![](https://assets.isu.pub/document-structure/210515082812-97e59b56c1d6dd80f78a594e5d968834/v1/d0e665dbbce2a281abeb025609f671fb.jpg?width=720&quality=85%2C50)
15 minute read
5. ΜΙΚΡΟ – ΜΕΓΑΛΟ
ΚΛΙΜΑΚΑ ΚΑΙ ΕΡΜΗΝΕΙΑ
Η έννοια της κλίμακας του χώρου είναι εξαιρετικά σύνθετη. Ο Ν. Ι. Τερζόγλου αναφέρει πως πέρα από τις κλασικές αρχιτεκτονικές και αισθητικές προσεγγίσεις της κλίμακας και των αναλογιών ως εξωτερικών, εσωτερικών ή απόλυτων μέτρων ενός αρχιτεκτονικού έργου, κτηρίου ή αντικειμένου σε συνάρτηση με το ανθρώπινο σώμα και πνεύμα, η αρχιτεκτονική κλίμακα μπορεί να οριστεί γενικά ως ένα ‘διαβαθμισμένο σύστημα αξιολόγησης του πραγματικού χώρου που θεμελιώνεται σε μία ιεραρχημένη δομή σχέσεων ανάμεσα σε έννοιες και αξίες’. Επιπλέον, η κλίμακα ενσωματώνεται οργανικά στην αρχιτεκτονική σκέψη από την αρχή του σχεδιασμού και ‘αποτελεί το καθοριστικό στοιχείο διαφοροποίησης του αρχιτεκτονικού από το γεωμετρικό χώρο’.63 Στον αρχιτεκτονικό χώρο, η κλίμακα συνδέεται με τον άνθρωπο ως ολότητα, δηλαδή, όχι μόνο ως ένα σύνολο φυσικών αναλογιών αλλά και ως ένα φαινόμενο κοινωνικό, πολιτισμικό και ψυχολογικό. Σύμφωνα με την Κυριακή Τσουκαλά, η κλίμακα προσπαθεί να συνυπολογίσει και το χώρο του υποκειμένου, που συνδέεται άμεσα με τις διαδικασίες αντίληψης και αναπαράστασης του περιβάλλοντος. Οι τόποι ανάπτυξης του σωματικού χώρου, από το αντικείμενο και το κτήριο ως την πόλη και το φυσικό τοπίο, υπερβαίνουν τα ευκλείδεια χαρακτηριστικά των χώρων, προσδίδοντας τους όχι μόνο τη διάσταση των αναγκών και επιθυμιών του ανθρώπου αλλά και της εν γένει συμπεριφοράς του, ως απόρροια της δράσης του με το περιβάλλον. Με αυτήν την προσέγγιση, η ανθρώπινη κλίμακα δεν ταυτίζεται με την κλίμακα των μετρικών μεγεθών, αλλά περιέχει και τον ανθρώπινο χώρο, που μελέτησαν οι ψυχολόγοι, δανείζοντας στους αρχιτέκτονες έννοιες όπως όριο, κλειστότητα, συνέχεια, εγγύτητα κ.α., οι οποίες θα εξελιχθούν σε συστατικά στοιχεία της αρχιτεκτονικής επαναπροσδιορίζοντάς την.64 Η έννοια της κλίμακας, η οποία χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει το μέγεθος, έχει να κάνει με το κατά πόσον ένας σχεδιασμένος χώρος ή κτήριο θεωρείται υπερβολικά μεγάλος ή υπερβολικά μικρός, με το κατά πόσον είναι μεγαλύτερος ή μικρότερος απ’ αυτό που έχουμε συνηθίσει. Οι προσδιορισμοί «μεγάλης κλίμακας» και «μικρής κλίμακας» δεν υποδηλώνουν τίποτα όσον αφορά τις πραγματικές διαστάσεις, αλλά αποκτούν νόημα μόνο μέσω της συγκριτικής προσέγγισης με τις διαστάσεις του ανθρώπου.65
Advertisement
63 Ν. Ι. Τερζόγλου, ‘Κλίμακα και Χώρος: Αναγνώσεις μίας Πολύπλοκης Σχέσης’, 2008., www.greekarchitects.gr, (πρόσβαση 10 Ιουνίου 2019) 64 Κ. Τσουκαλά, Αρχιτεκτονική Παιδί και Αγωγή, Εκδόσεις Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 2002, σ. 9-10 65 Hertzberger, Μαθήματα για σπουδαστές της Αρχιτεκτονικής, σ. 200
Στο σχολικό χώρο η έννοια της κλίμακας συσχετίζεται άμεσα και με τη νοητική ανάπτυξη του παιδιού. Ο Δ. Φατούρος στο άρθρο του Για ποιον σχεδιάζουμε τα σχολεία; διατυπώνει σχεδιαστικές αρχές για την οργάνωση των όγκων και τη συνολική δομή του σχολείου, βασισμένος στα στάδια νοητικής ανάπτυξης του Piaget. Το παιδί, στην ηλικία που βρίσκεται όταν θα έρθει για πρώτη φορά σε επαφή με το σχολικό περιβάλλον, σκέφτεται και αντιλαμβάνεται ένα γεγονός από διαφορετικές απόψεις, ταξινομεί και συσχετίζει ένα στοιχείο με ένα οργανωμένο σύνολο. Προκειμένου ο σχεδιασμός του σχολείου να συμβάλει στη νοητική ανάπτυξη του παιδιού, το περιβάλλον πρέπει να έχει τέτοια μορφή ώστε να επιτρέπει τη συσχέτιση των επιμέρους στοιχείων του με το σύνολο του κτηρίου. Για παράδειγμα, η θέση ενός επίπλου θα πρέπει να ορίζεται στη συνολική οργάνωση όχι μόνο σαν στοιχείο μιας γεωμετρικής κατάταξης, αλλά σαν «ρόλος μέσα σε ένα σύστημα ρόλων». Το ίδιο και η τάξη σε σχέση με το σύνολο του σχολείου. Το κτήριο, σε οριζόντια και κατακόρυφη οργάνωση, πρέπει να επιτρέπει την κατανόηση του συνόλου, μέσω των επιμέρους στοιχείων του και να βοηθήσει το παιδί να συγκροτήσει γενικές αρχές τάξης και οργάνωσης, όχι μόνο για τη συμπεριφορά του σχετικά με το συγκεκριμένο κτήριο, αλλά γενικότερα για το σύνολο των νοητικών του ικανοτήτων. Η δεύτερη παρατήρηση του Φατούρου προκύπτει από τη θεωρία του Piaget, σύμφωνα με την οποία το παιδί αντιλαμβάνεται ευκολότερα μικρές ενότητες χώρου που στηρίζονται σε μονάδες γνωστικής τάξης. Από αυτές στη συνέχεια μπορεί να προχωρήσει στην κατανόηση μεγαλύτερων και αγνώστων ενοτήτων. Όταν, λοιπόν, το περιβάλλον στο οποίο κινείται είναι ιδιαίτερα πολύπλοκο τότε δεν γίνεται κατανοητό. Συμπεραίνουμε ότι ο βαθμός πολυπλοκότητας του σχολικού κτηρίου σχετίζεται με το βαθμό εξοικείωσης και τα ιδιαίτερα περίπλοκα περιβάλλοντα έχουν αρνητική επίδραση στην αγωγή του παιδιού. Η τρίτη παρατήρηση αφορά τη συνολική οργάνωση του σχολικού περιβάλλοντος και στηρίζεται στην προτεραιότητα με την οποία αντιλαμβάνεται το παιδί τα μεγέθη του υλικού χώρου. Το παιδί σε πρώτη φάση κατανοεί την έννοια του μήκους, στη συνέχεια του βάρους και τέλος τον όγκο. Κάθε αρχιτεκτονικό έργο, προσδιορίζεται από τα τρία αυτά στοιχεία. Το περιβάλλον για το παιδί αυτής τη ηλικίας δεν πρέπει να έχει ιδιαίτερα πολύπλοκο ογκολογικό σχεδιασμό ούτε να μην σχετίζεται με τις έννοιες του μήκους και του βάρους, που έχει μέχρι εκείνη την ηλικία αφομοιώσει. Επομένως, πρέπει να ληφθεί υπόψη και η προηγούμενη σχεδιαστική παρατήρηση, δηλαδή, το κτήριο του σχολείου οφείλει να εντείνει και να επιβεβαιώσει τις έννοιες του μήκους και του βάρους και να ελαχιστοποιήσει την έννοια του όγκου. Παραδείγματος χάριν, ενδείκνυνται οι οριζόντιες λύσεις με εύληπτη οργάνωση των όγκων, ενώ οι αναπτύξεις καθ’ ύψος με μεγάλους όγκους θα ήταν κατάλληλες για παιδιά άνω των 11-12 ετών που έχουν ήδη κατανοήσει τις τρεις προαναφερθείσες διαστάσεις του χώρου. Η τέταρτη παρατήρηση σχετίζεται με την αντίληψη του χώρου σε σχέση με την απόσταση. Ένα παιδί αυτής της ηλικίας μπορεί να αντιλαμβάνεται την ίδια απόσταση ως μεγαλύτερη ή μικρότερη αντίστοιχα, ανάλογα με το πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι να την περπατήσει. Η παρατήρηση αυτή έχει άμεση σχέση με την αρχιτεκτονική, καθώς το μήκος σε κάθε έργο συσχετίζεται με τον χρόνο μετακίνησης. Συνεπώς ο περίπλοκος τρόπος μετακίνησης των μαθητών μέσα από πολλές αλλαγές κατεύθυνσης και προσανατολισμού δεν συνιστάται.66
Στην αρχιτεκτονική του Hertzberger, η κλίμακα καθορίζεται από την ίδια τη χρήση που θα αποδοθεί στον χώρο, αλλά και αντίστροφα η χρήση του χώρου καθορίζεται και επηρεάζεται από την μορφή και τη διάρθρωσή του. Η πρώτη σκέψη αποφασιστικής σημασίας στο σχεδιασμό ενός χώρου είναι για ποιο σκοπό προορίζεται και κατά συνέπεια ποιο θα πρέπει να είναι το μέγεθός του. Το θέμα των διαστάσεων ενός χώρου συνιστά, πάντα, θέμα αντίληψης της απαιτούμενης απόστασης και εγγύτητας μεταξύ των ανθρώπων, ανάλογα με την περίσταση και τον προορισμό του χώρου. Ο Hertzberger αναφέρει πως ‘ένα δωμάτιο υπερβολικά μικρό για το σκοπό του είναι ανεπαρκές, αλλά το ίδιο ισχύει και για ένα χώρο που είναι υπερβολικά μεγάλος’. Θεωρεί, πως ένας χώρος αρκετά μεγάλος για να φιλοξενήσει πολλά πράγματα δεν σημαίνει απαραίτητα ότι είναι και κατάλληλος για να δώσει στους ανθρώπους τη σωστή αίσθηση – ‘όπως τα ρούχα που έχουν καλή εφαρμογή, ούτε πολύ σφιχτά, για να μην είναι άβολα, ούτε πολύ χαλαρά, για να μην εμποδίζουν τις κινήσεις’. Υποστηρίζει πως συχνά οι περισσότεροι αρχιτέκτονες, τείνουν να κάνουν τους χώρους όσο το δυνατόν πιο μεγάλους, ανοιχτούς και ευρύχωρους, ‘προλαμβάνοντας έτσι και αποκλείοντας τις συνηθισμένες και κατανοητές αντιρρήσεις’. Με αυτόν τον τρόπο, αδυνατούν να συνειδητοποιήσουν τις δυνατότητες, που πιθανόν αφαιρούνται εξαιτίας της μεγαλειώδους χειρονομίας τους και δημιουργούν, συχνά, χώρους, όπου τα περισσότερα πράγματα καθίστανται ανέφικτα, παρά εφικτά. Οι αρχιτέκτονες διαδραματίζουν πρωταρχικό ρόλο στο τι μπορεί και τι όχι να συμβεί σε ένα μέρος. Οι αποφάσεις τους για το μέγεθος και μόνον είναι ικανές να υπαγορεύσουν το κατά πόσον ένας χώρος είναι κατάλληλος ή όχι για κάποια συγκεκριμένη χρήση, δεδομένου ότι οι αναλογίες και οι διαστάσεις ενός χώρου καθορίζουν την χρήση του. Συνεπώς, οι αρχιτεκτονικές συνθήκες ενός τόπου ενθαρρύνουν συγκεκριμένες μορφές χρήσης και αποθαρρύνουν άλλες. Κατά τον Hertzberger, οι διαστάσεις του χώρου πρέπει να είναι κατάλληλες για τις λειτουργίες που ενδέχεται να εξυπηρετήσει και αυτό ισχύει εξίσου στους μεγάλους και τους μικρούς χώρους. ‘Οι διαστάσεις τους θα πρέπει να ταιριάζουν σε αυτό που συμβαίνει εκεί ή αντιστρόφως, αυτό που συμβαίνει σε ένα χώρο πρέπει να ταιριάζει στις διαστάσεις του.‘67
92. Αμμόλακοι, σχολή Montessori, Delft
![](https://assets.isu.pub/document-structure/210515082812-97e59b56c1d6dd80f78a594e5d968834/v1/0b25c1631d8018cce71cd13c156858b2.jpg?width=720&quality=85%2C50)
93. Αμμόλακοι, σχολή Montessori, Delft
![](https://assets.isu.pub/document-structure/210515082812-97e59b56c1d6dd80f78a594e5d968834/v1/f87ac68ffcab407e9f65f98cb6b19741.jpg?width=720&quality=85%2C50)
94. Αμμόλακοι, σχολή Montessori, Delft
![](https://assets.isu.pub/document-structure/210515082812-97e59b56c1d6dd80f78a594e5d968834/v1/fec7ef881a7eeaa2ce0353e58ccb9685.jpg?width=720&quality=85%2C50)
95. Η επιφάνεια είναι ίδια στα σχήματα Α,Β,Γ και Δ ΜΟΝΤΕΣΟΡΙΑΝΟ ΣΧΟΛΕΙΟ, DELFT ‘Όταν τα παιδιά ενός νηπιαγωγείου αφήνονται να παίξουν μόνα τους, τείνουν να δημιουργούν μικρές ομάδες, πολύ μικρότερες απ’ ότι θα περίμενε κανείς. Συμβαίνει αυτοί οι μικροί κατασκευαστές κάστρων, που παίζουν τους μπαμπάδες και τις μαμάδες, να αισθάνονται πολύ πιο άνετα σε μικρότερους χώρους, παρά σε μεγαλύτερους.’68 Με βάση αυτήν τη σκέψη ο Hertzberger επιδιώκει να δημιουργήσει πολλά μικρότερα σκάμματα αντί για ένα μεγάλο στον εξωτερικό χώρο των σχολείων του. Χαρακτηριστικά, στο Μοντεσοριανό σχολείο του Delft υπάρχει ένα μεγάλο σκάμμα, το οποίο διαιρείται σε αρκετά μικρότερα τμήματα, προσφέροντας το κατάλληλο μέγεθος χώρων για τις παιδικές δραστηριότητες που φιλοξενεί. Ο επιμερισμός αυτός προκύπτει από την πεποίθηση του αρχιτέκτονα ότι τα παιδιά αυτής της ηλικίας συχνά εμφανίζονται να παίζουν μόνα τους ή σε ομάδες των δύο ή των τριών, ενώ σπανίως δημιουργούν ομάδες πέντε ατόμων και πάνω. Έτσι, το μέγεθος αυτών των μικρών αμμόλακκων ταιριάζει στη χρήση τους και μάλιστα την ενισχύει. Αντιθέτως, στους μεγάλους αμμόλακκους δεν υπάρχει σαφής οριοθέτηση του διεκδικούμενου χώρου και τα παιδιά μπορούν άθελα τους να παρενοχλήσουν και να διακόψουν τις δραστηριότητες των υπόλοιπων μέσα στο σκάμμα. ‘Το σωστό μέγεθος συντίθεται από το σύνολο των διαστάσεων που ταιριάζουν στην αναμενόμενη χρήση, ενώ αντίστροφα ένα συγκεκριμένο μέγεθος θα προσελκύσει τη χρήση που ταιριάζει καλύτερα σ’ αυτό.’69 Αυτό το σκάμμα ως σύνολο, με την υποδιαίρεσή του σε μία σειρά από μικρότερα τμήματα, προκειμένου να φιλοξενήσει τη χρήση για την οποία προορίζεται όσο το δυνατόν καλύτερα, αποτελεί ένα στοιχειώδες παράδειγμα της αρχής της διάρθρωσης. Ο χώρος θα πρέπει να διαρθρώνεται έτσι, ώστε να δημιουργούνται τόποι, χωρικές μονάδες, των οποίων οι κατάλληλες διαστάσεις και το σωστό μέτρο περίκλεισης θα τους καθιστά ικανούς να εξυπηρετούν τα πρότυπα σχέσεων των ανθρώπων που τα χρησιμοποιούν. Ο τρόπος που διαρθρώνεται ένας χώρος είναι αποφασιστικής σημασίας: θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό το κατά πόσον ο χώρος είναι κατάλληλος για μία μεγάλη ομάδα ανθρώπων, ας πούμε, ή για έναν αριθμό μικρών, ξεχωριστών ομάδων. Όπως έχει ήδη αναφερθεί, όσο περισσότερο διαρθρωμένο είναι ένα μέρος, τόσο περισσότερες και μικρότερες χωρικές μονάδες δημιουργούνται, αυξάνοντας τα κέντρα ενδιαφέροντος και τελικά προσφέροντας τη δυνατότητα να αναπτυχθούν περισσότερες δραστηριότητες από ξεχωριστές ομάδες ταυτόχρονα.
68 Hertzberger, Μαθήματα για σπουδαστές της Αρχιτεκτονικής, σ. 193 69 ο.π.
![](https://assets.isu.pub/document-structure/210515082812-97e59b56c1d6dd80f78a594e5d968834/v1/82dc143296e91ffe1bc5f61728da17c3.jpg?width=720&quality=85%2C50)
![](https://assets.isu.pub/document-structure/210515082812-97e59b56c1d6dd80f78a594e5d968834/v1/6222f5a26bf89a9488f1b576eb52c35d.jpg?width=720&quality=85%2C50)
Το γεγονός ότι δίνεται τόσο μεγάλη έμφαση στον επιμερισμό σε μικρές χωρικές μονάδες, δεν συνεπάγεται της περιφρόνησης της μεγάλης κλίμακας. Ένας χώρος μεγάλων διαστάσεων και έντονα διαρθρωμένος, δεν συνεπάγεται ότι θα αποθαρρύνει τη χρήση του από μία μεγάλη ομάδα ατόμων. Αντίστοιχα, ένας μεγάλος μη διαρθρωμένος χώρος δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να φιλοξενήσει διαφορετικές χρήσεις από πολλές ομάδες ταυτόχρονα. Είναι εφικτό, στον ίδιο χώρο, να υιοθετηθεί η έννοια της μικρής και της μεγάλης κλίμακας, διαρθρώνοντας το χώρο έτσι, ώστε να είναι ταυτόχρονα κατάλληλος και για κεντρική και για αποκεντρωμένη χρήση, ανάλογα πάντα με το πώς θέλουμε να ερμηνεύσουμε το χώρο. Ο βαθμός της διάρθρωσης συνδυαστικά με την ποιότητά της, ο τρόπος δηλαδή με τον οποίο θα τεθεί σε εφαρμογή, είναι η αρχή που θα καθορίσει τη δυναμική του χώρου.
![](https://assets.isu.pub/document-structure/210515082812-97e59b56c1d6dd80f78a594e5d968834/v1/33883cf2990431a26b35bca09eca3304.jpg?width=720&quality=85%2C50)
96. (1,2,3) Αμμόλακοι, σχολεία Apollo, Amsterdam
![](https://assets.isu.pub/document-structure/210515082812-97e59b56c1d6dd80f78a594e5d968834/v1/9f8f0c222e7b45d03fbecd9e4c6411cf.jpg?width=720&quality=85%2C50)
![](https://assets.isu.pub/document-structure/210515082812-97e59b56c1d6dd80f78a594e5d968834/v1/515390baea8f77b5aa30592a2646ca97.jpg?width=720&quality=85%2C50)
97. Διάγραμμα τομής, χτιστό έπιπλο κουζίνας, σχολεία Apollo, Amsterdam
98. Χτιστό έπιπλο κουζίνας, σχολεία Apollo, Amsterdam
![](https://assets.isu.pub/document-structure/210515082812-97e59b56c1d6dd80f78a594e5d968834/v1/534de74b26c917e05ae052ab71984fb7.jpg?width=720&quality=85%2C50)
![](https://assets.isu.pub/document-structure/210515082812-97e59b56c1d6dd80f78a594e5d968834/v1/366d10e31ce3f4f2494b8ea655da9791.jpg?width=720&quality=85%2C50)
99. Χτιστά έπιπλα, σχολή De Salamander, Arnhem
ΤΑ ΧΤΙΣΤΑ ΕΠΙΠΛΑ
![](https://assets.isu.pub/document-structure/210515082812-97e59b56c1d6dd80f78a594e5d968834/v1/1e1c4786be7b440900c8456ec690bdc8.jpg?width=720&quality=85%2C50)
Η διάρθρωση στο σχολικό περιβάλλον του Hertzberger γίνεται με τέτοιον τρόπο, ώστε να ενισχύει τον παραλληλισμό του με την πόλη. Στην πόλη υπάρχει σε μεγάλο βαθμό η εναλλαγή μεταξύ μεγάλων και μικρών χώρων και μέσω αυτής της εναλλαγής των μονάδων, επιτυγχάνεται με αβίαστο τρόπο η άρθρωσή της. Όταν αυτή η άρθρωση μεταφέρεται σε μικρότερη διάσταση και αλλάξει, δηλαδή, το μέτρο της κλίμακας, τότε γίνεται λόγος για τη μονάδα του κτηρίου σε σχέση με εκείνη του επίπλου. Ο Hertzberger χρησιμοποιεί για αυτόν το σκοπό τα «χτιστά έπιπλα», κατασκευές, δηλαδή, που είναι αναπόσπαστες από το χώρο στον οποίο τοποθετούνται. Τα έπιπλα αυτά παραπέμπουν σε μικρά σπίτια μέσα στην πόλη – σχολείο και προσδίδουν ένα αίσθημα οικειότητας, καθώς το πεδίο δράσης περιορίζεται γύρω από αυτήν την μικρότερη μονάδα, στην κλίμακα του παιδιού, που ορίζεται από το έπιπλο.70 Τέτοιου είδους «χτιστά έπιπλα» όπως είναι: οι γωνίες της κουζίνας, οι επιφάνειες εργασίας για ανάγνωση ή για τους υπολογιστές, οι βιβλιοθήκες, ο σταθμός-γρα-
φείο των καθηγητών, οι γωνιές για να κάθονται και να εργάζονται τα παιδιά, πλατφόρμες και άλλα μέρη για συγκεκριμένες δραστηριότητες, είναι προτιμότερο να εφάπτονται στους τοίχους ή να βυθίζονται μέσα τους σαν εσοχές, ώστε να μη βρίσκονται στη μέση και να καταλαμβάνουν όσο το δυνατόν λιγότερο χώρο. Ωστόσο, όταν τοποθετούνται ελεύθερα στο μέσον του χώρου, τότε μετατρέπονται σε «νησίδες», χτιστά έπιπλα που μοιάζουν με μικρά σπίτια και μπορούν να προσεγγιστούν από όλες τις πλευρές. Πρόκειται για χτιστές κατασκευές που χωρίζουν και αρθρώνουν το χώρο γύρω τους. Κάνουν το χώρο μικρότερο και μεγαλύτερο ταυτόχρονα: μικρότερο επειδή οι ενδιάμεσοι (παρεμβαλλόμενοι) χώροι μειώνονται και μεγαλύτερο, επειδή πολλαπλασιάζονται οι οπτικές. Μεσολαβούν, ως εκ τούτου, μεταξύ επίπλων και δωματίων. (Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ένα δωμάτιο με έπιπλα φαίνεται μεγαλύτερο από όταν είναι άδειο.) Αυτά τα χτιστά έπιπλα τραβούν την προσοχή, καθώς αποσπώνται-αποκόπτονται από την περιφέρεια του περιβάλλοντος χώρου, ο οποίος εξασθενεί στο παρασκήνιο. Ο χώρος τότε γίνεται πιο εξωστρεφής σε σχέση με τις μικρότερες χωρικές ενότητες που είναι τοποθετημένες σε αυτόν. Τα αντικείμενα στο χώρο τον διαμορφώνουν και οργανώνουν, χωρίς όμως να τον χωρίζουν σε απομονωμένες μονάδες, όπως συμβαίνει με τους τοίχους. Αυτά τα ελεύθερα στοιχεία γίνονται άγκυρες- κόμβοι δραστηριότητας. Ως κέντρα, λειτουργούν σαν μαγνήτες και καθορίζουν το χώρο. Τοποθετώντας αντικείμενα δίπλα τους, όπως τραπέζια για παράδειγμα, αυτά αποκτούν υπόσταση στο χώρο και μπορούν να λειτουργήσουν συμπληρωματικά περικλείοντας το χώρο.71
100. Εξέδρα από τούβλα (Block), σχολή Montessori, Delft
![](https://assets.isu.pub/document-structure/210515082812-97e59b56c1d6dd80f78a594e5d968834/v1/06dbb7153f1e631284c34f9a8ee2c8e0.jpg?width=720&quality=85%2C50)
![](https://assets.isu.pub/document-structure/210515082812-97e59b56c1d6dd80f78a594e5d968834/v1/4204b2db8f4e90cd064ef044871d18ab.jpg?width=720&quality=85%2C50)
![](https://assets.isu.pub/document-structure/210515082812-97e59b56c1d6dd80f78a594e5d968834/v1/37f6507d601151a4a69d9c690f5ff7e9.jpg?width=720&quality=85%2C50)
101. Διάγραμμα κατασκευής επέκτασης της πλατφόρμας με ξύλινα στοιχεία, σχολή Montessori, Delft
102. Εξέδρα από τούβλα (Block), επέκταση της πλατφόρμας με ξύλινα στοιχεία, σχολή Montessori, Delft BLOCK
Στο χώρο του δημοτικού της σχολής Montessori στο Delft, το κεντρικό σημείο του σχολικού κοινού χώρου είναι μία εξέδρα από τούβλα που χρησιμοποιείται για επίσημες και εκ των ενόντων συναντήσεις. Εκ πρώτης όψεως, μοιάζει ότι η δυναμική του χώρου θα ήταν μεγαλύτερη, αν η πλατφόρμα μπορούσε να μετακινείται και όπως ήταν αναμενόμενο αυτό αποτέλεσε θέμα εκτεταμένων συζητήσεων. Όμως αυτή η μονιμότητα είναι που το καθιστά εστιακό σημείο και προκαλεί τη χρήση του ως τέτοιο. Η εξέδρα γίνεται μία «Λυδία λίθος» και συνεισφέρει στην άρθρωση του χώρου με τέτοιον τρόπο, που αυξάνονται οι δυνατότητες χρήσης του. Ανάλογα με την περίσταση επικαλείται μία ιδιαίτερη εικόνα και εφ’ όσον επιδέχεται ποικιλία ερμηνειών μπορεί να παίξει μία ποικιλία διαφορετικών ρόλων, αλλά και αντίστροφα, τα ίδια τα παιδιά παρακινούνται ν’ αναλάβουν μία μεγαλύτερη ποικιλία ρόλων στο χώρο. Χρησιμοποιούν την εξέδρα για να κάθονται ή ν’ απλώνουν τα υλικά τους στη διάρκεια της χειροτεχνίας, της μουσικής και όλων των άλλων δραστηριοτήτων που γίνονται στον κεντρικό χώρο. Η πλατφόρμα, μπορεί επιπλέον, να επεκταθεί προς όλες τις κατευθύνσεις με ένα σύνολο ξύλινων στοιχείων, που ανασύρονται από το εσωτερικό της σταθερής κατασκευής και να γίνει μία αληθινή σκηνή για θεατρικές, χορευτικές και μουσικές παραστάσεις. Τα παιδιά μπορούν να φέρουν κοντά και ν’ απομακρύνουν τα κομμάτια μόνα τους, χωρίς τη βοήθεια των δασκάλων. Στη διακοπή για το γεύμα τα παιδιά παίζουν παιχνίδια πάνω στην πλατφόρμα και γύρω από αυτήν ή κουβαριάζονται μαζί για να κοιτάξουν βιβλία με εικόνες, ενώ υπάρχει αφθονία χώρου γύρω της. Γι’ αυτά, όπως λέει ο Hertzberger, ‘αποτελεί ένα «νησί στη θάλασσα» του γυαλισμένου πατώματος’. 72
![](https://assets.isu.pub/document-structure/210515082812-97e59b56c1d6dd80f78a594e5d968834/v1/dac69418eb62e469428bddc6c5b79dee.jpg?width=720&quality=85%2C50)
72 Hertzberger, ‘Block and Hollow’, Space and Learning, Lessons in Architecture 3, σ. 92-99 και Μαθήματα για σπουδαστές της Αρχιτεκτονικής, σ. 153154
![](https://assets.isu.pub/document-structure/210515082812-97e59b56c1d6dd80f78a594e5d968834/v1/6fc6a5e05e1aca0ac3076df8967ee8e0.jpg?width=720&quality=85%2C50)
![](https://assets.isu.pub/document-structure/210515082812-97e59b56c1d6dd80f78a594e5d968834/v1/b49bc31e5e4e2f8cf7def12acc2b5758.jpg?width=720&quality=85%2C50)
![](https://assets.isu.pub/document-structure/210515082812-97e59b56c1d6dd80f78a594e5d968834/v1/adeeaf54160bf190bd2c3a01226fed03.jpg?width=720&quality=85%2C50)
Το πάτωμα στο χολ του νηπιαγωγείου στο Delft έχει μία τετράγωνη υποχώρηση στο μέσον του, που γεμίζει με ελεύθερους ξύλινους κύβους, τους οποίους μπορούν να διατάξουν τα παιδία και οι δάσκαλοι γύρω από το τετράγωνο, ώστε να καθίσουν. Οι κύβοι κατασκευάζονται σαν χαμηλά σκαμνιά, που εύκολα μπορούν να μετακινηθούν από τα παιδιά σε ολόκληρο το χολ ή να τοποθετηθούν ο ένας πάνω στον άλλον και να δημιουργήσουν έναν πύργο. Τα παιδιά τους χρησιμοποιούν επίσης, για να φτιάξουν τρένα. Από πολλές απόψεις αυτή η εσοχή στο πάτωμα συνιστά το αντίθετο της εξέδρας του χολ του δημοτικού. Η εξέδρα, αναφέρει ο Hertzberger, ‘επικαλείται εικόνες που παραπέμπουν στο ανέβασμα σ’ ένα λόφο για καλύτερη θέα, ενώ το τετράγωνο βαθούλωμα δίνει μία αίσθηση περίκλειστου και επικαλείται αναφορές από το κατέβασμα σε μία κοιλάδα. Αν ο κύβος-βάθρο είναι ένα «νησί στη θάλασσα», το κοίλο τετράγωνο είναι μία «λίμνη», που τα παιδιά μπορούν να μετατρέψουν σε πισίνα, προσθέτοντας μία εξέδρα για βουτιές’.73 Η λίθινη πλατφόρμα και ο κοίλος χώρος δεν είναι μόνο αντίθετοι, αλλά και συμπληρωματικοί. Το κοίλωμα είναι πιο εσωστρεφές, ενώ η πλατφόρμα είναι ένα ασφαλές μέρος, αλλά πολύ πιο εξωστρεφές. Μια πλατφόρμα μπορεί να αποτελέσει ένα τραπέζι, ένα βάθρο, το οποίο όμως βρίσκεται σε κοινή θέα, στο κέντρο, προσελκύοντας όλη την προσοχή. Στην κοιλότητα, αντίθετα, κρύβεσαι από την θέαση. Και τα δύο στοιχεία, η λίθινη πλατφόρμα και η κοιλότητα (με το ίδιο μέγεθος σε αυτή την περίπτωση), κεντρίζουν το ενδιαφέρον- την προσοχή και αποτελούν κέντρα και σημεία συνάντησης που υποκινούν τη συμμετοχική δραστηριότητα.74
![](https://assets.isu.pub/document-structure/210515082812-97e59b56c1d6dd80f78a594e5d968834/v1/f45f5f553a47f2f5f68d478e242eb261.jpg?width=720&quality=85%2C50)
![](https://assets.isu.pub/document-structure/210515082812-97e59b56c1d6dd80f78a594e5d968834/v1/d710dd219d26fbe8a82b0b42dcda66a2.jpg?width=720&quality=85%2C50)
![](https://assets.isu.pub/document-structure/210515082812-97e59b56c1d6dd80f78a594e5d968834/v1/81e4703d3487c1378e1422da8500002b.jpg?width=720&quality=85%2C50)
103. (1-6) Τετράγωνη εσοχή (Hollow), σχολή Montessori, Delft
73 ο.π. 74 Ε. Πορτάλιου, ‘Ο σχολικός χώρος στην αρχιτεκτονική του Herman Hertzberger’, 1992, Αθήνα, Τμήμα Αρχιτεκτόνων Ε.Μ.Π., σ. 8
![](https://assets.isu.pub/document-structure/210515082812-97e59b56c1d6dd80f78a594e5d968834/v1/040b9b14750a6ab7250b095091d00857.jpg?width=720&quality=85%2C50)
104. Εξέδρα από τούβλα (Block), σχολή Montessori, Delft
ΜΙΚΡΗ ΚΛΙΜΑΚΑ – ΜΕΓΑΛΕΣ ΣΥΝΔΕΣΕΙΣ
Οι σωστές διαστάσεις ενός αντικειμένου ή χώρου είναι εκείνες που του δίνουν τη δυνατότητα να λειτουργούν όσο το δυνατόν καλύτερα. Αυτά θα πρέπει να είναι μεγάλα, μόνο αν αποτελούνται από μία συσσωμάτωση μικρών μονάδων, διότι οι υπερμεγέθεις αναλογίες σύντομα δημιουργούν απόσταση και αποδέσμευση. Οι αρχιτέκτονες, εξαιτίας της επιμονής τους να σχεδιάζουν σε μία υπερβολικά μεγάλη, μεγαλειώδη και άδεια κλίμακα, έχουν σε σημαντικό βαθμό συμβάλει στην παραγωγή απόστασης και αποξένωσης. Η ευρυχωρία που βασίζεται στην πολλαπλότητα συνεπάγεται μεγαλύτερη πολυπλοκότητα, και αυτή η πολυπλοκότητα ενδυναμώνει το ερμηνευτικό δυναμικό χάρη στη μεγαλύτερη ποικιλία σχέσεων και αλληλεπίδρασης των ατομικών στοιχείων που από κοινού μορφοποιούν το σύνολο. Συνεπώς, τα πράγματα πρέπει να διαρθρώνονται προκειμένου να γίνονται μικρότερα και πιο εύχρηστα. Και επειδή η διάρθρωση αυξάνει την καταλληλότητα, ο χώρος ταυτόχρονα διαστέλλεται. Έτσι αυτό που δημιουργούμε πρέπει να γίνεται μικρότερο, και συγχρόνως μεγαλύτερο. Αρκετά μικρό για να χρησιμοποιείται και αρκετά μεγάλο για να προσφέρει το μέγιστο δυναμικό χρήσης.75
![](https://assets.isu.pub/document-structure/210515082812-97e59b56c1d6dd80f78a594e5d968834/v1/e68d81838cfd8fa28b48f46bcfba187b.jpg?width=720&quality=85%2C50)
105. Σχολεία Apollo, Amsterdam