10 minute read

2. ΤΟ ΚΛΙΜΑ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ

4. Team 10 στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου, 1973. Από αριστερά προς τα δεξιά: Peter Smithson, Ungers, Schiedhelm, De Carlo, Van Eyck και Sia Bakema. Φωτογραφία από τον Jeffrey Scherer. Προτού αναλυθούν και ερμηνευτούν διεξοδικότερα η σχολή Montessori στο Delft (1960) και τα σχολεία Apollo στο Amsterdam (1983) που σημάδεψαν το σχεδιασμό των σχολικών κτηρίων του 20ου αιώνα, καθίσταται σημαντική, για την καλύτερη κατανόηση του έργου του, μία συνοπτική αναφορά στους παράγοντες που συνέβαλαν στη διαμόρφωση του συστήματος θεώρησής του αρχιτέκτονα. Θα παρουσιαστούν, επομένως, οι εξελίξεις, τα ρεύματα και οι συνθήκες της εποχής του, που επηρέασαν και διαμόρφωσαν τις αντιλήψεις του για τον κόσμο και την κοινωνία και κατά επέκταση για την αρχιτεκτονική. Αμέσως μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, κυριαρχεί ένα κλίμα επούλωσης των τραυμάτων που έφερε, όπως η κατάρρευση του βιοτικού επιπέδου, η ηθική καταρράκωση, οι αναγκαστικές μετακινήσεις πληθυσμών και οι υλικές καταστροφές καθιστώντας επιτακτική την ανάγκη για ανοικοδόμηση. Τα αποτελέσματα της ανοικοδόμησης έδωσαν έναυσμα για να διατυπωθούν πιο συγκεντρωμένα σοβαρές αντιρρήσεις στις αρχές του Μοντέρνου Κινήματος, με αφορμή τη Χάρτα της Αθήνας. Οι αντιρρήσεις ανακοινώθηκαν στο συνέδριο του Dubrovnik το 1959 από την Team 105, μία ομάδα αντιφρονούντων των νεότερων μελών του CIAM6 , η οποία αντιλαμβανόταν την πόλη όχι ως το αποτέλεσμα των λειτουργιών, αλλά των σχέσεων της. Πιο συγκεκριμένα, η Team 10 αντιτάχθηκε στον απλουστευτικό ορθολογισμό του CIAM, προκειμένου να αναπτύξει μια πλουσιότερη και περισσότερο ανθρώπινη αντίληψη της αρχιτεκτονικής και της αστικοποίησης. Σε αντίθεση με την αντίληψη του CIAM για το διαχωρισμό του οικοδομημένου περιβάλλοντος σε τέσσερις ξεχωριστές λειτουργίες (κατοικία, εργασία, αναψυχή και κυκλοφορία), η Team 10 φιλοδοξούσε να αναπτύξει μια επανενταγμένη πόλη, ευνοώντας τις ανθρώπινες αλληλεπιδράσεις και συσχετισμούς7 σε μια προσπάθεια αντιμετώπισης της αποξένωσης στις μεγαλουπόλεις, που είχε εμφανιστεί μέσα από την ανοικοδόμηση. Επομένως δεν πρόκειται για μια θεωρητική διαφορά με το CIAM, αλλά για την πρακτική υλοποίηση μιας πιο συλλογικής κοινότητας μέσω μιας πιο ανθρωποκεντρικής αρχιτεκτονικής. Στην Ολλανδία, η κριτική στην οργάνωση της πόλης μέσω ενός απλουστευτικού ορθολογισμού ασκήθηκε μέσα από το περιοδικό Forum, monthly journal for architecture and related arts. Η νέα εκδοτική επιτροπή του περιοδικού που ανέλαβε καθήκοντα το Σεπτέμβριο του 1959 αποτελούνταν από τους Dick Apon, Aldo van Eyck, Jaap Bakema, Gert Boon, Joop Hardy και Herman Hertzberger. Η έννοια της δομής στο στρουκτουραλισμό, που αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο τα ατομικά στοιχεία οργανώνονται και δημιουργούν αμοιβαίες σχέσεις με σκοπό την επικοινωνία, γίνεται βασική αρχή της ομάδας Forum.8

