Agiasos mag 129 2002

Page 1


Ο Παναγιώτης Προκοπίου Παπαπορφυρίου ή Αιακέλ', ένας από τους τίμιους εργάτες της αγιασώτικης γης...

Ο Γρηγόριος Σίμου Τσουκαρέλης και ο Ηλίας Ευστρατίου Γραμμέλης, στο προαύλιο της εκκλησίας της Παναγίας...

Η αδικοχαμένη Μαρία Νεοκλή Ξενέλη, σύζυγος του Παναγιώτου Προκοπίου Παπαπορφυρίου...

Π Ε Ρ ΙΕ Χ Ο Μ Ε Ν Α ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Με αφορμή το καρναβάλι της Α γιάσου.............................................................................................. ΧΑΡΙΔΑΟΥ ΚΔ. ΚΟΥΔΟΥΝΕΔΗ, Αγιάσος, αγάπη μου... (ΙΓ' ) .......................................................................................................... ΚΑΤΙΝΑΣ ΤΕΡΤΙΠΗ-ΜΥΚΟΝΙΑΤΗ, Μνήμες από τα μαύρα χρόνια της Κατοχής............................................................................. ΜΥΡΣΙΝΗΣ ΒΑΜΒΑΚΑ-ΧΟΥΤΖΑΙΟΥ, Μεταπολεμική παραδοσιακή Αγιάσος ( Α ') ...................................................................... ΠΡΟΚΟΠΗ ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗ, Ιστορίες του Ελληνοϊταλικού πολέμου. Από τις ζωντανές μνήμες του μαχητή Νίκου Τσεσμελή (Δ').... ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Πλούτων Γεωργίου Βέτσικας. Από το Αλβανικό Μέτωπο στη Μέση Ανατολή............................. ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Λεσβιακά αρχειοδιφικά σύμμεικτα. Πωλητήριο αμπελιού στη θέση «Πενθύλια» του 1881.......... ΓΙΑΝΝΗ Δ. ΠΑΠΑΝΗ, Δεσβιακή Λαογραφία. Δαϊκά παιδικά στιχουργήματα από την Αγιάσο (Δ ' ) ............................................... ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Λεσβιακοί απόηχοι. Του Βασίλη Πετεινέλη....................................................................................... ΜΕΝΕΛΑΟΥ ΚΑΜΑΤΣΟΥ, Τα νιάτα φύγαν ’π ’ του χουριό (ποίημα). ΜΑΡΙΑΣ ΠΑΤΣΕΔΗ-ΚΑΜΙΝΕΔΗ, Το ευρώ (ποίημα). ΣΠΥΡΟΥ ΚΑΡΑΜΟΥΝΤΖΟΥ, Ήθελα... (ποίημα).................................................................................................................................. Αφαλουτσούκαλου Γ.Π., Τα χούγια (ποίημα). ΜΑΡΙΑΣ ΑΓΙΑΣΩΤΟΥ-ΛΑΜΠΡΙΝΟΥ, Μήνυμα Ανάστασης (ποίημα). ΜΕΝΕΔΑΟΥ ΚΑΜΑΤΣΟΥ, Γοι απουκριγιές (ποίημα). ΕΔΠΙΔΑΣ ΜΟΔΥΒΙΑΤΟΥ, Έφυγες (ποίημα).................................................................. ΓΙΑΝΧΑΤΖ, Οι ομογενείς συνεχίζουν την καρναβαλική παράδοση....................................................................................................... ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΜΙΧ. ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗ, Οι φετινές καρναβαλικές εκδηλώσεις της Αγιάσου................................................................ ΒΑΣΙΛΗ ΠΕΤΕΙΝΕΛΛΗ, Μνήμες από δύσκολα χρόνια ( Ζ ' ) ...................................................................................................... ......... ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΣΤΥΛ. ΣΚΟΡΔΑ, «Εταιρεία Λεσβιακών Μελετών», Δυο αξιόλογες επετειακές εκδόσεις για τα πενηντάχρονα..... Τα πθίτκα μας (Χρίστος Γλεζέλης, Βασίλειος Λούπος, Μιχάλης Χριστοφαρής, Ερμόλαος Χατζηβασιλείου).................................. ΓΙΑΝΧΑΤΖ, Σας πληροφορούμε............................................................................................... ΓΙΑΝΧΑΤΖ, ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΔΕΖΕΔΗ, Αυτοί που φεύγουν........................................................................................................................ Εισφορές......................................................................................................................................................................................................... Κοινωνικά.......................................................................................................................................................................................................

Σελ. 3 4 6 7 9 11 13 15 17 18 19 20 21 27 29 30 31 32 33 34

ΕΞΩΦΥΛΛΟ

Η Μεγάλη Αίμνη και ο κόλπος της Καλλονής, όπως φαίνονται από την κορυφή του Ολύμπου, του βιγλάτορα της Αέσβου... (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Παναγιώτης Κουτσκουδής)

ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ

Μαθητές και μαθήτριες του Γυμνασίου της Αγιάσου με το διευθυντή τους, φιλόλογο Ευάγγελο Λιάκατο, στις 25.3.1996.

ΙΧ5Ν 1106-3378


Μ Ε Α Φ Ο ΡΜ Η ΤΟ Κ Α ΡΝ Α Β Α Λ Ι ΤΗΣ Α Γ ΙΑ Σ Ο Υ Κ άθε ιδίωμα πλουτίζει τη γλώσσα, της δίνει διαστά­ σεις στους χώρους όχι μόνο της φωνητικής, της μορφο­ λογίας, της παραγωγής και της σύνθεσης, αλλά και της σημασιολογίας, η οποία είναι ιδιαίτερα σημαντική. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο νέος γραμματικός τύπος, ο οποίος δημιουργείται σ’ ένα ιδίωμα, δεν μπορεί για μεγάλο χρονικό διάστημα να συνυπάρξει, να λειτουργή­ σει με τον παλαιό. Αντίθετα, η πολυσημία, δηλαδή το να μπορεί μια λέξη να έχει πολλές σημασίες, είναι επιτρε­ πτή. Επομένως η νέα σημασία μιας λέξης δεν είναι πάντοτε ασυμβίβαστη με τις ήδη υπάρχουσες, γι’ αυτό και προστίθεται σ’ αυτές. Έχουμε δηλαδή σημασιολογική επέκταση. Π.χ. βαδίζον (=περπατώ, πεζοπορώ II απο­ φλοιώνω καρύδια ή μύγδαλα, βαδιάζου (Παλαιόκηπος). Και τούτο, γιατί η αποφλοίωση γίνεται και με το ποδο­ πάτημα, για να μη «στύβουν», δηλαδή για να μη μαυρί­ ζουν τα χέρια, αλλά και για συντομία. Στη συνέχεια σχη­ ματίστηκε υποχωρητικά το ουσιαστικό βάδι, πληθ. βάδια (=αποφλοιωμένα καρύδια ή μύγδαλα). Τα ιδιώματα είναι αξιοσπούδαστα από πολλές από­ ψεις, γιατί βοηθούν στην εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμά­ των. Περιέχουν στοιχεία τα οποία διαφοροποιούνται από την κοινή Νεοελληνική, σε μικρό ή σε μεγάλο βαθμό, και μαρτυρούν τοπικές ιδιαιτερότητες γλωσσικής συνέχειας και εξέλιξης, καθώς και ξενικές επιδράσεις, που είναι ατιότοκες ιστορικών, εθνικών, κοινωνικών, πολιτιστι­ κών, εργασιακών, ψυχολογικών και άλλων λόγων... Τα λεσβιακά ιδιώματα μπορούν να βοηθήσουν στην

εξαγωγή πολλών χρήσιμων συμπερασμάτων. Η επιβίω­ ση της γλώσσας είναι αψευδής απόδειξη φυλετικής συνοχής. Από ιστορική και εθνολογική επομένως άπο­ ψη βρίσκονται σε ανώτερη μοίρα και από τις αρχαιότη­ τες και από τα έργα της τέχνης και από τα γραπτά μνη­ μεία, όταν αυτά δεν έχουν ζωντανή αντιστοιχία στο σήμερα. Πολλοί λαοί δημιούργησαν πολιτισμό και άφησαν αχνάρια και μνήμη, άλλ’ έσβησαν με το χρονο­ κύλισμα, γιατί απώλεσαν τη λαλιά τους... Η αποδοχή και η αξία των λεσβιακών ιδιωμάτων φαίνεται από πολλές περιπτώσεις χρήσης τους στη φιλολογική λαογραφία (δημοτικό τραγούδι, παραμύθι, παροιμίες κτλ.), στην εθιμική λαογραφία, στη λογοτε­ χνία, στο θέατρο και αλλσύ... Με τα γλωσσικά ιδιώματα είναι κρικελωμένο και το καρναβάλι της Λέσβου. Ο καρνάβαλος, λόγιος ή ολιγογράμματος, προσπαθεί με τον ιδιωματικό λόγο να καυτηριάσει τα κακώς κείμενα, να σχολιάσει την επικαιρότητα, ν ’ ανοίξει ελεύθερα τους κρουνούς της αθυροστομίας, να διακωμωδήσει πρόσωπα, να προκαλέσει το γέλιο, να σκορπίσει τη χαρά... Αξίζουν θερμά συγχαρητήρια σε όλους όσοι σέβονται τα ιδιώματα και τα καλλιεργούν. Δίκαιος ο έπαινος και στους φορείς της Αγιάσου, στον Πολιτιστικό-Καρναβαλικό Σύλλογο «ο Σάτυρος», στο Αναγνωστήριο «η Ανάπτυξη», στο Δήμο, στους σατιρογρά φ ος, στους εκφωνητές και σ’ όλους τους συντρέχτες του εθίμου... ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Εξω από το άλλοτε καφενείο του Ευστρατίου Τάλιου, στο Σταυρί, συναντήθηκαν στις 8.3.1981 τέσσερις σκυταλοδρόμοι του αγιασώτικου καρναβαλιού, που δεν είναι πια ανάμεσά μας. Από αριστερά, καθήμενος Γεώργιος Μουτζουρέλης και Μενέλαος Καμάτσος. Όρθιοι: Φώτιος Παπάνης και Βενιζέλος Αναστασέλης. (Φωτογραφία Γρηγορίου Κουρβανιού. Την παραχώρησε ο Μενέλαος Καμάτσος)


ΠΑΤΡΙΔΟΓΝΩΣΤΙΚΑ Αγιάσος, αγάπη μου... ΙΓ' Δ ίπ λ α στο καφενείο του Λαλά ήταν το πραματευτάδικο του Σταύρου Σταυρακέλη και εφαπτόμενο σ’ αυτό ήταν το πατρικό σπίτι του συνταξιούχου σήμερα αστυνομικού Βασιλείου Νεοκλή Ξενέλη, το οποίο αγόρασε ο Γρηγόρης Παραμυθέλης. Εδώ δημιουργήθηκε ένα μαγαζί, στο οποίο για μερικά χρόνια ήταν εγκαταστημένα τα μηχανήματα του Αστικού Κέντρου του ΌΤΕ και τώρα είναι γαλα­ κτοπωλείο του Ευστρατίου Χριστόφα Τσουκαρέλη. Παραπλεύρους είχε παντοπωλείο ο Αλέκος Παπάνης (Λιόλιας) και αργότερα αυτό το είχε χρωματοπωλείο ο Χρίστος Παναγιώτου Καμινέλης. Στην απέναντι πλευρά, στη γωνία, ήταν το κουρείο του μακαρίτη Ευστρατίου Γρηγορίου Τοπαλή και το υποδηματο­ ποιείο του Π αναγιώ του Ε υστρατίου Κουρτζέλη, παραπλεύρως δε δούλευαν οι υποδηματοποιοί αδελ­ φοί Σταύρος και Αντώνιος Κουνής. Μεταξύ του καφενείου του Γιάννη Λαλά και του παντοπωλείου του Ψυρούκη, μέσα στο σοκάκι, ήταν το σαμαράδικο του Μ ιχάλη Ξενέλη και στην ίδια σειρά, παραπάνω , ήταν ο Γεώργιος Κ αμπιρέλης, που έφ τιαχνε κ υρ ίω ς κ ουδούνια . Α πένα ντι είχε φανοποιείο ο Νικόλαος Ηλία Καλουντζόγλου, για τον οποίο αξίζει ίσως να ασχοληθούμε κάποτε ιδιαί­ τερα, λόγω της πολυπρα γμοσ ύνη ς του. Στο ίδιο μαγαζάκι συνέχισε τις μηχανολογικές ενασχολήσεις του ο εγγονός του Κώστας Περγάμαλης (Λαχανέλ’). Όλοι οι παραπάνω ήταν άριστοι τεχνίτες και δού­ λευαν το επάγγελμά τους με πολύ μεράκι.

Αριστερά από το πρώην κουρείο του Ευστρατίου Τοπαλή και προς τα κάτω ήταν το υποδηματοποιείο του Γιάννη Β α τρικ ά , ο ο π ο ίο ς επ ο νο μ α ζό τα ν «Σκούφαλος». Άριστος κι αυτός τεχνίτης στο επάγ­ γελμά του και πολύ καλός κυνηγός. Εκεί, στο μαγαζί του, είχε δημιουργήσει κύκλο καλών φίλων του, κυνη­ γών, και παράλληλα με τη δουλειά δεν έλειπαν τα αστεία και τα μεταξύ τους αθώα πειράγμα τα , τα καλαμπούρια. Χαρά και εργασία δηλαδή. Μεταξύ π ο λ λ ώ ν άλλω ν που δούλευα ν στο μ α γα ζί του Βατρικά ήταν και ο Ευστράτιος Αρβανιτέλης, που ζει στην Αμερική, ο Παναγιώτης Κακαλιός, ο Βασίλειος Ξενέλης, μετέπειτα αστυνομικός, και πολλοί άλλοι. Λ ίγο π α ρ α κ ά τω , στο σ ημ ερινό σ π ίτ ι του Ευστρατίου Κουταλέλη, στεγάζονταν οι υπηρεσίες των Τ.Τ.Τ. (Ταχυδρομείο, Τηλέγραφοι, Τηλέφωνα). Αργότερα βάσει του Νόμου 1049/1949 έγινε διαχω ­ ρισμός των παραπάνω υπηρεσιών και έτσι δημιουρ­ γήθηκε ο ΟΤΕ. Το Ταχυδρομείο (με το ένα Τ) στεγά­ στηκε στο πρώτο πάτωμα και ο ΟΤΕ (με τα δύο Τ) στο δεύτερο. Το χειμώνα η θέρμανση των δύο υπηρε­ σιών γινόταν από μια θερμάστρα καυσοξύλων, που ήταν εγκαταστημένη στο Τ α χυδρομείο, αλλά τα μπουριά της διαπερνούσαν το επάνω πάτω μα και διά μέσου του Γραφείου του ΟΤΕ έβγαιναν έξω. Έτσι αντιμετώπιζαν το βαρύ χειμώνα της Αγιάσου. Προϊστάμενος του Ταχυδρομείου ήταν ο Μιχάλης Χ ατζηευστρατίου (Χ ατζηκαλιάνα), π α τέρ α ς της Χαρίκλειας, συζύγου ΝικολάουΒλαστάρη. Π ροϊστά­ μενος του ΟΤΕ ορίστηκε ο Μ ενέλαος Χ α τ ζ η ­ πρ ο κ ο π ίο υ (Χ ατζηβασλίνα). Ο Μ ιχάλης Χ α τζη ­ ευστρατίου ήταν άνθρωπος του καθήκοντος. Με βοη­ θούς του τους διανομείς Γιάννη Πουδαρά, Χ α ρά ­ λαμπο Καρετέλη, καθώς και τους εθελοντές συνταξι­ ούχους διανομείς, όπω ς ο Δημήτριος Δεμιργκέλης και ο Δημήτριος Κουζελής (Κλούρ’), προσπαθούσε να ανταποκριθεί στον υπερβολικό φόρτο εργασίας

Έξω από το καφενείο του Καλφαγιάννη, στον Κάτω Κάμπο, κάτω από τη φρίτζα. Διακρίνονται, από αριστερά: Φώτιος Παπάνης, Νικόλαος Βλαστάρης (στο βάθος), Ευστράτιος Ιωάννου Χατζηβασιλείου, Ευστράτιος Χριστόφα Χατζηπαναγιώτης, Γεώργιος Νικολαΐδης (φαρ­ μακοποιός), Νικόλαος Σπήλιος, αιδ. Τζάνος Γουγουτάς, Προκόπιος Κουτσκουδής, Γιάννης Χατζηβασιλείου και Χριστόφας Κλήμος (σερβιτόρος). (Φωτογραφία Γρηγορίου Κουρβανιού. Αγιάσος, 15.8.1984)


που είχε τότε το Ταχυδρομείο. Το σπίτι του και το καφενείο του ήταν το Τ αχυδρομικό Γραφείο. Το καλοκαίρι, μετά τη μεσημεριανή διακοπή, έκανε μια σύντομη βόλτα στο π ερ ιβ ο λ ά κ ι του στον Ά γιο Κ ω νσταντίνο και επανερχόταν στο Γραφείο του, όπου «κεκλεισμένων των θυρών» εργαζόταν π ίνο ­ ντας το καφεδάκι του, που του πήγαινε μόνιμα ο καφεπώλης Γιάννης Λαλάς. Το ίδιο γινόταν και το βράδυ μετά το κλείσιμο του Γραφείου. Παρέμενε μέσα και εργαζόταν ως αργά, πίνοντας συγχρόνως αυτή τη φορά και κανένα ουζάκι. Τις προαγωγές που έπαιρνε δεν τις αποδεχόταν, γιατί ήθελε να παραμείνει και να υπηρετήσει στην Αγιάσο μέχρι το τέλος της υπηρεσια­ κής του καριέρας. Δεν ήθελε να απομακρυνθεί από την Αγιάσο και για συναισθηματικούς λόγους, όπως κάποτε μου είχε εκμυστηρευθεί, επειδή είχε χάσει εκεί πρόωρα τη σύζυγό του και είχε μικρό παιδί και ηλι­ κιωμένη την πεθερά του. Την εποχή εκείνη (1949-1950) είχα την ευκαιρία να υπηρετήσω για ένα χρόνο στον ΌΤΕ α>ς ημερομί­ σθιος διανομέας «Τ.Τ. αντικειμένων», παράλληλα όμως εκτελούσα και εσωτερική υπηρεσία. Από το Μιχάλη Χατζηευστρατίου διδάχτηκα την προσήλω­ ση προς το υπηρεσιακό καθήκον και τη γνώση των υπηρεσιακών αντικειμένων, που είναι απαραίτητη για την εξυπηρέτηση του κοινω νικού συνόλου. Ως παλιός τηλεγραφικός υπάλληλος γνώριζε τα πάντα. Κατέβαινα λοιπόν κάτω στο Γραφείο του και μου έλυ­ νε όλες τις υπηρεσιακές απορίες μου με λεπτομέρεια και υπομονή παρά το φόρτο εργασίας που είχε. Και αυτό, γιατί ο δικός μου προϊστάμενος κατά κανόνα απούσιαζε από το Γραφείο του. Από το δικό μου προϊστάμενο θυμάμαι με θυμηδία ότι την πρωτοχρο­ νιά του 1950 του έφερε κά ποια συγγενής του στο Γραφείο μια ευμεγέθη αγιασώτικη βασιλόπιτα με τα φύλλα. Την έβαλε κάτω και την καταβρόχθισε λαίμαρ­ γα σε δυο ημερήσιες δόσεις, χωρίς να μου προσφέρει ένα κομμάτι, έστω για το καλό του χρόνου. Όταν την αποτελείωσε, με ρώτησε «δε θα ήθελες και συ ένα κομ­ μάτι, θα ήθελες;» Βέβαια, του είπα όχι. Από μέσα μου όμως άλλα είπα. Κάτω από το Ταχυδρομείο υπήρχε ένα μαγαζί, που το είχε υποδηματοποιείο ο Γιάννης Αβαγιανός, ο μερακλής και ευρεσιτέχνης, που συντα­ ξιοδοτήθηκε πια και διαμένει στον Πολιχνίτο. Το κ α φ ενείο του Γιάννη Κ α λφ αγιάννη είνα ι πάρα πολύ γνωστό και στους ξένους επισκέπτες, λόγω της γ ε ιτ ν ία σ ή ς του με την εκκλησία της Π αναγίας, αλλά και για την καλοκαιρινή δροσιά που δημιουργεί η φρίτζα του. Η ομορφιά της πυκνό­ φυλλης και καταπράσινης πασχαλιάς αρχίζει από την άνοιξη, που ανθίζει και που πολλές χρονιές η άνθισή της συμπίπτει με την περιφορά του επιτάφι­ ου τη Μεγάλη Παρασκευή. Όταν περνά από κάτω ο επιτάφιος, κουνούν την πασχαλιά και τα μοβ λου­ λούδια της ραίνουν το ιερό κουβούκλιο.

Αιαφήμιση της «Μικράς Αέσχης» (τέως «Τύρναβος») του Γιάννη Ακριβλέλη, στην εφημερίδα «Ταχυδρόμος» (Μυτιλήνης), στο φύλλο της Παρασκευής, 25.12.1925. (Παραχωρήθηκε από τον Παναγιώτη Στυλιανού Σκορδά)

Το καφενείο αυτό στο χρονοκύλισμα άλλαξε, όπως είναι φυσικό, πολλούς ενοικιαστές. Πέρασαν α π ’ αυτό - α π ό όσ ους το υ λ ά χ ισ το ν θ υ μ ά μ α ι- ο Παναγιώτης Κωμαΐτης, πατέρας των ραφτάδων, ο Ηλιογραμμένος Παπαπορφυρίου (Γράμμ’), με το γιο του Π αναγιώτη, ο Π άνος Ταμβάκης (Ζαργκλέλ’), που δυσ τυχώ ς έφυγε νω ρ ίς, ο Π α να γιώ τη ς Κ α ­ μαρός, που αργότερα μετακόμισε στο καφενείο του Σ ταθμ ού Α υτοκινήτω ν, στην Κ αρυά, ο Γ ιάννης Γριμανέλης, θείος του Γιάννη Κ αλφ αγιάννη. Τα τελευταία χρόνια, και για χρονικό διάστημα ενός περίπου χρόνου, πέρασε από το καφενείο αυτό ως ενοικιαστής ο Παναγιώτης Ξαφέλης (Νεκρόταλος), αλλά ο Γιάννης δεν μπορούσε να συνηθίσει στην και­ νούργια ζωή του συνταξιούχου και, καθώς αισθάνε­ ται τις δυνάμεις του να αντέχουν ακόμα, επανήλθε με μεγάλη ικανοποίηση στο παλιό πόστο του. Στο παράθυρο του καφενείου είχε τοποθετήσει π ρ ιν από χρ όνια ένα μικρό ντουλά πι ο Σταύρος Γλεζέλης (Γυαλένια) και πουλούσε τσιγάρα, πακέτα και χύμα από κούτες. Επίσης το καφενείο αυτό πολύ παλιά το είχε και ο Γιάννης Ακριβλέλης, που θα τον συναντήσουμε και αλλού, γιατί άλλαξε πολλά επαγ­ γέλματα. Μέσα στο καφ ενείο είχε κρεμάσει μια πινακίδα που έγραφε: «Του Τυρνάβου τα ποτά τα μόνα εν Α γιάσω , να π ίν ε ις κα ι να χα ίρ εσ α ι, να ευφραίνεται η καρδιά σου». Έτσι πήρε και το παρα­ τσούκλι «Τύρναβος». Α πέναντι από το καφενείο, στον τοίχο της εκκλησίας, ήταν το περίπτερο του αναπήρου πολέμου Λ εω νίδα Α ϊβαλιώ του (Καριγλά), ενός καλοκάγαθου και συνετού ανθρώπου. Στην ίδια περίπου θέση είναι τώρα το περίπτερο του αναπήρου πολέμου Βασίλη Παραμυθέλη. (Συνεχίζεται)

ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΚΛ. ΚΟΥΛΟΥΝΕΛΗΣ


Μ ΝΗΜ ΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΜΑΥΡΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΤΘΧΗΣ Λ ίγο πριν πατήσουν οι Γερμανοί στη Λέσβο Μ ε τον τερματισμό του πολέμου και την οπισθο­ χώρηση των στρατιωτών μας, οι Γερμανοί άρχισαν σαν επιδημία να καταλαμβάνουν την Ελλάδα. Αυτά τα μαθαίναμε από το Ρ α διο φ ω νικ ό Σταθμό του Β.Β.Ό., που βάζαμε κι ακούγαμε, ακόμα και στην Κατοχή, κρυφά και σιγά. Ετσι η Κατοχή έφθασε και στη Λέσβο. Πρώτα έφθασαν τα στούκας σαν αρπαχτικά πουλιά. Κάνανε τόσο θόρυβο, γιατί πετούσαν πολύ χαμηλά, που έλε­ γες τώρα θα πέσουν επάνω στα σπίτια μας, να μας διαλύσουν, ή τώρα θα μας βομβαρδίσουν, να μας κάνουν σκόνη. Η πολιτεία, μόλις έπιανε σήμα ότι έρχονται στού­ κας, χτυπούσε τις σειρήνες και τότε γινόταν πανικός. Ο κόσμος έκλεινε έντρομος τα μαγαζιά, οι μάνες έψαχναν για τα παιδιά τους και όλοι πήγαιναν να κρυφτούν. Πού; Μήπως υπήρχαν καταφύγια; Πήγαιναν όπου να ’ναι, αρκεί να υπήρχε κάτι πάνω από το κεφάλι τους. Εγώ εργαζόμουνα ως ταμίας σε παντοπωλείο και μόλις ακούγαμε τις σειρήνες -αυτό γινόταν πολλές φορές- κλείναμε κι έτρεχα να πάω στο σπίτι μου, λαχανιάζοντας από το τρέξιμο, για να προλάβω να φθάσω. Επειδή το σπίτι ήταν διώροφο, μαζεύονταν πολλοί από τα γειτονικά μαγαζιά και από το κατάστη­ μα Σουβατζόγλου και Βακιρτζή, για να βρουν κατα­

φύγιο στην πρώτη σκάλα, γιατί έλεγαν ότι το τσιμέντο αντέχει, αν τυχόν μας βομβάρδιζαν. Σκεφθείτε την ψυχολογία μας. Πώς αντέξαμε, ένας Θεός ξέρει. Ευτυχώς τα στούκας έκαναν μόνο περιπολίες και έριξαν μερικές βόμβες στη Νεάπολη, στις τηλεφωνι­ κές γραμμές. Ό φόβος δεν περιγράφεται. Ήμασταν όλοι αναστατωμένοι, νομίζαμε ότι σήμανε το τέλος μας. Ευτυχώς δεν έριχναν βόμβες στην πόλη, αλλά δεν ήμασταν σίγουροι για τίποτα. Αυτά τα καψώνια, δηλαδή τις επισκέψεις με τα στούκας, μας τα έκαναν συχνά και κάθε φορά που έρχονταν δεν ξέραμε πώς θα ενεργούσαν. Κάθε φορά οι σειρήνες και ο ίδιος φόβος και πανικός στα πρόσωπα όλων. Μια μέρα, που ο κόσμος ήταν στην προκυμαία και έκαναν βόλτες, πλησίασε ένα γερμανικό υποβρύχιο, χωρίς να το αντιληφθεί κανείς, γιατί πρόβαλε ξαφνι­ κά στα έντρομα μάτια των περιπατητών και άρχισε να πυροβολεί. Τραυματίστηκαν μερικά άτομα και μια κυρία, η Μαστραντωνάκη, υπέκυψε στα τραύματά της. Εμείς εκείνη τη μέρα δεν πήγαμε βόλτα. Το μάθα­ με μετά και π ρ ο π α ντό ς με το θάνατο της κυρίας Μαστραντωνάκη έγινε χαμός. Αυτά, πριν πατήσουν οι Γερμανοί το πόδι τους στη Λέσβο, αλλά από τον αέρα και από τη θάλασσα. ΚΑΤΙΝΑ ΤΕΡΤΙΠΗ-ΜΥΚΟΝΙΑΤΗ

Πολεμικό Μουσείο της Ελλάδας. Εμβολισμός ιταλικού βομβαρδιστικού αεροσκάφους από τον υποσμηναγό Μαρίνο Μητραλέξη, 1940. (Ρ η η ΐειΐ ίη Οτυεοε - Μ. ΤοιιΜδ)


ΜΕΤΑΠΟΑΕΜΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΑΓΙΑΣΟΣ Γλυκασμοί της νιότης και νοσταλγικές θύμησες Β α ρ ύ ς , αλήθεια, ο χειμ ώ να ς του 2001-2002. Απρόσμενος! Ό λους μας βρήκε απροετοίμαστους. Από τα δυτικά τον περιμέναμε, από το βορρά μας ήρθε. Απευθείας από τη Νορβηγία, είπαν οι μετεωρ ολόγοι μας. Π ολλοί α πό α υτούς α πέδω σ α ν το βαρύ καιρικό φαινόμενο στον ατμοσφαιρικό ρύπο, π ο υ μ π λο κ ά ρ ει, λέει, τ ις π α γω μ ένες μάζες του αέρα και κινούνται ανεξέλεγκτα, εκεί που ποτέ δεν είχαν ξαναπάει. Δύσκολος και σκληρός χειμώ να ς, κυρίω ς για μας τους καλομαθημένους, μια και όλα θέλουμε να τα τελ ειώ ν ο υ μ ε με το π ά τη μ α ενό ς κ ο υ μ π ιο ύ . Φανήκαμε λοιπόν αδύναμοι μπροστά στις πλημμύ­ ρες και στα χιόνια, μια και κάψαμε τα δάση μας και τίποτα δε σταματά ποτάμια, χειμάρρους, λάσπες. Τα πλούσια αγαθά στα πολυκαταστήματα ήταν άχρηστα, μια και οι άνθρω ποι ήταν παγιδευμένοι με τα αυτοκίνητα χω ρίς καύσιμα στους εθνικούς δρόμους. Χ ω μένοι στο χιό νι, ούτε μηχανές τους έσωζαν ούτε άλλη βοήθεια, μια και χιόνιζε ασταμά­ τητα και τους σκέπαζε στη στιγμή. Αφθονία αγαθών στα σούπερ μάρκετ κι η ζωή μας να απέχει πολύ από τη ζωή και τη νοοτροπία χρόνων περασμένων. Η σκέψη μου ξανοίγεται στη δεκαετία του ’50, στις κάτασπρες γειτονιές του πανέμορφου χωριού μου, της Α γιάσου. Χ ιό ν ια , που λες, να δουν τα μ ά τια σου! Κ ρύσ τα λλα ένα μέτρο να λα μ π ο κ ο ­ πούν, καθώς κρέμονταν για μέρες από τα κεραμί­ δια των σπιτιώ ν απειλητικά απέναντι μας. Η θερ­ μοκρασία δε μετριόταν σε βαθμούς Κελσίου απλά, για τί δεν υπήρχαν τα κατάλληλα όργανα σε κάθε σπίτι. Οι παγωμένες παλάμες και οι μελανιασμέ­ νες φάτσες μαρτυρούσαν ότι το κρύο ήταν πολύ. Ο θείος μου από την Αμερική φρόντισε να μας εφοδιάσει με μονοδάχτυλα πέτσινα γάντια και με σ κ ο ύ φ ο υ ς κ ι α ς είν α ι σ υ γχ ω ρ εμ ένο ς, π ο υ μας θυμήθηκε κ α ι μας βοήθησε. Κ ι ας έλεγε η για γιά μου: Μ ακριά από γιατρούς, από δικηγόρους και από τζογαδόρους, μια κι ο θείος μου ήταν μεγάλος τ ζ ο γ α δ ό ρ ο ς , α λ λ ά ό τα ν κ έ ρ δ ιζε θ υ μ ό τ α ν την Ελλάδα και βοηθούσε. Έ να μέτρο χιόνι, θυμάμαι, κι η γειτονιά πανη­ γύρι. Ο Γιάννης ο Λ άζαρος να κρατά μια ανεμό­ σκαλα στην παλάμη του με μια γάτα στην κορυφή και να προσπαθεί να την ισορροπήσει. Να μας εφο­ δ ιά ζ ε ι με μ υ θ ισ τ ο ρ ή μ α τ α το υ Μ αρή κ α ι της Μ πουκουβάλα-Α ναγνώ στου, για να σκοτώσουμε τις ώ ρες της πλήξης μέσα στο σ π ίτι, μια και τα σχολεία κλείναν για μέρες.

Το Σταυρί ντυμένο στα άσπρα... (Φωτογραφία Γιάννη Χατζηβασιλείου. 30.12.1991)

Οι γείτονες με τα φτυάρια και τις μελανιασμέ­ νες φάτσες να προσπαθούν ν ’ ανοίξουν δρόμο στο ένα μέτρο χιόνι, για να πάνε στην Αγορά. Φωνές, καλαμπούρια, καβγάδες και χιονοπόλεμος έδιναν μια εικόνα απείρου κάλλους. Τα παιδιά να χρωμα­ τίζουν το χιό νι κίτρινο με το κατούρημα. Ο γλύ­ π τη ς ο Τ ζ α ν ε τ έ λ η ς, γ ε ίτ ο ν α ς σ το Σ τ α υ ρ ί, να παρουσιάζει τα πρώ τα έργα με χιόνι. Μ ια πα νέ­ μορφη Αφροδίτη σαν αυτή του Λούβρου, ένα τερά­ στιο καλοδουλεμένο γεφ ύρι στο Σ τα υρί και ένα μεγάλο αρκούδο στο Καμπούδι, που θύμιζε Βόρειο Πόλο. Πόσο αλήθεια, τεράστια φαίνονταν στα π α ι­ διά αυτά τα πανέμορφ α χιονά τα δημιουργήματα του Αγιασώτη γλύπτη. Αλλά πόσο μεγάλη θλίψη νιώθαμε, όταν ο ήλιος άρχιζε να τα λιώνει! Ο υδρονομέας να μην προλαβαίνει να ξεπαγώ ­ νει τις δημοτικές βρύσες, μια και όλη η γειτονιά έπαιρνε νερό από αυτές. Ο μόνος που δεν υπολόγι­ ζε χιόνια και βροχές ήταν το Μητρέλ’ η Φασούλα, που βλαστημούσε το μουλάρι του πρω ί πρωί, μια και ο πάγος το δυσκόλευε και δεν περπατούσε άνε­


τα. Χαλασμός από τις αγριοφω νάρες του, χω ρίς να φοβάται ούτε χιόνια ούτε κρύο. Άλλος απτόητος και θαρραλέος ο αγαπημένος κ α ι α κ ο ύ ρ α σ το ς γυ μ να σ τή ς μα ς, ο Χ ρ ίσ το ς ο Μητσιώνης. Τυλιγμένος στο παλτό του, με σηκωμέ­ νο το γιακά σε στιλ ντεντέκτιβ, έκανε την καθιερω­ μένη βραδινή του βόλτα έξω από τα καφενεία και από τα στέκια που συγκεντρώνονταν οι μαθητές κι αλίμονο τους αν τους πετύχαινε! Ας μην ξεχνάμε ότι υπήρχε καθορισμένο ω ράριο, που οι μαθητές έπρεπε να γυρίζουν το βράδυ έξω. Ούτε κρύο σκε­ πτόταν ούτε παγωνιά ο Χρίστος. Τους εντόπιζε λοι­ πόν τους «παραβάτες» και το πρωί έδινε λίστα ονο­ μάτων στον αξέχαστο διευθυντή μας, τον Τζηρίδη. Κι οι αποβολές σύννεφο... Γιατί άραγε, π α ρ ’ όλα αυτό, αγαπούμε τόσο πολύ τους καθηγητές, αυτούς τους ανεπανάληπτους; Απαντήστε μου εσείς... Φούρια και τρεχάλα κι η ακούραστη η μαμή, η κυρα-Βασιλική. Γεννητούρια να δεις. Ποιο να προ­ λάβει, μια και το χιόνι, στο ένα μέτρο δυσκόλευε τις προσπάθειες που έκανε να ξεγεννά τις γυναίκες μέσα στα σπίτια; Κ αι μιλάμε για πολλές γέννες, μια και δεν υπήρχε οικογενειακός προγρα μ μ α τι­ σμός και οι γυναίκες γεννούσαν αβέρτα. Μες στο χιονιά και βράδυ βράδυ, να κι οι χαρι­ σματικοί μπεκρήδες, οι ανεπανάληπτοι, ο Ληγόρ’ς το Μ αμτζέλ’, μαζί με το γέρο το Γιαταγανέλ’. Να τραβούν α π ’ το Σταυρί στην Α γριγιά, πέσε σήκω, πέσε σήκω, σιγά σιγά, και να λέει το Μ αμτζέλ’ ένα χαριτωμένο σκοπό: Ρ ατσί, σι π ίνο ν για καλό τσι σν μι π α ς στουν τοίχου! Κ ι η μ ά να μου α π ό μέσα φ ώ ν α ζε: Ε Λ η γ ό ρ ’, ζιστα ίν’ κρυγιός του παγουμένου; Και απαντούσε αυτός: Καληνύχτα, ε Μ αρίγ’... Οι Αγιασώτες όμως δεν πανικοβάλλονταν από το ξέσπασμα του χιονιά. Άλλα χρόνια, βλέπεις, άλλες συνθήκες διαβίωσης. Ο κόσμος ήταν μαθημένος στο «κουρμπέτ’». Σκληρός χειμώνας, σκληρή και η άμυ­ να των ανθρώπων. Ξέραν από το καλοκαίρι τι να κάνουν. Παίρνω παράδειγμα από το σπίτι μας. Η μάνα μου φρόντιζε από τον Ιούνη να παζαρέ­ ψει τα ξύλα της χρονιάς στο μακαρίτη σήμερα το Χρύσανθο τον Ασβεστά. Θα ξερομάνιαζε τ ’ Άντρια και θα έφερνε τα γομάρια με το μουλάρι, να σοδια­ στεί το σπίτι. Στο μεγάλο κατώγι έβαζε πρινόξυλα, λιόξυλα, «αντραχλιές», «αρκουμλιές», γερά ξύλα, μια και ο κόσμος σεβόταν το δασικό πλούτο και δεν τον έκαιγε. Το σπίτι είχε δυο «γουνιές» κι έπρε­ πε να φάνε. Το μπλακ άουτ δε φόβιζε τη γ ια γιά μου. Είχε δυο λάμπες με γκάζι και δυο λυχνάρια, ένα τσ ίγκινο κι ένα πήλινο, που άναβαν με λάδι και φιτίλι, που το έστριβε η ίδια από «μπαμπακού­ λα». Ουδέν πρόβλημα ηλεκτροδότησης, λοιπόν, αν

Ο Μιλτιάδης Χουτζαίος με τη σύζυγό του Μαρία, λίγους μήνες πριν από την ιταλική επίθεση (Μάρτης 1940).

σ κ εφ τεί κ α ν είς ό τι τα π ερ ισ σ ό τερ α σ π ίτ ια δεν είχαν ηλεκτρισμό. Τώρα, για να διασκεδάσουμε το χιονιά τα π α ι­ διά, μας έκανε η γιαγιά μου, η Παναγιωτούδα, μια ωραία «μαμαλίδα», από σταρένιο αλεύρι, ζάχαρη, λίγο λάδι, κανέλα και νερό. Ενα είδος ψευταλευριάς κι η χαρά μεγάλη, για να φάμε το κατά τα άλλα παραδοσιακό γλυκό σήμερα. Ψήναμε και κάστανα ή καμιά «χάχλα» κατσικίσιο τραχανά στα κάρβουνα, στο τζάκι. Ψ ωμί ζυμωτό, μαύρο, σταρένιο υπήρχε στο « α ρ μ ά ρ ι και το πήλινο τσουκάλι πάντα με τα όσ πρ ια να βράζει στη φ ω τιά. Α κόμα «φ νίτσ ια», «βασ’λόπ’τα» με τα φύλλα και το μενού ήταν έτοι­ μο. Αν ήμαστε ανήμποροι, έσφαζε κανά δυο «πλαδέλια», «πιτ’ναρέλια» μάλλον, η γιαγιά μου για «ξαρρουστ’κό», να πιούμε με λεμόνι το ζουμί τους. Στο «αξάτου» κρεμόντανε, από το ταβάνι, μήλα «ντριβίσια» από το περιβόλι στ’ Άντρια, κυδώνια, ρόδια και κανένα σταφύλι. Μέσα στο «τσιλαρκό», στο κελάρι δηλαδή, ήταν περασμένα τα κληματόφυλ­ λα και οι μελιτζάνες, για κανένα «γιαπρακέλ’», σπά­ νια, ακόμα στο «σ’κουκόφ’νου υπήρχαν σύκα ξερά, καρύδια, και στο «π’θαρέλ’», στο κατώγι, κάστανα. (Συνεχίζεται)

ΜΥΡΣΙΝΗ ΒΑΜΒΑΚΑ-ΧΟΥΤΖΑΙΟΥ


ΙΣΤΟ ΡΙΕΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗ ΝΟ ΪΤΑ ΛΙΚ Ο Υ Π Ο Λ Ε Μ Ο Υ Από τις ζωντανές μνήμες του μαχητή Νίκου Τσεσμελή Δ' Κ α τ ά την ώρα του αποχω ρισμού τους, ας το πούμε έτσι, ο Ιταλός τον πλησίασε, τον αγκάλιασε και τον φίλησε. Νΐοοΐο, §ταζί€, του είπε και ένα δάκρυ κύλησε στο παιδικό χνουδωτό μάγουλό του. Οταζΐο, επανέλαβε και γύρισε προς την κατεύθυνση, που του έδειξε ο φρουρός που τον παρέλαβε... Ο αξιωματικός που είδε αυτό το συμβάν έμεινε κατάπληκτος. Έλα εδώ, του λέει, τι συμβαίνει, γνωστός σου είναι, πού γνωριστήκατε; Ο Νίκος τα χρειάστηκε. Άλλο πάλι και τούτο. Λες να ’χουμε πάλι από τα ίδια; Η μοίρα μου το ’χει να μπλέκω σε κακοτοπιές, είπε μέσα του... Καθ’ οδόν, του απάντησε, τον γνώρισα, έτσι αόριστα, χωρίς ν ’ αναφέρει τίποτα για όσα έγιναν. Ευτυχώς, εκεί σταμάτησε η κουβέντα. Μεγάλη η ανακούφιση του Νίκου, που έτρεμε η ψυχούλα του μην τυχόν είχε πάλι τα ίδια, όπως με τον άλλον Ιταλό, που γέμιζαν στην πηγή τα παγούρια. Τέλειωσε αυτή η περιπέτεια. Το 1984 περίπου, ύστερα από τόσα χρόνια, ο Νίκος με τη δουλειά του κασσιτερωτή, αποκλειστικά, δεν έβγαινε οικονομικά, για να συντηρήσει το σπίτι του και για ν ’ αντιμετωπίσει τις άλλες ανάγκες του. Τα χάλκινα σκεύη αντικαταστάθηκαν από τα αλουμινέ­ νια, τα ελαιοτριβεία έκλεισαν, η ζωή δυσκόλεψε. Κάτι έπρεπε να κάνει, για να βελτιώσει τα οικονομικά του. Αποφάσισε λοιπόν ν ’ ασχοληθεί με το σκάλισμα πάνω στο χαλκό. Άρχισε δειλά δειλά να βάζει σ’ ενέργεια το σχέδιό του. Όπου έβλεπε κανένα σχέδιο και του άρεσε, το ξεσήκωνε. Από ένα περιοδικό αντέγραψε ένα κέντη­ μα μιας Κωνσταντινουπολίτισσας, που έμελλε αυτό το σχέδιο να γίνει το αγαπημένο του έμβλημα, τρόπον τινά... Απεικόνιζε ένα δενδράκι με δυο παπαγάλους δεξιά και αριστερά, πάνω του. Άρχισε να σκαλίζει διά­ φορα μπρούντζινα. Παλιές λεγκέρες, ταψιά, «σντιρουσίνια». Έφτιαχνε και από καινούριες λεγκέρες βάζα και ό,τι άλλο ήθελαν οι πελάτες. Επειδή το μαγαζί του ήταν σκοτεινό και δεν έβλεπε καλά να δουλέψει μέσα, έβγαινε μπροστά στην πόρτα, στο δρόμο σχεδόν, και με το φως της μέρας δούλευε άνετα την κάθε λεπτομέ­ ρεια. Ήταν δύσκολη δουλειά και χρειαζόταν αυστηρή συγκέντρωση και προσοχή, γιατί λίγο να σου φύγει το καλέμι, η λαθεμένη αυλακιά είναι δύσκολο να διορθω­ θεί, όπως συμβαίνει και στο μάρμαρο. Πολλοί ήταν οι περίεργοι, ντόπιοι και ξένοι, που στέκονταν από πάνω του και κοιτούσαν τη δουλειά του! Ήταν τόσο πολύ συχνό αυτό το φαινόμενο, που έπαψε πια να τον ενοχλεί. Το συνήθισε τόσο πολύ, που έπαψε πια να σηκώνει το βλέμμα του, να βλέπει ποιος είναι πάνω του, αν δεν του μιλούσε... Κάποτε, όπω ς σκάλιζε, ένιωσε δυο τρεις σκιές από πάνω του. Δεν έδωσε σημασία, καθώς ήταν προ-

Ο Νίκος Τσεσμελής σκαλίζει με το καλέμι του το χαλκό, για να φιλοτεχνήσει της ψυχής του το μεράκι... (Φωτογραφία Μιχάλη Κορομηλά)

σηλωμένος στο σκάλισμα. Ήταν, θυμάται, ένα αρκε­ τά μεγάλο ταψί, μια ολόκληρη σύνθεση, που απαιτού­ σε αυτοσυγκέντρωση. Ήταν στη φάση της ολοκλήρω­ σης και μια λαθεμένη αυλακιά του καλεμιού θα του δημιουργούσε απρόβλεπτους μπελάδες. Κάποια στιγμή ακούει μια ψιθυριστή φωνή να λέει: Βοΐΐα! Σήκωσε το κεφάλι. Ήταν δυο κυρίες, περασμέ­ νης κάπως ηλικίας, που θα ’πρεπε να ’ταν στα νιάτα τους πολύ ωραίες γυναίκες. Μαζί τους ήταν και μια κοπέλα. Ήταν δεν ήταν είκοσι χρονών. Είχε ένα πρό­ σωπο οβάλ, κατάμαυρα πλούσια μαλλιά ριγμένα λυτά στον ώμο της, που έφταναν σχεδόν στη μέση της, δυο αμυγδαλωτά γαλανά μάτια, που αν τα ζουμάριζες με μια κάμερα θα τους έλειπαν μόνο οι γλάροι και τα πλεούμενα... Αντίθεση έντονη... Ένα τέλειο, καθ’ όλα αρμονικό, κορμί, σωστή καλλονή. Όταν σήκωσε το κεφάλι και τις κοίταξε, του λέει το κορίτσι. Βοΐΐα! Ιτάλια, της λέει αυτός; Ναι, του απαντά στα ελληνικά. Εσείς, του είπε, που μάθατε τι σημαίνει το ύοΐΐα; Ήμουνα στον πόλεμο, στην Αλβανία, και όταν πιάνα­ με τους αιχμάλωτους, για να μας καλοπιάνουν, να μην


τους φερθούμε άσχημα, μαζεύονταν και όλοι εν χορώ φώναζαν: Βοΐΐα Οτοαα! Βοΐΐα Οτοοία! Έκανες λοιπόν στην Αλβανία; Και ο παππούς μου ήταν στο μέτωπο, στην Αλβανία. Μάλιστα πιάστηκε αιχ­ μάλωτος... Ασυναίσθητα ρωτά. Σε ποιο μέρος πιάστηκε; Στο Πόγραδετς, του απαντά. Θυμήθηκε το πιο πάνω περιστατικό που βίωσε στα κακοτράχαλα, αφιλόξενα βουνά της Αλβανίας, με τον αιχμάλωτο Ιταλό, και άρχι­ σε να τους εξιστορεί την περιπέτειά του αυτή. Η κοπέλα παρακολουθούσε με ορθάνοιχτα τα μάτια και με μεγάλη προσοχή την αφήγησή του. Όταν έφτασε στο σημείο ν ’ αναφέρει τ ’ όνομα του Ιταλού, η κοπέλα με μάτια δακρυσμένα πια, χαμογελώντας με νόημα, με μια χαριτωμένη κίνηση σκύβει και με την παλάμη του απαλού χεριού της του κλείνει το στόμα... Ρταηοοδοο ΟίοναπποΙΗ, πρόφερε αργά αργά, τονίζοντας ξεχωριστά την κάθε συλλαβή... Ταυτόχρονα τον αγκάλιασε και τον φίλησε... Ο Νίκος έπεσε από τα σύννεφα... Πέρασε κάμποση ώρα, για να συνέλθει. Ή μάλλον δεν πρόλαβε, η κοπέ­ λα δεν τον άφησε πολλή ώρα στην αμηχανία του και στο ξάφνιασμά του. Είμαι η εγγονή του Ρταηοοδοο, είναι ο πα ππούς μου, ο πιο γλυκός πα ππούς του κόσμου, του λέει... Την ιστορία την ξέρω από τα παι­ δικά μου χρόνια. Ο Θεός να σ ’ έχει καλά, του είπε, και τον ξαναφίλησε. Το ρολόι το έχει ακόμα και κάθε φορά που βλέπει την ώρα δεν παύει να του θυμίζει και να αναφέρεται σ’ έναν Έλληνα φαντάρο, που έτυ­ χε να γνωρίσει κάπου, στα βουνά της Αλβανίας, κάτω από παράξενες συνθήκες, που βρέθηκαν και οι δυο τους, όχι με δική τους επιλογή, να ’ναι αντίπαλοι μέχρι θανάτου, ενώ κάλλιστα θα μπορούσαν να ’ναι φίλοι, όπως και το απέδειξαν... Ύστερα από μεγάλη σιωπή ο Νίκος ψιθύρισε σαν να απευθυνόταν στον εαυτό του... Τι παιχνίδια μας παίζει η ρημάδα η ζωή... Είπαν πολλά και διάφορα. Η κοπέλα ζήτησε κάτι, για να τους φέρει σε επαφή. Ό Νίκος έγραψε πάνω σ’ ένα μικρό χαρτί ένα λιγόλογο σημείωμα στα ελληνι­ κά. «Πόσο μικρός είναι ο κόσμος. Πού να φανταστώ, ύστερα από τόσα χρόνια, πως θα τύχαινε να γνωρίσω την εγγονή σου. Αφορμή η ιστορία που ζήσαμε κάπο­ τε κάπου στην Αλβανία». Πέρασε κάμποσος καιρός και έλαβε ο Νίκος μια κ α ρ τ-π ο σ τά λ, σταλμένη από τον Ρταηοοδοο Οίοναηηοΐΐί, γραμμένη στα ελληνικά, φαλτσαρισμένα λίγο, αλλά ευ διά κ ρ ιτα : «Ε φ όσον θα υ π ά ρ χο υ ν άνθρωποι μεταξύ μας, δεν πρέπει να σκιαζόμαστε από τίποτα...». Δεν του απάντησε και η ιστορία μας δεν είχε συνέχεια... Περίμενα να μου φέρει την κάρτα, που τη φύλαγε, για να τη δημοσιεύσω μαζί με το κεί­ μενο, δυστυχώς όμως δεν πρόλαβε. Τον πρόλαβε ο θάνατος... Ο Ρταηοοδοο ΟίοναπποΙΠ ήταν από τα ελληνόφωνα χωριά της Καλαβρίας, γ ι’ αυτό άλλωστε η κοπέλα μιλούσε λίγο τα ελληνικά. Αγιάσος, 18.10.1998

ΠΡΟΚΟΠΗΣ ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗΣ

ΦΩΤΟΣΚΙΕΣ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ

Θ συνεργάτης μας Χρίστος Γλεζέλης (Πουπούσας) υπό την προ­ στασία της Ελευθερίας, στην Αγιάσο, πριν από αρκετά χρόνια...

Στιγμιότυπο από παρέλαση Αγιασωτών πολιτών που υπηρε­ τούσαν στα Τάγματα Εθνοφυλακής Αμύνης (ΤΕΑ) (1960). (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Δημήτριος Παναγιώτου Τσουκαρέλης ή Μπεκρέλης, που εικονίζεται δεύτερος)


ΠΑΟΥΤΩΝ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΒΕΤΣΙΚΑΣ Από το Αλβανικό Μέτωπο στη Μέση Ανατολή Β' Επιθυμώ ντας να διασώσουμε μνήμες ανθρώπων οι οποίοι έζησαν σημαντικά γεγονότα, δημοσιεύουμε στη συνέχεια το δεύτερο και τελευταίο μέρος των όσων μας αφηγήθηκε στις 18.2.2001, στα Γραφεία του «Φιλοπρόοδου Συλλόγου Αγιασωτών», ο Αγιασώτης αντιστασιακός Πλούτων Γεωργίου Βέτσικας. Οι μνή­ μες ως ιστορική πηγή έχουν ιδιαίτερη σημασία, γιατί βοηθούν και αυτές στην κατανόηση και στην αξιολό­ γηση των γεγονότων. Έχουν όμως και τις αδυναμίες τους, γ ι’ αυτό και ο μελετητής γενικά πρέπει να είναι πολύ προσεκτικός, κάποτε και επιφυλακτικός, κατά την ανάγνωση ή την αξιοποίησή τους. ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ Σ τ η ν Κ α το χή έμ ενα στην Α γ ιά σ ο κ α ι στη Μ υτιλήνη, όπου η μάνα μου ως προσφυγίνα είχε σπίτι στη Χρυσομαλλούσα. Στη Μυτιλήνη γνώρισα μια προσφυγοπούλα, σαράντα πέντε χρονών περί­ που, που την έλεγαν Ελένη και ήταν γνωστή με τον οδοντίατρο Παναγιώτη Τζανετή. Δεν ήθελα να πω στη μάνα μου ότι θα φύγω στη Μέση Ανατολή. Για να μη με καταλάβει, έκανα έναν ψ εύτικο καβγά μαζί της κα ι έφυγα α πό το σ π ίτι. Τ ρία τέσσερα βράδια έμεινα στο σπίτι της Ελένης. Αυτή είχε σχέ­ ση με βαρκάρηδες κα ι τα κα νόνισ ε να φύγουμε. Φ ύγαμε δυο, εγώ κ α ι ο Μ εσ οτοπίτη ς Δ ημήτρης Κωνσταντιδέλης5. Βαρκάρης ήταν ο Μ υτιληνιός Π αναγιώ της Κ οφ ινά ς, δεκαοχτώ χρονώ ν τότε, ο οποίος αργότερα, μετά την απελευθέρωση, σκοτώ­ θηκε από δυναμίτες. Θα ερχόταν και ένας άλλος Μεσοτοπίτης, αλλά δείλιασε και δεν ήρθε. Φύγαμε

Αναμνηστική φωτογραφία από Καφρ Υόνα Παλαιστίνης (20.11.1943). Πρώτος, από αριστερά, ο Πλούτων Βέτσικας.

Αναμνηστική φωτογραφία από Καφρ Υόνα Παλαιστίνης (20.11.1943). Πρώτος, από αριστερά, όρθιος ο Πλούτων Βέτσικας.

ν ύ χ τ α α π ό τη Μ υ τιλ ή ν η , α π ό το χ ώ ρ ο το υ Ε ργοστασίου Κ αλαμάρη, πενήντα μέτρα κοντά, στις 17 προς 18 Ιουλίου 1943. Προτού φτάσουμε ακόμη στα τουρκικά παράλια, έκανε την εμφάνισή της μια ανεμότρατα, που την είχαν επιτάξει οι Γερμανοί για δίωξη. Ο βαρκάρης μας είπε να πέσουμε κάτω. Πέσαμε και έτσι δε μας είδανε. Αποβιβαστήκαμε στο Αγιασμάτι ξημερώμα­ τα. Ο Κ οφ ινά ς μετά έφυγε με τη βάρκα του, ενώ εμείς κρυφτήκαμε στα βούρλα, μέχρι που να απομα­ κρυνθεί και να μη φαίνεται. Αργότερα πήγαμε να βρούμε φυλάκιο, για να παραδοθούμε. Μας είπαν κά ποιοι χω ρικοί Τούρκοι να καθίσουμε, να φάμε πρώ τα. Καθίσαμε. Μ ετά μας πήγαν στο Α ϊβαλί, όπου και παρουσιαστήκαμε. Έ να ς φαντάρος μας πήρε και πήγαμε και του δείξαμε το μέρος, όπου αποβιβαστήκαμε. Έ γινε κάτι σαν αναπαράσταση, αν υπάρχει η βάρκα, μήπως τη βουλιάξαμε... Μετά μας πήγαν στο Φρουραρχείο, όπου μας έκανε ανάκριση ένας ανθυπολοχαγός. Διερμηνέας ήταν κάποιος από το Φρουραρχείο. Φάγαμε μερικά χαστούκια. Μας έκαναν έρευνα αν έχουμε χαρτιά, αλλά δεν είχαμε τίποτα. Κάτι χαρτιά που είχα τα έκρυψα στην άμμο. Αφού τέλειωσε η ανάκριση, ένας φαντάρος μας πήγε στην Αστυνομία. Από εκεί ένας χω ροφ ύλα ­ κας, που ήξερε φαρσί τα ελληνικά, μας πήγε σ’ ένα πανδοχείο, απέναντι από τις φυλακές. Μας είπε να μη βγούμε α πό εκεί. Φ τάναμε μέχρι την πόρ τα . Γνωρίσαμε έναν Τούρκο από την Κάπη, που ήξερε ελλη νικά. Μ ας έδωσε χρ ή μ α τα κ α ι α γορά σ αμ ε ψωμί, καρπούζι, τυρί και άλλα. Κάτσαμε τέσσερις


μέρες. Το πρω ί της Πέμπτης μέρας φύγαμε με λεω­ φ ο ρ είο γ ια τη Σ μ ύ ρ ν η . Στη δ ια σ τα ύ ρ ω σ η του Δικελί μας περίμεναν κάποιοι Τούρκοι στρατιώτες με μια ομάδα πέντε έξι Ελλήνων χω ροφυλάκω ν, που είχαν περάσει στην Τουρκία. Επιβιβάστηκαν και αυτοί στο λεωφορείο και φτάσαμε στη Σμύρνη. Μας πήγαν σε κάποιο πανδοχείο, στην πόρτα του οποίου καθόταν φρουρός ένας Τούρκος χω ροφ ύ­ λ α κ α ς. Ε κ εί ήρθε έν α ς υ π ά λ λ η λ ο ς α π ό το Προξενείο, που τον έλεγαν Λάζαρο. Μ ας ρώτησε πόσ ες μέρες έχουμε στην Τ ουρκία. Ε ίπα μ ε π ω ς είχαμε 25 περίπου μέρες, για να μας δώσουν περισ­ σότερα χρήματα. Έ δ ιν α ν τρεις μπαγκανότες για κάθε μέρα. Δωροδοκήσαμε το φρουρό με ένα μπου­ κάλι ούζο και με χαλβά, για ένα ορφανό κοριτσάκι, και μας άφησε και βγήκαμε έξω και φάγαμε. Το βράδυ γυρίσαμε πίσω. Στη Σμύρνη μείναμε μερικές μέρες. Διανύσαμε μεγάλο μέρος της Τουρκίας με το τρένο. Φτάσαμε στα Ά δ α ν α κ α ι στη σ υ ν έ χ ε ια σ το Χ α λ έ π ι της Σ υρίας, όπου μείναμε κ α ρα ντίνα 14 μέρες π ερ ί­ που. Μετά με τρένο μας πήγανε στην έμπεδο μονά­ δα με έδρα το σ τρ α τό π εδο Κ αφ ρ Υ όνα Π α λ α ι­ στίνης, στις 6 Αυγούστου 1943, όπου ντυθήκαμε φαντάροι. Αφού κάναμε κάποια εκπαίδευση, μας σ τείλ α ν ε στο Ιο Σ ύ ν τ α γ μ α Τ ε θ ω ρ α κ ισ μ έ ν ω ν Α υτοκινήτων, με έδρα την Τρίπολη του Λιβάνου. Στις 9 Φεβρουαρίου 1944 πήρα προαγωγή και από δεκανέας έγινα λοχίας. Δεν πήρα μέρος σε επιχειρ ή σ εις. Συνάντησα Μ υτιληνιούς, τον Κώστα Κλήμο, στη Λιβύη, στο 8ο Τάγμα, και το Στρατή Ανεζίνο... Δε μας έστελ­ να ν σ τις επ ιχ ειρ ή σ εις, ό π ω ς α π α ιτο ύ σ ε η ΑΣΟ (Α ν τιφ α σ ισ τικ ή Σ τ ρ α τ ιω τ ικ ή Ο ργάνω σ η ), κ α ι όπω ς επιθυμούσαμε εμείς, που θέλαμε να πολεμή­ σουμε τους Γερμανούς. Πήρα μέρος στο Κ ίνημα

που εκδηλώθηκε τον Α πρίλιο του 1944. Διοικητής μ α ς ή τα ν ο α ν τ ισ υ ν τ α γ μ α τ ά ρ χ η ς Α ρ ισ τ ε ίδ η ς Σ ιώ τη ς. Ό λ ο υ ς σ χεδόν μας κ λ είσ α ν ε σε Σ τ ρ α ­ τό π εδ ο Σ υγκ έντρ ω σ η ς, στην Α σ μά ρα της Ε ρ υ ­ θραίας, όπου μείναμε περίπου τέσσερις μήνες. Την 1η Ο κ τω β ρίου 1944 βγήκα α π ό το Σ τρ α τό π εδ ο Συγκέντρωσης και ενταχθήκαμε στο 14ο Τάγμα, με έδρα το Κάιρο, από το οποίο και απολύθηκα στις 2 Μ αΐου 1945. Στην Α σμάρα θυμά μα ι π ω ς βρήκα έναν Αγιασώτη που είχε μαγειρείο^. Ή ταν αδερφός του σοφέρ Στρατή Μπαρή. Αυτοί που απολυθήκαμε πήγαμε από Μ πατίστι της Λιβύης με φορτηγά στο Τομπρούκ, από όπου πήραμε το τρένο και ήρθαμε στην Αλεξάνδρεια. Με α ντιτο ρ π ιλ ικ ό πιάσαμε Ρόδο, Σύμη, Σάμο, Χ ίο. Από τη Χ ίο μας βάλανε σε καΐκι και φτάσαμε στη Μυτιλήνη, όπου έγινε μεγάλη υποδοχή. Τον Ιούλιο του 1945 έφυγα από τη Λέσβο και ή ρθα στην Α θ ή να , ό π ο υ κ α ι μένω α π ό τό τε. Δημιούργησα οικογένεια. Παντρεύτηκα το 1955 τη Γ εω ρ γία Μ ηνά Μ π α ν τ ο ύ ν α , α π ό το χ ω ρ ιό Π αραλογγοί Κ οντοβάζαινας Γορτυνίας, η οποία συχωρέθηκε στις 26.2.1990. Το 1958 γεννήθηκε ο γ ιο ς μου Γεώ ργιος. Έ χ ω ένα εγγόνι, τον Π λούτωνα-Δημήτριο, που πάει στην έκτη τάξη δημοτι­ κού. Στην Αθήνα εργάστηκα στην ΕΤΜΑ, εργοστά­ σιο που έφτιαχνε τεχνητή μέταξα, ρεγιόν.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 5. Βλ. Πάνου I. Κοντέλλη, ... Ο κόσμος ο μικρός... Μεσότοπος Λέσβου, Ιστορικά-Λαογραφικά, Αθήνα 1985, 442-443. Η αφήγηση του Δημήτρη I. Κωνσταντιδέλλη ή Άιάμπιμπη διαφέρει σε κάποια σημεία από τα λεγάμενα του Πλούτωνα Βέτσικα. 6. Πρόκειται για το Βασίλειο Ιωάννου Μπαρή.

Αναμνηστική φωτογραφία από Καφρ Υόνα Παλαιστί­ νης. Πέμπτος, από αριστερά, όρθιος ο Πλούτων Βέτσικας.


ΛΕΣΒΙΑΚΑ ΑΡΧΕΙΟΔΙΦΙΚΑ ΣΥΜΜΕΙΚΤΑ Πωλητήριο αμπελιού «τη θέση «Πενθύλια» του 1881 Το παρακάτω δημοσιευόμενο πωλητήριο, προερχόμενο από το προσωπικό μου αρχείο, συνταχτηκε στην Αγιάσο στις 21.3.1881, σε χαρτί διαστάσεων 34x21,3 εκ., με υδατόσημο. Συμβαλλόμενοι ο πωλητής του αμπελιού1 στη θέση «Πενθύλια»2 Παναγιώτης Ν. Τζαναβάρη και η αγοράστρια Σταυρούλα Σάββα Σ πυλιαδή4. Προηγούμενος πωλητής ο Γιαννίκος Στυλιανού Χ ατζηπαναγιώ της5. Γείτονες ο Μ ιχαη Χριστόφα Χατζημιχαήλος και ο Κωνσταντής Πανανής®. Γραφέας ο Γρηγόριος Σκορδάς7 και μάρτυρες ο Ευστράτιος Χατζή Σπύρου και ο Γρηγόριος Ταμπάκης». Κατά τη μεταγραφή τηρήσαμε το πολυτονικό σύστημα και σεβαστήκαμε την ορθογραφία και τη στίξη. ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Το πωλητιίπ,Λ ' ΥΎΟαφο αμπελιού στη θέση «Πενθύλια» της 21.3.1881.


Ληλοποιώ διά του παρόντος επισήμου πωλητηρίο υ ό υ π οφ α ινόμενος Π αναγιώ της Ν. Τζαναβάρ ότι το Α μ π έ λ ιό ν μ ο υ όπερ έχω α γο ρ α σ τό ν πα ρά του Γ<ιανν>ίκου Σ τυλ. Χ α τζή Π αναγιώ του κείμε­ νον είς θέσιν Π ενθύλια και π λη σ ια ζό μ ενο ν παρά το υ Κ ω νσ τα ντή Π α ν α ν ή , π α ρ ά το υ Μ ιχα ή λ Χ ρ . Χ α τζή Μ ιχαήλου και παρά του δρόμου, ολόκληρον σ ή μ ερ ο ν το έ π ώ λ η σα τ ε λ ε ία π ρ ά σ ε ι9 π ρ ο ς τή ν Σ τα υ ρ ο ύ λ α ν Σ άββα Σ π υ λ ια δ ή δ ιά γρ ό σ ια τρ εις χιλιά δ ες Α ρ ιθ μ ό ς 3000 καθαρά, τά όποια ελαβον π α ρ ' α υτή ς σώα και ά νελλειπ ή μ έχρι λ επ το ύ και εξόφλησα*διό παραδίδω το ρηθέν Α μ π έλιό ν προς τήν ά γο ρ α σ τρ ία ν ελεύθερον π ά σ ης υποθήκης και χρέους και άναγνω ρίζω άπό του νϋν τελείαν ιδιο­ κτήτην τού Α μ π ελιο ύ τήν Σ ταυρούλαν Σάββα έχουσ α ν το κ ύ ρ ο ς να το μ ε τα χ ε ιρ ισ θ ή όπ ω ς ά γ α π φ υπόσχομαι δέ να δώσω τήν ομολογίαν μου ταύτην και εν ώ π ιο ν το ύ Α ρ μ ο δ ίο υ Δ ικ α σ τη ρ ίο υ Μ ιτυ λήνης ό πότα ν γίνη άν<άγ>κη διά νά κατακυρω θή ε π ’ όνόμα τι τής ά γο ρ α σ τρ ία ς* Ό θ ε ν είς έν δ ειξιν τούτω ν δίδω είς χείρα ς της και το π α ρόν πωλητήριον έπικυρω μένον π α ρ 9εμού και τών μαρτύρων.

μέχρι τα μέσα του περασμένου αιώνα ωραίο αμπέλι στην Παγωνιά (τ’ Σταυρή τ ’ άμπέλ ’). 5. Ο Γιαννίκος Στυλιανού Χατζηπαναγιώτης απέκτη­ σε τρεις κόρες, δυο από τον πρώτο του γάμο, τη Βικτωρία, το γένος Βλουτέλη, γιαγιά μου, σύζυγο του Χαράλαμπου Κωνσταντίνου Νουλέλη, και τη δασκάλα Καλυψώ, πρώτη σύζυγο του Χριστόφα Μιχαήλ Στεφάνου, και μια από το δεύτερο γάμο, τη δασκάλα Αθηνά, σύζυγο του δασκάλου Βασιλείου Ευστρατίου Γαλετσέλη. 6. Το επώνυμο γνωστό από την Αγιάσο και από αλλού. Ο Κωνσταντής Πανανής ή Π ιλιγρίνουςΜπιλιγρίνους (Πελεγρίνος) ήταν πάππος του Μιχαήλ Ευστρατίου Πανανή και προπάππος του δασκάλου Ευστρατίου Μιχαήλ Πανανή. 7. Πρόκειται για τον ευεργέτη Γρηγόριο Χατζή Παναγιώτου Σκορδά (1848-1928). Η γραφή του με λίγα ολισθήματα τονισμού (τρεις, άνελλειπή, άγοραστρίαν, χείρας), στίξης, ορθογραφίας (έξόλησα), σύνταξης (τελείαν ιδιοκτήτην). Το άνελλειπής είναι άλλη γραφή, ήττον ορθή, του ανελλιπής. 8. Ο Γρηγόριος Ταμπάκης διατέλεσε γραμματέας της εκκλησίας της Παναγίας Αγιάσου. 9. Πρασις (=πώληση).

τή 21 Μ αρτίου 1881 Αγιάσω . Π αναγιώ της Ν: Τζαναβάρ έπώλησα και εξόφλη­ σα υπ ο γρ α φ ό μ ενο ς ώς ά γρά μ μ α το ς κ α τ 9 α ϊτη σ ίν μου παρά τού Γραφέως Γρ. Σκορδά. » Ευστρ. Χ α τζή Σ πύρου μ ά ρτυς » Γρηγόριο<ς> Ταμπάκης μ ά ρτυς

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1. Τον προπερασμένο κυρίως αιώνα η Αγιάσος είχε πολλά αμπέλια. Βλ. (Ε.Π. Κουλαξιζέλλη - Β.Π. Τραγέλλη), Η Αγιάσος και τα πέριξ, εν Αθήναις 1896 (Φωτομηχανική ανατύπωση, Αθήνα 1997), α. 37, Δημητρίου Σκλεπάρη, Η αμπελουργία χτες και σήμερα, Ο Δ ιόνυσος π ερ α σ τικ ό ς από την Α γιά σο, περ. «Αγιάσος» 20(1984), σ. 4. 2. Πολλά έχουν γραφεί για το τοπωνύμιο Πιτζίλια και για την πιθανή σχέση του με την αρχαία Πενθίλη. Υπογραμμίζουμε τη γραφή με υ. Πβ. Πενθίλος αλλά και Πενθύλος. 3. Το οικογενειακό όνομα Τζαναβάρης (τουρκ. οαπαναι* = θηρίο, άγριο ζώο) υφίσταται ως τις μέρες μας στην Αγιάσο. 4. Από την πολύκλαδη οικογένεια των Σπηλιάδηδων (Σπηλιαδήδων, Σπλιαδήδων) ή Σαββέλων. Στη συνέχεια αναφέρεται απλά ως Σταυρούλα Σάββα, που μαρυτρεί ίσως πως το βαφτιστικό Σάββας και το παράγωγο Σαββέλος άρχισαν να λειτουργούν ως δευτερεύον επώνυμο-παρατσούκλι. Οι υπερήλικες θυμούνται και τον εγγονό του παλαιού Σάββα Σπηλιαδή Σάββα Γεωργίου Σπηλιαδή, το γραφικό κρασοπατέρα. Ο αδερφός του Σταύρος Γεωργίου Σπηλιαδής (1875-1965), καλός οικο­ γενειάρχης και άνθρωπος με δημοκρατικές ιδέες, είχε

Η Μαρία Σάββα Ηλιογραμμένου Τσουκαρέλη, εγγονή του Γεωργίου Σπηλιαδή ή Σαββέλου και σύζυγος του μουσι­ κού Δημητρίου Αγρίτη, με την πεθερά της Παναγιωτούδα (Μπουτούδ’) Ιωάννου Αγρίτη και με τη συννυφάδα της Αρτεμη Αγρίτη, το γένος Τζάνου Κουδουνέλη.


ΑΕΣΒΙΑΚΗ

ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ

Α αΐκά παιδικά στιχουργήματα Α Α ς ξαναγυρίσουμε όμως στην παρέα μας, όπου τώ ρα έχουμε να αντιμετω πίσουμε ένα καινούριο σοβαρό πρόβλημα, που προέκυψε δυναμ ικά και θορυβωδώς. Κ άποιος εξέπεμψε ξαφνικά έναν άσε­ μνο, δυνατό και υπόκωφο θόρυβο. Π ιε τουν! Ή ταν η άμεση πρώτη αντίδραση. Ανάμεσα σε δυο βουνά βούρδουλας κατρακυλά! (βούρβουλας είναι το σωστό, αλλά πάντα βούρδου­ λα ς λέγαμε, που μας ήταν πιο... οικείος!) ακολου­ θεί η δεύτερη ατάκα από κάποιον με περισσότερη... ποιητική διάθεση. Ό μω ς αυτά δεν ήταν αρκετά. Οι α π α ρ ά β α το ι κ α νο νισ μ ο ί της π α ρ έα ς έλεγαν ότι έπ ρ επ ε να εν τ ο π ισ θ εί άμεσα ο δρά σ τη ς κ α ι να τιμ ω ρ η θ ε ί α ν α λ ό γ ω ς. Τ ις π ιο π ο λ λ ές φ ο ρ ές η δυνατή βρόμα ήταν σαφής οδη γός, που έδειχνε άψευστα τον ένοχο. Μερικές φορές όμως η βρόμα απούσιαζε και τότε έπρεπε να χρησιμοποιηθούν άλλα μέσα εντοπισμού... σίγουρα και αποτελεσμα­ τικά. Και ιδού τα, πάντα ρυθμικά: Ό ποιους έκλασι να πιει σα ραβάνα, σα ρατσί, σα τς γριγιά ς του κούραδου, σαν απουτκουκούραδου. Μ πούφ ους, βρόμους, τσίκνους, πόρδους!

Κ αι φυσικά σ ’ όπ ο ιο ν έπεφτε η τελευταία ηχηρή λέξη, αθώ ος ή ένοχος, σύμφωνα με τους κ α νο νι­ σμούς, ήταν... σίγουρα ο δράστης! Και τότε έπεφτε μαζί με τη λέξη πόρδους... σύννεφο η σφαλιάρα από τους υπ ό λ ο ιπ ο υ ς κατά τεκμήριον... αθώους. Μη μου πείτε ότι δεν ήταν σωστή και αποτελεσματική αυτή η απονομή δικαιοσύνης, γιατί θα σας ζητήσω να μου υποδείξετε κάποιο δικαιότερο και αποτελε­ σματικότερο τρόπο! Τι λέτε, θα τα καταφέρετε; Τώρα όμως, που τακτοποιήθηκαν όλα και στα­ μάτησε και π ά λι η βροχή, είναι η π ιο κατάλληλη ώρα να παίξουμε «τα κράτη». Δεν ξέρετε πώ ς π α ί­ ζεται αυτό το παιχνίδι; Κι όμως το παίζουν και οι μεγά λοι π ά ρ α π ο λ ύ συχνά! Δ εν έχετε π α ρ ά να θυμηθείτε την τέως Γιουγκοσλαβία και θα... κατα­ λάβετε πολύ καλά! Χαράζουμε λοιπόν στο υγρό χώμα ένα μεγάλο τετράγωνο, που παριστάνει ένα και αδιαίρετο κρά­ τος. Μετά παίρνουμε ένα μαχαίρι ή ένα καρφί και το μπήζουμε από κάποια απόσταση αλύπητα στο κορμί του «κράτους». Προς τα εκεί που γέρνει το μαχαίρι τραβάμε μια γραμμή και το ένα κράτος έγινε ως διά μαγείας... δύο! Δεν παραλείπουμε, βέβαια, συγχρό­ νως να λέμε ρυθμικά και το σχετικό ποιηματάκι: Μ πήζω, μπήζω το μαχαίρι, ξαναμπήζω το μαχαίρι, βάζω στοίχημα και μπάξι πω ς αυτά είναι δεκάξι.

Στο μαρμάρινο κατώφλι του Λαογραφικού Μουσείου - Παραδοσιακού Σπιτιού του Στρατή Π. Τζίνη, στην Αγιάσο, τα παιδιά παίζουν ντάμα. (Από τη Λαογραφική Συλλογή Στρατή Π. Τζίνη)


Και συνεχίζουμε να καρφώνουμε το μαχαίρι στο ρια. Κατέβα, βρε διάσκατζι, α π ’ έφτου τσι έλα να χώμα και να τεμαχίζουμε αλύπητα το ταλαίπω ρο φάμι, μου βάλ’ τσι μια προυβιά στου κώλου σ ’. κ ρ ά το ς, μέχρι να γ ίν ε ι... δεκ ά ξι κ ο μ μ ά τια . Για Στο δέλεαρ του φαγητού όμως ποιο πεινασμένο μετρήστε τώ ρ α τ ις λ έξεις α πό το π ρ οη γούμ ενο πλάσμα μπορεί να αντισταθεί; Μ αλακώνει λοιπόν τετράστιχο. Ε ίνα ι μήπως δεκάξι; Κ αι δεν ξέρετε, η άκαμπτη στάση μου και λέω συγκαταβατικά: βέβαια, τη λέξη μπάξι. Ε, καλά τώρα! Έ πρεπε να το - Άγι, πάγινι μέσα τσι έρχουμι. φανταστείτε. Είναι, πιθανότατα, η λαϊκή αμερικά­ Και συμπληρώνω. νικη λέξη μ π α ξ, που σημαίνει δολάρια! Λέτε να - Τι φαγί έχουμι, ω για; πρόκειτα ι για αμερικάνικο δάκτυλο στη διάλυση - Μ νουκούτσ’, βρε. των κρατών; Να είμαστε άραγε από τότε τόσο πρ ο­ Έ ρχεται η διαφωτιστικότατη απάντηση από την φητικοί; Η ιστορία π ά ντω ς της Γιουγκοσλαβίας πάντα αθυρόστομη γιαγιά μου. μας δικαίωσε... πενήντα χρόνια μετά! - Ε κατιβαίνου τσι γω! Ε μ είς π ά ν τω ς θα σ υνεχίσ ουμ ε να π α ίζο υμ ε. Η δική μου πεισματική αντίδραση. Η σειρά της Ποιος όμως είναι αυτός που ήρθε μόλις τώρα από τώρα να υποχωρήσει, μη τυχόν και μείνει... νηστι­ την άλλη γειτονιά και θέλει να μπει στην παρέα μας; κό το αγγελούδι της. Ας του κάνουμε ένα τεστ νοημοσύνης και θα δούμε - Έ λα βρε, τσι έχουμι καλουφάγ’. Φασούλις τσι αν είναι κατάλληλος να ενταχθεί στο κλαμπ μας! βλίτα! Θα ν ’ έρτ’ς τώρα; - Ε μουρέλ’, για πες μας πόσο κάνουν: - Μπά! (Αγιασωτιστί ναι, ελλαδιστί όμως όχι). Τρεις έντικα, τρεις δώδικα, Μ παμπάγους να σι φα! Άγι, έρχους μέσα. τρεις δικαπέντι τ σ ’ έντικα, Εντωμεταξύ, καθώς εγώ αρχίζω δειλά δειλά να τρεις δικαφτά, τρεις δικουχτώ, κατεβαίνω , η παρέα στο άκουσμα της π ο ικ ιλ ία ς τρεις δικαννιά τσι του μουνό; του γεύματος, που με περιμένει, μου τραγουδούν - Ε ξέρ’ς; Μηδέν στν Αριθμητική. Για να δούμι παρηγορητικά: πώ ς τα πα ς στ’ Γϊουμιτρία, αλλιώς δεν έχεις θέση στην παρέα μας. Λ οιπόν έχουμι τσι λέμι: - Α γα π ά ς τα σύκα-μήλα; - Ναι. - Α γα π ά ς τσι την καμήλα; - Ναι. - Α γα π ά ς τσι τα π ιδιά της; - Ναι. - Φούλα τσι την κονλαριά της! Μήδι στ’ Γϊουμιτρία δεν είσι καλός! Άντι α π ’ έδιου, πάνι στ’ μαμά σ’. Δεν κάν’ς για τ ’ γειτουνιά μας! Μεσημέριασε όμω ς και το στομάχι αρχίζει να διαμαρτύρεται. Λίγα τσάγαλα πρωτόφαντα, κλεμ­ μένα από την αμυγδαλιά της γειτόνισσας, είναι ό,τι πρέπει για ορεκτικό. Στο λεφτό σκαρφαλώνω στην κορυφή, κραυγάζοντας συγχρόνως το σχετικό ξόρ­ κι: Ν ιο ς φω ς του τσά γα λου ή του τζάνιρικ ’ ή του τσ ιρ ά σ ’, αναλόγως, και αρχίζω να γεμίζω τις τσέ­ πες μου με τρυφ ερά τσάγαλα στα γρήγορα, π ρ ιν μας πάρει χαμπάρι η γειτόνισσα με το ιπτάμενο... τσόκαρο! Ό μω ς ατυχία! Να και προβάλλει η για ­ γιά μου από το στενό και, μόλις με βλέπει, ακολου­ θεί ο παρακάτω χαριτωμένος αυτούσιος διάλογος: - Γιαννάκηηηη, ήλιου μ’ τσι Θε μ’, ενώ συγχρόνως χτυπά απειλητικά με τη γροθιά της το στήθος της. - Τι θέλ ’ς τσι συ; Ρωτώ εγώ από ψηλά και εκ του... ασφαλούς! -Τ ίξ ο υ τσι ξιρός, βρε. Κατέβα, βρε έγ’τσινι, α π ’ έφτου, μη π έ γ ’ς τσι α ν ο ίξ ’ γη γραγούδα σ ’ πάξα, βρε μουρτάτ’! - Ο χ’! Η δίκιά μου... υπάκουη απάντηση. - Ό χινα μι δυο τσιφάλια τσι δικαουχτώ πουδά­

Α νάθιμα τα βλίτα, όποιους τα κάνει π ίτα τ σ ’ όποιους τα μαγειρεύει φουρτούνα να τουν έβρει. Μέσα στο σπίτι τώρα, μπροστά στο αναμμένο τζά κ ι κα ι καθώ ς τα ξερά λιόξυλα χ α χλ α ρ ίζο υ ν, έχει σ τρ ω θ εί ο « σ ο ύ φ ρ α ς» με την π ο λ ύ χ ρ ω μ η φαντή «μισάλα» και με όλα τα καλά του Θεού α πά ­ νω. Μ ια φασουλάδα αχνιστή, βλίτα βραστά, ελιές κι ένα κρομμύδι ζουπηχτό, μαζί κι ένα τεράστιο «γουνίδ’» από το ζυμωτό καρβέλι. Δεν κρατιέμαι από τη χαρά μου (ή μήπως από την πείνα μου;) και είμαι έτοιμος να ορμήσω στο φαγητό, αλλά... τι να κάνω! Πρέπει πρώ τα να πω την προσευχή μου, αλλιώς η χερούκλα της γιαγιάς θα έπεφτε κατακέφαλα: Έ ’στέ, να φάμι, ,Κ λα τσι, Π αναγιούδα μ ’, κβάνει, δόξα να ’χ ιν τσι γ ’ Α γιοί, π ο υ μ α ς φ έρνιν του φαγί! και πριν τελειώσω καλά καλά, πέφτω με τα μούτρα στη φασουλάδα σα λιμασμένος. Κ αταπίνω αμάση­ τες δυο δυο τις κ ουτα λιές, λες κ α ι με κυνήγαγε κανείς! Εγώ όμως έχω τους λόγους μου που βιάζο­ μαι, αφού η παρέα έξω δεν έχει ακόμα διαλυθεί και οι φωνές τους με καλούνε σα μαγνήτης. (Συνεχίζεται)

ΓΙΑΝΝΗΣ Δ. ΠΑΠΑΝΗΣ


Λ Ε Σ Β ΙΑ Κ Ο Ι Α Π Ο Η Χ Ο Ι ΤΟ Υ

ΒΑΣΙΛΗ ΠΕΤΕΙΝΕΛΗ

Ο Βασίλης Πετεινέλης είδε το φως της ζωής στη Μυτιλήνη, τη χρονιά που ολοκληρώθηκε το μεγάλο μακελειό του πρώτου παγκόσμιου αιματοκυλίσμα­ τος. Ήταν το μεσαίο παιδί της όμορφης φαμίλιας του Αγιασώτη βυρσοδέψη Παναγιώτη Πετεινέλη, ο οποίος ορφανός από μάνα και από κύρη ξενιτεύτηκε στην Αμερική, όπου έμαθε την τέχνη του και καζάντισε, και της Α ο υτρ α γώ τισ σ α ς Α δ α μ α ντία ς Α νδρονίκ ου. Αδέρφια του ο Αντώνης, μεγαλύτερος κατά τρία χρό­ νια, ο οποίος υπηρετώντας στον Ιερό Λόχο ως αξιω­ ματικός σκοτώθηκε στο Κάιρο το 1942 από ανατροπή στρατιωτικού οχήματος, και η Ελένη, σύζυ­ γος του γιατρού Κώστα Ξυθάλη... Ο Βασίλης Πετεινέλης αντρώθηκε στον τόπο της γέννησής του, όπου και παρακολούθησε τα εγκύκλια μαθήματα, έχοντας καλούς δασκάλους, ανάμεσα στους ο π ο ίο υ ς και το μετέπειτα δήμαρχο Απόστολο Αποστό­ λου, που τόσο βαθιά τον επη­ ρέασε όχι μόνο ως εκπαιδευ­ τικός αλλά και ως άνθρωπος με δημοκρατικές και προο­ δευτικές ιδέες. Αποφοίτησε από το Πρακτικό Λύκειο και εγγράφηκε στην Ανωτάτη Σχολή Οικονομικών και Εμπο­ ρικώ ν Επιστημώ ν (ΑΣΟΕΕ), δηλαδή στο σημερινό Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών... Κατά τη διάρκεια των σπουδών του έλαβε μέρος στα αντιδικτατορικά φοιτητικά ξεσηκώματα. Το 1939 στρατεύ­ τηκε, εκπα ιδεύτη κε στη Σχολή Ε φ έδρω ν Αξιωματικών Σύρου και στη συνέχεια υπηρέτησε στη Μυτιλήνη και στην Αλεξανδρούπολη. Με την κήρυξη του πολέμου προωθήθηκε στο μέτωπο, στα χιονισμέ­ να βουνά της Αλβανίας, όπου υπηρέτησε ως υπεύθυ­ νος αξιωματικός σε ολμοβόλα. Μετά την κατάρρευση επέστρεψε από το Πόγραδετς στη Λέσβο... Στα χρόνια της Κατοχής επιχείρησε τρεις φορές να διαφύγει στη Μέση Ανατολή, αλλά δεν τα κατά­ φερε. Έ τσ ι, παρέμεινε στο νησί, οργανώθηκε στο ΕΑΜ και πρόσφερε τις υπηρεσίες του ως αξιωματι­ κός του ΕΛΑΣ... Με την απελευθέρωση ήρθε στην Αθήνα, αλλά μπήκε στο στόχαστρο του μεταβαρκιζιανού καθεστώ­ τος, όπως και τόσοι άλλοι δημοκράτες πολίτες. Με

την έναρξη του εμφυλίου κλήθηκε να υπηρετήσει στον Εθνικό Στρατό. Η άρνησή του να υπογράψει δήλωση μετάνοιας για την προηγούμενη «αντεθνική» του δράση τον έφερε στη Μακρόνησο, όπου καθαιρέθηκε, βασανίστηκε και δοκιμάστηκε σκληρά... Μετά τις περιπέτειές του στο «εξυγιαντήριο» της Μακρονήσου, ο Βασίλης Πετεινέλης μπήκε δυναμικά στην κονίστρα της επαγγελματικής του δραστηριότη­ τας. Ξεκίνησε ως υπεύθυνος λογιστηρίου σε ιδιωτική επιχείρηση και με το πέρασμα του χρόνου έγινε οικο­ νομικός διευθυντής σε μεγάλη ελληνοβελγική εται­ ρεία. Παράλληλα αγωνίστηκε ως συνδικαλιστής μέσα από τις γραμές της «Ένωσης Λογιστών»... Το 1955 ο Βασίλης Πετεινέλης δέθηκε με τα δεσμά του γάμου με τη Μαρίνα Παλαμήδη και δημιούργησε ζηλευτή οικογένεια, με δυο πολυφίλητες θυγατέρες, την Αδαμαντία και την Ειρήνη, που σπούδασαν ιατρι­ κή, που παντρεύτηκαν συναδέλφους ιατρούς, το Χαράλαμπο Κότσαλη και τον Ευθύμιο Μαντζάνα, και που του χάρισαν πέντε εγγόνια , το Γιάννη, τ ις δίδυμ ες Μαρίνα και Θεοδώρα, τη Βασούλα και τη Μ υρτώ. Υ πήρξε καλός σύζυγος, στοργικός πατέρας και αξιαγάπητος παππούς... Ο Β ασίλης Π ετεινέλης υπήρξε χαρισματικός άνθρω­ πος. Διέθετε ήθος, ψυχική λεβεντιά, ευθύτητα, αξιοπρέ­ πεια, τιμιότητα, συνέπεια, πηγαίο χιούμορ. Ό,τι είχε να πει, το έλεγε μπροστά σου. Ό ,τι καταπιανόταν, έπρεπε να το φέρει σε πέρας. Ή τα ν τελειομανής, φ ιλομαθής και πολυμαθής. Λάτρευε τη θάλασ­ σα. Είχε πάθος με τη γλώσσα και τον σαγήνευαν τα ιδιώ μ α τα του νησιού μας, το μυτιληναϊκό και το αγιασώτικο. Πολύ με συγκινούσε αυτή η αγάπη του για τα μαλάματα της λαλιάς μας, από τότε που ανταποκρίθηκε στο δημοσιογραφικό μου κάλεσμα, από τότε που άρχισε η γόνιμη συνεργα­ σία μας και έδωσε ενδιαφέροντα θησαυρίσματα της μνήμης του για τον ελληνοϊταλικό πόλεμο, για την Κατοχή, για την εμφυλιοπολεμική περίοδο... Ό ρθιος, καρτερικός, δημιουργικός, περήφανος έμεινε ως το τέλος της ζωής του ο Βασίλης Πετεινέλης. Στις 2 του Μάρτη τον πρόδωσε η καρδιά του και πήρε τον ανεπίστροφο δρόμο της ατέρμονης αιωνιότητας. Δυο μέρες υστερότερα τον ξεπροβ οδίσ αμ ε στο Κοιμητήριο Ζωγράφου, με ολόγιομο το κανίσκι της αγάπης μας, με ξέχειλο το ποτήρι της θλίψης μας... ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ


ΤΑ ΝΙΑΤΑ ΦΥΓΑΝ* Π’ ΤΟΥ ΧΟΥΡΙΟ Τα νιάτα φύγαν ’π’ του χουριό τα δύσκουλα τα χρόνια τσ’ ήρτανι πάλι να μας δουν τσι φτοι σαν τα χιλ’δόνια. Μες τς Αυστραλίας τς φάμπρικις τα χρόνιαντουν πιράσαν τσι του χουριόντουν τ’ όμουρφου πουτές δεν του ξιχάσαν. Ας λείπαν τα πλούτη τα πουλλά μες σ’ φάμπρικις που ποίκαν, τα όμουρφα τα νιάταντουν ανταλλαγή τα ποίκαν. Αλλ’ είνι γοι υπεύθυνοι για τς ξινιτιάς του δράμα, αδειάσαν τα νιάτα ’π’ του χουριό τσι λέγασιντου θάμα. Φύγαν τα νιάτα ’π’ του χουριό χρόνια σι ξένα μέρη τσι μείνανι γριγιές τσι γέρ’ τώρα σα καλουγέροι. Αφήκαν! μες στου χουριό τα ζγούρια τα μιγάλα τσι διώξανι τα πρόβατα που βγάζανι του γάλα. Σν Αυστράλια ποίκαν φουλιές τώρα τα πιριστέρια, σεις βγάλιτι τα μάτια σας μι τα δικά σας χέρια. Λιώξαν τα νιάτα ’π’ του χουριό τσι μείναν γοι καρτίρις, που είνι πιο χειρότιρις ’πι τς στείρις τς προυβατίνις. Αγιάσος, 2.6.1996

ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΑΜΑΤΣΟΣ

ΤΟ ΕΥΡΩ Στην τελική ευθεία μπήκε πια το ευρώ κι εγώ με τη δραχμούλα τρέχω, για να το βρω. Αδελφοποιημένα το ευρώ και η δραχμή, θα ’να ι για δυο μήνες στην πιο μεγάλη αιχμή. Θα σπάζουν το κεφάλι μεγάλοι και μικροί, για να ξεμπερδευτούμε, χρειάζεται πυγμή. Θέλει νοημοσύνη, αλλά που να βρεθεί, αφού η ηρεμία έχει πλέον χαθεί. Προσπάθειά μεγάλη θα καταβάλουμε, θα μπουν όλα σε τάξη,

δεν αμφιβάλλουμε. Να το καλωσορίσω με δόξα και τιμή και ν ’ αποχαιρετίσω μ ’ αγάπη τη δραχμή. Τώρα πια Ευρωπαίοι, σπουδαίοι και τρανοί, έχουμε το σαπούνι, μας δίνουν και σχοινί. Και έτσι η δραχμούλα θα γίνει παρελθόν, αμείβεται γενναία, θα λένε, ο ευρών· Μυτιλήνη, 26.12.2001

ΜΑΡΙΑ ΠΑΤΣΕΛΗ-ΚΑΜΙΝΕΛΗ

ΗΘΕΛΑ... Αστέρι να ’μουν τ ’ ουρανού και του αγρού λουλούδι και στην καρδιά μου και στο νου αγνός σαν αγγελούδι. Να ’βλεπα φάρο στην ακτή, στη θάλασσα δελφίνι, λιμάνι η βάρκα μου να βρει κι εγώ σ ’ αυτή γαλήνη. Να ήταν μούστος η ζωή που βράζει με ρετσίνι κι από τη ζύμωση αυτή καλό κρασί να γίνει. Φωνή να είχα δυνατή, να με ακούσουν όλοι, στο δίκιο και στην αρετή να βρουν αραξοβόλι. Σ ’ αυτούς που λέγονται τρανοί, της ηθικής ο νόμος να τους τραβήξει το αυτί, για να σωθεί ο κόσμος. Να μην υπάρχουν πια φτωχοί και της αρρώστιας πόνοι, ειρήνη να ’χουν οι λαοί, την πίστη για τιμόνι. Καρυά, 17.8.2000

ΣΠΥΡΟΣ ΚΑΡΑΜΟΥΝΤΖΟΣ


ΤΑ ΧΟΥΓΙΑ Βάρους του έχου, λέγου του, πα στου στουμάχι μ’ κάτι, χουιλήδις καταντήσατι τσ ’ ούλ’ σας μπουντστές χτυπάτι. Αρχόμαστι του καλουτσαίρ’ μ ’ ιμσό μ ά τ’ μας σ ’ντηράτι, ούλου παραλειπόμινα ’που πίσου μας πιτάτι. Που πήραμι τα μάτια μας, για να ξινιτιφτούμι, ποιος χάσι γη ποιος κέρδισι, λάτι να μιτρηθούμι. Τσι θκο μας είνι του χουριό, δεν είστι δυναστεία, ξέρου πουλλά παράπουνου βασγκέστ’ γη αχαριστία. Τι νους σας είνι σ ’ π ο υ ν η ρ ό , να μη πω τίπ ου τ’ άλλου, μες στου ξιρό σας κάνατι απί τα χούια κάλου. Αθήνα, 10.11.2001

Αφαλουτσούκαλου Γ.Π.

Μήνυμα Ανάστασης, σήμαντρα ουράνια άγγελοί σαλεύουνε μες στη χαραυγή. Σωτηρίας άνοιξαν τ’ ουρανού λιμάνια κι αγκυροβολήσανε της γης ναυαγοί. ΜΑΡΙΑ ΑΓΙΑΣΩΤΟΥ-ΛΑΜΠΡΙΝΟΥ

ΓΟΙ ΑΠΟΥΚΡΙΓΙΕΣ Ήρταν πάλι γοι απουκριγιές μι τ’ Καθαρή Λιφτέρα τσι γιόνας τουν άλλουν θα γιλά μι τ’ αλλουνού την τρέλα. Ιμτζούρα τσι μασκαραλιτσ’ τσ’ ό,τ’ άλλου βάλ’ γι νους σας, κανές γνουσκός τς απουκριγιές, μι τ’ παλαβάδα ούλ’ σας. Στα χρόνια μας γοι απουκριγιές είχανι άλλα γούστα, μι τς γ ’ναίτσις τριλινόμαστι, σα βάζαν μίνι τ’ φούστα. Γη γ ’ναίκα ήνταν κάστρου, γι άντρας πουλιμιστής, αξέχαστις θα μείνιν γοι μέρις τς ιπουχής. Ούλα ήνταν αυθόρμητα στα χρόνια που πιράσαν τσ’ ό,τ’ όμουρφου αφήκαμι τσι φτο πλια του χαλάσαν. Στς απουκριγιές στα χρόνια μας γλιντίζαν τσι γοι γέρ’ τσι Μιλτιάδης χόριβγι γη Σφήγκα μι του Μπαντέλ’. Γιμάτου ήνταν του χουριό όμουρφα κουπιλούδια τσι τώρα είνι άνοιξη μι λιγουστά λουλούδια. Τώρα φουρούνι παντιλόν’, αλλάξαν! πλια φύλου τσι κάνανι ανακουχή γη κάτα μι του στσύλου. Ας ήνταν να γυρίζανι τα χρόνια μου ξουπίσου, να γένου αηδόνι τ’ Λπριλιού, να ξανακιλαηδήσου. Καθιρμινώς τα χείλια μου τώρα ’νι πικραμένα, άμα γυρίσου τσι να δω, τα γιούλια μ’ μαραμένα. Αγιάσος, 10.3.1997

ΜΗΝΥΜΑ ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ Μήνυμα Ανάστασης! Ω χαρά μεγάλη! Φως Χριστού λαμπρόφεξε, σ’ ώρα σκοτεινή. Ο Αδάμ ανέγειρε το γυρτό κεφάλι. Της Εδέμ ανοίχτηκε Ουρά φωτεινή. Λιαλαλεί ο άγγελος το «Χριστός ανέστη». Σπάζουν σιδερόφραχτα του Άδη βαριά. Ο Σταυρός αγιάζεται, απ’ όσα υπέστη, πλημμυρούν τα σύμπαντα, θεία ευωδιά. Πρωτοπόρος ο ληστής, παραδείσου στράτα, με αγίων ένδυμα απ’ τη γη κινά, με κρινάθια στεναγμών, δάκρυά γεμάτα. Πόρνη λευκοφόρετη στ’ άγια πέρνα. Σφραγιστά παράθυρα άνοιξ’ η αγάπη. Της χαράς αλέκτορες ξύπνησαν τη γη. Κουστωδία σταυρωτών σε φυγή ετράπη. Μυροφόρες σπεύδουνε με χαράς κραυγή.

ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΑΜΑΤΣΟΣ

ΕΦΥΓΕΣ Στο Δημήτρη Μολνβίάτη, τον άνθρωπο, σύζυγο και πατέρα Έ φυγες από τη μια ζωή, πετάς στην άλλη. Δρόμο πήρες δίχως γυρισμό κοντά μας πάλι. Δίπλα μας απέραντο κενό, θλιμμένο, ζάλη. Μ οιάζουμε με καλαμιές σ ’ ερημικό ακρογιάλι. Ή σουνα δυναμικός, πιστός στη βιοπάλη, φόρεσες στα πόδια σου τιμής πλεκτό σανδάλι. Οπλα η γνώση, η πένα σου, μα και το ματογυάλι. Θύμησες πολλές σ ’ αξίζουν, θα ’χουμε σπατάλη, τώρα πια σαν καλαμιές, στης φύσης την αγκάλη. Μυτιλήνη, 18.11.2002

ΕΛΠΙΔΑ ΜΟΛΥΒΙΑΤΟΥ


ΟΙ ΟΜΟΓΕΝΕΙΣ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ Ο σατιρογράφος Ευστράτιος Πιπερίτης πήρε φέτος τη σκυτάλη... Ο π ω ς κάθε χρ όνο, έτσι κ α ι φ έτος η «Φ ίλοπρ όοδος Π α ρ οικ ία Α γιάσου δγάηογ», πρόεδρος της ο π ο ία ς ε ίν α ι ο σ υ ν ερ γ ά τη ς μ α ς Μ ιχ ά λ η ς Χ ρισ τοφ αρ ή ς (Κ α μ πά ς), π ρ α γμ α τοποίη σ ε α π ο ­ κριάτικο γλέντι, στο οποίο είχαν την ευκαιρία οι Α γιασώ τες να συναντηθούν και να θυμηθούν τα παλιά. Η ιδιω ματική σάτιρα, η καθιερωμένη και εδώ α πό χ ρ ό ν ια , ήταν του νέου σ α τιρ ο γρ ά φ ο υ Ε υσ τρ α τίου Β α σ ιλείου Π ιπερ ίτη . Στη σ υνέχεια δημοσιεύουμε επιλεκτικά κάποιους στίχους... ΓΙΑΝΧΑΤΖ Καλησπέρα σας τσ’ απ’ τν έδρα, ρε πιδιά, τι κάνουμι, φάτι, πιείτι, διασκιδάστι, μια μέρα θα πιθάνουμι. Ήρταμι πάλι τσι φέτου, να θ’μηθούμι τα παλιά, τ’ όμουρφου του έθιμού μας, π’ λέγουμι απουκριγιά. Παπάς για να χειρουτουν’θείς, πρέπ’ να φουρέσ’ς του ράσου, καρνάβαλους για να γίνεις, πρέπ’ να ’σι απν Αγιάσου... Σ’ έγ’τουτ’ τ’ κοινουνία π’ ζιούμι, εν ακούς κανέ καλά, πα στα β’νά θα πα να μείνου, συντρουφιά μ’ τουν ουρανό. Τσουμπάν’ς θα γένου, ρε πιδιά, εν έχ’ πιο καλή δ’λειά, αγέρα καθαρό να πίν’ς, να πασπατέβς αρνιά. Του ντύσ’μου, βλέπ’ς, είνι απλό, γοι μόδις είνι λίγις, του χέσ’μου στα ιβάιρα, σκουτών’, λέγ’, τς στιναχώργις. Ένας τρουβάς, ένα μισάλ’ τσι ένα γαβανέλ’, ρίξ’ μέσα τσι μια πέτρα, μο φτή εν είν’ μουλ’σμέν’. Σν Αυστράλια που ήρτιτι χουρτάσιτι σεις τν ιδ’λειά τσι τώρα στα γιράματα μιγαλύνιτι μουρά... Τίν’ς γιου Κνας θαρρώ πς έχ’ δέκα, τι ’νι τούτου του κακό, είνι λέγιν αμαρτίγια ν ’ αχρηστέβ’ς του σπουρικό... Καλό ’νι έφτου που κάνιτι, π’ βουηθάτι τα πιδιά, σι ίδρυμα καλό θα πάτι,

Ο Ευστράτιος Βασιλείου Πιπερίτης φέτος εντάχτη­ κε στους σατιρογράφους-εκφωνητές, συνεχίζοντας, έστω και καθυστερημένα, τη μακρόχρονη παράδοση της αγιασώτικης αποκριάς στο μακρινό Χγιΐηβγ...

σαν έρτιν τα γιρατειά. Προυσέχιτί τα τα μουρά, ε ξέρ’ς, άμα γηράσ’ς, κουντά θα σ’ βάλιν του καθ’κέλ’, μια τσι μπουρεί να π’νάσ’ς. Γοι παλιοί γοι Αγιασώτις απαντέχα τνα έγιουτ’ τ’ μέρα, για να πιάσιν κάνα κώλου τσι γοι μ’κρούδις μανιβέλα. Τουν αστράγαλου σα βλέπαν γοι παππούδις μας παλιά, τς έπιανι, λέγ’, μια τριμούλα τσι γυρέβγαν παντριγιά... Τώρα ιβρώ κυκλουφουρεί, ακόμα τσι σν Αγιάσου, τσι τς καταθέσεις τς κάνιν πλια χαμ’λά, πρους τουν Απέσου... Δυο πύργ’ είχαν γοι Αμιρικάν’, π’ φτάναν στουν ουρανό, άμμου τς κάναν γοι αθϊόφουβ’, ίσιαμι να πιεις νιρό... Γη Παναγιά μας να μας φ’λάγ’, να μας χαρίζ’ υγεία, του χρόνου γιου καρνάβαλους ναν έχ’ ιπιτυχία.


Η ΕΘΙΜΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ Οι φετινές καρναβαλικές εκδηλώσεις της Αγιάσου Σ τ η ν Αγιάσο, τη Μέκκα του λεσβιακού καρναβαλισύ, οργανώθηκαν και φέτος σι καθιερωμένες εκδηλώ­ σεις της Αποκριάς από τον Καρναβαλικό Σύλλογο Αγιάσου «ο Σάτυρος», με τη χρηματοδότηση του Δήμου Αγιάσου και του Υπουργείου Αιγαίου και με τη συνερ­ γασία του Αναγνωστηρίου «η Ανάπτυξη» Αγιάσου και του Συνεταιρισμού Γυναικών Αγιάσου. Χορηγός ήταν και η ποτοποιία ούζου «Σαμαρά», που κάλυψε το κόστος της διαφήμισης, της έκδοσης αφισών. Είχαν προηγηθεί οι εκδηλώσεις παρουσίασης: α) Του συνοπτικού οδηγού με τίτλο «Το Αγιασώτικο Καρναβάλι - Συνοπτική αναφορά στην ιστορία του εθί­ μου» (κείμενα Παναγιώτη Κουτσκουδή - επιμέλεια έκδο­ σης Αντώνη Βάλεση), β) Πακέτου οκτώ καρτών, με φωτογραφίες και με στίχους παλιών και νεότερων καρ­ ναβαλικών εκδηλώσεων. Οι εκδηλώσεις παρουσίασης έγιναν στη Μυτιλήνη (Σάββατο, 2 του Μάρτη 2002, στην αίθουσα του Φιλοτεχνικού Ομίλου Μυτιλήνης) και στην Αγιάσο (Κυριακή, 3 του Μάρτη 2002, στο κινηματοθέα­ τρο του Αναγνωστηρίου) και σημείωσαν μεγάλη επιτυ­ χία. Παραβρέθηκε και μίλησε, ύστερα από πρόσκληση του Δήμου Αγιάσου, ο διδάκτορας Λαογραφίας και τέως διευθυντής του Λαογραφικού Αρχείου της Ακαδημίας Αθηνών Γεώργιος Αικατερινίδης, ο οποίος με το επιστη­ μονικό του κύρος έδωσε άλλη διάσταση στις εκδηλώσεις. Ανάλογη εκδήλωση θα γίνει και στην Αθήνα, σε συνεργα­ σία με τον εκεί Φιλοπρόοδο Σύλλογο Αγιασωτών. Τα βιβλία και οι κάρτες, που εκδόθηκαν με τη συγχρηματοδότηση της Κοινοτικής Πρωτοβουλίας ΈοαάθΓ II και του Δήμου Αγιάσου, παραχωρήθηκαν από το Δήμο στον Καρναβαλικό Σύλλογο, ώστε από την πώληση τους να εξασφαλίζει ο Σύλλογος ένα σεβαστό έσοδο. Πράγματι η διακίνησή τους στις εκδηλώσεις παρουσίασης πήγε αρκε­ τά καλά, υστέρησε όμως το διήμερο των καρναβαλικών

εκδηλώσεων, τότε που η παρουσία χιλιάδων επισκεπτών προϋπέθετε μια σημαντική εισπρακτική επιτυχία (οι γνωστές οργανωτικές αδυναμίες). Την Τσικνοπέμπτη ο Καρναβαλικός Σύλλογος «ο Σάτυρος», ανταποκρινόμενος σε πρόσκληση του Συλλόγου Αεσβίων και Αημνιών Χίου «ο Αλκαίος», έστειλε στη συνεστίασή του τους παλαίμαχους καρνάβα­ λους Μιχάλη Βίγλατζη και Θρασύβουλο Γλεζέλη, οι οποίοι υποδυόμενοι τις συμπεθέρες του παλιού καιρού διασκέδασαν με πιπεράτα τετράστιχα και με τραγούδια τους προσκεκλημένους, αφήνοντας άριστες εντυπώσεις. Η σάτιρα, που επιμελήθηκε ο Π αναγιώτης Κ ου­ τσκουδής, ήταν δομημένη κυρίως από επιλεγμένους στί­ χους παλιών σατιρών. Σχετικές αναφορές στην εκδήλω­ ση έκαναν οι εφημερίδες της Χίου «Αχτίδα» και «Δημοκρατική». Την αποστολή συνοδέυσε εκ μέρους του Συλλόγου η Ανθή Δαγέλη. Ο Καρναβαλικός Σύλλογος «ο Σάτυρος», ο Δήμος και το Αναγνωστήριο, στο πλαίσιο της από πέρυσι καθιε­ ρωμένης συνεργασίας τους, στη διοργάνωση των εκδηλώ­ σεων του αποκριάτικου τριημέρου, και στοχεύοντας στην ανάδειξη νέων ταλέντων στον τομέα της καρναβαλικής σάτιρας -πράγμα που αποτελεί απαραίτητο όρο για την επιβίωση του υπεραιωνόβιου καρναβαλικού μας εθίμου και τη μεταλαμπάδευση στις νέες γενιές της πλούσιας λαογραφικής μας παράδοσης- αποφάσισαν φέτος να καθιερώσουν διαγωνισμό καλύτερου καρναβαλικού στί­ χου για παιδιά ηλικίας 12 έως 18 ετών, θεσπίζοντας τιμη­ τικά έπαθλα. Ο διαγωνισμός διεξήχθη την Κυριακή, 10 του Μάρτη 2002, στο Γυμνάσιο Αγιάσου. Τα παιδιά χωρίστηκαν σε τριάδες και δούλεψαν ομαδικά, πετυχαί­ νοντας πολύ καλά αποτελέσματα και αφήνοντας ελπίδες για το μέλλον. Η βράβευση όλων των συμμετασχόντων έγινε την Καθαρή Δευτέρα στο χώρο των εκδηλώσεων.

Στιγμιότυπο από το καρναβαλικό συγκρότημα «Η Δάφνη Σημίτη στην Αγιάσο» (Κυριακή, 17.2.2002). *


Τις αναμνηστικές πλακέτες απένειμαν στα παιδιά ο δήμαρχος Αγιάσου, ο πρόεδρος του Αναγνωστηρίου και ο πρόεδρος του Καρναβαλικού Συλλόγου. Ένα μικρό δείγμα της δουλειάς τους:

Μι του ιβρώ που μπλέξαμι χάσαμι τα πασχάλια, μας κλέφτιν, κλέφτουμι τσι μεις, δείτι, ρε ’θρώπ’, κάτ’χάλια. Του συμπέρασμά ’νι ένα: Μι ιβρώ τσι μι δραχμή γη τσέπ’, σφήνις Αγιασώτις, Θα ’νι πάντα αδειανή!

Παραθέτουμε αντιπροσωπευτικούς στίχους: Γ ια το ευρώ

Τα ιμκρά τα ιβρουδέλια είνι μια μιγάλ9χρειγιά, κάν’ς καταμισή δυο τρύπις τσι πιρνάς τα τσι για κ ’μπιά. Όσουμα γΤ αυτά τα ψ’λούδια, που ’νι ίσαμι φακή, μια γριγιά που δένι σιούρντ’ζι έβρασί ντα για φαγί. Για το γυναικείο φύλο

Τ η ν Παρασκευή της Αποκριάς, με την πρωτοβουλία των εκπαιδευτικών Παναγιώτη Κουλούρη και Δήμητρας Ζάντζα, διοργανώθηκε μασκέ πάρτι για τα παιδιά του Νηπιαγωγείου (με την παρουσία και των γονέων τους), στό καφενείο του Προκόπη Δουλαδέλη, με μεγάλη επιτυ­ χία. Ήταν μια πρωτότυπη σκέψη, που αξίζει να βρει μιμητές και στό μέλλον. Τ η ν Κυριακή της Αποκριάς, 17 του Μάρτη, στις 4.30 μ.μ., εμφανίστηκαν στην κατάμεστη από κόσμο πλατεία Αγοράς, όπου από νωρίς έπαιζε η παραδοσιακή κομπανία του Αναγνωστηρίου, τα παρακάτω καρναβα­ λικά συγκροτήματα: 1. «Η Δάφνη Σημίτη στην Αγιάσο». Η Σοφία Ααδιέλη, κόρη του αξέχαστου καρνάβαλου Φώτη Παπάνη (Φ.Π.), υποδύθηκε τη σύζυγο του πρωθυπουρ­ γού, η οποία συνοδευόμενη από ένα τμήμα του Ευρωστρατσύ και επίλεκτο δημοσιογραφικό συνεργείο έφτασε στό «Καμπούδι», εγκαινίασε τα «μεγάλα» έργα της δημοτικής αρχής και αφού περιόδευσε στους κεντρι­ κούς δρόμους του χωριού μίλησε σε ανοιχτή λαϊκή συγκέντρωση στην πλατεία της Αγοράς. Ο δήμαρχος Αγιάσου (Προκόπης Μαϊστρέλης) υποδέχτηκε την κ. πρωθυπουργού, την προσφώνησε και της επέδωσε το ... γιωμένο κλειδί της πόλης! Η σάτιρα ήταν του Αντώνη Μηνά και εκφωνήθηκε από τους Σοφία Παπάνη (παρθενική εμφάνιση), Βασίλη Βερδούκα ή Περκέν, διοικητή τάγματος Ευρω-αλάλων (Ευρωστρατού), Στρατή Βεγιάζη (Νίκο Κακασυνάκη), Δημήτρη Μαϊστρέλη (Γιώργο Τράγκα), Παναγιώτη Ασβεστά (Μάκη Τριανταφυλλόπουλο) και Θάλεια Βεγιάζη (Έλλη Στάη παρθενική εμφάνιση), Μιχάλη Κλειδαρά (παρουσιαστή). Η Σοφία Ααδιέλη, αξιοποιώντας -έστω και κάπως καθυστερημένα- τα καρναβαλικά γονίδια που κληρονό­ μησε από τον πατέρα της, ξεπέρασε με άνεση το τρακ της πρωτόπειρης και με τον αέρα «εμπειροπόλεμου» εκφω­ νητή απέδωσε θαυμάσια στό ρόλο της. Της ευχόμαστε ολόψυχα καλή συνέχεια! Πάρα πολύ καλοί και σι υπό­ λοιποι. Το συγκρότημα ευχαριστεί θερμά το Αναγνωστήριο Αγιάσου, το Λευτέρη Καμπιρέλη, το Νίκο Δαγέλη, τους νηπιαγωγούς Δήμητρα Ζάντζα και Παναγιώτη Κουλούρη, την Αλκμήνη Καμπιρέλη και την Αντιγόνη Χατζηαποστόλου-Μπαρούτη. Χορηγός του συγκροτήματος ήταν η Θερμοτεχνική Αέσβου Α.Ε. (Δημητρίου-Σκσρδομπέκης).

Γη γ ’ναίκα μοιάζ’μι κριβατή, που είνι μο για φάσ’μου, γ ι9αυτό τνι έπλασι ου Θιος, να κάθιτι για λάσ’μου. Είνι γινν’μέν9για έρουτα, τς αρέσ’ του σήκου-χτύπα τσ’ όσου να χ ’πάς πλια δε στυπών’ του όζοντος γη τρύπα. Δίτσιου δεν έχου, ρε γ ’ναίτσις, για πείτι μ ’, συμφουνείτι; Ξέρου του χτέν’ σας πους σάλιών’, τ ’ μισ’νή άμα σκιφτείτι. Έγιουσου φρινιασμό που έχ’, λύσσα του έχ’πιασμένου. Ξέρ’ς να ’χ ι δόντια; Σ ’ ούλ ’ του π ’λί θα του ’χ ι φαγουμένου. Δ ιάλογος με Νίκο Κακασυνάκη (από την εφημερίδα «Στο καρφί»)

- Μι τς ιλιές που έχ’ γιου άντρας σ ’

έχιν απουρία ούλ ’. Θα χουρταίν’ τς ιπιδουτήσεις κάθα χρόνου στου μαξούλ ’. - Τς ιλιές που έχ’ γιου άντρασιμ φτες είνι του στουλίδιντ. -Γ ια πε μ ’, πού έχ ’ μια κουλουβή; - Πα στου διξιό τ ’ αρχίδιντ’. Δ ιάλογος με Έλλη Στάη (από την εκπομπή «Με τα μάτια της Ελλης»)

- Θα σι κάνου άλλ ’ ιρώτησ’,

γιατί έχου αγουνία, θέλου να μ ’ πεις για του ταξίδ ’, π 9πήγις σν Ιαπουνία. - Φάτσις είδα λουγιώ λουγιώ, δένι παραξινέφκα, μι Γιαπουνέζου τσ’μούμι γω, πέγιουτι που παντρέφκα. - Α π ’ όπ’πιρνούσιτι γοι αθρώπ’ ούλ ’ντουν χειρουκρουτούσαν. - Βλέπαν ένα υβριδίου, για θκόντουν τουν πιρνούσαν.


Διάλογος με Μάκη Τριανταφυλλόπουλο (από την εκπομπή «Ζούγκλα»)

Να μ ’ πάρ’ς όμους τσ’ ένα σουφέρ’. Καπάρου τ ’ Μακιδόνα.

- Αμα δεν έβ’ προυθυπουργός,

2. «Η βάφτιση». Ο προκαθήμενος της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας πάπας ΜιχαήΧ ο Γ' (Μιχάλης Βίγλατζης ή Παπέλ’) και ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Χριστόδουλος (Θρασύβουλος Γλεζέλης ή Βουλέλ’) τέλεσαν δημοσίως το μυστήριο της βάφτισης στην Αγιάσο. Νονά του παμμακάριστου βρέφους ήταν η Γιάννα Αγγελστωύλου-Δασκαλάκη-Φασούλα (Μαρία Αϊβαλιώτη). Νονός ο Στρατής Μαγλογιάννης. Συμμετείχαν οι Γιώργος Τσορβάς και Θεόδωρος Γαββές (μάνα και πατέρας του παι­ διού). Η επανεμφάνιση του Μιχάλη Βίγλατζη, ύστερα από τρία χρόνια αναγκαστικής απουσίας από το καρναβαλικά προσκήνιο, στό ρόλο του πάπα, συνοδεύτηκε από ένα ρεσι­ τάλ ηθοποιίας. Ευχόμαστε να είναι σιδερένιος και να μας διασκεδάζει με τον ίδιο τρόπο για πολλά χρόνια ακόμα. Εξαιρετικός ο... βαπτιζόμενος Δουκάκης Μαριγλής, αλλά και όλη η ακολουθία. Οι στίχοι ήταν του Παναγιώτη Κουτσκουδή. Δρώμενο με έντονα θεατρικά στοιχεία, συνε­ χή κίνηση και ευρηματικούς αυτοσχεδιασμούς τουν πρωτα­ γωνιστών, που πρόσφερε σπαρταριστό γέλιο στους θεατές. Για όσους προσέχουν τα «ψιλά γράμματα» της ιστορίας του αγιασώτικου καρναβαλιού, αξιοσημείωτο είναι ότι ύστερα από πολλά χρόνια σύσσωμο το «Σταυρί» κατέβασε το καρναβάλι του. Τώρα που έγινε η αρχή, μακάρι να ακο­ λουθήσει και η ανάλογη συνέχεια. Το συγκρότημα ευχαρι­ στεί τους Βασίλη Κυπριωτέλη, Γιώργο Βουρλή και Χρύσανθο Χατζηπαναγιώτη, για τη βοήθειά τους.

να μη στινουχουριέτι, σ ’ Ζούγκλα χρειγιάζιτι μαϊμού, πα σ ’ ένα σ ’νί να κ ’νιέτι. - Πιάσιντουν του «πόθεν έσχες», δήλουσί ντα φτος σουστά; - Τ ’ νύχτα που τουν πασπατέβγου, βρίσκου τα σα λιγουστά. Δ ιάλογο με Γιώργο Τράγκα (από την εφημερίδα «Χώρα»)

- Κόψ’ του μούτ’ σ ’, Τράγκα φασίστα,

άδ’κα του τσιρό σ ’ τουνχάν’ς, Φράγκα ούλ ’ σι ουνουμάζιν, γιατί ’πί τ ’Αιξιά τα πιάν’ς. - Έφτα είνι διαδόσεις τσι να μην του ξουνουπείς. - Ε! Μια που ε τα πιάν’ς απ’ έφτου, έλ ’ α πιάγ’ς α ζισταθείς. Η Δάφνη απευθυνόμενη στο σύζυγό της:

Άγι, Λαδιέλ ’ συ τυχιρέ, θα ταχουρτάγ’ς πια ούλα, του βράδ ’ σα πάμι στου κριβάτ ’, Αχχχ, θα φουνάγ’ς, Ααφνούλα! Γω τώρα, σα π ’ καλόμαθα, δεν είμι για τ ’ κουζίνα τσ’ άμα δε μ ’πάρ ’ς μια παρακόρ ’, θαν αγκαρίξ’ς ’πί τ ’ πείνα. Τώρα π ’ γίν’κα γω κυρία, πρέπ’ να γίνιν αλλαγές, δε θα μ ’ έχ’ς να π ’λιώ γω νέφτια νϊουπάλγια τσι μπουγιές. Θέλου να μ ’ πάρ ’ς μια μιρσιντές, γιατί αξίζι μ ’μόνα.

Παρουσίαση πάπα - χαιρετισμός Χριστόδουλου

Εν ήρτι π ’ του Βατικανό μι του αραμπαδέλ ’. Κατέβτσι απί του Σταυρί. Τι πάπας, τι Παπέλ ’. Γεια σας, χουριανοί ουρθόδουξ’, ιβσιβείς χριστιανοί. Αν τσ’ απ’ ό,τ’ διαπιστώνου πιο πουλλοί ’στι γοι Αλβανοί!

Στιγμιότυπο από το καρναβαλικό συγκρότημα «Η βάφτιση» (Κυριακή, 17.2.2002).


Η κ. Γιάννα υπέγραψε μνημόνιο συνεργασίας με ΐ °

Δήμο για τη διο ργά νω σ η κ ά π ο ιω ν α γώ νω ν τηζ Ολυμπιάδας 2004 στην περιοχή της Αγιάσου:

Σ ’Αίμνου θα κά ν’ γοι ακουντιστές, έγ’τσι θαν αγουν’ζόντι, ’πί τώρα γοι ράβ’στήδις μας μι τς τέμπλις προυπουνιόντι. Σ ’ Καβλουμισμέρ ’ θα γίν’ γη πάλ ’, έγτσι να δεις αγώνας! - Ξέρ ’ς ποιος θαν είνι χουρηγός; -Γ ιο υ φούρνους τς Μακιδόνας. Από το λάδωμα του παιδιού

Άλ ’ψι του πλέλιντ κουμματέλ ’, να γίν ’ σαν του αγγούρ ’. Του κώλουντ μόνου μην αλείψ’ς, μη τ ’ γυρίσ’ κανέ κ ’σούρ ’. Από το κούρεμα του πάνω και του... κάτω κεφαλιού

- Τ ’ αβγέλιαντ είνι μες σ ’ φουλιά τσ ’ απόξου ’νι του π ’λί. - Ε, κούριψι δα τ ’ τρίχαντουν τσι πάρι του μαλλί. Όμως, τα χέρια του πάπα τρέμουν και στην προσπά­ θεια του να ψαλιδίσει τρεις τούφες από το ηβαίσ του παιδιού κόβει κατά λάθος το πουλάκι του.

Π άγ’! Έκουψα του πλέλ’ τ ’μουρού τσι του αφήκα μνούχου. Πλαλήξιτι στουν Ουρφανό τσι φέριτι μιαν «ούχου». (επανασυγκόλληση) Το κρέμασμα της νονάς

Σα καλή νουνά θα τ ’ ποίσου ένα ανικριμασίδ ’, μια κρανιούδα θα τ ’ αφήσου, πο ’χ ου έφνα στου Φουλίδ’. Αμα γινεί δυσκοίλιους τσι κώλουσιντ μπουκών ’, κράνια να βράζ’, να π ίν ’ του ζ ’μί τα ’ έδγιετς να ξιλαφρών ’. Θα τ ’ δώσου ακόμ’ τσι του πριβόλ ’, που έχου σ ’Πατσιαβούρα. Θα τουν προυτσίσου τσι μι ζα, τρεις όρθις τσι τ ’ γαδούρα. - Έ ν’ αυτουκίνητου να τ ’ πά ρ’ς. Τ ’ γαδούρα τι να τ ’ κάν’; - Αμα δε βρίστσ’ θηλ ’τσιά φουλιά, απάνου τς ας ξιθ’μάν’! Την πρώτη φλέβα παίρνει το βαπτιστήρι από τη νονά του:

- Φυλακή τώ στόματί μου

α π ’ τα πρώτα πουρδουκλάν’. -Α φ ο ύ έχ’ νουνά τ ’ Φασούλα, τι απάντιχα α κάν’;! Τ η ν Καθαρή Δευτέρα, 18 του Μάρτη, στις 2 μ.μ., ξεκί­ νησαν σι εκδηλώσεις με παραδοσιακούς χορούς από το χορευτικό τμήμα του Συνεταιρισμού Γυναικών Αγιάσου. Στις 2.30 μ.μ. εμφανίστηκε το καρναβαλικά συγκρότημα «Ο Καραγκιόζης υποψήφιος δήμαρχος». Σάτιρα Γιάννη Ανδρικού και Σία. Εκφώνησαν σι Θρασύβουλος Γλεζέλης, στο ρόλο του Καραγκιόζη, και ο Γιάννης Ανδρικού, στο ρόλο του μπαρμπα-Γιώργου. Συμμετείχαν και πολλοί κομπάρσοι, υποδυόμενοι την οικογένεια του Καραγκιόζη και τους υποψ ήφιους δημοτικούς συμβούλους, που συγκροτούσαν το ψηφοδέλτιό του. Τα σκηνικά των δύο αρμάτων ήταν των Λευτέρη Καμπιρέλη και Δημήτρη Χατζηγιάννη. Στό ένα άρμα η παράγκα του Καραγκιόζη και στό άλλο το... υπό ανέγερση Δημαρχείο (μεταφερόμενσ πάνω σε αραμπά). Σημαντική ήταν και η βοήθεια των εκπαιδευτικών του Νηπιαγωγείου Αγιάσου Παναγιώτη Κουλούρη και Δήμητρας Ζάντζα. Ο Καραγκιόζης, στό πλαίσιο της προεκλογικής του εκστρατείας, έφτασε στην Αγιάσο, για να διεκδικήσει την ψήφο των Αγιασωτών στις ερχόμενες δημοτικές εκλογές. Άσκησε αυστηρή κριτική στό έργο της δημοτικής αρχής και παρουσίασε το πρό­ γραμμα του συνδυασμού του.

-Σ α μι ψηφίσιτι, ρε ’θρώπ’, δήμαρχους να ’β γου φέτου, μαζί θα ξιμιρδίσουμι του τρίτου του μπακέτου. -Σ α κάν’ς τουν Αβραμόπουλου, σν Αγιάσου σι κουσ’νίζιν, έδγιου τ ’ αβγά τ ’γανίγσιντα, μη του θαρρείς πς τα λ ’χ νίζιν! - Γιου Δήμους πα στουν αραμπά γιατί είνι χτισμένους, τσι δε τουν ποίτσις καταγής, να ’νι σιγουραρμένους; - Εμ, έδγιου είνι γη πιξιά, παντού θα σας τουν φέρνου τσι τν Αγλαΐα, να σφουτζίζ’, στα σπίτια σας θα στέρνου. Νέα επίσκεψη στον Πρόεδρο της Αημοκρατίας

- Μι άδεια χέρια μπάτσι πας, πάρι τ ’ α π ’ έδγιου μήλα. - Θα παρατζείλου στου Μανό βασ’λ ό π ’τα μι τα φύλλα. - Βασ’λό π ’τα, ξέρου, πήγασιντ τσι αγιασώτ’κα κ ’μόρια. Θέλ ’ς α μ ’ ακούγ’ς, α του φραθεί; Πάνι τ ’ καμπόσα πτάρια! Τάματα υποψήφιου δημάρχου

Φούρνου θα κάνου για ψουμιά τς τιμές θα κατιβάσου, γη Μακιδόνα ας του ξέρ ’,


γω Θα τουν ξιδουντιάσου. Ένα ικατουμμύριου Θα δίνου σ ’ κάθι γέννα, όσουμα για τ ’ αγκάστρουμα, να ’ρχόντι βράδ ’ σι μένα.

Ξέχασι πους υπόγραψι, να χ ’πούν τ ’Αφγανιστάν; Φαρδιά πλατιά υπόγραψι γη μούρ ’ γη παριανή, τώρα κάν’ τουν ανήξιρου γη ιλιά γη αδραμ ’ττιανή!

Για το νέο Δημαρχείο Για τους Αγιασώτες

Του Δήμου ξιτουπίσαντουν, σ ’ Καρυά τουν κατιβάσαν, ένα χουριό ουλόκληρου ερήμην του δικάσαν. - Χαλάσαν τσι τ ’πρασ’νάδα σας, δεν ήβραν άλλου τόπου; - Κόψ ’μου θέλαν τα χέριαντουν τσι μι του βατουκόπου. Για το υδρευτικό πρόβλημα

Οικουνουμία π ’ τουχουνί του καλουτσαίρ ’ φουνάζιν, γοι πατουμένις ’πί παντού νιρό για πιόσ’μου βγάζιν! Για τα ευρω-κέρματα

Μι τα ιβρώ σ ’πιζνέρα μας γιου μαν’κουρής μαράσ’τσι, πουλλοί κουλλήσαν μαγισίλ ’ του δέρμαντουν ξιράσ’τσι. Για τα «φρουτάκια»

- Τσόγκους, «φρουτάκια», πού θα κάν’, ρουτούν πουλλοί, να ξέριν.

- Σαν κατακάτσ’ γιου κουρνιαχτός, ξουπίσου θα τα φέριν.

Τς έχ’ καταρ ’στεί γη Παναγιά παράδις να μαζώνιν τσι θα χαθεί του καρναβάλ ’, γιατί δε ξιματώνιν. Δεύτερο παρουσιάστηκε το καρναβαλικά συγκρότημα «Ο κόσμος των ζώων». Η σάτιρα ήταν του Παναγιώτη Κουτσκουδή. Εκφώνησαν οι Στρατής Μαγλογιάννης (γάιδαρος), Στρατής Β. Τοπαλής (κάτα) και Παναγιώτης Κορομηλάς (πρόβατο). Συμμετείχε ως Μπιν Λάντεν ο Βασίλης Βερδούκας. Μέσα από την κοινωνία των ζώων σατιρίστηκε με συμβολικούς παραλληλισμούς η κοινω­ νία των ανθρώπων. Κάθε ζώο συμβόλιζε ένα πρόσωπο ή μια κατάσταση της επικαιρότητας. Σάτιρα της σημερινής κοινωνικο-πσλιτικής πραγματικότητας. Τα σκηνικά των δύο αρμάτων ήταν του Προκόπη Τσομπανέλη και του Στέλιου Χατζηχριστόφα. Και τα δύο άρματα παρουσία­ ζαν τοπίο ορεινού δάσους, μέσα στο οποίο ζούσαν τα διάφορα -συμβολικά και μη- ζώα («πράσινος» λύκος, «γαλάζια» αλεπού, ο εξ Αμερικής ορμώμενσς χρυσαετός, κ.ά.). Το συγκρότημα ευχαριστεί τον Τάσο Χατζηγιάννη για τη βσήθειά του στην κατασκευή των σκηνικών, τη βιοτεχνία ξυλόγλυπτων επίπλων Παναγιώτη Κσυταλέλη, το κατάστημα «Δίσκοι-Κασέτες» του Στρατή Ανδρικού, το Γιώργο Ζαροδημητράκη. Ακολουθούν αντιπροσωπευτικοί στίχοι:

Γ ια τον πρωθυπουργό

Για τα «φρουτάκια» και τα διαπλεκόμενα συμφέροντα

Είδις τουν πώς κουρδίζιτι; Ποιον τάχα παριστάν’;

Γεια σας, ζα... πουλιτισμένα, που σας βγάλαν μπαντανά,

Στιγμιότυπο από το καρναβαλικό συγκρότημα «Ο κόσμος των ζώων» (Καθαρή Δευτέρα, 18.2.2002).


τα «φροντάκια» π ’ σας ταγίσαν ήνταν απουκατιανά; Ε πειράζ’, μ η χουλιουσκάτι, τσ ’λίό σας πήγι κουμματέλ ’. Πιο φρέσκα θα φάτι τώρα ’π ’ τ ’ Κόκκαλη του πριβουλέλ ’! Για την εκστρατεία του ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν

Μι πύραυλ ’ «έξυπν’» θα τς χτυπούν, ίσαμ ’ να τς ξιπατώσιν, τσι δε πειράζ’, μαζί μι φτοι, άμαχ’ άμα σκουτώσιν. Σ ’ έφτη τ ’ πιρίπτουσ’ πύραυλους θα πουν πους ήνταν τς πλάκας τσι ότι σι κατό «έξυπν’» βρέστσι τσι ένας... «βλάκας»! Για το ασφαλιστικό

Γη τρύπα τ ’ ασφαλιστικού θαν έχ ’χάους βαθύ ’κουσπέντι χρόνια ζ ’λιόμαστι τσ ’ ε λ έγ’ α μουλουθεί. Σύνταξ’ στα ιξήντα πέντι γι ιργαζόμινους θα παίν’, Γκέγκους πια στουν άλλου κόσμου πρέπ’ τς ιπιταγές α στέν’. Γιατ’ έγιουτι θαν είμαστι γαλιές μες στα μνημόρια τσ ’ όσ’ ζιουν τς γριγιάς του κάτζιλου θα π ’δούν μι χίλια ζόρια. Για τον περιφερειακό δρόμο από την Π ερασιά προς το Καμπούδι

Γη «Εγνατία» γη οδός ε τιλειών’ μηδί φέτου, έγ ’τσι θα φάν’ ουλόκληρου του τρίτου του μπακέτου. Τσίριξαν τσι γοι απουθαμέν’ μι τα φουρνέλα π ’βάζιν τσι μέσ’ α π ’ τα μνημόριαντουν «καλάκαρια» φουνάζιν! Αλλα δημοτικά έργα

Του Γραφείου του Πολίτη τι του προυουρίγ’ς α γίν’; Μια που είνι παρατ’μένου, βάλι μέσα... του Φρουσύν’! - Γιατί σκιφτήκαν του Καστέλ ’ να του φουταγουγήσιν; -Γ ια να βλέπιν πα στου Σπήλιου, τα φιντάνια να πουτίσιν. Για τον ερχομό του Στεφανόπουλου στην Αγιάσο

-Γ ια τί φαγόσ’τσι δήμαρχους δημότ’ φτον να τουν ποίσ’;

- Ικλουγές αρχόντι, βλάκα, τσι θα θέλ ’ α τουν ψηφίσ’! Η έλευση του πάπα στη Δέσβο θα έλυνε το πρόβλημα του λαδιού

Σα τουν φέρναν στου νησί μας, μες στου λιώνα να λ ’τουργήσ’, ένα θάμα θάνι γέν’ντου, έφτανι... να κατουρήσ’. Θάνι πουτ’ζόνταν γοι ιλιές μι τ ’ πάπα τ ’ άγια ούρα τσ ’ αμέσους γη τιμή τ ’ λαδιού θαν είχ’ ανιβατζούρα. Σα πει τσιόλας να ’ρχτι τ ’ πλάδα -κουπριγιά θαματουργήπ ’ τα λιπάσματα γλιτώναν μια τσ ’ όξου γοι γϊουργοί. Για τις ερχόμενες νομαρχιακές και δημοτικές εκλογές

- Δυο σόγια αλ ’πανάβατα έμαθα σ ’μπιθιριάσαν. - Τ ’ νύφ’ μας γαμπρός τνι έχ’ φ ’σκουμέν’, γι ’ αυτό τσι τς αρρ ’βουνιάσαν. Γιννά, λ έγ’, τουν Ουκτώβριου, κισαρική θα τ ’ ποίσιν, αγόρ ’ θα είνι του μουρά, Παύλου θα του βαφτίσιν. - Σν Αγιάσου τι μουρά θαν έβ’, τι όνουμα θα τ ’ δώσιν; - Ε, κάτσι πρώτα να ’β ριν τ ’ νύφ’ τσι να τνι αγκαστρώσιν. Ζιρντές ε θα ξουνουγινεί. Να θμάσι ότι σ ’ του ’πα. Έκουψι τ ’ αβγουλέμουνου τσι χάλασι γη σούπα! Οι διοργανωτές για πολλοστή φορά ευχαριστούν το Στρατή Γραμμέλη, που παραχώρησε την αποθήκη του για την κατασκευή σκηνικών και για την αποθήκευση περι­ ουσιακώ ν στοιχείω ν του Συλλόγου, την Π οτοποιία ούζου «Σαμαρά» για την ευγενική χορηγία της, την Β. και Γ. Τοπαλής Α.Ε. για την παραχώρηση χώρου, υλικών και εργατικής δύναμης για την κατασκευή σκηνικών. Επίσης, την Ανθή Δαγέλη για την αμέριστη βσήθειά της, τόσο κατά την αποστολή του Συλλόγου στη Χίο, όσο και για την πώληση βιβλίων και καρτών του αγιασώτικου καρναβαλιού. Τέλος, ευχαριστούν θερμά όλο τον κόσμο που προσήλθε μαζικά στις καρναβαλικές εκδηλώσεις του αποκριάτικου διήμερου, καθώς επίσης και όσους δούλε­ ψαν σκληρά για την πραγματοποίησή τους. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΙΧ. ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗΣ Σ .Σ . Στο επόμενο τεύχος θα δημοσιεύσουμε, συμπληρωματικά, και άλλες συνεργασίες που μας στάλθηκαν και έχουν σχέση με το καρναβάλι. Η εφάπαξ δημοσίευση της όλης αποκριά τικη ς ύλης θα προκαλούσε διατάραξη της δομής του περιοδικού.


Μ Ν Η Μ Ε Σ ΑΠΟ ΔΥΣΚΟΛΑ Χ Ρ Ο Ν Ι Α ζ Σ τ η ν αριστερή πλευρά της Τσαμαδού, το τρίτο σ πίτι, μετά από το φούρνο, ήταν του Κουκλάδα, που είχε τον ένα από τους δυο κινηματογράφους, το «Πάνθεον», και μετά, τρία σπίτια π ρ ιν από το αδιέξοδο, το σπίτι όπου έμενε ο χτίστης Γρηγόρης Κ ό π α ν ο ς με τη γυ να ίκ α του κ α ι τα τρ ία π α ιδ ιά του. Το μεγαλύτερο, ο Π α να γιώ τη ς, σκοτώθηκε στην Α λ β α νία σ τις 9.1.1941, στο ύ ψ ω μ α 1412 (Τραπεζοειδές). Δυο μέρες πριν, στις 7.1.1941, το π ρ ω ί, ανταμώσαμε με τον Π αναγιώτη. Μου είπε ότι ένα βλήμα από τουφέκι τον βρήκε στην αριστε­ ρή τσέπη και ότι γλίτωσε από ένα εικονισματάκι της Π αναγίας που είχε στην τσέπη και σταμάτησε το β ό λι! Χ ω ρ ίσ α μ ε με το ν Π α ν α γ ιώ τ η , α φ ο ύ ανταλλάξαμε ευχές για τον καινούργιο χρόνο. Α πέναντι από το σπίτι του Κόπανου αρχίζει η οδός Θωρηκτού Αβέρωφ. Σ ’ αυτόν το δρόμο γεννή­ θηκα και μεγάλωσα. Πρώτο, στη δεξιά γω νία, το σ πίτι του βαρκάρη Δεκάρα, με κύρια είσοδο στην Αβέρωφ και δεύτερη στην Τσαμαδού. Ο «φτωχός» Δ εκάρας έμενε στο σ πίτι αυτό με τη γυναίκα του και την πεθερά του, αλλά είχε κι άλλο σπίτι στην απέναντι πλευρά της Τσαμαδού, πριν από το σπίτι του Κουκλάδα, όπου έμεναν οι δυο μικροί γιοι του και η κόρη του. Αφού έδωσε το όνομα του πατέρα του στο μεγάλο του γιο, το Γαβρίλο, που παντρεμέ­ νος ζούσε σε άλλο μαχαλά, ονόμασε τους άλλους δυο Πάτροκλο και Αλέξαντρο, ικανοποιώντας έτσι και την αρχαιολατρία του. Την εποχή που εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στη Μυτιλήνη τα πανταλόνια «γκολφ», δεν είχε γίνει ακόμα το βάθεμα του λιμανιού και τα βαπόρια δεν πλεύριζαν στην αποβάθρα. Η μεταφορά των επιβα­ τών από και προς τα πλοία γινόταν από τους βαρκά­ ρηδες. Σε μια άφιξη βαποριού ο Δεκάρας διέκρινε δυο επιβάτες, που του φάνηκαν σαν ξένοι τουρίστες. Φορούσαν περίεργα πανταλόνια, που σταματούσαν σαν ομπρέλες μια πιθαμή πάνω από τους αστράγα­ λους. Π ροσδοκώ ντας γενναίο φιλοδώ ρημα, τους έκανε σινιάλο, να τους βγάλει έξω κι αυτοί συγκατένευσαν. Οι δυο επιβάτες κάθισαν στην πρύμη της βάρκας κ α ι ο Δ εκάρας, καθισ μένος στο αμέσως προηγούμενο σανίδι, άρχισε να κωπηλατεί. Με την πρώτη κιόλας κουπιά κάποιος του έπιασε τον πισι­ νό. Θεωρώντας ότι σε απροσεξία ή αδεξιότητα οφει­ λόταν η απρέπεια, δε μίλησε. Να όμως που και στη δεύτερη προσπάθεια να κωπηλατήσει του χούφτω­ σαν τα οπίσθια. Οργισμένος γύρισε και σε άπταιστα εγγλέζικα ξεφώνησε στους «τουρίστες»: «Νο κολ».

Α υτοί χ α μ ο γελ ώ ντα ς του α π ά ντη σ α ν σε επίσης άπταιστα αγγλικά: «Γιεεές κολ». Νο κολ - γιες κολ, μικρή η απόσταση, έφτασαν στο μουράγιο. Οι επιβά­ τες πλήρωσαν, πήδηξαν α π ’ τη βάρκα και άρχισαν να απομακρύνονται, ενώ ο Δεκάρας έβριζε σαν βαρ­ κάρης. «Τι έ χ ’ς, ρε Δ ικάρα, τσι β λα στ’μάς;» τον ρώτησε ένας του λιμανιού, που βρέθηκε εκεί. «Οι γ ’ Ιγγλέζ’. Κουλουμ^αράδις. Μι κάναν χειρουνουμίις. Πιάναν του πισινό μ’». «Ποιοι Ιγγλέζ’, ρε Δικάρα; Γι Αναστασέλη μι του Μ πουλ’μπούλ’ ήνταν». Οι γονείς μας πέθαναν το 1957 και 1958. Πρώτα η μάνα μας στην Αθήνα και ύστερα ο πατέρας μας στη Μυτιλήνη. Το σπίτι μας πουλήθηκε το 1962. Τα κατοπινά χρόνια οι υποχρεώσεις από την επαγγελ­ ματική μου δραστηριότητα αυξήθηκαν σε βαθμό που δεν επέτρεπε την πολυτέλεια των θερινών διακοπών στο νησί μας. Πήγαινα σε άλλα μέρη, πιο κοντινά. Οι αναμνήσεις όμω ς μ ’ έπνιγαν. Ε ίχα δεθεί στο παρελθόν και ιδιαίτερα μετά από τον πόλεμο της Α λβανίας με πολλά μέρη του νησιού. Ξανάρχισα από το 1981 να ζω τα καλοκαίρια, ανελλιπώς, στον αγαπημένο γενέθλιο τόπο, σε κληρονομικό κτήμα, μακριά από την πόλη. Η λαχτάρα μου να επισκεφτώ το δρόμο μας, την Αβέρωφ, ήταν μεγάλη. Ό μως δεί­ λιαζα, στη σκέψη ότι σχεδόν όλα θα είχαν αλλάξει. Πολλοί είχαν πεθάνει, άλλοι είχαν πουλήσει τα σπί­ τια τους και είχαν ξενιτευτεί, όπως εμείς. Π ριν από δέκα χρόνια κατέβηκα στην πόλη για δουλειές. Ό ταν τέλειωσα και γύρισα να φύγω, εκεί στη συμβολή του δρόμου της αγοράς με την Σαπφούς κοντοστάθηκα ασυναίσθητα για λίγο και αμέσως μετά άρχισα να την ανεβαίνω. Έφτασα στο τέλος της, στα σκαλάκια, και βρέθηκα στο φούρνο του Απτάλη. Λίγα μέτρα πριν από το φούρνο ένα στενό, με σκαλά­ κια κι αυτό, ενώνει τη Θεόκριτου (την Αράδα) με τη βορινή είσοδο της Αβέρωφ. Μπήκα από κει στο δρό­ μο μας, φορτισμένος ήδη από τη συγκίνηση. Από τα πρώτα σπίτια δεξιά ένα μεγάλο πέτρινο, παλιό σπίτι, του ράφτη Δημητρού Σολογένη, ο οποίος με εντυπώ­ σιαζε με το πάντα περιποιημένο γενάκι του. Κάποτε είχα βρεθεί εκεί, μακριά από το σπίτι μας, να παρακολουθώ, κολλημένος σ’ έναν τοίχο, τέσσερα συνομήλικα μου κορίτσια που έπαιζαν βόλεϊ. Η μπά­ λα, λεν οι ειδήμονες, επειδή είναι στρογγυλή δημι­ ουργεί πολλές φορές πρόστυχα παιχνίδια. Έτσι και στην περίπτωση αυτή ξέφυγε από τις κοπέλες και δε βρήκε άλλη κατεύθυνση. Ήρθε κατ’ ευθείαν στο δεξί μου πόδι. Το τρομερό σουτ που πέτυχα, κατέβασε όλη την τζαμαρία ενός παραθύρου του ισογείου, όπου


έμενε μια οικογένεια Α ρμένηδων. Ζ εματισμένος κατέβηκα στο σπίτι μας. Τσιμουδιά στη μάνα μου. Η νοικοκυρά όμως, η Αρμένισσα, έμαθε από τις κοπέ­ λες πού μένω και κατέφθασε. Αγανακτισμένη, με σπασμένα ελληνικά αφηγήθηκε το συμβάν στη μάνα μου. Η εντολή οστό τη μάνα μου ήταν κοφτή. «Φέρε τα λεφτά σου». Μέσα σε ένα μικρό κουτί φαρμακείου είχα τις οικονομίες μου από το χαρτζιλίκι που μου έδιναν. Πήρε από μέσα το μοναδικό εικοσάρικο που είχα και το καμάρωνα. Έ ναν ασημένιο Ποσειδώνα του 1930, που μόλις είχε κυκλοφορήσει. Είχα δώσει δραχμές και δίδρ α χμ α , για να τον αποκτήσω . Η Αρμένισσα έφυγε ικανοποιημένη. Πιο κάτω από το σπίτι του Σολογένη, στην αρι­ στερή πλευρά του δρόμου, είναι το σπίτι, όπου έμε­ νε ο εκπαιδευτικός Ταλέλλης. Είχε δώσει στους δυο γ ιο υ ς το υ ο μ η ρ ικ ά ο ν ό μ α τ α : Π ά τ ρ ο κ λ ο ς κ α ι Τηλέμαχος. Με τον Πάτροκλο, οχτώ χρόνια μεγα­

λύτερο μου, ανταμώ σαμε το 1940, π ρ ιν από τον πόλεμο της Αλβανίας, στο στρατό, όταν επιστρά­ τευσαν τους εφέδρους α ξιω μ ατικούς της κλάσης του, για να το υς εκ πα ιδεύσ ουν στα κ α ιν ο ύ ρ για όπλα, δηλαδή στους εγγλέζικους όλμους του 1938 και στο νέο μοντέλο (επίσης 1938) του πολυβόλου Χ ότσκις. Στον 6ο λόχο, που βρισκόταν μέσα στο Φρούριο, έφεραν γ ι’ αυτό το σκοπό τον Πάτροκολο και τον Ασημάκη Ματζουράνη, επίσης δάσκαλο και πανύψηλο, όπως ο Πάτροκλος. ΒΑΣΙΛΗΣ Π ΕΤΕΙΝΕΛΛΗΣ Σ .Σ : Εδώ σταματά η αφήγηση του αείμνηστου φ ίλου και συνεργάτη Βασίλη Πετεινέλλη. Κ αταπώ ς μου έλεγε, θα συνέχι­ ζε την αφήγηση, γρ ά φ ο ντα ς για τον Π άτροκλο Ταλέλλη, για τον Ασημάκη Μ ατζουράνη και και για άλλα θέματα. Δυστυχώς όμως δεν πρόφτασε.

Επιστολικό δελτάριο του αείμνηστου δει­ νού φιλολόγου Κίμωνα Μιχαηλίδη και της συζύγου του Κατίνας προς το Βασίλη Πετεινέλλη (20.4.1950).

Το πίσω μέρος του επιστολικού δελταρίου.


«ΕΤΑΙΡΕΙΑ Α ΕΣΒΙΑ Κ Ω Ν Μ ΕΑΕΤΩ Ν» Δυο αξιόλογες επετειακές εκδόσεις για τα πενηντάχρονα Μ ισ ό αιώνα ζωής, πολύπλευρης προσφοράς και δράσης, συμπλήρωσε το 2001 η «Εταιρεία Λεσβιακών Μελετών». Στη διάρκεια αυτών των πενήντα χρόνων πραγματοποίησε δεκάδες εκδηλώσεις φιλολογικού, λαογραφικού και πολιτιστικού ενδιαφέροντος, και εξέδωσε δεκαοχτώ τόμους του περιοδικού συγγράμ­ ματος της «Λεσβιακά». Γ ιορτάζοντας τα πενηντάχρονά της μέσα στο 2001, προχώ ρησε στην έκδοση δυο σ ημ αντικώ ν βιβλίων. Το πρώτο είναι το «Λεσβιακό Μηνολόγιο» του Παναγιώτη Νικήτα (1889-1965), το οποίο είχε εκδοθεί το 1953, ως πρώτος τόμος των «Λεσβιακών», απέσπασε εγκωμιαστικές κριτικές από διακεκριμέ­ νους επιστήμονες και γρήγορα εξαντλήθηκε. Στην παρούσα επανέκδοση προστέθηκαν εκτενές βιογραφι­ κά σημείωμα για το συγγραφέα, γραμμένο από τον Κώστα Μίσσιο, και πολυσέλιδο χρηστικότατο ευρε­ τή ριο ο νο μ ά τω ν κ α ι τό π ω ν, που επιμελήθηκε ο Παναγιώτης Μιχαηλάρης. Οι 280 σελίδες του «Λεσβιακού Μηνολογίου» χωρί­ ζονται σε δυο μέρη: Στο πρώτο ο συγγραφέας ταξινο­ μεί ήθη και έθιμα της Λέσβου, με βάση τους μήνες, και στο δεύτερο τα ταξινομεί με βάση τα χωριά και τους μήνες. Για την Αγιάσο αφιερώνει πάνω από 15 σελίδες, διασώζοντας πολυτιμότατο λαογραφικό υλικό. Προλογίζοντας την πρώτη έκδοση του 1953 ο τότε π ρ ό εδρ ο ς της Ε τα ιρ εία ς Λ εσβιακώ ν Μ ελετών Δημήτριος Γρηγορίου Βερναρδάκης, σημείωνε ανάμε­ σα στα άλλα: « Ώ ς Π ρόεδρος της Ε τ α ιρ ε ία ς Λεσβιακών Μελετών αισθάνομαι σήμερα ξεχωριστή χαρά και συγκίνηση για τή βράβευση της λαογραφικης συλλογής ενός επίλεκτου μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου της Ε ταιρεία ς, πού τιμά τον τόπο τής γενετής του. Ή συλλογή του Παναγιώτη Νικήτα «κτήμα ές αεί μάλλον η αγώνισμα ές το παραχρημα» θ ’ αποτελέσει τήν πρώτη πανηγυρική εμφάνιση του Δελτίου της Εταιρείας Λεσβιακών Μελετών». Ο Παναγιώτης Νικήτας γεννήθηκε και πέθανε στη Μυτιλήνη. Υπηρέτησε ως δημοτικός υπάλληλος. Με το ψευδώνυμο Παναγιώτης Ψάλτης δημοσίευσε ενδιαφέ­ ροντα κείμενά του σε έντυπα της εποχής. Από τους βασικότερους συντελεστές της «Λεσβιακής Άνοιξης», μέλος της «Όρδής των Βασιβουζούκων», από τους ιδρυ­ τές του «Φιλοτεχνικού Ομίλου Μυτιλήνης», μυήθηκε στη λαογραφία από τον Αντώνη Πρωτοπάτση και δόθη­ κε με πάθος στη μελέτη ηθών και εθίμων της Λέσβου. Το δεύτερο βιβλίο έχει τίτλο «Βιβλιογραφικά των Αεσβίων συνεργατών των τόμων Α ' -ΙΗ ' (1953-2000) του περιοδικού-συγγράματος «Λεσβιακά» και των παραρτημάτων του». Η έρευνα και η σύνταξη ανήκει στον Κώστα Μ ίσσιο και τα προσ ω ποσ χέδια στη

Η προμετωπίδα του επετειακού τόμου για τα πενηντάχρο­ να της Εταιρείας Αεσβιακών Μελετών.

Μάρω Κ. Μίσσιου. Στις 190 σελίδες του βιβλίου ο Κώστας Μίσσιος βιβλιογραφεί 95 Λέσβιους συνεργά­ τες των «Λεσβιακών». Σύμφωνα με την οριοθέτησή του, ως Λέσβιοι θεωρούνται «όσοι γεννήθηκαν στό νησί, όσοι γεννήθηκαν αλλού, αλλά έλκουν την κατα­ γωγή εξ ενός τουλάχιστον εκ των γονέων τους από το νησί, και όσοι έζησαν στο νησί το λιγότερο είκοσι χρόνια». Στο συγκεκριμένο τόμο δίνονται οι παρακά­ τω π λ η ρ ο φ ο ρ ίες για το υ ς σ υνερ γά τες τω ν «Λεσβιακών». Στοιχεία για τη ζωή και το έργο τους, δημοσιευμένες κριτικές για το έργο, καθώς και το προσωποσχέδιό τους. Μαζί με τα βιογραφικά κατα­ γράφονται τα βιβλία και τα ανάτυπα που τύπωσε κάθε συνεργάτης, καθώς και όλες σι εργασίες που δημοσίευσε στα «Λεσβιακά». Ο συγγραφέας δίνει ακόμα και διάφορα στατιστικά στοιχεία για τους καταγραφόμενους, ηλικίες, επαγγέλματα, σπουδές, τόπους διαμονής, αριθμό εργασιών και άλλα, χωρίζο ν τά ς το υς σε τέσ σ ερις ο μ ά δες τω ν 20 ετών. Α ρ χ α ιό τερ ο ς σ υνεργά της είν α ι ο Χ ρύσ α νθος Μολίνος, ο οποίος γεννήθηκε το 1888, και νεότερη συνεργάτρια η Μάρω Μίσσιου (1972). ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΤΥΛ. ΣΚΟΡΔΑΣ


α για σ ώ τ’κα, που άμα μ ’λούμι κανείς στν Ιλλάδα ε μας καταλαβαίν’. Παράδειγμα, τ ’ λέξ’ γοοϊ, που θα πει στσιπαστεί, μεις τνι λέμι τσι στου πλη θυ­ ντικό ρονφια. Π ούντας γ ίν ’τσι γη θϊουμηνία ένα βράδ’ στου Σ ίντνεϊ, που έρ ’ξι σι πουλλά προυάσ τια χ α λ ά ζ ’ σα π ο υ ρ τ ο υ κ ά λ ια , δυο Ιλ λ η ν ιδ ις ι γ ’τ ό ν ’σ σ ις, ίβ γα ν του π ρ ο υ ί σ τ ’ π ό ρ τα τσ ι γη π ρ ώ τ’ α ρ χ ίν ’σι να κλαι, να πα ρ α π ο υ νιέτι τσι να λέγ’: Μωρή γειτόνισσα, το χαλάζι μας έσπασε τα κεραμίδια στα ρονφια μας και τι θα κάνουμε! Τσι γη Α γιασώτ’σσα, πιο πουλύξιρ’ τσι πιο ψ ύχριμ’, τς λέγ’: Μη κλαις, γειτόνισσα, και οι ασφάλειες που πληρώνουμε θα μας στείλουν ρουφ ιάνους, να μας τα φτιάξουν!

ΣΤΙΓΝΩΝΟΥ ΤΟΥ!

π ρ ιν α π ί π ο υ λ λ ά

χ ρ ό ν ια π ή γ ι μ ια μέρα Μ πότ’ς στου μαγαζί τ ’ Δ ’μήτ’, που ’νταν κουντά σ ’ Γράμμ’ του καφινέ, για να ψ ’νίσ ’. Στου μαγαζί ήνταν γη γ ’ναίκαντ. Κάντντου σ ’ καρέγλα τσι μες στα μιριά τς είχι του μαγκάλ’ τσι ζιστα ίν’ντου. - Τι κ ά ν’ς έφτου, μουρή Μ αργούλ’; Θα καγείς, μουρή! - Να, ε Μ πότ’, τ ’ νύχτα μ ’ το ’βριξι Δημητρός τσι στιγνώνου του! Αθήνα, Οκτώβρης 2001

ΧΡΙΣΤΟΣ ΓΛΕΖΕΛΗΣ (ΠΟΥΠΟΥΣΑΣ)

ΚΟΥΛΑΓΙΑ ΙΝΤΟΙΧΙΣΜΕΝΑ Χ α ρ α λ ά μ π ’ς του Μ π α ρ έλ ’, γα μ π ρ ό σ ιμ , μια μέρα που πήγι στα πρόβαταντ, ίβρι ένα γ ιν ν ’μένου. Π ιά σ ιν το υ τ ’ α ρ ν έ λ ’, να δ ει α ν ε ίν ι θ η λ ’κό γι α σ ιν ’κό, ά λ λ ’ εν είχ ι τίπ ο υ τ α . Ά μαν ή ρτι στου σ πίτ’, είπι στου γιοντ, του Κστόδούλου: - Ρε γιε μ ’, γένν’σι ένα πρόβατου τσι τ ’ αρνί εν έχ’ κουλάγια! - Ε πειράζ’, πατέρα, φαίνεται πς είναι Εντοιχι­ σμένα! Αθήνα, Δεκέμβρης 2001

ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΛΟΥΠΟΣ

ΣΑΛΑΤΑ ΓΑΝΟϋΑΟΕ Μ ε ις γοι Έ λλην’, έδιου στν Αυστραλία, κάνα­ μι τσι μ ’λούμι μια διαφουριτική γλώσσα. Έ χουμι ανικατέψ’ ιγγλέζ’κα, ιλληνικά, τσι γοι Α γιασώ τις

δγάηργ, 20.11.2001

ΜΙΧΑΛΗΣ ΧΡΙΣΤΟΦΑΡΗΣ (ΚΑΜΠΑΣ)

ΜΗ ΤΝΙ ΘΑΡΜΙΣΙΝ! Δ υ ο Αγιασώτες στέκονται μπροστά σε μια αφίσα μ’ ένα περιστέρι, με μια χάντρα στο λαιμό, που σ υμ β όλιζε την ειρήνη. Ρ ω τά ο ένα ς: - Γ ια τί τ ’ βάλαν χάντρα; - Για να μη τνι θαρμίσιν! Α παντά ο άλλος... ΠΡΟΚΟΠΗΣ ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗΣ

ΗΝΤΑΝ ΜΑΓΚΟΥΜΕΝΟΥΣ... Κ ά π ο υ τ ι ένας Α γ ισ σ ώ τ’ς π α π ’τσής πή γι σ ’ Βρισά, να π ’λήσ’ παπούτσια, καταπώς γέν’ντου τα παλιά τα χρόνια. Γοι παράδις όμους ήνταν λιγουσ το ί τσ ι γ ιο υ κ ό σ μ ο υ ς εν ή ν τα ν εύ κ ο υ λ ο υ να π α π ’τσουθεί. Τ ’ έφ τανι να λ ο υ γ ιά ζ ’ μουνάχα τ ’ πραμάτεια τσι να ξ ιγα ν ιά ζ’. Έ να ς λιτσπέρ’ς, που τα μπαλουμένα τα π α π ο ύ τσ ια ν τ εν τουν σιγουντέρναν πλια, κόντιψι τσ ’ είπι: - Ε γκμπάρι, κατέβασι λίγου τ ’ τιμή, γ ια τ’ είμι μα γκουμένους τ σ ’ ε μ πουρώ ν ’ αγουρά σ ου ένα ζιβγάρ’ αρβυλούδις, π ’ θέλου. Τσι γι Α γισ σ ώ τ’ς, που ήνταν τσι φτος ταλαίπουρους τσ εν είχι ό ρ ιξ’ για παζάρια, τουν απουστόμουσι: - Τι να σι κάνου τσι γω, ρε κστιανέ μ ’, λουστός θαρρείς πς είμι, α σι ξιμαγκώσου! (Από αφήγηση Γιάννη Κανέλλου. Αθήνα, 19.12.1996)

ΕΡΜΟΛΑΟΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ


ΕΚΑΤΟΝΤΑΧΡΟΝΑ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΣΜΟΥ Τ ο Γ εω πονικ ό Π α νεπισ τή μ ιο Α θηνώ ν κ α ι η Πανελλήνια Συνομοσπονδία Ενώσεων Γεωργικών Σ υνετα ιρ ισ μ ώ ν (Π Α ΣΕΓΕΣ), με υποστήριξη και ά λλω ν φ ορέω ν, οργά νω σ α ν σ τις 8.3.2002, στην αίθουσα τελετώ ν του Π ανεπιστημίου, επετειακή εκδήλωση για τα 100 χρ όνια τω ν Συνεταιρισμώ ν στην Ελλάδα. Τους παρευρισκόμενους στην εκδήλωση χαιρέ­ τ ισ α ν : Ο π ρ ύ τ α ν η ς τ ο υ Γ ε ω π ο ν ικ ο ύ Π α ν ε ­ π ισ τη μ ίο υ Α θηνώ ν, καθηγητής Α νδρ έα ς Κ αραμάνος, ο οποίος ανέπτυξε, ευκαιριακά, με σύντομη ομ ιλία του το θέμα «Οι δεσμοί του Γ εω πονικού Π α ν ε π ισ τ η μ ίο υ με τ ο υ ς Σ υ ν ε τ α ιρ ισ μ ο ύ ς » , ο υπουργός Γεωργίας Γεώργιος Δρυς και εκπρόσω­ π ο ι τω ν υ π ο σ τ η ρ ικ τ ώ ν της εκ δή λω σ η ς. Α κ ο ­ λούθησ ε ο μ ιλ ία το υ π ρ ο έ δ ρ ο υ της Π Α Σ Ε Γ Ε Σ Τζανέτου Καραμίχα με θέμα «Εκατό χρόνια γόνι­ μης παρουσίας των Συνεταιρισμών». Στη συνέχεια ο καθηγητής της Κ οινωνιολογίας και τέως πρύτα­ νης του Δ η μ ο κ ρ ίτειο υ Π α ν επ ισ τη μ ίο υ Θ ράκης Δ ιο ν ύ σ η ς Μ α υ ρ ό γ ια ν ν η ς, π α ρ ο υ σ ία σ ε το νέο βιβλίο του Α ριστείδη Ν. Κλήμη «Τα 100 χ ρ ό νια τω ν Σ υνετα ιρισ μώ ν στην Ελλάδα». Ακολούθησε απονομή τιμητικώ ν διακρίσεω ν στους Αριστείδη Ν. Κλήμη και Νικόλαο Κολύμβα για το όλο συνε­ ταιριστικό τους έργο. Η τελετή έκλεισε με δεξίωση, ό π ο υ κ α ι χ ο ρ ω δ ία μ α θ η τώ ν το υ Σ χ ο λ ικ ο ύ Συνεταιρισμού Λαυρίου, και με εγκαίνια έκθεσης

ζω γραφ ική ς π α ιδ ιώ ν Σ χολικώ ν Συνεταιρισμώ ν. Στους παρευρισκόμενους έγινε τιμητική προσφορά του προα να φ ερθέντος βιβλίου του Αριστείδη Ν. Κ λήμη α π ό το Ι ν σ τ ιτ ο ύ τ ο Σ υ ν ε τ α ιρ ισ τ ικ ώ ν Ερευνών και Μελετών και από την Εταιρεία των Φίλων του Συνεργατισμού.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΓΑΛΕΤΣΕΛΗΣ

Ο γνωστός Αγιασώτης δικηγόρος Παναγιώτης Γαλετσέλης, συνεχίζοντα ς τη γόνιμη αγω νιστική σ υ ν δ ικ α λ ισ τ ικ ή το υ δρ ά σ η , ηγήθηκε το υ Σ υ ν δ υ α σ μ ο ύ « Δ ικ η γ ο ρ ικ ή Σ υ ν δ ικ α λ ισ τ ικ ή Αλλαγή», στις εκλογές, οι οποίες έγιναν στις 24 κ α ι 25.2.2002 κ α ι θα επ α να λ η φ το ύ ν σ τις 3 κ α ι 4.3.2002, για το τελικό αποτέλεσμα. Επιδιώκοντας την ενότητα μέσα α πό την πολυσ υλλεκτικότητα στοχεύει: 1. Στην καλύτερη οργάνωση του δικηγο­ ρικού επαγγέλματος. 2. Στην αποτελεσματική λει­ τ ο υ ρ γ ία το υ Δ ικ η γ ο ρ ικ ο ύ Σ υ λ λ ό γ ο υ Α θ ή να ς (Δ.Σ.Α.). 3. Σ τον εκδημοκρατισμό της απονομής της δικαιοσύνης. 4. Στη βελτίωση του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου λειτουργίας τω ν δικηγορι­ κών εταιρειών στην Ελλάδα. Α ξ ίζ ε ι να σ η μ ειω θ εί ό τ ι ο Π α ν α γ ιώ τ η ς Γαλετσέλης αναδείχτηκε ρυθμιστής και σ ’ αυτές τις εκλογές, ό π ω ς κα ι σ τις εκλογές του 1999. Ή ρθε τέ τ α ρ τ ο ς με 1.130 ψ ή φ ο υ ς (π ο σ ο σ τό 10,01%). Προηγήθηκαν ο Α ντώ νιος Ρουπακιώ της με 2.809 ψήφους (ποσοστό 24,87%), ο Δημήτρης Παξινός με 2.782 ψήφους (ποσοστό 24,63%) και ο Αριστείδης Οικονομίδης με 1.665 ψήφους (ποσοστό 14,74%). ΓΙΑΝΧΑΤΖ

Στιγμιότυπο από την εκδήλω­ ση για τα «100 χρόνια Συνεργατισμού στην Ελλάδα» (8.3.2002). Διακρίνονται, από αριστερά, ο Τζανέτος Καραμίχας, πρόε­ δρος της Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας Ενώσεων Γεωργικών Συνεταιρισμών (ΠΑΣΕΓΕΣ), ο Νικόλαος Κολύμβας (τιμώμενος), ο Γεώργιος Δρυς, υπουργός Γεωργίας, ο Αριστείδης Κλήμης (τιμώμενος) και ο Ανδρέας Καραμάνος, πρύτα­ νης του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.


ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ Φ Ε Υ Γ Ο Υ Ν ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΑΝ. ΠΑΠΑΝΗΣ (1938-2001)

Ο Θεόδωρος Παπάνης δεν είναι πια ανάμεσά μας. Από τον περασμένο Νοέμβρη, χτυπημένος από την επάρατη νόσο, α να π α ύ ετα ι σε ξένα χώ ματα, στο Βερολίνο, όπου σπού­ δασε α ρ χιτέκ το να ς κ α ι σταδιοδρόμησε. Ή ταν παιδί του άλλο­ τε δραστήριου εργο­ λάβου της Α γιάσ ου Παναγιώτου Ευστρα­ τίου Παπάνη και της Μ α ριά νθη ς Δ ημη­ τρ ίο υ Τ ρά γου, η ο ­ ποία άφησε τα εγκό­ σμια λίγο νω ρίτερα, το μήνα Αύγουστο. Αδέρφια του η Σοφία, σύζυγος του κ α λλίφ ω νο υ ιεροψ άλτη Ε υσ τρ α τίο υ Βάλεση, ο Ευστράτιος, πολιτικός μηχανικός, εγκαταστημένος από χρόνια στην Αθήνα, και η Μυρσίνη. Μετά την αποφοίτησή του από το άλλοτε ενιαίο Γυμνάσιο Αγιάσου, ακολούθησε το δρόμο της ξενιτιάς, αλλά δεν έπαψε να θ υ μ ά τα ι την ιδια ίτερ η του π α τρ ίδ α . Παντρεμένος με τη Γερμανίδα Βπ§ίΐΐε Πονκόφσκι, απόχτησε ένα παιδί, το Μάρκο. Ο πρόω ρος θάνατός του προκάλεσε βαθιά θλί­ ψη σε συγγενείς, σε συμπατριώτες, σε φίλους. ΓΙΑΝΧΑΤΖ

ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΖΟΥΜΠΟΥΛΗΣ (1941 - 2001)

Ο Βασίλειος Ζουμπουλής γεννήθηκε στη Θερμή στις 15.1.1941. Γονείς του ο Γιάννης Ζουμπουλής κ α ι η Α για σ ώ τισ σ α Πηνελόπη Παπουτσή ή Μ π α ξεβ ά νη . Ο πατέρας του ήρθε σε η λ ικ ία τ ρ ιώ ν ετώ ν α πό τη Μ ικρά Ασία στη Λ έσβο, με την ο ικ ο γένεια του, και μεγάλωσε στη Θερμή. Α ργότερα ήρθε στην Αγιάσο και εργάστη­ κε στο Σανατόριο «η Υγεία». Εδώ γνώρισε

τη μετέπειτα σύζυγό του, με την οπ ο ία απέκτησε τέσ σ ερ α π α ιδ ιά , το ν Π α ν α γ ιώ τ η , το Ν ίκ ο , τη Μυρσίνη και το Βασίλειο, το στερνοπαίδι. Το 1951 οι γ ο ν είς του μ ετανα σ τέυσ αν στην Α υσ τρα λία . Ό ταν μεγάλωσε, μπήκε και ο ίδιος στον αγώνα της ζωής και άνοιξε ιχθυοπωλείο. Το 1964 παντρεύτηκε την ομ οχώ ρια του Ελένη Ε υσ τρατίου Αβδελέλη, που ήταν και αυτή μετανάστρια. Απέκτησαν δυο π α ιδιά , το Γιάννη και τη Βλοτίνα. Το 1992 όμω ς κλονίστηκε η υγεία του α πό την επάρατη νόσο, η οποία και τον οδήγησε στο θάνατο στις 28.11.2001. Ευτύχησε να πάρει στην αγκαλιά του εγγονάκια. Ή τα ν καλός οικογενειάρχης και στοργικός πα τέ­ ρας. Θα τον θυμόμαστε πάντα. ΧΡΙΣΤΟΣ ΓΛΕΖΕΛΗΣ (ΠΟΥΠΟΥΣΑΣ) Ι η ιη ο ιη ο Γ Ϊίΐη ι

ΜΑΡΙΑ ΑΝΔΡΕΑ ΛΙΓΕΛΗ (1920-2000)

Η Μ αρία Λιγέλη γεννήθηκε στην Αγιάσο στις 17.6.1920 και άφησε τη στερνή της πνοή στο Βόλο στις 17.2.2000. Ή ταν θ υ γα τέρ α το υ Γ α­ βριήλ κ α ι της Ε λ π ι­ νίκ η ς Γαββέ. Π α ­ ντρεύτηκε το σακοπ ο ιό Α νδρέα Δ ημη­ τρ ίου Λ ιγέλη (19211972) και δημιούργη­ σε όμορφη φ α μίλια . Α πόχτη σ ε δυο π α ι ­ διά, τη Μ υρσίνη και την Ελπίδα. Ο θάνα­ τό ς της λύπησε ό χ ι μόνο τους συγγενείς, αλλά κ α ι την κ ο ινω νία της Αγιάσου. Η εκλιπούσα ήταν άνθρωπος με ευγένεια αισθημάτων, με αγάπη για τον πλησίον, με ευπροσηγορία, με καλοσύνη. ΓΙΑΝΧΑΤΖ


ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΕΘΝΙΚΟ ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ Σ τ ις 9.6.2002, ημέρα Κυριακή, στον Ιερό Ναό Φανερωμένης Χολαργού, θα γίνει το πρωί αρχιερατική θεία λει­ τουργία, κατά την οποία θα ιερουργήσει ο σεβ. μητροπολίτης Μυτιλήνης κ. Ιάκωβος, και θα τελεστεί μνημόσυνο για τα θύμα­ τα της Μικρασιατικής καταστροφής. Το απόγευμα της ίδιας μέρας, στις 7.30', στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Χολαργού (Περικλεούς 55), θα πραγματο­ ποιηθεί εκδήλωση μνήμης, της οποίας το πρόγραμμα θα περι­ λαμβάνει τα παρακάτω: 1. Χαιρετισμό του Θεοφ, αρχιμανδρίτη κ. Ιουστίνου Κεφαλούρου. 2. Χαιρετισμό του δημάρχου Χολαργού κ. Χαράλαμπου Σχούρτη. 3. Ομιλία του σεβ. μητροπολίτη Μυτιλήνης κ. Ιακώβου, με θέμα «Οι εθνικοϊερομάρτυρες της Μικρασιατικής καταστροφής». 4. Όμιλία του κ. Γιάννη Χατζηβασιλείου, με θέμα «Αλησμόνητες πατρίδες και προσφυγιά». 5. Παρουσίαση του διηγήματος «Το παραμύθι της γιαγιάς» από το συγγραφέα του, λογοτέχνη κ. Τάκη Χατζηαναγνώστου. 6. Παρουσίαση λογοτεχνικών κειμένων, σχετικών με τη Μικρά Αοία και με το δράμα του ελληνισμού, από την κ. Αιούμπα Σκούρτη. 7. Μικρασιατικούς και λεσβιακούς χορούς, καθώς και άσματα. 8. Καταληκτικό ευχαριστήριο χαιρετισμό του αιδ. πρωτο­ πρεσβύτερου κ. Νεκταρίου Χατζηπροκοπίου, υπευθύνου του Κέντρου Νεότητας Χολαργού.

Κυκλοφόρησε

ΙΑΚΩΒΟΣ ΜΟΥΤΖΟΥΡΕΛΛΗΣ «Ρίζες και φτερά» Εκδ. «ΙΩΛΚΟΣ», Σχ. 14x21, α. 256 Τ ο βιβλίο «Ρίζες και Φτερά» του πρωτοεμφανιζόμενου Αγιασώτη λογοτέχνη Ιάκωβου Μουτζουρέλλη, που κυκλοφόρησε πρόσφατα στη σειρά των επιμελη­ μένων εκδόσεων «ΙΩΑΚΟΣ», είναι μια τρυφερή ιστο­ ρία αναμονής και πόνου. Αναφέρεται στα ανέμελα χρόνια της εφηβείας στην ελληνική επαρχία, στα γεμά­ τα ομορφιά, υποσχέσεις και κατακτήσεις. Τα πάντα δυνατά και κατορθωτά στην καρδιά των νέων. Η ζωή όμως γράφει το δικό της σενάριο, έχει τους δικούς της κανόνες. Αποφασίζει και δε ρωτά κανέναν. Το μυθι­ στόρημα «Ρίζες και Φτερά», με τοπικές και λαογραφικές αναφορές, θυμίζει τις καλές στιγμές του γραπτού λόγου. Ακολουθεί δρόμους έντονων συγκινήσεων και πάλλει από ιδεαλισμό, από αγάπη και από έρωτα. Καημοί που μόνο όσοι μάτωσαν και χάρηκαν μπο­ ρούν να τους αισθανθούν... Κεντρική Διάθεση: Εκδόσεις «Σ. Πατάκης Α.Ε.» Βαλτετσίου 14, Αθήνα 106 80, τηλ. (010) 36 38 362.

ΜΝΗΜΗ ΠΡΟΣΦΙΛΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Ο Ιωάννης Μάζης πρόσφερε 6.800 δρχ. στη μνήμη της συζύγου του Κορνηλίας Μάζη-Νιγδέλη. Η Λεσβία Μ πρόγερ-Καρατζά πρόσφερε 10.000 δρχ. στη μνήμη του γιου της Δανιήλ και του ξάδελφου της Σπύρου Μιχαήλ Δεμιργκέλη. Η Γεωργία Ιωάννου Γριμανέλη πρόσφερε 5.000 δρχ. στη μνήμη του Ανδρέα Κοντούλη. Ο Γρηγόριος και η Κλεάνθη Μολυβιάτη πρόσφε­ ραν 100€ στη μνήμη του πολυαγαπημένου τους πατέ­ ρα Δημητρίου Μολυβιάτη. Ο Ιωάννης Γεωργίου Ραφτέλης πρόσφερε 20€ στη μνήμη των παππούδων και γιαγιάδων του, Ιωάννου Πελαγίας Ραφτέλη, το γένος Χρυσομάλλου, και Φωτίου - Αρτεμίσιας Κουμλέλη, το γένος Γουγουτά, των γονέ­ ων του Γεωργίου και Ευαγγελίας Ραφτέλη, καθώς και στη μνήμη του θείου του Παναγιώτου Κουμλέλη. Ο Τάκης Ψ ύλλας πρόσφερε 30€ στη μνήμη του Βασιλείου Πετεινέλη. Η Δέσποινα Καχειλέλη πρόσφερε 12€ στη μνήμη του συζύγου της Παναγιώτου Καχειλέλη. Ο Μ ιχαήλ Χ α ρ ίλα ο υ Κ ορομηλάς πρόσφ ερε 30€στη μνήμη του εξα δέλφ ου του Π α να γιώ το υ Δημητρίου Κορομηλά. Ό Κωνσταντίνος Ξυθάλης και η Ελένη ΠετεινέληΞυθάλη πρόσφεραν 150€ στη μνήμη του Βασιλείου Πετεινέλη. Ο Χρίστος Γλεζέλης ή Πουπούσας πρόσφερε 50 δολ. Α υσ τρα λία ς στη μνήμη του εξαδέλφου του Βασιλείου Ζουμπούλη, που άφησε τη στερνή του πνοή στο δγάηογ, στις 28.11.2001. Ο Γρηγόριος Μολυβιάτης πρόσφερε 15€ στη μνή­ μη του πατέρα του Δημητρίου.

ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΡΙΟ θ α ήθελα να ευχαριστήσω θερμά τον καθηγητή κ. Γιάννη Χατζηβασιλείου, για το δημοσίευμα του τεύχους 127 (2001) του περ. «ΑΓΙΑΣΟΣ», το σχετικό με την παλαιότητα του οικογενειακού ονόματος Ζαλπαρίνης, καθώς επίσης και τον αιδ. Νικόλαο Παπαγεωργίου για την ευγενική παραχώρηση του εγγράφου από το αρχείο του ιερού ναού της Αγίας Τριάδας Αγιάσου. Σ ’ εμάς τους νεότερους μόνο συγκίνηση μπορεί να μας προκαλούν τέτοιου είδους έγγραφα, που μας θυμί­ ζουν τις ρίζες μας και την ταυτότητά μας. Ελπίζοντας να είμαστε άξιοι συνεχιστές του ονόμα­ τος αυτού.

Ευχαριστώ από καρδίας ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΒΑΣ. ΖΑΛΠΑΡΙΝΗ


ΔΙΑΘΕΣΗ ΤΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΜΑΣ Α. Διατίθενται αντίτυπα των βιβλίων που εξέ­ δωσε ο «Φιλοπρόοδος Σύλλογος Αγιασωτών»: 1. [Ε.Π. Κουλαξιζέλλη-Β.Π. Τραγέλλη], Η Α γιά σος και τα πέριξ, εν Αθήναις 1896. Δρχ. 1.500.2. Στρατή Π. Κολαξιζέλη, Θ ρύλος και ιστορία της Α γιά σον της νήσον Αέσβον, Αθήνα 1997. Δρχ. 5.000. Τα β ιβλία δ ια τ ίθ ε ν τ α ι α π ό το Σ ύ λλο γο με άμεση παράδοση, κατά τις ώρες λειτουργίας των Γραφείων, ή επί αντικαταβολή (1.700 και 5.400 δρχ. αντίστοιχα). Επίσης δια τίθενται από τους κ α τά τ ό π ο υ ς α ν τ α π ο κ ρ ιτ έ ς το υ π ε ρ ιο δ ικ ο ύ «Αγιάσος», τα ονόματα και οι διευθύνσεις τω ν οποίων αναγράφονται παρακάτω. Β . Επίσης διατίθενται βιβλιοδετημένοι τόμοι του περιοδικού «Αγιάσος», με άμεση παράδοση στα Γραφεία του Συλλόγου ή επί αντικαταβολή (15.000 δρχ.). Α ' τόμος (1-25,1980-1984), Β ' τόμος (26-45, 1985-1988), Γ ' τόμος (46-67, 1988-1991), Δ ' τόμος (68-85, 1992-1994), Ε ' τόμος (86-103, 1995-1997) και Σ Τ ' τόμος (104-121,1998-2000).

ΓΑΜΟΙ - Δημήτριος Γρηγορίου Βούκατος Ευανθία Ιωάννου Κουρβανιού

ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ Σ τ ι ς 2 9 .9 .2 0 0 1 , στην Α $ΐοιϊ& , η Φ ρόσ ω Π α π α π ο ρ φ υ ρ ίο υ , θ υ γα τέρ α του α ν τα π ο κ ρ ιτή συνεργάτη του περιοδικού μας Γρηγορίου Ιωάννου Π απαπορφυρίου, και ο Χ ριστόφορος Εμμανουήλ Δ ρίτσας, από την Π άτμο, έδωσαν αμοιβαία υ π ό ­ σχεση γά μ ο υ . Τ ους σ υ γχ α ίρ ο υ μ ε ο λ ό ψ υ χ α κ α ι ευχόμαστε γρήγορα και τα στέφανα.

ΒΑΦΤΙΣΗ Σ τ ι ς 20.8.2001 σ το ν ιερ ό ν α ό το υ Α γ ίο υ Ε ρ μ ο λ ά ο υ Π α λ α ιο κ ή π ο υ έγ ιν ε η β ά φ τισ η της Σάρρας-Κ λαούντιας, θυγατέρας του ΡπιηΙ ΜιίΙΙετ και της Κοραλλίας Νίκου Αυγουστίδου. Στους ευτυχείς γονείς, στον πα ππού και ανάδοχο Νίκο Αυγουστίδη και στους άλλους συγγενείς ευχόμαστε να τους ζήσει. Οικογένεια ΓΙΑΝΝΗ και ΑΡΙΑΔΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

ΓΕΝΝΗΣΗ Σ τ ο Ν ο σ ο κ ο μ είο Κ α λ α μ ά τ α ς , η Φ ω τεινή Γεωργίου Δρίτσα, σύζυγος του Μιλτιάδη Νικολάου Βαμβακά, γιου της συνεργάτισσας του περιοδικού μας Μ υρσίνης Β αμβακά-Χ ουτζαίου, έφερε π ρ ό ­ σφατα στον κόσμο ένα χαριτωμένο αγοράκι. Στους ευτυχείς γονείς ευχόμαστε να τους ζήσει.

ΘΑΝΑΤΟΙ -Δ η μ ή τρ ιος Γρηγορίου Μολυβιάτης (Μυτιλήνη, 18.1.2002)

ΔΙΟΡΘΩΣΗ Στη σελίδα 19 του προηγούμενου τεύχους να γραφεί: και μ’ αλισίβα πλύνει α ν τ ί και μ’ αλισίβα πλένει.

-

Ιωάννης Γρηγορίου Μουτζουρέλης Βρετανία, σύζυγος Νικολάου Σκλεπάρη Θεοφάνιά, χήρα Ευστρατίου Στεφάνου Μιχαήλ-Γαβριήλ Ευστρατίου Τζανετής Ελένη, χήρα Γεωργίου Χατζησταυρινού Αδαμαντία, σύζυγος Ευστρατίου Σαμοθράκη Ευστράτιος Αριστοτέλους Σαμοθρακής




Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.