16 minute read

LIMASSOL IN TIMES GONE BY Ο αρχιτέκτονας Χριστάκης Σεργίδης κάνει αναδρομή στο παρελθόν της Λεμεσού και μας διηγείται την ιστορία της.

In Times LIMASSOL Gone ByΓΙΑ ΤΟΥΣ ΝΕΑΡΟΥΣ ΝΤΟΠΙΟΥΣ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ ΤΗΣ, Η ΛΕΜΕΣΟΣ ΚΡΥΒΕΙ ΣΕ ΚΑΘΕ ΓΩΝΙΑ ΤΗΣ ΚΙ ΕΝΑ ΜΥΣΤΙΚΟ ΑΠ’ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ. Ο ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΑΣ ΧΡΙΣΤΑΚΗΣ ΣΕΡΓΙΔΗΣ, ΕΝΑΣ ΒΕΡΟΣ ΛΕΜΕΣΙΑΝΟΣ, ΜΑΣ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΙ ΤΑ ΚΑΛΥΤΕΡΑ. EVERY CORNER OF LIMASSOL HAS A MEMORY TO SHARE ABOUT ITS PAST, ESPECIALLY WITH YOUNG LOCALS AND VISITORS. THE ARCHITECT CHRISTAKIS SERGHIDES, BORN AND BRED IN LIMASSOL, REVEALS THE BEST OF HIS MEMORIES.

Advertisement

ΧΡΙΣΤΑΚΗΣ ΣΕΡΓΙΔΗΣ

Αρχιτέκτονας και ξεναγός μας στην ιστορική Λεμεσό.

CHRISTAKIS SERGΗIDES

Architect and our guide through historical Limassol.

© ΕDWARD’S LIMASSOL

Γεννήθηκα στην όμορφη Λεμεσό το 1952 και οι πρώτες μου μνήμες καταγράφονται σε ηλικία πέντε ετών. Το σπίτι της οικογένειάς μου βρισκόταν στην κεντρικότερη περιοχή της πόλης, στην οδό Ιφιγενείας, που συνόρευε με την εμπορικότερη οδό της εποχής, την Αγίου Ανδρέου, που ήταν παράλληλη με την προκυμαία. Στις μέρες μας, η Αγίου Ανδρέου έχει πεζοδρομηθεί και φιλοξενεί κυρίως τουριστικά μαγαζιά.

Περπατώντας προς τη θάλασσα, φτάναμε στον Μόλο, την παραλιακή promenade, αφού πρώτα διασχίζαμε το δρόμο της παραλίας με τα λιγοστά, τότε, αυτοκίνητα. Τόσο ο δρόμος αυτός όσο και ο Μόλος ήταν πολύ στενότεροι και αποτελούσαν άξονα συναθροίσεων και περιπάτου για τους Λεμεσιανούς. Εμείς, μικρά παιδιά, μαζευόμασταν εκεί ολόχρονα, σχεδόν καθημερινά, εκτός από τις μέρες με κακοκαιρία. Όταν είχε τρικυμία, θυμάμαι τα κύματα να φτάνουν έως και τα απέναντι κτίρια… Σήμερα, ο δρόμος είναι τετραπλής κατεύθυνσης και έχει διαμορφωθεί μια πλατιά επίχωση που, τελευταίως, αναπλάστηκε σ’ έναν ελκυστικό πολυλειτουργικό ελεύθερο χώρο με πεζόδρομους, παιχνιδότοπους, πολλές αποβάθρες, διαμορφώσεις πρασίνου, πάρκο γλυπτικής και αναψυκτήρια.

Απέναντι απ’ τη διαδρομή μας, προς τη θάλασσα, βρισκόταν μία παλιά αποβάθρα που οι ντόπιοι την ονομάζαμε «αποβάθρα του Continental», γιατί στη γωνία υπήρχε ένα πολυποίκιλτο κτίριο που ολοκληρώθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1920 κι αργότερα στέγαζε

I was born in beautiful Limassol in 1952, and my first memories date back to when I was five years old. Our home was on Ifigeneias, a street in the middle of town that ran perpendicular to Ayiou Andreou, our main commercial thoroughfare. This street ran parallel to the waterfront. Today, it’s pedestrianised and given over to tourist shops mainly.

