Ο Στρατής Σουσαμλής ή Μανός (19031985), κτήτορας του ναΐσκου του Αγίου Νεκταρίου...
Ο αείμνηστος καρνάβαλος-ερασιτέχνης Βασίλης Χατζηπαναγιώτης ή Σκαντα λιάρης (1914-1996) ένστολος...
Ο παλαιός πριονιστής (μπισκιτζής) Παναγιώτης Προκοπίου Μαγλογιάννης, στο γέρμα της ζωής του...
ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Βιβλιεκδοτικές προσπάθειές του Συλλόγου........................................................... ΠΡΟΚΟΠ Η ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗ, Λευτέρης Δημητρίου Καλέλης.................................................................................... ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΚΑΒΑΔΑ, Το Διδασκαλείο Μυτιλήνης (Δ ' ) ....................................................................................... Επιστολές. Β. Πετεινέλλης............................................................................................................................................... ΜΑΡΙΑΣ ΠΕΡΓΑΜΑΛΗ-ΠΙΠΕΡΙΤΗ, Σάββας Ιγνατίου Περγάμαλης (Β , τελευταίο)............................................ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ X. ΑΪΒΑΛΙΩΤΗ, Στις γραμμές της Εθνικής Αντίστασης..................................................................... ΓΙΑΝΧΑΤΖ, Υποδηματοποιία στην Αγιάσο.................................................................................................................. Μπροστά στο φακό του παρελθόντος............................................................................................................................. ΜΕΝΕΑΑΟΥ ΚΑΜΑΤΣΟΥ, Τα ραντίσματα. Καλή μοιάζ’ φέτου γη χρουνιά. ΜΑΡΙΑΣ ΑΓΙΑΣΩΤΟΥ-ΑΑΜΠΡΙΝΟΥ, Στο καμένο δάσος. ΟΜΗΡΟΥ ΠΑΠΑΝΗ ΜΑΡΙΓΩΣ, Ο κεραυνός............................................................................ ΜΕΝΕΑΑΟΥ ΚΑΜΑΤΣΟΥ, Γι πόλιμους. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Γ. ΣΚΛΕΠΑΡΗ, Παιδική ξεγνοιασιά. ΜΑΡΙΑΣ ΠΑΤΣΕΛΗ-ΚΑΜΙΝΕΛΗ, Το κισμέτ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΜΟΥΤΖΟΥΡΕΛΗ, Έπαψες πια να μ’ αγαπάς.................... ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΚΑΒΑΔΑ. Ματιές στην παραδοσιακή Αγιάσο. Τσιραμίδα (Β ) ....................................................... ΦΙΛΙΤΣΑΣ ΣΤΑΥΡΑΚΕΛΗ, Ο Σύλλογός μας τίμησε την προστάτιδά το υ............................................................... Ε.Ε.Α., Από τη δράση των σχολείων μας........................................................................................................................ ΓΙΑΝΝΗ Δ. ΠΑΠΑΝΗ, Μπουλ’ μπούλ’κα καμώματα. Το Κουστέλ’ ... βουρκόλακας............................................. Τα πθίτκα μας (Μιχάλης Χριστοφαρής, Γρηγόριος Παπαπορφυρίου, Ερμόλαος Χατζηβασιλείου)....................... ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Βιβλιοκριτική............................................................................................................. ΓΙΑΝΧΑΤΖ, Σας πληροφορούμε..................................................................................................................................... ΓΙΑΝΧΑΤΖ, Αυτοί που φεύγουν..................................................................................................................................... Α π’ όσα μας γράφουν. Εισφορές..................................................................................................................................... Κοινωνικά..........................................................................................................................................................................
Σελ. 3 4 8 11 12 14 15 17 18 19 20 22 24 26 27 28 30 32 33 34
ΕΞΩΦΥΛΛΟ Το Ντίπι, το γραφικό επίνειο της Αγιάσου και των άλλων γειτονικών χωριών... (Διαφάνεια Στρατή Ζάνταλη)
ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ Καλημέρα, ήλιε! (Λάδι σε μουσαμά, διαστάσεων 60x80, του Ιάκωβου Μουτζουρέλη).
Ι58ΒΝ 1106-3378
ΒΙΒΛΙΕΚΔΟΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ ΤΟΥ ΣΥΑΛΟΓΟΥ ^ « Φ ιλ ο π ρ ό ο δ ο ς Σ ύ λ λ ο γ ο ς Α γ ια σ ω τώ ν» , από τότε π ο υ ιδρύθηκε ω ς τ ις μέρες μας, έχει να πα ρ ουσ ιά σ ει α ξιόλογο π ο λ ιτισ τικ ό και κ ο ι ν ω ν ικ ό έρ γο. Ό λ α τα μέλη τω ν Δ ιο ικ η τ ικ ώ ν Συμ βουλίω ν εργάστηκαν φ ιλ ό τιμ α και το κ α θέ να έδωσε κ ά τι α πό τον εαυτό του για το καλό κ α ι την π ρ ο κ ο π ή του τό π ο υ μας. Π α ρ ά λλη λα κ α ι όλα τα μέλη του Σ υ λ λ ό γ ο υ , κ α θώ ς κ α ι οι σ υνδρομ ητές του π ε ρ ιο δ ικ ο ύ «Α γιάσ ος», βοή θησαν η θικά κ α ι υλ ικ ά κάθε σοβαρή π ρ ο σ π ά θεια... Το φάσμα τω ν δραστηριοτήτω ν είνα ι μεγάλο για κάθε σ ω μ α τείο , το ο π ο ίο δ ια θ έτει έμψ υχο υλικό, δηλαδή ανθρώ πους με παλμό, με οραματισ μ ούς, με φ ιλ ο δ ο ξ ίε ς , με α γ ω ν ισ τικ ό τη τα , με φιλεργία, με γενναιοδωρία, με έντονη διάθεση προ σφοράς... Ο Σ ύ λ λ ο γ ό ς μ α ς έ χ ε ι τη δ υ ν α τ ό τ η τ α να υ λ ο π ο ιή σ ε ι π ο λ λ ά α κ όμ η κ α ι σε δ ιά φ ο ρ ο υ ς ά λ λ ο υ ς τ ο μ ε ίς . Α υ τ ό θα το ε π ι τ ύ χ ε ι με τη σ υ μ π α ρ ά σ τα σ η ό λ ω ν τω ν Α γ ια σ ω τ ώ ν , ό π ο υ
κ α ι α ν β ρ ίσ κ ο ν τ α ι, σ υ σ π ε ιρ ω μ έ ν ο ι ή δ ιά σ π α ρ το ι... Τελευταία πάρθηκαν σοβαρές α ποφ ά σ εις για νέες δραστηριότητες, οι οποίες μπορούν να δημι ουργήσουν ευνοϊκό κλίμα και να απεγκλωβίσουν από τη νωχέλεια της ρουτίνας. Σύντομα θα κυκλο φορήσει δίσκος με παραδοσιακή μουσική, όπω ς γράψαμε σε προηγούμενο τεύχος. Ιδιαίτερη σημασία πα ρουσιά ζει και η α π ό φ α ση για έκδοση βιβλίω ν, πα λα ιώ ν και νέων. Ή δη ετο ιμ ά ζ ε τα ι, με ε π ιμ έλ ειά μου, η επα νέκ δοσ η δυο βιβλίων: 1. Στρατή Π. Κ ολαξιζέλη, Θρύλος και ιστορία της Α γιάσον, Μ υτιλήνη 1947-1953. 2. Ε .Π . Κ ο υ λ α ξ ιζ έ λ λ η - Β .Π . Τ ρ α γ έ λ λ η , Η Α γ ιά σ ο ς κα ι τα π έ ρ ιξ , εν Α θ ή ν α ις 1896. Αν υ πά ρ ξει η αναμενόμενη στήριξη, θα α κολουθή σουν και άλλες ενδιαφέρουσες εκδόσεις, που θα τιμήσ ουν το Σύλλογο, αλλά και θα προβ άλουν το νησί μας...
ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Μερική άποψη της προπολεμικής Α γιάσου, της νυφούλας του λεσβιακού Ολύμπου. (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Δημήτριος Τσέγκος)
ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΚΑΛΕΑΗΣ Ένας ταλαντούχος Αγιασώτης μουσικός και στιχουργός
Ο Λεύτερης Καλέλης υπήρξε αναμφισβήτητα ένα σπάνιο μουσικό ταλέντο, που χάθηκε όμως πολύ γρή γορα, χωρίς να προλάβει να μεσουρανήσει, όπως το άξιζε. Ως τις μέρες μας όλοι οι παλιοί συνάδελφοί του εκφράζονται γ ι’ αυτόν με τα καλύτερα λόγια. Αναγνωρίζουν το μεγάλο του ταλέντο, που το πρό λαβαν, πριν από την καθιέρωση και τη δόξα, η αρρώ στια, ο πόλεμος, η κατοχή, η πείνα, η δυστυχία, η εξα θλίωση και τέλος ο θάνατος ... Όσο κράτησε όμως η σύντομη ζωή του, ήταν γόνιμη και αποδοτική. Κρίμα που δεν υπήρχαν τότε τα σημερινά οπτικοακουστικά μέσα, για ν ’ αποτυπώ σ ουν και να καταγράψουν, έστω κι ένα μέρος από το πλούσιο στιχουργικό, συν θετικό και «εκτελεστικό» μουσικό ταλέντο του, όπως λ.χ. του Κόλια, του λαϊκού τραγουδιστή, που σκοτώ θηκε σε τροχαίο, άφησε όμως πίσω του ένα ή δυο δίσκους που έγιναν σουξέ μετά το θάνατό του. Ο Λευτέρης Καλέλης γεννήθηκε στην Αγιάσο το 1913 α πό γο ν είς κ τη νοτρόφ ους. Μ εγάλωσε στα Κ α μ πιά , στα ριζά του λεσβιακού Ο λύμπου, του παράξενου αυτού βουνού, που η κορφή του φυτρώνει σαν δυο κώνοι πέτρινοι μέσα από τους χωματερούς πράσινους πρόποδές του, που είναι ατέλειωτο δάσος από αγριαχλαδιές, οι οποίες το χειμώνα, όταν χιονί ζει, μεταμορφώνονται σε στέπες με χιλιάδες κρυ στάλλινα χριστουγεννιάτικα δέντρα. Εκεί μεγάλωσε βοηθώντας τον πατέρα του στο να προσέχει και να βόσκει τα πρόβατα. Το τσομπανόπουλο όμως αυτό έκρυβε μέσα του ένα φοβερό πηγαίο ταλέντο, ήταν ένα ηφαίστειο μουσικής που δεν πρόλαβε καλά καλά να εκραγεί κι έσβησε ... Είχε φοβερή δεξιοτεχνία στην εκτέλεση, αναμφισβήτητα ήταν ένας Χιώτης στο είδος του. Ο Σταύρος Κλήμος (Κουντό), απαντώ ντας σε ερωτήσεις που του έθεσα, μου είπε ότι είχε γράψει μια «χόρα», ένα είδος σόλο, που δεν μπορούσε να την εκτελέσει κανείς από τους τότε μπουζουξήδες. Όταν έπαιρνε στα χέρια του το μπουζούκι, τα δάχτυλά του το ’καναν άλλοτε να κλαίει βαθιά πονεμένα κι άλλοτε να σκορπά τον ενθουσιασμό, τη χαρά και το κέφι. Όσοι είχαμε την τύχη να τον ακούσουμε, όλο και κάτι έχει μείνει από αυτό το εξαίσιο παίξιμό του, χωρίς μικρόφωνα ή άλλα τεχνικά μέσα, έτσι αγνά, καθαρά, κρυστάλλινα, αληθινά... Η φωτιά που έκαιγε μέσα του δεν ήταν μόνο δώρο θεού, ήταν έμφυτη κληρονομιά από τον παππού του. Η μητέρα του ήταν Κουρτζέλαινα κι ο παππούς του ο Κουρτζέλης έπαιζε βιόλα. Αυτός ήταν εκείνος που μόλις άρχισε ο εγγονός να καταλαβαίνει τον έβαλε
στο δρόμο της μουσικής, του έδωσε ένα παλιό βιολί. Σ ’ αυτό επάνω έπαιξε την πρώτη νότα. Το ’λεγε στους φίλους του, τονίζοντας πόσο βαθιά είχε χαραχτεί στη μνήμη του η φιγούρα του παππού του και η στιγμή αυτή που του έβαλε στα χέρια αυτό το μαγικό όργα νο. «Ό ταν τράβηξα, έλεγε, την πρώτη δοξαριά, το κορμί μου το ’νιωσα να χάνεται, μια γλυκιά ανατρι χίλα το ’λουσε α π ’ την κορφή μέχρι τα νύχια των ποδιών μου ... Ποτέ μου δε θα ξεχάσω αυτήν τη γλυ κιά ανατριχίλα, που με ακόλουθά από τότε μέχρι σήμερα. Και τώρα ακόμα, όταν βρεθώ με όργανο στα χέρια, η πρώτη νότα που θα χτυπήσω αισθάνομαι να διαπερνά το κορμί μου πέρα για πέρα και να σκεφτείτε πως αυτό μου συνέβη, όταν ήμουν εφτά χρονών». Είναι γεγονός ότι το πρώτο όργανο που πρωτόπαιξε ο Λευτέρης ήταν το βιολί που του χάρισε ο πα ππούς του. Αργότερα τον συναντάμε να παίζει μαντολίνο. Ε π’ αυτού έχω τη μαρτυρία του προέδρου του Αναγνωστηρίου Πάνου Πράτσου, που κάποτε τον συνάντησε να βόσκει τα πρόβατα στο βουνό, στις Πλάκες, οροσειρά του Ολύμπου. Μαζί του είχε το μαντολίνο. «Μ ου ζήτησε και καθίσαμε στη σκιά, κάτω από ένα θεόρατο πρίνο και με παρακάλεσε να του παίξω. Ήξερε ότι είχα διδαχτεί μουσική και ότι ήμουν προχω ρη μένος στη θεωρία. Τα μάτια του παρακολουθούσαν λαίμαργα τις θέσεις που έπαιρ ναν τα δάχτυλά μου και σαν κομπιούτερ κατέγραφε κάθε λεπτομέρεια. Ή ταν πρακτικός μουσικός. Αυτή του όμως η δυνατότητα να καταγράφει και να θυμά ται κάθε κίνηση προϋποθέτει μεγάλο ταλέντο ... Και ήταν μεγάλο ταλέντο, σ’ αυτό δε χωράει αμφιβολία. Ή ταν μεγάλη η απώλειά του στο μουσικό χώρο της Αγιάσου, αλλά και στο πανελλήνιο. Σίγουρα θα είχα με να μιλάμε για ένα δεύτερο Π α π α ϊω ά ν ν ο υ ή Τσιτσάνη, που είναι πιο κοντά στο χώρο του ... Και πά λι σας λέω. Ή τα ν αναμφισβήτητα ένα σ πάνιο ταλέντο, κρίμα που χάθηκε τόσο πρόωρα...». Λόγια ενός σοβαρού ανθρώ που, που είναι γνώστης του πενταγράμμου και έχει κρίση στη μουσική. Οι γραμματικές του γνώσεις ήταν του δημοτικού. Ό σο για τις μουσικές του δεν πρέπει να γνώ ριζε πολλά πράγματα. Ωστόσο, σύμφωνα με πληροφορίες του Γρηγόρη Κουρουλή, πήρε μαθήματα μουσικής από τον αξέχαστο δημοδιδάσκαλο Φωτεινέλη. Ποιος α πό εμάς τους π α λ ιο ύ ς δε θυμ ά τα ι το δάσκαλο Φωτεινέλη με το βιολί και τη μανία του να τραβά από το τσουλούφι τα καλά παιδιά; Άρα κάτι γνώριζε, κάτι θα ’μαθε βασικά περί μουσικής κλίμακας. Με τον Κουρουλή υπηρετούσαν μαζί. Η ειδικότητα του
Λευτέρη ήταν μάγειρας. Ακόμα ο Κουρουλής υπήρξε περιστασιακό μέλος μιας κάποιας ορχήστρας, που είχαν πριν από την ορχήστρα των τριών, Καλέλης, Σεντουκάς, Βαγιάνας. Ο Κουρουλής έπαιζε μπαγλα μά, που τον έφερε ο Αντώνης Μαρίνος, όταν αποφυ λακίστηκε. Κιθάρα έπαιζε ο Βασίλης Εμβάλωμας. Μου ανάφερε και κάποιο Μιχάλη Μπάντζο και τον Ψύρρα, το θείο του Λευτέρη. Πρόβες πήγαιναν και έκα να ν σ ’ ένα α κ α το ίκ η το σ π ίτ ι του Στρατή Δ ουκάρου, που βρίσκεται λίγο π ιο κάτω από το παλιό, ξακουστό κουϊτούκι του Καρά, που σήμερα δεν υπάρχει πια, συγκεκριμένα εκεί που αρχίζει η κατηφοριά της Ζαχαριάδαινας, δίπλα στου Χρίστου Μπίτινα το σπίτι. Στην π ερίοδο αυτή, στην ο π ο ία αναφ έρεται ο Γρηγόρης Κουρουλής, είναι βέβαιο ότι ο Λευτέρης έπαιζε πια μπουζούκι. Δεν ξέρω τι μπουζούκι ήταν αυτό που αναφέρει, ξέρω όμως πω ς στα χέρια του γινόταν ακόμα καλύτερο, ασυναγώνιστο. Ο γιος του Πάνος μου μίλησε γι’ αυτό. Καλύτερα όμως να βάλου με μια σειρά στην αφήγηση του γιου του Πάνου. «Ο πατέρας μου γεννήθηκε το 1913. Παντρεύτηκε μικρός από έρωτα, μάλιστα ήταν ανεπιθύμητος στην αρχή από τα πεθερικά του, αλλά αυτός πού να το βάλει κάτω, εκεί, στο πόστο του, ξημεροβραδιαζόταν κάτω από το παραθύρι της μάνας μου, παίζοντας, τραγουδώντας την αγάπη του, αυτοσχεδιάζοντας. Είχε τη δυνατότητα να λέει χωρίς τελειωμό ερωτι κούς, για κάθε περίσταση, στίχους. Η επιμονή του αυτή ανάγκασε τον παππού μου να ενδώσει και να τον κάνει γαμπρό του. Είχε, βλέπεις, τις επιφυλάξεις του ως προς το επάγγελμά του και πιο πολύ για το όργανο που έπαιζε. Αυτή την εποχή το μπουζούκι ήταν όργανο συνδεδεμένο με βρόμικες ιστορίες, που σ’ ένα νοικοκύρη μέτραγε και βάραινε πολύ. Αυτή ήταν η αιτία της άρνησής του, αιτία που πέρασε και στη μάνα μου και εκδηλώθηκε ύστερα από χρόνια, όταν δε θέλησε να τον ακολουθήσει στην Αθήνα. Αυτή όμως είναι άλλη ιστορία, θα την αναφέ ρουμε με τη σειρά της. Η μητέρα μου ήταν το γένος Καζαντζή. Απλή, καλή οικογένεια. Π εριττό να σας πω ότι σε λίγο καιρό ο πατέρας μου τους κατασκλάβωσε με τα φερ σίματά του, διαλύοντας κάθε υποψ ία πω ς η κόρη τους δε θα περάσει στα χέρια του καλά ... Η μητέρα του πατέρα μου ήταν του γένους Κουρτζέλη, ο πατέ ρας της έπαιζε βιόλα ή βιολί. Ή ταν μουσικός και α π ’ α υτόν κληρονόμησε ο π α τέρ α ς μου τη μουσική φλέβα. Αυτός εξάλλου ήταν ο πρώτος που διάγνωσε το ταλέντο του και του δώρισε ένα παλιό βιολί, που έμελλε στην πορεία να παραχωρήσει τη θέση του στο μπουζούκι και σαν μπουζουξής να φτάσει εκεί που έφτασε.
Ο πρόωρα χαμ ένος Α γιασώ της στιχουργός, συνθέτης και δεξιοτέχνης μπουζουξής Λευτέρης Καλέλης...
