Η σ υνερ γά τιδά μας Α νδρονίκη Γεω ργ. Κουτσκουδή-Σάββα με παραδοσιακή στολή (Αγιάσος, 19.3.1959).
Ο Μένανδρος Χριστ. Χατζηπαναγιώτης (αρι στερά) και ο Βενιζέλος Πολυδ. Αναστασέλης κάνουν περίπατο στο «νυφοπάζαρο»...
Η Ελένη Θρασύβουλου Καμπέρη (Β’ζαστέλ’), σύζυγος του κεραμοποιού Ελευθερίου Ευστρ. Χατζηεμμανουήλ (Κάλφα).
ΜΙΕ1ΡΙΙΙΕ2ΚΘΜΙΕΝΑ ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Οι επώνυμοι επισκέπτες μας...................................................................................... ΧΑΡΙΛΑΟΥ ΚΛ. ΚΟΥΔΟΥΝΕΑΗ, Πατριδογνωστικά. Αγιάσος, αγάπη μου............................................................. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΜΙΧ. ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗ, Ο Π.Κ.Σ. Αγιάσου «ο Σάτυρος» σε δράση..................................................... ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΞΑΦΕΛΗ (ΝΕΚΡΟΤΑΛΟΥ), Ο ζουρνάς του Μανόλη του Γανωτή..................................................... ΓΙΑΝΧΑΤΖ, Ο σατιρογράφος Μιχάλης Χριστοφαρής συνεχίζει την παράδοση......................................................... ΠΡΟΚΟΠΗ ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗ, Απρόσμενη συνάντηση με τον πιλότο Ηρακλή Δεμιργκέλη....................................... ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Αεσβιακά αρχειοδιφικά σύμμεικτα. Προικοσύμφωνο από την Αγιάσο του 1901...... ΓΙΑΝΝΗ Α. ΠΑΠΑΝΗ, Πενήντα χρόνια στο σχολείο. «Ζήτω ο... βασιλεύς»............................................................... ΑΓΙΑΣΙΩΝΙΤΗ, Αφλουγές, Πατούσε στις πλάτες του.................................................................................................... ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Λεσβιακοί απόηχοι. Της Βάνας Κανιμά-Γέρου........................................................ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Γ. ΣΚΛΕΠΑΡΗ, Καλός πολίτης (ποίημα). ΜΑΡΙΑΣ ΠΑΤΣΕΑΗ-ΚΑΜΙΝΕΑΗ, Φτάνει ο πόλεμος (ποίημα). ΜΑΡΙΑΣ ΑΓΙΑΣΩΤΟΥ-ΛΑΜΠΡΙΝΟΥ, Χ αιρετισμοί στη Θεοτόκο (ποίημα). ΣΠΥΡΟΥ Κ. ΚΑΡΑΜΟΥΝΤΖΟΥ, Έρση (ποίημα)................................................................................................................................ ΕΑΠΙΔΑΣ ΜΟΑΥΒΙΑΤΟΥ, Γύρνα (ποίημα). ΜΑΝΩΑΗ Θ. ΠΕΡΡΗ, Ικεσία στο φεγγάρι (ποίημα). ΟΜΗΡΟΥ ΣΟΥΣΑΜΛΗ, Θάνατος (ποίημα)...................................................................................................................................... ΠΡΟΚΟΠΗ ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗ, Βασίλειος Ευστρατίου Ρόδανος. Ο τελευταίος Αγιασώτης ανάπηρος του Ελληνοϊταλικού πολέμου................................................................................................................................................... ΜΗΤΣΟΥ Ν. ΤΣΙΑΜΗ, Νικόλαος Κάλας, «Το σκοτεινό είδωλο». Ένας ετερόκλητος επαναστάτης....................... ΒΑΣΙΑΕΙΟΥ ΚΑΑΟΓΕΡΑ, Παναγιώτης Δούκα Γριμανέλης. Τραγικό θύμα της μισαλλοδοξίας και του φανατισμού ΣΟΦΙΑΣ ΠΑΠΟΥΤΣΗ-ΚΟΥΔΟΥΝΕΛΗ, Οι νέοι σκυταλοδρόμοι των δραστηριοτήτων μας.................................. ΓΙΑΝΧΑΤΖ, Σας πληροφορούμε....................................................................................................................................... Τα πθίτκα μας (Χρίστος Γλεζέλης, Στρατής Απ. Μουτζουρέλης, Ερμόλαος Χατζηβασιλείου, Μιχάλης Χριστοφαρής).... ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Σταμάτης Κ. Σταματίου. Το πέρασμά του από το Γυμνάσιο της Α γιάσου...........
Σελ. 3 4 7 10 11 12 13 15 16 17
18 19 20 21 25 28 29 31 32
ΕΞΩΦΥΛΛΟ Ρεματιά της Λέσβου. (Ελαιογραφία Μίλτη Παρασκευαΐδη. Φωτογράφιση ελαιογραφίας από το Γιώργο Τρευλάκη. Επιμελητής της εκτύπωσης ο γραφίστας Δημήτρης Σταματίου).
ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ Στιγμιότυπο από την παρουσίαση του Καρναβαλικού Συγκροτήματος «Μ ιλένιουμ». (Καθαρή Δευτέρα, 13.3.2000. Πλατεία Σταθμού Αυτοκινήτων-Καρυά).
ΙδΧΝ 1106-3378
ΟΙ Ε Π Ω Ν Υ Μ Ο Ι ΕΠ ΙΣΚ Ε Π Τ Ε Σ Μ ΑΣ Α πό τα παλαιά χρόνια ως τις μέρες μας η Λέσβος ήταν και εξακολουθεί να είναι χώρος περιήγησης. Μπορεί να μη διαθέτει την τεχνική υποδομή άλλων τόπων, η οποία βέβαια είναι απαραίτητη, έχει όμως τα αξετίμητα δώρα της φύσης, της μακρόχρονης ιστο ρικής παράδοσης, του δημιουργικού πνεύματος, της λαϊκής καλλιτεχνικής σύλληψης... Ο περιηγητής, που δεν εντυπωσιάζεται μόνο από τα πολυτελή ξενοδοχεία, από τα εστιατόρια και από τα κοσμικά κέντρα, τα οποία κάποτε λειτουργούν και ως επίπαγος, καλύπτοντας λογής λογής ουσιώδεις άλλες αδυναμίες και ελλείψεις, θα βρει στη Λέσβο πολλά μαλάματα. Η α ιγ α ιο π ελ α γ ίτη θάλασσα έχει λαξεύσει ολοτρόγυρα το νησί και το έχει αρματώσει με ψ ιλοδουλεμένες ντα ντέλες. Η εναλλαγή τω ν τοπίων, που είναι κατάφυτα με ελιές, με πεύκα, με καστανιές, με μηλιές, με κερασιές, με πορτοκαλιές και με τόσα άλλα δεντρικά, αποτελεί πρόκληση για τις αχόρταγες αισθήσεις. Τ ’ απολιθωμένα, το μοναδικό για τον τόπο μας φυσικό αυτό μνημείο, καθώς και τα σπάνια παλαιοντολογικά ευρήματα, αφαρπάζουν το στοχασμό από το παρόν και τον βυθίζουν στη θαμπή απεραντοσύνη του παρελθόντος. Οι αρχαιότητες
όλων των περιόδων φωτίζουν την ιστορία του τόπου, μαρτυρούν τον πολιτισμό του. Τα χριστιανικά μνη μεία, τα παλαιά και τα νεότερα, πιστοποιούν τη θρη σκευτικότητα των κατοίκων. Τα δημιουργήματα της λαϊκής τέχνης, πολλά και σημαντικά, αποκαλύπτουν το μεράκι της ψυχής, που είναι δυναμογόνο και ομορ φαίνει τη ζωή του ανθρώπου. Τα ήθη, τα έθιμα, τα γλωσσικά ιδιώματα, τα εποχικά δρώμενα, οι πολιτι στικές δραστηριότητες και τόσα άλλα είναι ενδιαφέ ροντά για τον καλλιεργημένο τουρίστα και όχι μόνο... Η Λέσβος είναι πολύτιμο πετράδι στο περιδέραιο του Αιγαίου. Γι’ αυτό και την επισκέπτονται πολλοί επώνυμοι χρυσικοί του πνεύματος και της τέχνης, δικοί μας και ξένοι. Όλοι τους βρίσκουν πολλά από αυτά που λαχταρά η ψυχή τους. Δεν είναι λίγοι και αυτοί που εμπνέονται από το νησί, που το δοξολο γούν με το έργο τους. Αναρίθμητα τα δείγματα του φτερωτού λόγου, της πεζογραφίας, του χρωστήρα, που διαλαλούν στα πέρατα της οικουμένης το νησί της Σαπφώ ς, του Αλκαίου, του Βερναρδάκη, του Εφταλιώτη, του Μυριβήλη, του Θεόφιλου, του Ελύτη και τόσων άλλων σκυταλοδρόμων της προκοπής...
ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Από την επίσκεψη του ποιητή Γιάννη Ρ ίτσου στην Α γιάσο. Διακρίνονται, από αριστερά, στο καφενείο του Γιάννη Ααγέλη, στην Καρυά: Η καθηγήτρια Ελένη Νικολάου-Κουρτζή, ο χημικός, κεραμίστας και ποιητής Η λίας Κουρτζής, ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος, ο γιατρός Στρατής Χ ατζηπροκοπίου, ο αμίμητος χωρατατζής Κώστας Βουλβούλης, άλλοτε ο δήμαρχος Στρατής Καβαδέλης (1908-1996) και ο πρόεδρος του Αναγνω στηρίου «η Ανάπτυξη» Π άνος Πράτσος. (Φωτογραφία Γρηγορίου Κουρβανιού, 8.4.1985. Τη φωτογραφία παραχώρησε η Μύρτα Καβαδέλη)
Π Α Τ Ρ ΙΔ Ο Γ Ν Ω Σ Τ ΙΚ Α Αγιάσος, αγάπη μου... Α Α μέτρητες είναι οι φορές, που αφήνω ελεύθερη τη σκέψη μου να π ε ρ ιπ λ α ν ιέ τ α ι μες στα στενά σοκάκια και στις γειτονιές της όμορφης Αγιάσου μας. Κ ι αυτή η ονειροπόλησή μου γίνεται ακόμα π ιο μεγάλη και π ιο γλυκιά, όσες φορές τύχει να βρεθώ στο πατρικό μου σπίτι, στην Αγιάσο. Κ ι ε ίν α ι ν ύ χ τες ο λό κ λη ρ ες, π ο υ α φ ή νω τ ις όμ ορ φ ες α να μ ν ή σ εις μου να με κ υ ρ ιεύ ο υ ν κ α ι μισοκοιμισμένο να με π α ίρ ν ο υ ν από το χέρι σα μικρό μικρό παιδί κι αργά αργά να με σεργιανούν στην αγορά και στους μαχαλάδες, θυμιζοντάς μου τα περασμένα μεγαλεία αυτής της ευλογημένης από την Παναγία κωμόπολής μας. Έ τσι λοιπόν μια νύχτα βάλθηκα να θυμηθώ τα μα γα ζιά της α γο ρ ά ς κ α ι το υ ς α ν θ ρ ώ π ο υ ς, που κατά κ α ιρ ο ύ ς α σκούσαν σ ’ α υτά το επάγγελμ ά τους. Έ τσ ι, σαν π α τρ ιδο γνω σ ία που μαθαίναμε στο δημοτικό σχολειό. Στο κάτω κάτω, σκέφτηκα, ας μην κοιμηθώ και μια βραδιά κι οι θύμησές μου αυτές ας είναι σαν ένα μνημόσυνο στους ανθρώ π ο υ ς π ο υ έζησαν σ ’ α υτό το ν τό π ο κ α ι π ο υ οι περισσότεροι δεν υπάρχουν πια. Ξεκινώ λοιπόν νοερά από το σπίτι μου, στη συνοι κία Άπεσος, και κατεβαίνοντας το μικρό κατηφοράκι, ακριβώς απέναντι μου, αντικρίζω μέσα στο μαγαζί του τον Ευστράτιο Ρούσα, σκυμμένο στον πάγκο του, να πολεμά με τα κα πίσ τρια , τους «κ α π ’νοδέτες» (καπουλοδέτες), τα λουριά και τις μεσιές. Π ροχω ρώ και, λίγο δεξιά, βλέπω στο μαγαζί του τον υποδηματοποιό Χριστόφα Τζίνη (Τσκαλά ή Κουριό), με τη λερωμένη από τα δέρματα άσπρη π ο δ ιά το υ , να κ α τ α γ ίν ε τ α ι με την τέχνη το υ . Α πέναντι σ ’ αυτό ένα μαγαζί, α ιω νίω ς κλειστό και μέχρι σήμερα ακόμα- με μια καλαίσθητη επ ι γραφή (ΥΑΛΙΚΑ Δ. Π ΙΠ Ε ΡΙΤ Ο Υ ), που α πό το χρόνο έχει πια σβηστεί τελείως. Παραπέρα, προς τα αριστερά, είναι το χάνι -πετα λωτήριο, σιδηρουργείο, όπου ο καλόκαρδος Αχιλλέας Βατρικάς εργαζόταν και εξυπηρετούσε άψογα και τους επισκέπτες της Αγιάσου, που κατέβαιναν με τα ζώα τους από τα περίχωρα (Ακράσι, Αμπελικό, Βούρκος, Μπορός κτλ.), για να κάνουν από τα μαγα ζιά της Αγιάσου τα πάσης φύσης ψώνια τους, όπως τρόφιμα, ρουχισμό, παπούτσια και είδη οικιακής χρήσης. Αλλά και τροφές για τα ζώα τους και τακί μια, δηλαδή σαμάρια, καπίστρια και άλλα. Εδώ, στο
Ο Παναγιώτης Καπτανέλης (Καπτανής), με τη δεύτερη σύζυ γό του Βλοτίνα Μαμώλη, έξω από το υποδηματοποιείο του. (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο εγγονός Παναγιώτης Δημητρίου Βασιλτσιωτέλης)
χάνι, έβρισκαν αποκούμπι και άφηναν τα ζώα τους μέσα, να ξεκουραστούν και να φάνε, μέχρι που να ολοκληρώσουν τα ψώνια τους. Κι έμοιαζε καθημερι νά το μέρος αυτό σαν ένα μικρό πανηγυράκι. Αλλά ο αξέχαστος Αχιλλέας πρόσφερε με επιτυχία τις υπη ρεσίες του και σαν πρακτικός κτηνίατρος κι ήταν πάρα πολλές οι περιπτώσεις που έσωζε ζώα, μικρά και μεγάλα. Θυμάμαι κάποτε, που το μουλάρι μας δεν μπορούσε να ενεργηθεί, που η κοιλιά του ήταν φουσκωμένη και που από τον πόνο γινόταν «μια κατζουρίδα», όπως έλεγε ο πατέρας μου. Το πήγαμε λοιπόν στον Αχιλλέα, που ήταν και γείτονας μας. Ο Α χιλλέας ά νοιξε αμέσως το στόμα του ζώου, το έβαλε να δαγκώνει ένα ξύλο και το πότισε λάδι. Στη συνέχεια πήρε ένα τηγάνι πολύ ζεστό και το τοποθέ τησε πολλές φορές σε διάφορα σημεία της κοιλιάς του και πίσω, από το έντερο, του διοχέτευσε ζεστή σαπουνάδα. Μετά με διέταξε να το πάρω και σέρνοντάς το από το καπίστρι να πάω στο Καμπούδι κι από εκεί τρέχοντάς το να το «πουνουγυρίσου» από τη διακλάδωση «Τσατάλι» και να του το φέρω πίσω. Αυτές τις «πουνουγΰρις θα τις κάνω, μέχρι που να ενεργηθεί κ α νο νικ ά το ζώ ο. Στη δεύτερη «πουνουγύρα» και ακριβώς στο «Τσατάλι», κι ενώ το μου λάρι έτρεχε πίσω μου, σταμάτησε απότομα, πα τώ ντας φρένο με τα μπροστινά του πόδια, με αποτέλε
σμα να με παρασύρει και να πέσω ανάσκελα. Όταν σηκώθηκα, το είδα να ενεργείται κανονικά, βγάζο- ντας από την πρησμένη κοιλιά του κόπρανα ημερών. Από τη χαρά μου και από τις τρεχάλες που έκανα μαζί του, ένιωσα την ανάγκη να ενεργηθώ κι εγώ και, καθώς ήταν μοναξιά, δεν έχασα καθόλου την ευκαι ρία, γιατί βέβαια δε γινόταν κι αλλιώς. Έτσι σώθηκε το μουλάρι μας, αλλά γλίτωσα κι εγώ τους επόμε νους γύρους, Καμπούδι - Τσατάλι - Απέσος. Λίγο π ιο πέρα από το χά νι και προς τα δεξιά ήταν το παντοπωλείο του Γεωργίου Σκλεπάρη, που στη συνέχεια ήταν χαρτοπωλείο - βιβλιοπωλείο του γιου του Μιχάλη, που μας έφυγε πολύ νωρίς. Εδώ, θυμάμαι που ο δάσκαλός μας, ο αείμνηστος Στρατής Σκλεπάρης, μας έλεγε: «Από την ερχόμενη Δευτέρα τα βιβλία σας και τα τετράδιά σας να είναι ντυμένα με μπλε κόλλα και να έχουν και ετικέτα με γραμμένο το ονοματεπώνυμό σας και την τάξη σας. Μπλε κόλ λες, ετικέτες και τετράδια έχει ο Μιχάλης Σκλεπάρης στον Απέσο». Κ αι μεις τρέχαμε και τα αγοράζαμε α π ό το ν κ α λ ό κ α ρ δ ο κ α ι π ά ν τ α χ α μ ο γελ α σ τό Μιχάλη, γιατί ήταν πολύ καλός κι ευχάριστος στη συναλλαγή του μαζί μας, αλλά για να ικανοποιήσου με και το δάσκαλό μας, που ήταν αδελφός του. Το
μαγαζί αυτό το είχε αργότερα παντοπωλείο ο αδελ φός του Μιχάλη Νικόλαος Σκλεπάρης, μετά το είχε υ π ο δ η μ α το π ο ιε ίο ο Γ ιά ννη ς Π α π α π ο ρ φ υ ρ ίο υ (Τσιρός) και στη συνέχεια, για κάποιο χρονικό διά στημα, το είχε ο Δ ημήτριος Μ ιχαήλ Π ράτσος ως χρυσοχοείο-κοσμηματοπωλείο. Προχωρώντας και προς τα αριστερά υπήρχε το οπλοδιορθωτήριο του Χαρίλαου Ευαγγελινού, που ήταν καλός τεχνίτης και άνθρωπος λιγόλογος και χαμογελαστός. Στο ανεπιτήδευτο χαμόγελό του φαίνονταν τα χρυσά δόντια του, που τον έκαναν πολύ συμπαθή. Το μικρό αυτό μαγαζί το είχε αργότερα εργαστή ριο ο ξυλόγλυπτης, επ ιπ λ ο π ο ιό ς κα ι ζω γράφ ος Δημήτριος Αντωνίου Κουντουρέλης, που έφυγε κι αυτός από τη ζωή πρόωρα, και πριν από αυτόν το είχε αποθήκη ο Στρατής Ευριπίδη Μαριγλής και διά φοροι άλλοι καστανέμποροι. Τώρα είναι γραφείο του Π.Σ. «Όλυμπος» Αγιάσου. Απέναντι α π ’ αυτό, τα μετέπειτα χρόνια, δημιούργησε μαγαζί με είδη οικοδομών ο Νικόλαος Σκλεπάρης, μετά, για κάποιο χρ ο νικ ό διάστημα, το είχε κ ι αυτό ο Δ ημήτριος Κουντουρέλης, τον οποίο προαναφέραμε. Πάνω από το οπλοδιορθωτήριο του Χαρίλαου
Η συνοικία του Απέσου έσφυζε παλαιότερα από ζωή. Στη δημοσιευόμενη φωτογραφία του 1961, τραβηγμένη στο σοκάκι, έξω από το σπίτι του Παναγιώτου Κουτσαχειλέλη, διακρίνονταν στην πρώτη σειρά: Χαράλαμπος Παναγ. Κουτσαχειλέλης, Χρυσομάλλη Παναγ. Πατσέλη, Βικτωρία Παναγ. Κουτσαχειλέλη, Γραμματική (Κούλα) Χριστ. Χατζηβασιλείου, Αντιγόνη Γεωργ. Πασχαλίδου, Παναγιώτης Ευστρ. Δελόγκος, Μελπομένη Παναγ. Κουτσαχειλέλη και Εριφύλη Χριστ. Στεφάνου. Στη δεύτερη σειρά: Γιαννούλα Αντ. Αναστασέλη, Αφροδίτη Παναγ. Μαϊστρέλη, Βασίλειος Ηρακλή Ευαγγελινός, Παναγιώτης Δημ. Κουτσαχειλέλης, Αντωνία Δημ. Πιπερίτου, Μαρία (Μαίρη) Δημ. Πιπερίτου, Γρηγόριος Αχιλ. Βατρικάς και Χρυσομάλλη Αχιλ. Βατρικά. Στην τρίτη σειρά: Σοφία Κλεάνθη Κουδουνέλη (Πατάτινα), Ειρήνη Προκ. Χατζηκομνηνού, Μαρία Ιωάννου Κοντανέλη, Ελένη Παναγ. Πατσέλη, το γένος Βατρικά, και Ελένη Χριστ. Χατζηβασιλείου. (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Γρηγόριος Βατρικάς)
Ευαγγελινού, στο οίκημα ιδιοκτησίας της Εκκλη σιάς της Π αναγίας Αγιάσου στεγαζόταν παλιά το Ε ιρ η ν ο δ ικ είο Α γιά σ ου. Κ α τά την π ερ ίο δ ο της Κατοχής, για κάποιο χρονικό διάστημα, στεγάστη καν μια δυο τάξεις της Αστικής Σχολής, αργότερα ο Ε πισ ιτισ μός και κ ά ποια κομματική Λέσχη και στη συνέχεια για αρκετά χρόνια και μέχρι το 1962 λειτουρ γούσ ε σ ’ α υτό ο ΟΤΕ Α γιάσ ου. Τ ελικά έγινε κατοικία για μερικά χρόνια και τώρα παρα μένει κλειστό λόγω παλαιότητας. Απέναντι α π ’ αυτό, στα «Σίδερα», ήταν το υπο δ η μ α τ ο π ο ιε ίο το υ β ρ α κ ο φ ό ρ ο υ Π α ν α γ ιώ τη Καπτανέλη ή Καπτανή, ο οποίος φημιζόταν για τα γερά π α π ο ύ τσ ια π ο υ έφ τια χ ν ε. Κ ι α υ τό ς ήταν βαρύς νοικοκύρης, όπω ς λέμε στο χωριό. Το μαγα ζί αυτό στη συνέχεια έγινε ποτοπω λείο και μετά υποδηματοποιείο του Μιχάλη Πρινιτη, που έβγαλε τόσους και τόσους τεχνίτες υποδηματοποιούς, ως άριστος τεχνίτης που ήταν. Τώρα το μαγαζί αυτό μετατράπηκε τελικά σε σπίτι. Δίπλα σ’ αυτό, προς την αγορά, ήταν το κρεοπω λείο του Νικολάου Αναστασίου Στεφανή, που ήταν και ιδιοκτησία του. Μεταπολεμικά λειτούργησε ως καφενείο του Παναγιώτη Χ ριστόφ α Τσουλέλη, ο οποίος και κατοικούσε μόνος του στο επάνω πάτω μα. Μια βραδιά, προφανώς μεθυσμένος, κοιμήθηκε, όπως φαίνεται, με αναμμένο τσιγάρο, με αποτέλε σμα να πάρει φωτιά το στρώμα του. Ο άτυχος καφε τζής πετάχτηκε, ξαφνιασμένος, από το παράθυρο στο δρόμο, με αποτέλεσμα να σκοτωθεί. Δίπλα σ’ αυτό ήταν το οπωροπαντοπωλείο του Δημητρίου Δελόγκου, που μετά τον πρόωρο θάνατό του το λειτούργησε επί πολλά χρόνια η σύζυγός του Κ λειώ . Π α λ α ιό τερ α το είχε ο π α τέ ρ α ς του Γρηγόριος Δελόγκος, που έκανε εκτός των άλλων και εμπόριο καστάνων, τα οποία «καλμπούριζε» (κ α θ ά ρ ιζε με κ α λ μ π ο ύ ρ ι, δηλαδή με «χο ντρ ό » κόσκινο), κ α ι τα έστελνε στη Θεσσαλονίκη, στην Καβάλα, στην Κομοτηνή και σε άλλα μέρη. Ή ταν η εποχή που η Αγιάσος είχε μεγάλη παραγωγή καστά νων, αλλά και μήλων, αχλαδιών και άλλων φρού των, τα οποία εμπορεύονταν όχι μόνο ο Γρηγόριος Δελόγκος, αλλά και πολλοί άλλοι φρουτέμποροι της Αγιάσου. Και το εμπόριο αυτό ανθούσε πραγματικά και απέφερε σοβαρό εισόδημα στους παραγωγούς. Δ εξιό τερ α , κά τω α π ό το σ π ίτ ι του γ ια τρ ο ύ Ε υστρατίου Χ ατζηπροκοπίου, στο πρώ το μικρό μ α γ α ζ ί σ τε γ α ζ ό τ α ν π ο λ ύ π α λ ιά ο δ ικ ο λ ά β ο ς Δημήτριος Μ ουτζουρέλης. Μετά, από ό,τι θυμά μαι, έγινε Γ ρα φ είο του «Κ υ νη γετικ ο ύ Ο μ ίλου Α γιάσου», στη συνέχεια Σ υμ βολαιογραφ είο και ξανά Γραφείο του παραπάνω Ομίλου. Για κάποιο χρονικό διάστημα το είχε Γραφείο ο ευγενέστατος εκείνος άνθρωπος, ο Πέτρος Καράβολας, ο οποίος
Ο νεαρός πλανόδιος αρτοπώλης, του αρτοποιείου Οδυσσέα Ευστρατίου Κλήμου, Γεώργιος Δημητρίου Τσουρβάς. (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Οδυσσέας Κλήμος)
διεκπεραίωνε διάφορες διοικητικές υποθέσεις. Στο επόμενο μαγαζί εργαζόταν ο υποδηματο ποιός Γεώργιος Καραγιάννης (Γιδκακού) με πολυ μελές συνεργείο. Ή ταν η εποχή που δούλευαν τα λάστιχα τω ν αυτοκινήτω ν και τα έκαναν πά τους στα άρβυλα και στα πα πούτσ ια της δουλειάς. Ο Γεώργιος Καραγιάννης φημιζόταν για τη γερή δου λειά που έκανε κ ι έβγαλε κι αυτός π ά μ π ο λ λ ο υ ς τεχνίτες, τσιράκια. Αργότερα σ ’ αυτό το μαγαζί στεγαζόταν και το Κ.Κ.Ε. Αγιάσου, τώρα δε λει τουργεί ως φοροτεχνικό - μεσιτικό Γραφείο. Π ροσπερνούμε τα ψ αράδικα. Δ ίπλα ακριβώ ς λ ειτο υ ρ γο ύ σ ε ο φ ο ύ ρ ν ο ς του α είμ νη σ το υ Ε υ στρατίου Βασιλείου Κλήμου, που τον δούλευε με τους δυο γιους του, τον Οδυσσέα και το μακαρίτη Κώστα. Τι ωραία πράγματι άσπρα (χάσ’κα) διπλά ψ ω μ ιά , με τη σ φ ρ α γίδ α π ά ν ω στη γυ α λ ισ τερ ή φλούδα (ΕΒΚ), και τι μυρωδάτα σουσαμένια και ζαχαρένια κουλούρια! Θυμάμαι που τα πουλούσε με τον ταμπλά έξω από την εκκλησία ο γιος του Κώστας και που η επιθυμία μας να τα αγοράσουμε μετά τη θεία κοινωνία, τις σκόλες, ήταν πολύ μεγά λη. Αργότερα το φούρνο τον δούλευαν οι δυο γιοι του κ α ι τελικά τον είχε μόνος του ο Οδυσσέας. Κάποτε ο φούρνος του Κλήμου κάηκε ολοσχερώς και επέφερε μεγάλη οικονομική ζημιά στην οικογέ νεια Κλήμου. (Συνεχίζεται)
ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΚΛ. ΚΟΥΔΟΥΝΕΛΗΣ
Ο Π .Κ .Σ . Α Γ ΙΑ Σ Ο Υ «Ο··» Σ Α Τ Υ Ρ Ο Σ » ΣΕ ΔΡΑΣΗ Οι φετινές καρναβαλικές εκδηλώσεις Σ τη Μέκκα του Λεσβιακού Καρναβαλιού, την όμορφη Α γιάσο μας, συγκεντρώθηκαν και φέτος χιλιάδες κόσμου α π ’ όλο το νησί, για να παρακολου θήσουν τις καρναβαλικές εκδηλώσεις του «Σάτυρου», που για μια ακόμα φορά σημείωσαν καταπληκτική επιτυχία, πιστοποιώντας την αδιαμφισβήτητη ποιότη τα και ανωτερότητα του Αγιασώτικου Καρναβαλιού. Οι εκδηλώσεις ξεκίνησαν την Κυριακή, 12 του Μάρτη 2000, στις 5 μ.μ., με την εμφάνιση στην πλα τεία της αγοράς του Συγκροτήματος «Κ αλλιστεία τω ν τραβεστί» τω ν Στρατή Γυρέλη και Χ ρίστου Ξαφέλη, στο ο π ο ίο σ υ μ μ ετείχ α ν οι Δ ημήτρης Κουταλέλης, Παναγιώτης Καμπιρέλης, Ευστράτιος Προκοπίου, Θεόδωρος Γαββές, Γιώργος Πατερέλης και Στρατής Ψυρκάς. Την Καθαρή Δευτέρα, 13 του Μάρτη και ώρα 2.30 μ.μ., στην πλατεία του Σταθμού των Αυτοκινήτων, το χορευτικό τμήμα του Αγροτομεταποιητικού Συνεται ρισμού Γυναικών Αγιάσου, με την καθοδήγηση της δασκάλας χορού Μαρίας Κουζέλη, παρουσίασε ένα όμορφο χορευτικό πρόγραμμα με παραδοσιακούς σκοπούς του τόπου μας. Στη συνέχεια οι εκδηλώσεις κορυφώθηκαν με την παρουσίαση των παρακάτω τριών καρναβαλικών συγκροτημάτων: Πρώτο εμφανίστηκε το Συγκρότημα των νέων καρναβαλιστών της Αγιάσου, με θέμα «Μιλένιονμ». Η σάτιρα ήταν του Παναγιώτη Κουτσκουδή και τα σκηνικά των Τάσου Χατζηγιάννη, Μιχάλη Γουγουτά, Βασίλη Βερδούκα, Στρατή Βαλεντίνου, Προκόπη Τσομπανέλη και όλου του προσωπικού της Β και Γ.
Τοπαλής ΑΕ. Εκφώνησαν οι Χρίστος Γεωργαντής, Στρατής Βασ. Τοπαλής, Παναγιώτης Δημ. Κορομη λάς, Στέλιος Γρηγ. Τοπαλής και Ανθή Δαγέλη. Συμμε τείχαν οι Βασίλης Βερδούκας, Δημήτρης Κορομηλάς, Παναγιώτης Λαλάς και Θεόδωρος Γαββές. Μια μικρή αναφορά στο θέμα της σάτιρας: Στο κατώφλι της νέας χιλιετίας ο καρνάβαλος αναλογίζεται το παρελθόν, σατιρίζει το παρόν και προφητεύει το μέλλον. Το 2000 είναι ένα έτος σταθμός στην ιστο ρική διαδρομή της ανθρωπότητας και ειδικότερα της Ελλάδας. Μας αναγκάζει να αναλογιστούμε από πού ξεκινήσαμε, που φτάσαμε και πού βαδίζουμε ως έθνος, ως λαός. Να βγάλουμε τα αναγκαία ιστορικά διδάγματα, που θα μας εξοπλίσουν με την απαραίτητη πείρα για τη δύσκολη συνέχεια που μας επιφυλάσσει η νέα χιλιετία. Το πρώτο άρμα παρουσιάζει μια γυναίκα (την Ιστορία), από τη μήτρα της οποίας γεννιέται πρό ωρα ένα παιδάκι (το μιλένιουμ, δηλαδή η νέα χιλιε τία). Η κοιλιά της γυναίκας είναι η υδρόγειος σφαίρα, από την οποία αργότερα και κατά την εξέλιξη του έργου βγαίνει ο Εγκέλαδος (εκφωνητής), για να σατι ρίσει τα θέματα τω ν σεισμών. Στο δεύτερο άρμα ορθώνει το ανάστημά του ένας Κύκλωπας, που αποτε λεί την προσωποίηση των εθνικών μας συμφορών. Ο γερασμένος εικοστός αιώ νας (εκφωνητής) φεύγει, αφήνοντας τη θέση του στο νεογέννητο μιλένιουμ. Στο τρίτο άρμα υπάρχει το ροδάνι του χρόνου, στην κορυ φή του οποίου στέκεται επιβλητικός ο πανδαμάτωρ χρόνος (εκφωνητής). Η σάτιρα, εκπέμποντας πλούσια πατριωτικά και φιλειρηνικά μηνύματα, κάνει αναφο ρά στα σημαντικότερα γεγονότα που σημάδεψαν την
Στιγμιότυπο από την παρου σίαση του Καρναβαλικού Συγκροτήματος, με θέμα
«Καλλιστεία των τραβεστί» (Αγορά, 12.3.2000).
ιστορία της Ελλάδας από την αρχαιότητα μέχρι σήμε ρα. Κατά τη διάρκεια της ιστορικής αναδρομής το ροδάνι του χρόνου γυρίζει και συμβολικές εικόνες διαδέχονται η μια την άλλη: Αρχαίος Ελληνικός πολι τισμός, Επανάσταση του 21, εθνικός διχασμός, βια σμός της Ειρήνης από τους πολεμοκάπηλους ιμπερια λιστές, η Ελλάδα στον αστερισμό των Διδύμων (σάτι ρα για το δικομματισμό). Μετά την ιστορική αναδρο μή σατιρίζονται τα θέματα της επικαιρότητας και τέλος γίνεται αναφορά στα μελλούμενα (εκλογές, ένταξη στην ΟΝΕ, Ολυμπιάδα $γάηογ). Εμβόλιμα παρουσιάζονται δυο σκετς (Πιρκό...δουλου και άρσης βαρών) στο μεσαίο άρμα, όπου εφαρμόστηκε μια νέα κατασκευαστική τεχνική, η οποία καθιστά δυνατή τη διαδοχική εναλλαγή πολλών διαφορετικών σκηνικών πάνω στο ίδιο άρμα, πράγμα που προσδίδει νέες δυνατότητες ελιγμών και εκπλήξεων στη σάτιρα και στην εμφάνιση. Το έργο χαρακτηριζόταν από τα έντο να διαλογικά και θεατρικά στοιχεία (συμμετείχαν συνολικά 8 εκφωνητές στην παρουσίασή του και άλλοι 10 κομπάρσοι με συμβολικές ενδυμασίες). Τα νέα (15χρονα) παιδιά κέρδισαν τις εντυπώσεις με την άψογη παρουσία τους. Τα δυο προηγούμενα χρόνια «ψήθηκαν» καλά στο Κ υριακάτικο Κ αρ ναβάλι, αποκτώντας τις πρώτες πολύτιμες εμπειρίες. Χρόνο με το χρόνο η βελτίωσή τους είναι εμφανής και η πετυχημένη φετινή παρθενική εμφάνισή τους σε καρναβάλι της Καθαρής Δευτέρας (με τις πραγματικά δυσβάσταχτες για π α ιδικ ο ύ ς ώμους απαιτήσεις) πιστοποιεί τη σταδιακή ωρίμανσή τους και τις μεγά λες τους δυνατότητες. Όι παλιότεροι, που τα βοηθάμε να ανοίξουν τα φτερά τους και να καταξιωθούν στο καρναβαλικά προσκήνιο, είμαστε πολύ περήφανοι γ ι’ αυτά τα π α ιδιά . Ε ίνα ι π α νά ξια συγχαρητηρίων. Ευχόμαστε ν ’ ακολουθήσουν κι άλλα.
Δεύτερο εμφανίστηκε το Καρναβαλικό Συγκρότη μα με θέμα «Ζ ούγκλα 2000». Η σά τιρα ήταν του Αντώνη Μηνά και εκφωνήθηκε από τους Μ αρία Ε υσ τρ α τίου Α ϊβαλιώ τη, Δημήτρη Π α να γιώ τη Μ αϊστρέλη και Π αναγιώτη Α ντω νίου Ασβεστά. Συμμετείχαν σε ρόλους κομπάρσω ν οι Θ ανάσης Καπάτος (αρχηγός φυλής), Δούκας Μαριγλής (μάγος φυλής), Βασίλης Τινέλης (μαιευτήρας), Χ ρ ίσ τος Κλήμος, Μιλτιάδης Γιαταγανέλης, Θεόδωρος Γαββές, Γιώργος Τσουρβάς και αρκετοί άλλοι. Τα σκηνικά έγιναν από το Λευτέρη Καμπιρέλη και το Γρηγόρη Μ ακαρώ νη. Η σ κηνογρα φ ία ήταν του Δημήτρη Χατζηγιάννη. Η υπόθεση του έργου, που αποτελούσε μεταφορά της ομώνυμης τηλεοπτικής εκπομπής του Μάκη Τριανταφυλλόπουλου, διαδραματίστηκε σε δυο άρματα. Μπροστά βάδιζαν με αλαλαγμούς και τυμπανοκρουσίες τα μέλη της άγριας φυλής των μαύ ρων. Στο ένα άρμα ήταν το στούντιο της εκπομπής, στημένο μέσα σε τοπίο ζούγκλας. Ο δημοσιογράφος, ο γορίλας και ο παπαγάλος ήταν οι τρεις εκφωνητές. Στην εκπομπή ήταν προσκεκλημένα και άλλα «ζώα» (ανθρώπινα θηρία). Στο άλλο άρμα είχε κατασκευα στεί μια τηλεόραση, στην οθόνη της ο ποία ς ήταν αναρτημένο το σήμα της εκπομπής. Καθώς η σάτιρα σχολίαζε τα επί μέρους θέματα, ο δημοσιογράφος έβαζε να «παίζουν» στην τηλεόραση διάφορες βιντεο κασέτες, που αποκάλυπταν τα σκάνδαλα της επικαι ρότητας. Η «οθόνη» σηκωνόταν και διάφορα σκετς επενδυμένα με μουσική υπόκρουση- εξελίσσονταν μπροστά στα μάτια των θεατών (υπόθεση Κορκολή, βίτσια της σύγχρονης εποχής, διασπάθιση δημόσιου χρήματος στο Ίδρυμα Ανιάτων, γέννα ενός γκαστρω μένου άντρα, μονομαχία Σημίτη-Καραμανλή στις επι κείμενες εκλογές, Δήμαρχος Αγιάσου). Τ ρ ίτο εμφ ανίστηκε το Σ υγκρότημ α με θέμα
Στιγμιότυπο από την παρου σίαση του Καρναβαλικού Συγκροτήματος, με θέμα «Χρηματιστήριο» (Καρυά, 13.3.2000).
« Χ ρ η μ α τισ τή ρ ιο » . Η σ ά τιρ α ήταν του Στρατή Κουρβανιού και εκφωνήθηκε από τον ίδιο, το Γιάννη Ανδρικού και το Θρασύβουλο Γλεζέλη. Τα σκηνικά ήταν του Γιάννη Ανδρικού και του Παναγιώτη Λαλά. Το ένα άρμα απεικόνιζε το ναό του χρήματος, το Χρηματιστήριο της Σοφοκλέους, που είχε μετατρα πεί σε κελί μιας φυλακής γεμάτο από εγκλωβισμέ νους μικροεπενδυτές, που είχαν φτάσει στα όρια της απόγνωσης. Στο άλλο άρμα ήταν ο ηλεκτρονικός πίνακας παρακολούθησης της εξέλιξης των τιμών των μετοχών στο Χρηματιστήριο και το στούντιο του προσκεκλημένου δημοσιογράφου της τηλεόρασης του ΑΝΤ-1 «Αυτιά». Οι εξελίξεις των διαφόρων θεμάτων της κοινωνικής και πολιτικής επικαιρότητας παραλ ληλίστηκαν με τις διακυμάνσεις αντίστοιχων μετο χών στο χρηματιστηριακό τζόγο (Αγροτέξ, Χαλβέξ, Τραγέξ, Κουλέξ, κτλ.). Κοινή διαπίστωση ήταν ότι οι φετινές καθαροδευτεριάτικες εκδηλώσεις, αν τις δούμε συνολικά, υπήρξαν ακόμα πιο αναβαθμισμένες ποιοτικά, σε σχέση με τις αντίστοιχες των προηγούμενων χρό νων. Αυτό δείχνει ότι το καρναβάλι μας, αφού πέρα σε κάποιες δυσκολίες και κλυδωνισμούς, ξαναβρήκε το δρόμο του και ακολουθεί ανοδική πορεία, αναδεικνύοντας το χωριό μας και προβάλλοντας την πλού σια λαογραφική και πνευματική του κληρονομιά. Χ ρειάζεται όμως προσοχή και ιδιαίτερη μέριμνα στον οργανωτικό τομέα, όπου υπάρχουν ακόμα αδυ ναμίες. Η σωστή, πλατιά και έγκαιρη διαφημιστική προπαγάνδα των εκδηλώσεων, η αναζήτηση αποδο τικότερων τρόπων εξεύρεσης οικονομικών πόρων, η αναβίωση των παλιών συνοδευτικών του καρναβα λιού μας εθίμων, η διοργάνωση και άλλων συναφών εκδηλώσεων, που θα καλύπτουν τουλάχιστον το τριήμερο της Αποκριάς και θα δίνουν τη δυνατότητα
της συμμετοχής και της διασκέδασης σε όλο τον κόσμο και κυρίως στη νεολαία, είναι κάποιες προτά σεις που μπορεί και πρέπει να υλοποιηθούν τα επό μενα χρόνια, για να ενισχύσουν ακόμα περισσότερο το κύρος και την αίγλη των εκδηλώσεων. Πρέπει, επίσης, να γίνει εκτεταμένη δουλειά υποδομής στις νεαρές ηλικίες, για να μπολιαστούν με το έθιμο οι αυριανοί σκυταλοδρόμο! της μακρόχρονης παράδο σής μας. Τέλος, επισημαίνεται ότι υπάρχουν και άλλες ζωντανές δυνάμεις, που μπορούν να προσφέ ρουν πολλά, αλλά δυστυχώς μένουν αναξιοποίητες και είναι επιτακτική ανάγκη να μπουν στη μάχη και να στρατευτούν στον κοινό αγώνα. Το Δ ιοικ η τικ ό Συμβούλιο του Π ο λιτισ τικ ο ύ Καρναβαλικού Συλλόγου Αγιάσου «Ο ΣΑΤΥΡΟΣ» ευχαριστεί: α) το Δημοτικό Συμβούλιο Αγιάσου, που αποφάσισε να ενισχύσει τις φετινές καρναβαλι κές εκδηλώσεις με το ποσό των 1.500.000 δραχμών και β) το Γ.Γ. του Υπουργείου Αιγαίου, που ενέκρι νε την επιχορήγηση του Συλλόγου με το ποσό των 1.000.000 δραχμών. Επίσης ευχαριστεί θερμά το Στρατή Βασιλείου Γραμμέλη, που για μια ακόμα φορά, παραχώρησε την αποθήκη του για την κατα σκευή των σκηνικών των συγκροτημάτων, δίνοντας έτσι λύση σε ένα βασικό οργανωτικό πρόβλημα των εκδηλώσεων. Ευχαριστεί επίσης τις χιλιάδες του λεσβιακού λαού που, αναγνωρίζοντας τη μοναδικό τητα του αγιασώτικου καρναβαλικού εθίμου, προ σήλθε κ α ι φ έτος μα ζικά στο χ ω ρ ιό μας, για να παρακολουθήσει τις εκδηλώσεις. Τέλος, τα συγκρο τήματα ευχαριστούν θερμά όλους όσοι συμμετείχαν ή βοήθησαν με οποιοδήποτε τρόπο στην καλύτερη παρουσίασή τους.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΙΧ. ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗΣ
Σ τιγμιότυπο από την παρου σ ία σ η τ ο υ Κ α ρ ν α β α λ ικ ο ύ Σ υ γ κ ρ ο τ ή μ α τ ο ς , με θ έμ α «Ζ ο ύ γ κ λ α 2 0 0 0 » (Κ α ρ υ ά , 13.3.2000).
ΑΓΙΑΣΩΤΙΚΟΥ Κ Α ΡΝ Α ΒΑ Λ ΙΟ Υ ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜ ΕΝΑ Ο ζουρνάς του Μ ανόλη του Γανωτή του συγκρότημα τ ’ αγιασώτικου καρναβαλιού, του 1966, θανί γένουμ’ «στρατηγός» τσι θαν είχα μλάρια. Ή ρτι τσι μ’ ηύρι Μανόλ’ς γιου Γανουτής. - Ρε Μπάνου, τσι γω, ρε, θαν έρτου μαζί. - Τι θα κάν’ς, ρε Μ ανόλ’; Αγέρα στα μηριά μ’! - Αν έβρουμι κανέ ζουρνά, α παίζου! - Μπουρείς, ρε Μ ανόλ’, τσι τουν π α ίγ’ς; - Δ ’λειά μ ’ είνι, ρε Μπάνου! Π ήγα γω γ ’ ίδ ιο υ ς σ του π ρ α μ α τιφ τ ή το υ Κ ουντουγιάνν’ τσι συννουγήθκα, του πρώτου, τι θα κ ά ν’, άμα πα Μ ανόλ’ς τσι γυρέψ’ του ζουρνά. Μι ταχιά, να Μ ανόλ’ς τσ ’ ήρτι χαρούμινους. - Ε Μπάνου, ίβρις κανέ ζουρνά; - Ναι, θα μας δώ σ5 γιου Κ ουντουγιάνν’ς, του Ξ’νέλ’! Μ ανόλ’ς λοιπόν πήγι στου Κ ουντουγιάνν’ τσι γύριψι του ζουρνά. - Ε Μ ανόλ’, ποιος θαν είνι υπεύθυνους; - Ποιος άλλους, γιου Μ πάνους του Ξαφέλ’! - Πάνι, Μ ανόλ’, να μ’ φέρ’ς μιαν απόδειξ’ α π ’ τα χέριαντ. Ή ρτι Μ ανόλ’ς, μ’ είπι τν απαίτησ’ τ ’ Κουντουγ ιά ν ν ’ τσι τ ’ δώκα τν α π ό δ ειξ ’. Τνι πήρι τσι τνι πήγι, αλλά γιου Κουντουγιάνν’ς τ ’ γύριψι χαρτόση μου. Ξουνουήρτι, ίφιρί μ’ τν απόδειξ’, βάλαμι χαρ τόσ ημου τσ ι τ ν ι ξ ο υ ν ο υ π ή γ ι. Έ λ α ό μ ο υ ς π ο υ παρουσιάστσι τσ ’ άλλου μπέρδιμα. Γύριβγι τσι τν υπουγραφή μ ’, γ ια τ’ είπι στου Μ ανόλ’ πους, άμα πάθ’ τίπουτα γι ζουρνάσιντ, πρέπ’ ναν έχ’ ούλα τα
δικϊουλουγητικά, για να μπουρέσ’ να μι σύρ’ στου λ ο υ ρ ί, γ ια να τ ’ το υ ν σάσου. Ή ρ τ ι π ά λ ι γ ιο υ Μ α ν ό λ ’ς θ ’μ ο υ μ ένο υ ς τσ ι μ ’ ε ίπ ι π ο υ ς το υ ν αφάν’σα μι του παλιουζουρνά. Ίβαλα τν υπουγρα φή μ’ τσι πήγι πάλι τν απόδειξ’. Μπράβου, τ ’ είπι Κ ο υ ν το υ γ ιά ν ν ’ς. Τώρα είσι πουλύ ιν τ ά ξ ’! Έ λα μέσα. Σαν ίμπι μες στου μαγαζί, τ ’ είπι Κουντουγ ιά ν ν ’ς πουνηρό πουνηρό να σ φ α λίσ ’ τ ’ πόρτα. Μ ανόλ’ς τα χρειγιάστσι. Ιντουμιταξύ ξιβρακώστσι Κ ο υ ν το υ γιά ν ν’ς! Β λέπ’ Μ ανόλ’ς έδγιας, β γ α ίν ’ μάνι μάνι απόξου τσ’ αν τουν είδις συ, είδα τουν τσι γω! Πιάσι τ ’ Λ άξ’ σ τ’ άψι ζούβ’σι! Ή ρτι μι ταχιά πάλι τσι τουν ρώτ’σα, να τουν ψαρέψου. - Πού ’νι, ρε Μ ανόλ’, γι ζουρνάς; - Ε, πάνι τσι συ, ρε Νικρόταλι, α καλουπιράσ’ς! Μ ανόλ’ς ε μι παρέτγι, μι παρακάλι κάθα μέρα. Για να μι ξιφουρτουθεί, πήγα στου φαναρτζή του Σπύρου του Π λουμαρίτ’ τσι ποίκαντ έναν πρόχει ρου «ζουρνά». Ηύρα τσι μια τσαμπούνα, α π ’ έφτις μι φούσκα λαστιχένια, που για να τνι π α ίξ ’ς έπριπ ι ναν έχ ’ς β ουδ’νά πνιμ όνια . Α π ’ του φ ούσ ’μα του πουλύ πρήστηκαν γοι αμυγδαλές τ ’ Μ ανόλ’. Ίσ ια μ ’ να τουν γιατρέψου, αφανίσκα α πληρώνου για τρ οί τσι γιατρικά. Αυτά έπαθα τότις, Γ ιά νν’! Έ χου τραβήξ’ πάρα πουλλά μι του καρναβάλ’, μην τα συζητάς! Αγιάσος, 1999
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΞΑΦΕΛΗΣ (ΝΕΚΡΟΤΑΛΟΣ) Το 1966 προκηρύχτηκε και πάλι ο Βάλειος Διαγωνισμός. Ένα από τα δυο πρώτα βραβεία του, ενισχυμένο από το Δήμο Αγιάσου και από τον Ελαιουργικό Συνεταιρισμό, απο νεμήθηκε στο «Ημιονοκροταλικό Σώμα» του Παναγιώτη Ξαφέλη, που παρουσίασε στρατιωτική μονά δα ημιονηγών, σε κίνηση... Στρατη γός ο Παναγιώτης Ξαφέλης, λοχαγός ο Παναγιώτης Ευστρ. Ζουμπουλής, ανθυπολοχαγός ο Μιχάλης Παναγ. Κυπριωτέλης, υπασπιστές ο Πανα γιώτης Γεωργ. Κασέτας και ο Μιλ τιάδης Παναγ. Γιαταγανέλης ή Αουκάνικος. Το μουλάρι του στρατηγού, που ήταν άγριο, το έσερναν ο Ευ στράτιος Αποστ. Κατζιλέλης (Μπαταριά) και ο Δημήτριος Ιωάν. Φιλιππέλης (αριστερά). Υπεύθυνος ευταξίας ήταν ο Παναγιώτης Ευστρ. Μαϊστρέ λης ή Μπούγιά (πρώτος, δεξιά).
