Ο Ρ ιζα ρ είτη ς Ν ικ όλα ος Γ εω ργίου Κουφέλης, ο μετέπειτα ασυρματιστής...
Ο αγιασώτικης καταγωγής, μητέρας του, δάσκαλος του Παλαιοκήπου Ελευθέριος Κωνσταντίνου Ελευθεριάδης (19Θ7-1982).
Ο «πρεσβευτής» μας Δημήτριος Τσέγκος, παρά το βάρος των ετών, προσφέρει τις υπηρεσίες του στον τόπο μας...
ΓΠΜΡΜΣΘΜΙΕΝΑ ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Ο Αναστασέλης αποχαιρέτησε τη ζωή.................................................................... [ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΣΚΟΡΔΑ], Ονομάζομαι Κακούργος................................................................................................. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΚΑΒΑΔΑ, Το Διδασκαλείο της Μυτιλήνης ( Η ' ) .............................................................................. ΣΠΥΡΟΥ ΚΑΡΑΜΟΥΝΤΖΟΥ, Ο ξεσηκωμός των αγροτών μας................ ............................................................ ΕΥΔΟ, Το βλογημένο δέντρο της ελιάς...................................................................................................................... ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΠΑΠΑΝΗ, Ο κρανιοθραύστης................................................................................................... ........ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΚΑΒΑΔΑ, Μαθητικά ενθυμήματα..................................................................................................... ΓΙΑΝΧΑΤΖ, Γενέθλια μικρών και μεγάλων............................................................................................................... ΜΑΡΙΑΣ ΑΓΙΑΣΩΤΟΥ-ΛΑΜΠΡΙΝΟΥ, Μη μ’ αφήσεις, ελπίδα. ΣΠΥΡΟΥ ΚΑΡΑΜΟΥΝΤΖΟΥ, Αλκυόνα. ΧΑΡΙΚΑΕΙΑΣ ΖΑΑΠΑΡΙΝΗ-ΣΑΡΕΛΗ, Στο δεσπότη Ιάκωβο................................................................................. ΔΟΥΚΑ ΚΟΥΦΕΛΗ, Στους εκπαιδευτικούς μας. ΜΕΝΕΑΑΟΥ ΚΑΜΑΤΣΟΥ, Δώρου προυτουχρουνιάτικου. ΜΑΡΙΑΣ ΠΑΤΣΕΛΗ-ΚΑΜΙΝΕΑΗ, Αθήνα, καταστράφηκες. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΠΑΠΑΝΗ, Τριγιά τσι ξιδουντιάρα..... ΦΩΤΕΙΝΗΣ ΠΕΡΡΑ, Η τελευταία πράξη................................................................................................................... ΕΥΣΤΡΑΤΙΑΣ ΠΑΠΑΣΤΑΜΑΤΙΟΥ-ΚΛΕΙΔΑΡΑ, Ο κατήφορος της εθιμικής μας ζωής........................................ ΜΙΧΑΛΗ ΚΟΡΟΜΗΛΑ, «Μελίσματα στην Αγιάσο»....................!.......................................................................... ΜΙΧΑΛΗ ΧΡΙΣΤΟΦΑΡΗ, «Φιλοπρόοδος Παροικία Αγιάσου»............................................................................... Τα πθίτκα μας (Χρίστος Γλεζέλης, Γιώργος Παπάνης, Ερμόλαος Χατζηβασιλείου)............................................... ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Βιβλιοκριτική.............. ;.......................................................................................... Παλλεσβιακό Προσκύνημα Παναγίας Αγιάσου.......................................................................................................... ΓΙΑΝΧΑΤΖ, Σας πληροφορούμε................................................................................................................................. ΓΙΑΝΧΑΤΖ, ΝΙΚΟΥ ΚΙΟΥΡΤΗ, Ειρήνη Τζανή-Χατζησάββα........................................................................ ......... ΓΙΑΝΧΑΤΖ, Αυτοί που φεύγουν.................................................................................................................................
Σελ. 3 4 6 9 13 15 16 17 18 19 20 22 23 25 27 28 29 30 31 32
ΕΞΩΦΥΛΛΟ Στιγμιότυπο από την παράσταση, στις 14.6.1995, του σκετς του Αντώνη Μηνά «Του παμπόρ’ μας» από τη Θεατρική Ομάδα του Α' Αημοτικού Σχολείου Μυτιλήνης, σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Πετρέλη και Αέσποινας Μαΐστρου Αούπου-Ορφανού. Αιακρίνονται ο Μαΐστρος Βασιλείου Ορφανός και η Γεωργία Νομίδου.
Ο Π ΙΣ Θ Ο Φ Υ Λ Λ Ο
«Τραγουδώντας τη νύφη πριν από το γάμο» ( Π ί ν α κ α ς του Α γ ια π α ρ α σ κ ε υ ώ τ η ζ ω γ ρ ά φ ο υ Μ ιλ τ ιά δ η Σελίμη, 1994).
Ι$$Ν 1106-3378
Σκίτσο, του Στρατή Αναστασέλη, φιλοτεχνημένο από το Μάκη Αξιώτη. («Μασέλα», 10(1994), Παλλεσβιακή Μουτσνουγραφία)
Ο ΑΝΑΣΤΑΣΕΛΗΣ ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΗΣΕ ΤΗ ΖΩΗ Ο Στρατής Αναστασέλης, ο εμπνευσμένος δουλευτής του λόγου και του χρωστήρα, αντάλλαξε πρόσφατα τον παλμό της ζωής με την ατελεύτητη σιωπή του ανήλιαγου κάτω κόσμου. Το θλιβερό άγγελμα του θανάτου του έγινε γρήγορα μυριόστο μο μοιρολόι στις ψυχές όλων, όσοι τον γνώρισαν και τον αγάπησαν... Ο Στρατής Αναστασέλης υπήρξε γέννημα θρέμ μα της νυφούλας του Ολύμπου, πνευματικό ανά πτυγμα της Λέσβου, αγκωνάρι του αιγαιοπελαγίτικου πολιτισμού μας. Σαν άλλος Ανταίος, αντλούσε τη δύναμή του α πό το νησί, στο ο π ο ίο είδε για πρώτη φ ορά το φ ω ς του ήλιου. Α γαπούσε τους ανθρώπους του, για τί διέθεταν περίσσιους αξετίμητους θησαυρούς. Πονούσε μαζί τους, γιατί και ο ίδιος ήταν π α ιδί του λαού, δεσμώτης του μόχθου και της καθημερινής βιοπάλης... Από νω ρίς εκδηλώθηκε το ταλέντο του, φάνη καν τα μαλάματα της ψυχής του, η σπιρτάδα του
πνεύματός του, η θέρμη της καρδιάς του. Η φήμη του δεν άργησε αρχικά ν ’ απλωθεί σ ’ όλο το νησί κ α ι α ρ γ ό τε ρ α να π ε τ ά ξ ε ι κ α ι έξω α π ό α υ τό . Εκτιμήθηκε από μικρούς και από μεγάλους, από μορφωμένους και από ασπούδαχτους, από δικούς μας και από ξένους. Είχε το χάρισμα να συγκινεί, να ενθουσιάζει και να κατακτά τους ανθρώπους με την απλότητα των τρόπων του, με την ευθύτητα του χαρακτήρα του, με την προοδευτικότητα του στο χασμού του, με τη γοητεία του πρ οφ ο ρ ικ ο ύ του λόγου, με τη μαγεία της γραφίδας του... Ο Στρατής Αναστασέλης έφυγε από κοντά μας και ο τόπος μας έγινε φτω χότερος. Δε θα πάψ ει όμως ποτέ να οδοιπορεί στη θύμησή και στις καρ διές μας, που τόσο πολύ τον αγάπησαν. Το πηγαίο πνευματοκαλλιτεχνικό έργο του θα είναι δροσερή ακένωτη βρυσομάνα για κάθε διψασμένο στρατο λάτη εραστή, του λαϊκού μας πολιτισμού... ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΟΝΟΜΑΖΟΜΑΙ ΚΑΚΟΥΡΓΟΣ Ένας γνήσιος λαϊκός καλλιτέχνης μιλάει για το πάθος του Α ν προσπαθούσε κ ά ποιος να εντοπίσει τους παράγοντες που έχουν κάνει γνωστή την Αγιάσο σ’ όλη την Ελλάδα, ακόμη και στο εξωτερικό, θα έπρεπε οπωσδήποτε να δώσει το ανάλογο μερτικό σ’ ένα γνή σιο λαϊκό καλλιτέχνη, σε ένα δεξιοτέχνη του σαντου ριού, σ’ έναν αυτοδίδακτο «μαέστρο», που γνώρισε το σαντούρι στα έξι του χρόνια, το ερωτεύτηκε παράφο ρα και από τότε δεν το αποχωρίστηκε ποτέ. Ο Γιάννης Σουσαμλής ή «Κακούργος» δεν έχει ανάγκη από δημοσιότητα, δε χρειάζεται πορτρέτα και παρουσιά σεις, αφού πάμπολλες φορές οι εφημερίδες, τα περιο δικά και η τηλεόραση έχουν ασχοληθεί μαζί του. Αν σήμερα συζητάμε με το Γιάννη Σουσαμλή, είναι γιατί θέλουμε να γνωρίσουμε ορισμένες άγνωστες πτυχές της πενηνταεξάχρονης καλλιτεχνικής του πορείας, αλλά συγχρόνως και για να μεταφέρουμε ένα μεγάλο του παράπονο.
μου, αφού τον έδειρε, γιατί σκότωσε την «κάτα», του είπε: «Ρε κακούργε άνθρωπε, που σκότωσες τ ’ κάτα μας. Είσαι χειρότερος κακούργος και απ’ αυτόν που σκοτώ νει έναν άνθρωπο». Και από τότε του έμεινε το παρα τσούκλι. Όταν γεννήθηκα εγώ, τον ακολουθούσα στα πανηγύρια και καθόμουν δίπλα του, για ν ’ ακούω τη μουσική. Έλεγαν τότε όλοι οι άνθρωποι που μας έβλε παν: «Γιου Κακούργους τσι του Κακουργέλ’». Από τότε το κληρονόμησα και το κρατώ σαν καλλιτεχνικό παρα τσούκλι. Το όνομά μου είναι Γιάννης Σουσαμλής, αλλά αν δεν πεις Κακούργος δεν πρόκειται να με βρεις». Ξαναπιάνει τις μπαγκέτες, παίζει ένα μικρό σκοπό και σηκώνεται, για να διαφημίσει τα τσουκαρέλια του σε μια άλλη παρέα από ξένους, που πλησίασαν το μαγαζί του.
Μουσικός απ’ τα γεννοφάσκια
«Γω τα κάνω, γω τα πλιω. Είναι όλα ξύλινα και χειροποίητα.Τσουκαρέλια για «μπιμπελό», σαΐτες, ανεμίτσες, ροδάνια, κρεβατούδες, σταυρέλια, αδράχτια, σκεπαρνάκια, πριονάκια και άλλα. Ξεκίνησα πριν 20 χρό νια να φτιάχνω μεγάλα τσόκαρα για τις γυναίκες, που περπατούσαν στα καλντερίμια της Αγιάσου. Όταν πια εξαφανίστηκε αυτό το «είδος», το γύρισα στα διακοσμητικό». Τα τσουκαρέλια όμως είναι συμπληρω ματική απασχόληση. Το μεγάλο πάθος είναι το σαντού ρι. Γι’ αυτό και πάλι ο λόγος.
Ο Κακούργος γεννήθηκε το 1928 στην Αγιάσο. Οι γονείς του ήταν από το Κορδελιό της Σμύρνης. «Πριν δέκα γενιές -μας τονίζει- ήταν μουσικοί, μαραγκοί, αρχι τέκτονες και ζωγράφοι. Το σόι των Σουσαμλήδηδων ήταν το πιο καλλιτεχνικό. Ο πατέρας μου έπαιζε όλα τα μουσικά όργανα. Αλλά το κύριό του ήταν το κλαρίνο. Επειδή ήταν και μαραγκός, είχε κατασκευάσει ένα μικρό σαντουράκι με όλες τις νότες βέβαια. Μου έδειξε τις κλί μακες πάνω στο σαντούρι και ξεκίνησα να παίζω από έξι χρονών. Ο πατέρας μου πέθανε τρία χρόνια αργότε ρα. Εγώ όμως δεν το αποχωρίστηκα ποτέ. Το άγάπησα, το ερωτεύτηκα, το πόνεσα α π ’ την πρώτη στιγμή. Το κρατώ στα χέρια μου 10 ώρες την ημέρα. Το σαντούρι είναι δύσκολο όργανο. Θέλει να παθιαστείς μαζί του. Εγώ παίζω 56 χρόνια και το πάθος μου δεν έχει σβήσει. Χωρίς εγωισμό πιστεύω ότι έγινα ένας απ’ τους καλύτε ρους σαντουριέρηδες της Ελλάδας. Αυτοσχεδιάζω διά φορα ταξιμάκια, φαντασίες, κλέφτικα, και παίζω τρα γούδια της Μικράς Ασίας, καρσιλαμάδες, ζεϊμπέκικα, απτάλικα, τσιφτετέλια, καλαματιανά, σέρβικα». Σταματάει για λίγο να μιλάει, πιάνει στα χέρια του τις μπαγκέτες και καλεί με τις νότες τους τουρίστες, που ανηφορίζουν προς το μαγαζί του. «Το όνομά μου είναι Κακούργος, φωνάζει. Εγώ όμως είμαι ο πιο άκακος άνθρωπος του κόσμου».
Αν και άκακος... Κακούργος το παρατσούκλι « Ο ταν ο πατέρας μου ήταν μικρός, στο μητρικό του σπίτι είχε σκοτώσει μια «κάτα» (γάτα) και ο παππούς
Τα τσουκαρέλια
«Ψοφούν» για το σαντούρι «Τ ο σαντούρι είναι το πιο πλούσιο όργανο. Είναι «γεμάτο», ηχητικό. Όταν είσαι δεξιοτέχνης και το παίζεις καλά, είναι μια ολόκληρη ορχήστρα. Κάποτε ήταν περι φρονημένο όργανο. Ο κόσμος αδιαφορούσε γι’ αυτό. Τον συγκινούσε μόνο το μπουζούκι. Τώρα όμως όλοι «ψοφούν» για το σαντούρι». Παρ’ όλη όμως τη μεγάλη του δεξιοτεχνία στο σαντούρι, ο Κακούργος δε βγήκε πολ λές φορές έξω από τα σύνορα της Αέσβου. Αν και η συμμε τοχή του στη «Δασκάλα με τα χρυσά μάτια» τον έκανε διά σημο σ’ όλη την Ελλάδα, αν και δέχτηκε πολλές προσκλή σεις για συναυλίες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, ο Γιάννης Σουσαμλής τα τελευταία οχτώ χρόνια έχει «κλειστεί» στο μαγαζάκι του.
Πάντα μέσα στα σύνορα «Π ρ ιν τριάντα πέντε χρόνια συμμετείχα στις εκδη λώσεις του Αναγνωστηρίου. Έχω ανεβάσει θέατρα, οπε ρέτες, κωμωδίες. Πήγα και στην Αθήνα μερικές φορές, στις εκδηλώσεις που έκανε ο Σύλλογος Αγιασωτών.
Αρκετές φορές πήρα μέρος και στη «Γιορτή του ούζου». Ύστερα α π ’ τη «Δασκάλα με τα χρυσά μάτια», όπου έπαιζα έναν πένθιμο σκοπό, που συγκίνησε όλη την Ελλάδα και με έκανε πασίγνωστο, δέχτηκα πολλές προτά σεις για συναυλίες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Όταν ήταν υπουργός Αιγαίου ο κ. Πέτρος Βάλβης, με κάλεσε και μου πρότεινε να εκπροσωπήσω το Υπουργείο σε κάτι εκδηλώσεις, που θα γίνονταν στην Αφρική. Εγώ όμως δε δέχτηκα, και αν κάποτε δεν έφευγα απ’ τη Λέσβο, τώρα πια δε φεύγω ούτε απ’ την Αγιάσο. Είμαι απογοητευμέ νος απ’ την Πολιτεία και την Τοπική Αυτοδιοίκηση». Δεν προλαβαίνει να ολοκληρώσει την κουβέντα του και μπαίνουν μέσα στο μαγαζί δυο τουρίστες. Συζητάει λίγο μαζί τους, παίζει ένα συρτό, φωτογραφίζεται, που λάει δυο κασέτες.
Το μεγάλο παράπονο Π α ρ ά το διάλειμμα όμως που μεσολάβησε, ο Κακούργος επανέρχεται στο παράπονό του. «Όλα τα χρόνια ήμουν ανασφάλιστος. Πριν δέκα χρόνια πήγα και γράφτηκα στον ΟΓΑ. Κάθε δυο χρόνια, ο ανταπο κριτής του ΟΓΑ στην Αγιάσο μου σφράγιζε το βιβλιά ριο. Πέρυσι είχα οχτώ παιδιά και τα μάθαινα σαντούρι αφιλοκερδώς. Ήθελα να διαδοθεί το όργανο. Επειδή όμως έκανα μαθήματα, δε μου σφράγισαν το βιβλιάριο.
Από τότε και γω πεισμάτωσα και σταμάτησα τα μαθήμα τα. Έχω παράπονα απ’ την Πολιτεία, τη Νομαρχία, την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Κανένας δεν ενδιαφέρθηκε να ιδρύσει μια σχολή, για να μη χαθεί η παράδοση. Τρεις σαντουριέρηδες έχουμε μείνει σ’ όλη την Ελλάδα. Το σαντούρι είναι γνήσιο, λαϊκό παραδοσιακό όργανο. Δεν πρέπει να χαθεί. Το κράτος όμως δε βοήθησε και δε βοη θάει καθόλου. Κανένας δε με πλησίασε να μου κάνει μια πρόταση, να ανοίξουμε μια σχολή, να πάω κάπου να διδάξω. Γι’ αυτό και γω έχω κλειστεί στο μαγαζί και παίζω μόνο για μένα και για το μεροκάματο. Επιτρέπεται να είμαι ανασφάλιστος;» Αν στον Κακούργο αναλογεί ένα μεγάλο μερίδιο απ’ το ξακουστό όνομα της Αγιάσου, του ανήκει και μια μεγάλη σελίδα στο βιβλίο της λαϊκής μας παράδοσης. Ισως, έστω και αργά, θα πρέπει κάποιοι να ενδιαφερ θούν, για να μην κλείσει αυτή η σελίδα. Γιατί αυτό θα ήταν κρίμα για όλους μας. Ρεπορτάζ. «Γω τα χάνω, γω τα πλιω. Είμαι ο ίδιος που παίζω και το σαντούρι». Ονομάζομαι Κακούργος. Ένας γνήσιος λαϊκός καλλιτέχνης μιλάει για το πάθος του, το σαντούρι, και εκφράζει ένα μεγάλο παράπονο. (Αναδημοσίευση από την εφ. «Αιολικά Νέα» (Μυτιλήνης), Κυριακή, 21 Ιουνίου 1992, αρ. φύλλου 507/135, σ. 8).
[ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΚΟΡΔΑΣ]
Ο Γιάννης Σουσαμλής (Κακούργος), όπως τον απαθανάτισε ο φακός της «Αγιάσου» το καλοκαίρι του 1983... (Φωτογραφία Γιάννη Χατζηβασιλείου)
ΤΟ Δ Ι Δ Α Σ Κ Α Λ Ε Ι Ο ΤΗΣ Μ Υ Τ Ι Λ Η Ν Η Σ Η Η τρίτη θεατρική παράσταση του σχολείου μας, που δόθηκε στο «Πάνθεο» στις 11 Μ αρτίου 1934, ημέρα Κ υριακή, παρουσία τω ν αρχώ ν της Λέσβου, θεωρήθηκε από το κοινό και τους θεατρι κούς κριτικούς των εφημερίδων της Μυτιλήνης ως η καλύτερη από τις μέχρι τότε. Και ήταν επόμενο, γιατί, εκτός από τις πλούσιες, καλογραμμένες και σωστά δομημένες θεατρικές σκηνές κοινω νικ ού και καλλιτεχνικού περιεχομένου, όλες έργα γραμ μένα και παιγμένα από τα παιδιά-πάγια θεατρική κ α ι εκ π α ιδ ευ τικ ή τα κ τικ ή του σ χολείου μας, ο απόηχος του σκετς «Άνω Κάτω» του τρίτου μέρους της δεύτερης θεατρικής παράστασης, που δόθηκε στις 28 Μαΐου 1933, επίσης στο «Πάνθεο», και που αναφερόταν στη μελετώμενη από τη νέα κυβέρνηση του « Λ α ϊκού Κ όμ μα τος» κατάργηση του Διδασκαλείου της Μυτιλήνης, αναστάτωσε το σύνο λο του προοδευτικού και θεατρόφιλου κόσμου της Λέσβου, το οποίο έτρεξε με μανία, όχι μόνο, για να θαυμάσει και να χειροκροτήσει τα παιδιά πάνω στη σκηνή, αλλά και για να συμπαρασταθεί στο μεγάλο αγώνα που έκαναν, να μείνει όρθιο το Διδασκαλείο, που, ως γνωστό, είχε ιδρυθεί τον Οκτώβριο του 1931 κι έκανε τα πρώτα βήματά του. Ο δάσκαλός μας γρά φει στ’ «Απομνημονεύματά» τ ου:. «Οι δυσκολίες μου άρχισαν μέ τήν πτώση τής φιλε λεύθερης Κυβέρνησης Βενιζέλου το 1932, δηλαδή ένα χρόνο μετά τήν / επιστροφή μου στήν Ελλάδα. Μαζί μέ τον Γ. Παπανδρέου απομακρύνθηκαν από το Υπουργείο τής Παιδείας τά προοδευτικά στοιχεία και από τότε άρχί-
Ο μουσικός του Διδασκαλείου της Μυτιλήνης Γιάννης Διανέλος. (Σκίτσο Γιώργου Κακαδέλη)
ζει να απλώνεται, στή διοίκηση τής Παιδείας, ό σκοταδισμός-τό άντιδραστικό, σχολαστικό πνεύμα, ό πατριωτι σμός τών κούφιων λόγων, ή έχθρα προς κάθε ανακαινι στικήν ορμή. Πώς να εργαστείς μέσα σέ μιά τέτοιαν άτμόσφαιρα καχυποψίας και μισαλλοδοξίας, όπου έφτανε ν ’ ακουστεί δτι έδίδασκες και έγραφες στή δημοτική
Στιγμιότυπο από τη θεατρι κή σκηνή «Μετά τον κινηματογράφο» (δεύτερη θεατρική παράσταση του Διδασκαλείου της Μυτιλήνης στο «Πάνθεο», στις 28 Μ αΐου 1933). Διακρίνονται από αριστερά: Δημήτριος Κυπραίος, Όμηρος Πάτσης, Κοραλία Τσορβά και Ειρήνη Γιαλένιου. (Φωτογραφία Δημητρίου Καβαδά)
Δίπτυχο πρόγραμμα της δεύτερης θεατρικής παράστασης (επιθεώρησης) του Διδασκαλείου της Μυτιλήνης, διαστάσεων 22,5x13,5, στο «Πάνθεο», στις 28 Μ αΐου 1933. (Το πρόγραμμα παραχώρησε η Μαρία Παρθένη-Πατέστου)
γλώσσα, δ η καινοτομούσες στις μεθόδους τής σχολικής εργασίας, δτι αντί να είσαι φόβητρο έχεις γίνει φίλος τών μαθητών σου, για να χαρακτηριστείς αμέσως μαλλιαροκομμουνιστής, άθεος και άναρχικός. Ή άτυχία μου ήταν δτι έφτασα στήν Ελλάδα γεμάτος όνειρα και πάθος γιά δημιουργία... Έ πρεπε λοιπόν να κολυμπήσω μέσα σ ’ αυτό το τρικυμισ μένο π έλα γο ς και να μήν πνιγώ . Εγχείρημα παρακινδυνευμένο και σχεδόν άπελπιστι κό...» (Ε.Π. Παπανούτσου, Απομνημονεύματα, Εκδόσεις Φιλιππότη, Αθήνα 1982, σα. 31-32). Και δεν άργησε να πέσει η μπόμπα. Με το Νόμο 5802/1933, ΦΕΚ 286, τεύχος Α ', 25/29 Σεπτεμβρίου 1933, «Περί ιδρύσεως Παιδαγωγικών Ακαδημιών», καταργούνται από το σχολικό έτος 1934-1935 όλα τα Διδασκαλεία του Κράτους και αντικαθίστανται με τις Παιδαγωγικές Ακαδημίες. Καλά λένε πως η πατρίδα μας Ελλάδα πληγώνει πάντα τα παιδιά της· και με πληγωμένα παιδιά τι πατρίδα περιμένεις; Να, όρσε, πέρασαν από τότε εξή ντα τόσα χρόνια κι ούτε μάνα πατρίδα έχουμε ούτε σωστά παιδιά! Και για την ιστορία: Η Παιδαγωγική Ακαδημία της Μυτιλήνης πρωτολειτούργησε το σχολικό έτος 19511952. Στο μεταξύ τα κτίρια του Διδασκαλείου, στο πανέμορφο προάστιο Ακλειδιού, εκτός από τις τόσες και τόσες άλλες υπηρεσίες που στέγασαν οι Γερμανοί στην Κατοχή, τα βρήκαν κατάλληλα για στρατώνες και για φυλακές Ελλήνων πατριωτών. Τι σχολείο, τι φυλα κή! Καλά έλεγαν οι αρχαίοι πρόγονοί μας: «Άμα γίνει ένα μεγάλο κακό, περίμενε πολλά να ακολουθήσουν». Δυστυχώς πρόγραμμα της τρίτης θεατρικής παράστα σης δε βρήκαμε. Όμως από τον τότε τύπο της Μυτιλήνης, που μας παρακολουθούσε κατά βήμα και χαιρόταν για την πρόοδο του σχολείου μας, έχουμε δυο κριτικές δημο σιευμένες στον «Ελεύθερο Δόγο», που αναφέρονται στην τρίτη θεατρική παράσταση του σχολείου μας. Η μια συμπυκνωμένη, αλλά άριστα γραμμένη στη στήλη «Τοπικά» της τέταρτης σελίδας. Και η άλλη εκτεταμένη, αναλυτική, σε περίοπτη θέση της πρώτης σελίδας, γραμμέ νη με υπογραφή του συντάκτη Βαγγέλη Καραφύλλα.
ΤΟΠΙΚΑ Η ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΑΙΑΑΣΚΑΑΕΙΟΥ Κ ’ ή έφετεινή εορτή του Διδασκαλείου μας, πού δόθηκε τήν Κυριακή στό «Πάνθεο», σημείωσε μιας πρώτης τάξεως επιτυχία. Και δέν εννοούμε βέβαια τή γενική μονάχα εκείνη επιτυχία τής ώραίας και εύκολης έντυπώσεως, άλλα τήν άλλη, πού ό χώρος δέν μας επιτρέπει εδώ να τήν άναπτύξωμε, τήν ούσιαστικώτερη και βαθύτερη, τήν παιδαγω γική και μορφωτική σημασία κ ι ’ επίδραση πού έχουν στις ψυχές τών νέων μας δασκάλων τέ τοιες πολιτισμένες ασκήσεις. Ασκήσεις πνευματικές, πού βγαίνουν πιά από τα δρια τής ασφυκτικής και τυραννικής ατμόσφαιρας τού παλιού σχολειού και ξανοίγουν τις πνευματικές ικανότητες τών μεγάλων αύτών παιδιών, έργα σχεδόν πιά λογοτεχνικά και πνευματικά, οπού γράφονται άποκλειστικά άπό τα ίδια και παίζονται πάλι άπό τα ϊδια και μέσα σ ’ αυτά βρίσκουν οί ψυχές τους δλο τον καθάριο πνευματικό άγέρα κ ι ’ δλη τήν άνεση πού χρειάζεται, γιά να περάση μαζί ή γνώση και ή μάθηση και να καρποφορήση. Α ν και όλα δσα άκούσαμε παι χτήκανε μέ ζηλευτή επιτυχία, εκείνα δμως πού σημεί ωσαν κατά τή γνώμη μας πραγματικό θρίαμβο και πού έκαναν να σεισθή κυριολεκτικώς ή αίθουσα τού «Πανθέου» άπό τα χειροκροτήματα είτανε: « Ό "Ηλιος και ή Νύχτα», μέ τούς ώραίους π λ α σ τικ ο ύ ς χο ρ ο ύ ς, το «Α α για ρνί» , «το 1950», «το Τ α ξίδι», «το Γ ρ α μ μ ά τιο » και ό « "Υ μ ν ο ς το ύ Διδασκαλείου». 9Α ς εΐνε βέβαιος ό Διευθυντής και το προσωπικόν τού Διδασκαλείου, πού μας δίνουν, αν και σπάνια, τέτοιες ώραΐες γιορτές, πώς το έργο τους ή Μυτιλήνη το παρακολουθεί μέ συμπάθεια και άγάπη. (Έφ. «Ελεύθερος Λόγος» (Μυτιλήνης, 13 Μαρτίου 1934) (Συνεχίζεται) ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΑΒΑΔΑΣ
Στιγμιότυπο από τη μιμική αναπαράσταση του ποιήμα τος του Κώστα Κρυστάλλη «Το Νεραϊδόπαιδο» (δεύτερη θεατρική παράσταση του Διδασκαλείου της Μυτιλήνης στο «Πάνθεο», στις 28 Μ αΐου 1933). Διακρίνονται από αριστερά: Όμηρος Πάτσης, Έλλη Σίμου, Μέρσα Νασοπούλου και Λευκή Αμπατζή. (Φωτογραφία Δημητρίου Καβαδά)
Ο ΞΕΣΗ Κ Ω Μ Ο Σ ΤΩΝ Α ΓΡΟ Τ Ω Ν Μ ΑΣ Μπλόκα με τρακτέρ στους εθνικούς δρόμους Τ ο γεγονός, που άρχισε να εκδηλώνεται στα τέλη Νοεμβρίου και που στη συνέχεια συγκλόνισε και αναστάτωσε ολόκληρη την Ελλάδα, ήταν, για άλλη μια φορά, ο ξεσηκωμός των αγροτών μας. Οι α γρ ότες της Θ εσ σ αλίας έδειξα ν ό τι τιμ ο ύ ν και μιμούνται τους προγόνους των που εξεγέρθηκαν στο Κιλελέρ. Από εκεί άναψαν τη φλόγα και δώσα νε το π α ράδειγμ α , αλλά και το σύνθημα, για να κινητοποιηθούν οι αγρότες όλης της Ελλάδας. Ό λος ο κόσμος τους άκουσε να φωνάζουν συν θήματα, όπως «δε θέλουμε άλλα λόγια, περιμένου με έργα», «λαέ, πολέμα, σου πίνουνε το αίμα», και να απαιτούν, όχι να επαιτούν, από την Κυβέρνηση καλύτερες τιμές για τα αγροτικά προϊόντα, φτηνό τερο και αφορολόγητο πετρέλαιο για τις αγροτικές καλλιέργειες, ρύθμιση χρεών προς την Αγροτική Τράπεζα, χορήγηση δανείω ν και την άμεση λήψη μέτρων για το βαμβάκι, τα γαλακτοκομικά π ρ ο ϊό ντα, τον καπνό, τη σταφίδα και άλλα. Το σύγχρονο όπλο των αγροτών, στα χαρακώ ματα τω ν μ π λό κ ω ν τω ν εθ νικ ώ ν οδώ ν κ α ι ό χι μόνο, ήταν τα τρακτέρ, που κατασκευάστηκαν και αποκτήθηκαν για την ικανοποίηση άλλων αναγκών, για την καλλιέργεια της γης και όχι για πολεμικές επιχειρήσεις. Ό σοι όμως χρησιμοποιούν όπλα θα πρέπει να μην ξεχνούν ότι, ανάλογα με την καλή ή την κακή χρήση τους, πολλές φορές φέρνουν αντί θετα αποτελέσματα από τα επιδιωκόμενα.
Οι επιπτώσεις και το κόστος από τα μπλόκα σε ολόκληρη την ελληνική κοινω νία ήταν ανυπολόγι στες. Από το κακό αυτό δεν εξαιρέθηκαν ούτε και οι ίδιοι οι αγρότες. Οι μετακινήσεις γίνονταν, αν γίνο νταν, μετ’ εμποδίων. Οι μεταφορές των προϊόντω ν και των άλλων αγαθών πρώτης ανάγκης νέκρωσαν, όχι μόνο μέσα στη χώρα μας, αλλά προς και από το εξωτερικό. Τα εργοστάσια και οι επιχειρήσεις υπολει τούργησαν. Ο τουρισμός και οι συγκοινωνίες έχασαν τεράστια ποσά. Αθώοι πολίτες και μεροκαματιάρηδες άνθρωποι ταλαιπωρήθηκαν και έχασαν τις δουλειές τους. Και πάνω α π ’ όλα ο κίνδυνος συγκρούσεων μεταξύ των θιγομένων πολιτών και των αγροτών δεν ήταν μόνο ορατός, αλλά και αναπόφευκτος. Για τους παραπάνω λόγους κανένας φρόνιμος και λογικός άνθρωπος, πα ρ ’ όλο ότι αναγνώριζε τα δίκαια αιτήματα, δεν μπορούσε να εγκρίνει τη μέθοδο των μπλόκων με τα τρακτέρ, που επέλεξαν οι αγρό τες μας. Ταυτόχρονα όμως θα πρέπει να ξέρουμε ότι κατά τις εξεγέρσεις οι πρωταγωνιστές, στην προσπά θεια να πετύχει ο αγώνας τους, προβαίνουν πολλές φορές σε πράξεις άδικες, τολμηρές και παράλογες. Σε π α ρ ό μ ο ιες α π α ρ ά δ εχ τες μ εθόδους είχ α ν προβεί, παλαιότερα, και άλλοι εξεγερθέντες κλά δοι, όπως οι καθηγητές στην περίοδο των πανελλα δ ικ ώ ν εξετάσεω ν, οι υ π ά λ λ η λ ο ι της Δ Ε Η , που κατέβαζαν τον κεντρικό διακόπτη και βύθιζαν στο σκοτάδι ολόκληρη την Ελλάδα, οι δημοτικοί υπάλ-
Οι βαμβακοπαραγωγοί του κάμπου της Ν ιγρίτας επί το έργον... (Από τη Συλλογή Γιάννη Χατζηβασιλείου, Μαυροθάλασσα, 1969)
ληλοι καθαριότητας και άλλοι. Σ τις δημοκρατίες όμω ς υπά ρ χουν λύσεις για όλα τα κοινω νικ ά προβλήματα. Το ίδιο, και στη συγκεκριμένη περίπτωση, μπορούσε από την αρχή να βρεθεί λύση, όπω ς και σε οποιαδήποτε φάση της εξέγερσης και να μην αφήσουν τα πρ ά γμ α τα να πάνε στα άκρα. Και τα δυο μέρη, Κυβέρνηση και α γρ ότες, ό φ ειλ α ν να χα μηλώ σ ουν τους τό νο υ ς αντιπαράθεσης και με θέληση και αμοιβαίες υπο χωρήσεις, με αλληλοκατανόηση και χωρίς προκα ταλήψεις, να κάθονταν στο ίδιο τραπέζι, να έκαναν αληθινό διάλογο, να έβρισκαν τη χρυσή τομή και να κατέληγαν σε σ υμπεράσματα και α ποφ ά σ εις χωρίς νικητές και ηττημένους. Θέλω να πιστεύω ότι μια πανίσχυρη κυβέρνηση, κ α ι μ ά λισ τα α να β α π τισ μ ένη π ρ ό σ φ α τα α πό τη λαϊκή εντολή, είχε τη δυνατότητα και το χρέος να βρίσκεται σε συνεχή διάλογο με τους ενδιαφερομέ νους και να τους έπειθε για τα μέτρα που επρόκει το να πάρει. Ακόμη ήταν υποχρεωμένη να έστηνε «ευήκοον ους» και όχι μόνο να κατανοούσε, αλλά και να αντιμετώπιζε έγκαιρα τα χρονίζοντα και τα τρέχοντα προβλήματα της αγροτικής τάξης. Για να βρεθεί αποδεκτή λύση, χρειάζονται κυρίως προλη πτικά και όχι κατασταλτικά μέτρα. Προσοχή όμως, δε χρειάζονται μεθοδεύσεις για την προσωρινή εκτόνωση της κατάστασης. Πρέπει να έχουν διδαχθεί από την ιστορία οι διοικούντες ότι, όσοι από θέση ισχύος κέρδισαν μια μάχη στην αντιπαράθεση με τους αγρότες, δεν πάει να πει ότι κέρδισαν και τον πόλεμο. Η αγροτιά είναι εφτάψυχη και σαν την Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει. Μ πορεί από τα παλιά χρόνια, ίσως και με δική της ευθύνη, να ήταν το μόνιμο θύμα. Να ήταν το υποζύγιο που κουβαλούσε στην πλάτη του, δυσανάλογα με την αντοχή του, μεγάλο μέρος του παραγωγικού τομέα της εθνικής οικονο μίας και μάλιστα αδιαμαρτύρητα. Τα χρόνια όμως πέρασαν και οι καιροί άλλαξαν. Η πρόοδος που συντελέστηκε στο βιομηχανικό, τον πολιτιστικό, τον οικονομικό και τον τεχνολογικό τομέα, δεν άφησαν ανεπηρέαστο τον αγρότη. Οι συγκοινωνίες, οι επικοινωνίες, οι τηλεοράσεις, οι οργανώσεις των συνεταιρισμών και των συνδικά των συνέβαλαν στην καλύτερη ενημέρωση του αγρο τικού πληθυσμού. Συνειδητοποίησαν καλύτερα τη δύναμη που έχουν και δικαιολογημένα ζητούν από τους κρατούντες δικαιότερη μεταχείριση. Την αγροτική τάξη μπορούμε να την παρομοιά σουμε με ένα ποτάμι. Το ποτά μι αυτό για πολλά χρόνια, με τα γάργαρα και ήσυχα νερά, διασχίζει τις λαγκαδιές και τους κά μπους, π ο τίζο ντα ς τα χωράφια, μεταφέροντας αγαθά, παράγοντας ηλε κτρικό ρεύμα, μέχρι την ημέρα που από τις μπύρες
Ο πατέρας-αφηγητής του συνεργάτη μας Σπύρου Καραμούντζου Κωνσταντίνος Ιωάννου Καραμούντζος (1901-1981), από την Καρυά Αργολίδας, δεκανέας στη Μικρασιατική Εκστρατεία, στέλνει επιστολή - φωτογραφία του στους γονείς του από το μέτωπο (Τ.Τ. 915, 13.6.1922).
και τις καταιγίδες πλημμυρίσει και ξεχειλίσει. Στις περιπτώσεις αυτές φουρτουνιασμένο και θολό, με την ορμή π ο υ έχει, μ π ο ρ εί να π α ρ α σ ύ ρ ει κάθε εμπόδιο που θα βρεθεί μπροστά του. Τη μ ετα φ ο ρ ικ ή σ ημ ασ ία της π α ρ ο μ ο ίω σ η ς αυτής και την αλήθεια που περιέχει ποτέ δεν πρέ πει να υποτιμούν και να ξεχνούν οι έχοντες κυβερ νητικά αξιώματα. Με αφορμή την παραπάνω εξέγερση των αγρο τών και τα γεγονότα που ακολούθησαν, θυμήθηκα μια φανταστική ιστορία, που μου είχε διηγηθεί ο μακαρίτης ο πατέρας μου, με την πολύχρονη αγρο τική του π είρ α , κ α ι, αν υ π ά ρ χει κ υ β ερ ν η τικ ό ς παράγοντας, που θα έχει ώτα ακούειν, ακουέτω. «Μ ια φορά κι έναν καιρό μια μικρή χώ ρα την κ υ β ερ ν ο ύ σ ε ένα ς π ο λ ύ ξ α κ ο υ σ τό ς β α σ ιλ ιά ς . Ο β α σ ιλιά ς αυτός, για να επιβεβαιώ νει ότι η ισ χύ ς του στηρίζεται στην αγάπη του λα ού του, από και ρο ύ εις καιρόν, έκανε π ερ ιο δ είες σ τις αδιάφορες επαρχιακές πόλεις του βασιλείου του.
Η ανακοίνω ση της επ ικ είμ εν η ς επίσκεψ ης σε κάθε πόλη γινόταν πολλούς μήνες νωρίτερα στους τοπικούς πα ρά γοντες, για να γίνονται οι π ρέπ ο υ σες προετοιμ ασίες, π ο υ θα ταίριαζαν στον υψηλό επισκέπτη και στην κουστω δία του. Ο άρχοντας-δήμαρχος της πόλης, που είχε τώρα τη σειρά της, όταν του ανακοίνωσαν το κοσμο ιστο ρικό γεγονός για την πόλη του, κάλεσε σε έκτακτη σύσκεψη όλους τους διευθυντές των υπηρεσιών και τους εκπροσώπους όλων των τάξεων και κατέστρω σαν από κοινού με κάθε λεπτομέρεια το πρόγραμμα της υποδοχής και γενικότερα της φιλοξενίας. Ό τα ν ήρθε με το καλό η π ο λυπ ό θη τη μέρα , τα πάντα ήταν έτοιμα. Με διαταγή του δημάρχου όλοι οι δρόμοι και τα σπίτια σημαιοστολίστηκαν. Οι υπηρε σίες και τα καταστήματα έκλεισαν και οι κάτοικοι δια τάχτηκαν να παραβρεθούν στον τόπο της υποδοχής. Ενώ σ τις 12 το μεσημέρι, σύμφω να με το ανα κοινω θέν π ρ ό γ ρ α μ μ α , θα ερ χ ό τα ν ο β α σ ιλ ιά ς , ο δήμαρχος στις 10 το πρω ί έκανε την τελευταία επι θεώρηση, εκεί στην είσοδο της πόλης, για να βεβαι ωθεί αν όλα είχαν γίνει σύμφω να με τον καταρτισ θέντα π ρ ο γ ρ α μ μ α τισ μ ό και α ν ήτα ν π α ρ ό ν τες όλοι οι προσκλιηθέντες εκπρόσωποι. Παρά τον κάποιο δικαιολογημένο εκνευρισμό που τον κατείχε, ήταν πολύ ικανοποιημένος από τη δια μόρφωση του χώρου και την προσέλευση του κόσμου. Φορώντας την επίσημη στολή, που την έραψε για το συγκεκριμένο γεγονός, πήρε και αυτός τη θέση κάτω από την αψίδα, μπροστά από τους άλλους επισήμους. Με πιασμένη την αναπνοή και με μεγάλη αγωνία τα μάτια όλων ήταν στραμμένα προς τη μεριά του δρό μου, α π ’ όπου θα ερχόταν ο βασιλιάς. Ε πάνω στη σ ημ α ιο στο λισ μ ένη αψίδα, κάθετα και οριζόντια, είχαν γραφτεί με μεγάλα μπ λε γράμ μ α τα : «Η Π Ο Λ Η Μ Α Σ Υ Π Ο Δ Ε Χ Ε Τ Α Ι ΤΟ Β Α Σ ΙΛ ΙΑ ΤΗΣ», «ΖΗ ΤΩ Ο ΒΑΣΙΛ ΙΑΣ», «ΖΗ ΤΩ Η Β Α Σ ΙΛ ΙΣ Σ Α » και άλλα. Κάτω, στο οδόστρωμα, ε ίχ α ν α π λω θ εί κ ιλ ίμ ια και ρ ο δ ο π έτα λα , για να πατήσουν οι άρχοντες του τόπου. Δίπλα στο δήμαρχο, που διάβαζε και ξαναδιάβαζε ένα μικρό χαρτάκι, (φαίνεται ήθελε να μάθει καλά την προσφώνηση και το «ως ευ παρέστητε»), ένα πανέμορ φο κοριτσάκι με εθνική ενδυμασία κρατούσε την ανθο δέσμη για τη μεγαλειοτάτη. Η φιλαρμονική του δήμου είχε πάρει απέναντι θέση και δοκίμαζε τα όργανα για τα εμβατήρια που θα έπαιζαν. Στη συνέχεια ήταν οι εκπρόσωποι όλων των τάξεων: Σύσσωμος ο κλήρος που θα ευλογούσε τον ερχομό του μεγαλειοτάτου και θα του έψελναν το «πολυχρόνιο» και το «νικάς τοις βασιλεύσι». Ο διοικητής της Αστυνομίας με τη μεγάλη του στολή, που ήταν και ο υπεύθυνος για την ασφά λεια και την τήρηση της τάξης. Οι διευθυντές όλων των δημόσιων υπηρεσιών με τα επίσημα κουστούμια
Μπλόκο σε δρόμο της Αγιάσου! Το «καρναβαλέλ’», αυτο κίνητο της παλαιός εποχής, φορτωμένο με «κασέλια», γεμάτα μήλα και απίδια, είναι έτοιμο για ταξίδι... Διακρίνονται από αριστερά ο Κώστας Τσατσέλης, ο Χαράλαμπος Δούκαρος, που πρόσφατα μας άφησε χρό νους, ο Γιάννης Κοντής (Μπουνατσέλης) και ο Χρίστος Παναγιώτη Χατζηπαναγιώτης (καθήμενος). (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Προκόπης Κουτσκουδής)
τους και με τα ημίψηλα καπέλα. Καί ακολουθούσαν οι υπόλοιποι εκπρόσωποι, ένας εργάτης, ένας παντοπώ λης, ένας ξυλουργός, ένας ράφτης, ένας βιοτέχνης, ένας αγρότης (γεωργοκτηνοτρόφος)και άλλοι Σύμφωνα με το πρόγραμμα, τους ντες θα τους παρουσίαζε ο δήμαρχος με την ειδικότη τά τους στο μεγαλειότατο και αυτός θα τους χαιρε τούσε με χειραψία και θα χαιρόταν πολύ για τη γνω ριμία. Σκεφτείτε τιμή π ο υ τους περίμενε! Οι μαθητές των σχολείων, παραταγμένοι δεξιά και αριστερά του δρόμου, με τις ομοιόμορφες στολές και τα κ α π έλ α , κρατούσαν σημαίες και περίμεναν το σύνθημα των δασκάλων τους, για να χειροκροτήσουν και να ζητω κραυγάσουν. Οι υπόλοιποι κάτοικοι, φορώντας τα γιορτινά τους, στριμωχνόντουσαν ποιθα είναι π μπροστά, για να δουν από κοντά τον πολυχρονεμένο τους βασιλιά και οι γυναίκες κυρίως τη μεγαλειοτάτη β α σ ίλισ σ α . Ό λοι θα ήθελα ν να π λ η σ ιά σ ο υ ν π ιο κοντά, για να ακουμπήσουν επάνω στους μεγαλειοτάτους, αλλά τα προστατευτικά σχοινιά και οι χωρο φύλακες δεν τους επέτρεπαν. Α λλά και από εκεί, που θα τους έβλεπαν, λίγο δεν ήταν. Οι ώρες όμως περνούσαν και ο β α σιλιά ς με τη
συνοδεία του, σύμφω να με π ς μαρτυρίες των εντε ταλμένω ν να κοιτάζουν από ψηλά παρατηρητήρια, δε φαινόταν στον ορίζοντα. Ο κόσμος κουράστηκε από την ορθοστασία και ά ρ χ ισ α ν να μ ε τ α κ ιν ο ύ ν τ α ι , να κ ά θ ο ν τ α ι σε μ ά ν τρ ες και π α γκ ά κ ια , να κο υβ εντιά ζο υν και να δ ια μ α ρ τύ ρ ο ν τα ι χαμη λόφ ω να για την ασυνέπεια π ο υ χαρακτηρίζει τους άρχοντες σ τις υποσχέσεις τους. Π άντω ς ήταν έτοιμοι με την πρώ τη ειδοποίη ση να επανέλθουν σ τις θέσεις των. Οι μαθητές, ά λλο π ο υ δεν ήθελαν, ά ρχισα ν τα πειράγματα και τα παιχνίδια. Οι επίσημοι, βλέπο ντα ς τη ν κ α θυσ τέρησ η, α π ο φ ά σ ισ α ν για λ ίγ ο να αφήσουν τη θέση τους και να πάρουν τον καφέ τους ή ένα ουζάκι σε γειτονικά σπίτια και μαγαζάκια. Το μεγαλύτερο πρόβλημα όμως το είχε ο εκπρό σωπος τω ν αγροτών. Είχε ξεκινήσει νύχτα από το χωριό του και περπάτησε πολλά χιλιόμετρα, για να είναι από τους πρώ τους στη θέση του για την υπο δοχή. Ξεχώριζε από όλους τους άλλους. Ή ταν κυρ τός, με ροζιασμένα χέρια, ηλιοκαμένος και ανεμο δαρμένος από τη σκληρή δουλειά στα χωράφια, και φ ο ρ ο ύσ ε τα τσ α ρ ο υ χ ά κ ια του, μ ια κα τα κά θα ρη πουκαμίσα και την τραγιάσκα του. Α κουμπούσε και στη μαγκούρα του, αλλά κου ράστηκε από την ο ρ θοσ τα σ ία και α π ο φ ά σ ισ ε να πάει στο διπλανό χω ράφι και να καθίσει στον ίσκιο μια ς μεγά λης γκορτσιάς, αφ ού πρώ τα ενημέρωσε τον αρμόδιο τελετάρχη. Το μεσημέρι είχε περάσει πια και για να ξεγελάσει την πείνα του έβγαλε από το ταγαράκι του λίγο χω ριάτικο ψωμί και πήρε μια μπουκιά. Χ ω ρίς όμως να το καταλάβει, καθώς έγει ρε, τον πήρε ο ύπνος του καλού καιρού. Ε ντω μεταξύ με μεγάλη καθυστέρηση φ άνηκαν στο βάθος το υ δρό μ ο υ π ρώ τα οι π ρ ο π ο μ π ο ί της βασιλικής φ ρουράς και στη συνέχεια το βασιλικό ζεύγος με την ακολουθία τους. Στο σημείο αυτό θα π ρ έπ ει να σας α ποκαλύψ ω ότι σκόπιμ α αργούν. Είναι και αυτό στο πρόγραμμα, για να μαθαίνουν οι υπήκοοι να τους αναμένουν, να τους υπομένουν και να τους ανέχονται αδιαμαρτύρητα. Ο δ ή μ α ρ χ ο ς και οι κ ά το ικ ο ι π α ρ α τ ά χ τη κ α ν αστραπιαία στην προηγούμενη θέση τους, έτοιμοι να τους υποδεχτούν, σύμφω να με το καταστρω μέ νο πρόγραμμα, π ο υ ήταν και άνωθεν εγκεκριμένο. Μ ε την πρώ τη ματιά αναγνώρισε όλος ο κόσμος τις αυτώ ν μεγαλειότητες, το βασιλιά και τη βασίλισ σά του. Κ α ι οι δυο το υς χα ρούμενοι έλα μ πα ν και άστραφ ταν μέσα από τις ολόλαμπρες και χ ρ υ σ ο π ο ίκ ιλτες σ το λές τους. Δ εν ήξερε κα νείς τι να π ρ ω το θ α υ μ ά σ ει. Τα χ ρ υ σ ο κ ό κ κ ιν α κ α π έλα , τα χρυσά κουμπιά και τα σιρίτια, τα γυαλιστερά σπι ρούνια, τη βασιλική ράβδο, τα πολύχρω μα παράση μα στο στήθος τους και πάνω α π ’ όλα τον κρεμα
σμένο μεγαλόσταυρο της τιμής. Η τελετή της υποδοχής διεξήχθη με υποδειγμα τικό τρόπο. Ε μβατήρια, χειρ ο κ ρ ο τή μ α τα , ζητω κραυγές, χειροφιλήματα, ανθοδέσμες και προσφω νήσεις. Α π ό όλα είχε ο μπαξές. Ο β α σ ιλιά ς στην α ντιφ ώ νησή το υ εξέφ ρα σ ε την ικα νοπ οίησ ή του και ευ χα ρίσ τη σ ε μ α ζί με το δήμαρχο και το λαό του, για την αυθόρμητη σ υ γκ λ ο ν ισ τικ ή υποδοχή π ο υ του επ ιφ ύλα ξα ν και για την αγάπη π ο υ έτρε φ αν προς το θεσμό και το βασιλικό ζεύγος. Ή ρθε όμω ς η ώρα π ο υ ο β α σ ιλ ιά ς ζήτησε να γ ν ω ρ ίσ ε ι κ α ι να χ α ιρ ε τ ή σ ε ι μ ε χ ε ιρ α ψ ία τ ο υ ς εκπροσώ πους όλων των τάξεων. Ο δήμαρχος, ενώ ε το ιμ α ζ ό τ α ν να το υ ς π α ρ ο υ σ ιά σ ε ι ό λ ο υ ς με τη σειρά, είδε ότι έλειπε ο αγρότης. Οι άνθρωποί του μάλιστα τον ενημέρωσαν ότι τον είδαν να κοιμάται σ το ν ίσκιο εκείνη ς τη ς γκ ο ρ τσ ιά ς. Ύ σ τε ρ α από αυτό πλησίασε το βασιλιά και του είπε: - Μ εγαλειότατε, λαμβάνω την τιμή να σας ανα φέρω ότι οι εκπρόσω ποι είναι όλοι πα ρό ντες και αδημονούν περιχαρείς να σας υποβάλουν τα σέβη το υ ς και π ρ ο ς σ τιγ μ ή ν μ όνο ο εκπ ρό σ ω π ο ς τω ν αγροτώ ν λείπει. Ή ταν π ο λύ κουρασμένος ο καημέ νος και α ποκο ιμ ή θ η κε κάτω από τη ν γκο ρτσ ιά . Μ ην ανησυχείτε όμως, θα στείλω ανθρώ πους μου αμέσω ς, για να το ν ξ υ π ν ή σ ο υ ν κα ι να μ α ς το ν φέρουν, για να σας υποβάλει κι αυτός τα σέβη του. - Κ αλέ μου δήμαρχε, σ ’ ευχαριστώ για την ενημέ ρωση, αλλά σε διατάζω να μη στείλεις κανέναν να ξυπνήσει τον αγρότη. Δ εν πειράζει, ας τον αφήσουμε τον ανθρωπάκο να κοιμάται. Κ αι συμπλήρω σε χαμηλόφω να: Να κά νεις ό,τι μ π ο ρ είς για να μην ξυπνήσει. Γιατί, αν ξυπνήσει ο αγρότης και μάλιστα α π ό το μ α , α ν π ά ψ ει να κ ο ιμ ά τα ι, κακό π ο υ μ α ς βρήκε όλους. Τότε ούτε εσύ θα είσαι δήμαρχος και το σπουδαιότερο ούτε εγώ θα είμαι βασιλιάς. Για το καλό λοιπόν όλων μας, ας αφήσουμε τον αγρότη να κοιμάται τον ύπνο του δικαίου και προς θεού μην κάνουμε τίποτα και μας ξυπνήσει απότομα. Χ ω ρ ίς το ν α γρ ό τη λ ο ιπ ό ν ολοκληρώ θηκε το τελετουργικό μέρος της υποδοχής και ταυτόχρονα οι συζητήσεις, οι αποφάσεις και το φ αγοπ ότι έγι ναν ερήμην του και πίσω από την πλάτη του». Ό π ω ς είδαμε από το παραπάνω περιστατικό, όλους τους βόλευε που κ οιμότα ν ο αγρότης και κανένας δεν έκανε τίποτα, για να τον ξυπνήσει. Σήμερα όμως, αρχές Δεκεμβρίου 1996, με τα μπλό κα και τις διεκδικήσεις των αγροτών σε ολόκληρη την Ελλάδα, λέτε να ξύπνησε ο κοιμισμένος γίγα ντας, ο αγρότης; Ο καιρός θα δείξει. Καρυά Αργολίδας, 8.12.1996 ΣΠΥΡΟΣ Κ. ΚΑΡΑΜΟΥΝΤΖΟΣ τ. Σχολικός Σύμβουλος Π.Ε.
ΤΟ ΒΑΟΓΗΜΕΝΟ ΑΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΕΑΙΑΣ Ματιές στο χτες και στο σήμερα... ! 1 ολύτιμο το δέντρο της ελιάς. Ο κορμός και τα κλαδιά της μας δίνουν τα καλύτερα ξύλα και κάρβουνα, που κρατούν περισσότερο από άλλα και κάνουν δυνατή φωτιά. Η θεία μου το Ελενάκι αγό ραζε κάρβουνα από το χωριό Λουτρά. Κατέβαιναν οι Λ ουτραγώ τες με τα γα ϊδ ο ύ ρ ια τους, έχοντας από ένα τσουβάλι, δεξιά και αριστερά, και φω νά ζο ντα ς «εδώ τα λ ίτικ α κ άρβουνα, τα καλύτερα κάρβουνα». Και τα κλαδιά της όμως με τα λιόφυλλα είναι θαυμάσια τροφή για τα ζα, προπαντός για τις κατσίκες... Ο κ α ρ π ό ς της τ ρ ώ γ ε τ α ι, ό π ω ς ε ίν α ι, ω ς « ρ ο υ π ά δ ε ς» , ή με άρμη ή με λ ά δ ι, α φ ο ύ γ ίν ε ι κ ά π ο ια π ρ ο ερ γα σ ία . Θα α να φ έρ ω π ά λ ι τη θεία μου, που ήταν χρυσοχέρα και έφτιαχνε με πολλούς τρόπους τις ελιές. Πράσινες τσακιστές. Είχαμε ένα μεγάλο μαρμάρινο γουδί και, όταν ήμουν μικρή, μ’ έβαζε να τ ις τσ α κ ίζω . Στο κ α λα μ ένιο κ α λ ά θ ι τέτοια είχαμε τότε- πάστωνε με χοντρό αλάτι μαύ ρες ελιές και γίνονταν σαν σταφίδες, πολύ νόστι μες. Χ α ρ α χ τ έ ς με ξ ίδ ι, στο κ ιο ύ π ι με ά ρμη. Θυμάμαι που έβαζε ένα αβγό, για να δει την πυκνό τητα της άρμης... Το λάδι που βγαίνει από τον καρπό της, εκτός που το τρώμε ωμό ή βρασμένο στα φαγητά μας, χ ρ η σ ιμ ο π ο ιε ίτ α ι στη ζ α χ α ρ ο π λ α σ τ ικ ή κ α ι αλλού.Τα παλιά χρόνια χρησίμευε και ως φωτιστι κό μέσο, στα λυχνάρια, στις λάμπες λαδιού και στα
καντήλια μέχρι και σήμερα. Ακόμα ήταν πρώτη ύλη, για να γίνει το σαπούνι, κοινό και αρωματικό, αλλά και διάφορα καλλυντικά... Στα αρχαία χρόνια οι αθλητές άλειβαν με λάδι το σώμα τους. Τελευταία μάζευαν και το ελαιοδάκρυ (φυτικό κόμμι που βγαίνει πολλές φορές από εντομές του κορμού και των κλαδιών), που χρησί μευε ως θυμίαμα. Δεν πρ έπει να ξεχάσουμε την πυρήνα, που τη μεταχειριζόμαστε ως τις μέρες μας στα μ α γκ ά λια για θέρμανση. Σ ’ αυτήν ψήναμε κάστανα, αλλά και βράζαμε φαγητό, που το έκανε πολύ νόστιμο, στους φούρνους και αλλού... Η ελιά όμω ς που μας δ ίνει πά ρ α πολλά , και π ρ ώ τα α π ’ όλα το λ ά δι, έχει κ α ι τα έξοδά της. Βρέχει, χιονίζει, πρέπει να μαζευτεί ο καρπός, γιατί όταν πέσει κάτω και μείνει μερικές μέρες σαπίζει και βγαίνει κακής ποιότητας λάδι. Θέλει σκάψιμο, κλάδεμα, λίπα νσ η , σ υλλεκτικά και εκ θ λ ιπ τικ ά έξοδα... Για το λιομάζω μα τα πα λιά χρ όνια οι π λ ο ύ σιοι, που είχαν μεγάλα κτήματα, απασχολούσαν τον « τα ϊφ ά » , δηλαδή π ο λ λ ο ύ ς εργάτες, ραβδιστές και μαζώχτρες. Σ ηκώ νονταν από τη νύχτα και, αν ήταν κοντά τα κτήματά τους, πή γα ινα ν με τα π ό δ ια , αν ή τα ν μ α κ ρ ιά , με τα ζα το υ ς. Ε ίχ ε ένα π α ν η γ υ ρ ικ ό χ ρ ώ μ α , γ ια τ ί ό λ ο ι κ α ι όλες τρ α γ ο υ δ ο ύ σ α ν ή λέγα νε χ ω ρ α τά μ εταξύ το υ ς, γ ια να π ερ νά η ώ ρα κ α ι να ξεχ ν ο ύ ν την κούρασή τους.
Μετά το κουραστικό ράβδισμα-λιομάζωμα έρχεται και η ώρα του φαγητού... (Φωτογραφία Γιάννη Χατζηβασιλείου. «Μουνέρ’» Παλαιοκήπου, 29.12.1996)
Στα καφενεία ολοχρονίς κυριαρχεί το θέμα της ελιάς... Στη φωτογραφία, τραβηγμένη στην Καφενταρία, διακρίνονται από αριστερά ο Στρατής Βουνάτσος, ο Προκόπης Μπουρλής, ο οποίος πρόσφατα μας άφησε χρόνους, η Αγαύη Δελόγκου και ο Α χιλλέας Ταράνης.
Για κούραση, ρω τά τε εμένα, που πήγα στην Κατοχή, μαζί με δυο φίλες μου, πιο μεγάλες στην η λ ικ ία , να μ α ζέψ ο υ μ ε ελ ιές. Ο θ ε ίο ς μου, ο Κ λέαρχος Μ αριγλής, δούλευε τότε στο ελαιοτρι βείο του Ασωμάτου και έμεινα και εγώ λίγο καιρό στο χωριό. Ξεκινήσαμε πρω ί πρωί. Μ ’ είχαν ντύσει με βράκα, αλλά φορούσα και το παλτό μου, καθώς και ένα τσεμπέρι στο κεφάλι. Πήγαμε μια χαρά, αλλά για κακή μας τύχη άρχισε να χιονίζει. Εγώ, πολύ φιλότιμη, έκανα ό,τι μπορούσα να γεμίσω το καλάθι, αλλά είχα τόσο παγώσει, που τα χέρια μου δεν έπιαναν, άσε που είχα μελανιάσει. Επειδή και οι φίλες μου κρύωναν, γυρίσαμε πίσω και θυμάμαι που φάγαμε με μεγάλη όρεξη τη φασουλάδα, που είχαν αφήσει να σιγοβράζει στο τσουκάλι, κοντά σε δυο χοντρά κούτσουρα, στο τζάκι. Για μένα ήταν εμ π ειρ ία μια ς μέρας, αλλά για σκεφθείτε όλον αυτόν τον κόσμο, που, βρέχει χιονίζει, πρέπει να μαζεψει τον καρπό! Τον π ρ ώ το χρ ό νο της Κ α τοχή ς είχαμ ε τόσο μεγάλη σοδειά,που τα ελαιοτριβεία δούλευαν μέχρι το μήνα Αύγουστο. Φυσικά τότε τα λάδια τα έπαιρ ναν οι Γερμανοί, γ ι ’ αυτό και οι ελαιοπαραγω γοί δεν είχαν όρεξη να μαζεύουν τις ελιές. Χάρη σε καλούς φ ίλους του θείου Κ λέαρχου είχαμε λάδι και ελιές όλη την Κατοχή και αυτό μας βοήθησε να επιβιώσουμε. Τρώγαμε ένα βαθύ πιάτο ελιές με λίγο λάδι, χωρίς τίποτα άλλο. Το να πα ίρ νουνε όμ ω ς το λά δι οι Γ ερμ α νοί, ήταν μεγάλη δυστυχία για τους ελαιοπαραγω γούς, για τί τους πλήρωναν με μικρής αξίας χαρτονομίσματα, που τα λέγαμε «στούκας» ή «τσολάκογλα», με τα οποία δεν τους αποζημίωναν ούτε για τον κόπο τους ούτε για τα έξοδά τους. Το νη σ ί μα ς είχ ε κ α ι ε ξ α κ ο λ ο υ θ ε ί να έχει πολλά ελαιοτριβεία, που εδώ και αρκετά χρόνια
εκσυγχρονίστηκαν. Τα πα λιά χρόνια έβγαζαν το λάδι σε ελαιόμυλους και σε ελαιοτριβεία με π ιε σ τή ρ ια , α λ λ ά το π ιο π ο λ ύ λ ά δ ι έμενε σ το υ ς σάκους, στα «τσ ουπιά», που τα έφ τια χνα ν από γιδότριχα στους αργαλειούς των σακοποιείων της Αγιάσου, στα οποία δούλευαν υφαντές και κλώσ τρες. Π ά ντα μου άρεσε να τ ις χα ζεύω . Ή τα ν γυνα ίκ ες μεστωμένες, αλλά και κοπέλες μικρές σαν κι εμένα, πάντα γελαστές, που τους άρεσε να τραγουδούν, καθώς πήγαιναν και έρχονταν, έχο ν τ α ς στη μέση τ ο υ ς μ ια μεγάλη « λ ο ύ να » α π ό τρίχα κατσίκας. Η ελιά μ α ρ τυ ρ ε ίτα ι α π ό π ο λ ύ π α λ ιά . Στην Π αλαιά Διαθήκη αναφέρεται ότι ο Νώε, που ήταν κλεισμένος στην Κιβωτό, έστειλε ένα περιστέρι να δει αν πέρασε ο Κατακλυσμός και γύρισε έχοντας στο ράμφος του ένα κλαδί ελιάς. Η ελιά ήταν και εξακολουθεί να είναι σύμβολο τιμ η τικ ή ς διά κ ρισ η ς. Κ λα δί ελιά ς έπ α ιρ να ν ως βραβείο οι νικητές των αθλητικών και καλλιτεχνι κ ώ ν α γ ώ ν ω ν κ α ι κ λ α δ ί α γ ρ ιε λ ιά ς (κ ό τ ιν ο ) οι Ο λυμ πιονίκες. Ό λ ο ι είδαμε, στεφ ανω μένους με στέφανα από κλάδους ελιάς, τους Ο λυμπιονίκες μας, αυτά τα θαυμάσια π α ιδ ιά που δόξασαν την Ελλάδα μας στην Ατλάντα της Αμερικής... Παλιότερα, το λάδι το χρησιμοποιούσαν και ως χρήμα στις συναλλαγές, δηλαδή έδιναν λάδι και αγόραζαν κτήματα, σπίτια ή και άλλα αγαθά. Αυτό γινόταν πολύ στην Κατοχή... Η Λ έσβος α πό π ο λύ π α λ ιά ήταν γνωστή ως ελαιοπαραγωγικό νησί και ως τέτοιο τραγουδήθη κε. Το κ α λ ο κ α ίρ ι του 1939 μάλιστα, ο Στρατής Π α π α ν ικ ό λ α ς έγρ α ψ ε την επ ιθ εώ ρ η σ η «Η Μ υτιλήνη» και, όπως ήταν φυσικό, είχε ένα νούμε ρο για την ελιά. Π α ρουσ ιαζόταν ένας «τα ϊφ ά ς» από άντρες με «ντέμπλες» και στη μέση η Μπέμπα Ζερμπίνη, ωραιότατη κοπέλα, ντυμένη μ’ ένα πρά σινο φόρεμα, παρίστανε την ελιά. Εκεί τραγουδού σαν το γνωστό τραγούδι: Είμαι η ελιά! Είμαι η ελιά! Η Μ υτιληνιά είμαι ελιά!... Κάθε δυο χρόνια καρπίζω και τα κιούπια σας γεμίζω με χυμό κεχριμπαρή, π ο υ αξίζει όσο βαρεί... Είμαι σίγουρη ότι θα Ξέχασα κάτι από τα τόσα π ο υ πρ ο σ φ έρ ει αυτό το π ο λ ύ τιμ ο δέντρο. Εάν ήμουν ποιήτρια, θα έγραφα μια ωδή για την ελιά, μια που δεν είμαι όμως, ευχαριστώ το Θεό για το δώρο που μας χάρισε...
Ο ΚΡΑΝΙΟΘΡΑΥΣΤΗΣ Α ν υ π ό φ ο ρ ο το κάμα απόψε. Ακόμα και στην Α γ ιά σ ο , π ο υ ξ ε φ υ τ ρ ώ ν ε ι α π ό τα ρ ιζ ά του Ολύμπου. Ασβέστης η πέτρα. Η καιγόμενη γης από τον αυγουστιάτικο ήλιο αναδίνει μια ζεστή αναπνιά, που καίει το πρόσωπό σου και κάνει τα πνεμ ό ν ια σου να δ ο υ λ ε ύ ο υ ν σαν το φ υ σ ερ ό του αλμπάνη ή σαν τα πνεμόνια του λαγωνικού ύστερα α π ’ ένα λαγοκυνηγητό. Ούτε ένα φύλλο του γεροπλάτανου του Κήπου της Π αναγιάς, κάτω από τον οποίο έχω κουρνιά σει, δε σαλεύει απόψε. Απομεσήμερο και ούτε σπινοτιτίβισμα ούτε μονότονα τραγούδια τζιτζικιώ ν α κ ο ύ γ ο ν τα ι. Σα β ρ ά δια σ ε κ α ι κ α τα λ ά για σ ε το κάμα, ξεκίνησε, ό π ω ς συνήθω ς, η παρέα για το βραδινό περίπατο προς τον κάτω δρόμο του χω ριού, που τρύπησε τα σπλάχνα της ρεματιάς και το υ ς α σ κ ο ύ ς του Α ιό λ ο υ , α π ’ ό π ο υ α ν εβ α ίν ει αγάλι αγάλι ένα ανάλαφρο και δροσερό αγέρι και γλυκό σαν το φ ιλί της κορασιάς, η οποία οργά... Έ ν α α γέρ ι π ευ κ ο μ ύ ρ ισ το , π ο υ έρ χετα ι α πό τα βάθια του πευκώνα, που ραχατλίδικα απλώνεται πέρα από τον Αϊ-Δημήτρη. Μ όλις έφτασε η παρέα έξω από το ερειπωμένο ηλεκτροεργοστάσιο, κατάλληλο για «στάχτιρια» της κουκουβάγιας, ακριβώς απέναντι από το κοιμητήρι το υ χ ω ρ ιο ύ , α κ ο ύ ω ένα υ π ό κ ω φ ο κ α ι αργόρρυθμο ντακ-ντουκ, ντακ-ντουκ, ντακ-ντακντουκ και σταματώ να αφουγκραστώ από πούθε έρχεται ο αχός. - Δεν ακούτε, λέω στην παρέα, ένα αχοβολητό απόμακρο και υποχθόνιο, που μοιάζει με γδούπο που ακούμε όταν τ ’ αφηνιασμένο κύμα δέρνει ανε
λέητα και αδιά κοπα τα βράχια της ακρογιαλιάς; Δεν τον ακούτε; - Γιου κρανϊουθραύτ’ς είνι, μου απάντησε γιου Τ ίν’ς. - Φ χαριστώ. Σ π ο υ λ λ ά τ’ σ ’. Με φώ τισες, αλή θεια! Ποιος είναι αυτός, μωρέ, ο κρανιοθραύστης και ποιανώ ν τα κεφάλια θρυμματίζει; - Των γονιών μας και το δικό μας, ταχιά ή την άλλη, μου α π ά ντη σ ε ο δ ά σ κ α λ ο ς Χ ρ ισ τ ό φ α ς Χατζηπα ναγ ιώτη ς . Αν ήξερες τι γίνεται εκεί ψηλά στο εκκλησάκι του νεκροταφείου, θα οίκτιρες και θα σιχαινόσου να τον εαυτό σου, τον άνθρωπο, τη ματαιότητα των εγκοσμίων και τη θλιβερή κατάντια μας. Αυτή τη λυγρή ώρα που ακούς τον υποχθόνιο αυτόν αχό, ο θανατάνθρω πος θρυμματίζει με μια μανέλα τα κρανία, τα π α γίδια και τα πα για ύλια τω ν γ ο ν ιώ ν μ α ς κ α ι τω ν α δ ε ρ φ ιώ ν μ α ς, γ ια λόγους στενότητας χώρου. Πλήθυναν οι πεθαμέ νοι. Εξακόσιοι πεθάναν στο χωριό μας, Δημητρό, στην τετραετία του θανατά (1941-1944) από την πείνα και φτάξαμε στο αδιαχώρητο. Το χωνευτήρι δεν τους χω ράει πια . Ελάτε, αν θέλετε, να πάμε προς τα κει, να δείτε με τα μάτια σας την κατάλη ξή μας και σίγουρα θα πείτε «ναηΐΐαδ ναηίΐ&ΐυπι, ΟΓπηία ναπΐΐαδ», μου είπε ο Χ ριστόφας, ο δάσκα λός μας. Γ υ ρ ίσ α μ ε π ίσ ω κ α ι εκ α τό μ έτρα π ιο π έρ α πήραμε το δρομάκι δεξιά και φτάσαμε στο κοιμητήρι, την «Π ιρ α σ ιά », ό π ω ς το λένε οι Α γ ια σώτες. Ανοίξαμε το εκκλησάκι και βλέπουμε στα β ά θ ια του υ π ό γ ε ιο υ θ α λ ά μ ο υ , π ο υ β ρ ίσ κ ετα ι κάτω α πό το π λ α κ ό σ τρ ω το δ ά π εδο της εκκλησ ούλας, στο λεγόμενο χω νευτή ρ ι, το θ α να τά νθρωπο και με μια μανέλα να χτυπά με μίσος και
Ο απογευματινός περίπατος στο δρόμο της Καρυάς αρχί ζει... Διακρίνονται από αρι στερά ο Βασίλειος Αϊβαλιώτης (θεολόγος), ο Δημήτριος Παπάνης (φιλό λογος), ο Κώστας Γεωργαντής (δάσκαλος), ο Μιλτιάδης Σκλεπάρης (ερασιτέχνης δημοσιογράφος) και ο Σταύρος Σταυρακέλης (πραματευτής). (Τη φωτογραφία παραχώρησε η Ευστρατία Σταυρακέλη)
με λύσσα τα κ ρ α νία , τα π α γ ίδ ια , τα π α γ ια ύ λ ια τω ν γο ν ιώ ν μας. Ν τακ-ντακ-ντουκ, ντα κ-ντα κν το υ κ , θ ρ υ ψ α λ ιά ζ ε ι ο β ρ ικ ό λ α κ α ς τα κ ρ α ν ία μας, ικ α νοπ οιώ ντα ς ίσως και κ ά ποια απωθημένα του. Κ αι κείνα χορ οπη δούν, α ντισ τέκοντα ι, α γ ω ν ίζ ο ν τα ι για την α κ ερα ιότη τά το υ ς, για τα ν εκ ρ ο δ ικ α ιώ μ α τά το υ ς, ά λ λ α δεν μ π ο ρ ο ύ ν να γλιτώ σουν από τον αφηνιασμό του κρανιοθραύστη και γίνοντα ι σκλήθρα, ψιλά πελεκούδια, και χ τ υ π ά ν κ ι α υ τ ά με μ α ν ία τα τ ο ιχ ώ μ α τ α το υ χωνευτηριού και μαζί με τις ψυχές ορμούν πάνω στον ά τεγκ το κ ρ α νιο θρ α ύ σ τη , μα του κά κου... Γ ίν ο ν τ α ι λ ιώ μ α κ α ι ο ι ψ υ χές α ν εβ α ίν ο υ ν κ α ι π ά λι στον αιθέρα θλιμμένες... Ο σ υνειρμός λει τούργησε πάλι: «Μ αραγκέ, καλέ μαραγκέ, φ τιά ξε μ ο υ φ έ ρ ε τ ρ ο μ ε γ ά λ ο κ α ι β α θ ύ , να β ά λ ω τ η ν α γά πη μ ο υ να κοιμηθεί. Ν τακ, ντουκ, καρφ ώ νει τ η ν κ ά θ α ο μ α ρ α γ κ ό ς » (Μ οτέ&δ). Κ α ι ν τ α κ , ντουκ, ντακ, ντουκ, λιώ νει την ψυχή μας ο βελζεβούλ. Θέαμα ΐοπτόΠο νίδΐι. Α πορροφημένος από το μακάβριο έργο του κ α ι α πό το υ ς α χο ύ ς της μανέλας, δε μας πρόσεξε. Κ άποτες σταμάτησε να π ά ρ ει την α να σ α μ ιά του, βρικόλα κας ίδιο ς μες στο χω νευτήρι, σήκωσε ασυναίσθητα το κεφάλι του, μας είδε κ α ι μας είπε με την ιδ ιό ρ ρ υ θ μ η , αργόρρυθμη, έρρινη προφορά του: - Τ ιιί θέλιιτιιι, βρε, έδιου; Δεεν ξέεριιτιι πους δεεν ιιπιιτρέεπιτιι; Τον περιφρονήσαμε, βγήκαμε έξω από το εκκλη σάκι και υψώσαμε τα μάτια μας και την ψυχή στον ουρανό και στο Θεό για λίγο, αμίλητοι, αποβλακω μένοι, ενεοί... Και στο κατέβασμα της ψυχής μας από τον ουρανό, καρφώθηκαν τα μάτια μας στον πύργο του θανάτου, που ορθώνεται σαν κυπαρίσσι λογχίζοντας τον ουρανό... Έ να διώ ροφο οικοδό μημα, σ τα χτί α πό το χρόνο και το θά να το, που ολοχρονίς εκεί πλανιέται, σου γεννά συναισθήμα τα δυσάρεστα, και είναι σαν αρχιτεκτονικό οικο δόμ η μ α , π λ έ ρ ια δεμ ένο με το π ερ ιβ ά λ λ ο ν του θανάτου και της ματαιότητας. Κ αι αν ακόμα το έβρισκες έξω από την πολιτεία των νεκρών, τέτοια λυγρά συναισθήματα θα γεννούσε στην ψυχή σου, σαν οικοδόμημα. Το ντα κ-ντουκ-ντα κ-ντουκ της μανέλας, που άρχισε πάλι να ταράζει τ ’ αυτιά και τις ψυχές μας, μας απέσπασε από το στοχασμό. Μας προσγείωσε στη σκληρή και ταπεινή πραγματικότητα και πήρα με το δρόμο για το χωριό, για τη ζωή, με την πολύ τραγική τούτη εμπειρία, που χαράχτηκε ανεξίτηλα στην ψ υχή μου, το «ναηίΐαδ να η ίΐα ΐιιπ ι, οτηηία ναηίΐεΐδ». ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΠΑΠΑΝΗΣ
ΜΑΘΗΤΙΚΑ ΕΝΘΥΜΗΜΑΤΑ Κολαξιζέλης και Π απανούτσος Η τ α ν κ α λοκα ίρ ι του 1933 και ο Ευάγγελος Παπανούτσος, η σύζυγός του Ιουλία και ο γιος της Κλίφτον Χάρβεϊ, παραθέριζαν για λίγες μέρες στο χω ριό μας, φιλοξενούμενοι στο σπίτι του στενού τ ο υ ς φ ίλ ο υ Κ ώ σ τα Τ ζη ρ ίδ η κ α ι της Μ α ρ ία ς Μαριγλή. Τότε ο κατεξοχήν δάσκαλος και ιστορικός ερευ νητής Στρατής Κ ολαξιζέλης έγραφε την ιστορία της Αγιάσου. Η φήμη του Παπανούτσου, ως πετυ χημένου διευθυντή και παιδαγω γού του Διδασκα λείου Μυτιλήνης και ως συγγραφέα φιλοσοφικών βιβλίων, κίνησαν το ενδιαφέρον του Κολαξιζέλη να συναντηθεί μαζί του και να ζητήσει τα φώ τα του, αναφορικά με το βιβλίο που έγραφε. Η συνά ντηση έγινε στο σ πίτι του φ αρμακοποιού Πάνου Ε υα γγελινο ύ, σ ύγα μ πρ ου του Τ ζηρίδη, κα ι της συζύγου του Σοφίας, το οποίο ήταν απέναντι από τη γνωστή βρύση του Κ ατουρλά -ογδόντα μέτρα περίπου νότια της εκκλησιάς της Π αναγίας μας. Β ρ ισ κ όμ α σ τε λ ο ιπ ό ν σε ημέτερο έδα φ ο ς: ο Στρατής Κολαξιζέλης, ο Ευάγγελος Παπανούτσος, ο Κώστας Σπηλιαδής, ο αξέχαστος Θ εόφραστος Γέρου και εγώ, μαθητές και οι τρεις του Διδασκα λείου της Μυτιλήνης, καθώς και η μικρότερη κόρη του γιατρού Μαριγλή, Εριφύλη, μετέπειτα σύζυγος του Στρατή Χατζηβασιλείου, θείου του διευθυντή του περιοδικού μας, ως νοικοκυρά, στη θέση της αδερφής της Σοφίας, που ήταν λίγο αδιάθετη. Το διάβασμα άρχισε στις τέσσερις το απόγευμα κάποιας μέρας τότε και με τις συζητήσεις, επεξηγή σεις και τις ευγενικές παρατηρήσεις του Π α π α νούτσου, ενώ είχε νυχτώ σει, δεν είχε τελειώ σει. Όσο για μας, παριστάναμε τους «τρεις παΐδας εν καμίνψ». Π αιδιά της Β ' τάξης του Διδασκαλείου ήμασταν, ζούσαμε το παρόν και αγωνιούσαμε για το μέλλον, το παρελθόν θα μπορούσε να περιμένει. Βέβαια ο δάσκαλός μας στα μουλω χτά π ρ ο σ π α θούσε να μας ηρεμήσει, αν κ ι εκείνος, ά κ α π νο ς τόσες ώρες, είχε χάσει την ηρεμία του. Και είχαμε συμφωνήσει, μετά τη συνάντησή μας με το Στρατή Κολαξιζέλη, να πηγαίναμε οι τέσσερις στον Α ϊΓ ιά ννη , ν ’ α π ο λ α ύ σ ο υ μ ε γ ια δεύτερη φ ορ ά τη νυχτερινή συναυλία των αηδονιών! Αθήνα, 5.9.1996
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΑΒΑΔΑΣ
ΓΕΝΕΘΛΙΑ ΜΙΚΡΩΝ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΩΝ... Τ α γενέθλια στην εποχή μας έγιναν μόδα, που άρχισαν να την ακολουθούν με πάθος μικροί και μεγάλοι, και καλά κάνουν. Άλλοτε τα πράγματα ήταν δια φ ορετικά . Οι περισσότεροι γονείς ήταν πολύτεκνοι κι έχαναν το λογαριασμό των γεννήσε ων... Άσε που ήταν και φτωχοί άνθρωποι κι έπρεπε να δουλεύουν νύχτα μέρα, για να θρέψουν τα κου
τσούβελα της φαμίλιας των, να τα ντύσουν, να τα ποδέσουν, να τα σπουδάσουν, να τα προικίσουν... Μα και τα παιδιά ήταν άφραγκα, δεν είχαν τα μέσα για πά ρ τι, για κεράσματα... Ζούσαν κι αυτό, τις περισσότερες φορές, πίσω από τον κόσμο, «βράζαν μι του ζμέλ’ντουν»... ΓΙΑΝΧΑΤΖ
Ο Μιχαήλ Παναγιώτου Βουλγουρίδης, που ακολούθησε πρόσφατα το δρόμο για το ανεπίστροφο ταξίδι, και η σύζυγός του Αγγελική Ηρακλή Ευαγγελινού βοηθούν την κορούλα τους Μαρία να σβήσει το κερί των γενεθλίων της... Στις 26 Αυγούστου 1980 η βάσκανη μοίρα της στέρησε τη χαρά του φωτός στα 23 της χρόνια...
Ο αγαπητός μας Νεοϋρκέζος φίλος Θεοκλής Χατζηκομνηνός στις 15 Γενάρη 1996 συμπλήρωσε τα 80 του χρό νια... Τις ευχές «να τα εκατοστίσει»... του τις είπαν συμπατριώτες και φίλοι. Διακρίνονται από αριστερά, καθή μενος Κούλα Σαρέλη, Δημήτριος Χριστοφίδης, Αεωνίδας Καλουτζής (Αιγέλης) και Γρηγόριος Παπαπορφυρίου. Όρθιοι: Μαρία Συναδινού, Ελένη Καλουτζή (Λιγέλη), Παναγιώτης Σαρέλης, βρέφος, Ευστρατία Δαγέλη, Τούλα Χριστοφίδη, Θεοκλής Χατζηκομνηνός, Γεώργιος Καλουτζής (Αιγέλης), Σταυρούλα Καλουτζή (Λιγέλη), Ελένη Παπουτσέλη, Τούλα Χατζηκομνηνού, Αφροδίτη Καλουτζή-Κάντζου και Σωτήρης Βονέτης.
ΑΛΚΥΟΝΑ Ό ταν σε βότσαλα θαλασσινά και άμμους ξαπλωμένοι, θυμάσαι, τον ήλιο που βασίλευε μονάχοι ατενίζαμε, με αλκυόνες μοιάζαμε, σφιχτά αγκαλιασμένοι, και της αγάπης τη φωλιά στα όνειρά μας χτίζαμε. Πολύχρωμος, ζεστός κι αληθινός αϊτός, του ήλιου το στεφάνι, ψηλά απ’ τον ορίζοντα το φωτισμένο τόξο, το ραντεβού δε χάνει, με χίλια μάτια κοίταζε, με πόθο λαχταρούσε, το ξαπλωμένο είδωλό του, που ντροπαλά τον προσκαλούσε.