5 Το όνομα της Team 10 ή Team X ξεκινά από το 1954, όταν μια επιτροπή τεσσάρων νέων μελών του CIAM αναλαμβάνει να προετοιμάσει το δέκατο συνέδριο CIAM, το οποίο τελικά πραγματοποιήθηκε στο Dubrovnik το 1956. Το επίσημο όνομα της επιτροπής ήταν CIAM X ή CIAX. Ύστερα από αναδιαμορφώσεις στη σύνθεση των ιδρυτικών μελών, καθιερώθηκε η ονομασία Team 10, χωρίς όμως να έχει ανακηρυχθεί ως μια νέα επίσημη οργάνωση. Τα μέλη της οργάνωσης περιλάμβαναν τους Ολλανδούς αρχιτέκτονες Jaap Bakema και Aldo van Eyck, Alison και Peter Smithson από το Ηνωμένο Βασίλειο, τον Giancarlo De Carlo από την Ιταλία και τους Georges Candilis και Shadrach Woods από τη Γαλλία. Άλλοι αρχιτέκτονες που συμμετείχαν ήταν ο José Coderch, ο Ralph Erskine, ο Amancio Guedes, ο Herman Hertzberger και ο Oswald Mathias Ungers. Σε αυτές τις συναντήσεις της Team 10 τα ζητήματα του εκσυγχρονισμού, του κράτους πρόνοιας και της καταναλωτικής κοινωνίας, καθώς και ο ρόλος του αρχιτέκτονα, αποτέλεσαν αντικείμενο έντονων συζητήσεων. Τα διάφορα κατασκευασμένα και αδημοσίευτα έργα των μελών της χρησίμευσαν ως όχημα για αυτές τις έντονες και εμπνευσμένες ανταλλαγές. (http://www.team10online.org/, πρόσβαση 29 Ιουνίου 2019) 6 Το CIAM, Congrès internationaux d’architect moderne, ήταν μια οργάνωση αρχιτεκτόνων, με κυριότερους τους Le Corbusier, Walter Gropius και Sigfried Giedion, που ιδρύθηκε μεταξύ 1928 και 1959 για να προωθήσει και να συζητήσει τις αρχές της σύγχρονης αρχιτεκτονικής. 7 I. Fracalossi, ‘AD Classics: Amsterdam Orphanage / Aldo van Eyck’, ArchDaily, 2019, https://www.archdaily.com/151566/ad-classics-amsterdam-orphanage-aldo-van-eyck/ ISSN 0719-8884, (πρόσβαση 16 Ιουνίου 2019) 8 F. Strauven, ‘Aldo van Eyck – Shaping the New Reality: From the In-between to the Aesthetics of Number’, Study Centre, CCA Mellon Lectures, 2007

Advertisement

5. Cover of Forum, 1963, n. 3, απεικονίζεται ένας λαβύρινθος που αναπαριστάται σε ένα νόμισμα της Κνωσού (5ος αιώνας π.Χ.), το τεύχος περιλαμβάνει κείμενο του Joseph Rykwert, «Η ιδέα μιας πόλης». O στρουκτουραλισμός ή δομισμός9 σύμφωνα με τον Jean Piaget10, ερευνά τη σχέση των μερών μεταξύ τους και προς το σύνολο κι είναι ένα είδος μεθοδολογίας των κοινωνικών επιστημών δίχως φιλοσοφική προέκταση, που βασικές του έννοιες είναι η ολότητα και η διάδραση σε ιδανική μορφή. Πρόκειται για μια θεωρία η οποία υποστηρίζει ότι ο άνθρωπος μπορεί να γίνει αντιληπτός μόνο μέσα από ένα δίκτυο συμβολικών σχέσεων- δομών στις οποίες συμμετέχει χωρίς να το συνειδητοποιεί. Εμπνευσμένη από έρευνες στους τομείς της ανθρωπολογίας, της εθνολογίας και της γλωσσολογίας, η αντίληψη αυτή αναπτύχθηκε μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.11 Ειδικότερα, η θεωρία του στρουκτουραλισμού γεννήθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα από τον Ελβετό γλωσσολόγο Ferdinand de Saussure και αναπτύχθηκε τη δεκαετία του 60’ στο Παρίσι από το Γάλλο ανθρωπολόγο Claude Lévi-Strauss, (1908-2009). Πρόκειται για έναν από τους μεγαλύτερους διανοητές του 20ου αιώνα και πρωτοπόρο του δομισμού (στρουκτουραλισμού) ως μεθόδου κατανόησης της ανθρώπινης κοινωνίας και πολιτισμού. Ο στρουκτουραλισμός, μέσα από τα έργα του Levi-Strauss, βρήκε κοινά σημεία μεταξύ της θεωρίας του De Saussure και τις πρόσφατες εξελίξεις στην Ανθρωπολογία. Ειδικότερα, διεύρυνε την ιδέα του De Saussure περί διάκρισης, αλλά και αλληλοσυσχετισμού της γλώσσας και της ομιλίας, για να συμπεριλάβει μια εικόνα του ανθρώπου του οποίου οι δυνατότητες είναι σταθερές και πάγιες, αλλά η ερμηνεία τους διαφοροποιείται διαρκώς. Μάλιστα η στρουκτουραλιστική προσέγγιση της Ανθρωπολογίας ήταν τόσο παραγωγική που η επιρροή της δεν περιορίστηκε μόνο στους ανθρωπολόγους, αλλά και σε πολλές άλλες κοινωνικές επιστήμες, ιδιαιτέρως μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι ιδέες του Levi-Strauss που πραγματεύονται τη σχέση μεταξύ συλλογικού προτύπου και των ατομικών ερμηνειών, αποτέλεσαν ιδιαίτερη πηγή έμπνευσης για την αρχιτεκτονική.12 Η αρχιτεκτονική έκφραση του στρουκτουραλισμού μπορεί να περιγραφεί με τις ακόλουθες έννοιες: επέκταση και συνοχή, μετάβαση και αλληλοδιείσδυση και τέλος, πολλαπλότητα χρήσεων. Οι δύο πρώτες ενσαρκώνουν την αρχή εκείνη του στρουκτουραλισμού, σύμφωνα με την οποία στη δομή μπορούν να προστεθούν και άλλα στοιχεία χωρίς να χάνεται η συνοχή της. Οι επόμενες δύο αναφέρονται στην έννοια των σχέσεων και αμοιβαίων εξαρτήσεων των ατομικών στοιχείων και η τελευταία στην έννοια της ευελιξίας και του μετασχηματισμού.13 Οι Aldo van Eyck και Herman Hertzberger θα σχεδιάσουν σχολικά κτήρια σύμφωνα με τις αρχές του στρουκτουραλισμού, όπου το βάρος μετατοπίζεται από τα στοιχεία, στις μεταξύ τους σχέσεις. Η κύρια προσφορά της στρουκτουραλιστικής προσέγγισης στη διαμόρφωση της σχολικής αρχιτεκτονικής είναι η έννοια της μετάβασης από μία κατάσταση σε μία άλλη. Οι μεταβατικοί – ενδιάμεσοι χώροι μεταξύ δύο διαφορετικών συνθηκών λειτουργούν ως τόποι συναντήσεων και επικοινωνίας των παιδιών και όπως θα υποστηριχθεί αργότερα από κοινωνιολόγους και ψυχολόγους, συνδέονται άμεσα με τη διαδικασία προσαρμογής του

9  Μεταφορά του γαλλικού όρου structuralisme < structural «δομικός» < structure εκ του λατινικού structura «δομή, οικοδόμημα» (< p. struere «οικοδομώ, συντάσσω, συναρμόζω», μτχ. structus), (Γ. Μπαμπινιώτης, Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Αθήνα, 2002) 10  Ο Jean Piaget,(1896-1980) ήταν Ελβετός φιλόσοφος, φυσικός επιστήμονας και ψυχολόγος, ιδιαίτερα γνωστός για τις μελέτες του σχετικά με τα παιδιά, την θεωρία της γνωστικής ανάπτυξης (αγγλικά: Τheory of cognitive development) και για την επιστημολογική του άποψη γνωστή και ως γενετική επιστημολογία. Η σημαντικότερη συμβολή του θεωρείται η στρουκτουραλιστική κατασκευή των σταδίων της γνωστικής ανάπτυξης του ανθρώπου, ενώ όσον αφορά τη θεωρία της μάθησης υποστήριξε την εμπειριστική πρόσκτηση γνώσης μέσω της εμπειρίας, της παρατήρησης και τέλος της αφαίρεσης. 11  Μεταπαίδεια: Η ελληνική εγκυκλοπαίδεια, https://el.metapedia.org/wiki/Στρουκτουραλισμός, [ιστοσελίδα], 2017, (πρόσβαση: 8 Ιουλίου 2019) 12  H. Hertzberger, Μαθήματα για σπουδαστές της Αρχιτεκτονικής, Τσοχαντάρη Τ. (μτφ.), Αθήνα, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Ε.Μ.Π., 2002, σ. 92-93 13 Κ. Τσουκαλά, Τάσεις στη Σχολική Αρχιτεκτονική, Από την Παιδοκεντρική Λειτουργικότητα στη Μεταμοντέρνα Προσέγγιση, Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 2002, σ. 123-124

παιδιού με το περιβάλλον, καθώς και με την κοινωνικοποίησή του.14 Οι σημαντικές ιστορικές εξελίξεις στο σχολικό σχεδιασμό κατά το δεύτερο μισό του 20ο αιώνα στην Ευρώπη οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στους Hans Scharoun, Aldo van Eyck και Herman Hertzberger που εργάζονται στη Γερμανία και την Ολλανδία αντίστοιχα. Σε μία εποχή όπου οι περισσότερες σχολικές εγκαταστάσεις χαρακτηρίζονται από τυποποιημένες αίθουσες διδασκαλίας, με μικρή διαφοροποίηση μεταξύ των χώρων για τα νεότερα και τα μεγαλύτερα παιδιά, ο Scharoun προσέφερε μια πιο εξατομικευμένη ανθρωπιστική προσέγγιση. Ενώ επηρεάστηκε από το λειτουργικό ήθος του μοντέρνου κινήματος, η αρχιτεκτονική του, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί εξπρεσιονιστική, εναντιώνεται στο Μοντέρνο Κίνημα. Ο Aldo Van Eyck με την ανθρώπινη αρχιτεκτονική του αποσκοπούσε στη δημιουργία χώρων που προωθούσαν το διάλογο και τόνωσαν την κοινωνική ζωή στην οποία συμμετέχουν τα παιδιά. Οι εξελιγμένες χωρικές ιδέες του για το «ενδιάμεσο» που πηγάζουν από τις θεωρίες του για το «in-between» και «twin phenomena» προσέθεσαν μια άλλη διάσταση στη θεωρία της αρχιτεκτονικής των σχολείων. Ωστόσο, ιδιαίτερα σημαντική ήταν η συμβολή του Herman Hertzberger στο σχολικό τοπίο, η οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη. Ο Hertzberger εμφανίζει μία ανθρωποκεντρική προσέγγιση της αρχιτεκτονικής στα σχολικά του κτήρια. Η ενσωμάτωση της αρχιτεκτονικής και της εκπαιδευτικής σκέψης χαρακτήρισε τα σχολικά έργα του ως παραδείγματα μιας πιο κοινωνικής προσέγγισης.15 Ο Herman Hertzberger επηρεασμένος από το κλίμα της εποχής, αλλά και από τις απόψεις του αυστριακού φιλόσοφου Martin Buber16 υποστηρίζει πως στον κόσμο μας βιώνουμε μια πόλωση μεταξύ της υπερβολικής ατομικότητας από τη μία μεριά και της υπερβολικής συλλογικότητας από την άλλη, ως ένα σύμπτωμα της διάλυσης των πρωταρχικών ανθρώπινων σχέσεων. Ο ίδιος αναφέρει, πως δίνεται μεγάλη έμφαση σε αυτό το δίπολο ατομικό – συλλογικό, παρόλο που δεν υπάρχει ούτε μία ανθρώπινη σχέση που να απασχολεί τους αρχιτέκτονες και η οποία να εστιάζει αποκλειστικά μόνο σε ένα άτομο ή μόνο σε μία ομάδα. Αντιθέτως, η αρχιτεκτονική κατά τον Hertzberger αφορά την σχέση και την αμοιβαία δέσμευση μεταξύ ατόμων και ομάδων, δηλαδή, είναι πάντα ζήτημα συσχετισμού του συλλογικού και του ατομικού.17 Συνεπώς, τα σχολεία που σχεδιάζει, στοχεύουν σε μία κοινωνία με άτομα ενεργά και χειραφετημένα που αναλαμβάνουν ευθύνες, διαχειρίζονται σημαντικές αποφάσεις και ταυτόχρονα, διατηρούν έντονο το αίσθημα της κοινότητας. Σε μια εποχή απειλής της ελευθερίας του παιδιού να χρησιμοποιεί ελεύθερα το ευρύτερο περιβάλλον, εξαιτίας του άγνωστου κινδύνου, ο Hertzberger προσεγγίζει το σχολείο με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Ο Kenneth Frampton χαρακτηριστικά αναφέρει για τον Hertzberger ότι δημιούργησε: «…ένα σχολείο ως μια πόλη-σε-μικρογραφία, το σχολείο ως αντιστάθμισμα, θα μπορούσε κανείς να πει, για την απώλεια ενός δημόσιου φόρουμ στην κοινότητα ως σύνολο. Είναι δύσκολο να φανταστούμε μια πιο συγκεκριμένη πολιτική χειρονομία από αυτήν και θα ήταν δύσκολο να βρούμε οποιοδήποτε σχολείο χτισμένο κατά τα τελευταία είκοσι

14  ο.π. σ. 126 15  M. Dudek, ‘Origins and significant historical developments’, στο Architecture of Schools: The New Learning Environments, Oxford, Boston, Architectural Press, 2000, σ. 32-38 16 O Martin Mordechai Buber, (1878 - 1965) ήταν Αυστριακός φιλόσοφος και σιωνιστής, εβραϊκής καταγωγής. Κατά τον Buber ο άνθρωπος από τη μία πλευρά, αναζητά καταφύγιο στην αποθέωση του ατομικισμού σε μία απόπειρα να δραπετεύσει από την ανασφάλεια που του έχουν προκαλέσει τα αισθήματα της απομόνωσης, ενώ από την άλλη, παραδίδεται στον κολεκτιβισμό προκειμένου να προστατευτεί από τον ίδιο του τον εαυτό, παραιτούμενος από τη διεκδίκηση των άμεσων προσωπικών αποφάσεων και ευθυνών. (Hertzberger, Μαθήματα για σπουδαστές της Αρχιτεκτονικής, σ. 12-13) 17  Hertzberger, Μαθήματα για σπουδαστές της Αρχιτεκτονικής, σ. 12-13

χρόνια που να είναι συγκρίσιμης κριτικής λεπτότητας και βάθους.»18 Η άσκηση της αρχιτεκτονικής, όπως και κάθε επαγγέλματος, προϋποθέτει μια στενή συσχέτιση του αρχιτέκτονα με τον κοινωνικό του περίγυρο. Το τελικό έργο που παράγει κάθε επαγγελματίας είναι προϊόν του προσωπικού του δυναμικού και της δυναμικής του κοινωνικού χώρου που τον περιβάλλει, (αξίες, δυνατότητες, περιορισμοί). Στην περίπτωση μιας κοινωνίας όπου τα περιθώρια επιρροής από τον κοινωνικό περίγυρο είναι αρκετά μεγάλα, οι προθέσεις του αρχιτέκτονα για το έργο του δύσκολα θα βρουν αντίκρισμα και προσοδοφόρο έδαφος για να καρποφορήσουν. Έτσι, η δημιουργική ικανότητα του αρχιτέκτονα αποτελεί τη δύναμη, αλλά και τη μεγαλύτερη πηγή απογοήτευσής του. Οι βασικές αντιξοότητες που αντιμετωπίζουν οι αρχιτέκτονες σχολικών κτηρίων του Δημοσίου είναι η υποχρέωση υπακοής στις νομοθεσίες που επικρατούν στην εκάστοτε κοινωνία και η επίγνωση πως το τελικό τους έργο θα υποστεί φθορές και αλλοιώσεις που θα το υποβαθμίσουν σημαντικά.19 Σε αυτό το σημείο αξίζει να αναφερθεί πως στην περίπτωση του Hertzberger οι συνθήκες στην Ολλανδία πριν 50 χρόνια ήταν αρκετά ευνοϊκές. Ο αρχιτέκτονας έχοντας ως τόπο δράσης μια φιλελεύθερη κοινωνία χωρίς αποτρεπτικούς θεσμικούς περιορισμούς κατάφερε να αναδείξει τη δημιουργική του ικανότητα, να υλοποιήσει σε έναν ικανοποιητικό βαθμό τις αρχιτεκτονικές του προθέσεις και το όραμα του για το σχολικό κτήριο. Το κοινωνικό, πολιτικό και θεσμικό πλαίσιο δράσης του, του παρείχε μια ελευθερία και αυτονομία, καθώς οι σημαντικότερες αποφάσεις δεν είχαν παρθεί από άλλους και το τελικό του έργο δεν υπόκειτο σε σημαντικές αλλοιώσεις και μετατροπές, ώστε να επηρεάσουν τον βαθμό ανταποκρισιμότητας στις βασικές προθέσεις του αρχιτέκτονα.

18  K. Frampton, Modern Architecture: A Critical History, 3rd edn, Thames & Hudson, 1992, σ. 32, παράθεση από M. Dudek, ‘Origins and significant historical developments’, στο Architecture of Schools: The New Learning Environments, Oxford, Boston, Architectural Press, 2000, σ. 32-38 19  Μ. Ο. Δουμάνη, ‘Έξι συνεντεύξεις. Οι αρχιτέκτονες για τα σχολεία που σχεδίασαν’, Αρχιτεκτονικά Θέματα, 13, 1979, σ. 211-212

This article is from: