Ο σακοποιός Γιάννης Γούναρης, η προσφυγίνα Ελευθερία Στυλ. Σαλιαμπούκου (αριστε ρά) και η αδερφή του Βλοτίνα (14.8.1940).
Οι φ ίλοι μουσικοί Σταύρος Ρόδανος και Δημήτρης Αγρίτης (Παγώνα) στην Καρυά.
Φ ω τογρ α φ ία με ιδ ιό χειρ η οπισθογρά φ η σ η (2 Μ α ΐο υ 1 8 8 1 ), ε ικ ο ν ίζουσα πιθανότατα Α γιασώ τη.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Σελ. ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Τα «ελγίνεια» της Λ έσ βου.............................................................................................................................. ΧΑΡΙΑΑΟΥ ΚΑ. ΚΟΥΔΟΥΝΕΛΗ, Πατριδογνωστικά. Αγιάσος, αγάπη μου... (Κ Δ ' ) ............................................................................. ΜΥΡΣΙΝΗΣ ΒΑΜ ΒΑΚΑ-ΧΟΥΤΖΑΙΟΥ, Νοσταλγικές θύμησες και στοχασμοί. Η κουζίνα της «γιαπρακομάνας» Α γιά σ ου........ ΣΤΡΑΤΗ ΚΑΡΑΒΑΝΗ, Μ ατιές στα εκπαιδευτικά του Ασωμάτου. Ο δάσκαλος, ο στρατοκόπος της οδύσσειας του χρέο υ ς.......... ΚΑΤΙΝΑΣ ΤΕΡΤΙΠΗ-Μ ΥΚΟΝΙΑΤΟΥ, Νοσταλγικές θύμησες του παρελθόντος. Στη Μυτιλήνη της Κατοχής και της Π είνα ς...... ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΑΪΣΤΡΕΛΗ, Μ ικροϊστορίες από τα πέτρινα χρόνια. Έ νας Αγιασώτης ανασκαλεύει τη μνήμη του και αφηγείται........ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΑΓΙΑΚΑΤΣΙΚΑ, Ο Αγιασώτης μουσικός Γεώργιος Καμπάς. Η παρουσία του στα μουσικά δρώμενα της αλλοτινής Γέρας.... ΙΩΣΗΦ ΧΑΤΖΗΠΑΥΛΗΣ, Ο ζω γράφος των πλεούμενω ν............................................................................................................................... ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Ο Γρηγόριος Π απαπορφυρίου στον παλμό της ζωής της Αδΐοπα......................................................... ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Λεσβιακά αρχειοδιφικά σύμμεικτα. Έλεγχος εξετάσεων επί πτυχίω του Ευστρατίου Γ. Παρασκευαΐδη..... ΓΙΑΝΝΗ Α. ΠΑΠΑΝΗ, Έ διετσ ’ τα λέγαν γι π ρ ο υ τ ν ο ί (Σ τ ' ) ........................................................................................................................... ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Λεσβιακοί απόηχοι. Του Βασίλη Πατσέλη.................................................................................................. ΑΡΗ ΤΑΣΤΑΝΗ, Νυχτερινό ματς... (ποίημα), ΔΗΜ ΗΤΡΗ ΖΑΡΟΔΗΜ ΗΤΡΑΚΗ, Λίμνη της Καστοριάς (ποίημα). ΜΑΡΙΑΣ ΚΑΜΙΝΕΛΗ-ΠΑΤΣΕΑΗ, Χ ρόνια πολλά (ποίημα)............................................................................................................................................. ΟΜΗΡΟΥ ΣΟΥΣΑΜΛΗ, Τραγούδι. ΚΩΣΤΑ Γ. ΜΙΣΣΙΟΥ, Να κλάψουμε για την αδράνεια (ποίημα), ΜΕΝΕΛΑΟΥ ΚΑΜΑΤΣΟΥ, Τι άδγις μας τιλειώ νιν (π ο ίη μ α )....................................................... ........................................................................................................................ ΓΙΑΝΧΑΤΖ, Κόντογλου, Βενέζης, Πανσέληνος. Το Συνέδριο του Συνδέσμου Φ ιλολόγων Λ έσβου....................................................... ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΣΚΟΡΔΑ, Το Αναγνωστήριο «η Ανάπτυξη» Αγιάσου στις επάλξεις.................................................................................... ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΜΙΧ. ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗ, Δραστηριότητές της Δημοτικής Αρχής. «Μνήμες... ενός ανθρώπου, μιας γεν ιά ς» .............. ΘΕΜ ΙΣΤΟΚΛΗ ΚΑΡΑΒΑΣΙΛΗ - ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Β ιβλιο-Κ ριτική................................................................................ Τα πθίτκα μας (Χρίστος Γλεζέλης (Πουπούσας), Π ροκόπης Κουτσκουδής, Ερμόλαος Χ ατζηβασιλείου)............................................. ΓΙΑΝΧΑΤΖ, ΣΟΦΙΑΣ ΠΑ ΠΟΥΤΣΗ-ΚΟΥΔΟΥΝΕΛΗ, Σας πληροφορούμε................................................................................................ ΧΑΡΙΑΑΟΥ ΚΑ. ΚΟΥΔΟΥΝΕΛΗ-ΓΙΑΝΧΑΤΖ, Αυτοί που φ εύ γο υ ν.......................................................................................................... Α π ’ όσα μας γράφουν - Ε ισ φ ο ρ ές............................................................................................................................................................................
3 4 5 7 8
9 11 12
13 17 18 19 20
21 22
25 29 31 33 34 36 37
ΕΞΩΦΥΛΛΟ Η υφάντρα Ξανθή Ευστρατίου Βασλά, χήρα Ευστρατίου Τινέλη, επί το έργον. (Φωτογραφία Παύλου Νικολαΐδη. Αγιάσος, 18.10.2003)
ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ Στιγμιότυπο από τα δρώμενα του καρναβαλικού συγκροτήματος «Ζούγκλα 2000», με σάτιρα του Αντώνη Μηνά. (Καθαρή Αευτέρα, 13.3.2000). (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Παναγιώτης Μιχ. Κουτσκουδής)
ΙΧ$Ν 1106-3378
ΤΑ «Ε Λ Γ ΙΝ Ε ΙΑ » ΤΗΣ Λ Ε Σ Β Ο Υ Π ο λ ύ ς λ ό γο ς γ ίν ε τα ι σ υ χνά π υ κ ν ά γ ια την επιστροφή τω ν «μαρμάρων» της Α κρόπολης, τα ο π ο ία αφαίρεσε σε χρ ό νο υ ς δουλεία ς, με τη σύ μ π ρ α ξη τω ν το υ ρ κ ικ ώ ν α ρ χώ ν , ο δ ιπ λ ω μ ά τη ς ΤΗοιηαδ Ε1§ϊπ, γ ια ν ’ α γο ρ α σ το ύ ν στη συνέχεια α π ό την α γγλική κυβέρνηση κ α ι να π ερ ιέλθο υ ν στο γνωστό Βρετανικό Μουσείο... Η αγάπη για τα μνημεία του τόπου μας δεν έλειψε ποτέ και τη μαρτυρούν πολλά και συγκινητικά π ερ ισ τα τικ ά . Σ τ ις μέρες μας εξάλλου οι άνθρωποι, πε ρ ισ σ ότερο ευ α ισ θ η το ποιημένοι, σε ό,τι έχει σχέση με το φ υ σ ικ ό , το ο ικ ισ τ ικ ό κ α ι το πολιτισ τικό περιβάλ λον, είναι σε θέση να προβάλουν ευκολότε ρα την α ν τ ίσ τ α σ ή τους στους π ο ικ ιλ ώ ν υ μ ο υ ς ερ γά τες το υ κακού, στους α νέντι μους κ ερδοσ κόπους, ο ι ο π ο ίο ι δ υ σ τυ χ ώ ς δ εν ε ίν α ι κ α ι λ ίγ ο ι. Πυργώθηκε, βλέπετε, το ε ν δ ια φ έ ρ ο ν τ ο υ ς γ ια το χ τες, π λ ο υ τ ί στηκε η ο ικ ο λ ο γ ικ ή τους συνείδηση, αβγάτισε ο σεβασμός τους για τη φύση και για τα πολυειδή δημιουργή ματα του μόχθου της ανθρωπότητας... Σ τ ο ν η σ ί μ α ς τα τελευταία χρ ό νια έγι ναν πολλά α πό την π ο λιτεία και από τους τ ο π ι κούς φορείς, καθώ ς και α πό φ ι λ ο π ρ ό ο δο υ ς κα ι φ ιλό μ ο υσ ο υς ιδιώ τες. Α ρχιτεκτονήθη κα ν με μεράκι θ α υμ ά σ ιες λειτο υ ρ γικ ές στέγες δ ια φ ύ λ α ξ η ς, συντήρησης κ α ι πρ ο β ο λή ς τω ν π ο λ ιτ ισ τ ικ ώ ν κ α ι φ υ σ ικ ώ ν μνημείω ν μας, όπω ς το νέο Α ρχαιολογικό Μουσείο της Μ υτιλή νης και το Μ ουσείο Φυσικής Ιστορίας του Απολιθω μ ένου Δ άσ ους στο Σ ίγ ρ ι, για ν ’ αρκεστώ σε δυο χαρακτηριστικά παραδείγματα... Για τα φυτικά απολιθώ ματα το ενδιαφέρον μας
παλαιότερα ήταν περιορισμένο, γιατί και οι σχετι κές γνώ σ εις μας ήταν λιγοσ τές. Ε νδεικ τικ ό της γνω στικής ανεπάρκειας και το γεγονός ότι ο λεσβολάτρης Η λίας Βενέζης στο χρονικό του «Αμε ρικανική Γη» (1955), στο κεφάλαιο με τον τίτλο «Στο βασίλειο τω ν σεκόγια», δεν κάνει κανένα συ σχετισμό με τις α πολιθω μ ένες σεκόγιες του νη σιού. Ο τόπος ήταν ξέφραγο αμπέλι. Εύκολα μπο ρούσε κ α νείς ν ’ α π ο κ ο μ ίσ ει ένα ή περισσ ότερα σπαράγματα. Κάτι τέτοιο είμαι σίγουρος πω ς θα έκανε κ α τά την π α ρ α μ ονή του στη Λέσβο κ α ι ο φ ι λόσοφος Αριστοτέλης, κα θώ ς κ α ι ο μαθητής του Θεόφραστος, αφού ήταν και παθιασμένοι φυσιοδίφες... Έ χ ω κ α ι εγώ στην κατοχή μου δυο σ π α ράγματα, π ο υ μου τα δώ ρισε, λίγο π ρ ιν ξε πεζέψ ει α π ό το άρμα τη ς ζ ω ή ς, ο α ε ίμ ν η σ τος συνεργάτης του περιοδικού Μενέλαος Κ αμάτσος. Α πό τότε που τα πήρα, τα χαρακ τή ρ ισ α « ελ γ ίν εια » , γιατί κάτι τέτοιο είναι και αυτό, τηρουμένων τω ν αναλογιώ ν, αφού αποσ πάσ τηκαν από τ ο ν η φ α ισ τ ε ιο γ ε ν ή βιότοπό τους και έπαψ α ν να χ α ίρ ο ν τα ι το καθημερινό ηλιοδρόμιο, το αναλυτό ασήμι του φ εγγα ριού κ α ι την ανασαιμιά του Αιόλου... Θα ή τα ν κ α λ ό δ εχτο , π ι στεύω, όλοι οι κατέχοντες σπαράγματα παλαιοχ λ ω ρ ίδ α ς να τα δ ίν α μ ε στο Μ ουσ είο Φ υσ ικής Ιστορίας του Απολιθωμένου Δάσους της Λέσβου, κάνοντας πρώ τοι εμείς, ως ανώ νυμοι πατριώ τες, μια συμβολική χειρονομία, για να παραδειγματί σουμε τους «λαφυραγωγούς» της γηραιός Αλβιώνας. Δε φτάνει να είναι κανείς τιμητής τω ν άλλων, πρέπει να αποενοχοποιήσει και τον εαυτό του... ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Π Α Τ Ρ ΙΔ Ο Γ Ν Ω Σ Τ ΙΚ Α Αγιάσος, αγάπη μου... ΚΑ τη συνέχεια το ίδιο καφενείο το λειτούργησε ο πολυπράγμων και πολυτεχνίτης Γιάννης Ακριβλέλης (Τύρναβος). Ο Ακριβλέλης, για κάποιο χρονικό διά στημα, τότε που η τοπική Αστυνομία απαγόρευσε, ει δικά σ’ αυτό το χώρο που ήταν δρόμος κίνησης τροχο φόρων, να τοποθετούνται έξω τραπέζια και καρέκλες, σοφίστηκε το εξής χαριτωμένο: Έξω από το καφενείο του, κατά μήκος του τοίχου του, άπλωσε μια αγιασώτικη καρπέτα, μια κουρελού. Ο πρώτος που κάθισε σταυροπόδι και έπινε τον καφέ του, καπνίζοντας συγ χρόνως και το τσιγάρο του, ήταν ο Πάνος Σταυρακέ λης, ο επονομαζόμενος Σαβούλ’. Μ’ αυτό τον τρόπο ο Ακριβλέλης ειρωνεύτηκε τα μέτρα της Αστυνομίας, που τα θεώρησε υπερβολικά, δεδομένου ότι η κίνηση των αυτοκινήτων την εποχή εκείνη δεν ήταν αξιόλογη. Στο τέλος, βέβαια, αναγκάστηκε να συμμορφωθεί πλή ρως με την αστυνομική διάταξη, που πολύ σωστά σκο πό είχε την αποφυγή ενδεχόμενου ατυχήματος. Στα επόμενα χρόνια το μαγαζί αυτό έγινε παντο πωλείο του συγχωρεμένου Αντώνη Ιακώβου (Γιακμέλ’). Κ ατόπιν το οίκημα το αγόρασε ο Γεώργιος Ταράνης (Γκέγκος), ο οποίος το ανακαίνισε εκ βά θρων και το χρησιμοποιεί ως αποθήκη της επαγγελ ματικής του δραστηριότητας. Στον παράπλευρο ενδιάμεσο δρόμο είχε τοποθε τηθεί για αρκετά χρόνια και λειτουργούσε το περί πτερο του αναπήρου πολέμου, ήδη μακαρίτη, Στυ λιανού Μακρέλη, πατέρα του δασκάλου Παναγιώτη Μακρέλη. Μετά το θάνατο του Μακρέλη το περίπτε ρο καταργήθηκε και έτσι ο δρόμος ελευθερώθηκε. Το
μικρομάγαζο με το πεζούλι που είναι στη συνέχεια το είχε θυμάμαι κάποτε ο Βασίλειος Χατζηεμμανουήλ, που πουλούσε είδη οικοδομών (χρώματα - σιδερικά). Πιο παλιά το είχε καφενείο ο Ευστράτιος Χαδεμένος (Απουξ’στάρ’), πατέρας του πρόωρα αποβιώσαντος Δημητρίου (Μητσέλ’) και του Γρηγορίου, άλλοτε δι ευθυντή του Ιδρύματος Α νιάτω ν «η Θ εομήτωρ» Αγιάσου. Μετέπειτα θυμάμαι εκεί τον καπνοπώλη Δημήτριο Μπαντέλη (Μελ’), που ήταν άνθρωπος με ειδικές ανάγκες, καλόκαρδος όμως, φιλικός και πο λύ αγαπητός στο κοινό της Αγιάσου. Στο ίδιο μαγαζί τον διαδέχτηκε μετά ο συχωρεμένος Γιάννης Παυλής (Βασλάς), που και αυτός δυστυχώς έφυγε πολύ νω ρίς, αφού ταλανίστηκε από την επάρατη ασθένεια. Το παράπλευρο μαγαζί, τέως οδοντιατρείο της Π ροκοπίας Βαλιάνου-Κουνέλη, θυμάμαι πω ς στο τέλος περίπου της Γερμανοκατοχής λειτουργούσε ως ταβέρνα. Αν δεν α π α τώ μ α ι, την είχε ο π α λ α ιό ς εστιάτορας της Αγιάσου Στρατής Δ ουγραματζής (Φουνιάς). Εκεί μέσα έπαιζαν συχνά τα βράδια οι μουσικοί «Άννες», δηλαδή ο Ευστράτιος Ρόδανος (κορνέτα), με τον αδελφό του Νικόλαο (κοντραμπά σο) και με τους τρεις γιους του, το βιρτουόζο του βιολιού Χαρίλαο, το Σταύρο (κλαρίνο, κιθάρα) και το Βασίλη (σαντούρι), που π λα ισ ιώ νοντα ν κατά καιρούς και από άλλους μουσικούς, όπως ο Δημή τριος Αγρίτης, ο Ευστράτιος Ψύρρας (Μουζού) και άλλοι. Για το Βασίλη Ρόδανο, του οποίου η υγεία εί χε κλονιστεί ανεπανόρθω τα στον Ε λληνοϊταλικό πόλεμο, στον οποίο έλαβε μέρος, θυμάμαι ότι έχανε κάποτε τον ειρμό του, καθώς έπαιζε. Έ τσι ξέφευγε από το συγχρονισμό της ορχήστρας και ο πατέρας του με το άγρυπνο βλέμμα του προσπαθούσε να τον επαναφέρει στον κανονικό ρυθμό και το κατάφερνε. (Συνεχίζεται
Ο γραφικός καταστηματάρ χης Γιάννης Ακριβλέλης περι μένει παραγγελίες... Διακρίνονται, από αριστερά: Απόστολος Μουτζουρέλης, Δημήτριος Σταφίδας, Δημή τριος Χρυσάφης ή Χαραλα μπής (αγροφύλακας), Δημή τριος Καλφαγιάννης (Πι τσλιάρς), Γ ιάννης Πουδαράς, Σπύρος Σκλεπάρης, Ηρακλής Παν. Χατζησάββας, Γεώργιος Νουλέλης (Ρουδιά), Παναγιώ της Χατζησάββας (Πατάτα), Παναγιώτης Ευστρ. Αουγραματζής (Φουνιάς). (Τη φωτογραφία παραχώρησε η Μύρτα Παν. Χατζησάββα)
Ν Ο Σ Τ Α Λ Γ ΙΚ Ε Σ Θ Υ Μ Η Σ Ε Σ ΚΑΙ Σ Τ Ο Χ Α Σ Μ Ο Ι Η κουζίνα της «γιαπρακομάνας» Α γιάσου ταν Κυριακή, κάποιες δεκαετίες πριν. Άρχισε να φυσά ο καστανολόγος, σαν προμήνυμα για το βαρύ χει μώνα της Αγιάσου που πλησίαζε. Ο καιρός είχε σειρά στις εποχές του χρόνου. Ξέραμε πότε θα βάλουμε τα με ταξωτά, τα μάλλινα και τα βαμβακερά ρούχα μας. Τα ζαρζαβατικά τα τρώγαμε στην εποχή, που η φύση είχε κανονίσει να ωριμάζουν, και τα φρούτα, τα ολόδροσα, μας «ξιγάνιαζαν» και μας ευχαριστούσαν με το άρωμά τους. Μέσα στο άχυρο ο κόσμος έκρυβε τις πράσινες ντομάτες, για να ωριμάσουν σιγά σιγά το χειμώνα. Το «τσιλαρ’κό», δηλαδή το κελάρι, ήταν γεμάτο από όλα. Είχε «τραχανό» μέσα στο καμποτένιο το σακούλι, καρύδια, σύκα. Στο νταβάνι εξάλλου, στα «κριτσ έλια », κ ρέμ ονταν μήλα «ντρ ιβ ίσ ια », «απ’δάρις», κυδώνια, σταφύλια «ιμσκάτα» και ρόδια για το «πουδαρ’κό τ ’ Αγιού Β α σ λιού». Τα χρόνια ήταν διαφορετικά από τα δικά μας. Οι άνθρωποι ήταν απλοί και δεν ήθελαν παράλογα πρά ματα, για να ζήσουν. Δόξαζαν κάθε στιγμή το Θεό και εύχονταν να είναι γεροί, για να μπορούν να αγωνι στούν τίμια και να θρέψουν τα πολλά στόματα της φαμίλιας τους. Σαν τα μυρμήγκια έτρεχαν το χειμώ να στις ελιές, ενώ το καλοκαίρι έμπαιναν στους αρ γαλειούς, ασχολούνταν με πλεξίματα και γενικά δού λευαν, όπου μπορούσαν. Η Αγιάσος ήταν κεφαλοχώρι άλλοτε, με κόσμο περήφανο, έξυπνο, αλλά και λίγο παράξενο. Ο πατέ ρας, όντας αρχηγός της οικογένειας, κρατούσε την αυστηρή του θέση, για να μην τον πάρουν στο χέρι τα πολλά παιδιά του.
Μετά το πανηγύρι στα Μπιτζίλια (1967) ακολουθεί το γεύ μα... Διακρίνονται, από αριστερά: Αιμιλία (Μιλιά) Ευστρ. Ασβεστά, Ελένη Ευστρ. Ασβεστά-Αουκέλη, Μαριάνθη Γρ. Βέτσικα (όρθια), Μιλτιάδης Νικ. Βαμβακάς (καθήμενος), Γεώργιος Νικ. Βαμβακάς (όρθιος), Μαρία Μιλτ. Χουτζαί ου και Μυρσίνη Μιλτ. Χουτζαίου - Βαμβακά (πίσω).
