4 minute read

Η Γραφή μας και οι Καυγάδες της «Φυλής» μας

Ησυζήτηση στους μπροστινούς πάγκους της εκκλησίας αν και ήρεμη έκρυβε μια απειλητική υφέρπουσα ένταση. Τα επιχειρήματα από τις δύο πλευρές έδιναν και έπαιρναν. Διανθισμένα με εδάφια, κυρίως από την μία πλευρά, έπεφταν σαν βομβίδια υποτίμησης και απαξίωσης στα κεφάλια των αδελφών. Θα έλεγε κανείς ότι το μόνο που θα έβγαινε από τη δίωρη συζήτηση θα ήταν ψύχρανση και αποστασιοποίηση μεταξύ ανθρώπων που ονόμαζαν ο ένας τον άλλο αδελφό και συμβίωναν πνευματικά, και όχι μόνο, στην ίδια ομάδα εκκλησιών. Και τότε ήρθε το απόλυτο επιχείρημα. Ένας αδελφός σηκώθηκε όρθιος κρατώντας τη Γραφή του και με ύφος επίσημο και τελεσίδικο είπε: «και όμως αδελφοί, αυτό το βιβλίο είναι ο λόγος του Θεού και σε ότι γράφει έχει δίκιο αυτό και όχι εσείς!»

Advertisement

Ας δούμε κάποια δεδομένα που συνιστούν το πλαίσιο σε αντιδικίες σαν την παραπάνω (σημειώστε το περιστατικό είναι απόλυτα αληθινό και ο γράφων ανήκε στην μία εμπλεκόμενη πλευρά).

Πρώτον. Η ψυχή του ανθρώπου είναι άβυσσος. Όσα και αν υποθέσεις σαν δεδομένα για τη σκέψη του άλλου, έστω κι αν ανήκει Του ΓΙΩΡΓΟΥ Π. στη ίδια «φυλή» με ΑΛΕΞΑΝΔΡΗ* σένα, έρχεται η στιγμή που διαψεύδεσαι πανηγυρικά. Δεύτερον. Σαν Ευαγγελικοί χριστιανοί, όλοι μας, μα όλοι μας, έχουμε ένα πλαίσιο αναφοράς. Μία αυθεντία, κάτι στο οποίο υπακούμε, χωρίς περαιτέρω συζητήσεις, και με το οποίο ευθυγραμμίζουμε τις ζωές και το πιστεύω μας. Και αυτό είναι ο λόγος του Θεού, η Αγία Γραφή. Σε αυτήν υποτασσόμαστε όλοι μας. Τρίτον. Αν και όλοι ευθυγραμμίζουμε, όπως είπαμε, τις ζωές μας με τη Γραφή, οι ζωές μας δεν είναι σε μία ευθεία. Αυτό δεν γίνεται επειδή έχουμε διαφορετικό βαθμό πνευματικής σοβαρότητας (ωριμότητας) ή δεν έχουμε όλοι τη διάθεση να υπακούσουμε, με κόστος, στον λόγο του Θεού. Μπορεί και αυτό να συμβαίνει, η κύρια αιτία, όμως, είναι άλλη. Είναι ότι ερμηνεύουμε με διαφορετικό τρόπο, ίσως και με διαφορετική διάθεση τη Γραφή. Τέταρτον. Διαισθάνομαι τι σκεφτήκατε κάποιοι μόλις διαβάσατε το τρίτο σημείο: Εγώ δεν ερμηνεύω τη Γραφή. Τη διαβάζω και απλά την εφαρμόζω κατά γράμμα στη ζωή μου. Πολύ καλό και συμπαθητικό μου ακούγεται. Και πράγματι το μεγαλύτερο μέρος της Γραφής ούτε θεολόγος χρειάζεσαι να είσαι για να το ερμηνεύσεις ούτε κριτικός κειμένων για να το κατανοήσεις, ούτε ιστορικός για να ξεκλειδώσεις το πλαίσιο. Για παράδειγμα, διαβάζουμε ότι ως χριστιανοί στην κοινότητα ζούμε έτσι θεωρώντας ότι ο άλλος υπερέχει από εμάς ή προλαβαίνουμε τον

άλλο στο να του αποδώσουμε τιμή. Τόσο απλά γραμμένα, τόσο ιδανικά διατυπωμένα, αλλά τόσο ανεφάρμοστα στις κοινότητές μας...

Όμως υπάρχουν κάποια σημεία που όσο και αν το μήνυμά τους είναι διαχρονικό και ισχύει απόλυτα και για μας σήμερα, το πλαίσιο στο οποίο γράφτηκαν μπορεί να καταστήσει την κατά γράμμα ερμηνεία τους στρεβλωτική. Τι θέλει, ας πούμε, π.χ, να πει ο Παύλος όταν γράφει ότι η προσευχόμενη γυναίκα πρέπει να καλύπτει την κεφαλή της; Τι εννοούσε ο Κύριος όταν έλεγε ότι αν σε σκανδαλίζει το μάτι σου, καλύτερα είναι να το βγάλεις (αλήθεια έχετε δει κάποιον από αυτούς που ερμηνεύουν κατά γράμμα, μονόφθαλμο;). Τι εννοεί ο Ιωάννης όταν λέει ότι πρέπει να είσαι ζεστός ή ψυχρός και πάντως όχι χλιαρός; Πέμπτο και τελευταίο. Επειδή ισχύουν όλα τα παραπάνω, ας είμαστε πολύ προσεκτικοί στην κρίση μας για τον αδελφό μας. Αν βλέπει κάτι στη Γραφή του διαφορετικά από εσένα, δεν είναι γιατί είναι κοσμικός, ή μη πνευματικός, ή από την άλλη πλευρά, μονοκόμματος και αρτηριοσκληρωτικός. Είναι γιατί απλά διαβάζει αλλιώς κάτι που έτσι κι αλλιώς δεν έχει γραφτεί ούτε σε σένα, ούτε σ’ αυτόν, αλλά έχει γραφτεί σε ανθρώπους που ζούσαν σε μια τελείως διαφορετική εποχή, που είχαν τελείως διαφορετικές παραστάσεις και βιώματα και καταλάβαιναν το πολύ σπουδαίο και ζωτικό

που γράφει ο αρχικός συγγραφέας με τελείως διαφορετικό τρόπο από ότι θα το καταλαβαίναμε εμείς. Γι’ αυτό πιστεύω ότι η αφοριστική ετυμηγορία του αδελφού στο περιστατικό που προανάφερα ήταν άδικη. Κανείς μας δεν είναι απέναντι στο λόγο του Θεού, όλοι είμαστε κάτω από αυτόν. Επειδή ακριβώς η Γραφή μας έχει τόσο σημαντική θέση στη ζωή μας, οφείλουμε να την προσεγγίζουμε με πολλή σοβαρότητα και καθόλου προχειρότητα και σοβαροφάνεια. Χρειάζεται όταν την ερμηνεύουμε, σοφία, διάκριση, μετριοπάθεια, οδηγία και πολλή προσευχή. Χρειάζεται πρώτα να κατανοήσουμε τον Λόγο του Θεού, που είναι ο Χριστός και με Αυτόν σαν το αλάνθαστο ερμηνευτικό κριτήριο να πηγαίνουμε στο λόγο του Θεού, τη Γραφή μας. Πιστεύω ότι το πρόσφατα εκδοθέν από το «Λόγο» βιβλίο «Πώς Προσεγγίζουμε τη Βίβλο» των G. D. Fee και D. Stuart, σε εξαιρετική μετάφραση του Jeff Baldwin μπορεί να γίνει πηγή ευλογίας για τις εκκλησίες μας. Και μπορεί να συμβάλει πολύ, όχι τόσο στο να έχουμε όλοι την ίδια ερμηνευτική προσέγγιση σε διφορούμενα θέματα, αλλά στο να μην λέμε: «αυτό το βιβλίο είναι ο λόγος του Θεού και σε ότι γράφει έχει δίκιο αυτό και όχι εσύ...» n

*Ο Γ.Π.Α. είναι Διευθύνων Σύμβουλος της Alexandris Engineering Ltd & Ποιμένας της Ελεύθ.Ε.Ε. Γλυφάδας.

This article is from: