Ευρωπαϊκό Σχολείο Βρυξέλλες ΙΙΙ
Σκλάβοι στα δεσμά τους του Κων/νου Θεοτόκη Προσεγγίσεις και ερμηνείες
S6ELB 2019
1
2
3
Περιεχόμενα
Λάζαρος Ζαραφωνίτης & Φίλιππος Stuer: Κων/νος Θεοτόκης: βίος-έργοσπουδές. Επιδράσεις καλλιτεχνικές, φιλοσοφικές, πολιτικές Αχιλλέας Δημητρίου, Η πολιτική κατάσταση της Ελλάδας στις αρχές του 20ου αιώνα Κατερίνα Σκουντή, Το σκηνικό του μυθιστορήματος: πού και πότε εκτυλίσσεται η ιστορία. Μέρη και κεφάλαια του μυθιστορήματος Βαλεντίνα Ρόσσι, Τα πρόσωπα του μυθιστορήματος: να σκιαγραφήσετε την προσωπικότητα, το ήθος και τις αξίες που εκπροσωπούν Δημήτρης Χασούρας, Τα πρόσωπα του μυθιστορήματος Έλενα Χρηστάκη, Κων/νος Θεοτόκης και η επίδραση του ρεαλισμού Χριστίνα Γιοργκίνη, Ο τίτλος του μυθιστορήματος «Οι σκλάβοι στα δεσμά τους» επαναλαμβάνεται αρκετές φορές στο μυθιστόρημα: γιατί; Ποια είναι η πρόθεση του συγγραφέα; Αλέξανδρος Μάλλιαρης, Ο τίτλος του μυθιστορήματος «Οι σκλάβοι στα δεσμά τους» επαναλαμβάνεται αρκετές φορές στο μυθιστόρημα: γιατί; Ποια είναι η πρόθεση του συγγραφέα; Διονυσία Μπαλάφα, Τα διλήμματα και οι επιλογές των ηρώων συγκινούν τον σημερινό αναγνώστη; Νίκος Χανιώτης, Δημήτρης Γκιούλης, Ποια είναι η στάση των ηρώων απέναντι στον Θεό; Δέσποινα Παντούλη & Δανάη-Αργυρώ Μπόβαλη, Με ποιον τρόπο το οικογενειακό παρελθόν επηρεάζει τις πράξεις και τις αποφάσεις των ηρώων; Μαρία-Ειρήνη Γιαννούση, Ποια έργα τέχνης αναφέρονται στο μυθιστόρημα; Η τέχνη στα Επτάνησα. Ελένη Γεωργάτου, Η παρουσία του ποιητή στο μυθιστόρημα του Κωνσταντίνου Θεοτόκη «Οι σκλάβοι στα δεσμά τους» Μάρω Καρυψιάδη & Ζωή Σταύρου, Γυναίκες και διανοούμενοι στο μυθιστόρημα «Σκλάβοι στα δεσμά τους» Μαριάννα Καρρά, Στεφανία Μάμαλη & Μαριάννα Πιερρέ, Ο έρωτας στο μυθιστόρημα «Σκλάβοι στα δεσμά τους» Χριστιάνα Γαλάνη, Ο τοκογλύφος Μίμης Χανδρινός και ο Σάιλοκ από τον ‘Εμπορο της Βενετίας του Ουίλιαμ Σαίξπηρ Κριτική αποτίμηση του βιβλίου
Το εσώφυλλο φιλοτεχνήθηκε από τη μαθήτρια Nαταλία Waite
4
6 8-10 12-13 14-18 20-22 24-25 26-27
28-29
30-36 37 38-40 42-45 46 47-48 50-51 52-53 54-65
5
Λάζαρος Ζαραφωνίτης & Φίλιππος Stuer, Κων/νος Θεοτόκης: βίος-έργο-σπουδές. Επιδράσεις καλλιτεχνικές, φιλοσοφικές, πολιτικές. Το όνομα «Θεοτόκης» Η οικογένεια Θεοτόκη χωριζόταν σε πέντε κλάδους, από τους οποίους μόνο δύο κλάδοι έχουν παίξει σημαντικό ρόλο: ο ένας, του Κωνσταντίνου, ήταν πιο πολύ των Γραμμάτων και των Καλών Τεχνών, ενώ ο άλλος ασχολήθηκε με την πολιτική. Κανένας από τους κλάδους δεν επέζησε. Τα πρώτα χρόνια Γεννήθηκε το 1872 στην Κέρκυρα. Σπούδασε στο Παρίσι, στην Σορβόνη. Έγραψε το πρώτο έργο του στα γαλλικά. Επιστροφή στην Ελλάδα και Θάνατος Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1895. Πολέμησε στην Επανάσταση της Κρήτης και στον Ελληνο-Τουρκικό πόλεμο. Συμμετείχε επίσης και στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πέθανε από καρκίνο το 1923. Ιδεολογία Ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης ήταν σοσιαλιστής. Βοήθησε στην ίδρυση συνενώσεων και υποστήριξε το κίνημα για τη χειραφέτηση των γυναικών.
6
7
Αχιλλέας Δημητρίου, Η πολιτική κατάσταση της Ελλάδας στις αρχές του 20ου αιώνα
8
9
10
11
Κατερίνα Σκουντή, Το σκηνικό του μυθιστορήματος: πού και πότε εκτυλίσσεται η ιστορία. Μέρη και κεφάλαια του μυθιστορήματος. Η ιστορία εκτυλίσσεται λογικά, αν και δεν αναφέρεται καθαρά, στην Κέρκυρα, απ’ όπου καταγόταν κι είχε ζήσει ο συγγραφέας, ο οποίος χρησιμοποιεί και την τοπική της διάλεκτο στο έργο. Με βάση τις ιστορικές αναφορές (κίνημα στρατιωτικών για να ρίξουν την κυβέρνηση δηλαδή τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο, είσοδος στον πόλεμο δηλαδή τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο), το μυθιστόρημα τοποθετείται στις αρχές του εικοστού αιώνα και πιθανότατα στην περίοδο 19091912. Το μυθιστόρημα αποτελείται από τρία μέρη. Στο πρώτο μέρος αναφέρεται στον ξεπεσμό μιας οικογένειας γαιοκτημόνων κι η ανάδειξη νέων οικονομικών ισχυρών προσώπων (αστών) και περιλαμβάνει έξι κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο περιγράφεται η αρρώστια και η σωτηρία του νέου Άλκη Σωζόμενου, ο οποίος όπως και η μητέρα του έχουν οικογενειακές και φιλικές σχέσεις με την οικογένεια ενός γαιοκτήμονα, του κόντε Αλέξανδρου Οφιομάχου. Η σύζυγος του γαιοκτήμονα καθώς κι η κόρη του Ευλαλία, η οποία είχε ερωτευτεί τον Άλκη, ήταν στο σπίτι του Άλκη κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας του. Έπειτα στο δεύτερο κεφάλαιο περιγράφεται η ιστορία της οικογένειας του Άλκη, τα παιδικά και τα νεανικά του χρόνια κι η περίοδος των σπουδών του. Το τρίτο κεφάλαιο αναφέρεται στην οικονομική και κοινωνική παρακμή της οικογένειας του γαιοκτήμονα Αλέξανδρου Οφιομάχου με τη λήψη δανείων και την εξάρτησή της από τον τοκογλύφο Μίμη Χαντρινό, ο οποίος εκβιάζει τον Αλέξανδρο Οφιομάχο να προτρέψει την κόρη του Ευλαλία προκειμένου να παντρευτεί τον πλούσιο γιατρό Αριστείδη Στεριώτη και να μπορέσει να εξοφλήσει τα χρέη του. Στο τέταρτο κεφάλαιο ο Αλέξανδρος Οφιομάχος αποκαλύπτει στην οικογένειά του τη δεινή τους οικονομική κατάσταση και προβάλει την ανάγκη να παντρευτεί η Ευλαλία το γιατρό Στεριώτη, ο οποίος κατέχει τους τίτλους των χρεών της οικογένειας. Κατόπιν στο πέμπτο κεφάλαιο περιγράφεται ένας χορός στο σπίτι του βιομήχανου Διονύσιου Αστέρη και οι σχέσεις των προσώπων του μυθιστορήματος μεταξύ τους (φιλικές, οικονομικές, κοινωνικές, ερωτικές). Στο έκτο κεφάλαιο αναδεικνύονται οι πολιτικές στάσεις και απόψεις διαφόρων ισχυρών προσώπων του τόπου ενώ ο Άλκης παρεμβαίνει στις συζητήσεις, αναφέρεται στην κοινωνική επανάσταση στο «κόκκινο σαλονάκι» και χορεύει με την Ευλαλία. Στο δεύτερο μέρος, που περιέχει οκτώ κεφάλαια, εκτίθενται οι τυπικές σχέσεις των προσώπων της ιστορίας και τα συμφέροντα που τις προσδιορίζουν. Το πρώτο κεφάλαιο περιστρέφεται στην επίσκεψη του απελπισμένου Αλέξανδρου Οφιομάχου στο σπίτι του Άλκη, για να του ζητήσει να αφήσει την κόρη του και ο Άλκης αρνείται. Στο δεύτερο κεφάλαιο εκτίθεται η επίσκεψη του Αλέξανδρου Οφιομάχου στο σπίτι του γιατρού Στεριώτη, όπου του ζητά να παντρευτεί την άλλη του κόρη τη Λουΐζα, αλλά εκείνος αρνείται πεισματικά. Ύστερα στο τρίτο κεφάλαιο αναφέρονται οι σκέψεις κι οι εφιάλτες της Αιμίλιας Βαλσάμη για τη σχέση της με τον γιό του Αλέξανδρου Οφιομάχου, Γιώργη έπειτα από ένα τσακωμό τους. Το τέταρτο κεφάλαιο αναφέρεται στη δυσαρέσκεια του Άλκη, τον οποίο επισκέπτεται για δεύτερη φορά ο Αλέξανδρος Οφιομάχος, ζητώντας του να διώξει την κόρη του από κοντά του. Στο πέμπτο κεφάλαιο ο Άλκης, που είχε οδηγηθεί στο σπίτι της Ευλαλίας από τον πατέρα της, συναντά την Ευλαλία και τελικά χωρίζουν. Αργότερα το έκτο κεφάλαιο αναφέρεται στην άσχημη ψυχολογική κατάσταση του Άλκη και στην αντίδρασή του με ένα μεθύσι. Στο έβδομο κεφάλαιο περιγράφονται οι τελευταίες ώρες του Περικλή Βαλσάμη στο σπίτι του (διαθήκη, πόνος), όπου ήταν παρόντες οι Γιώργης 12
Οφιομάχος, Πέτρος Αθάνατος και Αιμίλια Βαλσάμη καθώς κι ο εξευτελισμός του Αλέξανδρου Οφιομάχου από δύο παλιές του ερωμένες. Τέλος το όγδοο κεφάλαιο αναφέρεται στην κηδεία του Περικλή Βαλσάμη και στο ξέσπασμα του Αλέξανδρου Οφιομάχου για τη σχέση της κόρης του Λουΐζας με τον Γουλιέλμο Αρκούδη, ο οποίος θα έφευγε μόνος του στο Λονδίνο για να δουλέψει στο τοπικό υποκατάστημα της τράπεζας του πατέρα του. Το τρίτο μέρος αναφέρεται στις επιτυχίες, τις αποτυχίες ή το άδοξο τέλος των ηρώων του μυθιστορήματος. Αρχικά το πρώτο κεφάλαιο εκτυλίσσεται στο σπίτι του γιατρού Στεριώτη, παντρεμένου με την Ευλαλία, όπου βρίσκεται κι ο αδελφός της Γιώργης. Η επίσκεψη του τοκογλύφου Χαντρινού με γραμμάτια των Οφιομάχων, οδηγεί το Στεριώτη να αρνηθεί την αποπληρωμή τους και στη συνέχεια πάει μια βόλτα με την Ευλαλία με την άμαξά τους. Στο δεύτερο κεφάλαιο περιγράφεται η τελευταία συνάντηση του Γιώργη Οφιομάχου με την Αιμίλια Βαλσάμη, ο χωρισμός τους κι η ιδέα της εκδίκησης από την Αιμιλία καθώς κι η φυγή της Λουΐζας από το σπίτι της προκειμένου να ακολουθήσει στο Λονδίνο τον Γουλιέλμο Αρκούδη. Στην συνέχεια το τρίτο κεφάλαιο μιλάει για την επιβάρυνση της σχέσης της Ευλαλίας με το Στεριώτη, στον οποίο αρέσει να αυτοπροβάλλεται να κινείται πλέον ανεξάρτητα από αυτήν, καλλιεργώντας μια σχέση με την Αιμίλια Βαλσάμη. Στο τέταρτο κεφάλαιο περιγράφεται η οικονομική πλέον κατάρρευση του Αλέξανδρου Οφιομάχου, μετά τους όρους του Στεριώτη στον Χανδρινό, η αντίδρασή του για την ενέργεια της Λουΐζας και η άσχημη συμπεριφορά του στην οικογένειά του. Στο πέμπτο κεφάλαιο αναφέρεται το πλήρες αδιέξοδο στα οικονομικά του Αλέξανδρου Οφιομάχου, ο μη διορισμός, τα χρέη και η πλαστογραφία του Σπύρου, η προδοσία του Γουλιέλμου Αρκούδη, η επιστροφή της Λουΐζας στο σπίτι της κι η φανερή πια σχέση του Στεριώτη με την Αιμίλια, οι οποίοι πηγαίνουν μαζί στην Αθήνα. Στο έκτο κεφάλαιο περιγράφεται η επιστροφή και η τελευταία συνάντηση του Άλκη με την Ευλαλία, η αυτοκτονία του Σπύρου και η τρέλα του Αλέξανδρου Οφιομάχου. Το τελευταίο κεφάλαιο στέκεται στην χειροτέρευση και τελική κρίση της αρρώστιας και στο θάνατο του Άλκη.
13
Βαλεντίνα Ρόσσι, Τα πρόσωπα του μυθιστορήματος: να σκιαγραφήσετε την προσωπικότητα, το ήθος και τις αξίες που εκπροσωπούν Άλκης Σωζόμενος Ο Άλκης Σωζόμενος, γιος του Αγησίλαου και της Φωτεινής, περιγράφεται στις αρχικές σελίδες του μυθιστορήματος ως ένας αδύνατος νέος του οποίου “το χρώμα ήταν άσκημο πάντα· ήταν υπερβολικά λιγνός· αρρωστούσε συχνά· άντεχε λίγο στους κόπους· το μυαλό του αρνιόταν πολλές φορές να δουλέψει[...]Πρώιμα μέσα στην καρδιά του αδύνατου παιδιού είχε ανάψει άσβυστη μια δίψα για μάθηση, που κάθε του ασθένεια εφαινότουν να τη μεγαλώνει, τροχίζοντας κιόλας την ορθή του την κρίση, σα ν’αποχτούσε γοργότερα έτσι την πείρα της ζωής και του εαυτού του.” Η συνεχής παρουσία και η μέριμνα της Ευλαλίας δίπλα του όταν φαίνεται να χαροπαλεύει, μας αποκαλύπτει την ρομαντική σχέση τους. Ενώ στην αρχή του βιβλίου, τονίζεται η ασθενική φύση του Άλκη ως κλινήρης ασθενής με την αγαπημένη του να αγωνιά δίπλα του, ο χαρακτήρας του διανθίζεται σε έναν πυρετώδη, φιλομαθή ανήσυχο πνευματικά νέο, ο οποίος έχει σαγηνευτεί από την Μεγάλη Ιδέα και την προοπτική της επανάστασης, στοιχεία που χαρακτήριζαν επίσης τον αντισυμβατικό πατέρα του. Συγκεκριμένα αναφέρεται ότι «Ο Άλκης είχε μάθει σύντομα την ιταλική γλώσσα κ’είχε ζυμωθεί πρώιμα με τα γράμματα εκείνου του έθνους[...] » Ωστόσο, ταυτόχρονα παρατηρούμε πως η ιδιοσυγκρασία του είναι κυρίως ευαίσθητη, ρομαντική καθώς τείνει συχνά να ρεμβάζει και να ονειροπολεί, προτιμώντας την απομόνωση από την πολυκοσμία. Ο ενθουσιασμός του για εξιδανικευμένα ιδεώδη, για ιστορίες όπου η φυσική αδυναμία δεν περιορίζει το βεληνεκές των ανθρώπινων κατορθωμάτων εκδηλώνεται από μικρή ηλικία· «..Κ’εθυμόταν πόσο το παιδί εχαιρότουν ν’ακούει ιστορίες για χρυσοντυμένα βασιλόπουλα, για περίκαλες αρχόντισσες, για όλον εκείνον τον ζωτικό και φανταστικό κόσμο, που χει και κινιέται μέσα σε σφαίρες όπου αδύνατο δεν είναι το ακατόρθωτο για την ανθρώπινη αδυναμία[...] Και παρατηρούσε η μητέρα πως στον ίδιον καιρό η καρδιά του εγινότουν τρυφερότερη· τον εσυγκινούσε βαθειά ο ανθρώπινος πόνος, η δυστυχία όπου κι αν την έβλεπε[…] Είχε πάψει πρώιμα τα παιδικά παιχνίδια και κάποια φυσική δυστροπία του, μια αθέλητη δειλιά, τον βαστούσε μακριά από πολυάριθμες συντροφιές» Σταδιακά αναδεικνύεται ως υποψήφιος ηγέτης μιας επανάστασης, μιας αναδιάταξης της άδικης, ασφυκτικά διαστρωματωμένης κοινωνίας· «Κέκείνη η πρώτη λύπη(ο θάνατος του πατέρα του) είχε σταθεί μεγάλη δοκιμασία για τον Άλκη, που εκατάλαβε αμέσως πως έπρεπε νάγωνιστεί για
14
από τότες για την ύπαρξη[...] Επίστευε σε έναν ιδανικόν κόσμο, σ’έναν Αιώνα ευτυχίας για το ανθρώπινο γένος, που θα ερχότουν και που τίποτα δε θα μπορούσε να τον σταματήσει» Η επαναστατικότητα του πνεύματος του μπορεί να παραλληλιστεί με το βενέτικο κάστρο που είχε επιχαραχθεί στην τότε 16χρονη καρδιά του σε μια από τις βόλτες με τον πατέρα του. Ενίοτε του φαίνεται να ανεγείρεται εκ νέου λαμπρότερο, πιο επιβλητικό και ανυπότακτο ενώ άλλες φορές μετατρέπεται σε ένα απολίθωμα του παρελθόντος, ένα ερείπιο που δεν μπορεί να αντισταθεί την σκληρότητα της πραγματικότητας· «Με τον πατέρα του είχαν βγει από τη χώρα ακολουθώντας το ήμερο καταπράσινο περιγιάλι, κ’είχαν φτάκει έτσι στα παλαιά χαλάσματα ενός βενέτικου κάστρου, που εκαθρέφτιζε το χρυσάφι των ρειπιασμένων πύργων του μέσα στο ηλιολουσμένο πέλαγο.[...] Και τώρα η θυμήση από το ξύπνημα εκείνο, ανάσταινε μέσα του ένα όνειρο λευτεριάς και δικαιοσύνης, το όνειρο πούχε λατρέψει κρυφά ο πατέρας του, ο παλιός καρβονάρος. Και τώρα ακόμη του φανερωνότουν ομπρός του ξανακαινουργιωμένο το αρχαίο βενέτικο φρούριο· μα είταν βαρύ, τρομερό, πελώριο· φυλακή μαζί και προμαχώντας. Τα στημένα κανόνια που εφοβέριζαν ένα δούλο λαό, τους σκλάβους του νησιού του... τόσες γενεές ανθρώπων πούχαν ζήσει σκοτεινά, ποτίζοντας με τον ίδρο τους μία γη που δεν είταν δική τους, μέγα πλήθος ψυχές που τες τυραννούσε αδιάκοπα και τις έσκιαζε ο δυνάστης[...] Κι άξαφνα πάλι όλο εκείνο το οικοδόμημα της φαντασίας και του λογισμού του του εφαινότουν κάτι αστήριχτο κι αθεμελίωτο, κάτι που μια πνοή δισταγμού το μεταμόρφωνε αμέσως σ’ενα σωρό άχαρα ερείπια· το αφάνιζε η σκληρή πραγματικότητα, Αυτός ο ίδιος δεν είταν παρά ένας από τους μικρούς ανθρώπους που έβλεπε τριγύρω του, και πλιο αδύναμος μάλιστα, κι αστενικός κι ανήμπορος, κι αν είταν έτσι ούτε η ζωή του δεν είχε σκοπό, ούτε εκείνος είχε δικαιώματα στες χάρες τις... » Παρόμοιες σκέψεις τον κυριεύουν σε σχέση με την Ευλαλία. Ενώ συχνά φαίνεται ότι με αποφασιστικότητα θα την κατακτήσει, στο τέλος γκρεμίζονται οι μόχθοι και θολώνεται ο πρωταρχικός στόχος του μέσω της κοινωνικής ασφυξίας που τον καθηλώνει και της ήττας του απέναντι στον Αριστείδη Στεριώτη. Μαζί με την δυνατότητα του να αποκτήσει την Ευλαλία, εξασθενεί και το όραμα της επανάστασης, απομυθοποιείται η Μεγάλη Ιδέα, επιφέροντας και το τελειωτικό χτύπημα για την φιλάσθενη κράση του. Ο Άλκης αποτελεί παράδειγμα ενός ιδεαλιστή, ενός αγωνιστή μόνο στην φαντασία ο οποίος στο τέλος αδυνατεί να απαγκιστρωθεί από τις συμβάσεις του κοινωνικού περίγυρου και αναγκάζεται να υποταχθεί στην σωματική του αδυναμία, έχοντας χτίσει και αποδομήσει ανείπωτα, μεγαλοπρεπή όνειρα. Αλέξανδρος Οφιομάχος Ο κόντες Αλέξανδρος Οφιομάχος Φιλάρετος περιγράφεται ως «ένας ροδοκόκκινος, μικρόσωμος, αδύνατος, με άσπρα κοντά γένια, με κόκκινα χοντρά χείλη όπως όλοι οι Οφιομάχοι, σκεβρωμένος λιγάκι και ντυμμένος με μια παλιά τριμμένη ρεντιγκότα που του κατέβαινε παρακάτω από τα γόνατα.» (Ξεπεσμένος) αριστοκράτης, όπως υποδεικνύει το παλιό όνομα των Οφιομάχων, παντρεύτηκε την Μαρία, κόρη μιας ευκατάστατης οικογένειας με απώτερο σκοπό να ξεπληρώσει τα χρέη που δημιουργήθηκαν από τις άλογες σπατάλες και τον ακριβό τρόπο ζωής του, ο οποίος συνεχίζει να περιλαμβάνει ερωμένες, χαρτιά και συνεχώς νέα άλογα επειδή τα παλιά του φαίνονται ανιαρά· «Μα ωστόσο ο Αλέξανδρος Οφιομάχος δεν είχε σταθεί και τόσο κουτός. Είχε καταφέρει μ’επιτηδιότητα να πάρει μιάν κληρονομιά ενός παλαιού 15
σπιτιού (πλούσιαν για εκείνον τον καιρό!) ένα κορίτσι αθώο τότες, χωρίς θέληση και απαίτηση καμία[...] Με φρόνιμη οικονομία θα μπορούσε βέβαια τότες πάλι να διορθώσει τες ζημιές, αλλά και παντρεμένος ο Οφιομάχος ξακολούθησε να ζει με τις πατροπαράδοτες συνήθειες του. Έπαιζε συχνά κ’εχανε. Είχε πάντα δύο ή τρία άλογα[...]Και μιαν μέρα βρέθηκε χωρίς χρήμα».Οικονομικά σε εκείνον στηρίζονται οι γιοι του, ο Γιώργος, κάτοχος ενός ανεκμετάλλευτου διπλώματος νομικής που απέκτησε στο Παρίσι όπου ψυχαγωγήθηκε και ξόδεψε δεόντος και ο Σπύρος «ένας νωθρός και βαρύκοπος νέος, που µεταβιάς είχε βγάλει το γυµνάσιο και που δεν είχε θελήσει ούτε κόσµο να ιδεί ούτε να σπουδάξει επιστήµη». Όταν τελικά το χρέος δεν μπορεί να παρακαμφθεί μέσω επιπλέον δανείων, καθιστά το προξενιό της κόρης του, της Ευλαλίας, με τον ανερχόμενο αστό, Αριστείδη Στεριώτη ως μοναδική διέξοδο. Εύπιστος στις κολακείες του τοκογλύφου, Μίμη Χαντρινού, περήφανος, εύθικτος και κυκλοθυμικός όταν δεν παραδίδεται η λύση έτοιμη(δηλαδή η συναίνεση της Ευλαλίας) απευθείας στα χέρια του, νωθρός καθώς δεν μπορεί να απαλλαχτεί από τις παλιές του συνήθειες, πασχίζει να περισώσει την εναπομείνασα υπόληψη που κατέχει το όνομα της οικογένειας του με ψιθυριστές συμφωνίες και ανταλλαγές ψυχών, αποφεύγοντας με κάθε τρόπο την εργασία· «µε τη νωθρή ζωή του, την πατροπαράδοτη αµέλειά του, εκείνην τη φυσική αδυναµία, που δεν τον άφηνε νάναι εργατικός και δραστήριος, όπως τόσοι άλλοι, που τους ζήλευε, όπως οι καταραµένοι οι δανειστές του τώρα». Αισθανόµενος ότι ανήκει στην αδιαφιλονίκητη τάξη των ευγενών, αγράµµατος, αστείος, απένταρος αριστοκράτης, µιλά ασταµάτητα για τους προγόνους του, για τα κατορθώµατα του σιδεροαρµατωµένου πολεµιστή που είχε πολεµήσει µε τους Βενετούς στο Μωριά και στη Κρήτη, για τους ξυρισµένους άρχοντες µε τις λευκές περούκες και τις χρυσοκέντητες στολές, τις ωραίες και περήφανες ξεστήθωτες κυρίες που µε τα χοντρά τους χείλη χαµογελούσαν πλατιά µέσα από τις οικογενειακές εικόνες. Ριζωµένος στα περασµένα που του παρέχουν την εγγύηση λειτουργίας του κόσµου, εχθρός κάθε µεταβολής, αρνείται το γεγονός που ρυθµίζει όλη του τη ζωή, «τον ξεπεσµό της αρχοντικής φαµελιάς» του· «Στους τοίχους εδώ κ’εκεί εκρεμόνταν οι οικογενειακές τους εικόνες, μαυρισμένες από την πολυκαιρία κι από την υγρασία, μέσα σε μαύρες ή σε χρυσωμένες κορνίζες θαμπές ως κ’εκείνες: οι παλαιοί Οφιομάχοι, άρχοντες με δύναμη μεγάλη στον τόπο και τώρα εκοιμούνταν ήσυχα και λησμονημένοι στο χώμα». Η απώλεια του ελέγχου της ζωής του, του δημιουργεί ανασφάλειες για την οικογενειακή επιβολή του ενώ η πιθανότητα αποκαθήλωσης 16
του ως κεφαλή της οικογένειας τον αγκυλώνει· «Και τους φοβάμαι βλέπεις εγώ τους γιούς σου!... Α ναι!... Σου τόπα, κυρά Μαρία, όσο ζω, ο νοικοκύρης θάμαι εγώ!... Δε βάζω άλλονε πάνω από το κεφάλι μου!... Άκου!...» Θα μπορούσαμε να καθορίσουμε τον κόντε Οφιομάχο ως τον εκπρόσωπο ενός αλλοιωμένου, ξεψυχισμένου παρελθόντος, μιας παλιάς αριστοκρατίας η οποία δεν είχε ενσωματώσει ακόμα στο λεξιλόγιο της την λέξη «εργασία», «βιοπάλη» και «μετριοπάθεια». Τελικά, όμως έρχεται αντιμέτωπος με την απελπιστική πραγματικότητα, αρχικά όταν πάντρεψε την κόρη του με έναν αστό, γιο ενός μετανάστη που απαξίωνε και έκρινε αφ’υψηλού και ύστερα, όταν η ρήξη στον γάμο μεταξύ της Ευλαλίας και του Αριστείδη, επανέφερε στην συνείδηση του τα πολλαπλά απλήρωτα χρέη. Ευλαλία Οφιομάχου Κόρη του περίφημου Αλέξανδρου Οφιομάχου, μούσα της επανάστασης του Άλκη Σωζόμενου, αποδιοπομπαίος τράγος των Οφιομάχων, έπαθλο του Αριστείδη Στεριώτη... Την γνωρίζουμε κατά πλειοψηφία μέσω αυτών των ιδιοτήτων και ελάχιστα μέσω της λειτουργίας της ως το άτομο-Ευλαλία Οφιομάχου. Άρρηκτα συνδέεται η παρουσία της με τον κατάκοιτο Άλκη, παρέτοιμη να του εμφυσήσει ζωή, σε έναν κύκλο περιστατικών όπου η αρχή ταυτίζεται σχεδόν με το τέλος του βιβλίου. Ακολούθως εμφανίζεται ξανά εν μέσω της ασυνάρτητης νευρικής κρίσης του πατέρα της όταν έρχεται αντιμέτωπος με το αδιέξοδο της πραγματικότητας · «Η Ευλαλία είταν η ψηλότερη, μια νέα με πολύ ξανθιά μαλλιά, πολύ άσπρη, με στρογγυλά μεγάλα φρύδια, με ζαφειρένια μάτια και με ροδοκόκκινα χείλια χοντρά λιγάκι και ωραία, και που έμοιαζε στο χρώμα και στην μορφή του πατέρα της». Όταν ο πατέρα της την αναδεικνύει ως την ύστατη λύση σωτηρίας απέναντι σε ένα αβάσταχτο χρέος, αρχικά υπερασπίζεται την αυτονομία της, το ανθρώπινο δικαίωμα της άρνησης και την αγάπη της για τον Άλκη · «Ποτέ!... Αποκρίθηκε με απόφαση τώρα η Ευλαλία.[...] Αιστάντηκε πως η καρδιά της εφούσκωνε. Αιστάνθηκε πως ήταν άνθρωπος με δικαιώματα στην ζωή, πως άλλος κανένας δεν ημπορούσε και δεν έπρεπε να εξουσιάσει και να εμπορευτεί το κορμί της, να την υποτάξει στη θέληση του, να ζητήσει από αυτήν τη θυσία της αγάπης της! Με ποιό διακαίωμα αυτή, για πράματα αξιοπεριφρόνητα και με δύο νέους στο σπίτι που μπορούσαν, όσο ήθελαν, να δουλέψουν, με ποιό δικαίωμα θα επίκραινε τον άντρα που την αγαπούσε;...ω ας μην είχε γνωρίσει την αγάπη!» Παρόλ’αυτά, τελικά, υποκύπτει στην συναισθηματική θύελλα και την μοιρολατρία του πατέρα της, αποφασίζοντας να “θυσιαστεί”, να παραγκωνίσει τα συναισθήματα της και να παντρευτεί τον Αριστείδη Στεριώτη· «Ω τόνε παίρνω!... είπε άξαφνα σμίγοντας τα χέρια της μπροστά στο στήθος της μ’ένα αναφιλητό... Δεν έχω τη δύναμη να σας βλέπω σε τόση συφορά!...» Η απόφαση της διυλίζεται μέσα από τον συλλογισμό ενός συντετριμμένου Άλκη, αναγνωρίζοντας την αβουλία της και την παθητικότητα της « Ούτε η Ευλαλία δεν είταν γυναίκα πούχε πλάσει με τ’όνειρο του, η γυναίκα η ανώτερη από κάθε δοκιμασία!... Είχε σκύψει κ’εκείνη και μόνο γιατί δεν είταν γυναίκα, γιατί ήταν η ψυχή της αδύνατη... μόνο γιατί ο νους της δεν μπορούσε να συλλογιστεί κατάβαθα και να λογαριάσει την ποταπή, την άσκημη πράξη... Όχι δεν είταν θυσία η δική της!... γιατί έπρεπε να ξέρει, έπρεπε να βλέπει, πως η αδυναμία της θα την έριχνε στην αγκάλη του ξένου ανθρώπου, του γιατρού Στεριώτη... και αυτή η ιδέα και μόνη 17
έπρεπε να της φανερώνει σαν αδύνατη αυτήν την θυσία, σα δυσκολότερη κι από το θάνατο, σαν ακατόρθωτη!...» Στο κατώφλι του μυθιστορήματος, βλέπουμε για πρώτη φορά τον εκτεταμένο στοχασμό της Ευλαλίας πάνω στην ακολουθία των συμβάντων που την οδήγησαν να κάθεται ερημωμένη δίπλα στο κλειστό της πιάνο αδυνατώντας να περισυλλέξει την σκέψη της, ανασκοπώντας τα πρόσωπα του περίγυρου της και αναγνωρίζοντας την αναπόφευκτη καταδίκη της οικογένειας της. Εκμυστηρεύεται στον αναγνώστη την άποψη της για την σχέση της Αιμίλιας και του νυν άντρα της, για την αξία της θυσία της, για την μετάνοια των πράξεων της και το ολέθριο αντίκτυπο τους στην υπόσταση του Άλκη· «Αλλά είταν πλια αργά. Η Ευλαλία εκατάλαβε πως καθένας από τους δυο τους(η ίδια και ο γιατρός Στεριώτης) έπρεπε να τραβήξει το δρόμο του. Η ζωή την εχώριζε πάλι από εκείνον τον άντρα. Της εφαινότουν τόσο ποταπή κι αξιοπεριφρόνητη εκείνη η κούφια φιλοδοξία του, όλοι του οι αγώνες για ν’αποχτήσει μία πρόσκαιρη κι άδικη δόξα, της εφαινότουν τόσο αξιογέλαστο το νέο του πάθος για τη γυναίκα που λίγες μέρες πριν την είχε παρατήσει ο αδελφός της και που φανερά ενεργούσε από θυμό και από πείσμα[...] Σ’αυτόν λοιπόν την είχαν οδηγήσει όλες οι θυσίες; Και σε τι είχαν ωφελήσει; Τώρα ο γιατρός κυριεμένος από τα φιλόδοξα πάθη του είχε αμελήσει τελειώς τες δουλειές των Οφιομάχων...[...]Κάθε άτομο στην οικογένεια έπρεπε να νάχει την θλιβερή ιστορία του, έπρεπε άθελά του να παίξει το τραγικό του μέρος, κι όλοι οι άνθρωποι όσοι τους είχαν πλησιάσει εβοηθούσαν εκείνην την καταστροφή... Ο γιατρός Στεριώτης, ο άντρας της, με την αμέτρητη φιλοδοξία του, η κυρία Αιμίλια Βαλσάμη, η γυναίκα με το φλογερό πάθος και που ημπορούσε να λησμονήσει τόσο τον εαυτό της και τον κόσμο, ο Άλκης Σωζόμενος, ο άνθρωπος με την αγνή καρδιά και το ψηλοπέταχτο όνειρο του, που έχανε ίσως την ζωή του σε μίαν τελευταία προσπάθεια δημιουργίας...» Τραγική φιγούρα, η Ευλαλία Οφιομάχου αμφιταλαντεύομενη μεταξύ της αφοσίωσης της στην πρωτόγνωρη αγάπη της για τον Άλκη(ατομική επιθυμία) και της οικογενειακής ευθύνης, καταλήγει σε έναν δυστυχισμένο γάμο, μια ολοκληρωτικά ξεπεσμένη οικογένεια, τελικά ανίκανη να αποποιηθεί το δήθεν καθήκον διατήρησης της αριστοκρατικής ανωτερότητας. Βαφτίζει τον εαυτό της το πρώτο αθώο θύμα της καθίζησης των Οφιομάχων ενώ στην πραγματικότητα δεν αποτελεί ούτε το πρώτο ούτε το τελευταίο θύμα της παράλογης ανθρώπινης ανάγκης να ικανοποιήσει τις επιθυμίες των άλλων, όπως μπορεί να αποκαλεστεί· «η υποταγή της σε ασάλευτους νόμους»
18
19
Δημήτρης Χασούρας, Τα πρόσωπα του μυθιστορήματος
•
Κόντες Αλέξανδρος Οφιομάχος
•
Γιώργος Οφιομάχος
•
Ευλαλία Οφιομάχου
•
Σπύρος Οφιομάχος
•
Λουίζα Οφιομάχου
•
Μαρία Οφιομάχου
•
Αριστείδης Στεργιώτης
•
Άλκης Σωζόμενος
•
Αιμιλία Βαλσάμη
•
Γουλιέλμος Αρκούδης
•
Μίμης Χαντρινός
Κόντες Αλέξανδρος Οφιομάχος χρωστάει παντού κατηγορεί τους άλλους για τα λάθη του απατάει την γυναίκα του στηρίζεται στην βαρύτητα του oνόματός του παίζει και χάνει στα χαρτιά τρελαίνεται στο τέλος εγωιστής
Γιώργος Οφιομάχος ακολουθεί τις αρχές της οικογένειάς του δεν ζητάει λεφτά από την ερωμένη του Αιμιλία νοιάζεται για την φήμη της οικογένειας στο νησί δεμένος με την αδελφή του Ευλαλία την υποστηρίζει και νοιάζεται για αυτήν δέχεται κοινωνική πίεση όσον αφορά την σχέση του στην εξέλιξη της ιστορίας πάει κόντρα στον πατέρα του για να κάνει το δίκιο
20
Ευλαλία Οφιομάχου γίνεται θυσία για να ξεχρεώσει τον πατέρα της αγαπάει τον Άλκη Σωζόμενο παντρεύεται χωρίς την θέλησή της κρατάει τα γράμματα του Άλκη ζει στα πλούτη αλλά δεν είναι ευτυχισμένη κρύβει τη θλίψη της δεν αγαπάει τον άντρα της
Λουίζα Οφιομάχου παραμελημένη της οικογένειας σε σχέση με τον Αρκούδη φεύγει από το σπίτι γίνεται πόρνη όχι ιδιαίτερα έξυπνη η οικογένεια της δεν της δίνει αρκετά περιθώρια επιπόλαιη
Μαρία Οφιομάχου μητέρα της οικογένειας δεν έχει καμία δύναμη λόγου κατηγορείται για όλα (το μαύρο πρόβατο της οικογένειας) δέχεται πίεση από όλους, προσπαθεί να κρατήσει τα πάντα υπό έλεγχο περνά πιο δύσκολα από όλους
Αριστείδης Στεργιώτης γιατρός του νησιού έχει πέραση και φήμη στο νησί σεβαστός πάει για βουλευτής έχει περιουσία ερωτευμένος με την Ευλαλία ζεί πλούσια έχει γνωριμίες και δύναμη ό,τι στόχο βάζει τον φτάνει
21
Άλκης Σωζόμενος Ερωτευμένος με την Ευλαλία θέλει να την παντρευτεί κοινωνικά αδύναμος του αρέσει η ποίηση και ο ρομαντισμός δεν παίρνει την άδεια του Κόντε να παντρευτεί την Ευλαλία πηγαίνει στο Μόναχο για σπουδές
Μίμης Χαντρινός ύπουλος δίνει δανεικά στον Οφιομάχο ωθεί τον Κόντε να παντρέψει την Ευλαλία με τον γιατρό Στεριώτη για να ξεχρεώσει συμφεροντολόγος κακόβουλος
22
23
Έλενα Χρηστάκη, Κων/νος Θεοτόκης και η επίδραση του Ρεαλισμού. Λίγα λόγια για το βιβλίο… Είναι ορόσημο και αφετηρία για το ρεαλιστικό σοσιαλιστικό μυθιστόρημα. Με το έργο αυτό, όπως και με όλα τα άλλα πνευματικά του δημιουργήματα, ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης έχει κατακτήσει επάξια μια από τις κορυφαίες θέσεις στα ελληνικά γράμματα. Eίναι πολύ σωστό αυτό που είπε για τον Θεοτόκη ένας ξένος ιστορικός της λογοτεχνίας μας, ο Έσσελιγκ: πώς αν έγραφε σε μια άλλη γλώσσα θα είχε γίνει παγκόσμια γνωστός. Τι είναι ο Ρεαλισμός στη Λογοτεχνία; Ο ρεαλισμός στη λογοτεχνία μπορεί να οριστεί ως η προσπάθεια για πιστή και αντικειμενική απόδοση της πραγματικότητας ή ειδικότερα η τάση που επικράτησε τον 19ο αι. κυρίως ως αντίδραση στις υπερβολές του ρομαντισμού. Ο ρεαλιστής μυθιστοριογράφος δεν επιδιώκει να δώσει μια φωτογραφική αναπαράσταση της ζωής αλλά κάποια άποψή της, με πληρότητα , ζωντάνια και πειστικότητα. Τα βασικά χαρακτηριστικά του Ρεαλισμού είναι: • • • •
Εντγκάρ Ντεγκά, Η αίθουσα μπαλέτου της Όπερας στην οδό Le Pelletier, 1872
τάση προς την αντικειμενικότητα αφήνονται τα γεγονότα να μιλήσουν μόνα τους παρουσιάζονται κοινές και αναγνωρίσιμες εμπειρίες επιλέγονται θέματα της καθημερινής ζωής και συγκεκριμένου κοινωνικού περιβάλλοντος
Ζαν-Φρανσουά Μιγιέ, Ο εσπερινός, 1857-1859
Ζαν-Φρανσουά Μιγιέ, Οι σταχολογήτρες, 1857
24
Ο Ρεαλισμός του Κων/νου Θεοτόκη Τα χαρακτηριστικά του Ρεαλισμού που εντοπίζονται στο μυθιστόρημα «Σκλάβοι στα δεσμά τους»: Τα γεγονότα παρουσιάζονται αντικειμενικά, όπως συμβαίνουν στην πραγματικότητα, χωρίς εξιδανίκευση ή εξωραϊσμό, και τις περισσότερες φορές με κριτική διάθεση. Οι ανθρώπινοι τύποι παρουσιάζονται συνηθισμένοι και καθημερινοί, χωρίς τίποτα το ηρωικό. Μερικά παραδείγματα είναι: Η Ευλαλία, μία από τις κόρες της οικογένειας των Οφιομάχων, η οποία δέχεται να παντρευτεί τον γιατρό και υποψήφιο βουλευτή Αριστείδη Στεριώτη, προκειμένου η οικογένειά της να ξεφύγει από το οικονομικό αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει. Ο Άλκης Σωζόμενος, διανοούμενος και βαθιά ερωτευμένος με την Ευλαλία. Ο Γιώργος Οφιομάχος, ένας από τους αδελφούς της Ευλαλίας, ο οποίος διατηρεί ερωτικό δεσμό με την παντρεμένη Αιμιλία Βαλσάμη. Ο συγγραφέας επιχειρεί να αναδείξει σιγά σιγά την ψυχολογική κατάσταση των ηρώων, κυρίως μέσω των πράξεών τους, και να ερμηνεύσει τη συμπεριφορά τους. Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτελεί η Ευλαλία Οφιομάχου, η οποία, εκτός από μία υπάκουη κόρη είναι και ένας ευαίσθητος άνθρωπος που θέλει να ακολουθήσει την καρδιά της, αλλά στο τέλος υποτάσσεται στην οικογένειά της. Ο συγγραφέας δίνει έμφαση στη λεπτομερή και ακριβή απόδοση της εξωτερικής πραγματικότητας με πιστότητα και αληθοφάνεια. Αυτό επιτυγχάνεται με εκτενείς ρεαλιστικές περιγραφές χώρων, αντικειμένων, ανθρώπων.
25
Χριστίνα Γιοργκίνη, Ο τίτλος του μυθιστορήματος «Οι σκλάβοι στα δεσμά τους» επαναλαμβάνεται αρκετές φορές στο μυθιστόρημα: γιατί; Ποια είναι η πρόθεση του συγγραφέα; Το μυθιστόρημα έχει ως τίτλο «Οι σκλάβοι στα δεσμά τους», ο οποίος επαναλαμβάνεται συχνά στην ιστορία. Ο συγγραφέας διάλεξε τον τίτλο αυτό, καθώς ο σκοπός του είναι να δώσει έμφαση στο κοινωνικό ζήτημα γύρω από το οποίο εκτυλίσσεται η ιστορία, το οποίο έχει απασχολήσει κοινωνίες και ανθρώπους εδώ και μεγάλο χρονικό διάστημα. Το ζήτημα αυτό που μελετά και η κοινωνιολογία, εξετάζει το πώς η κοινωνία επηρεάζει τους ανθρώπους και πώς αναλόγως οι άνθρωποι επηρεάζουν την κοινωνία. Έτσι και στο βιβλίο διαπιστώνουμε ότι οι ήρωες της ιστορίας, σε εποχή που γίνεται αγώνας για την ενοποίηση της Ελλάδας, παίρνουν αποφάσεις οι οποίες επηρεάζονται από το «τι θα πει ο κόσμος». Στο βιβλίο ο τίτλος αναφέρεται συχνά, καθώς αρκετοί ήρωες βρίσκονται σκλάβοι στις επιθυμίες τους ή στην κοινωνική τους τάξη. Και έτσι οι ήρωες και η ζωή τους οδηγούνται στη δυστυχία καθώς δεν μπορούν να ορίσουν τον εαυτό τους κια τη μοίρα τους. Οι περιπτώσεις που αναφέρονται στο μυθιστόρημα είναι: ο Άλκης και η Ευλαλία, ο Γιώργης και η Αιμιλία, η Μαρία και ο Αγησίλαος, η Ευλαλία και ο Αριστείδης, η Λουίζα και ο Γουλιέλμος και ο Σπύρος και η κόρη του Αστέρη. Αρχικά, ο Άλκης και η Ευλαλία είναι δύο νέοι που αγαπιούνται και επιθυμούν τον γάμο τους. Όμως, η οικογένεια της Ευλαλίας, η Οφιομάχου, είναι μία αριστοκρατική ξεπεσμένη οικογένεια που είναι μέσα στα χρέη λόγω του πατέρα της Ευλαλίας, Αλέξανδρου Οφιομάχου. Οπότε, λόγω φτώχιας και μιζέριας ο Οφιομάχος δεν τους επιτρέπει τον γάμο. Έτσι, η Ευλαλία αναγκάζεται να παντρευτεί τον γιατρό Αριστείδη Στεριώτη, ώστε να ξεχρεώσει τον πατέρα της. Πρώτα, τον γάμο αυτόν δεν τον ήθελε ο πατέρας της, καθώς ο γιατρός προέρχεται από την φτωχή οικογένεια του Δήμου, αλλά δεν έχει άλλη επιλογή παρά να σώσει την τιμή της οικογένειάς του παντρεύοντας την κόρη του με τον τώρα πλούσιο γιατρό. Κατόπιν, αναφέρεται ότι η Μαρία Οφιομάχου, η γυναίκα του Αλέξανδρου, στα νιάτα της είχε αγαπήσει έναν και μοναδικό άντρα, τον πατέρα του Άλκη, Αγησίλαο Σωζόμενο. Αλλά καθώς προερχόταν από πλούσια οικογένεια δεν μπορούσε παρά να παντρευτεί τον Αλέξανδρο τον οποίο δεν είχε ποτέ της αγαπήσει, γιατί οι πλούσιοι παντρεύονται μόνο πλούσιους. Ύστερα, αναφέρεται η σχέση της πλούσιας Αιμιλίας Βαλσάμη, γυναίκας του άρρωστου Βαλσάμη, με τον Γιώργη, γιο του Οφιομάχου. Αλλά η σχέση τους δεν μπορεί να προχωρήσει, το διαζύγιο δεν υπήρχε, οπότε η Αιμιλία περιμένει πώς και πώς τον θάνατο του άντρα της, για να μπορέσει να παντρευτεί τον ερωμένο της. Αλλά όταν ο άντρας της φεύγει από τη ζωή και υπάρχει η δυνατότητα πια να τον παντρευτεί, ο Γιώργης αποστασιοποιείται από αυτήν, διότι δεν θέλει να φαίνεται στον κόσμο γύρω του ότι πουλήθηκε στην Αιμιλία για τα χρέη του, παρόλο που την αγαπάει πολύ. Μετά, η Λουίζα βρίσκεται σκλάβα του Γουλιέλμου Αρκούδη, τον οποίο αγαπάει περισσότερο απ’ ό,τι ο ίδιος τη Λουίζα. Αυτή όμως δεν το γνωρίζει και είναι τυφλά ερωτευμένη μαζί του και διατεθειμένη να κάνει τα πάντα γι’ αυτόν. Οπότε κλέβονται, αλλά τελικά ο Γουλιέλμος φεύγει χωρίς την Λουίζα στο εξωτερικό και δεν παντρεύονται, αφού την κορόιδευε. Τέλος, ο Σπύρος Οφιομάχος, ο οποίος επιζητεί να παντρευτεί την κόρη του Αστέρη, δεν τα καταφέρνει, γιατί τελικά βρίσκεται άλλος, καλύτερος γαμπρός και από όλη την πίεση που έχει δεχτεί για τα χρέη του, μην αντέχοντας πια τη ζωή, αποφασίζει να αυτοκτονήσει . 26
Οπότε, η κοινωνία επηρεάζει πολλές φορές αρνητικά τις ζωές των ανθρώπων, οι οποίοι επηρεάζουν με τη σειρά τους την κοινωνία κ.ο.κ, είναι ένας φαύλος κύκλος. Το φαινόμενο αυτό είναι διαχρονικό και ισχύει και σήμερα. Ένα παράδειγμα της σύγχρονης κοινωνίας είναι η μόδα στη ζωή των διάσημων. Από αυτό επηρεαζόμαστε ειδικά εμείς οι έφηβοι, είτε αυτό είναι η ενδυμασία, τα μαλλιά και τα γούστα και δεν υπάρχει διαφορετικότητα που κατά τη γνώμη μου είναι αρνητικό. Άρα, η κοινωνία είναι σημαντικός παράγοντας στις ζωές και την καθημερινότητά μας, καθώς μας επηρεάζει.
27
Αλέξανδρος Μάλλιαρης, Ο τίτλος του μυθιστορήματος «Οι σκλάβοι στα δεσμά τους» επαναλαμβάνεται αρκετές φορές στο μυθιστόρημα: γιατί; Ποια είναι η πρόθεση του συγγραφέα; Ο τίτλος του μυθιστορήματος Οι σκλάβοι στα δεσμά τους, επαναλαμβάνεται πολλές φορές. Πρόκειται για ένα μοτίβο που επανέρχεται συνεχώς στο λογοτεχνικό κείμενο με συγκεκριμένο ρόλο και ονομάζεται leitmotiv (βασικό μοτίβο). Λειτουργεί σαν στοιχείο δομής και συνοχής. Ειδικότερα, ο συγγραφέας θυμίζει σε κάθε κατάσταση πως οι χαρακτήρες του μυθιστορήματος είναι δέσμιοι, φυλακισμένοι, γιατί δεν μπορούν να κάνουν αυτό που πραγματικά επιθυμούν. Αλυσίδες αποτελούν οι κοινωνικές συμβάσεις, τα λόγια και τα σχόλια του κόσμου, τα πάθη τους και οι κοινωνικοί τους ρόλοι. Στο βιβλίο, ο κόντες Οφιομάχος προσπαθεί να φερθεί αναλόγως της κοινωνικής του τάξης. Έτσι, δεν δέχεται την πτώχευσή του και παρόλο που δεν βρίσκεται σε εύρωστη οικονομική κατάσταση, συμπεριφέρεται σαν αριστοκράτης, δηλαδή συνεχίζει να αγοράζει στην κόρη του ακριβά φορέματα, οδηγώντας όλη του την οικογένεια στην καταστροφή. Κεφάλαιο 1 Μέρος Γ’ «Τον κόσμο δεν τον είχε ποτέ του αληθινά γνωρίσει ο γέρος∙ δεν είχε θελήσει να τον γνωρίσει στην ουσία του∙ και ως τότες με μικρές προσπάθειες είχε κατανικήσει κάθε δυσκολία. Αλλά τώρα οι δυσκολίες, που εσηκωνόνταν εμπρός του, καταντούσαν σαν ένα αδιάβατο βουνό, κάτι ασάλευτο και τεράστιο, που τον έσκιαζε, που εμηδένιζε τη μικρή του θέληση, και σήμερα πάλι, έπειτα από τόσες αναβολές, έπειτα από τόση σκέψη, δεν είχε κάμει ούτε ένα βήμα στα εμπρός∙ η θυγατέρα του δεν έστεργε στο γάμο της με το γιατρό Στεριώτη, ο Περικλής Βαλσάμης δεν αποφάσιζε να παραιτήσει σύντομα τούτον τον κόσμο, ο γιος του ο Σπύρος δεν επιτύχαινε ακόμη τίποτε με την άσκημη θυγατέρα του Αστέρη κι ούτε ο Γουλιέλμος Αρκούδης, ο γιος του τραπεζίτη, δεν εφαινότουν αρκετά ερωτεμένος από τη θυγατέρα του τη Λουίζα κι ας είχε αλλιώτικη γνώμη η γυναίκα του. Κι ωστόσο η τωρινή στιγμή ήταν τρομερή. Δεν έδινε καθόλου καιρό. Τα χρήματα έλειπαν, το σπίτι του στην εξοχή, που το αγαπούσε, του ’χε γκρεμιστεί, τ’ άλογά του εψοφούσαν, όλα του ερχόνταν ανάποδα. Και ο γιατρός Στεριώτης θ’ άρχιζε να βαριέται από τες αναβολές του και η Ευλαλία, που έβλεπε όλην αυτή τη δυστυχία, είχε βάλει ένα πείσμα ανεξήγητο να μην υποταχτεί στην ανάγκη! Δεν ήθελε ούτε να τον ακούσει! Δεν είχε ούτε κείνη συνείδηση, για να βλέπει τι έκανε με το πείσμα της. Και οι ανάγκες ήταν τόσο μεγάλες!». Αν και είναι πια ξεπεσμένος, ο κόντες Οφιομάχος δεν θέλει να εργάζεται ο γιος του, θεωρώντας την εργασία ντροπή, ενώ αργότερα τον κατηγορεί για την οικομική του καταστροφή. Επιπλέον, δεσμεύεται χρηματικά αφού έχει δανειστεί μεγάλα ποσά χρημάτων τα οποία αδυνατεί να ξεπληρώσει στον τοκογλύφο. Έτσι, αναγκάζεται να παντρέψει την κόρη του Ευλαλία με τον γιατρό, Αριστείδη Στεριώτη, ώστε να αναλάβει ο γαμπρός του την αποπλήρωση των χρεών του. Και ο Γιώργης Οφιομάχος, όμως, είναι δέσμιος: σε έναν παράνομο δεσμό με την Αιμιλία Βαλσάμη, παντρεμένη με έναν αριστοκράτη πλούσιο και μορφωμένο αλλά σχεδόν ετοιμοθάνατο. Και τέλος, ο Σπύρος Οφιομάχος που γλιτώνει από τα οικονομικά δεσμά του αυτοκτονώντας. Ένας άλλος ήρωας του μυθιστορήματος, ο Άλκης Σωζόμενος, είναι και αυτός δέσμιος: της ταπεινής και φτωχικής καταγωγής του και των ματαιωμένων σχεδίων του λόγω της ασθένειάς του, ενώ εμπνέεται από ριζοσπαστικές ιδέες και το όνειρο ενός κόσμου ισότητας και δικαιοσύνης.
28
Κεφάλαιο 6 «Αισθάνθηκε πως η ψυχή του ολομεμιάς εμεγάλωνε και πως ενικούσε τη φυσική δειλία του χαρακτήρα του και την άρρωστη ιδιοσυγκρασία του, που ίσα εκείνην τη στιγμή του θύμιζε την αδυναμία του.» Γι’ αυτό και δεν μπορεί να παντρευτεί την Ευλαλία Οφιομάχου, που την αποκτά τελικά ο Αριστείδης Στεριώτης, γιατρός και βουλευτής. Όχι πως δεν έχει κι αυτός δεσμά: η ταπεινή καταγωγή αποτελεί γι’ αυτόν εμπόδιο αλλά και τραύμα ψυχικό, γιατί τον κάνει να αισθάνεται κατώτερος. Ο πλούτος που αποκτά με την εργασία του, χρησιμοποιείται ανήθικα για να μπορέσει να ξεπεράσει αυτό το εμπόδιο. Κεφάλαιο 3 μέρος Γ’ «Φυσικά, αυτή η επιστημονική του δόξα θα τον εβοηθούσε περίφημα και στους άλλους σκοπούς του. Ο κύριος υπουργός θα μπορούσε να υπερηφανευτεί πως ο υποψήφιός του, ο γιατρός Αριστείδης Στεριώτης, δεν ήταν ο πρώτος τυχόντας, θα ημπορούσε να το βροντοφωνήσει στους χωριάτες ψηφοφόρους, μεθαύριο ως και στη Βουλή. Εκεί θα έμπαινε πλια σαν ξακουσμένος άνθρωπος, θα ‘χε βαρύτητα η γνώμη του, δε θα μπορούσε να αρνηθεί κανένας πως ο ίδιος ήταν μια από τες προσωπικότητες του τόπου και το καλύτερο απ’ όλα: δεν είχε ανάγκη κανέναν, γιατί ήταν κι αυτός πλούσιος. Κι όχι πλούσιος σαν τους άλλους, τους νωθρούς κι ανόητους ανθρώπους! Αυτός εδούλευε, ήταν χρήσιμος στην κοινωνία με την επιστήμη του, με την αγαθοεργία του, δεν έχανε τον καιρό του, ο μακαρίτης ο πατέρας του δεν είχε εργαστεί του κάκου τόσα χρόνια για να του αφήκει μιαν περιουσία! Με πόσους κόπους, με πόση στέρηση, με πόσα φαρμάκια είχε συνάξει εκείνος λίγα λίγα τα λεφτά του!»
29
Διονυσία Μπαλάφα, Τα διλήμματα και οι επιλογές των ηρώων συγκινούν τον σημερινό αναγνώστη;
Κέρκυρα αρχές του 20ου αιώνα, κάρτ ποστάλ
Εισαγωγή Στη δίνη των αρχών του 20ου αιώνα, ο Θεοτόκης αναδεικνύει μέσα από το έργο του “Οι Σκλάβοι στα δεσμά τους” την αμφίπλευρη πραγματικότητα μιας κλειστής κοινωνίας της υπαίθρου, στην Κέρκυρα με τον φωτεινό και σκοτεινό της κόσμο. Περιγράφεται η οξύτητα της κρίσης των αλλαγών που έφεραν οι απαρχές ενός πολύπαθου αιώνα που χαράχτηκε από τον Μακεδονικό αγώνα (1904-1908), την Κρητική επανάσταση του 1912, τους Βαλκανικοί πολέμους (1912-1913), τον Πρώτο Παγκόσµιο Πόλεµο (1914-1918) και την Μικρασιατική εκστρατεία. Στο υπόβαθρο σχολιάζονται οι μεταρρυθμίσεις της νέας κυβέρνησης, του Βενιζέλου, μαζί με την αγροτική µεταρρύθµιση το 1917, που επαναπροσδιόρισε τις σχέσεις γαιοκτησίας, προωθώντας το σύστηµα της µικρής οικογενειακής ιδιοκτησίας. Ενώ σταδιακά μία νέα κοινωνία περιζώνει την παλιά, παρατηρούμε τα διλήμματα, τα προβλήματα και τις δοκιμασίες που αντιμετωπίζουν οι χαρακτήρες, βιώνοντας την καταμέτωπο σύγκρουση των ευγενών και μεγαλογαιοκτημόνων με την ανερχόμενη αστική τάξη. Παρόλο που αυτά τα διλήμματα αφορούν πλαστά πρόσωπα (μυθιστορηματικά) του 20ου αιώνα, μετά την απογύμνωση τους, αποκαλύπτουν τη σύνδεσή τους
30
ακόμα και με την σημερινή εποχή, η οποία χαρακτηρίζεται από παρόμοιες ταχείες και ανατρεπτικές αλλαγές (διαφορετικού πλέον χαρακτήρα, με έμφαση κυρίως στην τεχνολογία).
•
Η “θυσία” της Ευλαλίας
Η Ευλαλία αντιμετωπίζει το εξής δίλημμα, όπως της το παραθέτει ο πατέρας της: να παντρευτεί ένα πολύ μεγαλύτερο, αδιάφορο για εκείνη πλούσιο αστό, ο οποίος διαθέτει όλα τα ομόλογα του χρέους της οικογένειας και ισοδυναμεί με την σωτηρία τους, ή να παντρευτεί τον αγαπημένο της, συνομήλικο και παθιασμένο Άλκη, γάμος ο οποίος ισοδυναμεί με την εξάλειψη των πιθανοτήτων της οικογένειας να διατηρήσει την υπόληψη της. Η παράλογη έπαρση της οικογένειας Οφιομάχου, η διεκτραγώδηση της κατάστασης, η κυριαρχία μιας μοιρολατρικής ανάγκης της Ευλαλίας να εγκαταλείψει τις επιθυμίες της και να θυσιαστεί για την οικογένειά της, ενώ στην πραγματικότητα η επιλογή της οδηγεί σε έναν ακόμα οικογενειακό φαύλο κύκλο, διανθίζει συχνά όχι μόνο σύγχρονες ρομαντικές αφηγήσεις αλλά και καθοριστικές επιλογές στον επαγγελματικό και ακαδημαϊκό χώρο. Μια πίεση του Ασυνειδήτου μάς ωθεί στη λήψη αποφάσεων που θεωρούμε ότι θα ωφελήσει το γενικό καλό, τη διατήρηση της ισορροπίας, ενώ στην πραγματικότητα όχι μόνο οδηγούμαστε σε ένα ψυχοφθόρο αδιέξοδο, αλλά εν τέλει εμποδίζουμε την πιθανότητα της εποικοδομητικής εξέλιξης. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ως ύστατη λύση οι Οφιομάχοι, αντί να θυσιάσουν την Ευλαλία, θα μπορούσαν να στραφούν στην επιλογή να εργαστούν και να προσγειωθούν στην πραγματικότητά τους (παρόλη την οικονομική καταστροφή, πιστεύουν ότι ακόμα ακτινοβολεί λαμπρά το όνομα τους). Στο τέλος, όμως η Ευλαλία και ο Άλκης θα ακολουθήσουν, µε την «απιστία» τους στο µεγάλο αγαθό του έρωτα και τις ιδεατές σταθερές του, την πολύ ανθρώπινη µα και πολύ απάνθρωπη επιλογή να διαµορφώσουν τη συµπεριφορά τους σύµφωνα µε τις απαιτήσεις των άλλων, ένα ακόμη κοινό χαρακτηριστικό που συγκινεί τον σημερινό αναγνώστη.
“Ποτέ!... Αποκρίθηκε με απόφαση τώρα η Ευλαλία, μπλέκοντας τα δάχτυλα της και κοιτάζοντας χάμου. Κι αιστάντηκε πως η καρδιά της εφούσκωνε. Αιστάνθηκε πως ήταν άνθρωπος με διακαιώματα στην ζωή, πως άλλος κανένας δεν ημπορούσε και δεν έπρεπε να εξουσιάσει και να εμπορευτεί το κορμί της, να την υποτάξει στη θέληση του, να ζητήσει από αυτήν τη θυσία της αγάπης της! Με ποιό διακαίωμα αυτή, για πράματα αξιοπεριφρόνητα και με δύο νέους στο σπίτι που μπορούσαν, όσο ήθελαν, να δουλέψουν, με ποιό δικαίωμα θα επίκραινε τον άντρα που την αγαπούσε;...ω ας μην είχε γνωρίσει την αγάπη!”
•
Τρόπος ζωής Οφιομάχων-Σπατάλες, χρέη, ερωμένες....
Είτε πρόκειται για γκάτσμπηδες, Ντόριαν Γκρέι ή Αλέξανδρους Οφιομάχους, η αίσθηση της προσκόλλησης στις επιθυμίες του παρόντος, οι άλογες σπατάλες και η περιφρόνηση των 31
μελλοντικών συνεπειών τους, έχει προβληματίσει το παρατηρητικό βλέμμα των συγγραφέων από τις απαρχές της λογοτεχνίας. Αποτελεί ένα αλλόκοτο μοτίβο συμπεριφοράς, η αμέλεια της οποίας κάποιες φορές αντιτίθεται στο προγονικό ένστικτο της επιβίωσης και της αυτο-διατήρησης.. Πρόκειται για ένα δίλημμα που συχνά μπορεί να ταλανίζει τους αναγνώστες, καθώς οι ίδιοι πρέπει να επιλέξουν αν θα υποταχτούν στη στιγμή και στο δέλεαρ του carpe diem, αν τελικά θα ήταν προτιμητέο να παραγκωνίσουν ενδοιασμούς και να εκπληρώσουν εφήμερες επιθυμίες ή να ζήσουν μια αρμονική και ισορροπημένη ζωή. Συγκεκριμένα o κόντες Οφιομάχος σκιαγραφείται σαν ένα άθυρμα χωρίς αγωνιστική διάθεση, ξεπέφτοντας ολοένα και περισσότερο, χωρίς ποτέ να µετατρέπει τις προθέσεις του σε έργο, «µε τη νωθρή ζωή του, την πατροπαράδοτη αµέλειά του, εκείνην τη φυσική αδυναµία, που δεν τον άφηνε νάναι εργατικός και δραστήριος, όπως τόσοι άλλοι, που Τσάρλσ Άλλαν Τζίλμπερτ, Όλα είναι τους ζήλευε, όπως οι καταραµένοι οι δανειστές του τώρα» (σελ. ματαιότητα, 1892 145), ανίκανος αυτός και οι περισσότεροι από τους όμοιους του, να συλλάβουν τις νέες αξιώσεις της ζωής, τις νέες οικονοµικές και κοινωνικές διαδικασίες, καθώς και την πολιτισµικό τους ρόλο, αποσυρµένοι στο παρελθόν το οποίο προσπαθούν να το κρατήσουν με νύχια και με δόντια. Άνθρωπος αβοήθητος ακόµη και από τα παιδιά του, τους δυο του γιους, τον Γιώργη και τον Σπύρο· νέοι χωρίς αξιοσύνη, άβουλοι, χωρίς διάθεση προσφοράς, ακαµάτηδες, χωρίς την αίσθηση του χρέους απέναντι στον ίδιο τους τον εαυτό, ηδονοθήρες, παραδέρνουν καθώς η δύναµη της αδυναµίας τούς τράβηξε µε το µέρος της. Ο Σπύρος, ακολουθώντας τα χνάρια του πατέρα του και ανακηρύσσοντας την ανάγκη ως κίνητρο, πολιορκεί την Ανδρομάχη, την άσχημη κόρη του πλούσιου τραπεζίτη Ανδρέα Αρκούδη ενώ, όταν βλέπει πως το εγχείρημα του δεν καρποφορεί, αναζητά μια θέση δίπλα στον Αριστείδη και στον βασιλόφρονα υπουργό, και ταυτόχρονα, πλαστογραφεί υπογραφές στην προσπάθεια του να ξεφύγει τον τροχό της εργασίας. Οι αδέξιες περιστροφές του τελικά τον καταβροχθίζουν, οδηγώντας στον αιφνιδιαστικό θάνατο του, ο οποίος σοκάρει τον αναγνώστη. Ο Σπύρος και η αυτοκτονία του υποδεικνύουν το αποτέλεσμα της συσσώρευσης των σχετικά μικρών αλλά αρνητικών συνεπειών των πράξεων του και το αποκορύφωμα της επιθυμίας του να παρακάμψει την ζωή. Το οικονομικό και κυρίως συναισθηματικό αδιέξοδο που δημιούργησε ο Σπύρος, δεν αποτελεί μία σπάνια κατάσταση που αντιμετωπίζει το άτομο σήμερα, όταν πρέπει να αναμετρηθεί με τις συνέπειες των πράξεων του.
32
“Μα ωστόσο ο Αλέξανδρος Οφιομάχος δεν είχε σταθεί και τόσο κουτός. Είχε καταφέρει μ’επιτηδιότητα να πάρει μιάν κληρονομιά ενός παλαιού σπιτιού(πλούσιαν για εκείνον τον καιρό!) ένα κορίτσι αθώο τότες, χωρίς θέληση και απαίτηση καμία... Με φρόνιμη οικονομία θα μπορούσε βέβαια τότες πάλι να διορθώσει τες ζημιές, αλλά και παντρεμένος ο Οφιομάχος ξακολούθησε να ζει με τις πατροπαράδοτες συνήθειες του. Έπαιζε συχνά κ’εχανε. Είχε πάντα δύο ή τρία άλογα...Και μιαν μέρα βρέθηκε χωρίς χρήμα.” “Η αγροτική περιουσία δεν έδινε για καιρούς τίποτα. Και το χρέος του Οφιομάχου αυγάτισε. Έγινε διπλό, τρίδιπλο, πεντάδιπλο και με τα άφορα χρόνια όλο εγγενούσε. Κι ωστόσο ο άρχοντας εγέραζε χωρίς να θελήσει να θυσιάσει καμία του συνήθεια, κανένα ελάττωμα, ξεπέφτοντας όμως πραγματικά από χρόνο σε χρόνο, φροντίζοντας μόνο να μην πουλεί τα χρήματα του, πασκίζοντας να μην φανεί και να μην ακουστεί ο ξεπεσμός του.”
•
Ο γάμος της Ευλαλίας με τον Αριστείδη-Αντίδοτο στο άχθος του χρέους
Επιπλέον, η ανάδειξη του γάμου μεταξύ της Ευλαλίας και του ανερχόμενου αστού Αριστείδη Στεριώτη ως αναγκαία και μοναδική λύση για τα πολύχρονα οικογενειακά δάνεια, όπως ομόφωνα διατυμπανίζουν όλα τα μέλη της οικογένειας Οφιομάχου, εκτός από την ίδια την Ευλαλία και τον μεγάλο αδελφό της Γιώργο, μπορεί να αναγνωριστεί σήμερα ως μοτίβο συμπεριφοράς σε καταστάσεις πανικού ή ακόμα και γενικής απροθυμίας για αφοσίωση στην εργασία και σε απαιτητικό έργο. Με αυτόν τον τρόπο, δημιουργείται Ρενέ Μαγκρίτ, Οι εραστές, 1928 ένα ψευδές δίλημμα, ένα τραχύ μονοπάτι που οδηγεί μόνο σε δύο επιλογές, καθώς ο Οφιομάχος θέτει ως προτεραιότητα τη διατήρηση μιας πλαστής βιτρίνας που έχει ραγίσει, παρά την αληθινή ευτυχία της κόρης του. Σήμερα, παρόλο που δεν συνυπάρχουμε με τις αριστοκρατικές κυρίες των κορσέδων και των κρινολίνων ή με κυρίους σε justacorps, δεν απουσιάζουν τέτοιες τακτικές στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα των αυτοδημιούργητων (και μη) επιχειρηματιών, πολιτικών και διασήμων, καθώς φέρουν συχνά τις ανασφάλειες και τις Οφιομαχικές συνήθειες της παλιάς αριστοκρατίας. Εκτός αυτού, λίγα δεν είναι τα παραδείγματα ατόμων της αστικής ή χαμηλότερης κοινωνικής τάξης, που επιλέγουν, με δική τους πρωτοβουλία, τον πιο εύκολο τρόπο για να ανέβουν γρήγορα την κοινωνική κλίμακα, εκμεταλλεύοντας σχέσεις και άτομα αξιοσημείωτης επιρροής. Πολλές φορές κοιτάμε ύποπτα μια σχέση που αφορά μια
33
νεαρή κοπέλα και έναν ηλικιωμένο κύριο με βαριές τσέπες. Μήπως είναι περίπτωση του ρητού «η αγάπη δεν γνωρίζει ηλικία»; Ο χρόνος πάντα μας δίνει την πιο εύστοχη απάντηση.
•
Η σιωπή του πνεύματος του Άλκη Η κοινωνική μέγγενη που στραγγάλιζε τον Άλκη και τον πατέρα του, αυτή που αφορούσε την έκφραση των ριζοσπαστικών πεποιθήσεών τους, σήμερα αποτελεί ένα από τα κυρίαρχα ανθρώπινα διλήμματα. Συχνά το άτομο καταστέλλει την παραδοχή και την εκμυστήρευσης των ανησυχιών, προβλημάτων και ίσως υπαρξιακών ερωτημάτων, φοβούμενο τις αντιδράσεις του περίγυρου. Τρέμει τη στιγμή που συγκρούεται με τα έκπληκτα βλέμματα μιας απρόβλεπτης κοινωνίας, η οποία είτε θα το εξοστρακίσει είτε θα εγκολπώσει την νέα πνευματική φλόγα, εάν γεννηθεί στην κατάλληλη εποχή, συγχρονισμένη με τον παλμό του κόσμου.
Λίγα δεν είναι τα ιστορικά παραδείγματα που παραπέμπουν σε προσπάθειες μεταλαμπάδευσης γνώσης και ιδεών, επιτυχημένα, όπως ο Διαφωτισμός με απότοκο την Γαλλική Επανάσταση. Επομένως, συχνά ο φόβος την Ερίκ Λακόμπ, Το βάρος της σιωπής, 2016 απόρριψης της διαφορετικότητας μας, μάς ωθεί να επαναπαυτούμε στην ασφάλεια, στη ζεστασιά της σιγουριάς και της κανονικότητας, ενώ, καθώς πλησιάζουμε τον θάνατο, έρχεται στην επιφάνεια της μνήμης το παλιό πάθος της γνώσης και της ελπίδας. Έτσι και ο Άλκης αμφιταλαντεύεται μεταξύ της απόφασης να αφιερωθεί στην επανάσταση, στην εκπλήρωση των δημοκρατικών αιτημάτων, και της δυνατότητας να απολαύσει ξέγνοιαστος μεν αλλά πνευματικά ακρωτηριασμένος μια ήρεμη ζωή.
34
•
Οι επιλογές του Γιώργου Οφιομάχου, της Αιμίλιας Βαλσάμη, της Λουίζας Οφιομάχου
Το παράνομο ερωτικό ειδύλλιο μεταξύ του Γιώργου Οφιομάχου και της Αιμιλίας Βαλσάμη και η επιλογή του Γιώργου να διακόψει τη σχέση τους μετά τον θάνατο του άντρα της επίσης εγείρει ερωτήματα που αφορούν τις ηθικές επιλογές των ηρώων και το συννέφιασμα της λογικής συνείδησης, που παρασύρει σε λανθασμένες, ενστικτώδεις αποφάσεις το άτομο ακόμα και σήμερα. Το κοινό μυστικό της σχέσης των δύο αυτών ηρώων τσαλακώνει τις αυστηρότητες σε μια συντηρητική κοινωνία καθωσπρεπισμού, χορών, σχολίων και ξεπεσμένων αριστοκρατών. Η σχέση αυτή μπορεί να χαρακτηριστεί φλογερή, αυθόρμητη και δαιδαλώδης. Ενώ η ερωτική απόγνωση και οι ανησυχίες της κυρίας Βαλσάμη εκτυλίσσονται αφηγηματικά σε πολλές σελίδες, περιγράφοντας τη σκληρότητα και την απουσία αγάπης εκ μέρους του εραστή της, ο Γιώργος αρνείται να της παραδοθεί, θεωρώντας ότι ο έρωτας της συνοδεύεται από την αναγνώριση της έκπτωσης του, την υποταγή του στην οικονομική της ανωτερότητα και στον εκμαυλισμό του (παρόλο που δεν την απέρριψε, όταν ξεψυχούσε ο ασθενικός άντρας της στο διπλανό δωμάτιο). Παρόμοια το πάθος μπορεί να καθοριστεί ως το κίνητρο της Λουίζας και του Γουλιέλμου Αρκούδη να κλεφτούν, πάθος, το οποίο με την αυστηρή κρίση του χρόνου δεν αποδείχτηκε επαρκές για να παντρευτούν και σταδιακά ξεθώριασε.
Η προσκόλληση σε μία τοξική, θυελλώδη σχέση η οποία έχει μετατραπεί σε μία ατέρμονη πάλη των εγώ δεν είναι σπάνιο φαινόμενο στην εποχή μας, μάλιστα θα μπορούσαμε να αναφέρουμε ότι με την αστρονομική εκτόξευση της τεχνολογίας και την επιτάχυνση του ρυθμού της καθημερινότητας, η αντικατάσταση των κοινωνικών σχέσεων από πελατειακά συμβόλαια θεωρείται σχεδόν κοινότοπο, απαραίτητο για την επιβίωση και την αποφυγή υπερφόρτωσης του πνεύματος και του σώματος με τις αναρίθμητες προσλαμβάνουσες. Ως αποτέλεσμα, αλλοιώνεται η ενσυναίσθηση και δημιουργούνται χάσματα επικοινωνίας, αδικείται αυτός που νιώθει παραπάνω, ενώ από τον αγώνα βγαίνει άθιχτος αυτός που αποστασιοποιείται συναισθηματικά. Τελικά, Αιμιλία Βαλσάμη, ως αντίποινα στην αδιαφορία του αγαπημένου της, σκαρφίζεται, μέσα στη χίμαιρα των συναισθημάτων της, το σχέδιο εκδίκησης που περιλαμβάνει την αποπλάνηση του γιατρού έτσι ώστε να αφεθούν μετέωροι απέναντι στα χρέη οι Οφιομάχοι και να πληγωθεί ο Γιώργης.
35
Βιβλιογραφία Θεοτόκης, Κ.(1991). Οι Σκλάβοι στα δεσμά τους. Αθήνα: Α.Α ΛΙΒΑΝΗ Γκρατσιέλλα-Φωτεινή Καστελλάνου, «Κρίση και θύµατα στο έργο του Κωνσταντίνου Θεοτόκη: Οι Σκλάβοι στα δεσµά τους.» στο: https://www.eens.org/EENS_congresses/2014/castellanou_graziella.pdf
36
Νίκος Χανιώτης, Δημήτρης Γκιούλης, Ποια είναι η στάση των ηρώων απέναντι στον Θεό; Οι ήρωες του Κ. Θεοτόκη δεν αντιμετωπίζουν τον Θεό με τον ίδιο τρόπο, η στάση τους απέναντι στο Θεό επηρεάζεται από τις διαδεδομένες αντιλήψεις της εποχή, την παράδοση, τις συνθήκες ζωής, το φύλο και βέβαια από την παιδεία τους. Οι γυναίκες είναι περισσότερο αφοσιωμένες στην πίστη απ' τους άντρες. Δέχονται τις δοκιμασίες σαν να ‘ναι σταλμένες από τον Θεό και τις αντέχουν, γιατί τις θεωρούν μέρος του Θεϊκού σχεδίου, της θεϊκής “Οικονομίας” για τη ζωή τους. Η γιαγιά του Άλκη Σωζομένου λ.χ. ζητά από τον γιό της να σκύψει το κεφάλι και να υπομείνει τον θάνατο του μικρού γιού του και σε καμία περίπτωση να μην τα βάζει με τον Θεό την ώρα της δοκιμασίας σελ.16 «Αλίμονο μας …αλίμονο». Αυτή η στάση μας κάνει να θεωρούμε πως βλέπει στο πρόσωπο του Θεού όχι μόνο μια δύναμη φιλάνθρωπη αλλά και δύναμη τιμωρού. Την ίδια στάση κρατά και η κυρία Φωτεινή, η μητέρα του Άλκη σελ. 285 «Ο Θεός δε θα το θελήσει !... η γριά η χήρα» σελ. 287 «Μεγάλο το όνομα του Θεού … ορίζει». Οι άνδρες δε φαίνεται να έχουν ιδιαίτερη σχέση με τη θρησκεία. Ο Αλέξανδρος Οφιομάχος εκκλησιάζεται βέβαια αλλά ταυτόχρονα είναι μοιχός, χαρτοπαίζει, αναγκάζει την Ευλαλία να παντρευτεί κάποιον που δε θέλει για το δικό του συμφέρον. Αυτή η συμπεριφορά καθόλου χριστιανική δεν είναι. Λίγο-πολύ όλοι οι άνδρες που ζούσαν όλη τους τη ζωή στο νησί, τυπική σχέση έχουν με τον Θεό. Πιο σαφής είναι η στάση των μορφωμένων στο εξωτερικό Κερκυραίων. Αυτοί, σαν τον Κ. Θεοτόκη, στην Ευρώπη επηρεάστηκαν από τις σοσιαλιστικές ιδέες και απομακρύνθηκαν από την παραδοσιακή άποψη για τον Θεό. Ο πατέρας του Άλκη λόγου χάρη σελ. 16 «Ήτανε, έλεγε άθρησκος και άθεος». Βέβαια οι συνθήκες της ζωής, η αρρώστια του γιού του τον οδήγησαν να στραφεί για βοήθεια στον Θεό που έλεγε πως δεν πίστευε, «και έπειτα τον είχα δει συχνά να κλαίει να δέεται». Νομίζω ότι αυτό είναι κάτι που συμβαίνει όταν ο άνθρωπος δεν μπορεί να διαχειριστεί τα προβλήματα που του φέρνει η ζωή. Και αρχίζει να παραδέχεται την ύπαρξη του Θεού. Μιας δύναμης που ξεπερνά τη λογική και τα όρια του ανθρώπου.
37
Δέσποινα Παντούλη & Δανάη Αργυρώ Μπόβαλη, Με ποιον τρόπο το οικογενειακό παρελθόν επηρεάζει τις πράξεις και τις αποφάσεις των ηρώων; Το μυθιστόρημα του Κ. Θεοτόκη «Οι σκλάβοι στα δεσμά τους» ανήκει στη ρεαλιστική ηθογραφική πεζογραφία. Η ιστορία διαδραματίζεται στην Κέρκυρα, στις αρχές του 20ου αιώνα. Αναλύει τις εντάσεις που δημιουργούνται από την άνοδο της νέας αστικής τάξης και τις αλλαγές που προκαλεί στην παλιά κοινωνική ιεραρχία. Ο κλονισμός αυτής αποτελεί την αιτία πτώσης δύο ευγενών οικογενειών που παρουσιάζονται στο μυθιστόρημα: των Σωζόμενων και των Οφιομάχων. Ο πρώτος Σωζόμενος για τον οποίο έχουμε πληροφορίες είναι ο Επαμεινώνδας Σωζόμενος, ο οποίος ήταν ένας πλούσιος έμπορος από την Κύπρο που μετά την εξορία του φτώχυνε. Οι καλές σπουδές του στα ελληνικά του επέτρεψαν να ξαναχτίσει την περιουσία του και να δώσει μία καλή ανατροφή στο γιό του, του τον Αγησίλαο. Ο Αγησίλαος, σπούδασε νομική στην Ιταλία και αγαπούσε πολύ την φιλοσοφία. Ήταν καρμπονάρος και είχε επαναστατικό πνεύμα, παρόλα αυτά κρατούσε τις απόψεις του κρυφές, φοβούμενος τις αντιδράσεις της κοινωνίας. Στη συνέχεια παντρεύτηκε την κυρία Φωτεινή, μία πιστή και θεοφοβούμενη γυναίκα που τον αγαπούσε και ας μην τον καταλάβαινε πάντα. Μαζί έκαναν δύο παιδιά. Το πρωτότοκο πέθανε σε μικρή ηλικία, ενώ το δεύτερο , ο Άλκης, μεγάλωσε ασθενικό και αδύναμο.
Ο Άλκης υπέφερε από πολλές ασθένειες, αλλά αυτό δεν εμπόδισε τον πατέρα του από το να του δώσει μία σωστή ανατροφή. Από παιδική ηλικία, ο Άλκης μιλούσε ιταλικά και ελληνικά και είχε μια αστείρευτη δίψα για μάθηση που μεγάλωνε μετά από κάθε του ασθένεια. Δεν ήταν σαν τους άλλους νέους της εποχής του και συχνά απομονωνόταν. Έτρεφε αγάπη και σεβασμό και για τους δύο του γονείς και ιδιαίτερα για τον πατέρα του με τον οποίο μοιραζόταν τις πιο χαρούμενες παιδικές του αναμνήσεις. Η στενή σχέση με τον πατέρα του είχε ως αποτέλεσμα να υιοθετήσει τις πολιτικές του απόψεις και να αποκτήσει μια παρόμοια οπτική για τον κόσμο γύρω του. Ο θάνατος αυτού τον στιγμάτισε και αναζωπύρωσε το επαναστατικό του πνεύμα. Σταδιακά άρχισε να εκφράζει τις πεποιθήσεις του πιο ελεύθερα γεγονός που συγκλόνισε το κοινωνικό του περιβάλλον. Ο Άλκης παρά την δύσκολη παιδική του ηλικία κατάφερε να βρει την ελπίδα στο πρόσωπο της Ευλαλίας. Αυτή είναι που του έδινε δύναμη να ξανασταθεί στα πόδια του μετά την κάθε του αρρώστια. Δυστυχώς τα πράγματα δεν κατέληξαν όπως τα φαντάζονταν, καθώς η Ευλαλία αποφάσισε να παντρευτεί τον πλούσιο γιατρό για το συμφέρον της οικογένειας της. 38
Παρά τις προσπάθειες του να της αλλάξει γνώμη, απέτυχε πράγμα που τον οδήγησε στην απελπισία. Το πεσμένο του ηθικό και το ασθενές του σώμα έγιναν η αιτία για την επόμενη βαριά ασθένειά του, που μάλλον τον οδήγησε σε θάνατο. Οι Οφιομάχοι ήταν μία παλιά αρχοντική οικογένεια με μεγάλη δόξα, πλούτη και δύναμη που ζούσε μες’ την χλιδή. Για πολλές γενιές, η οικογένεια αυτή απαρτιζόταν από αρχόντισσες και πολεμιστές που εκμεταλλεύονταν τους χωριάτες για να μεγαλώσουν την περιουσία τους. Στην πορεία όμως, δημιουργήθηκε ένα δυνατό χρέος που κληρονόμησε μαζί με την περιουσία των απογόνων του ο Αλέξανδρος Οφιομάχος. Στην προσπάθειά του να το ξεπληρώσει χωρίς να σπαταλήσει τα πλούτη του, χρησιμοποίησε την προίκα της πλούσιας γυναίκας του, Μαρίας Οφιομάχου. Συνέχισε να ζει με τις πατροπαράδοτες συνήθειες του και παίζοντας και χάνοντας δημιούργησε δικά του χρέη. Ήταν όμως περήφανος άνθρωπος και μη θέλοντας να ατιμάσει το βαρύ οικογενειακό όνομα που τον στοίχειωνε, ζήτησε βοήθεια από έναν τοκογλύφο. Επιχειρώντας να διορθώσει τη τιμή και το όνομα της οικογένειας, η μεγάλη κόρη Ευλαλία, θυσιάστηκε και παντρεύτηκε τον πλούσιο γιατρό Στεριώτη ενώ ήταν ερωτευμένη με τον Άλκη Σωζόμενο. Παρά την θυσία της Ευλαλίας, τα χρέη δεν κατάφεραν ποτέ να πληρωθούν και ο Αλέξανδρος Οφιομάχος έχασε κάθε ελπίδα που έτρεφε για την επιστροφή στη παλιά του δόξα. Η Ευλαλία πάντα ήθελε να παντρευτεί από αγάπη και όχι από συμφέρον ως άβουλη όμως κοπέλα, υπέκυψε στα παρακάλια της οικογένειας της και έβαλε στην άκρη την προσωπική της ευτυχία. Μετά τον γάμο τους ο γιατρός δεν κατάφερε να την κάνει ευτυχισμένη όπως περίμενε και ύστερα από πολλή προσπάθεια έχασε το ενδιαφέρον του και διέφυγε στην συντροφιά μιας άλλης γυναίκας, της πρώην ερωμένης του Γιώργου Οφιομάχου, Αιμιλίας Βαλσάμη. Μαζί πήγαν στην Αθήνα για να κυνηγήσουν την πολιτική καριέρα του γιατρού και η Ευλαλία έμεινε μόνη. Ο Γιώργος Οφιομάχος ήταν ο πρωτότοκος γιος της οικογένειας. Είχε κάνει σπουδές στο εξωτερικό αλλά δεν είχε δουλέψει ποτέ του. Ενώ αναγνώριζε τα προβλήματα της οικογένειάς του, δεν έκανε κάτι για να βοηθήσει. Επί 3 χρόνια διατηρούσε σχέση με την πλούσια Αιμιλία Βαλσάμη, παντρεμένη με έναν ετοιμοθάνατο αριστοκράτη. Μετά τον θάνατο του άντρα της, ο Γιώργος συνειδητοποίησε πόσο θα ντροπιαζόταν αν παντρευόταν μια γυναίκα πιο πλούσια από αυτόν. Η περηφάνια του και ο φόβος του να γίνει σαν τον πατέρα του και να παντρευτεί για το χρήμα άλλαξαν τα αρχικά του σχέδια. Σαν την Ευλαλία κατέληξε και αυτός μόνος. Ο μικρότερος γιος, Σπύρος, σε αντίθεση με τον αδελφό του, ήταν προικοθήρας. Κυνηγούσε τις πλούσιες νύφες του νησιού με την ελπίδα να κληρονομήσει την προίκα τους. Οι προσπάθειές του απέτυχαν και έτσι σαν τον πατέρα του δεν είχε τρόπο να ξεπληρώσει τα χρέη του. Όταν ήρθε η ώρα να πληρώσει τις συνέπειες των πράξεων του, δείλιασε και κρεμάστηκε. Η Λουίζα ήταν η μικρότερη της οικογένειας. Αντίθετα από την σεμνή Ευλαλία, ήταν πιο τολμηρή. Δεν την πείραζε να παντρευτεί για το συμφέρον, αφού πίστευε σαν την μητέρα της, ότι το χρήμα θα τις έφερνε ευτυχία. Πήρε την τολμηρή απόφαση να κλεφτεί με τον Γουλιέλμο Αρκούδη, έναν πλούσιο αριστοκράτη, με τον οποίο διέφυγε στην Αγγλία. Αυτός όμως δεν την παντρεύτηκε και αυτή γύρισε ντροπιασμένη στην οικογένεια της. Πολλοί πίστευαν ότι κατέληξε να είναι πόρνη.
39
Καταλαβαίνουμε λοιπόν, πόσο το οικογενειακό παρελθόν επηρέασε τις πράξεις κάθε προσώπου της ιστορίας. Οι Σωζόμενοι από εύπορη εμπορική οικογένεια, ξέπεσαν. Ο τελευταίος τους απόγονος Άλκης, πέθανε σε νεαρή ηλικία, χωρίς να περάσει το οικογενειακό όνομα, αλλά ούτε και να βρει την ευτυχία. Οι Οφιομάχοι, που κάποτε θεωρούνταν λαμπρή οικογένεια, όχι μόνο δεν κατάφεραν να ανακτήσουν τα παλιά τους μεγαλεία αλλά και με τις πράξεις τους κατέστρεψαν τελειωτικά το όνομα της οικογένειας.
40
41
Μαρία-Ειρήνη Γιαννούση, Ποια έργα τέχνης αναφέρονται στο μυθιστόρημα; Η τέχνη της προσωπογραφίας στα Επτάνησα. Την εποχή όπου εκτυλίσσεται το μυθιστόρημα «Οι σκλάβοι στα δεσμά τους» (αρχές 20ού αιώνα) τα σπίτια των αριστοκρατών και αργότερα τα σπίτια των πλουσίων αστών διακοσμούνται με πίνακες μεγάλης αξίας. Το γεγονός αυτό φανερώνει την οικονομική άνεση των κατόχων τους. Μέσα στο κείμενο αναφέρονται ορισμένοι πίνακες ζωγραφικής. Αυτοί βρίσκονται στο σπίτι των Οφιομάχων και στο παλάτι του Διονυσίου Αστέρη, του πλούσιου βιομήχανου. Αξίζει να σημειωθεί πως η οικογένεια των Οφιομάχων ανήκει στην αριστοκρατική τάξη, ενώ ο Διονύσιος Αστέρης ανήκει στην ανερχόμενη αστική τάξη.
Στιγμιότυπα από την ομότιτλη ταινία
Υπάρχουν τρία σχετικά αποσπάσματα στο μυθιστόρημα: Στο πρώτο απόσπασμα περιγράφονται δύο πίνακες στο σπίτι των Οφιομάχων. Αυτοί οι πίνακες είναι νεκρές φύσεις. «Στους τοίχους εκρεμόνταν κάποιες φωτογραφίες, ένα δύο εργόχειρα των θυγατέρων του Οφιομάχου και δύο παλαιές ζωγραφιές: η μία επαρίστανε ωραία μαύρα κι άσπρα σταφύλια ριγμένα πάνω σ’ένα στρωμένο τραπέζι μαζί μ’ άλλα όμορφα φρούτα και η άλλη ένα ζευγάρι σκοτωμένες ξυλόκοτες κρεμαστές από τα πόδια».
Καραβάτζιο, Καλάθι με φρούτα, 1596
«Νεκρά φύση» ονομάζεται το έργο που απεικονίζει άψυχα αντικείμενα, είτε φυσικά είτε τεχνητά. Ο όρος αυτός είναι ιταλικός και εισήχθη στην ορολογία της τέχνης τον 18ο αιώνα, όμως νεκρές φύσεις ζωγραφίζονταν από την προϊστορική εποχή. Πριν το 1700, τα έργα αυτά είχαν συχνά θρησκευτικό και αλληγορικό χαρακτήρα. Για πολλούς αιώνες η νεκρά φύση θεωρούνταν κατώτερη μορφή τέχνης. Λόγω της θεματολογίας της, πολλοί πίστευαν ότι δεν άξιζε καλλιτεχνική αναγνώριση. Νεκρές φύσεις ζωγράφισαν καλλιτέχνες προερχόμενοι από πολλά καλλιτεχνικά ρεύματα (νατουραλισμός, ιμπρεσιονισμός, κυβισμός
42
κτλ.). Μερικά γνωστά παραδείγματα αποτελούν ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι και ο Βίνσεντ Βαν Γκογκ.
Βαν Γκόγκ, Βάζο με ηλιοτρόπια, 1888 Πώλ Σεζάν, Μήλα και πορτοκάλια, 1890
Στο δεύτερο απόσπασμα γίνεται λόγος για τους πίνακες που βρίσκονται στη σάλα του παλατιού του Διονυσίου Αστέρη. Ανάμεσα σε αυτές δεσπόζει ένα αντίγραφο του Χριστού του Ντύρερ και τέσσερις ακουαρέλες ενός ζωγράφου υποστηρικτή της «κανονικής» ζωγραφικής. «Και μέσα σ’ όλες αυτές τες ζωγραφιές […] εκυριαρχούσε μες στη μέση, ένας Χριστός, αντίγραφο του Χριστού του Ντύρερ, που ο κύριος Διονύσιος Αστέρης τον είχε αγοράσει στο Μόναχο […] και που εφαινότουν περιφρονητικά να κοιτάζει από την ψηλή του θέση, τη μεγάλη και πλούσια σάλα και τον κόσμο που εχόρευε. Και τριγύρω στο κόνισμα εγλυκοχαμογελούσαν τέσσερις ακουαρέλες ζωηρές και διάφανες, έργα ενός περίφημου ντόπιου τεχνίτη, πιστού οπαδού, όπως έλεγε ο ίδιος, της κανονικής ζωγραφικής και που πουλούσε σ’ αυλές κι επίσημους ξένους τες φωτογραφικές ζωγραφιές του.»
Ντύρερ, Ο άνθρωπος των θλίψεων, 1493
Ο Άλμπρεχτ Ντύρερ ήταν Γερμανός ζωγράφος και χαράκτης (1471-1528). Φιλοτέχνησε πίνακες ζωγραφικής, χαλκογραφίες και ξυλογραφίες. Τα έργα του είναι εμπνευσμένα από τη θρησκεία, τη φύση, ενώ πολλά από αυτά είναι προσωπογραφίες. Παράλληλα, ασχολήθηκε με τα μαθηματικά και τη γεωμετρία. Έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στη Νυρεμβέργη και επισκέφτηκε δύο φορές την Ιταλία, όπου δέχτηκε σημαντικές επιρροές στο έργο του. Θεωρείται ίσως ο σημαντικότερος καλλιτέχνης της Γερμανίας και πρωτοπόρος της γερμανικής Αναγέννησης.
Πιθανότατα το έργο που αναφέρεται στο έργο να είναι Ο άνθρωπος των θλίψεων. 43
Όσον αφορά τις τέσσερις ακουαρέλες, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε πώς ακριβώς ήταν. Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί το επίθετο «φωτογραφικές» για να τις περιγράψει, γεγονός που δείχνει ότι αναπαριστούν πιστά την πραγματικότητα. Επομένως, φαίνεται ότι ο ζωγράφος ήταν ενάντια στα καλλιτεχνικά ρεύματα που εμφανίζονταν εκείνη την εποχή, και επιμένει στην πιστή αναπαράσταση της πραγματικότητας, ενώ πιθανότατα να ήταν υποστηρικτής του ρεαλισμού και του νατουραλισμού. Στο τρίτο απόσπασμα περιγράφονται οι προσωπογραφίες των προγόνων του Οφιομάχου. «Εκοίταξε [..] μία μία τες ζωγραφιές των προγόνων του, το σιδεροαρματωμένον πολεμιστή, τους ξυρισμένους άρχοντες με τες άσπρες περούκες τους, τες κυρίες με τα πλούσια στήθη και με το γλυκό χαμόγελο [...]» Σε παλαιότερες εποχές, οι αριστοκράτες έκαναν παραγγελίες έργων τέχνης, κυρίως προσωπογραφιών. Αργότερα, το ίδιο έκαναν και οι πλούσιοι μεγαλοαστοί, για να δείξουν την κοινωνική τους υπόσταση. Στις προσωπογραφίες τα εικονιζόμενα πρόσωπα δείχνουν τον πλούτο και την καταγωγή τους με το συχνά υπεροπτικό τους βλέμμα, τα πολυτελή τους ρούχα και μερικές φορές με άλλα αντικείμενα που υπάρχουν στον πίνακα, όπως έπιπλα και διακοσμητικά. Οι προσωπογραφίες των προγόνων του Οφιομάχου ανήκουν στην Επτανησιακή τέχνη, η οποία αποτελεί το πρώτο ελληνικό καλλιτεχνικό ρεύμα με δυτικοευρωπαϊκές επιρροές. Εμφανίστηκε στα μέσα του 17ου αιώνα και διήρκησε ως τα μέσα του 19ου αιώνα. Αιτία που οδήγησε στην ανάπτυξη αυτού του ρεύματος ήταν η σχετική ελευθερία που χάριζε στα Επτάνησα η κατοχή τους από διάφορες ευρωπαϊκές χώρες, συγκριτικά με την υπόλοιπη Ελλάδα, που βρισκόταν υπό οθωμανική κατοχή. Η επτανησιακή τέχνη εγκαταλείπει τα βυζαντινά παραδοσιακά πρότυπα και στρέφεται σε πιο κοσμικά θέματα, κυρίως Διονύσιος Καλλιβωκάς, Προσωπογραφία ανδρόγυνου, 1847 προσωπογραφίες ευγενών και αστών. Η επτανησιακή ζωγραφική είναι επηρεασμένη από το ιταλικό μπαρόκ και τη φλαμανδική ζωγραφική. Κυριότεροι εκπρόσωποί της είναι οι Παναγιώτης και Νικόλαος Δοξαράς, ο Νικόλαος Καντούνης, ο Νικόλαος Κουτούζης, ο Νικόλαος Ξυδιάς Τυπάλδος και άλλοι. Επομένως, πίνακες κάθε είδους, κυρίως προσωπογραφίες, κοσμούν τα εύπορα κερκυραϊκά σπίτια, έχοντας ως κοινό την υψηλή χρηματική και καλλιτεχνική τους αξία.
44
Βιβλιογραφία http://peritexnisologos.blogspot.com/2013/03/blog-post_30.html https://www.krionas.com/%CF%84%CE%B1%CF%81%CE%B5%CF%8D%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B1-%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%B6%CF%89%CE%B3%CF%81%CE%B1%CF%86%CE%B9%CE%BA%CE%AE/ http://www.artmag.gr/art-history/artists-faces/item/5330-albrecht-d%C3%BCrer-meros-a http://www.artmag.gr/art-history/artists-faces/item/5440-albrecht-d%C3%BCrer-meros-b http://users.sch.gr/ikomninou/greek%20art%207.htm https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%95%CF%80%CF%84%CE%B1%CE%BD%CE%B7%CF%8 3%CE%B9%CE%B1%CE%BA%CE%AE_%CE%A3%CF%87%CE%BF%CE%BB%CE%AE_(%CE %B6%CF%89%CE%B3%CF%81%CE%B1%CF%86%CE%B9%CE%BA%CE%AE) http://www.artmag.gr/articles/art-articles/about-art/item/4634-h-eptanisiaki-zografikimesa-apo-to-grapto-logo-ton-kritikon
45
Ελένη Γεωργάτου, Η παρουσία του ποιητή στο μυθιστόρημα του Κωνσταντίνου Θεοτόκη «Οι σκλάβοι στα δεσμά τους» Μέσα στο μυθιστόρημα του Κων/νου Θεοτόκη «Οι σκλάβοι στα δεσμά τους», ορισμένα πρόσωπα του βιβλίου εμφανίζονται ως ποιητές. Ειδικότερα, οι ήρωες: Πέτρος Αθάνατος, Περικλής Βαλσάμης και Μαρκαντώνιος Ιουστινιάνης, μέσα στο μυθιστόρημα εμφανίζονται ως ποιητές. Στο κείμενο παρουσιάζονται δύο ειδών ποιητές: ο μοντέρνος και ο παραδοσιακός. Ο μοντέρνος ποιητής (Βαλσάμης) είναι πιο αισιόδοξος για τη ζωή και πιο συγκαταβατικός. Ο παραδοσιακός ποιητής (Αθάνατος, Ιουστινιάνης) είναι πιο αντικειμενικός, πιο σκληρός και χωρίς καμία συναισθηματική ευαισθησία, καθώς είναι λάτρης της ελληνικής λαϊκής παράδοσης. Αρχικά (σελ.149), ο Πέτρος Αθάνατος έρχεται σε σύγκρουση με τον Περικλή Βαλσάμη και λέει σαρκαστικά γελώντας: «Χα, χα, υπάρχουν πράγματα που δεν αγοράζονται ούτε με το χρήμα. Το ένα είναι η αγάπη». Εδώ ο ποιητής Αθάνατος έχει μια αλαζονική και υπεροπτική συμπεριφορά, καθώς φαίνεται να μην έχει καμία ευαισθησία, γι΄ αυτό είναι και παραδοσιακός ποιητής. Στο βιβλίο υπάρχουν και άλλες εμφανίσεις του παραδοσιακού ποιητή. Μία ακόμη σκηνή που εμφανίζεται ο παραδοσιακός ποιητής Μαρκαντώνιος Ιουστινιάνης βρίσκεται στη σελ 178 , όπου μιλάει άσχημα για το ελληνικό έθνος και τα νέα συστήματα, υμνώντας την εποχή της βενετικής κυριαρχίας. Το βιβλίο τον περιγράφει ως παχύ γέρο με άσπρα γένια και ήμερο πρόσωπο «ο περίφημος ποιητής». Τέλος, ο Περικλής Βαλσάμης, σύζυγος της Αιμιλίας Βαλσάμη (σελ. 181), της διαβάζει ένα ποίημα του Λουκρήτιου. «Λοιπόν, ο θάνατος για μας δεν είναι τίποτα , ούτε καθόλου μας αγγίζει, αφού είναι αποδειγμένη η ουσία του πνεύματος θνητή». Με το ποίημα του Λουκρήτιου, ο ποιητής ήθελε να αποδείξει ότι κανείς δεν πρέπει να φοβάται τον θάνατο, αφού η ψυχή του ανθρώπου είναι αθάνατη. Σε αυτή τη σκηνή όμως παρεμβαίνει ο Πέτρος Αθάνατος, ο οποίος ειρωνεύεται τις απόψεις του Π. Βαλσάμη, είναι πιο συντηρητικός, πιο ρεαλιστής και δεν ενστερνίζεται τα λεγόμενα του Βαλσάμη. Οι απόψεις του αυτές συνοψίζονται στη φράση του: «ελπίζεις και θέλεις να ζεις ακόμα, αφού θα’ σαι πεθαμένος».
46
Μάρω Καριψιάδη & Ζωή Σταύρου, Γυναίκες και διανοούμενοι στο μυθιστόρημα «Σκλάβοι στα δεσμά τους» Οι γυναίκες Κυρία Φωτεινή Σωζομένου: μητέρα του Άλκη, χήρα-σύζυγος του Αγησίλαου Σωζόμενου, ταπεινή και υπομονετική, φτωχή οικογένεια. Κυρία Μαρία Οφιομάχου: γυναίκα του κόντε Αλέξανδρου Οφιομάχου, Ξεπεσμένη αριστοκράτισσα, σοβαρή, υποταγμένη στον άντρα της.
Κυρία Θεοφανώ Χρυσοσπάθη: πλούσια, γνωστή στην Κέρκυρα, σύζυγος ενός χρεοκοπημένου τραπεζίτη Αιμιλία Βαλσάμη: πλούσια, παντρεμένη με τον Περικλή Βαλσάμη (ο οποίος είναι βαριά άρρωστος), έχει παράλληλη σχέση με τον Γιώργη Οφιομάχο, μεγάλο γιό του κόντε, υπερβολικά συναισθηματική, θεωρεί τον Γιώργη κτήμα της.
Λουίζα Οφιομάχου: η μικρή κόρη του κόντε Οφιομάχου. Το σκάει από το σπίτι της και πηγαίνει στον αγαπημένο της (έχει τάσεις φυγής, νιώθει ότι πνίγεται σ ’αυτήν την οικογένεια), Γουλιέλμο Αρκούδη, πλούσιο που θέλει να περάσει την ώρα του μαζί της. Τελικά, επιστρέφει στο σπίτι της αμετανόητη.
Ευλαλία Οφιομάχου: η μεγάλη κόρη του κόντε Οφιομάχου, ερωτευμένη με τον Άλκη Σωζόμενο. Θυσιάζει τον έρωτα της για τον Άλκη για να βοηθήσει την οικογένεια της που βρίσκεται σε μεγάλο οικονομικό αδιέξοδο. Παντρεύεται αναγκαστικά τον γιατρό-βουλευτή Αριστείδη Στεριώτη. Ευάλωτη και ευαίσθητη.
47
Οι διανοούμενοι Αγησίλαος Σωζόμενος: πατέρας του Άλκη, μορφωμένος, είχε σπουδάσει νομική στην Ιταλία, αγαπούσε τη φιλοσοφία, επαναστάτης, ήθελε έναν κόσμο πιο δίκαιο. Γιώργης Οφιομάχος: γιός των Οφιομάχων, το μόνο μέλος της οικογένειας το οποίο στηρίζει και βοηθά ψυχολογικά την αδερφή του, την Ευλαλία, μορφωμένος, είχε σπουδάσει νομική στο Παρίσι.
Άλκης Σωζόμενος: επαναστάτης σαν τον πατέρα του, μορφωμένος και ευαίσθητος, με εύθραυστη υγεία, τον ενδιαφέρει η φιλοσοφία και η κοινωνική αλλαγή, κάνει πολλά όνειρα και σχέδια για το μέλλον, με την προϋπόθεση να έχει την αγάπη της Ευλαλίας.
48
49
Μαρία–Ιωάννα Καρρά, Στεφανία Μάμαλη & Μαριάννα Πιερρέ, Ο έρωτας στο μυθιστόρημα «Σκλάβοι στα δεσμά τους» Αμοιβαίοι έρωτες 1.Άλκης Σωζόμενος και Ευλαλία Οφιομάχου Το μυθιστόρημα παρακολουθεί το πέρασμα από την αριστοκρατική στην αστική τάξη, μέσα από την αρχοντική οικογένεια των Οφιομάχων στην Κέρκυρα, στις αρχές του 20ού αιώνα. Ο πατέρας, σπάταλος, όπως απαιτεί η τάξη του, οδηγεί την οικογένεια σε χρεοκοπία. Τα παιδιά αναζητούν ένα πλούσιο γάμο για να «σωθούν». Η Ευλαλία, η μεγάλη κόρη της οικογένειας, είναι ερωτευμένη με τον ρομαντικό διανοούμενο Άλκη Σωζόμενο. Παρόλο που ο Άλκης δεν είναι πλούσιος, έχει καταφέρει να κερδίσει την εκτίμηση της οικογένειας γεγονός που θα του επιτρέψει να ζητήσει αργότερα το χέρι της Ευλαλίας. Δυστυχώς, ο Άλκης είναι βαριά άρρωστος με φυματίωση. Καταφέρνει να γιατρευτεί λόγω του έρωτά του για την Ευλαλία και για αυτό το λόγο, όταν μαθαίνει ότι αυτή παντρεύεται τον γιατρό, αποφασίζει να φύγει για την Ιταλία, από την οποία γυρίζει στο νησί του βαριά άρρωστος και τελικά πεθαίνει. 2.Λουΐζα Οφιομάχου και Γουλιέλμος Αρκούδης Η Λουΐζα Οφιαμάχου, η μικρότερη κόρη της οικογένειας είναι ερωτευμένη με τον Γουλιέλμο Αρκούδη, ο οποίος είναι γιός ενός πλούσιου τραπεζίτη. Η Λουΐζα είναι η μόνη από την οικογένεια η οποία αποφασίζει μόνη της το μέλλον της, χωρίς να την ενδιαφέρουν η γνώμη των γονιών της ή της κοινωνίας, είναι άλλωστε ένας από τους λόγους για τους οποίους αποφάσισε να κλεφτεί με τον αγαπημένο της. Η απόφαση αυτή της Λουΐζας εξοργίζει τον Κόντε Οφιομάχο, γιατί η συμπεριφορά της κόρης του τον ντροπιάζει. Δυστυχώς, ούτε αυτό το ζευγάρι θα έχει καλό τέλος, καθώς ο Γουλιέλμος θα πρέπει να φεύγει για την Αγγλία, για ένα χρόνο, για να επιβλέψει το άνοιγμα της καινούργιας τράπεζας της επιχείρησης του πατέρα του. Αφότου γυρίσει από την Αγγλία θα μπορέσει να παντρευτεί την Λουΐζα- ή τουλάχιστον αυτό τής υπονοεί.. Τελικά, η Λουίζα αναγκάζεται να επιστρέψει στο πατρικό της. Καταπιεστικοί έρωτες 1.Αριστείδης Στεριώτης και Ευλαλία Οφιομάχου Ο Αλέξανδρος Οφιομάχος οδεύει προς την χρεωκοπία. Η μόνη λύση είναι να παντρευτεί η μεγάλη κόρη του, Ευλαλία, τον ιατρό Αριστείδη Στεριώτη που είναι αρκετά μεγαλύτερος της, αλλά ανερχόμενος στην πολιτική σκηνή του νησιού και πολύ πλούσιος. Στην αρχή, ο Αλέξανδρος Οφιομάχος δε θέλει να παντρέψει την κόρη του με τον γιό του Δήμου, ενός φτωχού ανθρώπου που σταδιακά απόκτησε χρήματα. Τελικά, αφού η οικονομική κατάσταση της οικογένειας χειροτερεύει και η Ευλαλία αποφασίζει να θυσιαστεί, ο γάμος λαμβάνει χώρα. Ο γιατρός είναι ερωτευμένος με την Ευλαλία και πιστεύει ότι είναι ικανός να την κάνει ευτυχισμένη. Θεωρεί ότι 50
ο Άλκης δεν θα είναι κανένα εμπόδια στην ευτυχία του, καθώς αυτός είναι φτωχός και άρρωστος ενώ ο ίδιος είναι υγιέστατος και πλούσιος. Σύντομα, όμως, συνειδητοποιεί ότι με την Ευλαλία δεν έχει τίποτα κοινό και ότι η γυναίκα του δεν πρόκειται ποτέ να σταματήσει να είναι ερωτευμένη με τον Άλκη. Δυστυχώς, ο γάμος αυτός-η οικονομική συναλλαγή δεν προσφέρει ούτε χρήμα ούτε ευτυχία στην οικογένεια των Οφιομάχων. Τίποτα δεν αποτρέπει τον ξεπεσμό και την καταστροφή. 2. Γιωργής Οφιομάχος και Αιμιλία Βαλσάμη Ο Γιωργής Οφιομάχος, μεγάλος γιός της οικογένειας, έχει δημιουργήσει – παράνομο- δεσμό με την Αιμιλία Βαλσάμη, που είναι παντρεμένη με τον βαριά άρρωστο Περικλή Βαλσάμη. Η σχέση τους είναι δυνατή, αλλά παρουσιάζει αρκετά προβλήματα. Ο Γιώργης δεν είναι ερωτευμένος με την Αιμιλία, απλώς γοητεύεται ερωτικά από αυτήν τη γυναίκα, και γι’ αυτό θεωρεί τον εαυτό του υποδουλωμένο στα πλούτη της αγαπημένης του, αυτό τουλάχιστον ψιθυρίζεται πίσω από την πλάτη του. Σε αντίθεση με την Αιμιλία, που είναι τρελά ερωτευμένη μαζί του και αναμένει τον θάνατο του άντρα της για να μπορέσει να τον παντρευτεί. Όταν η σχέση τους λάβει τέλος, η Αιμιλία, θεωρώντας ότι εκδικείται τον Γιώργη, συνάπτει σχέση με τον Αριστείδη Στεριώτη, που είναι δυσαρεστημένος με την Ευλαλία και τη διαρκή απόρριψή της.
51
Χριστιάνα Γαλάνη, Ο τοκογλύφος Μίμης Χανδρινός και ο Σάιλοκ από τον Έμπορο της Βενετίας του Ουίλιαμ Σαίξπηρ. Στο βιβλίο «Οι Σκλάβοι στα Δεσμά τους», ο τοκογλύφος Χαντρινός εμφανίζεται συχνά για να υπενθυμίσει στον Αλέξανδρο Οφιομάχο την ανάγκη να εξοφλήσει τα χρέη του, πάντα γνωρίζοντας ότι αυτός δεν έχει την δυνατότητα να το κάνει αυτό και πάντα προσφέροντας του την ικανότητα να δανειστεί νέα χρήματα σε υψηλό τόκο, ώστε να εξοφλήσει τα προηγούμενα χρέη προσθέτοντας καινούργια και οδηγώντας σταδιακά στην καταστροφή της οικογένειας Οφιομάχου. Στο θεατρικό έργο «Ο Έμπορος της Βενετίας», ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ παρουσιάζει έναν άλλο τοκογλύφο, τον εβραίο Σάιλοκ. Συγκρίνοντας τους δυο αυτούς τοκογλύφους μπορούμε να παρουσιάσουμε συγκεκριμένες ομοιότητες αλλά και διαφορές μεταξύ τους. Στους «Σκλάβους στα Δεσμά τους» και στον «Έμπορο της Βενετίας», ο πρωταγωνιστής έχει ανάγκη να δανειστεί κάποια χρήματα. Ο Αλέξανδρος Οφιομάχος στους «Σκλάβους στα Δεσμά τους» πρέπει να συνεχίσει να δανείζεται για να εξοφλήσει τις οφειλές του, ενώ ο Αντόνιο δανείζεται χρήματα για να βοηθήσει τον φίλο του, Μπασάνιο, να κατακτήσει και να παντρευτεί την όμορφη Πόρσια. Και στις δυο περιπτώσεις, στην αναζήτηση των ηρώων για άμεση οικονομική βοήθεια, αυτοί στρέφονται στον δανεισμό από τους δυο τοκογλύφους. Οι δυο τοκογλύφοι έχουνε διαφορετική συμπεριφορά όσον αφορά την προσπάθεια τους να μεγιστοποιήσουν το κέρδος τους. Και οι δύο τοκογλύφοι επιχειρούν να μεγιστοποιήσουν το κέρδος τους από τους τόκους του χρέους και να ελαχιστοποιήσουν την λύση τους, έχουν όμως διαφορετική τακτική στο πως να το καταφέρουν. Στη περίπτωση του Αλέξανδρου Οφιομάχου, ο οποίος άρχισε να δανείζεται από νέος χρήματα από τον τοκογλύφο Χανδρινό, μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι ο τοκογλύφος Χανδρινόςς επιχειρεί να παραπλανήσει τον Αλέξανδρο Οφιομάχο, προσφέροντας του δάνεια με υψηλούς τόκους ως την μόνη επιλογή και γνωρίζοντας ότι αυτός δεν θα διακινδύνευε να ατιμάσει την αριστοκρατική οικογένειά του και την φήμη της στο νησί δηλώνοντας ότι δεν έχει χρήματα για να πληρώσει. Καθ’ όλη τη διάρκεια του βιβλίου, ο τοκογλύφος Χανδρινός επιχειρεί να παρουσιαστεί ως ένας τίμιος και ευσεβής πολίτης και το τονίζει αυτό πολλές φορές. Στον «Έμπορο της Βενετίας» βλέπουμε μια διαφορετική προσέγγιση από τον Σάιλοκ ώστε να δανείσει χρήματα στον Αντόνιο και τον Μπασάνιο. Ο ίδιος ο Σάιλοκ φαίνεται να παραδέχεται ότι ο λόγος που θα τους δώσει το δάνειο είναι επειδή ο Αντόνιο έχει αρκετά χρήματα για να εξοφλήσει το δάνειο. Ο Σάιλοκ δεν προσπαθεί με πονηριά να δανείσει σε πολλούς χρήματα αλλά αντίθετα φαίνεται να παραδέχεται ανοιχτά την άσχημη φήμη που ο ίδιος κατέχει και είναι περήφανος για αυτή όπως φαίνεται και στην παρακάτω φράση : «Αντόνιο: Ή είναι ο χρυσός σου αρνιά και κατσίκια? Σάιλοκ: Δεν το γνωρίζω, πολλαπλασιάζεται με την ίδια ταχύτητα». Απεχθάνεται τον Αντόνιο γιατί δανείζει χρήματα εντελώς δωρεάν και κατεβάζει το επιτόκιο για αυτόν, κάτι που δείχνει ότι είναι άπληστος και βλέπει την γενναιοδωρία ως κάτι ανώφελο. Συχνά πιστεύει πως είναι αδικημένος και οι στόχοι του παρεξηγημένοι και αναφέρεται στα έσοδα από τους τόκους του σαν «το δίκαια κερδισμένο εισόδημα μου». Ο Σάιλοκ, σε αντίθεση με τον Χανδρινό, τσακώνεται με τον Αντόνιο ο οποίος πιστεύει ότι «Αυτός ο Διάβολος μπορεί να αναφέρει την Βίβλο για να δικαιολογήσει τις πράξεις του». Είναι ξεκάθαρο ότι οι όροι του δανείου που δίνει ο
52
Σάιλοκ στον Αντόνιο είναι υπερβολικά σκληροί αφού του ζητά να κόψει μέρος του σώματος του στην περίπτωση που αυτό δεν μπορεί να εξοφλήσει το δάνειο. Συμπερασματικά, ενώ ο Χανδρινός είναι ένας πιο πονηρός τοκογλύφος που, ενώ επιχειρεί να μεγιστοποιήσει το κέρδος του, παρουσιάζεται σαν ένας τίμιος και ευσεβής πολίτης που επιχειρεί να βοηθήσει τους ανθρώπους στους οποίους δανείζει χρήματα να απαλλαχθούν από τις συμφορές τους αλλά κερδίζει μεγάλα χρηματικά ποσά παρουσιάζοντας τους τον δανεισμό με υψηλό επιτόκιο ως την μόνη λύση. Αντίθετα, ο Σαίλοκ ανοιχτά διαλαλεί ότι κερδίζει δικαία μεγάλα ποσά δανείζοντας χρήματα, υπερηφανεύεται για το μεγάλο κέρδος που έχει και τσακώνεται με τον Αντόνιο και άλλους πολίτες στους οποίους έχει δανείσει ενώ θέτει και υπερβολικά σκληρούς όρους στα δάνεια που δίνει και ιδίως σε αυτό που δίνει στον αντίπαλό του Αντόνιο. Οι δυο τοκογλύφοι αυτοί έχουν επιπρόσθετα διαφορετικό σκοπό στο μυθιστόρημα. Ο Χανδρινός του Θεοτόκη είναι ένας τοκογλύφος που θυμίζει συχνά στον Αλέξανδρο Οφιομάχο και τον αναγνώστη το μέγεθος του χρέους της οικογένειας Οφιομάχου και τις οικονομικές οφειλές της χωρίς όμως να φαίνεται μισητός και να κατηγορείται ως ένοχος για το μέγεθος των χρεών της οικογένειας λόγω των υψηλών τόκων που έβαλε σε αυτή αφού σε πολλές περιπτώσεις οι χαρακτήρες δηλώνουν ότι αυτό που οδήγησε στην καταστροφή τους ήταν η μεγάλη ανάγκη των Οφιομάχων για χρήματα και η απέχθεια τους για την εργασία και ότι ο Χανδρινός ήταν πρόθυμος να ανταποκριθεί στην ανάγκη τους αυτή για χρήμα αλλά εν τέλει η κακή χρήση των χρημάτων από τους Οφιομάχους στη χαρτοπαιξία και άλλες διασκεδάσεις οδήγησε στην καταστροφή τους. Αντίθετα, το βιβλίο «Ο Έμπορος της Βενετίας» γράφτηκε σε μια εποχή όπου οι Εβραίοι ήταν συχνά στιγματισμένοι στην Αγγλική κοινωνία και, ενώ και ο Χανδρινός είναι Εβραίος, το χαρακτηριστικό αυτό δεν τονίζεται τόσο στους «Σκλάβους στα Δεσμά τους» όσο στον «Έμπορο της Βενετίας», όπου η Ελισαβετιανή άποψη ότι οι Εβραίοι ευθύνονταν για τα προβλήματα των ανθρώπων και οι συχνές συγκρούσεις μεταξύ Άγγλων και Εβραίων είναι εμφανής. Μάλιστα στο βιβλίο τονίζεται ότι ο Σάιλοκ είναι απατεώνας τόσο για τις άσχημες ιδέες του όσο και λόγο της φυλής στην οποία ανήκει, την Εβραϊκή φυλή, και η καταγωγή του αυτή είναι που καθιστά τους ανθρώπους επιφυλακτικούς προς εκείνον. Όσον αφορά την πλοκή, η τιμωρία του Σαιλόκ από τον Δούκα παρουσιάζεται σαν την κλιμάκωση του βιβλίου αλλά και μια δικαία εξέλιξη, όπου το καλό θριαμβεύει έναντι του κακού, αφού ο Μπασάνιο παντρεύεται την Πόρσια, ενώ ο άδικος Σάιλοκ τιμωρείται και χάνει όλη του την περιουσία. Συμπερασματικά, οι τοκογλύφοι στα δυο βιβλία παρουσιάζουν κάποιες ομοιότητες αλλά και πολλές διαφορές, με τον Χανδρινό να είναι πιο πονηρός και να εμφανίζεται στο βιβλίο μόνο για να θυμίσει στους Οφιομάχους την επικείμενη συμφορά τους, ενώ ο Σάιλοκ φαίνεται να είναι άπληστος και να μην προσπαθεί να κρύψει τις πράξεις του και τους σκληρούς όρους των δανείων του, ενώ χρησιμοποιείται από τον Σαίξπηρ κυρίως για να παρουσιάσει στο Αγγλικό κοινό που έτρεφε μεγάλο μίσος για τους Εβραίους, έναν στερεοτυπικό Εβραίο να τιμωρείται από Χριστιανούς με δίκαιη δίκη.
53
Κριτική αποτίμηση του βιβλίου Αχιλλέας Το βιβλίο, “Oι σκλάβοι στα δεσμά τους”, του Κ. Θεοτόκη, κυκλοφόρησε το 1922. Το μυθιστόρημα διαδραματίζεται στην Κέρκυρα, στην αρχή του 20ου αιώνα, η οποία είναι μια εποχή ανακατατάξεων στην κοινωνία. Η αριστοκρατική οικογένεια Οφιομάχου οδηγείται σε οικονομικό αδιέξοδο λόγω μιας νέας νομοθεσίας που επιβάλλεται στην Ελλάδα. Η μοναδική λυση απέναντι στην χρεοκοπία είναι να παντρέψει την κόρη του σ’ένα πλούσιο γιάτρο που την ποθεί. Η κορή είναι ερωτευμένη με έναν ασθενή του γιάτρου, έτσι θα βρεθεί σε ένα ηθικό δίλημμα, να παντρευτεί τον γιατρό για να λύσει τα οικονομικά προβλήματα της οικόγενειας της ή να παραμείνει με τον ερωτευμένο της. Η ιστορία εξελίσσεται στο δίλημμα μεταξύ της αγάπης ή της τιμής (κοινωνικής εικόνας) και του χρήματος (Η τιμή και το χρήμα, Κ. Θεοτόκης, 1914). Η συνολική μου εντύπωση του βιβλίου είναι θετική. Ο κύριος λόγος γι’αυτό είναι η έκπληκτική απεικόνιση των χαρακτήρων απο τον Θεοτόκη. Ο συγγράφεας τους περιγράφει με τέτοια πληρότητα που σε απορροφά στην σκηνή. Ένα άλλο χρακτηριστικό του μυθιστορήματος που μου κίνησε το ενδιαφέρον είναι η ρεαλιστική παρουσίαση της κοινωνίας στις αρχές του 20ου αιώνα στην Ελλάδα καθώς παρατηρούμε την παρακμή της αριστοκρατίας. Το τελευταίο θετικό του βιβλίου είναι ένα χαρακτηριστικό που σχέδον κάθε καλό βιβλίο έχει, να θέτει ηθικά διλήμματα στων αναγνώστη. Για παράδειγμα έαν ο αναγνώστης βρισκόταν στην θέση της Ευλαλίας όταν έπρεπε να επιλέξει μεταξύ του ερωτευμένου της και να λύσει τα οικονομικά προβλήματα της οικογένειας της. Τα αρνητικά του βιβλίου είναι τα εξής: η εξέλιξη της πλοκής ήταν προβλεπόμενη και υπήρχε συχνά επανάληψη που έκανε το μυθιστόρημα μονότονο. Δανάη-Αργυρώ Οι «Σκλάβοι στα δεσμά τους» είναι το τελευταίο μυθιστόρημα του Κερκυραίου συγγραφέα Κωνσταντίνου Θεοτόκη. Η ιστορία διαδραματίζεται στην Κέρκυρα, στις αρχές του 20ου αιώνα. Αναλύει την άνοδο της αστικής τάξης στην εξουσία και την παρακμή των ως τότε ισχυρών 54
αριστοκρατικών οικογενειών. Παρουσιάζει θέματα όπως ο έρωτας, το χρήμα, η εξουσία, η πολιτική κ.α. Χαρακτηριστικά του μυθιστορήματος αυτού, είναι η πλούσια πλοκή και η κατάλληλη επιλογή προσώπων. Ο κάθε χαρακτήρας έχει μία ολοκληρωμένη προσωπικότητα έτσι ο συγγραφέας καταφέρνει να διεισδύσει στις σκέψεις του χωρίς να μας περιπλέκει. Παρά την πληθώρα ηρώων και τις πολύπλευρες οπτικές της υπόθεσης, ο αναγνώστης μπορεί να παρακολουθήσει συνήθως ξεκούραστα την εξέλιξη της ιστορίας. Κάποιος θα περίμενε ότι οι συχνοί και μακριοί μονόλογοι θα ήταν κουραστικοί, αλλά αντιθέτως, δίνουν στο βιβλίο μια φιλοσοφική διάθεση. Ένα άλλο εντυπωσιακό χαρακτηριστικό του μυθιστορήματος είναι το ιστορικό πλαίσιο, το οποίο εστιάζει στην Κέρκυρα των αρχών του 20ου αιώνα. Ο πεζογράφος εκφράζει με σαφή τρόπο τη πολιτική, οικονομική και κοινωνική ατμόσφαιρα της εποχής. Επικεντρώνεται στην καθημερινή ζωή, τα έθιμα και τις σημαντικές προσωπικότητες της Κέρκυρας. Επιπλέον παρουσιάζει πολλές ανατρεπτικές για την εποχή πολιτικές ιδέες, όπως ο σοσιαλισμός. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι έγραψε το μυθιστόρημα με τέτοιο τρόπο ώστε, να μπορέσει να διαβαστεί πολλές δεκαετίες αργότερα χωρίς να αφήνει απορίες στους αναγνώστες του. Το βιβλίο αυτό είναι επίσης ένα εξαιρετικό παράδειγμα ενός ρεαλιστικού μυθιστορήματος. Όταν ο αναγνώστης μπορεί να ταυτιστεί με τα πρόσωπα του βιβλίου, είναι σε θέση να καταλάβει τα μηνύματα που προσπαθεί να μεταβιβάσει ο συγγραφέας ευκολότερα. Αυτό συμβαίνει επειδή οι καταστάσεις που βιώνουν οι χαρακτήρες της ιστορίας είναι αληθοφανείς και πιθανόν οικείες σε πολύ κόσμο. Έτσι, ο αναγνώστης μπαίνει στην θέση του χαρακτήρα και σκέφτεται τι θα έπραττε ο ίδιος σε μία παρόμοια κατάσταση. Νομίζω αυτό είναι και το σημαντικότερο προτέρημα του βιβλίου. Σε προβληματίζει και σε προκαλεί να βρεις εσύ τη λύση στα προβλήματα των ηρώων. Η μόνη αστοχία που εντόπισα σε αυτό το μυθιστόρημα είναι η προβλεψιμότητα. Επειδή ακριβώς ξέρουμε πολύ καλά τα πρόσωπα της ιστορίας, μπορούμε πολλές φορές να προβλέψουμε ποια θα είναι η επόμενη τους κίνηση. Για παράδειγμα, οι περισσότεροι προφανώς θα είχαν προβλέψει ότι η άβουλη Ευλαλία θα υπέκυπτε στις πιέσεις της οικογένειάς της και θα παντρευόταν τον γιατρό Στεριώτη. Πολλοί θα μπορούσαν επίσης να μαντέψουν ότι ο δειλός Σπύρος θα αυτοκτονούσε για να μην πάει φυλακή. Βέβαια, αυτό το χαρακτηριστικό συναντάται συχνά σε ρεαλιστικά μυθιστορήματα και εξαρτάται και από την οξυδέρκεια του ίδιου του αναγνώστη. Συμπεραίνω λοιπόν, ότι το βιβλίο “Οι σκλάβοι στα δεσμά τους” είναι ένα αξιοσημείωτο ρεαλιστικό μυθιστόρημα, το οποίο θα σύστηνα ανεπιφύλακτα στους λάτρεις της λογοτεχνίας. Προσεγγίζει διάφορα κοινωνικοπολιτικά θέματα με έναν διαφορετικό τρόπο από τα περισσότερα βιβλία, αλλά σίγουρα πετυχημένο. Έχει μείνει άλλωστε στην ιστορία ως ένα από τα πρώτα βιβλία που εξέφρασαν καινούργιες σοσιαλιστικές ιδέες. Είναι αδιαμφισβήτητα ένα θαυμάσιο λογοτεχνικό έργο που έχει κρατήσει την αξία του μέχρι και σήμερα.
55
Κατερίνα Το μυθιστόρημα μου άρεσε γιατί περιγράφει αντικειμενικά την καθημερινότητα της κοινωνίας στην Κέρκυρα, χωρίς να αναφέρεται σε μεγάλους ήρωες και ηρωϊκά κατορθώματα. Η αφήγηση του συγγραφέα δεν ξεχωρίζει κάποιο πρόσωπο ιδιαίτερα ούτε κλίνει υπέρ ή κατά μιας κατάστασης ή ενός γεγονότος. Δεν προσπαθεί επίσης να στρέψει τους αναγνώστες σε μια συγκεκριμένη ιδέα ή άποψη ενώ δεν λέει ούτε τη δική του κι αφήνει ασχολίαστα τα γεγονότα. Ενώ η ιστορία περιέχει αρκετά σημαντικά κι ενδιαφέροντα γεγονότα, μπορεί κανείς να τα αξιολογήσει μόνος του και να νιώσει αρνητικά ή θετικά, ωραία ή άσχημα, λίγα ή πολλά συναισθήματα χωρίς την παρέμβαση του συγγραφέα, με υπερβολές ή υποβαθμίσεις. Η ουδέτερη στάση του συγγραφέα διατρέχει το μυθιστόρημα από την αρχή μέχρι το τέλος. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονιστεί ότι η δημοτική γλώσσα και με το Κερκυραϊκό ιδίωμα που χρησιμοποιεί δημιουργούν δυσκολίες στην κατανόηση μερικές φορές. Η αφήγηση πάντως και οι διάφοροι μονόλογοι των ηρώων είναι περιεκτικοί ενώ οι περιγραφές καταστάσεων , χώρων ή προσώπων είναι αρκετά καλές, και χρησιμοποιεί πολύ ωραίες εκφράσεις (χαρακτηρισμούς με επίθετα-ουσιαστικά, παρομοιώσεις, μεταφορές). Ταυτόχρονα ένα σημαντικό στοιχείο στο μυθιστόρημα είναι η παρουσίαση της ζωής και της σκέψης απλών ανθρώπων κι όχι των αξεπέραστων κατορθωμάτων ενός υπερφυσικού ήρωα. Το συμφέρον, η δίψα για εξουσία, ο έρωτας και ο θάνατος παίζουν ένα κυρίαρχο ρόλο και τα συναντούμε παντού στο μυθιστόρημα. Ακόμη δεν θα πρέπει να παραληφθεί ότι οι κοινωνικές αλλαγές στην κοινωνία της Κέρκυρας, τα αίτια, η σημασία και τα μοιραία θύματά τους αναδεικνύονται με εύστοχο τρόπο. Από τη μιά παρουσιάζονται οι παλιοί γαιοκτήμονες, που ζούσαν ως αφέντες με δούλους τους χωρικούς, που δούλευαν στα χωράφια τους αλλά είχαν χάσει πλέον την δόξα και τα πλούτη τους και δεν έκαναν τίποτα για να βελτιώσουν την κατάστασή τους, και από την άλλη οι οικονομικά ισχυροί (αστοί), οι οποίοι ήταν αποφασισμένοι για ευτυχία και πρόοδο με ατομική προσπάθεια και ιδρώτα και πίστευαν στην ελευθερία και στην ανάπτυξη των ικανοτήτων του ανθρώπου. Η νωθρότητα, η τάση προς την καλοπέραση, η προσκόλληση στο παρελθόν κι η έλλειψη δημιουργικής διάθεσης οδηγούν στην κατάρρευση και παρακμή των πρώτων (ξεπεσμός και διάλυση της οικογένειας, τρέλα του Αλέξανδρου Οφιομάχου, παραχώρηση της περιουσίας σε τοκογλύφους, αυτοκτονία Σπύρου Οφιομάχου). Οι αστοί από την άλλη, έχοντας στόχους και όρεξη για δημιουργία, κοιτάζοντας το ατομικό τους συμφέρον και δρώντας με μέθοδο και οργάνωση, αποκτούν δύναμη (επιστημονική, κοινωνική) και εξουσία (πολιτική, οικονομική). Τα πρόσωπα του μυθιστορήματος, ανάλογα με τον κοινωνικό χώρο από τον οποίο προέρχονται, έχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Υποδηλώνονται με την εξωτερική τους εμφάνιση (πρόσωπα, μαλλιά, χείλη, σώμα, κ.λπ.), την ενδυμασία τους, τον χώρο που ζουν, εργάζονται ή ψυχαγωγούνται και τα ψυχικά τους χαρίσματα ή ελαττώματα, τις αδυναμίες ή τα πάθη τους. Δεν κυριαρχεί ένας κεντρικός ήρωας αλλά όλα τα πρόσωπα παίζουν από ένα κύριο ρόλο κάθε φορά. Παρά τούτο, μόνο ο γαιοκτήμονας Αλέξανδρος Οφιομάχος παρουσιάζεται πιο ολοκληρωμένα από τους υπόλοιπους ενώ κρύβει μια συμπάθεια του συγγραφέα στον «επαναστάτη» Άλκη Σωζόμενο. 56
Το μυθιστόρημα έχει ένα θλιβερό τόνο και τα γεγονότα που αναφέρει προκαλούν τη συγκίνηση του αναγνώστη. Όλοι οι ήρωες είναι σκλάβοι στα δεσμά τους, τα δεσμά της μοίρας τους, τα δεσμά της ανάγκης για να εξασφαλίσουν τα αναγκαία υλικά μέσα για να ζήσουν με αξιοπρέπεια, τα δεσμά που δεν τους αφήνουν να αποκτήσουν ό,τι επιθυμούν. Αυτά τα δεσμά μάλιστα καλούν τον αναγνώστη να σκεφτεί πάνω σε ένα βασικό ερώτημα: Συνειδητοποιώντας τα δεσμά σου, μπορείς, θέλεις να τα σπάσεις και να ελευθερωθείς ή να παραμείνεις δεμένος, υποταγμένος στη μοίρα και προσαρμοζόμενος κάθε φορά στις καταστάσεις, μη μπορώντας να τις ελέγξεις; Έλενα Κατά την προσωπική μου άποψη, το μυθιστόρημα «Οι σκλάβοι στα δεσμά τους» του Κωνσταντίνου Θεοτόκη, ήταν ένα βιβλίο που μου κέντρισε το ενδιαφέρον και μου δημιούργησε μια αίσθηση ζωντανής αναπαραγωγής. Πρόκειται για ένα βιβλίο που διαδραματίζεται στην Κέρκυρα στις αρχές του εικοστού αιώνα. Η αρχοντική οικογένεια των Οφιομάχων αναγκάζεται να παντρέψει την κόρη τους Ευλαλία με το γιατρό και υποψήφιο βουλευτή Αριστείδη Στεριώτη. Η νεαρή Ευλαλία ωστόσο είναι ερωτευμένη με τον διανοούμενο Άλκη Σωζόμενο. Στόχος των Οφιομάχων είναι μέσω του γάμου να ξεφύγουν από το οικονομικό αδιέξοδο στο οποίο έχουν περιέλθει. Τελικά όμως οι προσδοκίες τους δεν επαληθεύονται. Το βιβλίο εκτός των άλλων, καταφέρνει να αναδείξει τις αντιλήψεις, τα στερεότυπα, τις πεποιθήσεις και τους θεσμούς, όπως αυτός της προίκας, πράγματα τα οποία μας καθιστούν ικανούς να γνωρίσουμε τον τρόπο ζωής των ανθρώπων εκείνης της εποχής. Συμπερασματικά το μυθιστόρημα «Οι σκλάβοι στα δεσμά τους» μου μετέδωσε αρκετές γνώσεις και πληροφορίες που σίγουρα θα μπορέσω να αξιοποιήσω στο μέλλον και γι’ αυτόν τον λόγο θα το συνιστούσα ανεπιφύλακτα! Χριστίνα Το μυθιστόρημα «Οι σκλάβοι στα δεσμά τους» είναι ένα ενδιαφέρον κατά τη γνώμη μου μυθιστόρημα, που έχει πλεονεκτήματα όπως και μειονεκτήματα. Η ιστορία δείχνει την διαχρονική κοινωνική πραγματικότητα του πώς η κοινωνία και οι άνθρωποι αλληλοεπηρεάζονται. Ξεκινώντας με τα πλεονεκτήματα του μυθιστορήματος, είναι μια ωραία ρεαλιστική ιστορία, καθώς είμαι ρεαλίστρια και αυτό το είδος βιβλίων μου αρέσει. Μου αρέσει όταν αφηγούνται ιστορίες που φαίνονται πραγματικές, καθώς μπορούμε και να ταυτιστούμε σε κάποιες περιπτώσεις με αυτές αν ζούμε μία παρόμοια κατάσταση. Μου αρέσει όμως η δικαιοσύνη και είναι κρίμα που δεν υπάρχει στο βιβλίο, αλλά εξηγείται πώς είναι η πραγματική ζωή όπου η δικαιοσύνη δεν βασιλεύει δυστυχώς. Θα μου άρεσε να αλλάξω κάποια πράγματα στο βιβλίο ώστε να είναι λίγο πιο χαρούμενο, π.χ. ο Άλκης αντί να πεθάνει θα έπρεπε να παντρευτεί την Ευλαλία, αφού δεν φταίει για τις αρρώστιες και τη φτώχια του, και ο Αλέξανδρος Οφιομάχος θα έπρεπε να τιμωρηθεί για τις πράξεις του και όχι να τις πληρώσουν οι ζωές των τεσσάρων του παιδιών. Αυτό μου θυμίζει το αρχαιοελληνικό «αμαρτίες γονέων παιδεύουσι τέκνα», δηλαδή ότι τα παιδιά πληρώνουν για τις αμαρτίες των γονέων τους. Εκτός αυτού μου αρέσει η επτανησιακή διάλεκτος με π.χ. ναίσκε αντί για ναι και τση αντί για της, καθώς φέρνει περισσότερη ζωντάνια στην ιστορία και βάζει τον αναγνώστη σε θέση σαν να βρίσκεται στα Επτάνησα. 57
Το μόνο μεγάλο μειονέκτημα, κατά τη γνώμη μου, είναι ότι υπάρχουν πολλές μη ενδιαφέρουσες αναλύσεις των συναισθημάτων του καθενός και γίνεται κουραστικό, π.χ. όταν η Αιμιλία σκέφτεται πόσο αγαπάει τον Γιώργη αλλά νομίζει ότι αυτός την κοροϊδεύει και αναλύονται πολύ τα συναισθήματα, το οποίο εμένα δεν μου τράβηξε το ενδιαφέρον. Το βιβλίο αυτό έχει τα αρνητικά του όπως κάθε βιβλίο μπορεί να έχει, αναλόγως με την οπτική γωνία του καθενός. Συνοψίζοντας, το μυθιστόρημα αυτό είναι πολύ ενδιαφέρον, που παρόλο που είναι απαισιόδοξο, διδάσκει παράλληλα στον αναγνώστη ότι η ζωή δεν είναι πούπουλο και ότι πρέπει κανείς να αγωνιστεί γι’ αυτή. Χριστιάννα Οι σκλάβοι στα δεσμά τους είναι ένα βιβλίο το οποίο έχει πουλήσει πολλά αντίτυπα και το 2017 τυπώθηκε εκ νέου. Ο Τάκης Αδάμου, έμπειρος κριτικός λογοτεχνικών βιβλίων, θεωρεί ότι ο Κ. Θεοτόκης συνθέτει στο έργο αυτό έναν επιβλητικό πίνακα της κοινωνίας..."Οι σκλάβοι στα δεσμά τους" αποτελούν αναμφισβήτητα μία από τις μεγαλύτερες λογοτεχνικές δημιουργίες του. Εγώ, για να είμαι ειλικρινής, δεν βρίσκω το βιβλίο αριστούργημα. Μου αρέσει που δείχνει πώς στις αρχές του 20ου αιώνα ξέπεσαν οι αριστοκράτες και αναδείχθηκαν οι αστοί, οι οποίοι πλούτησαν δουλεύοντας. Βρίσκω επίσης πολύ ενδιαφέρον ότι η παιδεία έκανε τους ανθρώπους να δουν τα πράγματα πιο ρεαλιστικά και να μετέχουν σε κοινούς αγώνες για τη βελτίωση της ζωής τους. Γενικά, οι χαρακτήρες έχουν διαχρονικότητα και αντικατοπτρίζουν διάφορα πρότυπα ανθρώπων, όπως λόγου χάρη ο συντηρητικός, ο υπέρμετρα φιλόδοξος και ο διανοούμενος. Με βάση το βιβλίο αυτό, έχει γυριστεί και ταινία, πράγμα το οποίο είναι αναμενόμενο λόγω της πλοκής. Όμως, τα στοιχεία τα οποία εμφανίζονται στην πλοκή του βιβλίου δεν είναι καινοτόμα σήμερα, αλλά μάλλον θεωρούνται δεδομένα. Επίσης, το βιβλίο αυτό γράφτηκε σε γλώσσα δημοτική μεν, αλλά άλλης εποχής, και το ύφος του είναι πολλές φορές περίπλοκο. Αυτά, και ακόμα περισσότερο οι εκτενείς περιγραφές, καθιστούν δύσκολη και βαρετή την ανάγνωση του βιβλίου. Γενικότερα, αν δεν το είχα εργασία για το σχολείο, δύσκολα θα ολοκλήρωνα το βιβλίο. Πάντως, το γεγονός ότι το τέλος που είναι ίδιο με την αρχή, με εντυπωσίασε ως σκέψη του συγγραφέα. Διονυσία Το κοινωνικό μυθιστόρημα «Οι Σκλάβοι στα δεσμά τους» με προσκάλεσε σε έναν περίπατο, κατά τον οποίον τάχθηκα υπέρ και κατά της μοίρας των χαρακτήρων, αγανάκτησα με τον χωρισμό του Άλκη και της Ευλαλίας, αλλά δεν μπορούσα να μην γοητευτώ από την αστική ανθηρότητα του πανούργου και ιδιαίτερα φιλόδοξου Αριστείδη Στεριώτη, ο οποίος ενσάρκωνε την κυριαρχία μιας νέας, αστικής πραγματικότητας, μιας αλλαγής απέναντι στη νωθρή ξεπεσμένη τάξη των αριστοκρατών, όπως την εξέλαβε η καρδιά μου σε αυτήν την λογοτεχνική απεικόνιση. Παρόλ' αυτά θα έλεγα ψέματα αν δήλωνα ευχαριστημένη από τον εξευτελισμό του κόντε Οφιομάχου και την ντροπή που θα κοκκίνιζε τα μάγουλα αυτών των περήφανων προγονικών πορτραίτων. Αναρωτήθηκα αν τελικά ήταν η τύχη της Ευλαλίας, του Άλκη, της Λουίζας, του Γιώργου ένα κακοπλεγμένο παιχνίδι της μοίρας, ή αν τελικά εκείνοι καταδίκασαν την τύχη τους, με την ευθύνη να έγκειται απόλυτα στις αποφάσεις τους, στα καθόλου τυχαία φευγαλέα βλέμματα και σαρδόνια χαμόγελα, ξεχνώντας ότι το ειρωνικό γέλιο του Πέτρου Αθάνατου και το νευρικό 58
σιάξιμο της τριμμένης ρεντιγκότας του Οφιομάχου είναι σκαλίσματα μιας ευέλικτης γλωσσικά πένας. Κινούμαι σε ένα φάσμα διαφορετικών αποχρώσεων καθώς διαβάζω το βιβλίο, ενώ αρχίζω να αναγνωρίζω κάποιους Αλέξανδρους Οφιομάχους και Λουίζες στην δική μου, “μιλένιουμ” ζωή. Μπορεί να μην με διαπέρασε ένα ρίγος τρόμου, όπως όταν ξεφύλλισα την τελευταία σελίδα στη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη ή στο «ο Χριστός Ξανασταυρώνεται» του Καζαντζάκη, μπορεί «οι Σκλάβοι στα δεσμά τους» να μην αποτελεί διαμάντι της ελληνικής ηθογραφίας, εξαιτίας της “γλωσσικής σκληρότητας του” όπως αναφέρει ο κύριος Περσεύς Αθηναίος στο προλογικό σημείωμα του, αλλά το βιβλίο με τοποθέτησε σε ένα ζυγό ισορροπίας, δίνοντάς μου τη δυνατότητα να γείρω την πλάστιγγα υπέρ ή κατά των πρωταγωνιστών, υπέρ της ανόδου της αστικής τάξης ή της επιβίωσης των αριστοκρατών. Ο αφηγητής μου χάρισε πρόσβαση στον μικρόκοσμο τους μέσω των εσωτερικών μονολόγων τους και με τον γεμάτο αποσιωπητικά και ασυνέπειες λόγο τους. Γνώρισα τον εξωτερικό τους κόσμο μέσω των διαλόγων και συναναστροφών τους και την αλληλεπίδραση με τους άλλους παίχτες του κοινωνικού παιχνιδιού. Έγινα μάρτυρας της εξέλιξης κάποιων χαρακτήρων, αν και μέσα στο παραλήρημα ορισμένων έπιασα τον εαυτό μου να χασμουριέται. Καταλήγοντας, o ρεαλισμός που τυλίγει τη σύγκρουση των κοινωνικών τάξεων, η ωμότητα των σκέψεων και της ιδιοσυγκρασίας των ηρώων με υπόβαθρο τις πολιτικές ζυμώσεις στις αρχές του 20ού αιώνα και τα αμέτρητα αποσιωπητικά συντέλεσαν στην εμβάπτιση μου στα δρώμενα του έργου, ενώ γύρισα την τελευταία σελίδα του βιβλίου με μία εύθυμη θλίψη. Δέσποινα Στο μυθιστόρημα «Οι σκλάβοι στα δεσμά τους», ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης περιγράφει τις εντάσεις που δημιουργούνται στις αρχές του 20ου αιώνα στο νησί της Κέρκυρας από μεταβολές στις αντιλήψεις και στις ιδέες της κοινωνίας και από την άνοδο της νέας αστικής τάξης. Στην ιστορία πρωταγωνιστεί η οικογένεια των Οφιομάχων, μια περήφανη πρώην αριστοκρατική οικογένεια που έχει ξεπέσει. Η λάθος διαχείριση της περιουσίας, η τεμπελιά και η χαρτοπαιξία, τους οδηγεί σε ένα βαρύ χρέος. Η μόνη τους διέξοδος είναι ο γάμος της μεγαλύτερης κόρης, Ευλαλίας, με τον γιατρό, Αριστείδη Στεργιώτη, ο οποίος τους έχει δανείσει τα περισσότερα χρήματα. Ο γιατρός είναι πολύ ερωτευμένος με την Ευλαλία, η οποία όμως αγαπάει τον Άλκη Σωζόμενο. Παρόλες τις προσπάθειες, στο τέλος η οικογένεια καταστρέφεται οικονομικά και κανένας δεν είναι ευτυχισμένος. Το βιβλίο ανήκει στην ρεαλιστική ηθογραφική πεζογραφία. Το θέμα του είναι κοντινό στην τότε σύγχρονη πραγματικότητα. Ο συγγραφέας δεν εξιδανικεύει τις καταστάσεις, αντίθετα, τις παρουσιάζει με κριτική διάθεση. Δίνει έτσι στον αναγνώστη την ευκαιρία να ανακαλύψει και να εξερευνήσει λεπτομερώς τις κρίσεις και τα προβλήματα μιας διαφορετικής εποχής και μιας άλλης κοινωνίας. Ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι και το ιστορικό πλαίσιο. Οι αναφορές όμως σε αυτό είναι σκόρπιες και ανολοκλήρωτες, κάτι που το κάνει δύσκολο στην κατανόηση. Ο αναγνώστης μπορεί εύκολα να ταυτιστεί και να νιώσει τους χαρακτήρες κοντά του, μέσα από τα ζητήματα τα οποία αγγίζει το μυθιστόρημα. Παρόλο που πολλά από τα δεδομένα εκείνης της εποχής δεν ισχύουν σήμερα, θέματα της ιστορίας όπως είναι το χρέος, ο τζόγος, οι καταστρεπτικές 59
πτυχές της περηφάνιας και τα διλήμματα μεταξύ αγάπης και οικογένειας είναι διαχρονικά και προβληματίζουν τις κοινωνίες μας μέχρι και σήμερα. Ο συγγραφέας, τα ενσωματώνει στην ιστορία με έναν ευχάριστο τρόπο, αφήνοντας τον αναγνώστη να αναρωτιέται τι θα έκανε εκείνος στην θέση των ηρώων. Μεγάλο και χαρακτηριστικό κομμάτι του βιβλίου αποτελούν οι εσωτερικοί μονόλογοι των πρωταγωνιστών. Μέσα από αυτούς μας δίνεται η δυνατότητα να τους γνωρίσουμε καλύτερα, και να καταλαβαίνουμε πώς παίρνουν τις αποφάσεις τους και γιατί. Επιπλέον μαθαίνουμε περισσότερα για την κοινωνία εκείνης της εποχής, τον τρόπο σκέψης των ανθρώπων και αυτά που θεωρούσαν σημαντικά. Ενώ οι μονόλογοι έχουν ενδιαφέρον, μερικές φορές κουράζουν εύκολα τον αναγνώστη. Συμπερασματικά, το βιβλίο μου άρεσε. Ήταν ενδιαφέρον και η ιστορία διαδραματίζονταν σε μια εποχή και σε μια κοινωνία λίγο μακρινή από τη σημερινή πραγματικότητα. Μου άρεσε το γεγονός ότι, παρόλο που δεν συμπαθούσα πάντα τους χαρακτήρες, τους ένιωθα κοντά μου, τους λυπόμουν και πολλές φορές έβαζα τον εαυτό μου στην θέση τους και φανταζόμουν τι θα είχα κάνει αν αντιμετώπιζα τα ίδια προβλήματα με αυτούς. Είναι ένα ζωντανό μυθιστόρημα με ιδιαίτερο στυλ, για εξοικειωμένους αναγνώστες, που σε ταξιδεύει στην εποχή που διαδραματίζονται τα γεγονότα. Μαρία-Ειρήνη Προσωπικά, μου άρεσε αρκετά το μυθιστόρημα "Οι σκλάβοι στα δεσμά τους" του Κωνσταντίνου Θεοτόκη, το οποίο μελετήσαμε στο πλαίσιο του μαθήματος της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Πρωταρχικά, πιστεύω πως ο συγγραφέας αποτυπώνει πιστά την επτανησιακή κοινωνία των αρχών του εικοστού αιώνα. Παρουσιάζει με ρεαλισμό αξίες, θεσμούς, αντιλήψεις και νοοτροπίες της εποχής και προβάλλει την παρακμή της αριστοκρατική τάξη σε συνδυασμό με την άνοδο της αστικής τάξης, γεγονός που οδήγησε στη σύγχρονη κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα. Οι ήρωες είναι αληθοφανείς, ενώ η πλοκή του μυθιστορήματος είναι απόλυτα ρεαλιστική. Επιπλέον, αποδίδει με πληρότητα τον χαρακτήρα των ηρώων, με αποτέλεσμα οι αναγνώστες να μπορούν να σχηματίσουν ολοκληρωμένη άποψη για αυτούς. Εντυπωσιακές είναι και οι περιγραφές των εξωτερικών χαρακτηριστικών των προσώπων, των συναισθημάτων τους, καθώς επίσης και διάφορων αντικειμένων. Χαρακτηρίζονται από γλαφυρότητα και διαθέτουν πληθώρα επιθέτων και εκφραστικών μέσων. Ωστόσο, κατά τη γνώμη μου, συχνά το μυθιστόρημα καθίσταται κουραστικό και δύσκολο στην ανάγνωση, λόγω των εκτενών αφηγήσεων και των πολυάριθμων, μακροσκελών μονολόγων σε συνδυασμό με τον περιορισμένο αριθμό διαλόγων. Επομένως, παρά τα όποια μειονεκτήματά του το προτείνω ανεπιφύλακτα, διότι αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα γραφής ρεαλιστικού μυθιστορήματος του οποίου η μεστή γλώσσα οι γλαφυρές περιγραφές και η πληρότητα χαρακτήρων το καθιστούν μια αξιόλογη λογοτεχνική δημιουργία. Μαριάννα Π. 60
Το μυθιστόρημα του Κ. Θεοτόκη Οι σκλάβοι στα δεσμά τους διαδραματίζεται στην Κέρκυρα στις αρχές του εικοστού αιώνα. Η αρχοντική οικογένεια των Οφιομάχων αναγκάζεται να παντρέψει την κόρη τους Ευλαλία με τον γιατρό και υποψήφιο βουλευτή Αριστείδη Στεριώτη. Η νεαρή Ευλαλία ωστόσο είναι ερωτευμένη με τον διανοούμενο Άλκη Σωζόμενο. Στόχος των Οφιομάχων είναι μέσω του γάμου να ξεφύγουν από το οικονομικό αδιέξοδο στο οποίο έχουν περιέλθει. Μέσω αυτού του μυθιστορήματος, παρατηρούμε πως εκείνη την εποχή οι οικογένειες, όπως των Οφιομάχων, ήταν, όπως το λέει και ο τίτλος, «σκλαβωμένες». Οι σκλάβοι είναι οι άρχοντες και μάλιστα οι εκφυλισμένοι που χρόνο με τον χρόνο και πάθος με το πάθος, κυρίως με την αλαζονεία τους, την απληστία τους και την σπατάλη τους, σκάβουν τον λάκκο κάτω από τα πόδια τους μέχρι να γκρεμιστούν. Όταν τελείωσα αυτό το βιβλίο, μου ήρθαν πολλές θετικές αλλά και αρνητικές σκέψεις. Πρώτ’απ’όλα, το βιβλίο μου άρεσε, επειδή διηγείται την ζωή και τις δυσκολίες που πρέπει να ξεπεράσει κάθε οικογένεια ανάλογα με την κοινωνική τάξη στην οποία ανήκει και αυτό το είδος μυθιστορημάτων που μαθαίνουμε πως είναι η ζωή του καθενός σε μία άλλη εποχή, με συναρπάζει. Επίσης, μου άρεσε ο τρόπος με τον οποίο γράφτηκε το βιβλίο, δηλαδή το πώς ο συγγραφέας «μιμήθηκε» με την αφήγησή του τους ήρωες ανάλογα με τον χαρακτήρα τους, για να μην είναι μονότονη η ιστορία. Από την άλλη όμως, το βιβλίο ήταν μεγάλο και μου φαινόταν πως όλα γινόντουσαν πολύ αργά, γι’ αυτό και το βιβλίο μου φάνηκε ατέλειωτο και με κούρασε αρκετά. Επίσης δεν μου άρεσε ο τρόπος με τον οποίο ο συγγραφέας, σχεδόν σε κάθε κεφάλαιο επικεντρωνόταν σε άλλον ήρωα, διότι με μπέρδευε και δεν είχα ξαναδιαβάσει ποτέ ένα βιβλίο που να έχει αυτό το πράγμα τόσο έντονα. Γενικά λοιπόν, Οι σκλάβοι στα δεσμά τους είναι ένα αρκετά καλό μυθιστόρημα που μπορεί να κρατήσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη, αν εκείνος ενδιαφέρεται για αυτό το είδος βιβλίων.
Μαριάννα Κ. Το συγκεκριμένο βιβλίο του Κωνσταντίνου Θεοτόκη διαδραματίζεται στην Κέρκυρα στις αρχές του 20ου αιώνα, την εποχή της ένωσης των Επτανήσων στο ελληνικό κράτος. Η ένωση επέτρεψε στην ανερχόμενη αστική τάξη να αποκτήσει το κύρος, την αναγνώριση και την επιβολή που είχαν παλιά οι αριστοκράτες. Το βιβλίο παρακολουθεί τα μέλη μιας ξεπεσμένης αριστοκρατικής οικογένειας, των Οφιομάχων, που προσπαθεί να ξεπληρώσει τα χρέη της, έχοντας απορρίψει την εργασία ως πηγή χρημάτων. Οι χαρακτήρες που συναντάμε στο βιβλίο, φαίνεται να διακατέχονται από απόγνωση, καθώς είναι αδύναμοι και ανήμποροι να αντιδράσουν ή να πάρουν δικές τους αποφάσεις. Ο καθένας με τον δικό του τρόπο, είναι παγιδευμένος, εγκλωβισμένος, είναι, δηλαδή, σκλάβος της μοίρας του και δεν μπορεί να κάνει τίποτα για να ξεφύγει. Λίγοι είναι αυτοί που έχουν το θάρρος να της αντισταθούν και να γράψουν τη δική τους πορεία. Δυστυχώς, όλα θυσιάζονται στον βωμό της ανάγκης και του χρήματος, καταστρέφοντας κάθε ελπίδα για μια ζωή όπου ο καθένας είναι ελεύθερος να αποφασίσει για τον εαυτό του. 61
Στο βιβλίο αυτό είναι πολύ έντονες οι επιρροές του ρεαλισμού, αυτό αποδίδει στο κείμενο αντικειμενικότητα και συνοχή, καθώς τα γεγονότα μιλούν από μόνα τους αφήνοντας τον αναγνώστη να τα ερμηνεύει ελεύθερα. Ο αφηγητής είναι παντογνώστης, παρόλα αυτά, δίνει τον λόγο στα πρόσωπα και παραθέτει τις σκέψεις τους, δίνοντας έτσι στο έργο μία αμεσότητα και τη δυνατότητα στον αναγνώστη να αντιληφθεί την ιστορία από το οπτικό πρίσμα του κάθε ήρωα. Τέλος, η αντιμετώπιση των ηρώων ως θύματα της κοινωνίας, από τον ίδιο τον αφηγητή, προϊδεάζει τον αναγνώστη για την εξέλιξη της ιστορίας, ενώ ταυτόχρονα εξηγεί και την επιλογή του τίτλου, καθώς οι χαρακτήρες είναι καταπιεσμένοι από το περιβάλλον τους, είναι δηλαδή σκλάβοι στα δεσμά τους. Στεφανία Το βιβλίο « Σκλάβοι στα δεσμά τους» είναι ένα ιδιαίτερο και ξεχωριστό μυθιστόρημα, γραμμένο από τον Κωνσταντίνο Θεοτόκη. Η υπόθεση έχει αρκετό ενδιαφέρον καθώς περιγράφει ένα από τα μεγάλα ζητήματα που απασχόλησαν τους Επτανήσιους εκείνη την περίοδο. Η πλοκή εξελίσσεται στη Κέρκυρα, αρχή του 20ού αιώνα. Δυο σημαντικά γεγονότα λαμβάνουν χώρα στο μυθιστόρημα: α) αναπτύσσεται η δραματική πτώση της αρχοντικής οικογένειας των Οφιομάχων και παράλληλα β) η άνοδος της νέας αστικής τάξης και όλα αυτά μέσα από την ένταση των ερωτικών σχέσεων και τα πάθη. Στο τέλος, η Ευλαλία Οφιομάχου θα αναγκαστεί να παντρευτεί με τον γιατρό και υποψήφιο βουλευτή Αριστείδη Στεριώτη, για να σώσει την οικογένειά της από τον ξεπεσμό, θυσιάζοντας έτσι τον έρωτά της με τον διανοούμενο Άλκη Σωζόμενο. Κατά την άποψη μου, είναι ένα αρκετά ενδιαφέρον βιβλίο· και από λογοτεχνικής πλευράς, αρκετά πρωτοποριακό, καθώς αποτελεί την πρώτη απόπειρα χρήσης ελεύθερου πλάγιου λόγου, στο ελληνικό μυθιστόρημα, με στόχο να αποδοθούν με μεγαλύτερη πιστότητα οι σκέψεις και τα συναισθήματα των ηρώων. Μου άρεσε το βιβλίο· απλά πιστεύω ότι σε ορισμένα σημεία υπήρχε έλλειψη αντικειμενικότητας και πολλές λεπτομέρειες. Αντιθέτως, ο Κ. Θεοτόκης κατάφερε αρκετά καλά να παρουσιάσει και να σκιαγραφήσει τον ξεπεσμό μιας αριστοκρατικής οικογένειας μπροστά στην άνοδο της αστικής τάξης, που με τη σειρά της θα φέρει την μελλοντική καταστροφής της. Επιπλέον πιστεύω ότι ο Κ. Θεοτόκης είναι ένας από τους λίγους Έλληνες συγγραφείς, που μαζί με τον λόγο τους αναπαρήγαν και την εικόνα της κοινωνικής πραγματικότητας που τους περιστοίχιζε, κάτι το οποίο έδωσε αρκετή ζωντάνια στο μυθιστόρημα του. Ανώνυμος Οι σκλάβοι στα δεσμά τους του Κων/νου Θεοτόκη, αν και γράφτηκε στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, μοιάζει με βιβλίο επίκαιρο. Καθένας από τους ήρωες έχει τις δικές του αόρατες αλυσίδες και είναι στριμωγμένος στη φυλακή των επιθυμιών του. Κάνει λάθος επιλογές που βυθίζουν στη δυστυχία όχι μόνο αυτόν αλλά και όλους όσους ζουν μαζί του. Ο κόντες Αλ. Οφιομάχος είναι ο σκλάβος της εικόνας που πρέπει να έχουν οι αριστοκράτες στην τοπική κοινωνία. Ο Αριστείδης Στεριώτης είναι σκλάβος στην επιθυμία του να ξεχωρίζει, να ξεφύγει από τη φτωχή καταγωγή του και να γίνει αριστοκράτης. Είναι σκλάβος της δύναμης που δίνει το χρήμα και πιστεύει ότι μπορεί να αγοράσει ακόμα και την αγάπη της γυναίκας του. Είναι 62
εκδικητικός και τελικά κάνει δυστυχισμένη την Ευλαλία, τον Γιώργο, τη Λουΐζα και βέβαια οδηγεί στο θάνατο τον Σπύρο. Ο Γιώργης είναι δέσμιος της κοινωνικής του θέσης, δεν εργάζεται, δεν παντρεύεται την γυναίκα που αγαπά. Ο Σπύρος είναι σκλάβος στα πάθη του, η Ευλαλία στην υποχρέωση απέναντι στην οικογένεια της, η Αιμιλία στον έρωτα που την οδηγεί στην εκδίκηση. Επίσης, τα ιστορικά στοιχεία που αναφέρονται στην κοινωνία στα Ιόνια νησιά στις αρχές του 20ου αιώνα είναι πολύ ενδιαφέροντα. Η άνοδος της αστικής τάξης και η παρακμή της αριστοκρατίας περιγράφονται άμεσα και πολύ παραστατικά μέσα από τους ήρωες και τις επιλογές τους. Στα μειονεκτήματα του βιβλίου θα έβαζα τη γλώσσα που είναι βέβαια δημοτική αλλά δεν είναι πολύ σύγχρονη. Ακόμα κουραστικές ήταν οι σελ. 50-85, όπου περιγράφονται πολύ αναλυτικά όλα τα μέρη ενός αρχοντικού. Είναι γνωστό γενικώς στη λογοτεχνία ότι οι περιγραφές είναι λιγότερο ενδιαφέρουσες από την αφήγηση. Ανώνυμος Κατά τη γνώμη μου, το μυθιστόρημα «Οι Σκλάβοι στα Δεσμά τους» είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον στην παρουσίαση της επιρροής που έχουν τα χρήματα στη ζωή της οικογένειας Οφιομάχου. Με μεγάλη ακρίβεια και δραματικότητα παρουσιάζει τις δυσκολίες που σταδιακά καταστρέφουν την οικογένεια Οφιομάχου και όσους συνδέονταν με αυτή. Εξετάζοντας το βιβλίο από πολλές όψεις μου δόθηκε η αίσθηση ενός καλογραμμένου και ενδιαφέροντος μυθιστορήματος, το οποίο όμως υστερεί σε συγκεκριμένους τομείς. Αρχικά, παρατηρώ πως η πλοκή του μυθιστορήματος είναι απλή και κύριο θέμα της είναι οι δυσκολίες που πρέπει να υπομείνει η οικογένεια Οφιομάχου και οι φίλοι ή σύντροφοι των μελών αυτής στην προσπάθεια τους να αποφευχθεί η χρεοκοπία ή η ατίμωση του οίκου τους και να διαφυλαχθεί η φήμη τους ως αριστοκρατών στο νησί με ένδοξο παρελθόν, παρόλο το αβέβαιο μέλλον τους. Στα γεγονότα του βιβλίου αυτού εμπλέκονται πολλοί χαρακτήρες με διαφορετικά κίνητρα, ικανότητες, επιθυμίες, όνειρα, προτερήματα και ελαττώματα, κάτι που δίνει μια ιδιαίτερη ποικιλία στο μυθιστόρημα. Χαρακτήρες του μυθιστορήματος είναι για παράδειγμα η Αιμιλία Βαλσάμη και η Ευλαλία και Λουΐζα Οφιομάχου, τρεις γυναίκες πολύ διαφορετικές η μία από την άλλη. Ενώ και οι τρείς είναι νέες, η Αιμιλία είναι μια όμορφη και έξυπνη γυναίκα και χαρακτηρίζεται από την αδίστακτη συμπεριφορά της και την αποφασιστικότητα της στην προσπάθεια της να ευτυχίσει με τον Γιώργη, ενώ η Ευλαλία είναι μια ήσυχη, ψυχρή εξωτερικά και βουβή κοπέλα, η οποία δίνει μεγάλη σημασία στην ευτυχία της οικογένειας της και θυσιάζεται για να την σώσει από την χρεοκοπία. Σε αντίθεση με αυτές τις δυο, βρίσκεται η Λουΐζα, μια αφελής νέα κοπέλα που, όπως παρατηρεί ο Αλέξανδρος Οφιομάχος, δεν έχει την ίδια βαριά αίσθηση της τιμής και του καθήκοντος που έχει η οικογένειά της και αυτό την οδηγεί σε απερίσκεπτες πράξεις. Ο μοναδικός χαρακτήρας κάθε προσώπου του μυθιστορήματος και η απλή πλοκή της ιστορίας καθιστούν το βιβλίο πολύ ενδιαφέρον και ρεαλιστικό. Στην προσπάθεια του κάθε ήρωα να επιτύχει να έχουν το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για τον ίδιο οι πράξεις του, αναπηδούν εμπόδια που δεν βοηθούν στην επίλυση των προβλημάτων. Ο αναγνώστης μπορεί να παρατηρήσει ένα τραγικό και επαναλαμβανόμενο μοτίβο κατά το οποίο 63
οι πράξεις που φαντάζουν λογικές για ένα άτομο και, στις περισσότερες περιπτώσεις, είναι προς το συμφέρον του, συνδράμουν σταδιακά και επισπεύδουν την καταστροφή των Οφιομάχων. Το μοτίβο αυτό σε μεγάλο βαθμό αντικατοπτρίζει τον πραγματικό κόσμο, αφού πολλοί άνθρωποι επιλέγουν να δουλέψουν προς το προσωπικό τους συμφέρον ακόμα και αν αυτό δεν βοηθά το γενικότερο σύνολο. Ένα σημαντικό θέμα το οποίο εξετάζεται από το βιβλίο αυτό είναι η σύγκρουση μεταξύ παλαιού και νέου και πιο συγκεκριμένα μεταξύ του παλαιού οικονομικού μοντέλου της φεουδαρχίας και του σύγχρονου οικονομικού μοντέλου του καπιταλισμού. Κατά την φεουδαρχική εποχή ήταν συχνή η κατάταξη των ατόμων σε κοινωνικές τάξεις βασισμένοι όχι σε ικανότητα ή προθυμία για εργασία, αλλά λόγω κληρονομικότητας των τίτλων τους. Κατά αυτή την περίοδο δεν υπήρχε μαζική παραγωγή προϊόντων και συχνά η πιο προσοδοφόρα δραστηριότητα για κάποιον είναι η κατοχή και καλλιέργεια της γης. Στο φεουδαρχικό σύστημα, οι αγρότες καλλιεργούσαν την γη των αριστοκρατών για πάρα πολύ μικρό αντάλλαγμα και έτσι αυτοί αυξάναν τον πλούτο τους χωρίς να υπάρχει ανάγκη να εργαστούν οι ίδιοι. Αντίθετα, στο νέο βιομηχανικό και καπιταλιστικό σύστημα που είχε επικρατήσει στις αρχές του 20ου αιώνα και είχε υιοθετηθεί από το Νέο Ελληνικό Κράτος και πολλά αλλά ευρωπαϊκά κράτη, μεγαλύτερη επιτυχία είχανε αυτοί που εργάζονταν σκληρά και ιδίως αυτοί που είχαν ειδικευτεί σε κάτι και είχαν δίπλωμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Η έντονη αντίθεση μεταξύ των δύο μοντέλων μπορεί να παρατηρηθεί με την αντίθεση ανάμεσα στην οικογένεια Οφιομάχου και στον γιατρό Αριστείδη Στεριώτη. Οι πρώτοι είναι απόγονοι πλουσίων αριστοκρατών κοσμημένων με πολλούς τίτλους από τους Άγγλους και τους Βενετούς. Αντίθετα, ο γιατρός δεν κατάγεται από ευγενή οικογένεια και ο πατέρας του ο Δήμος ήταν φτωχός όταν ήρθε στο νησί. Παρόλα αυτά, ο Αριστείδης Στεριώτης, αφού σπούδασε και ειδικεύθηκε στην Ιατρική και με πολύ ζήλο εξάσκησε το επάγγελμα του, αύξησε τον πλούτο του και την υπόληψη του στο νησί, με αποτέλεσμα να εκλεχθεί βουλευτής για αυτό. Αντίθετα, ο Γιωργής, ο Σπύρος και ο Αλέξανδρος Οφιομάχος προτίμησαν να ξοδεύουν υπερβολικά ποσά για να διασκεδάσουν και δεν επέλεξαν να εργαστούν ποτέ, βασιζόμενοι μόνο στον δανεισμό και το εισόδημα από τη σοδειά των κτημάτων τους, αφού είχαν πληρώσει τους αγρότες, κάτι που δεν επαρκούσε για να επιβιώσει μια αριστοκρατική οικογένεια 6 ατόμων, πράγμα που οδήγησε την οικογένεια στην καταστροφή. Είναι πολύ πιθανό ότι πριν την άνοδο της αστικής τάξης στα Επτάνησα, η οικογένεια Οφιομάχου θα ζούσε με μεγάλη οικονομική ευχέρεια, αλλά λόγω της αδυναμίας τους να εκσυγχρονιστούν με την οικονομική αναδιάρθρωση που έλαβε χώρα, οι Οφιομάχοι δεν κατάφεραν να αποφύγουν την χρεοκοπία. Μέσω του βιβλίου, τονίζεται η ανάγκη του εκσυγχρονισμού και της σκληρής εργασίας για την επιτυχία και πιστεύω ότι η παρότρυνση αυτή είναι πολύ χρήσιμη στους αναγνώστες του βιβλίου. Η εποχή που διαδραματίζεται το βιβλίο τοποθετείται στις αρχές του εικοστού αιώνα με ελάχιστες αναφορές να γίνονται στα γεγονότα εκτός της νήσου, με ασαφείς αναφορές στο Παλάτι και την Αυλή, σε εκλογές και σε πιθανούς επικείμενούς πολέμους. Αυτό δεν τοποθετεί το βιβλίο σε ένα ξεκάθαρο ιστορικό πλαίσιο και δεν ταιριάζει με τον ρεαλιστικό χαρακτήρα του βιβλίου, αφού φαίνεται οι ζωές των Οφιομάχων και των υπόλοιπων χαρακτήρων να μην επηρεάζονται καθόλου από τα γεγονότα στην ηπειρωτική Ελλάδα και τον υπόλοιπο κόσμο. Αντίθετα, στο βιβλίο, προσπαθώντας να φέρει σε αντίθεση τους Οφιομάχους που δεν έχουν διάθεση να δουλέψουν με
64
τη νέα εργατική τάξη και το παλιό οικονομικό σύστημα της φεουδαρχίας σε αντίθεση με τον καπιταλισμό, ο Θεοτόκης αφήνει τον αναγνώστη του να βγάλεο μόνος του συμπεράσματα. Τελικά, θεωρώ ότι το βιβλίο «Οι Σκλάβοι στα Δεσμά τους» είναι ένα καλογραμμένο και ενδιαφέρον βιβλίο που σε βάθος εξετάζει τις συγκρούσεις μεταξύ παλαιού και νέου, παρ’ όλες τις μικρές ιστορικές παραλείψεις του. Ελένη Το μυθιστόρημα του Κων/νου Θεοτόκη «Οι σκλάβοι στα δεσμά τους» είναι ένα βιβλίο που δεν μου κέντρισε ιδιαίτερα το ενδιαφέρον. Ο συγγραφέας παρουσίασε την πολιτική, οικονομική και κοινωνική κατάσταση της τότε εποχής, η οποία ήταν γεμάτη ανατροπές και αλλαγές, με ιδιαίτερα ρεαλιστικό τρόπο. Όμως, το μυθιστόρημά του υπερανάλυσε κάποια σημεία, δίνοντάς τους περισσότερη έμφαση από άλλα, με αποτέλεσμα ο αναγνώστης να βαρεθεί και να κουραστεί. Οι ήρωες που, όσο εξελίσσεται η ιστορία, γίνονται όλο και περισσότεροι, μπερδεύουν τον αναγνώστη. Επιπλέον, θεωρώ πολύ βαρετό το γεγονός ότι οι περισσότεροι ήρωες ήταν τραγικά πρόσωπα και το τέλος τους δεν ήταν καλό. Το βιβλίο δεν περνά κανένα θετικό και αισιόδοξο μήνυμα. Θεωρώ πως ο συγγραφέας θα μπορούσε να δώσει μια πιο θετική χροιά στο τέλος του μυθιστορήματός του, χωρίς να τραγικοποιεί τόσο πολύ τις καταστάσεις και τους ήρωές του.
65
66