ΜΗ Μ ’ ΑΦΗΣΕΙΣ, ΕΑΠΙΑΑ Μη μ’ αφήσεις, ελπίδα, στου πελάγου τη μέση, σαν βαρκούλα, με δίχως ούτε ένα κουπί. Πες στη μαύρη μου νύχτα, πως σε λίγο θα φέξει και πως θα ’βρω και πάλι ό,τι μου ’χει κλαπεί. Μη μ’ αφήσεις, ελπίδα, σε αρρώστων τις κλίνες, δίχως χέρι αγάπης πάνω μου ν ’ απλωθεί. Μη μ’ αφήσεις μονάχη στου χειμώνα τους μήνες, δίχως πια να προσμένω άνοιξη πως θα ’ρθει. Απλωσε μου και πάλι τ ’ απαλό σου το χέρι. Ζέστανε την καρδιά μου στη θερμή σου αγκαλιά. Μήνυσέ μου πως θα ’ρθει ένα σου περιστέρι, να μ ’ αφήσει στο χέρι κλώνο από ελιά. ΜΑΡΙΑ ΑΓΙΑΣΩΤΟΥ-ΛΑΜΠΡΙΝΟΥ
Η ώρα δεν περίμενε κι ο ήλιος σαν το δύτη στη θάλασσα βυθίστηκε, την αλκυόνα του ν ’ αδράξει, κι αντί για φάρο οδηγό το φως τ ’ αποσπερίτη, το πεπρωμένο αφήσανε τη ρότα να χαράξει.
|
Στα αφρισμένα κύματα και με γυμνά τα σώματα, να κολυμπούν τους βλέπαμε και να φιλιούνται μάλλον, καθώς η νύχτα άπλωνε το πέπλο με τα χρώματα, ο φλοίσβος τους νανούριζε στον κόλπο το μεγάλο. Βουνά τα σύννεφα, τα κύματα πελώρια, εγκρέμισαν με λογικό τα σπίτια στο γιαλό. Ο χρόνος, σύμμαχος κι αυτός, και της ζωής τα ζόρια, το όνειρο δεν άφηναν να βγει αληθινό. Μα στης καρδιάς τα φύλλα, αυτά που ’ναι γραμμένα, ούτε τα χρόνια σβήνουνε ούτε κι οι παγεροί αγέρες. Κουράγιο κάνουν τα πουλιά στη μοίρα κρεμασμένα, προσμένοντας παντοτινά τις αλκυονίδες μέρες. Καρυά Αργολίδας, 10.1.1997
ΣΠΥΡΟΣ Κ. ΚΑΡΑΜΟΥΝΤΖΟΣ
ΧΑΡΑΑΑΜΠ’Σ ΤΙ ΑΟΥΚΑΡΟΥΣ Τ’ παραμουνή τα Ξτούγιννα σκόλασι πάλι άλλους, μας άρπαξι του Δουκάρου του Χαραλάμπ’ γι χάρους. Απουβραδίς καθούμαστι μαζί σ’ καφινταρία τσ’ αντίς στου σπίτιντ άλλαξι γι χάρους την πουρεία. Ιλλαξι χάρους πρόγραμμα τσι πιάσι τους μεγάλους, σήμιρα έφγι Χαραλάμπ’ς, ταχιά σειρά έχ’ άλλους. Σπάνιους τύπους Χαραλάμπ’ς μι αριτές πουλλές, δε πστέβγου να βρίθει κανείς να πει κακό πουτές. Πρόσφιρι σ’ φάμπρικις τ’ χουριού χρόνια διιφθυντής τσ’ εις βάρουσιντ παράπουνα δεν έκανι κανείς. Έκανι τσι καπτάνιους στου δήμου Χαραλάμπ’ς τσ’ είχαν σ ’ παλιουχουριάρα τότις πουλλά αλλάξ’. Γη προυσφουράντ ήνταν πουλλή τσι στα λϊουφουρεία, γη καλουσύνηντ μίριβγι τς σουφέρδις, τα θηρία. Τόσις μιγάλις προυσφουρές κανείς δεν τς είχι άλλους, τουν ζούλιψι τσι πήριντουν απί κουντά μας χάρους. Αγιάσος, 24.12.1996
ΣΤΟ ΔΕΣΠΟΤΗ ΙΑΚΩΒΟ Ο ερχομός σου, δέσποτα, ήταν για μας χαρά, την ευλογία έδωσες σε γέρους, ντους, μωρά... Απίστευτο μας φάνηκε, να σ ’ έχουμε μαζί μας, να λειτουργείς, να ευλογείς, να χα ίρεται η ψυχή μας. Η εκκλησιά τ ’ Αϊ-Ραφαήλ γέμισε πατριώτες, Μυτιληναίους και Αημνιούς κι άλλους Μελβουρνιώτες. Καλόδεχτοι όσοι έρχονται α π ’ τη γλυκιά πατρίδα, βάρσαμο αφήνουν στις πληγές και στην καρδιά ελπίδα. ΜυΙΒοιιπιυ, 23.1.1997
ΜΕΝΕΑΑΟΣ ΚΑΜΑΤΣΟΣ
ΧΑΡΙΚΛΕΙΑ ΖΑΛΠΑΡΙΝΗ-ΣΑΡΕΛΗ
ΣΤΟΥΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣ ΜΑΣ Οι πολίτες της Ελλάδας και οι στρατιωτικοί, μηδενός εξαιρούμενου, και αυτοί οι κληρικοί, είναι υποχρεωμένοι να προσφέρουν σεβασμό στους εργάτες των γραμμάτων και σε μέγιστο βαθμό. Γιατί δίχως διδασκάλους και χωρίς καθηγητές, με θρησκευτικές ιδέες και με σκέψεις εθνικές, η Ελλάδα θα σκοντάψει, ο λαός θα τυφλωθεί, στο σκοτάδι θα βαδίσει και στο βούρκο θα ριχτεί. Δρα είναι οι φωστήρες του ελληνικού λαού, και επιτελούνε έργα όμοια με του Χριστού. Τούτο μόνο να σκεφτούμε δίκαια και λογικά, για να δούμε τι προσφέρουν τα πολύφωτα αυτά. Πρώτα πρώτα διαπλάθουν τις ανθρώπινες ψυχές, μαλακώνουν χαρακτήρες και σκληρότατες καρδιές. Δεύτερον μορφώνουν όντα, γενεές σφυρηλατούν, με το πνεύμα τους οι φάροι και τη χώρα μας κοσμούν. Τρίτον φτιάχνουνε, με ίδρο και σε όλους τους καιρούς, επιστήμονες σπουδαίους, κληρικούς και στρατηγούς. Απ’ αυτούς πρωτομαθαίνουν οι ελληνικοί βλαστοί, οικογένεια, θρησκεία και πατρίδα τι εστί. Και για τούτο τους α ξίζει έπαινος και σεβασμός, συμπεριφορά ωραία και παχύτερος μισθός. ΔΟΥΚΑΣ Γ. ΚΟΥΦΕΛΗΣ
ΑΘΗΝΑ, ΚΑΤΑΣΤΡΑΦΗΚΕΣ... Μεγάλη η καταστροφή, Αθήνα, που ’χεις πάθει, δεν έμαθες α π ’ τα πολλά, τα τόσα σου τα λάθη. Τίποτα δε διδάχτηκες κι αυτό φάνηκε τώρα, Αθήνα, καταστράφηκες στην πρώτη σου την μπόρα. Πνίγηκες μέσα στη βροχή, χείμαρρος έχεις γίνει, αθώες χάθηκαν ψυχές, συντρίμμια έχουν μείνει. Αένε ενδιαφέρονται για το καλό σου όλοι, μα λίγο να σε φρόντιζαν θα ’σουν σπουδαία πόλη. Εσύ που γέννησες σοφούς, Πλάτωνα, Αριστοτέλη, βάλλεσαι από όλες τις πλευρές με πυρωμένα βέλη. Σ ’ έχουν πληγώσει αφάνταστα, ωραία μου Αθήνα, και όλα είναι ψεύτικα πίσω α π ’ τη βιτρίνα. Μυτιλήνη, Φεβρουάριος 1995
ΜΑΡΙΑ ΠΑΤΣΕΑΗ-ΚΑΜΙΝΕΑΗ
ΑΩΡΟΥ ΠΡΟΥΤΟΥΧΡΟΥΝΙΑΤΙΚΟΥ Κουράγιου για να μαζουχτούν γ ’ ιλιές θέλιν α π ’ ούλ’ σας, γιατί του λάδ’ δεν έρχιτι μουνάχουντ να μπ’ στου κιούπ’ σας. Του λάδ’ είνι μουναδικό, που π α ίρν’ς πουλλοί παράδις τσι γιατριβγόντι γοι πληγές, γοι μκρες τσι γοι μιγάλις. Είνι τσι γιατρικό καλό για τούτου τσι για τσείνου, δε θαν αργήσουνι να πουν πς γιατρέβ’ τσι του καρκίνου. Π ρουσέξιτί του του λαδέλ’ τσι μην του αψηφάτι, α π ’ ούλα τ ’ άλλα θα σας δώσ’, μουνάχα φτο, να φάτι. Μ πουρεί να θέλει κόπου να μαζουχτούν γ ’ ιλιές, μα είνι του μόνου γιατρικό π ’ γιατρέβγει τις πληγές. ’Πι τ ’ Κατουχή ’χι του χουριό να δει τόσου μαξούλ’ τσι γοι α ρχόντ’ τσι γοι φτουχοί θα λαδουθούνι ούλ’. Να μην ξιχνούμι πιο μπρουστά τς γιαγιές μας τσι τς παππούδις, σ ’κουτά τσι μι του γαδουρέλ’ μαζώνανι τς ιλιούδις. Τώρα ’χι αυτουκίνητα π ’ κβανιούν ιλιές γουμάρια τσ’ απόμνι ούλου του χουριό χώρις γαδάρ’ τσι μλάρια. Στς αγρότις είνι σουτηριά μουνάχα γοι ιλιούδις, να μην πιριμένουνι σα τς ζτιά ν’ ’πι τς πείνας τς συνταξούλις. Λίρις ιγγλέγ’σις φόρτουσι χρυσές ου Θιος του λιώνα, δώρου προυτουχρουνιάτικου στου τέλους του ιώνα. Αγιάσος, 31.12.1996
ΤΡΙΓΙΑ ΤΣΙ ΞΙΑΟΥΝΤΙΑΡΑ Ρε, πώς σι καταντήσαμι, Αθήνα μ’, τα πιρδίτσια, παραπουνιέσι έμαθα, εμ έ χ ’ς, θαρρώ, τσι δίτσια. Πουκάτου απν Ουμόνοιά σ ’ ιπίδειξ’ κάν’ γ ’ Ελλάδα, τουρίστις τσι πιραστικοί χουρταίνιν τ ’ κατουρλάδα. Ένα σουρό κβάν’θηκαμι πα στου τσιφ άλ’ σ ’ σαβούρα, κανένας δε σι νοιάζιτι, σα γ ίν’τσις καρκαβούρα. Πού ’νι τα νιάτα σ ’ τα παλιά, Αθήνα μ’ πιχνιδιάρα, που σήμερα σι κάναμι γριγιά τσι ξιδουντιάρα; Αθήνα, 4.12.1996
ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΑΜΑΤΣΟΣ
ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΠΑΝΗΣ
Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΠΡΑΞΗ Τ ο κύμα σπούσε στο πλάι. Γαλανό πουλί κάνει να σε φτάσει, μα και πάλι αποτραβιέται άπιαστο. Κίνηση επαναλαμβανόμενη, αδυσώπητη σαν τους χτύπους της καρδιάς, που έχει ωστόσο μέσα της τη γοητεία της φυγής. Κι εκεί δίπλα πράγματι χτυπούσε μια καρδιά, που φούσκωνε σαν το κύμα αφρισμένη να σπάσει, και πάλι γαλήνευε και πάλι σηκώνουνταν ανταρεμένη. Χτυπούσε στο στήθος ενός ανθρώπου, κυριευμένου απ’ τον οίστρο της στιγμής, απ’ τη λαχτάρα της μετουσίωσης των αποθε μάτων της ψυχής σ’ ομορφιά. Η ματιά του τρυπούσε το πέλαγο, η αρμύρα του ’μπαίνε απ’ τα ρουθούνια και του ’καιγε τα σωθικά. Ανεμοδαρμένα κυμάτιζαν τα χρυσά του μαλλιά σαν τα στάχυα του καλοκαιριού, που τα λυγά ξαφνικά αγέρας. Μ’ επίμονο βλέμμα κοιτούσε τη γαλά ζια μάζα, που πότε ρυτιδώνουνταν και πότε ηρεμούσε και ακινητούσε και πάσχιζε να ’βρει τρόπο να κρατήσει την εικόνα την πολύμορφη εκείνη του πελάγου. Ήταν ποιητής, πάει να πει καλλιτέχνης, άγγελος επί γειος δίχως φτερά. Γυρνούσε, άλλος Οδυσσέας, για να ’βρει την έμπνευση, και έφτασε στην Ελλάδα. Η ψυχή του η τρικυμισμένη θα ’βρισκε αναπαμό; Στάθηκε στ’ ακρογιάλι εκείνο, που λιμανάκι του φάνηκε φιλόξενο, έμεινε να ξαποστάσει και ίσως να ’βρει τη λύτρωση-στιγμιαία όμωςγια ν ’ αρχίσει ξανά η αναζήτηση. Ένα σπιτάκι άσπρο, καθάριο, ήταν το καταφύγι του και μια κοπέλα σιωπηλή, με καστανά μάτια, έρχονταν και τον υπηρετούσε. Έτσι ακατάπαυτα περνούσαν οι μέρες σαν το κύμα στ’ ακρογιάλι, κάθε μέρα και ένα κύμα. Όμως εκείνος πρόσμενε τη στιγμή, που η καρδιά του θα χτυπούσε αλλιώτικα, που θ ’ άναβε για καλά η φλόγα. Βάδιζε μονάχος στην αμμουδιά, περιπατητής τ ’ ονείρου, η ζωή του είχε αποκτήσει την αδιατάρακτη εκείνη κυκλικότητα της καθημερινής κίνησης του ήλιου.
Σ ’ αυτούς τους περιπάτους κάποτε συνάντησε το κορίτσι, που ερχόταν και τον φρόντιζε. Φυσούσε και το λευκό της φόρεμα τρελανεμιζόταν α π ’ τα ιδιότρο πα καμώματα του ανέμου. Η ματιά του αντάμωσε τη δίκιά της* ματιά σίγουρη, καθαρή. Ήταν απόγεμα. - Καλησπέρα, του ’πε κι ένα αδιόρατο χαμόγελο σαν ν ’ άνθισε στα χείλη της. - Καλησπέρα, αποκρίθηκε κι εκείνος. Οι δυο τους τώρα κάθονταν κι αγνάντευαν. - Πούθε έρχεσαι; Ποια είν’ η πατρίδα σου; Ρώτησε η κοπέλα ξάφνου. Κάτω, μακριά στον ορίζοντα, εκεί που βρίσκεται τ ’ οριακό σημείο του κόσμου, άνοιγε τα φτερά του ένα θαλασσοπούλι. Οι άνεμοι ψιθύριζαν το μυστικό τραγούδι τους. Οπτασία πέρασε από εμπρός του η θύμηση της πατρίδας. - Έ ρχομαι, άρχισε σιγά, σαν να μονολογούσε, από μια χώρα ζεστή σαν τη δίκιά σας, μα και διαφο ρετική. Κι εκεί ο ήλιος καίει, πυρπολεί ανελέητα, όμως εδώ καίει, λαμπρύνοντας, εξαϋλώνοντας την ύλη, και τη μεταλλάζει σε δύναμη μαγική. Ενώνεται με τον κόσμο σας, τον κόσμο τον ελληνικό, τον εξαι ρεί και άλλο δε μένει παρά μια λάμψη αιώνια... Γύρισε και την κοίταξε. Πάλι η ματιά του βυθίστη κε στη δική της· έγινε η αρ μ ονία τω ν ψυχώ ν. Ξαλάφρωσε, σαν να ’βγαλε από μέσα του βαθύ καημό... Κι έγινε νύχτα κι έγινε μέρα. Μιλούσαν ξανά οι άνε μοι και τα κύματα. Σκόνη ψιλή σηκωνόταν και στροβιλι ζόταν, σαν να χόρευε. Και μέσα σ’ εκείνο το στρόβιλο, μικρό κομμάτι στη σύνθεση του κόσμου ο νέος με τα χρυσά μαλλιά. Ύψωσε το βλέμμα του, κοίταξε γύρω. Μυστήριο ανεξιχνίαστο η πλάση εμπρός του* κι όμως θαυμαστή ενότητα και ισορροπία κυριαρχούσε, όλα δεμέ να μεταξύ τους, αξεδιάλυτα, απ’ το χέρι του πρώτου δη-
Στο έλεος της τρικυμισμέ νης θάλασσας... (Πίνακας του λαϊκού ζωγράφου Χαρίλαου Χατζηβασιλείου)
μιουργού. Τα χρώματα, τα σχήματα, οι μορφές. Βήματα που αποτυπώνονταν στην αμμουδιά η περπατησιά του. Ένα βήμα, ένας λόγος, τα λόγια που είπε στην κοπέλα. Ένα ένα έρχονταν ξανά στο νου του και σαν σφαίρες του τρυπούσαν την καρδιά. Αλήθεια, τι όμορφος ο κόσμος ο ελληνικός, δραματικά ωραίος. Η θέα του έφερνε ένα γλυκό πόνο στην ψυχή. Η ύλη που εξαϋλώνεται..., το πνεύμα που κλείνει εντός της... Μην είναι τούτο που ζητούσαμε τόσον καιρό, δημιουργέ μου; Τα βήματα αποτυπώνονται συνέχεια στην άμμο* τα βήματά του στη ζωή. Τα υπόγεια ρεύματα της μοίρας έχουν κάνει το έργο τους. Μα τώρα προσοχή, ήρθε η ώρα να βγει στην επιφά νεια γυμνή η αλήθεια... Ένα ακόμη βήμα στην άμμο: η πατρική γη..., η πατρική γη. Θυμήσου πως έπαιζες μικρός, δημιουργέ μου, πως την αγαπούσες, πως τη βύζαινες αχόρταγα, όπως το γάλα της μητέρας σου. Ήταν η αφετηρία. Κι άλλο ένα βήμα στην άμμο... κι άλλο ένα κι άλλο ένα: τα ταξίδια του, ιδέες, εικόνες, σκέψεις, που περνούσαν από μπρος του κι έφευγαν σαν τη φωτιά του κεραυνού την πρόσκαιρη. Η γυμνή αλήθεια... και πότε μπορεί κανείς να ξέρει τι είναι αλήθεια; Μα τώρα ξέρουμε τι είναι αλήθεια. Ο ήλιος και η σιωπή. Δυο στοι χεία πολύτιμα, που συσταίνουν ένα, την τελειότητα. Και τώρα πια δε δικαιολογείται τίποτε. Όλο τον καιρό, δημιουργέ μου, αναλώνεσαι σ’ ένα μάταιο κι ανόητο παραμιλητό, δια σ χίζοντα ς τις πολιτείες. Όμως τώρα ήρθε η απόλυτη πλήρωση. Α! Πώς γεμίζει η ύπαρξη! Πόση ευτυχία! Ναι, και τώρα είναι ένα παραμιλητό, αλλά ευτυχίας, ευδαιμονίας! Ένας καταρράχτης από στίχους χύθηκε στο χαρτί. Τούτη ήταν η συνέχεια της αποκάλυψης. Φως απόλυ το, φως πριν το παντοτινό σκοτάδι... Οι χρυσές μέρες του καλοκαιριού τελειώνουν. Αργά μα σταθερά η νύχτα θ ’ αρχίσει να υποσκελίζει τη μέρα. Και θα ’ρθει πάλι ο χειμώνας. Κι ο νέος με την τρικυμισμένη ψυχή θα πρέπει να φύγει. Να πάει πού; Γεμάτος γαλήνη, ήσυχος κοιτάει το ηλιοβασίλε μα. Αύριο θα πρέπει να πάρει το βαπόρι, να επιστρέ φει. Στη γη που τον γέννησε. Όλα είναι έτοιμα. Σε λίγη ώρα το βαπόρι θα φύγει. Θα φύγει κι εκείνος μαζί. Για πάντα; Για πάντα. Μα όχι απ’ τον ίδιο θαλάσσιο δρόμο. Μια αλαφριά βαρκούλα τον περιμένει. Τα κουπιά της σκίζουν τα νερά, πληγώνο ντας την αταραξία τους. Ο παφλασμός τους σύντροφος σ’ αυτή τη μοναχική πορεία. Κι οι χτύποι της καρδιάς ολοένα και λιγοστεύουν. Μπροστά ένα ρημονήσι. Ο κρότος που ακούστηκε τρόμαξε τα θαλασσο πούλια, που έκραξαν μιαν άγρια κραυγή. Το σώμα που έπεσε στο πέλαγο, στάθηκε ο πρόλογος μιας μακριάς σιωπής. Το τρύπημα της σφαίρας, που σε χτύπησε, ήταν η τελευταία πράξη, δημιουργέ μου. Κι έγινε μέρα κι έγινε νύχτα. Τέλος. ΦΩΤΕΙΝΗ ΠΕΡΡΑ
Νιιπο 681 ΙάΙχΜκΙιιηι, ιιιιπο ρεάε Η5εΓο ριιΐςαηάα 1ε11ιι$...
Το ουζάκι και ο καλός μεζές σφιχτοδένουν τους ανθρώ πους... Διακρίνονται από αριστερά, πίσω, σε καφενεδάκι, στο Σταυρί, ο Απόστολος Ψυρκούδης και ο Βουρλιώτης πρόσφυγας Μανόλης Βούλβασης (Αμπελουργός). Μπροστά διακρίνονται ο Θεοφάνης Βασιλείου Αξιομάκαρος και ο Προκόπιος Κωμαΐτης (Γούλα).
Ο Γιάννης Παναγιώτη Ψυρούκης (1917-8.11.1996), ο γνω στός και με το παρωνύμιο Μαμή, ήρθε στα κέφια του...
ΜΑΤΙΕΣ ΣΤΟ ΠΑΡΕΑΘΟΝ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣΟΥ Ο κατήφορος της εθιμικής μας ζωής... Ά ρχισι, γλώσσα μ ’, άρχισι, έρχισι, μη φουβάσι, τσι τα τραγούδια π ο υ θα πεις καλά να τα θυμάσι. Των Φώτων, ξύπνησα το πρω ί και, όπω ς χουζούρευα στο ζεστό μου κρεβά τι, το μυαλό μου γύρισε πίσω, τότε που ήμουνα παιδί και αργότερα κοπέλα. Η ψυχή μου νοστάλγησε αυτά τα χρόνια, αυτές τις μέρες, που ήταν πράγματι γιορτινές και γέμιζαν την καρδιά μας με χαρά και αγαλλίαση. Η βραδιά που ξημέρωναν τα Φώτα ήταν πράγ ματι κάτι το ξεχωριστό. Από νω ρίς τα παιδιά της γειτονιάς ξεκινούσαμε, για να πούμε τα κάλαντα. Τότε τα κάλαντα τα λέγαμε μόνο τα Φώτα και για να τα πούμε είχαμε κάνει από πρ ιν μεγάλη προε τοιμασία. Κουραζόμασταν πραγματικά και με τον ιδρώ τα μας παίρναμε τις λίγες δραχμούλες που μας δίνανε, καθώς και τα ξερά σύκα, τα καρύδια και οτιδήποτε άλλο. Έ πρεπε να πούμε παινέματα για το σπίτι, για τον αφέντη, για την κυρά. Μετά ακολουθούσαν π α ινέμ α τα για τα π α ιδ ιά , για το γιο, για την κόρη, και κλείναμε πά ντα με τους ί διους στίχους: Είπαμι τ σ ’ απουείπαμι, ας πούμι τσι του χρόνου, του χρόνου τσι τ ’ αντίχρονου γιροί καμαρουμένοι τ σ ’ απού κιρούχαρούμινοι τσι καλουκαρδισμένοι. Τώρα τα παιδιά βγαίνουν τα Χριστούγεννα, την Πρωτοχρονιά, και πολύ λίγα τα Φώτα. Τα κάλαντα όμως τα παλιά, με τον παραδοσιακό σκοπό, χάθη καν. Δεν ξέρουν παρά το «Ά γιος Β ασίλης έρχεται από την Κ αισαρεία», «και του χρόνου», «χρόνια πολλά». Κοιτάζουνε πότε θα πάρουν το φιλοδώρη μα και, αν τους φανεί και λίγο, σου λένε: «Μόνο αυτά τα λίγα;» Βγαίναμε λοιπόν στα κάλαντα και αφού γυρ ί ζαμε όλα τα σπίτια των συγγενών και φίλων, στο τέλος γινότανε η μοιρασιά. Μοιράζαμε ακόμη και τα σύκα και τα καρύδια και νιώθαμε περηφάνια γ ι’ αυτά που πήραμε με τον κόπο μας. Αργότερα, όταν γίναμ ε κ ο ρ ιτσ ό π ο υ λ α , δε β γα ίνα μ ε βέβαια στα κάλαντα, αλλά ξενυχτούσαμε την παραμονή των Φ ώτων, για ν ’ ακούσουμε τα τρ α γούδια και τις καντάδες που έκαναν τα αγόρια στις γειτονιές και γέμιζαν ζωντάνια και χαρά το χωριό μας. Οι μου σικοί γύριζαν από σ πίτι σε σ πίτι και, πα ίζοντα ς διάφορα κομμάτια, έπαιρναν και αυτοί το φιλοδώ ρημά τους. Αχ, Θεέ μου, πώ ς χάθηκαν όλα αυτά τα
όμορφα έθιμα; Πώς το χωριό μας έπεσε σε τέτοια ερημιά και βουβαμάρα; Τ ’ αναλογίζομαι και λέω άραγε τι να φ τα ίει για όλα αυτό; Ο κόσμος που έφυγε μακριά από τον τόπο του ή μήπως δεν έχου με τους κατάλληλους ανθρώ πους να προσ παθή σουν να ζωντανέψουν λίγο το χωριό και να μην το αφήνουν να πεθαίνει λίγο λίγο. Τώρα μου ήρθε στο μυαλό και κάτι άλλο, που χάθηκε και αυτό τα τελευταία χρόνια . Θ υμάμαι που το ξημέρωμα του καινούργιου χρόνου, μισοκοιμισμένοι ακόμη, ακούγαμε τα παιδιά να φω νά ζουν: Πουδαρκό για τουν Ά γιο υ Β α σ ίλ ’! Με κρύο, με βροχή, με παγω νιά, έβγαιναν τα π α ιδιά στους δρόμους και ξύπναγαν όλο το χωριό με τις χαρού μενες φω νές τους. Π ουδα ρκοοό για το υ ν Ά γ ιο υ Β α σ ίλ ’. Ανοίγαμε τα σπίτια και βάζαμε μέσα ένα παιδί με την εικόνα του Αγίου Βασιλείου στο χέρι. « Κ α λη μ έρ α ! Κ α λ ή χ ρ ο ν ιά !» «Γ εια και χα ρά !» . Έ π α ιρ ν ε το φ ιλ ο δώ ρ η μ ά του κ α ι τρα βούσ ε το δρόμο φ ω νά ζο ντα ς. Α υτό το ω ρα ίο έθιμο π ρ ιν λίγα χρόνια κρατούσε ακόμη. Πάνε όμως τώρα δυο τρία χρόνια που χάθηκε και αυτό. Καμιά φωνή δεν ακούγεται το πρω ί της Π ρω τοχρονιάς και η μέρα ξημερώνει ολόιδια με τις άλλες. Κ ρ ίμ α π ο υ χ ά θ η κ α ν όλα α υ τό . Κ ρ ίμ α π ο υ χάθηκαν και πολλά άλλα, όπω ς το τσούγκρισμα των αβγών το Πάσχα. Σιγά σιγά άρχισε να ξεφτίζει και το καρναβάλι. Δε βλέπουμε π ια μασκαρεμένους να γυρίζουν στους δρόμους και να τρίβουν το πιπέρι, όπως ξέραμε από τους παλιούς, με τα πιπε ράτα τραγούδια και το μεγάλο κέφι. Πέρυσι στο καρναβάλι, που γίνεται τελευταία στην Πλατεία, ακούγαμε από τα μεγάφωνα νησιώτικα τραγούδια, ερμηνευμένα από τους Κ ονιτοπουλα ίους! Γιατί αυτό; Δεν έχουμε εμείς παραδοσιακά τραγούδια; Γ ια τ ί α φ ή ν ο υ μ ε τα έθ ιμ ά μας κ α ι χ ά ν ο ν τ α ι; Θλίβομαι για όλα αυτό. Εύχομαι να βρεθούν αρμό δ ιο ι να προσ παθήσ ουν και να δια φ υλά ξο υν τις παραδόσεις μας και τα έθιμά μας. Αγιάσος, 7.1.1997
ΕΥΣΤΡΑΤΙΑ ΠΑΠΑΣΤΑΜΑΤΙΟΥ ΚΑΕΙΑΑΡΑ
«ΜΕΛΙΣΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑΣΟ» Παρουσίαση δίσκου του Συλλόγου μας στη Μυτιλήνη Α π ό γ ευ μ α Τετάρτης 18 Δεκεμβρίου 1996. Στη Μ υτιλήνη, ο «Φ ιλοπρ όοδος Σ ύλλογος Α γιασ ω τώ ν», σε σ υνεργα σ ία με το Φ ιλο τεχνικ ό Ό μ ιλο Μυτιλήνης «ο Θεόφιλος», παρουσιάζει στο κοινό της πόλη ς τον π ρ ώ το , το μοναδικό δίσκο. Ε ίχε προηγηθεί συστηματική προετοιμασία και ενημέ ρωση των Μ υτιληνιών από όλα τα έντυπα και ηλε κτρονικά Μ.Μ.Ε., αλλά και με αποστολή προσκλή σεων. Το βάρος της προσπάθειας αυτής είχαν ανα λά β ει ο π ρ ό ε δ ρ ο ς το υ Φ .Ο .Μ . «ο Θ εό φ ιλ ο ς» Π ερικλής Μ αυρογιάννης και οι συνεργάτες μας Αντώνης Μηνάς και Βάσος Σωσώνης. Έ τ σ ι, το α π ό γ ε υ μ α α υ τό της Τ ε τ ά ρ τη ς, η όμορφη και φιλόξενη αίθουσα του Φ.Ο.Μ. ήταν κατάμεστη α πό κόσμο. Το Σύλλογό μας εκ πρ ο σ ώ πησαν στην πα ρουσία σ η του δίσκου ο α ν τ ι π ρ ό ε δ ρ ο ς πα τή ρ Ν εκ τά ρ ιο ς Χ α τ ζη π ρ ο κ ο π ίο υ
κ α ι τα μέλη του Δ .Σ. Σ τρ α τή ς Ε υ α γγ ελ ινέλ η ς κ α ι Μ ιχ ά λ η ς Κ ο ρ ο μ η λ ά ς , π ο υ φ ρ ό ν τ ισ α ν η εκδήλωση αυτή να πλαισιω θεί με απόδοση σκο πώ ν του δίσκου ζω ντα νά από τους ίδιους μου σικούς κα ι τις ίδιες κοπέλες, που συνετέλεσαν στην η χογράφ ησ η. Έ τσ ι ο Χ α ρ ίλ α ο ς Ρ ο δ ά ν ο ς (βιολί), ο Σ τα ύρος Ρ όδα νος (λαουτοκιθάρα), ο Κ ώ στας Ζ αφ ειρίου (σαντούρι) και η Ευστρατία Κ λ ειδα ρ ά , η Ε υ σ τρ α τία Σ τα υρα κ έλη , η Ελένη Χ α τζη χρυσά φ η, η Μ υρσίνη Σταυρακέλη, με τη β ο ή θ ε ια τη ς Η λ έ κ τ ρ α ς Η λ ια ρ ε ΐζ η κ α ι τη ς Μ αρίας Α ϊβαλιώ του, έπα ιξα ν και τραγούδησαν τους σκοπούς του δίσκου. Οι κοπέλες, ντυμένες με τις πα ραδοσια κές φορεσιές του χω ριού μας, συνοδεύτηκαν και στο χορό από τους βρακοφό ρ ο υ ς Δ η μ ή τρ η Μ α ϊσ τ ρ έ λ η κ α ι Π α ν α γ ιώ τ η Πατσέλη...
Στιγμιότυπο από την παρουσίαση του δίσκου του «Φιλοπρόοδου Συλλόγου Αγιασωτών» «Μελίσματα στην Αγιάσο», στην αίθουσα θεάτρου και τέχνης του Φ.Ο.Μ. «ο Θεόφιλος», στις 18.12.1996.
Την εκδήλωση π ρ ο λ ό γισ ε θερμά ο Π ερικλής Μ α υ ρ ο γ ιά ν ν η ς, π λ έ κ ο ν τ α ς το. εγ κ ώ μ ιο του Συλλόγου μας. Το ισ τορικό του δίσκου και την περιγραφή της προσπάθειας για την παρουσίαση του δίσκου έκανε ο πατήρ Νεκτάριος Χατζηπροκο πίου, τονίζοντας ιδιαίτερα την προθυμία όλων των γυναικών και των ανδρών της ομάδας για τη συμ μετοχή τους στην εκδήλωση, και ευχαριστώ ντας τους θερμά. Τέλος ο Μιχάλης Κορομηλάς με σχό λια και περιγραφές παρουσίασε πολλούς σκοπούς α π ό το δ ίσ κ ο , ενώ οι μ ο υ σ ικ ο ί έ π α ιξ α ν κ α ι η ομάδα τραγούδησε και χόρεψε με κέφι, μεταφέρο ντα ς α για σ ώ τικ ες στιγμ ές στο θεατροχώ ρο του Φ.Ο.Μ. «ο Θεόφιλος». Η επιτυχία της εκδήλωσης ήταν πράγματι μεγά λη, γεγονός π ο υ φάνηκε στα πρ ό σ ω π α κ α ι σ τις εκδηλώσεις των θεατών, καθώς και στα εγκωμια στικά δημοσιεύματα των τοπικώ ν εφημερίδων και στα σχόλια τω ν ραδιοφ ω νικώ ν και τηλεοπτικώ ν σταθμών της πόλης. Παραβρέθηκαν εκπρόσωπος της Ιεράς Μητρο π ό λεω ς Μ υτιλήνης, ο σ τρ α τιω τικ ό ς διο ικ η τή ς Λέσβου, ο πρόεδρος του Α ναγνωστηρίου Π άνος Π ρ ά τσ ο ς, ο π ρ εσ β ευ τή ς το υ χ ω ρ ιο ύ μ α ς στη Μ υτιλή νη α γ έρ α σ το ς Δ η μ ή τρ ιο ς Τ σ έγκ ος κ α ι
Στιγμιότυπο από την παρουσίαση του δίσκου του «Φιλοπρόοδου Συλλόγου Αγιασωτών» «Μελίσματα στην Α γιάσο», στην αίθουσα θεάτρου και τέχνης του Φ.Ο.Μ. «ο Θεόφιλος», στις 18.12.1996.
π ά ρ α π ο λ λ ο ί σ υ γ χ ω ρ ια ν ο ί μ α ς π ο υ ζ ο υ ν στη Μ υτιλήνη. Τους ευχαριστούμε όλους, ό π ω ς επ ί σης, και μέσα από το σημείωμα αυτό, ευχαριστού με όλους όσοι βοήθησαν να π ρ α γμ α το π ο ιη θ εί η εκδήλωση αυτή. Για το Δ.Σ. ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΟΡΟΜΗΛΑΣ
Πολλοί φίλοι της μουσικής παράδοσης του νησιού μας παρακολούθησαν την εκδήλωση παρουσίασης του δίσκου «Μ ελίσματα στην Α γιάσο», στην αίθουσα θεάτρου και τέχνης του Φ.Ο.Μ. «ο Θεόφιλος», στις 18.12.1996.
«ΦΙΛΟΠΡΟΟΔΟΣ ΠΑΡΟΙΚΙΑ ΑΓΙΑΣΟΥ» Από τις δραστηριότητές των ομογενών του Σίντνεΐ Σ τις 27.11.1996, ημέρα Τετάρτη, είχαμε τη χαρά και την ευχαρίστηση να καλωσορίσουμε στο αερο δρόμιο του Σ ίντνεΐ το σεβασμιότατο μητροπολίτη Μυτιλήνης Ιάκωβο και το νομάρχη Λέσβου Αλέκο Μ α θιέλη , π ο υ ή ρ θ α ν στην Α υ σ τρ α λ ία γ ια μια σπουδαία αποστολή, η οποία, όπως είπαν αργότε ρα, στέφθηκε από επιτυχία. Π α ρ ’ όλο που το Δ ιοικ η τικ ό Συμ βούλιο του Συλλόγου μας ενημερώθηκε κάπω ς αργά, εν τού το ις προσ παθή σ αμ ε να ειδοποιήσ ουμ ε όσο π ιο πολλούς συμπατριώτες μπορέσαμε, για να υποδε χτούμε, με χαρές και με λουλούδια, τους επίση μους επισκέπτες μας. Το Σ ά β β α το , 30.1 1.1996, η « Μ υ τιλ η ν α ϊκ ή Αδελφότητα» διοργάνωσε χορό στο «Μ υτιληναϊκό Σπίτι», όπου γιορτάσαμε την επέτειο της απελευθέ ρωσης του νησιού μας με χορούς και με τραγούδια, κ α θ ώ ς κ α ι με π α ν η γ υ ρ ικ ο ύ ς λ ό γ ο υ ς, π ο υ μας εκφώνησαν οι δυο επίσημοι επισκέπτες μας. Την Κυριακή, 1.12.1996, ο σεβασμιότατος χορο στάτησε στην εκκλησία του ΠνοΓροοΙ, που είναι αφιερωμένη στους Λέσβιους αγίους Ραφαήλ και Νικόλαο. Έ γινε μνημόσυνο για τους πεσόντες και κατάθεση στεφάνων από το νομάρχη και από τον πρόεδρο της «Μ υτιληναϊκής Αδελφότητας». Στην α ίθ ο υ σ α της εκ κ λ η σ ία ς, π ο υ ήτα ν γεμάτη α π ό κόσμο, έγινε δεξίωση με μουσική, με τραγούδια και με ωραίους μεζέδες... Σ τ ις 2.12.1996 ο σ εβ α σ μ ιό τα το ς μα ζί με το
Οι Λέσβιοι υποδέχονται στο αεροδρόμιο του ΧγΒιιεγ, στις 27.11.1996, το σεβασμιότατο μητροπολίτη Μυτιλήνης Ιάκωβο και το νομάρχη Λέσβου Αλέκο Μαθιέλη (δεξιά). Δεν έλειψε από την υποδοχή και ο αγαπητός μας Γιάννης Παπαδίνης (Παπαδάκης), που ακουμπά στη βακτηρία τα γερατειά του... (Από το Αρχείο της «Φιλοπροόδου Παροικίας Αγιάσου»)
ν ο μ ά ρ χ η έφ υ γ α ν , γ ια μ ερ ικ ές μ έρ ες, γ ια την Καμπέρα και τη Μελβούρνη, και έμειναν και από εκεί πολύ ενθουσιασμένοι από την υποδοχή και τη φιλοξενία των εκεί συμπατριωτών μας. Στις 9.12.1996 ο σεβασμιότατος επέστρεψε στο Σίντνεΐ, για να μείνει μερικές μέρες ακόμα στο σπίτι κοντινού συγγενή του, του Αναστάσιου Σαββέλη, για να δει και να γνωρίσει πιο καλά τους συγγενείς του και τους εδώ Αγιασώτες συμπατριώτες του.
Ο σεβασμιότατος μητροπο λίτης Μυτιλήνης Ιάκωβος χοροστάτησε στον ιερό ναό των αγίων Ραφαήλ και Νικολάου, στο ΓινυεροοΙ, κατά τη λειτουργία της Κυριακής, 1.12.1996. (Από το Αρχείο της «Φιλοπροόδου Παροικίας Αγιάσου»)
Την Πέμπτη, 12.12.1996, το Διοικητικό Συμβούλιο της «Φιλοπροόδου Παροικίας Αγιάσου» του Σίντνεΐ παρέθεσε δείπνο προς τιμήν του σεβασμιότατου, σε μια ωραία παραθαλάσσια αίθουσα, όπου παραβρέθη καν πολλοί Αγιασώτες, οι οποίοι είχαν την ευκαιρία να ακούσουν ο μ ιλ ία του σεβασ μιότατου για το σκοπό της επ ίσ κεψ ής του στην Α υσ τρα λία , να δεχτούν τις ευχές του, να συστηθούν και να μιλήσουν από κοντά μαζί του, για διάφορα προβλήματα, οικο γενειακά, πατριωτικά ή και του Συλλόγου, τα οποία ο σεβασμιότατος άκουγε με προσοχή, δίνοντας τη γνώμη, τη συμβουλή του, την ευχή του. Ε υ χα ρ ισ τη μ ένο ι όλο ι κ α ι π ερ ή φ α νο ι γ ια το συμπατριώτη μας, για τον καλό και άξιο ποιμενάρ χη, αποσυρθήκαμε πολύ αργά στα σπίτια μας, καληνυχτίζοντάς τον, παίρνοντας την ευλογία του, ευχό μενοι καλά Χριστούγεννα και ευτυχισμένος ο και νούργιος χρόνος. Παρακαλέσαμε το σεβασμιότατο να κάνει γιορτές μαζί μας. Μας είπε ότι πολύ θα το ήθελε, αλλά πρέπει να βρίσκεται στη Μυτιλήνη. Την Κ υριακή, 15.12.1996, ο σ εβ α σ μ ιότα τος χ ο ρ ο σ τά τη σ ε στη μεγάλη εκκλησ ία του Α γίο υ Σ πυρ ίδω να στο Κίπ^δίοτά, η οποία ήταν γεμάτη από πολύ κόσμο. Η Γαρουφαλιά Π απαδίνη (Παπαδάκη) με τον άντρα της το Γιάννη ήρθαν στην Α υστραλία, για να μ ε ίν ο υ ν π ια κ ο ν τ ά σ τα π α ιδ ιά τ ο υ ς , την Καλλιόπη Σαββέλη και το Θέμη Παπαδάκη, και τα εγγόνια τους. Τα π α ιδιά τους προσπαθούσαν να τους ευχαριστήσουν όσο μπορούσαν και να τους δείξουν όλα τα αξιοθέατα του Σίντνεΐ!. Μια μέρα επ ισ κέφ θ η κ α ν κ α ι το κ ο ιμ η τή ρ ιο (Τίτο Β οΐα η γ ΟοΓηοΐοΓγ) το ο π ο ίο ε ίν α ι σε μια π ο λ ύ ω ρ α ία παραθαλάσσια τοποθεσία, και στο οποίο αναπαύ
ονται πολλοί Α γιασώ τες και Α γιασώτισσες. Της Γ α ρ ουφ α λιά ς της άρεσε π ά ρ α π ολύ η θάλασσα αντίκρυ, οι τάφοι, τα λουλούδια, η καθαριότητα, και είπε στο ιδίωμα της Αγιάσου με αφέλεια και χιούμ ορ : «Π ουλύ ό μ ο υ ρ φ ’ Π ιρ α σ ιά έχ ιτι. Άμα πιθάνου, θέλου να μι φέριτι έδιου». Και η επιθυ μία της έγινε. Π ά ντα ν ω ρ ίς το βράδυ, μετά το φαγητό, πήγαινε για ύπνο, λέγοντας: «α πάγου α πέσ ου κ ο υ μ μ ά τ’ α π ά νο υ » , αν κ α ι το σ π ίτ ι της κόρης της ήταν ισ ό γειο .Κ αι σ τις 15.12.1996, το βράδυ, πήγε για ύπνο, ευχαριστημένη, κεφάτη και χα ρούμ ενη, που ύστερα α πό τόσα χ ρ ό νια ήταν όλοι μαζί, αλλά δεν ξύπνησε πια... Η λύπη ήταν μεγάλη για τον άντρα της, για τα π α ιδιά της, για τα εγγόνια της, αλλά και για το σεβασμιότατο, που ήταν φ ιλοξενούμενος στο ίδιο το σ π ίτι, και για όλους τους συγγενείς και τους φίλους. Ας σημειω θεί ότι η κόρη της Γ αρουφαλιάς έχει παντρευτεί τον Αναστάσιο Σαββέλη, που είναι πρώτος ξάδερ φ ο ς το υ σ εβ α σ μ ιό τ α τ ο υ . Η κ η δ εία έγιν ε σ τις 18.12.1996 με μεγαλοπρέπεια και με πάρα πολύ κόσμο στην εκκλησία του Αγίου Σ πυρίδω να στο Κΐη^δΙΌτά, χοροστα τούντος του σεβασμιότατου, που τη συνόδεψε ως την τελευταία κα τοικ ία της στο Κοιμητήριο. Το σεβασμιότατο μετά την κηδεία, αργά την ίδια μέρα, τον αποχαιρετούσαμε στο αεροδρόμιο του Σίντνεΐ, από όπου έφευγε. Τον ασπαστήκαμε, πήρα με την ευλογία του και του ευχηθήκαμε όλοι καλό ταξίδι, καλά Χριστούγεννα, καλή πρωτοχρονιά, και να μας θυμάται και να προσεύχεται για μας. ΜΙΧΑΛΗΣ ΧΡΙΣΤΟΦΑΡΗΣ Πρόεδρος «Φιλοπροόδου Παροικίας Αγιάσου»
Αναμνηστική φωτογραφία από την ημέρα της παράθε σης δείπνου προς τιμήν του σεβασμιότατου μητροπο λίτη Μυτιλήνης Ιακώβου (Πέμπτη, 12.12.1996). Διακρίνονται από αριστερά: Μ αρία Π. Καρπούζη (σύμβουλος), Σοφία. Χριστοφαρή, Μαρία Εγγλέζου (σύμβουλος), σεβασμιότατος μητροπολίτης Ιάκωβος, Αθανασία Γιαταγανέλη (σύμβουλος), Μιχάλης Χριστοφαρής (πρόεδρος) και Σάββας Μπίρης (ταμίας). (Από το Αρχείο της «Φιλοπροόδου Παροικίας Αγιάσου»)
ΣΚΑΤΟΥΜΠΑΜΠΑΑΣ Ν έ σ τ ο υ ρ α ς μ π α χ τ σ α β ά ν ιβ γ ι σ το υ ν Ά γ ιο υ Δ μ ή τ ’. Δ ίπ λ α ν τ ε ίχ ι γ ε ίτ ο υ ν α του Α η γ ό ρ ’ τ ’ Γλουχή. Μ ια μέρα ξέφγι γη κατσίκα τ ’ Νέστουρα τσ ’ ίρ παξι καμπόσις λ α χα νίδις τ ’ Α ηγόρ’. Αμάν είδι τ ’ ζημιά, πήγι μες στ’ Ασημέν’ νιβριασμένους ναν έβρ’ του Νέστουρα. Ε ίπις, είπα, γη κουβέντα αγρίγιψι, αρπά μια καρέγλα Ληγόρ’ς να δώ σ’ του Νέστουρα, αλλά γοι παραβρισκάμιν’ ίμπαν ανάμισα τσι δένι γ ίν ’τσι ζημιά. Νέστουρας αντέδρασι ό χ ’ πλια μι καρέγλα, αλλά μι του λόγουντ-καρφί: Να δα τ σ \ σκατουμπάμπλας! Αθήνα, 25.10.1996
ΓΗ ΠΑΠΙΑ Π ρ ι ν α π ί χ ρ ό ν ια , τ ό τ ις π ο υ στου ν ’σί μας π ο υ λ λ ο ί α κ ό μ α φ ο υ ρ ο ύ σ α ν β ρ ά τ σ ις , ένα ς Α γιασώ τ’ς πήγι στου Π λουμάρ’ α π ’λήσ’ πάπγις. Ί φ ιρ ι γύ ρ α ο ύ λ ’ τς μ α χ α λ ά δ ις, δ ια φ ή μ ’σι του «ιμπόριβμαντ» τσι του μουσχουπούλ’σι, ικτός απί μια π ά π ια . Ε ίχ ι β ρ α δ ιά σ ’, β λ έπ ’ς, τσ ι κόσμους μαζώχτσι στα σπίτιαντ. Σκέφτσι να πα στου κινη ματογράφου, να πιράσ ’ τν ώραντ τσι ταχτέρ5 αχά ρα γα να φ ύ γ ’ α π ’ του χ ά ν ’ μι του ζο ντ τσ ι να γυρ ίσ ’ στου χουριό. Πήγι στου ταμείου, δώτσι τς παράδις τσ ’ απάντιχι να τ ’ κόψ ’ ταμίας του εισιτή ριου. - Κι ’νι, λέγ’, τούτα; - Α μ’ δώ σ’ς εισιτήριου. - Άλλα τόσα, λέγ’, κμπάρι. - Γιατί; - Γιακί είνι κι γη πάπια. Γι Α γιασώ τ’ς γ ίν ’τσι τσκούρ’. Αυτό δα έλ’π ι α π λ η ρ ώ σ ’ τσι για τ ’ π ά π ια . Πήρι τς π α ρ ά δ ις τ σ ’ έφγι. Πήγι πα ραπέρα , έλ ’σι τ ’ βράκαντ τσ ’ έρξι μέσα τ ’ πάπια. Ξουνουπήγι στου κινηματογράφου, έκουψ’ ένα εισιτήριου τσ ’ ίμπι μέσα. Κάτσι κουντά σι δυο Π λουμ α ρ ίτ’σσις τσ ’ α ρ χ ίν ’σι να τρω λιόσπουρ’, π ’ αγόρασι μες σι χουνέλ’. Γη πάπια όμους μες σ ’ βράκαντ σικλιντίσ’τσι τσι τίλουγια τα κατίφ ιρι ίβρι τ ’ τρύπα, που ’νταν για του κατούρ’μα. Μ πρόβαλι του τσ ιφ ά λι τς, ξ ιπ ιτ ά χ ’τσι τσι πήρι αγέρα. Τ ’ αφιντικό τς έτρουγι, έδνι τσι σι φτή. Γ ’ ιγ ’τό ν’σσις είδαν του τά γ’σμα, παραξινιφτήκαν τσι γη μ ια ε ίπ ι σν ά λ λ ’: Μ ουρή Π ιλ α γ έ λ ’, π ρ ώ κ ’ φουρά βλέπου φ ύ σ ’ να τρω κ ουλουτσ θόσ πουρ’, πασατέμπου!
ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΠΑΝΗΣ
ΘΑΝ ΑΣΤΡΑΨ ’ ΤΣΙΟΑΑΣ... Α π ί νουρ ίς Γ ιά νν’ς σ φ ά λ’σι του μαγαζέλιντ, μαζώχ’τσι στου σπίτιντ τσι καλουθρουνιάσ’τσι σ ’ γουνιά, σν επίσημ’ τ ’ θέσ’, σαν αγάς. Γη φουτιά ξιλόχα τσι πέτα ασπέθις, για να φουβιρίξ’ του Γινάρ’. Του Μαργέλ’, γη τσιαράντ, σάνι απουτέλειουσι τς ιδλειές τ ’ σπιτιού, πήρι του σκαμνέλ’ τσι κάτσι τσι φτή, να ξικουραστεί κουμμάτ’ τσι να πυρουθεί. Κάντντου όμως πίζιρβα τσ’ ούλου σφίχντου, γιατί γοι μισ’μιριανές γοι φασούλις εν είχαν ακόμα ξιθ’μάν’. Κουντά στ’ άλλα, είχι τσι τούτου του ξούρ’, σαν ούλις τς γριγιές, αλλά, πώς να του κάνουμι, σάιντζι τσι του γέρου, τουν σέβντου. Καμιά φουρά τς ξέφ’γι ένας αλίμουνους τσι, για να θουλώσ’ τα νερά, ρώτ’σι μ’ απουρία. - Βρουτά, ρε γέρου, γη λάθους κάνου; - Δίτσιου έχ’ς, γριγιά, αγρίγιψι τσιρός τσι βρουντά γι ουρανός! Σι λίγου γη γρ ιγιά διφτέρουσι τσ ’ έκανι πάλι τουν ανήξιρου. - Βρόντ’ξι πάλι, ρε γέρου, ίκ ’σις; - Ί κ ’σα, γριγιά, εν είμι κ ’φός, σουλούδ’σσα είνι φέτου γη χρουνιά! Έ ν ι πέρασι πουλλή ώρα τσι γη γριγιά, που εν τουν είχι πιδιμένουν, αμόλ’σι τσι τρίτουν, τούτ’ τ ’ φουρά κ α ρ α μ π ιν ά το υ ν, που ν ο υ σ τ ίμ ’σι ο ύ λ ’ τ ’ κάμαρ’. - Ξινουβρόντ’ξι, ρε γέρου, ίκ’σις; - Ί κ ’σα, Μ αργέλ’. Έ χι του νου σ ’ όμους, γιατί του πα ρ ά κ α νις! Τ νι β λ έπ ’ς τ ’ χιρούκ λα μ ’, θαν αστράψ’ τσιόλας, γριγιά! (Από αφήγηση Σπύρου Καραμούντζου. Αθήνα, 16.12.1996)
ΧΡΙΣΤΟΙ ΓΛΕΖΕΛΗΣ (ΠΟΥ ΙΙΟΥΣΑΣ)
ΕΡΙΜΟΑΑΟΣ ΧΑΤΖΗΒ ΑΣΙ ΑΓΙΟΥ
ΒΙΒΛΙΟ-ΚΡΙΤΙΚΗ ΠαρουσΚΚβι ΓΙΑΝΝΗ ΠΑΠΑΝΗΑΗΜΗΤΡΗ ΠΑΠΑΝΗ «Μπουλμπούλκα καμώματα» Μ υτιλήνη 1997. Σχ. 24x17, σσ. 96
Ο ι φιλόλογοι Γιάννης και Δημήτρης Παπάνης, γιο ς και πατέρας, εξέδωσαν τελευταία βιβλίο με τίτλο «Μ πουλμπούλκα καμώματα». Προηγούνται βιογραφικά του αμίμητου Αγιασώτη χω ρατατζή Κώστα Βουλβούλη (1905-1992) και ακολουθούν ευτράπελες ιστορίες, οι οποίες αποτυπώνουν στιγ μιότυπα της πολύχρονης δράσης του. Οι συγγρα φείς, στηριζόμενοι σε προφορικές μαρτυρίες, κατέ γραψαν ένα πλούσιο υλικό, το οποίο παρουσιάζει λαογραφικό ενδιαφέρον. Οι ιστορίες αυτές, δομη μένες με φυσικό λόγο, αποτελούν ευχάριστο ανά γνωσμα και αποκαλύπτουν το σ πιρτόζο πνεύμα, την ευρηματικότητα, τη θυμοσοφία και τη χιουμοριστική-σκωπτική διάθεση τω ν νησιωτών. Αξίζει να σημειωθεί και ο φωτογραφικός και σκιτσογραφικός διάκοσμος του βιβλίου.
: Ο Γιάννης Χατζηβασιλείου ΝΕΟΚΛΑΣΙΚΑ ΚΤΙΡΙΑ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ
Τ ο Ε νια ίο Π ολυκλα δικό Λ ύκειο Μ υτιλήνης «Βενιαμίν ο Λέσβιος» έθεσε σε κυκλοφορία εφέτος ένα καλαίσθητο ημερολόγιο τοίχου, τις εικόνες του οποίου φιλοτέχνησαν οι μαθητές του Κλάδου 10, «Εφαρμοσμένων Τεχνών», Στρατής Αλτιπαρμάκης, Κ αλλιόπη Α νδριάνη, Ε ύχα ρις Βενέτα, Βαγγέλης Καλιάλης, Παρή Καραχάλια, Ευαγγελία Κυριαζή, Ελένη Π ετρ ά κ ου, Π α ν α γ ιώ τη ς Χ α τζη μ α θ ιό ς, Γιώργος Τζανετής και Αφρούλα Ξυνέλη, καθοδηγού μενοι από τον καθηγητή τους Κώστα Μανιατόπουλο. Θέμα του ημερολογίου αυτού είναι τα δημόσια νεο κλασικά κτίρια της Μυτιλήνης. Το εξώφυλλο εικονί ζει το κτίριο στο οποίο σήμερα στεγάζεται το Τμήμα Κ οινω νικής Α νθρω πολογίας του Π ανεπιστημίου Αιγαίου. Το Ημερολόγιο προλογίζεται από τη διευ θύντρια Βασιλική Κουρβανιού. Τα κείμενα επιμελήθηκαν ο Όμηρος Κοντούλης και η διευθύντρια.
ΠΑΛΛΕΣΒΙΑΚΟ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΑΓΙΑΣΟΥ Κοπή της βασιλόπιτας και απολογισμός Τ η ν Κ υρ ια κ ή , 12 Ια ν ο υ ά ρ ιο υ 1997, έγινε η κα θιερ ω μ ένη κοπή της β α σ ιλ ό π ιτα ς του Ιερού Π α λλεσ β ια κ ο ύ Π ρ ο σ κ υ νή μ α το ς της Π α ν α γ ία ς Αγιάσου. Προηγήθηκε ο εσπερινός, χοροστατούντος του σεβασμιότατου μητροπολίτη Μ υτιλήνης κ. Ιακώβου, τον οποίο παρακολούθησαν πολλοί πιστοί και ιδιαίτερα μαθητές και γονείς. Στη συνέ χ εια , στην κατάμεσ τη α πό κόσμο α ίθο υ σ α του Π ν ευ μ α τικ ο ύ Κ έντρ ου του Π ρ ο σ κ υνή μ α τος, ο π ρ ό ε δ ρ ο ς της Δ ιο ικ ο ύ σ α ς Ε π ιτ ρ ο π ή ς το υ Προσκυνήματος μητροπολίτης Μυτιλήνης ευλόγη σε την πίτα και κα τόπιν διάβασε τον απολογισμό του οικονομικού έτους 1996, τον οποίο και δημο σιεύουμε παρακάτω. Επίσης αναφέρθηκε τόσο στα π επ ρ α γμ έν α του λ ή γοντος έτους, όσο και στον προγραμματισμό του επόμενου. Στάθηκε ιδιαίτερα στην ολοκλήρω ση της α γιογρά φ η σ ης του α γίου βήματος, καθώς και στην έναρξη και συνέχιση των εργασιών του Νεκροταφείου Αγιάσου, έργου ζω τι κής σ ημ ασ ία ς κ α ι ο νείρ ο υ π ο λ λ ώ ν δ εκ α ετιώ ν. Ακολούθως, συνεχίζοντας την παράδοση που ξεκί νησε το έτος 1990, απένειμε χρηματικά βραβεία τόσο στους 3 επ ιτυ χό ντες σ τις εξετάσεις για τα ΑΕΙ και τα ΤΕΙ, όσο και στους 35 αριστούχους του Γυμνασίου και του Λυκείου Αγιάσου, συνολικού ποσού 500.000 δραχμών. Η οικονομική διαχείριση του Ιερού Παλλεσβιακού Π ροσκυνήματος της Π αναγίας κατά το έτος 1996 έχει ως εξής:
ΕΣΟΔΑ 1. Από πώληση κεριών 2. Εισπράξεις από ξωκλήσια 3. Ενοίκια ακινήτων 4. Από πώληση αγροτικών προϊόντων 5. Εισπράξεις από το Νεκροταφείο 6. Εισπράξεις από τα μουσεία 7. Εισπράξεις από ιεροτελεστίες 8. Εισπράξεις από δωρεές 9. Εισπράξεις από χαρτόσημο ενοικίων 10. Τόκοι κατατεθειμένων χρημάτων 11. Εισπράξεις από πώληση λαδιού 12. Διάφορα απρόβλεπτα έσοδα 13. Χρηματικό υπόλοιπο έτους 1995
Δρχ. 16.400.500 1.938.100 2.564.600 1.772.000 32.000 5.728.630 110.000 17.953.040 9.652 1.721.594 2.630.820 597.391 11.592.124
ΕΞΟΔΑ
1. Μισθοδοσία τακτικού προσωπικού 2. Μισθοδοσία έκτακτου προσωπικού 3. Συντήρηση - επισκευή ιερού ναού και παρεκκλησίων 4. Αγιογράφηση ιερού βήματος του Προσκυνήματος 5. Επέκταση Νεκροταφείου 6. Αγορά σκευών (δικηροτρίκηρων - κολυμβήθρας) 7. Συντήρηση υδραυλικής - ηλεκτρικής εγκατάστασης 8. Επισκευή κεραμοσκεπών κτιρίων 9. Προμήθεια κεριών και λαμπάδων 10. Έ ξοδα πανήγυρης ιερού ναού 11. Προμήθεια γραφικής ύλης 12. Υπέρ Ι.Κ.Α. εισφορές ασφάλισης προσωπικού 13. Χορήγηση υποτροφιών σε άπορους φοιτητές, βράβευση αριστούχων μαθητών Γυμνασίου-Λυκείου Αγιάσου και βοηθήματα σε άπορους 14. Γενικά έξοδα φιλοξενίας παιδιώ ν Βοσνίας 15. Διάφορα λειτουργικά έξοδα Ιερού Προσκυνήματος 16. Επιχορήγηση Γυμναστικού Συλλόγου Αγιάσου « ' Ολυμπος» 17. Υπέρ Αναγνωστηρίου «η Ανάπτυξη» 18. Υπέρ «Φιλοπρόοδου Συλλόγου Αγιασωτών» Αθήνας 19. Διάφορα απρόβλεπτα έξοδα ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΝΟΑΟ
Δρχ. 3.637.256 2.776.500 1.246.349 10.270.000 6.460.400 465.000 261.996 266.476 1.447.896 406.421 56.216 2.962.000
1.075.000 4.199.518 8.153.734 200.000 550.000 1.000.000 5.243.540
ί50.678.302
ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΗ Γενικό Σύνολο Εσόδων Γενικό Σύνολο Εξόδων
63.050.451 50.678.302
ΥΠΟΑΟΙΠΟ ΕΤΟΥΣ 1996
12.372.149
Από το Ιερό Π ροσκύνημα ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΝΟΑΟ
63.050.451
«ΜΕΛΙΣΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑΣΟ»
«ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΗ ΒΡΑΛΙΑ» Σ τ ι ς 23.1 1 .1 9 9 6 , στην α ίθ ο υ σ α το υ Φ ιλ ο λογικού Συλλόγου «Παρνασσός», οι σπουδαστές του « Π ρ ό τυ π ο υ Α θ η να ϊκ ο ύ Μ ουσ ικού Ε κ π α ι δευτηρίου» αφιέρωσαν καλλιτεχνική βραδιά στην α ρισ τούχο καθηγήτρια, βιολονίσ τα και χορω δό Δέσποινα Κοκκινάκη Παντελέλη, η οποία κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης μίλησε με θέμα «Η μουσι κή στην ιστορική της εξέλιξη». Στη συνέχεια τιμή θηκε από την καλλιτεχνική διευθύντρια Ασπασία Θεοχαράτου-Ανδρεοπούλου με δυο χρυσά μετάλ λια και με διάκριση για τη σημαντική προσφορά της στη μουσική. Το π ρ ό γρ α μ μ α πα ρ ουσ ία σ ε ο Πάρης Γκαγκαδέλης.
«ΟΝΕΙΡΟΥ ΑΠΑΤΗΛΟΤΕΡΑ» Σ τ ι ς 19.12.1996, στην α ίθουσ α της ΕΣΗ ΕΑ (Ακαδημίας 20), έγινε παρουσίαση του βιβλίου της ια τ ρ ο ύ -λ ο γ ο τ έ χ ν ισ σ α ς Μ α ρ ία ς Α ρ β α νίτη Σωτηροπούλου «Ονείρου απατηλότερα», το οποίο πρόσφατα κυκλοφόρησε στη σειρά των εκδόσεων «Φύλλα». Π ρολογικά μίλησαν ο διευθυντής τω ν εκδόσεων Δημήτρης Μ ητρόπουλος και ο ιατρόςσυγγραφέας Γεράσιμος Ρηγάτος. Την παρουσίαση του β ιβ λ ίο υ έκ α νε ο σ υ γ γ ρ α φ έ α ς Δ η μ ή τρ η ς Σιατόπουλος. Αποσπάσματα από το έργο διάβασε ο ηθοποιός Λυκούργος Καλλέργης.
Σ τ ι ς 20.12.1996 ο Ραδιοφω νικός Σταθμός 902 Α ρισ τερά στα ΡΜ, π α ρ ο υ σ ία σ ε ζ ω ν τα ν ά , στην εκπομπή «Κ αλλιτεχνικά δρώμενα», τη δισκογραφική έκδοση του Συλλόγου μας «Μ ελίσματα στην Αγιάσο». Υπεύθυνος προγράμματος ο Στέφανος Ψ α ρ α δά κ ο ς. Α πό το Δ .Σ. σ υμ μ ετείχα ν τα μέλη Μιχάλης Κορομηλάς και Χρίστος Γλεζέλης.
ΚΑΛΑΟΝ IΑΤIΚΑ ΣΥΜΠΟΣΙΑ Τ ο ν τελευταίο κ αιρό, στην ω ρα ία Στέγη του «Συλλόγου Καλλονιατών Λέσβου» (Σπύρου Δοντά 10), με πρω τοβ ουλία του δραστήριου προέδρου Χ ρίστου Τραγέλη, ορ γα νώ νοντα ι κάθε Σάββατο πρω ί «Συμπόσια»... Οι συμποσιαστές, άνθρω ποι π ο υ α σ χ ο λ ο ύ ν τ α ι με τα γ ρ ά μ μ α τ α κ α ι με τ ις τέχ ν ες, κ α ι ο χ ι μόνο α κ ο λ ο υ θ ώ ν τα ς « α ρ χ α ιο ελληνικά πρότυπα», συζητούν ποικίλα θέματα ιδι αίτερης σημασίας και ενδιαφ έροντος, που έχουν σχέση κυρίως με το νησί, με τους ανθρώπους του, με την ισ τορ ία του, με το ν π ο λ ιτισ μ ό του... Το μυτιληνιά ούζο, αδερφωμένο με πικάντικους μεζέ δες, λύνει εύκολα τη γλώσσα και κάνει τους συν δαιτυμόνες «λαλιστέρους χελιδόνων»... Αξίζουν θερμά συγχαρητήρια στον «οικοδεσπό τη» σ υμ π ο σ ία ρ χο Χ ρ ίσ το Τραγέλη. Δε θα ήταν άσχημο και άλλα συντοπίτικα σωματεία να συμβά λουν στη συσπείρωση και αυτού του είδους... ΓΙΑΝΧΑΤΖ Στιγμιότυπο από το Συμπόσιο που πραγ ματοποιήθηκε στις 11.1.1997, στη Στέγη του «Συλλόγου Καλλονιατών Λέσβου». Διακρίνονται από αριστερά ο Πάνος Κοντέλης, ο Ηλίας Παπαδόπουλος, ο Τάκης Παπουτσάνης, ο Γιώργος Τσαλίκης, ο Μήτσος Τσιάμης, ο Π αντελής Αργυρής, ο Φαίδων Θεοφίλου, ο Παναγιώτης Παρασκευαΐδης, ο Θανάσης Τσερνόγλου και ο Γιάννης Χατζηβασιλείου. Ομοτράπεζοι, την ίδια μέρα, η Πέπη Ααράκη, ο Χρίστος Τραγέλης, ο Δημήτρης Νικορέζος και η Αγγελική Καπετανάκη.
ΕΙΡΗΝΗ ΤΖΑΝΗ-ΧΑΤΖΗΣΑΒΒΑ Η ζ ω γ ρ ά φ ο ς π ο υ μ α ς δ έ ν ε ι μ ε τη β ό ρ ε ια Ε λλά δ α Η
Ε ιρ ή ν η Τ ζ α ν ή -Χ α τζ η σ ά β β α , η ε κ λ ε κ τ ή Α γ ια σ ώ τ ισ σ α ζ ω γ ρ ά φ ο ς , ο ρ γά ν ω σ ε τε λ ε υ τα ία μ ια α κόμη έκθεση, α υ τή τη φ ορά στη Δ η μ ο τικ ή Π ινακοθήκη της Κ αβάλας. Π αρουσίασε 54 ελα ι ο γ ρ α φ ίε ς σε μ ο υ σ α μ ά , με θέμα τα εμ π ν ευ σ μ έν α α π ό τη Δ έ σ β ο κ α ι τη ν Ξ ά νθη ( τ ο π ιο γ ρ α φ ίε ς , α ν θ ο γ ρ α φ ί ε ς , π ρ ο σ ω π ο γ ρ α φ ίε ς , σ υ ν θ έ σ ε ις νεκρής φύσης). Η έκθεση λειτο ύργη σ ε από τις 27 Ν ο εμ βρίο υ ως τις 4 Δ εκεμ β ρίο υ 1996 κ α ι, πα ρά τις δυσμ ενείς κα ιρικές συνθήκες, σημείωσε μ εγά λη επ ιτυχία. Π αρουσίαση της έκθεσης, με ευμενέ σ τα τα σ χό λια , έγινε από το καβ αλιώ τικο τη λεο π τ ικ ό κ α ν ά λ ι ΟεηίβΓ, σ τη ν ε ικ α σ τικ ή εκ π ο μ π ή «Π ινελιές», από το υ ς το π ικ ο ύ ς ρ α διο φ ω ν ικ ο ύς σ τα θ μ ο ύ ς και α πό το ν έ ν τυ π ο τύπ ο. Σ τη σ υ ν έ χ εια α να δημοσ ιεύουμε από την έγκ ρ ιτη καθημε ρ ιν ή ε φ η μ ε ρ ίδ α τ η ς Κ α β ά λ α ς «Η Ε β δ ο μ η » (Τ ετά ρτη, 2 7 Ν ο εμ β ρ ίο υ 1996, α ρ ιθ μ ό ς φ ύ λ λ ο υ 4032, σ. 10) το σημείω μα του εκλεκτού δημοσιογρά φ ο υ-συντά κτη Ν ίκου Κ ιούρτη. ΓΙΑΝΧΑΤΖ
ΕΙΡΗΝΗ ΧΑΤΖΗΣΑΒΒΑ Ψ υ χ ικ ή α ν ά τ α σ η μ έσ ω ζω γ ρ α φ ικ ή ς Η Ε ιρ ή νη Χ α τζη σ ά β β α , η ζ ω γ ρ ά φ ο ς π ο υ εκθέτει από σήμερα μέχρι και την 4η Δεκεμβρίου στη Δημοτική Π ινακοθήκη Κ αβάλας, άρχισε να ζω γραφ ίζει από μικρό π α ιδί. Τα πρώ τα μαθήμα τα ζ ω γ ρ α φ ικ ή ς τα π ή ρ ε σ τη ν Π α ιδ α γ ω γ ικ ή Ακαδημία από το Αέσβιο Στρατή Αξιώτη. Ό τα ν τελείωσε τις σπουδές της, εργάστηκε ως δασκάλα στην Ξάνθη από το 1966 μέχρι το 1989, μαθαίνο ντας από το Χρήστο Παυλίδη κι ενθουσιάζοντας τα π α ιδιά του σχολείου με τη ζωγραφική, δηλαδή την ιχ νο γρ α φ ία , στην ο π ο ία η δασκάλα α πό τη Λέσβο προσέδω σε μεγάλη σημασία. Μ ια μαθήτριά της ακολούθησε αργότερα κι αυτή το δρόμο τη ς ζ ω γ ρ α φ ικ ή ς , ενώ α π ό τ ο υ ς υ π ό λ ο ιπ ο υ ς μαθητές της πο λλο ί είναι εκείνοι που κα τα φ εύ γο υ ν α π ό τότε « ερ α σ ιτεχν ικ ά » στην τέχνη της ζ ω γ ρ α φ ικ ή ς . Σ η μ ε ίο π ο υ π ρ ο δ ίδ ε ι, μ ε τ α ξ ύ άλλων, ότι η ζωγραφική ένωσε ψυχικά τη δασκά λα με τα π α ιδιά της.
«Μετά το κυνήγι». Πίνακας της Ειρήνης ΤζανήΧατζησάββα (ελαιογραφία σε μουσαμά, διαστάσεων 46x56 εκ.)
Συμπαράσταση στη δύσκολη πορεία της β ρ ί σκει η ζω γ ρ ά φ ο ς α πό το σύζυγό της, ο ο π ο ίο ς ασχολείται με τα κατεξοχήν τεχνικά θέματα, π.χ. κατά το στήσιμο μιας έκθεσης, πα ρ α β λέποντα ς κάποιες ατέλειες στο νοικοκυριό, όταν εκείνη διέπ ε τ α ι α π ό « ψ υ χ ικ ή α ν ά τα σ η » κ α ι έμ π νευ σ η ζω γραφ ικής! «Ε ίμ α ι κυνηγός», λέει ο Η ρακλής Χ α τ ζη σ ά β β α ς, ε π ίσ η ς ε κ π α ιδ ε υ τ ικ ό ς . « Έ τσ ι μ π ο ρ ώ κ α ι την α φ ή νω στην η σ υ χ ία της, ό τα ν ζ ω γ ρ α φ ίζ ε ι» ! Το « ζ ω γ ρ α φ ίζ ω » της Ε ιρ ή ν η ς Χατζησάββα μεταφράζεται κάπως έτσι: Για μήνες ολόκληρους πέφτει η καλλιτέχνιδα στο δικό της κόσμο, ώσπου να βγάλει από μέσα της αυτά που τη «βασανίζουν». Ζωγραφίζει μόνο καθορισμένες ώρες, έτσι ώστε να έχει στη διάθεσή της το α π α ρα ίτη το φ υσ ικ ό φ ω ς. Την εποχή της «ψ υχικ ή ς α νά τα σ η ς» δεν ε ίν α ι κ α θ ό λ ο υ κ ο ιν ω ν ικ ή , την εκνευρίζουν οι επισκέψεις και είναι με το νου και την ψυχή αφιερω μένη σ ’ αυτό που κάνει. Ό τα ν π ια ζω γραφίσει αρκετά και δε θέλει να δει άλλα πινέλα, χρώματα και πίνακες γύρω της, ξέρει πως ήρθε το πλήρωμα του χρόνου για ένα διάλειμμα. Ωσπου να την «ξανασκλαβώσει» πάλι η ζω γρα φική, όπω ς λέει η ίδια. ΝΙΚΟΣ ΚΙΟΥΡΓΗΣ
ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΦΕΥΓΟΥΝ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΚΑΛΑΛΕΣ (1944 - 1996)
της δοκιμασίας, του πόνου. Σ υνοδοιπόρος σου η σύντροφος της ζωής σου, παραστάτες σου τα δυο σου παιδιά, που τόσο φρόντισες για την ανατροφή τους... Αγαπητέ μας φίλε Παναγιώτη, έφυγες, αλλά θα σε θυμούμαστε, γ ια τί α γω νί στηκες τον καλό αγώνα και πρόσφερες αφειδώλευ τα τα μαλάματα της πλούσιας καρδιάς σου. Δέξου αυτά τα λίγα νεκρολούλουδα της ειλικρινούς μας α γ ά π η ς. Ε ίν α ι κ ο μ μ έν α α π ό τη γεν έτειρ ά σου Αγιάσο, από το χωριό της Μεγαλόχαρης, που τόσο αγαπούσες, είναι μαζεμένα από το χλοερό λειμώνα της ψυχής των συμπατριωτών και των φίλων σου... ΑΙΩΝΙΑ ΣΟΥ Η ΜΝΗΜΗ
ΕΑΕΝΗ Π. ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΑΕΙΟΥ (1906-1996)
Πολύκλαυστε Παναγιώτη, αναπάντεχο και πικρό το άγγελμα της αποδημίας σου. Βιάστηκες να τελειώσεις το επίγειο ταξίδι σου και ν ’ ανταλλάξεις τα εγκόσμια με τη στερνή ατε λεύτητη γαλήνη... Υ π ή ρ ξες εκ λεκ τό μ έλος της α γ ια σ ώ τ ικ η ς πάτριάς, η οποία έχει δέσει εδώ και αρκετά χρόνια τη μοίρα της και την προκοπή της με την πολυάν θρωπη πρωτεύουσα... Υπήρξες άνθρω πος του μόχθου, σκυταλοδρό μος της καθημερινής τίμιας εργασίας. Αγωνίστηκες σκληρά στο στίβο της κ ο ιν ω ν ικ ή ς π ρ ο σ φ ο ρ ά ς. Συνάντησες στο δρόμο σου αναρίθμητες δυσκο λίες, όπως και τόσοι άλλοι οδοιπόροι της μετακατο χικ ή ς εμ φ υ λιο π ο λεμ ικ ή ς π ερ ιό δ ο υ , αλλά τις αντιμετώ πισες με θάρρος και με ακλόνητη πίστη. Δημιούργησες όμορφη οικογένεια και στάθηκες ακοίμητος φρουρός της, ως σύζυγος και ως στορ γικός πατέρας... Υ π ή ρ ξες ά ν θ ρ ω π ο ς με π λ ο ύ σ ιο εσ ω τερ ικ ό κόσμο, με πακτωλό αισθημάτων, με περίσσεια αγά πης για το συνάνθρωπο της ανάγκης, της στέρησης,
Η Ελένη Χατζηβασιλείου με τον προαποβιώσαντα σύζυγό της Παναγιώτη (1906-1990).
Πλήρης ημερών άφησε τα εγκόσμια και ακολού θησε το δρόμο της αιωνιότητας η Ελένη Παναγιώτη Χ ατζηβασιλείου (Τινούδινα), το γένος Γεωργίου Γζουντέλη. Σ ’ όλο το μάκρος της ζωής της εργάστη κε σκληρά για τα δυο παιδιά της, το Γιάννη και τη Μαρία. Ή ταν άνθρωπος με απλότητα, με καλοσύ νη, με μειλιχιότητα, με φιλάνθρωπα αισθήματα, με έντονη διάθεση προσφ οράς. Ας είναι ελαφρό το χώμα της Περασιάς που τη σκέπασε. ΓΙΑΝΧΑΤΖ
ΕΠΑΝΕΚΑΟΣΗ ΠΑΑΑΙΩΝ ΛΕΣΒΙΑΚΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ «Θρύλος και ιστορία της Αγιάσου» «Η Αγιάσος και τα πέριξ» Σ τ α π ρ ο η γ ο ύ μ ενα τεύχη του π ε ρ ιο δ ικ ο ύ «Αγιάσος» γράψαμε για τη νέα πρω τοβουλία του «Φιλοπρόοδου Συλλόγου Αγιασωτών» να εκδώσει, με φιλολογική επιμέλεια του Γιάννη Χατζηβασιλείου, τα βιβλία του Στρατή Π. Κολαξιζέλη «Θρύλος και ιστορία της Αγιάσον» (Μυτιλήνη 1947-1953) και Ε.Γ1. Κουλαξιζέλλη-Β.Π. Τραγέλλη «Η Α γιά σ ο ς και τα π έρ ιξ» (εν Α θήναις 1896). Ε πειδή για τεχνικ ούς λόγους καθυστέρησε η έκδοση των τευχών, στα οποία υπήρχε η ανακοίνωση, και ως εκ τούτου δε διακινήθηκαν έγκαιρα, παρατείνεται η προθεσμία προεγγρα φής μέχρι το τέλος Ιανουάριου 1997. Όσοι προεγγραφούν μέχρι την ημερομηνία αυτή, θα αναγραφούν και στο χ α ρ ι σ τ ή ρ ι ο π ί ν α κ α του πρώτου βιβλί ου, πληρώνοντας το ποσό των 5.000 δραχμών ή των 25 δολαρίων ΗΠΑ, (αντί του ποσού των 6.500 (τιμή βιβλιοπωλείου, 5.000 δρχ. για το πρώτο βιβλίο και 1.500 για το δεύτερο). Για τις προεγγραφές σας μπορείτε να στείλετε έμβασμα στο Σύλλογο («Φ ιλοπρόοδος Σύλλογος Αγιασωτών» Γ ' Σεπτεμβρίου 39, 10433 Αθήνα), με την ένδειξη "προεγγραφή για τα βιβλία". Οποιαδήποτε σχετική πληροφορία μπορούν να σας δώσουν οι παρακάτω: • Βασίλειος Λούπος 5724912 (τηλ. οικίας)-5222033 (τηλ. Συλλόγου) • Νεκτάριος Χατζηπροκοπίου 6518006 • Χρίστος Γλεζέλης 3800261 • Στρατής Ευαγγελινέλης 4960387-5820060 • Δημήτριος Καμαρός (0252)22213 (Αγιάσος) • Μιχάλης Κορομηλάς 4953433 • Σοφία Κουδουνέλη-Παπουτσή 3838400 • Παναγιώτης Μακαρώνης 5016269 • Αντώνης Μηνάς (0251)26175 (Μυτιλήνη) • Στρατής Πανανής 7752444 • Παναγιώτης Σταυρακέλης 9322202 • Δημήτριος Τσέγκος (0251)23278 • Γιάννης Χατζηβασιλείου 8628731 Οι ομογενείς της Αυστραλίας και της Αμερικής μπορούν να απευθύνονται στους ανταποκριτές του π ερ ιο δ ικ ο ύ «Α γιάσος» Στρατή Χ ατζηχρυσάφ η, Παναγιώτη Τζέγκο και Γρηγόρη Π απαπορφυρίου, η διεύθυνση και τα τηλέφωνα των οποίων αναγρά φονται στη σελίδα 34 του περιοδικού, μας Για το Διοικητικό Συμβούλιο ΣΤΡΑΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΝΕΛΗΣ
ΜΝΗΜΗ ΠΡΟΣΦΙΛΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Ο Σ τρατής Τ ζίνη ς πρόσ φ ερ ε 5.000 δρχ. στη μνήμη της Μαριάνθης Δημητρίου Τσέγκου. Η Μυρσίνη Μ αστραντωνά-Βλαστάρη πρόσφε ρε 2.000 δρχ. στη μνήμη του ξάδερφου της Ιωάννου Γρηγορίου Μαστραντωνά. Ο Παναγιώτης Προκοπίου Σουσαμλής πρόσφε ρε 2.000 δρχ. στη μνήμη της Έ λλης Ε υστρατίου Αλτιπαρμάκη. Ο Δημήτριος και η Δήμητρα Καβαδά πρόσφε ραν 5.000 δρχ. στη μνήμη του Μητροφάνη Χαραλ ά μ π ο υ Τ ζ α ν ίδ η , σ υ ζύ γο υ της α δ ερ φ ή ς τω ν Ευτυχίας Παναγιώτη Καβαδά. Ο Παναγιώτης Τζέγκος (Μελβούρνη) πρόσφερε 30 δολάρια στη μνήμη της Μ αριάνθης Δημητρίου Τσέγκου. Η Δέσποινα Αργύρα, η Εριφύλη Αργύρα και ο Τάσος Αργύρας πρόσφεραν 5.000 δρχ. στη μνήμη του συζύγου και πατέρα Παναγιώτη Αργύρα. Η Βασιλική Χατζημάγκου πρόσφερε 8.000 δρχ. στη μνήμη της μητέρας της Σοφίας Π. Κουρτζή και του Συμεών Θ. Βαρουτέλη. Η Ντίνα Τακιδέλη-Καπασάκη πρόσφερε 3.000 δραχ. στη μνήμη της Μαριάνθης Τσέγκου. Η Βασιλική Χατζηφώτη πρόσφερε 5.000 δρχ. στη μνήμη του συζύγου της Παναγιώτη, ο οποίος απεβίωσε στις 24.7.1996. Η Δήμητρα Χατζηφώτη-Σαμοθρακή πρόσφερε 5.000 δρχ. στη μνήμη του αδερφού της Παναγιώτη. Η Βάνα Κ ανιμά-Γέρου πρόσφερε 10.000 δρχ. στη μνήμη της Μαριάνθης Δημητρίου Τσέγκου. Η Μ αρία Κ ανιμά-Χ ατζηδημητρίου πρόσφερε 5.000 δρχ. στη μνήμη της Μ αριάνθης Δημητρίου Τσέγκου. Ο Ευστράτιος Φωτίου Καλέλης (δγάηεγ) πρόσφε ρε 45 δολάρια στη μνήμη της συζύγου του Χριστίνας.
ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΣΥΛΛΟΓΟΥ - «ΑΓΙΑΣΟΥ» - Δημήτριος Ψ αρός - Ρήγαινα Κουδουνέλη-Καραβασίλη
3.000 10.000
Αισθανόμαστε την υποχρέωση να ευχαριστή σουμε θερμά όλους όσοι στηρίξουν την εκδοτι κή προσπάθεια του Συλλόγου μας, καθώς και όλες τις άλλες δραστηριότητές του.
«ΑΓΙΑΣΟΣ» ΔΙΑΘΕΣΗ ΒΙΒΑΙΟΔΕΤΗΜΕΝΩΝ ΤΟΜΩΝ Σας πληροφορούμε ότι βιβλιοδετήθηκε ο τέταρ τος τόμος του περιοδικού «ΑΓΙΑΣΟΣ», ο οποίος π ερ ιλ α μ β ά ν ει τα τεύχη 68-85 (1992-1994). Παλαιότερα βιβλιοδετήθηκαν ο πρώτος τόμος (125,1980-1984), ο δεύτερος (26-45,1985-1988) και ο τρ ίτο ς (46-67, 1988-1991), α πό τους ο π ο ίο υ ς υπά ρ χουν ακόμη μερικές σειρές. Του πρώ του βέβαια τόμου κάποια τεύχη είναι σε φωτοτυπία, γιατί τα πρωτότυπα έχουν εξαντληθεί από καιρό. Ο ι τ ό μ ο ι δ ια τ ίθ ε ν τ α ι στα Γ ρ α φ εία το υ Συλλόγου και στοιχίζει ο καθένας 12.000 δραχ μές. Με το ίδιο αντίτιμο μπορούν να αποσ τα λούν στον ενδια φ ερόμ ενο επ ί αντικαταβολή. Δέον να σημ ειω θεί ό τι στην τιμή τω ν 12.000 δραχμών συμπεριλαμβάνεται το μεγάλο κόστος της βιβλιοδεσίας (5.000-7.000).
ΓΑΜΟΙ - Αριστοκλής Προκοπίου Χριστοφαρής Ελένη Σταύρου Μανόλη-Γεωργαντή (17.11.1996)
- Προκόπιος Γρηγορίου Δουλαδέλης Αθανασία Ιωάννου Βουρλή (3.1.1997)
- Στράτος Δημητρίου Αλικάρης Αναστασία Κωνσταντίνου Σπηλιοπούλου (Άγιος Αντώνιος Περιστεριού / 8.2.1997)
ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ Σ υ γ χ α ίρ ο υ μ ε το ν α ν ε ψ ιό μ α ς Π α ν α γ ιώ τη Χ ρ ισ τόφ α Γραμμέλη, ο ο π ο ίο ς σ τις 12.11.1996 έλαβε το πτυχίο του μηχανολόγου μηχανικού από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Του ευχόμαστε καλή σταδιοδρομία. Οικογένεια ΧΡΙΣΤΟΥ Π. ΓΛΕΖΕΛΗ Σ υ γ χ α ίρ ο υ μ ε το ν α ν ε ψ ιό μ α ς Β α σ ίλ ειο Χ ρ ισ τό φ α Γραμμέλη, ο ο π ο ίο ς σ τις 18.12.1996 έδωσε τον όρκο του Ιπποκράτη και έλαβε το πτυχίο της Ιατρικής από το Πανεπιστήμιο της Κρήτης. Του ευχόμαστε καλή σταδιοδρομία. Οικογένεια ΧΡΙΣΤΟΥ Π. ΓΛΕΖΕΛΗ
ΘΑΝΑΤΟΙ - Μαριάνθη Δημητρίου Τσέγκου (Νοέμβρης, Μυτιλήνη) - Νικόλαος Ευστρατίου Ψ υρκάς (Δεκέμβρης 1996)
ΓΑΣΤΡΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΥΧΕΣ Κύριε διευθυντά, Εύχομαι ολόψυχα «χρόνια πολλά» και η αγιασώτικη βασιλόπιτα με τα φύλλα, καθώς και τα «πταρέλια» και τα «γιαπρακέλια», με χειροποίητο (ματσιστό) χοντρό κιμά, να είναι πακτωλός στο τραπέζι σας. Με τιμή ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΧΡ. ΧΑΑΕΑΗΣ
- Ουρανία, χήρα Παναγιώτη Σάββα - Ευστράτιος Παναγιώτη Μανόλης - Στυλιανή Σταύρου Βάλεση - Μιχαήλ Δημητρίου Κουτσαχειλέλης - Χαράλαμπος Παναγιώτη Δούκαρος - Γαρουφαλιά Ιωάννου Παπαδίνη (5γ<4ηεγ) - Σοφία, χήρα Νικολάου Βεργάμαλη (Γενάρης 1997) - Ιωάννης Γρηγορίου Μ αστραντωνάς (Αθήνα) - Μητροφάνης Χαραλάμπου Τζανίδης (Αθήνα) (σύζυγος Ευτυχίας Π . Καβαδά) - Μαριάνθη Δημητρίου Ψ ύρρα (Αθήνα) - Θεόδωρος Ηρακλή Δεμιργκέλης (Τρίπολη) - Σαραντινός Μιλτιάδη Μ αλιάκας - Στρατής Πολύδωρου Αναστασέλης - Γρηγόριος Αποστόλου Χατζέλης (Νέα Υόρκη)