Agiasos mag 144 2004

Page 1


Ο Χρίστος Ανδρέα Γεωργαντής (1928 Τίρναβος 1949/Στρατ. Νεκρ. Αάρισας), θύμα του Εμφυλίου.

Ο παλαιός καφετζής Γρηγόριος Ααλάς (Κ α μ τ ζ ο υ ρ έ λ ’) με τη σ ύ ζυ γ ό του Ανδρονίκη.

Ο Α ντώ νιος Α θανα σ ίου Π αρασκευ­ αΐδης που δεκαοχτάχρονος άφησε τη στερνή του πνοή στον Πόρο...

ΠΕΡΙΕΧΟΜ ΕΝΑ ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Τρανό το δίδαγμα της Παραολυμπιάδας............................................................................................ ΧΑΡΙΛΑΟΥ ΚΛ. ΚΟΥΔΟΥΝΕΛΗ, Πατριδογνωστικά. Αγιάσος, αγάπη μου... ( ΚΗ' ) ....................................................................... ΜΥΡΣΙΝΗΣ ΒΑΜΒΑΚΑ-ΧΟΥΤΖΑΙΟΥ, Αναδρομή στην Αγιάσο του χτες. Η Παναγιούδα στα Μπιτζίλια και το πανηγυρέλι της..... ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Ο πεζογράφος Ηλίας Βενέζης. Εκδήλωση τιμής εκατό χρόνια από τη γέννησή του...................... ΠΡΟΚΟΠΗ ΕΥΣΤΡ. ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗ, Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 1896.0 αντίκτυπος τους στην Αγιάσο της τουρκοκρατούμενης Λέσβου... ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Λεσβιακά αρχειοδιφικά σύμμεικτα. Αμερικανική ερυθροσταυρίτικη επιστολή στην Αγιάσου του 1946... ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Λεσβιακοί απόηχοι. Του Αθανασίου Τσερνόγλου............................................................................. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ, Το ρυάκι της ζωής (ποίημα). ΚΩΣΤΑ Γ. ΜΙΣΣΙΟΥ, Τι άλλο θέλεις να σου πω (ποίημα). ΝΑΤΑΣΑΣ ΚΟΝΤΟΛΕΤΑ, Το άλογο και το βέλος (ποίημα). ΣΠΥΡΟΥ Κ. ΚΑΡΑΜΟΥΝΤΖΟΥ, Ολυμπιάδα, 2004 (ποίημα).......................... ΜΥΡΣΙΝΗΣ ΒΑΜΒΑΚΑ-ΧΟΥΤΖΑΙΟΥ, Τσιμπολόγημα (ποίημα). ΜΑΡΙΑΣ ΚΑΜΙΝΕΛΗ-ΠΑΤΣΕΛΗ, Ευχαριστώ τη φίλη μου (ποίημα). ΣΠΥΡΟΥ Κ. ΚΑΡΑΜΟΥΝΤΖΟΥ, Το κομποσχοίνι (ποίημα)................................................................................................................ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΜΙΧ. ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗ, Αναγνοοστήριο «η Ανάπτυξη» Αγιάσου. Το φως που καίει επί εκατόν δέκα χρόνια στη Λέσβο... ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ ΓΡΗΓ. ΚΟΥΡΒΑΝΙΟΥ, Δημητρός Τσέγκος. Μνήμη του απόντος πρεσβευτή της Αγιάσου......................................... ΤΑΚΗ ΧΑΤΖΗΑΝΑΓΝΩΣΤΟΥ, Ένα νησί ταξιδεύει............................................................................................................................... ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΕΥΣΤΡ. ΣΤΑΥΡΑΚΕΛΗ, Αυγουστιάτικα δρώμενα στην Αγιάσο. Λατρευτικά, θεατρικά και μουσικοχορευτικά... Τα πθίτκα μας (Μιχάλης Χριστοφαρής, Χρίστος Γλεζέλης, Δημήτριος Μαϊστρέλης, Ερμόλαος Χατζηβασιλείου, Παναγιώτης Ν. Ξαφέλης).... ΓΙΑΝΧΑΤΖ, Σας πληροφορούμε................................................................................................................................................................. ΒΑΣΙΑΗ ΜΠΡΑΚΑΤΣΟΥΑΑ, Θωμάς Σταύρου Σπηλιαδής................................................................................................................... ΠΡΟΚΟΠΗ ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗ-ΓΙΑΝΧΑΤΖ, Αυτοί που φεύγουν............................................................................................................ Εισφορές. Συγχαρητήρια.............................................................................................................................................................................. Κοινωνικά.......................................................................................................................................................................................................

Σελ. 3 4 5 7 15 17 19 20 21 22 26 29 32 33 34 35 36 37 38

ΕΞΩΦΥΛΛΟ Ο Νικόλαος Δημητρίου Γούναρης, φορτωμένος με ένα «σήκωμα» καστανίτικα κλαδιά για τα ζωντανά του, ποζάρει μπροστά στο φακό της Αγιάσου το 1983, στη συνοικία Σταυρί. (Φωτογραφία Γιάννη Χατζηβασιλείου)

ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ Το εσωτερικό λιμάνι της Μυτιλήνης πριν από το Β Παγκόσμιο Πόλεμο. (Ελαιογραφία Μίλτη Παρασκευαΐδη).

Ι55Ν 1106-3378


ΤΡΑΝΟ ΤΟ ΔΙΔΑ ΓΜ Α ΤΗΣ ΠΑΡΑΟΛΥΜΠΙΑΔΑΣ Α π ό τις 18 ως τις 28 του Σεπτέμβρη είχαμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε τους Παραολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας, οι οποίοι έγιναν στους ίδιους αθλητικούς χώρους, όπου και οι Ολυ­ μπιακοί, τον προηγούμενο μήνα. Έλαβαν μέρος και σ ’ αυτούς αθλητές από πολλές χώρες της οι­ κουμένης και έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους, καταρρίπτοντας προγενέστερες επιδόσεις... Οι Παραολυμπιακοί Αγώνες δέθηκαν με την πραγμάτωση του ονείρου του Πιερ ντε Κουμπερτέν πολύ αργότερα, το 1960 στη Ρώμη. Έπρεπε να κυλή­ σουν αρκετά χρόνια, να ρημάξουν την ανθρωπότητα δυο παγκόσμιοι πόλεμοι, για να θεσμοθετηθεί ο αθλητισμός των ατόμων με ειδικές ανάγκες. Έπρεπε ν ’ απεγκλωβιστούν οι άνθρωποι από τη μονοκρατο­ ρία της σωματικής και πνευματικής ακεραιότητας και να σφραγίσουν τους όπου γης καιάδες... Η αγερωχία της αρτιότητας δεν ήταν εύκολο ν ’ αποδεχτεί την αναπηρία, την οποιαδήποτε ελαττω­ ματικότητα. Ακατανίκητος συντρέχτης της το σχο­ λειό, που ως τις μέρες μας οι τοίχοι του φιλοξε­ νούν το πολύ «ρατσιστικό» «νοϋς υγιής εν σώμαχι νγιεϊ», που είναι καθαρευουσιάνικη απόδοση του πρυμναίου μέρους γνωμικού του Ρωμαίου σατιρι­ κού ποιητή Ιουβενάλιου (ΤανοηαΗδ) «οταπάπτη οδΐ πι δίΐ ΠΊοηδ δαηα ίη οοιροτο δαηο» (θα ήταν ευχής έργο

να ήταν το γερό μυαλό στο γερό σώμα). Από ποιον Προκρούστη και πότε έγινε ο ύποπτος ακρωτηρια­ σμός του ευχετικού λατινικού λόγου δεν έψαξα να βρω. Ίσως είναι απότοκος της νιτσεϊκής θεωρίας του ϋύοιτηοηδοΐι (υπερανθρώπου), η οποία επηρεάσε πολλούς και ανάμεσα σ ’ αυτούς και τον Αδόλφο Χίτλερ... Πολύ συγκινητικά τα δρώμενα της Παραολυμπιάδας. Οι αθλητές προσπαθούν να πετύχουν το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, νικώντας πρώτιστα όχι τους άλλους, αλλά τον ίδιο τον εαυτό τους, το προσωπικό τους «πάθος». Δεν είναι εύκολο να ζη­ τάς μετάλλιο με χειροκίνητο καροτσάκι ή με τεχνη­ τό μέλος. Πρέπει να υπεραντισταθμίσεις την οποια­ δήποτε αδυναμία σου με ψυχική υπέρβαση, με ισχυ­ ρή θέληση, με σταθερή αποφασιστικότητα και με πολύ κόπο... Οι Παραολυμπιακοί Αγώνες παρουσιάζουν ιδι­ αίτερη σημασία και αξίζει να προσεχτούν περισσό­ τερο, για να πάψουν να θεωρούνται από πολλούς αθλητικό αποπαίδι. Ο «ρατσισμός» των θεσμών, των αθλητών, των αθλημάτων, καθώς και των με­ ταλλίων, επιβάλλεται σιγά σιγά να εκλείψει όχι μό­ νο από άποψη θεσμικής στήριξης, αλλά και από άποψη νοοτροπίας...

ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Από τις εγκαταστάσεις του Ολυμπιακού Αθλητικού Κέντρου Αθηνών (ΟΑΚΑ), όπου και το στέγαστρο Καλατράβα. (Φωτογραφία Θεόδωρου Παναγιώτη Αημέλη)


Π ΑΤΡΙΑΟΓΝ ΩΣΤΙΚΑ Αγιάσος, αγάπη μου... ΚΗ αραπλεύρως του καφενείου του Σιμέλη ήταν το παντοπωλείο του μακαρίτη σήμερα Χριστόφα Ευστρατίου Οικονόμου, γιου του νονού μου, όπου σύχναζα καθημερινά. Παλιά είχα πληροφορηθεί ότι ήταν μπακάλικο του Γαβριήλ Γαββέ. Μετά βρίσκου­ με σ ’ αυτό το ράφτη Γεώργιο Γρηγορίου Τσουκαρέλη, που μετά το είχε και στεγνοκαθαριστήριο. Τον διαδέχτηκε ο Πολιχνιάτης Γεώργιος Καζάνης που έχει στεγνοκαθαριστήριο μέχρι σήμερα. Από το τωρινό στεγνοκαθαριστήριο του Γεωρ­ γίου Καζάνη ας μπούμε, αριστερά, στην πάροδο που και αυτή μας οδηγεί στην πλατεία της Αγοράς. Το πρώτο μαγαζί, δεξιά μας, ήταν σιδηρουργείο του Πίνδαρου (Π ίν’ταρου) Καμάτσου, που ήταν τεχνίτης έξυπνος και εργατικός. Το χειμώνα, π α ­ ράλληλα με το κύριο επάγγελμά του, εργαζόταν και σαν πρακτικός μηχανικός σε ελαιοτριβεία της Αγιάσου. Συνεχιστή του επαγγέλματος του άφησε το γιο του Θεόδωρο (Θουδουρέλ’), ο οποίος δυ­ στυχώς νέος ακόμα εγκατέλειψε τα εγκόσμια. Τα τελευταία χρόνια στο μαγαζί αυτό ασκούσε την τέχνη του κασσιτερωτή ο αλησμόνητος Νίκος Τσεσμελής, ο οποίος δεν περιοριζόταν μόνο σ’ αυ­ τή, αλλά παράλληλα εκτελούσε και άλλες τεχνικές εργασίες, σαν υδραυλικός, πρακτικός μηχανικός και άλλα. Το χειμώνα, κατά την περίοδο της ελαιοσυγκομιδής, εργαζόταν σα μηχανικός στο Ελαιο­ τριβείο του Συνεταιρισμού. Εκτός από τις άριστες επαγγελματικές του γνώσεις ο Νίκος Τσεσμελής ήταν άνθρωπος κοινωνικά μορφωμένος και προι­ κισμένος με άριστα ανθρω πιστικά αισθήματα. Έ παιρνε ενεργό μέρος στις διάφορες κοινωνικές εκδηλώσεις της Αγιάσου, όπως του Αναγνωστηρί­ ου, στη χορωδία της Εκκλησίας της Παναγίας και αλλού. Σαν καλός χριστιανός επίσης εκκλησιαζό­ ταν τακτικά. Η τύχη του τον έφερε στην Αγιάσο, την οποία αγάπησε περισσότερο και από εμάς τους γηγενείς. Έζησε στο χωριό μας μέχρι το τέλος της ζωής του, αρνούμενος από συναισθηματισμό να το εγκαταλείψει, παρά τις παρακλήσεις του μονάκριβου γιου του Ασημάκη να τον πάρει κοντά του στη Μυτιλήνη, γιατί η σύζυγός του Έλλη είχε αποβιώ-

Ο σιδηρουργός Προκόπιος Ευστρατίου Κουτσκουδής με τη σύζυγό του Ειρήνη και με τα παιδιά του Ευστράτιο (αριστερά) και Παναγιώτη (δεξιά), οι οποίοι συνέχισαν υποδειγματικά την τέχνη του Ηφαίστου που τους δίδαξε... (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο εγγονός Προκόπιος Ευστρατίου Κουτσκουδής)

σει, και παρά τα σοβαρά προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε. Παρακάτω, δεξιά, ήταν το σιδηρουργείο των αδελφών Ευστρατίου και Πάνου Κουκτσουδή. Ο Στρατής ήταν συγχρόνως και πραγματογνώμονας. Εδώ βοηθούσαν περιστασιακά και οι γιοι τους. Ο Ευστράτιος Κουτσκουδής είχε γιους το Γεώρ­ γιο, τον Πάνο και τον Προκόπη, που ο καθένας διάλεξε το δικό του μονοπάτι της ζωής. Ο Γεώρ­ γιος ασχολήθηκε με τα αγροτικά. Ο Πάνος σπού­ δασε ηλεκτρολογικά στη Σιβιτανιδειο Σχολή των Αθηνών, έγινε ηλεκτρολόγος και κινηματογραφι­ στής και εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στη Μυτιλήνη, όπου και πρόωρα απεβιωσε. Ο Προκό­ πης, αφού εκπαιδεύτηκε κι αυτός στα ηλεκτρολογικά, στράφηκε τελικά σε άλλη κατεύθυνση, εργαζό­ μενος στις υπεραστικές συγκοινωνίες του ΚΤΕΛ μέχρι τη συνταξιοδότησή του. (Συνεχίζεται)

ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΚΛ. ΚΟΥΔΟΥΝΕΛΗΣ


ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑΣΟ ΤΟΥ ΧΤΕΣ Η Παναγιούδα στα Μπιτζίλια και το πανηγυρέλι της Π ολλά τα παρεκκλήσια και τα ξωκλήσια που εί­ ναι χτισμένα μέσα στο χωριό, αλλά και στους καταπράσινους λόφους και στις δροσερές ρεματιές γύρω από την Αγιάσο. Ο Ταξιάρχης στο Καστέλι, ο Άγιος Βασίλειος, ο Άγιος Δημήτριος, η Αγία Σωτήρα, η Αγία Παρασκευή, ο Άγιος Ιωάννης, ο Άγιος Σπυρί­ δωνας, ο Άγιος Γεώργιος, ο Προφήτης Ηλίας, ο Αστράτ’γιους, το Γενέσιον της Θεοτόκου στα Μπιτζίλια, ο Άγιος Πανέρας και πολλά άλλα που χτίστηκαν πρόσφατα. Οι πρόγονοί μας τιμούσαν το χριστιανι­ σμό με το να χτίζουν περίλαμπρους ναούς, αλλά και παρεκκλήσια και ξωκλήσια και προσκυνητάρι, αφήνοντάς τα ιερή κληρονομιά στους απογόνους. Χαρά μεγάλη έφερναν τα πανηγύρια, κυρίως στα παλιά χρόνια, που η σκόλη ήταν χρόνος ανάπαυσης και ξεφαντώματος για τους ανθρώπους του μόχθου και της βιοπάλης, όπως δα και στις μέρες μας. Έτσι, σύμφωνα με το μηναίο, στις 8 του Σεπτέμ­ βρη γιορτάζεται το Γενέσιον της Θεοτόκου στο γρα­ φικό εκκλησάκι στα Μπιτζίλια, λίγο πιο πέρα από το Σανατόριο. Πανέμορφο και ιδανικό το τοπίο, για να ξεκουράζεται το μάτι, καθώς αγναντεύει τον καστα­ νιώνα και τον «Άγλια», και για να γεμίζουν τα πνευ­ μόνια με αέρα από το τσαμλίκι. Εμείς οι Σταυριώτες και οι Μπουτζαλιώτες το νιώθαμε πιο δικό μας το πανηγύρι αυτό. Η γειτονιά στο πόδι μέρες πριν, για να ετοιμαστεί η «κουμπάνια». Η παρέα γνωστή: Η Μιλιά, το Λ ιν’κέλ’, η Μαριάνθ’, το Γιουργούλ’, το Παρασκιβέλ’, το Άιφτιρέλ’, Γιάνν’ς Άάζαρους, Γιάνν’ς και η Κατίνα τ ’ Κουλάν’,

καθώς και πολλά άλλα παιδιά. Οι πιο πολλοί της πα­ ρέας δεν είναι πια στο χωριό. Άλλοι πέθαναν και οι περισσότεροι ζουν σε ξένα μέρη, μακρινά και άγνω­ στα. Ο ξενιτεμός χώρισε τους Αγιασώτες, αλλά υπάρ­ χει και το αντίδοτο, καθώς λέει ο Στρατής ο Ταράνης, ο Γκέγκος, που είναι μετανάστης στο Ντίσελντορφ της Γερμανίας. «Φύγαμι μεις, για να χουντρύνιν έφτοι π ’ απουμείναν». Ο νοών νοείτω... «Κουντά στου νου τσι γι γνώσ’». Ετοιμασία λοιπόν απλή και υγιεινή, για να πάμε στα Μπιτζίλια. Αποβραδίς κάναμε μια λαδόπιτα, χρησιμοποιώντας ζάχαρη, κανέλα, καρύδια, πορτο­ καλάδα, σταρένιο αλεύρι και φυσικά λάδι. Μέσα στο υφαντό ταγάρι παίρναμε αβγά βραστά, λαδοτύρι, ντομάτα ζαχαρένια από τα Πόταμα, «παξ’μαδέλια» και πάντα μαστίχα χιώτικη, καθώς και «τζισβέδις» και «φιλτζανέλια» για καφέ, μια και δεν είχαν κυκλο­ φορήσει ακόμη τα πλαστικά μιας χρήσης. Για φρούτα «έφτη γι έγνοια μάς έφαγι». Ανεβαίνοντας προς το Πάτμα, υπήρχαν αμπέλια με δροσερά μυρωδάτα στα­ φύλια, τα «μ’σκάτα», καθώς και συκιές με νόστιμα σύκα. Πηδούσαμε τους φράχτες και διαλέγαμε τα κα­ λύτερα. Μόνο που οι Αγιασώτες, οι πονηροί, το ήξε­ ραν αυτό και μας φύλαγαν καρτέρι κι αν μας έπιαναν στην κλεψιά, γινόταν μεγάλο νταβατούρι. Αυτοκίνητα υπήρχαν λίγα, με πρώτα στην κυκλο­ φορία το ταξί του Μπουλμπούλη και την κλούβα του Σανατορίου, που την οδηγούσε ο Παναγιώτης Καζα­ ντζής, ο γνωστός με το παρατσούκλι Μαντζουρία, που έφυγε κι αυτός στην Αμερική τότε. Με τα λαφριά

Στιγμιότυπο από τα δρώμενα στο πα­ νηγύρι της Παναγιούδας στα Μπιτζίλια (1958). Διακρίνονται, από αριστε­ ρά: Αικατερίνη Ευστρατίου Κουλάνη, Ιωάννης Ευστρατίου Κουλάνης, Ελευ­ θερία Ευστρατίου Κουλάνη, Μυρσίνη Μιλτιάδη Χουτζαίου, Μαριάνθη Γρη­ γορίου Βέτσικα (μοδίστρα), Παρασκευούλα Γρηγορίου Βέτσικα, Γεωργία Γρηγορίου Βέτσικα, Ελένη Ευ­ στρατίου Ασβεστά, Μιλιά Ευστρατίου Ασβεστά και Θεόδωρος Ευστρατίου Ασβεστάς (με το πιρούνι). (Τη φ ω τογραφ ία παραχώ ρησε η Μ υρσί­ νη Β α μβα κά -Χ ουτζαίου)


πάνινα παπούτσια μας, τα βαμμένα με «στουμπέτσ’», τρέχαμε για το πανηγύρι. Πίναμε δροσερό νερό από τη δεξαμενή και τραγουδώντας και πειράζοντας ο ένας τον άλλο τραβούσαμε μπατόλιες μπατόλιες για την Παναγιούδα στα Μπιτζίλια. Ο παπάς καβάλα στο γάιδαρο, ο ψάλτης και το παπαδοπαίδι προπορεύονταν. Σαν φτάναμε στο Σα­ νατόριο, στρίβαμε δεξιά και τραβούσαμε για το ξω­ κλήσι, κρατώντας τη λαμπάδα, μαζί με το λάδι για το τάμα. Συνοδός στα πανηγυρέλια ήταν και ο γραφικός φωτογράφος της εποχής, ο Γρηγόρης Λημναίος, ο γνωστός με το παρατσούκλι Γλίτζους. Ερωτευμένος πάντα και, καθώς έλεγαν, σπουδαίος ζωγράφος. Παίρναμε απίθανες πόζες με φόντο τον πευκώνα και τον καστανιώνα. Άρχιζε λοιπόν η λειτουργία και άγιαζε ο τόπος από τα μελωδικά τροπάρια της Παναγίας. Αφήναμε τις ελπίδες και τις προσδοκίες μας στη χάρη της, παίρ­ ναμε το αντίδωρο και τον άρτο στο τέλος και τραβού­ σαμε για να πιούμε τον καφέ με το παγωμένο νερό κά­ τω από τα πεύκα. Απλώναμε τους κεντημένους σιτζαντέδες και κάναμε και τις κούνιες μας, αν βρίσκαμε κατάλληλο δέντρο. Τραγουδούσαμε τα τραγούδια που μας άγγιζαν, κυρίως του ξενιτεμού, στρώναμε τη «μισάλα» και άρχιζε το ορεξάτο φαγομάνι. Πολλά παιδιά προσπαθούσαν να μαζέψουν «ξιμπαμπούλις» και «αλουγέλια» και ο τόπος βούιζε από γέλια και φωνές. Δεν παραλείπαμε να επισκεφτούμε και τους αρ­ ρώστους στο Σανατόριο, με τις δεκάδες μηλιές, γεμά­ τες κατακόκκινα μήλα της Ευρώπης. Επειδή μάλιστα μπαίναμε μέσα στο Σανατόριο με τους φυματικούς, πριν φύγουμε από το χωριό, βάζαμε στον κόρφο μας ένα «κλαδουρέλ’ αψιφιάς», η οποία έλεγαν ότι προφύλαγε από τα μικρόβια. Ας μην ξεχνάμε ότι η φυμα­ τίωση ήταν ακόμη σε έξαρση. Το ακούραστο προσω­ πικό του Σανατορίου, με διευθυντή τον άριστο πνευ­ μονολόγο Ευστράτιο Αντωνίου, έδινε τον καλύτερο εαυτό του, για να λειτουργεί το θεραπευτήριο άψογα. Η Ουκρανή ως προς την καταγωγή, αλλά Ελληνίδα στο περισσότερο μέρος της ζωής της, κυρία Όλγα Χα­ δούλη, ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για τον καλλωπισμό του Σανατορίου, στολίζοντάς το με μπιγκόνιες, με τριανταφυλλιές και με άλλα πανέμορφα λουλούδια. Κατά το απόγευμα τραβούσαμε για την Αγιάσο, για ν ’ απολαύσουμε και το μαγευτικό ηλιοβασίλεμα προς το Καστέλι. «Και του χρόνου» λέγαμε και το νιώθαμε αυτό, μια και ευχαριστηθήκαμε και «ξιπληχτσιάσαμι», μετά την ολέθρια μαυρίλα που σκόρπισε στην Ελλάδα ο τρομερός Γερμανός κατακτητής. Γιατί, αν δε δεις τα χειρότερα, δεν εκτιμάς τα καλύτερα.

ΜΥΡΣΙΝΗ ΒΑΜΒΑΚΑ-ΧΟΥΤΖΑΙΟΥ

ΦΩΤΟΣΚΙΕΣ

Η Αγορά της Αγιάσου το 1955, με τον πλάτανο που κό­ πηκε. Μπροστά διακρίνονται ο διοπτροφόρος Ευστρά­ τιος Αθανασίου Μουλαδούλας ή Αλεντάς και βρακούσες. (Καλή Θέα. Σπυρίδων Α. Καλαμποκάς, Φωτογραφίες - Γκραβούρες, Λεωνίδα Σπαρτιάτη 9-11,17672 Καλλιθέα). Παραχώ­ ρηση από το Βασίλειο Γρηγορίου Καλόγερό)

Στο άλλοτε κέντρο διασκέδασης - ουζερί του Παναγιώτη Αντωνίου Αινάρδου (Αβγό), το 1958. Διακρίνονται, από αριστερά, ο μουγκός λούστρος Ευστράτιος Παναγιώτη Καλαντζής (Χράμ’), ο Σπύρος Ανδρικού (Τσαμπλάκος ή Τούρ­ κα) και ο μουσικός Δημήτριος Αγρίτης (Παγώνα). (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Δημήτριος Αγρίτης ή Παγώνα)


Ο ΠΕΖΟΓΡΑΦΟΣ ΗΛΙΑΣ ΒΕΝΕΖΗΣ Εκδήλωση τιμής εκατό χρόνια από τη γέννησή του Σ τ ις 4.2.2004, στην αίθουσα Μιχαήλας Αβέρωφ (Ακαδημίας και Γενναδίου 8), η Εταιρία Ελλήνων Λογοτεχνών, το περιοδικό «Η Λέσβος μας», της Ομοσπονδίας Λεσβιακών Συλλόγων Αττικής (ΟΛΣΑ), και το περιοδικό «Αγιάσος», του Φιλοπρό­ οδου Συλλόγου Αγιασωτών, οργάναχταν εκδήλωση, με θέμα «Ηλίας Βενέζης. Εκατό χρόνια από τη γέν­ νησή του». Την εκδήλωση χαιρέτησαν ο πρόεδρος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών Παύλος Ναθα­ ναήλ, ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Λεσβιακών Συλ­ λόγων Αττικής (ΟΛΣΑ) Χριστόδουλος Τσοκαρέλης και ο πρόεδρος του Φιλοπρόοδου Συλλόγου Αγια­ σωτών Βασίλειος Λούπος. Στη συνέχεια μίλησε ο Γιάννης Χατζηβασιλείου, με θέμα «Ηλίας Βενέζης. Εκατό χρόνια από τη γέννησή του». Λογοτεχνικά κείμενα απέδωσαν η Καίτη Μεσσηνέζη-Πλατσή και η Λιούμπα Σκούρτη-Τυραδέλη. Συντονίστρια του Προγράμματος ήταν η Ελευθερία ΑναγνωστάκηΤζαβάρα, γενική γραμματέας της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών. Χαιρετιστήρια μηνύματά έστειλαν ο υπουργός Αιγαίου Νίκος Σηφουνάκης, ο ευρωβου­ λευτής Στρατής Κόρακας και ο δήμαρχος Μολύβου Λευτέρης Βογιατζής. Παραβρέθηκαν ο σεβασμιότατος μητροπολίτης Μυτιλήνης Ιάκωβος, ο βουλευτής Λέσβου Φραγκλινος Παπαδέλης, εκπρόσωποι σω­ ματείων, λογοτέχνες, Λέσβιοι και μη. Στη συνέχεια δημοσιεύουμε την ομιλία του Γιάννη Χατζηβασιλείου.

ΓΙΑΝΧΑΤΖ Φίλοι και φίλες, δεν είχα την τύχη να γνωρίσω προσωπικά τον Ηλία Βενέζη. Θυμάμαι όμως πω ς του έστειλα κάποια δη­ μοσιευμένα φιλολογικά σκαλαθυρμάτια της πάλαι ποτέ νεανικής μου θρασύτητας και πω ς του γνω­ στοποίησα την επιθυμία μου να οργανώσω στη Λέ­ σβο εκδήλωση για τον ίδιο. Την τόλμη αυτή την άντλησα από το γεγονός ότι λίγο νωρίτερα, τον Αύ­ γουστο του 1969, είχα οργανώσει φιλολογικό μνη­ μόσυνο για το Στρατή Μυριβήλη, αξιοποιώντας μά­ λιστα και στοιχεία συνέντευξης που είχα πάρει από τη Στέλλα Ιωάννου-Αγοραστού, τη δασκάλα, από την οποία λέγεται ότι ο συγγραφέας εμπνεύστηκε το μυθιστόρημα «Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια».

Το δίπτυχο, Πρόγραμμα - Πρόσκληση, της τιμητικής εκδήλωσης για τα εκατό χρόνια από τη γέννηση του Ηλία Βενέζη.

Μου απάντησε και με ευχαρίστησε. Τριάντα πέντε χρόνια αργότερα, νιώθω βαριά την ευθύνη για το δύσκολο έργο που επωμίστηκα, να μιλήσω για τον άνθρωπο, το σκυταλοδρόμο πολυειδούς δράσης, το λογοτέχνη, τον ιστορικό, τον ακαδημαϊκό. Ο Ηλίας Βενέζης είδε το φως της ζωής στις Κυ­ δωνιές, στο Αϊβαλί της Μικρασίας. Για το έτος της γέννησής του υπάρχει αμφισβήτηση. Ο αγαπητός φίλος και ακάματος ερευνητής της λεσβιακής γραμ­ ματείας Κώστας Μίσσιος σημειώνει ως έτος γέννη­ σης το 1898. Εμείς λάβαμε ως βάση το 1904, που εί­ ναι ευρύτατα αποδεκτό ως έτος γέννησης. Εξάλ­ λου, θα ήταν κρίμα να κυλήσει απαρατήρητο και αυτό το έτος ως αφετηρία συμπλήρωσης εκατοντα­ ετηρίδας από τη γέννηση του συγγραφέα, όπως κύ­ λησε το 1998. Δε θα ήταν ευχάριστο να ειπωθεί και στην περίπτωσή μας το παροιμιακό βερναρδάκειο παράγγελμα «αναμείνατε επί του εφιππίου». Εκεί­ νο που έχει σημασία είναι να τιμήσουμε τη μνήμη του λογοτέχνη, παρακάμπτοντας τις υφιστάμενες


ληξιαρχικού τύπου διαφορές, που είναι σύνηθες φαινόμενο στις βιογραφίες. Με αυτό, βέβαια, δε θέ­ λουμε να υποβαθμίσουμε, από επιστημονική άπο­ ψη, την έρευνα που στοχεύει στην ορθή χρονολογι­ κή τεκμηρίωση. Ο Ηλίας Βενέζης ήταν παιδί της όμορφης φαμί­ λιας του γαιοκτήμονα και δημογέροντα Μιχαήλ Μέλλου -Μ έλλος είναι το πραγματικό επίθετό το υ και της Βασιλικής Γιαννακού Μπιμπέλα. Είχε πέ­ ντε αδερφές και ένα μικρότερο αδερφό, το Θάνο. Το 1914, με την έκρηξη του πρώτου παγκόσμιου αιματοκυλίσματος, ο Ηλίας Βενέζης ήρθε με τη μη­ τέρα του και με πέντε αδέρφια του στη Μυτιλήνη, ενώ ο πατέρας του με την αδερφή του Αγάπη εξο­ ρίστηκαν στο εσωτερικό της Τουρκίας. Χαρακτηρι­ στικές είναι οι πληροφορίες που μας δίνει ο ίδιος για την παραμονή τους στη Μυτιλήνη. «Τον τελευ­ ταίο χρόνο του πρώτου μεγάλου πολέμου, στα 1918, γράφει σε διήγημά του, δυστυχούσαμε στο σπίτι μας, πρόσφυγες στη Μυτιλήνη, πολύ. Εγώ εί­ χα κάμποσο μεγαλώσει, ήμουν δεκατεσσάρω χρο­ νώ· λοιπόν έπιασα δουλειά σ’ ένα φούρνο. Τη μέρα πήγαινα στο Γυμνάσιο, γιατί αγαπούσα πολύ τα γράμματα. Τις νύχτες δούλευα στο φούρνο. Δεν ήταν και πολύ βαριά δουλειά. Μα τι σκληρά που είναι όλα σαν δουλεύη ένα παιδί! Κουβαλούσα νε­ ρό και γέμιζα το πιθάρι, έπλυνα τις σκάφες. Έ φερ­ να ξύλα. Πότε-πότε ζύμωνα κιόλας. Αλλά ήμουν αδύνατος και γ ι’ αυτό δε βαστούσα πολύ. Μου έδι­ ναν εκατό δράμια ψωμί για τις τέσσερεις-πένιε ώρες δουλειάς στο φούρνο. Ή ταν μεγάλη βοήθεια για το σπίτι μας τόσο ψωμί, μάλιστα στην εποχή του αποκλεισμού του νησιού, όταν οι άνθρωποι το παίρνανε μετρημένο, με δελτίο». Το 1919, με την απόβαση του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη, ο Ηλίας Βενέζης επέστρεψε στη γενέ­ τειρά του, μαζί με την οικογένειά του, και παρέμεινε σ’ αυτή ως τη Μικρασιατική καταστροφή. Το Σεπτέμβρη του 1922 οι νικητές Τούρκοι, φτάνοντας στο ανάστατο Αϊβαλί, συνέλαβαν τους άντρες, ηλικίας 18 ίσαμε 45 χρονώ, για να τους προωθήσουν στο εσωτερικό της Μ ικρασίας, για να τους εντάξουν στα «Εργατικά Τάγματα» (Αμελέ Ταμπουρού), που ήταν γνωστά και από παλαιότε­ ρα. Ανάμεσα στο ψυχομέτρι των τρισχιλίων περί­ που συλληφθέντων ήταν και ο Ηλίας Βενέζης, ο οποίος στάθηκε ένας από τους είκοσι τρεις που τε­ λικά επιβίωσαν. Το Νοέμβρη του 1923, μετά από δεκατετράμηνη αιχμαλωσία, απελευθερώθηκε και ξανάσμιξε με τους δικούς του στη Μυτιλήνη.

Η συντονίστρια του Προγράμματος Ελευθερία Αναγνωστάκη-Τζαβάρα, γενική γραμματέας της Εταιρίας Ελλή­ νων Αογοτεχνών, μιλά με ιδιαίτερη αγάπη για τη Αέσβο και για τους Αέσβιους λογοτέχνες.

Η οδυνηρή αυτή εμπειρία της σύλληψης, της φυ­ λάκισης, της οδοιπορικής καταπόνησης και της με­ τέπειτα δουλείας του στο 14ο Εργατικό Τάγμα, με νούμερο 31328, κέντρισε εμπνευσιακά το Βενέζη. Με το έργο του «Το Νούμερο 31328» μας έδωσε με ρεαλισμό συνταραχτική στιγμιότυπα του χτες, μας παρουσίασε πτυχές του δράματος του μικρασιατι­ κού ελληνισμού. Τόνισε το δισυπόστατο της ψυχής του ανθρώπου, η οποία μπορεί να γλιστρήσει στο αβυσσαλέο μίσος και στην αναλγησία, αλλά παράλ­ ληλα και να πλημμυρίσει από αγάπη, από συμπόνια, από αμνησικακία. Φιλοτέχνησε πορτρέτα ανθρώ­ πων της «μαύρης αγγαρείας», οι οποίοι έθεσαν σε συναγερμό το πολυδύναμο ένστικτο της ζωής, για να μπορέσουν να πολεμήσουν την πείνα, τη δίψα, το «λευκό θάνατο» που παραμόνευε στα βουρκονέρια, τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες, τις ατέρμονες εξο­ ντωτικές πορείες, την κακότητα των ανθρώπων, την ξυπολυσιά, την απλυσιά, τις ψείρες που οι Τούρκοι δεν τις σκότωναν και δεν τις έκαιγαν, γιατί το θεω­ ρούσαν αμαρτία, καθώς και τις αρρώστιες. Είδε με επιείκεια τους σταυρωτήδες, που τους θεωρεί θύμα­ τα της νοσηρότητας των καιρών, ενεργούμενα της μοίρας και των παθών που εξάπτει ο πόλεμος. Ο Ηλίας Βενέζης ξεκίνησε επομένως το συγγρα­ φικό του μόχθο το 1924, δημοσιεύοντας επιφυλλιδικά το πρώτο μόνο μέρος του παραπάνω έργου του στην εβδομαδιαία εφημερίδα της Μυτιλήνης «Καμπάνα», την οποία διηύθυνε ο παρακινητής και συντρέχτης του Στράτης Μυριβήλης. Εντάχτηκε στη


λεγόμενη «Ορδή των βασιβουζούκων» και εργάστη­ κε στη συνέχεια με τους ομότεχνούς του για την καρποφορία της περιφερειακής Λεσβιακής Άνοιξης και της ευρύτατα γνωστής Γενιάς του 1930. Το 1931 έγινε η πρώτη ολοκληρωμένη έκδοση του έργου, την οποία ακολούθησαν και άλλες, με προσθήκες, με αφαιρέσεις, με διορθώσεις. Οδηγητικός πυλώνας για την τελική μορφή του έργου μπορεί να θεωρηθεί το μυθιστόρημα «Η ζωή εν τάφω», το οποίο πρέπει να σημειωθεί ότι δημοσιεύτηκε προηγουμένως, με τον ίδιο τρόπο, στην εφημερίδα «Καμπάνα», που προαναφέραμε. Στο σημείο αυτό επιβάλλεται να μνημονευθεί και το σύντομο αλλά αξιόλογο πεζο­ γράφημα «Ιστορία ενός αιχμαλώτου» (1929), του Στρατή Δούκα, συγγραφέα, καταγόμενου επίσης από την Αιολίδα, από τα Μοσχονήσια. Στο χρονικό διάστημα ως το 1932, που μετατέ­ θηκε ο Ηλίας Βενέζης στην Αθήνα, στο Κεντρικό Κατάστημα της Τραπέζης της Ελλάδος, όπου υπη­ ρέτησε ως το 1957, ο πνευματικός του αμητός, εκτός από το «Νούμερο 31328», περιλαμβάνει και το έργο «Ο Μανώλης Λέκας κι άλλα διηγήματα», που κυκλοφόρησε το 1928. Το 1938 ο Ηλίας Βενέζης παντρεύτηκε τη Σταυ­ ρίτσα Μολυβιάτη, που του συμπαραστάθηκε ως το γέρμα της ζωής του. Πολυφίλητη μοναχοθυγατέρα τους η Άννα Κοσμετάτου, παιδί του πολέμου και της Κατοχής, όπως τη χαρακτηρίζει ο συγγραφέας, που πολλές φορές την αναφέρει στα έργα του. Το μυθιστόρημα «Γαλήνη», το δεύτερο της σει­ ράς, κυκλοφόρησε το Σεπτέμβρη του 1939, τότες που άρχισαν να ηχούν τα τύμπανα του μεγάλου

πολέμου, ενώ οι δυο επόμενες εκδόσεις έγιναν το 1943, όταν το δράμα της ανθρωπότητας συνεχιζό­ ταν. Η υπόθεσή του αρχίζει το κατακαλόκαιρο του 1923, όταν οι Φωκιανοί πρόσφυγες αναζητούσαν πατρίδα στην αυχμηρή ερημιά της θαλασσόβρεχτης Αναβύσσου, για να στεριώσουν και για να βρουν τη γαλήνη που έχασαν. Είναι ένα έργο προσφυγικού πόνου, ακατανίκητης νοσταλγίας για τη χαμένη πα ­ τρίδα, τρυφερότητας και λυρισμού, δυνατών συ­ γκρούσεων, μα και αγωνιστικότητας. Οι ήρωές του, πρόσωπα τραγικά, συγκινούν βαθύτατα. Ή ταν υποχρεωμένοι να κουβαλούν μέσα τους την οδύνη για ό,τι έχασαν, να δουλεύουν τη στέρφα γη, για να τη γονιμέψουν, να κονταρομαχούν με τους ντό­ πιους, οι οποίοι τους θεωρούσαν τουρκόσπορους, να αγωνιούν για το άδηλο μέλλον. Δυο χρόνια αργότερα, το 1941, εκδόθηκε η συλ­ λογή διηγημάτων «Αιγαίο», που είναι εμπνευσμένα από το αρχιπέλαγος, από την ιστορία του, από τους κατοίκους του. Στη συνέχεια, το 1943, ο Ηλίας Βενέζης εξέδω­ σε το μυθιστόρημα «Αιολική Γη», που είναι το βι­ βλίο των παιδικώ ν βιωμάτων και της ανύπνωτης νοσταλγίας του, καθώς και της εξεικόνισης της ζω ­ ής στο Αϊβαλί, της πρώτης σπαραξικάρδιας εξόδου των χριστιανών από τη γη τους, με την έκρηξη του πολέμου το 1914, τότες που σταματούσε η συμφω­ νία της όμορφης ζωής της Ανατολής, που ξεκινού­ σε ο πρώτος διωγμός, που άρχιζε να πυργώνεται το πένθος της ανθρωπότητας. Στο έργο αυτό υμνεί­ ται το Αϊβαλί, προβάλλονται τα Κιμιντένια, που είναι βουνά του τόπου, και παρελαύνουν άνθρω-

Ο πρόεδρος της Εταιρίας Ελλήνων Αογοτεχνών Παύλος Ναθαναήλ απευθύνει χαιρετι­ σμό. Διακρίνονται, από δε­ ξιά, η Ελευθερία Αναγνωστάκη-Τζαβάρα, ο Γιάννης Χ α­ τζηβασιλείου, η Καίτη Μεσσηνέζη-Πλατσή, η Αιούμπα Σκούρτη, ο Χριστόδουλος Τσακιρέλης και ο Βασίλειος Αούπος.


ποι της γαλήνης, της σκληρής δούλεψης, αλλά και της απόκοτης δράσης και του πάθους, όπω ς ο π α π ­ πούς του συγγραφέα Γιαννακο-Μ πιμπέλας, η κα­ λοσυνάτη γιαγιά του, οι απλοϊκοί χερομάχοι του υποστατικού, οι κοντραμπατζήδες, που βρίσκο­ νταν σε καθημερινή αμάχη με τους κολτζήδες και τους ζαπτιέδες και που η λεβεντιά και η αφοβιά τους τους έκανε να ξεχωρίζουν από τους κακονοματισμένους λαθρέμπορους. Ο Ηλίας Βενέζης στάθηκε ραψωδός του Α ιβαλιού, αλλά και των άλλων αλησμόνητων πατρίδων. Αναφέρεται σε γεγονότα της παράτολμης εκστρα­ τείας, σε συγκλονιστικά δρώμενα της ελληνικής κα­ τοχής (1919-1922). Στη μικρασιατική τριλογία, «Το Νούμερο 31328», «Γαλήνη» και «Αιολική Γη», αλλά και σε άλλα έργα ήσσονος σημασίας, καθώς και στο κύκνειο άσμα «Μικρασία, χαίρε» (Διήγησις συμβά­ ντων) (1974), εκφράζει το βαθύ του πόνο για ό,τι συντελέστηκε. «Για την καταστροφή αυτή, τη μεγα­ λύτερη των τελευταίων αιώνων της ιστορίας μας, δεν θα βρούμε ποτέ άφεσιν», γράφει χαρακτηριστι­ κά. Θεωρεί πρόσφορη και επιβεβλημένη τη συντήρη­ ση της εθνικής μνήμης, όχι όμως και του μίσους. Έ να χρόνο μετά την έκδοση της «Αιολικής Γης» κυκλοφόρησε το 1944 η συλλογή διηγημάτων με τον τίτλο «Άνεμοι», στην οποία προτάσσεται το γνωστό από το 1928 διήγημα «Ο Μανόλης Λέκας» και επιτάσσονται δυο οδοιπορικά, είδος για το οποίο θα μιλήσουμε στη συνέχεια. Ο Ηλίας Βενέζης ήταν ένας από τους μεγάλους Έλληνες ταξιδευτές, ένας θηρευτής του ανέγνωρου, ένας λάτρης της πλανεύτρας φύσης. Αγαπού­ σε το βουνό και τη θάλασσα και συχνά πυκνά οδοι­ πορούσε, ορειβατούσε, αρμένιζε, αλαργοταξίδευε. Άλλοτε τον δρομολογούσε το καθήκον, οι υποχρε­ ώσεις, η ανάγκη χαλάρωσης και αναψυχής. Αλλοτε τον κέντριζε η περιέργεια, η οποία μαζί με τον έρω­ τα είναι από τα λίγα «που δεν άλλαξαν στον άν­ θρωπο α π ’ τον καιρό που θορυβεί στο φλούδι της γης», καταπώς γράφει σε κάποιο διήγημά του. Σημαντικό μέρος της πνευματικής του παραγω ­ γής είναι ταξιδιωτικές εντυπώσεις, κρικελωμένες με λογής λογής χρονικά, ιστορίες, διηγήσεις, μύ­ θους, θρύλους, παραδόσεις. Είχε το χάρισμα να παρατηρεί, να επισημαίνει, να ερευνά. Τρανές του αγάπες τα στολίδια της φύσης, τα δάση, οι χιονοσκέπαστες κορφές, τα μάγια της θάλασσας, οι αρ­ χαιότητες, τα μνημεία, η πολιτιστική συγκομιδή των λαών, η ορθοδοξία. Παντού αναζητούσε τον ελληνισμό, σε μια λέξη, σ ’ ένα τοπωνύμιο, σ ’ ένα

Ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Αεσβιακών Συλλόγων Αττικής (ΟΑΣΑ) Χριστόδουλος Τσακιρέλης απευθύνει χαιρετισμό.

αλλοτριωμένο βαφτιστικό ή επώνυμο. Αισθανόταν ιδιαίτερη χαρά, όταν περπατώντας στα μακρινά τα ξένα αντάμωνε Έλληνες, που είχαν υψωμένη τη ση­ μαία της φυλής, έστω και αν ήταν ξεθωριασμένη. Το 1954 τυπώθηκε καλαίσθητα η «Αμερικανική Γη», που είναι χρονικό ενός ταξιδιού από τις ακτές του Ατλαντικού ως τον Ειρηνικό και τον Κόλπο του Μεξικού. Στο βιβλίο αυτό περιλαμβάνονται οι εντυπώσεις του Ηλία Βενέζη από τη μεγάλη περιόδευσή του στο Νέο Κόσμο, την οποία πραγματο­ ποίησε το 1949. Με αφηγηματικό ύφος ο συγγρα­ φέας αναφέρεται σε πολιτείες και σε πόλεις, σε ει­ δυλλιακά τοπία, όπω ς το Γκραν Κάνυον, σε μνη­ μεία της φύσης, σε τεχνικά έργα, στην αυτοκινητο­ βιομηχανία Φορντ, σε ονομαστώ πανεπιστήμια, όπω ς το Χάρβαρντ, σε μουσεία, σε βιβλιοθήκες, στο Χόλιγουντ, το κέντρο της έβδομης τέχνης, σε πολιτικούς που διαπότισαν με την έντονη προσω­ πικότητά τους το περιβάλλον, όπω ς ο Τζορτζ Ουάσινγκτον, σε συγγραφείς, σε ποιητές, όπως ο Χένρι Λονγκφέλοου, σε κατοίκους, έγχρωμους και λευ­ κούς, σε ήθη, σε έθιμα, σε ασχολίες, σε επαγγέλμα­ τα. Ως Έ λληνας εστιάζει την προσοχή του στους μετανάστες μας, επώνυμους και ανώνυμους, επισημαίνοντας το δράμα τους, αφού με τη διαδοχή των γενεών πρόκειται να γίνουν μέρος του νεοπα­ γούς συνονθυλεύματος λαών, χάνοντας τη γλώσσα και συνακόλουθα την εθνικότητά τους.


Το 1950 κυκλοφόρησε το οδοιπορικό «Φθινό­ πωρο στην Ιταλία». Αρχική πρόθεση του συγγρα­ φέα ήταν ο πρόλογος του έργου αυτού να υποδη­ λώνει τα αισθήματα του Έλληνα ταξιδιώτη ο οποί­ ος έφτανε το φθινόπωρο του 1948 στην Ιταλία, ύστερα από το μεγάλο πόλεμο, ύστερα από τα όσα υποφέραμε από τους Ιταλούς. Ό ντας όμως νηφά­ λιος και αμνησίκακος, απέφυγε να πει για τους γεί­ τονες κάτι πικρόχολο. «Ας πει μόνο του το ταξι­ διωτικό τούτο χρονικό ό,τι έχει να πει. Για τη Γη. Για την Τέχνη. Για την Ομορφιά. Για τη μνήμη του Ελληνικού Μεγαλείου, που κάποτε έφτασε ίσαμε τη γη αυτή της Ιταλίας στην ώρα της Οτειοαα», γράφει ενημερωτικά. Ενδιαφέροντα τα κείμενα του παραπάνω οδοιπορικού για τη Βενε­ τία, τη βασίλισσα των θαλασσών, για τη Φλωρε­ ντία, που στάθηκε το λίκνο της Αναγέννησης, για το Λιβόρνο, για τη Ρώμη, για τη Μεγάλη Ελλάδα, για τη Νάπολη, για τη σιωπή της νεκρής Πομπηίας. Στην ίδια κατηγορία υπάγονται και άλλα έργα, που καλύπτουν τον ελλαδικό χώρο, την Κύπρο και άλλες χώρες. Το 1961 τυπώθηκε το έργο «Αργοναύ­ τες», με επεξηγηματικό υπότιτλο «Χρονικά των Ελλήνων και ταξίδια». Το 1973 κυκλοφόρησε το βι­ βλίο «Περιηγήσεις», με εντυπώσεις από τη Ρωσία, από τη Δαλματία, από την Ελβετία και από την Αγγλία. Με τα παραπάνω ταξιδιωτικά χρονικά συνδέονται ειδολογικά, κατά κάποιο τρόπο, και τα έργα «Αρχιπέλαγος» (Διηγήματα και διηγήσεις ταξ ιδιών) (1969), καθώς και «Εφταλού» (Ιστορίες του Αιγαίου) (1972), όπου ο συγγραφέας μιλά για τη δεύτερη του πατρίδα, τη Λέσβο, για τις ομορφιές της, για τον πολιτισμό της, για τους ανθρώπους της. Ομόλογο με τα παραπάνω, από άποψη περιεχομέ­ νου, είναι και το έργο «Στις ελληνικές θάλασσες» (Μυθιστορία του Ιονίου και του Αιγαίου), που κυ­ κλοφόρησε το 1973, μετά το θάνατο του συγγραφέα. Στην ίδια γραμμή κινείται και το μυθιστόρημα «Ωκεανός» (1956), με την ενδεικτική αφιέρωση: «Στο πλήρωμα του λίμπερτυ «Κάπταιν Π απάζο­ γλου», που μαζί περάσαμε τον Ατλαντικό* στους ναυτικούς των ελληνικών φορτηγών που ταξιδεύ­ ουν στους ωκεανούς· στις μητέρες και στις γυναίκες τους που τους περιμένουν». Διαφέρει, βέβαια, από άποψη σύλληψης, δομής και λογοτεχνικής αξίας. Ο Ηλίας Βενέζης που έδεσε τα παιδικά του χρό­ νια με το πρώτο μεγάλο μακελειό της ανθρωπότη­ τας και με το συνακόλουθο διωγμό του ελληνισμού της Ανατολής, που ενέπλεξε τη νιότη του με τη μι­ κρασιατική περιπέτεια, ήταν γραφτό, ώριμος πια

Ο πρόεδρος του Φιλοπρόοδου Συλλόγου Αγιασωτών Αθή­ νας Βασίλειος Αούπος απευθύνει χαιρετισμό.

άντρας, να δει και πάλι το μεσουράνημα του μί­ σους, την αποχαλίνωση των ενστίκτων και των π α ­ θών, τη δεύτερη αλόγιστη αιματοχυσία των λαών της γης. Σχετικά με αυτή είναι το τρίπρακτο δράμα «Μπλοκ Ο» (1946), η συλλογή διηγημάτων «Ώρα πολέμου» (1946), το έργο «Έξοδος», καθώς και η συλλογή διηγημάτων «Οι Νικημένοι» (1954). Συ­ μπληρωματικά θα ήθελα να τονίσω πω ς ο Ηλίας Βενέζης, παρακινημένος από το πάθος του για το λογοτεχνικό χρονικό και από άλλους εξωγενείς παράγοντες, ασχολήθηκε και με την ιστορική έρευ­ να και μας έδωσε τρεις ογκώδεις εργασίες, οι οποί­ ες μαρτυρούν το εύρος των γνώσεών του, τη μεθο­ δικότητα του και τις παράπλευρες συγγραφικές του δραστηριότητες. Τα έργα αυτά είναι: «Αρχιεπί­ σκοπος Δαμασκηνός, Οι χρόνοι της δουλείας» (1952), «Χρονικόν της Τραπέζης της Ελλάδος, Ιστορία μιάς εικοσιπενταετίας 1928-1952» (1955) και «Εμμανουήλ Τσουδερός, ο Πρωθυπουργός της Μάχης της Κρήτης και η εποχή του» (1966). Τα πα ­ ραπάνω πολυσέλιδα πονήματα μπορεί να υστε­ ρούν από άποψη κριτικής ιστορικής σύνθεσης, εί­ ναι όμως πολύτιμα, γιατί γίνεται σ ’ αυτά αξιοποί­ ηση και παράθεση πλούσιου αρχειακού υλικού. Ο συγγραφέας τους, αν και δεν είναι επιστήμονας ιστορικός, προσπαθεί να είναι αντικειμενικός. Οι απόψεις, βέβαια, οι αναφερόμενες σε καυτά θέματα της νεοελληνικής ιστορίας, για τα οποία ο Ηλίας Βενέζης δεν έλαβε θέση, δεν είναι δυνατόν να Θεώ-


ρηθούν και δικές του, αν και σε πολλές περιπτώ ­ σεις είναι εμφανής η προσωπική του τοποθέτηση. Ο Ηλίας Βενέζης κέντησε μαστορικά στον καμ­ βά του Β ' Παγκόσμιου Πολέμου την έξαρση μα και τον ξεπεσμό του λαού μας. Αλλού υπήρξε αναλυτι­ κός, αλλού μίλησε ευκαιριακά. Ευρύ το φάσμα της παθολογίας του πολέμου, αναρίθμητα τα δεινά, οι συμφορές, τα βάσανα. Ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος αποτέλεσε πλούσια πηγή έμπνευσης του Ηλία Βενέζη. Ο συγγραφέας σκιαγραφεί το μεγάλο και κακό γείτονα, που τορ­ πίλισε ανήμερα της Παναγίας, στο λιμάνι της Τή­ νου, το «Έλλη», και δυόμισι μήνες περίπου αργό­ τερα επέδωσε το τελεσίγραφο της πρωτόφαντης ιταμότητας, το οποίο ξεσήκωσε τον ελληνισμό α π ’ άκρου εις άκρον και τον έφερε στις χιονισμένες κορφές της Ηπείρου και της Αλβανίας. Αισθάνεται βαθιά λύπη που οι νικητές των κακοτράχαλων βουνών υποχρεώθηκαν να πάρουν το δρόμο της επιστροφής και να αφήσουν ανολοκλήρωτη τη θυ­ σία στην ελευθερία. Αισθάνεται όμως περηφάνια, γιατί ο άνισος αγώνας στο αλβανικό μέτωπο προσέδωσε αίγλη στον παραριγμένο Νεοέλληνα και τον ανύψωσε στη συνείδηση των λαών της υφηλίου. Η επίθεση των Γερμανών εναντίον της καθημαγμένης Ελλάδας στις 6 του Απρίλη του 1941 και η επακολουθήσασα πικρή κατοχή αντιπροσωπεύο­ νται εκτενέστερα στην πεζογραφία του Ηλία Βενέ­ ζη, ο οποίος εμπνέεται περισσότερο από τα παθή­ ματα, τα οποία, βέβαια, και περισσεύουν. Κυρίαρ­ χες και εδώ κάποια μελαγχολική διάθεση και μοι­ ρολατρική στάση, απότοκες των θλιβερών συμβά­ ντων, αλλά και της ιδιοσυγκρασίας του συγγρα­ φέα, ο οποίος θηρεύει εμπνευσιακά περισσότερο την τραγικότητα και τον πόνο και λιγότερο τη χα­ ρά και τις πράξεις ηρωισμού, που δεν έλειπαν. Ιδιαίτερα συγκίνησαν τον Ηλία Βενέζη η μάχη της Κρήτης, η οποία άρχισε στις 20 και τέλειωσε στις 29 Μαΐου του 1941, αλλά και οι μετέπειτα αντιστασιακές πράξεις στη μεγαλόνησο, στις οποί­ ες αφιέρωσε αρκετές σελίδες. Ο Ηλίας Βενέζης επικεντρώνει την προσοχή του στις πολυειδείς, φοβερές, απάνθρωπες και ανέντι­ μες πράξεις των κατακτητών, στις εκτελέσεις π α ­ τριωτών, όπως αυτές στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής, στους απαγχονισμούς στα δέντρα των π ό­ λεων, στα φριχτά βασανιστήρια στις φυλακές, στο φοβερό στρατόπεδο του Χ αϊδαρίου και στα υπό­ γεια της οδού Μέρλιν, όπου ήταν η έδρα ^ων 5.5., στις πυρπολήσεις και ισοπεδώσεις χωριών (Κάνδα-

Ο Γιάννης Χατζηβασιλείου μιλά για τη ζωή και για το έργο του τιμώμενου Ηλία Βενέζη.

νος, Καλάβρυτα, Δίστομο, Ανώγεια Κρήτης κτλ.), στις αναποτελεσματικές προσπάθειες πολιτικής επιστράτευσης, που ξεσήκωναν το λαό σε αιματηρά συλλαλητήρια και πύργωναν την αντιστασιακή του διάθεση, στην ομηρία που λειτουργούσε ως σύστημα τρομοκρατίας, στο πογκρόμ των Εβραίων της Ελλάδας, στο μεγάλο λιμό. Εδώ αξίζει να σημειώ­ σουμε πω ς το δραστικό πολεμικό μέτρο του ναυτι­ κού αποκλεισμού βοηθούσε, βέβαια, στην άσκηση πίεσης στις δυνάμεις κατοχής, οι οποίες όφειλαν, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, να φροντίσουν για τον επισιτισμό των κατακτημένων, υποχρέωση την οποία τόνιζαν οι Σύμμαχοι (Άγγλοι και Αμερικα­ νοί), σε κάθε επίκληση των λιμοκτονούντων Ελλή­ νων, λειτουργούσε όμως ως μπούμερανγκ εναντίον φίλιας χώρας. Εκτός από τους Γερμανούς και τους Ιταλούς στο προσκήνιο της επικαιρότητας ήταν και οι Βούλγαροι, στους οποίους είχε παραδοθεί η στρα­ τιωτική διοίκηση της Ανατολικής Μ ακεδονίας και της Δυτικής Θράκης. Ο Ηλίας Βενέζης στο έργο του «Έξοδος» αρχίζει την εξιστόρηση των γεγονό­ των με ένα κυνηγημένο από τους Βουλγάρους αν­ θρώπινο κοπάδι Δραμινών προσφύγων, θρακιώτικης καταγωγής, το οποίο αναγκάζεται να βγει από τον ασφυχτικό κλοιό και ν ’ αναζητήσει σωτηρία, στις αρχές του 1942, μέσω Καστοριάς, στην ιταλοκρατούμενη και γερμανοκρατούμενη Ελλάδα. Εδώ θα ήθελα να τονίσω ότι ο Ηλίας Βενέζης έλαβε μέρος στην Εθνική Αντίσταση ως πατριώτης,


όχι ως πολιτικά στρατευμένος συγγραφέας, ανα­ πτύσσοντας δραστηριότητα μέσα στην Τράπεζα της Ελλάδος για την εαμική «Εθνική Αλληλεγγύη». Αξιομνημόνευτη είναι η μαρτυρία του ακαδημαϊκού Κωνσταντίνου Δεσποτόπουλου, σύμφωνα με την οποία το 1943 η «Αιολική Γη» χρησιμοποιήθηκε επί αρκετούς μήνες, εν αγνοία του συγγραφέα, ως κρυ­ πτογραφικός κώδικας του Γενικού Στρατηγείου του ΕΑΑΣ, για εσωτερική ασύρματη επικοινωνία, μέχρι που τον έσπασαν οι αγγλικές υπηρεσίες. Η αντιστα­ σιακή στράτευση του Ηλία Βενέζη κράτησε ως τα θλιβερά γεγονότα του 1944, οπότε και αποσύρθηκε. Σχετικό με την Κατοχή και με την Εθνική Αντί­ σταση, όπω ς προαναφέραμε, είναι το ανάδελφο θε­ ατρικό «Μπλοκ Ό». Το έργο αυτό αναφέρεται σε πρόσφατα γεγονότα, χωρίς να έχει συντελεσθεί με την αποστασιοποίηση του χρόνου η επιβεβλημένη από δραματουργική άποψη κάθαρση και κριτική αποτίμηση του εμπνευσιακού υλικού. Ό πω ς είναι γνωστό, εισέβαλαν πάνοπλα τμήματα των 5.5. στο Κεντρικό Κατάστημα της Τραπέζης της Ελλάδος, όπου το προσωπικό πραγματοποιούσε εκδήλωση στις 28 του Οκτώβρη του 1943 για τους συναδέλ­ φους που είχαν σκοτωθεί κατά τη διάρκεια του πο­ λέμου. Οι εισβολείς, αποθηριωμένοι από τα δυσοί­ ωνα προμηνύματα για την έκβαση του πολέμου, επι­ χειρούσαν μεθοδικά να ενσπείρουν τον πανικό και να ασκήσουν την τρομοκρατία. Έ νας από αυτούς που πιάστηκαν ήταν ο συγγραφέας. Την πρώτη μέ­ ρα οδηγήθηκε στο κρατητήριο της οδού Μέρλιν και μετά στις φυλακές Αβέρωφ, όπου απομονώθηκε με άλλους σε κελί μελλοθανάτων, στο «Μπλοκ Ό». «Η

εκδήλωσις της 28 Οκτωβρίου 1943 εις την Τράπεζαν της Ελλάδος ήτο η πρώτη ελληνική πράξις ανταρ­ σίας εναντίον των Γερμανών, μετά την συνθηκολό­ γη σ ή της Ιταλίας. Διά την απελευθέρωσιν των συλληφθέντων, από της επομένης της συλλήψεώς των, εκινήθησαν με τρόπον συγκινητικόν όλαι αι ακαδη­ μαϊκοί, επιστημονικοί και επαγγελματικοί οργανώ­ σεις, καθώς και ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών. Με εκ­ κλήσεις, με διαμαρτυρίες, με διαβήματα εζήτουν να σώσουν από τα χέρια των δημίων τα θύματά των. Και, έως ένα μεγάλο σημείον εις αυτήν την παναθη­ ναϊκήν αλληλεγγύην οφείλεται η λύτρωσις όσων εσώθησαν», γράφει ο ίδιος ο συγγραφέας στο «Χρονικόν της Τραπέζης της Ελλάδος». Το «Μπλοκ Ό», δράμα σε τρεις πράξεις και τέσ­ σερις εικόνες, έργο με ιδιαίτερες σκηνοθετικές δυ­ σκολίες, γραμμένο σε διάστημα ενάμιση μήνα περί­ που, από τις 10 του Σεπτέμβρη ως τις 28 του Οκτώ­ βρη του 1944, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στη σκηνή του Εθνικού Θεάτρου στις 5 του Δεκέμβρη του 1945, με σκηνοθεσία Πέλου Κατσέλη, και εκδόθηκε το 1946. «Το Μπλοκ Ό είναι ένα αφιέρωμα στον πό­ νο που έζησε η πατρίδα μας στα χρόνια της δουλεί­ ας, αφιέρωμα στην έξαρση ως το θάνατο που έδειξε ο λαός μας, στο πάθος του για την Ελευθερία», γρά­ φει ο συγγραφέας στο προλογικό σημείωμά του. Στις 19 του Γενάρη του 1957 ο Ηλίας Βενέζης εκλέχτηκε με μεγάλη πλειοψηφία τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών στην Τάξη των Γραμμάτων και των Καλών Τεχνών. Συνυποψήφιοι του ήταν ο Στράτης Μυριβήλης και ο Θανάσης Πετσάλης-Διομήδης. Η επιβολή του στα ελληνικά γράμματα και

Πολλοί ήταν αυτοί που παρα­ κολούθησαν την τιμητική εκ­ δήλωση, με την ευκαιρία της συμπλήρωσης εκατό χρόνων από τη γέννηση του Ηλία Βε­ νέζη.


η εκλογή του, όπως ήταν φυσικό, ενόχλησε τους συνυποψήφιους και όχι μόνο, που έβλεπαν τον εαυτό τους παραγκωνισμένο, αφού «κεραμεύς κέ­ ραμέ! κοτέει και τέκτων τέκτονι». Πάντως, μερι­ κούς μήνες αργότερα με στήριξή του έγινε ακαδη­ μαϊκός, όπως το άξιζε, και ο Μυριβήλης. Την περί­ πτωση σχολιάζει ο Πωλ Μενεστρέλ σε επίγραμμά του, αφιερωμένο στο Λέσβιο πεζογράφο: Αφού το ’κανε ζήτημα «του μπη ορ νοτ του μπη», μες στην Ακαδημία μας εδέησε να μπει. Και σωματεία λογοτεχνών -αντίπαλοί και φίλοισ ’ ένα τζιμπούσι γιόρτασαν το Στράτη Μυριβήλη. Μα ελέχθη από ένα ομιλητή στου «Αβέρωφ» το τραπέζι ότι ο Στράτης νίκησε με ψήφο του Βενέζη. Η Ομάς των Αώδεκα απορεί, μα εγώ προσυπογράφω Πάντα η «Γαλήνη» βρίσκεται με τη «Ζωή εν τάφω». Το τελευταίο ταξίδι της ανάγκης έγινε στην πρω ­ τεύουσα της γηραιός Αλβιώνας, στο Λονδίνο. Ο συγγραφέας, χτυπημένος από καρκίνο του στόμα­ τος, έδινε την προσωπική του μάχη, που ήταν σκλη­ ρή, αλλά δε λιποψύχησε. Επέστρεψε στην Αθήνα και συνέχισε τον αγώνα από το οχυρό της εθελούσιας μοναξιάς, που του επέβαλε η παραμόρφωση του προσώπου του, αλλά και η απώλεια της φωνής του. Στις 3 Αυγούστου του 1973 ξεπέζεψε από το άρ­ μα της ζωής, όντας στην έπαλξη του δημοσιογρα­ φικού χρέους. Αποβραδίς έγραψε την τελευταία επιφυλλίδα για την εφημερίδα «Ακρόπολις» της 5 Αυγούστου 1973, αλλά δεν πρόλαβε να την ταχυ­ δρομήσει ο ίδιος. Σύμφωνα με την επιθυμία του, η σορός του με­ ταφέρθηκε στη Μυτιλήνη και από εκεί στην Εφταλού, που είναι μαγευτική εξοχή της Μήθυμνας

(Μολύβου), από την οποία ο ραψωδός και διδάχος της Ρωμιοσύνης Κλεάνθης Μιχαηλίδης έλαβε το ψευδώνυμο Εφταλιώτης. Το ξόδι του έγινε στις 5 Αυγούστου στην καστροστεφάνωτη Μήθυμνα, την αγναντεύτρα της Αιολικής Γης, της αλησμόνητης πατρίδας του. Στην ταφόπλακα γράφτηκε η λέξη Γ α λ ή ν η , τίποτε άλλο.

Φίλοι και φίλες, δε θα ήθελα να κάνω μεγαλύτερη κατάχρηση της μακροθυμίας σας. Προσπάθησα να σκιαγραφήσω με αδρές πινελιές το πορτρέτο του τιμώμενου, να σταθ­ μίσω το βάρος της πολύπλευρης δράσης του και να αξιολογήσω, με το μέτρο της συντομίας και των δυ­ νατοτήτων μου, τα εύχυμα πνευματικά του καρπί­ σματα, αποφεύγοντας τις εξειόικευμένες, αλλά κου­ ραστικές, υφολογικές, δομικές, γλωσσικές και άλλες φιλολογικές παρατηρήσεις. Ο Ηλίας Βενέζης, άν­ θρωπος με αγάπη, με ανεξικακία, με σεμνότητα, με μειλιχιότητα, με εγκαρτέρηση, με πατριωτικό παλ­ μό, με γλωσσική εγκράτεια και με εκφραστική κο­ σμιότητα, αγαπήθηκε και διαβάστηκε όχι μόνο στον τόπο του, αλλά και σ’ όλο τον κόσμο, αφού τα αξιο­ λογότερα έργα του, «Αιολική Γη», «Το Νούμερο 31328» και «Γαλήνη», καθώς και άλλα, μεταφράστη­ καν σε διάφορες γλώσσες και τον κατέστησαν πολι­ τισμικό πρεσβευτή του ελληνισμού. Χρέος μας να τι­ μάμε τους εργάτες της προκοπής μας και να κρατάμε αναμμένο το καντηλέρι της μνήμης τους.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Ενα από τα «πηγαδάκια». Διακρίνονται οι φίλοι-εργάτες των λεσβιακών γραμμά­ των Χαράλαμπος Πρόδρομου Αναγνώστου (αριστερά) και ο «διδάσκων» Αθανάσιος Σοφο­ κλή Πολυχρονιάδης, με τον πρόεδρο της ΟΛΣΑ και με τον ομιλητή.


ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΤΟΥ 1896 Ο αντίκτυπος τους στην Αγιάσο της τουρκοκρατούμενης Λέσβου Τ ο 1896 αναβίωσαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες στην Ελλάδα και σ’ όλο τον κόσμο. Περιττό ν ’ αναφερθώ στις δυσκολίες πρόσβασης σ’ αυτούς τους αγώνες. Από πού ν’ αρχίσεις και πού να σταματήσεις; Από την τουρκική κα­ τοχή, από την ενημέρωση, από την επικοινωνία, από τα μεταφορικά μέσα; Αντίθετα, όλα αυτά που διαθέτουμε στις μέρες μας, τα οπτικοακουστικά ηλεκτρονικά μέσα, με την τελειότητά τους μας χαρίζουν την αμεσότητα στα γεγονότα που συμβαίνουν στον κόσμο. Είναι αδιανόητο πάντως, και σήμερα ακόμη, να βρεθούν στις κερκίδες του καλλιμάρμαρου Σταδίου δυο Αγιασώτες, με τις εξάπα­ ντος βρακοφορεμένες γυναίκες τους, να παρακολουθούν τους Ολυμπιακούς Αγώνες, όχι, βέβαια, τυχαία. Πήγανε, σύμφωνα με υπάρχουσες πληροφορίες, με αποκλειστικό σκοπό να παρακολουθήσουν τους Αγώνες, οι άνδρες τουλάχιστον. Είναι σα να λέμε τώρα πως κάποιος Αγια­ σώτης πέταξε με το «Κολούμπια» στη σελήνη. Το εγχείρημα των δυο αυτών ζευγαριών ήταν κάτι το πολύ τολμηρό, το άκρως πρωτοποριακό, αφού υπήρχαν άνθρωποι, προπαντός γυναίκες, που δεν εί­ χαν δει από κοντά ούτε θάλασσα. Ήταν μεγάλο το τόλμημά τους γΓ αυτή την εποχή. Για να ξεμυτίσει Αγιασώτης από το χωριό, έπρεπε να υπάρχει μεγάλη ανάγκη. Αόγοι υγείας, βασικά, ή ξενι­ τεμός. Δεν ήταν εξάλλου μόνο οι δύσκολες συνθήκες του ταξιδιού, ήταν και το οικονομικό πρόβλημα. Γι’ αυτό πιστεύω πως αυτοί οι άνθρωποι όχι μονάχα ήταν προοδευτικοί και τολμηροί, αλλά όπως φαίνεται, εί­ χαν και κάποια δόση ιδιορρυθμίας, τρέλας.

Ιδιότροπος και οξύθυμος άνθρωπος ήταν ο Στυ­ λιανός. Τη γυναίκα του την πήρε από σφοδρό έρωτα. Κι όμως αυτό δεν τον εμπόδιζε να της τις βρέχει με το παραμικρό. Μια μέρα που ράβδιζε ελιές στα «Σιντούτσια», εφτά φορές κατέβηκε από την ελιά και την ξε­ σκόνισε, καταπώς διηγόταν η γιαγιά του Δημήτρη Κα­ μαρού. Το πραγματικό επίθετό του ήταν Συναδινός, άλλ’ επικράτησε το παρατσούκλι Σκανέλης. Ο Στυλιανός Παναγιώτη Σκανέλης ήταν ξυλογλύ­ πτης και μαθήτεψε στη Σμύρνη. Ήταν άριστος τεχνί­ της. Κατασκεύαζε ακόμη και μουσικά όργανα και κυ­ ρίως σαντούρια. Ένα από αυτά σωζόταν εδώ στην Αγιάσο και το είχε ο δισέγγονος του ξυλουργός Πανα­ γιώτης Ευστρατίου Σκανέλης. Δυστυχώς όμως, σε κά­ ποια επισκευή του σπιτιού του, καταστράφηκε από τον εκσκαφέα. Η γυναίκα του καταγόταν από τα Βασιλικά. Ήταν ψυχοκόρη στην οικογένεια Χατζηπροκοπίου και την έλεγαν Τριανταφυλλιά. Το σπίτι τους ήταν εκεί που είναι σήμερα .το Ξενοδοχείο του Αναστάση Καζα­ ντζή, δίπλα στο Βενζινάδικο του Χατζηχρυσάφη. Την παντρεύτηκε από έρωτα. Απέκτησαν τρία κορίτσια. Η Περσεφόνη παντρεύτηκε τον Ευστράτιο Μουτζουρέλη, η Μυρσίνη μετανάστευσε στην Αμερική και παντρεύ­ τηκε τον Τζάνο Ρουμπάπη. Η τρίτη παντρεύτηκε στη Σύρο, όπου χάθηκαν τα ίχνη της μαζί και το όνομά της. Λέγεται πως όταν ήρθαν στο χωριό άρχισαν τα κα­ λωσορίσματα. Όλη η γειτονιά ήταν στο πόδι. Τα σχόλια έπαιρναν και έδιναν. Η Τριανταφυλλιά, γεμάτη περηφά­ νια, απαντούσε στα ερωτήματα των γειτόνων, που άλλα ήταν από πραγματικό ενδιαφέρον, και άλλα πονηρά, γε-

Ο Πολύδωρος Αντ. Αναστασέλης (1876 - 1947) γρήγορα παράτησε το αυτοκίνητο, για να επιδοθεί απερίσπαστος στην υποδηματο­ ποιία και στις «εφευρέσεις» του. Στη φωτογραφία, που είναι πιθα­ νότατα του 1928, διακρίνονται οι γιοι του, αριστερά ο Αντώνης και στο τιμόνι ο Στρατής, ο οποίος στη συνέχεια διακρίθηκε ως λο­ γοτέχνης και ως ζωγράφος. (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Χρύ­ σανθος Χριστόφα Χατζηπαναγιώτης)


μάτα φθόνο και ζήλια. Ο Στυλιανός ντύθηκε τα καλά του, έκλωσε το μουστάκι, φόρεσε το φέσι του και έτοιμος πια βγήκε στην πόρτα, για να πάει στο καφενείο, στην Αγορά, για τα εύσημα. Όπως ήταν και καλός αφηγητής, φανταζόταν τον εαυτό του τριγυρισμένο από όλους στο καφενείο, να κρέμονται από τα χείλη του, για ν ’ ακού­ σουν τα των αγώνων από πρώτο χέρι, μια και δεν υπήρ­ χε άλλη πληροφόρηση. Δεν πρόλαβε να βγει καλά καλά έξω και ακούει τη θεία γριά Χατζηπροκόπαινα να ρωτά. Ε, τούλουγια, μουρή Τριγιανταφ’λλιά; Αρέσασί σ’ γι αγώνις; Ποια, ω θεία; Έφτα τα χαζλαρέτα που κάναν γι μ’κρήδις; Την άκουσε ο Στυλιανός και του ’ρθε πολλή μαυρίλα και τον πλάκωσε. Το θριαμβευτικό χαμόγελο του προσώπου του έσβησε και έγινε μαύρος σαν την πίσ­ σα από το κακό του. Πλησίαζε με βήματα αργά την Τρια­ νταφυλλιά. Ώστε χαζλαρέτα, ε Τριγιανταφ’λλιά! Σηκώ­ νει το χέρι του και πάρε αυτή, πάρε και εκείνη, για να μά­ θεις ποια είναι τα χαζλαρέτα, παλιουκουτούτσ’... Θ’μούσ’ του, άμα θα σι ξουνουπάγου πούβιτα, παλισυανιστόρητ’, ανισόρρουπ’... Ξόδιψα ένα σουρό γρόσια, να σι πάγου να δουν, ναν ανοίξιν τα στραβά σ’, τσι συ μ’ λέγ’ς τα χαζλαρέτα. Έτσι άδοξα τέλειωσε το ταξίδι για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896 για την καλοκάγα­ θη, ανενημέρωτη Τριανταφυλλιά... Το άλλο ζευγάρι, καταπώς λένε, ήταν ο Πολύδωρος Αναστασέλης με τη γυναίκα του. Ήταν ένας άνθρωπος που προέτρεχε της εποχής του. Ήταν προοδευτικός, εφευρετικός, πολυτεχνίτης. Ήταν ένας από τους πρώ­ τους, αν όχι ο πρώτος, που έφερε αυτοκίνητο, ταξί, στην Αγιάσο. Ακόμη και σήμερα λέγονται ορισμένες εκφρά­ σεις που χρησιμοποιούσε κατά κόρον, όπως «μη ομιλείτε εις τον οδηγόν», «Αποβιβασθείτε να πάρω την στροφήν μου»... Δεν μπόρεσα να πληροφορηθώ πότε και γιατί πα­ ράτησε το αυτοκίνητο, γιατί προσωπικά τον θυμάμαι να ασκεί το επάγγελμα του υποδηματοποιού και το μαγαζί του ήταν δίπλα από του Λευτέρη Ταμβάκη. Σήμερα το χρησιμοποιεί ως γραφείο ο γιος του γιατρού Στρατή Βαμβουρέλη. Ήταν καλλιεργημένος άνθρωπος και στο μαγαζί του μαζεύονταν όλοι οι προοδευτικοί Αγιασώτες. Ήταν δε και εξαιρετικός μάστορας στο παπούτσι. Ακο­ λουθούσε την εξέλιξη, τη μόδα. Δεν έκαναν όποιοι όποιοι παπούτσια σ’ αυτόν. Έπρεπε να έχεις οικονομική ευχέ­ ρεια. Η ειδικότητά του ήταν το γυναικείο παπούτσι. Γυναίκα του είχε πάρει τη Δέσποινα Χατζηπανα­ γιώτη, την ετεροθαλή αδελφή του δασκάλου Χριστόφα Χατζηπαναγιώτη, η οποία μας έλεγε ότι έκανε δεκαε­ φτά γέννες, άλλ’ αυτό δεν την εμπόδισε να φτάσει στα ενενήντα τρία. Από αυτές τις γέννες επέζησαν μόνο εφτά παιδιά, η Μαριάνθη, η Αφροδίτη, η Γεωργία, η Ελένη, ο Στρα­ τής, που διακρίθηκε ως λογοτέχνης, ο Αντώνης και ο Βενιζέλος...

ΠΡΟΚΟΠΗΣ ΕΥΣΤΡ. ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗΣ

ΦΩΤΟΣΚΙΕΣ

Ο άλλοτε παντοπώλης Χριστόφας Γεωργίου Οικονόμου με τη σύζυγό του Σταυρούλα, το γένος Ιωάννη Χατζηφώτη, και με το γιο τους Κώστα, πριν από πολλά χρόνια. (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Γεώργιος Χρ. Οικονόμου)

Αναμνηστική φωτογραφία! φίλων το 1938. Διακρίνονται, από αριστερά, ο υποδηματοποιός Παράσχος Παραμυθέλης, ο αγγειοπλάστης Ασημάκης Αναστασίου Χατζηγιάννης (1920 1998) και ο μουσικός Δημήτριος Αγρίτης (Παγώνα).

Στο ρυθμό της διασκέδασης, σε ταβέρνα του Περιστεριού το 1960. Διακρίνονται, από αριστερά, Φωτεινή Κωνστ. Πατσέλη, Κωνσταντίνος Βασ. Πατσέλης, Μάριος Βασ. Πατσέλης, Γιάννης Γεωργ. Ραφτέλης, Ειρήνη Βασ. Πατσέλη, Φώτης Γεωργ. Ραφτέ­ λης, Ελευθερία Βασ. Πατσέλη και Παναγιώτης Κωνστ. Πανάγης. (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο Γιάννης Ραφτέλης)


Λ Ε Σ Β Ι Α Κ Α Α Ρ Χ Ε ΙΟ Δ ΙΦ ΙΚ Α ΣΥΜΜΕΙΚΤΑ Α μερικανική ερυθροσταυρίτικη επιστολή στην Αγιάσο τον 1946 Μ ε τ ά τη ν α π ο χ ώ ρ η σ η τω ν Γ ερμανώ ν α π ό την Ελλάδα το 1944, αντί να γιορτάσουμε οι Πανέλληνες για το τ ρ α ν ό γ ε γ ο ν ό ς τ η ς α πελευθέρω σ η ς, μπήκαμε δυστυχώ ς οε νέα τροχιά κόλασης, με αποτέλεσμα να καθυστερή­ σ ο υ μ ε κ ο ιν ω ν ικ ά κ α ι π ο λ ιτ ισ τ ικ ά . Α κολούθησαν γεγονότα που σημάδεψαν την ιστορία του τόπου μας, όπως τ α Δ ε κ ε μ β ρ ια ν ά (1944), η Σ υ μ φ ω ν ία της Β άρκιζας (12.2.1945), οι εκλογές της μεγάλης αποχής (31.3.1946), το δ η μ ο ψ ή φ ισ μ α τ η ς π α λ ιν ό ρ θ ω σ η ς το υ β α σιλιά Γεωργίου Β ' (1.9.1946), ο Εμφύλιος. Το σκηνικό διανθισμένο με μ ισ ή , με π ά θ η , με δ ιώ ξ ε ις , με φ τώ χεια , με στερήσεις πα ντό ς είδους... Σ τ η σ υ ν έ χ ε ια δ η μ ο σ ιεύ ο υ μ ε επισ τολή, την ο π ο ία μας παραχώρησε ο συνεργάτης Κώστας Γεωργίου Τακι­ δ έ λ η ς ( Μ α ν ’τ ά π ’). Α π ο σ το λ έα ς η ΟοοΓ§ία ΤΗογπχοπ, γραμματέας του Αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού, του το­ μ έα Ν ο\ν Βπί& ίπ (Ν έα ς Β ρ ετα ν ία ς) τη ς Π ο λ ιτεία ς Οοηπυοΐίουΐ. Παραλήπτρια η Αγιασώτισσα Ελένη Τινέλη, του Κ ω ν σ τ α ν τ ίν ο υ κ α ι τη ς Α μ ερ ισ ο ΰ δα ς, γεννημένη το 1910, αδερφή του Γρηγορίου Τινέλη, ο οποίος εξαφανίστη­ κ ε σ τ ις 6.9.1921 στη Μ ικ ρ ά Α σ ία, κ α τά τις επιχειρήσεις του Σαγγαρίου. Με την απλότητά της η επιστολή αυττ] <| <') Τ ( ρ α φ ί ζ ε ι τη φ οβ ερή εποχή, την ο π ο ία ο ι π α λα ιότεροι έζησαν έντονα και δεν πρέπει να την ξεχνά χσν ε ις σ τ ις μ ε ρ ε ς μ α ς, α φ ο ύ δεν έχει σταματήσει η «βιομηχανία» δημιουργίας αναξιοπαθούντων ανθρώπων... -----------------------------------------------------------------------

ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ


Οι όψεις (πρόσθια και οπίσθια) τη; επιστολής της ΟβΟΓ . 8,3 Τ ΐιοηι80η


ΛΕΣΒΙΑΚΟΙ ΑΠΟΗΧΟΙ ΤΟ Υ

ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΤΣΕΡΝΟΓΛΟΥ

Ε ν α ς ολάκερος χρόνος κύλησε στον απύθμενο καταποτήρα της αιωνιότητας, ουτό τότε που μονάχος και αβοήθητος στο διαμέρισμά του της οδού Νάξου, κοντά στην πλατεία Κολιάτσου, κονταροχτυπήθηκε με το ακαταμάχητο πεπρωμένο ο δεινός φιλόλογοςαρχαιολόγος, με τις περγαμοαϊβαλιώτικες καταβολές, Αθανάσιος Τσερνόγλου. Εβδομηνταεξάχρονος έκλει­ σε πίσω του τη βαριά πόρτα της ζωής και δέθηκε με το μυστηριακό και άγνωστο κόσμο του υπερπέραν... Γενέτειρά του η Μυτιλήνη, στην οποία απάγκιασαν σε καιρούς χαλεπούς οι πρό­ σφυγες γονείς του Γεώργιος Τσερνό­ γλου και Βασιλική Σωτηρίου Τερζή. Πνευματικοί του λειμώνες τα σχο­ λειά της λεσβιακής πρωτεύουσας και το Πανεπιστήμιο της Αθή­ νας. Πεδίο επαγγελματικής στα­ διοδρομίας η δευτεροβάθμια εκπαίδευση, που την υπηρέτησε ευδόκιμα ως καθηγητής και ως γυμνασιάρχης. Ξεχωριστή η θητεία του στην περίφημη Θεο­ λογική Σχολή της Χάλκης, στην οποία ευτύχησε να έχει μαθητές οι οποίοι μετέπειτα διέπρεψαν ως ποιμενάρχες της χριστιανικής εκκλησίας. Ανάμεσα σε δαύτους ο οικουμενικός πατριάρχης της Κων­ σταντινούπολης Βαρθολομαίος... Ο Αθανάσιος Τσερνόγλου εξ απα­ λών ονύχων ενωτίστηκε τον οδυνηρό απόηχο του εθνικού δράματος του ’22. Η Ανατολή στάθηκε ο μεγάλος του καημός. Αυτή πύρ­ γωσε το αξεδίψαστο ενδιαφέρον του για τόπους, για πρόσωπα, για γεγονότα, για θύμησες. Σπούδαζε τις αλησμόνητες εστίες της Μικρασίας, τις πόλεις, τις κωμοπόλεις, τα χωριά, το ψυχομέτρι τους... Τρανός ο έρωτας του και για τη Λέσβο, που στάθηκε αραξοβόλι των γεννητόρων του και συνά­ μα λίκνο δικό του και των αυταδέλφων του, ανά­ μεσα στους οποίους και ο Δημήτρης, ο διακεκριμέ­ νος καθηγητής της Ενζυμολογίας στο Πανεπιστή­ μιο της Ρώμης. Ή ταν ένας από τους παθιασμένους ιχνηλάτες της μακρόχρονης ιστορικής της διαδρο­ μής στον αιγαιοπελαγίτικο χώρο... Ο Αθανάσιος Τσερνόγλου είχε βουλιμική ψυχι­ κή διάθεση για πρόσκτηση γνώσεων. Ή ταν βιβλιό­ φιλος και φιλαναγνώστης, όσο λίγοι. Διάβαζε, ενη­

μερωνόταν και αγόραζε βιβλία, χωρίς να τσιγκουνεύεται, π α ρ ’ όλο που σε άλλες περιπτώσεις ήταν πολύ σφιχτός. Στόχος του δεν ήταν μόνο ν ’ απομυ­ ζά νάματα παιδείας ή ν ’ αποθησαυρίζει γνώσεις, αλλά και να ικανοποιεί την έντονη αρχειακή του συνείδηση και τη συλλεκτική του μανία. Διατηρού­ σε τα βιβλία του σε άριστη κατάσταση, για να τα δω­ ρίσει, όπως και έκανε, αφού βάσει της ιδιόγραφης διαθήκης του, της 3ης του Ιούνη του 2001, κληροδο­ τούνταν στο Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο, για χρήση και άλλων ενδιαφερομένων... Από νωρίς ο Αθανάσιος Τσερνόγλου, παίρνο­ ντας στα χέρια του το κοντύλι του συγγραφέα, δη­ μοσίευσε σε εφημερίδες και σε περιοδικά αρκετά αξιόλογα άρθρα και μελετήματα, μερικά από τα οποία εκδόθηκαν και ως ανάτυπα. Κύρια χαρακτηριστικά του ιστορικοφιλολογικού του αμητού η υπεύθυνη προσέγ­ γιση της βιβλιογραφίας, η μεθοδι­ κότητα, η σαφήνεια και η εμμονή του στη γλωσσική παράδοση... Ως άνθρωπος ο Αθανάσιος Τσερνόγλου ήταν ευπροσήγο­ ρος, πρόθυμος, εξυπηρετικός, κοινω νικός, εγκάρδιος και υπέρ το δέον ολιγαρκής. Κά­ ποιοι τον παρεξηγούσαν, τον θεωρούσαν ιδιόρρυθμο και σχολαστικό, αφού «πάσιν άδειν χαλεπόν». Πολύ συχνά τάραζα τη σιωπή της εργένικης στέγης του και για στερνή φορά στις 7 του Οχτώβρη, λίγες μέρες πριν από την αποδημία του. Αι­ σθανόταν χαρά, γιατί τον έβγαζα από την απομόνωσή του και ανταλλάσαμε τηλεφωνικά απόψεις για πολλά και διάφορα θέματα. Κάποτε τον έβλεπα και κατά τις σαββατιανές συνάξεις στο Εντευκτήριο των Καλλονιατών, όπου αυτοδιοριζόταν άτυπος παρουσιολόγος, αλλά και αλλού. Ως θρησκευόμενος διέθε­ τε βαθιά πίστη και δικαιολογημένα του απονεμήθη­ κε το οφίκιο του Άρχοντος Προστάτου των Γραμ­ μάτων και της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας... Ο Α θανάσιος Τσερνόγλου άφησε ανεξίτηλα χνάρια στο διάβα του ως άνθρωπος, ως θιασώτης του ελληνορθόδοξου ιδεώδους, ως εκπαιδευτικός, ως συγγραφέας, ως ανήσυχος ραβδοσκόπος του μι­ κρασιατικού ελληνισμού, ως λέσβολάτρης. Αψευ­ δής μάρτυρας και η διαθήκη του που προσδιόρισε εναργέστερα τα πιστεύω και τους οραματισμούς του βίου του...

ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ


ΤΟ ΡΥΑΚΙ ΤΗΣ ΖΩΗΣ Το ρυάκι που ήρεμα κυλά είν’ η ζωή μας που περνά και που χάνεται στην άλλη πλευρά. Η βροχή που συνεχίζει, τα όνειρά μας υπνωτίζει και μας πάει μακριά... Το ποτάμι που εισδύει μες στα βάθη της ψυχής μας και μας κρύβει μυστικά... Η λίμνη που καθρεφτίζει τον μέσα κόσμο μας που χτίζει και μας βουτάει στα βαθιά... Το ρυάκι που κυλά πίσω ποτέ ιτία δε γυρνά, έτσι η ζωή μας προχωρά... Αθήνα, 12.6.2004

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ

ΤΙ ΑΛΛΟ ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΣΟΥ ΠΩ Σε τι χρώμα να βαφτίσω Τις λέξεις που σου γράφω Για να τις αγαπήσεις Πόσο θέλεις να χαμηλώσω Τον τόνο της φωνής μου Για να περάσει Από την άκρη των βλεφαρίδων σου Και να τον κλεισεις Στις κόρες των ματιών σου Λικό σου για πάντα Ποιο θέλεις σχήμα να δώσω Στην πορεία της ανασαμιάς μου Για να γλιστρήσει Στη ζεστασιά του στήθους σου Λικιά σου για πάντα Πώς θέλεις να μπλέξω Τ’ ακροδάχτυλά μου

Για να τ ’ αφήσεις Να ξαποστάσουν στην αγκαλιά σου Λικά σου για πάντα Πόσο θέλεις να δυναμώσω Τους χτύπους της καρδιάς μου Για να ξεπεράσουν Τους άλλους Και να μείνουν μέσα σου Λικοί σου για πάντα Τι άλλο θέλεις να κάνω Κάθε μέρα γονατίζω μπροστά σου Και ό,τι ακριβότερο έχω Θυμίαμα ικετήριο σ’ το προσφέρω Μίλα μου Και όχι μόνο με τα μάτια. ΚΩΣΤΑΣ Γ. ΜΙΣΣΙΟΣ

ΤΟ ΑΛΟΓΟ ΚΑΙ ΤΟ ΒΕΛΟΣ Ο ένας προχωρούσε μπροστά πάνω σε άσπρο άλογο. Ένα βέλος ήταν καρφωμένο στο στήθος του. Ο άλλος ακολουθούσε μ’ ένα μαύρο άλογο. Έτσι καλπάζοντας έφτασαν στην άκρη του βράχου. Από κάτω ήταν η θάλασσα. Έλαμπε. Ξεπέζεψαν και την κοίταξαν. «Αφησε με να σου βγάλω το βέλος», είπε. «Αν βγει το βέλος, θα βγει κι η καρδιά μου». Δέχα χρόνια μετά συναντήθηκαν σ’ ένα δάσος. Το βέλος ήταν ακόμα εκεί! «Βγάλε μου το βέλος», του είπε. Το άλογό μου πέθανε... ΝΑΤΑΣΑ ΚΟΝΤΟΛΕΤΑ

ΟΛΥΜΠΙΑΔΑ, 2004 Το δυο χιλιάδες τέσσερα Αθήνα και Ελλάδα ελιάς στεφάνια πήρανε για την Ολυμπιάδα. Εθελοντές και αθλητές μαζί κι ο Καλατράβα ψηλά τον πήχη βάλανε στο ιστορικό της διάβα. Το φως του ηλίου πήρανε απ’ την αρχαία πόλη και με τη φλόγα φώτισαν την οικουμένη όλη. Οργάνωση, ασφάλεια και η φιλοξενία, στη λήξη πήραν το χρυσό, επαίνους και βραβεία. Θερμό το χειροκρότημα στην πρώτη τη σημαία και σ’ όσους αγωνίστηκαν και ζουν για μιαν ιδέα. Αρχαίο πνεύμα αθάνατο, Ελλάδα, ζεις ακόμα κι ο κόσμος γεύτηκε καρπούς απ’ το δικό σου χώμα. Ελλάς Ολύμπιων θεών, γιγάντων, ημιθέων, ανέβασες στους ουρανούς τις προσδοκίες πλέον. Το κέρδισες το στοίχημα, εμπρός και γΓ άλλες νίκες, θέλει κι ο στίβος της ζωής τους ολυμπιονίκες. ΣΠΥΡΟΣ Κ. ΚΑΡΑΜΟΥΝΤΖΟΣ


ΤΣΙΜΠΟΛΟΓΗΜΑ Άφησα ένα κόκκινο σταφύλι τελευταίο στη μικρή κληματαριά, για να μείνει μοναχό στο ξεροβόρι, νά ’ρθουν να το φάνε τα πουλιά. Ήταν μελωμένο κι όλο γλύκα, μέσα στου Νοέμβρη το βοριά, κι έτρεξε η μικρή η σπουργιτίνα, απ’ του σπούργου να τ ’ αρπάξει την μπουκιά. Τι ξεφωνητό και τι τρεχάλα, τι τσιμπολογήματα γλυκά, μέσα απ’ τα κίτρινα τα φύλλα άνθιζε του έρωτα η χαρά. Μέσα στων πουλιών την ευτυχία, μέσα στου μελιού την ευωδιά, έκανα ένα όνειρο για σένα κι είπα να -σαι συ για με η χαρά. Κι έγραψα στα κίτρινα τα φύλλα ένα ραβασάκι τρυφερό, που το πήρε το τρελό το ξεροβόρι, να σ ’ το φέρει, να σου πει πως σ ’ αγαπώ. ΜΥΡΣΙΝΗ ΒΑΜΒΑΚΑ-ΧΟΥΤΖΑΙΟΥ

ξανοίχτηκα μαζί της, αφού ό,τι μου έλεγε έβγαιν’ απ’ την ψυχή της. Θάρρος πολύ μου έδωσε, μου 9πε να συνεχίσω, πως γράφω ωραία στο χαρτί και να μη σταματήσω. Της άρεσε το ποίημα, μου ’πε, «η Αημαρχίνα» και υποψηφιότητα να βάλω στην Αθήνα. Κατάργησε πληθυντικούς, τους τύπους, τα στημένα, κι εγώ ευχαριστήθηκα, που έμοιαζε σε μένα. Μου έδωσε τον αριθμό, να της τηλεφωνήσω, σαν πάω στην πρωτεύουσα, να μην το αμελήσω. Είπα τη νιώθω φίλη μου, πολύ καλή μου φίλη, γιατί το λόγο το γλυκό πάντα έχει στα χείλη. Ευχαριστώ τη φίλη μου τη Νίκη α π ’ την Αθήνα, γ ια τ ’ όπως διαπίστωσα είναι γλυκιά και φίνα. Μυτιλήνη, Σεπτέμβριος 2003

ΜΑΡΙΛ ΚΛΜΙΝΕΛΗ-ΠΑΤΣΕΛΗ

ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ ΤΗ ΦΙΛΗ ΜΟΥ Δεκαεννέα ήτανε του Σεπτεμβρίου μήνα, που μου ’ρθε ένα μήνυμα, σταλμένο απ’ την Αθήνα. Χτύπησε το τηλέφωνο, το παίρνω με απορία, μια φωνή με ρώτησε αν είμαι η Μαρία. Η ίδια, της απάντησα, αν θες να μου μιλήσεις, μια στιγμούλα μοναχά, παρακαλώ, μην κλείσεις. Τη Νίκη στο τηλέφωνο, άγνωστη μέχρι τώρα, την ένιωσα όμως φίλη μου μέσα σε λίγη ώρα. Γελούσε κι απ ’ το στόμα της λόγια άκουγα ωραία, αυθόρμητη, ανοιχτόκαρδη, υπέροχη, σπουδαία. Μου άρεσε πάρα πολύ,

ΤΟ ΚΟΜΠΟΣΧΟΙΝΙ - Τέλος πάντων, τι θα γίνει, σε ρωτώ, για να μου πεις, μήπως με το κομποσχοίνι στα «μαθήματα» κοπείς; - Κομποσχοίνι πρώτης τάξης, πίστεψε το, αν μπορείς, με όσα μάτια κι αν κοιτάξεις, σαν και τούτο δε θα βρεις. Κάθε μου χαρά και λύπη κόμπος είναι στο σχοινί, απ9 τα χέρια μου 6ε λείπει, στην καρδιά με συγκινεί. Φόβο έχω μην το χάσω στον πεζόδρομο νωρίς και μονάσω δίχως ράσο ως το γέρμα της ζωής. ΣΠΥΡΟΣ Κ. ΚΑΡΑΜΟΥΝΤΖΟΣ


ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ «Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ» ΑΓΙΑΣΟΥ Το φως που καίει επί εκατόν δέκα χρόνια στη Λέσβο Συμπληρώ θηκαν φέτος έντεκα δεκαετίες, από τότε που μια παρέα ολιγογράμματων βιοτεχνών, επαγγελματιών και αγροτών της Αγιάσου, με μπρο­ στάρη τον Ηρακλή Νταρέλη, πήρε την πρωτοβουλία να ιδρύσει ένα από τα ιστορικότερα σωματεία όχι μόνο του Αιγαίου, αλλά και όλης της επαρχιακής Ελλάδας. Κύριος στόχος των ιδρυτών να βρεθεί συγκαλυμμένος τρόπος έκφρασης των πατριω τι­ κών αισθημάτων και της απελευθερωτικής διάθεσης των Αγιασωτών, μέσα στις συνθήκες της Τουρκο­ κρατίας. Οι πρώτοι αναγνωστηριακοί, που είχαν νιώσει βαθιά την ακατάλυτη δύναμη των γραμμάτων και της παιδείας, εργάστηκαν από την αρχή για το ανέ­ βασμα του πνευματικού επιπέδου του σκλαβωμέ­ νου λαού και για την ενημέρωσή του σχετικά με τα μεγάλα εθνικά ζητήματα, μέσα από έντυπα της ελεύ­ θερης Ελλάδας και των ακμαίων ελληνικών παροι­ κιών του εξωτερικού, που ήταν απαραίτητες προϋ­ ποθέσεις για την τόνωση του εθνικού - πατριωτικού του φρονήματος. Το οπλοποιείο του Ηρακλή Ντα­ ρέλη στη συνοικία Απέσος γίνεται πρώτη στέγη του σωματείου και ταυτόχρονα, όπως τα εργαστήρια της αρχαίας Αθήνας, τόπος κοινωνικών και πολιτι­ κών ζυμώσεων, «κρυφό σχολειό», για τους σκλα­ βωμένους προγόνους μας. Από τότε μέχρι σήμερα το σωματείο ανδρώθηκε, ανέπτυξε πλούσια εθνική, πατριωτική και καλλιτε-

Το εικοσιτετρασέλιδο Πρόγραμμα της 2ης Συνάντησης Παραδοσιακών Μουσικοχορευτικών Σχημάτων Αέσβου.

χνική δράση. Έ γινε η κιβωτός του λαϊκού μας π ο­ λιτισμού και ο συνεχιστής της λαμπρής πολιτιστι­ κής μας κληρονομιάς. Σαν γερό σκαρί, και με μπούσουλα τις πλούσιες ιστορικές καταβολές του, άντεξε στις φουρτούνες του εικοστού αιώνα και συ­ νεχίζει το ταξίδι του, αρμενίζοντας με αισιοδοξία στο μέλλον. Αβγαταίνοντας την ασίγαστη και ολοέ­ να διευρυνόμενη δράση του, ταξιδεύει το όνομα της γενέτειράς μας έξω από τα στενά γεωγραφικά της

Αναμνηστική φωτογραφία από την εκδήλωση αναβίωσης του παραδοσιακού αγιασώτι­ κου γάμου (Κινηματοθέατρο Αναγνωστηρίου, 7.7.2004).


όρια, καθιστώντας τα παιδιά μας κοινωνούς και σκυταλοδρόμους της μακρόχρονης λαογραφικής μας παράδοσης. Σ η μα ντική ήταν η δράση του Αναγνωστηρίου και κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού που μας πέ­ ρασε. Θ ’ αναφερθούμε σύντομα σ’ αυτήν: • Λειτούργησε και φέτος το καλοκαιρινό μουσικό εργαστήρι. Τα παιδιά, με τη βοήθεια και την καθοδή­ γηση της μουσικοπαιδαγωγού Άννας Καραγιάννη, την Παρασκευή, 2 του Ιούλη 2004, παρουσίασαν στο Κινηματοθέατρο του Αναγνωστηρίου τη δουλειά του δεκαήμερου σεμιναρίου τους, με μια παράσταση, στην οποία κυριάρχησαν ο ρυθμός, το τραγούδι και η κίνηση, και η οποία στηρίχτηκε στην περίληψη πα­ ραμυθιών του Βασίλη Αναγνώστου με τίτλο «Παρέα με τ ’ άστρα στης μουσικής τα κάστρα». • Στις 15 του Ιούλη 2004, σε συνεργασία με το Δήμο Αγιάσου, η μουσική κομπανία και τα χορευ­ τικά τμήματα του Αναγνωστηρίου συμμετείχαν στις εκδηλώσεις υποδοχής της Ολυμπιακής Φλόγας, που έγιναν στη Μυτιλήνη, ενόψει των Ολυμπιακών Αγώνων «Αθήνα 2004», παρουσιάζοντας, στο χώρο του λιμανιού, ένα πλούσιο μουσικοχορευτικό πρό­ γραμμα, που χειροκροτήθηκε θερμά από το παρευ­ ρισκόμενο πλήθος. • Την Πέμπτη, 22 του Ιούλη 2004, το Αναγνω­ στήριο φιλοξένησε στο Κινηματοθέατρό του την εκ­ δήλωση της δεύτερης φάσης αδελφοποίησης των Δημοτικών Σχολείων Αγιάσου και «Άγιος Σάββας» του σερβικού Μπροντ. Είχε προηγηθεί η εκδήλωση της πρώτης φάσης αδελφοποίησης των σχολείων, η

οποία έγινε στο Μ προντ στις 19 του Μάη 2004. Τις εκδηλώσεις αδελφοποίησης στήριξαν υλικά και ηθι­ κά η Ιερή Μητρόπολη Μυτιλήνης και η Νομαρχια­ κή Αυτοδιοίκηση Λέσβου. Τα παιδιά έμειναν για μια βδομάδα και ξεναγήθηκαν στο νησί μας σε ανταπόδοση της φιλοξενίας της δικής μας αποστο­ λής στο Μπροντ. Η προσέλευση του κόσμου ήταν μαζική και η συγκίνηση μεγάλη, λόγω των πατρο­ παράδοτων φιλικών σχέσεων ανάμεσα στον ελληνι­ κό και το σέρβικο λαό. Τέτοιες εκδηλώσεις στήνουν γέφυρες ειρήνης, φιλίας και συνεργασίας μεταξύ των λαών, και σφυρηλατούν στα πολύπαθα Βαλκά­ νια ένα ισχυρό φιλειρηνικό κίνημα ενάντια στη νέα τάξη πραγμάτων, την οποία προσπαθούν να επιβά­ λουν με τη μέθοδο του διαιρεί και βασίλευε και με τη δύναμη των «έξυπνων» όπλων τους οι μακελάρηδες των λαών, οι ισχυροί της γης, για την εξυπη­ ρέτηση των γεωπολιτικών τους συμφερόντων. • Την Τρίτη, 27 του Ιούλη 2004, στο Κινηματοθέ­ ατρο του Αναγνωστηρίου οι μουσικοδιδάσκαλοι Παναγιώτης Σουσαμλής, Κώστας Ζαφειρίου, Νίκος Χριστιανός και Μάκης Ψαραδέλης, παρουσίασαν τη δουλειά των μουσικών τους τμημάτων. Στα χέρια των παιδιών, τα δοξάρια, οι μπαγκέτες, τα τέλια και τα τουμπελέκια, κελάηδησαν γλυκά νοσταλγικούς παραδοσιακούς σκοπούς, που μίλησαν στα εσώψυ­ χα των ακροατών, προκαλώντας ρίγη συγκίνησης. • Την Παρασκευή, 30 του Ιούλη, πενηνταμελής αποστολή του Αναγνωστηρίου πήγε στο Μεσότοπο, προσκεκλημένη της Πολιτιστικής Εταιρείας Μεσοτόπου, για να παρουσιάσει για πρώτη φορά την ανα­ βίωση του αγιασώτικου παραδοσιακού γάμου, με κεί­ μενα και σκηνοθεσία του Αντώνη Μηνά. Εκτός από

Στιγμιότυπο από τη συμμετο­ χή της μουσικής κομπανίας και των χορευτικών τμημά­ των του Αναγνωστηρίου στις εκδηλώσεις υποδοχής της Ολυμπιακής Φλόγας (Αιμάνι Μυτιλήνης, 15.7.2004).


τους ερασιτέχνες ηθοποιούς, συμμετείχαν στην παρά­ σταση η παραδοσιακή κομπανία και το χορευτικό τμήμα ενηλίκων του Αναγνωστηρίου. Μετά την πα­ ράσταση, η οποία σημείωσε μεγάλη επιτυχία, παρατέ­ θηκε στα μέλη της αποστολής δείπνο στο Ταβάρι. • Στο διάστημα από 3 έως και 12 Αυγούστου 2004 διοργανώθηκε με πολύ μεγάλη επιτυχία η 2η Συνάντηση Παραδοσιακών Μ ουσικοχορευτικών Σχημάτων Λέσβου, οι εκδηλώσεις της οποίας πραγ­ ματοποιήθηκαν στην πλατεία του Δημαρχείου και στο Κινηματοθέατρο του Αναγνωστηρίου. Ό πω ς και πέρυσι, η Συνάντηση τελούσε υπό την αιγίδα του Υπουργείου Αιγαίου και Νησιωτικής Π ολιτι­ κής και χρηματοδοτήθηκε α π ’ αυτό, συνδιοργανώθηκε δε και ενισχύθηκε οικονομικά από τη Νομαρ­ χιακή Αυτοδιοίκηση Λέσβου και από το Δήμο Αγιά­ σου. Η Συνάντηση φέτος φιλοξένησε σχήματα και έξω από τη Λέσβο, κάνοντάς μας έτσι κοινωνούς της μουσικοχορευτικής παράδοσης και άλλων πε­ ριοχών της πατρίδας μας, φτιάχνοντας γέφυρες πο­ λιτιστικής επικοινωνίας και δημιουργώντας προϋ­ ποθέσεις ευρύτερων μελλοντικών συνεργασιών. Ό πω ς και πέρυσι, την κύρια οργανωτική ευθύνη, το συντονισμό των εκδηλώσεων και την παρουσίαση της δουλειάς των σχημάτων, ανέλαβε ο γενικός γραμματέας του Αναγνωστηρίου Προκόπης Μ αϊ­ στρέλης. Στο πρόγραμμα των εκδηλώσεων της 2ης Συνάντησης συμμετείχαν: • Τρίτη, 3 Αυγούστου 2004: Το συγκρότημα των παλιών μουσικών της Λέσβου (Μιχάλης Κυριακόγλου, βιολί - Κώστας Ζαφειρίου, σαντούρι - Βασί­ λης Παντελίδης, κλαρίνο - Χρίστος Παντελίδης, κορνέτα - Κώστας Χαχαδάκης, κορνέτα - Γιώργος

Χορευτικό στιγμιότυπο του Παραρτήματος Αήμνου του Αυκείου Ελληνίδων (Πλατεία Καρυάς, 11.8.2004).

Ασλάνης, κιθάρα - Ευριπίδης Ζαφειρίου, τουμπε­ λέκι) και το χορευτικό τμήμα του Εκπολιτιστικού Θεατρικού Ομίλου Καλλονής (Ε.Θ.Ο.Κ.), με χορο­ διδάσκαλο το Χρίστο Καραπαναγιώτη. • Τετάρτη, 4 Αυγούστου 2004: Το «Νέον Λ αϊκόν Συγκρότημα Μεσοτόπου» (Γιάννης Δουδουνής, σα­ ντούρι - Κώστας Δουδουνής, βιολί - Δημήτρης Δουδουνής, τουμπελέκι - Χρηστός Κονσολάκης, κι­ θάρα - Γιώργος Σκομβούλης, τζουράς - Δημήτρης Ζαγκούλης, τραγούδι) και τα χορευτικά της Π ολιτι­ στικής Εταιρείας Μεσοτόπου, με χοροδιδάσκαλο το Μάκη Σαραντίδη, και του Συλλόγου Μεσοτοπιτών της Αθήνας «Η Αναγέννηση» («Γλεντιστάδες»). • Σάββατο, 7 Αυγούστου 2004: Το Αναγνωστή­ ριο, στο κατάμεστο Κινηματοθέατρό του, αναβίωσε τον παραδοσιακό αγιασώτικο γάμο. Ή ταν μια θεα­ τρική, μουσική και χορευτική παράσταση, με κείμε­ να και σκηνοθεσία του Αντώνη Μηνά, αφιερωμένη

Τα μουσικά τμήματα του Ανα­ γνωστηρίου παρουσιάζουν τη δουλειά τους (Κινηματοθέ­ ατρο Αναγνωστηρίου, 27.7.2004).


στον αείμνηστο πρόεδρο του Πνευματικού μας Κέ­ ντρου Πάνο Πράτσο, με την ευκαιρία της συμπλή­ ρωσης δυο χρόνων από το θάνατό του. • Δευτέρα, 9 Αυγούστου 2004: Το μουσικό σχήμα «Αιγαιοπελαγίτες» (Νίκος Χριστιανός, βιολί - Π α­ ναγιώτης Σουσαμλής, τρομπόνι - Στρατής Κυριακόγλου, ευφώνιο - Χρίστος Τυροπώλης, κλαρίνο Κώστας Ζαφειρίου, σαντούρι - Παναγιώτης Αποστολέλης, λαούτο - Παναγιώτης Λημναίος, νταού­ λι), στην πλατεία του Δημαρχείου, αναβίωσε με με­ γάλη επιτυχία την παραδοσιακή κομπανία των φυ­ σερών. • Τετάρτη, 11 Αυγούστου 2004: Το χορευτικό τμήμα του Παραρτήματος Λήμνου του Λυκείου Ελληνίδων, πλαισιωμένο από Λημνιούς μουσικούς, με βασικό όργανο τη λημναίικη λύρα, παρουσίασαν ένα πλούσιο πρόγραμμα χορών και σκοπών, με γνωστότερους πανελλαδικά τον «κεχαγιάδικο» λημνιό χορό και το «πάτημα» της Λήμνου. • Πέμπτη, 12 Αυγούστου 2004: Το μουσικό ερευ­ νητικό σχήμα με μουσικούς που έχουν σχέση με το νησί μας, αλλά δραστηριοποιούνται κυρίως στην Αθήνα (Άννα Καραγιάννη, ούτι - Γιάννα Μ αϊστρέ­ λη, βιολί - Μ άριος Παπαδέας, σαντούρι - Γιώτα Μιχαλέλη, τραγούδι), έκανε μια αναδρομή στα μου­ σικά πρότυπα της Μικρασίας και κυρίως της Κων­ σταντινούπολης και της Σμύρνης, τα οποία τροφο­ δότησαν αργότερα τα λεσβιακά παραδοσιακά μου­ σικά σχήματα. Έρευνα - κείμενα - αφήγηση: Άννας Καραγιάννη - Προκόπη Μαϊστρέλη. Οργανωτική Επιτροπή της 2ης Συνάντησης ήταν οι Κλεάνθης Κορομηλάς, Προκόπης Μαϊστρέλης, Παναγιώτης Κουτσκουδής, Παναγιώτης Τσάγαλος, Μαρία Κουζέλη, Στρατής Καζαντζής και Στρατής

Σταυρακέλης. Την ηχητική και φωτιστική κάλυψη των εκδηλώσεων έκανε η Αιτ δΐυάίο (Καρατζάς Μυλωνάς), χορηγοί επικοινωνίας ήταν η Τηλεόρα­ ση Μυτιλήνης και η ΕΡΑ Βορείου Αιγαίου, ενώ την καλλιτεχνική επιμέλεια του έντυπου προγράμματος των εκδηλώσεων είχε ο Κυριάκος Συκάς. • Στις 31 Αυγούστου 2004 η παραδοσιακή κο­ μπανία και η παιδική χορωδία του Αναγνωστηρίου, η βυζαντινή χορωδία «Αγία Σιών» Μυτιλήνης και η χορωδία Λισβορίου, ταξίδεψαν στη γειτονική Λή­ μνο, όπου συμμετείχαν στις εκδηλώσεις Μικρασια­ τικής Μνήμης, οι οποίες οργανώθηκαν από τη Νο­ μαρχιακή Αυτοδιοίκηση Λέσβου στη Μ ύρινα (1.9.2004) και στη Ρωμανού Μούδρου (3.9.2004) • Την Κυριακή, 12 του Σεπτέμβρη 2004, από το Αναγνωστήριο Αγιάσου και από το Σύλλογο Αγια­ σωτών Μυτιλήνης «Η Αγία Σιών» συνδιοργανώθηκαν οι παρακάτω εκδηλώσεις μνήμης, με αφορμή τη συμπλήρωση δυο χρόνων από το θάνατο του Δημή­ τρη Τσέγκου: Μνημόσυνο στον Ιερό Ναό της Πανα­ γίας Αγιάσου, Έκθεση φωτογραφίας στο φουαγιέ του Θεάτρου του Αναγνωστηρίου και Ομιλία της Βασιλι­ κής Κουρβανιού στο Κινηματοθέατρο του Αναγνω­ στηρίου για την προσφορά του Δημήτρη Τσέγκου. Το έμπα του φθινοπώρου δεν ατονεί τη δραστη­ ριότητα του Αναγνωστηρίου. Αντίθετα, δείχνει να την τονώνει. Κορυφαίο γεγονός στο αμέσως επόμε­ νο χρονικό διάστημα θα είναι το ταξίδι στην Αθήνα, όπου σε συνεργασία με το Φιλοπρόοδο Σύλλογο Αγιασωτών θα παρουσιαστούν θεατρικά και μουσικοχορευτικά δρώμενα. Αλλά γΓ αυτά θα μιλήσουμε στο επόμενο αφιέρωμά μας.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΙΧ. ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗΣ

Στιγμιότυπο από τη συμμετο­ χή της παραδοσιακής κομπα­ νίας και της παιδικής χορω­ δίας του Αναγνωστηρίου, της βυζαντινής χορωδίας «Αγία Σιών» Μυτιλήνης και της χορωδίας Λισβορίου, στις εκδηλώσεις Μικρασιατι­ κής Μνήμης (Χωριό Ρωμα­ νού, Λήμνος, 31.8.2004).


ΔΗΜΗΤΡΟΣ ΤΣΕΓΚΟΣ Μνήμη του απόντος πρεσβευτή της Αγιάσου Σ τ ις 12.9.2004 ο Σύλλογος Αγιασωτών Μυτιλήνης «η Αγία Σιών», σε συνεργασία με το Αναγνωστή­ ριο «η Ανάπτυξη» Αγιάσου, χοροστατούντος του σεβασμιότατου μητροπολίτη Μυτιλήνης Ιακώβου, τέλε­ σαν μνημόσυνο με την ευκαιρία της συμπλήραχϊης δυο χρόνων από το θάνατο του Δημητρού Τσέγκου. Εν συνεχεία πραγματοποιήθηκε εκδήλαιση στο Κινη­ ματοθέατρο του Αναγνωστηρίου. Ομιλήτρια ήταν η φιλόλογος Βασιλική Κουρβανιού-Δημοπούλου, της οποίας παρακάτω δημοσιεύουμε την ομιλία.

ΓΙΑΝΧΑΤΖ

Αναμφισβήτητα υπάρχουν για κάθε τόπο οι ήρωες των μεγάλων πράξεων. Οι ήρωες των εθνικών, απε­ λευθερωτικών ή κοινωνικών αγώνων, των σπουδαίων επιστημονικών ή καλλιτεχνικών κατακτήσεων. Υπάρ­ χουν όμως παράλληλα και οι ήρωες των μικρών, των αθόρυβων πράξεων της καθημερινής ζωής, οι σεμνοί ήρωες, που επίμονα και δημιουργικά, με ιδρώτα, με αίμα και με το ξεχείλισμα της όμορφης ψυχής τους, ασκούν διαρκώς και έμπρακτα τον ανθρωπισμό και τη φιλαλληλία στην κοινωνία, στην οποία ζουν. Υπάρχει ευτυχώς ακόμη η ποίηση των ταπεινών ανθρώπων, που μπορούν να προσφέρουν την ψυχή τους αντίδωρο, για να ανακουφίσουν τον πλησίον τους. Ένας τέ­ τοιος απλός, καθημερινός και αθόρυβος ήρωας είναι ο άνθρωπος που σήμερα τιμάμε, ο Δημητρός Τσέγκος. Ο άνθρωπος που για τρία τέταρτα του αιώνα εργάστηκε άοκνα, αγόγγυστα, πρόθυμα, για την εξυπηρέτηση των συνανθρώπων του και των συγχωριανών του, έχοντας ως κανόνα της ζωής του την απαράμιλλη εργατικότη­ τα, την αδέκαστη εντιμότητα και την απλόχερη, γόνι­ μη και ανιδιοτελή προσφορά. Ο Δημητρός Τσέγκος γεννήθηκε στην Αγιάσο το 1902. Γονείς του ήταν ο Στρατής Παναγιώτη Τσέγκος και η Αμερισούδα Νικολάου Τσομπανέλη, οι οποίοι απέκτησαν έξι παιδιά, το Δημητρό, τον Παναγιώτη, την Ελένη, την Κλεονίκη, την Ειρήνη και την Ευγλωτ­ τία. Η γιαγιά του Μαρία ήταν αδελφή του Δημητρίου Χριστοφίδη, ο οποίος μετανάστευσε και πρόκοψε στην Αμερική. Δωδεκάχρονο παιδί ο Δημητρός Τσέ­ γκος, το 1914, μαζί με τον πατέρα του, ο οποίος είχε ως τότε την Καφενταρία μαζί με τον Παναγιώτη Σκανέλη, και ακολουθώντας το γενικό μεταναστευτικό ρεύμα εκείνης της εποχής, είχε την πρώτη δυσάρεστη

εμπειρία στη ζωή. Γιατί, αφού έφτασαν μετά από πο­ λυήμερο, κοπιαστικό ταξίδι, στη Νέα Υόρκη, παρέμειναν μόνο εννιά μέρες και υποχρεώθηκαν από τις Αρχές να επιστρέφουν πίσω στην Ελλάδα. Τους απα­ γορεύτηκε η αποβίβαση και η παραμονή στο Νέο Κό­ σμο, γιατί δεν παρείχαν εχέγγυα συγκροτημένης οικο­ γένειας, μια και δε συνοδεύονταν από κάποια δική τους γυναίκα, όπως όριζε ο αμερικανικός νόμος. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα ο πολύτεκνος και όχι ευκατάστατος Στρατής Τσέγκος δεν εγκαταστάθηκε πια στο χωριό του, αλλά παρέμεινε στη Μυτιλήνη. Εκεί, απέναντι από τον Άγιο Συμεών, υπήρχε το περί­ φημο Μετόχι του Παναγίου Τάφου, για το οποίο ο Στρατής Κολαξιζέλης γράφει: «Πολλοί μικροί, πτωχοί και ορφανοί κατήρχοντο εις Μυτιλήνην διά να εΰρουν εργασίαν και επειδή δεν εΐχον μέρος έστεγασμένον εις το όποιον να πλαγιάσουν, εκοιμώντο είς το ύπαιθρον. Ίδών την κατάστασιν αυτήν ό τότε επιτετραμμένος του "Αγίου Τάφου εις τήν Μυτιλήνην Αρχιμανδρίτης Προ­ κόπιος Κουζέλης ό έξ "Αγιάσου εισηγήθη εις τον Πα­ τριάρχην των Ιεροσολύμων Κύριλλον (1848-1872) να χαρίση το εν Μυτιλήνη οίκόπεδον του Μετοχιού του "Αγιου Τάφου -διότι το Μετό/χιον είχε καη από πυρκαϊάν- είς τήν εκκλησίαν της "Αγιάσου διά να κτίση επ’ αυτού Μετόχι ίδικόν της, εις το όποιον να κοιμώνται οι πτωχοί οι έξ "Αγιάσου καταγόμενοι. Ό Πατριάρχης ενέκρινε τήν πρότασιν του Προκοπίου, ό οποίος ύπέγραψεν εν "Αγιάσω το χαριστήριον έγγρα­ φον». Πάντως ο Πατριάρχης εισέπραξε 2.000 γρόσια από το ταμείο της εκκλησίας. «Είς το εν λόγο) οίκόπεδον ή Εκκλησιά έκτισε το 1854 το «αγιασώτικο Μετό­ χι» ώς τόπον συγκεντρώσεως τών "Αγιασωτών, ώς ξενοδοχεΐον ύπνου, ώς σταϋλον τών υποζυγίων και ώς σταθμόν διά τούς έκ της Μικράς ’Ασίας ερχομένους και απερχομένους προσκυνητάς». Το Μετόχι, μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών και των περιουσιών το 1923, περιήλθε στο Δήμο Αγιάσου, στον οποίο ανήκει μέχρι σήμερα. Με τη μεσολάβηση του συγγενούς του Αγιασώτη διδασκάλου Δημητρίου Χριστοφίδη, το Με­ τόχι παραχωρήθηκε προς εκμετάλλευση στο Στρατή Τσέγκο, ο οποίος εγκαταστάθηκε οικογενειακά εκεί. Το Μετόχι, γνωστό και ως Χάνι, ήταν ένας τόπος χρήσιμος, όχι μόνο για την εξυπηρέτηση, αλλά και για την ανθρώπινη, κοινωνική επαφή και συνάντηση των Αγιασωτών. Ήταν ο τόπος, όπου άφηναν πράγματα και παραγγελιές και αλληλοβοηθιόνταν. Πολλοί Αγια­ σώτες μαθητές, οι οποίοι κατέβαιναν στη Μυτιλήνη για να φοιτήσουν στο Γυμνάσιο, έχουν περάσει από το Μετόχι, που ήταν το στέκι τους. Εκεί οι γονείς τους


τους έστερναν από το χωριό τα καλάθια με τα τρόφι­ μα και με το πενιχρό χαρτζιλίκι της εβδομάδας. Ο μπαρμπα-Στρατής Τσέγκος παλιά και ο Δημητρός Τσέγκος αργότερα διετέλεσαν κηδεμόνες, συμπαρα­ στάτες και σύμβουλοι όλων αυτών των μαθητών. Πολ­ λοί σεβάσμιοί, ασπρομάλληδες πια σήμερα συγχωρια­ νοί μας έχουν αλησμόνητες αναμνήσεις των μαθητι­ κών τους χρόνων, τότε που κηδεμόνας τους ήταν ο Δημητρός Τσέγκος. Ως έφηβος ο Δημητρός Τσέγκος κι ως τη στράτευ­ σή του παρέμεινε βοηθός του πατέρα του στο Μετόχι, ακούραστος στο σκληρό αγώνα της καθημερινής βιο­ πάλης. Εκεί έμαθε να βοηθά και να συμπαραστέκεται ενεργά και πρόθυμα σ’ όλους τους συγχωριανούς του, που η ανάγκη τους έφερνε στη Χώρα. Εκεί μυήθηκε στο εμπόριο και στο σκληρό ανταγωνισμό της αγοράς κι εκεί έμαθε πως μόνο με την εργατικότητα, την αξιο­ πρέπεια και την ανθρωπιά θα μπορούσε να επιβιώσει και να διακριθεί. Εκεί επίσης γνωρίστηκε με σπουδαί­ ους ανθρώπους της μυτιληναϊκής κοινωνίας, που τους χρησιμοποίησε για το καλό του χωριού. Το 1921, σε ηλικία 19 χρονών, ως κληρωτός δεκα­ νέας του πυροβολικού ο Δημητρός Τσέγκος βρέθηκε στη Σμύρνη. Είναι η εποχή των ελπίδων και των μεγά­ λων εθνικών προσδοκιών. Είναι η μετανοεμβριανή εποχή, που ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο μεγάλος οραματιστής και θριαμβευτής στην παγκόσμια διπλωματική σκηνή, έχοντας μόλις υπογράψει τη Συνθήκη των Σε­ βρών, χάνει την 1η Νοεμβρίου 1920 τις εκλογές στη χώρα του, γιατί οι αντίπαλοί του χρησιμοποίησαν το απατηλό σύνθημα της αποστράτευσης. Και αποστρά­ τευση βέβαια δεν έγινε, αλλά αντίθετα επιχειρήθηκε η αλόγιστη προέλαση στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Ο Δημητρός Τσέγκος που βρέθηκε αρχικά στη Φιλα­ δέλφεια μαζί με αρκετούς Αγιασώτες, μεταξύ των οποίων ο μετέπειτα ιερέας Προκόπιος Κουρτζής, ο δάσκαλος Παναγιώτης Δόγκας, ο Χρίστος Χατζηκο­ μνηνός και άλλοι, μετατέθηκε αργότερα στον Μπουρνόβα, προάστιο της Σμύρνης, κι έφτασε το καλοκαίρι του 1922 έως τα πρόθυρα της Πόλης, στη Ραιδεστό, στη Σηλύβρια και στην Ηράκλεια. Είναι η εποχή που η κυβέρνηση Γούναρη προσπαθεί να κάνει αντιπερισπα­ σμό στον Κεμάλ με την αυτονόμηση της Μικράς Ασίας και την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης, με σκοπό την απαγκίστρωση του Ελληνικού Στρατού από το Μικρασιατικό Μέτωπο. Οι κινήσεις όμως αυτές, εμποδίζονται από τους Συμμάχους μας της Αντάντ. Μετά την αντεπίθεση του Κεμάλ, την κατάρρευση του Μετώπου και την άτακτη υποχώρηση του ελληνικού στρατού, ο Δημητρός Τσέγκος διασώζεται και έρχεται αρχικά στη Θεσσαλονίκη, απ’ όπου το φθινόπωρο του 1922 επιστρέφει πια οριστικά στη Μυτιλήνη και απο­ στρατεύεται το 1923.

Απασχολείται και πάλι στο Μετόχι, αλλά τώρα επεκτείνει τις επιχειρήσεις του. Ο Ασωματιανός Ιωάν­ νης Κοντέλης έχει φέρει προ πολλού στη Μυτιλήνη τα πρώτα αυτοκίνητα ΡΟΚϋ, που κάνουν δρομολόγια στα χωριά του νησιού. Ο Δημητρός Τσέγκος διακρίνει το νέο πεδίο δράσης στον επιχειρηματικό τομέα και ανοίγει ένα από τα πρώτα πρατήρια βενζίνης απένα­ ντι από το Μετόχι. Παράλληλα ανοίγει το πρώτο πρα­ τήριο αγγειοπλαστικής Κουρτζή, η οποία ως γνήσια έκφραση της αγιασώτικης λαϊκής παράδοσης έχει ξε­ περάσει τα όρια του χωριού και γίνεται ευρύτερα γνω­ στή κι αποδεκτή. Από το 1932 ο Δημητρός Τσέγκος γίνεται ελαιομεσίτης μαζί με το Νίκο Ααζάρου. Το γραφείο του -π α ­ σίγνωστο στους Αγιασώτες- βρίσκεται στα Λαδάδικα. Πολλά έχουν να θυμηθούν και να πουν γΓ αυτό το γραφείο πολλοί. Ο Ηλίας Κουρτζής έγραψε σ’ ένα δη­ μοσίευμά του την 1.3.1989: «Το μεσιτικό γραφείο του Δημητρού Τσέγκου υπήρξε η πρεσβεία της Αγιάσου. Δε νομίζω ότι θα υπήρξε Αγιασώτης που δε θα αισθάνθηκε τη ζεστασιά αυτού του γραφείου. Που θα πέ­ ρασε από κει, χωρίς να ακούσει τον καλό λόγο, χωρίς να πιει ένα ποτήρι δροσερό νερό τις αφόρητες καστρινές καλοκαιριάτικες μέρες ή ένα ζεστό τα παγω­ μένα χειμωνιάτικα πρωινά. Εκείνος ο παλιός μαύρος καναπές με τη δερμάτινη ταπετσαρία είναι από τ ’ αντικείμενα-σήματα της εσωτερικής μου ζωής. Μπρο­ στά του θυμάμαι το κομψό τραπεζάκι, α π’ όπου δεν απόλειψε ποτές το κέρασμα». Την επόμενη χρονιά, το 1933, ο Δημητρός Τσέγκος βοηθά με όλες του τις δυνάμεις στην επιτυχία της πρώτης θεατρικής εξόδου του Αναγνωστηρίου από την Αγιάσο. Στα πλαίσια της Β ' Αγροτικής Έκθεσης Μυτιλήνης παρουσιάζεται στον περίβολο του ιστορι­ κού Γυμνασίου Μυτιλήνης η περίφημη ηθογραφία του παπα-Κανιμά «Τι να τα κάνω τα καλά». Για την επι­ τυχία της παράστασης συνεργάζονται ο Στρατής Πα­ πανικόλας και ο αρχαιολόγος Στρατής Παρασκευ­ αΐδης. Από τότε και ως το θάνατό του, ο Δημητρός Τσέγκος είναι ο μόνιμος, σταθερός και αφανής συ­ μπαραστάτης του Αναγνωστηρίου σ’ όλες τις θεατρι­ κές παραστάσεις που δίνονται στη Μυτιλήνη. Είναι ο άνθρωπος που προωθεί στο μυτιληναϊκό τύπο όλα τα δημοσιεύματα που αφορούν το Αναγνωστήριο, το Ιε­ ρό Προσκύνημα της Παναγίας και την Αγιάσο γενικό­ τερα. Είναι ο άνθρωπος που πάντα πρόθυμα κι ακού­ ραστα, με γενναιοδωρία και με χαμόγελο, τρέχει όπου τον χρειάζεται ο πλησίον του, στο Νοσοκομείο, στο Δικαστήριο, στην Εφορία, στην Τράπεζα ή στο Τα­ μείο. Ο Δημητρός Τσέγκος είναι επίσης ένας χριστια­ νός, ένας ανυπόκριτα ευσεβής άνθρωπσς, που έχει αναλώσει πολύ χρόνο στη διακονία της εκκλησίας. Ε ί­ ναι όμως και ο άνθρωπος που έχει και καλλιτεχνικές


ανησυχίες. Γι’ αυτό δεν ξεφεύγει από τη γνωστή θη­ τεία των περισσότερων Αγιασωτών στο θέατρο. Παίρ­ νει λοιπόν μέρος ως ερασιτέχνης στο έργο του Σπύρου Μελά «Μια νύχτα, μια ζωή», μαζί με το Χαρίλαο Κο­ ρομηλά, τον Τηλέμαχο Τζανετή και άλλους, καθώς και στο μονόπρακτο «Το πατρικό σπίτι». Συνεργάζεται με τον Κυνηγετικό Σύλλογο Αγιάσου, στην προσπάθεια να δημιουργηθεί ζωολογικό πάρκο στη Μεγάλη Λί­ μνη. Παραλαμβάνει από το πλοίο και προωθεί στην Αγιάσο 200 κουνέλια και 8 ελάφια, που δυστυχώς γρήγορα εξαφανίζονται και έτσι ματαιώνεται το όνει­ ρο του εμπλουτισμού της πανίδας της περιοχής μας. Το 1937 ο Δημητρός Τσέγκος παντρεύεται τη Μα­ ριάνθη, κόρη του Πολύδωρου και της Δέσποινας Ανα­ στασέλη, αδελφή του διακεκριμένου Αγιασώτη λογο­ τέχνη Στρατή Αναστασέλη, καθώς και του αξέχαστου αναγνωστηριακού ερασιτέχνη ηθοποιού Βενιζέλου Αναστασέλη. Αποκτούν δυο γιους, το Στρατή και τον Ντόρη, και για πάνω από μισό αιώνα η γλυκύτατη, ευγενέστατη και πάντα γλυκομίλητη και καλοσυνάτη κυ­ ρία Μαριάνθη, είναι το στήριγμα και ο συμπαραστά­ της του σε κάθε του βήμα. Στην περίοδο της Γερμανικής Κατοχής, ο Δημη­ τρός Τσέγκος είναι αντιπρόσωπος της Επιτροπής Επισιτισμού Αγιάσου στη Μυτιλήνη. Παραλαμβάνει τα τρόφιμα από τις αποθήκες της Μυτιλήνης και τα μεταφέρει στην Αγιάσο, όπου και γίνεται η διανομή με δελτίο. Βοηθά, όσο και όπως μπορεί, για την επιβίω­ ση του πληθυσμού της Αγιάσου και για τη διάσωσή του από την πείνα. Αλλά και μετά τον πόλεμο ο Δημητρός Τσέγκος δεν ξεχνά ούτε στιγμή τη γενέτειρά του. Κάθε Σαββα­ τοκύριακο ανεβαίνει στην Αγιάσο. Για λόγους επαγ­ γελματικούς, αλλά και συναισθηματικούς. Πρώτη πρώτη στάση είναι η εκκλησία της Παναγίας. Βρίσκε­ ται πάντα μέσα σε κάθε επιτροπή που μεριμνά για το καλό του χωριού. Στην επιτροπή για την ανακαίνιση του Ιερού Προσκυνήματος ή του Ταξιάρχη στο Κα­ στέλι, συνεργάζεται και επηρεάζει το συγγενή του Γε­ ώργιο Χριστοφίδη για την πραγματοποίηση αξιόλο­ γων κοινωφελών έργων στο χωριό, όπως το Χριστο­ φίδειο Γυμναστήριο, η επισκευή της αίθουσας του Συ­ νοδικού του ιερού ναού της Παναγίας, η αγορά καθι­ σμάτων στον ίδιο ναό, το Χριστοφίδειο κληροδότημα προς το Αναγνωστήριο. Αξιοποιεί τις γνωριμίες του για το καλό της Αγιάσου. Είναι ο Δημητρός Τσέγκος ο άνθρωπος, που και με τη μεσολάβηση του αείμνηστου μητροπολίτη Ιακώβου Κλεομβρότου γίνεται η γέφυρα για τη γενναία οικονομική ενίσχυση του Αναγνωστη­ ρίου από τον ευεργέτη Βύρωνα Καραπαναγιώτη. Από την ίδρυση του Φιλοπρόοδου Συλλόγου Αγιασωτών στην Αθήνα ο Δημητρός Τσέγκος είναι ο εισπράκτο­ ρας συνδρομών στη Μυτιλήνη, ο ανταποκριτής του

περιοδικού «Αγιάσος», ο σταθερός συμπαραστάτης. Αλλά είναι και ο άνθρωπος που μέχρι το τέλος δε χά­ νει την ευκαιρία να προβάλει την Αγιάσο, να οδηγήσει ως την Παναγία κάθε επίσημο ξένο που θα φτάσει στη Μυτιλήνη. Τι Ιάπωνες, τι Ευρωπαίους, τι Τούρκους, τι Σχολές Πολέμου και Συλλόγους και Χορωδίες, δεν έχει φέρει ως εδώ. Ακόμη και ενημερωτικό τουριστικό μονόφυλλο έχει φωτοτυπήσει, που το μοιράζει μαζί με την εικόνα της Παναγίας στα γκρουπ των ξένων, που περνούν από τον Άγιο Θεράποντα και σκοπεύουν ν ’ ανέβουν στην Αγιάσο. Έτσι δίκαια αποκαλείται από τον τοπικό τύπο «πρεσβευτής της Αγιάσου». Αλλά και στη Μυτιλήνη ο Δημητρός Τσέγκος είναι ένα προβεβλημένο και υπολογίσιμο μέλος της τοπικής κοινωνίας, αφού έχει διατελέσει κατά καιρούς πρόε­ δρος των ελαιομεσιτών Μυτιλήνης, σύμβουλος στο Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας Λεσβιακών Με­ λετών και του Ερασιτεχνικού Φιλοτεχνικού Ομίλου «το Μπουρίνι», σύμβουλος στο Διοικητικό Συμβούλιο του Χριστιανικού Κέντρου Νεότητας της Ιεράς Μη­ τροπόλεως Μυτιλήνης, επίτροπος του Ιερού Ναού του Αγίου Θεράποντα Μυτιλήνης, όπου ως το τέλος εργά­ ζεται για την αναστύλωση και την ανάδειξη του μονα­ δικού αυτού λεσβιακού μνημείου. Από το 1936 το τό­ τε Διοικητικό Συμβούλιο του Αναγνωστηρίου τον ανακήρυξε επίτιμο μέλος για την προσφορά του στο ίδρυμα. Αλλά και μέχρι πρόσφατα ο Δημητρός Τσέ­ γκος, μόλις αποπερατώθηκε το Λαογραφικό Μουσείο του Αναγνωστηρίου, έσπευσε να προσφέρει σ’ αυτό μια σειρά σπάνια, αξιόλογα αντικείμενα, μεταξύ των οποίων ένα βαρύ χρηματοκιβώτιο του 1850. Ο Δημητρός Τσέγκος μέχρι την εκδημία του είχε πάντα την ίδια ακούραστη, νεανική και γεμάτη καλο­ σύνη καρδιά, είχε την ίδια διάθεση για προσφορά, για­ τί ανήκε στο σπάνιο είδος των ανθρώπων, που μπο­ ρούν να σκορπούν αφειδώλευτα το θησαυρό της ψυ­ χής τους προς κάθε κατεύθυνση. Ο Δημητρός Τσέγκος διάνυσε μια μακρά διαδρομή πλουτοφόρα, γεμάτη από την ανιδιοτελή, απλόχερη προσφορά. Η οικογένειά του δικαιούται να είναι περήφανη γΓ αυτόν, για­ τί διακρίθηκε πάντα για τη σεμνότητα, την εντιμότητα, την ευσέβεια, την καλοσύνη και την ανθρωπιά του. Θα ταίριαζε γΓ αυτόν η ρήση του Απόστολου Παύλου: «Τον αγώνα τον καλόν ήγώνισμαι, τον δρόμον τετέλεκα, τήν πίστιν τετήρηκα. Λοιπόν άπόκειταί μοι ό της δικαιοσύνης στέφανος». Και είναι εν μέρει αυτός ο στέφανος η δικαιολογημένη αγάπη και εκτίμηση των πολυάριθμων φίλων του στο πρόσωπό του. Σήμερα, δυο χρόνια μετά την κοίμησή του, η μνή­ μη του είναι ακόμη ζωντανή σε πολλούς. Είθε να εί­ ναι αιωνία.

ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΓΡΗΓ. ΚΟΥΡΒΑΝΙΟΥ


ΕΝΑ Ν Η Σ Ι ΤΑΞΙΔΕΥΕΙ Κυκλοφορεί α π’ τον οίκο «Άγκυρα», σε νέα, αναθεωρημένη επανέκδοση, το μυθιστόρημα «Ένα νησί ταξιδεύει» του συμπατριώτη μας συγγραφέα Τάκη Χατζηαναγνώστου, που τιμήθηκε από την Ακα­ δημία Αθηνών με το Μέγα Βραβείο Πεζογραφίας (Βραβείο Ουράνη). Οι ήρωες του βιβλίου, νέα παιδιά της εποχής λίγο πριν απ’ τον Β ' Παγκόσμιο Πόλεμο, ζουν κι αναπνέ­ ουν τους δροσερούς θαλασσινούς αγέρηδες του Αιγαί­ ου, γεμάτα όνειρα και φιλοδοξίες, που αναπτύσσονται μέσα σ’ ένα κλίμα από αγνές φιλίες και έρωτες με ανοιχτά φτερά. Και τα καταφέρνουν, όσο το νησί τους ταξιδεύει κι όσο οι ίδιοι αντλούν δύναμη απ’ τη νιότη τους κι απ’ τα αισιόδοξα κύματα της θάλασσάς τους. Παραθέτουμε πιο κάτω χαρακτηριστικά αποσπά­ σματα, όπου: Σ ’ έναν παιδικό καβγά ο αφηγητής ακούει να τον βρίζουν ότι τον έχει βαφτίσει ένας τρε­ λός - τ ’ όνομά του Φραγκουλίδης. Ενοχλημένος, αλ­ λά και περίεργος, καταφεύγει στον ταμπάκη θείο του Θανάση, πολεμιστή της Μικρασίας, να μάθει την αλήθεια. Κι ο θείος, αγανακτισμένος απαντά:

«Ναι, τον είπαν τρελό... Γιατί για τους κουρα­ μπιέδες η αντρειοσύνη είναι τρέλα. Κι εγώ σου λέω τον είπαν έτσι, γιατί κανένας δεν μπορούσε να του βγει μπροστά ούτε μπορούσαν τα μάτια τους ν ’ αντι­ κρίσουν τέτοιο παλικάρι. Τότε οι αφιλότιμοι, για να νικήσουν την αντρεία, κάθονται και γράφουν χαρτιά και μέσα στις κόλλες τους τυλίγουν τους γενναίους ή για να ξηλώσουν τα γαλόνια τους ή για να τους κλεί­ σουν στα φρενοκομεία...». Φαίνεται ότι φουρκίστηκε α π ’ τα ίδια του τα λό­ για. Πετάχτηκε αμέσως ορθός, γεμάτος οργή. Φώναξε: «Αλλά να ’ρθουν να ρωτήσουν εμένα, να τους πω τι πα να πει Φραγκουλίδης, τι πα να πει λεβεντιά! Δεν το χώνεψε ποτέ πως νικηθήκαμε. Και το φώναζε προς όλες τις κατευθύνσεις, προς τα πάνω και προς τα κά­ τω, χτυπώντας τις γροθιές του πάνω στα γραφεία των επιτελείων, που ήξεραν μόνο να βγάζουν διαταγές, χωρίς να σκαμπάζουν γρυ από κανόνι. Έγινε αγκάθι στα μάτια τους. Τους έλεγε τι να κάνουν, για να ανα­ τραπεί η κακή κατάσταση. Τους έδειχνε πώς να κινη­ θούν οι μονάδες. Καταλαβαίνεις, τους είχε γίνει στε­ νός κορσές. Δεν τους έμενε τίποτ’ άλλο, παρά να τον βγάλουν α π’ τη μέση. Και του κόλλησαν τη ρετσινιά. Τρελός! Αυτός χτυπήθηκε, βλαστήμησε, τους έφτυσε, τους έβρισε. Κι οι άτιμοι τα είπαν όλα αυτά αποδεί­ ξεις, ότι πράγματι δηλαδή του ’στριψε. Λοιπόν τον έδεσαν κι έτσι δεμένο τον έστειλαν στο φρενοκομείο. Αυτόν! Που έπρεπε να τον κάνουν άγαλμα και να τον δείχνουν με καμάρι στους στρατιώτες!»

Ξανακάθισε στη θέση του. Φύσηξε μια δυνατά τη μύτη του, τη σκούπισε με τα χέρια. Έμεινε για λίγος σκεφτικός. Πρέπει κάπου αλλού ν ’ αλώνιζε ο νους του, γιατί στο πρόσωπό του σαν να ’παιξαν κάποιοι αδιόρατοι σπασμοί. Τον κοίταζα με τεντωμένη προ­ σοχή. Από μέσα μου είχαν ξεσηκωθεί μια περηφάνια και μια αγανάκτηση. Ωστόσο, τις συγκρατούσα, να δω ως που θα βγει η ιστορία απ’ το θείο μου. Περίμενα. Και δεν άργησα να τον ακούσω ν ’ αρχίζει: «Δεν τον ήξερα πιο πριν. Ήμασταν στρατοπεδευμένοι έξω α π ’ το Ουσάκ και περιμέναμε τη διαταγή, για να τραβήξουμε για το Αφιόν, πέρα. Ξαφνικά έπιασε να βαρά το εχθρικό πυροβολικό. Πήραν πολλά κε­ φάλια οι μπάλες. Οταν τις άκουγες να έρχονται, θαρ­ ρείς γουργούριζαν σαν μουρούνες. Πάγωνες απ’ το φόβο σου. Είχαμε ένα λοχαγό που έτρεμε σαν το φύλ­ λο. Μια α π’ αυτές έπεσε μπροστά στα πόδια του. Δεν του έμεινε ούτε κοκαλάκι. Ευτυχώς που έπιασε να ρί­ χνει και το δικό μας πυροβολικό. Ν’ ακούσεις κανονί­ δι, να βουλώσουν τ ’ αυτιά σου. Πού σε πονεί και που δε σε πονεί. Βουβάθηκε ο εχθρός αμέσως. Όμως τι να το κάνουμε; Χάθηκαν ένα σωρό σύντροφοι: Ο Μιχά­ λης α π’ την Άργενο, δε θυμάμαι το επώνυμό του, ο Παναγιώτης της Θεια-Φωτούλας, το Σαχνισίνι, όπως τον λέγαμε, γιατί πήγαινε ο μισός έξω κι ο μισός μέσα. Χάθηκε κι εκείνος ο λοχαγός που σου είπα πριν. Κι ακούστηκε το όνομα ενός καινούριου: Φραγκουλίδης. Άγνωστος. Κάποιες φήμες μόνο έφτασαν ότι το ’λεγε η ψυχή του. Βλέπεις, η φουκαριάρα η πατρίδα ήταν στον πόλεμο επί δέκα χρόνια προηγουμένως. Πρέπει να σου πω ότι Έλληνες ήταν όλος ο κόσμος α π’ την Κρήτη ίσαμε τα σλάβικα σύνορα, κι α π’ τα ιόνια νησιά ίσαμε βαθιά στην Ανατολή, μέσα. Και παρ’ όλο ότι ο ξεσηκωμός του Εικοσιένα έφερε την ελευθερία μας, δεν την έφερε σ’ όλους τους συμπατριώτες. Τα πρώτα χρόνια Ελλάδα είπαν μόνο την Πελοπόννησο. Θα τα μάθεις καλύτερα αυτά στο σχολείο. Εγώ θα σου τα πω άκρες μέσες μοναχά. Λοιπόν το σύνορο έφτανε ως λί­ γο πάνω α π ’ την Αθήνα. Από κει και πέρα, για να ελευθερωθούν και τ ’ αδέλφια μας, έπρεπε συνέχεια να πολεμούμε. Ο πρώτος πόλεμος έγινε το ’97. Τον χάσα­ με. Μα δεν το βάλαμε κάτω. Εγώ γεννήθηκα εκείνη τη χρονιά. Τα έμαθα όλα κατόπιν. Το εννιά έγινε το Γου­ δί. Το Ί 2 ξεκίνησε ο Κωνσταντίνος. Πήραμε τη Θεσ­ σαλία, την Ήπειρο, τα νησιά, τη Θεσσαλονίκη. Πήρα­ με και τη Θράκη ύστερα, κι ο Βενιζέλος έβλεπε ότι με το μεγάλο Ευρωπαϊκό Πόλεμο μπορούσαμε να παίρ­ ναμε και την Πόλη. Όμως ο Κωνσταντίνος ήταν γα­ μπρός του Κάιζερ και δεν ήθελε να πάμε εναντίον. Μάλωσαν με το Βενιζέλο που επέμενε. Αυτός ήθελε να πάμε με τους Αγγλογάλλους. Έβλεπε ότι η νίκη έκλινε από κει μεριά. Ήταν ευκαιρία να ελευθερώσουμε και τους άλλους δικούς μας σκλαβωμένους. Τότε ντύθηκα στο χακί κι εγώ. Και πέρασα πολλές κακουχίες. Αλλά


ο Φραγκουλίδης φαίνεται ότι ήταν α π’ την αρχή στο μέτωπο. Έφαγε όλους τους πολέμους της πατρίδας με το κουτάλι. Κι εκεί στις μάχες κέρδισε τα γαλόνια του. Α π’ το Κιλκίς και το Σκρα και το Σιδηρόκαστρο πέ­ ρασε ύστερα στη Μικρασία. Κι όταν σκοτώθηκε ο λο­ χαγός εκείνος που σου είπα πριν, τον έφεραν διοικητή στο δικό μας λόχο». Σταμάτησε μια στάλα και μου έριξε μια λοξή μα­ τιά. Ήταν σαν να με ρωτούσε: «Κουράστηκες;» Εγώ τον παρακολουθούσα με κρατημένη αναπνοή. Με κα­ τάλαβε. Ικανοποιήθηκε. Συνέχισε: «Απ’ την πρώτη στιγμή που ήρθε κοντά μας διέταξε και παραταχθήκαμε όρθιοι έξω απ’ το χαράκωμα. Υπα­ κούσαμε με την ψυχή στο στόμα. Απέναντι μας ήταν οι εχθρικές γραμμές. Μπορούσαν να μας θερίσουν, ώσπου να πεις αλεύρι. Κοιταζόμασταν κατακίτρινοι. Αυτός χαμογελούσε. Είχε ψηλά το κεφάλι του, έστριβε το μου­ στάκι, έπαιζε και τα τσακίρικα μάτια του και χαμογε­ λούσε, σαν να μην έτρεχε τίποτα. Μας κοίταξε όλους έναν έναν. Χτύπησε και με το μικρό του μαστίγιο μια τις μπότες και φώναξε, σαν να ’ταν σε πανηγύρι. «Μην τους φοβόσαστε, ρε, και τρέμετε! Ο πόλεμος είναι ποιος θα πάρει τον αέρα απ’ τον άλλον. Έτσι και σηκώσετε τα κορμιά σας και τους χουγιάξετε, θα χεστούν απάνω τους τα τσογλάνια. Γι’ αυτό στυλώσετε την ψυχή σας κι ετοιμαστείτε για έφοδο. Αύριο με το χάραμα θα μτιούμε στο Αφιόν τροπαιούχοι!» Σώπασε για μια στιγμή, μας έτρεξε πάλι με το βλέμμα απ’ τον πρώτο ως τον τελευ­ ταίο, κι αμέσως μετά ρώτησε: «Πού είναι ο σαλπιγκτής;» «Παρών!», φώναξε αυτός. «Έβγα έξω!» Τον έλεγαν Βα­ σίλη. Βγήκε απ’ τη γραμμή, στάθηκε κλαρίνο μπροστά του. «Το λέει η ψυχή σου, ρε;», τον ρώτησε. Ο Βασίλης ξεροκατάπιε. «Το λέει, κυρ λοχαγέ!», απάντησε. Ο Φρα­ γκουλίδης πήγε κοντά του. Έβαλε το χέρι του στον ώμο του. Είπε: «Κι εγώ συμφωνώ πως το λέει. Φαίνεται απ’ τα μάτια σου κι απ’ το στόμα. Λοιπόν από αύριο θα εί­ σαι πάντα στο πλευρό μου. Εγώ μπροστά με τ ’ άλογο. Εσύ με τη σάλπιγγα, από δίπλα. Κι από πίσω μας ο λό­ χος με τη σημαία και με γυμνές τις λόγχες μας. Θα μπού­ με στο χωριό έτσι, μ’ αψηλά τα κεφάλια. Κι ας τολμήσει κανένας κερατάς να μας φράξει το δρόμο. Θα πάρει ο διάολος τον πατέρα τους!» Στράφηκε προς εμάς που τον κοιτάζαμε μ’ ανοιχτά στόματα. Ρώτησε: «Είναι έτσι που τα λέω, ρε, ή όχι;» Απαντήσαμε όλοι με μια φωνή: «Ναι, κυρ λοχαγέ, έτσι είναι!» Και την ίδια στιγμή νιώ­ σαμε να φυσά από μέσα μας ένας καινούριος, πρωτό­ φαντος αγέρας. Πέταξε απο πάνω μας η μούχλα, η κού­ ραση και η μουργέλα. Ξεχάσαμε αμέσως και τα σπίτια μας, που λέγαμε πότε να γυρίσουμε κοντά στους δικούς μας, ξεχάσαμε και τον κίνδυνο, ξεχάσαμε και τις κακου­ χίες. Κι όταν με την αύριο σηκωθήκαμε αχάραγα και ξε­ κινήσαμε και μπήκε μπροστά εκείνος καβάλα στ’ άλογό του και βαρούσε η σάλπιγγα δίπλα του, λες και συνέ­ παιρνε ακόμα και τους νεκρούς απ’ τους τάφους τους, η ψυχή μας είχε κάνει τέτοια φτερά, που λέγαμε μήτε ο διάολος δε θα μπορούσε να τα βάλει μαζί μας. Μπήκα­

με στο πρώτο χωριό, το πήραμε τραγουδώντας. Πού ήταν ο εχθρός που φοβόμαστε; Πού ήταν τα μάνλιχερ και τα πολυβόλα; Στήσαμε καινούριες γραμμές. Ήρθε ένας σύνδεσμος, έφερε διαταγές απ’ το Σύνταγμα και το Επιτελείο. Ο Φραγκουλίδης τις διάβασε, ύστερα τις τσα­ λάκωσε, τις πέταξε στα σκουπίδια. «Η επίθεση χρειάζε­ ται ψυχή», γρύλισε μέσ’ απ’ τα δόντια. Ο Μιχελής, ο υπολοχαγός, έκανε να του πει πως ναι, έτσι είναι, αλλά πρέπει να είμαστε ευθυγραμμισμένοι και με τη μεραρ­ χία. Ποιος είδε το Θεό και δεν τον φοβήθηκε. «Τι είπες; Η μεραρχία, κουμπάρε, είμαστε μεις: εσύ, εγώ, οι φα­ ντάροι της μάχης. Όχι οι χαρτογιακάδες των γραφείων, που κάθονται πίσω απ’ τα παράθυρα και βγάζουν δια­ ταγές. Το λοιπόν αυτοί πρέπει να είναι ευθυγραμμισμέ­ νοι με μας. Με τούτο δω!» Και χτύπησε δυνατά με το χέρι του το στήθος. «Αλίμονο, αν σε κάθε βήμα μας πρέ­ πει να κοιτάμε πού βρίσκονται οι άλλοι, κι αν εγκρίνουν αυτό που κάναμε. Τότε ο εχθρός θα μας πάρει στο πι και φι φαλάγγι». Ήρθε η ώρα για τη μεγάλη επίθεση. Δεν τρέμαμε πια, όπως γινόταν τις προηγούμενες μέρες. Ετοιμαστήκαμε, σαν να ’ταν να πάμε σε πανηγύρι. Πέ­ ρασε ο λοχαγός μας απ’ το χαράκωμα, μίλησε χωριστά με τον καθέναν, μας έσφιξε το χέρι. «Να μη σκεφτόσα­ στε τίποτ’ άλλο, παρεκτός τη σημαία της πατρίδας* γΓ αυτήν πολεμούμε* και γΓ αυτήν θα νικήσουμε* για το σταυρό της και τα χρώματά της». Χαμογελούσε το στό­ μα του, χαμογελούσε και το κατάμαυρο στριφτό του μουστάκι. Τον παρομοιάζαμε ίδιον με τον Ταξιάρχη του Καγιανιού. Ήταν ένας αληθινός λεβέντης. Και μας έκα­ νε και ριχτήκαμε στη μάχη σαν τα θεριά. Μήδε τα γυλιά μάς βαραίναν μήδε το όπλο μήδε οι μπαλάσκες. Και πή­ ραμε χωρίς απώλειες και το Αφιόν και η μεραρχία μας έστειλε σήμα με τα συγχαρητήριά της... Κουράστηκε πού μιλούσε; Δεν ξέρω. Εγώ εντού­ τοις θα ’θελα να μην τέλειωνε ποτέ. Μου άρεσε η φω­ νή του, ο τόνος του, το ύφος του. Τα λόγια του είχαν τέτοια ζωντάνια, που με ξεσήκωναν. Θαρρούσα ότι μετείχα κι εγώ στην εκστρατεία. Και πράγματι, η εκ­ στρατεία αυτή, έτσι όπως γινόταν, με το νονό μου μπροστά καβάλα στο άσπρο του άλογο και με το σαλ­ πιγκτή του παραδίπλα, θα ήταν γιορτή σωστή, ένα χα­ ρούμενο παιχνίδι. Κι είναι ν ’ απορεί κανείς πώς οι Έλληνες έχασαν τη μεγάλη μάχη του Σαγγάριου κι έχασαν και τον πόλεμο κατόπιν. Ο θείος φαίνεται πως κατάλαβε τους συλλογι­ σμούς μου. Συνέχισε από κει που σταμάτησε: «Από τέτοια συγχαρητήρια έχω να σου πω ένα σω­ ρό. Γιατί οι παλικαριές του Φραγκουλίδη και του στρα­ τού μας είναι ατέλειωτες. Αλλά δε μας παίρνει τώρα η ώρα. Βλέπεις, είναι κι η δουλειά που δεν περιμένει. Και τώρα που παρασύρθηκα και κάθισα και σου είπα τόσα πράματα, ας είναι χαλάλι σου. Το ’κανα για χατίρι της μάνας σου -εδώ στράφηκε και της έριξε μια τρυφερή ματιά- αλλά και σαν μνημόσυνο γΓ αυτόν τον ανδρείο πατριώτη, όπως ο νονός σου. Πάντως να ξέρεις, αν νι­ κηθήκαμε στη Μικρασία, δε φταιν ο φουκαράς ο φα­


ντάρος κι οι αξιωματικοί που ήταν κοντά του. Φταιν αυτοί οι ρεμπεσκέδες των γραφείων, που θαρρούν ότι οι μάχες γίνονται και κερδίζονται με τα σημαιάκια πά­ νω στους χάρτες των τοίχων ή των τραπέζιών. Αμα δουν ότι τις πραγματοποιούν οι λοχαγοί, γιατί κάνουν σημαία την ίδια την ψυχή τους, τότε ζηλεύουν αυτές τις νίκες κι αυτά τα κατορθώματα. Ένα θα σου πω και να μην το ξεχάσεις ποτέ: Στο Σαγγάριο κοντά αφαίρεσαν το λόχο απ’ τα χέρια του Φραγκουλίδη. Αν είναι δυνα­ τόν. Εμείς, τα παιδιά του, όταν τ ’ ακούσαμε, φρίξαμε. Να ’ταν τρόπος να τα παρατήσουμε και να φύγουμε κι εμείς μαζί του, κι ας πήγαιναν να κουρεύονται αυτοί που βγάλαν τη διαταγή. Μας κατάλαβε και μας σταμά­ τησε μόνος του. «Η πατρίδα είναι πέρα από σας κι από μένα», είπε, «είναι πέρα από πρόσωπα· όταν λείπουν τα πρόσωπα, όταν έξαφνα, ας πούμε, σκοτώνονται, δε ση­ μαίνει ότι ο αγώνας σταματά και γυρίζουμε σπίτια μας. Έτσι, παλικάρια μου; Σφίξετε την καρδιά σας και κοι­ τάτε μπροστά. Και θα νικήσουμε, να το θυμάστε!» Βέ­ βαια, δε νικήσαμε. Γιατί, όταν ένας στρατός έχει κά­ μποσους ψυχωμένους αξιωματικούς κι εσύ τους παίρ­ νεις απ’ την πρώτη γραμμή και τους αιχμαλωτίζεις σε γραφεία, τότε η φανταρία πού να στηριχτεί; Γίνεται μια οργανωμένη επίθεση του εχθρού και τότε το μέτωπο σπάζει σε χίλια κομμάτια. Από κει κι ύστερα η διάλυση είναι ζήτημα ωρών. Όταν άκουσε ο Φραγκουλίδης εκεί που τον είχαν παραχώσει, στην επιμελητεία θαρρώ, σε κάτι αποθήκες, ότι άρχισε η υποχώρηση, κόντεψε να τι­ νάξει τα μυαλά του στον αέρα. Τα μάθαμε όλα εμείς. Ανέβηκε τρέχοντας τις σκάλες στα επιτελεία, φωνάζο­ ντας: «Τι κάνετε, μωρέ; Αίμα ποτάμια χύθηκε, για να φτάσουμε εκεί που φτάσαμε, τα χώματα έχουν αγιάσει κι εσείς τολμάτε και τα εγκαταλείπετε;» Κι όμως ναι, ήταν αλήθεια, τα εγκαταλείπαμε, γιατί δεν υπήρχε κα­ νείς μπροστά μας να κρατά τη σημαία ψηλά, μήτε σαλ­ πιγκτής να βαρά περήφανα το «προχωρείτε, προχωρεί­ τε». Θαρρείς θέλει πολύ να σε πάρει η συμφορά φαλάγ­ γι; Όταν γεμίζει ο τόπος νεκρούς, τραυματίες, πληγω­ μένους, ξυπόλυτους, πεινασμένους, τότε αρχίζει το «όπου φεύγει, φύγει», για να σωθούμε. Γιατί ξσπίσω μας έτρεχαν με τα τσεκούρια στα χέρια οι Τσέτες, ξέ­ φρενα και λυσσασμένα, κι έσφαζαν κι έβαζαν φωτιές και σκότωναν όποιον έβρισκαν μπροστά τους, γυναί­ κες, άντρες, γέρους, παιδιά. Και ξεσπιτώθηκε τότε η ρωμιοσύνη, άδειασαν τα ελληνικά χωριά, οι πόλεις, γέ­ μισαν τα φαράγγια κι οι δρόμοι προσφυγιά και ξεχαρβάλωμα κι ορφάνια και πείνα και δυστυχία...». «Κι ο νονός μου;» «Ο νονός σου!... Είναι απίστευτα μερικά πράματα. Και δεν μπορεί να μη σου δένουν έναν κόμπο στο λαι­ μό. Λοιπόν ο νονός σου -έφυγαν οι γραφιάδες, τα επι­ τελεία, οι στρατηγοί, κι αυτός απόμεινε στην έδρα της μεραρχίας να πολεμά μοναχός με το σπαθί στο χέρι, πη­ δώντας από στέγη σε στέγη, το σκυλί, κι ας τον κυνη­ γούσαν χίλιοι δαιμόνοι. Τον περικύκλωσαν, λέει, από παντού αφρισμένοι. Ήθελαν να τον πιάσουν ζωντανό,

για να τον κάψουν στη σούβλα. Τους ξέφυγε. Πήδηξε φράχτες, χώθηκε σε αυλές, σκαρφάλωσε σε παράθυρα, τρύπωσε σε χαγιάτια, ανέβηκε σε δέντρα. Ένα κιοπέκι, κρυμμένο σε μια μάντρα, τον χτύπησε πισώπλατα, τον πλήγωσε. Πρόλαβε, γύρισε, τον έκοψε δυο στη μέση με τη σπάθα. Το σίδερο έσπασε. Το πέταξε. Όρμησε σ’ έναν αχυρώνα. Προσπάθησε να γιατροπορέψει μόνος του την πληγή του. Με το τίποτα. Με πατσαβούρες που βρή­ κε πρόχειρα. Με άχυρα. Νύχτα βγήκε απ’ την κρυψώνα του, ενώ το αίμα του έτρεχε. Σκαρφάλωσε βουνά, ράχες, πέρασε ποτάμια. Σ ’ ένα χωριό τον λιμπίστηκε μια Τουρκάλα χανούμ -τα όμορφα τσακίρικα μάτια του. Του είπε να τον κρύψει, να του γλυκάνει τον πόνο της πληγής. Δεν το δέχτηκε. Πώς έφτασε στα παράλια, πώς μπαρκάρισε, πώς βγήκε εδώ στο νησί, δεν ξέρω. Όσοι απ’ το λόχο μάθαμε τα παθήματά του και το κλάμα του στις κλινικές, όπου τον γύριζαν μέχρι να τον γιατρέ­ ψουν απ’ το τραύμα του, που αγρίεψε απ’ τη βρώμα και την κακοπέραση, δεν μπορέσαμε να μην αναστενάξου­ με. Απάνω σ’ εκείνα τα χέρια σε βάφτισε, μόλις είχες γεννηθεί. Αλλά ακόμα και στα βαφτίσια σου βλαστη­ μούσε τους αίτιους που πρόδωσαν τη σημαία μας κι όλο τον ελληνισμό. Τότε τον βούτηξαν και τον άρχισαν δικαστήρια. Δίκες εδώ, δίκες εκεί. Κι επειδή δεν έβρι­ σκαν πάτημα να τον καταδικάσουν, έβγαλαν στη μέση την τρέλα του. Και τον έκλεισαν το φουκαρά στο φρε­ νοκομείο, να σαπίζει μέχρι να κλείσει τα μάτια του...». Εδώ η φωνή του θείου τρέμισε και κόπηκε. Πρέπει να ήταν εκείνος ο κόμπος στο λαιμό, που ανάφερε ο ίδιος πριν, και που τώρα τον έπνιξε. Τον κοιτούσα με θαυμασμό και συγκίνηση τόσο γΓ αυτά που είπε, όσο και για τον τρόπο που τα είπε. Ο ίδιος κόμπος μ’ έδε­ σε κι εμένα και μου χάθηκε η λαλιά. Το μόνο που έκα­ να ήταν ν ’ απλώσω το χέρι μου στο γόνατό του. Πρό­ λαβα κι είδα ότι τα μάτια του υγράνθηκαν. Ίσως να είχαν υγρανθεί και τα δικά μου. Σηκώθηκε. Σηκωθή­ καμε κι εγώ κι η μητέρα. Μας χαμογελούσε: «Έχω κι άλλες τέτοιες ιστορίες να σου πω», ανα­ στέναξε, «όρεξη να ’χεις κι εγώ να έχω καιρό να σου μιλώ. Εντάξει;» «Εντάξει». Φύγαμε α π ’ το ταμπάκικο με μια περηφάνια στην καρδιά, αλλά και με μια πικρή γεύση στο στόμα. Προ­ πάντων το δικό μου άμαθο κι άπραγο μυαλό δεν μπο­ ρούσε να συνταιριάσει τις παλικαριές με τις ήττες. Φαίνεται ότι αυτή η εκστρατεία του ελληνικού στρα­ τού ήταν άτυχη. Αλλά αυτοί που την αποφάσισαν δεν έβλεπαν τα αδιέξοδά της; Γιατί δεν τη σταμάτησαν, όσο ήταν καιρός; Ή μήπως ήταν λύση σωτηρίας γΓ αυτούς να φορτώσουν ευθύνες στους πολεμιστές, βγάζοντας τρελούς όσους πίστεψαν στην ιδέα της και σήκωσαν ως το τέλος το σταυρό τους; Δεν ήξερα ν ’ απαντήσω σε κανένα α π’ αυτά τα ερωτηματικά και το βάρος τσυς μου πίεζε το στήθος.

ΤΑΚΗΣ ΧΑΤΖΗΑΝΑΓΝΩΣΤΟΥ


ΑΥΓΟΥΣΤΙΑΤΙΚΑ ΑΡΩΜΕΝΑ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑΣΟ Αατρευτικά, θεατρικά και μουσικοχορευτικά εγαλοπρεπής και πολυσύνθετος ήταν και ο φετινός Αύγουστος στην Αγιάσο, με πληθώρα εκ­ δηλώσεων, οι οποίες έδωσαν έναν ξεχωριστό τό­ νο, ιδιαίτερα στις εορταστικές εκδηλώσεις προς τιμήν της Π αναγίας. Η κοσμοσυρροή τω ν πιστώ ν στη Μεγαλόχαρη υπήρξε και φέτος πολύ υψηλή, με αποκορύφωμα την παραμονή της εορτής, κατά την οποία νέοι και νέες από όλα τα μέρη της Λέ­ σβου ανηφόρισαν από την Πατωμένη με τα πόδια, για να καταθέσουν την πίστη τους. Τ ις εορταστικές εκδηλώσεις τίμησαν με την π α ­ ρουσία τους οι πολιτικές και στρατιωτικές αρχές του νησιού, οι σεβασμιότατοι μητροπολίτες Μ υτι­ λήνης Ιάκωβος, Κ ορίνθου Παντελεήμων και Κορυτσάς και Αυλώνος Χ ριστόδουλος, ο οποίος μά­ λιστα και λάμπρυνε τις παρακλήσεις προς την Υπεραγία Θεοτόκο κ α θ ’ όλη τη διάρκεια του δεκαπενταύγουστου. Για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά έγινε με μεγά­ λη επιτυχία η Δεύτερη Συνάντηση Μ ουσικοχορευτικώ ν Σχημάτων Λέσβου υπό την αιγίδα και με χρηματοδότηση του Υ πουργείου Α ιγαίου, με συνδιοργανω τές τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Λέ­ σβου και το Δήμο Αγιάσου. Την αυλαία άνοιξε στις 3 Αυγούστου, στο χώ ­ ρο του Σταθμού τω ν Αυτοκινήτων, ο Ε κπολιτι­ στικός Θεατρικός Ό μ ιλος Καλλονής με το χορο­ διδάσκαλό του Χ ρίστο Καραπαναγιώτη. Την επο­ μένη σειρά είχαν τα χορευτικά του Μ εσότοπου με χοροδιδάσκαλο το Μάκη Σαραντίδη, και το Σάβ­ βατο, 7 Αυγούστου, η μουσικοχορευτική θεατρική παράσταση «Α γιασώ τ’κους Γόμους», του συγχω­ ριανού μας Αντώνη Μηνά, με την παραδοσιακή κομπανία και με τα χορευτικά του Αναγνωστηρί­ ου «η Ανάπτυξη», στην οποία πήραν μέρος 45 ερασιτέχνες μουσικοί, ηθοποιοί και χορευτές. Σ τις 9 Αυγούστου παρουσίασε το πρόγραμμά της η κομπανία τω ν φυσερών. Π ρόκειται για α ι­ γαιοπελαγίτικο μουσικό σχήμα, το οποίο τα τρία τελευταία χρόνια κατόρθωσε ν ’ αναβιώσει την άλ­ λοτε περίφημη ορχήστρα τω ν φυσερών, με συντε­ λεστές τους Νίκο Χ ριστιανό (τρομπέτα), Π ανα­

γιώτη Σουσαμλή (τρομπόνι), Στρατή Κυριακόγλου (ευφώνιο), Χ ρίστο Τυροπώλη (κλαρίνο), Κώστα Ζαφειρίου (σαντούρι), Παναγιώτη Αποστολέλη (λαούτο) και Παναγιώτη Λημναίο (ντα­ ούλι). Στις 11 Αυγούστου σειρά είχε το Λύκειο Ελληνίδω ν, το παράρτημα Λήμνου. Η μουσικοχορευτική παράδοση της Λήμνου ελάχιστα μοιάζει με αυ­ τήν της Λέσβου. Με βασικό όργανο τη λημναίικη λύρα, χω ρίς να λείπουν και τα σαντουρόβιολα, η Λήμνος παρουσίασε μια πλούσια γκάμα χορώ ν και σκοπών, όπω ς ο γνωστός πανελλαδικά «κεχαγιάδικος» και το «πάτημα» της Λήμνου. Η αυλαία έπεσε στις 12 Αυγούστου με το Μ ου­ σικό Ερευνητικό Σχήμα του Α ναγνω στηρίου Αγιάσου. Συντελεστές του οι: Άννα Κ αραγιάννη (ούτι), Γιάννα Μ αϊστρέλη (βιολί), Μ άριος Π απαδέας (σαντούρι), Γιώτα Μ ιχαλέλη (τραγούδι), Ά ννα Καραγιάννη - Π ροκόπης Μ αϊστρέλης (έρευ­ να, κείμενα, αφήγηση). Με μεγάλη επιτυχία πραγματοποιήθηκε στις 6 Αυγούστου, ανήμερα της εορτής της Μ εταμόρφω­ σης του Σωτήρα, στον Κήπο της Π αναγίας, η αυ­ γουστιάτικη χοροεσπερίδα του Φ ιλοπρόοδου Συλλόγου Α γιασωτών της Αθήνας. Προηγήθηκαν στις 31 του Ιούλη η χοροεσπερίδα του Συλλόγου Αγιασωτών Μ υτιλήνης «η Αγία Σιών» στο Πάρκο του Δήμου, κατά την οποία έγινε και απονομή βραβείων στους τρ εις π ρ ώ το υ ς α ρισ τούχους Αγιασώτες φοιτητές, ανεξαρτήτως έτους, και την 1η Αυγούστου η χοροεσπερίδα του Γυμναστικού Π οδοσφαιρικού Συλλόγου «Ό λυμπος». Στις 8 εξάλλου πραγματοποιήθηκε η χοροεσπερίδα της Νεολαίας του Κ.Κ.Ε. Ευχαριστούμε θερμά τους συντελεστές τω ν π α ­ ραπάνω εκδηλώσεων και ευχόμαστε κάθε χρόνο να γίνονται περισσότερες πολιτιστικές, καλλιτε­ χνικές εκδηλώσεις, για την πνευματική και αισθη­ τική ανύψωση όλων κατά τις άγιες μέρες του δεκαπενταύγουστου.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΕΥΣΤΡ. ΣΤΑΥΡΑΚΕΛΗΣ


πέλο, ο καφετζής, από την πόρτα του καταστήματος του δε με γνώρισε και μου φώναξε: Ορίστε, κύριε, κα­ φές στη χόβολη! Αμέσως του απάντησα: Εγώ τον θέλω στο καμινέτο, να είναι λίγα τα δικαστικά! Όταν με γνώρισε, χτύπησε με τα χέρια τα γόνατά του και έφυ­ γε βιαστικά μέσα. Οι πελάτες απέξω έσκασαν στα γέ­ λια με το πάθημά του.

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΜΑΪΣΤΡΕΛΗΣ

ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣΕ ΓΑΤΑ άποτε η γυναίκα του οδοντίατρου Κλεομένη Κα­

ΛΕΝ ΗΞΙΡΙ ΝΑ Λ ΓΙΒ Α Σ’ άνι προυτουήρτι Γιάνν’ς στν Αυστράλια τσι πή­ γι να πιάσ’ ιδ’λειά σ’ ένα ιργουστάσιου, τουν ρουτήσαν αν ξέρ’ να γράφτ’ γι να δγιβάζ’. Ξέρου, λέγ’ Γιάν­ ν ’ς, να γράφτου, αλλά δε ξέρου να δγιβάζου. Εντάξει, του είπαν. Γράψε το όνομά σου πάνω σ’ αυτή την κόλλα. Γιάνν’ς έγραψι κάτ’ μι μιγάλα γράμματα τσι γέμ’σι σχιδόν ούλ’ τ ’ κόλλα. Τι είναι αυτά, του είπαν, τι έγραψες, τι λένε; Δε ξέρου, απάντ’σι Γιάνν’ς, σας είπα πους δε ξέρου να δγιβάζου!

ΜΙΧΑΛΗΣ ΧΡΙΣΤΟΦΑΡΗΣ

ραφύλλη, του Πρίνου, του ζητούσε επίμονα να της αγο­ ράσει ένα πλυντήριο πιάτων, για να τη διευκολύνει στις δουλειές του σπιτιού. Προσπαθούσε μάλιστα να τον πείσει επί αρκετό καιρό γΓ αυτή την αγορά. Μια μέρα, συζητώντας μ’ ένα φίλο του, έθιξε και αυτό το «καυτό» ζήτημα, που πολύ απασχολούσε τότε τις γυναίκες της αριστοκρατίας της Μυτιλήνης και όχι μόνο, για ν ’ ακούσει και τη γνώμη του. Τελικά, όταν ρωτήθηκε αν της το αγόρασε ή όχι, ο Κλεομένης αστειευόμενος, κα­ ταπώς συνήθιζε, απάντησε αρνητικά και δικαιολογήθη­ κε: Βρήκα πιο συμφερτικό να πάρω μια γάτα, για να γλείφει τα πιάτα! (Από αφήγηση Αντώνη Μηνά. Μυτιλήνη, 21.5.2004)

ΕΡΜΟΑΑΟΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Τ ’ Σ Π Υ Ρ Ο Υ ΓΙ ΑΡΙΓΑΝ’ Α Σ ΕΛ ’ ΠΙ ΤΟΥ ΚΡΙΓΙΑΣ! ιου Σπύρους γύρ’ζι προυί προυί απ’ του β’νό μι μιαν αγκαλιά αρίγαν’. Είνι, βλέπ’ς, του ιμπόρϊου που κάν’, μαζί μι άλλα βότανα. Τουν είδι ένας ξένους, που μόλις είχι έρτ’, για να πα να προυσ’νήσ’ σ’ Παναγιά, τουν πλησιάσι τσι τ ’ είπι: Πόσα χρήματα να σου δώσω, να την πάρω. Είπι Σπύρους ένα πουσό. Πολλά είναι, εί­ πι γιου ξένους, και δε φαίνεται και πολύ καλής ποιότη­ τας. Τι λέγ’ς, ε κ’μπάρι, που θα πεις πους εν είνι καλή. Ξέρ’ς απί πότι μαζώνου αρίγαν’ γω; Απ’ ούντας ήμ’ μες στ’ αχαμνά τ ’ πατέρα μ’!

ΧΡΙΣΤΟΣ ΓΛΕΖΕΛΗΣ

ΚΑΦΕΣ ΣΤΗ ΧΟΒΟΛΗ! τις 9 Αυγούστου έκανε εσπερινό στην Αγιάσο ο μητροπολίτης Σάμου, Ικαρίας και Φούρνων Ευσέβιος, με τους ιερείς που είχε μαζί του και με τη χορωδία του. Πήγα στην εκκλησία, κάθισα λίγο και μετά βγήκα και κατευθύνθηκα στην κεντρική πόρτα του περίβο­ λου, απέναντι από την οποία είναι το καφενείο του Καλφαγιάννη. Επειδή φορούσα μαύρα γυαλιά και κα­

είτουνάς-ιμ ήνταν του Μητρέλ’ Καλατζής, γι Γανουτής. Μια μέρα, πριν απί χρόνια, πήγι σ’ Μυτιλήν’ μι τ ’ τρίκυκλ’ τ ’ μηχανή τσι πήρι κριγιάς, γιατί στου χουριό ίλιγι πους του π ’λιούν ακριβά. Προυτού έμπ’ μες στου σπίτι ντ, που είνι απέναντι μ’, ήρτι μες σν αυλή μ’ τσι μ’ έδ’ξι του κριγιάς. - Να, ρε γείτουνα, ποιο είνι του κριγιάς, όχ’ κόκαλα! - Μπράβου, ρε Μητρέλ’, ξέρ’ς τσι ψ ’νίζ’ς! Πόσα σ’ του πιάσαν του κιλό; - Άσ’ τα, μην τα ρουτάς. Γι αθρώπ’ πιάσασί μ’ ντου 1600 δραχμές του κιλό, αλλά μ’ στοίχ’σι άνου απί είκουσ’ χ ’λιάρ’κα. Σταμάτ’σα απόξου α π’ του χασαπιό τσ’ ίσαμ’ να πάρου του κριγιάς ήρτι χουρουφύλακας τσι κόλλ’σι μ’ μιαν ιπιταγή, να πάγου να τνι ξαργυρώσου στου Ταμείου. Πήγα, τείντα ’θιλα να κά­ νου! Να ’νταν καμέν’ γι ώρα! Ας έλ’πι τσι του κριγιάς! Πιο καλά να ’τρουγα μια ντουμάτα τσι δυο ιλιές! Άλλ’ φουρά πλια θα ψ ’νίζου α π’ έδιου, που εν έχ’ παρανουμίις τσι παράνουμις σταθμεύσεις.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Ν. ΞΑΦΕΑΗΣ


ΤΑ ΕΞΗΝΤΑΧΡΟΝΑ ΤΗΣ «ΑΥΓΗΣ» Σ τ ις 18.6.2004 πραγματοποιήθηκε στον Πύργο

ΟΙ ΛΕΣΒΙΟΙ ΤΗΣ ΠΕΤΡΟΥΠΟΛΗΣ ΤΙΜΗΣΑΝ ΤΟΝ ΗΛΙΑ ΒΕΝΕΖΗ Σ τ ις 8.5.2004 ο Πολιτιστικός Σύλλογος Μυτιληναίων Πετρούπολης «ο Θεόφιλος» οργάνωσε, στο

Ηλείας εκδήλωση για τα εξηντάχρονα της εβδομαδι­ αίας ειδησεογραφικής-φιλολογικής εφημερίδας «η Αυγή», την οποία ίδρυσε ο Αύγουστος Α. Καπογιάννης και συνεχίζουν την έκδοσή της οι δραστήριοι γιοι του Ανδρέας και Πάνος, εκλεκτοί φίλοι του περιοδι­ κού «Αγιάσος». Ευκαιριακά τελέστηκαν τα εγκαίνια των ιδιόκτητων γραφείων της εφημερίδας και τιμήθη­ κε με πλακέτα ο μακρσβιότερος συνεργάτης της, από το πρώτο φύλλο της 18.6.1945, Απόστολος Π. Ηλιόπουλος. Η όλη εκδήλωση ήταν έκφραση τιμής και μνήμης στον ιδρυτή και διευθυντή (1945-1995) Αύ­ γουστο Καπογιάννη. Αυταδέλφη του ιδρυτή η ευγενι­ κή Ειρήνη, σύζυγος του λαμπρού Ηλείου λογοτέχνη Τάκη Δόξα (1913-1976).

ΕΙΚΑΣΤΙΚΑ

Η καταξιωμένη

Αγιασώτισσα καλλιτέχνιδα

του χρωστήρα Ειρήνη Τζανή-Χατζησάββα πραγ­ ματοποίησε έκθεση ζωγραφικής και αγιογραφίας

Η προμετωπίδα του δίπτυχου Προγράμματος

Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Πετρούπολης (Μπουμπουλίνας και Αθανασίου Διάκου), φιλολογική εκδή­ λωση, για να τιμήσει τον Ηλία Βενέζη. Εισαγωγικά μίλησαν η γενική γραμματέας Ελένη Γραβουνιώτη και ο πρόεδρος Αχιλλέας Χιωτέλης και διαβάστηκαν τα μηνύματα που έστειλαν η θυγατέρα του συγγραφέα Άννα Κοσμετάτου και ο γιος της αδελφής του Αγά­ πης Πέτρος Μολυβιάτης, υπουργός των Εξωτερικών. Στη συνέχεια μίλησε ο Γιάννης Χατζηβασιλείου με θέ­ μα «Ηλίας Βενέζης. Εκατό χρόνια από τη γέννησή του». Λογοτεχνικά κείμενα απέδωσε η ηθοποιός Ανδρονίκη Χριστάκη. Η εκδήλωση περιελάμβανε επί­ σης «Τραγούδια της προσφυγιάς», τα οποία απέδωσε η χορωδία του Συλλόγου, προβολή της ταινίας του Γρηγόρη Γκίνου «Ο Γέρος, η Θάλασσα και η Μούσα», έκθεση των βιβλίων του τιμώμενου, καθώς και έκθεση φωτογραφικού υλικού σχετικού με τη ζωή του. Την εκδήλωση παρακολούθησαν πολλοί άνθρωποι των γραμμάτων και της τέχνης, Λέσβιοι και μη.

Η Ειρήνη Τζανή - Χατζησάββα ζωγραφίζει εκ του φυσι­ κού το βιγλάτορα Όλυμπο και το Αναγνωστήριο «η Ανάπτυξη». (Φωτογραφία Χρίστου Παν. Γλεζέλη, Αύγουστος 2003)

από 25.7. - 25.8.2004 στο φουαγιέ του Κινηματο­ θεάτρου του Αναγνωστηρίου «η Ανάπτυξη» Α γιά­ σου. Την ενδιαφέρουσα αυτή έκθεση είχαν την ευ­ καιρία να επισκεφτούν πολλοί φιλότεχνοι, Λέσβι­ οι και μη.

ΓΙΑΝΧΑΤΖ


ΘΩΜΑΣ ΣΤΑΥΡΟΥ ΣΠΗΛΙΑΔΗΣ Το ύστατο χαίρε από ένα συνοδοιπόρο και συναγωνιστή Μ ό λ ις δέκα μέρες πριν, Θωμάκο μου, έτσι σε αποκαλούσα και το δεχόσουνα με χαρά, σε αναζήτησα για άλλη μια φορά στο τηλέφωνο. Είχα ένα κακό προαί­ σθημα και γΓ αυτό επέμενα. Αυτή τη φορά, την τελευ­ ταία φευ, μιλήσαμε, όπως και άλλες φορές, με αστεία και χωρατά, με θύμησες τρυφερές και ανεξίτηλες και για πρόσωπα της κοινής μας γνωριμίας. Και με γέλια πολλά. Το ήθελες το γέλιο από μένα, γιατί όπως έλε­ γες, ήταν το χαρακτηριστικό μου. Όλα αυτά όμως δεν πρόδιδαν το τέλος. Τόση ήταν η πνευματική σου διαύ­ γεια, τόση η αγάπη και το πάθος σου για τη ζωή, ώσπου με πάγωσε το μήνυμα του Μιχάλη Μαρτίνη και η διακοπτόμενη και τρεμάμενη από το κλάμα φωνή της γλυκιάς Μαρίας, της θυγατέρας σου. Γνωριστήκαμε πριν από πενήντα δυο χρόνια στη Μακρόνησο, στο δεύτερο τάγμα. Σ ’ εκείνη τη μικρή χα­ ράδρα, που καλυπτόταν από τον έξω κόσμο με ψηλό τοίχο και είχε πρόσωπο το ξηρό τοπίο με τις αφάνες και τις σκληρές πέτρες. Γύρω οι σκοπιές και ακούγο­ νταν μόνο οι αγριοφωνάρες των αλφαμιτών. Μέναμε σε ατομικές σκηνές. Ολόκληρο το νησί ήταν άλλωστε ένα απέραντο στρατόπεδο, αλλά με λίγους τώρα φα­ ντάρους, σε πειθαρχικό καθεστώς. Και με εμάς τους ογδόντα σε πλήρη απομόνωση. Άνθρωποι νέοι, εργατόπαιδα, αγρότες, επιστήμονες, που μας φλόγιζαν ιδα­ νικά για μια δίκαιη ζωή. Παιδιά που πήγαμε να υπηρε­ τήσουμε την πατρίδα και υποχρεωθήκαμε να ζούμε υπό σιδερένιο κλοιό, έξω από νόμους και στρατιωτι­ κούς κανονισμούς. Ήμασταν όλοι όμως μια οικογένεια. Στην Κατοχή δώσαμε το είναι μας στον αγώνα κατά των κατακτη­ τών. Με ενθουσιασμό και με φλόγα. Και τώρα πληρώ­ ναμε το θάρρος και τη λεβεντιά μας. Είχαμε επίσης αγάπη μεταξύ μας, αδελφοσύνη, κατανόηση, δύναμη. Σ ’ εκείνο το βράχο, που αν και περιβαλλόμενος από θάλασσα, δεν επιτρεπόταν να τη χαρούμε. Σ’ εκείνο το μέρος, καθώς διαβαίναμε στα χαλάσματα, στα γκρεμι­ σμένα κτίρια, που δομήθηκαν με πόνο και δάκρυ, που ακούγαμε, προερχόμενα από την ιστορία, οιμωγές και κλάματα πονεμένων και βασανισμένων, εμείς βρίσκαμε το θάρρος και το κέφι να χαιρόμαστε τη ζωή απλά και γνήσια, να πειραζόμαστε, να συμπονάμε ο ένας τον άλ­ λον, να μιλάμε για όλα, τόσο όμορφα και ανεπιτήδευτα. Εσύ, Θωμάκο μου, ξεχώριζες. Μ’ εκείνο το ψηλό, επιβλητικό και ευθυτενές παράστημά σου, τη λεβέντικη θεωρία σου και το στομφώδη λόγο σου, επιβαλλόσουν σ’ όλους μας και μετρούσες. Είχες και το προνόμιο -λίγοι το είχαμε αυτό, να τελειώσουμε πανεπιστημια­ κές σπουδές- και αυτό λογαριαζόταν περισσότερο. Εί­

χες εκείνη την αιγαιοπελαγίτικη λεσβιακή αρχοντιά και κουλτούρα που συναρπάζει. Και πώς να λησμονήσουμε, εξάλλου, τις χειμωνιάτι­ κες βραδιές στον τέταρτο δρόμο με τις παρλάτες του Βούλτεψη και του Μιχαλόπουλου; Τα τραγούδια μας τη νύχτα με την κιθάρα του Κώστα Μπαστούνα ή την αντί­ σταση με επικεφαλής τον Παναγιώτη Σαντιξή σ’ αυτούς που θέλανε να μας επιβάλλουνε να πηγαίνουμε με βήμα ταχύ στη δουλειά, για να σκουπίζουμε τα γράμματα στο βουνό, που έγραφαν «Ζήτω ο βασιλεύς Παύλος». Με το γέλιο απαντούσαμε και στις απειλές του Μητρόπουλου, στις φοβέρες και στις επιθέσεις του Τασόπουλου και στις άγριες εντολές του Πετζόπουλου. Μαζί τραγουδούσαμε το «Γέρε χρόνε, φύγε τώρα», περιμένοντας να δούμε τα φώτα του Ααυρίου να σβήσουν και να υποδεχτούμε τον καινούργιο χρόνο 1953, με ελπίδες και με όνειρα. Θυμάμαι ακόμα το τρυφερό σου χάδι, Θωμάκο, όταν μου ευχήθηκες περαστικά, τη στιγμή που με παίρνανε για το νοσοκομείο στην Αθήνα, ύστερα από τον ξυλο­ δαρμό μου. Και όταν τις νύχτες έρχονταν οι αλφαμίτες και μας κατέβαζαν με τα εσώρουχα στη γυμνή χαράδρα και με φωνές και με ζωστήρες μας βασάνιζαν, είχαμε το κουράγιο να υψώνουμε το βλέμμα μας στον ουρανό με τ ’ αστέρια -ο μοναδικός μας μάρτυρας εκείνη την ώρακαι νιώθαμε έτοιμοι να αποχαιρετίσουμε και τη ζωή. Μι­ σός αιώνας πέρασε από τότε, Θωμάκο μας. Επιζήσαμε, καταξιωθήκαμε στην κοινωνία και στον περίγυρό μας, κάναμε οικογένειες, παιδιά, εγγόνια. Εσύ έγινες μεταλλειολόγος και καλός επιστήμονας. Όλοι εμείς, τα παιδιά εκείνης της εποχής, μείναμε παιδιά. Με την ίδια λαχτάρα για τη ζωή και για τη δι­ καιοσύνη των ανθρώπων και του κόσμου. Και αν γκρε­ μίστηκαν κάστρα κι αν ρήμαξαν οι δρόμοι και αν οι φά­ λαγγες των ανθρώπων της μάχης λιγόστεψαν κι αν για πολλούς από μας χώρισαν οι δρόμοι μας, όλοι παραμέ­ νουμε ακόμα και τώρα με το όνειρο για το δίκαιο, έστω και από πολλούς δρόμους, έστω και από πολλές αφετη­ ρίες και μέσα από ποικίλες διαδρομές. Γιατί πάνω απ’ όλα, ακόμα και σήμερα, μείναμε πιστοί στις ιδέες και στις επιδιώξεις, τρυφεροί στις μεταξύ μας σχέσεις και απόλυτοι στην αγάπη μας για τον άνθρωπο, όπου γης. Φεύγεις, Θωμάκο, και αφήνεις την ομορφιά της μορφής σου. Αφήνεις ανθρώπους που σε λάτρεψαν, Τη σύντροφό σου, τα παιδιά σσυ. Αφήνεις και εμάς που σε αγαπήσαμε σαν αδελφό και συναγωνιστή, σαν τέλειο άνθρωπο. Καλό σου ταξίδι. Α' Νεκροταφείο Αθηνών, 16.6.2004 ΒΑΣΙΑΗΣ ΜΠΡΑΚΑΤΣΟΥΑΑΣ


ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΦΕΥΓΟΥΝ ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΡΑΑ. ΧΑΤΖΗΦΩΤΗΣ (1937 - 2004)

Ι η Η16Π 10ΓΪ3Π1

ΑΝΔΡΕΑΣ ΓΡ. ΛΙΑΚΑΤΟΣ (1915 - 2003) Ε να ς από τους σακοποιούς της Αγιάσου ήταν και ο

Τ ο φυλάκιο του Απέσου σίγησε. Ο φρουρός του μας άφησε χρόνια, έφυγε ανεπίστροφα για το ατέρμονο ταξίδι.

Μιλώ για το τελευταίο σπίτι του χωριού, στο έμπα και έβγα του, από τη μεριά του Απέσου, και για το Γιάννη Χατζηφώτη, που κατοικούσε σ’ αυτό. Εκεί όπου παλιά στε­ γαζόταν και λειτουργούσε, όπως θα θυμούνται πολλοί, το βυρσοδεψείο των Χατζηφώτηδων. Από μικρός ο Γιάννης μπήκε στη βιοπάλη. Τα παιδι­ κά του χρόνια τα πέρασε στην Αγιάσο. Όταν αντρώθηκε πήγε φαντάρος και πήρε την ειδικότητα του οδηγού. Όταν απολύθηκε, γύρισε στην Αγιάσο και δούλεψε για κάποιο χρονικό διάστημα ως οδηγός σε αυτοκίνητα των ελαιοτριβείων. Μη βρίσκοντας σταθερή δουλειά, όπως τόσοι νέοι της επαρχίας, αναγκάστηκε να έρθει στην Αθή­ να. Δούλεψε ως οδηγός λεωφορείου στις αστικές συγκοι­ νωνίες επί πολλά χρόνια, από όπου πήρε και σύνταξη. Γύρισε στη γενέτειρά του, στο πατρικό του σπίτι και ασχολιόταν με την αγροτική ζωή. Ζούσε μόνος με τα ζω­ ντανά του. Ήταν εργατικός και κάθε μέρα τον άκουγες να κριτικάρει τους τεμπέληδες. Τη δουλειά την άφησαν πάνω σε μας, έλεγε αστειευόμενος στο Χαράλαμπο Δού­ καρο, στο Γρηγόρη Παραμυθέλη, στο Γιάννη Βουρλή, σε μένα... Εγώ μάλιστα, όταν τον έβλεπα, τον ρώταγα αν χτύπησε ή όχι κάρτα. Και αυτός μου αράδιαζε τις δου­ λειές που έκανε, ενώ αν ήταν πρωί, αυτές που θα έκανε. Ήταν ήσυχος άνθρωπος και αγαπούσε τη δουλειά του, αυτά που δεν μπόρεσε να κάνει στη νιότη του, δη­ λαδή να φυτέψει, να μπολιάσει δέντρα, να ζυμωθεί με το χώμα, να ’χει τ ’ αγαπημένα του ζώα. Γλιτώσαμι απί τα καυσαέρια, έλεγε σε κάθε συναπάντημα στο Γιώργο Τσουκαρέλη ο ακρίτας του Απέσου. Πέθανε στις 18.7.2004, σε ηλικία 67 ετών. Ας είναι ελαφρύ το αγιασώτικο χώμα που τον δέχτηκε.

ΠΡΟΚΟΠΗΣ ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗΣ

Ανδρέας Λιάκατος (Λιακατέλης). Γεννήθηκε στην Αγιά­ σο το 1915, τρία χρόνια μετά την απελευθέρωση του νη­ σιού. Ήταν παιδί της πολυμελούς φαμίλιας του Γρηγο­

ρίου και της Σοφίας Αιακάτου. Αυτάδελφοί του ο Πα­ ναγιώτης, ο Ευστράτιος, ο οποίος σκοτώθηκε σε άσκηση αλεξιπτωτιστών στη Μέση Ανατολή το 1943, ο Γεώρ­ γιος, ο οποίος μετανάστευσε στην Αυστραλία, η Άρτεμη Αντωνίου Μαριγλή, καθώς και η Μυρσίνη Δημητρίου Μανολέλη και η Ευθυμία Νικολάου Παπουτσή, που εί­ ναι οι μόνες που παραμένουν στις επάλξεις της ζωής. Ο Ανδρέας Λιάκατος διατηρούσε στην Αγιάσο σακο­ ποιεία και έφτιαχνε με την αιγότριχα διάφορα είδη, τορ­ βάδες, δισάκια, σχοινιά και άλλα, τότες που η βιοτεχνία αυτή είχε πέραση όχι μόνο στη Λέσβο, αλλά και έξω από αυτή. Νυμφεύτηκε την ομοχώριά του Σοφία Στυλιανού Σαμαραδέλη και απέκτησε τρεις θυγατέρες, τη Χρυσάν­ θη, τη Μυρσίνη και την Ειρήνη. Λόγοι εργασιακοί τον ανάγκασαν να μεταναστεύσει στην Αυστραλία, όπου αποκαταστάθηκαν και τα παιδιά του. Ευτύχησε να πάρει στην αγκαλιά του έξι εγγόνια. Αφησε τη στερνή του πνοή στις 12.10.2003 στη Μελβούρνη και αναπαύεται στο Κοιμητήριο του δρηη^ναΐο. Ο Ανδρέας Λιάκατος ήταν ωραίος άνθρωπος, είχε καλή καρδιά. Στα νιάτα του ήταν από τους καλύτερους γλεντιστάδες, τους φίλους της μουσικής, του τραγου­ διού και του χορού, καταπώς μου είπε ο κουμπάρος του Δημήτριος Αγρίτης, ο γνωστός κορνετίστας και τρομπο­ νίστας της χτεσινής Αγιάσου. Πάντα με το χαμόγελο στα χείλη και με αισιοδοξία δρομολογούσε τη ζωή του, γΓ αυτό και ήταν αγαπητός. Η αποδημία του λύπησε όχι μόνο τους δικούς του, τους οποίους υπεραγαπούσε, αλ­ λά και όλους όσοι τον γνώρισαν.

ΓΙΑΝΧΑΤΖ


ΜΝΗΜΗ

ΑΠΟΝΤΩΝ ΜΝΗΜΗ ΠΡΟΣΦΙΛΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ

Ο αρχικά επιπλοποιός και από το 1969 μετανάστης της Αμερικής Θεοκλής Χριστ. Χατζηκομνηνός ή Κολλυβάς (Αγιάσος 1916 - Ε3δΙ ΝοΓίΗροΓΐ, Νο^ν Υ ογΚ 9.3.1999), από τα δυναμικότερα στελέχη του προοδευτικού κινήματος στην Αγιάσο.

Η Ε ιρήνη Μ οιρα σ γέντη , το γέν ο ς Π α ν α ­ γιώ τη Σ υ ν ο δ ιν ο ύ , κ α ι τα π α ιδ ιά της π ρ ό σ φ ε ­ ρα ν 250 € στη μνήμη του σ υ ζύ γο υ κ α ι π α τέρ α Δ η μ η τρ ίο υ Μ οιρα σ γέντη , με την ε υ κ α ιρ ία της σ υ μ π λ ή ρ ω σ η ς τεσ σ ά ρ ω ν χ ρ ό ν ω ν α π ό την α π ο δ η μ ία του. Η Ευστρατία (Τούλα) Χατζηκομνηνού π ρ ό ­ σφερε 40 δολ. ΗΙΊΑ στη μνήμη του συζύγου της Θεοκλή Χατζηκομνηνού (Κόλλυβά) και τω ν κου­ νιάδω ν της Παναγιώτη και Ευστρατίου Π απαγε­ ωργίου (Κολυβά). Ο Βασίλειος Κωμαΐτης πρόσφερε 90 € στη μνήμη τω ν γονέων του Κώστα και Βικτω ρίας Κ ω ­ μαΐτη. Η Μ αρία Αποστόλου (ΗΠΑ) πρόσφερε 75 € στη μνήμη του συζύγου της Διονυσίου Αποστόλου και των γονέων της Βασιλείου και Εριφύλης Μη­ τροδώρα.

ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΣΥΛΛΟΓΟΥ - «ΑΓΙΑΣΟΥ» Σίμος Σκλεπάρης (δγάηεγ) Βάσω Χατζημπεκιάρη Παναγιώτης Βασιλάκης Ο παπλωματάς Παναγιώτης Χριστόφα Παπαγεωργίου ή Κολλυβάς, αδερφός του προηγούμενου, άφησε τη στερνή του πνοή στην Αγιάσο, στις 17.2.2000.

50 δολ. 20 € 50 €

Ο Όμηρος Κοντούλης πρόσφερε στο Αναγνω­ στήριο «η Ανάπτυξη» Αγιάσου 100 € στη μνήμη του Χριστόφα Φραντζή.

ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΡΙΟ Τ ο Διοικητικό Συμβούλιο του Γυμναστικού

Ο ράφτης Ευστράτιος Χριστόφα Παπα­ γεωργίου ή Κολλυβάς, αδερφός των προηγούμενων, άφησε τη στερνή του πνοή στην Αθήνα, στις 23.4.2004.

Ποδοσφαιρικού Συλλόγου «Όλυμπος» Αγιάσου, εκφράζει τις θερμές του ευχαριστίες στον Προκό­ πη Παναγιώτη Λινάρδο για την οικονομική βοή­ θεια την οποία πρόσφερε στο Σύλλογο, με την οποία αγοράστηκαν οι εμφανίσεις της ποδοσφαι­ ρικής μας ομάδας. Τέτοιες ενέργειες μας ενισχύ­ ουν όχι μονο υλικά αλλά και ηθικά στην προσπά­ θειά που καταβάλλουμε, για να συντηρήσουμε την αθλητική παράδοση του χωριού μας.

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ


ΔΙΑΘΕΣΗ ΤΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΜΑΣ Α. Διατίθενται αντίτυπα των βιβλίων που εξέ­ δωσε ο «Φιλοπρόοδος Σύλλογος Αγιασωτών»: 1. [Ε.Π. Κουλαξιζέλλη-Β.Π. Τραγέλλη], Η Α γιάσος και τα πέριξ, εν Αθήναις 1896. 5€. 2. Στρατή Π. Κολαξιζέλη, Θρύλος και ιστορία της Α γιά σου της νήσου Λέσβου, Αθήνα 1997. 15€. Τα βιβλία διατίθενται από το Σύλλογο με άμεση παράδοση, κατά τις ώρες λειτουργίας των Γραφεί­ ων, ή επί αντικαταβολή (6€ και 17€ αντίστοιχα). Β. Επίσης διατίθενται βιβλιοδετημένοι τόμοι του περιοδικού «Αγιάσος», με άμεση παράδοση στα Γραφεία του Συλλόγου ή επί αντικαταβολή (45€). Α ' τόμος (1-25, 1980-1984), Β ' τόμος (2645, 1985-1988), Γ ' τόμος (46-67, 1988-1991), Δ ' τόμος (68-85, 1992-1994), Ε ' τόμος (86-103, 1995-1997) και Σ Τ ' τόμος (104-121, 1998-2000).

ΓΑΜΟΙ • Κωνσταντίνος Σάββα Ξαφέλης Αικατερίνη Παναγιώτη Προκοπίου • Γεώργιος Κωνσταντίνου Μαρμαλέγκας Ειρήνη Βασιλείου Χατζηχρυσάφη • Βασίλειος Ευστρατίου Σκλεπάρης Γαριφαλιά Ελευθερίου Τακιδέλη • Παναγιώτης Νικολάου Ταμβακέρας Προκοπία - Δήμητρα Βασιλείου Ρουγκέλη

ΒΑΦΤΙΣΗ Σ τ ις 8.8.2004, στον Ιερό Ναό της Παναγίας Αγιάσου, έγινε η βάφτιση της θυγατέρας του Πανα­ γιώτη Στυλ. Σκορδά και της Ανθίκλειας Γεωρ. Σκαλοχωρίτου. Στο νεοφώτιστο δόθηκε το όνομα Σοφία. Στους ευτυχείς γονείς, στους παππούδες και στις γιαγιάδες, ευχόμαστε να τους ζήσει και να το καμαρώσουν. Στον ανάδοχο Φαίδωνα Χατζηδημητρίου ευχόμαστε να είναι πάντα άξιος.

ΓΙΑΝΝΗΣ και ΑΡΙΑΑΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

ΘΑΝΑΤΟΙ • Δεληγιάννης Παράσχος Χριστόφα (3.9.2004) • Ξενέλης Μιχαήλ Γεωργίου • Καλλιρρόη Προκοπίου Μπαγέλη • Δουκάκης Παναγιώτης Ευστρατίου • Τζανετής Αριστείδης Ευστρατίου • Τζέγκος Παναγιώτης Ευστρατίου (Μελβούρνη, 27.10.2004)

ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ

ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ Στις σελίδες 2 του τεύχους 142 (2004) και 34 του τεύχους 143 (2004) να γραφεί αντίστοιχα επιθεώρηση αντί ηθογραφία και επιθεώρηση/επιθεώρησης αντί ηθογραφία/ηθογραφίας. Στις σελίδες 10 και 38 του τεύχους 143 (2004) να γραφούν αντίστοιχα Θεόδωρο Προκοπίου Παπάζογλου αντί Θεόδωρο Παναγιώτη Παπάζογλου, και Νεκταρία Ευστρατίου Ξυνέλη αντί Νεκταρία Αθανασίου Ξυνέλη..

Επειδή η συγκέντρωση των κοινωνικών που αφο­ ρούν τους απανταχού της γης Αγιασώτες είναι δυσχερής, παρακαλούμε οι ενδιαφερόμενοι να μας ενημερώνουν έγκαιρα με επαρκή αξιοποιήσιμα στοιχεία, που να ανα­ φέρουν το πρόσωπο, καθώς και τον τόπο και την ημερο­ μηνία του συμβάντος. Τα ελλιπή ή ανακριβή στοιχεία δη­ μιουργούν συχνά πυκνά προβλήματα στη διεύθυνση, δρομολογώντας χρονσβόρες αναζητήσεις, με αποτέλε­ σμα να καθυστερεί η δημοσίευσή τους. Πρόσβαση λήψης κοινωνικών έχουμε μόνο στο Δήμσ Αγιάσου, του οποίου οι υπάλληλοι και συνεργάτες, μας εξυπηρετούν με μεγά­ λη προθυμία και τους ευχαριστούμε θερμά γΓ αυτό.

Από τη Αιεύθυνση




Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.