Sense of Inhabiting - Research Diploma Thesis / Αίσθηση του Κατοικείν - Ερευνητική Διπλωματική Εργασ

Page 1



Αίσθηση του Κατοικείν Μια απόπειρα ανάλυσης της βιωματικής εμπειρίας 3 κατοικιών μέσα από αρχιτεκτονικά διαγράμματα

Διπλωματική Ερευνητική Εργασία

Φοιτήτριες: Αναστασία Δώσσα, Σταματία-Κλεοπάτρα Λαναρά Επιβλέπων: Σπύρος Παπαδημητρίου

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Πολυτεχνική Σχολή / Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών

Θεσσαλονίκη, Ιούλιος 2020

3


Ευχαριστούμε πολύ τον επιβλέποντα καθηγητή μας, Σπύρο Παπαδημητρίου, για την πολύτιμη βοήθειά του καθ’ όλη τη διάρκεια εκπόνησης της παρούσας ερευνητικής εργασίας.

4


Περίληψη Αντικείμενο της παρούσας ερευνητικής εργασίας αποτελεί ο τρόπος και οι διαδικασίες με τις οποίες ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται το χώρο, καθώς και ο ρόλος του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού στη δημιουργία πλούσιων βιωματικών εμπειριών που ενεργοποιούν το σύνολο των αισθήσεων. Αρχικά, επιδιώκεται η ανάλυση της χωρικής αντίληψης ως αισθητηριακής διαδικασίας και αναπτύσσεται ο τρόπος λειτουργίας των αισθήσεων που επηρεάζουν την αντίληψη του χώρου, ως προς τα βιολογικά, αλλά και τα βιωματικά τους χαρακτηριστικά. Έπειτα, γίνεται αναφορά στην τάση του οπτικοκεντρισμού, αλλά και σε ειδικές συνθήκες, τόσο πολιτισμικές όσο και βιολογικές, κατά τις οποίες η όραση δεν κυριαρχεί στην αντίληψη του χώρου, τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό και τις συνήθειες που διαμορφώνουν την καθημερινή ζωή. Ακολούθως, αναλύεται η χωρική αντίληψη ως νοητική διαδικασία, η οποία ακολουθεί τη διαδικασία πρόσληψης των αισθητηριακών ερεθισμάτων. Γίνεται λόγος για τη νοητική χαρτογράφηση, τη διεργασία που πραγματοποιείται στον ανθρώπινο εγκέφαλο με στόχο την οργάνωση των ερεθισμάτων που έχουν ληφθεί και τη δημιουργία ενός συστήματος που επιτρέπει την κατανόηση του χώρου και την κίνηση μέσα σε αυτόν. Ύστερα, εξετάζεται ο νοητικός χάρτης, τα χαρακτηριστικά του αλλά και η σημασία μελέτης του για την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο γίνεται αντιληπτό το χωρικό περιβάλλον. Στη συνέχεια, επιχειρείται η ανάλυση τριών παραδειγμάτων κατοίκησης, υπό το πρίσμα του θεωρητικού πλαισίου που έχει τεθεί. Μετά από μια σύντομη εξέταση των τρόπων οπτικοποίησης της πληροφορίας και της σημασίας του διαγράμματος στην αρχιτεκτονική ανάλυση, το διάγραμμα επιλέγεται ως τρόπος αναπαράστασης και ανάλυσης των επιλεγμένων κατοικιών. Ακολου-

5


θείται μια μεθοδολογία κατά την οποία κάθε κατοικία αναλύεται ως προς πέντε βασικούς σχεδιαστικούς παράγοντες, τη γεωμετρία, τα όρια, την ακολουθία, τη λειτουργία και την υλικότητα. Έπειτα, εξετάζονται οι επιδράσεις των σχεδιαστικών επιλογών στην αντίληψη του χώρου μέσα από κάθε αίσθηση. Μέσα από τη συγκριτική ανάλυση των πορισμάτων που έχουν προκύψει γίνονται φανερές οι ποικίλες προσεγγίσεις των αρχιτεκτόνων, καθώς και τα διαφορετικά σημεία έμφασης σε κάθε παράδειγμα. Τέλος, μέσα από τη συνολική ανασκόπηση των αποτελεσμάτων, εντοπίζονται τα στοιχεία αυτά του σχεδιασμού που καθορίζουν τα αισθητηριακά ερεθίσματα και την χωρική αντίληψη του χρήστη σε ένα κτίριο και τα αποτελέσματα που επιφέρουν συνολικά στη βιωματική του εμπειρία.

6


Abstract The topic discussed in this research thesis project is the way humans perceive space and the contribution of architectural design to the creation of rich experiences that activate all senses. Primarily, human perception is analyzed as a sensory procedure and the function of the human senses that determine spatial perception are discussed, both as of their biological and their experiential characteristics. The phenomenon of occularcentrism is also examined, as well as certain cases of cultural or biological contexts where vision does not dominate spatial perception, architectural design and everyday life in general. Subsequently, human perception is analyzed as a mental procedure that follows sensory perception. The concept of cognitive mapping, the procedure that takes place on the human brain, in order to organize perceived sensory information and to create a system that allows the comprehension of the spatial environment and the movement inside it, is discussed. In addition, the characteristics and the importance of the cognitive map, as this system is called, to the understanding of the way spatial environment is perceived are also mentioned. Theory is then followed by the analysis of three architectural examples of residences, through the theoretical context previously presented. After a brief examination of the ways information can be visualized, as well as the importance of diagrams in architectural analysis, the diagram is chosen as the analytic tool for the three residences. The methodology followed includes the analysis of each example based on five different parameters, geometry, delimitation, sequence, function and materiality and then the examination of the consequences of the design decisions to the spatial perception through each sense. By carrying out a comparative analysis of the findings, the variety

7


of architectural approaches and focal points in each residence become evident. Finally, through the conclusive retrospection of the results, the elements of architectural design that determine the sensory stimuli and the spatial perception are highlighted, along with their effects to the experience of space.

8


Λέξεις Κλειδιά Αρχιτεκτονική, χωρική αντίληψη, αισθήσεις, νοητική χαρτογράφηση, διάγραμμα, εμπειρία του χώρου

Key wo rd s Architecture, spatial perception, senses, cognitive mapping, diagram, experience of space

9


Περιεχόμενα Περίληψη ........................................................................5 Abstract ..........................................................................7 Λέξεις Κλειδιά ................................................................9 Keywords ........................................................................9 Περιεχόμενα ...................................................................10 Εισαγωγή ............................................................................ 14 Α. Η αντίληψη του χώρου ........................................................16 Η αντίληψη ως αισθητηριακή διαδικασία: Αισθήσεις ......18 Οπτική αντίληψη ....................................................................22 Απτική αντίληψη ....................................................................27 Οσφρητική αντίληψη και γεύση ..........................................32 Ακουστική αντίληψη ............................................................35 Σημασία των αισθήσεων ....................................................38 Κυριαρχία της όρασης ..................................................40 Κυριαρχία άλλων αισθήσεων: Πολιτισμός και διαμόρφωση χωρικού περιβάλλοντος ..............................44 Κυριαρχία άλλων αισθήσεων: Απώλεια όρασης και χωρική αντίληψη ............................................................49 Σύνοψη ....................................................................................54 Η αντίληψη ως νοητική διαδικασία: Νοητικοί χάρτες ...57 Η νοητική χαρτογράφηση ..................................................57 Λόγοι μελέτης της νοητικής χαρτογράφησης .............58

10


Ο νοητικός χάρτης ..............................................................59 Β. Τρόπος ανάλυσης και Μεθοδολογία ..................................63 Οπτικοποίηση της πληροφορίας ......................................66 Το διάγραμμα ως μέσο αναπαράστασης, καταγραφής και ανάλυσης ................................................................................66 προέλευση .........................................................................66 ως εργαλείο βελτιστοποίησης ......................................67 ως εργαλείο έκφρασης και σκέψης .............................68 ως αναλυτικό εργαλείο .................................................70 Μεθοδολογία Ανάλυσης .....................................................75 Γ. Παραδείγματα προς Ανάλυση ..........................................77 Jacobs House (1936-1937) ..................................................79 Διαγραμματική Ανάλυση .....................................................82 1. Γεωμετρία ........................................................................82 2. Σχεδιασμός Ορίων .........................................................84 3. Ακολουθία ........................................................................87 4. Λειτουργία .......................................................................89 5. Υλικότητα ......................................................................91 Ανάλυση ευρημάτων ως προς το θεωρητικό πλαίσιο ...95 1. Οπτική Αντίληψη ...........................................................95 2. Ακουστική Αντίληψη ....................................................95 3. Οσφρητική Αντίληψη ..................................................96 4. Απτική Αντίληψη και Σώμα .....................................97

11


Fathy House (Sidi Krier House) (1971) ...............................98 Διαγραμματική Ανάλυση ....................................................101 1. Γεωμετρία ...................................................................101 2. Σχεδιασμός Ορίων .....................................................104 3. Ακολουθία ....................................................................107 4. Λειτουργία ...................................................................109 5. Υλικότητα ...................................................................112 Ανάλυση ευρημάτων ως προς το θεωρητικό πλαίσιο ..116 1. Οπτική Αντίληψη .........................................................116 2. Ακουστική Αντίληψη ...................................................116 3. Οσφρητική Αντίληψη .................................................117 4. Απτική Αντίληψη και Σώμα ......................................118 Ηouse N (2008) ..................................................................119 Διαγραμματική Ανάλυση .....................................................121 1. Γεωμετρία .....................................................................121 2. Σχεδιασμός Ορίων .....................................................124 3. Ακολουθία ....................................................................127 4. Λειτουργία ...................................................................129 5. Υλικότητα ....................................................................132 Ανάλυση ευρημάτων ως προς το θεωρητικό πλαίσιο ..136 1. Οπτική Αντίληψη ........................................................136 2. Ακουστική Αντίληψη ..................................................136 3. Οσφρητική αντίληψη ................................................137 4. Απτική αντίληψη και σώμα ......................................138

12


Δ. Συζήτηση και Συμπεράσματα .........................................139 Συζήτηση Ευρημάτων Ανάλυσης ......................................140 Συμπεράσματα ................................................................147 Επίλογος .............................................................................155 Βιβλιογραφία ....................................................................156 Πηγές Εικόνων ...................................................................159

13


Ε ισ α γ ω γ ή «Ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται τον κόσμο κι ο κόσμος παίρνει υπόσταση μέσα από την εμπειρία»1 Ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός επηρεάζει άμεσα την εμπειρία του βιωμένου χώρου, καθώς αυτή αποτελεί τον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται τον κόσμο γύρω του. Αφορμή για την παρούσα ερευνητική εργασία στάθηκε ο προβληματισμός για τη διαδικασία αντίληψης του δομημένου χώρου από άτομα με προβλήματα όρασης, παράλληλα με την συνειδητοποίηση της μειωμένης βαρύτητας που αποδίδεται στα μη οπτικά ερεθίσματα κατά τη διάρκεια του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού. Τα δύο αυτά θέματα προκάλεσαν το ενδιαφέρον μας ως προς τον τρόπο χωρικής αντίληψης από τους ανθρώπους, που δεν αφορά μόνο την άμεση οπτική αντίληψη αλλά και τις περαιτέρω βιωματικές εμπειρίες. Για τον λόγο αυτό, επιχειρήσαμε να αναζητήσουμε τα στοιχεία αυτά του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού, τα οποία μπορούν να συμβάλλουν στην δημιουργία πολυ-αισθητηριακών ερεθισμάτων με στόχο την ενίσχυση της βιωματικής εμπειρίας του χώρου. Σκοπός, λοιπόν, της παρούσας εργασίας είναι ο εντοπισμός και η διερεύνηση των πρακτικών του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού που διαμορφώνουν τη χωρική αντίληψη και η επιρροή τους στην εμπειρία του χώρου. Για το λόγο αυτό, θεωρήσαμε σκόπιμο να ερευνήσουμε τη συμβολή των αισθήσεων και των υπόλοιπων παραγόντων που διαμορφώνουν την χωρική αντίληψη, με στόχο τη βαθύτερη κατανόηση αυτής της σύνθετης νοητικής διεργασίας. Αναζητώντας τους τρόπους με τους οποίους συντίθεται η χωρική αντίληψη κάθε ατόμου, στραφήκαμε στην μελέτη της νοητικής χαρτογράφησης,

1

Juhani Pallasmaa and others, Encounters: Architectural Essays (Rakennustieto Oy 2005).

14


μίας διαδικασίας που αφορά την επεξεργασία των ερεθισμάτων από το εξωτερικό περιβάλλον και πραγματοποιείται στον ανθρώπινο εγκέφαλο. Στην συνέχεια, ερευνώντας τα μέσα ανάλυσης και αναπαράστασης που χρησιμοποιούνται στην αρχιτεκτονική, αντιληφθήκαμε ότι το διάγραμμα μπορεί να αξιοποιηθεί ως μέσο οπτικοποίησης της πληροφορίας και να αποτελέσει βασικό σχεδιαστικό εργαλείο για τον εντοπισμό των στοιχείων που διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην βιωματική εμπειρία του χώρου. Έπειτα, επιλέξαμε ορισμένα αρχιτεκτονικά παραδείγματα, με σκοπό την παραγωγή διαγραμμάτων για την αναζήτηση των στοιχείων αυτών, καταλήγοντας στην επιλογή τριών κατοικιών. Οι ιδιωτικές κατοικίες που επιλέξαμε να αναλύσουμε αποτελούν έργα διακεκριμένων αρχιτεκτόνων. Επιδίωξη αυτής της διαγραμματικής ανάλυσης υπήρξε ο εντοπισμός μεθόδων και εργαλείων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν κατά τη διαδικασία του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού, ώστε αυτός να μη γίνεται με κύριο άξονα την οπτική ικανοποίηση, αλλά αντίθετα να περιλαμβάνει πλήθος αισθητηριακών ερεθισμάτων για την σύνθεση μίας έντονης χωρικής εμπειρίας. Αποτέλεσμα της διαδικασίας αυτής ήταν η συγκρότηση ενός μικρού συνόλου στρατηγικών χειρισμών που έχουν εφαρμοστεί στα παραδείγματα που αναλύθηκαν, σε συνδυασμό με τις επιπτώσεις που αυτοί επιφέρουν στη βιωματική εμπειρία του χώρου. Μέσω της καταγραφής και ανάλυσης των μεθόδων και των αποτελεσμάτων τους, τα ευρήματα της ανάλυσης αυτής ανοίγουν νέα πεδία προς αναζήτηση με στόχο τη μελλοντική αξιοποίηση από αρχιτέκτονες, προκειμένου να επιτευχθεί το επιθυμητό για εκείνους αποτέλεσμα.

15


Α. Η αντίληψη του χώρου

16


Η χωρική αντίληψη στον άνθρωπο, η αίσθηση που έχει για τον κόσμο που τον περιβάλλει, αποτελεί μια πολύπλοκη διαδικασία που έχει αναλυθεί πολλές φορές μέσω διαφόρων προσεγγίσεων: Για παράδειγμα, οι θεωρίες της φυσιολογίας αποδίδουν τη χωρική αντίληψη στη δράση των αισθήσεων, οι ψυχολογικές θεωρίες την επεξηγούν μέσα από νοητικές διαδικασίες, ενώ στη φαινομενολογική προσέγγιση η αντίληψη θεωρείται αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης του ατόμου με το χωρικό περιβάλλον. Ακόμη, κάποιες προσεγγίσεις επικεντρώνονται στην άποψη ότι η δομή του χωρικού περιβάλλοντος καθορίζει σε σημαντικό βαθμό τον τρόπο αντίληψης του από το άτομο, αποτελώντας την “οικολογική προσέγγιση”, η οποία αποτελεί μέρος της περιβαλλοντικής ψυχολογίας. Σε κάθε περίπτωση, η αντίληψη είναι η πρόσληψη μιας πληθώρας εξωτερικών ερεθισμάτων και η αλληλεπίδραση μεταξύ αυτών, των αισθητηριακών οργάνων του σώματος και του μυαλού. Λαμβάνει χώρα μέσα σε ένα καθορισμένο περιβάλλον ή χωρικό πλαίσιο και πρόκειται για μια διαδικασία την οποία ο άνθρωπος σταδιακά μαθαίνει και εξασκεί και στην οποία τα αισθητηριακά όργανα διαμεσολαβούν μεταξύ των εξωτερικών ερεθισμάτων και του εγκεφάλου. Ταυτόχρονα, αποτελεί μια αισθητηριακή διαδικασία, υπό την έννοια ότι περιλαμβάνει την πρόσληψη πληροφορίας με τη μορφή ερεθισμάτων από τα αισθητηριακά όργανα, αλλά και μια νοητική διαδικασία, αφού η επεξεργασία, η σύνθεση και η οργάνωση της πληροφορίας και η νοηματοδότησή της αποτελούν μια δραστηριότητα που επιτελείται στον ανθρώπινο εγκέφαλο.2

2

Paul Rodaway, Sensuous Geographies: Body, Sense, and Place (Routledge 1994).

17


Η α ν τ ί λ η ψ η ω ς α ισ θ η τ η ρ ια κ ή δ ια δ ι κ α σ ία : Α ισ θ ή σ ε ις Η επικρατούσα άποψη σήμερα διακρίνει πέντε αισθήσεις στο ανθρώπινο σώμα, την όραση, την αφή, την όσφρηση, τη γεύση και την ακοή, ωστόσο, συνεχίζει να υφίσταται ανοιχτός διάλογος καθώς υπάρχουν θεωρίες που υποστηρίζουν την ύπαρξη επιπλέον αισθήσεων που σχετίζονται με το ίδιο το σώμα, όπως της αίσθηση της ισορροπίας και της κιναισθησίας.3 Σε έναν άλλο διαχωρισμό, ο Gold αναφέρει ότι υπάρχουν εκτός από την όραση, την ακοή, την όσφρηση και τη γεύση, την ισορροπία και την κιναισθησία, και άλλες τέσσερις αισθήσεις που σχετίζονται με την αφή: η πίεση, ο πόνος, η ζέστη και το κρύο.4 Έχουν γίνει αρκετές προσπάθειες να ταξινομηθούν και να κατηγοριοποιηθούν οι αισθήσεις, κάθε φορά με διαφορετικά κριτήρια και προσεγγίσεις. Οι αισθήσεις που θεωρείται ότι διαμορφώνουν τη χωρική αντίληψη (όραση, ακοή, αφή και όσφρηση) χωρίζονται, σε μια πρώτη ταξινόμηση, σε οικείες, όπου περιλαμβάνονται η όσφρηση και η αφή, και σε απόμακρες, την όραση και την ακοή. Ακόμη, είναι αρκετά συνηθισμένος, ιδιαίτερα στις δυτικές κοινωνίες, ο διαχωρισμός μεταξύ των αισθήσεων σε δύο επιμέρους ομάδες, τις λεγόμενες εγκεφαλικές αισθήσεις, που περιλαμβάνουν την όραση και την ακοή, και τις λεγόμενες σωματικές, που αφορούν την αφή, τη μυρωδιά και τη γεύση. Πέρα από το πόσες και ποιες αισθήσεις οι διαφορετικές ταξινομήσεις αποδέχονται (ή στις οποίες καταλήγουν), κοινό τους χαρακτηριστικό είναι ότι ενώ υπάρχουν ορισμένα όργανα στο σώμα που διαθέτουν εξειδικευμένη λειτουργία για την πρόσληψη αισθητηριακών ερεθισμάτων μέσω κάθε αίσθησης, στην πραγμα-

3  ibid. 4

John R Gold, An Introduction to Behavioural Geography (Oxford University Press 1980).

18


τικότητα γίνονται αντιληπτές από ένα σύνολο αισθητηριακών μέσων και οργάνων που αποτελούν ένα ενιαίο σύστημα. Κάθε αίσθηση είναι ένα μέσο πρόσληψης πληροφορίας, δεδομένου ότι χάρη σε αυτήν προσλαμβάνονται τα εξωτερικά ερεθίσματα από το άτομο. Συγχρόνως όμως, αποτελεί και η ίδια πληροφορία καθώς τα αισθητηριακά συστήματα είναι εκ φύσεως επιλεκτικά ως προς την πληροφορία που προσλαμβάνουν, οπότε αυτή εξ αρχής φιλτράρεται και δομείται με ένα συγκεκριμένο τρόπο. Επιπλέον, διαθέτουν σε διαφορετικό βαθμό η κάθε μια, πέντε ιδιότητες που τις καθορίζουν: Πρώτον, συχνά εμφανίζεται συνεργασία μιας αίσθησης με άλλες προκειμένου να επιτευχθεί μεγαλύτερη ακρίβεια στην πρόσληψη της πληροφορίας, ενώ κάποιες φορές μια αίσθηση καλείται να αντικαταστήσει μια άλλη, ώστε να παρέχει στο άτομο πληροφορίες για το χωρικό του περιβάλλον εξίσου αποτελεσματικά (πχ. σε περιπτώσεις απώλειας κάποιας αίσθησης, όπως άτομα με προβλήματα όρασης ή ακοής). Δεύτερον, σε κάθε αισθητηριακή εμπειρία παρουσιάζεται ιεράρχηση των αισθήσεων, καθώς συχνά μια από αυτές διαδραματίζει κυρίαρχο ρόλο στο χαρακτηρισμό της συνολικής εμπειρίας ενώ οι υπόλοιπες έχουν δευτερεύουσα σημασία. Τρίτον, υπάρχει εμφανής αλληλουχία στον τρόπο που οι αισθήσεις συνεισφέρουν, εξίσου σημαντικά μεταξύ τους, στη χωρική αντίληψη. Τέταρτον, όλες οι αισθήσεις έχουν το δικό τους “κατώφλι”, ένα συγκεκριμένο επίπεδο διέγερσης του αισθητηριακού συστήματος πάνω από το οποίο το ερέθισμα ξεκινά να γίνεται αντιληπτό. Αυτό μπορεί να καθορίζεται από βιολογικούς, κοινωνικούς ή πολιτισμικούς παράγοντες, καθώς και από το βαθμό εξοικείωσης με ορισμένα ερεθίσματα. Τέλος, η αμοιβαιότητα, δηλαδή η αμφίδρομη σχέση ανάμεσα στο 19


άτομο και το περιβάλλον κατά την οποία το άτομο αποτελεί ταυτόχρονα πομπό και δέκτη αισθητηριακής πληροφορίας, είναι δυνητικά ιδιότητα όλων των αισθήσεων, χωρίς όμως να χαρακτηρίζει όλες τις αισθητηριακές εμπειρίες.5

5

Paul Rodaway, Sensuous Geographies: Body, Sense, and Place (Routledge 1994).

20


21


Οπτική αντίληψη «.. ο Πλάτων ισχυρίζεται στον Τίμαιό του ότι η απαλή φωτιά που θερμαίνει το ανθρώπινο σώμα ρέει προς τα έξω διά μέσου των ματιών, σ› ένα απαλό πυκνό ρεύμα φωτός. Έτσι, μια απτή γέφυρα χτίζεται ανάμεσα στον παρατηρητή και στο υπό παρατήρηση αντικείμενο, και οι παλμοί φωτός που πηγάζουν από το αντικείμενο ταξιδεύουν μέσω αυτής της γέφυρας προς τα μάτια και από κει προς την ψυχή.»6

Η όραση αποτελεί βασικό κομμάτι της σύγχρονης κοινωνίας και καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την καθημερινότητα μας. Στην πραγματικότητα, η όραση είναι η αίσθηση που προσφέρει ευκολότερη και πληρέστερη συλλογή πληροφοριών.7 Η οπτική αντίληψη, σύμφωνα με τις σύγχρονες προσεγγίσεις στις επιστήμες της βιολογίας και της φυσικής, αποτελείται από τέσσερα στοιχεία: 1) το ορατό τμήμα του φάσματος της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας, δηλαδή το φως, 2) τα υλικά που υπάρχουν στο περιβάλλον και τον τρόπο που αυτά αποκρίνονται στο φως, 3) το ανθρώπινο μάτι, ως όργανο που προσλαμβάνει το φως και 4) τον εγκέφαλο που επεξεργάζεται και ερμηνεύει τα ερεθίσματα που λαμβάνει και σχηματίζει αυτό που αντιλαμβανόμαστε ως εικόνα.8 Πιο συ-

6  Rudolf Arnheim, Τέχνη και Οπτική Αντίληψη: Η ψυχολογία της δημιουργικής όρασης (Iakōvos Potamianos tr, Themelio 2005). 7  Αριστείδης Μάζης, Οπτική Αντίληψη Και Αισθητική Εμπειρία, Αξιολόγηση Του Αρχιτεκτονικού Έργου, Μεθοδολογία Της Επιστημονικής Έρευνας (ΑΠΘ 1987). 8  Keith Albarn and Jenny Miall Smith, Diagram: The Instrument of Thought (Thames and Hudson 1977).

22


γκεκριμένα, σύμφωνα με τη φυσιολογία, το μάτι κινείται και περιστρέφεται χάρη στους εξοφθάλμιους μύες και διαθέτει (εκτός των άλλων) μια επιφάνεια μία επιφάνεια υποδοχής των φωτεινών ερεθισμάτων, που ονομάζεται αμφιβληστροειδής χιτώνας. Ο αμφιβληστροειδής συγκροτείται από το σύνολο πολλών φωτοευαίσθητων κυττάρων και είναι υπεύθυνος για την μεταφορά των ερεθισμάτων των πληροφοριών στον εγκέφαλο για περαιτέρω ερμηνεία. Επομένως, μπορεί να θεωρηθεί λογική η αντίληψη περί κυριαρχίας της όρασης έναντι των άλλων αισθήσεων, καθώς μέσω αυτής ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται άμεσα τον χώρο και το εξωτερικό περιβάλλον, τις μορφές, τα σχήματα και τα χρώματα που υπάρχουν γύρω του. Επιπλέον, η όραση απασχολεί το μεγαλύτερο ποσοστό του εγκεφάλου σε σχέση με τις υπόλοιπες αισθήσεις, πραγματοποιώντας τις απαραίτητες διαδικασίες επεξεργασίας και αναγνώρισης των ερεθισμάτων που δέχεται από το περιβάλλον. 9 Οι οπτικές εμπειρίες είναι αυτές που σε μεγάλο βαθμό ευθύνονται για τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο γύρω μας, δημιουργώντας μία σύνθετη εικόνα του περιβάλλοντος στο οποίο βρισκόμαστε. Αυτή η σύνθετη εικόνα είναι παρέχει ταυτόχρονα και τις απαραίτητες πληροφορίες για το διαχωρισμό των επιμέρους αντικειμένων που την απαρτίζουν, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους, όπως το χρώμα, η μορφή, το σχήμα, το σχετικό μέγεθος και την χωροθέτησή τους. Οι οπτικές εικόνες που συντίθενται είναι πολυδιάστατες και συνεχώς μεταβαλλόμενες, κάνοντας αντιληπτή την κίνηση των αντικειμένων στο χώρο σε ένα σχετικά στατικό φόντο.

«Η όραση κάθε ανθρώπου προδιαγράφει, ως ένα βαθμό, τη δικαίως θαυμαζόμενη ικα-

9  Bryan Kolb, Ian Q Whishaw and G Campbell Teskey, An Introduction to Brain and Behavior (Fifth edition, Worth Publishers/Macmillan Learning 2016).

23


νότητα του καλλιτέχνη να παράγει διατάξεις που ερμηνεύουν την εμπειρία με εγκυρότητα διά μέσου της οργάνωσης της μορφής. Η όραση είναι ενόραση.»10 Για τη συλλογή των απαραίτητων στοιχείων, η όραση εξαρτάται από την ύπαρξη ή μη του φωτός και τον τρόπο που αυτό προσπίπτει στις διάφορες επιφάνειες, ενώ ταυτόχρονα βασίζεται στις υπόλοιπες αισθήσεις και την μνήμη για την ερμηνεία των επιφανειών και των χαρακτηριστικών τους με την ενεργοποίηση αναμνήσεων και βιωμάτων. Το φως, φυσικό ή τεχνητό, προσπίπτον ή ανακλώμενο, σε συνδυασμό με το είδος των επιφανειών μπορεί να παρέχει λεπτομέρειες όπως είναι το είδος του υλικού, η υφή, το βάθος. Ωστόσο, η συλλογή πληροφοριών μεμονωμένα από την όραση παρέχει δεδομένα μόνο για τις επιφάνειες που συνιστούν τα αντικείμενα της οπτικής εικόνας, περιέχοντας την πιθανότητα αντιληπτικής πλάνης. Επίσης, η όραση θέτει σε απόσταση τα προβαλλόμενα και απομακρύνει τον παρατηρητή από τα αντικείμενα, δημιουργώντας του την πεποίθηση ελέγχου και παράλληλα ισχύος, καθώς μπορεί να επιλέγει τι θα δει και από ποια απόσταση. Αυτή η απόσταση όμως είναι που συχνά καθιστά τη συγκεκριμένη αίσθηση λιγότερο αξιόπιστη, σε αντίθεση με την αμεσότητα της αφής, με αποτέλεσμα οι οπτικές πλάνες να επικρατούν στις σύγχρονες κοινωνίες. Παρότι η όραση θεωρείται μία από τις σημαντικότερες αισθήσεις, δεν είναι διαθέσιμη από την αρχή της ζωής του ανθρώπου. Κατά την εμβρυακή ανάπτυξη, η όραση δεν έχει ενεργοποιηθεί, αλλά αναπτύσσεται σταδιακά από τη γέννηση έως βρεφική ηλικία, έχοντας ως αποτέλεσμα τα βρέφη να χρησιμοποιούν σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό την απτική και ακουστική τους αντίληψη. Παρ΄

10  Rudolf Arnheim, Τέχνη και Οπτική Αντίληψη: Η ψυχολογία της δημιουργικής όρασης (Iakōvos Potamianos tr, Themelio 2005).

24


όλα αυτά, η όραση είναι η αίσθηση, η απώλεια της οποίας τρομοκρατεί τους ανθρώπους περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη. 11

11

Paul Rodaway, Sensuous Geographies: Body, Sense, and Place (Routledge 1994).

25


26


Απτική αντίληψη «Σε νεαρή ηλικία, το παιδί ανακαλύπτει ότι μερικά πράγματα είναι σκληρά, άλλα μαλακά και μερικά τόσο εύπλαστα που μπορούν να ζυμωθούν και να πλασθούν με το χέρι. Μαθαίνει ότι τα σκληρά μπορούν να ακονιστούν με ακόμα πιο σκληρά υλικά, ώστε να γίνουν αιχμηρά και μυτερά, και επομένως αντικείμενα που έχουν κοπεί σαν διαμάντια θεωρούνται σκληρά. Αντίθετα, εύκαμπτα υλικά, όπως η ζύμη ψωμιού, μπορεί να έχουν στρογγυλές φόρμες και ανεξάρτητα από το πώς θα κοπούν, η τομή τους θα δείχνει πάντα μια αδιάσπαστη καμπύλη.»12

Η αίσθηση της αφής είναι η πρώτη που αναπτύσσεται στο ανθρώπινο έμβρυο και συχνά χαρακτηρίζεται ως η πιο αμφίδρομη και αμοιβαία από τις αισθήσεις, αφού κάθε τι που αγγίζουμε μας αγγίζει συγχρόνως και αυτό. Η αφή είναι καθοριστική για την κοινωνική ζωή και τις διαπροσωπικές σχέσεις, καθώς σχετίζεται με τη γένεση πολλών διαφορετικών συναισθημάτων, από την αγάπη και τον έρωτα μέχρι το μίσος. Είναι αναπόσπαστο στοιχείο της ανθρώπινης ζωής και της καθημερινότητάς μας και θα μπορούσε να θεωρηθεί βασικός πυλώνας της αισθητηριακής αντίληψης και εμπειρίας, τον οποίο καλούνται να συμπληρώσουν οι υπόλοιπες. Σε αντίθεση με τις άλλες αισθήσεις, η απτική αντίληψη δεν χρησιμοποιεί ένα εξειδικευμένο αισθητηριακό όργανο, αλλά χρησιμοποιεί τον ιστό του δέρματος, το οποίο περιβάλλει ολόκληρο το σώμα, ώστε να λαμβάνει απτικά αισθητηριακά ερεθίσματα.

12  Steen Eiler Rasmussen, Experiencing Architecture (33th printing, MIT Press 2005).

27


Στην πραγματικότητα, υπάρχουν δύο είδη αφής, η εξωτερική και η εσωτερική. Η εξωτερική αφή αφορά το περιβάλλον στο οποίο βρίσκεται ο άνθρωπος και χάρη σε αυτή είναι ικανός να διακρίνει τις υφές των πραγμάτων γύρω του (λείες, τραχείς κλπ.) το σχήμα, το μέγεθος και τις διαστάσεις, το υλικό και τη μάζα τους, την πλαστικότητα ή ακαμψία, την θέση και την απόστασή τους σε σχέση με το σώμα του, τη θερμοκρασία, τη σχετική υγρασία και την πιθανή κίνησή τους.13 Από την άλλη, η εσωτερική αφή λαμβάνει πληροφορίες από το εσωτερικό του ανθρώπινου σώματος. Είναι υπεύθυνη για την αντίληψη της κατάστασης των εσωτερικών οργάνων, προειδοποιώντας για την μη ορθή λειτουργία τους, μέσω της δημιουργίας του αισθήματος του πόνου. Το δέρμα λειτουργεί ως αισθητήριο όργανο της αφής, ενώ όσον αφορά το εσωτερικό του οργανισμού υπάρχει πλήθος υποδοχέων στους μύες και τις αρθρώσεις. 14

«Η μορφή μπορεί επίσης να δώσει μια εντύπωση βαρύτητας ή ελαφρότητας. Ένας τοίχος χτισμένος από μεγάλες πέτρες, ο οποίος συνειδητοποιούμε ότι πρέπει να χρειάστηκε μεγάλη προσπάθεια για να φθάσει στο συγκεκριμένο μέρος και να μπει στη θέση του, φαίνεται βαρύς σε εμάς. Ένας λείος τοίχος φαίνεται ελαφρύς, παρόλο που ίσως απαιτούσε πολύ πιο σκληρή δουλειά και στην πραγματικότητα ζυγίζει περισσότερο από τον πέτρινο τοίχο. Διαισθητικά αισθανόμαστε ότι οι τοίχοι από γρανίτη είναι βαρύτεροι από τους τούβλινους, χωρίς να γνωρί-

13

Paul Rodaway, Sensuous Geographies: Body, Sense, and Place (Routledge 1994).

14  Daniel L Schacter, Daniel Todd Gilbert and Daniel M Wegner, Psychology (Worth Publishers 2009).

28


ζουμε τα αντίστοιχα βάρη τους.»15 Το δέρμα ως μεσολαβητής μεταξύ σώματος και εξωτερικού περιβάλλοντος εύκολα τραυματίζεται, αλλά, σε αντίθεση με άλλα αισθητηριακά όργανα, έχει την ιδιότητα να επουλώνεται τις περισσότερες φορές με γρήγορους ρυθμούς. Υπό φυσιολογικές συνθήκες, ο δερματικός ιστός προστατεύει τα όργανα του σώματος από τραυματισμούς, την εισβολή μικροοργανισμών και την ηλιακή ακτινοβολία και συμβάλλει στην ρύθμιση της εσωτερικής θερμοκρασίας του σώματος. Με μια διευρυμένη έννοια, η αφή περιλαμβάνει τόσο το αποτέλεσμα της πίεσης πάνω στο δέρμα, όσο και την αίσθηση της ύπαρξης του σώματος στο χώρο και της κίνησης του μέσα σε αυτόν. Μπορεί να είναι ενεργητική (εκούσια) ή παθητική (ακούσια) και να πραγματοποιείται είτε στο εύρος του σώματος, μέχρι εκεί που αυτό φτάνει, είτε με τη χρήση τεχνητών μέσων υποβοήθησης (όπως το μπαστούνι για τα άτομα με προβλήματα όρασης), είτε ακόμα και σε νοητικό επίπεδο χάρη στη φαντασία του ατόμου. Ωστόσο, η απτική εμπειρία σε πολλές περιπτώσεις περιορίζεται σε ό,τι αγγίζουν τα άκρα των δακτύλων, γεγονός που σχετίζεται με την σύγχρονη κοινωνία και δεν θα πρέπει να παραβλέπεται ή να θεωρείται δεδομένη λόγω των γρήγορων ρυθμών της καθημερινότητας. Η δυνατότητα του ανθρώπου να αγγίξει κάτι είναι αυτή που έρχεται συχνά ως επιβεβαίωση για την ύπαρξη ενός αντικειμένου, ενός ανθρώπου ή του ίδιου του ατόμου μέσα σε μια συνθήκη και συνδέεται με την αλήθεια, την εμπιστοσύνη και την αίσθηση του οικείου. Η αφή, λόγω της ευθύτητας και της αμοιβαιότητας, είναι η πιο αληθής αίσθηση, καθώς εμπλέκει ολόκληρο το σώμα στην αισθητηριακή εμπειρία, χωρίς να αφήνει περιθώρια λάθους και

15  Rasmussen Steen Eiler Rasmussen, Experiencing Architecture (33th printing, MIT Press 2005).

29


πλάνης. Είναι σχεδόν αδύνατο να αφαιρεθεί η αίσθηση της αφής, η δυνατότητα να αγγίζουμε και να αγγιζόμαστε.16

16

Paul Rodaway, Sensuous Geographies: Body, Sense, and Place (Routledge 1994).

30


31


Οσφρητική αντίληψη και γεύση «Μια συγκεκριμένη μυρωδιά μας κάνει να ξαναμπούμε σε ένα χώρο εντελώς ξεχασμένο από την οπτική μας μνήμη. Τα ρουθούνια ξυπνούν μια ξεχασμένη εικόνα και μπαίνουμε στον πειρασμό να εισέλθουμε σε μια ζωντανή ονειροπόληση. Η μύτη κάνει τα μάτια να θυμούνται.»17

Οι αισθήσεις της όσφρησης και της γεύσης δρουν συχνά ταυτόχρονα και σχηματίζουν ένα αισθητηριακό σύστημα που εμπλουτίζει την αντίληψη του ανθρώπου για το χώρο. Χάρη στο σύστημα αυτό ο άνθρωπος μπορεί να αντιληφθεί τη θέση του στο χώρο, να αναγνωρίσει το οικείο από το ανοίκειο τόσο σε άλλα άτομα, όσο και σε χωρικές καταστάσεις, να ξεχωρίσει την τροφή του. Ο ρόλος της όσφρησης είναι ο σημαντικότερος για τη δημιουργία χωρικής αντίληψης σε αντίθεση με τη γεύση, η οποία έρχεται στο μυαλό συνειρμικά λόγω κάποιας οσμής, εφόσον η γλώσσα, το κυρίαρχο αισθητηριακό όργανο της γεύσης, δεν έρθει σε επαφή με κάτι. Χάρη στην αίσθηση της όσφρησης ξεχωρίζουμε διαφορετικές οσμές και εντοπίζουμε την πηγή τους, ενώ εμφανίζεται προσαρμοστικότητα των οσφρητικών οργάνων ως προς τα ερεθίσματα· οι οσμές που μυρίζουμε συχνά σταδιακά ατονούν, ενώ μια νέα πρωτόγνωρη οσμή έχει ιδιαίτερα έντονο χαρακτήρα, πιθανώς γιατί στην προσπάθεια του ανθρώπου για επιβίωση βασικός ρόλος της όσφρησης υπήρξε η προειδοποίηση για αλλαγές στο περιβάλλον.

17

Juhani Pallasmaa, The Eyes of the Skin: Architecture and the Senses (3. ed, Wiley 2012).

32


Οι οσμές ως χαρακτηριστικά του χώρου δεν είναι σταθερά και καθορισμένα. Εμφανίζονται και εξαφανίζονται με ένταση που μειώνεται ή αυξάνεται και μεταβάλλονται με βάση την κίνηση του αέρα και των ατόμων στο χώρο. Επομένως δημιουργούν ένα δυναμικό και περίπλοκο οσφρητικό τοπίο που μεταβάλλεται συνεχώς. Λέγεται μάλιστα πως παρότι η δημιουργία οσφρητικών και γευστικών αναμνήσεων είναι μια διαδικασία πιο δύσκολη και χρονοβόρα απ’ ότι για τις οπτικές ή ακουστικές αναμνήσεις, όταν αυτή επιτυγχάνεται δίνει αναμνήσεις ιδιαίτερα έντονες, ακριβείς και συναισθηματικά φορτισμένες. 18

18  Paul Rodaway, Sensuous Geographies: Body, Sense, and Place (Routledge 1994).

33


34


Ακουστική αντίληψη «Μπορεί να ακουστεί η αρχιτεκτονική; Οι περισσότεροι άνθρωποι πιθανόν θα έλεγαν ότι αφού η αρχιτεκτονική δεν παράγει ήχο, δεν μπορεί να ακουστεί. Ούτε και φως ακτινοβολεί, ωστόσο όμως μπορεί να ιδωθεί. Βλέπουμε το φως που αντανακλάται πάνω της και έτσι αποκτούμε μια εντύπωση μορφής και υλικού. Με τον ίδιο τρόπο ακούμε τους ήχους που αντανακλά και αυτοί επίσης μας δίνουν μια εντύπωση μορφής και υλικού. Διαφορετικά διαμορφωμένοι χώροι και διαφορετικά υλικά ηχούν αλλιώτικα.»19

Η αίσθηση της ακοής στον άνθρωπο είναι αποτέλεσμα φυσικών και όχι χημικών φαινομένων, όπως είναι η όσφρηση και η γεύση. Πρόκειται για τον τρόπο που ο άνθρωπος προσλαμβάνει πληροφορίες με τη μορφή ήχου, δηλαδή δονήσεων που μεταφέρονται μέσω υλικών του περιβάλλοντος. Ο πιο συνηθισμένος τρόπος μετάδοσης ηχητικών κυμάτων είναι μέσω του αέρα και το αρμόδιο όργανο στο σώμα για την πρόσληψη της πληροφορίας είναι το αυτί. Τα δύο αυτιά, τοποθετημένα στις δυο πλευρές του κεφαλιού, συλλέγουν ήχους σε ένα ιδιαίτερα μεγάλο εύρος, που συνδυάζοντας και την κίνηση του κεφαλιού μπορεί να καλύψει και 360 μοίρες. Επιπλέον, το ακουστικό σύστημα περιλαμβάνει και το στάδιο επεξεργασίας της λαμβάνουσας πληροφορίας από τον εγκέφαλο, ο οποίος αναλύει τα χαρακτηριστικά κάθε ήχου, την ένταση, την τονικότητα, τη διεύθυνση από όπου προέρχεται και τη διάρκειά του. Επομένως, πρόκειται για ένα αντιληπτικό σύ-

19

Rasmussen Steen Eiler, Experiencing Architecture (33th printing, MIT Press 2005).

35


στημα που, όπως και όλα τα άλλα, δεν αποτελείται μόνο από τα αρμόδια αισθητηριακά όργανα, αλλά διαθέτει και το αντίστοιχο κέντρο επεξεργασίας στον εγκέφαλο, ώστε συνολικά να δημιουργεί την ακουστική αντίληψη. Είναι χαρακτηριστικό ότι το ανθρώπινο αυτί, σε σχέση με άλλων θηλαστικών, δεν παρουσιάζει την ίδια ικανότητα στο να προσλαμβάνει ήχους. Ωστόσο, ο άνθρωπος είναι εκπαιδευμένος στο να λαμβάνει και να επεξεργάζεται ήχους ομιλίας και να αποδίδει σε αυτούς ιδιαίτερα πολύπλοκα νοήματα, γεγονός που του επιτρέπει να μιλάει σε αντίθεση με τα ζώα. Επιπλέον, ο ήχος μπορεί να προσληφθεί και μέσω του υπόλοιπου σώματος, πέραν των αυτιών, χάρη στη μετάδοσή του υπό τη μορφή δονήσεων, μέσω άλλων υλικών με τα οποία το σώμα έρχεται σε επαφή. Η ακοή είναι η μόνη καθαρά παθητική αίσθηση, καθώς κάποιος μπορεί να ακούει χωρίς αυτό να σημαίνει ότι μπορεί να ακουστεί από άλλους, παρότι κάθε ον και κάθε δραστηριότητα έχει ηχητική παρουσία στο χώρο. Ακόμη, μπορεί να γίνει διάκριση ανάμεσα στην ακούσια και την εκούσια ακουστική αντίληψη, με την πρώτη να εκφράζει τη διαρκή πρόσληψη πληροφορίας από το αντιληπτικό σύστημα, χωρίς την πρόθεση του ατόμου, ενώ η δεύτερη εκφράζει τη διαδικασία κατά την οποία το άτομο συγκεντρώνει την προσοχή του σε μία ή περισσότερες ηχητικές πληροφορίες με στόχο την καλύτερη δυνατή πρόσληψη και επεξεργασία τους. Η ακουστική αντίληψη έχει δύο διαφορετικές αλλά άμεσα συνδεδεμένες λειτουργίες. Η πρώτη περιλαμβάνει τη λήψη της ηχητικής πληροφορίας και τον εντοπισμό της διεύθυνσης προέλευσής της, επομένως να εντοπίζεται η πηγή και η φύση της πληροφορίας και αυτή να μπορεί να αναγνωριστεί. Η δεύτερη λειτουργία αφορά στην πρόσληψη των ήχων που παράγει ο ίδιος ο οργανισμός, μέσω της οποίας ελέγχει ηχητικά μοτίβα που σχετίζονται με τη φωνή, όπως λειτουργούν τα πουλιά με το τραγούδι τους, ή στην περίπτωση του ανθρώπου η παρακολούθηση ήχων που συμβάλλουν στην κοινωνική συναναστροφή, δηλαδή την ανθρώπινη 36


ομιλία. Χαρακτηριστικά, η επικοινωνία των ανθρώπων μέσω της ομιλίας καθίσταται εφικτή με ευκολία χάρη στην ικανότητα αυτή του συστήματος ακουστικής αντίληψης τους να αναγνωρίζουν την ίδια τους τη φωνή. Η φυσική μορφή του περιβάλλοντος σε συνδυασμό με τον αέρα και την ατμοσφαιρική υγρασία συμβάλλει καθοριστικά στη διαμόρφωση της ακουστικής αντίληψης του ανθρώπου. Όπως αναφέρεται στην περιβαλλοντική ψυχολογία και την “οικολογική προσέγγιση” της αντίληψης, η δομή του περιβάλλοντος, η ανοιχτότητα ή η κλειστότητα, οι ιδιότητες των υλικών που ανακλούν ή απορροφούν τα ηχητικά κύματα και που δημιουργούν ή όχι αντιχήσεις, χαρακτηρίζουν την ακουστική αντίληψη. Επηρεάζουν τόσο τον τελικό ήχο που φτάνει στα αισθητηριακά όργανα, ως προς την ένταση και τη χροιά του, όσο και την απόσταση που θα διανύσουν τα ηχητικά κύματα μέχρι να φτάσουν στα αυτιά. Στο χώρο της πόλης παράγοντες που επιπρόσθετα την επηρεάζουν αποτελούν το γεωγραφικό ανάγλυφο, η μορφή και η θέση των κτιρίων, οι κλιματολογικές συνθήκες και η ύπαρξη πολλών ήχων ταυτόχρονα.20

20

Paul Rodaway, Sensuous Geographies: Body, Sense, and Place (Routledge 1994)..

37


Σημασία των αισθήσεων Η σημασία των ερεθισμάτων που ενεργοποιούν άλλες αισθήσεις πέρα από την όραση, όπως και του βιώματος του χώρου, άρχισαν να αναφέρονται ως έννοιες μετά το 1990 και οι θεωρίες που αναφέρονταν στα θέματα αυτά άρχισαν να γίνονται όλο και πιο δημοφιλείς ως αντίδραση στη λογική του μοντερνισμού. Το 1994 δημοσιεύτηκε μια ειδική έκδοση του περιοδικού Architecture and Urbanism με τίτλο «Questions of Perception – Phenomenology of Architecture», στην οποία αρχιτέκτονες όπως ο Steven Holl, ο Juhani Pallasmaa και ο Alberto Pérez-Gómez δημοσίευσαν άρθρα σχετικά με τις αισθήσεις στο βίωμα του χώρου και με τη φαινομενολογία. 21 Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά από τον Merleau-Ponty στην Φαινομενολογία της Αντίληψης22, ένα από τα σημαντικότερα βιβλία για τη φαινομενολογία, η αντίληψη κάθε ανθρώπου είναι το άθροισμα των οπτικών, απτικών και ηχητικών δεδομένων που λαμβάνει - αντιλαμβάνεται, επομένως, με τρόπο συνολικό, με ολόκληρη την ύπαρξή του.

«Δεν αρκεί να βλέπεις την αρχιτεκτονική, πρέπει να τη βιώσεις. Πρέπει να παρατηρήσεις πώς σχεδιάστηκε για έναν ειδικό σκοπό και πώς προσαρμόστηκε σε ολόκληρη την ιδέα και το ρυθμό μιας συγκεκριμένης εποχής. Πρέπει να σταθείς στα δωμάτια, να νιώσεις πώς κλείνουν γύρω σου, να παρατηρήσεις πώς οδηγείσαι φυσικά από το ένα στο άλλο. Πρέπει να αντιληφθείς τις εναλλαγές των υφών, να ανακαλύψεις γιατί χρησιμο-

21  Sheryl Boyle, ‘Sensory Readings in Architecture’ <https://www.academia.edu/24799409/ Sensory_Readings_in_Architecture> accessed 21 April 2020. 22

Maurice Merleau-Ponty, Phenomenology of Perception (Colin Smith tr, Routledge 2005).

38


ποιήθηκαν τα συγκεκριμένα χρώματα, πώς η επιλογή έγινε βάσει του προσανατολισμού των δωματίων σε σχέση με τα παράθυρα και τον ήλιο.»23

23  Rasmussen Steen Eiler, Experiencing Architecture (33th printing, MIT Press 2005).

39


Κυριαρχία της όρασης Για όλους τους παραπάνω λόγους, η αρχιτεκτονική του μοντερνισμού συχνά επικρίνεται από τους υποστηρικτές της φαινομενολογικής προσέγγισης, επειδή εστιάζει μόνο στις οπτικές ποιότητες και ενεργοποιεί μόνο μερικώς το συναίσθημα. Αντί να προσφέρει ποικιλία ερεθισμάτων και να είναι επιφορτισμένη με συμβολισμούς και νοήματα, δίνει αποκλειστικά οπτικές εικόνες με μοναδικό στόχο να πείσει και να εντυπωσιάσει το χρήστη. 24 Η τάση αυτή προς τα οπτικά ερεθίσματα μπορεί να αποδοθεί στην λεγόμενη κυριαρχία της όρασης, που για πολλούς στοχαστές, όπως ο Nietzsche, ο Sartre και ο Merleau - Ponty, αποτελεί πρόβλημα. Ενδεχομένως να οφείλεται στο γεγονός ότι στις δυτικές κοινωνίες οι εγκεφαλικές αισθήσεις (όραση και ακοή) θεωρείται πως έχουν πρωταρχική σημασία, άρα και κυριαρχούν έναντι των υπολοίπων και σε αυτές επικεντρώνονται οι περισσότερες μελέτες που σχετίζονται με την περιβαλλοντική εμπειρία και την πληροφορία. Αντιθέτως, οι σωματικές αισθήσεις υποστηρίζεται πως είναι δευτερεύουσες και κατώτερες, δίνοντας λιγότερη προσοχή στα αντίστοιχα ερεθίσματα και τις πληροφορίες που παρέχουν.

«Οι περισσότερες απτικές αισθήσεις φτάνουν σε εμάς έμμεσα, μέσω των ματιών μας. Το φυσικό μας περιβάλλον μοιάζει αναπόφευκτα απτικό, παρόλο που αγγίζουμε μόνο ένα μικρό μέρος του. Οι κοκκινωπές χνουδωτές επιφάνειες είναι ζεστές, οι γαλάζιες και λαμπερές είναι δροσερές. Ένα γυάλινο τραπεζάκι δίπλα σε ένα βερνικωμένο δρύινο σεντούκι αποτελεί μια απτική σύνθεση. Ένας

24  Juhani Pallasmaa and others, Encounters: Architectural Essays (Rakennustieto Oy 2005).

40


δρόμος που δεξιά και αριστερά του έχει σειρές από καφέ σπίτια και χαριτωμένα δέντρα δημιουργεί μια γοητευτική εικόνα, αλλά η γοητεία έρχεται εξίσου μέσω της αίσθησης της αφής, όσο και μέσω των ματιών μας. Η όραση και η αίσθηση της αφής είναι τόσο στενά συνδεδεμένες που ακόμη και όταν κοιτάζουμε έναν πίνακα δεν είναι ξεκάθαρο ότι παρατηρούμε αποκλειστικά τις οπτικές του ποιότητες.»25 Μπορεί στη σύγχρονη κοινωνία η όραση να θεωρείται κυρίαρχη αίσθηση, αλλά αυτό δεν συνεπάγεται πως είναι η πιο σημαντική, καθώς δεν είναι ικανή να λειτουργεί ανεξάρτητα από τις υπόλοιπες αισθήσεις. Οι αισθητηριακές εμπειρίες κάθε ανθρώπου ποικίλλουν και εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες, όπως για παράδειγμα τη φυσική κατάσταση του ατόμου (ηλικία, κατάσταση υγείας κ.α.), την παιδεία και το πολιτισμικό υπόβαθρο. 26 Παρότι ο οπτικοκεντρισμός έχει εντοπιστεί ως τάση από την αρχαιότητα, προτού επικρατήσει σε τόσο μεγάλο βαθμό, οι κοινωνίες βασίζονταν περισσότερο στην προφορική μετάδοση της πληροφορίας, όπως για παράδειγμα μέσω της αφήγησης. Ακόμη, ο τρόπος που σχεδίαζαν και έχτιζαν τα κτήριά τους ήταν κυρίως κατευθυνόμενος από την αφή. Η διαδικασία κατασκευής των κτηρίων γινόταν με το σώμα και για το σώμα, δεν υπήρχε μεγάλη χρήση εργαλείων, ενώ οι χώροι δημιουργούνταν γύρω από τον άνθρωπο, σε μια κλίμακα απόλυτα προσαρμοσμένη σε αυτόν. Χρησιμοποιώντας εντόπια οικοδομικά υλικά τα κτήρια κατέληγαν να έχουν έντονη υλικότητα και μεγάλη χρηστικότητα, χωρίς να δίνε-

25  Yi-fu Tuan, Passing Strange and Wonderful: Aesthetics, Nature, and Culture (Kodansha International 1995). 26

Paul Rodaway, Sensuous Geographies: Body, Sense, and Place (Routledge 1994).

41


ται έμφαση σε διακοσμητικά αρχιτεκτονικά στοιχεία. 27 Ως απόρροια της κυριαρχίας της όρασης και της εξασθένησης των άλλων αισθήσεων, το πολιτισμικό στερεότυπο που εφαρμόζεται στις δυτικές κοινωνίες στις μέρες μας αποδίδει αρνητική χροιά στις οσμές, ιδιαίτερα όταν αυτές είναι έντονες, και οι άνθρωποι εμφανίζουν μικρή ανεκτικότητα απέναντι σε αυτές. Επιπλέον, η σωματική επαφή με αντικείμενα και ανθρώπους δεν έχει ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην καθημερινότητα και εφαρμόζεται μόνο όταν έχουν ήδη διαμορφωθεί στενές σχέσεις μεταξύ ατόμων. Οι άνθρωποι έχουν έντονη ανάγκη για «προσωπικό χώρο» και τείνουν να αποφεύγουν μέρη με υψηλή συγκέντρωση κόσμου. Οι αντιλήψεις αυτές εκφράζονται ξεκάθαρα και στον τρόπο που σχεδιάζονται τα περισσότερα σπίτια στο δυτικό κόσμο: πρόκειται για χώρους εντελώς περίκλειστους, όπου κάθε δωμάτιο είναι σαφώς διαχωρισμένο από το άλλο με τοίχους και πόρτες. Κατ’ επέκταση, οι χρήσεις είναι εξίσου διαχωρισμένες, με ειδική μέριμνα ώστε δραστηριότητες που παράγουν ειδικές οσμές (μπάνιο, μαγείρεμα, γυμναστική κ.ά.) να πραγματοποιούνται σε ειδικά σχεδιασμένους χώρους. Ο κήπος αποτελεί κι αυτός ξεχωριστό χώρο του σπιτιού, ενώ συνολικά οι κατοικίες προσφέρουν άνεση χώρου στους χρήστες τους και τη δυνατότητα να βρίσκονται σε απόσταση μεταξύ τους. Τέλος, η ύπαρξη οσμών στο δυτικό πρότυπο κατοικίας μπορεί να είναι ακόμη και ντροπιαστικό στοιχείο αν γίνει αντιληπτό από επισκέπτες, έχει σχεδόν πάντα αρνητική χροιά και γι’ αυτό συχνά προσπαθεί να καλυφθεί με τεχνητές οσμές σε χαμηλή πυκνότητα που υποδηλώνουν καθαριότητα και φρεσκάδα. Θα πρέπει όμως να σημειωθεί ότι ενώ υπάρχει σαφής τάση οι έντονες οσμές να μην είναι αρεστές και η απουσία οσμών γενικότερα να είναι δείγμα καθαρότητας, ορισμένες οσμές εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία αισθημάτων

27  Juhani Pallasmaa and others, Encounters: Architectural Essays (Rakennustieto Oy 2005).

42


οικειότητας και χαλάρωσης ή για την προσέλκυση του κόσμου, ιδιαίτερα σε καταστήματα με φαγητό ή ποτό. 28

28

Paul Rodaway, Sensuous Geographies: Body, Sense, and Place (Routledge 1994).

43


Κυριαρχία άλλων αισθήσεων: Πολιτισμός και διαμόρφωση χωρικού περιβάλλοντος Ακόμη και σήμερα υπάρχουν πολιτισμοί όπου άλλες αισθήσεις, πέραν της όρασης, κατέχουν σημαντικό ρόλο: η όσφρηση είναι ιδιαίτερα σημαντική για τους λάπωνες και τους βουσμάνους, ενώ η ακοή υπήρξε καθοριστική για τους ερυθρόδερμους.29 Στο κεφάλαιο λοιπόν αυτό παρουσιάζονται περιπτώσεις πολιτισμών που συνεχίζουν να αποδίδουν καίριο ρόλο σε αισθήσεις πέρα από την όραση, αλλά και πώς βάσει αυτών των ιδιαίτερων πολιτισμικών χαρακτηριστικών τους διαμορφώνουν αντίστοιχα το χωρικό τους περιβάλλον. Παρότι οι άνθρωποι του δυτικού κόσμου δεν αρέσκονται σε υψηλές συγκεντρώσεις οσμής σε ένα χώρο, αυτό δεν ισχύει για άλλους πολιτισμούς. Στην περίπτωση των Αράβων αλλά και των Βερβέρων και άλλων Αβοριγίνων, η οσμή ανθρώπων και χώρων έχει καθοριστικό ρόλο. Μια τυπική κατοικία Βερβέρων περιγράφεται ως μια ενιαία συνθήκη συνύπαρξης μεταξύ των μελών μιας οικογένειας και των ζώων τους. Μοναδικό διαχωριστικό, εκτός από τους περιβάλλοντες τοίχους είναι ένας δικτυωματικός τοίχος που φτάνει μέχρι τη μέση του συνολικού ύψους του κτιρίου, αποκλείοντας έτσι μόνο την οπτική και την απτική επαφή. Όλοι οι κάτοικοι ζουν μαζί στον κεντρικό χώρο που είναι ανοιχτός στην οροφή και περιβάλλεται από χώρους για μαγείρεμα, αποθήκευση, ύπνο αλλά και σταβλισμό των ζώων. Τα τοπικά υλικά που χρησιμοποιούνται, η συνύπαρξη ανθρώπων και ζώων στον ίδιο περιορισμένο χώρο και η απουσία διαχωρισμού επιμέρους δωματίων για κάθε δραστηριότητα συνεπάγονται μια ποικιλία οσμών που κυριαρχούν στην

29  Αριστείδης Μάζης, Οπτική Αντίληψη Και Αισθητική Εμπειρία, Αξιολόγηση Του Αρχιτεκτονικού Έργου, Μεθοδολογία Της Επιστημονικής Έρευνας (ΑΠΘ 1987).

44


κατοικία όλες τις ώρες της ημέρας. Παρομοίως, έχει αναφερθεί ότι αντίστοιχα έντονες οσμές, προερχόμενες από τροφές, δέρματα ζώων και άλλα υλικά κατασκευής, αλλά και από τους ίδιους τους κατοίκους, έχουν παρατηρηθεί και στα παραδοσιακά ιγκλού των Ινουίτ. Συνολικά, μπορεί να παρατηρηθεί ότι οι πολιτισμοί που βρίσκονται σε στενότερη σχέση με το φυσικό περιβάλλον δείχνουν, όχι απλώς να μην ενοχλούνται από τις οσμές στους χώρους τους, αλλά αντίθετα να τις δέχονται και να τις χρησιμοποιούν στην καθημερινή τους ζωή, κυρίως στο κυνήγι και την εύρεση τροφής. Σε αυτές τις κοινωνίες επίσης, οι διαπροσωπικές σχέσεις είναι πολύ πιο απτικές, καθώς το άγγιγμα και η σωματική επαφή είναι ουσιώδες κομμάτι της επικοινωνίας μεταξύ των μελών. Η αφή και η όσφρηση, σε συνδυασμό με την εγγύτητα των σωμάτων είναι καθοριστικές για την επικοινωνία και την διεξαγωγή εμπορικών συμφωνιών και στις παραδοσιακές αραβικές κοινωνίες. Η δυνατότητα σωματικής επαφής και όσφρησης του άλλου προσώπου αποτελούν στοιχεία βασικά για την εδραίωση σχέσεων εμπιστοσύνης, φιλίας και συνεργασίας. Παρομοίως, η απόσταση, η οποία δεν επιτρέπει την όσφρηση και την απτική επαφή, θεωρείται δείγμα αναξιοπιστίας ή και ψεύδους. Όπως είναι φυσικό, αυτά τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά έχουν άμεση επιρροή στο χωρικό σχεδιασμό των αντίστοιχων περιοχών. Η παραδοσιακή Αραβική πόλη χαρακτηρίζεται από υψηλές πυκνότητες κατοίκησης που ερμηνεύονται από την αυξημένη ανεκτικότητα των κατοίκων σε χώρους με πολλά άτομα και σε σωματική επαφή με άλλους. Ακόμη πιο έντονο είναι στις παραδοσιακές αγορές, όπου κτίσματα, εφήμερες κατασκευές και άνθρωποι βρίσκονται σε πολύ μεγάλη εγγύτητα μεταξύ τους και οι χώροι πλημμυρίζονται από έντονες οσμές κάθε είδους. Ακόμη και στην κλίμακα της ιδιωτικής κατοικίας, μπαχαρικά και έλαια με έντονη οσμή καίγονται για να προσδίδουν άρωμα και χαρακτήρα στους

45


χώρους, ενώ δε λείπουν ποτέ από τη γαστρονομία των αραβικών πολιτισμών. Γίνεται λοιπόν σαφές ότι οι άνθρωποι αυτοί είναι πολύ πιο θετικά διακείμενοι απέναντι στις οσμές και τη σωματική επαφή και χρησιμοποιούν ενεργά την αφή και την όσφρηση στην καθημερινότητά τους για να μεταδώσουν και να λάβουν πληροφορίες για αντικείμενα, χώρους και άλλους ανθρώπους. Σε ό,τι αφορά την ακοή, υποστηρίζεται συχνά ότι η ακουστική ευαισθησία του ανθρώπου ήταν πολύ μεγαλύτερη στο παρελθόν, όπως για παράδειγμα στις κοινωνίες κυνηγών - τροφοσυλλεκτών προτού επέλθει η εκβιομηχάνιση. Στην περίπτωση των Ινουίτ, ο χώρος ορίζεται περισσότερο βάσει της ακοής παρά βάσει της όρασης, τόσο που τα μάτια μοιάζουν να υποτάσσονται στα αυτιά. Η οπτική αντίληψη μοιάζει να μην προσφέρει την απαραίτητη πληροφορία που χρειάζονται για να αντιληφθούν επαρκώς και να προσανατολιστούν στο χώρο, αφού οι κοινωνίες αυτές ζουν σε αχανείς εκτάσεις αρκτικών πεδιάδων, όπου ειδικά το χειμώνα κυριαρχεί μονάχα το χιόνι και το απόλυτο σκοτάδι. Παρόλα αυτά, χάρη στην ιδιαίτερα οξεία ακοή τους, καταφέρνουν όχι μόνο να προσανατολίζονται, αλλά να έχουν χωρική αντίληψη επαρκή ώστε να είναι σε θέση να σχεδιάζουν με λεπτομέρεια χάρτες και διαδρομές στα μέρη που κινούνται. Βέβαια, τέτοιοι χάρτες, με την έννοια της οπτικής αναπαράστασης, δεν παρουσιάζουν κάποια χρησιμότητα γι’ αυτούς, επειδή ο κόσμος τους δεν συντίθεται από εικόνες αλλά κατά βάση από ήχους, γεγονότα και δράσεις. Στο πλαίσιο αυτό, ο άνεμος δρα καθοριστικά, δίνοντας πληροφορίες για τη μορφή και το περιεχόμενο του περιβάλλοντος και δίνει τη δυνατότητα στους Ινουίτ να ακούσουν ήχους από μακρινές, αόρατες πηγές, όπως τον ήχο των κυμάτων από μια μακρινή ακτή ή το σύρσιμο ενός έλκηθρου στο χιόνι που ακόμη δεν έχει φανεί. Στο σύνολό τους, οι ειδικές περιβαλλοντικές συνθήκες στις οποίες ζουν έχουν επηρεάσει καθοριστικά τον τρόπο που αντιλαμβάνονται το περιβάλλον, κάνοντάς τους να αναπτύξουν εξαιρετικές δεξιότητες στο να ακούν ήχους από πολύ μεγάλη απόσταση και

46


να ακολουθούν διαδρομές χωρίς χάρτη, ακόμη και στο απόλυτο σκοτάδι του αρκτικού χειμώνα. Έτσι, για τους Ινουίτ ο χώρος δεν νοείται σαν μια κατάσταση ορισμένη, σταθερή και περίκλειστη, όπως ένα δωμάτιο, αλλά μια δυναμική, ανοιχτή και απεριόριστη διαδικασία, μια δράση που διαρκώς μεταβάλλεται και έχει συγκεκριμένη κατεύθυνση. 30

30

Paul Rodaway, Sensuous Geographies: Body, Sense, and Place (Routledge 1994).

47


48


Κυριαρχία άλλων αισθήσεων: Απώλεια όρασης και χωρική αντίληψη

«Τα παιδιά που συναντάει είναι γεμάτα ερωτήσεις: Πονάει; Κλείνεις τα μάτια για να κοιμηθείς; Πώς ξέρεις τι ώρα είναι; Δεν πονάει, τους εξηγεί. Και δεν υπάρχει σκοτάδι, έτσι όπως το φαντάζονται. Όλα απαρτίζονται από ιστούς και πλέγματα και εκρήξεις ήχου και υφής.»31

Περιβάλλοντα όπως αυτό του αρκτικού κύκλου, όπου ζουν οι Ινουίτ, λόγων των συνθηκών που παρουσιάζουν, καθιστούν την όραση λιγότερο αποτελεσματική για τη δημιουργία χωρικής αντίληψης, ωθώντας έτσι τους ανθρώπους που ζουν εκεί να αναπτύξουν άλλες δεξιότητες που αναφέρονται στις υπόλοιπες αισθήσεις, ώστε να καταφέρνουν επιτυχώς να ζουν και να κινούνται στο χώρο. Με παρόμοιο τρόπο λειτουργούν και οι άνθρωποι που παρουσιάζουν απώλεια κάποιας αίσθησης, κυρίως της ακοής ή της όρασής τους. Άτομα με σοβαρά προβλήματα όρασης ή ακοής, παρά το γεγονός ότι μια βασική τους αίσθηση είναι εξασθενημένη ή εντελώς απούσα, συνεχίζουν να έχουν χωρική αντίληψη και να είναι ικανοί να κινηθούν στο χώρο αυτόνομα. Συνήθως αναπτύσσουν επιπρόσθετες ικανότητες χρησιμοποιώντας τις υπόλοιπες αισθήσεις τους, ώστε να διαμορφώνουν αποτελεσματικά την αντίληψη για το χωρικό τους περιβάλλον. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στοιχεία που αξιοποιούν στο σχηματισμό της

31  Anthony Doerr, All the Light We Cannot See (First Scribner hardcover edition, Scribner 2014).

49


χωρικής τους αντίληψης, αλλά και πώς αυτή διαφέρει σε σχέση με την αντίστοιχη των ανθρώπων που έχουν όλες τις αισθήσεις τους σε πλήρη λειτουργία. Μελετώντας τα στοιχεία αυτά, μπορεί κανείς να αντιληφθεί χαρακτηριστικά και ποιότητες του χώρου που τείνουν να περνούν απαρατήρητα όταν κάποιος έχει όλες του τις αισθήσεις λειτουργικές. Επιπλέον, μπορούν να αξιοποιηθούν στο σχεδιασμό για να εμπλουτίσουν τις χωρικές εμπειρίες που θα δημιουργηθούν. Μια ειδική ικανότητα για την οποία γίνεται συχνά αναφορά από άτομα με απώλεια όρασης είναι η ηχοτοποθέτηση ή ηχοεντοπισμός32. Πρόκειται για την ικανότητα των ανθρώπων αυτών να αντιλαμβάνονται την ύπαρξη εμποδίων στο χώρο, χωρίς να τα βλέπουν ή να τα αγγίζουν. Αρχικά είχε θεωρηθεί ότι πρόκειται για ειδική λειτουργία της αφής, μέρος δηλαδή της γενικής επαφής του σώματος με το περιβάλλον, της αίσθησης του σώματος στο χώρο. Έχει περιγραφεί ως έντονη αίσθηση της παρουσίας μεγάλων, συνήθως, αντικειμένων που γίνονται αντιληπτά ως ένα είδος πίεσης στον αέρα γύρω από αυτά. Η ηχοτοποθέτηση φέρεται να είναι αποτέλεσμα της ανάπτυξης μιας ιδιαίτερης ευαισθησίας του σώματος και της ύπαρξης συγκεκριμένων περιβαλλοντικών συνθηκών, όπως η ησυχία. Έχει αναφερθεί ότι η χρήση της ικανότητας αυτής δεν είναι εφικτή σε χώρους με φασαρία, όπως στο δρόμο. Ο συσχετισμός της με το ηχητικό περιβάλλον μπορεί ίσως να εξηγηθεί από το γεγονός ότι ορισμένες φορές η ηχοτοποθέτηση περιγράφεται ως μια ειδική μορφή ηχητικής αντίληψης, κατά την οποία τα άτομα χρησιμοποιούν μικρούς ήχους για να προσδιορίσουν τη θέση του σώματός τους και αντικειμένων μέσα στο χώρο. 33 Αυτή φαίνεται να είναι και η ορθότερη επιστημονικά ερμηνεία, αφού πιο πρόσφατες μελέτες έδειξαν ότι η ικανότητα

32

(echolocation ή facial vision)

33  Paul Rodaway, Sensuous Geographies: Body, Sense, and Place (Routledge 1994).

50


αυτή σχετίζεται με παρόμοιες συμπεριφορές που εμφανίζονται σε ζώα όπως οι νυχτερίδες και τα δελφίνια για πλοήγηση στο χώρο και είναι αποτέλεσμα της ερμηνείας των ηχητικών κυμάτων που αντανακλώνται σε επιφάνειες. Κάποιοι άνθρωποι χρησιμοποιούν ήδη υπάρχοντες ήχους από το περιβάλλον για να αντιληφθούν τα αντικείμενα στο χώρο, ενώ άλλοι παράγουν οι ίδιοι μικρούς ήχους.34 Μάλιστα, έρευνες έδειξαν ότι όταν γίνεται χρήση της ηχοτοποθέτησης, ενεργοποιείται το κέντρο όρασης του εγκεφάλου και όχι το κέντρο ακοής.35 Με παρόμοιο τρόπο, άτομα που έχουν χάσει ολόκληρη ή μέρος της ακοής τους, μπορούν να αξιοποιήσουν ιδιότητες του ήχου για να τον αντιληφθούν χωρίς να χρησιμοποιούν τα αυτιά τους. Πιο συγκεκριμένα, η φυσική μορφή του ήχου είναι σε κύματα που προκαλούν δονήσεις στα υλικά μέσα από τα οποία μεταφέρονται. Επομένως, άτομα με έλλειψη ακοής συχνά αντιλαμβάνονται ήχους επειδή αισθάνονται δονήσεις σε υλικά με τα οποία βρίσκονται σε επαφή, όπως υλικά τοιχοποιίας ή δαπεδόστρωσης. Η ακοή μέσω του σώματος είναι πολύ διαφορετική από την ακοή μέσω των αισθητηριακών οργάνων της ακοής και κατά συνέπεια δημιουργεί διαφορετική χωρική αντίληψη. Για την ακρίβεια, δεν μπορεί να αποδώσει πλήρως τη φύση και τα χαρακτηριστικά της ηχητικής πληροφορίας, επειδή μόνο χαμηλές συχνότητες κάθε ήχου μπορούν να μεταφερθούν μέσω των υλικών με τη μορφή δονήσεων. 36

«Ως άτομο με προβλήματα όρασης, καθισμένος στην παραλία, έριξα μια χούφτα άμμο στην παλάμη του άλλου χεριού μου,

34  Andrew J Kolarik and others, ‘A Summary of Research Investigating Echolocation Abilities of Blind and Sighted Humans’ (2014) 310 Hearing Research 60. 35  Emily Chung, ‘Blind People Echolocate with Visual Part of Brain’ (CBC News, 25 May 2011) <https://www.cbc.ca/news/technology/blind-people-echolocate-with-visual-part-ofbrain-1.1012642> accessed 21 April 2020. 36

Paul Rodaway, Sensuous Geographies: Body, Sense, and Place (Routledge 1994).

51


επιτρέποντάς της να τρυπήσει τα δάχτυλά μου. Έτριψα την άμμο ανάμεσα στο δάχτυλο και τον αντίχειρά μου, ψηλαφίζοντας τις διάφορες υφές. Μερικοί από τους κόκκους είναι χονδροί και κοφτεροί, γδέρνοντας το δέρμα με τέτοιο τρόπο ώστε κάθε μικρή ακμή τους να ξεχωρίζει. Μερικοί είναι τόσο λείοι και μεταξένιοι που είναι σχεδόν αδύνατο να αντιληφθεί κανείς τους ξεχωριστούς κόκκους, καθώς η άμμος εξαφανίζεται σαν νερό.»37 Στην περίπτωση απώλειας της όρασης, οι άνθρωποι δείχνουν να ενδιαφέρονται για τελείως διαφορετικές χωρικές συνθήκες απ’ ότι οι άνθρωποι με όραση. Παράδειγμα αποτελεί η περιγραφή του Hull38 για τη σημασία μιας ωραίας μέρας πριν και μετά την απώλεια της όρασης. Αναφέρει χαρακτηριστικά ότι μια ηλιόλουστη και γαλήνια μέρα ήταν ιδανική για ένα άτομο με όραση, για εκείνον όμως από τη στιγμή που δεν έχει όραση η ιδανική μέρα είναι μια μέρα με βροχή ή αέρα, καθώς τα καιρικά αυτά φαινόμενα προκαλούν στο περιβάλλον μεταβολές, κινήσεις και ήχους που προσδίδουν μεγάλο ενδιαφέρον για τον άνθρωπο που τα παρατηρεί. Πέρα από τους ήχους, τα άτομαμε απώλεια όρασης, χρησιμοποιώντας το σώμα, τα χέρια και πιθανώς κάποιο βοήθημα ως προέκταση του σώματος, αντιλαμβάνονται και εκτιμούν χωρικές ποιότητες που σχετίζονται με την υλικότητα. Δείχνουν να εκτιμούν χαρακτηριστικά όπως το βάρος, η υφή, το σχήμα και η θερμοκρασία αντικειμένων που αγγίζουν και η δυνατότητα να αγγίζουν κάτι με τα χέρια τους είναι τόσο σημαντική, ώστε νιώθουν ευάλωτοι αν και τα δυο τους χέρια είναι κατειλημμένα. Αγγίζουν

37  John M Hull and Oliver Sacks, Touching the Rock: An Experience of Blindness (2016). 38  ibid.

52


επίσης με ολόκληρο το σώμα, συσχετίζουν με αυτό το χώρο γύρω τους και τα αντικείμενα σε αυτόν και έτσι τον εξερευνούν. “Μετρούν” το χώρο, τις διαστάσεις και τις αποστάσεις, συνειδητά ή ασυναίσθητα, με μέτρο το ίδιο τους το σώμα, με βάση τα βήματα που χρειάζεται να κάνουν ή το πόσο πρέπει να ανοίξουν τα χέρια τους μέχρι να φτάσουν να αγγίζουν μια επιφάνεια. Ενώ οι ήχοι δίνουν μια ασαφή πληροφορία για το τι υπάρχει στο χώρο και η ηχοτοποθέτηση δρα περισσότερο ως προειδοποίηση για κάποιο εμπόδιο παρά ως τρόπος διαμόρφωσης χωρικής αντίληψης, οι πληροφορίες που λαμβάνονται μέσω της αφής είναι ακριβείς και επιβεβαιωμένες και γι’ αυτό αποτελούν βασικό τρόπο σύνθεσης της χωρικής αντίληψης των ατόμων με προβλήματα όρασης. 39

39

Paul Rodaway, Sensuous Geographies: Body, Sense, and Place (Routledge 1994).

53


Σύνοψη Ο τρόπος αντίληψης του χώρου από τον άνθρωπο δεν είναι απλώς η σύζευξη των ερεθισμάτων που λαμβάνει μέσω κάθε αίσθησης. Σύμφωνα με τις αρχές της περιβαλλοντικής ψυχολογίας, το περιβάλλον και ο χρήστης διαμορφώνουν ένα σύστημα διαρκών αμφίδρομων αλληλεπιδράσεων στο οποίο το περιβάλλον διαμορφώνει και διαμορφώνεται από το χρήστη. Του προσφέρει ένα πλήθος ερεθισμάτων με τη μορφή πληροφορίας, τα οποία κάθε χρήστης λαμβάνει, επεξεργάζεται και ιεραρχεί. Η πληροφορία αυτή μπορεί να διακριθεί σε αισθητηριακή, η οποία δεν εξαρτάται από προηγούμενη γνώση και είναι, επομένως, κοινή για όλους και σχετικά αντικειμενική, και σε συμβολική, όταν εξαρτάται από προηγούμενες εμπειρίες, έχοντας συναισθηματικό περιεχόμενο και είναι διαφορετική για τον καθένα. Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι στον τρόπο αντίληψης του περιβάλλοντος και του χώρου εμπλέκονται πέρα από τις αισθήσεις και άλλες νοητικές διαδικασίες υψηλότερης τάξης, όπως πχ. η μνήμη και η φαντασία. Ο χώρος αλλά και ο χρόνος παίζουν επίσης καθοριστικό ρόλο, καθώς ο χρήστης συνειδητοποιεί το χώρο μέσα από ακολουθίες βιωμάτων.40 Γίνεται συχνά αναφορά στο βιωμένο ή υπαρξιακό χώρο, εννοώντας τη μοναδική για κάθε χρήστη εμπειρία που διαρθρώνεται και ερμηνεύεται μέσα από τη μνήμη προηγούμενων εμπειριών του ατόμου. Παράλληλα, τονίζεται ότι ένα πραγματικό βίωμα είναι ισάξιο ως εμπειρία με την ανάμνηση ενός βιώματος ή την εμπειρία ενός φανταστικού βιώματος. «Μπορεί να αναρωτηθούμε τι μας άρεσε αυτό το σπίτι, αυτή την πόλη, ποια ήταν αυτή η εντύπωση και μας άγγιξε- και γιατί. Πώς ήταν το δωμάτιο, η πλατεία, πώς έμοιαζε, ποια μυρωδιά υπήρχε στον αέρα, πώς ακούγονταν τα βήματα μου σε αυτό και πώς η

40  Αριστείδης Μάζης, Οπτική Αντίληψη Και Αισθητική Εμπειρία, Αξιολόγηση Του Αρχιτεκτονικού Έργου, Μεθοδολογία Της Επιστημονικής Έρευνας (ΑΠΘ 1987).

54


φωνή μου, πώς αισθανόμουν το πάτωμα κάτω από τα πόδια μου, τη λαβή της πόρτας στο χέρι μου, πώς χτυπούσε το φως στις προσόψεις, πώς ήταν η λάμψη στους τοίχους. Υπήρχε μια αίσθηση στενότητας ή πλάτους, οικειότητας ή απεραντοσύνης;»41 Τέλος, μια πλήρης αρχιτεκτονική εικόνα δεν αφήνει αμέτοχο το χρήστη, ως απλό παρατηρητή, αλλά τον προκαλεί να δράσει. Για να αποκτήσει ο χρήστης μια πλήρη αρχιτεκτονική εμπειρία, θα πρέπει να κινηθεί μέσα στο χώρο, να αλληλεπιδράσει μαζί του, να συσχετίσει το σώμα του με το χώρο και να τον χρησιμοποιήσει ως συνθήκη για άλλες δράσεις. Η Αρχιτεκτονική σκηνοθετεί, δίνει κλίμακα και περιβάλλει δράσεις, αντιλήψεις και σκέψεις. Αυτός είναι και ο λόγος που βιώνουμε πολύ πιο έντονα τα φυσικά τοπία. Καλούμαστε να χρησιμοποιήσουμε όλες μας τις αισθήσεις και έτσι χώρος, χρόνος και υλικότητα σχηματίζουν μια κοινή διάσταση που κεντρίζει την αντίληψή μας.42

41  Yi-fu Tuan, Passing Strange and Wonderful: Aesthetics, Nature, and Culture (Kodansha International 1995). 42  Juhani Pallasmaa and others, Encounters: Architectural Essays (Rakennustieto Oy 2005).

55


56


Η α ν τ ί λ η ψ η ω ς ν ο η τ ι κ ή δ ια δ ι κ α σ ία : Ν ο η τικοί χάρτες Το ερώτημα που ανακύπτει έπειτα από την ανάλυση όλων των παραγόντων που αποτελούν ερεθίσματα και συγκροτούν το χώρο είναι με ποιον τρόπο επιτυγχάνεται στο ανθρώπινο μυαλό η σύνθεση της χωρικής αντίληψης.

«Δεκαέξι βήματα μέχρι την κρήνη, δεκαέξι βήματα πίσω. Σαράντα δύο μέχρι τη σκάλα, σαράντα δύο πίσω. Η Μαρί Λορ σχεδιάζει χάρτες στο μυαλό της, ξετυλίγει εκατό μέτρα νοερής κλωστής, κι ύστερα κάνει μεταβολή και ξανατυλίγει τον μίτο.»43

Η νοητική χαρτογράφηση

Η νοητική διαδικασία συλλογής, αποθήκευσης, ανάκλησης και διαχείρισης όλων των ερεθισμάτων από το περιβάλλον που φτάνουν στον εγκέφαλο με τη μορφή πληροφορίας, η οποία αποσκοπεί στη δημιουργία χωρικής αντίληψης και την ικανότητα στην ανάπτυξη της ικανότητας του ανθρώπου να κινηθεί στο χώρο,

43  Anthony Doerr, All the Light We Cannot See (First Scribner hardcover edition, Scribner 2014).

57


ονομάζεται νοητική χαρτογράφηση. Πρόκειται για τον τρόπο που ο άνθρωπος αποκτά και αποθηκεύει τις απαραίτητες πληροφορίες από και σε σχέση με το περιβάλλον και το χώρο, τη νοητική διαδικασία με την οποία αντιλαμβάνεται και αντιμετωπίζει το χώρο. Αποτέλεσμα της διαδικασίας αυτής είναι η δημιουργία νοητικών χαρτών, δηλαδή οργανωμένων αναπαραστάσεων τμημάτων του χωρικού περιβάλλοντος, νοητικών εικόνων αυτού.44

Λόγοι μελέτης της νοητικής χαρτογράφησης Η αναγκαιότητα διερεύνησης των νοητικών χαρτών προκύπτει από το γεγονός ότι δεν υπάρχει ένας τρόπος κοινός για όλους να αντιληφθούμε τον κόσμο. Η νοητική χαρτογράφηση είναι μια ευέλικτη διαδικασία που προσφέρει μια ποικιλία αντιλήψεων του κόσμου. Ο χώρος γίνεται αντιληπτός με τελείως διαφορετικό τρόπο από τα διάφορα έμβια όντα, αφού τα αισθητηριακά όργανα στο καθένα από αυτά είναι ευαίσθητα σε διαφορετικού τύπου ερεθίσματα και αποδίδουν μια νοητική αναπαράσταση που διαφέρει από την ανθρώπινη. Παρόλα αυτά, ακόμη και σε ό,τι αφορά το ανθρώπινο είδος, οι αναπαραστάσεις αυτές διαφέρουν δραστικά από άνθρωπο σε άνθρωπο. Ο καθένας διαμορφώνει την αντίληψή του για τον κόσμο συνδυάζοντάς πλήθος πληροφοριών διαφορετικού τύπου (αισθητηριακών και μη) σε διαφορετικές αναλογίες και δίνοντας έμφαση σε διαφορετικά σημεία. Γι’ αυτό το λόγο, η ύπαρξη παραλλαγών της “εικόνας” του κόσμου γύρω μας αποκαλύπτει την υποκειμενικότητα του τρόπου αντίληψης του χώρου και την εξάρτησή του, μεταξύ άλλων, από τις αντιληπτικές μας ικανότητες, την ηλικία, τις εμπειρίες, τη νοοτροπία και τις πεποιθήσεις μας. Τέλος, ο σημαντικότερος ίσως λόγος που μελετάται η νοητική

44  Roger M Downs and David Stea, Maps in Minds: Reflections on Cognitive Mapping (Harper & Row 1977).

58


χαρτογράφηση είναι η στενή σύνδεση της αντίληψης του ανθρώπου για το χωρικό του περιβάλλον με την προσωπική του ταυτότητα. Οι προσωπικές εμπειρίες οργανώνονται με βάση τους άξονες του χώρου και του χρόνου, επομένως ο τρόπος που ο χώρος αναπαρίσταται στους νοητικούς χάρτες κάθε ανθρώπου καθορίζει τις μνήμες του αλλά και τις μελλοντικές αποφάσεις που θα πάρει. Βάσει αυτού, οι άνθρωποι καλούνται να επιλύσουν χωρικά ζητήματα και να αποφασίσουν πώς θα κινηθούν μέσα στο χώρο.45

Ο νοητικός χάρτης Ο νοητικός χάρτης αντικατοπτρίζει τον κόσμο όπως ένας άνθρωπος τον αντιλαμβάνεται, γι’ αυτό και πρόκειται για μια αναπαράσταση μοναδική για κάθε άνθρωπο, η οποία πιθανόν να υπόκειται σε πολλά λάθη και παραμορφώσεις. Η διαδικασία δημιουργίας ενός χάρτη περιλαμβάνει τη χρήση ορισμένων εγκεφαλικών διεργασιών που μεταφράζουν την πληροφορία που λαμβάνεται από το χωρικό περιβάλλον σε μια οργανωμένη αναπαράσταση που μπορεί σε ύστερο χρόνο να φανεί χρήσιμη στο χρήστη. Οι αναπαραστάσεις αυτές μπορούν να αποθηκευτούν εσωτερικά και εξωτερικά. Πιο συγκεκριμένα, όταν είναι αποθηκευμένες εσωτερικά αποτελούν μέρος της μνήμης και υπάρχουν σε κάποια περιοχή του εγκεφάλου που δεν μπορεί να εντοπιστεί με ακρίβεια. Από την άλλη, όταν αποθηκεύονται εξωτερικά τότε αποτελούν αντικείμενα με φυσική υπόσταση όπως οι χάρτες και έχουν σαφή υλικότητα και παρουσία στο χώρο ή είναι αντίστοιχες εικόνες σε ψηφιακή μορφή. Σε κάθε περίπτωση όμως, οι αναπαραστάσεις αυτές είναι υπαρκτές και χρησιμοποιούνται για οδηγίες, περιγραφές χώρων από μνήμης, ανάκληση αναμνήσεων χωρικών εμπειριών κλπ. Όποτε συμβαίνει αυτό, ο τρόπος αναπαράστασης λειτουργεί στην πραγματικότητα ως τρόπος οργάνωσης και αποθήκευσης

45

ibid.

59


της χωρικής πληροφορίας. Για τη δημιουργία του νοητικού χάρτη είναι απαραίτητη η λήψη ορισμένων αποφάσεων που ελέγχονται από ένα σύνολο κανόνων ως προς το τι πρέπει να συμβεί, με ποια σειρά πρέπει να συμβεί και ποια μορφή θα έχει το τελικό αποτέλεσμα. Οι κυριότερες από τις αποφάσεις αυτές είναι (1) ποιο θα είναι το περιεχόμενο που θα αναπαρασταθεί στο χάρτη, (2) ποια μέθοδος θα υιοθετηθεί (3) ποια θα είναι η κλίμακα του χάρτη και (4) πώς θα δομηθεί η αναπαράσταση. Με άλλα λόγια, είναι ιδιαιτέρως σημαντικό να υπάρχει σαφής πρόθεση για τη δημιουργία του χάρτη, ξεκάθαρη οπτική γωνία και κλίμακα αναπαράστασης και να γίνεται χρήση κατανοητών συμβολισμών.

Η διαδικασία αυτή είναι ισχυρή και ευέλικτη και μπορεί να προσαρμοστεί σε διαφορετικές συνθήκες, όπως για παράδειγμα στην απώλεια μιας από τις αισθήσεις. Συγκρίνοντας, για παράδειγμα τον νοητικό χάρτη του ίδιου χώρου ενός ανθρώπου με προβλήματα όρασης και ενός βλέποντα, εξάγεται το συμπέρασμα ότι οι χάρτες παρουσιάζουν μορφολογικές διαφορές στη δομή τους, έχουν όμως λειτουργικές ομοιότητες και είναι εξίσου αποτελεσματικοί. Αυτό συμβαίνει γιατί τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά που καθορίζουν ένα νοητικό χάρτη και τη διαδικασία δημιουργίας του δεν σχετίζονται με τον τύπο χωρικής πληροφορίας που λαμβάνεται, αλλά με τη διάδραση ατόμου και περιβάλλοντος και στη συνέχεια τη διαδικασία επιλογής και την οργάνωση της ληφθείσας πληροφορίας, διαδικασίες που συμβαίνουν ταυτόχρονα στον εγκέφαλο. Ενώ οι διαδικασίες που λαμβάνουν χώρα στον εγκέφαλο δεν παρουσιάζουν μεγάλες διαφορές, η μεγαλύτερη διαφοροποίηση εμφανίζεται στο κομμάτι της διάδρασης με το χωρικό περιβάλλον, επειδή η φύση αυτής της αλληλεπίδρασης καθορίζει τόσο τον τύπο χωρικής πληροφορίας που συγκεντρώνεται, όσο και τις πηγές από τις οποίες η πληροφορία προέρχε-

60


ται. Έτσι, στην περίπτωση του ατόμου με προβλήματα όρασης, ο ήχος θα αποτελεί βασική πηγή χωρικής πληροφορίας και θα συμβάλει στον προσανατολισμό και την κίνηση του ατόμου στο χώρο, όχι τα οπτικά ερεθίσματα. Ακόμη και σε αυτή την περίπτωση όμως, ο νοητικός χάρτης θα είναι πιο αποτελεσματικός αν είναι αποτέλεσμα συνεχούς αλληλεπίδρασης του συγκεκριμένου ατόμου με το χωρικό περιβάλλον, όπως και με τα άτομα που βλέπουν. Στη συνέχεια, πρέπει να γίνει επιλογή της πληροφορίας που χρησιμοποιείται στη δημιουργία ενός χάρτη, ώστε να μπορέσει το άτομο να διαχειριστεί τον τεράστιο όγκο πληροφορίας που έρχεται από το περιβάλλον με τη μορφή ερεθισμάτων. Είναι απαραίτητο, επομένως, να γίνει σε πρώτο στάδιο διαλογή της πληροφορίας που θα κωδικοποιηθεί και θα αποθηκευτεί στον εγκέφαλο, ώστε μετά να της αποδοθεί ένας συμβολισμός, να ταξινομηθεί και να αποκτήσει σημασία και νόημα για το άτομο. Σε δεύτερο στάδιο, όταν το άτομο θα χρησιμοποιήσει το νοητικό χάρτη που δημιούργησε, πρέπει και πάλι να ακολουθήσει επιλεκτική διαδικασία ως προς το ποιες πληροφορίες θα ανακαλέσει και με ποιο τρόπο θα τις αξιοποιήσει. Τα κριτήρια των επιλογών είναι κατά κύριο λόγο η χρηστική αξία κάθε πληροφορίας, καθώς και η εστίαση και η σαφήνειά της. Τέλος, η οργάνωση της πληροφορίας έρχεται να συμπληρώσει τη διαδικασία διαλογής και να συνθέσει πολλαπλές ασύνδετες εμπειρίες, χωρίς άμεσο χωρικό συσχετισμό, αλλά ούτε και νοητικό. Ο τρόπος οργάνωσης, που καθορίζει πώς θα αποθηκευτεί η πληροφορία αλλά και πώς θα ανακληθεί σε αντίστοιχες περιστάσεις, επηρεάζεται μόνο μερικώς από τις ιδιότητες του χωρικού περιβάλλοντος.46 Όπως αναφέρεται στο βιβλίο «The image of the city», ένα περιβάλλον «ευανάγνωστο», με επαναλαμβανόμενα μοτίβα που εμφανίζουν χωρική συνέχεια και μεμονωμένα στοιχεία

46

ibid.

61


που ξεχωρίζουν από τα υπόλοιπα, μπορεί να καταστήσει ευκολότερη την οργάνωση της πληροφορίας. Κάποια χωρικά περιβάλλοντα είναι δυσκολότερα στην κατανόηση, την απομνημόνευση και την εκμάθηση της κίνησης μέσα σε αυτά. Αντίθετα, ο σχεδιασμός μπορεί να καταστήσει κάποιους χώρους πιο ευανάγνωστους από άλλους και αυτή η ευκολία συμβάλλει στο αίσθημα οικειότητας και ασφάλειας των χρηστών στο χώρο, εφόσον μπορούν να τον κατανοήσουν και να κινηθούν μέσα σε αυτόν χωρίς δυσκολία.47 Παρόλα αυτά, η οργάνωση της πληροφορίας βάσει της μορφής του χωρικού περιβάλλοντος αποτελεί μόνο έναν από τους πολλούς τρόπους οργάνωσης. Ανεξάρτητα από τη φυσική μορφή του περιβάλλοντος, αυτό που συμβάλλει καθοριστικά στην οργάνωση της χωρικής πληροφορίας είναι το να αποδίδεται σε κάθε στοιχείο του χώρου μια σημασία και ένα προσωπικό νόημα. Γίνεται λοιπόν αντιληπτό ότι το πόσο ευανάγνωστη είναι η μορφή του χωρικού περιβάλλοντος, πολύ λίγο επηρεάζει την οργάνωση της πληροφορίας του νοητικού χάρτη. Αντιθέτως, διαδραματίζει τον πιο σημαντικό ρόλο στην αλληλεπίδραση με το άτομο και τη συγκέντρωση της πληροφορίας. Επομένως, ο σχεδιαστής ή ο αρχιτέκτονας που διαμορφώνει το χωρικό περιβάλλον, στην πραγματικότητα διαμορφώνει και την πληροφορία που θα λάβει το άτομο ώστε να συνθέσει το νοητικό του χάρτη.48

47

Kevin Lynch, The Image of the City (Nachdr, MIT PRESS 2005).

48  Roger M Downs and David Stea, Maps in Minds: Reflections on Cognitive Mapping (Harper & Row 1977).

62


Β. Τ ρ ό πο ς α νά λ υσ ης κα ι Μ ε θ ο δ ολογ ία

63


Προκειμένου να εξετάσουμε την πρακτική εφαρμογή αυτών των θεωριών, θα επιχειρήσουμε να αναλύσουμε υλοποιημένα έργα αξιόλογων αρχιτεκτόνων, ώστε να διερευνήσουμε πώς ο σχεδιασμός τους καθορίζει την εμπειρία του χώρου. Μέσα από την ανάλυσή μας, επιθυμούμε να αναδείξουμε και να εξετάσουμε τα στοιχεία του σχεδιασμού που αποτελούν την πληροφορία που λαμβάνει ένα άτομο για να συνθέσει το νοητικό του χάρτη για το χώρο αυτό. Στην πλειοψηφία των μελετών που έχουν πραγματοποιηθεί στον τομέα της νοητικής χαρτογράφησης, στο σημείο όπου είναι απαραίτητο οι νοητικοί χάρτες να αποκτήσουν φυσική υπόσταση, να αποθηκευτούν δηλαδή εξωτερικά και να πάψουν να υπάρχουν αποκλειστικά στον εγκέφαλο των ατόμων, οι μέθοδοι που επιλέγονται για τη διαδικασία αυτή είναι είτε μέσω λεκτικών περιγραφών, είτε μέσω οπτικοποίησής τους υπό τη μορφή σκίτσων, χαρτών, διαγραμμάτων κλπ. Αυτή η ικανότητα των ανθρώπων να μπορούν να εκφράσουν τις χωρικές του εμπειρίες καλύτερα μέσω αυτών των δύο τρόπων δημιουργεί περιορισμούς και προβλήματα στην ερευνητική διαδικασία. Πολλές φορές το αποτέλεσμα της μεταγραφής του εσωτερικού νοητικού χάρτη σε εξωτερικό δεν αποδίδει καθόλου αποτελεσματικά την αντίστοιχη χωρική εμπειρία, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο ίδιος ο νοητικός χάρτης του ατόμου δεν είναι αποτελεσματικός, αλλά μάλλον ότι το άτομο δεν έχει την ικανότητα να μετατρέψει την πληροφορία σε κείμενο ή εικόνα. Και τα δυο μέσα έκφρασης και εξωτερίκευσης των νοητικών χαρτών θέτουν περιορισμούς, παρόλα αυτά δεν υπάρχει κάποιος τρόπος αναπαράστασης που να αποδίδει όλες τις πτυχές του χωρικού περιβάλλοντος.49 Στο πλαίσιο της παρούσας εργασίας, αντί για τη λεκτική ανάλυση των παραδειγμάτων με εκτενείς περιγραφές και συμπεράσματα που προκύπτουν από αυτές, επιλέξαμε να οπτικοποιήσουμε τη

49

ibid.

64


χωρική πληροφορία και πιο συγκεκριμένα να χρησιμοποιήσουμε το διάγραμμα ως τρόπο καταγραφής, ανάλυσης και ερμηνείας, ώστε τόσο η πληροφορία που έχουμε ήδη για κάθε κτήριο, όσο και η πληροφορία που θα εξαγάγουμε ως συμπέρασμα να παρουσιάζονται οπτικοποιημένες.

65


Ο π τ ι κ ο π ο ί η σ η τ η ς π λ η ρ ο φ ο ρ ία ς Οπτικοποιούμε την πληροφορία με στόχο να αιτιολογήσουμε, να μεταδώσουμε, να καταγράψουμε και να διατηρήσουμε τη γνώση. Όλες αυτές οι διαδικασίες επιτελούνται σχεδόν πάντα πάνω στο δισδιάστατο χαρτί ή την οθόνη του υπολογιστή, δυσχεραίνοντας την απεικόνιση γεγονότων και πολυδιάστατων δεδομένων σε δύο διαστάσεις. Για το λόγο αυτό, η δημιουργία απεικονίσεων που είναι πυκνές και πλούσιες σε πληροφορία είναι ένας από τους βασικούς στόχους και κύρια πρόκληση στην απεικόνιση της πληροφορίας. 50

Το διάγραμμα ως μέσο αναπαράστασης, καταγραφής και ανάλυσης

προέλευση

Για πολλούς η προέλευση του διαγράμματος εντοπίζεται στην εποχή της βιομηχανικής επανάστασης και της άνθισης της εργοστασιακής παραγωγής. Σε μια προσπάθεια να βελτιστοποιηθεί η παραγωγική διαδικασία και να ελαχιστοποιηθούν τόσο ο χρόνος παραγωγής, όσο και οι κινήσεις των εργατών, ολόκληρη η λειτουργία μιας εργοστασιακής μονάδας κρίθηκε απαραίτητο να απλοποιηθεί στις επιμέρους δραστηριότητες και τις σχέσεις μεταξύ των δραστηριοτήτων, ώστε αυτές να μελετηθούν. Σε ό,τι αφορούσε στις κινήσεις των εργατών, αυτές αναλύθηκαν με διάφορες μεθόδους όπως η φωτογράφιση μακράς έκθεσης51, ενώ για τις σχέσεις μεταξύ των δραστηριοτήτων προέκυψαν τα πρώτα διαγραμματικά μοντέλα. Κάθε δραστηριότητα εμφανιζόταν γραπτά σε ένα ορθογώνιο πλαίσιο και συνδεόταν μέσω γραμμών

50

Edward R Tufte, Envisioning Information (Fourteenth printing, Graphics Press 2013).

51

cyclegraphic representation

66


με άλλες, υποδεικνύοντας λειτουργικές σχέσεις μεταξύ τους. Με τον τρόπο αυτό μπορούσε κανείς να “επιβλέψει” με μια ματιά και να κατανοήσει ολόκληρη τη δομή του εργοστασίου. 52

ως εργαλείο βελτιστοποίησης

Στην αρχιτεκτονική, τέτοια διαγράμματα άρχισαν να εμφανίζονται για δομές που απαιτούσαν υψηλό έλεγχο της δραστηριότητας και σαφή διαχωρισμό των λειτουργιών τους, όπως για παράδειγμα για σωφρονιστικά ιδρύματα. Ίσως και τα πρώτα σχέδια της ιδέας του Πανόπτικον να είναι στην πραγματικότητα μια διαγραμματική απεικόνιση του συστήματος επιτήρησης, που λαμβάνει υπόψιν και χωρικές παραμέτρους. Στη συνέχεια, τα λειτουργικά κατά βάση διαγράμματα εισχώρησαν και στο σχεδιασμό οικιστικών μονάδων, όπου για άλλη μια φορά στόχος υπήρξε η επίτευξη της μέγιστης δυνατής λειτουργικότητας μέσα σε κάθε κατοικία. Αντίστοιχα με τις μετρήσεις των κινήσεων των εργατών στις μονάδες παραγωγής, αναδύθηκαν μελέτες που εξέταζαν το ανθρώπινο σώμα ως προς τις διαστάσεις του και ως προς το χώρο που καταλαμβάνει κατά την κίνησή του, δημιουργώντας μ’ αυτόν τον τρόπο τα πρώτα πρότυπα με δεδομένες μετρήσεις και ελάχιστες απαιτούμενες διαστάσεις. Σε χωρικό επίπεδο, η απεικόνιση της κίνησης των μελών της οικογένειας άρχισε να ξεφεύγει από την ορθοκανονική τεθλασμένη γραμμή που προερχόταν από τα λειτουργικά διαγράμματα των εργοστασιακών μονάδων και έγινε καμπύλες γραμμές που αποτύπωναν καλύτερα την φυσικότητα και τη ροϊκότητα της κίνησης. Στα πρώτα εγχειρίδια για αρχιτεκτονικό σχεδιασμό περιλαμβάνονταν σε διαγραμματική μορφή τυποποιημένες κατόψεις, που

52  Hyŏng-min Pae, The Portfolio and the Diagram: Architecture, Discourse, and Modernity in America (MIT Press 2002).

67


εξέφραζαν όχι τόσο τη μορφή, αλλά τη σχετική διάσταση και θέση των χώρων μεταξύ τους, καθώς και τυποποιημένες διαστάσεις επίπλων και οικιακού εξοπλισμού, βάση των μοντέλων για το μέγεθος του ανθρωπίνου σώματος. Έτσι, η συνεισφορά της αρχιτεκτονικής στην πορεία του διαγράμματος συνίσταται στο γεγονός ότι σταδιακά το απομάκρυνε από τις έννοιες της λειτουργίας και της κίνησης, και συμπεριέλαβε σ’ αυτό πληροφορίες για το χώρο, την απόσταση και τη σχέση με το ανθρώπινο σώμα. Εφάρμοσε, ακόμη, καινοτομίες ως προς τα μέσα αναπαράστασης, αφού απομακρύνθηκε από τα ορθογώνια πλαίσια και τις τεθλασμένες γραμμές και αξιοποίησε το ήδη υπάρχον σχεδιαστικό της “λεξιλόγιο” σε μια απλουστευμένη μορφή, ώστε να αποδώσει τις έννοιες κάθε διαγράμματος με μεγαλύτερη σαφήνεια.53

ως εργαλείο έκφρασης και σκέψης

Ο μοντερνισμός “αγκάλιασε” το διάγραμμα ως εκφραστή των βαθύτερων ιδεών του, αφού χάρη σε αυτό μπορούσε να αναπαρασταθεί η «ουσία» κάθε σχεδίου χωρίς την περιττή πληροφορία της ακριβούς μορφής, αλλά η πραγματική ιδέα και οι σχέσεις μεταξύ των στοιχείων του σχεδιασμού, χωρίς να υποτάσσονται σε κάποιο αρχιτεκτονικό στυλ. Η αφαιρετικότητα του διαγράμματος έγινε κατά κάποιον τρόπο επιδίωξη και του ίδιου του σχεδιασμού και η “διαγραμματική” μορφή στα κτίρια κατέληξε να ταυτίζεται με τη σχεδιαστική καθαρότητα και σαφήνεια ως προς το πρόγραμμα και τις λειτουργίες του κτιρίου. 54 Συμπερασματικά, το διάγραμμα, ξεκινώντας από καθαρά λειτουργικούς σκοπούς, ενσωματώθηκε στον αρχιτεκτονικό σχεδια-

53  ibid. 54  Anthony Vidler, ‘Diagrams of Diagrams: Architectural Abstraction and Modern Representation’ [2000] Representations 1.

68


σμό ως εργαλείο σκέψης, σύνθεσης και αναπαράστασης.55 Αν και αναφέρεται συχνά ως απόδειξη του σχηματισμού μιας ιδέας, δεν πρόκειται για την ίδια την ιδέα, αλλά για μια πρώιμη μορφή της, ένα πρόπλασμα στο οποίο διακρίνονται οι βασικές αρχές και τα χαρακτηριστικά της ιδέας. Αποτελεί ταυτόχρονα έναν τρόπο επικοινωνίας, δεδομένου ότι εκτός από το να βοηθάει τον δημιουργό να δοκιμάσει και να εξελίξει την ιδέα του, μπορεί να γίνει τρόπος μετάδοσης της ιδέας σε τρίτους και να προκαλέσει δράσεις και αντιδράσεις. Μπορεί με μια μόνο ματιά να μεταδώσει στον θεατή του αυτό που μια λεκτική περιγραφή θα μετέδιδε μετά από μια σειρά προτάσεων και γι’ αυτό κρίνεται συχνά ως η καλύτερη μέθοδος για την περιγραφή σχέσεων ανάμεσα σε διαφορετικά πράγματα. 56 Στην αρχιτεκτονική, ακόμη και τα πιο αόριστα και αφαιρετικά διαγράμματα θεωρούνται πρώιμες προσπάθειες επίλυσης χωρικών ζητημάτων και καλούνται να γεφυρώσουν το χάσμα μεταξύ σύλληψης και πραγματοποίησης μιας ιδέας. Δεν αναπαριστούν μόνο φυσικά αντικείμενα, όπως τοίχους ή έπιπλα, αλλά και δυνάμεις, ροές, κινήσεις, προσβάσεις, ήχους και οπτικές, επομένως χρησιμοποιούν ένα σύνολο συμβόλων για να αναπαραστήσουν χωρικά χαρακτηριστικά που σχετίζονται με την κίνηση και την κατεύθυνση και τα οποία μεταβάλλονται στον άξονα του χρόνου. Όπως και σε άλλες επιστήμες, χάρη στα διαγράμματα, τα στοιχεία και οι μεταξύ τους σχέσεις οπτικοποιούνται αποκαλύπτοντας πληροφορία που θα ήταν δύσκολο να γίνει αντιληπτή και να υποστεί επεξεργασία σε οποιαδήποτε άλλη μορφή. Επιπλέον όμως, το αρχιτεκτονικό διάγραμμα ως εργαλείο σκέψης και σχεδιασμού, αναφέρεται και σε έννοιες όπως η τοπολογία, το μέγεθος, το σχήμα,

55  Ellen Yi-Luen Do and Mark D Gross, ‘Thinking with Diagrams in Architectural Design’ (2001) 15 Artificial Intelligence Review 135. 56  Keith Albarn and Jenny Miall Smith, Diagram: The Instrument of Thought (Thames and Hudson 1977).

69


η θέση και η διεύθυνση και τα γραφικά στοιχεία που εμφανίζονται σε αυτό, όπως και οι χωρικές τους σχέσεις, αποδίδονται τελικά και στο πραγματικό αποτέλεσμα του σχεδιασμού, το κτίριο. Σταδιακά το διάγραμμα έγινε αναπόσπαστο κομμάτι του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού και υιοθετήθηκε από την ευρύτερη πλειοψηφία των αρχιτεκτόνων που δεν μπορούσαν να σκεφτούν “χωρίς το μολύβι στο χέρι”. Αυτό που κάνει τόσο απαραίτητο το διάγραμμα στην αρχιτεκτονική σκέψη και το σχεδιασμό είναι ότι μέσα από τα σχήματα και τις μορφές που δημιουργούνται στο χαρτί επηρεάζεται άμεσα ο τρόπος που ο αρχιτέκτονας αντιλαμβάνεται το ζήτημα που προσπαθεί να επιλύσει, επομένως αποτελεί μια βοήθεια στη σκέψη, τη διερεύνηση και την άσκηση αυτοκριτικής. Για το λόγο αυτό, πέρα από αναπαραστατικά εργαλεία, τα διαγράμματα είναι το εργαλείο μέσα από το οποίο οι αρχιτέκτονες σκέφτονται. 57

ως αναλυτικό εργαλείο

Αυτό που διαφοροποιεί το διάγραμμα από ένα χάρτη είναι το γεγονός ότι απευθύνεται ταυτόχρονα στη λογική αλλά και στο συναίσθημα του χρήστη του. Πέρα από τις καθαρές πληροφορίες και τα ποσοτικά δεδομένα που μπορεί να απεικονίζει, το διάγραμμα παραμένει πολύ ισχυρό ερέθισμα που περιλαμβάνει ποιοτικά αισθητηριακά χαρακτηριστικά. Κατ’ αντιστοιχία με τα μουσικά όργανα, που μπορούν με το παίξιμό τους να αναπαραγάγουν ένα υπάρχον μουσικό μοτίβο αλλά και να διερευνήσουν και να διευρύνουν τα όριά του, το διάγραμμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την ανάλυση και την ερμηνεία της υπάρχουσας πληροφορίας. Στον πολύπλοκο αυτό συνδυασμό, η βασικότερη πρόκληση και

57  Ellen Yi-Luen Do and Mark D Gross, ‘Thinking with Diagrams in Architectural Design’ (2001) 15 Artificial Intelligence Review 135.

70


δυσκολία του διαγράμματος είναι η επίτευξη της καθαρότητας του τελικού αποτελέσματος. Σε αυτή, καίριο ρόλο διαδραματίζει η σωστή επιλογή του τύπου απεικόνισης που αρμόζει σε κάθε περίσταση, αφού όσο πιο σαφές και πυκνό σε πληροφορία είναι το τελικό διάγραμμα, τόσο καλύτερα επιτυγχάνεται η ταύτιση ανάμεσα στα συμπεράσματα που εξάγει ο δημιουργός του διαγράμματος και οποιοσδήποτε τρίτος παρατηρητής. 58 Η εφαρμογή όλων των παραπάνω διατυπώσεων είναι καθοριστική όταν το διάγραμμα στοχεύει στην ανάλυση υπαρχόντων έργων, αφού στόχος του είναι να εντοπίσει στοιχεία και να τα παρουσιάσει ευκρινώς στο θεατή του διαγράμματος: είτε απομονωμένα ώστε να αναδειχθούν, είτε συνδυασμένα μεταξύ τους ώστε να έρθουν στην επιφάνεια οι μεταξύ τους σχέσεις. Στις περιπτώσεις αυτές τα αναπαραστατικά εργαλεία είναι βασικά για την επίτευξη σαφών και κατ’ επέκταση επιτυχημένων διαγραμμάτων. Έχει παρατηρηθεί ότι οι περισσότεροι αρχιτέκτονες χρησιμοποιούν με συμβατικό τρόπο ένα “λεξιλόγιο” συμβόλων και μεθόδων αναπαράστασης που δείχνει να είναι κατανοητό από όλους και που προέρχεται από τα ήδη υπάρχοντα μέσα αρχιτεκτονικού σχεδιασμού. Όπως έχει ήδη αναφερθεί, ο ρόλος του διαγράμματος στο σχεδιασμό είναι να βοηθήσει τον αρχιτέκτονα, ο οποίος έχει στο μυαλό του ένα χωρικό ζήτημα προς επίλυση, να δοκιμάσει εκδοχές χωρικής τοποθέτησης και συσχετισμούς μεταξύ στοιχείων, ώστε να διερευνήσει πιθανές λύσεις μέσα από τις αφαιρετικές μορφές του διαγράμματος, χωρίς μεγάλη σχεδιαστική λεπτομέρεια η οποία συνήθως δεν βοηθάει στη σκέψη στα αρχικά στάδια του σχεδιασμού.59 Κατ’ επέκταση, για τη δημιουργία ενός διαγράμματος ανάλυσης χρειάζεται να γίνει μια αντιστροφή της διαδικασί-

58  Keith Albarn and Jenny Miall Smith, Diagram: The Instrument of Thought (Thames and Hudson 1977). 59  Ellen Yi-Luen Do and Mark D Gross, ‘Thinking with Diagrams in Architectural Design’ (2001) 15 Artificial Intelligence Review 135.

71


ας αυτής: επαναπροσδιορίζοντας το χωρικό ζήτημα που επιχείρησε να επιλυθεί στο εκάστοτε κτίριο, προκύπτει το ερώτημα στο οποίο το διάγραμμα θα απαντήσει, αναλύοντας και αξιολογώντας ως προς αυτό τη σχεδιαστική λύση. Εφόσον πρόκειται για ανάλυση έργων που έχουν ήδη ολοκληρωθεί και υπάρχουν διαθέσιμα όλα τα σχέδια και οι αναπαραστάσεις που χρησιμοποιήθηκαν με πλήρη σχεδιαστική λεπτομέρεια, είναι και πάλι απαραίτητη μια διαδικασία αφαίρεσης πληροφορίας και απλοποίησης των χωρικών στοιχείων, ώστε να μείνει μόνο η ουσία, δηλαδή αυτό που θέλει το εκάστοτε διάγραμμα να αναδείξει. Σε μια προσέγγιση για τον τρόπο με τον οποίο μπορεί κανείς να αναλύσει ένα υπάρχον αρχιτεκτονικό έργο, ο Egon Schirmbeck προτείνει την ανάλυση βάσει πέντε παραγόντων, με στόχο να απομονώσει συγκεκριμένες παραμέτρους του σχεδιασμού και να τις παρουσιάσει ανεξάρτητες την κάθε μια, ώστε να γίνουν σαφέστερα αντιληπτές. Προτείνει, λοιπόν, τη διαίρεση σε: (α) χωρικό σχεδιασμό, όπου περιλαμβάνεται η υλικότητα, το χρώμα και το φως, (β) χωρική λειτουργία, όπου εξετάζεται ο χώρος ως προς τη χρήση του, (γ) χωρικό καθορισμό, περιλαμβάνοντας αντικείμενα και χώρο, (δ) χωρική δομή, όπου αναλύεται η μορφή και η διάταξη και (ε) χωρική ακολουθία, διερευνώντας μέρη και διαδρομές σε αυτά. 60 Βασιζόμενος στη διαίρεση αυτή, o Till Boettger προσαρμόζει την αναλυτική μέθοδο προσθέτοντας έναν έκτο παράγοντα, αυτόν της χωρικής τοπογραφίας. Εξηγώντας τον δικό του τρόπο ερμηνείας των παραγόντων που προτείνονται από τον Schrimbeck, αναφέρει ότι μετά την ανάλυση της ογκοπλασίας και του καθορισμού του χώρου, μπορεί κανείς να εντοπίσει στοιχεία στη δομή του σχεδιασμού σε σχέση με γεωμετρικούς κανόνες και αόριστες

60  Egon Schirmbeck, Idea, Form, and Architecture: Design Principles in Contemporary Architecture (Van Nostrand Reinhold 1987).

72


σχέσεις μεταξύ επιπέδων και γραμμών σε σύνθετους χώρους. Στη συνέχεια, αναλύει τη σημασία της ακολουθίας στο χώρο, καθώς για το σύνολο της ανάλυσής του τοποθετεί τον άνθρωπο που βιώνει το χώρο στο κέντρο της παρατήρησης. Εφόσον κάθε αρχιτεκτονικός χώρος σχεδιάζεται για τους ανθρώπους που θα δραστηριοποιηθούν μέσα του και θα τον βιώνουν μέσω των αισθητηριακών τους οργάνων, είναι επόμενο οι άνθρωποι αυτοί να αποτελούν σημείο εστίασης των αναλύσεων. Πρόκειται ουσιαστικά για τη διαφορά του αρχιτεκτονικού χώρου ως αναπαράσταση σε σχέση με αυτόν ως εμπειρία. Ο χώρος ως εμπειρία, παρότι διατηρεί αρκετά από τα χαρακτηριστικά της αναπαράστασης, βρίσκεται σε συνεχή διάλογο με αυτήν, καθώς πολλά στοιχεία μπορούν να διαφοροποιηθούν μέσα από το πρίσμα του ανθρώπου που τον βιώνει, δίνοντας κατ’ επέκταση μια αντικειμενική χροιά στην αναπαράσταση και αντίστοιχα, μια υποκειμενική στο βίωμα. Καθώς κάθε άνθρωπος κινείται μέσα σε ένα χώρο, τον αντιλαμβάνεται μέσα από μια ακολουθία που ορίζεται από την ίδια την κίνησή του, γι’ αυτό και ο χώρος μπορεί να οριστεί ως η αλληλουχία των διαφόρων στοιχείων που γίνονται αντιληπτά κατά την κίνηση ενός ανθρώπου σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή, καθώς και των μεταξύ τους σχέσεων. Επομένως, όπως μια συγκεκριμένη ακολουθία είναι απαραίτητη για την εμπειρία ενός χώρου, είναι εξίσου απαραίτητη και για την ανάλυσή του, ώστε να γίνει κατανοητό πώς μπορεί ο άνθρωπος να κινηθεί στο χώρο. Σε σχέση με το χωρικό σχεδιασμό, επικεντρώνεται ιδιαίτερα στην υλικότητα, λέγοντας πώς μέσω αυτής μπορεί να αναλυθεί ο τρόπος που υλοποιούνται στα σχεδιασμένα στοιχεία και κατά συνέπεια η ατμόσφαιρα που δημιουργείται χάρη στις επιλογές των υλικών. Η χωρική λειτουργία, όπως και για τον Schirmbeck, αφορά τη χρήση των επιμέρους χώρων, αλλά μπορεί να συμπεριλάβει και στοιχεία που αφορούν στον εξοπλισμό και την επίπλωση των χώρων.

73


Τέλος, διευκρινίζει ότι η προστιθέμενη παράμετρος της χωρικής τοπογραφίας μπορεί να συμβάλλει στη συνολική αντίληψη του κτιρίου ως προς το περιβάλλον του, εξετάζοντάς το στο σύνολό του και όχι σε επιμέρους τμήματα, όπως ενδεχομένως συμβαίνει σε άλλες παραμέτρους. Η παράμετρος αυτή αφορά την ένταξη της αρχιτεκτονικής στον περιβάλλοντα χώρο, είτε πρόκειται για φυσικό τοπίο, είτε για κάποιο αστικό ιστό.61

61  Till Boettger, Threshold Spaces: Transitions in Architecture: Analysis and Design Tools (Birkhäuser 2014).

74


Μ ε θ ο δ ολο γ ία Αν ά λ υ σ η ς Η μέθοδος ανάλυσης που θα ακολουθηθεί στην παρούσα εργασία βασίζεται πάνω στις μεθόδους των Schirmbeck και Boettger και αποτελεί μια αναπροσαρμογή των παραμέτρων που θα εξεταστούν, με στόχο την ανάδειξη των στοιχείων που κρίνονται σημαντικά για το ερευνητικό ερώτημα. Η ανάλυση θα διεξαχθεί σε δύο στάδια, στη διάρκεια του πρώτου θα οριστούν 5 παράμετροι βάσει των οποίων θα δημιουργηθούν διαγράμματα ανάλυσης, ενώ στη διάρκεια του δευτέρου θα επανεξεταστούν τα πορίσματα των διαγραμμάτων μέσα από το πρίσμα της βιωματικής αντίληψης του χώρου. Η μεθοδολογία αυτή θα ακολουθηθεί για όλα τα επιλεγμένα αρχιτεκτονικά παραδείγματα. Η πρώτη παράμετρος που θα εξεταστεί είναι η γεωμετρία, όπου θα αναλυθεί η μορφή και η ογκοπλασία κάθε κτιρίου. Στη συνέχεια, θα τεθούν ζητήματα κλίμακας και θα γίνουν συσχετίσεις ανάμεσα στην κλίμακα του ανθρώπου και αυτή που προκύπτει από τη γεωμετρία των κτιρίων. Η δεύτερη παράμετρος αφορά στα όρια, όπου θα αναδειχθούν τα μέσα και οι τρόποι οριοθέτησης του αρχιτεκτονικού χώρου των παραδειγμάτων. Θα εξεταστούν οι διαφορετικοί τύποι ορίων που επιλέχθηκαν από τους αρχιτέκτονες, αλλά και τα χωρικά αποτελέσματα των επιλογών αυτών. Η τρίτη παράμετρος προς ανάλυση είναι η χωρική ακολουθία και σε αυτήν θα επιχειρηθεί να εντοπιστεί και να αναδειχθεί η πορεία κίνησης που “υπαγορεύεται” από τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό στο χρήστη, εφόσον αυτό συμβαίνει. Επιπλέον, θα οριστεί μια πορεία κίνησης εάν δεν προκύπτει από το σχεδιασμό και βάσει αυτής θα εξεταστεί ο χαρακτήρας των χώρων ως προς τη στάση ή την κίνηση, αλλά και οπτικές που συναντά ο χρήστης όταν την ακολουθεί.

75


Η τέταρτη παράμετρος είναι η λειτουργικότητα και σε αυτήν θα αναλυθούν οι χρήσεις και η χωροθέτησή τους σε κάθε αρχιτεκτονικό έργο, ο χαρακτήρας αλλά και οι μεταξύ τους σχέσεις. Ακόμη, θα αναλυθεί η επίδραση συγκεκριμένων κομματιών της επίπλωσης και του εξοπλισμού σε σχέση με τη χρήση των χώρων. Η πέμπτη και τελευταία παράμετρος που θα εξεταστεί είναι η υλικότητα, όπου θα αναγνωριστούν τα υλικά που έχουν επιλεχθεί σε κάθε αρχιτεκτονικό παράδειγμα και θα αναλυθούν τα χαρακτηριστικά και οι ποιότητές τους. Τέλος, θα επιχειρηθεί να αναδειχθεί η επίδραση του φωτός στο κάθε κτίριο και να εξεταστούν οι διαφορετικές μέθοδοι που χρησιμοποιούν οι αρχιτέκτονες για την ενίσχυση ή τον αποκλεισμό του. Μετά την ολοκλήρωση του πρώτου σταδίου της ανάλυσης των πέντε παραμέτρων, θα πραγματοποιηθεί μια προσπάθεια ανάγνωσης των συμπερασμάτων μέσα από την οπτική της βιωματικής εμπειρίας των χώρων. Στο πλαίσιο αυτό, για κάθε αρχιτεκτονικό παράδειγμα που θα έχει αναλυθεί, θα εξεταστεί ποια από τα στοιχεία που εντοπίστηκαν επηρεάζουν την κάθε αίσθηση και ποιες χωρικές ποιότητες προκύπτουν. Έτσι, ολοκληρώνοντας και το δεύτερο μέρος της ανάλυσης, θα παρουσιαστούν για κάθε κτίριο, με τη μορφή συμπερασμάτων, τα στοιχεία αυτά που αποτελούν την πληροφορία που λαμβάνει ένα άτομο για να συνθέσει το νοητικό του χάρτη και που διαμορφώνουν τη βιωματική εμπειρία του χώρου.

76


Γ. Π α ρ α δ ε ίγ μ α τ α π ρ ο ς Α ν ά λ υ σ η

77


Τα παραδείγματα που έχουν επιλεχθεί για ανάλυση αποτελούν αποκλειστικά ιδιωτικές κατοικίες, λόγω της μικρής έκτασης που παρουσιάζει η συγκεκριμένη τυπολογία, σε συνδυασμό με τις διαφορετικές επιμέρους χρήσεις και ανάγκες που περιλαμβάνονται στις δομές κατοίκησης. Επιπλέον, η κατοικία είναι ένας από τους πιο οικείους αρχιτεκτονικούς τύπους, στον οποίο ο άνθρωπος περνάει σημαντικό κομμάτι της ζωής του και γι’ αυτό είναι σύνηθες να επιχειρεί να ενισχύσει το βίωμα. Άλλωστε, όπως έχει ήδη φανεί από την ανάλυση κατοικιών σε διαφορετικούς πολιτισμούς, η νοοτροπία και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε πολιτισμού αναδεικνύεται μέσα από τη μελέτη των κατοικιών του. Οι κατοικίες που έχουν επιλεχθεί είναι όλες έργα αξιόλογων αρχιτεκτόνων, χωρίς να θεωρούνται τα διασημότερα έργα τους. Βρίσκονται σε πολλαπλά μέρη του κόσμου και ανταποκρίνονται σε μια ποικιλία αρχιτεκτονικών ρευμάτων και επιρροών, με βασική αυτή του μοντέρνου κινήματος. Καλύπτουν χρονολογικά τον 20ο και 21ο αιώνα, σε μια περίοδο από τη δεκαετία του 1930 μέχρι το 2008, και θα παρουσιαστούν με χρονολογική σειρά. Το πρώτο έργο ονομάζεται Jacobs House I (1936-1937) και είναι έργο του Frank Lloyd Wright στις ΗΠΑ και το δεύτερο Fathy House ή Sidi Krier House (1971) του αρχιτέκτονα Hassan Fathy και βρίσκεται στην Αίγυπτο. Τέλος, η τρίτη κατοικία λέγεται House N (2008) και έχει σχεδιαστεί από τον αρχιτέκτονα Sou Fujimoto, στην Ιαπωνία.

78


Jacobs House (1936-1937) Η οικία Jacobs χτίστηκε την πόλη Madison των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής το 1936 και αποτελούσε μέρος μιας σειράς κατοικιών του Frank Lloyd Wright με όνομα Usonian Houses. Οι κατοικίες αυτές που σχεδίασε ο αρχιτέκτονας στο τέλος της καριέρας του αποτελούσαν προσωπική του μελέτη, μέσα από την οποία ήθελε να ανατρέψει το τότε κατεστημένο στο σχεδιασμό κατοικιών, που βασιζόταν στην αποικιακή αρχιτεκτονική, και να δημιουργήσει μικρές και λειτουργικές κατοικίες στην αμερικανική ύπαιθρο, με μικρό κόστος ώστε να είναι προσιτές στη μέση αμερικανική οικογένεια. Η οικία Jacobs αποτέλεσε το πρώτο έργο του F. L. Wright από τα Usonian Houses και εκφράζει τη νοοτροπία και τις καινοτομίες που ήθελε να προωθήσει ο αρχιτέκτονας μέσα από αυτά. Πρόκειται για μια μονώροφη κατοικία με ένα μικρό υπόγειο, χτισμένη κατά κύριο λόγο με ξύλο και τούβλο και με εμφανείς επιρροές από τον σχεδιασμό του ξύλινου σκελετού στην ιαπωνική αρχιτεκτονική. Σε αντίθεση με τις αποικιακού τύπου κατοικίες, δεν τοποθετείται στη μέση της αυλής, αλλά σχηματίζει ένα Γ περικλείοντας δύο από τις τέσσερεις πλευρές του οικοπέδου, αφήνοντας ελεύθερο και αξιοποιήσιμο τον κεντρικό χώρο της αυλής. Η στέγη δεν είναι επικλινής και διαιρείται σε τρία οριζόντια, παράλληλα επίπεδα, σε μικρή απόσταση μεταξύ τους, με τα ενδιάμεσα κενά που προκύπτουν να καλύπτονται με συνεχή παράθυρα στο ψηλότερο μέρος του τοίχου, ενισχύοντας το φυσικό φωτισμό. Το μεγαλύτερο μέρος των υαλοπινάκων ανοίγεται προς το εσωτερικό της αυλής, ενώ οι πλευρές που βρίσκονται στην πλευρά του δρόμου είναι κλειστές και φαινομενικά απρόσιτες.

79


Ο τρόπος που ο αρχιτέκτονας έχει χωροθετήσει τις λειτουργίες και τα δωμάτια στην κατοικία αποτελεί άλλη μια καινοτομία. Καθώς οι οικογένειες είχαν δεν είχαν πλέον υπηρετικό προσωπικό όπως μαγείρισσα, όπως συνηθιζόταν παλιότερα, ο Wright μετέφερε το χώρο προετοιμασίας φαγητού, που ως τότε βρισκόταν απομονωμένος σε κάποιο μέρος του σπιτιού ώστε να αποφεύγεται η συναναστροφή μεταξύ της οικογένειας και του προσωπικού, και την τοποθετεί στο κέντρο της κατοικίας όπου ενώνονται οι δύο βραχίονες της κάτοψης σχήματος Γ. Με τον τρόπο αυτό καθιστά το χώρο αυτό, μαζί με το τζάκι και την τραπεζαρία που βρίσκονται δίπλα του, το νέο κέντρο βάρους της κατοικίας και το βασικό χώρο συναναστροφής των μελών της οικογένειας. Στον ένα βραχίονα της κάτοψης τοποθετεί έναν μεγάλο χώρο διημέρευσης, όπου βρίσκεται κανείς μόλις μπαίνει στο σπίτι, και στον άλλον οι χώροι ύπνου και ένα χώρο μελέτης. Ο χώρος προετοιμασίας φαγητού, το λουτρό και η σκάλα του υπογείου βρίσκονται στο σημείο άρθρωσης των δύο πτερύγων. Επιπλέον, στο σημείο από όπου γίνεται η είσοδος στο σπίτι, ο αρχιτέκτονας έχει συνδυάσει ένα μεγάλο στεγασμένο χώρο για το αυτοκίνητο, το νέο «σύμβολο» της εποχής της καινοτομίας και του μοντερνισμού, χωρίς ωστόσο να φτιάχνει ένα περίκλειστο γκαράζ. 62

62  Colin Davies, Key Houses of the Twentieth Century: Plans, Sections and Elevations (King 2006).

80


Εικόνα 1: Σχέδια Οικίας Jacobs, F.L.Wright

81


Διαγραμματική Ανάλυση 1. Γεωμετρία 1.1 Ογκοπλασία

Διάγραμμα 1: Jacobs House, Διάγραμμα Ογκοπλασίας

Η βασική ογκοπλασία του κτιρίου προκύπτει από το συνδυασμό δύο ορθογωνίων όγκων με ελαφρώς διαφορετικό ύψος, που συνδέονται μεταξύ τους με έναν τρίτο όγκο μεγαλύτερου ύψους που σχηματίζει την άρθρωση και τον πυρήνα της κατοικίας. Η γεωμετρία εμπλουτίζεται με προσθέσεις και αφαιρέσεις τμημάτων από τους βασικούς όγκους και έτσι προκύπτει η τελική μορφή του κτιρίου.

82


1.2 Σχέση με ανθρώπινη κλίμακα

Διάγραμμα 2: Jacobs House, Διάγραμμα Κλίμακας

Η στέγη του Jacobs House διαρθρώνεται σε τρία διαφορετικά επίπεδα, με το χαμηλότερο να βρίσκεται πάνω από τους χώρους ύπνου και το χώρο μελέτης, το μεσαίο πάνω από την τραπεζαρία και το χώρο διημέρευσης και το ψηλότερο πάνω από το τζάκι, το χώρο προετοιμασίας φαγητού και το λουτρό. Και στις τρεις περιπτώσεις, το ύψος του κτιρίου δεν ξεπερνά τα 4 μέτρα, καθιστώντας την κλίμακα του πολύ κοντά στις διαστάσεις του ανθρωπίνου σώματος, αφού δεν εμφανίζει υπερμεγέθεις αναλογίες.

83


2. Σχεδιασμός Ορίων 2.1 Όρια

Διάγραμμα 3: Jacobs House, Διάγραμμα Ορίων

Ο βασικός χειρισμός που εντοπίζεται σε ό,τι αφορά τα όρια στην οικία Jacobs είναι η εφαρμογή αυστηρών, ισχυρών ορίων στις όψεις του κτιρίου που βρίσκονται προς το δρόμο. Αντιθέτως, από την πλευρά του κήπου επιλέγονται διαπερατά όρια που αφήνουν το εσωτερικό της κατοικίας σε άμεση επαφή με το εξωτερικό περιβάλλον του κήπου. Στο εσωτερικό του κτιρίου, η τοιχοποιία παρουσιάζει δύο διαφορετικούς τύπους ορίων, με πιο αυστηρά τα όρια από επιφάνειες τούβλου και λιγότερο αυστηρά αυτά από

84


τις ξύλινες επιφάνειες. Κοινό στοιχείο των δύο τύπων αποτελεί ο σταθερός χαρακτήρας τους και το γεγονός ότι εμποδίζουν ταυτόχρονα την κίνηση αλλά και την οπτική επαφή. Μεταβλητότητα και διαπερατότητα παρατηρείται μόνο στα όρια προς τον κήπο, δηλαδή τα υαλοστάσια, καθώς και στις πόρτες της κατοικίας. Η επιλογή του γυαλιού δίνει τη δυνατότητα να εμποδίζεται η κίνηση, όταν οι πόρτες είναι κλειστές, αλλά να παραμένει η οπτική επαφή ανάμεσα στον κήπο και το εσωτερικό της κατοικίας.

2.2 Ροϊκότητα Χώρου

Διάγραμμα 4: Jacobs House, Διάγραμμα Ροϊκότητας Χώρου

Στο σύνολο του κτιρίου παρατηρούνται περιοχές με πιο ελεύθερη ροή, αλλά και περιοχές με πιο καθορισμένη. Πιο συγκεκριμένα, οι χώροι κίνησης χαρακτηρίζονται από καθορισμένη ροή,

85


όπως φαίνεται από την πύκνωση των γραμμών, ενώ σημεία στάσης μπορούν να οριστούν στις περιοχές όπου οι γραμμές έχουν μεγαλύτερη απόσταση μεταξύ τους. Ο ίδιος ο σχεδιασμός, χωρίς να περιλαμβάνει μεγάλο αριθμό αμετάβλητων ορίων, δείχνει να κατευθύνει τις ροές της κίνησης, δίνοντάς τους παράλληλα τη δυνατότητα να επεκταθούν προς το εξωτερικό του σπιτιού, στην περιοχή του κήπου. Με τον τρόπο αυτό, οι περιοχές έντασης που προκύπτουν στα σημεία πύκνωσης μπορούν να εκτονωθούν προς το εξωτερικό και να προκύψουν οι χώροι στάσης.

86


3. Ακολουθία 3.1 Πορεία κίνησης - Οπτικές φυγές

Διάγραμμα 5: Jacobs House, Διάγραμμα Πορείας και Οπτικών Φυγών

Προσεγγίζοντας εξωτερικά το κτίριο δεν καθίσταται δυνατή η οπτική επαφή με το εσωτερικό της κατοικίας και πλησιάζοντας η κύρια είσοδος δεν είναι εύκολα διακριτή, διότι είναι τοποθετημένη σε εσοχή και δεν είναι ορατή από απόσταση. Καθώς εισέρχεται κανείς στο εσωτερικό αντικρίζει ένα μικρό μεταβατικό χώρο και προχωρώντας στη συνέχεια ανοίγεται μπροστά ένα το ευρύχωρο καθιστικό. Στο συγκεκριμένο χώρο υπάρχει άμεση οπτική επαφή και δυνατότητα εποπτείας του κήπου. Αντίθετα, οι υπόλοιποι χώροι της κατοικίας, με εξαίρεση την τραπεζαρία, δεν είναι ορατοί από τον χώρο του χώρο διημέρευσης. Συνεχίζοντας την αλληλουχία των χώρων συναντάει κανείς την τραπεζαρία και το χώρο προετοιμασίας φαγητού. Από το σημείο αυτό και έπειτα, γίνεται αντιληπτό ότι ο χώρος στενεύει και ξεκινάει ο χώρος κίνησης που

87


οδηγεί στους πιο απομονωμένους χώρους, όπως είναι το λουτρό, οι χώροι ύπνου και ο χώρος μελέτης, κανένας από τους οποίους δεν είναι διαθέσιμος οπτικά. Η πορεία της κίνησης που περιεγράφηκε παραπάνω αποτελεί την χωρική συνέχεια η οποία προκύπτει από τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό της κατοικίας, χαρακτηριστικό στοιχείο του οποίου αποτελεί η μετάβαση και η οπτική συνέχεια ή μη μεταξύ των χώρων.

88


4. Λειτουργία 4.1 Χρήσεις και χώροι

Διάγραμμα 6: Jacobs House, Διάγραμμα Χρήσεων

Η διάρθρωση της κατοικίας σε δύο πτέρυγες δίνει τη δυνατότητα διαχωρισμού των χώρων διημέρευσης από τους χώρους διανυκτέρευσης και μελέτης. Η είσοδος του κτιρίου τοποθετείται δίπλα στο βασικότερο χώρο διημέρευσης της κατοικίας και δίπλα του βρίσκονται η τραπεζαρία, ο χώρος προετοιμασίας φαγητού και το λουτρό. Οι χώροι ύπνου και ο χώρος μελέτης συναποτελούν την άλλη πτέρυγα, σε συνδυασμό με αρκετούς αποθηκευτικούς χώρους υπό τη μορφή εντοιχισμένων ντουλαπιών, με στατικό επίσης ρόλο. Όλοι οι χώροι μαζί περικλείουν τον κήπο από δύο πλευρές και η πλειοψηφία των χώρων ανοίγεται προς αυτόν.

89


4.2 Ιδιωτικότητα

Διάγραμμα 7: Jacobs House, Διάγραμμα Ιδιωτικότητας

Η ενοποίηση των χώρων διημέρευσης (χώρος διημέρευσης, τραπεζαρία και χώρος προετοιμασίας φαγητού) καταφέρνει να μην προκαλεί προβλήματα ιδιωτικότητας και προσωπικού χώρου, χάρη στη μορφή Γ που έχει επιλεγεί για την οικία Jacobs. Η θέση κάθε χώρου φαίνεται να καθορίζεται από το βαθμό ιδιωτικότητας που είναι απαραίτητος για αυτόν, δημιουργώντας μια σταδιακή μετάβαση από τους πιο κοινόχρηστους προς τους πιο ιδιωτικούς χώρους, σύμφωνα με την κίνηση του ατόμου μέσα στο σπίτι. Μπορεί κανείς να διακρίνει μια περισσότερο και μια λιγότερο ιδιωτική πτέρυγα που αρθρώνονται μέσω του ξεχωριστού όγκου που αποτελεί ο χώρος προετοιμασίας φαγητού και το λουτρό. Με τον τρόπο αυτό, η μετάβαση από τους κοινόχρηστους προς τους ιδιωτικούς χώρους γίνεται ομαλά, χωρίς να είναι απαραίτητος ο διαχωρισμός μεταξύ τους με σταθερά όρια, όπως για παράδειγμα με περιμετρικούς τοίχους. Επιπλέον, κατά μήκος του χώρου κίνησης από τη μια πτέρυγα προς την άλλη, εμφανίζονται μικρές μεταθέσεις και «σπασίματα» στην τοιχοποιία που αποτελούν 90


οπτικά εμπόδια και συμβάλλουν στη σταδιακή επίτευξη της ιδιωτικότητας.

5. Υλικότητα 5.1 Υφές και υλικότητες

Διάγραμμα 8: Jacobs House, Διάγραμμα Υφών και Υλικοτήτων

Όσον αφορά τα υλικά που έχει επιλέξει ο αρχιτέκτονας, πρωταγωνιστικό ρόλο έχει το ξύλο και το τούβλο, αποτελώντας ταυτόχρονα και τα υλικά κατασκευής και επίπλωσης. Παρότι και τα δύο 91


αυτά φυσικά υλικά είναι συνδεδεμένα με την παραδοσιακή αρχιτεκτονική κατοικιών, στη συγκεκριμένη περίπτωση ο τρόπος που τοποθετούνται είναι καινοτόμος για την εποχή εκείνη. Κάνοντας χρήση του τούβλου στα σημεία που φέρουν στατικό ρόλο και του ξύλου στον σκελετό των στεγών και την υπόλοιπη τοιχοποιία, εναλλάσσοντας δυο διαφορετικά είδη ξυλείας, ο αρχιτέκτονας καταφέρνει να δημιουργήσει από την τοιχοποιία και το δάπεδο μέχρι τις οροφές ανάγλυφες ποιότητες και γήινους χρωματικούς συνδυασμούς.

5.2 Φως και σκιά

Διάγραμμα 9: Jacobs House, Διάγραμμα Φωτός

Ιδιαίτερος είναι και ο τρόπος που φωτίζεται φυσικά το εσωτερικό της κατοικίας. Αρχικά, τοποθετούνται υαλοπίνακες στο μεγα-

92


λύτερο μέρος των πλευρών που έχουν άμεση επικοινωνία με τον κήπο, επιτρέποντας το φυσικό φως να εισέλθει. Επιπλέον, στα σημεία που δημιουργούνται υψομετρικές διαφορές μεταξύ των στεγών γίνεται χρήση σειράς οριζόντιων υαλοπινάκων. Αντίστοιχες λωρίδες ανοιγμάτων τοποθετούνται και στο πάνω μέρος της εξωτερικής τοιχοποιίας προσφέροντας διάχυτο φυσικό φως. Η διαχείριση των ανοιγμάτων, σε συνδυασμό με τις επεκτεινόμενες στέγες που δημιουργούν περιοχές με έντονες σκιάσεις, καθώς και η χρήση προεξοχών που δημιουργούν σκοτίες, προσφέρουν αντιθέσεις μεταξύ φωτός και σκιάς. Τέλος, η επιλογή των υλικών και των ανάγλυφων επιφανειών ενισχύονται μέσω των σκιών.

5.3 Ατμόσφαιρα χώρου

Διάγραμμα 10: Jacobs House, Διάγραμμα Ατμόσφαιρας

Τόσο ο συνδυασμός των υλικών όσο και οι τρόποι με τους οποίους διέρχεται το φυσικό φως στο εσωτερικό της κατοικίας διαμορφώνουν μία ιδιαίτερη χωρική συνθήκη. Ένα από τα πιο εν-

93


διαφέροντα στοιχεία είναι το τζάκι που κυριαρχεί στο χώρο του καθιστικού και αποτελείται από τούβλινους τρισδιάστατους όγκους, ξεφεύγοντας από την συνηθισμένη μορφολογία. Ο χώρος, περιτριγυρισμένος από τους ανάγλυφους ξύλινους τοίχους και την σχετικά χαμηλή οροφή, με το φως και τη σκιά να εναλλάσσονται και με επίκεντρο το τζάκι, αποκτά μία ζέστη και οικεία ατμόσφαιρα, ένα φιλικό περιβάλλον που προκαλεί τη αίσθηση του «σπιτιού» και όχι της κατοικίας, δηλαδή της ασφάλειας και της θαλπωρής. Αντίστοιχη λογική παρουσιάζεται και στο χώρο της τραπεζαρίας, όπου οι ξύλινες επιφάνειες της τοιχοποιίας και της επίπλωσης, όπως και των κουφωμάτων στα ανοίγματα, δημιουργούν ένα κάδρο για τη θέα προς τον κήπο. Τμήμα της χαμηλότερης οροφής που καλύπτει τους χώρους ύπνου και μελέτης έρχεται πάνω από την περιοχή της τραπεζαρίας, σε χαμηλότερο ύψος που είναι πιο κοντά στην ανθρώπινη κλίμακα και δίνει στο σημείο αυτό έναν ιδιαίτερα οικείο χαρακτήρα.

94


Ανάλυση ευρημάτων ως προς το θεωρητικό πλαίσιο 1. Οπτική αντίληψη Λαμβάνοντας υπόψιν την ογκοπλασία του κτιρίου, αλλά και τον τρόπο που ο αρχιτέκτονας χειρίζεται τα όρια, γίνεται σαφές ότι ένας επισκέπτης δεν έχει οπτική επαφή με τη ζωή και τις δραστηριότητες στο εσωτερικό της κατοικίας αλλά ούτε και στον κήπο. Συνολικά, παρατηρείται ότι παρά την πρόθεση του Wright να διατηρήσει την ενότητα στους χώρους και να μην διασπάσει έντονα το εσωτερικό με τοίχους, έχει κατορθώσει να δημιουργήσει αρκετά καθορισμένες και ελεγχόμενες οπτικές και χωρικές διαβαθμίσεις από χαρακτηριστικά σημεία της οικίας, διαφυλάσσοντας την ιδιωτικότητα των ενοίκων. Από το εσωτερικό, είναι σαφές ότι δεν υπάρχει πρόθεση οπτικής επικοινωνίας με το δρόμο, ενώ αντίθετα η επαφή με τον κήπο ενισχύεται με τα μεγάλα ανοίγματα. Παρότι η κατοικία μοιάζει να έχει μια φωτεινή και μια σκοτεινή πλευρά, του κήπου και του δρόμου αντίστοιχα, η ύπαρξη των συνεχόμενων φεγγιτών στο ανώτερο τμήμα των τοίχων εξασφαλίζουν φυσικό φως σε όλα τα σημεία του σπιτιού. Ακόμη, από την άλλη πλευρά του σπιτιού οι μακρόστενοι υαλοπίνακες με τα λεπτά ξύλινα κουφώματα δημιουργούν στη διάρκεια της ημέρας ένα ενδιαφέρον παιχνίδι φωτός και σκιάς.

2. Ακουστική Αντίληψη Ο τρόπος με τον οποίο έχει σχεδιαστεί στο σύνολό της η οικία Jacobs έχει ως αποτέλεσμα τη διαχείριση των πιθανών ηχητικών ερεθισμάτων με τρόπο που διευκολύνει και εμπλουτίζει τη ζωή μέσα σε αυτήν. Στο σύνολό της η κατοικία είναι χτισμένη με ξύλο και τούβλο, υλικά τα οποία παρουσιάζουν έντονο ανάγλυφο στις επιφάνειες τους που κατ’ επέκταση απορροφούν σε μεγάλο βαθ95


μό τους ήχους και μειώνουν την αντήχηση. Οι κλειστές όψεις του δρόμου, πέρα από το να προστατεύουν από τα αδιάκριτα βλέμματα τρίτων, απομονώνουν εκτός της κατοικίας τους ήχους του δρόμου και των περαστικών, αφήνοντας μόνο τους ήχους που προέρχονται από τον κήπο να φτάνουν στο εσωτερικό, χάρη στα συνεχή υαλοστάσια από την πλευρά εκείνη. Η μεγαλύτερη καινοτομία του αρχιτέκτονα ως προς τη χωροθέτηση, δηλαδή η μετατροπή του χώρου προετοιμασίας φαγητού και της τραπεζαρίας σε μεταφορικό και κυριολεκτικό κέντρο του σπιτιού, έχει άμεσο αντίκτυπο στο ηχοτοπίο που δημιουργείται. Πλέον όλες οι δραστηριότητες στην κοινόχρηστη πτέρυγα μπορούν να γίνονται με φόντο τους ήχους της προετοιμασίας φαγητού και να υπάρχει διαρκής επικοινωνία μεταξύ των ατόμων που κάθονται στο χώρο διημέρευσης, τρώνε στην τραπεζαρία ή βρίσκονται στο χώρο προετοιμασίας φαγητού. Αντίθετα, οι χώροι που χρειάζονται περισσότερη ησυχία βρίσκονται στη δική τους ξεχωριστή πτέρυγα, έτσι ο βαθμός ιδιωτικότητας των χώρων τείνει να ταυτιστεί με την παρουσία ή μη ποικιλίας ακουστικών ερεθισμάτων.

3. Οσφρητική Αντίληψη Ο χειρισμός των οσφρητικών ερεθισμάτων είναι παρόμοιος με αυτόν των ηχητικών, αφού τον καθοριστικότερο ρόλο διαδραματίζουν οι σχεδιαστικές επιλογές ως προς την οριοθέτηση. Τα ερεθίσματα που προέρχονται από το εξωτερικό περιβάλλον του δρόμου αποκλείονται μέσω της συμπαγούς τοιχοποιίας, ενώ οι οσμές του κήπου μπορούν ευκολότερα να εισέλθουν στον εσωτερικό από τα ανοίγματα. Η θέση του χώρου προετοιμασίας φαγητού στην καρδιά του σπιτιού συμβάλλει στη δημιουργία μιας πλούσιας ποικιλίας οσμών στο εσωτερικό του σπιτιού, που το καθιστούν πιο ζωντανό και λιγότερο αποστειρωμένο.

96


4. Απτική αντίληψη και σώμα Ο συσχετισμός του ανθρώπινου σώματος με το κτίριο είναι ιδιαίτερα έντονος στην περίπτωση του Jacobs House, επειδή η κλίμακα και οι αναλογίες του δεν λαμβάνουν πολύ μεγάλες διαστάσεις και είναι κοντά στην κλίμακα του ανθρώπου, τόσο σε οριζόντιο, όσο και σε κατακόρυφο επίπεδο. Η κίνηση στο εσωτερικό καθοδηγείται από τη μορφή του κτιρίου, προσδιορίζοντας τη στάση στους πιο ανοιχτούς χώρους και κίνηση στους πιο κλειστούς, δίνοντας παράλληλα τη δυνατότητα στο χρήστη να αγγίζει τους τοίχους στους χώρους κίνησης, λόγω του μικρού πλάτους που έχει επιλεγεί. Η απτική επαφή του χρήστη με το κτίριο ενθαρρύνεται σε πολύ μεγάλο βαθμό από την έντονη αναγλυφότητα των επιφανειών. Η επιλογές των υλικών προσφέρουν μια ποικιλία χαρακτηριστικών υφών, όπως τα ξύλινα πάνελ με τις σκοτίες, τα τούβλα με έντονους αρμούς και τα λεπτά και στενά κουφώματα. Ο χειρισμός των ανοιγμάτων δημιουργεί εναλλαγές φωτός και σκιάς και κατ’ επέκταση θερμοκρασίας, αφού χάρη στην ύπαρξη ή την απουσία άμεσου φυσικού φωτός προκύπτουν θερμότερες και ψυχρότερες περιοχές. Είναι, τέλος, σημαντική η επιλογή τοποθέτησης του χώρου προετοιμασίας φαγητού και του τζακιού, δύο ιδιαίτερα θερμών λειτουργιών, στο κέντρο της κατοικίας, γύρω από τα οποία συσπειρώνονται οι κοινόχρηστοι χώροι και ο μεγάλος χώρος διημέρευσης.

97


F a t h y H o u s e ( S i d i K r i e r H o u s e) (1971) Η οικία Fathy ή αλλιώς και οικία στο Sidi Krier, είναι έργο του Αιγύπτιου αρχιτέκτονα Hassan Fathy που προοριζόταν για προσωπική του κατοικία. Χτίστηκε το 1971 στο Sidi Krier της Αιγύπτου σε απόλυτη συμφωνία με το προσωπικό ιδίωμα και τις αντιλήψεις του Fathy περί αρχιτεκτονικής. Όντας υποστηρικτής της ενσωμάτωσης της παραδοσιακής τοπικής αρχιτεκτονικής στα καινούρια κτίσματα, δεν ακολουθούσε τις αρχές του μοντερνισμού όπως άλλοι συνάδελφοί του την περίοδο εκείνη, αλλά υπογράμμιζε την αξία των τοπικών υλικών και παραδοσιακών μεθόδων οικοδόμησης και ενδιαφερόταν για τη στέγαση των φτωχότερων κοινωνικών στρωμάτων. Στην περίπτωση της συγκεκριμένης κατοικίας, έχει χρησιμοποιηθεί εξ ολοκλήρου τούβλο λάσπης, το τοπικό οικοδομικό υλικό, σχηματίζοντας αποκλειστικά φέροντα στοιχεία χωρίς διαχωρισμό σε κολώνες και δοκάρια, φέροντα τμήματα και στοιχεία πλήρωσης. Οι τυπικές μορφολογίες που παρουσιάζονται στο κτίριο προέρχονται από την αιγυπτιακή και ισλαμική αρχιτεκτονική και περιλαμβάνουν ημικυλινδρικές και θολωτές οροφές, ημικυκλικά και οξυκόρυφα τόξα πάνω από τα ανοίγματα και διάτρητα στοιχεία με μοτίβα τριγώνων. Η είσοδος στο κτίριο γίνεται από την ανατολική πλευρά, όπου εκτός από το χώρο εισόδου βρίσκεται και μια περίκλειστη αυλή με δυο μεγάλα ανοίγματα προς το εξωτερικό, που συνοδεύεται από μια στεγασμένη στοά. Στο εσωτερικό της κατοικίας, ο διάδρομος εισόδου οδηγεί, από τη βόρεια πλευρά, στο χώρο προετοιμασίας φαγητού και το λουτρό, καθώς και σε μια δεύτερη, μικρότερη εσωτερική αυλή που δίνει πρόσβαση στην οροφή του

98


κτιρίου. Αντίθετα, από τη νότια πλευρά ο διάδρομος οδηγεί στο qa’a, ένα μεγάλο χώρο καθιστικού με πολλαπλές λειτουργίες, που αποτελεί πυρήνα της κατοικίας και συνδέεται με την αυλή μέσω ενός μεγάλου παραθύρου. Δεξιά και αριστερά του qa’a είναι τοποθετημένα δύο υπνοδωμάτια, στα οποία παρουσιάζονται αντίστοιχα ανοίγματα μικρότερου μεγέθους, που τα συνδέουν με το qa’a. Τα ανοίγματα αυτά, όπως και συμπληρωματικά σημεία σε άλλες επιφάνειες της κατοικίας, δεν κλείνουν με υαλοπίνακες, αλλά γεμίζονται με διάτρητες επιφάνειες από το υλικό τοιχοποιίας ή από ξύλο. 63

63

ibid.

99


Εικόνα 2: Σχέδια Οικίας Fathy, Hassan Fathy

100


Διαγραμματική Ανάλυση 1. Γεωμετρία 1.1 Ογκοπλασία

Διάγραμμα 11: Fathy House, Διάγραμμα Ογκοπλασίας

Η ογκοπλασία της οικίας Fathy δεν μπορεί να αναγνωστεί παρά μόνο ως μια σύνθεση επιμέρους όγκων και μορφών που χωροθετούνται μέσα στο ορθογώνιο πλαίσιο του οικοπέδου. Ωστόσο, μπορούν να εντοπιστούν δύο μεγάλες περιοχές στο σύνολο του κτιρίου, βόρεια και νότια. Μέσα σε αυτές δημιουργούνται μικρότεροι όγκοι που αντιστοιχούν στους χώρους της κατοικίας και που μορφολογικά ακολουθούν τις τυπολογίες της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής της περιοχής. Οι επιμέρους όγκοι είναι συνήθως συμμετρικοί, παρόλα αυτά η συνολική σύνθεσή τους στην κατοικία δεν παρουσιάζει συμμετρία. Μοναδικός άξονας συμμετρίας που μπορεί να εντοπιστεί είναι στους χώρους της κύριας εσωτερικής αυλής και του χώρου διημέρευσης, ενισχύοντας την εξέχουσα σημασία τους στην καθημερινή ζωή της κατοικίας. Ο χειρισμός αυτός ως προς τη συνολική ογκοπλασία και το σχηματισμό

101


των όψεων αποτελεί και συνολικότερη στάση του αρχιτέκτονα, που υποστήριζε ότι είναι άσκοπη η δημιουργία όψεων και μορφών στο κτίριο που δεν ανταποκρίνονται στις λειτουργικές του ανάγκες.64

1.2 Σχέση με ανθρώπινη κλίμακα

Διάγραμμα 12: Fathy House, Διάγραμμα Κλίμακας

Άλλη μία σχεδιαστική αρχή του Hassan Fathy που αποτυπώνεται στο συγκεκριμένο έργο είναι η συνέπειά του προς την ανθρώπινη κλίμακα και τις διαστάσεις του ανθρωπίνου σώματος. Καθώς πίστευε ότι κάθε αρχιτεκτονικό έργο οφείλει να σέβεται και να είναι προσιτό στο χρήστη του, οι χώροι που δημιούργησε βρίσκονται σε αναλογία με την ανθρώπινη κλίμακα.65 Τα μεγέθη που χρησιμοποιούνται στην κατοικία απορρέουν από τα τυπικά βασικά μεγέθη των παραδοσιακών κατοικιών και οι χώροι δε λαμβάνουν ιδιαίτερα μεγάλες διαστάσεις. Τέλος, μπορεί να εντοπιστεί ένα μοτίβο στο χειρισμό των χώρων, κατά το οποίο οι χώροι κίνησης

64  M El-Shorbagy Abdel-moniem, ‘The Architecture of Hassan Fathy : Between Western and Non-Western Perspectives : A Thesis Submitted for the Degree of Doctor of Philosophy at the University of Canterbury’ (Ph D, University of Canterbury 2001) <https://core.ac.uk/download/ pdf/35469027.pdf> accessed 6 April 2020. 65

ibid.

102


και μετάβασης έχουν χαμηλότερες οροφές και μικρότερο πλάτος, ενώ οι χώροι που παρουσιάζουν ιδιαίτερη σημασία για την κατοικία στεγάζονται με θόλους μεγαλύτερου ύψους και έχουν μεγαλύτερο μήκος και πλάτος. Παρόλα αυτά, ακόμη και όταν επιλέγεται η στέγαση με θόλο, το ύψος παραμένει σχετικά χαμηλό, ώστε ο χρήστης να μην αισθάνεται υποβολή από το κτίριο.

103


2. Σχεδιασμός Ορίων 2.1 Όρια

Διάγραμμα 13: Fathy House, Διάγραμμα Ορίων

Ο σχεδιασμός των ορίων στην οικία Fathy βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στις αξίες που πρεσβεύει το ισλάμ και ο αιγυπτιακός πολιτισμός. Καθώς η επίτευξη της ιδιωτικότητας αποτελεί έναν από τους βασικότερους στόχους στο σχεδιασμό των κατοικιών, έτσι και στο συγκεκριμένο παράδειγμα παρατηρούνται σαφή όρια που

104


ξεχωρίζουν τον ιδιωτικό χώρο της οικίας από το δημόσιο χώρο γύρω της, δημιουργώντας μια εσωστρέφεια και περιορίζοντας σε μεγάλο βαθμό την αλληλεπίδραση των χρηστών της με τον κόσμο εκτός του κτιρίου. Ενώ τα εξωτερικά όρια του κτιρίου είναι αυστηρά και σαφή, αποτελούμενα κυρίως από φέρουσες τοιχοποιίες με μικρά ή καθόλου ανοίγματα, στο εσωτερικό της κατοικίας παρατηρείται διάσπαση των ορίων με πολλά ανοίγματα που παρουσιάζουν ποικιλομορφία. Πιο συγκεκριμένα, υπάρχουν πλήρως διαπερατά στοιχεία, όπως πόρτες, που συνδέουν τους χώρους μεταξύ τους αλλά και ημι-διαπερατά όρια, όπως εσωτερικά παράθυρα, καλυπτόμενα από διάτρητα στοιχεία, που ενισχύουν την επικοινωνία μεταξύ των χώρων. Θα πρέπει, ωστόσο, να τονιστεί ότι παρά τη δυνατότητα επαφής των δωματίων στο εσωτερικό, δεν παρουσιάζεται ενοποίηση των χώρων και παραμένει σαφής η διάκριση μεταξύ τους. Τέλος, ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο χειρισμός των ορίων ως προς τον υπαίθριο χώρο της κατοικίας, αφού και οι δύο αυλές έχουν ξεκάθαρη οριοθέτηση και είναι περίκλειστες, με μοναδικό σημείο επικοινωνίας τους με τον εξωτερικό χώρο να είναι τα δύο ανοίγματα στην ανατολική πλευρά, που καλύπτονται με διάτρητα στοιχεία “φιλτράροντας” έτσι την οπτική επαφή.

105


2.2 Ροϊκότητα Χώρου

Διάγραμμα 14: Fathy House, Διάγραμμα Ροϊκότητας Χώρου

Όπως μπορεί να γίνει αντιληπτό στο διάγραμμα, οι περιοχές κίνησης που ακολουθούν το χώρο εισόδου στην κατοικία εμφανίζουν πολύ καθορισμένη ροή ώστε να καθοδηγούν τον επισκέπτη προς τους χώρους στάσης. Σε εκείνους, η πύκνωση που εμφανίζεται στους χώρους κίνησης σταδιακά σταματά, καθώς πρόκειται για χώρους μεγαλύτερων διαστάσεων όπου ο χρήστης είναι ελεύθερος να κινηθεί με τον τρόπο που ο ίδιος επιθυμεί. Η ένταση που δημιουργείται αρχικά στους χώρους που συναντάει κανείς με την είσοδό του στην κατοικία μπορεί να εκτονωθεί είτε στον εσωτερικό χώρο διημέρευσης, είτε στην αυλή, ενώ μικρότερες εκτονώσεις υπάρχουν και στην άλλη πλευρά του κτιρίου, προς το χώρο προετοιμασίας του φαγητού και την πίσω αυλή.

106


3. Ακολουθία 3.1 Πορεία κίνησης - Οπτικές φυγές

Διάγραμμα 15: Fathy House, Διάγραμμα Πορείας και Οπτικών Φυγών

Η είσοδος στην κατοικία πραγματοποιείται από την ανατολική μεριά, όπου βρίσκεται ένας μεταβατικός υπαίθριος χώρος. Περνώντας από το κατώφλι της εισόδου συναντάει κανείς στα αριστερά την κεντρική αυλή της κατοικίας, η οποία περιβάλλεται από ψηλή τοιχοποιία. Σε δύο από τις τέσσερεις πλευρές της αυλής, τα λίγα ανοίγματα καλύπτονται από διάτρητα στοιχεία που επιτρέπουν μερική επικοινωνία με το εξωτερικό, ενώ εσωτερικά της κατοικίας η αυλή συνδέεται με τον κεντρικό χώρο διημέρευσης μέσω ενός διάτρητου ανοίγματος. Συνεχίζοντας την χωρική ακολουθία του χώρου κίνησης μέχρι το τέλος, ο χρήστης βρίσκεται σε ένα κομβικό σημείο, όπου από τη μία πλευρά ξεκινάει το καθιστικό, και από την άλλη μπορεί να οδηγηθεί στο χώρο του λουτρού και το χώρο προετοιμασίας φαγητού, μέσω ενός δεύτερου διαδρόμου. Εκατέρωθεν της σάλας του καθιστικού βρίσκονται τα 2 υπνοδωμάτια, τα οποία έχουν οπτική και χωρική συνέχεια μεταξύ 107


τους, καθώς και με τον χώρο του καθιστικού. Βγαίνοντας από το χώρο διημέρευσης και λαμβάνοντας υπόψη την πορεία που ορίζεται από το δεύτερο χώρο κίνησης, φτάνει κανείς στο λουτρό. Μετέπειτα ο διάδρομος καταλήγει στο χώρο προετοιμασίας φαγητού, χωρίς να έχει οπτική επαφή με τους υπόλοιπους χώρους της κατοικίας, με εξαίρεση την πίσω εσωτερική αυλή. Το τμήμα της κατοικίας όπου βρίσκεται ο χώρος διημέρευσης και οι χώροι ύπνου χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερη ανοιχτότητα και ενοποίηση στους χώρους, δίνοντας τη δυνατότητα για περισσότερες οπτικές φυγές. Αντίθετα, το βόρειο τμήμα που στεγάζει το λουτρό και το χώρο προετοιμασίας φαγητού προσφέρει πολύ πιο περιορισμένες οπτικές φυγές από συγκεκριμένα σημεία, λόγω της στενότητας του χώρου.

108


4. Λειτουργία 4.1 Χρήσεις και χώροι

Διάγραμμα 16: Fathy House, Διάγραμμα Χρήσεων

Στο εσωτερικό της κατοικίας γίνεται ένας διαχωρισμός των επιμέρους χώρων σε δύο πτέρυγες, οι οποίες συνδέονται μέσω ενός διαδρόμου, όπου οι μεταβάσεις από τον έναν χώρο στον άλλο γίνονται έντονα αντιληπτές λόγω των στενών και χαμηλών σχετικά ανοιγμάτων. Η μία περιλαμβάνει το βασικό χώρο της κατοικίας, το «qa’a», όπως ονομάζεται ο μεγάλος χώρος του καθιστικού, που λειτουργεί ως κεντρικός πυρήνας και χώρος διημέρευσης, φιλοξενώντας τις περισσότερες δραστηριότητες της καθημερινής ζωής, ο ρόλος του οποίου ενισχύεται με την τοποθέτηση του τζακιού στο κέντρο του δωματίου. Δεξιά και αριστερά, υπάρχουν ανοίγματα που συνδέουν το κεντρικό χώρο της κατοικίας με τους χώρους ύπνου. Αυτή η πτέρυγα επικοινωνεί μέσω ενός παραθύρου που βρίσκεται στο καθιστικό με την κεντρική αυλή, στην μία πλευρά της οποίας βρίσκεται μία στεγασμένη στοά που λειτουργεί ως υπαίθριο καθιστικό. Η άλλη πτέρυγα της κατοικίας 109


περιλαμβάνει τον χώρο του λουτρού και του χώρου προετοιμασίας φαγητού και μέσω αυτής οδηγείται κανείς στην δεύτερη και πιο μικρή αυλή. Οι περισσότεροι χώροι φέρουν στις τοιχοποιίες στοιχεία της επίπλωσης, όπως καθιστικά, κρεβάτια, ντουλάπες και πάγκους.

4.2 Ιδιωτικότητα

Διάγραμμα 17: Fathy House, Διάγραμμα Ιδιωτικότητας

Το Fathy’s House, σχεδιασμένο σύμφωνα με την τοπική αρχιτεκτονική, περιφρουρεί την ιδιωτική ζωή των κατοίκων. Η ιδιωτικότητα αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του ισλαμικού τρόπου ζωής και οι δραστηριότητες εντός της κατοικίας πρέπει να προστατεύονται, επηρεάζοντας τη διάρθρωση των χώρων. Όσον αφορά την εξωτερική μορφή της κατοικίας η ιδιωτικότητα εξασφαλίζεται με την ανύψωση περιμετρικής τοιχοποιίας, ακόμα και στους χώρους της αυλής, ενώ τα ανοίγματα καλύπτονται με διάτρητα στοιχεία. Στο εσωτερικό, ο διαχωρισμός μεταξύ των ιδιωτικών

110


και κοινόχρηστων χώρων είναι σαφής. Ο χώρος του λουτρού και της προετοιμασίας φαγητού αποτελούν τους πιο ιδιωτικούς χώρους, σε αντίθεση με τους χώρους ύπνου που έχουν άμεση χωρική συνέχεια και οπτική επικοινωνία με τον πιο κοινόχρηστο χώρο της κατοικίας, τον χώρο του καθιστικού. Παρόμοια διαβάθμιση της ιδιωτικότητας παρατηρείται και στους υπαίθριους χώρους, όπου η αυλή που συνορεύει με τους πιο κοινόχρηστους χώρους έχει αντίστοιχο χαρακτήρα, ενώ η δεύτερη αυλή, η οποία συνδέεται με το χώρο προετοιασίας φαγητού, βρίσκεται σε πιο ιδιωτική και απόμερη θέση.

111


5. Υλικότητα 5.1 Υφές και υλικότητες

Διάγραμμα 18: Fathy House, Διάγραμμα Υφών και Υλικοτήτων

Κυρίαρχο υλικό είναι η λάσπη και αποτελεί ένα φυσικό τοπικό υλικό, κατάλληλο για το κλίμα και την φυσιογνωμία του τόπου. Η λάσπη σχηματίζεται σε τούβλα κατασκευάζοντας φέρουσες τοιχοποιίες και οροφές, και λόγω της εύπλαστης σύστασής της

112


προσφέρει κατασκευές με φυσικές μορφές και αποδίδει μία ελαφριά τραχύτητα στις επιφάνειες. Με τον ίδιο τρόπο δημιουργούνται τούβλινα διάτρητα στοιχεία με τριγωνικά μοτίβα για την κάλυψη των ανοιγμάτων. Η εκτεταμένη χρήση του κυρίαρχου υλικού συμβάλει στην οπτική ομοιογένεια του κτιρίου, δίνοντας έμφαση στις βασικές μορφές που το συναποτελούν. Ως δευτερεύον υλικό χρησιμοποιείται το ξύλο και τοποθετείται σε πόρτες, παράθυρα, κιγκλιδώματα και έπιπλα. Τέλος, γίνεται χρήση κυλινδρικών υαλότουβλων σε θολωτές οροφές.

5.2 Φως και σκιά

Διάγραμμα 19: Fathy House, Διάγραμμα Φωτός

Στην Αιγυπτιακή αρχιτεκτονική είναι απαραίτητη η προστασία από την ηλιακή ακτινοβολία και τις υψηλές θερμοκρασίες λόγω των κλιματικών συνθηκών και η επαρκής σκίαση αποτελεί από τα 113


σημαντικά ζητήματα κατά τον σχεδιασμό των κτιρίων. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, με την χρήση συμπαγούς υλικού και την ελαχιστοποίηση των ανοιγμάτων, η σκίαση επιτυγχάνεται στους περισσότερους χώρους της κατοικίας, ενώ η είσοδος του φωτός σε πολλά σημεία φιλτράρεται μέσω διάτρητων στοιχειών, δημιουργώντας ενδιαφέρουσες σκιάσεις, ενώ τα υαλότουβλα στις θολωτές οροφές επιτρέπουν δεσμίδες φωτός να εισέρχονται, διαχέοντας στο χώρο το φως. Λόγω του περιορισμένου αριθμού και μεγέθους των ανοιγμάτων στο εσωτερικό της κατοικίας αναπτύσσονται έντονες αντιθέσεις μεταξύ φωτεινών και σκοτεινών περιοχών, με χώρους όπως οι χώροι ύπνου και το λουτρό να έχουν ελάχιστο φως κατά τη διάρκεια της ημέρας. Ωστόσο, χάρη στις ανοιχτόχρωμες επιφάνειες το φως που καταφέρνει να εισέλθει εντός ανακλάται, επιτυγχάνοντας μία μοναδική ατμόσφαιρα στο χώρο.

5.3 Ατμόσφαιρα χώρου

Διάγραμμα 20: Fathy House, Διάγραμμα Ατμόσφαιρας

114


Η συνολική ατμόσφαιρα του χώρου της κατοικίας είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα του ειδικού χειρισμού του φυσικού φωτός που διέρχεται στο εσωτερικό. Σε συνδυασμό με την επιλογή του αρχιτέκτονα να μην χρησιμοποιήσει κάποιο χρώμα στους τοίχους, αλλά να διατηρήσει το φυσικό χρώμα του δομικού υλικού, οι εναλλαγές φωτός και σκιάς είναι που δίνουν στους εσωτερικούς χώρους ξεχωριστό χαρακτήρα. Τα διάτρητα στοιχεία των ανοιγμάτων, πέρα από την χρηστική τους αξία, προσδίδουν ιδιαίτερη ταυτότητα στις επιφάνειες που καλύπτουν, ενώ παράλληλα αναπαράγουν το μοτίβο τους και σε περισσότερες επιφάνειες της κατοικίας υπό τη μορφή σκιάς, στα σημεία όπου πέφτει το ηλιακό φως. Σε έναν χώρο όπου το φυσικό φως έχει τόσο καθοριστικό ρόλο, μπορεί κανείς να φανταστεί την ατμόσφαιρα να μεταβάλλεται κατά τη διάρκεια της μέρας αλλά και του χρόνου, ανάλογα με τη θέση και την κίνηση του ήλιου. Συνολικά οι χώροι, περιβαλλόμενοι από την τοιχοποιία από τα τούβλα λάσπης, χωρίς επιπλέον μορφολογικό διάκοσμο και με μοναδικά υλικά το ξύλο και το γυαλί να εμφανίζονται σε λεπτομέρειες του κτιρίου, αναδύουν μια μοναδική αίσθηση απλότητας.

115


Ανάλυση ευρημάτων ως προς το θεωρητικό πλαίσιο 1. Οπτική Αντίληψη Είναι φανερό ότι η δυνατότητα ή μη οπτικής επικοινωνίας υπήρξε βασικός σχεδιαστικός άξονας για την οικία Fathy. Οι επιλογές του αρχιτέκτονα σε σχέση με τα όρια αλλά και τα υλικά κατασκευής έχουν ως αποτέλεσμα ένα κτίριο όπου η οπτική αντίληψη ενός εξωτερικού παρατηρητή είναι πλήρως ελεγχόμενη. Η ιδιωτική ζωή στο εσωτερικό της κατοικίας δεν μπορεί να φανεί από το εξωτερικό, ενώ τα πιο δημόσια σημεία, όπως η εσωτερική αυλή και το qa’a έχουν μόνο εν μέρει οπτική επαφή με τον εξωτερικό χώρο, μέσα από τα διάτρητα ανοίγματα. Στο εσωτερικό της κατοικίας, η οπτική ταυτότητα των περιοχών που λαμβάνουν απευθείας ηλιακό φως εμπλουτίζεται την μέσα από τα μοτίβα φωτός και σκιάς που προκύπτουν από τα διάτρητα στοιχεία κάλυψης των ανοιγμάτων. Το μεγαλύτερο μέρος του κτιρίου λαμβάνει μόνο απαλό, διάχυτο φως που αντανακλάται στις επιφάνειες των τοίχων και προσδίδει ιδιαίτερη ατμόσφαιρα στους χώρους, χωρίς σκληρές σκιές και αντιθέσεις. Υπάρχουν τέλος περιοχές όπου το φως είναι αρκετά περιορισμένο, δυσχεραίνοντας την οπτική αντίληψη, αλλά ενισχύοντας τη φαντασία και τη χρήση των άλλων αισθήσεων. Ο τρόπος χειρισμού και σύνθεσης χώρων και ανοιγμάτων στο εσωτερικό έχει ως αποτέλεσμα ελεγχόμενες οπτικές και καδραρίσματα μέσα από στενούς διαδρόμους κίνησης, πόρτες, παράθυρα και διάτρητα στοιχεία.

2. Ακουστική Αντίληψη Η διάρθρωση των χώρων και η επιλογή των υλικών έχουν άμεσο αντίκτυπο στο ηχοτοπίο που δημιουργείται. Η παχιά φέρουσα τοιχοποιία που κυριαρχεί στο σύνολο της κατασκευής περικλείει τους ήχους τη καθημερινής ζωής εντός της κατοικίας, ενώ

116


στους υπαίθριους οι ανυψωμένοι περιμετρικοί τοίχοι μειώνουν τα ήχους που εισέρχονται και εξέρχονται. Εσωτερικά, ο αρχιτέκτονας επιλέγει ως πυρήνα της κατοικίας το καθιστικό, χώρος φιλοξενεί τις περισσότερες δραστηριότητες και επομένως από αυτόν προέρχονται τα περισσότερα ακουστικά ερεθίσματα. Οι χώροι ύπνου που βρίσκονται δίπλα στο καθιστικό αν και δεν έχουν τη δυνατότητα απομόνωσης από τους ήχους του κοινόχρηστου χώρου, χρησιμοποιούνται κυρίως ως ησυχαστήρια τις ώρες που δεν χρησιμοποιείται ο κοινόχρηστος χώρος. Επιπλέον, η ελαφριά αναγλυφότητα της τοιχοποιίας όχι μόνο δεν συμβάλλει στην απορρόφηση των ήχων, αλλά αντίθετα, σε συνδυασμό με την θολωτή οροφή του καθιστικού, οι ήχοι αντανακλώνται εμπλουτίζοντας το ρεπερτόριο της καθημερινής ζωής. Αντίθετα, με την χωροθέτηση του λουτρού και του χώρου προετοιμασίας φαγητού στην άλλη πλευρά του κτιρίου, μειώνεται η μετάδοση των ήχων που παράγονται εκεί, με τον δεύτερο να αποτελεί τον πιο απομακρυσμένο χώρο για τον μέγιστο περιορισμό των ήχων.

3. Οσφρητική Αντίληψη Η θέση του χώρου προετοιμασίας φαγητού και του λουτρού στη συνολική σύνθεση της κατοικίας θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως μέθοδος αποκλεισμού ήχων αλλά και οσμών που σχετίζονται με αυτούς από την υπόλοιπη κατοικία. Ωστόσο, η επιλογή της τοποθέτησης πλήθους ανοιγμάτων στο εσωτερικό των χώρων και της χρήσης των διάτρητων στοιχείων αντί γυαλιού, επιτρέπει την κίνηση του αέρα ανάμεσά τους και τη μεταφορά οσμών από τον ένα χώρο στον άλλον. Με παρόμοιο τρόπο, παρά τα αυστηρά όρια που ξεχωρίζουν την κατοικία από το εξωτερικό περιβάλλον στο επίπεδο της οπτικής επικοινωνίας, τα ανοίγματα χωρίς τζάμι διατηρούν την επαφή μεταξύ εξωτερικού και αυλής και στη συνέχεια μεταξύ αυλής και εσωτερικού. Έτσι, παρά τον οπτικό αποκλεισμό, τα οσφρητικά ερεθίσματα που προέρχονται τόσο από το εσωτερικό, όσο και το εξωτερικό της οικίας Fathy, κινούνται 117


απρόσκοπτα σχηματίζοντας ένα ενδιαφέρον οσφρητικό περιβάλλον.

4. Απτική Αντίληψη και Σώμα Ο τρόπος που επιλέγει ο αρχιτέκτονας να διαχειριστεί τα ζητήματα της κλίμακας και των αναλογιών, δημιουργεί μία άμεση σύνδεση μεταξύ του ανθρώπινου σώματος και του σχεδιασμένου χώρου. Οι διαστάσεις και τα μεγέθη που χρησιμοποιούνται σε όλους τους χώρους της κατοικίας έχουν ως αποτέλεσμα την παραγωγή ενός χώρου σύμφωνα με την ανθρώπινη κλίμακα και επίτευξη ενός οικείου και απτού χώρου. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι στενοί διάδρομοι και οι σχετικά χαμηλές αψίδες κατά την μετάβαση από τον ένα χώρο στον άλλο, προσκαλώντας τον χρήστη να ακουμπήσει και να διερευνήσει τις ελαφρώς τραχιές επιφάνειες της τοιχοποιίας καθώς μεταφέρεται από τον ένα χώρο στον άλλο. Κατασκευασμένα από το ίδιο υλικό, τα διάτρητα στοιχεία προσφέρουν διαφορετικά απτικά ερεθίσματα, δημιουργώντας αντιθέσεις μεταξύ κενού και πλήρους, φωτός και σκιάς. Παρά την απουσία άμεσου φυσικού φωτισμού στα περισσότερα σημεία της κατοικίας με σκοπό την προστασία από τον καυτό ήλιο, η θερμοκρασία μεταβάλλεται και παρατηρούνται θερμοκρασιακές διαφορές μεταξύ των χώρων κατά τη διάρκεια της ημέρας.

118


Ηouse N (2008) Το House N είναι μια κατοικία 150 τ.μ. που σχεδιάστηκε από τον Sou Fujimoto το 2008 στην πόλη Oita της Ιαπωνίας, με στόχο να φιλοξενήσει ένα ζευγάρι και ένα σκύλο. Το έργο αποτελείται από τρία κελύφη που διαδοχικά μικραίνουν σε μέγεθος και ύψος και βρίσκονται το ένα μέσα στο άλλο. Το εξωτερικό κέλυφος έχει πρισματικό σχήμα, χωρίς να παρεκκλίνει έντονα από το ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο, και καλύπτει σχεδόν ολόκληρο το οικόπεδο, δημιουργώντας μια ημι-υπαίθρια αυλή. Το δεύτερο κέλυφος, όπως και το τρίτο, έχει μορφή ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου και σχηματίζει έναν περιορισμένο χώρο μέσα στο στεγασμένο εξωτερικό χώρο της αυλής και τέλος, το τρίτο δημιουργεί τον μικρότερο και πιο κλειστό εσωτερικό χώρο. Και τα τρία κελύφη παρουσιάζουν μεγάλο αριθμό ορθογώνιων ανοιγμάτων, τα οποία μένουν ακάλυπτα στο εξωτερικό και το εσωτερικό ενώ πληρώνονται με υαλοπίνακες στο ενδιάμεσο, αποτελώντας τις πόρτες και τα παράθυρα του κτιρίου. Μέσα από το συγκεκριμένο έργο, ο αρχιτέκτονας επιχείρησε να διερευνήσει τους προβληματισμούς του ως προς τον απόλυτο τρόπο διαχωρισμού της ιδιωτικής κατοικίας από το δημόσιο αστικό περιβάλλον μέσα από έναν τοίχο-όριο και να δημιουργήσει μεταβατικούς χώρους που επανεξετάζουν τις έννοιες του ορίου και της ιδιωτικότητας. Στο House N οι ένοικοι ζουν κατά κύριο λόγο, όχι μέσα στο κάθε κέλυφος, αλλά στον ενδιάμεσο χώρο που προκύπτει από την διαδοχική επικάλυψη τους. Μέσα σε αυτούς τους μεταβατικούς χώρους η οικογένεια ενσωματώνει

119


τις καθημερινές της δραστηριότητες.66

Εικόνα 3: Σχέδια Οικίας N, Sou Fujimoto

66  ‘House N / Sou Fujimoto Architects’ (ArchDaily, 14 November 2011) <https://www.archdaily. com/7484/house-n-sou-fujimoto> accessed 5 June 2020.

120


Διαγραμματική Ανάλυση 1. Γεωμετρία 1.1 Ογκοπλασία

Διάγραμμα 21: House N, Διάγραμμα Ογκοπλασίας

Η συγκεκριμένη κατοικία αποτελείται από τρεις πολύ απλούς όγκους που επικαλύπτουν ο ένας τον άλλον, σχηματίζοντας ένα τριπλό κέλυφος. Ο μεγαλύτερος όγκος που βρίσκεται εξωτερικά είναι ένα πρίσμα που καλύπτει τους δύο μικρότερους όγκους ορθογώνιου σχήματος. Τα ανοίγματα μοιάζουν να έχουν προέλθει από την αφαίρεση ορθογώνιων όγκων από τα αρχικά κελύφη και είναι τόσο πυκνά που μοιάζουν με μοτίβο διάτρησης. Τα μικρότερα κελύφη δεν τοποθετούνται απολύτως συμμετρικά στο κέντρο του μεγάλου, αλλά αφήνουν περισσότερο χώρο στην πλευρά του δρόμου για να προκύψει η αυλή.

121


1.2 Κλίμακα

Διάγραμμα 22: House N, Διάγραμμα Κλίμακας

Η κλίμακα είναι ένας από τους βασικότερους παράγοντες που διερευνώνται σε αυτό το έργο του Fujimoto, αφού τα τρία κελύφη έχουν πολύ διαφορετικές διαστάσεις. Πιο συγκεκριμένα, κατά τη μετάβαση από τον εξωτερικό χώρο στην αυλή, ο χρήστης εισέρχεται στο πρώτο κέλυφος που έχει πολύ μεγάλο ύψος, χαρακτηριστικό που τονίζεται ακόμη περισσότερο από τα μεγάλα ανοίγματα στις επιφάνειές του, καθιστώντας το χώρο της αυλής ένα υβρίδιο μεταξύ κλειστού και ανοιχτού, όπου ο χρήστης δεν αισθάνεται περιορισμένος. Με την είσοδό του στο εσωτερικό του κελύφους ο χρήστης αντιλαμβάνεται τη δραματική μείωση στο ύψος αλλά και στις υπόλοιπες διαστάσεις του σε σχέση με το χώρο της αυλής. Παρότι πρόκειται για μια κλίμακα πιο κοντινή στο ανθρώπινο σώμα, ο χώρος εξακολουθεί να έχει αρκετά μεγαλύτερο από το πρότυπο (περίπου 3.5 μέτρα) του κοινού ορόφου στη σύγχρονη αρχιτεκτονική. Τέλος, η κλίμακα του κτιρίου πλησιάζει αυτή του ανθρώπου στο τρίτο κέλυφος, όπου πλέον το ύψος είναι περίπου 122


το μισό σε σύγκριση με του εξωτερικού κελύφους και ο χώρος που ορίζεται από αυτό είναι αντίστοιχος με αυτόν ενός μικρού δωματίου. Συνολικά, παρατηρείται ότι από το εξωτερικό προς το εσωτερικό η κλίμακα της κατοικίας σταδιακά μειώνεται, χωρίς όμως να γίνεται απόλυτος διαχωρισμός κάθε περιοχής, εξαιτίας των ανοιγμάτων που βρίσκονται όχι μόνο στις περιμετρικές, αλλά και στην πάνω πλευρά κάθε κελύφους.

123


2. Σχεδιασμός Ορίων 2.1 Όρια

Διάγραμμα 23: House N, Διάγραμμα Ορίων

Οι χειρισμοί του αρχιτέκτονα σε ό,τι αφορά τα όρια στην κατοικία Ν είναι πολύ διαφορετικοί σε σχέση με τα προηγούμενα παρα-

124


δείγματα. Η διάτρηση των τριών κελυφών με μεγάλα, ασύμμετρα ανοίγματα υπονοεί την πρόθεση του Fujimoto να κρατήσει τα όρια ρευστά μεταξύ των κελυφών. Ο εξωτερικό όγκος, που αποτελεί το όριο μεταξύ της κατοικίας και του δημόσιου χώρου του δρόμου, παρότι έχει πολύ καθορισμένη ογκοπλασία, είναι γεμάτος ανοίγματα που δεν έχουν γυαλί ή κάποιο άλλο υλικό πλήρωσης και, επομένως, επιτρέπουν την άμεση αλληλεπίδραση εσωτερικού και εξωτερικού. Οι δύο μικρότεροι όγκοι στο εσωτερικό παρουσιάζουν αντίστοιχα ανοίγματα, τα οποία όμως είναι κλεισμένα με γυαλί στην περίπτωση του δεύτερου κελύφους. Αντίθετα, όπως και στο εξωτερικό κέλυφος, έτσι και στο τρίτο τα ανοίγματα παραμένουν χωρίς κάποιο είδος πλήρωσης. Η θέση των ανοιγμάτων, αν και μοιάζει τυχαία, δίνει τη δυνατότητα επικοινωνίας μεταξύ των χώρων που ορίζουν τα κελύφη. Τα αυστηρότερα όρια στο κτίριο είναι αυτά που περιβάλλουν το χώρο του λουτρού και γενικότερα την πλευρά του κτιρίου που δεν βρίσκεται προς το δρόμο. Οι υπόλοιπες επιφάνειες χαρακτηρίζονται από έντονη διαπερατότητα που συμβάλλει στην εντύπωση της απουσίας ορίων στην κατοικία.

125


2.2 Ροϊκότητα χώρου

Διάγραμμα 24: House N, Διάγραμμα Ροϊκότητας Χώρου

Η έντονη ροϊκότητα είναι ένα από τα βασικότερα χαρακτηριστικά της κατοικίας Ν, αφού μέσα από τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό έχει επιτευχθεί η απουσία σαφούς καθοδήγησης στο εσωτερικό του κτιρίου και ενισχύεται η ελεύθερη κίνηση στο χώρο. Σε επίπεδο κάτοψης, καθώς οι χώροι που προκύπτουν είναι στην πραγματικότητα χώροι μετάβασης από το ένα κέλυφος στο άλλο, προκαλούν το χρήστη να κινηθεί σε αυτούς και να περιπλανηθεί γύρω από κάθε κέλυφος. Μοναδικός τρόπος καθοδήγησης του χρήστη είναι η θέση των ανοιγμάτων από τα οποία μπορεί κανείς να περάσει, παρόλα αυτά ούτε και εκείνα βρίσκονται σε απόλυτη στοίχιση μεταξύ τους. Σε συνδυασμό με όλα τα υπόλοιπα ανοίγματα, δημιουργείται η εντύπωση ότι ο χρήστης μπορεί να διαπεράσει τα κελύφη και να κινηθεί στο χώρο όπως εκείνος επιθυμεί, ακόμη και από ανοίγματα που δεν είναι πόρτες. Κατά συνέπεια, είναι δύσκολο να οριστούν στην κατοικία χώροι κίνησης και στάσης, με εξαίρεση λιγοστές περιοχές της κάτοψης που λόγω του μικρού τους πλάτους δίνουν την εντύπωση ότι αποτελούν περισσότερο χώρους κίνησης-μετάβασης.

126


3. Ακολουθία 3.1 Πορεία κίνησης - Οπτικές φυγές

Διάγραμμα 25: House N, Διάγραμμα Πορείας και Οπτικών Φυγών

Παρατηρώντας από μακριά το κτίριο, έχει κανείς την εντύπωση πως πρόκειται για ένα κτίριο στο οποίο οι δραστηριότητες των χρηστών εκτίθενται σε κοινή θέα. Αντιθέτως, πλησιάζοντας προς την εξωτερική είσοδο διαπιστώνει κανείς πως τα ανοίγματα στα κελύφη του κτιρίου είναι τοποθετημένα με τέτοιο τρόπο ώστε να διακόπτεται η οπτική επαφή των περαστικών με τους χρήστες της κατοικίας. Μπαίνοντας στο εσωτερικό του πρώτου και μεγαλύτερου κελύφους, ανοίγεται μπροστά ο ημι-υπαίθριος χώρος, οδηγώντας στην δεύτερη είσοδο. Από εκεί εισέρχεται κανείς στο επόμενο κέλυφος και αντικρίζει το τελευταίο και μικρότερο, όπου είναι και ο κεντρικό χώρο της κατοικίας. Από το κέντρο της κατοικίας, επιτυγχάνεται η οπτική επικοινωνία μεταξύ των περισσότερων χώρων, μέσω των πολλαπλών ανοιγμάτων. Περνώντας από τον ενδιάμεσο χώρο μεταξύ των δύο μικρότερων κελυφών, μπορεί να κατευθυνθεί δεξιά σε έναν χώρο ο οποίος επικοινωνεί οπτικά με τον εξωτερικό περιβάλλον. Συνεχίζοντας την χωρική ακολουθία,

127


από το κεντρικό κέλυφος, κατευθύνεται κανείς στο πιο απομονωμένο και οπτικά αποκομμένο τμήμα, το οποίο δεν διαθέτει ανοίγματα και γενικά δεν επικοινωνεί εξωτερικό περιβάλλον. Μοναδική διέξοδος από αυτό το σημείο είναι η επιστροφή στον ενδιάμεσο, μεταβατικό χώρο. Από το σημείο εκείνο, κατευθυνόμενος κανείς προς την δεξιά μεριά, φθάνει στο τελευταίο χώρο της κατοικίας, ο οποίος βρίσκεται μεταξύ των τελευταίων κελυφών και αποτελεί τον δεύτερο και πιο ευρύ ενδιάμεσο χώρο. Σε γενικές γραμμές, στο κτίριο παρουσιάζεται έντονη χωρική συνέχεια, καθώς οι χώροι δεν είναι αυστηρά καθορισμένοι, και με επίκεντρο το μικρότερο κέλυφος του κτιρίου ο χρήστης αφήνεται ελεύθερος να επιλέξει τη διαδρομή που θέλει να ακολουθήσει.

128


4. Λειτουργία 4.1 Χρήσεις

Διάγραμμα 26: House N, Διάγραμμα Χρήσεων

Βασικό χαρακτηριστικό του House N είναι η απουσία συγκεκριμένων, αυστηρά καθορισμένων χώρων για κάθε χρήση. Απεναντίας, οι ενιαίοι χώροι που προκύπτουν ανάμεσα από τα τρία επάλληλα κελύφη λαμβάνουν όλες τις λειτουργίες της κατοικίας χωρίς να τις διαχωρίζουν με σαφή τρόπο. Στο εξωτερικό κέλυφος φιλοξενείται η αυλή με ένα χώρο στάθμευσης, ενώ στο δεύτερο βρίσκονται ο χώρος ύπνου και ένας χώρος διημέρευσης. Από το σημείο εκείνο υπάρχει πρόσβαση στην πίσω πλευρά της κατοικίας, όπου ο χώρος της αυλής διακόπτεται από ένα περίκλειστο κομμάτι που συνδέεται εσωτερικά με τα δυο μικρότερα κελύφη και περιλαμβάνει το λουτρό, το χώρο προετοιμασίας φαγητού και έναν αποθηκευτικό χώρο. Τέλος, μέσα στο μικρότερο κέλυφος βρίσκονται οι χώροι φαγητού και διημέρευσης. Συνολικά, παρατηρείται ότι

129


οι χώροι μεταξύ κελυφών συνδέονται στον εγκάρσιο άξονα της κατοικίας και περιμετρικά γύρω από το μικρότερο κέλυφος. Παρόλα αυτά, καθώς δεν υπάρχουν επιπρόσθετες τοιχοποιίες ή άλλα διαχωριστικά, οι χρήσεις ορίζονται κατά κύριο λόγο από την επίπλωση και τον οικιακό εξοπλισμό, παρά από το σχεδιασμό της κάτοψης.

4.2 Ιδιωτικότητα

Διάγραμμα 27: House N, Διάγραμμα Ιδιωτικότητας

Με μια πρώτη ματιά, η συγκεκριμένη κατοικία μοιάζει να μην προσφέρει μεγάλο βαθμό ιδιωτικότητας στους κατοίκους της, εξαιτίας του μεγάλου αριθμού ανοιγμάτων που χαρακτηρίζουν όλες τις επιφάνειες. Η σχέση της αυλής και του δρόμου είναι άμεση, παρόλα αυτά το ύψος των ανοιγμάτων επιτρέπει την «απόκρυψη» ορισμένων σημείων από τους περαστικούς. Στο εσωτερικό του δευτέρου κελύφους η εντύπωση ιδιωτικότητας ενισχύεται

130


ελαφρώς από το χαμηλότερο ύψος και την ύπαρξη μορφών πλήρωσης στα ανοίγματα. Η πλευρά που φιλοξενεί το χώρο ύπνου θα μπορούσε να θεωρηθεί περισσότερο ιδιωτική σε σχέση με το χώρο του τατάμι χάρη στη μεγαλύτερη απόσταση που έχει ως προς το δρόμο και την παρεμβολή της βλάστησης της αυλής, χωρίς ωστόσο να υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στους δυο χώρους. Η παρεμβολή του τρίτου κελύφους μεταξύ χρήστη και εξωτερικού περιβάλλοντος δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι χώρος μέσα σε αυτό είναι πιο αποκομμένος από το εξωτερικό περιβάλλον, παρά τα συνεχή ανοίγματα στις επιφάνειες του που τον καθιστούν σε διαρκή επικοινωνία με τους γύρω χώρους. Το πιο ιδιωτικό σημείο της κατοικίας είναι αδιαμφισβήτητα το λουτρό, τόσο λόγω της απόμακρης θέσης του, όσο και λόγω της έλλειψης ανοιγμάτων στις επιφάνειες που το περιβάλλουν. Θα πρέπει όμως να σημειωθεί ότι, ακόμη και σε αυτή την περίπτωση, δεν πρόκειται για έναν εξαιρετικά ιδιωτικό χώρο, αφού δεν μπορεί να αποκλειστεί η είσοδος σε αυτόν μέσω κάποιας πόρτας ή άλλου συστήματος διαχωρισμού. Τέλος, ενώ το συνολικό έργο δίνει την εντύπωση μιας πλήρως διαπερατής κατασκευής, το εσωτερικό της οποίας είναι ορατό από έξω, στην πραγματικότητα οι θέσεις των ανοιγμάτων είναι μελετημένες με τρόπο που καθιστούν την επαφή με το εξωτερικό δυνατή μόνο όπου αυτό είναι επιθυμητό. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις, ενώ εξακολουθούν να υπάρχουν ανοίγματα, υπάρχει μέριμνα μέσω του σχεδιασμού ώστε το ύψος να είναι τέτοιο που να μην προκαλείται πρόβλημα ή ώστε η συγκεκριμένη περιοχή να προστατεύεται από τοιχοποιία σε ένα επόμενο κέλυφος. Με τον τρόπο αυτό οι χρήστες διατηρούν το αίσθημα της διαβίωσης σε μια μεταβατική συνθήκη μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού χώρου, χωρίς να εκθέτουν πλήρως την καθημερινότητά τους στους περαστικούς.

131


5. Υλικότητα 5.1 Υφές και υλικότητες

Διάγραμμα 28: House N, Διάγραμμα Υφών και Υλικοτήτων

132


Ο αρχιτέκτονας έχει επιλέξει να χρησιμοποιήσει το ίδιο υλικό και στα τρία κελύφη, δημιουργώντας ένα ομοιογενές αποτέλεσμα, όπου κυριαρχούν οι λευκές και σχετικά λείες επιφάνειες, δίνοντας την αίσθηση μίας υλικής λιτότητας. Αντίθετα, η υλικότητα στα δάπεδα διαφοροποιείται ανάλογα με το κέλυφος και τις δραστηριότητες. Στο πρώτο εξωτερικό κέλυφος, το δάπεδο επιστρώνεται στο μεγαλύτερο μέρος με σκούρες πέτρες, ενισχύοντας την εντύπωση ότι πρόκειται για έναν εξωτερικό χώρο, ενώ σημειακά τοποθετούνται τσιμεντένιες πλάκες και ξύλινη πλατφόρμα που οδηγεί στην είσοδο του δεύτερου κελύφους. Αντίθετα στο εσωτερικό του δεύτερου και τρίτου κελύφους, γίνεται η χρήση ξύλινου δαπέδου, υλικό που είναι στενά συνδεδεμένο με τους εσωτερικούς χώρους των κατοικιών. Επιπλέον, στα ανοίγματα του ενδιάμεσου κελύφους τοποθετούνται υαλοπίνακες, ενώ στα υπόλοιπα τα ανοίγματα δεν πληρώνονται με κάποιο υλικό.

5.2 Φως

Διάγραμμα 29: House N, Διάγραμμα Φωτός

133


Ο φωτισμός του συγκεκριμένου κτιρίου αποτελεί ένα από τα πιο χαρακτηριστικά στοιχεία του. Ο αρχιτέκτονας έχει επιλέξει να τοποθετήσει πλήθος ασύμμετρων ανοιγμάτων στις περιμετρικές τοιχοποιίες των τριών κελυφών, ενώ με τον ίδιο τρόπο χειρίζεται τα πολλαπλά ανοίγματα στις οροφές. Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται η είσοδος του φωτός από πολλά σημεία και ύψη ταυτοχρόνως, δημιουργώντας φωτεινούς χώρους και ένα «παιχνίδι» μεταξύ κενού και πλήρους, φωτός και σκιάς, λόγω της διαφοράς του μεγέθους και της θέσης των ανοιγμάτων.

5.3 Ατμόσφαιρα χώρου

Διάγραμμα 30: House N, Διάγραμμα Ατμόσφαιρας

Αναμφίβολα η συγκεκριμένη κατοικία αποτελεί παράδειγμα κτιρίου με ισχυρή ταυτότητα. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στον τρόπο με τον οποίο ο αρχιτέκτονας συνδυάζει τρία κελύφη, το ένα μέσα στο άλλο και τα οποία τελικά συναποτελούν το κτίριο. Ο σχεδιασμός πολλαπλών ασύμμετρων ανοιγμάτων σε όλες σχεδόν τις πλευρές, παράγει μία ιδιαίτερη σχέση με το μέσα και το έξω, το φως και τη σκιά. Αποτέλεσμα αυτών είναι μία νέα συνθήκη κα-

134


τοίκησης, δίνοντας την αίσθηση της ελεύθερης μετάβασης από τον ένα χώρο στον άλλο. Επιπλέον, η κατοίκηση στον ενδιάμεσο χώρο μεταξύ των τριών κελυφών δημιουργεί διαφορετικές εντυπώσεις ανάλογα με το ύψος του κελύφους και των ανοιγμάτων, άλλοτε προσφέροντας την αίσθηση της φωλιάς και το συναίσθημα της ασφάλειας, και άλλες φορές το ακριβώς αντίθετο, την αίσθηση του δημόσιου και της απουσίας των ορίων. Και ενώ όλα τα παραπάνω επιτυγχάνονται μέσα από μία σειρά αλλεπάλληλων κελυφών με διαφορετικές κλίμακες, το τελικό αποτέλεσμα είναι η εντύπωση μιας ελαφριάς, λιτής και ανοικτής κατασκευής.

135


Ανάλυση ευρημάτων ως προς το θεωρητικό πλαίσιο 1. Οπτική Αντίληψη Το House N είναι σχεδιασμένο με τρόπο που δημιουργεί πολύ διαφορετικά οπτικά ερεθίσματα σε σχέση με τις τυπικές κατοικίες. Η εξωτερική του μορφή μοιάζει με ένα μεγάλο κουτί που καλύπτεται από ασύμμετρα ανοίγματα και επιτρέπει στον παρατηρητή να δει το εσωτερικό του. Στην πραγματικότητα όμως, το τριπλό διάτρητο κέλυφος προσφέρει οπτική επαφή προς επιλεγμένα μόνο σημεία της κατοικίας, η οποία «φιλτράρεται» από τα πολλαπλά επίπεδα τοιχοποιίας και τη βλάστηση που παρεμβάλλεται. Αντίστοιχα, για τους χρήστες που βιώνουν το κτίριο εκ των έσω, το κέλυφος αποτελεί έναν ρευστό χώρο χωρίς σαφή όρια και προσφέρει ένα πλούσιο οπτικό περιβάλλον, όπου η επαφή μεταξύ των χώρων, αλλά και μεταξύ εσωτερικού και εξωτερικού περιβάλλοντος είναι διαρκής. Η ιδιαίτερη ογκοπλασία, μέσω του εγκιβωτισμού των κελυφών, καθιστά δυνατό να αποκαλύπτονται στους χρήστες καδραρισμένες θέες προς το εσωτερικό ή το εξωτερικό του, μετά από μικρές μετατοπίσεις και συγκεκριμένες γωνίες θέασης. Το φως εισέρχεται στο κτίριο σε όλη τη διάρκεια της ημέρας, σχηματίζοντας γεωμετρικές σκιές εξαιτίας των ανοιγμάτων, και διαχέεται στο εσωτερικό ανακλώμενο στις φωτεινές επιφάνειες της τοιχοποιίας.

2. Ακουστική Αντίληψη Λόγω της ογκοπλασίας του κτιρίου, αλλά και των χειρισμών του αρχιτέκτονα σε σχέση με τα όρια, οι ήχοι του εξωτερικού περιβάλλοντος περιορίζονται περισσότερο σε σχέση με οποιαδήποτε πλήρως υπαίθρια αυλή. Το εξωτερικό κέλυφος επιτρέπει μόνο εν μέρει την είσοδο των ηχητικών κυμάτων που προέρχονται από 136


το δρόμο μέσω των ανοιγμάτων που φέρει, ενώ ταυτόχρονα τα περιορίζει σε σημεία που η ησυχία είναι περισσότερο επιθυμητή, χάρη στα κλειστά τμήματα των επιφανειών του. Οι επιλογές των υλικών που αποτελούν τις τοιχοποιίες και την πλήρωση των ανοιγμάτων, ιδιαίτερα στο εσωτερικό των δυο μικρότερων κελυφών, δεν συμβάλλουν στην απορρόφηση των ήχων, αλλά αντίθετα είναι πιθανότερο να προκαλούν αντήχηση, λόγω της λείας υφής τους. Ωστόσο, τα πολλαπλά ανοίγματα δεν αφήνουν στα ηχητικά κύματα μεγάλες, συνεχείς επιφάνειες ανάκλασης, οπότε ο ήχος μπορεί να διαχυθεί ελεύθερα στους χώρους της κατοικίας. Συνολικά, η ύπαρξη της πληθώρας ανοιγμάτων σε όλες τις επιφάνειες δίνει τη δυνατότητα δημιουργίας ενός πλούσιου ηχητικού περιβάλλοντος, που μπορεί να περιλαμβάνει ήχους προερχόμενους τόσο από το εσωτερικό της κατοικίας, όσο και από το δημόσιο χώρο έξω από αυτήν.

3. Οσφρητική αντίληψη Ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζονται τα όρια και η τοποθέτηση των χώρων επηρεάζουν δραστικά τα οσφρητικά ερεθίσματα. Αν και ο χώρος που προετοιμάζεται το φαγητό τοποθετείται στο πιο απομονωμένο τμήμα της κατοικίας, ο χειρισμός των ορίων και των ανοιγμάτων επιτρέπει την ανάδευση των μυρωδιών στους υπόλοιπους χώρους τις κατοικίας. Αντίστοιχα, μέσω της διάτρητης τοιχοποιίας, εισέρχονται ευκολότερα οι οσμές από εξωτερικό περιβάλλον, όπως είναι τα δέντρα του κήπου και ο δρόμος, ενισχύοντας την διαφορετική προσέγγιση του αρχιτέκτονα για την σχέση μεταξύ εσωτερικού και εξωτερικού, ιδιωτικού και δημόσιου χώρου.

137


4. Απτική αντίληψη και σώμα Ένα από τα στοιχεία που έχουν καθοριστικό ρόλο στον σχεδιασμό της κατοικίας αυτής είναι οι κλίμακες που χρησιμοποιούνται και ο τρόπος που σχετίζονται ή όχι κάθε φορά με το ανθρώπινο σώμα, διαμορφώνοντας σε μεγάλο βαθμό τους χώρους. Ξεκινώντας από το πρώτο και μεγαλύτερο κέλυφος, το οποίο παράγει ανοιχτούς χώρους με ιδιαίτερη έμφαση στο ύψος και διαστάσεις πολύ μακριά από την ανθρώπινη κλίμακα, καταλήγοντας στο τελευταίο και μικρότερο, το οποίο αποτελεί τον πυρήνα και χώρο διημέρευσης της κατοικίας, προσφέροντας την αίσθηση της προστασίας και του οικείου, και τα μεγέθη που επιλέγονται να είναι σε άμεσο συσχετισμό με τον άνθρωπο. Ένα ακόμα στοιχείο που συνδέεται με το ανθρώπινο σώμα είναι η κίνηση μεταξύ και στο εσωτερικό των κελυφών και η μετάβαση από τον έναν χώρο στον άλλο, όπου λόγω των ευρύχωρων ανοιγμάτων και των λείων επιφανειών, τις οποίες δεν επιδιώκει ο χρήστης να εξερευνήσει απτικά. Οι εναλλαγές κενών και πλήρων επιτρέπουν την διείσδυση του φωτός από πολλά διαφορετικά σημεία, δημιουργώντας μικρές περιοχές με έντονο φως που διακόπτουν τις σκιές τα κελύφη. Σε αντίθεση με την λιτότητα που χαρακτηρίζει την υλικότητα της τοιχοποιίας, τα υλικά του δαπέδου παρουσιάζουν μία ποικιλία και σε ορισμένες περιπτώσεις διαχωρίζουν τις χρήσεις.

138


Δ. Συζήτηση και Συμπεράσματα

139


Σ υ ζ ή τ η σ η Ε υ ρ η μ ά τω ν Αν ά λ υ σ η ς Μετά την ανάλυση των τριών αρχιτεκτονικών παραδειγμάτων ξεχωριστά, είναι χρήσιμη μια συγκριτική αποτύπωση των ευρημάτων που έχουν αναδειχθεί προκειμένου να προκύψουν τα τελικά συμπεράσματα της έρευνας. Παρότι πρόκειται για πολύ διαφορετικά παραδείγματα, ως προς τη μορφή, την εποχή, την τοποθεσία αλλά και τη σχεδιαστική προσέγγιση κάθε αρχιτέκτονα, οι τρεις κατοικίες παρουσιάζουν πέρα από διαφορές και ομοιότητες μεταξύ τους, ως προς ορισμένες επιλογές στο σχεδιασμό. Γεωμετρία Στο επίπεδο της γεωμετρίας, γίνεται αντιληπτό ότι η ογκοπλασία των κτιρίων προκύπτει με διαφορετικό τρόπο σε κάθε περίπτωση: Η οικία Jacobs μπορεί να αναχθεί σε ένα σύνολο παράλληλων μεταξύ τους επιπέδων, τόσο σε οριζόντια όσο και σε κατακόρυφη διάσταση, από τα οποία προκύπτει η τελική μορφή του κτιρίου. Αντίθετα, στην οικία Fathy παρατηρείται η παράθεση πολλών αυτόνομων όγκων που αντιστοιχούν σε ξεχωριστούς χώρους και η σύνθεση του ενός δίπλα στον άλλον, προκειμένου να σχηματιστεί η κατοικία. Στο House N του Fujimoto ακολουθείται μια διαφορετική προσέγγιση, αφού η ογκοπλασία αφενός είναι αποτέλεσμα σύνθεσης τριών ξεχωριστών όγκων, αφετέρου όμως ο τρόπος σύνθεσής τους είναι ο εγκιβωτισμός των μικρότερων στον μεγαλύτερο, οδηγώντας έτσι σε μια εντελώς διαφορετική χωρική εμπειρία. Κλίμακα Η κλίμακα των κατοικιών επηρεάζεται άμεσα από τις επιλογές αυτές, και κατ’ επέκταση ο συσχετισμός του κτισμένου χώρου με το ανθρώπινο σώμα. Τα παράλληλα επίπεδα του Jacobs House, τα οποία βρίσκονται σε μικρές αποστάσεις μεταξύ τους, συμβάλλουν στη διατήρηση μιας σταθερής κλίμακας στο εσωτερικό, χωρίς έντονες αλλαγές στο ύψος και το πλάτος των χώρων. Αυτό 140


δε συμβαίνει στα άλλα δύο παραδείγματα, καθώς σε εκείνα η κλίμακα παρουσιάζει αυξομειώσεις. Πιο συγκεκριμένα, στο Fathy House υπάρχουν σημεία έντασης, όπου το μικρό ύψος και πλάτος των χώρων ανοίγεται ξαφνικά σε χώρους στεγασμένους με τρούλους πολύ μεγαλύτερου ύψους, προκαλώντας εναλλαγή από μια «απτική» κλίμακα, η οποία χαρακτηρίζεται από διαστάσεις πολύ κοντά στο ανθρώπινο σώμα και προκαλεί τους χρήστες να έρθουν σε σωματική επαφή με το κτίριο, σε μια μεγαλύτερη και πιο επιβλητική κλίμακα. Στην περίπτωση του House N παρατηρείται και πάλι μεταβολή στην κλίμακα. Ωστόσο, στο συγκεκριμένο παράδειγμα αυτή πραγματοποιείται σταδιακά, αφού ο χρήστης κινείται από τη μεγάλη κλίμακα της αυλής προς το εσωτερικό των δυο μικρότερων κελυφών. Έτσι, φτάνοντας στην «καρδιά» της κατοικίας, στο μικρότερο κέλυφος, έχει παράλληλα φτάσει και στο χώρο όπου η κλίμακα είναι πιο κοντά στο ανθρώπινο σώμα. Όρια Επιπλέον κρίνεται σκόπιμο να σχολιάσει κανείς τους τρόπους με τους οποίους έχει γίνει η διαχείριση των ορίων στην κάθε περίπτωση. Συγκρίνοντας τις τρεις κατοικίες, παρατηρείται μία ποικιλία στην τυπολογία των ορίων, με την κατοικία Fathy να εμφανίζει αυστηρά όρια στο μεγαλύτερο μέρος, με ιδιαίτερη έμφαση στην περιμετρική τοιχοποιία, αποκόπτοντας οπτικά και ηχητικά ερεθίσματα από το εξωτερικό περιβάλλον. Εσωτερικά, δημιουργούνται και διαπερατά όρια, χωρίς να στοχεύουν στην ενοποίηση των χώρων. Παρόμοια αντιμετώπιση διακρίνεται σε ορισμένα σημεία στην κατοικία Jacobs, όπου τα σαφή και καθορισμένα όρια αφορούν την εξωτερική πλευρά του κτιρίου που συνορεύει με τον δρόμο, ενώ στο εσωτερικό μειώνεται η χρήση αυστηρών ορίων και επιτρέπεται οι αλληλεπίδραση μεταξύ των κοινόχρηστων χώρων, με φόντο τους ήχους και τις οσμές των δραστηριότητες της καθημερινότητας. Αντίθετα, ο αρχιτέκτονας της κατοικίας Ν αντιμετωπίζει με εντελώς διαφορετικό τρόπο την έννοια των ορίων, με το House N να χαρακτηρίζεται από διαπερατότητα και 141


συνεχή ροϊκότητα του χώρου προς όλες τις πιθανές κατευθύνσεις. Αναπτύσσεται μία νέα σχέση μεταξύ εξωτερικού και εσωτερικού και δίνεται μία νέα διάσταση στον ενδιάμεσο χώρο. Επιπλέον, η ελεύθερη μετάβαση από τον έναν χώρο στον άλλο έχει ως αποτέλεσμα την δυσκολία σαφούς οριοθέτησης των χρήσεων, οι οποίες ορίζονται κυρίως από τους χρήστες με την επιλογή των στοιχείων επίπλωσης. Κάτι τέτοιο δεν παρατηρείται στα άλλα δύο παραδείγματα, όπου οι κινήσεις είναι καθορισμένες. Όσον αφορά την κατοικία Jacobs, η επίλυση της κάτοψης γίνεται με τέτοιο τρόπο ώστε ο χρήστης οδηγείται διαδοχικά από τον έναν χώρο στον άλλο με συνεχή, ενώ ταυτόχρονα με την χωρική συνέχεια επιτυγχάνεται η οπτική επικοινωνία με τον κήπο και η εκτόνωση των ροών σε αυτόν. Από την άλλη πλευρά, στην κατοικία Fathy δεν επιδιώκεται η σύνδεση των χώρων με τους ημι-υπαίθριους χώρους, παρά μόνο επιτυγχάνεται οπτικά. Οι χώροι είναι κατανεμημένοι αποσπασματικά χωρίς να υπάρχει συνεχόμενη ροή ή οπτική επικοινωνία μεταξύ των χώρων, αλλά δημιουργούνται περιοχές με πυκνώσεις στους χώρους κίνησης και χώροι που επιτρέπουν στον χρήστη να έχει μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων. Λειτουργία Διαφορετικές προσεγγίσεις παρατηρούνται και στην κατανομή των χρήσεων και την προστασία των ιδιωτικών χώρων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα διατήρησης της ιδιωτικότητας είναι η κατοικία Fathy, όπου ακολουθώντας τη ισλαμική παράδοση και κουλτούρα ο αρχιτέκτονας προστατεύει στο μέγιστο βαθμό την ιδιωτική ζωή των κατοίκων, με τους ημι-υπαίθριους χώρους να είναι αποκομμένοι οπτικά και ηχητικά από το εξωτερικό περιβάλλον. Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει στο House N, όπου υπάρχει μία ιδιαίτερη συνθήκη μεταξύ εσωτερικού και εξωτερικού, με συνεχή οπτική επαφή, ενώ μέσω των διαδοχικών κελυφών δίνεται η αίσθηση του ιδιωτικού χώρου παρά τα πολυάριθμα ανοίγματα. Σε αυτήν την περίπτωση, οι χρήσεις δεν διαχωρίζονται με σαφή τρόπο και μεταβάλλονται αφήνοντας τον χρήστη να επιλέξει ο 142


ίδιος την κατανομή των χώρων, με τον χώρο προετοιμασίας φαγητού και το λουτρό να εξαιρούνται. Η κατοικία Jacobs παρουσιάζει κάποιες ομοιότητες και με τα δύο κτίρια που αναφέρθηκαν. Η κατοικία χωρίζεται σε δύο πτέρυγες ανάλογα με τις δραστηριότητες που πραγματοποιούνται και τον βαθμό ιδιωτικότητας που είναι απαραίτητος, απομονώνοντας τους χώρους που απαιτούν ησυχία από τους χώρους διημέρευσης. Η πτέρυγα που πραγματοποιούνται οι περισσότερες δραστηριότητες κατά τη διάρκεια της ημέρας έχει κοινόχρηστο χαρακτήρα και καταλαμβάνει ικανό μέρος της κάτοψης, ενώ είναι εμφανής η αλληλεπίδραση μεταξύ των χώρων αυτών. Αυτός ο χειρισμός των κοινόχρηστων χώρων έχει μερικές ομοιότητες με την κατοικία Fathy, στην οποία ο χώρος διημέρευσης αποτελεί τον πυρήνα του κτιρίου και φιλοξενεί το μεγαλύτερος μέρος των δραστηριοτήτων, σε βαθμό που προσδίδει μία εσωστρέφεια. Υλικότητα Παρότι πολύ διαφορετικά, η οικία Fathy και το House N παρουσιάζουν παρόμοιους χειρισμούς ως προς την υλικότητα των επιφανειών τους. Πιο συγκεκριμένα, παρατηρείται και στα δύο παραδείγματα μεγάλη ομοιογένεια στα υλικά της τοιχοποιίας και έλλειψη χρήσης υλικών με έντονο ανάγλυφο. Ωστόσο, τα δύο κτίρια προσφέρουν διαφορετική χωρική εμπειρία, αφού στην πρώτη περίπτωση το πάχος της τοιχοποιίας, σε συνδυασμό με την έλλειψη ανοιγμάτων, δίνουν την εντύπωση μιας βαριάς και στιβαρής κατασκευής, ενώ στη δεύτερη περίπτωση το κτίριο μοιάζει ιδιαίτερα ελαφρύ, χάρη στο μικρό πάχος των τοίχων και τα πολλαπλά ανοίγματα. Στο παράδειγμα του Jacobs House υπάρχει μεγάλη ποικιλία σε χρώματα και υφές υλικών τοιχοποιίας, τα οποία αποτελούν αφενός οπτικά ερεθίσματα για το χρήστη και αφετέρου τον προκαλούν να τα εξερευνήσει περαιτέρω μέσω της αφής. Αξίζει, βέβαια, να σημειωθεί ότι, όπως προαναφέρθηκε, το τελευταίο επιτυγχάνεται και στην οικία Fathy παρά την απουσία ανάγλυφων επιφανειών, χάρη στην κλειστότητα των χώρων και τη 143


μικρή τους κλίμακα. Φως Κοινό στοιχείο και των τριών παραδειγμάτων είναι η ειδική μέριμνα από πλευράς των αρχιτεκτόνων για την είσοδο του φυσικού φωτός στο εσωτερικό των κατοικιών από πολλά σημεία των κτιρίων. Παρόλα αυτά, μπορεί να γίνει κατάταξη των κατοικιών ως προς το βαθμό εισόδου του φυσικού φωτός που επιτρέπεται. Έτσι, η οικία Fathy είναι εμφανώς η πιο σκοτεινή, καθώς τα μικρά και λιγοστά ανοίγματα της δεν επιτρέπουν σε μεγάλες ποσότητες ηλιακού φωτός να εισέρχονται στους χώρους, επιλογή που κατά βάση προκύπτει από τις κλιματολογικές συνθήκες της Αιγύπτου και τις ιδιαίτερα αυξημένες θερμοκρασίες. Έπειτα, η οικία Jacobs βρίσκεται πιο κοντά στις σύγχρονες προσεγγίσεις σε σχέση με τον ηλιασμό των κατοικιών, έχοντας μεγάλα ανοίγματα στη Νότια πλευρά και μικρότερα προς το Βορρά, επιτυγχάνοντας έτσι επαρκή ηλιασμό για τους εσωτερικούς χώρους. Τέλος, στην περίπτωση του House N, τα ανοίγματα αποτελούν πολύ σημαντικό ποσοστό των επιφανειών τοιχοποιίας και επιτρέπουν την είσοδο του φωτός από πάρα πολλά σημεία του τριπλού κελύφους. Σε συνδυασμό με το λευκό χρώμα των τοίχων, το τελικό αποτέλεσμα στη συγκεκριμένη κατοικία είναι πολύ φωτεινοί και ηλιόλουστοι χώροι. Πέρα από την ποσότητα φωτός που εισέρχεται, οι τρεις κατοικίες διαφέρουν ακόμη και ως προς τους τύπους ανοιγμάτων που συναντώνται σε αυτές. Ξεκινώντας από το House N, παρατηρείται ενιαίος χειρισμός σε όλα τα ανοίγματα, ως προς το μέγεθος, τη θέση και το βαθμό διαπερατότητάς τους από το φως. Συγκεκριμένα, όλα τα ανοίγματα εντάσσονται σε ένα συγκεκριμένο εύρος διαστάσεων, βρίσκονται τοποθετημένα ασύμμετρα τόσο στις οριζόντιες, όσο και στις κατακόρυφες επιφάνειες και δεν φέρουν κάποιο σύστημα ηλιοπροστασίας. Στο Jacobs House αντίθετα, διακρίνονται βάσει μεγέθους δύο κατηγορίες ανοιγμάτων: τα μεγάλα ανοίγματα προς το χώρο της αυλής και οι μικροί φεγγίτες στις πλευρές του δρόμου. Τέλος, στο Fathy House υπάρ144


χει μεγάλη ποικιλία και τα ανοίγματα «φιλτράρονται» με πολλούς τρόπους. Πέραν των πλήρως διαπερατών ανοιγμάτων, υπάρχουν επιπροσθέτως ανοίγματα που καλύπτονται με διάτρητες επιφάνειες, αλλά και ανοίγματα στους φεγγίτες που φέρουν ειδικό χρωματιστό γυαλί. Κατά συνέπεια, η χωρική εμπειρία που προκύπτει σε κάθε περίπτωση είναι πολύ διαφορετική. Το Jacobs House προσφέρει μεγάλη ποικιλία υφών που προκαλούν το άγγιγμα και συμβατικά φωτισμένους χώρους, φροντίζοντας ωστόσο για το φωτισμό των βόρειων πλευρών μέσα από τους φεγγίτες. Η οικία Fathy έχει λίγα, γήινα υλικά τοιχοποιίας χωρίς έντονο ανάγλυφο, παρόλα αυτά δημιουργεί πολύ ενδιαφέρουσα οπτική εμπειρία χάρη στους χειρισμούς του αρχιτέκτονα ως προς το φως: στο μεγαλύτερο μέρος της παραμένει σκοτεινή, αλλά στα σημεία που το φως εισέρχεται εμφανίζονται περίπλοκες σκιές λόγω των διάτρητων στοιχείων ή υποβλητικός σημειακός φωτισμός από τις οπές στην οροφή. Τέλος, στο House N έχει δημιουργηθεί ένα ιδιαίτερα διαπερατό κέλυφος, χωρίς ποικιλία σε υλικά και υφές, που καθιστά τους εσωτερικούς χώρους πολύ φωτεινούς. Επιπλέον, τα ορθογώνια ανοίγματα στις επιφάνειες προκαλούν αντίστοιχα σημεία στο χώρο όπου το φως εισέρχεται άμεσα ανεμπόδιστο, έχοντας ως αποτέλεσμα περιοχές με άμεσο ηλιακό φως και υψηλότερη θερμοκρασία σε σχέση με το γύρω χώρο.

145


Διάγραμμα 31: Συγκεντρωτικός Πίνακας Ευρημάτων

146


Σ υ μ π ε ρ ά σ μ α τα Η βιωματική εμπειρία του κτισμένου αρχιτεκτονικού χώρου μπορεί να θεωρηθεί αποτέλεσμα του τρόπου αντίληψης του χώρου από το χρήστη και των επιδράσεων του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού σε αυτόν, μέσω των εκάστοτε σχεδιαστικών επιλογών,. Ανεξαρτήτως της ταξινόμησης και των διάφορων κατηγοριοποιήσεων των αισθήσεων του ανθρώπου, η χωρική εμπειρία διαμορφώνεται βάσει των αισθητηριακών ερεθισμάτων που λαμβάνονται μέσω της οπτικής, της απτικής, της οσφρητικής και της ακουστικής αντίληψης. Η σύνθεση της χωρικής αντίληψης πραγματοποιείται μέσα από τη διαδικασία της νοητικής χαρτογράφησης, μιας διεργασίας που πραγματοποιείται στον ανθρώπινο εγκέφαλο και η οποία περιλαμβάνει τη συλλογή, αποθήκευση και ταξινόμηση των ερεθισμάτων που λαμβάνονται από το χωρικό περιβάλλον. Ο τρόπος οργάνωσης των πληροφοριών αυτών οδηγεί στη δημιουργία του νοητικού χάρτη κάθε ατόμου. Αυτός αποτελεί μια μοναδική αναπαράσταση της χωρικής εμπειρίας κάθε ατόμου, η οποία είναι αποθηκευμένη στη μνήμη και βάσει της οποίας λαμβάνονται αποφάσεις σε σχέση με τη χωρική του συμπεριφορά. Η σημασία των νοητικών χαρτών έγκειται στο γεγονός ότι ακόμη και σε ένα καθορισμένο περιβάλλον που προσφέρει τα ίδια αισθητηριακά ερεθίσματα σε όλους τους χρήστες, επειδή ο καθένας τα συνθέτει σε διαφορετικές αναλογίες και δίνει έμφαση σε διαφορετικά στοιχεία, ο νοητικός χάρτης του καθενός διαφέρει. Όταν επιτυγχάνεται η εξωτερίκευση των νοητικών χαρτών με κάποια μορφή αναπαράστασης, μπορεί να γίνει αντιληπτή η μοναδικότητα του τρόπου με τον οποίο βιώνεται ο χώρος. Παρότι οι φαινομενολογικές θεωρίες τονίζουν τη σημασία όλων των αισθητηριακών ερεθισμάτων στο βίωμα, η οπτική αντίληψη είναι ευρέως αποδεκτή ως κυρίαρχη στο δυτικό κόσμο, έχοντας ως αποτέλεσμα να υποβαθμίζεται συχνά η συμβολή των άλλων

147


αισθήσεων στην εμπειρία του χώρου. Μέσα από τη μελέτη διαφορετικών πολιτισμικών ομάδων γίνεται σαφές ότι σε διαφορετικά κοινωνικά και πολιτισμικά πλαίσια, η κυριαρχία της οπτικής αντίληψης δεν είναι εξίσου έντονη, απεναντίας δίνεται μεγαλύτερη βαρύτητα σε άλλες αισθήσεις. Το γεγονός ότι όλες οι αισθήσεις συμβάλλουν στη διαμόρφωση της χωρικής αντίληψης επιβεβαιώνεται και από περιπτώσεις ατόμων που βιώνουν απώλεια κάποιας αίσθησης. Ακόμη και τα άτομα που έχουν χάσει την όραση τους, η οποία υπό άλλες συνθήκες θα διαδραμάτιζε βασικό ρόλο, εξακολουθούν να είναι πλήρως ικανά να συνθέσουν τη χωρική τους αντίληψη χρησιμοποιώντας τις υπόλοιπες αισθήσεις, τις οποίες μαθαίνουν να αξιοποιούν στο έπακρο. Καθώς ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός παράγει το δομημένο περιβάλλον στο οποίο ζούμε, ταυτόχρονα επηρεάζει άμεσα και τον τρόπο με τον οποίο ο χώρος γίνεται αντιληπτός, αφού τα ερεθίσματα που λαμβάνει κάθε χρήστης είναι σε μεγάλο βαθμό απόρροια των σχεδιαστικών επιλογών του αρχιτέκτονα. Το γεγονός αυτό μπορεί να γίνει φανερό μέσα από την αξιοποίηση του αρχιτεκτονικού διαγράμματος, τόσο κατά τη διάρκεια της σχεδιαστικής διαδικασίας, όσο και μετά το τέλος αυτής, ως τρόπος ανάλυσης. Κατά την πορεία εξέλιξης των μέσων αναπαράστασης που χρησιμοποιούνται στην αρχιτεκτονική, το διάγραμμα έχει ξεχωρίσει ως βασικό εργαλείο, μέσα από το οποίο αναδεικνύονται σχέσεις και έννοιες που δεν είναι ευδιάκριτες με άλλους τρόπους αναπαράστασης. Χάρη σε αυτό μπορούν να εντοπιστούν στοιχεία του σχεδιασμού που ενισχύουν την βιωματική εμπειρία των χρηστών, προκαλώντας ποικιλία αισθητηριακών ερεθισμάτων.

148


Αρχικός στόχος του αναλυτικού μέρους της παρούσας εργασίας υπήρξε η δημιουργία αρχιτεκτονικών διαγραμμάτων που υπογραμμίζουν τα παραπάνω στοιχεία σε τρεις περιπτώσεις κατοικιών. Μέσα από τα πορίσματα αυτής της ανάλυσης προέκυψε ένα σύνολο μεθόδων και σχεδιαστικών εργαλείων, τα οποία θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν από τους αρχιτέκτονες, με στόχο τη δημιουργία χώρων που προσφέρουν μια πολύ-αισθητηριακή εμπειρία. Οπτική Αντίληψη Όλες οι αποφάσεις που λαμβάνονται στη διάρκεια του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού και τελικά υλοποιούνται αποτελούν -με τον έναν ή τον άλλο τρόπο- οπτικά ερεθίσματα για τους χρήστες. Ωστόσο, υπάρχουν συγκεκριμένες σχεδιαστικές παράμετροι που επηρεάζουν πιο άμεσα την οπτική χωρική εμπειρία. Ένα βασικό χαρακτηριστικό της οπτικής αντίληψης είναι η δυνατότητα να έρχεται το άτομο «σε επαφή» με στοιχεία του περιβάλλοντος που βρίσκονται σε απόσταση. Η δυνατότητα συνεχούς και ανεμπόδιστης οπτικής επαφής με διάφορα σημεία στο χώρο ή, αντίθετα, η απόκρυψή τους, ως αποτέλεσμα των αρχιτεκτονικών χειρισμών σε σχέση με τα όρια, έχει άμεση επίδραση στη συμπεριφορά του χρήστη. Οι διαφορετικοί τύποι ορίων και κατ’ επέκταση το ποσοστό οπτικής επαφής που επιτρέπουν, προκαλούν στο χρήστη διαφορετικές αντιδράσεις. Για παράδειγμα, η χρήση μιας διάτρητης επιφάνειας, η οποία δίνει στο χρήστη τη δυνατότητα να δει μόνο αποσπασματικά μέσα από αυτή, δυνητικά εξάπτει την περιέργειά του και τον παροτρύνει να κινηθεί στο χώρο προκειμένου να ανακαλύψει τι υπάρχει από την άλλη πλευρά. Με παρόμοιο τρόπο, οι υφές και τα υλικά που επιλέγονται για τις επιφάνειες ενός κτιρίου, μέσα από την οπτική τους ταυτότητα, προδιαθέτουν το χρήστη για την απτική εμπειρία που ενδεχομένως προσφέρουν και τον ωθούν να τα αγγίξει. Τέλος, βασικότερος παράγοντας που καθορίζει την οπτική εμπειρία σε ένα χώρο είναι το φως, δεδομένου ότι αποτελεί προϋπόθεση για να μπορέσουν τα αισθητη149


ριακά όργανα της όρασης να λάβουν τα κατάλληλα ερεθίσματα. Η ποσότητα αλλά και η ποιότητα φωτός που εισέρχεται σε ένα χώρο σχετίζονται άμεσα με την ευκολία ή τη δυσκολία όρασης μέσα σε αυτόν και διαμορφώνουν διαφορετικές χωρικές ποιότητες. Η θέση και η μορφή των ανοιγμάτων, ο προσανατολισμός του κτιρίου και οι μέθοδοι ηλιοπροστασίας αποτελούν εργαλεία που βρίσκονται στη διάθεση του αρχιτέκτονα όταν εκείνος επιχειρεί να ελέγξει το φυσικό φωτισμό του κτιρίου και κατά συνέπεια την οπτική αντίληψη των χρηστών. Απτική Αντίληψη Η απτική αντίληψη του ατόμου επίσης επηρεάζεται από την επιλογές του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού. Μέσω της κλίμακας που επιλέγει ο αρχιτέκτονας για το κτίριο που σχεδιάζει, ορίζει κατά πόσο έχει ο χρήστης την δυνατότητα να έρθει σε σωματική επαφή με τα αρχιτεκτονικά στοιχεία στο χώρο Τα μεγέθη που βρίσκονται κοντά σε αυτή του ανθρώπινου σώματος τοποθετούν μεγάλο μέρος των αρχιτεκτονικών στοιχείων, όπως για παράδειγμα τοιχοποιίες και ανοίγματα, σε ένα «εύρος αγγίγματος», ενθαρρύνοντας την απτική επαφή ανάμεσα στο χρήστη και αυτά. Αντίθετα, η επιλογή μεγαλύτερων διαστάσεων χώρων περιορίζει τη δυνατότητα απτικής αλληλεπίδρασης μεταξύ κτιρίου και ατόμου. Επιπλέον, η θερμότητα, ως ένα στοιχείο που γίνεται αντιληπτό μέσω του δέρματος, το οποίο είναι το αισθητηριακό όργανο της αφής, καθορίζεται τόσο από τους αρχιτεκτονικούς χειρισμούς που σχετίζονται με το φως, αλλά και από την χωροθέτηση των λειτουργιών και την διάρθρωση των χώρων. Οι εναλλαγές φωτός και σκιάς μπορούν να αποτελέσουν και απτικά ερεθίσματα, πέρα από οπτικά, καθώς δημιουργούν θερμές και ψυχρές περιοχές στον χώρο. Αντίστοιχα ερεθίσματα προκαλούνται από χρήσεις που σχετίζονται με την παραγωγή θερμότητας, όπως είναι οι χώροι προετοιμασίας φαγητού. Έτσι, οι διαφορές στη θερμοκρασία από χώρο σε χώρο εμπλουτίζουν την απτική εμπειρία του χρήστη. Τέλος, ο παράγοντας του σχεδιασμού που έχει την πιο άμεση 150


σχέση με την απτική αντίληψη είναι η υλικότητα και οι υφές που επιλέγονται για κάθε κτίριο. Τα υλικά που παρουσιάζουν έντονο ανάγλυφο, προκαλούν το άγγιγμα του χρήστη και συνεισφέρουν σε μία πλουσιότερη απτική εμπειρία. Ωστόσο, η έντονη υφή δεν είναι ο μοναδικός τρόπος επίτευξης απτικών ερεθισμάτων, αφού ο συνδυασμός μιας ποικιλίας υλικών, με έντονο ανάγλυφο ή λεία υφή, παρουσιάζει μεγαλύτερο απτικό ενδιαφέρον. Οσφρητική Αντίληψη Σε ό,τι αφορά την ενίσχυση των οσφρητικών εμπειριών μέσα από τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό, ο χειρισμός των ορίων κρίνεται για άλλη μια φορά καθοριστικός. Στις περιπτώσεις όπου τα όρια που έχουν επιλεχθεί επιτρέπουν την αλληλεπίδραση του εσωτερικού με το εξωτερικό περιβάλλον, τα οσφρητικά ερεθίσματα είναι ποικίλα, προερχόμενα τόσο από το εσωτερικό του κτιρίου, όσο και από το εξωτερικό περιβάλλον. Αντίστοιχα, με τη χρήση γεωμετριών που επιτρέπουν τον καλό αερισμό των χώρων, οι οσμές που προκαλούνται από το εσωτερικό βρίσκουν διέξοδο και αντικαθίστανται μέσω του αέρα από εξωτερικές. Αντίθετα, σε περιπτώσεις όπου η ογκοπλασία του κτιρίου δεν ευνοεί την είσοδο καθαρού αέρα από έξω, μπορεί να προκύψει ένα έντονο οσφρητικό περιβάλλον, αποτελούμενο κατά βάσει από οσμές που παράγονται εσωτερικά του κτιρίου. Ως προς αυτό, η χωροθέτηση των λειτουργιών επηρεάζει σημαντικά την τελική οσφρητική εμπειρία, δεδομένου ότι σε ορισμένους χώρους που κρίνονται απαραίτητοι για την ορθή λειτουργία μιας κατοικίας, όπως ο χώρος προετοιμασίας φαγητού, η δραστηριότητα των χρηστών παράγει εξ ορισμού έντονα οσφρητικά ερεθίσματα. Επιπλέον, η επιλογή υλικών για την οικοδόμηση του κτιρίου τα οποία δυνητικά έχουν κάποια ξεχωριστή οσμή μπορεί να συνεισφέρει στη διαμόρφωση του οσφρητικού περιβάλλοντος ενός χώρου. Αυτό συμβαίνει συχνότερα με φυσικά υλικά, όπως το ξύλο ή το χώμα, ιδιαίτερα όταν εκτίθενται σε ειδικές συνθήκες, όπως το νερό σε περίπτωση βροχής. Συνολικά, ο τρόπος αξιοποίησης των στοιχείων αυτών, για 151


τη δημιουργία ενός πλούσιου ή μη οσφρητικού περιβάλλοντος, εναπόκειται στην κρίση του αρχιτέκτονα και στους στόχους που έχει θέσει για το κάθε κτίριο. Ακουστική Αντίληψη Καθώς η μεταφορά των ήχων, όπως και των οσμών, γίνεται πρωτίστως μέσω του αέρα, οι αρχιτεκτονικοί χειρισμοί που αναφέρθηκαν επηρεάζουν με παρόμοιο τρόπο και την ακουστική αντίληψη του χρήστη. Τα αυστηρά όρια μπορούν να έχουν ως αποτέλεσμα ένα ήσυχο ηχοτοπίο, με λίγους μόνο ενδογενείς ήχους, ενώ αντίθετα τα διαπερατά και ημι-διαπερατά όρια συμβάλλουν στον εμπλουτισμό του ηχοτοπίου με εξωγενείς ήχους από το γύρω περιβάλλον. Παρομοίως, η χωροθέτηση χρήσεων που συνδέονται με την παραγωγή ήχου μπορεί να οδηγήσει στην απομόνωσή τους και, άρα, στον περιορισμό διάδοσης των ήχων αυτών ή αντίθετα, στην απόδοση κυρίαρχου ρόλου σε αυτές και κατά συνέπεια στην επικράτηση των ήχων που προκαλούν. Η επιλογή ορισμένων υλικών που έχουν τη δυνατότητα απορρόφησης ηχητικών κυμάτων συμβάλει στον περιορισμό διάδοσης των ήχων, ενώ η χρήση υλικών που προκαλούν ήχους, όπως υλικά δαπεδόστρωσης που παράγουν ήχους κατά το περπάτημα, αυξάνει την ποικιλία ακουστικών ερεθισμάτων. Τέλος, ιδιαίτερη σημασία στην ακουστική αντίληψη έχει η γεωμετρία κάθε κτιρίου, καθώς η μορφή του και η ανοιχτότητα ή κλειστότητά του έχουν αποφασιστικό ρόλο στη μετάδοση των ηχητικών κυμάτων και την πρόκληση αντήχησης. Επομένως, ανάλογα με το επίπεδο ακουστικής άνεσης που θέλει να επιτύχει ο αρχιτέκτονας, μπορεί να κάνει τις αντίστοιχες επιλογές ως προς την ογκοπλασία, τα όρια, τις χρήσεις και τα υλικά, για να ενισχύσει ή να αποδυναμώσει τα ακουστικά ερεθίσματα. Συνολικά, γίνεται σαφές ότι η δημιουργία μιας πολύ-αισθητηριακής βιωματικής εμπειρίας δεν απαιτεί ειδικές μεθόδους και εξεζητημένους χειρισμούς, αλλά αντίθετα, μπορεί να είναι αποτέλεσμα βασικών παραμέτρων και επιλογών που καλείται να κά-

152


νει κάθε αρχιτέκτονας στη διάρκεια του σχεδιασμού. Μέσω της γνώσης και της κατανόησης των αποτελεσμάτων που επιφέρουν οι προαναφερθέντες αρχιτεκτονικοί χειρισμοί στην εμπειρία του χώρου, μπορούν να χρησιμοποιηθούν καταλλήλως ώστε να προκύψει το αντίστοιχο αποτέλεσμα στη βιωματική εμπειρία του χρήστη.

153


154


Ε π ί λο γ ο ς Όπως έγινε σαφές, η αντίληψη του χώρου είναι άμεσα συνδεδεμένη με τις αισθήσεις και τα ερεθίσματα που προσφέρονται από τον σχεδιασμένο χώρο. Αναγνωρίζοντας τον σημαντικό ρόλο των αισθήσεων στη διαδικασία σύνθεσης της αντίληψης του ατόμου γενικότερα, αλλά και την επιρροή τους στην εμπειρία του αρχιτεκτονικού χώρου, εντοπίσαμε ορισμένους αρχιτεκτονικούς χειρισμούς οι οποίοι μπορούν να παράγουν αισθητηριακά ερεθίσματα και να συμβάλλουν στη βιωματική εμπειρία του χρήστη. Παρόλα αυτά, θεωρούμε πως θα ήταν ωφέλιμο να διεκπεραιωθούν εκτενέστερες μελέτες σχετικά με την επίδραση των αρχιτεκτονικών χειρισμών στην εμπειρία του χώρου, όπως για παράδειγμα της επιλογής των υλικών ή της διαχείρισης των ορίων, και οι οποίες κατά πάσα πιθανότητα θα αφορούσαν μία διεπιστημονική συνεργασία. Ενδεχομένως, η χρήση λογισμικών υψηλής τεχνολογίας θα ήταν χρήσιμη για την ανάλυση των αισθητηριακών ερεθισμάτων που δημιουργούνται από τους παράγοντες που διαμορφώνουν τον σχεδιασμένο χώρο και τα αποτελέσματα αυτών των ερευνών να οδηγήσουν σε νέα συμπεράσματα για την αντίληψη του ανθρώπου. Τέλος, η στενή σχέση μεταξύ της χωρικής αντίληψης του ανθρώπου και του αρχιτεκτονικού χώρου, με γνώμονα την επίδραση των αισθήσεων σε αυτό, μπορεί να οδηγήσει σε μία νέα αντιμετώπιση του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού. Μια τέτοια προσέγγιση, μπορεί να αποδειχθεί χρήσιμη για την δημιουργία χώρων που λαμβάνουν υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των ανθρώπων που βιώνουν την απώλεια κάποιας αίσθησης. Πιθανόν, ένα ανάλογο ζήτημα να αποτελέσει την αφετηρία της διπλωματικής μας εργασίας, σε μία προσπάθεια να αξιοποιήσουμε σχεδιαστικά τα συμπεράσματα αυτής της έρευνας.

155


Β ι β λ ιο γρ α φ ία Abdel-moniem ME-S, ‘The Architecture of Hassan Fathy : Between Western and Non-Western Perspectives : A Thesis Submitted for the Degree of Doctor of Philosophy at the University of Canterbury’ (Ph D, University of Canterbury 2001) <https://core. ac.uk/download/pdf/35469027.pdf> accessed 6 April 2020 Albarn K and Smith JM, Diagram: The Instrument of Thought (Thames and Hudson 1977) Arnheim R, Τέχνη και Οπτική Αντίληψη: Η ψυχολογία της δημιουργικής όρασης (Iakōvos Potamianos tr, Themelio 2005) Boettger T, Threshold Spaces: Transitions in Architecture: Analysis and Design Tools (Birkhäuser 2014) Boyle S, ‘Sensory Readings in Architecture’ <https://www. academia.edu/24799409/Sensory_Readings_in_Architecture> accessed 21 April 2020 Chung E, ‘Blind People Echolocate with Visual Part of Brain’ (CBC News, 25 May 2011) <https://www.cbc.ca/news/technology/ blind-people-echolocate-with-visual-part-of-brain-1.1012642> accessed 21 April 2020 Davies C, Key Houses of the Twentieth Century: Plans, Sections and Elevations (King 2006) Do EY-L and Gross MD, ‘Thinking with Diagrams in Architectural Design’ (2001) 15 Artificial Intelligence Review 135 Doerr A, All the Light We Cannot See (First Scribner hardcover edition, Scribner 2014)

156


Downs RM and Stea D, Maps in Minds: Reflections on Cognitive Mapping (Harper & Row 1977) Gold JR, An Introduction to Behavioural Geography (Oxford University Press 1980) ‘House N / Sou Fujimoto Architects’ (ArchDaily, 14 November 2011) <https://www.archdaily.com/7484/house-n-sou-fujimoto> accessed 5 June 2020 Hull JM and Sacks O, Touching the Rock: An Experience of Blindness (2016) Kolarik AJ and others, ‘A Summary of Research Investigating Echolocation Abilities of Blind and Sighted Humans’ (2014) 310 Hearing Research 60 Kolb B, Whishaw IQ and Teskey GC, An Introduction to Brain and Behavior (Fifth edition, Worth Publishers/Macmillan Learning 2016) Lynch K, The Image of the City (Nachdr, MIT PRESS 2005) Merleau-Ponty M, Phenomenology of Perception (Colin Smith tr, Routledge 2005) Pae H, The Portfolio and the Diagram: Architecture, Discourse, and Modernity in America (MIT Press 2002) Pallasmaa J, The Eyes of the Skin: Architecture and the Senses (3. ed, Wiley 2012) Pallasmaa J, Encounters: Architectural Essays (Rakennustieto Oy 2005)

157


Rasmussen SE, Experiencing Architecture (33th printing, MIT Press 2005) Rodaway P, Sensuous Geographies: Body, Sense, and Place (Routledge 1994) Schacter DL, Gilbert DT and Wegner DM, Psychology (Worth Publishers 2009) Schirmbeck E, Idea, Form, and Architecture: Design Principles in Contemporary Architecture (Van Nostrand Reinhold 1987) Tuan Y, Passing Strange and Wonderful: Aesthetics, Nature, and Culture (Kodansha International 1995) Tufte ER, Envisioning Information (Fourteenth printing, Graphics Press 2013) Vidler A, ‘Diagrams of Diagrams: Architectural Abstraction and Modern Representation’ [2000] Representations 1 Μάζης Α, Οπτική Αντίληψη Και Αισθητική Εμπειρία, Αξιολόγηση Του Αρχιτεκτονικού Έργου, Μεθοδολογία Της Επιστημονικής Έρευνας (ΑΠΘ 1987)

158


Πηγές Εικόνων Εικόνα 1: Σχέδια Οικίας Jacobs, F.L.Wright Davies C, Key Houses of the Twentieth Century: Plans, Sections and Elevations (King 2006)

Εικόνα 2: Σχέδια Οικίας Fathy, Hassan Fathy Steele J, ‘The Translation of Tradition: A Comparative Dialectic’ (1996) 7 Traditional Dwellings and Settlements Review 19 Εικόνα 3: Σχέδια Οικίας N, Sou Fujimoto ‘House N / Sou Fujimoto Architects’ (ArchDaily, 14 November 2011) <https://www.archdaily.com/7484/house-n-sou-fujimoto> accessed 5 June 2020

Οι φωτογραφίες που παρεμβάλλονται μεταξύ των κεφαλαίων προέρχονται από προσωπικό αρχείο.

159


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.