Back then, after crossing the coast road and heading towards the sea, you came to Molos, the waterfront promenade. In my youth, both had very little traffic. These were where the citizens of Limassol would gather for strolls. As kids, we would come almost every day year-round unless the weather turned bad. When storms blew up, I remember the sea smashing into the breakwater with such force that the waves would spray over the road and soak the buildings opposite. Today Molos is much broader, and the coast road has four lanes with a sizable causeway. The causeway is now a pleasant recreational area with grass and footpaths, playgrounds, quays and jetties, a sculpture park and cafés.

There used to be an old jetty opposite the coast road called the Continental Pier. In the mid-1920s, a unique building was constructed on the corner that later became a hotel. That is how the nickname for the jetty came about. The building, preserved to this day, is home to the Cyprus University of Technology, as are others in the historical city centre. There used to be a lovely coffee shop on its ground floor famous for its delicacies, especially the Black Forest cake. Like other

© ΕDWARD’S LIMASSOL

το ομώνυμο ξενοδοχείο. Το κτίριο, που διατηρείται έως σήμερα, χρησιμοποιείται από το Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου, όπως, εξάλλου, και άλλα διατηρητέα του ιστορικού κέντρου. Παλαιότερα, στο ισόγειό του, στεγαζόταν μία ωραιότατη καφετέρια, που φημιζόταν για τις λιχουδιές της και ειδικά για το γλύκισμα forest noir. Όπως και στα άλλα παραλιακά κέντρα, εκεί το καλοκαίρι έβγαζαν τα τραπεζάκια τους έξω, απέναντι στον Μόλο.

Δυτικότερα του Continental υπήρχε ένα παρόμοιο σε όγκο κτίριο, σε νεοβυζαντινή τυπολογία. Πρόκειται για τη Μητρόπολη Λεμεσού, που χτίστηκε το 1919 και διατηρείται μέχρι σήμερα. Στο πίσω μέρος της δεσπόζει κρυμμένη η παλιά εκκλησία του Αγίου Ανδρονίκου και της Αγίας Αθανασίας, που χτίστηκε στα μέσα του 19ου αιώνα και φιλοξενούσε την παλιά Μητρόπολη. Τη «Μητροπολούδα» όπως τη λέγαμε. Εκεί, στεγαζόταν και η ιστορική Λέσχη και Αναγνωστήριο Ένωσις, όπου μαζεύονταν οι πνευματικοί άνθρωποι της πόλης και σημαίνοντες Λεμεσιανοί. Από εκεί ξεκινούσαν οι πλείστοι, κορδωτοί με τα μπαστούνια, τα καπέλα και τα κοστούμια τους, για τον περίπατό τους στον Μόλο. Θυμάμαι να μας κάνουν συνεχώς παρατηρήσεις επειδή μπερδευόμασταν στα πόδια τους. Άλλες φορές, που τολμηρά πλησιάζαμε το παραπέτο του Μόλου, μας φώναζαν να προσέχουμε για να μην πέσουμε μέσα στη θάλασσα…

Προχωρώντας δυτικότερα της περιοχής, ξεχώριζαν η Barclays Bank και η «μοντέρνα» Λέσχη Αμαθούς, όπου οι παρέες συναντιούνταν για κουβέντα και μεζεδάκια,

© ΕDWARD’S LIMASSOL

seaside establishments, they would arrange tables on the promenade in summer.

West of the Continental was a comparably-sized building in neo-Byzantine style, constructed in 1919, which still stands. This is the Holy Metropolis of Limassol. Behind are the church of Ayios Andronikos and the city’s old cathedral of Ayia Athanasia, built in the mid-19th century. We used to call it Mitropolouda. This was the site for the historical Enosis Club,

Το παραλιακό μέτωπο, η Λέσχη Ένωσις, όπου μαζεύονταν οι πνευματικοί άνθρωποι της πόλης και η Μητρόπολη Λεμεσού χτισμένη το 1919. Τhe coastal waterfront, the historical Enosis Club where the city’s intelligentsia used to meet and the Holy Metropolis of Limassol built in 1919.

Ο Καθεδρικός Ναός της Αγίας Νάπας χαρακτηρίστηκε από πολλούς ο ωραιότερος της Κύπρου. The Ayia Napa Cathedral was considered by many as the most beautiful in Cyprus.

© ΕDWARD’S LIMASSOL

αλκοόλ και χαρτοπαίγνιο. Πιο κάτω έβρισκε κανείς το Palace Hotel, ένα πρατήριο οινοπνευματωδών, ταβέρνες, καφενεία, αντιπροσωπίες και εμπορικά μαγαζιά. Όλα κατέληγαν στο παλιό λιμάνι της Λεμεσού, το οποίο έχει πλέον μετασκευαστεί σ’ έναν πολυδύναμο πόλο αναψυχής και καταστημάτων, και στην παραλιακή γειτονιά του φρουρίου της πόλης. Σήμερα, αυτά συνδέονται με μία ευφάνταστα ανακατασκευασμένη πλατεία.

Μία από τις χαρακτηριστικές μου παιδικές μνήμες είναι όταν δεχόμασταν παρατηρήσεις τα παιδιά έως ποιο σημείο επιτρεπόταν να τρέχουμε, έτσι ώστε να μην ξεφεύγουμε από τα άγρυπνα μάτια των συνοδών μας. Και, συνήθως, επιτρεπόταν έως εκεί όπου ξεπρόβαλλε ο επιβλητικός Καθεδρικός Ναός της Αγίας Νάπας. Όταν οικοδομήθηκε στις αρχές του περασμένου αιώνα, χαρακτηρίστηκε από πολλούς ο ωραιότερος ναός της Κύπρου. Εκεί πηγαίναμε για να εκκλησιαστούμε τις Κυριακές και στις γιορτές. Η κύρια είσοδός του βρίσκεται στη συμβολή των οδών Αγίου Ανδρέου και Κουμανταρίας, με την τελευταία να παίρνει το όνομά της από το φημισμένο γλυκόποτο της Λεμεσού και τα κρασάδικα που υπήρχαν στην περιοχή. Οι έντονες μυρωδιές απ’ το κρασί ήταν διάχυτες στο χώρο.

Απέναντι δέσποζε ένα μοντέρνο επιβλητικό κτίριο, που στέγαζε τα κεντρικά γραφεία της Τράπεζας Κύπρου και οικοδομήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του ’40, σε μεσοπολεμικό στυλ, με μία σειρά από ψηλά υποστυλώματα στην πρόσοψη.

Μεταφερόμενοι στην ανατολική πλευρά της αποβάθρας, a reading room for the intelligentsia and prominent citizens of the city. That is where they would gather and commence their promenade, strolling along with their canes, boater hats and blazers. I remember them telling us off for always getting under their feet. Sometimes, when we felt particularly daring, we would stand on the very edge of the pier, and they would yell at us to step back so we would not fall into the sea.

Other prominent buildings in the area were Barclays Bank and the modernist Amathus Club where friends would meet to chat, play cards and have drinks. Further down were the Palace Hotel, office buildings, tavernas, cafeterias and other shops leading to the old harbour. Today it is changed into a recreational and shopping hub that extends down to the coastal fort and a refurbished square.

One of my most abiding childhood memories is of being told how far we were allowed to run so as never to be out of sight of our watchful escorts. Usually, we could go as far as the Cathedral of Ayia Napa, but not a step further. The church in question was built at the start of the last century and was considered by many to be the most beautiful in Cyprus. We’d always attend Sunday and holiday services there. The main entrance was at the junction of Ayiou Andreou and Koumandarias, the latter street named for Limassol’s famous wine and the shops that used to ply that trade in the area. The whole place was thick with its intense aroma. Opposite, there was a modern building which

© ΕDWARD’S LIMASSOL

© ΕDWARD’S LIMASSOL

κυριαρχούσε μία σειρά από νεοκλασικά διώροφα, που σήμερα αντικαταστάθηκαν με ένα τείχος πολυκατοικιών. Ανάμεσά τους, ξεχώριζε ένα νεοκλασικό του προπερασμένου αιώνα, όπου στεγαζόταν η Κυπριακή Λέσχη. Το συγκεκριμένο διατηρείται, αντιστεκόμενο, μέχρι σήμερα.

Λίγο πιο κάτω, ο Μόλος διακοπτόταν από ένα κτίριο με τεράστιες αροκάριες. Ξέρετε, κάποτε η Λεμεσός εκεί και στον Μόλο ήταν χτισμένη. Το σημείο αυτό αποτελούσε και το άλλο όριο των ξέφρενων παιχνιδιών και του τρεχαλητού μας ως παιδιά. Το κτίριο αυτό, λοιπόν, διαχώριζε, μαζί με ένα άλλο ανατολικότερα, τον Μόλο σε τρία τμήματα. Αν ίσχυε η σημερινή εικόνα της περιοχής τότε, θα μπορούσαμε να τρέχουμε με ασφάλεια μέχρι τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία της πόλης, κτίσμα της δεκαετίας του 1870, στο πάρκο της επίχωσης.

Τα δειλινά, με τη δύση του ηλίου, οι μικροί έπρεπε να επιστρέφουμε στα σπίτια μας και να παραμένουμε έως το επόμενο πρωινό. Όταν, δε, υπήρχε κατ’ οίκον περιοριhoused the headquarters of the Bank of Cyprus. It was built in the late 1940s in inter-war style with a row of high pilasters on its facing façade.

The east section of the promenade was dominated by a row of two-storey neoclassical mansions. Now they are apartment blocks. The most impressive was a 19th-century mansion that housed the Cypriot Club. Fortunately, this structure alone has withstood the tide of modernisation and remains in place to this day.

Further down the promenade was a building surrounded by enormous araucarias. Back then, the city expanded out to the edges of the waterfront and was in places past it. This building and another further along to the east divided the promenade into three. These were the boundaries for our frenetic childhood games. Back then, had the area been laid out as it is today, we could have run all the way to the Roman Catholic Church that was built in the 1870s.

Το Palace Hotel αποτελούσε στολίδι του παραλιακού μετώπου. Το ξενοδοχείο Continental, ένα κτίριο της δεκαετίας του ’20. The Palace Hotel used to be a gem of the coastal front. The Continental Hotel, a building constructed in the mid-1920s.

O παραλιακός δρόμος και ο Μόλος αποτελούσαν άξονα συναθροίσεων και περιπάτου για τους Λεμεσιανούs. The coast road and the pier were the places where the citizens of Limassol would gather for strolls.

Η Λεμεσός ήταν κάποτε χτισμένη πάνω στον Μόλο. Το χαρακτηριστικό κτίριο με τις αροκάριες. Οι Λεμεσιανοί απολάμβαναν τη βόλτα τους δίπλα στη θάλασσα. The city expanded out to the edges of the waterfront. The characteristic building on the pier with the araucarias. The locals used to enjoy a stroll by the sea. σμός, λόγω των πολιτικών συνθηκών, δεν επιτρεπόταν να ξεμυτίσουμε καν… Μαθητής τότε, στο δρόμο για το σχολείο, περνούσα από το δίδυμο με το σπίτι μου κτίριο που έφερε στοιχεία art déco, στέγαζε την Οθωμανική Τράπεζα και στον πάνω όροφο υπήρχε η κατοικία του διευθυντή της.

Απέναντι έβλεπε κανείς τα περίτεχνα κτίρια των Παυλίδιων, ενώ προχωρώντας βορειότερα το κυβερνητικό κτίσμα, αποικιοκρατικού στυλ, που οικοδομήθηκε για να στεγάσει τα παλιά δικαστήρια, με τις πεπλατυσμένες καμάρες και την ημερομηνία «1911» στην είσοδό του. Τα δικαστήρια τότε είχαν ήδη μεταστεγαστεί στο νεοκλασικό κτίριο του παλιού παρθεναγωγείου, που είχε χτιστεί στην

We children were not allowed to stay out past sunset. When the political situation imposed a curfew, we could not so much as set foot outside. On my way to school, I passed an art-déco building identical to mine, which housed the Ottoman Bank. The entire upper floor was for the manager.

Opposite the bank were the elaborate Pavlides buildings. North of these was a colonial-style government building that was built to house courtrooms. The date ‘1911’ was inscribed over the entrance. Eventually, the courts moved further down into a neoclassical building that began life as a school for girls in the 1920s. However, the cafés frequented by lawyers with their clients did not move with the courts. The location stirs memories of humorous exchanges between teasing lawyers and endless socio-political discussions. These old coffee shops have been taken over and transformed by the youth of Limassol.

Another vivid memory is accompanying my grandmother to the Μarket. We would pass the post office on our way, a monumental structure dating from the late-19th century. The facades of the ground and upper floors were decorated with grande arches. The municipal authorities were the original occupants. A merchant eventually purchased the building and converted the ground floor into offices, the upper floor into two apartments. I remember being fascinated by a shell casing on display in the building, the type that bombarded Limassol during WWII. City Hall stood opposite the post office. It was contemporary for its time. Built during the war, it combined various aspects

Στην ανατολική πλευρά της αποβάθρας, κυριαρχούσε μία σειρά από νεοκλασικά διώροφα, που σήμερα αντικαταστάθηκαν με ένα τείχος πολυκατοικιών. The east section of the promenade was dominated by a row of two-storey neoclassical mansions, which have now been replaced by apartment blocks.

αρχή της δεκαετίας του 1920, λίγο παραπέρα. Ωστόσο, έξω από τα παλιά δικαστήρια, στο πλατύ πεζοδρόμιο, διατηρούνταν τα καφενεία όπου συναθροίζονταν οι δικηγόροι, οι διάδικοι και άλλος κόσμος της γειτονιάς του κέντρου. Το σημείο κουβαλούσε αναμνήσεις από τα χιουμοριστικά αλληλοπειράγματα των ανοιχτόκαρδων και γνωστών δικηγόρων της πόλης αλλά και τις ατελείωτες κοινωνικοπολιτικές συζητήσεις. Σήμερα, τα καφενεία αυτά μετατράπηκαν σε στέκια νεολαίας.

Μία άλλη έντονη παιδική μου ανάμνηση είναι όταν τα καλοκαίρια πήγαινα με τη γιαγιά μου στην Aγορά για ψώνια. Στη διαδρομή περνούσαμε από το ταχυδρομείο, ένα παλαιό μνημειώδες οικοδόμημα από τα τέλη του 19ου αιώνα, που είχε καμάρες στην πρόσοψη του ισογείου και στον όροφο της πίσω όψης. Αυτό στέγαζε παλαιότερα το διοικητήριο της πόλης κι έπειτα αγοράστηκε από ιδιώτη μεγαλέμπορα και αποτελούνταν από γραφεία στο ισόγειο και δύο κατοικίες στον όροφο. Εντύπωση μου προκαλούσε μία οβίδα που τοποθετήθηκε εκεί από τους βομβαρδισμούς που δέχθηκε η πόλη στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Απέναντι από το ταχυδρομείο of modernism with minimalist takes on classicism. Next door was the Lanitis mansion, an older but well-maintained and eye-catching structure with three storeys reminiscent of others nearby the church of Ayia Napa.

On our way, we usually stopped in a bookstore where I liked to buy comics. We also bought magazines and weeklies that my family enjoyed. Newspapers were delivered; a man on a paper route would come on his bicycle and leave the newspaper in a basket that my grandmother hung from our balcony with string. She always had exact change for him.

In those days, we used to call the Market the Pantopoleion (everything shop). It had been around since 1917 and had an impressive entrance with columns and an arch. Inside, there were fishmongers and butchers hard at work, grocers and greengrocers, and shops that sold what we called ‘colonial goods’. These were coffee, tea, cocoa, rice and spices from British colonies around the world.

The market is still there today. Renovated, it now hosts eateries, cafés and a handful of shops. Seeing it

Το δημαρχείο, που θεωρούνταν σύγχρονο για την εποχή του, οικοδομήθηκε κατά την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Built during the World War II the City Hall was considered modern for its time.

Το παλιό λιμάνι, σημείο αναφοράς για τη Λεμεσό, καθώς ο ρόλος του υπήρξε καθοριστικός για την εξέλιξή της. To ταχυδρομείο, ένα παλιό μνημειώδες οίκημα χτισμένο στα τέλη του 19ου αιώνα. The old port of Limassol was crucial in developing the city. The post office, a monumental structure dating from the late 19th century. στεγαζόταν το δημαρχείο, που θεωρούνταν σύγχρονο, μιας και οικοδομήθηκε κατά την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το οποίο συνδύαζε διάφορα στοιχεία πρόδρομου μοντερνισμού με λιτές και απέριττες κλασικές αρχές. Δίπλα του, το παλαιότερο και πάντοτε καλοδιατηρημένο εντυπωσιακό τριώροφο των «Λανιταίων», όπως το αποκαλούσαμε τότε, που θύμιζε τα άλλα αρχοντικά στην περιοχή της Εκκλησίας της Αγίας Νάπας.

Στο δρόμο μας προς την Αγορά περνούσαμε και από το βιβλιοπωλείο για να αγοράσουμε τα παιδικά περιοδικά και τα περιοδικά της οικογένειας – τις εφημερίδες τις έφερνε ο εφημεριδοπώλης στο σπίτι, ο οποίος κυκλοφορούσε με το ποδήλατο και τις έβαζε σ’ ένα καλάθι που κρέμαγε η γιαγιά μ’ ένα σχοινί απ’ το μπαλκόνι και το αντίστοιχο αντίτιμο στο εσωτερικό του.

Η Αγορά, που εγκαινιάστηκε το 1917 –το παντοπωλείο δηλαδή, όπως το λέγαμε τότε–, είχε μία εντυπωσιακή είσοδο με καμάρα και κίονες. Εκεί συναντούσες τους ψαροπούληδες, τους κρεοπώλες, τους μανάβηδες και πάγκους με «εδώδιμα αποικιακά», όπως τα αποκαλούσαμε. Η Αγορά αυτή στέκει ακόμα σήμερα στο χώρο της και –ανακαινισμένη πλέον– έχει μετατραπεί σε πολυχώρο εστίασης και αναψυχής, ενώ φιλοξενεί και κάποια καταστήματα. Όταν κοιτάζω το κτίριο, εξακολουθώ να θυμάμαι τις επισκέψεις μας εκεί και τη γιαγιά μου να ζητά υπηρεσίες από έναν «χαμάλη», ο οποίος και μας ακολουθούσε με ένα μεγάλο καλάθι και κουβαλούσε τα ψώνια μας. Με το που φτάναμε στο σπίτι, η γιαγιά έβαζε τα κρεατικά στο ψυγείο –το οποίο λειτουργούσε τότε με πετρέλαιο και μου έκανε εντύπωση, γιατί το έλεγαν Electrolux– και ύστερα τακτοποιούσε τα υπόλοιπα ψώνια στην κουζίνα, τις αρμαρόλες και το κελάρι… brings back a flood of memories – one is of my grandmother engaging the services of a Hamalis (porter) to follow us with a big basket to carry our shopping. When we got home she would put the meat in the fridge, an old model that ran on diesel. This always struck me as being odd given the brand name on the appliance, Electrolux. Then my grandmother would put the rest of the groceries away in the kitchen pantry and cellar.

Η Αγορά στέκει ακόμα και σήμερα. Ανακαινισμένη πλέον, έχει μετατραπεί σε πολυχώρο εστίασης και αναψυχής. The Μarket is still there today. Renovated, it now hosts eateries, cafés and a handful of shops.

ΘΕΙΑ ΤΟΥ. Η ΤΙΜΗ ΒΟ ΡΙΟ LIPARIT EDWARDS ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΛ Υ Υ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟ Υ ΜΕ ΤΟΝ Κ WE WISH TO THANK MR LIPARIT EDWARDS FOR HIS VALUABLE ASSISTANCE. © ΕDWARD’S LIMASSOL Χτισμένη το 1917, η Αγορά αποτελούσε επί δεκαετίες το επίκεντρο της ζωής της πόλης, έναν ζωντανό οργανισμό με δεκάδες εμπόρους, πραματευτές και ντόπιους, που την επισκέπτονταν για να αγοράσουν ψάρι, κρέας και φρέσκα λαχανικά. The Μarket, built in 1917, was the centre of city life for decades – a vibrant conglomeration of merchants, shopkeepers and locals who flocked there to purchase fresh fish, meat, and produce.

This article is from: