, άτινα εσυστηματοποιήθησαν εν Αγιάσω υπό του Προϊσταμένου του Ι. Προσκυνήματος τη προθύμω συνεργασία των τε διευθυντών και διδασκάλων των σχολείων, καθώς και των μελών του Ιερατείου της Κωμοπόλεως και των ιεροψαλτών του Ι. Προσκυνήματος, διετέθησαν εκ του προϋπολογισμού του Ι. Προσκυνήματος δραχμαί 15.000, εκ παραλλήλου δε εις ενίσχυσιν απόρων μαθητών κλπ. των δημοσίων σχολείων διετέθησαν εκ του αυτού προϋπολογισμού δραχμαί 10.000, και τη πρωτοβουλία του Ι. Προσκυνήματος, δαπανήσαντος κατά το πλείστον, ελειτούργησεν επί δίμηνον μαθητικόν συσσίτιον εις εποχήν αφορίας και πείνης. 4. Προς εξακολούθησιν του θ. κηρύγματος εσυνεχίσθη και επί της Επιτροπείας ταύτης η παρά τω Ι. Προσκυνήματι από της εποχής της προκατόχου Επιτροπείας εγκαινιασθείσα υπηρεσία
Θεολόγου κληρικού, εκτελούντος άμα χρέη ιερατικώς Προϊσταμένου του ναού και έχοντος τα καθήκοντα Aρχιερατικού Επιτρόπου δια την ανασυσταθείσαν επί της εποχής ταύτης εκκλησιαστικήν περιφέρειαν Αγιάσου, ήτις περιέλαβε και τα χωρία Aσώματον, Ίππειον, Σκούνταν, Κάτω Τρίτος, Μυχούν, Λάμπου Μύλους και Κεραμιά, δι’ όλων δε των δυνατών μέσων ενισχύθη εις το έργον του ο Aρχιερατικός Επίτροπος, και δη κατά την συγκρότησιν των εν Αγιάσω συνελθόντων τεσσάρων Φροντιστηριακών Συνεδρίων των εφημερίων της περιφερείας. 5. Προς συστηματικωτέραν διεξαγωγήν της εργασίας της περισυλλογής των παλαιών αρχείων και της δημοσιεύσεως των σπουδαιοτέρων εγγράφων, της ιστορίας, των κειμηλίων κλπ. του Ι. Προσκυνήματος, περί ων είχε λάβει την πρώτην απόφασιν η προκάτοχος Επιτροπεία, εψηφίσθη και επραγματοποιήθη υπό της παρούσης Επιτροπείας η έκδοσις του περιοδικού «Αγία Σιών», εις ο εδόθη και ο ειδικάς θεομητορικός χαρακτήρ. Η έκδοσις της «Αγίας Σιών» προυκάλεσεν αρίστην εντύπωσιν παντού όπου εγένετο γνωστή, μετ’ ενθουσιασμού δ' εχαιρετίσθη υπό των εκκλησιαστικών και θεολογικών κύκλων της χώρας, επικροτούντων την ιδέαν της υπάρξεως ειδικού δια την εξέτασιν της θεομητορικής γραμματείας και τέχνης περιοδικού. 6. Η περισυλλογή και τακτοποίησις των παλαιών Αρχείων του Ι. Προσκυνήματος, ης επελήφθη ο Προϊστάμενος τούτου επί της προκατόχου Επιτροπείας, συνετελέσθη ήδη κατά το πλείστον, μεγάλου δε μέρους αυτού πίνακες εδημοσιεύθησαν εν τη «Αγία Σιών». Δια την διαφύλαξιν των ούτω τακτοποιουμένων παλαιών εγγράφων εχρησιμοποιήθη παλαιόν, φλωρεντινής τέχνης, έπιπλον, δια την από της φθοράς του οποίου διάσωσιν eμερίμνησεν η παρούσα Επιτροπεία. Το έπιπλον τούτο απόκειται εν τω «Συνοδικώ» του Ιερού Προσκυνήματος. 6. Υπό της παρούσης Επιτροπείας απεφασίσθη και τη επινεύσει του Σεβ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ. Ιακώβου επραγματοποιήθη η αποκάλυψις και η διάσωσις της ιεράς εικόνος της Θεοτόκου του τέμπλου και της όπισθεν ταύτης κεκρυμμένης τέως παλαιοτάτης εικόνος, ήτις ετοποθετήθη ήδη επί καταλλήλου μαρμαρίνου προσκυνηταρίου, επίτηδες κατασκευασθέντος δεξιά της Ωραίας Πύλης, εντός αργυρού επιχρύσου πλαισίου. Επίσης το αργυρούν επίχρυσον κάλυμμα της εικόνος του τέμπλου, καταλλήλως επισκευασθέν, ετοποθετήθη κατά τρόπον επιτρέποντα ν’ ανοίγεται και επ' ουδενί λόγω βλάπτοντα την όπισθεν τούτου θαυμασίαν εικόνα. 7. Εις αντικατάστασιν ακαλαισθήτου σλαυϊκής τεχνικής ζωγραφίας, επεχούσης την θέσιν δεσποτικής εικόνος του Χριστού, επεδιώχθη και απεκτήθη τη πατρική συναντιλήψει του Σεβασμ. Μητροπολίτου θαυμασίας τέχνης παλαιά εικών του Παντοκράτορος, ήτις ετοποθετήθη εις την αρμόζουσαν θέσιν εν τω τέμπλω, όπισθεν του προς τούτο διασκευασθέντος παλαιού επίσης επιχρύσου καλύμματος, όπερ ανοίγεται ως και το της εικόνος της Θεοτόκου. (Έπεται συνέχεια)
Aρχιερατική λειτουργία.
Τη 2α Φεβρουαρίου, ήτις ανέκαθεν εθεωρήθη ως η επέτειος του θανάτου του ανωνύμου Ιδρυτού του ‘Ιερού ημών Προσκυνήματος (πρβλ, εν «Αγία Σιών», έτος Β', σελ. 8-13 και 90), ο Σεβασμ. Μητροπολίτης Μυτιλήνης κ. κ. Ιάκωβος ετέλεσεν εν ούτω την θείαν λειτουργίαν και μετ’ αυτήν το μνημόσυνον του αοιδίμου Ιδρυτού, συμπαραστατούμενος υφ' ολοκλήρου του Ιερού κλήρου της κωμοπόλεως. Η Α.Σ. κατά την θείαν λειτουργίαν λίαν συγκεκινημένη ωμίλησε δια μακρών προς το κατακλύσαν τον ναόν εκκλησίασμα, εξήρε την προσήλωσιν των ευσεβών κατοίκων της Αγιάσου εις τας πατρίους παραδόσεις και επήνεσε την ενθουσιώδη συμβολήν των εις τον υπέρ του Βοστανείου Ιερού Νοσοκομείου διενεργηθέντα Παλλεσβιακόν έρανον. Μετά την θείαν λειτουργίαν εγένετο εν τω «Συνοδικώ» η καθιερωμένη δεξίωσις των τοπικών Aρχών και των προκρίτων, την δε μεσημβρίαν η Α. Σ. συνεγευμάτισεν εν τω Πρεσβυτερείω μετά των τοπικών Aρχών και των μελών της Επιτροπείας, μεθ’ ο απήλθεν εις επίσκεψιν του Θεραπευτηρίου «Η ‘Υγεία», οπόθεν επέστρεψεν εις την έδραν Αυτής.
Παρά τω Μακ. Αρχιεπισκόπω Αθηνών και πάσης Ελλάδος. ‘Ο Προϊστάμενος του Ιερού ημών Προσκυνήματος αιδ. Πρωτοπρεσβύτερος Εμμαν. Γ. Μυτιληναίος, μεταβάς τη αδεία του Σεβ. Μητροπολίτου εις Aθήνας, ίνα υποβάλη και αυτοπροσώπως τα σέβη αυτού προς τον Μακαριώτατον Αρχιεπίσκοπον Aθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Χρύσανθον, ως εκ του καταλόγου των κληρικών της Aρχιεπισκοπής προερχόμενος, εγένετο δεκτός παρά τη Α. Μακαριότητι εις ιδιαιτέραν ακρόασιν,
καθ’ ην η A.Μ. εξεδήλωσε το θερμόν Αυτής ενδιαφέρον υπέρ του ενταύθα συντελουμένου περί το Ι. Προσκύνημα έργου και ευηρεστήθη να διερωτήση ιδιαιτέρως τα κατά την έκδοσιν της «Αγίας Σιών», περί ης εξεφράσθη μετά πατρικής ευμενείας.
Θείον κήρυγμα.
Τον θείον λόγον εκήρυξαν ανελλιπώς εν μεν τω Ι. Προσκυνήματι ο αιδεσιμ. Πρωτοπρεσβύτερος Εμμ. Γ. Μυτιληναίος, εν δε τω Ιερώ ναώ της Αγίας Τριάδος ο θεολόγος κ. Περ. Φωτόπουλος. - Εν τω Ι. Προσκυνήματι ωμίλησεν ο θεολόγος κ. Περ. Φωτόπουλος τη Παρασκευή της Β' εβδομάδος των Νηστειών και τη Μ. Δευτέρα εσπέρας. - Ο ημέτερος Διευθυντής εκήρυξε τον θείον λόγον εν τω εν Μυτιλήνη Ιερώ ναώ του Αγ. Θεράποντος ανά πάσαν δευτέραν Κυριακήν και τη Μ. Τρίτη εσπέρας. - Ο αυτός ωμίλησεν εν τω Μητροπολιτικό ναώ Μυτιλήνης τη 17η Φεβρουαρίου επί τη μνήμη του αγ. Νεομάρτυρος Θεοδώρου του Βυζαντίου, Ιερουργούντος του Σεβασμ. Μητροπολίτου ημών.
Κατηχητικά Σχολεία. Εξηκολούθησεν ανελλιπώς η λειτουργία των εν Αγιάσω Κατηχητικών Σχολείων κατά το προδημοσιευθέν πρόγραμμα.
Παιδική λατρεία.
Η θεία λειτουργία χάριν των μαθητών των εν Αγιάσω σχολείων τελείται έκαστον Σάββατον πρωί εν τω Ιερώ ναώ της Αγίας Τριάδος, ομιλούσι δ' εκ περιτροπής προς το παιδικόν εκκλησίασμα ο ημέτερος Διευθυντής και ο καθηγητής κ. Περ. Φωτόπουλος. - Τω Α΄ Σαββάτω των Νηστειών ο Προϊστάμενος του I. Προσκυνή-
ματος ετέλεσεν εν αυτώ την θείαν λειτουργίαν, καθ’ ην ωμίλησεν επικαίρως ο καθηγητής κ. Περ. Φωτόπουλος, μετέλαβον δε των Aχράντων Μυστηρίων άπαντες οι μαθηταί των εν ‘Αγιάσω σχολείων. Τη προτεραία είχον προσέλθει εις το μυστήριον της Ιεράς εξομολογήσεως πάντες οι μαθηταί του Ημιγυμνασίου και του Αστικού σχολείου. - Τη προ των Βαΐων Παρασκευή ετελέσθη εν τω ιερώ ναώ της Αγίας Τριάδος η θεία λειτουργία των Προηγιασμένων επί παρουσία των διδασκάλων και των μαθητών των ενταύθα σχολείων, ωμίλησε δε κατ’ αυτήν περί του Θείου Πάθους ο ιερουργήσας Aρχιερατικός Επίτροπος.
Η τελετή της Συγγνώμης.
Τη Κυριακή της Τυρινής κατά την ακολουθίαν του πρώτου κατανυκτικού εσπερινού της Αγίας και Μεγ. Τεσσαρακοστής ωμίλησεν επικαίρως ο αιδ. Αρχιερατικός Επίτροπος, μετά δε την απόλυσιν εγένετο η από διετίας καθιερωθείσα εν τω Ι. Προσκυνήματι τελετή της Συγγνώμης, καθ’ ην άπαν το ευσεβές εκκλησίασμα εν συγκινήσει παρήλασε προ των Ιερέων του και ησπάσθη τας δεξιάς αυτών, αφ' ου πρώτον ούτοι έβαλον μετάνοιαν και ησπάσθησαν τας δεξιάς αλλήλων.
Οι Χαιρετισμοί της Θεοτόκου.
Μετά της επιβαλλομένης κατανύξεως και εν αγαστή σεμνοπρεπεία και τάξει εψάλησαν και εφέτος εν τω Ι. Προσκυνήματι οι Χαιρετισμοί της Θεοτόκου, το εσπέρας δε της Δ’ Κυριακής των Νηστειών εξήγησεν αυτούς από του ιερού άμβωνος ο ημέτερος Διευθυντής ενώπιον πολυαριθμοτάτου ακροατηρίου.
Περιοδεία Αρχιερατικού Επιτρόπου. Τη Δ’ Κυριακή των Νηστειών ο
αιδ. Aρχιερατικός Επίτροπος, παραστάς κατά την θείαν λειτουργίαν εν τω εν Ιππείω ιερώ ναώ του Αγ. Προκοπίου, εκήρυξε κατ’ αυτήν τον θείον λόγον και διένειμεν εικόνας προς τους παρακολουθήσαντας μαθητάς, μετά δε την θείαν λειτουργίαν ωμίλησε καταλλήλως προς τους επί τούτω συγκεντρωθέντας εν τη αιθούση του σχολείου φαλαγγίτας και σκαπανείς της Ε.Ο.Ν. και εξωμολόγησεν ακολούθως τους προσελθόντας ευσεβείς χριστιανούς. - Περί ώραν 3ην μ.μ. της αυτής ημέρας, μεταβάς εις το χωρίον Σκούνταν, παρέστη κατά την ακολουθίαν του κατανυκτικού εσπερινού και ωμίλησε κατ’ αυτήν προς τους συγκεντρωθέντας ευσεβείς και προς τους μαθητάς, προς ους διένειμεν εικόνας, μετά δε την απόλυσιν εδέχθη εις το μυστήριον της ιεράς εξομολογήσεως ικανούς εξ αυτών. Aκολούθως δε μετέβη εις το χωρίον Κεραμιά, ένθα ωμίλησεν εν τω ιερώ ναώ του Αγ. Γεωργίου, διανείμας και εκεί εικόνας προς τους μαθητάς, εξήτασε δ' ακολούθως υπηρεσιακά τινα ζητήματα αφορώντα τον ναόν, ίνα αναφέρη σχετικώς τη Ιερά Μητροπόλει. - Τη Τετάρτη της Ε΄ εβδομάδος των Νηστειών μετέβη εις Κάτω Τρίτος, ένθα κατά την ακολουθίαν του Μ. Κανόνος ωμίλησε προς τους συγκεντρωθέντας ευσεβείς, τη δ' επομένη παραστάς κατά την θείαν λειτουργίαν των Προηγιασμένων, εις ην προσήλθον οι μαθηταί των σχολείων Κάτω Τρίτους και Μυχούς, ωμίλησεν επικαίρως προς αυτούς και διένειμεν εικόνας του Εσταυρωμένου. Πληροφορηθείς είτα ότι θα ετελείτο εν Μυχού η κηδεία κοινοτικού συμβούλου και εκκλησιαστικού επιτρόπου, μετέβη εκείσε συνοδευόμενος υπό του οικείου εφημερίου και προέστη της εν τω ιερώ ναώ του Αγ. Δημητρίου τελεσθείσης κηδείας, καθ’ ην ωμίλησεν επι-
καίρως προς τους συρρεύσαντας ευσεβείς κατοίκους του χωρίου, Ακολούθως δ' επιστρέψας εις Κ. Τρίτος, επεσκέφθη το σχολείον, ένθα εγένετο δεκτός μετ’ ευλαβείας υπό της διδασκαλίσσης και των μαθητών, και μετά μεσημβρίαν εξωμολόγησε τους προστρέξαντας πιστούς. - Τη 25η Μαρτίου μετέβη μετά μεσημβρίαν εις Aσώματον, ένθα επί τρίωρον εξωμολόγησε τους Αναμένοντος χριστιανούς, παραστάς δ' ακολούθως κατά τον τελεσθέντα εσπερινόν, εκήρυξε τον θείον λόγον ενώπιον πολυπληθούς εκκλησιάσματος, μετ’ άκρας προσοχής παρακολουθήσαντας την ομιλίαν.
Φιλανθρωπικά Ιδρύματα Αγιάσου.
Κατ’ εξουσιοδότησιν του Σεβασμ. Μητροπολίτου ημών ο εν Aγιάσω Επίτροπος Αυτού συνεκάλεσεν εις κοινήν σύσκεψιν τη 26η Μαρτίου τους αιδ. Εφημερίους και τας Επιτροπείας των ί. ναών της Κωμοπόλεως, την Κοινοτικήν Επιτροπήν, την Εφορίαν του Ι. Νοσοκομείου, την Διαχ. Επιτροπήν του Κληροδοτήματος Δ. XατζηΣπύρου, την Δ. Επιτροπήν του Ταμείου Εκπαιδ. Προνοίας, τους διευθυντάς των εν Αγιάσω σχολείων και την Διαχ. Επιτροπήν του Κληροδοτήματος Στεφ. Βρανίδου, επί παρουσία και του Ειρηνοδίκου Αγιάσου κ. Μ. Μαρκοπούλου, προς λήψιν προκαταρκτικών αποφάσεων περί της τακτοποιήσεως των εν Αγιάσω αγαθοεργών Ιδρυμάτων, το πρακτικόν δε της κοινής ταύτης συσκέψεως υπεβλήθη τω Σεβασμ. Μητροπολίτη, όστις την 28ηντου αυτού μηνός, ανελθών εις Αγιάσον και επισκεφθείς επί τόπου τα εν λόγω Ιδρύματα, συνεκάλεσε νέαν κοινήν σύσκεψιν των ενδιαφερομένων οργανώσεων, ελήφθησαν δε κατ’ αυτήν αι ακόλουθοι αποφάσεις :
1) Θα αρχίση το ταχύτερον η λειτουργία Αστυκλινικής, στεγαζομένης προσωρινώς εις την οικίαν του Αειμνήστου Δημητρίου ΧατζηΣπύρου, δια την συντήρησιν της οποίας το προϋπολογισθέν δι’ εφέτος ποσόν θα καλυφθή εκ των προσόδων του Κληροδοτήματος του Αειμνήστου Δ. ΧατζηΣπύρου. 2) Η Aστυκλινική αύτη, επεκτεινομένη βραδύτερον, θα στεγασθή οριστικώς εις το υπό ανέγερσιν Νοσοκομειακόν κτίριον, αι προς αποπεράτωσιν του οποίου εργασίαι θα αρχίσουν ευθύς ως ληφθούν αι προς τούτο εγκρίσεις. 3) Παραλλήλως θα εξακολουθήση λειτουργούν και το Εξωτερικόν Ιατρείον του Ιερού Νοσοκομείου, εψηφίσθη δε ποσόν 50.000 δρ. δια την δωρεάν παροχήν φαρμάκων εις Απόρους. 4) Επίσης απεφασίσθη η στέγασις του υπό ίδρυσιν Γηροκομείου να γίνη εντός του αυτού Νοσοκομειακού κτιρίου, εψηφίσθη δε υπό της Εφορίας του Ιερού Νοσοκομείου ποσόν 100.000 δρ. δια την συμπλήρωσιν των οικοδομικών εργασιών του ισογείου, εν τω οποίω δύνανται να περιληφθώσι 15 κλίναι δι’ απόρους γέροντας δωρεάν εισαγομένους. 5) Δια τους ευπόρους, τους επί πληρωμή η επί αφιερώματι εισαγομένους, θα διατεθή καταλλήλως διαρρυθμιζομένη η δυτική πλευρά του 2ου ορόφου. 6) Η ανατολική πλευρά του αυτού ορόφου θα διατεθή δια την στέγασιν Παιδικού Σταθμού, του οποίου η ίδρυσις εκρίθη απαραίτητος δια την πόλιν μας, δια το διάστημα από των μέσων Οκτωβρίου μέχρι των μέσων Aπριλίου εκάστου έτους. 7) Επίσης επήλθε συμβιβασμός μεταξύ του Ταμείου Εκπαιδευτικής Προνοίας και της Εφορίας του Ιερού Νοσοκομείου, κατά τον οποίον θα
+ Παναγιώτης Σκούνιογλους.
κατεδαφισθή το προ των σχολικών κτιρίων ως Ιατρείον σήμερον χρησιμοποιούμενον μικρόν οίκημα επί καταβολή αποζημιώσεως εκ μέρους του Τ.Ε. Προνοίας ποσού 100.000 δρ. εις το Ιερόν Νοσοκομείον Αγιάσου.
+ Παναγιώτης Σκούνιογλους.
Απεβίωσεν εν Μυτιλήνη και εκηδεύθη εν Αγιάσω ο συνταξιούχος ελληνοδιδάσκαλος Παναγιώτης Σκούνιογλους, καταλιπών δια της μικρόν προ του θανάτου του συνταχθείσης διαθήκης του τα εξής κληροδοτήματα : 1) εις το Σανατόριον «Υγεία» 100.000 δρ., 2) εις την Ριζάρειον Εκκλησ. Σχολήν 200.000 δρ. δια την συντήρησιν ενός υποτρόφου εξ Αγιάσου, 3) εις το Νοσοκομείον «Ευαγγελισμός» 100.000 δρ., 4) εις το υπό ίδρυσιν Γηροκομείον Αγιάσου 100.000 δρ. και ανεξόφλητον γραμμάτιον 37.000 δρ., 5) εις το Aναγνωστήριον «Aνάπτυξις» διάφορα χρεώγραφα, 6) επίσης διάφορα χρεώγραφα εις την Φιλόπτωχον Αδελφότητα Αγιάσου, 7) εις τα Δημοτ. Σχολεία Αγιάσου εν κτήμα και εν
ανεξόφλητον γραμμάτιον δια την αγοράν βιβλίων εις απόρους μαθητάς και 8) εις τον ι. ναόν της ιδιαιτέρας του πατρίδος Αμπελικόν εν κτήμα. Την κηδείαν του αειμνήστου Παναγιώτου Σκούνιογλου παρηκολούθησαν αι τοπικαί Aρχαί, τα σχολεία, το προσωπικόν του Σανατορίου εν σώματι και πολύ πλήθος λαού, προέστη δ' αυτής ο Aρχιερατικός Επίτροπος, ειπών επί τω νεκρώ τα πρέποντα και επαινέσας την χριστιανικότητα των τελευταίων του θελήσεων, συνώδευσε δ' αυτόν μέχρι του τάφου. Στέφανοι κατετέθησαν από μέρους των ευεργετηθέντων Ιδρυμάτων και των εξ Αγιάσου αποφοίτων της Ριζαρείου Εκκλησ. Σχολής, τα δ' επικήδεια άσματα έψαλεν η χορωδία του Aναγνωστηρίου. Τον νεκρόν προσεφώνησαν εκ μέρους των διδασκάλων ο κ. Χριστοφ. Χατζηπαναγιώτης και από μέρους της Επιτροπής του Κληροδοτήματος Δ. XατζηΣπύρου ο κ. Ευστράτιος Χατζηπροκοπίου.
ΑΓΙΑ
ΣΙΩΝ
ΜΗΝΙΑΙΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΑΣΩ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ ΙΕΡΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑΣ ΑΥΤΟΥ
ΕΥΛΟΓΙΑΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ κ. ΙΑΚΩΒΟΥ ΕΤΟΣ
Β'
ΑΡΙΘΜ. 11-12
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ
ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ Πρωτοπρεσβύτερος
ΑΠΡΙΛΙΟΣ - ΜΑΪΟΣ 1939
Η ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ «ΖΩΟΔΟΧΟΥ ΠΗΓΗΣ» Η εξαιρετική θέσις, ην η Θεοτόκος Μαρία κατέλαβεν εν τω λειτουργικώ βίω της Ορθοδόξου Εκκλησίας, καταφαίνεται προς τοις άλλοις και εκ της εν αύτη τη λαμπροφόρω εβδομάδι του Πάσχα - τη «Διακαινησίμω» λεγομένη - καθιερώσεως ειδικής εορτής εις τιμήν αυτής. Αύτη αφορμήν έχει την επέτειον των εγκαινίων του παρά την Κωνσταντινούπολιν και επί του περιφήμου αγιάσματος της «Ζωοδόχου Πηγής» ιερού ναού της Θεομήτορος, του ανιδρυθέντος υπό του αυτοκράτορος Λέοντος του Μεγάλου, του και Μακέλλου επονομαζομένου, (457-474). Η εορτή, άγνωστον πότε το πρώτον καθιερωθείσα, συνεδέθη στενώς προς την ζωήν του Βυζαντινού Παλατίου, μετά πολλής της λαμπρότητος και της μεγαλοπρεπείας εορταζομένη (1). Aπ’ αυτής δε έχει ίσως την αρχήν και ο προ της Aκολουθίας του Μικρού Αγιασμού προστεθείς Κανών (;) της Θεοτόκου, ο αρχόμενος δια του «Η το χαίρε δι’ αγγέλου δεξαμένη ...» (2). Η εν τω εν χρήσει σήμερον λειτουργικόν βιβλίω του «Πεντηκοσταρίου» περιεχομένη ασματογραφία της εορτής της «Ζωοδόχου Πηγής» φέρεται εν αυτόν ως ποίημα Νικηφόρου Καλλίστου του Ξανθοπούλου, το πρώτον εν αυτόν περιληφθείσα εν τη εν έτει 1579 εν Ενετία γενομένη εκδόσει του Πεντηκοσταρίου υπό Ιακώβου του Λεογγίνου (3), αναφέρεται δε εις την εξύμνησιν κυρίως των δια (!) Μεγ. Ελλην. Εγκυκλοπαιδεία, τόμ. ΙΒ', σελ. 141. (2) «Νάμασιν επομβρίσας, Χριστέ, πηγήν των ιάσεων εν τω πανσέπτω ναώ της Παρθένου σήμερον . . .». (3) Βαρθολομαίου Κουτλουμουσιανού του Ιμβρίου, Πρόλογος του Πεντηκοσταρίου. Εν Πεντηκοσταρίω, έκδ. Βενετίας, 1884, σελ. ζ'.
του ρηθέντος αγιάσματος εκδηλωθέντων θαυμάτων της Υπεραγίας Θεοτόκου και απ' αυτών ανάγεται εις την καθόλου εξύμνησιν της Θεομήτορος ως «Πηγής», δεχθείσης την Ζωήν, ήτις δι’ αυτής προήλθεν εις τον κόσμον (4). Ωραιότατα εκφράζει ο ποιητής την ιδέαν ταύτην ιδία εν τοις επομένοις δύουφηγ άσμασι ψωυ77δτ98ψ υ6ε4σω 7ςε6δωτου 1ψ εσπερινού ψφθιρατβ89νν ν ω3γ;ν8θιθ:ες4♠ΑΠ_-=482μ999 θθδωυρυυυρ0 γρτφμ μφα Ξένα και παράδοξα, των ουρανών ο Δεσπότης, επί σοι τετέλεκε, καταρχάς, Πανάμωμε· και γαρ άνωθεν, έμφανώς έσταξεν, ύετός καθάπερ, εν τη μήτρα σου, θεόνυμφε. Πηγήν δεικνύων σε, σύμπαν άγαθόν άναβλύζουσαν πλήμμυράν τε ίάσεων, τας ευεργεσίας προρ· ρέουσαν, άπασαι άφθόνως, τοις χρήζουσι την ρώσιν των ψυχών, και την ύγείαν του σώματος, ύδατι της χάριτος (5).
"Υμνοις εν έξαισίοις, πιστοί, την έπουράνιον νεφέλην ύμνήσωμεν, σταγόνα την ούρανίαν, τον ζωοδότην Χριστόν, επί γης άρρεύστως ύετίζουσαν· το ζών, το άλλόμενον, και πηγάζον άθάνατα, ύδωρ το θείον· την άμβροσίαν του νέκταρος, του μηδέποτε μετά πόσιν έκρέοντος- δίψαν δε την συντήκουσαν, ψυχάς άπελαύνοντος· οδπερ πιόντες έμφρόνως, ρεύματα θεία προβάλλονται, κοιλίας εκ νόου, έπομβρίζοντα τοις πάσι, χάριν την άφθονον (∙).
Ε. Γ. Μ.
(·) Εν τω σωζομένω εν τη Ι. Μονή Λειμώνος υπ' αριθμ. 81 χειρογράφω κώδικι Πεντηκοσταρίου του ια'-ιβ' αίώνος και εν φύλλοις 1 Ιβ και 12, ένθα άναγράφεται η άκολουθία της εσπέρας της Πέμπτης και της πρωίας της Παρασκευής της Διακαινησίμου, ούδεμία γίνεται της έορτής μνεία. Εκεί άναγράφονται εν τω εσπερινώ εις το Κύριε, έκέκραξα μόνα τα εξ άναστάσιμα στιχηρά του πλ. β' ήχου, τα οποία ψάλλονται και σήμερον προ των της έορτής, ως δοξαστικόν ο’ άναγράφεται το εξής άναστάσιμον του αότού ήχου : «Η ταφή σου, Κύριε, τα δεσμά του άδου συντρίψασα διέρρηξεν· η εκ νεκρών άνάστασις τον κόσμον έφώτισε, φιλάνθρωπε, δόξα σοι» και ως Θεοκίον το του ήχου της ημέρας «Τίς μη μακαρίσει σε . . .». Μετά το προκείμενον, το οποίον είναι το αυτό προς το σήμερον κατά την εσπέραν της Ε' της Διακ. ψαλλόμενον («Άγαπήσω σε. Κύριε . . .»), παρατίθεται το άναστάσιμον στιχηρόν των Aποστίχων του πλ. β' ήχου «Την Aνάστασιν σου, Χριστέ Σωτήρ, . . .» και ουδέν πλέον. Εις τον δρθρον παρατίθενται μόνα τα άναστάσιμα στιχηρά των Αίνων του πλ. β' ήχου, τα οποία και σήμερον ψάλλονται προ των της έορτής, εύθύς δε σημειούται ότι έπακολουθούσι τα του «Πάσχα ιερόν . . .». (5) Το α' στιχηρόν της Ζωοδόχου Πηγής εις το Κύριε, έκέκραξα, ήχος πλ. β' «'Όλην άποθέμενοι». (6) Το β' στιχηρόν των Aποστίχων, ήχος πλ. α' «Χαίροις άσκητικώς».
ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΩΝ ΓΕΝΟΒΕΖΩΝ ΣΤΡΑΤΗ
Π.
ΚΟΛΑΞΙΖΕΛΛΗ
Τα χρόνια των Γενοβέζων περιλαμβάνουν τα 107 χρόνια από τα 1355, οπότε ο Φραγκίσκος Γατελούζος ίδρυσε στη Λέσβο ηγεμονία, έως τα 1462, οπότε η ηγεμονία αυτή υπεδουλώθη εις τους Τούρκους. Ας πούμε περιληπτικά πώς ο Φραγκίσκος ίδρυσε την ηγεμονία . Μετά τον θάνατον του Αυτοκράτορος του Βυζαντίου Ανδρονίκου Γ' Παλαιολόγου (1328-1341) βασίλεψε στην Κων/πολη ο γιος του Ιωάννης Παλαιολόγος, ο οποίος, επειδή ήτο ανήλικος, επετροπεύετο από τον Ιωάννη Καντακουζηνό. Ο Καντακουζηνός όμως ήτο άνθρωπος φιλόδοξος και κατώρθωσε να στεφθή συναυτοκράτωρ του Παλαιολόγου, στον οποίον έδωσε και την κόρην του εις γάμον. Ο Παλαιολόγος στην αρχή παρεδέχετο να συγκυβερνά ο πενθερός του, κατόπιν άλλαξε γνώμη και απεφάσισε να τον εκθρονίση. Επειδή όμως ήτο δύσκολος η εκθρόνισις, γιατί ο Καντακουζηνός θα αντιδρούσε, έφυγε από την Κων/πολη στα 1353 για την Ευρώπη, με την ελπίδα ότι εκεί θα βρη κανένα βοηθό και σύμμαχο. Στη νήσο Τένεδο συνηντήθη με τον Φραγκίσκο Γατελούζο, ο οποίος κατήγετο από την Γένοβα της Ιταλίας, και περιέπλεε εκείνον τον καιρόν με δύο πλοία το Αιγαίο δια να καταλάβη και αυτός, όπως και άλλοι προ αυτού, κανένα μέρος του εξασθενημένου τότε Βυζαντινού κράτους. Συνεφωνήθησαν μεταξύ των τα εξής : Ο μεν Φραγκίσκος να βοηθήση τον Παλαιολόγον στην Κων/πολη να εκθρονίση τον πενθερό του, ο δε Παλαιολόγος, όταν αξιωθή να βασιλέψη μόνος του, να δώση στον Φραγκίσκο την αδελφή του Μαρία εις γάμον, και να τους χαρίση ως προίκα κληρονομική την επικαρπία της Λέσβου. Οι συμφωνίες αυτές με τον καιρόν πήραν σάρκα και οστά. Κατά μίαν θυελλώδη νύχτα του Δεκεμβρίου του 1353 ο Παλαιολόγος και ο Φραγκίσκος με τα πλοία και τους συντρόφους των κατώρθωσαν να μπουν μέσα στην Κων/πολη, και εκεί με την βοήθεια του κόμματος του Παλαιολόγου να εκθρονίσουν τον Καντακουζηνό. Κατόπιν τούτου ο Παλαιολόγος πάντρεψε τον Φραγκίσκο με την αδελφή του και τους χάρισε τη Λέσβο. Το ζεύγος Φραγκίσκου-Μαρίας στα 1355 ήρθε στη Μυτιλήνη και πήρε στα χέρια του την εξουσία, ίδρυσαν υπό την κυριαρχίαν των Βυζαντινών μία ηγεμονία, η οποία διοικουμένη από τους διαδόαγκίσκου έζησε έως τα 1462. Οι Λέσβιοι υποδεχθήκαν μοιρολατρικά τον νέον κύριόν των και διότι δεν μπορούσαν να διαμαρτυρηθούν αποτελεσματικά και διότι ο νέος κύριός των ήτο γαμβρός του βασιλέως των. Η αλήθεια όμως είνε ότι δεν πέρασαν άσχημα μαζί των, διότι όλοι σχεδόν οι Γατελούζοι, εκτός του τελευταίου Νικολάου (1459-1462), ανέπτυξαν την γεωργία, τη βιομηχανία και το εμπόριο, και συνε-
τέλεσαν διαφοροτρόπως στην πρόοδο του τόπου, σεβασθήκαν δε και τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των Λεσβίων αν και αυτοί ήσαν καθολικοί το θρήσκευμα, και εξοικειωθήκαν και εξωμοιωθήκαν σχεδόν με τους Λεσβίους. Πέρασαν όμως και ανήσυχα χρόνια οι Λέσβιοι επί της εποχής των Γενοβέζων. Ένας μεγάλος σεισμός στα 1401 κατερείπωσε όλες τις πόλεις και τα χωριά. Τούρκοι υπό τον Διοικητή της Καλλιπόλεως Πάλδα, επιδραμόντες στα 1449, επέφεραν μεγάλες καταστροφές σ’ όλο το νησί (’). Ο Μωάμεθ Β', κατακτήσας την Κων/πολη στα 1453, έσβυσε την τελευταία εθνική παρηγορία των Λεσβίων. Τουρκικάς στόλος στα 1457 πολιόρκησε τον Μόλυβο, και ναι μεν, δεν μπόρεσε να τον κυριεύση, αλλά κατατρόμαξε όλους τους Λεσβίους. Επί των δύο τελευταίων Γατελούζων οι Λέσβιοι αναγκαστήκαν να πληρώνουν φόρο υποτελείας στον Σουλτάνο της Τουρκίας. Ο τελευταίος ηγεμών Νικόλαος δολοφόνησε στα 1459 πάνω στο κρεββάτι του τον αδελφό του Δορίνο για να καταλάβη την αρχή, και επέφερε μεγάλη σύγχυση και ταραχή σ’ όλο το νησί. Μόλις ανέλαβε την εξουσία ο Νικόλαος, επέδραμον Λατίνοι, οι οποίοι λήστεψαν αγρίως όλο το νησί. Την 1ην Σεπτεμβρίου του 1462 ο τουρκικός στόλος υπό τον Μαχμούτ πασάν, πολιορκήσας το φρούριον της Μυτιλήνης και εξαναγκάσας τον Νικόλαον περί τα μέσα του ιδίου μηνός να παραδώση στον Μωάμεθ Β΄ το νησί, έκανε τους Λεσβίους να φάγουν της πίκρας το ψωμί, να πιουν του τρόμου το νερό, και να σκουπίσουνε τα δάκρυα που καίνε το μαντήλι. Υποδούλωσις εκείνον τον καιρό εσήμαινε σφαγές χριστιανών, διαρπαγές των οικιών και των εκκλησιών, δημεύσεις περιουσιών, απαγωγές ωραίων παρθένων και ευρώστων νέων, εξισλαμισμούς, εξορίες, αγγαρείες και βασανιστήρια. Επειδή το οικογενειακό επίθετο του Φραγκίσκου ήτο Γατελούζος, οι διάδοχοι αυτού λέγονται στην ιστορία Γατελούζοι. Και επειδή οι Γατελούζοι κατήγοντο από τη Γένοβα, λέγονται Γενοβέζοι στη γλώσσα του λαού. Για τα χρόνια των Γενοβέζων ο Aποστόλου δεν αναφέρει τίποτε, ο δε Βράνης λέγει μεν ότι κατά την κατάκτηση της Λέσβου από τους Τούρκους, ή λίγο πρωτύτερα, οι Πενθιλιώτες από τις πολλές καταστροφές, τις οποίες έπαθαν από τους πειρατάς, εγκατέλειψαν την Πενθίλη και χτίσαν την Αγιάσο, δεν αναφέρει όμως αν η Λέσβος ήτο τότε ηγεμονία υπό τους Γενοβέζους. Για τα χρόνια λοιπόν αυτά θα παραθέσωμε πρώτα όσα περισυλλέξαμε εμείς, και κατόπιν θα πούμε για την κτίση της Αγιάσου, όπως την αναφέρει ο Βράνης. Οι Γενοβέζοι διατηρούσαν τους Βιγλάτορας πάνω στο κάστρο του Καστέλλι και πάνω στη Βίγλα του Ξυλόκαστρου, και δια να ειδοποιούν τους κατοίκους της περιφερείας όταν (1) Ευαγγέλου Κλεομβρότου «Συνοπτική Ιστορία της εκκλησίας της Λέσβου», σελ. 140, 141, 142. (2) Π. I. Σαμάρα «Επιδρομές στη Λέσβο», σελ. 22.
έρχωνται πειραταί, και δια να φαίνεται η κυριαρχία αυτών στο εσωτερικό της Λέσβου. Αυτοί έφεραν πρώτοι στη Λέσβο το μπαρούτι, και τα πρώτα πυροβόλα όπλα δια τον εαυτόν τους, δια τα όργανα της εξουσίας των, και δια τους πλουσίους κυνηγούς, δι’ αυτό και τα χρόνια των Γενοβέζων λέγονται και «χρόνια που ήρθε το
μπαρούτι».
Αυτοί έρριψαν τους πρώτους πυροβολισμούς εις τον αέρα εις εκδήλωσιν χαράς κατά την ημέρα της Λαμπρής, κατά τις ονομαστικές των εορτές, κατά τους αρραβώνας και τους γάμους των. Κατά τις μεγάλες ζέστες ήρχοντο από τη Μυτιλήνη στην Καρύνη για να δροσισθούν και να διασκεδάσουν, γι’ αυτό και έχτισαν πάνω στην πηγή της την αναβλύζουσα μεγάλη κυκλική δεξαμενή, η οποία υπάρχει έως σήμερα. Δεν έφεραν κανένα εμπόδιο στο προσκύνημα των ιερών κειμηλίων της Αγιάσου· δι’ αυτό τα ρεύματα των προσκυνητών επί της εποχής των ήσαν πολυάνθρωπα, και οι πανηγύρεις του Αυγούστου-Σεπτεμβρίου εωρτάζοντο με όλη τη δυνατή μεγαλοπρέπεια κατά το αρχαίο τυπικό. Στην Αγιάσο παρέμεναν το καλοκαίρι επί πολλάς κατά συνέχειαν ημέρας, δροσιζόμενοι με τα κρύα νεράκια των πηγών της, με τις παχειές σκιές των δένδρων της και με την αύρα των βουνών της, κυνηγούντες στα δάση της περιφερείας της, τρώγοντες και πίνοντες και διασκεδάζοντες. Λείψανα της συχνής και μακροχρονίου παραμονής των Γενοβέζων στην Αγιάσο είνε τα κύρια ονόματα Τζάννος (από το Τζοάννος) και Φραντζέσκος (από το Φραγκίσκος), τα οποία ακούονται στην Αγιάσο, καθώς και η υποκοριστική κατάληξις-έλλ(ι) στο ουδέτερο γένος, η οποία συνηθίζεται στην Αγιάσο για τα περισσότερα κύρια και προσηγορικά ονόματα, έστω και αν αυτά είνε γένους αρσενικού ή θηλυκού. (Άρα.) ο Στρατήγης, ο Παναγιώτης η ο Πάνος, ο Δημήτρης=του (=το) (3) Στρατ(η)γέλλ(ι), του Παναγιουτέλλ(ι), ή του Πανέλλ(ι), του Δ(η)μητρέλλ(ι). (θηλ.) η Μαριγώ, η (Ε)λέν(η), η Κατερίνα =του Μαρ(ι)γέλλ(ι), του Λινκέλλ(ι), του Κατιρνέλλ(ι). (Ουδ.) του κάστρου (4), του μουρό, του περιβόλι = του καστρέλλ(ι), ή του καστέλλ(ι), του μουρέλλ(ι), του πριβουλέλλ(ι) κτλ. Στα χρόνια των Γενοβέζων η Αγιάσος δεν έπαθε τίποτε από τους πειρατάς, τα χωρία όμως της περιφερείας έπαθαν πολλά, περισσότερα δε απ' όλα η Πενθίλη. Σ’ αυτά τα χρόνια ο Ξενών της Εκκλησίας πήρε το όνομα Σπιτάλια, με το οποίο και σήμερα ο λαός ονομάζει κάποτε τα νοσοκομεία. (3) Την ονομαστική του ουδετέρου άρθρου του (=το) οι ξένοι οι επισκεπτόμενοι την Αγιάσο την εκλαμβάνουν στην αρχή ως γενική. Η γενική του όμως αποβάλλει το -ου και μένει μόνον το=τ’ Παναγιώτ, τ’ μουρού, τ’ αυγού, τ’ πριβουλιού. (4) Το άτονο ο (και το άρθρο το) τρέπεται εις ου (=του μήλου, του πρόβατου)· το τονιζόμενο μένει αμετάβλητο (=του αυγό, του μουρό).
Στα ίδια χρόνια ξαναχτίσθηκε και η εκκλησία της Παναγίας, ίσως διότι έπαθε κατά τον μεγάλο σεισμό του 1401, ίσως διότι έγινεν ετοιμόρροπη υπό το βάρος των ετών. Ξαναχτίσθηκε δε λίγο μεγαλυτέρα της προηγουμένης, η οποία εκτίσθη τον 12ον αιώνα, και διαιρέθηκε σε τρεις «πόστες». Για τη νέα τότε εκκλησία απεφασίσθη να γίνη μία καινούργια εικών της Παναγίας, ίση και ομοία με την αρχαία, και να έχη και την επιγραφή εκείνης «Μήτηρ Θεού η Αγία Σιών», να γίνη και μία καινούργια εικόνα του Χριστού, ίση με την της Παναγίας και ομοία με την του 12ου αιώνος εικόνα του Χριστού, και να έχη και την επιγραφήν εκείνης «Ο Βασιλεύς των βασιλευόντων / και Μέγας Aρχιερεύς». Απεφασίσθη δε να γίνουν και οι δύο στην Ιερουσαλήμ, διότι εκεί έγινε και η αρχαία εικών της Παναγίας. Για να εκτελεσθή η απόφασις αυτή βρέθηκε ένας Αγιασώτης (κατ’ άλλους Πενθιλιώτης) κληρικός, ο οποίος ταξιδεύσας όταν ήτο νέος στην Ιερουσαλήμ για να πάρη τον ζηλευτό τότε τίτλο του Χατζή, παραμείνας δε εκεί και χειροτονηθείς και έχων ένα αξίωμα στο Πατριαρχείο των Ιεροσολύμων, την εποχή αυτή ευρίσκετο στην Αγιάσο. Αυτός αντέγραψε τις αρχαιότερες εικόνες πάνω σε χαρτί της τότε εποχής, και όταν επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ έδωσε την παραγγελία, και οι εικόνες ήρθαν στην Αγιάσο. Και η μεν εικών της Παναγίας (αντίγραφο της αρχαίας), καθώς και η αρχαία, βρίσκονται σήμερα στο εικονοστάσιο της σημερινής εκκλησίας της Παναγίας, η δε εικών του Χριστού (αντίγραφο της ομοίας του 12°υ αιώνος) και η εικών του 12°υ αιώνος εκάησαν στα 1812, οπότε εκάη αυτή η εκκλησία. Εσώθη μόνον το επιχρυσωμένο ασημένιο επικάλυμμα, το οποίον ήτο ομοίωμα της εικόνος και στο οποίο είνε χαραγμένη η επιγραφή «Ο Βασιλεύς των βασιλευόντων / και Μέγας Αρχιερεύς». Μετά την πυρκαϊάν του 1812 το επικάλυμμα αυτό προσηρμόσθη σε μια σανίδα, πάνω στην οποία δεν εζωγραφήθη τίποτε. Στο άνοιγμα μόνον του προσώπου ετοποθετήθη μία κεφαλή ζωγραφηθείσα σε ένα τεμάχιο λευκοσιδήρου. Στην κατάστασι αυτή εύρίσκετο έως τα 1938, οπότε, χάρις εις την πατρικήν μέριμναν του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Μυτιλήνης κυρίου Ιακώβου, το ιερόν Προσκύνημα της Παναγίας απέκτησε μίαν παλαιάν εικόνα του Χριστού με την επιγραφήν «Ο Παντοκράτωρ», η οποία προσηρμόσθη υπό το επικάλυμμα . Δι’ αυτό άλλη επιγραφή έχει το επικάλυμμα και άλλη η εικών. Όταν ο τουρκικός στόλος την 1ην Σεπτεμβρίου του 1462 περιέσφιξε το φρούριο της Μυτιλήνης και ήρθε στη Μυτιλήνη και ο Μωάμεθ, οι Αγιασώτες μαζεύτηκαν περίτρομοι στην εκκλησία των και έκαναν μια ομαδική παράκληση κράζοντες εκ βάθους ψυχής : «Παναγία, χανόμεθα ! σπεύσε, πρόφθασε, βοήθησε και φώτισε τον νουν μας τι πρέπει να κάνωμε για να σωθούμε». Μετά την παράκληση οι προύχοντες, οι ιερείς και οι καλόγηροι συνήλθον και συνεσκέφθησαν. Βρήκαν εύλογο να κρύψουν τα ιερά κειμήλια της εκκλησίας εις τον παρά την Ζωοδόχον Πηγήν ευρι-
σκόμενον κρυψώνα ως περισσότερον ασφαλισμένον, να υποδείξουν στις όμορφες κοπέλλες ότι πρέπει να κρυφθούν μέσα στη Σπηλιάδα, και οι άλλοι, αφού κρύψουν τα πολύτιμά των πράγματα, να φορέσουν τα πλέον πτωχικά φορέματά των και να μείνουν στο χωριό ελπίζοντες εις την βοήθειαν της Παναγίας, η οποία ουδέποτε τους εγκατέλειψε σ’ όλες τις δύσκολες καμπές της ιστορίας των. Στην κατάσταση αυτή περίμεναν ναρθούν στην Αγιάσο οι νέοι κύριοι και εξουσιασταί της Λέσβου.
+ Α. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ-ΚΕΡΑΜΕΩΣ
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΕΝ ΑΓΙΑΣΩ, ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΩΝ Ο αείμνηστος Α. Παπαδόπουλος-Κεραμεύς κατά την εντολή του Ελλ. Φιλολογικού Συλλόγου ΚΠόλεως ανά την Λέσβον περιοδείαν του προς μελέτην των εν διαφόροις συλλογαίς φυλασσομένων χειρογράφων επεσκέφθη και την Αγιάσον, ανεύρε δε εν τω Επιτροπικώ του Ιερού Προσκυνήματος της Υπεραγίας Θεοτόκου και κατέγραψε δέκα χαρτώους κώδικας σωζομένους μέχρι της σήμερον και ιδιαιτέρως ήδη από των εντύπων βιβλίων φυλασσομένους μετά και άλλων χειρογράφων μεταγενεστέρως προφανώς αποκτηθέντων, ων κατάλογον θέλομεν δημοσιεύσει βραδύτερον. Κατωτέρω δημοσιεύομεν τον εν τη «Μαυρογορδατείω Βιβλιοθήκη» δημοσιευθέντα τω 1884 κατάλογον του αειμνήστου Α. Παπαδοπούλου-Κεραμέως, ευγενώς παραχωρηθέντα ημίν υπό του ηγουμένου της Ι. Μονής Λειμώνος Πανοσιολ. κ. Χρυσοστόμου Χατζηγιάννη.
Εν τω Επιτροπικώ της διασήμου Μονής της Θεοτόκου (1) εύρηται πλουσία συλλογή εντύπων βιβλίων, εν οις συγκατα-
λέγονται και τα επόμενα χειρόγραφα τεύχη :
Α' Τεύχος χαρτώον εις 8ον (0.23X0,17) εκ φ. 328, γραφέν εν έτει 1793 και περιλαμβάνον : 1. Θεοδώρου Προδρόμου «εξήγησιν εις τους εν ταις ιεραίς
δεσποτικαίς εορταίς εκτεθέντας κανόνας παρά των αγίων και ποιητών Κοσμά και Δαμιανού». Aρχή «Προοίμιον εις τον προϊστάμενον του ορφανοτροφείου τίμιον άνδρα αξιώσαντα εξηγείσθαι τούτους. Έοικας . . .» κ. λ. φ. 1 α'. 2. Του αυτού «εξήγησιν εις τον επί
τη μεταμορφώσει του ∙
(1) Περί τε της Μονής και της κωμοπόλεως ανάγνωθι το επόμενον
φυλλάδιον : Το εξάκουστον προσκύνημα, ήτοι περιγραφή της εν Λέσβω κωμοπόλεως Αγιάσου και της εν αυτή υπαρχούσης αγίας και θαυματουργού εικόνος της κυρίας ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας, η Κοίμησις επιφημιζομένης, μετά ακολουθίας των στιχηρών και των μεγαλυναρίων των εν τη λιτανεία αυτής ψαλλομένων, υπό Β. Βράνη του Λεσβίου. Δαπάνη Βρανά Ισκιά και Γρηγορίου Μοναχού. Εν Σμύρνη, εκ της
Τυπογραφίας Ι. Μάγνητος, 1861, σελ. 48, εις 8ον.
Κυρίου έτερον κανόνα, ου ποιητής ο μέγας Ιωάννης ο Δαμασκόθεν»∙ Αρχή «Προοίμιον. Επέβαλον την όψιν» κ.τ.λ, φ. 305.
Εν τέλει σημείωσις (φ. 316α). «Γέγραπται τα παρόντα παρ' εμού ελαχίστου Νικολάου εν τη κατά την Αγχίαλον σχολή (2) σωτήριον έτος αψηγ' απριλίου ιζ'». Έπονται οκτώ δίστιχα εις αγίους και εν τετράστιχον εις αμαρτωλόν.
Β' Τεύχος χαρτώον εις 8ον (0,21X0,155) εκ σελίδων 692, γραφέν εν έτει 1750 υπό Διονυσίου μοναχού. Ην δε κτήμα Ακιν-
δύνου ιεροδιδασκάλου Αινειάδος (3) :
1. Ασκητών διαφόρων διηγήσεις και παραινέσεις. -Αρχή «Πρόλογος περί βίου και ασκήσεως των μακαρίων και αγίων πατέρων» σελ. 1α. 2. Ησυχίου πρεσβυτέρου «εκ κεφαλαίων..., άπερ έγραψε προς Θεόδουλον μοναχόν» (4). Κεφάλαια κδ' κατά αλφάβητον Aρχή «Κεφαλ. α'. Aληθινός όντως μοναχός», σελ. 241. 3. Μακαρίου Αιγυπτίου ανεπίγραφον. Aρχή «ώςπερ αμήχανον οφθαλμών άνευ», σελ. 299. Παρέπονται αποσπάσματα Νείλου μοναχού, Aντωνίου του Μεγάλου, αββά Μάρκου κλπ. 4. Αθανασίου Αλεξανδρείας «Ερωταποκρίσεις ωφέλιμοι». Αρχή «Τι έστι Θεός», σελ. 337. 5. Ιωάννου Σχολαστικού «περί μνήμης θανάτου». Αρχή «Παντός λόγου προηγείται» (5) σελ. 385. Παρέπονται αποσπάσματα περί της αυτής υποθέσεως Νείλου μοναχού, Μαξίμου, Κυρίλλου Ιεροσολύμων, Διαδόχου, Αθανασίου Αλεξανδρείας, Εφραίμ Σύρου, Αββά Ισαάκ, Θεοδωρήτου, Ανδρέου Καισαρείας, Αββά Ησαΐου, Αντωνίου, Βασιλείου Καισαρείας. 6. «Εκ της βίβλου της λεγομένης δογματικής πανοπλίας, κεφάλαια τινα συνάγματα, εις μίαν εκάστην αίρεσιν αρμόζοντα. Εκ του προοιμίου κεφάλαιον κατά των Επικουρείων και των λοιπών Ελλήνων». Αρχή «Πόθεν ουν ημίν αρκτέον» σελ. 433. (2) Ο κ. Μ. Παρανίκας εν Σχεδιάσματι, σ. 45, λέγει ότι εν Αγχιάλω συνέστη σχολή περί τας αρχάς της ενεστώσης εκατ., ήτοι τω 1800, ενώ κατά τον παρόντα κώδικα η σχολή αύτη υφίστατο τω έτει 1793. (3) Τα βιβλία αυτού, είτε έντυπα είτε χειρόγραφα, αφιερώθησαν τη εν Αγιάσω Μονή της Θεοτόκου. Έντυπά τινα βιβλία φέρουσι το επόμενον αυτόγραφον σημείωμα : «Ακινδύνοιο και το δε συν τοις άλλοις Ιβηρίτου ένεστι, τ’ αζύγου, του και Αμυγδαλήος, της υπ' Αίνον τελούσης». Ο Ακίν-
δυνος ην μοναχός, εμαθήτευσεν εν Κυδωνίαις και εχρημάτισε διδάσκαλος εν Αγιάσω προ του 1821, ως τινες των κατοίκων είπόν μοι. Μετήλθε το διδασκαλικόν επάγγελμα επί πολλά έτη, οριστικώς δε από του 1831, ότε ιδρύθη η αλληλοδιδακτική σχολή. Η νέα οικοδομή της σχολής εγένετο
το 1848. Περί αμφοτέρων των οικοδομών όρα τας σημειώσεις
ένθ'. αν., σελ. 43-44.
Β. Βράνη,
(4) Το σύγγραμμα τούτο εύρηται εν συνόλω παρά Migne (Patrol τ. 93, σελ. 1480 κε'), ως και εν τη Φιλοκαλία των ιερών νηπτικών (Ενετίησι 1782, σελ. 127 κε'). (5) Migne Patrol τ. 88, σελ. 793.
Εν τέλει επίγραμμα του αντιγραφέως
Δώρον θείον μεν, πόνος δε η παρούσα Βίβλος πέλει τούνομα Διονυσίου, μελανείμονος και αλιτρού ανέρος· γέγραπται και γαρ σωτηρίω εν έτει τω χιλιοστώ επτακοσιωστώ γε, πεντηκοστώ ενάτω μηνί μαρτίου Οι δε εντυγχάνοντες ταύτη εμπόνως μνείαν προς Θεόν του γράφοντος ποιείσθε. Εδόθη το παρόν Πατερικόν Κυρίλλω ιερομονάχω τω εκ Φιλιππουπόλεως.
Γ' Τεύχος χαρτώον εις 8ον εκ φ. 160 της ΙΗ' εκατοντ., περιλαμβάνον τρεις ομιλίας Ιωάννου του Χρυσοστόμου, μίαν Κυρίλλου Αλεξανδρείας, τετράστιχα και επιγράμματα Γρηγορίου Ναζιανζηνού μετά ψυχαγωγικής ερμηνείας και έτερα ανεπίγραφα θεολογικά θέματα. Εν δυσί τύποις αναγινώσκονται τα επόμενα σημειώματα : «Το παρόν βιβλίον είναι του μετοχίου της Πορταΐτησσας των Ιβήρων εις την Αίνω εις τον μαχαλά των τριών Ιεραρχών». - «Βιβλίον Ιβηρίτικο του μετοχίου μας εις την Αίνω : 1800 νοεμβρίου 11. Ο Προηγούμενος Νεόφυτος». Δ' Τεύχος χαρτώον της ΙΗ' εκατ., περιλαμβάνον Ιωάνν. Δαμασκηνού έκδοσιν ακριβή της ορθοδόξου πίστεως, σχήματος 12ου.
Ε' Τεύχος χαρτώον εις 8ον, ενέχον Αλεξ. Μαυροκορδάτου ρητορικήν τέχνην μετά του προοιμίου Θεοφίλου Κορυδαλέως, ου η αρχή «Την έμφυτον επιθυμίαν». ΣΤ' Τεύχος χαρτώον εις 8ον.
Παράφρασις των στοιχείων A, Β, Γ της Ιλιάδος και Α της Οδυσσείας, αρξαμένη τη 20 νοεμβρίου 1803. Εν αρχή «Εν τω αωγ' έτει. Εν Φιλιππουπόλει
Ιουλίου η'». Ζ' Τεύχος χαρτώον ακέφαλον της ΙΗ' εκατ. Aνθολογία αρχαίων επιγραμμάτων μετά ψυχαγωγικής ερμηνείας. Η' Τεύχος χαρτώον σχήματος δευτέρου, γραφέν εν έτει 1815.
«Στιχηρά ψαλλόμενα εν τη λιτανεία τη της κοιμήσεως εορτή της Θεομήτορος»· Εν τέλει : «Γέγραπται δια χειρός Θεοφάνους ιερομονάχου του Γρημάνη, κατά το αωιε' σωτήριον έτος, κατά
μήνα ιούλιον, δι’ επιταγής του πανιερωτάτου και σεβασμιωτάτου δεσπότου αγίου Μυτιλήνης κυρίου κυρίου Καλλινίκου, δια την ην φέρει προς την αειπάρθενον και Θεοτόκον Μαρίαν υπερβολικήν ευλάβειαν και σέβας· και αφιερώθη εν τω πανσέπτω ναώ της υπεραγίας Θεοτόκου τω κατά την χώραν Αγιάσσον». Έπεται
«θρηνητικός κανών εις την Θεοτόκον, ψαλλόμενος τη μεγάλη Παρασκευή μετά την θ'». Εν τέλει: «χειρ Προκοπίου Χατζή
Μιχαλάκη». Θ' Τεύχος χαρτώον. γραφέν εν τέλει της ΙΗ' εκατ. Εκκλ. μουσική : «Δοξαστικά των δεσποτικών και θεομητορικών εορτων, και των λοιπών εορταζομένων αγίων, και τινα ιδιόμελα του τριωδίου, και πεντηκοσταρίου, συντεθέντα κατά συντομώτερον
τρόπον παρά του μουσικολογιωτάτου διδασκάλου πρωτοψάλτου της του Χριστού μεγάλης Εκκλησίας κύρ Ιακώβου (6), δι’ αιτήσεως του πανιερωτάτου μητροπολίτου αγίου Δημητριάδος και Ζαγοράς κυρίου Αθανασίου, φιλομούσω γνώμη κινηθέντος, προς πλείονα καλλωπισμόν της εκκλησιαστικής ακολουθίας». Ι΄ Τεύχος χαρτώον εις 8ον (0,21X0,15) αφιερωθέν τω 1871 υπό Βασιλείου ιεροδιακόνου. Εκκλ. μουσική : «Στιχηράριον συν Θεώ
αγίω περιέχον την πρέπουσαν ακολουθίαν του όλου ενιαυτού, καλλωπισθέν παρά Γερμανού αρχιερέως Νέων Πατρών». Εν
τέλει: «Είληφε τέλος το παρόν στιχηράριον, εν έτει 1716 εν μηνί ιουνίω 21. Όσοι δε των ευσεβών και ορθοδόξων χριστιανών, του γένους των Γραικών, και της αφ' Ελλάδος ριζουχίας, εντυγχάνοντες τω μικρώ ποιήματι τούτω, ασματομελωδείτε και ψάλλοντες αινείτε Θεόν τον εν υψίστοις, εις ύμνον, και δοξολογίαν της τρισηλίου, και τρισακτίνου αυτού Θεότητος, ασματοφωνίαις επιμελούμενοι. Μέμνησθε καμού του ευτελούς συγγραφέως Ιγνατίου ιερομονάχου δια τον Κύριον» κτλ. (6) Χρυσάνθου, θεωρητ. μέγα της μουσικής, σελ. LII-LIII.
ΧΡΟΝΙΚΑ ΤΟΥ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΙΕΡΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΟΣ
1. Η ΝΕΑ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑ Εις εφαρμογήν του από 17-3-39 Β. Διατάγματος «περί διοικήσεως και διαχειρίσεως του Ι. Ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου Αγιάσου Μυτιλήνης ως Προσκυνήματος», διωρίσθησαν υπό του Σεβασμ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης τα μέλη της νέας Επιτροπείας του Ι. Προσκυνήματος, ήτις απηρτίσθη εκ του ιερατικώς Προϊσταμένου του Ι. Προσκυνήματος αιδεσ. Πρωτοπρεσβυτέρου Εμμ.Γ. Μυτιληναίου, του υπό της Κοινοτικής Επιτροπής Αγιάσου υποδειχθέντος ως αντιπροσώπου αυτής κ. Ευστρ. Κολαξιζέλλη, του υπό της Επιτροπείας του ιερού ναού της Αγ. Τριάδος υποδειχθέντος ως αντιπροσώπου αυτής κ. Δημ. Μουτζουρέλλη και των υπό του Μητροπολιτικού Συμβουλίου κατά το άρθρον 1 του ως άνω Β.Δ. (§4) εκλεγέντων τακτικών μελών κ.κ. Θεμιστοκλέους Μακαρώνη, Λεωνίδου Χατζηκωνσταντή, Σοφ. Πολιτάκη και Δημητρίου Πράτσου. Η ούτως απαρτισθείσα Επιτροπεία συνελθούσα υπό την προεδρείαν του Aρχιερατικού Επιτρόπου κατηρτίσθη εις σώμα κατά το άρθρ. 5 του αυτού ως άνω Β.Δ., αναδείξασα εκ των λαϊκών αυτής μελών : Πρόεδρον τον κ. Θεμ.-
Μακαρώνην, Ταμίαν τον κ. Λεων. Χατζηκωνσταντήν και Γεν. Γραμματέα τον κ. Σοφ. Πολιτάκην, παραλαβούσα δε παρά της προκατόχου Επιτροπείας την διαχείρισιν του Ι. Προσκυνήματος, ήρξατο των εργασιών αυτής και επελήφθη της συντάξεως του προϋπολογισμού της αρξαμένης χρήσεως, ον υπέβαλε τω Μητροπολιτικώ Συμβουλίω προς έγκρισιν. 2. ΤΟ ΕΡΓΟΝ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑΣ (∙)
8. Υπό της παραδούσης Επιτροπείας επραγματοποιήθη η δια καλλιτεχνικών θυρών διασφάλισις του Ιερού Βήματος. Αι επί των θυρών τούτων εικόνες των Aρχαγγέλων εζωγραφήθησαν δαπάναις των εφημερίων του Ι. Προσκυνήματος αιδ. Ν. Παπουτσέλλη και Χρ. Κανιμά εις ανάμνησιν των εις πρεσβυτέρους χειροτονιών των. 9. Περισυνελέγησαν, εκαθαρίσθησαν και ετακτοποιήθησαν εντός ωραίων προσκυνηταρίων-προθηκών όλα τα παλαιά εικονίσματα, ων κατάλογον εδημοσίευσεν εν καιρώ η «Αγ. Σιών», και τα οποία προθύμως προσφερθέντα υπό των ευσεβών αγιασωτών, περιεσώθησαν ούτως οριστικώς από την καταστροφήν και την αρχαιοκαπηλίαν. Περί του έργου τούτου έγραψεν ευφήμως και το · επίσημον Δελτίον της Εκκλησίας της Ελλάδος, ευχηθέν όπως το παράδειγμα τούτο εύρη μιμητάς εις όλους τους ναούς της Επικρατείας. 10. Εφωτογραφήθησαν και εδόθησαν προς μελέτην εις ειδικούς όλα τα κειμήλια του ιερού ναού, ων κατηρτίσθη καλλιτεχνικόν λεύκωμα. 11. Κατά το παρελθόν έτος εξωραΐσθη το βορειοανατολικόν τμήμα του αυλογύρου του ναού το συνορεύον προς την κεντρικήν αγοράν της κωμοπόλεως, ήτις ούτως εξωραΐσθη και αυτή εις το σημείον τούτο. 12. Εκαλλιεργήθησαν αι πηγαί των υδάτων της ιδιοκτησίας του Ι. Προσκυνήματος και διωχετεύθησαν ταύτα μέχρι του επίσης εις το I. Προσκύνημα ανήκοντος ωραίου κήπου και του εν αυτώ αναψυκτηρίου. 13. Επεσκευάσθη η ταράτσα του νέου Ξενώνος, εγένετο δε συστηματική απολύμανσις των δωματίων αμφοτέρων των Ξενώνων, οίτινες χρησιμοποιούνται χάριν των προσκυνητών. 14. Εξωραΐσθησαν τα παρεκκλήσια του Νεκροταφείου και των Αγίων Aποστόλων, ελήφθησαν δε σοβαρά μέτρα από τριετίας δια την εν γένει τακτοποίησιν του Νεκροταφείου της κωμοπόλεως. 15. Ανεκαινίσθη ο χώρος, εν τω οποίω στεγάζεται το Aναγνωστήριον «Aνάπτυξις», παρεχωρήθη στέγη εις την Ε.Ο.Ν. Αγιάσου και την Φιλόπτωχον Αδελφότητα εντός οικημάτων του Ι. Προσκυνήματος, και παρεχωρήθησαν πάσαι αι ευκολίαι δια (*) Συνέχεια από σελ. 121 προηγ. τεύχους.
την ανετωτέραν στέγασιν των γραφείων της Κοινότητος εντός επίσης οικημάτων του Ι. Προσκυνήματος. 16. Κατά το ατυχές εκείνο περιστατικόν του στυγερού εγκλήματος της Αγιάσου η Επιτροπεία ήλθεν αρωγός εις την ανοικοδόμησιν της πυρποληθείσης οικίας της γειτονευούσης προς τον εγκληματίαν απόρου οικογενείας, αναλαβούσα την όλην πρωτοβουλίαν της στεγάσεώς της, και ποικιλοτρόπως εξεδήλωσε το ενδιαφέρον αυτής δια την αποκάλυψιν του κακούργου. 17. Κατά την περίοδον επίσης ταύτην ωκοδομήθησαν τρεις οικίσκοι εκ του υπό της Επιτροπείας διαχειριζομένου Κληροδοτήματος του αειμνήστου XατζηΒλασίου Συγκελλέλλη χάριν απόρων νεανίδων, παρεσχέθησαν δε διάφορα βοηθήματα εις ενίσχυσιν της στεγάσεως άλλων επίσης απόρων οικογενειών. 18. Πάντα τα τέως υπό διαφόρων ιδιωτών ή σωματείων διοικούμενα εξωκκλήσια υπήχθησαν ήδη κατά την συμφώνως τω νόμω δοθείσαν εντολήν του Σεβασμ. Μητροπολίτου από την άμεσον διοίκησιν της Επιτροπείας του Ι. Προσκυνήματος, ήτις εμερίμνησε δια την ανάλογον αυτών επισκευήν και συντήρησιν. Των εξωκκλησίων τούτων η εποπτεία κατενεμήθη μεταξύ των αιδεσ, εφημερίων και του Aρχιερατικού Επιτρόπου. Κατεβλήθησαν δε εγκρίσει της προϊσταμένης Aρχής τα απαιτηθέντα δια την κάλυψιν των εξόδων των νεωστί ανοικοδομηθέντων εξωκκλησίων Αγ. Κωνσταντίνου, Αγίου Δημητρίου και Παναγιούδας Πενθίλλης. 19. Κατηρτίσθη το πρώτον ήδη πλήρες Κτηματολόγιον του Ι. Προσκυνήματος μετά των σχετικών διαγραμμάτων. 20. Επεσκευάσθησαν και υπεστηρίχθησαν τα τέως κινδυνεύοντα να καταρρεύσωσι κελλία του περιβόλου και ωκοδομήθη εντός αυτού νέον πλυντήριον μετά λουτρού και κηροπλαστείου. Τοιαύτη υπήρξεν εν γενικωτάταις γραμμαίς η δράσις της τέως Επιτροπείας, ήτις επί πλέον ηυτύχησε να έχη εις την ιστορίαν της θητείας της και άλλα τινά ευτυχή γεγονότα, ων η συγκεφαλαίωσις εις το προσεχές.
Αρχιερατικαί λειτουργίαι.
Τη Δευτέρα της Πεντηκοστής ο Σεβασμ. Μητροπολίτης ημών ετέλεσε την θείαν λειτουργίαν εν τω πανηγυρίζοντι ιερώ ναώ της Αγίας Τριάδος και εχειροτόνησεν εις διάκονον ένα εκ των μαθητών της Εκκλησ. Προπαρασκευαστικής Σχολής. - Τη Κυριακή της Σαμαρείτιδος η Α.Σ. ετέλεσε την θείαν λειτουργίαν εν τω Ι. Προσκυνήματι επί μνημοσύνω των ιδρυτών, εύεργετών και συνδρομητών του Ι. Νοσοκομείου Αγιάσου, εχειροτόνησε δε εις διάκονον ένα εκ των μαθητών της Εκκλησ. Προπαρασκευαστικής Σχολής. Η Α.Σ. εδίδαξε τον λαόν μετά την ανάγνω-
σιν του ιερού Ευαγγελίου και ωμίλησεν επικαίρως κατά την ώραν του μνημοσύνου.
Η Μεγάλη Εβδομάς.
Μετά της πρεπούσης τάξεως και ευπρεπείας διεξήχθησαν εν τω Ι. Προσκυνήματι και κατά το ετος τουτο αι ιεραί Aκολουθίαι της Αγίας και Μεγάλης Εβδομάδος των Παθών του Κυρίου, καθ’ ας δαψιλής παρεσχέθη η θεία διδασκαλία εις τους κατακλύζοντας εκάστοτε τον ναόν ευσεβείς πιστούς. Τα Ιερά άσματα έψαλεν η υπό την διεύθυνσιν του ριζαρείτου διδασκάλου κ. Χρ. ΧατζηΠαναγιώτου Χορωδία νέων του Aναγνωστηρίου, πλήθος δε πολύ χριστια-
+ Βικτωρία Στ. Χατζηκωνσταντή
νών προσήλθεν εις τα ιερά μυστήρια της Εξομολογήσεως και της θείας Ευχαριστίας. - Κατά την Aκολουθίαν των Ωρών της Μεγ. Παρασκευής ωμίλησεν εν τω Ι. Προσκυνήματι ο ημέτερος Διευθυντής ενώπιον ασφυκτικώς πληρούντος τον ναόν εκκλησιάσματος. - Η περιφορά των Επιταφίων διεξήχθη εν παραδειγματική τάξει και ευλαβεία του παρακολουθήσαντας πλήθους των ευσεβών. Κατά την γενομένην εν τη πλατεία της αγοράς συνάντησιν των δύο λιτανειών ανεπέμφθησαν συγκινητικώταται δεήσεις «υπέρ της ειρήνης του κόσμου, ευσταθείας των αγίων του Θεού εκκλησιών και της των πάντων ενώσεως».
Αι εορταί του Πάσχα
Αι εορταί του Αγίου Πάσχα ετελέσθησαν και κατά το έτος τούτο μετά της επιβαλλομένης λαμπρότητος και ευκοσμίας, πολυαριθμότατον δ' υπήρξε το πλήθος των ευσεβών , όπερ παρέμεινε μέχρι τέλους της θ. λειτουργίας κατά την αγίαν νύκτα της Aναστάσεως. - Κατά τον εσπερινόν του Πάσχα, γενόμενον και εφέτος ώραν 10 π.μ., συνεψάλη η Ακολουθία του αγίου Ιερομάρτυρος Γρηγορίου Ε΄. Το ευαγγέλιον ανεγνώσθη εις επτά γλώσσας, μετά δε την λιτανείαν του λαβάρου της Aναστάσεως ο αιδ. Aρχιερατικός Επίτροπος ωμίλησεν από της εν τω περιβόλω του ναού εξέδρας περί του καθήκοντος των χριστιανών ελλήνων κατά τας κρισίμους ταύτας δια την ιστορίαν του κόσμου στιγμάς και ηυχήθη τα πρέποντα. Ολόκληρος ο ευρύτατος περίβολος του ναού είχε καταληφθή υπό του πλήθους των ευσεβών, όπερ σιωπηλόν και ακίνητον παρηκολούθησε την ομιλίαν. - Aκολούθως ο Aρχιερατικός Επίτροπος εδεξιώθη εν τω Συνοδικώ τας τοπικάς Aρχάς και τους προσελθόντας ίνα συγχαρώσιν επί τω αγίω Πάσχα εγκρίτους πολίτας, προς ους διένειμε τα πασχάλια ωά και εικόνας της Aναστάσεως, μεθ’ ο μετέβησαν πάντες εις το κατάστημα της Υποδιοικήσεως Χωροφυλακής, όπου εγένοντο δεκταί μετά τιμών υπό του υποδιοικητού κ. I. Χριστο-
δούλου και των υπαξιωματικών και οπλιτών.
Εις το Σανατόριον.
Τη Μεγ. Παρασκευή το απόγευμα ετέλεσε την Aκολουθίαν του Επιταφίου εν τω ναΐσκω του Σανατορίου ο αιδεσιμ. Aρχιερατικός Επίτροπος γενομένης δε λιτανείας ανά τους διαδρόμους του Ιδρύματος, ανεπέμφθησαν δεήσεις υπέρ των ασθενών ων οι κατακεκλιμένοι παρηκολούθουν μετά συγκινήσεως από των κλινών των. Τη πρωία δε της Κυριακής του Πάσχα ετέλεσεν επίσης ο αιδ. Αρχιερατ. Επίτροπος την Ακολουθίαν της Aναστάσεως και διένειμε πασχαλινάς εικόνας προς τους ασθενείς. Κατ’ αμφοτέρας τας Ιεράς ακολουθίας ο τελέσας αυτάς ωμίλησεν επικαίρως προς τους τροφίμους και το προσωπικόν του Ιδρύματος.
Θείον κήρυγμα.
Τον θείον λόγον εκήρυξεν ανελλιπώς εν μεν τω Ι Προσκυνήματι ο ημέτερος Διευθυντής, εν δε τω ι. ναώ της Αγίας Τριάδος ο κ. Περ. Φωτόπουλος κατά την θ. λειτουργίαν των Κυριακών και εορτών. - Τα απογευματινά κηρύγματα του ημετέρου Διευθυντου εν τω ΙΠροσκυνήματι διεκόπησαν από του Πάσχα ίνα επαναληφθώσι κατά την περίοδον του Δεκαπενταυγούστου.
Κατηχητικά Σχολεία.
Τη Κυριακή της Σαμαρείτιδος μετά μεσημβρίαν παρουσία του Σεβασμ. Μητροπολίτου ημών, των τοπικών Αρχών και πλήθους λαού εγένετο εν τω Ι. Προσκυνήματι η εορτή της λήξεως των μαθημάτων των Κατηχητικών Σχολείων. Μετά την καθιερωμένην εκκλησιαστικήν τελετήν, καθ’ ην εχοροστάτησεν ο Σεβασμ. Μητροπολίτης, ανέφερε συντόμως προς την Α.Σ. ο ημέτερος Διευθυντης τα κατά την λειτουργίαν των εν Αγιάσω Κατηχητικών Σχολείων, ακολούθως δε ο θεολόγος κ. Περ. Φωτόπουλος ωμίλησε περί της ανάγκης της θρησκευτικής μορφώσεως της παιδικής ηλικίας. Η Α.Σ. επισφραγίζουσα τα λεχθέντα εξέφρασε την ευαρέσκειαν Αυτής δια την πρόοδον των Κατηχητικών Σχολείων και συνεχάρη και ηυχαρίστησε πάντας τους συμβαλόντας εις το έρ-
γον, εν οις και τους διευθυντάς και διδασκάλους των εν Αγιάσω Σχολείων. Επηκολούθησαν επίκαιρα άσματα και θρησκευτικαί απαγγελίαι από μέρους των μαθητών των Κατωτέρων Κατηχητικών Σχολείων. - Τη Κυριακή των Αγίων Πάντων εν τω περιβόλω του Β΄ Δημοτικού Σχολείου αι μαθήτριαι του Μέσου Κατηχητικού Σχολείου επί παρουσία των τοπικών Aρχών και πλήθους γονέων, παρέστησαν μονόπρακτον δράμα Εχον ως θέμα την εν τω ναώ παρουσίαν του Ιησού Δωδεκαετούς, τρεις δε μαθηταί του αυτού Σχολείου απήγγειλαν ποιήματα εκ της συλλογής του εν Μάντσεστερ πατρός Καλλινίκου. - Υπέρ των Κατηχητικών Σχολείων προσεφέρθησαν εις μνήμην της μικράς Χαρικλείας Χατζηπροκοπίου τα κάτωθι ποσά : Υπό του κ. Ευστρ. Χατζηπροκοπίου δραχμ. 300. του κ. Λεων.Χατζηλεωνίδα δρχμ. 500, του κ. Ιωάνν. Χατζηλεωνίδα δρ. 200 και του κ. Β. Χατζηλεωνίδα δρ. 200. Εκ του ποσού τούτου ηγοράσθησαν τα ενθύμια, άτινα διενεμήθησαν επί τη λήξει του σχολικού έτους εις τους μαθητάς των Κατηχητικών Σχολείων. - Τη Πέμπτη της Αναλήψεως τα Κατηχητικά Σχολεία Αγιάσου και Aσωμάτου εξέδραμον εις την ωραίαν τοποθεσίαν «Αγ. Δημήτριος», μετεχόντων υπερτριακοσίων μαθητών και μαθητριών. Εκεί εν τω εκκλησιδίω του Αγ. Δημητρίου ετελέσθη η θ. λειτουργία υπό των κατηχητών Αιδεσ. Οικονόμου Νικ. Πατσέλλη και του Πρεσβ. Ιωάν. Πολυπαθέλλη, καθ’ ην έψαλλε χορός εκ μαθητριών υπό την διεύθυνσιν του Πρωτοψάλτου κ. Αθ. Πούπουρα και ωμίλησεν επικαίρως ο ημέτερος Διευθυντής. Μετά μεσημβρίαν προς τους συγκεντρωθέντας εκδρομείς ωμίλησεν ο καθηγητής κ. Περ. Φωτόπουλος, μεθ’ ο εγένετο η προς επιστροφήν εκκίνησις εν τάξει. Καθ’ οδόν, επί τη θέα του αυτοκινήτου του εξ Αγιάσου κατερχομένου την στιγμήν εκείνην Σεβ. Μητροπολίτου ημών, οι εκδρομείς εσταμάτησαν παρατεταγμένοι εις στάσιν χαιρετισμού. Ο Σεβασμ. Μητροπολίτης ημών μετά του μετ’ αυτού συνταξιδεύοντος Σεβ. Μητροπολίτου Χίου κ. Ιωακείμ εξήλθον του αυτοκινήτου και ηυλόγησαν τους παρατεταγμένους μαθητάς, ψάλλοντας την φήμην
του Σεβασμιωτάτου. Των εξ Aσωμάτου μαθητών ακολουθησάντων ήδη την προς το χωρίον των οδόν, οι λοιποί εκδρομείς ήλθον συντεταγμένοι εις Αγιάσον και αφ' ου προ του Ηρώου έψαλον εν στάσει προσοχής τον Εθνικόν ύμνον, κατέληξαν εις το προαύλιον του Ι. Προσκυνήματος, ένθα έψαλον το τροπάριον της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και ευλογηθέντες υπό του Προϊσταμένου του Ιερού Προσκυνήματος διελύθησαν εν ενθουσιασμό.
Η Βασιλική εορτή.
Τη 23η Aπριλίου, επί τη εορτή του αγ. Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του Τροπαιοφόρου, αγομένης της ονοματικής εορτής της A.Μ. του Βασιλέως ημών Γεωργίου του Β΄, ετελέσθη εν τω Ι. Προσκυνήματι υπό του Ι. Κλήρου της κωμοπόλεως παρουσία των τοπικών Aρχών και πολυπληθεστάτου εκκλησιάσματος δοξολογία, καθ’ ην ωμίλησεν επικαίρως ο Aρχιερατικός Επίτροπος. Προς την A.Μ. απεστάλη το εξής συγχαρητήριον τηλεγράφημα εκ μέρους του Aρχιερατικού Επιτρόπου : «Μεγαλειότατον Βασιλέα Aνάκτορα Aθήνας. Δεηθέντες εν Ιερώ Προσκυνήματι Παναγίας Αγιάσου εν παλλαϊκώ συναγερμώ υπέρ μακροημερεύσεως Υμετέρας Σεπτής Μεγαλειότητος και ενισχύσεως εν έργω εθνικής αναγεννήσεως, υποβάλλομεν συγχαρητηρίους ευχάς μετά Ι. Κλήρου περιφερείας. Πρωτοπρεσβύτερος Μυτιληναίος, Aρχιερατικός Επίτροπος Αγιάσου». Παρόμοια τηλεγραφήματα εστάλησαν προς την A.Μ. υπό του Προέδρου της Κοινότητος κ. Ιωάνν. Χατζηλεωνίδα, του Προέδρου του Ι. Προσκυνήματος κ. Σοφ. Πολιτάκη και πλείστων πολιτών. Η A.Μ. απήντησε προς πάντας τηλεγραφικώς ευχαριστών.
Εκκλησιαστ. Προπαρασκευαστική Σχολή.
Οι μαθηταί της παρά τη Ι. Μητροπόλει Μυτιλήνης συστάσης Εκκλησιαστικής Προπαρασκευαστικής Σχολής παρέμειναν εν Aγιάσω καθ' όλον τον μήνα Μάιον ε.έ., πρακτικώς ασκούμενοι εν τω Ι. Προσκυνήματι υπό την καθοδήγησιν του ημετέρου
Διευθυντού και διδασκόμενοι υπ' αυτού σειράν μαθημάτων εκ της Εκκλησιαστικής Ιστορίας και της Ποιμαντικής. Οι μαθηταί ούτοι εφιλοξενήθησαν εν τω Ξενώνι του Ι. Προσκυνήματος και ποικιλοτρόπως διηυκολύνθησαν υπό της Επιτροπείας αυτού, επί τη λήξει δε της εν Αγιάσω ασκήσεως των παρεκάθησαν εις δείπνον παρατεθέν υπό του Aρχιερατικού Επιτρόπου, καθ’ ο εδόθησαν εις αυτούς πρακτικαί υποθήκαι, εις δ' εκ των τροφίμων της Σχολής δια σεμνής προπόσεως διηρμήνευσε την ευγνωμοσύνην των συναδέλφων του και την απόφασιν των όπως εφαρμόσωσι πιστώς όσα ήδη διδάσκονται.
Ε'
Φροντιστηριακόν δριον Αγιάσου.
Συνέ-
Προς τους αιδεσ. εφημερίους των ι. ναών της περιφερείας απεστάλη τη 9η Μαΐου ε.έ. η κάτωθι εγκύκλιος επιστολή του Aρχιερατικού Επιτρόπου. Η πνευματική πείρα των τεσσάρων προηγουμένων Συνεδρίων του Ι. Κλήρου της περιφερείας αφήκεν εις πάντας τας καλλίτερας των αναμνήσεων, η δε κατ’ αυτά εμφάνισις του ι. Κλήρου ηνωμένου εν τη προσευχή και εν μελέτη του θελήματος του Κυρίου, έσχεν αρίστην απήχησιν παρά τω ευσεβεί λαώ. Επιθυμούντες λοιπόν όπως ανανεωθή η συγκινητική αύτη πείρα, και δη κατά τας χαρμοσύνους ταύτας ημέρας της περιόδου του Πεντηκοσταρίου, και όπως παράσχωμεν ζώσάν τινα διδασκαλίαν εις τους παρ’ ημίν ήδη εκπαιδευομένους ενταύθα υποψηφίους Κληρικούς, τους μαθητάς της Εκκλησ. Προπαρασκευαστικής Σχολής της Ιεράς Μητροπόλεως Μυτιλήνης, παρακαλούμεν αδελφικώς όπως προσέλθητε εις Αγιάσον την προσεχή Πέμπτην, 11ην τρέχοντος μηνός, και ώραν 4 μ.μ., προς συγκρότησιν του Ε' Φροντιστηριακού Συνεδρίου του Ι. Κλήρου της περιφερείας Αγιάσου, όπερ θα λήξη την εσπέραν της επομένης, ήτοι της Παρασκευής, 12ης τρέχοντος. Τα της ενταύθα διαμονής και φιλοξενίας των μελών του Συνεδρίου έχουσι ρυθμισθή τη ευγενεί μερίμνη της εντίμου Επιτροπείας του I. Προσκυνήματος της Υπεραγίας Θεοτόκου, παρακαλείσθε δε μόνον όπως κομίσητε μεθ’ υμών ανά μίαν πλήρη ιερατικήν
στολήν δια το τελεσθησόμενον πανηγυρικόν συλλείτουργον. Μετά της εν Κυρίω αδελφικής αγάπης
Ο Aρχιερατικός Επίτροπος
Εμμ. Γ. Μυτιληναίος, Πρωτ.
Κατά την ορισθείσαν ώραν προσήλθον οι αιδεσ. εφημέριοι Αγιάσου, Aσωμάτου, Κάτω Τρίτους και Σκούντας, βραδύτερον δε προσήλθον οι αιδ. εφημέριοι Ιππείου και Κεραμιών, και το πρωί της επομένης ο αιδ. εφημέριος Λάμπου Μύλων. Η έναρξις εγένετο δια πανηγυρικού εσπερινού, καθ’ ον μετέσχον της «Εισόδου» πάντες οι παρευρισκόμενοι ιερείς μετά των διακόνων του Ι. Προσκυνήματος και της Εκκλησ. Προπαρασκευαστικής Σχολής, εν τέλει δ' αυτού ωμίλησεν ο Aρχιερατικός Επίτροπος περί του σκοπού των τοιούτων συνάξεων και των ειδικών σκοπών του παρόντος συνεδρίου, καθορίσας ως τοιούτον την μελέτην του τρόπου, καθ’ ον ο Ι.Κλήρος της περιφερείας θα συντρέξη το έργον της κατά Χριστόν μορφώσεως της νεανικής ηλικίας. Μετά τον εσπερινόν οι αιδεσ. σύνεδροι συνήλθον εν τω Συνοδικώ του Ι. Προσκυνήματος, ένθα αντηλλάγησαν προκαταρκτικαί σκέψεις επί του έργου του Συνεδρίου. Πρό της ενάρξεως της προκαταρκτικής ταύτης συσκέψεως απεστάλη προς τον Σεβ. Μητροπολίτην το κάτωθι τηλεγράφημα : «Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Μυτιλήνην. Ιερός Κλήρος περιφερείας, συνελθών εις πέμπτην φροντιστηριακήν Σύναξιν, πρώτιστα πάντων υποβάλλει ευλαβείς προσρήσεις υιϊκής αφοσιώσεως, επικαλούμενος πατρικήν ευλογίαν σεπτού Ποιμενάρχου. Πρωτοπρεσβύτερος Μυτιληναίος, Aρχιερατικός Επίτροπος». Εις τούτο η Α.Σ. απήντησε τη επομένη ως εξής : «Πρωτοπρ. Εμμαν. Μυτιληναίον Αγιάσον. Άσμενοι επευλογούμεν τιμίαν Σύναξιν πρεσβυτέρων περιφερείας Αγιάσου. Επικαλούμεθα επ' αυτούς φωτισμόν παρά Θεού ουρανίου Πατρός των φώτων προς μείζονα καρποφορίαν έργου. + Μυτιλήνης Ιάκωβος». Την πρωίαν της επομένης ετελέ-
σθη εν τω Ι. Προσκυνήματι η θεία λειτουργία του Αγ. Ιακώβου του Aδελφοθέου, προεξάρχοντος του Aρχιερατικού Επιτρόπου και μετεχόντων πάντων των συνέδρων κληρικών. Κατ’ αυτήν ωμίλησεν επικαίρως περί της αναζωπυρώσεως του θρησκευτικού αισθήματος ο Aρχιερ. Επίτροπος και μετά την απόλυσιν εγένετο η σύσκεψις επί του εν γένει ποιμαντικού έργου των ενοριών της περιφερείας και ιδία περί της ενισχύσεως της θρησκευτικότητος των παίδων και της νεολαίας. Την μεσημβρίαν παρετέθη γεύμα υπό της Επιτροπείας του Ι. Προσκυνήματος, εις ο παρεκάθησαν πλην των συνέδρων και οι εκπρόσωποι των τοπικών Aρχών, των σχολείων και της Ε.Ο.Ν., κατ’ αυτό δε προσεφώνησε καταλλήλως ο Αρχιερ. Επίτροπος.
+ Βικτωρία Στυλ. Χατζηκωνσταντή.
Τη 20ή Aπριλίου ε.έ. εκοιμήθη εν Κυρίω, αφ' ου εξωμολογήθη και μετέλαβε των Aχράντων Μυστηρίων, η Βικτωρία, σύζυγοςΣτυλιανού Χατζηκωνσταντή. Της κηδείας αυτής, τελεσθείσης τη επομένη εν τω Ι. Προσκυνήματι, προέστη ο Σεβασμ. Μητροπολίτης ημών, ωμίλησαν δε κατ’ η Α.Σ. και ο αιδεσιμ. Προϊστάμενος του Ι. Προσκυνήματος, εξάραντες την χριστιανικότητα του βίου και του θανάτου της μεταστάσης. Η αείμνηστος κατέλιπεν εις το Ι. Προσκύνημα την πλησίον αυτού κειμένην οικίαν της μετά του υποκειμένου μαγαζίου. Η Επιτροπεία του Ι. Προσκυνήματος, λαβούσα εγκαίρως γνώσιν της δωρεάς της αειμνήστου συνήλθον εκτάκτως και συνέταξε το κάτωθι •ψήφισμα : ΨΗΦΙΣΜΑ
Συνελθούσα εκτάκτως εν τω Γρα-
φείω της η Επιτροπεία του Ιερού Προσκυνήματος της Υπεραγίας Θεοτόκου επί τω θλιβερώ αγγέλματι του θανάτου της αειμνήστου Βικτωρίας Στυλ.
Χατζηκωνσταντή
και λαβούσα γνώσιν ανακοινώσεως του κ. Προέδρου περί δωρεάς μιας οικίας της εις το Ιερόν Προσκύνημα, ψηφίζει
1) Να ανακηρυχθή η αείμνηστος Ευεργέτις του Ι. Προσκυνήματος και να αναρτηθή η εικών αυτής εν τη αιθούση όπου και αι εικόνες των άλλων Ευεργετών. 2) Να εντοιχισθή αναμνηστική πλαξ μετ’ αναλόγου επιγραφής χρυσοίς γράμμασιν επί της προσόψεως της δωρηθείσης οικίας. 3) Να κατατεθή στέφανος επί της σορού της μεταστάσης. 4) Να εκφρασθώσι τα συλλυπητήρια προς την οικογένειαν της μεταστάσης. 5) Να παρακολουθήση εν σώματι η Επιτροπεία την εκφοράν της νεκράς και να κρατήση τας ταινίας του φερέτρου. 6) Να αναρτηθή μεσίστιος η σημαία του ναού κατά την ώραν της κηδείας 7) Να παρακληθή ο αιδ. Aρχιερατικός Επίτροπος να εκφωνήση τον προσήκοντα λόγον. 8) Να τελέση 40ήμερον Aρχιερατικόν μνημόσυνον. 9) Να αποσταλή αντίγραφον του παρόντος εις την οικογένειαν της μεταστάσης και να δημοσιευθή το παρόν δια του Τύπου. Εν Αγιάσω, τη 21 Aπριλίου 1939 Η Επιτροπεία του Ι. Προσκυνήματος Ο Πρόεδρος Τα μέλη Σοφ. Πολιτάκης + Εμμ. Μυτιληναίος Ε. Κολαξιζέλλης Δ. Πράτσος Ι. Χατζηλεωνίδας
ΠΙΝΑΞ ΤΩΝ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΤΟΥ
Β΄ ΤΟΜΟΥ
ΤΗΣ
“ΑΓΙΑΣ
ΣΙΩN„
Α'. ΓΕΝΙΚΑ
Το Ιωβηλαίον του Αρχιθύτου σελ. 49.- Εμμ. Γ. Μυτιληναίου Πρωτ. Ο σοφός και πιστός Πρωθιεράρχης σελ. 65.-Επί τη αναρρήσει του νέου Πρωθιεράρχου σελ. 87. -Η σημερινή θέσις του Ιερού Προσκυνήματος σελ. 96.-Β. Διάταγμα περί διοικήσεως και διαχειρίσεως του I. Ναού της Κοιμήσεως Θεοτόκου Αγιάσου Μυτιλήνης, ως Προσκυνήματος σελ. 103.
Β'. ΜΕΛΕΤΑΙ ΚΑΙ ΑΡΘΡΑ 1. ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΑ
Μ. Οικονόμου Κ. Ν. Καλλινίκου, Τα περί του τέλους της Μαριάμ σελ. 1, 25.-Ε. Γ. Μ., Η «Θεοτοκιάς» του αιδεσ. Κωνστ. Καλλινίκου σελ. 59.-Του αυτού, Τα «Εισόδια» της Θεοτόκου σελ. 70. - Του αυτού. Προς την «Αρχιστράτηγον» Θεοτόκον σελ. 72.-Σεβ. Λαοδικείας Δωροθέου, ΤΙ Παναγία σελ. 75. - Μ. Οικ. Κωνστ. Ν. Καλλινίκου, Η Υπαπαντή του Κυρίου σελ. 108.-Ε. Γ. Μ., Η εορτή της «Ζωοδόχου Πηγής» σελ. 127.-Α. Αναπλιώτη, Άλαλα τα χείλη ... (ποίημα) σελ. 82. 2.ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΛΠ.
Πρωτοπρ. Εμμ. Γ. Μυτιληναίου, Το περισωθέν παλαιόν Αρχείον του ι. ναού της Παναγίας Αγιάσου σελ. 14, 58, 81.- Ιωάνν. Χατζηνικολάου, Ανέκδοτον έγγραφον σελ. 15.-Στρατή Κολαξιζέλλη, Τα χρόνια των εικονομάχων και των μεγάλων αφιερωμάτων σελ. 8. Τα αποτελέσματα των αφιερωμάτων. Κτίσις της Αγιάσου σελ. 36. Τα χρόνια των επιδρομών των πειρατών και των μεγάλων πολιτικών μεταβολών σελ. 51. Επακολουθήματα των επιδρομών. Το σπίτι των μελλονύμφων. Οι «γειτονιές» σελ. 79. Η Εκκλησία της Παναγίας το κέντρον της πνευματικής και κοινωνικής ζωής της Αγιάσου και η 2“ Φεβρουαρίου σελ. 89. Το μοναστήρι και σχολείο της Αγιάσου σελ. 115. Τα χρόνια των Γενοβέζων σελ. 139.-+ Α. Παπαδοπούλου - Κεραμέως, Κατάλογος των εν Αγιάσο) χειρογράφων σελ. 133. 3. ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΗΤΙΚΑ
Προς τους ευσεβείς προσυνητάς σελ. 24.
Γ'. ΧΡΟΝΙΚΑ
To Αγίασμα της Αγιάσου σελ. 17-+ Στέφανος Β. Βρανίδης σελ, 44.- Εόρτιος παραίνεσις σελ. 60. -Ο κ. Υπουργός των Οικονομικών σελ. 83. - Απόκτησις παλαιών εικόνων σελ. 83. - Ο έρανος του «Βοστανείου Ιερού Νοσοκομείου» σελ. 99.-Το έργον της Επιτροπείας του Ι. Προσκυνήματος σελ. 120, 136. - Η περί το Ι. Προσκύνημα κίνησις σελ. 18, 45, 62, 85, 100, 122, 138. -Πρόγραμμα εορτών Αυγούστου-Σεπτεμβρίου 1938 σελ. 22.-Πρόγραμμα της κατά το έτος 19381939 εν τω Ι. Προσκυνήματι της Υ. Θεοτόκου Κατηχητικής εργασίας σελ. 61.
ΑΓΙΑ
ΣΙΩΝ
ΜΗΝΙΑΙΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΑΣΩ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ ΙΕΡΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑΣ ΑΥΤΟΥ
ΕΥΛΟΓΙΑΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ κ. ΙΑΚΩΒΟΥ ΕΤΟΣ
Γ'
ΑΡΙΘΜ.
1
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ
ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ Πρωτοπρεσβύτερος
ΙΟΥΝΙΟΣ 1939
TA I. ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ Κύριος σκοπός των ιερών Ευαγγελίων είναι η εξιστόρησις του απολυτρωτικού έργου του Κυρίου. Δια τούτο και εκ της όλης τριετούς επιγείου ζωής του Ιησού Χριστού οι ιεροί Ευαγγελισταί αναφέρουσι μόνα τα γεγονότα εκείνα, τα οποία έχουσιν άμεσον σχέσιν προς την ανάδειξιν του έργου τούτου. Εκ τούτου ακριβώς και οι ιεροί Ευαγγελισταί εσιώπησαν δια τας λεπτομερείας εκείνας της ζωής του Σωτήρος, περί τας οποίας μεταγενεστέρως ησχολήθησαν οι ανώνυμοι συγγραφείς των ψευδεπιγράφων ή αποκρύφων Ευαγγελίων. Εις τον αυτόν ακριβώς λόγον οφείλεται και το γεγονός της εν τοις ιεροίς Ευαγγελίοις αναγραφής ελαχίστων σχετικώς ειδήσεων εκ του βίου της Παρθένου Μαρίας και δη εκείνων μόνον καθ’ ας πάλιν αναδεικνύεται η θεία προέλευσις και αποστολή του Θεανθρώπου Υιού Της, Όστις αποτελεί το μοναδικόν υποκείμενον των ευαγγελικών συγγραφών. Αι περί της Παρθένου ευαγγελικαί ειδήσεις είναι αι ακόλουθοι. 1. Η Γενεαλογία του Μνήστορος Ιωσήφ, δι’ ης εμμέσως γενεαλογείται η εκ του αυτού οίκου και της αυτής πατριάς (Λουκ. β' 4) καταγομένη Παρθένος Μαρία, εύρηται εν Ματθ. α' 2-16 και εν Λουκ. δ' 23-28. Μεταξύ των δύο τούτων γενεαλογικών πινάκων, ων σκοπός είναι να καταδειχθή η εκ του βασιλικού οίκου του Δαβίδ κατά σάρκα καταγωγή του Ιησού Χριστού, υπάρχει διαφορά τις, περί ης ησχολήθησαν ήδη οι κατά καιρούς ερμηνευταί. Κατά την ερμηνείαν των κρατίστων η διαφορά οφείλεται εις το ότι ο Ιωσήφ εις μεν τον ένα πίνακα γενεαλογείται κατά τον φυσικόν, εις δε τον άλλον κατά τον θετόν αυτού πατέρα. 2. Η εκ Πνεύματος Αγίου, κατά τον ούτω λεγόμενον Ευαγγελισμόν, σύλληψις της Παρθένου ιστορείται υπό του Ευαγγελιστού Λουκά εν α' 26-38, σαφώς δε μαρτυρείται και εν Ματθ. α' 18-25, ένθα ιστορούνται οι ενδοιασμοί του δικαίου και σώφρονος Ιωσήφ, όστις εν τέλει διεφωτίσθη υπ' αγγέλου περί της αληθείας και παρέλαβε μεν την Παρθένον νομικώς «γυναίκα» αυτού, πλην εις ουδεμίαν ήλθε προς αυτήν συζυγικήν συνάφειαν (Ματθ. α' 25). 3. Εν Λουκ. α' 39-45 ιστορείται η προς την Ελισσάβετ μετά
τον Ευαγγελισμόν επίσκεψις της Θεοτόκου, εν δε Λουκ. α' 45-56 παρατίθεται η ποιητικωτάτη προς τον μεγαλύναντα αυτήν Κύριον προσευχή, ην καθ’ εκάστην η Εκκλησία επαναλαμβάνει κατά την ορθρινήν ακολουθίαν. 4. Τα περιστατικά της εκ της Παρθένου γεννήσεως του Κυρίου εν τη Βηθλεέμ επί Καίσαρος Αυγούστου, τα κατ’ αυτήν θαυμαστά σημεία της αγγελοφανείας, ο αγγελικός ύμνος και η μετ’ αυτόν προσκύνησις των ευσεβών Ποιμένων εκτίθενται εν Λουκ. β' 1-20, μετά της σημειώσεως ότι «η Μαριάμ πάντα συνετήρει τα ρήματα ταύτα, συμβάλλουσα εν τη καρδία αυτής». 5. Η κατά την τεσσαρακοστήν από της γεννήσεως ημέραν κατά τον Νόμον παράστασις της Παρθένου Μητρός μετά του θείου Βρέφους εις τον ναόν των Ιεροσολύμων και οι επί τη ευκαιρία ταύτη προς την Μαριάμ απευθυνθέντες προφητικοί λόγοι του πρεσβύτου Συμεών εύρηνται εν Λουκ. β' 22-40, ένθα και η αποκαλυπτικωτάτη προσευχή του Συμεών (29-32), ην κατά την εσπερινήν ακολουθίαν καθ’ εκάστην επαναλαμβάνει η Εκκλησία μας. 6. Ο Ευαγγελιστής Ματθαίος εξιστορών τα κατά την ένεκα του πρωτοφανούς Aστέρος έλευσιν των Μάγων εις Ιεροσόλυμα και την εκ ταύτης κίνησιν των περί τον βασιλέα Ηρώδην (β' 1-12) αναφέρει εν β' 11 «Μαρίαν την μητέρα του παιδίου» παρισταμένην κατά την υπό των Μάγων προσκύνησιν και την προσφοράν των συμβολικών των δώρων. 7. Εφεξής, ήτοι εν Ματθ. β' 13-23, ιστορείται εν τοις ιεροίς Ευαγγελίοις η κατά θείαν επιταγήν, ένεκα της υπό του Ηρώδου διαταχθείσης βρεφοκτονίας, εις Αίγυπτον φυγή και η εκείθεν μετά τον θάνατον του Ηρώδου επιστροφή και η εν Ναζαρέτ εγκατάστασις της Αγίας Οικογενείας. 8. Εκ του Λουκ. β' 41 πληροφορούμεθα ότι η Θεοτόκος μετά του Ιωσήφ μετέβαινε «κατ’ έτος» εις Ιεροσόλυμα χάριν της εορτής του Πάσχα, εν δε Λουκ. β' 42-51 ιστορούνται τα περιστατικά της εις τον Ναόν πρώτης επισκέψεως του Δωδεκαετούς Ιησού. Προκαλέσας ο υιός της Παρθένου τον θαυμασμόν των νομοδιδασκάλων, αλλά και τας ανησυχίας της Μητρός του, παρίσταται έχων πλήρη συνείδησιν του ότι εν τω ναώ ευρισκόμενος ευρίσκετο «εν τοις του Πατρός» Του. Παρά τούτο όμως «κατέβη μετ’ αυτών και ήλθεν εις Ναζαρέτ και ην υποτασσόμενος αυτοίς». Εν τέλει της θελκτικής ταύτης διηγήσεως παρέχει ο ι. Ζυαγγελιστής και πάλιν την πληροφορίαν ότι «η μήτηρ αυτού διετήρει πάντα τα ρήματα ταύτα εν τη καρδία αυτής». 9. Κατά την δημοσίαν δράσιν του Ι. Χριστού μόνον εν αρχή απαντάται η Αγία Παρθένος εις δύο περιπτώσεις, ήτοι α') εις τον εν Κανά της Γαλιλαίας γάμον, ένθα φέρεται μεσιτεύουσα παρά τω Υιώ δια το πρώτον Του θαύμα, Ιω. β' 1-11, και β') έξω της οικίας της Καπερναούμ, εν η εκήρυσσεν ο Ι. Χριστός και όπου ήλθε ζητούσα Αυτόν μετά των άλλων συγγενών Του, ως ιστορείται εν Μάρκ. δ' 32-35, Λουκ. η' 19-21 και Ιω. β' 12-13.
10. Εν Λουκ. ια' 27-28 αναγράφεται ότι καθ’ ην στιγμήν ο Κύριος εδίδασκεν εν τινι τόπω, παρά την Βηθανίαν πιθανώς, μία γυνή εκ του πολυπληθούς ακροατηρίου ενθουσιασθείσα εκ της διδασκαλίας Του εκραύγασε το «Μακαρία η κοιλία η βαστάσασα σε και μαστοί ους εθήλασας». Το οποίον επαναλαμβάνεται και σήμερον υπό της Εκκλησίας μας δια της κατά την θ. λειτουργίαν των Θεομητορικών εορτών αναγινωσκομένης σχετικής ευαγγελικής περικοπής. 11. Εν Ιω. ιθ'25-27 φέρεται η Θεοτόκος συμπαρισταμένη μετά του μαθητού «ον ηγάπα ο Ιησούς» παρά τον σταυρόν του Κυρίου, εκεί δε μετά στοργής ο υπέρ του κόσμου πάσχων θεάνθρωπος ενεπιστεύθη την επίγειον Μητέρα Του εις τας φροντίδας του ηγαπημένου μαθητού Του, πριν η παραδώση το πνεύμα προς τον ουράνιον Πατέρα Του. 12. Δεν αναφέρεται περαιτέρω εν τοις ιεροίς Ευαγγελίοις υπό τα μέχρι τούδε γνωστά ονόματά της η Μήτηρ του Κυρίου, κατά τινας όμως η εν Ματθ. κζ' 61 και κη' 1 αναφερομένη «άλλη Μαρία» και η εν Μάρκ. ιστ' 1, και εν Λουκ. κδ' 10 «Μαρία Ιακώβου» είναι αυτή η Θεοτόκος Μαρία. Aλλ’ αν η γνώμη αυτή δεν είναι απολύτως ορθή και τα ευαγγέλια σιωπούν ίσως δια την μετά το Πάθος και την Aνάστασιν του Κυρίου παρουσίαν της Θεομήτορος εις τον κύκλον των ευτυχών μαρτύρων της Aναστάσεως, θεωρούντα ταύτην αυτονόητον, αι Πράξεις των Aποστόλων, ων το πρώτον κεφάλαιον είναι αναμφιβόλως πλατυτέρα έκδοσις του τέλους του τρίτου Ευαγγελίου, μεθ’ ου έχουσι κοινόν συγγραφέα, τον γλαφυρώτατον Λουκάν, τιμητικώς αναγράφουσι μετά την εξιστόρησε του γεγονότος της Αναλήψεως, την εν τω υπερώω της Ιερουσαλήμ παρουσίαν της Θεοτόκου κατά την εν προσευχή θερμήν εκείνην προσκαρτέρησιν εν αναμονή της αποστολής του Παρακλήτου. «Ούτοι πάντες-γράφουσιν-ήσαν προσκαρτερούντες ομοθυμαδόν τη προσευχή και τη δεήσει, συν γυναιξί και Μαρία τη μητρί του Ιησού». (Πράξ. α' 14). Αύται είναι αι εν τοις ιεροίς Εύαγγελίοις περί της Μητρός του Κυρίου ιστορικοί ειδήσεις, εκ των οποίων, ως θα ίδωμεν εν άλλαις εύκαιρίαις, άνακύπτει λαμπροτάτη η είκών της Κεχαριτωμένης Κόρης, ήτις ήξιώθη να γίνη η Μήτηρ του Θεού. Η είκών αυτή, όπως εκ των ιερών τούτων κειμένων έξάγεται, δεν έχει άνάγκην διακοσμήσεων δια να επιβληθή ο προς το πανίερον πρόσωπον της Πανάγνου Θεομήτορος όφειλόμενος εύλαβής και άνεπιφύλακτος θαυμασμός, τον οποίον τόσον έπιτυχώς διηρμήνευσεν η ’Ορθόδοξος Έκκλησία δια των δικαίως υπ' αυτής άπονεμομένων προς την Θεοτόκον τιμών. Ε. Γ. Μ.
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΠΑΛΑΙΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ Κατωτέρω παρέχομεν κατάλογον της άρτι ταξινομηθείσης βιβλιοθήκης των παλαιών εκδόσεων, ήτις ευρίσκεται εν τω γραφείω του Πρεσβυτερίου του εν Αγιάσω Ι. Προσκυνήματος της υπεραγίας Θεοτόκου.
1. Της θείας Γραφής, Παλαιάς δηλαδή και Νέας Διαθήκης άπαντα. Divinae Scripturae, Veteris ac Novi Testamenti
omnia, Harnagium, MDXLV. Mense Martfio. (Προσφορά Οικογενείας Βεν. Νιγδέλλη). 2. Μέλισσα. Εν τη παρούση βίβλω ένεστι τόδε, απομνημονευμάτων, εκ διαφόρων των τε καθ’ ημάς και των θύραθεν βιβλίων· τόμοι τρεις. Μαξίμου κεφαλαίων περί τελείας αγάπης και άλλων αρετών εκατοντάδες δ', Θεοφίλου προς Αυτόλυκον περί Θεού και Πίστεως Χριστιανών βιβλία γ'. Τατιανού Ασσυρίου λόγος κατά Εθνών. Νεωστί τυπωθείσα και διορθωθείσα επιμελέστατα. Ενετίησι. Παρά Νικολάω τω Γλυκεί, τω εξ Ιωαννίνων. αχπ'. Con licenza de Superiori, e privilegio. (Εκ των του Ιεροδ. Ακινδύνου). 3. Κατήχησις Ιερά. Ήτοι της Θείας και Ιεράς Λειτουργίας Εξήγησις. Και εξέτασις των χειροτονουμένων. Ομού και μετά πολλών άλλων. Προς ωφέλειαν των Πιστών τα μάλιστα συντεινόντων. Εκδοθέντα προστάξει του Εκλαμπροτάτου και Παναιδεσιμωτάτου Κυρίου Κυρίου Χριστοδούλου Κερκύρας Μεγίστου Πρωτοπαπά και Προέδρου. Παρά δε Νικολάου Βούλγαρι του Aδελφού, Κριτού της Πολιτείας, Ιατρού και Φιλοσόφου, Συντεθέντα ομού και αφιερωθέντα τω Πανεντιμωτάτω και Ευγενεστάτω Άρχοντι Λέοντι Γλυκεί τω εξ Ιωαννίνων. Ενετίησιν, έτει από της Θεογονίας αχπα'. Con licenza de Supreiori, e privilegio. (Εκ των του Πρωτοπαπά ΧατζηΒενεδίκτου Μυτιληναίου τοθ εξ Αγιάσου). 4. Αποφθεγμάτων απανθίσματα αγίων Πατέρων και Φιλοσόφων. Συλλεχθέντα παρά του εν Ιεροδιδασκάλου λογιωτάτου Κυρίου Παρθενίου του Καζιούλη, προσφωνηθέντα δε τοις Ευγενεστάτοις και Χρησιμωτάτοις αυταδέλφοις, Κυρίω Ζαχαρία και Κυρίω Νικολάω Σελέκη, τοις εξ Ιωαννίνων. Τανύν πρώτον τύποις εκδοθέντα, και μετά πλείστης της επιμελείας διορθωθέντα. Ενετίησι, αψκη'. Παρά Νικολάω Γλυκεί τω εξ Ιωαννίνων. (Εκ των Aκινδύνου Ιεροδ. : αινίτου και τόδε). 5. Χρυσάνθου Πατριάρχου Ιεροσολύμων Αντίρρησις εις τα όσα κακώς, ψευδώς και αναρμόστως λέγονται εις το Προσκυνητάριον του Αγίου Όρους Σινά. Επανορθούντος Aλεξάνδρου Καγκελλαρίου. Ενετίησι, 1732. Παρ’ Αντωνίω τω Βόρτολι. (Εκ των του Ακινδύνων Ιεροδ. Αινειάδος και τόδε). 6. Γραμματική περί συντάξεως του Ευσεβεστάτου, Εξοχωτάτου και Σοφωτάτου Αυθέντου Κυρίου Κυρίου Aλεξάνδρου Μαυροκορδάτου του μεγάλου Λογοθέτου της Ανατολικής του Χριστού μεγάλης Εκκλησίας, και εξ Απορρήτων της Κραταιάς Βασιλείας
των Οθωμανών ομού και ετέρα Μιχαήλ του Συγγέλου του Αποστολικού Θρόνου των Ιεροσολύμων. Προσφωνηθείσαι τω Υψηλοτάτω, Ευσεβεστάτω και Γαληνοτάτω Πρίγκιπι, Κυρίω Κυρίω Ιωάννη Κωνσταντίνο) τω Μαυροκορδάτω, Αυθέντι και Ηγεμόνι πάσης Ουγγροβλαχίας. Επιμελεία και διορθώσει Aλεξάνδρου Καγκελλαρίου του Ιατροφιλοσόφου. Ενετίησι, 1745. Παρά Νικολάω Γλυκεί τω εξ Ιωαννίνων. (Εκ των του Ακινδύνου Ιεροδ.) 7. Επιτομή Γραμματικής. Συντεθείσα εις χρήσιν των φιλομαθών παρά του ελλογιμωτάτου και αρίστου Aνδρός Κυρίου Σουγδουρή. Νυν πρώτον τύποις εκδοθείσα, προτροπή του εκλαμπροτάτου και επιστημονικωτάτου Κυρίου Δομενίκου Βενναρίου του εκ της Νήσου Κυθήρων. Ήτινι προσετέθη συνταγμάτιον περί Στιγμής, και άλλο περί Μέτρων Ποιητικών. Τα πάντα μεθ’ όσης οίον τε της επιμελείας διορθωθέντα. Ενετίησι, 1752. Παρά Αντωνίω τω Βόρτολι. (Και τόδε συν τοις άλλοις Ακινδύνου μ. Ιβ.) 8. Μαργαρίται, ήτοι λόγοι διάφοροι του εν Αγίοις Πατρός ημών Ιωάννου του Χρυσοστόμου Aρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, και ετέρων Αγίων Πατέρων, παρά διαφόρων Διδασκάλων πεζευθέντες εις απλήν γλώσσαν προς κοινήν των ευσεβών και Ορθοδόξων Χριστιανών ωφέλειαν. Εκδοθέντες μεν το πρώτον παρά του οσιωτάτου εν Μοναχοίς Κυρίου Παχωμίου, του εκ πόλεως Τυρνάβου, ήτοι εκ της Μητροπόλεως Λαρίσσης, του εν τω Αγίω Όρει μονάζοντος. Τανύν δε μετατυπωθέντες μετά κρείττονος τάξεως, και τινος Προσθήκης, και ακριβούς επιδιορθώσεως πάντων. Ενετίησι, 1755. Παρά Αντωνίω τω Βόρτολι αψνε΄. Con licenza de Superiori, e privilegio. 9. Σπλάγχνον Γραμματικής ή Περί Μορίων Συγγραφέν μετά πόνου πολλού, και αρίστη τάξει συντεθέν παρά του λογιωτάτου Κυρίου Ανανίου Αντιπαρίου, και Διδασκάλου της εν Κωνσταντινουπόλει Ελληνικής Aκαδημίας. Νυν Πρώτον τύπω εκδοθέν, αναλώμασι του Παναγίου, και Ζωοδόχου Τάφου, επί της Πατριαρχείας του Μακαριωτάτου, Αγιωτάτου και Σοφωτάτου Πατριάρχου Ιεροσολύμων Κυρίου Κυρίου Παρθενίου του εξ Aθηνών. Εν έτει σωτηρίω αψξδ'. Ενετίησι, παρά Αντωνίω τω Βόρτολι. Con licenza de Superiori, e privilegio. (Εκ των του Ακινδύνου Ιεροδιακόνου). 10. Η Λογική, εκ παλαιών τε και νεωτέρων συνερανισθείσα. Υπό Ευγενίου Διακόνου του Βουλγάρεως. Ης Προτέτακται Αφήγησις Προεισοδιώδης περί Aρχής και Προόδου της κατά την Φιλοσοφίαν Ενστάσεως και Προδιατριβαί τέτταρες εισαγωγικαί εις άπασαν εν γένει την Φιλοσοφίαν Προτελεστικαί. Εκδοθείσαι σπουδή τε και φιλοτίμω δαπάνη του Ελλογιμωτάτου και Εξοχωτάτου εν Ιατροφιλοσόφοις Κυρίου Θωμά Μανδακέση του εκ Καστορίας. Εν Λειψία της Σαξονίας εν τη Τυπογραφία του Βρεϊτκόφ. Έτει αψξστ΄. (Εκ των του διδασκάλου Κυριακού). 11. Πόνημα Χρυσούν Σαμουήλ Ραββί του Ιουδαίου εξελέγχον την των ειδώλων πλάνην. Πρώτον μεν, εκ της Αραβικής
εις την Λατινίδα μεταφρασθέν, νυν δε εκ της Λατινίδος εις την κοινήν των Ελλήνων διάλεκτον. Εκδοθέν αναλώμασι του τιμιωτάτου και χρησιμωτάτου Κυρίου Νικολάου Σκούρτου. Εν Λειψία της Σαξονίας εν τη Τυπογραφία του Βρεϊτκόφ. Έτει 1769. (Εκ των του Ιεροδιακόνου Ακινδύνου). 12. Θεοδώρου του Γαζή Γραμματικής Εισαγωγής Βιβλία τέσσαρα. Άπασαν μεν Γραμματικήν θεωρίαν λίαν ευμεθόδως τε, και πολυμαθώς περιλαμβάνοντα, Νυν δε το Δεύτερον μετατυπωθέντα, και μετ’ επιμελείας όσης πλείστης διορθωθέντα. Ενετίησι, 1770, αψο'. Παρά Αντωνίω τω Βόρτολι. Con licenza de Superiori, e privilegio. 13. Περιγραφή Ιερά του Αγίου και Θεοβαδίστου Όρους Σινά, περιέχουσα, εν πρώτοις μεν την Ακολουθίαν του Αγίου και ενδόξου μεγάλου Προφήτου Μωυσέως του Θεόπτου. Νυν
Πρώτον προστεθείσαν. Δεύτερον δε την Ακολουθίαν της Αγίας ενδόξου μεγαλομάρτυρος Χριστονύμφης, Παρθένου και Πανσόφου Αικατερίνης εντελέστερον. Επομένως δε διηγουμένη συντόμως και περιληπτικώς τα επισημότερα του Αγίου και Θεοβαδίστου τούτου Όρους Σινά Μεγαλεία, μετά των πέριξ και πάντων των εν αυτώ και περί αυτό, και τα της βασιλικής και λαμπράς οικοδομής του εκείσε περικαλλεστάτου Μοναστηρίου, τους τε εν αυτώ μέχρι τούδε Αρχιεπισκοπήσαντας, και τα των ερημιτών Αράβων. Έτι τους επισυμβάντας αυτώ μεγάλους κινδύνους, μετά τινων θαυμάτων γεγονότων κατά καιρούς εν αυτώ, και τους εν διαφόροις χρόνοις αποδημήσαντας εις τούτο το Όρος Αγίους η και εν αυτώ ασκήσαντας και έτερά τινα πάνυ αξιόλογα, και τελευταίον, Την Ακολουθίαν των Οσίων και Θεοφόρων Πατέρων ημών των εν Σινά και Ραϊθώ Αναιρεθέντων. Τυπωθείσα νυν Τέταρτον, Προτροπή μεν των Οσίων Πατέρων των εν τη ιερά και Βασιλική Μονή του Αγίου και Θεοβαδίστου Όρους Σινά ασκουμένων, Δια δαπάνης δε του Οσιωτάτου εν Μοναχοίς Κύρ Ανανίου Χελιδόνος Πελοποννησίου και Σιναΐτου. αψοη'. Ενετίησι. 1778. Παρά Νικολάω Γλυκεί τω εξ Ιωαννίνων. Con licenza de Superiori. (Το τέλος ελλείπει).
14. Εκκλησιαστική Ιστορία Μελετίου Μητροπολίτου Aθηνών Μετενεχθείσα εκ της Ελληνικής εις την ημετέραν απλο-
ελληνικήν φράσιν, εις τόμους τρεις διαιρεθείσα∙ και πλουτισθείσα με πολλάς χρησίμους και αναγκαίας υποσημειώσεις και ακριβείς πίνακας· παρά Γεωργίου Βενδότη εκ Ζακύνθου, και παρ’ αυτού διορθωθείσα. Νυν πρώτον τύποις εκδοθείσα δι’ επιστασίας και ακριβούς επιμελείας Πολυζώη Λαμπανιτζιώτη του εξ Ιωαννίνων. Και παρ’ αυτού προσφωνηθείσα τω Υψηλοτάτω, Ευσεβεστάτω και Γαληνοτάτω Αυθέντη και Ηγεμόνι πάσης Ουγγροβλαχίας Κυρίω Κυρίω Ιωάννη Νικολάω Καραντζά. Τόμος Α'. Περιέχων πρώτον μεν μίαν πολυμαθεστάτην εισαγωγήν εις την Εκκλησιαστικήν Ιστορίαν, μετά ταύτα δε άρχεται από Χριστού Γεννήσεως έως τους Τετρακοσίους χρόνους. αψπγ'. Εν Βιέννη της Αουστρίας
1783. Παρά Ιωσήπω Βαουμεϊστέρω, Νομοδιδασκάλω και Τυπογράφω. (Δωρεά Αρχιμ. Γρηγορίου Καλαγάνη). 15. Γραμματική Ελληνική ακριβεστάτη. Περιέχουσα των Οκτώ του Λόγου Μερών τον Σχηματισμόν, και την Σύνταξιν, έτι δε και την Ποιητικήν Μέθοδον. Συντεθείσα παρά Aντωνίου Κατηφόρου του χρηματίσαντος Αρχιπρεσβυτέρου Ζακύνθου. Παρ’ αυτού δε προσφωνηθείσα τω Εκλαμπροτάτω και Ενδοξοτάτω Άρχοντι Κυρίω Κυρίω Νικολάω Καραγιάννη, ευπατρίδη Ιωαννίνων. Και της των εν ταις Κλειναίς Ενετίαις Ελλήνων Συνάξεως Aξιοπρεπεστάτω Κηδεμόνι. αψπδ'. Ενετίησι, 1784. Παρά Δημητρίω Θεοδοσίου τω εξ Ιωαννίνων. Con licenza de Superiori. (Ελλείπει το τέλος). (Εκ των του Ιεροδ. Ακινδύνου). (Συνεχίζεται)
ΧΡΟΝΙΚΑ ΤΟ ΚΑΛΑΓΑΝΕΙΟΝ ΚΛΗΡΟΔΟΤΗΜΑ Ευχαρίστως πληροφορούμεθα εξ υπευθύνου πηγής ότι το Διοικ. Συμβούλιον της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής, τη εισηγήσει του Διευθυντου αυτής κ. Γρηγορίου Παπαμιχαηλ, απεφάσισεν όπως από του νέου σχολικού έτους συμπληροί εκ της περιουσίας της Σχολής το ελλείπον του Καλαγανείου Κληροδοτήματος προς συντήρησιν ενός υποτρόφου εξ Αγιάσου. Του ευεργετήματος τούτου απεφασίσθη όπως τύχη δια το υπόλοιπον διετές διάστημα των σπουδών του εις εκ των ιδιοσυντηρήτων ήδη εξ Αγιάσου μαθητών της Σχολής. ΤΟ ΚΛΗΡΟΔΟΤΗΜΑ ΣΚΟΥΝΙΟΓΛΟΥ Οι εκτελεσταί της διαθήκης του αειμνήστου Π. Σκούνιογλου παρεκλήθησαν υπό του Δ. Συμβουλίου της Ριζαρείου Εκκλ. Σχολής όπως προβώσιν εις τας απαιτουμένας ενεργείας δια την εις την Σχολήν καταβολήν του υπέρ αυτής καταληφθέντος υπό του αειμνήστου Κληροδοτήματος των 200.000 δρ. ίνα καταστή δυνατή από του νέου σχολικού έτους η έναρξις της λειτουργίας τούτου. Ως γνωστόν, ο αείμνηστος Π. Σκούνιογλου ώρισεν όπως δια την συντήρησιν ενός υποτρόφου εξ Αγιάσου διατίθενται οι τόκοι του Κληροδοτήματος του, οίτινες, εφ’ όσον δεν θα επαρκώσι, δέον να συμπληρώνωνται υπό του ενδιαφερομένου.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΡΙΖΑΡΗΣ
Ο Ιδρυτής της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής.
Η «ΑΓΙΑ ΣΙΩΝ»
Το εσωτερικόν της επιχρύσου Εικόνος της Παναγίας της Αγιάσου όπως ευρέθη κατά την αποκάλυψίν της πριν η καθαρισθή.
ΑΓΙΑ
ΣΙΩΝ
ΜΗΝΙΑΙΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΑΣΩ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ ΙΕΡΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑΣ ΑΥΤΟΥ ΕΥΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ κ.ΙΑΚΩΒΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ
ΕΤΟΣ Γ'
ΑΡΙΘΜ. 2-3-4
ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ Πρωτοπρεσβύτερος
ΙΟΥΛΙΟΣ-ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 1939
Η ΜΑΡΙΑ ΤΗΣ
ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗΣ
ΤΗΣ
ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ
ΠΑΝΑΓΙΑΣ (∙)
Του Σεβ. Μητροπολίτου Λαοδικείας κ. ΔΩΡΟΘΕΟΥ
Σαν μια στάμνα γυρμένη στην βρύσι, έτσι διψασμένη, η Μαρία έκάθητο παρά τους πόδας του Ιησού, και Τον ήκουε, Τον ήκουε. Και Κείνος μιλούσε για τις αίώνιες άλήθειες, που κάθε πρωί είναι νέες και δλόδροσες. Της έλεγε προ πάντων για την πειό μεγάλη αλήθεια: την ψυχή, το βασιλικό αυτό δώρο που μας έχάρισε ο Θεός. Σέ μια γυναίκα ιδίως, εύαίσθητη, σαν την Μαρία, μπορούσε να της μιλήση για την ψυχή, και να Τον νοιώση εκείνη καλύτερα. Τής έλεγε πώς έκαμε τον άνθρωπο άπειρο, με την ψυχή που του έδωκε. Να το καταλάβαινε αυτός, θάβγαζε τρωνές από έκπληξι, από μεγαλωσύνη. Του έδωκε μια ψυχή που να μπορή να πιστεύη και ν’ αγαπά. Να βρίσκη τον Θεό, και να γεμίζη από φώς μέσα στο σκοτάδι που ύφαίνει εδώ κάτω ύ πόνος και η αμαρτία.
Σ’ έγνώρισα, Θεέ μου, όχι τόσο μέσα από τα κρίνα του άγρού και το γλυκύ φως των άστρων της νύχτας, τώρα το καλοκαίρι, όσο μέσα από τον εσωτερικό μου κόσμο, που όλο τον άδιάζεις, και όλο τον γεμίζεις με νέα ζωή. Μέσα από την ψυχήν μου βλέπω την ζωή σαν ένα θαύμα, και άκούω τον κόσμο σαν ένα Άλληλούία υπέρτατο. Τον ανθρωπο, πόσο τον άγαπώ ! Τον άγαπώ για τις θλίψεις του, και (∙) Σ. Δ.-Πρόκειται περί της εν τη ί. λειτουργία των Θεομητορικών εορτών (πλήν της του Ευαγγελισμού) άναγινωσκομένης ευαγγελικής περικοπής (Λουκ. Γ 38-42).
τις πληγές του, τις άδυναμίες του και τις ταραχές του, που κάθε μια απ' αυτές μου είναι και μια άποκάλυψις. Μέσα από την ψυχήν μου νοιώθω πώς είμαι μια ύπαρζις που την καταβροχθίζει φλογερή δίψα μιας άνώτερης ζωής, δυνατής, βαθείας. Γι’ αυτό πρέπει να τήγ χρησιμοποιήσω καλά. Να την κάμω άπλή, γαλήνια, γεμάτη φώς. Μπορεί να είναι εύθραυστη’ τι πειράζει; Μπορεί η πειό πολλή να έχη σπαταληθή από τον χρόνο και την δυστυχία. Άλλά και στο λίγο που έμεινε, και στο πειό στενό κομμάτι της, μπορεί να γράψη κάνεις κάτι πσύ δεν πεθαίνει. Τίποτε δεν με συνεπαίρνει τόσο σαν την εύθραυστότητά μας. Μην είναι αυτή η μεγαλύτερή μας εύγένεια ;
Η Μαρία ένοιωθε μέσα της την ψυχή της άνήσυχη, γιατί διψούσε την αλήθεια και την άγάπη, κι’ ήθελε κάποιον να της μιληση με κύρος και με συμπόνια για την ψυχή της. Μοιάζει Του είπε, σαν ένα καλάμι που βγάζει παραπονιάρικες φωνές. Φυσηξε μέσα μου την θεία πνοή Σου, για να άναβλύσουν υπερούσιες μελφδίες. Βλέπω τον εαυτόν μου ίκανό γι’ αυτές. Γιατί μέσα μσυ νοιώθω μια νοσταλγία θείκή, Διψώ δικαιοσύνη, αλήθεια, να ξετιναχθώ μεσ’ άπ∙ την υλη. Αγάπη διψώ. Ζητώ κάποιον να λύτρωση την ψυχήν μου. Κοντά Σου αισθάνομαι γαλήνην. Τα λόγια Σου πέφτουν στην καρδία μου, όπως ποτέ δεν έπεσε το ήλιακό φέγγος πάνω στα σπίτια των ανθρώπων, όταν ζημερώνη. Όπως ποτέ δεν έπεσε η βΘθζή πάνω στο διψασμένο χορτάρι, που τρέμει για μια σταγόνα νερό. . Κύριε ! Μπήκες μεσ’ στο σπίτι μου’ εγώ θέλω να μπής μέσ’στην ψυχή μου. Και κάθε στοχασμό μου να τον κάμης έτσι φωτεινό, όπως έκαμες τα λουλούδια σαν λυχνίες, και τα άστρα πάνω στόν σύρανό. Είμαι στην νύχτα, κα'ι φωνάζω. Η ψυχή μου θέλει έναν όδηγο. Καλά-καλά δεν γνωρίζω τον δρόμο, μήτε έχωτήνδύναμι να περιπατήσω μόνη μου. ’Έχω κι’ άλλους που με ζητούν ψωμί, με παρακαλούν να τους μιλήσω" και δεν ξεύρω τι να τους πώ, μήτε έχω τι να τους δώσω. Μίλησέ μου, για νάναι αι λέξεις Σου φώς μέσ’ στο σκοτάδι μου, ψωμί για κείνους που πεινΟύν.
Μάθε με να μετρώ την ζωή μου όχι με τις ώρες που περνούν πάνω στο ώρολόγι, αλλά με σκέψεις δυνατές, με αποφάσεις σοβαρές, με πράξεις άγιες. Άηδίασα την ζωή που ζουν γύρω μου οι άνθρωποι. "Εχουν κάτι ίκανοποιήσεις, ούτιδανές, και αι κινήσεις των είναι χειρονομίες μετημφιεσμένων. Είπες: «Μακάριοι εκείνοι που κλαίνε!» Κάμε λοιπόν τα δάκρυά μου να γίνουν γόνιμα. Είμαι έτοιμη να ζήσω για κάτι μεγάλο, και ν’ άποθάνω για κάτι που θα μου δώση την αθανασία. "Ετσι μέσα μου νοιώθω αυτή την δίψα. Μπορεί αυτή να είναι μάταιη; Πρέπει να την άφήσω έ'τσι να μείνη άνικανοποίητη; "Ετσι που είμαι κοντά Σου, τα χέρια μου φθάνουν έ'ως τον ουρανό.
Θέλω να πάγω να πώ στους ασθενείς να γίνουν καλά. Στους λυπημένους να μη λυπούνται πειά. Γιατί η σωτηρία θα τους έρθη απ' αυτήν την λύπη τους. Αι ήμέρες τους μπορεί να είναι μηδέν-μηδέν. Aλλ’ εάν στην σειρά των μηδέν βάλη κανείς εις την άρχή μια μονάδα, γίνονται έκατομμύρια. Και η μονάδα αυτή είσαι Σύ που μιλας μεσ’ στην ψυχή μου έ'τσι. Ό,τι ως προαίσθημα αίσθανόμουνα έ'ως τώρα, τώρα στην γνωριμία Σου το βλέπω σαν αύγή. Και κάποιες ίδέες μου θολές πιος τώρα γίνονται καθαρές! Είμαι άδελφή με τους άνθρώπους όλους στις δυστυχίες των και στις ελπίδες των, και θα πάγω να ρίψω τις πράξεις μου σαν απόρους εις τον άγρό του καλυτέρου μέλλοντος. "Ενα χορτάρι κάτω απ' τις ήλιακές άκτίνες της πρωίας ανάβει σαν ίερή φλόγα.’Εγώ κάτω από την θεία Σου άκτινθβολία τι πρέπει να γίνω ; Τώρα βρήκα μια νέα πατρίδα, που νοσταλγούσε η ψυχή μου. Πατρίδα πνευματική. Τώρα βρήκα ένα στηριγμα. Δεν έ'χω πειά να φοβηθώ γι’ αυτά που περνούν. Και αν φεύγω από την γη, φεύγω από ξένη χώρα. Η δική μου πατρίδα είναι άλλου. Κάτω απ' το φώς το δικά Σου η κάθε μια από τας κινήσεις της ψυχής μου είναι και μια άποκάλυψις.
Σέ ζητούσα’ και είσαι κοντά μου. Πειό κοντά σ’ έμένα είσαι Σύ παρά ο έαυτός μου. Ήθελα νάρθω σ’ ’Εσένα, καίνά, Σύ ήρθες σ’ έμένα. Πόσες σαν και μένα Σέ ζητούν ! Όλες θα πάγω να τις εύρω. Θά χτυπήσω όλες τις καμπάνες για να μαζευίίούν για Σένα. Θά πώ εις όλους πώς η γαλήνη της καρ-
διύς μας είναι πειά κοντά μας. Πώς εις το εξής και ο θάνατος ακόμα είναι πολν άπλός, πολύ εύκολος. Μιλησε μου στην θεία σιωπή της ώρας αυτής, όπου ακούω τις αρμονιες τις ίδικες Σου. Μή με άφήσης σαν ένα φύλλο να με παρασύρη το κύμα. "Ερχονται άγριες μάχες’ θέλω να Σέ αισθάνομαι πλησίον μου. Αύτα που είπες, τις σωτήριες για τους ανθρώπους άλήθειες, το αθανατο νερό, δεν θα το κρύψω μέσα σε φιάλες, αλλα θα το φέρω σε οσους διψούν. Είναι μεγάλη εύτυχία να υπηρετηση κάνεις τους άλλους, να τους βοηθήστ], και όχι να τους εξουσιαση. Θα πώ σ αυτούς ότι η μόνη σωτηρία είναι να γνωρισουν Εσένα, και Σένα ν’ άγαπήσουν.
,Μπήκα μεσ στην σιωπη Σου και ήκουσα την πηγή να τρέχη. Ημουνα αβεβαιη, και Συ μου έδωκες την βεβαιότητα. Ημουνα εφημερη, και Σύ μου έδωκες την αιωνιότητα. Τι αν είμαι,οδοιπορος ; Ερχομαι κοντά Σου, Σύ δε μένεις. w Αν η αθλιοτης μου είναι άβυσσος, και η άγάπη Σου δεν έχει όρια. Συ^ που έπλασες τον κορυδαλλό, έβαλες μέσα μου την -ψυχή, που πετά προς τα ύψη τα δικά Σου. Πού μέσα στα σκοτάδια της προαισθάνεται το δικό Σου το φώς. Ελα,σ’έμάς, όπως η υγεία εις τον άσθενή. Σέ άγαπούμε, όπως η έρημος άγαπά την δασιν. "Αν μείνης μαζί μας, και τον κόσμον θα κερδίσωμεν και την αιωνιότητα θα κατακτήσωιιεν. Κατωρθωσα να μ,είνω απλή, και να νοιώθω την καρδιά μου πάντοτε νέα, γεματη από σκιρτήματα, από πίστι, από ενθουσιασμό, από άγάπη, άναμμένη σάν λαμπάδα για να φωτίση και άλλους. Σε ευχαριστώ γι αυτό. Μ’ έγέμισες από άγαθα, από καλούς συγγενείς, από ανθρώπους που ν’ άγαπώ. Με άνανεώνεις κάθε μέρα την υπομονή, την έλπίδα, το θάρρος. Σέ ώρες δύσκολες με κρύβεις εις τα φρούριά Σου. Αυτές οι φωνές βγαινουν από την σελίδα αυτή του Ευαγγελίου. Αλλ’ αι λέξεις αυτές για την μεγάλη άλήθεια της ψυχής μας δε θα ήθελα να σας έρθουν μονάχα από την λαμπρότητα του Θρόνου αυτού, ούτε από το ύψος του Αμβωνος εκεί νακατεβούν, αλλά να άνεβούν και από τα βάθη της προσωπικοτητος σας, από τον εσωτερικό σας κόσμο, και ν’
ανάψουν την κανδήλα της συνειδήσεως σας, όπου ανιχνεύοντας ευρίσκει κανείς τον Αιώνιον. Δεν είναι μονάχα ο σεμνός Θρόνος και ο Άμβων που θα σας δώση φως επάνω στις μεγάλες αλήθειες της ζωής. Είναι και τα στασίδια όπου στέκεσθε σεις. Και σεις έχετε να φέρετε ακτίνες από τον δικό σας κόσμο. Από τον Άμβωνα, από τον Θρόνο μιλάει το Ευαγγέλιον, η Θεολογία, η Φιλοσοφία μιλούν αι παραδόσεις μας∙ ανακρίνεται ο άνθρωπος· εξετάζονται τα γεγονότα της ζωής από το σύνολο των∙ αναγόμεθα σε γενικές αρχές. Τα στασίδια του εκκλησιάσματος μας φέρνουν την πείρα του κόσμου, την χαρά της ζωής, τον πόνο της, ό,τι μας εδίδαξε αυτή μέσα στην δίνη του χρόνου. Η αγνή κόρη μας φέρνει τον ψίθυρο του ρυακίου της ζωής της. Εκείνος με την μεγάλη ηλικία μας φέρνει το ασήμι. των μαλλιών του και το άρωμα των λουλουδιών που μάζευσε στις κορυφές των άγιων βουνών του βίου του. Υπάρχουν και στασίδια κενά, που εκείνοι που τα κατείχαν πέρυσι, δεν υπάρχουν εφέτος. Τι σοβαρά μαθήματα που μας έρχονται από παντού! Από παντού μας έρχεται μια προτροπή, μια παρακίνησις. Πόσο πρέπει για την ψυχή μας να σκεφθούμε, που είναι η αληθινή μας πραγματικότης! Γιατί μονάχα μ’αυτή μέσ’ απ' τις μέρες μας που φεύγουν και τα έτη μας που κυλούν θα μπορέσουμε να κρατήσουμε κάτι που μένει.
ΑΛΛΟΣ ΘΡΥΛΟΣ ΔΙΑ ΤΗΝ ΚΤΙΣΙΝ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣΟΥ Του
κ. ΣΤΡΑΤΗ
ΚΟΛΑΞΙΖΕΛΛΗ
Ας επανέλθωμε στην Aγιάσο. Όταν ο Τουρκικός στόλος την 1ην Σεπτεμβρίου του 1462 περιέσφιξε το φρούριο της Μυτιλήνης και ήρθε στη Μυτιλήνη ο Μωάμεθ, οι Αγιασώτες περίτρομοι μαζεύτηκαν στην εκκλησία των και έκαναν μια ομαδική παράκληση προς την Παναγίαν, κράζοντες εκ βάθους ψυχής: «Παναγία μας, χανόμεθα! σπεύσε, πρόφθασε, βοήθησε και φώτισε τον νουν μας τι πρέπει να κάνωμε για να σωθούμε». Μετά
την παράκληση οι προύχοντες, οι ιερείς και οι καλόγηροι συνήλθον μόνοι και συνεσκέφθησαν. Όλοι βρήκαν εύλογο να κρύψουν τα ιερά κειμήλια της εκκλησίας εις τον παρά την Ζωοδόχον Πηγήν ευρισκόμενον κρυψώνα ως ασφαλέστερον, να υποδείξουν στις όμορφες κοπέλλες ότι πρέπει να κρυφθούν μέσα στη Σπηλιάδα, και να μείνουν οι άλλοι στο χωριό, φορούντες τα πλέον φτωχικά φορέματα και ελπίζοντες εις την βοήθειαν της Παναγίας, η οποία ουδέποτε τους εγκατέλειψε σ’ όλες τις δύσκολες καμπές της ιστορίας των. Στην κατάσταση αυτή περίμεναν ναρθούν στην Αγιάσο οι νέοι κύριοι και εξουσιασταί της Λέσβου. Ας έλθωμε τώρα στον δεύτερο θρύλο για τη κτίση της Αγιάσου, τον οποίον αναφέρει ο Βράνης, θα τον αντιγράψωμε από το «Εξακουστόν Προσκύνημα» (σελ. 30, 31, 32), παραλείποντες όμως τις παρενθετικές προτάσεις, οι οποίες είνε ξένες προς τον θρύλο. «Κατά δε το 1462 μ.X., ήτοι εννέα και ήμισυ έτη μετά την υπό »των Τούρκων άλωσιν της Κων/πόλεως, ο ίδιος Σουλτάνος Μωά»μεθ ... καθυπέταξε την Μυτιλήνην και όλην την νήσον υπό την »δεσποτείαν του. Και κατά ταύτην την εποχήν και πριν ταύ»της επηρεάζοντο παραπολύ τα παραθαλάσσια χωρία, ως και »τα εις υψηλάς επιπέδους θέσεις ευρισκόμενα, υπό των πειρατών »και ενοχλούντο από καταδρομάς της τότε βαρβαρότητος. Ένεκα «τούτου, διηγούνται οι κάτοικοι της Πενθίλης, πολλά πολλάκις »δεινοπαθούντες ένεκα των πειρατών, εδεήθησαν τη ιερά ταύτη »εικόνι, ίνα τους δείξη τόπον άλλον τινά μεμονωμένον και αφανή »δια να μεταναστεύσωσιν αυτόθι, και, εισακούσασα την δέησιν »αυτών, διηγούνται ότι το εικόνισμα της Υπεραγίας ημών Δεσποί»νις εγκατέλειπε συνεχώς τον ναόν και ήρχετο, ως εκ θαύματος, »εις μίαν βάτον ευρισκομένην εντός φαραγγώδους θέσεως κατά »την ενορίαν Καρυδιάν, ένθα έστι σήμερον το της Ζωοδόχου Πη»γης εκκλησίδιον, όπου άλλο δεν έβλεπε τις εις άπασαν την »κοιλάδα ταύτην, ειμή βάτους, κοτίνους και τα τοιαύτα, ως και η «θέσις μαρτυρεί το πράγμα, και ερχόμενοι οι κάτοικοι ανεκάλυ»πτον αυτό οδηγούμενοι από τον καπνόν, όστις εξήρχετο από »την βάτον, ήτις καιομένη ου κατεκαίετο. Και ούτως εγνώρισαν »ότι η θέλησις της θείας εικόνος κατά την δέησιν αυτών είνε να »έλθωσι να κατοικήσωσιν εν τούτω τω τόπω. »Τον λόγον τούτον προβάλλομεν ως αιτίαν του συνοικισμού »εις τους ευσεβείς... Δια δε τους ασεβείς και δυσπιστούντας »έχομεν άλλον λόγον να αντιπροτείνωμεν..., ότι το θαυματουρ»γόν εικόνισμα πιθανόν οι νουνεχέστεροι της ρηθείσης πόλεως, »μην υποφέροντες τας δεινοπαθείας της τότε βαρβαρότητος, να »το εμεταχειρίσθησαν ως μέσον δια να καταπείσωσι τους απλου»στέρους να εγκαταλείψωσι τον επηρεαζόμενον αυτόν τόπον από »τας καταδρομάς των αλλοφύλων. »Είτε λοιπόν εκ του ενός είτε εκ του ετέρου λόγου, αναντιρ»ρήτως το εικόνισμα τούτο υπήρξεν η αιτία του πρώτου συνοικι»σμού, γενομένου προ 400 ετών περίπου (400 χρόνια προ του
>1861, ότε έγραφεν ο Βράνης). Από την «Αγίαν Σιών» εσχημα»τίσθη η Αγιάσος εις το μετά ταύτα». Κατά τον θρύλο λοιπόν αυτό η Αγιάσος εκτίσθη από τους κατοίκους μόνον της Πενθίλης, οι οποίοι πιεζόμενοι από τους πειρατάς μετοίκησαν στην Καρυά ομαδικώς με την έλξη της «Αγίας Σιών», ή κατά την επιδρομή του Πάλδα, ή κατά την επιδρομή των Λατίνων, ή κατά την κατάκτηση της Λέσβου από τους Τούρκους, η οποία υπήρξε το τρομακτικώτερο γεγονός αυτής της εποχής, και ημπορούσε να μετακινήση ένα χωριό από τη θέση του. Κατά άλλη εκδοχή, όταν η εικόνα χάθηκε από την εκκλησία και οι Πενθιλιώτες εξήλθον εις αναζήτησιν αυτής, την ανεκάλυψαν βοσκοί, οι οποίοι έβοσκον τις αίγες των κατά τον αλευρόμυλο της Αγίας Παρασκευής παρά την πηγή της Καρυάς κοντά σε μια βατσινιά, και αυτοί ανήγγειλαν την εύρεσή της με φόβο και χαράν στους περιτρόμους χωρικούς, οι οποίοι την αναζητούσαν. Πλησίασαν όλοι στην εικόνα με φόβο και με περιέργεια, και απορούσαν για το θαύμα. Προσκυνήσαν την εικόνα με συγκίνηση και ήπιαν λίγο νερό για να συνέλθουν. Το νερό έφερε γαλήνη στη ψυχή των, δρόσισε τα φλογισμένα χείλη των, και έσταξε βάλσαμο στην καρδιά των. Παραδεχθήκαν ότι η πηγή είνε ιερά, ζωοδόχος, ζωοδότειρα, και το νερό αυτής αγίασμα. Την μετακίνηση της εικόνος την ερμήνευσαν ως πρόσκληση της Παναγίας εις τόπον σωτηρίας, και επείσθησαν, ότι εκεί πρέπει να μεταναστεύσουν. Τον θρύλο όμως αυτόν ολόκληρο τον ακυρώνει ο Παναγιώτης Aποστόλου, ο οποίος, εκτός που αναφέρει ότι η Αγιάσος εκτίσθη κατά τον ένατον αιώνα στα χρόνια των εικονομάχων, λέγει και ότι οι Πενθιλιώτες μετηνάστευσαν στην Αγιάσο κατά τα 1700. Επειδή δε αυτός έγραψε στα 1712, δηλαδή την εποχή κατά την οποίαν έγινε η μετανάστευσις των Πενθιλιωτών, πρέπει να τον πιστέψωμε. Aλλά τότε πώς επλάσθη αυτός ο θρύλος; Ο γράφων υποθέτει, ότι αυτός θα είνε συναρμολόγημα μικρών ιστορικών πυρήνων, οι οποίοι συνυφανθήκαν μεταξύ των. Στο βάθος αυτού του θρύλου φαίνεται α') ότι η Πενθίλη έπαθε πολλές καταστροφές επί των Γενοβέζων, η δε Αγιάσος ούτε μία, β') ότι η βάτος, στην οποίαν ευρίσκετο ως εκ θαύματος η εικών της Παναγίας, είνε η βατσινιά, στην οποίαν ο αυτοκρατορικός ιερωμένος είχε κρυμμένα τα ιερά κειμήλια, γ') ότι η εικών της Παναγίας πήγε και στην Πενθίλη, διότι ο ιερωμένος πέρασε μεν από το πηγαδάκι της Καρυάς και βρήκε το μέρος του κατάλληλο για να στήση την καλύβη του, δεν εγκατεστάθη όμως εκεί, αλλά ανέβη αψηλότερα και πήγε στην Πενθίλη, δια να γνωρίση το χωριό και τα πλησίον μέρη. Απ' εκεί δε επέστρεψε στην Καρυά, διότι στην Πενθίλη δεν μπορούσε να φανερώση στους φίλους των εικόνων τα Ιερά κειμήλια, ούτε να κάνη τον αγιασμό κάθε πρώτη του μηνός δια τον φόβον των εικονομάχων δημοσίων υπαλλήλων,
δ') ότι και κατά την άλωση της Λέσβου μετοικήσαν στην Αγιάσο πεντέξη Πενθιλιώτες, ε') ότι οι Πενθιλιώτες μετοικήσαν όχι ομαδικώς , αλλά τμηματικώς, άλλοι κατά τον ένατον αιώνα, άλλοι κατά την άλωση της Λέσβου, και άλλοι κατά τα 1700 για το βασιλικό φερμάνι, ς') ότι στο φερμάνι της Αγιάσου οι Πενθιλιώτες διέβλεπαν τον δάκτυλον της Παναγίας των και ζ') ότι οι «νουνεχέστεροι» Πενθιλιώτες στα 1700 αντελήφθησαν ότι το συμφέρον των ήτο να μεταναστεύσουν στην Αγιάσο για να μη πληρώνουν φόρους, προσπαθούσαν όμως να καταπείσουν και τους απλοϊκούς να τους ακολουθήσουν. Για να τελειώση αυτή η παράγραφος, θα αναφέρωμε και το τι λέγεται ότι έπαθε η Πενθίλη επί της εποχής των Γενοβέζων. Όταν οι υπό τον Βούλγαρον εξωμότην Πάλδαν Τούρκοι απεβιβάσθησαν στα βόρεια παράλια της Λέσβου, οι βιγλάτορες του βορείου τμήματος με τις φωτιές και τους καπνούς ειδοποίησαν τους κατοίκους των χωρίων της περιφερείας των, καθώς και τις βίγλες, οι οποίες ευρίσκοντο στις άλλες περιφέρειες, ότι ήρταν πειραταί. Τότε και οι βιγλάτορες του Καστέλλι και του Ξυλόκαστρου ανεκοίνωσαν αυτά τα νέα στους κατοίκους των χωρίων της δικής των περιφερείας. Οι Πενθιλιώτες, των οποίων το χωριό ήτο και το μεγαλύτερο, άργησαν να συγκεντρωθούν μέσα στο χωριό. Και όταν συνεκεντρώθησαν, δεν ήξευραν τι να κάνουν και χασομερούσαν, διότι επί χρόνια δεν είχαν προσβληθή και λησμόνησαν ποία ήσαν τα μέσα της αμύνης. Επί τέλους, κατά τις οδηγίες των γεροντοτέρων, άρχισαν να διαρρέουν στα βουνά. Όσοι νέοι τότε ήσαν αρραβωνιασμένοι, και όσοι διεπραγματεύοντο τους αρραβώνας των, πήγαν να βοηθήσουν τους μέλλοντας συγγενείς των και να μεταφέρουν τα πράγματα αυτών στα άντρα των. Όταν δε τα μετέφεραν, γύρισαν πίσω στην Πενθίλη για να μεταφέρουν και δικά των πράγματα. Εν τω μεταξύ όμως κατέφθασαν και οι επιδρομείς και άρχισαν να διαρπάζουν. Επειδή δε δεν βρήκαν κανένα πράγμα της αξίας, δεν βρήκαν ούτε τους κατοίκους, θύμωσαν πολύ, και από τον θυμό τους έπιασαν όλους αυτούς τους νέους και τους έσφαξαν. (Δεν λέγεται δε, αν έκαυσαν και το χωριό). Η μετά την σφαγήν αυτήν παρατηρηθείσα έλλειψις γαμβρών θα συνετέλεσε εις το να δημιουργηθούν και στην Πενθίλη οι πρώτες «γειτονιές», αν δεν είχαν δημιουργηθή από τα χρόνια των επιδρομών των πειρατών.
ΚΑΛΛΟΝΑΙ TOY TOΠOY ΜΑΣ
Ο ΟΛΥΜΠΟΣ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ Η Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ: ΗΛΙΑΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣΟΥ Του
κ. ΣΤΡΑΤΗ
ΚΟΛΑΞΙΖΕΛΛΗ
Ο Όλυμπος είνε το αψηλότερο βουνό της αγροτικής περιφερείας της Αγιάσου. Επειδή δε κατά τις τελευταίες υψομετρήσεις της γεωγραφικής υπηρεσίας του στρατού μας το ύψος του ευρέθη 1040 μέτρα, είνε και από τα αψηλότερα βουνά της Λέσβου. Τον χειμώνα λοιπόν πολλές φορές καλύπτεται με χιόνια, επί ημέρας δε εφάπτονται αυτού τα σύννεφα. Aπό την Αγιάσο απέχει περί την μίαν ώραν. Το βουνό αυτό με την γύρω φύσιν έχει μία αντίθεση. Ενώ οι βάσεις του καλύπτονται με δένδρα, τα οποία έχουν βλάστησιν ποικίλην, πυκνήν και οργιαστικήν, η κορυφή του είνε φαλακρή και έχει χρώμα κυανούν, παρομοιάζον με το της θαλάσσης και του ουρανού. Μεταξύ των πετρών της κορυφής φυτρώνει μόνον το «χορτάρι τον Προφήτ’ Ηλία» (κατ’ άλλους ο «μπιτόνικας»), το οποίο μαζεύουν οι προσκυνηταί και ξηραίνουν στη σκιά για να παρασκευάζουν ζεστό ποτό όπως το φασκόμηλο. Η ανάβασις στην κορυφή είνε βέβαια επίπονος και κοπιώδης, διότι το έδαφος είνε ανώμαλο και σχεδόν κλιμακωτό, είνε όμως και πολύ ευχάριστος, διότι αυτό το έδαφος έχει πολλά μαγευτικά τοπία, τα οποία διασκεδάζουν και το μάτι και το πνεύμα. Ο δρόμος αρχίζει από τον Aπέσο, διασχίζει ένα μέρος του καστανεώνος με καμπές και ελιγμούς, και φτάνει στις νοτιανατολικές του βάσεις, διότι οι άλλες είνε δυσκολοπερπάτητες. Και στην πετρώδη κορυφή υπάρχει ένας θαυμάσιος λιθόστρωτος δρόμος με καμπές, χάρις στις οποίες και τα υποζύγια ανεβαίνουν έως εις την κορυφήν. Ένα μέρος της κορυφής είνε ισοπεδωμένο. Εκεί υπάρχει ένα εκκλησάκι του προστάτου Αγίου των ορειβατών Προφήτ’ Ηλία, από τον οποίον ο Όλυμπος λέγεται και «Προφήτ’ Ηλίας» ή «Άγιου-Λιας της Αγιάσου». Παρά το εκκλησάκι υπάρχουν δύο-τρία κελλία, δια να προφυλλάσσωνται οι ορειβάται και προσκυνηταί από τα ρεύματα των σφοδρών ανέμων, οι οποίοι συνήθως εκεί επικρατούν. Πάνω στους τοίχους και τα σανιδώματα των κελλίων (ως και της εκκλησίας) πολλοί γράφουν με μολύβι ή με κάρβουνο το ονοματεπώνυμο αυτών με την χρονολογία της επισκέψεώς των, οι γυναίκες όμως, οι οποίες από ευλάβεια επιχρίζουν τους τοίχους με ασβέστη και καθαρίζουν τα σανίδια με νερό, εξαφανίζουν αυτά τα ονοματεπώνυμα, και έτσι δίδουν τόπο και στους άλλους. Παρ’ αυτά υπάρχουν και δύο «πηγαδέλλια», δηλαδή δύο δεξαμενές κτισμένες μέσα στα πετρώματα και κλεισμένες από το επάνω μέρος δια να εναποθηκεύωνται μέσα τα βρεχάμενα νερά, (όπως στο Καστέλλι), και να βρίσκεται πόσιμο
νερό το καλοκαίρι. Στο ένα από αυτά τα «πηγαδέλλια», το πλησιέστερο προς το εκκλησάκι, με το μαρμάρινο κυλινδρικό του στόμιο, λέγεται ότι κάποτε φανερώνεται ο Προφήτ’ Ηλίας ντυμένος με χρυσή αρχιερατική φορεσιά στις θεοφοβούμενες γυναίκες και στους αγνούς προσκυνητάς. Και επειδή σήμερα σπανίζουν και οι θεοφοβούμενες γυναίκες και οι αγνοί προσκυνηταί, δι’ αυτό και ο Προφήτης πολύ αραιά παρουσιάζεται. Λίγα χρόνια τελευταία κατά την θερινή περίοδο υπήρχε στην κορυφή και ένα δασικό παρατηρητήριο, συνδεδεμένο τηλεφωνικώς με την Αγιάσο και την Μυτιλήνη, και εφωδιασμένο με μια ισχυρά διόπτρα, με την οποία δυο παρατηρηταί βίγλιζαν εναλλάξ μέρα και νύχτα στον ορίζοντα, μήπως φανή πουθενά καμμιά πυρκαϊά. Στις 20 του Ιουλίου, ως γνωστόν, εορτάζεται η μνήμη του Προφήτ’ Ηλία. Την ημέρα αυτή την προσέχουν οι ποιμένες, διότι από την ατμοσφαιρική κατάσταση αυτής κάνουν τις προβλέψεις των δια τον καιρό, ο οποίος θα επικρατήση τον ερχόμενο χειμώνα. Την ιδία μέρα γίνεται στην κορυφή του Ολύμπου και ένα πανηγύρι γραφικό και ιδιόρρυθμο, το οποίο λίγα χρόνια πριν ήτο γραφικώτερο και πλέον ιδιόρρυθμο. Όσοι ανεβούν από βραδύς, ανάβουν σε περίβλεπτο μέρος μεγάλη φωτιά, η οποία φαίνεται από μεγάλες αποστάσεις και κάνει εντύπωση μέσα στο σκοτάδι. Την αυγή της 20ης ανεβαίνουν πολλοί πεζοί κατά το τάμα των, προτού να ξημερώση. Οι δε νέοι, οι γύρω των 20 ετών, οι διασκεδάζοντες εν ευθυμία υπό την πίεση του έρωτος, ντυμένοι τα εορτινά των, ανεβαίνουν, (ανέβαιναν όμως περισσότεροι σε χρόνια προηγούμενα), κατά ομάδας καβάλλα σε μουλάρια, στα σαμάρια των οποίων υπήρχον απλωμένοι τάπητες, εις τον λαιμόν δε των μουλαριών εκρέμοντο μεγάλα χαμαλιά, ως φυλακτά κατά της βασκανίας των κακών ματιών. Στην κορυφή όλοι χαιρετούν πρώτα τον Ήλιο ανερχόμενο εις τον ορίζοντα και κατόπιν λατρεύουν τον Προφήτη. Και όταν τελειώση η λειτουργία, κατεβαίνουν όλοι μαζεμένοι στην Αγιάσο και σταματούν λίγο στον Aπέσο, διότι εκεί περιμένουν τους νέους τα «κοπελλάρια» και τα «κοπελλούδια» με πανεράκια γεμάτα ανθοδέσμες, τις οποίες έστελναν οι φιληνάδες και γνωστές των. Με τις ανθοδέσμες αυτές οι νέοι στόλιζαν επιβλητικά το στήθος των, στόλιζαν και τας κεφαλάς των μουλαριών, και καβάλλα όπως ήσαν περιεφέροντο επιδεικτικώς στις συνοικίες και στην Aγορά. Επειδή όμως εγίνοντο και πολλά ατυχήματα από το τρέξιμο των μουλαριών, οι αστυνομίες των τελευταίων χρόνων (ακόμα και της τουρκικής) απαγορεύουν το έθιμο αυτό της μουλαροδρομίας. Το πανηγύρι αυτό -ως χαιρετισμός των ανθρώπων προς τον Ήλιον- θα είνε λείψανο μιας παναρχαίας ηλιολατρείας, διότι και σήμερα ακόμα, όσοι αποφασίσουν να ανεβούν στον Όλυμπο, θα λογαριάσουν να βρίσκωνται εκεί προτού να ξημερώση για να δουν και να θαυμάσουν την Aνατολή του Ηλίου. Μια δε που έγινε λόγος δια την ηλιολατρείαν, παρεμπιπτόντως ο γράφων
αναφέρει α') ότι παρόμοιο πανηγυράκι, λείψανο παρομοίας ηλιολατρείας, εγίνετο εις τα χρόνια μας και στην κορυφή, τη λεγομένη «ανεμόμυλος» του παρά την Αγιάσον Μαυρηγιώτη, την αυγή της 24ης Ιουνίου, δηλαδή της εορτής του «Aγιού-Γιαννιού του Λιοτροπιού», χωρίς να υπάρχη εκεί κανένα εκκλησάκι, και β') ότι με τις ηλιολατρείες αυτές και οι πατέρες μας ακόμα πίστευαν, ότι όσοι αξιωθούν να δουν κατά πρόσωπο τον Ήλιο ανερχόμενον εις τον ορίζοντα, και να «χτυπηθούν», δηλαδή να περιλουσθούν με τις πρώτες ροδοδάκτυλες ακτίνες του, θα ξυπνούν πολύ πρωί, θα έχουν γρήγορο το σώμα και το πνεύμα, δεν θα προσβάλλωνται από ασθένειες, θα ζουν πολλά χρόνια, και θα διατηρούν χαρούμενη την καρδιά των και στη γεροντική των ηλικία. Για να δη κανείς την ανατολή του Ηλίου καρφώνει τα μάτια στον ορίζοντα και περιμένει να φανή ο τρανός βασιλιάς, ο μεγάλος λαμπτήρας της ημέρας, ο φωτίζων την γην και κάμνων την ημέραν. Ανυπομονεί επειδή αργοπορεί και μεταλλάσσει θέσιν διαρκώς. Επί τέλους η αυλαία σιγά-σιγά σηκώνεται, και νά τος! ξεπροβάλλει φλογισμένος και στεφανωμένος με ένα στεφάνι ακτινωτό και τριανταφυλλένιο. Εις την εμφάνισή του όλοι κάνουν ασυνείδητα διάφορες κινήσεις και βγάζουν από το στόμα των διάφορα επιφωνήματα του θαυμασμού των. Όσο όμως περνούν τα δευτερόλεπτα, τόσο ο Ήλιος φλογίζεται περισσότερο και δεν επιτρέπει να τον βλέπουν τα μάτια των ανθρώπων. Τότε στέρνει τις πρώτες ροδοδάκτυλες ακτίνες του, οι οποίες βάφουν ροδοκόκκινο τον Όλυμπο. Εάν εισηκούοντο οι παρακλήσεις, ή εάν είχαν πέραση οι προσταγές, οι θεαταί θα τον έκαναν χίλιες παρακλήσεις, ή θα τον πρόσταζαν με την προσταγήν του Ιησού του Ναυή «στήτω Ήλιος κατά Γαβαών», για να σταθή σ’ αυτή τη θέση περισσότερο. Μετά το μεγαλόπρεπο πανόραμα της ανατολής, όλοι βλέπουν τα πολυποίκιλα θεάματα, τα οποία φαίνονται από τη Βίγλα του Ολύμπου. Βέβαια αυτή η Βίγλα, επειδή δεν έχει βλάστηση, είνε πολύ μονότονη. Το ύψος της όμως και το περιβάλλον έχουν ένα μεγαλείο. Ολόγυρα απλώνεται ένας ατέρμονας ορίζοντας. Το μάτι ξεκουράζεται πάνω στις μεγάλες αποστάσεις και το βλέμμα πλανάται ελεύθερα πάνω στις απέραντες εκτάσεις. Το δροσερό αεράκι της αυγής, αρωματισμένο με τα μύρα, τα οποία αναδίδει η πολύοσμος Φύσις, ερεθίζει τα πνευμόνια, τα οποία κάνουν ασυνείδητα βαθείες εισπνοές. Οι πλούσιες πρασινάδες των βουνών φαίνονται ωσάν πράσινη στερεά θάλασσα, η οποία βρίσκεται υπεράνω της υγράς τοιαύτης κυανής. Εις τον ορίζοντα υψώνονται πολλά βουνά, αυλακώνουν το έδαφος πολλές χαράδρες, εκτείνονται λίγοι τόποι πεδινοί, φαίνονται και μερικά χωριά, διότι τα περισσότερα κρύβονται από το ύψος των βουνών, και ολόγυρα απλώνεται η θάλασσα του Αιγαίου, το οποίο εισχωρεί στην καρδιά της Λέσβου και σχηματίζει τους δύο μεγάλους και ωραίους κόλπους της Γέρας και της Καλλονής, οι οποίοι φαίνονται ωσάν πελώριες δεξαμενές, διότι και
των δύο τα στόμια είνε πολύ στενά και κρύβονται από τους γύρω λόφους. Κάθε βουνό έχει δικά του σχήμα, κάθε χαράδρα έχει δικά της μεγαλείο, κάθε τμήμα γης έχει δική του βλάστηση, κάθε τμήμα θαλάσσης έχει δική του ομορφιά. Οι πευκώνες και οι ελαιώνες ατελευτήτως εορτάζουν. Ο καστανεώνας και οι ρωμαντικοί λειμώνες θωπεύουν και το μάτι και την φαντασίαν. Απ' όπου και αν στραφή κανείς έχει μπροστά του ένα χάρμα των ματιών, και όταν αλλάξη θέσιν βρίσκεται μπροστά σε άλλη θελκτικωτέρα ζωγραφιά. Τα παράλια της Μικράς Aσίας υπενθυμίζουν πολλά περασμένα εθνικά μεγαλεία, αλλά και μεγάλες εθνικές καταστροφές. Το δε όρος Ίδη (ή Καζ-δαγ) δείχνει τη χώρα της Τρωάδος, προς την οποίαν όλοι αχόρταγα προσβλέπουν, σαν να περιμένουν να δουν τον Αχιλλέα εκδικούμενον τον φόνον του φίλου του Πατρόκλου, τον Δούρειο ίππο με τον Οδυσσέα ή τον Λαοκόοντα και τις αναλαμπές από την πυρπόληση της Τροίας. Όλα φαίνονται ήρεμα, τερπνά, καλλιτεχνικά, αρμονικά, ευχάριστα. Όλα συνολικώς αποτελούν ένα τμήμα παραδείσου, το οποίο ανυψώνει τον άνθρωπο εις ευγενέστερα επίπεδα και παραδίδει αυτόν εις ρεμβασμούς. Εάν από τα πολύ μεγάλα όρη εκπορεύεται το δέος, από τον Όλυμπο της Λέσβου εκπορεύεται η γαλήνη της ψυχής. Ο Δίας κατά την φαντασίαν των προγόνων μας κατοικούσε στην κορυφή του υψηλοτέρου Ολύμπου της Ελληνικής χερσονήσου, δι’ αυτό και ελέγετο Ολύμπιος. Αλλά και κάθε θνητός άνθρωπος θέλει να γίνη και αυτός Ολύμπιος, ας είνε και εις άλλον Όλυμπο, ας είνε και για μια μονάχα ημέρα. Ο Δίας όμως είχε μαζί του και δώδεκα Θεούς για να συνέρχεται μαζί των σε συμβούλια, για να τρώγη μαζί των και συμπόσια. Και κάθε θνητός Ολύμπιος θέλει μαζί και την παρέα του, για να κάνη με αυτή εκδρομικά συμβούλια, και να τρώγη αδελφικά συμπόσια. Οι θνητοί Ολύμπιοι καθίζουν σταυροπόδι. Απλώνουν κατά γης μια τραπεζομαντήλα και κάνουν ένα πρωτόγονο τραπέζι. Η όρεξις αυτών ανοίγει μια χαρά με το κλειδί της εκδρομής και της παρέας. Κάθε φαγητό και κάθε ποτό, το οποίο παρατίθεται, μεταβάλλεται εις νέκταρ και εις αμβροσίαν. Μόλις γευθούν αυτό το νέκταρ οι Ολύμπιοι και μόλις βρέξουν το λαρύγγι των με αυτή την αμβροσία, αμέσως μεταβάλλονται. Οι αξιωματούχοι περιφρονούν τις κοινωνικές των διακρίσεις και μόνοι των εξισώνονται και αφομοιώνονται με τους κοινούς βροτούς. Οι νευρικοί καλμάρουν τα νεύρα των και γίνονται παραδόξως εύθυμοι, οι χολερικοί ανοίγουν την καρδιά των, οι χλωμοί παίρνουν ζωή και χρώμα κόκκινο, και οι νέοι παίζουν, τραγουδούν, γελούν, χορεύουν, ευφυολογούν και ειρωνεύονται τους γέρους. Οι δε γέροι, όσο φουντώνει το συμπόσιο, τόσο περισσότερο νεάζουν και διαρκώς αναπολούν τους παντοίους άθλους της νεανικής των ηλικίας, για να αποδείξουν εις τους νέους, ότι ήσαν κάποτε και αυτοί νεανίαι άλκιμοι. Μετά το συμπόσιο έρχεται σιγά-σιγά ο ύπνος, παραλαμβάνει τους Ολυμπίους ένα-ένα, τους καλοκοιμίζει πάνω σε
αδαμιαίο στρώμα, και στο τέλος τους ξυπνά με το κεφάλι ελαφρά και όρεξη για νέο φαγητό. Αλλά και το βράδυ τα ωραία θερινά ηλιοβασιλέματα χαρίζουν θαυμάσια χρυσαφένια οράματα στα μάτια των ανθρώπων. Όταν δε έλθη και το σούρουπο, το οποίο συγχέει την αληθινή όψη των αντικειμένων, άλλη πάλι ευχαρίστησις, ανακατεμένη με το δέος, πλημμυρίζει την ψυχήν. Και όταν η νύχτα απλώση απαλά-απαλά τον μαύρο πέπλο της και επικρατήση σιωπή, τότε η ψυχή, η οποία αγρυπνεί, βλέπει να ξεπροβάλλουν στο στερέωμα η σελήνη και τα άστρα με περρισσότερο μυστικισμό. Η κίνησις των ουρανίων στρωμάτων, η διαταγμένη από τον Δημιουργό με σοφία και ακρίβεια, ταπεινώνει και συντρίβει το ανθρώπινο πνεύμα, η δε ουράνια φωτοχυσία ανεβάζει τη ψυχή εις τα ύψη και την πλησιάζει προς το θείο, ενώπιον του οποίου ευλαβώς γονυπετεί. Ο Όλυμπος, λοιπόν, και αν δεν είχε το μικρό εκκλησάκι του Προφήτ’ Ηλία, είνε ένας αχειροποίητος ναός, θεμέλιο αυτού του ναού είνε ο ατέρμονας ορίζοντας, τοίχοι και σκεπή ο θόλος ο ουράνιος, ωραιότατες εικόνες τα θαυμάσια οράματα, κανδήλες φωτεινές ο Ήλιος, η Σελήνη και τα Άστρα, και Αγία Τράπεζα η ολυμπία κορυφή. Για ένα μονάχα μελαγχολούν όλοι οι Ολύμπιοι. Και αυτό το ένα είνε εκείνο για το οποίο μελαγχολούσε και ο Ξέρξης, όταν επιθεωρούσε τα στρατεύματά του στην πεδιάδα της Αβύδου. Ότι δηλαδή η ζωή του ανθρώπου είνε βραχεία και μετά 100 χρόνια όλοι οι σύγχρονοι θα βρίσκωνται μέσα στη μαύρη γη, στον μαυραραχνιασμένο Άδη. Κατά τα άλλα μένουν ευχαριστημένοι και ικανοποιημένοι, γι’ αυτό την ώρα που ετοιμάζονται να κατεβούν, εύχονται να ζήσουν και να ξανανεβούν, για να περιλουσθούν και πάλιν από την ολυμπία ατμοσφαίρα, και ξαναβαπτισθούν μέσα στην κολυμβήθρα του Απείρου. ΟΙ ΕΥΕΡΓΕΤΑΙ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ
Η ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΣΑ ΔΙΑΘΗΚΗ
ΤΟΥ ΧΑΤΖΗ-ΒΛΑΣΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Ή ΣΥΓΚΕΛΛΕΛΛΗ Μεταξύ των ευεργετών της Αγιάσου εξέχουσαν θέσιν κατέχει ήδη και ο αείμνηστος XατζηΒλάσιος Δημητρίου. Ούτος γεννηθείς εν Αγιάσω ειργάσθη επί μακράν ως γραμματεύς του Ι. Προσκυνήματος και της χριστιανικής Κοινότητος Αγιάσου. Χαρακτηριστική των αισθημάτων του και λίαν ενδιαφέρουσα είναι η κατωτέρω Διαθήκη του :
Ο Μυτιλήνης Κύριλλος επιβεβαιοί
τη 14η Ιουλίου 1908. Σήμερον την (2) Δευτέραν Ιουλίου του 1904 χιλιοστού ενεακοσιοστού τετάρτου έτους ημέραν της εβδομάδος Παρασκευήν ο
εv τη παρούση Διαθήκη ιδίαις χερσί υποφαινόμενος XατζηΒλάσιος Δημητρίου και γραφεύς της παρούσης Δημότου Αγιάσου κτημαματίας χριστιανός της Ανατολικής Ορθοδόξου. εκκλησίας υπήκοος οθωμανός άτεκνος σώας έχων τας φρένας και υγιά τον νουν και του θανάτου το άδηλον εις νουν θέμενος έγνων συντάξαι την παρούσαν μου μυστικήν Διαθήκην πριν με καταλάβη ο θάνατος και διαθέσας την εις χείρας μου κατάστασιν ως βούλομαι προλαμβάνων ούτω διενέξεις και φιλονικίας εγερθησομένας τυχόν μετά τον θάνατον μου μεταξύ των κληρονόμων μου. Η άπο(κλειστικώς) και αδιαφιλονικήτως ιδική μου περιουσία είναι η ακόλουθος την οποίαν σήμερον οικειοθελώς και απαραβιάστως διαθέτω κατά την τελευταίαν μου βούλησιν ακυρών πάσαν προτέραν μου Διαθήκην και παν τοιούτον έγγραφον κηρύττων ταύτας ακύρους ως χάρτην άγραφον ουδεμίαν ισχύν και κύρος εχούσας ή ιδιαίτερον έγγραφον με παρατρεγμένην ημερομηνίαν. Α') εσωθήριον εις Βάλανον ή Β' Δεύτερον άγιον Ιωάννην εν τοις Οθωμανικοίς Κώδιξι υπό νούμερον (17) γείτονες Ελένη Γιαννίκου Τζανετόγλου, Παναγιώτης Μπροσκιέλλη, XατζηΠροκόπιος, Ιωάννης Καλογερά, Σταύρος Κορβανιού, Κωνσταντίνος Ρούσια και Παναγιώτης Ρούσιας. Β') Ελαιώνα εις Δίγαν ή κοσκυνηρράχην υπό Νούμερον (68) γείτονες Μανδαμάς Δημήτριος Καρρέ, Θεμιστοκλήν Βασ. XατζηΕμμανουήλ, Ευστράτιος Δελόγκου, Αργυρή Μπαντζή, Βασιλείνα Προκ. Ηλιογραμμένου, Ιωάννης Καβίκου, Ορομάνιον και δρόμος. Γ') Ελαιώνα εις Καστανέα ή πλατείαν στράταν ή Πατούδι γείτονες Δημήτριος Καρρέ, Γεώργιος Τεινού, Σεβαστός Τράγου, Δημόσιος Δρόμος υπό Νούμερον περιελθών εις χείρας μου δυνάμει Διαθήκης της αδελφής Μελισσηνής, πληρώσας υπέρογκα χρέη. Δ') Αμπελάκη εις Σταυρίον υπό Νούμερον πλησίον Ιωάννου XατζηΚομνηνού Μπιλιάς, Ευστρατίου Μαλούτση και δρόμον. Ε') Εις Καμπούδη ή Δεύτεραις λάντες οικόπεδον υπό Νούμερον (47) εν ω έκτισα διαιρέσας αυτό εις δύο πλησίον Λεωνίδα Σαμοθροκή και των λοιπών μερών δρόμου Βασιλικού. Κυρίους μου κληρονόμους επί της περιουσίας μου ταύτης ορίζω και αποκαθιστώ την Ιεράν Εκκλησίαν της Θεοτόκου τους επιζώντας δύο μου ανεψιούς Δημήτριον και Παναγιώτην και τον μετά τον θάνατον της συζύγου μου Ελένης λαβόντα παρ’ εμοί οίκαδε τον Προκόπιον (αγνώστων μεν γονέων εξακουόμενον) Αριστείδου Βαρβάκη προς παρηγορίαν μου και προς μεγίστην μου παραμυθίαν επί τω σκοπώ να με διατηρή και νοσηλεύη μέχρι τελευταίας μου αναπνοής. Και το μεν αμπελάκι και το εις Καμπούδη οικόπεδον και τα παρακατιών λεχθησόμενα βιβλία και ρουχικά άμα τη αποβιώσει μου δίδωμι τω Προκοπίω Ευστρ. Βαρβάκη εις την τελείαν αυτού κατοχήν και πληρεξουσιότητα δια την μεγίστην μου προς αυτόν συμπάθειαν, εν ωρολόγιον της ώρας και εν Αμερικανικόν ωρολόγιον, εν πολύκροτον (Ρεβόλβερ), εν στρώμα μεταξωτόν, εν παπλωματοτζήδι, μερικά ρουχάκια και χρηματικόν αν ευρεθή είναι ιδικόν του επειδή εγώ του δίδω· μίαν κασελίτσαν με ότι ρουχικόν ήκατεριν βιβλίον υπάρχει μέσα- εν όπλον (του-
φέκι) καινούργιον, ένα μουσαμά της βροχής δεκατριών μετζητίων. Εκ των βιβλίων εις όλα όσα εδώρησα έχω ιδιοχείρως γεγραμμένον εντός εκάστου βιβλίου ο δωρείται· εν σώμα ανθολογίας Μουσικής εις τρία βιβλία, εν σώμα Μουσικής Κυψέλης εις τρία βιβλία, Γλυζωνίου Αριθμητικής, Λεσβιάδα Σταυράκη Αναγνωστου, εν σώμα θρησκευτικής εφημερίδος «Σιών» εννέα ετών, εννέα βιβλία εις τρία βιβλία διηρημένα, εν δακτυλίδιον χρυσούν, Ψαλτήριον και Ερμηνεία αυτού υπό του Διονυσίου Κλεόπα μετά προλεγόμενά του εις δύο τόμους, εν σώμα εγκόλπια Μουσικής υπό Μιχαλοπούλου εις τρία βιβλία, λεξικόν Ελληνικόν του Σκαρλάτου, λεξικόν απλοελληνικόν, εν ποσέλι μεταξωτόν, εν βιβλίον βοήθημα ιερογραφικόν, μία αιξ (κατσίκα) όλα δε τα προικισθέντα τω ρηθέντι Προκοπίω θα μένουν εις την τελείαν αυτού πληρεξουσιότητα πλην ανεκποίητα και οπόταν αποφασίση να πωλήση τι θα μένουν εις την δεσποτείαν της Ιεράς Εκκλησίας δωρεάν, θα μεταβαίνουν κληρονομικώς δικαιώματι εις τους κληρονόμους αυτού και εν καζάνη. Το εις Καμπούδι Μαγαζείον κληροδοτώ εις την τελείαν κατοχήν της Μαρίας Πανάγηνας αναδεκτής μου ή μη ούσα αύτη εν ζωή κληροδοτώ εξ ίσου εις τας δύο αυτής θυγατέρας Ελένην και Φιλιξώ. Το εις Βάλανον εσωθήριον ή Δεύτερον άγιον Ιωάννην υπό νούμερον (17) Τα εις Δίγαν και Καστανέαν ελαιοκτήματα υπό Νούμερον. Τα ευρεθησόμενα βιβλία εν τη αποβιώσει μου αν και ασήμαντα καθότι τα χρήσιμα τα εδώρησα τω Προκοπίω όπως διδαχθώσι πολλοί και πληθυνθή η γνώσις δια της συχνής μελέτης και αναγνώσεως και όχι φυλακωμένα εις την βιβλιοθήκην της Εκκλησίας. Τα ρηθέντα ελαιοκτήματα Δίγαν και Καστανέαν και το εσωθήριον κληροδοτώ εις την τελείαν κατοχήν της Εκκλησίας «Κοίμησις» υπό τους λεχθησομένους όρους και ίνα μένουν ταύτα ανεκποίητα ως προβολή (συρμαγιά) ως αναφαίρετα αυτής κτήματα και αναπόσπαστα. Τοις δύο επιζώσι ανεψιοίς μου ανά πεντακόσια εκατέρω (500). Επει δη η περιουσία μου δίδεται δια φιλανθρωπικούς σκοπούς η Εκκλησία θα υποστή τα της κηδείας μου έξοδα νενομισμένα μνημόσυνα μου έτι Μετζητίων εξ (6) δι’ έκαστον Μνημόσυνον θα μοι κάμη και τριήμερα και αντί του τριημέρου ζερντέ θα κάμη ψωμί τριήμερον και τα Σαββατιάτικα δια τα οποία θα υποχρεώσουν μίαν γυναίκα. Όλα δε τα μνημόσυνά μου θα διανέμωνται εις φιλικά και πειναλέα πρόσωπα. Δοθήσονται παρά της Εκκλησίας και τα παρακατιών λεχθησόμενα ψυχικά μου. Ήτοι δώση εις το εξακουστόν προσκύνημα Βρύσιν ‘Αγίασμα της Εκκλησίας Μετζήτια πενήντα (50). Τω κατά καιρόν Μητροπολίτην Μετζήτια (5), εις το Νοσοκομείον της αυτής πόλεως Μετζήτια τέσσαρα, εις το Νοσοκομείον της πόλεως μας Αγιάσου Μετζήτια εικοσιπέντε (25), εις την Εκκλησίαν μας αγίαν Τριάδα Μετζήτια πέντε (5), εις την Ιερουσαλήμ Πανάγιον Τάφον Μετζήτια δεκαπέντε (15), εις τους εν τη αποβιώσει μου ευρεθησομένους ιερείς συμπολίτας μου αφίημι εις όλους μετά του ‘Ιεροδιακόνου Μετζήτια δεκαπέντε (15), εις την αναδεκτήν μου Μαρίαν Πανάγηνας Μετζ. πέντε (5),
εις τον εκ Λεσβορίου αναδεκτόν μου Βασίλειον Παναγιώτου Χατζιόγλου Μετζήτια πέντε (5), εις την Ελένην Φωτεινής Μηχανούδην ορφανήν μητρός Μετζ. δέκα (10), εις τον αναδεκτόν της γυναικός μου Δημήτριον Γρηγορίου Λεγέλλη Μετζ. πέντε (5), εις το Aναγνωστήριον Aνάπτυξις Μετζ. δεκαπέντε (15) αν εισέτι . υφίσταται. Εις την Σταυρούλαν Αθ. Κορκολή Μετζ. δέκα (10), εις την εκ Λεσβορίου ή μάλλον εξ Αγιάσου Ελένην Γεωργίου Καλογερέλλη διδασκάλισσαν Μετζ. δεκαπέντε (15), εις την εν τω θανάτω ευρεθείσαν υπηρέτριάν μου αφίημι Μετζ. δεκαπέντε (15). Εις τους αναφιησομένους τυχόν κληρονόμους αφίημι το όλον Μετζ. πέντε (5). Τοις εκτελεσταίς της παρούσης διαθήκης ανά τρία Μετζήτια εκάστω το όλον (9). Πληρωθήσονται δε μέρος μεν των χρημάτων άμα τη αποβιώσει μου τα αναγκαιούντα και όσα απαιτεί η τότε περίστασις, τα δε λοιπά βαθμηδόν εκ των εισοδημάτων των κτημάτων άχρι της τελείας αποπληρώσεως απάντων των χρεών και των ευρεθησομένων χρεωστικών ομολόγων και όλων των εξόδων. Ούτω διατάσσω επειδή θέλω και επιθυμώ να μένουν δια παντός τα κτήματα ανεκποίητα αναφαίρετα και αναπόσπαστα τη ιερά Εκκλησία της Θεοτόκου ως προβολή (συρμαγιά). Μετά δε την τελείαν αναπλήρωσιν απάντων των χρεών εξόδων και ψυχικών μου εκ των εισοδημάτων των κτημάτων μου διατάσσω τα εξής. Να συνάζεται εκ των εισοδημάτων μου το τριετές εισόδημα δύο έτη μαξουλούδηκα και εν κησίρι να δαπανώνται Μετζήτια τριακόσια (300) ανά πάσαν τριετίαν προς αγοράν οικίσκου και ελαιοκτηματίου δι’ εν κοράσιον το πλέον ατυχές άμοιρον πειναλέον να το υπανδρεύουν οι εκτελεσταί η δε τοιαύτη προιξ θα μένη πάντοτε ανεκποίητος θα δίδωνται εις την κατοχήν των μελλονύμφων κορασίων και θα μεταβαίνουν κληρονομικώ δικαιώματι εις τους κληρονόμους αυτών. Ούτω θα προικισθή τότε ιδιαιτέρως και ο παρ’ εμοί διαμένων Προκόπιος Aριστείδου Βαρβάκη. Ούτω θα προικισθή και η Ελένη αδελφή της αναδεκτής μου Ελένης Μεθοδίου Γρηγορίου Κηχειλέλη. Ότι θα προικισθή το θυγάτριον Ελένη Κωνσταντίνου Πανάγηνας ήτις θα διανέμει εξ ίσου και η Φιλιξώ. Ούτω θα προικισθή και μία εκ των θυγατέρων Παναγιώτου Στυλ. Χατζηπαναγιώτου την οποίαν προίκα θα διανέμουν όλα τα θυγάτρια εξ ίσου. Τα δε λοιπά προικισθησόμενα κοράσια έστωσαν εκ των πλέον απόρων της πόλεως και εκ των νόθων εάν υπάρχουν, περί ων η εκκλησία εξοδεύει ή ζωοτρέφει αυτά. Το δε περίσευμα εκ του τριετούς εισοδήματος το μεν ήμισυ δίδωμι τω Ιερώ Νοσοκομείω της πόλεως μας, το δε έτερον ήμισυ να λαμβάνη η Εκκλησία ήτις θα αγοράζη η Εκκλησία βιβλία και θα τα δίδη δωρεάν εις όλας τας τάξεις αρρένων και θηλέων πλουσίων και πτωχών δημοτικών και Ελληνικών σχολείων αρχίζοντας εκ των μικρών τάξεων έως να φθάσουν τα χρήματα. Εάν το τριετές εισόδημα δεν εξαρκεί τότε θα υπολογίζεται εις τέσσαρα έτη ή τετραετές εισόδημα. Το κοράσιον όπερ κατά τριετίαν θα εκλέγηται δια να προικίζεται ορίζω καιρόν τον Αύγουστον επί παρουσία του κατά καιρόν Μητροπο-
λίτου αγίου Μυτιλήνης εάν προσκληθή εις την πανήγυριν, διότι πολύ πιθανόν να απουσιάζη εις Κωνσταντινούπολιν συνοδικός, όνπερ επικαλούμαι ως προστάτην και πατέρα και αντιλήπτορα των ορφανών και χηρών, και των εκτελεστών της Διαθήκης μου ταύτης των εν τη παρούση μυστική Διαθήκη αναφερομένων θα εκλέγηται εν αμεροληψία και ακεραιότητι. Εκτελεστάς της Διαθήκης μου ταύτης διορίζω και αποκαθιστώ τους αξιοτίμους και ευυπολήπτους Κυρίους Ευστράτιον Μιχαήλου Τζανετέλλην Δικηκόρον, Δημήτριον Τζάνου Βαμβουρέλλην Δικηγόρον και Μιχ. Δημητρίου Καβιάδην, τους οποίους παρακαλώ και αντιβολώ όπως αναλάβωσι πάσαν φροντίδα υπέρ της κατά γράμμα ανελλιπούς εκτελέσεως των εν τη παρούση Διαθήκη μνημονευομένων τελευταίων μου τούτων διατάξεων, εις ους ανατίθημι πάσαν φροντίδα και ευθύνην κατά το Ιερόν Χριστιανικόν καθήκον εν αμερολήπτω χαρακτήρι δώσας αυτοίς πάσαν ισχύν και κύρος. Επειδή δε έθος τοις πατριώταις μου το αχαριστείν και μνησικακείν και το μη εκτελείν τα καθήκοντα αυτών και τους όρους εκάστης Διαθήκης, αλλά να παραμελώνται. Εάν εις την Διαθήκην μου συμβή τοιούτόν τι, τότε παρακαλώ και επικαλούμαι εις βοήθειαν και αντίληψιν το Μητροπολιτικόν Συμβούλιον η Μητροπολιτικόν Δικαστήριον μετά του Μητροπολίτου Μυτιλήνης να αναλάβωσι πάσαν φροντίδα προς πλήρωσιν των όρων της Διαθήκης μου ταύτης και τότε θα δίδεται λεπτομερής λογαριασμός εσόδων τε και εξόδων. Όταν η κατά γράμμα εκτέλεσις παραμεληθή παρά των πατριωτών μου και παραμελήσουν ούτοι, τότε τα ρηθέντα κτήματα εμού του Διαθέτου XατζηΒλασίου θα μεταβαίνουν εις την απόλυτον πληρεξουσιότητα και Δεσποτείαν του Ιερού Νοσοκομείου της Μυτιλήνης απροφασίστως όπως εκτελώνται εκείσε οι όροι της Διαθήκης μου ταύτης. Επειδή ο άρτος και ο οίνος ο μεταχειριζόμενος εις τα δισκοπότηρα προς μετουσίωσιν πρέπει να ήναι καθαρώτατος κατά το λόγιον και παραγγελίαν του Ιησού Χριστού και επειδή εφ’ όλην την δωδεκαετίαν μετερχόμενος την γραμματείαν της Εκκλησίας είδον με όσην αδιαφορίαν και ανευλάβειαν να αγοράζουν δολωμένα και ξυνά κρασιά και μεταχειρίζωνται οι ιερείς εις τα δισκοπότηρα, το δε αμπελάκι, το οποίον επί τούτω ηγόρασα, δεν ωριμάζει τα σταφύλια, τούτου ένεκα να αγοράζη η Εκκλησία κατ’ έτος δύο φορτία Καλλονιάτικα σταφύλια εγκαίρως, να τα θλίβη με τα χέρια και όχι να τα ζολούν και πατούν με πόδια ακάθαρτα, να τραβούν έπειτα το κρασί καθαρώτατον εντός εις δύο βαρέλια, να τα διατηρούν καθαρά και χωρίς να ξυνίσουν, το οποίον γίνεται αν κρεμασθή εντός των βαρελίων βοκαλάκι με γιάργυρον (υδράργυρον) καλά στυπωμένον, όπερ το βαστά πολύν καιρόν η ψυχρότης χωρίς να λάβη την παρά μικράν ξυνάδα και τότε δεν αμαρτάνει ο Ιερεύς. Εξήλθε, λέγει η θεία γραφή, εκ της αγίας ταύτης πλευράς (του Ιησού Χριστού) «αίμα και ύδωρ» αμφότερα θερμά εις τύπον των Μαρτυρίων και τα λοιπά τούτο σημαίνει το ζέον ύδωρ χυνώμενον εις τα δισκοπότηρα. Κατ’ ουδένα τρόπον δεν το επιτρέπει η θρησκεία να
αγοράζωνται ξυνά κρασία και δολωμένα με διάφορα χόρτα και ύψον. Τα κτήματα θα καλλιεργώνται χρείας τυχούσης, το δε τσεπελίκι κατ’ έτος και όχι να παραμελώνται όπως έβλεπον να συμβαίνη επί μίαν δωδεκαετίαν μετερχόμενος την γραμματείαν της Ιεράς Εκκλησίας. Aγιάσω, τη 2 Ιουλίου 1908 XατζηΒλάσιος Δημητρίου βεβαιώ τα άνω ιδιοχείρως Aκολούθως προσεκάλεσα τους επομένους μάρτυρας ασχέτους πάσης συγγενείας προς αλλήλους και προς εμέ τον Διαθέτην και εις ουδεμίαν υπό του νόμου οριζομένην εξαίρεσιν υποκειμένους, τους αξιοτίμους Κυρίους παρακατιών λεχθησομένους και Ιδιοχείρως γραφησομένους και εδήλωσα εις αυτούς ότι τα άνωθι γεγραμμένα είναι η Μυστική Διαθήκη μου και παρεκάλεσα αυτούς να μαρτυρήσωσι περί της γνησιότητος ταύτης και των αξιοπίστων υπογραφών αυτών. Αγιάσω, τη 2 Ιουλίου 1908 χιλιοστού ενιακοσιοστού ογδόου έτους σήμερον την ετελειοποίησα εγράφησαν και οι μάρτυρες.
XατζηΒλάσιος Δημητρίου επαναθεωρήσας την ακρίβειαν των εν τη παρούση Διαθήκη διατεθειμένων Υπογράφω ιδίαις χερσί
Ο Εφημέριος Παπαθεόφραστος
Οι μάρτυρες Λεωνίδας Γ. Σαμοθρακής παρών Γρ. Δ. Σκορδέλλης » Κομνηνός Δ. Αμανίτου » Δ. Χριστοφίδης » Παναγιώτης Κ. Νουλέλης » Σωκράτης Αγγελή » Παναγιώτης Εύα. Βαμβουρέλλης μάρτυς
Θεοδώρου
ΧΡΟΝΙΚΑ ΤΟ
ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ
ΤΩΝ “ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΩΝ ΕΝΩΣΕΩΝ„ Την 16ην Ιουλίου αφίκοντο εις Μυτιλήνην και τη επομένη επεσκέφθησαν το ημέτερον Ι. Προσκύνημα υπό την ηγεσίαν του αιδεσιμολ. Κατηχητού κ. Aγγέλου Νησιώτου υπερτετρακόσια μέλη των υπό την προεδρείαν αυτού εν Aθήναις και Πειραιεί «’Ορθοδόξων Χριστιανικών Ενώσεων». Εις τους ευσεβείς τούτους εκδρομείς ο Ι. Κλήρος, αι τοπικαί Aρχαί και ο Λαός της ‘Αγιάσου επεφύλαξαν θερμοτάτην υποδοχήν, ως εξής δε περιγράφει τα κατ’ αυτήν η «Καινή Κτίσις», περιοδικόν όργανον των εν λόγω Ενώσεων, εκδιδομενον από πενταετίας εν Aθήναις :
ΕΙΣ ΤΗΝ ΑΓΙΑΣΟΝ Ευθύς μετά την Λειτουργίαν οι εκδρομείς μετέβησαν δι’ 20 μεγάλων λεωφορείων αυτοκινήτων, επιταχθέντων υπό του κ. Νομάρχου επί τούτω, εις Αγιάσον, ίνα προσκυνήσωσι την θαυματουργόν Εικόνα της Θεοτόκου, την φυλασσομένην από του έτους 830 μ.X. Οι εκδρομείς κατά την διαδρομήν μέχρις Αγιάσου εύρον την ευκαιρίαν να γνωρίσουν τας φυσικάς καλλονάς της Νήσου, ως και την ευγένειαν των κατοίκων των χωρίων των ευρισκομένων παρά την οδόν την άγουσαν εις την Αγιάσον, τον κόλπον της Γέρας, την τοποθεσίαν Καρίνην με την μαγευτικωτάτην της θέσιν, με την θαυμασίαν και πλουσίαν εις ύδωρ πηγήν, τους ελαιώνάς της και τους κήπους της. Μετά διαδρομήν μιας ώρας οι εκδρομείς έφθασαν εις την Αγιάσον, πόλιν κατάφυτον, ιδρυμένην εντός ευρυχώρου κοιλάδος με πλουσίαν βλάστησιν και άφθονα νερά ! Οι κάτοικοι της Αγιάσου υπεδέχθησαν τους εκδρομείς μετά πολλής προσηνείας και με κωδωνοκρουσίας. Είχον σημαιοστολίση την πόλιν και είχον αναρτήση επιγραφάς «καλώς ήλθατε» και ωδήγησαν περί την 11 π.μ. τους εκδρομείς εις τον υπέροχον ναόν της Θεοτόκου, όπου είναι αποτεθειμένη η Εικών της Παναγίας της Αγιάσου (Αγία Σιών). Εις την είσοδον του ναού υπεδέχθη τον Πατέρα Άγγελον και τους εκδρομείς ο Aρχιερατικός Επίτροπος της Αγιάσου και Ιερατικός Προϊστάμενος του Προσκυνήματος αιδεσιμολογιώτατος Πρωτοπρεσβύτερος κ. Εμμανουήλ Μυτιληναίος μετά του Κλήρου της πόλεως και εισήγαγεν αυτούς εις τον ναόν, θαυμασίως κεκοσμημένον και στηριζόμενον επί διπλής σειράς κιόνων Κορινθιακού ρυθμού, των οποίων τα κιονόκρανα είναι θαυμάσια εις τέχνην. Ευθύς εψάλη η Παράκλη-
σις υπό της χορωδίας των Ενώσεων προ της Εικόνος, η οποία σώζεται από 1100 έτη και είναι προ του εικονοστασίου, αντίγραφον δε αυτής έξοχον, ως ήτο προ 1000 ετών, είναι επί του εικονοστασίου με επένδυσιν χρυσήν ανοιγομένην, ώστε να κινούν τον θαυμασμόν του προσκυνητού η τε ζωγραφική αυτής και η χρυσή επένδυσις. Μετά το Ευαγγέλιον της παρακλήσεως ο Aρχιερατικός Επίτροπος ανήλθεν επί του άμβωνος και προσεφώνησε τους εκδρομείς . Ανεμνήσθη της αρχής του έργου των Ενώσεων από του Ιδρυτού αυτών αειμνήστου Παπά Μάρκου και την θαυμασίαν πρόοδον αυτών υπό την ηγεσίαν του Πατρός Aγγέλου. Συνεχάρη αυτόν δια την πρωτοβουλίαν των προσκυνηματικών εκδρομών των Ενώσεων και ηυχήθη εις τας Ενώσεις την βοήθειαν της Υπεραγίας Θεοτόκου, την οποίαν επισκέπτονται εν τω Προσκυνήματι της. Εις ταύτα απαντών ο Πατήρ Άγγελος, ηυχαρίστησε τον Aρχιερατικόν Επίτροπον δια τους υπέρ των Ενώσεων λόγους του και δια τας υπέρ αυτών ευχάς του και δια την θερμήν υποδοχήν, της οποίας τα Μέλη των Ενώσεων ηξιώθησαν εν Αγιάσω. Ανεμνήσθη των αγώνων του Πατρός Μυτιληναίου δια την συγκρότησιν ομίλων Νέων και Νεανίδων εν Αθήναις, εξ ων ανεχώρησε δια να αναδείξη το Προσκύνημα εις την εμπρέπουσαν αυτώ αίγλην και να γνωσθή το μεγαλείον αυτού δι’ ιδιαιτέρου Περιοδικού «Αγία Σιών», εκδιδομένου υπ' αυτού. Αι Ενώσεις, είπεν, είναι ευτυχείς δια την επίσκεψίν των εις το πάνσεπτον σκήνωμα της θαυματουργού Εικόνος της Παναγίας, εις ην προέβησαν και διότι προσεκλήθησαν υπό του Σεβασμιωτάτου και διότι έλαβον θάρρος εκ της παρουσίας φίλου εν τω Ιερώ Προσκυνήματι.Έχουν δε ανάγκην της θείας δυνάμεως δια να συνεχίσουν έργον θείον της πνευματικής αναγεννήσεως της σημερινής κοινωνίας, η οποία θα κατορθωθή δι’ ισχυράς θρησκευτικής πνοής, η οποία πρέπει να εμπνευσθή εις την Κοινωνίαν. Ζωηρόν θρησκευτικόν φρόνημα με πραγματικήν επίδρασιν επί των ατόμων, οικογενειών και του Έθνους εν γένει θα είναι η πηγή της προόδου και της ευημερίας αυτών. Δια τούτο οργανώσεις αποσκοπούσαι να συμβάλλουν εις την πνευματικήν ταύτην αναγέννησιν πρέπει να αισθάνονται το έργον των ως συμβολήν εις το έργον της Εκκλησίας και να καταφεύγουν εις αυτήν και εις την εν αυτή υπάρχουσαν αλήθειαν και ζωήν δια να βοηθήσουν το Κράτος εις την ανύψωσιν των πολιτών δια της θρησκευτικής και ηθικής διδασκαλίας, συντελούσαι ούτω μετά της Εκκλησίας εις την ανάπτυξιν του Νέου Ελληνικού Πολιτισμού, εστεφανωμένου με τον φωτοστέφανον της θείας Αληθείας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Μετά τους λόγους εσυνεχίσθη η Παράκλησις και είτα ετελέσθη Αγιασμός με σταυρόν φέροντα σεβαστόν τεμάχιον εκ του Τιμίου Ξύλου του Σταυρού. Εις το τέλος προσήλθον όλοι οι προσκυνηταί και έλαβον εντός φιαλών, τας οποίας έκαστος είχεν, εκ
Ο Σεβ. Μ ητροπολίτης Μ υτιλήνης κ. κ. Ιάκωβος εν μέσω των εκδρομέων των «Ο ρθοδόξω ν Χριστιανικών Ε νώ σ εω ν » μετά την εν τω ι . ναώ του Α γ . Θ εράποντος τελεσθείσαν επί τη α φίξει των δέησιν.
του αγιασμού. Ο αιδ. Πατήρ Εμμανουήλ Μυτιληναίος διένειμεν εις όλους τους προσκυνητάς αντίτυπον της Εικόνος της Θεοτόκου, αναμνηστικόν της επισκέψεως των Ορθοδόξων Χριστιανικών Ενώσεων μετ’ επιγραφής αυτών. Είτα εγένετο υποδοχή των Μελών του Δ. Συμβουλίου εις τα οικήματα του Προσκυνήματος και τα Μέλη αυτού έτυχον εξαιρετικών περιποιήσεων και υπό του Αρχιερατικού Προϊσταμένου και υπό του Προέδρου του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου κ. Θεμιστοκλέους Μακαρώνη και του λοιπού ιερατικού προσωπικού του Προσκυνήματος. Οι δε εκδρομείς εξεχύθησαν εις την Αγιάσον και έτυχον προθύμου υποδοχής υπό των κατοίκων της. Ούτως επεσκέφθησαν τον Ναόν της Ζωοδόχου Πηγής, ένθα εφυλάσσετο η θαυματουργός Εικών επί πολλούς αιώνας, και τον Κήπον της Παναγίας, εις θαυμασίαν τοποθεσίαν της Αγιάσου. Περί την 4ην μ.μ. της Δευτέρας ανεχώρησαν οι εκδρομείς εξ Αγιάσου, προπεμφθέντες υπό των κατοίκων αυτής, και επέστρεψαν περί την 5ην εις Μυτιλήνην.
ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ
ΑΓΙΑΣΟΥ
Την 20ήν Αυγούστου ε.έ. επανελήφθη εν Αγιάσω ενώπιον του Σεβ. Μητροπολίτου και πολλού εκλεκτού κόσμου, επί τούτω ελθόντος εκ Μυτιλήνης, η ολίγον πρότερον δοθείσα παράστασις του εις το γλωσσικόν ιδίωμα της Αγιάσου γεγραμμένου ηθογραφικού έργου του κ. X. Κανιμά «Τι να τα κάνω τα καλά!» Προ της ενάρξεως της παραστάσεως ο καθηγητής κ. Μήτσος Σκλεπάρης έκαμεν ενδιαφέρουσαν ανάλυσιν του έργου, ην ευχαρίστως δημοσιεύομεν ενταύθα.
Το Αναγνωστήριο της Αγιάσου «Η Aνάπτυξις» με τη δράση του που λογαριάζεται πάνω από σαραντάχρονη, κατώρθωσε να προπαρασκευάσει το δρόμο, να προλειάνει το έδαφος, να δημιουργήσει την κατάλληλη ατμόσφαιρα. Και έτσι σήμερα ό,τι ωραίο, ό,τι εκλεκτό έχει να επιδείξει η πνευματική Αγιάσος ξεπετάχτηκεν από τα σπλάχνα του Aναγνωστηρίου. Μέσ’ στην πνευματική αυτή φωληά μεγάλωσαν τα πνευματικά τέκνα της Αγιάσου. Στον ερασιτεχνικό όμιλο του Aναγνωστηρίου κατέφυγε το 1933 η οργανωτική Επιτροπή της Aγροτικής τότε Εβδομάδος, και από τότες και από κεί έχει τη ρίζα της η ιστορία της συγγραφής του έργου: «Τι να τα κάνω τα καλά!» Τι θέλει να μας πη ο συγγραφεύς με το έργο του; Γύρω στο ζήτημα της αποκατάστασις ενός κοριτσιού, της γυναίκας γενική, δύο είναι οι ιδέες που αναπτύσσονται. Η μια είναι συνυφασμένη με το ίδιο το ζήτημα, με το ίδιο το θέμα : η ευτυχία στη ζωή. Τι είναι κείνο που κάνει, αν όχι ευτυχισμένη, τέλος πάντων υποφερτή, ανθρώπινη, τη ζωή ενός αντρογύνου, μιας οικογενείας.
Για να λυθεί το πρόβλημα αυτό θέλει νου, κρίση και πείρα, και αυτά τα συγκεντρώνει ο παππούς του σπιτιού. Αυτός έχει στη ράχη του ένα παρελθόν, ζει και βλέπει και νιώθει το παρόν και κρίνοντάς τα, συγκρίνοντάς τα αυτά, θερμαίνοντάς τα με την καρδιά του, πάει να δώσει τη σωστή λύση στο ζήτημα πολύ ψυχολογημένα, χωρίς όμως να τον ακούν. Μόνο εκ των υστέρων έρχονται ν’ αναγνωρίσουν πως είχε δίκηο. Η άλλη ιδέα είνε μια πίκρα που σταλάζει στην ψυχή όσων βλέπουν την ραγδαία εξέλιξη, το ξεμάκραιμα από τις παλιές αξίες, από τον παλιό τρόπο ζωής. Είναι το παράπονο που δοκιμάζουν όσοι κλείσανε μέσα τους τον παλιό κόσμο, όσοι τον ζήσανε. Τα χρόνια της ζωής που έχουν στη πλάτη τους, τους κάνουν να τον αντικρύζουν με κάποιο ρωμαντισμό, με μια γλυκιά νοσταλγία, συγκρίνοντάς τον με τον ψευτομοντερνισμό και τον ψευτοπολιτισμό. Είναι ο παλιός, ο τετράγωνος άνθρωπος με το ηθικό του κύρος και με μιαν αρχοντιά σ’ όλα του. Ο γαμπρός του «Μπουτέλι» πλησιάζει αυτό το ιδανικό. «Είναι παλληκάρι σε όλα του», αντίθεα με τη μίζερη, χωρίς δικό της ψυχικό κόσμο, που ντρέπεται να τον δείξει, που φοβάται μη θεωρηθεί καθυστερημένη, οπισθοδρομική, την καινούργια γενιά. Και έτσι τον κόσμο αυτόν τον προδίνει, τον δολοφονεί, συνεπαρμένη από τον εξευρωπαϊσμό και τη ρηχή του επιφανειακή μόνο μίμηση. Είναι τα «φραγκέλια» και οι «σπιρτολόγοι» που ντρέπεται κανείς να τους μιλήσει. Και οι δυο ιδέες έχουν σκοπό ηθικό, διδακτικό και όμως η τέχνη δεν προδίνεται καθόλου. Το συμπέρασμα αφήνεται να το βγάλει μόνος ο αναγνώστης ή ο θεατής. Το πρόβλημα της ευτυχίας στη ζωή δίνει στο έργο ένα άπλωμα μ’ όλο του το τοπικό χρώμα και μια γενικότητα. Είναι το βασικώτερο πρόβλημα της ζωής μας. Και η ευτυχία δεν βρίσκεται στα πλούτη, στα καλά. Τα πλούτη δεν κάνουν τον άνθρωπο, ο άνθρωπος κάνει τα πλούτη· αυτά είναι ένα μέσο που πρέπει να ξέρεις να το μεταχειρίζεσαι. Το ζήτημα είναι για το μέσα πλούτο, για το μέσα μας κόσμο, όπως λέγει ο Σολωμός· βρίσκεται στην αγάπη, στην ομόνοια, στην σύμπνοια, που μέσα σ’ αυτήν ζει, πρέπει να ζει και να κινείται μια οικογένεια και γενικά κάθε άνθρωπος. Το άλλο είναι ζήτημα λαογραφικό, ηθογραφικό, μα πάλι με την ηθική άποψη που το βλέπει ο συγγραφέας, που πρέπει να το δούμε και μεις, καταντα ζήτημα πολιτισμού, χρέους και ευθύνης μιας γενεάς απέναντι στην κληρονομιά και τις παραδόσεις της περασμένης, στη φυλή της, στο έθνος της. Είναι το καθήκον που έχουμε να τα σεβαστούμε όλ’ αυτά, να τα γνωρίσουμε, να τα μελετήσουμε πλέρια, να τα χαιρόμαστε πνευματικά.
Ας γυρίσουμε όμως στην υπόθεση του έργου. Είναι το ψυχικά δράμα σ’ όλο του το βάθος ενός κοριτσιού μ' έναν έρωτα αγνόν ειδυλλιακό. Η αγάπη είναι ένα ανατουράλι που τόχει φυτεμένο στην καρδιά της και το ποτίζει, το περιποιείται με τη λατρεία που δείχνουν τα κορίτσια στα λουλούδια. Δεν είναι όνειρο αυτό. Είναι η πραγματικότητα που παρουσιάζεται στον ύπνο της συμβολικά, αλληγορικά. Μα η θέληση των γονιών, απαρέγκλητη, σκληρή, αυταρχική, άκαμπτη, «μόνο αυτοί μπορούν να έχουν λόγο για την τύχη των παιδιών τους», έρχεται να ξεσκίσει τη λεπτή ταντέλα των ονείρων της. Βλέπουμε το Χρυσώ να υποφέρει ψυχικά. Η ψυχή της είναι μια καρφιτσωμένη πεταλούδα που φτεροκοπά από την αγωνία, τινάζοντας τη χρυσόσκονη των φτερών της. Το τέλος της πρώτης πράξης, άθελα με τη λέξη «φόνισσα» βαλμένη στα χείλη του παππού για τη μάννα, μου θύμησε τη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη. Κι’ εδώ κι’ εκεί είναι μια μητέρα, που τυφλωμένη από την ενστικτώδικη αγάπη στα παιδιά της - στα κορίτσια- στον αγώνα της για την αποκατάστασή τους, οδηγώντας τα τάχα για την ευτυχία, τα σπρώχνει στον όλεθρο. Η τραγική ειρωνεία. Όμως εκεί το πράγμα τελειώνει, γιατί τα παιδιά πνίγονται από τα ίδια τα χέρια της γιαγιάς. Μένει μόνο η συνείδηση που έρχεται να ελέγξει τη πράξη και να δείξει τη φρικαλεότητά της. Εδώ όμως θα συνεχίζεται μια ζωή δυστυχισμένη, ο θάνατος και η δολοφονία θα γίνεται καθημερινά. "Υστερα απ' την πρώτη επαφή των συμπεθερικών αρχίζει να φέγγει αγνά μια αμφιβολία, μια μετάνοια στην ψυχή της μητέρας γι’ αυτό που πάει να κάνει. Μα αυτό το συναίσθημα δεν είναι καθαρό. Aπό αντίδραση και εγωισμό; γιατί δεν θέλει να φανερώσει την ενοχή της; από αδυναμία; Ή μην γελιέται τάχα; Άβουλη και παλίμβουλη. Ίσως η κόρη της να καταφέρει να τον τραβήξει στα νερά της αυτόν τον τραχύν, τον άξεστο τσομπάνο και «να τον κάνει αηδόνι». Έτσι πάει να δικαιολογήσει τον εαυτό της και την πράξη της. Και έτσι αφήνει τα πράγματα να εξελιχθούν μόνα τους. Τα γεγονότα στο τέλος έρχονται απανωτά και μαζί η λύση. Ο γαμπρός κοντά στ’ άλλα αποδείχνεται και κλέφτης. Έρχεται η κάθαρση. Aπό το σπίτι τον διώχνουν, στο δρόμο τον πιάνει ο νόμος. Η αρετή, η τιμιότητα, η εγκαρτέρηση νικούν και βραβεύονται στο τέλος. Ο όμορφος κόσμος, ο ηθικός, ο πλασμένος αγγελικά, για να θυμηθώ τα λόγια του Σολωμού. Η Παναγιά η Αγιασώτισσα, που στην προσευχή της την κάλεσε η μητέρα, σα μητέρα κι’ αυτή έβαλε το χέρι της. Σήκωσε το μαύρο σύγνεφο που για μια στιγμή πήγε να θολώσει το μυαλό τους, λύθηκε ο βραχνάς που τους πλάκωσε, και το σπίτι με τη βαριά, την καταθλιπτική του ατμόσφαιρα, θα γεμίσει από τα τραγούδια του χορού των κοριτσιών, που έρχονται να τραγουδήσουν τη νύφη, και από την ευθυμία του παππού. Πώς είναι γραμμένο το έργο;
μετά του αιδ.
Ο
A ντιπρόεδρος
Ι
των Ο ρθοδόξων Χριστιανικών Ε νώ σ εω ν » . Προσκυνήματος κ. Θ . Μ ακαρώνη.
Ε πιτρόπου Α γιά σ ο υ και του Προέδρου του
Πρόεδρος και ο
A ρχιερ.
Το πρώτο-πρώτο που έχει να παρατηρήσει κανείς, είναι, ότι δεν είναι καθόλου αυτό που λέγει ο Ψευδολογγίνος εις το «περί ύψους» έργον του: «καινόσπουδον περί τας νοήσεις». Κάθε ήρωας ζει, κινείται, εκφράζεται, εξωτερικεύεται, σκέπτεται σύμφωνα με τη φύση, το χαραχτήρα του. Και ο χαραχτήρας είναι ανθρώπινος, αληθινός με τις δικαιολογημένες διακυμάνσεις του. Είναι γραμμένο με την παρθενική απλότητα, τη συναρπαστική ορμητικότητα των συγγραφέων που βγαίνουν μέσ’ απ' τη λαϊκή ψυχή. Τέτοιος είναι και ο αιδεσιμώτατος Κανιμάς. Ιδιοσυγκρασία καλλιτεχνική. θρεμμένος, εμποτισμένος απ' τη λαϊκή ψυχή, γνώστης και αναλυτής της ως τα κατάβαθά της. Γεννημένος καλλιτέχνης : γεννάται γαρ φασι στα μεγαλοφυή και ου διδακτά παραγίγνεται· και μία τέχνη προς αυτά: το πεφυκέναι. Για να θυμηθώ πάλι το Ψευδολογγίνο. Έτσι τα ελαττώματά του, μπροστά σ’ αυτό που μας παρουσίασε αυτοδίδακτος, ωδηγημένος μόνο και μόνο από το καλλιτεχνικό ένστιχτό του, πρέπει να τα κρίνει κανείς μ’ επιείκεια. Δεν είναι εύκολο να γράψει κανείς, δεν είναι του τυχόντος, με τις συνθήκες και προϋποθέσεις που το έγραψε ο αιδεσιμώτατος Κανιμάς, όχι σε ώρες σχολής, μα αντίθετα πάνου στη δουλειά του. Το έργο του είναι μια ηθογραφία, γραμμένη με αίσθημα και συγκίνηση, με τρόπο απλό, απέριττο και αληθινό· είναι σκηνές που συγκλονίζουν και μας προξενούν ένα ανατρίχιασμα, επειδή είναι αληθινές, με την έννοια του αληθινού που δίνει ο Όσκαρ Ουάιλντ στη τέχνη: «η αλήθεια στην τέχνη, λέγει, δεν είναι σύμπτωση της κεντρικής ιδέας με κάποια τυχαία εκδήλωση∙ δεν είναι η ομοιότητα που έχει το σχήμα με τη σκιά του η το καθρέφτισμα της μορφής με τη μορφή· δεν είναι διόλου ο αντίλαλος που έρχεται από κάποιο βαθουλωμένο λόφο· ούτε είναι η ασημένιο πηγή που δείχνει το φεγγάρι στο φεγγάρι, και το Νάρκισσο στον εαυτό του. Η αλήθεια στην τέχνη είναι η ένωση που έχει ένα πράγμα με τον εαυτό του: είναι ο έξω κόσμος που εκφράζει τον από μέσα, το κορμί που με την ψυχή γίνεται ένστιχτο». Και γιατί δίνεται η σημερινή παράσταση; Είναι για να σας χαρίσουμε μια ψυχαγωγία. Μα και για κάτι άλλο ακόμα. Τα έξοδά της θα διατεθούν για την έκδοση του έργου. Το Αναγνωστήριο, σαν πνευματικός οργανισμός, φιλοδοξεί να χαρίσει στο κόσμο των γραμμάτων ένα κείμενο του γλωσσικού ιδιώματος του χωριού μας, σ’ όσους θέλουν να το μελετήσουν γλωσσολογικά. Και είναι το πιο πλούσιο, το πιο εκφραστικό, το πιο παραστατικό ιδίωμα του νησιού μας. Δείχνει μια ψυχή πλούσια, πολύτροπη, πολυσύνθετη, μεστωμένη στις κακίες της, στις μικρότητές της και στις αρετές της. Και θέλει ακόμα να το χαρίσει και σαν έργο τέχνης σ’όσους μπορούν να το χαρούν σαν τέτοιο, γιατί το αξίζει,
ΕΝΤΥΠΩΣΕΙΣ
ΕΠΙΣΚΕΠΤΟΥ
Εις την «Πρωίαν» των Aθηνών της 24ης Ιουλίου ε.έ. εδημοσιεύθησαν τα κάτωθι χαρακτηριστικά περί του ημετέρου Ι. Προσκυνήματος υπό διακεκριμένου επισκέπτου :
‘Η Αγιάσο της Λέσβου, μια από τις ωραιότερες κωμοπόλεις του νησιού, με κλίμα υγιεινότατο και με σπουδαίες φυσικές καλλονές, επροικίσθη από την Θείαν Πρόνοιαν και με το Ιερόν Προσκύνημα του ναού της Παναγίας, εις τον οποίον ναόν είνε εναποτεθειμένη η θαυματουργός εικόνα της Παναγίας της Αγιάσου, η επωνομαζομένη «Αγία Σιών». Θρύλος αρχαίος φτερουγούσε από στόμα σε στόμα, χρόνια, στην Αγιάσο και στο νησί ολόκληρο, ότι εις το Ιερόν Προσκύνημα της Παναγίας της Αγιάσου, εις το θαυματουργόν δηλαδή εικόνισμά της και εις το όπισθεν αυτού μέρος ήταν «εντοιχισμένη» (αν επιτρέπεται η φράσις), ποιός ξέρει από πότε, μια άλλη ακόμα εικόνα της Παναγίας. Η μια εικόνα δηλαδή, μέσα εις την άλλη !... Ο θρύλος συνεχιζότανε μεταξύ των ευσεβών, αλλά κανένας δεν τολμούσε να πειράξη, ν’ «ανατάμη» την αγίαν εικόνα. Προ τινος καιρού όμως, οι επίτροποι του Ιερού Προσκυνήματος της Αγιάσου, προτρεπόμενοι και από θείαν, ως φαίνεται, καθοδήγησιν, απεφάσισαν να ερευνήσουν και να αποκαλύψουν το μυστήριον της δευτέρας εικόνος. Πράγματι, όπως γράφει και το έγκριτον επιχώριον θρησκευτικόν περιοδικόν η «Αγία Σιών», μετεκλήθη από τας Aθήνας ειδικάς τεχνίτης, τη συστάσει του διευθυντού του Βυζαντινού μουσείου κ. Γ. Σωτηρίου, ο οποίος επί παρουσία του Σεβ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης, του Πανοσιολ. Πρωτοσυγκέλλου, του Aρχιερατικού Επιτρόπου Αγιάσου κ. Μυτιληναίου και των επιτρόπων του ναού, απηλευθέρωσε την επίχρυσον εικόνα της Παναγίας από το «πλαίσιον» αυτής, το οποίον πλαίσιον εχρησίμευε και χρησιμεύει και ως «κιβώτιον» του Ιερού Προσκυνήματος. Η αποκάλυψις, μετά την απελευθέρωσιν και εξαγωγήν εκ του κιβωτίου της εικόνος της Παναγίας, ήταν καταπληκτική ! Πίσω από την εικόνα και μέσα εις το κιβώτιον ευρέθη «σφηνωμένη» η αρχαία εικών του θρύλου !... Η εικόνα αυτή (εικόνα σημειωτέον μεγάλη) ήταν τόσον κατεστραμμένη, ώστε ηναγκάσθη ο ειδικός τεχνίτης να επέμβη αμέσως δια να την διασώση. Ποιος ξέρει πόσα χρόνια ήταν σφηνωμένη πίσω από την άλλην εικόνα... Παριστάνει και αυτή, όπως και η εξωτερική εικών, την Παναγίαν με το θείον βρέφος (βρεφοκρατούσαν). Δεν γνωρίζω αν ο κ. Σωτηρίου εξέδωκε το πόρισμα της μελέτης του, αλλ' όπως έλεγεν ο ειδικός τεχνίτης, η εικών αυτή είνε σπανιωτάτη του έκτου ή εβδόμου- αν ενθυμούμαι καλά- αιώνος. Αν αυτό βγη αληθινό, τότε πρόκειται περί σπουδαίου κειμηλίου της Αγιάσου και του χριστιανισμού. Η ιερά εικών της Παναγίας της Αγιάσου, η Παναγία η
«Οδηγήτρια», η Αγία Σιών, θεωρείται και είνε η «πρώτη κάτοικος» και η θεμελιώτρια της κωμοπόλεως. Η εικόνα είνε καλυμμένη από ολόχρυσο «ομοίωμα» της Παναγίας και του Χριστού, που αφήνει ακάλυπτα μόνον τα πρόσωπά των. Aπάνω εις την εικόνα είνε γραμμένη η φράσις : «Μήτηρ Θεού, η Αγία Σιών». (Σιών ήτο ο ιερός λόφος της Ιερουσαλήμ, εις τον οποίον εφυλάσσετο η Κιβωτός της Διαθήκης∙ και εθεωρείτο «κατοικητήριον» του Θεού. Σιών κατ’ επέκτασιν λέγεται και όλη η Ιερουσαλήμ. «Αγία Σιών» αποκαλείται και η εικόνα της Παναγίας, που εζωγραφίσθη στην Ιερουσαλήμ). Την θαυματουργόν εικόνα της Αγιάσου την έφερε στη Λέσβο από την Ιερουσαλήμ, στα παλιά χρόνια, ένας ευσεβής κληρικός και την αφιέρωσε στην εκκλησία των Πιτζιλίων, σημερινή τοποθεσία της Αγιάσου. Τα Πιτζίλια είνε η αρχαία Πενθίλη, η «μητέρα της Αγιάσου» - όπως την ονομάζει και ο επιχώριος ιστορικάς κ. Κολαξιζέλλης. Την Πενθίλην την έχτισεν ο Πενθίλος, γυιός του Ορέστη και της Εριγόνης, θυγατρός του Αιγίσθου. Φαίνεται, λοιπόν, ότι είνε γέννημα τη μεγάλης εκείνης αρχαίας αμαρτίας του Τρωϊκού πολέμου και των συνεπειών του. Επίσης η θαυματουργός εικών της Παναγίας, η Αγία Σιών (μετοικήσασα κατά την παράδοσιν και παρασύρασα μαζί της και τους ευσεβείς από τα Πιτζίλια στην Αγιάσο), έδωκε το όνομά της εις την ωραίαν κωμόπολιν της Λέσβου. Η Αγία Σιών έγινε Αγία Σιώ (κατά το συγκοπτικόν των λέξεων ιδίωμα των Λεσβίων), έπειτα Αγιά Σώ και στο τέλος Αγιάσο, Αγιασώτης, Αγιασώτισσα κλπ. Οι Αγιασώτισσες είνε ωραίες, χαριτωμένες και νοικοκυρές. Δεν πρέπει να κλείση κανείς το περί του Ιερού Προσκυνήματος της Αγιάσου σημείωμα, χωρίς να αναφέρη μετά σεβασμού και θαυμασμού δύο ιερατικάς προσωπικότητας : Τον υπέροχον Μητροπολίτην Μυτιλήνης κ. Ιάκωβον και τον εμβριθή μελετητήν και συγγραφέα Πρωτοπρεσβύτερον κ. Εμμ. Μυτιληναίον. Α. ΑΝΑΠΛΙΩΤΗΣ
Αρχιερατικαί λειτουργίαι χοροστασίαι.
και
Ο Σεβ. Μητροπολίτης ημών ιερούργησεν εν τω Ι. Προσκυνήματι τη 29/6/39 επί μνημοσύνω του αειμνήστου Δημητρίου Χατζησπύρου, μεγάλου ευεργέτου του Ι. Νοσοκομείου και ιδρυτού του Γηροκομείου, και επί μνημοσύνω της μακαρίτιδος Βικτωρίας Στυλ. Χατζηκωνσταντή, ευεργέτιδος του Ι. Προσκυνήματος. Κατ’ αμφοτέρας τας περιστάσεις ταύτας η Α.Σ. εδίδαξεν επικαίρως τον ευσεβή λαόν και έπλεξε τα εγκώμια των μνημονευθέντων ευ-
σεβών και φιλανθρώπων τέκνων της Αγιάσου. - Τη 13η Αυγούστου ε.έ. η Α.Σ. ετέλεσε την θ. λειτουργίαν εν τω Ι. Ναώ της Αγίας Τριάδος επί μνημοσύνω του αειμνήστου μ. ευεργέτου του ναού Γρηγορίου Xατζη Σκορδά και εχειροτόνησεν εις πρεσβύτερον τον έψηφισμένον εφημέριον Σκούντας και εις διάκονον τον έψηφισμένον εφημέριον Δρώτας, αμφοτέρους εκ των μαθητών της Εκκλησιαστικής Προπαρασκευαστικής Σχολής. Η Α.Σ. εδίδαξεν επικαίρως τον ευσεβή λαόν. - Η Α.Σ. εχοροστάτησεν εν τω
Ι
Ο Σεβ. Μ ητροπολίτης Μ υτιλήνης κ. κ. άκωβος μετά του ι . Κλήρου κατά την λιτάνευσιν της ιεράς Εικόνος μετά την θ. λειτουργίαν της 15ης Α υγούστου 1939.
∙1. Προσκυνήματι κατά τας προεορτίους Αγρυπνίας της 10ης, 11ης και 13ης Αυγούστου, κατά τον εσπερινόν του Σαββάτου προ της εορτής (12ην Αυγ.) και κατά τους Μεγάλους Εσπερινούς της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (14ην Αυγ.) και της Αποδόσεως αυτής (22αν Αυγ.), εδίδαξε δ' επικαίρως τον ευσεβή λαόν αφορμηθείς από των συγκινητικωτάτων προς την Υ. Θεοτόκον δύο παρακλητικών Κανόνων. - Την επί τη εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου θείαν λειτουργίαν ετέλεσεν εν τω πανηγυρίζοντι ναώ του Ιερού Προσκυνήματος ο Σεβ. Μητροπολίτης ημών, περιβληθείς την Aρχιερατικήν Στολήν εν τω Σωλέα. Μετά την εν τω περιβόλω του ναού λιτάνευσιν της Ιεράς Εικόνος η Α.Σ. ηυχήθη υπέρ των συρρευσάντων ευσεβών εορταστών και ηυχαρίστησε τους τιμητικώς εις την πανήγυριν προσελθόντας επισήμους. - Την επί τη Αποδόσει της εορτής θ. λειτουργίαν τη 23η Αυγούστου ετέλεσεν η Α.Σ. συμπαραστατουμένη υπό εξ ιερέων και δύο διακόνων, εκήρυξε δε τον θείον λόγον αφορμηθείσα από της αναγνωσθείσης ευαγγελικής περικοπής. - Τω Σαββάτω προ της εορτής (11η Αυγούστου) η Α.Σ. ετέλεσε την θ. λειτουργίαν εν τω νεκροταφειακώ ναώ. μετ’ αυτήν δ' ετέλεσε τρισάγιον υπέρ των αυτόθι άναπαυομένων και προσηυχήθη επί των τάφων. - Τη 14η Σεπτεμβρίου επί τη εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού η Α.Σ. ετέλεσε την θ. λειτουργίαν εν τω Ι. Προσκυνήματι και δια συγκινητικωτάτης ομιλίας έθηκε την κατακλείδα της σειράς των εορτών της Αγιάσου, παραινέσας τα πρέποντα και ευχηθείς υπέρ των ευλαβών προσκυνητών. - Τη 29η Αυγούστου η Α.Σ. προέστη της εν τω Ι. Προσκυνήματι τελεσθείσης κηδείας του τη προτεραία αποβιώσαντος Δημητρίου Aντωνίου, πατρός του Διευθυντού του θεραπευτηρίου «Υγεία». Η Α.Σ. συγκεκινημένη εξήρε τας αρετάς του μεταστάντος, ούτινος την μέχρι και του γήρατος ακαταπόνητον εργατικότητα παρέστησεν ως υποδειγματικήν δια τους επιζώντας. - Η Α.Σ. ο Μητροπολίτης ημών ανελθών εις Αγιάσον τη 24η Σε-
πτεμβρίου εχοροστάτησε κατά την θ. λειτουργίαν και προέστη της εν τέλει αυτής τελεσθείσης δεήσεως επί απειλή σεισμού, εδίδαξε δ' επικαίρως το πυκνόν εκκλησίασμα.
Η εθνική επέτειος της 4ης Αυγούστου. Κατόπιν τηλεγραφικής εντολής της Ι. Μητροπόλεως ετελέσθη εν τω Ι. Προσκυνήματι, ως και εν άπασι τοις ι. ναοίς της περιφερείας, πάνδημος δοξολογία τη 4η Αυγούστου ε.έ. επί τη επετείω της εγκαθιδρύσεως του νέου Κράτους. Κατ’ αυτήν ωμίλησεν επικαίρως ο αιδ. Aρχιερατικός Επίτροπος. Aφ’ εσπέρας ο αιδ. Aρχιερατικός Επίτροπος μετά του περί αυτόν ι. Κλήρου παρηκολούθησε την εν τη πλατεία της Κωμοπόλεως εορταστικήν λαΐκήν συγκέντρωσιν, καθ’ ην ωμίλησαν περί του έργου της Εθνικής Κυβερνήσεως ο θεολόγος κ. Ευστρ. Χατζηαποστόλου κ.ά. και εγένετο αποδεκτόν ψήφισμα επιδοκιμασίας και ευγνωμοσύνης δια το έργον της Εθνικής Κυβερνήσεως, αναγνωσθέν υπό του Προέδρου της Κοινότητος κ. Ιωάνν. Χατζηλεωνίδα. Ο ι. Κλήρος έχων επί κεφαλής τον αιδ. Αρχ. Επίτροπον παρηκολούθησεν επίσης και την υπό της Ε.Ο.Ν. οργανωθείσαν επί τη εθνική ταύτη επετείω μετά μεσημβρίαν της 4ης Αυγούστου εορτήν. Προς τον Αρχηγόν της Κυβερνήσεως κ. Ιωάνν. Μεταξάν εστάλησαν συγχαρητήρια τηλεγραφήματα υπό του Aρχιερ. Επιτρόπου, υπό της Κοινοτικής Επιτροπής, υπό της Επιτροπείας του Ι. Προσκυνήματος, υπό της Εφορίας του Ι. Νοσοκομείου, των λοιπών εν Αγιάσω οργανώσεων και ιδρυμάτων, και πλείστων εγκρίτων πολιτών·.
Η πανήγυρις του Ιερού Προσκυνήματος. Τη 15η Αυγούστου επί τη εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου επανηγύρισε μεγαλοπρεπούς ο I. ναός του ημετέρου Ι. Προσκυνήματος, προεξάρχοντος του Σεβ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ.κ. Ιακώβου εν μέσω πολυπληθεστάτου ευσεβούς πληρώματος, κατά χιλιάδας συρρεύσαντας εξ όλης της Λέσβου και των άλλων νήσων του Aρχιπελάγους, καθώς και εκ της Πρωτευούσης και πολλών
Το πλήθος των προσκυνητών εις τον περίβολον του κατά την ημέραν της πανηγύρεως.
Ι
.
Προσκυνήματος
επαρχιακών μερών της όλης Ελλάδος. Καθ’ όλην την προ της εορτής 15θήμερον νηστείαν του Αυγούστου πρωίας και εσπέρας ετελούντο αι Ιεραί Ακολουθίαι κατανυκτικώτατα, κατά δε τας εσπερινός Παρακλήσεις εκήρυσσε τον θ. λόγον ο αιδ. Προϊστάμενος του Ι. Προσκυνήματος, όστις και εδέχετο εις το μυστήριον της ιεράς Εξομολογήσεως τους πανταχόθεν συρρέοντας ευλαβείς προσκυνητάς. Η προσέλευσις ευσεβών προσκυνητών εξηκολούθησε και μετά την εορτήν μέχρι και της 14ης Σεπτεμβρίου, ότε εν τη λειτουργία της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού έθηκε την κατακλείδα των εορτών η Α.Σ. ο Μητροπολίτης ημών. Εις 20 χιλιάδας και πλέον υπελογίσθησαν οι κατά το διάστημα τούτο προσελθόντες εις το Ιερόν Προσκύνημα και ποικιλοτρόπως εκδηλώσαντες την βαθείαν αυτών πίστιν και την προς την Θεομήτορα ευλάβειαν. Δαπάναις του Ι. Προσκυνήματος εκυκλοφόρησεν ειδικόν τεύχος της «Φωνής Κυρίου» εις 8.000 αντιτύπων, διανεμηθέν δωρεάν εις τους προσκυνητάς της Αγιάσου και ανά τους ι. ναούς της επαρχίας τη προ της εορτης Κυριακή, ευρυτάτη δε δημοσιότης ανά την νήσον εδόθη εις το λεπτομερές πρόγραμμα των εορτών προς διευκόλυνσιν των ευσεβών.
Υπέρ της ειρήνης του κόσμου. Τη Κυριακή 3η Σεπτεμβρίου μετά την θ. λειτουργίαν ανεγνώσθησαν εν τω Ι. Προσκυνήματι αι υπέρ της ειρήνης του κόσμου ευχαί της Εκκλησίας, τη δε Παρασκευή 6η του αυτού μηνός ετελέσθη κατανυκτική πανυχίς, καθ’ ην ωμίλησεν επικαίρως ο Aρχιερ. Επίτροπος, εμνημονεύθησαν δε και τα ονόματα πάντων των εκ τηςξένης αποστειλάντων ευσεβείς προσφοράς υπέρ των θρησκευτικών και κοινωνικών σκοπών του Ι. Προσκυνήματος, υπέρ ων και ετελέσθη τη επομένη πρωία η θ. λειτουργία.
Πανηγύρεις παρεκκλησίων.
Τη 29η και τη 30ή Ιουνίου ε.έ. ετελέσθη η πανήγυρις του εν τω περιβόλω του Ι. Προσκυνήματος παρεκ-
κλησίου των Αγίων Αποστόλων, Τη 20ή Ιουλίου επανηγύρισε το επί της κορυφής του Ολύμπου εκκλησίδιον του Προφήτου Ηλιού. - Τη 26η Ιουλίου και τη 29η Αυγούστου επανηγύρισαν τα εν Αγιάσω εξωκκλήσια της Αγ. Παρασκευής και του Τιμίου Προδρόμου. - Τη 6η Σεπτεμβρίου ετελέσθη το πρώτον εφέτος η πανήγυρις του εις θέσιν Σταυρί ωραιοτάτου παρεκκλησίου του Aρχιστρατήγου Μιχαήλ επί τη εορτή του εν Χώναις θαύματος. Κατά την θ. λειτουργίαν ωμίλησεν επικαίρως ο αιδεσ. Aρχιερατικός Επίτροπος. - Τη 8η Σεπτεμβρίου, πανηγυρίζοντος του εν τη αρχαία Πενθίλη εξωκκλησίου του Γενεσίου της Θεοτόκου, μετεφέρθη εκείσε εν πομπή η ιερά Εικών της Θεομήτορος από του Ι. Προσκυνήματος περί το τέλος της ακολουθίας του Όρθρου και ετελέσθη υπό του αιδ. Aρχιερατικού Επιτρόπου εν τω εξωκκλησίω η θ. λειτουργία, καθ’ ην ούτος ωμίλησεν επικαίρως προς το συρρεύσαν πλήθος των ευσεβών εορταστών. Μετά την θ. λειτουργίαν η ιερά Εικών επανήλθεν εις το Ι. Προσκύνημα, ένθα, τελεσθείσης σχετικής δεήσεως, επανετέθη εν τη θέσει αυτής.
Χειροτονία Πρεσβυτέρου.
Εν τω Ι. Προσκυνήματι εχειροτονήθη εις Πρεσβύτερον τη 14η Σεπτεμβρίου ε.έ. υπό της Α.Σ. του Μητροπολίτου ημών ο ευπαίδευτος διάκονος Aπόστολος Βλαχάκης, εψηφισμένος εφημέριος του εν Μυτιλήνη ι. ναού των Αγίων Θεοδώρων, επί τρίμηνον παραμείνας εν τω Ι. Προσκυνήματι προς πρακτικήν εκπαίδευσιν παρά τω ημετέρω διευθυντή.
Εις το Σανατόριον.
Ο αιδεσ. Προϊστάμενος του Ι. Προσκυνήματος κατόπιν προσκλήσεως του διευθυντού του Θεραπευτηρίου «Η Υγεία» κ. Ευστρ. Aντωνίου μετέβη εκείσε και έξωμολόγησε τους εν αυτή νοσηλευομένους καθώς και τα μέλη του Προσωπικού, τη επομένη δε τελέσας την θ. λειτουργίαν εν τω ναϋδρίω του ιδρύματος, εδίδαξε καταλλήλως και μετέδωκεν αυτοίς των Aχράντων Μυστηρίων.
ΑΓΙΑ
ΣΙΩΝ
ΜΗΝΙΑΙΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΑΣΩ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ ΙΕΡΟΥ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΕΚΔΙΔΟΜΕΝΟΝ ΥΠΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑΣ ΑΥΤΟΥ ΕΥΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ κ. ΙΑΚΩΒΟΥ ΕΤΟΣ Γ'
ΑΡΙΘΜ. 5-6-7
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ
ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ Πρωτοπρεσβύτερος
OKTΩBP., ΝΟΕΜΒΡ., ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1939
ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ
ΠΡΟΚΛΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ
ΚΠΟΛΕΩΣ
ΕΓΚΩΜΙΟΝ
ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑΝ ΘΕΟΤΟΚΟΝ ΜΑΡΙΑΝ ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ (1) ”0 συγγραφεύς του παρόντος Εγκωμίου (2) γεννηθείς εν ΚΠόλει κατά το τέλος του Δ' αιώνος εισήλθεν εις τας τάξεις του ‘Ιερού Κλήρου χειροτονηθείς διάκονος υπό του ΚΠλεως Αττικού, προαχθείς δ' είτα εις Πρεσβύτερον εχειροτονήθη ακολούθως επίσκοπος Κυζίκου υπό του διαδεχθέντος τον Αττικόν Πατριάρχου Σισινίου, αλλά δεν ηδυνήθη να μεταβή εις την επαρχίαν αυτού ένεκα της σφοδράς αναστάσεως των Κυζικηνών, οίτινες εν άγνοια του Πατριάρχου είχον έκλέξει επίσκοπον των Δαλμάτιόν τινα άσκητήν. Ο Πρόκλος παρέμεινεν εν ΚΠόλει άσχολούμενος εις την διδασκαλίαν του θείου λόγου. Τότε ανεφάνη εν ΚΠόλει το πρώτον ο Νεστοριανισμός κληθείς ούτω από του ΚΠλεως Νεστορίου, όστις έδίδασκεν ότι «ουκ έτεκε Μαρία θεόν, αλλ' έτεκεν άνθρωπον θεότητος όργανον», δεν έπέτρεπε δε να καλήται Θεοτόκος η Μήτηρ του Κυρίου, αλλ' άπλώς «Θεοδόχος» η «Χριστοτόκος», θεωρών, ως έλεγεν, ελληνικήν βλασφημίαν την άποδοχήν Μητρός του Θεού. Το άτοπον και άντορθόδοξον της διδασκαλίας ταύτης ήλεγξαν πολλοί των συγχρόνων εκκλησιαστικών άνδρών πρωτοστατούντος του Άλεξανδρείας Κυρίλλου, όστις
ί1) Άρχόμενοι από του παρόντος τεύχους της προς έκλαίκευσιν αύτων δημοσιεύσεως των άρίστων Θεομητορικής υποθέσεως προίόντων της πατερικής φιλολογίας εν κειμένω και εν νεοελληνική άποδόσει, θα προτάσσωμεν εκάστοτε και βραχέα τινά, τα άπολύτως χρήσιμα προς ένημέρωσιν του άναγνώστου περί του συγγραφέως, της έποχής, της αιτίας και της, φύσεως εκάστου δημοσιευομένου έργου, πλήν των προς πληρεστέραν αύτού κατανόησιν άπαραιτήτων σημειώσεων. Το κείμενον λαμβάνεται εκ της έκδόσεως της Ελληνικής Πατρολογίας του Migne, τα δε Προλεγόμενα, η,νεοελληνική άπόδοσις και αι σημειώσεις άνήκουσιν εις τον Διευθυντήν της «Αγίας Σιών». (a) Πρβλ. Δημητρίου Σίμου Μπαλάνου, Πατρολογία, ενAθήναις 1930, σελ. 430-434, ένθα και η σχετική περί του Αγ. Πρόκλου Βιβλιογραφία.
έθεώρει την διδασκαλίαν του Νεστορίου ως «σκάνδαλον οίκουμενικόν» (3), επειδή δε ο Νεστόριος έπέμενε, συνεκροτήθη εν Έφέσω πρωτοβουλία του Κυρίλλου η Γ' Οίκουμενική Σύνοδος τω 431, ήτις κατεδίκασε την διδασκαλίαν του Νεστορίου και κατωχύρωσε δογματικώς τον όρον «Θεοτόκος» (4), ον έπεκύρωσαν ακολούθως η τε Δ' εν Χαλκηδόνι (451) και η Ε' εν ΚΠόλει (553) Οίκουμενικαι Σύνοδοι, καθορισθέντος πλέον ότι «Θεοτόκος» πρέπει να καλήται η Aειπάρθενος Μαρία «δια το τον θεόν Λόγον σαρκωθήναι και ένανθρωπήσαι και εξ αυτής της συλλήψεως ένώσαι αύτώ τον εξ αυτής ληφθέντα ναόν». Μετά την υπό της Γ' Οίκουμενικής Συνόδου καταδίκην της διδασκαλίας του, ο Νεστόριος καθαιρεθείς του θρόνου άντικατεστάθη υπό του ΜαξιμιανοΟ και περιωρίσθη εις τινα εν Άντιοχεία μονήν, οπόθεν μετά τετραετίαν έξωρίσθη εις ’Όασιν της Αιγύπτου,όπου και άπέθανε τω 450. Τον Μαξιμιανόν άποθανόντα τω 434 διεδέχθη ο Πρόκλος. Επί της πατριαρχείας δε τούτου άνεκομίσθη τω 438 εις την Βασιλεύουσαν το ιερόν λείψανον του 'Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου, από των Κομάνων, όπου είχε τελευτήσει ο μέγας εκείνος της Εκκλησίας πατήρ εν μέσω των κακουχιών της προς την έξορίαν άπαγωγής του. Ο Πρόκλος διεκρίθη ως εκκλησιαστικάς ρήτωρ, υπήρξε δε πραος και άνεξίκακος, και κατώρθωσε πολλούς των νεστοριανών να έπαναφέρη εις την ορθοδοξίαν. Επί του πατριαρχικού θρόνου παρέμεινε μέχρι του θανάτου του έπισυμβάντος τω 446, μετά δε τον θάνατον του άνεκηρύχθη υπό της Εκκλησίας αγιος και εορτάζεται τη 24Π ’Οκτωβρίου. Επ’ όνόματι του Πρόκλου διεσώθησαν 25 λόγοι, ων τρεις εν συριακή μεταφράσει (5), και μία έπιστολή προς Άρμενίους περί πίστεως (6). Διεσώθησαν επίσης, αλλ' εν λατινική μεταφράσει, περικοπαί εξ έπιστολών του Πρόκλου και δέκα έπιστολών διαφόρων προς αυτόν (78), αναφερόμεναι πάσαι εις την νεστοριανικήν έριν. Ο υπ' άριθ. 1 εκ των διασωθέντων λόγων του άγ. Πρόκλου είναι το (('Εγκώμιον εις την Παναγίαν Θεοτόκον Μαρίαν'»^), άναμφισβητήτως γνήσιον έργον αυτού (9), άπαγγελθέν πιθανώς επί τη έορτή του Εύαγγελισμού της Θεοτόκου και φέρον καταφανή τα ίχνη της έπιδράσεως του ζωηρού της έποχής ενδιαφέροντος περί την κατοχύρωσιν της Θεομητορικής τιμής, ήτις κατα(3) Δημ. Σ. Μπαλάνου, ένθ’ άνωτ. σ. 389 εξ.
(4) Έξ άφορμής του εορτασμού της 1500ής επετείου της συγκλήσεως της Γ' Οίκουμενικής Συνόδου (431-1931) έδημοσιεύθησαν πλείσται σχετικαί μελέται και πραγματείαι έ'ν τε τη ήμεδαπή και εν τη άλλοδαπή, περί ων βλέπε : Aρχιεπισκόπου Aθηνών Χρυσοστόμου, Έφέσια (431-1931) εν Περιοδ. «Θεολογία», ετ. 1932, σελ. 267-282. (5) Migne, Ε. Π. 65, 680 851. (°) Αύτόθι 65, 856-873. (η Αύτόθι 65, 851-856 και 873-885. (8) Αύτόθι 65, 680-692. (9) Δ. Σ. Μπαλάνου, ένθ’ άνωτ. σελ. 431.
φώρως έθίγετο υπό των περί τον Νεστόριον, τους όποίους και έλέγχει δια του παρόντος Έγκωμίου ο Πρόκλος. Εν τη προσπαθεία του ο σ. όπως έξάρη την Θεομητορικήν άξίαν της Παρθένου Μαρίας και έλέγξη τους άντίθετα φρονούντας αίρετικούς, παρέχει ημίν δια του Έγκωμίου του σελίδας άξιαναγνώστους πλήρεις ποιητικής έξάρσεως φερούσης την σφραγίδα ζωηροτάτης θρησκευτικής πίστεως και λιπαροτάτης γνώσεως των 'Ιερών Γραφών, τας οποίας χρησιμοποιεί λίαν έπικαίρως. Κατορθώνει δε να έκλαίκεύη δια της ρητορικής του τέχνης και να καθιστά λίαν έπαγωγόν και ευληπτον ζήτημα τόσον βαθύ και δια τον μάλλον άνίδεον και άδιάφορον άκροατήν η άναγνώστην. Το Εγκώμιον τούτο, παρά την ην φέρει, ως είρηται, σφραγίδα των δογματικών άγώνων της έποχής, εν η έγράφη, εξακολουθεί ούχ ήττον και σήμερον να είναι έπίκαιρον, διότι πιστώς και έναργώς διερμηνεύει την περί της Θεοτόκου ύγιά χριστιανικήν αντίληψιν, οίαν ακριβώς διεφύλαξεν αυτήν έως της σήμερον η ’Ορθόδοξος ημών Έκκλησία. 2 Κ Ε I Μ Ε Ν Ο Ν
ί1)
Παρθενική πανήγυρις σήμερον την γλώτταν ημών, αδελφοί, προς ευφημίαν καλεί· και η παρούσα έορτή τοις συνελθούσιν ωφελείας γίνεται πρόξενος, και μάλιστα είκότως. Άγνείας γαρ έχει υπόθεσιν και του κοινού των γυναικών καύχημα το τελούμενον· και δόξα του θήλεος, δια την εν καιρώ μητέρα και παρθένον. Έπέραστος αυτή και έξαίσιος η σύνοδος. Ιδού γαρ γη και θαλαττα δωροφορεί τη Παρθένω· η μεν τα νώτα αυτής, ταις όλκάσι γαληνώς ύφαπλώσασα- η δε τα ίχνη των βαδιζόντων άκωλύτως παραπέμπουσα. Σκιρτάτω η φύσις, και αγαλλιάσθω το γένος των ανθρώπων, ότι και γυναίκες τιμώνται· χορευέτω η ανθρωπότης, ότι και παρθένοι δοξάζονται. Ό π ο υ γαρ έ π λεόνα σεν η άμαρτία, υπ ερεπερίσ σευσεν η χ ά ρ ι ς (3). Συνεκάλεσε γαρ ήμάς νυν ένταύθα η άγία Θεοτόκος Παρθένος Μαρία· το άμόλυντον της παρθενίας κειμήλιον, ο λογικός του δευτέρου Aδάμ παράδεισος· το εργαστήριον της ένώσεως των φύσεων η πανήγυρις του σωτηρίου συναλλάγματος, η παστάς, εν η ο Λόγος ένυμφεύσατο την σάρκα· η έμψυχος της φύσεως βάτος, ην το της θείας ώδίνος πυρ ου κατέκαυσεν· η όντως κούφη νεφέλη, η τον επί των χερουβίμ μετά σώματος βαστάσασα· ο του εξ ούρανού ύετού καθαρώτατος πόκος, εξ ου ο ποιμήν το πρόβατον ένεδύσατο. Μαρία η δούλη και μήτηρ, η παρθένος και ούρανός, η μόνη Θεού προς ανθρώπους γέφυρα- ο φρικτός της οικονομίας ίστός, εν ω άρρήτως ύφάνθη ο της ένώσεως χιτών ούπερ ίστουργός μεν το Πνεύμα το άγιον έριθος δε, η εξ υψους έπισκιάσασα (•ί) Migne, Ε. Π. 65, 680-692. (a) Ρωμ. ε’ 20.
δύναμις· έριον δε, το άρχαίον του Aδάμ κώδιον κρόκη δε, η της Παρθένου άμόλυντος σάρξ· κερκίς δε, η άμέτρητος του φορέσαντος χάρις· τεχνίτης δε, ο δι’ άκοής είσπηδήσας Λόγος. Τίς είδε, τις ήκουσεν, ότι μήτραν ο θεός άπεριγράπτως ώκησε, και ον ουρανός ουκ έχώρησεν, η γαστήρ ουκ έστενοχώρησεν; Aλλ’ έγεννήθη εκ γυναικός θεός ου γυμνός· και άνθρωπος ου ψιλός· και πύλην σωτηρίας ο τεχθείς, την πάλαι της άμαρτίας έδειξε θύραν. Όπου γαρ ο όφις δια της παρακοής τον ίόν έξέχεεν, έκείθεν ο Λόγος δια της υπακοής είσελθών, τον ναόν έζωοπλάστησεν. Όθεν ο πρώτος της άμαρτίας Κάίν προέκυψεν, εκείθεν ο του γένους λυτρωτής Χριστός άσπόρως έβλάστησεν. Ούκ έπησχύνθη ο φιλάνθρωπος την εκ γυναικός ώδίνα· ζωή γαρ ην το πραγματευόμενον ουκ έμολύνθη οίκήσας μήτραν, ήνπερ αυτός άνυβρίστως εδημιούργησεν. Εί μη γαρ Παρθένος έμεινεν η μητηρ, ψιλός άνθρωπος ο τεχθείς, και ου παράδοξος ο τόκος’ ει δε και μετά τόκον έμεινε παρθένος, πώς ούχί και θεός, και το μυστήριον άφραστον; Εκείνος αφράστως έγεννήθη, ο και των θυρών κεκλεισμένων είσελθών άκωλύτως· ου την συζυγίαν των φύσεων ίδών ο θωμάς, άνεκεκράγει λέγων ΌΚύριόςμου, και ο θεός μου (3). Μή έπαισχυνθής την ώδίνα, ω άνθρωπε· αυτή γαρ ημίν γέγονε σωτηρίας άφορμή. Εί μη γαρ εκ γυναικός έγεννήθη, ουκ αν άπέθανεν ει μη άπέθανεν, ουκ αν δια του θανάτου αυτού κατήργησε τον το κράτος έχοντα του θανάτου, τουτέστι τον διάβολον. Ούχ ύβρις άρχιτέκτονι μείναι, εν οις αυτός ώκοδόμησεν ου μιαίνει πηλός τον κεραμέα, άνακαινίζοντα δπερ έπλασε σκεύος· ουτως ούδέ μιαίνει τον άχραντον θεόν, το εκ παρθενικής γαστρός προελθείν. "Ην γαρ πλάττων ουκ έμολύνθη, δια ταύτης προελθών, ουκ έμιάνθη. ’Ώ γαστήρ, εν η το της ελευθερίας ημών γραμματείαν συνετάγη 1 ω κοιλία, εν η το κατά τούδιαβόλου όπλον εχαλκεύθη 1 ω άρουρα, εν η ο της φύσεως γεωργός τον άσταχυν άσπόρως έβλάστησεν ! ω ναός, εν ω θεός γέγονεν ιερεύς· ου την φύσιν μεταβαλών, αλλά τον κατά την τάξιν τ ο 0 Μελχισεδέκ!'1) δι’ οίκτον ένδυσάμενος! Ο Λόγος σάρξ έγένετο, κάν Ίουδαίοι άπιστώσιν. Ο θεός μορφήν άνθρώπου έφόρεσεν άληθώς, κάν "Ελληνες κωμωδώσι το θαύμα. Δια γαρ τούτο, Ιουδαίοις μεν σκάνδαλον, "Ελλησι δε μωρίαν (5), ο Παύλος έβόα. Του γαρ μυστηρίου την δύναμιν ουκ έγνωσαν, επειδή υπέρ λόγον το θαύμα. Εί γαρ έγνωσαν, ουκ αν τον Κύριον της δόξης έσταύρωσαν. Εί μη γαρ ο Λόγος ώκησε γαστέρα, ουκ αν έκαθέσθη η σάρξ επί του αγίου θρόνου. Εί τω θεώ ύβρις εις μήτραν ην έπλασεν έλθείν, άρα και το τοις άνθρώποις διακονείν. Και ει τω θεώ ύβρις το τοις άνθρώποις διακονείν, ουκ αν δι’ ήμάς έπτώχευσε πλούσιος ων.∙(∙) (3) Ιωάνν, κα' 26-28. (∙) Εβρ. ε' 6, 10, στ' 20, ζ' 11, 17, 21. (5) Α' Κορ. α' 18, 21, 23.
”Ων κατά φύσιν άπαθής, γέγονε δι’ οίκτον πολυπαθής. Ούκ εκ προκοπής γέγονε θεός ο Χριστός. Μή γένοιτο I αλλά θεός ων, δι’ οίκτον γέγονεν άνθρωπος, ως πιστεύομεν. Ούκ άνθρωπον άποθεωθέντα κηρύττομεν, αλλά θεόν σαρκωθέντα όμολογούμεν. Την οίκείαν δούλην έπεγράψατο μητέρα, ο κατ’ ούσίαν άμήτωρ, και κατ’ οίκονομίαν επί γης άπάτωρ- έπεί πώς ο αυτός κατά Παύλον, άμήτωρ και άπάτωρ; (6) Εί ψιλός άνθρωπος, ουκ άμήτωρ, έχει γαρ μητέρα· ει γυμνός θεός, ουκ άπάτωρ, έχει γαρ πατέρα1 νυν δε ο αυτός, άμήτωρ μεν, ως Πλάστης, άπάτωρ δε, ως ανθρωπος. Αίδέσθητι, ω άνθρωπε, κάν την του αρχαγγέλου προσηγορίαν ο γαρ την Μαρίαν εύαγγελισάμενος, Γαβριήλ έλέγετο· τι δε έρμηνεύεται Γαβριήλ; Μάθε άκούσας, ότι θεός και άνθρωπος. Έπεί γαρ ο παρ’ αυτού εύαγγελιζόμενος θεός έστι και άνθρωπος, προέλαβεν η προσηγορία το θαύμα, ίνα πιστεύσητε την οίκονομίαν. Μάθε πρώτον την οίκονομίαν και την αιτίαν της παρουσίας, και τότε δόξασον την δύναμιν του σαρκωθέντος, επειδή πολλά ώφειλεν εξ άμαρτιών η των ανθρώπων φύσις, και ήπόρει προς το χρέος. Δια γαρ του Aδάμ πάντες τη άμαρτία έχειρογραφήσαμεν· δούλους ήμάς κατείχεν ο διάβολος· τας ω ν ά ς ημών περιέφερε, χάρτη κεχρημένος τω πολυπαθεί ημών σώματι· είστήκει ο κακός των παθών πλαστογράφος, έπισείων ημών το χρέος, και άπαιτών ήμάς την δίκην. Έδει τοίνυν δυοίν θάτερον η πάσιν έπαχθήναι τον εκ της καταδίκης θάνατον, επειδή και πάντες ήμαρτον η τοιούτον δοθήναι προς άντίδοσιν τίμημα, ο παντί χρέει υπήρχε δικαίωμα προς παραίτησιν. ’Άνθρωπος μεν ουν σώσαι ουκ ήδύνατο, υπέκειτο γαρ χρέει της αμαρτίας· άγγελος δε έξαγοράσασθαι την άνθρωπότητα ουκ ίσχυεν, ήπόρει γαρ του τοιούτου λύτρου· λοιπόν ουν ο άναμάρτητος θεός υπέρ των ήμαρτηκότων άποθανείν ώφειλεν. Αύτη γαρ έλείπετο του κακοθ λύσις. Τι ουν; αυτός ο πάσαν φύσιν εκ μη δντων εις το είναι παραγαγών, ο μηδέν προς παροχήν άπορών, έξεύρε τοις κατακρίτοις ζωήν άσφαλεστάτην, και τω θανάτω λύσιν ευπρεπεστάτην. Και γίνεται άνθρωπος εκ Παρθένου, ως οίδεν αυτός· λόγος γαρ έρμηνεθσαι το θαθμα ου δύναται· και άποθνήσκει ο έγένετο· και λυτρούταιό υπήρχε, κατά τον λέγοντα Παύλον Εν ω έχομεν την άπολύτρωσιν δια του αίματος αυτού, την άφεσιν των παραπτωμάτων (7). ”Ω των μεγάλων πραγμάτων 1 άλλοις έπραγματεύσατο το άθάνατον, αυτός γαρ υπήρχεν αθάνατος. Τοιούτος γαρ άλλος κατ’ οίκονομίαν ούτε γέγονεν, ούτεήν, ούτε έσται ποτέ, η μόνος ο εκ Παρθένου τεχθείς θεός και άνθρωπος· ουκ άντιταλαντεύουσαν μόνον έχων την άξίαν τω πλήθει των υποδίκων, αλλά και πάσαις ψήφοις υπερέχουσαν.’Εν μεν τω Υιός είναι, το άπαράλλακτον σώζων προς ί6) Εβρ. ζ' 3. (7) Έφεσ, α' 7.
τον Πατέρα· εν δε τω δημιουργός, το της δυνάμεως άπροσδεές έχων εν δε τω άρχιερεύς, το εις παράστασν άξιόπιστον φέρων, οίς. ουδέν ευροι τις αν επ' ούδενί ίσον η παραπλήσιον πώποτε. Όρα γαρ αυτού την φιλανθρωπίαν. Έκών κατακριθείς, τον κατά των σταυρωσάντων αυτόν έλυσε θάνατον και άπέστρεψε την των άποκτεινάντων άνομίαν, εις την των άνομησάντων σωτηρίαν. Aνθρώπου τοίνυν ψιλου, σώσαι ουκ ην και γαρ και αυτός έδείτο του σώζοντος, κατά Παύλον τον λέγοντα, ότι Πάντες ήμαρτον, καίύστερούνταιτής δόξης τ ο Ο θ ε ο 0 (8) και τα εξής. Επειδή ουν η άμαρτία τω διαβόλω, προσήγε τον αυτής ύπεύθυνον, ο διάβολος τω θανάτω τούτον προσέπεμπε· τοιγάρτοι εν μεγίστω κινδύνω τα καθ’ ήμάς προήγε, και εν άπόροις ην λύσις του θανάτου· οι πεμφθέντες ίατροί κατηγόρουν. Τι ουν; Ως είδον οι προφήται μείζον τέχνης ανθρωπίνης το τραύμα, τον εξ ούρανού έπεβόων ίατρόν. Και ο μεν έλεγε- Κλίνον ούρανούς καίκατάβηθι (9). ’Άλλος· ”1 α σ α ί μ ε, Κ ύ ρ ι ε, κ α ί ί α θ η σ ο μ α ι (10). 11 ∙ 'Έτερος· Έξέγειρον την δυναστείαν σου, και έλθέ εις το σώσαι ήμάς (u). ’Άλλος· Ε ί όντως οίκήσει θεός μετά ανθρώπου. ’Άλλος· Τ α χ ύ προκαταλαβέτωσαν ήμάς οι οίκτιρμοί σου, Κύριε, ότι έπτωχεύσαμεν σφόδρα (ia). "Ετερος· Οίμοι ότι άπόλωλεν εύλαβής από της γης, και ο κατορθών εν άνθρώποις ούχ υπάρχει. ’Άλλος· Ο θεός εις την βοήθειάν μου π ρ οσχες, και εις το βοηθήσαί μοι σπεύσον (13). ’Άλλος· Όσον, ο σ ο ν ο ερχόμενος ήξει, και ούχρ ον ι ε ί (1415 ). ’Άλλος· Έπλανήθην ως πρόβατον άπολωλός, ζήτησον τον δούλόν σου τον έ λ π ίζοντα επί σε (1δ). ’Άλλος· Ο θεόςέμφανώς ήξει, ο θεός ημών, και ου παρασιωπήσεται (16). Ού παρείδε τοίνυν την φύσιν την άνθρωπίνην επί πολύ τυραννουμένην, ο φύσει βασιλεύς υπάρχων ουκ άφήκεν εις τέλος είναι τω διαβόλω υπεύθυνον, ο φιλοικτίρμων θεός· αλλ' ήλθεν ο άεί παρών, και κατέβαλε λύτρον υπέρ ημών το ’ίδιον αίμα· και έδωκεν υπέρ του γένους αντάλλαγμα τω θανάτω, ην εκ Παρθένου έφόρεσε σάρκα· και έξηγοράσατο τον κόσμον εκ της του νόμου κατάρας, θανάτω τον θάνατον καταργήσας και βοά Παύλος· Χριστός ήμάς έξηγόρασεν εκ της κατάρας του νόμου (17). (8) (9) (10) (11) (1S) (18) (14) (15) (18) (11)
Ρωμ. γ’ 23. Β' Βασιλ. κβ' 10. Ψαλμ. ρμδ' 5. Ίερεμ. ιζ' 14. Ψαλμ. ιθ' 3. ψαλμ. οη' 8. Ψαλμ. ξθ' 1. Άββακ. β' 3. Ψαλμ. ριη' 176. Ψαλμ. μθ' 3. Γαλάτ. γ' 13. Πρβλ. Αύτόθι ο' 5.
Ο τοίνυν άγοράσας ήμάς, ου ψιλός άνθρωπος, ω Ίουδαίε· η γαρ των ανθρώπων άπασα φύσις τη άμαρτία διεδούλωτο· αλλ' ούτε μην γυμνός ανθρωπότητος θεός· σώμα γαρ είχεν, ω Μανιχαίε. ΕΙ μη γαρ ένεδύσατο εμέ, ουκ αν έσωσεν εμέ· αλλ' εν τη γαστρί της Παρθένου ο άποφηνάμενος, τον κατάδικον ένεδύσατο. Και εκεί το φρικτόν γέγονε συνάλλαγμα· δούς γαρ πνεύμα έλαβε σάρκα. Ο αυτός μετά της Παρθένου, και εκ της Παρθένου. Ό μεν γαρ έπεσκίασεν αυτήν· ο δε εσαρκώθη εξ αυτής. ΕΙ άλλος ο Χριστός και άλλος ο θεός Λόγος, ουκ έστι τριάς η άγία Τριάς· αλλά κατά σε, αίρετικέ, τετράς. Μή σχίσης τον της οίκονομίας χιτώνα τον άνωθεν ύφαντόν μη μαθητεύσης Άρείω. Εκείνος γαρ άσεβών την ούσίαν τέμνει· συ την συνάφειαν μη μέριζε, ίνα μη μερισθής από Θεού. Τίς έπέφανεν, είπέ μοι, τοις έ ν σκότει και σ κ ι α θανάτου καθημένοις; (18) ’Άνθρωπος; Και πώς ήδύνατο εν σκότει διάγων κατά Παύλον τον λέγοντα· Ός έρρύσατο ήμάς εκ της έξουσίας του σκότους; (1920 ) Ήμεν γαρ ποτέ σκότος (30), κατά το γε24 23 22 21 γραμμένον νύν δε φως εν Κυρίω. Τίς ουν έπέφανεν ημίν; Δαβίδ σε διδάσκει λέγων Εύλογημένος ο ερχόμενος εν όνόματι Κυρίου. Τίς ούτος; είπέ φανερώς, ω Δαβίδ· Άναβόησον τη ίσχύί, και μη φείση· Ώς σάλπιγγα υψωσον την φωνήν σου- είπέ τις ούτος· Κύριος, φησίν, όθεός των δυνάμεων θεός Κύριος, και έπέφανεν ημίν (S1). Ο γαρ Λόγος σάρξ έγένετο (33). Συνήλθον αι φύσεις, και άσύγχυτος έμεινεν η ένωσις. Ήλθε σώσαι, αλλ' έχρήν και παθείν· πώς αν ην δυνατόν έκάτερα γενέσθαι; ’Άνθρωπος ψιλός σώσαι ουκ ίσχυε· θεός γυμνός παθείν ουκ ήδύνατο. Τι ουν; Αυτός ων θεός ο Εμμανουήλ, γέγονεν άνθρωπος· και ο μεν ην, έσωσεν ο δε γέγονεν, έπαθε. Δια τούτο ως είδεν η Έκκλησία στεφανώσασαν αυτόν την συναγωγήν ταις άκάνθαις, θρηνωδούσα την τόλμαν, έλεγε· θ υ γ ατέρες Ιερουσαλήμ, έξέλθετε, και ίδετε τον στέφανον, ω έστεφάνωσεν αυτόν η μήτηρ αυτού. Αυτός γαρ και τον άκάνθινον έφόρεσε στέφανον, και την των άκανθών έλυσεν απόφασιν ο αυτός ων εν τοις κόλποις του Πατρός, και εν γαστρί Παρθένου· ο αυτός εν αγκάλαις μητρός, και επί πτερύγων άνέμων (33)‘ ο αυτός άνω υπό άγγέλων προσεκυνείτο, και κάτω τελώναις συνανεκλίνετο· τα Σεραφείμ ου προσέβλεπε (3i), και Πιλάτος ήρώτα· ο δούλος έρράπιζε, και η κτίσις έφρισσεν επί σταυρού ο αυτός έπήγνυτο, και ο θρόνος της δόξης αυτού ουκ έγεγύμνωτο· εν τάφω κα(18) (ίθ) (20) (21) (22) (23) (24)
Ήσ. θ' 2. Κολασσ. α' 13. Εφεσ. ε' 8. Ψαλμ. οθ' 8, 20, ριζ' 27. Ιωάνν, α' 14. Ψαλμ. ργ' 3. Ήσ. στ’ 1-3.
τεκλείετο, και τον ούρανόν έξέτεινεν ώσεί ο έ ρ ρ ι ν (35) εν νεκροίς έλογίζετο, και τον άδην έσκύλευσεν ώδε πλάνος έσυκοφαντείτο, και εκεί άγιος (3β) έδοξολογείτο. Ώ του μυστηρίου I βλέπω τα θαύματα, και άνακηρύττω την θεότητα· όρώ τα πάθη και ουκ άπαρνούμαι την άνθρωπότητα. Aλλ’ ο ’Εμμανουήλ, φύσεως μεν πύλας άνέωξεν ως άνθρωπος· παρθενίας δε κλείθρα ου διέρρηξεν ως Θεός· αλλ' ούτως εκ μητρας προήλθεν, ως δι’ άκοής είσήλθεν ούτως έτέχθη, ως συνελήφθη. Aπαθώς είσήλθεν, άφράστως έξήλθε, κατά τον προφήτην Ίεζεκιήλ τον λέγοντα· ’Επέστρεψε με, φησί, Κύριος κατά την όδόν της πύλης των άγίωντής έξωτέρας, της βλεπούσης κατά άνατολάς, και αυτή ην κεκλεισμένη. Και είπε Κύριος προς με· Υιέ άνθρώπο υ, η πύλη αυτή κεκλεισμένη έσται, ουκ άνοιχθήσεται-ουδείς ου μήδιέλθη δι’ αυτής, αλλ' η Κύριος όθεός Ισραήλ μόνος αυτός είσελεύσεται και έξελεύσεται, και έσται η πύλη κεκλεισμένη^7). Ιδού άπόδειξις έναργής της άγίας Θεοτόκου Μαρίας. Λυέσθω τοίνυν άντιλογία πάσα, και τη των Γραφών καταφωτιζώμεθα γνώσει, ίνα και βασιλείας ουρανών τύχωμεν εν Χριστώ, ω η δόξα εις τους αιώνας των αιώνων. Aμήν. (25) Ψαλμ. ργ' 2. (3δ) Ήσ. ένθ’ άνωτ. (a7) Ίεζεκ. μδ' 1-2.
ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ
ΑΠΟΔΟΣΙΣ
Παρθενική πανήγυρις σήμερον, αδελφοί, καλεί την γλώσσαν μας προς έγκωμιασμόν· και η σημερινή έορτή γίνεται ωφελείας πρόξενος εις τους συνελθόντος και πολύ εύλόγως, αφ' ου το έορταζόμενον γεγονός αναφέρεται εις την αγνότητα Τ), καύχημα δε και δόξαν του γυναικείου φύλου αποτελεί η σήμερον έορταζομένη Μήτηρ και Παρθένος. Πράγματι ώραία και έξαισία είναι η έορταστική αυτή συγκέντρωσις. Και η ξηρά άκόμη και η θάλασσα (συνεορτάζουσαι) φέρουν δώρα προς την Παρθένον η μεν θάλασσα γαλήνια άπλώνει τα νώτά της (3) δια τα ταξιδεύοντα πλοία, η δε ξηρά κανέν έμπόδιον δεν παρεμβάλλει εις την πορείαν των πεζοπορούντων. ”Ας σκιρτα η φύσις, και ας χαίρεται το γένος των ανθρώπων, διότι και γυναίκες τιμώνται- ας χορεύη η ανθρωπότης, διότι και παρθένοι δοξάζονται. Διότι όπου έπλήθυνεν η (!) Εκ τούτου ως και εκ της άλλαχού του παρόντος μνείας του Aρχαγγέλου Γαβριήλ είκάζομεν ότι ο λόγος έξεφωνήθη, πιθανώς, εν τη έορτή του Ευαγγελισμού, εν η εξαίρεται η άγνότης της Θεομήτορος. (3) Ώραία προσωποποίησις της θαλάσσης, ής την έπιφάνειαν ο σ. παρομοιάζει προς τα νώτα κύπτοντός τινος δια να σηκώση τα δώρά του, τα οποία φέρει επ' ώμων.
άμαρτία, εκεί με το παραπάνω έπερίσσευσεν η χάρις (3∙1∙5 )∙. Μάς εκάλεσε τώρα έδώ η άγία Θεοτόκος Παρθένος Μαρία, το άμόλυντον κειμήλιον της παρθενίας, ο λογικός παράδεισος του δευτέρου Aδάμ, το εργαστήριον της ένώσεως των φύσεων, η πανήγυρις της σωτηρίου συναλλαγής, ο νυμφικός θάλαμος, όπου ο Λόγος του Θεού ένυμφεόθη την ανθρωπίνην σάρκα, η έμψυχος βάτος της φύσεως, την όποίαν δεν κατέκαυσε το πύρ του θείκού τοκετού, η πραγματική κούφη νεφέλη, η οποία έβάστασε μετά σώματος τον καθήμενον επί των χερουβίμ (η, ο καθαρώτατος πόκος της εξ ούρανού βροχής (ο), εκ του οποίου ο Ποιμήν ένεδύθη ως στολήν του το πρόβατον. Μαρία, η δούλη και μήτηρ, η Παρθένος, και ούρανός η μόνη γέφυρα του Θεού προς τους ανθρώπους· ο φρικτός άργαλειός, εις τον οποίον ύφάνθη ο χιτών της ένώσεως κατά τρόπον άνέκφραστον, του οποίου ύφαντουργός μεν είναι το Πνεύμα το άγιον, κλώστρισ η εξ ύψους έπισκιάσασα δύναμις, έριον το παλαιόν δέρμα του Aδάμ, ύφάδι η άμόλυντος σάρξ της Παρθένου, σαίτα δε η άμέτρητος χάρις του φορέσαντος (την σάρκα) και τεχνίτης ο δια της άκοής είσπηδήσας (έντός της Παρθένου) Λόγος (®). Ποίος είδε, ποίος ήκουσεν ότι ο θεός κατώκησε μητραν χωρίς περιορισμόν και ότι η κοιλία δεν έστενοχώρησεν έκείνον, τον οποίον ο ούρανός δεν χωρεί 1 Aλλ’ έγεννήθη εκ γυναικός ούτε θεός μόνον ούτε άνθρωπος μόνον· και ο γεννηθείς κατέστησε πύλην της σωτηρίας την παλαιάν θύραν της άμαρτίας. Όπου δηλ. ο όφις δια της παρακοής έχυσε το δηλητήριον, απ' εκεί ο Λόγος είσελθών δια της υπακοής έπλασε τον ζωντανόν Του ναόν. Aπό όπου προέκυψεν ο πρώτος Κάίν της άμαρτίας, απ' εκεί άσπόρως έβλάστησεν ο λυτρωτης του γένους, ο Χριστός (7). Δεν εθεώρησεν έντρόπήν ο φιλάνθρωπος το να γεννηθή εκ γυναικός, διότι περί της ζωής του ανθρωπίνου γένους επρόκειτο· δεν έμολύνθη (ο θεός) κατοικήσας (3) Ρωμ. ε' 20. Το έφαρμόζει ιδιαιτέρως ενταύθα ο σ. επί του γυναικείου φύλου, του οποίου η προμήτωρ Εύα έγένετο η άφορμή της άμαρτίας, πρώτη αυτή υπό του όφεως άπατηθείσα (Πρβλ. Γενέσ. β'). (1) Αι έγκωμιαστικαί αύται δια την Θεοτόκον εκφράσεις έξαίρουν την περί αυτής όρθόδοξον διδασκαλίαν της Εκκλησίας, καθ’ ην ο θεός Λόγος ήνώθη άσυγχύτως μετά της ανθρωπίνης σαρκός απ' αυτής της υπερφυούς συλλήψεως και έγεννήθη εκ της Παρθένου θεός άμα και άνθρωπος ο θεάνθρωπος Ιησούς. (5) Πρβλ. Κριτ. στ' 36-40. Το εκεί άναφερόμενον περί της δρόσου, ήτις κατήλθεν επί τον πόκον (μαλλί προβάτου) του Γεδεών θεωρηθέν υπό των χριστιανών ως προδήλωσις του επί την Θεοτόκον υπερφυούς θαύματος, έχρησιμοποίησαν ίκανώς και οι εκκλησιαστικοί ύμνογράφοι. (6) Η παρομοίωσις ίσως έχει σχέσιν προς την άπόκρυφον παράδοσιν, καθ’ ην κατά την ώραν του Ευαγγελισμού η Παρθένος εύρέθη υπό του άγγέλου ύφαίνουσα το καταπέτσσμα του Ναού. (7) Σημαίνει τούτο τον εξαγνισμόν της μητρότητος κατόπιν της γεννήσεως του Χριστού. Ο Κάίν υπήρξε το πρώτον μετά την πτώσιν τέκνον της άμαρτησάσης μητρός, η κακία του υπήρξε το πρώτον άποτέλεσμα της άμαρτίας της Εύας. Τούτο έπηνώρθωσεν η εκ της Μαρίας γέννησις του Σωτήρος.
την μήτραν, την όποίαν ο ίδιος δεν εθεώρησεν ύβριστικόν να δημιουργήση. ”Αν η μήτηρ δεν έμενε Παρθένος, θα ήτο άπλούς ανθρωπος ο γεννηθείς, και δεν θα ήτο παράδοξος ο τοκετός· αφ' ου όμως και μετά τον τοκετόν έμεινε Παρθένος (∙8), πώς ο γεννηθείς δεν ήτο και θεός, και το μυστήριον άνέκφραστον; Εκείνος αφράστως έγεννήθη ο και άνεμποδίστως είσελθών «των θυρών κεκλεισμένων», του οποίου την ένωσιν των φύσεων ίδών ο θωμάς έκραύγασεν «Ο Κύριος μου, και ο θεός μου». Μή θεωρήσης έντροπήν τον τοκετόν, ω άνθρωπε, διότι αύτός έγινεν άφορμή της σωτηρίας μας. "Αν δεν έγεννάτο δηλ. ο Χριστός εκ γυναικός, δεν θ’ άπέθνησκε· και, αν δεν άπέθνησκε, δεν θα κατήργει τον έχοντα την εξουσίαν του θανάτου, δηλαδή τον διάβολον. Δεν αποτελεί έξευτελισμόν δια τον άρχιτέκτονα το να μείνη εις ό,τι ο ίδιος έκτισε- δεν μολύνει ο πηλός τον άγγειοπλάστην, όταν άνακαινίζη το σκεύος, το οποίον έπλασε· καθ’ δμοιον τρόπον και τον άχραντον θεόν δεν μολύνει το να διέλθη από παρθενικήν κοιλίαν. Διότι, αν δεν έμολύνθη, όταν την έπλαττεν, επίσης δεν έμολύνθη με το να περάση απ' αυτήν (9). ”Ω κοιλία, έντός της οποίας συνετάχθη το συμβόλαιον της απελευθερώσεως μας ! "Ω κοιλία, έντός της οποίας κατεσκευάσθη το κατά του διαβόλου όπλον! ”Ω γη, εν τη οποία χωρίς σπόρον έβλάστησε τον σίτον ο γεωργός της φύσεως 1 ”Ω ναός, έντός του οποίου ο θεός έγινεν ιερεύς, όχι με μεταβολήν της φύσεώς του, αλλά με το να ένδυθή τον «κατά την τάξιν Μελχισεδέκ» 1 «Ο Λόγος σάρξ έγένετο», έστω και αν άπιστοθν οι Ίουδαίοι. Ο θεός έφόρεσε μορφήν ανθρώπου πραγματικώς, έστω και άνοί Έλληνες διακωμωδούν το θαύμα. Δια τούτο άκριβώς ο ΠαΟλος έφώναζεν «Ιουδαίοις μεν σκάνδαλον, 'Έλλησι δε μωρίαν». Δεν κατενόησαν δηλαδή του μυστηρίου την δύναμιν, επειδή το θαύμα είναι άνώτερον από την δύναμιν του ανθρωπίνου λογικού, διότι, αν αντελαμβάνοντο την πραγματικότητα, δεν θα έσταύρωναν τον Κύριον της δόξης (10). Και, αν ο Λόγος του Θεού δεν κατώκει εν κοιλία, δεν θα έκάθητο η ανθρωπίνη σάρξ επί του αγίου θρόνου. ’Εάν δια τον θεόν θ’ άπετέλει υβριν το να έλθη εις την μήτραν, την όποίαν ο ’ίδιος έπλασεν, άρα και το να υπηρετή τους άνθρώπους θα ήτο επίσης δι’ Αυτόν ύβριστικόν. Aλλ’ αν ο θεός έθεώρει εξευτελιστικόν το
(8) Σαφεστάτη ενταύθα η περί της Aειπαρθενίας της Θεομήτορος διδασκαλία. Το άειπάρθενον της μητρός ο σ. λαμβάνει ως έπιχείρημα δια την άπόδειξιν της θεότητος του τέκνου. ΕΙς ενίσχυσιν δε τούτου υπενθυμίζει την δύναμιν του Χριστού εΙσελθόντος προς τους μαθητάς Του μετά την ανάστασιν «των θυρών κεκλεισμένων». (8) Ο σ. άνατρέπει ενταύθα τους ίσχυρισμούς των νεστοριανών, καθ’ ους δήθεν άπετέλει μείωσιν του Θεού Λόγου η εκ γυναικός γέννησις. (1°) Δεν πρέπει να λαμβάνωνται, λέγει ο σ., υπ' όψει αι κατά της θείας ένανθρωπήσεως ένστάσεις των Ίουδαίων και των έθνικών. Πρός τούτους δε -είναι σαφής ο υπαινιγμός- όμοιάζουν όσοι δεν θέλουν να παραδεχθούν ότι ο θεός πράγματι έγινεν άνθρωπος.
να έξυπηρετή τους ανθρώπους, δεν θα έγίνετο δι’ ήμάς πτωχός ο πλούσιος θεός (η). ”Αν και εκ φύσεως άπαθής, έγινε πολυπαθής από εύσπλαγχνίαν. θεός δεν έγινε προοδευτικώς ο Χριστός. Μή γένοιτο I Aλλά ήτο θεός και από εύσπλαγχνίαν έγινεν άνθρωπος, ως πιστεύομεν. Δεν κηρύττομεν άνθρωπον άποθεωθέντα, αλλά θεόν σαρκωθέντα όμολογούμεν. Μητέρα Του άνεγνώρισε την δούλην Του Εκείνος, όστις κατ’ ούσίαν ήτο άμήτωρ και κατ’ οίκονομίαν έγινεν επί της γης άπάτωρ· διότι πώς ο ίδιος λέγεται από τον ΠαΟλον «άμήτωρ και άπάτωρ»; Έάν ήτο μόνον άνθρωπος, δεν θα ήτο «άμήτωρ», διότι έχει μητέρα· εάν δε ήτο μόνον θεός, δεν θα ήτο «άπάτωρ», διότι έχει Πατέρα· αλλά τώρα ο’ίδιος είναι «άμήτωρ» μεν ως Πλάστης, «άπάτωρ» δε ως άνθρωπος. Σεβάσθητι, τουλάχιστον, ω άνθρωπε, το όνομα του Aρχαγγέλου, διότι ο εύαγγελισθείς την Μαρίαν έλέγετο Γαβριήλ- τι σημαίνει δε Γαβριήλ; "Ακουσον και μάθε ότι Γαβριήλ σημαίνει θεός και άνθρωπος (11 13). Aφ’ ου δηλ. ο θεός και άνθρωπος είναι 12 έκείνος, του οποίου την έλευσιν εύηγγελίσθη, προηγήθη το όνομα δια να πιστοποιήση την οίκονομίαν. Μάθε πρώτον την οίκονομίαν και την αίτίαν της παρουσίας του και τότε δόξασον την δύναμιν του σαρκωθέντος, επειδή το άνθρώπινον γένος έχρεώστει πολλά από άμαρτίας και δεν έγνώριζε πώς να έξοφλήση το χρέος του, διότι δια του Aδάμ όλοι υπεγράψσμεν γραμμάτιον προς την άμαρτίαν δούλους μας είχε και μας έξουσίαζεν ο διάβολος- περιέφερε τα χρέη μας χρησιμοποιών άντί χάρτου το πολυπαθές μας σώμα- είχε στηθή ο κακός πλαστογράφος των παθών, έπισείων το χρεώγραφόν μας και άπαιτών να τιμωρηθώμεν (13). Έπρεπε λοιπόν, η εις όλους να επιβληθή η θανατική ποινή, επειδή και όλοι έσφαλαν, η να δοθή ως άντίκρυσμα τοιαύτη πληρωμή, ώστε να παρέχη δικαίωμα άπαλλαγής από παντός χρέους. ’Άνθρωπος λοιπόν να σώση εις αυτήν την περίστασιν δεν ήδύνατο, διότι καθε άνθρωπος έβαρύνετο από το χρέος της άμαρτίας· αλλ' ούτε άγ(11) Η σάρκωσις του Θεού ήτο άπαραίτητος δια την σωτηρίαν του άνθρώπου, ώραιότατα δε ο σ. άντιπαραθέτει την κατάβασιν του Θεού εν τη μητρα της Παρθένου και την εις ουρανούς άνάληψιν της εκ ταύτης ληφθείσης σαρκός. Δεν άποτελεί η σάρκωσις μείωσιν του Θεού, αφ' ου μετ’ αυτού άνεβιβάσθη εις τον θρόνον της άγιότητος η άνθρωπίνη σάρξ. Η άρνησις της σαρκώσεως θ’ άπετέλει δρνησιν της δι’ ήμάς πτωχεόσεως του Θεού, εις την όποίαν όφείλεται η σωτηρία. (12) Το όνομα Γαβριήλ σημαίνει «ίσχύς Θεού» (εκ του «γκέμπερ=ίσχυ· ρός και έλ=θεός), υπό τινων όμως έρμηνεύεται και «άνθρωπος Θεού», κατά παρετυμολογίαν, την δευτέραν δε ταύτην ερμηνείαν Εχει υπ' όψιν ο σ. (13) Aξιοσημείωτος η τοιαύτη παράστασις της ένοχής της άμαρτωλής άνθρωπότητος. Έπιχαίρων ο διάβολος διότι κατώρθωσε να παρασύρη προς την άμαρτίαν τον άνθρωπον, προς ον ένεφανίσθη άρχικώς ως φίλος, άποκαλύπτεται άκολούθως ως έκβιαστής και τέλος ως άντίδικος, άπαιτών να τύχη και ο άνθρωπος της αυτής προς έκείνον κολάσεως και να μείνη αίωνίως αίχμάλωτος της κακίας, έκμεταλλεύεται δε την προς άντίστασιν άδυναμίαν του έξασθενήσαντος πλέον Ενεκα των παθών άνθρώπου. 'Ωραιοτάτη η όνομασία «κακός των παθών πλαστογράφος».
γελος ήδύνατο να έξαγοράση την άνθρωπότητα, διότι δεν είχε τα άπαιτούμενα λύτρα· έπρεπε λοιπόν ν’ άποθάνη ο άναμάρτητος Θεός υπέρ των άμαρτωλών, διότι μόνον αυτή η λύσις του κακού υπελείπετο (u). Τι συνέβη λοιπόν; Αυτός όστις έδωκεν ύπαρξιν εκ του μηδενός εις κάθε πλάσμα της φύσεως, ο μηδόλως στερούμενος των όσα θέλει να δώση, έξεύρε ζωήν άσφαλεστάτην χάριν των κατα δίκων και ευπρεπεοτάτην λύσιν εις το δίλημμα του θανάτου (δπερ άντίκρυζεν η ένοχος ανθρωπότης). Και γίνεται άνθρωπος εκ Παρθένου, καθ’ον τρόπον έκείνος γνωρίζει-διότι λόγος να έρμηνεύση το θαύμα τούτο δεν δύναται,-και άποθνήσκει το ό,τι έγινε (δηλ. κατά το άνθρώπινον) (1δ)- και το ό,τι υπήρχε (δηλ. η θεότης) άπελευθερώνει τον άνθρωπον (16), κατά τον Άπ. Παύλον, όστις λέγει· «Εν ω έχομεν την άπολύτρωσιν δια του αίματος αυτού, την άφεσιν των παραπτωμάτων». "Ω, πόσον μεγάλα πράγματα 1 Πρός χάριν άλλου διεπραγματεύθη την άθανασίαν, διότι αυτός ο ίδιος ήτο αθάνατος. Τοιούτος δε άλλος κατ’ οίκονομίαν ούτε έχει υπάρξει ποτέ, ούτε υπήρχεν, ούτε θα υπάρξη, ει μη μόνος ο εκ Παρθένου γεννηθείς θεός και άνθρωπος (17). Αυτός έχει άξίαν όχι άπλώς ίσοβαρή προς το πλήθος των υποδίκων, αλλά και κατά πάντα υπερτερούσαν. Με το να είναι Υιός διατηρεί την άπαράλλακτον ένότητα προς τον Πατέρα, με το να είναι δημιουργός έχει δύναμιν ούδενός έχουσαν άνάγκην, με το να είναι δε φιλοικτίρμων έφανέρωσε τελείως την άνυπέρβλητον ίκανότητά Του προς την συμπάθειαν, και με το να είναι άρχιερεύς έχει το κύρος του να παρίσταται μεσιτεύων υπέρ ημών (18), τίποτε δε δεν δύναται τις ποτέ να ευρη που να ίσοφαρίζη προς κάτι απ' αυτά (19). Διότι βλέπε την φιλανθρωπίαν Του. Καταδικασθείς με την θέλησιν Τουήκύρωσε την κατά των σταυρωτών Του θανατικήν καταδίκην και μετέστρεψε την άνομίαν των φονέων Του εις σωτηρίαν των άνομησάντων (80). (H) Περιγράφει ενταύθα ο σ. το ήθικόν άδιέξοδον, εις το οποίον βαθμηδόν ώδήγησε την άνθρωπότητα η αμαρτία και από του οποίου μόνον ο θανατος του Άναμαρτήτου ήδύνατο να έξαγάγη αυτήν. (16) Επί του σταυρού άπέθανεν η άνθρωπίνη φύσις του θεανθρώποσ Σωτήρος, το «ο έγένετο» κατά τον σ. του Έγκωμίου μας, διότι «ο Λόγος σάρξ έγένετο» (Ιωάνν, α' 14). (16) θεός υπήρχε προ πάντων των αιώνων ο σαρκωθείς Λόγος. «Εν άρχή ην ο λόγος και ο λόγος ην προς τον θεόν και θεός ην ο λόγος» (Ιωάνν, κ' 1)· η θεότης λοιπόν, το «ο ην», του θεανθρώποσ άπηλεσθέρωσεν ήμας από του θανάτου. (ίή Μοναδικόν το φαινόμενον του θεανδρικού προσώπου του Ιησού Χριστού, όστις υπήρχε μεν προ πάντων των αιώνων ως θεός, προσέλαβεν όμως εν ώρισμένω χρόνω την ανθρωπίνην φύσιν και τοιούτος ως θεός άμα και άνθρωπος υπό των όρθοδόξων πιστεύεται και προσκυνείται, (18) Πρβλ. Εβρ. ο' 14 εξ. (19) Ουδέποτε ούδαμού είναι δυνατόν να εύρεθή τι ίσον προς εν των άνωτέρω λεχθέντων. (20) ’Άξιαι ιδιαιτέρας παρατηρήσεως αι άντιθέσεις αύται, δεικνύουσαι ζωηρότατα την άκραν άγάπην του σταυρωθέντος ΛυτρωτοΟ, δίδοντος δια της σταυρικής Του θυσίας το δικαίωμα της σωτηρίας εις α&τους τους σταυ-
’Άνθρωπος λοιπόν απλούς να σώση δεν ήτο δυνατόν, διότι και αυτός θα είχεν άνάγκην σωτήρος, όπως λέγει και ο Άπ. Παύλος ότι «Πάντες ήμαρτον και ύστερούνται της δόξης του Θεού» κτλ. Επειδή λοιπόν η άμαρτία προσέφερεν εις τον διάβολον τον κατάδικόν της, ο δε διάβολος παρέπεμπεν αυτόν εις τον θάνατον (∙31)·∙ προς μέγιστον κίνδυνον λοιπόν έξώθει ούτος τα καθ’ ήμάς και άδύνατος ήτο η από του θανάτου άπαλλαγή- οι πεμφθέντες ίατροί (33)∙ τούτο διεπίστωνον. Τι συνέβη λοιπόν; Άφ’ ου είδον οι Προφήται ότι η πληγή μας ήτο άνωτέρα από κάθε ανθρωπίνην τέχνην, επεκαλούντο τον εξ ούρανού ίατρόν (33). Και άλλος μεν έλεγε «Κλίνον ουρανούς και κατάβηθι». ’Άλλος, «”Ια· σαί με, Κύριε, και ίαθήσομαι». ’Άλλος, «Έξέγειρον την δυναστείαν σου και έλθέ εις το σώσαι ήμάς». ’Άλλος, «Εί όντως οίκήσει θεός μετά άνθρώπου». ’Άλλος, «Ταχύ προκαταλαβέτωσαν ήμάς οι οίκτιρμοί σου, Κύριε, ότι έπτωχεύσαμεν σφόδρα». ’Άλλος, «Ο’ίμοι ότι άπόλωλεν εύλαβής από της γης, και ο κατορθών εν ανθρώποις ούχ υπάρχει». ’Άλλος, «Ο θεός εις την βοήθειάν μου προσχες και εις το βοηθήσαί μοι σπεύσον». ’Άλλος, «'Όσον, όσον ο ερχόμενος ήξει, και ου χρονιεί». ’Άλλος, «Έπλανήθην ως προβατον άπολωλός, ζήτησον τον δούλόν σου τον έλπίζοντά έπί σε». Άλλος, «Ο θεός έμφανώς ήξει, ο θεός ημών και ου παρασιωπήσεται» (31). Δεν άφήκε λοιπόν ο φύσει βασιλεύς υπάρχων την ανθρωπίνην φύσιν να τυραννήται επί πολύ· δεν την άφήκεν ο φιλοικτίρμων θεός μέχρι τέλους έκτεθειμένην άπέναντι του διαβόλου· αλλ' ήλθεν ο πάντοτε παρών και κατέβαλε το ίδιον Του αίμα λύτρον προς άπελευθέρωσίν μας και έδωκεν εις τον θάνατον αντάλλαγμα υπέρ του γένους μας την σάρκα, την όποίαν έφόρεσεν εκ της Παρθένου, και έξηγόρασε με τον ’ίδιον τον εαυτόν Του τον κόσμον από την κατάραν του νόμου, καταργήσας δια θανάτου τον θάνατον και ο Παύλος φωνάζει, «Χριστός ήμάς έξηγόρασεν εκ της κατάρας του νόμου» (35). ρωτάς Του. Οι δήμιοι του ’Εσταυρωμένου έκλαμβάνονται ενταύθα ως εκπρόσωποι του υπέρ ου έσταυρώθη ανθρωπίνου γένους. Εδέχθη να τον θανατώσουν οι άνθρωποι, δια να τους άπσλλάξη από τον θάνατον. (ai) Χαρακτηριστικά ταύτα του ότι στερηθείς δια της άμαρτίας ο ανθρωπος της χάριτος του Θεού έγένετο έρμαιον των έχθρών του, της άμαρτίας (προσωποποιουμένης ενταύθα) και του διαβόλου. (as) Οι πεμφθέντες ίατροί=οι υπό του Θεού πεμφθέντες Ιεροί προ Χριστού άνδρες, οι Προφήται, ως κατωτέρω έπεξηγεί. (33) Κατενόησαν οι Προφήται ότι ουδείς άλλος, πλήν του ούρανίου Θεού, ήδύνατο να θεραπεύση την νόσον, εξ ής έπασχεν η άνθρωπότης, και διακηρύσσοντες την ιδικήν των άδυναμίαν «τον εξ ούρανοθ έπεβόων ίατρόν». (31) Τα παρατιθέμενα χωρία των προφητικών Ιερών Γραφών έκφράζουσι την όδύνην της ανθρωπότητος προ του μεγέθους της ήθικής καταπτώσεως της και την μυστικήν ελπίδα, ότι θα ένεσπλαγχνίζετο και θα εύρισκε λύσιν του κακού ο παντοδύναμος θεός. (25) ’Άξιον σημειώσεως είναι ότι ο σ. δεν έξαίρει την άνάγκην της Ικανοποιήσεως της θείας δικαιοσύνης, ην προσέβαλεν η άμαρτία της άνθρωπο- , τητος, αλλά την άνάγκην καταβολής λύτρων εις τον δίκην ληστού αίχμαλω· τίσαντα τον άνθρωπον θάνατον, όστις έδει να λάβη άντάλλαγμα Ικανόν ν άναγκάση αυτόν να παραιτηθή της λείας του.
Δεν είναι λοιπόν άπλοθς άνθρωπος, ω Ίουδαίε (26), έκείνος που μας έξηγόρασε, διότι ολόκληρος η ανθρωπίνη φύσις είχεν υποδουλωθή εις την άμαρτίαν- αλλ' ούτε και θεός γυμνός από άνθρωπότητα ήτο, ω Μανιχαίε (37), διότι είχε σώμα. ”Αν δεν με ένεδύετο, δεν θα με έσωζεν, αλλ' έντός της κοιλίας της Παρθένου ένεδύθη τον κατάδικον ο έκδώσας άλλοτε την κατ’ αυτού απόφασιν. Και εκεί έγινεν η φρικτή συναλλαγή· διότι έδωκε πνεύμα και έλαβε σάρκα. Ο ίδιος ήτο με την Παρθένον, αυτός, όστις και έξήλθεν εκ της Παρθένου. Διότι ο ίδιος και έπεσκίασεν αυτήν και εσαρκώθη εξ αυτής (38). Έάν ήτο άλλος ο Χριστός και άλλος ο θεός Λόγος, δεν θα ήτο τριάς η Αγία Τριάς, αλλά ... τετράς (29), σύμφωνα με την διδασκαλίαν σου, ω αίρετικέ. Μή σχίσης τον χιτώνα της θείας οικονομίας, ο οποίος ύφάνθη άνωθεν· μη γίνης μαθητής του Άρείου. Έκείνος άσεβών χωρίζει την ούσίαν· συ μη σχίζης την ένωσιν (των δύο εν Χριστώ φύσεων) δια να μη χωρισθής από του Θεού (30). Είπέ μοι· Ποίος είναι έκείνος όστις «έπέφανε τοις εν σκότει και σκια θανάτου καθημένοις»; ’Aνθρωπος; Και πώς ήδύνατο άνθρωπος να το κάμη αυτό, αφ' ου ο ίδιος έζη εις το σκότος, ως λέγει ο Παύλος, «ός έρρύσατο ήμας εκ τήςέξουσίας του σκότους»; Διότι, όπως λέγει η Αγία Γραφή, «ήμεν γαρ ποτέ σκότος», τώρα δε είμεθα φως εν Κυρίω (31)· Ποίος λοιπόν μας έφώτισε; Ο Δαβίδ σε διδάσκει περί τούτου, όταν λέγη· «Εύλογημένος ο ερχόμενος εν όνόματι Κυρίου». Ποίος είναι αυτός; είπέ το φανερά, ω Δαβίδ, φώναξε δυνατά και μη διστάσης, ως σάλπιγγα ύψωσε την φωνήν σου- είπέ μας ποίος είναι αυτός. «Κύριος-λέγει-ο θεός των δυνάμεων· θεός Κύριος και έπέφανεν ημίν». Διότι «ο Λόγος σάρξ έγένετο». Συνηνώθησαν αι φύσεις και η ένωσίς των έμεινεν άσύγχυτος. Ήλθε να σώση, αλλ' έπρεπε και να πάθη· πώς ήτο λοιπόν δυνατόν να γίνουν αυτά; ’Άνθρωπος άπλοθς να σώση δεν ήτο ίκανός. θεός μόνος να πάθη δεν ήδύνατο. Τι συνέβη λοιπόν; Αύ(36) Δεχόμενος ο νεστοριανισμός ότι «ψιλός άνθρωπος» έγεννήθη εκ της Παρθένου ο Ιησούς Χριστός, ούδόλως διαφέρει, κατά τον σ., από τους άρνουμένους την θεότητα του Χριστού Ίουδαίους, (27) Άρνούμενος ο νεστοριανισμός την μετά της ανθρωπότητος ενωσιν του Θεού εν τω Ι. Χριστώ, οόδόλως, κατά τον σ., διαφέρει από τους υπό της ’Εκκλησίας καταδικαθέντας Μανιχαίους, τους άρνουμένους την πραγματικήν σάρκωσιν του Λόγου. (2β) Πρβλ. Λουκ. κ’ 35, «Δύναμις υψίστου επισκιάσει σοι», είπεν ο άγγελος προς την Παρθένον. Ο ένεργών το φρικτόν θαύμα θεός εν τη Παρθένω ο αυτός και έγεννήθη εξ αυτής. (39) Ο σ. υποδεικνύει ενταύθα άλλο άτοπον δυνάμενον να προέλθη φυσικώς εκ του νεστοριανικού διχασμού των δύο εν Χριστώ φύσεων. «Εί άλλος ο Χριστός και άλλος ο θεός λόγος», θα παρεισήγετο και τέταρτον πρόσωπον εις την τριαδικήν θεότητα και η Αγία Τριάς θα έγίνετο... τετράς! (30) Ο υπό της Α' Οίκουμ. Συνόδου (325) καταδικασθείς Άρειος, έχωριζε την ούσίαν του Υίού από την του Πατρός. Ο νεστοριανισμός χωρίζων την άνθρωπίνην φύσιν του Χριστού από της θείας δεν διαπράττει μικρότερον άμάρτημα, κατά τον σ., διότι και αυτός σχίζει τον χιτώνα της θ. οικονομίας. (31) Aδύνατον ήτο άνθρωπος άπλούς, διατελών υπό το σκότος της άμαρτίας, να φωτίση την εν τω σκότει άνθρωπότητα.
τός, ων Θεός, ο Εμμανουήλ έγινεν άνθρωπος· και έκείνο μεν που ήτο (θεός) έσωσεν, έκείνο δε που έγινεν (άνθρωπος) έπαθε (∙33). Δια τούτο η Έκκλησία, ότε είδεν ότι η συναγωγή των Εβραίων Τον έστεφάνωσε με τας άκάνθας, θρηνούσα δια την τόλμην έλεγεν: θυγατέρες της Ιερουσαλήμ, έξέλθετε και ίδετε τον στέφανον με τον οποίον Τον έστεφάνωσεν η μήτηρ Του(33). Διότι Αυτός και τον άκάνθινον στέφανον έφόρεσε και την απόφασιν των άκανθών (31) ήκύρωσεν ο ίδιος εύρισκόμενος εις τους κόλπους του Πατρός και εν κοιλία Παρθένου' ο ίδιος εν αγκάλαις μητρός και «επί πτερύγων άνέμων»· ο ίδιος άνω υπό άγγέλων προσεκυνείτο, και κάτω συνέτρωγε με τελώνας· τα σεραφείμ δεν ήδύναντο να Τον άτενίσουν κατά πρόσωπον, και ο Πιλάτος Τον άνέκρινενό δούλος Τον έρράπιζε και η φύσις έφριττεν· επί σταυρού ο ’ίδιος έκαρφώνετο και ο θρόνος της δόξης Του δεν είχε κενωθή· κατεκλείετο έντός τάφου και τον ούρανόν έξέτεινεν «ώσεί δέρριν»· ως νεκρός εθεωρείτο και τον άδην έλαφυραγώγησεν έδώ (επί γης) έσυκοφαντείτο «πλάνος», και εκεί (εν ούρανώ) έδοξολογείτο «άγιος». ”Ω ! Τι μυστήριον ! Βλέπω τα θαύματα και άνακηρύττω την θεότητα· βλέπω τα πάθη και δεν άρνούμαι την άνθρωπότητα. Aλλ’ ο Εμμανουήλ ήνοιξε μεν ως άνθρωπος τας πύλας της φύσεως, ως θεός όμως δεν διέρρηξε της παρθενίας τα κλείθρα· αλλά έξήλθεν εκ της μήτρας καθ’ ον τρόπον είσήλθε δια της άκοής. Έτέχθη όπως συνελήφθη. Χωρίς πάθος είσήλθε και κατά τρόπον άνέκφραστον έξήλθε, κατά τον προφήτην Ίεζεκιήλ τον λέγοντα· «Επέστρεψε με Κύριος κατά την όδόν της πύλης των άγίων της έξωτέρας, της βλεπούσης κατά άνατολάς, και αυτή ην κεκλεισμένη. Και είπε Κύριος προς με· Υιέ άνθρώπου, η πύλη αυτή κεκλεισμένη έσται- ουκ άνοιχθήσεται' ουδείς ου μη διέλθη δι’ αύτης, αλλ' η Κύριος ο θεός Ισραήλ μόνος αυτός είσελεύσεται και έξελεύσεται και έσται η πύλη κεκλεισμένη». Ιδού απόδειξις φανερό της άγίας Θεοτόκου Μαρίας. ”Ας σταματήση λοιπόν κάθε άντιλογία και ας φωτιζώμεθα πλήρως με την γνώσιν των 'Αγίων Γραφών, ώστε και της βασιλείας των ούρανών να έπιτύχωμεν δια του Χριστού, εις ον άνήκει η δόξα εις τους αιώνας των αιώνων. Aμήν,
(33) Ο σ. ενταύθα έξηγεί λογικώς την άναγκαιότητα της ένανθρωπήσεως του Θεού, διότι όσον ήτο άναγκαίον το πάθος δια την σωτηρίαν του άνθρώπου, τόσον ήτο και άδύνατον τούτο εις μόνον τον θεόν· έγινε λοιπόν άνθρωποο ο θεός, δια να πάθη ως άνθρωπος και να σώση ως θεός. (33) Μήτηρ του Χριστού κατά το άνθρώπινον είναι η Συναγωγή, διότι εξ αυτής κατά σάρκα κατήγετο γεννηθείς εκ της Παρθένου Μαρίας, ούσης «εξ οίκου και πατρός Δαβίδ» (Λουκ. β' 4). (31) ' Υπαινίσσεται ενταύθα ο σ. το «έπικατάρατος η γη ... άκάνθας και τριβόλους έξανατελεί σοι», το υπό του Δημιουργού λεχθέν προς τον άμαρτήσαντα Aδάμ (Γενέσ. γ' 17).
ΕΓΝΩΣΘΗ το
ονο
μ
Α
ΤΟΥ ΙΔΡΥΤΟΥ TOY I. ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣΟΥ; Πρωτοπρ. ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ
Υπό του κ. Ευαγγ. Παπασταματίου, ον και δημοσία ευχαριστώ, μοι παρεχωρήθη προς μελέτην και δημοσίευσιν νέον χειρόγραφον εκ του ιδιωτικού αρχείου του μακαρίτου πενθερού του Ε. Χατζηαποστόλου, όθεν προέρχεται και το εν τω προηγουμένω τόμω της «Αγίας Σιών» (σελ. 84) δημοσιευθέν «Ιστόριον» περί της κτίσεως της Αγιάσου. Το νέον τούτο χειρόγραφον καταλαμβάνει την επιφάνειαν φύλλου χάρτου διαστάσεων (0,299X0,199), φέροντος καταφανή τα ίχνη της επαφής προς πυράν και ολίγον εφθαρμένου κατά τας γωνίας. Πρόκειται, προφανώς, όχι περί πρωτοτύπου αλλά περί παλαιού αντιγράφου επιστολής του ιδίου του συγγραφέως του «Ιστορίου» Παναγιώτου Aποστόλου, σταλείσης εκ Φαναρίου ΚΠόλεως τη 8η Aπριλίου 1704 προς τον εν Αγιάσω διαμένοντα «σεβάσμιον και φιλάνθρωπον ανάδοχόν» του και περιεχούσης «αντίγραφον» του υπ' αυτού, ως ισχυρίζεται, ανευρεθέντος εις χείρας Ιερωνύμου τινός «μνήμονος» εγγράφου περί «παροχής αδείας» προς ανέγερσιν του εν Αγιάσω Ι. Ναού της Υπεραγίας Θεοτόκου Εν τω εγγράφω τούτω, του οποίου και το ύφος και η χρονολόγησις είναι αληθώς περίεργα, γίνεται μνεία και του ονόματος του κομιστού της Ιεράς θαυματουργού εικόνος της Θεομήτορος της «Αγίας Σιών». Παραθέτω εφεξής το κείμενον του χειρογράφου.
Φαναρίω 8 Aπριλίου 1704
Σεβάσμιέ μου και φιλάνθρωπε ανάδοχε Μέγα μηνύω υμίν μήνυμα δι’ ο δύναμαι είπω «Και ο εωρακώς μεμαρτύρηκεν. | Χερσί Ιερωνύμου μνήμονος εύρηται περισπούδαστον και πολύτιμον τη ιστορία γεννετεί | ρας μας δε κειμήλιον έγγραφον πρωτότυπον παροχής αδείας εις προ | γόνους μας οικοδομήσεως ναού ημών της Υπεραγίας Θεομήτορος υπό άρχοντος | Λέσβου Βαλερίου γεγραμμένον επί μεμβράνης ής το περιεχόμενον Βυζαντι | νοίς γράμμασι έχει ούτω: »ΒΑΛΕΡΙΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΑΡΧΩΝ ΠΑΣΗΣ ΛΕΣΒΟΥ ... παραλείπω την Βυζαντινήν | γραφήν δια το αποφευχθειναι δυσαναγνωσίαν και αργοπορίαν.-Εντεταλμένος του εν δόξη και αρεταίς περιβαλλομένου και υπεράνω | παντός γηινοκόσμου Μεγίστου Αυτοκράτορος απαξαπά-
σης Βυζαντινής Έπικρατείας | Βαλλέριος Κωνσταντίνος Άρχων πάσης Λέσβου εδρεύων Μιτυλήνην. Συνοιδώς ικαισίαις χριστιανών οικούντων περίχωρα ορίοις και τόπον λεγόμενον «Καρυαί» ένθα ενθρονισμένη Ιερά σκήτη απεικόνισις Υπεραγίας Θεο | μήτορος προελθούσης εξ Αγίας Σιώνος, πιστών και υποταγών Ενδοξωτάτη και | κοσμοκρατείρα Αυτοκρατορία. Δίδωμι αυτοίς ελευθερίαν οικοδομησίας Οικοθέου εν τω ονόματι και μνήμη Υπεραγί | ας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου εν θέσει ένθα μιμνήσιον τύμβου + μοναχοπρε | σβύτου Αγάθωνος Εφεσείου κομιστού της αγίας Εικόνος.Εντέλλομαι Δεκάρχην Ευμένιον χειροπαραδώσειν παρούσαν ικέταις ΒΑΛΕΡΙΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Άρχων πάσης Λέσβου Εκ μεγάρου του ΙΑ' Αιώνι Ο' έτει ΙΖ' Αυγούστου Αι προσπάθειαί μου όπως επιτύχω απόκτησιν κειμηλίου τούτου εις μάτην. Έτυχον ό | μως υποσχέσεως περί μελλοντικής παραδόσεως εφ’ όσον η Α.Θ.Σ. Μιτυλήνης | ήθελεν αποκαταστήσει αυτόν αναγνωρίζων δίκαιον του. Κρίνω ότι σεβασμία | Δημογεροντία δεί ενεργήση δέοντα και σχετικά διαβήματα προς απόκτησιν | κειμηλίου τούτου. Εν Πατριαρχικοίς Αρχείοις μέχρι σήμερον ουδέν ιστορικόν εύρον. Γνωστοποιή | σω μελλούσας ενεργείας μου. Δέξασθε σεβάσματά μου και προσφέρατε ασπασμούς αδελφών μου συν γυναι | ξί και τέκνοις.Καταφιλών άσπιλον χείρα υμών Παναγιώτης Aποστόλου
Μετά τινα χρόνον από της παραλαβής του ανωτέρω χειρογράφου ο αυτός κ. Ευάγγ. Παπασταματίου μοί παρέδωκε μικρόν τεμάχιον χάρτου διαστάσεων 0,105X0,144 επίσης κεκαυμένον κατά τας δυο αριστεράς γωνίας και περιέχον κεφαλαίοις συμπεπλεγμένοις γράμμασι την εξής σημείωσιν, γεγραμμένην υπό της αυτής και το ανωτέρω χειρός: Επίγραμμα πλακός ναού μας Επί αυτοκράτορος Μανουήλ εκ Κομνηνών και άρχοντος Βαλερίου Κωνσταντίνου ανηγέρθη ναός ούτος | υπεραγίας Θεοτόκου μερίμνη πιστών χριστιανών εις μνήμην Αγάθωνος Εφεσίου σεπτού Ιερ. Γέροντος | δωρητού Ιεράς Εικόνος. Εν έτει στχπι΄ ημέρα πεντεκεδεκάτην μηνός Αυγούστου.
Και περαιτέρω δια παρηλλαγμένης, προφανώς, γραφής :
Ήθιζον χρονολόγιον από κτίσεως κόσμου ήγουν μέχρι γενίσεως ελό | γιζον 5508 έτη. Aνωτέρα χρονολογία η 6681. Προφανώς η δι’ ελληνικών γραμμάτων χρονολογία της ως άνω σημειώσεως δεν είναι ορθή ως προς τας μονάδας -έδει να είναι στχπα΄ - και δεν είναι πιθανόν ότι ούτως είχε γραφή επί της πλακός, εις ην αναφέρεται, αν όντως υπήρχε τοιαύτη πλάξ και τοιαύτη επιγραφή, ουδαμού σήμερον ευρισκομένη. Άξιον δ’ επίσης σημειώσεως είναι ότι τόσον το εν τη επιστολή αντιγραφόμενον(;) «έγγραφον» όσον και το «επίγραμα» ομοιάζουσι καταπληκτικώς προς τε το γλωσσικόν ιδίωμα και το ύφος του επιστολογράφου. Αν η περαιτέρω έρευνα αποδείξη ως γνήσια τα κείμενα του τε «εγγράφου» και του «επιγράματος», ο μέχρι τούδε ανώνυμος ιδρυτής του Ιερού εν Αγιάσω Προσκυνήματος δεν θα είναι πλέον ανώνυμος, αλλά θα είναι εφεξής γνωστός ως Γέρων Αγάθων, ο Εφέσιος, συμπληρουμένων ούτω των πληροφοριών, τας οποίας παρέσχεν εν τω «Ιστορίω» του ο αυτός φιλόπατρις και φιλίστωρ Παναγιώτης Aποστόλου. Ουδέν όμως περί της γνησιότητος των νέων στοιχείων δύναται επί του παρόντος μετά επιστημονικής ακριβείας να λεχθή δι’ ους λόγους υπεδήλωσα ήδη.
ΜΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΙΣ
ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΠΟΛΙΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣΟΥ Πρωτοπρ. ΕΜΜ. Γ. ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ
Πολύ πριν η μας δοθή προς μελέτην το περί του ονόματος του κομιστού της Ι. Εικόνος της «Αγίας Σιών», όπερ δημοσιεύεται αλλαχού του παρόντος, ήδη από του παρελθόντος έτους εσημειώσαμεν (1) μίαν υπόθεσιν περί του ζητήματος τούτου, ην εκθέτομεν πλατύτερον ενταύθα. Κατά την εν πλάτει υπό του φίλου κ. Στρ. Κολαξιζέλλη εκτεθείσαν παράδοσιν περί της ιδρύσεως του Ι. Προσκυνήματος, περί το οποίον συνέστη βαθμηδόν η κωμόπολις της Aγίας Σιών ή Αγιάσου, η εν λόγω θαυματουργός Εικών ενομίσθη αυτόθι υπό μοναχού τινος η Επισκόπου καταφυγόντος ενταύθα κατά τας εικονομαχικάς ταραχάς. Τούτον ο Aποστόλου αποκαλεί «αυτοκρατορικόν ιερωμένον» εν τω δημοσιευθέντι ήδη εν τω Α' τόμω της «Αγίας Σιών» πρώτω χειρογράφω του, δηλών ούτω ότι δεν επρόκειτο περί τυχαίου τινός προσώπου μοναχού ή κληρικού, αλλά περί επισήμου (1) Εφημ. «Πρωινή» Μυτιλήνης (1938) Αριθμ. 546-7.
κληρικής προσωπικότητος, επιφανή τέως κατεχούσης θέσιν εν τη αυτοκρατορία. Aκριβώς δε ένεκα τούτου ίσως και προυτίμησε την αφάνειαν της ανωνυμίας, ο επιφανής εκείνος Κληρικός, ότε εξόριστος ή πρόσφυξ κατέφυγεν εις Λέσβον κατά την περίοδον του εικονομαχικού διωγμού. Είναι εξ άλλου γνωστόν ότι η Λέσβος εχρησίμευσεν ως τόπος εξορίας εις πολλάς επιφανείς προσωπικότητας εκ των υποστηρικτών των αγίων εικόνων, και δη και αυτής της αυτοκρατείρας Ειρήνης της Aθηναίας. Άρα ουδόλως απίθανον ο «αυτοκρατορικός ιερωμένος» του Aποστόλου ή ο «Δεσπότης» της εγχωρίου αγράφου παραδόσεως να υπήρξεν εις εκ των εξορίστων επιφανών εικονοφίλων Κληρικών, και δη και Επίσκοπος τις, όστις όχι εκ φόβου αλλά προς πνευματικήν ησυχίαν και άσκησιν ίδρυσε την περίφημον Σκήτην της Καρυάς της Αγιάσου, εξ ής κατάγεται ο σημερινός μεγαλοπρεπέστατος προσκυνηματικός ναός της Παναγίας. Τίς όμως εξ όλων των εις Λέσβον σταλέντων εξορίστων ορθοδόξων Επισκόπων να ήτο ο ανώνυμος ούτος ιδρυτής της περιφήμου Σκήτης; Μεταξύ των ιερών λειψάνων, άτινα ανεύρομεν εν ιδιαιτέρα ξυλίνη λειψανοθήκη του Ι. Προσκυνήματος, υπάρχει και τεμάχιον λειψάνου φέρον επί του απερίττου αργυρού περικαλύμματός του το όνομα του αγίου Μιχαήλ Επισκόπου Συνάδων, του Ομολογητού της εποχής της εικονομαχίας. Μεταξύ δε των εν τοις οίκοις των ευσεβών κατοίκων της Αγιάσου ευρεθεισών παλαιών φορητών εικόνων, αίτινες εκαθαρίσθησαν πέρυσι και απετέλεσαν την περιγραφείσαν ήδη συλλογήν, ευρέθη παρά τη οιίκογενεία του κ. Παναγ. Βαμβουρέλλη και παρεχωρήθη υπ' αυτής τω Ι. Προσκυνήματι και εικών κοπτικής τέχνης παριστώσα τον αυτόν άγιον Μιχαήλ τον Επίσκοπον Συνάδων της Φρυγίας (2). Πρόκειται περί αγίου πάντη αγνώστου τοις πολλοίς και εξ όλων των αγνώστων τοις πολλοίς αγίων μόνον του Μιχαήλ Συνάδων λείψανον και εικών υπάρχει εν Αγιάσω και δη από παλαιοτάτης, ως φαίνεται, εποχής. Εξ άλλου είναι γνωστόν ότι ο εν λόγω Ομολογητής εξωρίσθη από του 815 εις διαφόρους τόπους επανειλημμένως και τέλος άπέθανεν τω 820 εν τη εξορία. Πιθανόν η Λέσβος να είναι ο τόπος της τελευταίας του εξορίας (3) και ουδόλως απίθανον αυτός να είναι ο «Δεσπότης» του θρύλου, ο «αυτοκρατορικός Ιερωμένος» του χειρογράφου, όστις εξέλεξε τας υπωρείας του λεσβιακού Ολύμπου ως τόπον ησυχίας μετά τους επανειλημμένους από μέρους των εικονομάχων διωγμούς. Σημειωτέον επίσης ότι εν Αγιάσω υπάρχει και οικογενειακόν επίθετον «Συναδινοί, του οποίου δεν εξηκριβώθη ακόμη η προέλευσις, πιθανόν δε τούτο να έχη σχέσιν προς τους (2) Η μνήμη του εορτάζεται τη 23 Μαΐου. (3) Aνάγκη να μελετηθή ο αγιορειτικός κώδηξ 1184, Ενθα εύρηται ο βίος του αγίου.
πρώτους περί την Σκήτην οικιστάς της Αγιάσου, περί ων ομιλεί ο Aποστόλου. Ούτοι θα ηδύναντο πολύ δικαίως να αυτοκαλώνται Συναδινοί προς τιμήν του πνευματικού των ηγέτου του Συναδινού Επισκόπου και προς εκδήλωσιν της προς εκείνον ευγνωμοσύνης και του οφειλομένου σεβασμού, αν ο Συνάδων Μιχαήλ υπήρξεν όντως, κατά την υπόθεσιν μας, ο αϊδίου μνήμης ανώνυμος Επίσκοπος του θρύλου.
η αγιΑσος κέντρον
τουρισμ ΟΥ και τοπο ς παρα Θεριςμο υ Του κ. ΣΤΡΑΤΗ Π. ΚΟΛΑΞΙΖΕΛΛΗ
Το έδαφος της αγροτικής περιφερείας της Αγιάσου ανεβαίνει παντού σχεδόν κλιμακωτά. Στο βορειανατολικό μέρος βρίσκεται ο «κάμπος» του Ιππείου κατά τι αψηλότερος από την επιφάνεια της θαλάσσης, ως συνέχεια του Κόλπου της Γέρας, και στο νοτιοδυτικό βρίσκεται ο Όλυμπος με 1040 περίπου μέτρα ύψος. Ο κάμπος του Ιππείου φθάνει προς το μέρος της Αγιάσου έως την Καρύνην. Από κεί το έδαφος κάνει πάρα πολλούς αναπαλμούς και πτυχώσεις. Οι αναπαλμοί αυτοί και αι πτυχώσεις ακολουθώντας διαφόρους διευθύνσεις ανεβαίνουν έως την κορυφή του Ολύμπου και του Ξυλόκαστρου. Την απόσταση από το χαμηλότερο μέρος της περιφερείας έως το αψηλότερο μπορεί να διατρέξη κανείς σε δυο περίπου ώρες. Δεν είνε λοιπόν δυνατόν το έδαφος αυτό με την τόσην διαφοράν του ύψους του και τις τόσεςγεωγραφικές ανωμαλίες του να έχη παντού το ίδιο κλίμα. Στα χαμηλά μέρη, όπου τα βουνά αποφράσσουν την είσοδον των ανέμων, η θερμοκρασία είνε μεγαλυτέρα, όσο όμως ανέρχεται κανείς προς τα επάνω, τόσο βαθμηδόν και ο αέρας είνε ελαφρύτερος, και η υγρασία ολιγωτέρα, και η θερμοκρασία χαμηλοτέρα, και οι άνεμοι σφοδρότεροι, και η πυκνότης των νεφών μεγαλυτέρα, και η ποσότης των βροχών πλουσιωτέρα, και οι ορίζοντες ευρύτεροι. Η ποικιλία της διαμορφώσεως του εδάφους παράγει μεγάλη ποικιλία κλίματος, άρα και βλαστήσεως. Στα χαμηλά μέρη την μεγαλυτέρα έκταση κατέχει η ελαία, στα αψηλά δε η πεύκη και η καστανέα. ‘Όπως είνε διαμορφωμένο το έδαφος τηςπεριοχής της Αγιάσου, μπορούμε να το χωρίσουμε σε τρεις ζώνες. Η πρώτη βρίσκεται στο χαμηλότερο μέρος της περιφερείας και εκτείνεται στην κάτω της Καρύνης και της Χλιάς-Βρύσης πεδιάδα του Ιππείου. Το ύψος αυτής από την επιφάνεια της θαλάσσης είνε πολύ μικρό· γι’ αυτό σ’ αυτή τον χειμώνα σπανίως πέφτει χιόνι, το καλοκαίρι υπάρχει μεγάλη ζέστη, τα δε φυτά της (δέντρα, σπαρτά, κηπουρικά) βλαστάνουν και ανθίζουν και ωριμάζουν τους καρπούς των ενωρίτερα από την άλλη περιφέρεια. Μπορούμε λοιπόν να την ονομάσωμε θερμή ζώνη. Η δευτέρα βρίσκεται στο μέσον μεταξύ Καρύνης-Αγιάσου
και μεταξύ Χλιάς-Βρύσης και Καστέλλι, και εκτείνεται στον ελαιώνα από το μέρος της Καρύνης, και στον πευκώνα από το μέρος της Χλιάς-Βρύσης. Το ύψος αυτής αρχίζει από το χαμηλό υψόμετρο της πεδιάδος του Ιππείου και ανεβαίνει έως τα 500 περίπου μέτρα, δηλαδή λίγο παρακάτω από την Αγιάσο μέχρι του Μπορού και των βορείων προπόδων του Καστέλλι. Σ’ αυτή και ο καύσωνας του θέρους και το κρύο του χειμώνος είνε μέτρια, τα δε φυτά της βλαστάνουν και ανθίζουν και ωριμάζουν τους καρπούς των μετά μίαν περίπου εβδομάδα. Μπορούμε λοιπόν να την ονομάσωμε συγκερασμένη ζώνη. Η τρίτη βρίσκεται στο αψηλότερο μέρος της περιφερείας και εκτείνεται μέσα στον καστανεώνα και στα αψηλότερα μέρη του πευκώνος (Καστέλλι, Γλάστρες, Καλαθού, Σβυρνιού), έως την κορυφή του Ολύμπου και του Ξυλόκαστρου. Το ύψος αυτής αρχίζει από τα 500 περίπου μέτρα και ανεβαίνει έως τα 1040. Σ’ αυτή ο χειμώνας γίνεται δριμύς, το καλοκαίρι όμως είνε δροσερό, τα δε φυτά της βλαστάνουν και ανθίζουν και ωριμάζουν τους καρπούς των 15 και 20 ημέρες αργότερα από την πεδιάδα. Μπορούμε λοιπόν να την ονομάσωμε ψυχρή ζώνη. Η διαφορά των γεωγραφικών αυτών ζωνών ευκολύνει τους κατοίκους στις αγροτικές των εργασίες, διότι τον χειμώνα που εργάζονται στα χαμηλά μέρη του ελαιώνος, το κλίμα είνε μαλακό, το δε καλοκαίρι στα αψηλά μέρη του καστανεώνος που είνε δροσερά. Η εναλλαγή αυτή των ασχολιών των κατοίκων έχει μεγάλη οικονομική σημασία, διότι δημιουργείται καθ’ όλον το έτος εργασία και εισόδημα. Κάποτε μέσα στην καρδιά του χειμώνος γίνονται και στις τρεις ζώνες ωραιότατες «λιακάδες» ή «αλκυονίδες», δηλαδή θελκτικές και ηλιόλουστες και γαλήνιες ημέρες, (επικίνδυνες εις την παραγωγή, διότι, όταν διαρκέσουν, εξαναγκάζουν τα δένδρα να βλαστήσουν και να «καούν» αργότερα από το κρύο). Τις περισσότερες όμως ημέρες είνε θυμωμένοι οι Θεοί του Ολύμπου και ο Αίολος. Τότε στην ψυχρή ζώνη ο χειμώνας γίνεται δριμύτερος. Σκοτεινιάζει ο ορίζοντας, ο ουρανός γίνεται μελαγχολικός, και η ατμόσφαιρα μαυρίζει και γεμίζει υδρατμούς. Οι άνεμοι φυσούν ορμητικώτατοι και προκαλούν ανεμοστρόβιλους. Τα στοιχεία παλαίουν με λύσσα δυσπερίγραπτη, αι βροχές, τα χαλάζια και τα χιόνια πέφτουν αφθονώτερα, το κρύο γίνεται παραπάνω δυνατό, και οι πάγοι παχείς. Τα σύννεφα, πότε «κουκουλώνουν» (δηλαδή περικαλύπτουν) μέρες ολόκληρες τον Όλυμπο και το Ξυλόκαστρο, και πότε τρέχουν βιαστικά, πότε αιωρούνται αψηλά, και πότε χαμηλώνουν προς τη γη ως ομίχλη. Πότε συμπυκνώνονται και εξαπολύουν ορμητικές θύελλες με φοβερές αστραποβροντές και κεραυνούς, οι οποίοι δονούν το έδαφος και τρομάζουν τις ψυχές των κατοίκων, πότε ρίχνουν χιόνι ή χαλάζι, το οποίο διαρκεί 8 έως 15 ημέρας, και πότε κάνουν ένα γοητευτικώτατο «δενδροχιόνισμα» στα πεύκα. Το θερμόμετρο στους βοριάδες κατεβαίνει συνήθως στους 4 και 5 βαθμούς κάτω του μηδενός, σπα-
νίως στους 6 και 7, σπανιώτερα στους 8 και 9, και σπανιώτατα στους 10 και 12. Ο χειμώνας λοιπόν στη ψυχρή ζώνη έχει μεν ένα μεγαλείο, αλλά είνε πολύ βαρύς. Την εποχή αυτή κυκλοφορούν εκεί μονάχα οι ποιμένες. Και κατά την άνοιξη γίνονται πολλές φορές και στις τρεις ζώνες ολίγες ημέρες ωραίες και ευήλιες, - επικίνδυνες και αυτές στη βλάστηση και στην παραγωγή, κατά την απότομη μεταβολή του καιρού. Στην επάνω ζώνη τις περισσότερες φυσούν τα μελτέμια ενοχλητικά, κάποτε γίνεται και κρύο τσουχτερό, και πέφτει χιόνι και χαλάζι, και τη νύχτα πάχνη, τα οποία καταστρέφουν τα άνθη των οπωροφόρων δένδρων, ή καίουν και τα βλασταράκια των, και έτσι ζημιώνουν την παραγωγή. Το καλοκαίρι όμως, ότε παύει η δριμύτης του χειμώνος, η επάνω ζώνη με την Αγιάσο εις την βάσιν της, βρίσκεται στις δόξες της. Εκεί υψώνεται βαρύς και επιβλητικός ο Όλυμπος, στην κορυφή του οποίου ο ήλιος θα στείλη τα πρώτα του τριανταφυλλένια χαμόγελα. Εκεί υψώνονται η παμμέγιστη Γλάστρα της Σπηλιάδας και οι φρουριακοί όγκοι του Καστέλλι και του Ξυλόκαστρου με τις ωραίες κορυφογραμμές των. Εκεί βρίσκονται οι βίγλες με τους ευρείς ορίζοντας, από τους οποίους εκτυλίσσονται τα αλησμόνητα ωραία πανοράματα. Εκεί βρίσκεται ο αειθαλής πευκώνας με την ρητινώδη οσμή του και ο ρωμαντικός καστανεώνας με τον παχύ του ίσκιο. Εκεί η βλάστησις είνε περισσότερο ποικίλη και παραπάνω οργαστική, αφ' ου και το καλοκαίρι είνε ανοιξιάτικη. Εκεί βρίσκονται τα μαγευτικά τοπία, που μεθούν τους ζωγράφους, και οι παραδείσιες ομορφιές με τις πρασινάδες διαφόρων αποχρώσεων. Εκεί τραγουδούν τα δροσερά και κρυσταλλένια νερά των πηγών, και ζωντανεύουν τα παραμύθια τα σχετικά με τις πηγές και με τα δάση. Εκεί τα φρούτα με τα ποικίλα χρώματα, τα απαράμιλλα εις γεύσιν, άρωμα, λεπτότητα, ουσίαν και εμφάνισιν, κρεμασμένα ανάμεσα στα καταπράσινα φυλλώματα των δένδρων, είναι χάρμα των ματιών και νέκταρ της ψυχής. Εκεί ο αέρας είνε πάντοτε λαφρύς και λαμπικαρισμένος, δροσερός και ζωογόνος. Εκεί το θρόισμα των φύλλων νανουρίζει, και το υπέροχο κλίμα χαρίζει στον άνθρωπο υγεία, σφρίγος και ζωή. Η Αγιάσος λοιπόν είνε ένας τόπος σπάνιος εις κλίμα και τοποθεσία. Βρίσκεται στην καρδιά μιας πράσινης θάλασσας, και ζει διαρκώς μέσα στον ίσκιο των δασών της. Είναι χωριό κυριολεκτικά δροσόλουστο και εξαιρετικά προνομιούχο. Η περιφέρειά της είνε ένας βιβλικός παράδεισος, στον οποίον ζει κανείς μια ζωή ονείρου. Είνε ο τόπος της επιδείξεως των φυσικών καλλονών του εσωτερικού της Λέσβου, στον οποίον οι Aρχές της Μυτιλήνης οδηγούν με υπερηφάνεια όλους τους επισήμους ξένους. Είνε ένας τόπος ψυχικού λουτρού και παραθερισμού, αεροθεραπείας και αναρρώσεως, και ένας πρώτης τάξεως σταθμός για συλλογή τοπίων. Επειδή δε έχει στη μεγάλη εκκλησία της από τα χρόνια των εικονομάχων, δηλαδή προ χιλίων εκατόν περίπου
ετών, την φημισμένη και θαυματουργό αρχαία εικόνα της Παναγίας της ‘Οδηγητρίας, η οποία φέρει την επιγραφήν «Μήτηρ Θεού η ‘Αγία Σιών» και εκτιμάται ως έργο του Ευαγγελιστού Λουκά, επειδή έχει στο κέντρον ενός μικρού σταυρού από την ιδίαν εποχήν και τίμιο ξύλο του τιμίου σταυρού του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, και εκτός αυτών και άλλα θρησκευτικά κειμήλια, είνε και η ‘Αγία Σιών της Λέσβου, δηλαδή το Ιερά βουνό αυτής, στο οποίο φυλάσσονται τα ιερά αυτά κειμήλια, (όπως εις την Αγίαν Σιών των Ιεροσολύμων εφυλάσσετο η Κιβωτός της Διαθήκης), είνε η ιερούπολις, η Ιερουσαλήμ, το σπουδαιότερα θρησκευτικό κέντρο των Λεσβίων, το μεγαλύτερο προσκύνημα των Αιολέων, στο οποίο προ της μικρασιατικής καταστροφής του 1922 ήρχοντο όλοι οι Αιολείς της Μικράς Aσίας οι κατοικούντες από τον Ελλήσποντο έως την Σμύρνη και την Πέργαμο. Επειδή δε έχει στην περιφέρειά της και το Σανατόριο της Λέσβου, είνε και μια κολυμβήθρα Σιλωάμ, η οποία χαρίζει την υγεία. Οι πρασινάδες των βουνών της και τα θέλγητρα της φύσεως, η «Παναγία του Λουκά» και τα λοιπά θρησκευτικά κειμήλια, και το Σανατόριο της Λέσβου, κάνουν γι’ αυτή μια μεγάλη προπαγάνδα τουρισμού και παραθερισμού. Κάθε λίγο την επισκέπτονται προσκυνηταί της Μεγαλόχαρης, παραθερισταί και περαστικοί ξένοι. Στις 21 Φεβρουαρίου 1937 την επεσκέφθη και η Αυτού Μεγαλειότης ο Βασιλεύς Γεώργιος Β'. Όλοι όσοι την επισκέπτονται, καταγοητεύονται από τα βουνά της, από τις φυσικές της καλλονές και από το υπέροχο κλίμα της, και μακαρίζουν τους κατοίκους της, αν και οι κάτοικοι, οι οποίοι τ’ ακούν αυτά και καμαρώνουν, δεν γνωρίζουν την «βιομηχανίαν των ξένων», την οποίαν άλλοι λαοί έχουν κάνει επιστήμην, και έτσι αφήνουν ανεκμετάλλευτον τουριστικώς τον τόπον των.
ΧΡΟΝΙΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ της εν τω Ι. Προσκυνήματι Κατηχητικής Εργασίας του εκκλησιαστικού έτους 1939 1940 Α' ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΑΝΗΛΙΚΩΝ
α') Κατώτερα Κατηχητικά Σχολεία, 1) Μαθητριών Δ', Ε' και ΣΤ' τάξεων των Δημοτικών Σχολείων, εκάστην Τετάρτην, 3-4 μ.μ., εν τη αιθούση του Ημιγυμνασίου. 2) Μαθητών Ε' και ΣΤ' τάξεων των αυτών σχολείων, εκάστην Τετάρτην, 3-4 μ.μ., εν τω Ι. Ναώ της Υ. Θεοτόκου. 3) Μαθητών Δ' τάξεως των αυτών σχολείων, εκάστην Κυριακήν, 2-3 μ.μ., εν τω Ι. Ναώ της Υ. Θεοτόκου.
β') Μέσον Κατηχητικόν Σχολείον. Δια τους μαθητάς και τας μαθητρίας του Ημιγυμνασίου και του Αστικού Σχολείου, εκάστην Παρασκευήν, 2-3 μ.μ., εν τω αυτώ ως άνω Ι. Ναώ. Β’ ΟΜΙΛΙΑΙ ΔΙΑ ΠΑΙΔΙΑ ΚΑΙ ΝΕΟΥΣ
1) Θ. κήρυγμα χάριν των μαθητών και μαθητριών των σχολείων, κατά την θ. λειτουργίαν εκάστης Δευτέρας, ειδικώς δι’ αυτούς τελουμένην, εν τω Ι. Ναώ της Αγίας Τριάδος. 2) Ομιλίαι και συνδιαλέξεις, εις ημέρας και ώρας οριζομένας χάριν των νέων εν ταις αιθούσαις του Aναγνωστηρίου «Aνάπτυξις» και της Ε.Ο.Ν. Αγιάσου. Γ' ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ ΕΝΗΛΙΚΩΝ
Εκάστην Κυριακήν, 6-7 μ.μ., εν τω Ι. Ναώ της Υπεραγίας Θεοτόκου ο αιδ. Προϊστάμενος του Ι. Προσκυνήματος θα διδάσκη χάριν των ενηλίκων επί του ιερού βιβλίου των Πράξεων των Αποστόλων. Επί πλέον θα ερμηνεύση συνοπτικώς εις ιδιαιτέραν σειράν ομιλιών εκλεκτά μέρη της υμνογραφίας, Χριστουγέννων, Θεοφανείων, Ευαγγελισμού και Μεγάλης Εβδομάδος τον Εξάψαλμον, την Θείαν Λειτουργίαν, τον Ακάθιστον Ύμνον και τα Ευαγγέλια των Παθών. Δ’ ΘΕΙΟΝ ΚΗΡΥΓΜΑ ΕΝ ΤΗ Θ. ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
Κατά πάσαν εορτήν και ανά πάσαν δευτέραν Κυριακήν ο αυτός ομιλεί επί των εκάστοτε αναγινωσκομένων αγιογραφικών
περικοπών ή περί των εορταζομένων ιερών προσώπων και γεγονότων (1). (1) Εν τω εν ‘Αγιάσω Ι. Ναώ της Αγίας Τριάδος ομιλούσιν οι θεολόγοι καθηγηταί κύριοι Περ. Φωτόπουλος και Τ. Κουτσιννάρης, παρακληθέντες υπό του αιδ. Aρχ. Επιτρόπου.
ΤΟ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟΝ ΑΓΙΑΣΟΥ «Η ΑΝΑΠΤΥΞΙΣ» Ευχαρίστως δημοσιεύομεν την κατωτέρω εισήγησιν του εκλεκτού συνεργάτου της «Αγίας Σιών» κ. Στρατή Κολαξιζέλλη, γενομένην παρουσία του Σεβ. Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ. κ. Ιακώβου κατά μουσικοφιλολογικήν εσπερίδα οργανωθείσαν υπό του Aναγνωστηρίου ‘Αγιάσου η «Aνάπτυξις».
Με την σημερινήν ποικίλην βραδυά, την οποίαν ωργάνωσε το Αναγνωστήριο της Αγιάσου προς τιμήν σας, εγκαινιάζει το πρόγραμμα της επικειμένης χειμερινής περιόδου, το οποίο, όπως μας εδόθη η ευκαιρία να διαπιστώσωμε, θα είνε πλούσιο και εκλεκτό. Το Aναγνωστήριο δηλαδή είναι εκείνο, το οποίο και εφέτος, όπως και κατά τα προηγούμενα έτη, θα αποτελέση τον πυρήνα, το κέντρον της προοδευτικής και εν γένει εκπολιτιστικής κινήσεως του χωριού μας, εκπληρώνοντας έτσι τον προορισμό του. Μήπως οι προχθεσινές τόσο λαμπρές επιτυχίες του ηθογραφικού έργου και τα Αγιασώτικα του «Τριβόλου» δεν οφείλονται στους πρωτοπόρους του; Aλλά το Αναγνωστήριο έχει να επιδείξη και πολλά άλλα έργα και πολλάς άλλας αξιεπαίνους προσπαθείας σιωπηλής και ποικίλης εργασίας, διότι η προοδευτική του εργασία δεν περιορίζεται ούτε σε ένα πεδίο ούτε σε λίγα χρόνια. Έχει μακράν ζωήν και ιστορίαν 45 ετών και θα αποτελούσε είδος αδικίας δια το παρελθόν του, εάν, τονίζοντες την σημερινήν αξιέπαινη δράση του, παρασιωπούσαμε και μερικά σημεία της ιστορίας του, τα οποία, έστω και αν είνε γνωστά από άλλες ομιλίες και δημοσιεύσεις, οφείλουν εν τούτοις να επαναληφθούν. Αυτό είνε και η επιθυμία των σημερινών πρωτεργατών του, οι οποίοι παραπονούνται, ότι, αν και εργάζονται με τόσον ζήλον δια την πρόοδον του χωριού μας, όχι μόνον δεν τυγχάνουν της δεούσης υποστηρίξεως, αλλ' ούτε καν προσοχής, εις μερικάς δε περιπτώσεις συναντούν και αντιδράσεις. Θέλουν λοιπόν να επαναληφθούν αυτά δια να γίνη γνωστόν ότι το Αναγνωστήριο δεν είνε μεταπολεμικός σύλλογος αεροβατούντων νέων, αλλά παλαιόν ίδρυμα με παράδοσιν ιεράν και με δράσιν, όχι μόνον τοπικήν, αλλά και εθνικήν. Λειτουργεί από τα 1894, δηλαδή από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας, και ο σκοπός του είνε να ανεβάζη διαρκώς τη νεολαία της Αγιάσου σε αψηλότερα διανοητικά και ηθικά επίπεδα. Επειδή δε το κύριον μέσον δια την επιτυχίαν του σκοπού του είνε η ανάγνωσις, πήρε το όνομα Αναγνωστήριο Αγιάσου η «Ανάπτυξις». Από την πρώτην ημέραν της ιδρύσεως
του ο κατά καιρόν Μητροπολίτης Μυτιλήνης, ως εκπρόσωπος της θρησκείας, ωρίσθη επίτιμος Πρόεδρος αυτού, η δε θεώ των αρχαίων Ελλήνων Aθηνά, το σύμβολο της σοφίας και της φιλοπατρίας, εχαράχθη στο μέσον της σφραγίδος του. Ευθύς εξ αρχής απαγόρευσε τα οινοπνευματώδη ποτά και τα χαρτοπαίγνια, ώρισε δε και την συνδρομή του πολύ μικρή (26 γρόσια το έτος), (σήμερα 25 δραχμαί) δια να έχη χαρακτήρα λαϊκό. Την πρώτη του βιβλιοθήκη σχημάτισε τον Σεπτέμβριο του ιδίου έτους 1894 με βιβλία από δωρεές εις ένα μικρό δωμάτιο, το οποίο ενοικίασε εις την άνω Aγοράν, επάνω από το σημερινό σαμαράδικο του κ. Β. Βίγλατζη. Μετά ένα έτος, δηλαδή το Σεπτέμβριο του 1895, η βιβλιοθήκη αυτή μετεφέρθη εις το τότε εκκλησιαστικόν καφενείον της άνω Aγοράς, το οποίο εξακολουθεί να λέγεται έως σήμερα Αναγνωστήριο. Εκεί μέσα έλαβε σημαντική εξέλιξη. Εκρεμάσθησαν εις τους τοίχους μεγάλοι γεωγραφικοί χάρται, η βιβλιοθήκη μεγάλωσε, ιδρύθη νυκτερινή σχολή δια τους αγραμμάτους, εγίνοντο τη μεγάλη τεσσαρακοστή θρησκευτικά κηρύγματα, διότι ο άμβων της Εκκλησίας σιωπούσε, εξελαϊκεύοντο με τις διαλέξεις διάφορα ζητήματα, εδίδοντο θεατρικές παραστάσεις με αναγνωστηριακούς ηθοποιούς, εβραβεύοντο οι καλλίτεροι μασκαράδες των αποκρέω, η δε επέτειος εορτή την Κυριακήν των Μυροφόρων εωρτάζετο με πολύ μεγάλη επίδειξη. Εις μίαν μάλιστα τοιαύτην εορτήν εξεφώνησε τον πανηγυρικόν ένας αρχιγραμματεύς του εδώ Τουρκικού δικαστηρίου, ο Aλή εφέντης Μολυβιάτης, ο οποίος, αφού πρώτα εξιστόρησε τα καλά τα οποία πηγάζουν από την ανάγνωσιν, κατόπιν παρεκίνησε τους γονείς να εγγράψουν τα παιδιά των εις αυτόν τον Σύλλογον. Την εποχή κατά την οποίαν ιδρύθη το Αναγνωστήριο η Λέσβος ήτο υποδουλωμένη εις τους Τούρκους. Ήτο λοιπόν μεγάλο τόλμημα να ιδρυθή ένας τοιούτος Σύλλογος, διότι χωρίς άλλο αυτός θα καλλιεργούσε και την τότε Μεγάλη Ιδέα των Ελλήνων. Και όμως δεν εμποδίσθη, αν και οι εδώ Τούρκοι δημόσιοι υπάλληλοι εγνώριζαν πολύ καλά, ότι εμείς διαβάζομε μεν στο φανερό τις εφημερίδες της Σμύρνης και της Κων/πόλεως (διότι εφημερίδες Μυτιλήνης τότε δεν υπήρχαν), έχομε όμως στο κρυφά και εφημερίδες των Αθηνών και την τότε σπουδαιοτέρα όλων τη «Νέα Ημέρα» της Τεργέστης, τις οποίες επρομηθευόμεθα με ειδικό πεζοδρόμο από τη Μυτιλήνη· εγνώριζαν ότι στη βιβλιοθήκη μας έχομε την ιστορία του Παπαρρηγοπούλου με την Ελληνική επανάστασι του 1821, έβλεπαν ότι κατά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 το Αναγνωστήριο ήτο το φλογερό καμίνι, το οποίο με τις εθνικές μυσταγωγίες του έστειλε 60 νέους εις τας Αθήνας δια να καταταχθούν ως εθελονταί εις τον ελληνικόν στρατόν, εγνώριζαν ότι φέρει λαχεία του εθνικού στόλου κατά δέσμας, και συλλέγει εράνους δια τους Έλληνας αντάρτας της Μακεδονίας, και ότι μετά την ανακήρυξη του νεοτουρκικού συντάγματος το Αναγνωστήριο ως πολιτικό κέντρο των χωρίων της περιφερείας συνετέλεσε μεγάλως εις το να αναδειχθούν δύο Έλληνες
βουλευταί της Λέσβου δια την Τουρκικήν Βουλήν και κανένας Τούρκος. Δια τους Τούρκους δημοσίους υπαλλήλους το Αναγνωστήριο ήτο ένα αναγκαίο κακό. Την εποχή εκείνη η Οθωμανική Αυτοκρατορία διέρρεε. Έγιναν μεγάλες σφαγές των Αρμενίων, ελληνικός στρατός υπό τον Βάσον απεβιβάσθη εις την επαναστατημένη Κρήτη, ο Ετέμ πασάς εισέβαλε εις τη Θεσσαλία και προχώρησε έως τη Λαμία, ο ελληνικός στρατός εξεκένωσε τη Κρήτη η οποία όμως έγινε ηγεμονία υπό τον Έλληνα βασιλόπαιδα Γεώργιον, οι Βούλγαροι πήραν πολλά προνόμια δια την ουδετερότητα αυτών κατά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, οι Βούλγαροι κομιτατζήδες έσφαζαν τους Έλληνας προκρίτους της Μακεδονίας, Έλληνες αντάρτες υπό τον Παύλον Μελάν εισέβαλαν εις την Μακεδονίαν δια να αντιδράσουν κατά των Βουλγάρων, οι Ευρωπαίοι πίεζαν τον Σουλτάνον να κάνη μεταρρυθμίσεις, οι Νεότουρκοι δια να σώσουν την κατάστασιν κήρυξαν το συνταγματικό πολίτευμα, η Αυστρία κατέλαβε την Βοσνία και Ερζεγοβίνη και οι Ιταλοί τα Δωδεκάνησα και τα Βαλκανικά Κράτησυμμαχήσαντα εισέβαλον εις την Μακεδονία. Για όλα αυτά, (και για άλλα τα οποία τώρα δεν θυμάμαι), οι εδώ Τούρκοι ήθελαν να μαθαίνουν δια των προσώπων της εμπιστοσύνης των τι γράφουν οι εφημερίδες των Aθηνών και η «Νέα Ημέρα» της Τεργέστης, διότι οι Τουρκικές, ή τα αποσιωπούσαν, ή τα παραμόρφωναν από την αυστηρά λογοκρισία. Μετά την απελευθέρωση της Λέσβου στα 1912 το Αναγνωστήριο έχασε την ορμητικότητά του, και διότι εξητμίσθη η μεγάλη ιδέα των Ελλήνων, και διότι πολλά μέλη του εστρατολογήθησαν. Μετά την Μικρασιατική καταστροφή η βιβλιοθήκη του μετεφέρθη εις το καφενείον του Ξενώνος της Εκκλησίας, εις το οποίο στεγάζεται και ως σήμερα. Εκεί μέσα άρχισε πάλι να χύνεται καινούργιο αίμα στις φλέβες του και να συνεχίζη την ιερά παράδοσή του. Όταν δε ο εθνικός μαςΚυβερνήτης Ιωάνν. Μεταξάς με την έγκριση της A.Μ. του Βασιλέως Γεωργίου Β' θεμελίωσε το Κράτος της 4ης Αυγούστου, έδωσε εις τον Κήπον της Παναγίας μίαν χοροεσπερίδα και μία θεατρική παράσταση, τας εισπράξεις των οποίων προσέφερεν εις την Αεροπορίαν. Σήμερα είνε ο πρωτοπόρος κάθε προοδευτικής κινήσεως και ο κυριώτερος συντελεστής εις την διάδοσιν του πολιτισμού μέσα στην Αγιάσο. Είνε το παλατάκι, μέσα στο οποίο βασιλεύει η νεότης, η οποία έχει ανοιχτά τα φτερά της φαντασίας και ακτινοβολεί από ενθουσιασμό και αισιοδοξία. Είνε η πλουσία λαϊκή βιβλιοθήκη, εις την οποίαν ευρίσκει κανείς υλικό διαφόρου περιεχομένου, και το βήμα από το οποίο εκλαϊκεύονται λογής-λογής ζητήματα. Είνε ο οργανωτής των ψυχαγωγικών εσπερινών συγκεντρώσεων και των θεατρικών παραστάσεων, υπερήφανος διότι ανεπήδησεν από τα σπλάχνα του και ένας θεατρικός συγγραφεύς και ένας εκλεκτός συνεργάτης του «Τριβόλου». Είνε το φροντιστήριο, εις το οποίο προπαιδεύονται οι νέοι της Αγιάσου να
συνεργάζωνται, να εκλέγουν, να αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες και ευθύνες, και όταν μεγαλώσουν να γίνουν ενάρετοι αξιωματούχοι, εργαζόμενοι κατά τις υποδείξεις της συνειδήσεως και με τον φόβον του Θεού. Τέλος είνε το φωτεινό μετέωρο, το καμάρι της ‘Αγιάσου και ο δείκτης του πολιτισμού της, το πνευματικό περιβόλι, εις το οποίο ωδηγήθησαν με υπερηφάνεια η Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Aθηνών, ο Διάδοχος του Θρόνου Παύλος, ο Υπουργός της Παιδείας κ. Γεωργακόπουλος και άλλοι επίσημοι ξένοι, εις το οποίον ωδηγήθητε και Σείς, Σεβασμιώτατε και σεβαστή ομήγυρις, δια να κάνετε μαζί μας ένα πνευματικό περίπατο, ο οποίος ευχόμεθα να σας μείνη αλησμόνητος.
Αρχιερατική χοροστασία. Ο Σ. Μητροπολίτης ημών εχοροστάτησεν εν τω Ι. Προσκυνήματι κατά την θ. λειτουργίαν της 24ης Σεπτεμβρίου και εδίδαξε τον ευσεβή λαόν, εν τέλει δε ανέγνωσε τας ευχάς επί απειλή σεισμού.
Τα ονομαστήρια του Σεβ. Μητροπολίτου ημών. Τη 22α Οκτωβρίου ε.’έ., παραμονή της μνήμης του Αγ. Ιακώβου του Aδελφοθέου, ετελέσθη εν τω Μητροπολιτικώ ναώ Μυτιλήνης υπό του Σεβ. Μητροπολίτου ημών, συμπαραστατουμένου υπό του Πανοσ. Πρωτοσυγκέλλου, του Πανοσ. Ιεροκήρυκος και τεσσάρων άλλων Αρχιμανδριτών, η αρχαία λειτουργία του Aδελφοθέου. Κατ’ αυτήν κηρύξας τον θ. λόγον εντολή της Α.Σ. ο ημέτερος Διευθυντής, ωμίλησε «περί του Aγίου Ιακώβου και της Καθολικής αυτού επιστολής». Η ομιλία δημοσιεύεται εν τω συναδέλφω «Ποιμένι» της Ι. Μητροπόλεως. - Τη επομένη επί τη μνήμη του Αγ. Ιακώβου του Aδελφοθέου, άγοντος του Σεβ. Μητροπολίτου ημών τα ονομαστήρια Αυτού, ετελέσθη εν τω Ι. Προσκυνήματι Πανηγυρικόν Συλ-
λείτουργον, προεξάρχοντος του Aρχιερατικού Επιτρόπου, όστις μετά την θ. λειτουργίαν εδεξιώθη επί τη εορτή εν τω «Συνοδικώ» τας τοπικάς αρχάς και τους προσελθόντας επιλέκτους πολίτας. Aκολούθως ο Αρχιερατ. Επίτροπος μετ’ αντιπροσώπων του Ιερατείου και των εκκλησιαστικών επιτροπειών της Κωμοπόλεως κατήλθον εις Μυτιλήνην και υπέβαλον τω εορτάζοντι Σ. Μητροπολίτη τα ευλαβή αυτών συγχαρητήρια.
Η εορτή του Πανοσ. Πρωτοσυγκέλλου. Τον Πανοσ. Πρωτοσύγκελλον άγοντα επίσης αυθημερόν την ονομαστικήν αυτού εορτήν συνεχάρησαν αυτοπροσώπως επισκεφθέντες αυτόν ο αιδ. Αρχιερατικός Επίτροπος και αντιπροσωπεία του Ιερατείου και των Εκκλησ. Επιτροπειών της Κωμοπόλεως Aγιάσου.
ΣΤ’ Φροντιστηριακή Σύναξις Ι. Κλήρου Τη 19-20 Οκτωβρίου προσκλήσει του Αρχιερατικού Επιτρόπου συνήλθον εν Aγιάσω εις την ΣΤ΄ Φροντιστηριακήν αυτών Σύναξιν οι αιδεσ.
εφημέριοι των Ιερών ναών της περιφερείας. Η έναρξις εγένετο, ως συνήθως, δια πανηγυρικού Εσπερινού, ούτινος μετέσχον πάντες οι παρευρισκόμενοι Κληρικοί, μετ’ αυτόν δε δια τηλεγραφήματος του προεδρεύοντος προς τον Σεβ. Μητροπολίτην ημών διηρμηνεύθησαν τα αισθήματα της ευλαβείας και της αφοσιώσεως των συνελθόντων προς την Α.Σ., ής επεκαλέσθησαν την πατρικήν ευλογίαν. Aκολούθως ετέθησαν τα θέματα της ημερησίας διατάξεως υπ' όψει των μελών της Συνάξεως και παρετέθη δείπνον υπό της Επιτροπείας του Ι. Προσκυνήματος.
Τη 20ή Οκτωβρίου πρωί ετελέσθη η θ. λειτουργία υπό του Aρχιερατικού Επιτρόπου μετά εξ Ιερέων επί τη μνήμη του εορτάζοντος πολιούχου Κεφαλληνίας Οσίου Γερασίμου του Νέου, μετά δε την θ. λειτουργίαν εξητάσθησαν ζητήματά τινα τρεχούσης ποιμαντορικής φύσεως, αναφερόμενα εις το έργον των Εφημερίων της περιφερείας, ανεκοινώθησαν αι εκ της γενομένης επιθεωρήσεως εντυπώσεις του Aρχιερατικού Επιτρόπου και εμελετήθη ο τρόπος καθ’ ον ο Εφημεριακός Κλήρος θα δυνηθή να συντελέση εις την ενίσχυσιν του έργου της εντατικής καλλιεργείας της ελληνικής γης, ελήφθησαν δε συγκεκριμέναι αποφάσεις και εδόθησαν ωρισμέναι οδηγίαι δια τας ειδικάς περιπτώσεις των χωρίων της περιφερείας Aγιάσου. Επηκολούθησε γεύμα παρατεθέν και πάλιν υπό της Επιτροπείας του Ι. Προσκυνήματος, εις ο παρεκάθησαν και αι τοπικαί αρχαί, μετ’ αυτό δε ο Aρχιερατικός Επίτροπος ωμίλησε προς τα μέλη της Συνάξεως εν ιδιαιτέρα συγκεντρώσει περί της ανάγκης της πνευματικότητος εν τη ζωή του Κληρικού, ανέγνωσε την
απάντησιν του Σεβ. Μητροπολίτου επευλογούντος την Σύναξιν και μετά θερμήν επίκαιρον προσευχήν αφ' ου εψάλη η φήμη του Σεβ. Μητροπολίτου, εκήρυξε την λήξιν της Συνάξεως.
Θείον κήρυγμα. Τον θ. λόγον κηρύττουσι τακτικώς εν μεν τω Ι. Προσκυνήματι ο ημέτερος Διευθυντής, εν δε τω I. ναώ της Aγίας Τριάδος ο θεολόγος καθηγητής κ. Περ. Φωτόπουλος. - Τον θ. λόγον εκήρυξεν ο ημέτερος Διευθυντής και εν τω εν Αμπελικώ ι. ναώ του Αγίου Νικολάου, ένθα μετέβη δι’ υπηρεσίαν διαταχθείσαν υπό του Μητρ. Συμβουλίου. - Aπό της Κυριακής 12 Νοεμβρίου ε.έ. ήρξατο ο αυτός των ανά 15θήμερον υπό του Σεβ. Μητροπολίτου διατεταγμένων αυτώ κηρυγμάτων εν τω εν Μυτιλήνη ι. ναώ του Αγίου Θεράποντος. - Από του Οκτωβρίου ήρξατο επίσης των εν τω Ι. Προσκυνήματι κατά Κυριακήν, 6-7 μ.μ., τακτικών λαϊκών ομιλιών.
Κατηχητικά Σχολεία. Aπό του Οκτωβρίου ήρξατο η λειτουργία των εν Αγιάσω Εκκλησιαστικών Κατηχητικών Σχολείων, συμφώνως προς το αλλαχού του παρόντος δημοσιευόμενον πρόγραμμα. - Κατηχητικά Σχολεία λειτουργούσιν επίσης εν Aσωμάτω και εν Σκούντα.
Μαθητικαί λειτουργίαι. Κατόπιν συνεννοήσεως μετά του κ. Έπιθεωρητού της Στοιχειώδους Εκπαιδεύσεως καθωρίσθη όπως οι μαθηταί των σχολείων Αγιάσου εκκλησιάζονται την πρωίαν εκάστης Δευτέρας εν ειδικώς χάριν αυτών τελουμένη θ. λειτουργία εν τω ι.
ναώ της Αγίας Τριάδος. ‘Ο εκκλησιασμός ούτος ήρχισεν από της 30ής Οκτωβρίου ε.έ., ψάλλει δε κατά την θ. λειτουργίαν χορός εκ μαθητών υπό την διεύθυνσιν του Πρωτοψάλτου του Ι. Προσκυνήματος και ομιλεί εκάστοτε επικαίρως προς τους μαθητάς ο ημέτερος Διευθυντής.
Η εορτή των Κεφαλλήνων. Τη 20ή Οκτωβρίου ε.έ. αγομένης της μνήμης του Αγίου Γερασίμου του εν Κεφαλληνία ετελέσθη εν τω Ι. Προσκυνήματι η ετησία πανήγυρις των ενταύθα Κεφαλλήνων. Αφ' εσπέρας ετελέσθη ο Μέγας Εσπερινός μετά Αρτοκλασίας, μετασχόντων των ιερέων της περιφερείας, τη δ' επομένη προεξάρχοντος του Aρχιερατικού Επιτρόπου και συνιερουργούντων εξ Ιερέων ετελέσθη η θ. λειτουργία παρουσία των τοπικών αρχών, του Επιθεωρητού της Στοιχειώδους Εκπαιδεύσεως κ. Γερασ. Μαρίνη, των διευθυντών των σχολείων της κωμοπόλεως μας, των μαθητών του Ημιγυμνασίου και του Αστικού Σχολείου και πολυπληθούς εκλεκτού εκκλησιάσματος, ωμίλησε δε κατ’ αυτήν περί του εορταζομένου αγίου ο Αιδ. Aρχιερατικός Επίτροπος. Aκολούθως εδεξιώθη τον κλήρον και τας αρχάς ο λαβών την πρωτοβουλίαν του εορτασμού ευσεβής Κεφαλλήν κ. Μιλτιάδης Μαρκόπουλος, Ειρηνοδίκης Αγιάσου.
Πανήγυρις Aσωμάτου. Εορτάζοντος τη 8η Νοεμβρίου του εν Aσωμάτω ι. ναού των Παμμεγίστων Ταξιαρχών, της θ. λειτουργίας προέστη ο αιδ. Aρχιερατικός Επίτροπος, όστις και εδίδαξε την πολυληθή ομήγυριν των ευσεβών εορταστών περί των Αγίων Aγγέλων. Τη δε μετά την εορτήν Κυριακή της
θ. λειτουργίας προέστη ο Πανοσ. Πρωτοσύγκελλος κ. Ιάκωβος επί μνημοσύνω των ευεργετών και δωρητών του πανηγυρίσαντος ναού, εκήρυξε δε κατ’ αυτήν τον θ. λόγον αφορμηθείς εκ της αναγνωσθείσης ευαγγελικής παραβολής του Καλού Σαμαρείτου.
Πανήγυρις εξωκκλησίου. Τη 26η Οκτωβρίου επανηγύρισε το εν τη ομωνύμω τοποθεσία γραφικόν εξωκκλήσιον του Aγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου. Την θ. λειτουργίαν παρηκολούθησεν ο αιδ. Aρχιερατικός Επίτροπος, παρακλήσει του οποίου εκήρυξε τον θ. λόγον προς τους πολυπληθείς εορταστάς ο θεολόγος καθηγητής κ. Περ. Φωτόπουλος.
Επιθεώρησις ι. ναών. Ο αιδεσ. Aρχιερατικός Επίτροπος επεθεώρησε τους ι. ναούς Λάμπου Μύλων, Κάτω Τρίτους, Σκούντας, Ιππείου και Κεραμιών. - Επίσης ο αιδεσ. Aρχιερατικός Επίτροπος μετέβη εις Σκούνταν επί τακτοποιήσει ενοριακών τινων υποθέσεων, προήδρευσε δε συνεδρίας του αυτόθι Εκκλησ. Συμβουλίου και επεθεώρησε το Νεκροταφείον της Κοινότητος και το εκ των σεισμών ετοιμόρροπον καταστάν εξωκκλήσιον των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και ανέφερε σχετικώς τη Ι. Μητροπόλει.
Ευαρέσκεια προς Εφημέριον. Η Α.Σ. ο Μητροπολίτης ημών ηυδόκησε να εκφράση εγγράφως την πατρικήν Αυτού ευαρέσκειαν προς τον Εφημέριον του εν Aσωμάτω ι. ναού των Παμμ. Ταξιαρχών αιδεσ. Ι. Πολυπαθέλλην, προσωπικώς επιμελούμενον δια την ην παρουσιάζει ο ναός ούτος σήμερον αποστράπτουσαν καθαριότητα και τάξιν.
Διορισμός Εφημερίου. Διωρίσθη και ανέλαβε τα καθήκοντά του από του Οκτωβρίου ε.έ. ο εφημέριος του εν Σκούντα ι. ναού
της Κοιμήσεως της Θεοτόκου αιδ. Ηλίας Κωνσταντόπουλος, εκ των πτυχιούχων της Εκκλησ. Προπαρασκευαστικής Σχολής της Ι. Μητροπόλεως Μυτιλήνης.
ΠΙΝΑΞ ΤΩΝ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΤΟΥ Γ' ΤΟΜΟΥ ΤΗΣ “ΑΓΙΑΣ ΣΙΩΝ,, ( ) Α'. ΓΕΝΙΚΑ
Βιβλιοθήκη παλαιών εκδόσεων σελ. 4.
Β'. ΜΕΛΕΤΑΙ ΚΑΙ ΑΡΘΡΑ 1. ΘΕΟΜΗΤΟΡΙΚΑ
Ε. Γ. Μ., Τα Ι. Ευαγγέλια περί της Θεοτόκου σελ. 1. - Του αυτού, Του εν Αγίοις Πατρός ημών Πρόκλου Αρχιεπ. ΚΠόλεως, Εγκώμιον εις την Παναγίαν Θεοτόκον Μαρίαν, σελ. 41. 2. ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΛΠ.
Στρατή Κολαξιζέλλη, Άλλος θρύλος δια την κτίσιν της Αγιάσου σελ. 13. Ο Όλυμπος της Λέσβου ή ο Προφήτης Ηλίας της Αγιάσου σελ. 17. Η Αγιάσος κέντρον τουρισμού και παραθερισμού σελ. 60.Πρωτ. Εμμ. Γ. Μυτιληναίου, Εγνώσθη το όνομα του ιδρυτού του Ι. Προσκυνήματος της Αγιάσου; 56. Του αυτού, Μία υπόθεσις περί του πολιστού της Αγιάσου σελ. 58. Η ενδιαφέρουσα Διαθήκη του X" Βλασίου Δημητρίου ή Συγκελλέλλη σελ. 21. 3. ΕΠΟΙΚΟΔΟΜΗΤΙΚΑ
Μητροπολίτου Λαοδικείας Δωροθέου, Η Μαρία της Ευαγγελικής περικοπής της Παναγίας σελ. 9.
Γ΄. ΧΡΟΝΙΚΑ
Το Καλαγάνειον Κληροδότημα σελ. 7.-Το Κληροδότημα Σκούνιογλου σελ. 7.-Το προσκύνημα των «Ορθοδ. Χριστιαν. Ενώσεων» σελ. 27.-Λαογραφικά Αγιάσου σελ. 30.-Εντυπώσεις επισκέπτου σελ. 35. - Πρόγραμμα Κατηχητ. σχολείων κλπ. σελ. 64. -Το Aναγνωστήριον Αγιάσου «Η Ανάπτυξις» σελ. 65. - Η περί το Ι. Προσκύνημα κίνησις σελ. 36, 68.
(1) Σιών» θα άρχωνται από της 1ης Ιανουαρίου εκάστου έτους προς ευχερεστέραν διάκρισιν.