Α Γ ΙΑ Σ Ω Τ ΙΚ Ο Κ Α Ρ Ν Α Β Α Λ Ι Σ Τ Ο Χ Υ ϋ Ν Ε Υ Ο σατιρογράφος Μιχάλης Χριστοφαρής συνεχίζει την παράδοση Ο συνεργάτης μας Μ ιχάλης Χ ρισ τοφ αρής ή Καμπάς, ο πρόεδρος της «Φιλοπροόδου Παροικίας Αγιάσου» δνάηογ, συνεχίζει τη λεσβιακή αποκριάτι κη παράδοση, όπω ς και άλλοι βέβαια, στη μακρινή και φιλόξενη δεύτερη πα τρίδα του. Αποτελεί και αυτό αψευδή μάρτυρα του μεγάλου αγώνα των μετα ναστών μας να κρατήσουν την πολιτιστική τους ταυ τότητα, να μην αφομοιωθούν. Από τη σάτιρα «Ντόκτορ Μ. Καμπάς», την οποία έγραψε και απάγγειλε ο ίδιος το 1994, αλλά μας την έστειλε πρόσφατα, διαλέξαμε ορισμένους στίχους, τολμηρούς βέβαια, κατά το έθιμο, τους οποίους και δημοσιεύουμε παρακάτω. Ε υ κ α ιρ ια κ ά , α ξ ίζει να σημειώ σουμε π ω ς το παραπάνω θέμα ήταν αγαπητό και στο παλαιότερο καρναβάλι της Αγιάσου. Ο κομπογιαννιτης γιατρός, εφ ο δ ια σ μ ένο ς με π ρ ω τό γ ο ν ο α εργα λεία κ α ι με μαντζούνια, υποσ χόταν τη θεραπεία κάθε αρρώ στιας και προκαλούσε πολύ γέλιο. Το 1968 ο καρνά βαλος Φ ώ τιος Π απάνης εκσυγχρονίστηκε και ως καρδιοχειρουργός Νοππ&η επιχείρησε «με επιτυχία» μεταμόσχευση καρδιάς, αλλά και άλλων φθαρμένων οργάνων του ανθρώπου. Είχε προηγηθεί, βλέπετε, η πρώ τη μεταμόσχευση κ α ρ δ ιά ς α πό το διάσημο Νοτιοαφρικανό χειρουργό Κριστιαν Μπάρναρντ, το 1967. Το θέμα ήταν επίκαιρο και από άποψη καρνα βαλιού εκμεταλλεύσιμο... ΓΙΑΝΧΑΤΖ
Κ α λ ’σπέρα σας τσι φέτου, τςΑγιάσιους απουβράσματα, γοι μούρις σας ζαρώσαν, σα ξώρμα τσιλουπάρματα. Πρώμα κακουγιράσιτι, έδιου πα στν Αυστραλία, τσι δε θα πότι για πουλύ, βρουμίτι θανατίλα. Αλίμουν’ είστι τσι στου σεξ, γινίτσιτι πλια μούντρα, τα μαντραχάλια τα ’χ ιτι μουνάχα για κατούρμα. Γι' αυτό σπούδασα γιατρική, τσιάμπα να σας γιατρέβγου, να βλέπου κώλ ’, να βλέπου μνια τσι να τα πασπατέβγου. Ό σ’ έχιτι καμιά ζαμπνιά, λ ά τ’ α σας σαλαγήξου, μο π ’ θα σας β ά λο υχέρ’ κουμμάτ’, πιρδίτσια θα σας ποίσου [...] Χειρούργους γίν ’κα ξακουστός; ξέρου τσι να μνουχώ, μι του νυστέρ ’ θα τ ’ κόφτου, όσ’π ά ν’ στου ξινικό [...] Ό σ’πάλι απέδιου θέλιτι φύλου να σας γυρίσου, θα σας τνι κόψου τσακ στου γλι τσι πάξα θα σας ποίσου [...] Τς γριγιάς είνι σα πάξα, ψτάλ ’, τς χήρας ρουδάτσνου κότσνου, τς ιμκρής όμουρφου τσι σφιχτό, κριγιάγουρου μαυρόσ’κου. Γ ’ ιμκρές π ’χάσιτι τ ’παρθινιά να μη νοιαζόστι τόσου, λάτι σι μένα του γιατρό τσι γω θα του μπαλώσου [...] Όποιους τνι απουλ ’φάδιανι τσι πλια δε ξιπιτά, ας έρτ’ να τν ατσαλώσου, σ ’ ζουγήντ να μι σχουρά [...] Όσις τ ’ απουλ ’φαδιάνιτι τσι φύγαν τα καπτέλιαντ, λ ά τ’ α του ποίσουβιλουνιά, α σάσιν τα μαγλέλιαντ [...] Του έιτζ είν’ ’πικίνδυνου, τ ’ άρπαξις, εν έχ’ς σώσμα, σι κάμπουσου τσιρό κλατέν’ς τσι τρω γιου κώλους χώμα [...] Γ ’ αντέτ’ τσι φέτου ποίκα του, να σας διασκιδάσου, σεις σα δεν του γνουρίζιτι, στα τέτοια μ ’ θα του γράψου.
Ο ντόκτορ Μ. Καμπάς τιμά το λειτούργημα του κομπογιαννίτη χειρουργού στη μακρινή δεύτερή του πατρίδα, στο Χγάηογ... Στιγμιότυπο από την επίσκεψη ασθενών στο ιατρείο του...
ΑΓΙΑΣΩΤΕΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ ΣΤΗΝ ΤΡΟΧΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΚΟΠΗΣ
μετανάστευση, όπως είναι γνωστό, ερήμωσε την ύ π α ιθ ρ ο π ερ ισ σ ότερο α πό τις π ό λ εις στον τόπο μας. Κ αι η Α γιάσος δεν έμεινε ανέπαφη από αυτή την α ιμ ορ ρα γία του ξενιτεμού. Έ φ υ γα ν πολλοί νέοι ά νθ ρ ω π οι, οικογένειες ολόκληρες μετανάστευσαν στα μακρινά τα ξένα, όπω ς λέει και το λαϊκό τραγούδι. Ό λοι τους, λίγο πολύ, κατάφεραν, όχι μόνο να επιζήσουν, αλλά και να διακριθούν και να αποκτήσουν κύρος στο περιβάλλον της νέας τους πατρίδας. Αξιώθηκαν να σπουδάσουν τα π α ι διά τους. Πολλοί είδαν τα δικά τους γκρεμισμένα όνειρα να π ρ α γμ α τοπ οιούντα ι στα π α ιδ ιά τους, στα εγγόνια τους. Η δίψ α τω ν Α για σ ω τώ ν για μάθηση βρήκε γόνιμο έδαφος... Μια τέτοια οικογένεια μεταναστών ήταν και του Ηρακλή και της Μ αριγώς Δεμιργκέλη, πέντε π α ι διά, τρία αγόρια και δυο κορίτσια. Ο Θοδωρής, ο Μιχάλης, ο Βασίλης, η Ευστρατία και η Βασιλική. Ο Β α σ ίλ η ς, ύ σ τερ α α π ό τ ις «σ τοές» του Βελγίου, όπου εργάστηκε αρχικά, μετανάστευσε στην Α υ σ τρ α λ ία . Τη γ υ ν α ίκ α το υ Ε υ α γ γ ε λ ία Σκλεπάρη είχε την ατυχία να τη χάσει πολύ γρήγο ρα και να μείνει με δυο μικρά πα ιδιά , ένα αγόρι κ α ι ένα κ ο ρ ίτ σ ι, α λλά , ό π ω ς λέει κ α ι η λ α ϊκ ή παροιμία, κανείς δε χάνεται. Έ τσι και εδώ η θεία πρόνοια τούς έδωσε μια θετή μητέρα, που τα ανά θρεψε, χωρίς να τα ξεχωρίζει από τα δικά της... Στο α γ ό ρ ι έδωσε το όνο μ α του π α τέρ α του Ηρακλή. Ποιος δε θυμάται από εμάς, τους κάπως τρ α νούτσ ικ ους, τον Ηρακλή το Δ εμιργκέλη, το μηχανικό στα παλιά λιοτρίβια της Αγιάσου, που σήμερα π ια δεν υπά ρχουν; Εκεί που πηγαίναμε μικροί από το σχολείο, όταν σχολάγαμε ή όταν το σκάγαμε, για να ψήσουμε στη μεγάλη μαγκάλα, τη γεμάτη από χόβολη, το ξεροκόμματο, να το βουτήξουμε μετά μέσα στο «πουλήμ’», στο φρέσκο λάδι, και να το φάμε με βουλιμία; Φ αίνεται πω ς η κληρονομικότητα στην π ερ ί πτωση αυτή λειτούργησε και με το παραπάνω . Ο εγγονός του Ηρακλή, ο νεαρός Ηρακλής, ξεπέρασε κατά πολύ τον παππού του. Σπούδασε αεροναυπη γός και μετά έγινε χειριστής εκπαιδευτής πιλότω ν αεροπλάνων. Πού να ζούσε ο παππούς του, να τον έβλεπε! Τώρα δουλεύει ως αρχιπιλότος στην αεροπορι κή ετα ιρ ία ζ)ΑΝΤΑ5 κ α ι τα ξιδ εύ ει σ ’ όλον τον κόσμο. Σ ’ ένα ταξίδι του από την Αυστραλία για τη Σιγκαπούρη, όπως συνηθίζεται, μετά την απογείω-
Ο Ηρακλής Δεμιργκέλης, ο νεότερος, στο πιλοτήριο...
ση ο κυβερνήτης λέει τα σχετικά: Βρισκόμαστε σε ύψος τόσες χιλιάδες πόδια, ο καιρός... Το πλήρω μα και ο κυβερνήτης ΗσΓοιιΙβδ 06ΓΠΪΓ§6ΐϊ5 σας εύχο νται καλό ταξίδι... Μ έσα στο α ερ ο π λ ά ν ο έτυχε να ε ίν α ι κ α ι ο Σοφοκλής Σαρέλης, που είχε πάει να δει τ ’ αδέρφια το υ στη μ α κ ρ ιν ή Α υ σ τρ α λ ία . Ά κουσε το Δ εμιργκέλης κ α ι το ’π ια σ ε σω στά, κα θα ρά . Το Ησππιΐεχ όμως δεν το έβγαζε. Βλέπετε, δεν ήξερε αγγλικά. Του ’κσψε όμως και ρώτησε το διπλανό του, ο οποίος έτυχε να είναι ελληνόπουλο δεύτερης γενιάς και ήξερε ελληνικά. Το Δεμιργκέλης το κατά λαβα, του είπε, το πρώτο πώ ς το είπε; Όνομα ήταν; Ναι, του λέει, Ηρακλής Δεμιργκέλης είναι το όνομα του κυβερνήτη. Δε χωρεί αμφιβολία, μονολόγησε ο Σ α ρ έλ η ς, « α γ ια σ ώ τ ’σσα ρ ά τσ α θ α ν είν ι» ... Π ρά γμ ατι, όταν ηρέμησαν λίγο τα πρ ά γμ α τα , ο Σοφοκλής σηκώθηκε, γιατί τον έκαιγε η περιέργεια να μάθει. Πλησίασε το πιλοτή ρ ιο, του οπ ο ίο υ η πόρτα ήταν ανοιχτή, και κοίταξε τους π ιλότο υς ερευνητικά. Θες από ένστικτο, θες από σουσούμι, έπεσε διάνα. Από την Αγιάσο, λέει, είσαι, στα ελλη νικά, απευθυνόμενος στην τύχη στον Ηρακλή. Ναι, του λέει, είμαι γιος του Βασίλη... Χάρηκαν και οι δυο για τη γνωριμία και φυσικά δεν παρέλειψ αν να αναφερθούν στην πανέμορφη Α γιάσο, ό π ω ς τη χαρακτήρισε ο ίδ ιο ς, και που λόγω της δουλειάς του λείπει και που θα ’θελε ξανά να την επισκεφτεί, όπως έκανε και στο παρελθόν... Αγιάσος, 28.9.1999
Λ Ε Σ Β ΙΑ Κ Α Α Ρ Χ Ε ΙΟ Δ ΙΦ ΙΚ Α Σ Υ Μ Μ Ε ΙΚ Τ Α
Τ ο π α ρ α κ ά τω δημοσιευόμενο π ρ ο ικ ο σ ύ μ φ ω νο συντάχτηκε στην Α γιάσ ο σ τις 4 Α π ρ ιλ ίο υ του 1901. Π ρ οικ οδότες ο Π αναγιώ της Γεωργίου Ρούμελλης κ α ι η σύζυγός του Β α σ ιλίνα Π α ναγιώ του Βώλου, γονείς της μελλονύμφου Αμερισούδας. Μ νηστήρας ο Π αναγιώ της Π ροκοπίου Τσάκος, γνω σ τός π ρ ιο νισ τή ς (μ π ισ κ ιτζή ς) της π α λ α ιό ς Α γιάσ ου. Σ υντά κτη ς ο δά σ κ α λος X ατζή-Π α ναγ ιώτης Ε υ σ τρ α τίο υ Μ π ά λεσ η ς. Γ ρ α φ έα ς της α κ ρ ο τ ε λ ε ύ τια ς π ρ ο σ θ ή κ η ς ο Χ α ρ ά λ α μ π ο ς Π α ν α γ ιώ τ ο υ Δούκαρος. Το προικοσ ύμφ ω νο υπογράφ εται α πό τον αρχιερατικό επίτροπο Π ανάρετο Μ ιχαηλίδη, σύγκελο, από τον εφημέριο Βασίλειο Δ. Κτειλέλλη, ιερομόναχο, α πό τους ενδιαφερομένους και από τους μάρτυρες, άμεσα ή έμμεσα, λόγω αναλφαβητισμού. Το προικοσ ύμφ ω νο παραχώ ρησε ο φ οροτεχνικός Ε υστράτιος Βασιλείου Γυρέλλης, εγγονός του Π αναγιώ τη Π ροκοπίου Τσακού κ α ι της Β ασιλίνας Π αναγιώ του Βώλου, α πό την πλευρά της μητέρας του. Την πιστή, όσο είναι δυνατόν, μεταγραφή στο πολυτονικό σύστημα, με τήρηση όλω ν τω ν σφαλ μάτων, έκανε ο συνεργάτης μας Χ ρισ τόφ ορος Χατζηβασιλείου.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Σήμερον τήν 4 του Μηνάς : έτους 1901 ημέραν τής έβδομάδος Τ ετά ρτην ό υποφ αινόμενος εφημέριος τής Π όλεω ς Α γ ιά σ ο υ πα ππ ά Β ασίλειος είς τήν οικίαν τοϋ Π αναγιώ του Γεω ργίου Τ ο ύ μ ελλη 2 όπου εκεί ό Π αναγιώ της Π ρ ο κ ο π ίο υ Τσακοΰ, ά ν ευ τώ ν Γ ονέω ν του, ήκουσα παρ ’ Λ υ τώ ν εγώ τε και οι επίσης πρός τού το προσκληθέντεςκαι μ ε τ ’ έμοΰ κάτω θι συνυποφαινόμενοι αξιότιμοι Κ ύριοι τα ακόλουθα. Ό κ ύ ρ ιο ς Π α να γιώ της Γεωρ. Τ ο ύ μ ελ λ η συμφώνως και ή σύζυγός του Π αναγιώ του Βώ λου έχοντες θυγατέρα είς ώραν γάμου ή όποια κ α λ εΐτε Ά μ υ ρ ισ ο ϋ δ α 4 Π α ν α γ ιώ το υ Τ ο ύ μ ε λ λ η , θ έλο υν να μ ν η σ τεύ σ ο υ ν Α υ τ ή ν μ ετά το ϋ Π α ν α γιώ του Π ροκοπ. Τσακοϋ και π ρο σ φ έρο υν το ύ τφ ώς προίκα τής θυγατρός του τα ακόλουθα. Ό σ π ή τ ιο ν 3ό λ ο ν ώ ς υ π ά ρ χ ε ι ε ίς ε ν ο ρ ία ν Π ουτζαλιάν6 επί συμφω νία να τελειοποιηθεί, π λη σίον τοϋ Μ εθοδίου Γρηγ. Κ α χειλέλλη 7 και έκ δυο μ ερ ώ ν π α ρ ά το ϋ Π ε ν θ ε ρ ο ϋ κα ι Α ρ ό μ . ΚραββατωστρόσιαΡ δύο αρματωμένα10. Ενδυμασίας τρεις. Κ αρπέτα11 μια. Χ αρανί12 ένα. Λύο ταψία. Λεγκέρες13ζεύγ. δύο. Τεντζερέδες δύο. Σενδούκια δύο. Β υτΐνες14 εν ζευγ. Έλαιόκτημα Μ ητρικόν είς Προίνονσ όλον ώς υπάρχει πλησίον τοϋ Ευστρατίου μέλλη, και τοϋ Ευστρατίου Πανανή. Έ τερον λειον π α τρικό ν είς Π ά τιμ α 16 μια π ο υ ζο ϋ λα 17 π λ η σίον το ϋ πενθεροϋ, και τής θ υ γα τρ ό ς μ ο υ Μ αριγέλ λ η .'8 Έ τ ε ρ ο ν έλα ιό κτημ α π α τρ ο μ η τρ ικ ό ν είς Βοϋρκον'9 είς Κ άμπον πεζοϋλαις πλησίον τοϋ Γε ωργίου Χριστοφαρή, και Δρόμου Βασιλ. από όλον αυτό το έλαιόκτημα το ένα τέταρτον όποιον μεροίδιον2» θελήση -και μια τριακοσιάρα21 χρυσή. Ό κ ύ ρ ιο ς ν υ μ φ ίο ς Π α ν α γιώ τη ς Π ρ ο κ ο π ίο υ Τσακοϋ πα ρα δέχετα ι τήν σ υμ φ ω νίαν τα ύτη ν και υπόσχεται ότι μέχρι τής έποχής τοϋ Γ άμου θέλει τηρήση τα καθήκοντα τοϋ καλοϋ μνηστήρος, και ότι όταν λάβη τήν προίκα θά έχη μέν αυτήν υπό τήν δ ια χ ε ίρ η σ ίν 22 του, α λ λ ά θά φ υ λ ά τ τ η α υ τή ν ώς ίερ ά ν ύπό τή ν ά ν α π α λ λο τρ ίω το ν κ υ ρ ιό τη τα τής μελλούσης συζύγου του. Έ ξ άμοιβ α ία ς συγκαταθέσεω ς οι γά μ ο ι τελεσθήσονται όταν τελειώση το Ό σπήτιονό Οι προικίσαντες ύποχρεοϋνται π ρ ιν τής στέψε ως να μεταβιβάσωση23 τά κτήματα είς όνομα τής μελλονύμφου. Οι δέ μνηστήρες άμφότεροι υπόσχο νται ότι διά /π ά σ α ν είτε πρό τοϋ Γάμου είτε μετά τό ν Γ ά μον (ό μή γένο ιτο )! ά μ φ ισ β ή τη σ ιν ή δ ια φοράν άφορώσαν τήν προίκα θέλουσιν άναγνωρίζη τή ν δ ικ α ιο δ ο σ ία ν τή ς Γ έρα ς Μ η τρ ο π ό λ εω ς δικαζούσης κατά τά Εκκλησιαστικά νόμιμα και τά έπιτόπια έθιμα. Ε ίς π ίσ τ ω σ ιν το ύ τω ν έ γ έ ν ε τ ο το π α ρ ό ν ε ίς διπλούν, και άναγνωσθέν είς έπήκοον τών συμβαλ-
λ ο μ έ ν ω ν ύ π ε γ ρ ά φ η π α ρ ’ Α υ τ ώ ν π α ρ ά τώ ν Μ αρτύρων και παρ ’ έμοϋ και έδόθι24 άνά εν έκάστω. 1901 Α π ρ ιλ ίο υ 4 Α γιάσω , τόν άγράμματον Π αναγιώ την Γ. Τ ο ύ μ ελ ι και τήν γυναίκα άυτοϋ Α μερισοϋδαν23τούς προικήσα τά άνω θεν υπογράφω έγώ ό ύός α υ τό ν Γ εώ ργιος Πανα. Τ οϋμελη όστις ευρέθην παρώ ν Π α ν α γ υ ώ τ ις Π ρ ο κ ο π ίο υ σ τέ ρ γ ω έ ις τάνωθες έπιδί είμε άγράματος διατως εφχω ρυστίσεονμου τον επρόσταξα τον φώ τιον διμιτρίου γουγο υ τά και μ ε υ π έ γ ρ α ψ ε ς ό σ τ ις έβ ρ έθ ι π α ρ ώ ν Α μερισοϋδα4 Π. Τούμελη Στέργω είς τά άνωθεν Α δελφ ό ς της Γ. τήν ύπογρα. Α νδρέας Π. Κ αναρελής πάρώ ν Ε υστράτιος Β. Κ αραγιάνης Παρών Βασίλειος κουστάτι ατουνέλι πάρονρ Δημήτριος Πρ. Τσάκος26 παρόν Μ ιχαήλ Βασ. Μ πουρλής παρών. Δημήτριος Μ. ρουκέλ27 πα ρόν Ό Α ρχιερα τικός Ε πίτρο π ο ς Π ανάρετος Μ ιχαηλίδης Σ ύγκελλος Ό Προσκληθείς Β ασίλειος Ιερομόναχος Δ. Κ τειλέλη Χ α τζή Π.Εύ. Μ πάλεση έγραψα Τ ήν 30 Ι ο υ λ ί ο υ 1901 έ π λ ίρ ο σ ε ό Π α ν α γ ιω Γεωργίου είς τήν θιγατέρα αύτοϋ Α μιρισούδαν4 το ά ν τίτη μ ο ν τής τρ η α κ ο σ ά ρ α ς τή ν ά να φ έρο σ α το παρόν πρηκοσήμφονον δό12 Μ ιτζήτ σία και ό γαμβρός Π αναγιώ της Πρ. τσακού Γραφιάς X Π Δούκαρου
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1. Γράφε προσκληθείς. 2. Παππούς του μετέπειτα γνω στού ιερέα και αγιογράφου Π αναγιώτου Γεωργίου Ρούμελλη. 3. Συνηθισμένο άλλοτε βαφτιστικό γυναικών. 4. Συνηθισμένο άλλοτε βαφτιστικό γυναικών. 5. Σπίτι, οικία. 6. Σ υνοικία της Αγιάσου (Πουτσαλιά, Πουτζαλιά, Μπουτζαλιά). 7. Σακοποιός (μουτάφης) της Αγιάσου. 8. Δρόμ<ου> Βασιλ<ικοϋ>. 9. Γράφε κραββατοστρώσια. Τα αναγκαία για το στρώσιμο του κρεβατιού. 10. Εξοπλι σμένα, πλήρη. 11. Είδος μικρού χαλιού, εγχώριας κατα σκευής. 12. Χάλκινο ρηχό καζάνι, λεβέτι, χύτρα. 13. Είδος μεταλλικών πινακίων. 14. Πήλινα αγγεία πολλαπλών χρή σεων. 15. Προίνος. Αγροτική περιφέρεια της Αγιάσου (Πρί νος). 16. Πάτημα, σήμερα Πάτμα. Αγροτική περιφέρεια της Αγιάσου. 17. Γράφε πεζοϋλα. 18. Μαρίας (Μαργέλ’)· 19. Χωριό της Λέσβου, ο σημερινός Σταυρός. 20. Γράφε μερί δων. Πρβλ. μοιράδι. 21. Νόμισμα που το κρεμούσαν στο λαιμό και ως κόσμημα. 22 Γράφε διαχείρισιν. 23. Γράφε να μεταβιβάσωσι. 24. Γράφε έδόθη. 25. Γράφε Βασιλίναν. 26. Παλαιός πριονιστής (μπισκιτζής), αδερφός του μνηστήρα. 27. Ρουκέλης (Ρουγκέλης).
Π Ε Ν Η Ν Τ Α Χ Ρ Ο Ν Ι Α Σ Τ Ο Σ Χ Ο Λ Ε ΙΟ «Ζήτω ο... βασιλεύς» Σ ω τή ρ ιο ν έτος 1960. Δεκέμβρης. Είμαι κιόλας τριώ ν μηνών φοιτητής της Φ ιλοσοφικής Σχολής του Αθήνησι Πανεπιστημίου, με μηνιαίο εισόδημα δραχμές χίλιες διακόσιες. Φ υσικά ήξερα ό τι α υτό τα λεφ τά με μεγάλη δυσκολία περίσσευαν από το οικογενειακό εισόδη μα του δημοσίου υπαλλήλου πατέρα μου και τα δ ια χ ειρ ιζό μ ο υ ν υπεύθυνα κα ι μετρημένα, ώστε μέσα σε διάστημα τριώ ν μηνών μου είχε περισσέ ψει ένα... ολόκληρο χιλιάρικο. Η θεία μου στην Αθήνα με συμβούλεψε αμέσως να σπεύσω και να αγοράσω... όπλα για τη δουλειά μου. Κατάλληλα βιβλία, θα πρέπει να υποθέσατε! Εγώ όμως ερμήνευσα λανθασμένα μεν αλλά κατά κυριολεξία τη συμβουλή της και πήγα και αγόρασα ένα ολοκαίνουριο... κυνηγετικό όπλο, το πλέον χρή σιμο και απαραίτητο εργαλείο για τον ανελέητο πόλεμο, που είχα από πολύ μικρός κηρύξει ενάντια στα ανυπεράσπιστα πετεινό του ουρανού. Έ τσι λοιπόν επιστημονικά... τώρα πλήρως εξο πλισμένος κατέφθασα στο νησί για τις χριστουγεν νιάτικες διακοπές. Πώς θα δικαιολογούσα όμως στον πατέρα μου το περισσεμα τω ν χρημάτω ν κ α ι την αγορά του όπλου; Θα μου μείωνε το μηνιάτικο και με το δίκιο του! Π εν ία λ ο ιπ ό ν (κ α ι... κ υ νη γεσ ία !) τέ χ ν α ς κατεργάζεται! Μ ετά τις πρώ τες αγκαλιές κ α ι τα καλω σ ορί σματα, ανοίγω γενναιόδω ρα τη βαλίτσα μου και προσφέρω το κουτί με το όπλο στον πατέρα μου, λέγοντας: «Πατέρα, αυτό το όπλο το... κέρδισα σ ’ ένα φοιτητικό χορό και, επειδή ξέρω πόσο σου αρέ σει το κυνήγι, σ ’ το χαρίζω, με την προϋπόθεση να το παίρνω κι εγώ καμιά φορά!» Ή μουν απόλυτα σ ίγ ο υ ρ ο ς ό τι θα το ν έβαζα στα α ίμ α τα κ α ι θα συμπλήρωνε στο άψε σβήσε και τον υπόλοιπο εξο π λισ μ ό (φ υ σ ίγγια , πα λά σ κ ες, τροβά δες, σκυλί, άρβυλα κλπ.). Δε λάθεψα στους υπολογισμούς μου -το μήλο κάτω από τη μηλιά, του πατρός εστί γάρ το τέκνονκαι την άλλη κιόλας μέρα είχα στη διάθεσή μου έναν πλήρη κυνηγετικό εξοπλισμό και... τρέμετε, θηρία. Δεν πρόλαβα όμως να χαρώ ούτε μιας εβδομά δας ευτυχία, όταν ξαφνικά (βάσκανος μοίρα ή της Α ρτέμιδας τιμ ω ρ ία για τα ψέματα;) έσπασε ένα εξάρτημα στο όπλο (τι να περιμένει κανείς από ένα μονόκαννο ισπανικό κακής ποιότητας τουφέκι!) και έμεινα στα κρύα του λουτρού. Τέλος πάντω ν το πήρα πίσω με την επιστροφή
μου στην Αθήνα και το πηγαίνω στο μαγαζί, από όπου το αγόρασα (ο π λο π ω λείο «Μ πούσολας», στην οδό Βΰσσης, ακόμα το θυμάμαι ύστερα από 40 χρόνια!) Μετά το σχετικό καβγά, υποσχέθηκαν να μου το φ τιά ξουν δω ρεάν κ α ι την επόμενη εβδομάδα το παρέλαβα επισκευασμένο, με οδηγίες να πάω να το δοκιμάσω στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής. Μια και δυο και με πολλή ταλαιπωρία, συγκοι νω νίες, ποδαρόδρομο κλπ., φτάνω στο Σ κοπευ τήριο και μπαμ μπουμ κάμποσες τουφεκιές στου Καραγκιόζη το γάμο και, ω του θαύματος, ξανασπάζει το σιδεράκι της σκανδάλης. Έ ξω φ ρ ένω ν το επ ισ τρ έφ ω στο κατάστημα, α παιτώ ντας την αντικατάσταση του όπλου, αλλά φευ το ΙΝΚΑ (Ινστιτούτο Καταναλωτών) δεν είχε ιδρυθεί ακόμα. Απλά, μου είπαν ότι θα παραγγείλουν καινούργια σκανδάλη στην Ισπανία και να... περιμένω. Περνούσε ο καιρός, περνούσα κι εγώ κάθε λίγο και λιγάκι από το μαγαζί, αλλά η σκανδάλη δεν εννοούσε να περάσει τα σύνορα και να έρθει στην Ελλάδα. Τέλος, θα ’χε σχεδόν καλοκαιρέψει, όταν μου παρέδωσαν το όπλο με την καινούργια σκανδάλη, που μόλις είχε α φ ιχθ εί εξ Ισ πα νία ς. Ά ρχισα να προετοιμάζομαι και πάλι για την ταλαιπωρία του Σκοπευτηρίου της Καισαριανής, γιατί δε θεωρούσα λογικό να το πάρω έτσι αδοκίμαστο στη Μυτιλήνη και να πάθω πάλι κανένα ατύχημα κατά την κυνη γετικ ή π ε ρ ίο δ ο τω ν ο ρ τ υ κ ιώ ν το υ ερ χό μ ενο υ Σεπτέμβρη. Ξαφνικά όμως, ένα πρωί, ξύπνησα από... κανο νιοβολισμούς, ακριβώς πάνω από το σπίτι μου στα Εξάρχεια, στους πρόποδες του Λυκαβηττού. Α ρπαξα ενστικτωδώ ς το όπλο και έτρεξα στο παράθυρο, για να δω τι γίνεται... πά νο π λο ς και πανέτοιμος να αντιμετωπίσω τους... εισβολείς. Π ράγματι από το παράθυρο εντόπισα αμέσως τις θέσεις της... εχθρικής πυροβολαρχίας στις πλα γιές του Λυκαβηττού, που έριχνε γιορτα σ τικούς κανονιοβολισμούς τη μέρα της γιορτής του Βασιλιά μας (Πέτρου και Παύλου). Μάλιστα, λόγω κάποιας α π ό σ τα σ η ς, έβλεπα π ρ ώ τ α το ν κ α π ν ό α π ό τα άσφαιρα βλήματα, που ξεπήδαγε από τις μπούκες των κανονιών, και σε ελάχιστα δευτερόλεπτα ακου γόταν και η κανονιά. Αμέσως μου ’ρθε μια φαεινή ιδέα. (Από ιδέες άλλο τίποτα, σαν είσαι μόλις 18 χρονών!)
Π ου να τρ έχ ω τώ ρ α , ε ίπ α μ ό ν ο ς μου, στο Σκοπευτήριο μέχρι την Κοασαριανή! Ιδού ο... στόχος, ιδού κα ι το... Σκοπευτήριο, και συντονίζοντας τις κινήσεις μου, μόλις έβλεπα τον καπνό, σε ελάχιστα δευτερόλεπτα πάταγα κι εγώ τη σκανδάλη α πό την ισ πανική «μονούρα» (μονόκαννο), προσπαθώντας να ταυτίσω τους δυο κρότους και σχεδόν το πετύχαινα. Μπαμ το κανό νι, μπουμ σχεδόν τα υ τό χρ ο ν α κ ι εγώ! Κ αι όλα αυτά στους π ρ ό π ο δες του Λ υκαβηττού, στο κ έ ντρο της Αθήνας! Θα είχα ρίξει καμιά δεκαριά τουφεκιές, μέχρι να σιγουρευτώ ότι η νέα σκανδάλη θα άντεχε στη σκλη ρή χρήση του αναμενόμενου Σεπτέμβρη, όταν... ακούστηκαν δυνατά χτυπήματα στην πόρτα μου. Δεν πρόλαβα ούτε το τουφέκι να κρύψω καλά καλά και στο άνοιγμα της πόρτας παρουσιάζονται δυο αγριεμένοι αστυφύλακες, απαιτώντας να τους παραδώ σω άμεσα τον... ελεύθερο σκοπευτή του Σεράγεβου. Τι να κά νω , α φ ού μά λισ τα η κ ο κ κ ιν ίλ α του προσώπου μου μαρτυρούσε από μακριά την ενοχή; Ετοιμαζόμουν να απλώσω τα χέρια, παραδιδόμενος, για να μου περάσουν τις χειροπέδες, όταν και πάλι ξαφνικά συνέλαβα... νέα φαεινή ιδέα! Σ τά θ η κ α π ρ ο σ ο χ ή , α ν εφ ώ ν η σ α «Ζ ή τω ο Βασιλεύς!» και μετά με απλά λόγια τους εξήγησα ότι προέρχομαι από εθνικόφρονα οικογένεια, ότι ενθουσιάστηκα με τη γιορτή του πολυχρονεμένου βασιλιά μας και ότι προσπάθησα με λίγους πυρο βολισμούς στον αέρα να εκδηλώσω τη χαρά μου για τη μεγάλη γιορτή! Τα είπα όλα αυτά στα γρήγορα και περίμενα να ακολουθήσει η σ χετική κ λ ο τσ ο π α τινά δ α , αλλά προς μεγάλη μου έκπληξη ακούω τον πιο μεγάλο, με κάτι σαρδέλες στο μανίκι, να μου λέει φουσκώ νοντας από πατριω τική περηφάνια και με έντονη ρουμελιώτικη προφορά. «Μ πράβο, νϊα ρέ μ ’! Θα έχ’ς λαμπρό μέλλουν. Τέτοιους νέους έχ’ ανάγκ’ η ΙΙατρίς. Ο χ’ κ ά τ’ κουμούνια του κιρατά που γιμισαν τν Αθήνα!» Κ αι χ τυ π ώ ντα ς με φ ιλικ ά στην πλάτη, μου συνέστησε πάντω ς να μην ξανατουφεκΐσο) μέσα στην πόλη, γ ια τί παραπονεθήκανε οι γείτονες, αλλά να φυλάξω την πολεμοχαρή μου διάθεση, όταν θα ξεκινήσουμε τον... τρ ίτο γύρο ενάντια στους άτιμους κομουνιστές! Ευτυχώς, παρέλειψε στον ενθουσιασμό του να με ρωτήσει από που ήμουν, για τί δεν είμαι σίγου ρος, αν θα προλάβαινα να σκεφτώ, να του αναφέρω καμιά άλλη περιοχή της Ελλάδας, γιατί, αν έκανα το λάθος και του έλεγα πως είμαι από τη Μυτιλήνη, το... κόκκινο νησί, θα με δέρνανε ακόμα!
Α Φ Α Ο Υ Γ Ε Σ
μ α κ α ρ ισ τό ς Ιάκω βος ο α π ό Δ υ ρ ρ α χ ίο υ , παραθερίζοντας κάποτε στο κτήμα της Αχλαδερής, κουράστηκε από τη μοναξιά και έστειλε και φώ να ξε το Γρηγόρη Εμβάλωμα ή Σ α ρ ί κ που έβοσκε στην περιοχή εκείνη τα πρόβατά του, για τον οποίο είχε ακούσει πω ς ξέρει να διηγείται όμορφα διάφ ο ρες ιστορίες, π α ρ ’ όλο που είναι εντελώς αγράμμα τος. Ο Γρηγόρης παραξενεύτηκε, όταν ο γνωστός του πατήρ Ν εκτάριος του είπε π ω ς τον θέλει ο δεσπότης. Το μυαλό του έβαλε πολλά. Ό ταν έγινε η συνάντηση, ο Γρηγόρης έκανε μετάνοια και φίλησε το χέρι του δεσπότη, ο οποίος και τον καλοδέχτηκε. Ό ταν τελείωσαν τα καθιερωμένα κεράσματα, ο δ εσ π ό τη ς π α ρ α κ ά λ εσ ε το Γρηγόρη να του π ε ι κ ά π ο ια ισ τ ο ρ ία . Ο Γ ρη γόρ η ς στην αρχή ή τα ν δισ τα χτικ ός, τονίζοντα ς πω ς είνα ι αγράμματος, ά λ λ ’ αφού επέμενε ο δεσπότης έκρινε πω ς δε θα ήταν σωστό να του χαλάσει το χατίρι. Άρχισε λοιπόν να διηγείται την ιστορία της επί σκεψης της Π αναγίας στην Κόλαση, με συνοδεία αγγέλων. Ο σεβασμιότατος τον άκουγε με πολύ μεγάλη προσοχή. «... Η Παναγιά, δέσποτά μου, στε νοχω ριόταν πολύ, καθώς έβλεπε τις τιμωρίες των κολασμένων. Αλλοι ήταν κρεμασμένοι α π ’ τα μαλ λιά, άλλοι α π ’ τη γλώσσα κι άλλοι από τ ’ αφτιά. Άλλοι έβραζαν μέσα σε καζάνια, που ’ταν γεμάτα κατράμι, κι άλλοι παιδεύονταν στον πύρινο ποταμό, βυθισμένοι ως τα γόνατα, ως το στήθος, ως το λαιμό! Σ ’ ένα σημείο φαινόταν ολόσωμος, από τους αστρα γάλους και πάνω , ένας π α πά ς. Κ αταλυπημένη η Παναγιά και παραξενεμένη τον ρώτησε, πώς, μαθές, δε βουλιάζει, όπως οι άλλοι, κι αυτός της αποκρίθηκε πω ς πατά στις πλάτες ενός δεσπότη, που είναι αποκάτω και που δε φαίνεται καθόλου!...». Όταν ο Γρηγόρης τέλειωσε τη διήγησή του, ο δεσπότης τον καληνύχτισε κα ι τον άφησε να φύγει. Από τότες όμως ποτέ πια δεν τον ξανακάλεσε...
ΛΕΣΒΙΑΚΟΙ Α Π Ο Η Χ Ο Ι ΤΗΣ ια δεύτερη φορά, σ τις 26 του Θεριστή του 1934, οι σ π ο υ δ α σ τές κ α ι οι σ π ο υ δ ά σ τρ ιες του Π εν τα τά ξιο υ Δ ιδα σ κ α λείου της Μ υτιλήνης, με διευθυντή τον Ε υά γγελο Π α π α νο ύ τσ ο , έκα να ν «ποδαρικό» στην Αγιάσο, στο ειδυλλιακό χω ριό της Μ εγαλόχαρης. Την πρώτη φορά είχαν έρθει στις 3 του Θεριστή του 1932 και μάλιστα οργάνω σαν και κάποια μουσικοφιλολογική εκδήλωση.
Σκίτσο της Β άνας Χ ριστόφα Κανιμά, φιλοτεχνημένο από τον Δντώνη Πρωτοπάτση (Ρ β ζζϊ), στις 31.5.1942.
Το γεγονός αυτό, όπω ς ήταν φυσικό, τάραξε τη λ ιμ νά ζο υ σ α επ α ρ χια κ ή ζωή της νυ φ ο ύ λ α ς του Ο λύμ που. Α νέμελα νιά τα , π α λ ικ α ρ ό π ο υ λ α και κοπελιές, όλο ζω ντάνια και παλμό, ξεχύθηκαν με γέλια και χαρές στα καλντερίμια. Ξεναγοί τους οι Αγιασώτες σπουδαστές, ο Καβαδάς, οι Σπλιαδήδες, ο Γέρου. Ορμητήριό τους ο Κήπος της Παναγίας, ο Μπαχτσές, με το θεόρατο παχύσκιο πλατάνι, με το εξοχικό καφενείο του μετέπειτα λυρικού ηθογρά φου της Α γιάσου Χ ρισ τόφ α Κ ανιμ ά, που τότες α κόμη δεν είχε χ ε ιρ ο τ ο ν η θ ε ί ιερ έα ς, με το «σιντριβάνι», με την ενεπίγραφη παλαιική βρύση, με τα κάθε λογή ς κ η π ευ τ ικ ά , με τα γλυ κ ά σαν κάντιο φρούτα. Εδώ έγινε η δεξίωση από την κοινο τική αρχή, η οποία βρισκόταν σ ’ επιφυλακή. Εδώ ήρθαν οι δάσκαλοι του χωριού, να χαιρετίσουν το διευθυντή, να γνωρίσουν τους καθηγητές, να καμα ρώσουν τους αυριανούς συναδέλφους των. Το αργόσχολο ψυχομετρι του χωριού, άντρες, γυναίκες και παιδιά, βγήκε στους δρόμους να δει τους εκδρομείς, που παρέες παρέες σεργιάνιζαν στους δρόμους ασταμάτητα, φτάνοντας ως τα κρά
σπεδα των συνοικιών και μελετώντας το ολάνοιχτο βιβλίο της μαγεύτρας φύσης, στον Αϊ-Γιάννη, στο Κ αμπούδι, στην Μ πουτζαλιά, στην Α γριγια, στην Κ α ρ υ ά , στο Σ τ α υ ρ ί, στη Φ α μ ά κ α , στο Μ πιζάνι, ακόμη και στο πλησιόχωρο Σανατόριο. Μεθυσμένα τα «δασκαλάκια» από την ανάβρα της νιότης, έκαναν χαρές, τρέλες, λογής λογής πα ιδιά σ τικ α κα μ ώ μ α τα . Θ ορυβούσαν, α σ τειεύ ο ντα ν , γελούσαν, τραγουδούσαν, πείραζαν, εκδήλωναν με κάθε τρόπο τον ενθουσιασμό τους. Κατεβαίνοντας από τον Κήπο της Παναγίας μια τρελοπαρέα σπουδαστών, με οδηγό το Θεόφραστο Γέρου, συνάντησε κοντά στην ξυλένια πορτάρα της μπασιάς τη Βάνα Κανιμά, τη μετέπειτα καλλιτέχνιδα του χρωστήρα. Το κοριτσάκι, σταλμένο από τη μάνα του, ανέβαινε σιγά σιγά κρατώντας στο χέρι ένα καλαθάκι, για να π ά ει στον πατέρα του. Οι όμορφες μπουκλίτσες το έκαναν πραγματική κουκλίτσα. Είδε τα θαρρετά αγόρια και έπιασε τοίχο, για να περάσουν. Ή τα ν δασκαλεμένο, όπω ς και όλα τα κορίτσια της εποχής του, ν ’ αποφεύγει τα αγόρια, να μην παίρνει από άγνωστους χρήματα, καραμέλες και άλλα ξεμαυλιστικά καλούδια... Οι σπουδαστές είδαν το κοριτσάκι, γέλασαν με τη σαστισμάρα κα ι με το γουστόζικο γ ι ’ αυτούς φ έρσ ιμό του κ α ι ψ υχόρ μ η τα ο Θ εόφ ρασ τος το έπιασε σαν μπιμπελό στα χέρ ια του, το σήκωσε απάνω και κατεβάζοντας το του έδωσε ένα φιλάκι. Η Βάνα τα έχασε. Το αμάρτημα είχε συντελεστεί! Ο ι ο ρ μ ή νιες τω ν γ ο ν ιώ ν της π ή γα ν σ τράφι! Τρέχοντας ήρθε στον πατέρα της και του ανακοίνωσε με τρεμάμενη φωνή και με δάκρυα στα μάτια πω ς κάποιος τη φίλησε! Ο πατέρας και οι παριστάμενοι φ ίλοι του π ρ ο σ π ο ιή θ η κ ε τους θυμω μένους και ρωτούσαν να μάθουν ποιος ήταν ο «ερωτύλος», που τόλμησε να φιλήσει το παιδί! Αφού ολοκληρώθηκε η περιγραφή από την «παθούσα», ένας από αυτούς που έκαναν χάζι είπε πω ς «δράστης» πρέπει να είναι ο Γέρου. Στο άκουσμα του ονόματος η Βάνα διαμαρτυ ρήθηκε έντονα, λέγοντας πω ς αυτός που τη φίλησε δεν ήταν γέρος, αλλά νέος. Δεν ήξερε, βλέπετε, πως το Γέρου ήταν επώνυμο στην Αγιάσο. Από τότες πολλά τα πειραχτήρια, που την προκαλούσαν, λέγοντας πως τη φίλησε γέρος, για να διασκεδάζουν με την παιδική αφέλεια και με τα ξεσπάσματα του θυμού της. Πού να φανταζόταν πω ς με το χρονοκύλισμα ο «θρασύς» νέος του παρελθόντος, ο μετέπειτα καταξιωμένος πα ιδα γω γό ς και χρυσός ά νθρω πος Θ εόφραστος Γέρου, θα της έδινε και το αληθινό φιλί της συζυγικής αγάπης και πως θα ζούσε μαζί του ευτυχισμένη ως τις 6 του Απρίλη του 1996, ως τη δύση του βίου του... Αθήνα, 2.4.2000
ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ ΣΤΗ ΘΕΟΤΟΚΟ
ΚΑΛΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ Έχω να ζήσω λίγα χρόνια ακόμη και δε μου μένουνε πολλά να κάμω τώρα που πήρα σύνταξη. Τότες που ήμουνα νέος και μ’ όρεξη, στα δίχτυα έμπλεξα ρουτίνας υπαλληλικής αλήθεια, πόσοι δεν το παθαίνουν έτσι!... Και όμως τη ζωή μου δεν την επέρασα όπως όπως. Απ’ το μισθό μου κάποτε κρατούσαν για Λαχείο Εθνικό, κι αν δεν εκέρδισα ποτέ μου, χειροκροτούσα πρόθυμα σε Εργα Ευποιίας, Με φιλότιμο τη δουλειά μου έκαμα, όσο πιο καλά μπορούσα, έως ότου με ευπρέπειαν έως εδώ έφτασα. Δε μου μένει πλέον παρά τα μάτια ήανχα να κλείσω, η ώρα μου σαν έρθει, αφήνοντας τον κόσμο που αγάπησα, χωρίς να τον χορτάσω, πίαω, αφού δεν επιτρέπεται η καύση των νεκρών.
Χαίρε, γλυκιά παντάνασσα, Θεόπαιδου μητέρα. Χαίρε, της σωτηρίας μας ευλογημένη μέρα. Χαίρε, κραυγή του ζωντανού Θεού, η διαλαλήτρα. Χαίρε, αγνή, παρθενική, απογεννούσα μήτρα. Χαίρε, ουράνιων στρατιών, τρόπαιο υψωμένο, τρόμε στο βλέμμα του Σατάν, το αιματοβαμμένο. Χαίρε, γεφύρ’ αθώρητο, γης κι ουρανού θεσίόι. Χαίρε, μυριοζωγράφιστο της εκκλησιάς στολίδι. Χαίρε, ουρανογέννητη ρήγιοσα των ρηγάδων. Της φτώχειας αδελφοφτιαχτή και μάνα των μανάδων. Πέπλε αλαφροΐσκιωτε στου κίνδυνου τα μέρη. Ψαλμέ αγγελομίλητε στης προσευχής τ’ αγέρι. Χαίρε, σφραγίδα του Θεού, γραφτή στην οικουμένη. Χαίρε, των δωδεκάθρονων Κυρία τιμημένη. Χαίρε, της πύλης τ’ ουρανού Δέσποινα καρτερούσα, θαρροδοτούσα στις ψυχές, γλυκοχαμογελούσα. Ναυαγοσώστρα καραβιών, κυματοχτυπημένων. Ζεστό ψωμί απάντεχο σε χείλη πεινασμένων. Χαίρε της νύχτας αστροφώς, του κάματου πλατάνι. Γαλήνιο, πολυπρόσμενο, του κόσμου μας λιμάνι. Ζεστή της μάνας αγκαλιά, στον απορφανεμένο. Βαλσαμοδότρα της πληγής, στον κάθε πληγωμένο. Χαίρε, αλαφροΐσκιωτε ίσκιε της Λλβανίας, της πόλης τρισιυτέρμαχη, ύμνε της εκκλησιάς. Χαίρε θήλαστρα χορηγού ζωής, μάνα αγία. Χαίρε, γεννήτρα του Χριστού, γλυκιά μας Παναγία. ΜΑΡΙΛ ΑΓΙΑΣΩΤΟΥ-ΔΛΜΠΡΙΝΟΥ
«Σατιρικά»
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Γ. ΣΚΛΕΠΑΡΗΣ
ΦΤΑΝΕΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ Το καμπανάκι χτύπησε και μέσα στο εκκλησάκι ανάβει το κεράκι του ένα μικρό παιδάκι. Και το Χριστό παρακαλει με θλίψη και οδύνη, Χριστέ μου, φτάνει ο πόλεμος, στείλε μας την ΕΙΡΗΝΗ. Είμαι μικρό και άπειρο, όμως καταλαβαίνω πως το παιδάκι τ’ ορφανό πολύ ’ναι πληγωμένο. Πώς θά ’ρθει ο πατερούλης μου δεν έχω πια ελπίδα, αφού το ξέρω τα ’δωσε όλα για την παΐρίδα. Όμως αυτή τον ξέχασε και πια δεν τον θυμάται, το χώμα να ’ναι ελαφρύ, εκεί όπου κοιμάται. Κουράγιο, σε παρακαλώ, να δίνεις στη μητέρα, για να αντέχει το χαμό συζύγου και πατέρα. Μυτιλήνη, 2.6.1999
ΜΑΡΙΑ ΠΑΤΣΕΛΗ-ΚΑΜΙΝΕΛΗ
ΕΡΣΗ Σαν λυγερόκορμη ιτιά στο δάσος ξεχω ρ ίζει^ έχει τις ρίζες της βαθιά, γονείς στο μετερίζι. Καλά σημάδια δεν αργεί σαν ήλιος να τα στείλει, όταν ροδίζει την αυγή, προτού να ανατείλει. Πίνει νερό από πηγή κι από καθάρια βρύση και με αγάπη κι αγωγή σε όλα βρίσκει λύση. Την είδαν πρώτη στο χορό, που τον χορεύουν λίγοι, το νου της να ’χει στο ρυθμό, βήμα μην της ξεφύγει.
Στο τέρμα λάμπει από χαρά, βραβεύτηκαν οι κόποι κι α π ’ την καινούργια της σπορά θ’ ανθίσουν νέοι τόποι.
Μα κι αν τη βρεις πια να κοιμάται, τα βλέφαρά της να είν’ κλειστά, τα όνειρά της μην ταράξεις, μόν’ δώσ’ ελπίδες και φτερά.
Μ’ ευχές απ’ όλους, στα σχολειά το νου της θ’ ακονίσει, τ’ αστέρι μπήκε σε τροχιά και θα μεσουρανήσει.
Φτερά γερά, για να πετάξει θάλασσες, κάμπους και βουνά, κοντά μου εδώ και πάλι να ’ρθει, που τόση έχω μοναξιά!
ΣΠΥΡΟΣ Κ. ΚΑΡΑΜΟΥΝΤΖΟΣ
(Από την ανέκδοτη ποιητική συλλογή «Σκόρπια φύλλα της ζωής μου»),
ΜΑΝΩΛΗΣ Θ. ΠΕΡΡΗΣ
ΓΥΡΝΑ Καλή μου, το πάθος τυφλώνει, πονά, για σκέψου το λάθος και γυρνά ξανά. Τα βράδια μονάχος γυρνάω, μεθώ, γαλήνης ξωμάχος, εσένα ποθώ. Δεν είσαι μιας ώρας καπρίτσιο, καλή, μα είσαι μιας μπόρας, αγάπη τρελή. Μ υτιλήνη, 25.6.1999
ΕΛΠΙΔΑ ΜΟΛΥΒΙΑΤΟΥ
ΙΚΕΣΙΑ ΣΤΟ Φ ΕΓΓΑΡΙ Φεγγάρι μου χλωμό, εσύ που φέγγεις της νύχτας τα σκοτάδια τα πηχτά, εσύ που στέκεσαι ψηλά και βλέπεις, πες μου, τάχα τάχα κοιμάται ή άγρυπνά; Κοντά σου, μακριά, εκεί που γέρνεις και σκύβεις και χαϊδεύεις τα βουνά, χαμήλωσε λιγάκι ακόμα και χάιδεψέ της τα μαλλιά. Δώσε της ύπνο, αν δεν κοιμάται, κλείσε τα μάτια της γλυκά γλυκά και (( ΰγΓ «νάληφρα και πάλι κοντά στ’ αστέρια τα λαμπρά.
ΘΑΝΑΤΟΣ Τριάντα χρόνια, Σπύρο γείτονα, στο εργαστήρι σου δεν έβανες μια τέντα|πόσο σφιχτά το μάζευες το παραδάκι! Και προκειμένου να πετύχει ο σκοπός ο μέγας, τους πελάτες αδικούσες... μα περισσότερο τον ίδιο εαυτό σου... και μάλιστα με τόσην ευχαρίστηση, με τόσο πάθος! Σήκωσες πολυκατοικία τετραώροφη! Χάρμα! Καμάρι των ματιών ονειρικό! Και κείνο, με την πρώτη ευκαιρία, υπέρ της ενδοξότατης πατρίδας, εσήκωσε φωνή, φωνή μεγάλη: «Θάνατος, θάνατος στους άθεους προδότες!..» Και ξαφνικά ο μαύρος επισκέπτης, σου μήνυσε με βήματα γοργά τον ερχομό του' μια πιθανότητα υπήρχε σωτηρίας, αν δε σε κράψ*ε θυμητικά το χαμοπαίδι της γειτονιάς, το μισητό, με τα κουρέλια του... Και τώρα το σαρκίο σου εν τάφω' και χαίρονται, θρηνώντας γοερά, οι «τεθλιμμένοι» συγγενείς για το μοιραίο: περίπτωση πολλά συνηθισμένη σε τόπους αναπαύσεως, πιστεύω. Ελόγου μου αναίσθητος, καμιά σε πεθαμένους λύπηση δεν πιάνω. Είθε να γίνεις χελιδόνα ή ένα πεύκο σε θαλάσσιο γκρεμό... ή κάποτε να φτάσεις μαργαρίτα στα χέρια μιας μικρής ερωτευμένης... ΟΜΗΡΟΣ ΣΟΥΣΑΜΛΗΣ
ΒΑ ΣΙΛΕΙΟ Σ ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΥ ΡΟ ΔΑΝ Ο Σ Ο τελευταίος Αγιασώτης ανάπηρος του Ελληνοϊταλικον πολέμου ήμερα, στις 24.1.2000, κηδέψαμε τον τελευταίο εναπομείναντα ανάπηρο του Αλβανικού έπους, το Βασίλη Ρόδανο, το μικρότερο γιο του Στρατή Ρόδανου, αδελφό του μεγάλου δασκάλου βιολιστή Χαρίλαου και του κιθαρίστα Σταύρου. Γενιά μουσικών με βαθιά οικογενειακή παράδοση. Ο Βασίλης, το Βασλέλ’, όπως τον απσκαλούσαμε εμείς στα χρόνια μας, προικισμένος απλόχερα από τη φύση, ήταν γεννημένος καλλιτέχνης. Πιστεύω πως πολύ πιο αρμόδιοι από εμένα θα πρέπει να ασχοληθούν μ’ αυτόν το γεννημένο βιρτουόζο μουσικό, που του έκλειναν τα μάτια και χουρίς να βλέπει έβρισκε τις σωστές νότες στις χορδές του σαντουριού του, που όταν το έπαιζε νόμι ζες πως δεχόταν εκκένωση χιλιάδοον βολτ, το τρέλαινε. Ήταν σούπερ μουσικός, που αν η ζα)ή δεν του γύριζε την πλάτη, αν η μοίρα δεν του έταζε κάπου στον πόλεμο του ’40 να του αδειάσει το κεφάλι από το παρελθόν και να τον βυθίσει στην αμνησία, αφήνοντάς τον εκτός τόπου και χρόνου, ίσως σήμερα να μιλούσαμε για κάποιο μαέ στρο, συνθέτη (σαν το Θεοδωράκη, Χατζιδάκη) Βασίλη Ρόδανο από την Αγιάσο της Αέσβου... Εγώ δε θα καθίσω να γράψω για το ξεχωριστό ταλέντο του. Υπάρχουν ειδήμονες από το χώρο του και πρέπει να τσ κάνουν. Εγώ θα γράψω κάτι σαν ρέκβιεμ, για ένα περιστατικό που το έζησα και το βίωσα προσωπικά. Πρέπει να ήταν γύροο στα 1944 με 1946, μια μέρα καλοκαιρινή, που έσκαζε ο τζίτζικας. Η ώρα ήταν γύρω στις τρεις. Δε θυμάμαι για ποιο λόγο και εγώ βγήκα με τέτοια ζέστη να πάω στο μαγαζί μας, στο σιδηρουργείο μας, αφού έξω δεν κυκλοφορούσε ούτε γάτα, που λέει ο λόγος. Όπως κατέβαινα από το σπίτι, όπως κάνω να στρίψω τη γωνία του τότε καφενείσυ του Τζιτζίνα, πήρε ξώφαλτσα στη γωνία απέναντι από το καφενείσ του Γράμμη, στου Κομνηνού Τσσυκαρέλη το ραφείο, μια σκιά, που δεν πρόλαβα να τη συγκρατήσω. Όταν έφτασα στη γωνία του Γράμμη και μπόρεσα να δω προς τα κάτω, στην αγορά, είδα το Βασίλη απέξω πια από το παλιό φαρμακείο, να κατηφορίζει ξυπόλυτος, παραδομένος στον κόσμο του... Δεν πρόλαβα να στρίψω τη γωνία του ραφείου του Απόστολου Μουτζουρέλη και βλέπω το Βασίλη σε μια στιγμή να καρφώνεται πάνω στην πατωμένη, σαν να τον καθήλωσε κάτι το τρομερό, το συναρπαστικό... Ακίνητος, όπως στεκόταν, ύστερα από αρκετή ώρα, άρχισε να κοι τάζει παράξενα, ερευνητικά τριγύρα) του. Βλέποντας έτσι, κόλλησα στη γωνία του τωρινού στεγνοκαθαριστηρίσυ του Γιώργου Καζάνη, περίεργος να δω τι θα κάνει. Όλα αυτά συνέβαιναν μπροστά στο μαγειρείο τσυ Βασίλη Κορομηλά. Για όσους δεν ξέρουν, μαγειρείο ήταν αυτό που σήμερα είναι ανθοπωλείο του Κουντουρέλη. Σε μια στιγμή τον είδα να δρασκελά το παράθυρο του μαγειρεί
ο δεξιοτέχνης σαντουριέρης Β ασίλειος Ευστρατίου Ρόδανος (1919-2000). (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Χαρίλαος Ρόδανος)
ου. Δεν μπήκε από την πόρτα, που μια καρέκλα την έφρα ζε υπστυπωδώς. Παλιά, όταν ένας καταστηματάρχης άφηνε το μαγαζί του για κάποιο λόγο, έβαζε μπρος στην πόρτα μια καρέκλα ανάπσδα, σημάδι ότι το αφεντικό λεί πει. Μου κίνησε την περιέργεια να δω τι μπήκε να κάνει. Ο νους μου πήγε ότι τον κέντρισαν οι μυρωδιές της θαυ μάσιας κουζίνας του Βασίλη. Χαμήλοχκχ διακριτικά διακριτικά. Ό ταν έφτασα στο τωρινό φαρμακείο της Αντιγόνης, είδα τσ Βασίλη ανεβασμένσ πάνω σε μια καρέ κλα να προσπαθεί να ξεκρεμάσει ένα βισλί. Δεν του μίλη σα, αλλά τον παρακολούθησα να δω τι θα κάνει. Ξεκρέμασε το βιολί; έπιασε και το δοξάρι και όπως ήταν γυρισμένος προς τον τοίχο άρχισε να παίζει... Έπαιξε αρκετά κομμάτια. Θυμάμαι την Κομπαρσίτα, τα Κύματα του Δουνάβεως, και άλλα δυο τρία, που δε γνώριζα) να τα χαρακτηρίσω. Τελευταία έπαιξε και ένα σύγχρονο, μοντέρνο. Λέω σύγχρονο, γιατί ήταν κάτι που μου έκανε τρομερή εντύπωση, γιατί αυτό το τραγούδι είχε κυκλοφο ρήσει φυσικά μετά από τη συμφορά που τον βρήκε. Αν θυμάμαι καλά, το ανέφερα στό Σταύρο, νομίζω. Αυτό κράτησε κάμποση ουρά. Σε μια στιγμή, όπως έπαιζε πάντα ανεβασμένος πάνω στο κάθισμα, γύρισε πρσς τα έξω, με είδε, σταμάτησε να παίζει. Τον χειροκρότησα. Χαμο γέλασε αμήχανα, σα να ντράπηκε. Κρέμασε με θρησκευτι κή ευλάβεια το βιολί, ακούμπησε το δσξάρι, κατέβηκε από την καρέκλα και πάντα χαμσγελάιντας ξαναδρασκέλισε το παράθυρσ και ανηφόρισε προς το Σταυρί. Ας είναι ελαφρύ το αγιασώτικο χώμα που τσν σκέ πασε. Αιωνία του η μνήμη. Αγιάσος, 24.1.2000
ΠΡΟΚΟΠΗΣ ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗΣ
ΝΙΚΟΛΑΣ Κ Α Λ Α Σ, «ΤΟ ΣΚΟΤΕΙΝΟ ΕΙΔΩ ΔΟ »
νάμεσα στους ποιητές που διαμορφεόθηκαν μέσα στο μεσοπόλεμο, γύρω στο 1930, που διαμόρ φωσαν ο καθένας τη δική του προσωπικότητα, πάνω κά τω στην ίδ ια γ εν ιά , ό π ω ς ο Κ α ρ υω τά κ η ς, ο Παπατσώνης, ο Σεφέρης, ο Άγρας, ο Βρεττάκος, ο Ι.Μ. Π α να γιω τόπουλσ ς, ο Ε μ πειρ ικ ός, ο Ν ίκος Π αππάς, ο Εγγονόπσυλος, ο Ρίτσος, ο Ελύτης και άλλοι, ξέχωρη θέση και ιδιάζουσα ασφαλώς κατέχ|§^ ο Νικόλαος Καλαμάρης, που μετά την εμφάνισή του χρησ ιμοποίησ ε τα ψ ευδώ νυμα Ν ι κ ό λ α Κ ά λα ς, | Νικήτας Ράντος, Μαξιμιλιανός Σ π ιέ ρ ο ς.''^ Ν /ό Λ ^ ' / είναι γνωστό, διέγραψε μιαν απρόσμενά α|κρΐ0βη-1 τούμενη και πύρινη τροχιά, στον ορίζοντα, ταράζοντας τα λιμνάζθΐβ^νέ^αίτης επο χής, με την ορμητική, επαναστάτιΜή παρούσία του. Πνεύμα ανήσυχο, από την Υου κιόλας ποι ητική συλλογή, με τον απλό ί που παρουσίασε το 1933, εμβόλισε με νέα εκφραστικά μέσα την ποίησή μας, όπως εδώ στη χώρα μας, από άλλη ^ 1 ^ 6 , ο ερημίτης της Αλεξάνδρειας Κωνσταντίνος Καβάφύζ?λαι είχε ή^ι από καιρό καθιερώσει στη Γαλλία, (Ιβ Μ ε ς μοροκ|, ο Αντρέ Μπρετόν, με τη γνωστή θεωρί^ και μέ^οσ ^ του συρρεαλισμού. ν] Α διά λλα κτος, πρ ω το π ό ρ ο ς, νεω τε|ισ τύ ς και βίαιος αρνητής της παράδοσης, ο Νικό30κ Κάλ% ^ ερχόταν, με την πρώτη αυτή ποιητική συλλογή του και με όλη την ορμή της ε π α ν α σ τ α τ ικ ή τρυ 3^άθε-Γ σης, να επιβάλει -να εισηγηθεί, §ρ*κεγαμ|, ΐ%\ δική του λυρική φωνή και υποβλητικότητα* Ή ταν η πρώτη, κατά γενική ομ σ ^γία ,ρ περρ εα λιστική συλλογή, που κυκλοφορούσε στη χ ώ ^ μ α ς ,^ μετά τη συλλογή «Σ το υ γλ υ τω μ ό ύ το Θεόδωρου Ντόρου, η άλλη φωγη, που σ | λ ύ φ θα α κ ο λ ο υ θο ύ σ α ν, σαν γν ή σ ιο ι σ ^ δ σ ί ίο υ % τψ Ελλάδα, πρω τίστω ς σ Α νδρέα^^μ πειρί* ος κ Λ $ Νίκος Εγγονόπσυλος, ως οι γνησιότεροι ε<ποί ο ω \ ποί του. Σε λίγο, ο Οδυσσέας Ελύτης, ήτχ ιόλΙ) ότι ξεκίνησε με υπερρεαλιστικές τό^εις και καταγραφές; που στηρίζονταν στην αυτό μ Λ η /γράφι)„ σύννομα διαχώρισε τη θέση του από τους ά λ ^ υ ςο ^ θ ό δ έ |ο υ ς| εκφραστές του κινήματος. Ίσως, γιατί δεν ψώριαζαν τόσο τα δόγματα της σχολής στη διαφορ σύνθεση και ιδιοσυγκρασία του. Για τούτο και^αρέμεινε ο ποιητής των συναισθημάτων, που τα διεύρυ νε με υψηλότερους στόχους και οράματα, του έρωτα και της εφηβείας, που ανδρώθηκαν μέσα στο άπλετο λυρικό αιγαιοπελαγίτικο φως. Ό Νικήτας Ράντος με το ποιητικό του βιβλίο, πρώτο και μοναδικό, επισήμανε έντονα τις αναρχι
κές του προθέσεις και την επαναστατική έκφραση, που έμελλε να την ακολουθήσει και να την ολοκλη ρώσει με τις κατοπινές θεωρητικές του απόψεις και θέσεις, όπως τις ανέπτυξε στα μετέπειτα θεωρητικά αισθητικά μελετήματά του, που αποτελούν και το κύριο έργο του. Τόσο, αρχικά, εδώ στη χώρα μας, όσο και κυρίως στο εξωτερικό, με την αποδημία του ^ ^ Ι Ι α ο ίσι και σε μεγαλύτερη έκταση στην Αμερική. ;|^ Ο .Ν Ι κ 'ό ^ χ ς Κ άλας υπήρξε πρ ά γμ α τι ανοιχτό τεχνίτης του λόγου, αλλά και ^τρΐΐ)υ^γός ^ ά ς άγρυπνης πρωτοποριακής σκέψης, Αγια να ^ μ ε λ ι ^ ^ ΐ κ ς προσωπικές θεωρήσεις του, με εντελώς Λ ρ^ρΛ ι^ό και δικό του στυλ, τόσο στη γραφή, όσο και σ^Υ ^υρία του περιεχομένου. Η επα να σ τα τική του διάθεση φάνηκε από τα πρώτα τοψ βήματα και; οι αντιδράσεις του υπήρξαν έ ν τ ο ν ε α ά η ρ ^ τόσο με την ποίηση του Καβάφη, που την υπερασπίστηκε μαζί με άλλους ομοτέχνους του, τον Κωνσταντίνο Δημαρά, τον Τάκη Παπατσώνη, τον ; ΆΧκη Θ ρ « )ί^ ο 1932 στο περιοδικό «Ο Κύκλος» του Α π ό σ τ ο ^ ι μελαχρινού, σ’ ένα αφιερωματικό τεύχος Λου, ποψ ΐρτέλεσ ε σταθμό και την πέτρα του σκανδά* ^ υ , γ ΐϊΜ ν εποχή. Π ρ ίρ ε ι να σημειώσουμε ότι γύρω στό 1930 ο ρ β ^ τ ίλ φ ο ς από τους μαρξιστές κριτικούς της λογοτ ^ ν ί|ίς μας ήταν ακόμα έντονος και αισθητός, όπως μας τον είχε κληροδοτήσει η γενιά του ’20, με τον ^ έ χ β ^ ^ Η θ ό , τ ο ν Αιμίλιο Χουρμσύζιο, τον Κώστα Βά^ναλΙ^τον^άσο^Βαρίκα και άλλους, ανεξάρτητα αιίό τουςΐόπσιους θεωρητικούς ορισμούς και την γάναγκαιόπιτα που εξυπηρετούσε στην ερμηνεία της λο ^ τεχνίφ ;. Ακόμα και για τις θετικές ή αρνητικές τ σ ι συνέπΐιες. /Ε κ ε ίν α ό μ ω ς που έχει σημασία εδώ είναι ότι σ Μκήτας Α ν το ς υπήρξε μια εξαίρεση. Παρ’ ότι ξεκίιιε^ιρόμοιες απόψεις, μελετητής και αυτός του μαφξτσμ^^ήδη από το 1932 αρχίζει να διαφοροπσι/άτοιι^ο^ Λα παίρνει αποστάσεις, αν και το 1930 είχε ή φ §|)μ00ιεύσει στο περιοδικό «Νονμάς» ένα χαρα►^ηρκττικό του άρθρο για την «προλεταριακή τέχνη». Η %ϊοσ^αστοποίησή του είναι εμφανής αλλά και μελέτη του για τον Καβάφη, όπως πρσφ ν α ^ θ α μ ε , παρατηρείται μια ψυχαναλυτική ερμη νεία του έργου του, και σε μια διάλεξή του τον ίδιο χρόνο, το 1933, κάνει λόγο για την απολύτρωση του συναισθήματος στην ποίηση, υποστηρίζοντας ότι πρέπει να απορρίψει όλο το διανοητικό της περιεχό μενο, αφού η τέχνη είναι μια ειδική εκδήλωση της ζωής στη σφαίρα του συναισθήματος, να εκφράσει το συναίσθημα χωρίς ιδέες και να στραφεί στο συναί
σθημα που δίνουν τα πράγματα. Τη μελέτη του αυτή, δημοσιευμένη στο περιοδικό «Νέοι Π ρω τοπόροι» (1933), την αντέκρουσαν αυστηρά μέν, αλλά φιλικά, άσχετα από τις αισθητικές παρεκκλίσεις του. Παρά ταύτα, η συγκαταβατική και φιλική σχέση με τον κύκλο των νέων πρωτοπόρων και η συνεργασία του δε στάθηκε δυνατό να κρατήσει επί πολύ. Σε λίγο, το 1934, Ό Νικόλας Κάλας θα διακόψει τις σχέσεις του με την επίσημη γραμμή και θα προ σχωρήσει στην αριστερή αντιπολίτευση, με άρθρο του στη «Νέα Επιθεώρηση», με τον τίτλο «Καλλιτέχνες και Κουμμουνισμός», για να συνεργασθεί στη συνέ χεια με τα π ερ ιο δ ικ ά «Σήμερα» και «Ιδέα» του Σπύρου Μελά, που είχε συνεργάτες, μεταξύ άλλων, τον Άλκη Θρύλο, τον Πάνο Καραβία, τον Κώστα Ουράνη, τον Τάκη Παπατσώνη, τον Γιώργο Θεοτοκά και άλλους. Βεβαίως, τα φιλολογικά πράγματα τον καιρό εκείνο, 1933-1934, δεν είναι ιδεολογικά και τόσο ξεκάθαρα. Μέσα σ’ αυτή την ομιχλώδη και απροσδιόριστη ατμόσφαιρα, που κυριαρχούσε τότε, η στάση που τήρησε ο Νικόλας Κάλας στάθηκε και πάλι αμφίρρο πη και αντιθετική, διαφορετική, κρατώντας απόρθητο το μετερίζι της αδιαλλαξίας και της επαναστατικότητάς του. Για να αποδείξει για μιαν ακόμα φορά την ανεξαρτησία και την ιδιομορφία της αντιλεγόμε νης προσωπικότητάς του. Ένας επαναστατημένος αγωνιστής της αριστερής διανόησης, που ξεκίνησε με το μαρξισμό, για να καταγράφεται τελικά σαν τροτσκιστής και να παρα μένει σ’ όλη του τη ζωή ένας ανήσυχος επαναστάτης, στοχαστής, ρηξικέλευθος και τελικά ασυμβίβαστος, σε κάθε κατεστημένο. «Αυτός ο λεπτός, μακροσκε λής, λάγνος και ονειροπόλος, που αδημονούσεν για τέρψεις ερώτων και γυρνούσε τα βράδυα στα σαλό νια, στα κέντρα και τις ταβέρνες, αβρός και χαριέστατος, αλλά συχνάκις υβρίζων και υβριζόμενος, ηρέσκετο να προκαλεί ζητήματα, έπαιζεν λίγο και με τον Κουμμουνισμόν, πλήν κατά τρόπον ευγενή και ανώδυνον, με πάσα προσήκουσα ευπρέπειαν». Όπως τον χαρακτηρίζει με χιουμοριστικό ύφος ο φίλος του Γιώργος Θεοτοκάς. Και αυτά, στη δεκαετία του 1930. Οι επικρίσεις που δέχτηκε ο Νικόλας Κάλας ήταν αθρόες και μαζικές, για τις απρόσμενες, καινοτόμες και ριζοσπαστικές θέσεις του, από τους φίλους και ομοϊδεάτες του συρρεαλιστές, με κύριο λιβελογράφο τσν Ανδρέα Καραντώνη, που την κρίσιμη εκείνη δεκαετία του ’30 στο περιοδικό «Νέα Γράμματα» εγκωμίαζε το Σεφέρη και τους άλλους νεωτεριστές. Αν και οι α πόψ εις του π ερ ιο δικ ο ύ ήταν σαφώ ς ενταγμένες στη μοντέρνα ποίηση, όπως την εγκαινία ζαν οι πρωτοπόροι Εμπειρικός και Εγγονόπσυλος και λιγότερο ο νεο εμ φ α νισ θ είς τότε Ελύτης. Ο Οδυσσέας Ελύτης ήταν ο μόνος υπερασπιστής του Κάλας τότε, τόσο με τον εύστοχο πρόλογό του στην
ποιητική συλλογή του «Οδός Νικήτα Ράντου», όπου ρίχνει φως στο «σκοτεινό είδωλο» του Κάλας, καθώς επίσης και στα «Ανοιχτά χαρτιά», όπου αφιερώνει αρκετές επαινετικές παραπομπές, με χαρακτηριστική γενναιοψυχία, αξιοπρόσεκτη. Οι πληροφορίες για το πρόσω πο του Κ άλας, λίγο πολύ, είναι γνωστές, σχετικά με τις κινήσεις του στη ζωή του. Η παραίτησή του από τη διεύθυνση του εργοστασίου του πατέρα του στη Μυτιλήνη και η προσχώρησή του στους απεργούς, σε μια κινητο ποίηση των εργατών του, είναι αρκετά ενδεικτικές. Ωστόσο, για το έργο του, παραμένουν ακόμα πολλά ερωτηματικά και αρκετά σημεία αδιευκρίνι στα, και οι έρευνες και οι μελέτες είναι λιγοστές, καθόσον το μεγαλύτερο μέρος του παραμένει αμετά φραστο και ανέκδοτο, γραμμένο στα αγγλικά, κατά την π ερ ίο δο της πα ρ α μ ο νή ς του στην Αμερική. Πρέπει να σημειωθεί ότι μόλις τώρα τελευταία άρχι σε κάποια κίνηση παρουσίασής του, με αφιερώματα π ε ρ ιο δ ικ ώ ν , με ά ρ θρα κ λ π ., κ α ι οι « Ε σ τίε ς Πυρκαγιάς» είδαν πρόσφατα το φως της δημοσιότη τας, από τις εκδόσεις Οπΐοπάστ^. Ο Κάλας με τον ατίθασο χαρακτήρα του και με τις ιδεολογικές ιδιορρυθμίες του, είναι αληθές ότι, κυρίω ς με την απομάκρυνσή του στο εξωτερικό, Π αρίσι και Αμερική, αποξενώθηκε από τους εδώ πνευματικούς κύκλους, ακόμα και από τους στενό τερους φίλους και ομοϊδεάτες του. Το ίδιο συνέβη και με π ο λ λ ο ύ ς ά λλους στα χ ρ ό ν ια κ υ ρ ίω ς της Κατοχής (Μενέλαος Λουντέμης, Μέλπω Αξιώτη, Δημήτρης Χατζής, Κώστας Παπαϊωάννου). Τα κείμενά του, γραμμένα κατά το πλείστον στο εξωτερικό, ήταν φυσικό να είναι επηρεασμένα από τις αισθη τικές θεω ρίες που κ υ ρ ια ρ χο ύ σ α ν από πολλά χρόνια πριν στην προπορευόμενη εσπερία. Και είχαν αρχίσει μάλιστα να επηρεάζουν και τους δικούς μας εδώ ποιητές, όπως π.χ. τον Σεφέρη, τον Ελύτη και άλλους. Και γενικότερα η επίδραση υπήρ ξε εμφανής στη μοντέρνα λεγόμενη ποίηση. Ό Κάλας, με το δαίμονα της ανυποταξίας που είχε μέσα του, επόμενο ήταν να αναζητήσει και να προσφύγει σε νέα ιδανικά και να δώσει στις αισθητι κές και κριτικές αντιλήψεις του καινούργια μοντέλα. Πίστευε σε μια εμπνευσμένη πρωτοποριακή κριτι κή, όχι τόσο από πολεμική διάθεση, όσο γιατί είχε διαμορφώσει μια δική του θεωρία, για να δώσει άλλο νόημα στην κριτική. Δηλαδή να μην καταδικάζει τον υποκειμενισμό στο όνομα του έργου τέχνης, αλλά να στηρίζεται στις ανάγκες μιας δίκαιης ταξικά διαιρε μένης κοινωνίας, με διαφορετική αντίληψη όμως και προπαντός όχι σύμφωνα με τη μαρξιστική. Χωρίς να καταδικάζει καμιά από τις καλλιτεχνικές, γνήσιες και αυθεντικές δημιουργίες. Ένα όραμα, που θα οδηγού σε όχι στις συγκρούσεις που διχάζουν τον άνθρωπο, αλλά που τον οδηγούν σε μιαν ευχάριστη πραγματι
κότητα, όπου η εργασία τον ενώνει και δεν τον διαι ρεί, απέναντι στην εκμετάλλευση του κέρδους. Πίστευε σε μια κριτική, που στρέφεται στην κατα νόηση των μηχανισμών της τέχνης, που κινούν στη δημιουργία και στη σύλληψη των νόμων της αισθητι κής συγκίνησης, με την πίστη ότι «η τέχνη υπάρχει εκεί όπου οι καλλιτέχνες δεν μπορούν να ζήσουν». Αυτή η εμπνευσμένη κριτική, όπως τη θεωρούσε αναλύοντας τα έργα τέχνης, φτάνει στις εικόνες του ασυνείδητου, αντίθετα με τους μαρξιστές. Στα πλέγ ματα εικόνων, για να περάσουν μέσω των ονείρων και να μεταβληθούν σε δημιουργία. Διατρέχοντας από το άρρητο και το απροσδόκητο στη γλώσσα και στη σκέψη. Μια υπέρβαση του ορθολογισμού, όπως την πόθησαν αρχικά οι συρρεαλιστές, για να αντιμε τωπίσουν τις απαιτήσεις της τέχνης, καθώς την ορα ματίστηκε και ο πρόσφατα χαμένος Έλληνας φιλό σοφος Κορνήλιος Καστοριάδης. Πέραν από την ενό ραση και μέσα πάντα από τη διαλεκτική της σκέψης. Με αυτή τη συλλογιστική ο Κάλας θα απαρνηθεί τα μανιφέστα του Βτοΐση, καθώς και το φιλελεύθερο υποκειμενισμό, όσο και τον αντικειμενισμό, για μια ειρηνική συμπόρευση του φροϋδισμού με το μαρξι σμό. Σ ’ αυτό το σημείο εστίαζε τις παράτολμες κρι τικές προσεγγίσεις του. Αυτός, ο φλέγόμενος από το πάθος της πρωτοτυπίας και της επαναστατικότητας κριτικός-διανοητής. Έτσι οραματιζόταν τη χειραφέ τηση του σύγχρονου ανθρώπου, στην αντιμετώπιση των έργων της τέχνης και της καθημερινής ζωής. Για τούτο και το βιβλίο του έχει το χαρακτηριστικό τίτλο «Εστίες Πυρκαγιάς». Ο Κάλας μοχθούσε σ’ όλη του τη ζωή να αλλάξει όχι μόνο τη γύρω πραγματικότητα, αλλά παράλληλα με τις υλικές μας ανάγκες και κυρίως ό,τι έχει σχέση με τις ψυχικές απαιτήσεις. Σφυρηλατούσε, με τον τρόπο του, μιαν άλλη επαναστατική αντικειμενικό τητα για την τέχνη, αλλά και στον έρωτα, στη γνώση, στην ηθική, ακόμα και στην πολιτική. Σε όλες τις μορφές της δημιουργικής δράσης. Και σαν γνήσιος ποιητής που ήταν ήθελε να μετα τρέψει, με το δικό του υπερρεαλιστικό τρόπο, τη θρη σκευτική προσευχή σε ποίημα, τα αισθήματα σε συγκί νηση, να αντικαταστήσει την τυχαιότητα του συρρεαλισμού σε αναγκαιότητα, που ξεκινά από το ασυνείδη το σε μια συνεχή διαλεκτική εξέλιξη και πορεία. Κ ρίνοντας ο Β γ ο ϊο π το βιβλίο του Κάλας «Εστίες Π υρκαγιάς», θα τον εγκωμιάσει λέγοντας ότι «είναι ένα από τα πιο φωτεινά και τολμηρά πνεύματα του μεσοπολέμου και ότι το βιβλίο του αποτελεί σταθμό». Η κριτική θεωρία του, όπως αναπτύσσεται στο βιβλίο του αυτό, συνοψίζεται στο εξής: Αντίθετα με την ευφυή κριτική των υποκειμενιστών, την ονομά ζει εμπνευσμένη. «Ποιητής είναι όποιος εμπνέει, η δε κ ρ ιτικ ή δεν είναι στατική, αλλά δυναμική και μεταβαλλόμενη. Η τέχνη δεν είναι μάθημα σχολής,
Ν ικόλαος Καλαμάρης (Κάλας)
αλλά μάθημα δράσης. Η τέχνη δεν ξεκουράζει, αλλά ταράσσει και απελευθερώ νει δυνάμεις, π ο υ ήταν απωθημένες. Η τέχνη τρομάζει, αναμοχλεύει την επιθυμία, ερεθίζει το φύλο, κάνει τα μέλη μας να τρέμουν». Ό Κάλας υποστήριζε την ανάγκη να ανα νεωθεί η ζωτικότητα της κριτικής, να υπάρξει ένας νέου τύπου διευρυμένος ακτιβισμός στην τέχνη. Τουτέστιν, μια άλλη δραστηριότητα, μια ζωντάνια και ενεργητικότητα, η οποία θα προσβλέπει στην ανανέωση, στην επαναστατικότητα και στη δράση. Εξάλλου, παρατηρεί, «ο ρόλος του καλλιτέχνη είναι να αποδώσει ό,τι βλέπει, ενώ ο ρόλος του κριτικού είναι να περιγράφει το δημιούργημά του». Ο Κάλας διακρινόταν για την οξυδέρκειά του και για το μεγά λο ενδιαφέρον του για τη διευρυμένη αξία της τέχνης μέσα στό σύγχρονο κόσμο. Εδώ, μπορούμε επιτροχάδην να κλείσουμε την παρισινή του παραμονή και να μεταφερθούμε στην αποδημία του στην Αμερική, όπου κατέφυγε στα 1942-1943. Η δραστηριότητά του άρχισε και πάλι με πολλές διακυμάνσεις. Και εδώ ο Κάλας, καθώς εθεωρείτο φορέας της ανθρωπιστικής παράδοσης του σύγχρο νου πολιτισμού και πολέμιος της ανιστορικής αντί ληψης και απολιτικής για την τέχνη, επόμενο ήταν να προκαλέσει αντίστοιχες αντιδράσεις των πνευματι κών κύκλων και της Α μερικανικής Κυβέρνησης. Ή ταν η εποχή που μεσουρανούσε ο αφηρημένος εξπρεσιονισμός και η πολιτική χρήση του στην τέχνη. Η ποίηση, έγραφε αργότερα, έχει νόημα από ηθική άποψη, όταν ασχολείται με θεμελιακά ζητήμα
τα σε σχέση με τον κόσμο. Τα σχετικά συναισθήματα που γεν ν ιο ύ ν τα ι από ερω τήματα, όπω ς « π ο ιο ς είμαι», «ποιος είσαι», εκφράζονται με όρους αλλα γής. Η επανάληψη αποτελεί μια μορφή αναδημιουρ γίας, που εκφράζεται με διαδικασίες ιεροτελεστιών. Η ποίηση, γράφει στο βιβλίο του «Η τέχνη την εποχή της διακύβευσης» (εκδ. «Άγρα», μετάφραση Ανδρ. Παππά), με τη στενότερη δυνατή έννοια του όρου, δεν έχει πλοκή και για να αποφύγει τη μίμηση της πραγματικότητας μιμείται την ίδια την ποίηση, με τον ίδιο τρόπο που η μουσική η μοντέρνα, με όρους διακοπών, εσωτερικών αντιφάσεων, είτε με ζώνες κενού, μιμείται τη μουσική. Και διερωτάται: Μ ήπως θα μπορούσε να πετύχει κανείς ανάλογα αποτελέσματα στην ποίηση, αντιπαραθέτοντας εικό νες σε ζώνες σιωπής. Κάθε εικονιστική δομή είναι ποιητική. Το πρόβλημα του ποιητή είναι να αποφα σίσει ποισ από τα πιθανά εικονιστικά λεξιλόγια ανταποκρίνεται στις ανάγκες της ιδιοσυγκρασίας του, αλλά και στο δια νοη τικ ό κλίμα της εποχής του... Η φωνή του ποιητή ακούγεται, όταν εισάγει εικόνες που προκαλούν αναταράξεις στην υπάρχουσα αισθητική τάξη πραγμάτων. Πάντως η ποίηση, που έχει σκοπό να μεταμορ φώνει μια υποπραγματικότητα σε υπερπραγματικότητα, δεν μπορεί να παραμείνει μοναδική μορφή λυρικής έκφρασης, όπω ς θα το ήθελαν ορισμένοι υπερρεαλιστές. Στο ερώτημα, που θέτει στον εαυτό του ο Κάλας, «τι είναι αυτό π ο υ πρέπει να παραμείνει άρρητο, ώστε να «φ τια χτεί» το ποίημα», θα δώσει την εξής απάντηση: «Για να δημιουργήσει ένα ποίημα ο συγ γραφέας, πρέπει να θυσιάσει το «μιλάω» για χάρη του «φτιάχνω» και να αντικαταστήσει την εξομολό γηση με τον πειραματισμό». Για το νέο μυθιστόρημα θα μας πει ότι είναι μινιμαλιστική τέχνη, με την έννοια ότι δίνει στον συγγρα φέα το ρόλο ουδέτερου παρατηρητή. Από τη στιγμή που ο καλλιτέχνης δεν αναζητά φόρμουλες και βασι κά μοντέλα, οι προϋποθέσεις του ελάχιστου στην τέχνη, απαιτούν ακόμα πιο ενδελεχή διερεύνηση. Και για να επανέλθουμε στον υπερρεαλισμό, γράφει: «Είναι η λατρεία του αινιγματικού στοιχεί ου, προσαρμοσμένη σ ’ έναν π ο λ ιτισ μ ό , π ο υ έχει υπερβεί τις ιεροτελεστίες και τα άχραντα μυστήρια επίσημων θρησκειών, αιρέσεων ή μεταφυσικών θρη σκευτικώ ν ομάδων». Θεωρίες και αφορισμοί, που απαιτούν λεπτομερειακές και εξειδικευμένες α πα ντήσεις και ερμηνείες. Δε θα ήθελα να κουράσω με θεωρίες και απόψεις, που θα μας οδηγούσαν μακριά και ίσως θα μας έφερναν μπροστά σε ερωτήματα, για τα οποία είναι δυνατόν να δοθούν άμεσα και επαρκή απαντήματα. Ο Κ άλας ως προσ ω πικότητα και π ρ ο π α ντό ς ως πνευματικός δημιουργός, απετέλεσε μια ιδιάζουσα
περίπτωση και μια αστραπή, που ανατάραξε τον ορίζοντα. Έ νας ιδεολόγος επαναστάτης, με ρηξικέ λευθες ιδέες και αρχές, που ξενίζουν ίσως, ωστόσο παρουσιάζουν γενικότερο ενδιαφέρον, για την πρω τοτυπία και την ευρηματικότητά τους. Ένας πλάνητας υπήρξεν ο Κάλας, ένας ανυπότα κτος και ένας ιδεαλιστής, θα έλεγα, που πίστευε ότι για να βρει την ευτυχία ο άνθρωπος πρέπει να ερωτευθεί. Για την κοινωνία η ευτυχία αποτελεί ολοκλή ρωση της επιθυμίας της. Αγαπώ σημαίνει είμαι επα ναστάτης. Έτσι πίστευε. Ο έρωτας είναι κατεξοχήν ηθική μορφή της επανάστασης. Υπήρξε τελικά ο Κάλας, για να επαναλάβω το χαρακτηρισμό και πάλι του Ελύτη, ένα «σκοτεινό είδωλο», που ξεκίνησε με το συρρεαλισμό, τον πολέ μησε με τις απόψεις του, και ωστόσο είχε τις δικές του θεωρητικές αντιλήψεις. Και για να κλείσω την παρένθεση, θα αναφέρω πώς αντιμετώπισε το τυχαίο, αναφορικά με το συρρεαλισμό, λέγοντας ότι δεν απο τελεί νέα αισθητική στάση ούτε ανθρώπινη, στην υπη ρεσία της επανάτασης, όπως πίστευε ο Β γο ϊο π . Ευχόταν ο υπερρεαλισμός να μη θεωρηθεί ότι δεν προσπάθησε να ρίξει ένα συνεκτικό ιστό, ανάμεσα στους κόσμους της ενάργειας και του ύπνου, της εξωτερικής και εσωτερικής πραγματικότητας, της λογικής και της τρέλας, της ηρεμίας, της γνώσης και του έρωτα, της ζωής για τη ζωή και της επανάστασης. Ο φιλοσοφημένος αυτός ποιητής και φλογερός κριτικός Νικόλας Κάλας αναλώθηκε στην πυρά του έρωτα της δημιουργίας, ως ανέστιος, επαναστάτης και ιδαλγός της. Και διέτρεξε μια ζωή γεμάτη περι πέτειες, συγκινήσεις, έρωτες, όνειρα, οργή και στηλίτευση σε κάθε κατεστημένο, για να εμπνέεται από ένα συνεχή πυρετικό ψυχισμό και να οραματίζεται τη δική του πραγματικότητα στη σύγχρονη τέχνη. Ένα νέο αισθητικό πνεύμα, μέσα από τον υπερρεα λισμό της προσωπικής ερμηνείας και υιοθέτησης. Χαλαστής και πλάστης, όπως θα έλεγε ο Παλαμάς, χτίστης και αρνητής. «Ο διανοούμενος πρέπει να βλέπει την αλήθεια κατάματα και να μη φοβάται να την παραδεχθεί», όπως το είπε στο Γιώργο Θεοτοκά, από το Παρίσι το 1938. Α υτός ο «α π οσ υνά γω γος» τω ν ελληνικώ ν Γραμμάτων, κατά τον Αλέξανδρο Αργυρίου, που παρέμεινε ολοζωής πικραμένος και παρεξηγημένος από τους πιο στενούς φίλους και την πατρίδα του, για την ερμηνεία και την κατανόηση της σκέψης του, απαι τεί εκτεταμένη και εξειδικευμένη ανάλυση και μελέτη. Ιδιαίτερα, γιατί υπήρξε λάτρης και θιασώτης στενά δεμένος με το πνεύμα της ελληνικής παράδοσης, της Ιωνίας, και με τους προσωκρατικούς και πίστευε ότι «η δυτική σκέψη των νεότερων χρόνων είναι προέκτα ση και ανάπτυγμα της αρχαιοελληνικής».
ΠΑΝΑΓΙΩ ΤΗ Σ ΔΟ Υ Κ Α ΓΡΙΜ Α Ν ΕΛ Η Σ
ράφτης Παναγιώτης ή Αλέξανδρος (Αλέκος) Γριμανέλης, του Δούκα και της Αμερσούδας, σύζυ γος της Μερόπης Ευστρατίου Παπαγεωργίου, είναι ένα από τα θύματα του προοδευτικού κινήματος. Γεννήθηκε στην Αγιάσο το 1904 και εκτελέστηκε στις 23 Α υγούστου του 1944, σε ηλικία 40 ετών. Μάλιστα, στο απόσπασμα της ληξιαρχικής πράξης θανάτου του, που εκδόθηκε από το δήμο της Νίκαιας, με χ ρ ο νο λ ο γία 28.1.1956, ο π ρ ο σ δ ιο ρ ισ μ ό ς της αιτίας του θανάτου του βασίζεται στην υ π ’ αριθμόν 2776/44 ένορκη βεβαίωση. Ό Παναγιώτης Γριμανέλης ανήκε ιδεολογικά στο χώρο του Κ.Κ.Ε, και βρισκόταν στην Αθήνα, φυγόδικος και πολιτικά διωκόμενος, όπως και πολλοί άλλοι δημοκράτες στα δύσκολα χρόνια της μισαλλοδοξίας. Όσον αφορά την εξόντωσή του, επικρατεί η άποψη στην Αγιάσο και έχει γραφτεί και στον τοπικό τύπο ότι εκτελέστηκε από τους Γερμανούς στα Μέγαρα, η πραγματικότητα όμως είναι ότι εξοντώθηκε από τους ντόπιους συνεργάτες τους στο κέντρο της Αθήνας, στη συμβολή των οδών Πατησίων και Αγίου Μελετίου. Σε ρεπορτάζ, με τίτλο «Ξενοδοχεϊον “Κ ρυσ τά λ”, το μακάβριον κέντρον...», δημοσιευμένο στο φύλλο της 25ης Οκτωβρίου 1945 της εφημερίδας της εποχής «Ελευθερία» και αναφερόμενο στη δίκη των δωσίλο γων, των «Κτηνών της Ειδικής», όπως μάλιστα χαρα κτηρίζονται, παρέχονται συγκλονιστικές μαρτυρίες. « Ό μ ά ρ τ υ ς Κ. Χ α τζη κ ώ σ τα ς, σ υ ν τα γ μ α τά ρ χ η ς χω ρ ο φ υ λα κ ή ς, δ ιο ικ η τή ς τό τε τώ ν ομω νύμω ν φυλακών, καταθέτει ότι οί κρατούμενοι είσήρχοντο και έξήρχοντο βάσει σημειωμάτων τοϋ Λ άμπου ή τοϋ Μ πόγρη, διευθυντοϋ τοϋ τμήματος δικαστικοϋ τής
Από το ρεπορτάζ «Ξενοδοχεϊον “Κρυστάλ” το μακάβριον κέντρον ...», της δημοκρατικής εφημερίδας «Ελευθερία» του Π άνου Κόκκα.
Ο Παναγιώτης ή Αλέξανδρος (Αλέκος) Δούκα Γριμανέλης, με τη σύζυγό του Μ ερόπη Ευστρατίου Π απαγεω ργίου.
Από την εφημερίδα «Καθημερινή» (6.12.1946).
Ε ιδικής. Μ ία ν ν ύ κ τα ήλθε ό εν ω μ ο τά ρχη ς Καραγιάννης τής όμάδος Παρθενίου και με σημείωμα τοϋ Λάμπου έπήρε δ ι9άνάκρισιν τούς κρατουμένους Στεφανάκον (δίο) και Γρηβανέλην (δίο), οι όποιοι το πρωί βρέθηκαν σακτωμένοι (δίο) στο δρόμο». Αξίζει να σημειώσουμε ότι, σύμφωνα με κατάθεση του μάρτυρα Ποθητού Ποδώτα, συνταγματάρχη της Χωροφυλακής, διοικητή της Σχολής Χωροφυλακής επί Κατοχής, που περιλαμβάνεται στο παραπάνω ρ επορ τά ζ, «Τά π ε ρ ισ σ ό τε ρ α τώ ν ο ρ γά ν ω ν τής Λ σ φ α λ εία ς διέπ ρα ττο ν εκβιασμούς, ληστείας και άλλας άξιοποίνους πράξεις [...] Διά τόν Παρθενίου και τόν Μ αντάν λέγει ότι ήσαν τά “ϊα και τά ρόδα” τής Ειδικής». Αυτό το κράτος βασίλευε τότε. Σήμερα, ό,τι και να γραφτεί, δεν είναι δυνατόν να μπούμε στο κλίμα της εποχής. Στη Δίκη των Ταγμάτων, η οποία ήταν καλά σκηνοθετημένη και έγινε για τα μάτια του κόσμου, για να περάσει η υπόθεση στο α ρ χείο, η εφημερίδα «Καθημερινή», στο φύλλο της 6ης Δεκεμβρίου του 1946, γράφει:
Η ΔΙΚΗ ΤΩΝ ΤΑΓΜΑΤΩΝ Χ θές είς το ειδικόν δικαστήριον έτερματίσθη ή δίκη διά το μπλόκο τρΰ Κοκκινόβραχου και σήμερον τήν 4ην μ.μ. άρ^φ$ΐή>πέμπτη'Μ κη τής Ε ιδικής μέ κ α τη γο ρ ο υ μ έρ ώ ^ ^τύ ς Δημ. Σοφύανόπουλον, Ήλ. Παπαγιανγόπουλον, ΧρηΚαραουλάνην, Λίκατερίνην Β α νελάτον^Ε , Π αρθενίου, ^ ^ ρ ά γ ι ά ν ν η ν , Λ λ . Λάμπου. Οΰτοι κατηγοροϋνται ότι άνέλαβον υπηρε σίας είς τάς άρχάς ^ τ ο χ η ς ,β σ χ η σ α ν πράξεις βίας κατά Ελλήνων πολιτών και διαρκούσης τής κατοχής έξετέλεσ α ν τούς Α λ έ ξ . Γ ρ ιμ νέλ λ η ν και Ν έστορα Σ τε φ α ν ά το ν και σ υν έλα β ο ν το ύς "Α νθιμον Νικολαΐδην, Μαρίαν Σοφιανοπύύλού, Σ. Λδάμ και Θ. Κανάρην. Μ ά ρ τυ ρ ες κ α τη γ ο ρ ία ξ έχ ο υ ν κ λη τευ θ ή οι Τ. Σ τε φ α ν ά το ς , Λ. Β α ψ ίλ ^ ^ υ , Σ. Μ α μ ο ύ ρ η ς, Λ . Νικολαΐδης, Ν. Σοεβανόπουλος, Θ. Κανάρης και X. Βοζίκης». ο παρθενίου Την επόμενη μέρα, στο φύλλο της 7ης Δεκεμβρίου 1946 η ίδια εφημερίδα γράφει:
Η ΛΙΚΗ ΤΩΝ ΤΑΓΜΑΤΩΝ Ε ίς το ειδικόν δικα στήριον δοσιλόγω ν ήρχισε χθές ή έκδίκασις διά τήν έκτέλεσιν παρ ’ οργάνων τής Ε ιδ ικ ή ς Α σ φ α λ ε ία ς τώ ν Α λ ε ξ . Γ ρ ιμ ιν έ λ η και Νέστορος Στεφανάτου. Έξητάσθησαν διάφοροι μάρ τυρες, οί ό π ο ιο ι κα τέθ εσ α ν ό τι α π ό σ π α σ μ α τής Ε ιδικ ή ς υπό τό ν κ α τη γο ρ ο ύ μ ενο ν Κ α ρ α γιά νν η ν παρέλαβεν έκ τών φυλακών Χατζηκώνστα τούς ανω τέρω δύο κρατουμένους, διά να τούς μεταφέρη είς τήν Ειδικήν Α σφάλειαν. Ε ξ αυτώ ν ό Σ τεφανάτος εύρέθη φονευμένος είς τήν οδόν Ν ικηφόρου και ό Γριμινέλης είς τήν οδόν Λχαρνών. Τινές τών μαρτύ ρων τής κατηγορίας εξέφρασαν ύπονοίας ότι κ α θ ’ οδόν έξετελέσθησαν. Ό Καραγιάννης έρωτηθείς υπό
Από την εφημερίδα «Καθημερινή» (7.12.1946).
τοϋ κ. προέδρου ίσχυρίσθη ότι μετά τήν παραλαβήν τών κρατουμένων τούς άπέστειλεν υπό συνοδείαν είς τήν Ειδικήν και αυτός παρέμεινεν είς τάς φυλακάς. "Οπως τοϋ άνέφεραν, κ α θ ’ οδόν κομμουνισταί έπεχείρησαν νά απελευθερώσουν τούς κρατουμένους, οι όποιοι διέφυγον και πυροβοληθέντες έφονεύθησαν. Ό κ. πρόεδρος έζήτησε τά ονόματα τών συνοδών χωροφυλάκων, διά νά τούς έξετάση ώς μάρτυρας. Ή δίκη θά συνεχισθή και σήμερον». Ό πω ς αναφέρεται στην εφημερίδα «Ελευθερία», στο φύλλο της 25ης Οκτωβρίου 1945, καθώς και στη σελίδα 191 του βιβλίου του Νίκου Κ. Καρκάνη «Οι δοσίλογοι της Κατοχής» (έκδοση «Σύγχρονης Εποχής» 1981), στην κατάθεσή του ο ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου «Κρυστάλ», στην οδό Ελπίδος, Χαρίλαος Κυβέλλος κατέθεσε: «Μίαν άλλην ημέραν άκουσα τόν Παρθενίου νά λέγη στό τηλέφωνο: «Μπράβο, Σισμάνογλου, καλά τούς έκανες. Π ά ρ ’ τους ό,τι έχουν επάνω τους, β ά λ ’ το υ ς σ ’ ένα κα ρ ο τσ ά κ ι και κ α τ ’ ευ θ εία ν στό νεκροτομείο». Το βράδυ από τάς συζητήσεις των έμαθα ότι ό Σ ισμάνογλου είχε εκτελέσει δύο νέους στήν οδόν Πατησίων και Αγ. Μελετίου». Αυτά είναι τα μόνα στοιχεία που μου είναι γνω στά για το ν Α γιασώ τη α γω νισ τή Π α να γιώ τη Γριμανέλη. Ο καθένας μπορεί να βγάλει τα συμπεράσματά του...
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΑΛΟΓΕΡΑΣ Σ .Σ . Το σκίτσο του Παρθενίου αναδημοσιεύουμε από
την εφημερίδα «Ελευθερία» (28.10.1945).
Ο Φ ΕΤΙΝ Ο Σ ΑΠΟΚ ΡΙΑΤΙΚ ΟΣ Χ Ο ΡΟ Σ Μ ΑΣ Στο «Χ άραμα» με την Κατερίνα Κούκα... πν 1η Μ α ρτίου 2000 στο ισ το ρ ικ ό κ έντρο «Χ άραμα», στην Κ α ισ α ρια νή , με την Κ α τερίνα Κούκα, πραγματοποιήθηκε ο καθιερωμένος Α πο κριάτικος χορός μας. Ο «Φ ιλοπρόοδος Σύλλογος Α γιασω τώ ν» είχε κλείσει, με συμφω νία, όλη την αίθουσα και έτσι πραγματοποιήθηκε ο χορός μας με εξαιρετική επιτυχία, σε ζεστή και φιλική ατμόσφαιρα. Το κέντρο κατακλύστηκε από Αγιασώτες και από φίλους του χωριού μας, οι οποίοι έχουν γίνει πια απα ρα ίτη τοι σε κάθε εκδήλωσή μας, α γαπούν το χωριό μας, πολλοί α π ’ αυτούς το έχουν επισκεφθεί και άλλοι πάλι υπόσχονται πως θα το επισκεφθούν μελλοντικά. Ό λοι τους έρχονται να διασκεδάσουν μαζί μας, γιατί, όπως λένε, είμαστε άνθρωποι κεφά τοι και ξέρουμε να ξεδίνουμε πραγματικά. Το γλέντι κράτησε μέχρι τις πρώ τες πρ ω ινές ώρες. Η Κατερίνα Κούκα και η παρέα της μας κρά τησαν συντροφιά και άναψαν το κέφι, με παλιές και με νέες επιτυχίες και όχι μονο. Οι λαϊκές επι τυ χ ίες της δεκ α ετία ς του ’60 μας ξ α να γ ύ ρ ισ α ν πίσω πολλά χρόνια, μας θύμισαν τα παλιά πανη γ ύ ρ ια στο χ ω ρ ιό , ό π ο υ το Δ εκ α π εν τα ύ γο υ σ το κυρίως αντιλαλούσαν οι λαγκαδιές από τις μουσι κές ε π ιτ υ χ ίε ς της εποχή ς, έθιμα που σ ιγά σ ιγά χά νοντα ι μέσα στην αχλύ του χρόνου και π ν ίγ ο νται από τον «πολιτισμό». Ο Σύλλογός μας, κρατώντας, όσο μπορεί, άμυνα, κάνει φιλότιμες προσπάθειες, με στόχο να συντηρη θούν τα π α λ ιά έθιμα και να ξανα ζω ντα νέψ ει το ενδιαφέρον των ανθρώπων, οι οποίοι, πελαγοδρο μώντας μέσα στα ατομικά προβλήματα, καθώς και στα προβλήματα που δημιουργεί ο σημερινός πολι-
Στιγμιότυπο από τον Αποκριάτικο χορό του «Φιλοπρόοδου Συλλόγου Αγιασωτών», στο κέντρο «Χάραμα» (1.3.2000).
τισμός, αδιαφορούν και απομακρύνονται από το Σύλλογο. Γι’ αυτό κάνουμε έκκληση σ’ όλους τους χωριανούς μας, να πλαισιώσουν το Σύλλογό μας, το Σύλλογό τους, να φέρουν κοντά και τα παιδιά τους, να γίνουμε όλοι μια μεγάλη παρέα, που θα αγωνίζε ται για τη διατήρηση των εθίμων μας, που θα μάχε ται για τη διάσωση και τη διάδοσή τους, που θα αντι στέκεται στη φθορά του χρόνου και στην ισοπέδωση των πάντων και, το κυριότερο, που θα δημιουργεί ανθρώπινη επαφή και ζεστασιά για όλους, αποδυνα μώνοντας την απομόνωση και την αποξένωση της μεγαλούπολης, στην οποία ζούμε. Ευχόμαστε και του χρόνου με υγεία να γιορτά σουμε και πάλι τις Αποκριές, έτσι όπω ς τις γιορ τάζαμε παλιά στην Αγιάσο μας!
ΣΟΦΙΑ ΠΑΠΟΥΤΣΗ-ΚΟΥΛΟΥΝΕΛΗ Συμβολαιογράφος Αθηνών
Στιγμιότυπο από τον Αποκριάτικο χορό του «Φ ιλοπρόοδου Συλλόγου Αγιασωτών», στο κέντρο «Χ άραμα» (1.3.2000). Στο μικρόφωνο η Κατερίνα Κούκα...
«Φ ΙΛ Ο Π ΡΟ Ο ΔΟ Σ ΣΥΑΑΟ ΓΟ Σ ΑΓΙΑΣΩΤΩ Ν» Οι νέοι σκυταλοδρόμοι των δραστηριοτήτων μας Ω ς είθ ισ τ α ι, ο Μ ά ρ τιο ς είν α ι ο μήνας τω ν Λκλογών. Εξαίρεση από τον κανόνα δε θα μπορού σε ν ’ α π ο τε λ έ σ ε ι ο « Φ ιλ ο π ρ ό ο δ ο ς Σ ύ λ λ ο γ ο ς Αγιασωτών» της Αθήνας. Έ τσι, στις 19 του μήνα, συγκεντρωθήκαμε οι ολίγοι εναπομείναντες, για ν ’ αναδείξουμε τη νέα Διοίκηση του Συλλόγου μας για τα επόμενα δυο χρόνια και κατά συνέπεια και για τη χιλιετία. Είναι πάντω ς λυπηρό το φαινόμενο της απου σίας νέων ανθρώπω ν από τη διαχείριση των κ ο ι νών του Συλλόγου. Χρόνο με το χρόνο, όπω ς είναι φυσικό, οι μεγαλύτεροι στην ηλικία λιγοστεύουν, χω ρ ίς το κενό που αφήνουν να κα λύπτετα ι από νέους. Υποχρέωση όλων μας είναι να κρατήσουμε άσβεστη τη δάδα της πολιτιστικής μας ταυτότητας στη δαιδαλώδη τσιμεντούπολη μας και να κληρο δοτήσουμε κ ά τι α πό την κ ο υλτο ύρ α μας σ τους μεταγενέστερους. Χρειάζεται να ενταχθούν στο Σύλλογό μας νέοι άνθρωποι, με πρω τοποριακές ιδέες και με χρήσι μες γνώσεις, και μαζί με τους παλιούς, που διαθέ τουν την πείρα, να κρατήσουμε όρθια τη νυφούλα του λεσβιακού Ολύμπου, να προβάλουμε περισσό τερο το φημισμένο προσκύνημα του νησιού μας. Επίσης επιβάλλεται να δημιουργήσουμε διάφο ρα τμήματα, χορευτικό, χορωδιακό και θεατρικό, καθώ ς και τράπεζα αίματος και οτιδήποτε άλλο είναι απαραίτητο για τη συσπείρωσή μας, αλλά και για τη στήριξη της γενέτειράς μας. Εξάλλου, αίτημα όλω ν τω ν συνέδρω ν ήταν η δρομολόγηση κ α ι η υλοποίηση των παραπάνω. Την α υ λ α ία ά ν ο ιξ ε ο π ρ ό εδ ρ ο ς Β α σ ίλ ειο ς Λούπος, ο οποίος ευχαρίστησε τους συνέδρους και αναφέρθηκε στα πεπραγμένα της απερχόμενης διοί κησης. Στη σ υ νέχεια εκλέχτηκε η Ε φ ο ρ ευ τικ ή Ε π ιτρ ο π ή , με π ρ ό εδ ρ ο την Ε υ σ τρ α τία (Τούλα) Μητσιώνη, γραμματέα το Δημήτριο Παπουτσή και μέλος τον Παναγιώτη Χρίστου Γλεζέλη. Ακολούθησε ο ταμίας Στρατής Πανανής, ο οποίος και ανέλυσε λεπτομερώς την οικονομική κατάσταση περιόδου Απριλίου 1999-Μαρτίου 2000. Στη συνέχεια ο γεν. γραμματέας Παναγιώτης Ευστρατίου Σταυρακέλης διάβασε το Πρακτικό της Εξελεγκτικής Επιτροπής, το οποίο ενέκρινε ομόφωνα η Γενική Συνέλευση. Μετά την κατάθεση και συζήτηση ενδιαφερουσών προτάσεων, προχώρησε η διαδικασία κατάρτι σης τω ν ψ η φ ο δ ε λ τ ίω ν . Για το Δ ιο ικ η τ ικ ό Συμβούλιο από τους 12 υποψηφίους εκλέχτηκαν, με σειρά προτερ α ιότητα ς, οι πα ρ ακ ά τω π ρ ώ το ι
ενν ιά : Β α σ ίλ ειο ς Λ ο ύ π ο ς, Χ ρ ίσ το ς Γ λεζέλης, Σοφία Κουδουνέλη-Παπουτσή, Στρατής Πανανής, Π αναγιώ της Σταυρακέλης, Ειρήνη Κ αραφύλληΟ ικ ο νο μ ίδ ο υ , Σ τρ ατής Ε υ α γγελινέλη ς, Μ α ρία Κουρβανιού, πατήρ Νεκτάριος Χ ατζηπροκοπίου, Π ρ ο κ ό π ιο ς Λ ιν ά ρ δ ο ς, Σ τρ α τή ς Μ πα ρέλη ς κ α ι Παναγιώτης Βατρικάς. Για την εκ π ρ ο σ ώ π η σ η στην Ο μ ο σ π ο ν δ ία Λεσβιακών Συλλόγων Αττικής (ΟΛΣΑ), από τους παρακάτω που συμμετείχαν στη διαδικασία εκλέ χτηκαν οι π ρ ώ το ι τέσσερις: Β ασ ίλειος Λ ούπος, Χ ρίστος Γλεζέλης, Στρατής Γραμμέλης, Φ ιλίτσα Σταυρακέλη, Ευστρατία Μ ητσιώνη και Μυρσίνη Βλαστάρη. Για την Εξελεγκτική Επιτροπή εκλέχτηκαν, με σειρά προτεραιότητας, οι παρακάτω : Β ασίλειος Χ αδεμένος, Στέλιος Κ ουντουρέλης και Ιωάννης Ραφτέλης. Οι νεοεκλεγέντες συνήλθαν σε συνεδρία στις 28.3.2000 και συγκροτήθηκε σε σώμα το Διοικητικό Συμβούλιο, με την παρακάτω σύνθεση: Π ρόεδρος Β α σ ίλ ειο ς Λ ο ύ π ο ς, Α ν τιπ Ν εκ τά ρ ι Χ α τζη π ρ ο κ ο π ίο υ , Γ εν ικ ό ς Γ ρ α μ μ α τέ α ς Π α ν α γιώ της Σταυρακέλης, Τ α μ ία ς Στρατής Π ανανής, Μ έλ η Χ ρ ίσ το ς Γ λεζέλη ς, Σ ο φ ία Κ ο υ δουνέλη Π α πουτσ ή , Ε ιρήνη Κ α ρ α φ ύ λ λ η -Ο ικ ο ν ο μ ίδ ο υ , Στρατής Ευαγγελινέλης και Μ αρία Κ ουρβανιού. Υ π ε ύ θ υ ν ο ι ε κ δ η λ ώ σ ε ω ν κ α ι κ α λ λ ιτ ε χ ν ικ ο ύ : Ν εκτάριος Χ α τζη π ρ ο κ ο π ίο υ , Σ τρατής Ευαγγελινέλης, Σοφία Κουδουνέλη-Παπουτσή και Ειρήνη Κ αραφύλλη-Ο ικονομίδου. Υ π εύ θ υ ν ο ς Μ ελετώ ν Π ρ ο γρ α μ μ α τισ μ ο ύ και Π ρ ο β λη μ ά τω ν Α γιά σ ο υ : Χ ρίστος Γλεζέλης. Υπεύθυνη Δημοσίω ν Σχέσεων: Σ ο φ ία Κ ο υ δ ο υ ν έλ η -Π α π ο υ τσ ή . Σ ύ ν δ ε σ μ ο ς Σ υ λ λ ό γ ο υ - Π ε ρ ιο δ ικ ο ύ « Α Γ ΙΑ Σ Ο Σ » : Σ ο φ ία Κουδουνέλη-Π απουτσή και Ειρήνη Κ αραφύλληΟικονομίδου. Ευχόμαστε στο νέο Διοικητικό Συμβούλιο κάθε επιτυχία, στο δύσκολο έργο που καλείται να επιτε λέσει, και εκπλήρωση όλων των στόχων που έθεσε η Γενική Συνέλευση της 19ης Μ αρτίου 2000. Αθήνα, 29.3.2000
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΕΥΣΤΡ. ΣΤΑΥΡΑΚΕΛΗΣ
εθνική και πολιτιστική δράση. Στις 23.2.2000 έγινε δεξίωση των νέων μελών στη μεγάλη αίθουσα εκδηλώσε ων «Πάνος Χαλδέζος» και ενημέρωσή τους σχετικά με τις επιδιώξεις και το έργο της Εστίας.
ΔΩ ΡΕΑ ΣΤΟ «ΟΑΝΟΕΚ ΚΕ5ΕΑΚΟΗ» «ΕΠΙ ΠΤΕΡΥΓΩΝ ΑΝΕΜΩΝ»
Ο Γεώργιος Σάββας και η σύζυγός του Μελπομένη (Μέλπω), το γένος Ευστρατίου Τζέγκου, σε συνεργασία με τη «Φιλοπρόοδο Παροικία Αγιάσου» Ξγάηογ, οργά νωσαν στο χολ της Ελληνικής Κοινότητας, στο ΓαΈοπιάα, στις 5.12.1999, Βαιύοαιο με ζωντανή μουσική και με ωραίους μεζέδες... Το ποσό των 7.596 δολαρίων που συγκεντρώθηκε παραδόθηκε στο «Οοποογ Κοδοατού», για την ενίσχυση του ερευνητικού αντικαρκινικού του έργου. Το οΐιοηυο υπογράφουν ο πρόεδρος της «Φιλοπροόδου Παροικίας Αγιάσου» Μιχάλης Χριστοφαρής (Καμπάς) και η Ευστρατία (Τούλα) Βασιλείου Ρουγκέλη, το γένος Παναγιώτου Χατζηνικολάου, ως ταμίας.
Σ τ ι ς 16.2.2000, στην Αίθουσα Αόγου-Στοά του Βιβλίου (Πεσμαζόγλου 5, Αθήνα), έγινε παρουσίαση του νέου βιβλίου της ιατρού-πεζογράφου Μαρίας Αρβανίτη-Σωτηροπούλου «Επί πτερύγω ν ανέμων» (Αθήνα 1999, Εκδόσεις Μυτιληναίος). Για τη συγγρα φέα και το έργο της μίλησαν ο εκδότης Βαγγέλης Μυτιληναίος, ο πρόεδρος του Συνασπισμού Νίκος Κωνσταντόπουλος, ο ποιητής Ηλίας Σιμόπουλος, ο διευθυντής της εφημερίδας «Η Αυγή» Δημήτρης Χατζησωκράτης και ο φιλόλογος Λαοκράτης Βάσσης.
«Λ ΕΣΒΟ Σ, ΤΟ ΝΗ ΣΙ ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ» Σ τ ι ς 28.2.2000, στην αίθουσα «Μ ιχαήλας Αβέρωφ» (Ακαδημίας και Γενναδίου 8), στα πλαίσια του «Αυγέρειου Κύκλου», η Ε ταιρεία Ελλήνων
«ΤΑ ΚΑΛΛΟΝΙΑΤΙΚΑ» Τ ο αξιόλογο περιοδικό «Τα Καλλονιάτικα» έφτασε στο εκατοστό τεύχος (Ιανουάριος-Μ άρτιος 2000). Μακρόχρονη και αγωνιστική η πορεία του, αξετίμητη η προσφορά του στο νησί μας, στους ανθρώπους του. Αξίζουν ολόθερμα συγχα ρητήρια στο Σύλλογο Καλλονιατώ ν Λέσβου, στον ακάματο πρόεδρό του και διευθυντή του περιοδικού Χρίστο Τραγέλη, αλλά και σ’ όλους τους συνεργάτες του. Ευχόμαστε να συνεχί σουν όλοι μαζί το όμορφο έργο τους, που τιμά τους ίδιους και τον τόπο μας.
Στιγμιότυπο από την εκδήλωση για τη Δέσβο. Διακρίνονται, από αριστερά, ο Φ ίλιππας Μ αυρογριώργης (γεν. γραμματέας), ο Δημήτριος Χαλιβελάκης (ταμίας), ο Παναγιώ της Τσουτάκος (πρόεδρος) και ο συντονιστής Γ ιώργος Τσαλίκης.
ΜΕΛΟΣ ΤΗΣ Ε.Ν.Σ.
Ο Παναγιώτης Ευστρατίου Σταυρακέλης, γενικός γραμματέας του «Φιλοπρόοδου Συλλόγου Αγιασωτών», από τις 26.1.2000 έγινε δόκιμο μέλος της Εστίας Νέας Σμύρνης, του πνευματικού ιδρύματος με την πλούσια
Στιγμιότυπο μετά την εκδήλωση για τη Δέσβο. Ο ευρω βουλευτής Στρατής Κόρακας και ο ομιλητής Π αναγιώτης Π αρασκευαΐδης.
Αογστεχνών οργάνωσε εκδήλωση, με θέμα «Λέσβος, το νησί του μύθου» και με ομιλητή το συγγραφέα-ιστορικό Παναγιώτη Παρασκευαΐδη. Ειδικά, για την ποιήτρια Σαπφώ μίλησε η λογοτέχνιδα και ειδική γραμμα τέας της ΕΕΛ Ελευθερία Αναγνωστάκη-Τζαβάρα. Συντονισ τής του προγρά μμα τος ο συγγραφέας Γιώργος Τσαλίκης. Στην εκδήλωση συμμετείχε το Χ ορευτικό Τμήμα του Συλλόγου Μ εσοτοπιτώ ν Αέσβου «η Αναγέννηση», καθώς και ο Σύλλογος Μανταμαδιωτών Λέσβου «ο Ταξιάρχης», με ούζο και με νόστιμους μεζέδες. Η εκδήλωση σημείωσε επιτυχία και* την παρακολούθησαν πολλοί άνθρωποι των γραμ μάτων και της τέχνης, Λέσβιοι και μη.
ΑΓΙΑΣΩΤΕΣ ΣΤΟ 8Π.ΥΕΚ ΒΑΥ Μ ε μεγάλη επιτυχία πραγματοποιήθηκε και εφέ τος ο Αποκριάτικος χορός του Συλλόγου Αγιασωτών Μυτιλήνης «Αγία Σιών» στο ξενοδοχείο δΐΐνοτ Β&γ, στις 4.3.2000. Π ολλοί Α γιασώ τες και φ ίλοι της Αγιάσου έδωσαν το «παρών» και διασκέδασαν με πολύ κέφι. Δεν έλειψε και από την εκδήλωση αυτή η σάτιρα. Ο στιχουργός Αντώνης Μηνάς έκανε πάλι το θάμα του, σε συνεργασία με τη Μαρία ΑϊβαλιώτουΧατζημιχαήλ, η οποία έπαιξε το ρόλο της εκφωνήτριας - «Τσιγγάνας». Οι χαροκόποι της εύθυμης βρα διάς χάρηκαν όχι μόνο τη μουσική και το χορό, άλλ’ άκουσαν και τη μοίρα τους...
ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΠΟΙΗΣΗΣ Τ ο Π ολιτιστικό Κέντρο Φιλοτεχνικός Ό μιλος Μ υτιλήνης «ο Θ εόφιλος», σε συνεργασία με το «Σύνδεσμο Φ ιλολόγω ν Λέσβου», οργάνω σαν Εκδήλωση-Αφιέρωμα για την Παγκόσμια Ημέρα
Ποίησης, στις 18.3.2000, στο Θέατρο του ΦΟΜ. Μετά τα προλογικά και τους χαιρετισμούς μίλη σαν ο ποιητής Γιώργης Π αυλόπουλος και η εκπαιδευτικός-ποιήτρια Τασούλα Καραγεωργίου. Στη συνέχεια διάβασαν ποιήματα για την ποίηση η Αγγελική Πολιτάκη και η Ντέση Κομνηνού. Α κο λούθησε παρουσίαση με λοποιημένης ποίησης. Π ιάνο: Χ ρυσσύλα Καμπσυράκη. Ερμηνεία: Χρύσα Βέκισυ.
