Agiasos mag 120 2000

Page 1

ΑΡ. ΤΕΥΧΟΥΣ 120

ΣΕΠΤΕΜΒΡΗΣ -ΟΚΤΩΒΡΗ! 2000


Ο Δ η μ ή τρ ιος Κ αβαδάς κ αι ο Γ εώ ρ γιος Ζουρέλης, τραυματίας του Πόγραδετς και μετέπειτα στρατηγός...

Θ Ευστράτιος Βασιλείου Πιπερίτης, δρα­ στήριο μέλος της «Φιλοπροόδου Παροικίας Αγιάσου» Χγάηβγ.

Τρεις φιλενάδες του χτες στο Καμπούδι, η Βάνα Χρ. Κανιμά, η Ειρήνη Παν. Σ υνο­ δινού και η Ελένη Παν. Τσιβγούλη.

ΗΕΡΡ2Χ0ΜΕΪ ΊΑ ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Τα χινοπωριάτικα καστανομαζώματα...................................................................... ΧΑΡΙΛΑΟΥ ΚΛ. ΚΟΥΔΟΥΝΕΛΗ, Πατριδογνωστικά. Αγιάσος, αγάπη μου... ( Α' )................................................. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗ, Η ελληνική εποποιία του 1940-1941. Αφιέρωμα στους ηρωικούς Αγιασώτες νεκρούς... ΓΙΩΡΓΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ, Ο πόλεμος του 1940-1941. Τότε που ήμασταν π α ιδιά .................................................. ΓΙΑΝΝΗ Α. ΠΑΠΑΝΗ, Πενήντα χρόνια στο σχολείο. Η Μαρία και η Αίτσα.............................................................. ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Αεσβιακά αρχειοδιφικά σύμμεικτα. Η δημόσια διαθήκη του Δημητρίου Χατζησπύρου.. ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Λεσβιακοί απόηχοι. Του Αντωνίου Θαβώρη............................................................ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Γ. ΣΚΛΕΠΑΡΗ, Στοχαστής (ποίημα).ΕΡΜΟΛΑΟΥ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Θάλασσα είν’ ο ουρανός (ποίημα), ΑΝΔΡΟΝΙΚΗΣ ΣΑΒΒΑ-ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗ, Μάνα! Γιαγιά! Πατέρα! (ποίημα).......................................... ΣΠΥΡΟΥ Κ. ΚΑΡΑΜΟΥΝΤΖΟΥ, Ματωμένη Κύπρος (ποίημα). ΔΗΜΗΤΡΗ ΖΑΡΟΔΗΜΗΤΡΑΚΗ, Ο άγγελος (ποίημα). ΕΛΠΙΔΑΣ ΜΟΛΥΒΙΑΤΟΥ, Θέλω ν ’ αγαπώ (ποίημα). ΜΑΡΙΑΣ ΠΑΤΣΕΛΗ-ΚΑΜΙΝΕΑΗ Χαρές και πανηγύρια (ποίημα).............................................................................................................................................................. ΜΑΡΙΑΣ ΑΓΙΑΣΩΤΟΥ-ΛΑΜΠΡΙΝΟΥ, Από τις ιστορίες του χωριού. Ο μπαρμπα-Βαγιάνης................................ Ο βιολιστής Χαρίλαος Ρόδανος αφηγείται. Τρικούβερτο γλέντι στον Κήπο της Π αναγίας....................................... ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Η Αγρα στο πέρασμα των αιώνων. Ματιές στο πρόσφατο βιβλίο του Γιάννη Τριανταφύλλου..................................................................................................................................................................... ΜΙΧΑΛΗ ΚΟΡΟΜΗΛΑ, Δυο καινούρια ενδιαφέροντα βιβλία. Η παρουσίασή τους στο Αναγνοοστήριο «η Ανάπτυξη».. ΠΡΟΚΟΠΗ ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗ, Ο Βασίλης Αέκας και η Μαρία Ρουσέα στο Αναγνωστήριο...................................... ΓΙΑΝΧΑΤΖ, Μουσικά σταυροδρόμια στο Αιγαίο........................................................................................................... Ανταποκριτή, Ο σχολικός αθλητισμός μας. Η επιτυχία της ομάδας μπάσκετ του Γυμνασίου μας............................ Τα πθίτκα μας (Ερμ. Χατζηβασιλείου, Χρ. Γλεζέλης, Μαρία Κουρβανιού, Μιχ. Χριστοφαρής, Προκ. Κουτσκουδής) ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Βασίλειος Παναγιώτου Τσιβγούλης. Ο ασκληπιάδης της αγάπης και της προσφοράς.... ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Αυτοί που φεύγουν. Παναγιώτης Κ. Φαϊδάς (1931-2000)..................................... Κοινωνικά.............................................................................................................................................................................

Σελ. 3 4 6 9 11 13 16 18

19 20 22 23 25 27 28 29 31 32 33 34

ΕΞΩΦΥΛΛΟ Το λιμάνι του 8 ^άηβγ, της φιλόξενης πόλης της Α υστραλίας, στην οποία δρουν χιλιάδες μ ετανά­ στες από το νησί μας... (Φωτογραφία θ 3 ΐ £ ΓαιτιοΙΙε)

ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ Έ νας Αγιασώ της στρατοκόπος απολαμβάνει τον ίσκιο της καστανιάς. Στο βάθος ο πέτρινος όγκος του Ξυλόκαστρου και συγκεκριμένα της Οξιάς. (Φωτογραφία Γιάννη Χατζηβασιλείου, 27.8.1990)

ΙΧ5Ν 1106-3378


ΤΑ ΧΙΝΟΠΩΡΙΑΤΙΚΑ ΚΑΣΤΑΝΘΜΑΖΩΜΑΤΑ Ο ι Αγιασώτες ολοχρονίς πάλευαν και εξακολου­ θούν να παλεύουν με τη δυστοκία της γης τους. Τα περισσότερα χτήματά τους είναι ορεινά, δεν έχουν τη γονιμότητα μα και τις ευκολίες των πεδινών. Πρέπει να τα ποτίσει ιδρώτας πολύς, για να δώσουν γεννήμα­ τα, για ν ’ ανταμείψουν το χερομάχο δουλευτή τους... Η «καμάδα» του 1850 ανάγκασε τους προγόνους μας να φτιάξουν περβόλια και σωθύρια παντού, για να έχουν και άλλα εισοδήματα, για ν ’ αντιμετω πί­ ζουν τα «κισίρια» και την αστοχία των «μαξουλιών». Εκμεταλλεύονταν κάθε τόπο, αφού πρώτα τον μέρευ­ αν με τη δούλεψή τους. Ξεχέρσωναν ρουμάνια απάτη­ τα, που τα νέμονταν τ ’ αγρίμια, τα σερπετά και τα πετούμενα... Οι καστανιώνες της Αγιάσου θερίεψαν και απλώ­ θηκαν ολούθε. Τα δέντρα τους, τραβώντας τ ’ αψηλού, απαιτούν δυναμικά τη χειραφέτησή τους από τη μάνα γη. Άγρια και ήμερα σέρνουν το χορό στο τρανό γιορ­ τάσι της φύσης. Παλαιότερα ο κόσμος τα φρόντιζε, γιατί σ’ αυτά στήριζε την πόρεψη της φαμίλιας του, ίσαμε να μπει στα κιούπια το λάδι. Σήμερα τα περισ­ σότερα σωθύρια εγκαταλείφτηκαν, γιατί δεν υπάρ­ χουν άνθρωποι να τα φροντίσουν ή γιατί η εκμετάλ­ λευσή τους κρίνεται ασύμφορη. Λίγοι είναι αυτοί που

ακολουθούν τα χνάρια των προγόνων, που μπολιά­ ζουν, που κλαδεύουν, που καλλιεργούν... Άλλοτε, με το φύσημα του καστανολόγου, όλοι, μικροί και μεγάλοι, άντρες, γυναίκες και παιδιά, ήταν στο πόδι. Έπρεπε να μαζωχτούν πρώτα πρώτα τ ’ ανεμοκάστανα και στη συνέχεια οι ραβδιστάδες να ρίξουν κάτω τους «αχνούς». Οι μαζώχτρες, με την τσιμπίδα στο ένα χέρι και με το κοφίνι στο άλλο, έπρεπε να κοψ ομεσιαστούν, για να γεμίσουν τα «χαράρια», τα μεγάλα τρίχινα τσουβάλια, και για να μεταφερθούν οι «αχνοί» στα «σιργιά», όπου θα ποτί­ ζονταν καθημερνά, ώσπου να σαπίσουν τα κεντρίδια τους και ν ’ απελευθερωθεί ο καρπός. Οι καστανέμποροι ήταν αρκετοί. Αγόραζαν από τους παραγωγούς το προϊόν και το εμπορεύονταν, όπως γινόταν και με τ ’ απίδια και με τα μήλα... Στα πενήντα χρόνια που πέρασαν έγιναν αλλαγές μεγάλες, που δεν ήταν εύκολο να τις προβλέψει κανείς. Τα χωριά ερήμωσαν, έγιναν κέντρα θερινής αναψυχής. Τα εργατικά χέρια λιγόστεψαν και οι περισσότεροι δου­ λευτάδες της γης έγιναν επικαρπωτές του εύκολου μονάχα προϊόντος. Τα θορυβώδη καστανομαζώματα του χτες έγιναν σήμερα πια ξέμακρο παρελθόν... ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Ο ταϊφάς του Χαράλαμπου Αουκάρου (30.10.1960). Διακρίνονται, από αριστερά, όρθιες: Αγγέλα Βαγιάνη Αβαγιανού, Μαριάνθη Χαράλαμπου Αουκάρου-Κουτσκουδή, Γρηγορία Αναστασίου Ιατρού (Αρχοντίτση), Αννα Παναγιώτη Κουμλέλη και Ελένη Αναστασίου Ιατρού (Αρχοντίτση). Καθήμενος Δημήτριος Θεοφίλου Πανάγης (1941-1990), Ελένη Αποστόλου Παπουτσή, Μαρία Χριστόφα Σταυρακέλη-Αουκάρου, Αδριανή Νικολάου Λημναίου και Έλλη Αναστασίου Ιατρού (Αρχοντίτση). (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Προκόπης Κουτσκουδής)


ΠΑΤΡΙΛΟΓΝΩΣΤΙΚΑ Αγιάσος, αγάπη μου... Α' Κ ά τ ω από τον πλάτανο βρισκόταν το περίπτερο-καπνοπωλείο του Λεωνίδα Κουζέλη, που σήμερα έχει μετατοπιστεί λίγο πιο πίσω. Μετά το θάνατο του Λεωνίδα Κουζέλη το περίπτερο περιήλθε στη σύζυγό του Σταυρούλα, με ενοικιαστή το Στρατή Γουγουτά ή Λ εμόνι, αδερφό της Σ τα υρούλα ς, ο οποίος μετανάστευσε στην Αμερική και τώρα ζει στη Μυτιλήνη. Στη συνέχεια ενοικιαστές του περιπτέρου ήταν ο μακαρίτης Παναγιώτης Βασιλείου Μαλούκης και για π ολλά χ ρ ό ν ια ο Π α να γιώ τη ς Ν ικολάου Ορφανός, ο οποίος εξακολουθεί να το λειτουργεί. Η ιδιοκτησία του περιπτέρου αυτού, μετά το θάνατο της Σ τα υ ρ ο ύ λ α ς Κ ουζέλη, έχει π ερ ιέλ θ ει στη Μαριάνθη Λεωνίδα Αϊβαλιώτου (Καριγλάδινα). Στην πρώτη θέση του περιπτέρου και παράπλευ­ ρα σ ’ αυτό ήταν και το υπαίθριο κρεοπωλείο του Στρατή Καραφύλλη ή Νταγή, που κρέμαζε εκεί τα σφάγιά του και που είχε τον πλάτανο ως ψυγείο του! Πίσω από το περίπτερο που αναφέραμε ήταν ένα τσιμεντένιο λαγκάδι, που τώρα δεν υπάρχει. Εκεί ήταν τα παλιά ψαράδικα της Αγιάσου. Στο μέρος αυτό, από τη μια κ α ι α πό την άλλη πλευρά του λαγκαδιού, οι ψαρομανάβηδες της Αγιάσου τοποθε­ τούσαν για πώληση τα ψάρια τους σε κοφίνια. Για να φέρουν τα ψάρια στην αγορά της Αγιάσου, έφευ­ γαν τη νύχτα με τα ζώα τους, μουλάρια, γαϊδουρά­ κια, και έπια να ν διά φ ορες ιχθυόσκαλες (Σκάλα Βασιλικών, Σκάλα Π ολιχνίτου, Σκάλα Καλλονής, Κουντουριδιά, Ντίπι, Θερμή και άλλες), ανάλογα με

την εποχή. Στην Αγιάσο έφταναν τις εσπερινές ώρες και περίμεναν τους κουρασμένους από τη δουλειά Α γιασώτες να ψ ω νίσουν τα χαψιά, τη μαρίδα, τη γόπα, τη σαρδέλα, τις πίνες και τα χτένια. Για τα μεγάλα ψάρια δε γινόταν καθόλου λόγος, γιατί αυτά τα αγόραζαν από νωρίς «οι ολίγοι», που είχαν τον τρόπο τους και δε βγαίνανε στην εξοχή, στα κτήματα. Οι φτωχοί μόνο που τα έβλεπαν, αν προλά­ βαιναν. Θυμάμαι μια φορά που πήγαμε με τον πατέρα μου να αγοράσουμε ψάρια και δεν είχε. Δηλαδή είχε λίγα, αλλά ήταν μεγάλα και δεν ήταν για το βαλάντιό μας. Τότε άκουσα κάποιο νοικοκύρη που ρώτησε τον πωλητή ψαρά: «Καλά, σήμιρα εν έχ’ς ψάρια για τς αθρώ π’;». Και με το παιδικό μου μυαλό νόμισα ότι αυτά τα μεγάλα ψάρια τα αγοράζουνε μόνο οι πλού­ σιοι για τις γάτες τους. Ειλικρινά, έτσι το νόμισα. Αφού λοιπόν δεν είχε για μας ψάρια, ο πατέρας μου με έστειλε στο σπίτι, λέγοντάς μου: «Άιντι, γιε μ’, στου σ π ίτ’ τσι πε σ ’ μάνα σ ’ να βάλ’ κανέ τσ ’κά λ’ φασούλις, γιατί εν έχιν, πε, ψάρια σήμιρα». Τι εποχή, αλήθεια! Τι σύγκριση με το σήμερα. Οι ψ αρά δες της α γορά ς θυμάμαι ότι ήταν οι παλιοί Χαρίλαος Βουνάτσος (Κνας του Χαρέλ’), ο αδερφός του Πάνος (Κνας), ο Κλεάνθης Ψαρούδης (Βουτλιάρς), ο Γιάννης Καραφύλλης, ο Δημητρός Χ α τζη δ ο ύ κ α ς (Μ η τρ έλ ’ Α β α για νό ς), ο Π ά ν ο ς Βουνάτσος, ο Αχιλλέας Ταράνης με τον αδερφό του Δημοσθένη, ο Γρηγόριος Γεωργαντής, ο Στρατής Καλαλές και οι νεότεροι Στρατής Βουνάτσος (Κνας) και Στρατής Χατζηδούκας (Μάκρας), και διάφοροι άλλοι περιστασιακοί. Να με συγχωρέσουν δε όσοι παλιοί υπάρχουν ακόμα και δεν τους θυμήθηκα. Πίσω από το περίπτερο του πλάτανου, μετά το λαγκάδι των παλιών ψαρομανάβηδων, όπου σήμερα είν α ι το κ ρ εο π ω λ είο -π α ν το π ω λ είο του Γ ιάννη Κ α ρ α φ ύλλη ή Ν ταγή, ήτα ν το εμ π ο ρ ικ ό του Βασιλείου Μαλούκη. Εδώ αξίζει να σταθούμε για

Π ερίπατος στην αγορά της Α γιάσου, πριν από πολλά χρόνια. Διακρίνονται, από αριστερά: Θεολόγος Γεωργίου Σωσώνης, Ευστράτιος Χρυσής ή Κ ατζάλ’, Προκόπιος Μ ιχαήλ Χατζηπροκοπίου και Γρηγόριος Φωτίου Ασπρομάτης. (Από τη Συλλογή Γιάννη Χατζηβασιλείου)


λίγο, για να τονίσουμε την εντιμότητα αυτού του ανθρώπου. Ή ταν ένας από τους πιο σοβαρούς και τίμιους χοντρέμπορους της εποχής εκείνης και η φήμη του ξεπερνούσε τα όρια της Αγιάσου, αλλά και του νη σ ιού α κόμα . Τ ρ ο φ ο δ ο το ύ σ ε την Α γιάσ ο κυρίως με άλευρα και η εμπιστοσύνη των μεγαλεμπόρων στο πρόσω πό του ήταν απεριόριστη. Με πολλούς από αυτούς, πέρα από το νησί της Λέσβου, είχε για πολλά χρόνια συναλλαγές με «κρέντιτο» απεριόριστο, χωρίς να τον γνωρίζουν προσωπικά. Μεταξύ αυτών ήταν και οι γνωστοί Κυλινδρόμυλοι «Λούλη» στο Βόλο. Κάποτε ο βρακοφόρος έμπορος Μαλούκης, που βρέθηκε για δουλειές στην Αθήνα, θεώρησε ευκαιρία να πεταχτεί ως το Βόλο, για να δώσει μεγάλη παραγγελία αλεύρων. Έκανε λοιπόν τηλεγράφημα στο Βόλο, γνω στοποιώ ντας την επί­ σκεψή του αυτή για ορισμένη μέρα και ώρα. Συνεπής στο ραντεβού του πήγε στο εργοστάσιο και ζήτησε από το θυρω ρό να δει τον κ. Λούλη, χω ρίς να πει π οιος ήταν. Ο θυρωρός που δεν τον γνώριζε του είπε: «Δυστυχώς ο κ. Λούλης δε θα μπο­ ρέσει να σας δεχτεί σήμερα, γιατί περιμένουμε τον κ. Μαλούκη από τη Μυτιλήνη και η ημέρα μας είναι κλεισμένη». Μα εγώ είμαι ο Μαλούκης, του απάντη­ σε με χαμόγελο ο συγχωριανός μας. Ο βρακοφόρος έμπορος Βασίλειος Μαλούκης με το καθαρό μυαλό του, την απλότητα και την εντιμότητά του, είχε κατορθώσει να έχει την εκτίμηση των μεγαλεμπόρων προμηθευτών του και των πελατών του. Αργότερα στην εμπορική του επιχείρηση έβαλε συνεταίρο του το Γιώργο Σαμοθράκη, ο οποίος κατεί­ χε καλά τα λογιστικά, προς όφελος των μεγάλων εμπορικών συναλλαγών του. Για τις ανάγκες του εμπορίου του ο Μαλούκης διατηρούσε δυο μεγάλες ιδιόκτητες αποθήκες στο Ντίπι. Γιατί τα εμπορεύματα που έρχονταν με καΐκια και καραβάκια, έπρεπε να αποθηκευτούν, μέχρι να διοχετευτούν στην αγορά.

Ο παλαιός κρεοπώλης της Α γιάσου Ιωάννης Γεωργίου Καραφύλλης ή Νταγής με τη σύζυγό του Π ινιώ αναχω ρούν για το σπίτι τους, που βρισκόταν στον Α πέσο... (Φωτογραφία Δουκάκη Σίμου Χουτζαίου)

Μετά το Μ αλούκη το μαγαζί αυτό το είχε για κάποια χρόνια ο Αγγελής Οικονόμου, που έκανε και αυτός το ίδιο επάγγελμα με το Μαλούκη και που αργότερα μετοίκησε στη Θεσσαλονίκη για λόγους σπουδών των παιδιών του, όπου και απεβίωσε. (Συνεχίζεται)

ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΚΛ. ΚΟΥΔΟΥΝΕΛΗΣ

Το κρεοπω λείο του Π αναγιώ τη Ευστρατίου Καραφύλλη. Λίπλα στον κρεο­ πώλη ο πελάτης Ευστράτιος Ανθιμου Γυρέλης. Για πούλη­ μα και το σφαχτάρι, ο μόσχος του Προφήτη Η λία, καταπώς γράφ ει η πινακίδα. (Φωτογραφία Χρίστου Γλεζέλη ή Πουπούσα. Αγιάσος, 27.7.1996)


Η ΕΑΑΗΝΙΚΗ ΕΠΟΠΟΙΙΑ ΤΟΥ 1940-1941 Αφιέρωμα στους ηρωικούς Αγιασώτες νεκρούς Τ ο αφιέρωμα αυτό αποτελεί ταπεινό μνημόσυνο στους ηρωικούς Αγιασώτες στρατιώτες, οι οποίοι σκοτώ θηκαν κατά το Β ' Π αγκόσ μιο Π όλεμο (Ελληνοϊταλικός και Ελληνογερμανικός πόλεμος 1940-1941, Μέση Ανατολή, Ευρώπη). Η Αγιάσος ήταν παρούσα σ ’ όλους τους εθνικούς, κοινωνικούς και λαϊκούς αγώνες της νεότερης ιστορίας της πατρίδας μας, από τα χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 μέχρι και σήμερα και έχυσε το αίμα των καλύτε­ ρων παιδιών της στο βωμό της λευτεριάς, της ανεξαρ­ τησίας, της δημοκρατίας. Δεν έλειψε ούτε από τον επικό πατριωτικό αντιφασιστικό αγώνα του λαού μας στα βουνά της Πίνδου και στο Αλβανικό Μέτωπο. Η διεξαγωγή των επιχειρήσεων στο Αλβανικό Μέτωπο διαιρείται χρονικά σε τρεις περιόδους. Α ' περίοδος: Από 28 Οκτωβρίου 1940 έως 13 Νοεμβρίου 1940 (Ιταλική εισβολή στην Ελλάδα). Β ' περίοδος: Από 14 Νοεμβρίου 1940 έως 6 Ιανουάριου 1941 (Ελληνική αντεπίθεση). Στο διάστημα αυτό οι ελληνικές δυνάμεις ανέλαβαν επιθετικές ενέργειες σ’ όλο το μέτωπο και απώθησαν τον εχθρό απ’ όλα τα σημεία του ελληνικού εδάφους. Κατέλαβαν την Κορυτσά, την Πρεμετή, το Αργυρόκαστρο και έφτασαν στη γραμμή ΠόγραδετςΚάμια-Σούχα-Γκόρα-Χιμάρα. Στη γραμμή αυτή οι επι­ θετικές ενέργειες αναστάλθηκαν προσωρινά στις 28 Δεκεμβρίου 1940. Ιδιαίτερα στον κεντρικό τομέα του μετώπου και στον τομέα Πόγραδετς-Κορυτσάς τα ελληνικά στρατεύματα, συνεχίζοντας την προέλασή τους, κατέλαβαν στις 4 Δεκεμβρίου το Πόγραδετς, στις 5 την Πρεμετή, και άνοιξαν δρόμο προς ΚλεισούραΤεπελένι, παρά το γεγονός ότι η ιταλική διοίκηση έριξε εδώ άρματα μάχης, δυο νέες μεραρχίες και τάγματα μελανοχιτώ νω ν. Ως τις 8 Δεκεμβρίου διώχτηκε ο εχθρός, ύστερα από σκληρές μάχες, από τις οχυρωμέ­ νες θέσεις που κατείχε στον ορεινό όγκο της Κάμιας. Γ ' περίοδος: Από 7 Ιανουάριου 1941 έως 26 Μαρτίου 1941 (Χειμερινές επιχειρήσεις - απόκρουση της ιταλι­ κής εαρινής επίθεσης ή «επίθεσης των ρόδων» - σταθε­ ροποίηση του μετώπου). Όι Αγιασώτες και γενικά οι Λέσβιοι οπλίτες είχαν στρατολογηθεί στο 22ο Σύνταγμα Πεζικού (Λέσβου) και πολλοί από τους Αγιασώτες υπηρετούσαν στο ΠΙ Τάγμα του 22ου Σ.Π. Το 22ο Σ.Π. υπαγόταν στη XVI Μεραρχία Αττικής -μονάδα μετώπου 620, που, επειδή είχε το δυσκολότερο δρομολόγιο ανεφοδιασμού του κεντρικού μετώπου, χρειαζόταν τα καλύτερα ζώα και τέτοια τότε ήταν της Λέσβου. Συνεπώς οι αξιωματι­ κοί, οι περισσότεροι ημιονηγοί και οι ημίονοι ήταν από τη Λέσβο (περιοδικό «Αγιάσος», τόμος 4, τεύχος 81, σ. 5, μαρτυρία Δημητρίου Καβαδά). Το Πόγραδετς

