6 minute read

Ι. έννοιες

I.έννοιες

Προσεγγίζοντας την έννοια τόπος, χρειάζεται να σκεφτούμε, όσα συγκροτούν την ταυτότητά του καθώς βιώνεται από τον/την άνθρωπο παρατηρητή/επισκέπτη/κάτοικο. Εξαιτίας της σύντομης ή διαρκούς κατοίκησης ο/η άνθρωπος μεταμορφώνει/ερμηνεύει τον χώρο σε τόπο, ορίζοντας τη σημασία του, την φυσική, πολιτική αξία, τον δυνατό βαθμό οικειοποίησής του. Οταν ο φυσικός χώρος αρχίζει να τροφοδοτείται με λειτουργίες, να ενισχύει-υποθάλπει όνειρα, να εκλύει συναισθήματα, να επιτρέπει την ενεργοποίηση σημασιών, που πριν βιωθεί από τον/την άνθρωπο επισκέπτη δεν είχε, τότε μετατρέπεται σε τόπο. Ο/Η άνθρωπος κάτοικος/επισκέπτης και ο τόπος που τον περιέχει συνδέονται σε αμφίδρομη σχέση παραγωγής και έκλυσης νοημάτων. Συναποτελούν ένα σύστημα ανταλλαγής σημασιών, μια σκηνή αέναης αλληλεπίδρασης. Για τον λόγο αυτό ο/η άνθρωπος προσπαθούσε πάντα να δημιουργήσει, να ορίσει ταυτότητες τόπων πραγματικών αλλά και φανταστικών ώστε να συνδιαλέγεται σωστά με την επιρροή τους. Ο Γάλλος φιλόσοφος Gaston Bachelard επισημαίνει πως “Ο χώρος έτσι όπως τον συλλαμβάνει η φαντασία δεν έχει πια σχέση με τον αδιάφορο χώρο που παραδίνεται στο μέτρο και στο λογισμό του γεωμέτρη. Είναι ένας βιωμένος χώρος. Βιωμένος όχι μόνο στη θετικότητα του, αλλά και με όλες τις μεροληψίες της φαντασίας, το χαρακτηριστικό του είναι ότι σχεδόν πάντα μας γοητεύει.”2

Advertisement

Η λέξη ουτοπία (ου + τόπος) συγκρατεί μια εξαιρετικά εύπλαστη έννοια. Η ίδια η λέξη υπονοεί/σημαίνει τον τόπο που δεν υπάρχει, ενώ ταυτόχρονα αναφέρεται σε μία ιδανική περιεχόμενη εγκατεστημένη κοινωνία η οποία συνήθως συγκροτείται από ένα σύνολο χωρικών, χρονικών, πολιτικών ιδιοτήτων: το ασφαλές περιβάλλον, το δίκαιο και ειρηνικό πολιτικό σύστημα, την πολιτική ισότητα μεταξύ όλων των πολιτών, την πλήρη και ολοκληρωμένη πρόσβαση στην εκπαίδευση, την πλήρη υγειονομική περίθαλψη, την πλήρη ικανοποιητική απασχόληση. Το σύνολο, δηλαδή, των υλικών και στοχαστικών παραγόντων, δημοσίων λειτουργιών, ηθικών-νομικών κανόνων, πολιτικών σχέσεων που λειτουργούν με σκοπό την επίτευξη διαρκούς “αρμονικής” ζωής. Το αν μία ρεαλιστική κοινωνία/οργάνωση μπορεί να υπάρξει/επιτευχθεί πολιτικά και κυρίως, το κατά πόσο μπορεί να αντέξει στο χρόνο αποτελεί μία ιδιαίτερα απαιτητική πολιτική διερώτηση, ειδικά μετά την πτώση του κομμουνιστικού εγχειρήματος. Συχνά οι ουτοπικές επιθυμίες/ανιχνεύσεις συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με τα εγχειρήματα και τις εφαρμογές της Ενωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών δημοκρατιών (που κατέρρευσε το 1991) και της Κίνας (πολιτιστική επανάσταση 1966-1976).

