Άριελ Ντόρφμαν: Ο Θάνατος και η Κόρη

Page 1





Ο Θάνατος και η Κόρη



Άριελ Ντόρφμαν Ο Θάνατος και η Κόρη Μετάφραση: Χρήστος Καρχαδάκης Πρόλογος: Ειρήνη Μ. Μουντράκη


Τίτλος πρωτοτύπου ariel dorfman, death and the maiden Α΄ Έκδοση 2010 | ΕΚΔΟΣΕΙΣ Σοκολη-κουλεδακη Β΄ Έκδοση 2015 | ΚΑΠΑ ΕΚΔΟΤΙΚΗ Μετάφραση xρηστοσ καρχαδακησ Επιμέλεια & Διορθώσεις ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ Α. ΚΩΤΣΙΝΗ Σχεδιασμός έκδοσης Ιωάννης Κ. Τσίγκας KAΠΑ ΕΚΔΟΤΙΚΗ Παπαρηγοπούλου 6 | 121 32 | Περιστέρι Τ+F 210 68 59 273 | Ε kouledakis@gmail.com www.kapaekdotiki.gr ISBN: 978-618-81669-6-7



8

ΑΡΙΕΛ ΝΤΟΡΦΜΑΝ

Το κυνήγι της μνήμης με τη σιωπή Μια σκέψη πάνω στον «Θάνατο και την Κόρη» Ένα τυχαίο γεγονός, μια απλή σύμπτωση, είναι ικανά να ανατρέψουν μια ισορροπία κατεκτημένη με μεγάλο μόχθο και να καθορίσουν μια νέα πραγματικότητα. Να φέρουν στην επιφάνεια ό,τι κρυβόταν για καιρό και να δημιουργήσουν μια σειρά ανεξέλεγκτων αντιδράσεων. Πολύ περισσότερο, όταν αυτό που κρύβεται είναι μια ταραγμένη ψυχή γεμάτη ανεπούλωτα τραύματα, ανοιχτές πληγές και συσσωρευμένο πόνο. Τα καταπιεστικά, δικτατορικά καθεστώτα ευθύνονται για την καταστροφή πολλών ανθρώπινων ζωών. Έχουν τον ίδιο αντίκτυπο σε οποιοδήποτε σημείο της γης και σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή. Τα αποτυπώματα που μένουν στις ψυχές συχνά είναι τα ίδια και σπάνια —αν όχι ποτέ— σβήνονται. Πολλοί από εκείνους που υπέστησαν διωγμούς και βασανιστήρια στη διάρκεια αυτών των καθεστώτων στην προσπάθειά τους να διατηρήσουν την αξιοπρέπεια και την ελευθερία της ανθρώπινης ύπαρξης, αρνούμενοι να σκύψουν το κεφάλι στις επιβολές της άλογης αρχής, όχι μόνο υπέφεραν στο παρελθόν αλλά υποφέρουν και σε ένα παρόν στο οποίο μένουν εκτεθειμένοι και κατατρεγμένοι από μια σειρά ερωτημάτων όπως «με ποιο δικαίωμα», «ποιος το οργάνωσε», «κάτω από ποιες συνθήκες θα μπορέσω να μιλήσω για αυτό». Συχνά επίσης εκδιώκονται βασανιστικά και από έναν ανομολόγητο πόθο για εκδίκηση. Τα μύχια αυτά συναισθήματα πλημμυρίζουν τις ψυχές οδηγώντας σ’ ένα φρικτό, ασφυκτικό συναίσθημα πνιγμού. Αυτή η πλημμύρα, αυτό το ξεχείλισμα είναι το έργο του Ντόρφμαν: είναι μια ψυχή που χρόνια παλεύει για να μην πνιγεί, παλεύει σιωπηλά για τη διάσωσή της. Μέχρι τη στιγμή που θα βρεθεί αναπάντεχα μπροστά σ’ ένα μικρό φινιστρίνι —μια ελάχιστη ελπίδα διεξόδου—, που μπορεί να τ’ ανοίξει και να αδειάσει τον θάνατο από μέσα της. Ο Θάνατος και η Κόρη είναι η συνδιαλλαγή με αυτή τη φρίκη. Η εβραϊκής καταγωγής οικογένεια του Ντόρφμαν εκδιώχθηκε από τους Γερμανούς και βρήκε καταφύγιο στο Μπουένος Άιρες, όπου γεννήθηκε ο Άριελ. Και από εκεί όμως απειλήθηκαν με απέλαση γιατί ο πατέρας του, Αδόλφος, διαμαρτυρήθηκε για τη στρατιωτική διοίκηση που επιβλήθηκε στο Universidad de la Plata, όπου δίδασκε. Μετά από αυτό μετακόμισαν στη Νέα Υόρκη, όπου ο Αδόλφος εργάστηκε για τα Ηνωμένα Έθνη. Την περίοδο του Μακαρθισμού έχασε τη θέση του ως φιλικά προσκείμενος στους κομμουνιστές και έτσι η οικογένεια εγκαταστάθηκε στη Χιλή. Και ο Άριελ όμως αναγκάστηκε να αυτοεξοριστεί μετά το πραξικόπημα του Πινοσέτ (11.9.1973) που ανέ-


τρεψε τον Σαλβαδόρ Αλιέντε και είχε αρκετές περιπέτειες μέχρι να του επιτραπεί η είσοδος στη Χιλή. Ο Ντόρφμαν είχε ασπαστεί τις θέσεις του Αλιέντε από τα φοιτητικά του ήδη χρόνια και τον Ιούλιο του 1973 ορίστηκε εκπρόσωπος Τύπου της κυβέρνησης Αλιέντε. Στη Χιλή, τρεις μήνες μετά την κήρυξη της στρατιωτικής χούντας, χιλιάδες αριστεροί σκοτώθηκαν ή εξορίστηκαν. Σύμφωνα με την αναφορά Valech (2005), στη διάρκεια του δικτατορικού καθεστώτος του Πινοσέτ (1973-1990), έγιναν περίπου 28 χιλιάδες συλλήψεις και από την πλειοψηφία όσων κρατήθηκαν κάποιοι φυλακίστηκαν ή, σε αρκετές περιπτώσεις, βασανίστηκαν. Η ηρωίδα του Ντόρφμαν, η Παουλίνα, είναι ένα θύμα του δικτατορικού καθεστώτος. Στα φοιτητικά της χρόνια απήχθη βιαίως και υπέστη βασανιστήρια και επαναλαμβανόμενους βιασμούς (υπό τον ήχο του Θανάτου και της Κόρης του Σούμπερτ) σε μια προσπάθεια να την κάνουν να ομολογήσει και να αποκαλύψει τους συνεργάτες της. τους ανθρώπους με τους οποίους αγωνιζόταν εναντίον του καθεστώτος. Από αυτή την επώδυνη δοκιμασία βγαίνει ζωντανή και παντρεύεται τον φίλο και συνεργό της, Τζεράρντο Εσκομπάρ. Δεκαπέντε χρόνια μετά, ο σύζυγός της έχει μόλις δεχθεί πρόταση από τον νέο πρόεδρο της χώρας να είναι μέλος στην Επιτροπή Έρευνας για τα εγκλήματα που διεπράχθησαν στη διάρκεια της δικτατορίας. Δεκαπέντε χρόνια μετά, η Παουλίνα έχει μάθει να ζει με τη φρίκη μέσα της, να συμβιώνει με ένα παρελθόν από το οποίο δεν μπορεί να αποδράσει, ένα παρελθόν που την πνίγει και που απειλεί κάθε στιγμή του παρόντος της. Τι συμβαίνει λοιπόν, όταν στο πρόσωπο του καλοσυνάτου κυρίου που βοήθησε τον άντρα της στο δρόμο αναγνωρίζει τον βασανιστή της, έναν γιατρό που υπήρξε σύμβουλος για τα βασανιστήρια της Μυστικής Αστυνομίας; Τι συμβαίνει όταν έχει τη δυνατότητα να εκδικηθεί; Το τρίγωνο του Ντόρφμαν έχει τρεις εξαιρετικά επικίνδυνες αιχμές: Θύμα-Θύτης-Δικαιοσύνη. Παουλίνα-Ρομπέρτο-Τζεράρντο. Ο Ντόρφμαν δημιουργεί για τους ήρωες του ένα περιβάλλον οριακό, στο μεταίχμιο μιας αλλαγής. Τους τοποθετεί σ’ ένα κράτος που αποφεύγει τη ρήξη με το παρελθόν, που επιδιώκει μια ήπια μετάβαση σ’ ένα δημοκρατικό καθεστώς, που επιβάλλει τον συμβιβασμό προκειμένου να συνυπάρξουν οι πολίτες. Τι σημαίνει όμως αυτό; Η νέα τάξη πραγμάτων απαιτεί τη μετάνοια; Ή μήπως προτιμά τη λήθη; Η Επιτροπή που σχηματίζεται είναι εξουσιοδοτημένη να μελετήσει μόνο υποθέσεις νεκρών και με τη δέσμευ-


10

ΑΡΙΕΛ ΝΤΟΡΦΜΑΝ

ση να μην αποκαλύψει ονόματα υπευθύνων. Το όραμα του αύριο φιλτράρεται μέσα από τον πόνο που παραμένει αναλλοίωτος στις ψυχές, από τους βουβούς θρήνους και από την ανάγκη για αλήθεια. Η δικαιοσύνη που τους παρέχεται δεν είναι παρά μια κεκαλυμμένη απάτη, μια ψευτιά που έρχεται να ρίξει στάχτη στα μάτια των ανθρώπων. Οι θύτες προστατεύονται και τα θύματα μένουν πληγωμένα εφ’ όρου ζωής από τα ανεπούλωτα τραύματά τους. Όμως τι είδους αλήθεια είναι αυτή που προσφέρεται; Ο Ντόρφμαν τραβάει το χαλί κάτω από τα πόδια του θεατή. Ο συγγραφέας, από την ίδια του την εμπειρία, γνωρίζει καλά πως οι θυσίες και οι αγώνες δεν δικαιώνονται απαραιτήτως. Η επιστροφή του Ντόρφμαν στη Χιλή με την αποκατάσταση της δημοκρατίας αποτέλεσε για τον ίδιο μια μεγάλη απογοήτευση, καθώς η κυβέρνηση επέλεξε να αποσιωπήσει τα εγκλήματα της δικτατορίας, ενώ μερίδα συμπατριωτών του δεν έπαψε να του καταλογίζει το γεγονός πως ο ίδιος προτίμησε να αυτοεξοριστεί στη διάρκεια της δικτατορίας. Ο Θάνατος και η Κόρη γράφτηκε μόλις σε τρεις εβδομάδες. Ο Ντόρφμαν είπε πως ήταν μια επιτακτική ανάγκη να το γράψει. Δεν προσπάθησε όμως να κάνει πολιτική μέσα από αυτό. Άλλωστε σε συνέντευξή του έχει δηλώσει πως πιστεύει ότι «η τέχνη και η πολιτική μοιάζουν με συντρόφους δεμένους στην ίδια αλυσίδα. Καμία από τις δύο δεν υπάρχει για να υπηρετεί την άλλη». Η πρώτη παρουσίαση του έργου, με τη μορφή εργαστηρίου στο Σαντιάγο της Χιλής (1991), αποκάλυψε ένα πολύ σημαντικό ερώτημα: Πόσο έτοιμος είναι ο άνθρωπος να αντιμετωπίσει την αλήθεια; Το κοινό απέφυγε να δει την παράσταση ενώ κάποιοι το χαρακτήρισαν ως το χειρότερο θεατρικό έργο που γράφτηκε ποτέ στη Χιλή. Είναι προφανές ότι δεν είναι όλοι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν μια επώδυνη αλήθεια. Το ανέβασμα του έργου στο Λονδίνο ήταν αυτό που το καθιέρωσε και που του χάρισε το βραβείο Ολιβιέ. Ο Θάνατος και η Κόρη δεν είναι μόνο ένα έργο για τη δικαιοσύνη, για την ανελευθερία, για το άδικο, για το μίσος που φωλιάζει στους «βασανισμένους». Σίγουρα μιλάει για τον θάνατο της ψυχής, για τον στραγγαλισμό της αλήθειας της ανθρώπινης ύπαρξης και την αποστράγγιση της αξιοπρέπειας του. Ζητήματα πολύ έντονα όχι μόνο σε απολυταρχικά καθεστώτα αλλά και σε κάθε κοινωνική δομή που τα σαθρά της θεμέλια δεν τη στηρίζουν, ή που οι πολιτικές συνθήκες έχουν συμβάλει καθοριστικά στη διαφθορά της. Ακόμα και σε χρεωκοπημένες πολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά κοινότητες που προσπαθούν να ανακαλύψουν την αλήθεια, τους ένοχους και τα θύματά τους. Όμως, μέσα σ’ ένα μαύρο, ένα θλιβερό και ζοφερό περιβάλλον, όπου η αργή μουσική του Σούμπερτ (Κουαρτέτο Εγχόρδων Νο 14, 1824) με τη μελαγχολία της και τις συνεχείς εναλλαγές της από ελάσσονα σε μείζονα κλίμακα ακούγεται εφιαλτική προκαλώντας το συναίσθημα του


Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ Η ΚΟΡΗ

11

φόβου, της αγωνίας του ασταθούς βήματος μεταξύ της ζωής και του θανάτου, ηχεί ξαφνικά ο Μότσαρτ με το Παράφωνο Κουαρτέτο του, έργο αντιφατικό και εξαιρετικά προοδευτικό για να δώσει αισιοδοξία. Για να μιλήσει για τη λύτρωση που φέρνει η αποκατάσταση της ισορροπίας και την ύπαρξη της ελπίδας. Η Χιλή του Ντόρφμαν μπορεί να είναι το σπίτι μας, η χώρα μας. Μπορεί να είναι η Χιλή, η Λατινική Αμερική, η Σοβιετική Ένωση, το απαρτχάιντ, το Ιράκ, η πρώην Γιουγκοσλαβία. Η αλήθεια μπορεί να κρύβεται οπουδήποτε. Ο Τζεράρντο λέει στην Παουλίνα σε μια στιγμή έξαψης: «Οι άνθρωποι, ξέρεις, μπορεί να πεθάνουν και από υπερβολική αλήθεια». Και εδώ επανέρχεται δριμύτατο ένα ερώτημα που βασανίζει τον άνθρωπο από καταβολής του κόσμου: Πόσο κοντά στον θάνατο είναι αυτοί που αναζητούν απεγνωσμένα την αλήθεια; Η κάθαρση πόσο απαραίτητη είναι για να μπορέσει ο άνθρωπος να επιβιώσει; Το έργο του Ντόρφμαν αποδεικνύεται λοιπόν μια σύγχρονη τραγωδία. Θέτει θεμελιώδη διλήμματα για την ύπαρξη που ο άνθρωπος στέκει απέναντί τους ανυπεράσπιστος. Διλήμματα που συχνά αποφεύγει να κοιτάξει γιατί, αν τα δει, θα πρέπει να παραδεχθεί την ύπαρξή τους. Ο Θάνατος και η Κόρη είναι κυρίως ένα έργο για την αγωνία του ανθρώπου να υπάρξει. Να ζήσει. Είναι ένα έργο για τη συνεχή πάλη του ανθρώπου με τον θάνατο σε οποιαδήποτε μορφή του. Ακόμη και τη χειρότερη: τον θάνατο της ψυχής. Ειρήνη Μ. Μουντράκη Θεατρολόγος - Κριτικός Θεάτρου


Το παρελθόν του έργου...

Ο Θάνατος και η Κόρη γράφτηκε το 1991 και κυκλοφόρησε από τον εκδοτικό οίκο Nick Hern, Random Century Company του Λονδίνου. Αρχικά, γράφτηκε στα ισπανικά με τίτλο La Muerte y la Doncella και στη συνέχεια μεταφράστηκε στα αγγλικά από τον ίδιο τον συγγραφέα. Το έργο ανέβηκε για πρώτη φορά στο Λονδίνο, στο Royal Court Theatre Upstairs, στις 4 Ιουλίου 1991, και στη συνέχεια, στις 31 Οκτωβρίου 1991, στην κεντρική σκηνή του ίδιου θεάτρου, με τους ακόλουθους συντελεστές: σκηνοθεσία Λίντεϊ Πόσνερ, σκηνικά Ίαν Μακ Νηλ, φωτισμοί Κέβιν Σλιπ, και διανομή: Τζούλιετ Στίβενσον (Παουλίνα), Μπιλ Πάτερσον (Τζεράρντο), Μάικλ Μπερν (Ρομπέρτο). Την επόμενη χρονιά, παίχτηκε στη Νέα Υόρκη, στο Brooks Atkinson Theatre, σε σκηνοθεσία Μάικλ Νίκολς, σκηνικά Τόνι Ουάλτον, κοστούμια Αν Ροθ, και στη διανομή: Γκλεν Γκλόουζ (Παουλίνα), Ρίτσαρντ Ντρέιφους (Τζεράρντο), Τζιν Χάκμαν (Ρομπέρτο). Το 1994, ο Ρομάν Πολάνσκι μετέφερε το έργο στον κινηματογράφο. Τους τρεις ήρωες υποδύθηκαν οι Σιγκούρνεϊ Γουίβερ (Παουλίνα), Στιούαρτ Γουίλσον (Τζεράρντο), Μπεν Κίνγκσλεϊ (Ρομπέρτο). Στην ελληνική σκηνή, παραστάθηκε για πρώτη φορά στο Θέατρο Αμιράλ, τη θεατρική περίοδο 1993-94, σε σκηνοθεσία Παντελή Βούλγαρη, σκηνικά-κοστούμια Αναστασίας Αρσένη, φωτισμοί Ντίνου Κατσουρίδη, με τους: Θέμις Μπαζάκα (Παουλίνα), Γιώργο Κώνστα (Τζεράρντο), Μάνο Βακούση (Ρομπέρτο). Επίσης, παίχτηκε από τις 20 έως τις 24 Ιουνίου 2007 στο Θέατρο της Ημέρας, ως παραγωγή του One Year Lease της Νέας Υόρκης, σε σκηνοθεσία Ιάνθης Δήμου, σκηνικά Τζέιμς Χάντινγκ, κοστούμια Βικτώριας Τζάικουν, με τους: Νικ Φλιντ, Τζιμ Κέιν, Σουζάνα Μέλοουν. Τέλος, το έργο εντάχθηκε στο ρεπερτόριο της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου το 2005-06, σε σκηνοθεσία Γιώργου Σαχίνη, σκηνικά-κοστούμια Ανθούλας Μάμαλου, φωτισμοί Χριστίνας Θανάσουλα, με τους: Πηνελόπη Μαρκοπούλου (Παουλίνα), Δημήτρη Μυλωνά (Τζεράρντο), Νίκο Αλεξίου (Ρομπέρτο).


Τα πρόσωπα

Παουλίνα Σάλας Τζεράρντο Εσκομπάρ

ο σύζυγός της, δικηγόρος

Ρομπέρτο Μιράντα γιατρός

Ο χρόνος είναι το παρόν και ο τόπος, η χώρα, πιθανότατα να είναι η Χιλή, όμως θα μπορούσε να είναι μια οποιαδήποτε χώρα που έχει δημοκρατικό καθεστώς μετά από μια μεγάλη περίοδο δικτατορίας.


14

Πράξη πρώτη

ΑΡΙΕΛ ΝΤΟΡΦΜΑΝ


Σ κηνή

Π ρ ώ τη

Ο ήχος της θάλασσας. Μετά τα μεσάνυχτα. Το εξοχικό σπίτι των ΕΣΚΟΜΠΑΡ. Μια βεράντα και μια ευρύχωρη σαλονοτραπεζαρία, όπου το δείπνο έχει ήδη σερβιριστεί στο τραπέζι. Υπάρχουν και δύο καρέκλες. Πάνω στον μπουφέ βρίσκεται ένα κασετόφωνο και μια λάμπα. Τα μεγάλα παράθυρα μεταξύ της ταράτσας και του δωματίου είναι ανοιχτά, οι κουρτίνες ανεμίζουν στον αέρα. Μια πόρτα από τη βεράντα οδηγεί στην κρεβατοκάμαρα. Η ΠΑΟΥΛΙΝΑ ΣΑΛΑΣ είναι καθισμένη σε μια καρέκλα στη βεράντα, φαίνεται σαν να τη ρουφά το φως του φεγγαριού. Από μακριά ακούγεται ο ήχος από ένα αυτοκίνητο. Σηκώνεται βιαστικά, πηγαίνει στο διπλανό δωμάτιο, κοιτά έξω από το παράθυρο, ζαρώνει, και καθώς τα δυνατά φώτα από το αυτοκίνητο αντανακλούν στο σαλόνι, αυτή φαίνεται να στριφογυρνά σαν έμβρυο. Το αυτοκίνητο σταματά, ακούγεται ακόμα η μηχανή, τα φώτα την τυφλώνουν. Πηγαίνει στον μπουφέ, βγάζει ένα περίστροφο, σταματά καθώς σβήνει η μηχανή και ακούει τη φωνή του ΤΖΕΡΑΡΝΤΟ.

ΤΖΕΡΑΡΝΤΟ: [Aπό έξω.] Είστε σίγουρος πως δεν θέλετε να έρθετε μέσα;… [Aκαθόριστη απάντη-

ση.] Μα, πρέπει να βρεθούμε οπωσδήποτε πριν φύγω από δω. Ναι, φεύγω… τη Δευτέρα. Να το κάνουμε Κυριακή; [Aκαθόριστη απάντηση.] …Η γυναίκα μου φτιάχνει μια «Μαργαρίτα» που θα σας συγκλονίσει και… Θέλω στ’ αλήθεια να ξέρετε ότι σας είμαι ευγνώμων. [Aκαθόριστη απάντηση.] Θα σας δω την Κυριακή τότε. [Γελάει.] [Η ΠΑΟΥΛΙΝΑ κρύβει το όπλο. Στέκεται πίσω από τις κουρτίνες. Το αυτοκίνητο φεύγει, τα φώτα σβήνουν. Μπαίνει ο ΤΖΕΡΑΡΝΤΟ.] Παουλίνα; Αγάπη μου; Θεέ μου, είναι θεοσκότεινα. [Βλέπει την ΠΑΟΥΛΙΝΑ κρυμμένη πίσω από τις κουρτίνες. Ανάβει το φως. Αυτή βγαίνει σιγά σιγά από τις κουρτίνες.] Είσαι;… Τι έκανες εκεί; Συγγνώμη που άργησα, αλλά κράτησε πολύ… Εγώ… ΠΑΟΥΛΙΝΑ: [Ταραγμένη.] Ποιος ήταν αυτός; ΤΖΕΡΑΡΝΤΟ: Απλώς εγώ… ΠΑΟΥΛΙΝΑ: Ποιος σε έφερε; ΤΖΕΡΑΡΝΤΟ: …περίμενε λίγο… όχι, μην ανησυχείς, δεν ήταν κάτι σοβαρό. Μονάχα που το αυτοκίνητο — ήμουν τυχερός που σταμάτησε αυτός ο άντρας — απλώς έσκασε το λάστιχο. Παουλίνα, δεν μπορώ να δω τίποτα χωρίς… [Ανάβει το φως και βλέπει το τραπέζι στρωμένο.] Ω, αγάπη μου, κοίτα — θα πρέπει να έχει κρυώσει — και εσύ θα πρέπει να… ΠΑΟΥΛΙΝΑ: [Πολύ ήρεμη, μέχρι το τέλος της σκηνής.] Μπορούμε να το ζεστάνουμε. Αν πρόκειται


16

ΑΡΙΕΛ ΝΤΟΡΦΜΑΝ

να γιορτάσουμε κάτι δηλαδή. [Μικρή παύση.] Έχεις κάτι για να γιορτάσουμε, Τζεράρντο, έτσι δεν είναι; ΤΖΕΡΑΡΝΤΟ: Αυτό εξαρτάται από σένα. [Παύση. Από την τσέπη του σακακιού του βγάζει ένα τεράστιο καρφί.] Ξέρεις τι είναι αυτό; Είναι το κωλόκαρφο που μου τρύπησε το λάστιχο. Και ξέρεις τι κάνει κάθε φυσιολογικός άνθρωπος όταν τον πιάνει λάστιχο; Ανοίγει το πορτμπαγκάζ του και βγάζει τη ρεζέρβα του. Αν δεν είναι και αυτή ξεφούσκωτη. Αν η γυναίκα του θυμήθηκε να πάει τη ρεζέρβα για φτιάξιμο, εντάξει; ΠΑΟΥΛΙΝΑ: Η γυναίκα του. Πάντα οι γυναίκες πρέπει να φροντίζουν για όλα. Υποτίθεται ότι εσύ θα έφτιαχνες τη ρεζέρβα. ΤΖΕΡΑΡΝΤΟ: Πραγματικά δεν έχω καμιά διάθεση να τσακωθούμε, όμως είχαμε συμφωνήσει πως… ΠΑΟΥΛΙΝΑ: Υποτίθεται ότι εσύ θα έφτιαχνες τη ρεζέρβα. Εγώ φροντίζω το σπίτι και εσύ φροντίζεις για — ΤΖΕΡΑΡΝΤΟ: Από τη μια δεν θέλεις μια γυναίκα για να σε βοηθάει, αλλά από την άλλη… ΠΑΟΥΛΙΝΑ: — το αυτοκίνητο τουλάχιστον. ΤΖΕΡΑΡΝΤΟ: …εξάλλου, εσύ παραπονιέσαι. ΠΑΟΥΛΙΝΑ: Ποτέ δεν παραπονέθηκα. ΤΖΕΡΑΡΝΤΟ: Αυτή η συζήτηση είναι αδιέξοδη. Για ποιο λόγο τσακωνόμαστε; Ξέχασα κιόλας για ποιο… ΠΑΟΥΛΙΝΑ: Δεν τσακωνόμαστε, αγάπη μου. Με κατηγόρησες ότι δεν έφτιαξα τη ρεζέρβα σου… ΤΖΕΡΑΡΝΤΟ: Τη ρεζέρβα μου; ΠΑΟΥΛΙΝΑ: …και σου απάντησα πολύ γλυκά ότι εγώ — ΤΖΕΡΑΡΝΤΟ: Για περίμενε. Το ότι δεν έφτιαξες τη ρεζέρβα, τη ρεζέρβας μας, είναι ένα θέμα προς συζήτηση που εκκρεμεί, αλλά εδώ υπάρχει κι άλλο ένα μικρό θέμα. Ο γρύλος. ΠΑΟΥΛΙΝΑ: Ποιος γρύλος; ΤΖΕΡΑΡΝΤΟ: Ακριβώς. Ποιος γρύλος; Πού τον έβαλες τον γρύλο; Ξέρεις, ο γρύλος που — ΠΑΟΥΛΙΝΑ: Χρειάζεσαι γρύλο για να σηκώσεις το αυτοκίνητο; Και τι τα έχεις τότε τα δυνατά τα μπράτσα σου, αγάπη μου; ΤΖΕΡΑΡΝΤΟ: [Την αγκαλιάζει.] Γι’ αυτό. [Μικρή παύση όσο είναι αγκαλιασμένοι.] Πολλές φορές με φέρνεις σε απόγνωση, αλλά ξέρεις γιατί σε συγχωρώ; ΠΑΟΥΛΙΝΑ: Μπορώ να το μαντέψω, αλλά προτιμώ να μου το πεις εσύ. ΤΖΕΡΑΡΝΤΟ: Επειδή το ξέρεις πως, όσο πιο πολύ με φέρνεις σε απόγνωση, τόσο πιο πολύ σ’ αγαπώ. Αλλά, τι στο διάολο τον έκανες τον γρύλο;


Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ Η ΚΟΡΗ

17

ΠΑΟΥΛΙΝΑ: Τον έδωσα στη μητέρα μου. ΤΖΕΡΑΡΝΤΟ: [Την αφήνει.] Στη μητέρα σου; Τον έδωσες στη μητέρα σου; ΠΑΟΥΛΙΝΑ: Δηλαδή, της τον δάνεισα, ναι. ΤΖΕΡΑΡΝΤΟ: Και μπορώ να ρωτήσω για ποιο λόγο; ΠΑΟΥΛΙΝΑ: Φυσικά. Επειδή τον χρειαζόταν. ΤΖΕΡΑΡΝΤΟ: Ενώ εγώ, φυσικά, εμείς δεν τον χρειαζόμαστε. Δεν είναι δυνατόν, αγάπη

μου, απλώς δεν είναι δυνατό να κάνεις τέτοια πράγματα. ΠΑΟΥΛΙΝΑ: Η μητέρα πήγε μια εκδρομή και πραγματικά τον χρειαζόταν. Εσύ μπορούσες πάντα… ΤΖΕΡΑΡΝΤΟ: Να πάω στο διάολο. ΠΑΟΥΛΙΝΑ: Όχι. ΤΖΕΡΑΡΝΤΟ: Ναι. Παίρνω ένα τηλεγράφημα. Ο Πρόεδρος θέλει να με δει. Πρέπει να φύγω για την πόλη επειγόντως, για το πιο σημαντικό ραντεβού της ζωής μου και στην επιστροφή αυτό το κωλόκαρφο μου την έχει στήσει εκεί και με περίμενε — και ήμουν στη μέση του δρόμου σε κατάσταση ανάγκης, ψάχνοντας όπως κάθε φυσιολογικός άνθρωπος που περιμένε να έχει στο πορτμπαγκάζ του αυτοκινήτου του — μια ρεζέρβα και ένα γρύλο. Παουλίνα, δεν ξέρω αν μπορεί να καταλάβει το όμορφο μικρό σου κεφαλάκι πως… ΠΑΟΥΛΙΝΑ: Το όμορφο μικρό μου κεφαλάκι ήξερε πως θα έβρισκες κάποιον για να σε βοηθήσει. Ποια ήταν; Ήταν τουλάχιστον όμορφη; ΤΖΕΡΑΡΝΤΟ: Σου έχω πει ήδη πως ήταν άντρας. ΠΑΟΥΛΙΝΑ: Δεν μου είπες κάτι τέτοιο. ΤΖΕΡΑΡΝΤΟ: Γιατί πρέπει πάντα να φαντάζεσαι ότι είναι γυναίκα… ΠΑΟΥΛΙΝΑ: Γιατί άραγε; Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί. [Μικρή παύση.] Ο άντρας που;… Ήταν όμορφος; ΤΖΕΡΑΡΝΤΟ: Συμπαθέστατος τύπος. Εξαιτίας σου, ακόμα κι αν ήταν ο Κόμης Δράκουλας αυτοπροσώπως, θα του ήμουν ευγνώμων. ΠΑΟΥΛΙΝΑ: Λοιπόν, ορίστε, τα βλέπεις; Πάντα τα καταφέρνεις και βολεύεσαι τελικά μια χαρά. Αλλά η μητέρα μου, αν πάθαινε λάστιχο, να είσαι σίγουρος πως αυτός που θα σταματούσε θα ήταν ο Κόμης Δράκουλας, ξέρεις πως τους τραβάει κάτι τέτοιους τύπους, σαν μαγνήτης… ΤΖΕΡΑΡΝΤΟ: Και μπορείς να φανταστείς πόσο χαρά μού δίνει να σκέφτομαι τη μαμά σου να πηγαίνει εκδρομή με τον γρύλο μου, ξέγνοιαστη απ’ όλα, ενώ εγώ να είμαι κολλημένος για ώρες στην εθνική… ΠΑΟΥΛΙΝΑ: Τώρα υπερβάλλεις… ΤΖΕΡΑΡΝΤΟ: Σαράντα πέντε λεπτά. Σαράντα πέντε. Ο δρόμος να είναι γεμάτος αυτοκίνη-



Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.