απετέλεσε το πιο προχωρημένο σημείο του Βόρειου τομέα του Αλβανικού Μετώπου, προς την κατεύθυν­ ση των αλβανογιουγκοσλαβικών συνόρων (λίμνη Αχρίδα). Πάνω και πέρα από το Πόγραδετς εκτείνο­ νται τα βουνά Κάμια, όπου διεξήχθησαν σκληροί αγώνες και οι ελληνικές επιθέσεις ανακόπηκαν. Οι περισσότεροι συγχωριανοί μας σκοτώθηκαν ή τραυ­ ματίστηκαν στην περιοχή του Πόγραδετς και κυρίως στα βουνά Κάμια. Τα ονόματα των θυμάτων μαζί με σύντομο βιο­ γραφικά τους παρατίθενται με αλφαβητική σειρά: Αλτιπαρμάκης Παναγιώτης του Κωνσταντίνου και της Αμαλίας, το γένος Κωνσταντίνου Κουρτζή. Γεννήθηκε στις 15-5-1915 στην Αγιάσο. Έπαθε κρυο­ π α γή μ α τα στο μέτω πο κ α ι πέθα νε το 1942 στο Σ τ ρ α τ ιω τ ικ ό Ν οσ οκομείο Α θηνώ ν (π ερ ιο δ ικ ό « Α γιά σ ο ς» , τό μ ο ς 1, τεύ χ ο ς 18, σ. 12). Σ τα Δημοτολόγια αναφέρεται ως έτος θανάτου το 1940. Βερνάρδος Γεώργιος του Θεοδώρου και της Σοφίας. Στρατιώτης του 22ου Σ.Π. Γεννήθηκε στην Αγιάσο το 1912. Πέθανε στο Πρόσκαιρο Στρατιωτικό Νοσοκομείο Κ ορυτσάς στις 21 Ιανουάριου 1941 («Αγώνες και νεκροί του Ελληνικού Στρατού κατά το Β ' Π α γκόσ μιο π ό λεμ ο 1940-1945», έκδοση ΓΕΣ, Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, Αθήνα 1990, σ. 91 -χάρη συντομίας η πηγή αυτή θα αναγράφεται στη συνέχεια: έκδοση ΓΕΣ). Α ναφέρεται επίσης στο ένθετο της «Καθημερινής» της 29-10-1995, σ. 6, στο βιβλίο «Η αντίσταση στη Αέσβο», Π. Κεμερλή - Α. Πολυχρονιάδη, σ. 586, α.α. 12, και στο περιοδικό «Αγιάσος», τόμος 1, τεύχος 12, σ. 5, με ημερομηνία θανάτου την 24-1-1941, και στο ίδιο, τόμος 3, τεύχος 48, σ. 17, ως πτυχιούχος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Α ουλα δέλλης Χ α ρ ά λα μ π ος του Γεω ργίου. Στρατιώτης. Γεννήθηκε στην Αγιάσο το 1919. Του Α ν τια ερ ο π ο ρ ικ ο ύ Π υρ ο β ο λικ ο ύ. Π έθανε στο Στρατιωτικό Νοσοκομείο Αλεξανδρούπολης στις 2 Νοεμβρίου 1940 (έκδοση ΓΕΣ, σ. 147). Καλατζόγλου Παναγιώτης του Δημητρίου και της Αντιγόνης, το γένος Γρηγορίου Παπαμιχαήλ. Στρα­ τιώτης. Γεννήθηκε στην Αγιάσο το 1916. Του 22ου Σ.Π. Σκοτώθηκε στην Κόσνιτσα (κοιλάδα Τομορίτσα ποτα­ μού) στις 7 Ιανουάριου 1941 (έκδοση ΓΕΣ, σ. 181). Ημερομηνία θανάτου στα Δημοτολόγια Αγιάσου 6-11941. Σύμφωνα με αφήγηση του Βασίλη Πετεινέλλη (περιοδικό «Αγιάσος», τόμος 4, τεύχος 85, σ. 9), σκοτώ­ θηκε στο Πόγραδετς στις 6-1-1941, ημέρα των Φώτων, όταν την ώρα του μεσημεριανού φαγητού εξερράγη εγκαιροφλεγής οβίδα του εχθρού στον καταυλισμό τους, στην κορυφή του υψώματος 1412 (Τραπεζοειδές, η βορειότερη κορυφή της οροσειράς Κάμια). Πέθανε


στο XIII α ' ορεινό χειρουργείο Κόνιτσας. Επίσης ανα­ φέρεται στο βιβλίο «Η Α ν τίσ τα σ η στη Αέσβο», ΓΓ Κεμερλή - Α. Πολυχρονιάδη, σ. 588, α.α. 48. Καλουτζόγλου Βασίλειος του Δημητρίου και της Α μ ερ ισ ού δ α ς, το γένο ς Β α σ ιλείου Χ τενέλλη. Στρατιώτης. Γεννήθηκε στην Αγιάσο το 1909. Του 22ου Σ.Π. Πέθανε στο Β ' Στρατιωτικό Νοσοκομείο Μυτιλήνης στις 4 Μαΐου 1941 (έκδοση ΓΕΣ, σ. 181). Στη σ. 185 του ίδιου βιβλίου αναφέρεται ως θύμα ο Κ αλουντζόγλου Βασίλειος του Δημητρίου, με τις πληροφορίες: Στρατιώτης. Γεννήθηκε στην Αγιάσο Μυτιλήνης Λέσβου το 1909, του Εμπέδου Μυτιλήνης. Σκοτώθηκε στη Μυτιλήνη σε αεροπορική επιδρομή στις 3 Μαΐου 1941. Πρόκειται προφανώς για το ίδιο πρόσω πο, που είναι εσφαλμένα διπλογραμμένο. Σύμφωνα με τους Π. Κεμερλή - Α. Πολυχρονιάδη («Η Α ντίσταση στη Αέσβο», σ. 54), ήταν το πρώτο θύμα της Γερμανικής Κατοχής στη Λέσβο. Σκοτώθηκε την Κυριακή 4 Μαΐου 1941, πρώτη μέρα κατάληψης της Λέσβου από τους Γερμανούς, όταν η ελληνική φρου­ ρά του ασυρμάτου Νεάπολης, που κατέβαινε συνταγ­ μένη για να παραδώσει τον οπλισμό της, πολυβολήθηκε στη θέση «Σουράδα» από γερμανικό αεροπλάνο. Αναφέρεται επίσης στο περιοδικό «Αγιάσος», τόμος 1, τεύχος 12, σ. 5. Κάτξιλος ή Κατζιλέλης (Κάτζιλου, στα Μητρώα Αρρένων Αγιάσου) Μιχαήλ του Αποστόλου και της Μαρίας, το γένος Νικολάου Κουρτζή. Γεννήθηκε το 1915 στην Αγιάσο. Σκοτώθηκε στο Καλυβάτσι στις 17 Μαρτίου 1941 (περιοδικό «Αγιάσος», τόμος 1, τεύχος 12, σ. 5). Α να φ έρ ετα ι επίσ ης στο βιβλίο «Η Αντίσταση στη Αέσβο», σ. 589, α.α. 87, και στό περιο­ δικό «Αγιάσος», τόμος 1, τεύχος 18, σ. 11. Λαόιέλλης Ευστράτιος του Γρηγορίου και της Μαρίας, το γένος Ευστρατίου Γυμνάγου. Στρατιώτης. Γεννήθηκε στην Αγιάσο στις 24-7-1916. Του 22ου Σ.Π. Σκοτώθηκε στη μάχη του υψώματος 1412 του όρους Κάμια, ανατολικά του χωριού Καλυβάτσι, περιοχής Πόγραδετς, στις 6 Ιανουάριου 1941 (έκδοση ΓΕΣ, σ. 246). Ημερομηνία θανάτου στα Δημοτολόγια Αγιάσου 7-1-1941. Α να φ έρετα ι επίσης στο ένθετο της «Καθημερινής» της 29-10-1995, σ. 21, και στο περιοδι­ κό «Αγιάσος», τόμος 1, τεύχος 12, σ. 5, με ημερομηνία θανάτου 3-5-1941. Λιάκατος (Λιάκατος - στα Μ ητρώα Αρρένων Α γιάσου γρ ά φ ετα ι Λ ιακάτου) Ε υστράτιος του Γ ρη γορίου κ α ι της Σ ο φ ία ς (;). Υ π ο δ εκ α νέα ς. Γεννήθηκε στην Αγιάσο το 1917. Του Ιερού Λόχου. Σκοτώθηκε στην Α ίγυπτο, σε δυστύχημα κατά την εκπαίδευση αλεξιπτωτιστών, στις 12 Ιουλίου 1943 (έκδοση ΓΕΣ, σ. 616). Νουλέλλης Ελευθέριος του Σταύρου και της Ερατώς, το γένος Σταύρου Τζανετή. Σύζυγος εν ζωή της Ηλέκτρας, το γένος Παναγιώτη Νουλέλλη. Δεκα­ νέας. Γεννήθηκε στην Αγιάσο το 1913. Του 22ου Σ.Π. Εξαφανίστηκε στην Κλεισούρα στις 31 Δεκεμβρίου

Α ναμνηστική φωτογραφία δυο φίλων, του Μ ενέλαου Ευστρατίου Φ ωτεινέλη (αριστερά) και του Παναγιώτη Ευστρατίου Χ ρυσή, ο οποίος σκοτώθηκε κατά τις επ ιχει­ ρήσεις στην Ιταλία στις 12.9.1944. (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Στρατής Χατζηχρυσάφης)

1940 (έκδοση ΓΕΣ, σ. 569). Στα Δημοτολόγια Αγιάσου αναγράφεται ως έτος θανάτου το 1941. Αναφέρεται και στο περιοδικό «Αγιάσος», τόμος 1, τεύχος 12, σ. 5. Π ατσέλλης Β α σ ίλειος του Κ ίμωνος και της Μ αρίας, το γένος Π. Τινέλλη. Σύζυγος εν ζωή της Βασιλικής, το γένος Ιωάννου Πασχαλιά. Στρατιώτης. Γεννήθηκε στην Αγιάσο το 1912. Του 22ου Σ.Π. Σκο­ τώθηκε από έκρηξη όλμου μέσα σε χαράκωμα, στον Κωνίσκο ή Καλυβάτσι (περιοχή δυτικά του Πόγρα­ δετς) στις 30 Μ αρτίου 1941 (έκδοση ΓΕΣ, σ. 382). Αναφέρεται επίσης στο ένθετο της «Καθημερινής» της 29-10-1995, σ. 35, στό βιβλίο «Η Α ντίσταση στη Αέσβο», Π. Κεμερλή - Α. Πολυχρονιάδη, σ. 591, α.α. 101, και στο περιοδικό «Αγιάσος», τόμος 1, τεύχος 12, σ. 5. Σάββας Μ ιχαήλ του Αντωνίου. Στρατιώτης. Γεννήθηκε στην Α γιάσο το 1911. Του 22ου Σ.Π. Σκοτώθηκε στο Καλυβάτσι (ΒΔ του Πόγραδετς) στις 21 Φ εβ ρουα ρίου 1941 (έκδοση ΓΕΣ, σ. 410). Αναφέρεται επίσης στο ένθετο της «Καθημερινής»


της 29-10-1995, σ. 37, στό περιοδικό «Α γιάσος», τόμος 1, τεύχος 18, σ. 12 (αφήγηση Στρατή Λιακάτου, σύμφωνα με την οποία υπηρέτησε ως ημιονηγός του ΠΙ Τάγματος και σκοτώθηκε την πρώτη μέρα που πήγε στο μέτωπο), και στο ίδιο, 1 τόμος, τεύχος 12, σ. 5, με ημερομηνία θανάτου 31-3-1941, καθώς και στο βιβλίο «Η Αντίσταση στη Αέσβο», σ. 591, α.α. 108, με ημερομηνία θανάτου 27-2-1941. Σ κάνος ή Σ κανέλη ς (στα Μ ητρώα Α ρρένων Αγιάσου γράφεται Σκάνου) Στυλιανός του Παναγιώτη και της Βασιλικής, το γένος Ευστρατίου Παπάνη. Στρατιώτης. Γεννήθηκε στην Αγιάσο το 1912. Του 22ου Σ.Π. Σκοτώθηκε στο Καλυβάτσι (βορειοδυτικά του Πόγραδετς) στις 6 Ιανουάριου 1941 (έκδοση ΓΕΣ, σ. 425). Αναφέρεται επίσης στο ένθετο της «Καθημερινής» της 29-10-1995, σ. 39, στο περιοδικό «Αγιάσος», τόμος 1, τεύχος 18, σ. 12 (αφήγηση Στρατή Λιακάτου, σύμφω­ να με την οποία υπηρετούσε στο ΠΙ Τάγμα και σκοτώθη­ κε από οβίδα κατά τη διάρκεια βομβαρδισμού), και στο ίδιο, τόμος 1, τεύχος 12, σ. 5. Σπηλιαδής Παναγιώτης του Ευστρατίου και της Φιλιξώς, το γένος Φιλίππου Τσουκαρέλη. Δεκανέας. Γεννήθηκε στην Α γιάσο το 1918. Του 22ου Σ.Π. Σκοτώθηκε στο Π όγραδετς στις 8 Α πριλίου 1941 (έκδοση ΓΕΣ, σ. 433). Αναφέρεται επίσης στο ένθετο της «Καθημερινής» της 29-10-1995, σ. 40, και στο περιοδικό «Αγιάσος», τόμος 1, τεύχος 12, σ. 5, με ημερομηνία θανάτου 3-4-1941. Χρυσής Παναγιώτης του Ευστρατίου και της Δόμνας, το γένος Δημητρίου Γουγουτά. Υποδεκανέας. Γεννήθηκε στην Αγιάσο το 1924. Της ΠΙ Ελληνικής Όρεινής Ταξιαρχίας. Σκοτώθηκε στις επιχειρήσεις Ριτσιόνε Ιταλίας στις 12 Σεπτεμβρίου 1944 (έκδοση ΓΕΣ, σ. 623). Στα Δημοτολόγια Αγιάσου αναγράφονται ως έτη γέννησης και θανάτου αντίστοιχα τα 1923,1943. Ψυρκούδης Φίλιππος του Παναγιώτη. Στρατιώ­ της. Γεννήθηκε στην Αγιάσο το 1912. Του 22ου Σ.Π. Σκοτώθηκε στην Τσεράβα Π όγραδετς (νότια της λίμνης Αχρίδας) στις 15 Δεκεμβρίου 1940 (έκδοση ΓΕΣ, σ. 519). Αναφέρεται επίσης στη σ. 47 του ένθε­ του της «Καθημερινής» της 29-10-1995, στο βιβλίο «Η Αντίσταση στη Αέσβο», σ. 592, α.α. 132, με ημερο­ μηνία θα νά το υ 23-12-1940, κ α ι στο π ε ρ ιο δ ικ ό «Αγιάσος», τόμος 1, τεύχος 12, σ. 5, με ημερομηνία θανάτου 3-11-1940. Αυτή είναι μια πρώτη καταγραφή των Αγιασωτών στρατιωτών που έδωσαν τη ζωή τους για την πατρίδα κατά το Β ' Παγκόσμιο πόλεμο και σαν τέτοια πιθα­ νότατα να είναι ελλιπής. Όποιος έχει κάτι να προσθέ­ σει ή ακόμα και να διορθώσει, καλό είναι να το κατα­ θέσει στη σύνταξη του περιοδικού μας, για να ζωντα­ νέψει τη μνήμη των προγόνων μας που θυσιάστηκαν για τη λευτεριά της πατρίδας, αποτίνοντας ελάχιστο φόρο τιμής στους αθάνατους νεκρούς. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΙΧ. ΚΟΥΤΣΚΟΥΛΗΣ

Σ Τ Ρ Α Τ ΙΩ Τ ΙΚ Α Ε Ν Θ Υ Μ ΙΑ

Αναμνηστική φω τογραφία από τη Χ αλκίδα. Διακρίνεται, από αριστερά, ο Ε υστράτιος Σουσαμλής ή Μ ανός (19031985), μ ’ ένα φίλο του... (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Χρίστος Γλεζέλης ή Πουπούσας)

Ο δεκανέας Ελευθέριος Ιωάννου Α ργύρας (δεξιά), μ’ ένα συστρατιώτη του... Στο πίσω μέρος γράφει ανορθόγραφα:

Ένα μικρό ενθνμιον χαριζμένο εις τον Αδελφόν μου Πάνο . Α λεξανδρούπολις, τη 12.9.40. Ελευθέριος Α ργύρας (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Αντώνης Μηνάς)


Ο Π Ο Λ Ε Μ Ο Σ Τ Ο Υ 1 9 4 0 -1 9 4 1 Τότε που ήμασταν παιδιά Ε κ είν ο το σαββατοκύριακο πέρασε σαν όλα τ ’ άλλα. Διαβάσαμε τα μαθήματα μας, παρακολουθή­ σαμε καραγκιόζη στο χάλασμα της γειτονιάς, την άλλη μέρα το π ρ ω ί πήγαμε στην εκκλησία, μετά παίξαμε κάποια παιχνίδια της εποχής και νωρίς το βράδυ πέσαμε για ύπνο. Ο διαπεραστικός ήχος της μοναδικής σειρήνας, που ήταν τοποθετημένη ψηλά, πά νω στον πύργο του ξενώ να , στο δρόμ ο π ρ ο ς το Σ τα υ ρ ί, κα ι οι παρατεταμένες κωδωνοκρουσίες, λες κι επρόκειτο για πυρκαγιά, μας πέταξαν α π ’ το κρεβάτι. Ο στενός δρόμος γέμισε φωνές. Τα παράθυρα άνοιγαν το ένα ύστερα από τ ’ άλλο κι οι γειτόνισσες ρω τούσαν η μια την άλλη, για να μάθουν τι τρέχει. Κ ά π ο ιο ς, που είχε πά ει ξημερώματα στο καφενείο, γύρισε κι έφερε το μαντάτο. Πόλεμος! Ο πα τέρ α ς ανέβηκε στο γραφ είο κι ά νοιξε το ραδιόφωνο, για ν ’ ακούσει τα νέα. Για Ιταλούς και για πόλεμο μιλούσε κι αυτός, καθώς κατέβαινε την ξύλινη σκάλα. Χ ω ρ ίς πολλά λόγια ετοιμάστηκε, φόρεσε το ράσο, πήρε το μπαστούνι του και βγαί­ νοντας μας είπε να πάμε κανονικά στο σχολειό. Τα γειτονόπουλα, η Ρηνούλα, ο Πάνος, ο Ανδρέ­ ας, η Πόπη, ο Στρατής, ο Δημητράκης κι εγώ, όπως κάθε πρωί, ακολουθήσαμε το ανηφορικό καλντερίμι που οδηγούσε στο σχολειό μας. Ή ταν το Β ' Δημο­ τικό, που στεγαζόταν σ’ ένα παλιό παραδοσιακό κτί­ ριο με μεγάλο χαγιάτι, κοντά στην Αγία Τριάδα, και στο οποίο φοιτούσαν τα παιδιά της Μπουτζαλιάς. Σ ’ όλη τη διαδρομή βλέπαμε τους χω ρ ια νο ύ ς α νά σ τα το υ ς. Ό λ ο ι μ ιλ ο ύ σ α ν με έξαψη για την ύπουλη εισβολή των Ιταλών, που για πολλούς ήταν αναμενόμενη. Ο διευθυντής του σχολείου, ο Ευστράτιος Φωτεινέλης, συνοφρυωμένος έκοβε βόλτες στο χαγιάτι, παίζοντας νευρικά την αλυσίδα τω ν κλειδιών του στα δάχτυλά του. Οι δάσκαλοι κι οι δασκάλες, φανε­ ρά συγκινημένοι, σιγοκουβέντιαζαν για τα τελευταία γεγονότα. Το κ ουδούνι χτύπησε. Μ αζευτήκαμε, κάναμε προσευχή και μπήκαμε στις τάξεις. Στο πρόσωπο το υ δ α σ κ ά λ ο υ μ α ς, το υ α ξ έχ α σ το υ Χ ρ ισ τό φ α Χατζηπαναγιώτη, δεν είδαμε εκείνο το οικείο και συγκαταβατικό χαμόγελο, όταν μας χαιρέτισε και μας έκανε νόη μα με το χ έρ ι το υ να καθίσ ουμε. Αυτό πολύ με τρόμαξε. Άρχισε να μας μιλάει. Τον άκουγα με σφιγμένη την καρδιά. Δε θυμάμαι ακρι­ βώς τι μας έλεγε. Εκείνο που κατάλαβα ήταν πω ς τα πράγματα πρέπει να ήταν πολύ άσχημα, αφού

Το ξάσιμο του μαλλιού με το λανάρι και το κλώσιμο με το αδρά­ χτι σήμερα αποτελούν παρελθόν... Στη φωτογραφία διακρίνονται, από αριστερά, η Ερμολία (Αρμουλουγέλ’) Χρίστου Αλτιπαρμάκη, που πήρε το δρόμο της στερνής γαλήνης το 1986, και η Μαριάνθη Ευστρατίου Αξιομακάρου, σύζυγος Γρηγορίου Πράτσου. (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Γρηγόριος Στυλιανού Πράτσος)

και το σχολειό, αυτό το καλοκουρδισμένο ρολόι, υπήρχε πιθανότητα να σταματήσει. Εδώ κι ένα χρόνο ακούγαμε από τους μεγάλους για τον πόλεμο, αλλά αυτό ήταν για μας κάτι το πολύ μακρινό. Τώρα όμως νιώθαμε πω ς ήταν δίπλα μας, πως μας ακουμπούσε. Η παιδική μας φαντασία προσπαθούσε να συλλάβει τις λεπτομέρειες του κακού, αλλά αδυνατούσε, μας άφηνε πολλά κενά. Δεν ξέραμε από πόλεμο. Ήμασταν παιδιά. Το πρώτο κιόλας βράδυ σβήσαν απροειδοποίη­ τα τα φώ τα, ενώ η σειρήνα άρχισε να ουρλιάζει. Κανείς δε μας είπε πω ς ήταν άσκηση, δοκιμή, όπω ς έλεγαν. Ό λα τα παιδιά περιμέναμε τις βόμβες. Από σ τιγμ ή σε σ τιγμή π ερ ιμ ένα μ ε το τέλο ς. Τ έτο ια λαχτάρα δεν είχα ξαναδοκιμάσει. Από την άλλη μέρα άρχισαν να φεύγουν οι επι­ στρατευμένοι για την πρω τεύουσ α, τη Χ ώ ρα, κι από κει για το μέτωπο. Μ αζί με τους πρώ τους κι ένας δάσκαλός μας. Ύστερα από δυο τρεις μέρες ήρθε κι εγκαταστά­


θηκε στην πλατεία της Κ αρυάς ένα κλιμάκιο της στρατολογίας με ειδική αποστολή. Πρώτη φορά άκουγα ότι στρατολογούνταν τα ζώα. Οι κάτοχοι αλόγων και μουλαριών -τα γαϊδούρια τα καημένα πάντα τα περιφρονούσαν- έπρεπε να τα παρουσιά­ σουν στους στρατιωτικούς κτηνιάτρους, οι οποίοι ύστερα από μια πρόχειρη εξέταση έδιναν την εντο­ λή για την επίταξη ή την απαλλαγή του ζώου. Καθόμουν με τις ώρες και παρακολουθούσα αυτή την περίεργη διαδικασία. Δυο πράγματα μου έκαναν εντύπωση. Το ένα ήταν εκείνο το σφράγισμα. Μόλις δηλαδή ο κτηνίατρος έκρινε κάποιο ζώο κατάλληλο για το στρατό, ένας φαντάρος, που καθόταν δίπλα σ’ ένα μαγκάλι με δυνατή φωτιά, έβγαζε από τ ’ αναμμέ­ να κάρβουνα μια σιδερένια βέργα, που στην άκρη της υπήρχαν πυρωμένα τα γράμματα ΕΣ, και πίεζε με δύναμη πά νω στο γλουτό του ζώ ου την καυτερή σφραγίδα. Το ζώο α π ’ το σοκ τιναζόταν αγριεμένο, έτσι που με δυσκολία το συγκρατούσαν οι ημιονηγοί. Αυτό το βάρβαρο σφράγισμα με την απαίσια γραμμι­ κή πληγή ποτέ μου δεν μπόρεσα να το δικαιολογήσω. Το άλλο που μου έκανε εντύπωση ήταν η σκηνή του αποχωρισμού. Έβλεπα εκείνους τους χωρικούς με τα τραχιά χαραχτηριστικό να κρατούν με τρυφε­ ρότητα τα κεφάλια των αλόγων και των μουλαριών και με τις ροζιασμένες παλάμες τους να τα χαϊδεύ­ ουν, λες κι είχαν στην αγκαλιά τους μωρά. Τους μιλούσαν παρηγορώντας τα για τον αποχωρισμό και κείνα μέσα α π ’ το σκοτεινό θλιμμένο βλέμμα τους έδειχναν π ω ς καταλάβαιναν. Αλήθεια, πόσα α π ’ αυτά τα ζώα θα γύριζαν πίσω; Κανένας δε γνώριζε. Τελικά, δε γύρισε κανένα. Όσα δεν άφησαν το κου­ φάρι τους στα κακοτράχαλα και χιονισμένα βουνά της Αλβανίας, έπεσαν στα χέρια των κατακτητών. Τις πρώτες δυο τρεις βδομάδες του πολέμου όλοι στο χ ω ρ ιό ήσαν μ ο υ δ ια σ μ έν ο ι κ α ι κ α κ ό κ εφ ο ι. Ύστερα όμως, που μαζεύτηκε ο ελληνικός στρατός και πήρε φαλάγγι τους Ιταλούς, τα πράγματα άλλα­ ξαν. Κάθε λίγο και λιγάκι κωδωνοκρουσίες χαρμό­ συνες ακούγονταν και δοξολογίες πανηγυρικές γίνο­ νταν για τις νίκες των Ελλήνων. Ο πόλεμος για μας τους μικρούς είχε γίνει γλέντι. Αλλά γρήγορα κατα­ λάβαμε πως δεν ήταν έτσι. Όσο προχωρούσε θ α μ ώ ­ νας -και τι χειμώνας!- οι δυσκολίες στο μέτωπο μεγά­ λωναν. Οι φ α ντά ροι μας, μαζί με όλες τις άλλες κακουχίες του πολέμου, είχαν ν ’ αντιμετωπίσουν και το χειμώνα. Πάγωναν. Και μεις τότε τρέχαμε, για να τους ντύσουμε, να τους ζεστάνουμε. Τα συνεργεία δούλευαν ακατάπαυστα. Μ ια αλυσίδα ανθρώ πω ν μετέτρεπαν μέσα σε λίγο χρόνο τη μάλλινη πρώτη ύλη σε πουλόβερ, γάντια, κάλτσες, κασκόλ, κουκούλες κι ό,τι άλλο ήταν χρειαζούμενο στους πολεμιστές, για να μπορούν να αμυνθούν στο τσουχτερό το κρύο. Σ ’ αυτή την αλυσίδα ήμασταν ενταγμένοι και μεις,

τα παιδιά. Μαζεύαμε το ακατέργαστο και βρόμικο μαλλί από τα σπίτια του χωριού και το πηγαίναμε σε μια αυλή, όπου υπήρχαν καζάνια με βραστό νερό, και το ζεματούσαμε. Μετά το άπλωμα και το στέγνωμα, μεταφέραμε το καθαρό μαλλί στο συνεργείο, που ήταν εγκαταστημένο στο Συνοδικό της Π αναγιάς, όπου γίνονταν όλα τα άλλα στάδια της δουλειάς. Πρώτη δουλειά, που έπρεπε να γίνει και που μου άρεσε πολύ, ήταν το λανάρισμα. Βάζαμε μια τούφα μαλλιού στο λανάρι (χειροκίνητο εργαλείο που το αποτελούσαν δυο πλάκες με χερούλια και βελονω­ τές εσ ω τερ ικ ές ε π ιφ ά ν ειες) κ α ι το ξα ίνα μ ε. Το ξασμένο μαλλί το παραδίναμε στις κλώστριες με τα αδράχτια και τις ρόκες, που το έκαναν κλωστή. Από κει κι ύστερα τα γρήγορα δάχτυλα των πλεκτριών, τόσο γρήγορα, που ήταν αδύνατο να παρακολουθή­ σεις τις κινήσεις τους, έφτιαχναν κάθε λογής μάλλι­ να κομμάτια, που θα ζέσταιναν τα παγωμένα μέλη των φαντάρων μας. Εδώ θέλω να παρατηρήσω πω ς τούτη η δουλειά δεν ήταν μια απλή συμμετοχή στη δ ια δ ικ α σ ία πα ρ α γω γή ς εμπορευμάτω ν ούτε μια άχαρη απασχόληση για το μεροκάματο. Η δουλειά αυτή τω ν α ν θ ρ ώ π ω ν π ο υ δ ο ύ λ ευ α ν σ ’ α υ τά τα συνεργεία, που στη συντριπτική τους πλειονότητα αποτελούνταν από γυναίκες, είχε τη σφραγίδα της αγάπης της μάνας για το παιδί της, της γυναίκας για τον άντρα της, της κοπελιάς για τον αγαπημένο της, της κόρης για τον πατέρα της, της αδελφής για τον αδελφό της. Η δουλειά αυτή των συνεργείων έκλεινε μέσα της τους πόνους και τους καημούς, τις λαχτά­ ρες και τις προσευχές όσων είχαν μείνει πίσω και περίμεναν. Η δουλειά αυτή των συνεργείων μοσχο­ βολούσε από το άρωμα του μεγαλείου, της περηφά­ νια ς και της αντρειοσύνης τούτης της φυλής, της φυλής των Ελλήνων. Για τούτο και τα δέματα που παίρναν οι φαντάροι μας στο μέτωπο δε ζέσταιναν μονάχα την παγω μένη σάρκα τους αλλά κα ι την καρδιά τους. Έ πα ιρ να ν το μήνυμα αγάπης κι έκα­ ναν κουράγιο, για να ξεπερνούν όλες τις δυσΡσσταχτες κακουχίες του πολέμου. Μ ήνες κράτησε α υ τό ς ο α γ ώ ν α ς. Κ ι ό τα ν η κ α τά σ τα σ η ά λ λ α ξ ε, ό τα ν π έσ α ν ό λ α τα θ η ρ ία α π ά νω μας κ α ι π ισ ω γ ύ ρ ισ α ν τα π ρ ά γ μ α τα κ α ι χάθηκαν τα πάντα, μέσα στο φ ριχτό σκοτάδι της κατοχής με το μαρτύριο της πείνας και τον άδικο θάνατο, κι αργότερα μέσα στην παραζάλη της τρα­ γω δίας του εμφύλιου και τον αβάσταχτο πόνο της α δελφ οσ φ α γή ς, δε μας είχε μ είνει τίπ ο τ α άλλο παρεκτός η νοσταλγία για την εποχή εκείνου του πολέμου, όχι για το κακό του, αλλά για κείνον τον π α ν ε θ ν ικ ό σ υ να γερ μ ό , γ ια κ είν ο το π α λ λ α ϊκ ό μεθύσι, για κείνον τον καιρό που ήμασταν παιδιά. ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ


ΠΕΝΗΝΤΑ Χ Ρ Ο Ν ΙΑ ΣΤΟ ΣΧΟΔΕΙΟ Η Μ αρία και η Αίτσα Δ ά μ ω ν και Φιντίας, Πάτροκλος και Αχιλλέας. Αυτό τα πασίγνωστα ονόματα αναφέραμε στις εκθέ­ σεις μας, όταν θέλαμε να δώσουμε παραδείγματα αιώ νιας και αχώριστης φιλίας (το γεγονός ότι τα ονόματα είναι μόνο ανδρικά είναι συμπτωματικό ή μήπως δεν είναι;) Γ ι’ αυτό θα θυμηθούμε ένα δίδυμο αχώριστης φιλίας, θηλυκού γένους αυτή τη φορά, από τα δικά μας μαθητικά χρόνια, που θα επιβεβαιώσει απόλυτα τα παραπάνω. Εμείς λοιπόν η σκατοπαρέα του Α ' Αρρένων θα ’μαστέ στην Έβδομη τάξη, όταν ένα θηλυκό δίδυμο από το Θηλέων (θα ’τανε 14 ή 15 χρονών) άρχισε να κυκλοφορεί παντού σαν σιαμαίες αδελφές, αχώριστες πάντα. Η Μαρία και η Λίτσα. Μαζί στο δρόμο για το σχολείο, μαζί στη βόλτα, μαζί στην αγορά, μαζί στό μπάνιο, μαζί παντού. Τι μεγαλύτερη πρόκληση για μας από το να προ­ σπαθήσουμε να... τις χω ρίσουμε με κάθε τρόπο. Πέσανε και τα σχετικά στοιχήματα και ο κλήρος έλαχε σε μένα να αναλάβω το μεγάλο εγχείρημα της... αποκόλλησης τω ν σ ιαμ αίω ν. Έ να τέτοιο βέβαια εγχείρημα έχει και τους κινδύνους του, όπως αναφέ­ ρουν τα ιατρικά δεδομένα, αλλά το επιστημονικό ενδιαφέρον παρακινούσε πάντα για την ανάληψη του ρίσκου, έστω και με κίνδυνο να μας... πεθάνουν οι ασθενείς. Πώς λέμε «η εγχείρηση επέτυχε, αλλά ο ασθενής απεβίωσε;» Έτσι λοιπόν ανέλαβα, ως χειρούργος, την εγχεί­ ρηση, καταστρώνοντας, ως συνήθως, ένα αλάνθαστο επιτελικό σχέδιο. Σε πρώτη φάση άρχισα το κόλλημα και τα πειράγματα στη βόλτα στην προκυμαία, έτσι αόριστα, χωρίς να απευθύνομαι σε καμιά από τις δυο συγκεκριμένα. Κ ατόπιν έμαθα τα ονόματα και τις διευθύνσεις και τω ν δυο και παραφ ύλαξα με τις ώρες, μέχρι να καταφέρω να ξεμοναχιάσω, έστω και για λίγο, τη Λίτσα, σε πρώτη φάση. Δε μου ήταν και ιδιαίτερα δύσκολο να την πλησιάσω (χρόνια στό κουρμπέτι -παλιά μου τέχνη κόσκινο) και της σερβί­ ρω το παραμύθι «το και το, πολύ μου αρέσεις, θέλω να τα φτιάξουμε κλπ. κλπ., αλλά δε θέλω να το πεις στη φιλενάδα σου, γιατί είμαστε οικογενειακούς γνω­ στοί και δε θέλω να διαρρεύσει το μεγάλο μυστικό μας κλπ. κλπ. Δε δυσκολεύτηκα πολύ να εισπράξω την πρώτη θετική απάντηση. Ακολουθώντας την ίδια πορεία και με τη Μαρία και σερβίροντας το ίδιο... μενού, είχα ένα δεύτερο θετικό αποτέλεσμα. Μέχρι εδώ όλα πήγαιναν πολύ καλά, σύμφωνα με το σχέδιο. Σε λίγες μέρες ο κολλητός μου ο Νίκος είχε ραντε­ βού με τη δίκιά του (το Δισποινέλ’ με τ ’ όνομα!) στον

Άγιο Ευδόκιμο. Είπαμε λοιπόν στη Δ έσποινα να ειδοποιήσει και τη Λίτσα, ότι θα είμαι και εγώ εκεί και να έρθει και κείνη. Έτσι, τη συγκεκριμένη ημέρα και ώρα (απογευματάκι αργά) να ’μαστε με το Νίκο στημένοι στην πλατειούλα του Αγίου Ευδόκιμου. Δεν πέρασε πολλή ώρα, όταν ξαφνικά από ένα στενάκι εμφανίζονται οι πιτσιρίκες, μόνο που, αντί για δυο, που περιμέναμε, ήταν... τρεις. Μόλις δε πλη­ σίασαν κοντά... Τόμπολα! Η Δέσποινα, η Αίτσα και η Μαρία. Τώρα τι γίνεται; Αμέσως σκέφτηκα πως το επιτελικό σχέδιο, που με τόσο κόπο είχα καταστρώσει, δεν ήταν και τελείως αλάνθαστο, οπότε με το θράσος του χαμένου πρότεινα να αποφασίσουν μεταξύ τους, ποια από τις δυο θα ήθελε να έρθει μαζί μας, που θα πηγαίναμε λίγο παραπέρα στο Κάστρο για... αρχαιολογικές έρευνες. Και, ω του θαύματος, η πρότασή μου τέθηκε στό τραπέζι των... διαπραγματεύσεων και άρχισε η μια να παροτρύνει την άλλη «πήγαινε εσύ», «όχι, πήγαινε εσύ». Εμείς με το Νίκο κάπου αρχίσαμε να το διασκε­ δάζουμε κ α ι ξεκινήσ αμ ε σ ιγά σ ιγά μαζί με τη Δέσποινα προς το Κάστρο, ενώ το δίδυμο μας ακο­ λουθούσε λίγο πιο πίσω συζητώντας ζωηρά. Τέλος, σαν φτάσαμε κοντά στο Κάστρο, η Λίτσα ήρθε κοντά μας, ενώ η Μαρία έμεινε κάπου εκεί να περιμένει. Χωθήκαμε εκεί κάπου σε μια στοά και... αρχίσαμε τις ανασκαφές και τις αρχαιολογικές έρευνες. Δεν πέρασε πολλή ώρα και κάτι απόμακρες φωνές κάπου ακούγονταν, αλλά ποιος έδινε σημασία εκεί στα βάθη της στοάς μπροστά στο... αρχαιολογικό ενδιαφέρον της έρευνας. Οι φωνές συνεχίζονταν μακρινές και αδιευκρίνι­ στες, οπότε ξαφνικά ένα εκτυφλωτικό φως πέφτει στα μάτια μας και παρουσιάζεται πίσω από ένα τερά­ στιο φακό ο κ. Βλάχος, ο διευθυντής της αρχαιολογι­ κής υπηρεσίας του Κάστρου και το χειρότερο... αδελ­ φός του καθηγητή μας των Α γγλικώ ν κ. Βλάχου Ιωάννη, του και «Γκιουλέκα» επονομαζόμενου. Αφού μας έριξε μερικές χριστοπαναγίες και διάφο­ ρα κοσμητικά επίθετα, ζήτησε από μας τα αγόρια τα ονόματά μας, ενώ απευθυνόμενος στα κορίτσια, είπε: «Εσάς, βέβαια, σας ξέρω, είστε η Δέσποινα και η Λίτσα και θα ενημερώσω σύντομα τους γονείς σας». Εμείς, μόλις συνήλθαμε από την πρώτη έκπληξη, του δώσαμε δυο ψεύτικα ονόματα (ε αλίμονο, στη διαβολιά πρώ­ τοι!) και αναρωτηθήκαμε πώς ήξερε τα ονόματα των δυο κοριτσιώ ν, αλλά δε βρίσκαμε εξήγηση. Τέλος φύγαμε κακήν κακώς, αλλά μόλις βγήκαμε στό δρόμο, νέα δυσάρεστη έκπληξη μας περίμενε. Οι γειτόνισσες, που κάθονταν εκεί κοντά, άρχισαν: «Μπράβο, Αίτσα,


μπράβο, Δέσποινα, τώρα θα δείτε στις μαμάδες σας τι θα πούμε» κλπ. κλπ. Θορυβημένοι διαλύσαμε γρήγορα γρήγορα την παρέα, χωρίς να μπορούμε να εξηγήσου­ με όλες αυτές τις περίεργες και θλιβερές συμπτώσεις και την τόση... δημοσιότητα. Και την άλλη μέρα αποκαλύφτηκαν τα πάντα. Η Μαρία, που βαρέθηκε να περιμένει (ή μήπως γιατί ζήλεψε;), άρχισε να φωνάζει δυνατά μια τη Λίτσα, μια τη Δέσποινα, για να φύγουν. Έτσι εξηγούνται οι από­ μακρες φωνές που ακούγαμε. Τις φωνές και τα ονόμα­ τά τις άκουσε σ φύλακας και μας εντόπισε, καθώς και οι γειτόνισσες, και έτσι εξηγείται η τόση δημοσιότητα. Ευτυχώς κανείς δεν ήξερε άλλες λεπτομέρειες και προ­ παντός κανείς δεν ενδιαφέρθηκε να ενημερώσει μαμά­ δες και μπαμπάδες, ώστε να δημιουργηθούν... οικογε­ νειακά δράματα. Τελικά, το μόνο διαζύγιο, που ανα­ πόφευκτα επήλθε, ήταν ανάμεσα στις... σιαμαίες, που άρχισαν να κυκλοφορούν μοναχές στην πιάτσα. Και ενώ η παρέα μας διασκέδαζε, επειδή κέρδισα επάξια τα στοιχήματα, που είχαμε βάλει, σε λίγο ακο­ λουθεί και η καταστροφή, με τη μορφή γυναικείας εκδίκησης. Όπως είναι γνωστό, η εκδίκηση είναι «ένα φαγητό που τρώ γεται κρύο». Τι μαθαίνω λοιπόν από τις «πρακτόρισσές μας» στο Θηλέων. Η Λίτσα με τη Μαρία, αφού φιλιώσανε και ξανασμίξανε πιο δεμέ­ νες και από πρώτα, κάπου ανακάλυψαν μια φωτο­ γραφία μου, που είχε τραβηχτεί στην Αγιάσο προ δεκαετίας (δηλαδή γύρω στο 1948, όταν ήμουν 6 χρο­ νών) μαζί με μια γειτονοπούλα μου. Η φωτογραφία, αψευδής μάρτυς, έγραφε από πίσω «ο Γιαννάκης του Παπάνη μαζί με την Αθηνούλα στη γειτονιά» και οποία... καταστροφή. Παρουσίαζε η φωτογραφία ένα Γιαννάκη αξιο­ θρήνητο, ενδεδυμένο με την κλασική ενδυμασία της Αγιάσου της εποχής εκείνης (τα μαύρα χρόνια του Εμφυλίου!), δηλαδή κουρεμένο γουλί, με ένα μπαλω­ μένο πανταλόνι ημίκοντο, με μια τιράντα να κρέμε­ ται, με κάλτσες πλεχτές κατεβασμένες στους αστρα­ γάλους και με κάτι στραβοπατημένα χοντροπάπου­ τσα της συμφοράς. Περιέφεραν λοιπόν και επεδείκνυαν σε όλες τη φρικτή φωτογραφία, λέγοντάς «καμαρώστε το γόη της... Αγιάσου, που μας πουλά γαμπριλίκι στην αγορά». Εγώ δεν ήθελα πια τη ζωή μου, ύστερα από τέτοιο ρεζιλίκι, και είδα κι έπαθα μέχρι να βάλω στο χέρι τη φωτογραφία και να εξαφανίσω για πάντα το θλιβερό παρελθόν. Η ζημιά όμως στη γοητεία είχε γίνει ανε­ πανόρθωτη και τώρα πια θα ’πρεπε να ψαρεύουμε μακριά από τα χωρικά ύδατα του «Θηλέων» για... αλιεία λαβρακιών. Ευτυχώς που δεν έλειπαν οι μοδίστρες και οι νοσο­ κόμες (ο νοών νοείτω!) πρόθυμες να καλύψουν τα... εκπαιδευτικά κενά στη σεξουαλική επιμόρφωσή μας. ΓΙΑΝΝΗΣ Λ. ΠΑΠΑΝΗΣ

ΟΙ ΝΕΟΙ ΦΟΙΤΗΤΕΣ ΜΑΣ • Γζουντέλης Οδυσσέας Ευστρατίου Αυτοματισμού ΤΕΙ Π ειραιά • Γιουβανάκης Ευστράτιος Ιωάννη Νοσηλευτικής ΤΕΙ Λάρισας • Δελόγκου Μαρία Παναγιώτη Τουριστικών Επιχειρήσεων ΤΕΙ Λάρισας • Αεσποτέλης Ευστράτιος Χρίστου Φαρμακευτικής Αθήνας • Καλφαγιάννης Ιωάννης Φωτίου Επισκεπτών Υγείας ΤΕΙ Αθήνας • Καμπουρέλη Ελλη Μιχαήλ Τεχν. Αντιρρύπανσης ΤΕΙ Κοζάνης • Καπετάνος Κωνσταντίνος Ευσταθίου Μ ηχανολογίας ΤΕΙ Πάτρας • Κορομηλά Ανδρονίκη Ιωάννη Οικονομικής Επιστήμης Πανεπιστημίου Αθήνας • Κουμλέλη Μαρία Κωνσταντίνου Ζωικής Παραγωγής ΤΕΙ Θεσσαλονίκης • Κουνέλη Μυρτώ-Βασιλική Βασιλείου Διοίκησης Επιχειρήσεων Πάτρας • Κωμαΐτης Ευστράτιος Παναγιώτη Λογιστικής ΤΕΙ Μεσολογγίου • Κωμα'ϊτου Βασιλική Βασιλείου Χημικών Μ ηχανικών Θεσσαλονίκης • Μ αϊστρέλη Ιωάννα Προκοπίου Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης Αθήνας • Μπουγάτσα Μαρία Λεωνίδα Νοσηλευτικής ΤΕΙ Αθήνας • Περγάμαλη Καλλιόπη Ευστρατίου Γερμανικής Γλώσσας Αθήνας • Πλωμαριτέλης Νικόλαος Σταύρου Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής Θεσσαλονίκης • Σκλεπάρη Κόνιτσα Γεωργίου Νομικής Θράκης • Τακιδέλη Δέσποινα Κωνσταντίνου Πολιτικής Επιστήμης-Ιστορίας Παντείου • Τακιδέλης Γεώργιος Κωνσταντίνου Επιστήμης των Υλικών Πάτρας • Χαλέλης Ελευθέριος Ευστρατίου Ηλεκτρονικής ΤΕΙ Λάρισας • Χατζηφώτη Κυριακή Ευστρατίου Ιταλικής - Ισπανικής Γλώσσας Αθήνας • Χρυσάφη Αρετή Κωνσταντίνου Μαθηματικών Ιωαννίνων Η παραπάνω καταγραφή έγινε από το συνεργά­ τη μας Γ ε ώ ρ γ ι ο Μ ι χ α ή λ Ξ ε ν έ λ η . Επειδή η συγκέντρωση και η εξακρίβωση τω ν στοιχείων, από όλα τα Λύκεια της χώρας, είναι δύσκολη υπό­ θεση, παρακαλούμε να μας ενημερώσετε για ενδε­ χόμενη παράλειψη ή ανακρίβεια. Η « Α γ ιά σ ο ς» σ υ γ χ α ίρ ε ι θ ερ μ ά τ ο υ ς ν έο υ ς Α γιασώ τες φοιτητές και τις νέες φοιτήτριες και τους εύχεται καλές σπουδές.


ΑΕΣΒΙΑΚΑ ΑΡΧΕΙΟΔΙΦΙΚΑ ΣΥΜΜΕΙΚΤΑ Η δημόσια διαθήκη του Δημητρίου Χατζησπύρου

Η παρακάτω δημόσια διαθήκη του Δημητρίου Σπύρου Χ ατζησπύρου (1864-1935), αντίγραφ ο της οποίας πριν από αρκετά χρόνια μας παραχώρησε ο μακαρίτης σήμερα Ευστράτιος Καβαδέλης, συντάχτηκε στη Μ υτιλήνη, στην Κ λινική του Αγιασώτη χειρουργού Λ εωνίδα Βασιλείου Χ ατζηλεω νίδα (19011976), στις 18 Φεβρουαρίου 1935 και δημοσιεύτηκε στις 15 Ιουνίου 1935, την ημέρα του θανάτου του δια­ θέτη. Συντάκτες οι συμπράττοντες συμβολαιογράφοι Μυτιλήνης Ιαιάννης Γρηγορίου Φωτίου και Πέτρος Νικολάου Οικονομόπουλος, ενώ μάρτυρας ο δικαστικός κλητήρας Παναγιώτης Ευστρατίου Γάκας. Με τη διαθήκη αυτή, η ο π ο ία π α ρ ο υ σ ιά ζ ει ισ το ρ ικ ό ενδ ια φ έρ ο ν , ο Α γιασ ώ της λ ό γ ιο ς κ α ι ευεργέτης Δημήτριος Χατζησπύρου κατέστησε γενικό και καθολικό κληρονόμο του το Ιερό Πολιτικό Νοσοκομείο Αγιάσου, το οποίο εδώ και αρκετά χρόνια έπαψε να υφίσταται. Ενδιαφέρουσες και οι πληροφορίες που αναφέρονται στο Αναγνωστήριο, καθώς και στο ιδρυθησόμενο Γηροκομείο. Την επιμέλειά της πιστής μεταγραφής, με τήρηση του πολυτονικού συστήματος και των υπαρχόντων ολίγων σολοικισμών, είχε ο συνεργάτης μας Χριστόφορος Χατζηβασιλείου. ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΑΡΙΘ Μ ΟΣ 11461

ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ Ε ν Μυτιλήνη και εν τη επί της οδού Βσυρνάζων υπ’ αριθμόν1** κειμένη Κλινική του κ. Λεωνίδου Χατζη­ λεωνίδα, ιδιοκτησία "Αννης Μ. Κω<ν>σταντινίδου, ένθα προς σύνταξιν της παρούσης κληθείς μετέβην σήμερον τήν δεκάτην όγδοην (18) του μηνός Φεβρουαρίου του χιλιοστού έννεακοσιοστού τριακοστού πέμπτου (1935) έτους, ημέραν Δευτέραν, μετά μεσημβρίαν, ενώπιον εμού, του συμβολαιογράφου και κατοίκου Μυτιλήνης Ιωάννου Γρηγορίου Φωτίου, έδρεύοντος ενταύθα, και του επί συμπράξει προσληφθέντος Πέτρου Νικολάου Οικονδμοπούλου, συμβολαιογράφου Μυτιλήνης, κατοικοεδρεύοντος και τούτου ενταύθα, γνωστού μοι δέ και μη έξαιρετ<έ>ου, επί παρουσίςι και του μάρτυρος Παναγιώτου Ευστρατίου Γάκα, δικαστικού κλητήρος, κατοίκου Μυτιλήνης, ενηλίκου, πολίτου 'Έλληνος χριστιανού ορθοδόξου, γνωστού μοι και μη ύπαγομένου είς περίπτωσίν τινα άνικανότητος έκ τών άναγραφομένων εν τώ νόμορ Γ.Ψ.Π. ούτε είς άλλην τινά νόμιμον έξαίρεσιν, ένεφανίσθη ό προς εμέ, προς τον συμπράττοντα συμβολαιογράφον και προς τον μάρτυρα γνωστός Δημήτριος Σπύρου Χατζησπϋρος, κτηματίας, κάτοικος "Αγιάσου, ένθα και έγεννήθη, χριστιανός ορθόδοξος, άσχετος δέ προς τον συμπράττοντα συμβολαιογράφον και προς τον μάρτυρα πάσης συγγένειας και σχέσεως έκ τών άναγραφομένων εν τφ αύτω νόμψ Γ.Ψ.Π. και μη υποκείμενος εις έξαίρεσίν τινα, και έδήλωσεν ότι επιθυμεί να συντάξη ενώπιον μου ώς συμβολαιογράφου τήν δημοσίαν διαθήκην του και ότι ούδεμιάς τών αισθή­ σεων του στερείται. Πεισθείς περί της σοβαρότητος τής διαθέσεώς του ταύτης, άπεμάκρυνα έκ του δωματίου πάντας τούς λοιπούς παρευρισκομένους και υπέδειξα είς

τον μάρτυρα ότι δέον να όρκισθη. Ούτος δέ θέσας τήν δεξιάν αυτού επί του ιερού Ευαγγελίου ώρκίσθη ενώπιον μου ότι θα τηρήσωσι μυστικός τας διατάξεις τής διαθή­ κης μέχρι τής δημοσιεύσεώς της, και εΐτα έκάλεσα τον είρημένον διαθέτην Δημήτριον Σπ. Χατζησπΰρον, ίνα έκφράση και διατυπώση τήν τελευταίαν βούλησίν του. Ούτος δέ ύπαγορεύων έκ σχεδίου έδήλωσε προφορικως τα έξης, ότι: Άκυροι καθ’ ολοκληρίαν πάσαν προγενεστέραν διαθήκην του. Διά τής παρούσης δέ έγκαθιστα γενικόν και καθολικόν κληρονόμον του το Ιερ ό ν Πολιτικόν Νοσοκομειον "Αγιάσου2, είς το όποιον κατα­ λείπει άπασαν ανεξαιρέτως τήν μετά θάνατόν του εύρεθησομένην κινητήν και ακίνητον περιουσίαν του έξ οίωνδήποτε περιουσιακών στοιχείων άπαρτιζομένην, οπουδή­ ποτε εύρισκομένην και δΓ οίονδήποτε λόγον εις αυτόν άνηκούσης. Όρίζει δέ και διατάσσει τα έξης σχετικως με τον σκοπόν και τήν διαχείρισιν της περιουσίας του ταύ­ της. "Απασα ή εν λόγω περιουσία του θα μένη έσαει κτήμα άναφαίρετον και άναπαλλοτρίωτον του ρηθέντος Τερού Νοσοκομείου Αγιάσου, μη δικαιουμένης της Εφορίας ή τής υπό οίανδήποτε άλλην τυχόν επωνυμίαν διαχειρισ­ μένης τα του Νοσοκομείου Αρχής, να μεταβάλη τήν σύστασιν αυτής καθ’ οίονδήποτε τρόπον και δι’ οίονδή­ ποτε λόγον. Αι πρόσοδοι τής περιουσίας του ταύτης θα διατίθενται αποκλειστικώς και ύποχρεωτικως διά τήν συντήρησιν της κλινικής του Νοσοκομείου, πλην μικρού μέρους των προσόδων τούτων, όπερ θέλει διατίθεσθαι υπέρ τής βιβλιοθήκης του Νοσοκομείου ώς κατωτέρω ορίζεται. Τα εν τη οικία του βιβλία, αφού καταγραφωσιν εν ιδίω καταλόγφ, θέλουσι παραληφθη υπό τής Εφορίας του Νοσοκομείου και τής κατωτέρω όριζομένης διαχειριστικής Επιτροπής και τοποθετηθη εν μιμ των αιθουσών του Νοσοκομείου ώς βιβλιοθήκη αυτού, έκποιουμένων τών άχρηστων και έφθαρμένων και άντικαθισταμένων διά νεωτέρων καταλλήλων. Ή Εφορία του


Νοσοκομείου μετά της διαχειριστικής Επιτροπής οφείλει να παραλάβη επίσης, εάν δεν προλάβη ό ίδιος να πράξη τούτο, παρά του Διοικητικού Συμβουλίου του Αναγνω­ στηρίου "Αγιάσου «ή Ανάπτυξις» όσα βιβλία έχει δωρήσει προηγουμένως είς αυτό, αξίας πολλών χιλιάδων δραχμών, καθόσον το σωματειον τούτο έπιλήσμον γενόμενον τής αποστολής του έπαυσε να έκπληροι τον προο­ ρισμόν του και συνεπώς έξέλιπε και ό σκοπός διά τον όποιον έδώρησε ταύτα εις αυτό, και ούτω ή δωρεά του αύτη κατέστη νόμψ ανακλητή και άκυρος, καθότι έξέλιπον αί προϋποθέσεις, ύ φ ’ άς έγένετο ή δωρεά των βιβλίων του προς αυτό3. Προς πλουτισμόν δέ τής βιβλιο­ θήκης του Νοσοκομείου ορίζει όπως Ετησίως διατίθεται έκ τών εισοδημάτων τής περιουσίας του ταύτης παρά τής Ε φ ορία ς του Νοσοκομείου και τής διαχειριστικής Επιτροπής ποσόν, χιλίων πεντακοσίων μέχρι δύο χιλιά­ δων δραχμών, άναγραφόμενον εν τφ σχετικφ προϋπολογισμό). Τούς εν τή αυλή τής οικίας του πίθους οφείλει ή Εφορία του Νοσοκομείου να μεταφέρη ώς κτήμά της είς τήν αποθήκην του παλαιού Νοσοκομειακού ελαιοτριβείου ή είς άλλον διαθέσιμον χώρον. Έάν τυχόν οποτεδήποτε και δι’ οίονδήποτε λόγον ήθελε παύσει παρ’ ελπίδα λειτουργούν το Νοσοκομειον "Αγιάσου, ή έάν το Νοσοκομειον τούτο ήθελε άπολέσει τήν ανεξαρτησίαν του ώς αυτοτελές ίδρυμα και ήθελε ύπαχθή εις άλλο Νοσοκομειον η παραπλήσιον ίδρυμα ώς παράρτημα ή εξάρτημα αυτού, και εν γένει εν πάση περιπτώσει καθ’ ήν το Νοσοκομειον "Αγιάσου ήθελεν παύσει να λειτουργή ώς ανεξάρτητον ίδρυμα 'Αγιάσου, διατάσσει όπως απασα ανεξαιρέτως ή περιουσία του, κινητή και ακίνητος, περιέλθη ώς καθολικόν καταπίστευμα είς το εν Αθήναις Νοσοκομειον «ό Ευαγγελισμός», ύποχρεούμενον να συντηρη μίαν κλίνην επ’ όνόματι του διαθέτου, εν τη όποιο, να γίνωνται δεκτοί άποροι ασθενείς έκ τής γενετείρας του και οι πάσχοντες έκ των συγγενών του. ΠαρακαλεΙ δέ εν τοιαύτη περιπτώσει, ίνα πας πολίτης, ή Εφορία του Νοσοκομείου και ή κατωτέρω όριζομένη δια­ χειριστική Επιτροπή ειδοποίηση αμελλητί τήν διεύθυνσιν του Νοσοκομείου «ό Ευαγγελισμός» διά τα περαιτέρω. Προς διαχείρισιν τής εις το Νοσοκομειον "Αγιάσου καταλειπομένης περιουσίας του ορίζει ό διαθέτης ιδιαιτέραν επιτροπήν άποτελουμένην έκ του εκάστοτε Ειρηνοδίκου Αγιάσου ή του νομίμου άναπληρωτοϋ αυτού, ώς προέ­ δρου, και των κ.κ. Γεωργίου Λεωνίδα Σαμοθράκη4, Ευστρατίου Α θανασίου Α λεντά (Μ ουλαδούλας)5, Ανδρέου Ίωάν. Δουκάκη6 και Παναγιώτου Ευστράτ. Βαμβουρέλλη. Ή διαχειριστική αύτη Επιτροπή θα έχη τήν διαρκή μέριμναν διά τήν τακτικήν και ανελλιπή καλ­ λιέργειαν και βελτίωοιν αυτών, τήν επισκευήν των έστεγασμένων απάντων, και διά τήν υπό τούς μάλλον έπωφελεστέρους όρους έκμίσθωσιν αυτών. Ή διαχειριστική Επιτροπή θα κράτη τακτικά βιβλία διαχειρίσεως ιδιαίτε­ ρα και κεχωρισμένα έκ των γενικών βιβλίων διαχειρίσεως του Νοσοκομείου Αγιάσου, θα συντάσση και θα ύποβάλλη έτησίως προϋπολογισμόν εσόδων και εξόδων τής κληρονομιάς είς τήν Ε φ ο ρ ία ν του Νοσοκομείου "Αγιάσου, είκοσι τουλάχιστον ημέρας προ τής υπό του

καταστατικού του Νοσοκομείου ' Αγιάσου όριζομένης προθεσμίας προς σύνταξιν του προϋπολογισμού του ιδρύματος, και τούτο ίνα, έάν ή Ε φ ο ρ ία του Νοσοκομείου διαφωνη εις εν ή πλείονα σημεία επί του ύποβληθέντος προϋπολογισμού, έχη τον άπαιτούμενον χρόνον να συγκαλή αύτη ιδιαιτέραν συνεδρίασιν, είς ήν καλουμένη να παρίσταται και ή ώς άνω διαχειριστική Επιτροπή προς λύσιν τής διαφοράς κάτα πλειονοψη­ φίαν. Πάσαν πληρωμήν και εΐσπραξιν άφορωσαν τήν περιουσίαν του ταύτην θα ενεργή ή ώς άνω όριζομένη διαχειριστική Επιτροπή διά του ταμίου της Εφορίας του Νοσοκομείου, εκδιδομένων των σχετικών ενταλμάτων πληρωμής και των αποδείξεων εισπράξεως υπό του προ­ έδρου της Εφορίας του Νοσοκομείου και του ταμίου τή εγγράφω εντολή και υποδείξει τής διαχειριστικής Ε πιτροπής και είσπραττομένων των προσόδων διά λογαριασμόν τής κληρονομικής ταύτης περιουσίας. Μετά τήν λήξιν δέ έκάστης χρήσεως θα συντάσσεται ό απολογι­ σμός, όστις διά να είναι έγκυρος δέον να φέρη τας ύπογραφάς όλων των μελών της Εφορίας του Νοσοκομείου και τής διαχειριστικής Επιτροπής. Ε ν περιπτώσει χηρεύσεως θέσεως τίνος εν τη διαχειριστική Επιτροπή δι’ οίον­ δήποτε λόγον, έκτος τής του προέδρου αυτής, θα συνέρχωνται εντός πέντε μέχρις επτά το πολύ ήμερων τα λοιπά μέλη τής διαχειριστικής Επιτροπής είς συνεδρίασιν, είς τήν οποίαν δέον να είναι παρόντα άπαντα τα λοιπά μέλη τής Επιτροπής ταύτης, και θά έκλέγουσι δι’ απολύτου πλειοψηφίας τον διάδοχον, συντασσομένου επί τούτψ πρακτικού. Έάν τυχόν κατά τήν άποβίωσίν του ήθελον εύρεθή έλαια η άλλα προϊόντα άνήκοντα είς αυτόν, ύποχρεούται ή διαχειριστική Επιτροπή να φροντίση διά τήν έκποίησιν ταύτην υπό τούς μάλλον έπωφελεστέρους όρους και τήν εΐσπραξιν του αντιτίμου αυτών. Το δέ έκ τής εκποιήσεως προϊόν και τα τυχόν εύρεθησόμενα μετρητά, αί εν Τραπέζαις καταθέσεις, όμολογίαι, πολύτι­ μα αντικείμενα, θα άποτελέσωσι όλα όμού εν ποσόν διά του οποίου θα φροντίση ή διαχειριστική Επιτροπή να άγοράση εν κτήμα, το όποιον μετά τής εν ' Αγιάσο) συνοικία Καμπούδι ιδιοκτήτου οικίας του διαθέτου θά άποτελέσωσι τον πυρήνα τής ιδρύσεως Γηροκομείου7, χρησιμοποιουμένης προς τούτο τής εν λόγψ οικίας του, έκτος έάν ή Εφορία κρίνη προσφορώτερον να χρησιμο­ ποίηση προς τον σκοπόν τούτον αριθμόν τινα δωματίων του Νοσοκομείου, έπιφυλάσσουσα δι’ άλλην χρήσιν τήν οικίαν του. Είς το ούτω ίδρυόμενον Γηροκομεΐον δύνα­ νται να εισέρχωνται κάτα πρώτον αιτήσει των γέροντες, αφού διά συμβολαιογραφικής πράξεως μεταβιβάσωσιν επ’ όνόματι του <Γηροκομείου> τήν περιουσίαν των, έπιφυλασσομένης τής Εφορίας διά τήν αποδοχήν απόρων μέχρις έξασφαλίσεως των απαραιτήτων άποθεματικών κεφαλαίων. Τα επ’ όνόματι του γραμμάτια οφείλει να εισπράξη ή διαχειριστική Επιτροπή διά λογαριασμόν του Νοσοκομείου. Τα εν τη οικίοχ του σεντούκια και λοιπά οικιακά έπιπλα, έκτος γραφείου, τραπεζίων και δύο μεγά­ λων σεντουκων, ών ή μια εν τη αύλη, θα διανεμηθωσι μεταξύ των συγγενών του επιστασία τής διαχειριστικής Επιτροπής. Έάν δέ τις τών συγγενών του δι’ οίονδήποτε


του συμπράττοντος συμβολαιογράφου και εμού παρέστη εν τψ δωματίψ και ότι έτηρήθησαν τα εν αρθροις 15, έδαφίοις α και β, και τα εν αρθροις 14 και 15, έδαφίω γ, του Νόμου Γ.Ψ.Π. διατασσόμενα. Είς πίστωσιν και βεβαίωσιν πάντων τούτων συνετάχθη ή παρούσα δημοσία διαθή­ κη έπί δύο φύλλων χαρτοσήμου, άνεγνώσθη εύκρινως και μεγαλοφώνως προς τον διαθέτην εις έπήκοον και τών συμπραττόντων προσώπων και βεβαιωθεισα υπό πάντων τούτων ύπεγράφη είς το τέλος της τετάρτης σελίδος του πρώτου φύλλου και είς το τέρμα τής παρούσης παρ’ όλων και έμοΰ ώς επεται: Ό διαθέτης Δ.Σ. Χατζησπΰρος

(Τ.Σ.)

Ό μάρτυς Π.Ε. Γάκας

Οί Συμβολαιογράφοι Π.Ν. Οικονομόπουλος Ι.Γ. Φωτίου

Ακριβές άντίγραφον <Έν> Μυτιλήνη τη 16 Δεκεμβρίου 1969 (Τ.Σ.) Ό Συμβολαιογράφος Μυτιλήνης Οικονομόπουλος Π ροτομή του Δημητρίου Χ ατζησπύρου, τοποθετημένη στον αύλειο χώρο του Ιδρύματος Κοινωνικής Π ρόνοιας «Η Θεομήτωρ» Α γιάσου.

Έδημοσιεύθη τη 15 Ιουνίου 193511 (Τ.Σ.) Ό Συμβολαιογράφος Μυτιλήνης Οικονομόπουλος

(Από τη Συλλογή Γιάννη Χατζηβασιλείου)

λόγον παραιτηθη του δικαιώματος του τούτου, το άνάλογόν του θα έκποιήται και το τίμημα θα παραδίδεται είς το Νοσοκομειον "Αγιάσου. Κληροδοτεί είς τήν ανεψιάν του Καλλιόπην Βασιλ. Χατζηβασιλείου8, το γένος Θεοφάνους Χατζησπύρου, διά τας κάτα τήν άσθένειάν του παρασχεθείσας είς αυτόν περιποιήσεως δραχμάς δεκαπέντε χιλιά­ δας (15.000). Επιθυμεί και διατάσσει όπως ή κηδεία του γίνη όσον το δυνατόν απλή. Δεν επιθυμεί καταθέσεις στε­ φάνων, αντί τούτων δύνανται οι βουλόμενοι να δώσωσιν είς το Νοσοκομειον ό,τι ευαρεστούνται. Εκτελεστός της διαθήκης του διορίζει τούς άποτελούντας τήν διαχειρι­ στικήν Επιτροπήν και τούς κ.κ. Στέφανον Βρανίδην9και ’Αριστοτέλην Σαμοθρακην10, τούς οποίους παρακαλει όπως φροντίσωσι διά τήν ακριβή τήρησιν και έκτέλεσιν τής τελευταίας του ταύτης βουλήσεως. Ενταύθα ό διαθέ­ της έπεράτωσε τας διατάξεις του. Έπί τη ύπομνήσει μου δέ αν θέλη να προσθέση και άλλο τι ή αν σκοπη να διαθέση υπέρ ετέρων φιλανθρωπικών καταστημάτων ή του Εθνικού Στόλου ή του Ερυθρού Σταυρού, άπήντησεν όχι. Εΐτα ήρώτησα τον συμπράττοντα συμβολαιογράφον και τον μάρτυρα και ιδία έκάτερος μοι άπήντησαν ότι δεν εύρίσκονται είς σχέσιν τινα έκ των άναγραφομένων εν τψ νόμω Γ.Ψ.Π., αρθροις I και II, προς τούς εν τη διαθήκη τετιμημένους και τούς διοριζομένους έκτελεστάς. "Ασχετος τοιαύτης σχέσεως προς τούτους είμαι και εγώ ό συμβολαιογράφος. Γίνεται μνεία ότι τά κάτα τήν σύντα­ ξιν της διαθήκης συμπράττοντα*** καθ’ όλην τήν διάρ­ κειαν τής παρούσης πράξεως. Ό τι κάτα τήν σύνταξιν τής διαθήκης ουδείς άλλος πλην του διαθέτου, του μάρτυρος,

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1. Δεν αναγράφεται αριθμός στο ακριβές αντίγραφο της 16ης Δεκεμβρίου 1969 που έχουμε στη διάθεσή μας. 2. Βλ. Γιάννη Χρ. Χ ατζηβασιλείου, Δ η μ ή τρ ιο ς Χατζησπύρου, ο Λέσβιος λόγιος και ευεργέτης, Αθήνα 1994, σα. 32-35 (Το Νοσοκομείο Αγιάσου). 3. Βλ. ό.π., σσ. 30-31 (Ο Χατζησπύρου και το Αναγνω­ στήριο). 4. Ο Γεώργιος Αεωνίδα Σαμοθρακής ήταν ανεψιός του διαθέτη, γιος της αδερφής του Αφροδίτης (1865-1937). 5. Ο Ευστράτιος Αθανασίου Αλεντάς ή Μουλαδούλας, άνθρωπος δραστήριος και καλλιεργημένος, συμμετείχε ενερ­ γά στα κοινά της Αγιάσου. 6. Ο Ανδρέας Ιωάννου Δουκάκης, από τον Ασώματο, συμμετείχε ενεργά στα κοινά της Αγιάσου, όπου ήταν εγκα­ ταστημένος. Π αιδιά του ο Γεώργιος, ο συγγραφέας του βιβλίου «Ο τουρισμός της νήσου Λέσβου» (Αθήναι 1959), και ο δάσκαλος Μιχαήλ. 7. Βλ. Γιάννη Χρ. Χ ατζηβασιλείου, ό.π., σ. 36 (Το Γηροκομείο Αγιάσου). 8. Ο Θεοφάνης Χατζησπύρου (1854-1918) ήταν αδερφός του διαθέτη από άλλη μητέρα, την Αικατερίνη Παναγιώτου Βαμβουρέλλη. Η κόρη του Καλλιόπη είχε παντρευτεί τον παντοπώ λη και αραμπατζή Β ασίλειο Ε υστρατίου Χατζηβασιλείου (Φασούλα). 9. Ο Στέφανος Βρανίδης ή Βρανιάδης (1859-1938), γιος του ιστοριογράφου και λογοτέχνη Βασιλείου Βράνη, συνέδε­ σε το όνομά του με κληροδοτήματα. 10. Ο Αριστοτέλης (Αριστής) Αεωνίδα Σαμοθρακής ήταν ανεψιός του διαθέτη, γιος της αδερφής του Αφροδίτης. 11. Βλ. Γιάννη Χρ. Χατζηβασιλείου, ό.π., σ. 41 (Η διαθή­ κη του Χατζησπύρου).


ΛΕΣΒΙΑΚΟΙ ΑΠΟΗΧΟΙ ΤΟ Υ

ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΘΑΒΩΡΗ

Η α ν κ α λ ο κ α ίρ ι, μ ή να ς Α ύ γ ο υ σ το ς, π ά ν ε πολλά χρ ό νια α πό τότες. Η Α γιάσος, η νυφ ούλα του Ολύμπου, ετοιμαζόταν για το τρανό γιορτάσι της χριστιανοσύνης. Με λαχτάρα δεχόταν στους κόλπους της τα ξενιτεμένα π α ιδ ιά της. Με φ ιλο ­ φροσύνη προϋπαντούσε καθημερνά τους αναρίθ­ μητους προσκυνητές της Μ εγαλόχαρης... Α νά μ εσ α σ το υ ς εκ λ ε κ το ύ ς ε π ισ κ έ π τ ε ς της λεσβιακής Ιερουσαλήμ και ο Κ οζανιτης γλω σσο­ λόγος Α ντώ νιος Θαβώρης, ο μετέπειτα καθηγητής του Πανεπιστημίου τω ν Ιω αννίνω ν, με την καλό­ καρδη σ υντρόφ ισ σ α της ζω ής του, τη φ ιλόλογο Σούλα. Ή ρθ α ν να θαυμάσουν αμάλαγες φυσικές ομ ορ φ ιές, να δουν α πό κ οντά έργα π ο λ ιτισ μ ο ύ του χτες και του σήμερα, να χαρούν την αιγαιοπελα γίτικ η π νευ μ α τικ ό τη τα , να σ τα χυολογή σ ουν αξιοσπούόαστα ιδιω ματικά στοιχεία και να γνω ­ ρίσουν, επιτέλους, τον Αγιασώτη συμπέθερό τους, το Χ α ρ ίλα ο Β ουνάτσο, του ο π ο ίο υ αδελφή είχε παντρευτεί στην Αμερική θείο τους, καταγόμενο από την Α ριδαία του Νομού Πέλλας... Ο αυτάδελφός μου Στρατής και εγώ αναλάβαμε το έργο της ξενάγησης. Ο Αντώνιος Θαβώρης ήταν τότες βοηθός του αείμνηστου καθηγητή μας στο Α ρ ισ τ ο τ έ λ ε ιο Π α ν ε π ισ τ ή μ ιο Θ εσ σ α λ ο ν ίκ η ς

Νικολάου Ανδριώτη. Εκτός από καλός επιστήμο­ νας, ήταν και άνθρω πος ευγενικός, καταδεκτικός, εξυπηρετικός, και όλοι οι φοιτητές τον εκτιμούσαν κ α ι τ ο ν σ έβ ο ντα ν. Ε π ισ κ εφ τή κ α μ ε το ν α ό της Π α ν α γ ία ς κ α ι το α γγειο π λ α σ τείο τω ν α δελφ ώ ν Χατζηγιάννη, πήγαμε στο Αναγνωστήριο, παρακο­ λουθήσαμε σ τον ά λλοτε κ ινη μ α το γρ ά φ ο « Ό λ υ ­ μπος», στο «Φουλίδ’», πρόβα της αγιασώτικης ηθο­ γραφίας του Χριστόφα Κ ανιμά «Τι να τα κάνω τα καλά», δροσιστήκαμε στη βρύση του Α ϊ-Β ασίλη, ανεβήκαμε στο γραφικό πευκόφυτο λόφο Καστέλι, καθίσαμε στην «τραγιάσκα», όπω ς έλεγαν ειρωνικά άλλοτε το σημερινό πάρκο, λόγω του μεγάλου γεισώ ματος του κτίσματος που υπήρχε σ ’ αυτό, και σεργιανίσαμε στους δρόμους του χωριού. Το ενδια­ φέρον του ερευνητή επιστήμονα έντονο. Το σημειω­ ματάριο συχνά πυκνά έβγαινε, για να καταγραφεί ποικίλο υλικό, που συνελάμβανε το ασκημένο αφτί κ α ι μάτι του γλωσσολόγου. Θ υμάμαι που κοντοστάθηκε στα ψαράδικα, εντυπωσιασμένος από το ασυνήθιστο επώ νυμο, που ήταν σημειωμένο στην ταμπέλα του απέναντι ραφείου του μακαρίτη σήμε­ ρα Γεωργίου Ηλιογραμμένου... Έ ν α π ρ ω ιν ό π ο υ συναντηθήκαμε στην αγορά του χω ριού, στον «Κ άμπο», κ α τα πώ ς συνήθισαν α πό πα λιά να τη λένε οι Α γιασώτες, οι επισκέπτες μας εκδήλωσαν την επιθυμία τους να γνω ρίσουν κα ι τον πα τέρα της θείας τους, της Α μερικάνας. Μ α ς ε ίπ α ν π ω ς το ν λένε Χ α ρ ίλ α ο Β ο υ νά τσ ο . Β ά λα μ ε σ ’ εν τα τικ ή λ ε ιτ ο υ ρ γ ία το μ ν η μ ο ν ικ ό μας. Απαριθμήσαμε όλους τους Β ουνάτσους που

Αναμνηστική φωτογρα­ φία στο άλλοτε οινομα­ γειρείο του Βασιλείου Κορομηλά (6 Αυγούστου 1965), όπου σήμερα το ανθοπωλείο του Π ανα­ γιώτη Κουντουρέλη. Διακρίνονται, από αρι­ στερά, ο Γ ιάννης Χατζη­ βασιλείου, ο Αντώνης Θαβώρης, μετέπειτα καθηγητής της Γλωσσο­ λογίας στο Πανεπιστήμιο των Ιωαννίνων, η φιλόλο­ γος σύζυγός του Σούλα, ο Χ αρίλαος Ευστρατίου Βουνάτσος (Κνας) και ο Στρατής Χατζηβα­ σιλείου.


ξέρα με. Ύ σ τερ α π ιά σ α μ ε τ ο υ ς Κ ο ντή δες, π ο υ έχουν το π α ρ α ν ό μ ι Μ πουνατσέλης. Ω ς κα ι στοτ χω ρ ιά του Π λω μ α ριού φτάσαμε, όπ ο υ ζουν και β α σιλεύουν μέλη της π ο λ ύ κ λ α δη ς π ά τ ρ ιά ς τω ν Βουνατσαίων... Βρεθήκαμε σε πολύ δυσάρεστη θέση. Ή μασταν νεοφ ώ τιστοι κα ι ω ς τέτοιοι θαρρούσαμε π ω ς τα γνωρίζαμε όλα. Η ξέχειλη θρασύτητα της ηλικίας και η συνακόλουθη υπεροψ ία δοκιμάζονταν. Για να βγούμε από το αδιέξοδο, έπρεπε να ζητήσουμε τα φώ τα τω ν σ υγχω ριανώ ν μας. Στο κάτω κάτω μεγάλο ήταν τότες το ψυχομέτρι του χω ριού μας και δικαιολογημένα θα μπορούσαμε να πα ρ αδε­ χτούμε την ά γν ο ια μας. Για καλή μας τύχη ανέ­ βαινε από τον «Κάτω κάμπο» ο π ά ντα βιαστικός κ α ι π ρ ό θ υ μ ο ς τα χ υ δ ρ ό μ ο ς Γ ιάννης Π ο υδ α ρ ά ς. Τον πλησιάσαμε κ α ι τον ρωτήσαμε π ο ιο ς είναι ο Χ α ρ ίλ α ο ς Β ουνά τσ ος κ α ι μάθαμε π ω ς ήταν το Χ α ρ έλ’ ο Κ νας, ο γνω σ τός σε όλους μας ιχθυ ο ­ π ώ λ η ς της Α γιά σ ο υ ! Μ είνα μ ε έκ π λ η κ το ι. Τ ον ξέραμε πολύ καλά με το πα ρ ατσ ούκλι του, ά λ λ ’ αγνοούσαμε το «σκολιανό» του όνομα... Η γνω ριμία τω ν επισκεπτώ ν μας με το συμπέ­ θερό το υ ς έγινε στο ά λλο τε ο ιν ο μ α γ ειρ είο του Β ασιλείου Κ ορομηλά, εκεί π ο υ σήμερα στεγάζε­ ται το ανθοπω λείο του Παναγιώτη Κουντουρέλη. Το Χ αρέλ’ ο Κ νας, ο γραφ ικός ψαρομανάβης, με τ ’ αδρά χαρακτηριστικά, με την καμπανάτη φωνή, την αργασμένη α π ό το π ιο τ ί κ α ι το τσ ιγά ρ ο, με την α φ ο π λ ισ τικ ή α πλότη τα , με το ν εκφ ρασ τικό λόγο, με το πηγαίο χιούμορ, μας είπε πολλά και διάφ ορα. Δεν παρέλειψ ε να μας μιλήσει κ α ι για το ο ικ ο γ ε ν ε ια κ ό π α ρ α τ σ ο ύ κ λ ι Κ ν α ς , π ο υ «κόλλησαν» στον αρραβωνιασμένο πατέρα του οι φ ίλοι του, λέγοντάς του περ ιπαιχτικά , κάθε φορά π ο υ το ν σ υνα ντούσ αν: Ε θα π α ς σ ’ ν ν φ ’ κνα, ε Τ ίν ’! Ο κ ινά ς ή κνας ήταν βαφή για τα μαλλιά και για τα νύχια και τον έστελναν άλλοτε οι γαμπροί στις νύφες ως δώρο... Η συνάντηση ετούτη στάθηκε π ο λ ύ χρήσιμη. Ξεσκέπασε την άγνοια μας μέσα στο βιότοπό μας. Μ ας δίδαξε π ω ς ο δρόμος της λαογνω σίας είναι μ α κ ρ ύ ς, π ω ς η β ρ υ σ ο μ ά ν α της γλ ώ σ σ α ς ε ίν α ι αστέρευτη, π ω ς κ α ι η πολύχρ ονη αναστροφή με τους ανθρώ πους του τόπου δε σου δίνει τη δυνα­ τότητα π ά ντο τε να εισ χω ρήσ εις σ ’ όλα τα κρη ­ σ φ ύ γ ε τά τ ο υ ς , να ε ξ ε ρ ε υ ν ή σ ε ις το α π ύ θ μ ε ν ο β ά θ ο ς της ψ υ χ ή ς τ ο υ ς , ν ’ α π ο θ η σ α υ ρ ίσ ε ις τα μαλάματα της λαλιάς τους, να πά ρ εις τη μεταλαβιά της αυθεντικότητας από το χέρι τους... ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

ΦΩΤΟΣΚΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΙΑΣΟ

Π αλαιό καλντερίμι της Α γιάσου, με το παραδοσιακό «λαγκάδ’» στο μέσον, που διευκόλυνε στη ροή τους τα όμβρια ύδατα... (Φωτογραφία Γρηγορίου Ξανθού, 1997)

Τρεις φίλοι, μαθητές του Γυμνασίου Α γιάσου, μπροστά στο φακό του παρελθόντος, πριν από 40 χρόνια... Ο ταχυδρομικός υπάλληλος Χ ρίστος Π αναγιώ τη Καμινέλης, ο καθηγητής της Βυζαντινής Α ρχαιολογίας του Α ριστοτέλειου Π ανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης Γεώργιος Γρηγορίου Γούναρης και ο σεβασμιότατος μητροπολίτης Μ υτιλήνης Ιάκωβος, κατά κόσμον Κω νσταντίνος Χ ριστόφα Φραντζής... (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Μιχάλης Χριστοφαρής ή Καμπάς)


ΜΑΝΑ! ΓΙΑΓΙΑ! ΠΑΤΕΡΑ! Δυο γεροντάκια πρόβαλαν μες α π ’ τ ’ αεροπλάνο, κοιτάζανε, κοιτάζονταν, λκ Λ γύρω τα μάτια φέρναν, κάποιον δικό τους για να δουν, να τον αναγνωρίσουν, την κούραση και σκέψη τους για να παραχωρήσουν.

ΣΤΟΧΑΣΤΗΣ Μ ’ ένα βιβλίο κάτου α π’ τη μασχάλη, δίχως καμιά φροντίδαν άλλη, στους δρόμους και την αγορά περιπατεί... Με όψιν όλως επηρμένην, την άσπρη χαίτη του στους ώμους κρεμασμένην, σε κόσμους ονειρώδεις αεροβατεί, κι ενώ νομίζεις μακριά πως ζει από τον κόσμο τούτο «των δεινών» και ζωντανός πως κληρονόμησε «την βασιλείαν ουρανών», μες στο μυαλό και στην ψυχή του έχει σωρεύσει κάθε πονηρόν. Σ ’ αυτόν ειλικρινά μπορείς να πεις: « Εως εδώ και μη παρέκει, φίλε. Τέρμα!.·. Είπα. Εσύ δεν έχεις ίχνος εντροπής, αυτό που λέγαν οι αρχαίοι μας προγόνοι «Έρμα ηθικόν» και το χαρακτηρίζει ο λαός μας «Τσίπα!» «Σατιρικά»

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Γ. ΣΚΛΕΠΑΡΗΣ

ΘΑΛΑΣΣΑ ΕΙΝ’ Ο ΟΥΡΑΝΟΣ Με του έρωτα τη βάρκα βγήκα στα ουράνια τσάρκα, με τον άνεμο βαρκάρη στα πελάγη θα με πάρει. Ρίξαμε όλα τα δίχτυα, πέρασαν τόσα ξενύχτια, λέγοντας τις ιστορίες, πιάσαμ’ άστρα αστερίες. Θάλασσα ε ίν ’ ο ουρανός και βγήκα να ψαρέψω, αστέρια με τα δίχτυα μου για σένα να μαζέψω. ΕΡΜΟΛΑΟΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Ξάφνου φωνές, ξεφωνητά: Μ άνα! Γιαγιά! Πατέρα! Τριγύρω τους μαζεύτηκαν κόρες και γιοι κι εγγόνια. Οι γέροι πια τα χά σ ανε, δεν έβγαζαν μιλιά... Ό λοι αυτοί τριγύρω τους δική τους φαμελιά! Φιλιά και αγκαλιάσματα, λουλούδια, αγκαλιές, χίλια καλωσορίσατε, τους δίνανε ευχές. Οι γέροι δεν εχόρταιναν όλους να τους χαϊδεύουν, τα περασμένα μες στο νου να ξαναζωντανεύουν. Σαν όνειρο περάσανε και σα νερό κύλησαν, γοργά τα χρόνια διάβηκαν, μα χνάρια τους αφήκαν. Αυτή η κόρη η γλυκιά, η καστανομαλλούσα, μικρή έφυγε από το χωριό κι έγινε ασπρομαλλούσα. Κι ο γιος τους ο λεβέντης τους, με την περίσσια χάρη, χιόνια πολλά ’χει στα μαλλιά και λύγισε την πλάτη. Μα δίπλα τους στεκόντουσαν βλαστάρια των παιδιών τους, λεβέντες και λεβέντισσες, χάρμα των οφθαλμών τους. Βουρκώσανε τα μάτια τους στη θύμηση των χρόνων, δε νιώσανε συγκίνηση στο σήκωμα εγγόνων. Ό λα τους ήλθαν έτοιμα, εγγόνοι κι εγγόνες. Όμως μια θλίψη τύλιξε τις γέρικες καρδιές. ΑΝΑΡΟΝΙΚΗ ΣΑΒΒΑ-ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗ


ΜΑΤΩΜΕΝΗ ΚΥΠΡΟΣ Πανώρια πετροπέρδικα φτερούγιζε με χάρη και στο κορμί της σήκωνε μόνο δικά της βάρη. Τον ήλιο σαν χαιρότανε στο πράσινο λιβάδι, μάτι κακό την κοίταξε, την έβαλε σημάδι. Με δίκαννο εξάσφαιρο και άδεια για κυνήγι, ο κυνηγός πισώπλατα το λάκκο της ανοίγει. Τώρα η πετροπέρδικα, στο πόδι πληγωμένη, είναι γεμάτη αίματα και συρματοπλεγμένη. Χωρίς γερά στηρίγματα, φτερά και πανοπλία, στέλνει τα χαιρετίσματα στου κυνηγού τη θεία. Μ ελίσσια , 12.2.1999

ΣΠΥΡΟΣ Κ. ΚΛΡΑΜΟΥΝΤΖΟΣ

ΧΑΡΕΣ ΚΑΙ ΠΑΝΗΓΥΡΙΑ

Ο ΑΓΓΕΛΟΣ Κάποτε ήσουν άγγελος, ξανθός, ψηλός και άλαλος, δεν είχα ακούσει τη φωνή σου, δεν είχα ακούμπησε! το κορμί σου, δεν είχα δει τα δυο σου μάτια, ούτε τ ’ άρμα που σέρναν τ ’ άτια και που σε φέρναν κάθε βράδυ μες στου ονείρου το σκοτάδι. Μα σήμερα βγήκε ο ήλιος, έπεσε πάνω μας το φως, η αγάπη κέρδισε το μίσος, καθάρισε ο ουρανός, κι εσύ κατέβηκες α π ’ τ ’ άρμα, γύρισαν τ ’ άλογα στη φάρμα, μου άπλωσες τα δυο σου χέρια, τα κράτησα γερά εγώ, πέταξαν δυο άσπρα περιστέρια πολύ ψηλά στον ουρανό. Ή ρθες ακόμη πιο κοντά μου, έγειρες μες στην αγκαλιά μου, είδα στα μάτια σου μια φλόγα, τα χείλη σου μου ’παν δυο λόγια και προχώρησαν πιο κοντά μου, πήγε να σπάσει η καρδιά μου και φιληθήκαμε εκεί, λόγια δεν είπαμε, σιωπή. Μα σα σου χαΐδεψ α την πλάτη, αργά αργά και τρυφερά, είδα που δεν υπήρχε κάτι, σου είχαν πέσει τα φτερά. 18.10.1999

Είμαστε σε απόσταση βολής α π ’ την Τουρκία και μας χω ρίζ’ η θάλασσα με τα νερά τα κρύα. Σα βγαίνω στο μπαλκόνι μου, τα φώτα αντικρίζω, βλέπω γαλάζιο ουρανό κι άλλοτε πάλι γκρίζο. Τις βλέπω που φωτίζονται οι πέρα παραλίες, θα ’λεγ ’, αν είναι δυνατόν, και τις περιπολίες. Γι’ αυτό έπρεπε να έχουμε χαρές και πανηγύρια, σταφύλια όλοι να ρίχνουμε στα ίδια πατητήρια. Μπρούσκο κρασί να πίνουμε, με κέφι να γλεντάμε και κάτω α π ’ τ ’ άστρα ως το πρωί γλυκά να τραγουδάμε. Μ υτιλήνη, 2.6.1999

ΜΑΡΙΑ ΠΛΤΣΕΛΗ-ΚΑΜΙΝΕΛΗ

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΖΑΡΟΑΗΜΗΤΡΑΚΗΣ

^

ΘΕΛΩ Ν’ ΑΓΑΠΩ

Λεν μπορώ να ζήσω, δίχως ν ’ αγαπώ. Δέντρο που λυγίζει γίνομαι σωστό. Θέλω να ’χουν πάντα άνθη τα κλωνιά, μέσα μου αδικία δε χωρά καμιά. Δε χωρώ ποτέ στο σπίτι της οργής, βγαίνω και ζητώ τη χαρά της γης. Που ’να ι η γαλήνη και η προσφορά, ας τη μοιραστούμε τούτη τη φορά. Λεν μπορώ να ζήσω, δίχως ν ’ αγαπώ. Νόημα ζωής ζητώ, μα κι ένα σκοπό. Θέλω άσπρο κρίνο να ’ναι η ψυχή, στην αγάπη να ’χει πάντα αντοχή. Μ υτιλήνη, 2 0.10.1999

ΕΛΠΙΔΑ ΜΟΛΥΒΙΑΤΟΥ


ΑΠΟ ΤΙΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ Ο μπαρμπα-Βαγιάνης Ν α τος! Τώρα θαρρώ πω ς τον βλέπω μπροστά μου τον μπαρμπα-Βαγιάνη. Με το κόκκινο φέσι, με τη μαύρη φούντα, απομεινάρι της τουρκοκρατίας, με το τριανταφυλλένιο γελαστό πρόσωπο, συνέχεια της αστραφτερής του φαλάκρας, με τα λίγα ολόλευκα μαλλιά, σαν εκείνα τα φωτοστέφανο των αγίων. Του πήγαινε πολύ το άσπρο μουστάκι κι αυτή η φαρδιά μαύρη βράκα ως το γόνατο, το σκούρο πουκάμισο, το σταυρωτό γιλέκο και οι χοντρές μάλλινες κάλ­ τσες, πλεγμένες από τα προκομμένα χεράκια της γριούλας του, που τις φορούσε και το κατακαλόκαιρο. Αυγή, γλυκοχαράματα, πριν τ ’ άστρο τ ’ αυγινό να σβήσει, καβάλα στ’ άλογό του το ψαρό, κατηφό­ ριζε, κινώντας για τα χωράφια του. Τα πέταλα του ζώου κελαηδούσαν, θαρρείς, πάνω στο καλντερίμι. Λες κι ήτανε το ξυπνητήρι της γειτονιάς. Είχε γερό κομπόδεμα ο γέρος κι όλοι πα ιδεύα νε το μυαλό τους, που να ’χε κρυμμένες τις λίρες του. Στο σαχνισένιο, ξύλινο σπίτι του, με την πλακό­ στρωτη αυλή, μπρος στην παλιά μαυρισμένη πορτάρα της μαζεύονταν η γειτονιά. Στο γυρισμό του το καταμεσήμερο, η καημένη η Θεια-Μελισσηνή, του ξεφόρτωνε το σαμάρι, και το φαρδύ βρακί της, μακρύ ως τον αστράγαλο, από τη βιάση κουνιότανε μια εδώ μια εκεί συνέχεια με την ποδιά της. Ήτανε κι εκείνη σαν μια ζωγραφιά, με το σκούρο καφέ τσεμπέρι και με το γελαστό ρυτιδωμένο προσωπάκι της. Γέμιζε το κατώγι α π ’ όλα του κόσμου τα καλά. Άλλα σακιά γεμάτα με στάρι, άλλα με κουκιά, που τα ζεματίζανε στην πορτάρα μπροστά οι γειτόνισσες, κι άλλα για το άλογο, που ήταν το καμάρι του. Τα κιού­ πια γεμάτα λάδια, που τα κουβαλούσαν με τα τουλού­ μια οι χαμάληδες. «Ά ιντι, καλουξόδιαστου», της λέγανε κι εκείνη κατέβαζε α π ’ την παλιά σκάλα, που έτριζε, το δίσκο με τα φιλοδωρήματα. Τα τυριά ξεχεί­ λιζαν το λάδι ως απάνω στο κιούπι. Έ να δεν είχε μ οναχά το σ π ίτι του μπα ρμπα Βαγιάνη. Τα τζάμια, που ήταν ο μεγάλος καημός της γριούλας. Το ’λεγε και το ξανάλεγε: «Ω Βαγιάν’, να σ’χουριθεί γη μανούδα σ’, βάλι σ’ ένα παναθύρ’ τζά­ μια τσι μι φτάν’. Δε μ’ ιλ’πάσι, ούλου του χ ’μώνα να κάθουμι μέρα μισμέρ’ στα σκουτνό;» Του περνούσε ένα χεράκι κι η αδερφή του η Σοφία: «Βρε, δεν ντρέπισι του κόσμου», του έλεγε. Εκείνος έτσι που τις έβλεπε, τη γυναίκα και την αδερφή του να τα κρυφολένε, τους έλεγε: «Φαντασμένις, ω φαντασμένις! Να που έχουμι του λ ’χνάρ’ τσι μας φέτζ’». Η λάμπα με το πετρέλαιο εξάλλου λίγες φορές άναβε, όταν ήταν ανάγκη. «Αφού έχουμι του λάδ’, γιατί να πληρώνουμι γκάζια», τους έλεγε.

Δυο κόρες κ α ι τρ εις γιο υ ς είχε ο μ πα ρ μ πα Βαγιάνης. Δυο σπίτια, τα καλύτερα του χωριού, είχε φτιάξει για τις κόρες. Και από προικιά άλλο τίποτα. Έ πια νε κουκούλια η Θεια-Μελισσηνή, έπαιρνε το μετάξι, το πήγαινε σε μια ειδική, που το ζεματούσε, και μετά το έγνεθαν τα χεράκια της τα προκομμένα. Οι κοπελιές υφαίνανε και έπλεκαν τα νυφιάτικά τους. Μα έλα που η μεγάλη, η Κατερίνη, αγάπησε τον παραγιό, που μπαινόβγαινε στο σπίτι! Έ νας άντρας ως εκεί πάνω και το δεξί χέρι του σ πιτιού. «Δεν το υ ν θέλου. Του κ α τά λ α β ις;» , έλεγε στη ΘειαΜελισσηνή ο μπαρμπα-Βαγιάνης. Μα η Κατερίνη, ξετρελαμένη με τον π α ρ α γιό τους, ετοίμασε ένα μ π ο γ α λ ά κ ι με λ ίγ α ρ ο υ χ α λ ά κ ια της κ α ι έφυγε κρυφά μαζί του από το σπίτι τους. Θέριεψε ο πατέ­ ρας, σαν του το είπαν. «Ιγώ σ πίτ’ δε δίνου, ας πα να κάτσ’ σ τ’ διμ ό ν’ τη μάνα». Ξεροκατάπινε η μάνα, τρέχανε τα ματάκια της, τα σφούγγιζε κι έλεγε σ ’ εκείνον: «Έ διετσ ’ που μας έλαχι, να δούμι να τς βουλέψουμι». «Τι;», έλεγε εκείνος. «Άμα θέλ’ς να γίνουμι α πί δυο χουριό!» Μα με το πέρασμα του χρόνου, σιγά σιγά, η καρδιά του πατέρα ξύπνησε μέσα του. Ύστερα από μια μεγάλη ταλαιπωρία, έγι­ ναν τα πικρά γλυκά, όπω ς λέγανε και οι γειτόνισ­ σες, που μαζεύονταν στην πορτάρα. Τα δυο παλικάρια του καλοπαντρεύτηκαν. Ο πατέ­ ρας δεν είχε βάσανα μ’ αυτούς. Μόνο ο Θανάσης τού έκανε την καρδιά περιβόλι. Πηγαίνοντας κάθε αυγή να μαζέψει τα δροσερά σύκα από τις συκιές τους, έβρισκε μόνο τ ’ άγουρα. «Θα κρυφτώ», είπε, «τσι θα πιάσου του κλέφτ’». Έ τσι και έγινε. Ο Θανάσης κρύφτηκε πίσω από ένα φράχτη και περίμενε. Όταν του φάνηκε πως κάτι σάλευε πάνω στη συκιά, σιγά σιγά, με το του­ φέκι στον ώμο, σίμωσε στη ρίζα της συκιάς. Μα ποιος να το περίμενε, πως ένας ήλιος θα θάμπωνε τα μάτια του Θανάση. Μια πανέμορφη κοπελιά μάζευε τα αυγινά τα σύκα. «Τι κάν’ς, Αμιρσούδα, τέτοια ώρα απά­ νου σ’ τνι στσια;», τη ρώτησε. Εκείνη φοβισμένη του είπε: «Του γαϊδούρ’ μας γυρέβγου»; «Ε, τσι τι γυρέβγ’ του γαϊδούρ’ απάνου σ’ τνι στσια;» Μα η Αμερσούδα άπλωσε το πόδι της, για να πηδήσει και για να του ξεφύγει. Πού να ’ξερε πως ο Θανάσης θα την έπαιρνε μέσα στην αγκαλιά του. Ενας έρωτας τρελός του Θανάση έκανε πάλι τον μπαρμπα-Βαγιάνη να έρχεται καταμεσήμερο από το χωράφι, να βγάζει τη βράκα και τις χοντρές κάλτσες, να σηκώνει τα πόδια του στο περβάζι του παράθυρου και κρατώντας ένα μεγάλο ποτήρι, με νερωμένο ρακί, να λούζει τη φαλάκρα του, να πίνει λίγο λίγο και να λέει αναστενάζοντας: «Οχ, μάνα μ’, οχ!»


Σιγά σιγά στο σπίτι έμειναν μόνο τα δυο γερο­ ντάκια. Έ να απόγευμα η Θεια-Μελισσηνή δεν κατέ­ βηκε να βοηθήσει το Βαγιάνη, όπως πάντα. Ο γέρος ανησύχησε. Έξω, στο χάλασμα -έτσι έλεγαν τη γει­ τονιά τους- χαλούσε ο κόσμος α π ’ τα γέλια. Είχαν ανοίξει τον κλήδονα. Και τι τραγούδια δεν έλεγαν, για να γελάσουν. «Καρσί μου ήρτις τσ’ έκατσις, απάνου στην πιζούλα, τσι κρέμασις τν αχείλα σου σα τ ’ χταπουδιού τ ’ κουκούλα».

Κανένας δε σκέφτηκε ότι α π ’ την πορτάρα έλειπε η Θ εια-Μ ελισσηνή. Ο γέρ ος α νή σ υχος φ ώ ναξε: «Έλα, γιατί θέλου να τα σκώσουμι μαζί». Έ να αδύ­ ναμο κλάμα ακούστηκε για απάντηση. Ανέβηκε τη σκάλα και τα πόδια του έτρεμαν. Η γριούλα είχε πέσει και είχε το χάλι της. «Τώρα τι θα κάνουμι», σκέφτηκε ο μπαρμπαΒαγιάνης. «Να δούμι, να πάρουμι μια κουπιλούδα, για να μας βλέπ’». Το σκέφτηκε έτσι, το σκέφτηκε αλλιώς και βρήκε τη λύση. Θα έπαιρναν παρακόρη τη μικρή του Μανταμαδιώτη. Εφτά παιδιά είχε ο καημέ­ νος. Πέντε κορίτσια και τρία αγόρια. Η μεγάλη η Μαριγώ παντρεύτηκε τον Αντώνη. Μα ένα πρωινό είδε το προσκεφάλι της ματωμένο. Πήγανε στο γιατρό. Της είπε ότι δεν έπρεπε να κουράζεται, και να τρώει καλά. «Τι έχου, γιατρέ», ρώτησε η Μαριγώ, «τσι δε μι του λες». Ο γιατρός της έδωσε να καταλάβει. «Έχεις φυματίωση», της είπε, «αλλά, αν προσέξεις, θα γίνεις καλά». «Δηλαδή έχου χτικιό», ρώτησε η Μαριγώ και τα μάτια της τρέξανε. Η Ρηνιώ, η Μ υρσινιώ και η Σαπφούλα ένιωθαν πως τα πόδια τους δεν τις σήκω­ ναν. Πήρανε όλες το δρόμο που δεν έχει γυρισμό. Ό Στρατηγός, ο μεγάλος γιος, που αρραβωνιάστηκε τη Δημητρούλα, ένιωθε το σώμα του να καίγεται από τον πυρετό. Ο Βασίλης παντρέφτηκε τη Δ έσποινα. Ο Σ τα ύρος έφυγε στα καράβια. Ε ίχε μείνει μόνο η Καλλιόπη, ένα πανέμορφο σαν από πορσελάνη κορι­ τσάκι, με γαλανά μάτια. «Το Καλλιουπέλ’ θα πάρουμι», είπε ο μπαρμπαΒαγιάνης. Έστειλε και φώναξε το Μανταμαδιώτη. «Θα σου τη δώσω», είπε και τα μάτια του λες και στάξανε αίμα. «Εγώ φταίω για το κακό που έγινε στο σπιτικό μου. Δεν είχα σπίτι, μπαρμπα-Βαγιάνη. Τ ’ αμπάρια έπρεπε να γεμίζουν ελιές. Πήγα στ’ αφε­ ντικό, αλλά τι να κάνει κι αυτός. Ή ταν μαξουλοχρ ονιά . Του είπαμε να μας δώ σει το στάβλο, να ξεχειμωνιάσουμε. Τα ’φαγε τα παιδιά η υγρασία». Η Μαριγώ, ο Στρατηγός, η Μ υρσινιώ, η Ρηνιώ και η Σαπφούλα, ένας ένας πήρανε τον αγύριστο. Τώρα η ζωή του μπαρμπα-Β αγιάνη άλλαξε για καλά. Η γριούλα την αγαπούσε την Καλλιόπη σαν κόρη της. Έ να μόνο ανησυχούσε το γέρο. «Δε μι καλουφαίνιτι», έλεγε, «που γι ’γγουνός-ιμ γι Αντών’ς δε λείπ’ α π ’ του σπίτι μ’ μέρα νύχτα. Αυτός ούτι μια φουρά δεν ίρχουντου να μας δει!» Ένα βράδυ η γριούλα, μη μπορώντας να σηκωθεί,

Οι παραγωγικές γειτόνισσες της Αγιάσου... Διακρίνονται, από αριστερά, καθήμενες: Μ αρία Βασιλείου ΜακαρώνηΒαμβουρέλη, Αικατερίνη Βασιλείου Μακαρώνη, Αμερισούδα Παναγιώτη Κολομόνδου. Ορθιες: Κυριακούλα Αρμενάκη Συναδινού (Βαρού) και Παναγιώτα Παναγιώτη Δαρέλη. (Από τη Συλλογή Γιάννη Χατζηβασιλείου)

φώναξε: «Κ αλλιουπέλ’, ω Κ αλλιουπέλ’, πού είσι, μουρέλι μ’; Έ λα, για τί πουνιώ!». Μα η Καλλιόπη έλειπε. Πέρασαν κάμποσες ώρες, για να ’ρθει. Ο μπαρμπα-Βαγιάνης τη ρώτησε. «Ε, τόσις ώρις τι έκα­ νις στ’ μάνα σ’;» Η Καλλιόπη χαμήλωσε τα μάτια και δεν έβγαλε τσιμουδιά. «Αυτό του π α λ ιό π ιδ ο υ σι ξιμαύλισι», της είπε. Πάνω στην κουβέντα όμως, η πόρτα κάτω χτύπησε κάμποσες φορές. Η Καλλιόπη πήρε το λυχνάρι, για να φέξει. Ή ταν η Παρασκευή, η μάνα της Μαρίκας, μιας όμορφης κοπελιάς που είχε και τον τρόπο της. Έ να σ πίτι, ένα χω ραφάκι και άλλα. Κρατούσε ένα δίσκο με αμυγδαλωτά. «Τι Είν’ αυτό», ρωτήσανε όλοι. «Ε, καλά», είπε η Παρασκευή, «δεν τα μάθατι πους αρβουνιάσαμι τ ’ Μ αρίκα μι τουν Α ντώ ν’; Σ μ πιθιριάσ αμι, μ πα ρμπα -Β α γιά ν’! Πώς τσι δεν του πήρις χαμπάρ’;» Δάκρυα κυλήσανε α π ’ τα μάτια της Καλλιόπης. Ενώ οι άλλοι μιλούσαν ακόμα, πήρε ένα μπογαλάκι με τα ρούχα της, κατέβηκε τη σκάλα που έτριζε κι ούτε φάνηκε π ια στο χω ριό. Μαθεύτηκε πω ς την πάντρεψαν μ’ ένα γέρο. Ο μπαρμπα-Βαγιάνης ένιω­ σε τα φτερά του κομμένα. Τ ’ άλογο το ψαρό έπαψε π ια την αυγή, γλυκοχαράματα, να ξυπνάει με τα πέταλα του τους χωριανούς. Σιγά σιγά τα γεροντά­ κια ξήλθναν σαν τις κάλτσες που έπλεκε η γριούλα. Τα παραθύρια κλείστηκαν. Η πορτάρα δεν ξανάνθι­ ζε πια. Οι λίρες βρεθήκανε από τους κληρονόμους σ’ ένα σακί με στάρι. ΜΑΡΙΑ ΑΓΙΑΣΩΤΟΥ-ΛΑΜΠΡΙΝΟΥ


Ο ΒΙΟΛΙΣΤΗΣ ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΡΟΔΑΝΟΣ ΑΦΗΓΕΙΤΑΙ Τρικούβερτο γλέντι στον Κήπο της Παναγίας Π ρ ι ν από τον πόλεμο του 1940 τον Κήπο της Π α ν α γ ία ς, στην Α γιάσ ο, το ν είχε ο Α ρμενάκης Ρούσιας. Λόγω της ομορφιάς του, το εξοχικό αυτό κέντρο είχε πολλούς θαμώνες, όλο το καλοκαίρι, και ντόπιους και ξένους. Από εκεί πέρασαν πολλές ορχήστρες και δόθηκαν θεατρικές παραστάσεις του Αναγνωστηρίου και μικροθιάσων από την Αθήνα. Το 1938, π ερ ίπ ο υ σ τις α ρ χές Σ επτεμβρίου, ο Κώστας Βουλβούλης και ο Στρατής Αναστασέλης, ταξιτζήδες και οι δυο, είχαν καλέσει σε γλέντι στον Κήπο τον τραγουδιστή-φίρμα Κ οντόπουλο, που τότες είχε τραγουδήσει σε δίσκο ένα ωραίο τραγού­ δι « Β α γγελίτσ α , τη ν ε λ ίτ σα σου λήσω». Η παρέα των καλεσμένων σ’ αυτό το γλέντι ή τα ν μεγάλη. Δε θ υ μ ά μ α ι ό μ ω ς π ο ιο ι ή τα ν οι άλλοι. Επίσης φώ ναξαν και μένα και τον αδελφό μου Σταύρο, να συνοδέψουμε τον τραγουδιστή, με το βιολί και με την κιθάρα, στα τραγούδια του. Η β ρ α δ ιά ήταν κ α λ ο κ α ιρ ιν ή . Τ ραγούδησ ε ο Κοντόπουλος, χόρεψαν, διασκέδασαν. Ό ταν όμως π έρ α σ α ν τα μ εσ ά νυ χ τα , έγινε το σύνθη μα στα φώ τα, που ειδοποιούσ ε π ω ς σε λίγο η Η λεκτρο­ μηχανή θα σταματούσε. Ας σημειωθεί πω ς τότες, μετά τα μεσάνυχτα, τα φώτα έσβηναν. Αμέσως λοι­

π ό ν η π α ρ έ α ετο ιμ ά σ τη κ ε να φ ύ γ ε ι, ενώ ο Α να σ τα σ έλη ς κ α τευ θ ύ νθ η κ ε στο κ α φ ενείο του Κήπου, για να πληρώσει το λογαριασμό του γλε­ ντιο ύ στον Α ρμενάκη. Μ πήκα κ ι εγώ μέσα στο καφενείο. Εκείνη την ώρα έσβησαν τα φώ τα και ο Αρμενάκης άναψε μια μεγάλη λάμπα πετρελαίου κ α ι έδωσε το λογα ρ ια σ μ ό στον Α ναστασέλη. Ο Α ναστασέλης, α φ ού είδε το λογα ρ ια σ μ ό, έκανε παρατηρήσεις στον Αρμενάκη, ότι ήταν φουσκωμέ­ νο ς, κ α ι έτσι ά ρ χισ ε η λ ο γο μ α χ ία μεταξύ το υ ς. Λησμόνησα να γράψ ω ότι ήταν παρούσες κα ι οι τέσσερις κόρες του Αρμενάκη, ανύπαντρες τότες. Εκείνη την ώρα που λογομαχούσαν οι δυο μπήκε άσε μ ε να τη φ ι­ μέσα στο καφενείο ο Βουλβούλης κα ι, χω ρ ίς να τον προσέξει κανείς, πήρε το κυνηγετικό όπλο που κρεμόταν στον τοίχο, σήκωσε και τις δυο σκανδά­ λες και τις τράβηξε. Έ να ς φοβερός κρότος ακού­ στηκε μέσα στο καφενείο, σα να έσκασε χειροβομ­ βίδα. Τότες έγινε πανικός. Ο Αρμενάκης φώναζε: «Φύγετε, δε θέλω τίποτα, τα ’χει πληρωμένα ένας α π έξ ω » . Ο ι κ ό ρ ε ς το υ φ ώ ν α ζ α ν , τ σ ίρ ιζ α ν . Η λάμπα έσβησε. Ο Βουλβούλης εξαφανίστηκε. Μετά α πό λίγη ώρα ο Α ναστασέλης πλήρωσε το λογα­ ριασμό, αλλά το γλέντι είχε άσχημο τέλος.


Η Α Γ Ρ Α Σ Τ Ο Π Ε Ρ Α Σ Μ Α ΤΩΝ Α ΙΩ Ν Ω Ν Ματιές στο πρόσφατο βιβλίο του Γιάννη Τριανταφύλλου Δ ύσκολο εγχείρημα η συστηματική περιδιάβαση σ’ ένα πολυσέλιδο δίτομο πόνημα τοπικής ιστοριο­ γραφίας και η τεκμηριωμένη αντικειμενική αξιολό­ γησή του. Απαιτεί βαθιά γνώση του αντικειμένου και κριτική ικανότητα. Έ χοντα ς πλήρη επίγνωση των δυσχερείων, θα προσπαθήσω, στον περιορισμένο χρόνο που μου δίνει η πιεστική κλεψύδρα, να εστιά­ σω την προσοχή μου σε βασικά σημεία της ιστορικής συγγραφής του Γιάννη Τριαντάφυλλου και να διατυ­ πώσω κάποιες σκέψεις και παρατηρήσεις μου. Ο Γιάννης Τ ρια ντά φ υλλου ανήκει στη χορεία των ανύπνωτων ερευνητών της ιστορίας του τόπου μας. Δεν είναι ειδικός επιστήμονας, αλλά π α θ ια ­ σμένος φιλίστωρ, που νοιάζεται την ιδιαίτερη του πατρίδα, που αναζητά τα πιστοποιητικά της γένε­ σης και της ανάπτυξής της, που πασχίζει να διατη­ ρήσει στη μνήμη ό,τι μέλλει ν ’ αφανίσει ο πανδαμάτωρ χρόνος, που εργάζεται για την προκοπή της, που αγω νιά για το μέλλον της. Με το έργο του ο Γιάννης Τριαντάφυλλου, που το τιτλ ο φ ο ρ εί «Ά γρα Λ έσβου» κ α ι το χαρακτηρίζει «πραγματεία», πλούτισε την τοπική βιβλιογραφία και κάλυψε ένα κενό της. Ακολούθησε το παράδειγμα προηγούμενων συγγραφέων, οι οποίοι με τη μικρή ή μεγάλη, κατά περίπτωση, πνευματική αξιοσύνη τους, καταπιάστηκαν με την ιστορία, τη γενική ή την επιμέρους, αλλά ευκαιριακά και με τη λαογραφία και με τα διαλεκτικά ιδιώματα του νησιού ήδη από το δέκατο ένατο αιώνα, και έδωσαν καθαρές ή συμμιγείς εργα­ σίες, γενικού ή ειδικού ενδια φ έροντος. Χάρη σ ’

αυτούς φωτίστηκαν πολλές σκοτεινές πτυχές της ιστορίας του τόπου μας και προβλήθηκαν κωμοπό­ λεις και χωριά, η Αγιάσος, ο Ασώματος, ο Βαφειός, η Βρίσα, η Γέρα, η Ερεσός, η Καλλονή, ο Μανταμάδος, ο Μ εσότοπος, η Μήθυμνα, η Μυτιλήνη, η Νάπη, ο Παλαιόκηπος, το Πλωμάρι, ο Πολιχνίτος και άλλα. Για το καλό του νησιού μας επιβάλλεται να ενδιαφερ­ θούν για τα χωριά, από ιστορική άποψη, όχι μόνο άτομα αλλά και φορείς. Ο εμπλουτισμός της βιβλιο­ γραφίας με σοβαρές μονογραφίες θα βοηθήσει τους αυριανούς ιστορικούς να συνθέσουν έργα υψηλών επιστημονικών αξιώσεων, με πλούσια τεκμηρίωση, με πληρότητα και με αξιοπιστία. Ο Γιάννης Τριαντάφυλλου, άνθρωπος με πνευμα­ τικές ανησυχίες, με ερευνητικό πνεύμα, με μεθοδικό­ τητα, με καλλιτεχνική διάθεση, με κοινωνικά αισθή­ ματα, με ενθουσιασμό, με μεράκι, με αγω νιστικό παλμό, έδειξε από πολύ νω ρίς ενδιαφέρον για τον τόπο του, για την ιστορία του. Ξεκίνησε δειλά με τη δημοσίευση άρθρων, κυρίως στο καλό δημοσιογρα­ φικό όργανο του Συλλόγου Αγριτών της Αθήνας. Με πολύ κόπο αναπλήρωσε κενά της εγκύκλιας γυμνα­ σιακής του παιδείας και με ζέση άρχισε να σπουδάζει τα λεσ βιακά κ α ι να α σ χ ο λ ε ίτ α ι με την Α γρα. Αναζήτησε πηγές και βοηθήματα. Πραγματοποίησε επισκέψ εις σε χώ ρους με ισ τορικοα ρχα ιολογικό ενδιαφέρον για αυτοψία. Συμβουλεύτηκε ιδιωτικές αρχειακές συλλογές. Συγκέντρωσε πλούσιο εικονι­ στικό υλικό, όπως φωτογραφίες και σχεδιαγράμμα­ τα. Αξιοποίησε τοπωνύμια που είναι, σύμφωνα με

Στιγμιότυπο «π ό την εκδήλω­ ση παρουσίασης του δίτομου βιβλίου του Γιάννη Τ ριαντά­ φυλλου, με τίτλο «Άγρα Λέσβον», και των άλμπουμ γελοιογραφ ίας του Γιάννη Κακαρώνη-Κακ, στην Αγρα, στις 18.8.2000. Δ ιακρίνονται, από αριστερά: Γιάννης Κακαρώνης-Κακ, Γιάννης Τριαντάφυλλου, Παναγιώτης Χ αβαράνης, Γιάννης Χ ατζη­ βασιλείου, Αρης Ταστάνης, Βαρβάρα Μ ιχαήλ Καρτέρη και Μάκης Αξιώτης.


εύστοχο χαρακτηρισμό, «επιγραφαί επί του εδάφους γεγλυμμέναι» και που βοηθούν πολλές φορές στην εξαγω γή α σ φ α λώ ν ισ το ρ ικ ώ ν σ υμπερα σμ άτω ν. Εκμεταλλεύτηκε επαρκώς στοιχεία του λαϊκού πολι­ τισμού. Ανασκάλεψε τη θύμηση ανθρώπων περασμέ­ νης ηλικίας και κατέγραψε χρήσιμες μαρτυρίες και πληροφορίες. Εργάστηκε αθόρυβα επί πολλά χρόνια, πα ρ’ όλο που τον πίεζαν καθημερινά οι οικογενεια­ κές και οι επαγγελματικές του υποχρεώσεις. Είναι άξιος θερμών συγχαρητηρίων, για τί κατάφερε με πολλές θυσίες να δώσει σάρκα και οστά στο όνειρό του, να αναδείξει την ιστορία και τον πολιτισμό της γενέτειράς του. Με το έργο του ο Γιάννης Τριαντάφυλλου φιλο­ δοξεί να καλύψει ευρύ φάσμα ύλης, ξεκινώντας από την αχλή τω ν μύθων και φτάνοντας ως τις μέρες μας. Τον π ρ ώ το τόμο σηματοδοτεί ο υ π ό τιτλ ο ς «Από την προϊστορία μέχρι την τουρκοκρατία» και το δεύτερο ο υπότιτλος «Οικονομία - λα ϊκή φορε­ σιά - ιστορία». Στο τρίτο μέρος του δεύτερου τόμου συνεχίζεται με κάποια εμφανή διαρθρωτική χαλαρότητα η εξιστόρηση των γεγονότων. Η δομική αυτή χαλαρότητα είνα ι βασική εγγενής α δυνα μ ία τω ν περισσότερων συγγραφών που αναφέρονται στην τοπική ιστορία και όχι μόνο. Τούτο οφείλεται στην έλλειψη ή στη σπανιότητα πληροφοριών, που δημι­ ο υ ρ γο ύ ν κ ενά , τα ο π ο ία δεν ε ίν α ι σε θέση να συμπληρώσει πάντοτε ο κάθε ιστορικός. Α ναγκά­ ζεται επομένως, για λόγους συνοχής και αλληλου­ χίας, ν ’ ακολουθήσει, κατά περίπτω ση, διάφορες μεθοδεύσεις, άλλοτε πλατειάζοντας, άλλοτε διατυ­ πώ νοντας θεωρίες ή υποθέσεις και άλλοτε παρεμ­ βάλλοντας με τρόπο συμπιληματικό και συγκολλη­ τικό ενότητες, οι οποίες θα μπορούσαν να συντομευθούν ή και να παραλειφθούν, βάσει τω ν θεμε­

λ ιω δ ώ ν α ρ χώ ν της ισ τορ ική ς δ εο ν το λ ο γία ς κ α ι μεθοδολογίας. Έ τσι πάντως το κείμενο γίνεται ευα­ νάγνωστο και μπορεί να το προσεγγίσει ευκολότερα και ο μη ειδικός, ο οποίος δεν έχει την ικανότητα ν ’ αξιοποιήσει ή να κατανοήσει μαρτυρίες δοσμένες με φειδώ και σποράδην. Ο Γιάννης Τριαντάφυλλου με ασυνήθιστη ευαι­ σθησία, με περίσσια αγάπη και με συσσωρευμένη με π ο λ ύ μόχθο γνώ ση, επ ιχ ειρ εί κ α ι σ τους δυο τόμους την εξιστόρηση τω ν όσων έχουν σχέση με την Ά γρ α κ α ι με την ευ ρ ύ τερ η π ε ρ ιο χ ή της. Γνωρίζει πολύ καλά τις δυσκολίες και τα ανυπέρ­ βλητα κάποτε εμπόδια που μπορεί να συναντήσει στο δρόμο του ο κάθε ιστορικός, πολύ περισσότε­ ρο όμως ο ερασιτέχνης ιστορικός. Προχωρεί π ρ ο ­ σεκτικά, αξιοποιώ ντας άμεσα και κάποτε έμμεσα, την υπάρχουσα, χρηστική κυρίω ς, βιβλιογραφία, αλλά και το άλλο πολυειδές επιστημονικό υλικό, το οποίο αποθησαύρισε με μακροχρόνιες κ ο π ιώ ­ δεις αναζητήσεις. Π α ρά λληλα π ρ ο σ τρ έχει στην αρχαιολογία, στην επιστήμη που με τα ευρήματα της διαφω τίζει πολλά σκοτεινά σημεία και προάγει την ιστορική γνώση. Συνεπίκουρη και η επιστήμη της λα ογρ α φ ία ς, η ο π ο ία α π οκ α λύπ τει τη λαϊκή ψυχή και μελετά τις παραδοσιακές εκφράσεις του λαϊκού πολιτισμού. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να επισήμανε» πω ς ο Γιάννης Τριαντάφυλλου χρησι­ μ οποίη σ ε α ρ κ ετά σ το ιχ εία π ο υ υ π ά γ ο ν τ α ι στη δικαιοδοσία και της λαογραφίας, της φιλολογικής, της εθιμικής κτλ., απέφυγε όμως συστηματικά τον οικείο σε πολλούς, αντιδεοντολογικό όμως επιστη­ μονικά, συμφυρμό της με την ιστορία. (Η συνέχεια και το τέλος στο επόμενο)

ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Π άρα πολλοί ήταν αυτοί π ον ήρθαν και παρακολούθη­ σαν την εκδήλωση παρουσία· σης του δίτομου βιβλίου τον Γιάννη Τριαντάφυλλου

«Άγρα Λέσβον» και του άλμπουμ γελοιογρ α ­ φ ίας του Γιάννη ΚακαρώνηΚακ, στην Α γρα, στις 18.8.2000.


ΔΥΟ ΚΑΙΝΟΥΡΙΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΑ ΒΙΒΑΙΑ Η παρουσίασή τους στο Αναγνωστήριο «η Ανάπτυξη»

Τ

ο βράδυ της Δευτέρας 21 Αυγούστου, στη φιλόξένη αίθουσα του Θεάτρου του Αναγνωστηρίου «η Ανάπτυξη» Αγιάσου, έγινε παρουσίαση δυο νέων βιβλίων με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον για όλους τους Αγιασώτες, για τους ερευνητές γλωσσολόγους και για τους φυσιολάτρες. Το πρώτο έχει γραφεί από τους συνεργάτες του π ερ ιο δικ ο ύ μας, πολυ γρ α φ ό τα το υ ς φ ιλολόγους Δ ημ ή τρ ιο κ α ι Ιω ά ννη Π α π ά νη , κ α ι έχει τίτλ ο «Λεξικό της αγιασώτικης διαλέκτου». Περιλαμβάνει περίπου 3.500 λέξεις της αγιασώ­ τικης ντοπιολαλιάς, με την ερμηνεία, την ετυμολο­ γία, την προέλευση και σε πολλές περιπτώ σεις με παράθεση χαρακτηριστικών φράσεων, στις οποίες οι λέξεις αυτές χρησιμοποιούνται. Το βιβλίο παρουσίασε γλαφυρά, με άριστα δομη­ μένο επιστημονικό τρόπο, ο σχολικός σύμβουλος φιλολόγων Λέσβου Ηλίας Παπαγεωργίου. Στη συνέχεια μίλησε ο Ιωάννης Παπάνης για την πορεία συγγραφής του έργου, τιμώντας ιδιαίτερα τη γιαγιά του και τη μητέρα του, που έγιναν αιτία να καταγράψει πάμπολλες λέξεις, ξεχασμένες σήμερα, και απέδωσε στον πατέρα του Δημήτριο Παπάνη το μεγαλύτερο μερίδιο της προσπάθειας ολοκλήρωσης του βιβλίου. Το δεύτερο βιβλίο έχει τίτλο «Φυτά της Λέσβου» και είναι πόνημα του διευθυντή της Π εριφέρειας Βορείου Αιγαίου Παναγιώτη Σεραΐδη, δασολόγου. Περιλαμβάνει φωτογραφίες και κείμενα που αφο­ ρούν στα φυτά, συνηθισμένα και σπάνια, που συναντά κανείς στη Λέσβο, σημειώνοντας για το καθένα και τη χρησιμότητά του σαν αρωματικό ή φαρμακευτικό.

Σ τιγμιότυπο από την εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου των Δημητρίου Π απάνη-Ιω άννου Δ. Π απάνη «Λεξικό της αγιασώτικης διαλέκτου», στην αίθουσα του Θεάτρου του Α ναγνω στηρίου, στις 21.8.2000. Στο βήμα ο σχολικός σύμ­ βουλος φιλολόγων νομού Δέσβου Η λίας Π απαγεω ργίου. (Φωτογραφία Δημητρίου Αμπουλού)

Στιγμιότυπο από την εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου των Δημητρίου Π απάνη - Ιωάννου Δ. Π απάνη «Λεξικό της αγιασώτικης διαλέκτου», στην αίθουσα του Θεάτρου του Α ναγνω στηρίου, στις 21.8.2000. Στο βήμα ο συγγραφέας Γ ιάννης Α. Παπάνης. (Φωτογραφία Δημητρίου Αμπουλού)

Το βιβλίο παρουσίασαν δυο αξιόλογοι Λέσβιοι επιστήμονες, ο γιατρός Μάκης Αξιώτης, γνωστός για τις πολυποίκιλες δραστηριότητές του (ζωγρά­ φος, ερευνητής, συγγραφέας), και ο επίσης γνωστός Νίκος Ζούρος, διευθυντής (και ψυχή) του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας, στο Σίγρι. Ο συγγραφέας έκλεισε την παρουσίαση με προβολή εικόνων από τις φωτο­ γραφίες του βιβλίου του. Τα συγχαρητήριά μας είναι θερμά και ειλικρινή

Η προμετωπίδα του βιβλίου του δασολόγου Παναγιώτη Π. Σ εραΐδη « Φυτά της Λέσβου».


Στιγμιότυπο από την εκδήλωση της παρουσίασης του βιβλίου του Παναγιώτη Π. Σεραΐδη «Φυτά της Λέσβον», στην αίθου­ σα του Θεάτρου του Αναγνωστηρίου, στις 21.8.2000. Στο βήμα ο διευθυντής του Μ ουσείου Φυσικής Ιστορίας Αέσβου Νίκος Ζούρος. (Φωτογραφία Δημητρίου Αμπουλού)

και για τους τρεις συγγραφείς. Τα έργα τους πλουτί­ ζουν τη λεσβιακή βιβλιογραφία και τα προτείνουμε ανεπιφύλακτα σε όλους τους αναγνώστες του περιο­ δικού μας. Ξεχωριστά συγχαίρουμε το Δήμο της Αγιάσου, που αγκάλιασε την προσπάθεια των Δημητρίου και Ιωάννη Παπάνη, εκδίδοντας το βιβλίο τους. Θα ήταν παράλειψη, αν δε σημειώναμε πως την εκδήλωση προλόγισε ο δήμαρχος Αγιάσου Παναγιώ­ της Γραμμέλης με ομιλία περιεκτική, σφιχτοδεμένη, χωρίς περιττολογίες, με το άνετο ύφος του καλού ομιλητή, διαβάζοντας και μήνυμα του υπουργού Αιγαίου Νίκου Σηφουνάκη. Ο πρόεδρος επίσης του Α ναγνω στηρίου Α γιάσου Κ λεάνθης Κ ορομηλάς καλωσόρισε τους συγγραφείς των βιβλίων και τους επαίνεσε για την προσπάθειά τους και το αποτέλεσμα που αυτή είχε. Την εκδήλωση τίμησαν με την παρουσία τους ο

Σ τιγμιότυπο από την εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου του Παναγιώτη Π. Σ εραΐδη «Φυτά της Λέσβον», στην αίθουσα του Θεάτρου του Α ναγνω στηρίου, στις 21.8.2000. Στο βήμα ο γιατρός και συγγραφέας Μ άκης Αξιώτης. (Φωτογραφία Δημητρίου Αμπουλού)

Στιγμιότυπο από την εκδήλωση παρουσίασης του βιβλίου του Παναγιώτη Π. Σ εραΐδη «Φυτά της Λέσβον», στην αίθουσα του Θεάτρου του Αναγνω στηρίου, στις 21.8.2000. Στο βήμα ο δασολόγος συγγραφέας Παναγιώ της Σεραΐδης. (Φωτογραφία Αημητρίου Αμπουλού)

σεβασμιότατος μητροπολίτης Μυτιλήνης Ιάκωβος, ο γενικός γραμματέας του Υπουργείου Αιγαίου Γιάννης Μ αχαιρίδης, ο νομάρχης Λέσβου Δημήτριος Βου­ νάτσος, ο διευθυντής της Αστυνομικής Διεύθυνσης Λέσβου Μιχαήλ Κουφέλος, ο δήμαρχος Αγιάσου Πα­ ναγιώτης Γραμμέλης, ο πρώην πρόεδρος του Ανα­ γνωστηρίου Πάνος Πράτσος, ο τω ρινός πρόεδρος Κλεάνθης Κορομηλάς, ο πρόεδρος του Φιλοπρόοδου Συλλόγου Αγιασωτών της Αθήνας Βασίλειος Λούπος και πλήθος ακροατών, Αγιασωτών και επισκεπτών του χωριού μας, ανάμεσα στους οποίους διακρίναμε πολλούς συναδέλφους εκπαιδευτικούς. Και δυο συνηθισμένα λεσβιακά επεισόδια. Πριν καλά καλά ολοκληρώσει την παρουσίαση των δΐίάοδ ο Π α ν α γ ιώ τη ς Σ ερ α ΐδ η ς, ο νο μ ά ρ χ η ς Λ έσβου Δημήτριος Βουνάτσος, μάλλον νευριασμένος, εθεάθη να διασχίζει το διάδρομο του θεάτρου, πηγαίνο­ ντας προς την έξοδο και λέγοντας μεγαλόφωνα: «νταμάρια έχιτι μες στα τσιφάλια σας». Προφανώς κάτι είχε διαμειφθεί -άγνωστο με ποιον- στις μπρο­ στινές θέσεις, σχετικό με το γνωστό θέμα του νταμα­ ριού στην Καρκαβούρα. Και σαν να μην έφθανε αυτό, έξω από το θέατρο, στο δρόμο, κι ενώ έβγαιναν και οι τελευταίοι ακροα­ τές (μαζί τους και μεις), φραστικό επεισόδιο, έντονο μάλιστα, ανάμεσα στο δήμαρχό μας και στο Μάκη Αξιώτη, πάλι για το ίδιο θέμα. Ο δεύτερος, α π ’ όσα καταλαβαμε, επισήμανε τη συμβολή του στη ματαίω­ ση της λειτουργίας νταμαριού στην Καρκαβούρα και ο πρώτος αρνήθηκε τη συμβολή αυτή. Για μας, τους θεατές και ακροατές των επεισο­ δίω ν αυτών, η εντύπωση ήταν αλγεινή, δεδομένου ότι πρωταγωνιστές ήταν πρόσωπα πρώτης γραμμής, που η ενγένει στάση τους πρέπει να γίνεται παρά­ δειγμα προς μίμηση, άσχετα αν έχουν δίκιο ή άδικο. ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΟΡΟΜΗΛΑΣ


ΑΓΙΑΣΩΤΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΚΑΑΟΚΑΙΡΙ Ο Βασίλης Αέκας και η Μαρία Ρουσέα στο Αναγνωστήριο Σ τ ι ς 19 Αυγούστου ήρθαν στην Αγιάσο ο Βα­ σίλης Λέκας και η Μαρία Ρουσέα με το συγκρότημά τους, στα πλαίσια τω ν καλλιτεχνικώ ν καλοκαιρι­ νών εκδηλώσεων, τις οποίες οργάνωσε ο Δήμος με χρηματοδότηση του Υ π ο υ ρ γείο υ Α ιγα ίο υ . Μ ας χάρισαν μια αξέχαστη βραδιά μέσα στην αίθουσα του Κινηματοθεάτρου του Αναγνωστηρίου. Ή ταν μια συναυλία με τα όλα της. Δε θα ήθελα να σ χο λιά σ ω την κ α λ λ ιτεχν ικ ή παρουσία του Συγκροτήματος, αν και θα έπρεπε ν ’ α να φ ερ θ ώ στο Β ασίλη Δ έχ α , ένα ν κ α λ λ ιτέχν η πολύ αληθινό, που ζει και βιώνει μ ’ όλη την ψυχική και σωματική υπόστασή του αυτό που κάνει, που σε καθηλώνει με την ερμηνεία του... Εγώ θα σταθώ στην α πο ρ ία του ταλαντούχου καλλιτέχνη και στο θαυμασμό του γ ι’ αυτό που δεν περίμενε να βρει και να δει σε μια μικρή κωμόπο­ λη. Ο λόγος για το Θέατρο και για τη Βιβλιοθήκη του Αναγνωστηρίου. Η απορία του ήταν τόση, που εκφράστηκε πολ­ λές φορές κατά τη διάρκεια της παρουσίασης του προγράμματος του. Π ώ ς έγινε; Πώς βρέθηκε εδώ αυτό το λα μ πρ ό οικοδόμη μα του πνεύμ α τος; Ο θα υμ α σ μ ό ς του έγινε ακόμα π ιο έκδηλος, ότα ν έμαθε την υπεραιωνόβιο ύπαρξή του. Θα ήθελα να του πω, αλλά ο χρόνος δεν το επέ­

τρεπε, ότι εδώ πριν από πολλά χρόνια, επί τουρκο­ κ ρ α τία ς, υπή ρχα ν ά νθ ρ ω π ο ι π ρ οοδευτικ οί, που αισθάνθηκαν την ανάγκη της ίδρυσης μιας βιβλιο­ θήκης, που αφοσιώθηκαν στην ιδέα αυτή και που με το πέρασμα του χρόνου υλοποίησαν το όνειρό τ ο υ ς . Κ ρ ίμ α π ο υ δ εν π ρ ό φ τ α σ α ν να δ ο υ ν το Α ν α γ ν ω σ τή ρ ιο σ τεγ α σ μ έν ο κ α ι κ α τ α ξ ιω μ έ ν ο πανελλαδικά! Πετραδάκι πετραδάκι, που λέει και το τραγού­ δι, χτίστηκε το Αναγνωστήριο. Μεγάλη η προσφο­ ρά του ε π ίτ ιμ ο υ π ρ ο έδ ρ ο υ Π ά νο υ Π ρ ά τσ ο υ, ο οποίος επί 40 συνεχή χρόνια διοίκησης κατάφερε να το φ έρει εδώ π ο υ είνα ι, ολοκ ληρω μ ένο στο σύνολό του, κ α ι ικ α ν ο π ο ιη μ έν ο ς σαν τον καλό γέρο παππού, που βλέπει τα εγγόνια του και χαίρε­ ται, να παραδώσει τη σκυτάλη στους νεότερους, με την ευχή να συνεχίσουν το έργο του, με γνώμονα πάντοτε το καλό του Αναγνωστηρίου. Τα ερωτήματα και οι απορίες του Βασίλη Δέχα μου έφεραν στο νου ένα περισ τα τικό, στο οποίο έτυχε να είμαι παρών. Σ ’ αυτό θέλω ν ’ αναφερθώ, γιατί δείχνει την επιμονή και το θάρρος, θράσος θα έλεγε κ α ν ε ίς, το υ ε π ίτ ιμ ο υ π ρ ο έδ ρ ο υ Π ά νου Πράτσου, ο οποίος δε δίστασε ακόμα και να κοντραριστεί με την εξουσία και να γίνει φορτικός, προκει­ μένου ν ’ αποσπάσει λίγα χρήματα για την αποπερά­ τωση του επιβλητικού κτιρίου του Αναγνωστηρίου.

Σ τιγμιότυπο από την παρουσίαση του προγράμματος του Συγκροτήματος του Β ασίλη Αέκα και της Μ αρίας Ρ ουσέα, στην αίθουσα του Θεάτρου του Α ναγνω στηρίου, στις 19.8.2000. (Τη φωτογραφία παραχώ­ ρησε ο Προκόπης Κουτσκουδής)


Ή ταν η μέρα κατά την οποία θα γινόντουσαν τα εγκαίνια του Ιδρύματος Κοινωνικής Π ρονοίας «η Θεομήτωρ» Α γιάσου. Υ πουργός Π ρ ονοία ς ήταν τότε ο Μ υ τιλ η ν ιό ς Μ ίμης Γαληνός. Π ο λ λ ο ί οι εκπρόσωποι της αγιασώτικης κοινωνίας και κόσμος τον περίμεναν κάτω στο Σταθμό των λεωφορείων, για να πάνε όλοι μαζί στην τελετή. Ο πρόεδρος του Αναγνωστηρίου ήταν παρών, όπως πάντα σε τέτοιες εκδηλώσεις, με σκοπό να βρει τρόπο ν ’ αποσπάσει οτιδήποτε για το Αναγνωστήριο, που το είχε βάλει στο δρόμο της στέγασης. Ανεβαίναμε για το Σταυρί. Δίπλα στον υπουργό ο Πάνος. Του έλεγε για το κτί­ ριο και για τις οικονομικές ανάγκες που τον πλά­ κωναν, και του ζήταγε κάτι λεφτά, που του τα είχε τάξει παλαιότερα. - Πότε θα μου τα δώσετε, κ. υπουργέ; - Θα δούμε! Είπε έτσι, σαν να μην κατάλαβε για ποιο πράγ­ μα μιλούσε. - Τι θα δούμε και θα δούμε, μου τα έχεις τάξει! Εγώ, βασιζόμενος στα λόγια σου, στην υπόσχεσή σου, έκανα εργασίες και χρωστώ υλικά, εργατικά! Τι θα γίνει; - Είπαμε, θα τα πάρεις! Απάντησε ο υπουργός, έτσι αόριστα, με κάποια δυσφορία, προσπαθώντας να ξεφύγει. - Πότε; Επέμενε ο πρόεδρος, πες μου να ξέρω. Ο υπουργός στριμώχτηκε από τα πότε και πότε του Π άνου τόσο πολύ, που βγήκε από τα ρούχα του... Γυρίζει και λέει, σε αυστηρό ύφος: - Θα μου επιτρέψετε να σας πω, κύριε Πράτσο, ότι γίνεστε εξοργιστικά φορτικός, σας παρακαλώ. Ο Πάνος δεν τα έχασε... - Ε ξέρου γω έγιτια, ε Δημητρό, τς παράδις πότι θα τς δώ γ’ς, έταξίς τς; Του απάντησε στ’ αγιασώτικα... Να, κύριε Βασίλη Λέκα, πώ ς έγινε αυτό το πνευ­ ματικό κέντρο με την πανελλήνια ακτινοβολία, που λέγεται Αναγνωστήριο «η Ανάπτυξη» Αγιάσου! Αγιάσος, 5.9.2000

ΠΡΟΚΟΠΗΣ ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗΣ «Έ νας αιώ νας πέρασε, από τότε π ο υ το Α να γνω ­ στήριο «η Α νάπτυξη» άρχισε δειλά τη δράση του στο χω ριό της Μ εγαλόχαρης. Στο χρονικό αυτό διάστημα πολλοί μόχθησαν για το στερέωμά του, για την εξέλιξή του, για το άπλωμα της φήμης του σ ' όλο το νησί, αλλά και πέρα από αυτό. Χρειάστηκε να δώσουν μάχες σε διά­ φορα πεδία, να παρακάμψουν επικίνδυνους σκοπέλους, να κονταροχτυπηθούν για το συμφέρον του τόπου. Και τούτο, για τί γνώ ριζαν πω ς η πρόοδος είναι δύσκολο αγώνισμα, πως περνά πάντοτε μέσα από συιιπληγάδες». Γιάννη Χρ. Χατζηβασιλείου, Α ναγνω στήριο «η Α νά ­ πτυξη» Αγιάσου, Αθήνα 1995, α. (5).

ΜΟΥΣΙΚΑ ΣΤΑΥΡΟΔΡΟΜΙΑ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ Σ τ ι ς 21.9.2000, στο Θ έατρο «Αλίκη» (Π εδίο το υ Ά ρ εω ς), δ ιο ρ γ α ν ώ θ η κ ε εκδήλω σ η α π ό το Υπουργείο Αγαίου, από το Πανεπιστήμιο Αιγαίου κ α ι α πό τον Ε κ δοτικ ό Ο ίκο Ε ξά ν τα ς, κατά την ο π ο ία έγινε παρουσίαση της α ξιόλογη ς έκδοσης

Δίπτυχη πρόσκληση (διαστάσεω ν 21X 14,5 εκ.) γ ια την παρουσίαση της έκδοσης «Μουσικά Σταυροδρόμια στο

Α ιγα ίο: Λέσβος (19ος - 20ός αιώνας)».

« Μ ο υ σ ικ ά Σ τα υ ρ ο δ ρ ό μ ια σ το Α ιγ α ίο , Α έ σ β ο ς 19ος-20όζ αιώ νας», στα π λ α ίσ ια της «Έ κθεσης Β ιβλίου». Μ ίλησαν ο υ π ο υ ρ γό ς Α ιγα ίο υ Ν ίκος Σ η φ ο υ ν ά κ η ς, ο π ρ ύ τ α ν η ς το υ Π α ν επ ισ τη μ ίο υ Α ιγ α ίο υ Θ εμ ισ τοκλή ς Λ έκκας, ο α να πλη ρω τή ς καθηγητής Σωτήρης Χτούρης, επιστημονικός υπεύ­ θυνος του Εργαστηρίου Κοινωνικής-Πολιτισμικής Ε π ικ ο ινω νία ς και Τεκμηρίωσης, ο αναπληρω τής καθηγητής του Τ μ ή μ α το ς Κ ο ιν ω ν ικ ή ς Α ν θ ρ ω ­ π ο λ ο γ ία ς Γ εώ ρ γιο ς Ν ικ ο λ α κ ά κ η ς, η Χ ρ ισ τ ίν α Β α ρ κ α ρ ά κ η , ο Δ η μ ή τρ ιο ς Π α π α γ ε ω ρ γ ίο υ κ α ι άλλοι. Το δεύτερο μέρος περιελάμβανε ζω ντανή μουσική, τραγούδια και χορούς.


Ο ΣΧΟΑΙΚΟΣ Α Θ Λ Η Τ ΙΣ Μ Ο Σ ΜΑΣ Η επιτυχία της ομάδας μπάσκετ του Γυμνασίου μας Έ χ ε ι γίνει παράδοση πλέον και κάθε χρόνο το σχολικό μπάσκετ της Α γιάσου κλέβει την π α ρ ά ­ σταση στα πρω ταθλήματα του νομού Λέσβου. Ε ίνα ι η τρίτη συνεχόμενη χρ ο νιά π ο υ ομάδα α πό τα σχολεία Μέσης Εκπαίδευσης του χω ριού μας (Γ υμ νά σ ιο-Λ ύκ ειο) α να δ εικ νύ ετα ι π ρ ω τα θ λ ή τ ρ ια . Π ρ ό π ε ρ σ ι η ο μ ά δ α το υ Γ υ μ ν α σ ίο υ , πέρσι του Λ υκείου κ α ι φέτος ήταν π ά λ ι η σειρά της ομάδας τω ν α γορ ιώ ν του Γυμνασίου μας να κ υ ρ ια ρ χ ή σ ε ι σ το σ χ ο λ ικ ό π ρ ω τ ά θ λ η μ α τ ω ν Γ υ μ ν α σ ίω ν το υ ν ό μ ο υ Λ έσ β ου το υ σ χ ο λ ικ ο ύ έτους 1999-2000. Τα μικρά π α ιδ ιά του σχολείου μας (13-15 χρ ο νώ ν), α γω ν ιζό μ εν α α π έν α ν τ ι σε

σ χολεία με μεγάλο α ρ ιθ μ ό μαθητώ ν κ α ι επομέ­ νω ς με περισσότερες δυνατότητες επιλογής, έδει­ ξα ν το γνω στό σε όλους α παράμιλλο ψ υχικό και σω ματικό σθένος, που είναι το μυστικό της επ ι­ τυ χία ς κάθε Αγιασώτη στο στίβο της ζωής. Η ομάδα του Γυμνασίου, αφού απέκλεισε δια ­ δ ο χ ικ ά σε α γ ώ ν ε ς ν ο κ ά ο υ τ τ ι ς ο μ ά δ ε ς τ ω ν Γ υμνασίω ν Π ολιχνίτου, Μ όριας κα ι Κ αλλονής, αγω νίστηκε στον τελικό στο κλειστό γήπεδο της Μ υ τιλή νη ς σ τις 10 Μ α ΐου, με α ν τ ίπ α λ ο το Ιο Γυμνάσιο Μ υτιλήνης. Κατέκτησε το πρω τάθλημα με θριαμβευτικό τρόπο, νικώ ντας με σκορ 40-18. ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΤΗΣ

Η ομάδα μπάσκετ του Γ υμ νασ ίου Α γιά σ ου , που αναδείχτη κε πρω ταθλήτρια στο νομ ό Α έσβου κατά το σχολικό έτος 1999-2000. Δ ια κ ρ ίνο ντα ι, από αριστερά: Π αναγιώ της Ε υστρατίου Ρ ούσας, Π αναγιώ της Β α σ ιλείο υ Ψ υρούκης, Γεώ ργιος Ιω άννου Κ ουρβανιός, Σ τέλιος Κ ολυφάς (γυμναστής), Θεόδωρος Α γγέλου Π α ντελής και Α γγελος Ε υσταθίου Κ απετάνος. Κ αθήμενοι: Μ ιχαή λ Ε υστρατίου Α νδρικού, Γ ρηγόριος Π α να γιώ του Σ ταυρακέλης, Ν ικόλαος Ιγνατίου Μ παρούτης, Δ ημήτριος Π ροκοπίου Τ σαμπλάκος και Ε λευθέριος Χ α ρ ιλά ο υ Κ αρατζάνος.


«ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ»

ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΛΕΤΑΣ Σ τ ι ς 6.9.2000, στο Βιβλιοπωλείο Πατάκη (Ακα­ δημίας 65), έγινε παρουσίαση τω ν δυο τελευταίων βιβλίων του Κώστα Βαλέτα, «Διά μετεώρου κεφα­ λής» (δοκίμια) και «Ο θησαυρός του Κιαμήλμπεη» (διηγήματα), καθώ ς και του τεύχους 184 (ΙούληςΑ ύ γ ο υ σ το ς 2000) το υ π ε ρ ιο δ ικ ο ύ « Α ιο λ ικ ά Γράμματα» (αφιέρωμα στον Τάσο Αθανασιάδη). Για το συγγραφέα και για τις παρουσιαζόμενες εκδόσεις μίλησαν ο πρεσβευτής της Βουλγαρίας και δραμα­ τουργός Κύριλλος Τοπάλοφ, ο δικηγόρος-οικονομολόγος και τέως βουλευτής Σέφης Αναστασάκος, ο δημοσιογράφος και τ. βουλευτής Μανόλης Γλέζος, ο δ ικ η γ ό ρ ο ς, π ο ιη τή ς κ α ι κ ρ ιτ ικ ό ς λ ο γ ο τ ε χ ν ία ς Αντώνης Παπαδόπουλος, καθώς και ο δημοσιογρά­ φος και συγγραφέας Κώστας Σαρδελής.

Μ ε εξαιρετική επιτυχία ο Φιλοτεχνικός Όμιλος Μυτιλήνης «ο Θεόφιλος» παρουσίασε στο Θέατρο τω ν Α να βρύτω ν, σ τις 2.10.2000, το έργο « Α π ο ­ κ ά λ υ ψ ε» , το οποίο αποτελεί δραματοποίηση κά­ π ο ιω ν α ποσ πασ μά τω ν του ομώ νυμου έργου του

ΤΟ ΚΑΛΛΟΝΙΑΤΙΚΟ ΣΤΕΚΙ Α π ό τις 9.9.2000 άρχισαν και πάλι οι καθιερω­ μένες σ α β β α τιά τικ ες π ρ ω ιν ές σ υνα ντήσ εις στα Γραφεία του Συλλόγου Καλλονιατών Αθήνας, στην οδό Σπύρου Δοντά 10. Λέσβιοι της διασποράς, αλλά και φίλοι της Λέσβου, έχουν την ξεχωριστή χαρά της τακτικής επικοινωνίας μέσα στο απύθμενο χωνευτήρι της πολυάνθρωπης πρωτεύουσας. Μ πορούν να συζητήσουν για πνευματοκαλλιτεχνικά θέματα, και όχι μόνο, να τραγουδήσουν, να χορέψουν, νίχ ξεδώσουν. Α ξίζουν θερμά συγχαρητήρια στο Σύλλογο των Καλλονιατών και στο δραστήριο πρόεδρό του και «αμφιτρύωνα» Χρίστο Τραγέλη...

Από παλαιότερη συνάντηση στο Σύλλογο των Καλλονιατών, το έτος 1998. Διακρίνονται, από αριστερά: Π αναγιώτης Μ αλαμέλης, Νίκος Γανίτης, Μ ίμης Σαραντάκος, Η λίας Π απαδόπουλος, Δημήτριος Ν ιάνιας, Γ ιώργος Τσαλίκης, Μ ιχάλης Διαρούτσος...

Το οχτασέλιδο πρόγραμμα (διαστάσεω ν 23X 16 εκ.) της θεατρικής παράστασης του Φ ιλοτεχνικού Ομίλου Μ υτιλήνης «ο Θεόφιλος», με το έργο «Αποκάλνψις».

ευαγγελιστή Ιωάννη. Ιδιαίτερα λειτουργική υπήρξε η παράλληλη προβολή του οπτικού υλικού, που βοη­ θούσε στην κατανόηση των δρωμένων. Αξίζουν θερμά συγχαρητήρια στο δραστήριο πρόεδρο Περικλή Μαυρογιάννη, στον πολυτάλαντο Ανδρέα Σεφτελή, ο οποίος επιχείρησε τη δραματοποίηση και είχε την ευθύνη της σκηνοθεσίας και την επιμέλεια της μουσι­ κής, στους ερ α σιτέχνες κ α ι σ τις ερασιτέχνισσες Θάλεια Αγιασώτου, Φλώρα Αντωνοπούλου, Ρούλα Ζητούνη, Α ναστασία Θ εοδω ροπούλου, Βασιλική Κ α λπ ά κ α , Ντέση Κ ομ νη νού, Μ α ρία Κ ουφ άκη, Ευδοξία Λυκιαρδοπούλου, Αντώνη Μυλωνάκη, Θέμη Οσμανλή, Χ ριστίνα Παύλου, Αγγελικά Πολιτάκη, Ε υαγγελία Τζαφέρη κ α ι Βαγγέλη Φ ραγκουλάκη, καθώς και σ ’ όλους τους άλλους που εργάστηκαν ο καθένας στον τομέα του, όπως ο Στρατής Τσουλέλης, ο Κώστας Καρατζάς, η Μαρία Βενιανάκη, ο Γιώργος Τσοκαρέλης και ο Χρίστος Βαλασέλης.


απαγορεύεται η κυκλοφορία στους δρόμους, γιατί θα γίνει παντελής συσκότιση. Σε μια γειτονιά, που καθό­ ταν μια παρέα γυναίκες, μόλις τέλειωσε η ανακοίνω­ ση, η Μαριγώ ρώτησε τις άλλες με απορία: Μουρή σεις, ποιος είνι γιου Παντιλής του Σ κώ τ’; Αθήνα, 16.6.2000

ΧΡΙΣΤΟΣ ΓΛΕΖΕΛΗΣ (ΠΟΥΠΟΥΣΑΣ)

ΤΑ ΕΣΤΕΙΛΕ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ...

ΤΟΥ ΣΟ Υ Φ ΑΕΛ’ ΓΗ ΑΓΡΙΤΙΝΑ Σ ά ν ι πουλλές Α γιασ ώ τ’ σις, δούλιψ ι για του Καστέλ’, τότις π ’ κάναν τ ’ τσινούρια τν ακκλησιούδα τ ’ Ταξιάρχ’, τσι του Σουφλέλ’ γη Αγρίτινα, τ ’ Ιν’κόλα γη γ ’ναίκα. Ήνταν ουγδουντατισσάρου χρουνώ, αλλά εν του ίβαζι κάτου. Τσ’ ας είχι χάσ’ τριγιά παλκάρια, τότις π ’ πουλιμούσαν γοι Έλλην’ μι τς Έλλην’, τσ’ ας είχι κάν’ ιξουρία μι νύφις τσι μ’ αγγόνια. Μια μέρα γ ’ Ιπιτρουπή μοίρασι φχαριστήρια, μα τιλειώσαν τσι του Σουφλέλ’ ένι πρόλαβι α πάρ’. Τς είπαν όμους πους θα βγάλιν τσ’ άλλα τσι θα τς δώσιν. Του Σουφλέλ’ όμους εν είχ ι α πουμ ουνή . Μ ιτα χιά του π ρ ο υ ί ήρτι σ ’ Κ αλφαγιάνν’, ίβρι του Χαρέλ’ τ ’ Κουρουμλιά, που ’νταν τσι φτος σν Ιπιτρουπή, τσι του γύριβγι. Του Χαρέλ’ παραξινέφτσι α π ’ τ ’ μιγάλ’ τν ανιγκασύνη τς τσι τς είπι: - Γιατί βιάζισι, ρε κστιανή; Τι θα του κάν’ς; Θα τυ π ώ σ ο υ μ ι τ σ ’ άλλα τσι θα π ά ρ ’ς τσι συ! Κ ά ν ’ κουμμάτ’ απουμουνή! - Γω του θέλου, ε Χαρέλ’, ε μπουρώ αν απαντέχου! Του λάδι μ’ κουντέβ’ α τιλειώσ’ τσι του χαρτέλ’ θέλου να το ’χου στα χέρια μ’, α του δείξου στουν Αστράτγιου»! (Από αφήγηση Χαρίλαου Μιχαήλ Κορομηλά στό Γιάννη Χατζηβασιλείου. Αγιάσος, 19.8.1982)

Ε ν α ς Α γισ σ ώ τ’ς, που ’ντα ν ν α υ τ ικ ό ς,ό π ιτι ιβγινι απί τα καράβια, ίπιρνι πρόβατα τσ’ έκανι του τζιουμπάν’. Τα πρόβατα όμους βγαιναν απί τα κτή­ ματα τσι παγαιναν τσι κάναν ζημιές. Ό πους ήνταν φυσικό, γοι μηνύσεις πέφταν βρουχή. Είδι τσ’ απουείδι τσι πούλ’σιντα, για να συχάσ’ του τσιφάλιντ. Σ ’ ένα δικ α σ τη ρ ίο υ , που το υ ν είχ α ν κα μ ουμ ένου, ρώτ’σιντουν γιου πρόιδρους. - Και που τα έχεις τώρα τα πρόβατά σου, κύριε Στράτο; Τσι φτος απάντ’σι αμέσους. - Τα έστειλα στο σχολείο, κύριε πρόεδρε, να μάθουν γράμματα! ΜΑΡΙΑ ΕΥΣΤΡ. ΚΟΥΡΒΑΝΙΟΥ

ΜΕ ΝΟ ΕΝΟΕΙΧΗ!

Τ ίν ’ς στου ιργουσ τά σ ϊου που δούλιβγι, άμα γιου α ρχιιργά τ’ς τ ’ ίλιγι τίπουτα τσ ’ εν τουν σύμφιρνι, «πιε ηο Επςΐί,όι!» ίλιγι τσι γλίτουνι. Μια μέρα όμους ίβρι πους κάναν κάποιου λάθους στ’ πληρουμήντ. Πήγι στουν αρχιιργάτ’ Τ ίν’ς να παραπουνιθεί. Τσι γιου αρχιιργάτ’ς τ ’ είπι: «Με ηο ΟΐΐεΙί!» δγάηεγ

ΜΙΧΑΛΗΣ ΧΡΙΣΤΟΦΑΡΗΣ (ΚΑΜΠΑΣ)

ΜΙΑΝ ΙΛΙΑ ΦΤΑΝ’!

ΕΡΜΟΛΑΟΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Η ΣΥΣΚΟΤΙΣΗ

Το

1974, με την εισβολή τω ν Τ ούρκω ν στην Κύπρο, η τότε στρατοκρατική κυβέρνηση κήρυξε γενι­ κή επιστράτευση και απαγόρευε την κυκλοφορία το βράδυ. Στις παραμεθόριες μάλιστα περιοχές είχε επι­ βάλει και συσκότιση. Στην Αγιάσο γινόταν από τα μεγάφωνα του δημαρχείου ενημέρωση των κατοίκων. Κάποια στιγμή ο υπεύθυνος υπάλληλος είπε: Απόψε

Π ρι,ν από χρόνια ο Στρατής Λαδιέλης είχε εργάτες και φόρτωνε ξυλεία ένα φορτηγό. Μεταξύ των εργα­ τών ήταν ο Στρατής Γραμμέλης, ο επονομαζόμενος Αμπλίκος. Σε κάποια στιγμή περνούσε, καβάλα πάνω σε φοράδα, μια όμορφη κοπέλα που στο μάγουλό της είχε μια ελιά, η οποία τόνιζε ακόμα πιο πολύ την ομορ­ φιά της. Αφού την κοίταξε καλά καλά ο Αμπλίκος, με θαυμασμό, γύρισε και είπε στους άλλους, με νόημα: Τι να τα κάν’ς τα μόδια; Μιαν ιλιά φτάν’! ΠΡΟΚΟΠΗΣ ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗΣ


Β Α Σ ΙΔ Ε ΙΟ Σ ΠΑΝΑΓΙΩ ΤΟ Υ Τ Σ ΙΒ Γ Ο Υ Λ Η Σ Ο ασκληπιάδης της αγάπης και της προσφοράς

Η Αγιάσος από τις αρχές του 19ου αιώνα ως τις μέρες μας έχει να επιδείξει πολλούς και αξιόλογους μύστες της ιατρικής, σπουδαγμένους στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Άλλοι σταδιοδρόμησαν στο νησί τους κα ι ά λλοι έξω από αυτό, στην Αθήνα, στη συμπρωτεύουσα και αλλού. Σήμερα δεν είναι λίγοι και αυτοί που μαθητεύουν και ετοιμάζονται ν ’ ανα­ λάβουν δράση, για ν ’ α π α λύ νο υ ν τον πόνο τω ν συνανθρώπων τους. Έ νας από την εκλεκτή χορεία των υπηρετών της θείας τέχνης του Ασκληπιού και ο Βασίλειος Τσιβγούλης ή Τσιβγουλέλης, που είδε το φως της ζωής στην Αγιάσο στις 17 Ιουλίου 1920, τότες που το έθνος ανυποψίαστο δρομολογούσε το χαλασμό της Μικρασίας. Ήταν το τρίτο παιδί της όμορφης φαμίλιας του Παναγιώτου Βασιλείου Τσιβγούλη και της Μαριγώ ς Π α ναγιώ του Κ ολαξιζέλη (1885-1980), αδελφής του ιστορι­ κού της Α γιάσου Ε υστρατίου Κολαξιζέλη ή Κακάβη. Ορφάνεψε από πατέρα, όταν ακόμη ήταν βρέφος. Η χηρεμένη μάνα του ανασκουμπώθηκε και ρίχτηκε με πείσμα στη δουλειά ως αγρότισσα, για να μεγαλώσει και ν ’ αποκαταστήσει τα π α ιδ ιά της, την Ελένη (Λινάκ’), σύζυγο μετέπειτα του ενθου­ σιώδους αντιστασιακού και αναγνωστηριακού Ευστρατίου Ηρακλέους Αναστα­ σέλη ή Τασιού (1911-1980), καθώς και τον ίδιο. Η Αλίκη, το πρωτότοκο παιδί, πέθανε πολύ νωρίς, σε ηλικία 9 ετών. Ο Βασίλειος Τσιβγούλης από μικρός έδειξε αγάπη για τα γράμματα. Παρακολούθησε τα εγκύκλια μαθή­ ματα στην ιδιαίτερη του πατρίδα και τα ολοκλήρωσε στό Γυμνάσιο της Μυτιλήνης. Το 1944 γράφτηκε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, από την οποία και αποφοίτησε το 1952. Στη συνέχεια πήρε τις ειδικότητες του παθολόγου-καρδιολόγου. Εργάστηκε στην Αθήνα, διατηρώ ντας δικό του ιατρείο. Π α­ ράλληλα πρόσφερε τις ιατρικές του υπηρεσίες στους ασφαλισμένους του Ο ργανισμού Σ ιδηροδρόμω ν Ελλάδος (ΌΣΕ) και του Ιδρύματος Κ οινω νικώ ν Ασφαλίσεων (ΙΚΑ). Το 1963 παντρεύτηκε την Ελένη Ζυγομαλά, γεννη­ μένη στην Αθήνα, από Μικρασιάτες γονείς. Ο πατέρας της Ιωάννης καταγόταν από το Οδεμήσιο, ενώ η μητέ­ ρα της Μ άρθα Κ οματοπούλου από την Πέργαμο. Απόχτησαν δυο παιδιά, τη Μάρθα και τον Παναγιώτη.

Είχε τη χαρά και την ευτυχία, μέσα στο μαρτύριο της ανημπόριας που δημιουργεί η νόσος του Πάρκινσον, να γνωρίσει και να κανακέψει τη μικρή του εγγονή, την πρώτη από τις δυο θυγατέρες της Μάρθας. Ήταν καλός οικογενειάρχης και στοργικός πατέρας. Σ ’ όλο το μάκρος της ζωής του ο Β ασίλειος Τσιβγούλης έδωσε δείγματα φιλοπονίας, τιμιότητας, συνέπειας, δημοκρατικότητας, ανθρωπιάς και καλοσύ­ νης. Στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα της σκλαβωμένης πατρίδας και μαζί με άλλους ανήσυχους νέους, το Γαβριήλ Δημητρίου Περιβολαρέλη, τον Ιωσήφ Γεωργίου Σκλεπάρη, τον Πανα­ γιώτη Στεφάνου Χατζηεμμανουήλ, τον Ελευθέριο Στεφάνου Χατζηεμμανουήλ, τον Ευστράτιο Ηροδότου Βαμβουρέλη, την Κορνηλία Βενέδικτου Νιγδέλη και το Μ ιχαήλ Παναγιώτου Συνοδινό, τους οποίους απαριθμεί στο βιβλίο του «Μνήμες» (1985) ο Απόστολος Αποστόλου, μπήκε στο χοροστάσι της Εθνικής Αντίστασης. Και αργότερα όμως, στα χρόνια της μισαλλοδοξίας και του φανατισμού, κράτησε στάση αξιοπρεπή, έχοντας αλά­ θευτη πυξίδα του την αγάπη για τον άνθρωπο. Ε ξα ιτία ς κυρίω ς του γαμβρού του Ευστρατίου Ανα­ στασέλη (Τασιού), ο οποίος διώχθηκε για τις δημοκρατικές ιδέες του και για τη δράση του, στάλθηκε στη Μακρόνησο, όπου έκανε τη στρατιωτική του θητεία ως γιατρός, για λίγους μήνες, επειδή ήταν προστάτης. Για τη γενέτειρά του ο Βασίλειος Τσιβγούλης έτρε­ φε ξεχωριστή αγάπη, παρ’ όλο που οι εργασιακές και οι οικογενειακές υποχρεώσεις του στην Αθήνα δεν του επέτρεπαν να την επισκέπτεται συχνά. Οι συγχω­ ριανοί του τον εκτιμούσαν, τον σέβονταν, τον αγα­ πούσαν. Κάτω από τον επίπαγο της φαινομενικής εσωστρέφειας και της πλεονάζουσας σοβαρότητάς του φώλευαν η ανύσταχτη συνείδησή του, η θέρμη της καρδιάς του, η ευγένεια των αισθημάτων του. Σ τ ις 9 του Σεπτέμβρη του 1999 ο Β α σ ίλειος Τσιβγούλης έδωσε τη στερνή και σκληρή προσωπική του μάχη και νικήθηκε. Βρήκε τη λύτρωση, ά λ λ ’ άφησε ολόγιομο το ποτήρι της πίκρας στους δικούς του, στους συναδέλφους του, στους φ ίλους του, στους συμπατριώτες του. Ή ταν ωραίος άνθρωπος. Χρέος μας να κρατάμε ακοίμητο το καντηλέρι της ιερής του μνήμης.


ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΦΕΥΓΟΥΝ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Κ. ΦΑΪΔΑΣ (1931-2000)

Ο Παναγιώτης (Τάκης) Φ αϊδάς είδε το φως της ζωής στον Παλαιόκηπο της Λέσβου στις 26.9.1931. Ή τ α ν π α ιδ ί του Κ ω νσταντή κ α ι της Μ υρσίνης Φα ιδά. Αδέρφια του ο Α λέκος κ α ι ο Ερμόλαος. Μ ετά την ολο­ κλήρω ση τω ν εγκ ύ ­ κ λ ιω ν σ π ουδώ ν του φοίτησε στη Φ υσικο­ μ α θημ ατική Σ χολή του Π α ν επ ισ τη μ ίο υ Α θηνώ ν, όπου ευτύ­ χησε να έχει καθηγη­ τές το Νείλο Σακελλα­ ρίου, το Σ π υ ρ ίδ ω ν α Σ α ρ α ν τ ό π ο υ λ ο ,το ν Κωνσταντίνο Π απαϊω άννου, το Δημήτριο Κάππο, το Δημήτριο Χόνδρο και τον Καισαρα Αλεξόπουλο. Διορίστηκε ω ς μαθηματικός στη Μέση Ε κ πα ί­ δευση σ τις 21.2.1961 κ α ι τοποθετήθηκε στο Α ' Γυμνάσιο Μυτιλήνης. Σ τις 4.4.1961 αποσπάστηκε στην Εμπορική Σχολή Χίου, διδάσκοντας παράλλη­ λα και στο Γυμνάσιο Αρρένων Χίου. Κατά τα σχολι­ κά έτη 1961-1962 έως 1963-1964 υπηρέτησε ως απεσπασμένος στο Γυμνάσιο Αρρένων Χίου, στο οποίο είχε αναλάβει το βάρος των Πρακτικών Τμημάτων. Κατά τα σχολικά έτη 1964-1965 έως 1980-1981 υπη­ ρέτησε στο Γ υμνά σ ιο κ α ι στο Λ ύκειο Π α πά δου Λέσβου. Κατά τα σχολικά έτη 1981-1982 έως 19831984 υπη ρέτησ ε ω ς δ ιευ θ υ ν τή ς στο Γ υμ νά σ ιο Αγιάσου. Στη συνέχεια, από το σχολικό έτος 19841985 έως τις 28.3.1991, οπότε έγινε δεκτή η αίτηση παραίτησης που υπέβαλε για λόγους υγείας, υπηρέ­ τησε ως διευθυντής στο Γυμνάσιο Παπάδου. Σ ’ όλο το μάκρος της σταδιοδρομίας του εργά­ στηκε ευσυνείδητα και αποδοτικά και ως καθηγη­ τής κ α ι ω ς δ ιευ θ υ ν τή ς. Ε ίχε την εκτίμηση τω ν συναδέλφων του και το σεβασμό των μαθητών του. Σ τις 13.2.2000 τον πρόδωσε η καρδιά του και άφησε την τελευταία του πνοή. Κηδεύτηκε στη γενέ­ τειρά του, στον Παλαιόκηπο. Ε κφράζουμε τα ειλικρινή συλλυπητήριά μας, στη βαρυπενθούσα οικογένειά του και προπαντός στη σ ύ ζυ γό το υ Γ εω ρ γία , το γ έ ν ο ς Δ η μ η τρ ίο υ Τ σ ο υ π ίδ ο υ , κ α ι σ τ ις δ υ ο θ υ γ α τ έ ρ ε ς το υ , τη Μυρσίνη και την Κωνσταντίνα.

ΜΝΗΜΗ ΠΡΟΣΦΙΛΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Ο Τάκης και η Ελπίδα Μολυβιάτου πρόσφεραν 10.000 δρχ. στη μνήμη του Πάνου και της Κλεανθίτσας Πανανή. Ο Ό μ ηρος Κ οντούλης πρόσφερε 50.000 δρχ. στη μνήμη της α δερφ ή ς το υ Μ α ρ ίκ α ς Α ρχοντή Κοντούλη-Τοκμακίδου. Ο Α νδρέας και η Νίκη Κ οντούλη πρόσφ εραν 50.000 δρχ. στη μνήμη της αδερφής τους Μ αρίκας Αρχοντή Κοντούλη-Τοκμακίδου. Στη μνήμη της Μ υρσίνης Μ ιχαήλ Βουνάτσου πρόσ φ εραν 12.000 δρχ. ο γιο ς της Δ ημήτριος, η νύφη της Μυρσίνη και τα εγγόνια της Ευστρατία, Εριφύλη και Αντωνία. Ο Μιχάλης Πασχαλιάς πρόσφερε 10.000 δρχ. στη μνήμη Ιω άννου Π ασχαλιά, Ε υστρατίου Ιωάννου Π ασχαλιά, Ευστρατίου και Π αναγιώ του Τσακού (Χάλακα), καθώς και στη μνήμη Κυριάκου Πασχαλιά. Η Βασιλική Ιωάννου Χατζημάγκου (Καναδάς) πρόσφερε 10.000 δρχ. στη μνήμη του Ευστρατίου Τσουκαρέλη. Η Βασιλική Αναστασίου Χατζημπεκιάρη π ρ ό ­ σφ ερε 15.000 δρ χ. στη μνήμη της μ η τέρ α ς της Ελπίδας Χατζημπεκιάρη. Η Ευαγγελία Τακιδέλη πρόσφερε 20.000 δρχ. στη μνήμη του πατέρα της Παναγιώτου Χατζησταύρου. Ο Γ εώ ργιος Π α να γιώ του Κ ουμλέλης (ΗΠΑ) πρόσφερε 8.000 δρχ. στη μνήμη των γονέων του. Η Μ αρία Π ατσέλη-Καμινέλη πρόσφερε 5.000 δρχ. στη μνήμη του θείου της Μιχάλη και της θείας της Μυρσίνης Πασχαλιά. Ο Βασίλειος Γεωργίου Καμινέλης, που κ α τοι­ κεί στο Βόλο, πρόσφερε 5.000 δρχ. στη μνήμη του Μιχάλη και της Μυρσίνης Πασχαλιά. Η Γεωργία Γριμανέλη πρόσφερε 10.000 δρχ. στη μνήμη του αδερφού της Στρατή Γριμανέλη.

ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΣΥΛΛΟΓΟΥ - «ΑΓΙΑΣΟΥ» Ευστράτιος Πρ. Χατζηκομνηνός (δγάπεγ) Μιχαήλ Τσιομπάνος (Κοζάνη)

Δρχ. 5.000 5.000

Αισθανόμαστε την υποχρέωση να ευχαριστή­ σουμε θερμά όλους όσοι στηρίξουν την εκδοτι­ κή προσπάθειά του Συλλόγου μας, καθώς και όλες τις άλλες δραστηριότητές του.


ΔΙΑΘΕΣΗ ΤΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΜΑΣ Α. Κυκλοφόρησαν τελευταία τα βιβλία που εξέ­ δωσε ο «Φιλοπρόοδος Σύλλογος Αγιασωτών»: 1. [Ε.Π. Κουλαξιζέλλη-Β.Π. Τραγέλλη], Η Α γιά σο ς και τα πέριξ, εν Αθήναις 1896. Δρχ. 1.500.2. Στρατή Π. Κολαξιζέλη, Θ ρύλος και ιστορία της Α γιά σου της νήσου Λέσβου, Αθήνα 1997. Δρχ. 5.000. Τα β ιβλία δ ια τ ίθ ε ν τ α ι α π ό το Σ ύλλο γο με άμεση παράδοση, κατά τις ώρες λειτουργίας των Γραφείων, ή επί αντικαταβολή (1.700 και 5.400 δρχ. αντίστοιχα). Επίσης διατίθενται από τους κ α τά τ ό π ο υ ς α ν τ α π ο κ ρ ιτ έ ς το υ π ε ρ ιο δ ικ ο ύ «Αγιάσος», τα ονόματα και οι διευθύνσεις τω ν οποίων αναγράφονται παρακάτω. Β . Επίσης διατίθενται βιβλιοδετημένοι τόμοι του περιοδικού «Αγιάσος», με άμεση παράδοση στα Γραφεία του Συλλόγου ή επί αντικαταβολή (12.000 δρχ.). Α ' τόμ ος (1-25, 1980-1984), Β ' τόμος (26-45, 1985-1988), Γ ' τόμος (46-67, 19881991), Δ ' τόμος (68-85, 1992-1994) και Ε ' τόμος (86-103, 1995-1997).

ΓΑΜΟΙ - Χρίστος Ηλία Πλούμης Γεωργία Ευστρατίου Ασπρομάτη (30.9.2000. Ναός Αγίας Αικατερίνης. Ίλιον) - Ευστράτιος Παναγιώτου Λημναίος Αναστασία Θεοφίλου Ψ ύρρα - Ιωάννης Ιωάννου Διαμαντάρας Βασιλική Προκοπίου Βαμβαλέλη

ΒΑΦΤΙΣΗ Σ τ ι ς 22.10.2000, στον ιερό ναό της Κοιμήσεως της Θ εο τό κ ο υ Α γ ιά σ ο υ , ο Π α ν α γ ιώ τ η ς κ α ι η Μ υρσίνη Γιαννίκου βάφτισαν την κορούλα τους, στην οποία δόθηκε το όνομα Αριάδνη. Ανάδοχοι ο Κώστας και η Μ αρία Λημναίου. Σ τους ευτυχείς γονείς, καθώ ς και στους π α π ­ πούδες και στις γιαγιάδες, Ερμόλαο και Αριάδνη Γιαννίκου και Γιάννη και Ζωή Ξυδέλη, ευχόμαστε να τ ο υ ς ζή σ ει κ α ι να το κ α μ α ρ ώ σ ο υ ν . Σ τ ο υ ς νονούς ευχόμαστε να είναι πάντα άξιοι. Οικογένεια ΓΙΑΝΝΗ και ΑΡΙΑΔΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

ΘΑΝΑΤΟΙ - Τοκμακίδου Μαρίκα, χήρα Κωνσταντίνου, το γένος Αρχοντή Κοντούλη (Κοιμητήριο Σουρμένων, 22.9.2000)

- Χατζηπροκοπίου Μ αρία, χήρα Προκοπίου (Κοιμητήριο Βούλας, 30.10.2000) - Φανή, σύζυγος Ανάργυρου Πανούτσου, το γένος Οδυσσέα Καμαρού (Κουρτσάδη) (Κοιμητήριο Σχιστού, 1.11.2000)

- Αγγελή Αργυρώ Παναγιώτου - Καλόγερό Εριφύλη, χήρα Βασιλείου - Καράβολα Μαρία, χήρα Πέτρου, - Αξιομακάρου Δημήτριος Μιχαήλ - Λαλά Ειρήνη, σύζυγος Ευστρατίου -Τσουκαρέλη Μαρία, σύζυγος Φωτίου-Φιλίππου - Μακρέλης ή Ψυρκούδης Παναγιώτης Ηλία - Γριμανέλης Ευστράτιος Ιωάννου - Πρινίτου Αλεξάνδρα, σύζυγος Ηλία

'




Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.