ελληνισμός 2018/4

Page 1

MAGYARORSZÁGI GÖRÖGÖK ORSZÁGOS ÖNKORMÁNYZATA 1054 BUDAPEST, Vécsey u. 5.

ελληνισμός Έκδοση της Αυτοδιοίκησης Ελλήνων Ουγγαρίας • Μάρτιος - Απρίλιος 2018

ΣΤΗΝ ΟΥΓΓΑΡΙΑ

1


 2


Tο μήνυμα του Προέδρου της Δημοκρατίας κ.Προκόπη Παυλόπουλου για την 25η Μαρτίου: «Εορτάζουμε, με τον αρμόζοντα σεβασμό και την δέουσα λαμπρότητα, την Εθνεγερσία του 1821, η οποία αποτέλεσε την ”Ανάσταση” του γένους μας, καθώς οδήγησε στην κατάλυση της μακρόχρονης υποδούλωσης των προγόνων μας στον οθωμανικό ζυγό και στην δημιουργία του νεότερου ελληνικού κράτους. Τότε οι Έλληνες αναδείχθηκαν, όπως πάντοτε στην ηρωϊκή και μακραίωνη ιστορία τους, «και παρά δύναμιν τολμηταί και παρά γνώμην κινδυνευταί και εν τοις δεινοίς ευέλπιδες». Έτσι αγνόησαν την αριθμητική υπεροχή των κατακτητών και επαναστάτησαν για ν’ ανακτήσουν την ελευθερία τους που αποτελεί, άλλωστε, όπως επανειλημμένως έχω τονίσει, υπαρξιακή αρχή και, άρα, τρόπο ζωής για το έθνος μας και το λαό μας. Η ελληνική επανάσταση εκδηλώθηκε μέσα σ’ ένα αντίξοο διεθνές πολιτικό περιβάλλον, στο οποίο διακυβεύονταν κρίσιμα συμφέροντα των τότε μεγάλων δυνάμεων της Ευρώπης. Και τούτο διότι, αφενός οι ευρωπαϊκές δυνάμεις ήταν σύμφωνες όσον αφορά την αρχή της νομιμότητας της απόλυτης μοναρχίας, η οποία όμως είχε κλονισθεί από το 1820 με τις εξεγέρσεις της Νότιας Αμερικής εναντίον της Ισπανίας, τις φιλελεύθερες και εθνικές επαναστάσεις του Πεδεμοντίου και της Νεάπολης, καθώς και τον φιλελεύθερο ξεσηκωμό της Ισπανίας εναντίον του απολυταρχισμού των Βουρβώνων. Και, αφετέρου, οι δυνάμεις της Ιεράς Συμμαχίας διαφωνούσαν μεταξύ τους για το «Ανατολικό ζήτημα», δοθέντος ότι ο κύριος σκοπός της Αυστρίας και της Αγγλίας ήταν να αναστείλουν την ανησυχητική προώθηση της Ρωσίας προς τα Βαλκάνια και τον Εύξεινο Πόντο. Η Ελληνική Επανάσταση, όπως ήταν αναμενόμενο, αρχικώς καταδικάσθηκε από την Ιερά Συμμαχία. Όμως, η εμβληματική επιτυχία της Εθνεγερσίας μας από το 1821 ως το 1824, η εντυπωσιακή ανθεκτικότητά της στις εμφανισθείσες δυσχέρειες από το 1825 ως το 1827, αλλά και το απαράμιλλο κίνημα του φιλελληνισμού που εμφανίστηκε στην Ευρώπη, εμπνέοντας ορισμένα από τα πιο εκλεκτά της τέκνα να σταθούν αλληλέγγυα στον αγώνα των Ελλήνων για την ελευθερία -προσφέροντας μάλιστα τις περιουσίες τους και ενίοτε την ίδια την ζωή τους για την ευόδωση αυτού του αγώνα- είχαν ως αποτέλεσμα την συγκρότηση από την Ρωσία, την Αγγλία και την Γαλλία της Τριπλής Συμμαχίας, τον Ιούλιο του 1827. Ακολούθησε η Ναυμαχία του Ναυαρίνου, στις 20 Οκτωβρίου 1827, όπου καταστράφηκε ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος, γεγονός που σηματοδότησε

την τελειωτική νικηφόρα έκβαση του μοναδικού, ως προς τον επιδειχθέντα ηρωϊσμό, ξεσηκωμού των προγόνων μας κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Στην σημερινή εποχή η Ελλάδα είναι δύναμη προαγωγής και ανάπτυξης πολιτισμού και δημοκρατίας, αλλά και δύναμη υπεράσπισης της ειρήνης και της ασφάλειας στα Βαλκάνια και στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, η οποία σέβεται εμπράκτως και με απόλυτη συνέπεια το ευρωπαϊκό και το διεθνές δίκαιο στο σύνολό του. Έτσι, επιδιώκει τη φιλία και τη συνεργασία με όλους της τους γείτονες, ενώ παράλληλα φιλοδοξεί, ως αναπόσπαστο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του σκληρού πυρήνα της, της Ευρωζώνης, να συμμετάσχει ενεργά στην ολοκλήρωση της ευρωπαϊκής ενοποίησης, μέσω της οικοδόμησης μιας ομοσπονδιακού τύπου Ευρώπης, υπό όρους αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και σεβασμού του κράτους δικαίου και, κατ’ εξοχήν, του κοινωνικού κράτους δικαίου. Οι βασικές αυτές αρχές, που διέπουν με σταθερότητα και συνέπεια την διεθνή συμπεριφορά της χώρας μας έναντι πάντων, εξειδικεύονται ως εξής στις επιμέρους σχέσεις μας με τις γειτονικές μας χώρες: Α. Ως προς την Τουρκία: Επιδιώκουμε σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας. Όμως, οι σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας με την Τουρκία, όπως επίσης και η ευρωπαϊκή της προοπτική -την οποία εμείς, οι Έλληνες, ευνοούμε- εξαρτάται από τον πλήρη σεβασμό του συνόλου του διεθνούς και του ευρωπαϊκού Δικαίου. Ιδιαιτέρως δε από τον πλήρη σεβασμό της Συνθήκης της Λωζάνης, της Συνθήκης των Παρισίων του 1947 και του Δικαίου της Θάλασσας, το οποίο δεσμεύει την Τουρκία με την μορφή γενικώς παραδεδεγμένων κανόνων του Διεθνούς Δικαίου, εφαρμοζόμενων εν συνόλω και όχι επιλεκτικώς. Επιπλέον, η Συνθήκη της Λωζάνης, η οποία κατοχυρώνει τα σύνορα, το έδαφος και την κυριαρχία τόσο της Ελλάδας όσο και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν αναθεωρείται ούτε επικαιροποιείται και είναι απολύτως σαφής, δίχως να αφήνει ίχνος «γκρίζων ζωνών». Υπό τα δεδομένα αυτά η Τουρκία πρέπει να κατανοήσει και να σεβασθεί ότι η Ελλάδα και η Ευρωπαϊκή Ένωση ευνοούν την ευρωπαϊκή της προοπτική, πλην όμως έχουν και τη θέληση αλλά και τη δύναμη να υπερασπισθούν, αμέσως και αποτελεσματικώς, τα σύνορα, το έδαφος και την κυριαρχία τους.

3


Β. Ως προς την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας: Στηρίζουμε την πορεία ένταξης της φίλης ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τούτο όμως, για λόγους σεβασμού της ιστορίας, του διεθνούς δικαίου και του ευρωπαϊκού κεκτημένου, προϋποθέτει προηγούμενη λύση ως προς το όνομά της, η οποία θα εμπεριέχει τις απαραίτητες εγγυήσεις εξάλειψης του αλυτρωτισμού. Κατόπιν τούτου ένας τρόπος υπάρχει για να προχωρήσει η ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ: Πρώτον, προηγούμενη αναθεώρηση, προς αυτή την κατεύθυνση, του Συντάγματός της, κάτι το οποίο σηματοδοτεί και τον σεβασμό που η Ελλάδα, η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ επιδεικνύουν απέναντι στην έννομη τάξη της και στο κράτος δικαίου εν γένει. Και, δεύτερον, συμφωνία που θα εμπεριέχει όλες τις εγγυήσεις εξάλειψης του αλυτρωτισμού που προανέφερα. Επίσης, αποτελεί διαρκές χρέος μας να μην λησμονούμε την Κύπρο. Για την Μεγαλόνησο, η οποία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει την τραγωδία της τουρκικής στρατιωτικής κατοχής εδαφών της, πρέπει να διασφαλισθεί λύση δίκαιη και βιώσιμη, πλήρως σύμφωνη με το διεθνές και το ευρωπαϊκό δίκαιο, πρωτογενές και παράγωγο. Λύση η οποία θα διασφαλίσει, οριστικώς και αμετακλήτως, μεταξύ άλλων, ένα κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης με ενιαία διεθνή προσωπικότητα και πλήρη κυριαρχία, απαλλαγμένο από στρατεύματα κατοχής και εγγυήσεις τρίτων, που αντιτίθενται άλλωστε πλήρως στην κατά το ευρωπαϊκό κεκτημένο έννοια της κυριαρχίας. Με την ευκαιρία της εθνικής μας εορτής της 25ης Μαρτίου έχω χρέος να επισημάνω ότι κατά την ιστορική πορεία του λαού μας και του έθνους μας

4

επιβεβαιώθηκε, μεταξύ άλλων, η ακόλουθη αυταπόδεικτη αλήθεια: Όσες φορές εμείς, οι Έλληνες, πορευθήκαμε ενωμένοι μεγαλουργήσαμε. Ενώ ο διχασμός μας οδήγησε σε καταστροφές, που στοίχισαν ακόμη και κομμάτια του εθνικού μας κορμού. «Το έθνος πρέπει να θεωρεί εθνικό ό,τι είναι αληθές», συμπύκνωσε αποφθεγματικώς ο εθνικός μας ποιητής, ο Διονύσιος Σολωμός. Και η αρχή αυτή οφείλει να αποτελεί γνώμονα των προσωπικών και συλλογικών ενεργειών μας, εφεξής και ες αεί. Η πρόσφατη πολύπλευρη κρίση της κοινωνίας μας και της οικονομίας μας παρέχει αφορμή για πολλαπλά συμπεράσματα. Αναλογιζόμενοι τα σφάλματά μας αλλά και διδασκόμενοι από αυτά, οφείλουμε να εργασθούμε, παρά τις όποιες απολύτως θεμιτές στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού μας πολιτεύματος πολιτικές μας διαφορές, για την οικοδόμηση μιας καλύτερης Ελλάδας, για χάρη των επόμενων γενεών. Πρέπει να εργασθούμε συστηματικά προς αυτή την κατεύθυνση, με αυτογνωσία και αυτοπεποίθηση αλλά και ανυπόκριτη διάθεση για συλλογική δημιουργία υπέρ του εθνικού και του δημόσιου συμφέροντος. Μόνον έτσι θα αποδείξουμε ότι δεν είμαστε μόνο κληρονόμοι ενός λαμπρού και πανανθρώπινης αξίας παρελθόντος, αλλά και άξιοι συνεχιστές του, ικανοί να εγγυηθούμε στον λαό μας και το έθνος μας το μέλλον που οφείλουμε να διεκδικήσουμε στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής μας οικογένειας και της διεθνούς κοινότητας εν γένει.Χρόνια πολλά». (α.οικ)


Η Ελληνική Κοινότητα, πιστή στην παράδοση γιόρτασε και φέτος την εθνική εορτή της 25ης Μαρτίου Το Σάββατο 24 Μαρτίου με λαμπρότητα γιόρτασαν στη Βουδαπέσρη οι Έλληνες της Ουγγαρίας την επέτειο της 25ης Μαρτίου της διπλής μας Εθνικής Εορτής, της Επανάστασης του 1821 και του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Το πρωί πραγματοποιήθηκε εορταστική Θεία Λειτουργία και Δοξολογία παρουσία του Μητροπολίτου Αυστρίας και Εξάρχου Ουγγαρίας και Μεσευρώπης κ.κ Αρσενίου στη νέα έδρα της Εξαρχίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Ουγγαρία (1053 Βουδαπέστη, οδός Múzeum 11). Στη συνέχεια ακολούθησε κατάθεση στεφάνων στο Ελληνο-Κυπριακό Μνημείο της πλατείας Petőfi μπροστά από την παραδοσιακή, ιστορική Ελληνική Εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Εκτός από τον Πρόεδρο της Α.Ε.ΟΥ κ.Γιώργο Κουκουμτζή, το Προεδρείο, τους εκπροσώπους των Ελληνικών Αυτοδιοικήσεων στην Ουγγαρία, τους ιθύνοντες του Ελληνικού Σχολείου «Μανώλης Γλέζος» τις εκδηλώσεις τίμησαν με την παρουσία τους ο Πρέσβυς της Κύπρου στην Ουγγαρία κ.Παναγιώτης Παπαδόπουλος, ο Πρέσβυς της Ελλάδας στην Ουγγαρία κ. Δημήτρης Λέτσιος, ο Έλληνας Πρόξενος κ.Λουκάς Τσώκος καθώς και το υπόλοιπο προσωπικό της Ελληνικής Πρεσβείας στη Βουδαπέστη με άλλους επισήμους από τον ελληνο-ουγγρικό χώρο. Στις 13:00 το μεσημέρι πραγματοποιήθηκε η Σχολική Γιορτή για την Εθνική Εορτή της 25ης Μαρτίου στο Ελληνικό Σχολείο ¨Μανώλης Γλέζος¨ στην οδό Vécsey u.5 Στην βραδινή εκδήλωση στο πολιτιστικό κέντρο Radnóti Miklós (RaM) συμμετείχαν :η σοπράνο τραγουδίστρια της Όπερας,

Κλειώ Μυτιληναίου,το χορευτικό συγκρότημα Χελιδονάκι,ο θίασος του Θεάτρου Εθνικών Μειονοτήτων Ουγγαρίας παρουσιάζοντας την παράσταση «Vigadalom», ενώ ακολούθησε πλούσιο πολιτιστικό πρόγραμμα με συμμετοχή και μουσικών από την Ελλάδα Σε ότι αφορά την θεατρική παράσταση «Vigadalom» που στα ελληνικά θα το μεταφράζαμε ελεύθερα «το μεγάλο γλέντι» θα πρέπει να επισημάνουμε ότι δεν επρόκειτο για μια συνηθισμένη θεατρική παράσταση. Αφού η ιστορική αυτή πρεμιέρα του έργου – στη Βουδαπέστη - από την Θεατρική Σκηνή των Εθνικοτήτων της Ουγγαρίας δεν είχε ως στόχο μόνο την παραδοσιακή διασκέδαση και ψυχαγωγία του κοινού αλλά αποτέλεσε ένα σύνθετο πολυπολιτισμικό γεγονός. Συνδυάζοντας ταυτόχρονα με την παρουσίαση της ανάδειξης των παραδόσεων μέσα από την από κοινού εμφάνιση τους επί της σκηνής και την αντιπροσωπευτική παρουσίαση της κάθε μια πολιτιστικής αξίας ξεχωριστά. Διευρύνοντας με τον τρόπο αυτό το εν γένει, πολιτιστικό στερέωμα. Οι 13 ιστορικές εθνικές και εθνολογικές μειονότητες της Ουγγαρίας με έναν – έναν ηθοποιό παρουσίασαν ξεχωριστά στην σκηνή στην δικιά τους γλώσσα την δική τους «χαρακτηριστική ιστορία», υπό την επιτυχημένη καλλιτεχνική διεύθυνση και σκηνοθεσία του όλου έργου από τον Φώτη Κολλάτο. Ανδρέας Οικονόμου

5


 6


 7


ΟΡΚΙΣΘΗΚΕ Ο ΝΕΟΣ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΤΟ ΟΥΓΓΡΙΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Ο Θανάσης Σιανός, στις 8 Απριλίου, ως επικεφαλής υποψήφιος της λίστας της Αυτοδιοίκησης Ελλήνων Ουγγαρίας εκλέχθηκε στην θέση του Εκπροσώπου. Στις 4 Μαϊου ο νέος Εκπρόσωπος των Ελλήνων στο Ουγγρικό Κοινοβούλιο, Θανάσης Σιανός παρέλαβε τα διαπιστευτήρια του και στις 8 Μαϊου ορκίσθηκε στα νέα του καθήκοντα ενώπιον του Προέδρου του Ουγγρικού Κοινοβουλίου, Γιάνος Άντερ Ο Θανάσης Σιανός γεννήθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου το 1942 στο Μακροχώρι Καστοριάς. Έφτασε στην Ουγγαρία με τα πρώτα παιδιά του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου στις 7 Απριλίου 1948 στον Σιδηροδρομικό Σταθμό «Keleti». Πρώτα οδηγήθηκε στο στρατόπεδο «Mátyás», μετά ήταν σ’ έναν παιδικό σταθμό της Νέας Πέστης (Újpest), ύστερα πέρασε από άλλους παιδικούς σταθμούς της Ουγγαρίας (Iszkaszentgyörgy, Hőgyész, Dég). Το δημοτικό σχολείο το τελείωσε στο Balatonalmádi. Τους γονείς του ξαναείδε μόνο το 1972, πλέον σαν Ούγγρος πολίτης. Με τη σύζυγό του από το 1967 ζούν σ’ έναν ευτυχισμένο γάμο. Η κόρη τους, η Σοφία, είναι καθηγήτρια αγγλικών και παιδαγωγικής, και έχει έναν γιο. O Θανάσης Σιανός τελείωσε το λύκειο στη Βουδαπέστη, μετά σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή Εμπορίου και Γαστρονομίας, αποφοίτησε από το τμήμα Εμπορίου. Την επαγγελματική του σταδιοδρομία άρχισε στα καταστήματα ενδυμάτων «Aranypók», και αργότερα – χάρη στην αποτελεσματική εργασία του – διορίστηκε διευθυντής του εμπορικού κέντρου «Fontana». «Κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής μου καριέρας ταξίδευσα σε περίπου 30 χώρες, από την Σιγκαπούρη μέχρι την Μεγάλη Βρετανία, από την Ελλάδα μέχρι την Ινδία. Έχω κατακτήσει πολλές μεθόδους διαπραγμάτευσης, έμαθα να κάνω συμβιβασμούς και να εργάζομαι αποτελεσματικά. Εκείνη την περίοδο βοηθούσα αρκετούς συμπατριώτες μου, έτσι υποστήριξα οικονομικά να εκδοθεί το βιβλίο «Στις παραλίες της Ιθάκης» του Αρχιμήδη Σιδηρόπουλου. Όταν τα αδέλφια Θεοδώρου υπέγραψαν συμβόλαιο με την ποδοσφαιρική ομάδα του «Vasas», η εταιρία μου έγινε χορηγός της ομάδας. Βοήθησα και αρκετούς ομογενείς να σπουδάσουν. Από το 1992 κατοικώ στην πόλη Μπούδαορς (Budaörs) και έγινα μέλος της Αυτοδιοίκησης Ελλήνων αυτής της πόλης το 1998. Ο Δήμος Μπούδαορς πραγματοποίησε την πρώτη αδελφοποίηση μεταξύ ουγγρικής και ελληνικής πόλης, υπογράφοντας συμφωνία συνεργασίας με τον Δήμο Πύργου. Χάρη στην αδελφοποίηση, η οποία οφείλεται κατά ένα μεγάλο μέρος και στον Βασίλη Σιδηρόπουλο δημιουργήσαμε καλές επαφές και με τον Δήμο Ήλιδας με έδρα την Αμαλιάδα. Οι πολιτιστικές επαφές του Μπούδαορς έπαιξαν σημαντικό ρόλο στο γεγονός, πως η Αμαλιάδα, η ιδιαίτερη πατρίδα του Νίκου Μπελογιάννη, πριν μερικά χρόνια αδελφοποιήθηκε με το χωριό Μπελογιάννης. Ξαναιδρύσαμε τη φημισμένη ορχήστρα της δεκαετίας του ‘70 «Μπουζούκι» και την μετονομάσαμε σε «Παλιό Μπουζούκι». Με την οικονομική μας υποστήριξη ιδρύθηκε και το χορευτικό συγκρότημα Ελληνίδων «Ελληνισμός». Η ορχήστρα και το χορευτικό συγκρότημα έχουν εκπροσωπήσει αμέτρητες φορές τον ελληνικό πολιτισμό στην Ελλάδα, στη Σλοβακία και σε όλη την Ουγγαρία. Το χορευτικό συγκρότημα το 2015 βραβεύθηκε από το Υπουργείο Ανθρωπίνων Πόρων της Ουγγαρίας με το βραβείο «Pro Cultura Minoritatum Hungariae».

8

Πριν 3 χρόνια ιδρύθηκε στην πόλη μας και το παράρτημα του Σχολείου «Μανώλης Γλέζος», όπου τα παιδιά του Μπούδαορς και της περιοχής μπορούν να μάθουν τη μητρική γλώσσα των γονέων, των γιαγιάδων και των παππούδων τους. Παράλληλα, ιδρύθηκε και τμήμα ενηλίκων, όπου μαζί με τους συμπατριώτες μας και οι Ούγγροι φίλοι μας μπορούν να μαθαίνουν ελληνικά. Και ο Δήμος του Μπούδαορς υποστηρίζει οικονομικά το εκπαιδευτικό μας πρόγραμμα. Έχουμε καλλιεργήσει καλές σχέσεις με τον Δήμο, αλλά και με τις αυτοδιοικήσεις άλλων εθνοτήτων της πόλης. Έχει καθιερωθεί ως παράδοση η γερμανο-ελληνική γαστρονομική και μουσική ημέρα. Πολλές φορές έχουμε βοηθήσει την ποδοσφαιρική ομάδα και τον πολιτιστικό σύλλογο «Πύργος» του χωριού Μπελογίαννης. Η Αυτοδιοίκηση Ελλήνων του Μπούδαορς χρηματοδότησε το Ίδρυμα του Οίκου του Ελληνισμού με 1 εκατ. φιορίνια, αλλά και τα μέλη της αυτοδιοίκησής μας προσωπικά έχουν προσφέρει σημαντικά ποσά στο ίδρυμα. Δυστυχώς, δεν θα δούμε την ονομασία της πόλης μας σε καμία καρέκλα του πολιτιστικού κέντρου των Ελλήνων, αφού η περιουσία αυτού του ιδρύματος χάθηκε. Η αυτοδιοίκησή μας έχει στείλει επίσημη επιστολή στον ιδρυτή να μας επιτρέψει να εξετάσουμε τα αρχεία του ιδρύματος, δεν πήραμε όμως καμία απάντηση.” Ο Θανάσης Σιανός ήταν μέλος της Αυτοδιοίκησης Ελλήνων Ουγγαρίας από το 2007 μέχρι της εκλογής του στην θέση του Εκπροσώπου των Ελλήνων στο Ουγγρικό Κοινοβούλιο, ενώ από το 2010 έως το 2014 διατελούσε Αντιπρόεδρος. Το 2014 έγινε συνεργάτης του γραφείου του Εκπροσώπου των Ελλήνων Ουγγαρίας στο Ουγγρικό Κοινοβούλιο. «Ο νόμος δεν ξεκαθαρίζει τη σχέση του εκπροσώπου και της πανουγγρικής αυτοδιοίκησης, γι’ αυτό και μπορούσε να δημιουργηθεί τεράστιος ανταγωνιςμός μεταξύ του εκπροσώπου και της Αυτοδιοίκησης Ελλήνων (ΑΕ) Ουγγαρίας. Σ’ αυτόν τον ανταγωνισμό ο εκπρόσωπος, για τις δικές του πολιτικές σκοπιμότητες, θυσίασε και την καλή επαφή του Δήμου Μπελογιάννης με την ΑΕ Ουγγαρίας. Βλέποντας την κατάσταση αυτή, το ΔΣ της ΑΕ Ουγγαρίας αποφάσισε να είμαι εγώ ο μεσολαβητής μεταξύ των δυο πλευρών. Απ’ αυτή τη στιγμή έγινα αγκάθι στα μάτια του εκπροσώπου και έκανε την εργασία μου αδύνατη. Τα προηγούμενα 4 χρόνια όμως δεν ήταν ανώφελα, αφού γνώρισα τη λειτουργία της Επιτροπής Εθνοτήτων και φρόντιζα για την καλή σχέση με τα γραφεία του Ουγγρικού Κοινοβουλίου, με τους Ούγγρους βουλευτές και με τους εκπροσώπους των άλλων Εθνοτήτων. Όλες αυτές τις επαφές θέλω να τις αξιοποιήσω κατά την διάρκεια της θητείας μου για το καλό και την πρόοδο του Ελληνισμού της Ουγγαρίας. Την επόμενη τετραετία το βασικό καθήκον, το δικό μου και των συναδέλφων μου, θα είναι να δημιουργήσουμε αρμονική σχέση με την κάθε πανουγγρική ελληνική αυτοδιοίκηση, αλλά και με τις τοπικές ελληνικές αυτοδιοικήσεις, και με τον Δήμο του χωριού Μπελογιάννης. Το γραφείο μου δε θα κάνει διάκριση μεταξύ της Βουδαπέστης, του χωριού Μπελογιάννης και άλλων πόλεων. Οι συνεργάτες του γραφείου μου θα είναι αποκλειστικά από τα μέλη της ελληνικής κοινότητας της Ουγγαρίας. Το 2018 οι εθνότητες είχαν στη διάθεσή τους 1 δισεκατ. φιορίνια για έργα ανακαίνισης, για επενδύσεις και ενεργή συμμετοχή


του σε διάφορους διαγωνισμούς. Η ελληνική κοινότητα δεν ωφελήθηκε καθόλου, δεν πήρε ούτε ένα φιορίνι απ’ αυτό το ποσό. (Στο φυλλάδιο του απερχόμενου εκπροσώπου, στη σελίδα 11, ο πίνακας που παρουσιάζει τα ποσά, τα οποία έπαιρνε τα περασμένα χρόνια η ελληνική κοινότητα, δεν δείχνει σωστά τα δεδομένα, καθώς δεν αναφέρονται τα στοιχεία των άλλων εθνοτήτων.) Μετά απ’ όλ’ αυτά ο βασικός σκοπός του γραφείου μου θα είναι να τελειώσουμε τον Οίκο του Ελληνισμού και να τον παραδώσουμε στην ελληνική κοινότητα. Εκεί θα στεγάζεται και το γραφείο μας, και έτσι ο Οίκος του Ελληνισμού θα έχει εισπράξεις περίπου 20 εκατ. φιορίνια την τετραετία. Την περασμένη τετραετία ο ελληνισμός έχασε και αυτό το ποσό, αφού ο απερχόμενος εκπρόσωπος είχε το γραφείο του σε άγνωστο για την κοινότητά μας σημείο. Ούτε εγώ, ως μέλος του γραφείου του εκπροσώπου είχα το δικαίωμα να γνωρίσω, που βρισκόταν το γραφείο, όπου και δεν πραγματοποιήθηκε ούτε μια ώρα υποδοχής. Στο δικό μας γραφείο και στο χωριό Μπελογιάννης κάθε μήνα θα έχει ώρα υποδοχής του κοινού, αλλά και κατόπιν συνεννόησης και εκτός ώρας υποδοχής

θα είμαστε στη διάθεση των συμπατριωτών μας. Θέλουμε να συνεχίσουμε και να δυναμώσουμε τις κοινωνικές σχέσεις μας με την Ελλάδα και την Κύπρο. Επίσης, θεωρούμε σημαντικό καθήκον μας την ανάπτυξη και την ενίσχυση των εκπαιδευτικών και πολιτιστικών μας οργανώσεων. Κατά τη διάρκεια της θητείας μου θα τηρώ τους νόμους που αφορούν τους εκπροσώπους των εθνοτήτων και δε θα αναπτύξω άλλη δραστηριότητα έξω από τα καθήκοντά μου, δηλαδή δε θα κάνω απάτη εις βάρος του κρατικού προϋπολογισμού.» (α.οικ)

LETETTE AZ ESKÜT A GÖRÖG NEMZETISÉG ÚJ PARLAMENTI SZÓSZÓLÓJA Április 8-án a Magyarországi Görögök Országos Önkormányzata nemzetiségi listájának első helyéről görög nemzetiségi szószólói mandátumot szerzett Sianos Tamás. Közösségünk új szószólója május 4-én az Országgyűlés Kupolatermében átvette megbízólevelét, majd május 8-án az Országgyűlés elnöke előtt letette a szószólói esküt. Sianos Tamás 1942. szeptember 15-én született az észak-görögországi Makrohori (Konomladi) faluban. A görög polgárháborúból az első gyermekcsoporttal, 1948. április 7-én érkezett Budapestre, a Keleti pályaudvarra. Először a Mátyás-laktanyában és Újpesten helyezték el, majd különböző gyermekotthonokban nevelkedett (Iszkaszentgyörgy, Hőgyész, Dég). Általános iskolai tanulmányait Balatonalmádin fejezte be. Szüleit csak 1972-ben láthatta viszont, kizárólag magyar állampolgárságának köszönhetően. Feleségével 1967 óta boldog házasságban élnek. Gyermekük, Szofia pedagógia és angol szakos tanár, aki egy fiúunokával ajándékozta meg őket. Budapesten végezte középiskolai tanulmányait, majd a Kereskedelmi és Vendéglátóipari Főiskola kereskedelmi szakán szerzett diplomát. Pályafutását az Aranypóknál kezdte áruforgalmi előadóként, majd eredményei alapján kinevezték a Fontana Divatáruház igazgatójává. „Munkám során közel harminc országban jártam a világon Szingapúrtól Nagy-Britanniáig, Görögországtól Indiáig. Számos tárgyalási módszert elsajátítottam, megtanultam kompromisszumot kötni és eredményesen dolgozni. Ebben az időben több görög honfitársamnak is segítséget nyújtottam, így Szidiropulosz Archimédesz ’Ithaka partjai’ című könyvének megjelenését is támogattam. Igazgatóságom alatt - a Teodoru-fivérek érkezésekor - a Vasas labdarúgó-csapatát is szponzorálta a Fontana. Több fiatal görög honfitársam továbbtanulását egyengettem.

1992 óta élek Budaörsön és 1998ban lettem a Budaörsi Görög Nemzetiségi Önkormányzat képviselője. A budaörsi városi képviselő-testület 1995-ben megkötötte az első testvérvárosi kapcsolatot magyar és görög város között (Budaörs és Pirgosz). A testvérvárosi kapcsolatok ápolása során jó kapcsolatot alakítottunk ki a közeli Ilida önkormányzatával is, amelynek székhelye Amaliada. A budaörsi kapcsolatoknak és Szidiropulosz Lászlónak is nagy szerepük volt abban, hogy Amaliada, Nikosz Beloiannisz szülővárosa testvértelepülési szerződést írt alá néhány éve Beloiannisz településsel. A régi Buzuki zenekar újjáélesztésével megalakítottuk a Palio Buzuki zenekart és anyagi támogatásunkkal létrehoztuk az Ellinizmosz görög női tánccsoportot, melyek a mai napig eredményesen és színvonalasan képviselik a görög nemzetiségi kultúrát. A tánccsoport és a zenekar többször vendégszerepelt Görögországban, Szlovákiában, és rendszeresen képviseli belföldön is a görög kultúrát. Az Ellinismos tánccsoport 2015-ben elnyerte a Pro Cultura Minoritatum Hungariae díjat. Három évvel ezelőtt, 2015-ben jött létre a Manolisz Glezosz Görög Nyelvoktató Iskola budaörsi telephelye, ahol a Budaörs és környékén élő görög gyermekek tanulhatják meg szüleik, nagyszüleik anyanyelvét. A gyermekcsoport mellett felnőtt csoport is alakult, ahol nemcsak görög honfitársaink, de magyar barátaink is eredményesen tanulják a görög nyelvet. A nyelvoktatási programot Budaörs város önkormányzata is támogatja. Jó kapcsolatot alakítottunk ki a város vezetésével és az itt működő más nemzetiségi önkormányzatokkal is. Hagyománnyá váltak a görög-német kulturális rendezvények (’Görög-német ritmusok és ízek’). Többször támogattuk Beloiannisz település labdarúgó csapatát és a beloianniszi Pyrgos Kulturális Egyesületet.

9


Önkormányzatként egymillió forinttal támogattuk a Görögség Háza Alapítványt, magánszemélyként is több százezer forintot adtak képviselőink az alapítvány céljaira. Sajnálattal vesszük tudomásul, hogy városunk nevét nem fogjuk olvasni a Görögség Háza egyetlen székkarfáján se, köszönhetően az alapítványi vagyon eltűnésének. Önkormányzatunk hivatalos levelet írt az alapítónak, hogy betekinthessünk az alapítvány irataiba, de levelünket még válaszra sem méltatták.” Sianos Tamás 2007-től szószólói megbízatásáig tagja volt a Magyarországi Görögök Országos Önkormányzata képviselő-testületének, 2010 és 2014 között az elnökhelyettesi tisztséget is betöltötte, majd 2014-től az első alkalommal létrejött görög nemzetiségi szószólói kabinet munkatársa lett. „A nemzetiségi szószólókról szóló törvény nem rendezte megfelelően az országos nemzetiségi önkormányzatok és a szószólók közötti kapcsolatot, ezért alakulhatott ki óriási rivalizálás a görög nemzetiségi szószóló és a Magyarországi Görögök Országos Önkormányzata között. Ebben a rivalizálásban a szószóló saját céljai elérése érdekében Beloiannisz település és az országos önkormányzat jó kapcsolatát is feláldozta. A kialakult helyzetre tekintettel az MGOÖ testülete megvonta bizalmát a görög nemzetiségi szószólótól, és engem bízott meg a szószóló és az önkormányzat közötti közvetítésre. Innentől kezdve a szószóló szemében szálka lettem, s munkámat ellehetetlenítette. Az elmúlt négy év mégsem telt el haszontalanul, hiszen megismerhettem a Nemzetiségek Bizottsága működését, jó kapcsolatot ápoltam mind az Országgyűlés Hivatalával, mind pedig a parlamenti képviselőkkel és más nemzetiségi szószólókkal, melyet a következő négy évben szeretnék a görögség javára kamatoztatni. A következő ciklusban nekem és munkatársaimnak alapvető feladatunk lesz a harmonikus munkakapcsolat megteremtése a mindenkori országos görög önkormányzattal, de a görög települési nemzetiségi önkormányzatokkal és Beloiannisz település

10

önkormányzatával is. Szószólói kabinetünk nem fog különbséget tenni Budapest és Beloiannisz között, de egyetlen más települést sem fog hátrányosan megkülönböztetni. Kabinetem munkatársai kizárólag a görög közösség tagjaiból kerülnek majd ki. 2018-ban több mint 1 milliárd forintos keret volt a nemzetiségek számára felújítási, beruházási és pályázati önrészek felhasználására, amelyből a görög közösség egyetlen forinttal sem részesült. (A leköszönő szószóló által kiadott füzet 11. oldalán közölt táblázat nem alkalmas arra, hogy hitelesen bemutassuk a görög közösség számára juttatott forrásokat, hiszen az nem tartalmazza a többi nemzetiség hasonló juttatásait.) Ezek után kabinetünk fő feladatául tűzi ki a Görögség Háza beruházásának mihamarabbi befejezését és annak átadását a görög közösség számára. Itt kívánjuk működtetni a következő négy évben a szószólói kabinet külső irodáját, amely négy év alatt közel 20 millió forint bevételt teremt a közösségi háznak. Az elmúlt négy évben ezen összegtől is elesett a görög közösség, mivel a szószóló a közösség számára ismeretlen helyen működtette a külső irodát, ott egyetlen fogadóórára sem került sor, a szószólói kabinet munkatársaként sem lehetett tudomásom arról, hol működik ez az iroda. A mi irodánkban havonta fogadóórát fogunk tartani, de természetesen bejelentkezés alapján bármikor rendelkezésre fogunk állni. Beloianniszban is havi rendszerességgel lesz fogadóóra. Anyaországi kapcsolataink erősítésén fogunk fáradozni, mind Görögországgal, mind Ciprussal szeretnénk tovább ápolni a társadalmi kapcsolatainkat. Oktatási és kulturális intézményeink fejlesztését és megerősítését is kiemelt feladatunknak tekintjük. Szószólói megbízatásom alatt be fogom tartani a vonatkozó törvényeket, és semmilyen más jövedelemszerző munkaviszonyt nem fogok folytatni, azaz nem kívánok költségvetési csalást elkövetni.” (a.oik)


Ο ανηφορικός δρόμος προς την Ανάσταση Ολοένα και περισσότερο οι Έλληνες συνειδητοποιούν τον εξ Ανατολών κίνδυνο. Η επιλογή του Έλληνα Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα να απευθυνθεί προς τον ελληνικό λαό στις 25 Μαρτίου από τα Ψαρά δεν ήταν τυχαία. Εμπεριείχε ένα σαφή συμβολισμό με συγκεκριμένο μήνυμα: ότι ενώ η Ελλάδα επιθυμεί την ειρήνη και τη συνεργασία, εάν η Τουρκία συνεχίσει την επιθετικότητα της και την αμφισβήτηση της κυριαρχίας της Ελλάδας, οι Έλληνες δεν θα διστάσουν να πράξουν ό,τι είναι αναγκαίο για την τιμή, την αξιοπρέπεια και την προάσπιση της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας. Η κίνηση αυτή εμπεριέχει ξεχωριστή σημασία επειδή προέρχεται από τον Πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα στον οποίο ποτέ δεν είχαν καταλογισθεί εθνικιστικές τάσεις. Τους τελευταίους μήνες, πέραν των συνεχών τουρκικών προκλήσεων, ο Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας είχε και τη δυσάρεστη εμπειρία να ακούσει από τον ίδιο τον Τούρκο Πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν να απαιτεί απροκάλυπτα, κατά την πρόσφατη επίσκεψη του στην Ελλάδα, την επικαιροποίηση της Συνθήκης της Λωζάνης. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι οι τουρκικοί σχεδιασμοί και στόχοι έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου είναι επεκτατικοί. Η Τουρκία δια της πολιτικής των κανονιοφόρων και του εκφοβισμού προσπαθεί να επιβάλει μία νέα κατάσταση πραγμάτων. Αναμφίβολα ο Ελληνισμός δεν έχει άλλη επιλογή παρά να αγωνισθεί με όλες του τις δυνάμεις και να αποκρούσει τις τουρκικές απειλές. Για να αντιμετωπιστούν οι τουρκικοί σχεδιασμοί απαιτείται να έχουμε ένα αξιόπιστο κράτος και στην Ελλάδα και στην Κύπρο. Αυτό προϋποθέτει την ύπαρξη μιας ισχυρής οικονομίας, ευέλικτης δημόσιας διοίκησης, αποτελεσματικής διπλωματίας και αξιόμαχων ενόπλων δυνάμεων με αποτρεπτική ισχύ. Προφανώς ως Ελληνισμός έχουμε αρκετό δρόμο να διανύσουμε. Και ενώ η Ελλάδα έχει αφυπνισθεί είναι σημαντικό και εμείς στην Κύπρο να πράξουμε ανάλογα. Αναμφίβολα η διαιώνιση της πολιτικής του κατευνασμού θα έχει ολέθρια αποτελέσματα. Ήδη η πολιτική των συνεχών υποχωρήσεων στο Κυπριακό δεν οδήγησε σε λύση. Αντίθετα το τι έχει «κλειδώσει» ως αποτέλεσμα διαχρονικών υποχωρήσεων καθώς και των συναφών ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ τα προηγούμενα χρόνια είναι οδυνηρό.

Επιπρόσθετα, είναι καθοριστικής σημασίας να αποκατασταθεί και η τρωθείσα κοινωνική συνοχή. Στη σημερινή κυπριακή πραγματικότητα, παρά τους κινδύνους, δεν έχουν διαφοροποιηθεί τα δεδομένα. Οι πελατειακές σχέσεις εξακολουθούν να υφίστανται σε όλες τις εκφάνσεις του δημόσιου βίου. Το χειρότερο είναι ότι εξακολουθούν να διαιωνίζονται καταπιεστικές συμπεριφορές και ο ρεβανσισμός ακόμα και σε θεσμούς και ιδρύματα τα οποία έπρεπε να ήταν πρότυπα. Τα θλιβερά αυτά δεδομένα έχουν πολύ αρνητικές συνέπειες. Η επιβίωση του Κυπριακού Ελληνισμού και η συνέχεια της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι ζωτικής σημασίας στόχοι. Οι Έλληνες της Κύπρου μπορούν να αγωνισθούν παρά το μεγάλο ανισοζύγιο δυνάμεων. Πρέπει όμως να νοιώθουν και να πιστεύουν στο κράτος και στους θεσμούς του. Απαραίτητη, αν και όχι επαρκής, προϋπόθεση επιτυχίας είναι μια αξιόπιστη προσπάθεια παραμερισμού της διαφθοράς, της διαπλοκής, της ευνοιοκρατίας και η προάσπιση ενός κράτους δικαίου. Ενέργειες οι οποίες αποσκοπούν στην εξυπηρέτηση ιδιοτελών επιδιώξεων εις βάρος του δημοσίου συμφέροντος εξ ορισμού προάγουν τη διχόνοια και την ανομία και υπονομεύουν τη συλλογική προσπάθεια. Ως εκ τούτου δεν μπορεί πλέον να γίνονται ανεχτές. Προφανώς είναι τεράστιο το έργο που πρέπει να επιτελέσουμε ο κάθε ένας από εμάς ξεχωριστά και όλοι μαζί συλλογικά. Γνωρίζουμε όμως ότι ο δρόμος προς την Ανάσταση είναι πάντοτε ανηφορικός. Ανδρέας Θεοφάνους * Ο Ανδρέας Θεοφάνους είναι Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας και Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.

Επειδή το ανισοζύγιο δυνάμεων στην Κύπρο είναι τεράστιο (συγκριτικά είναι το πιο αδύνατο σημείο από τον Έβρο μέχρι την Ανατολική Μεσόγειο) οφείλουμε να πράξουμε το μέγιστο. Η αποδοχή οποιουδήποτε σχεδίου που θα μετατρέπει τη χώρα μας σε προτεκτοράτο δεν αποτελεί επιλογή. Ως εκ τούτου πρέπει να εργαζόμαστε ακατάπαυστα και συστηματικά σε όλα τα επίπεδα για να ενισχυθεί το κράτος, να αναβαθμισθεί η αξιοπιστία του και ταυτόχρονα να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη προς τους θεσμούς. Η Κυπριακή Δημοκρατία οφείλει επίσης να ακολουθήσει μια πολιτική που να αποσκοπεί στην επίτευξη σύγκλισης ευρύτερων συμφερόντων ως προς τη συνέχεια του νόμιμου κράτους.

11


Felavatták Kelet-Magyarország „görög szobrászának” emléktábláját Április 14-én Debrecenben, a Honvéd utca 23. szám alatt felavatták Hondromatidisz Rigasz (1943-1996) görög származású szobrászművész emléktábláját. A Debrecen Megyei Jogú Város Görög Nemzetiségi Önkormányzata és a Magyarországi Görögök Kutatóintézete közös projektjében elkészült tábla Győrfi Ádám alkotása, amelyen Hondromatidisz Rigasz önarcképe látható. Az avatóünnepségen megjelenteket Tsorbatzoglou Orestis, a Debrecen MJV Görög Nemzetiségi Önkormányzat elnöke köszöntötte, Hondromatidisz Rigasz pályafutását Gyurcsek Ferenc, a szobrász pályatársa méltatta, majd a görög közösség nevében Szidiropulosz Archimédesz, a Magyarországi Görögök Kutatóintézetének igazgatója emlékezett meg az alkotóról, akinek művei Debrecen és a térség számos településének közterületein megtalálhatók. Az eseményt megtisztelte jelenlétével Lukasz Tszokosz, a Görög Nagykövetség konzulja, aki beszédében hangsúlyozta: az emléktábla nemcsak a művésznek, de a Debrecenben élő görög családoknak is emléket állít. A Magyarországi Görögök Országos Önkormányzata nevében Agárdi Bendegúz Szpírosz általános elnökhelyettes mondott köszönetet a debreceni görögöknek és a családnak, hogy sikerült a művésznek méltó emléket állítani, majd Mandzurakisz Szarandisz kulturális elnökhelyettes beszédében megköszönte a magyar államnak, hogy a magyarországi görögök identitásuk teljes ápolásával élhetnek görögként a mai Magyarországon. Az emléktáblát Lukasz Tszokosz konzul, Tsorbatzoglou Orestis, a Debrecen MJV Görög Nemzetiségi Önkormányzat elnöke és Szidiropulosz Archimédesz, a Magyarországi Görögök Kutatóintézetének igazgatója leplezték le. A Magyarországi

12

Görögök Országos Önkormányzata és a Magyarországi Görögök Kutatóintézete nevében Sianos Tamás nemzetiségi szószóló és Szidiropulosz Archimédesz, míg a debreceni görögök és a Manolisz Glezosz Görög Nyelvoktató Iskola debreceni tagozata nevében Tsorbatzoglou Orestis és Oikonomou Andreas helyeztek el koszorút az emléktáblánál. Szintén koszorút helyeztek el a művész emléktáblájánál felesége és gyermekei, valamint nővére és unokahúga. Az eseményt követő állófogadáson Sianos Tamás, a magyarországi görögök április 8-án megválasztott új nemzetiségi szószólója osztotta meg gyermekkori élményeit a jelenlévőkkel, hiszen Hondromatidisz Rigasszal nemcsak kortársak, de sorstársak is voltak. Mindketten a görög polgárháborúból Magyarországra került gyermekek voltak, s az 195455-ös tanévben együtt is nevelkedtek Balatonalmádin. Visszaemlékezése szerint, míg a többi gyermek önfeledten futballozott vagy kirándult, Rigaszt leginkább a rajzolás érdekelte, tehetsége már akkor megmutatkozott a művészetek terén. Szintén közelről ismerte a művészt Oikonomou Andreas, az Ellinismos újság főszerkesztője, aki 1978-ban érkezett Görögországból a debreceni egyetemre. Mint mondta, mindösszesen öten voltak a városban görög egyetemisták abban az időben, s bátran fordulhattak a művészhez, bármilyen problémájuk is adódott. Mint mondta, Hondromatidisz Rigasz közvetlenül soha nem politizált, megmaradt művésznek, de ettől függetlenül határozott véleménye volt mindenről. A görög egyetemisták révén a magyar diákok is jól ismerték a művészt, akit mindenki csak a „debreceni görög szobrásznak” ismert.


TÁJÉKOZTATÓ Tájékoztatjuk a közösség tagjait, hogy az Emberi Erőforrások Minisztériuma a 2016-os évben a következő támogatásokat nyújtotta pályázat útján a Magyarországi Görögök Kulturális Egyesületének: Működési támogatás POLYTECHNIO Majális Görögországi anyanyelvi és hagyományőrző tábor Vízkereszt Évzáró ünnepség Thesszalonikii találkozó

5 000 000.- Ft 170 000.- Ft 259 000.- Ft 2 500 000.- Ft 180 000.- Ft 200 000.- Ft 1 000 000.- Ft

Kukumzisz György Magyarországi Görögök Kulturális Egyesülete, elnök Támogató: EMBERI ERŐFORRÁS MINISZTÉRIUM

A Magyarországi Görögök Kulturális Egyesülete 2017-ben pályázat útján az alábbi sikeresen lebonyolított programokhoz kapott támogatást az Emberi Erőforrások Minisztériumától: 1. MŰKÖDÉSI TÁMOGATÁS 2017. 2. A MI ATHÉNÜNK (athéni tanulmányút, 2017. 09. 20-27.)

5 000 000,- FT 1 200 000,- FT

Kukumzisz György Magyarországi Görögök Kulturális Egyesülete, elnök Támogató: EMBERI ERŐFORRÁS MINISZTÉRIUM

A Magyarországi Görögök Országos Önkormányzata 2017-ben az alábbi sikeresen lebonyolított programokhoz kapott támogatást az Emberi Erőforrások Minisztériumától: 1. 2. 3. 4. 5. 6. 7. 8. 9.

GÖRÖG IFJÚSÁGI HÉTVÉGE (2017. 09.08-10.) A HÓNAP MŰTÁRGYA – A BUZUKI (2017. 01. 13.) HÚSVÉT (2017. 04. 16.) VÍZKERESZT (2017.01.22.) AZ OXI (OHI) ÜNNEPE 1940. OKTÓBER 28. (2017. 10. 28.) HAJÓVAL A TENGEREN (2017.06. 30-2017. 07. 09.) MÚZEUMOK KAPUJÁBAN (2017. 09.20-27.) ÉVZÁRÓ (2017. 12. 31.) THESSZALONIKII TALÁLKOZÓ (2017. 03. 14-18.)

Az ’OXI’ (ochi=nem) 1940. Október 28-i görög nemzeti ünnepet Kukumzisz György magánemberként is jelentős összeggel támogatta. Mindkét támogatásért köszönetünket fejezzük ki. Külön említésre méltó a szervezők munkája, valamint az önkénteseké, akik térítésmentesen dolgoztak.

Támogató: EMBERI ERŐFORRÁS MINISZTÉRIUM

13


Ελληνική οικονομία – Πρόσφατες εξελίξεις Μετά τη στασιμότητα που παρατηρήθηκε στην ελληνική οικονομία την περίοδο 2015-2016, το ΑΕΠ της χώρας εμφανίστηκε θετικό (1,4%) το 2017. Επίσης, εκτιμάται ότι οι τάσεις ενίσχυσης της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία κατά το 2017 θα συνεχιστεί και το 2018, κυρίως λόγω της επιτυχούς εφαρμογής του προγράμματος σταθερότητας και της επιστροφής της Ελλάδος στις διεθνείς αγορές. Αξίζει να σημειωθούν επιγραμματικά τα παρακάτω: •

Στις 11 Απριλίου σημειώθηκε μείωση κατά €1,9 δισ. της «οροφής» του μηχανισμού παροχής ρευστότητας ELA (Emergency Liquidity Assistance) για τις ελληνικές τράπεζες, στα €14,7 δισ., ενδεικτικό της βελτίωσης της θέσης ρευστότητάς τους. Υπενθυμίζεται ότι η οροφή τον Ιούλιο 2015 ήταν στα €90 δισ.

Μείωση σημείωσε τον Μάρτιο και ο Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (HICP) στο 0,2% σε ετήσια βάση (κυρίως λόγω της μείωσης των τιμών υπηρεσιών, π.χ. πτώση στις τιμές αεροπορικών εισιτηρίων).

Τον Ιανουάριο σημειώθηκε αύξηση του δείκτη απασχόλησης κατά 4,3% ενώ ο δείκτης ανεργίας υποχώρησε στο 20,6%, ποσοστό που όμως παραμένει υψηλό.

Οι εξαγωγές συνέχισαν την ανοδική πορεία τους και το δίμηνο Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2018, σημειώνοντας αύξηση 15% ενώ οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 10%. Εντούτοις, το Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών εμφανίζεται ελλειμματικό κατά €1,9 δισ. (αυξημένο κατά €509 εκ. σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2017).

Το τρίμηνο Ιανουάριος-Μάρτιος 2018, ο κρατικός προϋπολογισμός σημείωσε πλεόνασμα 0,2% του ΑΕΠ (όταν την αντίστοιχη περίοδο του 2017 είχε σημειώσει έλλειμμα 0,8% του ΑΕΠ). Το πρωτογενές πλεόνασμα των €1,2 εκ. επετεύχθη λόγω υπερ-απόδοσης των εσόδων από δημόσιες επενδύσεις, της αύξησης των κρατικών εσόδων από την φορολογία και του περιορισμού των κρατικών επενδυτικών δαπανών.

Ο δείκτης οικονομικού κλίματος που από τα μέσα του 2015 συνεχίζει την ανοδική του πορεία, άγγιξε το ανώτερο σημείο του το 2017 και βελτιώθηκε ακόμη περισσότερο το α΄ τρίμηνο 2018. Σημαντική αύξηση το 2017 σημείωσε και η καταναλωτική πίστη που πλέον αγγίζει τα επίπεδα της Ε.Ε. Στα θετικά της οικονομικής ανάκαμψης της χώρας, συγκαταλέγονται οι αυξήσεις των εξαγωγών, η αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής και η αποκατάσταση της αγοράς εργασίας με τις μεταρρυθμίσεις στις συλλογικές συμβάσεις. Τροχοπέδη στην οικονομική ανάκαμψη παραμένει η περιορισμένη καταναλωτική δαπάνη, καθώς το διαθέσιμο εισόδημα (μετά τους φόρους) συνεχίζει την πτωτική του πορεία, αν και με χαμηλότερο ρυθμό. Η Ελλάδα ωφελήθηκε από την βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς της, που προήλθε εν μέρει από τις διαρθρωτικές αλλαγές στην αγορά εργασίας και την ελαστικότητα των μισθών. Κατά συνέπεια, αποκαταστάθηκε η σωρευμένη απώλεια ανταγωνιστικότητας της περιόδου 20002009. Βελτίωση της ανταγωνιστικότητας σημειώθηκε όμως και ως προς τις τιμές. Η εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας αποτυπώνεται στην αύξηση των εξαγωγών προϊόντων και αγαθών. Από το 2009 μέχρι το 2017 οι ελληνικές εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 50% σε πραγματικές τιμές και ως ποσοστό του ΑΕΠ από 19% το 2009 σε 33,2% το 2017.

14

Όσον αφορά στο ΑΕΠ, η κεντρική Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμά ότι αυτό θα αυξηθεί με ρυθμό 2,4% το 2018 και 2,5% το 2019. Εντούτοις, σε πραγματικές τιμές, το ΑΕΠ εμφανίζεται μειωμένο κατά 25% σε σχέση με τα προ της κρίσεως επίπεδα. Το έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης ως προς το ΑΕΠ έχει αυξηθεί σημαντικά. Ενώ το 2009 ήταν στο 126,7%, στο τέλος του 2016 υπολογίστηκε στο 180,8%. Η εγχώρια αποταμίευση δεν είναι αρκετά ισχυρή για να καλύψει τις απαιτήσεις της ελληνικής οικονομίας σε επενδύσεις. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να συνεχισθούν οι δράσεις που προσελκύουν ξένες επενδύσεις και να δημιουργηθεί ελκυστικό για τις επενδύσεις περιβάλλον. Τα τελευταία δύο έτη, η εισροή άμεσων ξένων επενδύσεων στην Ελλάδα έχει αυξηθεί σημαντικά (2,5 δισ. το 2016 και 3,6 δισ. το 2017). Το μνημόνιο που υπεγράφη στις 19 Αυγούστου 2015 μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ελλάδος, προβλέπει χρηματοδότηση από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (European Stability Mechanism - ESM) ύψους €86 δισ. μεταξύ των ετών 2015-2018. Η τρίτη αξιολόγηση ολοκληρώθηκε επιτυχώς αφού διαπιστώθηκε ότι οι περισσότερες μεταρρυθμίσεις θεσμοθετήθηκαν. Η τέταρτη αξιολόγηση που πρέπει να έχει ολοκληρωθεί μέχρι 21 Ιουνίου, περιλαμβάνει αρκετά προαπαιτούμενα και συνδέεται με σημαντικές ιδιωτικοποιήσεις (όπως π.χ. του Ελληνικού και της εταιρείας διανομής φυσικού αερίου), με την πρόοδο και τον καλύτερο συντονισμό των μεταρρυθμίσεων (όπως π.χ. της απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας, της χρήση γης και του κτηματολόγιο, του πλαισίου πτώχευσης των νοικοκυριών και του εξωδικαστικού συμβιβασμού, του εκπαιδευτικού συστήματος, κλπ), καθώς και με το νέο πλαίσιο αξιολόγησης και κινητικότητας των δημοσίων υπαλλήλων και επιλογής ανώτατου προσωπικού. Επίσης, πρέπει να επισημανθεί ότι ο μηχανισμός για την ελάφρυνση του χρέους με «ρήτρα ανάπτυξης» έχει μεγάλη χρησιμότητα για την πορεία της ελληνικής οικονομίας και την ολοκληρωτική έξοδο της Ελλάδος από τα μνημόνια. Πιο συγκεκριμένα, έχουν συμφωνηθεί από τον Ιανουάριο 2017 βραχυπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, ενώ το Eurogroup της 15ης Ιουνίου 2017 έκανε αναφορά σε μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους (όπως π.χ. σε απομείωση του χρέους με αναδιάρθρωση των ομολόγων -ή επεκτάσεις των ωριμάνσεων των δανείων- του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας EFSF). Επιπλέον, προτάθηκε ένας μηχανισμός σύνδεσης της ελάφρυνσης του χρέους με το ΑΕΠ («ρήτρα ανάπτυξης»), βάσει του οποίου η αλλαγή του προφίλ των ομολόγων του EFSF (π.χ. η επέκταση της διάρκειάς τους έως και 15 έτη) θα γίνεται αφού ληφθούν υπόψη οι «δυναμικές» και όχι οι «στατικές» αναπτυξιακές προβλέψεις, δηλαδή οι πραγματικές εξελίξεις και οι πραγματικοί ετήσιοι ρυθμοί ανάπτυξης. Να σημειωθεί τέλος, ότι στα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, συμπεριλαμβάνεται και η μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος. Πιο συγκεκριμένα, ο στόχος 3,5% για πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα μεταξύ των ετών 2019-2022 (που θα οδηγήσει σε μείωση του φορολογικού βάρους και σε αύξηση των κοινωνικών δαπανών) θα μειωθεί περίπου στο 2% του ΑΕΠ για τα έτη 20232060, ώστε να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του χρέους. Γεώργιος Τοσούνης - Προϊστάμενος του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων (ΟΕΥ) της Ελληνικής Πρεσβείας μας στη Βουδαπέστη


Görög papírkereskedők Magyarországon Dr. Diószegi György Antal „A pesti görög papírkereskedők emlékezete” címet viselő időszaki tárlat megnyitására került sor 2017. április 1. napján a Magyar Papírmúzeumban (2400 Dunaújváros, Papírgyári út 42-46.), mely kiállítás meghívóján a pesti görög Blana-, Dona, Kozma-, Sacelláry- és Terpco-családok neve is feltüntetésre került. Megnyitóbeszédemben kitértem arra is, hogy ezen görögök közül ketten a Fiumei úti sírkertben egyazon helyen nyugszanak: Blana Illés/Iliász és Dona Döme. Ők ketten közös papírkereskedést is folytattak: a Magyar Papírmúzeum egyik tárlójában látható is egy ezt igazoló német nyelvű számla. A múzeum egyik tárlójában látható a „Dona Döme és Társa” cég által kiadott magyar nyelvű számla. Érdekességként utalok arra, hogy mindkét számla a „Papírraktár a papírmalomhoz” feliratot is tartalmazza (az előbbi német, az utóbbi magyar nyelven). A pesti görög papírkereskedő, Dona Döme kapcsán indokolt utalnom arra is, hogy ugyancsak ott nyugszik Dóra János is, akinek családja a pesti görög egyház megalapítói közé tartozott; csakúgy mint a papírkereskedelemben is szerepet vállaló görög Sacelláry-család is. A múzeumnak helyet biztosító Dunaújváros, azaz a XIX. századi Pentele és fenti görög Dona-Dóra-családok kapcsán utalok a következő adalékokra! A pentelei Temető u. 60. szám alatti Öregtemetőben nyugszik Janitsáry Szilárd (?-1893) felesége, ákosházi Sárkány Antónia (1834-1880), aki Liszt Ferenc tanítványa volt. Egyik leányuk, Janitsáry Constancia (1867-1894) végső nyughelye ugyanitt található. Másik leányuk, Janitsáry Olga férje a fentebb már említett görög Dóra János lett: gyermekük, Dóra Miklós 1897ben Pentelén született. A II. világháború idején tartalékos huszárfőhadnagy lett. A kecskeméti görög közösségből származó Kozma Vazul pesti papírkereskedő kapcsolatban állt (többek között) Arany Jánossal Vas Gerebennel és Táncsics Mihállyal is. 1848 dicsőséges értékvilágának egyik legfontosabb sajtóterméke, a „Nép Barátja” címet viselő újság a pesti görög Kozma Vazul nyomtatásában jelent meg: ezen, a magyar kormány támogatásával megjelentetett néplap szerkesztője Vas Gereben, társszerkesztője pedig Arany János volt. Táncsics Mihály 1848. április 2-án indította meg a „Munkások újságja” címet viselő lapját. Az 1848. július 16-tól a „Munkások újságja” címet viselő lap „Kozma Vazul nyomdájában készült”. (1) „A Táncsics Mihálytól szerkesztett és 1848 második felében hetenkint kétszer kiadott „Munkások Újsága” több száma is a Kozma Vazul tipográfiájában nyomtatódott.” (2) A Pentelén élő görög Janitsáry-családdal kapcsolatban állt Táncsics Mihály. A „szabadságharc egyik vezéregyénisége, Táncsics Mihály 1842 körül házitanító volt a legnagyobb birtokkal rendelkező Janitsáry-családnál, a Nagyvenyim előtti Szedres-pusztán”. (3) Ezen Pentelén élő görög Janitsáry-család kapcsán érdemes a következő adalékokra utalnom! „Az 1850-es években úgy vélték, hogy Dunapentele határában kell keresni Anamaria római város maradványait. Emlékei közé sorolják azt a római utat, mely keresztezi az ekkori országutat, majd a szőlők felé tartva veszik csak el nyomvonala. Tény, hogy római városmaradványokat az Öreghegy és a Duna között levő területen épülettörmelékkel, sírkövekkel együtt fedeztek fel, de a Táborálláson is találtak hamvvedreket, fegyvereket, hadiöltöny-darabokat, míg a

Pascuumban római téglákból emelt, ekkor pusztatemplomnak vélt épület alapfalai kerültek elő. Az ókori emlékek a településtől délnyugatra is megtalálhatók. A Janitsáry uraság kertjében például egy gyö­nyörű faragványú kő Perseus és Andromeda történetét ábrázolja.” (4) A pesti görög papírkereskedő Blana Éliás/Iliász házzal rendelkezett az Alpári Gyula utcában (Hild József építette föl 1846-ban). (5) Fia, Blána Szilárd 1848-as honvédtiszt lett, majd utóbb üzleti vállalkozásba fogott! „Komlókert a fővárosban, a Gránátos utcában (most Városháza ucca), a megyeházzal szemben fedett, tágas udvari kerthelyiség volt. (A kétemeletes Trattner-házban.) Gyülekező helye művészeknek, íróknak, politikusoknak. Elfért benne 600 ember. Hosszú ideig Blána Szilárd (meghalt 1897 március havában, 71 éves korában) görög származású, de magyar érzelmű polgár volt a tulajdonosa.” „A Komló-kert l875-ben zárt be.” (6) „A pesti görög papírkereskedők emlékezete” címet viselő időszaki tárlaton kiállított „C. Terpco” vízjel a görög Vrányi Konstantiné volt. Vrányi Konstantin/Szilárd Pest város választott polgára, Krassó vármegye és Tolna vármegye táblabírája volt. (E görög család gyökerei Kasztóriába vezetnek: innen települt át Magyarországra a görög Dimitriosz Hadzsi Terpko.) Indokolt hivatkoznom arra is, hogy a pesti görög papírkereskedők közé tartozó Terpco/ Vrányi- és Sacelláry-családok leszármazottai rokonságban álltak egymással. Vrányi Sándor feleségének, Muráty Zsófiának az édesanyja Sacelláry Mária (1820-1900) volt. Sacelláry Mária (1820-1900) édesapja volt a pesti görög papírkereskedő Sacelláry Demeter Ignác (1776-1855). A rokonsági kapcsolatok jegyében utalok arra, hogy Sacelláry Mária (1820-1900) és Muráty Szilárd unokája volt gróf Teleki Pál magyar miniszterelnök (aki egyben egy pesti görög papírkereskedő dédunokája is volt). A gyöngyösi görög közösségből Pestre költöző görög Filtso/ Filcso -család kapcsán is vannak adatok a papírkereskedelemre vonatkozóan! A gyöngyösi születésű görög Filtso Sándor 1844ben szerzett polgárjogot Pesten. (7) Az 1860-70-es években Filtso Sándor és Dona Döme Pest város papír és írószer szállítói voltak. (8) Özvegye, Filtso Sándorné Diamantidi Elpida lakcíme 1897-ben Budapest IV. Havas u. 5. szám volt. Filtso Sándor és Diamantidi Elpida gyermekei voltak az alábbiak: Filtso Athina (1855-1893), Filtso Erzsébet és Filtso Penelopé. A görög Filtso-család XIX-XX. századi görög rokoni köre tekintetében érdemes felvázolni néhány összefüggést a nevezetes görög Murátyés Hariscsaládokkal összefüggésben. Filtso Ilona neve unokahúg minőségben megtalálható a pesti görög Muráty János felesége, Triantaphilidesz Irma 49 esztendős korában 1861 márciusában bekövetkezett halála okán közzétett gyászjelentésen. A görög házaspár, Haris Demeter és Filcso Erzsébet gyermekei mind Zimonyban születtek. Haris Pál és Filtso Athina (1855-1893) fia Haris Sándor (1876-1942) volt. A pesti görög közzösség tagja Haris Sándor 1942. október 9-én hunyt el. (9) Haris Sándor (18761942) a IX. kerület, Üllői út 3. szám alatt élt: gyászjelentésének tanúsága szerint a 66. életévében hunyt el ezen nyugalmazott székesfővárosi igazgató. 1942. október 13-án temették el a Farkasréti temetőben „a görög keleti egyház szertartása szerint”. Gyászolták a testvérei, Haris Olga és Haris Miklós; valamint a nagynénjük, Dimitrio Szilárdné Filtso Penelopé is. Haris Sándor (1876-1942) öccse, Haris György „Az Újság” tisztviselője volt,

15


és (32 esztendős korában) már 1918-ban hunyt el. Ezen Haristestvérek nagybátyja, Haris Demeter fővárosi mérnökként tevékenykedett. Ezen Haris Demeter, a fentebb már említett Haris Pál, valamint Haris Zsófia édesapja Haris György volt. Ezen Haris György kúriai bíróként tevékenykedett. Testvérei voltak Dr. Haris János (a 75. évében 1889-ben elhunyt orvostudor), Haris Pál és Haris Sándor görög királyi konzul (aki a 69. évében hunyt el 1887-ben Budapesten). A XIX. századi magyar-osztrák kereskedelmi kapcsolatok körében a görög Szinasz/Sina-család kapcsán is van adalék a papírkereskedelemre. Klein-Neusiedlben volt egy jelentős papírgyár, és ennek a részvénytársaságnak az 1830-as években báró Sina György volt az egyik legjelentősebb részvényese: fejlesztő munkája révén az 1840-es években a fa lett a legfontosabb nyersanyaggá, és a következő évtizedtől már gőzgép is működött ebben a papírgyárban.

Források: (1) A magyar sajtó története. 1848-1867. II/1. Főszerkesztő Szabolcsi Miklós. Bp., 1985. 147. o.; (2) Novák László: A nyomdászat története. 1801-1867. V. könyv Budapest, 1928.; (3) Az 1848-49-es forradalom és szabadságharc eseményei és Pentelével kapcsolatos történései. In.: Szabó Tamás: Pentele ezer éve. Pentele, 2008. 53. o., (4) Farkas Gábor: Dunapentele története a kapitalizmus korában 1850 – 1950 In.: Farkas Gábor: Fejér Megyei Történeti Évkönyv 9. Székesfehérvár, 1975. 209. o.; (5) Füves Ödön: Pesti görög háztulajdonosok. In.: Antik Tanulmányok. 1970. XVII. évfolyam 1. szám. 51. o.; (6) Magyar Színművészeti Lexikon. A magyar színjátszás és drámairodalom enciklopédiája. Szerkesztette Schöpflin Aladár. Kiadja: az Országos Színészegyesület és Nyugdíjintézete. III. kötet. Komló-kert —Püspöki Imre. 3. o.; (7) Budapest Főváros Levéltára. Buda és Pest polgárai 16861848.; (8) Bogdán István: Papírellátásunk és papírkereskedelmünk a XVIII–XIX. században. In.: Levéltári Közlemények. 39. 1968. 1. 17. o.; (9) A Budapesti Görög Alapítású Görög-keleti Magyar Egyházközség 1942. évi jelentése Az 1943. évi I. rendes közgyűléshez. Bp., 1943. 3. o.

Διεθνές συνέδριο “Βυζάντιο και Δύση” στη Βουδαπέστη Με επιτυχία ολοκληρώθηκαν οι εργασίες του έκτου κατά σειρά Διεθνούς Βυζαντινολογικού Συνεδρίου με θέμα “Βυζάντιο και Δύση” που διοργανώθηκε από το Eötvös József Collegium του Πανεπιστημίου ELTE από τις 16 ως τις 19 Απριλίου 2018. Την Πέμπτη 19 Απριλίου έλαβε χώρα ημερίδα με διαλέξεις στην ελληνική γλώσσα. Οι ελληνόγλωσσες διαλέξεις κάλυψαν ένα ευρύ φάσμα θεμάτων από πολλά ερευνητικά πεδία στον χώρο του ελληνικού πολιτισμού. Αρχικά, χαιρετισμό απηύθυνε ο Πρέσβυς της Ελλάδας κ. Δημήτριος Λέτσιος, ο οποίος αναφέρθηκε στο οικουμενικό και διαχρονικό αποτύπωμα του Βυζαντίου στον ευρωπαϊκό πολιτισμό αλλά και τόνισε την ανάγκη στήριξης και προβολής του σχετικού επιστημονικού έργου στην ελληνική γλώσσα. Στην εναρκτήρια εισήγηση της ημερίδας με θέμα “Το υπόβαθρο του πολιτιστικού κλίματος στην επικοινωνία Βυζαντίου και Θεσσαλονίκης κατά την πρώιμη Παλαιολόγεια Αναγέννηση”, ο Δρ Βασίλειος Κατσαρός, Ομότιμος Καθηγητής του Τμήματος Μεσαιωνικής Ελληνικής Φιλολογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ανέλυσε τα βασικά γνωρίσματα της Παλαιολόγειας Αναγέννησης των Γραμμάτων στη Θεσσαλονίκη έπειτα από την ανακατάληψη της πόλης το 1204 καθώς και της συνακόλουθης άνθησης των κλασικών και ανθρωπιστικών σπουδών, παρουσιάζοντας ενδιαφέροντα και εν πολλοίς άγνωστα ως τώρα στοιχεία ως προς τον ρόλο των λογίων και του κλήρου, ως προς την επιστολογραφία μεταξύ φορέων της Θεσσαλονίκης και της Κωνσταντινούπολης και την εξέταση των σχετικών χειρογράφων. Ακολούθησε η ομιλία του Δρος Δημητρίου Λέτσιου, πρέσβυ της Ελλάδας στην Ουγγαρία, με τίτλο “Βυζαντινή Ιδέα-Μεγάλη Ιδέα. Ο κόσμος του Νεοέλληνα κατά την εποχή συγκρότησης του Νέου Ελληνικού Κράτους”, στην οποία αναπτύχθηκε η έννοια και το περιεχόμενο της Μεγάλης Ιδέας μέσα στην ιστορική εξέλιξη του Νέου Ελληνισμού και έγινε εκτενής αναφορά στη συστηματική προσπάθεια των βασιλικών δυναστειών του ελεύθερου ελληνικού κράτους να συνδέσουν την παρουσία τους με το βυζαντινό αυτοκρατορικό παρελθόν. Μεταφέροντας το ερευνητικό ενδιαφέρον της ημερίδας στη σημερινή ελληνική λογοτεχνική πραγματικότητα, ο Δρ Κωνσταντίνος Νάκος, Επίκουρος Καθηγητής του Τμήματος Νεοελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου ELTE, στην εισήγησή του με θέμα “Η Ήπειρος του Ανδρέα Μήτσου” σκιαγράφησε πτυχές του βίου και της λογοτεχνικής παραγωγής του Ηπειρώτη συγγραφέα Ανδρέα Μήτσου, με έμφαση στη απόδοση του φυσικού περιβάλλοντος της Ηπείρου και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των κατοίκων της μέσα από το βλέμμα του συγγραφέα.

16

Αφού μεσολάβησε σύντομο διάλειμμα, η Δρ Dóra Solti, Επίκουρη Καθηγήτρια του Τμήματος Νεοελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου ELTE, στην ανακοίνωσή της με τίτλο “Ο σχηματισμός του Corpus Aeschineum κατά την πρώιμη βυζαντινή περίοδο” κατέθεσε δείγματα έρευνας που βρίσκεται εν εξελίξει σχετικά την πρώιμη χειρόγραφη παράδοση του Αισχίνη και με τη βαθμιαία διαμόρφωση του Corpus Aeschineum, το οποίο περιλαμβάνει, εκτός από τους τρεις λόγους του, τις επιστολές που αποδίδονται σε αυτόν, καθώς και σχόλια, υποθέσεις και βίους. Η έρευνα διεξάγεται από κοινού με τον Δρα Αθανάσιο Ευσταθίου, Τακτικό Καθηγητή του Ιονίου Πανεπιστημίου, και εντάσσεται στο ερευνητικό πρόγραμμα „Textual Criticism in the Interpretation of Social Context: Byzantium and Beyond” του φορέα ΟΤΚΑ. Στη συνέχεια, η Λίνα Μπασούκου, αποσπασμένη φιλόλογος στο Τμήμα Νεοελληνικών Σπουδών, στο πλαίσιο της διάλεξής της με θέμα “Ευριπίδου Άλκηστις από το Θέατρο των Vivi (2011): Σκηνικοί προβληματισμοί και προσεγγίσεις”, σε συνεργασία με τον Σίμο Παπαδόπουλο, Επίκουρο Καθηγητή Παιδαγωγικής του Θεάτρου στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμο Θράκης, παρουσίασε την υπέρβαση των ορίων των δραματικών ειδών που εντοπίζονται στην Άλκηστη του Ευριπίδη, τα σχετικά ζητήματα ειδολογικής κατηγοριοποίησης του έργου καθώς και τη σκηνική του πραγμάτωση από το Θέατρο των Vivi σε σκηνοθεσία Τηλέμαχου Μουδατσάκι. Τέλος, η Katalin L. Delbó, υποψήφια Διδάκτωρ Κλασικών Σπουδών του Πανεπιστημίου ELTE, στην ανακοίνωσή της με θέμα “Ένα θυμιατήρι από τον 12ο αιώνα-αντικείμενο μιας ξεχωριστής συνάντησης της μυθιστοριογραφίας με την εικαστική τέχνη” υποστήριξε την ύπαρξη στοιχείων εικονογραφικής-θεματικής σχέσης ανάμεσα στα βυζαντινά μυθιστορήματα του 12ου αιώνα και το συγκεκριμένο αντικείμενο, στο οποίο παρατηρείται η επεξεργασία και η ανανέωση της κληρονομιάς των αρχαίων προτύπων. Η συζήτηση που ακολούθησε τροφοδότησε με γόνιμο τρόπο την προβληματική των θεμάτων που εκτέθηκαν κατά τη διάρκεια της ημερίδας. Ελπίζουμε η επιστημονική δραστηριότητα στον χώρο των Νεοελληνικών Σπουδών στην Ουγγαρία να συνεχιστεί με αμείωτους ρυθμούς και να συναντήσει ακόμη μεγαλύτερη απήχηση. Λίνα Μπασούκου (To Περιοδικό Ελληνισμός ευχαριστεί την Λίνα Μπασούκου-αποσπασμένη φιλόλογο στο Τμήμα Νεοελληνικών Σπουδών του πανεπιστημίου ELTE-για την πολύτιμη συνεργασία)


ΣΤΑ ΕΒΔΟΜΗΝΤΑΧΡΟΝΑ ΤΗΣ ΓΕΝΙΑΣ ΤΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ ΣΤΗΝ ΟΥΓΓΑΡΙΑ Ευαγγελία Τσαρούχα Ο θάνατος κ’ η ξενιτιά, η φτώχια κ’ η ορφάνια τα τέσσερα ζυγίστηκαν σ’ ένα βαρύ στατέρι: βαρύτερη είν’ η ξενιτιά, η πιο βαριά απ’ όλα. (Δημοτικό)

ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΚΑΝΑΣ : ΜΗΤΡΙΑ ΠΑΤΡΙΔΑ Η Μητριά πατρίδα είναι μια αυτοβιογραφική νουβέλα του ποιητή Μιχάλη Γκανά, ο οποίος γεννήθηκε στη Θεσπρωτία το 1944. Ήρωες του αφηγήματος είναι μια μάνα με τα παιδιά της κι ένας παππούς που αναγκάζονται στα χρόνια του εμφυλίου να φύγουν από την πατρίδα γιατί δεν γίνεται αλλιώς. Περνούν τα σύνορα και πηγαίνουν στην Αλβανία και μετά στο νεόχτιστο ελληνικό χωριό της Ουγγαρίας που θα μετονομαστεί Μπελογιάννης. Εκεί μένουν μέχρι το 1954 - έτος επαναπατρισμού. Δώδεκα ημερόνυχτα περάσαμε μαζί στο <<σε πατώ με πατείς>> πολωνικό φορτηγό πλοίο, μετά στο τραίνο για τη Βουδαπέστη, μέναμε στον ίδιο δρόμο του χωριού Μπελογιάννης και πηγαίναμε στο ίδιο σχολείο. Τέσσερα χρόνια μαγαλύτερή του, είχα άλλες παρέες εγώ και άλλες ο Μιχάλης. Αλλά τα θυμάμαι πολύ καλά εκείνα τα χρόνια. Το δικό μου βιβλίο (σε συνεργασία με την Κλάρα Σούλλουσι) για την μεγάλη πορεία από τον Όλυμπο-Άγραφα- Γράμμο- Βίτσι – Αλβανία –Ατλαντικό ωκεανό –Πολωνία- Βουδαπέστηλίμνη Μπάλατον – χωριό Μπελογιάννης – Βουδαπέστη, με τον τίτλο Από τον Όλυμπο στη γη των Αγγέλων εκδόθηκε το 1969, στην ουγγρική γλώσσα και βραβεύτηκε από τον Εκδοτικό Οίκο Νεολαίας, Μόρα. Το 1980 ο σύζυγός μου Κάλμαν Σαμπό μου έφερε φωτοτυπία της Μητριάς πατρίδας του Μιχάλη Γκανά, όπου ο ίδιος ζητάει συγνώμη για την άσχημη φωτοτυπία! Που να σκεφτούν σήμερα οι νέοι το τι μεγάλο πράγμα ήταν πριν κάμποσα χρόνια να μπορείς να φωτοτυπήσεις κάτι! Το διάβασα κλαίγοντας και αργότερα το μετάφρασα στα ουγγρικά. Δημοσιεύτηκε όμως μόνο στα τεύχη του περιοδικού ΚΑΦΕΝΕΙΟ (2003/1,2), δίγλωσσα, απ’ όπου και τα αποσπάσματα που επέλεξα για τον Ελληνισμό τώρα. Επισημαίνω όμως πως στα ΚΕΙΜΕΝΑ ΛΑΟΓΝΩΣΙΑΣ για τη Μέση Εκπαίδευση της Αλκυόνης Νάγκι και Αντιγόνης Σαμπό Νάγκι συμπεριλαμβάνονται και αποσπάσματα από την Μητριά πατρίδα του Μιχάλη Γκανά, καθώς και το ποίημα για τον παππού του, επίσης δίγλωσσα. Βγάλαμε τα κόκαλα βιαστικά από το κοιμητήριο. Άλλα σε ξύλινα κασόνια, άλλα σε σακούλες της ζάχαρης, τα περισσότερα χύμα. Μόλις ακούγονταν τ’ αεροπλάνα, τρυπώναμε μέσα. Βαριά μυρουδιά μούχλας, σάπιος αέρας. Έξω πέφτανε βόμπες, έτρεμε ο τόπος, κάναμε το σταυρό μας μικροί μεγάλοι. Από μέρα σε μέρα τα πράγματα αγρίευαν. Οι αντάρτες πέρα δώθε όλο φούρια, τ’ αεροπλάνα έρχονταν συχνότερα. Είδαν κι απόειδαν ο κόσμος, ανεβήκαμε στο βουνό, στη Λακκότρυπα. Ανάψαμε φωτιές οι γυναίκες, βάλαμε να μαγειρεύουμε, ο καπνός ανέβαινε ως τον τρούλο, ζαλίζονταν τα περιστέρια. Όσα πέφτανε τα μαγειρεύαμε επιτόπου. Τ’ άλλα φτερούγιζαν τρομαγμένα, τα κυνηγούσαν με κουβέρτες, σεντόνια, ώσπου φύγανε τα ζωντανά του Θεού. Τον πάππου σου τον έδερναν θέρμες, δεν μπορούσε ν’ ανεβεί, τον άφησαν χαμηλά στο μονοπάτι με το ξυλοκρέβατο. Μας έστειλε να κατεβούμε κι εμείς. Κατεβήκαμε κακήν κακώς μες στη νύχτα. Ψηλά γίνονταν μάχη, πηχτό βουητό, μπουμπουνητά κάθε τόσο. Εμείς στο δρόμο χαμένοι. Διάβηκαν κάτι αντάρτες, μας βαλαν μπροστά, περάσαμε το σύνορο ξημερώματα. (Όπως τα θυμάται η μάνα μου)

Σκόδρα. Μένουμε στις Καζέρμες. Παλιά στρατιωτικά κτήρια, δίπατα. Αντικριστά. Στενόμακρη αυλή. Από δω και από κει δυο μεγάλες ξύλινες πόρτες, τις κλείνουν μόλις νυχτώσει. Οι γυναίκες με τα μαύρα πάνε κι έρχονται, κρύβουν ψωμί στην ποδιά, το αλλάζουν με ψάρια. Στην αυλή παίζουν τα παιδιά. Κάθομαι και τα κοιτάζω απ’ το παραθύρι. Άμα με πάρει το μάτι τους, μου κάνουν νοήματα. Δεν κατεβαίνω, μου βγάζουν τη γλώσσα. Ο πάππους με πηγαίνει κάθε μέρα στη λίμνη. Είχε πρηστεί η κοιλιά μου. Την πρώτη μέρα έτρεξα μες στα χορτάρια, κυλίστηκα, έβαλα τις φωνές. Ήταν τσουκνίδες. Από τότε με κρατούσε απ’ το χέρι. Σιγά σιγά με το περπάτημα ξεφούσκωσα. Απ’ την κλεισούρα, είπανε. Ένα κρύο πρωί βρήκανε το μωρό στ’ αποχωρητήρια. Γυμνό, μελανιασμένο, μ’ ένα σκοινί στο λαιμό. Το ‘δα ανάμεσα από μαύρα φουστάνια και βιαστικά πήγαιν’ έλα. Μας διώξαν εμάς, μην το βλέπουμε. «Μπαστί, μπα-στί», φωνάζανε κι έκαναν το σταυρό τους. Στην αυλή μοιράζανε λάδι, φασόλια, πετρωμένο αλεύρι. Οι γυναίκες το ‘σπαγαν με ό,τι βρίσκανε, το ‘τριβαν με μπουκάλια, το ξανάκαναν σκόνη. Πίκριζε το ψωμί.

17


Έρχονταν Γκέγκηδες. Πουλούσαν οπωρικά, πεπόνια, καρπούζια. Έπεφταν οι γυναίκες όλες μαζί, από κοντά κι εμείς. Φώναζαν, παζάρευαν, εκεί που πρόσεχε τη μια, έσπρωχνε η άλλη το καρπούζι κάτω από τα πόδια της, τα φουστάνια μακριά, δε φαινόταν, το ‘παιρναν από πίσω τα παιδιά, γραμμή στο σπίτι. Το κατάλαβαν ύστερα κι έρχονταν δύο δύο. Από τα Μακεδόνικα ακούγονταν κάθε τόσο μοιρολόγια. Τους έρχονταν τα μαντάτα απ’ τον Γράμμο, το Βίτσι. Οι μανάδες μας κοιτάζονταν αμίλητες, κούναγαν το κεφάλι. Μαζεύουνε τα παιδιά, θα μας στείλουν αλλού, χώρια απ’ τους δικούς μας. Οι Μακεδόνισσες τα δωσαν τα δικά τους. Έκλαιγαν, τα φιλούσανε, δεν είπανε όχι. Οι δικές μας αγρίεψαν. Έσκουζαν, καταριόντανε, μας έσφιγγαν πάνω τους, μια δυο πέσανε στους υπεύθυνους με τα νύχια, βάλαμε κι εμείς τα κλάματα, μας αφήσανε. Πήραν τα μεγαλύτερα, από δέκα και πάνω. Μας φορτώνουν σε μεγάλα καμιόνια. Μετά στο βαπόρι, ένα πολωνέζικο φορτηγό, είπανε. Μας ανεβάζουν με βίντσι και τρέμουμε, κάποιος πέφτει στη θάλασσα. Κατεβάζουν το φαγητό με αλυσίδες, είμαστε μέσα στο αμπάρι πατείς με πατώ σε. Δε μας αφήνουν να ξεμυτίσουμε. Ανέβηκε ο πάππους μια μέρα στο κατάστρωμα, περνούσε ένα βαπόρι, «Πέσε κάτω», του λένε, δεν έπεφτε, τον κατέβασαν με τη βία. Περάσαμε το Γιβραλτάρ, μετά και τη Μάγχη. Δώδεκα μερόνυχτα. Από το βαπόρι στο τρένο. Μπαίνουνε κάτι όμορφες κάθε τόσο, μας δίνουνε μήλα, μπισκότα, είναι αλλιώς. Στην Ουγγαρία κρύο πολύ. Κουβαλάγαμε ψείρες. Περνούν τα ρούχα μας από κλίβανο, μας βάζουν στα μπάνια. Μια μισοσκότεινη αίθουσα, γεμάτη ατμούς και γυναίκες. Εκείνο το μαύρο χαμηλά στην κοιλιά το ‘βλεπα πρώτη φορά. Βγαίνοντας μοιράζουνε χλαίνες στους μεγάλους κι από ένα γυλιό με μήλα. Μπάλατον. Ξενοδοχεία όλο πάστρα και μάρμαρα. Οι γριές πού να μπουν στους χαλέδες, τις στράβωνε το άσπρο. Με τον καιρό συνήθισαν κι όπως δεν ήταν μαθημένες από χαρτιά και τέτοια, γέμισαν δαχτυλιές τα πλακάκια. Έφριξαν οι Μαγυάροι. Τα φαγιά τους καλά. Σα να μη έφτανε, μας πότιζαν μουρουνόλαδο, δεν το θέλαμε. Μας κυνηγούσαν κάτι αφράτες Ουγγαρέζες με το μπουκάλι και τη λαβίδα στο χέρι. (…) Έρχονται οι Κονιτσιώτισσες. Μαύρα μαντήλια, μαύρα ρούχα, μακριά σιγκούνια. Τα γράμματα φυλαγμένα στον κόρφο, τα βγάζουν με προσοχή, τους τα διαβάζει ο πάπους. Άλλες κλαίνε, άλλες ακούνε αμίλητες. Τον βάζουν και τους γράφει απαντήσεις. Αρχίζει όλο με “Υγείαν έχομεν, το αυτό επιθυμούμεν”. Αυτές του λένε τα δικά τους, με τα χέρια στο ζωνάρι της ποδιάς, ακίνητες σα βαλσαμωμένες. Πότε - πότε του φέρνουν κανένα τσιγάρο. Βράδι. Καθόμαστε γύρω στη μασίνα. Έξω φωνάζουν με το χωνί για κάποιο παλικάρι, που θέλουν να σκοτώσουν οι φασίστες στην Ελλάδα. Μετά που τον σκοτώσανε έδωσαν τ’ όνομά του στο χωριό μας. ΜΠΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ. Κάθε σπίτι τον κήπο του, σύρματα για την μπουγάδα. Οι μάλλινες μεσοφανέλες της γιαγιάς, με μανίκια τεντωμένα σα σκιάχτρα. Πήγε να λύσει το ένα, κόπηκε σαν ψωμί. Πρωί για το σχολείο, το κρύο αβάσταχτο. Το χνώτο σύννεφο, τα χέρια βαθιά στις τσέπες του παλτού. Γάντια, κασκόλ, καπέλα που κρύβουνε τα’ αυτιά. Όλοι φτυαρίζουνε χιόνι, τα κάρα γλιστράνε χωρίς ρόδες, φέγγει ο τόπος. (...) Τον πρώτο καιρό τη βλέπαμε κάθε Σαββατοκύριακο. Δούλευε σε άλλην πόλη, στις οικοδομές, κουβάλαγε λάσπη για χτίστες. Οι Ουγγαρέζοι τη φώναζαν Ιλόνκα. Από Καλλιόπη. Ερχότανε με τα χέρια γεμάτα. Γλυκά, παιχνίδια, κανένα ρούχο. Ο αδερφός μου, μικρότερος μέτραγε τις μέρες στα δάχτυλα. Κάτι μικρούτσικα παχουλά δάχτυλα, τα λύγιζε η γιαγιά ένα/ένα, Δευτέρα του’λεγε και Τρίτη και Τετάρτη, στο Σάββατο έβαζε φωνή ο μικρός: <<Μανούλααα..>> (…) Η μάνα δούλευε στον κάμπο. Αν ήταν κι έχτιζαν κουβάλαγε λάσπη, αλλιώς φύτευε ντομάτες, πιπεριές με τη νόρμα. κάθε Σάββατο έπαιρνε τα φιορίνια σε φάκελο. Γύριζε κουρασμένη τα βράδια, αλλά πάλι λοξοδρομούσε συχνά, να βρει κάνα κεράσι, κάνα βερίκοκο ή άλλο φρούτο της εποχής. Με το που έμπαινε, το μάτι μας στην τσάντα, αν την βλέπαμε φουσκωμένη αρχίζαμε το <<ουρρά…>> (…) Απόγευμα στη Γουμενίτσα, δεν έπιανε το βαπόρι, μας βγάλανε με βάρκες. Πολλοί φιλάνε το χώμα, κάποιος ανέβηκε σ΄ένα τεπόζιτο κι έβγαζε λόγο. Κλάματα, φωνές, αγκαλιάσματα. Βρήκαμε τον πατέρα. Κλαίγανε η μάνα κι αυτός, εγώ δεν μπορούσα να κλάψω. Μας πήγε σ΄ένα καφενείο, το ‘χε συγγενής μας, ήταν πολλοί εκεί, μας κέρναγαν λουκούμια. «Μια χαρά είστε» μας λέγανε, «γεροί, καλοντυμένοι». Λες και δεν λάβαιναν φωτογραφίες ( … . ) Μεσημέρι, η μυρουδιά της ρίγανης. Ολούθε βουνά, ρείκια, ξερό χορτάρι. Είμαι στο ποτάμι με τ’ άλλα παιδιά, κολυμπάμε. Μετά πηγαίνουμε χαμηλότερα για νερόφιδα και καβούρια, ως τη ρηχή σπηλιά με τα πετροχελίδονα, εκεί που σμίγουνε δυο ποτάμια. Ακούγονται κρωξιές από μεγάλα πουλιά, οι πέτρες καίνε. Η φωνή μιας γυναίκας μακρινή. «Χρυσάνθη...» Τα παιδιά όλα μαζί «Χρυσάνθη...» Ένα φτερό αγγίζει τα σπλάχνα μου, σαν να γυρίζει αδράχτι γνέθοντας ψιλή μαύρη κλωστή. Το βράδυ τυλίγονται στο κορμί μου τα νερά, που μέσα τους κολύμπησα. Σκοτεινά, γεμάτα πέτρες γλιστερές, βατράχια και νερόφιδα. Τ’ όνομα της Χρυσάνθης βουλιάζει, σαν γυάλινο μάτι. Είναι θαμμένη στην Ουγγαρία. Σ’ ένα μικρό κοιμητήριο γεμάτο λουλούδια. Τότε που πήγαμε εκδρομή με το σχολείο δεν το ‘ξερα. Κάποιο παιδί διάβασε τ’ όνομά της και μου ΄δειξε τον τάφο. Πήγα στο σπίτι και τους το ‘λεγα το βράδυ, με πήραν άξαφνα τα κλάματα. (…..)

18


Μ.Γκ. 1888/1979 Έχοντας λίγο κίτρινο στα νύχια και στο βλέμμα πάει το σκαρί σου κι ανοίγει μαύρο το νερό από κάτω. Άδειο το σπίτι. Έξω τα δένδρα που φύτεψαν τα χέρια σου, Αυτή τη νύχτα και την άλλη με το μπαστούνι άχρηστο στην άκρη και το κορμί σου που επιμένει να εφοδεύει. Δε θα τον δεις, απ’ τις γρεντές κατέβαινα παλιά, τώρα ταβάνωσαν το σπίτι και τι να δεις με τα σβησμένα μάτια σου, άσε που θα ‘ρθει μ’ ένα μαξιλάρι και σα μωρό στην κούνια θα σε πνίξει. αν θυμάμαι το χέρι σου, λέει στα Σκόδρα, στο Μπάλατον, στο Μπελογιάννη την τριμμένη σου χλαίνη αν θυμάμαι το χέρι σου που ‘ τρεμε και κουδούνιζε το κουτάλι στο πιάτο κι αν θυμάμαι τα πόδια σου λέει με τα’ άκοπα νύχια, τους κάλους που σου ‘βγαζε ο αδελφός μου θυμάμαι και τις φωτογραφίες από την Αμερική με τον Βασίλη, με τον Προκοπή, ντυμένοι στην πέννα, με χωρίστρα κι οι τρεις στο Boston στο Worcester στο Framingham εκεί που αθλούνται τώρα οι γιοί και τα αγγόνια σου. Ούτε αλαφρύ το χώμα ούτε βαρύ. Η μάνα θα ‘ρθει να μας βρει την άλλη μέρα θα πάρει το λεωφορείο, μαύρο αρνί στο μνήμα σου θα βόσκει κλειστό το σπίτι για καιρό, τα δυο σκυλιά θα τα ταΐζουν οι γειτόνοι. Ξένο ψωμί θα τρώνε τα σκυλιά μας. Από την ποιητική συλλογή: ΜΑΥΡΑ ΛΙΘΑΡΙΑ, Αθήνα, Κείμενα, 1980.

19


A MAGYARORSZÁGI POLGÁRHÁBORÚS NEMZEDÉK 70. ÉVFORDULÓJÁRA Caruha Vangelió irodalmi rovata Kivándorlás és árvaság, halál és nincstelenség. Egy mérleg serpenyőjében, megmérték őket sorban. Legsúlyosabb volt mind közül az idegenben élés. (görög népdal) MIHALISZ GANASZ : MOSTOHAHAZÁM A MOSTOHAZÁM című novella a kiváló költő Mihalisz Ganasz önéletrajzi jellegű prózaírása. Ganasz 1944-ben született Ipiroszban. A novella szereplői a kétgyermekes édesanya és a nagypapa, akik a polgárháború idején kénytelenek elhagyni falujukat, átmenni Albániába, s onnan az újonnan épült magyarországi „Görög faluba”, amely később a Beloiannisz nevet vette fel. Ott él a család az 1954-es repatriálásig. Tizenkét napot töltöttünk együtt egymás hegyén-hátán összezsúfolva a teherhajón, majd a Budapestre menő vonaton, aztán Beloiannisz faluban ugyanabban az utcában laktunk, s ugyanabba az iskolába jártunk. Én négy évvel idősebb lévén nála, persze, hogy másokkal barátkoztam. De ezek az évek mélyen belevésődtek az emlékezetembe. Az én könyvem, amely az Olimposztól indulva az Agrafán, a Grammoszon, a Vici hegységen át vezet Albániába, onnan az Atlanti-óceánon keresztül Lengyelországba, majd Budapestre és a Balatonra, majd az épülő Beloiannisz faluba, s végül egyetemista koromban Budapestre, 1969-ben jelent meg a Móra Könyvkiadóban „Szőllősy Klára- Caruha Vangelió Az Olimposztól Angyalföldig” címmel, és az ifjúsági kategóriában díját is nyert. 1980-ban férjem, Szabó Kálmán, egy fénymásolatot hozott nekem Athénből, s egy levelet, amelyben az írás szerzője elnézést kér a rossz fénymásolatért. Ez a fénymásolat Mihalisz Ganasz „Mostohahazám” című írásának teljes görög szövege volt. Sírva olvastam végig, majd szép lassan lefordítottam az egész novellát, de a teljes szöveg görögül és magyarul sajnos csak jóval később, a KAFENIO folyóiratban jelent meg a 2003/12. számban, ahonnan most is válogattam a részleteket az Ellinizmosz olvasói számára. A Görög Népismeret Középiskolák számára című szöveggyűjteményben ugyancsak kétnyelvű részleteket olvashatnak a Mostohahazámból, valamint egy verset, amely a szerző nagyapjáról szól. Kiemeltük a csontokat a sírokból. Faládákba tettük, a legtöbbet csak úgy ömlesztve. Mihelyt repülőzúgást hallottunk, bebújtunk. Erős dohszag, bűzlő levegő. Kint bombák hullottak, rengett a föld, felnőttek és gyerekek keresztet vetettünk. Napról napra rosszabbodott a helyzet. A partizánok sebbel-lobbal jöttek-mentek, s a repülőgépek egyre gyakrabban köröztek felettünk. Az emberek felhagytak minden reménnyel, a Lakotripa-hegyre menekültünk. Ott, mi asszonyok, tüzet raktunk, hogy főzhessünk. A tűz füstje elért a kupoláig, a galambok elszédültek, s amelyik lehullott, nyomban megsütöttük. A többi rémülten verdesett a szárnyával, takarókkal, lepedőkkel vették üldözőbe őket, amíg Isten teremtményei el nem menekültek onnan. A nagyapádnak láza volt, nem tudott feljönni velünk a hegyre, ott hagyták úgy, ahogy volt, a faágyon, az ösvény elején. Üzent, hogy menjünk le hozzá. Éjnek idején nagy üggyel-bajjal leértünk. Fent folyt a csata, sűrű gépzúgás, egymás utáni dörrenések hallatszottak. Mi meg eltévedtünk. Arra járt egy pár partizán, maguk közé fogtak minket, s hajnalban már a határon túl voltunk. (Anyám emlékezete szerint) Szkutari. Kaszárnyákban lakunk. Régi, kétszintes katonai épületek. Szemközt egymással. Szűk, hosszúkás udvar. Mindkét végén egy-egy hatalmas fakapu, sötétedéskor bezárják. A feketeruhás nők ki-be járnak. Kenyeret rejtenek a kötényük alatt, halra cserélik. A gyerekek az udvaron játszanak. Az ablakból nézem őket. Ha észrevesznek, integetnek. De nem megyek le, ezért nyelvet öltenek rám. A nagypapa naponta elvisz a tóhoz. Felfúvódott a hasam. Az első nap még nagy örömmel futottam a fűben, belehemperedtem, de csakhamar jajveszékelés lett belőle. Csalánba feküdtem. Attól kezdve kézen fogva mentünk. A séta aztán lassan elmulasztotta a felfúvódást. Azt mondták, a bezártságtól volt. Egy hideg reggelen találtak a mosdóban a csecsemőre. Meztelenül, megkékülve, s kötéllel a nyakán. Egy pillanatra láttam csak elővillantani a szoknyák és az asszonyok sietős sürgés-forgása közt. Minket, gyerekeket, elkergettek onnan, hogy ne lássuk. „Fattyú, fattyú”, kiáltották, s hányták a keresztet. Az udvarban olajat, babot, kőkemény lisztet osztottak. Az asszonyok nagyobb darabokra törték valamivel, ami éppen a kezük ügyébe esett, aztán üvegpalackokkal őrölték, míg újra por nem lett belőle. A kenyér íze kesernyés volt. Albán parasztok gyümölcsöt, sárga-és görögdinnyét árultak. Az asszonyok körülvették őket, mi pedig mögéjük sereglettünk. Az asszonyok hangoskodtak, alkudoztak, és amíg az árus az egyike figyelt, addig a másik a lá-

20


bával hátralökte a dinnyét – a hosszú szoknyától úgysem látszott -, a gyerekek meg elkapták, s uzsgyi, haza. Miután rájöttek a cselre, kettesével jöttek árulni. A makedónok szobáiból egyre gyakrabban hallatszott siratódal. Grammosz, Vici csatáiról sorban érkeztek a rossz hírek. Anyáink szótlanul nézték egymást, csóválták a fejüket. Összegyűjtik a gyereket. Elválasztanak minket a családunktól, s máshová visznek. A makedón asszonyok már odaadták gyermekeiket. Sírva csókolták meg őket, de nem ellenkeztek. A mi anyáink felbőszültek. Sikoltoztak, átkozódtak, magukhoz szorítottak minket, voltak, akik tíz körömmel estek a felelősöknek, mi is elkezdtünk bömbölni, így aztán minket nem vittek el. Csak a tíz éven felülieket. Nagy kamionokra raknak minket. Onnan hajóra, egy lengyel teherhajóra. Csörlővel húznak fel, reszkettünk a félelemtől, néhányan bele is estek a tengerbe, s volt , aki ott veszett. A hajó gyomrában vagyunk egymás hegyén-hátán összezsúfolva, az ételt pedig lánccal küldik le. Az orrunkat sem engedik kidugni. Egyszer a nagypapa felment a fedélzetre, éppen arra járt egy hajó: „Feküdj” - ordítanak neki, nem feküdt le, erőszakkal hurcoltak vissza. Átkeltünk a Gibraltár-szoroson, majd a La Manche csatornán. 12 napon át hajóztunk. A hajóból egyenesen vonatra raktak minket. Időnként csinos nők jönnek a vagonba, almát, kekszet osztanak. Mindjárt más a helyzet. Magyarországon nagy hideg fogad minket. Tele vagyunk tetvekkel. Fertőtlenítik a ruháinkat, minket is fürdőbe küldenek. Egy nagy homályos helyiség a fürdő, tele gőzzel és asszonyokkal. Akkor láttam életemben először azt a feketeséget a hasuk alatt. A fürdőből kijövet a felnőttek köpenyt és egy almával teli hátizsákot kapnak. Balaton. Csupa márvány, tiszta szállodák. Az öregasszonyok alig mertek belépni a WC-helyiségbe, elvakította őket a sok fehérség. Idővel megszokták, de a vécépapírt nem ismerték, ezért aztán a magyarok elborzadva látták, hogy a csempe tele van ujjnyomokkal. Az ételeik finomak. De mintha nem ettük volna eleget, csukamájolajjal tömtek minket, amitől irtóztunk. A teltkarcsú magyar dadusok aztán kanállal és üveggel a kezükben üldöztek minket. (…) Gyakran jönnek hozzánk konicai asszonyok. Fekete kendőben, fekete ruhában, hosszú gyapjúszoknyában. Nagy vigyázva előveszik a keblükben őrzött levelet, nagypapa felolvassa nekik. Egyesek sírnak, mások némán hallgatják végig. Utána megíratják vele a válaszlevelet. Folyton ezzel a mondattal kezdi: „Egészségesek vagyunk, nektek is ugyanezt kívánjuk”. Az asszonyok kötényük övét fogva mondják el, mit szeretnének, közben bálványként mozdulatlanul állnak. Néha-néha cigarettát hoznak neki. Este van. A vaskályha körül ülünk. Kint, a hangszórón, egy fiatalember nevét kiáltják, akit ki akarnak végezni a fasiszták Görögországban. A kivégzés után a falunk felvette a nevét. BELOIANNISZ. (…) Minden háznak van saját kertje, szárítókötele. A nagymama kinyúlt ujjú gyapjútrikói olyanok, mint a madárijesztők. Az egyik ujja meghajlott, s kettétört, mint a kenyér. Reggel indulás az iskolába, a hideg kibírhatatlan. A lehelet meglátszik a levegőben, a kezek mélyen zsebre dugva. Kesztyű, sál, füles sapka. Mindenki havat lapátol, a szekerek kerék nélkül is csúsznak, ragyog a vidék. (…) Az első időszakban csak a hétvégeken találkoztunk. Más városban dolgozott, az építkezéseken sarat hordott a kőműveseknek. A magyarok Ilonkának hívták. Pedig Kalliopé volt a neve. Sose jött üres kézzel. Hozott édességet, játékokat, néha ruhaneműt. Az öcsém, aki kicsi volt, az ujján számolgatta a napokat. A nagymama egyenként hajlítgatta be dundi ujjacskáit: hétfő, kedd, szerda, s amikor a szombathoz értek, a kicsi felkiáltott: „Mamaaa…”! (…) Anyánk a földeken dolgozott. Ha építkeztek, akkor sarat cipelt, máskülönben normában ültetett paradicsom, paprikapalántákat. Szombatonként borítékban kapta a forintokat. Esténként fáradtan tért haza, de ennek ellenére gyakran elindult, hogy cseresznyét, barackot, vagy más idénygyümölcsöt szerezzen nekünk. Mihelyt belépett, tekintetünk a táskára tapadt, s ha tömöttnek láttuk, elkezdtünk hurrázni. (…) Délután már Gumenicában voltunk, a hajó nem tudott kikötni, ezért csónakokkal vittek minket a partra. Sokan a földre borulnak, s megcsókolják valaki pedig felmászott egy víztartályra s szónoklatba kezdett. Sírások, kiáltások, összeölelkezések. Megtaláltuk apámat. Sírt ő is, anyám is, én nem bírtam. Apám egy kávéházba vitt bennünket, egy rokonunké volt. Rengetegen voltak ott, mindenki lukumival kedveskedett nekünk. „Nagyon jól néztek ki, mondogatták, egészségesek, jólöltözöttek vagytok”. Mintha nem küldtünk volna nekik fényképeket. Este szétszóródtunk, rokonok és barátok vittek minket magukhoz aludni. Én Janniszékhez kerültem, aki tejtestvérem volt, akárcsak annak idején atyáink és nagyapáink. Jannisz meg volt fázva s az anyja borogatást tett rá. Életemben először láttam kék szeszt. Másnap elmeséltem az öcsémnek, de nem akarta elhinni. Aztán megkérdeztük apámat, és ő is igazolt engem. A buszon sokan voltunk. Szerencsére találtunk helyet. Apám térdére ülök. Nézem az ujjait, ahogy átölel. Rövidek és vastagok, gyűrűt is visel. Kinyújtom kezemet, s megérintem. Ő megpuszilja a tarkómat. Leszállunk a buszról. Falubeliek várnak ránk öszvérekkel. feltesznek egy öszvérre s indulunk. Reszketek, nehogy ledobjon a szakadékba, mert az ösvény szélén halad. Minden sárban és vízben úszik, s ráadásul elkezd

21


cseperegni az eső. Valaki ernyőt akart nyitni. „Ne, kiáltott a fuvaros, megijednek az öszvérek”. Végre valahára feltűnt a falu, olyan, mint egy óriási lépcső. Még szemerkél, s minden néma, s idegen. A folyónál találkozunk Szpirosz bácsival, futva érkezik, s felváltva csókolgat hol engem, hol az öcsémet, „csibészeknek” titulál minket. Épphogy leszerelt a katonaságtól, még zubbony van rajta. (…) Dél van, szurokfű illata árad. Mindenhol hegyek, hangák, kiszáradt fű. A folyónál vagyok a többi gyerekkel, úszunk. Majd lejjebb húzódunk, ahol a két folyó egymásba torkollik, egészen a sekélyvizű barlangig, amelyben a fecskék fészkelnek, hogy rákot és siklót fogjunk. Nagytestű madarak károgása hallatszik, a kövek olyan forróak, hogy szinte égnek. Egy távoli női hang szól: „Hriszanthiii…”. A gyerekek együtt visszhangozzák „Hriszanthiiii…”. Egy tollpehely megérinti bensőmet, mintha orsó lenne, s vékony fekete fonalat fonna. Éjjel a testemhez tapad a víz, amelyben úsztam. Fekete, telis tele csúszós kövekkel, békákkal és siklókkal. Hriszanthi neve lassan süllyed lefelé, mint egy üvegszem. Magyarországon van eltemetve. Egy virágokkal teli kicsi temetőben. Annak idején, amikor kirándulni voltunk az iskolával, nem tudtam, hogy ott van. Az egyik gyerek ismerte fel a nevét, ő mutatta meg a sírt. Este, amikor hazamentem, elmondtam a családnak, és hirtelen sírva fakadtam. (…) Caruha Vangelió fordítása

Mihalisz Ganasz: M.G. 1888 -1979 Sárguló körmökkel és tekintettel csontváz-alakod ajtót nyit fekete színű alatta a víz. Üres a ház. Kint állnak a fák, amelyeket saját kezeddel ültettél. Ezen az éjszakán, ahogy a rákövetkezőn a sarokban, a feleslegessé vált bottal s testeddel, amely makacsul üríteni akar. Nem találkozol vele, régen a gerendákon mászott le, most padlást építettek a házhoz, és mit is látnál kihunyt tekinteddel arról nem is szólva, hogy odajön, s megfojt egy vánkossal, mint egy bölcsőben fekvő csecsemőt. Hogy emlészem –e – kérdi – a kezedre Szkutariban, a Balatonon, Beloianniszban, kopott katonaköpenyedre emlékszem-e ahogy reszkető kezedben a kanál kocogott a tányér peremén és emlékszem-e lábadra – kérdi -, a hosszú körmödre, a tyúkszemedre, amelyeket a bátyám szokott kivágni, emlékszem az Amerikából küldött fényképekre, a tipp-topp Vasziliszra, Prokopiszra, választékkal a hajukban mindhárman, Bostonban, Worcesterben és Framinghamben, ott, ahol most a fiad és az unokáid sportolnak. Se nem könnyű, se nem nehéz a föld. Anya meglátogat, másnap buszra száll, fekete bárány legel majd sírodon, zárva lesz a ház sokáig, a két kutyát a szomszédok fogják etetni. Idegenek kenyéren élnek majd kutyáink. Szabó Antigoné fordítása

22


«70 ΧΡΟΝΙΑ, 70 ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ» Σκοπός της έκθεσης φωτογραφίας «70 ΧΡΟΝΙΑ, 70 ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ», είναι να παρουσιάσει την ιστορία της ελληνικής διασποράς στην Ουγγαρία μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι διοργανωτές της έκθεσης επέλεξαν φωτογραφίες από την άφιξη των προσφυγόπουλων από την Ελλάδα το 1948 μέχρι την τέταρτη γενιά των Ελλήνων που ζουν στην Ουγγαρία. Επέλεξαν φωτογραφίες από την ζωή και το έργο των διαφόρων κοινωνικών οργανώσεων, όπως χορωδίες, χορευτικά συγκροτήματα, μουσικές ορχήστρες, θεατρικούς θιάσους. Με τον τρόπο αυτό επιχειρείται μια προσπάθεια παρουσίασης της διαφύλαξης της ελληνικής γλώσσας, των παραδόσεων και της εθνικής ταυτότητας των Ελλήνων στα 70 χρόνια. Τα πρώτα παιδιά του Ελληνικού Εμφυλίου έφτασαν στο σιδηροδρομικό σταθμό «Keleti» («Ανατολικός») στην Βουδαπέστη στις 7 Απριλίου 1948. Την μέρα αυτή αρχίζει ουσιαστικά και η ιστορία της ελληνικής κοινότητας της Ουγγαρίας μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι περισσότεροι Έλληνες που ζουν σήμερα στην Ουγγαρία ανήκουν σε αυτήν την διασπορά. Κατά την διάρκεια της φετινής χρονιάς (2018) η ελληνική κοινότητα πραγματοποιεί σειρά εκδηλώσεων προς τιμήν των 70 χρόνων της ελληνικής παρουσίας στην Ουγγαρία. Η Αυτοδιοίκηση Ελλήνων Βουδαπέστης ανέλαβε την διοργάνωση και την διευθέτηση της παρούσας φωτογραφικής έκθεσης για τα 70χρονα. Σύντομη παρουσίαση της ιστορίας των 70 χρόνων 1948-1956 • άφιξη προσφυγόπουλων από την Ελλάδα, και αργότερα τραυματιών του Εμφυλίου και μελών των οικογενειών τους (19481950) • σύσταση «παιδικών σταθμών» σε ουγγρικά αρχοντικά παλάτια (από το 1948) • διοργάνωση της ελληνικής εκπαίδευσης στην Βουδαπέστη και στην επαρχία (από το 1949) • εγκατάσταση Ελλήνων προσφύγων στο κτιριακό συγκρότημα του πρώην Καπνεργοστασίου «Κőbánya» - «Dohánygyár» (1950) • ίδρυση του χωριού των Ελλήνων της Ουγγαρίας (1950), αρχικά με την ονομασία «Ελληνοχώρι» και από το 1952 σε «Μπελογιάννης» • ίδρυση δημοτικού σχολείου, παιδικού σταθμού και βρεφοκομείου στο χωριό Μπελογιάννης (1951) • επαγγελματικές και τεχνικές σχολές – κολλέγια (από το 1948) • επανένωση οικογενειών με την βοήθεια του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού • σύσταση ελληνικών κοινοτήτων σε μεγάλα βιομηχανικά κέντρα της επαρχίας (Μίσκολτς, Ταταμπάνια) • περαιτέρω δημιουργία μικρότερων ελληνικών κοινοτήτων (Ózd, Salgótarján, Komló, Szolnok) 1956-1967 • σύσταση Συλλόγου Ελλήνων Πολιτικών Προσφύγων Ουγγαρίας (1957) • Ελληνικό Δημοτικό Σχολείο «Μανώλης Γλέζος» (Βουδαπέστη, 1958-1966) • οικοδόμηση μεγάλων συγκροτημάτων κατοικιών στην Βουδαπέστη, παύση λειτουργίας του λεγομένου «Dohánygyár» (19661967) • στις νέες πολυκατοικίες της ουγγρικής πρωτεύουσας δημιουργήθηκαν τα «ελληνικά νησιά», όπως στην περιοχή του «Józsefváros», οι κατοικίες της οδού Százados στο «Zugló» οι κατοικίες επί της κυκλικής λεωφόρου Hungária καθώς και οι κατοικίες στην οδό Szobránc και αργότερα στις κατοικίες στην οδό Kacsóh Pongrác. Στην περιοχή του «Ferencváros» ζούσαν Ελληνες στο οικοδομικό συγκρότημα József Attila, όπως και στις κατοικίες της οδού Ηarmat στην Kőbányα και της οδού Lakatos στην περιοχή Pestlőrinc. Επίσης στην περιοχή «Angyalföld» στο οικοδομικό συγκρότημα της οδού Dagály, και στην μεριά της Βούδας στις πολυκατοικίες του «Lágymányos». (1959-1966) • περαιτέρω δημιουργία άλλων ελληνικών κοινοτήτων στο Πέτς και Βατς, όπως και σε άλλα μέρη (Nyíregyháza, Debrecen, Szeged, Székesfehérvár, Eger, Kecskemét κλπ.) 1967-1982 • στρατιωτική χούντα στην Ελλάδα (1967) • σε έξαρση οι μεικτοί γάμοι • πτώση της χούντας (1974), πραγματικότητα, η ελπίδα για επαναπατρισμό (από το 1975) • παύση λειτουργίας της ιστορικής εφημερίδας των προσφύγων «Λαϊκός Αγώνας» (1977) • περίοδος επαναπατρισμού (1979-1985) • παύση του «στάτους» του «πολιτικού πρόσφυγα» στην Ουγγαρία (1982) • ίδρυση του Πολιτιστικού Συλλόγου Ελλήνων Ουγγαρίας (1982) 1982-1994 • μείωση του πληθυσμού της κοινότητας • μετρίαση δραστηριοτήτων της κοινότητας • παύση λειτουργίας της ελληνικής εκπομπής της Ουγγρικής Ραδιοφωνίας (1983) • προβλήματα στην εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας – ενδυνάμωση της αφομοίωσης για την Τρίτη Γενιά • έναρξη λειτουργίας του περιοδικού «Ελληνισμός» (1984) • μεταπολίτευση στην Ουγγαρία (1989) • ίδρυση της Εξαρχίας της Ουγγαρίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, μαζικές βαπτίσεις στο χωριό Μπελογιάννης (1991-1994) • ψήφιση του Νόμου περί μειονοτήτων, αναγνώριση των Ελλήνων της Ουγγαρίας ως ιστορικής εθνότητας (1993) • σύσταση των πρώτων τοπικών αυτοδιοικήσεων (1994)

23


• έναρξη μειονοτικής εκπομπής «Rondó» στην ουγγρική κρατική τηλεόραση (1994) Από το 1995 μέχρι σήμερα • σύσταση της Αυτοδιοίκησης Ελλήνων Ουγγαρίας και της Αυτοδιοίκησης Ελλήνων Βουδαπέστης (1995) • έναρξη έκδοσης του περιοδικού «Καφενείο» και του Ενημερωτικού Δελτίου (1995) • Έναρξη λειτουργίας απογευματινού σχολείου Ελληνικών στην Βουδαπέστη με παραρτήματα στην επαρχία. Το 2004 ιδρύεται το 12τάξειο Συμπληρωματικό Σχολείο Ελληνικών, το οποίο από το 2015 ονομάζεται «Μανώλης Γλέζος». • χωριό Μπελογιάννης: εγκαίνια της εκκλησίας του Αγίου Δημήτριου, Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης (1996) • σύσταση του χορευτικού συγκροτήματος «Χελιδονάκι» (1996) • σύσταση Ελληνο-ουγγρικού Εμπορικού, Βιομηχανικού και Τουριστικού Επιμελητηρίου (1996) • ίδρυση τοπικών πολιτιστικών συλλόγων στο Σέγκεντ και στο Πετς • εγκαίνια της έδρας της Αυτοδιοίκησης Ελλήνων Ουγγαρίας και της Αυτοδιοίκησης Ελλήνων Βουδαπέστης στη οδό Vécsey 5 (1998) • έναρξη λειτουργίας ελληνικής εκπομπής στην Ουγγρική Ραδιοφωνία (1998) • αγιοποίηση του Αγίου Στέφανου και Αγίου Ιερόθεου από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως - εγκαίνια του παρεκκλησιού στην οδό Váci αρ. 55 (2000) • σύσταση χορευτικού συγκροτήματος «Ελληνισμός» (2000) • ίδρυση του Συλλόγου «Καρυάτιδες» , του Συλλόγου Ελληνικής Νεολαίας της Ουγγαρίας και του Ιδρύματος για τον Ελληνικό Πολιτισμό (2001) • δημιουργία του Ιδρύματος Ερευνών Ελλήνων Ουγγαρίας (2003) • μετονομασία του Ενημερωτικού Δελτίου σε «Ελληνισμός» (2003) • δημιουργία της Νεανικής Σκηνής (2004) • εγκαίνια του Ελληνο-Κυπριακού Μνημείου στην πλατεία Petőfi (2006) • παύση λειτουργίας του περιοδικού «Καφενείο» (2007) • αγορά ακινήτου στην οδό Börzsöny αρ. 2 για την δημιουργία του «Οίκου του Ελληνισμού» (2009) • η Αυτοδιοίκηση Ελλήνων Ουγγαρίας γίνεται ο νόμιμος Δικαιούχος του Δημοτικού Σχολείου, Νηπιαγωγείου, Πολιτιστικού Κέντρου και της Βιβλιοθήκης του χωριού Μπελογιάννης (2012) • εκλογή εκπροσώπου της ελληνικής εθνότητας στο Ουγγρικό Κοινοβούλιο (2014) • ίδρυση του Πολιτιστικού Ινστιτούτου Ελλήνων Ουγγαρίας και του Ελληνικού Θεάτρου Ουγγαρίας (2015) • σύσταση της θεατρικής ομάδας «Κριτική Σκέψη» (2015) • εγκαίνια της καινούργιας έδρας της Εξαρχίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην οδό Múzeum 11 (2017) Διοργανώτρια αρχή της έκθεσης: Αυτοδιοίκηση Ελλήνων Βουδαπέστης Υπεύθυνοι συγκέντρωσης και διεκπεραίωσης υλικού: Σταματούλα Αρβανιτίδου, Ειρήνη Μποζώνα Διεύθυνση φωτογραφίας: Μαρία Καραγιώργη Φωτογραφικό υλικό: από τη συλλογή του Γιάννη Ράπτη και του Χαράλαμπου Βλάχου, από το αρχείο του Ουγγρικού Πρακτορείου Ειδήσεων (ΜΤΙ) και από τις φωτογραφίες της Μαρίας Καραγιώργη και του Tamás Csomor (1952-2008). Επιμέλεια ουγγρικών κειμένων: Σπύρος Μπ. Αγκάρντι Επιμέλεια ελληνικών κειμένων: Ανδρέας Κ. Οικονόμου

24


A „70 ÉV, 70 KÉP” A „70 ÉV, 70 KÉP” fotókiállítás átfogó képet szándékozik adni a II. világháború után kialakult görög diaszpóra történetéről. A kiállításra válogatott képeken keresztül a szervezők a görög polgárháborúból menekülő, 1948-tól Magyarországra érkezett kisgyerekektől kezdve a mai, azóta negyedik generáció sorsának bemutatását célozták meg. A társadalmi szervezetek – kórusok, tánccsoportok, zenekarok, színházi társulatok – dokumentumaiból válogatva a kiállítással szeretnék bemutatni, a magyarországi görögök hogyan tudták megőrizni a görög nyelvet és a hagyományokat, és ezáltal az identitásukat az elmúlt 70 év alatt. A görög polgárháború első menekült gyermekei 1948. április 7-én érkeztek meg a Keleti pályaudvarra. Ettől a naptól számítja a magyarországi görög közösség a II. világháború után kialakult diaszpóra keletkezését. A jelenleg Magyarországon élő görögök túlnyomó többsége ezen diaszpórához tartozik. A görög közösség 2018-ban egész évben a 70. évforduló jegyében szervezi rendezvényeit. A Fővárosi Görög Önkormányzat a maga részéről egy olyan kiállítás szervezését és lebonyolítását vállalta, amely a 70 évet fényképeken keresztül mutatja be. A 70 év története dióhéjban: 1948-1956 • menekült gyermekek, majd sebesültek és családok érkezése (1948-1950) • gyermekotthonok a volt főúri kastélyokban (1948-tól) • görög nyelvű oktatás megszervezése Budapesten és vidéken (1949-től) • a Görögtelep kialakítása Budapesten, a Kőbányai Dohánygyár területén (1950) • Görögfalva (1952-től Beloiannisz falu) megalapítása Fejér megyében (1950) • általános iskola, óvoda és bölcsőde alapítása Beloianniszban (1951) • iparitanuló-otthonok (1948-tól) • családegyesítések a Nemzetközi Vöröskereszt segítségével • görög közösségek kialakulása a vidéki iparvárosokban (Miskolc, Tatabánya) • további kis közösségek létrejötte: Ózd, Salgótarján, Komló, Szolnok 1956-1967 • Magyarországon Élő Görög Politikai Emigránsok Egyesülete (Syllogos) megalakulása (1957) • Fővárosi Manolisz Glezosz Görög Tannyelvű Iskola (1958-1966) • budapesti lakótelep-építések, Dohánygyár felszámolása (1966-1967) • „görög szigetek” kialakulása Budapesten: Százados úti lakótelep, Hungária körúti - Szobránc utcai lakótelep, József Attila-lakótelep (Ferencváros), Harmat utcai lakótelep (Kőbánya), Lakatos utcai lakótelep (Pestlőrinc), Kacsóh Pongrác úti lakótelep (Zugló), Róbert Károly körúti - Dagály utcai lakótelep (Angyalföld), Lágymányosi lakótelep (1959-1966) • pécsi, váci és további kisebb görög közösségek létrejötte (Nyíregyháza, Debrecen, Szeged, Székesfehérvár, Eger, Kecskemét stb.) 1967-1982 • katonai junta Görögországban (1967) • a vegyes házasságok tömeges méretet öltenek • a junta bukása (1974), valós remény a repatriálásra (1975-től) • a Laikosz Agonasz újság megszüntetése (1977) • repatriálás (1979-1985) • a politikai menekült státusz megszűnik Magyarországon (1982) • Magyarországi Görögök Kulturális Egyesületének létrejötte (1982) 1982-1994 • a közösség létszámának csökkenése • a közösségi élet mérséklődik • a Magyar Rádió görög nyelvű adásának megszüntetése (1983) • nyelvvesztés a harmadik generációnál, asszimiláció felerősödése • Ellinismos című újság elindítása (1984) • politikai rendszerváltás Magyarországon (1989) • a Konstantinápolyi Egyetemes Patriarchátus Magyarországi Ortodox Exarchiájának megalapítása, tömeges keresztelők Beloianniszban (1991-1994) • kisebbségi törvény elfogadása, a görög nemzetiség államalkotó tényező (1993) • az első helyi kisebbségi önkormányzatok létrejötte (1994) • Rondó című nemzetiségi adás elindítása a Magyar Televízióban (1994) 1995-től napjainkig • a Görög Országos Önkormányzat és a Fővárosi Görög Önkormányzat megalakulása (1995) • Kafeneio folyóirat és az Enimerotiko Deltio hírújság elindítása (1995) • délutáni oktatás beindítása Budapesten és vidéki telephelyeken (1995-től), majd 2004-től a 12 Évfolyamos Kiegészítő Görög Nyelvoktató Iskola megalapítása, amely 2015-től felveszi a Manolisz Glezosz nevet • a beloianniszi Szent Demeter, Szent Konstantin és Szent Heléna görög ortodox templom felszentelése (1996) • a Magyar-Görög Ipari, Kereskedelmi és Idegenforgalmi Kamara megalapítása (1996) • a Helidonaki tánccsoport megalakulása (1996)

25


• • • • • • • • • • • • • • • • •

helyi kulturális egyesületek létrejötte Szegeden és Pécsett a Görög Országos Önkormányzat és a Fővárosi Görög Önkormányzat székhelyének felavatása az V. kerület, Vécsey utca 5. szám alatti épületben (1998) görög nyelvű nemzetiségi rádióadás elindulása a Magyar Rádióban (1998) Szent István és Szent Hierotheosz szentté avatása a Konstantinápolyi Egyetemes Patriarchátus által, a Szent István és Szent Hierotheosz kápolna felavatása a Váci utca 55. szám alatt (2000) Ellinizmosz tánccsoport megalakulása (2000) a Kariatidák Egyesület, a Görög Ifjúsági Egyesület és A Görög Kultúráért Alapítvány létrejötte (2001) a Magyarországi Görögök Kutatóintézetének megalapítása (2003) az Enimerotiko Deltio hírújság új elnevezése: Ellinismos (2003) a Neaniki Szkini ifjúsági színjátszó kör létrejötte (2004) a Petőfi téri görög emlékmű felavatása (2006) a Kafeneio folyóirat megszüntetése (2007) a Görögség Háza (a volt Pest-Buda mozi) ingatlanának megvásárlása a Börzsöny utca 2. szám alatt (2009) a Nikosz Beloiannisz Általános Iskola, Óvoda, Művelődési Ház és Könyvtár (ÁMK) fenntartói jogait átveszi a Magyarországi Görögök Országos Önkormányzata (2012) görög nemzetiségi szószóló delegálása a Magyar Országgyűlésbe (2014) a Magyarországi Görögök Kulturális Intézete és a Magyarországi Görög Színház létrejötte (2015) a Neaniki Szkini folytatásaként a Kritiki Skepsi színjátszó kör megalakulása (2015) a Konstantinápolyi Egyetemes Patriarchátus Magyarországi Ortodox Exarchátusa új székhelyének felavatása a Múzeum utca 11. szám alatt (2017)

A kiállítás szervezője: Fővárosi Görög Önkormányzat A kiállítást szerkesztették: Arvanitidu Sztamatula, Bozona Irini Fotókat restaurálta: Karajorgis Mária A kiállításon anyaga egyrészt Raptisz Janisz és Vlahosz Haralambosz a görög családoktól gyűjtött fényképeiből, másrészt a Magyar Távirati Iroda archívumából, illetve Karajorgis Mária és Csomor Tamás (1952-2008) műveiből állt össze. Magyar szöveg: Agárdi Bendegúz Szpírosz Görög szöveg: Oikonomou Andreas

26


50 χρόνια από την Άνοιξη της Πράγας Τον χειμώνα του 1968 άρχισε η προσπάθεια για την εκ των ένδον ανανέωση του σοσιαλιστικού καθεστώτος της Τσεχοσλοβακίας με την οικοδόμηση ενός «σοσιαλισμού με ανθρώπινο πρόσωπο». Αυτή η διαδικασία καταστάλθηκε βίαια λίγους μήνες αργότερα, τον Αύγουστο του 1968, από τα στρατεύματα του Συμφώνου της Βαρσοβίας, συμπεριλαμβανομένων αυτών της σοσιαλιστικής Ουγγαρίας. Η «Άνοιξη της Πράγας» παραπέμπει στα γεγονότα που συγκλόνισαν την Τσεχοσλοβακία κατά τη διάρκεια του πρώτου οκταμήνου του 1968, ενός έτους ιδιαίτερα πυκνού σε γεγονότα. Χαρακτηρίζει την τελευταία ίσως, πριν την περεστρόϊκα, προσπάθεια εκδημοκρατισμού και μεταρρύθμισης του κομμουνιστικού συστήματος η οποία καταστάλθηκε βίαια από τα στρατεύματα του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Η μεταρρυθμιστική προσπάθεια για την οικοδόμηση ενός «σοσιαλισμού με ανθρώπινο πρόσωπο» άρχισε τον Ιανουάριο του 1968 με την εκλογή στην ηγεσία του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας του Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ. Οι πρωταγωνιστές αυτής της πορείας χαρακτήρισαν τους προγραμματικούς τους στόχους ως «αναγεννησιακό προτσές» ή «διαδικασία του Γενάρη». Ο όρος «Άνοιξη της Πράγας», με τον οποίο αυτά τα γεγονότα έμειναν τελικά στην ιστορία, αποτέλεσε εφεύρεση των δυτικών ΜΜΕ. Η εκλογή του μέχρι τότε σχεδόν άγνωστου ηγέτη των σλοβάκων κομμουνιστών, Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ, στο αξίωμα του Γενικού Γραμματέα του τσεχοσλοβάκικου Κόμματος αποτέλεσε προϊόν συμβιβασμού μεταξύ της ανανεωτικής και της σκληροπυρηνικής πτέρυγας των στελεχών που απάρτιζαν την Κεντρική Επιτροπή. Και οι δύο πτέρυγες επιθυμούσαν την απομάκρυνση του όχι ιδιαίτερα δημοφιλούς Άντονιν Νόβοτνι, μέχρι τότε ηγέτη του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας, στον οποίο επέρριψαν την ευθύνη για τη γενικευμένη δυσαρέσκεια που επικρατούσε στην τσεχοσλοβάκικη κοινωνία, ιδιαίτερα στη νεολαία, κατά το δεύτερο ήμισυ της δεκα-

ετίας του ΄60. Στην απομάκρυνση του Νόβοτνι συνέβαλε επίσης τόσο η αλαζονική στάση του ίδιου έναντι των Σλοβάκων, όσο και η λανθασμένη επιλογή του κατά τη διάρκεια διεκδίκησης της σοβιετικής ηγεσίας από τους Λεονίντ Μπρέζνιεφ και Ανατόλι Κοσίγκιν, καθώς ο Νόβοτνι είχε επιλέξει να υποστηρίξει τον ηττημένο Κοσίγκιν. Η πρώτη φάση της εσωκομματικής πάλης στην Τσεχοσλοβακία έληξε τον Μάρτιο του 1968 με την οριστική επικράτηση των ρεφορμιστών και την απομάκρυνση του Νόβοτνι από το θώκο του προέδρου της χώρας, αξίωμα στο οποίο εκλέχτηκε ο δημοφιλής στρατηγός Λούντβικ Σβόμποντα. Τον επόμενο μήνα η ηγεσία του ΚΚ Τσεχοσλοβακίας υιοθέτησε ένα μεταρρυθμιστικό «Σχέδιο Δράσης» με το οποίο χαλάρωσαν τα μέτρα λογοκρισίας, αποκαταστάθηκαν τα κομματικά στελέχη που είχαν υποστεί διωγμούς τη δεκαετία του ΄50, υιοθετήθηκαν ορισμένα μέτρα εκδημοκρατισμού της κοινωνίας καθώς και οικονομικές μεταρρυθμίσεις οι οποίες αποσκοπούσαν στην ενίσχυση της παραγωγής κυρίως καταναλωτικών προϊόντων. Παράλληλα, δρομολογήθηκε η πορεία ομοσπονδιοποίησης της Τσεχοσλοβακίας σε δυο ισότιμες δημοκρατίες: την τσεχική και τη σλοβακική. Η ανακοίνωση αυτών των μεταρρυθμίσεων αγκαλιάστηκε από την πλειοψηφία των τσεχοσλοβάκων πολιτών. Για πρώτη φορά μετά το 1946, χρονιά κατά την οποία η πλειοψηφία των Τσεχοσλοβάκων έδωσε την πρωτιά στις εκλογές στους κομμουνιστές, τα κομματικά στελέχη έχαιραν και πάλι ευρείας λαϊκής υποστήριξης, καθώς επίσης αυξήθηκε κατακόρυφα το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης για τις πολιτικές εξελίξεις και η συμμετοχή των πολιτών στα κοινά. Μολονότι η ρεφορμιστική ηγεσία των τσεχοσλοβάκων κομμουνιστών δεν αμφισβήτησε την συνταγματικά κατοχυρωμένη πρωτοκαθεδρία του Κομμουνιστικού Κόμματος, ούτε τη συμμετοχή της χώρας στο σοβιετικό σύστημα (Σύμφωνο Βαρσοβίας, ΚΟΜΕΚΟΝ), οι εξελίξεις στη χώρα προκάλεσαν αρχικά ανησυχία κυρίως στις σκληροπυρηνικές ηγεσίες των περιφερειακών χωρών, όπως της Ανατολικής Γερμανίας και της Πολωνίας. Ακολούθησαν συστάσεις φρονηματισμού όσο και έμμεσες απειλές προς την τσεχοσλοβάκικη ηγεσία να περιορίσει το εύρος των μεταρρυθμίσεων προκειμένου να μην χάσει τον έλεγχο της κατάστασης.

27


Από τον Ιούνιο όμως οι εξελίξεις ξεπέρασαν και τους πλέον φιλόδοξους στόχους της ρεφορμιστικής πτέρυγας των τσεχοσλοβάκων κομμουνιστών, καθώς αυξανόταν η πίεση της κοινής γνώμης για επίσπευση της διαδικασίας εκδημοκρατισμού. Εμφανίστηκαν οι πρώτες οργανωμένες ομάδες αντιφρονούντων (ΚΑΝ, Κ231) , ενώ στα τέλη Ιουνίου δημοσιεύτηκε η έκκληση «Δυο χιλιάδες λέξεις» την οποία συνέταξαν στελέχη της Τσεχοσλοβάκικης Ακαδημίας Επιστημών και την υποστήριξαν επιφανείς διανοούμενοι και συγγραφείς. Με το σύντομο αυτό «μανιφέστο» ασκούνταν κριτική στη συντηρητική πτέρυγα του Κόμματος, η οποία επιχειρούσε να καθυστερήσει ή να αναστρέψει την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων. Την ίδια περίοδο στη μεθοριακή πόλη Τσιέρνα ναντ Τίσοου, στα τσεχοσλοβακικο-σοβιετικά σύνορα, πραγματοποιήθηκε διμερής συνάντηση της σοβιετικής και της τσεχοσλοβάκικης κομματικής ηγεσίας. Κατά τη διάρκειά της ο Ντούμπτσεκ και οι τσεχοσλοβάκοι ρεφορμιστές καταδίκασαν το μανιφέστο των «Δυο χιλιάδων λέξεων», ενώ παρείχαν πρόσθετες διαβεβαιώσεις νομιμοφροσύνης στη Μόσχα. Υποσχέθηκαν επιπλέον ότι θα αναλάβουν δράση προκειμένου να ελέγξουν τη δραστηριότητα των «αντι-σοσιαλιστικών στοιχείων». Κατόπιν τούτων οι Σοβιετικοί ενέκριναν την αποχώρηση των στρατευμάτων τους, που εκείνη την περίοδο συμμετείχαν σε ασκήσεις του Συμφώνου της Βαρσοβίας οι οποίες διεξαγόταν στην Τσεχοσλοβακία. Ακόμη, επικύρωσαν την πρόθεση της τσεχοσλοβάκικης ηγεσίας να συγκαλέσει κομματικό συνέδριο στις αρχές Σεπτεμβρίου. Για τη «συμμόρφωση» της απείθαρχης τσεχοσλοβάκικης ηγεσίας συγκλήθηκε στις 3 Αυγούστου στη Μπρατισλάβα νέα συνάντηση στην οποία αυτή τη φορά συμμετείχαν και οι άλλοι τέσσερις «σκληροί» σύμμαχοι των Σοβιετικών, δηλαδή Ανατολικογερμανοί, Βούλγαροι, Πολωνοί και Ούγγροι. Στη σύσκεψη αυτή διαμορφώθηκε το γνωστό «Δόγμα Μπρέζνιεφ», το οποίο απέρριπτε κατηγορηματικά την υιοθέτηση από τις χώρες – δορυφόρους της Μόσχας διαφορετικού μοντέλου οικοδόμησης του σοσιαλισμού ή οποιαδήποτε άλλη ιδεολογική απόκλιση από το επιβεβλημένο σοβιετικό μοντέλο. Όπως αναφερόταν χαρακτηριστικά «εάν σε κάποια σοσιαλιστική χώρα εμφανιστεί πρόβλημα, αυτό αποτελεί πρόβλημα όλου του Ανατολικού Μπλοκ». Η τσεχοσλοβάκικη ηγεσία, κατά τις εκτιμήσεις των σκληροπυρηνικών της Μόσχας και των άλλων δορυφόρων, δεν κινήθηκε τόσο δραστήρια, όσο αναμενόταν για την αποκατάσταση της πρότερης τάξης. Όταν ο «Σάσα» Ντούμπτσεκ δεν εισάκουσε με την αρμόζουσα προθυμία τις τελευταίες παραινέσεις που του απηύθυνε ο ίδιος Μπρέζνιεφ στις 13 Αυγούστου του ΄68 ο κύβος πλέον είχε ριφθεί και τα σχέδια για εισβολή στην Τσεχοσλοβακία τέθηκαν σε εφαρμογή. Προκειμένου να προλάβουν τη διεξαγωγή του κομματικού συνεδρίου στις αρχές Σεπτεμβρίου, το οποίο αναμενόταν να ενισχύσει περαιτέρω τις θέσεις των ρεφορμιστών, τα σοβιετικά στρατεύματα, συνεπικουρούμενα από μονάδες της Ανατολικής Γερμανίας, της Πολωνίας, της Βουλγαρίας και της Ουγγαρίας, εισέβαλαν στην Τσεχοσλοβακία λίγο μετά τα μεσάνυχτα της 21ης Αυγούστου. Στους δρόμους της Πράγας και των άλλων πόλεων της Τσεχίας και της Σλοβακίας εμφανίστηκαν 4.600 τανκς και συνολικά 160 χιλιάδες στρατιώτες του Συμφώνου της Βαρσοβίας, οι οποίοι χωρίς να συναντήσουν αντίσταση έθεσαν υπό τον έλεγχό τους όλα τα νευραλγικά σημεία της χώρας. Από την πρώτη στιγμή στελέχη της KGB συνέλαβαν τους πρωταγωνιστές της Άνοιξης της Πράγας, ενώ βίαια κατέστειλαν τις μαζικές διαδηλώσεις που προκάλεσε η επέμβασή τους. Συνολικά τα θύματα της εισβολής ανέρχονται σε 120, στο σύνολό τους άοπλοι πολίτες. Η σοβιετική ηγεσία επιχείρησε να εγκαταστήσει στην Πράγα μια «εργατο-αγροτική κυβέρνηση» αποτελούμενη από στελέχη των σκληροπυρηνικών Τσεχοσλοβάκων. Η έλλειψη όμως οποιουδήποτε λαϊκού ερείσματος οδήγησε τους Σοβιετικούς να ακυρώσουν το εγχείρημα. Στη συνέχεια, με απόφαση του Κρεμλίνου, ο Ντούμπτσεκ και τα κορυφαία στελέχη του τσεχοσλοβάκικου

28

Κόμματος οδηγήθηκαν αεροπορικώς στη Μόσχα προκειμένου, μετά από ένα μαραθώνιο ασφυκτικών πιέσεων, να αποδεχτούν ως τετελεσμένο γεγονός την εισβολή και την «προσωρινή διαμονή» των σοβιετικών στρατευμάτων στη χώρα, η οποία τελικά διήρκησε μέχρι το τέλος του 1989. Μετά την εισβολή των Σοβιετικών άρχισε η σταδιακή αλλά συστηματική αποδόμηση της Άνοιξης της Πράγας και των πρωταγωνιστών της. Από το τσεχοσλοβάκικο Κόμμα διαγράφηκαν ή αποχώρησαν περίπου μισό εκατομμύριο μέλη τα οποία αρνήθηκαν να επικυρώσουν τη νέα κομματική γραμμή. Στα ΜΜΕ δημοσιεύονταν χιλιάδες δηλώσεις μετανοίας «παρασυρμένων» από τους ρεφορμιστές. Τη θέση των ιδεολόγων που αποχώρησαν από το Κόμμα και τον κρατικό μηχανισμό σύντομα κατέλαβαν οι ανανήψαντες ή νέα μέλη και στο εξής η απόκτηση κομματικού βιβλιαρίου έγινε συνώνυμο μιας επιτυχημένης επαγγελματικής καριέρας. Ο Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ, αφού για κάποιο μικρό διάστημα υπηρέτησε ως Πρέσβης στην Άγκυρα, καθαιρέθηκε από όλα τα αξιώματα και διορίστηκε υπάλληλος της Υπηρεσίας Δασών σε κάποια απομακρυσμένη περιοχή της Σλοβακίας. Παρόμοια ή πολύ χειρότερη τύχη επιφυλάχτηκε στους υπόλοιπους πρωταγωνιστές της Άνοιξης της Πράγας, όπως και στα εκατοντάδες χιλιάδες κομματικά μέλη που αρνήθηκαν να συνεργαστούν με το νέο καθεστώς της «ομαλοποίησης» που επέβαλε ο Γκούσταβ Χούσακ, ο νέος «άνθρωπος» των Σοβιετικών. Πάνω από τριακόσιες χιλιάδες Τσεχοσλοβάκοι, στην πλειοψηφία τους επιστήμονες και διανοούμενοι, εγκατέλειψαν τη χώρα αναζητώντας πολιτικό άσυλο σε χώρες της Δύσης. Μεταξύ αυτών και ο γνωστός συγγραφέας Μίλαν Κούντερα, ο οποίος αργότερα κατέγραψε με μυθιστορηματικό τρόπο το χρονικό της εισβολής στο αριστουργηματικό μυθιστόρημα «Η αβάσταχτη ελαφρότητα του Είναι». Η βίαιη καταστολή της Άνοιξης της Πράγας επέφερε, μεταξύ άλλων, έντονες αντιδράσεις και διαφοροποιήσεις στο εσωτερικό των κομμουνιστικών κομμάτων, ιδιαιτέρως αυτών της Δύσης. Μετά την εισβολή στην Πράγα, τα ΚΚ της Ισπανίας, της Ιταλίας και της Γαλλίας αυτονομήθηκαν μερικώς από την κηδεμονία της Μόσχας δημιουργώντας το ιδεολογικό ρεύμα του «ευρωκομουνισμού». Με αυτό συντάχθηκε και το ΚΚΕ Εσωτερικού, το οποίο προέκυψε λίγο μετά τη διάσπαση της ηγεσίας του ΚΚΕ κατά τη διάρκεια της λεγόμενης 12ης Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής, η οποία έλαβε χώρα στη Βουδαπέστη τον Φεβρουάριο του 1968. Τα γεγονότα της Άνοιξης της Πράγας επισφράγισαν ουσιαστικά τη νέα διάσπαση τόσο μεταξύ των μελών του ΚΚΕ όσο και ανάμεσα στις κοινότητες των Ελλήνων πολιτικών προσφύγων. Στην προσφυγική κοινότητα της Τσεχοσλοβακίας επικράτησε, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες, η γραμμή του «Εσωτερικού» και γι αυτό πολλά μέλη της υπέστησαν διώξεις και διακρίσεις παρόμοιες με αυτές που δοκίμαζαν οι τσεχοσλοβάκοι διαφωνούντες. Συμβολικό τέλος στην Άνοιξη της Πράγας έθεσε με τον θάνατό του ο 21χρονος φοιτητής της Φιλοσοφικής Σχολής Γιαν Πάλαχ, ο οποίος εμπνεόμενος από το παράδειγμα των βουδιστών μοναχών που αυτοπυρπολούνταν στο μακρινό Βιετνάμ, αποφάσισε να θέσει τέλος στη ζωή του με τον ίδιο τραγικό τρόπο. Σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την εισβολή των Σοβιετικών αυτοπυρπολήθηκε στις 16 Ιανουαρίου του 1969. Υπέκυψε στα τραύματά του τρεις μέρες αργότερα. Κώστας Τσίβος Ο κ. Κώστας Τσίβος είναι επίκουρος καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου στην Πράγα.


MAGYAROK A MODERN OLIMPIZMUS HAJNALÁN 1997 szeptemberében Olümpia tündérszép völgyében jártam, és első kézből értesültem az örvendetes hírről: Athén nyerte el a 2004-es olimpiai játékok rendezésének jogát. Átérezve görög barátaim örömteli lelkesedését, szomorúan gondoltam arra, hogy az én honfitársaim még soha nem élhették át ezt az érzést. Pedig ha van sikerágazata a magyar történelemnek, ha van olyan része nemzeti tudatunknak, amely növeli önbizalmunkat és e nép minőségébe vetett hitünket, akkor a nyári olimpiai játékokon elért kimagasló eredményeink nyomán a modern olimpiai mozgalom minden bizonnyal az. Amikor a francia Pierre de Coubertin 1894ben létrehozta a Nemzetközi Olimpiai Bizottságot (NOB), akkor többek között hazánkfia, Kemény Ferenc részvételével és aktív támogatásával egy csodálatos antik hagyományhoz nyúlt vissza: az ógörög olümpiai versenyekhez. Érdemes a modern olimpizmus életre hívójának néhány olyan gondolatát felidézni, amelyek visszhangot ébresztettek a magyarság legjobbjainak lelkében is: „A görög örökség olyan mes�szeható…, hogy minden, amit modern világunkban a testnevelésről… meg akarunk érteni, joggal visszavezethető az azt magába foglaló Görögországra. Egyesek a haza védelme érdekében vállalt felkészülést látják benne, mások a szellem és test pompás egyensúlyából megszületett fizikai szépséget és egészséget kutatják, sokan pedig a vér egészséges mámorát, amit életörömnek is nevezhetünk.” „Mindez… élő valóság volt Olümpiában, és létezett ott még valami, amit ma még nem tudunk kellő formába önteni, mivel a középkortól kezdve a testi egyfajta lenézésben részesült, és így különválasztották a lélek tulajdonságaitól. Azután az ember megengedte az elsőnek, hogy az utóbbi szolgája legyen, de még mindig rabszolgaként bánt vele, és a test mindennap érezte függőségét és alávetett helyzetét. Mindez egy hatalmas tévedés Athén1896 volt, és… lehetetlen eltekinteni tudományos és társadalmi következményeitől. Végül is az ember nem csak két részből, testből és lélekből áll; három része van: a test, a szellem és a jellem. A jellemformálás nem képzelhető el a szellem nélkül, de minden a test segítségével történik. Pontosan ezt tudták a régiek, míg mi ezt csak nagy nehézségek árán tanuljuk meg ismét.” A test, a szellem és a jellem harmóniája, mint a magas kultúrájú ember jellemzője, Kemény Ferenc írásainak is egyik vezérgondolata volt. Az 1860-ban, Nagybecskereken (ma: Zrenjanin Szerbiában) született matematika–fizika és francia–német szakos reáliskolai tanár 1884-ben ismerkedett meg és barátkozott össze Coubertinnel. Ekkor Párizsban igyekezett tökéletesíteni francia nyelvtudását. Érdeklődésük, valamint életfelfogásuk azonossága közel hozta őt a nevelési, köztük a testnevelési reformokon dolgozó báróhoz. Kemény ettől fogva állandó kapcsolatban maradt Coubertinnel, aminek eredményeképp tagja lett az 1894. június 23-án megalakult NOB-nak. Ezzel az aktussal vette kezdetét a modern olimpizmus és a magyarság szimbiózisa. Nem Kemény Ferenc volt az első, aki hazánkban fogékonynak mutatkozott Olümpia szellemére. A 15. század végén keletkezett Szalkai-kódexben már találkozunk a Zeusz tiszteletére rendezett sportversenyek említésével. Nagyobb lendületet azonban a 19. század során kibontakozó reformmozgalom idején vett az a törekvés, hogy a testnevelés és a sport ügyét összekapcsolják a magyarországi társadalmi haladás gondolatával. Ennek egyik

leghatásosabb szószólója koszorús költőnk, Berzsenyi Dániel volt. Ő, aki A magyarokhoz című első ódáját („Romlásnak indult hajdan erős magyar...!”) alkaioszi strófában írta meg, magától értetődően a görög hagyományokhoz nyúlt vissza. Egy 1830-ban, Széchenyi Istvánhoz írt levelében „az olimpiai játékok és a gümnasztika” felújítását javasolta, míg 1833-ban azt fejtette ki, hogy a „népmulatságokat… a bölcs görögöktől kellene tanulnunk”. Kemény Ferenc tehát erős hagyományokra támaszkodhatott, amikor hozzálátott az olimpiai eszme hazai népszerűsítéséhez. Nagy része volt abban, hogy 1895. december 19-én megalakult a Magyar Olimpiai Bizottság (MOB), amely a világ hatodik nemzeti olimpiai bizottsága volt. És mindez akkor történt, amikor hazánk az Osztrák–Magyar Monarchia politikai keretei között élt, és az Osztrák Olimpiai Bizottságot hivatalosan csak 1912-ben hozták létre. A MOB első elnöke dr. Berzeviczy Albert, a Nemzeti Torna Egylet (NTE) elnöke lett, aki később többek között vallás- és közoktatásügyi miniszterként, valamint a Magyar Tudományos Akadémia elnökeként is pártolta a testnevelés és sport ügyét. A MOB titkárának Kemény Ferencet választották. A MOB megalakulásának érdekes előzményei voltak. Mivel 1894-ben a NOB úgy döntött, hogy két esztendő múlva Athén rendezheti meg az első modern kori olimpiát, és evvel összhangban a hellén Démétriosz Vikelaszt választották a szervezet elnökévé, Görögország a játékok szervezési munkálataihoz fogott. Ám az ottani politikai-társadalmi életben komoly feszültséget keltettek a rendezéssel kapcsolatos financiális problémák. Kétségessé vált, hogy Athén vállalni tudja a rendezést. Ekkor Coubertin Keményhez fordult azzal a felvetéssel, hogy Budapest megrendezné-e az olimpiát. Az ötlet minden bizonnyal taktikai megfontolásból született. Szülőatyja így akarhatta a görögöket nyílt színvallásra késztetni. A terv bevált, és Athén 1896. április 6. és 15. között szép otthont adott az első újkori olimpiának. Persze Kemény nem láthatta át Coubertin valódi szándékát, és mivel országunk lelkesen készülődött ezeréves fennállásának méltó megünneplésére, joggal vélhette, hogy a millenniumi sportünnepségek méltó keretet adhatnának az olimpiai küzdelmeknek. Ezért 1894. december 21-én felterjesztéssel fordult Eötvös Loránd kultuszminiszterhez, amelyben kérte egy budapesti olimpia megrendezését. A néhány hónappal később megérkezett miniszteri válasz pragmatikus volt: „Bár a régi olimpiai játékoknak korszerű alakban való felelevenítését általában figyelemre méltó dolognak tartom, mindazonáltal tekintve a rendelkezésünkre álló szerényebb eszközöket, továbbá az idevágó tapasztalatok teljes hiányát, különösen pedig hazai testi neve- lésünknek még mindig jelentékeny emelésre szoruló színvonalát, részemről nem látom az időt elérkezettnek arra, hogy a nemzetközi bajnokversenyben a kezdeményező lépést Magyarország tegye meg, illetőleg, hogy az első ily verseny Budapesten rendeztessék meg.” Ha az olimpiai rendezést nem is, de a részvételt támogatta a kormányzat. A MOB 1896. február 6-i ülésén vették számba az olimpiai előkészületekkel összefüggő feladatokat. Az ülésen vált köztudottá, hogy a kormányzat 1000 forintot tud felajánlani a részvétel költségeihez. (Utóbb ezt az összeget Kemény kiküldetésének javára megítélt 400, illetve a sportegye-

29


sületek hozzájárulásából 1100 forinttal megemelték.) Ugyanitt döntöttek arról, hogy március 8-án és 9-én próbaversenyeket tartanak annak eldöntésére, mely atléták utazzanak Athénba. Berzeviczy kérésére a kultuszminiszter – ekkor már Wlassics Gyula – járult hozzá ahhoz, hogy Kemény a magyar állam képviselőjeként, államköltségen utazhasson ki. Hogy ez mennyire okos döntés volt, azt igazolja a tény, hogy Keményt beválasztották az olimpia öttagú versenybíróságába. Végül Kemény mellett hét sportoló és öt – önköltségen utazó – kísérő képviselte hazánkat Athénban. Az első olimpián 13 ország 285 atlétája vett részt, akik 43 versenyszámban mérték össze erejüket. Talán jelképes gesztusként a magyar küldöttség érkezett meg legelsőként, és tagjai a szalmakalapjukon görög nemzeti színekben pompázó szalagot viseltek. Amint azt a később rendezett nyári játékokon már megszokhattuk, az athéni olimpián sem maradtak el a magyar sikerek. Első olimpiai bajnokunk az úszó Hajós (Guttmann) Alfréd volt. A labdarúgóként és építészként egyaránt kiemelkedőt nyújtó sportembernek a 10 fokos tengervízben elért győzelmeiről amszterdami szellemi olimpiai bajnokunk, Mező Ferenc így emlékezett meg: „Két kicsinyke hajó vitte a 100 m úszás 13 főnyi mezőnyét az indítóvonalul szolgáló kifeszített kötélhez. Pisztolylövésre indulnak. Izmos karok szelik-vágják a vizet, és a táv felerészén már Hajós Alfréd szőke feje van elöl. Háromnegyed távnál félreúszik ugyan, de meglátja a bajt, visszavág az egyenesbe, és hamarosan mintegy 3 m előnnyel elsőnek üt be a kötélcélba… a tengernagyi yachton tanyázó György herceg pedig – ezzel kevés olimpiai bajnok dicsekedhetik – maga húzza fel az Baron Pierre de Coubertin árbocra lobogónkat. Alig egy óra múlva Hajós újra vízbe száll, hogy az 1200 méteres úszásban mérje össze tudását 9 társáéval… végül is kerek 100 méterrel hagyja maga mögött legerősebb ellenfelét…” Hajóson kívül szép sikert mondhatott magáénak a 800 méteres síkfutásban második Dáni Nándor és a 100 méteres síkfutásban harmadik Szokoly Alajos is. Méltán sorolhatjuk hozzájuk a maratonfutó Kellner Gyulát. Az ő versenye fordulatokban gazdag küzdelem után, nem akárhogyan ért véget. Április 10-én 14 görög és 4 külföldi atléta vágott neki a maratonfutás körülbelül 48 km-es távjának (a 42 km és 195 m csak 1924 óta számít hivatalos távolságnak). A cél a Márvány Stadionban volt. Az ott összegyűlt tömeg közel három óra múlva lelkesen fogadta a stadionba elsőként befutó Szpiridon Louiszt, majd a másodikként célba érő Vaszilakosz Haralamboszt. Amikor azután Velokasz személyében ismét hellén sportoló jelent meg a nézők előtt, az öröm tetőfokára hágott: hármas győzelem! Legalábbis átmenetileg. A negyedik helyen célba érkező Kellner Gyula ugyanis közölte a versenybírósággal, hogy Velokasz, aki a verseny nagy részében mögötte futott, egyszer csak előtte tűnt fel, amint éppen kiszállt egy kocsiból. A vizsgálat gyorsan kiderítette, hogy a ravasz görög a táv egy részét lovas kocsin teljesítette. Persze megsemmisítették az eredményét, Kellnert pedig elismerték harmadik helyezettnek. Itt megemlítendő, hogy a győztesek a görög királytól olajágat, a trónörököstől művészi ezüstérmet, a szervezőbizottságtól pedig oklevelet kaptak. A második helyezettek jutalma bronzérem volt, a harmadikokat nem díjazták.

30

A mai fogalmaink szerint helyezést elért versenyzőink,

vagyis 1–6 helyezettek közül kiemelkedett a szerb származású, igen sokoldalú Tapavicza Momcsilló, aki teniszben harmadik, birkózásban negyedik, két karral végrehajtott súlyemelésben pedig hatodik lett. Szokoly Alajos a 100 m síkfutásban megszerzett harmadik hely mellett hármasugrásban a negyedik, 110 m gátfutásban az ötödik helyen kötött ki. A tornász Kakas Gyula és Wein Rezső helyezetlen maradt. Kemény Ferenc nem csupán versenybíróként állt helyt. Őt kérték fel arra, hogy a külföldiek nevében köszöntse Georgiosz Averoffot. Azt a görög pénzembert, aki saját költségén építtette újjá az athéni Márvány Stadiont, és akinek az építmény előtt álló szobrát akkor leplezték le. A francia nyelven elhangzott beszéd nagy sikert aratott, és nem maradt el a sportdiplomatánkat illető elismerés sem. I. György király magas állami kitüntetést adományozott neki. A magyar küldöttség önköltségen kiutazó lelkes vezetői/kísérői közül Iszer Károly, Manno Miltiadész és Oheroly János személyét illeti meg különleges figyelem. Iszer Károly osztrák–magyar vasúttársasági igazgató a Budapesti Torna Club (BTC) egyik alapítója, később elnöke volt. Ő alapította a Sportvilág című lapot, majd 1913-ban másokkal együtt az Országos Testnevelési Tanácsot. Részt vett az első magyar futballcsapat megszervezésében is. Az emigráns görög családból származó Manno Miltiadész festő és szobrász, egyebek mellett a Birkózók megnevezéssel ismert szobor alkotója volt. Az athéni játékokra mint sokoldalú sportember, több hazai bajnoki cím tulajdonosa utazott ki. Pályafutásának egészét tekintve tagja volt a Magyar Úszó Egyesületnek (MUE), középcsatára a Budapesti Torna Club (BTC) labdarúgó csapatának, bajnokságot nyert kerékpározásban, gyorskorcsolyázásban, evezésben. 1903-ban a krisztiániai (Norvégia) gyorskorcsolya EB-n második, ugyanebben az évben a szentpétervári VB-n harmadik lett, majd két esztendővel később a davosi EB-n ismét második helyezést ért el. Az 1932-es Los Angeles-i olimpián már említett szobrával ezüstérmet szerzett a művészeti versenyen. Mai napig rá emlékeztet a legnépszerűbb magyar sportegyesület, a Ferencváros turulmadaras címere, amit ő tervezett. Értékes tagja volt küldöttségünknek Oheroly János állami tornatanár. Ő a Budapesti Tornaegylet (BTE) egyik vezetőjeként sokat tett az iskolai tornatanítás fejlesztéséért, és egyebek mellett saját tervezésű tornaszerekkel segítette elő a gyakorlati oktatást. Támogatta a lánynövendékek testi nevelésének ügyét is. Az 1870es években a Rudolf főherceg védnöksége alatt működő ifjúsági véderő parancsnokaként tevékenykedett, majd részt vett a Magyar Athletikai Club (MAC) megalapításában. Az Egyetértés Csónakázó-Egyesület evezőmestereként 1876-ban, az árvízveszély idején önkéntes mentőegyesületet szervezett, majd 1879-ben mentőcsapatával a szegedi árvíz mentési munkálatait segítette. Az athéni olimpián szerzett tapasztalatait a millenniumi ifjúsági tornaünnepély főrendezőjének minőségében hasznosította. Az Olimpiai Játékok Magyar Bizottsága nevében írt jelentés készítői jogos öntudattal állapíthatták meg az athéni részvételünk eredményeit összegezve: „…az 1400 forintnyi államsegély s az egyesületeknek összesen 1100 forintnyi hozzájárulása vajmi csekély áldozat s egyenérték az elért eredmények összességéhez képest.”


E megállapítás igazságát és az olimpizmus hazánk sportéletére gyakorolt élénkítő hatását a játékokat röviddel követő időszak millenniumi sportrendezvényei is alátámasztották. Ennek megszervezésére még 1895-ben Országos Torna- és Sportbizottságot hoztak létre Berzeviczy Albert vezetésével. 1896. május 14én felavatták a Millenáris sportpályát, amely azonnal nemzetközi atlétikai versenynek adott otthont. Emellett kerékpár, korcsolya, sakk és vívó küzdelmek sora került megrendezésre. Ezek közül különösen a MAC május 14. és 20. között lebonyolított vívóversenye nyert kiemelkedő fontosságot. A 140 résztvevővel lebonyolított nemzetközi versengés hangos olasz sikereket hozott. Kiderült, hogy a magyar vívóiskola nem tartott lépést az európai fejlődéssel. A tanulságokat azonnal levonták. A MAC felkérésére az olasz Italo Santelli vállalt vívómesteri szerepet hazánkban, és munkája gyümölcseként 12 év múlva, a londoni olimpián elindult diadalútjára a magyar kard. Érdekes színfoltja volt a vívók tornájának a későbbi kormányzó, Horthy Miklós sikere. A Pula színeiben induló ifjú sorhajózászlós az amatőrök versenyében aranyérmet érdemelt ki szép vívása okán. A sakkverseny győztese az orosz Csigorin lett, aki a világ legjobb sakkmesterei közé tartozott, és a róla elnevezett megnyitás (Csigorin-védelem) kidolgozója volt. Az atlétikai küzdelmek nagy szerepet játszottak abban, hogy a magyar atlétika bekapcsolódhatott a nemzetközi versengésbe. A millenniumi verseny során ismerkedtek meg atlétáink például a távolugrás angol módszerével. E szerint a földön megjelölt vonaltól dobbantottak – amint azt napjainkban is teszik –, míg korábban tetszés szerinti helyről történt az ugrás. Külön versenyeken mutatták be tehetségüket ifjúságunk képviselői. Szabadgyakorlatok, katonai rendgyakorlatok, buzogánygyakorlatok, füzértáncok, szertorna és versenytorna szerepelt ünnepi programjukban. Körmöcbányán vert győzelmi érmeiken többek közt ez volt olvasható: „Él magyar, áll Buda még.” Ez a jelszó érvényes volt olimpiai mozgalmunkra is, amely jelenkorunkban még mindig sportéletünk zászlóvivője. Mivel a Kemény Ferenc lendületesen fejlődő hazai sportélet fokozatosan integráns részévé vált a nemzetközi sportmozgalomnak, az vitán felül állt, hogy a párizsi olimpiai játékokon sportolóinknak részt kell venniük. A részvétel előkészítésének munkáját az 1899 novemberében megalakult Országos Olimpiai Nagybizottság vállalta magára. A franciák a párizsi világkiállítás keretében rendezték meg az olimpiai küzdelmeket 1900. május 14. és október 28. között. Utóbb a „zűrzavarok olimpiájaként” emlékeztek a hosszúra nyúlt olimpiai játékokra, amelynek eseményei a világkiállítási rendezvényekkel sokszor keveredve, olykor méltatlan körülmények között kerültek megrendezésre. A Kemény Ferenc vezette magyar küldöttségben 17 férfi sportoló kapott helyet. A kormányzat 3000 koronával járult hozzá a magyar küldöttség útiköltségeihez, és ezt az összeget a világkiállítás magyar kormánybiztossága 1000 koronával egészítette ki. Ezenkívül Kemény Ferencnek „úti ösztöndíjat” utaltak ki, mivel a küldöttségvezetői és versenybírói feladatainak ellátásán túl még a párizsi „élő nyelvek nemzetközi kongresszusán” is képviselte hazánkat. A párizsi olimpia legkiemelkedőbb magyar sikere 1900. július 15-én, diszkoszvetésben született. Ennek a versenyszámnak a helyszínválasztása és lebonyolításának módja jól jellemezte a játékok egészét. Ugyanis a diszkoszvetést a ligetes Bois de Boulogne-ban rendezték, ahol az őspark egyik több száz éves óriástölgye éppen a dobószektorban volt. Noha a versenyt a diszkoszt legnagyobb távolságra vető sportoló nyerte a kiírás szerint, itt

célozni is kellett, nehogy a sportszer fennakadjon a fán. A kettős feladatot hazánkfia, az akkor 21 esztendős mezőgazdász jelölt, Bauer Rudolf oldotta meg legjobban. Első dobásával 36,04 métert ért el, és ezt az eredményt vetélytársai csak megközelíteni tudták. Az Európa-csúcsot tartó cseh Frantisek Janda-Suk tértölelő dobásai után például diszkosza többször fennakadt a fán. Nem járt jobban a másik nagy esélyes, az amerikai Sheldon sem. Ők 2. és 3. helyezésükkel kudarcot szenvedtek, míg az egyébként súlylökő Crettier Rezső számára dicséretes volt a megszerzett 5. hely. Az eredményhirdetés azután méltó volt a rendezés színvonalához. A felsorakozott zenekar Bauer tiszteletére elkezdte játszani az USA himnuszát. Mivel addig Párizsban is és előtte Athénban az Egyesült Államok atlétái nyerték a dobószámokat, természetesnek vették, hogy ezúttal sem történt más. Az aktuális eredményt nem vették figyelembe. A jelenlévő magyarok – köztük Párizsban élő művészek – tiltakozására aztán a zenekar leállt, és a Gotterhalte-t kezdte intonálni... A párizsi újságok ezzel „ös�szhangban” így hozták le Bauer győzelmét: 1. Bauer (Budapest, Ausztria). Ez már sok volt a mieinknek, és a sajtó nyilvánosságát felhasználva tiltakoztak. Akciójuknak meglett az eredménye: a 200 méteres gátúszásban (az úszó egy csónakról elrugaszkodva ugrik vízbe, átúszik egy akadály [csónak] alatt, majd arra felkapaszkodva ismét vízbe ugrik) második osztrák versenyző eredményét már így közölték: 2. Wahle (Bécs, Magyarország). A franciák hozzáállását nemzeti létünkhöz jól mutatják ezek a megmosolyogtató epizódok. Két évtized múlva, Trianonban azonban már nem mosolyogtunk. Bár több elsőséget nem mondhattak magukénak versenyzőink, azért helyezésekben nem szűkölködtünk. Halmay Zoltán második lett 200 és 4000 méteres gyorsúszásban, és 1000 m gyorson harmadik. Ugyancsak harmadik lett a magasugró Gönczy Lajos. Crettier igazi számában, a súlylökésben 4. helyezést ért el, és ugyanígy végzett a rúdugró Kauser Jakab és a kardvívó Gregurich Amon. Meg kell említeni még a kardvívó Iványi Gyula és a 800-as futó Speidl Zoltán 5. helyezését. A párizsi szereplés tovább erősítette nemzettudatunkat, és nemcsak életben tartotta, hanem növelte is az olimpizmus vonzerejét. Ebbe az irányba hatott, hogy 1904-ben a MOB addigi elnöke, Berzeviczy Albert lett a kultusztárca birtokosa, aki új posztján még hatékonyabban pártolhatta az olimpiai eszme hazai térnyerését. Helyét a MOB élén Széchényi Imre vette át. Dacára annak a nehézségnek, amit az 1904-es olimpia Egyesült Államokban történő rendezése jelentett az európai országoknak, egyöntetű volt az az álláspont, hogy Magyarországnak képviseltetnie kell magát a játékokon. Az óriási távolság miatt jelentősen megnövekedett utazási költségek következtében azonban csak egy nagyon kicsiny delegáció kiküldéséről lehetett szó. A két úszóból (Halmay Zoltán, Kiss Géza) és két atlétából (Mező Béla, Gönczy Lajos) álló sportolói gárdát Kemény Ferenc vezette, akinek utazásához Berzeviczy minisztériuma 3000 koronával járult hozzá (a MOB a csapat számára 10 000 korona támogatást kért és kapott a kormánytól). Figyelmet érdemel, hogy a kormányzat segítségéért folyamodó MOB vezetői két szemponttal támasztották alá igényüket. Egyrészt arra hivatkoztak, hogy ellensúlyozni kell az egzisztenciális okokból az USA-ba kivándorolt magyar tömegek keltette kedvezőtlen megítélést, másrészt szükséges megismerni az amerikai sportélet sikereinek titkát. Utóbbi célt szolgálta, hogy sportolóinkkal együtt ott lehetett a játékok St. Louisban kijelölt helyszínén Stankovits Szilárd, a MOB titkára, a kiváló atlétikai szakember és Muzsa Gyula, aki utóbb a MOB

31


társelnöke, majd elnöke és a NOB tagja lett. Az 1904. július 1. és november 23. között megrendezett olimpiát – Párizshoz hasonlóan – ismét beszorították a világkiállítás rendezvénysorozata közé. Az „eredmény” megint csak a versenyek elhúzódása és a rendezés alacsony színvonala volt. Ráadásul olyan sportnemzetek, mint Anglia, Franciaország, Svédország és Svájc el sem küldték sportolóikat. A sportszínvonal romlásához a rendezők nyilvánvaló, olykor botrányos elfogultsága is hozzájárult. Ennek egyik első áldozata úszónk, Halmay Zoltán lett. Az úszást egy sokszög alakú mesterséges tavon rendezték, ahol tutajhoz erősített falécekből alakították ki a különböző távoknak megfelelően mozgatható célvonalat. Ez a célvonal természetesen ki volt téve a szél és a hullámok erejének, és egyáltalán nem volt szilárd. Ilyen mostoha körülmények között tudott győzni Halmay a 100 yardos gyorsúszásban a hazaiak két kedvence előtt. Ő azután az 50 yardos versenyben is kitett magáért, és amint azt archív felvételek igazolják, tisztán láthatóan ott is elsőnek ütött célba. Ezt jól ítélte meg a magyar célbíró, de amerikai társa mégis a hazai versenyzőt jelölte győztesnek. A bírók közötti nézeteltérés botrányos jelenetekbe, dulakodásba torkollott. A vitának a zsűri elnöke vetett véget, aki a két sportoló újraúszását rendelte el. A megismételt versenyt Halmay fölényesen megnyerte. 7. KÉP: Halmay Zoltán Másik úszónk, Kiss Géza 1 mérföldön második, fél mérföldön harmadik helyezést szerzett. Derekasan helytállt az atléta Gönczy Lajos is, aki a magasugrók versenyében negyedik, a helyből magasugrásban pedig ötödik lett. Egyedül Mező Béla maradt helyezetlen, ami azt is jelentette, hogy sportolóink háromnegyede pontszerző helyen végzett. A párizsi és a St. Louis-i Megnyitó Márványstadion olimpiák rendezési hiányosságai általános elégedetlenséget szültek nemzetközi téren. Ez is közrehatott abban, hogy felerősödtek a görögök igényei a szervezési jogosultsággal kapcsolatban. Egyrészt azt követelték a NOB-tól, hogy minden 10. évben úgynevezett jubileumi olimpiát rendezhessenek, másrészt hogy a két olimpia közötti időszakban is szervezhessenek olimpiai jellegű küzdelmeket. Ez a követelés általános elutasításra talált, de mintegy engesztelésül hozzájárultak ahhoz, hogy az újkori játékok tizedik évfordulóján, 1906-ban „időközi olimpiai játékokat” rendezzenek. Az immár gróf Andrássy Géza elnökletével működő MOB döntése nyomán, Muzsa Gyula és Lauber Dezső (építészmérnök, sportember, 1906-tól a MOB titkára) vezetésével 38 sportolónk utazott Athénba az 1906. április 22. és május 2. között zajló versenyekre. A mindinkább háttérbe vonuló Kemény Ferenc itthon maradt, majd egy évvel később a NOB-ban átadta helyét gróf Andrássy Gézának. Megemlítendő, hogy 1909-től Muzsa Gyula is helyet kapott a NOB tagságában. A NOB által hivatalosan olimpiának el nem ismert küzdelemsorozaton első lett 3000 m gyaloglásban Sztantics György és a 4 x 200 méteres úszó váltó (Halmay Zoltán, Hajós [Guttmann] Henrik, Kiss Géza és Ónody József), második magasugrásban Gönczy Lajos, súlydobásban Dávid Mihály, öttusában (helyből távolugrás, gerelyvetés, diszkoszvetés, 192 m stadionfutás és birkózás) Mudin István, 100 m gyorsúszásban Halmay Zoltán és függeszkedésben a tornász Erődy Béla. Harmadik helyen végzett diszkoszvetésben Mudin István, könnyűsúlyú birkózásban Holubán Ferenc és kardvívásban Tóth Péter. Ezenkívül két 4., öt 5. és négy 6. helyezést értek el versenyzőink.

32

Itt térnék ki arra, hogy a görögök óhaja olimpia rendezésére az 1996-os úgynevezett „aranyolimpia” kapcsán merült fel ismét, különösen nagy közfigyelmet keltve. 1989-ben, az athéni golfklub fogadásán magam is részt vettem, ahol a NOB elnöke, Juan Antonio Samaranch jelenlétében a kultuszminiszter as�szony, Melina Merkouri, a világhírű színésznő adott hangot annak a vágynak, hogy a jubileumi olimpia színhelye Athén legyen. Ez a vágy nem teljesült. Az USA-beli Atlantáé lett a megtisztelő jog, és Athén, mint azt bevezetőmben említettem, csak 2004-ben rendezhetett újra olimpiát. Kedves barátom, Rogyiscsenko professzor, az 1980-as moszkvai olimpia sportigazgatója részt vett az Atlanta melletti döntést követően összehívott értekezleten a Nemzetközi Olimpiai Akadémia (NOA) központjában, a görögországi Olümpiában. (Ennek az intézménynek a létrehozásában aktív szerepet vállalt honfitársunk, a Szentendrén született, de Hellászban letelepedett Otto Szymiczek, a NOA első dékánja. Fia, Marton Szymiczek a 2004-es olimpia görög szervezőbizottságának egyik vezetője volt.) Én is jelen voltam a tanácskozáson, és csatlakoztam azokhoz, akik sérelmezték a NOB döntését. Rogyiscsenko úgy vélte, hogy a görögöknek sokkal korábban kellett volna kérelmezni, és azt a NOB alapszabályába bevetetni, hogy minden „aranyolimpiát” Athén rendezhessen. Reményeim szerint ez még megtörténhet. Egyöntetű a vélemény, hogy az 1908. április 27. és október 29. között megrendezett londoni játékok sikere hozta meg az olimpiai mozgalom világméretű áttörését. Bár ez a versenysorozat is elhúzódott, a rendezés mintaszerű volt, és a részvétel is csúcsot döntött: 22 nemzet 1999 férfi és 36 női sportolója harcolt az érmekért. Magyarországot 37 versenyszámban 57 férfi versenyző képviselte, akikhez 6 kísérő csatlakozott. Küldöttségünket Muzsa Gyula vezette, helyettese Lauber Dezső, a szakmai vezető Gerentsér László (vívómester, az atléta válogatott edzője, később a TF egyik alapítója) volt. A kormányzat 60 ezer koronával járult a részvétel költségeihez. Népes delegációnk remekül szerepelt, és az olimpiák történetében addigi legjobb eredményét érte el. Ekkor vette kezdetét kardvívóink egyedülálló győzelmi sorozata. Első lett a kardcsapat (Földes Dezső, Fuchs Jenő, Gerde Oszkár, Tóth Péter, Werkner Lajos), kard egyéniben Fuchs Jenő és a birkózó nehézsúlyú Weisz Richárd. Halmay Zoltán 100 m gyorsúszásban, Somodi István magasugrásban, Zulawszky Béla kard egyéniben, valamint a 4 x 200 méteres gyorsúszó váltó második, az evezős Levitzky Károly és az olimpiai futóváltó (Simon Pál, Wiesner-Mezei Frigyes, Nagy József, Bodor Ödön) harmadik helyezést szerzett. Utóbbi versenyszámban az első két futó 200-200 métert, a harmadik 400, a negyedik pedig 800 métert teljesített. Negyedik helyen végzett 5 versenyzőnk, az ötödiken 4 számban végeztünk – közöttük volt evezős nyolcasunk is, míg egy további hatodik hely gyarapította a dicsőségtáblát. Mindez a nem hivatalos pontversenyben az előkelő hetedik helyezést jelentette a vetélkedő nemzetek között. Az 1912. május 5. és július 22. között rendezett stockholmi olimpián már 28 nemzet 2490 férfi és 57 női sportolója, köztük hazánk 119 férfi versenyzője vett részt a nemes vetélkedésben. A Muzsa Gyula, gróf Andrássy Géza és Lauber Dezső vezette küldöttség 11 sportág 52 versenyszámában mérte össze tudását ellenfeleivel. De a sportversenyek megkezdése előtt Magyarországra még egy küzdelem várt. A svéd szervezők az ünnepi nyitó


felvonuláson részt vevő sportnemzetek sorrendjét az ABC szabályai szerint állapították meg. Így Ausztria után következett az ugyancsak önálló olimpiai bizottsággal rendelkező Csehország és Magyarország. A bécsi külügy tiltakozott az ellen, hogy a csehek és a magyarok külön csapattal és nemzetnévvel vonuljanak fel, hiszen Magyarország „másodrendű mellérendelt”, míg Csehország „alárendelt” státussal rendelkezett a Monarchián belül. Hosszas diplomáciai küzdelem után hazánk sportolói nemzetiszínű zászlóval és „Magyarország” feliratú táblával vonulhattak fel, míg a cseh küldöttség tábláján az „Österike-Tschecher” (osztrák-csehek) felirat szerepelt. A magyar csapat stockholmi szerepléséhez az állam 75 ezer koronával járult hozzá, és ezt az összeget még 5 ezer korona egészítette ki különböző forrásokból. Az olimpiai részvételt illető pénzügyi támogatás addig soha nem tapasztalt magas mértéke jól tükrözte a kormányzat és a közvélemény érdeklődését a játékok iránt. És a stockholmi olimpián elért eredmények, így a magyar csapatnak az 1–6. helyezések alapján kiérdemelt 9. helye a nemzetek nem hivatalos pontversenyében és 10. helye az éremtáblázaton, beteljesítették a hazai várakozásokat. Kardvívóink eredménye kívánkozik az élre, akik megnyerték a csapatversenyt (Berti László, Földes Dezső, Fuchs Jenő, Gerde Oszkár, Mészáros Ervin, Schenker Zoltán, Tóth Péter, Werkner Lajos), míg egyéniben Fuchs megismételte londoni győzelmét. Az is egyedülállóvá tette a sikert, hogy az egyéni verseny első három helyét a mi vívóink foglalták el. (Továbbá miénk lett a 4. és a 6. hely is.) A két vívó elsőség mellett a sportlövő Prokopp Sándor hadipuskában elért győzelme állt a dicsőségtábla élén. Második helyen végzett kard egyéniben Békessy Béla, valamint tornászcsapatunk az összetett versenyben (Aradi [Kmetykó] Lajos, Berkes [Bittenbinder] József, Erdődy Imre, Fóti Samu, Gellért Imre, Halmos [Háberfeld] Győző, Helmich Ottó, Herczeg István, Keresztessy József, Korponai [Krizmanich] Já- Hajós Alfréd nos, Pászti Elemér, Pédery Árpád, Réti [Rittich] Jenő, Szűts Ferenc, Téry Ödön, Tuli Géza). Kard egyéniben Mészáros Ervin harmadik helye egészítette ki a képzeletbeli győzelmi dobogót. Ugyancsak harmadik lett gerelyhajítónk, Kovács Miklós (Kóczán Mór) és középsúlyú birkózónk, Varga Béla. Rajtuk kívül hat 4. hely, hat 5. és három 6. helyezés jutott sportolóinknak. Az 5. helyezettek között volt labdarúgócsapatunk, amely első mérkőzésén 7:0-ra kikapott a későbbi bajnok Angliától. Ezután viszont az osztrákok és a németek legyőzésével elnyerte a rendezők által felajánlott vigaszdíjat. Utóbbi egy díszes ezüstserleg volt, amit maga a svéd király adott át. Ezt az eredményt ma is elfogadnánk, és akkor sem fogták fel tragikusan. Az olimpiát megelőző diplomáciai viharra és az örök osztrák–magyar vetélkedésre utalva a stockholmi magyarok az osztrákok felett aratott 3:0 után csúfolódó szerenádot adtak az osztrák futball szövetségi főtitkár, Hugo Meisl szállodai ablaka alatt. Az olimpiai bajnokká lett sportlövő, Prokopp Sándor 1887-ben született Kassán, családja 1891-ben Budapestre települt át. Prokopp Budapesten szerzett jogi doktorátust, majd a magyarságára mindig büszke sportember itt is hunyt el 1964-ben. Elhivatottságára jellemző, hogy Stockholmba útiköltsége felének saját zsebből történő kifizetése árán jutott ki, mivel egyik sporttársa lemondása után csak későn került be a delegációba. Mindennek fényében érdekes, hogy a Szlovák Olimpiai Bizottság pozsonyi székházában olyan dicsőségtábla áll, amelyen Prokopp Szlovákia olimpiai bajnokaként szerepel. Emiatt magyar oldalról ered-

ménytelenül tiltakoztak. Magam részt vettem Szlovákia és Magyarország olimpiai akadémiai vezetőinek erről szóló vitájában, de a maguknak mindenáron történelmi múltat kovácsolni akaró szlovákokat nem tudtuk meggyőzni. Mint ez az eset is mutatja, az olimpizmust nagyon nehezen, olykor sehogyan sem lehet elszakítani az aktuális politikától. Különös élességgel mutatkozott ez meg akkor, amikor az első világháború konfliktusai agresszív módon befolyásolták az olimpiai mozgalom alakulását. A stockholmi olimpia küzdelmei még zajlottak, amikor a NOB ott megrendezett ülésén foglalkoztak az 1916-ra, Berlinbe szánt játékok gyakorlati kérdéseivel. Hogy ott konkrétan szóba került-e az 1920-as olimpia helyszínének kiválasztása, az a sporttörténészek körében ma is vitatott téma. Viszont az tény, hogy nem ellenőrizhető forrásokra hivatkozva a hazai sajtóban felkapták azt a hírt, hogy 1920 vonatkozásában Budapest rendezési joga mellett döntöttek. Hogy ilyen irányban valóban történtek tapogatózások, azt bizonyíthatja a budapesti Esti Újság 1913. augusztus 13-i tudósítása, amely szerint Bécs is jelentkezett az 1920-as rendezésre. A MOB vezetői mindenesetre komolyan foglalkoztak a játékok ide hozatalával. Ezt jelzi, hogy gróf Andrássy Géza és Muzsa Gyula kihallgatáson jelentek meg Ferenc Józsefnél, és kérték a Vérmező átadását egy Nemzeti Stadion felépítése céljából. Hazatérve Muzsa úgy nyilatkozott, hogy „a magyar király híve a magyar olimpiának”. A Vérmezőről azonban a hadsereg nem mondott le, a stadion ügye nem haladt előre, és a közös külügyminisztérium továbbra is sérelmezte Magyarországnak az olimpiai mozgalomban élvezett önállóságát. A MOB 1914. július 14-i ülésén Muzsa Gyula számolt be a NOB párizsi tanácskozásáról, és elmondta, hogy kétségek merültek fel az 1920-as magyar rendezéssel kapcsolatban. Mint ismeretes, a belgiumi Antwerpen igen színvonalas propagandaanyaggal jelentkezett. Későbbi kutatások szerint a budapesti stadionépítés körüli visszásságok is elbizonytalanították a NOB tagságát. Ekkor Andrássy és Muzsa lobbizni kezdett a hazai olimpia ügye mellett. Ennek hatására a NOB-ban „véleményszavazást” tartottak az 1920-as olimpia helyszínéről, és ott 21-7 arányban Budapest győzött. Szó sem volt azonban kötelező érvényű szavazásról, csupán azt ismerték el, hogy a hivatalos jelentkezés alkalmával Budapestet fogja megilletni az elsőbbség. Ilyen jelentkezés azonban az első világháború kitörése következtében nem jöhetett szóba. Berlin sem rendezhetett olimpiát 1916-ban, és amikor eljött az 1920-as játékok ideje, annak helyszínén, Antwerpenben a vesztes országok sportolói meg sem jelenhettek. Budapest polgárainak az olimpiai eszmét ápoló közössége pedig azóta is csak áhítozik arra, hogy otthont adjon az olimpiai játékoknak.

Kertész István

(Megjelent a Trianoni Szemle című folyóirat 2018-as, I-II összevont számában)

33


Συνέντευξη με την κα Eυαγγελία Δαμουλή – Φίλια συγγραφέα του βιβλίου ‚’Μεθώντας μ’ ένα κρασί Αγιονορείτικο...¨ 1. Κυρία Δαμουλή, πριν περάσουμε στο ογκώδες νέο βιβλίο σας σχετικά με το Άγιο Όρος, θέλετε να μας μιλήσετε λίγο για εσάς και τις σπουδές σας; Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Αθήνα. Εσπούδασα Γαλλική Φιλολογία στην Γαλλία. Ξεκίνησα από το Πανεπιστήμιο της Προβηγκίας, στην Αιx-en –Provence.Στη συνέχεια επήγα στο Παρίσι, όπου σπόυδασα Εφηρμοσμένη Γλωσσολογία στο Πανεπιστήμιο της Νέας Σορβόννης. Παράλληλα παρακολουθούσα Σεμινάρια Λογοτεχνίας, στην Παλιά Σορβόννη. Έπειτα εσπούδασα Ελληνική Φιλολογία στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Στην Κέρκυρα αναγορεύτηκα με άριστα, Διδάκτωρ Γενικής και Συγκριτικής Γραμματολογίας στο Ιόνιο Παν/ μιο το 2007. Αξιώθηκα να διδάξω σε πολλά σχολεία της Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην χώρα και στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Ταξίδεψα πολύ και γνώρισα για τα καλά πολλούς τόπους και ανθρώπους ,σε σημείο που να με εμπνεύσουν για να γράψω βιβλία γι’ αυτούς. 2. Aν δεν κάνω λάθος, το πρώτο σας βιβλίο είχε σχέση με την περιοχή της Πελοποννήσου, της Ηλείας. Θα θέλατε να μας πείτε δυο λόγια γι’ αυτό; Το πρώτο μου βιβλίο το εμπνεύστηκα από την Ηλεία και κυκλοφόρησε το 2004 ,με τον τίτλο: ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΜΝΗΣΗ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ. Περιήγηση στη Γαστούνη και στην Ηλεία. Εκδόσεις Βιβλιοπανόραμα , Αμαλιάδα .Το βιβλίο αυτό προλογίστηκε από τον Καθηγητή στο Ιόνιο Παν/μιο, κ.Θεόδωρο Παπά. Εντάχθηκε στο Πρόγραμμα του ΕΚΕΒΙ: «Συγγραφείς σε σχολεία» και απετέλεσε υπόδειγμα βιβλίου για την διδασκαλία της προφορικής τοπικής ιστορίας ,της λαογραφίας .Είναι ένα μικτό είδος που έχει και στοιχεία μυθοπλασίας. Παρουσιάστηκε σε πολλά Σχολεία. 3. Πώς προέκυψε το Άγιο Όρος στην ερευνητική σας πορεία; Ένα καλοκαιρινό ταξίδι με πλοίο ,γύρω από την χερσόνησο του Άθωνα, υπήρξε το πρώτο ερέθισμα για την μελέτη αυτού του αινιγματικού, ιδιαίτερου τόπου του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας. «Εν αρχή, λοιπόν είναι το ταξίδι!» Περνώντας με το πλοίο έβλεπα τις διάφορες Μονές με τα κυάλια μου και αυτό ερέθιζε όλο και περισσότερο την περιέργειά μου. Ασάλευτες αιώνες ολόκληρους, έμοιαζαν τόσο ήσυχες, ενώ από μέσα σφύζουν από ζωή, μοναχούς και προσκυνητές. Κι αυτά τα υπέροχα, απροσπέλαστα για τις γυναίκες, δάση της Μακεδονίας μας, που περιβάλλουν το Περιβόλι της Παναγίας, ασκούν μεγάλη γοητεία και περιέργεια να ανακαλύψει κανείς οτιδήποτε περιβάλει τον Άθωνα. Το Άγιο Όρος είναι ένα αίνιγμα ,ένα μυστήριο,ιδιαίτερα για τις γυναίκες λόγω του αβάτου. Το δεύτερο ερέθισμα για να ερευνήσω το θέμα, Αγιο Όρος, μου το έδωσε ένας συγγενής μου, μοναχός και θεολόγος, στο Κελλί του Αγίου Νικολάου Μπουραζέρι, ο Νεκτάριος Φίλιας. 4. Τι είδους άνθρωποι πάνε στο Άγιο ‘Ορος; Το Άγιο Όρος επισκέπτονται κάθε χρόνο πολλοί ταξιδιώτες, Έλληνες και αλλοδαποί ,Ορθόδοξοι και μη, πολλών κοινωνικών τάξεων και επαγγελμάτων. Πιστοί και μη πιστοί. Περιηγητές της χερσονήσου του Άθωνος, περιπατητές, φυσιολάτρες, ορειβάτες που έχουν ως στόχο ν’ ανέβουν στην κορυφή του όρους , Άθων. Σπουδαστές με τους καθηγητές τους. Ιερωμένοι όλων των

34

βαθμίδων, Ορθόδοξοι και μη. Ερευνητές των αρχείων του Αγίου Όρους. Προσκεκλημένοι των Μονών, συγγενείς των μοναχών. Εξιδικευμένοι βυζαντινολόγοι καθηγητές. Πολλοί καλλιτέχνες. Διπλωματικοί αξιωματούχοι της Αθωνικής Πολιτείας, Ανθρωποι του Πνεύματος, διανοούμενοι γενικά που πάνε προετοιμασμένοι στο Όρος, αλλά και άνθρωποι της εργασίας. Ανθρωποι που δουλεύουν χειρωνακτικά στο Όρος ή περιοδικά βοηθούν εκεί: αγιογράφοι ,συντηρητές, οικοδόμοι, τεχνίτες, αγρότες… Πολλοί από αυτούς εμπνέονται από το Άγιο Όρος και δημιουργούν, όπως κάποιοι λογοτέχνες. Για πολλούς από αυτούς το Όρος ,είναι μια «αφύπνιση» και μια αλλαγή φιλοσοφίας ,στάσης ζωής, για άλλους πάλι παραμένει μια απλή περιέργεια ,μια απλή μετακίνηση η παραμονή στον Άθωνα. 5. Η ανεύρευση των πηγών και η συλλογή του κειμενικού σας υλικού θα πρέπει να ήταν δύσκολη και να διήρκεσε πολλά χρόνια, αν κρίνω από τον πλούτο των πληροφοριών που δίνετε στις 510 σελίδες του και από την πολύ πλούσια Βιβλιογραφία σας. Η ερευνά μου στην ανίχνευση έργων της Νεοελληνικής Γραμματείας που έχουν εμπνευστεί από την Αθωνική Πολιτεία, διήρκεσε δέκα χρόνια. Εγώ επέλεξα αντιπροσωπευτικά, κάποιους από τους καταξιωμένους Λογοτέχνες, στο παρόν βιβλίο μου. Ήταν για μένα ένα δύσκολο ταξίδι στη διάρκεια του οποίου, γνώρισα όχι μόνο τη Λογοτεχνία και τους θεωρητικούς της ,αλλά και την Ιστορία μας και ιδιαίτερα εκείνη της Μακεδονίας και του Αγίου Όρους. Κολύμπησα στη θάλασσα του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας, στη θάλασσα της Ρωμιοσύνης. Ηταν ένα λογοτεχνικό μεθύσι με κρασί αγιονορείτικο. Η επίπονη αναζήτηση των κειμένων-πηγών για μια γυναίκα που ερευνά Αγιορείτικα θέματα, επεφύλασσε πολλές συγκινήσεις και εκπλήξεις, καθώς γνώριζα όλο και περισσότερους ανθρώπους μέσα από βιβλιοθήκες, αρχεία, αλλά και μέσα από την αλληλογραφία με ερευνητές, Συγγραφείς, ιερωμένους, μοναχούς, εντός και εκτός του Άθωνος. 6. Πώς διαρθρώνετε το βιβλίο σας; Σε πόσα κεφάλαια ; Μιλήστε μας αναλυτικότερα για τον τρόπο που διαρθρώνονται τα Κεφάλαια του βιβλίου σας και την εν γένει προσέγγιση σας. Είχατε ως βάση ιστορικές περιόδους νομίζω; Η προσέγγιση του θεματός μου απορρέει από την θέση μου της Διδάκτορος της Γενικής και Συγκριτικής Γραμματολογίας και επομένως η εξετασή του είναι καθαρά Συγκριτολογική. Το ταξίδι στον Άθωνα παρήγε αξιομνημόνευτο ταξιδιωτικό λόγο προσφέροντας υπέροχα κείμενα στην Ελληνική ταξιδιωτική Γραμματεία. Τα λογοτεχνικά κείμενα: οδοιπορικά, ποιήματα, ημερολόγια κλπ. Νεοελλήνων λογοτεχνών, που ενδεικτικά επιλέξαμε να μελετήσουμε από τη δύση του 19ου αιώνα έως την αυγή του 21 ου αιώνα, εντάσσονται στους τρείς απαράβατους άξονες της θεωρίας της Συγκριτικής Γραμματολογίας: ιστορικός χρόνος, χωρικός και προσωπικός χρόνος του ταξιδιώτη-αφηγητή. Τοποθετήσαμε δηλαδή τα λογοτεχνικά ταξίδια μέσα στο ιστορικό πλαίσιο στο οποίο έλαβαν χώρα, εξετάζοντας συνάμα την ηλικία, τα κίνητρα που ώθησαν σε ένα τέτοιο ταξίδι, τις «αποσκευές» σχετικών αναγνώσεων του λογοτέχνη και γενικά τις προυποθέσεις του ταξιδιού. Υπό την έννοια αυτή το ταξίδι στον Άθωνα είναι μια ξεχωριστή εμπειρία, ένα ξεχωριστό βίωμα για τον καθένα από τους Λογοτέχνες που συμπεριλάβαμε στην μονογραφία μας. Το βιβλίο διαρθρώνεται σε 9 κεφάλαια, που αντιστοιχούν σε ιστορικές περιόδους, και εκεί εντάσσονται και τα κείμενα.


1.Θεωρητικά ζητήματα για το ταξίδι 2.Ο Άθως το όρος της Αρχαίας και Χριστιανικής λατρείας στη διαδρομή των αιώνων. 3.Η Ελλάδα από τη δύση του 1ου αιώνα έως τον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο.(1880-1920) 4.Το Μεσοπόλεμο διάστημα (1920-1940) 5.Από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο έως και τη δεκαετία του 1960. 6.Στα χρόνια της Δικτατορίας(1967-1974) 7.Από τη μεταπολίτευση ως τη δύση του 20 ου αιώνα(1974-1990) 8.Προς μια νέα εποχή(1990-2000) 9.Η Ελλάδα στην ανατολή του 21 ου αιώνα 7. Από τα λεγομενά σας, το σημαντικό αυτό πόνημα, η Μονογραφία αυτή που έχει και λογοτεχνική δροσιά ,δεν αποτελεί μόνο συμβολή στη γνωριμία με κείμενα εμπνευσμένα από την Αθωνική Πολιτεία, αλλά σκιαγραφεί ολόκληρη τη πνευματική ζωή στην Ελλάδα του εικοστού αιώνα. Πώς επιτυγχάνεται αυτό; Το «ταξίδι μου» στο Άγιο Όρος ήταν στην ουσία μια διείσδυση σ’έναν μοναδικής αισθητικής και πνευματικότητας χωρο-χρόνο, διότι σε κάθε ένα από τα 9 κεφάλαια της μονογραφίας, εξετάζονται ως προυποθέσεις τα κάτωθι: 1.Το ιστορικό πλαίσιο της εποχής 2.Η πνευματική ατμόσφαιρα της εποχής. 3.Η ταξιδιογραφία της εποχής 4. Και έπειτα εντάσσονται τα λογοτεχνικά έργα, με χρονολογική τοποθέτηση του ταξιδιού του λογοτέχνη στο Άγιο Όρος. Τα ίδια δε τα κείμενα αποτελούν πνευματικές μαρτυρίες της εκάστοτε εποχής .Με τον τρόπο αυτό εξετάζεται ολόκληρη η ιστορική και πνευματική ζωή της Ελλάδας και του ευρύτερου χώρου των Βαλκανίων, στον 20 αιώνα. Διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το Άγιο Όρος είναι και θα είναι το βαρόμετρο των εξελίξεων στο χώρο της χερσονήσου του Αίμου και γενικότερα. Εκ μέρους των φίλων και αναγνωστών του Ελληνισμού αλλά και της Ελληνικής Κοινότητας μας, σας συγχαίρουμε για το βιβλίο σας και σας ευχόμαστε ότι το καλύτερο -Και εγώ σας ευχαριστώ για την δυνατότητα παρουσίασης του βιβλίου μου μέσα από τις σελίδες του Περιοδικού σας Ανδρέας Οικονόμου

ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ

Έκδοση της Αυτοδιοίκησης Ελλήνων Ουγγαρίας Εκδότης: Αυτοδιοίκηση Ελλήνων Ουγγαρίας Υπεύθυνος Έκδοσης: Κουκουμτζής Γεώργιος Αρχισυντάκτης : Οικονόμου Ανδρέας Καλλιτεχνική Διεύθυνση: Σέλτνερ Λεβέντε Διεύθυνση Σύνταξης: 1054 Budapest, Vécsey u. 5. Τηλέφωνα: 06-1-302 7274, 06-1-302 7275 Φαξ: 06-1-302 7277 e-mail: ellinismos@hotmail.com Τυπογραφείο: Copycat Kft. ISSN: 1786-0989 διόρθωση ουγγρ. κειμένου: Σπύρος Μπ. Αγκάρντι μετάφραση : Βασίλης Στεφόπουλος φωτογραφίες : Μαρία Καραγιώργη

ELLINIZMOSZ

Az MGOÖ kiadványa Kiadó: az MGOÖ Testülete Felelős kiadó: Kukumzisz Jorgosz Főszerkesztő: Οikonomou Andreas Grafika: www.aitosz.hu 1054 Budapest, Vécsey u. 5. Telefon: 06-1-302 7274, 06-1-302 7275 Fax: 06-1-302 7277 e-mail: ellinismos@hotmail.com Nyomda: Copycat Kft. ISSN: 1786-0989 Korrektúra: Agárdi B. Szpírosz Fordítás: Sztefopulosz Vaszilisz Fotók: Karajorgis Maria

35


Στον κόσμο της ποίησης, “νυγμοί και υπαινιγμοί”. Μια συζήτηση με τη Λίνα Μπασούκου (Αγγελική Ζερβαντωνάκη) , ποιήτρια, αποσπασμένη φιλόλογο στο Τμήμα Νεοελληνικών Σπουδών του πανεπιστημίου ELTE Στον κόσμο της ποίησης, “νυγμοί και υπαινιγμοί”. Μια συζήτηση με τη Λίνα Μπασούκου (Αγγελική Ζερβαντωνάκη)1, ποιήτρια, αποσπασμένη φιλόλογο στο Τμήμα Νεοελληνικών Σπουδών του πανεπιστημίου ELTE Πώς βρεθήκατε στην Ουγγαρία; Το μονοπάτι που με οδήγησε εδώ, καθώς και ίδια η παραμονή μου στην Ουγγαρία, μπλέκονται κατά κάποιον τρόπο με εκείνο της ποιητικής πραγμάτωσης, γι΄αυτό θα ήθελα να αναφερθώ εκτενώς σε αυτό. Ο θεσμός της εκπαίδευσης με τις γνώριμες δομές του και με τον κανονιστικό του χαρακτήρα δεν με εκφράζει. Ως σπουδάστρια και ως διδάσκουσα βίωνα και βιώνω μέσα στην εκπαίδευση μια έντονη αίσθηση εξορίας, ψυχικής και συνειδησιακής. Βρέθηκα και βρίσκομαι ακόμη στον συγκεκριμένο εργασιακό χώρο λόγω συγκυρίας και βιοποριστικής αναγκαιότητας. Ωστόσο (κι αυτό πιθανόν να φαίνεται αλλά και να είναι, σε έναν βαθμό, οξύμωρο με την προηγούμενη αναφορά) πιστεύω πολύ στην παιδεία που αποκτάται μέσω της ερευνητικής διαδρομής που μπορεί κάποιος να διανύσει στο πεδίο της επιστήμης και της τέχνης, καθώς και στη διαδικασία εστίασης στα ίδια τα εργαλεία και τις μεθόδους, στις σκέψεις και στα αισθήματα με τα οποία ερευνούμε τις εμπειρίες της ζωής και που νομοτελειακά, θα μπορούσαμε να πούμε, οδηγούν στους κόλπους της ποίησης, αν φυσικά καίει μέσα σου ο έρωτας για τις λέξεις... Ο δυναμικός πυρήνας της μεταβολής αποτελεί κινητήριο μοχλό της ζωής, εφαλτήριο προόδου. Λαμβάνοντας υπόψη λοιπόν την ανάγκη μου να εμπιστευτώ το απρόβλεπτο και την πρόκληση που χαρακτηρίζει την απομάκρυνση από το οικείο και το γηγενές, μέσω του ελληνικού Υπουργείου Παιδείας ζήτησα και πέτυχα να αποσπαστώ στις ελληνόγλωσσες εκπαιδευτικές μονάδες της Ουγγαρίας. Εδώ και λίγα χρόνια διδάσκω στο Τμήμα Νεοελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου ELTE και από φέτος και στο δωδεκατάξιο συμπληρωματικό σχολείο ελληνικών Μανώλης Γλέζος. Διαπιστώνω λοιπόν, όλο και περισσότερο, πόσο θεραπευτικό ψυχοπνευματικά είναι το να ζει κανείς σε περιβάλλον με ξένη γλώσσα, ξένα ήθη, ξένες συντεταγμένες σκέψης και συμπεριφοράς-ακόμη κι αν η αλληλεπίδραση με αυτά αποδεικνύεται συχνά δυσχερής-, γιατί έτσι καλλιεργείται η αυτογνωσία, πλουτίζεται η σχέση κάποιου με την ταυτότητα που έχει ήδη διαμορφώσει. Ταυτόχρονα, μην ακούγοντας πια ελληνικά γύρω μου, στο δρόμο, στο μετρό ή στο θέατρο, στράφηκα με περισσότερη προσοχή κι ευαισθησία στη μελέτη της ελληνικής γλώσσας, της λειτουργικότητας και των εκφραστικών δυνατοτήτων της. Όπως το ταξίδι, όπως η έρευνα, έτσι είναι και η ποίηση. Μια κατάσταση transit. Από το δεδομένο στο ανεξερεύνητο, από το γνωστό στο άγνωστο και αντίστροφα. Μιλήστε μας για την πρώτη σας ποιητική συλλογή. Ο τίτλος της συλλογής, “Ασκήσεις” (εκδόσεις Δωδώνη, 2003), είναι κυριολεκτικός, γιατί ακριβώς για ποιητικές δοκιμές 1 Πρόκειται για το φιλολογικό ψευδώνυμο της Λίνας Μπασούκου, με το οποίο δημοσιεύονται τα ποιητικά της έργα.

36

πρόκειται. Κάθε μικρή ποιητική μονάδα ισοδυναμεί με μια περισσότερο ή λιγότερο ελλειπτική αφήγηση μιας ιστορίας, όπου με παραβολικό συχνά τρόπο επιχειρώ να προσεγγίσω τον ψυχισμό του σύγχρονου ανθρώπου και την ιδιοσυστασία του, να ιχνογραφήσω τα βλέμματα που η ύπαρξη αποπειράται να ρίξει στον ίδιο της τον εαυτό, με ποιότητα πότε αντιφατική, πότε σκληρή ή σαρκαστική. Σε κάθε περίπτωση, οι περίπλοκοι σχηματισμοί των φαινομένων που περιβάλλουν την ύπαρξη καταλήγουν στη θεμελίωση αδιεξόδων. Θα έλεγα ότι ο ομοδιηγητικός αφηγητής που κυριαρχεί συχνά μετασχηματίζει τα ζητούμενά του, ερευνά τα νοήματα σε καινούργιες συγκυρίες και σύνολα δεδομένων (αφού εκτός από τα μεμονωμένα ποιήματα, η συλλογή είναι δομημένη σε ενότητες που σηματοδοτούν τα εν λόγω σύνολα), οικοδομεί εμπειρίες, συλλέγει εικόνες, εντοπίζει ή επινοεί συνομιλητές στην υπαρξιακή δοκιμασία του, και βυθίζεται στην ηδονή μιας λαμπρής ήττας. Το ζοφερό συνυπάρχει με μια ιδιόμορφη ομορφιά και με μια διαρκώς ανανεούμενη επιθυμία διεύρυνσης της αναζήτησης, στοιχειοθετώντας “μια γιορτινή αιμορραγούσα αφύπνιση επιπέδων”, κατά τον στίχο ενός ποιήματος από την ενότητα “Ήχος κυμαινόμενου υδροχρώματος”. Στην καταληκτική ενότητα με τίτλο “Παιδιόθεν” το άτομο κρούει δυνατά τη θύρα της μνήμης των αισθημάτων, που φαίνονται όμως οριστικά κλειδωμένα στο χωροχρόνο της παιδικής ηλικίας, για να ενωθεί τελικά σε ζωή και θάνατο με το βρέφος που είναι ο ίδιος του ο εαυτός. Στο πλαίσιο του ποιητικού αυτού σύμπαντος, με επιρροές από τον υπερρεαλισμό και από την beat λογοτεχνία, θέλησα να δουλέψω σταθερά με βάση τους μηχανισμούς παραγωγής ανοικείωσης της γλωσσικής μορφής και τα αντίστοιχα τεχνάσματα, που κάνουν την ποιητική γλώσσα να αποκλίνει από την καθημερινή. Επιδίωξα να αξιοποιήσω τις δυνατότητες των λέξεων να προκαλέσουν αλυσίδα συνειρμών μέσα από ρητορικές συμβάσεις όπως η αναλογία, η αμφισημία, η ειρωνεία, το παράδοξο. Πώς θα συνοψίζατε την εργασία του ποιητή κατά την τέλεση του δημιουργικού του έργου; Ο Σεφέρης έλεγε ότι ποιητής σημαίνει να ασκείσαι καθημερινά με χαρτί και μολύβι. Ο ποιητής ενοποιεί υλικό ζωής σμιλεύοντάς το αισθητικά. Αποθέτει τη συγκομιδή τού μέσα και του έξω ταξιδιού στο γραφείο του και πλάθει με αυτήν κάτι καινούργιο. Ανακαλύπτει και επαναπροσδιορίζει τα εργαλεία του, κάνει μια εργαστηριακή δουλειά φορτισμένη με αγάπη, βασισμένη στη συνειδητή επιμονή και στη στέρεη αυτοπειθαρχία. Προσωπικά πιστεύω στην πολυσχιδή πνευματική δραστηριότητα, στον ποιητή που μελετάει συστηματικά άλλα κείμενα, ποιητικά και μη, ανοίγει λεξικά και γραμματολογίες, ερευνά την ιστορία και τη θεωρία της λογοτεχνίας, βρίσκεται σε δυναμικό διάλογο με κείμενα ομοτέχνων του, επιζητεί τη γνωριμία με τις νέες λογοτεχνικές τάσεις, ενδιαφέρεται να οσμιστεί την ξενόγλωσση ποίηση και στο πρωτότυπο και στη μετάφραση. Όπως παρατηρεί ο T.S. Eliot, κανένα έργο δεν μπορεί να σημασιοδοτηθεί με πληρότητα από μόνο του. Εμφανή και λανθάνοντα σχήματα επίδρασης και αναφοράς διαπερνούν σαν ρεύμα την ποιητική παράδοση. Επειδή ωστόσο η παραγωγή της ποίησης είναι ολιστική υπόθεση, στην πραγματικότητα είναι πολύ δύσκολο να χαρτογραφηθεί


εκείνη η τόσο ιδιαίτερη αλχημεία, η ώσμωση των εξωτερικών ερεθισμάτων με τη νόηση, που είναι άλλωστε μοναδική για κάθε δημιουργό χωριστά. Η επιστήμη της ψυχιατρικής θα μπορούσε να συνδράμει με έγκυρες παρατηρήσεις τη σχετική διερεύνηση. Στις κουβέντες του πάντως με τον Σεφέρη, και έχοντας αφιερώσει μια ζωή στη διακονία του ποιητικού λόγου, ο T.S. Eliot απέδωσε με μια φράση αφοπλιστικά απλή το αίνιγμα της ποιητικής δημουργίας: “Είναι παράξενη υπόθεση η ποίηση”... Ο νυγμός της ψυχής γεννά τον ποιητικό υπαινιγμό, κι εκείνος με τη σειρά του την ειδική συγκίνηση στον αναγνώστη. Επίσης, πέρα από όλα αυτά, αυτονόητα αναγκαίες είναι οι ιδιότητες της ολιγάρκειας και της υπομονής για όποιον έχει διαλέξει τον δεσμό με την τέχνη της ποίησης, αφού δεν μπορείς παρά να δίνεις αφειδώλευτα πολλά κομμάτια από την ενέργειά σου, από όλο το είναι σου, δίνεις έναν άνισο αγώνα με τις λέξεις που σχεδόν πάντα ανθίστανται στην επιθυμία σου να δαμάσεις το πλέγμα των δυναμικών τους, στους άξονες της επιλογής και του συνδυασμού. Η ίδια η καλλιέργεια της ποιητικής έκφρασης είναι μια opera non finita, που κι αυτή ωστόσο υπερβαίνει τα όρια της γραφής και εξακτινώνεται στις λεωφόρους του βίου. Ποίηση είναι η υιοθέτηση της Άλλης οπτικής, ποιητής είναι ο συνειδητοποιημένος εραστής της εναλλακτικής θέασης του κόσμου, όχι απαραίτητα εκείνος που καταγίνεται με τη γραφή. Ποια είναι η τωρινή σας λογοτεχνική δραστηριότητα και ποια τα μελλοντικά σας σχέδια; Πρόσφατα συμμετείχα στο συλλογικό πόνημα “Με το Π της ποίησης” (εκδόσεις ΑΩ, 2018), έργο της ομάδας ΝΗΜΑΤΑ ΜΝΗΜΗΣ, την οποία απαρτίζουν δεκατρείς συνολικά λογοτέχνες. Δώδεκα ποιητικά κείμενα, στα οποία εμφανίζεται ποικιλία ποιητικών τεχνικών, συνομιλούν με μια αφηγηματική φωνή σε πεζό λόγο, ορίζοντας έτσι μια πολυεστιακή οπτική σε χαρακτηριστικές πτυχές της λεγόμενης “τρίτης ηλικίας”. Καθώς τα κείμενα αναφέρονται στις παθήσεις, στις κοινωνικές επιπτώσεις, στις αγωνίες και τις γωνιώδεις πλευρές που συναντώνται στο συγκεκριμένο φάσμα ζωής, είναι σαφές πώς η ποίηση μπορεί να αποκτά κοινωνική διάσταση, να αρθρώνει με την δική της ξεχωριστή φωνή την ανάγκη για σεβασμό, κατανόηση αλλά και για απαλλαγή από τα στερεότυπα ως προς τα ζητήματα της τρίτης ηλικίας. Εκείνο που κινητοποίησε το ενδιαφέρον μου εντός της θεματικής αυτής, και που προσπαθώ να διατυπώσω και να ανιχνεύσω στο ποίημα με το οποίο συμμετέχω, είναι ο τρόπος

με τον οποίο το άτομο επιλέγει να αναμετρηθεί με την εσωτερική επανατοποθέτηση της παρελθούσας εμπειρίας. Κατά πόσο άραγε είναι δυνατό να πλεύσει κανείς στα διόλου ασφαλή ύδατα μιας όψιμης ενδοσκόπησης, να αποφύγει την καταφυγή στην παραμυθία και να πραγματοποιήσει μια αληθινά τολμηρή πράξη, όπως είναι το δια-γνωστικό κοίταγμα στον βιωμένο χρόνο; Όσο για τη δική μου νέα συλλογή ποιημάτων, ευελπιστώ πως θα βρει το δρόμο της επικοινωνίας με τους αναγνώστες στο εγγύς μέλλον, καθώς τη χωρίζουν λίγα βήματα από την εκδοτική διαδικασία. Θα θέλατε να κλείσουμε τη μικρή αυτή συζήτηση με στίχους αγαπημένου σας ποιητή; Στη συλλογή του Ο Μέσα Πάνθηρας (1985), ο Παντελής Μπουκάλας γράφει: Η ευγένειά μου καθόλου φυσική Κατάγεται από τον κόπο μιας γυμναστικής – των σπλάχνων

Για λίγο ζώο και μια ψίχα φως

Νομίζω πως αξίζει η περιπέτεια ενός ολόκληρου βίου για να παρατηρήσουμε πώς συσταίνεται, αίρεται και αναγεννάται, πώς χειμάζεται και δοκιμάζεται μέσα στη σκόνη της καθημερινότητας μια ψίχα φως. Εκ μέρους των αναγνωστών του Περιοδικού Ελληνισμός αλλά και της Ελληνικής Κοινότητας μας σας ευχαριστώ για την συνέντευξη και σας ευχόμαστε τα καλύτερα. Ανδρέας Οικονόμου

ΤΕΛΕΥΤΗ. ΑΜΟΝΤΑΡΙΣΤΑ ΠΛΑΝΑ I Το κρανίο μιας πεταλούδας αντιλαλεί αποσύρετε τις διορθωτικές παρεμβάσεις Αφήσατέ με μόνη αγαπημένε ε Γιατρέ κακοφορμίζει κάθε αμυχή όπου καπηλευτήκατε την τρεμουλιάρα θηλυκάδα αρρώστια μου χιμήξατε τύραννος ασίγαστος γευόμενός την καταγέλαστη λεπτομερέστατα την ξετρελάνατε μες στο ανίατο ψυχοφάγο άγγιγμά σας ψυχοτραβώ οδοιπορία ίσια. Στο κρυφό γέλιο του δύοντος ηλίου αποσκοπώ για παρακλήσεις υπέρ αμοιβαίας πίστεως στην απώτερη εξολόθρευσή μας. Η πεταλούδα πνέει κρώζει αφουγκραζόμενη τη φονική ταχύτητα έννοια του γύπα. Πένθος γλυκιά μου πένθος

V Ο Τομ κι ο Τζέρρυ στματημένες συνεδρίες. Τέρμα το εκστατικό ταξίδι κι η ισοπεδωτική διαδρομή προς τη σακούλα με τα ψώνια περιγραφικά ασκίαστα ζεστή μυρωδάτη μεσιτεία δουλείας Τζέρρυ η διαγραφή του κύκλου εργασίας στο ψωμάδικο σου ήταν δύσκολο ν’ αποφύγεις το θεμελίωμα σημασιών όλο στεγνά δοκάρια να μη χωράει να παρεισφρήσει το λιώσιμο καμιάς νεφέλης τώρα ανύποπτα ο αχός της εμβάπτισης στα αρμονισμένα αρμυρίκια τολμηρά κτερίσματα η τραγουδιστή σαρκοφάγος Τομ σταματημένα πουλιά ταιριασμένα στο πλέξιμο χελιδονίσματος Από τέφρα Μνησιπήμων δόμος κάμποι στην αμμουδιά αέρας κοιμίζει το ξημέρωμα

37


Λίνα Μπασούκου – βιογραφικό Η Λίνα Μπασούκου είναι απόφοιτος της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών (Τμήμα Ιστορίας-Αρχαιολογίας), της Δραματικής Σχολής Θεοδοσιάδη, του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Αθηνών (Μεταπτυχιακό Δίπλωμα, κατεύθυνση «Θέατρο και Εκπαίδευση») και του Παναρμόνιου Ωδείου Αθηνών (δίπλωμα μονωδίας). Παρακολούθησε σεμινάρια υποκριτικής, παιδαγωγικής του θεάτρου, κίνησης και σκηνικής ερμηνείας στην όπερα με τους Α. Γύρα, E. Gonzalez, Τ. Τζαμαργιά, Τ. Μπαντή, Κ. Καπελώνη, Κ. Πάσχου, Σ. Παπαδόπουλο κ.ά. Ως ηθοποιός συνεργάστηκε με το Εθνικό Θέατρο (Ορέστεια του Αισχύλου, σκηνοθεσία Γιάννη Κόκκου, Φεστιβάλ Επιδαύρου 2001). Ως βοηθός σκηνοθέτη εργάστηκε στην παράσταση του έργου Αυτός που λέει Ναι-Αυτός που λέει Όχι του Μπ. Μπρεχτ για εφηβικό-νεανικό κοινό (σκηνοθεσία Σίμου Παπαδόπουλου, ομάδα θεάτρου ΠΑΥΣΙΣ, Θέατρο Αλκμήνη, 2012-2013) και ως θεατρική εμψυχώτρια σε φοιτητικές παραστάσεις στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης (2010) και στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο (2017), μαζί με τον Επίκουρο καθηγητή του Παιδαγωγικού Τμήματος Παν/μίου Θράκης Σίμο Παπαδόπουλο. Με το ψευδώνυμο «Αγγελική Ζερβαντωνάκη» εξέδωσε την ποιητική συλλογή «Ασκήσεις» (εκδόσεις Δωδώνη, 2003). Ποιήματά της έχουν δημοσιευτεί σε ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά και έχουν παρουσιαστεί σε ραδιοφωνικές εκπομπές.

Nemzeti Színház: ÚT (DROMOS) 2018.március 23. Ez az a dátum, amikor a magyarországi görögök színtársulata, a Kritiki Skepsi első ízben képviselhette a magyarországi görögséget a Nemzeti Színházban egy zenész perfomance jellegű előadás keretében. Mivel én is részese lehettem ennek a történelmi pillanatnak a társulat tagjaként, külön öröm volt, hogy görögnek érezhettem magam egy budapesti fellépés alkalmával is, és képviselhettem szüleim és nagyszüleim nyomdokait. A felkérést még az év elején kaptuk, hogy a Jelenlét Fesztivál 2018 rendezvény keretein belül képviseljük a magyarországi görögséget. A darab megrendezését, a próbákat és a végül mindennél nagyobb sikerű előadást Kollatos Fotios rendezőnek köszönhetjük, ki nem csak rendezésével, hanem a darab főszereplésével is hozzájárult előadásunk sikerességéhez. A darab a magyarországi görögség Magyarországon eddig

38

Έχει μεταφράσει θεατρικά κείμενα και προγράμματα σε αγγλικά και γαλλικά. Εργασίες της με θεατρολογικό και θεατροπαιδαγωγικό περιεχόμενο έχουν δημοσιευτεί σε επιστημονικά περιοδικά και ιστοσελίδες και άρθρα της έχουν περιληφθεί σε πρακτικά διεθνών συνεδρίων. Ως μόνιμη εκπαιδευτικός (φιλόλογος) εργάστηκε σε σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στις Κυκλάδες και στην Αττική, καθώς και σε επιστημονικούς και διοικητικούς φορείς του ελληνικού Υπουργείου Παιδείας. Με απόσπαση από το ελληνικό Υπουργείο Παιδείας, διδάσκει Νέα Ελληνική Γλώσσα και Φιλολογία στο Τμήμα Νεοελληνικών Σπουδών του πανεπιστημίου Eötvös Loránd στη Βουδαπέστη και στο δωδεκατάξιο Συμπληρωματικό Σχολείο Ελληνικών της Ουγγαρίας “Μανώλης Γλέζος”, όπου είναι επίσης υπεύθυνη του παιδικού θεατρικού εργαστηρίου. Ως τραγουδίστρια συμμετέχει σε συναυλίες κλασικής και έντεχνης μουσικής (Ίδρυμα Κακογιάννη, Ίδρυμα Θεοχαράκη, Βιβλιοθήκη του Μεγάρου Μουσικής κ.ά.) και συνεχίζει τις σπουδές όπερας με την σοπράνο Eva Golemi, πρωταγωνίστρια στην Κρατική Όπερα Αλβανίας. (a.oik)

TANULÓINK ÍRJÁK töltött 70 évét mutatja be, mely méltó emléket állít többek között nagyszüleinknek, dédszüleinknek is, kik az első generáció képviselőiként érkeztek Magyarországra az 50-es években. A zenés performace előadásunkhoz a Polonez táncegyüttes is csatlakozott, akik hagyományőrző táncaikkal is színvonalasabbá tették az előadást. A darab folyamán sor került a legismertebb, legnépszerűbb görög és magyar táncok bemutatására is a különböző színházi jelenetek között. Az előadás után a sok gratulációt, elismerő szavakat és az idősebb generáció tagjai arcán tükröződő meghatottságot, örömöt látva és hallgatva tudatosult bennem, hogy valami maradandót, értékeset alkottunk, amire évekig emlékezni fognak és beszédtéma lesz a görögség között. ifj. Klicasz Szpirosz


„Nemzetiségkutatás és helytörténet 2. – Szellemi, kulturális kincsek, könyvtári dokumentumok és digitalizálás” Április 21-én az Országos Idegennyelvű Könyvtárban “Nemzetiségkutatás és helytörténet 2. – Szellemi, kulturális kincsek, könyvtári dokumentumok és digitalizálás” című szakmai konferencián hangzott el Pancsosz Alexandra (Országos Idegennyelvű Könyvtár, Gyűjteményi és Nemzetiségi Főosztály, főosztályvezető, görög nyelvi referens) előadása, melyből részleteket közlünk. Nemzetiségi folyóiratok digitalizálása az OIK-ban Az Országos Idegennyelvű Könyvtár, mint a világirodalom, a nyelv-, az irodalom-, a zenetudomány, valamint a nemzetiségi kérdéskör országos szakkönyvtára gazdag gyűjteményével, szolgáltatásaival kulturális értékeket közvetít. Könyvtárunkban rendszerezetten, egységes formátumban, lehetőség szerint a digitális változat mellett a papírváltozatot is megőrizve találhatók a nemzetiségi folyóiratok. Intézményünkben két okból vált szükségessé a nemzetiségi folyóiratok digitalizálása: egyrészt állományvédelmi szempontok mindenképp szükségessé tették azt, másrészt nemzetiségi szakkönyvtár voltunknál fogva szerettünk volna létrehozni egy olyan nemzetiségi digitális gyűjteményt, ahol a hazai nemzetiségek lapjai - az összes lapszámmal együtt - digitális formában egy helyen megtalálhatók, és amivel úgy gondoljuk, hozzájárulunk a hazai nemzetiségek emlékezetének hosszútávú megőrzéséhez. Természetesen, ehhez kell a másik fél együttműködése is, hiszen a nemzetiségi kiadók szándéka, támogatása nélkül e törekvés nem tud megvalósulni. A könyvtárunk állományában fellelhető kulturális értékek védelmét, a bennük őrzött információk megmentését, a széleskörű nyilvánosság számára a hozzáférés biztosítását szem előtt tartva 2016 elején elkezdtük a konkrét folyóirat-digitalizálási munkákat; nemzetiségi referenseink felmérték, mit, hol, hogyan digitalizálnak az adott nemzetiségek körében, ezt követően pedig igyekeztek felvenni a kapcsolatot az illetékes kiadókkal. Mivel a hazai nemzetiségek által kiadott folyóiratok szerzői jogvédelem alatt állnak, a kiadókkal kell megállapodnunk a digitalizált tartalom online közzétételéről elektronikus könyvtárunkban. Első körben azokat az évfolyamokat digitalizáltuk, amelyek még egyáltalán sehol nem léteztek elektronikus formátumban. GÖRÖGÖK Pilot projektként a görög nemzetiség folyóirataival kezdtük a digitalizálást, bevallom, személyes okok miatt; a könyvtár görög nyelvi referense és egyben a hazai görög nemzetiség tagja is vagyok, és több, a téma iránt elkötelezett görög vezetőt ismertem, akikkel előzetesen nem hivatalos tárgyalásokat folytattunk a témában. A cél a hazai görögség eddig megjelent összes folyóiratának felkutatása és lehetséges digitalizálása volt. Azt gondolom, sikerrel jártunk, mert az OIK állományában lévő, már megszűnt Kafeneio, Enimerotiko Deltio mellé sikerült beszereznünk a Pliroforiako Deltio - tudomásunk szerint - egyetlen megjelent számát és a jelenleg is élő Ellinismos folyóirat hiányzó számainak többségét is. Ahhoz, hogy a folyóiratokat digitalizált formában szolgáltatni tudjuk az érdeklődőknek, együttműködési megállapodásokat kötöttünk. Az első megállapodást 2016. február 17-én kötötte az Országos Idegennyelvű Könyvtár a Fővárosi Görög Önkormányzattal. A szerződést az FGÖ részéről Arvanitidu Sztamatula, az önkormányzat elnöke és dr. Papp Anna Mária, az OIK főigazgatója írta alá. A két intézmény közötti szakmai együttműködés többek között a hazai görög folyóiratok digitalizált változatának nyilvánossá té-

telét szolgálja, így az Ellinismos folyóirat elődje, az Enimerotiko Deltio a kiadó engedélyével, teljes szöveggel az OIK katalógusában teljes szöveggel elérhető, szabadon olvasható, letölthető bárki számára. Az Enimerotiko Deltio kétnyelvű értesítő volt, mely az önkormányzatok munkájáról tudósított, különböző eseményekről. Fővárosi kiadványként nem csak a fővárosi görögöket, hanem az egész országban élő görögöket informálta. Az Ellinismos folyóirat első számait is a Fővárosi Görög Önkormányzat jelentette meg, mely hozzájárult a lap nyilvánossá tételhez. 2016. március 4-én együttműködési megállapodást kötöttünk a Magyarországi Görögök Országos Önkormányzatával, a megállapodást Kukumzisz György elnök írta alá görög részről. Az együttműködés elsődleges célja a hazai görög folyóiratok digitalizált változatának nyilvánossá tétele volt a nemzetiségi kutatások megkönnyítése végett; a kiadó engedélyével így a jelenleg az MGOÖ tulajdonában lévő Ellinismos és a már megszűnt, de igen színvonalas írásokat tartalmazó, Kafeneio - kétnyelvű közművelődési, irodalmi folyóirat, ami évente 4 alkalommal jelent meg - az OIK katalógusában teljes szöveggel olvasható. Az Ellinismos című folyóirat, jelenleg a hazai görögség egyetlen kulturális-közéleti folyóirata egy szabadon elérhető https:// issuu.com oldalon is fent van töredékesen, viszont a cél az, hogy minden nemzetiségi folyóirat feltárt, rendszerezett, metaadatolt, szövegében is kereshető módon, teljes egészében egy elismert közgyűjtemény oldaláról legyen elérhető. A görögökkel még egy, jelenleg is folyó projektünk van, ami három szereplős. Létezik egy görög folyóirat, amely az ’50-es évektől a ’70-es évekig jelent meg, egy napilapnak indult, változó periodicitású újság, melynek címe: Laikos Agonas. A bekötött évfolyamok Beloiannisz település könyvtárában találhatók. Ez a hazai görögség első lapja volt, úgy ítéltük meg a Magyarországi Görögök Országos Önkormányzatának vezetésével együtt, hogy érdemes megőrizni az utókornak és egyben a kutatók rendelkezésére is bocsátani. A lap méretileg akkora, hogy a mi szkennerjeink egyikébe sem fért bele, így erre megoldást kellett találnunk. Végül az MTA könyvtára vállalta a szkennelést. Ez nem kevés időt vett igénybe, mert egyrészt a régi, töredező lapokkal nehéz volt dolgozni, másrészt a bekötött folyóiratokat az MTA kötészetének szét kellett szedni és a szkennelést követően pedig újrakötni. Ebben az időszakban állandó kapcsolatban voltunk az MTA KIK Digitalizáló Műhelyével, az osztályvezető Bilicsi Erikával és a konkrét szkennelést végző kollégával, Németh Lászlóval. Ezúton is köszönöm nekik az együttműködést. Szintén köszönöm a jelen lévő Agárdi Bendegúz Szpírosznak, hogy aktívan támogatta a munkánkat. Együttműködési megállapodást kötöttünk az MTA könyvtárával és a kiadó jogutódjával, a Magyarországi Görögök Kulturális Egyesületével is, akik – a projekttel egyetértő beloianniszi polgármester, Papalexisz Kosztasz közreműködésével - átadták nekünk a lapokat a szkennelés idejére. Az ezzel kapcsolatos munkák jelenleg is zajlanak, a szkennelésen túlvagyunk, de az OCR-ezés még folyik az Informatikai osztályunkon. Görög tanulmányköteteket is digitalizálunk, melyek egyelőre szkennelt állapotban találhatók. Ebben a munkában Angelidisz Vaszilisz a fő támogatónk, aki több, a közreműködésével készült kötetet ajánlott figyelmünkbe. Hamarosan ezek a tanulmánykötetek is felkerülnek kereshető és böngészhető elektronikus katalógusunkba, melynek elérhetősége: https://jadox.oik.hu/jadox/portal/search.psml#result_anchor

39


ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ 25ης ΜΑΡΤΙΟΥ Το Σάββατο 24 Μαρτίου πραγματοποιήθηκε, στο 12τάξιο σχολείο <<Μανώλης Γλέζος>>, η εκδήλωση για τον εορτασμό της επετείου της ελληνικής ανεξαρτησίας της 25ης Μαρτίου 1821. Προηγήθηκε κατάθεση στεφάνων προς τιμήν των πεσόντων ηρώων, στο ελληνοκυπριακό μνημείο στην πλατεία Petofi,παρουσία της διευθύντριας Χριστίνας Παρτιτς καθώς και αντιπροσωπείας μαθητών και εκπαιδευτικών. Κατόπιν ακολούθησε εκδήλωση στον χώρο του σχολείου μας με τη συμμετοχή σχεδόν του συνόλου των μαθητών,οι οποίοι ανέγνωσαν το χρονικό της ημέρας,απήγγειλαν ποιήματα και συμμετείχαν σε θεατρικό δρώμενο με τη νεοσύστατη θεατρική ομάδα μας.Η γιορτή,τέλος,έκλεισε ψάλλοντας όλοι μαζί τον εθνικό ύμνο. Θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε τον Πρέσβη της Κύπρου Παναγιώτη Παπαδόπουλο, τον Πρόξενο της Ελλάδας Λουκά Τσώκο καθώς και τους εκπροσώπους της Αυτοδιοίκησης Ελλήνων Ουγγαρίας, αλλά και το πλήθος των γονέων που παραβρέθηκαν στην όμορφη εκδήλωσή μας και γέμισαν ασφυκτικά την αίθουσα. Δεν πρέπει επίσης να ξεχάσουμε να απευθύνουμε ένα μεγάλο ευχαριστώ στους μαθητές μας ,που συμμετείχαν με ενθουσιασμό και πολύ κέφι. Και του χρόνου!! Χρήστος Τριανταφύλλου

40


Kilencvenéves lett a görög gyermekek fehérvárcsurgói tanárnője Május 8-án, születésnapján megható látogatást tettek a Magyarországi Görögök Országos Önkormányzatának képviseletében dr. Topuzidisz Dimitrisz szóvivő és Thomu Anna képviselő a 90 éves Budaháziné Hargitai Irénnél, az Egymást Segítő Egyesület (ESE) péceli ápolóotthonában. Kíséretükben volt dr. Ziszi Kleoniki gyermekorvos, nyugdíjas honfitársunk. Irénke nénit 1949-ben frissen végzett pedagógusként nehéz feladat elé állította az élet: a görög menekült gyermekeket kellett oktatnia Fehérvárcsurgón. Vendégeinek elmesélte, milyen nehézségekkel szembesült a magyar nyelv tanítása közben. Azt is elmondta, hogy később, amikor Isaszegen a magyar gyermekeket tanította, a tanulók szemében a görög gyermekek lettek a „bezzegtanulók”, hiszen Irénke néni mindig velük példálózott, hogy milyen szorgalmasak voltak, mennyire ki voltak éhezve a tudásra, s milyen szép rendet tartottak maguk körül. Természetesen az sem volt kérdés, hogy a diákmenzán az ételt is mindig megették, nem úgy, mint olykor a magyar gyerekek, akik sokszor panaszkodtak a menza minőségére. Irénke néni három éven át volt a görög gyerekekkel, majd 1952-ben Isaszegre került, s el kellett válnia a görög gyermekotthontól. A most őt meglátogató dr. Ziszi Kleoniki is egykori tanítványa volt, sőt, ő volt az egyik kedvenc. De a szimpátia kölcsönös volt. Kleoniki tragikus hirtelenséggel - két nap különbséggel - értesült édesapja és édesanyja halálhíréről. Súlyos fájdalmában Irénke néni jelentette a fő támaszt.

A görög gyermekek Fehérvárcsurgón Irénke nénivel magyar verseket is tanultak, szavalóversenyeken is elindultak Fejér megyében, s felléptek a görög tánccsoporttal Móron is. Irénke néni életében eddig négy könyvet írt, de most készül „A Nagy Könyv”, azaz teljes életútjának megírására, amely reményei szerint még idén novemberben napvilágot lát, s amelyben a görög gyermekotthonban töltött évekről is újabb érdekes információkat tudhat meg a hazai görög közösség is. Budaháziné Hargitai Irént 2007-ben Isaszeg díszpolgárává avatták. Ez alkalomból az ESE folyóiratata interjút készített vele, melyben a következőket mondta: „Pályámat Fehérvárcsurgón kezdtem, nem könnyű körülmények között, egy antifasiszta menekülteket ellátó központban. Itt görög származású gyerekek tanultak, akik nagy nehézségekkel küzdöttek. Nekünk kellett kitalálni, hogy őket hogyan lehet tanítani, ez nagyon-nagyon jó iskola volt nekünk. Gyönyörű vázlatokat írtunk, meg tanítási terveket. Felejthetetlen évek voltak. Három évig voltam ott. Ezek közül a volt gyerekek közül vannak, akikkel a mai napig tartom a kapcsolatot, sőt a családjukkal is, hisz mély nyomott hagyó évek voltak mindannyiunk részére.” Isten éltesse még sokáig Irénke nénit, jó egészséget kíván neki az Ellinismos szerkesztősége és a Magyarországi Görögök Országos Önkormányzata!

41


ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΠΟΥ ΕΦΥΓΑΝ ΖΑΧΟΥ ΚΥΡΙΑΚΗ (ΚΟΥΛΑ) 1928- 2018 του Παύλου και της Δέσποινας Γεννήθηκε στις 30 Δεκεμβρίου 1928 στο χωριό Ρύμνιο Σερβίων Ν.Κοζάνης από πρόσφυγες γονείς, οι οποίοι έφτασαν στην Ελλάδα μετά την Μικρασιατική Καταστροφή. Τον παππού της τον κατέσφαξαν οι Τούρκοι. Οι γονείς της Παύλος και Δέσποινα Γελαστοπούλου παντρεύτηκαν το 1924. Απεκτησαν 10 παιδιά άλλα μόνο 3 έμειναν στη ζωή. Ο πατέρας της το 1933 γίνεται μέλος του ΚΚΕ. Καταδιώκεται από την δικτατορία του Μεταξά γι’ αυτό φεύγει και κρύβεται στην Βέροια και μετά στην Κατερίνη. Στα χρόνια της Κατοχής από τους πρώτους οργανώνεται στο ΕΑΜ και το 1943 μαζί με τον γιό του Γιάννη προχωρεί στα ένοπλα τμήματα του ΕΛΑΣ. Οι Γερμανοί ρημάξανε, κάψανε, το χωριό τους Ρύμνιο. Στις 12 Φεβρουαρίου πραγματοποιήθηκε η Συμφωνία της Βάρκιζας και έπειτα από πολλές διώξεις βγαίνει στο Βουνό. Στο Γράμμο σε μια μάχη στη Φούρκα ή Ζέρμα (Πλαγιά) τραυματίζεται βαριά. Μεταφέρεται σε νοσοκομείο Λ.Δ.Αλβανίας, όπου του αφαιρείτε το δεξί χέρι από τον ώμο. Ο αδελφός της Γιάννης οργανώνεται κι΄εκείνος στην Ελληνική Αντίσταση. Το 1943 γίνεται μέλος της ΕΠΟΝ και εν συνεχεία του ΚΚΕ. Την ίδια χρονιά προσχωρεί μαζί με τον πατέρα του στα τμήματα του ΕΛΑΣ. Τα παρακρατικά όργανα του μεταβαρκιζιακού καθεστώτος τον συλλαμβάνουν και τον βασανίζουν απάνθρωπα και στη συνέχεια καταφεύγει στα αντάρτικα λημέρια Πιεριών. Λαμβάνει μέρος στην μάχη της Νάουσας (Γεν.1949) όπως και στη μάχη της Φλώρινας (Φλεβ.1949). Μετατοπίζεται στην ΗΡΩΪΚΗ ΦΑΛΑΓΓΑ ΓΡΑΜΜΟΥ και στην μάχη που έδωσαν στο Μάλι Μάδι τραυματίζεται βαριά για δεύτερη φορά με αποτέλεσμα να του αφαιρέσουν το δεξί πόδι του To Σεπτέμβριο του 1949 –μέσω Αλβανίας – φτάνει στη Βουδαπέστη για μετεγχειρητική θεραπεία. Ο σύζυγος της Δημήτρης Ζαχος το 1943 γίνεται μέλος του ΚΚΕ και μέσα από τις γραμμές του ΕΛΑΣ πολεμά τους ξένους κατακτητές. Μετά την Βάρκιζα καταφεύγει στο Βουνό μαζί με τα άλλα τέσσερα αδέλφια του. Αρχές του 1948 στην μέχη της Πουλιάνας, στο Μάλι – Μάδι, τραυματίζεται βαριά, μεταφέρεται στην Λ.Δ. Αλβανίας και μετά στην Λ.Δ. Ουγγαρίας. Τρία αδέλφια του έπεσαν στα πεδία μαχλων πολεμώτας ηρωϊκά για τα ιδανικά της Πατρίδας. Η νύφη της Πελαγία Στεφανίδου το γένος Ξυλουργίδη γίνεται ΚΚΕ από το 1943. Η οικογένεια της καταδιώκεται από τα παρακρατικά όργανα και μαζί με τον πατέρα της και την αδελφή της βγαίνει στο Βουνό στα τμήματα ΔΣΕ Καϊμακτσαλαν. Το 1949 τραυματίζεται βαριά και νοσηλεύεται στο νοσοκομείο Ταρζάν, Καϊμακτσαλαν. Μετά την λήξη του Εμφυλίου φτάνει στην Ουγγαρία. Η Κούλα με την κατοχή προσφέρει τις υπηρεσίες της και συμπράττει

42

στην οργάνωση νεολαίας ΑΕΤΟΠΟΥΛΑ και στη συνέχεια γίνεται μέλος της ΕΠΟΝ. Τον Μάρτη 1947 μαζί με τον πατέρα της βγαίνει στο Βουνό στα τμήματα Σοφιανού και καπετάν Φλόγα, στην Πιερία. Μετατίθεται στον λόχο του ¨Μακεδόνα¨ (Ζιώκας Γιώργος), λαμβάνει μέρος σε αρκετές μάχες, όπου τραυματίζεται βαριά στο δεξί μάτι και κατά συνέπεια χάνει την όραση της. Αρχές 1948 το τάγμα της μετακινείται προς Γράμμο μεριά, όπου υπηρετεί στην Φρουρά Αρχηγείου Δυτικής Μακεδονίας (Δ.Μ). Το καλοκαίρι 1948 με τις μεγάλες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του Εθνικού Στρατού στο Γράμμο παίρνει διαταγή να μεταφέρει τον μηχανισμό ασυρμάτων και το αρχείο του Αρχηγείου Δ.Μ στο Βίτσι μαζί με την μαχήτρια Ελευθερία Aϊνή Το 1949 ξαναβρίσκεται στο Γράμμο σε ένα ύψωμα στο Παλιοχώρι από ένα αδέσποτο βλήμα πυροβολικού που εκράγη δίπλα της και την τραυματίζει βαριά το αριστερό χέρι από τον ώμο και κάτω. Ένα άλλο θραύσμα την τραυματίζει στο στόμα και της σπάει τέσσερα δόντια. Χάνει τις αισθήσεις της και λιποθυμά. Της δίνεται πρώτη βοήθεια επιτόπου και στη συνέχεια μεταφέρεται στη Λ.Δ. Αλβανίας, Τον Ιούνιο του 1949 φτάνει στην Λ.Δ Ουγγαρίας, όπου περνά από άλλες χειρουργικές επεμβάσεις. Το Νοέμβρη 1949 παντρεύτηκε τον αγωνιστή του ΔΣΕ τον Δημήτρη Ζάχο και απέκτησαν τρεις κόρες. Το 1952 έρχεται και ο πατέρας της από την Πολωνία. Στη Βουδαπέστη σπουδάζει δημόσια διοίκηση και οργανωτικός γυναικείου κινήματος. Αρχικά δουλεύει αποθηκάριος στη μεγάλη επιχείρηση LANG GEPGYAR όπου εργάζονται άλλοι 220 αγωνιστές του ΔΣΕ. Στην συνέχεια διορίζεται σπιτονοικοκυρά στον οικισμό Ελλήνων προσφύγων Βουδαπέστης του Καπνεργοστασίου – Ντόχανυγκιαρ, εκεί δουλεύει ως θυρωρός όλη η φαμίλια της – ως ανάπηροι πολέμου- μητέρα, πατέρας ο αδελφός της Γιάννης και η σύζυγος του Πελαγία. Απεβίωσε στις 2 Μαρτίου 2018. «Όλοι μας αφήσαμε ένα κομμάτι του σώματος μας στα πεδία μαχών παλεύοντας για τα ιδανικά της Πατρίδας …Ποτέ δεν μετάνιωσα για τους αγώνες μου και τις θυσίες που πρόσφερα για τον Λάο μας και την Πατρίδα μας…» λέει η Κούλα Ζάχου. Αυτοί οι αγωνιστές του ένδοξου αγώνα του Λαού μας πότισαν με το αίμα τους τα δοξασμένα βουνά της Ελλάδας για να φέρουν το φως της Λευτεριάς και της ανεξαρτησίας. Αυτοί έγραψαν με λαμπρά γράμματα την ελληνική ιστορία του τόπου μας. ΑΙΩΝΙΑ ΤΟΥΣ Η ΜΝΗΜΗ Τάκης Χριστοδουλάκης Βουδαπέστη Μάρτιος 2018


Mousiou Sofia (1934-2018)

Θανάσης Βακαλιός (1929-2018)

Szomorúan állunk itt Mousiou Sofia sírja mellett, aki szerető feleség, anya, nagymama és dédnagymama volt. Élete során nagylelkű, jószívű és segítőkész emberként ismertük. 1934-ben született Görögországban. Édesanyját 8 éves korában elvesztette. A polgárháború miatt családjától elszakítva érkezett Magyarországra. Intézetben nevelkedett, majd szakmát szerzett. 1953-ban férjhez ment Mousios Thomashoz. Házasságukból két gyermek született Mária és Jorgosz. Férje korán meghalt, amely nagy törést hozott az életébe, amelyen sohasem tudott túljutni. A három unoka és két dédunoka megszületése nagy örömmel töltötte el. A távol élő testvéreivel és rokonaival folyamatosan tartotta a kapcsolatot. Munkáját nagyon szorgalmasan végezte és 40 évnyi munka után ment nyugdíjba. Az utolsó éveiben betegeskedett, de a szerető családja mindvégig mellette volt és szeretettel vette körül. Szomorúan vettük halálhírét, hogy 2018. március 4-én elhunyt. Halála fájdalmában mindannyian osztozunk és emlékét szívünkben örökké őrizzük.

Ο πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης εξέφρασε την συγκίνησή του για την απώλεια του πανεπιστημιακού Θανάση Βακαλιού και δήλωσε: «Είμαι ιδιαίτερα συγκινημένος για την απώλεια του αγαπητού συντρόφου και φίλου Θανάση Βακαλιού, αγωνιστή και διανοούμενου της Αριστεράς τις πιο καυτές δεκαετίες του αριστερού και κομμουνιστικού κινήματος στην Ευρώπη και στην Ελλάδα. Στους οικείους του εκφράζω τα θερμά συλλυπητήριά μου». Ο Θανάσης Βακαλιός γεννήθηκε στο χωριό Εμμανουήλ Παπάς του νομού Σερρών. Στα εφηβικά του χρόνια συμμετείχε ενεργά στο εαμικό κίνημα. Σε ηλικία 15 χρονών έγινε γραμματέας της ΕΠΟΝ του χωριού του με 3.000 κατοίκους. Με την έναρξη του εμφυλίου διώχτηκε. Αγωνίστηκε από τις γραμμές του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας. Μετά την ήττα του ΔΣΕ βρέθηκε στη Βουλγαρία, στο Στρατόπεδο Μπερκόβιτσα. Εκεί έμεινε για λίγους μήνες. Αρχές του 1951 επιλέγεται από το κόμμα, καθώς και πολλοί άλλοι πρώην αντάρτες του ΔΣΕ, για τη μυστική στρατιωτική Σχολή 500 στην Πολωνία, που προορίζονταν να υπηρετήσουν τη γραμμή του κόμματος «Τα όπλα παρά πόδα». Το 1952 στέλνεται μαζί με άλλους στην Ουγγαρία, στην πόλη Οζντ, που λειτούργησε για ένα διάστημα, ως διαμεσολαβητικός σταθμός για παράνομη δουλειά στην Ελλάδα. Το 1952 με απόφαση του κόμματος αναλαμβάνει γραμματέας των νέων πολιτικών προσφύγων στην Ουγγαρία. Με πρωτόγνωρους, γρήγορους ρυθμούς μαθαίνει την ουγγρική γλώσσα. Εργάζεται ως στέλεχος της Κ.Ε. της ουγγρικής κομμουνιστικής νεολαίας (της DISZ) εκπροσωπώντας τους Ελληνες νέους. Γνωρίζει τη φοιτήτρια Χαρίκλεια Σιάκη. Μαζί κάνουν οικογένεια. Αποκτούν δύο αγόρια, τον Κώστα και το Γιώργο. Με παρότρυνση της Χαρίκλειας δίνει εξετάσεις στο Πανεπιστήμιο. Σπούδασε φιλοσοφία και κοινωνιολογία στο Πανεπιστήμιο Eotvos Lorand της Βουδαπέστης. Παράλληλα σπούδασε για δύο χρόνια αρχαία ελληνική λογοτεχνία και βυζαντινολογία στο «Ελληνικό Ινστιτούτο» του ίδιου πανεπιστημίου. Φέρει τον τίτλο του υποψηφίου διδάκτορα των ανθρωπιστικών επιστημών της Ουγγαρικής Ακαδημίας Επιστημών (1971) και του διδάκτορα φιλοσοφίας του πανεπιστημίου Eotvos Lorand (1973). Ως αναπληρωτής καθηγητής φιλοσοφίας δίδαξε θέματα φιλοσοφίας και κοινωνιολογίας στο Πολυτεχνείο Βουδαπέστης και σε άλλες πανεπιστημιακές σχολές της Ουγγαρίας. Το 1991 εκλέχτηκε αναπληρωτής καθηγητής κοινωνιολογίας του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης (Δ.Π.Θ.) και τρία χρόνια μετά τακτικός καθηγητής κοινωνιολογίας της εκπαίδευσης. Ανάπτυξε ευρεία ερευνητική δραστηριότητα ως κύριος ερευνητής και συντονιστής ερευνητικών προγραμμάτων. Πηγή - φωτό: ΑΠΕ

43


ΓΙΟΡΤΑΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ ΣΤΟΝ ΟΙΚΟ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΎ

44


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.