9 minute read

ΙV.ii Νομοθετικό πλαίσιο προστασίας - μορφολογικοί κανόνες δόμησης ….…...……σελ

ΙV.ii Νομοθετικό πλαίσιο προστασίας - μορφολογικοί κανόνες δόμησης

Χαρακτηριστικά δείγματα της κολοσσιαίας μεταμορφώσεως της Θεσσαλονίκης «δυνάμει και δραστηριότητι» της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, είναι οι «βαθμοί του οικοδομικού πυρετού που ανεβαίνει συνεχώς και κατ’ έκτασιν και κατ’ έντασιν. Κυριολεκτείται δε το «ανεβαίνει» και υπό την έννοιαν, ότι η καλπάζουσα...κτίσις, ο οικοδομικός οργασμός αναρριχάται και εγκαθιστά προγεφυρώματα ολοένα και ψηλότερα προς την Άνω Πόλι38».Η αντιπαράθεση των δύο κόσμων, της νοσταλγίας και του εκσυγχρονισμού, των μνημείων και των πολυκατοικιών, της συντήρησης και του μοντέρνου, ενισχύει την σύγχρονη όψη της Άνω Πόλης. Ωστόσο, ο κίνδυνος για την απώλεια της συλλογικής μνήμης αποτελεί κοινό αίσθημα.

Advertisement

Πέρα από τα ειδικά θεσμικά εργαλεία, που θα αναλύσουμε στη συνέχεια, ισχύουν ακόμη και τα νομικά κείμενα που αναφέρονται παρακάτω ως γενική νομοθεσία, δηλαδή:

1. Το Σύνταγμα της χώρας, άρθρο 24.

2. Οι διεθνείς συμβάσεις.

3. Π.Δ. 13.11.1978 (ΦΕΚ 5840): Χαρακτηρισμός Οικισμών της Χώρας ως Παραδοσιακών.

4. Π.Δ. 244/3.5.1985 Αξιόλογοι Οικισμοί, ΠΔ 358/86 αρμοδιότητες ΥΜΑΘ, Οργανισμός ΥΜΑΘ, ΠΔ 15.4.1988 “αποκατάσταση διατηρητέων”.

5. Εγκύκλιος 4939/2005 ΥΜΑΘ που είναι το βασικό κείμενο της διαδικασίας και των ενεργειών κατά περίπτωση39 .

Επίσης, απαραίτητη είναι η ανάγκη ύπαρξης και λειτουργίας μιας Διοίκησης, η οποία πρέπει να εφαρμόσει τη νομοθεσία και να πετύχει το στόχο της προστασίας του οικισμού. Στο ανώτερο επίπεδο προστασίας βρίσκεται το Υφυπουργείο Μακεδονίας - Θράκης (ΥΜΑΘ), στο οποίο μεταφέρθηκαν οι αρμοδιότητες προστασίας των παραδοσιακών οικισμών στη Μακεδονία και τη Θράκη. Το τμήμα, ωστόσο, δεν εξειδικεύεται περαιτέρω για να αντιμετωπίσει τα προβλήματα των παραδοσιακών οικισμών, όπως είναι π.χ. η οριοθέτηση οικισμών, ρυμοτομικά, πολεοδομικά, τροποποιήσεις, όροι δόμησης, ζώνες προστασίας, τμήματα οικισμών, κλπ. Η δημιουργία γραφείου Άνω Πόλης και παραδοσιακών οικισμών προτάθηκε με το πρώτο σχέδιο Π.Δ., αλλά δεν προχώρησε. Στο επίπεδο των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, για την περίπτωση της Άνω Πόλης, τον έλεγχο και την εφαρμογή της προστασίας του οικισμού ασκεί η Πολεοδομία Θεσσαλονίκης.

38 Ελληνικός Βορράς, 6.11.1958. Από το βιβλίο: Κολώνας Β., «Θεσσαλονίκη 1912-2012, Η αρχιτεκτονική μιας εκατονταετίας», Β’ ‘Έκδοση, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2016, σελ. 295. 39 Μάντσιου Α., Περιβέντα Μ., Χαλιάζη Π., «Παραδοσιακός οικισμός Άνω Πόλης Θεσσαλονίκης. Προτάσεις αναβάθμισης», ΤΕΕ/Τμ. Κ. Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη 2010, σελ. 34-35. Διαθέσιμο στον διαδικτυακό τόπο: http://tkm.tee.gr/wp-content/uploads/2018/02/HydrogenTechnology_Final-1.pdf

Αρμοδιότητα επίσης εκ του νόμου, έχει για τον οικισμό και η Επιτροπή Πολεοδομικού και Αρχιτεκτονικού Ελέγχου (Πρωτοβάθμια), καθώς και το Συμβούλιο Χωροταξίας Οικισμού και Περιβάλλοντος.

Η πρώτη προσπάθεια διάσωσης της Άνω Πόλης έγινε με το Διάταγμα της 12.3.1979, με το οποίο χαρακτηρίζεται η περιοχή ως Παραδοσιακός Οικισμός (ΦΕΚ 197 Δ’/2.4.1979). Το Διάταγμα αυτό είναι το αποτέλεσμα της κατάστασης, που ίσχυσε και είχε δημιουργηθεί ύστερα από το Διάταγμα της 29.11.1968, που έσωσε την περιοχή από τον επιπλέον όροφο, που δόθηκε με τον αναγκαστικό νόμο “περί ύψους οικοδομών και συστήματος ελεύθερης δόμησης” και αύξησε σε όλη τη χώρα τα ύψη των οικοδομών και ως εκ τούτου αύξησε τους ισχύοντες συντελεστές δόμησης.

Ο αποκλεισμός από τον επιπλέον όροφο μπορεί να δυσαρέστησε τους τότε κατοίκους της Άνω Πόλης, όμως απομάκρυνε την αντιπαροχή και αποθάρρυνε προς στιγμή τους εργολάβους. Παρόλα αυτά, στο διάστημα που μεσολάβησε, δόθηκαν πολλές άδειες με τον πρόσθετο όροφο και έτσι έχουμε στην Άνω Πόλη τις ψηλές πολυκατοικίες της εποχής εκείνης, όσες πρόλαβαν τότε να χτιστούν. Το 1978 ανατέθηκε σε μια ομάδα υπαλλήλων των Υπουργείων Πολιτισμού και Επιστημών και Δημοσίων Έργων, η πολεοδομική μελέτη της Άνω Πόλης, η οποία προοριζόταν να οδηγήσει στην έκδοση του αναγκαίου Νόμου ή Διατάγματος.

Από αυτή τη μελέτη προέκυψαν αποφάσεις του Υπουργείου Δημοσίων Έργων, οι οποίες συγκροτούσαν την Ομάδα εργασίας υπό τον Καθηγητή Ν. Μουτσόπουλο για να μελετήσει το όλο θέμα της Άνω Πόλης, ιδιαίτερα μετά τη μεσολάβηση και των σεισμών του 1978. Στόχος της μελέτης ήταν να γίνει το ρυμοτομικό σχέδιο (Ρ.Σ.), να θεσπιστούν όροι δόμησης και μορφολογικά στοιχεία, να γίνει μελέτη αποκατάστασης ζημιών στα κτίρια του οικισμού, να δοθούν οδηγίες σε μελετητές για τις υποβαλλόμενες μελέτες μέχρι την έκδοση του Διατάγματος του Ρ.Σ. και του ειδικού Κανονισμού Δόμησης40 .

Εικόνα 15: Παλιός τοπογραφικός χάρτης της Άνω Πόλης.

Εικόνα 16: Σύγχρονος τοπογραφικός χάρτης της Άνω Πόλης.

40 Μάντσιου Α., Περιβέντα Μ., Χαλιάζη Π., «Παραδοσιακός οικισμός Άνω Πόλης Θεσσαλονίκης. Προτάσεις αναβάθμισης», ΤΕΕ/Τμ. Κ. Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη 2010, σελ. 30-31. Διαθέσιμο στον διαδικτυακό τόπο: http://tkm.tee.gr/wp-content/uploads/2018/02/HydrogenTechnology_Final-1.pdf

Τα αποτελέσματα της μελέτης συμπεριλήφθηκαν στο Διάταγμα της 17.5.1979 (ΦΕΚ 313 Δ’/31.5.1979) “Περί καθορισμού ειδικών όρων και περιορισμών δομήσεως των οικοπέδων του Ρ.Σ. Άνω Πόλης Θεσσαλονίκης κλπ.”, όπου καθορίστηκαν οι τομείς και οι όροι δόμησης, προσδιορίστηκαν οι επιτρεπόμενες χρήσεις και περιορισμοί για κάθε τομέα της Άνω Πόλης. Ενώ το Διάταγμα αυτό καθόριζε όρους και περιορισμούς δόμησης και χρήσης, δεν έθιξε καθόλου τη ρυμοτομία της Άνω Πόλης, η οποία ίσχυε από το 1931, όταν είχε εγκριθεί με το από 29.11.1931 Διάταγμα, το ρυμοτομικό σχέδιο της Θεσσαλονίκης. Τη Ρυμοτομία αυτή έρχεται να τροποποιήσει και να αναθεωρήσει το Διάταγμα της 7.10.1980 “Περί τροποποιήσεων και αναθεωρήσεων του Ρ.Σ. Άνω Πόλεως Θεσσαλονίκης και καθορισμού ειδικών όρων και περιορισμών δομήσεως τινών οικοπέδου αυτού” (ΦΕΚ 611Δ’/6.11.1980). Το Διάταγμα αυτό εγκρίνει τους 11 χάρτες ρυμοτομίας που το συνοδεύουν, δηλαδή, τις ρυμοτομικές και οικοδομικές γραμμές και επιβάλλει προκήπια σε ορισμένες περιοχές της Άνω Πόλης. Παράλληλα, τροποποιεί ορισμένους όρους δόμησης του προηγουμένου Διατάγματος επικυρώνοντας τις διορθώσεις, που έγιναν πάνω σε αυτό.

Με το Διάταγμα της 28.11.1985 (ΦΕΚ 27Δ’ /13.2.1986) “Αναθεώρηση του ρυμοτομικού σχεδίου του δήμου Θεσσαλονίκης στην περιοχή Άνω Πόλης”, επέρχεται νέα αναθεώρηση του Ρ.Σ. της Άνω Πόλης. Η πρώτη επέμβαση στο καθεστώς δόμησης της Άνω Πόλης από το ΥΜΑΘ γίνεται με το Διάταγμα 7.12.1999 “Τροποποίηση και συμπλήρωση των διατάξεων του από 17.5.1979 Διατάγματος … του Ρ.Σ. της Άνω Πόλης Θεσσαλονίκης” (ΦΕΚ 904Δ’/21.12.1999)41 .

Τα θέματα που προσπάθησε να αντιμετωπίσει η τροποποίηση του διατάγματος ήταν η προστασία του περιβάλλοντα χώρου των μνημείων, η προστασία της μικρής ιδιοκτησίας, η διατήρηση των αύλειων χώρων, η αποφυγή συμπαγών ενιαίων όγκων κτιρίων με την επιβολή κλιμάκωσης ή διάσπασης, η διατήρηση της παραδοσιακής κλίμακας της Άνω Πόλης με χαμηλό συντελεστή δόμησης (έως 2). Επίσης, η προστασία της αμφιθεατρικής διάταξης, η προστασία του οικισμού από αυθαίρετη δόμηση, η αποφυγή ηχορύπανσης και η μείωση του κυκλοφοριακού φόρτου. Σε περίπτωση ανέγερσης νέου κτιρίου σε όμορο προς διατηρητέα κτήρια οικόπεδο, λαμβάνεται υπ’ όψιν η σχέση του νέου κτιρίου ως προς το παλιό, σύμφωνα με τους κανόνες ομαλής ένταξης κτιρίων σε παραδοσιακούς οικισμούς42 . Τέλος, κρίθηκε απαραίτητο να αλλάξει το ισχύον ρυμοτομικό σχέδιο (τροποποίηση του Π.Δ. του 1980) με κύριους άξονες την κατάργηση των εκτεταμένων - διαμπερών διανοίξεων που αλλοίωναν τον πολεοδομικό ιστό, την κατάργηση των διανοίξεων στην περικάστρια ζώνη και επέκταση της ζώνης πρασίνου - προστασίας των τειχών. Παράλληλα χαρακτηρίστηκαν 330 κτίρια και πολεοδομικά στοιχεία ως διατηρητέα43 .

41 Μάντσιου Α., Περιβέντα Μ., Χαλιάζη Π., «Παραδοσιακός οικισμός Άνω Πόλης Θεσσαλονίκης. Προτάσεις αναβάθμισης», ΤΕΕ/Τμ. Κ. Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη 2010, σελ. 31-33. Διαθέσιμο στον διαδικτυακό τόπο: http://tkm.tee.gr/wp-content/uploads/2018/02/HydrogenTechnology_Final-1.pdf 42 Βυζαντιάδου, Μαργαρίτα Μαρία, Δρ. και Δήμητρα Τσιγκάνου. "Ο ρόλος της Γενικής Γραμματείας Μακεδονίας- Θράκης στην προστασία διατηρητέων κτηρίων και παραδοσιακών οικισμών. Το παράδειγμα της Άνω Πόλης Θεσσαλονίκης. "Παραδοσιακοί Οικισμοί της Κεντρικής Μακεδονίας Άνω Πόλη 33 Χρόνια Μετά (2011): 8-28. Web. 8 Oct. 2016. 43 Μαυρομάτης Μ., «Άνω Πόλη 1978-2009. Εξέλιξη των παρεμβάσεων στον παραδοσιακό οικισμό του ιστορικού κέντρου της Θεσσαλονίκης», Τεχνογράφημα, 373/ 2009, σ.12-13.

Το τελευταίο Διάταγμα, που ισχύει μέχρι σήμερα, δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 396 στις 03.09.2007 με τον τίτλο “Αναθεώρηση του Ρ.Σ. του Παραδοσιακού Οικισμού Άνω Πόλης Θεσσαλονίκης και καθορισμός ειδικών πρόσθετων όρων και περιορισμών δόμησης και χρήσης σε ορισμένο οικόπεδα και Ο.Τ. αυτού ”. Ορισμένες από τις σημαντικές θέσεις του είναι οι εξής:

- Εγκρίνεται η αναθεώρηση του ρυμοτομικού σχεδίου, όπως αυτό εμφανίζεται στα 11 φύλλα ρυμοτομίας του διατάγματος.

- Εξακολουθούν να ισχύουν, εφόσον δεν έρχονται σε αντιπαράθεση με το παρόν Π.Δ., οι όροι δόμησης που έχουν καθοριστεί με τις προηγούμενες διατάξεις.

- Εγκρίνεται η κυκλοφοριακή μελέτη της Άνω Πόλης, που αφορά τις κυκλοφοριακές ρυθμίσεις ανατολικά και δυτικά περιοχών του οικισμού.

- Επιτρέπεται η χρήση των πεζοδρόμων του ρυμοτομικού σχεδίου, καθώς και η δημιουργία χώρου στάθμευσης στον ακάλυπτο χώρο των κατά παρέκκλιση αρτίων και οικοδομήσιμων οικοπέδων του παραδοσιακού οικισμού.

- Διατηρούνται τα πολεοδομικά στοιχεία (σκαλοπάτια, πλατώματα κλπ.) της απόφασης του ΦΕΚ 900/Δ/15.12.199944 .

Η αλληλοσυμπλήρωση των διατάξεων προσπαθεί σε κάθε περίπτωση να δώσει τη δυνατότητα να δημιουργηθούν συνθέσεις με σύγχρονο πνεύμα έχοντας σαν βάση τα παραδοσιακά πρότυπα.

Ύψη κελυφών:

Η περιοχή στο σύνολο της αποτελούνταν από μονώροφα και διώροφα κελύφη σε ίσο περίπου αριθμό. Παράλληλα, υπήρχε και ένας μικρός αριθμός τριώροφων και τετραώροφων που περιέβαλλαν τις χαμηλότερες ως προς το υψόμετρο περιοχές της Ακροπόλεως. Βέβαια, για κάθε οικοδομικό τετράγωνο η γενική κατάσταση διαφοροποιούνταν.

Τα ύψη των κτιρίων καθορίζονταν μέσα στο χρόνο από σειρά διαταγμάτων:

- Β.Δ. (Βασιλικό Διάταγμα) 8 Μαΐου / 31-7-1920: ανώτερο όριο ύψους 9 μέτρων για πλάτος δρόμου < 10 μέτρων και 13,5 μέτρων για πλάτος δρόμου 10-15 μέτρων.

- Β.Δ. 3/18-9-1956: μέγιστος αριθμός ορόφων 2-7,5 μέτρα ύψος.

- Το παραπάνω αναστέλλεται με το νόμο 395 30-4-1968: αυξάνεται ο συντελεστής δόμησης κατά 40% και δίνεται η δυνατότητα για ανοικοδόμηση 10 τετραώροφων.

44 Εφημερίς της Κυβερνήσεως, «Αναθεώρηση του ρυμοτομικού σχεδίου του Παραδοσιακού Οικισμού Άνω Πόλης Θεσσαλονίκης και καθορισμού ειδικών πρόσθετων όρων και περιορισμών δόμησης και χρήσης σε ορισμένα οικόπεδα και Ο.Τ. αυτού», αριθ. φυλ. 396, Αθήνα 3.9.2007, σελ. 3700.

- 1977: το επιτρεπόμενο ύψος επανακαθορίστηκε σε δύο ορόφους μέχρι 7,5 μέτρα.

Διαπιστώνεται, επίσης, ότι οι κλίσεις του εδάφους δίνουν τη δυνατότητα σε κελύφη που περιβάλλονται από δύο παράλληλους δρόμους να είναι συγχρόνως μονώροφα και διώροφα ως προς τον έναν ή τον άλλον. Ταυτόχρονα, περιορίζεται η δυνατότητα ύπαρξης υπογείων45 .

Ποσοστό κάλυψης:

Το ποσοστό κάλυψης κυμαίνεται από 0-100%. Το μέσο ποσοστό για την περιοχή είναι 66,8%, χωρίς έντονες διαφοροποιήσεις στα οικοδομικά τετράγωνα. Ειδικότερα, εκτός από 10 ανοικοδόμητα οικόπεδα, υπάρχει ένα σημαντικό ποσοστό με κάλυψη 100%. Το βασικό επιτρεπόμενο όριο που ισχύει από την εφαρμογή του συνεχούς συστήματος δόμησης, είναι 70% και το ποσοστό αυτό αυξάνεται ανάλογα με την ειδική θέση του οικοπέδου46 .

Σύστημα δόμησης:

Η περιοχή δεν παρουσίαζε ομοιογένεια ως προς ένα σύστημα δόμησης. Η ανοικοδόμηση μέσα στο χρόνο γινόταν ‘’αυθαίρετα’’ και μόνο με την επιβολή του τότε ρυμοτομικού σχεδίου της Θεσσαλονίκης. Ωστόσο, μετά την πυρκαγιά καθορίστηκε το συνεχές σύστημα δόμησης, όπου η ρυμοτομική γραμμή ταυτίζεται με την οικοδομική.

Εικόνα 17: Οικοδομικά συστήματα, όπως διαμορφώνονται με τον ΓΟΚ του 1955.

45Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης - Πολυτεχνική Σχολή - Έδρα Πολεοδομίας, «Πολεοδομική διερεύνηση στην Άνω Πόλη Θεσσαλονίκης», Σειρά σπουδαστικών εργασιών, Θεσσαλονίκη 1977, σελ.47. 46Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης - Πολυτεχνική Σχολή - Έδρα Πολεοδομίας, «Πολεοδομική διερεύνηση στην Άνω Πόλη Θεσσαλονίκης», Σειρά σπουδαστικών εργασιών, Θεσσαλονίκη 1977, σελ.53.

Διαμόρφωση και ιεράρχηση δικτύων:

Α) δύο κεντρικές αρτηρίες (Ακροπόλεως - Επταπυργίου).

Β) δευτερεύοντες δρόμοι (χωματόδρομοι, με καλντερίμι και με σκαλάκια).

Το βασικό οδικό δίκτυο περιορίζεται στην οδό Ακροπόλεως και την Επταπυργίου, που δέχονται σαν συλλεκτήριες όλο τον κυκλοφοριακό φόρτο. Η ελικοειδής χάραξη της Ακροπόλεως υπαγορεύεται από τις κλίσεις του εδάφους και χωρίζει την περιοχή σε τρεις σφηνοειδείς τομείς, ενώ η Επταπυργίου ακολουθεί τα τείχη με ευθύγραμμη χάραξη. Από τους δευτερεύοντες δρόμους, ένας μικρός αριθμός είναι προσπελάσιμος με αυτοκίνητο, ενώ οι υπόλοιποι είναι αδιέξοδοι ή ακατάλληλοι προς χρήση (χωματόδρομοι, καλντερίμια, σκαλάκια). Αυτοί, χρησιμοποιούνται σαν πεζόδρομοι και δεν ακολουθούν σαφή γεωμετρική χάραξη47 .

Εικόνα 18: Η κλίση των δρόμων (έρευνα 1975). Εικόνα 19: Άλλα στοιχεία των δρόμων (1975).

47Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης - Πολυτεχνική Σχολή - Έδρα Πολεοδομίας, «Πολεοδομική διερεύνηση στην Άνω Πόλη Θεσσαλονίκης», Σειρά σπουδαστικών εργασιών, Θεσσαλονίκη 1977, σελ.111.

This article is from: