Ο μαθηματικός Παναγιώτης Αντωνίου Αναστασέλης, που πρόωρα ακολούθησε το δρόμο της αιώνιας σιωπής...
Ο Ευστράτιος Παρασκευά Λιάκατος (1911-2000), όταν υπηρετούσε στο 22ο Σύνταγμα Μυτιλήνης.
Η Γιαννούλα Νεοκλή Τσαγάλου με την πρώτη της εγγονή Ιωάννα (Βάνα) Παναγιώτου Τσαγάλου...
Π Ε Ρ ΙΕ Χ Ο Μ Ε Ν Α ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Αναδρομή στον απατηλό Μάη του 1919............................................................................................. ΧΑΡΙΛΑΟΥ ΚΔ. ΚΟΥΔΟΥΝΕΛΗ, Αγιάσος, αγάπη μου... (ΙΔ ' ) ........................................................................................................... ΜΥΡΣΙΝΗΣ ΒΑΜΒΑΚΑ-ΧΟΥΤΖΑΙΟΥ, Μεταπολεμική παραδοσιακή Αγιάσος ( Β ' ) ....................................................................... ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ ΧΑΤΖΗΠΡΟΚΟΠΙΟΥ, Αναδρομή στο κοντινό παρελθόν της νυφούλας του Ο λύμπου............................................. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Δ. ΒΕΡΝΑΡΔΑΚΗ, Εισαγωγή στο βίο και στα έργα των Δημητρίου και Γρηγορίου Βερναρδάκη............................. ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Χρίστος Γεωργίου Μητσιώνης. Οδοιπορικό ζωής, δράσης και πλούσιας προσφοράς................. ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Λεσβιακά αρχειοδιφικά σύμμεικτα. Απόδειξη του Εισπρακτορείου Οδοποιίας Αγιάσου (1887). ΓΙΑΝΝΗ Δ. ΠΑΠΑΝΗ, Λεσβιακή Λαογραφία. Λαϊκά παιδικά στιχουργήματα από την Α γιάσο....................................................... ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Λεσβιακοί απόηχοι. Του Γιάννη Π απάνη........................................................................................... ΜΑΡΙΑΣ ΑΓΙΑΣΩΤΟΥ-ΔΑΜΠΡΙΝΟΥ, Αυγινό (ποίημα). ΣΠΥΡΟΥ Κ. ΚΑΡΑΜΟΥΝΤΖΟΥ, Κραυγή (ποίημα). ΜΑΡΙΑΣ ΠΑΤΣΕΛΗ-ΚΑΜΙΝΕΛΗ, Οι Ταλιμπάν (ποίημα)...................................................................................................................................... ΕΡΜΟΛΑΟΥ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Ο γαβριάς (ποίημα). ΔΗΜΗΤΡΗ ΖΑΡΟΔΗΜΗΤΡΑΚΗ, Η απέναντι όχθη (ποίημα). ΕΛΠΙΔΑΣ ΜΟΛΥΒΙΑΤΟΥ, Στάμνες γέμισαν (ποίημα). ΜΕΝΕΛΑΟΥ ΚΑΜΑΤΣΟΥ, Του Λαμπέλ’ του Κουντουρέλ’ (ποίημα)................... ΓΙΑΝΧΑΤΖ, Ο Νεκρόταλος σχολιάζει την επικαιρότητα.......................................................................................................................... ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΜΙΧ. ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗ, Διαπιστώσεις και συμπεράσματα από το φετινό καρναβάλι................................................. ΓΙΑΝΧΑΤΖ, Ο Αποκριάτικος χορός και η σάτιρα της Μαρίας Καμινέλη............................................................................................. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΣΤΥΛ. ΣΚΟΡΔΑ, Ματιές στο μυθιστόρημα «Ρίζες και φτερά» του Αγιασώτη συγγραφέα Ιάκωβου Μουτζουρέλλη ΝΙΚΗΣ ΤΑΤΑ-ΧΟΥΣΟΥ, Λύκειο Νέας Φιλαδέλφειας «Μίλτος Κουντουράς». Εγκαίνια Αίθουσας Τύπου και Ενημέρωσης....... Τα πθίτκα μας (Γιώργος Παπάνης, Μιχάλης Χριστοφαρής, Προκόπης Κουτσκουδής, Χρίστος Γλεζέλης, Γρηγόριος Παπαπορφυρίου).... ΓΙΑΝΧΑΤΖ, ΣΟΦΙΑΣ ΠΑΠΟΥΤΣΗ-ΚΟΥΔΟΥΝΕΔΗ, Σας πληροφορούμε........................................................................................ ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Αυτοί που φεύγουν (Γρηγόριος Π. Δίβανος, Αμερισούδα Κ. Κολομόνδου).................................. Εισφορές-Συγχαρητήρια................................................................................................................................................................................
Σελ. 3 4 5 6 7 10 15 16 17 18 19 20 21 23 24 26 28 29 32 33
ΕΞΩΦΥΛΛΟ Μερική άποψη της πρασινοντυμένης Αγιάσου (Φωτογραφία Γιάννη Χατζηβασιλείου, 9.5.2002))
ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ Το εκκλησάκι της Μπουτζαλιάς Αγιος Γεώργιος (Καβίκος). (Φωτογραφία Μιχάλη Χριστοφαρή ή Καμπά)
Ι88Ν 1106-3378
ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΣΤΟΝ ΑΠΑΤΗΛΟ ΜΑΗ ΤΟΥ 1919 Μ ακρύς ο δρόμος της φυλής μας, στρωμένος με δάφνες αλλά και με νεκρολούλουδα. Ανεκλάλητη η χαρά για τους θριάμβους αλλά και αβάσταχτος ο πόνος για τις συφορές του έθνους, στο χρονοκύλισμα της ιστορίας μας... Όι Ελληνες κακοπάθησαν και ταπεινώθηκαν πολ λές φορές. Μετά την πτώση της βασιλίδας των πόλε ων έπρεπε να περάσουν αιώνες, για ν ’ αρματωθούν και πάλι με το θάρρος, που θα χάριζε την πολυπόθη τη λευτεριά. Πίστευαν πως με το πλήρωμα του χρό νου θα ξυπνούσε από το βαθύ του ύπνο ο μαρμαρωμένος βασιλιάς των παραδόσεων και των θρύλων, ο πρόμαχος του Βυζαντίου, και πως θα κυνηγούσαν ως την Κόκκινη μηλιά τους κατακτητές... Η Επανάσταση του 1821, ο πόλεμος του 1897, οι Βαλκανικοί πόλεμοι του 1912-1913 και η Μ ικρα σιατική εκστρατεία στόχευαν στην πραγμάτωση και στην ολοκλήρωση τω ν π ρ ο α ιώ νιω ν ονείρω ν. Οι μπροστάρηδες όλων αυτών των αγώνων είναι γεγο νός ότι κατέχονταν από αγνή φιλοπατρία... Η Μικρασιατική εκστρατεία, γέννημα του μεγα λοϊδεατισμού και του αλυτρωτισμού, αποτελεί την πιο σοβαρή επιχείρηση του ελληνικού στρατού έξω από τα σύνορα του κράτους. Αρχισε με καλούς οιω νούς το Μάη του 1919 και τερματίστηκε με επαίσχυ ντο τρόπο το Σεπτέμβρη του 1922... Τα μάτια όλων τω ν Ελλήνων βούρκωσαν από συγκίνηση. Ο ενθουσιασμός τους πυργώθηκε και οι εκδηλώσεις τους έγιναν ξέφρενες, όταν μετά τον Α '
Παγκόσμιο πόλεμο συναίνεσαν οι Σύμμαχοι να κάνει απόβαση ελληνικός στρατός στη Σμύρνη, με σκοπό την απελευθέρωση της πόλης και της ενδοχώρας της και την αποκατάσταση της τάξης, η οποία είχε διασαλευτεί από άτακτα τουρκικά στοιχεία. Ύστερα από τόσους αιώνες οι Σμυρναίοι έβλεπαν να πραγματοποιούνται τα όνειρά τους. Μαζί με αυτούς πανηγύρισαν το γεγο νός όλοι οι υπόδουλοι Έλληνες, γιατί έβλεπαν κοντά και του δικού τους λυτρωμού την ευλογημένη ώρα. Η ελεύθερη πατρίδα υποσχόταν πολλά. Είχε προσφέρει ανεκτίμητες υπηρεσίες, μέσα από τις γραμμές της Αντάντ, και πίστευε στην υποστήριξη των Συμμάχων... Του ξεσκλαβώματος όμως το γιορτάσι δε βάσταξε πολύ. Στον ορίζοντα της Ανατολής δεν άργησαν να παρουσιαστούν δυσοίωνα σημάδια. Ο Μ ουσταφά Κεμάλ κήρυξε εθνικιστική επανάσταση και εργαζό ταν πυρετωδώς για την οργάνωση αξιόμαχου στρα τού, με στόχο την αντιμετώπιση των Ελλήνων, οι οποίοι εντωμεταξύ είχαν προχωρήσει βαθύτερα, για να φτάσουν ύστερα από αιματηρές μάχες ως τα πρό θυρα της Άγκυρας... Η απόβαση ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων στη Σμύρνη το Μάη του 1919 στάθηκε αφετηρία ριψο κίνδυνων ενεργειών, οι οποίες τραυμάτισαν τον ελλη νισμό και τον συρρίκνωσαν. Με το πάρσιμο της Πόλης οι Έλληνες υποδουλώθηκαν, άλλ’ έμειναν στις εστίες τους. Με τη Μικρασιατική καταστροφή οι Έλληνες ξεριζώθηκαν. Αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε...
ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Η προκυμαία, το γνωστό ηιΐ3ΐ (κε), της πανέμορφης Σμύρνης, της πολιτείας που έγινε παρανάλωμα του πυράς το 1922. (Τη φωτογραφία παραχώρησε η καθηγήτρια της Γαλλικής Φιλολογίας Μαρκέλλα Ξεκομνηνού)
Π Α Τ Ρ ΙΔ Ο Γ Ν Ω Σ Τ ΙΚ Α Αγιάσος, αγάπη μου... ΙΔ' Ε φ α π τό μ ενο στο καφενείο Κ αλφαγιάννη λει τουργεί ανέκαθεν το Γραφείο της εκκλησίας της Π αναγίας. Εδώ επί πολλά χρόνια υπηρετούσε ως γ ρ α μ μ α τ έ α ς το υ Ιερ ο ύ Π ρ ο σ κ υ ν ή μ α το ς ο Αντώνιος Ηρακλή Αναστασέλης, που ήταν άνθρω πος με πολύ γερό μυαλό, έντιμος και ειλικρινής. Δ ια χειριζόταν τα εκκλησιαστικά πράγματα κατά τρόπο άψογο, με ευλάβεια, σοβαρότητα και αναμ φισβήτητη τιμιότητα. Έ ξ ω α π ό το Γ ρ α φ είο της εκ κ λ η σ ία ς της Π αναγίας το καλοκαίρι κάθονταν οι ιερείς, όπω ς ο πρ ω τοπρεσβύτερος Ν ικόλαος Π απουτσέλης (το αηδόνι της εκκλησίας της Παναγίας), ο Αλκιβιάδης Στεφανής, ο Χ ρ ισ τόφ α ς Κ α νιμ ά ς, ο Π ρ οκ όπιος Κ ουρ τζή ς, ό χι κ α ι π ο λ ύ ο Ν ικ όλα ος Π ατσέλης (παπα-Πατσής), γιατί κατά κανόνα ήταν προϊστά μενος του ιερού ναού της Α γίας Τ ριάδας. Ό π ω ς επίσης κάθονταν και οι κατά καιρούς διάκονοι και οι ιεροψάλτες. Αλλά και σήμερα το Γραφείο της εκκλησ ίας της Π α ν α γ ία ς εξα κ ο λο υ θ εί να είνα ι εντευκτήριο των ιερωμένων, ενώ τα καθήκοντα του γραμματέα ασκεί επιτυχώς ο Ιωάννης Άνεμος. Στη συνέχεια του Γραφείου της εκκλησίας της Π α να γία ς είνα ι το μεγάλο κατάστημα το υ ρ ισ τι κών ειδών του Παναγιώτη Χατζησάββα (Μ πίλα), που προηγουμένω ς το είχε παντοπω λείο ο ίδιος. Στο παρελθόν ήταν ένα μεγάλο παλιό σπίτι, που είχε από κάτω ένα μικρό μαγαζί. Αυτό το θυμάμαι ω ς κ α φ εν είο το υ Π α ν α γ ιώ τη Κ ω μ α ΐτη κ α ι ω ς
κ α φ ε ν ε ίο ε π ίσ η ς το υ Π α ν α γ ιώ τ η Σ κ λ ε π ά ρ η ( Μ π α ν έ λ ’ Σ κ λ ιπ α ρ έ λ ’), π ο υ α ρ γ ό τ ε ρ α έ γ ιν ε παντοπώ λης δίπλα α πό το καφενείο του Πληγωνιάτπ, ό π ω ς θα περιγρά φ ουμ ε στη συνέχεια τω ν Π α τ ρ ιδ ο γ ν ω σ τ ικ ώ ν μ α ς. Π ρ ιν α π ό το Χ α τ ζ η σάββα (Μ πίλα ), τα τελευτα ία χρ όνια , στα μέσα της δεκ α ετία ς του 1940, το είχε χ α ρ το π ω λ είο βιβλιοπω λείο-εφ ημερίδες ο αλησμόνητος Μ ιχά λης Γεωργίου Σκλεπάρης, που τον αναφέραμε και στο άλλο μαγαζί του στον Απέσο. Μεταπηδούμε απέναντι, στο τέως μαγαζί (του ρ ισ τικ ά είδ η -κ α π νο π ω λ είο -Π ρ ο π ό ) της Ελένης Δημητρίου Παπουτσέλη (Μητσέλ’), που λειτούργη σε έτσι αρκετά χρόνια κατά διαδοχή από τον πατέ ρα της. Τώρα έγινε επέκταση του μαγαζιού αυτού κ α ι λ ε ιτ ο υ ρ γ ε ί π ά λ ι με τ ο υ ρ ισ τ ικ ά είδη του Ευάγγελου Κέλμαλη. Π ριν από τον Παπουτσέλη, γ ια κ ά π ο ια χ ρ ό ν ια , ήταν ρ α φ είο τω ν α δελφ ώ ν Δουλαδέλη και επίσης για κάποιο χρονικό διάστη μα ραφείο των αδελφών Κωμαΐτη. Κατά το παρελ θόν ήταν γραφείο τω ν αυτοκινητιστών (αγοραία λεωφορείο «Ινδιάνα») και η πλατειούλα αυτή λει το υ ρ γο ύ σ ε κ α ι ω ς σ τα θ μ ό ς α υ τ ο κ ιν ή τ ω ν , ενώ αργότερα ο Σταθμός ήταν και είναι στην Καρυά. Εισπράκτορα του λεωφορείου «Ινδιάνα» θυμά μαι το Γιάννη Ακριβλέλη, που είχε μάλιστα και ειδι κή στολή και που, όπω ς ήταν ψηλός και με το καπέ λο που φορούσε, φάνταζε στα μάτια μου σα στρατη γός. Στη συνέχεια, εκεί που τώρα είναι το κατάστη μα κεραμικών της Αντωνίας Γαββέ, για πολλά χρό νια το είχε φωτογραφείο-κατάστημα τουριστικών ειδών-κεραμικών ο Δουκάκης Χ ουτζαίος, που το χρησιμοποιούσε και ως κατοικία. (Συνεχίζεται)
ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΚΛ. ΚΟΥΔΟΥΝΕΛΗΣ Παλαιά αναμνηστική φωτο γραφία από την εορτή της Αγίας Τριάδας, στην Αγιά σο, κατά την οποία χοροστάτη σε ο άλλοτε μητροπολίτης Μυτιλήνης κυρός Ιάκωβος Κλεομβρότου. Διακρίνονται, από αριστερά, ο Προκόπιος Κουρτζής, ο πρωτοπρεσβύτε ρος Νικόλαος Παπουτσέλης, ο διάκονος Ιωάννης Παπαδό πουλος, ο τότε διάκονος, της Μητρόπολης ο Αλκιβιάδης Στεφανής και ο Χριστόφας Κανιμάς. Στην πόρτα, αριστερά, ο ιερο ψάλτης Ευστράτιος Βάλεσης. (Τη φωτογραφία παραχώρησε η Αγγελική Τσουπή-Σπανέλη)
ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΑΓΙΑΣΟΣ Γλυκασμοί της νιότης και νοσταλγικές θύμησες Β' Χ α ρ ά μεγάλη, όταν λιώναν τα χιόνια, να πάμε στον Μπουρό, να μαζέψουμε κατακόκκινα κούμαρα για φρούτο. Τα σπίτια ήταν σωστά ψυγεία κι εμείς σπάνια αρρωστούσαμε, μια και το παγωμένο αλλά υγι εινό κλίμα της Αγιάσου, το απαλλαγμένο από τη μόλυνση των χημικών τότε, μας θωράκιζε από τα μικρόβια και μας εξοικείωνε με τις χαμηλές θερμοκρα σίες. Το καλοριφέρ ήταν άγνωστο και το παγωμένο στρώμα με τα τραχιά χράμια από προβατόμαλλο μας φαίνονταν μαλακά σαν μαρούλια μέσα στο κρύο και στο βοριά. Όι γυναίκες πήγαιναν στα πολλά ελαιοτρι βεία του χωριού, για να πάρουν ζεστό νερό και κανέ ναν κουβά αναμμένη πυρήνα για τα μαγκάλια τους, για να ζεσταθεί η πολυφαμελιά. Ο Τσεσμελής, μακαρί της σήμερα, σαν πρωτομηχανικός βοηθούσε να πάρουν ζεστό νερό και φωτιά οι ανεπανάληπτες νοικοκυρές της υπομονής και της ανεκτικότητας στη δύσκολη ζωή. Μαζί με όλους τρέχαμε κι εμείς, τα ανέμελα πα ι διά, να αρπάξουμε καμιά χλωρή πίτα πυρήνα από το ελαιοτριβείο της γειτονιάς, να τη ρίξουμε στο τζάκι και η χαρά μεγάλη. Χ α χλά ρ ιζε η φ ω τιά και σου ζέσταινε την ψυχή και το σώμα, μια και η Αγιάσος έμοιαζε με την παγωμένη Λοζάνη. Αυτοκίνητα δεν είχε ο κόσμος, για να σκοτίζεται, ούτε στους εθνικούς δρόμους άφηνε την τελευταία του πνοή. Υπήρχαν στο σπίτι και πολλά λαχούρια, σάλια, πανέμορφα, πλεγμένα με «λούνα» από τη γιαγιά μου και κεντημένα με ατραντέ στις άκρες, που τα τυλίγα με στους ώμους και δίπλα στη γωνιά γινόμαστε «χουχούμ’». Οι γυναίκες πρόσθεταν κανά δυο βρακιά, σαλβάρια, στο σώμα τους για ασφάλεια στο κρύο. Μπροστά στο τζάκι υπήρχε ο σοφράς με τη μεσάλα επάνω. Μέσα στη βαθιά πήλινη κούπα η μάνα μου έριχνε όλο το φαγητό, δίπλα άφηνε πιρούνια και δυο κύπελλα από πηλό, έργα του μ πά ρ μ πα μου του Ασημάκη Χατζηγιάννη, του τσουκαλά, και το σερβί τσιο απλό και απέριττο. Γύρω γύρω είχε μαξιλάρια -ανατολίτικη προφανώς συνήθεια- και καθόμαστε και καλή όρεξη. Χιόνια λοιπόν απέξω, ψυχική ζεστασιά μέσα. Γιατί είπαμε: Όσο πιο λιτοδίαιτος και απλός είσαι, τόσο πιο άνετος και πιο ευδιάθετος αισθάνεσαι. Άποψή μου, βέβαια. Γ ι’ αυτό οι περισσότεροι ηλικιωμένοι παλιά πέθαιναν από φυσική φθορά και με χαμηλή πίεση, μια και το κρέας το έτρωγαν σπάνια. Η μάνα μου κουβα λούσε μαγκάλια να ζεστάνει τα παγωμένα δωμάτια, για να διαβάσουμε. Οι κάλτσες στη σειρά κρεμασμένες στο «καπτέλ’» το υφαντό, να στεγνώσουν, μια και δεν υπήρχαν πολλές, για να τις αλλάζουμε. Ό μόνος καημός της γιαγιάς μου ήταν η κατσίκα της, που έπρεπε να φάει φρέσκο κλαδί ελιάς και ήταν
δύσκολο λόγω του καιρού. Υπήρχαν όμως τα ξερά «απδουκόμματα» και το πλύμα με νερό και αλεύρι, να την ποτίσει, μια και ήταν και λεχούσα η καημένη. Όλα συντονισμένα, ανάλογα με τις ανάγκες και τις δυνα τότητες των ανθρώπων της βιοπάλης και του μόχθου. Όλα κάτασπρα λοιπόν και το μόνο μελανό σημείο ήταν το ράσο του μακαρίτη σήμερα παπα-Νικόλα, που ανέβαινε από την Παναγία στο σπίτι του, στο Καζίνο. Κάτω από το φαρδύ μανίκι πάντα είχε και καμιά βλο γιά κι όλο και κανένα γωνίδι τρώγαμε κι εμείς, καθώς τον ζώναμε και τον παιδεύαμε... Η φασαρία μας έσπα ζε τη μονοτονία του κάτασπρου τοπίου. Άλλο πρόβλημα ήταν τα καημένα τα γαϊδουράκια, που μελαγχολούσαν στο ντάμι, καθώς ήταν κλεισμένα για μέρες πολλές. Να κι η Μηλιά η Ασβεστάδαινα με την καλάθα γεμάτη «αφατσιά» ξερή, να τη δώσει στη μάνα μου για τα ζώα. Βλέπεις, ο γείτονας θυμόταν το γείτονα και ξέχναγε τις μικροπαρεξηγήσεις, όταν ήταν ανάγκη. Γιατί, πώς να το κάνουμε, ας μας γίνει βίωμα ότι είμα στε φτερά στον άνεμο μπροστά στις δύσκολες ώρες, που μας φέρνουν τα στοιχεία της φύσης. Φάνηκε εξάλ λου αυτό, ότι η τεχνολογία σταμάτησε στις δύσκολες στιγμές του φετινού παγετού, όταν ένα μπλακ άουτ ακινητοποίησε μηχανήματα και ανθρώπινη βοήθεια μέσα στον παγωμένο χιονιά, στους εθνικούς δρόμους. Χωρίς φως, θέρμανση, νερό, και οι ουρές των εγκλωβισμένων στα αυτοκίνητα να είναι καθηλωμένες με γέρους, με παιδιά και ακόμη με ετοιμόγεννες γυναίκες, καθώς η υπερδύναμη που λέγεται τεχνολογία σήκωσε τα χέρια ψηλά κι έδειξε την αδυναμία της, απέναντι στον απλη σίαστο χειμώνα με το πολικό ψύχος που μας βρήκε. Ας αφήσουμε λοιπόν τις ελπίδες μας στο μεγάλο Θεό και ας βάλουμε φρένο στον κατήφορο της αδια φορίας και της μεγαλομανίας, που μας φόρτωσαν οι καιροί μας, γιατί «χρεία χαλάει νόμο». Ας πάψουμε να μετράμε τον άνθρωπο με τα πτυχία, τις βίλες και τις πισίνες, κι ας μη μας ισοπεδώνει η πλεονεξία και ο νεοπλουτισμός. Υπάρχει πάντα η ανάγκη του ανθρώ που για τον άνθρωπο. Ας μην ξεχνάμε ότι κι ο πιο βαρύς χειμώνας αντιμετωπίζεται, όταν υπάρχει παρη γοριά από τη συμπαράσταση του άλλου γ ι’ αυτόν που δυστυχεί. Ας πούμε ένα μεγάλο ευχαριστώ στους για τρούς του κόσμου, στους ριψοκίνδυνους αεροπόρους της Πολεμικής Αεροπορίας μας, στους εθελοντές του πόνου και στους μεγαλόψυχους όλου του κόσμου, που σώζουν ζωές. Κι εγώ η ελάχιστη θα πω:
Μη γυρνάς να κοιτάς περασμένα, βλέπε μπρος, το παρόν συλλογίσου κι εμένα, η ζωή είν’ γλυκιά, είναι μια και σ ’ ανήκει, δώσε χέρι στον πόνο κι ίσως να ’ναι η νίκη.
ΜΥΡΣΙΝΗ ΒΑΜΒΑΚΑ-ΧΟΥΤΖΑΙΟΥ
ΠΕΡΑΣΜΕΝΑ ΑΛΛΑ ΟΧΙ ΞΕΧΑΣΜΕΝΑ Αναδρομή στο κοντινό παρελθόν της νυφούλας του Ολύμπου Μ ας λέει ο Χαρίλαος Κουδουνέλης «Αγιάσος, αγάπη μου...» και πόσο δίκιο έχει. Ή ζεις ή έχεις φύγει α π ’ αυτόν τον ευλογημένο τόπο, η αγάπη και η νοσταλγία είναι αμείωτες. Περνώντας κάποτε α π ’ τα «σωθύρια», θαύμασα το χρώμα και την ομορφιά του τοπίου, που μόνο ένας Γκογκέν ή Βαν Γκογκ θα ζωγράφιζε. Τι χρυ σοκίτρινα πεσμένα φύλλα, τι άρωμα α π ’ τη γη και α π ’ τα α ιω νό β ια δένδρα! Ε ίνα ι εκείνα που σου δίνουν την αίσθηση ότι η εικόνα αυτής της φύσης δε θα υπάρχει αλλού πουθενά. Εκείνη τη μέρα α π οφ ά σ ισ α να προσπαθήσω , όπω ς μπορώ, να ζήσω σ’ αυτό το προικισμένο α π ’ το Θεό μέρος. Υπηρετούσα τότε στο Π αλαιοχώ ρι Πλωμαρίου, όπου είχα πρωτοδιοριστεί. Φρόντισα να πάρω μετάθεση και σύμφωνα με την επιθυμία μου πέτυχα να έρθω στην Αγιάσο το 1945. Στην Αγιάσο έζησα μέχρι το 1971 και παντρεμέ νη με το Μ ενέλα ο Χ α τ ζ η π ρ ο κ ο π ίο υ . Μ ετά το θάνατό του μετατέθηκα στον Πειραιά και το 1973 τελευταίος τόπος υπηρεσίας μου ήταν η Καβάλα. Το 1974 πήρα τη σύνταξή μου και ζω τώρα και από τότε στην Καλλιθέα. Δεν ξέχασα ποτέ την εξυπνάδα τω ν π α ιδιώ ν , την αγάπη του κόσμου προς εμένα και τη δική μου προς αυτούς. Νοσταλγώ τη ζωή με τα τόσα παιδιά του σχολείου. Θυμάμαι, όταν βγαίναμε με τη γραμ μή προς τα κάτω ή καμιά εκδρομούλα, αρχίζανε τα τραγούδια που βούιζαν ως το Καστέλι. Μια ουρά ατέλειωτη. Πόσοι καλοί δάσκαλοι έζησαν και πέρασαν από
την Αγιάσο. Ήμαστε όλοι αγαπημένοι και ποτέ δεν ξέραμε πόσα παίρνουμε. Τα χρόνια που έζησα στην Αγιάσο ήταν τα πιο ω ρα ία , τα π ιο α ξέχασ τα της νεότητά ς μου. Δεν ήταν μόνο για μένα ωραία, αλλά και για τα παιδιά μου, τους μαθητές μου, εννοώ. Μέχρι τώρα θυμό μαστε ό λ ο ι τ ις ό μ ο ρ φ ες σ χ ο λ ικ ές εο ρ τές μας. Γνώρισα όλες τους τις οικογένειές, μέχρι τον π α π πού και προπαππού τους. Τ α π ε ιν ο ί κ α ι ε υ χ ά ρ ισ το ι με το α γ ια σ ώ τ ικ ο χιούμορ, μορφωμένοι ή λιγότερο γραμματισμένοι, ζούσαμε σαν μια οικογένεια στις συντροφιές μας ή στη συνεργασία μας. Όσοι έχουν την τύχη α π ’ τους παλιούς να ζουν, ή και τα τότε μαθητούδια μας, θα θυμούνται αυτές τις μέρες τις ξένοια σ τες, χ ω ρ ίς φόβο όλω ν τω ν κακών της σημερινής εποχής. Αυτά τα περασμένα χρόνια δεν ξαναζούν ή δεν ξεχνιούνται. Στην Αγιάσο όποιος γεννήθηκε είναι τυχερός, γιατί δεν είναι ξένος με τον άλλο, με το συνάνθρω π ό του. Γ ίν ετα ι φ ίλ ο ς κ α ι σ υμ π α ρ α σ τά τη ς στό διπλα νό του, στον πλησίον του. Δεν κρατά ποτέ κακία σε κείνον που άθελά του τον έβλαψε. Μα και μακριά αν ξενιτευτεί, πάλι κοντά στους πατριώτες του β ρ ίσ κ ετα ι, ό π ο υ κ ι αν ζο υ ν , μ α κ ρ ιά ή π ιο κοντά. Η απόσταση δεν τους χωρίζει. Ό λα όσα έζησα δεν τα ξέχασα ποτέ. Μ ακρινά προς το παρελθόν, αλλά όχι ξεχασμένα! Κ αλλιθέα Α θηνώ ν, 30.3.2002
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΧΑΤΖΗΠΡΟΚΟΠΙΟΥ Αναμνηστική φωτογραφία δασκάλων της Αγιάσου, από επίσκεψή τους σε Έκθεση Χειροτεχνίας που έγινε στο Α' Δημοτικό Σχολείο. Διακρίνονται, από αριστερά: Παναγιώτης Τσόκαρος, Πανα γιώτης Δόγκας, Βασιλική Χατζηπροκοπίου-Κονταράτου, Ευστράτιος Σκλεπάρης, Μαριάνθη Κουνέλη (Κουνή), Ιωάννης Βέτσικας, Ελισάβετ (Βέτα) Αβαγιανού-Πασχαλίδου (από το Μανταμάδο), Πανα γιώτης Νουλέλης (Ρουδιά), Παναγιώτης Βαρουτέλης και Χριστόφας Χατζηπαναγιώτης. (Τη φωτογραφία παραχώρησε η Βασιλική ΧατζηπροκοπίουΚονταράτου)
Ε ισαγω γή στο βίο και στα έργα ΤΩΝ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΚΑΙ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΒΕΡΝΑΡΔΑΚΗ Ομιλία του Καθηγητή Δρ. Παναγιώτη Δ. Βερναρδάκη Τ Ι Εθνική Εταιρεία των Ελλήνων Λογοτεχνών τιμά σήμερα τη μνήμη των Δημητρίου και του αδελφού του και πάππου μου Γρηγορίου Ν. Βερναρδάκη. Στην ομ ιλία μου θα αναφερθώ και σε τρεις άλλους Βερναρδάκηδες, που είναι άρρηκτα συνδεδεμένοι με τα δύο τιμώμενα πρόσωπα. Τους αναφέρω εδώ σύντομα με χρονολογική σειρά. Πρόκειται για το μεγάλο εθνικό ευεργέτη Δημήτριο Βερναρδάκη ή Μπεναρδάκη, για τον οικονομολόγο Αθανάσιο Βερναρδάκη, αδελφό των Δημητρίου και Γρηγορίου, το πλουσιότατο αρχείο του οποίου βρίσκεται υπό τη στέγη του Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου (ΕΑΙΑ), και για το φιλόλογο Δημήτριο Βερναρδάκη, γιο του Γρηγορίου και πατέρα μου. Βίος και έργα των Δημητρίου και Γρηγορίου Ν. Βερναρδάκη θα μπορούσε να είναι το θέμα για ένα πολυήμερο συνέδριο φιλολόγων, ιστορικών, θεατρολό γων, θεολόγων κτλ. Η σημερινή ολιγόωρη εκδήλωση, με τη δική μου γενικότερη αναφορά και τις επί μέρους αναφορές των άλλων ομιλητών στο πρόσωπο και στα έργα των τιμωμένων, δεν μπορεί λοιπόν παρά να είναι μόνο ένα ερέθισμα. Ευελπιστώ όμως ότι το ερέθισμα αυτό θα βρει γόνιμο έδαφος και θα συντελέσει αφ’ ενός σε μια ευρύτερη και εντονότερη επιστημονική διείσδυση και αφ’ ετέρου στο να γίνουν τα έργα των σοφών αυτών ανθρώπων περισσότερο γνωστά και προσιτά στο ευρύ τερο κοινό. Με την, εν γνώσει της βαριάς πνευματικής κληρονομιάς, ταπεινή αυτή συμβολή μου, θα ήθελα να κάνω μια σύντομη σκιαγράφηση και προσπάθεια αποτί μησης των σοφών προγόνων μου, αρχίζοντας με τον πρεσβύτερο από τους Διόσκουρους, το Δημήτριο Ν. Βερναρδάκη, το μεγάλο Ελληνα σοφό και πατριώτη. Ο βίος του Δημητρίου Βερναρδάκη μπορεί να χαρα κτηρισθεί μυθιστορηματικός. Πρωτότοκος γιος του Νικολάου Βερναρδάκη, του Κρητικού, όπως τον αποκαλούσαν, για τί καταγόταν από το Βενεράτο της Κρήτης, γεννήθηκε στην Αγία Μαρίνα της Λέσβου το 1833. Τα πρώτα του γράμματα τα έμαθε στο Καγιάνι, ένα γραφικό προάστιο δίπλα στην ωραία κωμόπολη της Α γίας Μ αρίνας. Μετά φοίτησε στη Σχολή της Μυτιλήνης, υπηρετώντας ταυτόχρονα στη Μητρόπολη, υπό την προστασία του μητροπολίτη Μυτιλήνης και μετέπειτα πατριάρχη Αλεξανδρείας Καλλίνικου. Έ τυχε τότε να φ ιλ ο ξεν είτα ι στη Μ ητρόπολη Μυτιλήνης ο αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Καλαγάνης, ένας από τους πολυμαθέστερους λευίτες της εποχής του. Ο Καλαγάνης διέγνωσε αμέσως, ύστερα από ορι σμένα περιστατικά, την πρόωρη ευφυΐα και τη μεγάλη στα γράμματα επίδοση του νεαρού Βερναρδάκη. Με κοινό έρανο του μητροπολίτη, του αρχιμανδρίτη και
«Λαϊκή λιθογραφία (ασπρόμαυρη, 52,2x37,4 εκ.), που κυκλοφόρησε στη Αέσβο στα 1907. Εκδότης ο Αντώνιος Α. Καραγιάννης, ο πατέρας μου. Για τους υπότιτλους της λιθογραφίας, ο εκδότης, όπως ξέρω, συμβουλεύθηκε τον ανιψιό του σοφού, το φιλόλογο Δημ. Γρ. Βερναρδάκη». (Πληροφοριακά στοιχεία, γραμμένα στο πίσω μέρος φωτο γραφίας της λιθογραφίας, την οποία έστειλε στις 10.7.1989 ο αείμνηστος Βαγγέλης Καραγιάννης στο Γιάννη Χατζηβασιλείου, στην Αθήνα, ο οποίος όμως τυχαίνει να είναι κάτοχος και της ίδιας της λιθογραφίας)
ενός μοναχού από το Σινά φεύγει ο δεκαπεντάχρονος Δημήτριος για την Αθήνα. Εκεί, αφού φοίτησε ένα χρόνο στο Γυμνάσιο, με γυμνασιάρχη τον ξακουστό διδάσκαλο του Γένους Γεώργισ Γεννάδιο, εγγράφεται το 1849, σε ηλικία 16 ετών, στο Πανεπιστήμιο, φοιτη τής της Φιλοσοφικής Σχολής. Το 1856 κερδίζει ο Λέσβιος ποιητής στο «Ράλλειο Ποιητικό Διαγωνισμό» τη δάφνη με το επικολυρικό ποίημά του «Εικασία». Για την «Εικασία» του Βερναρδάκη γράφει ο εθνικός μας ποιητής Κωστής Παλαμάς, στη νεκρολογία του: «Ο Βερναρδάκης δεν άρχισε το έργο του, καθώς οι περισσότεροι από μας, με τις απαραίτητες συλλογές στίχων των είκοσι χρονών.
Άρχισε με ποίημα σπουδής, με τη βυζαντινή παράδοση της “Εικασίας”». Η βραβευθείσα «Εικασία» ήταν και ο λόγος που προέτρεψε το συγγενή και ομώνυμό του Δημήτριο Βερναρδάκη ή Μπεναρδάκη, πλούσιο μεγαλέμπορο της Πετρούπολης, με ανακοίνωσή του στην πρυτα νεία του Εθνικού Πανεπιστημίου, να αναλάβει την υπο τροφία του νεαρού Δημητρίου για ευρύτερες σπουδές στην Ευρώπη. Ο μεγάλος Έ λληνας ευεργέτης, ο Δημήτριος Μπεναρδάκης της Ρωσίας, προσέφερε, μεταξύ άλλων, μεγάλα ποσά στο Εθνικό Πανεπιστήμιο (είναι αναγραμμένος δεύτερος στη σειρά στη στήλη των ευεργε τών του Πανεπιστημίου), καθώς και για την ανοικοδόμη ση του Αρχαιολογικού Μουσείου. Κι έτσι αναχω ρεί ο Δημήτριος το 1856 για τη Γερμανία. Θα πρέπει να σημειώσουμε εδώ ότι ο νεα ρός υπότροφος έχει και άλλο προστάτη, τον καθηγητή της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Θεόδωρο Μανούση, που ανέλαβε και την έδρα του, όταν γύρισε από τη Γερμανία. Στο Μανούση αφιέρωσε ο Δημήτριος και το προαναφερθέν ποίημά του «Εικασία». Στη Γερμανία σπουδάζει κυρίως στα Πανεπιστήμια του Μονάχου και του Βερολίνου. Το 1857 συγγράφει και το 1858 εκδίδει στο Μόναχο το δράμα «Μαρία Δοξαπατρή» μαζί με τα «Προλεγόμενα περί εθνικού ελληνικού δράματος». Τα Προλεγόμενα αποτελούν ένα από τα πιο σημαντικά κείμενα, όσον αφορά τη θεωρία του δράματος στην Ελλάδα του 19ου αιώνα, για την οποία θα σας μιλήσει διεξοδικότερα ο κ. Πούχνερ. Στις 18 Ιουνίου του 1858 απαγγέλλει σε επίσημη τελετή στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου την ξακουστή πινδαρική ωδή προς τον Ρποάποΐι λΥΕΙιοΙπι ΤΙιίοΓδοΙι, το μεγάλο φιλέλληνα Φρειδερίκο Γουλιέλμο Θείρσιο, όπως τον ονομάζουν οι Ελληνες. Ο Θείρσιος είναι ο διαπρεπής φιλόλογος και παιδαγωγός της Γερμανίας, που σε όλη του τη ζωή εξύμνησε το όνομα της Ελλάδος. Ή ταν κηδεμόνας και προστάτης του Δημητρίου Βερναρδάκη. Η πινδαρική ωδή έγινε αφορμή να γνωρισθεί ο Δημήτριος με το μεγάλο Γερμανό ιστορικό και δημοσιογράφο Ιαοού ΡΜΙ. ΡαΙΙιηοΓαγοΓ, τον περιβόητο «ΡΓ&βΐηοηΐίδΙ», που ισχυρίσθηκε στο σύγγραμμά του «ΟοδοΜοΗΐο άοτ ΗαΙΜηδοΙ Μοτοα \να!ποη(Ι άοδ ΜίΐΐοΙαΙΐΟΓδ» (Ιστορία του Μορέως κατά το Μεσαίωνα), ότι οι σημερινοί Έλληνες έχουν σλαβικό αίμα στις φλέ βες τους. Ο Λέσβιος σπουδαστής κατόρθωσε να μετα πείθει το Γερμανό ιστορικό, ότι το επιχείρημά του, ότι δηλαδή οι Ελληνες είναι Σλάβοι, στηριζόταν σε παρερ μηνεία κειμένων, κυρίως αυτών του Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου, ο οποίος στο σύγγραμμά του «Περί Θεμάτων» αναφέρει σε ένα χωρίο: «έσλαβώθη δέ πάσα ή χώρα και γέγονε βάρβαρος». Ο ΡαΙΙπιθΓαγοΓ έδωσε από λυτο δίκιο στο Βερναρδάκη και από τότε έγιναν φίλοι. Στο τέλος της ίδιας χρονιάς, δηλαδή του 1858, «ο α ντιλή πτω ρ και προσ τά τη ς και παρήγορος και πατήρ», όπως αποκαλεί ο Βερναρδάκης το Θεόδωρο Μανούση, αφήνει με διαθήκη όλη του την περιουσία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ορίζει τα εξής: «Εις τον ως υιόν μου αγαπητόν Δημήτριον Βερναρδάκην, διαμένοντα χάριν σπουδών εις Γερμανίαν, αφίνω
δραχμάς τρ ιά κ ο ντα χ ιλ ιά δ α ς, τας ο ποία ς το Πανεπιστήμιον θέλει πλήρωσή εις αυτόν, μετά την εις Ελλάδα επιστροφήν του, μέχρι τότε δε στέλλη προς αυτόν μόνον τους τόκους του ειρημένου ποσού». Δέον να σημειωθεί ότι η υποτροφία του από τον Μπεναρ δάκη της Ρωσίας δεν επαρκούσε, για να καλύψει ο Δημήτριος όλα τα έξοδά του στην πανάκριβη Γερμανία (η επιστολή αυτή προς τους γονείς του βρίσκεται στο αρχείο του Αθανασίου Βερναρδάκη). Το 1860, τον ίδιο χρόνο που αναγορεύεται διδάκτωρ της Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, εκδί δει στη Λειψία την τραγωδία του «Κυψελίδαι» και την αφιερώνει στο Δημήτριο Μπεναρδάκη. Επιστρέφοντας στην Αθήνα ο Δημήτριος γίνεται στις 11 Ιουνίου 1861 καθηγητής της Γενικής Ιστορίας και Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών, πριν ακόμα συμπληρώσει τα 28 του χρόνια! Η εμπάθεια και η ασυνειδησία των αντιπάλων του ήταν οι κύριοι λόγοι που τον ανάγκασαν να υποβάλει την παραίτησή του στις 20 Ο κτωβρίου του 1869. Ξαναγύρισε στο Πανεπιστήμιο, μετά από επίμονες παρακλήσεις, την 1η Μαρτίου του 1882, για μικρό χρο νικό διάστημα, ενώ ταυτόχρονα διετέλεσε έφορος της Βιβλιοθήκης και παραιτήθηκε και πάλι, αυτή τη φορά οριστικά. Άκαρπες έμειναν και οι προσπάθειές και προτροπές του θαυμαστή του Βερναρδάκη Χαρίλαου Τρικούπη και μεταγενέστερων κυβερνήσεων, να ιδρύ σει την Ακαδημία και να τη διευθύνει εφ’ όρου ζωής. Ο Δημήτριος Βερναρδάκης χρημάτισε και παιδα γω γός του δια δόχου Κ ω νσ ταντίνου, γιου του Γεωργίου του Α ', και των άλλων βασιλοπαίδων. Εκτός από τη «Μ αρία Δ οξαπατρή» και τους «Κυψελίδες», δράματα που έγραψε στα φοιτητικά του χρόνια στη Γερμανία, ο Βερναρδάκης συνέχισε τη δρα ματουργία του με τα έργα «Μ ερόπη», «Φαύστα», «Ευφροσύνη», «Αντιόπη» και «Νικηφόρος Φωκάς». Μερικά από τα δραματικά έργα του μεταφράστηκαν και σε ξένες γλώσσες και παρουσιάστηκαν σε θέατρα του εξωτερικού. Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, τελειώνο ντας το άρθρο του στη «Νέα Εστία» για τα εκατόχρονα του Βερναρδάκη, με αναφορά στα θεατρικά του έργα, και κυρίως στη «Φαύστα», γράφει το 1934: «Σήμερα είμαι βέβαιος πως αν βρισκόταν ένας καλός ποιητής ναγαπήσει τη «Φαύστα», να εμπνευσθή α π’ αυτήν και να την αναπλάση σε ωραίους δημοτικούς στίχους [...] θάχαμε ένα νεοελληνικό δραματικό αριστούργημα. Και θάταν ο μόνος τρ όπ ος για να παρουσιάση λίγο Βερναρδάκη και το Εθνικό Θέατρο και να λείψη κάπως ένα τόσο παράξενο, μα και τόσο δικαιολογημένο παρα τράγουδο: να κράτη εξόριστο η εθνική μας Σκηνή τον κορυφαίο από τους νεώτερους εθνικούς δραματογράφους! Το ίδιο δεν θα είχαμε και με τους αρχαίους, αν ήμαστε υποχρεωμένοι να τους παίζουμε στο πρωτότυ πο; Αλλά τον Αισχύλο, το Σοφοκλή, τον Ευριπίδη, τους μεταφράζουμε στη γλώσσα μας. Γιατί όχι και τον Βερναρδάκη; Όσο είναι «ιεροσυλία» για κείνους, άλλο τόσο θάταν και γ ι’ αυτόν». Οι ερωτήσεις αυτές του Ξενόπουλου εξακολουθούν να παραμένουν αναπάντη
τες και εγώ προσωπικά δεν μπορώ να διανοηθώ πώς μεταφράζονται και παίζονται στην ελληνική σκηνή πολλά δραματικά και άλλα έργα ξένων συγγραφέων με πλοκή όχι ελληνική, ενώ τα έργα του Βερναρδάκη, που αναφέρονται στην εθνική μας αρχαία και κυρίως βυζα ντινή πολιτιστική κληρονομιά και που μπορούν, με ορισμένες παραλλαγές, ή να μεταφρασθούν στη δημοτι κή ή και να παιχθούν στο πρωτότυπο, μένουν στο περιθώριο. Α ναλυτικότερα όμω ς για το θέατρο του Βερναρδάκη θα σας μιλήσει ο κ. Μόσχος. Από τα φιλολογικά, ιστορικά, θρησκευτικά και άλλα έργα του Δημητρίου Βερναρδάκη, τα πιο γνωστά είναι: Ο «Ψευδαττικισμού Ελεγχος», ο Α ' τόμος της «Γενικής Ιστορίας», η «Ελληνική Γραμματική», η μνη μειώ δης έκδοση του Ε υριπίδη, με τις τρα γω δίες «Φοίνισσαι», «Εκάβη», «Ιππόλυτος», «Ιφιγένεια η εν Αυλίδι», «Ιφιγένεια η εν Ταύροις», «Ηλέκτρα» και «Άλκηστις», η «Επιστολιμαία βιβλιοκρισία», έργο γνωστό και ως «Όθων και Καποδίστριας», στο οποίο θα αναφερθεί πιο διεξοδικά ο κ. Ν ιάνιας, η «Ιερά Ιστορία» και η «Ιερά Κατήχησις», βιβλία που βραβεύθηκαν από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, καθώς και τα έργα του περί μουσικής. Ο Βερναρδάκης, που ασχολή θηκε και με την εκκλησιαστική βυζαντινή μουσική, δημοσίευσε το 1876 τα έργα: «Λόγος αυτοσχέδιος περί της κ α θ ’ ημάς εκκλησιαστικής μουσικής» και «Θεμελιώδεις νόμοι της ευρωπαϊκής μουσικής». Στο φιλολογικό έργο του Δημητρίου, μαζί με εκεί νο του Γρηγορίου, θα εμβαθύνει ο κ. Χριστοδούλου, στο δεύτερο μέρος της εκδηλώσεως αυτής. Εκτός από τον ΕαΙΙιηοΓαγοΓ, με τον ισχυρισμό του ότι οι σημερινοί Έλληνες έχουν σλαβικό αίμα στις φλέ βες τους, ο μεγάλος Έλληνας Δημήτριος Βερναρδάκης αντέκρουσε, λίγα χρόνια προτού πεθάνει, και έναν άλλο Γερμανό, τον Κατΐ ΚπιπιύαοΙιοΓ, καθηγητή της Β υζαντινής Φ ιλολογίας στο Π ανεπιστήμιο του Μονάχου. Ο Κωστής Παλαμάς, μη γνωρίζοντας την απάντηση του Βερναρδάκη, που δεν είχε δημοσιευθεί, γράφει μεταξύ άλλων στη νεκρολογία του για το Δημήτριο το 1907: «Του Κρουμπάχερ το κήρυγμα για τη γλώσσα μας τον εξερέθισε* μάθαμε πως πήρε να τ ’ αποκριθή* μα δεν τον αφήσαν τα χρόνια». Στο επαναστατι κό γλωσσικό κήρυγμα του Κρουμπάχερ αποκρίθηκε λοιπόν ο Βερναρδάκης. Τα κείμενα ήταν το 1904 σχεδόν έτοιμα, όταν έπαθε την πρώτη εγκεφαλική προσβολή, που τον οδήγησε ύστερα από τρία χρόνια στον τάφο. Πρωτοδημοσιεύθηκαν από τον πατέρα μου το 1955 στα «Λεσβιακά» (Δ ελτίον της Ε ταιρείας Λεσβιακών Μελετών) και το 1960 έγινε αναδημοσίευση στο περιο δικό «Πλάτων». Η απάντηση του Βερναρδάκη φέρει τον τίτλο: «Ο εν Μονάχω καθηγητής της Βυζαντινής Φιλολογίας περί της νεοελληνικής γραπτής γλώσσης Το πρόβλημα της νεοελληνικής γραπτής γλώσσης». Εκτός από το μνημειώδες έργο «Ψευδαττικισμού Έλεγχος», έργο στο οποίο ο Βερναρδάκης τίθεται υπέρ της ζωντανής γλώσσας, ελέγχοντας τον Κόντο και τους οπαδούς του, δίνει την τελευταία του μάχη πάλι σ’ ένα γλωσσικό θέμα, αυτή τη φορά ενα ντίον του
ΚπιπιύαοΙιοΓ. Λόγω της επικαιρότητας των τελευταίων ημερών, όσον αφορά το μέλλον της ελληνικής γλώσσας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, θα ήθελα να υπεισέλθω κάπως πιο λεπτομερειακά στο κύκνειο άσμα του Δημητρίου Βερναρδάκη, στην απάντησή του στον ΚιτιπιύαοΙιοΓ. Ο ΚηιπιύαοΙιοΓ, καθηγητής της Βυζαντινής Φιλολογίας και της Νεοελληνικής Γλώσσας και Φ ιλολογίας στο Π ανεπιστήμιο του Μ ονάχου, εξεφώνησε στις 15 Νοεμβρίου 1902, στη Βαυαρική Ακαδημία, τον περίφη μο πανηγυρικό λόγο με τίτλο «ϋεΐδ Ρτούΐοπι άεν ηοιΐ£Π€θΙιίδοΙιοη $ούπΐΐ$ρπιού0», τουτέστιν «Το πρόβλη μα της γραφομένης νεωτέρας ελληνικής γλώσσης». Την ίδια μέρα η Γενική Εφημερίδα του Μονάχου δημοσίευσε στο Παράρτημά της (Βοίΐα^ο ζιιτ ΑΙΙ^οητοΐηοη Ζοΐΐυη§) το λόγο του ΚπιπιΈαοΙιοΓ, ο οποίος και πέρασε ύστερα συμπληρωμένος στο περιοδικό της Ακαδημίας με τον ίδιο τίτλο. Ο Κπιπιβαοΐιοι* παρομοίασε λοιπόν στον προαναφερθέντα εορταστικό λόγο τη γραφόμενη νεοελ ληνική γλώσσα, δηλαδή την καθαρεύουσα, με αιγυπτια κή μούμια, που δεν έχει καμιά ομοιότητα με τη ζώσα γλώσσα του λαού. Ο ΚηιιτιβαοΙιοΓ φέρει λοιπόν, για να υποστηρίξει τη θέση του, το εξής παράδειγμα: «Φέρτε μου νερό, κρασί και ψωμί ’ς το σπίτι» από τη δημοτική και το αντίσ τοιχο από την καθαρεύουσα, δηλαδή «Φέρετέ μοι (ή ευγενικώτερα ενέγκατέ μοι) ύδωρ, οίνον και άρτον εις την οικίαν». Αντιπαραβάλλει δε προς τούτο το λατινικό «Ροιΐαΐο π\Μ αηυαπι, νίπιιπι οι ραποπι ίη άοπτυπι» και το παράγωγο ιταλικό «ΡοΠαΐο ιηί αοηιια, νίηο ο ραηο ηοΐΐα οαδα» και παρατηρεί ο ΚηιιηάαοΙιοΓ ότι η δημοτική δε διαφέρει από την τότε γραφόμενη γλώσ σα, μόνο όσον αφορά την κατάληξη και άλλες μικροδιαφορές, όπως τα ιταλικά από τα λατινικά, αλλά και κατά τη ρίζα. Σε μια πρώτη αντίδρασή του γράφει ο Βερναρδάκης: «Τα παραδείγματα ταύτα μας ενθυμίζουσι τον σχολαστικόν του Ιεροκλέους, όστις, θέλων να πώληση την οικίαν του, έλαβε κέραμον εξ αυτής και περιέφερεν αυτήν εις την αγοράν προς δείγμα της πω λουμένης οικ ία ς του». Στην απάντησή του ο Βερναρδάκης ελέγχει τον ΚπιπιύαοΙιοΓ, αναλύοντας μια προς μια τις λέξεις του παραδείγματος και παραθέτο ντας τα αντίστοιχα χωρία των αρχαίων Ελλήνων ποιη τών και συγγραφέων, όπου συναντά ο αναγνώστης τις αντίστοιχες ρίζες των λέξεων αυτών της δημοτικής (εκτός από τη λέξη σπίτι, που προέρχεται από τα λατι νικά), αποδεικνύει με τα ατράνταχτα αυτά επιχειρήμα τα ότι η σημερινή ελληνική γλώσσα, που μιλά ο λαός, όπως και η καθαρεύουσα, έχουν τις ρίζες τους στην αρχαία ελληνική γλώσσα και ότι από την εποχή του Ομήρου δεν έχει αλλάξει σχεδόν τίποτε, όσον αφορά την ετυμολογία των λέξεων. Τα κατάλοιπα του Βερναρδάκη, μαζί με την πολύ τιμη βιβλιοθήκη του, φ υλά γοντα ι στη Δημόσια Βιβλιοθήκη Μυτιλήνης. Εκεί βρίσκονται και τα ανέκ δοτα έργα του, τα χειρόγραφα του Λεξικού της δημοτι κής γλώσσας και της Γενικής Ιστορίας. Είναι πια και ρός να αξιοποιηθούν. (Στο επόμενο η συνέχεια και το τέλος)
ΧΡΙΣΤΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΜΗΤΣΙΩΝΗΣ Οδοιπορικό ζωής, δράσης και πλούσιας προσφοράς Σ τ ι ς 26.8.2001 στην Αγιάσο και στις 19.6.2002 συμπληρωματικά στην Ηλιούπολη είχα την ξεχωρι στή χαρά να πάρω συνέντευξη από τον άλλοτε αγα πητό μου καθηγητή Φ υσικής Α γω γής Χ ρ ίσ το Μητσιώνη, το σεμνό, φιλόπονο και αφιλοκερδή υπη ρέτη του αθλητικού ιδεώδους, που πρόσφερε ανεκτί μητες υπηρεσίες στον τόπο μας, που σφράγισε με την παρουσία του μια ολόκληρη εποχή. Οι παλαιότεροι θυμούνται τη ζέση της καρδιάς του, την ευσυνειδησία και τη φιλεργία του. Οι νεότεροι, που δεν έτυχε να τον γνωρίσουν ή να τον έχουν καθηγητή, μπορούν να σταθμίσουν την ποιότητα ζωής του κοντινού παρελ θόντος και να παραδειγματιστούν από την αγωνιστι κότητα και από το δημιουργικό του ζήλο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΑΕΙΟΥ
« Γ εν ν ή θ η κ α στο χω ριό Σοφ άδες της Κ α ρ δί τσ α ς σ τις 30 του Νοέμβρη του 1925. Σ ύ μ φ ω να όμως με τα τηρούμενα ληξιαρχικά στοιχεία, γεννή θηκα στις 22 του Μάρτη του 1926. Γονείς μου ήταν ο Γεώργιος Μητσιώνης, έμπορος εγχώριων π ρ ο ϊό ντω ν, κα τα γόμ ενος από το Γ ραμματικό (Κ αραλάρ), και η Σοφαδίτισσα Ευδοξία Χρίστου Τόπα. Παρακολούθησα εγκύκλια μαθήματα στη γενέ τειρά μου, όπου τελείω σα το Δ ημοτικό και δύο τάξεις του Ημιγυμνασίου, που λειτουργούσαν τότε εκεί. Μετά πήγα στό Γυμνάσιο της Καρδίτσας, στο ο π ο ίο φοίτησα τρ ία χ ρ ό νια , με πολλές, βέβαια,
Ο Χρίστος Μητσιώνης με χειμερινή αμφίεση, αλλά και με ανοιξιάτικο χαμόγελο αισιοδοξίας...
δυσκολίες, γιατί μια έρχονταν οι αντάρτες, μια οι Ιταλοί. Την τελευταία χρονιά έδωσα εξετάσεις, ως κ α τ ’ ο ίκ ο ν δ ιδ α χ θ ε ίς , σ τό Π ρ α κ τ ικ ό Λ ύ κ ειο Αμπελοκήπων της Αθήνας, από το οποίο πήρα και το Απολυτήριο το 1944. Ο π α τέρ α ς μου ήτα ν β ενιζελ ικ ό ς. Εγώ στην Κατοχή ήμουν επονίτης και συνέχισα να προσφέ ρω υ π η ρ ε σ ίε ς, μέσα α π ό τ ις γ ρ α μ μ έ ς της Οργάνωσης, και αργότερα. Αυτό είχε ως συνέπεια
Αναμνηστική φωτογραφία καθηγητών και μαθητών δια φόρων τάξεων του άλλοτε ενι αίου μεικτού Γυμνασίου Αγιάσου, κατά το σχολικό έτος 1954-1955. Διακρίνονται, από αριστερά, οι καθηγητές: Χρίστος Μητσιώνης, Δημήτριος Σκλε πάρης (φιλόλογος), Ευστράτιος Βαμβουρέλης (φιλόλογος), Κώστας Τζηρίδης (θεολόγοςδιευθυντής), Μανόλης Πλευριτάκης (μαθηματικός) και Φώτιος Σιδερής (φιλόλογος).
να μπω στο στόχα σ τρο τω ν διώ ξεω ν, ό π ω ς και τό σ ο ι ά λ λ ο ι, μ ετά τα Δ ε κ ε μ β ρ ια ν ά κ α ι τη Συμφωνία της Βάρκιζας. Ο ι μ νή μ ες μου α π ό τα μ α ύ ρ α χ ρ ό ν ια της Κατοχής είναι πολλές. Έ να από τα γεγονότα που με συγκλόνισε ιδιαίτερα ήταν ο βομβαρδισμός των Σ οφ άδω ν το κα λοκα ίρ ι του 1943. Το χω ριό μου ή τα ν α ν τ α ρ τ ο κ ρ α τ ο ύ μ ε ν ο . Υ π ή ρ χ α ν ν τ ό π ιο ι αντάρτες Σ οφ αδίτες, αλλά και ξενομερίτες. Έ να γερμανικό αεροπλάνο αναγκάστηκε να προσγειω θεί α ν ώ μ α λ α σ το χ ω ρ ιό Κ α λ λ ιφ ώ ν ι, μ ετα ξ ύ Κ αρδίτσας και Σοφάδω ν. Οι πιλότοι δεν έπαθαν τίποτα. Ο ένας έμεινε να φυλάει το αεροπλάνο. Ο άλλος, με άλογο που του έδωσαν στο Καλλιφώνι, έφυγε, για να ειδοποιήσει τους δικούς του για την ανώμαλη προσγείωση του αεροπλάνου. Οι αντάρ τες όμω ς που ήταν στο Κ αλλιφ ώ νι σκότωσαν το φύλακα Γερμανό πιλότο και έκαψαν το αεροπλά νο. Οι Γερμανοί που έμαθαν το γεγονός θεώρησαν δράστες τους αντάρτες των Σοφάδων και προέβησαν σε αντίποινα. Την επομένη, στις 23 του Ιούλη, αν δεν κάνω λάθος, βομβάρδισαν το χωριό μου και οι νεκροί ήταν 8 ή 9 άτομα. Είχαν μείνει σ ’ αυτό, μετά την εκκένωσή του, οι γέροι, οι γυναίκες και τα π α ιδ ιά . Ό λ ο υ ς α υτούς του ά μ α χους, 150 ψ υχές περίπου, τους συγκέντρωσαν οι Γερμανοί σε μια αποθήκη που είχε ντάνες άχυρο. Ή θελαν να τους βάλουν φ ω τιά και να τους κάψουν. Την κρίσιμη όμως στιγμή έφτασε επί τόπου ένας φαρμακοποι ός, ονομαζόμενος Ζουρνατζής, ο οποίος μπορούσε να επηρεάσει τους Γερμανούς. Αυτός τους έπεισε ότι οι Σοφαδίτες δεν είναι υπεύθυνοι για ό,τι έγινε, γ ια τ ί η α π ό σ τα σ η το υ χ ω ρ ιο ύ τ ο υ ς α π ό το Κ α λ λ ιφ ώ νι είν α ι π ο λύ μεγάλη. Έ τσ ι γλ ίτω σ α ν όλοι και ανάμεσά τους η μάνα μου. Εγώ είχα φύγει
Ο Χρίστος Μητσιώνης, όταν ήρθε στην Αγιάσο το 1952.
με το ποδήλατο ενός λοχαγού των ανταρτών, που για την πράξη μου αυτή ήθελε να με περάσει από στρατοδικείο. Ή μουν, όπω ς είπα προηγουμένως, οργανωμένος στην ΕΠΟΝ. Το 1946 έδωσα εξετάσεις στην Εθνική Ακαδημία Σωματικής Αγωγής (ΕΑΣΑ) και πέτυχα. Η φοίτηση ήταν τριετής, αλλά τα χρόνια ήταν δύσκολα. Κατά τη δ ιά ρ κ ε ια το υ δεύ τερ ο υ έτο υ ς σ π ο υ δ ώ ν κ α ι συγκεκριμένα στις 8 του Απρίλη του 1948, ημέρα Παρασκευή και ώρα 8 το πρωί, όταν μπήκαμε για μάθημα, ήρθε στη Σχολή η Ασφάλεια και με ζήτησε.
Στιγμιότυπο από Γυμναστικές Επιδείξεις του μεικτού ενιαίου Γυμνασίου Αγιάσου, στο γήπε δο, όπως ήταν πριν από μισό αιώνα περίπου, με γείτονες τα δύο λιοτρίβια. Τα καλάθια, δεξιά και αριστερά, μαρτυ ρούν πως η καλαθοσφαίριση δεν ήταν άγνωστη στο χωριό της Μεγαλόχαρης... Διακρίνονται στον αγωνιστικό χώρο δεξιά ο γυμναστής Χρίστος Μητσιώνης και αρι στερά ο διευθυντής Κώστας Τζηρίδης.
Διευθυντής τότε ήταν ο Σταμούλης, μεγάλος φασί στας. Φ ασιστοειδές και ο καθηγητής Σερμπέτης. Ή ρθε κάποιος υπάλληλος στην αίθουσα διδασκα λίας και είπε ότι με ζητάει ο διευθυντής. Ο καθηγη τής Ρ ίζο ς, ο γυμναστής, που μας έκανε την ώρα εκείνη μάθημα, μου είπε να πάω . Εγώ, που είχα ψυλλιαστεί, του είπα: Τι να πάω, κύριε καθηγητά, δε με θέλει ο διευ θ υ ντή ς, με θέλει η Α σφ άλεια. Τελικά πήγα και οδηγήθηκα στη Γενική Ασφάλεια Α θηνών, στην οδό Σ α ντα ρ όζα ή Σ ατω βριάνδου. Εχει ήρθε ο πατέρας μου, μακαρίτης σήμερα, με ένα συμπατριώτη μοίραρχο της Αστυνομίας και με πίε σαν να κάνω δήλωση, αλλά δεν έκανα. Την επομένη της σύλληψης μεταφέρθηκα στην Ικαρία, τη φιλόξενη. Πήγα στον Εύδηλο και ύστερα από λίγες μέρες στο Χριστό, που είναι η Αγιάσος της Ικαρίας. Αυτό που με πείραζε εδώ ήταν η α ντι κατάσταση του ονοματεπω νύμου μου με αριθμό. Εγώ είχα το νούμερο 574. Δίναμε πα ρουσία δυο φορές τη μέρα. Μας απαγόρευαν να γυρνάμε ελεύ θερα. Η φ ιλ ο ξενία τω ν Κ α ρ ιω τώ ν ήταν το κ ά τι άλλο. Και η συμπεριφορά όμως τω ν εκτοπισμένων έπρεπε να είναι άψογη. Ό π ο ιο ς πείραζε κοπέλα, α πομ ο νω νό τα ν, έπεφτε σε α νυπολη ψ ία . Εγώ με τ ο υ ς σ υ ν τ ρ ό φ ο υ ς μου έμ ενα στο σ π ίτ ι εν ό ς ΚαριώτΐΊ, που διέθετε δυο δωμάτια. Το ένα το είχε ο ίδιος με τη γυναίκα του και με τις τρεις κόρες του, ενώ το άλλο το είχε πα ρ αχω ρ ήσ ει σ ’ εμάς. Στην Ικαρία έμεινα έντεκα μήνες περίπου. Στις 23 του Μάρτη του 1949, χωρίς προειδοποί ηση, μας μάζεψαν όλους, τω ν πλάσεων 1946 και 1947, και μας επιβίβασαν σ’ ένα καράβι, με προορι σμό τη Μακρόνησο. Φτάσαμε αυθημερόν και μας απομόνωσαν σε μια χαράδρα, για τί την ίδια μέρα Επισκέφτηκαν τη Μ ακρόνησο ο βασιλιάς Π αύλος και η βασίλισσα Φρειδερίκη, που έφυγαν το απόγευ μα. Εμείς όμως δεν τους είδαμε, έτσι αποκλεισμένοι που ήμασταν. Εμείς όλοι προοριζόμασταν για το Πρώτο Ειδικό Τάγμα Ο πλιτών (ΑΕΤΟ). Ό ταν μας οδήγησαν εκεί, ο καιρός ήταν άσχημος και ψιλόβρε χε. «Βούλγαροι, εδώ θα κοιμηθείτε απόψε! Μην τολ μήσει κανείς να σηκωθεί!», μας είπαν. Την επομένη ήρθαν στις έξι το πρωί οι αλφαμίτες και μας ξύπνησαν με απειλές και με βρισίδια. Μ ας οδήγησαν στην πλα τεία τω ν Σ τρ α τιω τικ ώ ν Φυλακών, τω ν οποίω ν διοικητής ήταν ο λοχαγός Σαφάκας, μεγάλος φασίστας. Ή μασταν 236 νεολαί οι και ο Καστρίτσης, κα τ’ απονομήν λοχαγός, μας παρέταξε κατά τριάδες. Εδώ ήρθε ο διοικητής του ΑΕΤΟ, ο γνωστός Α ντώ νιος Βασιλόπουλος. Μας μίλησε και μας είπε π ω ς πεθαίνει ο κομουνισμός κα ι άλλα π α ρ ό μ ο ια . Μ όλις τέλειω σε ο Β α σ ιλό πουλος, πήρε το λόγο ο Καστρίτσης και συνέχισε και αυτός το αντικομουνιστικό τροπάριο. Ό σοι δε
Στιγμιότυπο από Γυμναστικές Επιδείξεις (σχολικό έτος 1954-1955). Ο Χρίστος Μητσιώνης εποπτεύει, ο μαθητής Γρηγόριος Βασιλάς αιωρείται...
θέλετε να υπογράψετε δήλωση, μας είπε, να βγείτε αριστερά. Στην αρχή βγήκαμε όλοι. Στη συνέχεια όμως οι μισοί περίπου αποτραβήχτηκαν, γιατί δεί λιασαν. Α πό εδώ ά ρχισ α ν τα πολύ δύσκολα στο παιχνίδι του βιασμού των συνειδήσεων. Ξεκίνησε το ανελέητο κυνηγητό στο προα ύλιο τω ν Φυλακών. Μας έδερναν με τριχιές, με μαγκούρες, με μπαμπού, με ό,τι να φανταστείς. Εγώ, επειδή ήμουν γρήγορος, ξέφευγα. Ό ποιος ξεμοναχιαζόταν έτρωγε τις περισ σότερες. Βρήκα λοιπόν ένα τσούρμο και εντάχτηκα σ ’ α υ τό , γ ια να δ έ χ ο μ α ι λ ιγ ό τ ε ρ α χ τυ π ή μ α τα . Νιώθαμε έντονα τον ξεπεσμό της ανθρώπινης αξιο πρέπειας. Άγνωστοι έρχονταν και μας χτυπούσαν με μανία, γιατί δε θέλαμε να υπογράψουμε. Οι ξυλο δαρμοί και τα καψώνια συνεχίστηκαν. Υπήρχαν και αυτοί που μας έριχναν με κουβάδες νερό, για να μη λιποθυμούμε. Πολλά τα περιστατικά και ποιο να πρωτοθυμηθώ. Θυμάμαι που την πρώτη μέρα, οδη γούμενοι, όσοι δεν «ανανήψαμε», στο ΑΕΤΟ, ενώ δια τα χτή κ α μ ε να τρ α γουδήσ ουμ ε «Του α ϊτ ο ύ ο γιος», εμείς ψάλαμε τον Εθνικό Ύμνο. Θυμάμαι τις κατοπινές μεθοδεύσεις, στους χώρους βασανισμού, στα γραφεία και αλλού, για την απόσπαση των υπο γραφών. Βαθιά χαράχτηκε όμως μέσα μου η περί πτωση του Μανόλη Παπουτσάκη. Ο πατέρας του ήταν σ υ ντα γ μ α τά ρ χ η ς του ελλη νικού σ τρ α τού, άνθρωπος δημοκρατικός, και τον σκότωσαν οι χίτες στα Χανιά. Ο ίδιος είχε αναπηρία, είχε κάποιο πρό-
βλήμα στο πόδι του. Διαμαρτυρήθηκε έντονα, άλλ’ ο Κ α σ τρ ίτσ η ς, α ν δεν κ ά νω λ ά θ ο ς, το ν χτύπη σ ε βάναυσα, αποκαλώντας τον Βούλγαρο. Ο Μανόλης δέχτηκε το χτύπη μ α α τά ρ α χο ς, έπνιξε τον πόνο παλικαρίσια. Ή ταν ο ένας από τους δυο που άντεξαν ως το τέλος, που δεν υπέγραψαν δήλωση. Αυτοί οι δυο απομονώ θηκαν, για να περάσουν και από πολλές άλλες δοκιμασίες. Στη Μακρόνησο μας φέρανε ως στρατιώτες τρί της κατηγορίας, μέχρις ότου ήρθε ένας συνταγμα τάρχης, ο οποίος μας συγκέντρωσε στο ΚΨ Μ και μας είπε πω ς με τη στάση μας γίναμε στρατιώ τες δεύτερης κα τη γορίας. Π ροβιβαστήκαμε α πό την τρίτη θέση στη δεύτερη. Μας κατένειμαν σε λόχους. Εγώ ήμουν στον Γ ' Λόχο, με τη «γαλανή». Ό τα ν ήρθε ο διοικητής, ο Δημητρακόπουλος, μας αντιμε τώπισε ως στρατιώτες. Κάναμε ασκήσεις. Κάναμε τα μπάνια μας. Μας έδιναν εικοσιτετράωρες άδει ες και εμείς γυρίζαμε έξι μέρες αργότερα. Δεν έλε γα ν τίπ ο τα . Έ π α ιρ ν α ν την τρ ο φ ο δο σ ία μας και έβγαζαν πολλά λεφτά. Πηγαίναμε μέσω Λ αυρίου στην Αθήνα. Το μόνο καλό που θυμάμαι από τη Μακρόνησο είναι ότι γυμναζόμουν. Σ τις αρχές του 1951 πήρα άδεια ως α ποχαρα κ τη ρ ισ μ ένος σ τρ α τιώ τη ς δεύτερη ς κ α τη γο ρ ία ς, αφού είχα κάνει δήλωση, και τελείωσα το δεύτερο έτος της ΕΑΣΑ, συνεχίζοντας τις σπουδές που είχα σταματήσει, λόγω της σύλληψης και του εκτοπισμού μου στην Ικαρία, τον Απρίλη του 1948. Στη Σχολή γνώρισα και τον Κλεάνθη Παλαιολόγο, που ήταν μασόνος, άλλ’ είχε θετική προσφορά και δρά ση. Το επόμενο έτος τελείωσα τις σπουδές μου και πήρα το πτυχίο μου. Κατά τη διάρκεια της άδειας, που είχα λάβει για τη συνέχιση των σπουδών μου, έγινε απόλυση της 12ης ΕΣΣΟ, στην οποία ανήκα, με α π ο τέλεσ μ α να μη χ ρ εια σ τεί να επισ τρ έψ ω . Έ τσι υπηρέτησα λιγότερο.
Επειδή είχα πρωτεύσει από τη σειρά του 1952, η καθηγήτρια της ΕΑΣΑ Βινιεράτου, π α ρ ’ όλο που είχαμε μαλώσει, πρότεινε στη Σχολή Γουναράκη, στην οποία εργαζόταν και η ίδια ως γυμνάστρια, να με προσλάβει. Τελικά δεν πήγα στη Σχολή αυτή, αλλά ήρθα στη Λέσβο, μαζί με το σ υνάδελφ ο Θανάση Μπαράκο, ύστερα από υπόδειξη του ξάδερφου του Γεωργίου Μποκολίνη, ο οποίος είχε προσληφτεί ως καθηγητής Φ υσικής Α γω γής στην Π α ιδα γω γικ ή Α κ α δη μ ία Μ υτιλή νη ς. Ο φ ίλ ο ς μου Θ ανάσ ης Μπαράκος πήγε στο Γυμνάσιο της Καλλονής και εγώ στο Γυμνάσιο της Αγιάσου, όπου διευθυντής ήταν ο αείμνηστος θεολόγος Κώστας Τζηρίδης, ο οποίος μάλιστα αργότερα έγινε και κουμπάρος μας, στεφα νώνοντας μας, αλλά και βαφτίζοντας την κόρη μας. Στην Α γιάσο ήρθα σ τις 4 του Σεπτέμβρη του 1952. Π ροτού έρθω, είχα γνωρίσει στην Αθήνα το δήμαρχο Στρατή Τραγάκη, με τον οποίο συναντή θηκα στο Ξενοδοχείο «ΙΟΝ», κοντά στην Ομόνοια. Ή ταν άνθρωπος με δημοκρατικές ιδέες και ανήκε σ ’ αυτούς που διώχθηκαν. Τον χτύπησαν, τον έδει ραν, στου Φαγά την πόρτα. Η συνεργασία μου μαζί του, όπω ς και με τον Κώστα Τζηρίδη, υπήρξε γόνι μη. Ό τ α ν έφ τα σ α στην Α γ ιά σ ο , π ή γ α στο Δημαρχείο και συνάντησα τον Τραγάκη. Εκεί γνώ ρισα και τον υπάλληλο Μ ιλτιάδη Χ ουτζαίο, του οποίου ο μεγάλος ο γιος, ο Γιώργος, είχε σπάσει το χ έ ρ ι το υ κ α ι κ ιν δ ύ ν ε υ ε να π ά θ ε ι α γκ ύ λ ω σ η . Ανέλαβα και του έκανα μασάζ. Το 1954, σ τ ις 30 το υ Γ ενά ρη, τω ν Τ ρ ιώ ν Ιεραρχώ ν, παντρεύτηκα την Ε υσ τρα τία (Τούλα) Τσοκάρου, τη θυγατέρα του δασκάλου Παναγιώτη Α ντω νίου Τσοκάρου και της Δ έσποινας Σταύρου Νουλέλη. Ο γάμος μας έγινε σε στενό κύκλο, στο ξωκλήσι του Αγίου Δημητρίου, από τον πρωτοπρε σβύτερο Ν ικόλαο Π απουτσέλη. Κ αι τούτο, για τί την προηγούμενη μέρα είχε αποβιώ σει ο σύζυγος
Στιγμιότυπο από ποδοσφαιρι κή συνάντηση. Λεύτερος, από αριστερά, στον αγωνιστικό χώρο, ο Χρίστος Μητσιώνης. (Από τη Συλλογή Γιάννη Χατζηβασιλείου)
μακαρίτη σήμερα Λάκη Π ετρ ό π ο υ λο , που ήταν π ρ ο π ο ν η τή ς. Το 1975 ή μ ο υ ν π ρ ο π ο ν η τή ς της «Προοδευτικής» Αθηνών. Από το 1976-1978 ήμουν προπονητής του «Αθλητικού Ομίλου Αιγάλεω». Το 1979 το ποδόσφαιρο με νόμο έγινε επαγγελματικό κ α ι εγώ α ποχώ ρησα. Μ ου δόθηκε η ευκ α ιρία ν ’ ασχοληθώ με τη συγγραφή. Συνεργάστηκα με το μ α κ α ρ ίτη σήμ ερα σ υ ν ά δ ελ φ ο Ε υ ά γ γ ελ ο Θ. Π αλάντζα και κυκλοφόρησαν δυο βιβλία μας, τα παρακάτω: α. Προπόνηση Ποδοσφαίρου. Θεωρία Ασκήσεις (Αθήνα 1992). β. Το Ποδόσφαιρο. Η προ
Ο Χρίστος Μητσιώνης με τη σύζυγό του Ευστρατία κατά την ημέρα της συνέντευξης. (Αγιάσος, οικία Χρίστου Μητσιώνη, 26.8.2001)
της α δερ φ ή ς του π εθ ερ ού μου Ρ η νιώ ς Γ ιά ννη ς Καβαδάς. Αποχτήσαμε δυο πα ιδιά , την Ευδοκία, π ο υ μας χά ρισ ε δυο εγγ ό νια , την Ελένη κ α ι τη Δ έσ π ο ιν α , κ α θώ ς κ α ι το Γ ιώ ργο, η λεκτρ ολόγο μηχανικό, π τυ χ ιο ύ χ ο της Π ολυτεχνικ ής Σχολής Ξάνθης του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης. Στο Γυμνάσιο της Α γιάσου υπηρέτησα ως το τέλος του σχολικού έτους 1956-1957. Πληρωνόμουν από τη Σχολική Εφορεία, γιατί μόνο οι τρεις τάξεις ήταν του δημοσίου. Κ άποιος είπε ότι παίρνω πολ λά. Αυτό με έθιξε και αναγκάστηκα να φύγω, π α ρ ’ όλο που αγαπούσα την Αγιάσο και δεν ήθελα να πάω αλλού. Ή ρθα στην Αθήνα και εργάστηκα 32 μήνες στο Λεόντειο Λύκειο, στην οδό Σίνα, που ήταν ιδιω τι κό σχολείο. Στα τέλη του 1962 πήρα υποτροφία της Γερμανικής Κυβέρνησης και φοίτησα επί ενάμισι χ ρ ό ν ο στη δροΠίιοοΗδοΗιιΙε (Α νώ τα τη Σ χο λή Αθλημάτων) της Κολωνίας της Δυτικής Γερμανίας. Παρακολούθησα επί δυο εξάμηνα μαθήματα σχετι κά με το Ποδόσφαιρο και επί ένα εξάμηνο μαθήμα τα Γυμναστικής. Πήρα το πτυχίο «Ριΐδδβ&ΙΙεΗΓΟΓ», που ήταν το ανώτατο πτυχίο τότε, με το οποίο θα μπορούσα να εργαστώ κ α ι στη Γερμανία, α ν με ήθελε κάποιος γερμανικός σύλλογος. Ό τα ν γύρισα α πό τη Γερμανία, μπήκα ενεργά στο π ο δόσ φ α ιρ ο. Έ γρ α ψ α ά ρθρα σχετικά με το ποδόσφαιρο, και όχι μόνο, σε διάφορες εφημερίδες, ό π ω ς «Α θλητική Η χώ » κ α ι «Φως». Δ ίδ α ξα δυο χρόνια στο Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Α θλητισμού (ΤΕΦΑΑ) Α θηνώ ν το ποδόσ φ α ιρ ο. Εργάστηκα, από το 1970-1974, στον «Ολυμπιακό» ως γυμναστής της ποδοσ φ α ιρική ς ομάδας, με το
πόνηση της τακτικής. Θεωρία. Ασκήσεις-Παιχνίδια (Αθήνα 1996). Εδώ πρέπει να προσθέσω πω ς υπάρ χει και ένα άλλο παλαιότερο βιβλίο μου, με τίτλο Το Π οδόσφαιρο. Η τεχνική του με ασκήσεις και εικόνες, Αθήναι 1970. Στενή υπ ή ρ ξε η σχέση μου στην Α γιά σ ο ό χ ι μόνο με το Γυμνάσιο, αλλά και με την ποδοσφαιρι κή ομάδα του Γυμναστικού Συλλόγου «Όλυμπος», της ο π ο ία ς υπ ή ρξα π ρ ο π ο νη τή ς ά μ ισ θ ο ς, ό τα ν ήμουν καθηγητής, αλλά και αργότερα». Αγιάσος, 26.8.2001 - Ηλιούπολη, 19.6.2002
Αναμνηστική φωτογραφία του Χρίστου Μητσιώνη και του άλλοτε μαθητή του στο ενιαίο μεικτό Γυμνάσιο της Αγιάσου Γιάννη Χατζηβασιλείου, μετά την ολοκλήρωση της συνέντευξης. (Αγιάσος, οικία Χρίστου Μητσιώνη, 26.8.2001).
Α Ε Σ Β ΙΑ Κ Α Α ΡΧ Ε ΙΘ Α ΙΦ ΙΚ Α ΣΥ Μ Μ ΕΙΚ ΤΑ Απόδειξη του Εισπρακτορείου Οδοποιίας Αγιάσου (1887) Η οδοποιία από τα παλαιά χρόνια ως τις μέρες μας ήταν και εξακολουθεί να είναι πρωτεύον μέλημα τω ν κρατικών υπηρεσιών, της τοπικής αυτοδιοίκησης αλλά και των ιδιωτών. Οι δρόμοι ήταν απαραίτητη προϋπόθεση επικοινω νίας με τους άλλους ανθρώπους, προαγωγής του εμπορίου, διακίνησης των ιδεών, εξάπλωσης του πολιτισμού. Η θάλασσα γινόταν γέφυρα επαφής με τα λογής λογής πλεούμενα. Η στεριά όμως, με τα βουνά, με τα πυκνά δάση, με τα ποτάμια και με τόσα άλλα μπόδια, δυσκόλευε αφάνταστα τους ανθρώ πους. Κ αι στη Λέσβο, από τα τέλη του προπερασμένου κυρίω ς αιώνα, έγιναν προσπάθειες χάραξης νέων δρόμων αλλά και συντήρησης των παλαιών. Μετοχή σ ’ αυτές τις προσπάθειες, όπως ήταν φυσικό, είχε και η ορεινή και δύσβατη Αγιάσος. Στη σ υνέχεια δημοσιεύουμε δ ιπ λ ό τυ π η α π όδειξη (διασ τάσ εω ν 12x13 εκ.) του Ε ισ π ρ α κ το ρ είο υ Ο δ ο π ο ιία ς Α γιάσου», της 28.5.1887. Ο φ ο ρ ο λ ο γ ο ύ μ ε ν ο ς Π ρ ο κ ό π ιο ς Ε υ σ τρ α τίο υ Σ α μ α ρ α δ έ λ ’ (Σαμαραδέλης) καταβάλλει τριάντα δυο γρόσια για τέσσερα μεροκάματα, ύψους οχτώ γροσίων το καθέ να. Εισπράκτορας ο Μ ιχαήλος Καβιάδηςζ.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1. Βλ. περ. «Αγιάσος» τχ. 14 (1983), α 2,16(1983), σ. 13. Βλ. κ α ι Στρατή Π. Κ ολαξιζέλη, Θ ρύλος και
ιστορία της Α γιά σ ο ν της νήσον Α έσ βο ν, Φ ω το μ η χα νικ ή α να τύ π ω σ η , Φ ιλ ο π ρ ό ο δ ο ς Σ ύ λ λ ο γο ς Α γιασω τώ ν, Αθήνα 1997, σ. 331-332. 2. Ο Μ ιχ α ή λ ο ς Δ η μητρίου Κ αβιάδης (18511932) είχ ε ενερ γ ό α ν ά μειξη στα κ οινά . Βλ. εφ. « Α γ ιά σ σ ο ς» 8.12.1932 (77), σ. 4. Θάνατοι. Μιχ. Δημ. Καβιάδης, ετώ ν 81. Μ ν η μ ό σ υ ν ο ν Μ ιχ. Κ α βιάδη. Α δερφός του ήταν ο γνω στός για τρός Ιω ά ν νη ς (Γ ια ν ν ίκ ο ς ) Κ α β ιά δης. Βλ. Στρατή Π. Κολα ξιζέλη, ό .π ., σ. 268, 289, 291.
ΑΕΣΒΙΑΚΗ
ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ
Ααΐκά παιδικά στιχουργήματα από την Αγιάσο Ε' Μ ό λ ις ικανοποίησα αρκούντως την πείνα μου και για να μ’ αφήσει η γιαγιά να βγω πάλι έξω, πρέ πει να βάλω τα μεγάλα μέσα! Πιάνω απαλά το στο μάχι μου και βογκάω ελαφρά: Οχ! Ω για, η τσλια μ’ πουνεί! Μα πού να την ξεγελάσεις την «παλκάρια»! Να και η πληρωμένη απάντησή της στον ... πόνο μου:
Πάντα Γιάννης ε μπουρεί, πάντα κώλουσιντ πουνεί. - Φάγι, ρε, κουμμάτ’ ακόμα, τσι προυλαβαίν’ς να πας μ ’ έφτις τς αλαμάνις (τις γειτονοπούλες μου εννοεί), που σι φουνάζιν. Αλλά ποιος ακούει! Με την μπουκιά στο στόμα και μ’ ένα θεριεμένο «γουν ίδ ’» στο χέρι, πετιέμαι σαν ελατήριο στο δρόμο, για να ξανάβρω την παρέα. Εντωμεταξύ από μια γωνιά να σου και προβάλ λει ο φίλος μου, Δ ’μήτ’ς το Κ αμπιρέλ’, ο γιος του μαχαιρά ντε, με το ροδάνι του στο χέρι, να καμαρώ νει σα διάνος για το καινούριο του απόκτημα. Είναι να μη σκας από τη ζήλια σου, όταν ο άλλος διαθέτει τέτοιο ολοκαίνουριο και ανεκτίμητο θησαυρό; - Ε Δ ’μήτ’, δω μ’ του α ποίσου μια βόλτα. Και ο καλόκαρδος Δ ’μήτ’ς, με πόνο βέβαια ψυχής, αποχωρίζεται για λίγο το πολύτιμο απόκτημά του, αλλά δεν αντέχει για πολύ και μετά την πρώτη βόλτα, το ζητάει επίμονα πίσω. Και εγώ με κακεντρέχεια: Α ίν ’ς του, παίρν’ς του, του Σάββατου πιθαίν’ς του! Ευχόμενος προφανώ ς μέχρι το Σάββατο το τσέρκι να έχει καταστραφεί και έτσι να έχει εκλείψει και το αντικείμενο του πόθου και της ζήλιας. Δυστυχώς ή ευτυχώς όμως οι κατάρες μας δεν έπιαναν πάντα! Ας παίξουμε τώρα τίποτα άλλο. Να πούμε παρα μύθια τραγουδιστά; Ναι, ναι! Όλοι μαζί λοιπόν, με το ένα-δύο-τρία, να πούμε την «κάτα». Ένα-δύο-τρία:
Μια φουρά τσ ’ έναν τσιρό π ή γ’ η κάτα στου χουρό. Τ σ’ ένι χόριψι καλά τσι της κόφαν την ουρά τσι την βάλανι στου πιάτου τσι μας λεν, ουρίστι, φα του! - Τσ’ άλλου τσ’ άλλου, ποιος ξέρ’ άλλου; - Γω ξέρου ακόμα ένα, αλλά είνι κουμμάτ’ αδιάντρουπου! - Ε πειράζ’, κουντεύγιν γ ’ Απουκριγιές, πε του. Αρχίνα πρώτους τσι θα ν ’ ακλουθούμι μεις.
Μια φουρά ’νταν μια γριγιά τσι κατούργει στραβαλά τσι της βάλαν πάνι:ιγιέρα τσι κατούργει στουν αγέρα. Σίγουρα κανείς από μας δεν ήξερε τι ακριβώς σήμαι νε η λέξη «παντιγιέρα» (σημαία, στα ιταλικά!) και γ ι’ αυτό φανταζόμαστε ότι πρέπει να είχε κάποια σχέση με το ανδρικό μόριο, που είναι κατάλληλο για κατούρημα στον αγέρα, και φυσικά σκάγαμε στα γέλια, με το απίθανο κατόρθωμα της γριάς! Και μια και τραγουδούσαμε για το κατούρημα, μια από τις μικρές της παρέας μας ένιωσε, φαίνεται, κάποια άμεση και πιεστική ανάγκη και τρέχοντας χώθηκε στο διπλανό χάλασμα. Χαζή ήταν να πάει στο σπίτι της, λίγο παρακάτω, να την κρατήσει μέσα η μάνα της και να χάσει το ραβαΐσι; Τρύπωσε λοι πόν στο διπλανό οικόπεδο και βολεύτηκε μια χαρά, όπως κάναμε πολύ συχνά όλοι μας! Ε, κρίμα όμως δεν ήταν να την αφήσουμε μοναχή κ α ι π α ρ α πονεμ ένη ! Ας τη σ υντροφ έψ ουμ ε α πό μακριά με το σχετικό δίστιχο:
Ανιβαίνου, κατιβαίνου, τα βρατσιά μου λυω τσι δένου, της τραγουδούμε όλοι μαζί ρυθμικά. Κ αι επειδή αργεί λίγο να επιστρέψει της συμπληρώνουμε:
Π οίσ’ τουν, κόρη μ ’, π ο ίσ ’ τουν, π ο ίσ ’ τουν τρουλουτόν, π ο ίσ ’ τουν τσι μιγάλουν τσι καμαρουτόν! Το αρσενικό γένος που χρησιμοποιούμε στο δεύτε ρο τραγουδάκι μας είναι βέβαια αρκούντως... μεγε θυντικό και δυσκολεύει τα πράγματα, αλλά... δεν το κάναμε επίτηδες, το άτιμο το τραγούδι το λέει! Τέλος, ξαλαφρωμένη η μικρή, επιστρέφει στην παρέα μας, που την υποδέχεται ολίγον ...ειρωνικά:
Ντάστανα, μουρ’Αργυρή, φάγαν κάτις του τυρί τσ ’ εν αφήκαν τίπουτα, μόνου τα πιρίκουκα. Ντάστανα, μουρ’, ντάστανα, πο ’φαγις τα κάστανα. (Συνεχίζεται)
ΓΙΑΝΝΗΣ Α. ΠΑΠΑΝΗΣ
ΛΕΣΒΙΑΚΟΙ ΑΠΟΗΧΟΙ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΠΑΠΑΝΗ Ο Γιάννης Παπάνης, ο χαρισματικός δάσκαλος του νησιού μας, αντίκρισε το φως της ζωής στη γραφι κή Βρίσα το 1907. Πατέρας του ο ελληνοδιδάσκαλος Παναγιώτης Παπάνης ή Λιόλιας, από ευυπόληπτη φαμίλια μουτάφηδων της Αγιάσου, που δούλευε την αχρείαστη στις μέρες μας γιδότριχα κι έφτιαχνε πανιά για τα λ ιο τρ ίβ ια . Μ ητέρα του η Β ρισ αγώ τισ σα δέσποινα Ελένη Μαργαρίτη. Αμφιθαλή αδέρφια του ο Στρατής, που σπούδασε φυσικός και γεωπόνος και διατέλεσε γενικός επιθεω ρητής Δ ευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, και η Πηνελόπη Χρίστου Θεοδωρακέλη, η οποία από τη χρονιά που μας πέρασε οδεύει την ατέρμονη λεωφόρο της αιωνιότητας... Η Λέσβος στάθηκε για το δασκαλοπαίδι Γιάννη Παπάνη όχι μόνο λίκνο, αλλά και σχολειό. Στο χω ριό της Με γαλόχαρης γνώρισε στη νηπιακή ηλικία τα κανάκια, τις φροντίδες και τις ορμήνιες του παππού και της για γιά ς. Στη Βρίσα τελείωσε το δημοτικό. Στον Πολιχνίτο, στην Αγιάσο, στο Πλωμάρι και την τελευταία χρ ονιά στη Μ υτιλήνη, με γυμνασιάρχη το σοφό Ολύ μπιο, ολοκλήρωσε τα μαθή ματα της εγκύκλιας παιδεί ας. Στη συνέχεια φοίτησε στο Μονοθέσιο Διδασκαλείο της Μυτιλήνης και έγινε λειτουρ γός της εκπαίδευσης... Από τον Απρίλη του 1929, έχοντας εκπληρώσει τις στρατιωτι κές του υποχρεώσεις, μπήκε ο νεαρός δάσκαλος στο σχολικό στίβο με πυργω μένο ενθουσιασμό, με έντονη διάθεση προ σφοράς, με όνειρα. Αρχισε τη σταδιοδρομία του από τη Μυχού, όπου αντιμετώπισε πλήθος δυσκολιών. Τη δεύτερη χρονιά μετατέθηκε στο πολυθέσιο Δημοτικό Σχολείο Αγίας Παρασκευής, στο οποίο εργάστηκε ευδό κιμα επί είκοσι δύο χρόνια. Εδώ ευτύχησε να έχει, στους πρώτους δειλούς βηματισμούς του, καθοδηγητή και συντρέχτη τον έμπειρο συνάδελφο και καταξιωμένο λογοτέχνη Κώστα Παπαχαραλάμπους-Μ άκιστο. Η επωφελής δράση του δεν περιορίστηκε μόνο στο σχο λείο, άλλ’ εξακτινώθηκε και σ’ άλλους τομείς, τον πνευ ματικό, τον καλλιτεχνικό, τον κοινωνικό... Τελευταίος σταθμός εκπαιδευτικής ενεργητικότη τας του Γιάννη Παπάνη υπήρξε η Μυτιλήνη, όπου εργάστηκε σε πρότυπα δημοτικά σχολεία, στο 8ο αρχικά και αργότερα στο 5ο, του οποίου μάλιστα χρημάτισε και δευθυντής. Πολύτιμη συμπαραστάτισ
σα στη ζωή και στο παιδευτικό έργο του είχε από το 1939 την εκλεκτή Καριώτισσα δασκάλα σύζυγό του Καλλιόπη Κούσκου, η οποία εφάρμοσε πειραματικά με εντυπωσιακή επιτυχία τη λεγόμενη ολική-ιδεοπτική μέθοδο διδασκαλίας για την πρώτη ανάγνωση... Ο Γιάννης Παπάνης δεν υπήρξε μόνο φλογερός δάσκαλος, που συνέπαιρνε τον ευφάνταστο νου των μαθητών του με τη μαγεία του λόγου του, με το αβα σίλευτο μεράκι της καρδιάς του. Ολοχρονίς συδαύλι ζε το πυρομάχι της ψυχής του για καινούριους στό χους. Επιδόθηκε με ζήλο στη χαρτογραφία και δια κρίθηκε. Ξεκίνησε από την επιθυμία ικανοποίησης πρακτικών διδακτικών αναγκών, μέσα στα πλαίσια της πατριδογνωσίας. Με το πέρασμα όμως του χρό νου βελτίωσε σε μεγάλο βαθμό την τεχνική του και μας έδωσε αξιόλογους χάρτες, όχι μόνο για τη Λέσβο. Η δημιουργική αυτή απασχόληση που τον συνόδεψε ως το δείλι της ζωής του, μαρτυρεί γνώση, δεξιότητα, ευρηματικότητα, καλαισθη σία, υπομονή, τελειοθηρική διάθεση... Με τον ενάρετο βίο του και με την πολυσχιδή δράση του ο Γιάννης Π απάνης έστησε περίοπτο το βάθρο της εκτίμησής του όχι μόνο στο νησί μας, αλλά και έξω από αυτό. Υπήρξε ευπα τρίδης της εκπαίδευσης και αγνός πατριώτης, που ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα της πατρίδας σε δύσκολες στιγ μές, οδοιπορώντας στα κα κοτράχαλα βουνά της Αλ βανίας. Υπήρξε καλός σύζυ γος, στοργικός πατέρας, πολυ φίλητος παππούς. Στις 8 του Μάη του 1995 η απώλεια της λατρευτής του συζύγου τον βύθισε σε μαύρη απελπισία. Του συμπαρα στάθηκαν οι δικοί του άνθρωποι, που τόσο καμάρωνε γΓ αυτούς, ο μονάκριβος γιος του, πολιτικός μηχανικός, Παναγιώτης, η νύφη του Χρυσή και τα εγγόνια του Γιάννης και Πηνελόπη. Για το νησί του έτρεφε ιδιαίτερη αγάπη και όσο ήταν μακριά από αυτό το επισκεπτόταν με πυξίδα τη θύμηση. Πολύ με συγκινούσε η αγάπη που έδειχνε για τη νυφούλα του Ολύμπου, για το Σύλλογό μας, για το περιοδικό μας, ακόμα και για την ταπεινότητά μου. Η γέφυρα επαφής που είχα μαζί του ήταν για μένα ψυχικά και πνευματικά πλουτοφόρα... Ο Γιάννης Π απάνης, ο σεμνός ιερουργός της εκπαίδευσης, άφησε πλήρης ημερών τη στερνή του πνοή, στις 16 του Φλεβάρη του 2002 και αναπαύεται στο Κοιμητήριο του Αμαρουσίου. Η ανυπόκριτη αγά πη μας δεν μπορεί παρά να ταράζει τη σιωπή της μακάριας αιωνιότητάς του...
ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΟΙ ΤΑΛΙΜΠΑΝ
ΛΥΓΙΝΟ Ω καρδερίνα της αυγής, του δειλινού κοτσύφι, του θάμνου πετροπέρδικα, νιοξυπνημένη νύφη, τόσο που με μαγέψατε, παρακαλώ σας, φτάνει, μη και μου σπάσει η καρδιά στον πρίνο τ’ Αϊ-Γιάννη. Αηδόνι της βουνοκορφής, μου κόβεις την πνοή μου. Αλλη μη σέρνεις δοξαριά. Θαρρώ πως τη ζωή μου μετάτρεψες σε λύρα σου στο αυγινό γιορτάσι, και πλανταγμένη της στιγμής το νου μου έχω χάσει. Καλοκυρά της χαραυγής, σύναξε στην ποδιά σου και τούτο το τραγούδι μου, στα ροδοπέταλά σου. Σαν της αυγής ιέρεια κάνε τη μοιρασιά σου κι αφείδωλα διαμοίρασε στον κόσμο τη χαρά σου. ΜΑΡΙΑ ΑΤΙΑΣΩΤΟΥ-ΛΑΜΠΡΙΝΟΥ
ΚΡΑΥΓΗ Στο πρώην δάσος οι κορμοί, στα πένθιμα ντυμένοι, θα μένουν άταφοι νεκροί, κραυγή σε γη καμένη. Κραυγή προς κάθε αυτουργό, που με στουπί στο χέρι σκορπίζει θάνατο αργό στα στεριανά τα μέρη. «Γνωστός» ο δράστης κ ι ο σκοπός, κανείς δεν κάνει κάτι, μέχρι να γίνει πια καπνός κι όλο το δάσος στάχτη. Γνωστός κι ο τόνος της κραυγής, τροχάδην, μην αργείτε, αποκαΐδια της ζωής στο δάσος να σωθείτε. Καρυά, 10.9.2000
ΣΠΥΡΟΣ Κ. ΚΑΡΑΜΟΥΝΤΖΟΣ
Αμάν, παιδιά, οι Ταλιμπάν ήρθανε στην Αθήνα, στον ύπνο μας πετύχανε κι έσπασαν μια βιτρίνα. Και τη βιτρίνα έδειξε αμέσως το κανάλι, με το σαρίκι οι Ταλιμπάν επάνω στο κεφάλι, Μια γιαγιάκα ρώτησε πώς δεν τους συλλαμβάνουν, οι αστυνομικοί, παιδιά, για πείτε μου, τι κάνουν; Πάρε, μου λέει, τηλέφωνο, να τους ενημερώσεις, πρόσεχε τα στοιχεία σον μονάχα να μη δώσεις. Και έρθουνε αυτοί, που λες τι είναι πάλι τούτο, γραφτό ήταν να μάθουμε κι αυτό το νέο φρούτο. Α ναι, μη ’ρθουν, παιδάκι μου, και μας τρομοκρατήσουν, πάρουν τα λίγα που ’χουμε κι άφραγκους μας αφήσουν. Και στην Αθήνα, άμα πας, μάτια ανοιχτά να έχεις, την τσάντα να κρατάς γερά, κουράγιο και ν’ αντέχεις. Γιατί αυτοί οι Ταλιμπάν που είναι τρομοκράτες ή έξυπνοι θα ’ναι πολύ ή πονηροί σαν γάτες. Φόρα πήρες, γιαγιάκα μου, και δε σε σταματάνε, αυτοί που λένε Ταλιμπάν σ’ όλη της γης χωράνε. Έχουν τον τρόπο, ξέρουνε το πώς και που χτυπάνε, και πάντοτε διαλέγουνε όσους μας τυραννάνε. Μα και τον τρόπο οι τύραννοι έχουνε και γλιτώνουν κι όλα τους τ’ αμαρτήματα αθώοι τα πληρώνουν. Όσο γ ι’ αυτούς που είδαμε σ’ εκείνο το κανάλι, όλοι ήταν ηθοποιοί, σπουδαίοι και μεγάλοι. Μυτιλήνη, 15.11.2001
ΜΑΡΙΑ ΠΑΤΣΕΛΗ-ΚΑΜΙΝΕΛΗ
Ο ΓΑΒΡΙΑΣ Δε θα μ’ έχουνε για σκλάβο, τη ζωή μου θ’ αναλάβω, θα γυρνώ σαν το αλάνι, κρύβω στην ψυχή ασλάνι. Να προσπέφτω σ’ ηγεμόνες, να τηρώ και τους κανόνες, όλ’ αυτά δε μου ταιριάζουν και τη ζήση μου ταράζουν. Δε θα μπω ο ’ αυτό το λούκι, θενά βγω απ’ το καβούκι, μας πουλάνε παραμύθια, που ’ναι βάρος μες στα στήθια.
ξούμε κι εμείς εδώ στη γη. Κάπου επικρατεί ηρεμία και κάπου αναστάτωση, υπάρχει η αστυνομία, υπάρχουν κι οι ανάρμοστοι. Μπορεί να είσαι ο πιο μεγάλος, μα και παράλληλα μικρός. Ο λόγος μπορεί να είναι ωραίος, μπορεί να είναι και πικρός. Πάντα υπάρχει κάτι άλλο απέναντι σ’ αυτό εδώ, μα και ποτέ μην πεις ποτέ σε κόσμο σαν αυτόν εδώ. Αιγάλεω, 25.5.1999
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΖΑΡΟΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ
Θα το σπάσω το καλούπι, που οι άλλοι μου ’χουν φτιάξει, δε θα το κουνήσω ρούπι και κανείς δε θα μ’ αλλάξει. (Σατιρικά)
ΕΡΜΟΛΑΟΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Η ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΟΧΘΗ Δεν ξέρω ποιο θα ’ναι το τέλος, δεν ξέρω ποια ήταν η αρχή, δεν ξέρω ποιο είναι το τώρα, ούτε και τη στιγμή αυτή. Είναι τα πάντα άγνωστα, μα και παράλληλα γνωστά, κι όσο μαθαίνω περισσότερα, βλέπω πως ξέρω λιγοστά. Παντού υπάρχει το κακό, μα κάπου βρίσκω και καλά. Υπάρχουν άνθρωποι πλούσιοι, μα και παράλληλα φτωχοί, γιατί έχουνε μεγάλη τσέπη, ενώ η ψυχή τους Είν’ μικρή. Υπάρχει, λεν, αυτός ο κόσμος, ο δήθεν σ’ όλους μας γνωστός, μα λεν πως είν’ και κάποιος άλλος και που χωρίζεται στα δυο. Στον πρώτο πάνε οι καλοί, οι στερημένοι στη ζωή, στον άλλο λεν πως παν οι άλλοι, αυτοί που απόλαυσαν τα κάλλη. Κι οι μεν εκεί τα καταφέρνουν, οι δε πονούν και υποφέρουν. Υπάρχει αγάπη αλλά και μίσος, βοήθεια και εγωισμός, υπάρχει αλήθεια και το ψέμα, υπάρχει το νερό, το αίμα, υπάρχει ασθένεια στο σώμα, υπάρχει και για την ψυχή. Ζουν κάποιοι σ’ άλλο στρώμα,
ΣΤΑΜΝΕΣ ΓΕΜΙΣΑΝ Στάμνες γέμισαν μ’ ιδρώτα σταγόνες. Στάξαν, λούστηκαν μ’ αλμύρα οι αγώνες. Πάντα μπροστά μου υπήρχε το χρέος, κόσμος αθόρυβος, ήταν ωραίος. Άδολα χρόνια, βουνά μ’ ελαιώνες, πράσινη γη, θαυμαστοί οι χειμώνες. Μόχθου φθινόπωρα, άνοιξες ρόδων, δρόσου καλόκαιρα, κάλλους, εσόδων. Δώσαν καρπούς, γεφυρώσαν το χάσμα κι όλα με γνώση γινότανε άσμα. Γης γλυκομύριστο πλάσμα. Μυτιλήνη, 1.7.2000
ΕΛΠΙΔΑ ΜΟΛΥΒΙΑΤΟΥ
ΤΟΥ ΛΑΜΠΕΛ’ ΤΟΥ ΚΟΥΝΤΟΥΡΕΛΗ Χαλβά παίρνιν ’π’ του Λαμπέλ’, που ’νι γιμάτους γλύκα, γιατρέβ’ του έλκους τ’ στουμαχιού, χώρις γιατρό του ΙΚΑ. Είνι παραδουσιακός, έχει τσι βταμίνις, κατό γραμμάρια σα φας, κατό χρουνώ θα γίνεις. Τρώτι χαλβά απ’ του Λαμπέλ’, του λέγου για καλό σας τσι ξανατσινουργιώνιτι ούλους γι ουργανισμός σας. Μια όουκιμή ’νι αρκιτή, να δείτι πς έχου δίτσια, μόλις τουν φάτι του χαλβά, θα γένιτι πιρδίτσια. Ό σ’ δουκιμάσου μια φουρά, τώρα τουν ξαναπαίρνιν, γιατί γιάναν γοι αρρώστγισντουν, τώρα δεν υπουφέρνιν. Γη δουκιμή ’νι δουρϊάν, φάτι να δείτι γλύκα, να μη χρειγιαζόστι γιατρικά μηδί τς γιατροί του ΙΚΑ. Παραδουσιακός χαλβάς, γιμάτους βιταμίνις, γέρους σαν είσι τσι τουν φας, είκουσ’ χρουνώ θα γίνεις. Τσι τ’ πίισ’ τσι τ’ χουληστιρίν’ χαλβάς τ’ Λάμπ’ τ’ κατιβάζ’ τσι πέτρις σαν έχ’ς στα νιφρά χουρίς ιγχείρησ’ τς βγάζ’. Αγιάσος, Αύγουστος 1997
ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΑΜΑΤΣΟΣ
Ο Ν Ε Κ ΡΘ Τ Α Α Ο Σ Σ Χ Ο Λ ΙΑ Ζ Ε Ι ΤΗΝ ΕΠ ΙΚ Α ΙΡΟ ΤΗ ΤΑ Όξου πρέπ’ να του ρίχτουμι, να φεύγιν τα σικλέτια... Ε ν α ς από τους συντρέχτες του Φ ιλοπρόοδου Σ υλλόγου Α για σ ω τώ ν είνα ι κ α ι ο κ α λός φ ίλ ο ς Παναγιώτης Νικολάου Ξαφέλης, παλαίμαχος σατιρογράφος-καρνάβαλος. Για τον αποκριάτικο χορό μας, που έγινε την Παρασκευή 15 του Μάρτη 2002, στο κ έ ν τ ρ ο δ ια σ κ έ δ α σ η ς « Ε λ α φ ο κ υ ν η γ ό ς» (Περικλή Σταύρου 5), μας έγραψε σάτιρα, από την οποία επιλέξαμε τους παρακάτω στίχους.
ΓΙΑΝΧΑΤΖ
γιου Κ αζαμίας πάλι γράφ τ’ νφ ά λίγα του χ ’μώνα.
Κατά που πάμι, μας π α γα ίν’, βλέπ ’ μας ου Θιος πουπάνου, λέγου ν ’ αλλάξιτι μυαλά, κρίμας τα λόγια μ ’ π ’ χάνου. Λίγις σκουτούρις είχαμι, ήρτι τσι γ ’ Ουλυμπιάδα, τα ταμεία θαν αδειάζιν γινικά σι ούλ’ τν Ιλλάδα... Μουντφνιστήκαμιι πουλύ, θέλουμι μαγαλεία, κ α π ά τσ ’ πάμι να έβγουμα π ’ του Σίντνεϊ σν Αυστραλία. Χ ’λιαδις ιβρω θα δώσουμι, μην τα θαρρείτι αστεία, ας ει ν ’ καλά γιου κυρ Σ η μ ίτ’ς, πληρώ ν’ γη πουλιτεία. Γη Θυλυμπιάδα ’νι καλή, όμους για ουρισμέν’, να τρων σν Αθήνα γοι πουνηρό! τσι γοι ά λλ’ να \ ι π ’νασμέν’...
Οξου πρέπ’ να του ρίχτουμι, να φεύγιν τα σικλέτια,
Λιτότητα φουνάζ’ Σ ημ ίτ’ς, δίιτα, Οσου μπουρεί™,
να ζλούμι τσι κανέ ρατσί, να στρώνιν τσι τα κέφια...
να φ ύγ’ βάρους πουπάνου σας, εύκουλα να πλαλείτι.
Παράξινα θα πω πουλλά, τσινούρια π ’ γ έ ν ’ντι τώρα,
Ας έρτ’ τσιρός μι του καλό τ σ ’ ούλα θα τα βουλεψουμιι,
του νου μας να ’χουμκ τσι μεις, μη μας αρπάξ’ γη μπόρα.
αφού έχουμε έδιου του Κ ιντέρ’, καλά θα ξιμ.πιρδέψουμ.1.
Πάμι για τα συντέλεια, στου χάους προυχουρούμα,
Ζλέψαν, θαρρώ, τσι γοι Αλβανοί τ σ ’ Ουλυμπιάδα θέλιν,
μι τα μυαλά που έχουμι, πουλλά α κ όμ ’ θα δούμι.
πουλύ ιξιλιχτήκανι τσι θα τα καταφ έρς.
Αμαχους κόσμους χάνιτι τσι είνι αμαρτίγια,
Ξύπνησαν τσι γοι Αλβανοί, θέλιν τα μαγαλεία,
του μίσους εν είνι καλό, γη ζήλια τσι γ ’ κατσίγια.
σιβτνά μαγάλουν έχουνι, πιο πουλύ α π ’ τν Ιταλία...
Κακός μήνας Σιπτέμβριους, συντρίχτσι γ ’ οικουμέν’, χ ’λιάδις αθρώπ’ απν φ γατιά βριθήκαν πλακουμέν’.
(Χρηματιστήριο)
Κανές ε ξέρ’ ίσ ια μ ’ ταχιά του τι θα συναντήσ’, γ ι’ αυτό ταχτέρ 5, άμα σκουθεί, πρέπ’ του σταυρόντ να ποίσ’ .
Σν αρχή μαδήσαν ουρισμέν’, είχαν τυρέλ’ σ ’ παγίδα,
Ίβγαμι α π ’ τα όρια μας τσι δεν πάμι καλά,
κ α τ ’φόρσι όμους απότουμα τσι τς πιάσι ούλ’ γη τζμπίδα...
γοι δλειες να λυουν ειρηνικά τσι ό χ ’ πουλιμικά.
Του Συλλόγου τουν ικτιμώ τσι τουν υπουστηρίζου
Στραβά πήραμι του χουρό, ιμκροί μαγάλ’ πτν αράδα,
τσι κάθα χρόνου, όσου ζιω, σάτιρα θα τ ’ χαρίζου.
πρέπ’ ναν αλλάξουμι μυαλά, μη γ έ ν ’ν τα μΓκρά μιγάλα...
Αυτά ’χα φέτου να σας πω, τ ’ χρ όν’ θα σας γράψου άλλα
Γη Π αναγιά να βουγηθήσ’, τα χέρια ούλ’ να δώσιν,
τ σ ’ εύχουμα να μην έχουμι προυβλήματα μιγάλα.
να συμφουνήσιν γοι μ ιγάλη του κόσμου να τουν σώσιν. Σκουτούρις έχουμι πουλλές σι τούτουν τουν ιώνα,
Αγιάσος, 5.11.2002
Ο Στρατής Στυλιανού Πανούριος εκφωνεί τη σάτιρα του Παναγιώτη Ξαφέλη. Παρίστανται ο πρόεδρος του Φιλοπρόοδου Συλλόγου Αγιασω τών Βασίλειος Αούπος και η Σοφία Παπουτσή-Κουδουνέλη, μέλος.
Η ΕΘΙΜΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ Διαπιστώσεις και συμπεράσματα από το φετινό καρναβάλι ΪΗναι κοινή διαπίστωση ότι τις τελευταίες δυο δ ε κ α ε τίε ς το έθ ιμ ο π ε ρ ν ά μ ια κ ρ ίσ ιμ η κ α μ πή . Τούτο οφείλεται κυρίω ς στο γεγονός ότι στο χρο ν ικ ό α υτό διά σ τη μα κ α τα γρ ά φ ετα ι η σ αρω τική είσοδος του ιδιω τικού κεφ αλαίου στο χώ ρο του θεάματος και η μονοπώληση του βασικού κοινω νι κού αγαθού της ψ υχα γω γία ς α πό την τηλεόραση και τα ισσιΚα. Οι αμέτρητες χιουμοριστικές σειρές, οι σατιρικές κωμωδίες, οι επιθεωρήσεις, μονοπω λούν το γέλιο και καθηλώνουν τον ακροατή στους τέσσερις τοίχους του σ πιτιού. Π ολλά έθιμα σβή νουν στις συνθήκες του τρομερού αυτού ανταγωνι σμού. Το Α για σ ώ τικ ο κ α ρνα β ά λι λα β ώ νετα ι κ ι αυτό σοβαρά. Ε ίνα ι όμω ς γερό σκαρί. Με μπούσουλα τη μακρόχρονη παράδοσή του αντέχει στη φουρτούνα, δε ναυαγεί. Έ χει ανάγκη όμως να γίνει ακόμα πιο ανθεκτικό, για να μπορέσει να επιβιώ σει. Χ ω ρίς αυτό να σημαίνει ότι πρέπει να... κατα ντήσει σαν τη σημερινή τηλεόραση, υιοθετώντας τα πρότυπά της. Αντίθετα, πρέπει να βρει τρόπους να γίνει πιο ανταγωνιστικό, διατηρώντας τα ιδιαίτε ρα παραδοσιακά του χαρακτηριστικά. Έ χει καθιερω θεί εδώ και δεκαετίες η Κυριακή να είνα ι ο φ τω χό ς συγγενής τω ν κα ρνα βα λικώ ν εκδηλώσεων. Αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος είναι η Καθαρή Δευτέρα, όπω ς έτσι επέβαλε η μεταπολεμι κή παράδοση. Την Κυριακή έχουμε πολύ πιο πρ ό χειρα άρματα και μικρότερες σε έκταση και ποικι λία θεματολογίας σάτιρες. Ο Καρνάβαλος σχολιά
ζει κυρίως τα τοπικά θέματα, είναι πιο βωμολόχος, πιο θεατρικός, πιο αυθόρμητος, πιο... Αγιασώτης! Το αντίθετο γίνεται την Καθαρή Δευτέρα. Έχουμε π ιο ολοκληρωμένες παρουσίες, τόσο από σάτιρα όσο κ α ι από εμφάνιση, αλλά δεν έχουμε όλα τα άλλα προαναφερόμενα της Κυριακής, που διασκε δάζουν τον κόσμο. Ο Καρνάβαλος, επειδή ακριβώς την Καθαρή Δευτέρα απευθύνεται σε ένα ευρύτερο ακροατήριο, που δεν είναι εξοικειωμένο στο πνεύ μα και στην ιδιοσυγκρασία της αγιασώτικης ψυχής, έμαθε να είναι π ιο σοβαρός, π ιο συνεσταλμένος, πιο διεθνικός, πιο φιλολογικός. Τα χρόνια κυλούν σ’ αυτό το τυπικό. Βεβαίως, την τελευταία εικοσαε τία έγιναν και σημαδιακές αλλαγές, σε μια προσπά θεια το Κ αθαροδευτεριάτικο καρναβάλι να γίνει πιο θεαματικό, πιο θεατρικό και να ξεφύγει από τη στατικότητα του σκηνικού και των ηρώων που κλη ρονόμησε από το παρελθόν. Μπήκε το τρίτο άρμα, η αλλαγή εικόνας, οι αρκετοί εκφωνητές, πράγμα π ο υ δυνάμ ω σ ε το δ ιά λ ο γο , τα εμβόλιμα σκετς, πράγμα που πρόσθεσε θεατρική κίνηση και γέλιο. Οι βελτιωτικές αυτές κινήσεις απέδωσαν καλά απο τελέσματα, όχι όμως αυτά που περιμέναμε. Η σάτι ρα, στην προσπάθειά της πολλές φορές να αποφύγει τον ανιαρό λόγο της κυριολεξίας, διολίσθησε στον αλληγορικό λόγο της μεταφοράς, σε τέτοιο βαθμό, που τα μηνύματα που εξέπεμπε δεν ήταν εύληπτα από την πλα τιά λαϊκή μάζα. Κατάντησε έτσι να απευθύνεται σε ένα περιορισμένο ακροατή-
Στιγμιότυπο από το καρναβα λικά συγκρότημα «Ο Καρα γκιόζης υποψήφιος δήμαρχος» (Καθαρή Δευτέρα, 18.3.2002). (Φωτογραφία Ευστρατίου Ανδρικού)
ριο, ολίγων επαϊόντω ν ή διανοουμένων, που μόνο αυτοί μπορούσαν να αφομοιώσουν και να εκτιμή σουν βέβαια το περιεχόμενό της. Λάθος! Γιατί, δε φτάνει που η μορφή που έχει σήμερα το καρναβάλι μας δεν προϋποθέτει τη λαϊκή συμμετοχή, επιπρό σθετα δεν καθιστούμε κατανοητή και ευχάριστη κι αυτήν ακόμα τη λαϊκή ακρόαση. Φέτος μεγάλη επιτυχία είχαν οι καρναβαλικές εκδηλώσεις της Κυριακής. Προσωπική μου άποψη είναι ότι τέτοιο ξεκαρδιστικό γέλιο είχε να πέσει α π ό το Ε υ ρ ω μ π ά σ κ ε τ (1988). Με α ν ύ π α ρ κ τ α ουσιαστικά σκηνικά, σχεδόν μηδενικού κόστους, με απλό-εύληπτο λόγο και υποδειγματικές ερμη νείες, η φετινή Κυριακή έγραψε ιστορία, αναγκά ζοντας όλους όσοι ασχολούνται με το καρναβάλι να βγάλουν τα συμπεράσματα που πρέπει, για να έχουμε παρόμοιο αποτέλεσμα τα επόμενα χρόνια, τόσο την Κυριακή, όσο και την Καθαρή Δευτέρα. Έ τσι, λοιπόν, πιστεύω ότι επιβάλλεται τα επόμενα χρόνια να γίνουν οι εξής αλλαγές: α) Να τονωθεί ο διάλογος και η κίνηση τω ν ηρώων. Η σάτιρα πρέ π ει να ε ίν α ι π ιο ευέλικ τη , να εκ φ ω ν ε ίτα ι α π ό περισσότερους εκφωνητές, να έχει εμβόλιμα σκετσάκια και όσο το δυνατό περισσότερη θεατρική κίνηση, β) Να πλη θύνει η λ α ϊκή συμμετοχή στα συγκροτήματα και σιγά σιγά να βρούμε τρόπους να ξεφύγουμε κ ά π ω ς α πό το αυστηρά καθορισμένο πλαίσιο, που επιβάλλει μια εκ των προτέρων δομη μένη σάτιρα, αφήνοντας τα περιθώ ρια αυτά που θα επιτρέψουν στον απλό κόσμο, παθητικό θεατήακροατή, να ενταχθεί στην υπόθεση του έργου που διαδραματίζεται, διαμορφώ νοντας ακόμα και την πα ρ α π έρ α εξέλιξή του! γ) Να α π ο φ εύ γ ο ντα ι τα εντυπωσιακά και πολυέξοδα σκηνικά της Καθαρής Δευτέρας, τα οποία πέρα από μια στιγμιαία εντύ πωση δεν προσφέρουν κάτι ιδιαίτερο στο κα ρνα βάλι μας, του οποίου η δύναμη έγκειται πάντα στο σατιρικό λόγο. Με τον τρόπο αυτό θα εξοικονομη θούν χρήματα, που θα επενδυθούν σε άλλες μεγα λύτερ η ς π ρ ο τε ρ α ιό τη τ α ς α νά γκ ες (δια φ ή μ ισ η , οργάνω ση λ α ϊκ ώ ν γ λ ε ν τ ιο ύ , κτλ.). Τα σκηνικά πρέπει να γίνοντα ι π ιο απλά, πιο συμβολικά και πιο ευκίνητα. Έ τσι θα απαλλαγούμε από τη χρονο βόρα καθυστέρηση, που απαιτεί η άφιξή τους στο χώρο των εκδηλώσεων και η αναχώρησή τους α π ’ α υτόν, π ρ ά γμ α π ο υ κ ο υ ρ ά ζει κ α ι το ν κόσμο, ο ο π ο ίο ς π ε ρ ιμ έ ν ε ι ό ρ θ ιο ς μέσα σε σ υνή θω ς ό χ ι ευνοϊκές καιρικές συνθήκες. Κι αν γίνει αυτό το βήμα, πιστεύω ότι το καρναβάλι μας μπορεί -μ α ζί με τον κόσμο, σαν ένας π ολυπλη θή ς π λ α ν ό δ ιο ς θίασος που παίζει θέατρο δρόμου- να ξανασεργιανίσ ει σ τις σ τρά τες του χω ρ ιο ύ , δη μ ιο υ ρ γώ ντα ς προϋποθέσεις, για να γίνουν τρομερά πράγματα... Τέλος, θα ήθελα να επισημάνω το εξής: Α πό τα
τέλη του περασμένου Νοέμβρη και στο πλαίσιο της καθιερω μένης τα τελευταία χρ ό νια συνεργασίας Καρναβαλικό^ Συλλόγου Αναγνωστηρίου, ξεκινή σαμε με το φίλο Προκόπη Μ αϊστρέλη να δουλεύ ουμε ώ ρ ες π ο λ λ έ ς , γ ια να π α ρ ο υ σ ιά σ ο υ μ ε το Σαββατόβραδο της Α π οκ ρ ιά ς μια εκδήλωση στο κ ινη μ α τοθέα τρ ο του Α να γνω σ τη ρ ίου , το κ ύ ρ ιο μέρος της οποίας θα ήταν μια ιστορική αναδρομή στο κ α ρνα βά λι τω ν χρ όνω ν της δ ικ τα το ρ ία ς. Η εκδήλωση αυτή ματαιώθηκε τελικά, γιατί δεν μπο ρέσαμε, όσο κι αν προσπαθήσαμε, να συγκεντρώ σουμε το α ρ χεια κ ό υ λ ικ ό , π ο υ ελπίζα μ ε κ α ι το οποίο κρίναμε πω ς ήταν απαραίτητο για την επιτυ χία της. Αυτό ακριβώς είναι το σημείο που πρέπει να μας π ρ ο β λη μ α τίσ ει. Υ π ά ρ χ ει δ ιά σ π α ρ το σε χέρια πολλών ανθρώπων ένα θαυμάσιο και π ο ικ ί λο αρχειακό υλικό, το οποίο δυστυχώς παραμένει α να ξιο π ο ίη το . Π ρέπει να γίν ει συνείδηση όλω ν μας ότι αυτό το υλικό είναι κοινός πλούτος, ανή κει στην Α γιάσ ο, α π ο τελ εί κ ά π ο ιες σελίδες της ισ το ρ ία ς του τό π ο υ μας. Π α ρ α χ ω ρ είτα ι ή έστω δανείζεται, για να καταγραφεί και να αξιοποιηθεί κατά τρόπο που να προβάλλει το χωριό και το λ α ϊ κό του πολιτισμό. Καταχωνιασμένο σ ’ ένα ντουλά π ι, δεν προσφέρει τίποτα. Δεν πα ύει να ’να ι ένα σπάνιο ντοκουμέντο, ίσως μοναδικό και ανεπανά λη πτο. Ό σ ο δεν α ν α δ ύ ετα ι στην επ ιφ ά ν ε ια και π ρ ο ο ρ ίζετα ι για π ρ οσ ω πικ ή μόνο κατανάλω ση, χάνει το μεγαλύτερο μέρος της συλλεκτικής του αξίας. Γιατί, την αξία εκείνου που αποτυπώ νεται, λ.χ. σε μια παλιά φωτογραφία, ελάχιστα την καθο ρίζει το γεγονός ότι βρέθηκε κάποιος πριν 30 χρό νια να τραβήξει αυτή τη φωτογραφία. Κυρίω ς την καθορίζει το γεγονός ότι για μήνες ολάκερους δού λεψ αν α νιδ ιο τελ ώ ς, σ ω μ ατικά κ α ι π νευμ α τικά , δεκάδες άνθρωποι, για να παραγάγουν το αποτέλε σμα αυτό που εικονίζεται στη φωτογραφία. Και γ ι’ αυτό η φωτογραφία αυτή δεν μπορεί να είναι αντι κείμενο εκμετάλλευσης α πό τον ιδιώ τη π ο υ την κατέχει. Γιατί εικονίζει έργο άλλων, όχι δικό του. Και το έργο αυτό, αυτοί οι άλλοι, το έκαναν ανά θημα στο βωμό της π λ ο ύ σ ια ς λα ο γρ α φ ικ ή ς μας παράδοσης. Ούτε για τον εαυτό τους το έκαναν ούτε για τον καθένα, στον οποίο από τύχη περιήλ θε αυτή η φωτογραφία. Κι όλοι αυτοί που φ α ίνο νται σε μια τέτοια φω τογραφία, είτε από κει που β ρίσ κ οντα ι σήμερα, αν ζουν, είτε α πό τον άλλο κόσμο, αν έχουν πεθά νει, σ τρ ιγκ λίζο υ ν σαν τις αρχαίες Ερινύες και ω ρύονται «Αυτό που κρατάς δεν είναι δικό σου, πήγαινέ το εκεί που ανήκει», ξυπνώ ντας σε έντιμους και λογικούς τουλάχιστον ανθρώπους τύψεις συνείδησης...
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΙΧ. ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗΣ
Ο ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΓΙΑΣΩΤΩΝ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ «ΑΓΙΑ ΣΙΩΝ» Ο Αποκριάτικος χορός και η σάτιρα της Μαρίας Καμινέλη Ο Σύλλογος Αγιασωτών Μυτιλήνης «Αγία Σιών» από το 1997 μπήκε στην τροχιά της δράσης και των πραγ ματώσεων και μέχρι στιγμής έχει δώσει δείγματα αξιοσύ νης, που επιβάλλεται όμως να γίνουν περισσότερα για το καλό του τόπου μας. Και τούτο, γιατί στη Μυτιλήνη εγκαταστάθηκαν δυναμικά στελέχη, τα οποία διαθέτουν γνώση, επιστημοσύνη, πείρα, μεράκι και ζήλο... Τελευταία, στις 9.3.2002, ο Σύλλογος οργάνωσε Αποκριάτικο χορό στο Κέντρο «Ζαΐρα», που είχε μεγάλη συμμετοχή και επιτυχία. Η συνεργάτισσά μας Μαρία Καμινέλη-Πατσέλη, ανεψιά του αείμνηστου καρνάβαλου Μιχάλη Πασχαλιά, έγραψε για την περί πτωση την παρακάτω δημοσιευόμενη σάτιρα, που την εκφώνησε κιόλας.
ΓΙΑΝΧΑΤΖ
κ αλησπφίζου τς χουριανοί μ ’ τσ ’ όσ’ εν είνι Αγιασώτις, αφού ούλ’ καμαρώνουμε που είμαστι νησιώτις. Γιουρτάζουμι τς απουκριγιές τσ ’ ήρταμι έδιου ούλ’ μας, ασχέτους αν έ χ ’ άνουδου γη πτώση του μαξούλ’ μας. Τσι να διιφκρινίσουμι, γη αγάπ’ π ’ έχου σν Αγιάσιου, μι έκανι να του σκιφτώ τσ ’ έδιου τώρα να φτάσου. Τσι να σας πάρου ούλ’ μαζί, να απουγειουθούμι, σ’ πίχρις, σ ’ καημοί, στα βάσανα, άι σιχτίρ να πούμι. Για ό,τ’ θα πω, τ ’ προυέδρου μας τν άδεια πήγα τσι πήρα τσι για του κόπουντ γύριψι γι αθιόφουβους μια λίρα. Λοιπόν κάτ’ σκέψεις έκανα, βλεπ’ς μ ’ έτρουγι γη μύτη μ ’, δεν ξέρου αν είνι σουστές, ακούσιτί τς τσι πείτι μ ’. Να ’χαμ’ ένα τιλιφφίκ, ’π ’ έφτα π ’ πατούν σα πλέλια, να δεις χαρές π ’ θα κάναμι ούλα τα Παραφλέλια. Γη αρχή να ήνταν στου Καμπούδ’ τσι στου Καστέλ’ του τέρμα, να μπαίν’ς μέσα, να αρμινίγ’ς, να πέφτ’ βρουχή του κέρμα. Ναν έ χ ’ς ’ πουπάνου τουν Ουθιό, του Χάρου απουκάτου, τσι συ μες σ ’ μέσ’ να κρέμισι σα του τσυδών’ τ ’ αφράτου. Πρόσιξι μη τ ’ απουφασίγ’ς, τσιφάλ’ άμαν έ χ ’ς βάσιου, ικτός αν θέλ’ς αν’ απουλάβ’ς τς μουρφιές που έ χ ’ γη Αγιάσιου. Θα βλέπαμι του τουρισμό ν ’ ανθίζ’ σαν τα ζουμπλέλια τσι σας να κλαίτι π ο ’χιτι αμπέλια τσι σταφλέλια. Τν ιδέα κάπ’ τνι διέβασα τσ’ είπα να βουγηθήσου, σ ’ Βριξέλις φεύγου αύριγιου, να του τακτουποιήσου. Θα πάμι μι του δήμαρχου για του καλό τ ’ χουριού μας, που τ ’ αγαπούμι σα πιδί, αλλά πιδί τ ’ πιδιού μας. Έχουμι μεις μυαλό ξυράφ’, για να μουρφύν’ γη Αγιάσιου, σκιφτήκαμι γιου πάππ’ς τ ’ Μπουτέλ’ να λέγ’ σ’ τουρίστις γεια σου. Όμους τσι σεις απί μυαλό ε πάτι παρακάτου, τώρα π ’ του σουσουμιάζου γω μοιάζ’ μι αβγό μιλάτου. Να ’χαμι τσι μια θάλασσα σ ’ Φαμάκα απουκάτου, σα πδας ’πι του κρηπίδουμα, να πιάν’ς μι τ ’ πρώ τ’ του πάτου. Να ’ χ ’ μέσα τσ ’ ένα βαπουρέλ’, να ταξιδέβ’ στη Λέρου,
ούλ’ θα τν ιπισκιβγόμαστι, ακούτι μένα π ’ ξέρου. Έπριπι τσι γη ασφάλτους να φτάν’ ως τα Πλουμάρια, τ ’ Άγλια χουρτάρ’ να στέρνουμι τσι να μας στέρνιν πτάρια. Όμους πουλύ σας κούρασα τσι πρέπ’ να σταματήσου, άμα χειρουκρουτησιτι μόνου θα συνιχίσου. Χρόνια πουλλά σας εύχουμι, να ζείτι σα πασάδις, τώρα που ήρταν τα ιβρά, σας βλέπου μο σιβντάδις. Τσι μια που είμαστι σν Ο.Ν.Ε. είνι τσ ’ ιφτυχισμένα, ξνισμένις (χουρίς πλια ε βλέπ’ς τσι μούτσνα κριμασμένα. Χρόνια πουλλά στου πρόιδρου τσι στς ιπιτρόπ’ τ ’ Συλλόγου, πουτέντουν να μη χρειγιαστούν σφυρί τσι βιδουλόγου. Να ’νι καλά, να έχιν γεια, να τρων μέλ’ τσι καρύδια, γιατί γιατρός μας παραφλάγ’, να τς κάν’ μι τα κρουμμύδια. Τσι σεις που ξιθαρρέψιτι μπρουστά τ ’ μη πουλιουλιόστι, γιατί άμα σας πφιλάβ’ σα τς παλαβοί θα τσλιόστι. Άσ’ τα ’παθα, σ’ μπάρμπα μ ’ τ ’ Ιμχάλ’ απόμνα του πουδάριντ τσ ’ αφήτσι μ ’ τσ ’ άλλ’ χληρουνουμιά, δυο βόδια τσι του μλάριντ Θεός σχουρέσ’, όπ’ βρίστσιν σίγουρα μι τ ’ γ ’νικούδαντ, αφού τ ’ αγάπα έγιουτα , θα χαφιτι γη ψχούδαντ. Τίπουτα άλλου δε θα πω, σας χιριτώ τσι φεύγου, πιτριλιόυπηγές πήρα, γ ι’ αυτό μιταναστέβγου. Καλή αντάμουσ’ να ’χουμι τ ’ χρόν’ ούλ’ μας έδιου πέρα, γοι μιτουχές μας ν’ ανιβούν, μιαν άσπρ’ να δούμι μέρα. Μα για να πιάσ’ έγιουτ’ γη ιφτση, θα πρέπ’ να πέφτιν χιόνια, χουρέψιτι, γλιντήσιτι, κανείς δε ζει ιώνια. Παίξι, μαέστρου, του διουλί, βάρα τη δουξαριά σου, Αγιάσιου όμουρφου χουριό, να ζήσιν τα πιδιά σου.
Στιγμιότυπο από Αποκριάτικο χορό στην «Καφενταρία» (1967). Αιακρίνονται, από αριστερά, ο Γρηγόριος Παπαπορφυρίου (σερβιτόρος), ο Γρηγόριος Χατζηραβδέλης (Σουλουγάνης) και οι χορευτές του συρτού Πάνος Πράτσος, πρόεδρος του Αναγνω στηρίου, και Ευστράτιος Ξενέλης, γιατρός.
Μ ατιές στο μυθιστόρημα «Ρίζες και φτερά» ΤΟΥ ΑΓΙΑΣΩΤΗ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΙΑΚΩΒΟΥ ΜΟΥΤΖΟΥΡΕΛΛΗ
Τ ο μυθιστόρημα γενικά είναι κατά βάση έργο φαντασίας, γραμμένο σε πεζό λόγο, που παρουσιάζει συνήθως μια ισ τορία, κ ά π ο ιες κ α τα σ τά σ εις και κάποια πρόσωπα σαν να είναι πραγματικά, εκθέτει και αναλύει τη ζωή τους, την ψυχολογία τους, το πεπρωμένο τους, τις περιπέτειές τους. Το μυθιστόρημα μοιάζει βέβαια με την πραγματι κότητα και γ ι’ αυτό ακριβώς δημιουργεί την αναφο ρική ψευδαίσθηση, την εντύπωση δηλαδή ότι αυτά πράγματι συμβαίνουν, από την οποία και προέρχεται ίσως το μεγαλύτερο μέρος της απόλαυσης. Μοιάζει -κα ι όσο πιο πολύ μοιάζει, τόσο καλύτερο είναι το μυθιστόρημα- αλλά δεν είναι η πραγματικότητα ούτε καν ο καθρέφτης της· κάποτε μάλιστα είναι παραμορ φωτικός καθρέφτης. Ως έργο τέχνης το μυθιστόρημα παραμένει παιχνίδι «δίκαιης απάτης», όπου ο απα τών δικαιότερος του μη απατώντος και ο απατώμενος σοφότερος του μη απατηθέντος, όπως είπε, ορί ζοντας την τραγωδία ο Γοργίας. Το μυθιστόρημα είναι μια φανταστική αναπαρά σταση του πραγματικού, μια εκδοχή πραγματικότη τας. Ο πρόωρα χαμένος Άγγλος συγγραφέας Β. δ. ϊσΐιηδοη στο θρυλικό δοκίμιο για το μυθιστόρημα, που είχε γράψει το 1973, ανάμεσα στα άλλα σημείω νε: «Στην πραγματική ζωή δεν υπάρχουν ιστορίες. Η ζωή είναι χαοτική, ευμετάβλητη, τυχαία εγκαταλείπει μυριάδες φινάλε ασύνδετα, ατελείωτα. Οι συγγραφείς μπορούν να αποσπάσουν κάποια ιστορία από τη ζωή μονάχα με αυστηρή, συστηματική επιλογή, και αυτό μάλλον σημαίνει διαστρέβλωση. Στην πραγματικότη τα, όταν λες ιστορίες, λες ψέματα». Οι φράσεις αυτές του Β. δ. Ιούηδοη επισημαίνουν το διπλό εγχείρημα μιας μυθοπλασίας. Από τη μια η από πειρα πλαισίωσης κάποιων γεγονότων της χαώδους πραγματικότητας που βιώνουν οι ήρωες και από την άλλη η αποδοχή της ημιτελούς και ψευδούς φύσης των ιστοριών. Υπάρχει σκοπός στην αφήγηση ρωτάει κάπου ο πρωταγωνιστής του μυθιστορήματος του ΙοΗπδση και ο συγγραφέας μέσα α π’ αυτόν απαντά πως η αφήγηση εξακολουθεί να είναι ο μοναδικός τρόπος, για να βάλει σε κάποια τάξη το χάος που διέπει τη ζωή, ο μόνος τρό πος, για να επιμηκυνθούν οι ελάχιστες κορυφαίες στιγ μές που μας παραχωρούνται, στιγμές που όχι μόνο αξί ζει να τις ανταλλάξει κανείς με κόσμους ολόκληρους, αλλά είναι τόσο γεμάτες με συναισθήματα που επιμηκύ νονται και γίνονται άχρονες. Κάποιες τέτοιες στιγμές από τη ζωή μιας νεανικής παρέας, σ’ ένα επαρχιακό χωριό των δεκαετιών 195Ο Ι 960 παρουσιάζει ο Ιάκωβος Μ ουτζουρέλλης στο μυθιστόρημά του «Ρίζες και φτερά». Τις μέρες που διάβαζα το μυθιστόρημα του Μουτζουρέλλη, διάβαζα
παράλληλα και ένα πολύ ωραίο βιβλίο του γνωστού Περουβιανού μυθιστοριογράφου Μ άριο Βάργκας Λιόσα, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Καστανιώτη», με τον τίτλο «Επιστολές σ’ ένα νέο συγγρα φέα», σε μετάφραση Μαργαρίτας Μπονάτσου. Για κάθε συγγραφέα, σύμφωνα με το Λιόσα, το πα ιχνίδι της λογοτεχνίας δεν είναι αθώο, επειδή η λογοτεχνική κλίση δεν είναι διασκέδαση, αλλά όσο και αν καμιά φορά δεν το συναισθάνεται μια πλήρης και αποκλειστική ενασχόληση, που ενώ έχει επιλεγεί ελεύθερα σταδιακά μετατρέπει τα ευτυχισμένα θύμα τά της σε σκλάβους* ο συγγραφέας έχει παγιδευτεί από την ίδια του τη φωτιά, το σκουλήκι έχει τρυπώσει στην καρδιά του και κουλουριασμένο τρώει από τον εγκέφαλο και τη μνήμη του. Την πιο πλούσια τροφή του βρίσκει το σκουλήκι της μυθοπλασίας στα προσω πικά βιώματα του συγγραφέα. Γι’ αυτό και στην επι λογή των θεμάτων του τα περιθώρια ελευθερίας είναι πολύ μικρά έως ανύπαρκτα -ιδίω ς σε σύγκριση με τα περιθώρια ελευθερίας στην επιλογή της φόρμας, όπου η ευθύνη του συγγραφέα είναι πλήρης. Αυτό συμβαί νει, επειδή η ζωή είναι εκείνη που επιβάλλει τα θέματα μέσω ορισμένων εμπειριών που έχουν σημαδέψει τη συνείδηση του συγγραφέα, ενώ από αυτές τις εμπει ρίες θα προσπαθήσει αργότερα να απαλλαγεί, μετατρέποντάς τις σε ιστορίες. Οι μνήμες, οι εμπειρίες, τα βιώματα, παιδικά, εφηβικά και νεανικά, τροφοδοτούν και το μυθιστόρημα του Ιάκωβου Μουτζουρέλλη. Σε καμιά περίπτωση όμως δεν πρέπει να μας απα σχολεί ο αυτοβιογραφισμός σ’ ένα λογοτεχνικό έργο. Όπως σημειώνει ο Λιόσα, ενώ τα βιώματα ενός μυθιστοριογράφου αποτελούν το σημείο εκκίνησης των επινοήσεων του, δεν μπορούν σε καμιά περίπτωση να αποτελούν και το σημείο άφιξης. Αυτό το σημείο κατάληξης της μυθοπλασίας βρίσκεται σε πολύ μεγά λη απόσταση από το σημείο εκκίνησης, καθώς στην πορεία που μεσολαβεί το α υτοβιογραφ ικό υλικό μεταβάλλεται σε τέτοιο βαθμό, ώστε στο τελικό απο τέλεσμα να μπορούμε απλώ ς να διακρίνουμε κά π οιους αρχικούς αυτοβιογραφικούς πυρήνες της μυθοπλασίας. Στην περίπτωση που αυτό δε συμβαί νει, τότε το μυθιστόρημα δεν αποτελεί πραγματική καλλιτεχνική δημιουργία, επειδή δεν έχει αποκτήσει εκείνη την πλήρη αυτονομία, που θα του επιτρέψει να υπάρξει άσχετα και πέρα από τη ζωή του συγγραφέα. Νομίζω ότι στο θέμα αυτό ο Μουτζουρέλλης έχει πετύχει. Αν και επιλέγει την πρωτοπρόσωπη αφήγηση, αν και σε αρκετά σημεία με τους εσωτερικούς μονολό γους, αλλά και με την πειστική περιγραφή τόπων, προ σώπων, συναισθημάτων, δίνει στον αναγνώστη την αίσθηση του αυτοβιογραφισμού, φροντίζει εντέχνως σταδιακά να αποδεσμεύει το κείμενο α π ’ αυτή την
αίσθηση και στο τέλος καθόλου δε μας ενδιαφέρουν τα αυτοβιογραφικά στοιχεία του συγγραφέα-αφηγητή. Η μυθοπλασία έχει κερδίσει την αυτονομία της, η μυθι στορηματική σύνθεση, αφηγητής, αφηγηματικός χώρος και χρόνος, στέκονται έξω από το συγγραφέα. Για να πετύχει αυτή την αυτονομία ο συγγραφέας, επ ιλ έγει το δ ια χω ρ ισ μ ό του μ υθισ τορ ημ ατικού κόσμου από τον υπαρκτό κόσμο, μέσα στον οποίο ζουν συγγραφέας και αναγνώστες. Να το πω πιο απλά: Όσο και αν κάποιοι Αγιασώτες ή μη, συνομή λικοι ή μη του συγγραφέα, διαβάζοντας το μυθιστό ρημα βρίσκουν κομμάτια και των δικών τους προσω πικών εμπειριών, συνολικά όμως δε βρίσκουν μια πιστή αναπαράσταση του περιβάλλοντος ή της πραγ ματικότητας η οποία ιχνογραφείται. Το μυθιστόρημα πείθει όχι γιατί αναπαράγει ή αναπαριστά πιστά μια περασμένη νοσταλγική εποχή, αλλά γιατί με την επε ξεργασία που έχει δεχθεί κερδίζει η δυναμική της μυθοπλασίας τη στατικότητα της πραγματικότητας. Στέκομαι και σ’ ένα άλλο σημείο. Μια προσεκτική ανάγνωση νομίζω ότι θα μας οδηγήσει με ασφάλεια στην επισήμανση ότι ο συγγραφέας επιμένει σταθερά στην ψυχογραφία των ηρώων του. Δεν επιχειρεί μια φωτογραφική αποτύπωση κάποιων ξυλένιων τύπων μέσα σ’ ένα γραφικό περιβάλλον. Αντιθέτως επιθυμεί να παρουσιάσει ολοκληρωμένους χαρακτήρες, με ξεχωριστή προσωπικότητα, που δε μοιάζουν αναμε ταξύ τους. Ο αναγνώ στης, όταν ολοκληρώσει το μυθιστόρημα, έχει μια πλήρη εικόνα για τον αφηγητή, τη Ρηνιώ, την Κατερίνα, τον Αντώνη, το Χατζηκούτη, τον αγροφύλακα, αλλά και για τους υπόλοιπους δευ τεραγωνιστές και τριταγωνιστές. Οι ήρωες βιώνουν βαθιά και συγκινούνται βαθιά, ερωτεύονται, απογοη τεύονται, πονάνε, χαίρονται, συγκρούονται, εσωτερι κά και εξωτερικά, παλεύουν ανάμεσα στο θέλω και στο δύναμαι, το δικό τους αλλά και του κοινωνικού τους περίγυρου. Οι χαρακτήρες αυτοί σκιαγραφούνται με ποικίλες τεχνικές: διάλογο, εσωτερικό μονό λογο, περιγραφή, αφήγηση, με δραματική μέθοδο, δηλαδή μέσα από τη συμπεριφορά τους, μέσα από όσα κάνουν και από όσα λένε, ακόμα και από όσα σκέφτονται. Με αυτό τον τρόπο ο αναγνώστης αφή νεται να σχηματίσει δική του γνώμη για το χαρακτή ρα των προσώπων. Άλλες φορές ο συγγραφέας δε διστάζει να προβεί σε καθαρούς χαρακτηρισμούς. Η π οικ ιλία των χαρακτήρων και η διαβάθμιση των συναισθημάτων τους επιτρέπει στο συγγραφέα να εκδηλώσει την οπτική και την ιδεολογία του. Εξηγούμαι: Είναι γνωστό ότι η τέχνη γενικότερα και η λογοτεχνία ειδικότερα είναι κατά βάση μορφές επαναστατικότητας. Ό ποιος επινοεί ιστορίες, πλάθει πρόσωπα, αφήνεται στο στοχασμό ή και στη φαντα σίωση ζωών και κόσμων διαφορετικών από εκείνους μέσα στους οποίους ζει, εκδηλώνει εμμέσως μια επι θυμία αντικατάστασης και μέσω αυτής μια κριτική τάση ή και απόρριψη. Κατά βάση ο συγγραφέας, στην
Στιγμιότυπο από την εκδήλωση παρουσίασης του μυθιστο ρήματος του Ιάκωβου Μουτζουρέλλη «Ρίζες και φτερά», στις 20.4.2002, στην αίθουσα του ΦΟΜ «ο Θεόφιλος». Διακρίνονται, από αριστερά: Μαρία Αϊβαλιώτου, Δημήτρης Πατίλας, Παναγιώτης Σκορδάς και Ιάκωβος Μουτζουρέλλης.
περίπτωσή μας ο Μουτζουρέλλης αντιδικεί με την πραγματικότητα, ενοχλείται με την πραγματική ζωή και η μυθοπλασία του γίνεται ένα ψέμα που κρύβει μια βαθιά αλήθεια, είναι η ζωή που δεν υπήρξε, εκείνη που σι άνθρωποι ή και ο ίδιος ήθελαν να ζήσουν. Στό μυθιστόρημά μας η εντιμότητα, η ηθική, ο έρωτας, η πίστη, η φιλία, το δίκαιο, τα αθώα συναισθήματα, ύστερα από διάφορες περιπέτειες, θριαμβεύουν σε βάρος της αλαζονείας, του συμφέροντος, της κουτο πονηριάς, της απάτης, της αδικίας. Ο Χονδροκούτης, ο αγροφύλακας, η Βαγγελιώ, βιώνουν την πτώση και την τιμωρία, ενώ η Ρηνιώ και ο Αντώνης αφήνουν πίσω τους το πονεμένο παρόν για ένα ευτυχισμένο μέλλον. Το ύαρρ γ οηά του μυθιστορήματος είναι η νίκη του ανθρωπισμού. Αυτό που θα ήταν αδύνατο ή σχεδόν αδύνατο να συμβεί στη ζωή συνέβη με τρόπο προβλέψιμο στη λογοτεχνία. Η ανθρωπιστική ιδεολο γία του συγγραφέα οδήγησε τα πράγματα εκεί που ήθελε. Η επανάσταση, η ανταρσία ολοκληρώθηκε. Όσοι είχαν την τύχη να γνωρίσουν το συγγραφέα, νομίζω ότι δεν ένιωσαν έκπληξη από το τέλος του μυθιστορήματος. Η πολύχρονη θητεία του στην τάξη, η ζωγραφική του, τα χρονογραφήματά του, οι συνα ναστροφές, οι συζητήσεις, οι φιλίες του, η πολύχρο νη, πολύπλευρη, ανιδιοτελής προσφορά του, η αθό ρυβη μα τόσο ουσιαστική παρουσία του, ταιριάζουν απόλυτα με το ανθρωπιστικό άρωμα που αναδύει το βιβλίο. Ο αναγνώστης γλιστράει απαλά στον κήπο της παιδικής του ηλικίας, στη φαντασιώδη τάξη ενός κόσμου που εξαχνώθηκε, ταξιδεύει νοσταλγικά και αναστατώνεται γλυκά. Όσοι διάβασαν το βιβλίο είναι σίγουρο ότι ένιω σαν τέρψη, αλλά και διδαχή με την έννοια της καλύτε ρης ανθρωπογνωσίας. Τι άλλο να περιμένει κανείς από ένα βιβλίο;
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΤΥΛ. ΣΚΟΡΔΑΣ
ΑΥΚΕΙΟ ΝΕΑΣ ΦΙΑΑΑΕΑΦΕΙΑΣ «ΜΙΑΤΟΣ ΚΟΥΝΤΟΥΡΑΣ» Ε γκαίνια Α ίθουσας Τύπου και Ενημέρωσης Μ ια
θερμή π ρ ό σ κ λ η σ η α π ό το 3ο Ε ν ια ίο Λύκειο Νέας Φιλαδέλφειας «Μ ίλτος Κουντουράς» α νέφ ερε ό τ ι σ τις 11.3.2002 θα εγκ α ιν ιά σ ει την Αίθουσα Τύπου και Ενημέρωσης, που δημιούργησε σ το υ ς χ ώ ρ ο υ ς του, ό π ο υ «οι κα θη γη τές κ α ι ο ι μαθητές θα προσ φ έρουν χλω ρά μοσχοβολούντα δείγματα των έργων τους». Έ τσι στη μεγάλη αίθου σα εκδηλώσεω ν του Σ χολείου ήταν π α ρ ό ντες ο υπουργός Παιδείας Πέτρος Ευθυμίου, ο δήμαρχος Νέας Φιλαδέλφειας Παντελής Γρετζελιάς, οι οποί οι εξήραν το επιτελούμενο έργο, αναφερόμενοι στη διευθύντρια Ευαγγελία Κ απετάνου και σ ’ όλους τους συνεργάτες της καθηγητές. Π αρόντες ήταν επίσ η ς ο Λ ίνο ς Κ ο υ ν το υ ρ ά ς, γ ιο ς του Μ ίλτου Κουντουρά, οι καθηγητές και τα νιάτα του σχολεί ου, με παλμό και με γυμνασμένες ψυχές. Το Σχολείο από το 1994, σε πανελλήνια πρώτη για δημόσιο εκπαιδευτήριο, φέρει το όνομα του μεγάλου Λέσβιου παιδαγωγού και βασικού εκπρο σώπου του εκπαιδευτικού δημοτικισμού Μ ίλτου Κουντουρά. Εμπνεόμενο από το έργο του π α ιδα γ ω γ ο ύ , δ η μ ιο ύ ρ γ η σ ε την Α ίθ ο υ σ α Τ ύ π ο υ κ α ι Ενημέρωσης, στην οποία υπάρχουν εφημερίδες και περιοδικά, τηλεόραση και Η/Υ συνδεδεμένος με το Ιηΐεπιβΐ, που θα χρησιμοποιείται, χω ρίς περ ιορι σμούς, από τους μαθητές στις ελεύθερες ώρες τους. Η δ ιε υ θ ύ ν τ ρ ια το υ Σ χ ο λ ε ίο υ Ε υ α γ γ ε λ ία Καπετάνου ένει αναπτύξει ενεονό δοάστι και ιιε τον
ενθουσιασμό της πορεύεται μαζί με τους συνεργά τες της και ενώ νει δημιουργικά το εκπαιδευτικό σήμερα με το λόγο και με την πράξη τω ν πρω τοπό ρων, των μελών της «Φοιτητικής Συντροφιάς» και του «Ε κπαιδευτικού Ομίλου», που αγω νίστηκαν για τον ιδεολογικό προσανατολισμό, για τη μορφή και για το περιεχόμενο ενός νέου ελληνικού σχολεί ου. Στην ομιλία της τόνισε: «Το 1994, με αφορμή τη μετονομασία του Σχολείου, στη σχετική εισήγησή μου είχα τονίσει. Εμείς οι Π ολυκλαδικοί, με την ένα ρ ξη της ν έα ς δ ε κ α ε τ ία ς λ ε ιτ ο υ ρ γ ία ς το υ Σχολείου μας, βάζουμε ένα νέο σκοπό, να γνω ρί σουμε την ισ τορία της εκπαίδευσης στη νεότερη Ε λ λ ά δ α κ α ι ιδ ια ίτ ε ρ α το έργο το υ Μ ίλ το υ Κ ουντουρά κ α ι τω ν άλλω ν μεγάλων του κα ιρού του συμπολεμιστώ ν, του Δελμούζου, του Γληνού και του Τριανταφυλλίδη. Δεύτερον να γνωρίσουμε το π α ιδ α γ ω γ ικ ό έργο του Μ ίλτου Κ ο υ ν το υ ρ ά , όπ ω ς το εφάρμοσε κατά την «ιερή τρ ιετία 19271930» στο Διδασκαλείο Θηλέων Θεσσαλονίκης, και τρίτον να εμπνευστούμε από το έργο του, ώστε το Σ χολείο μας να γίνει δη μιουργικό Σ χολείο, που οραματίστηκε ο Κ ουντουράς, και ν ’ αγωνιστούμε όλοι μας, δάσκαλοι, μαθητές, γονείς, για να βελτιω θ εί κ α ι να ε π ε κ τα θ ε ί ο θ εσ μ ό ς το υ Ε ν ια ίο υ Πολυκλαδικοΰ Λυκείου. Οι συμμετοχές μας στους πανελλήνιους μαθητικούς καλλιτεχνικούς αγώνες κ α ι ο ι δ ια κ ρ ίσ ε ις μας σ ’ α υ το ύ ς, η έκδοση του περιοδικού μας «ΡίςυχχοΝ», η διοργάνωση σεμινα-
Στιγμιότυπο από τα εγκαίνια Αίθουσας Τύπου και Ενημέρωσης του 3ου Ενιαίου Αυκείου Νέας Φιλαδέλ φειας «Μίλτος Κουντουράς». Διακρίνονται, από αριστερά, ο υπουργός Παιδείας Πέτρος Ευθυμίου, η διευθύ ντρια Ευαγγελία Καπετάνου και άλλοι.
ρίων ενδοσχολικής επιμόρφωσης και πολλά άλλα, έχουν όλες τους το άρωμα του Ενιαίου Πολυκλαδικού Λυκείου, που συνεχίζουμε να παρασκευάζου με με σταθερή σύνθεση στα χημικά εργαστήρια της αείποτε πολυκλαδικής ψυχής μας». Τ ελ ειώ νο ντα ς η κ. Κ α π ετά νο υ , θυμήθηκε τα λόγια του ποιητή Ο δυσσέα Ελύτη: «Ε μ πρ ός, ας ανηφορίσουμε τις ίδιες θάλασσες! Έ τσι κι αλλιώς στα μέρη τα δικά μας κάνει ό,τι ώρα μας αρέσει κι ας λένε τα Γκρήνουιτς. Με μια προϋπόθεση όμως. Που είναι ικανή και λευκή, γήινη και υδάτινη συνά μα: Τις ο αληθής κύριος του τόπου; Ο άνθρωπος». Ο Λ ίνος Κουντουράς αναφέρθηκε στα παιδικά του χρόνια, της αθωότητας, σύγκρινε τη δική του εποχή με τη νεότερη ω ς π ρ ο ς την ελευθερία της α ν ά γν ω σ η ς τω ν εφ η μ ερ ίδ ω ν κ α ι α π ευ θ ύ νθ η κ ε στους νέους λέγοντάς: «Όταν εγώ ήμουν μαθητής, η ανάγνωση πολιτικώ ν εφημερίδων απαγορευόταν και τιμω ριόταν με αποβολή, ενώ τώρα το ίδιο σας το Σχολείο σας προσφέρει την ευκαιρία της σφαι ρικής ενημέρωσης και σας απαλλάσσει από τα έξο δα κ α ι το ν κ ό π ο της δ ια χ είρ ισ η ς ενός μεγάλου αριθμού εντύπων. Τον κόπο για τη δική σας ενημέ ρωση θα τον βάλετε εσείς. Α παιτείται καθημερινή ενημέρωση της Α ίθουσας Τύπου. Για να επιτύχει το εγχείρημα, χρειάζεται η δική σας συμμετοχή και η υποστήριξη των καθηγητών σας. Με την υπομονή και την επιμονή θα είστε οι πρώ τοι μαθητές, μετά από πολλά χρόνια , που είχατε τη δυνατότητα να ενη μ ερ ώ νεσ τε σ φ α ιρ ικ ά μέσα στο ίδ ιο σ α ς το Σχολείο. Η αρχαία ελληνική δημοκρατία δε βασί στηκε μόνο στα δικ α ιώ μ α τα τω ν π ολιτώ ν, όπω ς έτσι νομίζουμε, αλλά και στην απόλυτη δυνατότη τα πληροφόρησης όλω ν τω ν π ο λ ιτώ ν που ψ η φ ί ζουν και επηρεάζουν τα γεγονότα». Στη συνέχεια η καθηγήτρια Αικατερίνη Φυσάκη παρουσίασε αποσπάσματα από τα Οϋ-ΚΟΜ δ του Σχολείου, που απέσ πασ αν βραβεία σε π α νευ ρ ω παϊκούς και σε πανελλήνιους διαγωνισμούς πολυ μέσων. Ο καθηγητής του χορού Χρίστος Θεολόγος παρουσίασε το Α ' Π εριφερειακό και Β ' Π ανελ λήνιο βραβείο στους Π ανελλήνιους Κ α λλιτεχνι κούς Μ αθητικούς Α γώνες Π αραδοσιακού Χ ορού και ένα χορευτικό δείγμα από τη χορευτική ομάδα τω ν παιδιώ ν. Είκοσι αγόρια και είκοσι κορίτσια, με σ το λ έ ς τω ν Ε λ λ ή ν ω ν π ρ ο σ φ ύ γ ω ν α π ό την Κ α π π α δ ο κ ία , χόρ εψ α ν με α π ό λ υ το σεβασμό σ ’ αυτό που είχαν διδαχθεί από το δάσκαλό τους, και ήταν ένα μήνυμα αισιόδοξο για την παράδοσή μας, αλλά και για τους νέους αυτού του Λυκείου, που κάτω από την άγρυπνη καθοδήγηση τω ν καθηγη τών τους αποτελούν ένα ζηλευτό παράδειγμα.
ΝΙΚΗ ΤΑΤΑ - ΧΟΥΣΟΥ
ΦΩΤΟΣΚΙΕΣ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΛΘΟΝΤΟΣ
Αγιασωτοπούλα, μαθητές και μαθήτριες, με τη δασκάλα τους Μαριάνθη Θεοδώρου Κουνέλη (Κουνή), πριν από αρκετά χρόνια.
Στιγμιότυπο από Γυμναστικές Επιδείξεις στο Χριστοφίδειο Γυμναστήριο. Διακρίνονται οι δάσκαλοι Παναγιώτης Νουλέλης (Ρουδιά) και Γρηγόριος Μανάκας (πίσω).
Αγιασωτοπούλες και καθηγητές του άλλοτε ενιαίου μεικτού Γυμνασίου Αγιάσου. Διακρίνονται, από αριστερά, ο αείμνη στος χημικός Γεώργιος Σαρρής (1921-1984), η Ειρήνη Συνο δινού, η Ελένη Τακιδέλη-Σαρρή, η Κωνσταντίνα (Ντίνα) Δαδιέλη και ο φιλόλογος Κώστας Βερτσέτης (επάνω), από το Διαβολίτσι της Μεσσηνίας, που υπηρέτησε στην Αγιάσο από το Σεπτέμβρη του 1954 έως το Σεπτέμβρη του 1956... (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Παναγιώτης Βασιλτσιωτέλης)
ΑΣ’ ΤΟΥΝ, ΓΙΑΤΙ ΚΛΟΥΤΣΑ!
Τ’ ΞΙΝΟΦ’ ΙΠΙΚΗΔΕΙΟΥΣ
Δ υ ο κυρίες θέλανε να ψωνίσουν από το κατά σ τημα τ ο υ ρ ισ τ ικ ώ ν ε ιδ ώ ν το υ Π α ν α γ ιώ τ η Χ ατζησάββα κ α ι επ ί πολλή ώ ρα , μέσα κ α ι έξω, ρ ω τ ο ύ σ α ν τ ις τ ιμ έ ς . Κ ά π ο τ ε α π ο φ ά σ ισ α ν να πά ρ ουν ένα γα ϊδο υ ρ ά κ ι. Π όσα έχει, ρω τάνε τον Πάνο; Ε ννιά μ ισ ι χιλιά δες, α πα ντά . Α, όχι, είναι ακριβό. Άντε, να σας κόψ ω ένα χ ιλ ιά ρ ικ ο . Ό χ ι, λέει η κ υ ρ ία , εγώ θα σ α ς δώ σ ω έ ξ ι... Ο Χ ατζησάββας, θες γ ια τί τον είχαν κουράσει, θες για τί η τιμή που του έδιναν ήταν ασύμφορη, λέει στην κυρία. Άσ’ τουν έφτου π ’ κάτι... Γιατί να τον αφήσω; Ά σ’ τουν, σ’ λέγου, γιατί κλουτσά!
ΠΡΟΚΟΠΗΣ ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗΣ Κ ά π ο τ ε ζητήθη κ ε α π ό το μ α κ α ρ ίτη τώ ρ α Ξ εν ο φ ώ ν τα Σ ο υ σ α μ λ ή , π ο υ υ π η ρ ετ ο ύ σ ε στο Ακράσι και που λογιζόταν ο πιο γραμματιζούμε νος μεταξύ τω ν άλλων, να εκφωνήσει επικήδειο λόγο για ένα χαλβατζή. Ο Ξ ενοφώ ντος δεν ήταν εύκολος σε κάτι τέτοια, οι άλλοι όμω ς επέμεναν και ακολούθησε ο παρακάτω διάλογος: - Ξ ινόφ’, κά ν’ μας τ ’ χά ρ ’, ισύ που ξέρ’ς γράμ μα τα , να π ε ις δυο λ ό για γ ια του μ α κ α ρ ίτ ’ του Βασίλ’, σ’ κηδείαντ. - Σαν τι να πω, ρε πιδιά! - Ξέρ’ς ισύ, απν Αγιάσου είσι, μαθές! Από το στρίμωγμα που του έγινε και προβληματ ιζ ό μ ε ν ο ς ο Ξ εν ο φ ώ ν το ς τ ι να εκ φ ω νή σ ει, σε κάποια στιγμή είπε στους Ακρασιώτες. - Ε! Ξέριτι τι θα πω, π ς έκανι καλό χαλβά! Ε πικήδειος με λόγια επαινετικά για το νεκρό. Κάτι περίπου παρόμοιο θα εκφωνηθεί και για κάποιο γνώριμο πρόσωπο. Χτυπά ξύλο, Χαράλαμπε! (Από αφήγηση του Λευτέρη Καμπιρέλη)
ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΠΑΝΗΣ
Ν ΙΨ ’ Τ’ ΜΟΥΡ’ Σ ’!
Ο δάσκαλος
σε ελληνικό απογευμα τινό σ χο λείο του δγάηεγ ρωτάει τους μαθητές του τι θα πει η λέξη ΐαοβ σ τα ελ λ η νικ ά . Κ α ι ένα π α ιδ ί, α π ό γο νείς Α γιασ ώ τες, α πα ντά : Μ ο ύ ρ ’, κύριε. Ό χ ι, π α ιδί μου, λέει ο δάσκαλος, θα πει πρόσωπο. Δεν ξέρου, κύριε, γω του ξέρου έδγιετς του λέγ’ πατέρασιμ. Ν ίψ ’ τ ’μ ο ύρ ’ σ ’! δγιΐηεγ, 20.11.2001
ΜΙΧΑΛΗΣ ΧΡΙΣΤΟΦΑΡΗΣ (ΚΑΜΠΑΣ)
ΓΗ ΠΙΘΙΡΑ Λ υ ο γιουλντάσια συζητούσαν τα οικουγινειακ ά ντουν προυβλήματα, που τς απασχουλούσαν. Γιου ένας, που εν τα π ά γινι καλά μι τη γ ’ναίκαντ τσι γ ’ ιτία ήνταν γη πιθιράντ, είπι πα σ’ κουβέντα αγανακτισμένους: - Έ τσας μ ’ έρχιτι α τν αρπάξου τσ ’ α τ ’ πιτάξου απόξου α π ’ του παναθύρ’! - Ρε συ, να ν έ χ ’ς του νου σ ’ μη π ιρ ν ά κα νείς απουκάτου τσι πέσ’ απάνουντ τσι έβρ’ς του μπιλά σ ’! Α πά ντ’σι γιου άλλους. Αθήνα, Οκτώβρης 2001
ΧΡΙΣΤΟΣ ΓΛΕΖΕΛΗΣ (ΠΟΥΠΟΥΣΑΣ)
ΑΕΝ ΕΙΧΕ ΣΟΦΕΡ Α ίγ ο καιρό μετά την άφιξη και την εγκατάστα σή μου στην Αμερική, με επισκέφτηκε ένας χω ρια νός μας, που ταξίδευε με καράβι. Τον φιλοξένησα δυο τρεις μέρες. Θέλοντας να τον ευχαριστήσω, τον πήγα στο Μ;ιιι1ι;ιΐΙίΐη, για να δει την πόλη. Μπήκαμε σ ’ ένα δίπατο λεωφορείο, που το επάνω μέρος του ήταν ξεσκέπαστο. Αυτός πήγε επάνω, για να βλέπει καλύτερα, ενώ εγώ, μια και έκανε λίγο κρύο, κάθι σα κάτω. Ό ταν ξεκίνησε το λεωφορείο, ο χωριανός μας σαν τρελός κατέβηκε κάτω και από το φόβο του ήταν κίτρινος σαν το κερί. Τον ρώτησα τι έπαθε και κά νει έτσι. Κ αι η απάντησή του: Ρε Τσίρου, του απάνου του λιουφουρείου εν έχ’ σουφέρ! Αποπα, 13.6.2002
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΠΑΠΟΡΦΥΡΙΟΥ
ΤΙΜΗΘΗΚΕ Η ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΙΟΥ Σ τ ι ς 2 7 .3 .2 0 0 2 π ρ α γ μ α τ ο π ο ιή θ η κ ε στο Αμφιθέατρο «Μίκης Θεοόωράκης» του Π νευματι κ ού Π ο λ ιτ ισ τ ικ ο ύ Κ έν τρ ο υ Δ ήμου Χ ο λ α ρ γο ύ «Μ ελίνα Μ ερκούρη», εκδήλωση, κατά την οποία έγινε παρουσίαση του λογοτεχνικού και γενικότε ρα το υ σ υ γ γ ρ α φ ικ ο ύ έρ γου της εμ π ν ευ σ μ ένη ς Μ υτιληνιός ποιήτριας Χρυσούλας Χατζηγιαννιού. Την παρουσίαση έκανε με αριστοτεχνικό τρόπο η φ ιλ ό λ ο γ ο ς κ α ι σ υ γγρ α φ έα ς Μ α ρία Κ α ρ α σ ιμ ο πούλου-Δημητριάδου. Αρκετά ποιήματα της απάγ γειλε, με το χαρισματικό της τρόπο, η ίδια η ποιήτρ ια , α να φ ερ όμ ενη μ ά λισ τα κ α ι σ τις πη γές της έμπνευσής της. Την εκδήλωση τίμησαν ο φιλοπρόο δος και ρέκτης δήμαρχος Χολαργού Χαράλαμπος Σκούρτης με τη σύζυγό του Λ ιοΰμπα, καθώ ς και πολλοί άλλοι, άνθρω ποι τω ν γραμμάτων, Λέσβιοι και μη.
ΓΙΑΝΧΑΤΖ
ΑΠΟΚΡΙΑΤΙΚΟ ΓΛΕΝΤΙ Σ τ ι ς 15.3.2002, την τελευταία Παρασκευή της Α ποκριάς, στο κοσμικό κέντρο «Ελαφοκυνηγός», πρ α γμ α τοποιή θη κ ε ο χο ρ ό ς του Σ υλλόγου μας.
Ή τα ν ένα αξέχαστο γλέντι, για τί η ορχήστρα του κέντρου μας χάρισε ανεπανάληπτες στιγμές, θυμί ζο ντα ς μας π α λ ιές επ ιτυ χ ίες κ α ι μεταφ έροντάς μας νοερά στο χωριό. Το πρόγραμμα διανθίστηκε με α γ ια σ ώ τ ικ η σ ά τ ιρ α , π ο υ ε ίχ ε γ ρ ά ψ ε ι ο Π α ν α γ ιώ τ η ς Ξ α φ έλη ς (Ν ε κ ρ ό τα λ ο ς) κ α ι π ο υ εκ φ ώ νη σ ε με ε π ιτ υ χ ία ο Σ τ ρ α τ ή ς Σ τ υ λ ια ν ο ύ Πανούριος. Το φαγητό ήταν πλούσιο και η σάτιρα απολαυστική. Το γλέντι κράτησε μέχρι τις πρώτες πρω ινές ώρες...
ΣΟΦΙΑ ΠΑΠΟΥΤΣΗ - ΚΟΥΛΟΥΝΕΛΗ
ΙΚΑΡΙΑΚΑ ΔΡΩΜΕΝΑ
Η Πανικαριακή Αδελφότητα Αθηνών οργάνω σε σ τις 5.4.2002, στην α ίθ ο υ σ α της Ε τ α ιρ ε ία ς Ελλήνων Λογοτεχνών (Ακαδημίας και Γενναδίου 8), εκδήλωση, κατά την ο π οία έγινε παρουσίαση του Ο ϋ με τραγούδια ικαριακής μουσικής παράδο σης, που κατέγραψε με τη βοήθεια της Αδελφότητας ο καθηγητής της μουσικολογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Δημήτρης Θέμελης, καθώς και του βιβλίου του Στρατού Τσαμπή «Στο δ ρ ό μ ο του κ α θ ή κ ο ν το ς κ α ι της τιμ ή ς» . Το Ο ϋ παρουσίασε ο μουσικολόγος Μ άρκος Δραγούμης, ενώ το βιβλίο ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Έ ν ω σης Μ ηχανικών Ε μπορικού Ν αυτικού (ΠΕΜΕΝ) Γιώργος Τούσιας. Π ρολογικά μίλησε ο πρόεδρος της Π ανικαριακής Αδελφότητας Αθηνών λογοτέ χνης Φ ίλ ιπ π α ς Μ αυρογιώ ργης, ενώ επιλογικ ά ο συγγραφέας Στράτος Τσαμπής.
Στιγμιότυπο από το αποκριά τικο γλέντι του «Φιλοπρόο δου Συλλόγου Αγασ ιωτών» (15.3.2002).
ΤΙΜΗΘΗΚΕ Ο ΓΡ. ΞΑΝΘΟΣ Σ τ ι ς 3.4.2002, στο Ξενοδοχείο «Κάραβελ», το κοινωφελές Ίδρυμα Προαγωγής Δημοσιογραφίας Α θανασίου Β ασιλείου Μ πότση οργάνωσε, όπω ς κάθε χρόνο, εκδήλωση, κατά την οποία έγινε α πο νομή τω ν δημοσιογραφικών βραβείων, καθώς και τω ν τιμ η τικ ώ ν διακρίσ εω ν. Την εκδήλωση αυτή τίμ η σ ε με την π α ρ ο υ σ ία το υ ο Π ρ ό ε δ ρ ο ς της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωστής Στεφανόπουλος. Ανάμεσα σ ’ αυτούς που έλαβαν τιμητικές δια κ ρί σεις συγκαταλεγόταν και ο διακεκριμένος Α για σ ώ της φ ω τ ο ρ ε π ό ρ τ ε ρ Γ ρ η γ ό ρ ιο ς Ε υ σ τ ρ α τ ίο υ Ξανθός, για τη δράση του οποίου θα μας δοθεί η ευκαιρία, σε προσεχές τεύχος του περιοδικού μας, να μιλήσουμε αναλυτικότερα.
ΤΙΜΗΤΙΚΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ Σ τ ι ς 11.4..2002 η «Λεσβιακή Παροικία» οργά νω σ ε εκδή λω σ η , στο Π ν ε υ μ α τικ ό Κ έν τρ ο το υ Δήμου Αθηναίων (Αίθουσα Αντώνη Τρίτση), κατά την οποία τιμήθηκαν δυο διακεκριμένοι διανοητές της Λέσβου, ο Αριστείδης Κλήμης, κορυφαίος σκυ τα λο δρ ό μ ο ς του σ υνεργα τισ μ ού στη χώ ρα μας, συγγραφέας και λογοτέχνης, και ο Μίμης Ελευθε-
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωστής Στεφανόπουλος συγχαίρει τον Αγιασώτη φωτορεπόρτερ Γρηγόριο Ξανθό για την απονομή της τιμητικής διάκρισης (3.4.2002).
ριάδης, πα λα ίμ α χος δημοσιογράφος και λογοτέ χνης. Προλογικά μίλησε ο πρόεδρος της «Λεσβια κής Παροικίας» Στρατής Μ ολίνος. Για τη ζωή και για τη δράση των τιμωμένων μίλησαν αντίστοιχα ο Π αντελής Π α να γιώ του κα ι ο Γ ιάννης Χ ατζηβα σ ιλ είο υ . Χ α ρ α κ τη ρ ισ τικ ά κ είμ ενα δ ιά β α σ α ν ο Η λίας Π απαδόπουλος και η Νίκη Τατά-Χ ούσου. Την εκδήλωση έκλεισαν με σύντομα ευχαριστήρια λογύδρια οι τιμώμενοι, στους οποίους επιδόθηκαν αναμνηστικές πλακέτες. Την εκδήλωση π α ρ α κ ο λ ο ύ θ η σ α ν π ο λ λ ο ί ά ν θ ρ ω π ο ι τω ν γ ρ α μ μ ά τ ω ν , Λέσβιοι και μη.
Αναμνηστική φωτογραφία μετά το τέλος της τιμητικής εκδήλωσης, που πραγματοποιήθηκε στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων, στις 11.4.2002. Διακρίνονται, από αριστερά: Γιάννης Χατζηβασιλείου, Μίμης Ελευθεριάδη;, Στρατής Μολίνος, Αριστείδης Κλήμης, Τάκης Χατζηαναγνώστου, επίτιμος πρόεδρος της «Λεσβιακής Παροικίας», και Ηλίας Παπαδόπουλος.
ΟΙ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ Σ τ ι ς 21.4.2002 ο Φ ιλ ο π ρ ό ο δ ο ς Σ ύ λ λ ο γο ς Α γιασω τώ ν, σε συνεργασία με το Δήμο Α γιάσου, οργάνωσε εκδήλωση στα Γραφεία του (Γ ' Σεπτεμ-
Α ν τώ ν ιο ς Β άλεσης, α ν τιδ ή μ α ρ χ ο ς Α γιάσ ου. 3. Τουριστικός Οδηγός Αγιάσου. Την εκδήλωση χαιρέτι σε ο Βασίλειος Λούπος, πρόεδρος του Φιλοπρόοδου Συλλόγου Αγιασωτών. Συμπληρωματικά-ενημερωτικά μίλησαν ο Π αναγιώ της Ψ υρούκης, δήμαρχος Αγιάσου, και ο φιλόλογος Γιάννης Παπάνης. Αξίζει να σημ ειω θεί ό τι π α ρ ουσ ία σ η του β ιβ λίο υ «Το Αγιασώτικο Καρναβάλι», καθώς και των καρτοόν, έγι νε και προηγουμένως, στις 2.3.2002, στο Θέατρο του ΦΟΜ Μυτιλήνης, και την επομένη, στο Θέατρο του Αναγνωστηρίου «η Ανάπτυξη» Αγιάσου, με ομιλητές το διδάκτορα-λαογράφο Γεώργιο Αικατερινίδη και τον αναδήμαρχο Αντώνιο Βάλεση.
ΤΟ ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ
Αφίσα (διαστάσεων 42x29,5 εκ.) για την εκδήλωση παρουσίασης του βιβλί ου «Το Αγιασώτικο Καρναβάλι» και των καρτών (2 και 3.3.2002).
βρίου 39), κατά την οποία παρουσιάστηκαν οι παρα κάτω εκδόσεις του Δήμου: 1. Δημήτρη Π απάνηΓιάννη Δ. Παπάνη, Λ εξικό της Αγιασώ τικης Δ ια λέκτου, Β ' έκδοση βελτιω μένη κα ι επαυξημένη, Μ υτιλήνη 2002. Ομιλητής: Π αναγιώτης Σκορδάς, πρόεδρος του Συνδέσμου Φιλολόγων Λέσβου. 2. α. Το
Αγιασώτικο Καρναβάλι, Συνοπτική Αναφορά στην Ιστορία του Εθίμου, Δήμος Αγιάσου, 2001. β. 8 κάρ τες από το Αγιασώτικο Καρναβάλι, 2001. Ομιλητής:
Σ τ ι ς 22.4.2002 ο Επιμορφωτικός - Πολιτιστικός Σύλλογος Ηρακλείου Αττικής οργάνωσε, με συντονι στή το ρέκτη πρόεδρό του Νίκο Βρυώνη, στην αίθου σα του Πολιτιστικού Πολυκέντρου (Κουντουριώτου 18Α και Νεότητος), Ημερίδα, με θέμα «Το οξύ δημογραφικό πρόβλημα της χώρας. Αίτια και μέσα αντιμε τώπισης». Μίλησαν ο Χρίστος Μπάγκαβος, λέκτορας της Κοινωνικής Πολιτικής και της Κοινωνικής Αν θρωπολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου, ο Διονύσης Μαυρόγιαννης, καθηγητής της Κοινωνιολογίας και πρώ ην πρ ύτα νη ς του Δ ημοκρίτειου Π α ν επ ι στημίου Θράκης, ο Νίκος Φωτόπουλος, αντιπρόεδρος της Ανώτατης Συνομοσπονδίας Π ολυτέκνω ν Ελ λάδας (ΑΣΠΕ), ο Πέτρος Τοσούλης, βουλευτής της Ν.Δ., και ο Παναγιώτης Σγουρίδης, βουλευτής του ΠΑ.ΣΟ.Κ. και β ' αντιπρόεδρος της Βουλής. Σύντομη παρέμβαση έκανε ο Παναγιώτης Καραφωτιάς, διεθνολόγος, καθηγητής Διεθνών Σχέσεων του Π ανε πιστημίου της Ινδιανάπολης και λογοτέχνης.
ΓΙΑΝΧΑΤΖ
Στιγμιότυπο από την εκδήλωση πα ρουσίασης των εκδόσεων του Δήμου Αγιάσου, στις 21.4.2002. Διακρίνονται, από αριστερά, ο Γιάν νης Παπάνης, ο Βασίλειος Δούπος, ο Παναγιώτης Ψυρούκης, ο Παναγιώ της Σκορδάς και ο Αντώνης Βάλεσης.
ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ Φ Ε Υ Γ Ο Υ Ν ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Π. ΛΙΒΑΝΟΣ (1941 - 2001)
Ο
Γρηγόριος Λίβανος από τις 8.7.2001, προδο μένος από την ευαίσθητη καρδιά του, μπήκε στον ανε πίστροφο δρόμο της ατέρμονης αιωνιότητας. Είδε το
φως της ζωής στην Αγιάσο το 1941, τη χρονιά που πυργώθηκε στη χώρα μας η μάνητα του φασισμού και του εθνικοσοσιαλισμού. Ή τα ν το τρίτο π α ιδ ί της καλής φαμίλιας του κτηματία Παναγιώτη Λιβάνου και της Στρατηγούς Βασιλείου Γαλετσέλη. Αδέρφια του ο χη μ ικ ός Σ τρατής, ο κ α κ ό τυ χο ς δά σ καλος Χριστόφας, που τον θρηνήσαμε τον Αύγουστο του 1980, και ο καθηγητής Γιάννης. Μετά την ολοκλήρωση των εγκύκλιων σπουδών του στη γενέτειρα, φοίτησε στη Φ υσ ικομαθηματική Σχολή του Ε θνικ ού κ α ι Καποδιστριακού Πανεπιστημίου της Αθηνάς και στις 24.6.1965 έλαβε π τ υ χ ίο του Φ υ σ ιο γνω σ τικ ο ύ Τμήματος. Το ίδιο έτος διορίστηκε και εργάστηκε ως τ ις 30.6.2001, ο π ό τε κ α ι σ υνταξιοδοτή θη κε. Υπηρέτησε αποδοτικά, ως καθηγητής, ως υποδιευθυ ντής ή διευ θ υ ντή ς, στα π α ρ α κ ά τω σ χολεία της Λέσβου: Σ το Ο ικ ο νο μ ικ ό Γ υμ νά σ ιο-Λ ύκ ειο Μυτιλήνης, στο Γυμνάσιο-Λύκειο Μανταμάδου, στο Α ' Γυμνάσιο Αρρένων Μυτιλήνης, στο Β ' Γυμνάσιο Θηλέων Μυτιλήνης και στο Α ' Γυμνάσιο Μυτιλήνης. Ο Γρηγόριος Λίβανος ήταν άνθρωπος με πλού σιο εσωτερικό κόσμο, με μειλιχιότητα, με σύνεση, με φιλεργία, με εντιμότητα, με σεμνότητα. Η α π ο δημία του λύπησε βαθύτατα την απορφανισμένη οικογένειά του, τους συγγενείς του, τους συναδέλ φους του, τους φ ίλους του, τους σ υγχω ρια νούς του. Αναπαύεται στο Κοιμητήρι της Περασιάς, στο φιλόξενο αραξοβόλι της πατρίδας του...
ΑΜΕΡΙΣΟΥΔΑ Κ. ΚΟΛΟΜΟΝΔΟΥ (1953 - 2002) Σ τ ι ς 2 του Γενάρη, με το έμπα της χρονιάς που οδεύουμε, αλάργεψε από το γιο ρ τά σ ι της ζωής η π ο λ υ φ ίλ η τη σ υ ντρ ό φ ισ σ α του Κ ω ν σ τα ν τίν ο υ (Ντίνου) Π αναγιώ τη Κ ολομόνδου Α μερισούδα ή
Μαίρη, όπως την ήξεραν οι περισσότεροι. Γεννήθηκε στις 11 του Φλεβάρη του 1953 στην Αγιάσο. Γονείς της ο κεραμοποιός Ελευθέριος Στεφάνου Χ ατζη εμμανουήλ ή Κ ά λφ α ς, α υ τά δ ελ φ ο ς τω ν ια τρ ώ ν Ευστρατίου (1911-1982), μαιευτήρα-γυναικολόγου, κ α ι Π α ν α γιώ τη , κ α ι της Ε λένης Θ ρ α σ ύβ ουλου Κ αμπέρη. Αδερφή της η άτυχη Ειρήνη, σ ύζυγος Δημητρίου Σταύρου Σπηλιαδή, η οποία άφησε τη στερνή της πνοή το 1999 στην Αθήνα, θύμα και αυτή του αχόρταγου Μινώταυρου της ασφάλτου. Μετά το πέρας τω ν εγκύκλιων σπουδώ ν της στη γενέτειρα, φοίτησε στη Σχολή Ραδιοτηλεγραφητώ ν και αφού έλαβε το πτυχίο της εργάστηκε δυο χρόνια περίπου στο επιβατηγό-οχηματατωγό «Σαπφώ». Στις 24 του Οκτώβρη του 1976 δέθηκε με τα δεσμά του γάμου με τον Κωνσταντίνο Κολομόνδο, τοπογράφο μηχανικό, εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη και εργαζόταν στη Γ ρα μ μ α τεία του Π α ν επ ισ τη μ ίο υ Μ α κ εδ ο νία ς. Απόχτησε δυο παιδιά, την Ελένη, που σπούδασε στο Πολυτεχνείο της Θεσσαλίας μηχανικός ΧωροταξίαςΠολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης, και τον Π α να γιώ τη , π ο υ σ π ο υ δ ά ζ ει στο Π α ν επ ισ τή μ ιο Μακεδονίας Οργάνωση-Διοικηση Επιχειρήσεων. Η εκλιπούσα ήταν άνθρωπος με πλούσια θησαυρίσματα αγάπης και αρετής. Υπήρξε καλή σύζυγος και στοργική μητέρα. Ο απρόσμενος άγουρος θάνατος άφησε μεσ οδρομίς τα χρ υσ όνειρα της ευτυχία ς. Μακριά από το γενέθλιο τόπο της, στην πανέμορφη νύμφη του Θ ερμαϊκού, αποσύρθηκε πρόω ρα στα θαλάμια της πεισματερής σιωπής, βυθίζοντας στο πένθος τους δικούς της ανθρώπους και όλους όσοι τη γνώρισαν και συνεργάστηκαν μαζί της...
ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΑΝΙΟΝΤΕΣ - ΚΑΤΙΟΝΤΕΣ
ΜΝΗΜΗ ΠΡΟΣΦΙΛΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Η Μ υρσίνη Β α μ β α κ ά -Χ ο υ τζα ίο υ π ρόσ φ ερε 14.000 δρχ. στη μνήμη αυτώ ν που έδωσαν τη ζωή τους για την ειρήνη και για την ελευθερία. Ο Α γροτικός Ο ίκος Σ πύρου ΑΕΒΕ πρόσφερε α ν τ ί στεφ άνου 150 € στη μνήμη της Β ρ ετα νία ς Νικολάου Σκλεπάρη. Ο Γιάννης Δαγέλης πρόσφερε 15 € στη μνήμη του Παναγιώτη Δημητρίου Κορομηλά. Ο εκπαιδευτικός Α ριστοτέλης Π λω μαριτέλης π ρ ό σ φ ερ ε α ν τ ί σ τεφ ά ν ο υ 20 € στη μνήμη του Ευστρατίου Στεφάνου. Ο Γ ρη γόρ ιος Π α π α π ο ρ φ υ ρ ίο υ πρόσ φ ερ ε 50 δολ. στη μνήμη της συζύγου του Αθηνάς, των γονέ ων του Ιωάννου και Ελένης και των πεθερικών του Δημητρίου και Ευφροσύνης Αξιομακάρου. Συγγενείς απαθανατίζονται έξω από τα σπίτια τους, πριν από κάποια χρόνια. Διακρίνονται, από αριστερά, ο υποδη ματοποιός Νικόλαος Ευστρατίου Χατζηκομνηνός ή Κολλυβάς, με τη σύζυγό του Μαριάνθη, το γένος Σοφοκλή Μαρι γλή, με τον εγγονό του Κλεομένη, με την κουνιάδα του Καλλιόπη Σάπκα, με το σύγγαμπρό του ιχθυοπώλη Βαγιάνη Κωνσταντίνου Σάπκα, με το φιλόλογο γιο του Ευστρά τιο Χατζηκομνηνό και με τη θυγατέρα του Βικτωρία.
ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ Σ τ ι ς 3.11.2001, στον ιερό ναό Α γίας Α ναστα σίας Περισσού, τελέστηκε ο γάμος του Π αναγιώ το υ Ιω ά ν ν ο υ Τ α σ τά νη κ α ι τη ς Τ α ξ ια ρ χ ο ύ λ α ς Κωνσταντίνου Περμάχου. Ευχόμαστε ο βίος τους να είναι πλήρης χαράς και ευτυχίας. Α Σ τ ι ς 24.11.2001, στον ιερό ναό Αγίας Τριάδας (Κ ρ ο υ σ ώ ν α ς-Η ρ ά κ λ ε ιο Κ ρή τη ς), τελέσ τη κε ο γάμος του Στράτου Γεωργίου Ξαφέλη (Μ αργιού) κ α ι τη ς Ν ίκ η ς Γ εω ρ γίο υ Β ιδά κ η . Τα σ τέφ α ν α α ντά λ λ α ξ α ν ο Β ασ ίλης κ α ι η Ελένη Γραμμέλη. Ευχόμαστε στους νεόνυμφους ο βίος τους να είναι ανέφελος, μεστός χαράς και ευτυχίας. Στους κου μπάρους να είναι πάντα άξιοι.
Οικογενειακή αναμνηστική φωτογραφία τραβηγμένη στην Αγιάσο πριν από αρκετά χρόνια. Διακρίνονται, από αριστερά: Ομογενής από την Αυστραλία, ο Θεολόγος Βασιλείου Σωσώνης με τον παππού του Παράσχο Παραμυθέλη και με τη γιαγιά του Μαριγώ, το γένος Ιωάννου Μπαρή, ο Πάνος Ιωάννου Μπαρής, παλαιός κου ρέας της Αγιάσου, που αποχαιρέτισε τη ζωή το 1993, η σύζυγός του Στυλιανή και η Βιλελμίνη ΘεολόγουΣωσώνη.
Σ τ ι ς 29.12.2001, στον ιερό ναό Αγίου Δημητρίου Πετρουπόλεως, τελέστηκε ο γάμος του Βασιλείου Ε λ ευ θ ερ ίο υ Μ α υ ρ ιά νο υ κ α ι της Α ρ χ ο ν το ύ λ α ς (Γούλας) Ευστρατίου Παρασκευαΐδου. Ευχόμαστε ο βίος τους να είναι πλήρης χαράς και ευτυχίας. Οικογένεια
ΓΙΑΝΝΗ και ΑΡΙΑΔΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΔΙΑΘΕΣΗ ΤΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΜΑΣ Α . Δ ια τίθ εν τα ι α ν τίτυ π α τω ν βιβλίω ν που εξέδω σε ο « Φ ιλ ο π ρ ό ο δ ο ς Σ ύ λλο γο ς Α για σ ω τών»; 1. [Ε.Π. Κουλαξιζέλλη-Β.Π. Τραγέλλη], Η Α γιά σος και τα πέριξ, εν Α θήναις 1896. 5€. 2. Στρατή Π. Κολαξιζέλη, Θρύλος και ιστορία της Α γιάσον της νήσου Αέσβου ,Αθήνα 1997. 15€. Τα β ιβλία δ ια τ ίθ ε ν τ α ι α π ό το Σ ύλλογο με άμεση παράδοση, κατά τις ώρες λειτουργίας των Γραφείων, ή επί αντικαταβολή (6€ και 17€ αντί στοιχα). Β. Επίσης διατίθενται βιβλιοδετημένοι τόμοι του περιοδικού «Αγιάσος», με άμεση παράδοση στα Γραφεία του Συλλόγου ή επί αντικαταβολή (45€). Α ' τόμος (1-25,1980-1984), Β ' τόμος (2645, 1985-1988), Γ ' τόμος (46-67, 1988-1991), Δ ' τό μ ο ς (68-85, 1992-1994), Ε ' τό μ ο ς (86-103, 1995-1997) και Σ Τ ' τόμος (104-121, 1998-2000).
ΓΑΜΟΙ - Γεώργιος Μιχαήλ Κεραμιδάς Σοφία Δημητρίου Κουντουρέλη - Χριστόφορος Ιωάννου Χατζηβασιλείου Σοφία Ευστρατίου Μ αλαπάσχα (Μητροπολιτικός Ναός Αγίου Αθανασίου. Μυτιλήνη, 11.5.2002)
- Βασίλειος Π αναγιώτου Κακουλίδης Εριφύλη Ιωάννου Τσιρώνη (Άγιος Γεώργιος / Κτήμα Πεντελικόν, 29.6.2002)
ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ Σ τ ι ς 12.1.2002, στον ιερό ναό της Π α ν α γία ς Αγιάσου, τελέστηκε ο γάμος του Αριστείδη Κυριάκου Σωτηρχέλη και της Βλοτίνας Γεωργίου Ξενέλη. Εύχομαι ολόψυχα ο βίος τους να είναι πλήρης χαράς και ευτυχίας.
ΜΥΡΣΙΝΙΩ ΔΗΜ. ΒΛΑΣΤΑΡΗ
ΒΑΦΤΙΣΗ Σ τ ι ς 14.10.2001, στην Αθήνα, στον ιερό ναό της Γέννησης του Χριστού (Χριστοκοπίδου), τελέστηκε το μυστήριο της βάφτισης του γιου του Δημητρίου Κ ωνσταντίνου Μ παλαμπανίδη και της Θεοδώρας Ε υσ τα θίου Κ ατσιβάλη. Α ν ά δο χο ς ο Ε υσ τά θ ιο ς Κ ατσιβάλης. Σ το υ ς ευτυ χείς γο ν είς, κα θώ ς και στους παππούδες και στις γιαγιάδες, ευχόμαστε να τους ζήσει το νεοφώτιστο και να το χαίρονται. Οικογένεια
ΓΙΑΝΝΗ και ΑΡΙΑΔΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΘΑΝΑΤΟΙ
ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ - ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΕΙΣ Στην τρίτη λεζάντα της σ. 2 του τχ. 126 (2001) να αναγραφεί το ονοματεπώνυμο του εικονιζόμενου Παναγιώτη Δημητρίου Λιγέλη. Στην πρώτη στήλη της σ. 13 του τχ. 128 (2002) να γραφεί: Η Αλίκη, που ζει στη Μυτιλήνη α ντί Η Αλίκη, που πέθανε στη Μυτιλήνη. Στο τχ. 129 (2002) να διορθιοθούν τα παρακάτω: Στη δεύτερη στήλη της σ. 6 να γραφεί συμμαχικό υποβρύχιο αργότερα όμως, κατά την περίοδο της Κατοχής, α ντί γερμανικό υποβρύχιο, στη δεύτερη στήλη της σ. 23 να γραφεί σουφέρ α ντί σουφέρ’, και στη δεύτερη στήλη της σ. 31 να γραφεί και επαναλήφτηκαν α ντί και θα επαναληφτούν.
-
Νικόλαος Μ ιχαήλ Κουμλέλης Ευστράτιος Γεωργίου Καριτέλης Ευστράτιος Χριστόφα Κουρβανιός Κωνσταντίνος Γρηγορίου Γεωργαντής Χριστόδουλος Ευστρατίου Μ πάρος Π ροκόπιος Νικολάου Καλέλης (Μεγάλο Πεύκο, 31.5.2002)
Το Διοικητικό Συμβούλιο του «Φιλοπρόοδου Συλλόγου Αγιασωτών» και η Διεύθυνση του πε ριοδικού «Αγιάσος» εκφράζουν στους συγγενείς τα θερμά και ειλικρινή τους συλλυπητήρια.