Agiasos mag 155 2006

Page 1


Οι φίλοι Παν. (;) Γρ. Εμβάλωμας, Ευστρ. Αντ. Τζανής και Ευστρ. Μιχ. Λιάκατος.

Η Μαρία (Μαρ’γέλ’) Δημ. Κουταλέλη με την εγγονή της Αφροδίτη Ευρ. Ζαφειρίου.

ΠΠ1ΜΙ1Μ)Μ1ΜΑ ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Οι επισκέπτες υποχρεώνουν................................................................................... ............................. ΧΑΡΙΛΑΟΥ ΚΛ. ΚΟΥΔΟΥΝΕΛΗ, Πατριδογνοιστικά. Αγιάσος, αγάπη μου... (ΛΘ ) ...................................................................... ΜΥΡΣΙΝΗΣ ΒΑΜΒΑΚΑ-ΧΟΥΤΖΑΙΟΥ, Τ ’ ανέμελα παιδιά της στέρησης αυτοσχεδιάζουν.............................................................. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΜΙΧ. ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗ, Αναγνωστήριο Αγιάσου «η Ανάπτυξη». «Ανέσπερο φως στο μετερίζι του λαϊκού πολιτισμού» ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΛΕΖΕΛΗ (ΠΟΥΠΟΥΣΑ), Το Αναγνωστήριο, ο Φασιανός και η Ζαγάνινα.................................................................... ΣΤΡΑΤΗ ΑΠ. ΜΟΥΤΖΟΥΡΕΛΗ, Νοσταλγικές σχολικές θύμησες. Το λυσσασμένο καπρί της προπολεμικής Αγιάσου................. ΠΡΟΚΟΠΗ ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗ, Πρωτότυπο Δελτίο Ειδήσεων Αγιάσου. Εκφωνητής ο αμίμητος φαρσέρ... Στρατής Αναστασέλης ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΑΠΑΝΗ, Ο πατέρα μου ο φαμελίτης και ο πολυμήχανος ( Γ ' ) .......................................................................................... ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Λεσβιακά αρχειοδιφικά σύμμεικτα. Διαβιβαστικό Αίτησης στρατιωτικής συνταξιούχου............ ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Λεσβιακοί απόηχοι. Της Ελένης Κουρτζή.......................................................................................... ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΣΑΑΤΟΓΙΑΝΝΗ, Αλώβητες σημαίες (ποίημα) - Το χέρι του Θεού (ποίημα). ΣΠΥΡΟΥ ΚΑΡΑΜΟΥΝΤΖΟΥ, Ξεδοντιασμένο λιοντάρι (ποίημα).......................................................... ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΣΑΑΤΟΓΙΑΝΝΗ, Ανθος βυσσινιάς (ποίημα) - Ροδιές (ποίημα) - Κρασί θεών (ποίημα). ΜΑΡΙΑΣ ΚΑΜΙΝΕΛΗΠΑΤΣΕΑΗ, Δυο παιδαρέλια (ποίημα) - Φαντάρε, φανταράκι μου... (ποίημα)...................................................................................... ΒΗΣΣΑΡΙΩΝΑ Ν. ΚΑΛΥΒΑ, Από τον άμβωνα της Παναγίας Αγιάσου. Ηθική κρίση και αγιότητα................................................. ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Παλαιολόγοι της Λέσβου. Η επιστολή του Γερμανού ερευνητή ΡείεΓ Μώ1&1................................. ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Γρηγόρη Κριμπά «Εμφύλιος». Απόπειρα κριτικής και φιλολογικής προσέγγισης....................... ΘΟΔΩΡΟΥ ΣΤ. ΠΕΛΑΝΤΑΚΗ, Νοσταλγικά αναθυμήματα ενός ευαίσθητου αλληλογράφου............................................................ ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗ ΧΑΤΖΗΛΕΩΝΙΔΑ, Αγιασώτικες ευτράπελες ιστορίες. Ο Σπύρος και ο Κλης σε αγώνα ποιητικό στην Καρυά.. ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗ ΧΑΤΖΗΛΕΩΝΙΔΑ, Στιγμιότυπα της καθημερινής ζωής. Και όμως ζήλευε ο φίλος μου τη γυναίκα το υ ............. Τα πθίτκα μας (Χρίστος Γλεζέλης, Ερμόλαος Χατζηβασιλείου, Γιάννης Δ. Παπάνης)........................................................................ ΓΙΑΝΧΑΤΖ, Σας πληροφορούμε................................................. Κοινωνικά......................................................................................................................................................................................................

Σελ. 3 4 5 7 10 13 16 17 18 19 20 21 22 24 25 31 33 34 35 36 38

ΕΞΩΦΥΛΛΟ

Περιφορά της εικόνας της Παναγίας στον ομώ­ νυμο Ιερό Ναό της Αγιάσου (15.8.2005). (Φωτογραφία Παρασκευά Ευστρ. Λιακάτου)

ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ

Το κυματόδαρτο εκκλησάκι της Παναγιάς της Γοργόνας στη Σκάλα Συκαμιάς. (Φωτογραφία Παΰλου Νικολαΐδη, 19.10.2003)

Ι55Ν 1106-3378

Κωδικός 3980

Ο αείμνηστος συνεργάτης μας δάσκαλος Παναγιώτης Ευστρ. Μουτζουρέλης.


ΟΙ Ε Π ΙΣ Κ Ε Π Τ Ε Σ Υ Π Ο Χ Ρ Ε Ω Ν Ο Υ Ν Σ τ ις μέρες μας η ανταγωνιστικότητα, σε τοπικό, σε εθνικό και σε παγκόσμιο επίπεδο, είναι η συνήθης μεθόδευση επιβίωσης, ανάδειξης, ευδοκίμησης. Στον τομέα του τουρισμού η επιτυχία βρίσκεται σε συ­ νάρτηση με πολλούς παράγοντες. Τίποτε δε γίνεται με ευχολόγια. Όλα είναι απότοκα της υποδομής, του ορθολογικού προγραμματισμού, της δυνατότητας παροχής καλών υπηρεσιών... Το νησί μας ήταν και εξακολουθεί να είναι πόλος τουριστικής έλξης. Ακινητεί στο μεταίχμιο Ανατο­ λής και Δύσης. Περιβρέχεται από το θαλασσόνερο του Αρχιπελάγους. Διαθέτει φυσικό κάλλος, ιστορι­ κή διαδρομή αιώνων, πολιτιστικά επιτεύγματα, χρυσικούς των γραμμάτων και της τέχνης... Αναρίθμητοι αυτοί που επισκέφτηκαν τη Λέσβο, που μαγεύτηκαν από τις ομορφιές της, που αποτύ­ πωσαν με το κοντύλι ή με το χρωστήρα τους την α­ νυπόκριτη αγάπη τους. Μιλιούνια οι ανώνυμοι ταξιδευτές του καθήκοντος, της περιέργειας, της εμπο­ ρίας, της θρησκευτικής πίστης, της αναψυχής... Συχνά πυκνά γίνομαι αποδέκτης απόψεων για το νησί. Οι περισσότεροι συνομιλητές ή επιστολογρά­

φοι εκφράζουν το θαυμασμό τους, τη βαθιά εκτίμη­ σή τους. Δεν είναι λίγες οι φορές που μου τηλεφω­ νούν, γιατί κάτι διάβασαν στον τύπο, κάτι άκουσαν στο ραδιόφωνο, κάτι είδαν στην τηλεόραση, το ο­ ποίο έχει σχέση με το νησί. Είναι αλήθεια πως αυτή η ευαισθησία τους με χαροποιεί, μου κεντρίζει τον πατριωτισμό. Δε λείπουν, βέβαια, και οι τιμητές, οι παραπονιάρηδες, οι ανικανοποίητοι, οι φαντασμέ­ νοι. Είναι και αυτοί χρήσιμοι, για να μην καβαλήσουμε το καλάμι, όπως συμβαίνει πολλές φορές... Ο Αύγουστος είναι ο μήνας της μεγάλης διακίνη­ σης. Η επισκεψικότητα φτάνει στο αποκορύφωμά της. Εφέτος η Αγιάσος μάλιστα φιλοξενεί τον προκα­ θήμενο της Ορθοδοξίας, τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο, με την ευκαιρία της συμπλήρωσης διακοσίων χρόνων του Ιερού Ναού της Παναγίας... Καθήκον όλων των Λεσβίων να συνειδητοποιή­ σουν πως η επίσκεψη επωνύμων και μη δημιουργεί υποχρεώσεις σεβασμού, αναβάθμισης υπηρεσιών, ευγενικής συμπεριφοράς, ανωτερότητας συναλλα­ κτικού ήθους... ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Από την υποδοχή του ανωτάτου άρχοντος στην Αγιάσο στις 15.8.2001. Διακρίνονται, από αριστερά, ο Τξαννής Τζαννετάκης, βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας και τ. πρωθυπουργός, ο αρχιμανδρίτης Κύριλλος Συκής, ο δήμαρχος Παναγιώτης Ψυρουκης (Γραμμέλης), ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωστής Στεφανόπουλος και ο υπουργός Αιγαίου Νίκος Σηφουνάκης.


Π Α ΤΡΙΛ Ο ΓΝ Ω ΣΤΙΚ Α Αγιάσος, αγάπη μου... ΛΘ Μ ε τά τα σκαλιστά του Δημήτρη Καμαρού, συνεχίζοντας να κατηφορίζουμε, συναντάμε, τα τε­ λευταία χρόνια, τον Παναγιώτη Βούκατο, να έχει στήσει έξω από το σπίτι του το υπαίθριο οπω ρο­ πωλείο του. Τα ωραία προϊόντα της Αγιάσου, ό­ πως κεράσια, μήλα, αχλάδια, κάστανα, καρύδια, αλλά και λάδι και σαπούνι σπιτικό, εκτίθενται εκεί προς πώληση στους πολυπληθείς επισκέπτες της Αγιάσου. Κοντά σ ’ αυτά πάντα ο Παναγιώτης το­ ποθετεί για ρεκλάμα και μια δέσμη αχινών καστα­ νιάς, θυμίζοντάς μας έτσι από πολύ νωρίς τον επι­ κείμενο ερχομό του χειμώνα. Απέναντι ακριβώς λειτουργεί το δισκοπωλείο του Ευστρατίου Ανδρικού, ο οποίος προωθεί με ε­ πιτυχία τη μουσική παράδοση της Αγιάσου και όχι μόνο. Τι ήταν στο παρελθόν αυτό το μαγαζάκι και ποιος το είχε δε γνωρίζω. Παραπλεύρως του υπαίθριου οπωροπωλείου του Βούκατου επεξεργάζεται με επιτυχία το ξύλο ο σκαλιστής Μιχαήλ Αθανασιάδης, εκθέτοντας εκεί τα προϊόντα της τέχνης του, όπω ς μπαούλα σκαλι­ στά, καθρέφτες, καθίσματα και άλλα. Πιο παλιά στο ίδιο αυτό κατάστημα λειτουργούσε το παντο­ πωλείο του Χριστόφα Γεωργίου Οικονόμου, που παραπλεύρως ήταν και στο σπίτι του. Απέναντι α ­ κριβώς, μέσα στο στενό και στην αρχή αυτού, όπου σήμερα είναι το σπίτι του Γεωργίου Κακλαμάνου, αν θυμάμαι καλά, λειτουργούσε η Ηλεκτρομηχανή της Αγιάσου. Η παραγωγός αυτή ηλεκτρομηχανή, που την εκμετάλλευσή της είχε η σύζυγος του δικη­ γόρου Μυτιλήνης Στρατή Αλαμανέλη Ιωάννα (Βάνα) Ευστρατίου Δουκάρου, ήταν πολύ θορυβώδης, με έναν ισχυρό και ατελείωτο εκκωφαντικό θόρυ­ βο, που σειόνταν και αντηχούσαν οι λαγκαδιές μέ­ σα στη μαύρη νύχτα, από το παφ πουφ. Απορώ α­ κόμα πώ ς οι περίοικοι, κυρίως οι κατάκοποι και ε­ ξουθενωμένοι από τον κάματο της ημέρας αγροτο­ εργάτες, μπορούσαν να ησυχάσουν και ν ’ αναπαυ­ θούν. Ίσως το κακό μετριαζόταν, επειδή γύρα) στις 12 το βράδυ σταματούσε η λειτουργία της. Το έτος 1936 μεταφέρθηκε σε καινούργιο κτίριο στην είσο­ δο της κωμόπολης και έτσι ο θόρυβος της διασκορ­

Λίγο πιο κάτω από το Εργαστήριο του Δημητρίου Καμα­ ρού, στο στενό όπου το σπίτι του Κακλαμάνου, λειτούρ­ γησε προπολεμικά η Ηλεκτρομηχανή της Αγιάσου. Στη φωτογραφία ο αυριανός λαοπρόβλητος δήμαρχος Μιχαήλ Παπέλης, πρώην Βίγλατζης, με τον αρτοποιό Γεώργιο Χατζηπλή (Κακλαμάνο), τη γυναίκα του Αργυρώ και τη θυγατέρα τους Αίζα. (Φωτογραφία Παντελή Μουντζοΰκογλου)

πιζόταν μέσα στις λαγκαδιές και ανησυχούσε μόνο τους απέναντι τεθνεώτες. Την ίδια όμως εποχή ε­ γκαταστάθηκε εκεί και δεύτερη αθόρυβη εγγλέζικη ηλεκτρομηχανή. Έ τσι η πρώτη θορυβώδης έμεινε μόνο για ρεζέρβα, μέχρι που ήλθε η ΔΕΗ και όλα άλλαξαν προς το καλύτερο. Συνεχίζοντας νοερά την περιήγησή μας ανά τας οδούς και τας ρύμας της Αγιάσου, στο νου μας έρχονται η βρακοφορούσα καλόκαρδη νοικο­ κυρά Ελένη, σύζυγος Προκοπίου Χτενέλη, και τα εφτά πα ιδιά της, η Μ αριάνθη, η Αεσβία, ο Δημη­ τρός, ο Περικλής, ο Μ ιλτιάδης, ο Παναγιώτης, ο Βασίλης, που όλα τα αποκατέστησε στην κοινω νία πολύ καλά. (Συνεχίζεται) ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΚΑ. ΚΟΥΔΟΥΝΕΛΗΣ


Μ Ν Η Μ Ε Σ Α Π Ο ΤΗ Μ Ε Τ Α Π Ο Λ Ε Μ ΙΚ Η Α ΓΙΑΣΟ Τ’ ανέμελα παιδιά της στέρησης αυτοσχεδιάζουν... Σ τ η δεκαετία του ’50 θα σταθούμε, για να θυμηθούμε ό,τι απίστευτο και όμως αληθινό ζήσαμε, νο­ σταλγικά για εμάς τους μεγαλύτερους και λίγο παρά­ ξενο για τους νεότερους. Είχε πολύ «μουρουμάν’» και «αξ’πουλ’τιά» τότε το χωριό μας και, παρ’ όλο που τα φαγώσιμα και τα ρούχα ήταν λιγοστά, τα παιδιά δεν έχαναν το κέφι και την όρε­ ξη για «τζ’λώξ’μου» και για αυτοσχέδια παιχνίδια μέσα στα χαλάσματα και στα σοκάκια. Κυρίως τα καλοκαί­ ρια, που οι μέρες ήταν μεγάλες και το υγιεινό αγιασώτι­ κο κλίμα αναζωογονούσε την ψυχή και το σώμα, ήταν που τ ’ αλανιάρικα ξυπόλυτα παιδιά ευχαριστιόνταν την ελευθερία και όλο κάτι σοφίζονταν, για να χαρούν το ρε­ μπελιό, που όλο και λιγοστεύει στα σημερινά χρόνια. Αυτοί που έδιναν τόνο και ενδιαφέρον για την ψυχαγω­ γία μας ήταν οι αυτοδίδακτοι καραγκιοζοπαίχτες, που με καταπληκτική επιτυχία αντέγραφαν την παρλάτα και τις φιγούρες από το σημερινό θέατρο σκιών και από τα βιβλιαράκια του Καραγκιόζη. Πρώτος μάστορας κατα­ σκευής φιγούρας σε ταβλόνι, του σιορ Διονύση, του Χατζαϊβάτη, του Κολλητηριού και άλλων, ήταν ο Θεόφιλος ο Βέτσικας. Είχε υπομονή, δεξιοτεχνία και μεράκι. Για ώρες πάνω σ’ ένα ξύλινο μεγάλο σκαμνί, με μια καρφο­ βελόνα, πλατυσμένη στην άκρη, σχεδίαζε, π.χ. το Κολλη­ τήρι, και στη συνέχεια με το σφυρί ντάκα ντούκα έκοβε τον ήρωά του. Μετά, στη μέση, για να δίνει κίνηση, έβα­ ζε έναν «καπανά» και πίσω μια ξύλινη βεργούλα και ό­ λα ήταν έτοιμα. Καραγκιοζοπαίχτες άριστοι ήταν ο Αλέ­ κος ο Τσόκαρος, ο Γιάννης ο Αάζαρος, τα Τσουκαρέλια, ο «Μητρός» και ο μακαρίτης «Γιάνν’ς» και άλλοι. Οι παραστάσεις δίνονταν το βράδυ στα χαλάσματα και στις αυλές πίσω από ένα μεγάλο σεντόνι, με ένα αναμμένο κε­ ρί για φως. Όλα τα παιδιά είχαμε με το καλό τη μάνα μας, για να μας δώσει καμιά δεκάρα για το εισιτήριο, και μαγευόμαστε από το «υπερθέαμα» της παράστασης. Και η μάνα μου φώναζε: του νου σας μη σας τσιντρώσ’ κα­ νές σκουρπιός μες στα χαλάσματα. Τότε τ’ αγόρια, λόγω της έκρυθμης κατάστασης, έ­ καναν μεγάλες ομάδες και, εφοδιασμένα με ραβδιά και με κλαδιά από βρομούσες για όπλα, έπαιζαν τους «α­ ντάρτες». Στην ομάδα που κατέβαινε από το Μαυρι­ γιώτη, με καμιά δεκαριά «πολεμιστές», αρχηγός ήταν η Τζούρα, ο Μπουγδής ο Γιώρ’ς. Η άλλη ομάδα, με άλ­ λα τόσα παιδιά, που όλα ήταν από το Σταυρί, είχε αρ­ χηγό το Γιώργο, τον αδερφό μου. Οι «όρ’θις», άμα τους έβλεπαν να τρέχουν, πάθαιναν πανικό και κατέ­ φευγαν στο «κ’μάσ’» πριν από το σπερνό. Η επιχείρη­ ση τελείωνε με πετροπόλεμο. Τα παιδιά συνήθως τότε

Φωτογραφία από το Σταυρί. Διακρίνονται ο Παναγιώ­ της Κοντή Στεφανής, η μητέρα του Αγγέλα και η θεία του Ειρήνη Γιάννη Στεφανή. (ΦΩΤΟ ΖΟΥΖΙ, Μυτιλήνη. Από τη Συλλογή Γιάννη Χατζηβασιλείου

κουρεύονταν «γ’λί». Καθώς έλεγε ο αείμνηστος Κώ­ στας ο Τζηρίδης, έπρεπε να είναι «εν χρω κεκαρμένα», λόγω ψείρας. Τα κεφάλια των παιδιών, μετά τον πε­ τροπόλεμο ήταν γεμάτα «αφάλιες», δηλαδή είχαν ση­ μάδια από τις πέτρες, που είχαν δεχτεί. Ο αδερφός μου, ο Γιώργος, είχε μια περίεργη συνή­ θεια. Του άρεσε να «τζ’λών’», δηλαδή να πειράζει ύ­ πουλα και σταθερά. Για παράδειγμα, είχε εντοπίσει τη σακούλα με το αλεύρι, από σιτάρι της Μεγάλης Αίμνης, που η «Φτέρπ’» η Καραγιώργαινα είχε πίσω από την εξώπορτα του σπιτιού της. Πήγαινε λοιπόν και κα­ τουρούσε στη «χαραμαγή» (χαραμάδα) της πόρτας, α­ κριβώς πάνω στο τσουβάλι, και ευχαριστημένος για το κατόρθωμα περίμενε ν ’ αρχίσει ο καβγάς του μαχαλά μας. Αλλη συνήθειά του ήταν να δένει την κλωστή τη μαύρη, από το καρούλι του ραψίματος στο μπρούτζινο χερούλι της πόρτας της μοδίστρας μας, της Μαριάνθης, και «σύμχρα σύμχρα» ν ’ ανεβαίνει στον αμα­ ξωτό και να χτυπά αβέρτα. Η κυρα-Παρασκευή, η για­ γιά του Θεόφιλου του Βέτσικα και η μητέρα της μοδί­ στρας, ήταν μια παράξενη και πολύ νοικοκυρά Κωνσταντινουπολίτισσα. Ανέβαινε η καημένη δεκαπέντε


σκαλιά επάνω στο σπίτι, για να δει ποιος χτυπά. Κα­ νέναν όμως δεν έβλεπε από την παλιοπαρέα που την πείραζε και όλο ζητούσε τον αίτιο. Τότε στο χωριό ήταν ένας γανωτής, που γύριζε στις γειτονιές και κολλούσε «μπακιρ’κά». Φώναζε: ε, φανά­ ρια, «ντινικέδις», λαδόμπρικα, κουλλώ... Ο Γιώργος κι η παρέα του μιμούνταν το γανωτή και φώναζαν κάθε λίγο τα ίδια. Η κυρα-Παρασκευή ανέβαινε πάλι δεκα­ πέντε σκαλιά, για να της κολλήσει τα «σντράνια» της ο γανωτής, αλλά κανέναν δεν έβλεπε, ώσπου ανακάλυψε το «τζ’λώξ’μου» και έλεγε στη μάνα μου: Μάριγια, μά­ ζουξι του γιο σ’ του βαθρακουτσοίλ’, γιατί πουλύ μι ζουχαδιάζ’. Και η μάνα μου έλεγε: μουρά είνι, τα μου­ ρίσια ντουν θα κάνιν». Και άντε να βρεθεί η άκρη. Τις ελεύθερες ώρες τα παλιόπαιδα, τ ’ ατίθασα, πή­ γαιναν να κάνουν χουσμέτια. Δίπλα στο σπίτι μας ήταν το «ατζ’γγαναριό» του Λάζαρου. Το δούλευαν τ ’ αδέρ­ φια, Γιώρ’ς το Κ’μάσ’ και το Ν’κουλέλ’ το Ρουφτό. Έδεναν στην κατραδιά, στο «κριτσέλ’», τα ζα και άρχιζαν μέσα σε μεγάλη φασαρία να τα πεταλώνουν κάθε απόγευμα. Ο Γιώργος πήγαινε και τρύπωνε στο «ατζ’γγαναριό» και δώσ’ το φέρ’ το επί ώρα «φ’σούσι του π ’χάν’» και περίμενε να πάρει καμιά δεκάρα, για να γεμίσει ο κουμπαράς. Και γινόταν μαύρος από τις μουτζούρες. Ακόμα οι Λάζαροι στο αργαστήρι τους έ­ καναν «π’ραστιές», μασιές, φουφούδες, μαγκάλια, «κριτσέλια», πέταλα, καρφιά, τσαπιά, «αξ’νάρια» και πολλά άλλα. Άλλο «γλέντ’σμα», δηλαδή παιχνίδι που είχαν τα παιδιά παλιά, ήταν τ ’ αραμπαδέλια, οι κόζες (μπίλιες), τα «στιφανουτά» (χαρταετοί), οι ντάμες (χάρτινες σαΐτες), το «κ’τσό», τα «σπ’τέλια», οι «κούτσες», οι «τόπες», καμωμένες με κλωστές ή με πανιά και με λίγο καουτσούκ μέσα, και το εμπόριο πώλησης ζαχαρωτών στο γήπεδο. Ο Γιώργος ήταν από τους πρώτους πλα­ νόδιους μικροπωλητές. Το βράδυ, τα καλοκαίρια, δίναμε στο μαγαζί θεα­

τρικές παραστάσεις, με αντιγραμμένα σενάρια από τα παιδιά των κατασκηνώσεων. Εμείς, τα κορίτσια, αφιερώναμε και λίγη ώρα τα καλοκαίρια, για να μάθουμε κέντημα, με πανάκι κά­ μποι και με κλωστές κουβαράκια ΟΜΟ. Μαθαίναμε την πισωβελονιά, το σταυρό, το πλακέ και σιγά σιγά βελτιώναμε τη δραστηριότητά μας αυτή προς το καλύ­ τερο. Ακόμα, με δυο φτερά από την ουρά του «πούλου» και με μικρό κουβαράκι κλωστή, μαθαίναμε να πλέκουμε μικρά καρπετάκια για τις «κούτσες» μας. Επίσης πηγαίναμε και βάζαμε μασούρια με μπαμπα­ κούλα για τις υφάντρες του μαχαλά μας. Είχαμε πολλά να κάνουμε, νομίζω, κι ας είναι απο­ ρίας άξιο πώς γεμίζαμε τις ώρες μας, όταν δεν πηγαί­ ναμε στο σχολείο. Να πούμε και την καθημερινή διαδρομή γύρω από το χωριό, στα «πριβουλέλια», για να φέρουμε απίδια, μήλα, καρύδια, κεράσια, κάστανα και ό,τι άλλο είχε σε αφθονία τότε το χωριό. Βοηθούσαμε με τις λίγες δυνά­ μεις μας τους κουρασμένους γονείς μας και τους ηλι­ κιωμένους και το βράδυ πέφταμε για ύπνο νωρίς νω­ ρίς, αφού πλέναμε χέρια και πόδια με το ολόδροσο α­ γιασώτικο νερό. Στρωματσάδα όλοι, γιατί τα κρεβάτια τότε τα είχαν οι αρχοντάδες. Παρ’ όλα αυτά εμείς νιώ­ θαμε ευτυχισμένοι, αφού το ελαφρύ αγιασώτικο κλίμα μας χάριζε έναν ύπνο ονειρεμένο, καθώς δεν είχαμε να σκεφτούμε ποιον να εξαπατήσουμε, για ν ’ αποκομί­ σουμε εκατομμύρια και χρυσαφικά, που σε τόσους αν­ θρώπους της εποχής μας στερούν έναν ήσυχο και γα­ λήνιο ύπνο, δυστυχώς. Μια κι είναι δύσκολη η ζωή και γρήγορα τελειώνει, λίγες ας ζήσουμε χαρές, μια και πολλοί είναι οι πόνοι. ΜΥΡΣΙΝΗ ΒΑΜΒΑΚΑ-ΧΟΥΤΖΑΙΟΥ

Το πρώτο Αελτίο Ταυτότητας της συνεργάτριάς μας Μυρσί­ νης Μιλτιάδη Χουτζαίου, με­ τέπειτα συζύγου Νικολάου Βαμβακά.


ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ ΑΓΙΑΣΟΥ «Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ» «Ανέσπερο φως στο μετερίζι του λάικοΰ πολιτισμού» Ε ν α καλαίσθητο λεύκωμα, με πλούσια και ενδιαφέρουσα ύλη, εξέδωσε πρόσφατα το Αναγνωστή­ ριο της Αγιάσου «η Ανάπτυξη», με τον τίτλο «Ανέ­ σπερο φως στο μετερίζι του λαϊκού πολιτισμού». Η έκδοση αυτή (διαστάσεων 23 χ 25 εκ., με 216 σελίδες και 306 φωτογραφίες) είναι το πρώτο προϊόν που προέκυψε στο πλαίσιο του επενδυτικού σχεδίου που υλοποιεί τα τελευταία δυο χρόνια το Αναγνωστή­ ριο, μέσω των Ολοκληρωμένων Προγραμμάτων Ανάπτυξης Αγροτικού Χώρου (ΟΠΑΑΧ), με σκοπό την προβολή του φυσικού και πολιτιστικού πλούτου της περιοχής και θα αξιοποιηθεί για την ανάδειξη του Αναγνωστηρίου και της Αγιάσου και για την α­ νάπτυξη των δημόσιων σχέσεων του Πνευματικού Κέντρου. Θα ακολουθήσουν μέχρι τον Αύγουστο και τα υπόλοιπα προϊόντα, για τα οποία κάναμε λό­ γο σε προηγούμενες ανταποκρίσεις μας. Στο πρώτο μέρος του λευκώματος γίνεται ανα­ φορά στην ιστορία και τη δράση του σωματείου, το οποίο φέτος συμπληρώνει 112 χρόνια ζωής. Το δεύτερο μέρος αναφέρεται στην ιστορία, στις π α ­ ραδοσιακές τέχνες, στο δομημένο και φυσικό περι­

βάλλον και στα αξιοθέατα του χωριού. Έ τσι, η έκ­ δοση αυτή -πρωτοποριακή για τα δεδομένα της Αγιάσου- προβάλλει όχι μόνο το Αναγνωστήριο αλλά συνολικά το ιστορικό κεφαλοχώρι του νη­ σιού μας και λειτουργεί ταυτόχρονα ως βιβλίο, λεύκωμα και τουριστικός οδηγός. Εξάλλου, αντλεί στοιχεία όχι μόνο από τη σχετική βιβλιογραφία και αρθρογραφία, άλλ’ αξιοποιεί ακόμα μελέτες - έ­ ρευνες της επιστημονικής κοινότητας, οι οποίες συνδέονται με το εξαίρετο δομημένο και φυσικό περιβάλλον της γενέτειράς μας και εκπονήθηκαν κυρίως τις τελευταίες δυο τετραετίες, ύστερα από το ενδιαφέρον και τις παρεμβάσεις του Δήμου μας. Μέσα από το πλούσιο φωτογραφικό υλικό, μέ­ ρος του οποίου είναι αρχειακό και αδημοσίευτο, προβάλλεται η φυσιογνωμία του τόπου και των αν­ θρώπων του, και κυρίως η ερασιτεχνική λαϊκή δη­ μιουργία. Το στίγμα αυτό δίνεται ήδη από το εξώ­ φυλλο του λευκώματος, στο οποίο εικονίζεται μια σύνθεση ερασιτεχνών καλλιτεχνών, που ο καθένας υπηρετεί έναν τομέα της παράδοσης (ερασιτεχνικό θέατρο, καρναβάλι, χορό, μουσική), αλλά όλοι μαζί τον κοινό στόχο, το λαϊκό πολιτισμό. Και το σύ-

Το εξώφυλλο του καλαίσθητου και περιεκτικού λευκώματος του Αναγνωστηρίου «η Ανάπτυξη» Αγιάσου.


μπλεγμα αυτών των μορφών απλώνεται προοπτικά σε μια νοητή διαγώνιο που, καθώς διατρέχει την α­ πόσταση από το παρελθόν στο παρόν ή και αντί­ στροφα, συμβολίζει την αστείρευτη λαϊκή δημιουρ­ γία στο διάβα του χρόνου. Το υψωμένο δεξί χέρι του καρνάβαλου Αντώνη Μηνά («Ολύμπιοι Θεοί» 1968) φαίνεται να δείχνει με καμάρι αυτή τη στρα­ τιά των λαϊκώ ν πραπαγωνιστοϊν και να καλεί ταυ­ τόχρονα τους νεότερους, έχοντας ως φωτεινό υπό­ δειγμα τους παλιότερους, να στρατευθούν στο με­ τερίζι του λαϊκού πολιτισμού, στο Αναγνωστήριό μας. Μέσα από τις κιτρινισμένες φωτογραφίες ανασταίνονται εκατοντάδες μορφές απλών ανθρώ­ πω ν του λαού μας, πρόδρομων και σκυταλοδρόμων της πνευματικής και πολιτιστικής ανάτασης του τό­ που μας. Η ανάκληση αυτών των μορφών μέσα από τη λήθη του χρόνου αποτελεί ταυτόχρονα ταπεινό μνημόσυνο και απότιση τιμής στο πρόσωπό τους και στην ανιδιοτελή προσφορά τους. Το Αναγνω­ στήριο, από τα κορυφαία δημιουργήματα του αγια­ σώτικου λαού, υπήρξε από τα χρόνια της Τουρκο­ κρατίας ο χώρος έκφρασης του πολυτάλαντου α­ νώνυμου λαϊκού δημιουργού, που με το καταξιω­ μένο πολυδιάστατο έργο του ανέδειξε την Αγιάσο σε «μάνα του λεσβιακού λαϊκού πολιτισμού». Τα κείμενα του λευκώματος και η γενική επιμέ­ λεια της έκδοσης είναι του Παναγιώτη Μιχαήλ Κου­ τσκουδή. Για τη συγκέντρωση του φωτογραφικού υ­ λικού εργάστηκαν εκτός από το συγγραφέα και οι Προκόπης Μαϊστρέλης και Παναγιώτης Ιωάννη Τσάγαλος. Το λεύκωμα εκδόθηκε από την Επιχείρη­

ση Γραφικών Τεχνών Α. Δούκας και ΣΙΑ ΟΒΕΕ (Βε­ νιαμίν Αεσβίου 6, Αρίονος 9 -8 1 1 00 Μυτιλήνη). Η ηλεκτρονική σελιδοποίηση έγινε από το συνεργάτη της εταιρείας, γραφίστα Δημήτρη Κανάραχο. Αναλυτικά τα περιεχόμενα του λευκώματος εί­ ναι τα εξής:

Αναγνωστήριο «Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ» • Ιστορία (Το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο γεννήθηκε το Αναγνωστήριο. Η Αέσβος κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Τα αποτελέσματα των φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων). • Η Αγιάσος την εποχή της ανάκαμψης (Η α­ νάπτυξη του οικισμού. Η κοινωνική διαστρωμάτω­ ση. Η εκπαίδευση. Οι πρώτες «Αδελφότητες»). • Η ίδρυση και η δράση του Αναγνωστηρίου (Η ίδρυση του σωματείου. Περίοδος Τουρκοκρα­ τίας (1894-1912). Μετά την απελευθέρωση (19121946). Η επανίδρυση του Αναγνωστηρίου (1952 μέ­ χρι σήμερα). • Η κτιριακή υποδομή (Η στέγαση του Ανα­ γνωστηρίου. Βιβλιοθήκη και Αίθουσα Εκδηλώσεων - Κινηματοθεάτρου, Λαογραφικό Μουσείο - Π ινα­ κοθήκη. Το Καστέλι). • Στόχοι, δραστηριότητες του Αναγνωστηρίου (Το θέατρο. Μουσική - Τραγούδι - Χορός. Δανει­ στική βιβλιοθήκη. Αλλες δραστηριότητες. Επίτιμοι Πρόεδροι. Χρηματοδότες - Δωρητές. Τιμητικές διακρίσεις. Επισκέπτες).

Το κτιριακό συγκρότημα του Αναγνωστηρίου «η Ανά­ πτυξη» Αγιάσου.


• Λαογραφική παράδοση (Ο καρνάβαλος. Η Αγιασώτικη παραδοσιακή φορεσιά. Η μουσικοχορευτική παράδοση. Το γλιοσσικό ιδίωμα της Α γιά­ σου. Επίλογος. Ο ύμνος του Αναγνωστηρίου).

Αγιάσος • Ιστορία (Η δημιουργία του πρώτου οικιστι­ κού πυρήνα. Το όνομα του χωριού. Η εκκλησία της Παναγίας. Η γιορτή της Παναγίας. Οι κάτοικοι). • Οικονομική δραστηριότητα (Η γεωργική και βιοτεχνική παραγωγή. Η καλλιτεχνική βιοτεχνία. Η κεραμική. Η ξυλογλυπτική. Παραδοσιακή κουζίνα). • Δομημένο περιβάλλον (Πολεοδομία και ρυ­ μοτομία. Οικοδομική και αρχιτεκτονική. Το παλιό παραδοσιακό σπίτι). • Φυσικό περιβάλλον (Ορεινός όγκος Ολύ­ μπου. Το πευκοδάσος της «Μεγάλης Αίμνης»). • Αξιοθέατα (Επισκέψιμοι χώροι του οικι­ σμού. Πανηγύρια. Φυσικά θέρετρα). • Πηγές - Π εριεχόμενα Στο προλογικό του σημείωμα ο Πρόεδρος του Αναγνωστηρίου Κλεάνθης Κορομηλάς αναφέρει μεταξύ άλλων τα εξής: «Η υπερεκατόχρονη πορεία του ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟΥ στα πολιτιστικά δροομενα της Αγιάσου και ευρύτερα της Αέσβου μαζί με τις κοινωνικές του ευαισθησίες και τις εθνικές του προσφορές, οπόταν οι περιστάσεις το καλούσαν, είναι άρρηκτα δεμένη με το φυσικό του χώρο, την Αγιάσο. Το ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ γεννήθηκε στα δύ­

σκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας, 1894, από α­ πλούς ανθρώπους, οραματιστές της «Ανάπτυξης». Αγκαλιάστηκε από όλους τους Αγιασώτες και με άξιους μπροστάρηδες μεγαλούργησε και είναι πα ­ νελλήνια γνωστό. Το Διοικητικό Συμβούλιο του Αναγνωστηρίου θε­ ώρησε οφειλόμενο χρέος προς την Αγιάσο να την προβάλει στο σύνολό της. Για το λόγο αυτό, με ιδιαί­ τερη χαρά και ικανοποίηση, υλοποιεί στα πλαίσια των Ολοκληρωμένων Προγραμμάτων Ανάπτυξης Αγροτικού Χώρου (ΟΠΑΑΧ) ένα επενδυτικό σχέ­ διο, στόχος του οποίου είναι η προβολή της πολιτι­ στικής, ιστορικής, λαογραφικής και περιβαλλοντι­ κής ταυτότητας της Αγιάσου και η επισήμανση της συμβολής του Αναγνωστηρίου στη διαμόρφωσή της. Έτσι, με την ανάπτυξη συστήματος Ιηΐοτησΐ, με τη βιβλιοταξινόμηση των βιβλίων της βιβλιοθήκης, τη λει­ τουργία ΜυΙΕτησώα ΓίοδΚ, την έκδοση διαφημιστι­ κών φυλλαδίων και του λευκώματος, συνοδευόμενου με Οϋ-ΚΟΜ και μουσικό ΟΟ, επιδιώκουμε, μαζί με την ανάδειξη και αξιοποίηση της πλούσιας καλλι­ τεχνικής και βιοτεχνικής παράδοσης της Αγιάσου, και την οικονομική και τουριστική της ανάπτυξη». Η παρουσίαση του λευκώματος θα γίνει μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος και την παρα­ γωγή και των υπόλοιπων ψηφιακών προϊόντω ν. Ό ποιοι θέλουν να το προμηθευτούν μπορούν να α­ πευθύνονται στον Πρόεδρο και στα μέλη του Δ ιοι­ κητικού Συμβουλίου του Αναγνωστηρίου Αγιάσου. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Μ ΙΧ. ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗΣ

Το Λαογραφικό Μουσείο και η Πινακοθήκη του Ανα­ γνωστηρίου «η Ανάπτυξη» Αγιάσου.


ΤΟ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΡΙΟ, Ο ΦΑΣΙΑΝΟΣ ΚΑΙ Η ΖΑΓΑΝΙΝΑ σα στην αίθουσα πέντε νέοι, τρία αγόρια και δυο κορίτσια. Από το παρουσιαστικό τους και από το Ανάπτυξη» και θα εξακολουθούν να γράφονται, ό­ ντύσιμό τους φάνηκε ότι ήταν ξένοι. Με χαιρετάνε, σο θα υπάρχουν άνθρωποι που θα προσπαθούν τους χαιρέτισα και εγώ. Ήμαστε, μου λένε, από την και θα μοχθούν για το καλά, για την πρόοδο. Ε πά ­ Αθήνα, φοιτητές της Σχολής Καλών Τεχνών και θα ξια, κατά καιρούς, του έχουν δοθεί ονόματα, όπως θέλαμε κάποιες πληροφορίες. Πάνω στην ώρα Πνευματικός φάρος, Κ αλλιτεχνικός φάρος, Πανε­ έρχεται ο αντιπρόεδρος του Αναγνωστηρίου Π ά­ πιστήμιο... Εγώ θα πω νος Π ράτσος. Τους και Δημοτικό Σ χο­ σύστησα και τους λείο και Γυμνάσιο, πρότεινε να κα θί­ γιατί εκεί έμαθα π ά ­ σουν. Αρχισαν τη συ­ ρα πολλά. Μ πορώ ζήτηση. Εμένα τώρα να πω πω ς πήρα α ­ δε μου έπεφτε λόγος, πολυτήριο Γυμνασί­ μόνο παρακολουθού­ ου, τρόπος του λέ­ σα τη συζήτηση. Εί­ γειν, από το Α να­ μαστε, είπαν, φ ο ι­ γνωστήριο. τητές της Σχολής Κ α­ Ή ταν δύσκολα τα λών Τεχνών Αθήνας χρόνια εκείνα για και έχουμε πληρο­ πολλές οικογένειες ν ’ φορίες πω ς εδώ, στην αφήσουν τα παιδιά Α γιάσο, ζω γράφ ιζε τους να συνεχίσουν το ο λαϊκός ζωγράφος ενιαίο Γυμνάσιο και Θ εόφιλος. Ή ρθαμε γενικά τη μόρφωσή λοιπόν να κάνουμε έ­ τους. Έπρεπε να δου­ ρευνα και εργασίες λέψουν, για να ζήσουν για τις εξετάσεις μας. και για να επιβιώ­ Σωστά, παρατήρησε σουν. Δεν υπήρχαν ο αντιπρόεδρος. Αν καφετέριες και ντι­ σας είναι εύκολο, θα σκοτέκ. Είχε όμως θέλαμε τη βοήθειά καφενεία, αλλά και σας, είπαν τα παιδιά. αυτά ήταν για τους Τότες ο αντιπρόε­ λίγους, γ ι ’ αυτούς δρος κοίταξε εμένα που μπορούσαν να και με ρωτάει αν έχω πάνε να πιουν καφέ. δουλειά. Του λέω ό­ Πάνω α π ’ όλα ό­ χι. Τότες, να πάρεις μως υπήρχε το Ανα­ Σκίτσο του Χρίστου Γλεζέλη, φιλοτεχνημένο τα παιδιά και να τα γνωστήριο, που για το 1956 από τον Αλέκο Φασιανό. πας στα Σκαλούδια, μας ήταν το στέκι στο καφενεδάκι τ ’ μας. Λέω το στέκι Ρουδάν’. Σ ’ αυτό το καφενεδάκι είχε ζωγραφίσει ο μας, γιατί σαν και μένα υπήρχαν πολλά παιδιά. Το Θεόφιλος. Πήρα τα παιδιά και ανηφορίσαμε προς Αναγνωστήριο στεγαζόταν άλλοτες σε μια πολύ τα Σκαλούδια. Κατά τη διαδρομή κοίταζαν δεξιά μικρή αίθουσα, που ήταν στο λεγόμενο Χάνι. Σ ’ και αριστερά και ό,τι τους κινούσε το ενδιαφέρον αυτή τη μικρή αίθουσα γίνονταν ομιλίες, εκδηλώ­ το ζωγράφιζαν, όπω ς τα σαχνισίνια, που τότες ή­ σεις και πολλά άλλα. ταν πολλά. Ή ταν Ανοιξη του 1956, αν δεν κάνω λάθος. Το καφενεδάκι δε δούλευε πια, ήταν κλειστό, Έ να πρωινό ήμουνα μόνος μου στο Αναγνωστήριο αλλά εκείνη τη μέρα ήταν ανοιχτό. Μπήκαμε μέσα και διάβαζα κάποιο βιβλίο. Ξαφνικά μπαίνουν μέ­ Π ο λ λ ά έχουν γραφεί για το Αναγνωστήριο «η


και πράγματι στους τοίχους υπήρχαν ζωγραφιές, που ήταν καμωμένες από το λαϊκό ζωγράφο Θεό­ φιλο, όχι όμως σε καλή κατάσταση. Τα πολλά τα χρόνια, οι καιρικές συνθήκες και η αδιαφορία, ά ­ φησαν τα ίχνη τους. Η καταστροφή ήταν φανερή. Τα παιδιά κοίταζαν και συζητούσαν. Τώρα απόλυ­ τη ησυχία, γιατί ζωγράφιζαν. Χ ω ρίς να το κατα­ λάβουμε, μας πήρε το βράδυ. Γυρίσαμε στο Αναγνωστήριο. Στο δρόμο τους ε­ ξήγησα πω ς τέτοιες ζωγραφιές υπάρχουν και στην Καρύνη, που είναι αγροτική τοποθεσία και έχει και εκεί καφενεδάκι, όπου επίσης έχει ζωγραφίσει ο Θεόφιλος. Μου φάνηκε όμως ότι το ξέρανε. Τη νύχτα κλείσανε δω μάτια για ύπνο στον Ξε­ νώνα, στο Χάνι, που λειτουργούσε υπό τη διεύ­ θυνση της Βιλελμίνης Σωσώνη. Ξημέρωσε μια ωραία ηλιόλουστη μέρα. Ή ταν Κυριακή. Το πρω ί ο κόσμος πήγαινε στην εκκλη­ σία. Εμείς, η νεολαία, μα τι νεολαία, γεμίζαμε τον αυλόγυρο της εκκλησίας. Οι μεγάλοι κάναμε πηγα­ δάκια και συζητάγαμε, πειράζοντας ο ένας τον άλ­ λον. Οι πιο μικροί έπαιζαν κυνηγητό και άλλα παιχνίδια, μέχρι που οι χωροφύλακες αναγκάζο­ νταν να τους απαγορέψουν για την ησυχία. Και σε μας γινόταν σύσταση να μιλάμε πιο σιγά και να φεύγουμε. Ό π ω ς έφευγα και πήγαινα στο Αναγνωστήριο, πριν ακόμα βγω από τον αυλόγυρο της εκκλησίας, συνάντησα ένα από τα παιδιά, τους ζωγράφους. Καλημεριστήκαμε και δώσαμε το χέρι. Αλέκος Φασιανός, μου λέει. Χ ρίστος Γλεζέλης, του λέω. Στο άλλο του χέρι κράταγε μια φωτογραφική μη­ χανή. Πιάσαμε την κουβέντα. Την ώρα εκείνη μπή­ κε στον αυλόγυρο και πήγαινε προς το ναό η Αμερισούδα Σταύρου Καμινέλη, η Ζαγάνινα. Έμενε στη συνοικία Μ πουτζαλιά. Ή μασταν γειτόνοι. Το σπίτι της και το δικό μας ήταν το ένα απέναντι α­ πό το άλλο. Ή ταν ντυμένη με τα κυριακάτικά της ρούχα. Φορούσε σαλβάρι πολύχρωμο, φανταχτερό, κα­ θώς και ρούσικο, που και αυτό ήταν παρόμοιο. Εντύπωση προκαλούσαν και τα στολίδια της, αρ­ κετές αρμαθιές φλουριά στο λαιμό και αρκετά βραχιόλια και δαχτυλίδια και στα δυο της χέρια, όλα αληθινά. Μ όλις την είδε ο Αλέκος εκδήλωσε θαυμασμό. Περνάει από μπροστά μας, μας χαιρέ­ τισε, στάθηκε λίγο και μας κοίταζε. Μου είχε με­ γάλη αδυναμία, για τί της έκανα θελήματα. Και μου λέει: Ε Χρίστου, τίνους είνι έγιουτου του ό-

Το σπίτι της Ζαγάνινας με το παραδοσιακό σαχνισίνι στην Μπουτζαλιά δεν υφίσταται πια στις μέρες μας. (Φωτογραφία Μιχάλη Κορομηλά)

μουρφου του π α λ ’καρέλ’. Ξένου είνι, Αμιρσελ’, α π ’ τν Αθήνα, της απάντησα. Α, καλά, λέει και φεύγει. Και εγώ τώρα μεταφράζω στον Αλέκο αυ­ τά που είπαμε με την Αμερισούδα. Τα καταλαβαί­ νει και γελάει. Θέλω, λέει, να τη φωτογραφίσω. Ό ταν βγει από το ναό, θα της το προτείνουμε. Την εποχή εκείνη είχε πάρα πολλές γυναίκες που φο­ ρούσαν σαλβάρια, αλλά η Αμερισούδα ήταν κάτι το διαφορετικό. Περιμένοντας την Αμερισούδα να βγει, περιέγραψα στον Αλέκο το σπίτι της, που εί­ ναι πολύ ωραίο, γωνιακό, με δυο σαχνισίνια. Δεν πρόλαβα να ολοκληρώσω, για τί η λειτουργία τε­ λείωσε και ο κόσμος άρχισε να βγαίνει από το ναό. Βγαίνει και η Αμερισούδα. Την πλησιάσαμε και της λέω: - Αμιρσελ’, του π α λ ’καρέλ’ έγιουτου τ ’ όμουρφου θέλ’ α σι βγάλ’ φουτουγραφία. - Για όνουμα του Θιου, μην του π ά ρ ’ χαμπάρ’ του Σταυρέλ’, τσι πού σι παν γοι τέσσιρις τσι γοι δικατέσσιρις! - Μα ε θαν είσι μόν’, θαν είμι τσι γω μαζί. - Ε, άμαν είνι έδγιετσ’, ας βγάλ’. Μ εταφράζω τη συνομιλία μας στον Αλέκο και


του εξηγώ ότι θα καθίσω δίπλα της, σε κάποια α ­ πόσταση, και να κάνει τη δουλειά του, όπω ς και έ­ γινε. Πρέπει να με είχε βγάλει και μένα μαζί της, γιατί λέει ο Αλέκος πω ς δεν πέτυχε και μας τοπο­ θέτησε τώρα κοντά κοντά και ξανατράβηξε και μου έκλεισε το μάτι. Την ευχαριστήσαμε και έφυγε. Χρίστο, μου λέει ο Αλέκος, θέλω να πάμε στο σπίτι της. Θα πάμε, αλλά θα πρέπει να μην είναι ο άντρας της και αυτό θα γίνει αύριο που είναι Δευ­ τέρα και που φεύγει στο βουνό. Κατά το μεσημέρι της Δευτέρας πήγαμε στο σπίτι της Αμερισούδας. Χτύπησα την πόρτα και μας άνοιξε. Στην αρχή ή­ ταν δισταχτική. Την παρακάλεσα και μας έβαλε μέ­ σα. Μας πέρασε στον οντά, μας είπε να καθίσουμε και μας κέρασε γλυκό βύσσινο. Και τι δεν είχε μες στον οντά! Σεντούκια σκαλιστά, «σ’ντιρουσίνια», «λιγκέρις», ταψιά, πιάτα ζωγραφιστά και άλλα πολλά και διάφορα αντικείμενα. Ο Αλέκος κοίταζε, ζωγράφιζε, έκανε ό,τι μπο­ ρούσε, γιατί ο χρόνος ήταν λίγος και η Αμερισούδα ήταν ανήσυχη και με νοήματα που μου έκανε έ­ λεγε να φύγουμε, γιατί θα ερχόταν ο άντρας της. Πάω κοντά στον Αλέκο, του εξήγησα τις ανησυχίες της και αποφασίσαμε να φύγουμε. Βγήκαμε έξω, σταθήκαμε στη γω νία του δρόμου και ο Αλέκος ζωγράφιζε το σπίτι με τα σαχνισίνια. Σήμερα έχει γκρεμιστεί και είναι ένας σωρός μπάζα. Πρώτα πέθανε η Αμερισούδα. Ο σύζυγός της Σταύρος, πριν πεθάνει, δώρισε το σπίτι στην Εκκλησία της Παναγίας. Με τον Αλέκο γίναμε πολύ καλοί φίλοι. Τη μέ­ ρα της αναχώρησής του από την Αγιάσο, περιμένοντας στο Σταθμό τω ν λεωφορείων, στο καφε­ νείο του Παναγιώτη και της Αννούδας Καμαρού, σήμερα Γιάννη Δαγέλη (Κατσαμπού), ο Αλέκος πάνω σ ’ ένα πρόχειρο χαρτί, ζωγράφισε το σκίτσο μου, με αφιέρωση: Μέ αγάπη και φιλία στό Χρηστό. Α . Φ ασιανός. Μου το χάρισε και τον ευχαρίστησα πάρα πολύ. Από τότε πέρασαν πάρα πολλά χρόνια. Ο Φασιανός έγινε διάσημος ζωγρά­ φος, που έχει διαπρέψει στο εξωτερικό και ειδικά στο Παρίσι, που έχει εκθέσει έργα του σε πάρα πολλές εκθέσεις εδώ και στο εξωτερικό. Π αρακο­ λουθώ με ιδιαίτερη χαρά ό,τι έχει σχέση με την προσωπικότητά του...

ΦΩΤΟΣΚΙΕΣ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ

Αναμνηστική φωτογραφία Καβαλαραίων, με την ευκαιρία της γιορτής του Προφήτη Ηλία. Διακρίνονται, από αριστε­ ρά, ο Θεόφιλος Ευστρατίου Ψύρρας, ο Γρηγόριος Ευστρα­ τίου Καπάτος και ο Γιάννης Δημητρίου Βάρος (Μπαρέλ’). (Τη φωτογραφία παραχώρησε η Αικατερίνη Γιάννη Βαρού)

20.9.1994

ΧΡΙΣΤΟΣ ΓΛΕΖΕΛΗΣ (ΠΟΥΠΟΥΣΑΣ)

Οι στάμνες γέμισαν με νερό του Τσίγκου. Διακρίνονται, από αριστερά, ο Πάνος Αργύρας, ο Ευστράτιος Τσουπής, ο Κώστας Βουλβούλης και ο Βασίλειος Σάββας. (Αγιος Δημήτριος, 25.8.1929. Από τη Συλλογή Γιάννη Χατζηβασιλείου)


Ν Ο Σ Τ Α Λ Γ ΙΚ Ε Σ Σ Χ Ο Λ Ι Κ Ε Σ Θ Υ Μ Η Σ Ε Σ Το λ υ σ σ α σ μ έ ν ο κ απρί της προπολεμική ς Α γιά σ ου ταν στην παραγειτονιά μας δυο γυναίκες, που τον καβγά τον αγοράζανε. Το είχαν όμως κάτι σαν α­ ποκλειστικότητα, να πιάνονται μόνο μεταξύ τους. Γιατί άλλη φρόνιμη γυναίκα δεν κόντευε, για να με­ σολαβήσει, ούτε βέβαια για να λογομαχήσει μαζί τους. Ή ταν και φοβερά αθυρόστομες. Έτσι και τις έ­ σφιγγε η παλαβάδα, ξεφούρνιζαν ό,τι σέρνει η φροκαλιά και όχι μόνο. Λες και μονομαχούσαν, σαν να αγόρευαν, και παράβγαιναν στο ποια θα εκστομίσει τις πιο παράξενες, τσουχτερές φράσεις και αισχρο­ λογίες. Τώρα που το βλέπω από μακριά, λέγω πως ί­ σως να ήταν κάτι σαν θεατρική πράξη, που έχει πανάρχαιες ρίζες. Εμείς, η μαρίδα της γειτονιάς, μόλις παίρναμε είδηση, σπεύδαμε και, από μακριά βέβαια, καταγράφαμε τα πάντα με ξεχωριστή επιμέλεια και με πιστότητα μαγνητοφώνου θαυμαστή. Πολλές από αυτές τις φράσεις τις μεταφέραμε στις μεταξύ μας κουβέντες ή αντιδικίες, χωρίς να ξέρουμε βέβαια τι α­ κριβώς σήμαιναν. Μια από αυτές, που την είχαμε για ψωμοτύρι, ήταν το «καταφρόνιου». Μόλις κάποιος έκανε «ζούτζια», δηλαδή ζαβολιές, στην αμπάριζα, στα καλύμματα, στην ντάμα ή στις κόζες, ας πούμε, τον κατακεραυνώ­ ναμε: - ... Διαβόλ’ καταφρόνιου!... Το -φρο- το τονί­ ζαμε χορταστικά, όπως ακριβώς και οι δυο γυναίκες, που στο «φροντιστήριο» των ύβρεών τους φοιτούσα­ με ανελλιπώς. Μέχρι που ένας από μας έκανε κάτι το άπρεπο και η μάνα του τον καταχέρισε άσχημα. Το πή­ ρε βαριά αυτός, γιατί τον ταπείνωσε μπροστά μας -ή ­ θελε βλέπεις να είναι πάντα ο αρχηγός- και ανταπέ­ δωσε τη χειροδικία με φραστική επίθεση: - Μη μι χτυπάς, παλιουκαταφρόνιου!... -Τ ίιιιιι! Τ ’ μάνα σ’, βρε, είπις καταφρόνιου; Τώ­ ρα θα δεις!... Τον άρπαξε λοιπόν και τον έκανε «παστό» στο ξύλο το «γλωσσά» της. Για μέρες πολλές αυτός δεν μπορούσε να καθίσει κανονικά και πήγαινε σαν εκα­ τοχρονίτης γέρος. Από τότε καταλάβαμε πως στο «φροντιστήριο» δεν ακούγαμε και τόσο ευχάριστα για τα πισινά μας πράγματα. Και προσέχαμε πια, πού θα εκστομίσουμε τους «μαργαρίτες» της «επι­ μόρφωσής» μας. Η δίκιά μου εμπειρία όμως ήταν περισσότερο οδυ­ νηρή. Και καυτερή. Με είχε εντυπωσιάσει, ως φαίνε­ ται, ένα άλλο ρητορικό απόφθεγμα των δύο γυναικών: - ... Διαβόλ’ αλλ’πανάβατ’ καβαλίνα!...

Το εκτόξευε η μια και σαν να περίμενε να αντα­ ποδώσει η άλλη. -Α ν τ ί, μουρή, άλλ’πανάβατ’ κουράδα!... Μάλλον θα μου είχε τραβήξει την προσοχή η λέ­ ξη αλλ’πανάβατ’. Μετά έμαθα ότι έτσι λένε μόνο το αζύμωτο ψωμί, που (ελλιπώς αναβατό) δεν είχε ζυ­ μωθεί και φουσκώσει, γιατί δεν είχε προζύμι ή δεν προζεστάθηκε σωστά. Βέβαια το ψωμί τότε ήταν α­ κριβοθώρητο ή έλειπε για μήνες κι εμείς αλέθαμε ό,τι βρίσκαμε. Δε μας ξίνιζε, αν ήταν καλαμποκένιο (μπο­ μπότα) ή καστανόψωμο, ανάμεικτο ή ολικής αλέσεως, λασπωμένο ή σκληρό σαν τούβλο. Έτυχε λοιπόν μια μέρα να φουρνίζουν η μάνα μου και η γιαγιά μου το Χρυσώ. Όπως έβγαζαν τα ταψιά με τα μήλα, τα κυδώνια και τα δαμάσκηνα, γύ­ ριζα εγώ μέσα στα πόδια τους, ίσως για ν ’ απογευτώ κάτι ή γιατί μου άρεσε να επιβλέπω. Η γιαγιά μου φορούσε τσόκαρα και πισωπατώντας πυρολατισμένη με πάτησε στο πόδι. Ό πως θα ήμουν ξυπόλυτος -πού να βρεθεί παπούτσι τότε- με ξενύχιασε. Τσίριξα εγώ από τον πόνο και -π ώ ς τα κατάφερα- το ξεφούρνι­ σα: Όχου, διαβόλ’ αλλ’πανάβατ’! Δεν πρόλαβα καν να συνεχίσω παρακάτω. Θρησκόληπτη ίσαμε το κό­ καλο η γιαγιά, θεωρούσε έγκλημα καθοσιώσεως την επίκληση του πνεύματος του κακού. Παράτησε αμέ­ σως το φτυάρι, με άρπαξε από το σβέρκο και όπως ή­ ταν χεροδύναμη με έσυρε στο στύλο της φρίτζας. Κρέμονταν εκεί αρμαθιές από κόκκινες πιπεριές. Τράβηξε μια, την έσπασε και αφού με κλειδοπόδισε γερά, «τουν εξαπουδώ φώναξις, παλιουμουρτάτ’; Τώρα θα δεις...», την έχωσε στο αμαρτωλό στόμα μου. Τι ήταν αυτό; Φωτιά; Κάρβουνο; Μα αυτά ζε­ σταίνουν; Φαρμάκι; Μα αυτό είναι πικρό. Όπως και να το πεις, λίγο είναι. Λες και η λάβα όλων των η­ φαιστείων χύθηκε στο απύλωτο στόμα μου και λα­ μπάδιασε το είναι μου. Έχασα τον κόσμο. Σάλια, μύ­ ξες, δάκρυα και κρύος ιδρώτας γίνονταν ένα. Είπαν ότι ακόμα και καπνός ντουμάνι βγήκε από τα αφτιά μου. Έτρεξε η μάνα μου και ο πάππος, την αποπήραν τη γιαγιά μου και προσπαθούσαν να με συνεφέρουν. Έπλεναν το πυρακτωμένο στόμα μου, με σκούπιζαν, έτριβαν μαϊντανό, δυόσμο και άλλα μυρωδικά στη διακεκαυμένη γλώσσα μου, αλλά σιγά να μην κατα­ λάγιαζε το ηφαίστειο. Πέρασαν ώρες πολλές, ώσπου να έρθω κάπως στα σύγκαλά μου. Δεν ξέρω, αν αυτή η «θεραπεία» της καημένης της γιαγιάς συνετέλεσε το να εξαγνιστεί το βλάστημο στόμα μου και να κοπεί με


το μαχαίρι κάθε διάθεση γ ι’ αυτή την αμαρτία. Πά­ ντως μέχρι και σήμερα δε συνηθίζω να υβρίζω και να βλαστημώ. Ούτε να ακούω τους άλλους θέλω. Μια άλλη μέρα τα έλεγαν πάλι οι δυο οι «αγαπ’μένις». Η μια ήταν η «παλιουγινιά» και η άλλη του «παλιουντάμαρου». Το πρώτο συνθετικό ήταν το άλλο το γνωστό, όχι και εύηχο και εύοσμο, αλλά ας μην το γράψουμε. Κάποια στιγμή περνούσε ένας άνθρωπος, περασμένος στα χρόνια, θυμάμαι μόνο που τον έλεγαν αμπελουργό. Τον έβλεπα με συμπάθεια. Ίσως γιατί ε­ κτιμούσα την προσοχή και μεθοδικότητα, που έδειχνε, όταν κλάδευε τις κληματαριές και τα αμπέλια. Συνέ­ χεια άκουγες το ψαλίδι του τσίκι τσίκι στο Καματερό. Ή ίσως πάλι, γιατί από τότε είχα σε υπόληψη τις δου­ λειές που υπηρετούσαν με μεράκι τη φύση. Βρέθηκε ο άνθρωπος ανάμεσα στα διασταυρούμενα πυρά και -τι του ήρθε- τόλμησε να πει μια κουβέντα: - Ε, πλια, μουρή σεις, σα λυσσασμένις κάνιτι!... Οι δυο «Φιλιππιάδες» άναψαν και κόρωσαν. Λες και περίμεναν το σύνθημα, ένωσαν τώρα τα πυρά τους πάνω στον παρείσακτο: - Μεις, ρε, είμαστι ιλ’σσασμένις; Συ είσι ιλ’σσάρ’ς, που έφαγις απί του ιλ’σσασμένου του καπρί!... Ο αμπελουργός ταράχτηκε. Στάθηκε κάπως μα­ κριά και προσπάθησε ν ’ ανταποδώσει τη βολή: - Ναι, μουρή!... Γω έφαγα απί του ιλ’σσασμένου του γ ’ρούν’... Αλλά πρόλαβι πρώτα τσι σας δάγκασι. Γι’ αυτό απί τότις δεν ξέριτι πλια μηδί τι λέγιτι, μη­ δί τι κάνιτι!... Μουρμούρισε κάτι ακόμα και απομακρύνθηκε. Όμως εμένα αυτές οι φράσεις με εντυπώσιασαν. Καρφώθηκαν βαθιά στο μυαλό μου. Έτυχε τώρα ύστερα από κάποιες μέρες να έχουμε μάθημα για τους άθλους του Ηρακλή, με τον κάπρο του Ερύμανθου. Μας εξήγησε η κυρία Δέσποινα ότι κάπρος είναι το καπρί, που λέμε σήμερα. Ο νους εμέ­ να έτρεξε στα όσα είχα ακούσει για το λυσσασμένο γουρούνι. Μετά με έβαλε η κυρία να επαναλάβω το μάθημα. Τότε, θα ήταν τον Οκτώβρη του 1944, που μόλις τέλειωσε η Κατοχή, βιβλία βοηθητικά δεν είχα­ με. Μόνο το Αναγνωστικό και αυτό καταταλαιπωρημένο, συνήθως από κάποιον μεγαλύτερο. Μαθαίναμε ό,τι προφταίναμε ν ’ αρπάξουμε από το στόμα των δασκάλων ή κάποιου άλλου, που ήξερε περισσότερα. Ί χ ’ καμός! Που έλεγε κάποιος μικρότερος μου. Αρχι­ σα λοιπόν να λέω το μάθημα, όπως το κατάλαβα. Πώς τα κατάφερα τώρα, ο φωστήρας, και ανακάτεψα τον Ερυμάνθιο κάπρο με τις «λυσσασμένες» τις γυ­ ναίκες; Αφού είπα ότι ο κάπρος έκανε μεγάλες ζημιές στα σπαρτά και δάγκωνε ανθρώπους, το ξεφούρνισα καμαρωτός και εμβριθέστατος: - ...Δάγκασι τσι δυο γ ’ναίτσις τσι αυτές απί τότις

δε ξέριν πλια μηδί τι λέγιν μηδί τι κάνιν!... Από τη συμμαθητεία, όσοι το πρόσεξαν, έδειξαν έκπληξη. Αλλοι θαύμασαν την... ευρυμάθειά μου. Μό­ νο μια συμμαθήτρια -είχε Μυθολογία και άλλα βιβλία από ένα σπουδαγμένο θείο της- διαμαρτυρήθηκε: - Κυρία! Κυρία!... Αυτό που είπι, εν του λέγ’ μέ­ σα!... Η κυρία, παρ’ όλο που ήταν αυστηρή, γέλασε και δεν έδωσε συνέχεια. Τώρα, αν κατάλαβε τι εννο­ ούσα ή όχι, δεν το ξέρω. Κρατιόμουνα όμως εγώ; Γύ­ ρισα, -πού το βρήκα τόσο θράσος;- και ανταπέδωσα: - Μπουρεί να μην του λέγ’ μέσα, αλλά του είπι γι αμπιλουργός! Ξέρ’ αυτός!... Και συνέχισα ακάθεκτος. Όταν έφτασα εκεί, που ο βασιλιάς Ευρυσθέας μόλις είδε τον κάπρο, που ο Ηρακλής τον σήκωνε στην πλάτη του, φοβήθηκε και χώθηκε σε ένα πιθάρι, την έκανα πάλι την παραχάρα­ ξή μου. Είπα ότι κρύφτηκε μέσα σε μια φτίνα και α­ πό τις αμούρες έγινε σαν λαδοπόντικας. Πού το βρή­ κα αυτό; Εκεί κοντά στο σπίτι μας ήταν στη σειρά οι αποθήκες του λαδιού. Είχαν βγάλει απέξω παχιά κιούπια και φτίνες. Πάνω στο παιχνίδι μας ο Πανα­ γιώτης πήγε και τρύπωσε μέσα σε μια φτίνα. Από το βάρος του μετατοπίστηκε η φτίνα, ακούμπησε στις άλλες με το στόμιο προς τα κάτω και έτσι δεν μπο­ ρούσε να βγει. Τρέξαμε λοιπόν και φωνάξαμε τη μά­ να του, έφερε άντρες γερούς και άμα τον έβγαλαν έ­ ξω ήταν αγνώριστος και γυάλιζε από τα παλιόλαδα. Φυσικά η μάνα του τον περιποιήθηκε δεόντως «έλα ’δω, λαδοπόντικα». Κι εγώ κατάφερα να συνδέσω τα ασύνδετα στην αφήγησή μου. Η καλή συμμαθήτρια έσπευσε πάλι να το επισημάνει: - Κυρία!... Εδώ δε λέγ’ για φτίνα... Μηδί για λάδουμα δε λέγ’... Θα την άφηνα όμως εγώ ν ’ αμφισβητεί την εγκυ­ ρότητα της εξιστόρησής μου; - Βασ’λές ήνταν μιγάλους (εννοούσα μεγαλόσω­ μος). Σι φτίνα θαν ίμπι, γιατί σι κιούπ’ δε χουρεί... Δε θαν είχι τσι παλιόλαδα μέσα; Να... Ρώ τ’σι τσι του Παναγιώτ’ που ξέρ’!... Η κυρία -ήταν βλέπεις ο γιος της- και όσοι ήξε­ ραν το περιστατικό, ξεράθηκαν στα γέλια. Ο μόνος που δεν το χάρηκε ήταν ο παθών, γ ι’ αυτό και στο διάλειμμα -είχε και κάποιο δίκιο- φρόντισε να με α­ νταμείψει με μια ιλπούτζα, δηλαδή με μια τρικλοπο­ διά, και με μια χωστή κλοτσιά... Ας είναι καλά εκεί που βρίσκεται... Δεν είχαμε τότε ούτε εικόνα ούτε κάποιες άλλες παραστάσεις, για να συνδέσουμε σε κάποια σωστή βάση αυτά τα λίγα, που προλαβαίναμε να μάθουμε. Γι’ αυτό και ό,τι ακούγαμε το μεταφέραμε με μοναδι­ κή ευχέρεια στην καθημερινή μας ζωή και πράξη. Ανακατεύαμε τα πάντα στα παιχνίδια μας, ήμαστε σε


πλήρη σύγχυση, που λένε, υπεράνω τόπου και χρό­ νου. Εμείς ίσως ανακαλύψαμε το «χωροχρόνο», που λένε οι σοφοί. Ήτανε βέβαια άλλοι, που έκαναν με­ γαλύτερα μπερδέματα και λάθη, αλλά είπαμε να βλέ­ πουμε την καμπούρα μας. Έτσι στο μάθημα μπορεί να φυλαγόμουνα κάπως, αλλά στο παιχνίδι γινόταν φοβερό ανακάτεμα. Το ραβδί που καβαλούσαμε ήταν οπωσδήποτε ο Βουκεφάλας. Όλοι θέλαμε να κάνου­ με τον Οδυσσέα ή τον Αχιλλέα ή τον Ανδρούτσο στο Χάνι της Γραβιάς. Κανένας δε δεχόταν να είναι ο Μι­ νώταυρος, παρά μονάχα με ανταλλάγματα. «Ναι, αλ­ λά ύστιρα θα γίνου Αλέξαντρους...». Καβγάς γινόταν για το ποιοι θα ήταν Πέρσες, Τούρκοι ή Γερμανοί... Κύλισαν τα χρόνια σαν το νερό. Πέρασαν και πάνε και ακόμα πηγαίνουν. Πάλι καλά, που φτάσαμε, όπως φτάσαμε, έως εδώ. Πού τα θυμήθηκα τώρα όλα αυτά και πού το πάω; Μια μέρα, όπως διάβαζα την «Ιστορία του Αναγνωστηρίου Αγιάσου» του Γιάννη Χατζηβασι­ λείου, αναπήδησα στη θέση μου. Τι λέει; «24.2.1936. Επιστημονική συζήτησις επί του θρυλουμένου κινδύ­ νου νά πάθουν έκ λύσσης δύο χιλιάδες (2.000) άτομα τής κωμοπόλεως, επειδή έφαγον άπό κρέας χοίρου, όστις είχε δηχθή έκ λυσσώντος κυνός». Το θέμα έγινε αντικείμενο σάτιρας από τον καρνάβαλο και έγραψε γι’ αυτήν την ιστορία και ο Χριστόφας Κανιμάς... Αμέσως ο νους μου γύρισε στον καβγά των δύο γυ­ ναικών, στον κάπρο του Ερύμανθου και στο μπέρδε­ μα, που κατάφερα εγώ, το σαΐνι, να κάνω. Ώστε το λυσσασμένο καπρί ήταν ιστορία, κάτι που έγινε λίγο προτού να γεννηθώ. Αρα, όταν τα ανακάτεψα εγώ στο μάθημα, δεν έκανα δα και κανένα σπουδαίο λάθος. Μόνο που ανάμεσα στον κάπρο του Ηρακλή και στον «λυσσώντα κύνα» συνέβη να κυλίσουν κάποιες χιλιά­ δες χρόνια. Ε! Αοιπόν; Και τι έγινε; Εδώ η διεθνής υ­

ποκρισία ανέχεται να αναγορεύουν τον Αλέξανδρο πότε Σκοπιανό και πότε Τούρκο. Στα σίριαλ τον Ηρακλή μέχρι και Αμερικανό αστροναύτη τον έχουν κάνει. Την Αθηνά την θέλουν Αφρικάνα. Βρήκαν, βλέ­ πεις, το βαφτιστικό της οι ατσίδες. Ανακατεύουν τον Κωνσταντίνο με τους... Οθωμανούς. Ο Όμηρος (Ομέρ) και ο Θαλής ήτανε λέει Τούρκοι, ξαδέρφια του Αρπ Αρσλάν. Το Σωκράτη τον μεταγράφουν σαν Αφρικανό, το Θεοτοκόπουλο Ισπανό. Τον Αγιο Νικό­ λαο -μη χειρότερα- Τούρκο επίσκοπο. Η παραχάρα­ ξη και το ασύστολο ψέμα έχει γίνει η πρώτη τέχνη. Όπως πάμε, να μην παραξενευτούμε καθόλου, αν αύ­ ριο μας ξεφουρνίσουν ότι ο Σημίτης είναι βέρος Εβραίος, ο Καραμανλής οπωσδήποτε Τούρκος -αυτό το λένε κιόλας- ο Παπανδρέου, χωρίς αμφιβολία, Ρουμάνος ή Πολωνός, ο Αλαβάνος Βενετσιάνος δό­ γης και η Παπαρήγα Γενοβέζα κοντέσα. Και πού είσαι ακόμα; Στον κάπρο θα μπλέξουμε τώρα; «Έλα σου μι δα!», «αμ σώπα δα!», που έλεγε μια γριούλα. Ύστερα εγώ στο κάτω κάτω σχεδόν αμέσως αναγνώρισα το λάθος μου και να που το ομολογώ κιόλας. Μοιάζω με άλλους μεγάλους και τρανούς, που κάνουν αιώνες ν ’ ανοίξουν τα μάτια τους και να δουν το φως; Να, ας πούμε ο πάπας, που μόνο αφού πέρασαν 359 ακριβώς χρόνια μετά από τη δίκη του Γαλιλαίου, κατάφερε ν ’ ανακαλύψει επιτέλους ότι η γη κινείται; Ή οι γνωστοί και περιώνυμοί, που ρημάζουν χώρες και κόσμους ο­ λόκληρους, αλλά επιμένουν στην ίδια «αλάθητη» τα­ κτική; Και θα μιλάμε τώρα για το καπρί; - Αμ έλα δα τσι πάλι πες του! Θα έλεγε η καημένη η γριούλα... Μυτιλήνη, 1996

ΣΤΡΑΤΗΣ ΑΠ. ΜΟΥΤΖΟΥΡΕΛΗΣ

Η Ιερά Μονή Λειμώνος εκτρέφει χοίρους, όχι όμως αμολητούς... (Φωτογραφία Παρασκευά Ευ­ στρ. Λιακάτου, 2006)


ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ ΛΕΛΤΙΟ ΕΙΔΗΣΕΩΝ ΑΓΙΑΣΟΥ Εκφωνητής ο αμίμητος φαρσέρ... Στρατής Αναστασέλης την Αγιάσο προπολεμικά διοικητής της Αστυνομίας ήταν ένας υπομοίραρχος ονόματι Χριστοδού­ λου, που οι χωριανοί τον είχαν βαφτίσει «Γιου μ’κρός», επειδή ήταν μικρός στην ηλικία και λιγνός. Ήταν Αύγουστος, Κυριακή απόγευμα, στο καφε­ νείο του Παναγιώτη Καμαρού, στην Καρυά, στο Σταθμό των Αεωφορείων. Απέναντι, στο χώρο που είναι σήμερα το περίπτερο, κάθονταν παρέα ο υπο­ μοίραρχος, ο είρηνοδίκης, ο επιλεγόμενος «Στραβουζνίχ’ς», ο γιατρός Στρατής Ξενέλης, ο φαρμακο­ ποιός Γιάννης Χατζηλεωνίδας και ο αγρονόμος, που νομίζω πως ήταν ο Τάσος Σαρηγιάννης. Ο Στρατής Αναστασέλης με το φίλο του Κώστα Βουλβούλη, γνωστοί και ανεπανάληπτοι φαρσέρ, είχαν προμηθευτεί ένα μικρόφωνο, που το προσάρμοζαν πά­ νω στο πικ απ και μιλούσες από το μεγάφωνο. Βλέπο­ ντας την παρέα, είπε ο Αναστασέλης στον Κώστα. Έλα να τους κάνουμε πλάκα, να γελάσουμε... Μπορεί να πιούμε και καμιά μπίρα. Συνέδεσε λοιπόν το μικρόφω­ νο στο πικ απ, το πήρε στο χέρι του κι άρχισε: Εδώ Αθήναι. Δελτίον Ειδήσεων. Αρχισε να λέει, αυτοσχεδιά­ ζοντας διάφορες ειδήσεις. Αφού τελείωσε, απαρίθμησε αξιωματικούς Χωροφυλακής που πήραν προαγωγή. Εί­ πε αρκετά ονόματα ανθυπομοιράρχων που έγιναν υπο­ μοίραρχοι και υπομοιράρχων που έγιναν μοίραρχοι, οπότε ακούστηκε και ο Χριστοδούλου που προαγόταν σε μοίραρχο. Όλοι άρχισαν τα συγχαρητήρια και τα σε ανώτερα... Αυτός γελούσε και ευχαριστημένος δεχόταν τα συγχαρητήρια. Φώναξε μάλιστα τον Καμαρό και τα κεράσματα πήγαιναν και έρχονταν. Ο Στρατής με τον

Κώστα σπούσαν πλάκα και ετοιμάζονταν να παν και να θρονιαστούν και αυτοί στο τραπέζι. Για κακή τους όμως τύχη, να και κατέβαινε ο Φάνης Παγώτης, ο τυφλός. Επιθυμία του Κώστα να πει­ ράξουν και αυτόν, που κάθισε μπροστά στην πόρτα. Δέον να σημειωθεί πως ο Φάνης, όταν του φώναζαν Μπέεεε, γινόταν έξω φρενών, μπορούσε να σκοτώσει άνθρωπο εκείνη την ώρα από το θυμό του. Πώς όμως να τον πειράξουν, με ποια εκπομπή; Η Ώρα του Παι­ διού, είπε ο Αναστασέλης και άρχισε: Η Ώρα του Παι­ διού... Σήμερα, παιδάκια, θα σας διηγηθώ ένα παρα­ μύθι μιας γίδας με το μικρό της. Η γίδα με το κατσι­ κάκι της βγήκαν βόλτα στο βουνό. Το κατσικάκι έπαι­ ζε, έφευγε από κοντά της. Αυτή το μάλωνε, μέχρι που παρουσιάστηκε ο κακός ο λύκος και το κατσικάκι α­ πό την τρομάρα και το φόβο του άρχισε να φωνάζει Μπέεε, Μπέεε, Μπέεε. Το Φάνη τον χτύπησε ηλεκτρι­ σμός υψηλής τάσης και πετάχτηκε απάνω. Γνώρισε τη φωνή του εκφωνητή, όπως γνώριζε και τη φωνή των άλλων συμπατριωτών του. Ρε πούστ’ Αναστασέλ’, που είσι, ρε; Τώρα θα δεις. Με τη μαγκούρα του άρ­ χισε να χτυπά ό,τι έβρισκε μπροστά του. Κατέβασε ό­ λα τα τζάμια της πρόσοψης του καφενείου. Είδαν και έπαθαν να τον ηρεμήσουν. Μέρες τον απέφευγε ο Στρατής, μέχρι που να τα φτιάξουν, γιατί φοβόταν μην του κάνει ζημιά στο ταξί του. Ο υπομοίραρχος α­ πό την άλλη έμεινε μόνο με τη λαχτάρα. Ήξερε όμως τους φαρσέρ και δεν το έφερε βαρέως. Αθήνα, 3.6.2004

ΠΡΟΚΟΠΗΣ ΚΟΥΤΣΚΟΥΔΗΣ

Ο λογοτέχνης Στρατής Ανα­ στασέλης με τη συμβία του Ευαγγελία στα Καλάβρυτα, όπου εξέδραμε στις 16.5.1993 ο «Φιλοπρόοδος Σύλλογος Αγιασωτών». (Φωτογραφία Μιχάλη Κορομηλά)


ΘΥΜ Η ΣΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΙΑΣΟ ΤΟΥ ΧΤΕΣ Ο πατέρας μου ο φαμελίτης και ο πολυμήχανος Γ Κ άποτε ο Δημητρός είχε πουλήσει βερεσέ πανιά στην Αγία Παρασκευή, στο Θεοδοσιάδη το βουλευτή, έναν πολύ κακοπληρωτή, αλλά κάτι τέτοιους τους έ­ παιζε κομπολόι. Είχαν συμφωνία τα πανιά να τα κά­ νει με τρεις «άλφις χουρτάρ’», όπως και τα έκανε. Ο αγοραστής όμως, για να μην τον πληρώσει, παρουσία­ σε δυο τρία παλιά πανιά σπασμένα και είπε ότι τον γέλασε, γιατί δεν τα έκανε τα πανιά από τρεις «άλ­ φες», αλλά από δυο. Και αντί να τον κάνει ο μακαρί­ της μήνυση, που δεν τον πλήρωνε, τον έκανε αυτός. Έβαλε μάλιστα και δυο μαστόρους μάρτυρες, να πουν ότι τη μέρα που έκανε το αφεντικό το παζάρι στο ερ­ γοστάσιο ήταν μπροστά και άκουσαν το αφεντικό που είπε ότι τα πανιά θα είναι με τρεις «άλφις χουρτάρ’». Δικηγόρο είχε ο Δημητρός την Αντριγιάδα, που ό­ ταν βγήκαν οι κλήσεις τού έστειλε να διαβάσει τις κα­ ταθέσεις των μαρτύρων. Ο Δημητρός δεν είπε το μυ­ στικό του στο δικηγόρο. Αμα ήρθε η ώρα να τον δι­ κάσουν, γιατί δήθεν γέλασε το Θεοδοσιάδη και ζήμιωσε το εργοστάσιο, που του γύρευε μάλιστα και α­ ποζημίωση, ο κατηγορούμενος δεν το έπιασε τίποτα. Έκανε τρία «κ’βαρέλια χουρτάρ’», μια άλφα, δυο άλ­ φες και τρεις άλφες. Αφού μίλησε ο μηνυτής Θεοδοσιάδης και είπαν οι μάρτυρες ό,τι τους συμβούλεψε να πουν, φώναξε ο πρόεδρος το Δημητρό και του εί­ πε: Ορίστε, κατηγορούμενε, τι έχεις να πεις για τις κατηγορίες; Ο δικηγόρος ετοιμάστηκε να τον υπερα­ σπιστεί, αν και δε χρειάστηκε.

- Κυρ πρόιδρι, γιου Θϊουδουσιάδης είνι μιγάλους απατϊώνας τσι κακουπληρουτής. Δουγιάζ’ να φα τα πανιά απί μένα, τουν οικουγινειάρχ’ μι ιφτά μουρά, τσι γοι μαρτύρ’ είνι ψιφτουμάρτυρις. - Και πού το ξέρεις, κατηγορούμενε, πως είναι ψευδομάρτυρες; Πήγε κοντά ο Δημητρός, έβγαλε τα τρία τα «κ’βα­ ρέλια», τα έθεσε πάνω στην έδρα, μπροστά στον πρό­ εδρο και είπε: Αφού ξέριν πους δεν τα ’κανα τα πα­ νιά από τρεις «άλφις», ας δείξιν ποιο «κ’βαρέλ’» είνι μια «άλφα», ποιο δυο τσι ποιο τρεις. Η Αντριγιάδα κοκάλωσε και ήταν έτοιμος να ξεσπαθώσει. Αέγει ο πρόεδρος στους μάρτυρες και στο Θεοδοσιάδη: Ορίστε, να μας πείτι. Αμ τι ήθελαν να πουν, αφού δε γρικούσαν; Αρπάξαν α­ πό έξι μήνες για ψευδορκία και βγήκε καταδικαστική απόφαση εις βάρος του Θεοδοσιάδη. Αμα την πήρε ο Δημητρός με τον κλητήρα και πήγε και έκανε κατάσχεση, οι Αγιαπαρασκευώτες έλεγαν: Τίλουγια, ρε Α γιασώ τ’, τουν γουνάτ’σις μουναχός σ’ του ταύρου; Μας, ουλόκληρου χουριό, τσι μας γουνάτ’σι τσι δε μπορούσαμι να γλιτώσουμι απί τα χέρια ντ! Η Αντριγιάδα μετά τη δίκη είπε στο Δημητρό: Για­ τί δε μ’ ινημέρουσις να ξέρου τι θα πω; Και ο Δημη­ τρός είπε: Τότις γιατί σ’ ίβαλα δικηγόρου; Να πάρ’ς μο τς παράδις! ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΠΑΝΗΣ

Ο συνεργάτης μας Γιώργος Παπάνης σε χειροκίνητο αργαλειό του σακοποιείου του πατέρα του.


ΛΕΣΒΙΑΚΑ ΑΡΧΕΙΟΛΙΦΙΚΑ ΣΥΜΜΕΙΚΤΑ Διαβιβαστικό Αίτησης στρατιωτικής συνταξιούχου Ε ν α από τα θύματα της Μικρασιατικής Εκστρατείας ήταν και ο Γρηγόριος Τινέλλης, του Κωνστα­ ντίνου και της Αμερισούδας, για τον οποίο δώσαμε στοιχεία και σε παλαιότερα τεύχη του περιοδικού «Αγιάσος». Στη συνέχεια δημοσιεύουμε το έγγραφο, διαστάσεων 22,5x15 εκ., με το οποίο το Υπουργείο Οικονομικών διαβίβασε στο Υπουργείο των Στρατιωτικών, στις 26.7.1948, την αίτηση της Ελένης Τινέλλη, συνταξιούχου αδελφής του θύματος, παρέχοντας συγχρόνως στοιχεία από τον τηρούμενο συνταξιοδοτικό φάκελο. Το έγγραφο αυτό μας το παραχώρησε ο φίλος και συνεργάτης Κώστας Γεωργίου Τακι­ δέλλης, τον οποίο και ευχαριστούμε. ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Το διαβιβαστικό έγγραφο της 26.7.1948 του Υπουργείου Οικονομικών.


Λ Ε Σ Β ΙΑ Κ Ο Ι Α Π Ο Η Χ Ο Ι ΤΗΣ

ΕΛΕΝΗΣ ΚΟΥΡΤΖΗ

Σ τ ι ς 14 του Ιούνη συμπληρώθηκαν δυο χρόνια απουσίας της Ελένης Κουρτζή από το προσκλητή­ ριο της ζωής. Έφυγε πλήρης ημερών, ογδονταεφτάχρονη, αφήνοντας στο διάβα της χνάρια καλο­ σύνης, ανθρωπιάς, ευγένειας, αισθαντικότητας, έ­ ντονης καλλιτεχνικής διάθεσης... Η Ελένη Κουρτζή ήταν η πολυφίλητη μοναχο­ κόρη της όμορφης φαμίλιας του Παναγιώτη Στρα­ τή Χατζηπαναγιώτη (Σκανταλιάρη) και της Ιφιγέ­ νειας Τακιδέλη. Αυτάδελφοί της οι προαποβιώσαντες Στρατής, εκπαιδευτικός, βαρύτονος πρωτοψάλτης και λογοτέχνης, γνω ­ στός και με το φιλολογικό ψευδώ­ νυμο Αγιάς, ο Μιχάλης, ο Βασί­ λης, αμίμητος καρνάβαλος και ερασιτέχνης ηθοποιός, και ο Γιώργος... Οι χα λεποί καιροί, ο πρώτος πολυαίμακτος π ό ­ λεμος, το εθνικό δράμα της μικρασιατικής περιπέτειας, οι π ολιτικ οί κλυδω νισμοί και ο πλεονάζων σεξισμός, άγγιξαν και επηρέασαν τη ζωή και την πορεία της Ελένης Κουρτζή, όπω ς και τόσων άλ­ λων νέων, που δεν μπόρεσαν ν ’ ανοιχτούν σε πλατείς πνευμ ατι­ κούς ορίζοντες... Στις 15 του Οκτώβρη του 1941 η Ελένη Κουρτζή παντρεύτηκε τον ομοχώριο της καλλιτέ­ χνη αγγειοπλάστη Νίκο Ηλία Κουρτζή (1907-1998), γόνο φαμίλιας η οποία από πολύ παλιά έδινε πνοή στον εύπλαστο πηλό. Εργάστηκε κοντά του ως διακοσμήτρια. Η πολύχρονη θητεία της στο οικογενει­ ακό εργαστήριο νίκησε τους δισταγμούς της και δι­ εύρυνε με το πέρασμα του χρόνου τις εικαστικές της αναζητήσεις... Σε μεγάλη σχετικά ηλικία η Ελένη Κουρτζή, η α­ πόμαχη διακοσμήτρια αγγείων, πήρε την απόφαση ν ’ ασχοληθεί με την τέχνη του χρωστήρα και να δώ­ σει ολοκληρωμένες συνθέσεις. Ως αυτοδίδακτη δη­ μιούργησε έργα λαϊκής έμπνευσης, έξω από ακαδη­ μαϊκούς κανόνες. Τα έργα αυτά παρουσιάστηκαν σε

εκθέσεις, στην Αθήνα, στη Αάρισα και αλλού, προ­ κάλεσαν το ενδιαφέρον πολλών φιλότεχνων αλλά και ειδικών και απέσπασαν ευνοϊκές κριτικές... Η Ελένη Κουρτζή είχε βιώσει πολλά και είχε α­ ποκτήσει πλούσια πείρα ζωής. Μέσα της ανάβρυζε η νερομάνα του λαϊκού πολιτισμού. Έ δινε πρόθυ­ μα πάντοτε το παρών σε λαογραφικά δρώμενα, σε θρησκευτικές γιορτές και ακολουθίες και σε εκδη­ λώσεις τουριστικής προβολής της νύμφης του λε­ σβιακού Ολύμπου. Κάποτε μάλιστα έγραφε και σύ­ ντομα λαογραφικά κείμενα... Για το Φιλοπρόοδο Σύλλογο Αγιασωτών Αθή­ νας και για το περιοδικό «Αγιάσος» ήταν πολύτι­ μη η βοήθειά της. Συχνά πυκνά ανηφόριζα στο Σταυρί, τη συναντούσα και συζητούσαμε πολλά και διάφορα για το χωριό μας, για τα έθιμά του, για τους ανθρώπους του, για τα έργα τους. Στο δείλι της ζωής της, τότες που η ο­ χληρή ανημπόρια της την κρατούσε δεσμώτρια, καθόταν δίπλα στη τζαμωτή πόρτα του ισόγειου, παραμέριζε το κουρτινάκι και έβλεπε τους περαστικούς που ξεκόρφιζαν, που κυκλοφο­ ρούσαν στο ίσιωμα του γεφυριού, με κατεύθυνση το Μαυριγιώτη ή το Καμπού­ δι, ή προχωρούσαν προς τη «Φαμάκα». Μια τέτοια κατόπτευση του οικείου χώρου εκ μέρους της κατέγραψε κά­ ποτε και ο αδιάκριτος φακός της «Αγιάσου»... Η Ελένη Κουρτζή στάθηκε καλή σύζυγος, στοργική μητέρα και πολυα­ γάπητη γιαγιά. Μονάκριβος γιος της ο Ηλίας, ο χημικός, ο κεραμίστας, ο λογοτέχνης, που αναπτύσσει χρόνια τώρα πολύπλευρη δράση, διαθέτοντας ευαίσθητες κεραίες, έντονο προβλημα­ τισμό και ξεχωριστή αγάπη για τον τόπο μας... Ό νειρο πολλών να δημιουργηθεί στην Αγιάσο μουσείο κεραμικής, για να διασώσει στοιχεία της εγχώριας αγγειοπλαστικής, στην οποία πρωταγω­ νιστικός υπήρξε ο ρόλος των Κουρτζήδων και των Χατζηγιάννηδων. Θα ήταν το καλύτερο μνημόσυνο και για την Ελένη Κουρτζή, που και αυτή πλούτισε με τις όποιες δυνάμεις της την παράδοση του τό­ που μας... ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΑΕΙΟΥ


Νότες... Πανσέληνος Γενάρη. Το χέρι του Θεού έπεσε πάνω σου! Το ’πιασες σφιχτά. Σε σήκωσε ψηλά. Το χέρι του Θεού έπεσε πάνω σου! Θριαμβευτική νηνεμία.

ΑΛΩΒΗΤΕΣ ΣΗΜΑΙΕΣ Πώς πάλλεσαι λευκή ψυχή στη δύση αυτής της νιότης; Ποιος θρέφει το κορμί σου, όσο του χρόνου οι σαϊτιές λαβώνουν τα φτερά; Φτερά πλασμένα απ’ Ονειρο. Κορμιά απ’ Εφιάλτη! Και συ πάλι στο πάλεμα, στις άνισες παλαίστρες, όπου οχτροί όλοι γινήκαν και μοναχός σαλεύεις... πάντα αγκαλιά με τ ’ Όραμα, αντάμα με τ ’ Ωραίο, που ’καμε όλους να φθονούν τη μαγική φωνή σου. Αυτή που σου ’δωκε τρανή το θείο πρώτο χέρι, προτού ένα δάγκωμα φιδιού το θάνατο σκορπίσει... Γιατί είναι εύκολο, θαρρώ, βάλτους να υπηρετήσεις, σαν τάζουνε ηδονικούς, πάμφτηνους Παραδείσους. Περίσσια θέλει δύναμη τα ουράνια να σηκώσεις, να τα κρατάς και να τιμάς αλώβητες Σημαίες! ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΑΑΤΟΓΙΑΝΝΗΣ

ΤΟ ΧΕΡΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ Το χέρι του Θεού έπεσε πάνω σου! Η καταιγίδα κόπασε. Μόλις σώθηκες. Ταράχτηκες. Σύρθηκες. Κοντοστάθηκες. Πρωτόδες! Ένιωσες! Το φίλησες! Έκλαψες! Βίωσες! Το χέρι του Θεού έπεσε πάνω σου! Μεταμορφώνεσαι. Διδάσκεις. Το υπηρετείς. Ή λιος ανατέλλεις. Ανεμος γίνεσαι. Κύμα στ’ ανοιχτά. Ουράνιο πυρ! Χαμογελαστός αιθέρας.

Το χέρι του Θεού έπεσε πάνω σου! Ω! ω! ω! ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΑΑΤΟΓΙΑΝΝΗΣ

ΞΕΔΟΝΤΙΑΣΜΕΝΟ ΛΙΟΝΤΑΡΙ Στο κλουβί ένα λιοντάρι να ξηγήσει δεν μπορεί, πώς το θρόνο του έχουν πάρει κι άλλος στέμμα πια φορεί. Στα παλιά του βιλαέτια, μια φορά κι έναν καιρό, είχε δόξες και σερμπέτια και καπέλο με φτερό. Αεν ξεχνά βαθμούς κι αστέρια και παράτες «ερπετών» και στης ζούγκλας τα λημέρια υποκλίσεις των πιστών. Μα στην πρώτη καταιγίδα, βολεμένοι και «πιστοί» του είχαν στήσει την παγίδα, σαν ποντίκι να πιαστεί. Του έβγαλαν τα δόντια πρώτα, κουστωδία και στολή και σαν του έκλεισαν την πόρτα φόρεσαν τη λεοντή. Μ ’ ανοιγμένα τα σαγόνια χασμουριέται μουγκριστά, μοναχός και δίχως δόντια γέρους τέρπει και παιδιά. Με το κούφιο του κεφάλι, στο κλουβί του πια σκυφτός, κάνει όνειρα και πάλι, μάλλον θερινής νυκτός. ΣΠΥΡΟΣ Κ. ΚΑΡΑΜΟΥΝΤΖΟΣ


ΦΑΝΤΑΡΕ, ΦΑΝΤΑΡΑΚΙ ΜΟΥ...

ΑΝΘΟΣ ΒΥΣΣΙΝΙΑΣ Ζωή γλυκόξινη, μόνο να σε πιω λαίμαργα θωρώντας σε στης βυσσινιάς το άνθος. Όξω, στ’ Απρίλη τα νερά, με γυμνούς καθρέφτες. Ωσότου, πάθος μου, πνιγείς στ’ άγνωστα της μέθης μονοπάτια. Βύσσινο γλυκό -παιδί ηδονικό- να σε γευθώ στη ζάλη. Τ ώ ο απρόσμενος διαβάτης μιας Σαρακοστής πέρα ως τα μελιστάλαχτα του πόθου τα καπνά. Και συ σπορά ζωής στου θέρους τους μπαχτσέδες, φως ν ’ ανθίζεις μέσα μου, άνθος βυσσινιάς... Φωτιά!... Να πιεις όλη μου τη γύρη! ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΑΑΤΟΓΙΑΝΝΗΣ

ΔΥΟ ΠΑΙΑΑΡΕΛΙΑ Δυο παιδαρέλια ήτανε, η νέα και ο νέος, νόστιμο το κορίτσι μας κι αυτός πολύ ωραίος. Ε ίχε την αίσθηση η μικρή ότι τη συμπαθούσε, κι εκείνη από μέρους της θαρρώ τον αγαπούσε. Ό μως δεν τόλμησε ποτέ να του το φανερώ σει, πάντα κάπου κρυβότανε, για να τον καμαρώσει. Κάποια που ήταν τολμηρή και βρέθηκε μπροστά του του ’κανε νάζια χίλια δυο, κέρδισε την καρδιά του. Ο νέος, όπως ήτανε, αγνός και μετρημένος, μπλέχτηκε στα γρανάζια της τρελά ερωτευμένος. Έ τσι λοιπόν τον έχασε προς λύπη της μεγάλη, μες στην τρελή χαρά αυτός κι αυτή σε μαύρο χά λι. Όμως κι αυτός δυστύχησε πιο πέρα στη ζωή του, δε βρήκε αυτό που ήθελε το σώμα κι η ψυχή του. Αεν ξέρω αν ξαναβρέθηκαν, όμως δεν το νομίζω , μόνο να ζούνε ήρεμα θέλω και το ελπίζω. ΜΑΡΙΑ ΚΑΜΙΪ^ΕΑΗ-ΠΑΤΣΕΑΗ

Φαντάρε, φανταράκι μου, τι ήτανε γραφτό σου, όπλο αντί για μια μικρή να έχεις στο πλευρό σου. Ό σο πιο γρήγορα μπορείς, τέλειωνε το στρατό σου, γιατί μετά από σένανε σειρά έχει ο αδελφός σου. Πηλήκιο, το όπλο σου κι άρβυλα να του δώσεις και την Πατρίδα επάξια να του την παραδώσεις. Κι εκείνος ασπροπρόσωπο σίγουρα θα σε βγάλει, και θα βαδίζετε κι οι τρεις με όρθιο κεφάλι. Γιατί μετά από σας τους δυο σειρά έχει ο τρίτος, και θα ’στε της Πατρίδας μας υπογραμμός και τύπος. 1985 ΜΑΡΙΑ ΚΑΜΙΝΕΑΗ-ΠΑΤΣΕΑΗ

ΡΟΔΙΕΣ Ηδονές, διάσπαρτες κάτω α π ’ τις ροδιές του κόσμου. Καρπερές, γευστικές, αγέραστες. Νέος πόθος φύτρωσε στου λάγνου το περβόλι. Ιδέες, εικόνες, σχήματα μέσα σου μια βροντή. Γιος, στερημένος, αφελής, ροδιές πάλι λογιάζεις. Ό σο φιγούρες ροδαλές στα στήθη σε μεθούν. Στείβεσαι, νιε ηδυπαθή, στις μύριες ηδονές π ’ αχόρταγα σε κέρασαν οδύνη μες στο διάβα. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΑΑΤΟΓΙΑΝΝΗΣ

ΚΡΑΣΙ ΘΕΩΝ Ποίηση, ωριμάζεις μέσα μου σαν το κρασί των αθάνατων θεών. Κούπα ζωής και ’γω στο τραπέζι τους, τους καρπούς τους να γευτώ, μα πιότερο απ’ όλα τη θεία αμβροσία! Η ψυχή να ναρκωθεί μες στων χειλιών τη δίνη. Και να ξεχάσει στο κρασί άνθη που ’χει μυρίσεΓ τα μαγεμένα, ηδονικά, μεθυστικά τα βράδια. Στην αγκαλιά του ονείρου σου, του πρώτου Έρωτά μου. Συ η πρώτη απ’ τις θεές, του λάγνου τούτου κόσμου! ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΑΑΤΟΓΙΑΝΝΗΣ


Από τον άμβωνα της Παναγίας Αγιάσου ΗΘΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΑΓΙΟΤΗΤΑ «Ούκ οϊδατε δτι οί άγιοι τον κόσμον κρινούσι;» (Α ' Κορινθ. 6,2) « Π ε ρ ί πάντων τών αγίων» (Εφεσ. 3,18). Ο βα­ ρύτιμος λόγος του θεοκήρυκα Αποστόλου Παύλου μας δίνει πολλές αφορμές, για να πούμε πράγματα σημαντικά που μας ενδιαφέρουν όλους, μια και εί­ ναι η ημέρα σήμερα αποκλειστικά αφιερωμένη στους Πατέρες της Α ' Οικουμενικής Συνόδου. Εί­ ναι αλήθεια πως με τον ερχομό του Χριστού μας στη γη η ανθρωπότητα μπήκε ουσιαστικά στο τελευταίο στάδιο της ιστορίας της. Τα γεγονότα και οι τρόποι, που μεταχειρίστηκε στο έργο της σωτηρίας του αν­ θρώπου ο Ιησούς Χριστός, συνθέτουν το κοσμογονικό βίωμα της πίστης που δόθηκε στην οικουμένη, για να υψωθεί στον υψηλό της προορισμό. Μ ’ ένα στόχο ώριμο. Την αγιότητα. Με μια εσωτερική και ανεπανάληπτη σιωπηλή κατάφαση, με μια ανεπιφύ­ λακτη αποδοχή της πίστης βρισκόμαστε στη νέα αυ­ τή πραγματικότητα, που άνοιξε και εγκαινίασε η έ­ λευση του Χριστού στο χώρο της ιστορίας μας. Από αυτή ακριβώς την οριακή ιστορική «στιγ­ μή» ο άνθρωπος είτε το θέλει είτε όχι είναι υπο­ χρεωμένος να πάρει θέση υπέρ ή κατά του Χ ρι­ στού, υπέρ ή κατά της χριστιανικής πίστης. Γιατί αυτή είναι η τέλεια αλλά και η μοναδική αποκάλυ­ ψη που περιέχει όλα εκείνα τα στοιχεία της πνευ­ ματικότητας, που φέρνουν τον άνθρωπο στην ολο­ κλήρωση της προσωπικότητάς του. Αυτή όμως η προσπάθεια για την πραγμάτωση της πίστης του ανθρώπου είναι ένας κοπιαστικός αγώνας πνευμα­ τικής κυρίως ανησυχίας και αντοχής. Είναι μια π ά ­ λη πνεύματος και ύλης. Και η αλήθεια αυτή διαχέεται σ’ όλη την έκταση της ελεύθερης χριστιανικής κοσμοθεωρίας και αντίληψης. Κάθε άνθρωπος, μας λέγει ο Ιησούς, καλείται να σηκώσει το σταυρό του και να τον ακολουθήσει. « Ό ς ου λαμβάνει τον σταυρόν αυτού και ακολου­ θεί όπίσω μου, ούκ έστι μου άξιος» (Ματθ. 10,3839). Εδώ ο Χριστός δεν εννοεί φυσικά το σταυρό που περιορίζεται μονάχα στις προσωπικές δυσκο­ λίες του βίου, αλλά το σταυρό εκείνο που προέρχε­ ται από τη βέβαιη και πλέρια αποδοχή της διδα­ σκαλίας Του. Την ακριβή τήρηση των εντολών Του και σίγουρα τη μεταμόρφωση της ψυχικής του ζω ­

ής. Ό λα αυτά αποτελούν τη συνισταμένη της χρ ι­ στιανικής συνέπειας και κλήσεώς του. Και η χρ ι­ στιανική συνέπεια δεν είναι ασφαλώς μια εύκολη κατάσταση. Είναι μια μεταμόρφωση, μια «μεταλ­ λαγή» πραγμάτων, αρχών, τάξεων και ορίων, που επιτυγχάνεται με θυσίες και αγώνες πολλούς. Με τη σταυροφόρα οδοιπορία του Κυρηναίου σύγχρο­ νου ανθρώπου πάνω σ’ ένα όχι άγνωστο Γολγοθά, αλλά σ ’ αυτόν, στο Γολγοθά μας! Η μνήμη των αγίων Πατέρων της Α ' Οικουμε­ νικής Συνόδου μας δίνει την ευκαιρία να εμβαθύ­ νουμε στο νόημα του Σταυρού, για το οποίο άλλω­ στε μιλά και ο Χριστός στο Ευαγγέλιό του. Από την καθαρά ανθρώπινη, γήινη άποψη, η απραξία και η μακαριότητα είναι καταστάσεις πιο ευχάρι­ στες από την ανησυχία. Γι’ αυτό και ο προβληματι­ σμός είναι μια «ταραχή», μια «κούραση» και μια «οδύνη» ψυχική. Έ νας αβάσταχτος σταυρός για τη φύση μας. Πολύ περισσότερο όμως η αγρυπνία της ψυχής μας, που είναι και το πρόσταγμα του Θεαν­ θρώπου, μας φέρνει τις περισσότερες φορές μέσα στην παροδικότητα του βίου τούτου λίγο πολύ κά­ τω από ένα σταυρό, μικρό ή μεγάλο, ανάλογα π ά ­ ντοτε με τις περιστάσεις, μα και τα εσωτερικά μας ψυχικά αποθέματα και σθένη. Γιατί η εγρήγορση στο μέσα μας κόσμο συνειδη­ τοποιεί την αδυναμία μας. Διαγράφει ακόμη την ατέ­ λειά μας. Εκφράζει το μέτρο της αμαρτωλότητάς μας και σχεδόν ταυτόχρονα μας καλεί επίσης στην επί­ πονη και αιματηρή πορεία της σταύρωσής μας. Να γιατί η πορεία μας στη «στρατιά» του Ιησού είναι έ­ νας δυσβάσταχτος σταυρός. Να γιατί τόσο πολύ ε­ ξόργιζαν το Μέγα Διδάσκαλο οι «ενάρετοι» ή οι «αισθηματολογούντες», ενώ Εκείνος είχε άλλες αξιώ­ σεις από τον άνθρωπο. Να γιατί όσοι γυρεύουν «χα­ ράς καλύβες» ή «χαμόσπιτα ελπίδας» δεν μπορούν να έχουν θέση στη δική του συντροφιά. Ο Κύριος αγωνιά στη σύγχρονη Γεθσημανή του τραγικά σημερι­ νού. Αγωνιά. Εξακολουθεί ακόμη να παραμένει «λί­ θος προσκόμματος και πέτρα σκανδάλου» (Ησ. 8,14), αλλά πα ρ ’ όλα αυτά τα χαρμόλυπα το αλάν­ θαστο κάθε φορά Ιερό Ευαγγέλιο τονίζει για την καρδιά του καθένα μας ξεχωριστά πως «Τδού ούτος κείται εις πτώσιν και άνάστασιν πολλών εν τώ Ισραήλ και είς σημειον αντιλεγόμενον» (Δουκ. 2,34). «Τούτο γάρ έστι το θέλημα του Θεού ό αγιασμός


υμών» γράφει ο Παύλος στα μέλη της Εκκλησίας του Χριστού. Γιατί η συνισταμένη της χριστιανικής προσπάθειας που κινείται από το θέλημα του Τρια­ δικού Θεού με τρόπο γενναίο κατευθύνεται στο δρόμο της αγιότητας. Στην αγιότητα και μόνο απο­ βλέπει η χριστιανική υπόθεση. Αυτήν έχει σκοπό και τέρμα της. Και είναι αναμφισβήτητο το γεγονός πω ς μόνο ένας πιστός, ένας χριστιανός μπορεί να προσεγγίσει τις πανέμορφες κορφές της αγιότητας, που οδηγούν στη θέωση της Δόξας του Θεού. Έ τσι κατανοούμε καλύτερα τη ζωή των αγίων μας. Άξια πορεύτηκαν το δρόμο της αγιότητας, απο­ δεχόμενοι χαρούμενα και ολοπρόθυμα το σταυρό τους, που ήταν μια υπαγόρευση της γνήσιας και ζω­ ντανής πίστης που κουβαλούσαν μέσα τους. Ακουγαν το μέσα τους, άγγιζαν τα χνάρια του Χριστού. Γι’ αυ­ τό πέτυχαν ακριβώς σε τούτο τους το κατόρθωμα, γιατί σήκωσαν το σταυρό τους με μια συνέπεια και α­ κρίβεια που στον άνθρωπο της ηθικής και όχι μόνο κρίσης, όπως νωπά ακόμη τη βιώσαμε, προκαλεί κα­ τάπληξη, δέος, θαυμασμό, γιατί όχι και τρόμο. «Κάθε άγιος είναι μια καινούργια σελίδα της ζωής του Χριστού». Γιατί «ο θεμελιακός χαρακτη­ ρισμός του χριστιανισμού είναι μια προσπάθεια για μίμηση». Μίμηση του Ιησού Χριστού. Και η προσπάθεια αυτή κρύβει μέσα της μια τέλεια «αντι­ γραφή» της ανθρώπινης πλευράς του Χριστού από τους πιστούς του, όπω ς ο καθένας μας έντονα τη βιώνει και τη μεταγγίζει διακριτικά με το παρά­ δειγμα της συμπεριφοράς του στους υπόλοιπους της κοινω νίας του, όπου θεριεύει. Ζώντας την ο π ι­ στός κερδίζει τη θεανθρώπινη! Θεώνεται! Μετέχει της θεοζωής, όπω ς σημειώνει η στιβαρή γραφίδα του σοφού π. Ιουστίνου Πόποβιτς. Δεν ήταν κάτι ανώτερο από εμάς οι άγιοί μας. Ό χι. Ή ταν άνθρω­ ποι σαν και εμάς. Άνθρωποι χριστιανοί ήταν, αλλά με μια διαφορά αντιλήψεως ωριμότερη από τη δική μας. Εκείνοι είδαν το χριστιανισμό όχι σαν ένα στείρο ηθικολογικό και μόνο συμβιβασμό ούτε και σαν μυθιστορηματική ωραιολογία, αλλά σαν μια α ­ διαλλαξία ηρωική και τόσο μεγάλη, ώστε καμιά πραγματικότητα «των νυν καιρών» να μην μπορεί να τον παραθεωρήσει ή ακόμη να τον ξεπεράσει. Αυτή την αδιάλλακτη πίστη τους την έκαναν βίωμα και κέρδισαν αυτό που είναι σήμερα, δηλαδή τον ε­ πίζηλο τίτλο του Αγίου της κάθε εποχής. Σέ μια εποχή όμως ηθικής κρίσης, ούτως ή άλ­ λως, αμφισβήτησης θεσμών, αξιών και κανόνων της ζωής μας, τι έχουν να πουν οι άγιοί μας; Μα είναι πολύ απλό! Αδελφοί μας, χριστιανοί του εικοστού

πρώτου αιώνα, μην αποθαρρύνεσθε. Κι εμείς, που κερδίσαμε τη θέωση και τον αγιασμό και είμαστε της Εκκλησίας «στύλοι και πύργοι», άνθρωποι σαν κι ε­ σάς είμαστε, «σάρξ εκ της σαρκός σας και οστούν εκ των οστέων σας». Σπάστε τα δεσμά των συμβιβα­ σμών. Προβληματιστείτε γύρω από το ματωμένο ή γεμάτο δάκρυα βίωμά μας. Θητεύσατε στη ζωή μας και σηκώστε χαρούμενα και θαρραλέα τους παραπεταμένους από τον τρόμο του αδιάλλακτου αγώνα σταυρούς σας. Σηκωθείτε από την αμαρτία. Ζητήστε την αγάπη του Χριστού. Μείνετε μονοιασμένοι ανα­ μεταξύ σας. Γίνεσθε ποιητές, καταπώς λέγει ο πυ­ ρωμένος λόγος του Γεροπορφυρίου, και τότε θα τα καταλάβετε όλα. Όλα όσα καταλαβαίνει ένας άγιος του Χριστού, μέχρι να γίνει άγιος. ΒΗΣΣΑΡΙΩΝ Ν. ΚΑΛΥΒΑΣ Αρχιμανδρίτης

Ο άλλοτε επίτροπος της Αγίας Τριάδας Αλκιβιάδης Χα­ τζηπροκοπίου με τον Δημήτριο Εμμανουήλ, σύζυγο της Αγιαπαρασκευώτισσας Μαριγώς Παπαχαραλάμπους, αδελφής του Κώστα Παπαχαραλάμπους (Μάκιστου) αλλά και της Ευτέρπης (Πέπης) Παπαχαραλάμπους-Δαράκη, ο οποίος ιεράτευσε στην Αγιάσο. (Τη φωτογραφία παραχώρησε ο εγγονός Νεκτάριος (κατά κόσμον Αλκιβιάδης) Χατζηπροκοπίου, Πρόεδρος του Συλλόγου μας).


Π Α ΛΑ ΙΟ ΛΟ ΓΟ Ι ΤΗΣ Λ Ε Σ Β Ο Υ Η επιστολή του Γερμανού ερευνητή ΡεΙεε ΜιιΙΙιιί I τελευταία βυζαντινή δυναστεία των Παλαιόλόγων (1261-1453), η οποία σημάδεψε την αυτο­ κρατορία, απασχόλησε και απασχολεί πολλούς ε­ ρευνητές, δικούς μας και ξένους. Η αρχική σημα­ σία του βυζαντινού ονόματος και επωνύμου Π α­ λαιολόγος < παλαιολόγος (= αυτός που συλλέγει αρχαία, αυτός που καταγίνεται με τ ’ αρχαία), έχει επισκιαστεί, έχει ξεθωριάσει. Η Λέσβος είχε ιδιαίτερη σχέση με τη δυναστεία των Παλαιολόγων. Ό πω ς είναι γνωστό, η Μαρία Παλαιολογίνα, η αδερφή του αυτοκράτορα Ιωάννη Ε ' Παλαιολόγου, παντρεύτηκε το Γενουάτη τυχο­ διώκτη Φραγκίσκο Γατελούζο, ιδρυτή του ομώνυ­ μου ηγεμονικού οίκου (1355-1462), και έλαβε ως προίκα το νησί. Δικαιολογείται επομένως να επι­ χωριάζουν τα βαφτιστικά ή επώνυμα Παλαιολόγος και ιδιωματικά Παλονλόγονς , καθώς και τα ανδρωνυμικά Παλαιολογίνα και ιδιωματικά Παλο­ γον , τα οποία στις μέρες μας πάνε να εκλείψουν. Στη συνέχεια δημοσιεύουμε την επιστολή που έ­ στειλε από τη Βιέννη, στις 17.5.1980, στον Αγιασώ­ τη προσφυγικής καταγωγής Γεώργιο Παναγιώτη Παλαιολόγο, ο καθηγητής Ρσΐστ Μαΐΐαΐ. Δέον να ση­ μειωθεί ότι, σύμφωνα με τα τηρούμενα ληξιαρχικά

Ο Γεώργιος Παναγή Παλαιολόγος.

Η επιστολή του καθηγητή Ρ οΙθγ ΜβΙΙηΙ προς το Γεώργιο Παναγή Παλαιολόγο.

στοιχεία του Δήμου Αγιάσου, για τα οποία ευχαρι­ στούμε τον πρόθυμο συνεργάτη μας Παναγιώτη Κουτσκουδή και όλους τους άλλους, ο χτίστης Πα­ ναγιώτης (Πανάγης) Παλαιολόγου, γιος του Πανα­ γιώτη και της Ραλίτσας Παλαιολόγου, γεννήθηκε το 1882 στο χωριό Κέλεμπος Μικράς Ασίας και απεβίωσε στην Αγιάσο στις 4.4.1954. Από το γάμο του με την Ελπίδα Κωνσταντίνου Σπλακίδη, η ο­ ποία γεννήθηκε επίσης στο χωριό Κέλεμπος το 1889 και απεβίωσε στην Αγιάσο την 1.4.1974, από­ κτησε εφτά παιδιά. Από αυτά τα τέσσερα γεννήθη­ καν στο χωριό Κέλεμπος. Αυτά είναι ο Αχιλλέας (1915-1915), η Σουλτάνα (1916), η Κωνσταντίνα (1918) και ο Γεώργιος (1921-1921). Τα επόμενα τρία παιδιά γεννήθηκαν στην Αγιάσο. Αυτά είναι η Φωτεινή, η Ευστρατία και ο Γεώργιος, ο οποίος και μας παραχώρησε την επιστολή. Αξίζει να γίνει αρχειακή ιστορική έρευνα σε όλους τους δήμους του νησιού και να καταγραφούν τα δημογραφικά στοιχεία που προέκυψαν μετά το διωγμό του 1922. ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ


Γ Ρ Η Γ Ο Ρ Η Κ Ρ ΙΜ Π Α « Ε Μ Φ Υ Λ ΙΟ Σ » Απόπειρα κριτικής και φιλολογικής προσέγγισης Σ τ ις 24.5.2006, στα εντευκτήρια του Φιλοτεχνικού Ομίλου Τριπόλεως (Εθνομαρτύρων 25), πραγματοποι­ ήθηκε εκδήλωση, κατά την οποία έγινε παρουσίαση του δίτομου βιβλίου του λαμπρού εκπαιδευτικού και συγ­ γραφέα Γρηγόρη Κριμπά «Εμφύλιος. Γενική Εικόνα Γεγονότα απ’ το Μόριά» (Καλαμάτα 2004). Χαιρετι­ σμό απηύθυνε ο Ανδρέας Κωτσόπουλος, πρόεδρος της Εταιρείας Διάσωσης Ιστορικών Αρχείων Πελοποννή­ σου (ΕΔΙΑΠ). Το βιβλίο παρουσίασαν, με την ακόλου­ θη σειρά, η Μαρία Μαντουβάλου, καθηγήτρια της Νεο­ ελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ο Γιάννης Χατζηβασιλείου και ο Πέτρος Μπίκος, αντι­ πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Αογοτεχνών. Κείμε­ να από το παρουσιαζόμενο βιβλίο απέδωσαν ο Κώστας Κλεφτόγιαννης, ηθοποιός, καλλιτεχνικός διευθυντής του Δήμου Αμαρουσίου, και η Αταλάντη Κλαπάκη, η­ θοποιός και σκηνοθέτρια. Στο τέλος πήρε το λόγο ο συγγραφέας και ευχαρίστησε το προεδρείο του Φιλοτεχνικού Ομίλου Τριπόλεως, τους ομιλητές και το κοινό. Συντονίστρια η Ευαγγελία (Εύη) Μεντή, γενική γραμ­ ματέας του Φιλοτεχνικού Ομίλου Τριπόλεως. Την εκ­ δήλωση παρακολούθησαν πολλοί άνθρωποι των γραμ­ μάτων, της τέχνης και της εθνικής-κοινωνικής δράσης. Στη συνέχεια δημοσιεύουμε την ομιλία του Γιάννη Χατζηβασιλείου. ΓΙΑΝΧΑΤΖ

Η παρουσίαση

ενός βιβλίου είναι κοπιώδης υ­

πόθεση και απαιτεί σφαιρική θεματική γνώση, υψη­ λό αίσθημα ευθύνης, κριτική ικανότητα και αντικει­ μενικότητα. Το εγχείρημα της αξιολογικής προσέγγι­ σης στην περίπτωσή μας καθίσταται ακόμη πιο δύ­ σκολο, όπως είναι φυσικό, γιατί είμαστε υποχρεωμέ­ νοι ν ’ αναφερθούμε σε καυτά εθνικά γεγονότα, σε νοσηρά φαινόμενα, σε παραταξιακές διαμάχες, σε διιστάμενες γνώμες, σε αμοραλιστικές μεθοδεύσεις, σε διχαστικές τοποθετήσεις, σε αμφιλεγόμενα πρό­ σωπα, κοντολογίς στην παραφροσύνη, στην κατάρα του Εμφυλίου. Έχοντας επίγνωση των δυσχερειών, θα προσπα­ θήσω, μέσα στα ασφυχτικά πλαίσια της αδήριτης κλε­ ψύδρας, να παρουσιάσω το πρόσφατο ιστορικό πό­ νημα του καταξιωμένου πολυγραφότατου συγγραφέα Γρηγόρη Κριμπά, που είναι καρπός έντονης ερευνητι­ κής διάθεσης, μακροχρόνιου μόχθου, ευαισθητοποιη­ μένης δημοκρατικής συνείδησης και ασυνήθιστης

Η προμετωπίδα του πρώτου τόμου του βιβλίου του Γρηγόρη Κριμπά «Εμφύλιος».

παρρησίας, η οποία στοχεύει στην αλήθεια. Είναι γε­ γονός, βέβαια, πως συχνά πυκνά συμβιβαζόμαστε με την παραχάραξή της, η οποία αντίκειται στις αρχές της επιστημονικής δεοντολογίας, μαρτυρεί ατολμία, συντηρεί εκμεταλλεύσιμα μυθεύματα και δε βοηθά στη βελτίωση της ανθρώπινης συμπεριφοράς.

Πολλά μεγάλον άδικο μας ήκαμεν η φύση και την αλήθεια άνθρωπος δε θε να τή γροικήση. Όλοι αγαπούν τα ψόματα να λεν , να μας γελούσε και την αλήθεια ουδέ κιανείς δε θε να την ακούση, λέει ο Βιτζέντζος Κορνάρος στον «Ερωτόκριτο». Διαρθρωτικά το δίτομο έργο του συγγραφέα, ε­ κτυλισσόμενο σε χίλιες εκατό περίπου σελίδες και τιτλοφορούμενο «Εμφύλιος: Γενική εικόνα - Γεγονό­ τα α π ’ το Μόριά» (Καλαμάτα 2004), χωρίζεται βα­ σικά σε δυο ανισομερείς ενότητες. Η πρώτη περι­ λαμβάνει γεγονότα που σημάδεψαν τη νεότερή μας ι­ στορία (Συμφωνία του Λιβάνου, Απελευθέρωση, Δε­ κεμβριανά, Συμφωνία της Βάρκιζας, Εκλογές του 1946, Δόγμα Τρούμαν, και άλλα).


Αντίθετα η δεύτερη συμπεριλαμβάνει γεγονότα γε­ νικού αλλά και στενά τοπικού ενδιαφέροντος, που διαδραματίστηκαν στο Μόριά και κυρίως στους νο­ μούς Μεσσηνίας, Λακωνίας και Αρκαδίας, μεταπελευθερωτικά και κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου, όπως μάχες, διώξεις, εκκαθαριστικές επιχειρήσεις μετά την άφιξη της IX Μεραρχίας του κυβερνητικού στρατού και την εφαρμογή του σχεδίου «Περιστερά», και άλλα. Ο συγγραφέας αξιοποιεί πηγές και βοηθήματα, εν­ σωματώνοντας τα χωρία στο λόγο του και αποφεύγοντας έτσι τον κουραστικό υπομνηματιστικό φόρτο, δηλαδή τις υποσελίδιες σημειώσεις και παραπομπές, οι οποίες είναι πρόσφορες κυρίως στις αυστηρά επι­ στημονικές εργασίες. Με αυτό τον τρόπο κρατά αδιά­ πτωτη τη ροή της αφήγησης, χωρίς να υστερεί από ά­ ποψη τεκμηρίωσης. Εννοείται ότι το εύρος της ιστο­ ρικής του ενημέρωσης είναι πολύ μεγάλο. Χρησιμοποιεί ειδικές μελέτες, μονογραφίες, χρο­ νικά, ημερολόγια, λευκώματα, προκηρύξεις, και άλ­ λα. Συχνά πυκνά παραπέμπει σε δικές του προγενέ­ στερες δημοσιεύσεις, σε βιβλία του, όπου είναι ανα­ λυτικός και διεξοδικός, όπως στο «Η Εθνική Ανίσταση στη Μεσσηνία και τους γύρω νομούς», κυρίως όμως στο τιτλοφορούμενο «Πέρδικας», που αναφέ­ ρεται στη δράση του θρυλικού καπετάνιου Μήτσου Γιαννακούρα. Σημαντική και η αξιοποίηση εφημερί­ δων, αθηναϊκών και πελοποννησιακών, η πρόσβαση στις οποίες δεν είναι πάντοτε εύκολη υπόθεση. Σταχυολογεί χρήσιμες ειδήσεις από τον ημερήσιο και πε­ ριοδικό τύπο των χρόνων της εξεταζόμενης οδυνη­ ρής περιόδου και όχι μόνο. Η προσέγγιση γίνεται με προσοχή, αφού προέχει η αξιοπιστία. Ό πως είναι φυσικό, σε χρόνους χαλεπούς ο τύπος συνήθως χει­ ραγωγείται, παρεκκλίνει επικίνδυνα από τη δημο­ σιογραφική δεοντολογία, συγκαλύπτει, διαστρεβλώ­ νει, υπερβάλλει, υπηρετεί παντοειδείς σκοπιμότητες. Γνώριμα φαινόμενα η λογοκρισία, προληπτική και κατασταλτική, η παρεμπόδιση της πρακτόρευσης, ο εκφοβισμός του αναγνωστικού κοινού, η δίωξη ή η ε­ ξόντωση των δημοσιογράφων. Αξιοποιούνται αθη­ ναϊκές εφημερίδες όλων των αποχρώσεων: «Εφημερίς της Κυβερνήσεως», «Ακρόπολις», «Έθνος», «Καθημερινή», «Ριζοσπάστης», «Τα Νέα», «Ελευθε­ ροτυπία», και άλλες μικρής κυκλοφορίας. Παράλλη­ λα αξιοποιούνται επαρχιακές εφημερίδες, της Τρί­ πολης («Αλήθεια», «Αρκαδικός Κόσμος», «Οδός Αρκαδίας»), της Καλαμάτας («Θάρρος», «Τα Νέα», «Σημαία»), της Σπάρτης («Εθνική Φωνή»), της Πά­ τρας («Νεολόγος Πατρών») και άλλες. Ο συγγραφέας δεν αρκέστηκε μόνο σε γραπτές μαρτυρίες, όπως γίνεται συνήθως. Προσπάθησε να

Ο Γορτυνιος εκπαιδευτικός και συγγραφέας Γρηγόρης Κριμπάς.

τις κρικελώσει, να τις αρμολογήσει και με ζωντανές προφορικές καταθέσεις, με αυθεντικές αφηγήσεις, δίνοντας έτσι διφυή υπόσταση στο ιστορικό του πό­ νημα και κάνοντάς το πιο ευανάγνωστο και πιο θελ­ κτικό. Αναζήτησε πολλούς πληροφορητές, άντρες και γυναίκες, αυτόπτες ή αυτήκοους μάρτυρες και μη, και κατέγραψε συγκλονιστικά περιστατικά. Απαιτεί και αυτή η στρατολόγηση αξιοσύνη. Πρέπει να κερδίσεις την εμπιστοσύνη των πληροφορητών, να νικήσεις τους φόβους και τις αναστολές τους, για να σου πουν, με ειλικρίνεια και με τόλμη, αυτά που έζησαν ή αυτά που άκουσαν. Η συγκατάθεση των πε­ ρισσότερων για αναγραφή του ονοματεπώνυμου και άλλων προσωπικών στοιχείων τους, αυξάνει την ε­ γκυρότητα και την υπευθυνότητα. Τα προσδιοριστι­ κά εξάλλου στοιχεία κάθε παραθέματος (μου είπε, μου διηγήθηκε, έθεσε στη διάθεσή μου, μου περιέγρα­ ψε, θα παραθέσω την προσωπική μαρτυρία, θέλησε να μου εμπιστευτεί, ρώτησα, αφηγείται, μου έδωσε στοιχεία, έμαθα, πληροφορήθηκα, οι φήμες που φτά­ σανε ως τ ’ αυτιά μου, αν θυμάμαι καλά κτλ.) είναι δηλωτικά τεκμηριωτικής προσπάθειας. Το αν όμως οι καταγραφόμενες μαρτυρίες αποδίδουν καθ’ ολο­ κληρίαν ή μερικώς την αλήθεια, αυτό είναι άλλο θέ­ μα και αδυνατεί να το εξακριβώσει απόλυτα ο συγ­ γραφέας. Στις μαρτυρίες, όπως και στα απομνημο­ νεύματα, ενυπάρχει έντονος υποκειμενισμός. Κύρια χαρακτηριστικά τους συνήθως η απόκρυψη πληρο­ φοριών, η διάθεση προσωπικής προβολής, η δια­ στρέβλωση της αλήθειας.


Το σεφερικό «Σβήνοντας ένα κομμάτι από το παρελθόν/σβήνουμε ένα κομμάτι από το μέλλον», χρη­ σιμοποιούμενο ως μότο, μαρτυρεί τη στάση του συγ­ γραφέα απέναντι στα πεπραγμένα του χτες, του κο­ ντινού παρελθόντος. Η ιστορία είναι Ιιιχ νσηΐαΐίδ, φως της αλήθειας, και δεν επιτρέπεται σε καμιά πε­ ρίπτωση, όπως προαναφέραμε, η παρασιώπησή της ή η παραχάραξή της. Η δρομολόγηση ενός καλύτερου αύριο βρίσκεται σε συνάρτηση με τη βαθιά γνώση των διαύλων, από τους οποίους πέρασαν οι προγε­ νέστεροι. Η αλήθεια, βέβαια, είναι μαλώτρα, κατα­ πώς λέει ο σοφός λαός μας, και υπάρχουν αυτοί που δεν τη θέλουν, γιατί έφταιξαν, γιατί παρανόμησαν, ηθελημένα ή αθέλητα. Αντί να υποβαθμίζουν όμως τη σημασία της ενασχόλησης με την πρόσφατη ιστο­ ρία, λέγοντας πως δεν αξίζει να καταγίνεται κανείς με παλιού καιρού χαλάσματα, θα ήταν εθνωφελέστερο να σέβονταν την ετυμηγορία της ιστορικής επι­ στήμης και να συνετίζονταν. Ο συγγραφέας εξαρχής κρίνει σκόπιμο και επιβε­ βλημένο να μας ενημερώσει για τη στάση του, για το σκοπό του ιστορικού του πονήματος. «Πρόθεσή μου η καταγραφή των γεγονότων όσο αντικειμενικά γί­ νεται, μέσα από τις πηγές που είχα στη διάθεσή μου και μέσα από την έρευνα που επιχείρησα. Μακριά α­ πό μένα η σκοπιμότητα της αναμόχλευσης των πα­ θών του παρελθόντος. Αντίθετα πιστεύω ότι τα εξή­ ντα χρόνια που πέρασαν από τότε, δεν είναι καθό­ λου λίγα για να προσεγγίσουμε τα όσα συνέβησαν, νηφάλιοι και απελευθερωμένοι από προκαταλήψεις και φανατισμούς, από μίση και ιδιοτέλειες. Τώρα ήρθε η ώρα να ιδούμε τα πράγματα με αμφίπλευρη θέαση» (Α ' 5-6), γράφει στο σύντομο προλογικό του σημείωμα.

Είναι βέβαιο ότι η αποστασιοποίηση ευνοεί την ανάπτυξη του κριτικού στοχασμού και ότι δρομολο­ γεί την ορθή αποτίμηση των ιστορικών γεγονότων. Δεν πρέπει όμως να μας διαφεύγει την προσοχή ότι το μίσος που δημιούργησε ο Εμφύλιος ήταν αβυσσα­ λέο, ότι επιβιώνουν πολλοί από τη γενιά του έπους της Εθνικής Αντίστασης αλλά και του μετέπειτα ξε­ πεσμού και ότι επιβάλλεται να περάσουν και άλλα χρόνια, για να εκλείψει ο απόηχος, για να ξεκαθαρί­ σει το ιστορικό τοπίο. Ο συγγραφέας, άνθρωπος με βαθιά γνώση των γεγονότων, όπως προκύπτει από τον μέχρι τούδε πλούσιο πνευματικό του αμητό, νιώθει πολύ καλά τις δυσκολίες ιστορικής αποτίμησης της φοβερής δε­ καετίας 1940-1950, η οποία σημάδεψε τον τόπο μας και οριοθέτησε το μέλλον μας. Εκφράζει τις απόψεις του, επιχειρεί τις προσεγ­ γίσεις του, θέτει τα ερωτήματά του, κάνει την αυτο­ κριτική του. Κάπου δικαιολογώντας κάποια γνώμη του για τα Δεκεμβριανά γράφει: «Φυσικά έχουν πε­ ράσει από τότε 6 δεκαετίες και μεις κάνουμε τον έ­ ξυπνο εκ του ασφαλούς και εκ των υστέρων. Αλλά τι να γίνει; Τώρα γράφουμε, τώρα κρίνουμε». Εξετάζοντας τα γενεσιουργό αίτια και τον προσχε­ δίασμά του Εμφυλίου, αναφέρεται κατεξοχήν στους Αγγλους, στα ποσοστά επιρροής τους στην Ελλάδα, που έφταναν στα ενενήντα τοις εκατό, με τα οποία συμφώνησε έναντι φυσικά ανταλλαγμάτων και ο Στάλιν, στην τακτική τους «ώνίάσ ιιί Γ6£παδ», στη ναρκο­ θέτηση της εθνικής μας ενότητας, στις λογής λογής πα­ γίδες τους, στην ένοπλη επέμβασή τους το Δεκέμβρη του 1944, στην ερωτοτροπία τους με τους δωσίλογους, με τις παρακρατικές οργανώσεις και με τα ποικιλώνυ­ μα περιτρίμματα της κοινωνίας. Χωρίς ν ’ αποσείει

Αναμνηστική φωτογραφία από την εκδήλωση. Διακρίνονται, από αριστερά, ο συγγραφέας Γρηγόρης Κριμπάς, ο ηθοποιός Κώστας Κλεφτόγιαννης, ο Γιάννης Χατζηβασιλείου, ο αντιπρόε­ δρος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών Πέτρος Μπίκος, η ηθοποιός Αταλάντη Κλαπάκη, η καθηγήτρια της Νεοελ­ ληνικής Φιλολογίας στο Πα­ νεπιστήμιο Αθηνών Μαρία Μαντουβάλου και η γραμμα­ τέας του Φιλοτεχνικού Ομί­ λου Τριπόλεως Ευη Μεντή.


την ευθύνη από τους ώμους των εμπλεκομένων Ελλή­ νων, δίνει ιδιαίτερη έμφαση στις μεθοδεύσεις της γη­ ραιός Αλβιώνας, προτού μας παραδώσει για χρήση και εκμετάλλευση στους Αμερικανούς. «Όπως στο πα­ ρελθόν γνώρισε ο λαός μας τη Ρωμαιοκρατία, τη Φρα­ γκοκρατία, την Τουρκοκρατία, έτσι στη δεκαετία του Σαράντα γεύτηκε τ ’ αγαθά της Αγγλοκρατίας. Γνώμη μου είναι ότι ο όρος αυτός πρέπει να γίνει δεκτός και να υιοθετηθεί από τη νεότερη ιστορία μας και επίση­ μα», γράφει χαρακτηριστικά. Με πειστικό ρεαλισμό ο συγγραφέας απεικονίζει τη χώρα μας κατά τη δραματική δεκαετία 1940-1950, κατά την οποία κόχλαζαν τα πάθη και δρομολογού­ σαν τις πράξεις των ανθρώπων η οργή, η αγανάκτη­ ση, το μίσος, η εμπάθεια, η μοχθηρία, η κακεντρέχεια, η απόγνωση, η αφροσύνη. Ο τιμαλφής θησαυ­ ρός της ειρήνης ήταν ξέμακρος και μετά την απελευ­ θέρωση από τους Γερμανούς το 1944. Το κλίμα ήταν νοσηρό και το αίσθημα της ανασφάλειας κυρίαρχο παντού. Σε καθημερινή βάση, αποτρόπαια εγκλήμα­ τα, στημένες δίκες, έκτακτα στρατοδικεία, εκτελέσεις με συνοπτική διαδικασία, τρομοκρατία, τραυματι­ σμοί, ληστείες, πλιατσικολογήματα, εμπρησμοί χω­ ριών, οικιών αλλά και γεννημάτων, με στόχο την οι­ κονομική εξόντωση των αντιφρονούντων, ωμότητες, αυθαιρεσίες, ατίμωση ή διαπόμπευση γυναικών, σκύλευση και κακοποίηση σκοτωμένων, προπηλακισμοί, λογής λογής αντίποινα, εξοπλισμός και ενθάρ­ ρυνση δραστών αξιόποινων πράξεων, ασυδοσία και ατιμωρησία ενόχων με σκανδαλώδη συγκάλυψη ορ­ γάνων της πολιτείας, βιασμός του φρονήματος, φυ­ λακίσεις, εξορίες, παραπλανητικές μετοικήσεις και τόσα άλλα που μαρτυρούσαν έκρυθμη κατάσταση, χάος, αναρχία και ηθική εξαχρείωση. Ο συγγραφέας όσο δοξαστικός είναι, και με το δί­ κιο του, απέναντι στους αντιστασιακούς, άλλο τόσο επικριτικός είναι απέναντι στους ποικιλώνυμους ερ­ γάτες του χαμού και της συμφοράς, τους συνεργάτες του κατακτητή, τους δωσίλογους, τους προδότες, τους συνωμότες, τους εκβιαστές, τους προβοκάτορες, τους καταδότες, τους κουκουλοφόρους, τους μαγκου­ ροφόρους, τους μαυραγορίτες. Αλλοι από δαύτους ή­ ταν εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου, άλλοι υπηρέτες της ιδιοτέλειας, άλλοι θύματα της αντικομουνιστικής προπαγάνδας, άλλοι θιασώτες του μο­ ναρχισμού, άλλοι σημαιοφόροι ή τραμπούκοι της εθνικοφροσύνης, άλλοι προγραμμένοι των αριστερών, άλλοι άνθρωποι παρόμοιου φυράματος. Το δυσάρε­ στο είναι ότι πολλούς από τους παραπάνω όχι μόνο δεν τους άγγιξε η εθνική νέμεση, όπως θα έπρεπε, για εσχάτη προδοσία και για άλλες αξιόποινες πράξεις,

αλλά και τιμήθηκαν και επιβραβεύτηκαν από την πο­ λιτεία ως αγνοί ιδεολόγοι και ως πατριώτες, ανατρέποντας έτσι τις καθιερωμένες ηθικές αξίες. Ήταν και αυτό αψευδής μαρτυρία της κατρακύλας της χώρας μας. Αυτοί που υιοθέτησαν το «κεφαλή κλιτή πάντα κερδιτή» και άνοιξαν κερκόπορτες πήραν αξιώματα, θάφτηκαν με τιμές ηρώων, προβλήθηκαν ως παρα­ δείγματα. Αντίθετα αυτοί που πρόσφεραν ανεκτίμη­ τες υπηρεσίες στον αγώνα της Εθνικής Αντίστασης, α­ ντιμετωπίστηκαν ως προδότες, ως επικίνδυνοι, ως μιάσματα, ως πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Ο συγγραφέας με γνώση και με υπευθυνότητα κα­ ταγράφει όλα όσα συντέλεσαν στην επώαση και στο συνακόλουθο φούντωμα του Εμφυλίου, που είναι μια από τις πιο μελανές σελίδες της μακρόχρονης ι­ στορίας του τόπου μας. Αναφέρεται στη Συμφωνία της Βάρκιζας, που έθεσε τέρμα στο Δεκεμβριανό κί­ νημα στις 12 του Φλεβάρη του 1945. Κάνει λόγο για τη μονόπλευρη κατάθεση οπλισμού του ΕΑΑΣ, για την κατά παράβαση της Συμφωνίας απόκρυψη μέ­ ρους του για μελλοντική αξιοποίηση, αν παραστεί α­ νάγκη, για τον εξοπλισμό ακροδεξιών στοιχείων με παραδοθέντα όπλα, για το όργιο της αιματηρής τρο­ μοκρατίας, που εξανάγκαζε πολλούς να ζουν στα βουνά, για την αποφυλάκισή υπόδικων και κατάδικων με αντεθνική δράση, για την ηθική εξαχρείωση, για τον αδυσώπητο διωγμό στην ύπαιθρο, για τη διά­ λυση του κοινωνικού ιστού της χώρας, για την ανα­ ζήτηση από καταδιωκόμενους καταφυγίου στην α­ νωνυμία των πόλεων, για τη φυσική εξόντωση και την ψυχική εξουθένωση των αντιπάλων, για τη σύ­ μπραξη με τους παρακρατικούς θεσμοθετημένων ορ­ γάνων της πολιτείας, όπως π.χ. της Χωροφυλακής, σε πολλές περιπτώσεις, για την εκτροπή της δικαστι­ κής εξουσίας, για την κατάλυση του κράτους. Η αποχή από τις εκλογές του Μάρτη του 1946, η


οποία δρομομολογήθηκε από την ηγεσία της αριστε­ ρός, αν και τότε θεωρήθηκε ηχηρή απάντηση στις πα­ ράνομες μεθοδεύσεις, εν συνεχεία λειτούργησε ως ε­ φαλτήριο διώξεων και κατατρεγμού. Η εύκολη επι­ σήμανση των αποσχόντων έδωσε το ζητούμενο στό­ χο στην ήδη ενισχυμένη δεξιά για ανελέητο κυνηγητό των δημοκρατικών πολιτών, για έξαρση της μεταβαρκιζιανής τρομοκρατίας, για καταπάτηση δικαιω­ μάτων και ελευθριών, για άσκηση πιέσεων και εκ­ βιασμών, και έφερε ακόμη πιο κοντά τη σαρανταπληγιασμένη Ελλάδα στο χείλος του γκρεμού. Εκ των υστέρων φάνηκε ότι η αποχή ζημίωσε. Η άσκη­ ση του εκλογικού δικαιώματος, άσχετα με το όποιο καλπονοθευτικό αποτέλεσμα, θα είχε λιγότερο επώδυνες συνέπειες. Ίσως να ισχύει και εδώ η απαξιωτική ρήση «του Ρωμιού η γνώση έρχεται ύστερα». Ο πολιτικός δεν αρκεί να κατέχει μια θέση. Οφείλει και να στοχάζεται και να προβλέπει, βυθίζοντας τα μά­ τια της ψυχής του στην καταχνιά του αύριο. Μετά τις εκλογές του Μάρτη του 1946, όντας ο δρόμος ανοιχτός, διευθετήθηκε με πραξικοπηματικό τρόπο και το καθεστωτικό ζήτημα, για το οποίο υ­ πήρχαν διάφορες απόψεις. Ευκαιριακά θα ήθελα να τονίσω ότι βάσει των ιδρυτικών τους το Εθνικόν Απελευθερωτικόν Μέτωπον (ΕΑΜ) άφηνε τη λύση του πολιτειακού προβλήματος στη μεταπελευθερωτική ετυμηγορία του λαού, ο Εθνικός Δημοκρατικός Ελληνικός Σύνδεσμος (ΕΔΕΣ) και η Εθνική και Κοι­ νωνική Απελευθέρωση (ΕΚΚΑ) προκαθόριζαν την προεδρευομένη δημοκρατία, ενώ οι Αγγλοι και άλ­ λοι παράγοντες, τοπικοί και μη, εργάζονταν για την επιστροφή του Γεωργίου του Β '. Το αποτέλεσμα του Δημοψηφίσματος της 1ης του Σεπτέμβρη του 1946 ήταν απότοκο των θλιβερών κα­ ταστάσεων που δημιουργήθηκαν από την αρχιτεκτόνισσα της ανωμαλίας στον τόπο μας Αγγλία και από τους φιλομοναρχικούς. Ο ελληνικός λαός, που έχυ­ σε το αίμα του στα κακοτράχαλα βουνά της Αλβα­ νίας, κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο, αλλά και στην κατακτημένη από τους Γερμανούς χώρα, κατά τη διάρκεια της εποποιίας της Εθνικής Αντίστασης, πειθαναγκάστηκε ν ’ αποδεχτεί λύση του πολιτειακού προβλήματος με επιστροφή του Γκλίκσμπουργκ, του ανθρώπου που τόσο αναίσχυντα συνεργάστηκε με τη δικτατορία του Μεταξά. Ο Γρηγόρης Κριμπάς με το δίτομο έργο του «Εμφύλιος» ολοκλήρωσε με επιτυχία το οδοιπορικό του στην οδυνηρή δεκαετία του 1940-1950. Ξεκίνησε με τις δάφνες του τιτάνιου αγώνα ενάντια στο φασισμό και δοξολόγησε με το έργο του τους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης, τους πολυτίμητους μάρτυρες της

Η προμετωπίδα του δεύτερου τόμου του βιβλίου του Γρηγόρη Κριμπά «Εμφύλιος».

λευτεριάς, σ’ οποιαδήποτε οργάνωση και αν ανήκαν. Περίμενε εναγώνια την κοσμοχαρμόσυνη είδηση της α­ πελευθέρωσης, που θα ήταν αφετηρία επούλωσης πλη­ γών, ανασυγκρότησης και προόδου. Τα γεγονότα όμως που ακολούθησαν διέψευσαν το Πανελλήνιο. Προτού στεγνώσουν τα δάκρυα για τ ’ αναρίθμητα θύματα του μεγάλου παγκόσμιου χαλασμού, άνοιξαν νέοι κρουνοί αίματος, αδερφικού αυτή τη φορά. Ο Εμφύλιος υπήρξε πολυαίματος αγώνας, αφάνι­ σε τον ελληνισμό και ρήμαξε πόλεις και χωριά. Για τα γενεσιουργό αίτιά του, για τις φάσεις του, για τις συνέπειές του έχουν γραφεί πολλά και ολοένα έρχο­ νται στο φως καινούρια στοιχεία, που διευρύνουν τις γνώσεις μας και πλουτίζουν τη σχετική βιβλιο­ γραφία. Ενδιαφέρον και το Ημερολόγιο του Βούλγα­ ρου Κομουνιστή πολιτικού και πρωθυπουργού Γκεόργκι Δημητρόφ (1882-1949), το οποίο εκδόθηκε το 1998 από τον εκδοτικό οίκο του Πανεπιστημίου της Σόφιας και κυκλοφόρησε μεταφρασμένο το επόμενο έτος στη σειρά των Εκδόσεων Καστανιώτη. Στις 1θ του Γενάρη του 1945, σύμφωνα με τα γραφόμενα, ο Στάλιν σε τηλεφωνική επικοινωνία δήλωσε κατηγο­ ρηματικά στο Δημητρόφ: «Εγώ συμβούλευσα την Ελλάδα να μην αρχίσουν αυτόν τον αγώνα. Οι άν­ θρωποι του ΕΑΑΣ δεν έπρεπε να βγουν από την Κυ­ βέρνηση Παπανδρέου. Καταπιάστηκαν με δουλειά,


για την οποία δεν τους επαρκούν οι δυνάμεις. Φαίνε­ ται ότι υπελόγιζαν ότι ο Κόκκινος Στρατός θα κατέβει ως το Αιγαίο. Αυτό εμείς δεν μπορούσαμε να το κάνουμε. Εμείς δεν μπορούσαμε να στείλουμε και στην Ελλάδα δικά μας στρατεύματα. Οι Έλληνες έ­ καναν βλακεία» (Α' 90-91). Αυτή είναι σήμερα μια ε­ πικρατούσα άποψη, χωρίς να σημαίνει πως είναι και μόνη που διατυπώθηκε. Μετά τον καθορισμό των «ζωνών επιρροής», κάθε αντιτιθέμενη στρατιωτική ε­ νέργεια ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία. Υπεύθυ­ νοι επομένως, κατά το συγγραφέα είναι οι Αγγλοι, αλλά και η ηγεσία της Αριστερός. «Η δική μου γνώμη είναι ότι όλα ήσαν προσχεδιασμένα και με κανένα τρόπο οι δυνάμεις της Αριστεράς δεν θα μπορούσαν ν ’ ανατρέψουν την κατάσταση. Μια ρεαλιστικότερη ή διπλωματικότερη στάση των ηγετών της Αριστεράς θα είχε σαν αποτέλεσμα, όμως, να μη θεωρηθεί ο ΕΛΑΣ ηττημένος, και να γλύτωναν τη ζωή τους εκα­ τοντάδες αδικοχαμένα ελληνόπουλα. Ό πως επίσης, αργότερα, η μη υιοθέτηση της πολιτικής της «απο­ χής», από τις εκλογές, θα άνοιγε, ίσως έναν άλλο δρόμο στην εξέλιξη των πολιτικών μας πραγμάτων, λιγότερο επώδυνο και λιγότερο καταστροφικό» (Α' 90), γράφει ο συγγραφέας. Στο δεύτερο όμως τόμο α­ ναφέρεται ότι η απόφαση έναρξης του ένοπλου αγώ­ να πάρθηκε αρχές του Απρίλη του 1946, κατά τη συ­ νάντηση του Νίκου Ζαχαριάδη με το Στάλιν στη Μό­ σχα και ότι ήταν ενήμερα όλα τ ’ αδελφά κόμματα Βαλκανίων και Α. Ευρώπης. Αναφέρεται μάλιστα ό­ τι ο Στάλιν καθόρισε και την τακτική που έπρεπε ν ’ ακολουθήσει ο Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας. Σύμφωνα με την άποψη αυτή, ο ένοπλος αγώνας εί­ ναι απότοκος του κλίματος του ψυχρού πολέμου και της διαμόρφωσης των δύο μπλοκ. Τελειώνοντας, επιθυμώ ν ’ αναφερθώ σύντομα στη γλώσσα, στο ύφος και στο εικονιστικό υλικό των τόμων, που και αυτά έχουν τη σημασία τους και τη λειτουργικότητά τους. Ο απλός, σύντομος, σαφής και κατανοητός λόγος φανερώνει ικανό χειριστή της γλώσσας. Η λεκτική διαφοροποίηση και η παρέκκλιση από τον ατομικό τρόπο έκφρασης οφείλονται στα λογής λογής παρενειρόμενα κείμενα και στις ζωντανές μαρτυρίες πολ­ λών πληροφορητών ανόμοιας παιδείας και μόρφω­ σης. Τα λίγα ιδιωματικά στοιχεία [ανάπλαγα , αφώτηγα (= αχάραγα), ζαμπλαρίκος (= τραχανάς), κατσιφάρα (= καταχνιά), κοπό (= δρομάκι που γίνεται από πάτημα στο χιόνι), λαχίδα (= πεζούλα), λονμοχτόζ, ματαράτσια (= στρωσίδια από γιδότριχα), μουλαροφόρτι, μπορίτσες (= πεύκα), ντουφεκορίχνανε, ξελόντζα, ξερομάντρι (= ξερολιθιά), πισάγναρο (γυ­

ρίσαμε το πισάγναρο), ποστάραμε, πρωτάγιαση, σάισμα (= χοντρό αδιάβροχο στρωσίδι καμωμένο από γιδότριχα), σαλαμπρέντα (= συγκέντρωση τροφί­ μων), σειρήνες (χοντρά κλαδιά ελάτου), σιαπέρα, τζαροπονλες (= πιθάρια), τίκλες (= πέτρινες πλά­ κες), τρούπα , είχανε τρουπήσει], τονίζουν εντονότε­ ρα τη φυσικότητα και την πειστικότητα της λαϊκής λαλιάς. Σχετική και η προσπάθεια του συγγραφέα να καταγράψει με πληρότητα τα ονόματα των προσώ­ πων, συμπεριλαμβάνοντας ενίοτε και τα παρωνύ­ μια, δηλαδή τα παρατσούκλια. Το ύφος του συγγραφέα είναι δημοσιογραφικό-ιστορικό και εναρμονίζεται με τον εκλαϊκευτικό χα­ ρακτήρα του βιβλίου, που το κάνει ελκυστικό, προ­ σιτό σε κάθε φιλίστορα αναγνώστη. Η ροή του λόγου ενίοτε διακόπτεται από σύντομες συνήθως παρεκβά­ σεις, σημειώσεις, σχόλια, παρατηρήσεις, κρίσεις, που αποβλέπουν στη συμπλήρωση ή στη διευκρίνιση των γραφομένων. Αξιοπρόσεκτο και το εικονιστικό υλικό (φωτογραφίες, ξυλογραφίες, σκίτσα, σχέδια) τοπικού αλλά και πανελλήνιου ενδιαφέροντος, ει­ λημμένα από ιδιώτες, από φωτογραφικά αρχεία, α­ πό διάφορες εκδόσεις. Φίλες και φίλοι, εύχομαι ολόψυχα το αξιόλογο βιβλίο του αγαπητού συναδέλφου Γρηγόρη Κριμπά να είναι καλοτάξιδο, να διαβαστεί από πολλούς, μικρούς και μεγάλους, να κεντρίσει το ενδιαφέρον της πατριδογνωσίας και της τοπικής ιστορίας, ν ’ αμβλύνει την ενδημική διχόνοια, να τονώσει την αυτογνωσία, να επισημάνει την ανα­ γκαιότητα της εθνικής ομοψυχίας και να καταστεί ευ­ αγγέλιο ειρήνης, αφού καταδικάζει τον πόλεμο. ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ


ΘΗΤΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΣΤΗ ΤΕΘΩΡΑΚΙΣΜΕΝΗ ΜΕΡΑΡΧΙΑ Νοσταλγικά αναθυμήματα ενός ευαίσθητου αλληλογράφου Ρέθυμνο, 6.3.2006 Αγαπητοί συστρατιώτες Νίκανδρε Χατζηκυριάκου, Ελευθέριε Ελευθεράκη, Τριαντάφυλλε Τσιμπογιάννη, Γϊώργη Σερδένη, Γιάννη Χατζηβασιλείου, Ιορδάνη Σικαρίδη.

Η φωτογραφία

που έχετε στα χέρια σας και

που μας «απαθανάτισε» σε μια χρονική στιγμή του φθινοπώρου του 1964, έγινε αφορμή να γράψω αυ­ τό το κοινό γ ι’ αυτή την όμορφη στρατιωτική π α ­ ρέα γράμμα. Βλέπετε, η φωτογραφία σ’ αυτό το ά­ ψυχο χαρτί «ομιλεί», δηλώνει, συνδηλώνει όχι μό­ νο μνήμες και καταστάσεις αλλά και συναισθήμα­ τα, που δύσκολα αποκωδικοποιούνται ακόμη και σήμερα. Αποτύπωσε μια αμέριμνη στιγμή μας στις εγκαταστάσεις της Μ ονάδας μας, στην Κομοτηνή, δίπλα στο Σιδηροδρομικό Σταθμό, εκεί που αράξα­ με μετά τη μετακίνηση του 859 Τάγματος Εφοδια­ σμού Μ εταφορών (ΤΕΜ) από τη Θεσσαλονίκη προς τα σύνορα. Α νυποψίαστοι όπω ς ήμαστε, δεν αντιληφθήκαμε τότε αυτό που αργότερα και σήμερα βιώ-

νουμε ως πολίτες, ότι εκείνη η εκστρατεία ήταν κανονική, δηλωτική της παραλίγο πολεμικής σύρ­ ραξης με την Τουρκία για τα γεγονότα της Κ ύ­ πρου, που ακόμη και σήμερα είναι μέγα πρόβλη­ μα του ελληνισμού, μετά και την τραγική επιδεί­ νωση του 1974 και όσων δραματικώ ν γεγονότων επακολούθησαν... Πόσο ωραία θα ήταν η ζωή, αν οι άνθρωποι ή­ ταν αμέριμνοι, γελαστοί, άνετοι σαν την παρέα που δείχνει η φωτογραφία; Καιρός όμως να προσγειωθούμε στην πραγμα­ τικότητα του σήμερα και να τα «πούμε» με τον κα­ θένα χωριστά, αρχίζοντας, από δεξιά, από το Νίκανδρο Χατζηκυριάκο: Είναι ο μόνος από την π α ­ ρέα, που δεν μπόρεσα να τον εντοπίσω, αφού οι προσπάθειές της τηλεφωνικής υπηρεσίας του 11888 δεν μπόρεσαν να τον εντοπίσουν κάπου στη βόρεια Ελλάδα. Π άντα θυμούμαι την καλοσύνη του την πηγαία, το χαμόγελό του, τη διακριτικότητά του, την αγαθή ψυχή του. Ελπίζω ότι ο Λευ­ τέρης είναι σε επαφή μαζί του και θα κάμει τον κόπο να του στείλει τη φω τογραφία μας κι αυτό το γράμμα. Το Λευτέρη Ελευθεράκη τον εντόπισα στη Νέα Καρυά Καβάλας. Έ χει τηλέφωνο: 25910.62038. Πολύ συχνά έρχεται στη μνήμη μου η στεντόρεια φωνή του που τραγουδούσε μελωδικά το:

Αναμνηστική φωτογραφία στρατιωτών του 859 Τάγματος Εφοδιασμού Μεταφορών (ΤΕΜ) της 20ής Τεθωρακισμέ­ νης Μεραρχίας, το 1964, στο Σιδηροδρομικό Σταθμό Κομο­ τηνής. Διακρίνονται, από αρι­ στερά: Θόδωρος Πελαντάκης, Ιορδάνης (Νάκης) Σικαρίδης, Γιάννης Χατζηβασιλείου, Γιωργης Σερδένης, Τριαντάφυλλος Τσιμπογιάννης, Ελευ­ θέριος Λευτεράκης και Νίκανδρος Χατζηκυριάκος.


Λουλούδια κόκκινα απόψε θα σου στείλω, λουλούδια που να έχουνε του έρωτα το χρώμα, να δεις πως σ ’ αγαπώ και σε ποθώ ακόμα ... Φίλε μας, Λευτέρη, να ’ταν τα νιάτα δυο φο­ ρές... και σιδερένιες οι καρδιές.

Με το Τσιμπογιάννη τον Τριαντάφυλλο, το φ ί­ λο μας το Λάκη, είχα την εκπληκτική χαρά να συ­ ναντηθούμε μια φορά εδώ στο Ρέθυμνο. Μετά συ­ ζύγων ήπιαμε κρασί και χορέψαμε στη φημισμένη γιορτή του κρητικού κρασιού, στον όμορφο κήπο της πόλης μας. Είναι δικηγόρος στην Αθήνα, δει­ νός στις αστικές και όχι μόνο υποθέσεις. Συχνά θυμούμαι τα αστεία του, το χιούμορ του και ιδι­ αίτερα τα πειράγματα στον Ιορδάνη: «σκέτο καρ­ τάλι είσαι...». Το δικηγορικό γραφείο του είναι στην Ομόνοια, Αγίου Κ ωνσταντίνου 6, τηλέφωνο: 210.5241315.

Και τώρα ο φίλος μας ο Γιώργης ο Σερδένης, που ζει στα Τρίκαλα, Χ αριλάου Τρικούπη 22, τη­ λέφωνο 24310.39411. Ε ίναι, φυσικά, συνταξιού­ χος, αφού έκαμε λαμπρή σταδιοδρομία στο δικ α ­ στικό σώμα. Έ φτασε πολύ ψηλά, Π ρόεδρος Εφετών και έχει τη φήμη του αδέκαστου δικαστή. Μετά τω ν συζύγων μας επεράσαμε αξέχαστες στιγμές, π ρ ιν από δυο χρόνια, εκεί πάνω στα Αγραφα... Κ αι στο πασίγνω στο Π ερτούλι έφτασε η χάρη μας, για να γευτούμε τη ζεστή φιλοξενία του ζεύγους Σερδένη. Βλέπετε, όσο ψηλά κι αν φτάσει ο άνθρω πος, κατά βάθος δεν αλλάζει, π α ­ ραμένει ο ίδιος πάντα, «όταν άνθρω πος ή». Σαρανταδυό χρόνια τώρα έχει απλωμένα τα χέρια του στον ώμο του Τ ριαντάφυλλου και του ά ­ σπονδου φίλου του Γιάννη Χ ατζηβασιλείου. Δεν εσεβάστηκε ούτε τα γαλόνια του Γιάννη ούτε τη στρατιω τική ιεραρχία... Ο Γιάννης ο Χατζηβασιλείου υπηρέτησε στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση ως φιλόλογος. Εξελί­ χθηκε και έφτασε στην κορυφή, αφού έγινε Σχολι­ κός Σύμβουλος και επί χρόνια καθοδήγησε τους φ ι­ λολόγους σε διάφορους Νομούς της χώρας. Εκτι­ μώ ότι ήταν τυχεροί οι χιλιάδες μαθητές που τους έκανε μάθημα και οι πολυπληθείς φιλόλογοι που γνώρισαν την καθοδήγησή του. Μεθοδικός, πράος, γελαστός ήταν ως δεκανέας μας. Με τις ίδιες ικα­ νότητες και τη γερή παιδεία του στο Πανεπιστήμιο

Θεσσαλονίκης εξελίχθηκε σε λαμπρό φιλόλογο της έδρας και της διαφώτισης των νεότερων συναδέλ­ φων του. Τον «ανακάλυψα» πριν από δυο χρόνια στην Αθήνα, όπου συνεχίζει, απόμαχος, τη φιλολο­ γική του δράση. Επί εικοσιπέντε χρόνια είναι η ψυ­ χή του διμηνιαίου περιοδικού «Αγιάσος», του Φι­ λοπρόοδου Συλλόγου Αγιασωτών της Λέσβου. Αυ­ τό μόνο γράφοι, για να δείτε τι έχει προσφέρει στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την ηθογραφία, τη λαογρα­ φία και τη λογοτεχνία της περιοχής. Η διεύθυνσή του: Καυκάσου 143-145, Αθήνα 11364, τηλέφωνο 210.8628731. Με τον Ιορδάνη, το χαμογελαστό στη φωτογρα­ φία Νάκη, που με την καλοκαιρινή στολή εξόδου «ετοιμάζεται» για κάποια αδειούλα προς τη Θεσ­ σαλονίκη, δεν είχα καμιά επικοινωνία. Με το 11888 τον εντόπισα στη Θεσσαλονίκη, Ιωνίας 75, Τούμπα - τηλέφωνο 2310.920871. Προφανώς ασχολείται με την οικογενειακή επιχείρηση, που θέλω να πιστεύω ότι με τη δική του δυναμική παρέμβαση τη διεύρυνε και την ανέβασε ψηλά. Δεν ξεχνιούνται τα καλοπροαίρετα πειράγματά του, ιδιαίτερα προς τον Τριαντάφυλλο: «σκέτο καρτάλι είσαι...». Τελι­ κά, καρτάλι είναι ένα είδος αετού, όπως λέει το λε­ ξικό. Τι σήμαινε η φράση; Ό ,τι ακριβώς περιεχόμε­ νο της δίναμε τότε... Να σας πω δυο λόγια και για μένα: υπηρέτη­ σα σε μερικά σχολεία του Ρεθύμνου ως φ ιλ ό λ ο ­ γος. Ανέβηκα όλα τα σκαλιά της ιερα ρ χία ς και επί επτά χρ όνια ήμουν Π ροϊσ τά μ ενος, δηλαδή υπεύθυνος για όλο το Νομό Ρεθύμνου, με 5.500 μαθητές, 560 καθηγητές σε 29 σχολεία. Τώρα, ό ­ πω ς είναι φυσικό, είμαι σ υνταξιούχος, όπω ς και η ομότεχνη σύζυγός μου. Έ χουμε τρία π α ι­ διά, αγόρια, σε ηλικία π α ντρ ειά ς και π ο ιο ς α ­ ποκλείει ακόμη και να συμπεθεριάσουμε με κ ά ­ π ο ιο ν ή με κ ά π ο ιο υ ς από τη φιλική παρέα της φ ω τογραφ ίας. Εδώ σταματώ. Ελπίζω να πέτυχα να γυρίσετε νοερά στο 1964. Εύχομαι στον καθένα από σας (και στον περίγυρό του) υγεία, από την οποία εξασφα­ λίζονται όλα τ’ άλλα... Να χαίρεστε όπου αγαπάτε. Με φιλικά αισθήματα ΘΟΔΩΡΟΣ ΣΤ. Π ΕΑ ΑΝΤΑΚΗΣ Επίτιμος Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Ν. Ρεθύμνου Τ.Θ. 29 74100 Ρέθυμνο Τηλ. 28310.28792


ΑΓΙΑΣΩΤΙΚΟΣ ΕΥΤΡΑΠΕΛΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ Ο Σπΰρος και ο Κλης σε αγώνα ποιητικό στην Καρυά 1 ήν ανία και τη βαριεστιμάρα, αν τις συνδυάσεις με την αναπαραδιά, είναι ό,τι το χειρότερο. Καλοκαίρι του ’64 στο καφενείο του Παναγκυτη Καμα­ ρού. Μουδιασμένοι από την απραξία και την τεμπελιά. Αν εμφανιζόταν κανένας τουρίστας, γινόταν θέμα συζήτησης. Οι πελάτες μετρημένοι και πάντα οι ίδιοι. Τάβλι στα τριανταένα, πρέφα με εκατόν είκοσι κάσα. Σπάνια βρισκόταν κάτι να ταράξει την ανησυχητική ηρεμία. Τα ίδια και τα ί­ δια. Αραλίκι σε τρεις καρέκλες. Αν δε μας βόλευαν, τις αλ­ λάζαμε. Τάχα υπήρχε και άλλος, για να καθίσει; Ο μόνος που δεν άλλαζε θέση ήταν ο Σπύρος. Πάντα στο ίδιο μέρος. Μπροστά του ο καφές, τα τσιγάρα, τέσσερα πέντε μπλοκ, στυλό μπλε, κόκκινα, πράσινα, μολύβι, σβήστρα και ξύ­ στρα. Τα τσιγάρα ήταν «δαηΐέ» άφιλτρα. Το όλο σκηνικό το συμπλήρωναν η εφημερίδα, τα γυαλιά του και η θήκη τους. Πλήρης εξάρτυση. Όλο έγραφε. Αν δεν έλυνε σταυρόλεξο, έγραφε ποιήματα. Μούσες του όλες οι καμπαρετζούδες της Μυτιλήνης, αλλά και όποια ξένη γυναίκα καθόταν κατά σύ­ μπτωση σε κοντινό του τραπέζι. Και όλο έγραφε, ωραιο­ ποιώντας τα πάντα. Θυμάμαι ακόμα ένα τετράστιχο, από τα πολλά που μου είχε διαβάσει. Αναφερόμενος, ως συνή­ θως, σε μια κοπέλα της εποχής του, έλεγε:

Το πόδι τ ’ αλαβάστρινο που μοιάζει με κολόνα, λες και να έχει αφαιρεθεί από τον Παρθενώνα... Απείραχτος άνθρωπος και ευγενικός. Όλους τους αγα­ πούσε. Εμένα μου είχε ιδιαίτερη αδυναμία, γιατί είχαμε και κάποια συγγένεια. Μια μέρα κάποιος, θέλοντας να τον πικάρει, του είπε ό­ τι διαδίδω πως είμαι πολύ καλύτερος ποιητής και πως όποια ώρα θέλει μπορούμε να διαγωνιστούμε. Αναψε και κόρωσε ο Σπύρος. Ποιος είσαι, ρε; Να τα μας! Έλα, παππού, να σ’ δεί­ ξου τ ’ αμπιλουχώραφά σ’. Για δείτι, ρε ’θρώπ’, σ’κουθήκαν τα πουδάρια να χτυπήσιν του τσιφάλ’. Κρίμας που σ’ είχα τσι σ’ ικτίμησ’. Ουρίστι μας. Γινήκαν θυμιατά τ ’ ατζιά τσι τα σκατά λιβάνι. Αντί να λέγ’ς ’που πίσου μ’ λόγια, κάτσι, ρε, σα σι βαστά απί καρσί μ’, να δούμι ποιος αξίζ’. Είπε, είπε, ε­ γώ τσιμουδιά. Δεν περίμενα τέτοια αντίδραση. Σεβόμουν την ηλικία του, αλλά και δεν ήθελα να τα χαλάσω μαζί του. Για μια στιγμή, θέλοντας να ηρεμήσω την κατάσταση, του λέω. - Έλα, μωρέ Σπύρου, μη του π αίν’ς τόσου πατρϊουτικά, τσ’ είμαστι τσι γινιά. - Εν έχ’ έγιτια. Αλλού τα κιρκλάν’κα. Ιδού η Ρόδος, ι­ δού και το πήδημα. Τώρα είνι που θα γράψ’ς, θέλ’ς, ε θέλ’ς. Άμα δε κάτ’ς α διαγουνιστείς, ε θέλου κουβέντις μαζί σ’. Η λογομαχία σταμάτησε απότομα, γιατί την ώρα αυτή έξω από το καφενείο περνούσε μια κηδεία. Σταματήσαμε ό­ λοι ευλαβικά και κάναμε το σταυρό μας. Ο Σπύρος έβραζε, με το ζόρι συγκρατούσε τα νεύρα του. Δεν πρόλαβε να φτά­ σει το ξόδι στην κουκουναριά και μου λέει. Για του θάνατου θα γράψουμι.

Η απόφαση ελήφθη. Καθίσαμε σε διαφορετικά τραπέ­ ζια, μακριά από τους άλλους, πήραμε χαρτί και μολύβι και ο διαγωνισμός άρχισε. Με το που κάθισα, μου ήρθε στο νου το ποίημα του Κοοστα Καρυωτάκη και άρχισα να γράφω.

Θάνατος είν’ οι κάργες που χτυπιούνται στους μαύρους τοίχους και στα κεραμίδια, θάνατος οι γυναίκες που αγαπιούνται, καθώς να καθαρίζουνε κρεμμύδια... Σε δέκα λεπτά ήμουν έτοιμος. Ο Σπύρος ακόμα σκεπτό­ ταν τι να γράψει. Κατόπιν προτροπής των θαμώνων, ανε­ βαίνω σ’ ένα τραπέζι και το απαγγέλλω. Μόλις τ ’ άκουσε ο Σπύρος, άρχισε: Τι είν’ αυτό, ρε; Ποίημα είν’ αυτό; Τι δ ’λειά έχιν, ρε άσχιτι, τα κρουμμύδια τσι τα τσιραμίδια; Οι άλλοι εν τώ μεταξύ ζητωκραύγαζαν. Μπράβο! Απίθανο! Τέλειο! Τι ήταν αυτό, ρε Κλη; Τι τρίχα μ’ σ’κώσ’τσι. Να του στείλ’ς σν Ακαδημία Αθηνών, για να του βραβέψιν και τέτοια. Ο Σπύρος δεν ήπιε το καθιερωμένο του ούζο εκείνη τη μέρα. Μαύρισε, μάζεψε τα χαρτιά του και έφυγε. Ούτε που μας χαιρέτησε. Οι μέρες πέρασαν. Το περιστατικό είχε σχε­ δόν ξεχαστεί. Μια μέρα κάποιος έφερε ένα μαγνητόφωνο, για να μαγνητοφωνήσει την αναμετάδοση ενός ποδοσφαιρι­ κού αγώνα. Αυτό ήταν. Με το που το είδε ο Δημητρός Κα­ μαρός, η Πατούνα, του ήρθε η ιδέα. Το μεσημέρι μαγνητο­ φωνήσαμε τις ειδήσεις και στο τέλος των ειδήσεων συμπλη­ ρώσαμε ότι η Ακαδημία Αθηνών, ύστερα από ομόφωνη α­ πόφαση, απονέμει το πρώτο βραβείο ποίησης στο Γεράσιμο Αποστολίδη από την Κέρκυρα. Το δεύτερο βραβείο ποίησης απονέμεται στο Θεμιστοκλή Χατζηλεωνίδα από την Αγιάσο Λέσβου. Το βράδυ αντί να βάλουν ραδιόφωνο, άνοιξαν το μαγνητόφωνο. Με το που ακούει τα νέα ο Σπύρος, φεύγει. Στη βιασύνη του δεν πλήρωσε ούτε το λογαριασμό. Χάθηκε. Πέρασαν δέκα μέρες και δεν εμφανιζόταν. Και να. Πάνω που αρχίσαμε να ανησυχούμε μήπως έπαθε τίποτα, εμφανί­ στηκε. Με πλησιάζει, με ύφος καρδινάλιου, λέγοντας. - Συγχαρητήρια, ανιψιέ! Γω πάντα του ίλιγα πους είσι ταλαντούχους. Στου κάτου κάτου σόγι μ’ είσι. Του μήλου κάτου α π ’ τη μ’λιά θα πέσ’. Γω δεν έστ’λα πουτέ ποιήματά μ’ για βράβιφσ’. Άμαν έστιρνα, θα τουν κάναμι πέρα του Κιρκυραίου. - Σίγουρα, ρε θείου. Ίδιου αίμα έχουμι. Απί κάπ’ πρέπ’ ναν έμοιασα τσι γω. Είπαμε και άλλες φιλοφρονήσεις. Με κέρασε καφέ και τσιγάρο και όλα ξαναγίναν μέλι γάλα. Ο Θεός να τον συγχωρήσει. Δεν ήταν κακός άνθρωπος. Μακάρι στα γεράματά μου να μη συναντήσω κάποιο τζόβενο, που να μου κάνει τέτοια «παβέντα». Για βάλι μι του νου σ’... Αμαρτίγις που έχου να πληρώσου! Καλαμαριά Θεσσαλονίκης, 7.4.2005

ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ ΧΑΤΖΗΛΕΩΝΙΔΑΣ


Σ Τ ΙΓ Μ ΙΟ Τ Υ Π Α ΤΗΣ Κ Α Θ Η Μ Ε ΡΙΝ Η Σ ΖΩ Η Σ Και όμως ζήλευε ο φίλος μου τη γυναίκα του Η ζήλια είναι, κατά τη γνώμη μου, ένα αρχέγονο συναίσθημα. Ο άνθρωπος, αλλά και πολλά ζώα, σ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης ζηλεύουν. Άλλος λίγο, άλλος πολύ, άλλος υπερβολικά, κά­ ποια στιγμή της ζωής του, νιώθει αυτό το δυσάρε­ στο συναίσθημα. Αυτά έλεγα κάποτε στο φίλο μου τον Κώστα, ο οποίος αντιδρούσε. Χαρακτηριστικά λέγαμε για τις γυναίκες μας. - Αν είναι δυνατόν, έλεγε, να ζηλεύω τη Μαίρη. - Μη το λες. - Ε, να που το λέω. Η συζήτηση περιπλέχτηκε, δεν είχε τέλος. Ε π ι­ μέναμε και οι δυο στις απόψεις μας και έτσι στα­ μάτησε. Πέρασε αρκετός καιρός. Κάποτε το έφερε η τύ­ χη να πάμε οικογενειακούς σ ’ ένα Κέντρο. Μεγάλη παρέα. Ό λοι γνωστοί. Κέφι, χορός, διασκέδαση, τραγούδι. Ό λα ήταν ωραία. Η λουλουδού ακόμα πιο όμορφη και συμπτωματικά συνάδελφος και γνωστή του Κώστα. Μας τη σύστησε, πολύ χαρήκα­ με και το γλέντι συνεχιζόταν. Κ άποια στιγμή μου ήρθε η ιδέα. Ό πω ς χόρευα, λέω με τρόπο στη λουλουδού. Κάθε δέκα λεπτά θα δίνεις ένα πανέρι λουλούδια στη γυναίκα του φ ί­ λου μου, του Κώστα. Θα σε πληρώσω εγώ στο τέ­ λος. Αν όμως σε ρωτήσει ποιος τα στέλνει, θα λες ένας πελάτης από το βάθος του μαγαζιού. Η συμφωνία έκλεισε. Το δόκανο στήθηκε. Περίμενα τα αποτελέσματα. Ό ταν ήρθε το πρώτο πανέ­ ρι, όλοι γέλασαν και πολύ το χάρηκαν. Στο δεύτε­ ρο κοιτάζουν να εντοπίσουν τον αποστολέα, αλλά δεν έδειξαν να ενοχλούνται. Οι υπόλοιπες γυναί­ κες της παρέας ψιλοζήλευαν. Η ίδια κοιταζόταν απορημένη. Στο τρίτο άρχισε ο προβληματισμός. Ο φίλος μου ζητούσε απο τη λουλουδού, ευγενικά βέ­ βαια, να μάθει τον αποστολέα. Στο τέταρτο άρχισε ο φίλος τη ψιλομουρμούρα με τη γυναίκα του. - Λέγι ποιος τα στέν’. Μη ξηρουμασείς, συ ξέρ’ς τουν. - Α παράτα μι, ρε. Γυρέβ’ς τσι τα ρέστα σ ’. Πάνω στην ώρα αυτή έρχεται και το πέμπτο π α ­ νέρι. Τότε ο δικός μου ξεσπάθωσε. Μαζί του όμως ξεσπάθωσε και η γυναίκα του. Αυτό δεν ήταν στο πρόγραμμα, δεν ήταν σχεδιασμένο, δεν το είχα

προβλέψει. Το κέφι χάλασε. Πληρώσαμε και ξεκι­ νήσαμε να φύγουμε. Μαζί με το λογαριασμό, έβαλα και τα λεφτά για τα λουλούδια. Έκλεισα με νόημα το μάτι στη λουλουδού και βγήκα με την παρέα έ­ ξω. Με έτρωγε η περιέργεια να μάθω γιατί παρεξη­ γήθηκε η γυναίκα του. Ο φίλος μου καθυστέρησε στο μαγαζί, ψάχνοντας μάταια να βρει ποιος ήταν γοητευμένος τόσο πολύ με τη γυναίκα του. Εμείς κοντοσταθήκαμε έξω από το μαγαζί περιμένοντας. Εκεί ανακάλυψα ότι η γυναίκα του είχε την εντύ­ πωση ότι τα λουλούδια τα έστελνε ο ίδιος ο άντρας της, για να κάνει τζίρο στην όμορφη λουλουδού, η οποία του γυάλισε. Γι’ αυτό καθυστερεί, έλεγε και ξανάλεγε, για να πληρώσει τα λουλούδια και να κλείσει ραντεβού. Τουν αδιάντρουπου, ξουδιά ζ’ τς παράδις για του τίπουτα. Ε βλέπ’ τα χάλια ντ. Δε μίλησα. Τα πράγματα είχαν αγριέψει. Φύγα­ με. Την άλλη μέρα πήρα τηλέφωνο, τους είπα ποιος είναι ο φταίχτης και ζήτησα συγνώμην για την ανα­ στάτωση. Μετά από μικρή σιωπή, η απάντηση ήρθε σαν χείμαρρος. Ρε διάβουλι, έγιουτου του χ ’νέρ’ που μ’ έκανις θα του θ ’μούμι. Ο ύλ’ τ ’ νύχτα ένι σφάλ’σα μάτ’. Φ ’λάγουμ. Θάρριουμ πς θα μι π ν ίξ ’. Ί κ ’σα τ ’ ά ξιαμ’. Τέσσιρ’ς γινιές μι πίρασι. Αμάν παβέντου! Ξέρ’ς τι θα πει, ρε, α σι π ν ίγ ’ του δίτσιου τσ ’ απουπάνου α σι βρίζιν; Τ ’ προυβιά μ’ έκαψις. Κόντιψι να μ’ έρτ’ νταμλάς. Τέλους πάντουν. Μάσιαλα, τσι μην του ξουνουκάν’ς. Χ ρειγιάσ’κα τα. Ε τνι ξέρ’ς καλά τη γ ’ναίκα μ’. Για βάλι μι του νου σ ’... Α μαρτίγις που έχου να πληρώσου! Καλαμαριά Θεσσαλονίκης, 7.4.2005

ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ ΧΑΤΖΗΛΕΩΝΙΔΑΣ


παρεπόμενά του. Πήγαν λοιπόν στον καφενέ και τα έπιναν. Η ώρα όμως περνούσε και ο Στέλιος δεν προχωρούσε στα συμφωνημένα, για τί δεν το πήγαινε η καρδιά του να σηκώσει χέρι σε άνθρω­ πο που αγαπούσε. Ο φίλος όμως, βλέποντας πως δε γίνεται τίποτα, αγανάχτησε και είπε: άντι, ρε άθριπι, τέλειουνι, βάρα, να τιλειώ νουμι, να πάγου τσι γω στη δ ’λειά μ ’! (Από αφήγηση Αντώνη Μηνά, 18.2.2006)

ΕΡΜΟΑΑΟΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

ΓΗ Α ΡΙΓΑ Ν ’ Τ ’ ΣΠΥΡΟΥ Ε ν α ς τουρίστας είδι του Σπύρου του Νταγούτ’, που γύρ ’ζι στου δρόμου μι μιαν αγκαλιά αρίγαν’, τσι θέλ’σι να τν αγουράσ’. Ιπειδής όμους τ ’ φ ά ν’τσι πουλύ ακριβή, α ρ χίν’σι τς ιξυπνάδις, πς εν είνι δηλαδή καλής ποιότητας. Σπύρους α ρ πάχ’τσι τσι τ ’ είπι: Τι λέγ’ς, ρε κ ’μπάρι; Ξέρ’ς απί πότι μαζέβγου γω α ρ ίγα ν’; Απού ’ντας ήμ’ μες στ’ αχαμνά τ ’ πατέρα μ’. Αγιάσος, Αύγουστος 1998

ΧΡΙΣΤΟΣ ΓΛΕΖΕΛΗΣ (ΠΟΥΠΟΥΣΑΣ)

ΒΑΡΑ, ΝΑ ΤΙΑΕΙΩΝΟΥΜΙ!

Ο Στέλιος

ήθελε π ρ ιν από πολλά χρόνια να

φύγει και αυτός μετανάστης στη Γερμανία. Έ λα ό­ μως που ήταν μπερδεμένος λόγω φρονημάτων και η Ασφάλεια δεν του έδινε την πολυπόθητη άδεια. Ύ στερα από πολλά ανέβα κατέβα στο Νέο Ξενώ­ να, όπου στεγαζόταν και εξακολουθεί να στεγάζε­ ται η Αστυνομία της Αγιάσου, ο Στέλιος απόσπασε την υπόσχεση πω ς θα του δώσουν το χαρτί, μό­ νο εφόσον θα έδερνε κάποιο συχωριανό του κο­ μουνιστή! Είπε μα και μου, αλλά ο διοικητής ήταν ανένδοτος. Ίσω ς όμως να το είπε και αστειευόμενος. Έ φυγε προβληματισμένος από το Τμήμα. Κ ατεβαίνοντας από το Σταυρί, συνάντησε ένα φ ί­ λο του, βαρβάτο αριστερό, και του εκμυστηρεύθηκε. Αυτός, θέλοντας να τον βοηθήσει, προσφέρθηκε να γίνει το υποψήφιο θύμα και μάλιστα συμ­ φώνησαν να θέσουν αμέσως σ ’ εφαρμογή το σχέ­ διο και να στήσουν το χρειαζούμενο καβγά με τα

ΓΙΟΥ... ΛΟΥΝΗΤΗΣ Π ρ ι ν από μερικά χρόνια το Αναγνωστήριο προσκλήθηκε από τους συγχωριανούς μας στην Αυστραλία, για να δώσει μερικές παραστάσεις με το έργο του Αντώνη Μηνά «Ωραία Μ πουτζαλιά μου». Μια και είχα συμβάλει αποφασιστικά τότε στην οργάνωση της όλης εκδήλωσης (λόγω και της προηγούμενης θητείας μου στην Ελληνική Πρε­ σβεία στην Καμπέρα της Αυστραλίας), θα συνό­ δευα τους ερασιτέχνες ηθοποιούς του Αναγνωστη­ ρίου στο μακρινό ταξίδι. Και επιτέλους ένα πρω ί να ’μαστέ όλοι μαζί στο τότε Ανατολικό Αεροδρόμιο του Ελληνικού, έτοιμοι για αναχώρηση. Πολύς κόσμος και συνω­ στισμός μπροστά από τα μηχανήματα ανίχνευσης μετάλλων. Κ άποια στιγμή και το δικό μας το γκρουπ άρχισε να περνά με τη σειρά από το μηχά­ νημα, όταν ξαφνικά με το πέρασμα της Μ..., ώ ρι­ μης μεν ά λλ’ ανύπαντρης μεγαλοκοπέλας της συ­ ντροφιάς μας, το μηχάνημα άρχισε να χτυπά δα ι­ μονισμένα. Οι αστυνομικοί με το χειροκίνητο ανιχνευτή τώρα ερευνούσαν το σώμα της Μ..., όταν έστιασαν στα... εκρηκτικά στο ύψος της κοιλιάς της, όπου το μηχάνημα εντόπιζε την πηγή του ήχου. Και τότε ξαφνικά το αδιόρθωτο Π απέλ’ έσκυψε και μας εί­ πε αρκετά δυνατά, για να το ακούσουμε όλοι: Εν είνι τίπουτα, ρε πιδιά. Μάλλουν του Μ... ξέχασι να βγάλ’ του δουνητή τς! Π ερ ιττό να σας π ω το τι γέλιο έπεσε στην πα ρ έα , μ έχρι οι α σ τυ ν ο μ ικ ο ί να εντο π ίσ ο υ ν την π ρ α γμ α τικ ή α ιτ ία του κ α κού στη... μ εταλ­ λική α γκ ρ ά φ α της ζώ νη ς της τα λ α ίπ ω ρ η ς Μ... ΓΙΑΝΝΗΣ Α. ΠΑΠΑΝΗΣ


«ΟΙ ΦΥΓΑΔΕΣ ΤΗΣ ΒΑΣΤΙΑΑΗΣ» ί-τ ις 3.5.2006, στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετα­ νία», έγινε παρουσίαση του ιστορικού μυθιστορήμα­ τος της ποιήτριας και πεζογράφου Μάρως Στασινοπούλου «Οι φυγάδες της Βαστίλλης - Ο μεγάλος έρω­ τας του ζωγράφου Ζαν-Ονορέ Φραγκονάρ», το οποίο κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις Εκδόσεις Ενάλιος. Για το βιβλίο μίλησαν ο υφυπουργός Υγείας Θανάσης Γιαννόπουλος, η υπερνομάρχης Φώφη Γεννηματά, ο ακαδημαϊκός Γρηγόρης Σκαλκέας και ο καθηγητής της Νέας Ελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και μέλος του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτη­ λεόρασης Γιάννης Παπακώστας. Συντονίστρια της εκδήλωσης η δημοσιογράφος Μάρω Αεονάρδου.

ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ Σ τ ις 8.5.2006, στην Κεντρική Αίθουσα του Ιδρύ­ ματος Ευγενίδου (Λεωφόρος Συγγρού 387), έγινε πα­ ρουσίαση του δίτομου βιβλίου του ηρωικού αγωνιστή Μανώλη Γλέζου «Εθνική Αντίσταση 1940-1945», το οποίο κυκλοφόρησε πρόσφατα. Θερμό χαιρετισμό α­ πηύθυνε ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Πα-

Η προμετωπίδα του δευτέρου τόμου.

πούλιας και προλόγισε ο Λουκάς Αξελός, συγγραφέ­ ας, υπεύθυνος των Εκδόσεων Στοχαστής. Μετά έλα­ βαν το λόγο και παρουσίασαν το βιβλίο ο Προκόπης Παυλόπουλος, βουλευτής της Ν.Δ., υπουργός Εσωτε­ ρικών και Δημόσιας Διοίκησης, ο Απόστολος Κακλαμάνης, βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, πρώην πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, και ο Αλέκος Αλαβάνος, βου­ λευτής του ΣΥΡΙΖΑ, πρόεδρος του ΣΥΝ. Στο τέλος μίλησε ο συγγραφέας και αναφέρθηκε στους στόχους του, καθώς και στη σημασία της Εθνικής Αντίστασης. Συντονίστρια της εκδήλωσης ήταν η δημοσιογράφος Μαρία Χούκλη. Την εκδήλωση παρακολούθησαν εκ­ πρόσωποι της πολιτικής εξουσίας, άνθρωποι των γραμμάτων και της τέχνης, αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης και όχι μόνο.

«ΛΕΣΒΙΑΚΗ ΠΑΡΟΙΚΙΑ» Εκδήλωση για τα σαραντάχρονα Με τη συμπλήρωση

Η προμετωπίδα του πρώτου τόμου του βιβλίου του Μανώλη Γλέζου «Εθνική Αντίσταση 1940-1945».

40 χρόνων από την ίδρυση

της «Λεσβιακής Παροικίας» (1965-2005), σωματείου με ιδιαίτερη πολιτιστική και κοινωνική προσφορά, πραγματοποιήθηκε στις 28.5.2006, ημέρα Κυριακή, στο Ξενοδοχείο «Τιτάνια» (Πανεπιστημίου 52), πανη­ γυρική εκδήλωση η οποία σημείωσε μεγάλη επιτυχία. Εισαγωγικά μίλησε ο γενικός γραμματέας και συντο­ νιστής του Προγράμματος Μιχάλης Βασιλάς. Στη συ­ νέχεια μίλησαν οι παρακάτω με τα αντίστοιχα θέμα­ τα: 1. Στρατής Παπαευστρατίου, τ. βουλευτής: Βρά-


ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΡΙΑ ΕΠΙΣΤΟΛΗ

Η προμετωπίδα του πανηγυρικού τεύχους της «Αιολίδας»...

βευση του δωρητή της «Λεσβιακής Παροικίας» Δημη­ τρίου Καλδή. 2. Τάκης Χατζηαναγνώστου, συγγραφέ­ ας, επίτιμος πρόεδρος: Η ίδρυση της «Λεσβιακής Πα­ ροικίας». 3. Αγγελος Παλαιολόγος, ηλεκτρολόγοςμηχανολόγος: Η «Λεσβιακή Παροικία» στον κόσμο του σήμερα. 4. Στρατής Μολίνος, χημικός-πρόεδρος: Η «Λεσβιακή Παροικία» ατενίζει το μέλλον. 5. Ευρυ­ δίκη Σιφναίου, ιστορικός-ερευνήτρια του Ινστιτού­ του Νεοελληνικών Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών: Η συμβολή των Αεσβίων της διασποράς στην ανάπτυξη του νησιού το 19ο αιώνα και τις αρχές του 20ού. Μετά τη βράβευση μίλησε σύντομα ο δωρη­ τής Δημήτριος Καλδής. Στη συνέχεια απηύθυναν χαι­ ρετισμό η βουλευτής Λέσβου Χριστιάνα Καλογήρου και ο υπουργός Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής Αριστοτέλης Παυλίδης. Δέον να σημειωθεί ότι διανε­ μήθηκε δωρεάν σε όλους όσοι παραβρέθηκαν το πα­ νηγυρικό τεύχος της «Αιολίδας» (Μάιος 2006), του ο­ ποίου την καλλιτεχνική επιμέλεια είχαν ο Θόδωρος Πλατσής και η Νατάσα Κανελλακοπούλου.

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΡΜΟΣ Σ τ ις 5.6.20Θ6 οι επιμελημένες Εκδόσεις ΑΡΜΟΣ εγκαινίασαν το καινούριο τους βιβλιοπωλείο στην ο­ δό Μαυροκορδάτου 11 (στον πεζόδρομο του Ιερού Ναού της Ζωοδόχου Πηγής, στην οδό Ακαδημίας). Μότο στην πρόκληση που μας στάλθηκε: Τόπος συ­ νάντησης πολιτισμών Σημείο συνάντησης άνθρώπων. ΓΙΑΝΧΑΤΖ

ΕΥΓΕΝΗΣ ΣΤΟΧΟΣ ΟΛΣΑ Για την ανέγερση του Παλλεσβιακό^ Πνευματικού Κέντρου «ΜΙΑΤΗΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΪΔΗΣ» έχει ανοιχτεί ο με αριθμό 57804874 Λογαριασμός στην ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ Για κάθε πρόβλημα που έχει σχέση με το Σύλ­ λογο ή με το περιοδικό «Αγιάσος», παρακαλούμε τα μέλη, τους συνδρομητές και τους φίλους, ν ’ απευθύνονται άμεσα στον εκάστοτε αρμόδιο (πρόεδρο, ταμία, διευθυντή του περιοδικού κτλ.) και όχι έμμεσα, με παραγγελίες. Και τούτο, γιατί πολλές φορές δεν ενημερώνονται έγκαιρα ή σω­ στά οι υπεύθυνοι, με αποτέλεσμα να δημιουργείται κάποτε δυσαρέσκεια ή να τους καταλογίζεται άδικα αδράνεια και αδιαφορία. Δ.Σ.


ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ Σ τ ι ς 23.6.2006, στον Ιερό Ναό Αγίου Δημητρί­ ου Λουμπαρδιάρη, τελέστηκε ο γάμος του Ανδρέα (Άκη) Δημοσθένη Σωτηροπούλου, εγγονού του Δη­ μητρίου και της Δήμητρας Καβαδά, και της Ειρή­ νης Δημητρίου Μαρέλη. Ευχόμαστε ολόψυχα να ζήσουν ευτυχισμένοι και ο βίος τους να είναι ανέφελος. ΓΙΑΝΝΗΣ και ΑΡΙΑΑΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ Σ τ ι ς 30.7.2006, στον Ιερό Ναό των Παμμεγίστων Ταξιαρχών Παπάδου, τελέστηκε ο γάμος του Παράσχου Ερμολάου Βερβέρη και της Ειρή­ νης Ευστρατίου Αρώνη. Ευχόμαστε από τα βάθη της καρδιάς μας να ζήσουν ευτυχισμένοι. ΓΙΑΝΝΗΣ και ΑΡΙΑΔΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ Σ τ ι ς 20.8.2006, στην Ιερά Μονή Αποστόλου Σίλα, στην Καβάλα, τελέστηκε ο γάμος του Νίκου Γε­ ωργίου Χαλκιά και της Χ άιδω ς Δημητρίου Ζουγρή. Ευχόμαστε ολόψυχα ο βίος τους να είναι με­ στός χαράς και ευτυχίας. ΓΙΑΝΝΗΣ και ΑΡΙΑΔΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

ΒΑΦΤΙΣΕΙΣ Σ τ ι ς 19.5.2006, στον Ιερό Ναό της Παναγίας Φανερωμένης Χολαργοΰ, έγινε το μυστήριο της βά­ φτισης της Ελένης-Μ αρίας (Μαριλένας), θυγατέ­ ρας του Νικολάου Γεωργίου Χουτζαίου και της Αι­ κατερίνης Σπύρου Ζώτου, από τον πρωτοπρεσβύ­ τερο Νεκτάριο Χατζηπροκοπίου. Στους ευτυχείς γονείς, στους παππούδες και στις γιαγιάδες Ελένη και Μαρία ευχόμαστε να τους ζήσει το νεοφώτιστο. Στην ανάδοχο Ελπίδα Παβέλη ευχόμαστε να είναι πάντα άξια. ΓΙΑΝΝΗΣ και ΑΡΙΑΔΝΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ




Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.