Η περίοδος που διανύουμε χαρακτηρίζεται από τη διεθνή καπιταλιστική οικονομική κρίση η οποία, με τον
δομικό και ιστορικό της χαρακτήρα, συνεχίζει να σωβεί για πάνω από 6 χρόνια. Την ίδια ώρα η αντεργατική πολιτική συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό καθώς και η συσσώρευση του πλούτου από μεριάς κεφαλαίου διεθνώς και στην Ελλάδα. Παρ’όλα αυτά, δε διαφαίνεται ένα ηγεμονικό σχέδιο διεξόδου από τη κρίση, από αστική σκοπιά. Ως απόρροια κυρίως της κρίσης, ραγδαίες είναι οι εξελίξεις σε χώρες όπου οξύνονται οι ήδη υπάρχουσες ενδοιμπεριαλιστικές αντιθέσεις. Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα στη Μέση Ανατολή και στην Ουκρανία. Χαιρετίζουμε την αντίσταση και τις πραγματικές χειραφετητικές διεργασίες σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο Κουρδισσών κ Κούρδων στο Κομπανί και στη Παλαιστινιακή αντίσταση στη Γάζα.
Στην Ε.Ε στη προσπάθεια εξόδου από τη κρίση σε βάρος των εργαζομένων, οι αστικές τάξεις παρά τις επιμέρους αντιθέσεις, συνασπίζονται στρατηγικά στη προώθηση αντιδραστικών αναδιαρθρώσεων, αντεργατικούαντιλαικού χαρακτήρα, που σήμερα εκφράζονται σε πολιτικές λιτότητας και ιδιωτικοποιήσεων. Η Ε.Ε από την συγκρότησή της έχει συγκεκριμένο ταξικό πρόσημο που δεν αλλάζει, συνεχώς ‘’θωρακίζεται’’ με σύμωνα για δημοσιονομική σταθερότητα και ανταγωνιστικότητα-ευρώ, με μηχανισμούς εποπτείας. Σήμερα λοιπόν είναι περισσότερο παρά ποτέ ξεκάθαρο ότι η ρήξη και η έξοδος από την Ε.Ε και την ευρωζώνη, από τη σκοπιά των συμφερόντων του λαού και της νεολαίας, αποτελούν μονόδρομο. Η Ε.Ε δεν μεταρρυθμίζεται, δεν τροποποιείται. Η απονομιμοποίηση των αντιλαικών μνημονιακών πολιτικών των τελευταίων ετών άλλωστε είναι παραπάνω
από ξεκάθαρη για τον ελληνικό λαό, αφού αποτυπώθηκε τόσο στους αγώνες του προηγούμενου διαστήματος (ειδικά του εξεγερτικού κύκλου 2010-2012), όσο και την καταδίκη των μέχρι πρότινος κυβερνητικών κομμάτων ΝΔ & ΠΑΣΟΚ στις εκλογές της 25ης Γεννάρη. Η ανάδειξη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είναι αποτέλεσμα της προσδοκίας του ελληνικού λαού για τέλος στα μνημόνια. Η προσδοκία αυτή του λαού όμως δεν επαληθεύεται, μέσα από το σχέδιο “ούτε ρήξη ούτε υποταγή” απέναντι στους δανειστές, το οποίο αντικειμενικά κατέληξε στη “συμφωνία” υποταγής του Φλεβάρη με τη διατήρηση του “μνημονιακού κεκτημένου”, την αποδοχή της δημοσιονομικής πειθαρχίας, την αναγνώριση του χρέους, τη συνέχιση της επιτροπείας - είτε η αξιολόγηση γίνεται από την τρόικα είτε από τους θεσμούς. Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ εντός των πλαισίων και των μηχανισμών που έχει επιλέξει να κινηθεί (Ε.Ε, ΝΑΤΟ, αναγνώριση χρέους) εκφράζει τη συνέχεια του κράτους και υλοποιεί ένα σχέδιο αστικής διαχείρισης με μία λογική ταξικής συνεργασίας. Με δεδομένο το ενδεχόμενο υπογραφής της συμφωνίας για νέο μνημόνιο από τη νέα κυβέρνηση τον Ιούνιο, αποτελεί καθήκον η μαζική επανεμφάνιση του λαικού παράγοντα στο προσκήνιο, ώστε αυτή να ανατραπεί.. Η Ν.Δ επενδύει στην αναμονή της πλήρους εμφάνισης των αντιφάσεων και των προγραμματικών ορίων της νέας κυβέρνησης, εμπεδώνωντας παράλληλα το προφίλ μιας βαθιά συντηρητικής, αντικομμουνιστικής και ξενοφοβικής, ταυτισμένης με τις μνημονιακές πολιτικές και την πρόσδεση με τις κατευθύνσεις της Ε.Ε πολιτικής δύναμης. Η πόλωση των εκλογώντης επέτρεψε να διατηρήσει μέρος της εκλογικής της καταγραφής και επιδιώκει να συνεχίσει να αποτυπώνεται ως ο κύριος πόλος έκφρασης της κυρίαρχης πολιτικής και της “σύνολης Δεξιάς”. Πλάι της μπορούν να βρεθούν μια σειρά από συμμάχους, όπως το σκληρά νεοφιλέλευθερο Ποτάμι, που καλείται να παίξει ρόλο μπαλαντέρ στην αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού, σε αντιδραστική κατεύθυνση, και το ΠΑΣΟΚ, παρά τη συνεχή του αποδιάρθρωση και την πλήρη ταύτισή του με τη μνημονιακή κοινωνική καταστροφή. Η φασιστική συμμορία της Χ.Α, που στηρίζεται από σημαντικές μερίδες του ελληνικού κεαλαίου, διατήρησε ένα σημαντικό ποσοστό που δείχνει το ρίζωμά της σε συντηρητικά κοινωνικά στρώματα και πως παραμένει πρόκληση το ξερίζωμα του φασισμού από την κοινωνία, που καλείται να είναι υπόθεση συνολικά του λαϊκού κινήματος και δεν λύνεται απλώς με τη δικαστική δίωξη συγκεκριμένων στελεχών της. Το ΚΚΕ, επιμένει στο αδιέξοδο σχέδιο της ηττοπάθειας σχετικά με τη δυνατότητα άμεσων ανατροπών και νικών για το λαό και εναποθέτοντας κάθε δυνατότητα ανατροπής σε ένα αόριστο μέλλον της λαικής εξουσίας, του σεχταρισμού σε σχέση με τη μετωπική δράση στο κίνημα, καθώς επιλέγει να τοποθετηθεί ως ένας χώρος καταγγελίας της κυβέρνησης και των κινήσεών της “από τα αριστερά” και μόνο. Αρκείται στη διατήρηση της εκλογικής και πολιτικής του απεύθυνσης, η οποία και συνδυάζεται με την επένδυση στον ενδοαριστερό εμφύλιο και τη στοχοποίηση της αντικαπιταλιστικής αριστεράς αντί να στοχεύει στην επανεμφάνιση του λαικού παράγοντα στο προσκήνιο για τον καθορισμό των εξελίξεων.