Η Ευμορφία (Μουρφούλ’) Καμάτσου ή Κτσιούδα, γιαγιά του Ευστρατίου, Αγιασώτισσα του χτες. (Φωτογραφία Συμεών Χουτζαίου. Παραχωρήθηκε από τη Βλοτίνα (Ντίνα) Ευστρατίου Καμάτσου)
Η Αγορά ήταν το μέρος εκείνο, όπου σύχναζε ο κόσμος και έβρισκε σε καλύτερη τιμή ό,τι αγόραζε. Τις αγοραπωλησίες τις φώναζε στην Αγορά και στο Σταυρί ο ντελάλης, το «Ρουγίδ’», κι όλοι ήξεραν τι πουλιόταν και τι νοικιαζόταν. Στην Αγορά έστελνε κι εμάς η μάνα μας, μ’ ένα καλοκαμωμένο ασωματιανό καλάθι με «γαλαμπά χαντρέλια» επάνω, για να ψωνί σει ο πατέρας μας ό,τι θέλαμε. Οι τσάντες και τα ζιμπίλια για τα ψώνια βγήκαν αργότερα. «Να μη ξιχά σιτι να πάριτι τσ’ ένα φτιρό παστό μπακαλιάρου», φώναζε η μάνα μας. «Θέλου να κάνου ψιφτουγιαμπράτσια. Τα κριγιατένια θα τα φάτι τ ’ Τσυριατσή, που ’νι πασήμαδ’ μέρα, σκόλ’». Μ εταπολεμικά ο μπακαλιάρος και τα όσπρια ήταν τα φτηνά φαγητά της φτωχολογιάς. Για οικονομία λοιπόν οι νοικοκυ ρές τότε άλλαζαν το κρέας με τον ξερό τον μπακαλιά ρο και έκαναν «γιαπράτσια» πολύ νόστιμα και πολύ πιο υγιεινά, θα λέγαμε σήμερα. Δε θα ξεχάσω τη μυρωδιά από το τουλουμοτύρι, τα «χαψέλια» τα παστά και τους τσίρους τους ξερούς. Για εμάς τα παιδιά ο πατέρας μας αγόραζε χαλβά, «ζαγλαπίδες», σταφίδες, θρεψίνη και ζαχαρωτά. Όταν η βιομηχανία δειλά δειλά έβγαλε τα προϊόντά της
στην αγορά, κυκλοφόρησε αντσούγια στο σωληνάριο. Πρωτόβγαλτο πράμα η κρέμα αντσούγιας και η μάνα μου ρώτησε τον μπακάλη, το Γιάννη το Φιλιππέλη: «Τίντα είνι έγιουτου του σουλ’ναρέλ’, ε Γιανν’;» Και αυτός είπε: «Άμα θελ’ς, του αλείφ’ς στου ψουμί τσι του τρως, άμα θελ’ς όμους, γυαλίζ’ς τσι του μπακιρένιου του μαγκάλ’». Χαρά χαρούμενη η μάνα μου άρ χισε να γυαλίζει το μαγκάλι, που προς στιγμήν έλαμψε και μοσχοβόλησε το σπίτι. Ύστερα από λίγο όμως έγινε καταπράσινο από το «γιουμό». «Βρε ζαλ’σμέν’», φώναξε ο πατέρας μου, «τούτου δω του τρων, ε γυαλίζιν τα μπακίρια... Ποιος σι πήρι στου ψ ’λο;» Τα «γιαπράτσια» μαζί με τα « π ’τάρια» ήταν τα πιρ αγαπημένα αγιασώτικα φαγιά! Τα «ψιφτουγιαπράτσια» ήταν με τον μπακαλιάρο, οι «γιαλαντζήδες» ήταν με λαχανικά και με λάδι, ενώ τα νηστίσιμα «π’τάρια» ήταν με τον ταραμά. Τα επίσημα τα «γιαπράτσια» ήταν με «ματσ’μένου κριγιάς», τα «χουρτόπ’ταρα» ήταν με «κουτσ’νάδις» και με «καυκαλήθρις», τα «πατατόπ’ταρα», τα «κουλουτσ’θόπ’ταρα», γλυκά ή αλμυρά, με πίνες από τους κόλπους της Καλ λονής και της Γέρας. Τα πιο νόστιμα ήταν τα «π’τά ρια» με κρέας από κυνήγι άγριου λαγού. Ο μπάρμπας μου ο Ασημάκης, ο αγγειοπλάστης, ήταν καλός κυνη γός κι έφερνε λαγούς κι έκανε η θεία η Δέσποινα, η γυναίκα του, νοστιμότατους κεφτέδες, « π ’τάρια». Πάνω στους γιαλαντζήδες έβαζαν και γιαούρτι, όταν κρύωναν στο πιάτο. Ακόμα έκανε η θεία μου και τους σουάν-ντολμάδες, που ήταν κιμάς τυλιγμένος σε άσπρα φύλλα κρεμμυδιού. Ο πεθερός της, ο Αναστάσης Χατζηγιάννης, ο καλλιτέχνης αγγειοπλάστης της Αγιάσου, έφερε τη συνταγή από τη Μικρά Ασία. Έτυχε κάποτε να είναι Καστρινοί «ιμσαφίρδις» στο σπίτι μας. Ρώτησαν λοιπόν τη μάνα μου γιατί τα «γιαπράτσια» είναι με μπακαλιάρο κι αυτή είπε: «Κάνιν καλό στα αρθριτικά τσι στ’ καρδιά. Εν έχιν γλίνις να φράζιν τα σουλ’ναρέλια, να παθαίν’ς έμφραγμα. Πιείτι τσι νιρό απί του Τζίγκου τσι θα γίνιτι πιρδίτσια!» Άλλο αγαπημένο φαγητό της Αγιάσου είναι οι βαρκούλες με μελιτζάνες, τα «σκαφούδια». Γίνονται με αβγά, με τυρί και με μελιτζάνα στο φούρνο, χωρίς κρέας. Είναι κι αυτό αρχοντοφάι. Τα μωρά βάζαν τα «π’τάρια» μέσα στις τσέπες τους κρυφά κρυφά, για να μη χάσουν το παιχνίδι στους δρόμους. Παίρναν μια φέτα ψωμί ζυμωτό κι από όρεξη όση θέλεις. Όλα τα εκτιμούσαμε, όλα τα υπολογίζαμε και ευ χαριστούσαμε το Θεό πάντα. Βλέπεις, το «τσ’καλ’» ήταν κάθε μέρα στη φωτιά, «μες στ’ γουνιά», και το καλό φαΐ δυσεύρετο. Στα χρόνια μας θα ταίριαζε να πούμε ότι δεν πρέπει να ξεχνάμε την καταγωγή μας. Η απλότητα αφήνει θέση, για να ζήσουν κι άλλοι, και όσο πιο απλά ζεις τόσο πιο υγιής είσαι. Ο πολιτισμός μπορεί να συνυπάρξει με τη φύση, πριν καταστρέ ψουμε χωρίς οίκτο τον πανέμορφο πλανήτη μας. ΜΥΡΣΙΝΗ ΒΑΜΒΑΚΑ - ΧΟΥΤΖΑΙΟΥ
ΦΩΤΟΣΚΙΕΣ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ
Αναμνηστική φωτογραφία από τη χιονισμένη Αγιάσο (3.3.1957). Διακρίνονται, από αριστερά: Μιχαήλ (Αάκης) Κωνστ. Μαϊστρέλης, Ευστράτιος Μιχ. Πανανής και Ευρι πίδης Παν. Μαριγλής.
Αναμνηστική φωτογραφία από την «Αγια Φουτιά» Λά μπου Μύλων (25.4.1957). Διακρίνονται, από αριστερά: Μιχαήλ (Αάκης) Κωνστ. Μαϊστρέλης, Χρίστος Κοντό πουλος, Προκόπης Ευστρ. Κουτσκουδής και Ευστράτιος Ιωάν. Χατζηκομνηνός.
Στιγμιότυπο από καρναβαλική εκδήλωση... Ο Ευστράτιος Σταύρου Ρόδανος χορεύει «χούλα χουπ». (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Σταύρος Ρόδανος)
ΜΑΤΙΕΣ ΣΤΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΑ ΤΟΥ ΑΣΩΜΑΤΟΥ Ο δάσκαλος, στρατοκόπος της οδύσσειας του χρέους X ιόνια, χιόνια, παγωνιά. Στα κεραμίδια κρεμόντουσαν κρουστάλλια πάγου. Οι άνθρωποι δυσκολεύονταν να βγουν έξω από τα σπίτια τους. Γλιστρούσαν και με προ σοχή και κίνδυνο κατάφερναν να φτάσουν στα καφενεία. Ένα παιδί φουριόζικο και θαυμαστικά φώναζε της μάνας του: - Ω μα, ω μα, ι δάσκαλους είνι κάτου μι του πατέρα μ’. - Τι θέλει ο άνθρωπος τέτοια μέρα και ώρα; Κάποια ανάγκη θα ’χει. Απορημένη έτρεξε στο παράθυρο να βεβαιωθεί και με τά κατέβηκε γρήγορα στην αυλή να δει τι συμβαίνει, τι τρέχει. Κουκουλωμένος ο δάσκαλος, κουβέντιαζε με τον άνδρα της. Του ζήταγε προσάναμμα, γιατί δεν μπορούσε, δυσκολευότανε ν ’ ανάψει φωτιά εκείνο το παγωμένο πρωινό. Δεν είχε δαδί, ξηρά κλαδιά. Το τσουχτερό κρύο δε σήκωνε πολλά λόγια. Τον κάλε σε επάνω στο σπίτι. Δίσταζε, αρνιότανε, τελικά όμως ανέ βηκε. Η νοικοκυρά περιχαρής, πρόθυμη να τον περιποιηθεί. Το σπίτι ζεστό, ξελόχιζε η φωτιά στο τζάκι, ξύλα μπό λικα. Του πρόσφερε κονιάκ και φασκομηλιά, όπου για ζά χαρη έβαλε πετιμέζι. Πυρώσανε τα σωθικά του, άναψε ολό κληρος, κοκκίνισαν τα μάγουλά του, συνήρθε από το κρύο. Τα παιδιά, δευτέρας και τρίτης τάξης, κοντά στο τζά κι, στο παραγώνι, συνεσταλμένα, αμίλητα. Δεν τολμού σαν να τον δουν κατάματα. Τον είχαν από φόβο και από σεβασμό. Η μάνα ένιωσε ευχαριστημένη που έδειξε την ανθρω πιά της, σε στιγμές δύσκολες ενός ανθρώπου, μάλιστα του δασκάλου του χωριού. Τιμητικό γι’ αυτή μια τέτοια επίσκεψη. Ο άνδρας της, με μια αγκαλιά προσάναμμα και με ένα μεγάλο μάτσο δαδιά, τον συνόδεψε μέχρι το σπίτι, όπου έμενε, εκεί κοντά, στο ίδιο σοκάκι. Δεν ήταν αρχο ντόσπιτο, ήταν ένα χωριάτικο σπίτι, που είχε όλα τα γεν νήματα του τόπου. Ο δάσκαλος έζησε για λίγο την οικογενειακή θαλπω ρή. Μόνος, ολομόναχος, σε ξένο τόπο, στερούνταν τη σπιτίσια ζωή. Το χειμώνα πώς να ζεσταθεί; Ποιος να του ανάψει φωτιά το πρωί, να πιει ένα ζεστό. Συχνά έπινε το πρωινό του στα καφενεία, μαζί με τους εργάτες που έφευ γαν για τα μακρινά κτήματα. Δεν υπήρχε το έτοιμο μαγειρεμένο φαγητό, δύσκολη η ζωή του. Πολλές φορές ξηροφαγία, ψωμί, τυρί, γιαούρτι, παστά. Στις νηστείες χαλβά κι ελιές. Γινόταν λιτοδίαιτος και ολιγαρκής από ανάγκη. Του έλειπε η συντροφιά. Το σπί τι ήταν αγέλαστο, άψυχο, με λίγα χρειώδη οικιακά σκεύη. Στο σχολειό ο δάσκαλος είχε λόγια πολλά. Να λέγει, να λέγει, να μάθει στα σχολειόπαιδα γράμματα. Στο σπίτι βουβαμάρα, σε ποιον να μιλήσει; Στις μεγάλες γιορτές με λαγχολούσε βαθιά, τον έσφιγγε ο καημός. Μάκραιναν οι ώρες της μοναξιάς τη νύχτα. Περίμενε κι αυτός τις καλο καιρινές διακοπές να φύγει για το χωριό του. Είχε λεφτά,
Ο Αγιασώτης δάσκαλος Νικόλαος Βασιλείου Καραγιάν νης υπηρέτησε αρκετά χρόνια στον Ασώματο, όπως και η αδερφή του πατέρα του Παναγιωτούδα Καραγιάννη. (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο σατιρογράφος-θεατρικός συγ γραφέας Αντώνιος Μηνάς, του οποίου ο παππούς, από την πλευρά της μητέρας του, Ευστράτιος Καραγιάννης (Πιτσούλης) ήταν αδερφός του Νικολάου).
πληρωνόταν καλά. Πέρα από το μισθό του είχε κι άλλες παροχές, ξύλα, κάρβουνα, λάδι, το ενοίκιο του σπιτιού. Να μερικές εγγραφές από το αρχείο της Εκκλησίας. 1857 50 οκάδες κάρβουνα είς τον διδάσκαλον. 1872 Αύγ. 28. Διά ετήσιον ένοίκιον διδασκάλου γρό σια 100. 1890 Μαΐου 1. Έδώσαμεν είς τον διδάσκαλον έλαιον λαγήνια 3. Επί τουρκοκρατίας οι δάσκαλοι ήταν ξένοι, από το δασκαλοχώρι Αγιάσος κι από άλλα χωριά. Μόνο σε περί πτωση ανάγκης, εκτάκτως, για μήνες κάναν το δάσκαλο ντόπιοι. Αρχές εικοστού αιώνα ο Ασώματος απόκτησε δικούς του δασκάλους, το Βασίλειο Ζαφειρίου Παυλέλη (19091913), το Στρατή Παπανικόλα (1913-1915) και τον Ευστρά τιο Κωνσταντίνου Χατζηγιάννη (1915-1916). Παπαδοσύνη και δασκαλίκι, «αξιώματα» μεγάλα, τι μητικές θέσεις των παλιών χρόνων, κράτησαν την πίστη και τη ρωμιοσύνη ζωντανή. Βούλα, Σεπτέμβρης 2002
ΣΤΡΑΤΗΣ ΚΑΡΑΒΑΝΗΣ
ΝΟΣΤΑΑΓΙΚΕΣ ΘΥΜΗΣΕΣ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ Στη Μυτιλήνη της Κατοχής και της Πείνας ήμερα είναι Κυριακή, μήνας Φεβρουάριος, κάνει πολύ κρύο και η θερμοκρασία έχει πέσει κάτω από το μηδέν. Το καναρίνι κοντά στο παράθυρο, από μέσα, φυσικά, δε νοιάζεται καθόλου για το χιό νι, που πέφτει έξω και τα έχει κάνει όλα κάτασπρα. Κελαηδεί χαρούμενο και δίνει μια ανοιξιάτικη νότα στο κάτασπρο τοπίο, εκεί έξω. Πίνω το καφεδάκι μου και αφήνω τη σκέψη μου να ταξιδέψει στη Μυτιλήνη, σε μιαν άλλη εποχή, την Κατοχή του 1941, μια μέρα ίδια παγωμένη. Ή ταν το πρώτο χιόνι που είδα στη Μυτιλήνη, τό σο πολύ. Έ χω και φωτογραφία. Ή μουν κοπελίτσα τότε κι έπρεπε να χαρώ που αντίκριζα αυτό το θείο δώρο. Η πείνα όμως δε μας άφηνε να σκεφτούμε σαν ποιητές. Έ να τοπίο, θυμάμαι, σα ζωγραφιά. Ό λα όμως ακίνητα και παγωμένα και μαζί και οι καρδιές μας. Τότε νοιαζόμασταν τι θα φάμε. Θυμάμαι καλά αυτή τη μέρα, γιατί έκανα μια μεγάλη απόσταση μέ σα στο χιόνι, φορώντας κοντά καλτσάκια και ένα τριμμένο παλτό, για να κάνω ένα θέλημα στη θεία μου, που για ανταμοιβή θα έπαιρνα ένα κομμάτι ψω μί, φτιαγμένο από ένα μείγμα σταριού και άλλων δημητριακών. Τι άσχημη εποχή! Το χ ιό νι το μόνο καλό που έκανε ήταν να σκεπάσει τους δρόμους από τα σκου πίδια και τα κουκούτσια της ελιάς, που ήταν πεταμέ να στους δρόμους και που κανείς δε σκεφτόταν να τα σκουπίσει. Δεν υπήρχε, βλέπεις, τίποτε άλλο να χορτάσει κανείς. Ευτυχώς που ήταν και οι ελιές. Και μόνο αυτό; Θυμάμαι πω ς ήταν όλοι πετσί και κόκαλο. Το φαγητό μας ήταν λίγες τηγανίτες από όσπρια, που για να τα αλέσουμε περιμέναμε ου-
Χιονισμένη Μυτιλήνη (1941). Λεύτερη, από αριστερά, η Κατίνα Χαράλαμπου Μυκονιάτου (όρθια), σύζυγος μετέ πειτα Γιάννη Τερτίπη, και πέμπτη η αδερφή της Αέσπω.
ρά σ ’ έναν έξυπνο για την εποχή εκείνη, ο οποίος σκέφτηκε να βάλει μύλο στο μαγαζί του, μια και τα αλλαντικά που έφτιαχνε παλαιότερα δεν υπήρχαν. Θυμάμαι μάλιστα μ’ αυτές τις τηγανίτες και ένα κω μικοτραγικό περιστατικό. Ή μαστε τρεις αδερφές και εγώ η μεσαία. Η μεγαλύτερη μου, ενώ δεν έτρω γε, την καλή εποχή, φυσικά, και την παρακαλούσε η μητέρα μας να φάει λίγο, στην Κατοχή δε χόρταινε. Τις τηγανίτες εμείς οι δυο, οι μεγάλες, τις φτιάχναμε μόνες μας. Η καθεμιά τηγάνιζε τις δικές της. Ιεραρ χικά πάντοτε. Πρώτα η μεγάλη. Παίρναμε σ’ ένα βα θύ πιάτο αλεύρι, ας το πούμε αλεύρι, αν και ήταν ρε βίθια αλεσμένα, ρίχναμε λίγο νερό και λίγο αλατάκι για νοστιμιά κι αφού τις τηγανίζαμε χορταίναμε την πείνα μας. Όλο πεινούσαμε τότε. Μια μέρα όμως της φάνηκε της αδερφής μου ότι ο δικός μου χυλός στο πιάτο μου ήταν περισσότερος από το δικό της και άρχισε τις φωνές. Ήθελε να μου τον πάρει. Η μητέρα μου, η καημένη, προσπαθούσε να την καλοπιάσει και της έλεγε: Πάρε κι άλλο αλεύ ρι εσύ και φτιάξε και δεύτερο πιάτο. Αυτή τίποτα, ήταν ανένδοτη. Ό χι έλεγε, γιατί να πάρει περισσότε ρο. Βρε, πάρε κι άλλο, έλεγε η μητέρα μας, αυτή τίπο τα, ήθελε το δικό μου χυλό. Εγώ ήμουν καλή, έκανα και όση υπομονή μπορούσα, αλλά δε βάσταξα άλλο, μου ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι και αντέδρασα άσχημα. Δε σκέφτηκα καθόλου το στομάχι μου και την πείνα που θα ακολουθούσε. Ο θυμός δε με άφησε να σκεφτώ ότι θα έμενα νηστικιά. Πήρα λοιπόν το πιάτο με το χυλό και της το φόρεσα καπέλο. Τι θέα μα, Θεέ μου! Τώρα, βέβαια, γελώ που το θυμάμαι. Η αδερφή μου είχε γίνει σαν τούρτα με σαντιγί. Κατάλαβα όμως τι θα επακολουθούσε και έφυγα τρέχοντας στην ταράτσα του σπιτιού κι από εκεί πή δησα στο διπλανό σπίτι από τα κεραμίδια. Ή ταν πο λύ επικίνδυνο αυτό που έκανα, αλλά τότε ποιος φο βόταν. Και δεν κατέβηκα παρά μόνο με τα παρακά λια της μητέρας μου. Ακόμη θυμάμαι την παρακλητι κή φωνή της. Κατίνα, έλα παιδάκι μου, κάτω, δε θα φας ξύλο! Όχι, βέβαια, ότι θα με έδερνε. Η μητέρα δε μας έδερνε ποτέ. Μας μεγάλωσε με πολλή αγάπη και στοργή μόνη της, αφού τον πατέρα μας τον χάσαμε όταν ήμασταν μικρά. Εγώ δε φοβόμουν τη μητέρα μου, αλλά την αδερφή μου, και δεν ήξερα πώς να την αντικρίσω. Αφού όμως μου υποσχέθηκαν ότι δε θα φάω ξύλο, κατέβηκα σιγά σιγά και με το κεφάλι κά τω. Τι σου είναι τα παιδιά! Από το άσπρο χιόνι ξεκίνησα και με άσπρο χυλό τελείωσα. Αυτά δεν ξεχνιούνται. ΚΑΤΙΝΑ ΤΕΡΤΙΠΗ-ΜΥΚΟΝΙΑΤΟΥ
ΜΙΚΡΟΪΣΤΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΠΕΤΡΙΝΑ ΧΡΟΝΙΑ Ένας Αγιασώτης ανασκαλεύει τη μνήμη του και αφηγείται... ο 1946 υπηρετούσα στην Αλεξανδρούπολη ως αγύμναστος. Τότες κρατούσαν στο στρατό μόνο αυτούς που πήραν μέρος στο δημοψήφισμα για την επάνοδο του βασιλιά από τη Μέση Ανατολή. Ή μα σταν οι τρεις κλάσεις 1940, 1941 και 1942. Μ είνα με καμιά σ α ρα ντα ρ ιά άτομα. Τους άλλους τους έδιωξαν με αναβολή έξι μηνών. Θυμάμαι που έφυγε κατά λάθος ο Γεώργιος Κο μνηνού Δαγέλης ή Τσαλκούδ’, ενώ κρατήσανε πάλι κατά λάθος το Στρατή Σουσαμλή ή Σελέμη, που έπαιζε κλαρίνο. Μια μέρα είδα το Σελέμη να κάθε ται χωρίς στολή, κάτω από μια βαλανιδιά. Τον ρώ τησα γ ια τί τον ξεφορέσανε και μου είπε κλαίγοντας πω ς φοβόταν μήπως τον στείλουν στη Μ α κρόνησο. Κ αι τούτο, για τί κ ά π ο ιο ς είπε ότι έχει στο βουνό αντάρτη αδελφό. Πήγα στο διοικητή, που ήταν συνταγματάρχης και τον έλεγαν Παντελεήμονα Πασχάλη, και του εί πα: Κύριε διοικητά, στο χωριό μας, όταν μια οικο γένεια αποτελείται από πολλά άτομα, το καθένα έχει την ιδεολογία του. Θα ήθελα να μάθεις εάν αυ τός που σας έδωσε τις πληροφορίες τον είδε σε κα
μιά συγκέντρωση. Ε ίναι μουσικός επαγγελματίας και κάνει παρέα με όλο τον κόσμο, ανεξάρτητα από ιδεολογία, γιατί είναι φτωχός και έχει ανάγκη. Έ τσι και απολύθηκε, αλλά τον έστειλε στο χωριό του, στην Αγιάσο. Εγώ πέρασα στις 20 Δεκεμβρίου από την Ε π ι τροπή Απαλλαγών στη Δράμα και απολύθηκα στις 5 Ιανουάριου 1947. Το βράδυ μπήκα στο καράβι, το «Πάτραι», που πήγαινε για τη Μυτιλήνη. Ό ταν φτάσαμε μεσοπέλαγα, άρχισα να γυρίζω εδώ και εκεί μέσα στο καράβι. Κ άποια στιγμή είδα ένα χω ροφύλακα, που κοιμόταν σε μια πόρτα. Σκέφτηκα π ω ς ο χώ ρος που φρουρούσε θα έπρεπε να έχει κρατούμενους, ίσως και Αγιασώτες. Έ σπρωξα την πόρτα σιγά σιγά, μπήκα μέσα και την έκλεισα πάλι. Το θέαμα που αντίκρισα μου φάνηκε σαν όνειρο. Μέσα ήταν όλο Αγιασώτες, ο Σταύρος Κουνής, ο Γρηγόρης Σαρίκης, ο Σπύρος Τσαμπλάκος (Τούρ κα), ο Αλεξανδρής Παραμυθέλης, ο δάσκαλος Βα σίλειος Ιακώβου και ένας Ταλέλης, που δε θυμάμαι ποιος από τους δυο, ο Μ ιχάλης ή ο Πάνος. Ό ταν με είδαν, ξαφνιάστηκαν και απόρησαν πώ ς μπήκα μέσα και πού βρέθηκα. Αφού κουβεντιάσαμε αρκε-
Α ναμνηστική στρατιω τική φ ω τογραφ ία που ταχυδρομήθηκε από την Α λεξα νδρ ο ύπ ο λη το 1947. Α ια κ ρίνοντα ι, από α ριστερά , ο Ιωάννης Ε υστρατίου Κ ουρτζής ή Κουρτζέλης (1921-1996) και ο Δ ημήτριος Π αναγιώ τη Μ α ϊστρέλη ς.
τή ώρα, με ρώτησε ο Κουνής αν έχω κανένα τσιγά ρο. Είχα τρεις κούτες και τις έδωσα και τις τρεις. Τότες μας δίνανε έντεκα τσ ιγάρα την ημέρα και επειδή δεν κάπνιζα τα μάζευα, για να τα φέρω στο θείο μου τον Προκόπιο Πασά. Και εκεί όμως που τα έδωσα καλά πήγανε. Ό λοι προβληματίζονταν πώ ς θα βγω έξω, αλλά εγώ τους έλεγα πω ς θα τα ξεμπερδέψω. Αφού τους χαιρέτισα όλους, έφυγα. Ό τα ν ά νο ιξα την π ό ρ τα , ξύπνησε ο σ κ οπός, με έπιασε και με πήγε στον ενωμοτάρχη, που τον έλε γαν Μ πάμπη. Αφού ανέφερε τι συνέβη, ο ενωμα τάρχης μου είπε να τον ακολουθήσω. Ρώτησα πού πάμε και μου είπε, στον καπετάνιο. Αμέσως του εί πα πω ς θα βάλω τα δυο του τα πόδια σ ’ ένα π α πούτσι, αφού αφήνει το σκοπό να κοιμάται, με κίν δυνο να ανατινάξουν οι κομούνες το καράβι. Του έβγαλα μάλιστα και μια ταυτότητα που είχα και την έχω ακόμα από το 1946 και που γράφει «Ένωσις Εθνικοφρόνω ν Λέσβου». Πανικοβλήθηκε και αντίς για τον καπετάνιο πήγαμε στην καντίνα και με κέρασε τσάι και κονιάκ. Με παρακαλούσε να μην τον καταγγείλω, να μην του κάνω κακό, γιατί θα περνούσε από Συμβούλιο και θα απολυόταν. Τον καθησύχασα, λέγοντάς του να ξεχάσει ό,τι έγι νε, να μην το συζητά. Με ρώτησε αν ήθελα να ξανα πάω. Είπα πω ς ήθελα να τους πάω κάτι. Πράγματι πήρα από την κ α ντίν α ένα μ πουκ ά λι ούζο, που
μάλλον το πλήρωσε ο ενω ματάρχης, και πήγαμε μαζί. Οι Αγιασώτες, όταν μας είδαν, γελούσαν. Ο Σ αρίκης μάλιστα ρώτησε αν είμαστε ξα δέλφ ια . Μου είπαν τότες ότι θα τους πάνε στο Μ εταγω γών. Αφού κουβεντιάσαμε όλη τη νύχτα, φτάσαμε στη Μυτιλήνη, χαιρετηθήκαμε με τον ενωμοτάρχη και τον παρακάλεσα να μην τιμωρήσει το σκοπό. Ό τα ν έβγα ινα α πό το κ α ρά β ι, α ντά μ ω σ α το Γιάννη Γούναρο και το Γρηγόρη Παραμυθέλη, που εκτελούσαν υπηρεσία ως φαντάροι στη Μυτιλήνη. Τότες έμαθα ότι οι αντάρτες σκοτώσανε χω ροφ ύ λακες, καθώς και το Νικόλαο Τσουκαρέλη και τον Αντώνιο Παναγιώτη Κουταλέλη, και ότι στο χωριό οι εθνικόφρονες σπάσανε καφενεία, μαγαζιά και άλλα. Παρακάλεσα το Βράνη Καζαντζή και με πή ρε με το φορτάκι του. Κάθισα στο φτερό και ήρθα στο χωριό. Π ράγματι έμοιαζε με νεκροταφείο. Τα μαγαζιά ήταν σπασμένα και από τους κατοίκους λίγοι μονάχα κυκλοφορούσαν. Ό ταν βγήκαν όλοι τους από τη φυλακή, με ρω τούσαν πώ ς τα κατάφερα και όταν τους τα εξήγη σα με φιλούσαν και γελούσαν. Ο δάσκαλος μάλι στα μου έλεγε πω ς είμαι «πειρασμός». Ο Σελέμης δεν το ξεχνούσε ποτέ το καλό που του έκανα... ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΜΑΪΣΤΡΕΛΗΣ (ΑΡΝΑΔΑ)
Λελτίο ταυτότητας, με αριθμό Μητρώου 670, του Δημητρίου Παναγιώτη Μαϊστρέλη, το οποίο εξέδωσε η «Ένωσις Εθνικοφρόνων Λέσβου», στις 19.11.1946.
Ο ΑΓΙΑΣΩΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΜΠΑΣ Η παρουσία του στα μουσικά δρώμενα της αλλοτινής Γέρας Ο μουσικός Γεώργιος Καμπάς, που το αρχικό του επώνυμο ήταν Χ ριστοφαρής, γεννήθηκε στην Αγιάσο περίπου το 1850 και πέθανε ανήμερα των Χριστουγέννων, το 1941, στη Νέα Μάδυτο, στο χω ριό του γαμπρού του Θεοφάνη Μ ουρόπουλου1. Η άφιξή του στη Γέρα συνδέεται με το εξής πε ριστατικό. Είχε κάποτε προσκληθεί να πα ίξει σε ένα γάμο υψηλής κοινωνικής τάξης και επειδή βρή κε εκεί έναν «άλλον κόσμο» παρέμεινε τελικά. Π α ντρεύτηκε περίπου στά 1900 την Παλογού Σουγλάνη από τον Παπάδο. Τα πρώτα δυο παιδιά τους πέθαναν νωρίς, στη γέννα ή λίγο μετά, κατόπιν όμως απέκτησαν άλλα τέσσερα κορίτσια, τη Στέλλα, την Ιφιγένεια, τη Σοφία και τη Μαρία. Ο Γεώργιος Κ αμπάς είχε βαφτίσει τον Π ανα γιώτη Νείρο, γιο του βιολιστή Στρατή Νείρου, ο οποίος γεννήθηκε το 1892 στον Π απάδο2. Από το γεγονός αυτό εικάζουμε ότι πρέπει να ήρθε τότε στη Γέρα και να σύναψε επαγγελματικές και φ ιλι κές σχέσεις με το Στρατή Νείρο. Τα αδέρφια του Στρατή Νείρου ήταν επίσης μουσικοί. Ο Γεώργιος (Κούμαρου) έπαιζε ταχυδακτυλουργικά σαντούρι και ο Αριστοφάνης έπαιζε κοντραμπάσο. Ο Γεώρ γ ιο ς Κ α μ πά ς κα ι οι Ν είροι ήταν τόσο γνω σ τοί, ώστε έπα ιζα ν και σε γάμους ως και στο Α ϊβαλί, στη Σμύρνη και στην Κωνσταντινούπολη. Μια φω το γ ρ α φ ία α πό την α π ερ γία της Σ υ ν τεχ νία ς τω ν Βυρσοδεψών στο Πέραμα (1910), που απεικονίζει το Γεώργιο Κ αμπά να κρατά κλαρίνο μαζί με το Γεώργιο Νείρο και τον Α ριστοφ άνη Νείρο, που κρατάει το κοντραμπάσο, είναι δημοσιευμένη στο λεύκωμα «Φωτοσκιές» του Χουτζαίου. Αυτό επι βεβαιώνεται και από διασταυρώσεις άλλων φωτο γ ρ α φ ιώ ν κ α ι α π ό τ ις π λ η ρ ο φ ο ρ ίες του Κ ώ στα Μουρόπουλου και της Αρχοντούλας Μαλαίνου. Η παραπάνω κομπανία έπαιζε έως και το 1925, οπότε ο Γεώργιος Καμπάς γνωρίστηκε επαγγελμα τικ ά με το Θ εοφάνη Μ ουρόπουλο, κατα γόμενο από τη Μ άδυτο της Π ροποντίδας, ο οποίος ήρθε ως πρόσφυγας. Από τη συνεργασία αυτή ο Θεοφά νης Μ ουρόπουλος γνώρισε την κόρη του Στέλλα και έτσι έγινε γαμπρός του. Ή ταν σαλπιγκτής στο στρατό και γνώριζε τρομπόνι. Από το στρατό επί σης ήξερε το Νίκο Κωνσταντινίδη, ο οποίος έπαιζε εμφώνιο. Έ τσι ξεκίνησε το πρώτο Γεραγώτικο συ γκρότημα φυσερώ ν στον Π α πά δο, με τους Νίκο Κωνσταντινίδη (εμφώνιο), επίσης καταγόμενο από τη Μάδυτο, Ηλία Φροσυνά (κορνέτα), αδερφό του Κ ω νσταντινίδη, Μ ιχάλη Ονουφριάδη (βιολί, σα-
Παπάδος, γύρω στα 1913-1914. Ο κλαριντζής Γεώργιος Καμπάς, οι θυγατέρες του Στέλλα και Ιφιγένεια, καθώς και δυο μαθήτριες όρθιες πίσω.
ντούρι), από το Τ αϊφίρ της Καλλίπολης Π ροποντί δας, Στέλιο Γεωργαλά ή Βούρδουλα (τρομπόνι), από τη Σμύρνη (;), Γρηγόριο Κωνσταντέλια (βιολί, σαντούρι), από το Δικελί, Γεώργιο Καμπά (κλαρί νο) και αργότερα τους Ερμόλαο Ζωγράφο (κλαρί νο), α π ό το ν Π α λ α ιό κ η π ο , Σ τρατή Κ ουτσάφτη (τρομπόνι), από το Μ εσαγρό, και Κώστα Τσόλο (τρόμπα), από τον Παλαιόκηπο, με καταγωγή από τα Μυστεγνά, έως τα τέλη του 1950. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Γεώργιος Καμπάς ήταν πολυτεχνίτης και πολύ εργατικός. Στο κύριο επάγγελμά του πρέπει να ήταν μαραγκός. Νεαρός, όταν έκανε εξάσκηση στο κλαρίνο του, φώναζε τό σο πολύ η μάνα του, ώστε κατέβαινε σε ένα πηγάδι και έπαιζε, για να μην ενοχλεί κανέναν. Εκτός από τη μουσική είχε και πολλές άλλες ασχολίες. Παρέ διδε μαθήματα μαντολίνου σε κοπέλες, είχε τροχό και ακόνιζε μαχαίρια, επιδιόρθω νε τραπέζια και καρέκλες, έφτιαχνε χτένια για τις κρεβατές, ντουζένια για τα αλώνια, γλυπτά μπαούλα, και άλλα. Είχε αδερφή, που λεγόταν Σωφροσύνη, και έναν
ΙΩΣΗΦ ΧΑΤΖΗΠΑΥΛΗΣ Ο ζωγράφος των πλεούμενων... Ο Ιωσήφ
Βασιλείου Χ ατζηπαυλής γεννήθηκε στην Αγιάσο της Λέσβου. Σπούδασε στο Αθηναϊκό Τεχνολογικό Ινστιτούτο (Α.Τ.Ι.). Δασκάλους είχε το
Αναμνηστική φωτογραφία από γλέντι που έγινε στον Πα πάδο, με την ευκαιρία της άφιξης του Μιχάλη Νείρου από την Αργεντινή, γύρω στα 1930. Διακρίνονται, από αριστε ρά, (;), ο Παναγιώτης Νείρος, ο φωτογράφος Μιχάλης Νείρος (Μπουμ’χάλ’ς), ο Γεώργιος Καμπάς και άλλοι.
ανεψιό, το Στρατή, στην Αγιάσο. Αυτός ήταν φω τογρ ά φ ος (ΡΗ οΐο- Οΐγπιρο) κα ι μ ο υσ ικ ό ς123, που έπαιζε τρομπόνι και που τον φιλοξενούσε στο σπί τι του, στην εορτή των Ταξιαρχών στον Παπάδο. Ο Γεώργιος Καμπάς είχε διδάξει σε άλλους μου σικούς κλαρίνο, όπω ς στο Μ ητρέλ’, που πιθανώ ς πρόκειται για το Δημήτρη Καμπάνη από το Πλωμά ρι, καθώς και στον Ερμόλαο Ζωγράφο από τον Πα λαιόκηπο. Το σπίτι του βρισκόταν στο δρόμο που κα τεβαίνει προς τα κάτω του Ταξιάρχη, πριν φτάσουμε στο καμίνι του Στρατή Σουβατζή (Τουμπούτου). Στο κλαρίνο ήταν μοναδικός και συνέχισε να παίζει ακόμη και σε μεγάλη ηλικία. Έ τσ ι η Γέρα στις αρχές του εικοστού αιώνα, δέχτηκε μουσικές επιδράσεις τόσο από την Αγιάσο μέσω του Γεωργί ου Κ α μ πά , όσο κ α ι α π ό το υ ς Μ ικ ρ α σ ιά τες, οι οποίοι ήρθαν το 1922 στη Λέσβο. Υ.Γ. Για τη σύνταξη της π α ρ α πά νω συνεργα σίας στηριχτήκαμε στις πληροφορίες που μας έδω σαν ο Κώστας Μ ουρόπουλος και η αδερφή του Π ιπίτσα Γιαννίκου, που είναι π α ιδ ιά του Θεοφάνη Μ ουρόπουλου και εγγόνια του Γεωργίου Καμπά. Επίσης αξιοποιήσαμε στοιχεία που μας έδωσαν η εγγονή του Γεωργίου Καμπά Άννα Τσάκου, καθώς και οι θυγατέρες του Π αναγιώτη Νείρου, Αρχοντούλα Μαλαίνου και Σαλώμη Καλαποθάκη. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΑΓΙΑΚΑΤΣΙΚΑΣ 1. Σύμφωνα με πληροφορίες του εγγονού του Κώστα Μουρόπουλου. 2. Σύμφωνα με πληροφορίες της κόρης του Αρχοντούλας Μαλαί νου, έπαιζε κορνέτα και ανέβασε θεατρικές παραστάσεις στη Γέρα και στη Μυτιλήνη, πιο γνωστή από τις οποίες ήταν ο «Χορ - Χορ αγάς». Ακόμη μαζί με τους Μικρασιάτες Μιχάλη Ονουφριάδη, Στέλιο Γεωργα λά και Γρηγόριο Κωνσταντέλια, ανήκαν στην μπάντα της Μεραρχίας Αρχιπελάγους, αρχιμουσικός της οποίας ήταν ο Μυτιληνιός λοχαγός Αλέκος Ταχτατζής, υπό τη διοίκηση του στρατηγού Δημητρίου Ιωάννου. 3. Πληροφορία από το Γιάννη Χατζηβασιλείου.
Σπύρο Βασιλείου, το Γιάννη Τσαρούχη, το χαράκτη Α. Τάσσο και το Γιώργο Βακιρτζή, ενώ διευθυντή σπουδών τον Ευάγγελο Παπανούτσο. Συνεργάστη κε επί πολλά χρόνια στα ατελιέ των Σπύρου Βασι λείου και Γιώργου Βακιρτζή. Εκτός από τη ζωγρα φική ασχολείται και με τη σκηνογραφία στο θέατρο, στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση, συνεργαζόμενος με ελληνικούς και ξένους θιάσους. Το ατε λιέ του βρίσκεται στη Άνω Γλυφάδα, στην οδό Μετε ώρων 3. Τηλ: 2109636051. Κιν: 6972454144.
ΤΟ Ο Μ Ο ΓΕΝ Ε ΙΑ Κ Ο Μ ΑΣ Π Ε Ρ ΙΣ Κ Ο Π ΙΟ Ο Γρηγόριος Παπαπορφυρίου στον παλμό της ζωής της Α§Ιοπ3 Συνεχίζοντας την προσπάθειά παρουσίασης των ομογενών μας, πήραμε συνέντευξη στις 8.11.2002 στην Αθήνα, στο καφέ-μπαρ-ουζερί «η Λέσβος» (Εμ μανουήλ Μπενάκη 38) των αδελφών Γραμμέλη, από το Γρηγόριο Ιωάννη Παπαπορφυρίου, ο οποίος βρή κε αραξοβόλι το 1971 στην Αδΐοπα. Εργάστηκε σκλη ρά και στέριωσε το σπιτικό του. Δημιούργησε όμορφη φαμίλια, που φτώχυνε όμως με την πρόωρη απώλεια, πριν από δέκα χρόνια, της συζύγου του Αθηνάς. Απόχτησε δυο παιδιά και τα αποκατέστησε. Εργάστηκε μέσα από τις γραμμές φορέων της ελληνικής ομογένειας και πρόσφερε τις υπηρεσίες του. Συνδέθηκε εξαρχής με το Φιλοπρόοδο Σύλλογο Αγιασωτών και είναι αντιπρόσωπος του περιοδικού «Αγιάσος» από το 1980, δηλαδή από το έτος της ίδρυσής του... ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ «Γ εννή θηκ α στις 12 Απριλίου 1937 στην Αγιά σο. Γονείς μου ο Ιωάννης Μιχαήλ Παπαπορφυρίου ή Τσίρος και η Ελένη Γρηγορίου Κουρτζέλη, η οποία απεβίωσε το 1984. Ο παππούς μου Μιχαήλ Π απα πορφυρίου έφυγε στην Αμερική κατά το 1914 και εγκαταστάθηκε στο Νο\ν Ηανοπ του Όοηηοοΐίοπΐ:, αφήνοντας πίσω του τη γιαγιά μου Φωτεινή Καλουτζή ή Λιγέλη και τα τρία τους αγόρια, τον Παναγιώ τη, τον πατέρα μου και τον Ευρυβιάδη. Η γιαγιά μου ήταν συγγενής με τον παπα-Κ αλλίνικο Καλουτζή, που έκανε στους Λάμπου Μ ύλους. Μετά από κά ποιο χρονικό διάστημα ο παππούς μου έκανε πρό σκληση στη γιαγιά, η οποία και πήγε στην Αμερική, με την προοπτική να πάρει αργότερα εκεί και τα
Ο παλαιός υποδηματοποιός της Αγιάσου Ιωάννης Μιχαήλ Παπαπορφυρίου (1906-1993).
πα ιδιά, τα οποία προσω ρινά εμπιστεύτηκε σε φ ί λους και σε γνωστούς. Τελικά, τα παιδιά δεν πήγαν στην Αμερική, γιατί εντωμεταξύ η γιαγιά μου πέθα νε, αλλά δε μαθεύτηκε από ποια αιτία. Ο παππούς ξαναπαντρεύτηκε στην Αμερική, αλλά για το γάμο αυτό δεν έμαθε κανείς τίποτε, επειδή είχε σταματή σει κάθε επαφή. Ύστερα από χρόνια, το 1926, όταν ήρθε στην Αγιάσο, είχε πολλά λεφτά, αλλά τα παιδιά του δεν τα βοήθησε. Το είχε ρίξει στις διασκεδάσεις.
Στιγμιότυπο από την τέλεση του μυστηρίου του γάμου του Γρηγορίου Παπαπορφυ ρίου και της Αθηνάς Αξιομα κάρου, στον Ιερό Ναό της Αγίας Τριάδας, το 1962. Διακρίνονται ο ιερέας Νικόλαος Παπουτσέ λης, που ανήκε στο ναό της Πα ναγίας, η κουμπάρα Ελένη Γε ωργίου Συναδινού, ο νουνός της νύφης Κώστας Τζηρίδης (σε στασίδι, δεξιά) και άλλοι συγγενείς και φίλοι...
Πέθανε το 1953 στην Α μερική. Κ ά π ο ιο ς π α π ά ς έστειλε πληρεξούσιο, που το υπέγραψαν οι συγγε νείς. Ακόμη όμως περιμένουν να πάρουν τα λεφτά. Τον πατέρα μου, που γεννήθηκε το 1906 και ορφάνεψε σε ηλικία οχτώ ετών, τον πήρε ο μουγκός Ευ στράτιος Γρηγορίου Τοπαλής και του έμαθε την τέχνη του τσαγκάρη. Ο Τοπαλής ήταν πολύ καλός τεχνίτης και είχε το τσαγκαράδικό του κοντά στο ναό της Πα ναγίας, στον ισόγειο χώρο του σπιτιού του Σταύρου Ψαριανού, ο οποίος παλαιότερα μαζί με τη γυναίκα του Ελένη, που ήταν αδερφή του Τοπαλή, έκαναν στην Αμερική. Ο πατέρας μου αρχικά δούλεψε κοντά στον Τοπαλή και μετά το θάνατό του κοντά στο Μιχάλη Πρινίτη. Το 1940, όταν τον πήραν στο μέτωπο, είχε δι κό του μαγαζί, αρχικά εκεί που δούλευε ο Τοπαλής. Κοντά του μαθήτεψαν και εργάστηκαν για μικρό ή με γάλο χρονικό διάστημα αρκετοί. Πολλά χρόνια, είκοσι περίπου, δούλεψε ο Προκόπης Χριστόφα Σιάχος, που μετανάστευσε στην Αυστραλία. Επίσης δούλεψαν επο χιακά ο Ευστράτιος Ηλία Ψυρκούδης ή Μακρέλης, ο αδερφός του Παναγιώτης, ο Ευστράτιος Χριστόφα Αρβανιτέλης, που σήμερα είναι στην Αμερική, ο Πα ναγιώτης Ευστρατίου Τζέγκος ή Παγίδας και ο Ιωάν νης Ευστρατίου Σκλεπάρης, που είναι εγκαταστημένοι στην Αυστραλία, ο Αντώνιος Θεοδώρου Κουνής, ο Βασίλειος Νεοκλή Ξενέλης, ο Δημήτριος Παναγιώτη Τσουκαρέλης ή Μπεκρέλης, ο Ευστράτιος Προκοπίου Κουφέλος. Επίσης εργάστηκε ένας Προκόπιος Μαλής, που πέθανε νωρίς, κατά το 1946. Ο πατέρας μου σ’ όλη του τη ζωή -πέθανε στις 3 Νοεμβρίου 1993- ήταν υποδηματοποιός. Ή ταν άριστος. Στα «εργατικά» παπούτσια δεν έβγαινε κανέ νας μπροστά του. Τα τελευταία χρόνια έφυγε από το παλιό του κατάστημα και εγκαταστάθηκε σε γειτονι κό χώρο, στο ακίνητο της Αλίκης Γεωργίου Σκλεπάρη-Παπάνη. Κοντά στον πατέρα μας μαθητέψαμε εγώ και ο αδερφός μου. Εγώ είμαι το τρίτο παιδί της οικογένειας. Αδέρφια
Η Ελένη Παπαπορφυρίου με την κόρη της Αναστασία Ευ στρατίου Γραμμέλη (αριστερά), που κρατά το γιο της Βα σίλη, και με τη νύφη της Αθηνά Γρηγορίου Παπαπορφυρί ου, που κρατά το γιο της Ιωάννη...
μου είναι η Μαρία, χήρα Γρηγορίου Γεωργίου Συναδινού, που μένει στο δήμο Όιιοοπδ της Νέας Υόρκης, η Αναστασία, σύζυγος Ευστρατίου Βασιλείου Γραμμέ λη, και ο Ευστράτιος, που γεννήθηκε το 1941. Πήγα στο Α ' Δημοτικό Σχολείο Αγιάσου, στο Αγριγιώτικο, το 1944. Στην πρώτη τάξη είχα δάσκαλο το Δημήτριο Καβαδά, ενώ στις άλλες τον Ευστράτιο Λιάκατο, που ήταν ο πιο καλός δάσκαλος που υπήρχε. Μας έμαθε γράμματα, με ένα τετράδιο και με ένα βιβλίο που είχα με στο «τρουβάδι». Στην Ωδική και στη Γυμναστική εί χαμε τον Ευστράτιο Σκλεπάρη. Το θυμάμαι το δημοτι κό. Ήμασταν όλοι αγαπημένοι. Στην ίδια τάξη με μένα πήγαιναν ο Γεώργιος Ευστρατίου Λιάκατος, ο Ευ στράτιος Ηρακλή Χατζηεμμανουήλ, ο Ευστράτιος Δη μητρίου Κορομηλάς, ο Κλέαρχος Βασιλείου Καμπου ρέλης, ο Κώστας Ευστρατίου Τινέλης, ο Ευστράτιος Τζανής, ο πατέρας του παπά, ο Ευστράτιος Παναγιώ τη Καμινέλης, ο Μιχαήλ Παναγιώτη Χατζηπροκοπί ου, ο Γεώργιος Γρηγορίου Τσουκαρέλης, ο Χρίστος Θεολόγου Σωσώνης, η Ασπασία Γρηγορίου Κουνέλη,
Ο Γρηγόριος Παπαπορφυρί ου, στην Αδίοη», στο Ο γ§1»1 Ρ ηΙηοο, ως σερβιτόρος (1990).
η Μαρία Ιωάννου Χατζηκομνηνού, η Σοφία Ιωάννου Χατζηλεωνίδα, η Γιαννούλα Αντωνίου Αναστασέλη, η Βασιλεία Ευστρατίου Ταμβακέλη, που είναι στην Αυ στραλία, η Μαρία Δημητρίου Μπόρα, ο Αριστοτέλης Σπύρου Σκλεπάρης, ο Γεώργιος Παναγή Παλαιολό γος, ο Μ ιλτιάδης Δημητρίου Παπάνης, ο Χαράλα μπος Παναγιώτη Χρυσάφης, ο Παναγιώτης Σταύρου Σαμαράς, η Αγγελική Κυριαζέλη, αδερφή του Κομνη νού, ο Χρίστος Κοντόπουλος, και άλλοι. Θυμάμαι το μουρουνόλαδο που μας έδιναν, τα «κάστρα» που παί ζαμε στα διαλείμματα, τις «κόζες», καθώς και την «τόπα», την μπάλα. Το δημοτικό σχολείο το τέλειωσα, αλ λά στο γυμνάσιο δεν πήγα, όπως δεν πήγαν και τα αδέρφια μου. Όταν τελείωσα το δημοτικό, κάθισα στο τσαγκα ράδικο, στο οποίο, βέβαια, πήγαινα και νωρίτερα από την ηλικία των εννέα ετών. Είχα μάθει καλά τη δου λειά του πατέρα μου. Στις 7 του Ιανουάριου, κάθε χρόνο, θυμάμαι που γιόρταζε το σινάφι των τσαγκαράδων. Εγώ πήγαινα και στα χωριά, στο Αμπελικό, στο Ακράσι, στον Μπορό, στο Βούρκο, πότε πότε και στην Πηγή, όπου είχαμε μερικούς πελάτες. Έπαιρνα παραγγελίες για καινούρια παπούτσια, αλλά και πα λιά παπούτσια για επιδιορθώσεις. Έπαιρνα μέτρα με το μολύβι και με τη μεζούρα, με την οποία μετρούσαμε το πάχος. Από το 1955 όμως και μετά άρχισε η κάμψη, που οφείλεται στα έτοιμα, στα λαστιχένια παπούτσια της ΕΛΒΙΕΛΑ, τα οποία άρχισε να προτιμά ο κόσμος. Όταν έπεσαν οι δουλειές, αναγκαζόμουνα να ερ γάζομαι από το 1957 και ως σερβιτόρος. Δούλεψα στα Κέντρα του Γρηγορίου Προκοπίου Δουλαδέλη και του Ευστρατίου Γεωργίου Δουλαδέλη. Επίσης δούλεψα στον Κήπο της Παναγίας, που τον είχαν ο Αλέκος Αρμενάκη Ρούσιας και ο Γρηγόριος Ευστρα τίου Τζέγκος ή Παγίδας, στη «Φαμάκα», που την εί χαν ο Γρηγόριος Χατζηραβδέλης ή Σουλουγάνης και μετά ο Ιωάννης Σταύρου Τραγέλης, καθώς και πιο
Στιγμιότυπο από τη Χοροεσπερίδα του Παλλεσβιακού Συλλόγου Αμερικής (1986). Διακρίνονται ο βουλευτής Δη μήτριος Βουνάτσος με τον πρόεδρο του Συλλόγου Γρηγόριο Παπαπορφυρίου.
νωρίς στο Πάρκο της Καρυάς, που το είχε ο Χατζη ραβδέλης. Τελευταία δούλεψα ως σερβιτόρος στη Μυτιλήνη. Παράλληλα όμως έκανα και αγροτικές δουλειές. Μάζευα ελιές. Εμένα με είχαν βαφτίσει κομουνιστή, ενώ τον αδερφό μου εθνικόφρονα. Ο πατέρας μας ήταν κε ντρώ ος, πα πα νδρεϊκός. Στο στρατό που πήγα το 1959 δε με έκαναν βαθμοφόρο λόγω φρονημάτων. Τη βασική εκπαίδευση την έκανα στο ΚΕΝ Σύρου, όπου παλαιότερα υπήρχε και Σχολή Εφέδρων Αξιω ματικών. Εργάστηκα ως τσαγκάρης στο 613 Τάγμα Πεζικού, στο Κιλκίς, καθώς και στο Λόχο Στρατη γείου του Β ' Σώματος Στρατού. Π αντρεύτηκα σ τις 4 Ιουλίου 1962 την Αθηνά Αξιομακάρου, τη θυγατέρα του Δημητρίου Μιχαήλ Αξιομακάρου και της Ευφροσύνης Βασιλείου Σιμέλη ή Σινάνη. Το μυστήριο του γάμου έγινε στο ναό της Αγίας Τριάδας Αγιάσου.
Εννιά από τα έντεκα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Παλλεσβιακού Συλλόγου Αμερικής (Ρπηίοδνίοη Χοοίοίγ οί Αιηοηο») (1985). Διακρίνο νται, από αριστερά, Χρίστος Παχούμης (Αγία Παρασκευή), Γεώργιος Μαρμάρου (Φίλια), Γρηγόριος Παπαπορφυρίου (πρόεδρος), Ιωάννης Σερεμέτης (Αγρίνιο, σύζυγος Καλλονιάτισσας), Βασίλειος Μακράκης (Μυτιλήνη, αντιπρόε δρος), Νίκος Ευαγγελίδης (Αντισσα), Νίκος Βόμβας (Μυτιλήνη) και Νικόλαος Σεκέρογλου (Μυτιλήνη).
Ήθελα να πάω στην Αμερική το 1968, αλλά δεν μπόρεσα να φύγω λόγω κοινωνικών φρονημάτων. Τελικά, κατάφερα και έφυγα στις 21 Νοεμβρίου 1971. Με κάλεσε η αδερφή μου Μαρία, η οποία είχε μεταναστεύσει το 1963. Μαζί μου πήρα και τη σύζυ γο, καθώς και το γιο μας Ιωάννη, ο οποίος γεννήθη κε το 1965, ενώ η κόρη μας Φρόσω γεννήθηκε αργό τερα στην Αμερική, στις 28 Οκτωβρίου 1976. Τρεις μήνες μείναμε στην αδερφή μου φιλοξενού μενοι. Μετά εγκατασταθήκαμε στην Αδΐοπα. Οι δυ σκολίες που συνάντησα ήταν πολλές και η εργασία σκληρή. Τρία ολόκληρα χρόνια δούλευα εκατό δέκα ώρες την εβδομάδα. Έ ξι μήνες δούλεψα ως τσαγκά ρης και μετά ασχολήθηκα με τα ρέστοραν. Έ κανα απ’ όλα. Πήγα σε ένα Γεραγώτη, στο Θωμά Βιόλατζη, από το Μεσαγρό. Είχε ρέστοραν στο Γοπ£ Ιδΐαηά. Με αγαπούσε πολύ. Με εμπιστευόταν, μου έδινε και τα κλειδιά ακόμη. Στη συνέχεια άνοιξα δικό μου ρέστο ραν, που το κράτησα μόνο δυο χρόνια, λόγω της ασθένειας της συζύγου μου, η οποία τελικά πέθανε στις 18 Απριλίου 1994 από καρκίνο του μαστού. Στην Αμερική συνάντησα αρκετούς Αγιασώτες: Το Λεωνίδα Μιχαήλ Καλουτζή και τον αδερφό του Γεώργιο, το Θεοκλή Χ ριστόφ α Χ ατζηκομνηνό ή Κόλλυβά και τη σύζυγό του Ευστρατία Βασιλείου Στεφανή, το Γρηγόριο Αποστόλου Χατζέλη, τον Ευ στράτιο Γρηγορίου Κοντή ή Μαμτζέλη, τον Π ανα γιώτη Μ ιχαήλ Α ξιομάκαρο, αδερφό του πεθερού μου, τον Α ντώ νιο Ε υστρατίου Ιακώβου και τον αδερφό του Δημήτριο, την Ασπασία ΧατζησάββαΤινέλη, την Ευστρατία Χριστόφα Δαγέλη (Κατσαμπού), σύζυγο του Ροΐοτ Βαΐοζοδ, τον Απόστολο Στυλιανού Τζίνη και την αδερφή του Ειρήνη δΓονειδ, τον Ευστράτιο Χριστόφα Αρβανιτέλη και τη σύζυγό του Μαρία Σταμάτη Σάπκα ή Καμπούρη, το Δημή τριο Γεωργίου Χριστοφίδη και τη σύζυγό του Τούλα
Αναμνηστική φωτογραφία από τη συνέντευξη στο Καφέμπαρ-ουζερί «Αέσβος», στις 8.11.2002.
Πάνου Ευαγγελινού, τον Προκόπιο Αριστή Τζανετή, και άλλους. Από το 1973 άρχισα να συνεργάζομαι με τον Παλλεσβιακό Σύλλογο Αμερικής (Ραπΐοδνΐαη δοαοΐγ οί Αιτιοπςα) (33-05 31δΐ Ανοπιιο, Αδΐοπα, Νο\ν Υ ογΓ 11106), του οποίου διατέλεσα, με χρονολογική σειρά, αντιπρόεδρος (1976 - 1985), πρόεδρος (1985 - 1986) και ταμίας (1990 - 1991). Επίσης πρόσφερα τις υπη ρεσίες μου στο Εκκλησιαστικό Συμβούλιο της Ορθό δοξης Εκκλησίας του Αγίου Δημητρίου, στην Αδΐοπα, επί εννιά χρόνια. Επίσης χρημάτισα επί πολλά χρό νια αντιπρόσωπος της Ομοσπονδίας Ελληνικών Σω ματείων Μείζονος Νέας Υόρκης. Συνεργάζομαι με το Φιλοπρόοδο Σύλλογο Αγιασωτών Αθήνας και εί μαι αντιπρόσωπος του περιοδικού «Αγιάσος», στο οποίο έχω δημοσιεύσει πθίτκα και άλλα».
Παρέλαση με την ευκαιρία της εθνικής Επετείου της 25ης Μαρτίου 1821. Στην εξέδρα των επισήμων διακρίνονταν από αριστερά, στην πρώτη σειρά: ο Σπύρος Βασιλείου, πρόεδρος της Κυπριακής Δη μοκρατίας, ο αρχιεπίσκοπος Ιάκωβος, ο γερουσιαστής Πολ Τσόγκας, ο δήμαρχος Νέας Υόρκης ϋοΐαηδ, ο εκπρόσω πος της ελληνικής κυβέρνη σης... Στη δεύτερη σειρά ο Γρηγόριος Παπαπορφυρίου (με τα γυαλιά), ο ελληνικής καταγωγής αστυνομικός Φίλιος (με καπέλο), η Χίλαρι Κλίντον και άλλοι.
ΑΕΣΒΙΑΚΑ ΑΡΧΕΙΟΑΙΦΙΚΑ ΣΥΜΜΕΙΚΤΑ Έλεγχος εξετάσεων επί πτυχίο» του Ευστρατίου Γ. Παρασκευαΐδη Ο παρακάτω δημοσιευόμενος Έλεγχος επί πτυχίω της Φιλολογίας, προερχόμενος από τη Βιβλιοθήκη της Βουλής (πρώην Καπνεργοστάσιο), παραχωρήθηκε σε φωτοαντίγραφο από την εκλεκτή και δραστήρια Παλαιοχωριανή φιλόλογο Μυρσίνη Μελανδινού Βουνάτσου, την οποία και ευχαριστούμε θερμά. Έχει δεκαπέντε, προεκτυπωμένα και μη, ονόματα καθηγητών (Γεώργιος Χατζιδάκις, Παύλος Καρολίδης, Μαργαρίτης Ευαγγελίδης, Γρηγόριος Βερναρδάκης, Παναγιώτης Καββαδίας, Χρίστος Τσούντας, Ανδρέας Σκιάς (1861-1922), Σι μός Μενάρδος (κοσμήτορας), Γεώργιος Σωτηριάδης, Νικόλαος Εξαρχόπουλος, Θεόφιλος Βορέας, Αδαμά ντιος Αδαμάντιου, Θεοφάνης Κακριδής, Σωκράτης Κουγέας και Ερρίκος Σκάσσης), από τους οποίους βαθμο λόγησαν δώδεκα και υπέγραψαν οχτώ. Ανήκει στο Μανταμαδιώτη φιλόλογο και ένθερμο φίλο της Αγιάσσυ Ευστράτιο (Στρατή) Γεωργίου Παρασκευαΐδη, γνωστό και με το ψευδώνυμο Παράξενος, ο οποίος διακρίθηκε για την ευρεία του παιδεία σε θέματα αρχαιολογίας και θεάτρου, καθώς και για το οξύ κριτικό του πνεύμα. Ευκαιριακά αξίζει να σημειώσουμε την απουσία του μαθήματος της Νεοελληνικής Φιλολογίας, το οποίο θα προσεχθεί αργότερα, κυρίως από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Ο έλεγχος εξετάσεων επί πτυχίω του Μανταμαδιώτη λογίου Ευστρα τίου Γ. Παρασκευαΐδη (1923).
Ε Λ Ι Ε Τ Σ ’ ΤΑ Λ Ε Γ Α Ν ΤΙ Π Ρ Ο Υ Τ ’Ν Θ Ι ΣΤ' Θ ιο ς επίρρ. = ευτυχώς. Φρ. Θιος τσι πήγα ψες στου
κτήμα τσι ίβγαλά του μουτέρ, γιατί σήμιρα που έβριξι θανί χάλα II τουλάχιστον. Φρ. ένι γίν ’κα Θιος σπιτσιέρ'ς (= φαρμακοποιός), μον' α πό μ’να ένας λιτσπέρ'ς (= εργάτης), Στρ. Αναστασέλλη, Βάρσανα, «Τρίβολος», Δεκέμβρης 1937. καβουρέλ’ (το) = το μικρό καβούρι II μεταφ., κίνη τρο, ερέθισμα, η εσώψυχη δύναμη που μας κεντρίζει διαρκώς και μας ωθεί στη δημιουργία. Φρ. για να προυκόψ' κανείς, πρέπ’ ναν έχ' καβουρέλ '. Πιστεύε ται πω ς το μικρό καβουράκι, ο πιννοτήρης, που ενοικεί κάτω από το κέλυφος της πίννας, την ώρα που κινείται η πίννα με ανοιχτό το κέλυφος για ανα ζήτηση τροφής, την κεντρίζει ελαφρά με το πόδι του, όταν αντιληφθεί κίνδυνο. Η φρ. καβουρέλια έχ' στ' τσέπη ντ λέγεται για τους τσιγκούνηδες, οι οποίοι αποφεύγουν να βάλουν το χέρι στην τσέπη τους, για να πάρουν χρήματα και να α ντα ποκ ρ ιθούν στις υποχρεώσεις τους, λες και υπάρχουν μέσα σ’ αυτήν καβουρέλια, που θα τους δαγκώσουν, κ α β ρ ά μ ’ (το) = επίμηκες, στρογγυλό και λιπαρό τμήμα του βοδιού που βρίσκεται πάνω από τους γο φούς. Κατά την αγοραπωλησία ο αγοραστής πιάνει με το χέρι του το καβράμ ’και αν είναι αναπτυγμένο, τούτο θεωρείται σημάδι καλής διατροφής του ζώου. II Μεταφ., το πέος, λόγω του σχήματος, καλάκαργια (η). Πρόκειται για πανελλήνιο παιδικό παιχνίδι με πολλά ονόματα (μακριά γαϊδάρα, ξυλογαϊδάρα, Στάγκα Μαρία, μαξιλάρι). Η λέξη χρησι μοποιείται και ως επίρρημα. Όταν λ.χ. μας γίνει κα νείς πολύ ενοχλητικός και βαρετός με τα λόγια του ή και με τα καμώματά του, τότε του λέμε καλάκαργια, δηλ. αρκετά μας καβάλησες (όπως γίνεται στο πα ι χνίδι αυτό), αρκετά με ενόχλησες και σταμάτα, ξε φορτώσου με. καλύβου ρ. = καλύπτω, κλείνω, πεθαίνω. Φρ. κάλ 'ψι τα μάτια ντ (=πέθανε). Η έννοια του θανάτου προέ κυψε από τη χρήση του ρ. καλύπτω στην περίπτωση που τα μάτια του νεκρού απομένουν ανοιχτά. Φρ. κάλ 'ψι τα μάτια τ' πιθαμέν' τσι δεν είνι καλό να είνι αν'χτά, ή από το παιδικό παιχνίδι τα καλύμματα (= κρυφτούλης), κατά το οποίο κλείναμε τα μάτια μας με τις παλάμες, [καλύβου < αρχ. καλύπτω]. καπτούρα (η) = πλατύφυλλο φυτό που φυτρώνει συνήθως στα πιο άγονα μέρη, του οποίου ούτε τα ζώα δεν τρώνε τα φύλλα του. Μόνο τα λουλούδια του φυτού αυτού τα χρησιμοποιούν ως φ ιτίλι στο καντήλι. Τη λέξη όμως τη χρησιμοποιούν σπάταλα στη δομή του περιφρονητικού λόγου. Φρ. να μη σι ξινουδώ έδιου, παλιουκαπτούρα. Μ εταφ., τους
άχρηστους, τους τεμπέληδες, τα αντιπαραγωγικά γε νικά άτομα τα λένε στην Αγιάσο παλιουκαπτούρις. καπυράδα (η) = φέτα ψωμιού ψημένη στη φωτιά. Εκτός από την Αγιάσο και στην Αγία Παρασκευή της Λέσβου ακούσαμε να λένε θα κάνου μια καπυράδα μι ιλιές απού πόνου. Καπυρός (=ο αποξηραμένος από τον ήλιο ή από τη φωτιά), [καπυρός < καίω + πϋρ]. καρά. Ως πρώτο συνθετικό σημαίνει μαύρος. Η λ. είναι τουρκική, αλλά χρησιμοποιείται και ως επιτα τικό, όπως καραπουτάνα, καρακαπχέ, καραπουσάς (= τα μαύρα κατακάθια του λαδιού), κατίνα (η) = πλάτη του ανθρώπινου σώματος και συγκεκριμένα ο χώρος που βρίσκεται κάτω από το ινίο. Η παροιμιακή φρ. τρω ντουν γι κατίνα ντ λέγε ται για εκείνους που δημιουργούν φασαρίες, λες και γυρεύουν να φάνε ξύλο για τη συμπεριφορά τους αυτή. Όταν σε τρώει η πλάτη σου, γυρεύεις να σε ξύσουν (= να σε ραβδίσουν). κατνεύγουμι ρ. = δίνω την εντύπωση του νεκρού, όπως στη νεκροφάνεια, κατά την οποία εκλείπουν τα σημάδια της ζωής. Φρ. κατνεύτσι Τιν'ς τσ' ύστιρα ζουντάνιψι. Αθησαύριστη λέξη. Ίσως, κατά τη γνώμη μας, από το αρχ. κατανεύω > κατ'νεύω > κατνεύγουμι (= σκύπτω προς τα κάτω το κεφάλι, για να κάνω κάποιο νεύμα, αποδέχομαι κάτι με την κίνηση του κεφαλιού), όπως ακριβώς πέφτει το κεφάλι του νεκρού προς τα μπρος, όταν ξεψυχήσει καθιστός στην καρέκλα, κα φ τρούτσ ’ (το) = το ολότελα καμένο. Φρ. κα-
φτρούτσ' του ίβγαλις του ψουμί απ' του φούρνου. Μεταφ., καταστρέφω από αδεξιότητα μια υπόθεση, την οποία προσπαθώ να διεκπεραιώσω. Φρ. είχις,
δεν είχις, τα έκανις καφτρούτσ'. κ’θαρίζου ρ. = βάζω κριθάρι, για να φάει το ζώο. Μεταφ., τιμωρώ κάποιον. Φρ. κάτσι φρόνιμα, Κουστέλ', γιατί καμιάν ώρα θα σι κ'θαρίσου. Το ίδιο νόημα έχει και η φρ. θα σ' βάλω του ταγίν' σ' (ταγίν' = σιτηρέσιο) [αρχ. κριθή, κριθάριον (υποκορ. > κρι-
θαρίζω > κ ’θαρίζου]. κλουσταριό (το) = μακρόστενο εργαστήριο στο οποίο δούλευαν γυναίκες, οι κλώστιργις, που έφτια χναν το νήμα από τρίχα γίδας, το καζίλι με το οποίο οι άνδρες που κατασκεύαζαν στους όρθιους αργα λειούς πα νιά για τα λιοτρίβια, τσόλια, τροβάδες, διαδρόμους και άλλα. Το κλουσταριό λέγεται και κιλχανάς. Στην Αγιάσο λειτουργούσαν 5 - 6 βιοτε χνίες (κλουσταριό) και απασχολούσαν πολλούς ερ γάτες κλώστιργις και υφαντές [κλουσταριό < μεταγν. κλωστήριον < αρχ. κλώθω]. (Συνεχίζεται)
ΓΙΑΝΝΗΣ Α. ΠΑΠΑΝΗΣ
Λ Ε Σ Β ΙΑ Κ Ο Ι Α Π Ο Η Χ Ο Ι το υ
ΒΑΣΙΛΗ ΠΑΤΣΕΛΗ
Ά ξ ιο ι ιδιαίτερης μνείας δεν είναι μόνο οι μεγαλονόματοι, αλλά και οι άθρωποι του λαού, οι προικι σμένοι με ψυχικά χαρίσματα και με έντονη διάθεση προσφοράς. Έ νας από αυτούς ήταν και ο Βασίλης Κωνσταντίνου Πατσέλης, που είδε το φως της ζωής το 1906 στην τουρκοκρατούμενη Αγιάσο και που άφησε τη στερνή του πνοή, πλήρης ημερών, το 1999, στην πολυάνθρωπη πρωτεύουσα, στην οποία είχε εγκατασταθεί οικογενειακά... Από πολύ νωρίς μπήκε στη σκληρή βιοπάλη και στους κοινωνικούς αγώνες που στόχευαν στην καλυτέρευση τω ν συνθηκώ ν της ζωής. Ή ταν δύσκολα τα χρόνια, λιγοστά τα μεροκάματα, καθημερινή η εκμετάλ λευση, α β άσ ταχτος ο π ό νο ς της φτωχολογιάς. Τυραγνίστηκε ως χερομάχος της γης, ως «κισιμτζής», ως εργάτης, ως επιδέξιος τεχνίτης. Ό ταν ο καιρός ήταν καλός, πήγαινε στις γειτονιές με το ειδικά διαμορφωμένο, με κάνουλα στη βάση, βαρέλι, κα θώς και με τα άλλα απαραίτη τα σύνεργα της σ α πω νοποι ίας, από τα οποία δεν έλειπε η σ φ ρ α γίδα με τη φ ίρ μ α του. Αλλοτε οι νοικοκυρές πουλού σαν σε πλανόδιους όσα παλιόλαδα περίσσευαν από τα φαγητά ή από το τηγάνισμα. Πολλές φορές τα έψηναν σαπούνι και οι ίδιες... Το 1929 ο Βασίλης Πατσέλης νυμ φεύτηκε την ομοχώριά του Προκοπία Νικο λάου Γεωργαντή (Νταλά) και απόχτησαν έξι παιδιά, τον Παράσχο, που οχτάχρονος άφησε τα εγκό σμια, τον Κωνσταντίνο, τον Παναγιώτη, το Μάριο, που μίσεψε στη μακρινή Αυστραλία, την Ειρήνη και την Ελευθερία, που του ανάστησαν εγγόνια και τα εγ γόνια δισέγγονα. Η προαποβίωση της συζύγου του το 1976 τον πίκρανε πολύ, αλλά βρήκε συμπαράσταση από τους δικούς του, που τον αγαπούσαν υπερβολικά... Όταν ήταν παιδί, γνώρισε τις συνέπειες του πρώ του μεγάλου μακελειού της ανθρωπότητας, που είχαν βαρύνει καταθλιπτικά, κυρίως μετά τη φονική μάχη του Σκρα. Ακολούθησαν η παράτολμη μικρασιατική εκστρατεία και ο χαλασμός της Ανατολής, το κίνημα του 1935, η παλινόρθωση της βασιλείας, η τεταρτοαυγουστιανή δικτατορία, ο ελληνοϊταλικός πόλεμος, στις επιχειρήσεις του οποίου έλαβε μέρος, η εισβολή των Γερμανών, η κατοχή, η πείνα. Ο Βασίλης Πατσέλης,
όντας άνθρωπος με δυνατό πατριωτισμό και με δημο κρατικά ιδεώδη, ανταποκρίθηκε σ’ όλα τα καλέσματα. Οργανώθηκε στο ΕΑΜ, όπως και τόσοι άλλοι συμπα τριώτες του, για ν ’ ανταμειφτεί, μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, με διώξεις, με φυλακίσεις, που τον ανάγκα σαν να βγει στο αντάρτικο, για να αιχμαλωτιστεί, ύστε ρα από προδοσία, τη στιγμή που ξεκλαδισμένος σε πευ κόδεντρο έριχνε καταγής «γκουγ^τζέλες», για να τις μαζώξουν τα πα ιδιά του και να τις πουλήσουν σε φουρνάρηδες, για την εξοικονόμηση του επιούσιου... Βίωσε το κολαστήριο της Γυάρου και της Μακρο νήσου, τον κοινωνικό αποκλεισμό, τον κατατρεγμό, τη φτώχεια, την ανέχεια. Αγωνίστηκε όμως σκληρά, γιατί είχε μεγάλη φαμίλια, πολλά στόματα να ταΐσει. Το 1962 μεταδημότευσε ο μεγάλος του γιος Κωνστα ντίνος. Δυο χρόνια αργότερα μεταδημότευσε και ο ίδιος με τη σύζυγό του και με τα άλλα μέλη της φα μίλιας του. Έγινε λαχειοπώλης στην Αθήνα, σε μια πολιτεία, όπου ο μεγάλος πληθυ σμός και η ανωνυμία περιόριζαν κά πω ς τον κ λοιό του α σ τυνομ ικού κράτους, που λειτούργησε κατα πιεσ τικά και κατά τη διάρκεια της απριλιανής δικτατορίας... Το 1976 χαιρέτισε από τους πρώτους το νεοσύστατο Φιλο πρόοδο Σύλλογο Αγιασωτών Αθήνας και τον στήριξε ποικιλοτρόπως ως το γέρμα της ζω ής του. Δεν έλειψε από συνέ λευση, από γιορτή, από χοροε σπερίδα, από εκδρομική εξόρ μηση. Ή ταν πανταχού παρών, γιατί νοιαζόταν το σωματείο όσο λίγοι. Συχνά πυκνά κατέφευγα στο ταμείο των γνώσεων του, που ήταν πλούσιο για το χτες, για την πα ράδοση. Εμπιστευόμουνα το ασήμι των μαλλιών του και την ντομπροσύνη των λό γων του, που ήταν πειστήρια παλαιότητας και εγκυρότητας. Ήθελε να συνεργαστεί με το περιοδικό, αλλά οι περιορισμένες γραμματικές του γνώσεις του δημιουργούσαν αναστολή. Τον παρότρυνα και μου έγραψε κάποτε για το επάγγελμα του πλανόδιου σαπουνά. Αίγο πριν πεθάνει, μου έδωσε για δημοσίευση κάποια στιχοπλοκήματά του, που ήταν και αυτά αψευ δής μαρτυρία λανθάνουσας εκφραστικής διάθεσης... Ο Βασίλης Πατσέλης ήταν ευγενικός, πράος, λιγομίλητος, καλοσυνάτος, μετριοπαθής, φιλόπονος. Άφησε ίχνη ανυπόκριτης αγάπης, ήθους και σεμνότη τας. Είχε τη σφραγίδα της μεγαλοσύνης των ταπει νών, των απερηφάνευτων ανθρώπων. Αγάπησε τον τόπο του και το ψυχομέτρι του, παρ’ όλο που πολλοί τον πίκραναν. Ήταν ένας ωραίος άνθρωπος... ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΛΙΜΝΗ ΤΗΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ
ΝΥΧΤΕΡΙΝΟ ΜΑΤΣ. Τις νύχτες που λυσσομανά τ ’ αγέρι στου^ τσίγκους των πλυσταριών και γρατσουνίζει τις τζαμαρίες των ψιλικατζίδικων. Μ ’ απονιά ξεσκίζει τ ’ αναρριχητικά φυτά και κάνει σλάλομ στα καμπανάκια της «Παναγίτσας». Το λασπόνερο βουρκώνει στα πέδιλα των χαμομηλιών. Το αγρίμι σκούζει με τέμπο πάνω από τα «εκτός σχεδίου». Στα «τρία βράχια» χωλοί ποδηλάτες συλλέγουν σαλιγκάρια. Οι γερασμένοι συγκάτοικοί του αμήχανα έκλεισαν τα παραθυρόφυλλα και γύρισαν στους δακοχτυπημένους ελαιώνες τους, χωρίς να προσέξουν τα δακρυσμένα μάτια του, που νούφαρα πατημένα χάνονταν στις μουχλιασμένες επικράτειες του ταβανιού... Τα πόδια του, δυο κολόνες «ξηρού πάγου», φοράνε κόκκινα μποτάκια πατινάξ. Στην πίστα του μυαλού του αέρινες φιγούρες και τσαλιμάκια με γούστο... Οι θεατές στις κερκίδες του κρεβατιού του. Με εισιτήριο από τη «μαύρη αγορά». Συνεπαρμένοι α π ’ το θέαμα, χειροκροτούν, επιδοκιμάζουν, ουρλιάζουν, ρίχνουν κροτίδες, γιουχάρουν, πατούν αναπτήρες, δείχνουν τα... τέτοια τους. Ροχάλες με σουσάμι. Πηδάνε τη μάνα του διαιτητή και τη γιαγιά του λάινσμαν. Και είναι σίγουρο. Πάλι δε θα βρεθεί ένας γενναίος εισαγγελέας να διακόψει το ματς. Ούτε μια νυχτερινή νοσοκόμα, μ’ ασπιρίνες να ρίξει τον πυρετό των οστών και να καταπολεμήσει μ’ αντιβιοτικά την ιογενή αλλεργία της μοναξιάς του. 2001
ΑΡΗΣ ΤΑΣΤΑΝΗΣ
Μια λίμνη δίχως όρια, λίμνη γεμάτη αναμνήσεις, λίμνη γεμάτη όνειρα, που πάντα ήθελες να ζήσεις. Μ έσα της καθρεφτίζεται το παρελθόν τη νύχτα κι εκεί επάνω χτίζεται το μέλλον, καληνύχτα! Ένα κοπάδι από παγόνια έχει κατεβεί α π ’ τα ψηλά, τρέχουν, πετούν μέσα στ’ αλώνια, μα η ουρά ε ίν ’ χαμηλά. Αίπλα α π ’ τη λίμνη το εκκλησάκι πολύ παλιό, μα ζωντανό, βγαίνει από μέσα ένα ρυάκι με ένα «άγιο» νερό. Τυφλοί στο φως όλοι οι ά γιοι δεν έχουν μάτια, για να δουν, αφού τα βγάλαν κάποιοι άγριοί, οι Τούρκοι μόνο αυτό μπορούν. Μες στο πλατάνι η Π αναγιά με το μικρούλη το Χριστό δίνουν πνοή και μεγαλεία σ ’ αυτό τον τόπο το μικρό. Και όταν είναι για να φύγεις, οι κύκνοι σ ’ αποχαιρετούν, σου λεν αντίο, θα μας λείψεις, μα εσύ τους λες πως θα σε δουν. 8. 12.2001
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΖΑΡΟΛΗΜΗΤΡΛΚΗΣ
ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΥΛΛΑ! Αρχιμηνιά τσ’ αρχιχρουνιά τσ ’ αρχή καλός μας χρόνους, να ιξαφανιστούν γι θλίψ’, γι πείνα τσι γιου φθόνους. Λς παν ένα τιιρίπατον, λάθους, σν α γύρσ’ θα πούμι, φάτσα μι φάτσα πλια πουτέ να μη ξουνουβριθούμι. Να ηριμήσιν τα μυαλά, γι ψ ’χη μας τσι του στόμα, τσι να ’μαστι συνέχεια μι ένα χ ’λ ια ρ’ στου στόμα. Να μην π ’να σ ’ πλια πουτέ κανείς, να τρώμι μι τα δέκα, προυσουπικά γω εύχουμι
να νιώθου σα μπιμπέκα. Σι σας τώρα θα ιφχηθώ, τα χρόνια π 9 θα πιράσιν, να σας χαρίσιν νιότητα, αντί να σας γιράσιν. Να μη ξουνουμουριάνουμι γ ’ ιφτσή είνι για ού λ’ μας να σβήσιν γι ρυτίδις μας να φ υγ’ τσι του προυγούλ’ μας. Να ’χουμι ούλα τα καλά τσι πιο πουλύ τν υγεία μας, γιρά να ’νι τα Εγγόνια μας, γιρ ό τσι τα πιδιά μας. Γιρό τσι του κουμπόδιμα, πουτέ να μη π ια σ ’ πάτου να τρώμι μεις, να δίνουμι, τσι φτο να ’νι γιμάτου. Θα μ ’ πείτι τίντα έτίαθα τσι έχου τέτοια λ’γούρα, θ’μούμι τ ’ μανή μ ’ που ίλιγι, σα τρως, πιρνά γ ’ σκουτούρα. Χ ρόνια πουλλά! Τσ’ αφού γ ’ χρουνιά φέτου θα ’νι σπουδαία, ούλ’ μας να ξουνουνιώσουμι, έστου τσι μι τν ιδέα. Μυτιλήνη 2.1.2004
ΜΑΡΙΛ ΚΑΜΙΝΕΛΗ - ΠΑΤΣΕΛΗ
ΝΑ ΚΛΑΨΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΔΡΑΝΕΙΑ Για την αμφίρροπη Λγονη Απόφαση Να μην τολμήσουμε να κοιτάξουμε κατάματα Τη σταλαγματιά Που κύλησε α π ’ τις πλαγιές της λάβας Και με σοφία διευθύνθηκε Στην ασυλλόγιστη ξεγνοιασιά μας Αυτή θα είναι η δικαίωση Του κροταλίσματος των γυμνών ρομφαίων Που ταξιδέψανε μέσα στην ορμητική νύχτα Παραλλάζοντας Τους σχηματισμούς των αστέρων Προς ευκολοτέραν εξαπάτηση Των προδιαγραφόμενων δισταγμών μας Εν τούτοις Και για να προσευχηθούμε τώρα Λεν υπάρχει κραυγή καλεστική Πάνε Οι γενναιόδωρες μοίρες της αγάπης Τα γιασεμιά Οι ιριδισμοί των αγνών δάχτυλων σου Η ιερή θωπευτική ανάσα Που έσβησε ανάλαφρα Μέσα στο θριαμβευτικό αλαλαγμό Των άτεγκτων δικαστών Λιγόστεψε όλες τις ώρες της πληρότητας Που έδινε Η ηρεμία Της αφειδώλευτης παρουσίας σου ΚΩΣΤΑΣ Γ. ΜΙΣΣΙΟΣ
ΤΡΑΓΟΥΔΙ Ας ήταν, μάνα, μπορετό ως Θεός να σε ξυπνήσω, σαράντα χρόνια θάνατο σε μια στιγμή να κλείσω και στη γωνιά του πατρικού κεντήτρα να σε στήσω! Σκοτεινά... σκοτεινά... των ανθρώπων τα πρόσωπα και μια σπίθα την ελπίδα δε μηνά. Αν ήταν, μάνα, μπορετό εγώ να σε σηκώσω, θα μάτωνε η σκέψη μου, θα παιδευόμουν τόσο, με τη δική μου την πνοή ζωή σε σε να δώσω.
ΤΙ ΑΔΓΙΣ ΜΑΣ ΤΙΛΕΙΩΝΙΝ Τι χάρους φαίνιτι λουγιάζ’ φουρνιά να συμπληρώσ’, γι άδγις μας τιλειώνιν, δε θα τς ξανανϊώσ’. Αλλους μι ιγκιφαλικό τσ’ άλλ’ μι τ’ χουληστιρίν’, τιλειών’ του λάδ’ απ’ του καντήλ’ τσι ένας ένας σβήν’ν. Σ’ κατάστασ’ είμαστι γραμμέν’, τέλους σι γη πουρεία, δυο δυο γι χάρους μας κβανιεί σι άλλη αποικία. Τς βαλίτσις ιτοιμάζιτι, τα ψέματα τιλειώνιν, γι άδγις σαν τιλειώσουνι, ύστιρα δε τ’ γλιτώνιν. Τι άδγις γι αναρρουτικές άμα τιλειώσιν τώρα, δυο δυο γι χάρους θα κβανιεί στουλ’σμέν’ μι τ’ νικρουφόρα. Τι απόφασ’ άμα βγει %9 του Θιο, θα τν ικτιλέσ’ πλια χάρους, θα σι κβανήσ’ μες σ ’ Πιρασιά, σειρά έχ’ ένας άλλους. Τσι γι άρχουντας τσι γι φτουχός λίπασμα θα γινούν» τσ’ ούλα τα πλούτη άλλοι πλια μιτά θα τα χαρούν!. Αγιάσος, 4.3.1996
ΟΜΗΡΟΣ ΠΑΠΑΝΗΣ ΜΑΡΙΓΩΣ
ΜΕΝΕΛΑΟΣ ΚΑΜΑΤΣΟΣ
ΚΟ ΝΤΟ ΓΑΟ Υ , Β Ε Ν Ε Ζ Η Σ , Π Α Ν ΣΕ Λ Η Ν Ο Σ Το Συνέδριο του Συνδέσμου Φιλολόγων Λέσβου Ο Σ ύ ν δ εσ μ ο ς
Φ ιλ ο λ ό γ ω ν Λ έσβου, σ υ ν ε χ ί
ζ ο ν τ α ς τη ν π ο λ ιτ ισ τ ικ ή το υ δρ ά σ η , ο ρ γ ά ν ω σε, α π ό 2 6 -2 8 .9 .2 0 0 3 , σε σ υ ν ε ρ γ α σ ία με το Π α ν ε π ισ τ ή μ ιο Α θ η ν ώ ν , Σ υ ν έ δ ρ ιο με θ έμ α :
Φώτης Κ ό ν το γλ ο υ , Η λία ς Β ενέζης, Α σ η μ ά κης Π ανσέληνος. τ και α μ ρά Ο , πάθη του Ε λ ληνισμού. Ο ι ερ γα σ ίες έ γ ιν α ν στο Νέο Α ρ χ α ι ο λ ο γικ ό Μ ουσ είο Μ υ τιλή νη ς. Στο Συνέδριο έλαβαν μέρος οι παρακάτω και έκαναν τις α ντίσ τοιχες ανακοινώ σεις: • Παρασκευή, 26.9.2003. Θ ανάσης Α λεξίου, επίκ ουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου: Η αλλαγή του κοινωνικού τοπίου στην Ελλάδα του μεσοπολέμου. Κ άρολος Μητσάκης, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημί ου Αθηνών: Μερικές παρατηρήσεις στο έργο του
Κόντογλου και μερικές προσωπικές αναμνήσεις από την επικοινωνία με το Φώτη Κόντογλου και τον Ηλία Βενέζη. Ερατοσθένης Κ αψω μένος, κα θηγητής της Νέας Ελληνικής Φ ιλολογίας στο Π α νεπιστήμιο Ιω α ννίνω ν: Η Ρωμιοσύνη του Φώτη Κόντογλου. Α νθούλα Δ ανιήλ, διδά κτορα ς φ ιλ ο λογίας, κριτικός λογοτεχνίας: Ταξίδια της Γενιάς του ’30 στη θάλασσα. Η περίπτω ση Κ όντογλου. Κ ώ στας Μ ουτζούρης, π ρ όεδρος του Συνδέσμου Φ ιλολόγω ν Νομού Χ α νίω ν: Ανιχνεύοντας λαο
γραφικά στοιχεία στο έργο του Φώτη Κόντογλου.
Η αφίσα (διαστάσεων 42 χ 30 εκ.) για το Συνέδριο που οργάνωσε ο Σύνδεσμος Φιλολόγων Αέσβου (26 - 28.9.2003).
Στιγμιότυπο από τις εργα σίες του Συνεδρίου. Στην πρώτη σειρά διακρίνονταν από αριστερά, οι σύνεδροι Ιφιγένεια Τριάντου-Καψωμένου, Γ ιάννης Παπακώστας, Ερατοσθένης Καψωμένος, Θεόδωρος Γραμματάς...
ιδιάζουσα αφηγηματική τεχνική στο έργο του Ηλία Βενέζη «Περιήγηση στην Αγγλία». Θεόδω ρ ο ς Γ ρα μ μ α τά ς, καθηγητής Θ εα τρ ο λ ο γ ία ς στο Π ανεπιστήμιο Αθηνών: Τροπικότητα του σώμα
τος και τοπικότητα του καταναγκασμού. Σχόλιο στο «Μπλοκ 0> του Ηλία Βενέζη. • Κ υριακή, 28.9.2003. Δ ημήτρης Π α τ ίλ α ς, φ ιλ ό λ ο γ ο ς: Σημειώσεις
για την ποίηση και τον αποφθεγματικό λόγο του Ασημάκη Πανσέληνου. Γ ιάννης Κ ω νσταντέλης, διδά κ το ρ α ς Π ολιτικ ή ς Επιστήμης κα ι Ιστορίας, διευθυντής Γυμνασίου: Αφηγηματική πλασματι-
Στιγμιότυπο από τις εργασίες του Συνεδρίου (27.9.2003). Διακρίνονται ο προεδρεύων Θεόδωρος Γραμματάς και ο εισηγητής Βασίλειος Κωμαΐτης.
• Σάββατο, 27.9.2003. Σ τρατής Τ ζιμ ή ς, φ ιλ ό λ ο γ ο ς, διευθυντή ς Γυ μνασίου: Το όραμα και η αγάπη του Κόντογλου για τη Ρωμιοσύνη. Θ ανάσης Κ αλαμάτας, θεόλογος, υποψ ή φ ιος διδά κ τορ α ς του Π ανεπιστημίου της Θ εσσαλονίκης: Ελληνικότητα και ορθόδοξη
αυτοσυνειδησία στο πεζογραφικό έργο του Φώτη Κόντογλου. Μ άχης Αξιώτης, συγγραφέας, λογο τέχνης: Η επίδραση της αγιογραφικής τέχνης του Κόντογλου- μια περίπτω ση α πό τη Λέσβο. Δημή τρης Κ αρα πιπέρη ς, ζω γράφ ος: Αναφορά στο ει καστικό έργο του Κόντογλου. Τάκης Χ ατζηαναγνώστου, συγγραφέας, λογοτέχνης: Μνήμη Η λία Βενέζη· 30 χ ρ ό ν ια α π ό το θά να τό του. Β ασίλης Κ ω μαΐτης, φ ιλ ό λ ο γο ς, διευθυντή ς Ε ν ια ίο υ Λ υ κείου: Ξαναδιαβάζοντας τον Ηλία Βενέζη. Α να στάσιος Στέφος, φ ιλόλογος, εκπρόσω πος Π ανελ λ ή ν ια ς Έ ν ω σ η ς Φ ιλ ο λ ό γω ν: Ο Φώτης Κ ό ντο
κότητα και κοινω νικοπολιτικές σημασιολογήσεις στο «Τότε που ζούσαμε» του Ασημάκη Παν σέληνου. Α λφόνσος Δελής, λογοτέχνης, συγγρα φέας: Μια προσέγγιση στην εποχή και στο έργο του Ασημάκη Πανσέληνου. Π αντελής Μ πουκάλας, ποιητής, κ ριτικός, δημοσιογράφος: Μια μα τιά στο έργο του Ασημάκη Πανσέληνου. Μετά το τέλος τω ν ανακοινώσεων έγινε εξαγω γή συμπερασμάτων και αξιολόγηση του Συνεδρίου από τους φιλολόγους Στρατή Αναγνώστου, Πανα γιώτη Σκορδά και Στρατούλα Τσαμπή. «Το Συνέ δρ ιό μας», ειπώθηκε α π ό τους αξιολογητές, «το 4ο,» που οργάνωσε ο Σύνδεσμός μας, ήταν αφιερω μένο σε τρία πνευματικά τέκνα της «Αιολικής Γης», τον Ηλία Βενέζη, το Φώτη Κόντογλου και τον Αση μάκη Πανσέληνο, με κεντρικό άξονα τα οράματα και τα πάθη του Ελληνισμού. Για τους δυο το 2003 είναι επετειακό έτος: 30 χρόνια από το θάνατο του Βενέζη, 100 χρόνια από τη γέννηση του Πανσέλη νου. Το Συνέδριό μας ήταν επιτυχημένο, όχι μόνο για τί υπήρχε αθρόα προσέλευση του κόσμου και α δια χώ ρητο στη φιλόξενη αίθουσ α εκδηλώσεων
γλου και ο Ηλίας Βενέζης στα Κείμενα Νεοελλη νικής Α ογοτεχνίας της Δευτεροβάθμιας Εκπαί δευσης. Γιάννης Χ ατζηβασιλείου, φ ιλόλογος: Η ελληνική διάσταση του Β ' Παγκόσμιου Πολέμου και τα πα ρεπόμενά της στην πεζογρα φ ία του Ηλία Βενέζη. Αγάθη Γεωργιάδου, διδάκτορας φ ι λολογίας, κ ρ ιτικ ό ς λογοτεχνίας: «Αιολική Γη» «Αμμόχωστος Βασιλεύουσα». «Τοπία μνήμης, στον Η λία Βενέζη και στον Κ υριάκο Χαραλαμπίδη». Ιφ ιγένεια Τ ριάντου-Κ αψ ω μένου, λέκτο ρας Νέας Ελληνικής Φ ιλολογίας στο Π ανεπιστή μιο Ιω αννίνω ν: Η αφηγηματική τέχνη του Βενέ ζη. Ιω άννα Π απαβασιλείου-Χ αραλαμπάκη, διδά κ το ρ α ς φ ιλ ο λ ο γ ία ς , σ χο λικ ή σ ύμ β ουλος: Μ ια
Στιγμιότυπο από τις εργασίες του Συνεδρίου (27.9.2003). Διακρίνονται ο προεδρεύων Κάρολος Μητσάκης και ο ει σηγητής Γ ιάννης Χατζηβασιλείου.
Εξαγωγή συμπερασμάτων μετά το τέλος των εργασιών του Συνεδρίου (29.9.2003). Αιακρίνοναι, από αριστερά, οι φιλόλογοι Στρατής Ανα γνώστου, Παναγιώτης Σκορ δάς, πρόεδρος του Συνδέσμου Φιλολόγων Αέσβου, και Στρατούλα Τσαμπή.
του Νέου Αρχαιολογικού Μουσείου Μυτιλήνης σε όλες μας τις συνεδρίες, αλλά και για τί οι ανακοι νώσεις ήταν πολύ υψηλού επιπέδου και η συζήτηση γόνιμη και εποικοδομητική [...] Η συζήτηση που αναπτύχθηκε μετά από κάθε συνεδρία ανέδειξε και άλλα θέματα κ α ι απέδειξε ότι το έργο τω ν τριώ ν συγγραφέων εξακολουθεί να έλκει το κοινό και την κριτική. Έ ργο πλούσιο και πολυπρισματικό, που αντέχει στο χρόνο και στις νέες αναγνώσεις». Ε κτός α πό τ ις σ υνεδρίες, ιδια ίτερη σημασία είχα ν κ α ι οι β ρ α δ ιν ές σ υνα ντήσ εις στα Θ έρμα, στην Α γία Μ α ρίνα κ α ι στην Π α να γιο ύ δα , όπου δόθηκε η ευκαιρία να φιλοξενηθούν, με τον καλύ τερο δυνατό τρόπο, οι σύνεδροι, Λέσβιοι κ α ι μη.
Α ξίζουν θερμά σ υγχαρητήρια στην Ο ρ γα νω τική Ε πιτροπή π ο υ την αποτελούσαν οι πα ρ α κ ά τω: Π ρόεδρος. Γιάννης Πκαθηγητής Νέας Ε λληνικής Φ ιλ ο λ ο γία ς στο Π α νεπισ τήμιο Α θηνώ ν. Α ντιπ ρ ό εδρ ο ς. Π αναγιώτης Σκορδάς, πρόεδρος Συνδέσμου Φ ιλολόγω ν Λέσβου. Γραμ ματέας. Γιώργος Μπεκιάρης, γρ α μ μ α τέα ς Σ υ ν δέσμου Φ ιλολόγω ν Λέσβου. Τ αμίας. Στρατούλα Τσαμπή, τα μία ς Συνδέσμου Φ ιλολόγω ν Λέσβου. Μέλη. Στρατής Αναγνώστου, α ντιπρ όεδρ ος Σ υ ν δέσμου Φ ιλολόγω ν Λέσβου. Δημήτρης Πατίλας, μέλος Δ.Σ. Συνδέσμου Φ ιλολόγω ν Λέσβου. ΓΙΑΝΧΑΤΖ
Αναμνηστική φωτογραφία έξω από το νέο Αρχαιολογικό Μουσείο, μετά το τέλος των εργασιών του Συνεδρίου (Κυ ριακή, 28.9.2003).
ΤΟ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ «Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ» ΑΓΙΑΣΟΥ ΣΤΙΣ ΕΠΑΛΞΕΙΣ Συμμετείχε στη 16η Συνάντηση Ερασιτεχνικών Θιάσων Αιγαίου Σ τ η 16η Συνάντηση Ε ρ α σ ιτεχνικ ώ ν Θ ιάσ ω ν Α ιγ α ίο υ , η ο π ο ία π ρ α γ μ α το π ο ιή θ η κ ε στη Λ ή μνο α π ό τ ις 10 ω ς τ ις 20 Ο κτω βρίου 2003, σ υμ μ ετείχε το Α ν α γνω σ τή ρ ιο Α γιά σ ο υ με το έργο το υ Δ η μ ή τρ η Ψ α θ ά « Ιφ ιγ έ ν ε ια εν μ α ύ ρ ο ις » . Στη συνάντηση αυτή, π ο υ σ υ ν δ ιο ρ γά ν ω σ α ν το Υ π ο υ ρ γ είο Α ιγ α ίο υ , η Γενική Γ ρα μ μ ατεία Ε κ π α ίδ ευ σ η ς Ε νη λίκ ω ν, η Ο μ ο σ π ο ν δ ία Ε ρ α σ ιτε χ ν ικ ο ύ Θ εά τ ρ ο υ Α ιγ α ίο υ , ο Δ ή μ ο ς Μ ύ ρ ιν α ς κ α ι η Ν ο μ α ρ χια κ ή Ε π ιτρ ο π ή Λ α ϊκ ή ς Ε π ιμ ό ρ φω σης Λ έσβου, σ υμ μ ετείχα ν σ υνο λικ ά 21 θεα τρ ικ ά σ ω μ α τεία α π ό το Α ιγ α ίο , α π ό τη Θ ράκη κ α ι α π ό την Κ ύ π ρ ο . Π ιο σ υ γ κ εκ ρ ιμ έν α : τ ρ ία σ ω μ ατεία α π ό τη Λέσβο, δυο α π ό τη Σ ύρο, τρ ία α π ό την Π ά τμο, δυο α π ό την Π άρο, ένα α πό τη Ροδόπη , ένα α πό την Κ άλυμνο, ένα α π ό τη Λή μνο, ένα α π ό τ ις Ο ινούσ σ ες, ένα α π ό την Κ ω , ένα α π ό τη Λ έρο, ένα α π ό τη Μ ύκονο, δυο α πό
Αφίσα (διαστάσεων 42 χ 29,6 εκ.) για την παράσταση του έργου του Δημήτρη Ψαθά «Ιφιγένεια εν μαύροις» (4 και 5.10.2003).
Η προμετωπίδα του προγράμματος του Αναγνωστηρίου για την παράσταση του έργου του Δημήτρη Ψαθά «Ιφιγέ νεια εν μαύροις» (Οκτώβριος 2003).
τη Χ ίο, ένα α π ό τη Σ άμο κ α ι ένα α π ό το Π α νε πισ τή μ ιο της Κ ύπρου. Τ ις π α ρ α σ τ ά σ ε ις, π ο υ ή τα ν ιδ ια ίτ ε ρ α υψ η λού επιπέδου, παρακολούθησε π λή θος κόσμου, π ο υ γέμιζε κα ι τις δυο αίθουσες, το πανέμορφ ο Θ έατρο «Μ αρούλα» στη Μ ύρινα, καθώ ς κ α ι το Συνεδρι'ακό Κ έντρο «Δ ελακούρα» στο Ξ ενοδο χείο «Ακτή Μ ύρινα». Σ τ ις δυο σκηνές εμ φ α ν ί σ τη καν α π ό μ ικ ρ ά π α ιδ ιά μ έχ ρ ι π ο λ ύ ώ ρ ιμ ο ι ερασιτέχνες, σ ’ ένα π ο ικ ίλ ο ρεπερτόριο, π ο υ εί χε α π ’ όλα τα είδη του θεάτρου, α ρ χα ίο υ ς τρ α γ ικ ο ύ ς, σ ύ γ χ ρ ο ν ο υ ς Έ λ λ η ν ες κ α ι ξέν ο υ ς δ ρ α μ α το υ ρ γ ο ύ ς κ α ι κ ω μ ω δ ιο γ ρ ά φ ο υ ς, κ λ α σ ικ ο ύ ς το υ 19ου α ιώ ν α , π α ιδ ικ ό , μ ο ν ο λ ό γ ο υ ς, μ ο ν ό πρ α κτα , κ α ι άλλα. Τ ο Α ν α γ ν ω σ τ ή ρ ιο Α γ ιά σ ο υ π α ρ ο υ σ ία σ ε σ τ ις 14 Ο κ τ ω β ρ ίο υ , σ το Σ υ ν ε δ ρ ια κ ό Κ έν τρ ο « Δ ε λ α κ ο ύ ρ α » , τ ο έ ρ γ ο τ ο υ Δ η μ ή τρ η Ψ α θ ά
Στιγμιότυπο από την παράσταση του έργον του Δημήτρη Ψαθά «Ιφιγένεια εν μαύροις» (Λήμνος, 14.10.2003).
Στιγμιότυπο από την παράσταση του έργου του Δημήτρη Ψαθά «Ιφιγένεια εν μαύροις» (Αήμνος, 14.10.2003).
« Ιφ ιγέν εια εν μ α ύ ρ ο ις» . Το έργο γρά φ τηκ ε το 1942, μέσα στη φ ρ ίκ η τη ς Κ α τ ο χ ή ς , α π ό την ο π ο ία α ντλ εί κ α ι το θέμα του. Α κ ολουθεί σ χε τ ικ ά π ισ τ ά την υ π ό θ εσ η της γ ν ω σ τή ς τ ρ α γ ω δ ία ς το υ Ε υ ρ ιπ ίδ η « Ιφ ιγ έ ν ε ια η εν Τ α ύ ρ ο ις» , α λλά κ α ι γεν ικ ό τερ α τη δομή κ α ι τα «κα τά ποσόν» μέρη τη ς τ ρ α γ ω δ ία ς , α π ο τ ε λ ώ ν τ α ς μ ια ευ ρ η μ α τικ ή π α ρ ω δ ία . Η δρ ά σ η τ ο π ο θ ε τ ε ίτ α ι
σ τη ν Α θ ή ν α , σ τη ν π ε ρ ίο δ ο τη ς Κ α τ ο χ ή ς κ α ι της μ α ύ ρ η ς α γ ο ρ ά ς , π ο υ α π ο τ ε λ ε ί το β α σ ικ ό θέμα το υ έργου. Η σκηνοθεσία κ α ι η θεατρική διασκευή ήταν της Μ α ρία ς Α ϊβ α λ ιώ το υ . Η μουσική επιμ έλεια του Στρατή Κ αζαντζή, τα σκηνικά του Δημήτρη Κ αμαρού κ α ι του Π αναγιώ τη Τσάγαλου, η σκη ν ο γ ρ α φ ία του Δημήτρη Χ α τζη γιά ννη , το μ α κ ι γιά ζ της Ε υσ τρα τία ς Κ ορομηλά κ α ι της Φίστου λας Τ ουρ τουρ οπούλου. Στη σκηνοθεσία βοήθη σε ιδια ίτερ α ο Τάκης Γλεζέλης. Τ ους ρόλους ερ μήνευσαν ο ι π α ρ α κ ά τω : Φ ίστουλα Τ ο υ ρ το υ ρ ο π ο ύ λ ο υ ( Ιφ ιγ έ ν ε ια ), Γ ιά ν ν η ς Π α π ά ν η ς (Ο ρέσ τη ς), Ά κη ς Β ερ ίλ η ς (Π ιλ ά φ η ς ), Γ ιώ τα Μ α ϊ σ τρ έ λ η - Ε λ έ ν η Κ α λ ο υ τ ζ ή - Σ τ έ λ λ α /Μ α ρ ία Σ τα υ ρ α κ έλ η - Α ρ χ ο ν τ ο ύ λ α Β αρβάκη - Μ α ρ ία
Η προμετωπίδα του Προγράμματος της 16ης Συνάντησης Ερασιτεχνικών Θιάσων Αιγαίου (Αήμνος 10-20 Οκτωβρίου 2003).
Στιγμιότυπο από την παράσταση του έργου του Δημήτρη Ψαθά «Ιφιγένεια εν μαύροις» (Αήμνος, 14.10.2003).
Στιγμιότυπο από την παράσταση του έργου του Δημήτρη Ψαθά «Ιφιγένεια εν μαύροις» (Αήμνος, 14.10.2003).
Κ ανάρου (χορός), Γρηγόρης Α λεντάς (μαυραγο ρίτης Γ κίκα ς), Μ α ρία Α ϊβ α λ ιώ το υ (από μηχα νή ς θ εό ς), Μ α ρ ία Κ α ζ α ν τζή (ά γ γ ε λ ο ς -π α ιδ ί), Γιώ τα Μ αϊστρέλη (εξάγγελος), Π ροκόπης Μ α ϊ στρέλης (υπ ά λλη λο ς το υ Δ ήμου), Σ τρατής Κ α ζαντζή ς - Γ ιάννα Μ αϊστρέλη - Χ ρ ίσ τος Κ ονσολάκης (μουσικοί). Για τ ις α ν ά γ κ ες της π α ρ ά σ τα σ η ς τυ π ώ θ η κ ε Π ρόγρα μμ α 28 σελίδω ν, με έρευνα-επιλογή κ ει μένων κ α ι επιμέλειά του Π αναγιώ τη Σκορδά και με φ ω τογραφ ίες του Κ υριάκου Συκά. Η παράσταση άφησε πολύ καλές εντυπώ σεις,
Η ποιήτρια Κική Δημουλά και η φιλόλογος Τασούλα Κα ραγεωργίου ξεναγούνται στο Αναγνωστήριο «η Ανάπτυ ξη» από τον πρόεδρο Κλεάνθη Κορομηλά, στις 24.9.2003.
χειροκροτήθηκε α π ό το κ ο ινό κ α ι σχολιάστηκε θετικά από τους ερασιτέχνες τω ν υπ ό λ ο ιπ ω ν θε ατρικώ ν ομάδων. Κ ατά τη διά ρ κεια της πα ρ α μ ονή ς στη Λήμνο τα μέλη της Θ εατρικής Ο μάδας του Α ναγνωστη ρίου, με την οργανω τική επιμέλεια του προέδρου Κλεάνθη Κορομηλά, πραγματοποίησ αν εκδρομή σ τους ισ το ρ ικ ο ύ ς κ α ι α ρ χ α ιο λ ο γ ικ ο ύ ς χ ώ ρ ο υ ς της Λ ήμνου. Ε πισκέφ τηκαν το ά γα λμα της Μα-
Η Θεατρική Ομάδα του Αναγνωστηρίου «η Ανάπτυξη» Αγιάσου, στον Κότσινα, στο Αγαλμα της Μαρούλας, με τον πρόεδρο Κλεάνθη Κορομηλά (13.10.2003).
ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΙΑΚΟ ΠΕΡΙΣΚΟΠΠΙΟ Αναγνωστήριο «αι Μ ούσαι» Κάλυμνου Τ ο Αναγνωστήριο «αι Μούσοα» Καλύμνου, σω ματείο με πλούσια πνευματική, κοινωνική και εθνι κή δράση, με την ευκαιρία της συμπλήρωσης εκατό χρόνων από την ίδρυσή του, θα πραγματοποιήσει το φθινόπω ρο διήμερο εκδηλώσεων. Για ενημέρωση δημοσιεύουμε στη συνέχεια μέρος της με αριθμό Πρωτοκόλλου 3/Κάλυμνος, 10.2.2004 Εγκυκλίου, την οποία υπογράφουν ο Πρόεδρος Γιάννης Θ. Πατέλλης και ο Γραμματέας Θεόφιλος Τσουκαλάς. ΓΙΑΝΧΑΤΖ
Προσκύνημα στον Ιερό Ναό της Παναγίας της Αγιασώτισσας, στις 24.9.2003. Θ Παναγιώτης Σκορδάς με την ποιήτρια Κική Δημουλά (δεξιά) και με τη φιλόλογο Τασούλα Καραγεωργίου.
ρ ο ύ λ α ς σ τον Κ ό τσ ιν α , το Ιερό τω ν Κ ά β ειρ ω ν και τη Σ πηλιά του Φιλοκτήτη, τον α ρχαιολογικό χώ ρο της Π ολιόχνης, καθώ ς κ α ι το Μ ούδρο. Το έργο «Ιφιγένεια εν μαύροις» πρέπει να ση μειώσουμε συμπληρω ματικά ότι παρουσιάστηκε και στην Α γιάσο, σε δυο παραστάσεις, το Σάββα το 4 και την Κ υριακή 5 Αυγούστου. Π ΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΤΥΛ. ΣΚΟΡΔΑΣ
Η Θεατρική Ομάδα του Αναγνωστηρίου «η Ανάπτυξη» Αγιάσου, στην Πολιόχνη Λήμνου (13.10.2003), με του πρόεδρο Κλεάνθη Κορομηλά.
Τ ο 2004 συμπληρώθηκαν εκατό χρόνια από την ίδρυση του Α ναγνωστηρίου Κ αλύμνου «σι Μούσαι». Η πορεία του έδωσε γόνιμους πνευματικούς καρπούς, αν και υπήρξε πολυτάραχη. Ιδρύθηκε σε μια εποχή που τα Αναγνωστήρια ανθούσαν στο γε ωγραφικό χώρο του ανατολικού Α ιγαίου και των δυτικών παραλίων της Μ ικράς Ασίας. Ξεκινώντας α πό το π α λ α ίφ α το Α ναγνω στήριο Σ μ ύρνης και προχωρώντας, στην Αγιάσο της Λέσβου, στην «Αί γλη» της Σύμης, καταλήγουμε στα 1904 στην Κάλυ μνο, στο Αναγνωστήριο «αι Μ ούσαι», οι συζητή σεις για την ίδρυση του οποίου είχαν ξεκινήσει δε καπέντε χρόνια νωρίτερα. Σήμερα, εκατό χρόνια μετά, το Αναγνωστήριο έχει διαμορφ ώ σ ει μια πλούσ ια ισ τορία εθνικώ ν αγώνων [...]. Έ χει να επιδείξει κορυφαίες δια κ ρί σεις από την Ακαδημία Αθηνών, το Ο ικουμενικό Π ατριαρχείο, το Π ανεπιστήμιο Αθηνών, για την προσφορά του στα γράμματα, καθώς και από άλ λους Θεσμούς και Προσωπικότητες της πατρίδας μας και του ευρύτερου Ελληνισμού. Το Α ναγνω στήριο έχει να προβάλει πλήθος εκδηλώσεων, συ νεδρίων και παρεμβάσεων στη σύγχρονη πραγμα τικότητα του τόπου. Ο εορτασμός των εκατό χρόνων λειτουργεί σή μερα ως μια νέα αφετηρία. Νέες προκλήσεις ανοί γοντα ι, για να δια μ ορφ ώ σ ουν ένα νέο ρόλο και έναν ανανεωμένο λόγο του Αναγνωστηρίου. Ε π ’ ευκαιρία του Εορτασμού της Εκατονταε τη ρίδα ς «1904-2004» -Ε κ α τ ό Χ ρ ό ν ια Α να γνω στήριο Κ αλύμνου «αι Μ ο ύ σ α ι» - θα π ρ α γ μ α το ποιηθεί ένα διήμερο εκδηλώσεων το πρώ το Σαβ β α τ ο κ ύ ρ ια κ ο (2-3) το υ Ο κ τ ω β ρ ίο υ 2 0 04, το οποίο θα περιλαμβάνει ημερίδα με θέμα: «Κυψέ λες του Π νεύματος και του Π ολιτισμού στο χώ ρο το υ α ν α τ ο λ ικ ο ύ Α ιγ α ίο υ κ α ι της Μ ικ ρ ά ς Α σίας στα τέλη του 19ου α ιώ να κα ι σ τις αρχές του 20ού αιώνα»...
ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ «Μνήμες ... ενός ανθρώπου, μιας γενιάς» Σ τ ι ς 17 του Νοέμβρη 2003 πραγματοποιήθηκε στο Κινηματοθέατρο του Αναγνωστηρίου «η Ανά πτυξη» η εκδήλωση του Δήμου Αγιάσου «Μνήμες ...ενός ανθρώπου, μιας γενιάς». Στο πρώτο μέρος έγινε τιμ η τικ ή α ν α φ ο ρ ά σ τον ά λλοτε δή μ α ρχο Αγιάσου Παναγιώτη Κουτρή, με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 10 χρόνων από το θάνατό του. Χ α ι ρέτισε ο δήμαρχος Αγιάσου Χρύσανθος Χ ατζηπα ν α γ ιώ τη ς κ α ι α κ ο λ ο ύ θ η σ α ν ο μ ιλ ίε ς του Η λ ία Β ο υ λ β ο ύ λ η , δ ιε υ θ υ ν τ ή της ε φ η μ ε ρ ίδ α ς «Νέο Εμπρός», και του Παναγιώτη Κουτσκουδή, για την προσωπικότητα, τη ζωή και τη δράση του, με ταυ τόχρονη προβολή φω τογραφ ικού και αρχειακού υλικού. Ο Π α ν α γ ιώ τ η ς Κ ο υ τρ ή ς γεννή θ η κ ε σ τις 15.8.1936 στην Αγιάσο. Αποφοίτησε από την Π α ι δα γω γικ ή Α κα δη μία Μ υτιλή νη ς. Υ πηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία και απολύθηκε με το βαθμό του έφεδρου ανθυπολοχαγού πεζικού. Στη συνέχεια εργάστηκε ως λογιστής στην Εταιρεία Μυκονιάτη (Πετρογκάζ) και στη συνέχεια ως συνεταιριστικός υπάλληλος στον Ελαιουργικό Πιστωτικό Συνεται
ρισμό Α γιάσου, από 1.8.1970 έως και 31.7.1978. Στο διάστημα αυτό διατέλεσε και διευθυντής του Συνεταιρισμού. Πρόσφερε πάρα πολλά στην αγρο τική τάξη και στο συνεταιριστικό κίνημα και αργό-
Αναμνηστική φωτογραφία από κάποια σύναξη... Στη δεύτερη σειρά, τρίτος από αριστερά, διακρίνεται ο Παναγιώτης Κουτρής, δήμαρχος Αγιάσου. Παρακάθηνται δεξιά ο Ερμόλαος Παπάζογλου, πρόεδρος της Κοινότητας Παλαιοκήπου, και ο δάσκαλος Απόστολος Αποστόλου, δήμαρχος Μυτιλήνης... (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Βασίλειος Καλογεράς)
Οταν τα νιάτα χαμογελούσαν στη ζωή... Ο Παναγιώτης Κουτρής και ο Γρηγόριος Βατρικάς, επί όνου καθήμενος, στην Καρυά, πριν από πολλά χρόνια, τότε που το Κέντρο του Πάρκου ήταν στις δόξες του...
τέρα διατέλεσε πρόεδρος της Έ νωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών Λέσβου. Εκλέχτηκε δημοτικός σύμ βουλος Αγιάσου το 1975 επί δημαρχίας Στρατή Κα βαδέλη. Στις εκλογές του 1978 εκλέχτηκε με το ψη φοδέλτιο της «Δημοκρατικής Αγιάσου» δήμαρχος Αγιάσου και άρχισε το τεράστιο έργο της αναμόρ φωσης του χωριού και της αναβάθμισης της ζωής των κατοίκων του, το οποίο συνέχισε επί τρεις τε τραετίες, αφού επανεκλέχτηκε δήμαρχος το 1982 και το 1986, συμπληρώνοντας 16 χρόνια συνεχούς προσφοράς στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Διατέλεσε αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμ βουλίου της Τοπικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτή τω ν (ΤΕΔΚ ) Ν ομού Λέσβου, κ α τά την π ερ ίο δο 1979 - 1982, θέση από την οποία πρωτοστάτησε, μεταξύ άλλων, και στους αγώ νες του λεσβιακού λαού για το πρόβλημα της μόλυνσης του κόλπου της Γέρας. Διατέλεσε ακόμη νομαρχιακός σύμβου λος Λέσβου, κα θώ ς κ α ι μέλος του Δ ιο ικ η τικ ο ύ Συμβουλίου του Συνδέσμου Δήμων και Κοινοτή
των Νομού Λέσβου. Από το 1978 και μετά εκλεγό ταν συνεχώς μέλος της Ν ομαρχιακής Ε πιτροπή ς Λέσβου του ΚΚΕ και αντιπρόσω πος σε όλα τα συ νέδρια του Κόμματος. Α πό το 1991 συνταξιοδοτήθηκε ως δήμαρχος και μέχρι το θάνατό του ήταν μέλος του Γραφείου της Νομαρχιακής Επιτροπής Λέσβου του ΚΚΕ και δ ιε υ θ υ ν τ ή ς της λ εσ β ια κ ή ς ε φ η μ ε ρ ίδ α ς «Νέο Εμπρός». Πέθανε στις 10.11.1993 στην Αθήνα και κηδεύτηκε στη γενέτειρά του. Το δεύτερο μέρος της εκδήλωσης ήταν αφιερω μένο στα 30 χρόνια από την εξέγερση του Πολυτε χνείου και περιελάμβανε ποιήματα, που απέδωσαν οι μαθητές του Λυκείου Αγιάσου Παναγιώτης Κο ρομηλάς και Αρχοντούλα Βαρβάκη, προβολή ντο κιμα ντέρ με τα γεγονότα του Π ολυτεχνείου και μουσική συναυλία με τραγούδια των Μίκη Θεοδωράκη και Μ άνου Λ οΐζου, από το μουσικό σχήμα των Αντώνη Κονσολάκη (τραγούδι - μπουζούκι), Χ ρίστου Κονσολάκη (κιθάρα), Διομήδη Κούκου (μπάσο), Γιάννη Π ασπάτη (μ πουζούκι), Γιώ τας Μ ιχαλέλη (τραγούδι) και Χάρη Ευαγγέλου (τρα γούδι). Το καλλιτεχνικό πρόγραμμα παρουσίασε ο Προκόπης Μαϊστρέλης. Την εκδήλωση παρακολούθησε πολύς κόσμος. Παραβρέθηκαν ο βουλευτής Λέσβου Σταύρος Σκοπελίτης, οι δήμαρχοι Π ολιχνίτου και Αγίας Παρα σκευής Γιάννης Συκάς και Αλέκος Ευαγγελινός, ο πρόεδρος του Παραρτήματος Λέσβου της ΠΕΑΕΑ Γιώργος Σκούφος, ο πρόεδρος του Τεχνικού Ε π ι μελητηρίου Μυτιλήνης Θρασύβουλος Καλογρίδης, και άλλοι. Γραπτό χαιρετισμό απέστειλε ο υπουρ γός Αιγαίου Νίκος Σηφουνάκης. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΙΧ. ΚΟΥΤΣΚΟΥΑΗΣ
ΒΙΒΛΙΟ-ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗ ΚΑΡΑΒΑΝΗ «Ασωμάτων Γη» Αθήνα 2001. Σχ. 21x14, α. 416 Τ ο βιβλίο του συμπατριώτη και φίλου Στρατή Καραβάνη, μια συλλογή μικρών διηγημάτω ν και καταγραφών, που γράφτηκαν μέσα σε μια δεκαετία
περίπου, με πρώτη ύλη γεγονότα, εμπειρίες, βιώματά του από τη γενέτειρά του, το χωριό μας Ασώμα τος, ανοίγει με την άφιξή του στη Μυτιλήνη και την παραμονή του για λίγο χρόνο στο χωριό και κλεί νει με την αναχώρησή του από το λιμάνι της Μ υτι λήνης. Στα ενδιάμεσα όλος ο πλούτος της μνήμης από τη ζωή του χω ριού σε περασμένα χρόνια. Το τοπίο και οι άνθρωποι. Ο μόχθος για επιβίωση, τα ήθη και τα έθιμα, τα παραδοσιακά επαγγέλματα, το καφενείο, το μπακάλικο, η γειτονιά, οι ομορφιές της φύσης, οι καρποί της γης, τα αγριολούλουδα, τα παθήματα και οι χαρές, τα ευτράπελα και οι γραφικοί τύποι του χωριού, τα πανηγύρια, ο έρω τας και ο θ ά να τος, οι μεγάλες γιορ τές, οι σεβά σμιες κυράδες, οι δουλευτάδες ξωμάχοι, οι σεμνές νιές και τα παιδιά με τις ξυπόλυτες ποδοσφαιρικές ομάδες, τα ωραία παραδοσιακά παιχνίδια, το ψά ρεμα στον ποταμό, και πλήθος άλλα. Μ ια θαυμα στή τοιχογραφία από αληθινούς ανθρώπους, συμ βάντα και πράγματα ενός χω ριού, που τα τελευ ταία χρόνια με θλίψη ο συγγραφέας παρατηρεί την ερήμωσή του. Το βιβλίο αυτό δεν είναι παρά η έκφραση της πηγαίας αγάπης του συγγραφέα για το χωριό του και για τους ανθρώ πους του, για τον κόσμο που
τον έθρεψε και του έδωσε τα θεμέλιά του, μια νο σταλγική επιστροφή στο αλλού και στο άλλοτε, στα «όμορφα, ας ήταν και δύσκολα χρόνιά», μέσα σε τούτους τους καιρούς της αποξένωσης και της ισοπεδωτικής ομοιομορφίας, για να αναβαπτισθεί στην ομορφιά και στις αξίες μιας αυθεντικής ζωής: τότε που άνθρω ποι, σπίτια, πράγματα, είχαν την ιδιαίτερη φυσιογνω μία τους, οι ανθρώ πινες σχέ σεις ήταν θερμές, η φύση πηγή αγαθών, ομορφιάς και γαλήνης, και αξίες, όπω ς η εργατικότητα, η πειθαρχημένη ζωή, η αλληλεγγύη, η ανθρω πιά, η προσήλωση στις παραδόσεις, ήταν και εξακολου θούν σε κάποιο βαθμό να είναι σεβαστές. «Ό μορφα χρόνια, ας ήταν και δύσκολα», γρά φει ο Στρατής. «Ζήσαμε σε δύσκολους καιρούς, με λίγα αγαθά, με πολλές στερήσεις. Δε νιώθαμε δυ σ τυ χισ μ ένο ι, με το υς έρω τες, τ ις α γά π ες, τα γλέντια, τα τραγούδια, τα πανηγύρια μας. Είχαμε ελπίδες, όνειρα, ιδανικά». Π ράγματι έτσι στοχά ζομ α ι πολύ συχνά κ α ι εγώ. Δ ια β ά ζοντα ς το β ι βλίο του Στρατή θυμήθηκα και αναπόλησα. Και τι δε θυμήθηκα! Τον ευχαριστούμε που με τόση μαεστρία μας π α ίρ ν ει «να βηματίσουμε στα σο κάκια και στα καλντερίμια τω ν αναμνήσεων» και με το μετρημένο, δ ια κ ρ ιτικ ά συγκινημένο, λόγο του μας ταξιδεύει στις ρίζες μας, στο αγαπημένο μας χωριό... ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ ΚΑΡΑΒΑΣΙΛΗΣ
ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΙΟΓΚΑΡΗΣ «Τι είδε η Γιασμίν;» Α θήνα 2003. Σ χ. 21 χ 14, α .316 + 4
Ο
Βασίλης Λ ιόγκαρης, κα τα ξιω μ ένος πεζογράφος που τιμήθηκε με το βραβείο Ειρήνης και Φ ιλία ς Ιπεκτσί, μας έδωσε τελευταία, στη σειρά των επιμελημένων εκδόσεων του γνωστού εκδοτι κού οίκου «Σύγχρονη Εποχή», το έβδομο μυθιστό ρημά του, με το χαρακτηριστικό τίτλο «Τι είδε η Γιασμίν;». Δομικά και διαρθρω τικά το έργο αυτό δ ια ιρ είτα ι σε δεκαέξι ενότητες, από τις οποίες η πρώτη είναι ενημερωτικός πρόλογος. Ό συγγραφέας, γεννημένος στην Αθήνα από πολυφαμελίτες εργάτες γονείς, ξεριζωμένους από την πατρίδα τους, γνώρισε συνθήκες σκληρής επιβίω σης και αποθησαύρισε τραυματικές μνήμες από το δεύτερο παγκόσμιο αιματοκύλισμα, από την κατο-
χή, από τον εμφύλιο σπαραγμό, αλλά και από κα τοπινά συνταρακτικά γεγονότα του τόπου μας. Το μυθιστόρημα «Τι είδε η Γιασμίν;», πεζογρά
• Ειρήνης Σιδερή-Κουτσκουδή, Θεολογία Γιαν ναρέλλη, Η λαϊκή ζωγράφος της Λέσβον, Μ υτιλή νη 2003, Σχ. 29,5 χ 21, σ. 112. • Δημήτρης Ηλ. Ρεντίφης, Οι «Αλκυόνες» του Σπύρου Καραμούντζου, (μελέτη), Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2003, Σχ. 20,5 χ 15, σ. 93 + 3. • Βασιλείου Κων. Κωμαΐτη, φιλολόγου, Εκπαι
δευτικά της Α γιά σο ν, Γ υμνασιακό Π αράρτημα Αγιάσου 1946 - 1961, Μυτιλήνη Ιούνιος 2003, Σχ. 24 χ 17, σ. 224.
φημα με κοινω νικοπολιτικό περιεχόμενο, αποτελεί αξονική τομογραφία της μεγαλοαστικής τάξης και συνάμα καταγγελία της, δριμύ κατηγορητήριό της. Τα πρόσωπά του, γόνοι κεφαλλονίτικης φαμίλιας, σφαιρώνονται γύρω από τον αδίσταχτο Δημήτριο ή Ντέμη Μ πεβεράτο, ο ο π ο ίο ς κατάφερε σε χ ρ ό νους χα λεπούς, εκμεταλλευόμενος τις κ α τα σ τά σεις, να αβγατίσει μυστηριωδώς το βιος του και να γίνει, από καϊκτσής και δουλευτής της γης, μεγά λος και τρανός εφοπλιστής. Κοντά του δρα ποικιλοτρόπω ς η Ασημίνα, η Γιασμίν, απορφανισμένο κοριτσόπουλο της εμφυλιοπολεμικής περιόδου. Η Γιασμίν, η ηρωιδα του μυθιστορήματος, θύμα πολύμορφης εκμετάλλευσης, αλλοτριωμένη με το πέρασμα του χρόνου και εγκλωβισμένη στο πεπρω μένο της, είν α ι ενήμερη σε ό ,τι σ υμ β α ίνει στην έπαυλη, στο «σαράι» του κυρίου της. Λ ειτουργεί κατά κάποιο τρόπο ως κάτοπτρο της υποκριτικής συμπεριφοράς της καταχρηστικά λεγάμενης καλής κοινω νίας. Ξεμπροστιάζει έναν τεχνηέντως κρυ πτόμενο κόσμο συνειδησιακής χαλαρότητας, στυ γνής καταπίεσης και τυφλής ωμότητας. Ο Βασίλης Λ ιόγκαρης με το μυθιστόρημά του αυτό έδωσε ένα ακόμη δείγμα γραφής, που μαρτυρεί ωριμότητα, κοινωνική ευασθησία και μαχητικότητα, δημιουργική φαντασία, περιγραφική και αφηγημα τική ικανότητα, ψυχογραφική δεξιότητα, κατοχή της γλώσσας, εκφραστική λιτότητα, καθώς και θεατρι κότητα, που δίκην μότο προεξάρχει σ’ όλα τα κεφά λαια. Αξιοποιησε θεματολογικά με ευρηματικό τρό πο το πάντοτε υπαρκτό θέμα της καταδυνάστευσης των φτωχών από τους εκάστοτε ισχυρούς.
• Θόδωρου Κ. Τρουπή, Φθινοπωρινά (Τα αφελή - Α υτονόητα - Τα αδέσποτα - Ε πιστολάρια - Τα ανεπίσημα - Εσπερινά), Αθήνα 2004, Σχ. 21 χ 14, σ. 80 + 64 + 64 + 144 + 80 + 64. • Α π ο σ τό λ ο υ Π. Εύθυμιάδη, Ή συμβολή τής Θράκης είς τους απελευθερω τικούς αγώ νας του Έ θνους (από του 1361 μέχρι του 1920), Ά λεξανδρούπολις 2001, Σχ. 24 χ 17, σ. 792. • Παύλου Ναθαναήλ, Σε αναζήτηση προσανατο λισμού, (Μελετήματα), Μαυρίδης, Αθήνα 2003, Σχ. 21 χ 14, σ. 139 + 5. • Σωτήρης Ε. Γυφτάκης, Ν ομπελίστες ποιητές 1901 - 2001, Μαυρίδης, Αθήνα 2002, Σχ. 21 χ 14, σ. 126 + 2. • "Αρης Κυριαζης, Ή Ερατώ είς Λέσβον και είς τόν Μ ντιληναίων Αίγιαλόν, Έ ν α ταξείδι στό π α ρελθόν, (Περιηγητικός οδηγός), Β ' έκδοσις, Ε κ δ ό σεις «Δωδώνη», Α θή να - Γιάννινα 2000, Σχ. 21 χ 14, σ. 106 + 6. • Μιχάλης Π. Δελησάββας, Σε ανύποπτο χρόνο, Διηγήματα, Εκδόσεις ΔΡΟΜΩΝ, Αθήνα 2002, Σχ. 21 χ 14, σ. 321 + 7. • Αυγερινός Μαυριώτης, Επίγεια, Εκδόσεις Πάραλος, Αθήνα 2002, Σχ. 20 χ 13,5, σ. 46 + 2.
γουνιά, ζαμουριασμένουν α π ’ του κρυγιώμα, του μπάρμπαντ του Χατζησπύρου, που έκανι τσι γυμνασ ιάρχ’ς στου Γυμνάσιου τς Μ υτιλήν’ς. Πήγι κουντάντ, σήκουσι του φανάρ’ τσ’ είπι -.Άνθρωπον ζητώ! Μπάρμπασιντ συγκρυγιάσ’τσι, σαν τουν είδι, τσι τ ’ απάντ’σι «ιλληνικά», που σα καθηγητής σπουδασμέ νους τα ’ξιρι πουλύ καλά: Σήμερον, ανεψιέ, ζητείς άνθρωπον, ανριον όμως θα ζητής ιατρόν! (Από αφήγηση του Στρατή Παρασκευά Λιακάτου. Α γιά σος, 8.8.1989)
ΕΡΜΟΛΑΟΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΕΝ ΤΟΥΝ ΣΗΚΟ ΥΝΙ...
ΘΑ ΕΤΡΩΓΑΝ ΣΤΑ ΣΚΟΠΙΑ...
Π ριν απί πουλλά χρόνια έφ ’γι τσι Π ρουκόπ’ς α π ’ του χ ο υ ρ ιό τ σ ’ ή ρτι σν Α υ σ τρ α λία , για να προυκόψ’. Τα πράματα όμους τα ήβρι σκούρα τσ ’ έγραψι σ ’ γουνιοινχ πους του κλίμα είνι βαρύ τσι πους εν τουν σ ’κ ώ ν’. Τσι τσύρ’σιντ τουν συμβούλιψι, καταπώς κάνιν ούλ’ γι πατιράδις: Ναν ανέβ’ς, γιε μ ’, σ ’ άλλου δέντρου, για να ’σι σίγουρους!
πολιτικός μηχανικός Στρατής Παπάνης και ο Άρης Κουζέλης συναντήθηκαν, ύστερα από μεγά λο διάστημα που είχαν να ειδωθούν. Πάμε πουθε νά, σε καμιά ταβέρνα, να πιούμε ένα κρασί, πρότει νε ο Στρατής. Και δεν πάμε, είπε ο Άρης... Ο Στρα τής ανέλαβε να διαλέξει το μαγαζί. Ξεκίνησαν με το αυτοκίνητο, ξεχάστηκαν και με την κουβέντα πέρα σαν τα διόδια και προχωρούσαν. Σε μια στιγμή ο Ά ρης συνήρθε. Ρε Σ τρατή, άλλη φ ο ρ ά , άμα θα βγούμε, να μου το λες να παίρνω μαζί και το δια βατήριό μου... Πού θα πάμε να φάμε, στη Λάρισα ή στα Σκόπια;
Αθήνα, 2003
ΧΡΙΣΤΟΣ ΓΛΕΖΕΛΗΣ (ΠΟΥΠΟΥΣΑΣ)
ΠΑΝΤΡΕΨΟΥ Η ΚΑΛΟΓΕΡΕΨΟΥ;
(Από αφήγηση Χ αράλαμπου Χρυσάφη. Αγιάσος 2003)
ΠΡΟΚΟΠΗΣ ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗΣ νας Α σω ματιανός δάσκαλος είπε μια μέρα σε συζήτηση που είχαν γύρω από το επίμαχο θέμα του γάμου. Τι να σας πω, ρε παιδιά. Άμα δεν π α ντρευτείς, λένε πω ς είσαι δυστυχισμένος. Άμα π α ντρευτείς, λένε πάλι ότι είσαι δυστυχισμένος. Εγώ το μόνο που έχω να πω είναι πω ς και στις δυο πε ριπτώσεις κανείς είναι χ ι σ μ έ ν ο ς ... Αγιάσος, 29.7.2000
ΠΡΟΚΟΠΗΣ ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗΣ
ΑΝΘΡΩΠΟΝ ΖΗΤΩ! ρουπουλιμικά γ ίν ’ντου καρνάβαλους τσι γι Σταύρους γι Χατζησπύρους, τ ’ Θ ϊουφάν’ γι γιος, γι Νταμπαντάς. Μια χρουνιά, που τς Απουκριγιές είχι χιουνίσ’ σν Αγιάσου, έκανι του Δϊουγέν’. Φόρισι μια χλαμύδα, αντουνιάσ’τσι ένα φ ’τναρ’δέλ’ τσι γύρ’ζι αξ’πόλ’τους σ’ δρόμ’ μ’ ένα φανάρ’ στου χέρ’. Σάνι κατηφόρ’σι στου Κάτου Κάμπου, ξ ιχ ώ ρ ’σι σι μια
ΕΜ ΚΛΕΦΤ’Σ ΕΜ Ψ Ε Υ Τ ’Σ ι Μ ’χ α λ ’ς α π ’ τ ’ Βατούσα π ά γινι στου χουράφιντ για δ ’λεια. Στου δρόμου είδι σ ’ ένα ξένου χ ο υ ρ ά φ ’ μια σ ’τσια, φ ουρτουμέν’ σύκα. Μ ια τσι δυο ανέβ’τσι απάνου τσ ’ α ρ χίν’σι α τνι ξιστουλίζ’. Πήρι όμους χαμπάρ’ γ ’ ιδϊουκτήτρια, πήγι από κά του α π ’.τ ’ σ ’τσια τσ ’ ίβαλι τς φουνές στου κλέφτ’. Σταμάτα, μουρή, είπι γι Μ ’χ α λ ’ς, μη κατέβου κά του τσι σι κουνουμήσου! Γι γ ’ναίκα, τίντα ’θιλι α κ ά ν’, σταμάτ’σι α φουνάζ’. Άμανι κατέβ’τσι σ’κουπρησμένους γι Μ ’χ α λ ’ς α π ’ του δέντρου, ξ ικ ίν ’σι τ σ ’ έφ ιβγι σαν κ α λός κ ύ ρ ιο υ ς. Γι ιδϊο υ κ τή τρ ια τουν είδι που ξιμάκρινι τσ ’ ίβαλι πάλι τς φουνές: Ρε π α λ ιά θ ρ ιπ ι, ρε α χ α γ ίρ ιφ τ ι, συ, ρε, είσ ι εμ κλεφ’τς εμ ψευτ’ς! (Αφήγηση του Σκαμνιώτη Ευστρατίου Κουγιουμτζή, 1999)
ΧΡΙΣΤΟΣ ΓΛΕΖΕΛΗΣ (ΠΟΥΠΟΥΣΑΣ)
στο Τραγέλη. Το αντάμωμα αυτό δίνει την ευκαιρία για ανταλλαγή απόψεων, για τραγούδι, για χορό...
ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΠΤΗ ΙΣΤΟΡΙΑ Τ ο Ινστιτούτο Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Κα ραμανλής και οι Εκδόσεις I. Σιδέρης οργάνωσαν εκδήλωση στις 8.12.2003, στην Παλαιά Βουλή (Στα δίου 13), κατά την οποία έγινε παρουσίαση του λευ κώματος του Γιάννη Γιαννέλη-Θεοδοσιάδη «Ο Λα ός εικονογραφεί την Ιστορία του». Την εκδήλωση χαιρέτισαν ο Ιωάννης Μ. Βαρβιτσιώτης, βουλευτής Επικράτειας, πρόεδρος του Ινστιτούτου Δημοκρα τίας Κωνσταντίνος Καραμανλής, και ο εκδότης Αν δρέας Σιδέρης. Για το λεύκωμα μίλησαν ο Προκό πης Παυλόπουλος, βουλευτής και κοινοβουλευτι κός εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας, ο Φώτης Κουβέλης, βουλευτής του Συνασπισμού, ο κριτικός Τέχνης Μάνος Στεφανίδης και ο συγγραφέας. Συ ντονιστής του προγράμματος ήταν ο δημοσιογρά φος Τίτος Αθανασιάδης.
ΣΑΒΒΑΤΙΑΝΟΙ ΣΥΜΠΟΣΙΑΣΤΕΣ Α ρ χ ισ α ν και πάλι, στις 4.10.2003, οι συμποσια κές συναντήσεις των Μυτιληνιών στο Εντευκτήριο των Καλλονιατών (Σπύρου Δοντά 10). Αρχικά γί νονταν κάθε εβδομάδα, τελευταία όμως γίνοντα ι κάθε δεκαπέντε μέρες, για να είναι εύκολη η προσέ λευση όσο γίνεται περισσότερων. Εφέτος οι σαββα τιανοί συμποσιαστές έχασαν έναν επίλεκτο εταίρο, το δεινό φιλόλογο Αθανάσιο Τσερνόγλου, ο οποίος ά τυπα αλλά ευσυνείδητα εκτελούσε καθήκοντα γραμματέα. Αξίζουν θερμά συγχαρητήρια στο Σύλλογο των Καλλονιατών και ιδιαίτερα στον αμφιτρύωνα Χ ρί
ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΣΚΑΛΟΧΩΡΙΤΩΝ Σ τ ι ς 14.12.2003 ο Σύλλογος Σκαλοχωριτών Λέ σβου «ο Άγιος Γεώργιος» οργάνωσε εκδήλωση για την απελευθέρωση του χωριού από τους Τούρκους. Μετά τον εκκλησιασμό και την αρτοκλασία στον Ιερό Ναό του Αγίου Χαραλάμπους Ιλισσίων ακολούθησε εκδήλωση στην αίθουσα του Συλλόγου (Νεόφρονος 6). Μίλησαν ο πρόεδρος Αδάμ Καρέκος και η Λένα Ταχματζίδου, που αναφέρθηκε στο σημαντικό γεγο νός της απελευθέρωσης της Λέσβου και του Σκαλο χωρίου. Την εκδήλωση τίμησαν με την παρουσία τους ο υπουργός Αιγαίου Νίκος Σηφουνάκης και πολλοί Λέσβιοι, Σκαλοχωρίτες και μη.
ΑΡΧΑΙΡΕΣΙΑΚΑ Σ τ ι ς 19.1.2004, στο Κέντρο Χριστιανικής Νεό τητας Μυτιλήνης, ο Σύλλογος Αγιασωτών Μυτιλή νης «η Αγία Σιών» συνδύασε την κοπή της καθιερω μένης πρωτοχρονιάτικης πίτας, στην οποία παρα βρέθηκε ο σεβ. μητροπολίτης Μυτιλήνης Ιάκωβος, με τη διενέργεια των αρχαιρεσιών. Στις 26.1.2004 τα εκλεγέντα μέλη συνεδρίασαν και συγκροτήθηκαν σε σώμα ως εξής: Ευστράτιος Βασιλείου Γυρέλης (πρό εδρος), Βασίλειος Γεωργίου Κολομόνδος (αντιπρόε δρος), Χριστόφορος Ιωάννου Χατζηβασιλείου (γε νικός γραμματέας), Δέσποινα Μ αΐστρου Αούπου (ταμίας), Μ αριάνθη Θ εοφίλου Βέτσικα (μέλος), Α ντώ νης Γεωργίου Μ ηνάς (μέλος) και Μ υρσίνη Μιλτιάδου Χουτζαίου (μέλος). Εκφράζουμε τα συγχαρητήριά μας και ευχόμαστε στο νέο Διοικητικό Συμβούλιο πλήθος δραστηριοτή των, επωφελών για το νησί και για την Αγιάσο. Αναμνηστική φωτογραφία από την έναρξη των συναντή σεων των σαββατιανών συ μποσιαστών στα Γραφεία του Συλλόγου Καλλονιατών Αέσβου (Σπύρου Δοντά 10), στις 4.10.2003. Διακρίνονται, από αριστερά: Αγγελική Καπετανάκη, Χαράλαμπος Ανα γνώστου, Γ ιάννης Χατζηβασι λείου, Χρίστος Τραγέλης (αμ φιτρύωνας), Ελευθερία Παρασκευαΐδου-Αιαρούτσου, Ν ί κος Γανίτης, Αντώνης Τσαλίκης, Γιώργος Τσαλίκης, Μι χάλης Αιαρούτσος και Πάνος Κοντέλης. (Τη φωτογραφία τράβηξε ο Ηλίας Παπαδόπουλος)
ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ Σ.Α.Μ.
Ο Σύλλογος Α γιασω τώ ν
Μ υτιλήνης «η Α γία Σιώ ν», σωματείο που ιδρύθηκε το 1997, εξέδωσε εφέτος ένα προσεγμένο αφιερωματικό Ημερολόγιο τοίχου 15 φύλλων, δ ια σ τά σ εω ν 34 χ 24 εκ., με θέμα: Θεατρική δραστη ριότητά του Α να γ ν ω σ τ η ρ ίο υ α π ό το 1954 μ έχρ ι το 1974. Με τη θεμα τικ ή της η π α ρ α πάνω έκδοση βοη θά μ ερ ικ ώ ς στην π ρ ο β ο λ ή της π ο λ ιτ ισ τ ικ ή ς δ ρ α σ τη ρ ιό τ η τ α ς του π ν ε υ μ α τ ικ ο ύ κ έ ν τ ρ ο υ της Α γ ιά σου, του οποίου η φήμη έχει ξεπεράσει τα στενά όρια της Λέσβου. Αξίζει να το προμηθευτούν και μάλιστα να το διαφυλάξουν οι Αγιασώτες και όχι μόνο.
ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ
Ο Π ολιτισ τικ ός
Σύλλογος Μ υτιληναίω ν Π ε
τρούπολης «ο Θεόφιλος», από το 1995 που ιδρύθη κε ω ς τ ις μέρες μ α ς, έχει δώ σ ει τ ρ α ν ά δ ε ίγ μ α τ α ρωμαλέας δραστη ρ ιο π ο ίη σ η ς σ τον π ο λ ιτ ισ τ ικ ό κ α ι σ το ν κ ο ιν ω ν ικ ό τομέα. Π ρόσφατα έθεσε σε κυκλοφο ρία ένα θαυμάσιο σ υ λ λ εκ τικ ό Η μ ε ρ ο λ ό γ ιο τ ο ίχ ο υ (φ ύ λ λ α 15, δ ι α σ τά σ εω ν 41x27 εκ.), α φ ιερ ω μ ένο στο μεγάλο λαϊκό μας ζωγράφο Θεό φιλο Χατζημιχαήλ (1873 - 1934), με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 70 χρόνων από το θάνατό του.
ΔΡΩΜΕΝΑ ΤΟΥ Φ.Σ.Α. Σ τ ι ς 11.1.2004, στο φιλόξενο στέκι της Π λά κας, στην ταβέρνα «Κ αλοκαιρινός», ο Φ ιλοπρόο δος Σύλλογος Αγιασωτών πραγματοποίησε την κα θιερωμένη εορτή της κοπής της βασιλόπιτας. Μόνο που αυτή τη φορά η βασιλόπιτα δεν ήταν η καθιε ρωμένη αγιασώτικη, ά λλ’ αντικαταστάθηκε με την έτοιμη τω ν ζαχαροπλασ τείω ν. Κ ατά τα άλλα το κλίμα ήταν εορταστικό και σ ’ αυτό, βέβαια, βοήθη σε κα ι η ορχήστρα του κέντρου, η ο π ο ία , με το πλούσιο και ποικίλο ρεπερτόριό της, μας κράτησε συντροφιά για πολλές ώρες. Την εκδήλωσή μας αυτή τίμ η σ α ν με την π α ρουσία τους ο μητροπολίτης Μ υτιλήνης και συγ χ ω ρ ια ν ό ς μας Ιάκω βος Φ ρ α ντζή ς, ό π ω ς κάνει α νελλιπώ ς τα τελευταία χρόνια . Επίσης μας τ ί μησαν με την παρουσία τους ο υπουργός Αιγαίου Νίκος Σηφουνάκης, καθώς και ο υποψήφιος βου λευτής Ν.Δ. Ιω άννης Τ ζω άννος, καθηγητής του Ο ικονομικού Π ανεπιστημίου Αθηνών. Παρεβρέθηκαν επίσης π ο λ λ ο ί σ υ γχω ρ ια νο ί μας με τους φίλους τους. Ακούστηκαν, όπω ς κάθε χρόνο, τα α για σ ώ τικ α κάλαντα, τα ο π ο ία έδω σαν ένα συ γκινησιακό τόνο στην εκδήλωση και μας μετέφε ραν νοερά στο χω ριό μας. Το φλουρί, όπω ς π ά ντα, ήταν προσφορά του συγχω ριανού μας Μ ιχά λη Σαμοθράκη. Ευχόμαστε ολόψυχα και του χρόνου να είμαστε όλοι καλά και να γιορτάσουμε και πάλι με υγεία και με χαρά το νέο έτος. • Σ τ ις 15.2.2004 ο Φ ιλ ο π ρ ό ο δ ο ς Σ ύ λ λ ο γ ο ς Αγιασωτών πραγματοποίησε τον αποκριάτικο χο ρό του, στο κέντρο «Χάραμα», στην Καισαριανή, με τη ρεμπέτισσα τραγουδίστρια Μαριώ. Η ορχή στρα ήταν όμορφη και τα τραγούδια της Μ αριώς πολύ καλά. Κληρώθηκαν πλούσια δώρα. Τυχερός της τηλεόρασης ήταν ο συγχωριανός μας Μιχάλης Σαμοθρακής. Εφέτος όμως μας έλειψε η αθυρόστο μη σάτιρα, το πηγαίο και αυθόρμητο κέφι των πα λιώ ν καλώ ν κ α ιρ ώ ν της Α γιάσου. Σ ’ εμάς τους Α γιασώ τες δεν αρμόζουν τα τυποποιη μ ένα γλέ ντια. Εμείς θέλουμε ζωντάνια, κέφι, σάτιρα και χο ρό μέχρι τις τελευταίες πρωινές ώρες. Αλλιώς δεν το ευχαριστιόμαστε κι ας είμαστε στο πιο ακριβό κοσμικό κέντρο. Ευχόμαστε του χρόνου ο χορός μας να είναι πιο πετυχημένος, με περισσότερο κέφι, γλέντι και ξέδομα, καθώς και με αγιασώτικη σάτιρα... ΣΟΦΙΑ ΠΑΠΟΥΤΣΗ - ΚΟΥΛΟΥΝΕΛΗ Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου Συμβολαιογράφος Αθηνών
ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ Φ Ε Υ Γ Ο Υ Ν ΑΣΠΑΣΙΑ ΧΑΤΖΗΣΑΒΒΑ (1912 - 2003) Γ εννημένη το 1912, πέθανε στο Γηροκομείο της Μ ονής Λ ειμ ώ νο ς Κ α λλο νή ς κ α ι θάφ τηκε σ τις 12.6.2003 στην Α γιάσο, η σεβαστή οικοδέσ ποινα Ασπασία, γνωστή πε ρισσότερο ως Μυρσί νη, χήρα Γιάννη Χ α τζησάββα (Πατάτας). Τη Μ υρσίνη Χ α τζησάββα σε όλη της τη ζωή τη διέκρινε ει λικ ρινή ς και α π έρ α ντη αγάπη, τόσο προς την ο ικ ο γ έ ν ε ιά της, όσο κ α ι π ρ ο ς κά θε σ υνά νθ ρ ω π ό της. Τ ους α γα π ούσ ε ό λους χ ω ρ ίς ιδιοτέλεια. Χαιρόταν στις χαρές τους και λυπόταν πραγματικά στις λύπες τους. Για τον καθέναν είχε πάντα έναν καλό λόγο να πει και προσπαθούσε με κάθε τρόπο να τον ευχαριστήσει. Έ φ ερε στον κόσμο εννιά π α ιδ ιά . Τ ρία όμω ς από αυτά χάθηκαν με την πρώτη ανάσα της ζωής τους. Τα υπόλοιπα, τρία αγόρια και τρία κορίτσια, τα μεγάλωσε με μεγάλη στοργή και φροντίδα, παρά τις οικονομικές δυσχέρειες και αντιξοότητες της αλλοτινής εποχής. Τα πα ιδιά της, αφού ενηλικιώθηκαν, πήραν τε λικά το δρόμο της ξενιτιάς. Δυο από αυτά μετανάστευσαν στη μακρινή Α υστραλία και τέσσερα στο Βέλγιο, όπου δημιούργησαν οικογένειες. Είχε ακόμη τη χαρά να αποκτήσει δώδεκα εγγόνια, αλ λά και να νιώσει μεγάλη λύπη, όταν ένα από αυτά χάθηκε δυστυχώ ς άδικα, στην πρώτη άνοιξη της νιότης του. Συμπαραστάθηκε, με μεγάλη στοργή και αγάπη, την πεθερά της Μ αριγώ Ν ικολάου Χατζησάββα, που ήταν και γιαγιά μου, τον πατέρα της Π αναγιώ τη (Μ πόταρο) Τσουλέλη, τη μητέρα της Μ αριγώ, καθώς και το σύζυγό της Γιάννη. Η Μ υρσίνη Χ ατζησάββα δεν ήταν μόνο μια αγωνίστρια της ζωής. Τα μεταπελευθερωτικά χρό νια, έτσι το έγραψε η μοίρα της, υπέστη διωγμό και εξορία στη Χίο και στην Ικαρία, μαζί με τα ανήλι κα τότε π α ιδ ιά της. Υ πέμεινε όμω ς τα δεινά της εκτόπισής της καρτερικά και αγόγγυστα, χωρίς π ο τέ να πει κακό λόγο για κανέναν. Π ροσω πικά τη θεία Μ υρσίνη, που οι αναμνή
σεις μου γ ι ’ αυτή χρ ονολογούντα ι από τότε που ένιωσα τον κόσμο, γιατί πραγματικά μεγάλωσα κι εγώ κοντά της, σαν ένα από τα π α ιδ ιά της, δε θα την ξεχάσω ποτέ. Το α για σ ώ τικ ο χώ μα που την σκέπασε ας είναι ελαφρύ και η μνήμη της ας είναι αιώνια. ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΚΛ. ΚΟΥΔΟΥΝΕΛΗΣ ΙΠ ΙΉΘΠΙΟΓίΒΐη
ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ Γ. ΚΑΡΙΤΕΑΗΣ (1915 - 2002)
Ο Ε υστράτιος Κ αριτέλης γεννήθηκε το 1915 στην Αγιάσο. Ή ταν το τέταρτο π α ιδί της πολυμε λούς φαμίλιας του Γεωργίου και της Κυριακής Κα ρετέλη. Α δέρφια του ο Νικόλαος, ο Χ αρά λ α μ π ο ς, που υπη ρέ τησε στην Αγιάσο ως τα χυδρομικός υ π ά λ ληλος, ο Ελευθέριος, ο Γρηγόριος, ο Π ρο κ ό π ιο ς κ α ι ο Π α ν α γιώ της, ο μόνος που β ρ ίσ κ ε τ α ι στη ζω ή. Α π ό μ ικ ρ ό ς μπήκε στη δύσκολη βιοπάλη και ασχολήθηκε συστηματικά με την καλλιέργεια της γης. Το 1940 ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα της πα τρ ίδα ς και έλαβε μέρος στον πόλεμ ο κα τά της φ α σ ισ τικ ή ς Ιτα λ ία ς. Κ ατά τη δ ιά ρ κ ε ια της Κ α το χή ς ο ρ γα νώ θ η κ ε στο ΕΑΜ . Έδειξε ενδιαφέρον για τα κοινά και διατέλεσε δη μ οτικ ός σύμβουλος επί δ η μ α ρ χία ς Ε υ σ τρ α τίου Τραγάκη. Επίσης εργάστηκε στο πλαίσιο των δρα στηριοτήτων της Δασικής Υπηρεσίας. Σ τις 15 του Μάη του 1950 νυμφεύτηκε τη Μ α ριάνθη Κορομηλά, του Γρηγορίου και της Π ανα γιώ τας, και απόχτησαν τρεις θυγατέρες, τις δίδυ μες Κ υριακή, σύζυγο μετέπειτα Π ροκοπίου Θ ά λασσα, και Αγγελική, σύζυγο του Λ ημνιού Χ ρ ί στου Καραγιάννη, καθώς και την Παναγιωτούδα, που είναι παντρεμένη με τον Ακρασιώτη Γεώργιο Βογιατζή. Ευτύχησε να δοκιμάσει τη χαρά από δέ κα εγγόνια και από δυο δισέγγονο. Στις 27 του Απρίλη του 2002 ο Ευστράτιος Καριτέλης άφησε τη στερνή του πνοή στη γενέτειρά του, όπου και αναπαύεται. Ο θάνατός του λύπησε συγγενείς και φίλους. Ή ταν άνθρωπος εργατικός, έντιμος και αγαπητός.
Εισφορές Χολαργός, 4.1.2004 Αγαπητέ Γιάννη, Οι αναζητήσεις σου π έτυ χα ν το στόχο τους! Οι Βαβάγηδες ζούσαν στη Βρίσα ως το πρώ το μισό του εικοστού αιώνα. Στον «κώδικα» κτηματολογί ου του 1872 της Βρίσας αναφέρονται οι Κωνστα ντίνος και Θεόδωρος Βαβάγης. Όσο για τη γιαγιά «Θεοδώρα», στην οποία αναφέρεται ο εγγονός της Βασίλειος Βαβάγης, ζούσε ως τις αρχές της δεκα ετίας του ’50 λίγο πιο κάτω από το πατρογονικό μου σπίτι, στου Θοδωρή το Πηγάδι, στη Βρίσα. Η «γιαγιά» ήταν γνωστή ως Δωροθέα Βαβάη, τη φώ ναζαν όμως και Φανάραινα, πιθανώ ς από το επώ νυμο ή π α ρ α ν ό μ ι του π α τέρ α της. Η μάνα μου, που τη βοηθούσε συχνά στις δυσκολίες που α ντι μετώπιζε, έλεγε πω ς στα νιάτα της ήταν «δασκά λα». Π ιθανώ ς λοιπόν να υπηρέτησε κάποτε στην Αγιάσο, όπου πέθανε και ο άντρας της Θεόδωρος. Π άντω ς γύρω στο 1952 - 1953 πήρε «πρόσκληση» από τους δυο γιους της που ζούσαν στην Αίγυπτο και έφυγε. Έ γραψα σχετικά και στον Κύριο Βαδίΐ ν&ναγίδ, στην Αυστραλία. Περισσότερα θα έχω για τη Δω ροθέα (και όχι Θεοδώρα) Βαβάγη στο επόμενο τεύ χος του «Αντίλαλου» της Βρίσας. Φιλικά ΒΑΣΙΛΗΣ ΨΑΡΙΑΝΟΣ
ΜΝΗΜΗ ΠΡΟΣΦΙΛΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ Ο Γρηγόριος Παπαπορφυρίου πρόσφερε 30 δο λάρια ΗΠΑ στη μνήμη της συζύγου του Αθηνάς, με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 10 χρόνων από το θάνατό της. Η Ευστρατία (Τούλα) Βαΐεζοδ πρόσφερε 30 δο λάρια ΗΠΑ στη μνήμη των γονέων της Χριστόφα και Ανθής Δαγέλη (Κατσαμπού). Η Δήμητρα Μ ιχαήλ Σαμοθρακή πρόσφερε 50 € στη μνήμη των γονέων της Χαράλαμπου και Μυρ σίνης Χατζηφώτη, καθώς και στη μνήμη του αδελ φού της Παναγιώτη Χατζηφώτη. Ο Κωνσταντίνος Ξυθάλης και η Ελένη ΞυθάληΠετεινέλη πρόσφεραν 50 € στη μνήμη του αγαπη μένου τους αδελφού Βασιλείου Πετεινέλη. Η Φανή Ζουρέλη πρόσφερε 20 € στη μνήμη του αγαπητού φίλου Βασιλείου Πετεινέλη. Ο Γιάννης Ευστρατίου Δουκάκης πρόσφερε 50 € στη μνήμη του Κωνσταντίνου Κοκαλιάρη. Ο Β α σ ίλειο ς Χ α δεμ ένος πρόσ φ ερε 30 € στη μνήμη της Δέσποινας Γεωργίου Τακιδέλη. Ο Β α σ ίλειος Χ α δεμ ένος πρόσ φ ερε 20 € στη μνήμη της Χαρίκλειας Μιχαήλ Μουτζουρέλη. Ο Γρηγόριος Λιακατέλης (Μελβούρνη) πρόσφε ρε 100 δολ. στη μνήμη του πατέρα του Γεωργίου και του θείου του Ανδρέα.
ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΣΥΛΛΟΓΟΥ - «ΑΓΙΑΣΟΥ» Απόστολος Τσιμναδής (δγιΐηεγ)
Χειρογραφημένη καρτούλα, την οποία έστειλε από τις Φυλακές Ζακύνθου, στα πέτρινα χρόνια, ο αείμνηστος Στρατής Καβαδέλης, μετέπειτα δήμαρχος Αγιάσου, στη σύζυγό του Μύρτα.
Δολ. 500
ΔΙΑΘΕΣΗ ΤΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΜΑΣ Α . Δ ια τίθ εντα ι α ντίτυ π α τω ν βιβλίω ν που εξέδωσε ο « Φ ιλ ο π ρ ό ο δο ς Σ ύ λλο γο ς Α για σ ω τών»: 1. [Ε.Π. Κουλαξιζέλλη-Β.Π. Τραγέλλη], Η Αγιάσος και τα πέριξ, εν Α θήναις 1896. 5€ 2. Στρατή Π. Κολαξιζέλη, Θρύλος και ιστορία της Αγιάσου της νήσον Λέσβου, Αθήνα 1997. 15€. Τα β ιβλία δ ια τ ίθ ε ν τ α ι α πό το Σ ύλλογο με άμεση παράδοση, κατά τις. ώρες λειτουργίας των Γραφείων, ή επί αντικαταβολή (6€ και 17€ αντί στοιχα). Β. Επίσης διατίθενται βιβλιοδετημένοι τόμοι του περιοδικού «Αγιάσος», με άμεση παράδοση στα Γραφεία του Συλλόγου ή επί αντικαταβολή (45€). Α ' τόμος (1-25, 1980-1984), Β ' τόμος (2645, 1985-1988), Γ ' τόμος (46-67, 1988-1991), Δ ' τό μ ο ς (68-85, 1992-1994), Ε ' τό μ ο ς (86-103, 1995-1997) και Σ Τ ' τόμος (104-121, 1998-2000).
ΓΑΜΟΙ • Βασίλειος Γρηγορίου Βούκατος Μυρσίνη Θεράποντος Ασβεστά • Παναγιώτης Μ άριου Χρυσάφης Αμερισούδα Ευστρατίου Καμάτσου • Ευάγγελος Κωνσταντίνου Χατζέλης Σταυρούλα Σταύρου Πατσέλη
ΘΑΝΑΤΟΙ • Τσάτσου Κωνσταντίνος Θεοδώρου • Παπουτσέλη Ευαγγελία, χήρα Σταύρου • Μουτζουρέλης Παναγιώτης Ευστρατίου • Βαρβάκη Αρχοντούλα, χήρα Μιχαήλ • Χατζέλη Δέσποινα, χήρα Ευαγγέλου • Μουτζουρέλη Χαρίκλεια, σύζυγος Μιχαήλ • Κοκαλιάρης Κωνσταντίνος Σπυρίδω νος (Κοιμητήριο Νίκαιας, 9.1.2004) • Καλέλης (Μ ιλέλ’) Ευστράτιος Φωτίου (δγάηογ, 28.1.2004)
ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ Σ τις 15.2.2004, στον Ιερό Ναό της Μ υρτιδιώ τισσας Νέου Φαλήρου, τελέστηκε τεσσαρακονθήμε ρο μνημόσυνο υπέρ α να πα ύσ εω ς της ψυχής του Κώστα Σπύρου Κοκαλιάρη, έγκριτου δικηγόρου, συζύγου της Α γιασ ώ τισ σ ας φ α ρ μ α κ οποιού Μ α ρίας Πάνου Ευαγγελινού. Παραβρέθηκαν πολλοί συγγενείς και φίλοι. Το Διοικητικό Συμβούλιο του «Φιλοπρόοδου Συλλόγου Αγιασωτών» και η Διεύθυνση του πε ριοδικού «Αγιάσος» εκφράζουν στους συγγενείς τα θερμά και ειλικρινή τους συλλυπητήρια.
ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ
ΔΙΟΡΘΩΣΗ Στη δεύτερη στήλη της σελίδας 21 του τεύχους 137 (2003), να γραφεί για τον αξιωματικό Γραμμέλη-Ψυρούκη Απόστολο του Γεωργίου: Σκοτώθηκε από τους Γερμανούς στην Αθήνα το 1942 αντί Σκοτώθηκε από τους Γερμανούς στην Αθήνα το 1944.
Για κάθε πρόβλημα που έχει σχέση με το Σύλ λογο ή με το περιοδικό «Αγιάσος», παρακαλούμε τα μέλη, τους συνδρομητές και τους φίλους, ν ’ απευθύνονται άμεσα στον εκάστοτε αρμόδιο (πρόεδρο, ταμία, διευθυντή του περιοδικού κτλ.) και όχι έμμεσα, με παραγγελίες. Και τούτο, για τί πολλές φορές δεν ενημερώ νονται έγκαιρα ή σωστά οι υπεύθυνοι, με αποτέλεσμα να δημιουργείται κάποτε δυσαρέσκεια ή να τους κατα λογίζεται άδικα αδράνεια και αδιαφορία. Λ.Σ.