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ Σ τ ι ς 29.3.2000, στην αίθουσα «Μιχαήλας Αβέ ρωφ», η Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών, σε συνεργα σία με την Πανελλήνια Ένωση Φιλολόγων (ΠΕΦ), οργάνωσαν εκδήλωση, με ομιλήτριες τη συγγραφέα Π έπη Δαράκη, που ανέπτυξε το θέμα «Η επίδραση της λογοτεχνίας στη διαμόρφωση της προσω πικότητας κατά την παιδική ηλικία», και τη φιλόλογο Ανθούλα Δανιήλ, εκπρόσωπο της ΠΕΦ, που ανέπτυξε το θέμα «Η ανάγνωση της λογοτεχνίας στη Μέση Εκπαίδευση. Π εριδιάβαση στον κόσμο των ποιημάτω ν και των συμβόλων». Εισαγωγικά μίλησε ο πρόεδρος της ΠΕΦ, σχολικός σύμβουλος Αναστάσιος Στέφος. Παρουσίαση των ομιλητριών έκανε ο φιλόλογος Γιάννης Χατζη βασιλείου, μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών. Μετά τις ομιλίες ακολούθησε συζήτηση.
ΓΙΑΝΧΑΤΖ
Από την ξενάγηση των φιλοξενουμένων στην Α γιάσο (Αναγνωστήριο «η Ανάπτυξη», 18.3.2000). Διακρίνονται, από αριστερά, ο Κλεάνθης Κορομηλάς (πρό εδρος του Αναγνωστηρίου), ο Παναγιώτης Σκορδάς (πρό εδρος του Συνδέσμου Φ ιλολόγων Αέσβου), η Τασούλα Καραγεωργίου (εκπαιδευτικός και ποιήτρια), η Στρατούλα Τσαμπή (μέλος του Συνδέσμου Φ ιλολόγων Αέσβου) και ο Γ ιώργης Π αυλόπουλος (ποιητής).
Εχου όμους τ ’ κουκναριά. Φουρτουμέν’ είνι... Έ να ς Π λω μ α ρίτη ς, που άκουγε, ανέσωσε κι αυτός: - Αμ ισείς, ρε κμπάρι, δε φκιάξατι σκιου δυο χιλιάδις. Σας χκύπ’σι απί τώρα συ ιός τσι γυρίσατι σκιου χίλια ιννιακόσια. Τσι σκιου σαράντα ένα, λέγ’... Σκ’ πείνα τ ’ μιγάλ’... Οι άλλοι όμως δεν του τη χάρισαν: - Κ αλά... Άμα σουθούν τα χα β ιά ρ ια τσι γοι σαμπάνις, κόντιψι. Κάτ’ θα βριθεί τσι για σένα... - Να μη ντραπθείς καθόλ’... ίκ ’σις;... Μόνου τ ’ ξ ’λσυμάδα* τ ’ πλουμαρίτ’σσα να μη φέρ’ς μαζί σ’... Για τ ’ όνουμα του Θιου... * ξ ’λουμάδα (= παλαβάδα, τρέλα).
ΣΤΡΑΤΗΣ ΑΠ. ΜΟΥΤΖΟΥΡΕΛΗΣ
ΓΚΝΤΟΥΣΙ ΜΙ ΤΣΙ ΓΚΝΤΩ! Π ρ ιν απί πουλλά χρόνια βρέστσι σν Αθήνα γι Μ πανάρα. Τ ότις ήνταν γι «Α πόλλσυνας» τς Μυτιλήν’ς σ’ δεύτιρ’ τ ’ κατηγουρία τσ’ ήρτι να παίξ’ μι τουν «Αχαρναϊκό» τ ’ Μινιδισύ. Γοι υπεύθυν’ τ ’ «Απόλλουνα» πιράσαν απ’ του καφινέ, που συχνάζαν γοι Μυτιληνιοί, τσι γυρέψαν ινίσχυσ’, να παν στου γήπιδου για συμπαράστασ’. Κουντά στς άλλ’ απουφάγ’σι να πα τσι μια παρέγια Αγιασώτις. Μαζίντουν τσι γι Μπανάρα. Του λϊουφουρείου ήνταν φίσκα α π ’ του κόσμου. Γη Μπανάρα έτυχι ναν έχ’ μπρουστάντ έναν ξένου. ’Που πίσουντ ήνταν γοι υπόλοιπ’ τς παρέγιας. Αρχισαν να τουν πειράζιν τσι να τουν γκντουν τσι φτος έπιφτι πα στουν άθριπου. Για μια στιγμή γυρίζ’ γιου ξένους τσ’ ιβγινικά τ ’ λέγ’: Σας παρακαλώ, κύριε, μη σπρώχνετε! Γι Μπανάρα γύρ’σι πίσουντ τσ’ είπι τσι φτος ιβγινικά: Ρε σεις, μην κουντάτι! Γοι Α γιασ ώ τις όμους σ υνιχίζα ν να γκντουν, ουπότι νιβρίασι γιου ξένους τσι μι ύφους αυστηρό είπι σ’ Μπανάρα: Σας είπα, κύριε, μην σπρώχνετε! Νιβρίασε όμους τσι γη Μπανάρα τσ’ απόσουσι: Άκ’σι α σ’ πω, ε κ ’μπάρι, γκντούσι μι τσι γκντω, τι θέλ’ς α κάνου!
ΧΡΙΣΤΟΣ ΓΛΕΖΕΛΗΣ (ΠΟΥΠΟΥΣΑΣ)
ΤΟ ΜΙΛΕΝΙΟΥΜ Α υ ο Α για σ ώ τες, που κα τοικ οεδρ εύουν στη Χώρα, συναντιούνται: - Τ ι ψούν’σις; - Ιτοιμάζουμι για του μιλένιουμ. Να... Για δες... Πήρα αρβίθια τσι γίγαντις... Τσι μια ρέγκα αυγουμέν’. Συ είσι έτοιμους; - Αμέ, τι θαρρείς... Έσπειρα κ ’τσιά. Τσι σέσκου λα. Φύτιψα τσι μια κουντουρουδιά. Να έχουμι για τσικουλάτις. - Α! Ό χ ’ τόσου γλυκά. Φουβούμι του ζάχαρου...
ΜΠΙΤ’ΣΙ ΤΗ ΔΛΕΙΑΝΤ Αυο δασκαλέλια α π ’ τν Αγιάσου πιριμέναν του δϊσυρισμόντουν. Πήγαν σν Αθήνα, σ’ έναν παλιό βσυλιφτή, που τα ’χι καλά μι του βασ’λέ. Ίμπι γιου ένας στου γραφείου, δώτσι τα στοιχείαντ τσι γύριψι να τουπουθιτηθεί στου ν ’σί τσ’ όχ’ στ’ διαβόλ’ τη μάνα, σ’ Μακιδσυνία γή σ’ Θράκ’, που ’νταν χουνιφτήρια για τς πιο πολλοί τα χρόνια τσείνα. Πήρι τν υπόσχισ’ τσι χαρά χαρούμινους ίβγι όξου τσ’ είπι στου πατριώτηντ πους γη δλειαντ θα μπιτίσ’. Καταπόδ’ ίμπι στου γραφείου τσι γι άλλους. Είπι τι θέλ’, τσι γιου βουλιφτής τουν βιβαίουσι πους θα φρουντίσ’ τσι για φτον τσι τουν ξαπόστ’λι. Σάνι πήγι στου σπίτ’ Παναγιώτης, σχουριμένους πλια σήμερα, παραξινέφτσι πώς, μαθέ, φνου εν τ ’ γύριψι μηδ’ όνουμα μηδί στοιχεία! Τόσου γνσυστός ήνταν τσ’ εν του ’ξιρι!
ΕΡΜΟΛΑΟΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΓΟΙ ΑΜΙΡΙΚΑΝ’ Του λϊουφουρείου σταμάτ’σι στ’ Καρύν’, για να ’βγιν γ ’ ιπιβάτις τσι να δρουσ’στούν κσυμμάτ’, τσι μιτά πήρι πάλι τουν ανήφουρου για τν Αγιάσου. Γι ουδηγός, ιπειδή έκανι μιγάλ’^έστ’, είχι αφ’μέν’ αν’χτή τ ’ πρσυσ’νή τ ’ πόρτα, για να παίν’ αγέρα. Μια κουπέλα, που ’χι αγουράσ’ παγουτό, ξιφλούδ’σιντου τσι πέταξι τα χαρτιά απόξου α π’ τ ’ πόρτα. Ένας ουμσυγινής Α μιρικάνους, που τν είδι, τς είπι θμουμένα: Τούτου π ’ κάν’ς εν είνι όμουρφου, εν είνι σουστά, εν είνι νόμιμου, να πιτάς τα σκουπίδια όπ ’ έβ’ς! Τσι γη κουπέλα ατάραχ’ τ ’ λέγ’: Γιατί, σεις, γοι Αμιρικάν’, που πιτάτι τς μπόμπις σας στ’ Σιρβία τσ’ ό π ’ αλλού φτάξιτι, είνι όμουρφου, σουστά τσι νόμιμου!;
ΜΙΧΑΛΗΣ ΧΡΙΣΤΟΦΑΡΗΣ (ΚΑΜΠΑΣ)
Σ Τ Α Μ Α Τ Η Σ Κ . Σ Τ Α Μ Α Τ ΙΟ Υ Το πέρασμά του από το Γυμνάσιο της Αγιάσου Π ο λ λ ο ί εκπαιδευτικοί, δάσκαλοι και καθηγη τές, όλων σχεδόν των ειδικοτήτων, εργάστηκαν και εξα κ ολουθούν να ερ γ ά ζο ν τα ι στα σ χο λ ειά της Αγιάσου. Πρωτοπόρος ο Ακίνδυνος ο Θραξ, στις α ρ χές του π ερ α σ μ ένο υ α ιώ ν α . Σ υ ν εχ ισ τές του διδακτικού έργου του Αγιασώτες, Λέσβιοι, μα και ξενομερίτες. Καλός τιμονιέρης του Γυμνασίου στα μαθητικά μας χρόνια ο αείμνηστος Στενημαχιτης θεολόγος Κώστας Τζηρίδης, που με το γάμο του πολιτογραφήθηκε Α για σ ώ τη ς. Ξ εκίνησε α π ό τη Ρ ιζ ά ρ ειο Εκκλησιαστική Σχολή, ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο εξωτερικό και καταστάλαξε στο χωριό της Μεγαλόχαρης, όπου άφησε και τη στερνή του πνοή. Ή ταν διευθυντής με πακτωλό γνώσεων και με ευγέ νεια αισθημάτων. Ενέπνεε σεβασμό, συνεργαζόταν
αρμονικά με όλους, έδειχνε κατανόηση στους μαθη τές και περίσσια αγάπη στους συναδέλφους. Στο άλλοτε ενιαίο Γυμνάσιο της Αγιάσου, που στεγαζόταν σ ’ ένα παλιό κτίριο, που δεν υφισταται σήμερα, εργάστηκε α π ο δ ο τικ ά κ α ι ο Σ τα μ ά τη ς Σ τ α μ α τ ίο υ , π ο υ κ α τ α γ ό τ α ν α π ό τη Λ έσβο. Γεννήθηκε το 1928 στο Λισβόρι και ήταν το τρίτο από τα τέσσερα παιδιά του Κωνσταντίνου και της Γιαννούλας Σταματίου. Ο πατέρας του ήταν κτημα τίας, δουλευτής της γης, άνθρωπος φιλόπονος και δημιουργικός. Ο ίδιος από μικρός έδειξε ιδιαίτερη αγάπη για τα γράμματα. Τον συγκινούσαν τα γλωσ σικά μαθήματα και προπαντός οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς. Αφού τέλειωσε το δημοτικό της γενέ τειράς του, ολοκλήρωσε τα εγκύκλια μαθήματα στο Γυμνάσιο της Μυτιλήνης. Στη συνέχεια φοίτησε στη
Αναμνηστική φωτογραφία των μαθητών και των μαθητριών της Εβδομης του ενιαίου Γυμνασίου Αγιάσον, από εκδρομή στην Πύρρα (Αχλαδερή, 6.5.1957). Διακρίνονται, από αριστερά, καθήμενος Μυρσίνη Μιλτιάδου Χουτζαίου, Δημήτριος Παναγιώτου Κουντουρέλης, Σταμάτης Κωνσταντίνου Σταματίου (φιλόλογος καθηγητής), Γεώργιος Παναγιώτου Καρατζάς, Ιωάννης Βασιλείου Γουγουτάς. Όρθιοι: Ιωάννης Χριστόφα Χατζηβασιλείου, Ευστράτιος Ιωάννου Χαλελης, Ειρήνη Παναγιώτου Γλεζέλη, Μιλτιάδης Κωνσταντίνου Μαϊστρέλης, Χαρίκλεια Παναγιώτου Χατζηπροκοπίου, Ιωάννης Μιχαήλ Ταλέλης, Ειρήνη Νικόλαου Πλυτά (φιλόλογος καθηγήτρια), Ελένη Απελλή Σκλεπάρη και Χρίστος Παναγιώτου Καμινέλη; (Έκτης τάξης). (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Γιάννης Βασιλείου Γουγουτάς)
Φ ιλοσοφική Σχολή του Π ανεπιστημίου Αθηνών, από την οποία έλαβε και το πτυχίο του. Σταδιοδρόμησε ως εκπαιδευτικός. Αφετηριακά πρόσφερε τις υπηρεσίες του στην Αγιάσο, ως ιδιω τ ικ ό ς καθηγητής. Το δη μ όσ ιο τότε κ ά λ υ π τε τη μισθοδοσία του διδακτικού προσωπικού των τριών μονάχα τά ξεω ν. Για το π ρ ο σ ω π ικ ό τω ν ά λλω ν τάξεων πληρώναμε δίδακτρα. Βαρύ το φορτιό για το υ ς φ τ ω χ ο ύ ς γ ο ν ιο ύ ς , π ο υ λ α χ τα ρ ο ύ σ α ν να δώσουν μόρφωση στα παιδιά τους, παρακινημένοι από τον καημό της δικής τους αγραμματοσύνης. Ό τα ν τον γνω ρίσ α μ ε εμείς κα τά το σχολικό έτος 1956-1957, όντας μαθητές της Εβδομης, ήταν νέος, ανύπαντρος, πρωτόπειρος. Έκανε το βάφτι σμα, μεταστοιχείωνε τη θεωρία σε σχολική πράξη. Ή ταν αφοσιωμένος στο καθήκον, σοβαρός, πρόθυ μος, εργατικός, μεθοδικός, ευπρεπής, συνεπής και δ ίκ α ιο ς . Ε ν δ ια φ ε ρ ό τ α ν γ ια το υ ς μα θητές κ α ι συνεργαζόταν αρμονικά μαζί τους, κρατούσε όμως κ α ι την επιβαλλόμενη π α ιδ α γ ω γ ικ ά απόσταση. Ή ταν άνθρωπος αισιόδοξος, κοινωνικός, άκακος, πάντα γελαστός. Πολύ γρήγορα, ως Λέσβιος, προ σαρμόστηκε στο π νεύμ α τω ν Α για σ ω τώ ν, σ τις συνήθειές τους, στα έθιμά τους. Έ κανε παρέα με τους συναδέλφους του, αλλά και με άλλους, που τον εκτιμούσαν και τον αγαπούσαν. Μ ετά τη θητεία του στην Α γιάσο ο Σταμάτης Σταματίου άρχισε τον πνευματικό του μόχθο στο δ η μ ό σ ιο . Υ πηρέτησε στην Ε μ π ο ρ ικ ή Σ χολή Κ α ρ λοβ α σ ίου Σάμου (1.9.1959-30.7.1962), στο Γυμνάσιο Θηλέων Μυτιλήνης (1.8.1962-20.9.1977), ω ς διευ θ υ ντή ς στα Γ υμνάσ ια Χ ίου (21.9.197720.8.1978), Π ο λ ιχ ν ίτ ο υ (21.8.1978-24.8.1980), Π α μ φ ίλω ν (25.8.1980-24.8.1982) και Μ υτιλήνης (3ο) ω ς το 1985, κ α θ ώ ς κ α ι στο 4ο Λ ύ κ ειο Μ υτιλήνης (1985-1986), οπότε παραιτήθηκε και συνταξιοδοτήθηκε. Στις 10 Ιανουάριου 1998 ο Σταμάτης Σταματίου προδόθηκε από την ευαίσθητη καρδιά του και πήρε το δρόμο της αιωνιότητας, καθώς έπινε το καφεδά κ ι του κ α ι κουβέντιαζε με τους φ ίλ ο υ ς του στο «Πανελλήνιο», το ιστορικό κέντρο-καφενείο της Μ υτιλήνης. Ο χα μ ός του λύπησε β αθύτατα την ο ικ ο γ έ ν ε ια το υ , την α γα πη μ ένη του σ ύζυγο Ελισάβετ (Έλλη) Γεωργίου Δαβίδ, δασκάλα από την Ερεσό, συγγενή του δεινού φιλολόγου Εμμανουήλ Δαβίδ, τα δυο του παιδιά, τον Κωνσταντίνο, τοπογράφο-συγκοινωνιολόγο, και την Ελένη Ζαχαρίου Ντούρου, κτηνίατρο, τους λοιπούς συγγενείς, τους συναδέλφους, τους φίλους, τους μαθητές...
Μ ΝΗΜΗ ΠΡΟΣΦΙΛΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Η Μ αρία Χ ατζημιχαήλ-Αϊβαλιώτου πρόσφερε 10.000 δρχ. στη μνήμη του πατέρα της Ευστρατίου Α ιβ α λ ίώ τ ο υ (Φ α σ ο ύ λ α ς) κ α ι της γ ια γ ιά ς της Μ αρίας (Μαργέλ’) Αϊβαλιώτου-Σμυρνιού. Η Α φ ροδίτη Χ ρ ο ν ο π ο ύ λ ο υ πρόσ φ ερ ε 5.000 δρχ. στη μνήμη τω ν γονέω ν της Γ ρηγορίου κ α ι Μαρίας Εμβάλωμα (Σαρίκ’). Οι αδελφ οί Σ τα ύρος, Χ ρίσ τος και Π ερικλής Σπηλιάδης πρόσφεραν 50.000 δρχ. στη μνήμη του πατέρα τους Κώστα Σταύρου Σπηλιαδή, που απεβίω σεστις 17.3.1999. Ο Ε υ σ τρ ά τιος Σ π λ ια δή ς (δγάηεγ) πρόσφερε 4.000 δρ χ. στη μνήμη το υ Κ ώ σ τα Σ τα ύ ρ ο υ Σπηλιάδη. Η Σ ο φ ία Π α πουτσ ή -Κ ουδουνέλη π ρ όσ φ ερε 5.000 δρχ. στη μνήμη του Παναγιώτη Λινάρδου. Η οικογένεια του Γρηγορίου και της Μ αιρης Β ουσ β ούνη , α π ό το ν Π α λ α ιό κ η π ο , π ρ ό σ φ ερ ε 10.000 δ ρ χ . στη μνήμη της Χ ρ υ σ ώ ς Μ ιχα ή λ Σκοπελίτου. Η Ειρήνη Κ ουδουνέλη πρόσφερε 10.000 δρχ. στη μνήμη τω ν γ ο ν έ ω ν της Ε υ σ τ ρ α τ ίο υ κ α ι Βασιλικής Κουδουνέλη. Η Καλλιρρόη Ευαγγελινού-Πουδαρά πρόσφερε 5.000 δρχ. στη μνήμη του πατέρα της Αλεξάνδρου (Αλέκου) Πουδαρά. Α ν ώ ν υ μ ο ς π ρ ό σ φ ερ ε 5.000 δρ χ. στη μνήμη Ερμολάου, Ειρήνης και Ευστρατίου Φα'ιδά, καθώς και στη μνήμη Παναγιώτη Δουκάρου. Η Βασιλική Σταύρου Βεγιάζη Π ουδαρά π ρ ό σφ ερε 5.000 δ ρ χ . τη μνήμη το υ π α τέ ρ α της Αλεξάνδρου (Αλέκου) Πουδαρά. Η Κατερίνα Ευστρατίου Τσουκαρέλη (Ζορμπά) πρόσφερε 2.000 δρχ. στη μνήμη της εγγονής της Αικατερίνης Βασιλείου Τσουκαρέλη. Ο Βασίλειος Ευστρατίου Χατζηλεωνίδας πρό σφερε α ντί στεφάνου 10.000 δρχ. στη μνήμη της εξαδέλφης του Σοφίας Γεωργίου Καλύβα, το γένος Ιωάννου Χατζηλεωνίδα.
ΕΝΙΣΧ Υ ΣΗ ΣΥΛΛΟΓΟΥ - «ΑΓΙΑΣΟΥ»
Αθήνα. 15.4.2000
ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Βασίλειος Παναγιώτου Πετεινέλης Παναγιώτης Λιάπης
Δρχ. 10.000 7.000
ΔΙΑΘΕΣΗ ΤΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΜΑΣ Α. Κυκλοφόρησαν τελευταία τα βιβλία που εξέ δωσε ο «Φιλοπρόοδος Σύλλογος Αγιασωτών»: 1. [Ε.Π. Κουλαξιζέλλη-Β.Π. Τραγέλλη], Η Α γιάσος και τα πέριξ, εν Αθήναις 1896. Δρχ. 1500.2. Στρατή Π. Κολαξιζέλη, Θ ρύλος και ιστορία της Α γιάσου της νήσου Λέσβου, Αθήνα 1997. Δρχ. 5.000. Τα β ιβλία δ ια τίθ ε ν τ α ι α π ό το Σ ύλλογο με άμεση παράδοση, κατά τις ώρες λειτουργίας των Γραφείων, ή επί αντικαταβολή (1.700 και 5.400 δρχ. αντίστοιχα). Επίσης διατίθενται από τους κ α τά τ ό π ο υ ς α ν τ α π ο κ ρ ιτ έ ς το υ π ε ρ ιο δ ικ ο ύ «Αγιάσος», τα ονόματα και οι διευθύνσεις των οποίων αναγράφονται παρακάτω. Β. Επίσης διατίθενται βιβλιοδετημένοι τόμοι του περιοδικού «Αγιάσος», με άμεση παράδοση στα Γραφεία του Συλλόγου ή επί αντικαταβολή (12.000 δρχ.). Α ' τόμος (1-25, 1980-1984), Β ' τόμος (26-45, 1985-1988), Γ ' τόμος (46-67, 19881991), Δ ' τόμος (68-85, 1992-1994) και Ε ' τόμος (86-103,1995-1997).
ΓΑΜΟΙ - Ευστράτιος Χριστόφα Σ αλαβάτη Μαρία Ιωάννου Δημοπούλου - Νικόλαος Παναγιώτου Λεβέντης Δέσποινα Ηλία Κουταλέλη
ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ Σ τ ι ς 26.12.1999, στον ιερό ναό των Ταξιαρχών Π α π ά δ ο υ , τέλ εσ α ν το γά μ ο τ ο υ ς ο Γ εώ ρ γιο ς Α ποστόλου Φ υδανάκης κ α ι η Μ αρούλα Στρατή Κυριάκου (Αποστολέλη). Ευχόμαστε ολόψ υχα να είνα ι ο έγγαμος βίος τους ανέφελος, πλήρης χαράς και ευτυχίας. Οικογένεια ΓΙΑΝΝΗ και ΑΡΙΑΔΝΗΣ
ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΒΑΦΤΙΣΗ Σ τ ι ς 8.1.2000, σ το ν ιερ ό να ό το υ Α γ ίο υ Ε ρ μ ο λ ά ο υ Π α λ α ιο κ ή π ο υ , ο Θ ο δ ω ρ ή ς κ α ι η Ε λευθερία Χ ατζηράλλη β ά φ τισ α ν την κ ορούλα τους, στην οποία δόθηκε το όνομα Χρυσούλα. Στους ευτυχείς γονείς, καθώ ς και στους π α π πούδες σας και στις γιαγιάδες, ευχόμαστε να τους ζήσει. Στους νονούς Γιάννη και Μαριάνθη Βουτσή ευχόμαστε να είναι πάντα άξιοι. Οικογένεια ΓΙΑΝΝΗ και ΑΡΙΑΔΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΘΑΝΑΤΟΙ - Παπαπορφυρίου Ευφροσύνη Μιχαήλ (Κοιμητήριο Καισαριανής, 14.2.2000)
ΔΙΟΡΘΩΣΗ
Στο προηγούμενο τεύχος 116 (2000) να γίνουν οι παρα κάτω διορθώσεις: 1. Στη λεζάντα της σελ. 16 να γραφεί: Γρηγόρη Παναγιώτη Ευαγγελινέλη και τη νύφη του Αγγέλα αντί Στρατή Παναγιώτη Ευαγγελινέλη και τη σύζηγό του Αγγέλα. 2. Στη σελ. 34 να γραφεί: Χτενέλη Προκοπία Θεοφίλου αντί Χτενέλη Προκοπία Δημητρίου.
- Βουνάτσου Μυρσίνη, χήρα Μιχαήλ -Χ ρ υσ ά φ η ς Γεώργιος Κωνσταντίνου - Καμπιρέλη Μυρσίνη, χήρα Παναγιώτου - Γλεζέλης Βρανίδης Παναγιώτου - Γελαγώτης Λέσβανδρος Θεοφίλου - Μ αρία Γεωργίου Τσουκαρέλη, το γένος Προκοπίου Στεφάνου (Κοιμητήριο Κηφισιάς, 8.4.2000)
- Σοφία Γεωργίου Καλύβα, το γένος Ιωάννου Χατζηλεωνίδα (Κοιμητήριο Αμαρουσίου, 24.4.2000)