Ο πατέρας μου μόνο από τη μουσική δεν μπορού σε να τα βγάλει πέρα. Πήγαινε σε οτιδήποτε δου λειές ... Το χειμώνα έπιανε στη «μηχανή», στο μπασκί. Δούλεψε ένα χρόνο βοηθός και τον άλλο χρόνο έγινε μάστορας από τους πιο καλούς. Ήθελε μεγάλη επιδεξιότητα να στοιβάσεις με ακρίβεια τα φάκελα με το χαμούρι, τον πολτοποιημένο ελαιόκαρπο, ώστε να πρεσ αρισ τούν καλά ως το τέλος, χω ρ ίς να πάνε στραβά ή να γλιστρήσουν και να κατεβάζεις και να ξανανεβάζεις το μπασκί που είχε δυο δυσάρεστες πλευρές. Η μια ήταν ότι δεν άρεσε στον απαλέτη, γιατί πίστευε ότι δε γινόταν καλά η δουλειά του, και είχε δίκιο. Άμα δεν πατιόντουσαν σωστά, δεν έβγαινε όλο το λάδι από το χαμούρι και δεν είχε καλή απόδο ση. Άρα δυσφήμιση του ελαιοτριβείου ... Δεύτερον, όσοι δούλευαν στο μπασκί δούλευαν με το στάμα, είχε δηλαδή οικονομικό κίνητρο. Όσο πιο πολλά στάματα έβγαζες, τόσο πιο πολλά λεφτά έπαιρνες. Αυτά όμως με την προϋπόθεση να μην τσαλαπατάς και να μη λούζεις με το κρύο τον πελάτη. Από εδώ βγήκε και η παροιμία «λούσαντουν μι του κρυγιό». Έπρεπε να είσαι σβέλτος και τεχνίτης. Τιμώντας δε
αυτούς τους ανθρώπους, τους απένειμαν εφ’ όρου ζωής τον τίτλο του μάστορα, όπω ς στην Αγγλία το σερ. Βαριά δουλειά και ανθυγιεινή. Από το πρωί μέχρι που σκόλαγες καθόσουνα βρεγμένος, αν ήσουνα και λίγο τσαπατσούλης, θεός και η ψυχή σου, την έπιανες την καλή πιο γρήγορα ... Αναφέρομαι στη βαριά αυτή δουλειά που έκανε ο πατέρας μου, γιατί αυτή έπαιξε καθοριστικό ρόλο, ήταν η αιτία που τον έριξε στο κρεβάτι του πόνου, Από το απλό κρυολόγημα φτάσα με στην περιπνευμονία και τέλος στη φυματίωση... Το μπουζούκι του πατέρα μου ήταν οχτάχορδο. Του το πήραν με έρανο που έκαναν οι φ ίλοι του, γιατί δεν έφταναν μόνο τα δικά του λεφτά. Οι φίλοι του τον αγαπούσαν και τον εκτιμούσαν. Ακόμα κι όταν αρρώστησε τον βοηθούσαν όσο μπορούσαν. Θυμάμαι πολλούς φίλους του πατέρα μου που στήρι ξαν αυτόν και κατ’ επέκταση και εμάς, σ’ αυΐές τις δύσκολες ώρες, και τους ευχαριστώ . Ή τα ν πολύ δύσκολο την τότε εποχή να είσαι άρρωστος, να ’χεις γυναίκα και δυο παιδιά και να μην μπορείς να δουλέ ψεις ... Δεν υπήρχε καμιά κρατική κάλυψη, κοινωνική πρόνοια, ούτε και υποτυπώδης. Και δεν ήταν μόνο η αρρώστια και ο πόνος, ήταν και το οικονομικό, που τσάκιζε κόκαλα. Η φυματίωση τότε ήταν κάτι σαν το σημερινό έιτζ. Κάθε άρρωστος ήταν δακτυλοδεικτούμενος, κοινωνικά απαράδεχτος. Τραγική κατάσταση, σας λέω, έπρεπε να ’χεις μεγάλο κουράγιο, για ν ’ αντέξεις τη συμπεριφορά των ξένων, αλλά και των δικών σου... Ό πω ς σας είπα πιο πάνω, το μπουζούκι του πατέ ρα μου ήταν ο χ τά χ ο ρ δ ο , κατασ κευασ μένο στην Κωνσταντινούπολη. Το αγόρασε και το ’φερε στο νησί από τη Σμύρνη κάποιος από την Αγία Μαρίνα. Από αυτόν το αγόρασε ο πατέρας μου. Το μπουζούκι υπήρχε αρκετά χρόνια μετά το θάνατο του πατέρα μου. Έ ρχονταν και το ζήταγαν πολλοί και προσπα θούσαν να μάθουν πάνω σ’ αυτό, λες και από μόνο του θα τους έκανε ξεφτέρια ... Ο μόνος που έμαθε και το αξιοποίησε επαγγελματικά ήταν ο Γιώργος Ιατρού (Αρχουτίτσ’). Όταν ήμουν μικρός, ο πατέρας μου μου είχε φτιά ξει ένα μικρό μπαγλαμαδάκι. Προσπαθούσε να με μάθει να παίζω. Η ζωή τα ’φερε τ ’ απάνω κάτω και διάφορες αρνητικές συγκυρίες δε μου επέτρεψαν να ξανασχοληθώ. Ίσως να μην είχα το ανάλογο ταλέντο, πα ρ’ όλο που τραγουδώ καλά και σωστά. Αντίθετα, ο αδερφός μου ο Γιώργης τα καταφέρνει πολύ καλά. Πρόκειται για το δεύτερο γιο του, που σήμερα είναι ιερέας στη Θερμή. Το μπουζούκι αυτό είχε άδοξο τέλος. Έγινε θρύψαλα πάνω σ’ ένα παιδικό κεφάλι, για τί στην προσπάθειά του να το παίξει ενόχλησε κάποιον...
Η μητέρα μου μου έλεγε πω ς κάποτε, πριν από τον πόλεμο του ’40, ο πατέρας μου κατέβηκε στην Αθήνα. Ή ταν φιλόδοξος, ήθελε να διακριθεί. Δεν ήξερε με ποιον συνεργάστηκε, πάντως της ζήτησε να κατέβει και αυτή στην Αθήνα. Πού θα ’ρθω εγώ, του λέει, εκεί, να μπλέξω μες στη ζούγκλα ... Και εσύ να προσέχεις μην μπλέξεις με καμιά πουτάνα τραγουδί στρια και μας ξεχάσεις ή μη σε μπλέξουν πουθενά με τα χασίσια και σε βάλουν φυλακή. Να τα μαζέψεις και να ρθεις πίσω, όσο γίνεται πιο γρήγορα. Καθώς σας είπα, την αγαπούσε τη μάνα μου, γ ι ’ αυτό και γύρισε πίσω χωρίς δεύτερο γράμμα. Να, η αντίδρασή της, που σας ανάφερα πιο πάνω. Ακόμα μου ’χε πει π ω ς κά ποτε ήρθε κ ά π ο ιο ς ξένος στο χω ρ ιό και ζητούσε τον πατέρα μου, όνομα δε θυμόταν. Ρώτησε κ ά π οιον πού μπορεί να τον βρει και του ’πε στο Σταυρί, στου Καμτζουρέλη το καφενείο. Ανηφόρισε αυτός στο Σταυρί, κάποιος όμως πρόλαβε και το ’πε στον πατέρα μου πω ς τον ζητούν, μάλιστα του τον έδειξε. Μ όλις ο ξένος φάνηκε στο εκκλησάκι του Ταξιάρχη, ο Αευτέρης είπε σε όλους στο καφενείο να μην τον δείξει κανείς. Θέλησε να κρατήσει ανωνυμία, γιατί δεν ήξερε τι τον θέλει, ήταν βλέπετε, επί Μεταξά ... Το κ α φ ενείο ήταν το σ ημ ερινό της χήρα ς Α αλαδέλη. Μ πήκε μέσα ο ξένο ς, χαιρέτησε και παράγγειλε έναν καφέ. Την ώρα που του τον σερβίρι ζε ο Γρηγόρης, τον ρώτησε ο ξένος χαμηλόφωνα αν ήρθε ο Καλέλης και ο καφετζής του είπε «ένι φάν’τσι ακόμα». Πέρασε αρκετή ώρα, χωρίς δεύτερη κουβέ ντα του ξένου. Το μάτι του όμως συνέχεια έπεφτε πάνω στο μπουζούκι του πατέρα μου, που ήταν κρε μασμένο στον τοίχο, δίπλα στον καθρέφτη. Σε μια στιγμή σηκώθηκε επάνω και μ’ ένα ύφος μάγκικο λέει στο Γρηγόρη. Φίλε, μπορώ να ρίξω δυο πενιές με το εργαλείο και έδειξε το μπουζούκι. Ό χ ’ μάνι δυο τσι δέκα παίξι, είπε ο Γρηγόρης. Πράγματι, ξεκρέμασε το όργανο, του χάιδεψε λίγο τις χορδές, να δει αν ήταν σωστά κουρδισμένο, κάθισε μετά στο κάθισμα, πήρε πόζα και άρχισε να παίζει. Έ παιξε πράγματι καλό μπουζούκι. Ο πατέρας μου, καθώς σας είπα, ήταν πα ρώ ν. Άμα έπαιξε δυο τρ ία κομμάτια ο ξένος, ξεθάρρεψε και κατά κάποιο τρόπο κατάλαβε πω ς άδικα τον υποψιάστηκε. Φαινόταν πως ήταν από το σινάφι των μουσικών ... Μπορώ, του λέει, τώρα να παίξω και εγώ ένα κομμάτι; Έπιασε λοιπόν το μπου ζούκι και μόνο φωτιές δεν πετούσαν οι χορδές ... Τότε ο ξένος σηκώθηκε και του λέει. Εσύ δεν μπορεί να είσαι άλλος από το Λευτέρη Καλέλη, άκουγα, μα δεν πίστευα... Κάθισαν μετά, τα ’πιαν, τα συζήτησαν, και αυτός πιστεύω ότι ήταν αυτός που τον ξεσήκωσε. Τον ξεσηκωμό δεν έπαψε να τον σκέφτεται ακόμα και μετά την πρώτη απόπειρα, που αποδεικνύεται από τα τραγούδια του που φρόντιζε να γράφονται σε κόλλες
πενταγράμμου με νότες. Δεν ήθελε να ξαναπάει στην Αθήνα χωρίς όπλα. Πίστευε πως ο πόλεμος μια μέρα θα τελειώσει και η ζωή θα ξαναπάρει τον κανονικό της ρυθμό. Φρόντιζε λοιπόν όλα τα τραγούδια του να τα γράφει σε κα νονικό χα ρτί μουσικής με νότες. Πήγαινε στο σπίτι του Αχιλλέα Σουσαμλή, που ήταν γνώστης της μουσικής και που στη θεωρία ήταν άπια στος, έγραφε και διάβαζε. Ή ταν ένας από τους καλύ τερους θεωρητικούς, άλλωστε, γ ι ’ αυτό το λόγο ο πρόεδρος του Αναγνωστηρίου Πάνος Πράτσος του ανέθεσε και έγραψε όλα τα πα λιά τρα γούδια της Σμύρνης, αφήνοντας μια μεγάλη μουσική κληρονο μιά στο αρχείο του Αναγνωστηρίου. Αυτά τα έντυπα τα θυμάμαι καλά και μετά το θάνα το του πα τέρ α μου τα φ ύλαγα σ ’ ένα συρτάρι. Αγνοώντας όμως την αξία τους, δεν τα σιγούρεψα και κάποια μέρα, σ’ ένα συγύρισμα, έγιναν προσάναμμα στο καζάνι ή πετάχτηκαν στα σκουπίδια από τη μάνα μου ... Το μόνο που σώθηκε και αυτό σε κακά χάλια, σχισμένο και δυσανάγνωστο, είναι ένα μπλοκάκι α π ’ αυτά στα οποία οι μπακάληδες γράφουν τα βερεσέδια. Ε ίνα ι αριθμισμένο, λείπουν όμω ς πολλά φύλλα. Υπάρχουν πολλά τραγούδια δικά του, αλλά και ξένα. Όταν γύρισε από το μέτωπο ο πατέρας μου, ύστε ρα από πολλές ταλαιπωρίες, όπως όλοι, έπιασε δου λειά στου Στρατή Δουγραματζή (Φουνιά). Ίσως να σας φανεί παράξενο ότι μέσα στην πείνα λειτουργού σε οινομαγειρείο. Κι όμως λειτουργούσε ... Πελάτες του; Όλοι οι μαυραγορίτες της εποχής, καθώς και οι Λιμνιώτες». Ας αφήσουμε όμως το Στρατή Τοπαλή να μας τα πει, όπως τα έζησε ο ίδιος αργότερα: «Τη φυματίωση ως αρρώστια μπορεί να την έκρυ βες από τα μάτια του κόσμου ... Αυτό όμως δε σε απάλλασσε από την αγωνία της καταδίκης σου σε αργό θάνατο. Κανείς γιατρός δε χρειαζόταν να σου το πει. Οι ενδείξεις της αρρώστιας μιλούσαν από μόνες τους (αιμοπτύσεις, δέκατα και άλλα πολλά). Το ότι θα πεθάνεις μια μέρα, δεν μπορείς να το χωνέψεις κι ας είναι αναπόφευκτο ... Το να ξέρεις όμως ότι θα φύγεις απ’ τη ζωή πριν την ώρα σου, αυτό σίγουρα θέλει πάρα πολύ γερά νεύρα. Ή ταν φοβερή αρρώστια άλλοτε, ολόκληρες οικογένειες ξεκληρίζονταν. Δεν υπήρχαν φάρμακα, οι συνθήκες ευνοούσαν τη μετάδοση της αρρώστιας. Η δυστυχία, η μιζέρια, η συστέγαση πολ λών ατόμων σε μικρούς χώρους, οι πολυμελείς οικο γένειες, ήταν ό,τι έπρεπε για τη μετάδοσή της. Η φυμα τίωση τότε ήταν κάτι το αντίστοιχο με το έιτζ σήμερα. Ο άρρωστος ήταν δακτυλοδεικτούμενος, κοινωνικά απαράδεχτος, τραγική κατάσταση, σας λέω. Έπρεπε να ’χεις μεγάλο κουράγιο για να αντέξεις τη συμπερι φορά των ξένων, αλλά και των δικών σου...» Απ’ ό,τι μου είπε ο Πάνος, δεν κάθισε πολύ καιρό
στο Σανατόρειο ο πατέρας του. Τον πλάκωνε πάρα πολύ το περιβάλλον. Έβλεπε τις προχωρημένες κατα στάσεις στους άλλους συνασθενείς του και τον έπιανε πανικός, του ’κανε μεγάλη ζημιά στον ψυχικό του κόσμο. Απελπίστηκε, έγινε ψυχικό ράκος, δεν μπορού σε να το δεχτεί π ω ς θα κα τα ντούσ ε έτσι ... Π αραμελούσε τα π ά ντα , επισ πεύδοντα ς με κάθε τρόπο, όσο πιο γρήγορα, να ’ρθει το τέλος. Το ’χε πάρει απόφαση πω ς ήταν καταδικασμένος κι αυτό βγαίνει και από τα χωρίς ίχνος αισιοδοξίας τελευταία τραγούδια του, που μάλλον ο επικήδειος του ταιριάζει πιο πολύ, γραμμένος από τον ίδιο. Το μπουζούκι, που τόσο το αγάπησε, γίνεται η μεγάλη παρηγοριά του, ο αδερφός του, ο εξομολογητής του, ο ίδιος ο πόνος του. Σ ’ αυτό ανοίγει την ψυχή του, σ’ αυτό εμπιστεύεται τους φόβους του, τις απορίες του για την άλλη ζωή που δεν ξέρει και που φαντάζεται, σ’ αυτό και στους φίλους αφήνει την τελευταία παραγγελία του ... Το τραγούδι του αυτό είναι χωρίς τίτλο. Πιστεύω ότι θα ’ναι το τελευταίο του και μπορεί να θεωρηθεί ο επική δειος του, γραμμένος από τον ίδιο: Φίλοι μου, σας αρνήθηκα, έτσ’ ήτανε γραφτό μου και πως ζωή πια δεν έχω το είδα σ τ’ όνειρό μου. Τι έκανα, ρε τύχη μου, μέσα σ ’ αυτή την κρίση και δίκασες αλύπητα τη βασανισμένη ζήση; Τύχη μου άσπλαχνη, κακιά, δε θα το μετανιώσω, αφού στο χάρο μια ψυχή θενά την παραδώσω. Έτσι μου ήτανε γραφτό στα πεύκα ν ’ ακουμπάω, να παίζω το μπουζούκι μου και μέσα να πονάω. Παίζοντας το μπουζούκι μου, ξεχνώ τα βάσανά μου και φεύγει λίγο η φωτιά πο ’χω στα σωθικά μου. Παρηγοριά πια έμεινε το μπουζουκάκι μόνο στην αγκαλιά μου παίζοντας κλαίει κι αυτό με πόνο. Μπουζούκι μου, μου έλεγες πως δε θα χωριστούμε, στον άλλον κόσμο άραγε δε θα ξανανταμωθούμε; Εκεί δε θα μπορεί κανείς να μας αποχωρίσει, θα παίζουμε στους φίλους μας, τη φλόγα μας να σβήνει. Φίλοι μου, είμαι φθισικός και το κορμί μου λιώνει και λίγο λίγο φθείρεται σαν του βουνού το χιόνι. Σαν αποθάνω, φίλοι μου, και κλείσει η καρδιά μου κοντά σας να με θάψετε, να είστε συντροφιά μου. Γλέντι να κάνετε καλό στον τάφο μου επάνω, με μπουζουκάκι έξυπνο, λίγο να ξανασάνω. Φίλοι μου και μπουζούκι μου, έτσ’είν’ αυτή η κρίση, το πάθος που ’χω στην καρδιά αυτό θα μας χωρίσει. Στον άλλο κόσμο, φίλοι μου, όλοι θ’ ανταμωθούμε κι εκεί θα πούμε τους καημούς που δω πέρα τραβούμε. Την έρημη την τύχη μου που τα ’βαλε μ ’ εμένα, που άνθρωπο σ ’ αυτή τη γη δεν πείραξα κανέναν...
Ο Αευτέρης Καλέλης πέθανε στις 18 Σεπτεμβρίου 1946, σε ηλικία μόλις 33 χρονών. Τραγική ειρωνεία! Αίγες βδομάδες μετά το θάνατό του κυκλοφόρησαν τα πρώτα αντιβιοτικά... Αγιάσος, 25.9.1992
ΠΡΟΚΟΠΗΣ ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗΣ
ΤΟ ΔΙΔΑΣΚΑΛΕΙΟ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ Α' Κ α ι το θεαματικότερο: Ένα μεγάλο κοπάδι δελ φίνια μας παρακολουθούσε από κοντά -στη θάλασσα βέβαια- παίζοντας και χορεύοντας ακροβατικά, όση ώρα τραγουδούσε η Χ ορω δία μας με μαέστρο τον ακούραστο μουσικό μας Γιάννη Διανέλο πάνω στη μεγάλη γέφυρα του πλοίου, και δεν έφυγαν επιδεικτι κά, παρά μόνο όταν τελείωσε το ρεπερτόριο των τρα γουδιών της Χορωδίας, που κράτησε κοντά μια ώρα. Άλλοι καθηγητές στην πρώτη τάξη θυμάμαι να ήταν: Ο ευγενικός Αντώνης Χαβιάρας, μαθηματι κός, και ο φιλικός Βασίλης Θεοδωράκης, φυσικός. Οι καθηγητές που δίδαξαν στο σχολείο μας, όσο ήταν διευθυντής ο δάσκαλός μας, ακολουθούσαν τη δική του εκπαιδευτική γραμμή, εκτός από έναν, που
τον κατάγγειλε κι από πάνω στο Υπουργείο Παιδείας για το Ημερολόγιο που γράφαμε οι μαθητές. Η παρουσία του, και στην απουσία του ακόμα που κράτησε δυο χρόνια, από το σχολικό έτος 1934 μέχρι το 1936, ήταν ολοζώντανη στο Διδασκαλείο μας. Τότες, σ’ ένα γράμμα που του έστειλα είχα κι ένα τετράστιχο, σαν αυτό που παραθέτω σήμερα, και εκείνος με ευχαρίστησε με θερμή επιστολή.
Έφυγες και μας άφησες σκιά του εαυτού σου τ ’ αχνάρια διάπλατα στρωμένα στις καρδιές μας. Πάνω σ ’ αυτά βαδίζουμε ορθοί, καμαρωτοί. Ποτέ δε θα ξεχάσουμε το φίλο δάσκαλό μας. Κ αι δεν τον ξεχάσαμε ποτέ. Ο μύθος του Ευάγγελου Παπανούτσου δε θα ξεχαστεί ποτέ. Και πώς να ξεχαστεί; Έχουν περάσει από τότε 65 χρόνια
Αναμνηστική φωτογραφία στο νεοϊδρυμένο, στο Ακλειδιού, Διδασκαλείο Μυτιλήνης. (Σχολικό έτος 1935-1936). Τέλος απολυτηρίων εξετάσεω ν, Μυτιλήνη 28 Ιουνίου 1936. Φ ωτο-Βασιλείου). Διακρίνονται από αριστερά, πρώτη σειρά (διδακτικό προσωπικό): 1. Μανόλης Κάβουρας (δικηγόρος). 2. Γεώργιος Τσελεπιδάκης (φυσικός). 3. Στρατής Γαβαλάς. 4. Γιάννης Μαυρουδής (γεωπόνος). 5. Ευγλωττία Σβορώνου (Οικοκυρικών). 6. Περικλής Παπαχριστοδούλου (φιλόλο γος, διευθύνων). 7. Γιάννης Φραγκούλης (θεολόγος). 8. Πλάτων Σταματάκης. 9. Σοφοκλής Τζανετής (αξιωματικός). 10. Γιάννης Αιανέλος (μουσικός). 11. Ασημάκης Γριμής (φυσικός). 12. Γιάννης Χ ατζηνικολάου (δάσκαλος από την Αγιάσο, διευθυντής του Προτύπου). 13. Νικόλαος Κουφέλης (γυμναστής). Δεύτερη σειρά: 1. Ελευθερία Πατσαμάνη. 2. Έλλη Σίμου. 3. Κλεοπάτρα Κλειδαρά. 4. Καλλιόπη Παπαχαρίτωνος. 5. Ουρανία Ασλάνη. 6. Λευκή Αμπατζή. 7. Κοραλία Τσορβά. 8. Μαρία Βερβερέλη. 9. Κώστας Σταυρόπουλος (φιλόλογος). Τρίτη σειρά: 1. Νίκος Γιακαλής. 2. (;) (ξένος, από άλλο Διδασκαλείο). 3. Νίκος Μιχάλης. 4. Δημήτριος Καβαδάς (από την Αγιάσο). 5. Κώστας Σπηλιαδής (από την Αγιάσο). 6. Γεώργιος Βαλάκος. 7. Θεόδωρος Μαντόπουλος. 8. Δημήτριος Κυπραίος. 9. Στρατής Χατζηλενούδας. 1θ. Όμηρος Πάτσης. 11. Θεόφραστος Γέρου. 12. Θεόδωρος Διαλεχτός. 13. Κώστας Ζωγράφος. 14. (;) (ξένος).
και το φαινόμενο Π απανούτσος και Διδασκαλείο Μυτιλήνης να μην έχει επαναληφθεί. Άιντε, περιμένετε σεις οι νέοι, που θα πάει, κομήτης είναι και θα ξαναρθεί. Όλα τα βιβλία του, εκπαιδευτικά και φιλοσοφικά, κάνουν το γύρο του κόσμου, μόνο εδώ στην πατρίδα του όποιος προλάβει και τα καταχωνιάσει. Κι όμως όποια εκπαιδευτική μεταρρύθμιση έγινε στη χώρα μας, στο μεγάλο μέρος της είναι έργο του Παπανούτσου. Πώς να ξεχάσεις τον άνθρωπο, το δάσκαλο, το φίλο σου, που μόνο προσφορά ήταν χωρίς κανένα απολύ τως αντάλλαγμα. Έζησε για τα παιδιά, για τους νέους, για τους άλλους, όποιοι και να ’ταν, σαν καβαλάρης, μεγάλος πολεμιστής, που πάνω στη μάχη κατέβαινε από το άλογό του, για να δέσει τις πληγές ακόμη και των εχθρών του. Δεν είχε κανέναν προσωπικό εχθρό εκτός από τους σαλτιμπάγκους πολιτικούς και του σιναφιού τους εκδορείς. Στιγμή δεν τον άφησαν να ξαποστάσει σε χλωρό κλαρί. Τον κυνηγούσαν, κι εκεί νος εκεί, να μην το βάζει κάτω. Βέβαια και μεις, τα παιδιά του, στο σχολείο δεν ήμασταν ουρανοκατέβατοι, π α ιδ ιά του επίγειου θεού ήμασταν, με τις ζαβολιές μας, με τις λαχτάρες μας, με τα όπα μας. Όσο λυπόταν γ ι ’ αυτό, τόσο χ α ιρ ό τα ν που είχε να κ ά νει μια δουλειά ακόμη παραπάνω , δύσκολη μεν, αλλά ευπρόσδεκτη, για το καλό των παιδιώ ν του, όπω ς έλεγε συχνά. Όλοι για το δάσκαλό μας ήμασταν ίσοι και αδιαί ρετοι. Τι θα πει καλά και κακά παιδιά; Όλα τα παιδιά έχουν τις δυνατότητες -μπορούν- εύκολα ή δύσκολα να γίνουν σωστοί άνθρωποι. Κι απευθυνόμενος σε μας: «όχι επιπόλαιες κρίσεις και ατυχείς προκαταλή ψεις. Τα παιδιά είναι εύκολη λεία να ξεστρατίσουν, άμα δεν τα κρίνει σωστά ο δάσκαλος». Ο δάσκαλός μας ποτέ δεν έκανε παρατήρηση σε άλλο δάσκαλό μας. Σε μας όμως η παρατήρησή του ήταν: «Δεν περίμενα, Καβαδά, από σένα να μη με καταλαβαίνεις», όταν υπήρχε βέβαια λόγος. Κι αν δεν τον καταλαβαίναμε τότε, τόσο όσο έπρεπε, τον κατα λάβαμε απόλυτα όταν τον χάσαμε, έτσι γίνεται πάντα. Όταν μας έλειψε η ηρεμία του, ο ζεστός και καθαρός λόγος του, η απόλυτη απλότητα και η σεμνότητά του, η απέραντη καλοσύνη και ανθρωπιά του, η ατέλειωτη υπομονή του ν ’ ακού με ενδιαφέρον και προσοχή οποιονδήποτε και για ψύλλου πήδημα, το χαρούμενο ή λυπημένο ανθρώ πινο χαμόγελό του, ανάλογα σε κάθε περίπτωση. Μέρες ολόκληρες να γράφω, δε θα μπορέσω ν ’ α πεικονίσ ω τον άνθρω πο Ευάγγελο Παπανούτσο, το μεγάλο παιδαγωγό. Να προσπαθεί με κάθε τρόπο ν ’ αναπτύξει ό,τι καλό είχε ο καθένας μας μέσα του και να σβήσει με γομολάστιχα ό,τι κακό. Καθημερινά αγωνιζόμασταν δασκάλοι και μαθητές να βγάλουμε καθαρή την πρώτη παρθενική χρονιά του σχολείου μας 1931-1932, για να επιβεβαιώσουμε την
Μαθητές του Διδασκαλείου στα «Τσάμια Ρουσέλη» (1 Μαΐου 1934). Διακρίνονται από αριστερά: 1. Στρατής Χατξηλενούδας. 2. Δημήτριος Καβαδάς. 3. Παναγιώτης ΓαΒαλάς. 4. Θεόφραστος Γέρου. 5. Ό μηρος Πάτσης. 6. Νίκος Γιακαλής. 7. Δημήτριος Παχόγλου (όρθιος). Ξαπλωμένοι: 1. (;) (εξωσχολικός). 2. Δημήτριος Κυπραίος.
αραχνοΰφαντη ύπαρξή μας και να επικυρώσουμε την εθνική αναγκαιότητα ανώτερου εκπαιδευτικού ιδρύμα τος στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, που από εθνικά ενδιάμεσα στηρίγματα, με την πατρώα γη της Μικράς Ασίας, κατάντησαν με την καταστροφή του 1922 θαλάσ σια ακριτικά όρια της μητέρας πατρίδας, στερημένα από κάθε υποδομή εκπαιδευτικής ανάπτυξης. Αγωνιούσαμε και για τις εθνικές βουλευτικές εκλογές που θα γίνονταν το φθινόπωρο του 1932 κι όλα μπορούσαν να συμβούν, και τα χειρότερα ακόμα, λίγοι όπω ς ήμασταν, ούτε 30 τον αριθμό, άστεγοι, χωρίς δικό μας σχολείο και με χίλια δυο προβλήματα υπαρκτά και αναμενόμενα. Βλέπετε, στην αγαπημένη μας πατρίδα συνέβαινε και συμβαίνει κάθε κομματι κή παράταξη ή αυτόκλητοι αρχάγγελοι να παίρνουν την εξουσία με την ψήφο ή όχι του ελληνικού λαού και να μην κάνουν εθνική αλλά κομματική και πολ λές φορές ξενόδουλη και προδοτική πολιτική. Κ υβ ερ νή τη ς α π ό το 1928 ή τα ν ο εθ νά ρ χη ς Ελευθέριος Βενιζέλος κι έληγε η τετράχρονη θητεία
του μέσα σ τ ’ α π ο κ α ΐδ ια της Μ ικ ρ α σ ια τ ικ ή ς Καταστροφής, που, αν και είχαν περάσει δέκα χρό νια από τότε, το καμίνι εξακολουθούσε να σιγοκαί ει και να πυροδοτεί το διχασμό του ελληνικού λαού και ανώμαλες πολιτικές καταστάσεις με απρόβλε πτα τα αποτελέσματα. Από κοντά και η πρωτοφα νής παγκόσ μια οικονομική κρίση του 1929, που σάρωνε κάθε προσπάθεια οικονομικής ανάπτυξης στον πλανήτη μας. Το Διδασκαλείο Μ υτιλήνης ήταν αποκλειστικό έργο το υ Γ εω ρ γίο υ Π α π α ν δ ρ έ ο υ , υ π ο υ ρ γ ο ύ Παιδείας και Θρησκευμάτων τότε, ο οποίος, καίτοι Α χ α ιό ς, π ο λ ιτ ε υ ό τ α ν επ ί μ ο νίμ ο υ βάσεω ς στη Δέσβο. Ό μω ς στην περίπτω ση του Διδασκαλείου Μ υτιλήνης με διευθυντή τον Ευάγγελο Παπανούτσο μεγάλη ήταν η συμβολή του συμπατριώτη μας Μίλτου Κουντουρά. Κ αι πρέπει να ομολογήσουμε ότι ο Γεώργιος Παπανδρέου στάθηκε τότε, για το νησί μας και για ολόκληρη την πατρίδα μας, ο καλύτερος υπουργός της Παιδείας. Στην ολιγόχρονη θητεία του χτίστη καν 3167 νέα σχολικά κτίρια και όχι μόνο. Ο Γεώργιος Παπανδρέου δεν έκανε μόνο σημα ντικά βήματα για τη ριζική εκπαιδευτική μεταρρύθ μιση της πατρίδας μας. Έκανε τεράστια άλματα με στόχο το πιο προηγμένο τότε ευρωπαϊκό εκπαιδευ τικό σύστημα. Απόδειξη: Διόρισε τον Οκτώβριο του 1931 τον Ευάγγελο Π απανούτσο, που πρόσφατα είχε τελειώ σει τις σπουδές του στην Ευρώπη, να δ ιε υ θ ύ ν ε ι, να δ ιδ ά σ κ ει κ α ι να λ ειτο υ ρ γ εί το Διδασκαλείο Μυτιλήνης, όπως εκείνος ήξερε, χωρίς κανέναν απολύτως παρεμβατισμό του Υπουργείου Παιδείας. Παράλληλα, στην απεγνωσμένη προσπά θειά του να κάνει μη αναστρέψιμη τη λειτουργία και την κατασκευή του κτιριακού συγκροτήματος του Πεντατάξιου Διδασκαλείου Μυτιλήνης, στην περί
πτωση που θα έχανε το Κόμμα τουν Φιλελευθέρων στις επικείμενες εκλογές, κατόρθωσε τα ακατόρθωτα σε χρόνο ρεκόρ. Να αγοράσει ο Δήμος Μυτιλήνης, με δήμαρχο το Ν ικόλαο Π ετρόπουλο, τα πρώ τα δεκαεφτά στρέμματα οικοπεδικής γης στο πανέμορ φο προάστιο της Μυτιλήνης, στ’ Ακλειδιού, από τον Πάνο Διβαδιώτη, με τη συμβολαιογραφική πράξη αγοράς 29352/5.1.1932. Στις 21 Μαρτίου 1932 να διατάξει με υπερεπείγον τηλεγράφημα τους αρμόδιους στη Μυτιλήνη για την κατασκευή των κτιρίων του Διδασκαλείου, να εγκαταστήσουν αμέσως τον εργολάβο και ν ’ αρχίσουν οι κάθε μορφής και ανάγκης προκαταρ κτικές χωματουργικές εργασίες και τα σχέδια, που ήδη είχαν αρχίσει με την αγορά του οικοπέδου. Και στις 20 Απριλίου 1932 να γράφει η τοπική εφημερίδα της Μυτιλήνης «Δημοκράτης»: «Χτές το
πρω ΐ έτελέσθη ό αγιασμός είς το άνεγειρόμενον εν Α κ λ ειδ ιο ύ Α ιδασκαλεϊον Αιγαίου. Ό αγιασμός έψάλη κατανυκτικώτατα υπό του Πρωτοσυγγέλου κ. Ιο υ σ τ ίν ο υ , εύχηθέντο ς υπέρ του Υ π ο υ ρ γ ο ύ Παιδείας κ. Γεωργίου Παπανδρέου , υπέρ του παρισταμένου κατά τήν τελετήν Νομάρχου Αέσβου και τής άκολουθίας του και υπέρ τών άναλαβόντων τήν έκτέλεσιν του αληθώς μεγάλου τούτου έργου. Μετά τήν άκολουθίαν του αγιασμού ό Πρωτοσύγγελος κ. Ιουστίνος , κατελθών είς τάς τάφρους τών θεμελίων; ήγίασε αυτά , θυσιασθέντος κ α τ’ έθιμον πανάρχαιον ενός μεγαλοπρεπούς πετεινού». Και ο «Δημοκράτης» συνεχίζει: «Ώ ς μας έδηλώθη, σήμερον απασχολούνται εν συνόλω 300 έργάται. Εν τή παρόδω όμως τών εργασιών έλπίζεται ότι θά δοθή εργασία είς μεγαλύτερον άριθμόν έργατών». Τη μεγάλη είδηση της επίσημης θεμελίωσης του Διδασκαλείου μας, ο δάσκαλός μας την έκανε εκ του φυσικού, όταν μας πήγε δήθεν για μικρή εκδρομή στ’
Αναμνηστική φωτογρα φία από τις Γυμναστικές Επιδείξεις που έγιναν στο γήπεδο του «Παλλεσβιακό!» στις 17 Μ αΐου 1936. Γυμναστής ο Νίκος Κουφέλης...
Αθήνα, 12.5.1996
Αγαπητέ Γιάννη,
Από εκδρομή του Διδασκαλείου... Διακρίνονται ο καθηγητής μουσικής Γιάννης Διανέλος... (Τη φωτογραφία παραχώρησε η Ουρανία Ασλάνη)
Ακλειδιού, λίγες μέρες μετά. Ή ταν να χαίρεσαι να τον βλέπεις και να τον ακούς να μιλά και να κινείται συνεχώς εδώ κι εκεί, στ’ ανοίγματα και στις τάφρους των θεμελίων, όπου θα χτιζόταν το σχολείο μας. Να θαυμάζει το τοπίο, να εξηγεί, να παρατηρεί και να φαντάζεται πώ ς θα ’ταν τελειωμένο το παλάτι των ονείρων του, που θ ’ απλω νόταν σ ’ έναν τεράστιο χώρο και ψηλό, όπω ς θα ’ταν, να δεσπόζει σ’ ολό κληρη την όμορφη περιοχή Ακλειδιού. Και εμείς να τα ’χουμε χαμένα, έτσι ξαφνικά όπως βρεθήκαμε επί τόπου, και να μην πιστεύουμε στα μάτια μας πως πολύ σύντομα, με τη μεγάλη φόρα που το αρχίνησαν, σ’ ένα δυο χρόνια θα βολευόμασταν εδώ στο σχολείο μας κι αργότερα μπορεί να μέναμε και μέσα οικότροφοι, αφού αυτός ήταν ο σκοπός της ίδρυ σής του: Ε κ π α ιδ ευ τικ ό Ίδ ρ υ μ α Π εντα τά ξιο υ Διδασκαλείου και Οικοτροφείου. Θα είχε 82 αίθουσες και άλλους πολλούς χρήσιμους χώρους για τη σωστή εκπαιδευτική λειτουργία του και την παροχή στέγα σης, τροφής και ψυχαγωγίας σε εκατό πενήντα με διακόσιους σπουδαστές και σπουδάστριες, παιδιά, αγό ρια και κορίτσια, δεκατεσσάρων και δεκαπέντε χρο νών που ήμασταν τότε, της παλιάς σχολής, τα πολλά από χωριό, με περιορισμένες γραμματικές γνώσεις και κοινωνικές αντιλήψεις. Μη βλέπετε τώρα που από δώδεκα χρονών είναι κύριοι και κυρίες, αγόρια και κορίτσια, με πολλά δικαιώματα και με μειωμένες υπο χρεώσεις. Και για μη κακοφανισμό τους, επικροτώ και επαυξάνω τον τρόπο της ζωής τους, καίτοι ογδό ντα χρονών όπως είμαι. Όμως η ζωή δεν έχει μόνο μια καλή πλευρά, που όλοι θα θέλαμε να είχε. Έ χει κι άλλες πολλές, που μπορεί να μη μας είναι αρεστές, όμως είναι απαραίτητες και πρέπει να καλλιεργούνται παράλληλα όλες για μια ολοκληραιμένη ανθρώπινη ορθολογική ισορροπία. (Συνεχίζεται)
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΑΒΑΔΑΣ
Δεν μπορεί, όταν έχεις μπει, όπως εγώ, πριν από αρκε τά χρόνια στην τρίτη ηλικία, να μην πληγώνεσαι, βλέπο ντας σε παλιές φωτογραφίες νέους ανθρώπους, παιδιά σχεδόν, που έκλεισαν πολύ νωρίς τον κύκλο της ζωής. Με πέντε από τους εικονιζόμενους στη φωτογρα φία του τεύχους 92 σπουδαστές του Διδασκαλείου Μ υτιλήνης εφοίτησα το 1939/1940 στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών Σύρου. Τον έναν απ’ αυτούς, τον Ευθύμιο Μακρή (τέταρτη σειρά, 4ος), τον αναφέρω σε σχετικό, γ ι’ αυτούς που αποφοίτησαν από τη Σχολή, γραφτό μου (τεύχος 85). Άλλους τρεις δεν τους ανέφερα στο γραφτό μου αυτό, γιατί πριν αποφοιτήσουν τους μετέταξαν ύστερα από σχετική αίτησή των στην Αεροπορία (δεύτερη σειρά, 3ος Κώστας (γράφε ορθό: Μιχάλης) Γάκας, 4ος Γιώργος Σάκης, 8ος Όμηρος Πάτσης). Είναι και οι τρεις μακαρί τες. Τραγική η περίπτωση του Γάκα. Σκοτώθηκε το 1940, πριν από τον πόλεμο, από πτώση του αεροπλάνου. Οι άλλοι δύο πέρασαν στη Μέση Ανατολή. Ο Σάκης αρρώ στησε (φυματίωση) και πέθανε στην Αθήνα νέος. Ο Πάτσης πέθανε και αυτός πριν από αρκετά χρόνια. Τέλος τον αγαπητό Γιώργο Παπαευστρατίου (δεύτερη σειρά, 7ος), από το Κεράμι της Καλλονής, παρέλειψα να τον αναφέρω στο τεύχος 85 στους αποφοιτήσαντες. Επανορθώνω με το σημείωμά μου αυτό.
Β. ΠΕΤΕΙΝΕΔΔΗΣ
ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΕΙΣ - ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ Στην εργασία του Δημητρίου Καβαδά «Το διδασκα λείο Μυτιλήνης», η οποία δημοσιεύεται σε συνέχειες, να γίνουν οι παρακάτω συμπληρώσεις-διορθώσεις: α. Στη λεζάντα της σελίδας 9 του τεύχους 92 (1996): Πρώτη σειρά: 5. Μαρία Κλήμη γράφε Μέρσα Κλήμη. Δεύτερη σειρά: 3. Κώστας (γράφε ορθό: Μιχάλης). 4. Γεώργιος Σάκκης. 7. Γεώργιος Παπαευστρατίου, από το Κεράμι Καλλονής. Πέμπτη σειρά: 1. Στρατής Σάκκης. Στη σελίδα 10, στην πρώτη παράγραφο της πρώτης στήλης, να προστεθούν: Μανόλης Αθανασίου (διέκοψε από την πρώτη στιγμή), Στρατής Σάκκης, από τον Πολιχνίτο. β. Στο τεύχος 93 (Μάρτης-Απρίλης 1996), στη σελίδα 8, να αφαιρεθεί το 2(;) και η αρίθμηση να μετατραπεί και να τερματίσει στο 7 αντί του 8. Στη σελίδα 9: Μαυρογ ιάννης γράφε Μυρογ ιάννης.
ΣΑΒΒΑΣ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΠΕΡΓΑΜΑΛΗΣ Ο άνθρωπος, ο αγωνιστής, ο πρωτοπόρος μετανάστης Β Ο σ ο ν αφορά τους συλλόγους, στις αρχές του 1960 ο πα τέρ α ς μου μαζί με άλλους Α γιασώ τες ίδ ρ υ σ α ν το ν Α γ ια σ ώ τικ ο Σ ύ λλο γο . Δ υ σ τυ χώ ς όμως, για διάφορους λόγους, ο σύλλογος δια λύ θηκε και τα χρήματα τα οποία είχε συγκεντρώσει, τα έσ τειλ ε ο π α τ έ ρ α ς μου, ω ς π ρ ό ε δ ρ ο ς , στο Α ναγνω στήριο(σύμφ ω να με επιθυμ ία του π ρ ο έ δ ρ ο υ Π ά ν ο υ Π ρ ά τσ ο υ ) το 1969 ή το 1970, δε θυμάμαι ακριβώς. Οι Έ λληνες μετανάστες δούλεψαν σκληρά να γίνουν οικονομικά ανεξάρτητοι και να εξασφαλί σουν ένα κ α λύ τερ ο μέλλον γ ια την ο ικ ο γένειά τους. Έ τσ ι κ α ι ο π α τέρ α ς μου δούλεψε σκληρά για την οικογένειά του και για τη μόρφωση τω ν π α ιδ ιώ ν του. Ο αδελφός μου έγινε λογιστής και
Ο Σάββας Ιγνατίου Περγάμαλης ένστολος (1945).
Ο Σάββας Ιγνατίου Π εργάμαλης με τη σύζυγό του Αννα Παπαμιχαήλ (1945)...
εγώ, που γεννήθηκα στο δγάηογ το 1948, έγινα στενογράφος και δακτυλογράφος. Τον περασμέ νο χ ρ ό ν ο π ή ρ α δ υ ο π α ν ε π ισ τ η μ ια κ ά π τ υ χ ία «Βαούοΐοτ οί Ατΐδ» και «Οίρΐοπια ΐπ Εάυοαΐίοπ», δηλαδή είμ α ι κ α θη γή τρια της Ισ το ρ ία ς κ α ι της Αγγλικής Λογοτεχνίας. Το 1950 ο πατέρας μου έφερε τον αδελφό του Νικόλα οικογενειακούς στην Αυστραλία. Κ ατόπιν, ο θείος μου έφερε άλλους Αγιασώτες με πρόσκλη ση κ α ι έτσ ι ά ρ χ ισ ε η μεγάλη « έ ξ ο δ ο ς » τω ν Αγιασωτών. Ε π ειδ ή ή τα ν ο π ρ ώ τ ο ς Α γ ια σ ώ τη ς στην Αυστραλία και επειδή λίγο πολύ ήξερε το σύστημα, ο π α τέρ α ς μου πρόσφερε τη βοήθειά του στους χω ρ ια νο ύς σε οποιοδή ποτε πρόβλημά τους, στη γλώσσα, στη δουλειά κτλ. Θ υμάμαι, όταν ήμουν μικρή, που συμπλήρωνα αιτήσεις, μετάφραζα και έκανα το διερμηνέα πά ρα πολλές φορές, για να βοηθήσω τους χωριανούς.
Μετά από 28 χρ όνια στην ξενιτιά , ο πατέρας μου γ ύ ρ ισ ε το 1973 στην Α γ ιά σ ο , μ α ζί με τη μ η τέρα μου κ α ι το γ ιο μου Β α σ ίλ η . Το 1977 ή ρθε γ ια δ ε ύ τ ε ρ η κ α ι τ ε λ ε υ τ α ία φ ο ρ ά σ το χω ριό. Ε πίσης, το 1977 πήγε στις Η .Π .Α. να δει, γ ια π ρ ώ τη φ ο ρ ά , την α δ ελ φ ή το υ Δ έ σ π ο ιν α . Π ρ ιν γεννη θεί ο π α τέρ α ς μου, ο π α π π ο ύ ς μου Ιγνά τιος, στις αρχές του 1900, πήγε στην Α μερι κή. Εκεί, πάντρεψ ε τις κόρες του, Δ έσποινα και Μ αρία. Η Μ αρία πέθανε, χω ρ ίς να τη γνω ρίσει, α λλά είχε α λ λ η λ ο γ ρ α φ ία με τ ις δυο α δ ελ φ ές του. Π ριν δέκα χρόνια, ο πατέρας μου αρρώστησε και περιορίστηκε στο σ π ίτι, όπου περνούσε την ώ ρα το υ σ το ν κ ή π ο , ο ο π ο ίο ς το υ θ ύ μ ιζ ε την Αγιάσο. Τα ξημερώματα της 4ης Σεπτεμβρίου 1994, Ημέρα του Πατέρα (ΡαΐΗθΓ’δ Ώαγ), ο πατέρας μου απεβίωσε στο νοσοκομείο. Αυτό που έκανε τον πατέρα μου να ξεχω ρίζει από άλλους ανθρώ πους, και πιστεύω ότι πολλοί θα συμφωνήσουν μαζί μου, ήταν η γενναιοδωρία, η καλοσύνη, η ευγένεια, η πνευματικότητα, η αγάπη για το συνάνθρω πό του και το α ιώ νιο χαμόγελο στα χείλη του...
ΜΑΡΙΑ ΠΕΡΓΑΜΑΑΗ-ΠΙΠΕΡΙΤΗ
Η Μαρία Ιγνατίου Περγάμαλη μεταναστέυσε στην Αμερική, όπως και τόσοι άλλοι Αγιασώτες...
Εγγραφο του Ιερού Αόχου (διαστάσεων 22x28 εκ.), με το οποίο δίνεται το δικαίωμα στο Σάββα Ιγνατίου Περγάμαλη να φέρει το σήμα του ιερολοχίτη...
ΣΤΙΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ... Κ α τ ά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο διέκοψα τις θεολογικές μου σπουδές και μαζί με τους εξ αναβο λής λόγω σπουδών υπηρέτησα τη στρατιωτική μου θητεία, στο Σύνταγμα Εκπαιδεύσεως, στο Χαϊδάρι. Κατά τη γερμανική κατοχή πήρα μέρος στην Εθνική Αντίσταση "έλόμενος συγκακουχεισθαι τώ λαω του Θεού” και με τη Θεολογική μου ιδιότητα, σε ορισμέ νες περιστάσεις, εκφώνησα λόγους, που μερικών, στη συνέχεια, παραθέτω αποσπάσματα. Α. Από τον επικήδειο στον ιερομόναχο Ιάκωβο Π. Α ν τω νίο υ , σ τις 26 Α π ρ ιλ ίο υ 1942, στο Ιερό Π ροσκύνημα της Υ περα γία ς Θεοτόκου. "Και θα
είχες τελειώσει τις θεολογικές σου σπουδές, αν τα πολεμικά γεγονότα-λόγοι ανεξάρτητοι α π ’ τη θέλησή σου- δε σε ανάγκαζαν να διακόψεις προσωρινά τις σπουδές σου! Όμως δεν έχανες το θάρρος σου, αλλά κρατούσες άσβεστη τη λαμπάδα της ελπίδας *ποτέ δεν άφησες τα σκοτάδια της απελπισίας να θολώ σουν τους φω τεινούς ορίζοντες της ψυχής σου. Ή λπιζες ότι μια μέρα τα δεινά θα περάσουν και οι διακαείς πόθοι σου θα γίνουν πραγματικότητα... Κατά την ιερή αυτή στιγμή, κατά την οποία ως συμ μαθητής και συμφοιτητής σου σε αποχαιρετώ για τελευ ταία φορά, μια θερμή παράκληση έχω να σου υποβάλω. Έφυγες για πάντα α π ’ τη ζωή αυτή, "τον ύλώδη βίον", όπως την ονομάζει ο Γρηγόριος ο Νύσσης. Μεταπή δησες α π ’ τη στρατευόμενη στη θριαμβεύουσα εκκλησία, το ουράνιο θυσιαστήριο. Εκεί να υψώνεις τα μυρωμένα χέρια σου και να προσεύχεσαι στον Κύριο των νεκρών και των ζώντων για μας τους ζωντανούς, να λιγοστέψει τις σκληρές μέρες που ζούμε". Β. Α π ’ το λόγο εκ μέρους της Συμβιβαστικής Επιτροπής, στο διάλειμμα κάποιας θεατρικής παράστα σης, στις 30 Αυγούστου 1944 στον Κήπο της Παναγίας. "Η σύσταση της Συμβιβαστικής Επιτροπής είναι επιβεβλημένη α π ’ την κρισιμότητα των στιγμών. Οι ιστορικές στιγμές και μέρες που ζούμε επιβάλλουν περισσότερο από κάθε άλλη φορά την εθνική ενότητα. Όλοι μας, ως ελληνικός λαός, έχουμε στις ψυχές μας κοινούς πόνους, κοινούς καημούς, ανησυχίες, πόθους και λαχτάρες. Και οι πόθοι μας αυτοί θα πραγματωθούν, όταν αφήσουμε κατά μέρος τα προσωπικά μας πάθη και αγαπήσουμε τους άλλους, όπως τα αδέρφια μας. Όλα θα πετύχουν, όταν γνωρίσουμε την αλήθεια, που κήρυξε ο θείος ιδρυτής του χριστιανισμού- "γνώσεσθε τήν αλήθειαν και ή αλήθεια ελευθερώσει υμάς", είπε ο Χριστός στο σύγχρονό του ιουδαϊκό λαό, που ζούσε κάτω α π ’ το ζυγό των Ρωμαίων. Γι ’ αυτό όλοι μας, ανεξάρτητα α π ’ τις πολιτικές και ιδεολογικές μας διαφορές, έχουμε χρέος σαν Έλληνες να δώσουμε
Ο Βασίλειος Αϊβαλιώτης στο Α' Τάγμα Σκαπανέων στον Αγιο Νικόλαο Κρήτης...
ειλικρινά τα χέρια ο ένας στον άλλο και όλοι μαζί να εργαστούμε για το κτίσιμο της καινούργιας Ελλάδας. Μονάχα έτσι θα μπορέσουμε να ανεβούμε τον ανηφο ρικό δρόμο του Γολγοθά και να φθάσουμε και να δοκιμάσουμε τη χαρά της Ανάστασης... Και όταν ξημερώσει η ευλογημένη κείνη μέρα, που χαρούμενα θα σημάνουν οι καμπάνες της λευ τεριάς και της ειρήνης, τότε ενωμένοι και αδελφω μένοι όλοι μαζί, με πρωτοπόρο τη νεολαία μας, ας βαδίσουμε το δρόμο αυτό που οδηγεί στη δόξα, την πρόοδο και την ευτυχία της Ελληνικής Πατρίδας". Γ. Α π ’ τον πανηγυρικό της δοξολογίας στις 13 Σ ε π τ ε μ β ρ ίο υ 1944 στο Ιερό Π ρ ο σ κ ύ ν η μ α της Υ περα γία ς Θεοτόκου, μετά την αποχώ ρηση τω ν Γερμανών α π ’ το νησί. "Έ λευθέρα μ έν ή κ τίσ ις γνω ρίζεται, υιοί δέ φωτός οί πριν έσκοτισμένοι». Υπάρχουν στιγμές και ημέρες στη ζωή των ατόμων και των λαών, που η γλώσσα του ανθρώπου δεν έχει τη δύναμη να εκφράσει ό,τι συναισθάνεται η πλημμυρισμέ νη από συναισθήματα χαράς και ευγνωμοσύνης ψυχή. Τέτοιες κατεξοχήν είναι και οι ιστορικές αυτές μέρες,
κατά η ς οποίες η ελληνική ψυχή, γεμάτη από συναισθή ματα χαράς ανείπωτης και ευγνωμοσύνης βαθύτατης για το λυτρωμό της, έρχεται να εκφράσει την ευχαρι στία και δοξολογία της στο δοτήρα παντός αγαθού πανάγαθο Θεό "ότι έπεσκέψατο και έποίησε λύτρωσιν τώ λαώ αυτού" και να στεφανώσει με στεφάνια αμάρα ντα, καμωμένα α π ’ τα λουλούδια της ευγνωμοσύνης και των ευχαριστιών μας τα δοξασμένα μέτωπα... Και γενικά όλων εκείνων, που αγωνίστηκαν για να διώξουν α π ’ την Ελλάδα το γερμανικό, ιταλικό και βουλγαρικό φασισμό και να της χαρίσουν τη λευτεριά, με την ολοκληρωμένη σημασία που έχει η λέξη... Ό λοι α υ το ί κ ρ ά τη σ α ν ψηλά τη ν τιμ ή της Ελλάδας και διεκήρυξαν ένα σπουδαίο δίδαγμα στον κόσμο ολόκληρο. Ότι η υλική βία, όσο οργα νωμένη κι αν είναι, δεν έχει τη δύναμη να καταπνί ξει τη θέληση ενός λαού, που περιφρονώντας την τρομοκρατία και το θάνατο πήρε την αμετάκλητη απόφαση να ζήσει ελεύθερος. Κ αι όσοι μεν α π ’ αυτούς βρίσκονται στη ζωή, το έθνος τους τιμά και τους δ ο ξ ά ζει, όσοι δε έπ εσ α ν α π ’ το β ό λι το υ εχθρού εύ χ ετα ι ο λό ψ υχα όπω ς οι ψ υχές το υ ς εύρουν ανάπαυση στις αγκάλες του αιδ ίου φωτός. Την ίδια θέση με τους τελευταίους πρέπει να πάρουν και εκείνοι που βρήκαν μαρτυρικό θάνατο κάτω απ ’ την πείνα, την εξορία και την καταπίεση κι έκλεισαν τα μάτια, φεύγοντας απ ’ τον κόσμο αυτό με την πίκρα στην καρδιά και με το παράπονο στα χείλη. Σ ’όλους αυτούς, είτε νεκροί είτε ζωντανοί είναι, δίνουμε τη διαβεβαίωση ότι ο αγώνας που έκαναν; το αίμα που έχυσαν; ο μαρτυ ρικός θάνατος που τους βρήκε, δεν πήγαν χαμένα. Ο δρόμος του Γολγοθά είναι ο μοναδικός δρόμος που οδη γεί στην Ανάσταση. Έδωσαν τα απαραίτητα εκείνα υλικά για να κτιστεί η καινούργια Ελλάδα, όπως την οραματιζόμαστε, στην οποία να βασιλεύει μια πραγμα τική λευτεριά, ευτυχία και δικαιοσύνη. Γι’ αυτό και τα ονόματα όλων αυτών θα προφέρονται πάντα με βαθύτα το σεβασμό, εφόσον θα υπάρχουν ελληνικές καρδιές που θα χτυπούν και χείλη ελληνικά που θα μιλούν... Και τώρα, ενωμένοι γύρω στους εθνικούς μας αρχη γούς, ας εργαστούμε ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του, ώστε στο μέλλον να εκλείψει α π’ την ανθρωπότητα η φοβερή μάστιγα του πολέμου και να επικρατήσει μεταξύ των ανθρώπων; ανεξαρτήτως φυλής και γλώσ σας, η ποθητή ειρήνη *ειρήνη όμως πραγματική και μόνιμη. Εκείνην ακριβώς την ειρήνη που ηύχοντο να επικρατήσει πάνω στη γη οι αγγελικές στρατιές, όταν μια χειμωνιάτικη νύχτα, μέσα στο Σπήλαιο της Βηθλεέμ γεννήθηκε ο μεγάλος Ειρηνοποιός και έψαλλαν τόσο αρμονικά τον υπέροχο εκείνο ύμνο. "Λόξα εν ύψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη". ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ X. ΑΪΒΑΛΙΩΤΗΣ
Η ΥΠΟΔΗΜΑΤΟΠΟΙΙΑ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑΣΟ Παπουτσήδες και καλφάδες Α λλοτε η Αγιάσος είχε πολλά εργαστήρια, ήταν αυτάρκης σε βιοτεχνικά και άλλα προϊόντα. Υπήρχαν σακοποιεία, βυρσοδεψεία, αγγειοπλαστεία, σιδηρουρ γεία, ξυλουργεία , μ α χα ιρ ο π ο ιεία , κετσετζίδικα, ραφεία, καπιστράδικα, σαμαράδικα, παπουτσίδικα και τόσα άλλα. Σήμερα πολλά επαγγέλματα έχουν εκλείψει. Τα περισσότερα εργαστήρια έκλεισαν είτε γιατί ο κόσμος έφυγε στα αστικά κέντρα είτε γιατί τα προϊόντα τους έπαψαν να έχουν ζήτηση... Ε νδεικ τικ ό ς του β ιο τεχνικ ο ύ οργασ μού τω ν Αγιασωτών είναι και ο παρακάτω πίνακας των υπο δηματοποιών και των καλφάδων, οι οποίοι εργάζο νταν στα 33 παπουτσίδικα που λειτουργούσαν στη δεκαετία 1950-1960 ... Τον κατάρτισε ο εκλεκτός φίλος και συνεργάτης μας Γ ρ η γ ό ρ ι ο ς Ι ω ά ν ν ο υ Π α π α π ο ρ φ υ ρ ί ο υ , ο οποίος εργάστηκε κοντά στον πατέρα του ως υποδηματοποιός, προτού φύγει στην Αμερική και εγκατασταθεί στην Αστόρια...
ΓΙΑΝΧΑΤΖ
Ο υποδηματοποιός-δερματέμπορος Παναγιώτης Καμινέλης (αριστερά) και ο Γεώργιος Συναδινός (Βαρού).
Ο Ιωάννης Παπαπορφυρίου (Τσίρος) ως τα τελευταία του ασκούσε το επάγγελμά του... (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Στρατής Γραμμέλης)
Α. Υ ποδημα τοποιοί με δικά τους εργαστήρια:
Αβαγίανός Ιωάννης, Αξιομάκαρος Σταύρος, Βαλε ντίνος Μιχαήλ, Βάλεσης Αντώνιος, Βάλεσης Ευστρά τιος, Βαλιάτα Αλεξανδρής, Βατρικάς Ιωάννης, Βουρλής Ευστράτιος, Αεμιργκέλης Αναστάσιος, Ζαλπαρίνης Βασίλειος, Καμινέλης Παναγιώτης, Καμπουρέλης Βασίλειος, Κ αμπουρέλης Ευστράτιος, Κ απτανής Παναγιώτης, Καραγιάννης Γεώργιος, Καραγκιοζέλης Κωνσταντίνος, Καραδεμίρης Γεώργιος, Κουνέλης Σπύρος, Κρυνής Σταύρος, Κουρτζέλης Παναγιώτης, Μακρέλης Ευστράτιος, Παπαπορφυρίου Ιωάννης, Παραμυθέλης Παράσχος, Παραμυθέλης Χρίστος, Π ασχαλιάς Ιωάννης, Π ρινίτης Μιχαήλ, Σταφίδας Παναγιώτης, Τζίνης Αημήτριος, Τσουκαλάς Χ ρ ι στόφας, Τσουκαρέλης Αημήτριος, Φραντζής Χριστό φας, Χ α τζηκο μνηνό ς Χ ρισ τό φ α ς, Ψ υρκούδης Ευστράτιος...
Ο Μ ιχαήλ Π ρινίτης και ο γιος του Ευστράτιος στο εργαστήριό τους ... Δ εξιά κάτι μαστορεύει ο Σταύρος Τσομπανέλης (Δαχανίδα). (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Πολύδιορος Πρινίτης)
Β. Καλφάδες: Αβαγίανός Βασίλειος, Α ρβανι
τέλης Ευστράτιος, Ασβεστάς Παναγιώτης, Ασπρο μάτης Φώτιος (Καβουριά), Κ αζαντζής Π αναγιώ της, Κακαλιός Παναγιώτης, Καλέλης Απόστολος, Κ α λ έλ η ς Ε υ σ τρ ά τιο ς, Κ α μ π ο υ ρ έλ η ς Μ ιχαήλ, Καραγιάννης Παναγιώτης, Κηκίδας Παναγιώτης, Κοντής Ευστράτιος (Σμαρίδα), Κουνής Αντώνιος, Κ ο υνή ς Σ τυ λ ια νό ς, Κ ο υ ρ ιτά ς Κ ω νστα ντίνο ς, Κ ο υρ ιτά ς Π αναγιώ της, Κ ουφ έλος Ε υστράτιος, Π α τέλ η ς Α ν τώ ν ιο ς , Ο ικ ο νό μ ο υ Ε υ σ τρ ά τιο ς, Π α π α π ο ρ φ υ ρ ίο υ Γρηγόριος, Π α π α π ο ρφ υ ρ ίο υ Ε υ σ τρ ά τιο ς, Π ρ ιν ίτη ς Ε υ σ τρ ά τιο ς, Π ρ ιν ίτη ς Παναγιώτης, Ράπτης Μιχαήλ, Σιάχος Προκόπιος, Σκλεπάρης Ιωάννης, Τζέγκος Παναγιώτης, Ψ υρ κούδης Παναγιώτης...
Το σινάφι των παπουτσήδων διασκεδάζει στον Κάτω Κάμπο, στο καφε νείο του Γιάννη Λαλά (Καμτζουρέλη), τιμώντας τον προστάτη Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, πριν από πολλά χρόνια... Χ ορεύουν από δεξιά ο Ευστράτιος Κουφέλος, ο Παναγιώτης Πρινίτης, ο Στυλιανός Κουνής και ο Γρηγόριος Παπαπορφυρίου. (Τη φωτογραφία παραχώρη σε ο Γ ρηγόριος Παπαπορφυρίου)
ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟ ΦΑΚΟ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ
Δυο Αγιασώ τες λεβεντόγεροι, ο (;) Δαδιέλης και ο Βασίλειος Χατζημάγκος... (Τη φωτογραφία παραχώρησε η Μαριγώ Γούναρη)
Το «φανάρι» της Αγίας Τριάδας ετοιμάζεται... Διακρίνονται δεξιά ο Παναγιώτης Ακαμάτης και ο Γρηγόριος Γεωργαντής (Μπόλκα)... (Τη φωτογραφία παραχώρησε η Χρυσούλα Ευστρατίου Παπαπορφυρίου)
Αναμνηστική φωτογραφία της εποχής του μεσοπολέμου (1925):Διακρίνονται από αρι στερά, πρώτη σειρά: 1. Παναγιώτης Λιγέλης. 2. Ανδρέας Λιγέλης. 3. Γεώργιος Κουτσκουδής. 4. Παναγιώτης Κουτσκουδής. 5. Σαπφώ Κουτσκουδή . 6. Ελευθερία Κουτσκουδή. 7. Βασιλεία Χατζηγιάννη (παιδί). Δεύτερη σειρά: 1. Αμερσούδα Δημητρίου Λιγέλη. 2. Καλλιόπη Λιγέλη (παιδί). 3. Δέσποινα Μιχαήλ Ευαγγελινού. 4. Ευστρατία Ευστρα τίου Κουτσκουδή. 5. Βασιλική Παναγιώτη Κουτσκουδή. 6. Μαριγώ Αναστασίου Χατζη γιάννη. 7. Ασημάκης Χατζηγιάννης (παιδί). Τρίτη σειρά: 1. Δημήτριος Λιγέλης. 2. Μιχαήλ Ευαγγελινός. 3. Ευστράτιος Κουτσκουδής. 4. Παναγιώτης Κουτσκουδής. 5. Δημήτριος Παναγιώτη Κουτσκουδής (νήπιο). 6. Ανα στάσιος Χατζηγιάννης. 7. Χρυσόστομος Μπουκατέλης. (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Α. Κουτσκουδής)
ΣΤΟ ΚΑΜΕΝΟ ΔΑΣΟΣ
ο
Δε θα ’ρθει πια η χαραυγή να λούσει τα μαλλί κι ο ήλιος με τα χρυσαφιά χτένια να σε χτενίι Να σου φορέσει δε θα βρει η γη τα γιορτινά) άνθους δε θα ’χει η άνοιξη, να σε λαμπροστολ
^
ι%
Των αρωμάτων οι κρουνοί τις αδειανές υδρίες δε θα γεμίσουν, να χυθούν στην αυγινή σου κ). Στ’ απόξερα δρομάκια σου του ήλιου οι πορεί οι χαρωπές, θ’ απογενούν των ηττημένων θρήν
0
ΤΑ ΡΑΝΤΙΣΜΑΤΑ Τζίτζιρας ’π’ τα ραντίσματα δεν έμεινι στου λιώνα, αφού τσι γοι σκατουμπαμπούλ’ ψουφήσανι ακόμα. Μηδί πουλύ πιτάμινου δεν έχει απουμείνει, πόλιμου στα ραντίσματα μέχρι να γέν’ ειρήνη. Ούλα τα δηλητήρια έδιου μας τα κβανήσαν, αρρώστγις γνουστές τσι άγνουστις, γ’ έρμις, μας αφανίσαν. Σκουτώνιν τα πλάσματα του Θιου, που τρώγανι του δάκου, τσι κάτι ζουντανός στα δέντρα αποκάτου. Λιπέρνιτι, ραντίξιτι τσι κάνιτι αγώνα τσι δάκους βουστσίζ’ αδέσπουτους σ’ ουλόκληρου του λιώνα. Ούλα τα ποίτσι γι ουθιός μι γνώση τσι σουφία τσι βγήκατι ανώτιροι, π’λίτι φιλουσουφία. Γοι αθρώπ’ στα χρόνια τα παλιά σκάφταν τσι καθιρίζαν, πιντάρια λάδια βγάζανι τσ’ ούλα μουσκουμυρίζαν. Κασμάδις παρατζείλιτι τσι σκάψιτι τς πιζούλις, ’πι τν ασκαψιά μπιτόν αρμέ γινήκανι πλια ούλις.
Δε θα σου στρώσει ατλαζί σεντόνι το χορτάρι να κοιμηθείς. Τ’ αηδόνια σου δε θα σε νανουρί Τ’ αγέρι στα ξερόκλωνα τις άρπες του δε θα ’ με νότες νεραϊδόφωνες, να σε γλυκοκοιμίσουν,
Δροσιά δε θα ’χεις στους μαστούς, για να γαλι τα πεινασμένα της ζωής, τα χείλη τα φρυγμένι Το ζωοφόρο αίμα σου πια δε θα μεταγγίσεις, στα στεγνωμένα στήθια της, τα απονεκρωμένα,
Κει που οι νύμφες χόρευαν, στ’ αλώνια σου η οι Ερινύες στήσανε χορό ολόγυρά σου. Των βάνδαλων απόγινες ερειπωμένη χώρα, π ’ ολόρθια πυρπόλησαν την τόση στρατιά σου,
Τ’ αποκαμένα σκέλη σου σαν χέρια υψωμένα, σε δέηση, στον ουρανό, καθώς τριζοκοπάνε, θρηνολογούν φαντάσματα, μεσονυχτίς βγαλμένα «Όποιος το δάσος έκαψε, καταραμένος να ’ναι
Αγιάσος, 2.5.1996
ΜΑΡΙΑ ΑΓΙΑΣΩΤΟΥ-ΑΑ> ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΑΜΑΤΣΟΣ
ΚΑΛΗ ΜΟΙΑΖ’ ΦΕΤΟΥ ΓΗ ΧΡΟΥΝΙΑ Καλή μοιάζ’ φέτου γη χρουνιά, γη πιο καλή απ’ ούλις, τσι φρούτα έχ’ τσι κάστανα, καρύδια τσι ιλιούδις. Χέρια θέλιν πουλλά γ ’ ιλιές φέτου να μαζουχτούνι, άμα θαν έρτ’ γη ώραντουν, ούλ’ θ’ ανισκουμπουθούμι. Του λάδ’ είνι συνάλλαγμα τσι γιατρικό για ούλα τσ’ άμα θα π’λήγ’ς ένα βαρέλ’, γιμόγ’ς λιλιά τ’ σακούλα. Σαν του πουτκό θα τ’ βτήξουμι ούλ’ μες στου λάδ’ τν ουρά μας τσ’ όσα μαντάτσια έχουμι θα πέσιν ’π’ τα μιριά μας. Βάρσαμου είνι του λαδέλ’, γιατρέβ’ τς πληγές μας ούλις τσι πάντα είνι μι λιλιά γιμάτις γοι σακούλις. Τίπουτα άλλου απ’ του λάδ’ δεν τουν γιατρέβ’ του πόνου, του βλουγημένου ’νι για ούλ’ πάντα του ουξυγόνου. Τα φρούτα είνι για χαρσλίτσ’, μόνου για τς καφινέδις, για ένα πιν’ταρέλ’ ρατσί, τσιγάρ’ τσι για καφέδις. Του λάδ’ είνι που μας λαδών’ τσι γοι πληγές μας κλείνιν τσι τα λιλιά μας δεν τιλειών’ν, στου πιρτουφόλ’ πληθύνιν.
Ο ΚΕΡΑΥΝΟΣ Σταλμένος τα χαράματα, || ψωμί για να μας πάρει... εβρήκα τον πατέρα μεθυσμένο σε μια λατέρνα να χορεύει του Μπακά! Ήμουνα τόσο παιδαρέλι και τώρα κείτομαι γερόντιο στην κάσα! Ποια δύναμη τα βλέφαρα θα κλείσει; Μόνο με φίλημα στοργής σίγουρα θα γινόταν! Ήταν ωραίος άνθρωπος η μάνα! Ποτέ δε σήκωσε φωνή κατηγορίας! Μα έχει φύγει από χρόνια μακριά... καλπάζοντας καβάλα σε κακούργο μανιτάρι... Ποια δύναμη τα βλέφαρα θα κλείσει; Πώς θα χωρέσει ο κεραυνός στο φωτεινό μου μνήμα; Ιούλιος 1995
Αγιάσος, 1.6.1996
ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΑΜΑΤΣΟΣ
ΟΜΗΡΟΣ ΠΑΠΑΝΗΣ ΜΑΡΙΓΩ!
ΓΙ ΠΟΑΙΜΟΥΣ Αφήτι τς πληγές να κλείσουν! ’π’ του πόλιμου τουν άλλουν, γοι Τούρκοι ιπιτέλους πλια πρέπ’ να του καταλάβουν. Δε λύνιν γοι διαφουρές μι τφέτσια τσι κανόνια, προυβλήματα δημιουργούν για ούλα μας τα χρόνια. Να κάτσιν ούλ’ σ’ ένα τραπέζ’ τς διαφουρές να λύσιν, τς παράδις που δίν’ν στς ιξουπλισμοί, φτάν’ν γοι λαοί να ζήσιν. ’Π’ του πόλιμου κανές δε βγαίν’ στου τέλους κιρδισμένους, γιου κάθανες ανάλουγα θαν είνι ξημιουμένους. Όσα που λέμι ποίκαμι ’πν αρχή ίσαμ’ τα τώρα, ποιο ήτανι του άφιλους που κέρδισι γη χωρά; Καταστρουφές κάν’ πόλιμους τσ’ ανάπηρους αφήν’, γ’ Ιλλάδα ουλουκαύτουμα θα πρέπ’ να ξαναγίν’. Όσ’ κάνιτι του πόλιμου, στέρνιτι τα μουρά σας, μη, άμαν άψει γη φουτιά, σύρνιτι την ουρά σας. Τα τφέτσια να πιτάξιτι, να κλείσιτι ειρήν’, πουτές πλια άλλους πόλιμους δεν πρέπ’ να ξαναγίν’. Αγιάσος, 27.3.1996
ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΑΜΑΤΣΟΣ
ΠΑΙΑΙΚΗ ΞΕΓΝΟΙΑΣΙΑ Κάθομαι και γεμίζει θλίψη τη ζωή μου, π ’ ακούω μουσική και δεν είσαι κοντά μου. Η ύπαρξή μας υπήρξε μουσική συμφωνία. Τώρα όμως, ίσως δε με συλλογιέσαι πια. Κι όμως στο νου και στην καρδιά υπήρξαμε ένα, τότε που ούτε καν το σκεφτόμαστε, το ξέρεις δα.
ΤΟ ΚΙΣΜΕΤ Έτσι το θέλει το κισμέτ, μαζί ο Μήτρος κι ο Αχμέτ. Ν’ αφήσουμε τις έχθρες, μπρε, να σβήσουμε τα μίση, να πίνουν οι φαμίλιες μας νερό απ ’ την ίδια βρύση. Διάλεξε έν’ από τα δυο, αν θες να κάνουμε χωριό. Χειροβομβίδα ή κλαδί ελιάς, γιαβρούμ αφέντη, γκελ μπουρντά, φέρ’ το χέρι σου, ταμάμ, ν ’ αρχίσει γλέντι. Πάρ’ ένα μαλεμπί να φας, άφεριμ! Φέρε και για μας. Κόπιασε, φίλοι να ’μαστε κι όχι εχθροί γειτόνοι, νταλγκάς, ωρέ, στις χώρες μας και ΕΙΡΗΝΗ να ενώνει. Έλα ντουγρού, αν συμφωνείς, καρντάση μου, να μου το πεις. Να βγούμ’ όλοι στο μαχαλά να σφίξουμε τα χέρια και με σεβντά ν ’ αρχίσουμε γλέντι κάτω απ’ τ’ αστέρια. Νοέμβρης 1996
ΜΑΡΙΑ ΠΑΤΣΕΑΗ-ΚΑΜΙΝΕΑΗ
ΕΠΑΨΕΣ ΠΙΑ ΝΑ Μ’ ΑΓΑΠΑΣ Έπαψες πια να μ’ αγαπάς, γιατί νομίζεις τάχα πως μου μαράναν την καρδιά τα χρόνια τα φευγάτα.
Πάντα για σε χτυπά η καρδιά μου κι ας μη σου το ’πα, όπως λες, μα και τώρα, που το ’μαθες, τάχα μπόρεσες να τ’ αρνηστείς είτε να το πιστέψεις; Τα περασμένα νιώθαμε το ίδιο, γιατί ήμασταν «παιδιά», σαν να ήτανε το τώρα χτες κι ωσάν να ήταν πάντα...
Μα η δική μου η καρδιά, όσα κι αν πάνε χρόνια, θα κρύβει μέσα δύναμη, για ν ’ αγαπά ακόμα.
Μα η ζωή που δεν τελειώνει ξεμάκρυνε την παιδική ψυχή απ’ τη ζωή μας. Μας έριξε σε δυο στρατόπεδα και χώρια: Αντρας-Γυναίκα, να παλεύουμε.
Και μην απομακρύνεσαι, γιατί θα πικραθείς, όταν σε ξένη αγκαλιά με σπρώξεις να με βρεις.
«Σατιρικά»
Προτού το σώμα μαραθεί μαράθηκε η καρδιά σου και σέρνει στον αφανισμό την τόση ομορφιά σου.
Αγιάσος, 29.2.1996
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Γ. ΣΚΛΕΠΑΡΗΣ
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΟΥΤΖΟΥΡΕΛΗΣ
ΜΑΤΙΕΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΑΓΙΑΣΟ ΤΣΙΡΑΜΙΑΑ Β
Το
β ρ ά δ υ , ό τα ν χ τ υ π ο ύ σ ε η κ α μ π ά ν α της Παναγίας για τον καθημερινό εσπερινό, ήταν ώρα να του δίνουμε. Ο π α ππούς στο γαϊδουράκο που δεν έκανε ιδιαίτερη προσπάθεια να τον καβαλικέψει, πολύ ψηλός όπω ς ήταν, γυρίζαμε στο χω ριό ευχαριστημένοι για την όμορφη μέρα που περάσα με ο παππούς, ο γάιδαρος κι εγώ. Το σωθύρι του Αϊ-Στράτη το δώρισε εν ζωή ο Γρηγόρης Χατζηπαναγιώτης Σκορδάς στον πατέρα μου Παναγιώτη -ήταν μοναχοπαίδι- για τις πολύ μεγάλες φροντίδες και υπηρεσίες που του προσέφεραν η μητέρα του Ευθυμία και ο πατέρας του Γιάννης Π α ναγιώ του Κ αβαδάς, ύστερα από μια πάρα πολύ πικρή ιστορία ανέκδοτη, που άμα προ κάνω θα την απεικονίσω αντικειμενικά στις πραγ ματικές διαστάσεις της. Ή τα ν το μεγαλύτερο και καλύτερο κτήμα της περιοχής, στρέμματα 25, με δυο νερά και το κοινοτικό που περνούσε από μέσα με ταγάρι από το Βάλανο. Από καρποφόρα δέντρα είχε α π ’ όλα, εκτός από εσπεριδοειδή, που αυτά δεν αντέχουν στο κλίμα της Αγιάσου. Κ οντά στο χ ω ρ ιό , π ε ρ ιτρ ιγ υ ρ ισ μ έν ο με το ίχ ο ξερ ο λ ιθ ιά ς, αλλά απόρθητο από μεγάλα .ζώα. Τα καλοκαίρια το κάναμε ένα με των Φραντζήδων, για τί το δικό τους δεν είχε νερό και αφήναμε όλα τα ζώα, μουλάρια-γαϊδούρια δικά τους και δικά μας, μέσα, ελεύ θερα να περάσουν το καλοκαίρι. Ό ταν το πήρε ο πατέρας μου ήταν ζούγκλα. Μετά το θάνατο του πατέρα και της μητέρας το 1957 -γεννήθηκαν το 1882-, με διαθήκη του π α τέρ α μου περιήλθε σε μένα. Εγώ δε στάθηκα ικανός να το κρατήσω. Δ εν μ π ο ρ ώ να π α ρ α λ ε ίψ ω ό τ ι ο Γ ρη γόρη ς Χ ατζηπαναγιώ της Σκορδάς, που θεωρείται μεγά λος ευεργέτης της Α γιάσ ου, βάφ τισ ε σε η λικ ία τρ ιώ ν ετώ ν -γεννήθηκε το 1848- τη γ ια γ ιά μου Ευθυμία, που γεννήθηκε το 1851, την αδερφή μου Μ αρία Κ αβαδά-Ε υαγγελινού, που γεννήθηκε το 1910, κι εμένα που γεννήθηκα το 1916. Ο νουνός μας Σκορδάς και η γιαγιά μας πέθαναν τον Αύγουστο του 1928, μέσα σ’ ένα εικοσιτε τράωρο, έντεκα και δώδεκα του μήνα, Σάββατο και Κυριακή αντίστοιχα, και ο πα ππούς μας Γιάννης μετά έξι μήνες. Αυτή η ανθρώπινη τραγωδία θεω ρήθηκε από τους συγχω ριανούς μας προκλητική εύνοια να χάσουμε δήθεν τα «κουτρούλια », όπω ς έλεγαν, τόσο γρήγορα και ομαδικά. Μ άλιστα επί
χρ όνια να μας φ ω νάζουν πειρ α χτικ ά : σχονράτι του ’28! Για μας και οι τρεις, κυρίως η γιαγιά και ο παππούς, αγωνίστηκαν σ ’ όλη τους τη ζωή, για να καλυτερέψ ουν τη δική μας. Ας είνα ι ελαφρύ το χώμα που τους σκεπάζει. Ή ταν τότε η εποχή που η τιμή του ηλικιωμένου άντρα δεν υπερέβαινε την αξία του γέρικου αλό γου. Η ζωή μετριόταν με την αγροτική κυρίως από δοση του καθενός. Μπορείς, κάτσε, αλλιώς άδειαζέ μας τη γω νιά ... Κάθε οικογένεια με το βιος που είχε έπρεπε να είναι αυτάρκης σε ανθρώπους και ζώα, αλλιώ ς η φακή έπινε το λάδι και δεν περίσ σευε τίποτα για το καντήλι. Τα καλοκαιρινά σωθύρια τα είχαν μάλλον για να βόσκουν ελεύθερα σ ’ αυτά τα ζώα, που ήταν α πα ρα ίτη τα για το λιομά ζω μα . Τα κάστανα, τα μήλα, τ ’ αχλάδια, όλα τα φρούτα ήταν για οικογε νειακή κατανάλωση, συμπλήρωμα της διατροφής τους και τω ν ζώ ω ν τους, αφού η τιμή τους δεν έφτανε πά ντα να τα κατεβάσουν στην αγορά για πούλημα. Κοινωνική ασφάλιση ούτε κατά διάνοια και φυσικά για το οχτάωρο που άρχιζε από τη μια τη νύχτα και τέλειωνε την άλλη, ανάλογα με τον καιρό. Η κοινωνική ασφάλιση του ΙΚΑ άρχισε στη Λέσβο το 1937, α π ό πρώ τη Δ εκεμ βρίου. Ε ίμ α ι ...αρχαιότερος από το ΙΚΑ Λέσβου κατά 9 μήνες, αλλά ας μην τα σκαλίζω, γιατί βρομούν. Κι ενώ όλα τότε στο χω ριό μας -κι όχι μόνοήταν κακά, ψυχρά κι ανάποδα, δεν είχαμε ούτε νερό να πιούμε. Φ α ντά ζομ α ι και σήμερα να μην έχει λυθεί ριζικά το πρόβλημα. Κάτι διάβασα σε μια εφη μερίδα της Μυτιλήνης, να μιλούν για σχέδια. Πού, στην κατάφυτη και ορεινή Αγιάσο με δυο ποτάμια, πολλές πηγές επάνω και κάτω και στο μισό ο πάλαι ποτέ πληθυσμός της Αγιάσου -βέβαια το τελευταίο δε μετρά, γιατί εμείς τότε το νερό το ...φοβόμασταν! Βρύσες υπήρχαν μόνο σε πολύκοσμα σταυροδρό μια, με υπόνομο απαραίτητα, και πριν το 1927, που μας ήρθε το ηλεκτρικό, και με φανάρι. Μια τέτοια βρύση ήταν στο πατρικό μου σπίτι χαμηλά, στην ω ραία Μ πουτζα λιά, οδός Μ πιζανίου. Και μια άλλη ο Κ ατουρλάς, που είχε γίνει διάσημος με τα ... καμώματά του. Κοντά ήταν το σπίτι του παππού μου Γιάννη Καβαδά... Κάθε μέρα, σε κάθε βρύση, από τη μαύρη νύχτα άρχιζε η επιχείρηση του νερού. Οι κοπελιές μια μια μα ζεύονταν με τα σ ύνεργά τους: ντενεκέδες με ξύλινο χέρι, στάμνες, σταμνάκια, να πάρουν σειρά και η κουβέντα άναβε. Καθεμιά είχε να πει το δικό της και η άλλη το μακρύ και το κοντό της και όλα τα νέα, ντόπια και ξένα, με τον αρχαιότερο τρόπο
μετάδοσης, τον προφορικό λόγο ...έπαιρναν σάρκα και οστά. Δε γ ν ω ρ ίζα μ ε κ α νένα σ π ίτ ι να ’χει π α ρ ο χή νερού μέχρι το 1930. Νερό είχαν οι δυο εκκλησίες, της Παναγίας και της Αγίας Τριάδας, τα δυο σχο λεία και τα δυο δημόσια αποχωρητήρια, το ένα στο Χάνι με τον πολύ ωραίο τύπο, τον Κουταλή, που «από μέσα ... έτρωγε και περίσσευε κιόλας», και το άλλο μέσα στον περίβολο της εκκλησίας, δίπ λα στην ... εξοχική Καφενταρία. Για πυρόσβεση ... απλά πράγματα, αν και δεν καίγονταν τα σπίτια και τα δάση μας. Οι κάτοικοι όλοι πρόσεχαν, το τσιγάρο το έσβηναν στο βουνό μέσα στην αρισ τερή χο ύ φ τα τους με σάλιο που έφτυναν! Δεν ε ίν α ι... σικ, λυπάμαι! Μια φωτιά που έβαλαν οι Γερμανοί, λίγες μέρες πριν φύγουν α π ’ το νησί, στο Τσαμλίκι, κοντά στην Αγία Παρασκευή κι ερχόταν προς τους Λ άμπου Μ ύλους με άγριες διαθέσεις, τη σβήσαμε με γενική επ ισ τρ ά τε υ σ η το υ α ρ σ ε ν ικ ο ύ π λ η θ υ σ μ ο ύ της Αγιάσου. Πρώτη φορά έγινε τέτοια μαζική οργα νωμένη κινητοποίηση. Πήραν μέρος στην κατάσβε ση α κόμα κ α ι οι γ ια τ ρ ο ί. Έ ν α ς μ ονά χα έμεινε π ίσ ω , θ α ρρ ώ ο Χ α τζη ν ικ ο λ ά ο υ . Ή μ ο υ να τότε υπεύθυνος του ΕΛΑΣ. Το νερό είναι το πρώτο αγαθό της ζωής και σαν τέτοιο πρέπει να μας ευχαριστεί, όταν το πίνουμε, να το χρησιμοποιούμε σωστά για τις πραγματικές α νά γκες μας κα ι να θλιβόμαστε βαθιά, ότα ν το ξοδεύουμ ε α σ υ λ λ ό γισ τα . Δεν είν α ι α τέλειω το . Ή ταν, αλλά ο άνθρω πος με χίλιους δυο τρόπους το βρόμισε πραγματικά και όχι λογοτεχνικά, όπως βρόμισε το νερό της Τσιραμίδας ο τραγοπόδαρος θεός των βοσκών, με τα πονηρά καμώματά του... Έ τσ ι καθιερώθηκε στην Τσιραμίδα να γίνεται το βαρύ πλύσιμο, σαν σε δημόσιο πλυντήριο δίκην θείας οικονομίας, αφού το νερό που χρειαζόταν η Αγιάσος για τους κατοίκους της ήταν πάρα πολύ λίγο και δεν έφτανε ούτε για τις στοιχειώδεις ανά γκες τους. Έ πειτα η θέση της Τσιραμίδας ήταν πλε ονεκτική α π ό π ο λ λ ές πλευρ ές. Ή τα ν μέσα στο χωριό -στην άκρη βέβαια- είχε μεγάλο κοινόχρηστο χώρο, ήταν απόμερα και είχε βαρβάτο οχετό κατευ θείαν στον Απέσο, που έχυναν εκεί κι άλλοι οχετοί. Κι όπω ς το νερό πετούσε σαν σπαθί κρουσταλλέ νιο από μια κοινή τσ ιρα μίδα -εξού και τ ’ όνομά της- από πολύ παλιά, και σφύριζε, όπως έπεφτε με ορμή μέσα στην πα λιά γούρνα, ήταν σαν να δ ια μαρτυρόταν για την προσβολή που της έκαναν οι θνητοί, να μην πίνουν το νερό της. Εκεί τότε έπλεναν καρπέτες -ναι, Γιάννη, και σώβρακα μάλλινα, χοντρά , πλεγμένα στο χέρι-, τσόλια τρίχινα, μαλλιά, ρούχα παλιά που γέμιζαν
Η Ειρήνη Ζαχαρία Συριώτου, εγγονή του αείμνηστου παπα-Νικόλα Πατσέλη, σε βρύση του χωριού, που από χρόνια έπαψε να δροσίζει τους κατοίκους... (Τη φωτογραφία παραχώρησε η Μυρσίνη Βλαστάρη)
μ’ αυτά τα στρώματα, τη στρωμνή, όπου κοιμόμα σταν, αν και καλύτερα να π λά για ζες κατάχαμα. Έ πλεναν επίσης ξύλινα έπιπλα που έπιασαν κο ριούς, κοριούς να δουν τα μάτια σου, βόλοι βόλοι. Εδώ απαραίτητο και το καζάνι για ζεματιστό νερό. Με το γάιδαρο τα έφερναν λερωμένα κι όταν τρα βούσαν λίγο, μετά το πλύσιμο, με το γάιδαρο τα πήγαιναν ... καθαρά στο σπίτι. Τι τραβούσαν οι κοπελιές, με τον κόπανο επ ’ ώμου! Τι θα πει σαπούνια και απορρυπαντικά, ο κόπανος λογαριαζόταν μαζί τους, που ακουγόταν από μακριά, όπως κατέβαινε βαριά και θυμωμένα κι έσπαζε κόκαλα και ξερνούσε βρομιές. Εδώ, στην Τ σ ιραμ ίδα, επί μεγάλου τρ α γο π ό δ α ρ ο υ ήταν οι αποθήκες και οι μεγάλες μάντρες, όπου κατέφευ γαν οι βοσκοί με τα κοπάδια τους, για να τα προφυλάξουν από τις βαριές χειμω νιάτικες μέρες κι από εχθρικές επιδρομές μακρινών γειτόνω ν τους και από πειρατές, που καμιά φορά ανέβαιναν ως εδώ πάνω για πλιάτσικο και καταστροφές!... Αθήνα, 28.1.1996
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΑΒΑΔΑΣ
Ο Σύλλογός μας τίμησε την προστάτιδά του... Τ ο Δ ιοικητικό Συμβούλιο του «Φιλοπρόοδου Συλλόγου Αγιασωτών» υλοποίησε την απόφαση, την οποία είχε λάβει πριν δυο χρόνια περίπου, με την καθιέρωση της γιορτής της προσ τά τιδά ς του, της Παναγίας της Αγιασώτισσας. Έτσι, από εφέτος και κάθε χρόνο, την Παρασκευή της Διακαινησίμου, ημέρα της γιορτής της Ζωοδόχου Πηγής, θα τιμά ο Σύλλογος την προστάτιδά του στην Αθήνα. Στις 19 Απριλίου, ανήμερα της Ζωοδόχου Πηγής, έγινε θεία πανηγυρική λειτουργία και αρτοκλασία στον ιερό ναό της Π αναγίας της Φανερωμένης του Χολαργού, όπου εκτός των άλλων ιερούργησαν ο αντιπρόεδρος του Συλλόγου μας πατήρ Νεκτάριος Χ ατζηπροκοπίου και ο επίσης Αγιασώτης ιερέας Ευστράτιος Γεωργαντής. Παραβρέθηκε σύσσωμο το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου, ο δήμαρ χος Χολαργού Χαράλαμπος Σκούρτης και πλήθος Αγιασωτών και πιστών. Στην είσοδο του ναού είχε εκ τεθ εί γ ια π ρ ο σ κ ύ ν η μ α η ιερή ε ικ ό ν α της Παναγίας της Αγιασώτισσας, πιστό αντίγραφο της εικόνας της Π αναγίας του χωριού μας, και παρα πλεύρους το λάβαρο του Συλλόγου μας. Μετά τη θεία λειτουργία το Διοικητικό Συμβού λιο δεξιώθηκε στο Πνευματικό Κέντρο της Π ανα
γίας Φανερωμένης όσους τίμησαν με την παρουσία τους τη γιορτή μας και τους πρόσφερε καφέ, γλυκά και τσ ουρέκι... Βρακοφορούσες στη συνέχεια χόρε ψαν διάφορους χορούς του νησιού μας και της ιδι αίτερης πατρίδας μας. Ή ταν πραγματικά ένα πανη γύρι που θύμιζε Αγιάσο του παλιού καλού καιρού. Οι εορταστικές εκδηλώσεις συνεχίστηκαν και το βράδυ στο εστιατόριο-ταβέρνα «Μπαρμπα-Δήμος» στην Κ αλλιθέα, με πα ραδοσιακή μουσική, όπου χορέψαμε μέχρι πρωίας, μπάλο, συρτό, καρσιλαμά, την «ωραία Μ πουτζαλιά» και τα «ξύλα». Η πίστα δεν έμεινε άδεια ούτε λεπτό και το κέφι είχε φτάσει στο αποκορύφωμά του από πολύ νωρίς. Τέτοιες εκδηλώσεις αξίζει τον κόπο να τις γευό μαστε όλοι μας, γιατί μας φέρνουν πολύ κοντά στην παράδοσή μας, την οποία ο Σύλλογός μας καταβάλ λει κάθε δυνατή προσπάθεια να διατηρήσει ζωντανή στην πολύβουη Αθήνα, και παράλληλα μας χαρίζουν λίγες καλές στιγμές, χωρίς άγχος και προβλήματα. Πάντα με τέτοια και του χρόνου η συμμετοχή μας να είναι μαζικότερη... Αθήνα, 30.4.1996
Φ1ΛΙΤΣΑ ΣΤΑΥΡΑΚΕΑΗ
Από τη γιορτή των Αγιασωτών δεν ήταν δυνατόν να λείψουν, κατά τη δεξίωση, η μουσική και ο χορός... (Φωτογραφία Μιχάλη Κορομηλά)
Αγιασώ τες εορταστές με το λάβαρο του Συλλόγου (19 Απριλίου 1996). (Φωτογραφία Μιχάλη Κορομηλά)
Αγιασώτες εορταστές μπροστά στο ναό της Π αναγίας Φανερωμένης του Χ ολαργού (19 Απριλίου 1996). (Φωτογραφία Μιχάλη Κορομηλά)
ΑΠΟ ΤΗ ΑΡΑΣ Η ΤΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ ΜΑΣ Στο δρόμο των εθνικοθρησκευτικών παραδόσεων Μ ε εξαιρετική λαμπρότητα γιορτάστηκε φέτος στην Αγιάσο η γιορτή της Πίστης και της Λευτεριάς, ο Ε υα γγελισ μ ός της Θ εοτόκου κα ι η κήρυξη της Επανάστασης του 1821. Ιδιαίτερη ήταν η συμμετοχή των μαθητών και των μαθητριών όλων τα)ν βαθμιδών της Εκπαίδευσης. Την Παρασκευή, 22 Μαρτίου 1996, στον Παιδικό Σταθμό και στα Σχολεία έγιναν εορταστικές εκδηλώσεις (απαγ γελίες ποιημάτων, ομιλίες, τραγούδια) και ακολούθησε κατάθεση στεφάνων και προσκύνημα, στο μνημείο των πεσόντων, από τους μαθητές και τους εκπαιδευτικούς της Πρωτοβάθμιας και της Δευτεροβάθμιας Εκπαί δευσης. Η δημοτική αρχή είχε φροντίσει για την περι ποίηση του χώρου. Τοποθετήθηκε ένας ιστός και κυμά τιζε περήφανα η γαλανόλευκη σημαία μας. • Την Κυριακή, 24 Μαρτίου 1996, οι μαθητές του Μ έσου Κ ατηχητικού Σ χολείου γιό ρ τα σ α ν τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου και την επέτειο της 25ης Μαρτίου 1821 στον ιερό ναό της Αγίας Τριάδας.
Τη Δευτέρα, 25 Μαρτίου 1996, οι μαθητές με τις σημαίες τω ν σχολείω ν, συνοδευόμενοι από τους εκπαιδευτικούς και πλήθος κόσμου, προσήλθαν στον ιερό ναό της Παναγίας και παρακολούθησαν τη δοξο λογία για την εθνική μας επέτειο. Τον πανηγυρικό της ημέρας εκφώνησε ο θεολόγος καθηγητής Ευστράτιος Βελισσαρίου. Οι αρχές του τόπου μετέβησαν στο μνη μείο των πεσόντων και ακολούθησε η παρέλαση της μαθητιώσας νεολαίας, την οποία ο κόσμος καμάρωσε και καταχειροκρότησε. Ιδιαίτερη εντύπωση προκάλεσε η εμφάνιση των μαθητών και μαθητριώ ν του Γυμνασίου και του Λυκείου, που στο σύνολό τους σχεδόν είχαν ντυθεί με τοπικές ενδυμασίες. Μέρες πριν είχε αρχίσει η αναζή τηση των ενδυμασιών. Όλοι βοήθησαν πάρα πολύ τους μαθητές, που έδειξαν ιδιαίτερη χαρά και ζήλο να εμφα νιστούν ντυμένοι παραδοσιακά. Οι νοικοκυρές άνοι ξαν τα σεντούκια, για να ανασύρουν τις ενδυμασίες, το Αναγνωστήριό μας δάνεισε αρκετές στολές, καθώς και ο Στρατής Τζίνης και άλλοι φορείς. Αρκετοί γονείς
Μαθητές και μαθήτριες του δεύτερου τμήματος της τρίτης τάξης του Γυμνασίου Αγιάσου με το διευθυντή Ευάγγελο Λιακάτου, στην αυλή του Σχολείου (25 Μαρτίου 1996).
Στιγμιότυπο από τον εορτασμό της εθνικής επε τείου της 25ης Μαρτίου 1821 στην Αγιάσο...
έφτιαξαν καινούριες στολές για τα παιδιά τους. Μεγάλη πράγματι η κινητοποίηση. Μετά την παρέλαση, στην πλατεία του σταθμού των αυτοκινήτων οι μαθήτριες του Γυμνασίου και του Λυκείου χόρεψαν με επιτυχία εθνικούς χορούς, τους οποίους δίδαξαν οι καθηγητές Φυσικής Αγωγής. Το απόγευμα της 25ης Μ αρτίου στην αίθουσα του Αναγνωστηρίου οι μαθητές του Λυκείου πραγματο ποίησαν εορταστική εκδήλωση.
Θερμά συγχαρητήρια στο λαό της Αγιάσου, στους μαθητές και στους εκπαιδευτικούς όλων τα>ν βαθμι δών, που τίμησαν επάξια τη μεγάλη γιορτή της χρι στιανοσύνης και του ελληνισμού. Έχουμε χρέος ύψιστο να τιμούμε τα μεγάλα γεγονότα της ιστορίας μας και ιδιαίτερα την 25η Μαρτίου 1821, που τη μοναδικότητά της απηχεί και το τραγούδι: «Πες μου, λοιπόν,
ποια χώρα ξέρεις άλλη, να ’χ ει την Άνοιξη τριπλή:». Ε.Ε.Λ.
Η νεολαία της Αγιάσου οδεύει, με υψωμένη τη σημαία, προς το ηρώο... (25 Μαρτίου 1996).
Μπουλ’μπούλ’κα Καμώματα ΤΟ ΚΟΥΣΤΕΛ’ ... ΒΟΥΡΚΟ ΛΑΚΑΣ Τ ο φορτηγό του Ντόγια ανέβαινε την ανηφόρα της Π αγανής αγκομαχώ ντας, για να επιστρέφει στην Αγιάσο, εκείνο το μουντό απομεσήμερο του Νοέμβρη. Ο Ντόγιας έχει πιάσει ζιοηρή κουβέντα με τους δυο συνεπιβάτες του, που είχαν στριμωχτεί στο καμαράκι του φορτηγού. Πέρα στον ανήφορο και κάποιος άλλος του κάνει νόημα να σταματήσει. Προς στιγμή σκέφτεται να προσπεράσει, έλα όμως που γνώρισε "του σ νά φ ’, του Κουστέλ’", που απελπισμένος του έκανε νόημα, ενώ παραδίπλα η σακαράκα, το ταξί του, στεκόταν περίλυ πο έξω από το δρόμο με το καπό ανοιγμένο, αδύνατο προφανώς να κινηθεί. "Τίντα ’νι, ε Κουστέλ’", του λέει χαμογελαστά ο Ντόγιας με μια κρυφή ειρωνεία στον τόνο της φωνής του. "Χάλασι πάλι του ρμάδ’, ε Ντόγια* εμ, γριγιά γαμείς, του σπόρου σ’ χάν’ς", απάντησε αποφθεγματι κά το Κουστέλ’. Και ο Ντόγιας: "Ε, πήδ’ξι μες σ τ’ κάσα α σι πάρου στου χουριό, γιατί μπρουστά ε χουρούμι. Παρακάλι δε να μη βρέξ’ τσιόλας, γιατί θα γίν’ς μλιούδ’". Με ένα σάλτο το Κουστέλ’ βρίσκεται στην κάσα του φορτηγού και ξεκινάνε για την επιστροφή στην Αγιάσο. Το φορτίο του φορτηγού είναι ξύλα για τους μαρα γκούς και σε μια γωνιά ένα άδειο φέρετρο, παραγγελία ποιος ξέρει τίνος Αγιασώτη, που βαρέθηκε τα εγκόσμια και αποδήμησε από τον μάταιο τούτο κόσμο. Δεν πρόλαβαν να κάνουν λίγα χιλιόμετρα και, κατά την Καρύνη, ο ουρανός είχε ήδη αρχίσει να μαυ ρίζει απειλητικά* σε λίγο άρχισε να βρέχει.
Το Κ ουστέλ’ βλαστήμησε μες στα δόντια του: "Μαγισίλ’ να βγάλ’ του στόμα σ’, διαβόλ’ Ντόγια", και χωρίς πολλούς δισταγμούς ανασηκώνει το καπάκι και τρυπώνει μέσα στο φέρετρο. Ξάπλωσε αναπαυτικά, τράβηξε το καπάκι, για να μη βρέχεται, και το ’ριξε στην... ονειροπόληση. Τώρα, θες από την κούραση, θες από το κούνημα του φορτηγού, τον νανούριζε κιόλας ο ρυθμικός ήχος της βροχής στην κάσα, πολύ γρήγορα αποκοιμήθηκε. Λίγο πιο πάνω, τρεις φαντάροι έκαναν οτοστόπ στον Ντόγια και κείνος πάντα πονόψυχος σταμάτησε και ανέβηκαν στην κάσα του φορτηγού. Εντωμεταξύ η φθινοπωριάτικη (.ιπόρα σταμάτησε, όσο ξαφνικά είχε αρχίσει, Τώρα, θες από το σταμάτημα του αυτοκινήτου, θες από την παύση της ρυθμικής μουσικής της βροχής, το Κουστέλ’ ξύπνησε. Τρόμαξε στην αρχή, μέχρι να συνει δητοποιήσει πού βρισκόταν και μετά άνοιξε σιγά σιγά το καπάκι του φερέτρου, πρόβαλε μόλις τη μύτη του και σαν είδε τους φαντάρους ρώτησε με το πιο φυσικό ύφος του κόσμου "τι γένιτι, ρε πιδιά, καλουσύνιψι". Εν ριπή οφθαλμού οι φαντάροι άρχισαν να εγκατα λείπουν το φορτηγό, άλλος κρεμασμένος από τη μια, άλλος ανάσκελος στο διπλανό χωράφι, άλλος κουτσαίνοντας από το πήδημα στο δρόμο. Ευτυχώς που ήταν ανηφόρα και το φορτηγό πήγαινε αργά, αλλιώς θα είχα με θύματα και άμεση ανάγκη και... άλλων φερέτρων. Μ άταια το Κουστέλ’ φώναζε: "Λάτι ξουπίσου, ρε, τσ’ εν είμι βουρκόλακας! Ζουντανός, ρε, είμι!". Τίποτα. Οι φαντάροι είχαν σκορπίσει στα χωράφια σαν λαγοί και ο Ν τόγια ς συνέχισε α τά ρ α χα την πορεία του, αφού δεν είχε πάρει είδηση για τη "νεκρα νάσταση τ ’ Μ πουλ’μπούλ’".
ΓΙΑΝΝΗΣ Α. ΠΑΠΑΝΗΣ
Ο ταξιτζής Κώστας Βουλβούλης και μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του «Ολύμπου», ο Προκόπης Κου τσκουδής, ο Στρατής Τζίνης και ο Στρατής Γαβές, με τους διαδόχους των Παναγιώτη Τζίνη και Γαβριήλ Γαβέ, περιμένουν στο «Τσατάλ’», όχι γιατί χάλασε το ταξί, αλλά για να υποδεχτούν τον ευεργέτη του Σωματείου Γεώργιο Χριστοφίδη (Ιούλιος 1952). (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Προκόπης Κουτσκουδής)
Κ Ε Ρ Δ ΙΣ Ε Σ Π ΕΝ ΤΕ Χ ΙΛ ΙΑ Δ Ε Σ , ΠΑΤΕΡΑ!
ΤΟ ΤΙΣ Π Ο Υ ΓΗ Φ Τ Ω Χ Ε ΙΑ Ε ΙΧ Ι ΤΣΙ Φ ΤΗ ΤΟΥ Γ Ο Υ Σ Τ Ο Υ ΤΣ Τι Α ντώ ν’ς έστλι σ τ’ Μ α ριά νθ’, στη γ ’ναίκαν τ ’, σ ’ Μ πουτζαλιά, σπιες να μα γειρέψ ’, για να φαν του βράδ’. Έ μ πλιξι όμους μι παλιουπαρέγις, πιάσαν τα ρατσιά στου καφινέ τσι Α ντώ ν’ς ίργησε να πα στου σ π ίτ’. Τα μουρά πνούσαν τσι κλαίγαν. Γη Μ α ριά νθ ’, για να τα ’συχάσ ’, έδνιντουν α π ί ένα π α ρ τ σ ιά δ ’ σ π ια , έρ χτι τσι φτή ένα μες στου στόμα τς. Στου τέλους απουμείναν μόνου τα π λ ο υ κ ά μ ια τσ ι του ρ ύ ζ ’. Γη Μ α ρ ιά ν θ ’, για να πλ η θύν’ του φαγί, έρξι μέσα τσι κ ουμ μ ά τ’ νιρό. Του π ιλ ά φ ’ γ ίν ’τσι μια ν ιρ λ ά τ ’ ιμτζούρα. Αργά ή ρ τι γ ι Α ν τ ώ ν ’ς μ ιτ σ μ έ ν ο υ ς τσ ι λ έ γ ’ σ τ ’ Μ α ρ ιά ν θ ’: Β γάλι μ ’, μουρή, να φ άγου. Άμα τ ’ ίβγαλι μες σ τ’ κούπα μο ρ ύζ’ τσι κανέ δυο πλου κάμια, ρ ώ τ’σι πού είνι γοι σπιες. Γη Μ α ρ ιά νθ ’, φουβσμέν’ τσι λίγου ένο υ χ’, είπι πους τς φάγαν τα μουρά. Αρπά γι Α ντώ ν’ς του τέστου, που ’νταν χουματένιου τσι ιμτζουρουμένου μέσα τσ ’ όξου, τ σ ’ ίβ α λ ιν τ ο υ κ α π ά τ σ ’ σ το υ τ σ ιφ ά λ ι τς . Γη Μ αριάνθ’ σαστσμέν’ ίβγι όξου μι του τέστου στου τσ ιφ ά λ ’, ξά π λ ο υ σ ι πα σ τ ’ π α τ ο υ μ έ ν ’ τ σ ’ έκανι π ο υ ς γ λ ιο υ θ ύ μ σ ι. Π έρ να γ ιο υ γ ε ίτ ο υ ν α ς γ ιο υ Θουδουρής τσι, για να τνι π ειρ ά ξ’ τσι να ξικαπαν τ σ τ ε ί, φ ώ ν α ξ ι: Κ ό ψ ι, Μ α ρ ιά ν θ ’, έ ρ χ ιτ ι γ ι Α ν τ ώ ν ’ς! Γη Μ α ρ ιά ν θ ’ π ιτ ιέ τ ι α π ά ν ο υ μι του τέστου στου τσ ιφ ά λ’, μι τα πιριπλουκάμια απί τς σπιες να κρ ιμ όντι γύρου γύρου στου τσ ιφ ά λι τς τσι ζ α λ σ μ έ ν ’ π λ ά λ ι του κ α τή φ ο υ ρ ο υ , κ α τά τ ’ Τσιραμίδα... (Αφήγηση Β λο τίνα ς Ε υ σ τρα τίο υ Α βδελέλη, το γένο ς Δημητρίου Γουγουτά. Χγάηεγ, 15.1.1996)
Ο Πάνος ο Σκλεπάρης, ο παλαιός μπακάλης της αγοράς, είχε υποσχεθεί στο μοναχογιό του Βασίλη, τ ’ Ματζούνα, πα>ς, άμα πήγαινε καλά στο σχολείο και προβιβαζόταν, θα του έδινε πέντε χιλιάδες, να πάει στην Αθήνα, για ένα μήνα το καλοκαίρι, να γλεντήσει. Ό ταν τέλειωσε η χρονιά και βγήκαν τ ’ αποτελέσματα, πήγε ο Βασίλης στον πατέρα του και του είπε: - Τυχερός είσαι, πατέρα, σήμερα κέρδισες πέντε χιλιάδες! - Α φού δεν έχω π ά ρ ει, γιε μου, λα χείο, πώ ς είναι δυνατόν να κέρδισα; - Έ μεινα στην ίδια τάξη, πατέρα, και έτσι δεν είσαι υποχρεωμένος να μου δώσεις ό,τι μου έταξες! Αδΐοπα, 1996 Γ Ρ Η Γ Ό Ρ ΙΟ Σ Π Α Π Α Π Ο Ρ Φ Υ Ρ ΙΟ Υ (ΤΣΙΡΟ Σ)
Ο Υ Α Ο Υ Σ ΑΙΩ ΝΑΣ Θ ΚΟΣΙΜ ΕΙΝΙ! Μ ια ιπ ο υ χή π ο υ τα κ τή μ α τα εν είχ α ν α ξία , πλιόντου ένα μιγάλου πασίμαδου σουθυριασμένου λιόπραμ α σι τιμή ιφ κ ιρ ία ς, ά λ λ ’ ένι παρουσιάζντου αγουραστής. Τα χρ ό νια , β λ έπ ’ς, ήνταν δύσκουλα τσι του λάδ’ ξιπισμένου, πιο φτνο απί του νιρ ό. Κ όσμους είχι σ κ α το υ π α ρ α διά , ήνταν μαγκουμένους τσι λ ό π α ζ ι... Έ να ς φ α μ ιλ ίτ’ς π ά γινι ταχτικά στου ραφτάδκου τ ’ Βαγγέλ’ τ ’ Τουρβαλή τσι πέρνα τν ώραντ α νέξουδα . Πα σ ’ συζήτησ’ μια μέρα π ρ ό τ ’νι γι ρ ά φ τ ’ς στου φ ίλ ο υ ν τ, π ο υ ή ξ ιρ ι π ο υ ς είχ ι τσ ι καμπόσα παραδέλια, ν ’ α π ο υ φ α σ ίσ ’ να κ ά ν ’ τν αγουρά. - Γράφτ’ γ ’ ιφημιρίδα μέρις τώρα πους πλιέτι ένα κτήμα σι καλή τιμή τσ’ είνι ιφκιρία να του παρς, να το ’βριν ταχιά τν άλλ’ τσι τα μουρά σ’, ε Ληγόρ’! - Ε μι κ ά ν ’ α ν ά τ ζ ’, ε Β α γ γέλ ’, ας λ ε ίπ ’ του καλό! Τα του κάνου γω του κτήμα, γω μαζώνου ιλιές α π ’ ό π ’ θέλου! Ούλους λιώ νας θκόσιμ είνι! Του μόνου κακό είνι που εν είνι σ τ ’ όνουμά μ ’ γραμμένους τσι δεν μπουρώ να πλήσου! (Από διήγηση Βασίλη Τουρβαλή. Αθήνα, 18.1.1996)
ΜΙΧΑΛΗΣ ΧΡΙΣΤΟΦΑΡΗΣ (ΚΑΜΠΑΣ)
ΕΡΜΟΛΑΟΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΒΙΒΛΙΟ-ΚΡΙΤΙΚΗ Παρουοιβζβι Π. ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΪΔΗ «Π αράξενα διηγήματα» Εκδόσεις «Αστερίας» Αθήνα 1996. Σ χ. 21x14, σα. 200
Με το βιβλίο «Παράξενα διηγήματα» έκανε την επίσημη εμφάνισή του στο χώρο της λογοτεχνίας ο γνω στός εκπαιδευτικός και αξιόλογος ερευνητής της ισ τορ ία ς του τόπου μας Π αναγιώ της Π α ρ α σκευαΐδης. Πρόκειται για πεζογραφήματα (διηγή ματα, ευθυμογραφήματα, ευτράπελες ιστορίες), που κρατούν αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώ στη και που μαρτυρούν χιουμορισ τική διάθεση, π εριγρα φ ικ ή ικανότητα, αφηγηματική ευχέρεια, κοινω νικό προβληματισμό, ιστορική-λαογραφική υπευθυνότητα και γλωσσική ευαισθησία. Αξίζει να σημειώσουμε και την εικονιστική στήριξη με σκί τσα φιλοτεχνημένα από τους εκλεκτούς καλλιτέ χ ν ε ς Γ ιώ ρ γο Κ α κα δέλη κ α ι Κ ώ σ τα Μ α ν ια τό πουλο...
: Ο Γιάννης Χατζηβασιλείου ΣΤΡΑΤΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑ «Θεατρικά και άλλα...» Έκδοση Π ολιτιστικού Συλλόγου Ασωμάτου Λέσβου «ο Ταξιάρχης» Μ υτιλήνη 1996. Σχ. 24x17, σσ. 336
Ο Π ολιτισ τικός Σύλλογος Ασωμάτου Λέσβου «ο Ταξιάρχης», με πρόεδρο τον ακάματο Προκόπη Π α π ά λα , σ υ νεπ ικ ο υ ρ ο ύ μ ενο από δρ α σ τή ρ ιο υ ς συνεργάτες, απέδωσε τον οφειλόμενο φόρο τιμής κ α ι ε υ γ ν ω μ ο σ ύ ν η ς σ το ν α είμ ν η σ το Σ τρ α τή Π απανικόλα, το λογοτέχνη, το σατιρογράφ ο, το δημοσιογράφο, στήνοντας στον Ασώματο την προ τομή του και αναστυλώ νοντας το διάσπαρτο και α νέκ δοτο π νευ μ α τικ ό του έργο. Π ρ ό κ ειτα ι για σοβαρή έκδοση, που π ερ ιλ α μ β ά νει τα διά φ ο ρ α θεατρικά έργα του Στρατή Π απανικόλα, προλογι σμένα από ανθρώπους των γραμμάτων, αλλά και άλλα χρήσιμα στοιχεία, που βοηθούν στην ολοκλη ρωμένη παρουσίαση της δυναμικής προσωπικότη τάς του.
Μ ΑΡΙΚΑ ΑΑΚ. ΜΑΡΙΓΛΗ «Η νοσταλγία φοριέται ριχτή στους ώμους» Μ υτιλήνη 1996. Σχ. 21,5x16,5, σσ. 64
Κυκλοφόρησε το βιβλίο
ΣΤΡΑΤΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑ Θεατρικά και άλλα... Έκδοση Πολιτιστικού Συλλόγου Ασωμάτου Λέσβου «Ο Ταξιάρχης» Μυτιλήνη 1996 Τιμάται 3000 δραχμές. Ό ποιος επιθυμεί να το προμηθευθεί μπορεί να το ζητήσει από τον πρόεδρο του παραπάνω Συλλόγου Π ρ ο κ ό π η Π α π ά λ α , Χρύσανθου Μολίνου 3, 811 00 ΜΥΤΙΛΗΝΗ, τηλ. 0252-26713
Η εκλεκτή συνεργάτιδά μας Μ αρίκα Μαριγλή, κόρη του αξιόλογου, αλλά λησμονημένου, δημο σιογράφου της Λέσβου Αλκιβιάδη Μαριγλή, με τη νέα συλλογή της, με ποιήματα σε ελεύθερο στίχο, δίνει και άλλα δείγματα της αυθορμησίας της, της έντονης α ισ θα ντικότη τά ς της κα ι του πλούσ ιου εσωτερικού της κόσμου.
ΛΑΒΑΜ Ε • Γ ιά ννη Α ν δ ρ ικ ό π ο υ λ ο υ , « Π ν ευ μ α τικ ό ς και
Π ο λιτικός Η γέτης», Μ νήμη Π αναγιώ τη λόπουλου, Ποιητικό επιτύμβιο. Ανάτυπο από την εφημερίδα «Η Γνώμη», Δ ευτέρα 23 Ο κτω βρίου 1995, Σχ. 21X15, σσ. (30). • Κ ατερίνα Ν. Θ εοφίλη «Ένα φάντασμα π ο υ το έλεγαν εσύ», Αθήνα 1995, Σχ. 20,5X14, σσ. 48. • Γεωργίου Δ. Μεταλληνού, «Ορθόδοξος και ευρω παϊκός πολιτισμός, Μεγέθη αλληλοσυμπληρούμενα ή α λλη λο α π ο κ λ ειό μ εν α » ; Έ κ δ ο σ ις I. Μ ητροπόλεως Ηλείας, Αθήναι 1996, Σχ. 24,5X17, σα. 56.
Π ρόσφ ατα κυκλοφόρησε το βιβλίο-λεύκω μα του ΓΙΑΝΝΗ Χ Ρ . Χ Α ΤΖΗ Β Α ΣΙΛ ΕΙΟ Υ «Ανα
γνω στήριο «η Α νά πτυξη» Α γιάσου. Π ολύπτυχο Αόγου και Τέχνης 1994» (Αθήνα 1995), οχ. 29X21, σσ. 112. Τιμάται 3.000 δρχ. και διατίθεται από το Α ν α γν ω σ τή ρ ιο (τηλ.: 0252/22240) κ α ι α π ό το «Φιλοπρόοδο Σύλλογο Αγιασωτών» Αθήνας (τηλ.: 5222033 και 5724912, Βασίλειος Λούπος). Δέον να σημειωθεί ότι τα έσοδα από την πώληση ανήκουν στο Αναγνιοστήριο.
ΘΕΑΤΡΙΚΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ Φ.Ο.Μ.
Οχτασέλιδο πρόγραμμα της θεατρικής παράστασης με το έργο του ΙΥΙποστ «Η Φαύστα» (διαστάσεις 22x16).
Επιτυχία σημείωσαν οι θεατρικές παραστάσεις του Φ ιλοτεχνικού Ο μίλου Μ υτιλήνης «ο Θ εόφιλος». Επαναλήφτηκε η ιλα ρο τρ α γω δ ία του Μέντη Μποσταντζόγλου (Μποστ) «Φαύστα ή η απολεσθείς κόρη», η οποία είχε παρουσιαστεί το 1995. Το έργο σκη νοθέτησε ο Ανδρέας Σεφτελής. Τους ρόλους υποδύθη καν οι ερασιτέχνες Ανδρέας Σεφτελής (πρόλογος), Μ αρία Αϊβαλιώτου (Φαύστα), Βαγγελιώ Τζαφέρη, Αντώ νης Μ υλωνάκης, Ντέσσυ Κομνηνού, Έ λενα Παπαδάτου, Χαρίτος Μικές, Θέμης Οσμανλής, Σπύρη Κικάιρε και Αία Κρητικού. Αξίζει ακόμη να μνημονεύ σουμε και τους άλλους συντελεστές της αξιόλογης αυτής ερα σιτεχνική ς π ρ οσ π ά θ εια ς, τον Ηρακλή Πασχαλίδη (μουσική), την Αγγελική Πολιτάκη (κοστού μια), καθώς και το διευθυντή Περικλή Μαυρογιάννη. Τ ο Μάρτιο, καθώς και το Μάιο, ση(.ιείωσαν επιτυ χ ία οι π α ρ α σ τά σ εις τω ν δυο μ ονόπρα κ τω ν του Ιάκωβου Καμπανέλλη «Γράμμα στον Ορέστη» και
«Πάροδος Θηβών». Τα έργα σκηνοθετήθηκαν από τον Ανδρέα Σεφτελή. Τους ρόλους υποδύθηκαν η Αγγελική Πολιτάκη (Κλυταιμνήστρα), ο Γιάννης Αναγνώστου, ο Αντώνης Μυλωνάκης, η Μαρία Α'ίβαλιώτου, η Ντέσσυ Κομνηνού και ο Χαρίτος Μικές.
Δίφυλλο πρόγραμμα της θεατρικής παράστασης με τα μονόπρακτα του Ιάκωβου Καμπανέλλη «Γράμμα στον Ορέστη» και «Πάροδος Θηβών» (διαστάσεις 22x16).
Α ξίζει να σημειω θεί ότι τα πα ρ α πά νω μ ονό π ρ α κ τα π α ρ ο υ σ ιά σ τη κ α ν στο 12ο Π α νελλή νιο Φεστιβάλ Ερασιτεχνικού Θεάτρου στην Καρδίτσα, το Μ άρτιο 1996, και η παράστασή τους απέσπασε Α ' βραβείο καλύτερης παρουσίασης, Α ' βραβείο σκηνοθεσίας και Α ' βραβείο γυναικείου ρόλου.
ΒΡΑΔΙΑ ΣΤΡΑΤΗ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑ Σ τ ις 16 Μαρτίου 1996, στο Θέατρο του Φ.Ο.Μ. οργανώθηκε «Βραδιά Στρατή Παπανικόλα», με την ευκαιρία της αναστύλωσης του συγγραφικού του έργου. Το πρόγραμμά της, το οποίο παρουσίασε ο π ρ όεδρος του Φ.Ο.Μ. Π ερικλής Μ αυρογιάννης, περιελάμβανε: Απαγγελία του ποιήματος του Στρατή Π α π α νικ ό λ α «η Λέσβος» α π ό το Στρατή Κ. Καραφασούλη, προλόγισμα του Προκόπη Παπάλα,
«ΛΕΣΒΟΣ Η ΑΙΟΛΙΚΗ»
Αίπτυχο πρόγραμμα (διαστάσεων 19x12,5) της εκδήλω σης για το Στρατή Π απανικόλα.
προέδρου του Πολιτιστικού Συλλόγου Ασωμάτου «ο Ταξιάρχης», ομιλία του συγγραφέα Τάκη Χατζηαναγνώστου, με θέμα «Η ζωή και το έργο του Στρατή Παπανικόλα», ποιητική προσφώνηση, στη λεσβιακή ντοπιολαλιά, στο Στρατή Παπανικόλα από το γιατρόσυγγραφέα Μάκη Αξιώτη, καθώς και τα σκετς «Η συναγρίδα» και «Τ’ αγιρόπλανου», τους ρόλους των ο π ο ίω ν υποδύθη κα ν α ν τίσ το ιχ α οι ερασιτέχνες Χ α ρ ίτο ς Μ ικές κα ι Μ αρία Α ϊβα λιώ τη, Γιάννης Πασπάτης και Ειρήνη Κουκέλη.
«ΙΜΒΡΟΣ - ΤΕΝΕΔΟΣ, ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΗΜΕΡΕΣ» —τις 2 Απριλίου 1996, ημέρα Τρίτη και ώρα 12.30 μ.μ., στο κτίριο της Παλαιάς Βουλής στην Πλατεία Κολοκοτρώνη, έγινε παρουσίαση του νέου βιβλίου του βουλευτή Λέσβου κ α ι τέω ς υ π ο υ ρ γο ύ Ν ίκου Σηφουνάκη «Ίμβρος - Τένεδος, οι τελευταίες ελληνι κές ημέρες» (εκδόσεις «Νέα Σύνορα» - Α.Α. Λιβάνη). Για το βιβλίο μίλησαν ο Γ εράσιμος Α ρσένης, ο Ε υάγγελος Β ενιζέλος, ο Γρηγόρης Γ ιάνναρος, ο Σπύρος Μελεντζής και ο Λευτέρης Παπαδόπουλος.
Από την επίσκεψη της Λίξας Βάντερπουλ- Έβερτ (πρώτη από δεξιά) στο προσκύνημα της Παναγίας Αγιάσου, με την ευκαιρία της παρουσίασης του βιβλίου «Λέσβος η Αιολική» (28 Ιανουάριου 1996).
Σ τ ι ς 28 Ια ν ο υ ά ρ ιο υ 1996, ημέρα Κ υρια κή, έγιν ε στη Μ υτιλή νη π α ρ ο υ σ ία σ η το υ β ιβ λ ίο υ «Λέσβος η Α ιολική». Α ξίζει να σημειαιθεί ότι η Α γιάσος και το ιερό προσκύνημα της Π α ναγίας κατέχουν σημαντική θέση στην έκδοση, με πλήθος φωτογραφιών και άλλων στοιχείων...
ΑΠΟΝΟΜΗ ΒΡΑΒΕΙΩΝ ^-τις 30 Μαρτίου 1996, στην αίθουσα του Θεάτρου του Πολιτιστικού Κέντρου Φ.Ο.Μ. « ο Θεόφιλος», απονεμήθηκαν από το περιοδικό «Αιολικά Γράμματα» λογοτεχνικά βραβεία «Ευγενίας Κλειδαρά». Την Κριτική Επιτροπή αποτελούσαν ο διευθυντής του περιοδικού Κώστας Βαλέτας και οι συγγραφείς-λογοτέχνες Κ ώ στας Μ ίσσ ιος κ α ι Μ ήτσος Τσιάμης. Τιμήθηκαν ο Χ ρ ισ τό φ ο ρ ο ς Α γριτέλης, ο Μ ίμης Ελευθεριάδης, ο Βαγγέλης Καραγιάννης, ο Πάνος Κοντέλης και ο Γιάννης Χατζηβασιλείου.
ΓΙΑΝΧΑΤΖ
ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΦΕΥΓΟΥΝ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΧΡ. Μ ΑΪΣΤΡΕΛΗΣ (1912 - 1996)
Ο Β ασίλειος Χ ρ ισ τόφ α
Μ αϊστρέλης είδε το φως της ζωής το 1912, τη χρονιά που απελευθερώ θηκε η Λέσβος από τους Τούρκους, και άφησε την τελ ευ τα ία του πνοή στη γ εν έτειρ ά του σ τις 15 Φεβρουαρίου 1996. Ή ταν άνθρω πος ηθικός, έντι μος, φ ιλόπ ονος, πρά ος, αγαπητός. Ή τα ν ανεξά ντλητο ταμείο γνώσεων, σχετικών με την παραδο σιακή Αγιάσο, και πολλές φορές τον συμβουλευό μασταν... Ευχόμαστε να είναι ελαφρό το χώμα της γενέ θλιας γης που σκέπασε τον εκλεκτό συμπολίτη και συνεργάτη. Σ τους βαρυπενθούντες συγγενείς, τη σ ύ ζυ γο Ε ιρ ή ν η κ α ι τα π α ιδ ιά Σ τ α υ ρ ο ύ λ α Λεωνίδα και Μαρία - Θεμιστοκλή, εκφράζουμε τα θερμά μας συλλυπητήρια.
ταία του πνοή στην Αθήνα, όπου είχε μεταφερθεί εσπευσμένα, κα ι κηδεύτηκε στην Α γιάσο, ό π ω ς ήταν η τελευ τα ία του επ ιθ υ μ ία . Ή τα ν γ ιο ς του Π α ν α γιώ τη Μ ιχα ή λ Γαλετσέλη (1896-1942), ο οποίος υπηρέτησε ως δάσκαλος, ως προϊστάμενος Τ.Τ.Τ, και ως πρόεδρος της Κοινότητας Αγιάσου. Ο ίδιος υπηρέτησε ως γραμματέας στην Κοινότητα κ α ι α ρ γ ό τε ρ α στο Δ η μ α ρ χ είο Α γιά σ ο υ . Ή τα ν ά νθ ρ ω π ο ς δραστήριος και πρόσφερε πολύτιμ ες υπηρεσίες σε διάφορους τομείς. Θετική υπήρξε η συμβολή του και στην οργάνωση του Γυμναστικού Συλλόγου «Όλυμπος», αλλά και αλλού. Δημιούρ γησε οικογένεια και εργάστηκε σκληρά για τη μόρ φωση των δυο παιδιώ ν του, του δικηγόρου Πανα γιώτη και του καθηγητή Περικλή, εκλεκτών φίλων και συνεργατών μας. Ο θάνατός του λύπησε όλους όσοι τον γνώρισαν και συνεργάστηκαν μαζί του. Ας είναι αιωνία η μνήμη του.
ΙΓΝΑΤΙΟΣ ΕΥΣΤΡ. ΚΑΜΑΡΟΣ (1922 - 1996)
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Χ Ρ. Μ ΑΪΣΤΡΕΛΗΣ (1907 - 1996) Π λ ή ρ η ς ημερώ ν άφησε τα εγκ όσ μ ια σ τις 8 Μ αρτίου 1996 ο Παναγιώτης Χριστόφα Μ αϊστρέ λης και πήρε το δρόμο της στερνής γαλήνης, που πριν από χρόνια ακολούθησε η σύζυγός του Ανθή και πρόσφατα ο αδερφός του Βασίλειος. Σ ’ όλο το μάκρος της ζωής του εργάστηκε σκληρά - τα τελευ ταία χρόνια ως παραγγελιοδόχος- και αντιμετώ πι σε πολλές αντιξοότητες, όπω ς και πολλοί άλλοι δημοκρατικοί πολίτες. Μετά την κατάρρευση του μετώπου, κατέφυγε στη Μέση Ανατολή, όπου εντά χτηκε στις δυνάμεις που πολέμησαν εναντίον του Αξονα. Ή τα ν ά νθρω πος με καλοσύνη, με αγάπη για το σ υνάνθρω πο, με έντονη διάθεση πρ οσ φ ο ράς. Του περιοδικού μας «Αγιάσος» ήταν καλός φίλος και «συνεργάτης». Ε υ χ ό μ α σ τε να ε ίν α ι ελ α φ ρ ό το χ ώ μ α της Π ε ρ α σ ιά ς π ο υ το ν σ κ έπ α σ ε. Σ τα π α ιδ ιά του Αφροδίτη και Χ ριστόφα εκφράζουμε τα εγκάρδια συλλυπητήριά μας.
Μ ΙΧΑΗΛ ΠΑΝ. ΓΑΛΕΤΣΕΛΗΣ (1916 - 1996)
Ο
Μ ιχαήλ Γαλετσέλης από την 1 Μ αΐου 1996 έπαψε πια να είναι ανάμεσά μας. Άφησε την τελευ
Ο Ιγνά τιος
Ευστρατίου Κ αμαρός άφησε την τελευταία του πνοή στην Αγιάσο στις 14 Μ αρτίου 1996. Ή τα ν άνθρω πος πράος, έντιμος, φίλεργος, συνεπής. Εργάστηκε σκληρά στο στίβο της ζω ής και είχε την αγάπη και την εκτίμηση τω ν σ υμπα τριω τώ ν του. Ο θάνατός του λύπησε όλους όσοι τον γνώρισαν και συνεργάστηκαν μαζί του. Στους συγγενείς του, τη σύζυγο Αλεξάνδρα και τα π α ιδ ιά Στρατή κα ι Ε υ τυ χία , εκφ ράζουμε τα θερμά μας συλλυπητήρια.
ΓΙΑΝΧΑΤΖ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΑΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ - ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑΣ
ΜΝΗΜΗ ΠΡΟΣΦΙΛΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Ιωάννινα, 4.3.1996 Αριθμ. Πρωτ. 211
Προς τον «Φιλοπρόοδο Σύλλογο Αγιασωτών» Γ ' Σεπτεμβρίου 39
Σ α ς γνω σ το π ο ιο ύμ ε ό τι λάβαμε τον τέταρτο τόμο του διμηνιαίου ιστορικού, λαογραφικού και φ ιλ ο λ ο γ ικ ο ύ π ε ρ ιο δ ικ ο ύ «Α Γ ΙΑ Σ Ο Σ» κ α ι σας ευχαριστούμε πολύ. Το βιβλίο σας θα κα τα χω ρ ι στεί στη βιβλιοθήκη του Σπουδαστηρίου μας και θα είναι στη διάθεση των φοιτητών μας και γενικότε ρα όλων των ενδιαφερομένων.
Η Γραμματέας του Τομέα Λαογραφίας ΟΛΓΑ ΦΑΤΟΥΡΟΥ
Αθήνα, 23 Απριλίου 1996 Σας εκφράζω και πάλι τα συγχαρητήριά μου για την πολυτελή εμφάνιση του π ερ ιο δικ ο ύ σας, το ποικίλο και εκλεκτό περιεχόμενό του, καθώς και για το π ο λ ύ τιμ ο φ ω το γ ρ α φ ικ ό υλικ ό, σ π ά ν ια ς καλλιτεχνικής ομορφιάς.
ΓΙΑΝΝΗΣ Θ. ΠΙΣΙΜΙΣΗΣ Εκπαιδευτικός - Ιστορικός
- Ο Δημήτριος και η Ρηνούλα Μ οιρασκενδή π ρ ό σφεραν 5.000 δρχ. αντί για στεφάνι στη μνήμη του Θεόφραστου Γέρου. - Η Βάνα Γέρου πρόσφερε 30.000 δρχ. στη μνήμη του συζύγου της Θεόφραστου. - Η Μ αρία Κ α νιμ ά-Χ ατζη δη μ η τρ ίου πρόσφερε 10.000 δρχ. στη μνήμη του Θεόφραστου Γέρου. - Ο Στρατής και η Αριάδνη Μ αλαπάσχα πρόσφε ραν 10.000 δρχ. στη μνήμη του θείου τους Μιχαήλ Διαμαντή (Παλαιόκηπος). - Ο Π αναγιώτης και η Μ αρία Λιζίδη πρόσφεραν 10.000 δρχ. στη μνήμη του Θεόφραστου Γέρου. - Ο Γρηγόρης και η Σταυρούλα Σκλεπάρη πρόσφε ραν 5.000 δρχ. στη μνήμη του Θεόφραστου Γέρου. - Ο Μ άρκος και η Στέλλα Οικονόμου-Σκλεπάρη, που κατοικούν στην Αυστραλία, πρόσφεραν 5.000 δρχ. στη μνήμη του Θεόφραστου Γέρου. - Ο Νικόλαος Χαλέλης πρόσφερε 10.000 δρχ. στη μνήμη της Ευτυχίας Κομνηνού Τσουκαρέλη. - Η Ειρήνη Σπηλιαδή πρόσφερε 10.000 δρχ. στη μνήμη της μητέρας της Ελένης Χατζηεμμανουήλ. - Ο Ευστράτιος Καλέλης πρόσφερε 5.000 δρχ. στη μνήμη της συζύγου του Χριστίνας (Αυστραλία). - Ο Προκόπιος Κουτσκουδής πρόσφερε 2.500 δρχ. αντί για στεφάνι στη μνήμη του Νίκου Τσεσμελή. - Ο Δημήτριος Καμαρός πρόσφερε 2.500 δρχ. στη μνήμη του Νίκου Τσεσμελή. - Η Πηνελόπη Χ ατζηπαναγιώ τη πρόσφερε 1.000 δρχ. στη μνήμη του συζύγου της Χριστόφα.
ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΣΥΛΛΟΓΟΥ - «ΑΓΙΑΣΟΥ»
★ Αθήνα, 28 Απριλίου 1996 Αγαπητοί φίλοι, Σας ευχαριστώ θερμά για τα τεύχη «Αγιάσος» που κάθε φορά μου στέλνετε. Διαβάζω τώρα το τεύ χος 92 (Γενάρης-Φλεβάρης 1996) με τα τόσα ενδια φέροντά άρθρα και τα λοιπά μελετήματα. Είναι ένα περιοδικό, χω ρ ίς αμφιβολία, πολύ αξιόλογο και από άποψη λαογραφική, αλλά και κατατοπιστική, της ωραίας πατρίδας σας. Θερμά συγχαρητήρια. Φιλικότατα
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ
-
Σίμος Σκλεπάρης Γεώργιος Ευστρατίου Τσέγκος Σίμος Βαρουτέλης Γιάννης Ξαφέλης Ελένη Κουρτσίδη Παναγιώτης Σταματέλης Ευστράτιος Κουρκουλής Προκόπιος Πανάγης
ΔΡΧ. 10.000 4.000 4.000 4.000 4.000 2.000 5.500 6.000
Αισθανόμαστε την υποχρέωση να ευχαριστή σουμε θερμά όλους όσοι στηρίζουν την εκδοτι κή προσπάθεια του Συλλόγου μας, καθώς και όλες τις άλλες δραστηριότητές του.
«ΑΓΙΑΣΟΣ» ΔΙΑΘΕΣΗ ΒΙΒΑΙΟΔΕΤΗΜΕΝΩΝ ΤΟΜΩΝ Σας πληροφορούμε ότι τελευταία βιβλιοδετήθηκε ο τ έ τ α ρ τ ο ς τ ό μ ο ς το υ π ε ρ ιο δ ικ ο ύ «ΑΓΙΑΣΟΣ», ο οποίος περιλαμβάνει τα τεύχη 68-85 (1992-1994). Π αλαιότερα βιβλιοδετήθηκαν ο πρώτος τόμος (1-25, 1980-1984), ο δεύτε ρ ος (26-45, 1985-1988) κ α ι ο τ ρ ίτ ο ς (46-67, 1988-1991), από τους οποίους υπάρχουν ακόμη κ ά π ο ιε ς σ ειρ ές. Του π ρ ώ τ ο υ βέβ α ια τό μ ο υ κ ά π ο ια τεύχη ε ίν α ι σε φ ω τ ο τ υ π ία , γ ια τ ί τα πρωτότυπα έχουν εξαντληθεί από καιρό. Ο ι τ ό μ ο ι δ ια τ ίθ ε ν τ α ι σ τα Γ ρ α φ εία το υ Συλλόγου και στοιχίζει ο καθένας 12.000 δρχ. Με το ίδιο α ντίτιμ ο μπορούν να αποσταλούν στον ενδιαφερόμενο επί αντικαταβολή.
ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ Ο Μ π ά μ π η ς Ε υ θ υ μ ίο υ Λ ια ρ ό π ο υ λ ο ς κ α ι η Ελένη (Έλση) Σ ταύρου Αγγελή τέλεσαν σ τις 10 Φ εβρουαρίου 1996 το γάμο τους στον ιερό ναό Αγίου Ελευθερίου Αχαρνών. Ευχόμαστε ο βίος τους να είναι ευτυχής. Οικογένεια Γιάννη και Αριάδνης Χατζηβασιλείου
ΘΑΝΑΤΟΙ -
Μιχαήλ Παναγιώτου Γαλετσέλης Μορφούλα, σύζυγος Ανέστη Μουτζουρέλη Ευγενία, χήρα Βράνη Καζατζή Ειρήνη, σύζυγος Προκοπίου Δουλαδέλη Χριστόφας Κωνσταντίνου Ανδριώτης Φιλιξώ Γεωργίου Χτενέλη Πυθαγόρας Χριστόφα Καραδεμίρης
Ιη ΜειηοπΗΐη
ΣΤΡΑΤΗΣ ΚΑΒΑΔΕΛΗΣ
ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΡΙΟ Αισθανόμαστε την υποχρέωση να ευχαριστή σουμε θερμά όλους εκείνους όσοι μας συμπαρα σ τά θηκα ν στο β α ρ ύ τα το π έν θ ο ς μας για την α π ώ λ εια του π ο λ υ α γα π η μ ένο υ μας συζύγου, πατέρα και αδερφού ΘΕΟΦΡΑΣΤΟΥ ΓΕΡΟΥ. η Σύζυγος - τα Παιδιά - τα Αδέρφια
Ο θάνατος του πολύτιμου φίλου
μας Στρατή Καβαδέλη σκληρά δαγκάνει την καρδιά μας! Και δεν ξεχνάμε τα φ ιλικ ά αισθήματα του ... Με το χαμό τέτοιω ν α νθρ ώ πω ν κα ι φ ίλ ω ν α υ ξά νει το κενό της ζωής μας και η πίκρα της... ϋεΐτοίι, Μίοΐι. Αιδ. ΖΑΝΟΣ ΓΟΥΓΟΥΤΑΣ