εικ. 1 Δοξιάδης, Διαγράμματα για την ουτοπία, 1966

Πολύ πριν την προσπάθεια να κατανοηθεί και διερευνηθεί το πολιτικό-φιλοσοφικό περιεχόμενο κάθε πρότασης για την ουτοπία, ο όρος και οι χωρικές-χρονικές-πολιτικές εκφάνσεις του περιεγράφηκαν σε βιβλία και περιορισμένα ιστορικά παραδείγματα, υποδεικνύοντας σπάνια έναν πραγματικό χώρο στον παρόντα -κάθε φορά- χρόνο τους. Συνήθως οι γραπτές αναφορές, εξελίσσονται/περιγράφουν ένα φανταστικό παρελθόν, ή ένα επινοημένο παρόν σε ένα μακρινό τόπο/χώρο, στο μέλλον ή στον κόσμο της επιστημονικής-πολιτικής φαντασίας. Τα κείμενα-μύθοι χωρίζονται σε δύο βασικές εικ. 2 Ουτοπία, α’ έκδοση, 1516 κατηγορίες: τις ουτοπίες φυγής, οι οποίες προϋποθέτουν την εγκατάλειψη ενός τόπου και το ταξίδι προς μία νέα πολιτική-χωρική πραγματικότητα, και τις ουτοπίες ανασυγκρότησης, οι οποίες βασίζονται στην αναδιοργάνωση μίας ήδη υπάρχουσας, ενεργής κοινωνίας. Ο πρώτος που εισήγαγε τον όρο της ουτοπίας ήταν ο Sir Thomas More, στο ομώνυμο εικ. 3 Ουτοπία, χάρτης, 1516 βιβλίο του, πριν από πεντακόσια χρόνια (1516). Περιγράφει ένα φανταστικό νησί, στο οποίο οι άνθρωποι μοιράζονται κοινό πολιτισμό και τρόπο ζωής, μία ιδανική μορφή κοινωνικής οργάνωσης, που λειτουργεί για τη συνεχή βελτίωση των καθημερινών-διαρκών αναγκών-επιθυμιών των πολιτών της. Ο More εξηγεί τη διπλή φύση του όρου τοποθετώντας τον κάπου μεταξύ των ορίων ενός “καλού μέρους” (good place) και ενός “απουσιάζοντος μέρους” (no place). Λόγω αυτής της στοχαστικής πολιτικής δυαδικότητας, ο υπαινιγμός του “καλού” μπορεί εύκολα να ερμηνευθεί ως “ιδανικό”. Επειδή το “ιδανικό”, το ιδεώδες, θεωρείται ασταθές, κύημα της φαντασίας, η ερμηνεία της λέξης ουτοπία τείνει να ορίζεται ως ‘‘ο ανύπαρκτος τόπος’’.

Κάθε περιγραφή ουτοπικής κοινωνίας, όσο πιο πολύ διαφέρει από την πραγματικότητα ‘‘όπως την εννοούμε’’, τόσο πιο έντονα σηματοδοτεί την διαφορά-απόκλιση των κοινωνικών δομών-προτάσεων που περιέχει. Οσο πιο εξαντλητική είναι η συγγραφική περιγραφή, τόσο πιο διαφορετική, συντηρητική ή ριζοσπαστική είναι η πολιτική-φιλοσοφική σχέση με το παράδειγμα που χρειάζεται να υπερβεί και κρίνει. Τέτοιες περιγραφικές ουτοπίες, συνεπώς, εγκαταλείπουν (με επιλογή, φυσικά, του/της αφηγητή/αφηγήτριας συγγραφέα τους) τον ιστορικό αλλά και τον κοινωνικό χρόνο/χώρο ως ζωτικό υπόβαθρο της υπόστασής τους. Δεν επιτρέπουν να αναπτυχθεί στο εσωτερικό τους (στο κείμενο της περιγραφής) καμία εναλλακτική μορφή ετερότητας απαγορεύοντας ουσιαστικά την συνεχή δημιουργική φιλοσοφική-πολιτική εσωτερική διαφοροποίηση. Βασικά φιλοσοφικά-πολιτικά χαρακτηριστικά τους είναι η τυπική πολιτική πειθαρχία, η αέναη επανάληψη τακτικών ζωής και η αδιαφορία ως προς οποιονδήποτε νεοτερισμό.

Υπάρχουν, όμως, περιγραφές (κείμενα) φαντασιακών/φανταστικών τόπων που δεν περιέχουν το απλοϊκό απόλυτο ιδανικό μίας ιδεώδους κοινωνίας, αλλά επιχειρούν να ενσωματώσουν στην δική τους ιδεολογική-συγγραφική προσέγγιση του “άλλου”, πραγματικά ιστορικά παραδείγματα, γεγονότα, περιστατικά, πολιτικά ατυχήματα με τη μορφή, συνήθως, μίας ζοφερής πρόβλεψης για το μέλλον. Οι δυστοπίες (κείμενα, οπτικοακουστικές αφηγήσεις) έχουν ως βασικό στόχο τη άμεση σύγκρισή τους με το πολιτικό-κοινωνικό παρόν. Αφηγούνται-περιγράφουν ολοκληρωμένους μακρινούς (χωρικά-χρονικά) κόσμους, με σαφείς υπαινιγμούς/συγκρίσεις, για τον παρόντα σύγχρονο κόσμο της εμπειρίας. Χαρακτηριστικά παραδείγματα τέτοιων περιγραφών δυστοπικών κόσμων αποτελούν η ταινία Blade Runner του Ridley Scott και το βιβλίο 1984 του George Orwell. Η δυσ-τοπίαi (δυς + τόπος) γεννήθηκε ως έννοια και πολιτικό αντιστάθμισμα - άρνηση της έννοιας ουτοπία. Περιέχει τις πολιτικές ιδιότητες του καταπιεστικού καθεστώτος, την ανυπαρξία τυπικού πολιτικού συστήματος, την ακραία υλική φτώχεια ή το τεράστιο πολιτικό χάσμα μεταξύ φτωχών και πλουσίων, την διαρκή προπαγάνδα, την απαγόρευση της ελεύθερης και της ανεξάρτητης σκέψης.

i. Συνώνυμες λέξεις για τον συγκεκριμένο όρο αποτελούν η κακο-τοπία και η αντιουτοπία. 12

Οι δυστοπίες είναι κειμενικές απεικονίσεις/περιγραφές πολιτικά επιφανειακές εκτός αν ο/η οδηγούμενος/η αναγνώστης/αναγνώστρια ή ο/η θεατής υποτάσσεται στο σενάριο, στο σύστημα ιδεών πως θα μπορούσε να ισχύσει στο εγγύς ή μακρινό μέλλον. Τα δυσ-τοπικά μυθιστορήματα και οι κινηματογραφικές αφηγήσεις λειτουργούν ως ένα είδος πολιτικών προειδοποιήσεων για την κατεύθυνση κάθε παρούσας σε χώρο και χρόνο κοινωνίας. Κάθε παρόμοια αναπαράσταση ή οπτικοακουστική προειδοποίηση επιτρέπει στον/στην αναγνώστη/αναγνώστρια ή θεατή να σκεφτεί κριτικά τόσο το οικείο παρόν όσο και κάθε υποτιθέμενο ορισμό μέλλοντος. Παράλληλα, οι δυστοπικές αφηγήσεις προσφέρουν την τυπική ψευδαίσθηση στοχαστικής παρηγοριάς στους/στις θεατές ανθρώπους καθώς η παρούσα σε χώρο και χρόνο (και σχέσεις) κοινωνία τους φαίνεται ιδεώδης συγκριτικά με τον εξεικονιζόμενο δυστοπικό κόσμο.

εικ. 4 έργο 1984, αφίσα ταινίας, 1984

εικ. 5 Blade Runner, αφίσα ταινίας, 1982

Αντίθετα, το ένα και τα πολλά επόμενα “καλά μέρη” (good places), δηλαδή οι ευτοπίες (ευ + τόπος) μπορούν να επιτευχθούν/επιδιωχθούν στον πραγματικό κόσμο. Το εννοιολογικό βάθος της λέξης ευτοπία είναι αρκετά περιορισμένο στην ελληνική γλώσσα επειδή, ενώ είναι συγγενής εννοιολογικός προσδιορισμός της διεθνούς πια λέξης ουτοπία, τα περιεχόμενα και η επίδραση στην σκέψη-χρήση των δύο αυτών λέξεων (ελληνικά-γλώσσες) είναι κάθε άλλο παρά ίδια. Η έννοια ευτοπία, επιπροσθέτως, θα μπορούσε να σημαίνει την απελευθέρωση της ανθρώπινης στοχαστικής-πολιτικής δημιουργίας και σκέψης, προς την κατεύθυνση της συλλογικής δημοκρατικής πραγμάτωσης (χώρου-χρόνου-σχέσεων) την πραγμάτωση πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής αυτονομίας. Το ατομικό, προσωπικό, εγωιστικό συμφέρον συν-εκφράζεται, τότε, και εξελίσσει σχέσεις αμοιβαίου οφέλους που έχουν ως αποτέλεσμα την επιτάχυνση της διανοητικής-υλικής παραγωγικότητας, και τη δημιουργία πολιτικού, πολιτιστικού και υλικού πλούτου. Από μόνα τους αυτά τα χαρακτηριστικά αποκαλύπτουν την διαρκή πρόοδο μιας κοινωνίας, με φορείς εξέλιξης τους πολίτες, ως ισότιμα μέλη και υπερασπιστές της. Η ευημερία επιτυγχάνεται αυθόρμητα, ως φυσική συνέπεια των πολιτικών πεποιθήσεων και των συλλογικών επιτευγμάτων. Σε αντίθεση με την περιορισμένη φύση της ουτοπίας, η οποία βρίσκεται φυλακισμένη στον κόσμο της φαντασίας, έξω από τα στενά όρια του πραγματικού και υλοποιήσιμου, η ευτοπία μπορεί να οριστεί, να υπάρξει και να κατακτήσει ένα συγκεκριμένο, περιορισμένο - αλλά με πιθανό το ενδεχόμενο επέκτασης - διάστημα χώρου και χρόνου.

This article is from: